You are on page 1of 4

Κατά την γνώμη μου, το ζήτημα του ανορθολογισμού και της κοινωνικής διάχυσής του

αποτελεί ένα από τα πλέον σημαντικά ζητήματα σήμερα, όχι για να κατηγορήσουμε κανέναν
ούτε για να βλογήσουμε τα δικά μας γένια. Αλλά επειδή αφενός η άγνοια (αλλά και η αποδοχή
της άγνοιας ως φολκλορικό στοιχείο) δεν βοήθησε ποτέ κανέναν αλλά το αντίθετο και
αφετέρου διότι ο ανορθολογισμός δημιουργεί ή συμβάλλει στην δημιουργία προϋποθέσεων,
ροπών και τάσεων στους φορείς του προς τι πλέον αντιδραστικές και σκοτεινές πολιτικές και
κοινωνικές τάσεις όπως για παράδειγμα τον φασισμό χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι
όποιος είναι συνωμοσιολόγος είναι ή θα γίνει αναπόφευκτα φασίστας! Από κει και πέρα,
βλέποντας και την συζήτηση, νομίζω πως τον ύπαρξη και διάδοση του ανορθολογισμού δεν
πρέπει να την αποδίδουμε απλά (και κατά την γνώμη μου επιφανειακά) στην μορφή της
κυρίαρχης πολιτικής ούτε φυσικά σε κάποια ηλιθιότητα (ελιτισμός). Αντιθέτως τα πράγματα
είναι πολύ πιο περίπλοκα, καθώς ο ανορθολογισμός- συνωμοσιολογία είναι φαινόμενα που
αφορούν την κοινωνική συνείδηση και τις μορφές της εντός του κεφαλαιοκρατικού
καταμερισμού της εργασίας. Όσο πιο συνοπτικά μπορώ λοιπόν, η γνώμη μου είναι η εξής: Η
συνείδηση αποτελεί μια φυσικο-ιστορική διαδικασία η οποία προκύπτει κυρίως από και χάριν
της παραγωγικής διαδικασίας. Η συνείδηση έχεις δύο πλευρές το ειδέναι και το συνειδέναι. Η
πρώτη πλευρά έγκειται στην ιδεατή αναπαράσταση του μετασχηματισμού του αντικειμένου
της εργασίας από το υποκείμενο με τα μέσα εργασίας και η δεύτερη το συνειδέναι άπτεται
στην ιδεατή αναπαράσταση των σχέσεων των ανθρώπων αναμεταξύ τους και προς τον εαυτό
τους. Εφόσον λοιπόν η κοινωνική συνείδηση αποτελεί αντανάκλαση των αντικειμενικών
διαδικασιών της ανθρώπινης δραστηριότητας (με την κοινωνία και την φύση) και κυρίως της
παραγωγικής διαδικασίας υπό το πρίσμα των δυνατοτήτων μεταβολής της τελευταίας,
συνεπάγεται ότι το ουσιώδες της κοινωνικής συνείδησης θεωρημένης ως φυσικο-ιστορικής
διαδικασίας είναι η παραγωγική διαδικασία ως κύρια πλευρά της δραστηριότητας των
ανθρώπων (ως η κυρία όχι ως η μοναδική, το τονιζω). Η εργασία ως αλληλεπίδραση του
ανθρώπου με την φύση και με την κοινωνία διαμεσολαβείται μέσω πράξεων, αισθημάτων, και
σκέψεων, στην βάση αυτή προκύπτουν και οι 3 βασικές μορφές κοινωνικής συνείδησης που
είναι η ηθική, η αισθητική και η φιλοσοφία. Εκφάνσεις της ηθικής μορφής είναι η πολιτική και
το δίκαιο ενώ της αισθητικής η θρησκεία και η τέχνη. Να πω επίσης ότι οι μορφές κοινωνικής
συνείδησης αλληλεπιδρούν (έτσι πχ μπορούμε να κάνουμε λόγο για ηθικές σκέψεις) και
ιεραρχούνται με βάση τον βαθμό διαμεσολάβησής τους με το κοινωνικό Είναι.

Ο καπιταλιστικός καταμερισμός εργασίας τώρα έχει ως γενικό χαρακτηριστικό του τον


κατακερματισμό των εργασιών και συνεπώς την υπερ-εξειδίκευση που προσεγγίζει πολλές
φορές την αποειδίκευση του εργαζόμενου υποκειμένου με στόχο την μεγαλύτερη κερδοφορία.
Κλασικό παράδειγμα ο τεϊλορισμός- φορντισμός. Άρα αυτή η εξειδίκευση αποτελεί
παραγωγική σχέση ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας και
της διάρθωσής της, ως αποτέλεσμα δηλαδή και αναπόφευκτη μορφή των παραγωγικών
δυνάμεων ως συγκεκριμένης μορφής εργασιακής διαδικασίας που καθορίζεται από την
διάρθρωση της εργασία στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. Το υποκείμενο της
εργασίας εδώ που εργάζεται κατεξοχήν χειρονακτικά και επαναλαμβανόμενα (ακόμα κι αν
επιτελεί πνευματική εργασία, αυτή μπορεί να είναι μονότονη και επαναλαμβανόμενη, μη
δημιουργική) γίνεται και αντικείμενο της εργασιακής διαδικασίας, καθώς εντάσσεται στην
τελευταία ως αντικειμενοποιημένο, ως εμπόρευμα εργατική δύναμη, ως μεταβλητό κεφάλαιο.
Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν της αλλοτριωμένης εργασίας και των αλλοτριωτικών σχέσεων, οι
σχέσεις των ανθρώπων πραγμοποιούνται ενώ οι σχέσεις των πραγμάτων ανθρωποποιούνται
(φετιχισμός του εμπορεύματος). Ο άνθρωπος ως άμεσος δηλαδή παραγωγός που εντάσσεται
εν είδη φυσικής δύναμης στην εκμηχανισμένη παραγωγική διαδικασία υποτασσόμενος στον
καταμερισμό της εργασίας έχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες σφαιρικής γνώσης και
ελέγχου. Αυτό που γνωρίζει καλύτερα είναι οι τρόποι και οι κανόνες λειτουργίας της μηχανής
που δουλεύει τους οποίους εκ των πραγμάτων υποχρεώνεται να αποδεχτεί ως δεδομένους.
Αυτό δημιουργεί ένα πλαίσιο αντίληψης του εαυτού και του κόσμου ως απεχθούς,
επιβαρυντικού και εχθρικού ενώ ταυτόχρονα αναπτύσσονται και τάσεις υποταγής και
αποδοχής της εκάστοτε δεδομένης κατάστασης, στο πλαίσιο απουσίας δυνατοτήτων
ανάληψης πρωτοβουλιών.

Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν κυριαρχίας της επαναλαμβανόμενης και μη δημιουργικής εργασίας


κυρίαρχη μορφή κοινωνικής συνείδησης είναι η ηθική η οποία αντιλαμβανόμενη τον κόσμο με
όρους πράξης, αποτιμά τα πράγματα με όρους καλού και κακού, επιβλαβούς και ωφέλημου
και ως εκ τούτου έτσι προσεγγίζει και την πολιτική. Συνεπώς το κράτος, η εξουσία, οι θεσμοί
κλπ προβάλλουν ως μέσα, ως εργαλεία που αξιοποιούν κάποιοι για την πραγματοποίηση της
δικής τους ιδιαίτερης βούλησης. Όλα προβάλλουν δηλαδή στο πλαίσιο μιας βουλησηαρχίας με
την μορφή βούλησης και πράξης! Αυτό σημαίνει ότι τα υποκείμενα φορείς της εν λόγω
συνείδησης καθορίζονται, κρίνουν και αποτιμούν το γίγνεσθαι όχι σαν κάτι ανεξάρτητο από
την συνείδηση στο οποίο δύναται κανείς να παρέμβει με βάση τον τρόπο με τον οποίο
λειτουργεί ο κόσμος αλλά με βάση τον συμβολικό αντίκτυπο των πράξεων. Δηλαδή από το πώς
φαίνεται αυτός που πράττει, τι συναισθήματα προκαλεί, τι εντυπώσεις κλπ. Αντίστοιχα η
αισθητική συνείδηση αυτού του τύπου τείνει να αισθητικοποιεί το κοινωνικό Είναι και
γίγνεσθαι εξειδανικεύοντας πρόσωπα και πράγματα ως χαρισματικούς ηγέτες, ως σπουδαίους
προγόνους κλπ. Τέλος η φιλοσοφική μορφή συνείδησης που υφίσταται εδώ είναι η
βουλησιαρχία που πολύ εύκολα λαμβάνει την μορφή της συνωμοσιολογίας και του
ανορθολογισμού. Δηλαδή της αντίληψης ότι ξένες εχθρικές δυνάμεις που έχουν μορφή,
μυστικών συνωμοσιών, ειδικών συμφερόντων κοινωνικών ομάδων (πχ Εβραίοι) ή προσώπων
(πχ Σόρος, μπιλ Γκειτς κλπ) καθορίζουν με την βούληση και τις πράξεις τους την ιστορία και το
μέλλον της ανθρωπότητας. Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η πίστη στην παραφυσική και στην
γνώση που μας κρύβουν. Ο δε ανορθολογισμός ως το κατευθείαν αντίθετο του ορθού λόγου
(της έγκυρης, αληθούς και διϋποκειμενικά ελέγξιμης γνώσης, ως αντίστοιχης της
πραγματικότητας της δραστηριότητας του ανθρώπου) χαρακτηρίζεται από την κατεξοχήν
απουσία της ανάγκης απόδειξης και υπο αυτή την έννοια στην απουσία και υπονόμευση
οποιασδήποτε δυνατότητας παρέμβασης και αλλαγής του κοινωνικού Είναι. Να λοιπόν και η
κοινωνική αξία και χρησιμότητα του ανορθολογισμού. Δια στόματος Λούκτας: « Η διαλεκτική
αντίληψη της ιστορίας αναγκάζει τον ιρρασιοναλισμό, που θα ήθελε να διατηρήσει μια πραγματική
επίδραση για χάρη της αντίδρασης, να αντιπαραθέσει σε αυτήν μια άλλη αντίληψη: μια εξήγηση της
πραγματικότητας που μπορεί, επίσης, να εμφανίζεται και ως ιστορική. Ταυτόχρονα, όμως, το
αντιδραστικό περιεχόμενο αυτής της εξήγησης, δηλαδή η απολογία της καπιταλιστικής κοινωνίας, η
οποία θεωρείται ως η κορυφή και ο τελικός σκοπός της ιστορίας των ανθρώπων, οδηγούσε
υποχρεωτικά στην κατάργηση της ιστορίας και μαζί με αυτήν στην κατάργηση της εξέλιξης και της
προόδου».
Στην βάση όλων των παραπάνω λοιπόν, θεωρώ πως υπάρχει ένα αντικειμενικό υλικό έδαφος
κοινωνικών σχέσεων που βρίσκουν την αντίστοιχη ιδεατή τους έκφραση στον ανορθολογισμό και την
συνωμοσιολογία δομικά χαρακτηριστικά και της φασιστικής πολιτικής ιδεολογίας. Δεν πρόκειται
λοιπόν, περί χαζομάρας, δεν πρόκειται λοιπόν περί ανορθόλογων γνωσιακών επιλογών ή και
σφαλμάτων υποκειμενικού τύπου τις οποίες θα μπορέσουμε να υπερβούμε απλά και μόνο με μια
κάποια διαφώτιση του αμόρφωτου λαού. Πρόκειται περί εγγενούς χαρακτηριστικού των
κεφαλαιοκρατικών κοινωνικών σχέσεων και υπό αυτή την έννοια η μάχη κατά του ανορθολογισμού
αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι, στιγμή και πλευρά της ταξικής πάλης στην προοπτική κατάργησης των
σχέσεων εκείνων που από την μία συσσωρεύουν γνώση και από την άλλη μιζέρια, φόβο και απόγνωση.

You might also like