You are on page 1of 119

Πανεπιστήμιο Κρήτης

Φιλοσοφική Σχολή
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας

Μ.Π.Σ.: «Σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή ιστορία, 19ος - 20ος αιώνας»

Σεμινάριο: ΣΕΕΙ 198 – Μετά τον πόλεμο


Διδάσκουσα: Έφη Αβδελά

«Το περιοδικό Ανταίος και η ανοικοδόμηση»

Μύρωνας Ξυδάκης
Α.Μ 491
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Εισαγωγή

Σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας είναι η συνοπτική παρουσίαση των θέσεων του
περιοδικού Ανταίος αναφορικά με το ζήτημα της ανοικοδόμησης της Ελλάδας μετά
τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πιο συγκεκριμένα, θα γίνει μια αναφορά στις
προϋποθέσεις και το γενικό περίγραμμα που δίνεται για την ανοικοδόμηση μέσα από
τις σελίδες του περιοδικού, θα παρουσιαστεί κωδικά ο τρόπος με τον οποίο το αίτημα
αυτό εξειδικευόταν κάθε φορά στους επιμέρους τομείς της οικονομικής, κοινωνικής
και πολιτικής ζωής και, τέλος, θα εκτεθεί η κριτική που άσκησε ο Ανταίος στα
οικονομικά προγράμματα των κυβερνήσεων της περιόδου καθώς και στα διάφορα
ξένα σχέδια οικονομικής βοήθειας.
Ο Ανταίος ξεκίνησε την κυκλοφορία του τον Μάιο του 1945 και αποτέλεσε το
εκδοτικό εγχείρημα ενός κύκλου επιστημόνων προερχόμενων από τον ευρύτερο χώρο
του ΕΑΜ. Ο ίδιος αυτός κύκλος συγκρότησε και τον βασικό πυρήνα της ΕΠ-ΑΝ
(Επιστημονική Εταιρία για τη Μελέτη των Νεοελληνικών Προβλημάτων: Επιστήμη-
Ανοικοδόμηση) που ιδρύθηκε τρεις μήνες αργότερα. Πρωταγωνιστικό ρόλο στην όλη
προσπάθεια διαδραμάτισε ο Δ. Μπάτσης ο οποίος, μετά την αποχώρηση του Χ.
Θεοδωρίδη, καθηγητή Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και πρώτου
Διευθυντή του περιοδικού, τον Ιούλιο του 1945, ανέλαβε μαζί με την αρχισυνταξία
και την διεύθυνση. Στην συντακτική επιτροπή συμμετείχαν, επίσης –τουλάχιστον
κατά τα τρία πρώτα χρόνια κυκλοφορίας- και οι Η. Ηλιού, δικηγόρος, Ν. Κιτσίκης,
πρώην πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Π. Κόκκαλης, καθηγητής
Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Σ. Μάξιμος, δημοσιογράφος, Κ. Σακαντάνης,
γεωπόνος, Σ. Σταυρόπουλος, μηχανικός και Κ. Σωτηρίου, παιδαγωγός.
Το περιοδικό κυκλοφόρησε για έξι χρόνια (1945-1951) σε δύο περιόδους και
αποτελείται συνολικά από πέντε τόμους: Α΄ χρόνος, Β΄ Χρόνος, Δ΄ Χρόνος, Ε΄
Χρόνος, ΣΤ΄ Χρόνος. Ο Γ΄ Χρόνος δεν λείπει πραγματικά, απλώς ο Β΄ Χρόνος
κάλυψε ουσιαστικά δύο έτη (1946-1947) και, προφανώς για αυτό, όταν ο Ανταίος
μπήκε στην Περίοδο Β΄, αλλάζοντας σχήμα και ανανεώνοντας την ύλη του,
χαρακτήρισε τον επόμενο τόμο ως Δ΄ Χρόνο. Από αυτό το πολύ πλούσιο υλικό των
1.672 σελίδων η παρούσα μελέτη θα εστιάσει στην Περίοδο Α΄, που καλύπτει τα έτη
1945-1947, δηλαδή τους Χρόνους Α΄ και Β΄, και που στην ανατύπωση που έκανε το
Ε.Λ.Ι.Α το 2000 καταλαμβάνει τον Τόμο Α΄. Επιλέχθηκε η συγκεκριμένη περίοδος,

[1]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

γιατί, όπως θα αναλυθεί και παρακάτω, τότε είναι που εκτίθεται μέσα από τις στήλες
του περιοδικού πιο επιτακτικά και αναλυτικά το αίτημα για ανοικοδόμηση.
Για την πιο αποτελεσματική προσέγγιση του θέματος κρίθηκε σκόπιμο η εργασία να
διαρθρωθεί σε έξι κεφάλαια. Στο πρώτο γίνεται μια συνοπτική παρουσίαση της
συνολικής εκδοτικής πορείας του Ανταίου. Στο δεύτερο, καταγράφεται η προϊστορία,
η ίδρυση και τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της Επιστημονικής Εταιρίας για τη
Μελέτη των Νεοελληνικών Προβλημάτων: Επιστήμη-Ανοικοδόμηση ή αλλιώς ΕΠ-
ΑΝ με βάση το σχετικό υλικό που δημοσιεύεται στον τόμο Α΄. Το τρίτο κεφάλαιο,
επιχειρεί μια σκιαγράφηση της οικονομικής πολιτικής των διαφόρων κυβερνήσεων
της περιόδου 1944-1947 προκειμένου να αποδοθεί το ιστορικό πλαίσιο εντός του
οποίου αναπτύσσεται ο προβληματισμός του Ανταίου.
Στο τέταρτο κεφάλαιο, που είναι και το μεγαλύτερο, εκτίθεται ο λόγος του Ανταίου
περί ανοικοδόμησης διαρθρωμένος σε τρεις άξονες. Ο πρώτος αφορά την έννοια της
βιωσιμότητας, που σύμφωνα με τους συντάκτες του περιοδικού, συνιστά την
βασικότερη προϋπόθεση κάθε προσπάθειας ανοικοδόμησης, ο επόμενος καταγράφει
τις γενικές προδιαγραφές που θα πρέπει η προσπάθεια αυτή να πληροί και ο
τελευταίος εξετάζει πώς εξειδικεύεται το αίτημα της ανοικοδόμησης σε κάθε
επιμέρους τομέα. Η παρουσίαση αυτή ακολούθησε την διαίρεση της ύλης σε
θεματικές ενότητες που έχει κάνει η ίδια η συντακτική ομάδα του περιοδικού και που
παρατίθεται στο τέλος του τόμου Α΄ της ανατύπωσης του Ε.Λ.Ι.Α. Από τις ενότητες
αυτές επιλέχθηκαν οι σημαντικότερες («Βιομηχανία/Ορυκτός πλούτος-καύσιμα»,
«Αγροτική Οικονομία-Αλιεία», «Εμπόριο», «Δημοσιονομικά-Νομισματικά»,
«Συγκοινωνία», «Οικισμός-Στέγαση», «Εργασία», «Νομικά», «Υγειονομικά»,
«Παιδεία») και από τα άρθρα της κάθε ενότητας παρουσιάστηκαν εκείνα που
κρίθηκαν ως πιο αντιπροσωπευτικά της προβληματικής που αναπτύσσει ο κύκλος του
Ανταίου γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα.
Το πέμπτο κεφάλαιο που έχει τον τίτλο «Ο αντίλογος του Ανταίου για την
ανοικοδόμηση» επιχειρεί να φωτίσει ακόμα περισσότερο τις θέσεις του περιοδικού
μέσα από την παρουσίαση της κριτικής του στην οικονομική πολιτική των
κυβερνήσεων της περιόδου 1945-1947 καθώς και στα ξένα σχέδια οικονομικής
βοήθειας. Οι δύο αυτοί άξονες παρατίθενται διακριτά για τον καλύτερο κατατοπισμό
του αναγνώστη. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το βασικό υλικό για τους δύο πρώτους
άξονες του τετάρτου κεφαλαίου (βιωσιμότητα, γενικές προδιαγραφές) καθώς και για
[2]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

όλο το πέμπτο είναι αντλημένο από τα κείμενα που είναι δημοσιευμένα στις
θεματικές ενότητες «Η βιωσιμότητα της Ελλάδας», «Ανοικοδόμηση» και
«Οικονομικά».
Στο τέλος της εργασίας παρατίθεται ο επίλογος, στον οποίο επιχειρείται αφενός μια
σύνοψη των βασικότερων θέσεων του Ανταίου και αφετέρου η διατύπωση ορισμένων
προτάσεων για την περαιτέρω διερεύνηση του θέματος.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημανθεί πως η μέθοδος που ακολουθήθηκε,
δηλαδή η συνοπτική παρουσίαση των αντιπροσωπευτικότερων άρθρων από κάθε
τομέα, επιτρέπει μεν την πληρέστερη αποτύπωση του πολύ πλούσιου
προβληματισμού που αναπτύχθηκε από τις στήλες του περιοδικού για μια τόσο
μεγάλη ποικιλία θεμάτων, ενέχει όμως και μια αδυναμία: δημιουργείται η εντύπωση
ότι οι δημοσιεύσεις στο περιοδικό ήταν απολύτως ομοιόμορφες, χωρίς καθόλου
εντάσεις και αντιφάσεις, χωρίς διαφορετικές εκδοχές, σαν να υπάρχει ένα ενιαίο
αναλυτικό σχέδιο χωρίς παραλλαγές. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει απόλυτα καθώς, όπως θα
φανεί και στον επίλογο, καταγράφονται ορισμένες, έστω υπόρρητες, διαφοροποιήσεις
μεταξύ των συντελεστών του περιοδικού.
Μια πιο αναλυτική παρουσίαση του συνόλου των άρθρων που έχουν γραφτεί για κάθε
ένα τομέα θα επέτρεπε πιο αποτελεσματικά την παρακολούθηση των όποιων
αποκλίσεων, ωστόσο κάτι τέτοιο θα υπερέβαινε κατά πολύ τα στενά όρια μιας
σεμιναριακής εργασίας. Μία άλλη μέθοδος θα ήταν να επιλεχθούν μόνο κάποιες από
τις δέκα θεματικές ενότητες που μελετώνται στα πλαίσια της παρούσας εργασίας και
από αυτές να παρουσιαστεί το σύνολο των άρθρων. Στην περίπτωση αυτή όμως, ενώ
θα μπορούσαν πιο εύκολα να εντοπιστούν οι όποιες αποκλίσεις μεταξύ των
διαφορετικών αναλύσεων, δεν θα αναδεικνυόταν το εύρος των θεμάτων με τα οποία
καταπιάστηκε ο Ανταίος. Θα χανόταν έτσι αυτή η ολιστική οπτική που χαρακτηρίζει
το περιοδικό, στοιχείο που κατά την γνώμη του γράφοντος συνιστά μια από τις
μεγαλύτερες αρετές της όλης προσπάθειας και που δυστυχώς δεν αναδεικνύεται
επαρκώς από την υπάρχουσα βιβλιογραφία.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως παρά την σημασία του όλου εγχειρήματος, όχι μόνο
για την αριστερά αλλά και για την επιστημονική σκέψη και την κίνηση των ιδεών
ευρύτερα κατά την μετακατοχική και εμφυλιακή περίοδο, και παρά τον τεράστιο
πλούτο της ύλης του, ο Ανταίος δεν έχει τύχει έως τώρα της δέουσας προσοχής από
τους ερευνητές. Η επανέκδοση του περιοδικού από το Ε.Λ.Ι.Α. το 2000 καθώς και η
[3]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

συζήτηση περί παραγωγικής ανασυγκρότησης που πυροδοτήθηκε από την οικονομική


κρίση των τελευταίων ετών, πύκνωσαν τις αναφορές σε αυτό αλλά δεν οδήγησαν σε
βαθύτερες αναλύσεις. Έτσι, η σχετική βιβλιογραφία περιορίζεται σε κάποιες πολύ
σύντομες αναφορές στο έργο του Παναγιώτη Νούτσου (Η σοσιαλιστική σκέψη στην
Ελλάδα από το 1875 ως το 1974, Τόμος Γ΄, Αθήνα 1993, σελ. 96-101 και σελ. 448-
452), στην αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή του Ανδρέα Κακριδή (Greek economist
and the quest for development: 1944-1967, Αθήνα 2009) και σε ένα αφιέρωμα του
περιοδικού Ουτοπία στο τεύχος Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου του 2014.

[4]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Η πορεία του Ανταίου

Ειπώθηκε και εισαγωγικά ότι το χρονικό πλαίσιο της παρούσας εργασίας είναι η
τριετία 1945-1947. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται πολιτικά από την ένταση της
λευκής τρομοκρατίας και τις πρώτες φάσεις του εμφυλίου, την παλινόρθωση της
μοναρχίας και τη μετάβαση από την αγγλική στην αμερικανική κηδεμονία. Στο
οικονομικό επίπεδο, ξεχωρίζουν οι αλλεπάλληλες προσπάθειες οικονομικής
σταθεροποίησης, το «πείραμα Βαρβαρέσου», η ίδρυση της Νομισματικής Επιτροπής
και η εκτεταμένη άσκηση της οικονομικής πολιτικής από ξένες αποστολές.
Μέσα σε αυτό το εξαιρετικά ρευστό περιβάλλον διανύει τον πρώτο κύκλο της ζωής
του ο Ανταίος. Πιο συγκεκριμένα, το πρώτο τεύχος του περιοδικού κυκλοφορεί λίγο
μετά την οριστική συνθηκολόγηση της Γερμανίας, στις 20 Μαΐου του 1945, μέσα σε
ένα αντιφατικό κλίμα. Από την μία επικρατεί χαρά λόγω της νίκης των
αντιφασιστικών δυνάμεων και του τέλους των σκοτεινών χρόνων του πολέμου και
από την άλλη απλώνεται μια αίσθηση ανησυχίας και φόβου λόγω του συστηματικού
διωγμού των δυνάμεων της Αντίστασης μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη.1
Ωστόσο, αυτό που τελικά έδινε τον τόνο ήταν η αισιοδοξία ότι τα αιτήματα των λαών
για δημοκρατία και ελευθερία θα υλοποιούνταν καθώς και ότι θα αναγνωρίζονταν
από την διεθνή κοινότητα οι θυσίες του ελληνικού λαού στον συμμαχικό αγώνα
ενάντια στο φασισμό. Το κλίμα αυτό αισιοδοξίας αποτυπώνει πολύ γλαφυρά ο Χ.
Θεοδωρίδης στο πρώτο κείμενο του Ανταίου, στο «Προγραμματικό», όταν,
παρουσιάζοντας την κατάσταση που επικρατεί, γράφει ότι «η ζωή τιχάνθηκε με
τέτοιαν ορμή από τη φριχτή μακρόχρονη πίεση, γύρω μας γίνεται τέτοιο ψυχικό και
πνευματικό όργωμα, πλατύτατα στρώματα ξυπνημένα από παρορμήσεις, που έρχονται
από χίλιες κατευθύνσεις, δείχνουν τέτοια δεχτικότητα […]».2
Η έκταση των καταστροφών που άφησε πίσω του ο πόλεμος, σε συνδυασμό με την
αφύπνιση και την ενεργοποίηση των λαών από την συμμετοχή τους στον αγώνα
ενάντια στο φασισμό, γεννά την προσδοκία μιας αναγέννησης. Η κυρίαρχη αίσθηση
είναι ότι ο πόλεμος καταστρέφοντας καθετί παλιό δίνει την ευκαιρία στους λαούς να
κάνουν μια νέα αρχή χτίζοντας έναν κόσμο με αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη. Η

1
Ε. Παππά, Εισαγωγή στο Εθνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Ανταίος, Τόμος Α΄: 1945-1947,
Αθήνα 2000, σελ. ιβ΄
2
Χ. Θεοδωρίδης, «Προγραμματικό», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 1, 1945, σελ. 1
[5]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

επιστήμη, και μάλιστα στην «καθαρή» της διάσταση, την οποία επικαλούνται πολύ
συχνά οι συντάκτες του περιοδικού, θα πρέπει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην
προσπάθεια αυτή. Οι ίδιοι οι επιστήμονες οφείλουν, αναλαμβάνοντας το ρόλο του
διανοούμενου, να καθοδηγήσουν με τις γνώσεις τους το λαό στην οικοδόμηση αυτής
της νέας ζωής. Σε αυτήν ακριβώς την προσπάθεια στρατεύεται και ο Ανταίος,
φιλοδοξώντας, μάλιστα, να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και να καταστεί, σύμφωνα
με τον Χ. Θεοδωρίδη, « […] κεντρικόν όργανο σε όσους αισθάνονται την εσωτερική
ορμή ν’ ανασκουμπωθούν στο άγιο οικοδομικόν έργο για τον τόπο και το λαό μας».3 Η
επιδίωξη αυτή φαίνεται άλλωστε ήδη από τον υπότιτλο: «Δεκαπενθήμερο περιοδικό
για τη μελέτη των προβλημάτων της ανοικοδόμησης».
Ούτε ο τίτλος του περιοδικού είναι άσχετος από αυτό το κλίμα αισιοδοξίας. Ο
μυθικός γίγαντας Ανταίος, που αντλούσε δύναμη από την ίδια την γη, λειτουργεί
συμβολικά για τον κύκλο του περιοδικού καθώς και αυτός αντλεί την δύναμη του
μέσα από το ρίζωμα του με την πραγματικότητα και τις νέες δυνάμεις που ξεπήδησαν
από τον ελληνικό λαό. Επιπλέον, στο πρόσωπο του Ανταίου συμβολίζεται η
προσπάθεια της Ελλάδας ως μιας περιφερειακής χώρας να αναβαθμίσει την θέση της
στηριζόμενη στις δικές της υλικές και πνευματικές δυνάμεις.4
Οι μήνες που θα ακολουθήσουν θα μετριάσουν αυτή την αισιοδοξία ενώ δεν θα
αργήσουν να φανούν και οι πρώτες δυσκολίες του εγχειρήματος. Η πρώτη αρρυθμία
σημειώνεται μόλις τον Ιούλιο του 1945 με την αποχώρηση του Χ. Θεοδωρίδη από την
διεύθυνση του περιοδικού που συνοδεύτηκε από την κατάργηση του τίτλου του
διευθυντή και την αντικατάσταση του από Συντακτική Επιτροπή. Ο Δ. Μπάτσης
παραμένει αρχισυντάκτης ενώ από τον Μάρτιο του 1946 αναλαμβάνει και την
διεύθυνση. Παράλληλα, από τον Ιανουάριο του 1946 το περιοδικό εξακολουθεί να
κυκλοφορεί ως δεκαπενθήμερο ενώ στην πραγματικότητα έχει γίνει μηνιαίο. Η
αντίφαση καλύπτεται με το σόφισμα των διπλών τευχών έως τον Ιούλιο του 1946
οπότε το περιοδικό γίνεται και επίσημα μηνιαίο. Η πιο χαρακτηριστική, όμως,
εκδοτική ανωμαλία στην υπό εξέταση περίοδο σημειώνεται στα μέσα του 1947, όταν
εν μέσω κλιμάκωσης του εμφυλίου πολέμου ο Ανταίος αναστέλλει προσωρινά την
κυκλοφορία του από τον Ιούλιο έως τον Δεκέμβριο του 1947 οπότε και εκδίδεται ένα

3
Χ. Θεοδωρίδης, «Προγραμματικό», ό.π., 1945, σελ. 2
4
Χ. Θεοδωρίδης, «Ο μύθος του Ανταίου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 2, 1945, σελ. 31-32
[6]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

τριπλό τεύχος με μόλις 26 σελίδες.5


Από τον Ιανουάριο του 1948 ξεκινά ο δεύτερος κύκλος του περιοδικού. Ένας άλλος
Ανταίος κυκλοφορεί, σε μικρό σχήμα και με λιγότερο φιλόδοξους στόχους. Ο
υπότιτλος τροποποιείται υπό το βάρος του εμφυλίου και η σαφής αναπτυξιακή
προοπτική της ανοικοδόμησης δίνει την θέση της στην πιο αόριστη διατύπωση
«Επιστήμη-Τεχνική-Οικονομία». Η αλλαγή αυτή κλίματος γίνεται αισθητή από το
πρώτο κιόλας κείμενο αυτής της δεύτερης περιόδου του Ανταίου όπου με σαφήνεια
αναφέρεται πως οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην χώρα έχουν θέσει τον
στόχο της ανασυγκρότησης σε δεύτερη μοίρα, αναδεικνύοντας νέα καθήκοντα και
προτεραιότητες που επιβάλλουν την μετατροπή του Ανταίου από περιοδικό για την
μελέτη των προβλημάτων της ανοικοδόμησης σε ένα «γενικό επιστημονικό
περιοδικό».6
Παράλληλα, όπως παρατηρεί κι ο Α. Κακριδής, αλλάζει η σύνθεση της ύλης.
Εξετάζοντας την εσωτερική δομή του περιοδικού και τον επιμερισμό της ύλης σε
άρθρα, στήλες, ανακοινώσεις, ένθετα, επιστολές-συζητήσεις και κριτικές, διαπιστώνει
μια σταδιακή υποχώρηση της ποσότητας των άρθρων. Πιο συγκεκριμένα, κατά την
πρώτη περίοδο τα άρθρα συνιστούσαν το 75,5% ενώ στην δεύτερη το ποσοστό τους
πέφτει στο 44,9% με τα ένθετα να φτάνουν στο 23% και τις στήλες στο 21,3%
(ακολουθούν οι κριτικές με 6,4%, οι επιστολές με 3,3% και οι ανακοινώσεις με 1%).
Η μεταστροφή αυτή, όπως σημειώνει κι ο Α. Κακριδής, συμβαδίζει με την αλλαγή
προσανατολισμού του περιοδικού. Ο ενθουσιασμός της πρώτης περιόδου έχει
οδηγήσει σε πολλές τεχνικές, οικονομικές και κοινωνικές μελέτες για διάφορα
ζητήματα της ανοικοδόμησης, οι οποίες δημοσιεύονταν ως αυτοτελή άρθρα. Με την
πάροδο του χρόνου, και δεδομένων των δυσκολιών λόγω της πολιτικής ανωμαλίας,
αυτός ο αρχικός ενθουσιασμός μετριάστηκε. Φυσικό ήταν να υποχωρήσουν τα άρθρα
προς όφελος ένθετων και στηλών που ως επί το πλείστον δεν περιείχαν πρωτότυπη
ανάλυση αλλά αναπαρήγαγαν πληροφορίες από τον ξένο και εγχώριο τύπο,
παρουσίαζαν στατιστικά στοιχεία για την οικονομία ή μετέφεραν ειδήσεις από την
ξένη και εγχώρια πνευματική κίνηση.7 Τέλος, όπως επισημαίνει κι ο Α. Κακριδής, οι

5
Ε. Παππά, ό.π., Αθήνα 2000, σελ. ιγ΄
6
Ανταίος, «Ζητήματα», Ανταίος, Χρόνος Δ΄, 1, 1948, σελ. 1
7
Α. Κακριδής, (2005), Η ελληνική αριστερά απέναντι στο αίτημα για ανάπτυξη: 1944-1953 (Draft),
(hdoisto.gr/download.php?fen=meetings/meeting_0045_2108.pdf), τελευταία πρόσβαση στις
12/11/2016, σελ. 16
[7]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

θεματικές κατηγορίες που επεκτείνονται την δεύτερη περίοδο είναι οι επιστήμες, οι


τέχνες, τα γράμματα και η εκπαίδευση, στοιχείο που πιστοποιεί την απομάκρυνση
από τους αρχικούς προσανατολισμούς του περιοδικού. Από τα 277 συνολικά άρθρα
την πρώτη περίοδο το 62,2% των άρθρων και το 64,4% των σελίδων αφορά
οικονομικά θέματα, με τα αντίστοιχα ποσοστά στη δεύτερη περίοδο να
διαμορφώνονται στο 45, 9% και 48%.8
Σε ό,τι αφορά την κυκλοφορία του εντύπου, αυτή αραιώνει αισθητά. Το περιοδικό
εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται ως μηνιαίο με το κάθε τεύχος να καλύπτει πλέον τρείς
ή και τέσσερις μήνες. Πιο αναλυτικά, το 1948 εκδίδονται τέσσερα τεύχη, όσα και τη
διετία 1949-1950. Η μείωση αυτή αντισταθμίζεται από την αύξηση του αριθμού των
σελίδων ανά τεύχος. Το 1951 επιχειρείται μια ανάκαμψη καθώς μόνο μέσα στο πρώτο
επτάμηνο κυκλοφορούν πέντε τεύχη. Η προσπάθεια όμως αυτή θα ανακοπεί βίαια το
καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς μετά την εκτέλεση του Δ. Μπάτση και το οριστικό τέλος
του Ανταίου.9

8
Ό.π., σελ 19
9
Ό.π., σελ. 14
[8]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Η Επιστημονική Εταιρία για τη Μελέτη των Νεοελληνικών


Προβλημάτων: Επιστήμη-Ανοικοδόμηση

Πριν προχωρήσουμε στην παρουσίαση των βασικών θέσεων του Ανταίου για την
ανοικοδόμηση, κρίνεται σκόπιμο να γίνει μια έστω σύντομη αναφορά στην
Επιστημονική Εταιρία για τη Μελέτη των Νεοελληνικών Προβλημάτων: Επιστήμη-
Ανοικοδόμηση ή αλλιώς ΕΠ-ΑΝ (από τα αρχικά γράμματα των δύο λέξεων). Η ΕΠ-
ΑΝ λειτούργησε τρόπον τινά ως η θεσμική ενσάρκωση της επιστημονικής κοινότητας
που είχε συγκεντρωθεί γύρω από τον Ανταίο, και για αυτό άλλωστε αποτέλεσε την
πρωταρχική δεξαμενή άντλησης συνεργατών και κειμένων για το περιοδικό.
Ενδεικτικό της σχέσης αυτής είναι άλλωστε και το γεγονός πως όλα σχεδόν τα μέλη
της συντακτικής επιτροπής του Ανταίου –πλην του Κ. Σακαντάνη- συμμετείχαν και
στην διοικούσα επιτροπή της ΕΠ-ΑΝ.
Η ΕΠ-ΑΝ ιδρύθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1945 ύστερα από σύσκεψη επιστημόνων
που διοργανώθηκε με πρωτοβουλία των Δ. Καβάδα, Γ. Κολόμβου, Χ. Παπάζογλου, Σ.
Σταυρόπουλου και Π. Κόκκαλη. Στην σύσκεψη αυτή ψηφίστηκε η ιδρυτική
διακήρυξη η οποία ως βασικούς στόχους θέτει την έρευνα, μελέτη και επεξεργασία
θετικών λύσεων πάνω στα προβλήματα της ανοικοδόμησης της χώρας, την
ενημέρωση και προετοιμασία όχι μόνο των επιστημόνων και των διανοούμενων αλλά
και των πλατύτερων λαϊκών στρωμάτων γύρω από τα προβλήματα αυτά, τον
συντονισμό και την ενοποίηση όλων των προσπαθειών των επιστημόνων που ατομικά
ή συλλογικά ασχολούνται με τα συγκεκριμένα θέματα και τέλος τη διαμόρφωση ενός
ενιαίου τεχνικού, κοινωνικού και οικονομικού προγράμματος που θα αποτελέσει την
βάση ανοικοδόμησης της χώρας με απώτερο σκοπό την μετάβαση στον σοσιαλισμό.
Συγκροτήθηκε, επίσης προσωρινή διοικούσα επιτροπή εξουσιοδοτημένη να συντάξει
το καταστατικό της εταιρίας και να συγκαλέσει την πρώτη γενική συνέλευση των
ιδρυτικών μελών από την οποία θα εκλεγόταν και το τακτικό διοικητικό συμβούλιο.10
Ο Ανταίος, στο ίδιο τεύχος σχολιάζοντας την ίδρυση της ΕΠ-ΑΝ τη χαρακτηρίζει ως
σταθμό στην επιστήμη του τόπου καθώς, όπως υποστηρίζει, είναι η πρώτη φορά που
επιχειρείται η αποκατάσταση της οργανικής ενότητας μεταξύ των επιμέρους
επιστημών καθώς και η σύνδεση τους με τα πραγματικά προβλήματα και τις άμεσες

10
«Η ίδρυση της εταιρείας: ‘’Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 8, 1945, σελ. 182-184
[9]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

ανάγκες του ελληνικού λαού.11


Δύο μήνες αργότερα, στις 30 Νοεμβρίου, δημοσιεύεται μια εκτενέστερη διακήρυξη,
που φέρει την υπογραφή της προσωρινής διοικούσας επιτροπής της εταιρίας. Στο
κείμενο αυτό εκτίθεται πιο αναλυτικά το περιεχόμενο που δίνεται στην έννοια της
ανοικοδόμησης. Έτσι, για την ΕΠ-ΑΝ, όπως και για τον Ανταίο άλλωστε, η
ανοικοδόμηση δεν αφορά την αναστήλωση της κατάστασης που επικρατούσε πριν
τον πόλεμο αλλά είναι άμεσα συνυφασμένη με τις πιο βαθιές και ριζοσπαστικές
μεταβολές στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας και την
αποκατάσταση της σε ανώτερα επίπεδα υλικού και πνευματικού βίου γιατί μόνο μέσα
από αυτές τις μεταβολές, όπως σημειώνεται, μπορεί να φτάσει η χώρα σε ένα
πραγματικά σοσιαλιστικό καθεστώς.12
Στις 30 Δεκεμβρίου του 1945 θα πραγματοποιηθεί στο θέατρο «Βρεττάνια» η πρώτη
δημόσια εκδήλωση της ΕΠ-ΑΝ με ομιλητή τον Ν. Κιτσίκη, πρώην Γερουσιαστή και
πρώην πρύτανη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Σε αυτήν ο Ν. Κιτσίκης, ως
Γενικός Γραμματέας της προσωρινής διοικούσας επιτροπής, αφού σχολιάσει ότι τα
αρχικά ΕΠ-ΑΝ αναφέρονται στην επανάσταση που θέλει να επιφέρει η εταιρία
ενάντια στον πολιτικαντισμό, την προχειρολογία και τον αντιεπιστημονικό χειρισμό
των προβλημάτων της ανοικοδόμησης, δίνει πολλές πληροφορίες τόσο για την
προϊστορία της ΕΠ-ΑΝ όσο και για τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της.13
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Ν. Κιτσίκη η πρώτη συστηματική προσπάθεια επιστημόνων
να καταπιαστούν με την επίλυση των νεοελληνικών προβλημάτων έγινε το 1932
ύστερα από πρωτοβουλία του Τεχνικού Επιμελητηρίου. Πενήντα περίπου
επιστήμονες, κυρίως οικονομολόγοι και τεχνικοί, με επικεφαλής τον ίδιο τον Ν.
Κιτσίκη, που ήταν τότε Πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου και γερουσιαστής-
εκπρόσωπος του τεχνικού κόσμου, έδωσαν μια σειρά διαλέξεων επιδιώκοντας να
ενημερώσουν το κοινό για την μεγάλη σημασία των τεχνικών έργων που γίνονταν
στην Μακεδονία την περίοδο εκείνη. Όπως σημειώνει η Έλλη Παπά, σε πολλές από
αυτές τις διαλέξεις, που ξεκίνησαν στις 14 Δεκεμβρίου του 1931, παρευρίσκονταν
μέλη της τότε κυβέρνησης καθώς και ο ίδιος ο Ε. Βενιζέλος με τον οποίο, μάλιστα, ο

11
Ανταίος, «Σταθμός για την επιστήμη του τόπου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 8, 1945, σελ. 181
12
ΕΠ-ΑΝ, «Διακήρυξη της επιστημονικής εταιρίας για τη μελέτη των νεοελλην. προβλημάτων:
‘’Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 12, 1945, σελ. 261-262
13
Ν. Κιτσίκης, «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση: (Εισαγωγική διάλεξη στους σκοπούς της Εταιρείας
‘‘Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’ που δόθηκε την Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 1945 στο θέατρο
‘‘Βρεττάνια’’)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 13-14, 1945, σελ. 285
[10]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Ν. Κιτσίκης δεν δίστασε, κάποια στιγμή, να έρθει σε αντιπαράθεση εγκαλώντας τον


επειδή η κυβέρνηση είχε παραχωρήσει την εκτέλεση των μεγάλων έργων σε ξένες
εταιρίες. Η πρωτοβουλία αυτή του Τεχνικού Επιμελητηρίου ανακόπηκε από την
εκλογική ήττα της βενιζελικής παράταξης και αργότερα την επιβολή της μεταξικής
δικτατορίας.14
Στην περίοδο της Κατοχής, παρά τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, το Τεχνικό
Επιμελητήριο ανέπτυξε ξανά έντονη δραστηριότητα κινητοποιώντας όχι μόνο
μηχανικούς αλλά και οικονομολόγους, γεωπόνους, δασολόγους, χημικούς κλπ. Μέσα
από διάφορες επιτροπές που λειτούργησαν την περίοδο αυτή, όπως ήταν αυτές για
την εποικιστική και οικιστική πολιτική, για την υδραυλική και θερμική ενέργεια, για
τα παραγωγικά έργα και το δασικό πλούτο, για τη βιομηχανία και το μεταλλευτικό
πλούτο, για τις συγκοινωνίες και για την τηλεπικοινωνία, παράχθηκε πλούσιο υλικό
χρήσιμο για την ανασυγκρότηση της χώρας μετά την απελευθέρωση.15
Εκτός, από αυτές τις επιτροπές, ο Ν. Κιτσίκης αναφέρει ακόμα την Εταιρία
Χωρονομικών Μελετών, την ομάδα νομικών της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής
Απελευθέρωσης (Π.Ε.Ε.Α.), την Επιτροπή Λειτουργών της Μέσης και Δημοτικής
Παιδείας, την επιτροπή για την μελέτη της ανώτατης εκπαίδευσης και την
Ομοσπονδία Συνδέσμων Γεωπόνων Ελλάδας. Όλες αυτές οι προσπάθειες που
ξεκίνησαν στην κατοχή συνέβαλαν, σύμφωνα με τον Ν. Κιτσίκη, στην προετοιμασία
του εδάφους για την ίδρυση της ΕΠ-ΑΝ.16
Πραγματικός πρόδρομος, όμως, της ΕΠ-ΑΝ ήταν, όπως τονίζεται, η Οργάνωση
Μελετών Σχεδιοποιημένης Ανοικοδόμησης (Ο.Μ.Σ.Α.).17 Να διευκρινιστεί σε αυτό
το σημείο ότι η Ε. Παππά θυμάται να τις αποκαλούν «Ομάδες» και όχι «Οργάνωση»
και για αυτό χρησιμοποιεί το όνομα που αναφέρει ο Ν. Κιτσίκης με κάποια
επιφύλαξη. Οι βάσεις της δουλειάς της Ο.Μ.Σ.Α. τέθηκαν το Μάιο του 1944 σε μια
στιγμή που η προοπτική της επικείμενης απελευθέρωσης έβαζε στους επιστήμονες
του ΕΑΜ επιτακτικά το καθήκον να μελετήσουν τα προβλήματα ανοικοδόμησης της
χώρας. Σημαντικό ρόλο στην ίδρυση της έπαιξαν οι Ηλέκτρα Αποστόλου, Γιάννης
Ζεύγος και Σπύρος Κωτσάκης, γραμματέας της οργάνωσης Διανοούμενων στα πρώτα

14
Ε. Παππά, ό.π., Αθήνα 2000, σελ. ιη΄
15
Ν. Κιτσίκης, «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση: (Εισαγωγική διάλεξη στους σκοπούς της Εταιρείας
‘‘Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’ που δόθηκε την Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 1945 στο θέατρο
‘‘Βρεττάνια’’)», ό.π., 1945, σελ. 286
16
Ό.π., σελ. 287
17
Ό.π., σελ. 286
[11]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

χρόνια της Κατοχής.18


Το ιδιαίτερο στοιχείο που διακρίνει την προσπάθεια της Ο.Μ.Σ.Α. είναι ότι για πρώτη
φορά επιδιώχθηκε η διαμόρφωση ενός ενιαίου και συνολικού σχεδίου για την
ανοικοδόμηση μέσα από την συγκέντρωση και από κοινού επεξεργασία των
διάφορων διάσπαρτων έως τότε μελετών. Η σημασία που δινόταν στην έννοια του
σχεδίου φαίνεται άλλωστε και από το προσδιοριστικό «σχεδιοποιημένη» που υπάρχει
στο όνομα αυτών των ομάδων. Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της, η
Ο.Μ.Σ.Α. συγκροτήθηκε σε τομείς μελέτης (οικονομικός, αγροτικός, τεχνικός,
εκπαιδευτικός, υγειονομικός, νομικός), μια δομή που, όπως θα δούμε παρακάτω,
υιοθετήθηκε και από την ΕΠ-ΑΝ. Από τον Μάιο και μέχρι την απελευθέρωση η
βασικότερη επιδίωξη της Ο.Μ.Σ.Α. ήταν, σύμφωνα με τον Ν. Κιτσίκη, να
συσπειρώσει γύρω της ένα κύκλο επιστημόνων. Μετά τον Οκτώβρη παρουσιάζεται
επίσημα σαν επιστημονικό σωματείο με εγγεγραμμένα μέλη ενώ ιδρύεται και
παράρτημα στην Θεσσαλονίκη. Η λειτουργία της Ο.Μ.Σ.Α. ανακόπηκε βίαια τον
Δεκέμβριο, ωστόσο η δουλειά που παράχθηκε από τις διάφορες ομάδες μελέτης
αποτέλεσε την βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκαν οι προτάσεις της ΕΠ-ΑΝ ενώ
πολλοί από τους νέους επιστήμονες της πρώτης αποτέλεσαν τον ιδρυτικό πυρήνα της
δεύτερης.19
Σε ό,τι αφορά την εσωτερική οργάνωση της ΕΠ-ΑΝ, προβλεπόταν η δημιουργία εφτά
τομέων: α) Οικονομικά, β) Αγροτική και αλιευτική οικονομία, γ) Τεχνικά έργα-
οικισμός-συγκοινωνίες, δ) Βιομηχανία, ε) Υγεία-Κοινωνική πρόνοια, στ) Δίκαιο-
Οργάνωση πολιτείας, ζ) Εκπαίδευση-Πνευματική αγωγή. Κάθε τομέας θα
καθοδηγούταν από μια τριμελή επιτροπή, την Επιτροπή Τομέα ή αλλιώς Τομεακή
Επιτροπή, που θα οριζόταν από την ολομέλεια του τομέα. Ο καταρτισμός του
προγράμματος εργασίας θα γινόταν από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΠ-ΑΝ και μια
επταμελή επιτροπή στην οποία θα συμμετείχε ένα μέλος ανά τομέα, ορισμένο από τα
μέλη του τομέα αυτού. Το Διοικητικό Συμβούλιο μαζί με την επταμελή επιτροπή
προγράμματος και σε συνεργασία με την επιτροπή του κάθε τομέα θα κατένειμε τα
θέματα σε κύκλους μελέτης.20 Έτσι, ο τομέας Υγείας-Κοινωνικής πρόνοιας, για

18
Ε. Παππά, ό.π., Αθήνα 2000, σελ. ιθ΄
19
Ν. Κιτσίκης, «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση: (Εισαγωγική διάλεξη στους σκοπούς της Εταιρείας
‘‘Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’ που δόθηκε την Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 1945 στο θέατρο
‘‘Βρεττάνια’’)», ό.π., 1945, σελ. 286-287
20
Ό.π., σελ. 287
[12]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

παράδειγμα, είχε χωριστεί σε έξι κύκλους (για την αξιοποίηση υγειονομικών


υπηρεσιών και ιδρυμάτων, για τα κοινωνικά νοσήματα, για την μητέρα και το παιδί,
για τις κοινωνικές ασφαλίσεις, για το βιοτικό επίπεδο και το υγειονομικό πρόβλημα,
για την συμμαχική βοήθεια και ιατροφαρμακευτική αντίληψη), ενώ αυτός της
Εκπαίδευσης-Πνευματικής αγωγής σε έντεκα (για την καταπολέμηση του
αναλφαβητισμού, για την προσχολική αγωγή, για την παιδεία α΄ βαθμού, για την
μέση παιδεία, για την ανώτερη παιδεία, για την διοίκηση της παιδείας, για το παιδικό
βιβλίο, για την μόρφωση του διδακτικού προσωπικού, για την ηθική και κοινωνική
διαπαιδαγώγηση, για την σχολική πρόνοια, για τα άμεσα ζητήματα).21 Κάθε ένας
τέτοιος κύκλος θα αποτελούνταν από ένα ή και περισσότερα Συνεργεία Μελέτης
Θέματος (Σ.Μ.Θ.)22 που συνιστούσαν και τα κύτταρα της ΕΠ-ΑΝ.
Οι κύκλοι περιλαμβάνουν θέματα που ανήκαν κατά κύριο λόγο στην αρμοδιότητα
ενός τομέα (κάθετη σύνδεση) ή θέματα που ενέπιπταν σε περισσότερους τομείς
(οριζόντια σύνδεση) οπότε αποτελούνταν από μέλη περισσότερων τομέων. Ο Ν.
Κιτσίκης υποστηρίζει ότι αυτό το οργανωτικό σχήμα άφηνε περιθώρια ελευθερίας,
ώστε να μπορούν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες να διαμορφώνουν τους συνδυασμούς
εκείνους που κάθε φορά έκριναν ως πιο αποτελεσματικούς.23
Η πρώτη γενική συνέλευση της ΕΠ-ΑΝ θα γίνει τελικά όχι δύο αλλά δέκα μήνες μετά
την ίδρυση της, στις 18 Ιουλίου του 1946. Από την έκθεση λογοδοσίας που
παρουσιάζει ο Π. Κόκκαλης στα μέλη της εταιρίας αντλούνται αρκετές πληροφορίες
σχετικά με την δράση της αυτό το πρώτο διάστημα της ύπαρξης της. Αρχικά, γίνεται
αναφορά στις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπιζε το όλο εγχείρημα λόγω της
πολιτικής ανωμαλίας και της κρατικής καταστολής καθώς, όπως σημειώνεται, για
κάθε διάλεξη χρειαζόταν ολόκληρη διαδικασία από τις αστυνομικές αρχές έως ότου
να δοθεί η σχετική άδεια συγκέντρωσης.24 Ειδικά μετά την θέσπιση του Γ’
Ψηφίσματος (18 Ιουνίου 1946) ακόμα και η απλή συνεδρίαση ενός κύκλου μελέτης,

21
ΕΠ-ΑΝ, «Η πρώτη γενική συνέλευση των μελών της Εταιρείας ‘’Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’: Η
λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου για τις εργασίες της Εταιρείας», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 2, 1946,
σελ. 44
22
Ν. Κιτσίκης, «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση: (Εισαγωγική διάλεξη στους σκοπούς της Εταιρείας
‘‘Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’ που δόθηκε την Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 1945 στο θέατρο
‘‘Βρεττάνια’’)», ό.π., 1945, σελ. 287
23
Ό.π., σελ. 288
24
ΕΠ-ΑΝ, «Η πρώτη γενική συνέλευση των μελών της Εταιρείας ‘’Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’: Η
λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου για τις εργασίες της Εταιρείας», ό.π., 1946, σελ. 42
[13]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

δηλαδή η συνάντηση 5-6 επιστημόνων, ήταν εξαιρετικά δύσκολη.25 Σε αυτά τα


εμπόδια οφείλεται και το γεγονός ότι δεν πραγματοποιηθήκαν όλες οι διαλέξεις που
είχαν προγραμματιστεί παρά μόνο έξι.26 Η ΕΠ-ΑΝ εμφανίστηκε δημόσια το διάστημα
αυτό όχι μόνο μέσω των διαλέξεων αλλά και με τρεις ανακοινώσεις της στον Ανταίο
καθώς και με την συμμετοχή διαφόρων μελών της σε συνέδρια και συσκέψεις
εργατικών και λαϊκών οργανώσεων (π.χ. 7ο Πανσιδηροδρομικό συνέδριο, συνέδριο
οικοδόμων, συνέδριο για τα προβλήματα της ανοικοδόμησης του Πειραιά, 8ο
Συνέδριο των εργατών της Ελλάδας κλπ).27
Σε ό,τι αφορά την οργανωτική συγκρότηση της εταιρίας, ο Π. Κόκκαλης σημειώνει,
ότι προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος δημιουργίας παθητικών μελών χωρίς
κάποιο περιεχόμενο δουλειάς, προτιμήθηκε, σε μια πρώτη φάση, να μην γίνουν
βιαστικές εγγραφές νέων μελών παρά μόνο αφού πρώτα δημιουργούνταν οι
οργανωτικές προϋποθέσεις για την ένταξη τους σε κάποια συνεργεία πρακτικής
επιστημονικής μελέτης. Με δεδομένο αυτό, ο αριθμός των μελών αυξήθηκε αρκετά,
και από 59 που ήταν τα ιδρυτικά μέλη, είχε φτάσει τον Ιούλιο του 1946 τα 242. Τα
μέλη αυτά ήταν κατανεμημένα σε τομείς ως εξής: Οικονομικός 25, Αγροτικής-
Αλιευτικής οικονομίας 50, Τομέας τεχνικών έργων-οικισμού-συγκοινωνίας 35,
Βιομηχανικός τομέας 21, Υγείας και Κοινωνικής πρόνοιας 46, Δικαίου και
Οργάνωσης της Πολιτείας 37, Εκπαίδευσης και Πνευματικής αγωγής 28. Σχεδόν όλα
τα μέλη είχαν ενταχθεί σε κύκλους και Συνεργεία Μελέτης Θέματος (Σ.Μ.Θ.).
Παράλληλα, συνεδρίασαν οι ολομέλειες των τομέων και συγκροτήθηκαν οι διάφορες
επιτροπές που προβλέπονται από τον εσωτερικό κανονισμό (Τομεακές Επιτροπές και
Επιτροπή Προγράμματος).28
Εκτός των παραπάνω η ΕΠ-ΑΝ άπλωσε την δραστηριότητα της και σε άλλες πόλεις
πλην της Αθήνας, ιδρύοντας παραρτήματα στην Θεσσαλονίκη (στις 25/12/1945), στο
Βόλο (20/12/1945) και στο Ηράκλειο (25/12/1945), ενώ προωθούταν η δημιουργία
τριών ακόμα σε Χανιά, Κόρινθο, Τρίπολη. Τα παραρτήματα αυτά λειτουργούσαν με
βάση τον σχετικό κανονισμό που είχε εγκριθεί στη συνεδρίαση της προσωρινής
διοικούσας επιτροπής στις 12 Απριλίου 1946 και ασχολούνταν με τοπικά θέματα. Για
παράδειγμα, το παράρτημα του Ηρακλείου, που ήταν και από τα πιο δραστήρια, είχε

25
Ό.π., σελ. 43
26
Ό.π., σελ. 44
27
Ό.π., σελ. 45
28
Ό.π., σελ. 43
[14]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

ετοιμάσει έως τότε μελέτες για το διατροφικό, το πολεοδομικό, το σταφιδικό


πρόβλημα καθώς και το πρόβλημα της μοναστηριακής γης ενώ συνεχίζονταν οι
εργασίες για την εκπόνηση δύο ακόμα μελετών, για το πρόβλημα του
αναλφαβητισμού στο νομό καθώς και για την κατάσταση των μινωικών μνημείων.29
Αξιόλογη είναι η διασύνδεση της ΕΠ-ΑΝ με άλλες επιστημονικές οργανώσεις του
εξωτερικού, καθώς μέσα σε μόλις δέκα μήνες μπόρεσε να έρθει σε επαφή με την
αγγλική Ένωση εργατών της επιστήμης, την βρετανική ένωση επιστημόνων, την
Εταιρία επιστημόνων για την ατομική ενέργεια (Chicago) και την γαλλική Union
Française Universitaire (U.F.U).30
Τέλος, στις 10 Ιουνίου του 1946 η ΕΠ-ΑΝ εξαγγέλλει την πρωτοβουλία να
διοργανώσει ένα πανελλαδικό συνέδριο επιστημόνων γύρω από τα θέματα της
ανοικοδόμησης.31 Ωστόσο, αυτό το πολύ φιλόδοξο εγχείρημα αντιμετώπισε, από ό,τι
φαίνεται, πολλές δυσκολίες καθώς χρειάστηκε να φτάσουμε στον Ιούλιο του 1947
προκειμένου η οργανωτική επιτροπή να ανακοινώσει το πρόγραμμα και την
ημερομηνία διεξαγωγής του συνεδρίου, που ορίστηκε για τις 12 Οκτωβρίου του ίδιου
έτους.32 Ωστόσο, η εκδοτική ανωμαλία που παρατηρείται με την μη κυκλοφορία του
εντύπου για τους επόμενους έξι μήνες δεν μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε τις
εξελίξεις στο συγκεκριμένο ζήτημα. Μάλιστα, όταν επανεκδίδεται το περιοδικό στις
31 Δεκεμβρίου 1947 δεν υπάρχει καμία αναφορά στο συνέδριο, όπως επίσης καμιά
αναφορά δεν γίνεται και στα επόμενα τεύχη. Το πιο πιθανό, λοιπόν, είναι πως η
προσπάθεια αυτή της ΕΠ-ΑΝ και του Ανταίου δεν μπόρεσε ποτέ να καρποφορήσει
λόγω της όξυνσης του εμφυλίου που σημειώνεται το διάστημα αυτό.
Τα περιορισμένα πλαίσια της παρούσας εργασίας δεν επιτρέπουν μια πιο λεπτομερή
μελέτη της δράσης της ΕΠ-ΑΝ μετά το 1947. Σημειώνεται μόνο ότι με την όξυνση
του εμφυλίου βρέθηκε στο στόχαστρο των αρχών και τελικά διαλύθηκε με απόφαση
της επιτροπής Ασφάλειας Αττικής το καλοκαίρι του 1950.33
Ολοκληρώνοντας αυτή την αναφορά μας στα πρώτα χρόνια ύπαρξης της ΕΠ-ΑΝ
αξίζει να σταθούμε σε μια λεπτομέρεια, που επισημαίνει ο δημοσιογράφος Γ.
Πετρόπουλος, η οποία είναι ενδεικτική των διεργασιών που συντελούνταν στους

29
Ό.π., σελ. 45
30
Ό.π., σελ. 45-46
31
ΕΠ-ΑΝ, «Για ένα πανελλαδικό συνέδριο επιστημόνων: Η επιστήμη στο έργο της ανοικοδόμησης»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 23-23, 1946, σελ. 481-482
32
«Το επιστημονικό συνέδριο», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 9, 1947, σελ. 264
33
Α. Κακριδής, ό.π., 2005, σελ. 17-18
[15]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

επιστημονικούς κόλπους της αριστεράς την περίοδο εκείνη και που ως ένα βαθμό
επηρέασαν και τους όρους διαμόρφωσης της ΕΠ-ΑΝ. Στις 28 Ιουλίου 1945 ιδρύεται
με πρωτοβουλία του Α. Σβώλου η Επιστημονική Εταιρία Σοσιαλιστικής Ερεύνης για
την μελέτη των οικονομικών προβλημάτων της χώρας με την προοπτική της
σοσιαλιστικής ιδέας. Στην σύσκεψη αυτή παραβρέθηκαν, όπως πληροφορούμαστε
από ρεπορτάζ στον Ριζοσπάστη της 1ης Αυγούστου, πολλά επιφανή επιστημονικά
στελέχη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ που είχαν κεντρικό ρόλο στον Ανταίο. Πολλοί
μάλιστα εξ αυτών, μεταξύ τους και ο Δ. Μπάτσης, συμμετείχαν στο προσωρινό
διοικητικό συμβούλιο του εγχειρήματος του Α. Σβώλου.34
Την αμέσως επόμενη μέρα, όπως σημειώνει ο Γ. Πετρόπουλος, δημοσιεύεται στον
Ριζοσπάστη επιστολή του ίδιου του Κ. Ζαχαριάδη με την οποία ασκεί δριμεία κριτική
στην λογική της κίνησης Σβώλου, ορίζοντας παράλληλα τις προϋποθέσεις που πρέπει,
κατά την γνώμη του, να πληροί μια επιστημονική κίνηση στη συγκεκριμένη
συγκυρία. Πιο αναλυτικά, για τον Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ μια επιστημονική
εταιρία θα πρέπει αφενός να πάρει δραστήρια μέρος στο έργο για την ανοικοδόμηση
της λαϊκής δημοκρατίας και αφετέρου να περιλάβει και όλους τους δημοκράτες
επιστήμονες που δεν είναι σοσιαλιστές αλλά όμως συμφωνούν με το στόχο της
λαϊκής δημοκρατίας.35
Δεν θα υπεισέρθουμε στις λεπτομέρειες του σύντομου διαλόγου που αναπτύσσεται
μεταξύ Κ. Ζαχαριάδη και Α. Σβώλου μέσα από τις στήλες του Ριζοσπάστη. Θα
αρκεστούμε απλά στην επισήμανση ότι η διαφωνία μεταξύ των δύο πολιτικών ηγετών
αντικατοπτρίζει βαθύτερες ανακατατάξεις που συντελούνται την περίοδο αυτή στον
χώρο της ΕΑΜικής αριστεράς και που δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστο
και το χώρο των αριστερών επιστημόνων. Όπως υπενθυμίζει και ο Γ. Πετρόπουλος,
ήδη από τις 2 Απριλίου του 1945 έχουν αποχωρήσει από το ΕΑΜ η Ένωση Λαϊκής
Δημοκρατίας (Ε.Λ.Δ.) του Η. Τσιριμώκου και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας
(Σ.Κ.Ε) του Α. Σβώλου και έχουν συγκροτήσει έναν κοινό σχηματισμό με επικεφαλής
τον δεύτερο. Ένα από τα σημεία τριβής μεταξύ ΚΚΕ και ΕΛΔ-ΣΚΕ ήταν και το
ζήτημα του χαρακτήρα της μετάβασης. Για το μεν ΚΚΕ, και άρα και για το
ελεγχόμενο από αυτό ΕΑΜ, η επανάσταση στην Ελλάδα θα έπρεπε να έχει έναν
χαρακτήρα αστικοδημοκρατικό που, οδηγώντας στην συγκρότηση μιας Λαϊκής
34
Γ. Πετρόπουλος, «Ο ρόλος της επιστήμης στη μεταπελευθερωτική Ελλάδα», Ουτοπία, τεύχος 108,
2014, σελ. 77-78
35
Ό.π., σελ. 81
[16]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Δημοκρατίας, να δημιουργεί τους όρους μετάβασης στον σοσιαλισμό. Αντίθετα, για


την ΕΛΔ-ΣΚΕ και τον Α. Σβώλο οι συνθήκες στη χώρα ήταν τέτοιες που έθεταν το
στόχο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού στην ημερήσια διάταξη. Οι τόσο
αποκλίνουσες μεταξύ τους εκτιμήσεις και στοχοθεσίες ορίζουν, όπως πολύ σωστά
παρατηρεί και ο Γ. Πετρόπουλος, μια τελείως διαφορετική τακτική στο ζήτημα των
συμμαχιών και λογικό είναι όλα αυτά να αντανακλώνται και σε εγχειρήματα όπως
αυτά ενός περιοδικού ή μιας επιστημονικής εταιρίας.36
Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς ήταν αυτό που ώθησε τους επιστήμονες του Ανταίου να
συμμετάσχουν αρχικά στην Επιστημονική Εταιρία Σοσιαλιστικής Ερεύνης ούτε αν η
ίδρυση της ΕΠ-ΑΝ έγινε σαν μια απάντηση του ΚΚΕ στην κίνηση του Α. Σβώλου, ή
ήταν αποφασισμένο να γίνει έτσι κι αλλιώς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο διάλογος που
αναπτύσσεται την περίοδο αυτή συμπυκνώνει το στίγμα και το χαρακτήρα της
κίνησης που πρόκειται να ακολουθήσει. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως μας
πληροφορεί ο Γ. Πετρόπουλος, η εταιρεία του Α. Σβώλου ατόνησε εντελώς από την
στιγμή που εκφράστηκε η διαφωνία του ηγέτη του ΚΚΕ.37

36
Ό.π., σελ. 84-85
37
Ό.π., σελ. 85
[17]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Η οικονομική πολιτική της περιόδου 1944-1947

Πριν προχωρήσουμε κρίνεται σκόπιμο να γίνει μια σύντομη αναφορά στις


οικονομικές πολιτικές της περιόδου 1944-1947, στην οποία επικεντρώνεται η
παρούσα εργασία, καθώς και στα διάφορα ξένα σχέδια βοήθειας που είχαν εκπονηθεί
και εφαρμοστεί το διάστημα αυτό. Με την αναφορά αυτή η προβληματική του
Ανταίου θα μπορέσει να ενταχθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και έτσι να φωτιστεί
περισσότερο.
Αρχικά, όπως σημειώνει και ο Χ. Χατζηιωσήφ, παρά τις επιμέρους διαφορές τους
αυτές οι οικονομικές πολιτικές έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά που
επαναλαμβάνονται σε όλη την περίοδο. Πιο συγκεκριμένα, προωθείται η υποτίμηση
της δραχμής και το πάγωμα των μισθών μιας και αυτά θεωρούνταν απαραίτητες
προϋποθέσεις μιας σωστής οικονομικής πολιτικής, αποφεύγεται κάθε προσπάθεια
αποτελεσματικής φορολόγησης των κερδών της πολεμικής περιόδου λόγω της
αντίδρασης των βιομηχάνων και τέλος αναζητούνται διαρκώς δάνεια από το
εξωτερικό προκειμένου να αποφευχθεί η βαριά φορολογία και να υπάρξει η
επιθυμητή οικονομική ανάκαμψη, χωρίς όμως την μεταβολή των οικονομικών και
κοινωνικών ισορροπιών στο εσωτερικό.38
Πιο αναλυτικά, όπως τονίζει ο Γ. Σταθάκης, αμέσως μετά την απελευθέρωση, τον
Οκτώβριο του 1944, τέθηκε ως πρώτος στόχος της οικονομικής πολιτικής η
αποκατάσταση της χρηματικής οικονομίας μέσω της αντικατάστασης της
υπάρχουσας δραχμής με μια νέα. Γύρω από το θέμα αυτό εκφράσθηκαν δύο απόψεις,
θεμελιακά αντίθετες μεταξύ τους. Η μία ήταν του Κ. Βαρβαρέσου και η άλλη ήταν
του Ξ. Ζολώτα, τότε συνδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο πρώτος,
αποδεχόμενος την ανάγκη κρατικής παρέμβασης, θεωρούσε ότι η νομισματική
σταθεροποίηση θα έπρεπε να συνδυαστεί με την υπαγωγή της οικονομίας σε
εκτεταμένο κρατικό έλεγχο με σκοπό την αποκατάσταση της δημοσιονομικής
ισορροπίας και την αύξηση της προσφοράς αγαθών.39 Ο δεύτερος, υποστηρικτής της
ελεύθερης αγοράς, αποδίδοντας πρωταρχική σημασία στην ανεμπόδιστη λειτουργία

38
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947», στο
L. Baerentzen, Γ. Ιατρίδης, O. Smith, Μελέτες για τον εμφύλιο πόλεμο, 1945-1949, Αθήνα 1992, σελ.
31
39
Γ. Σταθάκης, Το δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ: Η ιστορία της αμερικανικής βοήθειας στην
Ελλάδα, Αθήνα 2004, σελ. 54
[18]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

των δυνάμεων της, στρεφόταν κατά οποιασδήποτε μορφής κρατικού ελέγχου. Έτσι,
οι προτάσεις του περιορίστηκαν σε μέτρα νομισματικής και δημοσιονομικής
πολιτικής τα οποία θα επηρέαζαν την συμπεριφορά της ιδιωτικής οικονομίας.40
Η λογική του Ξ. Ζολώτα είναι αυτή που τελικά ενσωματώθηκε στο πρώτο μείζον
οικονομικό πρόγραμμα της απελευθέρωσης, όπως αναφέρει ο Χ. Χατζηιωσήφ. Το
πρόγραμμα αυτό εισήχθη το Νοέμβρη του 1944 από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας
του Γ. Παπανδρέου και έμεινε γνωστό ως «Σταθεροποίηση του Σβώλου» από το
όνομα του τότε σοσιαλιστή υπουργού Οικονομικών Α. Σβώλου,41 παρόλο που ο
σχεδιασμός του έγινε από τον Ξ. Ζολώτα. Πιο συγκεκριμένα, στις 11 Νοεμβρίου
1944 με τον νόμο 18 η κυβέρνηση προχώρησε στην εισαγωγή μιας νέας δραχμής που
αντιστοιχούσε σε 50 δισεκατομμύρια παλιές και ταυτόχρονα στην διαγραφή χρεών,
καταθέσεων, ασφαλιστικών υποχρεώσεων, ομολογιών και γενικά κάθε χρηματικής
υποχρέωσης εκφρασμένης σε παλιές δραχμές. Η νέα δραχμή, ωστόσο, όπως
παρατηρεί ο Μ. Ψαλιδόπουλος, στάθηκε αδύνατο να υποκαταστήσει τη χρυσή λίρα
που εξακολουθούσε να προσφέρεται από την Τράπεζα της Ελλάδας και
χρησιμοποιούταν κατά κόρον για αποθησαύριση, κερδοσκοπία και συναλλαγές.42 Το
δεύτερο σημαντικό μέτρο που αναλήφθηκε την περίοδο αυτή, όπως συμπληρώνει ο
Χ. Χατζηιωσήφ, ύστερα μάλιστα από πιέσεις των Βρετανών, ήταν το πάγωμα των
μισθών σε χαμηλά επίπεδα προκειμένου να αποφευχθεί περαιτέρω άνοδος του
πληθωρισμού. Τέλος, έγινε προσπάθεια να ψηφιστεί νόμος για την φορολογία των
κερδών της κατοχής, ο οποίος όμως συνάντησε εντονότατες αντιδράσεις.43
Το εξάμηνο που ακολούθησε την μάχη του Δεκεμβρίου του 1944 η ελληνική
οικονομία αφέθηκε παντελώς στην τύχη της, σύμφωνα με τον Χ. Χατζηιωσήφ. Η
κυβέρνηση Πλαστήρα επέδειξε έλλειψη τόσο διοικητικών ικανοτήτων όσο και
πολιτικής βούλησης με αποτέλεσμα η οικονομική κατάσταση να χειροτερέψει
αισθητά. Το μόνο που έγινε την περίοδο αυτή με συστηματικό τρόπο, όπως
σημειώνει, ήταν να απευθύνονται διαρκείς εκκλήσεις στο εξωτερικό για σύναψη
δανείων. Οι προϋπολογισμοί του κράτους χαρακτηρίζονταν από τεράστια ελλείμματα

40
Ό.π., σελ. 56
41
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 30
42
Μ. Ψαλιδόπουλος, «Σχετικά με την έννοια της ανοικοδόμησης και της ανάπτυξης στον Ανταίο»,
Ουτοπία, τεύχος 108, 2014, σελ. 22
43
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 31
[19]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

καθώς τα δημόσια έσοδα κάλυπταν μόλις το 10% με 25% των δαπανών. Αυτό
υποχρέωσε την κυβέρνηση να προχωρήσει σε έκδοση χαρτονομίσματος με
αποτέλεσμα τον υπερδιπλασιασμό της νομισματικής κυκλοφορίας και την υποτίμηση
της δραχμής.44 Ενδεικτικό είναι το γεγονός, βάσει των στοιχείων που παραθέτει ο Μ.
Ψαλιδόπουλος, ότι η τιμής της χρυσής λίρας από 300 δραχμές, τον Δεκέμβριο του
1944, εκτινάχθηκε σε 19.000 στα τέλη Μαΐου ενώ οι τιμές ανέβηκαν κατά 400% και
οι μισθοί κατά 150%.45
Την ίδια στιγμή, όπως επισημαίνει ο Χ. Χατζηιωσήφ, η βιομηχανική παραγωγή
παρέμενε καθηλωμένη στο 30% των προπολεμικών μεγεθών καθώς οι βιομηχανίες
στερούνταν των αναγκαίων πιστώσεων, ενώ όσοι βιομήχανοι κατόρθωναν να
δανειστούν επέλεγαν να καταφύγουν στον αποθησαυρισμό περιορίζοντας παράλληλα
την παραγωγή τους σε λίγα μόνο είδη προοριζόμενα για τα ανώτερα εισοδηματικά
στρώματα. Μια τέτοια στάση είναι λογική, κατά τον Χ. Χατζηιωσήφ, αν αναλογιστεί
κανείς ότι σύμφωνα με στοιχεία της UNRRA (United Nations Relief and
Rehabilitation Administration) το 50% του αγροτικού πληθυσμού και το 30-35% του
αστικού ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας, και, επομένως, η παραγωγή
προϊόντων ευρείας κατανάλωσης δεν θα τους απέφερε κανένα κέρδος. Η οικονομική
κατάρρευση, προσθέτει, όξυνε και την κοινωνική ένταση, που εκδηλώθηκε τόσο με
τις εργατικές κινητοποιήσεις του Μαΐου του 1945 όσο και με την αντιπαράθεση
λιανοπωλητών-βιομηχάνων, καθώς οι πρώτοι κατηγορούσαν τους δεύτερους ότι
προωθούσαν την μαύρη αγορά.46
Στο σημείο αυτό οι Βρετανοί επεμβαίνουν για μια ακόμη φορά, και προκειμένου,
σύμφωνα με τον Χ. Χατζηιωσήφ, να μπορέσουν να σταθεροποιήσουν την πολιτική
και οικονομική κατάσταση, επέβαλαν την είσοδο στην κυβέρνηση του Κ.
Βαρβαρέσου. Ο Κ. Βαρβαρέσος όχι μόνο διέθετε τεράστια θεωρητική και διοικητική
πείρα, έχοντας διατελέσει επί σειρά ετών υποδιοικητής και διοικητής της Τράπεζας
της Ελλάδας, αλλά είχε παρακολουθήσει κι από κοντά την λειτουργία της βρετανικής
οικονομίας στην διάρκεια του πολέμου καθώς και την σύναψη των διεθνών
συμφωνιών του Μπρέτον Γουντς.47 Οι έντονες αντιδράσεις πολιτικών παραγόντων,

44
Ό.π., σελ. 32
45
Μ. Ψαλιδόπουλος, ό.π., 2014, σελ. 22
46
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 33
47
Ό.π.
[20]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

τραπεζικών κύκλων και βιομηχάνων στην ήδη από τον Φλεβάρη του 1945
εκπεφρασμένη πρόθεση των Βρετανών για υπουργοποίηση του, κάμφθηκαν υπό το
βάρος των περιστάσεων και έτσι στις 2 Ιουνίου 1945 ο Κ. Βαρβαρέσος αναλαμβάνει
υπουργός Εφοδιασμού και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του Π. Βούλγαρη, με
απόλυτη δικαιοδοσία επί των θεμάτων οικονομικής πολιτικής.48
Η αναγγελία του προγράμματος Βαρβαρέσου έγινε σε δύο φάσεις, όπως αναφέρει ο
Χ. Χατζηιωσήφ. Η πρώτη ήταν στις 4 Ιουνίου και προέβλεπε ορισμό νέας ισοτιμίας
της δραχμής με την στερλίνα στις 2.000 δραχμές αντί των 600 που ίσχυαν έως τότε,
απαγόρευση συναλλαγών σε χρυσό καθώς και επιβολή νέων ανώτατων μισθών και
ημερομισθίων περικόπτοντας ουσιαστικά τα εργατικά εισοδήματα. Σε αντιστάθμισμα
αυτών των περικοπών μείωσε τις τιμές ορισμένων προμηθειών της UNRRA και
επέβαλε έλεγχο τιμών σε 21 βασικά είδη.49
Το δεύτερο σκέλος του προγράμματος αφορούσε την φορολογική πολιτική και
εξαγγέλθηκε στις 21 Ιουνίου. Βασικό του χαρακτηριστικό ήταν η επιβολή νέων,
άμεσων φόρων στις βιομηχανίες και σε μια ευρύτατη κατηγορία εμπόρων και
επαγγελματιών.50 Η λογική, σύμφωνα με τον Χ. Χατζηιωσήφ, πάνω στην οποία
βασίστηκε η νέα φορολογία ήταν ότι στην κατηγορία των παρανόμως πλουτισάντων
και των μαυραγοριτών δεν ανήκαν μόνο κάποιοι λίγοι μεγαλοβιομήχανοι αλλά και
πολλές χιλιάδες μικροεπιχειρηματίες.51
Παράλληλα, επιβλήθηκε έλεγχος στις εισαγωγές προκειμένου αυτές να κατευθυνθούν
προς είδη πρώτης ανάγκης και πρώτες ύλες για την παραγωγή βασικών αγαθών ενώ
προωθήθηκε μια συμφωνία βάσει της οποίας προσπάθησε η κυβέρνηση να ασκήσει
έλεγχο επί της βιομηχανικής παραγωγής. Πιο συγκεκριμένα, το κράτος θα προμήθευε
στις βιομηχανίες τις πρώτες ύλες και θα έπαιρνε, σε αντάλλαγμα, τα έτοιμα προϊόντα.
Οι βιομήχανοι θα επωφελούνταν παρακρατώντας σημαντικά περιθώρια για το
βιομηχανικό κόστος και το κέρδος. Οι πρώτες ποσότητες πρώτων υλών δόθηκαν τον
Ιούλιο του 1945, ωστόσο, η εφαρμογή της συμφωνίας αυτής αποδείχθηκε ιδιαίτερη
δύσκολη υπόθεση.52

48
Ό.π., σελ. 34-35
49
Ό.π., σελ. 36
50
Ό.π.
51
Ό.π., σελ. 37
52
Χ. Χατζηιωσήφ, «Η πολιτική οικονομία της μεταπολεμικής Ελλάδας, 1944-1996», στο Εισαγωγή
στη νεοελληνική οικονομική Ιστορία (18ος-20ος αιώνας), Αθήνα 1999, σελ. 292
[21]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Το «πείραμα» Βαρβαρέσου, όπως ονομάστηκαν τα παραπάνω μέτρα, πολύ σύντομα


απέδωσε καρπούς, σύμφωνα με τον Μ. Ψαλιδόπουλο. Οι νέοι φόροι που επιβλήθηκαν
κάλυπταν το 70% της άμεσης φορολογίας και έγιναν η δεύτερη σημαντικότερη πηγή
εσόδων μετά τη φορολογία του καπνού. Η τιμή της χρυσής λίρας έπεσε στις 12.800
δραχμές και οι τιμές των προϊόντων κατά 20%.53
Παρά τα θετικά αυτά αποτελέσματα, τα μέτρα Βαρβαρέσου, και ειδικότερα το
φορολογικό σκέλος τους, προκάλεσαν εντονότατες αντιδράσεις τόσο από τους
βιομήχανους όσο και από τους εμπόρους, αποκαθιστώντας, όπως παρατηρεί πολύ
εύστοχα ο Χ. Χατζηιωσήφ, το κοινό μέτωπο μεταξύ τους που είχε διαρραγεί κατά το
πρώτο εξάμηνο του 1945. Ο Κ. Βαρβαρέσος μπόρεσε να αντέξει έως τις πρώτες
βδομάδες του Αυγούστου οπότε οι τιμές άρχισαν ξανά να ανεβαίνουν ενώ
σημειώθηκαν και ελλείψεις βασικών τροφίμων όπως το ελαιόλαδο. Οι εξελίξεις
αυτές, σε συνδυασμό με την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού στην Βρετανία και τη
νίκη των Εργατικών, οδήγησαν στην όξυνση της κριτικής προς τον Κ. Βαρβαρέσο, ο
οποίος τελικά παραιτήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου.54
Δύο είναι οι σημαντικές πολιτικές εξελίξεις αυτής της περιόδου, κατά τον Χ.
Χατζηιωσήφ. Η πρώτη αφορά την αναβάθμιση του ρόλου των ΗΠΑ στην Ελλάδα.
Μετά και την νίκη των Εργατικών η ελληνική άρχουσα τάξη αποστασιοποιείται από
τον παραδοσιακό ξένο προστάτη της, τη Μεγάλη Βρετανία, καλώντας ευθέως τις
ΗΠΑ να αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο στις ελληνικές υποθέσεις. Η άλλη εξέλιξη
αφορά την μετατόπιση σημαντικότατου μέρους των μεσαίων και μικροαστικών
στρωμάτων από το κέντρο προς την φιλοβασιλική Δεξιά σαν αντίδραση στην
πολιτική Βαρβαρέσου.55
Θεωρητική βάση της πολιτικής Κ. Βαρβαρέσου, όπως αναφέρθηκε και προηγούμενα,
ήταν ότι το κράτος έπρεπε να καταστεί ο κεντρικός φορέας της ανασυγκρότησης.
Παρά την θέση του αυτή περί κρατικού παρεμβατισμού είναι σαφές, όπως σημειώνει
ο Χ. Χατζηιωσήφ, ότι ο Κ. Βαρβαρέσος δεν ανήκε στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο,
όπως πολύ συχνά τον κατηγορούσαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι οι προερχόμενοι από
τον χώρο της Δεξιάς. Η πρόταση του ξεκινούσε από την ανάγκη υπεράσπισης της
σταθερότητας του πολιτικού συστήματος και της αστικής δημοκρατίας. Ωστόσο, η

53
Μ. Ψαλιδόπουλος, ό.π., 2014, σελ. 24
54
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 39
55
Χ. Χατζηιωσήφ, «Η πολιτική οικονομία της μεταπολεμικής Ελλάδας, 1944-1996», ό.π., σελ. 294
[22]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

λογική του ήταν σε πλήρη ρήξη με αυτήν της παραδοσιακής Δεξιάς η οποία ακριβώς
απεχθανόταν κάθε μορφής κρατική παρέμβαση στην οικονομία.56
Αυτή η οικονομική ορθοδοξία της Δεξιάς συνοψίσθηκε για πρώτη φορά από τον Γ.
Κασιμάτη τον Σεπτέμβριο του 1945. Όντας μέλος της κυβέρνησης του Π. Βούλγαρη
διαφώνησε με την πολιτική Βαρβαρέσου και κυκλοφόρησε ένα φυλλάδιο ασκώντας
κριτική από μια φιλελεύθερη σκοπιά. Οι προτάσεις του προέβλεπαν την κατάργηση
κάθε ελέγχου επί των τιμών και της παραγωγής, την κάλυψη των ελλειμμάτων των
προϋπολογισμών μέσω έμμεσων φόρων, την πλήρη απελευθέρωση της πώλησης
αποθεμάτων χρυσού και συναλλάγματος και την σύναψη εξωτερικού δανείου.
Επρόκειτο για ένα βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα που δεν άφηνε κανένα απολύτως
περιθώριο στην κρατική παρέμβαση.57
Οι προτάσεις αυτές έφτασαν πολύ κοντά στο να γίνουν κυβερνητική πολιτική τον
Νοέμβρη του 1945 όταν ο Γ. Κασιμάτης ανέλαβε υπουργός Οικονομικών στην
κυβέρνηση του Π. Κανελόπουλου. Η αδυναμία όμως των Βρετανών να παράσχουν
δάνειο, όπως ζητούσε το πρόγραμμα Κασιμάτη και γενικά η ελληνική Δεξιά,
οδήγησε, σύμφωνα με τον Χ. Χατζηιωσήφ, σε ευθεία παρέμβαση τους εξωθώντας
την ελληνική κυβέρνηση σε παραίτηση.58 Παράλληλα, όπως προσθέτει ο Μ.
Ψαλιδόπουλος, η νομισματική αναρχία συνεχιζόταν εκτοξεύοντας το κόστος ζωής
ενώ η αξία των μισθών καταποντίστηκε το διάστημα μεταξύ Σεπτεμβρίου-
Ιανουαρίου.59
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η Βρετανία, ύστερα κι από την έκθεση Γκρόουβ,
προχωρά σε αλλαγή της στάσης της, όπως αναφέρει ο Χ. Χατζηιωσήφ. Ο Ε. Γκρόουβ
και τα μέλη της αποστολής του, έχοντας προϋπηρεσία και δεσμούς με τα μεγάλα
τραπεζικά ιδρύματα του Σίτυ του Λονδίνου, πρότειναν την ελεύθερη μετατροπή των
δραχμών σε χρυσό και ξένο συνάλλαγμα με την προϋπόθεση ότι τα δημόσια
οικονομικά της Ελλάδας θα ετίθεντο υπό βρετανικό έλεγχο. Η βρετανική κυβέρνηση
λαμβάνοντας υπόψη της τις προτάσεις αυτές και προσπαθώντας να σταθεροποιήσει
την οικονομία εν όψει και των επικείμενων κρίσιμων βουλευτικών εκλογών του

56
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 39
57
Ό.π., σελ. 41-42
58
Ό.π., σελ. 42
59
Μ. Ψαλιδόπουλος, ό.π., 2014, σελ. 24
[23]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Μαρτίου αποφασίζει τελικά να παραχωρήσει ένα δάνειο στην ελληνική κυβέρνηση.60


Έτσι, στις 24 Ιανουαρίου του 1946 υπογράφεται η Ελληνο-Βρετανική Συμφωνία του
Λονδίνου, βάσει της οποίας παραχωρείται στην Ελλάδα ένα δάνειο δέκα
εκατομμυρίων στερλινών, ενώ σε αντάλλαγμα η ελληνική κυβέρνηση δέχεται τα
δημόσια οικονομικά της χώρας να περάσουν υπό βρετανικό έλεγχο. Στα πλαίσια αυτά
προβλεπόταν η εγκατάσταση στην Ελλάδα Βρετανικής Οικονομικής Πολιτικής
(British Economic Mission, BEM) για διάστημα δεκαοκτώ μηνών61 καθώς και η
ίδρυση μιας Νομισματικής Επιτροπής Ελέγχου, η οποία θα αντικαθιστούσε τον
Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο που είχε επιβληθεί το 1898. Έχοντας, ένα βρετανό και
έναν αμερικάνο πολίτη στην σύνθεση της, η επιτροπή αυτή έχει το δικαίωμα της
αρνησικυρίας για όλα τα μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης και των τραπεζών που
σχετίζονται με την νομισματική κυκλοφορία.62
Ωστόσο, ούτε αυτό το μέτρο στάθηκε ικανό να αποτρέψει την διαρκή απαξίωση της
δραχμής, σύμφωνα με τον Χ. Χατζηιωσήφ. Ο Ε. Τσουδερός, στην προσπάθεια του να
την ανακόψει, κατέφυγε στην πώληση χρυσών λιρών εξαντλώντας όμως τα
αποθέματα της χώρας.63 Η κατάσταση χειροτέρεψε με την ανάληψη της
διακυβέρνησης από τους Λαϊκούς μετά τις εκλογές του Μαρτίου, όπως σχολιάζει ο
Μ. Ψαλιδόπουλος. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη, αντί να εστιάσει την προσοχή της στην
ανάκαμψη της οικονομίας, έθεσε ζήτημα αλυτρωτικών διεκδικήσεων, ενώ
παράλληλα διέθετε το 35% εσόδων του προϋπολογισμού σε αμυντικές δαπάνες
καθώς η χώρα βούλιαζε ολοένα και περισσότερο στον εμφύλιο πόλεμο. 64 Αυτά, σε
συνδυασμό με την ελεύθερη εκχώρηση συναλλάγματος στους εισαγωγείς, είχαν ως
αποτέλεσμα η οικονομία να βυθιστεί σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση, καθώς ένα μεγάλο
μέρος της νομισματικής κυκλοφορίας είχε βρεθεί πριν το τέλος του χρόνου χωρίς
αντίκρισμα.65
Στις αρχές του 1947 είναι σαφές, σύμφωνα με τον Χ. Χατζηιωσήφ, ότι το καθεστώς
στην Ελλάδα χωρίς σημαντική εξωτερική οικονομική και πολιτική βοήθεια θα

60
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 43
61
Γ. Σταθάκης, ό.π., Αθήνα 2004, σελ. 86-87
62
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 43-44
63
Ό.π., σελ. 44
64
Μ. Ψαλιδόπουλος, ό.π., 2014, σελ. 25
65
Χ. Χατζηιωσήφ, «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, 1944-1947»,
ό.π., σελ. 44
[24]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

οδηγηθεί σε κατάρρευση. Η αδυναμία της Βρετανίας να μπορέσει να επωμιστεί το


μεγάλο κόστος της αναγκαίας στήριξης της ελληνικής αστικής τάξης, που
υπολογιζόταν σε $66-76 εκατομμύρια μόνο για το 1947, την οδηγεί στις 21
Φεβρουαρίου στην ανακοίνωση της απόσυρσης της από την χώρα, μεταβιβάζοντας
έτσι την ευθύνη για την διατήρηση του ελληνικού καθεστώτος στις ΗΠΑ.66
Η μεταβίβαση αυτή προετοιμαζόταν από καιρό. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, όπως
αναφέρει ο Γ. Σταθάκης, ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χ. Τρούμαν, είχε στείλει ήδη από
την Ιανουάριο του 1947 στην Αθήνα κλιμάκιο υπό τον Π. Πόρτερ προκειμένου να
εξετάσει την κατάσταση που επικρατούσε στην χώρα και να εισηγηθεί προς την
αμερικανική κυβέρνηση μέτρα για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας.67
Έτσι, λίγες μόλις μέρες μετά την ανακοίνωση της αποχώρησης της Μεγάλης
Βρετανίας από την Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση, στις 3 Μαρτίου, καταθέτει
αίτημα προς την Ουάσινγκτον για παροχή βοήθειας. Προηγήθηκαν διάφορες
μεθοδεύσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που, σύμφωνα με τον Θ. Γκιούρα, είχαν σαν
σκοπό να μην κατηγορηθούν οι ΗΠΑ για ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά της
Ελλάδας.68
Στην βάση αυτού του αιτήματος, και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις της
έκθεσης Πόρτερ, ο πρόεδρος Χ. Τρούμαν προβαίνει στις 12 Μαρτίου στο περιβόητο
διάγγελμα του προς το αμερικανικό Κονγκρέσο εξαγγέλλοντας σημαντική
οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς την Ελλάδα.69 Η εξαγγελία αυτή έγινε
πράξη με την υπογραφή της Ελληνο-Αμερικανικής συμφωνίας του Ιουνίου του 1947.
Η συμφωνία προέβλεπε μεταξύ άλλων την σύσταση πολυμελούς αμερικανικής
οικονομικής αποστολής (American Mission for Aid to Greece, AMAG) που θα
επέβλεπε τη διαχείριση της παρεχόμενης βοήθειας σε καθημερινή βάση. Παράλληλα,
θα έθετε υπό τον έλεγχο της το εξωτερικό εμπόριο της χώρας ενώ έμμεσα είχε την
δυνατότητα επιβολής βέτο στο σύνολο της οικονομικής πολιτικής. 70 Η κεντρική ιδέα
της αμερικανικής πολιτικής, βασισμένη εν πολλοίς στα συμπεράσματα της έκθεσης
Πόρτερ, ήταν, κατά τον Γ. Σταθάκη, ότι το ισχύον πολιτικο-οικονομικό καθεστώς της
Αθήνας ήταν παντελώς ανίκανο να διαχειριστεί αποτελεσματικά την αμερικανική

66
Ό.π., σελ. 44-45
67
Γ. Σταθάκης, ό.π., Αθήνα 2004, σελ. 147-148
68
Θ. Γκιούρας, «Το περιοδικό Ανταίος, η δημοσιότητα ως αγώνας και ο αγώνας ως δημοσιότητα»,
Ουτοπία, τεύχος 108, 2014, σελ. 41-42
69
Γ. Σταθάκης, ό.π., Αθήνα 2004, σελ. 142
70
Ό.π., σελ. 144-145
[25]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

βοήθεια και να φέρει εις πέρας τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές. Ως εκ τούτου η
εφαρμογή των προγραμμάτων θα έπρεπε να ανατεθεί σε κάποιους άλλους,
περισσότερο ικανούς και αξιόπιστους.71
Σύμφωνα με τον Χ. Χατζηιωσήφ, η εξαγγελία της αμερικανικής βοήθειας
δημιούργησε στην εγχώρια αστική τάξη την προσδοκία ότι θα εξασφαλίζονταν οι
αναγκαίοι πόροι για να υπάρξει η επιθυμητή εκβιομηχάνιση χωρίς παράλληλη
διατάραξη των εσωτερικών πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών ισορροπιών.72
Ωστόσο, η πορεία εφαρμογής της συμφωνίας άφησε πολύ λίγα περιθώρια
αισιοδοξίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο Γ.
Σταθάκης, το πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας για το διάστημα 1947-1948 ορίστηκε
μόλις στα 300 εκατομμύρια, και αυτά ισόποσα κατανεμημένα ανάμεσα στο
στρατιωτικό και το πολιτικό σκέλος. Ειδικά για την ανασυγκρότηση προβλέπονταν
μόλις 48 εκατομμύρια δολάρια που ύστερα από διάφορες διαδοχικές αναθεωρήσεις
έφτασαν τον Μάρτιο του 1948 μόλις στα 21 εκατομμύρια.73 Είναι σαφές, ότι
πρωταρχικός στόχος της αμερικανικής πολιτικής ήταν η αποκατάσταση κάποιων
κλάδων της παραγωγής στα προπολεμικά επίπεδα και σε καμία περίπτωση η
περαιτέρω ανάπτυξη νέων οικονομικών και παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Η απροθυμία αυτή των ΗΠΑ να χρηματοδοτήσουν τα προγράμματα ανασυγκρότησης
στο βαθμό που επιθυμούσαν οι Έλληνες αρμόδιοι οφειλόταν, κατά τον Χ.
Χατζηιωσήφ, σε διάφορους λόγους. Αρχικά, στρατηγική επιλογή της αμερικάνικης
πολιτικής σε ό, τι αφορά την ανασυγκρότηση των ευρωπαϊκών οικονομιών ήταν η
διατήρηση των προπολεμικών ισορροπιών. Στόχος, λοιπόν, του σχεδίου Μάρσαλ,
όπως τονίζει, δεν ήταν η διαμόρφωση μιας νέας ισορροπίας στον ενδοευρωπαϊκό
καταμερισμό εργασίας καθώς κάτι τέτοιο θα αύξανε το κόστος της βοήθειας και θα
προκαλούσε τριβές μεταξύ των κυβερνήσεων. Παράλληλα, δεν μπορεί να
παραβλεφθεί και ο ελληνικός εμφύλιος, καθώς ένα μεγάλο μέρος του
προϋπολογισμού μαζί με το 50% της βοήθειας κατευθύνονταν στις στρατιωτικές
δαπάνες.74 Οι εξελίξεις αυτές, καταλήγει, σε συνδυασμό με τις δομικές ανεπάρκειες

71
Ό.π., σελ. 149-152
72
Χ. Χατζηιωσήφ, «Η περίοδος της ανασυγκρότησης 1945-1953 ως στιγμή της σύγχρονης ελληνικής
και ευρωπαϊκής ιστορίας», στο Η ελληνική κοινωνία κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο (1945-
1967), Αθήνα 1994, σελ. 28
73
Γ. Σταθάκης, ό.π., Αθήνα 2004, σελ. 180
74
Χ. Χατζηιωσήφ, «Η πολιτική οικονομία της μεταπολεμικής Ελλάδας, 1944-1996», ό.π., Αθήνα
1999, σελ. 306-307
[26]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

της οικονομικής βάσης της ελληνικής κοινωνίας οδήγησαν στην μερική υλοποίηση
των προγραμμάτων ανασυγκρότησης.75
Όμως, η κατάσταση δεν βελτιώθηκε ούτε με το τέλος του εμφυλίου, καθώς πλέον
είχαν αλλάξει οι προτεραιότητες της αμερικανικής πολιτικής, με το κέντρο βάρους να
έχει μετατοπιστεί από την ανασυγκρότηση στην σταθεροποίηση και την ολοκλήρωση
των ευρωπαϊκών οικονομιών. Η εφαρμογή αυτής της πολιτική, που σήμαινε μέτρα
ενίσχυσης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, όπως ήταν η μείωση των πραγματικών
αμοιβών, η αύξηση της έμμεσης φορολογίας και η σχετική ελάφρυνση της άμεσης
κτλ, αντί να ανοίξει τον δρόμο στην ανοικοδόμηση, την κράτησε καθηλωμένη στο
όνομα της σταθεροποίησης, όπως επισημαίνει ο Χ. Χατζηιωσήφ.76

75 Χ. Χατζηιωσήφ, «Η περίοδος της ανασυγκρότησης 1945-1953 ως στιγμή της σύγχρονης


ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορίας», ό.π., σελ. 30
76 Ό.π., σελ. 30-31
[27]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Ο λόγος του Ανταίου για την ανοικοδόμηση

Στο κεφάλαιο αυτό θα εκτεθεί ο λόγος του Ανταίου γύρω από το ζήτημα της
ανοικοδόμησης. Για τον καλύτερο κατατοπισμό του αναγνώστη, το κεφάλαιο
διαιρείται σε τρία υποκεφάλαια. Στο πρώτο παρουσιάζεται η θέση του περιοδικού για
την βιωσιμότητα της χώρας, στο δεύτερο το γενικό περίγραμμα και οι βασικές
προδιαγραφές της ανοικοδόμησης και στο τρίτο επιχειρείται μια πιο αναλυτική και
ανά τομέα αναφορά των συγκεκριμένων μέτρων που προτείνονται από τους
επιστήμονες του περιοδικού.

α) Για την βιωσιμότητα


Πριν ακόμα από την απελευθέρωση της Ελλάδας τον Οκτώβριο του 1944
αναπτύσσεται ένας προβληματισμός γύρω από την ανάγκη ανοικοδόμησης της
ελληνικής οικονομίας καθώς και τον προσανατολισμό που θα πρέπει αυτή να πάρει.
Η συζήτηση που εκτείνεται έως το 1953 αφορά πρωτίστως τις δυνατότητες και τον
τρόπο ανάπτυξης της βιομηχανικής και ενεργειακής υποδομής της χώρας.77
Πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί πως η συζήτηση γύρω από τις δυνατότητες
εκβιομηχάνισης της ελληνικής οικονομίας δεν συνιστά καινοτομία αυτής της
περιόδου αλλά συνέχεια μιας προβληματικής που είχε αναπτυχθεί πολύ έντονα κατά
την δεκαετία του 1930. Μάλιστα, όπως σημειώνει ο Χ. Χατζηιωσήφ, ακόμα και ο
ίδιος ο όρος Ανασυγκρότηση, που κυριαρχούσε στο δημόσιο λόγο της εποχής αυτής,
δηλώνοντας την δυνατότητα ανάπτυξης μέσα από την προώθηση μιας σειράς
διαρθρωτικών αλλαγών στην βάση ενός βολονταριστικού πνεύματος, είχε
χρησιμοποιηθεί πρώτη φορά το 1938 από τον Α. Δημητρακόπουλο, τότε Πρόεδρο του
ΤΕΕ και μετέπειτα πρόεδρο του Οργανισμού Ανασυγκρότησης.78
Μια σειρά αλλαγών, που συντελούνται από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 και μετά,
κάνουν την συζήτηση περί εκβιομηχάνισης να φαντάζει ρεαλιστική. Πιο
συγκεκριμένα, η ανάπτυξη της εγχώριας και διεθνούς αγοράς σιδηρουργικών
προϊόντων, ο πολιτικός και οικονομικός έλεγχος του συνδικαλιστικού κινήματος από
την μεταξική δικτατορία που κρατούσε καθηλωμένο το κόστος της εργατικής
δύναμης, η ανάγκη να βρεθεί απασχόληση για έναν ολοένα αυξανόμενο πληθυσμό -

77
Ό.π., σελ. 23
78
Ό.π., σελ. 24
[28]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

καθώς οι δρόμοι της μετανάστευσης ήταν πλέον κλειστοί- και η κατάργηση του
κοινοβουλίου που εξουδετέρωνε την άμεση έκφραση της διαμαρτυρίας όσων
κοινωνικών στρωμάτων θα θίγονταν από μια προσπάθεια εκβιομηχάνισης, όλοι αυτοί
οι παράγοντες καθιστούσαν ευνοϊκό το έδαφος για την ανάπτυξη ενός τέτοιου
προβληματισμού και την ανάληψη των αντίστοιχων πρωτοβουλιών, έστω και
αποσπασματικών.79
Παράλληλα, όπως επισημαίνει ο Α. Κακριδής, ο οικονομικός εθνικισμός της
δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, η επιδίωξη δηλαδή της αυτάρκειας μέσα από την
προώθηση πολιτικών προστατευτισμού και υποκατάστασης των εισαγωγών, οδηγεί,
σε θεωρητικό επίπεδο τουλάχιστον, στην στήριξη της ελληνικής εκβιομηχάνισης
καθώς αυτή πλέον παρουσιάζεται ως απαραίτητη για την οικονομική και στρατιωτική
αυτάρκεια της χώρας.80 Έτσι, μόνο την περίοδο 1936-1940 έχουμε την μελέτη της
αμερικανικής εταιρείας Κούπερ για την εκμετάλλευση του υδροηλεκτρικού
δυναμικού του Αχελώου καθώς και τη σχετική σύμβαση που υπογράφτηκε το 1940,
τις επαφές με γερμανική εταιρία για ανάλογη εκμετάλλευση του Αλιάκμονα, τη
μελέτη Κέγκελ του 1937 για την αξιοποίηση των λιγνιτικών κοιτασμάτων της χώρας
πάνω στην οποία βασίστηκε και η έναρξη της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων της
Πτολεμαΐδας, την λειτουργία τριών μονάδων ηλεκτρικών καμίνων και τέλος την
απόφαση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού το 1937 για ίδρυση σύγχρονων
ναυπηγείων στο Σκαραμαγκά.81 Χαρακτηριστική του κλίματος είναι επίσης και η
απόφαση της κυβέρνησης Μεταξά τον Απρίλιο του 1937 για ίδρυση σιδηρουργίας με
την προϋπόθεση της ξένης χρηματοδότησης. Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Χ.
Χατζηιωσήφ, η απόφαση αυτή ακυρώθηκε από τα ασφυκτικά όρια που έθετε στην
χώρα η θέση της στον διεθνή καταμερισμό εργασίας καθώς η αγγλική τράπεζα
Χάμπρο, μόνιμος δανειστής του ελληνικού δημοσίου κατά το πρώτο μισό του 20 ου
αιώνα, ενώ αρχικά είχε δεσμευτεί να συμβάλει στην χρηματοδότηση του έργου,
τελικά έκανε πίσω, εμμένοντας στην παλιά της άποψη, ότι η ελληνική οικονομία
έπρεπε να παραμείνει αγροτική με ελαφρά μόνο βιομηχανία.82

79
Ό.π., σελ. 25-26
80
Α. Κακριδής, ό.π., 2005, σελ. 7
81
Χ. Χατζηιωσήφ, «Η περίοδος της ανασυγκρότησης 1945-1953 ως στιγμή της σύγχρονης ελληνικής
και ευρωπαϊκής ιστορίας», ό.π., σελ. 24-25
82
Ό.π., σελ. 26
[29]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Οι προσπάθειες αυτές, παρά τον αποσπασματικό και ανολοκλήρωτο χαρακτήρα τους,


συνιστούν τα πρώτα ψήγματα ενός προβληματισμού ο οποίος διακόπτεται βίαια με
τον πόλεμο, για να συνεχιστεί αμέσως μετά, μέσα σε ένα τελείως διαφορετικό
κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον. Ενδεικτικό της συνέχειας αυτής είναι το γεγονός
πως όλα τα σχέδια ανασυγκρότησης που κατατίθενται το διάστημα αυτό στηρίχθηκαν
στα πορίσματα των τεχνικοοικονομικών ερευνών και των συστηματικών μελετών της
προπολεμικής περιόδου.83
Η όλη προβληματική υπέρ της εκβιομηχάνισης της χώρας νομιμοποιείται και παίρνει
μεγαλύτερη ώθηση από το γεγονός ότι κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια έχουν
περιοριστεί σημαντικότατα οι όποιες κοινωνικές αντιθέσεις απέναντι της. Η ραγδαία
πτώση του βιοτικού επιπέδου και η βαθύτατη αποδιάρθρωση των οικονομικών
σχέσεων, που επέφεραν ο πόλεμος και η κατοχή, οδήγησαν, όπως σημειώνει και ο Χ.
Χατζηιωσήφ, σε αμφισβήτηση του προπολεμικού τρόπου οργάνωσης της οικονομίας
και της κοινωνίας εν γένει. Είναι η δεύτερη φορά, μετά την Μικρασιατική
Καταστροφή, που σημαντικότατα τμήματα του πληθυσμού αποξενώνονται από τα
όποια μέσα παραγωγής μπορεί να διέθεταν ως τότε. Η εξέλιξη αυτή, επισημαίνει,
καθιστά πολλούς ανθρώπους, πολύ περισσότερους σε σχέση με πριν, αντικειμενικά
διαθέσιμους και υποκειμενικά λιγότερο αντίθετους στην ανάληψη εξαρτημένης
εργασίας, καθώς αυτή πλέον αντιμετωπίζεται ως ένα μέσο βελτίωσης του βιοτικού
τους επιπέδου και όχι σαν απειλή της κοινωνικο-οικονομικής τους θέσης και των
όρων διαβίωσης τους. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως, για πρώτη φορά, όλες οι
πολιτικές παρατάξεις της χώρας είχαν εντάξει στον προγραμματικό τους λόγο τον
στόχο της εκβιομηχάνισης.84 Πίσω, όμως, από αυτήν την φαινομενική ομοφωνία
κρύβονταν, όπως θα φανεί και παρακάτω, ουσιώδεις διαφορές τόσο ως προς τον
κλαδικό της προσανατολισμό (βαριά ή ελαφρά βιομηχανία) όσο και ως προς τον ρόλο
του ξένου παράγοντα ως χρηματοδότη και εμπορικού εταίρου.85
Στον πυρήνα αυτών των διαφωνιών βρισκόταν το ζήτημα της βιωσιμότητας. Η έννοια
της βιωσιμότητας είναι άμεσα συνυφασμένη με αυτήν της ανοικοδόμησης. Ο τρόπος
που προσεγγίζεται η πρώτη και το περιεχόμενο που της δίνεται, καθορίζει εν πολλοίς
τα όρια και το βάθος της δεύτερης. Ο σχετικός προβληματισμός αφορά κυρίως στον
αν και κατά πόσο οι διαθέσιμες παραγωγικές δυνάμεις της χώρας είναι τέτοιες και
83
Ό.π.
84
Ό.π., σελ. 27
85
Α. Κακριδής, ό.π., 2005, σελ. 7
[30]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

τόσες, ώστε να μπορούν να εξασφαλίσουν στον ελληνικό λαό ένα αξιοπρεπές βιοτικό
επίπεδο, συνεχώς βελτιούμενο ή αν κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο ακόμα και με την
καλύτερη δυνατή οργάνωση της παραγωγής.
Απέναντι στο πρόβλημα αυτό υπάρχουν χοντρικά δύο αντιτιθέμενες απόψεις
σύμφωνα με τον Σ. Μάξιμο. Για την «οκνηρή σκέψη», όπως την χαρακτηρίζει, το
πρόβλημα της χώρας ήταν και παραμένει πρόβλημα στενότητας χώρου. Η θέση αυτή,
σημειώνει, εδράζεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι έως το 1922 ένα σημαντικό
μέρος του ελληνισμού ζούσε και δραστηριοποιούταν εκτός ελληνικών συνόρων,
διασπαρμένο στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Στην πορεία,
μάλιστα, διαμόρφωσης της ελληνικής ταυτότητας, η θέση αυτή εμπλουτίστηκε και
από διάφορες επιστήμες όπως την ιστορία και την εθνολογία, συμβάλλοντας έτσι
στην περαιτέρω καλλιέργεια αυτής της αυταπάτης. Τώρα, έρχονται να προστεθούν
και οι οικονομικές επιστήμες, σύμφωνα με τις οποίες η ελληνική οικονομία δεν είναι
βιώσιμη αν δεν αποκτήσει μεγαλύτερο χώρο. Επί της ουσίας η θέση αυτή, όπως
σημειώνει ο Σ. Μάξιμος, έρχεται να ακυρώσει οποιαδήποτε δυνατότητα
ανοικοδόμησης και οικονομικής ανάπτυξης υπό τις δοσμένες συνθήκες.86
Στον αντίποδα αυτής της αντίληψης βρίσκεται η ανάλυση του Ανταίου. Για την ομάδα
του περιοδικού η ανοικοδόμηση δεν είναι απλά μια οικονομική δράση που μπορεί
κάτω από άμεσες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες να οδηγήσει στην βελτίωση
του βιοτικού επιπέδου του λαού. Ούτε είναι ζήτημα απλά διανομής του εισοδήματος,
αλλά αφορά την παραγωγικότητα επιδιώκοντας τον ριζικό μετασχηματισμό της
οικονομικής διάθρωσης της χώρας. Ταυτόχρονα, πρόκειται για μια θεμελιώδη
οικονομική, κοινωνική και εθνική επιδίωξη. Θα πρέπει, μάλιστα, σύμφωνα με τον Σ.
Μάξιμο, να υψωθεί στην θέση ενός νέου εθνικού οράματος μετά και την
μικρασιατική καταστροφή, που σήμανε το οριστικό τέλος της Μεγάλης Ιδέας και
όλων εκείνων των επεκτατικών βλέψεων που την συνόδευαν. Πλέον, ο ελληνισμός
είναι συγκεντρωμένος εντός των εθνικών συνόρων και το καθήκον που πρέπει να
αναλάβει, όπως επισημαίνεται, είναι να εξαλείψει όλα εκείνα τα αντιοικονομικά
στοιχεία που κρατούν καθηλωμένη την οικονομική ζωή της χώρας σε ένα
προκαπιταλιστικό στάδιο και να ανοίξει τον δρόμο για τον μετασχηματισμό
ολόκληρης της κοινωνίας στις πιο σύγχρονες και ανώτερες μορφές.87

86
Σ. Μάξιμος, «Η Ελλάδα είναι ή ‘‘πρέπει να γίνει’’ βιώσιμη;», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3, 1945, σελ. 78
87
Ό.π., σελ. 78-79
[31]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Στον πυρήνα αυτής της ανάλυσης είναι η θέση ότι η Ελλάδα όχι μόνο είναι βιώσιμη
αλλά έχει και τις δυνατότητες να γίνει μια πραγματικά πλούσια χώρα. Πιο
συγκεκριμένα, όπως υποστηρίζει ο Σ. Μάξιμος, μπορεί κάθε οικονομική δράση να
εξαρτάται από τον χώρο και τον χρόνο εντός των οποίων εξελίσσεται, εκείνο όμως
που, σε τελική ανάλυση, παίζει τον καθοριστικότερο ρόλο είναι τα παραγωγικά μέσα
που διαθέτει η κοινωνία που πραγματοποιεί την δράση αυτή καθώς και οι
παραγωγικές σχέσεις που αναπτύσσονται.88
Ο Σ. Μάξιμος υποστηρίζει ότι υπάρχουν οι δυνατότητες, ώστε να αναπτυχθεί στη
χώρα μια από τις πιο σύγχρονες αλιευτικές και γενικότερα αγροτικές βιομηχανίες, να
αξιοποιηθεί το πλουσιότατο υπέδαφος της, όπως και οι υδατοπτώσεις, να
δημιουργηθεί βαριά βιομηχανία και τέλος να αξιοποιηθεί η γεωγραφική της θέση από
την άποψη των συγκοινωνιών, αεροπορικών και μη. Η απάντηση διαφόρων δεξιών
οικονομολόγων ότι όλα αυτά είναι αδύνατα εξαιτίας της έλλειψης κεφαλαίων, αναιρεί
την ίδια τους τη θέση περί ανάγκης επέκτασης της χώρας. Γιατί, όπως πολύ σωστά
επισημαίνει ο Σ. Μάξιμος, αν δεν υπάρχουν επαρκή κεφάλαια για να κινητοποιήσουν
τις περιορισμένες παραγωγικές δυνάμεις που ήδη διαθέτει η χώρα, πώς θα μπορέσει
να εκμεταλλευτεί τα εδάφη της Βόρειας Ηπείρου και των Δωδεκανήσων που
διεκδικούσε η κυβέρνηση Τσαλδάρη την εποχή εκείνη. Είναι, λοιπόν, σαφές, όπως
συμπεραίνει, ότι η επέκταση δεν θα εξυπηρετήσει τίποτα περισσότερο από μια
αρπαγή προκεφαλαιοκρατικού τύπου για την οικονομική ευμάρεια μιας ολιγαρχίας
και όχι την συνολική αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού λαού. Αυτή
μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την πραγματική ανασυγκρότηση, που,
ανατρέποντας τις καθυστερημένες παραγωγικές σχέσεις που κυριαρχούν στη χώρα,
θα ανατρέψει μαζί και αυτήν την ολιγαρχία.89
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σχετικά με το θέμα της βιωσιμότητας παρουσιάζει και ο
διάλογος που εκτυλίσσεται μέσα από τις σελίδες του Ανταίου ανάμεσα στον Σ.
Μάξιμο και τον Π. Κουβέλη. Αφορμή αυτού του διαλόγου στάθηκε ένα άρθρο του Σ.
Μάξιμου στο τεύχος 6, στις 15 Αυγούστου 1945, με το οποίο ασκεί δριμεία κριτική
στον Π. Κουβέλη κατηγορώντας τον ότι ενώ με το βιβλίο του Η ενεργειακή οικονομία
της Ελλάδος υποστηρίζει την θέση περί βιωσιμότητας της χώρας, με πρόσφατο άρθρο
του δημοσιευμένο τον Ιούλιο στην εφημερίδα Ελλάδα του Γ. Παπανδρέου ισχυρίζεται

88
Ό.π.
89
Ό.π.
[32]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

το αντίθετο. Πιο αναλυτικά, κατηγορεί τον Π. Κουβέλη ότι ενώ στο βιβλίο
υποστηρίζει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει το κυριότερο βιομηχανικό κέντρο της
ανατολικής Μεσογείου, στο άρθρο ισχυρίζεται ότι η όποια εκβιομηχάνιση δεν θα
είναι αρκετή για να αλλάξει ουσιαστικά το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας.
Επίσης, ενώ στο βιβλίο διατύπωνε την θέση πως η χώρα μπορούσε να γίνει η τρίτη
μεγαλύτερη αλουμινοπαραγωγός δύναμη, ενάμιση χρόνο αργότερα εκτιμά ότι τα
όποια οφέλη της βιομηχανικής ανάπτυξης στο εθνικό εισόδημα θα είναι ασήμαντα.
Μάλιστα, ο Σ. Μάξιμος εντοπίζει αντιφάσεις και ως προς τον υπολογισμό του
εθνικού εισοδήματος, καθώς ενώ στο βιβλίο του ο Π. Κουβέλης ανέφερε ότι η
αύξηση του μόνο από την αλουμινοβιομηχανία θα μπορούσε να είναι 2,5
δισεκατομμύρια προπολεμικές δραχμές ετησίως, τώρα εκτιμά την αύξηση που θα
προκύψει από το σύνολο της βαριάς βιομηχανίας σε μόλις 1,5 δισεκατομμύριο
προπολεμικές δραχμές. Ο Σ. Μάξιμος, κλείνει την κριτική του κατατάσσοντας τον Π.
Κουβέλη στη σωρεία εκείνη των επιστημόνων που επιδιώκουν την ανέλιξη τους μέσα
από την υπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων και όχι της επιστημονικής αλήθειας και
των λαϊκών συμφερόντων.90
Στο επόμενο τεύχος του Ανταίου, που εκδόθηκε τη 1η Σεπτεμβρίου 1945,
δημοσιεύεται η πρώτη απαντητική επιστολή του Π. Κουβέλη, συνοδευόμενη και από
την σχετική ανταπάντηση του Σ. Μάξιμου.
Ο Π. Κουβέλης, αφού στην αρχή κατηγορεί τον Σ. Μάξιμο ότι δεν προβάλλει κανένα
επιχείρημα που να στηρίζει την θέση περί βιωσιμότητας, ξεκαθαρίζει πως δεν υπάρχει
καμία αντίφαση ανάμεσα στα όσα αναφέρει στο άρθρο του και σε αυτά που είχε
γράψει ενάμιση χρόνο πριν. Πιο αναλυτικά, ισχυρίζεται ότι η εκτίμηση που είχε
διατυπώσει στο βιβλίο του για την δυνατότητα της Ελλάδας να καταστεί το κυριότερο
βιομηχανικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου, δεν έχει καμία σχέση με την
πρόσφατη παρατήρηση του ότι το οικονομικό πρόβλημα της χώρας οφείλεται στην
στενότητα του χώρου, την χαμηλή παραγωγικότητα των εδαφών, την ραγδαία αύξηση
του πληθυσμού και την μόνιμη παθητικότητα του ισοζυγίου λογαριασμών. Η
ανάπτυξη των βιομηχανικών δυνατοτήτων της χώρας θα μπορούσε να γίνει, μόνο
όμως με την συνδρομή ξένων κεφαλαίων, γεγονός που δεν θα την καθιστούσε
βιώσιμη. Σε ό,τι αφορά την δεύτερη αντίφαση που του προσάπτει ο Σ. Μάξιμος,
ισχυρίζεται ότι η ανάδειξη της Ελλάδας σε τρίτη στον κόσμο αλουμινοπαραγωγό
90
Σ. Μάξιμος, «Η κρίση της επιστήμης στην Ελλάδα», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 6, 1945, σελ. 152-153
[33]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

χώρα δεν σημαίνει κιόλας ότι θα αυξηθεί τόσο πολύ το εθνικό εισόδημα, ώστε να
βελτιωθεί αισθητά η συνολικότερη οικονομική κατάσταση. Τέλος, στο ζήτημα των
διαφορετικών εκτιμήσεων της αύξησης του εθνικού εισοδήματος εξηγεί ότι στο
βιβλίο έκανε λόγο για την ακαθάριστη αξία της βιομηχανικής παραγωγής που σαν
μέγεθος είναι πολύ μεγαλύτερο από το εθνικό εισόδημα για το οποίο κάνει λόγο στο
άρθρο.91
Ο Σ. Μάξιμος στην ανταπάντηση του επισημαίνει ότι, το αν και κατά πόσο η Ελλάδα
μπορεί να γίνε βιώσιμη, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αν μπορεί να αναπτύξει
μια αξιόλογη βιομηχανική παραγωγή. Το πρόβλημα, λοιπόν, της βιωσιμότητας μιας
χώρας είναι πρόβλημα παραγωγικότητας, δηλαδή πρόβλημα ανάπτυξης των
παραγωγικών της δυνάμεων και των ανάλογων παραγωγικών σχέσεων. Έτσι,
σύμφωνα με τον Σ. Μάξιμο, μια χώρα μπορεί να γίνει βιώσιμη όταν η διαθέσιμη
εργασία κινητοποιεί τα παραγωγικά μέσα με τέτοιο τρόπο, ώστε, σε συνδυασμό και
με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, σταδιακά να ελαττώνεται η καταβαλλόμενη κατά
την παραγωγική διαδικασία ένταση εργασίας και να αυξάνει αντίστοιχα η ένταση
κεφαλαίου. Όταν, λοιπόν, λέγεται για την Ελλάδα ότι δεν είναι βιώσιμη αυτό
σημαίνει αφενός ότι οι παραγωγικές συνθήκες δεν επιτρέπουν την μέγιστη δυνατή
αξιοποίηση όλης της διαθέσιμης εργατικής δύναμης και αφετέρου ο βαθμός
ανάπτυξης των μέσων παραγωγής είναι πολύ κατώτερος των άλλων χωρών.
Επομένως, το πρόβλημα της Ελλάδας, κατά τον Σ. Μάξιμο έγκειται στην παραγωγική
υποαπασχόληση του πληθυσμού για την οποία ευθύνεται όχι η στενότητα του χώρου
αλλά η καθυστερημένη κοινωνική οργάνωση την οποία έχει επιβάλει μια παρασιτική
ολιγαρχία.92
Συνεχίζοντας ο Σ. Μάξιμος, υποστηρίζει ότι η βιωσιμότητας της χώρας από την
πλευρά της επάρκειας πρώτων υλών έχει ήδη αποδειχθεί από πολλούς μελετητές
καθώς πολλοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο ελληνικός χώρος περικλείει
ανεξάντλητες δυνατότητες εκμετάλλευσης, που, αν αξιοποιηθούν, μπορούν να
εξασφαλίσουν αναβαθμισμένο βιοτικό επίπεδο όχι μόνο στον υπάρχοντα πληθυσμό
αλλά και σε πολύ μεγαλύτερο. Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι αν υπάρχουν
δυνατότητες αλλά το πώς αυτές θα τεθούν κάτω από μια συνδυασμένη και καλά

91
Π. Κουβέλης, «Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα: επιστολή του Π. Κουβέλη», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 7,
1945, σελ. 162-163
92
Σ. Μάξιμος, «Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα: απάντηση του κ. Σ. Μάξιμου», Ανταίος, Χρόνος Α΄,
7, 1945, σελ. 163-164
[34]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

σχεδιασμένη εκμετάλλευση, ώστε να αποτελέσουν την βάση βιομηχανιών που κι


αυτές με τη σειρά τους θα δώσουν την δυνατότητα μιας περαιτέρω βιομηχανικής
ανάπτυξης.93
Σε ό,τι αφορά την θέση του Π. Κουβέλη ότι η βιομηχανοποίηση δεν θα επιφέρει
ριζική μεταβολή στην διάρθρωση της οικονομίας αφού θα είναι βασισμένη σε ξένα
κεφάλαια, ο Σ. Μάξιμος απαντά ότι είναι αντιεπιστημονική επιπολαιότητα να
πιστεύει κανείς ότι η ανάπτυξη της πιο σύγχρονης βαριάς βιομηχανίας δεν θα
επηρεάσει την οικονομική διάρθρωση της χώρας. Και αυτό γιατί η διάρθρωση μιας
οικονομίας είναι συνάρτηση αφενός του βαθμού τεχνολογικής ανάπτυξης, της
ποσότητας και της ποιότητας των διαθέσιμων μέσων παραγωγής αφετέρου των
παραγωγικών σχέσεων που προκύπτουν από την ακατάπαυστη μετατροπή και
συγκεντροποίηση αυτών των μέσων παραγωγής και κατά τρίτον της οργανικής
σύνθεσης του κεφαλαίου που κυριαρχεί σε κάθε στιγμή. Το κεφάλαιο, κατά τον Σ.
Μάξιμο, είτε ξένο είτε εθνικό, εφόσον τροποποιεί τους όρους παραγωγής, τροποποιεί
και την διάρθρωση της οικονομίας μιας χώρας. Το αν το ξένο κεφάλαιο θα επιδιώξει
την ληστρική εκμετάλλευση του τόπου ή θα συμβάλει στην ανάπτυξη του, εξαρτάται
εν πολλοίς από τον χαρακτήρα της εξουσίας που υπάρχει στον τόπο αυτό. Έτσι, μια
λαϊκή κυβέρνηση, όπως σημειώνει ο Σ. Μάξιμος, θα επιδιώξει να στηρίξει την
εκβιομηχάνιση σε εσωτερικούς πόρους, ενώ η όποια καταφυγή στον ξένο δανεισμό
θα γίνεται μόνο υπό συγκεκριμένους όρους, ωφέλιμους για το λαό.94
Τέλος, εστιάζοντας ειδικά στην βιωσιμότητα της Ελλάδας, σημειώνει πως αυτή
μπορεί να μην είναι σήμερα βιώσιμη αλλά έχει τις δυνατότητες να καταστεί τέτοια
κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Πιο συγκεκριμένα, στο πεδίο της πολιτικής
θα πρέπει να συγκροτηθεί μια λαϊκή δημοκρατική εξουσία που να διεγείρει τον λαϊκό
ενθουσιασμό γύρω από ένα σχέδιο εκβιομηχάνισης ενώ στο οικονομικό επίπεδο θα
πρέπει η διεύθυνση της οικονομίας να αποσπαστεί από τα ατομικά επιχειρηματικά
συμφέροντα και να περάσει στα χέρια του κράτους στα πλαίσια μιας κεντρικά
σχεδιασμένης οικονομίας.95
Με δεύτερη επιστολή του ο Π. Κουβέλης αποφεύγει να τοποθετηθεί πάνω στα
θέματα περί βιωσιμότητας και ανοικοδόμησης που έθεσε ο Σ. Μάξιμος, καθώς τα
θεωρεί εκτός πλαισίου της κουβέντας, και αρκείται απλά να σημειώσει πως ο
93
Ό.π., σελ. 165
94
Ό.π., σελ. 165-166
95
Ό.π., σελ. 166
[35]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

συνομιλητής του επέλεξε, λόγω αδυναμίας, να αποσιωπήσει στην ανταπάντηση του


το πρώτο και πιο σημαντικό σημείο τριβής, αυτό περί εθνικού εισοδήματος, που
αποτέλεσε άλλωστε και την αφορμή να ξεκινήσει αυτός ο διάλογος.96
Η μομφή αυτή δίνει την αφορμή στον Σ. Μάξιμο να εκθέσει την θέση του περί
εθνικού εισοδήματος με μια δεύτερη ανταπάντηση. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζει
ότι η εργασία είναι η μοναδική πηγή του εθνικού εισοδήματος. Αυτό σημαίνει ότι όσο
αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας τόσο αυξάνεται και το εθνικό εισόδημα. Η
μέγιστη παραγωγικότητα προϋποθέτει μια οργανική σύνθεση κεφαλαίου τέτοια που
μόνο στα πλαίσια της βιομηχανίας μπορεί να υπάρξει. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η
βιομηχανική παραγωγή μπορεί να επιφέρει ασύγκριτα μεγαλύτερη αύξηση του
εθνικού εισοδήματος από ότι η γεωργία, γεγονός που αναιρεί την θέση του Π.
Κουβέλη πως η ανάπτυξη της αλουμινοβιομηχανίας και γενικότερα της βαριάς
βιομηχανίας δεν θα βελτιώσει αισθητά το εθνικό εισόδημα της χώρας.97

β) Γενικό περίγραμμα και προδιαγραφές της ανοικοδόμησης


Ξεκινάμε αυτό το υποκεφάλαιο με μια αναφορά σε ένα από τα βασικότερα άρθρα του
Ανταίου, στο οποίο αποτυπώνεται σε αδρές γραμμές η οπτική του όλου εγχειρήματος.
Στο δεύτερο άρθρο του περιοδικού, αμέσως μετά το προγραμματικό κείμενου του Χ.
Θεοδωρίδη, ο Δ. Μπάτσης περιγράφει συνοπτικά ποιο είναι το βασικό πρόβλημα με
το οποίο θα χρειαστεί να αναμετρηθεί κάθε προσπάθεια ουσιαστική ανοικοδόμησης.
Κατά τον συγγραφέα, το πρόβλημα δεν είναι η ανεπάρκεια κεφαλαίων, μεταφορικών
μέσω και πρώτων υλών, όπως ισχυρίζονται διάφοροι αστοί οικονομολόγοι και
πολιτικοί, αλλά η ελαττωματική λειτουργία της οικονομίας που έχει ως αποτέλεσμα η
παραγωγή να μην γίνεται με στόχο την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών αλλά την
μεγιστοποίηση του κέρδους ορισμένων βιομηχανικών και πιστωτικών μονοπωλίων. Η
κερδοσκοπική αυτή λογική είναι, σύμφωνα με τον Δ. Μπάτση, που σε συνθήκες
άνισης κατανομής εισοδημάτων και ανεπαρκούς ζήτησης κρατά καθηλωμένη την
βιομηχανική παραγωγή και λειτουργεί ανασχετικά για όσες τεχνολογικές επιλογές
δεν μεγιστοποιούν τα επιχειρηματικά κέρδη. Την ίδια στιγμή δεν επιτρέπει την
σχεδιασμένη διοχέτευση των διαθέσιμων κεφαλαίων σε διάφορους τομείς με σκοπό

96
Π. Κουβέλης, Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα. Δύο καινούργιες επιστολές: επιστολή του Π.
Κουβέλη», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 9, 1945, σελ. 202-203
97
Σ. Μάξιμος, «Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα. Δύο καινούργιες επιστολές: Τι απαντά ο κ. Σ.
Μάξιμος», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 9, σελ. 203
[36]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

την κίνηση της οικονομίας με αποτέλεσμα η αγροτική παραγωγή να υφίσταται τον


μαρασμό καθώς στερείται των αναγκαίων πιστώσεων.98
Ως εκ τούτου, για τον Δ. Μπάτση, δεν συνιστούν λύση στο πρόβλημα της
ανοικοδόμησης τα όσα προτείνονται από διάφορους αστούς οικονομολόγους για
αναζήτηση κεφαλαίων στο εξωτερικό με την μορφή δανείων ή δωρεών, για εδαφική
επέκταση μέσω της εξάπλωσης στις γειτονικές χώρες ή της παραχώρησης αποικιών
και τέλος για εξασφάλιση της δυνατότητας να διοχετευτεί το πλεονάζον εργατικό
δυναμικό της χώρας στο εξωτερικό μέσω της μετανάστευσης.99 Αυτό που χρειάζεται
να γίνει, σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι να απελευθερωθεί ο λαός και η οικονομία
από κάθε αντιπαραγωγικό, αντιοικονομικό και εκμεταλλευτικό εμπόδιο που έστηνε
στην πρόοδο της χώρας μια μονοπωλιακή κερδοσκοπική ολιγαρχία.100 Απαιτείται,
όπως αναφέρει και σε επόμενο άρθρο του, να εξουδετερωθούν όλοι εκείνοι οι
παράγοντες που δρούσαν καταστρεπτικά και διαλυτικά μέσα στην οικονομία,
εμποδίζοντας αφενός την πραγματοποίηση της επάρκειας σε καταναλωτικά και
παραγωγικά είδη και αφετέρου την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων με τέτοιο
τρόπο, ώστε να υπάρξει μια μετάβαση από την αναπαραγωγή αντιοικονομικών
παραγωγικών σχέσεων στην αξιοποίηση του εθνικού πλούτου στα πλαίσια νέων
παραγωγικών σχέσεων.101
Το πώς ακριβώς θα μπορούσε να γίνει αυτό το αποσαφηνίζει ο Ν. Κιτσίκης με άρθρο
του στο ίδιο τεύχος. Αφού, αρχικά, ταυτίσει την ανοικοδόμηση με μια διαρκώς
ανοδική πορεία που τείνει έως την ολοκλήρωση των επιδιώξεων του σοσιαλισμού,102
σημειώνει πως η υλοποίηση της πορείας αυτής προϋποθέτει τον συντονισμό όλων
των δυνάμεων σε μια οργανωμένη προσπάθεια. Ένας τέτοιος συντονισμός μπορεί να
γίνει μόνο στα πλαίσια ανοικτών σχεδίων, βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων,
προσιτών στην επεξεργασία και τον έλεγχο από τον λαό. 103 Μάλιστα, όπως
σημειώνει, η συμμετοχή των εργαζομένων στην κριτική και εφαρμογή των σχεδίων
αυτών είναι η καλύτερη εγγύηση για την επιτυχία της ανοικοδόμησης, γιατί ακριβώς
μέσω αυτής κινητοποιείται η σοσιαλιστική άμιλλα της εργατικής τάξης,

98
Δ. Μπάτσης, «Το βασικό πρόβλημα της ανοικοδόμησης», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 1, 1945, σελ. 2-4
99
Ό.π., σελ. 2
100
Ό.π., σελ. 4
101
Δ. Μπάτσης, «Πρόγραμμα ανοικοδόμησης ή ‘‘έλεγχος τιμών’’;», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3, 1945, σελ.
61
102
Ν. Κιτσίκης, «Η τεχνική παιδεία στο πλαίσιο της ανοικοδόμησης (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος
Α΄, 1, 1945, σελ. 7
103
Ό.π., σελ. 5
[37]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

απελευθερώνεται η δημιουργικότητα και η ζωτικότητα της και αυξάνεται η θέληση


της για δουλειά. Ειδικά σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των οικονομικών σχεδίων, αυτή
προϋποθέτει την κοινωνικοποίηση της οικονομίας, την λειτουργία της δηλαδή με
τέτοιο τρόπο, ώστε να εξυπηρετούνται όχι τα επιχειρηματικά αλλά τα λαϊκά
συμφέροντα. Ως εκ τούτου, συμπεραίνει, η σχεδιοποιημένη ανοικοδόμηση μπορεί να
συντελεστεί μόνο από το κράτος και μόνο στα πλαίσια σοσιαλιστικής κοινωνικής
οργάνωσης.104
Η σοσιαλιστική οργάνωση, λοιπόν κατά τον Ν. Κιτσίκη, κρίνεται ως η πιο
αποτελεσματική για την πραγμάτωση των στόχων της ανοικοδόμησης καθώς είναι η
μόνη που επιτρέπει την ανώτερη τεχνική πλαισίωση της παραγωγής, την ανώτερη
παραγωγικότητα και την ανώτερη ποιότητα στα πλαίσια μιας ενιαίας, ολιστικής
διοίκησης που θα κινητοποιεί όλους τους διαθέσιμους πόρους για τις ανάγκες του
λαού και όχι για το ατομικό συμφέρον.105 Είναι σαφές, λοιπόν, πως η ανοικοδόμηση
προϋποθέτει την κάθαρση από κάθε τι παλιό και τον μετασχηματισμό της ελληνικής
κοινωνίας σε σοσιαλιστικές βάσεις και όχι μια απλή επαναφορά στην προπολεμική
κατάσταση.106
Την θέση αυτή συμμερίζεται και ο Ι. Δεσποτόπουλος σημειώνοντας πως το
πραγματικό πρόβλημα είναι όχι απλά η κατασκευή κτιρίων, συγκοινωνιών και
εργοστασίων αλλά η δόμηση ενός νέου οργανισμού. Μάλιστα, επισημαίνει ότι η
ραγδαία κατάρρευση των αρνητικών στοιχείων που υπήρχαν πριν σε κάθε χώρα, η
σχεδόν εξαφάνιση των εθνικών αστικών τάξεων και η αύξηση της ενότητας των λαών
ως αποτελέσματα του πολέμου, δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για την συγκρότηση
των λαϊκών μαζών σε νέους παραγωγικούς κοινωνικούς οργανισμούς όχι μόνο σε
εθνικό αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδό.107
Την αναγκαιότητα πολυετών οικονομικών σχεδίων πάνω στα οποία θα βασίζεται η
ανοικοδόμηση επισημαίνει και ο Α. Αγγελόπουλος. Για την αποτελεσματικότερη
υλοποίηση τους, μάλιστα, σημειώνει πως είναι αναγκαία η ύπαρξη μιας κεντρικής
υπηρεσίας σχεδίου και συντονισμού που θα αποτελείται από ειδικούς όλων των
κλάδων και θα έχει ως σκοπό της την κατάρτιση των οικονομικών σχεδίων και την
παρακολούθηση της εκτέλεσης τους. Η υπηρεσία αυτή θα πρέπει να ελέγχεται είτε

104
Ό.π., σελ. 5-6
105
Ό.π., σελ. 6
106
Ό.π., σελ. 7
107
Ι. Δεσποτόπουλος, «‘’Ανοικοδόμηση…’’», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 1, 1945, σελ. 13-14
[38]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

από έναν υπουργό που θα είναι επιφορτισμένος με αυτήν ακριβώς την αρμοδιότητα
είτε από μια επιτροπή αποτελούμενη από τους υπουργούς των διαφόρων
παραγωγικών υπουργείων. Παράλληλα, θα πρέπει, όπως επισημαίνει ο Α.
Αγγελόπουλος, οι μεγάλες τράπεζες και οι σημαντικότερες βιομηχανίες να
περιέλθουν υπό κρατικό έλεγχο ενώ οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να
παραμείνουν ιδιωτικές λειτουργώντας όμως στα πλαίσια του εκάστοτε δημόσιου
οικονομικού σχεδίου. Τέλος, θα πρέπει οι δημόσιες υπηρεσίες να οργανωθούν και να
στελεχωθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι εφικτή η ουσιαστική άσκηση ελέγχου.108
Στην σημασία του ελέγχου, των επιτάξεων αλλά και των εθνικοποιήσεων ως
εργαλείων αναγκαίων για την προώθηση της ανοικοδόμησης θα σταθεί και ο Σ.
Μάξιμος στο αρκετά εκτενές άρθρο του με τίτλο «Η ανοικοδόμηση στο φως των
αντιθέσεων της σύγχρονης οικονομίας» που θα δημοσιευτεί σε δύο μέρη. Αρχικά,
σημειώνει πως ο έλεγχος είναι η αμεσότερη μορφή με την οποία η εργασία
παρεμβαίνει στην διαδικασία της παραγωγής όχι σαν παθητικός συντελεστής αλλά
ενεργητικά, σχεδόν διευθυντικά. Μια τέτοια παρέμβαση δεν προϋποθέτει την αλλαγή
της κρατικής εξουσίας, μπορεί να είναι εξωθεσμική, ανεξάρτητη δηλαδή από την
βούληση του κράτους ή ακόμα και σε αντίθεση με αυτήν και οργανωμένη από τα
κάτω.109
Όπως σημειώνει ο Σ. Μάξιμος, οι όροι υπό τους οποίους μπορούν οι εργαζόμενοι να
αποκτήσουν τον έλεγχο μιας επιχείρησης είναι όροι βαθειάς οικονομικής και
κοινωνικής κρίσης που συνεπάγονται εξάρθρωση της οικονομίας και διάσπαση της
συνοχής των άλλων συντελεστών της παραγωγής. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες
αποσάθρωσης, το έως τότε κυρίαρχο κοινωνικά στοιχείο, που ήταν η ιδιοκτησία στα
μέσα παραγωγής, αποσύρεται ή ατονεί δημιουργώντας χώρους που επιτρέπουν στην
οργανωμένη εργατική δύναμη να βγει στο προσκήνιο, και, παίρνοντας τον έλεγχο της
παραγωγικής διαδικασίας, να αναλάβει την συνέχιση της οικονομικής δράσης με
σκοπό πλέον όχι το ατομικό συμφέρον αλλά την κάλυψη των άμεσων κοινωνικών
αναγκών.110 Κύριος στόχος του ελέγχου, σύμφωνα με τον Σ. Μάξιμο, είναι να
προσβάλει την ατομική ιδιοκτησία μιας επιχείρησης και χωρίς να διασπάσει τις

108
Α.Θ. Αγγελόπουλος, «Βάσεις και σκοποί του σχεδίου παραγωγικής εργασίας», Ανταίος, Χρόνος Α΄,
3, 1945, σελ. 71
109
Σ. Μάξιμος, «Η ανοικοδόμηση στο φως των αντιθέσεων της σύγχρονης οικονομίας: Έλεγχος-
Επίταξη-Εθνικοποίηση (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 15-16, 1946, σελ. 327
110
Ό.π., σελ. 327
[39]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

σχέσεις κεφάλαιου-εργασίας να υποτάξει το πρώτο στον έλεγχο της δεύτερης. Για τον
λόγο, αυτό ο έλεγχος νοείται ως κάτι προσωρινό που βοηθά στην διαδικασία
κοινωνικού μετασχηματισμού.111
Τέλος ο έλεγχος, όπως παρατηρεί ο Σ. Μάξιμος, θέτοντας τους εργαζόμενους σε
διευθυντική θέση επί της παραγωγικής διαδικασίας έρχεται να τους καταστήσει
περισσότερο υπεύθυνους δημιουργώντας τους μεγαλύτερη αίσθηση καθήκοντος που
καταλήγει σε πρόσθετη προσπάθεια. Έτσι, ο έλεγχος γίνεται αιτία μεγάλης
οικονομικής δραστηριότητας από την οποία επωφελείται όλη η κοινωνία.112
Περνώντας στο μέτρο της επίταξης, ο Σ. Μάξιμος τονίζει πως πρόκειται για ένα
κρατικό μέτρο κοινωνικού χαρακτήρα που αποσκοπεί στο να άρει με την βία, έστω
και προσωρινά, τα εμπόδια που η ιδιοκτησία μπορεί να παρεμβάλει στην παραγωγή.
Η άρση αυτή γίνεται μέσα από την υπαγωγή μιας επιχείρησης σε άμεσο κρατικό
έλεγχο, οπότε, κατά έναν τρόπο, η επίταξη συνιστά μια προδρομική φάση
κρατικοποίησης-εθνικοποίησης.113 Με την ένταξη της επιχείρησης που επιτάσσεται
στη σφαίρα της δημόσιας οικονομίας η ιδιοκτησία προσβάλλεται και στον οικονομικό
της σκοπό που είναι το ατομικό κέρδος. Παρόλα αυτά, η επίταξη παραμένει μέτρο
που αφορά περισσότερο την διαχείριση της επιχείρησης παρά την ιδιοκτησία της.114
Το σημαντικότερο, όμως, βήμα στην προσπάθεια της ανοικοδόμησης είναι, σύμφωνα
με τον Σ. Μάξιμο αυτό της εθνικοποίησης. Η εθνικοποίηση είναι ένα σύνολο μέτρων
με τα οποία προσδιορίζεται όχι μόνο η διεύθυνση και η διαχείριση αλλά ακόμα και η
ιδιοκτησία των πιο προχωρημένων και πιο αποφασιστικών επιχειρήσεων μιας
κοινωνίας. Ενώ δηλαδή με την επίταξη το λαϊκό κράτος γίνεται προσωρινός
διαχειριστής, με την εθνικοποίηση γίνεται ιδιοκτήτης. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει ο Σ.
Μάξιμος, αυτή η πράξη κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας δεν γενικεύεται σε
όλους τους κλάδους της οικονομίας παρά μόνο σε όσους θεωρούνται νευραλγικής
σημασίας. Με την εθνικοποίηση, λοιπόν, η οικονομική διεύθυνση αφαιρείται από την
ολιγαρχία και περιέρχεται στα χέρια του λαού που είναι οργανωμένος σε κυρίαρχη
δύναμη. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, όπως επισημαίνεται, το αίτημα της

111
Σ. Μάξιμος, «Η ανοικοδόμηση στο φως των αντιθέσεων της σύγχρονης οικονομίας: Έλεγχος-
Επίταξη-Εθνικοποίηση (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-20, 1946, σελ. 406
112
Ό.π., σελ. 406
113
Ό.π.,
114
Ό.π., σελ. 407
[40]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

εθνικοποίησης σε χώρες όπως η Ελλάδα, που βρίσκονται υπό τον έλεγχο ξένων
δυνάμεων, συνδέεται άμεσα με αυτό της εθνικής ανεξαρτησίας.115
Συνοψίζοντας, ο έλεγχος στην παραγωγή και την οικονομία μπορεί, κατά τον Σ.
Μάξιμο, να διατυπωθεί σαν αίτημα πριν υπάρξει κρατική αλλαγή. Η επίταξη όμως
και η εθνικοποίηση, που είναι και τα σημαντικότερα εργαλεία στην προσπάθεια
ανοικοδόμησης, προϋποθέτουν, ως μέτρα καθαρά κρατικά, τη μετατόπιση της βάσης
της εξουσίας και του κρατικού μηχανισμού, που σημαίνει την είσοδο του λαϊκού
στοιχείου στην πολιτική εξουσία.116
Στην σημασία του ελέγχου συμφωνεί και ο Α. Αγγελόπουλος ο οποίος τον θεωρεί ως
μια από τις πέντε βασικές αρχές που θα πρέπει να διέπουν το οικονομικό πρόγραμμα
της μεταβατικής περιόδου. Πολλά προγράμματα, κατά τον Α. Αγγελόπουλο,
απέτυχαν, επειδή ακριβώς έπασχαν στο ζήτημα της οργάνωσης και του ελέγχου, με
αποτέλεσμα να δημιουργούνται όροι αναρχίας στην κίνηση της οικονομίας.
Απαιτείται, λοιπόν, συστηματικός έλεγχος όλων των εκδηλώσεων της οικονομικής
ζωής (παραγωγή, διανομή, πιστώσεις, τιμές). Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδεχομένως
να χρειάζεται το κράτος να προχωρήσει και πέρα από τον έλεγχο, φτάνοντας μέχρι
και την επίταξη, αν αυτό κρίνεται αναγκαίο για την μεγαλύτερη αύξηση της
παραγωγής. Και πάλι, όμως, οι όποιες επιτάξεις θα πρέπει να γίνονται όχι
αποσπασματικά αλλά με τρόπο συστηματικό ως οργανικό μέρος ενός σχεδίου
ανοικοδόμησης.117
Μια δεύτερη αρχή του μεταβατικού προγράμματος θα πρέπει να είναι, σύμφωνα με
τον Α. Αγγελόπουλο, η εργασία. Αυτή είναι που καθορίζει το μέγεθος της παραγωγής
και του εισοδήματος μιας χώρας καθώς και την αξία του νομίσματος. Στη βάση της
ανοικοδόμησης, λοιπόν, θα πρέπει να βρίσκεται η εργασία και στόχος της
κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η κατάρτιση ενός σχεδίου πλήρους απασχόλησης που
θα κινητοποιεί όλο το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό της χώρας.118
Παράλληλα, μια ακόμα βασική αρχή του προγράμματος ανοικοδόμησης θα πρέπει να
είναι η σταθερότητα του νομίσματος, καθώς χωρίς αυτήν χάνεται η βασική του
λειτουργία ως μέτρου των αξιών με αποτέλεσμα να μην μπορεί να λειτουργήσει

115
Ό.π., σελ. 408
116
Ό.π., σελ. 406
117
Α.Θ. Αγγελόπουλος, «Οι κεντρικές αρχές για ένα μεταβατικό οικονομικό πρόγραμμα», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 13-14, 1945, σελ. 295-296
118
Ό.π., σελ. 295
[41]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

αποτελεσματικά κανένας κλάδος της οικονομίας. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο


Α. Αγγελόπουλος, σημασία δεν έχει το ύψος της τιμής της λίρας όσο το αν τιμή αυτή
θα μένει σταθερή, χωρίς μεγάλες διακυμάνσεις προκειμένου να αποφεύγεται τόσο ο
πληθωρισμός όσο και ο αντιπληθωρισμός.119
Ένα πρόγραμμα ανοικοδόμησης θα πρέπει, πλάι σε όλα τα άλλα, να δημιουργεί και
την αίσθηση της ισότητας στην θυσία, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Α. Αγγελόπουλος.
Όταν κάποιος νιώθει πως η συμμετοχή στα δημόσια βάρη είναι κοινή για όλους και
με δίκαιο τρόπο, τότε δέχεται με περισσότερη διάθεση την όποια θυσία του ζητηθεί.
Η φορολογική πολιτική του κράτους θα πρέπει, λοιπόν, να βασιστεί σε αυτήν την
λογική.120
Τέλος, πέμπτη αρχή, σύμφωνα με τον Α. Αγγελόπουλο, είναι η επιδίωξη της μέγιστης
δυνατής συμμαχικής ενίσχυσης. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να επιδιωχθεί η
υποστήριξη των συμμάχων στο ζήτημα των επανορθώσεων, η αύξηση της βοήθειας
από την UNRA, η χορήγηση συμμαχικών ενισχύσεων για την αποκατάσταση του
παραγωγικού μηχανισμού της χώρας καθώς και δανείων εκ μέρους διεθνώς
οργανισμών για την αξιοποίηση των παραγωγικών πηγών της χώρας. Βέβαια, θα
πρέπει να είναι σαφές, όπως σημειώνει, ότι το ξένο κεφάλαιο είναι χρήσιμο μόνο
όταν διατίθεται για την πραγματική εξυπηρέτηση των αναγκών του λαού.121
Εκτός από τα παραπάνω, που θέτουν ένα γενικό πλαίσιο αρχών πάνω στις οποίες θα
πρέπει να στηριχθεί η ανοικοδόμηση, έχει ενδιαφέρον να σταθούμε και σε κάποια
ακόμα άρθρα που επιχειρούν να θέσουν ένα περίγραμμα άμεσων στόχων και
βημάτων, που θα πρέπει να ακολουθηθούν κατά τα πρώτα στάδια της
ανοικοδόμησης.
Ένα τέτοιο περίγραμμα δίνεται από τον Ν. Κιτσίκη ήδη στο πρώτο τεύχος του
Ανταίου, περιγράφοντας τα τεχνικά έργα που χρειάζεται να γίνουν στα πλαίσια της
ανοικοδόμησης και παράλληλα θέτοντας τον ορίζοντα και το βάθος της όλης
διαδικασίας. Η ανάλυση του βασίζεται εν πολλοίς στη θέση ότι η ολική καταστροφή
που έχουν υποστεί οι υποδομές της χώρας επιτρέπει, ώστε αυτές να ειδωθούν ξανά
από την αρχή.
Αρχικά, στον τομέα των συγκοινωνιών χρειάζεται, όπως παρατηρεί ο Ν. Κιτσίκης, να
υπάρξει μια νέα προσεκτική και μελετημένη χάραξη των κυριότερων
119
Ό.π., σελ. 296
120
Ό.π., σελ. 296
121
Ό.π., σελ. 296-297
[42]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

συγκοινωνιακών αρτηριών που να συνδυάζει τους δρόμους με τις σιδηροδρομικές


γραμμές και να μπορεί να συσχετιστεί με τις ναυτιλιακές αρτηρίες. Σε ό,τι αφορά τα
λιμάνια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, αυτά θα πρέπει όχι απλά να
επισκευαστούν αλλά να επανασχεδιαστούν και να εξοπλιστούν προκειμένου να
μπορέσουν να υποστηρίξουν την επιδιωκόμενη βιομηχανική και εμπορική ανάπτυξη.
Ειδικά, το λιμάνι του Πειραιά θα πρέπει να διευρυνθεί με την μετατροπή των γύρω
όρμων σε λιμάνια, ώστε να καταστεί το μεγαλύτερο λιμάνι της Ανατολικής
Μεσογείου.122
Αντίστοιχα, στο ζήτημα της πολεοδομίας, υποστηρίζει ότι θα πρέπει η ανοικοδόμηση
των κατεστραμμένων οικισμών και των σπιτιών να γίνει με τέτοιο τρόπο, ώστε να
εξασφαλίζεται η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των λαϊκών στρωμάτων. Σε
κάθε περίπτωση, θα πρέπει να υπάρξει αντικατάσταση των παλιών μικρών και
ανθυγιεινών σπιτιών από κατοικίες ευάερες και ευήλιες που θα εξασφαλίζουν
αξιοπρεπείς και πολιτισμένες συνθήκες ζωής.123
Παράλληλα, ως καθοριστικής σημασίας αξιολογούνται τα υδραυλικά
εγγειοβελτιωτικά έργα καθώς μπορούν να παίξουν κομβικό ρόλο στην βελτίωση της
αγροτικής παραγωγής. Οι αρδευόμενες εκτάσεις ανέρχονται μόλις στο 1/10 επί του
συνόλου των καλλιεργούμενων εδαφών την στιγμή που άλλες εκτάσεις
αχρηστεύονται από τα υπερβολικά νερά που τις πλημμυρίζουν ενώ, βάσει διαφόρων
μελετών, υπάρχει η δυνατότητα να αρδευτούν όλες σχεδόν οι καλλιεργούμενες
εκτάσεις της χώρας. Ο Ν. Κιτσίκης υποστηρίζει ότι με τα κατάλληλα
αποστραγγιστικά και αρδευτικά έργα καθώς και με την διευθέτηση ποταμών και
χειμάρρων θα καταστεί εφικτή η υλοποίηση αυτής της δυνατότητας γεγονός που θα
οδηγήσει την αγροτική παραγωγή σε τετραπλασιασμό του όγκου της.124
Αυτό, όμως, που θεωρείται από τον Ν. Κιτσίκη ως η πρώτη και πιο κομβική
προτεραιότητα, που θα πρέπει να υλοποιηθεί πάση θυσία και με κάθε κόστος, είναι η
κατασκευή των αναγκαίων εκείνων υδροδυναμικών έργων που θα επιτρέψουν την
μέγιστη δυνατή εκμετάλλευση των υδατοπτώσεων για παραγωγή ηλεκτρικής
ενέργειας. Είναι τόσο μεγάλες οι δυνατότητες της χώρας σε αυτό το πεδίο, που θα
μπορούσαν, όπως εκτιμά ο συντάκτης του άρθρου, να καλυφθούν όλες οι ενεργειακές
της ανάγκες, μεταβάλλοντας ριζικά την οικονομική της υπόσταση και φυσιογνωμία.
122
Ν. Κιτσίκης, «Η τεχνική παιδεία στο πλαίσιο της ανοικοδόμησης (πρώτο μέρος)», ό.π., 1945, σελ. 8
123
Ό.π., σελ. 8-9
124
Ό.π., σελ. 9-10
[43]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Τα εκτεταμένα υδροηλεκτρικά έργα θα πρέπει να συνοδευτούν από την δημιουργία


ενός εθνικού ηλεκτρικού δικτύου υψηλής τάσης που θα επιτρέπει την μεταφορά
ηλεκτρικής ενέργειας από τον ένα σταθμό παραγωγής στον άλλο εξασφαλίζοντας
έτσι την αλληλοσυμπλήρωση τους. Κάτι τέτοιο κρίνεται αναγκαίο καθώς μόνο ο
Αχελώος και ο Αλιάκμονας επιτρέπουν την δημιουργία μεγάλων υδροηλεκτρικών
μονάδων ενώ τα υπόλοιπα ποτάμια της χώρας, θυμίζοντας περισσότερο μεγάλους
χείμαρρους, καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την λειτουργία αυτόνομων σταθμών.
Ιδιαίτερα σημασία για την ενεργειακή αυτάρκεια της χώρας έχει, όπως επισημαίνεται,
και η εκμετάλλευση των πλούσιων λιγνιτικών κοιτασμάτων της.125
Η αξιοποίηση των υδροηλεκτρικών και λιγνιτικών δυνατοτήτων της χώρας θα
επιτρέψει, σύμφωνα με τον Ν. Κιτσίκη, και την μεταποιητική εκμετάλλευση του τόσο
αξιόλογου ορυκτού πλούτου που διαθέτει μέσα από την ανάπτυξη βαριάς
βιομηχανίας. Αυτή όχι μόνο θα αντικαταστήσει τις πρωτόγονες μεθόδους
εκμετάλλευσης που επικρατούσαν προπολεμικά αλλά θα αποτελέσει και την βάση
του τεχνικού εξοπλισμού της χώρας μέσα από την παραγωγή των αναγκαίων
μηχανημάτων. Παράλληλα, θα επιτρέψει την δημιουργία ναυπηγείων και
αεροπορικής βιομηχανίας που θα βοηθήσουν την χώρα να εκμεταλλευτεί πιο
αποτελεσματικά την γεωγραφική της θέση στο μεταίχμιο τριών ηπείρων. Τέλος, θα
μπορέσουν να αναπτυχθούν μια σειρά ηλεκτροχημικές βιομηχανίες όπως είναι η
βιομηχανία αζώτου και καυστικής σόδας.126
Για να καταστούν όλα αυτά πράξη θα πρέπει, σύμφωνα με τον Ν. Κιτσίκη, οι
σύμμαχοι να παραχωρήσουν στην χώρα, σε επάρκεια και ελεύθερα από βάρη
αποσβέσεων, τα πρώτα υλικά μέσα, τις πρώτες ύλες, τα μηχανήματα ίσως και τα
πρώτα ειδικά τεχνικά στελέχη.127
Στο παραπάνω περίγραμμα στόχων και βημάτων συμφωνεί και ο Α. Αγγελόπουλος ο
οποίος, όμως, διακρίνει την υλοποίηση τους σε δύο στάδια. Κατά το πρώτο στάδιο,
αυτό της αποκατάστασης, οι στόχοι θα πρέπει να είναι η άμεση ενεργοποίηση των
βασικών πυλώνων του παραγωγικού μηχανισμού της χώρας, η αποκατάσταση των
καταστροφών που υπήρξαν στην στέγαση και τις συγκοινωνίες και τέλος η
περίθαλψη του πληθυσμού και η βελτίωση των όρων διαβίωσης του.128

125
Ό.π., σελ. 10
126
Ό.π., σελ. 10-12
127
Ό.π., σελ. 11
128
Α.Θ. Αγγελόπουλος, «Βάσεις και σκοποί του σχεδίου παραγωγικής εργασίας», ό.π., 1945, σελ. 72
[44]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Στο δεύτερο στάδιο, στόχος δεν είναι πλέον η αποκατάσταση αλλά η προώθηση της
πραγματικής ανασυγκρότησης. Αυτή περνά, κατά τον Α. Αγγελόπουλο, μέσα από την
αντιμετώπιση του ενεργειακού προβλήματος, την ανάπτυξη της γεωργίας και την
εκβιομηχάνιση της χώρας με βασική αιχμή την βαριά βιομηχανία. Κι εδώ αποδίδεται
κομβικός ρόλος στον πολλαπλασιασμό της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τις
υδατοπτώσεις καθώς αυτό θα επιτρέψει όχι μόνο την ηλεκτροκίνηση της γεωργίας
αλλά και την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της χώρας. Έτσι,
θα υπάρξει μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της παραγωγής, γεγονός που θα
εξασφαλίσει υψηλό επίπεδο απασχόλησης. Παράλληλα, θα πρέπει, σύμφωνα με τον
Α. Αγγελόπουλο, σε αυτό το δεύτερο στάδιο να επιδιωχθεί η βελτίωση των μεθόδων
παραγωγής, των συστημάτων εργασίας και του τεχνικού και κεφαλαιουχικού
εξοπλισμού, ώστε να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή παραγωγικότητα. Τέλος,
αναγκαία κρίνεται και η αύξηση των εξαγωγών της χώρας προκειμένου ακριβώς η
οικονομία να αποκτήσει μια δικής της δυναμική και να μειωθεί και η εξάρτηση της
από το εξωτερικό.129
Τα μέσα που πρέπει να αξιοποιηθούν για την επίτευξη των στόχων, που τίθενται και
στα δύο στάδια του σχεδίου, είναι το άφθονο εργατικό δυναμικό που διαθέτει η χώρα,
τα κεφάλαια που θα δοθούν από τους συμμάχους και η κατάλληλη οργάνωση που θα
πρέπει να βασιστεί στην κατάρτιση ενός συνειδητού οικονομικού σχεδίου.130
Σε ό,τι αφορά την χρηματοδότηση του σχεδίου, ο Α. Αγγελόπουλος επισημαίνει ότι
κατά το πρώτο στάδιο τα χρήματα θα πρέπει να βρεθούν από τον προϋπολογισμό, την
πιστωτική πολιτική, την ενίσχυση των συμμάχων, τις πολεμικές επανορθώσεις και τα
εξωτερικά δάνεια. Είναι σαφές πως το βάρος στην αρχή θα πρέπει να πέσει στις
εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης, καθώς τόσο ο προϋπολογισμός όσο και η
πιστωτική πολιτική έχουν, δοσμένης της δεινής οικονομικής κατάστασης της χώρας,
πολύ περιορισμένες δυνατότητες. Ο Α. Αγγελόπουλος, όμως, εκτιμά πως όσο θα
τίθεται η παραγωγική διαδικασία σε κίνηση τόσο θα αποκαθίσταται και η εσωτερική
οικονομική λειτουργία, συμβάλλοντας έτσι περισσότερο στην προσπάθεια
ανοικοδόμησης της χώρας.131
Για την χρηματοδότηση του δευτέρου σταδίου δεν αρκεί, όπως τονίζεται, η βελτίωση
της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας. Θα πρέπει να υπάρξει μια ριζική
129
Ό.π.
130
Ό.π.
131
Ό.π., σελ. 73
[45]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

αναπροσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής πάνω σε εντελώς νέες κατευθύνσεις.


Αρχικά, θα πρέπει ο εκάστοτε προϋπολογισμός να είναι γενικός, να αφορά δηλαδή το
σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας, δημόσιας και ιδιωτικής. Παράλληλα, θα
πρέπει να έχει ως βάση του την ανθρώπινη εργασία και όχι το διαθέσιμο χρήμα ενώ
οι δαπάνες θα πρέπει να είναι τόσες, όσες απαιτούνται για να διατηρείται ένα μόνιμο
και υψηλό επίπεδο απασχόλησης για όλους καθώς και ένα αξιοπρεπές επίπεδο
διαβίωσης. Η αναζήτηση των εσόδων θα πρέπει να γίνεται κατά κύριο λόγο από
εσωτερικούς πόρους μέσω της φορολογίας ενώ ο εξωτερικός δανεισμός θα πρέπει σε
αυτό το δεύτερο στάδιο να έχει καθαρά συμπληρωματικό χαρακτήρα. Αυτή η
πολιτική, που προτείνει ο Α. Αγγελόπουλος, αντιβαίνει στις έως τότε κυρίαρχες
απόψεις περί ισοσκελισμένων προϋπολογισμών με μειωμένα έξοδα.132

γ) Η ανοικοδόμηση ανά επιμέρους τομείς


Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση του λόγου του Ανταίου για την ανοικοδόμηση, θα
σταθούμε πιο ειδικά σε ορισμένους επιμέρους τομείς με βάση την διαίρεση που κάνει
και η συντακτική ομάδα του περιοδικού και που παρατίθεται στο τέλος του τόμου Α΄.
Όπως αναφέρθηκε και εισαγωγικά, από αυτούς τους επιμέρους τομείς επιλέχθηκαν τα
άρθρα εκείνα που κρίθηκαν ως πιο αντιπροσωπευτικά του σχετικού προβληματισμού
που αναπτύχθηκε από την επιστημονική ομάδα του Ανταίου.

1. Βιομηχανία/Ορυκτός πλούτος-καύσιμα
Όπως έχει ήδη επισημανθεί, κεντρικό ρόλο στην όλη προσπάθεια ανοικοδόμησης,
έτσι όπως την ορίζει ο Ανταίος, κατέχει, η αξιοποίηση του σημαντικού ορυκτού
πλούτου της χώρας και η ανάπτυξη βαριάς βιομηχανίας. Για την υλοποίηση του
δεύτερου ο Δ. Κισκύρας ορίζει ως απαραίτητες προϋποθέσεις την ύπαρξη επαρκών
πρώτων υλών, κυρίως μεταλλευμάτων, αναγκαίων ενεργειακών πόρων, κεφαλαίων,
εργατικής δύναμης και τέλος εξωτερικών αγορών προκειμένου να διοχετευτεί εκεί το
όποιο παραγωγικό πλεόνασμα.133
Σε ό,τι αφορά τον μεταλλευτικό πλούτο, η χώρα, σύμφωνα με τον Δ. Κισκύρα,
παρουσιάζει εξαιρετική ποικιλία μεταλλευμάτων καθώς διαθέτει σε ικανοποιητικές
ποσότητες όλα όσα είναι χρήσιμα για την βιομηχανία με εξαίρεση το βολφράμιο, το
132
Ό.π., σελ. 74
133
Δ. Κισκύρας, «Ο ορυκτός μας πλούτος και οι δυνατότητες ανάπτυξης βαρειάς βιομηχανίας στην
Ελλάδα (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 9, 1945, σελ. 210
[46]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

βανάδιο, το κοβάλτιο και τον κασσίτερο. Μάλιστα, πολλά από αυτά εμφανίζονται και
επιφανειακά λόγω του διαμελισμού που υπέστη το έδαφος κατά την διάρκεια της
γεωλογικής του εξέλιξης, γεγονός που καθιστά τον εντοπισμό και την αξιοποίηση
τους ευκολότερη. Ενδεικτικό του πλούτου αυτού είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με
στατιστικές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, μόνο το διάστημα 1931-1938
παραχωρήθηκαν 1,5 εκατομμύριο στρέμματα για μεταλλευτικές εκμεταλλεύσεις.
Παράλληλα, τα περισσότερα κοιτάσματα δεν υπόκεινται σε εντατική εκμετάλλευση
ενώ πολλά μένουν τελείως ανεκμετάλλευτα.134
Η αναλυτική δε μελέτη της μεταλλογένειας, και πιο συγκεκριμένα της σύνδεσης των
μεταλλευμάτων με συγκεκριμένους τύπους πετρωμάτων, οδηγεί τον Δ. Κισκύρα, στο
συμπέρασμα πως η Ελλάδα, αναλογικά με την έκταση της, είναι μια από τις
πλουσιότερες χώρες του πλανήτη σε μεταλλευτικό πλούτο. Το σπουδαιότερο, όμως,
μετάλλευμα δεν είναι άλλο από τον βωξίτη, τα αποθέματα του οποίου ανέρχονται
οπωσδήποτε σε εκατοντάδες εκατομμύρια τόνους. Τέλος, σημειώνεται πως ο
προσδιορισμός της θέσης και η κατά προσέγγιση εκτίμηση της ποσότητας όλου
αυτού του μεταλλευτικού πλούτου μπορεί να γίνει πολύ αποτελεσματικά με χρήση
γεωφυσικών μεθόδων που είναι πολύ πιο οικονομικές και λιγότερο χρονοβόρες σε
σχέση με τις ως τότε εφαρμοζόμενες στη χώρα.135
Στο ζήτημα του ενεργειακού πλούτου, ο Δ. Κισκύρας επισημαίνει ότι η έλλειψη
λιθανθράκων και πετρελαιοπηγών θα μπορούσε επάξια να αναπληρωθεί από τα
πλούσια κοιτάσματα λιγνίτη καθώς και από τις υδατοπτώσεις. Πιο ειδικά, σε ό,τι
αφορά τους λιγνίτες, αρχικά επισημαίνει την καθυστέρηση που παρατηρείται ως προς
την αξιοποίηση τους, τονίζοντας ότι η εγχώρια λιγνιτοπαραγωγή κάλυπτε
προπολεμικά μόλις το 3% των εξόδων για καύσιμα παρόλο που ήδη από τότε είχε
διαπιστωθεί η ύπαρξη πλούσιων κοιτασμάτων σε πολλά μέρη και σε τεράστιες
εκτάσεις. Ο ίδιος υπολογίζει τα αποθέματα αυτά σε πάνω από ένα δισεκατομμύριο
τόνους, ενώ υποστηρίζει ότι υπάρχουν πολλά κοιτάσματα που δεν έχουν ακόμα
εντοπιστεί. Ως προς την ποιότητα τους οι λιγνίτες μπορούν να συγκριθούν με τους
καλύτερους των άλλων χωρών καθώς όχι μόνο έχουν μεγάλη θερμαντική δύναμη
(4.500 θερμίδες κατά μέσο όρο) και πλούσια απόδοση σε πίσσα αλλά περιέχουν και
λιγότερες φθοροποιές ουσίες όπως θειάφι και τέφρα. Σε φυσική μορφή μπορούν να

134
Ό.π., σελ. 210-211
135
Ό.π., σελ. 212
[47]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

αξιοποιηθούν στους σιδηροδρόμους, στην ατμοπλοΐα και στα εργοστάσια παραγωγής


ηλεκτρικού ρεύματος ενώ με εμπλουτισμό και επεξεργασία μπορούν να αποδώσουν
καύσιμα υψηλής θερμαντικής δύναμης (7.000-8.000 θερμίδες) καθώς και
μεταλλουργικό κοκ. Τέλος, οι συνθήκες εξόρυξης τους είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές αρκεί
να συστηματοποιηθεί και να εκσυγχρονιστεί η εκμετάλλευση των λιγνιτωρυχείων.136
Στον τομέα των υδατοπτώσεων, ο Δ. Κισκύρας σημειώνει ότι η γεωμορφολογία της
χώρας είναι τέτοια που ευνοεί την ύπαρξη πλούσιων ποταμών και ορμητικών
χείμαρρων οι οποίοι μπορούν να προσφέρουν σημαντικότατη υδροδυναμική ενέργεια.
Ο ίδιος, μάλιστα, υπολογίζει ότι η αξιοποίηση αυτής της ενέργειας μπορεί να
αποδώσει περίπου τέσσερα δισεκατομμύρια κιλοβατώρες ετησίως. Αν σε αυτές
προστεθεί η ηλεκτρική ενέργεια που μπορεί να προκύψει από την εκμετάλλευση του
λιγνίτη, τότε η ετήσια παραγωγή μπορεί άμεσα να φτάσει τα οκτώ δισεκατομμύρια
κιλοβατώρες. Η ποσότητα αυτή είναι υπεραρκετή, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι
εκτιμώμενες ενεργειακές ανάγκες της χώρας ανέρχονταν την εποχή εκείνη σε πέντε
δισεκατομμύρια κιλοβατώρες: 2,8 δισεκατομμύρια αυτές που καταναλώνονταν
προπολεμικά συν 2,2 δισεκατομμύρια οι εκτιμώμενες ενεργειακές ανάγκες στην
πρώτη περίοδο της ανοικοδόμησης. Η αξιοποίηση, λοιπόν, των λιγνιτών και των
υδατοπτώσεων όχι μόνο θα εξασφαλίσει ενεργειακή αυτάρκεια για την χώρα, κατά
τον Δ. Κισκύρα, αλλά θα συμβάλει και στην προστασία των δασών καθώς θα
περιοριστεί σημαντικά η κατανάλωση καυσόξυλων και ξυλανθράκων.137
Προχωρώντας την μελέτη του, ο Δ. Κισκύρας, στο ζήτημα του σχεδιασμού των
βημάτων της ανοικοδόμησης της βιομηχανίας, υποστηρίζει, ότι η όλη προσπάθεια θα
πρέπει να υποταχθεί σε ένα πρόγραμμα το οποίο θα δίνει προτεραιότητα σε εκείνες
τις παραγωγικές κατευθύνσεις που σχετίζονται με βασικές και άμεσες ανάγκες της
χώρας καθώς και σε όσες μπορούν να ενισχύσουν την οικονομία μέσω της εισροής
συναλλάγματος. Στη βάση αυτής της λογικής, μια από τις βιομηχανίες που θα πρέπει
να αναπτυχθούν πρώτες είναι η σιδηρομεταλλουργία ώστε να εξοικονομηθούν δύο
δισεκατομμύρια δραχμές, μέσω του περιορισμού των αντίστοιχων εισαγωγών.138
Παράλληλα, η ταχεία ανάπτυξη της αλουμινοβιομηχανίας θα επιτρέψει στην Ελλάδα
να αξιοποιήσει πιο άμεσα και αποτελεσματικά το πλεονέκτημα που της δίνουν τα

136
Δ. Κισκύρας, «Ο ορυκτός μας πλούτος και οι δυνατότητες ανάπτυξης βαρειάς βιομηχανίας στην
Ελλάδα (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 10, 1945, σελ. 227-228
137
Ό.π., σελ. 228-229
138
Ό.π., σελ. 229
[48]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

πλούσια και εύκολα προσβάσιμα κοιτάσματα της σε βωξίτη, έτσι ώστε να μετατραπεί
σε έναν από τους πιο σημαντικούς εξαγωγείς αλουμινίου. Εξ ίσου μεγάλη σημασία
έχει και η προώθηση της βιομηχανικής παραγωγής μεταλλικού μαγνησίου καθώς τα
κράματα αυτού του στοιχείου αξιοποιούνται ευρέως στην κατασκευή αεροπλάνων,
αυτοκινήτων και γενικά μηχανών ενώ έχουν εφαρμογές και στην ιατρική.139
Στον τομέα των ηλεκτροχημικών βιομηχανιών, προτεραιότητα δίνεται στην
βιομηχανική παραγωγή αζωτούχων και φωσφορικών λιπασμάτων. Ο συγκεκριμένος
τομέας όχι μόνο μπορεί να αποφέρει άμεσα σημαντικά κέρδη αλλά θα μπορούσε
σταδιακά, κατά τον Δ. Κισκύρα, να καταστεί μια από τις σημαντικότερες βιομηχανίες
της χώρας λόγω και της εγγύτητας της με την πλούσια σε φωσφορικά ορυκτά
Αφρική. Σημαντική ώθηση επίσης πρέπει να δοθεί στην φαρμακοβιομηχανία και την
βιομηχανία ανθρακικής και καυστικής σόδας καθώς και ανθρακασβεστίου. Τέλος,
μια ακόμα βιομηχανία που μπαίνει σε άμεση προτεραιότητα είναι αυτή της
τσιμεντοποιίας καθώς στα πλαίσια της ανοικοδόμησης οι ανάγκες σε τσιμέντο θα
πολλαπλασιαστούν και από 300.000 τόνους που ήταν πριν τον πόλεμο θα φτάσουν,
σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Δ. Κισκύρα, το ένα εκατομμύριο τόνους
τουλάχιστον.140
Σε ό,τι αφορά τα κεφάλαια που θα χρειαστούν για την ανοικοδόμηση της
βιομηχανίας, ο Δ. Κισκύρας τα υπολογίζει σε περίπου δύο δισεκατομμύρια δραχμές
το χρόνο. Με ένα τέτοιο ποσό μέσα σε τρία χρόνια θα μπορούσαν να
κατασκευαστούν τα πρώτα και πιο σημαντικά υδροηλεκτρικά έργα καθώς και μια
σειρά από εργοστάσια για την παραγωγή σιδήρου, αλουμινίου, μαγνησίου,
λιπασμάτων καθώς και την επεξεργασία του λιγνίτη. Στην πρώτη αυτή φάση η
παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα βασίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε αυτόν τον
τελευταίο και ως εκ τούτου η οργάνωση της εκμετάλλευσης του θα πρέπει να είναι
από τις πρώτες προτεραιότητες. Ο Δ. Κισκύρας εκτιμά ότι μέσα σε τέσσερα χρόνια η
εγχώρια παραγωγή θα έχει τόσο αναπτυχθεί ώστε οι κυριότερες εισαγωγές σε
μεταλλευτικά είδη θα έχουν περιοριστεί σημαντικά ενώ σε κάποια προϊόντα θα έχουν
ήδη ξεκινήσει οι εξαγωγές. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την τόνωση της
αγροτικής οικονομίας θα δημιουργήσουν τέτοιους αναπτυξιακούς ρυθμούς ώστε
βάσει των υπολογισμών του Δ. Κισκύρα όχι μόνο η ανοικοδόμηση θα ολοκληρωθεί

139
Ό.π.
140
Ό.π., σελ. 230
[49]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

μέσα σε μια δεκαετία αλλά θα έχει αποσβεστεί και το μεγαλύτερο μέρος του κόστους
της.141
Σε ό,τι αφορά την κάλυψη του κόστους όλου αυτού του έργου ο Δ. Κισκύρας κάνει
λόγο για τρεις βασικές πηγές χρηματοδότησης. Η πρώτη είναι οι πολεμικές
επανορθώσεις που θα πρέπει να αξιοποιηθούν για την αποκατάσταση της οικονομίας
της χώρας στα προπολεμικά της επίπεδα. Οι άλλες δύο είναι η εσωτερική φορολογία
και ο εξωτερικός δανεισμός. Από αυτές τις δύο πηγές θα προκύψουν τα είκοσι
δισεκατομμύρια δραχμές που είναι το εκτιμώμενο συνολικό κόστος της
ανοικοδόμησης.142
Ολοκληρώνοντας την μελέτη του αυτή ο Δ. Κισκύρας καταλήγει στο συμπέρασμα
πως η χώρα μπορεί να καταστεί βιώσιμη μέσα από τις ίδιες της τις δυνάμεις χωρίς να
πρέπει να καταφύγει σε επεκτατικούς πολέμους και νέους μεγαλοϊδεατισμούς.
Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση για να γίνει αυτό πραγματικότητα είναι η υπεύθυνη
κρατική λειτουργία και διαχείριση καθώς μόνο αυτή μπορεί να εμπνεύσει
εμπιστοσύνη στον λαό και να κινητοποιήσει τις ζωτικές του δυνάμεις ενεργοποιώντας
την δημιουργικότητα του.143

2. Αγροτική οικονομία-Αλιεία
Σε ό,τι αφορά τον τομέα της αγροτικής οικονομίας ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει
η μελέτη του Κ. Β. Σακαντάνη, με τίτλο «Το πρόβλημα της παραγωγικής γης» που
δημοσιεύτηκε σε τρία μέρη.
Αρχικά, ο Κ. Β. Σακαντάνης σημειώνει πως γύρω από το θέμα της γης προβάλλεται
από την άρχουσα τάξη η θέση περί της στενότητας της, ότι δηλαδή αυτή δεν επαρκεί
προκειμένου να συντηρήσει τον πληθυσμό. Ως εκ τούτου οι λύσεις που προτείνονται
σε αυτό το «αντικειμενικής» υφής πρόβλημα είναι είτε η εδαφική επέκταση της
χώρας είτε η εξωτερική μετανάστευση προκειμένου να αποσυμφοριστεί η γη από το
όποιο πληθυσμιακό πλεόνασμα. Απέναντι σε αυτήν την άποψη ο Κ. Β. Σακαντάνης
αντιπαραβάλει την θέση ότι δεν τίθεται ζήτημα στενότητας της γης αλλά
παραγωγικών σχέσεων οι οποίες θα πρέπει να αλλάξουν στην κατεύθυνση εκείνη που

141
Ό.π.
142
Ό.π.
143
Ό.π., σελ. 230-231
[50]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

θα επιτρέπει την μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων του


συνόλου των καλλιεργούμενων και καλλιεργήσιμων εδαφών.144
Προκειμένου να υποστηρίξει την θέση του αυτή ο Κ. Β. Σακαντάνης, εξετάζει την
φυσική, κοινωνική και παραγωγική κατανομή της γης καθώς και την δυνατότητα
επέκτασης των εδαφών και εντατικοποίησης της παραγωγής.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της φυσικής κατανομής του εδάφους επισημαίνει ότι η
επιφάνεια της χώρας χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα μεγάλη πτύχωση καθώς μόλις το
20,6% επί του συνόλου των εδαφών της είναι οριζόντια ή με ελάχιστη κλίση.145
Ωστόσο, υποστηρίζει ότι αυτό δεν συνιστά πρόβλημα, όπως ισχυρίζονται οι θιασώτες
της στενότητας, αλλά το αντίθετο καθώς αφενός αυξάνει την καλλιεργήσιμη
επιφάνεια και αφετέρου εξασφαλίζει μεγάλη ποικιλία τοπικών μικροκλιμάτων
επιτρέποντας αντίστοιχα μεγαλύτερη ποικιλία στις καλλιέργειες. Μάλιστα, όπως
σημειώνει, μόνο το 4% της επιφάνειας αυτής βρίσκεται σε υψόμετρο τέτοιο που να
δυσκολεύει πραγματικά την γεωργική παραγωγή.146 Σε ό,τι αφορά το θέμα των
ποταμών αναγνωρίζει τον μικρό τους αριθμό ωστόσο πιστεύει ότι η χώρα διαθέτει
πλούσια υπόγεια υδατικά συστήματα που θα μπορούσαν να αναπληρώσουν αυτήν την
αδυναμία.147
Περνώντας στην εξέταση της κοινωνικής κατανομής της γης, και πιο συγκεκριμένα
στην σχέση της με τον αριθμό των κατοίκων, σημειώνει πως η Ελλάδα είναι μια από
τις πιο αραιοκατοικημένες χώρες της Ευρώπης καθώς η απόλυτη πυκνότητα του
πληθυσμού, σύμφωνα με την απογραφή του 1940, είναι 56,4 άτομα ανά τετρ. χλμ. Σε
κάθε κάτοικο, δηλαδή, αναλογούν 17,7 στρέμματα γης.148 Αν όμως εξετάσουμε την
σχέση πληθυσμού-γεωργικής επιφάνειας, δηλαδή την έκταση διατροφής που
αντιστοιχεί σε κάθε κάτοικο, ή τη σχέση γεωργικού πληθυσμού-γεωργικής γης,
δηλαδή την καλλιεργήσιμη έκταση που αναλογεί σε κάθε γεωργό, τότε η πυκνότητα
φτάνει στα 220 άτομα ανά τετρ. χλμ. στην πρώτη περίπτωση και τα 157 άτομα ανά
τετρ. χλμ. στην δεύτερη, αν υποτεθεί ότι ο αγροτικός πληθυσμός της χώρας ανέρχεται
σε 60%. Αυτοί οι δύο δείκτες σχετικής πυκνότητας του πληθυσμού είναι από τα

144
Κ.Β. Σακαντάνης, «Το πρόβλημα της παραγωγικής γης (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 2,
1945, σελ. 32
145
Ό.π., σελ. 33
146
Ό.π., σελ. 36
147
Ό.π., σελ. 33
148
Ό.π., σελ. 33-34
[51]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

σημαντικότερα επιχειρήματα όσων ισχυρίζονται ότι η ελληνική γη πάσχει από


στενότητα.149
Ο Κ. Β Σακαντάνης απορρίπτει τον ισχυρισμό αυτό λέγοντας αρχικά ότι ο πιο
ασφαλής τρόπος για να εκτιμηθεί σωστά αν υπάρχει ή όχι έλλειψη γης δεν είναι η
σχέση καλλιεργήσιμης έκτασης και πληθυσμού αλλά το ύψος του εισοδήματος που
μπορεί να προκύψει από κάθε στρέμμα παραγωγικής γης ύστερα από την όσο το
δυνατόν πιο επιστημονικά οργανωμένη εκμετάλλευση του. Εκτός αυτού, η θέση περί
στενότητας απορρίπτεται από την τόσο μικρή απόλυτη πυκνότητα του πληθυσμού για
την οποία έγινε λόγος και προηγούμενα και η οποία καταδεικνύει μια χώρα
εξαιρετικά αραιοκατοικημένη. Ο μικρός αριθμός στρεμμάτων διατροφής που
αναλογούν σε κάθε κάτοικο ή σε κάθε γεωργό για καλλιέργεια σε μια χώρα με τόσο
μικρή απόλυτη πυκνότητα είναι σημάδι οικονομικής καθυστέρησης και όχι
στενότητας της γης, όπως υποστηρίζει ο Κ. Β. Σακαντάνης. 150 Παράλληλα, το
γεγονός ότι την δεκαετία 1929-1939 οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις αυξήθηκαν κατά
οκτώ έως δέκα εκατομμύρια στρέμματα, αριθμός που ανέρχεται στο 6-7% της
συνολικής έκτασης, αναδεικνύει ακριβώς τις δυνατότητες για περαιτέρω επέκταση
των γεωργικών εδαφών. Μάλιστα, όπως τονίζει, οι δυνατότητες αυτές είναι ακόμα
μεγαλύτερες αν αναλογιστεί κανείς ότι από την συνολική έκταση της χώρας το 15%
είναι δάση (19 εκατομμύρια στρέμματα), το 53,5 % βοσκοτόπια (69 εκατομμύρια
στρέμματα) και μόλις το 25% γεωργικές εκτάσεις (33-35 εκατομμύρια στρέμματα).151
Ειδικά, η ύπαρξη μιας τόσο μεγάλης έκτασης βοσκοτόπων δείχνει, κατά τον Κ. Β.
Σακαντάνη, ότι η στενότητα γης που παρουσίαζε η χώρα δεν ήταν πραγματική. Με
βάση όλα αυτά, καταλήγει στο συμπέρασμα πως το πρόβλημα δεν έγκειται στην
έλλειψη εδαφών κατάλληλων για καλλιέργεια αλλά στην επικράτηση χαλαρών και
καθυστερημένων συστημάτων εκμετάλλευσης της γης.152
Συνεχίζοντας την ανάλυση της κοινωνικής κατανομής της γης περνά στην σχέση των
καλλιεργητών με αυτήν. Μελετώντας την αγροτική μεταρρύθμιση που συντελέσθηκε
την περίοδο του μεσοπολέμου, διαπιστώνει ότι παρά τον ριζοσπαστικό της
χαρακτήρα εξακολουθούν να υπάρχουν υπολείμματα μεγάλης ιδιοκτησίας. Μάλιστα,
επικαλείται στατιστικές του Χ. Ευελπίδη, βάσει των οποίων, το 1929 το 28% των

149
Ό.π., σελ. 34-35
150
Ό.π., σελ. 36
151
Ό.π., σελ. 35
152
Ό.π., σελ. 36
[52]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

καλλιεργούμενων εκτάσεων της χώρας ανήκε στο 0,15% του αγροτικού πληθυσμού.
Στην Ελλάδα, λοιπόν, εξακολουθούσαν και μετά τον πόλεμο, να υπάρχουν μεγάλες
ιδιοκτησίες σε σημαντικό αριθμό, με τεράστια συνολική έκταση, που η παρουσία
τους συνέχιζε να επιβάλει φεουδαρχικούς φραγμούς στην παραγωγική ανάπτυξη της
χώρας.153
Η μελέτη της παραγωγικής κατανομής της γης, κατά τον Κ. Β. Σακαντάνη, είναι αυτή
που επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων σχετικά με το ερώτημα
της στενότητας της γης καθώς αποτυπώνει αποτελεσματικότερα την σχέση
οικονομίας και εδάφους. Εξετάζοντας, λοιπόν, την κατανομή των καλλιεργούμενων
εκτάσεων, προβαίνει σε δύο παρατηρήσεις που έρχονται να αποδομήσουν την θέση
περί έλλειψης εδαφών. Αρχικά, σημειώνει ότι το 19,5% της γης διατίθεται για
αγρανάπαυση, στοιχείο που φανερώνει όχι στενότητα γης αλλά κυριαρχία της
εκτατικής εκμετάλλευσης. Κατά δεύτερον, από το σύνολο των καλλιεργούμενων
χωραφιών, το 83% αξιοποιείται αντιπαραγωγικά καθώς διατίθεται στην
σιτοκαλλιέργεια που όπως έχει αποδειχθεί από διάφορους μελετητές είναι οικονομικά
ασύμφορη για την Ελλάδα και θα πρέπει να γίνεται μόνο συνδυαζόμενη με καλά
σχεδιασμένη αμειψισπορά. Ως εκ τούτου η αγροτική παραγωγή της χώρας είναι
μειωμένη επειδή ακριβώς τα 4/5 των καλλιεργούμενων εδαφών μαζί με τα ανάλογα
κεφάλαια κατασπαταλώνται σε μια καθαρά αντιοικονομική δραστηριότητα.154
Στο δεύτερο μέρος της μελέτης του ο Κ. Β. Σακαντάνης διερευνά τις δυνατότητες
επέκτασης των καλλιεργούμενων εδαφών και εντατικοποίησης της καλλιέργειας.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα ξεκινά σημειώνοντας την ανάγκη επέκτασης των
γεωργικών εδαφών σε βάρος συστημάτων εκμετάλλευσης της γης λιγότερο
αποδοτικών όπως είναι το ποιμενικό και το δασικό. Πιο αναλυτικά, ισχυρίζεται ότι
από τις δασικές εκτάσεις που ανέρχονται σε 19 εκατομμύρια στρέμματα, τα τέσσερα
έως πέντε εκατομμύρια θα μπορούσαν να μεταβληθούν σε δενδροκομίσιμα ή
αγροτικά εδάφη χωρίς τον κίνδυνο αποψίλωσης των πλαγιών, αφού τα καρποφόρα
δέντρα μπορούν να παίξουν τον ίδιο ρόλο με τα δασικά στην στερέωση του εδάφους
με μεγάλη κλίση και στην συγκράτηση του νερού της βροχής. Εκτός αυτού, εκτιμάται
ότι υπάρχουν 140.000.000 άγρια καρποφόρα δένδρα (αγριελιές, αγριοκαστανιές,
αγριομηλιές, αγριαχλαδιές, φουντουκιές κλπ) σπαρμένα στις δασικές εκτάσεις που η

153
Ό.π., σελ. 36-37
154
Ό.π., σελ. 38-39
[53]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

εξημέρωση τους θα μπορούσε να επιφέρει σημαντικότατη αύξηση της αγροτικής


παραγωγής.155
Μια δεύτερη επέκταση θα μπορούσε να γίνει σε βάρος των βοσκοτόπων. Από τα 69
εκατομμύρια στρέμματα που ανέρχεται η συνολική έκταση τους, ο Κ. Β Σακαντάνης
εκτιμά πως τα 20 εκατομμύρια τουλάχιστον θα μπορούσαν να δενδροκομηθούν. Έτσι,
το ποσοστό των γεωργικών εκτάσεων θα αυξηθεί κατά 60% και κατά 15% η
αναλογία τους προς την συνολική έκταση της χώρας και μάλιστα χωρίς ουσιαστική
αφαίρεση της έκτασης αυτής από την βοσκή. Τέλος, ένα σημαντικότατο ποσοστό της
ελληνικής γης, που υπολογίζεται σε τέσσερα εκατομμύρια στρέμματα, εκτιμάται ότι
θα μπορούσε να αποδοθεί στην καλλιέργεια μέσα από την αποξήρανση των ελών και
λιμνών καθώς και την διευθέτηση χείμαρρων. Αν, μάλιστα, κάποια στιγμή
καταργηθεί ο πολυτεμαχισμός των ιδιοκτησιών είτε μέσω αναδασμού, είτε μέσω
συνεταιρικής καλλιέργειας είτε μέσω κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας επί της
γης, τότε θα μπορούσαν να αποδοθούν στην καλλιέργεια, σύμφωνα με τους
υπολογισμούς του Κ. Β. Σακαντάνη, επιπλέον ένα εκατομμύριο στρέμματα που τώρα
μένουν αχρησιμοποίητα λόγω της συμπτωματικής χάραξης των δρόμων. Η συνολική,
λοιπόν, επέκταση των καλλιεργούμενων εδαφών θα μπορούσε να φτάσει σχεδόν τα
30 εκατομμύρια στρέμματα διπλασιάζοντας έτσι τις διαθέσιμες γεωργικές εκτάσεις.
Όχι μόνο, λοιπόν, δεν υπάρχει στενότητα γης αλλά η γη αυτή είναι τόση, ώστε να
μπορεί να προσφέρει παραγωγική απασχόληση στο οποιοδήποτε πληθυσμιακό
πλεόνασμα της χώρας.156
Περνώντας στο ζήτημα της εντατικοποίησης της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, ο
Κ. Β Σακαντάνης σημειώνει πως αυτή μπορεί να επιτευχθεί με διάφορες μεθόδους
που χωρίζονται σε δύο ομάδες. Η πρώτη προωθεί την εντατικοποίηση της παραγωγής
μέσα από την ορθολογικότερη και αποτελεσματικότερη οργάνωση της και βασίζεται
στη χρήση καλύτερων μεθόδων καλλιέργειας καθώς και βελτιωμένων
καλλιεργητικών συστημάτων και συστημάτων εκμετάλλευσης. Πιο συγκεκριμένα, ως
καλύτερες μέθοδοι αναφέρονται ενδεικτικά τα βαθιά και πολλαπλά οργώματα, η
ξηροκαλλιέργεια, τα βοτανίσματα, η καταπολέμηση των ζιζανίων και γενικά των
ασθενειών των φυτών και των ζώων και η προσπάθεια βελτίωσης του πληθυσμού με
την εισαγωγή περισσότερο αποδοτικών και ανθεκτικών ειδών και φυλών. Η
155
Κ.Β. Σακαντάνης, «Το πρόβλημα της παραγωγικής γης (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3,
1945, σελ. 65
156
Ό.π., σελ. 66-67
[54]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

αξιοποίηση όλων των παραπάνω μεθόδων μπορεί να αυξήσει την αγροτική παραγωγή
έως 50%. Η βελτίωση των καλλιεργητικών συστημάτων, από την άλλη, μπορεί να
γίνει με την εφαρμογή μιας καλά μελετημένης και προσαρμοσμένης στις τοπικές
ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής αμειψισποράς καθώς και με την συγκαλλιέργεια. Τέλος,
η βελτίωση των συστημάτων εκμετάλλευσης θα πρέπει να γίνει μέσα από την
μεταβολή του νομαδικού-ποιμενικού συστήματος σε χωρικό-κτηνοτροφικό, την
εξασφάλιση επάρκειας νομής με τις αρδεύσεις και την αμειψισπορά, την ένταση της
κτηνοτροφίας με την ανάπτυξη οικόσιτου και σταυλικού κτηνοτροφικού συστήματος
και τέλος με την παραγωγική ειδίκευση κάθε περιφέρειας σε καλλιέργειες που θα
επιτρέψουν τον περαιτέρω εκχρηματισμό της αγροτικής οικονομίας και την αύξηση
του εισοδήματος των αγροτών.157
Οι παραπάνω μέθοδοι ενδείκνυται, σύμφωνα με τον Κ. Β. Σακαντάνη, για χώρες σαν
την Ελλάδα που χαρακτηρίζονται από πρωτόγονα συστήματα εκμετάλλευσης.
Ξεκινώντας από αυτές, η αγροτική οικονομία θα αναπτυχθεί τόσο ώστε να
δημιουργηθούν οι όροι που θα επιτρέψουν την περαιτέρω εντατικοποίηση της
παραγωγής με την αξιοποίηση της δεύτερης ομάδας μεθόδων που περιλαμβάνει
εντατικότερη χρήση της εργασίας και μεγαλύτερη τοποθέτηση κεφαλαίων.158
Σε ό,τι αφορά την χρησιμοποίηση κεφαλαίου, η συγκεκριμένη μελέτη εστιάζει την
ανάλυση της στον καθοριστικό ρόλο που αυτό θα πρέπει να παίξει στην προσπάθεια
αξιοποίησης των υδάτινων πόρων της χώρας στην γεωργική παραγωγή. Μάλιστα,
όπως σημειώνει ο Κ. Β. Σακαντάνης, κάτι τέτοιο τίθεται ως πρώτη προτεραιότητα
καθώς «από την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη χρησιμοποίηση του νερού στη Γεωργική
μας παραγωγή εξαρτάται η ριζική λύση του όλου γεωργικού μας προβλήματος και η
αντιστροφή του δημογραφικού προβλήματος της Χώρας, για πολλές εκατονταετίες».159
Εξετάζοντας τα υδατικά αποθέματα της Ελλάδας που μπορούν να προκύψουν από τα
ποτάμια, τις λίμνες, τις πηγές, τα πηγάδια και τους αρτεσιανούς ορίζοντες, εκτιμά ότι
είναι δυνατόν να ποτιστούν περίπου 25 εκατομμύρια στρέμματα κάτι που θα
ισοδυναμούσε με τριπλασιασμό της καλλιεργούμενης επιφάνειας της χώρας,
καθιστώντας την έτσι μια από τις πλουσιότερες γεωργικές χώρες της Ευρώπης. Κάτι
τέτοιο θα σήμανε και την αντιστροφή του δημογραφικού προβλήματος καθώς από

157
Ό.π., σελ. 67-68
158
Ό.π.
159
Ό.π., σελ. 69
[55]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

πλεόνασμα εργατικών χεριών που υπάρχει τώρα θα δημιουργούνταν ένα μεγάλο


έλλειμμα.160
Στο τρίτο μέρος της μελέτης του, ο Κ. Β. Σακαντάνης, αναφέρεται στην ανάγκη
ολοκλήρωσης της αγροτικής μεταρρύθμισης. Πιο συγκεκριμένα, εκτιμά, μέσα από
διάφορους υπολογισμούς, πως υπάρχει μια παραγωγική έκταση 30 εκατομμυρίων
στρεμμάτων που υπόκειται ακόμα σε καθεστώς μεγάλης φεουδαρχικής ιδιοκτησίας
και που ως επί το πλείστον δεν αξιοποιείται επαρκώς. Θα πρέπει, λοιπόν, όλες αυτές
οι εκτάσεις να απαλλοτριωθούν και να διανεμηθούν σε μικροκαλλιεργητές
προκειμένου να απελευθερωθούν από αναχρονιστικές παραγωγικές σχέσεις και να
υπάρξει αύξηση της αγροτικής παραγωγής που μόνο αυτή μπορεί, σε αυτήν την
φάση, να δώσει στη χώρα τις προϋποθέσεις να εξελιχτεί δημοκρατικά, αφού άλλες
άμεσες οικονομικές δυνατότητες δεν υπάρχουν και θα αργήσουν να
δημιουργηθούν.161
Σχετικά με τον τρόπο που θα γίνει η απαλλοτρίωση, ο Κ. Β. Σακαντάνης θεωρεί ότι η
μόνη προϋπόθεση ώστε να εξελιχθεί η όλη διαδικασία ομαλά, χωρίς γραφειοκρατικές
καθυστερήσεις και ευκαιρίες για εξαιρέσεις, όπως συνέβη κατά το παρελθόν, είναι να
βασιστεί στην αυτοοργάνωση και την αυτενέργεια των ίδιων των αγροτών. Οι
μικροκαλλιεργητές οργανωμένοι κατά απλό τρόπο σε ενώσεις χωρικών ανά
κοινότητα θα μπορούσαν να προσδιορίσουν τις απαλλοτριούμενες μεγάλες
ιδιοκτησίες και να τις μοιράσουν μεταξύ τους λύνοντας παράλληλα και άλλα
προβλήματα όπως τον αναδασμό της κονιορτοποιημένης μικρής ιδιοκτησίας, την
οργάνωση κτηματολογίου, την συμπλήρωση του ελλιπούς κλήρου, την ορθολογική
και ισότιμη αξιοποίηση των υδάτινων πόρων της περιοχής. Επιπλέον, οι ίδιοι οι
καλλιεργητές είναι οι πλέον αρμόδιοι για να προσδιορίσουν ποια είναι η οριακή
μικροϊδιοκτησία σε κάθε περιοχή, ώστε αναλόγως να γίνει και η κατάτμηση της γης.
Έτσι, λύνεται η βασικότερη δυσκολία της απαλλοτρίωσης που είναι ο ουσιαστικός
καθορισμός της μικροϊδιοκτησίας με κριτήριο το εισόδημα, που αυτή θα δώσει, και
όχι απλά την έκταση της. Όλη αυτή η διαδικασία, πέρα από τα θετικά της
αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την προώθηση της αγροτικής μεταρρύθμισης, θα
λειτουργήσει και σαν το καλύτερο σχολείο καθώς θα βοηθήσει ώστε οι αγρότες να

160
Ό.π., σελ. 69-70
161
Κ.Β. Σακαντάνης, «Το πρόβλημα της παραγωγικής γης (τρίτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 4,
1945, σελ. 105
[56]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

εκπαιδευτούν στη λογική της συνεταιριστικής εκμετάλλευσης της γης, που θα πρέπει
να είναι και ο απώτερος στόχος.162

3. Εμπόριο
Για την παρουσίαση της πρότασης του Ανταίου γύρω από το θέμα της ανοικοδόμησης
του εμπορίου επιλέχθηκε το άρθρο του Σ. Μάξιμου με τίτλο «Το εξωτερικό εμπόριο
και η οικονομικής μας ανεξαρτησία».
Αρχικά, ο Σ. Μάξιμος, επισημαίνει πως η σύνθεση και η έκταση του εξωτερικού
εμπορίου αντικατοπτρίζουν περισσότερο από κάθε άλλο κλάδο της οικονομίας την
πολιτική που ακολουθεί μια κυβέρνηση καθώς και το κατά πόσο η πολιτική αυτή
στρατεύεται στην κατεύθυνση της ανοικοδόμησης. Με βάση, λοιπόν, την μελέτη των
στοιχείων της περιόδου εκείνης αναφορικά με τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της
χώρας ο Σ. Μάξιμος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όλες οι μεταδεκεμβριανές
κυβερνήσεις δεν έχουν καταβάλει καμία προσπάθεια για την προώθηση της
ανασυγκρότησης της οικονομίας.163
Πιο αναλυτικά, μελετώντας τις ανακοινώσεις που έκανε η Διεύθυνση Στατιστικής του
Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας καταλήγει σε δύο κομβικά συμπεράσματα. Πρώτον,
η χώρα είναι εξαρτημένη ως προς τις εισαγωγές της από τις Η.Π.Α (52%), την Αγγλία
(25%) και τις υπόλοιπες χώρες του μπλοκ της στερλίνας (Αίγυπτος, Αυστραλία,
Ιρλανδία, Κύπρος κλπ). Βασικός μηχανισμός προώθησης της εξάρτησης αυτής είναι ο
«Αγγλοελληνικός Εμπορικός Οργανισμός» που δημιουργήθηκε στα πλαίσια της
Ελληνο-Βρετανικής Συμφωνίας του 1946 και που συνιστά, σύμφωνα με τον Σ.
Μάξιμο, μια πρωτοφανή παρέμβαση μονοπωλιακού χαρακτήρα στις εξωτερικές
εμπορικές σχέσεις της χώρας, βαθαίνοντας περαιτέρω την υποτέλεια της.164
Δεύτερο συμπέρασμα είναι πως τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας ξοδεύονται
όχι για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης αλλά για κερδοσκοπικές
επιχειρήσεις στα είδη κατανάλωσης. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι από το
σύνολο των εισαγωγών, το 75% αφορά είδη άμεσης κατανάλωσης (τρόφιμα, ένδυση,
υπόδηση κλπ) και μόλις το 20% είδη που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στην
ανοικοδόμηση όπως είναι οι πρώτες ύλες, τα καύσιμα και το κάρβουνο. Ο

162
Ό.π., σελ. 105-106
163
Σ. Μάξιμος, «Το εξωτερικό εμπόριο και η οικονομική μας ανεξαρτησία», Ανταίος¸Χρόνος Α΄, 23-
24, 1946, σελ. 486
164
Ό.π., σελ. 487
[57]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

κερδοσκοπικός χαρακτήρας αυτών των εισαγωγών έγκειται ακριβώς στο ότι τα


εισαγόμενα προϊόντα προορίζονται για κατανάλωση από τα πλούσια στρώματα
καθώς μόνο αυτά διαθέτουν αγοραστική δύναμη έναντι της μεγάλης πλειονότητας
του πληθυσμού που η αγοραστική της ικανότητα είναι ανύπαρκτη.165
Παράλληλα, η αθρόα εισαγωγή φθηνών καταναλωτικών ειδών από τις εκάστοτε
κυβερνήσεις αποσκοπεί στην δημιουργία μιας τεχνητής υπερπροσφοράς αγαθών
ικανής να προκαλέσει μείωση του τιμαρίθμου. Ωστόσο, αυτή η πολιτική, όπως
σημειώνει ο Σ. Μάξιμος, είναι καταδικασμένη να αποτύχει επειδή ακριβώς δεν λύνει
την ρίζα του προβλήματος, που αντιμετωπίζεται μόνο μέσα από την αύξηση της
αγοραστικής δύναμης του πληθυσμού με την εξασφάλιση παραγωγικής
απασχόλησης.166
Προχωρώντας την ανάλυση του, ο Σ. Μάξιμος σημειώνει ότι η ορθή χάραξη μιας
εμπορικής πολιτικής στα πλαίσια της ανασυγκρότησης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη
της δυο κομβικής σημασίας διαπιστώσεις. Η πρώτη αφορά την κρίση αγορών που
διατρέχει το ελληνικό εξωτερικό εμπόριο. Η κρίση αυτή προσανατολισμού έγκειται
στο γεγονός ότι η Ελλάδα μεταπολεμικά έχει αποκλειστεί από τις αγορές των κρατών
της κεντρικής Ευρώπης, των Βαλκανίων και της Σοβιετικής Ένωσης που πριν τον
πόλεμο συνιστούσαν σημαντικότατους εμπορικούς εταίρους για την χώρα. Την
ευθύνη για τον αποκλεισμό αυτό φέρουν οι ίδιες οι ελληνικές κυβερνήσεις που κατ’
εντολή των ξένων αρνούνται, για καθαρά πολιτικούς λόγους, να συνάψουν εμπορικές
σχέσεις με όλες αυτές τις χώρες παρά τις διαρκείς προσκλήσεις τόσο της
Τσεχοσλοβακίας όσο και της Σοβιετικής Ένωσης.167
Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι οι ανάγκες της ανασυγκρότησης θα αλλάξουν τόσο
ποσοτικά όσο και ποιοτικά το περιεχόμενο των συναλλαγών με το εξωτερικό, καθώς
το βάρος θα μετατοπιστεί από τα σχετικά φθηνά καταναλωτικά αγαθά στα σαφώς
ακριβότερα κεφαλαιουχικά. Παράλληλα, στα πλαίσια της οργανικής ανασύνθεσης
ολόκληρων παραγωγικών κλάδων θα μειωθεί η εξαγωγή πρώτων υλών και άρα και η
αντίστοιχη ροή συναλλάγματος καθώς πλέον αυτές θα αξιοποιούνται από την
εγχώρια βιομηχανία. Η συνθήκη αυτή θα προκαλέσει, κατά τον Σ. Μάξιμο, ένα

165
Ό.π.
166
Ό.π.
167
Ό.π., σελ. 488
[58]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

τεράστιο έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών που μπορεί να καλυφθεί μόνο μέσα από
τον εξωτερικό δανεισμό.168
Στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα καταλήγει και η άρχουσα τάξη της χώρας. Ωστόσο, η
λογική της, όπως ισχυρίζεται ο Σ. Μάξιμος είναι ολότελα σαθρή, γιατί δεν έχει
κανέναν σαφές σχέδιο γύρω από την έκταση και τις ανάγκες της ανασυγκρότησης,
ώστε αναλόγως να ρυθμίσει τις εισαγωγές και την αντίστοιχη χρηματοδότηση τους
ενώ παράλληλα δεν αναγνωρίζει καθόλου τις εσωτερικές κεφαλαιουχικές
δυνατότητες της χώρας, αναπαράγοντας το σχήμα περί ένδειας και μη βιωσιμότητας.
Τέλος, έχει ταυτίσει την επιβίωση της με την προστασία που της παρέχει η ξένη
επέμβαση αδιαφορώντας έτσι για τους όρους υποτέλειας που μπορεί να συνοδεύουν
τον εξωτερικό δανεισμό της χώρας.169
Απέναντι σε αυτήν την λογική, ο Σ. Μάξιμος, προτάσσει τους εξής άξονες πάνω
στους οποίους θα πρέπει να στηριχθεί μια εμπορική πολιτική στα πλαίσια της
ανοικοδόμησης: α) κατάργηση κάθε ξένου ελέγχου πάνω στην οικονομική πολιτική
της χώρας, β) κινητοποίηση όλων των εσωτερικών παραγωγικών δυνάμεων γύρω από
το σκοπό της ανασυγκρότησης, γ) προκαταβολή από τους συμμάχους μέρους των
πολεμικών επανορθώσεων που δικαιούται η Ελλάδα, δ) πρόσβαση σε πιστώσεις, είτε
σε είδος (πρώτες ύλες, μηχανήματα) είτε σε χρήμα, χωρίς προνομιακές παραχωρήσεις
προς τους δανειστές και με σταδιακή αποπληρωμή τους ανάλογα με τους ρυθμούς
ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, και ε) ελεύθερη και πολύπλευρη εμπορική
πολιτική που θα επιτρέψει την επανασύνδεση της χώρας με τις παλιές αγορές της
κεντρικής Ευρώπης, των Βαλκανίων και της Σοβιετικής Ένωσης και θα διευκολύνει
το άνοιγμα νέων.170

4. Δημοσιονομικά-Νομισματικά
Στις 31 Οκτωβρίου 1946 ο Ανταίος ξεκινά την δημοσίευση ενός πολύ ενδιαφέροντος
και αναλυτικού προγράμματος σχετικά με την δημοσιονομική πολιτική που θα πρέπει
να ακολουθηθεί κατά τα πρώτα βήματα της ανοικοδόμησης. Το πρόγραμμα αυτό, που
δημοσιεύτηκε σε τέσσερα μέρη, εντυπωσιάζει με την τεχνική του αρτιότητα και τις
συγκεκριμένες και ρεαλιστικές του προτάσεις. Ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης, που είχε την
ευθύνη κατάρτισης του, ήξερε να χειρίζεται με ευχέρεια τις τεχνικές πλευρές των
168
Ό.π.
169
Ό.π., σελ. 488-489
170
Ό.π., σελ. 489
[59]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

φορολογικών ζητημάτων καθότι είχε διατελέσει επιθεωρητής του υπουργείου


Οικονομικών. Την ίδια στιγμή, όμως, διέθετε και το πολιτικό κριτήριο προκειμένου
να αντιλαμβάνεται ότι οι τεχνικές λεπτομέρειες της δημοσιονομικής διαχείρισης,
όπως για παράδειγμα η σχέση άμεσων-έμμεσων φόρων, είναι εκφάνσεις πολιτικών
επιλογών, αφού, όπως γράφει χαρακτηριστικά στο δεύτερο μέρος της εισήγησης του,
«το οικονομικό πρόβλημα, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, είναι, σε τελευταία
ανάλυση, πολιτικό πρόβλημα».171
Πιο αναλυτικά, αφού κάνει στην αρχή μια σύντομη αναφορά στις δομικές
ανεπάρκειες της ελληνικής οικονομίας και στα βασικά χαρακτηριστικά της
δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθήθηκε τόσο πριν τον πόλεμο όσο και στην
περίοδο της κατοχής, ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης διαπιστώνει πως οι παθογένειες της
προηγούμενης περιόδου όχι μόνο εξακολουθούν να υφίστανται μετά την
απελευθέρωση αλλά ορισμένες από αυτές έχουν διογκωθεί.172
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες και με δεδομένη την τραγική κατάσταση στην οποία έχει
περιέλθει η οικονομία μετά τον πόλεμο, ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης υποστηρίζει ότι το
πρόβλημα της δημοσιονομικής διαχείρισης παρουσιάζει δυο όψεις. Η πρώτη αφορά
την ανάγκη άμεσης αντιμετώπισης με μέτρα που θα αποβλέπουν στην καλύτερη
δυνατή λύση μέσα στις δοσμένες συνθήκες ενώ η δεύτερη είναι περισσότερο
μακροπρόθεσμη και σχετίζεται με την ανάγκη να μελετηθεί και να σχεδιαστεί ένα πιο
σταθερό πλαίσιο δημοσιονομικής διαχείρισης, τέτοιο που να ανταποκρίνεται στα
οικονομικά και πολιτικά δεδομένα μιας λαϊκοδημοκρατικής Ελλάδας. Βέβαια, είναι
σαφές, ότι τα μέτρα της πρώτης φάσης θα πρέπει να βρίσκονται σε λογική συνοχή με
αυτά τις δεύτερης, προετοιμάζοντας το έδαφος για την εφαρμογή τους.173
Μετά από αυτήν την πρωταρχική παρατήρηση συνεχίζει, εκθέτοντας τις
προϋποθέσεις που κρίνει ως αναγκαίες για την επιτυχία κάθε δημοσιονομικής
προσπάθειας. Μια πρώτη τέτοια προϋπόθεση είναι η αποκατάσταση της στοιχειώδους
πολιτικής ομαλότητας καθώς και της δημοκρατικής τάξης και ασφάλειας, αφού, όπως
υποστηρίζει, μόνο μια κυβέρνηση που ασκεί πραγματικά δημοκρατική πολιτική θα
μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το δημοσιονομικό πρόβλημα.

171
Ι.Τ. Ευαγγελίδης, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 4, 1946, σελ. 126
172
Ι.Τ. Ευαγγελίδης, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 3, 1946, σελ. 86-89
173
Ι.Τ. Ευαγγελίδης, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (δεύτερο μέρος)», ό.π., 1946, σελ. 125-126
[60]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Παράλληλα, είναι αναγκαία η επιδίωξη της οικονομικής ανάπτυξης μέσα από την
εφαρμογή ενός μελετημένου οικονομικού σχεδίου που θα αξιοποιεί και θα
κινητοποιεί όλες τις διαθέσιμες παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, δημιουργώντας
νέες και εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα εργασία για όλους.174
Ως τρίτη προϋπόθεση τίθεται η αποκατάσταση της οικονομικής ανεξαρτησίας και
αυτοτέλειας της χώρας μέσα από την απαλλαγή της από τους διάφορους μηχανισμούς
διεθνούς ελέγχου. Αυτό θα της επιτρέψει την ανάπτυξη πολυδιάστατης εξωτερικής
οικονομικής πολιτικής βασισμένης στην ισότιμη συνεργασία όχι μόνο με τους
δυτικούς συμμάχους αλλά και με τα κράτη των Βαλκανίων και της Ανατολικής
Ευρώπης. Τέλος, κρίνεται αναγκαία, σύμφωνα με τον Ι. Τ. Ευαγγελίδη, η
αναδιοργάνωση των δημόσιων υπηρεσιών μέσα από την θεμελίωση της τοπικής
αυτοδιοίκησης και της πλατιάς αποκέντρωσης, την εξασφάλιση συντονισμού στην
δράση των κρατικών υπηρεσιών και την εισαγωγή σύγχρονων τεχνικών μέσων και
μεθόδων.175
Συνεχίζοντας την εισήγηση του, ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης αναφέρει τις γενικές
κατευθύνσεις που θα πρέπει να ακολουθήσει η δημοσιονομική πολιτική κατά την
πρώτη περίοδο. Βασική επιδίωξη θα πρέπει να είναι η άμεση επίτευξη
ισοσκελισμένων προϋπολογισμών ώστε να μην ξαναπαρουσιασθεί η ανάγκη κάλυψης
των κρατικών δαπανών με την έκδοση πληθωριστικού χαρτονομίσματος. Δεδομένου
ότι οι δαπάνες για τις ανάγκες της ανοικοδόμησης θα είναι πολύ μεγάλες, ο
ισοσκελισμός δεν μπορεί να προκύψει από μείωση εξόδων αλλά με την αύξηση των
υπαρχόντων εσόδων και με την εξεύρεση νέων που θα προέλθουν μέσα από τις
πολεμικές επανορθώσεις, την οικονομική ενίσχυση που πρέπει να ζητηθεί από τους
συμμάχους και τα κέρδη από την λειτουργία ορισμένων κρατικών επιχειρήσεων.
Παράλληλα, θα πρέπει το φορολογικό σύστημα να χαρακτηρίζεται από ισότητα και
δικαιοσύνη ώστε όλοι οι πολίτες να πληρώνουν ανάλογα με την φοροδοτική τους
ικανότητα. Αυτό περνά μέσα από τον περιορισμό των έμμεσων φόρων, την αποφυγή
φορολόγησης του μικρού αγροτικού εισοδήματος και την διαβαθμισμένη άμεση
φορολογία ώστε το σημαντικότερο βάρος να πέφτει στα μεγάλα εισοδήματα με την
επιβολή έκτακτων φόρων.176

174
Ό.π., σελ. 126
175
Ό.π.
176
Ό.π.
[61]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Τέλος, για τις κρατικές δαπάνες χρειάζεται, σύμφωνα με τον Ι. Τ. Ευαγγελίδη, να


υπάρξει μια εκλογίκευση τους μέσα από την μείωση στρατιωτικών και γενικότερα
των αντιπαραγωγικών εξόδων και την αντίστοιχη αύξηση των δαπανών για
κοινωνικούς και παραγωγικούς σκοπούς καθώς και για τις ανάγκες της
ανοικοδόμησης.177
Στο τρίτο μέρος της εισήγησης γίνεται μια πολύ αναλυτική παρουσίαση των
συγκεκριμένων φορολογικών μέτρων που προτείνονται. Χωρίς να μπούμε σε πολλές
λεπτομέρειες, θα εστιάσουμε την προσοχή μας μόνο σε ορισμένα από αυτά. Κατ'
αρχάς, προτάσσεται η ανάγκη απλοποίησης του φορολογικού κώδικα, διεύρυνσης της
φορολογικής βάσης και ελάττωσης των φόρων που βαρύνουν την παραγωγική
δραστηριότητα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, και η πρόταση για
έκτακτη φορολογία του κεφαλαίου καθώς σε αυτήν περιλαμβάνεται και η
φορολόγηση των περιουσιών που σχηματίστηκαν στην περίοδο της κατοχής. Ειδικά,
για αυτό το ζήτημα, που είχε και σημαντικές κοινωνικές προεκτάσεις, προτείνεται να
υπάρξει εφάπαξ φορολόγηση όλων των περιουσιακών αυξήσεων που συντελέστηκαν
στην διάρκεια του πολέμου και της κατοχής με έναν συντελεστή που θα υπερβαίνει
το 25%. Επίσης, υποδεικνύεται η θέσπιση ενός νέου φόρου για όσους ωφελήθηκαν
από τον πληθωρισμό και πιο συγκεκριμένα από την εξόφληση σε πληθωριστικές
δραχμές παλιότερων οφειλών τους. Ο φόρος αυτός θα πλήξει, κατά τον Ι. Τ.
Ευαγγελίδη, κυρίως τις μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις, ορισμένες τράπεζες και
τους μεγαλοϊδιοκτήτες.178
Αναφορικά με τους φόρους επί των μεταφορών, θα πρέπει, προκειμένου να μειωθεί
το κόστος των τροφίμων και των άλλων εγχώριων ειδών που είναι αναγκαία για την
επιβίωση του λαού, να γίνει μια διαίρεση των μεταφερόμενων ειδών σε τρεις έως
τέσσερις κατηγορίες με διαφορετικό ποσοστό φόρου στα κόμιστρα. Για τους φόρους
πολυτέλειας, διασκεδάσεων κλπ αυτό που προτείνεται είναι να μεταρρυθμιστούν,
ώστε να επιβαρύνουν τις πραγματικά πολυτελείς δαπάνες και ειδικά τα καζίνο, τα
καμπαρέ και τις χαρτοπαιχτικές λέσχες. Αντίθετα, θα πρέπει να υπάρξουν
φορολογικές ελαφρύνσεις για τις σοβαρές, όπως χαρακτηρίζονται, θεατρικές

177
Ό.π., σελ. 126-127
178
Ι.Τ. Ευαγγελίδης, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (τρίτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 7-8, 1947, σελ. 223
[62]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

παραστάσεις, τον κινηματογράφο, τις συναυλίες και γενικά όσα θεάματα συμβάλουν
στην πνευματική καλλιέργεια του λαού.179
Τέλος, ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης κάνει ορισμένες προτάσεις για την διεύρυνση των εσόδων
του κράτους μέσα από την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Πιο συγκεκριμένα,
υποστηρίζει την παραχώρηση μικρών δασών σε κοινότητες οι οποίες θα τα
εκμεταλλεύονται υπό την τεχνική επίβλεψη του κράτους και θα δίνουν ένα μέρος των
κερδών σε αυτό. Παράλληλα, θα μπορούσαν τα διάφορα ιχθυοτρόφα νερά (λίμνες,
ποτάμια κλπ) να νοικιαστούν σε αλιευτικούς συνεταιρισμούς για εκμετάλλευση με
την συμμετοχή κατά ένα ποσοστό και του ίδιου του κράτους.180
Σε ό,τι αφορά το σκέλος των δημοσίων εξόδων και πιο συγκεκριμένα των δαπανών
για την οργάνωση και την λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, προτείνεται η
αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς πλέον αυτοί δεν
αντιπροσωπεύουν ούτε τη μισή αγοραστική δύναμη των προπολεμικών, η καλύτερη
κατανομή του υπάρχοντος προσωπικού στις διάφορες υπηρεσίες, ο περιορισμός των
μισθολογικών διακρίσεων σε όφελος ορισμένων κατηγοριών κρατικών οργάνων
(αξιωματικών, οργάνων των σωμάτων ασφαλείας, δικαστικών λειτουργών κτλ)
καθώς και περιορισμός των έκτακτων αμοιβών από συμβούλια και επιτροπές που
ευνοούν αθέμιτα μερικούς ανώτερους κρατικούς λειτουργούς. Στο θέμα των
συντάξεων ο Ι.Τ. Ευαγγελίδης θεωρεί ότι θα πρέπει να υπάρξουν αυξήσεις ενώ είναι
αναγκαίο να χορηγηθεί επίδομα και στα θύματα του αγώνα της Εθνικής Αντίστασης
καθώς και να γίνει η αναγκαία αναθεώρηση ώστε να λαμβάνουν σύνταξη όσοι
πραγματικά την δικαιούνται.181
Τα κονδύλια για την άμυνα θα πρέπει, σύμφωνα με τον Ι. Τ. Ευαγγελίδη, να
περιοριστούν, κάτι που προϋποθέτει την αποκατάσταση αρμονικών σχέσεων με τις
γειτονικές χώρες, ενώ ο αριθμός των σωμάτων ασφαλείας, που διογκώθηκε την
περίοδο της Κατοχής, θα πρέπει να επανέλθει στα προπολεμικά του επίπεδα.
Αντίθετα, οι δαπάνες για την υγεία, την πρόνοια και την εκπαίδευση θα πρέπει να
πενταπλασιαστούν όχι μόνο γιατί είναι δίκαιο αλλά κυρίως γιατί είναι αναγκαίο λόγω
των τραγικών συνεπειών, που άφησε πίσω του ο πόλεμος. Τέλος, σημειώνει ότι
σημαντικότατα ποσά θα πρέπει να κατευθυνθούν και στην ανοικοδόμηση του

179
Ό.π.
180
Ό.π., σελ. 224
181
Ι.Τ. Ευαγγελίδης, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (τέταρτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 9, 1947, σελ. 257
[63]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

παραγωγικού μηχανισμού μέσα από την ενίσχυση των διαφόρων κλάδων με υλικά,
εργαλεία, μηχανήματα, τεχνικά έργα όπως και την ίδρυση, επέκταση και ενίσχυση
επιστημονικών ιδρυμάτων έρευνας για την προαγωγή των κλάδων αυτών.182
Ολοκληρώνοντας την εισήγηση του, ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης προτείνει ορισμένα επιπλέον
μέτρα που τα θεωρεί απαραίτητα για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών. Ένα
πρώτο τέτοιο μέτρο είναι η δημοσιοποίηση όλων των στοιχείων του προϋπολογισμού
καθώς και η τακτική ενημέρωση για την πορεία εκτέλεσης του. Αυτό θα καταστήσει
δυνατή την άσκηση δημόσιου ελέγχου από τα κόμματα, τον Τύπο, τους ειδικούς
επιστήμονες και την κοινή γνώμη κι έτσι θα αντιμετωπιστούν οι περιπτώσεις
διασπάθισης δημόσιου χρήματος ενώ θα αποφεύγονται και οι προκλητικές κρατικές
σπατάλες που θίγουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα.183
Επιπλέον, οι διάφοροι αυτόνομοι οργανισμοί και τα ειδικά ταμεία (λιμενικά,
ύδρευσης, οδοποιίας κλπ) θα πρέπει, σύμφωνα με τον Ι.Τ. Ευαγγελίδη, είτε να
καταργηθούν είτε να συγχωνευθούν με τις αντίστοιχες κρατικές υπηρεσίες ή τα
όργανα τοπικής αυτοδιοίκησης καθώς το μόνο που προσφέρουν είναι επιβάρυνση του
κρατικού προϋπολογισμού και σύγχυση στους πολίτες λόγω της αυξημένης
γραφειοκρατίας που δημιουργείται. Την ίδια στιγμή, τονίζεται, θα πρέπει να υπάρξει
μια αναδιοργάνωση όλων των οικονομικών υπηρεσιών του κράτους στη βάση της
αποκέντρωσης. Το υπουργείο Οικονομικών θα μείνει σαν οργανισμός νομοθετικής
προπαρασκευής, καθοδήγησης και ελέγχου. Μεταξύ των διαφόρων φοροτεχνικών
υπηρεσιών (εφορίας, τελωνείου, ταμείου, εφορίας καπνού κλπ) και του υπουργείου
θα πρέπει να δημιουργηθεί σε περιφερειακό επίπεδο μια ενδιάμεση αρχή που θα
παρακολουθεί από κοντά τις φοροτεχνικές υπηρεσίες, θα διοικεί το αντίστοιχο
προσωπικό της περιοχής και θα εφαρμόζει τους φορολογικούς νόμους της
κυβέρνησης. Έτσι, υποστηρίζει ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης, θα υπάρξει απλοποίηση της
διοίκησης και αποφυγή των καθυστερήσεων και της ταλαιπωρίας ενώ οι κεντρικές
υπηρεσίες, απαλλαγμένες από τον γραφειοκρατικό φόρτο, θα μπορούν να
αφοσιωθούν στο επιτελικό τους έργο πιο αποτελεσματικά.184
Τέλος, προτείνει την ολοκλήρωση της αναδιοργάνωσης των φοροτεχνικών
υπηρεσιών μέσα από τη λειτουργία ειδικών φορολογικών δικαστηρίων
αποτελούμενων από δικαστές, υπαλλήλους και εκπροσώπους των λαϊκών
182
Ό.π., σελ. 257-258
183
Ό.π., σελ. 258
184
Ό.π.
[64]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

οργανώσεων που θα επιλύουν τις όποιες φορολογικές διαφορές με πνεύμα απόλυτης


αμεροληψίας και δικαιοσύνης.185
Ως σημαντικότερη άμεση συνέπεια από την εφαρμογή των παραπάνω μέτρων
κρίνεται η ισοσκέλιση του προϋπολογισμού καθώς οι φοροελαφρύνσεις των
κατώτερων εισοδημάτων αντισταθμίζονται από την προοδευτική αύξηση της
φορολογίας εισοδήματος, την αύξηση του φόρου στις κληρονομιές, τις δωρεές και τις
προίκες, την επιβολή νέων φόρων όπως ο φόρος κεφαλαίου και ο φόρος
ωφεληθέντων από τον προϋπολογισμό και την αύξηση των δημόσιων εσόδων από την
θέσπιση νέων μονοπωλίων (καπνού, μπύρας, οινοπνεύματος, υγρών καυσίμων).186
Επίσης, σημαντική θα είναι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ι. Τ. Ευαγγελίδη, η
αύξηση των εσόδων κι από την από την καλύτερη λειτουργία των φοροτεχνικών
υπηρεσιών, την επιβολή αυστηρότερων μέτρων ελέγχου (π.χ. τήρηση βιβλίων από τις
επιχειρήσεις) καθώς και κυρώσεων σε όσους φοροδιαφεύγουν. Τέλος, η αύξηση των
δαπανών για τις ανάγκες της ανοικοδόμησης θα μπορούσε ως ένα βαθμό να
ισοσκελιστεί από την εξαφάνιση των προπολεμικών κονδυλίων που διατίθονταν για
την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους καθώς κι από την μείωση των στρατιωτικών
δαπανών. Έως ότου να αρχίσουν να αποδίδουν τα παραπάνω μέτρα, ο
προϋπολογισμός θα πρέπει να στηριχθεί, κατά τον Ι. Τ. Ευαγγελίδη, σε έκτακτα
έσοδα, όπως είναι ο φόρος υπεραξίας καλύμματος και η διεθνής οικονομική βοήθεια.
Βάσει όλων των παραπάνω θα μπορέσει να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός και να
σταματήσει η κάλυψη των ελλειμμάτων με την έκδοση πρόσθετου χαρτονομίσματος,
γεγονός που θα επιφέρει την σταθεροποίηση της δραχμής και γενικότερα της
οικονομίας.187

5. Συγκοινωνία
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η εισήγηση που έγινε από τον Π.
Κουρκουμέλη στον κύκλο Συγκοινωνιών της ΕΠ-ΑΝ αναφορικά με το θέμα της
αποκατάστασης των οδικών και σιδηροδρομικών συγκοινωνιών της χώρας. Η
εισήγηση, αφού συμπληρώθηκε, σύμφωνα με το σχόλιο κάτω από τον τίτλο της, από
τις παρατηρήσεις και των άλλων μελών του κύκλου, δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη (στις
15/7/1946 και στις 15/9/1946) και περιέχει πολύ αναλυτικά στοιχεία τόσο για τις
185
Ό.π.
186
Ό.π., σελ. 258-259
187
Ό.π., σελ. 259
[65]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

καταστροφές που είχε υποστεί το χερσαίο συγκοινωνιακό δίκτυο της χώρας στην
διάρκεια του πολέμου και της κατοχής όσο και για το κόστος της ανακατασκευής του.
Αρχικά, διευκρινίζεται ότι η αποκατάσταση των συγκοινωνιών βρίσκεται στην βάση
κάθε προσπάθειας για να βγει η χώρα από την κατάσταση εξαθλίωσης στην οποία
είχε περιέλθει, να μπορέσει να κινητοποιήσει τις όποιες διαθέσιμες παραγωγικές
δυνάμεις και να αρχίσει το έργο της ανοικοδόμησης.188
Σε μια πρώτη φάση, δεδομένων των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων, οι
εργασίες θα πρέπει να περιοριστούν στην αποκατάσταση του προπολεμικού δικτύου
καθώς και σε μερικές ακόμα συμπληρώσεις που κρίνονται απαραίτητες ώστε να
αποκατασταθεί η κυκλοφορία των αγαθών και να διευκολυνθούν οι μεταφορές για τα
έργα στέγασης στους κατεστραμμένους αγροτικούς οικισμούς.189 Ο σχεδιασμός
αυτής της πρώτης προσπάθειας θα πρέπει, σύμφωνα με τον κύκλο συγκοινωνιών της
ΕΠ-ΑΝ, να γίνει στην βάση ενός πενταετούς πλάνου που θα λαμβάνει υπόψη του τις
νέες ανάγκες και δυναμικές που θα προκύψουν στα πλαίσια της συνολικότερης
ανοικοδόμησης της χώρας με την αύξηση της πυκνότητας της κυκλοφορίας, τα νέα
κέντρα παραγωγής και κατανάλωσης που θα δημιουργηθούν στο εσωτερικό και την
αύξηση των εισαγωγών από το εξωτερικό.190
Ως μακροπρόθεσμοι στόχοι τίθενται, από τον κύκλο συγκοινωνιών της ΕΠ-ΑΝ, η
βελτίωση των συνθηκών ζωής των κατοίκων, η σωστότερη κατανομή των αγαθών και
η κατάργηση του χάσματος που υπάρχει ανάμεσα στο χωριό και την πόλη. Για να
υλοποιηθούν αυτοί οι στόχοι θα πρέπει να αξιοποιηθεί η γη και ο διαθέσιμος ορυκτός
πλούτος πιο αποτελεσματικά και να δημιουργηθούν οι αναγκαίες βιομηχανίες
κατασκευής υλικών και μηχανημάτων για τα σχετικά τεχνικά έργα αλλά και μέσων
μεταφοράς. Τέλος, θα πρέπει, όπως τονίζεται, οι διάφοροι τρόποι μεταφοράς (οδικό
δίκτυο, σιδηρόδρομος, ακτοπλοΐα, αερογραμμές) να μελετηθούν σαν ένα ενιαίο
αλληλοσυμπληρούμενο σύνολο που θα καλύπτει συμμετρικά τις ανάγκες της χώρας
και όχι αποσπασματικά, όπως γινόταν έως τότε.191
Σε ό,τι αφορά τις λεπτομέρειες του σχεδίου αποκατάστασης, σημειώνεται πως η
ταχύτατη υποκατάσταση του σιδηροδρόμου από το αυτοκίνητο, που συντελείται την

188
Π. Κουρκουμέλης, «Η αποκατάσταση των οδικών και σιδηροδρομικών μας συγκοινωνιών (πρώτο
πρώτο)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 1, 1946 σελ. 19
189
Ό.π.
190
Ό.π., σελ. 20
191
Ό.π., σελ. 19
[66]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

περίοδο εκείνη, καθιστά, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, ανούσια την επέκταση του
σιδηροδρομικού δικτύου με νέες γραμμές. Εξάλλου, είναι τέτοια η έκταση των
καταστροφών που προκάλεσαν οι Γερμανοί στο σιδηροδρομικό δίκτυο κατά την
αποχώρηση τους το 1944, ώστε από μόνη της η αποκατάσταση των ζημιών να είναι
εξαιρετικά κοστοβόρος διαδικασία. Ως μόνη αναγκαία συμπλήρωση κρίνεται αυτή
που πρέπει να γίνει στην κοιλάδα του Στρυμόνα ώστε να διευκολυνθεί η διασύνδεση
της χώρας με το εξωτερικό μέσω της συγκοινωνίας με την κεντρική και βόρεια
Βουλγαρία καθώς και τον Δούναβη. Η γραμμή αυτή, που έχει τεράστια σημασία για
την οικονομία της χώρας και για το έργο της ανοικοδόμησης, κατασκευάστηκε από
τις βουλγαρικές αρχές κατοχής αλλά μετά την απελευθέρωση αντί να αξιοποιηθεί,
ξηλώνεται.192
Στον τομέα της οδοποιίας οι τεχνικοί της ΕΠ-ΑΝ υποστηρίζουν ότι στα πλαίσια του
πενταετούς πλάνου θα πρέπει τουλάχιστον να ολοκληρωθούν όλοι οι
μισοτελειωμένοι δρόμοι α΄ κατηγορίας που είχαν ξεκινήσει να κατασκευάζονται
προπολεμικά, συνολικού μήκους 1.674 χιλιομέτρων, να συμπληρωθούν με 1.500
χιλιόμετρα κεντρικών αρτηριών και 2.000 χιλιόμετρα δρόμων α΄ κατηγορίας και να
κατασκευαστούν επιπλέον 3.000 χιλιόμετρα προσωρινών δρόμων. Με αυτή τη
συμπλήρωση του προπολεμικού δικτύου θα καταστεί εφικτό να συνδεθούν οι
κατεστραμμένες περιοχές μεταξύ τους και με τις μεγάλες αρτηρίες που ενώνουν τη
χώρα με το εξωτερικό και έτσι θα καταστεί πιο εύκολη η μεταφορά των αναγκαίων
για την ανοικοδόμηση τους υλικών.193
Στο δεύτερο μέρος της μελέτης δίνονται λεπτομερέστατες εκτιμήσεις του κύκλου
συγκοινωνιών της ΕΠ-ΑΝ αναφορικά με την ποσότητα και το είδος των υλικών που
είναι αναγκαία για τα έργα στο συγκοινωνιακό δίκτυο καθώς και για το συνολικό
κόστος τους ενώ προτείνονται και τεχνικές ιδέες για εξοικονόμηση πόρων.
Χαρακτηριστικά, για την αποκατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου εκτιμάται ότι
θα χρειαστεί να δουλέψουν για ένα χρόνο 5.000 περίπου εργάτες και τεχνίτες194 ενώ
για την ανακατασκευή των δρόμων το αντίστοιχο νούμερο είναι 72.000 εργάτες για

192
Ό.π., σελ. 20-21
193
Ό.π., σελ. 21
194
Π. Κουρκουμέλης, «Η αποκατάσταση των οδικών και σιδηροδρομικών μας συγκοινωνιών (δεύτερο
μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 2, 1946 σελ. 73
[67]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

πέντε χρόνια με το συνολικό κόστος των έργων οδοποιίας να ανέρχεται σε


11.074.000 προπολεμικές δραχμές.195
Στο τέλος της εισήγησης προτείνεται η ίδρυση ενός δημόσιου οργανισμού στον οποίο
θα ανατεθεί η προμήθεια, η διαχείριση και η συντήρηση όλων των εφοδίων που έχει
στην διάθεση του το κράτος για την κατασκευή δημόσιων έργων. Ο φορέας αυτός θα
είναι επιφορτισμένος με το να οργανώνει την διάθεση των υπαρχόντων μέσων
ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες και σύμφωνα με τις προτεραιότητες που έχουν
τεθεί στα πλαίσια του γενικού προγράμματος και την σημασία που έχει κάθε έργο
στην εθνική οικονομία. Ακόμα, θα παρακολουθεί τον τρόπο και την διάρκεια της
χρησιμοποίησης των μηχανημάτων καθώς και τη συντήρηση τους ώστε να
εξασφαλιστεί το μέγιστο της απόδοσης και η ορθολογική οργάνωση της λειτουργίας
τους ενώ θα μελετά και τις ανάγκες σε τέτοια μέσα διευθετώντας την προμήθεια τους
με τους συμφερότερους όρους.196
Για την πιο αποτελεσματική λειτουργία του προτείνεται ο οργανισμός αυτός να τελεί
υπό τον έλεγχο του εργαζόμενου λαού. Ως εκ τούτου, η σύνθεση του διοικητικού
συμβουλίου θα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική όλων όσων εμπλέκονται με τα
σχετικά έργα και να αποτελείται από επιστήμονες προερχόμενους από το υπουργείο
Δημόσιων Έργων, το Τεχνικό Επιμελητήριο και τους οργανισμούς ανασυγκρότησης,
από κατασκευαστές (σύλλογοι και συνεταιρισμοί εργολάβων) και από εργατοτεχνίτες
ορισμένους από την ΓΣΕΕ και τις ανάλογες κλαδικές ομοσπονδίες.197

6. Οικισμός- Στέγαση
Με αφορμή την νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης Κ. Τσαλδάρη για την
ρύθμιση του ζητήματος της γεωργικής στέγης, ο Ανταίος θα δημοσιεύσει στις 10
Μαΐου 1946 τα κεντρικά σημεία της σχετικής εισήγησης του Κ. Σακαντάνη προς την
ΕΠ-ΑΝ.
Κάνοντας μια σύντομη αναφορά στο πρόβλημα της γεωργικής στέγης προπολεμικά, ο
Κ. Σακαντάνης διαπιστώνει αφενός ότι οι περισσότερες αγροτικές κατοικίες στην
Ελλάδα διαχρονικά ήταν πρόχειρα κατασκευασμένες και αφετέρου ότι από τα σπίτια
που κατασκευάστηκαν στα πλαίσια της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων και
της Αγροτικής Τράπεζας μόνο εκείνα που έγιναν με το σύστημα της αυτεπιστασίας
195
Ό.π., σελ. 74
196
Ό.π., σελ. 78
197
Ό.π.
[68]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

ήταν επιτυχημένα. Επιπλέον, όσες προσπάθειες έγιναν στο ζήτημα της στέγασης από
τους θεσμούς της τοπικής λαϊκής αυτοδιοίκησης στη διάρκεια της Κατοχής και
αμέσως μετά την απελευθέρωση, ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικές, επειδή ακριβώς,
σύμφωνα με τον Κ. Σακαντάνη, βασίστηκαν στο σύστημα της αυτοστέγασης και στην
κινητοποίηση του ίδιου του λαϊκού παράγοντα.198
Στη βάση αυτών των διαπιστώσεων ο Κ. Σακαντάνης προτείνει μια σειρά από μέτρα
που θα πρέπει να αναληφθούν από πλευράς των κυβερνήσεων. Πιο αναλυτικά, το
κράτος θα πρέπει να αποκαταστήσει την γεωργική στέγη στο προπολεμικό της
επίπεδο και να συνεχίσει την προσπάθεια έως ότου επιτευχθεί η προσωρινή στέγαση
όλου του άστεγου γεωργικού πληθυσμού πριν από τον ερχόμενο χειμώνα. Σε δεύτερο
χρόνο, αφού ολοκληρωθεί η προσωρινή στέγαση, και όταν πλέον θα έχει βελτιωθεί η
συνολικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας, θα πρέπει, όπως τονίζει ο Κ.
Σακαντάνης, να υπάρξει οριστική αποκατάσταση, βασισμένη στην επιτόπια μελέτη
των δεδομένων και των αναγκών κάθε οικολογικού διαμερίσματος της χώρας. Κατά
τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των οικιστικών προγραμμάτων θα πρέπει να δοθεί
προτεραιότητα στο να παραχωρηθούν στην κάθε αγροτική οικογένεια, εκτός από το
σπίτι, τα αναγκαία βοηθητικά κτίσματα (στάβλος, αποθήκη κλπ) καθώς και τα
σχετικά παραγωγικά μέσα.199
Σε ό,τι αφορά τον τρόπο οργάνωσης της όλης διαδικασίας, ο Κ. Σακαντάνης θεωρεί
πως θα πρέπει τον κεντρικό έλεγχο να τον ασκεί μια ειδική υπηρεσία στα πλαίσια του
υπουργείου Γεωργίας με επικεφαλής ένα αντιπροσωπευτικό συμβούλιο
ενδιαφερομένων, ειδικών και κράτους. Παράλληλα, η πρακτική εφαρμογή θα πρέπει
να γίνεται αποκεντρωμένα με βάση τις γεωργικές υπηρεσίες του κράτους
κατευθυνόμενη από τα ανάλογα περιφερειακά αντιπροσωπευτικά συμβούλια. Τόσο η
κεντρική υπηρεσία όσο και τα περιφερειακά συμβούλια θα πρέπει να περιοριστούν
στην έρευνα, στην κατεύθυνση και την εποπτεία της στέγασης για την οποία όμως
τον τελικό λόγο θα τον έχουν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι και οι οργανώσεις τους. Η
Αγροτική Τράπεζα θα είναι υπεύθυνη μόνο για την διαχείριση των μέσων και των
υλικών. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει, κατά τον Κ. Σακαντάνη, να αποκλειστεί η
ίδρυση ενός αυτόνομου οργανισμού ανοικοδόμησης γιατί η εμπειρία έχει δείξει ότι
τέτοια οργανωτικά σχήματα είναι αναποτελεσματικά καθώς είναι πολυδάπανα,
198
Κ.Β. Σακαντάνης, «Απόψεις για το στεγαστικό πρόβλημα», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 21-22, 1946, σελ.
474
199
Ό.π.
[69]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

απομονώνουν το πρόβλημα αντί να το εντάσσουν σε ένα συνολικότερο σχέδιο


ανοικοδόμησης, δεν αξιοποιούν τον υπάρχοντα κρατικό μηχανισμό και επιτρέπουν
στο κράτος να αποποιείται των ευθυνών του.200
Ο λόγος που ο Κ. Σακαντάνης προτείνει μια διαδικασία που να βασίζεται στην άμεση
εμπλοκή του λαϊκού παράγοντα και του επιτόπιου τεχνικού προσωπικού είναι
προκειμένου να αποφευχθούν παθογένειες του παρελθόντος όπως ήταν οι
καθυστερήσεις στην εκτέλεση των προγραμμάτων, οι γραφειοκρατικές περιπλοκές, ο
παράνομος πλουτισμός διαφόρων εργολάβων και η δημιουργία πελατειακών σχέσεων
στην βάση της διαμεσολάβησης ανάμεσα στον ενδιαφερόμενο και το κράτος.201
Στο τέλος της εισήγησης εκφράζεται η εκτίμηση ότι όσες συζητήσεις είχαν γίνει έως
τότε σε κυβερνητικό επίπεδο γύρω από το θέμα της γεωργικής στέγης, καταγράφουν
την προσπάθεια κάποιων να μπορέσουν, για μια ακόμα φορά, να εκμεταλλευτούν τα
προβλήματα της ανοικοδόμησης για ίδιον όφελος. Ενδεικτική αυτών των προθέσεων
είναι η σχετική πρόταση της κυβέρνησης να παραχωρήσει την διαχείριση του
προβλήματος της γεωργικής στέγης σε μια εκ των μεγάλων τραπεζών.202

7. Εργασία
Η εργασία είναι ο βασικότερος συντελεστής της παραγωγής και ως εκ τούτου η
σωστή οργάνωση και η μεθοδική αξιοποίηση της κατέχουν εξέχουσα θέση στα
πλαίσια της ανοικοδόμησης.
Για να προσεγγιστεί σωστά το πρόβλημα της εργασίας θα πρέπει, κατά τον Α.
Αμπατζή, να εξεταστεί το αν υπάρχει επάρκεια εργατικού δυναμικού, ποια είναι τα
ποιοτικά του χαρακτηριστικά (αντίληψη, φυσική αντοχή, εργατικότητα, κατάρτιση)
και κυρίως πως θα καταστεί εφικτή η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση όλων των
δυνατοτήτων του.203
Σε ό, τι αφορά το πρώτο ερώτημα, σημειώνεται πως πάντοτε υπήρχε στην Ελλάδα
πλεονάζων εργατικό δυναμικό, που, μάλιστα, μετά τον πόλεμο, λόγω της ανεργίας
που αυτός προκάλεσε, έχει πολλαπλασιαστεί. Από άποψη ποιότητας, το εργατικό
αυτό δυναμικό διακρίνεται, κατά τον Α. Αμπατζή, από υψηλή αντιληπτική ικανότητα

200
Ό.π.
201
Ό.π.
202
Ό.π., σελ. 475
203
Α. Αμπατζής, «Η ανοικοδόμηση και το πρόβλημα της εργασίας (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος
Α΄, 6, 1945, σελ. 146
[70]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

που εκδηλώνεται με την δυνατότητα άμεσης προσαρμογής στις απαιτήσεις κάποιας


εργασίας και γρήγορης ανάπτυξης τεχνικών δεξιοτήτων. Ωστόσο, η εξυπνάδα αυτή,
συνδυαζόμενη με την έλλειψη πειθαρχίας που διακρίνει το εργατικό δυναμικό της
χώρας, οδηγεί στην φυγοπονία και την μειωμένη αποδοτικότητα. Η Κατοχή,
παράλληλα, επιδείνωσε αισθητά την κατάσταση καθώς ο χρόνιος υποσιτισμός του
πληθυσμού επέφερε την μείωση της σωματικής του αντοχής ενώ χιλιάδες
εργαζόμενοι απομακρυνθήκαν από την εργασία τους με το κλείσιμο των εργοστασίων
και είτε κατέφυγαν σε διάφορα παρασιτικά επαγγέλματα στις πόλεις είτε βρέθηκαν
στην ανεργία βγαίνοντας έτσι εκτός ρυθμού.204
Φτάνοντας στο τρίτο ερώτημα, ο Α. Αμπατζής σημειώνει πως απαραίτητη
προϋπόθεση προκειμένου να εντατικοποιήσει ένας εργαζόμενος την δουλειά του και
να αυξήσει την αποδοτικότητα του είναι να αποκτήσει το συναίσθημα πως εργάζεται
για το δικό του καλό.205 Άρα, λοιπόν, η απάντηση του τρίτου ερωτήματος εντοπίζεται
στην αναζήτηση των μέσων εκείνων που θα κάνουν την ανοικοδόμηση υπόθεση του
ίδιου του λαού. Υπό αυτό το πρίσμα, το πρόβλημα της ανοικοδόμησης παύει να είναι
αμιγώς τεχνικό και αποκτά πολιτικές και ψυχολογικές προεκτάσεις.206
Στον πυρήνα αυτών των προεκτάσεων βρίσκεται, όπως τονίζει ο Α. Αμπατζής, η
έννοια της σοσιαλιστικής άμιλλας. Η έννοια αυτή δηλώνει ακριβώς την επίτευξη της
μέγιστης αποδοτικότητας που μπορεί να προέλθει μόνο από ένα συνειδητοποιημένο
εργατικό δυναμικό και που έρχεται να αντικαταστήσει την ξεπερασμένη πια μορφή
της εντατικής από το κεφάλαιο εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Η σοσιαλιστική
άμιλλα είναι ικανή, προσθέτει, να ανοίξει νέους ορίζοντες στην παραγωγή και τον
πολιτισμό.207
Σύμφωνα με τον Α. Αμπατζή, για να ευδοκιμήσει αυτή η άμιλλα θα πρέπει να
συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις η σπουδαιότερη από τις οποίες είναι η άμεση
ικανοποίηση όλων των ηθικών και πολιτικών αιτημάτων του λαού. Παράλληλα,
απαιτείται η ανάληψη της οικονομικής πρωτοβουλίας από το λαϊκοδημοκρατικό
κράτος μέσα από την εθνικοποίηση του μεγάλου τραπεζικού και βιομηχανικού
κεφαλαίου που θα έχει ως αποτέλεσμα το σημαντικότερο μέρος της οικονομίας να

204
Ό.π.
205
Ό.π., σελ. 148
206
Α. Αμπατζής, «Η ανοικοδόμηση και το πρόβλημα της εργασίας (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος
Α΄, 7, 1945, σελ. 179
207
Ό.π.
[71]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

πάψει να αποσκοπεί στο κέρδος αλλά στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.
Τέλος, θα πρέπει μέσα από ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα και σε συνδυασμό με την
ξένη βοήθεια, να εξασφαλιστούν οι αναγκαίοι πόροι για τα πρώτα βήματα της
ανοικοδόμησης.208
Η εμπέδωση ενός κλίματος σοσιαλιστικής άμιλλας θα συμβάλει στην άμεση
αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και παράλληλα αυξάνοντας
την αποδοτικότητα και την εντατικότητα της εργασίας θα περιορίσει το κόστος
ορισμένων παραγωγικών δραστηριοτήτων, απελευθερώνοντας έτσι κεφάλαια που θα
μπορούν να κατευθυνθούν σε άλλους τομείς της οικονομίας. Την ίδια στιγμή, όπως
παρατηρεί ο Α. Αμπατζής, έργα που βασίζονται κυρίως στην ένταση εργασίας, όπως
είναι η κατασκευή δρόμων ή οι επισκευές σιδηροτροχιών, θα εκτελεστούν άμεσα και
φτηνά ενώ η διεύρυνση του πνεύματος της άμιλλας στην ύπαιθρο θα οδηγήσει στην
αξιοποίηση της εποχικής αργίας χιλιάδων εργατικών χεριών σε εγγειοβελτιωτικά και
άλλα παραγωγικά έργα αυξάνοντας έτσι το αγροτικό προϊόν.209
Αυτή η γενικότερη βελτίωση της αγροτικής και βιομηχανικής παραγωγής θα
προκαλέσει, κατά τον Α. Αμπατζή, οικονομική και νομισματική σταθερότητα, θα
τονώσει τις εξαγωγές και θα εκμηδενίσει την ανεργία, αυξάνοντας έτσι το μέσο
εισόδημα. Η τόνωση της αγοραστικής δύναμης θα συμβάλει στην διεύρυνση της
εσωτερικής αγοράς παρέχοντας με τη σειρά της εξασφαλισμένη κατανάλωση της
εγχώριας αγροτικής και βιομηχανικής παραγωγής ενώ η συνολικότερη ανάπτυξη της
οικονομίας θα θωρακίσει τη χώρα απέναντι στις κυκλικές κρίσεις του
καπιταλισμού.210
Τέλος, επισημαίνεται ότι η συνεργασία μεταξύ του κράτους και των εργαζομένων θα
περιορίσει και σταδιακά θα εξαφανίσει τη ζημιά που δημιουργείται από τις
συγκρούσεις κεφαλαίου-εργασίας ενώ θα υπάρξει και εξυγίανση του κρατικού
μηχανισμού με την αποβολή του πνεύματος ρουτίνας, γραφειοκρατίας και
συναλλαγής.211

208
Ό.π., σελ. 179-180
209
Ό.π., σελ. 180
210
Ό.π.
211
Ό.π.
[72]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

8. Νομικά
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν στα
πλαίσια της ανοικοδόμησης, και μάλιστα ήδη από τα πρώτα της βήματα, είναι αυτό
της οργάνωσης της διοίκησης.
Ο Η. Ηλιού στη σχετική του μελέτη για το διοικητικό δίκαιο στα πλαίσια της Λαϊκής
Δημοκρατίας κάνει λόγο για δύο βασικές αρχές που θα πρέπει να διέπουν την όλη
προσπάθεια αναδιοργάνωσης του κρατικού μηχανισμού. Η πρώτη είναι ότι
«ανοικοδόμηση χωρίς το λαό δεν γίνεται». Ο λαός είναι εκείνος που πρέπει να
σηκώσει στις πλάτες του το τεράστιο έργο της ανοικοδόμησης της χώρας όχι μόνο
μέσα από την εργασία του αλλά και μέσα από την ουσιαστική συμμετοχή του στον
σχεδιασμό και τον έλεγχο της όλης προσπάθειας. Ασκώντας όλες τις πολιτικές
εξουσίες και ανεμπόδιστος από κάθε είδους ξένη κηδεμονία, θα μπορέσει να γίνει
πρωταγωνιστής του ανοικοδομητικού έργου.212
Η δεύτερη αρχή, κατά τον Η. Ηλιού, είναι ότι «ανοικοδόμηση χωρίς σχέδιο δε
γίνεται». Θα πρέπει, λοιπόν, να θεσπιστεί ένα νομικό και διοικητικό πλαίσιο τέτοιο
που θα εξασφαλίζει αφενός την συμμετοχή όλων των λαϊκών στρωμάτων στην
διαμόρφωση αυτού του σχεδίου και αφετέρου την απαράβατη τήρηση του από όλους
τους φορείς του δημοσίου, συντονίζοντας κάθε ενέργεια των επί μέρους οργάνων και
το σύνολο της κρατικής και κοινωνικής δραστηριότητας.213
Στη συνέχεια, προχωρώντας στο ζήτημα της οργάνωσης του λαϊκού κράτους,
διακρίνει πέντε επίπεδα στην διοίκηση του: α) Κεντρική διοίκηση, β) Περιφερειακή
διοίκηση (αποσυγκέντρωση), γ) Αυτοδιοίκηση, δ) Αποκεντρωμένες υπηρεσίες, ε)
Διοικητική δικαιοσύνη
Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση, αυτή θα είναι επιφορτισμένη, σύμφωνα με την
πρόταση του Η. Ηλιού, με την συλλογική άσκηση της κεντρικής διοίκησης και την
χάραξη των γενικών κατευθύνσεων, πάντα μέσα στα όρια των νόμων. Η εκτέλεση και
εφαρμογή των γενικών αυτών κατευθυντήριων γραμμών, η στενά διοικητική
λειτουργία δηλαδή, θα ασκείται από την περιφερειακή αποκεντρωμένη διοίκηση. Η
παρουσία του λαϊκού παράγοντα σε αυτό το επίπεδο εξασφαλίζεται έμμεσα, καθώς η
κυβέρνηση προκύπτει μέσα από την λαϊκή αντιπροσωπεία, αλλά και άμεσα,
δεδομένου ότι σε κάθε υπουργείο προβλέπεται η ύπαρξη ενός διοικητικού
212
Η. Ηλιού, «Η οργάνωση της διοίκησης του λαϊκού κράτους για την ανοικοδόμηση», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 8, 1945, σελ. 196
213
Ό.π.
[73]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

συμβουλίου με συμβουλευτικό ρόλο που θα απαρτίζεται όχι μόνο από αρμόδια ειδικά
πρόσωπα της διοικητικής ιεραρχίας αλλά και από αντιπροσώπους των
συνδικαλισμένων υπαλλήλων της περιφερειακής διοίκησης καθώς και
αντιπροσώπους των λαϊκών οργανώσεων. Μάλιστα, αυτοί οι τελευταίοι θα συνιστούν
την πλειοψηφία του συμβουλίου ενώ θα είναι αιρετοί και ανακλητοί. Τέλος, κάθε
μήνα σε κάθε υπουργείο θα πρέπει, σύμφωνα με τον Η. Ηλιού, να γίνεται συνέλευση
όλων των υπαλλήλων της κεντρικής υπηρεσίας με σκοπό τον έλεγχο και τον
απολογισμό της δουλειάς καθώς και την συναγωγή συμπερασμάτων και υποδείξεων
προς τον εκάστοτε υπουργό. Η συνέλευση αυτή θα είναι δημόσια και θα καλείται να
την παρακολουθήσει ο υπουργός και η αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Σε
αραιότερα διαστήματα θα οργανώνονται συνέδρια με την συμμετοχή και
περιφερειακών υπαλλήλων.214
Στο επίπεδο της περιφερειακής διοίκησης προβλέπεται κατ' αρχάς η διαίρεση της
χώρας σε δέκα περίπου περιφέρειες. Η κυβέρνηση θα διορίζει για κάθε τέτοια
περιφέρεια μια τριμελή αντιπροσωπεία που θα λύνει επί τόπου, στα πλαίσια της
αποσυγκέντρωσης, όλα τα διοικητικά ζητήματα. Η τριμελής αυτή επιτροπή αποτελεί
ένα συλλογικό όργανο διοίκησης και οι αποφάσεις της παίρνονται κατά πλειοψηφία.
Η λαϊκή συμμετοχή σε αυτήν την βαθμίδα εξασφαλίζεται πάλι μέσα από την
λειτουργία ενός διοικητικού συμβουλίου περιοχής με συμβουλευτική γνώμη στο
οποίο θα συμμετέχουν οι προϊστάμενοι των δημόσιων υπηρεσιών της περιφέρειας και
εκπρόσωποι της αυτοδιοίκησης και των λαϊκών οργανώσεων οι οποίοι θα είναι
αιρετοί και ανακλητοί. Και σε αυτό το συμβούλιο το λαϊκό στοιχείο, προβλέπεται να
είναι πλειοψηφία.215
Ο Η. Ηλιού, προχωρώντας στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης, την διαιρεί σε δύο
βαθμίδες: α) αυτοδιοίκηση α΄ βαθμού που αφορά την διοίκηση των δήμων (για τις
πόλεις) και των κοινοτήτων (χωριά κάτω των 10.000 κατοίκων) β) αυτοδιοίκηση β΄
βαθμού που ασκείται σε επίπεδο επαρχίας.216
Ως αποφασιστικά όργανα της αυτοδιοίκησης α΄ βαθμού ορίζονται: α) το δημοτικό (ή
κοινοτικό) συμβούλιο που προκύπτει από άμεσες εκλογές με μυστική, καθολική
ψηφοφορία και με πλειοψηφικό σύστημα. Τα μέλη του δημοτικού ή κοινοτικού
συμβουλίου είναι πάντοτε ανακλητά, β) η συνέλευση των πολιτών του δήμου ή της
214
Ό.π., σελ. 197
215
Ό.π.
216
Ό.π.
[74]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

κοινότητας. Στους μεγάλους δήμους, όπως σημειώνει ο Η. Ηλιού, είναι αδύνατο να


συνέλθει συνέλευση όλων των πολιτών και για αυτό προβλέπεται για τα κρίσιμα
ζητήματα η διενέργεια δημοψηφισμάτων ενώ για τα υπόλοιπα η σύγκλιση
συνέλευσης αντιπροσώπων των πολιτών που θα εκλέγονται σε επίπεδο συνοικίας.
Αρμοδιότητες αυτών των συνελεύσεων είναι ο έλεγχος του δημοτικού ή του
κοινοτικού συμβουλίου καθώς και η επικύρωση του προϋπολογισμού, του
απολογισμού και των αποφάσεων για την εκτέλεση σημαντικών έργων κοινής
ωφέλειας. γ) Τέλος, στους δήμους προβλέπεται η ύπαρξη μιας δημαρχιακής
επιτροπής που θα εκλέγεται από τους δημοτικούς συμβούλους και θα επιβλέπει την
όλη διοίκηση και διαχείριση του Δημάρχου.217
Εκτελεστικά όργανα της αυτοδιοίκησης προβλέπεται να είναι ο Δήμαρχος για το
επίπεδο του δήμου και ο Πρόεδρος για το επίπεδο της κοινότητας. Και οι δύο δεν θα
εκλέγονται απευθείας από τον λαό αλλά έμμεσα από το δημοτικό ή το κοινοτικό
συμβούλιο. Εκτελεστικό ρόλο, επίσης, επιτελούν οι κοινοτικές επιτροπές (π.χ.
επιτροπή υγείας, επιτροπή πρόνοιας, σχολική επιτροπή κτλ) που συγκροτούνται με
απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου, απαρτίζονται από απλούς δημότες και
προεδρεύονται από μέλη του κοινοτικού συμβουλίου. Στους μεγάλους δήμους, μαζί
με την εκλογή του διοικητικού συμβουλίου διενεργείται η εκλογή συνοικιακού
συμβουλίου, πού με την προεδρία ενός δημοτικού συμβούλου έχει καθήκοντα
εκτελεστικά. Τέλος, αντίστοιχα καθήκοντα έχουν και οι διάφοροι δημοτικοί ή
κοινοτικοί υπάλληλοι.218
Μέσα στις πολλές αρμοδιότητες που θα έχει η αυτοδιοίκηση α΄ βαθμού (φροντίδα
δημοτικής περιουσίας, εξασφάλιση και βελτίωση της υγείας, της μόρφωσης και της
ηθικής ανάπτυξης του λαού, οργάνωση υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, εκλογή
αγροφυλάκων κλπ) διακρίνεται και η θέσπιση αστυνομικών διατάξεων, μια
αρμοδιότητα που αφαιρείται από την Χωροφυλακή και την Αστυνομία.219
Στην αυτοδιοίκηση β΄ βαθμού βασική διοικητική μονάδα είναι η επαρχία, η οποία
προβλέπεται να είναι δομημένη με τέτοιο τρόπο, ώστε να συνιστά μια οργανική
ενότητα και να μπορεί να αυτοδιοικείται χωρίς βλάβη των επιμέρους της τμημάτων.
Αποφασιστικά όργανα είναι: α) το επαρχιακό συμβούλιο του οποίου τα μέλη είναι
αιρετά και ανακλητά και β) η επαρχιακή επιτροπή, που αποτελείται από το προεδρείο
217
Ό.π., σελ. 197-198
218
Ό.π., σελ. 198
219
Ό.π.
[75]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

του επαρχιακού συμβουλίου. Εκτελεστικά όργανα είναι ο πρόεδρος του επαρχιακού


συμβουλίου και οι επαρχιακοί υπάλληλοι.220
Όπως αναφέρει ρητά ο Η. Ηλιού, τα ζητήματα της τοπικής αυτοδιοίκησης θα
υπάγονται στην αποκλειστική δικαιοδοσία των παραπάνω οργάνων που θα
λειτουργούν ελευθέρα από κάθε παρέμβαση του κεντρικού κράτους. Τέλος, όλες οι
συνεδριάσεις όλων των συμβουλίων και των δύο βαθμών αυτοδιοίκησης θα πρέπει να
είναι δημόσιες.221
Στον τομέα των αποκεντρωμένων υπηρεσιών ο Η. Ηλιού επισημαίνει ότι ορισμένα
ειδικά ταμεία ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου όπως λιμενικά ταμεία, ειδικά
ταμεία επαρχιακής οδοποιίας, αποξηραντικών, αρδευτικών και εγγειοβελτιωτικών
έργων κλπ, θα υπαχθούν στην τοπική αυτοδιοίκηση α' ή β' βαθμού και θα
συγχωνευθούν με αυτήν. Άλλοι πάλι αυτόνομοι οργανισμοί που αφορούν την
παραγωγή και τη συγκέντρωση προϊόντων (π.χ. Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός,
καπνικός οργανισμός, ελαιουργικός οργανισμός, ΚΥΔΕΠ κτλ.) θα πρέπει να
περάσουν στα χέρια των ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγικών τάξεων, ώστε από
όργανα καταπίεσης και εκμετάλλευσης να καταστούν όργανα χρήσιμα για τις λαϊκές
ανάγκες. Η ίδια αρχή πρέπει να εφαρμοστεί για τα ασφαλιστικά ταμεία καθώς και για
τους διάφορους αυτόνομους οργανισμούς που σχετίζονται με τον πολιτισμό.222
Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόταση του Η. Ηλιού και στο ζήτημα
της οργάνωσης της διοικητικής δικαιοσύνης. Πιο συγκεκριμένα, σε κάθε επαρχία
προτείνεται να υπάρχει ένα πρωτοβάθμιο δικαστήριο που θα απαρτίζεται από έναν
τακτικό δικαστή και δύο λαϊκά μέλη, αιρετά και ανακλητά. Σε επίπεδο περιοχής θα
υπάρχει ένα δευτεροβάθμιο όργανο αποτελούμενο ξανά από έναν τακτικό δικαστικό
και από δύο μέλη, που, όμως, αυτή τη φορά θα εκλέγονται έμμεσα από τα λαϊκά μέλη
των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων και τα μέλη των επαρχιακών, δημοτικών και
κοινοτικών συμβουλίων της περιοχής και θα μπορούν να ανακληθούν με τον ίδιο
τρόπο. Το Συμβούλιο της Επικρατείας, τέλος, προτείνεται να αποτελείται από τον
Πρόεδρο και άλλους τέσσερις τακτικούς συμβούλους καθώς κι από τέσσερις λαϊκούς
συμβούλους, ειδικούς νομικούς, που θα εκλέγονται από τα λαϊκά μέλη όλων
διοικητικών δικαστηρίων της χώρας και θα ανακαλούνται από αυτά.223

220
Ό.π.
221
Ό.π.
222
Ό.π.
223
Ό.π., σελ. 198-199
[76]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

9. Υγειονομικά
Σε ό,τι αφορά την ανοικοδόμηση της δημόσιας υγείας ιδιαίτερο ενδιαφέρον
παρουσιάζει η έρευνα του Ομίλου Υγειονομικών Μελετών που δημοσίευσε ο Ανταίος
στις 24 Ιουνίου 1945 με θέμα τις επισιτιστικές ανάγκες του ελληνικού λαού κατά
τους πρώτους μήνες της απελευθέρωσης.
Όπως, πολύ χαρακτηριστικά σημειώνεται, η επίλυση του διατροφικού προβλήματος
είναι άμεση και αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία της ανοικοδόμησης και θα
πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τρεις παραμέτρους. Η πρώτη αφορά την βαριά και
επικίνδυνη βιολογική εξασθένιση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού λόγω του
χρόνιου υποσιτισμό και του ομαδικού λιμού στην διάρκεια της κατοχής. Η δεύτερη
παράμετρος σχετίζεται με τις αυξημένες ανάγκες που δημιουργεί το έργο της
ανοικοδόμησης. Το σιτηρέσιο, λοιπόν, όπως σημειώνεται, θα πρέπει να είναι όχι
απλά συντήρησης αλλά τέτοιο ώστε να παρέχεται στον κάθε άνθρωπο η ενέργεια που
του είναι αναγκαία για να μπορεί να πάρει ενεργά μέρος στην προσπάθεια
ανασυγκρότησης της χώρας. Τέλος, η τρίτη παράμετρος αφορά τις αντικειμενικές
δυσκολίες που υπάρχουν λόγω της συνολικότερης κατάστασης της οικονομίας. Με
βάση τα παραπάνω, οι ειδικοί του Ομίλου Υγειονομικών Μελετών προτείνουν ένα
«σιτηρέσιο ανασυγκρότησης», όπως αποκαλείται χαρακτηριστικά, που θα πρέπει να
είναι πλούσιο σε ζωικές πρωτεΐνες και δεν μπορεί να είναι κάτω από 2800
θερμίδες.224
Στη συνέχεια κάνοντας έναν απολογισμό της διαχείρισης που έχει γίνει από την
απελευθέρωση έως τον Σεπτέμβρη του 1945 διαπιστώνεται ότι οι διανομές τροφίμων
δεν καλύπτουν τις ανάγκες καθώς χαρακτηρίζονται από σημαντική θερμιδική
ανεπάρκεια, μεγάλη ανεπάρκεια σε ζωικές πρωτεΐνες και πλήρη έλλειψη βιταμίνης Α.
Μάλιστα, όσο περνά ο καιρός η κατάσταση χειροτερεύει, ειδικά στις επαρχιακές
πόλεις όπου η ανεπάρκεια των διανομών είναι ακόμα πιο έντονη. 225 Ως εκ τούτου,
καταλήγει η ομάδα, η πρόταση για το «σιτηρέσιο ανασυγκρότησης», μπορεί να είναι

224
Όμιλος Υγειονομικών Μελετών, «Η διατροφή του λαού και η ανοικοδόμηση της χώρας (πρώτο
μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3, 1945, σελ. 80-82
225
Όμιλος Υγειονομικών Μελετών, «Η διατροφή του λαού και η ανοικοδόμηση της χώρας (δεύτερο
μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 7, 1945, σελ. 175
[77]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

μετριοπαθής, όπως κατηγορήθηκε από κάποιους, ωστόσο είναι άμεσα διεκδικήσιμη


επειδή ακριβώς είναι πιο εφικτή.226
Σε ό,τι αφορά το δημόσιο σύστημα υγείας, ο Π. Κόκκαλης τονίζει ότι μια αναγκαία
προϋπόθεση για την ανασυγκρότηση του είναι η αποτελεσματικότερη λειτουργία των
δημόσιων νοσοκομείων και των πολυϊατρείων καθώς αυτά συνιστούν τα θεμέλια της
υγειονομικής οργάνωσης.
Ξεκινώντας από το ζήτημα των οικονομικών πόρων επισημαίνει, ότι τα νοσοκομεία
δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως επιχειρήσεις που, υπαγόμενες στους νόμους
της αγοράς, επιδιώκουν την μεγιστοποίηση του κέρδους αλλά σαν δημόσιες
λειτουργίες που απαραιτήτως έχουν ανάγκη κρατικής χρηματοδότησης. Στα πλαίσια
της ανοικοδόμησης οι βασικοί οικονομικοί πόροι για την ίδρυση και συντήρηση των
νοσοκομείων θα προέρχονται, σύμφωνα με τον Π. Κόκκαλη, από τους αγροτικούς
συνεταιρισμούς υγείας, από πόρους του κράτους και των φορέων της τοπικής
αυτοδιοίκησης, από την συνεισφορά των διάφορων ταμείων κοινωνικών ασφαλίσεων
-με την προϋπόθεση ότι ο θεσμός αυτός θα επεκταθεί και θα διοικείται από τους
άμεσα εμπλεκόμενους, δηλαδή τους ίδιους τους ασφαλισμένους- και τέλος από τα
νοσήλια όλων όσων δεν ανήκουν σε κάποιο κλαδικό ταμείο υγείας. Η τελευταία αυτή
κατηγορία θα πρέπει σταδιακά να μειώνεται μέσα από την προοδευτική οργάνωση
και διεύρυνση της κοινωνικής ασφάλισης και των συνεταιρισμών υγείας. Μια ακόμα
σημαντική οικονομική πτυχή της ανασυγκρότησης της δημόσιας υγείας αποτελεί και
η ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας φαρμάκων και υγειονομικού υλικού.227
Στο θέμα της διοίκησης των υγειονομικών μονάδων τίθεται ως βασική προϋπόθεση
καλής λειτουργίας η αρμονική συνεργασία του επιστημονικού, νοσηλευτικού και
διοικητικού προσωπικού. Πιο ειδικά, τα διοικητικά συμβούλια των νοσοκομείων και
των πολυϊατρείων θα πρέπει, κατά τον Π. Κόκκαλη, να εκλέγονται δημοκρατικά από
τις εργατικές, αγροτικές, υπαλληλικές και επαγγελματικές οργανώσεις καθώς επίσης
και από το επιστημονικό, νοσηλευτικό και άλλο προσωπικό, από τους εργαζόμενους
δηλαδή του ίδιου του ιδρύματος. Οι ίδιοι θα είναι υπεύθυνοι και για την εκλογή του
κατάλληλου διοικητικού διευθυντή του νοσοκομείου με βάση ορισμένα προσόντα
που θα πρέπει αυτός να διαθέτει.228

226
Ό.π., σελ. 172
227
Κόκκαλης, Π., «Σκέψεις για την οργάνωση των νοσοκομείων», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 13-14, 1945,
σελ. 297-298
228
Ό.π., σελ. 298
[78]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Η επιλογή του επιστημονικού προσωπικού που θα στελεχώνει τα νοσοκομεία θα


πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να υπηρετείται τόσο η θεραπευτική όσο και η
εκπαιδευτική λειτουργία τους. Ως αρμόδιο για την επιλογή του προσωπικού ορίζεται
το διοικητικό συμβούλιο του κάθε ιδρύματος σε συνεργασία με ένα γνωμοδοτικό
επιστημονικό συμβούλιο. Η πρόβλεψη αυτή θεωρείται ως το καλύτερο εχέγγυο για
την ορθή και αξιοκρατική στελέχωση των ιδρυμάτων καθώς αυτή ανατίθεται επί της
ουσίας στους πολίτες, που το μόνο συμφέρον που έχουν ως χρήστες των δομών
αυτών είναι η αποτελεσματικότερη λειτουργία τους. Η επιλογή θα πρέπει, κατά τον
Π. Κόκκαλη, να γίνεται μεταξύ εκείνων που αφενός διακρίθηκαν κατά τη διάρκεια
των σπουδών τους και αφετέρου πετυχαίνουν σε μιας μορφής προκριματικό
διαγωνισμό που θα πιστοποιεί ότι διαθέτουν μια βασική θεωρητική κατάρτιση. Κάθε
θέση θα πρέπει να προκηρύσσεται δημόσια για να μπορεί ο καθένας να δηλώνει
ενδιαφέρον ενώ όλες οι αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων θα πρέπει να είναι
αιτιολογημένες και ελέγξιμες. Τέλος, οι διευθυντές των κλινικών θα πρέπει να
εκλέγονται με βάση την βασική τους κατάρτιση, την πρακτική ιατρική ικανότητα και
το ήθος.229
Ένα ακόμα σημαντικό πρόβλημα που θα πρέπει να διευθετηθεί στα πλαίσια της
ανοικοδόμησης της δημόσιας υγείας είναι αυτό της ανεπάρκειας των κλινών καθώς
και της κακής κατανομής τους. Ειδικά σε ό,τι αφορά αυτό το δεύτερο θέμα, ο Π.
Κόκκαλης επισημαίνει τη συγκέντρωση των ιδρυμάτων τόσο σε επίπεδο επικράτειας,
που είχε ως αποτέλεσμα οι κάτοικοι της υπαίθρου, τα 2/3 του συνολικού πληθυσμού
της χώρας, να μένουν αποκλεισμένοι από τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας, όσο και
μέσα στην ίδια την Αθήνα, καθώς όλα σχεδόν τα νοσοκομεία είναι συγκεντρωμένα σε
μια συνοικία. Στο ζήτημα των κλινών σημειώνεται πως στην Ελλάδα το 1945
υπήρχαν 16,000 κλίνες. Η αναλογία, δηλαδή, ήταν 1 κρεβάτι για κάθε 550 κατοίκους
την στιγμή που στην Σουηδία η αντίστοιχη αναλογία ήταν 1 προς 125 ενώ στην
Γαλλία 1 προς 216. Για την άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού προτείνεται
η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των υπαρχουσών κλινών και η επίταξη μεγάλων
κτιρίων και ξενοδοχείων τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως πρόχειρα
νοσοκομεία για φυματικούς ή άλλους χρόνια ασθενείς, των οποίων η νοσηλεία δεν
απαιτεί πολυδάπανες εγκαταστάσεις και ειδικό εξοπλισμό.230

229
Ό.π.
230
Ό.π., σελ. 299
[79]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Τέλος, κρίνεται σκόπιμο να δημιουργηθούν ορισμένα ειδικά νοσοκομεία ή


τουλάχιστον ειδικά τμήματα εντός των μεγάλων νοσοκομείων που θα εκπληρώνουν
συγκεκριμένους σκοπούς και θα εξειδικεύονται σε συγκεκριμένες παθήσεις.231

10. Παιδεία
Κλείνουμε αυτό το αρκετά εκτενές κεφάλαιο με μια αναφορά στην προβληματική
που αναπτύσσεται μέσα από τις στήλες του Ανταίου γύρω από το θέμα της παιδείας
στα πλαίσια της ανοικοδόμησης. Η προβληματική αυτή εκτείνεται σε όλο το εύρος
του εκπαιδευτικού συστήματος, από τα νηπιαγωγεία και την τεχνική εκπαίδευση έως
τα πανεπιστήμια. Μάλιστα, είναι τέτοιο το βάθος της που ο Σ. Μυριναίος προτείνει,
στο άρθρο του με τίτλο «Η ανάγκη συμπλήρωσης του αλφαβήτου», την υιοθέτηση
δύο νέων γραμμάτων για την απόδοση των φθόγγων «μπ» και «ντ». 232
Ένα γενικό περίγραμμα του πώς θα πρέπει να είναι οργανωμένο το εκπαιδευτικό
σύστημα στα πλαίσια της ανοικοδόμησης μας δίνει ο Κ. Δεσποτόπουλος. Πιο
συγκεκριμένα, η παιδεία θα πρέπει να είναι δημόσια, δωρεάν και καθολική ενώ θα
πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα ισότιμης και ανεμπόδιστης συμμετοχής όλων
σε αυτήν. Προκειμένου να γίνει πράξη αυτή η ισοτιμία δεν αρκεί, όπως πολύ σωστά
επισημαίνεται, μόνο η νομική της κατοχύρωση αλλά και η κινητοποίηση από τη
μεριά του κράτους των αναγκαίων εκείνων πόρων που θα την καταστήσουν
οικονομικά προσιτή για το σύνολο των παιδιών.233
Παράλληλα, θα πρέπει η παιδεία να είναι οργανωμένη στην βάση πέντε
κατευθύνσεων. Η πρώτη βλέπει τον άνθρωπο σαν αυτοσκοπό και επιδιώκει την
ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ώστε να μπορεί να ζει με τον πιο άξιο
τρόπο. Η δεύτερη βλέπει τον άνθρωπο σαν φορέα του πολιτισμού, η τρίτη σαν εργάτη
της οικονομίας, η τέταρτη σαν μέλος της κοινωνίας και η πέμπτη σαν πολίτη.234
Για την αποτελεσματικότερη προώθηση των παραπάνω κατευθύνσεων θα πρέπει το
εκπαιδευτικό σύστημα να διακριθεί σε γενική και επαγγελματική εκπαίδευση. Η
γενική παιδεία θα μπορούσε, όπως προτείνει ο Κ. Δεσποτόπουλος, να διαρκεί οκτώ
έως δέκα χρόνια και θα πρέπει να είναι ομοιόμορφη για όλους, παρέχοντας τα ίδια

231
Ό.π.
232
Σ. Μυριναίος, «Η ανάγκη συμπλήρωσης του αλφαβήτου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-20, 1946, σελ.
429-430
233
Κ. Δεσποτόπουλος, «Σκέψεις για την παιδεία στην ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 5, 1945,
σελ. 122
234
Ό.π., σελ. 121
[80]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

παιδευτικά αγαθά και με τις ίδιες μεθόδους. Από την άλλη, η επαγγελματική
εκπαίδευση θα πρέπει να είναι διαφορισμένη, με βάση τις επιδόσεις και τις κλίσεις
που επέδειξε ο κάθε μαθητής στα πλαίσια της γενικής εκπαίδευσης.235
Πιο συγκεκριμένα, η υλοποίηση της πρώτης κατεύθυνσης περνά, κατά τον Κ.
Δεσποτόπουλο, μέσα από την εμπέδωση της ανθρωπιστικής παιδείας καθώς μόνο
αυτή επιτρέπει την ολόπλευρη ανάπτυξη των δυνάμεων και των κλίσεων του
ανθρώπου και μπορεί να υλοποιήσει το πλατωνικό ιδανικό της αρμονικής
συνύπαρξης του «θυμοειδούς» με το «φιλομαθές». Μάλιστα, η αρμονική αυτή
συνύπαρξη κρίνεται περισσότερο αναγκαία στην σύγχρονη εποχή προκειμένου να
μπορέσει ο άνθρωπος να ανταπεξέλθει σωματικά, ψυχικά, πνευματικά και ηθικά στις
ποικίλες βλαπτικές συνέπειες που αυτή επιφέρει. Για να συμβάλει ακόμα πιο
αποτελεσματικά η παιδεία σε αυτό της το σκοπό θα πρέπει να συνδυάσει τον
διαχρονικό ανθρωπιστικό της περιεχόμενο με τις σύγχρονες επιστημονικοτεχνικές
ανακαλύψεις και με όλη την ανθρωπολογική σοφία που έχει συσσωρευτεί μετά και
την τραγική εμπειρία του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.236
Απαραίτητη για την υλοποίηση αυτής της κατεύθυνσης κρίνεται η καθιέρωση της
δημοτικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και της δημόσιας ζωής εν
γένει και η σταδιακή κατάργηση της καθαρεύουσας. Παράλληλα, πέρα από την ορθή
διαλογή των προς διδασκαλία πολιτισμικών αγαθών της ελληνικής και ξένης
πνευματικής παράδοσης, μια ακόμα αναγκαία προϋπόθεση για την προαγωγή του
πνευματικού πολιτισμού είναι, κατά τον Κ. Δεσποτόπουλο, η ανάδειξη των
ανθρώπων εκείνων που θα μπορούσαν να παίξουν το ρόλο των «πνευματικών
στελεχών», των «εργατών του πνεύματος» όπως χαρακτηριστικά τους αποκαλεί. Τα
στελέχη αυτά μπορούν να προκύψουν μόνο μέσα από τους κόλπους του λαού, ο
οποίος, χάρη στο άπλωμα της γενικής παιδείας, μπορεί να λειτουργήσει σαν μια
πλούσια βάση για την διασφάλιση του πολιτιστικού επιπέδου και την ανάδειξη
ανθρώπων ικανών να αφιερωθούν στην υπηρεσία του πνευματικού πολιτισμού. Για
να μπορέσει αυτό να υλοποιηθεί θα πρέπει, σύμφωνα με τον Κ. Δεσποτόπουλο, το
κράτος να είναι σε θέση να εκτιμήσει κάθε χρόνο πόσους τέτοιους πνευματικούς

235
Ό.π., σελ. 121-122
236
Ό.π., σελ. 124-124
[81]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

εργάτες (π.χ. μουσικούς, γλύπτες, αρχαιολόγους κλπ) χρειάζεται και μπορεί να


συντηρήσει οικονομικά.237
Η συμβολή της παιδείας στην εξασφάλιση ακμαίας οικονομίας περνά, κατά τον Κ.
Δεσποτόπουλο, μέσα από τον πολλαπλασιασμό αφενός της δύναμης και αφετέρου της
θέλησης για εργασία. Ως δύναμη για εργασία νοούνται οι ποικίλες ικανότητες,
τεχνικές και επιστημονικές, για κάθε δράση που είναι χρήσιμη στην ανθρώπινη ζωή.
Σκοπός της παιδείας, λοιπόν, είναι, σύμφωνα με τον Κ. Δεσποτόπουλο, να παρέχει
στους ανθρώπους τις γνώσεις που προάγουν την δύναμη για εκείνη την εργασία που
απαιτείται για την ανοικοδόμηση της χώρας. Μάλιστα, τις γνώσεις αυτές τις διακρίνει
σε γενικές, που είναι η θεωρητική και πρακτική επαφή με τα επιτεύγματα του
τεχνικού πολιτισμού, και ειδικές, ανάλογα με τις ιδιαίτερες οικονομικές συνθήκες που
επικρατούν σε κάθε περιοχή. Έτσι, για παράδειγμα, η γενική εκπαίδευση σε μια
αγροτική περιοχή θα πρέπει να περιλαμβάνει και σχετικά μαθήματα γεωπονίας.238
Σε ό,τι αφορά την θέληση για εργασία, ο Κ. Δεσποτόπουλος, θεωρεί ότι αυτή
προκύπτει και μεγεθύνεται μέσα από την άρρηκτη και γόνιμη σύνδεση του προσώπου
με την κοινωνία, αντίληψη που θα πρέπει να καλλιεργείται στα πλαίσια της γενικής
εκπαίδευσης. Θα πρέπει αυτή να λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να δίνει στον
άνθρωπο να καταλάβει ότι η ατομική αξιοπρέπεια μπορεί να προκύψει μόνο μέσα
από την προσφορά στο κοινωνικό σύνολο. Αυτή η συνειδητοποίηση, ισχυρίζεται ο Κ.
Δεσποτόπουλος, θα ωθήσει τον άνθρωπο να αντιλαμβάνεται την εργασία όχι ως μια
κερδοσκοπική και κουραστική διαδικασία αλλά ως μια ελεύθερη και δημιουργική
διάθεση της ψυχής.239
Τέλος, η υλοποίηση της κατεύθυνσης για δημιουργία υπεύθυνων πολιτών περνά,
όπως αναφέρει ο Κ. Δεσποτόπουλος, ακριβώς μέσα από αυτήν την υψηλής στάθμης
γενική εκπαίδευση που περιγράφτηκε και προηγούμενα. Η καθολική παιδεία
επιτρέπει ώστε όλοι να αποκτήσουν επίγνωση των ουσιαστικών προβλημάτων της
χώρας και να διαμορφώσουν ανάλογα κριτήρια σε σχέση με το ποιες πολιτικές
επίλυσης πρέπει να υιοθετηθούν και ποιοι είναι οι πιο κατάλληλοι για να τις
εφαρμόσουν. Παράλληλα, κι εδώ, όπως τονίζεται, η γενική εκπαίδευση δημιουργεί

237
Ό.π., σελ. 122-123
238
Ό.π., σελ. 123
239
Ό.π.
[82]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

ένα πολύ πλατύτερο κύκλο για την ανάδειξη των πιο ικανών να στελεχώσουν το
κράτος και να χειριστούν την πολιτική εξουσία.240
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, και η μελέτη του Κ. Δ. Σωτηρίου
αναφορικά με το πρόβλημα του αναλφαβητισμού στην χώρα. Σε αυτήν, αφού πρώτα
εκθέσει το πρόβλημα σε γενικές γραμμές, αναλύει τις αιτίες του και στο τέλος
προχωρά στην διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων. Για να μπορέσει να
αντιμετωπιστεί το μείζον ζήτημα του αναλφαβητισμού στη ρίζα του, θα πρέπει, κατά
τον Κ. Δ. Σωτηρίου, να ιδρυθούν σύγχρονα και άνετα σχολεία σε κάθε χωριό της
επικράτειας καθώς και σε όλες τις γειτονιές των αστικών κέντρων. Θα πρέπει, επίσης,
οι παιδαγωγοί να στηριχθούν οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά, ώστε να
μπορούν να ανταπεξέλθουν πιο αποτελεσματικά στον ρόλο τους. Παράλληλα, το
κράτος θα πρέπει να φροντίσει για την υγεία, την διατροφή και το ντύσιμο των
φτωχότερων παιδιών ενώ θα πρέπει να προωθηθεί η ίδρυση κι η λειτουργία θεσμών
όπως τα μαθητικά συσσίτια, τα σχολικά λουτρά, οι παιδικές εξοχές, τα παιδικά
ιατρεία, οι βρεφοκομικοί και παιδικοί σταθμοί καθώς και τα νηπιαγωγεία. Το
δημοτικό σχολείο θα πρέπει να συνδεθεί με την πραγματικότητα, να προσαρμοσθεί
στις υλικές και πνευματικές ανάγκες του λαού κι απαλλαγμένο από το πνεύμα
λογιοτατισμού να καταστεί κέντρο πολιτισμού και δημιουργικής δράσης. Αναγκαία
προϋπόθεση για να γίνουν πραγματικότητα όλα τα παραπάνω είναι η πολιτική
αλλαγή και η θεμελίωση της λαϊκής δημοκρατίας.241
Έως τότε όμως, τονίζει ο Κ. Δ. Σωτηρίου, θα πρέπει να ληφθούν ορισμένα άμεσα
μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος του αναλφαβητισμού των ενηλίκων.
Ένα πρώτο τέτοιο μέτρο είναι η λειτουργία στα πλαίσια του υπουργείου Παιδείας
μιας ειδικής υπηρεσίας της οποίας έργο θα είναι η καταγραφή των αναλφάβητων, η
σύνταξη των κατάλληλων βοηθητικών εγχειριδίων και των σχετικών οδηγιών
διδασκαλίας, η κατάρτιση των αντίστοιχων προγραμμάτων και γενικά ο συντονισμός
της όλης προσπάθειας. Προτείνεται να δημιουργηθούν δύο τύποι σχολείων, ένας για
τους ενήλικες αναλφάβητους ηλικίας 20-50 ετών και άλλος ένας για τους ανήλικους
ηλικίας 13-20. Παράλληλα, θα πρέπει να λειτουργήσουν σχολεία για τους
αναλφάβητους κληρωτούς και εφέδρους που υπηρετούν στο στρατό. Αντίστοιχα
σχολεία θα πρέπει να ιδρυθούν στα πλαίσια κάθε γεωργικού συνεταιρισμού καθώς
240
Ό.π., σελ. 125
241
Σωτηρίου, Κ.Δ., «Ο αναλφαβητισμός και η αγραμματοσύνη στην Ελλάδα», Ανταίος, Χρόνος Α΄,
13-14, 1945, σελ. 302-303
[83]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

και κάθε εργοστασίου. Ειδικά για τα τελευταία προτείνεται τα έξοδα τους να


καλύπτονται από τους εργοδότες ενώ οι ώρες διδασκαλίας, το λιγότερο έξι τη
βδομάδα, να είναι εντός του ωραρίου και να πληρώνονται. Όλα αυτά τα σχολεία
ενήλικων αναλφάβητων θα μπορούσαν, σύμφωνα με τον Κ. Δ. Σωτηρίου, να
στελεχωθούν από γιατρούς, δικηγόρους, παπάδες, φοιτητές, στην αρχή εθελοντικά
και, αν καταστεί αναγκαίο, υποχρεωτικά. Στα σχολεία των ανήλικων αναλφάβητων
θα απασχολούνται ήδη διορισμένοι παιδαγωγοί που θα λαμβάνουν από το κράτος ένα
έστω περιορισμένο επίδομα για αυτήν τους την πρόσθετη εργασία. Το κράτος θα
πρέπει επίσης να διαθέσει τις υπάρχουσες σχολικές μονάδες για την στέγαση όλων
αυτών των προγραμμάτων. Τέλος, οι δήμοι και οι κοινότητες θα πρέπει να στηρίξουν
οικονομικά την όλη προσπάθεια.242
Ολοκληρώνουμε αυτήν την σύντομη παρουσίαση της προβληματικής που
αναπτύχθηκε στις στήλες του Ανταίου γύρω από το θέμα της παιδείας με μια αναφορά
στα πορίσματα της μελέτης του τομέα εκπαιδευτικών της ΕΠ-ΑΝ σχετικά με το
σχολικό βιβλίο. Στο πρώτο μέρος της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 23-24
στις 10 Ιουνίου 1946 γίνεται μια αναφορά στα προβλήματα και τις αδυναμίες που
χαρακτηρίζουν τα σχολικά εγχειρίδια της εποχής εκείνης.243 Στο δεύτερο μέρος που
δημοσιεύτηκε στο αμέσως επόμενο τεύχος, διατυπώνονται συγκεκριμένες προτάσεις
γύρω από τον χαρακτήρα που θα πρέπει να έχουν τα νέα βιβλία στις συνθήκες της
ανοικοδόμησης καθώς και για τις αρχές που θα πρέπει να διέπουν την συγγραφή τους.
Πιο αναλυτικά, τα νέα βιβλία θα πρέπει να είναι όλα γραμμένα στην δημοτική
γλώσσα. Θα πρέπει να εμπνέονται από την παιδική ψυχή, σκέψη, φαντασία και
γλώσσα ενώ ειδικά τα βιβλία των πρώτων σχολικών τάξεων θα πρέπει να έχουν
πολλές αναφορές στις ιδιαίτερες συνθήκες και παραδόσεις της κάθε περιοχής.
Παράλληλα, θα πρέπει να αναδεικνύονται οι δημοκρατικές παραδόσεις του
ελληνικού λαού και οι αγώνες του για ανεξαρτησία και ελευθερία, να καλλιεργείται
το αίσθημα φιλοπατρίας και ταυτόχρονα σεβασμού προς τους άλλους λαούς καθώς
και να προβάλλονται τα ιδανικά της αγάπης, της ειρήνης, της αλληλεγγύης, της
αμοιβαίας κατανόησης και της συνεργασίας μεταξύ των λαών. Σημαντικό είναι,
επίσης, τα νέα βιβλία να μελετούν την σύγχρονη πραγματικότητα βοηθώντας τους

242
Ό.π., σελ. 303
243
Τομέας Εκπαιδευτικών ΕΠ-ΑΝ, «Το σχολικό βιβλίο (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 23-24,
1946, σελ. 489-490 και 512-514
[84]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

μαθητές να κατανοήσουν τα προβλήματα που θέτει η προσπάθεια της ανοικοδόμησης


και να γαλουχηθούν με αίσθημα ευθύνης.244
Σε ό,τι αφορά τα επιστημονικά συγγράμματα, θα πρέπει αυτά να είναι αντικειμενικά
γραμμένα και με τέτοιο τρόπο ώστε η εκάστοτε επιστήμη από κάτι αφηρημένο και
θεωρητικό να καθίσταται πρακτικό εργαλείο στην κατεύθυνση της κατανόησης και
του μετασχηματισμού της πραγματικότητας. Τέλος, τονίζεται η σημασία που έχει η
καλλιτεχνική εμφάνιση των βιβλίων ώστε αυτά να είναι θελκτικά για τα παιδιά.245
Το πόρισμα του αρμόδιου τομέα της ΕΠ-ΑΝ υπεισέρχεται και σε πιο ειδικές
λεπτομέρειες για ορισμένα σχολικά εγχειρίδια. Έτσι, για τα Αναγνωστικά του
Δημοτικού, ως στόχος τίθεται η αντικατάσταση τους από πολλά παιδικά βιβλία,
λογοτεχνικά και εκλαϊκευμένης επιστήμης. Έως ότου γίνει αυτό θα πρέπει άμεσα να
γραφτούν νέα Αναγνωστικά, τουλάχιστον τρία για κάθε τάξη, μέσα από τις σελίδες
των οποίων θα πρέπει μεταξύ άλλων «να αναπηδά η αισιοδοξία ενός λαού που
αγωνίζεται και οικοδομεί τη ζωή του, που δουλεύει για να εξοπλιστεί τεχνικά και να
ανέβει εκπολιτιστικά».246
Η Γραμματική της Νεοελληνικής Δημοτικού και Γυμνασίου δεν θα πρέπει να είναι
απλά ένα βιβλίο γεμάτο με κανόνες αλλά θα πρέπει να περιλαμβάνει κείμενα ώστε
πάνω σε αυτά να διδάσκεται εφαρμοσμένα η σχετική θεωρία. Τα κείμενα αυτά θα
πρέπει να είναι σχετικά με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, τους
εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του ελληνικού λαού και τα επείγοντα προβλήματα
της σημερινής πραγματικότητας. Παράλληλα, θα πρέπει να διδάσκεται, έστω και
συνοπτικά, η ιστορία της ελληνικής γλώσσας, τουλάχιστον στις τελευταίες τάξεις του
Γυμνασίου, ενώ συμπληρωματικά προς το βιβλίο της Γραμματικής θα πρέπει να
εκδοθούν ακόμα ένα λεξικό Δημοτικής καθώς και μια εγκυκλοπαίδεια γραμμένη στη
δημοτική γλώσσα. Οι συλλογές αναγνωσμάτων που κυριαρχούν στα Νεοελληνικά
του Γυμνασίου θα πρέπει να αντικατασταθούν από την μελέτη του έργου σπουδαίων
νεοελλήνων λογοτεχνών. Συγκεκριμένα, προτείνεται κάθε τεύχος να είναι
αφιερωμένο σε έναν λογοτέχνη και να συνοδεύεται από το αναγκαίο βοηθητικό υλικό
(βιογραφικά στοιχεία, σχολιασμός κλπ).247

244
Τομέας Εκπαιδευτικών ΕΠ-ΑΝ, «Το σχολικό βιβλίο (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 1,
1946, σελ. 30
245
Ό.π.
246
Ό.π.
247
Ό.π.
[85]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Τα Κλασικά Κείμενα (αρχαία ελληνικά και λατινικά) θα πρέπει, σύμφωνα με τους


εκπαιδευτικούς της ΕΠ-ΑΝ, να επιλέγονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αναδεικνύονται
οι απελευθερωτικοί πόλεμοι και οι αγώνες των εργαζομένων στον αρχαιοελληνικό
και λατινικό κόσμο, ενώ εκτός από τα πρωτότυπα κείμενα θα πρέπει να δίνονται
μεταφρασμένα και ορισμένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα της αρχαίας
γραμματείας. Η Γραμματική και το Συντακτικό της αρχαίας, αφού ο σκοπός του
μαθήματος δεν θα είναι γλωσσικός, θα μπορούσαν να μειωθούν από 300 σε 50
σελίδες, εξοπλίζοντας τους μαθητές μόνο με ένα γενικό περίγραμμα.248
Σε ό, τι αφορά το μάθημα της Ιστορίας τόσο στο Δημοτικό όσο και στο Γυμνάσιο,
ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόταση της ΕΠ-ΑΝ, πλάι στο βασικό σχολικό
εγχειρίδιο να υπάρξει άλλο ένα με συλλογή ιστορικών πηγών με σύντομο σχολιασμό.
Η Γεωγραφία σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης θα πρέπει να συνδεθεί
περισσότερο με τα οικονομικά δεδομένα, εξετάζοντας το αγροτικό πρόβλημα της
χώρας, τον ανεκμετάλλευτο πλούτο της, την εξάρτηση της από το ξένο κεφάλαιο και
τους αγώνες του λαού για ανεξαρτησία.249
Παράλληλα, όλα τα βιβλία για τις φυσικές επιστήμες θα πρέπει όχι να παρέχουν
θεωρητικές γνώσεις, προετοιμάζοντας τους μαθητές για την ανώτατη εκπαίδευση,
αλλά να έχουν πρακτικό χαρακτήρα και να συνδέονται με τους κλάδους της
παραγωγής, της τεχνικής και της κοινωνιολογίας. Αντίστοιχα, τα βιβλία των
Μαθηματικών θα πρέπει να ξαναγραφτούν ώστε να σχετιστούν με τα δεδομένα της
παραγωγής, του εμπορίου, της αγοράς και τις ανάγκες της ανοικοδόμησης καθώς και
να δώσουν στα παιδιά το κατάλληλο όργανο που θα τα βοηθά να λύνουν τα
προβλήματα της τεχνικής. Τέλος, η Γραμματολογία θα πρέπει να αντικατασταθεί από
μια εισαγωγή στην παγκόσμια λογοτεχνία ενώ τα βιβλία των ξένων γλωσσών καθώς
και τα σχετικά λεξικά θα πρέπει να αποδοθούν στην δημοτική γλώσσα.250
Ολοκληρώνοντας το πόρισμα του, ο τομέας εκπαίδευσης της ΕΠ-ΑΝ προτείνει να
εκδοθούν τα εξής νέα σχολικά βιβλία: Ιστορία της εργασίας και του πολιτισμού, για
την τελευταία τάξη του Δημοτικού και το Γυμνάσιο, Χάρτες οικονομικής γεωγραφίας
για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο καθώς και Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας,
Ιστορία της φιλοσοφίας και Πολιτική οικονομία μόνο για το Γυμνάσιο.251

248
Ό.π., σελ. 30-31
249
Ό.π., σελ. 31
250
Ό.π.
251
Ό.π.
[86]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Ο αντίλογος του Ανταίου για την ανοικοδόμηση

Σε αυτό το κεφάλαιο θα γίνει μια σύντομη παρουσίαση της κριτικής που άσκησε ο
Ανταίος στις σημαντικότερες οικονομικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν την περίοδο
αυτή είτε με πρωτοβουλία των ελληνικών κυβερνήσεων είτε στα πλαίσια ξένων
προγραμμάτων στήριξης. Στόχος είναι μέσα από την προσέγγιση αυτού του
αντίλογου να φωτιστεί ακόμα περισσότερο ο λόγος του περιοδικού γύρω από το θέμα
της ανοικοδόμησης. Άλλωστε, όπως ο ίδιος ο Ανταίος έχει δηλώσει, δεν είναι απλά
ένα φιλολογικό έντυπο αλλά ένα μαχητικό περιοδικό που φιλοδοξεί να συμμετάσχει
στην πάλη των ιδεών που διαδραματίζεται εκείνη την εποχή και που θέλει να
καυτηριάσει και να πολεμήσει κάθε λύση που έθετε σε κίνδυνο το λαϊκό συμφέρον.

α) Κριτική στην οικονομική πολιτική ελληνικών κυβερνήσεων


Η αρχή γίνεται ήδη από το τεύχος 2 του περιοδικού όπου ο Π. Γρανίτης ασκεί κριτική
στις κυβερνητικές προσπάθειες για σταθεροποίηση της δραχμής. Όπως σημειώνει,
όλες αυτές οι προσπάθειες κατέρρευσαν επειδή ακριβώς δεν έχει γίνει κανένα βήμα
στην κατεύθυνση της παραγωγικής ανασυγκρότησης. Μόνο αυτή μπορεί να εγγυηθεί
την σταθερότητα του νομίσματος καθώς συνιστά αναγκαία προϋπόθεση τόσο για την
διατήρηση ενός αξιοπρεπούς ισοζυγίου πληρωμών όσο και για την ισοσκέλιση των
προϋπολογισμών. Πέρα, όμως, από αυτό, οι απόπειρες σταθεροποίησης απέτυχαν
γιατί, όπως παρατηρεί ο Π. Γρανίτης, ο καθορισμός της τιμής του νέου νομίσματος
δεν έγινε με βάση το ύψος των τιμών των αγαθών στην εγχώρια αγορά αλλά πολύ πιο
κάτω με αποτέλεσμα η αναλογία της δραχμής με την χρυσή λίρα να είναι τέτοια που
να ευνοείται η κερδοσκοπία. Ο μόνος κερδισμένος, σύμφωνα με τον Π. Γρανίτη, ήταν
η κεφαλαιοκρατική ολιγαρχία της χώρας καθώς κατάφερε να διαγράψει όλα τα παλιά
της χρέη. Την ίδια στιγμή μπορεί, ρυθμίζοντας τα ημερομίσθια και τις τιμές των
πρώτων υλών στο επίπεδο της σταθεροποίησης και όχι της αγοραστικής δύναμης της
νέας δραχμής, να κερδίζει από την τεράστια διαφορά ανάμεσα στο κόστος παραγωγής
και την τιμή πώλησης του προϊόντος. Η τακτική αυτή, όμως, έδειξε πολύ γρήγορα τα
όρια της και τώρα αναζητούνται νέες λύσεις μέσω της εφαρμογής της ολοκληρωτικής

[87]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

οικονομίας, όπως την χαρακτηρίζει ο Π. Γρανίτης, που ανέκαθεν ήταν το πρόγραμμα


του Κ. Βαρβαρέσου.252
Η κριτική στην πολιτική Βαρβαρέσου θα συνεχιστεί σε πολύ έντονους τόνους στα
δύο επόμενα τεύχη του περιοδικού, από τον Δ. Μπάτση αυτή τη φορά. Αρχικά, στο
τεύχος 3, ο αρχισυντάκτης του Ανταίου, αφού αναλύσει τους βασικούς στόχους και
τους μηχανισμούς του σχεδίου Βαρβαρέσου διατυπώνει την θέση ότι αυτό είναι
καταδικασμένο να αποτύχει επειδή ακριβώς δεν χτυπά τη ρίζα του προβλήματος που
είναι ο έλεγχος του κεφαλαίου και ο προσανατολισμός του όχι σε κερδοσκοπικές
δραστηριότητες αλλά σε ένα παραγωγικό πρόγραμμα ανοικοδόμησης. Για να
επιτευχθεί αυτό δεν αρκεί απλά ένας αγορανομικός έλεγχος της κίνησης των τιμών
πόσο μάλλον όταν αυτός θα ασκείται από τραπεζικούς υπαλλήλους. Χρειάζεται
αυστηρός έλεγχος του πιστωτικού και βιομηχανικού κεφαλαίου προκειμένου να
υποχρεωθούν οι επιχειρήσεις να παράγουν πέρα από το περιθώριο κέρδους που τους
εξασφαλίζει μια στενή αγορά για την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών.253
Μια ακόμα σημαντική αδυναμία του προγράμματος Βαρβαρέσου, σύμφωνα με τον Δ.
Μπάτση, είναι ότι στηρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην βοήθεια της UNRRA χωρίς
να κάνει κανένα λόγο για το πώς θα επιτευχθεί η αυτοδύναμη ανάπτυξη των
παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας μακριά από τις εξαρτήσεις του ξένου
κεφαλαίου. Παράλληλα, τα μέτρα που αφορούν την συγκέντρωση από το κράτος των
αγροτικών προϊόντων και τη διατήρηση των μισθών και των ημερομισθίων σε
χαμηλά επίπεδα σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η πλειοψηφία των εφοδίων της
UNRRA είναι γεωργικά είδη, θα έχουν ως αποτέλεσμα οι τιμές των αγροτικών
προϊόντων να πέσουν σε εξευτελιστικά επίπεδα επιβαρύνοντας έτσι τον αγροτικό
πληθυσμό.254 Τέλος, εκφράζεται η εκτίμηση πως οι εξαγγελίες Βαρβαρέσου περί
φορολόγησης των πλουτησάντων την περίοδο της κατοχής δεν πρόκειται να
υλοποιηθούν εξαιτίας ακριβώς της υποστελέχωσης των αρμόδιων υπηρεσιών.255
Συνοψίζοντας, ο Δ. Μπατσης, υποστηρίζει ότι ενώ το πρόγραμμα Βαρβαρέσου ξεκινά
από μια σωστή αρχή, αυτή της ανάγκης ελέγχου, στην πράξη αυτό αναιρείται. Ένα
πρόγραμμα ανοικοδόμησης μπορεί, κατά τον Δ. Μπάτση, να πραγματοποιηθεί μόνο

252
Π. Γρανίτης, «Η κατάρρευση της σταθεροποίησης», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 2, 1945, σελ. 56-57
253
Δ. Μπάτσης, «Πρόγραμμα ανοικοδόμησης ή ‘‘έλεγχος τιμών’’;», ό.π., 1945, σελ. 61-62
254
Ό.π., σελ. 63
255
Ό.π., σελ. 64
[88]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

όταν εξασφαλιστούν οι προϋποθέσεις της δημοκρατικής λύσης των ζητημάτων του


λαού.256
Ο Δ. Μπάτσης, επανέρχεται στο πρόγραμμα Βαρβαρέσου και στο τεύχος 4 ασκώντας
αυτήν την φορά κριτική στα φορολογικά μέτρα που εξήγγειλε ο αντιπρόεδρος της
κυβέρνησης στις 21 Ιουνίου. Διακηρυγμένος στόχος των μέτρων αυτών υποτίθεται
πως είναι να επιτευχθεί ο ισοσκελισμός του προϋπολογισμού μέσα από την
φορολόγηση εκείνων που μπορούν και οφείλουν να πληρώσουν. Ωστόσο, ο Δ.
Μπάτσης εξετάζοντας τα προτεινόμενα μέτρα διαπιστώνει ότι αυτά επιβαρύνουν
κατά κύριο λόγο τα μεσοαστικά στρώματα, τους μικρούς επιχειρηματίες, εμπόρους
και βιοτέχνες και όχι όσους δύνανται και οφείλουν να πληρώσουν, δηλαδή το
βιομηχανικό και τραπεζικό κεφάλαιο καθώς και όσους πλούτισαν παράνομα στην
κατοχή.257
Προχωρώντας την κριτική του σε ένα δεύτερο επίπεδο ο Δ. Μπάτσης σημειώνει πως
ο Κ. Βαρβαρέσος επί της ουσίας αυτό που προσπαθεί να κάνει με το σύνολο του
προγράμματος του είναι να ρυθμίσει την νομισματική σταθερότητα και άρα και την
κίνηση του πληθωρισμού μέσα από την διατήρηση της κατανάλωσης σε χαμηλά
επίπεδα και την απορρόφηση όσο το δυνατόν περισσότερου νομίσματος από την
κυκλοφορία. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά είναι ανεπαρκή γιατί, όπως παρατηρεί ο Δ.
Μπάτσης, το οικονομικό πρόβλημα μιας χώρας δεν λύνεται στη σφαίρα της
κυκλοφορίας, της πίστης και της κατανάλωσης αλλά στο πεδίο της παραγωγής. Ως εκ
τούτου, η σταθερότητα του νομίσματος επιτυγχάνεται όχι μέσα από την μείωση του
νομίσματος που κυκλοφορεί στην αγορά αλλά μέσα από την αύξηση της παραγωγής.
Τα μέτρα, λοιπόν, του Κ. Βαρβαρέσου το μόνο που θα πετύχουν είναι να λύσουν
προσωρινά το πρόβλημα αλλά μακροπρόθεσμα θα επιφέρουν την δέσμευση της
παραγωγικής ανάπτυξης της χώρας και την οικονομική καταστροφή των μεσαίων
στρωμάτων γιατί δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο υποκατανάλωσης οδηγώντας στη
μείωση της παραγωγής.258
Η όλη κριτική του Δ. Μπάτση κορυφώνεται όταν κατηγορεί τον Κ. Βαρβαρέσο ότι,
ακολουθώντας τις αρχές της γερμανικής οικονομικής επιστήμης του μεσοπολέμου,
που βρήκαν την ολοκλήρωση τους στο χιτλερικό πενταετές Σχέδιο, προτείνει
πολιτικές αντίστοιχες με αυτές των προπολεμικών ολοκληρωτικών καθεστώτων
256
Ό.π., σελ. 65
257
Δ. Μπάτσης, «Ολοκληρωτισμός στην οικονομία μας», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 4, 1945, σελ. 93-95
258
Ό.π., σελ. 95-97
[89]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

ωθώντας την ελληνική οικονομία στον εκφασισμό και την αποικιοποίηση. Ο


ολοκληρωτισμός αυτός του Κ. Βαρβαρέσου έρχεται, σύμφωνα με τον Δ. Μπάτση, να
διαφυλάξει τα συμφέροντα μερίδων του κεφαλαίου συγκεντρώνοντας την οικονομική
εξουσία στο κράτος.259
Δύο μήνες μετά, στο τεύχος της 1ης Σεπτεμβρίου, μια μόλις μέρα πριν την παραίτηση
του Κ. Βαρβαρέσου, ο Δ. Μπάτσης επανέρχεται κάνοντας αυτή τη φορά έναν
απολογισμό των πεπραγμένων του αντιπροέδρου της κυβέρνησης. Όπως σημειώνει
χαρακτηριστικά, η πραγματικότητα του καλοκαιριού επιβεβαίωσε την κριτική του
Ανταίου καθώς είναι πλέον φανερή όχι μόνο η ανεπάρκεια των μέτρων Βαρβαρέσου
αλλά και η καταστροφή που αυτά προκάλεσαν στην οικονομία και το λαό. Πιο
αναλυτικά, δεν υπήρξε ισοσκέλιση προϋπολογισμού, το φορολογικό βάρος έπεσε στα
μικρομεσαία στρώματα, το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων μειώθηκε ενώ η
κερδοσκοπική διάθεση των βιομηχάνων ενισχύθηκε σε τέτοιο σημείο ώστε να
κρατούν κλειστά τα εργοστάσια τους προκειμένου να πιέσουν την κυβέρνηση για
ακόμα περισσότερα προνόμια (διπλή φύρα, τριπλάσια κατασκευαστικά). Συνέπειες
αυτής της κατάστασης ήταν η εξαφάνιση στοιχειωδών ειδών διατροφής και ο
συγκαλυμμένος πληθωρισμός. Την δριμεία αντίδραση των βιομηχάνων στην πολιτική
Βαρβαρέσου ο Δ. Μπάτσης την αποδίδει στην προσπάθεια τους να αξιοποιήσουν
ασύδοτα τα οφέλη που αυτός τους παραχώρησε.260
Υπεύθυνοι για όλη αυτή την κατάσταση είναι οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία που
ασκώντας πλήρη κηδεμονία στην παραγωγή και το εξωτερικό εμπόριο της χώρας
αγοράζουν τον καπνό και άλλα αγροτικά προϊόντα σε πολύ χαμηλές τιμές,
αποφασίζουν μόνοι τους το είδος και το ύψος της βοήθειας, δεσμεύουν ελληνικό
συνάλλαγμα και πιστώσεις στις τράπεζες τους και ετοιμάζουν ληστρικές συμβάσεις
για την εκμετάλλευση των υδατοπτώσεων και του ορυκτού πλούτου της χώρας.261
Δεν αρκεί, λοιπόν, μόνο η παραίτηση του Κ. Βαρβαρέσου, όπως τονίζει ο Δ.
Μπάτσης. Θα πρέπει κιόλας οι σύμμαχοι να μεταχειριστούν τον ελληνικό λαό
δημοκρατικά και ισότιμα στα πλαίσια των συμμαχικών συμφωνιών και να ορίσουν
μια πραγματικά αντιπροσωπευτική κυβέρνηση έως την διενέργεια εκλογών.262

259
Ό.π., σελ. 99-100
260
Δ. Μπάτσης, «Οι υπεύθυνοι για την πολιτική Βαρβαρέσσου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 7, 1945, σελ.
161
261
Ό.π.
262
Ό.π., σελ. 162
[90]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Στο τεύχος 12 που δημοσιεύτηκε στις 30 Νοεμβρίου του 1945 ο Γ. Αγγέλου ασκεί
κριτική στην κυβερνητική οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε μετά την
παραίτηση Βαρβαρέσου. Αφού, σημειώνει πως η κυβέρνηση Βούλγαρη για ένα
δίμηνο δεν έκανε τίποτα πέρα από το να υπόσχεται την εξαγγελία ενός οικονομικού
προγράμματος, φτάσαμε στις 9 Νοεμβρίου και στις ανακοινώσεις του υπουργού
Οικονομικών Γ. Κασιμάτη και της κυβέρνησης Κανελλόπουλου. Τα μέτρα αυτά, όπως
σημειώνει ο Γ. Αγγέλου, δεν συνιστούν ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα παρά μια
σειρά δημοσιονομικών και συναλλαγματικών ρυθμίσεων με σκοπό την ισοσκέλιση
του προϋπολογισμού και την αποφυγή του πληθωρισμού. Αφού παρουσιάσει
αναλυτικά το σκέλος των φορολογικών μέτρων, παρατηρεί ότι η δυσανάλογα μεγάλη
συμμετοχή της έμμεσης φορολογίας στο σύνολο των από φόρους εσόδων των
ελληνικών προϋπολογισμών που παρατηρούνταν και πριν τον πόλεμο, συνεχίζεται
από την κυβέρνηση Κανελλόπουλου και μάλιστα μεγεθυμένη. Ο κατακλυσμός αυτός
των έμμεσων φόρων είναι άδικος επειδή ακριβώς θίγει τα λαϊκά στρώματα αφήνοντας
στο απυρόβλητο τις περιουσίες που σχηματίστηκαν στο καιρό της Κατοχής και που
θα μπορούσαν να προσφέρουν μια μεγάλη βάση άμεσης φορολογίας. Επιπλέον, όπως
επισημαίνει ο Γ. Αγγέλου, είναι και αναποτελεσματικός σε ό,τι αφορά την ισοσκέλιση
του προϋπολογισμού καθώς η υπερβολική αύξηση έμμεσων φόρων οδηγεί σε πτώση
της κατανάλωσης. Αυτή ακριβώς η αναποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής
της κυβέρνησης ήταν, κατά τον ίδιο, που οδήγησε στην άμεση αντικατάσταση της
από την κυβέρνηση συνασπισμού των δημοκρατικών κομμάτων του Κέντρου.263
Στις ίδιες διαπιστώσεις καταλήγει και ο Δ. Μπάτσης στο άρθρο του με τίτλο
«Παράδειγμα προς αποφυγή» που δημοσιεύεται στο ίδιο τεύχος του Ανταίου.
Μάλιστα, όπως επισημαίνει, τα μέτρα Κασιμάτη συμπυκνώνουν την αντίληψη της
μοναρχικής Δεξιάς και είναι τόσο δυσβάσταχτα που αμέσως καταδικάστηκαν στη
συνείδηση του λαού, χωρίς αυτός να δώσει μια περίοδο χάριτος όπως έγινε με το
πρόγραμμα Βαρβαρέσου.264 Ειδικά, σε ό,τι αφορά το σκέλος των μέτρων που
σχετίζονται με την ανασυγκρότηση ο Δ. Μπάτσης σημειώνει ότι αυτά δεν
ασχολούνται με το ζήτημα της οργάνωσης και του ελέγχου της παραγωγής αφήνοντας
το εμπορικό, τραπεζικό, βιομηχανικό κεφάλαιο να δρουν ασύδοτα. Μάλιστα, η
διαχείριση όλων των ζητημάτων της ανασυγκρότησης ανατίθεται επί της ουσίας σε
263
Γ. Αγγέλου, «Η δημοσιονομική αλχημεία συνεχίζεται…», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 12, 1945, σελ. 268-
269
264
Δ. Μπάτσης, «Παράδειγμα προς αποφυγήν», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 12, 1945, σελ. 273
[91]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

αυτό το μονοπωλιακό κεφάλαιο. Παράλληλα, η εισαγωγή καταναλωτικών αγαθών


από το εξωτερικό αποκλείει επί της ουσίας την εγχώρια παραγωγή από το πρώτο
στάδιο της ανασυγκρότησης και ενισχύει την εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από
το εξωτερικό. Όσο για το βασικό μέρος της ανασυγκρότησης, δηλαδή τον
τεχνολογικό εξοπλισμό και την δραστηριοποίηση της παραγωγής, αυτό, όπως
σχολιάζει ο Δ. Μπάτσης, αναβάλλεται για την εποχή που θα εισπραχθούν οι
πολεμικές επανορθώσεις.265
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το άρθρο του Δ. Μπάτση στο τελευταίο τεύχος
του 1945 στο οποίο κάνοντας έναν απολογισμό της χρονιάς που πέρασε σημειώνει ότι
η άρχουσα τάξη είναι αυτή που εμποδίζει την ανοικοδόμηση της χώρας όλο αυτό το
διάστημα. Μάλιστα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, το 1945 θα μείνει στην ιστορία
σαν ένα έτος όπου οι αντιδραστικές δυνάμεις μετά την προσωρινή τους υποχώρηση
στην διάρκεια της κατοχής επιχείρησαν μια νέα εξόρμηση ανακόπτοντας την πορεία
του λαού προς την ανοικοδόμηση που είχε αρχίσει ήδη από την περίοδο του
απελευθερωτικού αγώνα με τους «λαογέννητους θεσμούς» σε όλους τους τομείς της
κοινωνικής ζωής. Τα μέσα που χρησιμοποίησε η άρχουσα τάξη και όλες οι
υπηρεσιακές μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις στην προσπάθεια τους αυτή ήταν η
τρομοκρατία, η σωματική βία, οι φόνοι, οι εκτοπίσεις πληθυσμών στην ύπαιθρο, η
λογοκρισία, οι φυλακίσεις αγωνιστών, η παρουσία δοσίλογων στην διοίκηση, με λίγα
λόγια η θέσπιση αστυνομικού κράτους.266
Στο οικονομικό πεδίο το κεφάλαιο, όπως τονίζει ο Δ. Μπάτσης, συνέχισε την τακτική
του παρασιτισμού εμπλουτίζοντας την με την πείρα της μαύρης αγοράς καθώς
κατάφερε να αχρηστεύσει κάθε προσπάθεια ελέγχου, πήρε στην κατοχή του τις
περισσότερες πρώτες ύλες της UNRRA και τις έκανε ακριβό εμπόρευμα, πούλησε
μέρος τους ελεγχόμενα σε υψηλές τιμές και τα κέρδη τα αποθησαύρισε
μετατρέποντας τα σε χρυσό ματαιώνοντας έτσι τον ανεφοδιασμό του λαού και της
οικονομίας με τις αναγκαίες πρώτες ύλες. Ταυτόχρονα τα εισοδήματα των
εργαζόμενων στρωμάτων χτυπήθηκαν με τον πληθωρισμό, τη μείωση μισθών και
ημερομισθίων, τη βαριά φορολογία στα είδη κατανάλωσης και τις χαμηλές τιμές
αγροτικών προϊόντων. Όλη αυτή η συσσωρευμένη πείρα έρχεται, κατά τον Δ.

265
Ό.π., σελ. 274
266
Δ. Μπάτσης, «Γιατί δεν άρχισε η ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 13-14, 1945, σελ. 281
[92]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Μπάτση, να επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά πως «ανοικοδόμηση χωρίς τον λαό και
σε βάρος του λαού» δεν μπορεί να υπάρξει.267
Σημείο καμπή της περιόδου που εξετάζεται συνιστούν οι εκλογές της 31 ης Μαρτίου
του 1946 από τις οποίες η ΕΑΜική αριστερά επέλεξε να απέχει. Στο τεύχος του
Ανταίου που κυκλοφορεί μια βδομάδα μετά, το πρώτο άρθρο, που φέρει την
υπογραφή ''Ανταίος'', σχολιάζει το αποτέλεσμα των εκλογών και, ταυτιζόμενο με την
θέση του ΚΚΕ, χαρακτηρίζει το υψηλό ποσοστό της αποχής σαν μια νίκη των
προοδευτικών δυνάμεων και της δημοκρατίας. Η νίκη αυτή, όπως επισημαίνεται,
είναι σημαντική γιατί σε περίπτωση επικράτησης των δυνάμεων της συνασπισμένης
ολιγαρχίας θα έμπαινε οριστικό τέλος σε κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης και
ανοικοδόμησης προς όφελος του λαού. Ο λαός, όμως, στάθηκε στο ύψος των
περιστάσεων και έκλεισε το δρόμο προς την οπισθοδρόμηση και την ανασύσταση του
παλιού πλέγματος σχέσεων στην οικονομία, την παραγωγή, στην τεχνική και την
επιστήμη. Αυτή η συντριπτική αποχή, σύμφωνα με τον Ανταίο, δημιουργεί τις
πολιτικές προϋποθέσεις για την τελική νίκη του λαού και ταυτόχρονα θέτει νέα
καθήκοντα στους προοδευτικούς επιστήμονες οι οποίοι θα πρέπει να οπλισθούν
καλύτερα για να μπορέσουν να οπλίσουν και τον λαό και να προσθέσουν πλάι στα
πολιτικά του εφόδια τα δικά τους επιστημονικά.268
Ο αισιόδοξος αυτός τόνος υποχωρεί αισθητά στην επόμενη έκδοση του Ανταίου στις
10 Μαΐου. Στο πρώτο άρθρο του τεύχους, που φέρνει ξανά την υπογραφή ''Ανταίος'',
σημειώνεται με ανησυχία η προσπάθεια ανοικοδόμησης του κεφαλαίου μετά τις
εκλογές της 31ης Μαρτίου καθώς το εμπορικό και βιομηχανικό μονοπώλιο της χώρας
επιχειρούν να εκμεταλλευτούν το αποτέλεσμα προκειμένου να εισβάλλουν και να
κυριαρχήσουν στο πεδίο της οικονομίας. Μάλιστα, σημειώνεται πως αναπτύσσεται
ένας ανταγωνισμός μεταξύ των δύο αυτών μονοπωλίων, με το υπουργείο Εθνικής
Οικονομίας να βρίσκεται στην μέση, προσπαθώντας να εξισορροπήσει τα
αντικρουόμενα συμφέροντα σε βάρος πάντα του λαού. Την ίδια στιγμή ξένα
κεφάλαια ενδιαφέρονται για την προνομιακή εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών
πηγών της χώρας σχεδιάζοντας μεγάλες επενδύσεις με ληστρικούς όρους. Είναι

267
Ό.π., σελ. 281-282
268
Ανταίος, «Νέες προσπάθειες», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-20, 1946, σελ. 401
[93]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

σίγουρο, σύμφωνα με τον συντάκτη του άρθρου, ότι όλα αυτά τα σχέδια και τα
γεγονότα αναπτύσσονται σε αντίθετη κατεύθυνση προς τις ανάγκες του λαού.269
Την παραπάνω απαισιοδοξία μοιράζεται και Σ. Μάξιμος στο άρθρο του
«Αυτοδιοίκηση και ανασυγκρότηση» που δημοσιεύεται στο ίδιο τεύχος. Πιο
συγκεκριμένα, αφού κάνει μια γενική διαπίστωση ότι η πολιτική βαραίνει
περισσότερο πάνω στην οικονομία ώστε πλέον να έχει γίνει αυτή διευθυντική
δύναμη, ανατρέποντας τον κανόνα που θέλει την οικονομία να κυβερνά την πολιτική,
κατατάσσει την Ελλάδα στην κατηγορία εκείνη των χωρών όπου η ολιγαρχία του
κεφαλαίου στηριζόμενη σε μια εξουσία πλήρως αποκομμένη από τον λαό προσπαθεί
να σχεδιάσει την ανασυγκρότηση σε βάσεις ατομικιστικές εξυπηρετώντας τα δικά της
συμφέροντα. Η κατάσταση αυτή, υποστηρίζει ο Σ. Μάξιμος, διαμορφώθηκε με την
ένοπλη επέμβαση των ξένων τον Δεκέμβριο του 1944 καθώς επέφερε μια ανατροπή
της κοινωνικής ισορροπίας που είχε διαμορφωθεί έως τότε στα πλαίσια του αγώνα για
ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία.270
Στο ίδιο τεύχος, ο Δ. Μπάτσης, ασκεί σφοδρή κριτική στην οικονομική πολιτική της
κυβέρνησης η οποία καταργεί κάθε έννοια ελέγχου και εκχωρεί όλους τους τομείς της
οικονομίας στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Στο όνομα της ελεύθερης αγοράς η νέα
κυβέρνηση όχι μόνο επιτρέπει στους εμποροβιομηχανικούς κύκλους να ρυθμίζουν
ασύδοτα όλες τις σφαίρες της οικονομικής δραστηριότητας αλλά παρεμβαίνει ενεργά
όποτε χρειάζεται προκειμένου να τους βοηθήσει αποτελεσματικά στην
πραγματοποίηση των σκοπών τους. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της τακτικής
αυτής αφορά την πρόθεση της κυβέρνησης να αναθέσει τον πλήρη έλεγχο των
εφοδίων της UNRRA στους ιδιώτες. Όπως αναφέρει ο Δ. Μπάτσης, από την πρώτη
μέρα που είχε φτάσει η ξένη βοήθεια υπήρχε διαμάχη ανάμεσα σε διάφορες μερίδες
του κεφαλαίου για το ποιος θα την διαχειρίζεται. Το πρόβλημα αυτό λύνεται με την
απόφαση της κυβέρνησης να αναθέσει την πλήρη διαχείριση των εφοδίων στις
αντίστοιχες κατηγορίες εμπόρων και βιομηχάνων καθιστώντας τους επί της ουσίας
ιδιοκτήτες και παραμερίζοντας τον κρατικό έλεγχο και τις δημόσιες υπηρεσίες. Επί
της ουσίας πρόκειται, κατά τον Δ. Μπάτση, για ένα οικονομικό πραξικόπημα που
επιτρέπει την χρησιμοποίηση της ξένης βοήθειας για προνομιακή ωφέλεια και

269
Ανταίος, «Η ‘’ανοικοδόμηση’’ του κεφαλαίου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 21-22, 1946, σελ. 441
270
Σ. Μάξιμος, «Αυτοδιοίκηση και ανασυγκρότηση (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 21-22, 1946
σελ. 457
[94]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

παράνομο πλουτισμό των εμποροβιομηχάνων παραβιάζοντες έτσι τις αρχές και τον
καταστατικό χάρτη της UNRRA.271
Τον Ιούλιο του 1946, ύστερα από τρεις μήνες διακυβέρνησης του Λαϊκού Κόμματος,
είναι πλέον σαφές για τον Δ. Μπάτση ότι αυτό που επιδιώκεται είναι η αναστήλωση
της προπολεμικής διάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας και μάλιστα με
δυσμενέστερους όρους. Για να μπορέσει, όμως, η εγχώρια αστική τάξη να
επανακτήσει τις εμπορομεσιτικές, παρασιτικές της λειτουργίες χρειάζεται οικονομική
ενίσχυση από το εξωτερικό και στην προσπάθεια της να την εξασφαλίσει δίνει ως
αντάλλαγμα την υποδούλωση της χώρας και τον εκπλειστηριασμό στο ξένο κεφάλαιο
όλων των πλουτοπαραγωγικών δυνατοτήτων της. Έτσι, όπως σημειώνει ο Δ.
Μπάτσης, η επιβολή ελέγχου σε όλους του τομείς της οικονομίας (παραγωγή,
κυκλοφορία, αποταμίευση) και η παραχώρηση όλων των έργων της ανασυγκρότησης
στο ξένο ιδιωτικό κεφάλαιο με μονοπωλιακούς όρους θα επιφέρει την περαιτέρω
υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας.272
Το επόμενο τεύχος του Ανταίου κυκλοφορεί δύο βδομάδες μετά το δημοψήφισμα της
1ης Σεπτεμβρίου στο οποίο αποφασίστηκε η επάνοδος του βασιλιά Γεωργίου Β΄. Το
περιοδικό αποτιμώντας τη διαδικασία σε άρθρο του που φέρει ξανά την υπογραφή
''Ανταίος'' στέκεται στις συνθήκες τρομοκρατίας εντός των οποίων διεξήχθη το
δημοψήφισμα και που ακυρώνουν όχι μόνο το αποτέλεσμα του αλλά και κάθε
προσπάθεια για την ανοικοδόμηση της χώρας. Η βία και οι διώξεις εναντίον μεγάλης
μερίδας του λαού έχουν ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με το Ανταίο, την αδρανοποίηση
εκείνων των υποκειμενικών δυνάμεων στις οποίες θα μπορούσε να στηριχθεί κάθε
προσπάθεια ανασυγκρότησης. Απέναντι στις επιδιώξεις της οικονομικής ολιγαρχίας
της χώρας να κλιμακώσει με κάθε τρόπο τον εμφύλιο σπαραγμό και την εσωτερική
διαίρεση το περιοδικό προτάσσει σαν αίτημα την συμφιλίωση όλων των δυνάμεων
της εργασίας και της επιστήμης καθώς αυτή είναι η μόνη προϋπόθεση που πάνω της
μπορεί να στηριχθεί η ανοικοδόμηση.273
Αξίζει, τέλος, να σταθούμε σε ένα άρθρο του Ι. Τ. Ευαγγελίδη που δημοσιεύεται στο
τελευταίο τεύχος του Α' Τόμου στις 31 Δεκεμβρίου του 1947. Το άρθρο αυτό που
είναι επί της ουσίας ένα σχόλιο πάνω στον οικονομικό απολογισμό του οικονομικού

271
Δ. Μπάτσης, «Η παραλαβή, φύλαξη, κατεργασία, κυριότητα και διανομή των εφοδίων της
ΟΥΝΡΑ», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 21-22, 1946, σελ. 471
272
Δ. Μπάτσης, «Ο προσανατολισμός της ελληνικής οικονομίας», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 1, 1946, σελ. 2
273
Ανταίος, «Που θα στηριχθεί η ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 2, 1946, σελ. 41
[95]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

έτους 1946-1947 και τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης Σοφούλη για την επόμενη
χρονιά έχει ενδιαφέρον επειδή ακριβώς αποτυπώνει την κατάσταση στην οποία
βρίσκεται η ελληνική οικονομία στο τέλος της υπό εξέταση περιόδου. Πιο
συγκεκριμένα, όπως παρατηρεί ο Ι. Τ. Ευαγγελίδης, μέσα στη χρονιά που πέρασε
εξαντλήθηκαν πλήρως τα αποθέματα σε χρυσό και συνάλλαγμα, το χρέος του
Δημοσίου προς την Τράπεζα της Ελλάδας αυξήθηκε από 313 δισεκατομμύρια σε 670
και διπλασιάστηκε η κυκλοφορία του νομίσματος με αποτέλεσμα τα δημόσια
οικονομικά της χώρας να καταρρεύσουν.274
Την ίδια στιγμή, ο υπό διαμόρφωση προϋπολογισμός αντικατοπτρίζει, σύμφωνα με
τον Ι. Τ. Ευαγγελίδη, τις βασικές τάσεις της εποχής σε ό,τι αφορά την ασκούμενη
οικονομική πολιτική. Πάνω από τις μισές δαπάνες του κράτους πηγαίνουν είτε άμεσα
(πολεμικά υπουργεία και δημόσια ασφάλεια) είτε έμμεσα (περίθαλψη των
εκτοπισμένων από τις περιοχές τους πληθυσμών, συντάξεις για τα θύματα του
εμφυλίου) στις ανάγκες του πολέμου ενώ το 79% των εσόδων προκύπτει από την
φορολόγηση των κατώτερων στρωμάτων τη στιγμή που οι εύπορες τάξεις
προβλέπεται να πληρώσουν μόλις το 21%. Τέλος, για να ολοκληρωθεί η εικόνα, οι
δαπάνες για την ανοικοδόμηση περιγράφονται σε έναν ξεχωριστό προϋπολογισμό που
είναι υπολογισμένος σε δολάρια και προβλέπεται να χρηματοδοτηθεί εξ ολοκλήρου
από την αμερικανική βοήθεια.275
Από τα στοιχεία αυτά που παραθέτει ο Ι.Τ. Ευαγγελίδης θα μπορούσε κάποιος να
καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο ελληνικός αστισμός εγκατέλειψε τις οποίες
φιλοδοξίες του για εκβιομηχάνιση και παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής
οικονομίας για χάρη της σταθεροποίησης δια των όπλων της πολιτικής του
κυριαρχίας.

β) Κριτική στα ξένα σχέδια οικονομικής βοήθειας και ανοικοδόμησης


Συνεχίζοντας την παρουσίαση του αντίλογου του Ανταίου, θα κάνουμε μια ιδιαίτερη
αναφορά στην κριτική που ασκείται μέσα από τις στήλες του περιοδικού στα ξένα
σχέδια ανοικοδόμησης της χώρας.
Ένα πρώτο τέτοιο σχέδιο είναι η Ελληνο-Βρετανική Συμφωνία που υπογράφεται στις
24 Ιανουαρίου του 1946. Στον Ανταίο που κυκλοφορεί μια βδομάδα αργότερα ο Δ.
274
Ι.Τ. Ευαγγελίδης, «Ο απολογισμός του 1946-1947 και ο καινούργιος προϋπολογισμός», Ανταίος,
Χρόνος Β΄, 10-12, 1947, σελ. 280
275
Ό.π., σελ. 281-282
[96]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Μπάτσης κάνει μια πρώτη σύντομη αποτίμηση της. Αρχικά, αναφέρει ότι η Ελλάδα
θα έπρεπε να συμμετάσχει στις συζητήσεις που έγιναν στον Λονδίνο και που
κατέληξαν στην υπογραφή της συγκεκριμένης συμφωνίας ως μια ισότιμη με τους
υπόλοιπους συμμάχους, ανεξάρτητη χώρα που πρωταγωνίστησε στον αγώνα ενάντια
στο φασισμό και να διεκδικήσει: α) να τις δοθούν όλοι οι πόροι της που βρίσκονται
στο εξωτερικό σε χρήμα, συνάλλαγμα, είδος και χρυσό β) να ορίζει η ίδια το είδος
των εφοδίων της ξένης βοήθειας γ) να τις αποδοθούν άμεσα όλες οι επανορθώσεις
που δικαιούται και δ) να αφεθεί ελεύθερη ώστε μόνη της και ανεμπόδιστα να
διαχειριστεί τις τύχες της. Αντί όμως για αυτά, υπογράφτηκε μια συμφωνία μειωτική
κάθε έννοιας ανεξαρτησίας της χώρας.276
Πιο συγκεκριμένα, κατά τον Δ. Μπάτση, η συμφωνία αυτή θέτει όλες τις πτυχές και
λειτουργίες της ελληνικής οικονομίας υπό τον απόλυτο έλεγχο της Αγγλίας που θα
μπορεί να ρυθμίζει από την παραγωγή και την κατανάλωση έως την δημοσιονομική
πολιτική και το εξωτερικό εμπόριο. Παράλληλα, η συμφωνία όχι μόνο δεν ωφελεί την
Ελλάδα αλλά την ζημιώνει γιατί δεν της εξασφαλίζει κανένα καινούργιο πόρο πέρα
από αυτούς που έτσι κι αλλιώς δικαιούται, την υποχρεώνει να συνεχίσει να καλύπτει
τις ανάγκες ευρείας κατανάλωσης μέσω της εξωτερικής βοήθειας και των εισαγωγών
καταδικάζοντας έτσι την εγχώρια ελαφρά βιομηχανία και τέλος χτυπά το βιοτικό
επίπεδο του εργαζόμενου λαού αυξάνοντας τους φόρους, σταθεροποιώντας τους
μισθούς σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο και αφήνοντας τις τιμές των προϊόντων
ανεξέλεγκτες. Ολοκληρώνοντας την κριτική του ο Δ. Μπάτσης τονίζει πως η
συμφωνία αυτή επιβάλει στην χώρα ένα πολύ πιο ολοκληρωτικό έλεγχο κι από αυτόν
του ΔΟΕ οδηγώντας το λαό στην εξουθένωση και την υποτέλεια.277
Ο Ανταίος επανέρχεται στο θέμα στο τεύχος 17-18 δημοσιεύοντας μια πιο αναλυτική
κριτική της Ελληνο-Βρετανικής συμφωνίας του Ιανουαρίου, αυτή τη φορά από τον Γ.
Αγγέλου ο οποίος, σχολιάζοντας τα υποτιθέμενα θετικά σημεία της συμφωνίας,
σημειώνει ότι έχουν αμφίβολη αξία. Πιο ειδικά, το σημαντικότερο μέτρο που είναι η
σταθεροποίηση του νομίσματος μέσα από την διαμόρφωση ενός «οριστικού και
ειδικού» καλύμματος, αποτελούμενο από το αγγλικό δάνειο των δέκα εκατομμυρίων
λιρών μαζί με τα δεκαπέντε εκατομμύρια που θα καταθέσει η ελληνική κυβέρνηση,
δεν έχει κανένα νόημα, καθώς αυτό το ρόλο θα μπορούσαν να τον παίξουν πολύ πιο
276
Δ. Μπάτσης, «Οι όροι της Αγγλοελληνικής Συμφωνίας: Οικονομική υποτέλεια, οικονομική ζημιά
και εξουθένωση του εργαζόμενου λαού», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 13-14, 1946, σελ. 321
277
Ό.π., σελ. 322
[97]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

αποτελεσματικά τα συνολικά διαθέσιμα του ελληνικού κράτους που ανέρχονται στα


65 εκατομμύρια λίρες. Το μόνο θετικό που υπάρχει σε αυτήν την ρύθμιση είναι για
την αγγλική πλευρά, καθώς, βάσει της συμφωνίας, το κάλυμμα αυτό των 25
εκατομμυρίων θα βρίσκεται σε ειδικό λογαριασμό στην Τράπεζα της Αγγλίας και θα
το διαχειρίζονται από κοινού η ελληνική και η βρετανική κυβέρνηση. 278 Παράλληλα,
ο Γ. Αγγέλου τονίζει ότι η πρόβλεψη για πώληση στην Ελλάδα ειδών κατανάλωσης σε
τιμές κόστους και υλικών για την ανοικοδόμηση σε «τρέχουσες τιμές» έρχεται να
δεσμεύσει το εξωτερικό εμπόριο της χώρας μετατρέποντας την σε αποκλειστικό
πελάτη της βρετανικής βιομηχανίας. Τέλος, η υπόσχεση για κατάργηση του ΔΟΕ δεν
έχει καμία απολύτως αξία γιατί η Ελλάδα έχει ήδη δεσμευτεί από το 1943 ότι η ουσία
του ελέγχου θα συνεχίσει να υφίσταται ακόμα και μετά την τυπική κατάργηση του
θεσμού.279
Σε ό,τι αφορά τα αρνητικά, η χώρα υποβάλλεται, όπως επισημαίνεται, σε έναν
ολοκληρωτικό έλεγχο όλων των οικονομικών της δραστηριοτήτων μέσα από την
δημιουργία μιας πενταμελούς νομισματικής επιτροπής στην οποία θα συμμετέχουν με
δικαίωμα βέτο ένας Άγγλος κι ένας Αμερικανός, την εγκατάσταση στη χώρας μιας
«συμβουλευτικής αποστολής» με επικεφαλής τον αντιστράτηγο Κλάρκ και την
τοποθέτηση Βρετανών συμβούλων σε όλα τα νευραλγικά υπουργεία. Παράλληλα, η
ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται να προχωρήσει σε αύξηση των φόρων, μείωση των
παραγωγικών δαπανών, σταθεροποίηση των μισθών, αύξηση των τιμών στα είδη της
UNRRA και μείωση των απόρων που παίρνουν δωρεάν αυτά τα είδη, για τα οποία,
μάλιστα, θα πρέπει από εδώ και στο εξής σε αντάλλαγμα, να εργάζονται όπου τους
ζητηθεί.280 Είναι σαφές, λοιπόν, κατά τον Γ. Αγγέλου, πως η ελληνοβρετανική
συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση Τσουδερού υποδουλώνει τη χώρα, ματαιώνει
την ανασυγκρότηση και εξαθλιώνει τους εργαζομένους.
Στο τεύχος 3 του δεύτερου χρόνου έκδοσης του περιοδικού θα δημοσιευτεί μια πολύ
ενδιαφέρουσα ομιλία του Σ. Μάξιμου γύρω από το θέμα των διαφόρων ξένων
σχεδίων ανοικοδόμησης που είχαν εκπονηθεί έως τότε για την Ελλάδα. Πιο
συγκεκριμένα, γίνεται κριτική παρουσίαση του σχεδίου «Ιεζεκιήλ» που συνέταξε
επιτροπή αμερικάνων ειδικών του Γραφείου Εφοδιασμού και Γεωργίας του ΟΗΕ με

278
Γ. Αγγέλου, «Συμφωνία οικονομικής υποδούλωσης και εξαθλίωσης των εργαζομένων», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 17-18, 1946, σελ. 361
279
Ό.π., σελ. 362
280
Ό.π.
[98]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

επικεφαλής τον Ιεζεκιήλ καθώς και του σχεδίου που κατέθεσε στο Οικονομικό και
Κοινωνικό συμβούλιο του ΟΗΕ η ομάδα της Επιτροπής Κατεστραμμένων Χωρών.
Και τα δύο αυτά σχέδια, όπως σημειώνει ο Σ. Μάξιμος, στηρίζονται αποκλειστικά σε
ξένη χρηματοδότηση καθώς ενώ αναγνωρίζουν τον φυσικό πλούτο και την άφθονη
εργατική δύναμη που υπάρχουν στην χώρα θεωρούν πως λείπουν οι εσωτερικές
οικονομικές δυνατότητες που είναι αναγκαίες για μια διαδικασία ανοικοδόμησης.281
Επιπλέον, και στα δύο επισημαίνεται η ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών και
εκβιομηχάνισης της οικονομίας που όμως όχι μόνο προβλέπεται να γίνει με ξένα
κεφάλαια αλλά θα είναι και περιορισμένη σε ορισμένους τομείς αφήνοντας εκτός την
βαριά βιομηχανία. Έτσι, σύμφωνα με τον Σ. Μάξιμο, στερείται από την χώρα η
βασικότερη προϋπόθεση για την ουσιαστική και στερεή ανάπτυξης της οικονομίας
της καταδικάζοντας την σε μόνιμη σχέση εξάρτησης από το εξωτερικό.282
Τέλος, κανένα από τα ξένα σχέδια δεν προβλέπει την υιοθέτηση μεθόδων
σχεδιασμένης οικονομίας όπως αυτές που περιγράφονται από τον κύκλο του Ανταίου
σαν αναγκαίες για την επιτυχία κάθε προσπάθειας ανοικοδόμησης. Αντί αυτών το
σχέδιο «Ιεζεκιήλ» προτείνει να εγκατασταθεί στην Ελλάδα μια μόνιμη αποστολή των
Ηνωμένων Εθνών επιβάλλοντας έτσι έναν ασφυκτικό έλεγχο που, στο όνομα της
οικονομικής ελευθερίας, καταργεί κάθε έννοια εθνικής ανεξαρτησίας, μετατρέποντας
τη χώρα σε προνομιακό πεδίο εκμετάλλευσης από τα ξένα κεφάλαια. Ο Σ. Μάξιμος
καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα σχέδια αυτά δεν θα σημάνουν τίποτα περισσότερο
από μια νέα και πληρέστερη οικονομική υποδούλωση του ελληνικού λαού.283
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ένα από τα πιο γνωστά άρθρα του Ανταίου, αυτό
στο οποίο ο Δ. Μπάτσης ασκεί κριτική στην γνωστή ήδη από τον μεσοπόλεμο
Σύμβαση Κούπερ. Η σύμβαση που είχε υπογραφεί ανάμεσα στο καθεστώς της 4 ης
Αυγούστου και μια αμερικανική κοινοπραξία, την Hellenic Hydroelectric and
Metallurgical Corporation, και που γινόταν προσπάθεια να επαναενεργοποιηθεί μετά
τον πόλεμο, προέβλεπε την παραχώρηση της εκμετάλλευσης του υδροηλεκτρικού
δυναμικού του Αχελώου καθώς και την ίδρυση ηλεκτροχημικών και
ηλεκτρομεταλλουργικών μονάδων παραγωγής.284

281
Σ. Μάξιμος, «Τα μεγάλα προβλήματα της χώρας: τα ξένα σχέδια ανοικοδόμησης», Ανταίος, Χρόνος
Β΄, 3, 1946, σελ. 82
282
Ό.π., σελ. 84
283
Ό.π., σελ. 85
284
Σ. Μάξιμος, Η σύμβαση Κούπερ ολοκλήρωση της βιομηχανικής μας εξάρτησης από το ξένο
κεφάλαιο», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 23-24, 1946, σελ. 484
[99]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Ο Δ. Μπάτσης σχολιάζοντας τα άρθρα 52-62 που αφορούσαν την δημιουργία


βιομηχανικών εγκαταστάσεων επισημαίνει ότι η σύμβαση αυτή όχι μόνο δεν αποτελεί
απαρχή για εκβιομηχάνιση της χώρας αλλά συνιστά την χειρότερη έως τότε πράξη
λεηλασίας των πόρων της οικονομίας από το ξένο κεφάλαιο. Την χαρακτηρίζει
ληστρική γιατί, όπως σημειώνει, παραχωρεί σε ξένα επιχειρηματικά συμφέροντα την
προνομιακή εκμετάλλευση νευραλγικών τομέων της ελληνικής οικονομίας για 70
χρόνια. Μάλιστα, το ελληνικό δημόσιο δεν μπορεί να υποκαθίσταται στα προνόμια
αυτά ούτε πριν την λήξη της σύμβασης αλλά ούτε και μετά καθώς η εταιρία αποκτά
αναφαίρετη ιδιοκτησία. Επιπλέον, η ελληνική κατανάλωση, λόγω των πολιτικών που
δεσμεύεται να εφαρμόσει το κράτος για την προστασία της παραγωγής της
αμερικανικής κοινοπραξίας, θα στερείται της δυνατότητας να αποκτήσει πρόσβαση
σε φτηνά μεταλλευτικά προϊόντα από το εξωτερικό. Σε αντάλλαγμα η ελληνική
οικονομία δεν παίρνει τίποτα, όπως παρατηρεί ο Δ. Μπάτσης, καθώς η εταιρία όχι
μόνο δεν είναι υποχρεωμένη να ανακοινώσει την μέθοδο κατεργασίας αλλά έχει το
δικαίωμα να εξάγει κάθε χρεόγραφο της σε ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καθώς
και να πουλάει οπουδήποτε τα εμπορεύματα της συσσωρεύοντας έτσι πόρους όχι
στην ελληνική αγορά αλλά στο εξωτερικό.285
Τέλος, στο τεύχος 5-6 το οποίο καλύπτει το πρώτο τρίμηνο του 1947 δημοσιεύεται
μια κριτική του Δ. Μπάτση πάνω στον ομιλία του Χ. Τρούμαν που εκφωνήθηκε στις
12 Μαρτίου. Το βασικότερο σημείο της κριτικής αυτής είναι ότι η παροχή βοήθειας
που υπόσχονται οι Η.Π.Α. έρχεται να επιβάλει μια απροκάλυπτη αναγκαστική
κηδεμονία και έναν ολοκληρωτικό οικονομικό, διοικητικό και στρατιωτικό έλεγχο
στην Ελλάδα. Παράλληλα, υποστηρίζει πως τα όποια χρήματα δοθούν θα διατεθούν
όχι για την ανασυγκρότηση της χώρας αλλά για την πολιτική στήριξη της ελληνικής
άρχουσας τάξης στον αγώνα που έχει εξαπολύσει εναντίον της αριστεράς και για την
συνέχιση της εμφύλιας σύρραξης. Τέλος, η περαιτέρω πρόσδεση της Ελλάδας στο
άρμα των Η.Π.Α της στερεί την δυνατότητα ανεξάρτητης και πολυδιάστατης
εξωτερικής πολιτικής αυξάνοντας τις πιθανότητες εμπλοκής της σε μελλοντικές
πολεμικές περιπέτειες.286

285
Ό.π., σελ. 485-486
286
Δ. Μπάτσης, Ο λόγος του κ. Τρούμαν και η ελληνική ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 5-6,
1947, σελ. 161-162
[100]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Επίλογος

Στόχος του κεφαλαίου αυτού είναι να γίνει μια σύνοψη των βασικών σημείων πάνω
στα οποία δομεί ο Ανταίος το πρόταγμά του περί ανοικοδόμησης. Παράλληλα, θα
επιχειρηθεί ένας σύντομος σχολιασμός του προτάγματος αυτού, ενώ στο τέλος θα
διατυπωθούν και ορισμένες σκέψεις για την περαιτέρω διερεύνηση του θέματος.
Την περίοδο αμέσως μετά τον πόλεμο, οι διανοούμενοι της ΕΑΜικής αριστεράς, και
κατ’ επέκταση και του κύκλου του Ανταίου, βρέθηκαν αντιμέτωποι με την πρόκληση
να διατυπώσουν ένα θεωρητικό ερμηνευτικό σχήμα και ένα πρόγραμμα που θα
ανταποκρινόταν στο στόχο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, έτσι όπως τον είχε
διατυπώσει το ΚΚΕ. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την επίσημη θέση του
Κομμουνιστικού Κόμματος, στην Ελλάδα δεν ήταν δυνατή η άμεση μετάβαση από
την αστική στη σοσιαλιστική οικονομία, καθώς δεν είχαν ακόμα διαμορφωθεί οι
κατάλληλες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Αναγκαία προϋπόθεση της
μετάβασης αυτής ήταν ο αστικοδημοκρατικός μετασχηματισμός της κοινωνίας και η
δημιουργία μιας Λαϊκής Δημοκρατίας που θα απελευθέρωνε τις παραγωγικές
δυνάμεις της χώρας από όλα τα μισοφεουδαρχικά κατάλοιπα του παρελθόντος. Η
ανοικοδόμηση έρχεται να υπηρετήσει αυτήν ακριβώς την διαδικασία μετάβασης.
Η παραπάνω θέση περί καθυστερημένων παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών
σχέσεων βασιζόταν στην ανάλυση που έκανε το ΚΚΕ για τον διαχρονικά εξαρτημένο
χαρακτήρα της χώρας σε συνδυασμό με τον παρασιτικό ρόλο της ελληνικής αστικής
τάξης καθώς και στην εκτίμηση του για την βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας.
Ο Ανταίος, βρισκόμενος στο ίδιο μήκος κύματος, αφιερώνει σημαντικό μέρος της
ανάλυσης του σε θέματα εξάρτησης από το εξωτερικό, ασκώντας κριτική σε διάφορες
συμβάσεις του δημοσίου με ξένες επιχειρήσεις (π.χ. σύμβαση Κούπερ), ενώ υιοθετεί
διφορούμενη στάση απέναντι στις ξένες εκθέσεις, όπως αυτή του Πόρτερ. Από τη μια
τις καλωσορίζει, επειδή ακριβώς οι περισσότερες αναδεικνύουν τις παραγωγικές
δυνατότητες που διαθέτει η χώρα, και από την άλλη τις καταδικάζει ως εργαλεία του
αμερικάνικου και/ή του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Στο ζήτημα του εξωτερικού
εμπορίου το περιοδικό εστιάζει κυρίως στις δυσμενείς επιδράσεις της εξάρτησης από
λίγες αγορές καθώς και στον έλεγχο που ασκείται από τις συμμαχικές χώρες μέσω
των εισαγωγών της ξένης βοήθειας και των διαφόρων διακρατικών συμφωνιών. Ο
Ανταίος δέχεται ότι το εξαγωγικό εμπόριο αντιμετωπίζει πρόβλημα αγορών, αλλά
[101]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

θεωρεί ότι αυτό οφείλεται στο μονομερή προσανατολισμό του προς τις ΗΠΑ και την
Μεγάλη Βρετανία. Τέλος, εκτίμηση του περιοδικού είναι ότι μετά τον πόλεμο η
εξάρτηση της χώρας μετασχηματίζεται και παίρνει βαθύτερο χαρακτήρα, όπως
προκύπτει από την Ελληνο-Βρετανική Συμφωνία του Λονδίνου και το Δόγμα
Τρούμαν.
Εκτός από τον επιζήμιο ρόλο του ξένου παράγοντα, επισημαίνεται και η
αντιπαραγωγική δράση του εγχώριου κεφαλαίου, το οποίο κρίνεται ανίκανο να
προχωρήσει στον μετασχηματισμό της οικονομίας, αφού παραδοσιακά στρέφεται σε
παρασιτικές και κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Υποστηρίζεται ότι η αδύναμη
αστική τάξη της Ελλάδας αναζητούσε πάντοτε την επιβίωση της στην δασμολογική
προστασία του κράτους και την εξασφάλιση μονοπωλιακών προνομίων,
λειτουργώντας παράλληλα ως διαμεσολαβητής του ξένου κεφαλαίου.
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτό το ερμηνευτικό σχήμα, η εξάρτηση από το εξωτερικό και
ο παρασιτικός χαρακτήρας της ελληνικής αστικής τάξης είναι που διαιωνίζουν τις
«μισοφεουδαρχικές» παραγωγικές δομές και κρατούν καθηλωμένη την εγχώρια
συσσώρευση και όχι οι περιορισμένες παραγωγικές δυνατότητες της χώρας.
Μάλιστα, ο Ανταίος ασκεί δριμεία κριτική σε αυτές τις παραδοσιακές απόψεις, που
υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα υστερεί πλουτολογικά, ότι έχει άγονα εδάφη που δεν
μπορούν να αποδώσουν γεωργικά, ότι δεν μπορεί να αναπτύξει βιομηχανία λόγω της
έλλειψης πόρων, ότι υπάρχει μεγάλη δημογραφική πίεση στην αγροτική καλλιέργεια
και το εισόδημα, μεγάλη έλλειψη κεφαλαίων και υπερπροσφορά εργατικών χεριών
κλπ. Οι απόψεις αυτές, που αποτελούν, σύμφωνα με τους συντάκτες του περιοδικού,
την ψευδοεπιστημονική βάση του μεγαλοϊδεατισμού, συνοδεύονται συνήθως από
λύσεις όπως την πρόσκτηση ή προσάρτηση γονίμων εδαφών, την εξωτερική
μετανάστευση, την αναζήτηση εμπορικών σφαιρών επιρροής, την προσέλκυση ξένων
κεφαλαίων και την σύναψη εξωτερικών δανείων.
Απέναντι σε όλα αυτά ο κύκλος του Ανταίου και της ΕΠ-ΑΝ προτάσσει την θέση περί
βιωσιμότητας της ελληνικής οικονομίας. Βάσει αυτής, η Ελλάδα στον αγροτικό
τομέα διαθέτει επάρκεια εδαφών, οι υδάτινοι της πόροι επαρκούν για την άρδευση
του συνόλου των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, ακόμα και ο μεγάλος βαθμός πτύχωσης
του εδάφους παρουσιάζεται σαν πλεονέκτημα. Επιπλέον, ο ορυκτός πλούτος της
χώρας εκτός από εύκολα εξορύξιμος είναι και σημαντικότατος, τόσο σε ποσότητα και
ποικιλία όσο και σε ποιότητα μεταλλευμάτων, ενώ οι ενεργειακές της δυνατότητες
[102]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

από τα κοιτάσματα λιγνίτη και τις υδατοπτώσεις ανεξάντλητες. Τέλος, υπάρχει


αφθονία ανθρώπινου δυναμικού με υψηλή αντιληπτική ικανότητα που εκδηλώνεται
με την δυνατότητα άμεσης προσαρμογής στις απαιτήσεις κάποιας εργασίας και
γρήγορης ανάπτυξης τεχνικών δεξιοτήτων.
Όλες αυτές οι τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες μένουν, λοιπόν, ανεκμετάλλευτες
εξαιτίας ακριβώς των κοινωνικής υφής περιορισμών που αναφέρθηκαν και
προηγούμενα. Ο μόνος τρόπος υπέρβασης των περιορισμών αυτών, σύμφωνα με τον
Ανταίο και γενικότερα την ΕΑΜική αριστερά, ήταν η αστικοδημοκρατική
επανάσταση που θα οδηγούσε στην εγκαθίδρυση ενός λαϊκοδημοκρατικού
καθεστώτος. Μόνο στα πλαίσια ενός τέτοιου καθεστώτος μπορεί να υπάρξει μια
σχεδιοποιημένη παρέμβαση στην οικονομία που θα υπερβαίνει τα όρια που
δημιουργεί το ατομικιστικό κεφαλαιοκρατικό σύστημα και θα αναπτύσσει τις
παραγωγικές δυνάμεις προς όφελος της κοινωνίας.
Δεδομένης, λοιπόν, της αδυναμίας του ιδιωτικού κεφαλαίου να προωθήσει την
εσωτερική συσσώρευση, το κράτος στα πλαίσια της Λαϊκής Δημοκρατίας
αναλαμβάνει την λειτουργία της οικονομίας με στόχο την διαρθρωτική μεταβολή της.
Οι μεγάλες βιομηχανίες, όπως και τα πιστωτικά ιδρύματα, θα πρέπει να
εθνικοποιηθούν παρόλο που η ιδιωτική πρωτοβουλία θα εξακολουθεί να υφίσταται,
υποταγμένη, βέβαια, στις ανάγκες του προγράμματος και την υπηρεσία του συνόλου.
Η διαδικασία της εσωτερικής συσσώρευσης, ενισχυμένη ακόμα περισσότερο από την
διάρρηξη όλων των σχέσεων εξάρτησης και ληστρικής εκμετάλλευσης της χώρας από
το εξωτερικό, θα επιτρέψει την δημιουργία πλεονάσματος το οποίο δεν θα διατίθεται
στην ευζωία της άρχουσας τάξης αλλά θα επιμερίζεται μεταξύ της διευρυμένης
αναπαραγωγής και της βελτίωσης του επιπέδου ζωής των εργαζομένων. Μέσα από
αυτήν την αναδιανομή εισοδήματος θα αντιμετωπιστεί η υποκατανάλωση καθώς και
οι παραγωγικές κρίσεις, που δημιουργούνται από τον καπιταλιστικό τρόπο
παραγωγής και την επιδίωξη του κέρδους, και θα διευρυνθεί σημαντικά η εσωτερική
αγορά, εξασφαλίζοντας την κατανάλωση της εγχώριας παραγωγής. Έτσι,
δημιουργούνται οι όροι μιας ολοένα αυτοτροφοδοτούμενης αναπτυξιακής πορείας,
που, βελτιώνοντας την υλική και πνευματική ευημερία του λαού, θέτει τις βάσεις της
σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Η αέναη πρόοδος που υπόσχεται το παραπάνω σχήμα έχει ως αφετηρία της την
έναρξη ενός προγράμματος εκβιομηχάνισης και εξηλεκτρισμού. Η εκβιομηχάνιση,
[103]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

όμως, αυτή θα πρέπει να είναι προσανατολισμένη όχι στην παραδοσιακή ελαφρά


βιομηχανία καταναλωτικών ειδών ή ημικατεργασμένων προϊόντων για εξαγωγή αλλά
στην ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας. Ως τέτοια ορίζεται η βιομηχανία παραγωγής
μέσων παραγωγής. Σε ένα πρώτο στάδιο, στην Ελλάδα, η παραγωγή αυτή θα πάρει τη
μορφή μεταλλουργικής και χημικής βιομηχανίας. Αναγκαία προϋπόθεση για την
ανάπτυξη της τόσο ενεργειακά κοστοβόρας βαριάς βιομηχανίας είναι η προώθηση
της ενεργειακής υποδομής της χώρας μέσα από την εκμετάλλευση των τεράστιων
λιγνιτικών αποθεμάτων καθώς και των υδροηλεκτρικών δυνατοτήτων της.
Αντίστοιχα, στον τομέα της γεωργίας η λαϊκή εξουσία προωθώντας την τεχνολογική
της αναβάθμιση με την εκτέλεση μεγάλων παραγωγικών έργων και την
μηχανοποίηση της, ολοκληρώνοντας την αγροτική μεταρρύθμιση, καταργώντας τους
διάφορους μηχανισμούς εκμετάλλευσης των αγροτών (μονοπωλιακές αγορές,
επαχθείς φόροι) και προωθώντας το συνεταιριστικό κίνημα θα συμβάλλει στην ριζική
αναδιάρθρωση των παραγωγικών σχέσεων στην ύπαιθρο και στην περαιτέρω αύξηση
της αγροτικής παραγωγής. Αξίζει να σημειωθεί πως ενώ αναγνωρίζεται η σημασία
της αγροτικής οικονομίας, ειδικά κατά τα πρώτα στάδια της ανοικοδόμησης,
μακροπρόθεσμα η προτεραιότητα δίνεται στην βιομηχανική παραγωγή καθώς
χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη οικονομική αποδοτικότητα.
Σε ό,τι αφορά την εξασφάλιση των αναγκαίων κεφαλαίων για την τροφοδότηση της
ανοικοδόμησης, το σχήμα που περιγράφει ο Ανταίος δεν αποκλείει τον εξωτερικό
δανεισμό, δεδομένου, μάλιστα, ότι κατά τα πρώτα στάδια το εμπορικό ισοζύγιο
προβλέπεται ελλειμματικό λόγω των αυξημένων εισαγωγών σε πρώτες ύλες και
τεχνικό εξοπλισμό. Η σημασία όμως των ξένων πιστώσεων σταδιακά θα φθίνει
καθώς, όπως προαναφέρθηκε, η βαθμιαία ανάπτυξη της οικονομίας θα δημιουργεί
ολοένα και μεγαλύτερα πλεονάσματα που θα διοχετεύονται σε παραγωγικές
επενδύσεις. Τονίζεται, ακόμη, πως μόνο η λαϊκοδημοκρατική εξουσία μπορεί να
εξασφαλίσει ότι τα ξένα δάνεια θα δίνονται με καλύτερους όρους από ό,τι συνέβαινε
έως τότε και θα διατίθενται αποκλειστικά για παραγωγικούς σκοπούς. Επίσης, μόνο
αυτή μπορεί να προχωρήσει σε ουσιαστική φορολόγηση των περιουσιών που
σχηματίστηκαν κατά την περίοδο της Κατοχής χρηματοδοτώντας και με αυτόν τον
τρόπο την διαδικασία ανασυγκρότησης.
Τέλος, στα πλαίσια της Λαϊκής Δημοκρατίας προβλέπεται να αλλάξει και ο
προσανατολισμός του εξωτερικού εμπορίου, χωρίς αυτό να σημαίνει την υιοθέτηση
[104]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

μιας λογικής αυτάρκειας και απομόνωσης από τις διεθνείς αγορές. Αυτό που
χρειάζεται να γίνει, σύμφωνα με τον Ανταίο, είναι η χώρα να αποκτήσει μια
πολυδιάστατη εμπορική πολιτική που θα της επιτρέψει να απεμπλακεί από την
μονομερή πρόσδεση της με τις αμερικανικές και βρετανικές αγορές και να αναπτύξει
εμπορικούς δεσμούς με χώρες του ανατολικού μπλοκ.
Σε αυτό το σημείο κρίνεται σκόπιμο να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στον κομβικό ρόλο
που κατέχει στο όλο σχήμα του Ανταίου η έννοια του σχεδίου. Τα κεντρικά σχέδια
είναι συνήθως πενταετή και αποτελούνται από άλλα, επιμέρους σχέδια μικρότερης
διάρκειας και εξειδικευμένα σε επιμέρους τομείς της οικονομίας. Χωρίς αυτά
κρίνεται αδύνατη η προώθηση της όποιας διαδικασίας ανοικοδόμησης, καθώς μόνο
μέσω αυτών μπορεί να εξασφαλιστεί η συντονισμένη αξιοποίηση όλων των
συντελεστών παραγωγής στο μέγιστο δυνατό βαθμό και με τον πιο αποτελεσματικό
τρόπο. Επιπλέον, η συμμετοχή του λαού στην διαμόρφωση των σχεδίων αυτών καθώς
και στον έλεγχο τους συμβάλλει στην καλλιέργεια της σοσιαλιστικής άμιλλας. Να
σημειωθεί πως κάθε ιδέα σχεδιοποιημένης αγοράς, όπως αυτή που επιχειρήθηκε με τα
μέτρα Βαρβαρέσου, κρίνεται ανεπαρκής, όχι μόνο γιατί αφήνει εκτός το κομμάτι της
παραγωγής, αλλά κυρίως γιατί γίνεται χωρίς να έχει πρώτα πληρωθεί η αναγκαία
πολιτική προϋπόθεση της μετάβασης στο λαϊκό κράτος.
Είναι σαφές πως η παραπάνω αφήγηση διατρέχεται από ένα βολονταριστικό πνεύμα
που έτσι κι αλλιώς είναι σύμφυτο με το κομμουνιστικό πρόταγμα. Το πνεύμα αυτό
φαίνεται ακόμα και στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζεται η έννοια της
βιωσιμότητας, καθώς συναρτάται με την επικρατούσα κοινωνικοοικονομική
κατάσταση και το βαθμό εκμετάλλευσης της εργασίας. Πέραν αυτού, γίνονται συχνά
αναφορές στην σημασία της σοσιαλιστικής άμιλλας και πώς μπορεί να οδηγήσει στην
αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων. Η άμιλλα αυτή, σύμφωνα με το
σχήμα του Ανταίου, γεννάται μόνο στα πλαίσια του λαϊκού κράτους και μιας κεντρικά
σχεδιοποιημένης οικονομίας που αποβλέπει στο κοινωνικό συμφέρον και που μέσα
από τις διάφορες μορφές εργατικού ελέγχου θέτει τον εργαζόμενο σε διευθυντική
θέση, καθιστώντας τον ενεργητικό και υπεύθυνο διαμορφωτή της παραγωγικής
διαδικασίας αντί για απλό εκτελεστικό της όργανο. Η θέση αυτή βασίζεται στην
προφανή διαπίστωση πως, όταν ένας εργαζόμενος νιώθει πως δουλεύει για το δικό
του καλό και το συμφέρον ευρύτερα της κοινωνίας, μπορεί να φτάσει στο μέγιστο
δυνατό της απόδοσης του. Είναι, λοιπόν, σαφές, πως η ανοικοδόμηση πέρα από την
[105]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

οικονομική της πτυχή έχει και πολιτικές και ψυχολογικές διαστάσεις που μάλιστα
είναι εξίσου σημαντικές.
Μια κριτική που θα μπορούσε να ασκηθεί είναι πως αυτός ο άκρατος βολονταρισμός,
σε συνδυασμό με τις συνεχείς αναφορές στην λαϊκή δημοκρατία, τον σοσιαλισμό και
το σοβιετικό παράδειγμα, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα της «καθαρής
επιστήμης», που ευαγγελίζεται ο ίδιος ο Ανταίος, μειώνοντας, παράλληλα, την
επιστημονική αξία των αναλύσεων του και δίνοντας τους έναν καθαρά πολιτικό τόνο.
Μια τέτοια κριτική που εστιάζει στην επιστημονική διάσταση του περιοδικού,
αναζητώντας την αποκατάσταση μιας υποτιθέμενης «καθαρής επιστήμης», είναι
μάλλον ανεδαφική· και αυτό γιατί ο Ανταίος, όταν επικαλείται την καθαρότητα της
επιστήμης, το κάνει όχι μόνο για να απομακρύνει κάθε σκιά πολιτικής μεροληψίας,
αλλά και γιατί πιστεύει πως η μόνη «καθαρή επιστήμη» είναι ο επιστημονικός
σοσιαλισμός και ο διαλεκτικός υλισμός. Εκτός αυτού, ρόλος της επιστήμης, όπως
δηλώνεται ξεκάθαρα σε πολλά από τα κείμενα του περιοδικού, είναι να βοηθήσει τον
λαό στον αγώνα του για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. Ως εκ τούτου, η
ανάλυση του Ανταίου, χωρίς να υπάρχει πρόθεση να υποτιμηθεί η επιστημονική της
αξία, θα πρέπει πρωτίστως να προσεγγίζεται μέσα από την πολιτική της διάσταση.
Από την άποψη αυτή, κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει πως τα κείμενα του
περιοδικού, παρά τις όποιες μεταξύ τους αποκλίσεις, συνιστούν μια συμπαγή και
συνεκτική θεωρητική και πολιτική πρόταση για την ανοικοδόμηση της ελληνικής
οικονομίας.
Εστιάζοντας στο περιεχόμενο της πρότασης αυτής καθεαυτής, μια βασική αδυναμία
που θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει είναι η τόσο στενή εξάρτηση της
ανοικοδόμησης από την ανάληψη της κρατικής εξουσίας. Για την ακρίβεια, σύμφωνα
με το σχήμα του Ανταίου, πρώτα θα υπάρξει η πολιτική αλλαγή και η συγκρότηση της
λαϊκής εξουσίας και έπειτα θα ξεκινήσουν οι διαδικασίες οικονομικού
μετασχηματισμού. Το σχέδιο, λοιπόν, της ανοικοδόμησης είναι, ως επί το πλείστον,
μια σειρά από κρατικά μέτρα που προϋποθέτουν την κυβερνητική αλλαγή και
υλοποιούνται «από τα πάνω». Δεν υπήρχε πρόβλεψη μιας «από τα κάτω» προώθησης
ενός σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης μέσα από την οργάνωση και την
κινητοποίηση του ίδιου του λαϊκού παράγοντα. Έτσι, ενώ γίνεται πολύς λόγος για την
συμμετοχή των πολιτών σε όλες τις σφαίρες της δημόσιας διοίκησης στα πλαίσια του
λαϊκού κράτους, η όποια εμπλοκή του κόσμου, μέχρι να φτάσουμε σε αυτό,
[106]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

περιορίζεται στην διεκδίκηση ορισμένων αιτημάτων και στην άσκηση πίεσης προς
την κυβέρνηση. Ενδεικτική αυτού του πνεύματος είναι η εισήγηση του Β. Νεφελούδη
στο 8ο Πανεργατικό συνέδριο.287
Στην βάση της παραπάνω διαπίστωσης γεννάται το εξής ερώτημα: Τι ήταν αυτό που
ώθησε την εαμική αριστερά στο να περιορίσει την όλη προσπάθεια της
ανασυγκρότησης στα στενά πλαίσια ενός διεκδικητικού κινήματος; Οι κρατούσες
κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες επέτρεπαν τους όρους μιας διαφορετικής πορείας;
Γιατί δεν αξιοποιήθηκε η πολιτική και οργανωτική εμπειρία της κατοχικής περιόδου
προκειμένου να δημιουργηθούν σε μοριακό επίπεδο δομές αντιεξουσίας και/ή να
συνεχίσουν να λειτουργούν όσες είχαν ήδη συγκροτηθεί; Γιατί δεν προτάθηκαν για
παράδειγμα καταλήψεις γης και αυτοδιαχείρισης εργοστασίων ή άλλων παραγωγικών
μονάδων, δεν δόθηκε το σύνθημα για την δημιουργία δομών καταπολέμησης του
αναλφαβητισμού, λαϊκής αυτομόρφωσης, προαγωγής του πολιτισμού κτλ.; Η δράση
του ΕΑΜ στην περίοδο της κατοχής δείχνει ότι τέτοιες πρακτικές κάθε άλλο παρά
ξένες του ήταν. Αφέθηκε, έτσι, ανεκμετάλλευτη η πολύ πλούσια εμπειρία της
Ελεύθερης Ελλάδας, όπως αυτή που περιγράφεται στα δύο άρθρα του Σ. Μάξιμου με
τίτλο «Αυτοδιοίκηση και ανασυγκρότηση». Όσες φορές γίνεται αναφορά σε αυτήν,
είναι για να καταδειχθεί η ανικανότητα των κυβερνήσεων της περιόδου, που σε πολύ
πιο εύκολες συνθήκες, συγκριτικά με αυτές της Κατοχής, αποδεικνύονται τελείως
αναποτελεσματικές.
Η έλλειψη αυτή, που σε κάθε περίπτωση βαραίνει περισσότερο το ΚΚΕ και
δευτερευόντως τους επιστήμονες του Ανταίου και της ΕΠ-ΑΝ, ίσως να μπορεί να
αποδοθεί στην οξύτητα που είχε λάβει ο πολιτικός αγώνας ειδικά μετά τα
Δεκεμβριανά. Ήταν τέτοια η κρισιμότητα αυτού του αγώνα και την ίδια στιγμή
φάνταζε τόσο εφικτή η νικηφόρα έκβασή του που λογικό ήταν, και για λόγους
τακτικής, να προτάσσεται ως αναγκαία προϋπόθεση κάθε αλλαγής η κατάληψη της
εξουσίας.
Με αφορμή λοιπόν τον παραπάνω προβληματισμό και σε συνδυασμό με την αναφορά
που γίνεται σε δομές όπως η Επιτροπή επιβίωσης του λαού της Αθήνας και τα τοπικά
παραρτήματα της ΕΠ-ΑΝ,288 στην αυτοδιαχείριση των λιγνιτωρυχείων της περιοχής

287
Β. Νεφελούδης, «Η μεταπολεμική κατάσταση και τα προβλήματα της ανασυγκρότησης: Εισήγηση
στο 8ο πανελλαδικό εργατικό συνέδριο», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-20, 1946, σελ. 431-436
288
ΕΠ-ΑΝ, «Η πρώτη γενική συνέλευση των μελών της Εταιρείας ‘’Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’: Η
λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου για τις εργασίες της Εταιρείας», ό.π., 1946, σελ. 45
[107]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Σερρών τον Ιανουάριο του 1946289 και στη λειτουργία του Δημοτικού Συμβουλίου
Καβάλας από τον Σεπτέμβριο του 1944 έως τον Ιανουάριο του 1945,290 θα είχε, ίσως,
ενδιαφέρον να μελετηθεί η ύπαρξη και η λειτουργία τέτοιων «από τα κάτω» δομών.
Μια τέτοια μελέτη θα συνέβαλλε ώστε να φωτιστεί πληρέστερα η προσπάθεια
προώθησης της ανοικοδόμησης.
Εκτός αυτού ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα είχε να μελετηθεί πιο διεξοδικά το αν και κατά
πόσο υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ των συντελεστών του περιοδικού
είτε γύρω από το θέμα της ανοικοδόμησης και των παραμέτρων της είτε γενικότερα
σε ό,τι έχει να κάνει με τον χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας, τον ρόλο των
ξένων δυνάμεων, την προοπτική της Λαϊκής Δημοκρατίας και του σοσιαλιστικού
μετασχηματισμού κλπ. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε από τον Α. Κακριδή ότι ο Α.
Αγγελόπουλος συγκλίνει σε πολλά σημεία με τις επίσημες θέσεις του ΚΚΕ, διαφωνεί,
όμως, με αυτό στο θέμα του ιμπεριαλισμού: ενώ για το ΚΚΕ η παρουσία της
αμερικάνικης οικονομικής αποστολής συνιστά δείγμα ωμής ιμπεριαλιστικής
επέμβασης στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας, για τον Α. Αγγελόπουλο η επέμβαση
αυτή οφειλόταν όχι τόσο στις ιμπεριαλιστικές βλέψεις των Η.Π.Α όσο κυρίως στην
προσπάθεια τους να παρακάμψουν το διεφθαρμένο και αναξιόπιστο εγχώριο πολιτικό
προσωπικό.291 Γνωρίζουμε επίσης ότι ο Χ. Θεοδωρίδης, πρώτος Διευθυντής του
περιοδικού, αποχώρησε από την όλη προσπάθεια, και μάλιστα πολύ νωρίς, ενώ κι ο
Α. Αγγελόπουλος σταματά το 1946 να δημοσιεύει στον Ανταίο και ξεκινά το δικό του
εγχείρημα με την έκδοση του περιοδικού Νέα Οικονομία.292 Θα είχε ενδιαφέρον να
διερευνηθούν οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτές τις αποχωρήσεις καθώς κι αν υπήρξαν
άλλες τέτοιες ανάλογες περιπτώσεις που λόγω διαφωνιών επέλεξαν να
αποστασιοποιηθούν από το εγχείρημα του Ανταίου.
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί πως η προσπάθεια για τον εντοπισμό των όποιων
αποκλίσεων μεταξύ των συντελεστών του περιοδικού δεν μπορεί να αρκεστεί μόνο
στην προσέγγιση των δημοσιευμένων σε αυτό άρθρων και μελετών. Αρκετά από τα
άρθρα που δημοσιεύονται στον Ανταίο είναι προϊόν συλλογικής επεξεργασίας είτε

289
Σ. Μάξιμος, «Αυτοδιοίκηση και ανασυγκρότηση (πρώτο μέρος)», ό.π., 1946, σελ. 458-459
290
Σ. Μάξιμος, «Αυτοδιοίκηση και ανασυγκρότηση (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 23-24,
1946, σελ. 505-507
291
Α. Κακριδής, (2009), Greek economists and the quest for development: 1944-1967, PhD
Dissertation, Department of Sociology, Panteion University of Social and Political Sciences,
http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/18562#page/1/mode/2up, τελευταία πρόσβαση στις 7/1/2016,
σελ. 151
292
Ό.π., σελ. 146
[108]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

στα πλαίσια της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού είτε στα πλαίσια της ΕΠ-ΑΝ
ή άλλων φορέων. Για παράδειγμα από τις 70 δημοσιεύσεις που μελετήθηκαν στα
πλαίσια της παρούσας εργασίας οι 53 παρουσιάζονται ως ατομικές επεξεργασίες, ενώ
δύο είναι ανυπόγραφες, έξι φέρουν την υπογραφή ‘’Ανταίος’’ που σημαίνει ότι έστω
και τυπικά εκφράζουν την συντακτική ομάδα του περιοδικού, πέντε είναι
ανακοινώσεις της ΕΠ-ΑΝ, δύο είναι ανακοινώσεις του Ομίλου Υγειονομικών
Μελετών και άλλες δύο είναι εισηγήσεις που αποδίδονται μεν στον Π. Κουρκουμέλη,
αλλά, όπως δηλώνεται και στον υπότιτλο της σχετικής δημοσίευσης, συζητήθηκαν
και συμπληρώθηκαν από μέλη του κύκλου Συγκοινωνιών του τεχνικού τομέα της
ΕΠ-ΑΝ. Το γεγονός αυτό ίσως να δυσχεραίνει ως ένα βαθμό την προσπάθεια να
επισημανθούν οι όποιες εσωτερικές διαφοροποιήσεις, τουλάχιστον σε κάποιους
τομείς, καθώς αν υπήρχαν τέτοιες είναι πολύ πιθανό να έχουν ήδη ενσωματωθεί στο
τελικό κείμενο ύστερα από την συζήτηση και την συλλογική του επεξεργασία.
Ίσως, ο εντοπισμός των εσωτερικών διαφοροποιήσεων μεταξύ των συντελεστών να
μπορούσε να καταστεί ευκολότερος αν βγαίναμε για λίγο εκτός των ορίων του
περιοδικού. Έτσι, μελετώντας τα βιβλία που εκδίδουν την περίοδο εκείνη οι διάφοροι
συνεργάτες του Ανταίου σε συνδυασμό με τις σχετικές με αυτά βιβλιοκρισίες που
δημοσιεύονται στις στήλες του περιοδικού, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε
αποτελεσματικότερα τις διαφορετικές προσεγγίσεις. Για παράδειγμα, ιδιαίτερα
ενδεικτική είναι η βιβλιοκρισία του Δ. Μπάτση αναφορικά με το βιβλίο του Α.
Αγγελόπουλου Το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας (Αθήνα 1945). Σύμφωνα με τον
αρχισυντάκτη του Ανταίου, ο συγγραφέας προτάσσει στο βιβλίο του την ανάγκη για
ποσοτική αύξηση της παραγωγικότητας υποτιμώντας όμως τις αναγκαίες ποιοτικές
μεταβολές που θα πρέπει να την συνοδεύουν και που σχετίζονται με την αλλαγή των
κοινωνικοπολιτικών παραμέτρων της παραγωγικής διαδικασίας. Επιπλέον, του ασκεί
κριτική ότι, προβάλλοντας ως βασικότερη αιτία για την οικονομική καθυστέρηση της
χώρας την απουσία ορθής παραγωγικής πολιτικής, δίνει μια επιφανειακή ερμηνεία
και δεν αναδεικνύει επαρκώς τις ευθύνες της ελληνικής άρχουσας τάξης. Τέλος, του
προσάπτει ότι υποτιμά τον ρόλο της εγχώριας ολιγαρχίας στην καταλήστευση του
ελληνικού λαού κατά την περίοδο της Κατοχής.293 Ορισμένες από τις θέσεις αυτές
του Α. Αγγελόπουλου ανιχνεύονται και στα δύο κείμενα που εξετάζονται στα πλαίσια

293
Δ. Μπάτσης, «Α. Αγγελόπουλου. Το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 12,
1945, σελ. 277-279
[109]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

της παρούσας εργασίας στα οποία γίνεται ελάχιστα λόγος για τις κοινωνικές αιτίες
της διάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας.
Εκτός όμως από τις βιβλιοκρισίες σε μελέτες που εκδίδουν διάφοροι συνεργάτες του
Ανταίου, το περιοδικό δημοσιεύει συστηματικά κριτικές για το σύνολο σχεδόν της
βιβλιογραφίας που κυκλοφορούσε την περίοδο εκείνη και που αφορούσε στα θέματα
της ανοικοδόμησης της χώρας. Μια πιο εντατική μελέτη αυτών των βιβλιοκρισιών θα
βοηθούσε ώστε να αναδειχθεί ακόμα καλύτερα η θέση του περιοδικού καθώς και οι
διαφορές της από τις άλλες απόψεις που εκφράζονταν την εποχή εκείνη. Στην
κατεύθυνση αυτή, θα ήταν χρήσιμο να μελετηθεί περαιτέρω και η σχέση του Ανταίου
καθώς και ο διάλογος που αναπτύσσει με άλλα αντίστοιχα έντυπα της εποχής όπως
για παράδειγμα το περιοδικό Τεχνική,294 η Σοσιαλιστική Επιθεώρηση (Μηνιαίο
θεωρητικό όργανο της ΕΛΔ-ΣΚΕ) ή η Νέα Οικονομία του Α. Αγγελόπουλου.
Ενδιαφέρον θα είχε ακόμα να εξεταστούν οι διεθνείς αναφορές του Ανταίου καθώς
και το πώς συνομιλούν οι αναλύσεις του με αντίστοιχες απόψεις που διατυπώνονται
σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες την ίδια εποχή. Εξάλλου, η διεθνής αυτή διάσταση
κατέχει εξέχουσα θέση μέσα στο περιοδικό. Ενδεικτικό είναι άλλωστε το γεγονός πως
από το τέταρτο τεύχος του Β΄ Χρόνου που κυκλοφόρησε στις 15/12/1946 ξεκινά μια
μόνιμη στήλη υπό τον τίτλο “Εξωτερικό Δελτίο Ανοικοδόμησης” στην οποία γίνεται
μηνιαία επισκόπηση των οικονομικών, τεχνικών και πνευματικών προβλημάτων
γύρω από τις προσπάθειες ανασυγκρότησης σε διάφορες χώρες του εξωτερικού.
Επιπλέον, όπως σημειώνει και ο Α. Κακριδής, κατά την Περίοδο Α΄ το ποσοστό της
ύλης που αφορά διεθνή θέματα, με ενδεχόμενους παραλληλισμούς με την Ελλάδα,
ανέρχεται σε 12,3% επί του συνόλου των σελίδων ενώ οι μεταφράσεις απαρτίζουν το
3,3% των σελίδων. Ειδικά το 1947 τα ποσοστά αυτά ανέρχονται αντίστοιχα σε 20%
και 7% περίπου. Σε ό,τι αφορά τις μεταφράσεις που δημοσιεύονται κατά την Περίοδο
Α΄, παρατηρεί πως το 28,1% και το 18,8% προέρχονται από την Γαλλία και την
Τσεχοσλοβακία αντίστοιχα και αφορούν τις εκεί εθνικοποιήσεις ενώ το 21,9% από
την Ε.Σ.Σ.Δ λόγω της εκπόνησης ενός νέου τότε πενταετούς σχεδίου. Οι μεταφράσεις
κειμένων από την Αγγλία και τις ΗΠΑ αποσπούσαν 18,8% ενώ το υπόλοιπο 12,5%
ήταν αγνώστου προέλευσης.295 Από όλα τα παραπάνω είναι σαφές πως η διεθνής

294
Ανταίος, «Να ανοικοδομήσουμε την Ελλάδα πάνω σε ισχυρά θεμέλια», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 7,
1945, σελ. 162
295
Α. Κακριδής, ό.π., 2005, σελ. 16-17
[110]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

διάσταση αποτελεί αναπόσπαστό μέρος των αναφορών του Ανταίου και ως εκ τούτου
θα άξιζε περαιτέρω διερεύνηση.
Τέλος, μια πληρέστερη μελέτη του Ανταίου οφείλει, σε κάθε περίπτωση, να φωτίσει
περισσότερο τη ζωή και το έργο των σημαντικότερων από τους συντελεστές του.

[111]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Βιβλιογραφία

α. Πηγές
«Η ίδρυση της εταιρείας: ‘’Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 8,
1945, σελ. 182-184
«Το επιστημονικό συνέδριο», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 9, 1947, σελ. 264
Αγγελόπουλος, Α. Θ., «Βάσεις και σκοποί του σχεδίου παραγωγικής εργασίας»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3, 1945, σελ. 71-74
______, «Οι κεντρικές αρχές για ένα μεταβατικό οικονομικό πρόγραμμα», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 13-14, 1945, σελ. 295-297
Αγγέλου, Γ., «Η δημοσιονομική αλχημεία συνεχίζεται…», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 12,
1945, σελ. 267-269
______, «Συμφωνία οικονομικής υποδούλωσης και εξαθλίωσης των εργαζομένων»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 17-18, 1946, σελ. 361-363
Αμπατζής, Α., «Η ανοικοδόμηση και το πρόβλημα της εργασίας (πρώτο μέρος)»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 6, 1945, σελ. 146-148
______, «Η ανοικοδόμηση και το πρόβλημα της εργασίας (δεύτερο μέρος)», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 7, 1945, σελ. 179-180
Ανταίος, «Να ανοικοδομήσουμε την Ελλάδα πάνω σε ισχυρά θεμέλια», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 7, 1945, σελ. 162
______, «Σταθμός για την επιστήμη του τόπου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 8, 1945, σελ.
181
______, «Νέες προσπάθειες», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-20, 1946, σελ. 401
______, «Η ‘’ανοικοδόμηση’’ του κεφαλαίου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 21-22, 1946,
σελ. 441
______, «Που θα στηριχθεί η ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 2, 1946, σελ. 41
______, «Ζητήματα», Ανταίος, Χρόνος Δ΄, 1, 1948, σελ. 1-3
Γρανίτης, Π., «Η κατάρρευση της σταθεροποίησης», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 2, 1945,
σελ. 56-57
Δεσποτόπουλος, Ι., «‘’Ανοικοδόμηση…’’», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 1, 1945, σελ. 13-15
Δεσποτόπουλος, Κ., «Σκέψεις για την παιδεία στην ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος
Α΄, 5, 1945, σελ. 121-125

[112]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

ΕΠ-ΑΝ, «Διακήρυξη της επιστημονικής εταιρίας για τη μελέτη των νεοελλην.


προβλημάτων: ‘’Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 12, 1945,
σελ. 261-262
______, «Η πρώτη γενική συνέλευση των μελών της Εταιρείας ‘’Επιστήμη-
Ανοικοδόμηση’’: Η λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου για τις
εργασίες της Εταιρείας», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 2, 1946, σελ. 42-47
______, «Για ένα πανελλαδικό συνέδριο επιστημόνων: Η επιστήμη στο έργο της
ανοικοδόμησης», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 23-23, 1946, σελ. 481-482
Ευαγγελίδης, Ι.Τ., «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες
δημοσιονομικές επιδιώξεις (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 3, 1946, σελ.
86-89
______, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 4, 1946, σελ. 123-127
______, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (τρίτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 7-8, 1947, σελ. 221-224
______, «Κριτική των δημοσιονομικών κατευθύνσεων και άμεσες δημοσιονομικές
επιδιώξεις (τέταρτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 9, 1947, σελ. 257-259
______, «Ο απολογισμός του 1946-1947 και ο καινούργιος προϋπολογισμός»,
Ανταίος, Χρόνος Β΄, 10-12, 1947, σελ. 280-282
Ηλιού, Η., «Η οργάνωση της διοίκησης του λαϊκού κράτους για την ανοικοδόμηση»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 8, 1945, σελ. 196-199
Θεοδωρίδης, Χ., «Προγραμματικό», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 1, 1945, σελ. 1-2
______, «Ο μύθος του Ανταίου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 2, 1945, σελ. 29-32
Κισκύρας, Δ., «Ο ορυκτός μας πλούτος και οι δυνατότητες ανάπτυξης βαρειάς
βιομηχανίας στην Ελλάδα (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 9, 1945, σελ.
210-212
______, «Ο ορυκτός μας πλούτος και οι δυνατότητες ανάπτυξης βαρειάς βιομηχανίας
στην Ελλάδα (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 10, 1945, σελ. 227-231
Κιτσίκης, Ν., «Η τεχνική παιδεία στο πλαίσιο της ανοικοδόμησης (πρώτο μέρος)»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 1, 1945, σελ. 5-12
______, «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση: (Εισαγωγική διάλεξη στους σκοπούς της
Εταιρείας ‘‘Επιστήμη-Ανοικοδόμηση’’ που δόθηκε την Κυριακή 30

[113]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Δεκεμβρίου 1945 στο θέατρο ‘‘Βρεττάνια’’)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 13-14,


1945, σελ. 284-288
Κόκκαλης, Π., «Σκέψεις για την οργάνωση των νοσοκομείων», Ανταίος, Χρόνος Α΄,
13-14, 1945, σελ. 297-299
Κουβέλης Π., «Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα: επιστολή του Π. Κουβέλη», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 7, 1945, σελ. 162-163
______, «Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα. Δύο καινούργιες επιστολές: επιστολή του
Π. Κουβέλη», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 9, 1945, σελ. 202-203
Κουρκουμέλης, Π., «Η αποκατάσταση των οδικών και σιδηροδρομικών μας
συγκοινωνιών (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 1, 1946 σελ. 19-22
______, «Η αποκατάσταση των οδικών και σιδηροδρομικών μας συγκοινωνιών
(δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 2, 1946 σελ. 73-78
Μάξιμος, Σ., «Η Ελλάδα είναι ή ‘‘πρέπει να γίνει’’ βιώσιμη;», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3,
1945, σελ. 78- 79
______, «Η κρίση της επιστήμης στην Ελλάδα», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 6, 1945, σελ.
152-153
______, «Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα: απάντηση του κ. Σ. Μάξιμου», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 7, 1945, σελ. 163-166
______, «Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα. Δύο καινούργιες επιστολές: Τι απαντά ο
κ. Σ. Μάξιμος», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 9, σελ. 203
______, «Η ανοικοδόμηση στο φως των αντιθέσεων της σύγχρονης οικονομίας:
Έλεγχος-Επίταξη-Εθνικοποίηση (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 15-16,
1946, σελ. 326-328
______, «Η ανοικοδόμηση στο φως των αντιθέσεων της σύγχρονης οικονομίας:
Έλεγχος-Επίταξη-Εθνικοποίηση (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-
20, 1946, σελ. 406-411
______, «Αυτοδιοίκηση και ανασυγκρότηση (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄,
21-22, 1946, σελ. 457-459
______, «Το εξωτερικό εμπόριο και η οικονομική μας ανεξαρτησία», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 23-24, 1946, σελ. 486-489
______, «Αυτοδιοίκηση και ανασυγκρότηση (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄,
23-24, 1946, σελ. 505-507

[114]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

______, «Τα μεγάλα προβλήματα της χώρας: τα ξένα σχέδια ανοικοδόμησης»,


Ανταίος, Χρόνος Β΄, 3, 1946, σελ. 81-85
Μπάτσης, Δ., «Το βασικό πρόβλημα της ανοικοδόμησης», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 1,
1945, σελ. 2-4
______, «Πρόγραμμα ανοικοδόμησης ή ‘‘έλεγχος τιμών’’;», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3,
1945, σελ. 61-65
______, «Ολοκληρωτισμός στην οικονομία μας», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 4, 1945, σελ.
93-100
______, «Οι υπεύθυνοι για την πολιτική Βαρβαρέσσου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 7,
1945, σελ. 161-162
______, «Παράδειγμα προς αποφυγήν», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 12, 1945, σελ. 273-275
______, «Α. Αγγελόπουλου. Το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 12, 1945, σελ. 277-279
______, «Γιατί δεν άρχισε η ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 13-14, 1945, σελ.
281-282
______, «Οι όροι της Αγγλοελληνικής Συμφωνίας: Οικονομική υποτέλεια,
οικονομική ζημιά και εξουθένωση του εργαζόμενου λαού», Ανταίος, Χρόνος
Α΄, 13-14, 1946, σελ. 321-322
______, «Η παραλαβή, φύλαξη, κατεργασία, κυριότητα και διανομή των εφοδίων της
ΟΥΝΡΑ», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 21-22, 1946, σελ. 471
______, «Η σύμβαση Κούπερ ολοκλήρωση της βιομηχανικής μας εξάρτησης από το
ξένο κεφάλαιο», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 23-24, 1946, σελ. 484-486
______, «Ο προσανατολισμός της ελληνικής οικονομίας», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 1,
1946, σελ. 1-3
______, «Ο λόγος του κ. Τρούμαν και η ελληνική ανοικοδόμηση», Ανταίος, Χρόνος
Β΄, 5-6, 1947, σελ. 161-162
Μυριναίος, Σ., «Η ανάγκη συμπλήρωσης του αλφαβήτου», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-
20, 1946, σελ. 429-430
Νεφελούδης, Β., «Η μεταπολεμική κατάσταση και τα προβλήματα της
ανασυγκρότησης: Εισήγηση στο 8ο πανελλαδικό εργατικό συνέδριο»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 19-20, 1946, σελ. 431-436
Όμιλος Υγειονομικών Μελετών, «Η διατροφή του λαού και η ανοικοδόμηση της
χώρας (πρώτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 3, 1945, σελ. 80-83
[115]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

______, «Η διατροφή του λαού και η ανοικοδόμηση της χώρας (δεύτερο μέρος)»,
Ανταίος, Χρόνος Α΄, 7, 1945, σελ. 171-175
Σακαντάνης, Κ.Β., «Το πρόβλημα της παραγωγικής γης (πρώτο μέρος)», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 2, 1945, σελ. 32-39
______, «Το πρόβλημα της παραγωγικής γης (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄,
3, 1945, σελ. 65-70
______, «Το πρόβλημα της παραγωγικής γης (τρίτο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 4,
1945, σελ. 104-106
______, «Απόψεις για το στεγαστικό πρόβλημα», Ανταίος, Χρόνος Α΄, 21-22, 1946,
σελ. 473-475
Σωτηρίου, Κ.Δ., «Ο αναλφαβητισμός και η αγραμματοσύνη στην Ελλάδα», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 13-14, 1945, σελ. 300-303
Τομέας Εκπαιδευτικών ΕΠ-ΑΝ, «Το σχολικό βιβλίο (πρώτο μέρος)», Ανταίος,
Χρόνος Α΄, 23-24, 1946, σελ. 489-490 και 512-514
______, «Το σχολικό βιβλίο (δεύτερο μέρος)», Ανταίος, Χρόνος Β΄, 1, 1946, σελ. 29-
31

β. Βιβλιογραφία
Γκιούρας, Θ., «Το περιοδικό Ανταίος, η δημοσιότητα ως αγώνας και ο αγώνας ως
δημοσιότητα», Ουτοπία, τεύχος 108, 2014, σελ. 31-49
Κακριδής, Α., (2005), Η ελληνική αριστερά απέναντι στο αίτημα για ανάπτυξη: 1944-
1953 (Draft),
(hdoisto.gr/download.php?fen=meetings/meeting_0045_2108.pdf), τελευταία
πρόσβαση στις 12/11/2016
______, (2009) Greek economists and the quest for development: 1944-1967, PhD
Dissertation, Department of Sociology, Panteion University of Social and
Political Sciences,
http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/18562#page/1/mode/2up, τελευταία
πρόσβαση στις 7/1/2016
Παππά, Έ., Εισαγωγή στο Εθνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Ανταίος, Τόμος
Α΄: 1945-1947, Αθήνα 2000, σελ. ια΄-λ΄
Πετρόπουλος, Γ., «Ο ρόλος της επιστήμης στη μεταπελευθερωτική Ελλάδα»,
Ουτοπία, τεύχος 108, 2014, σελ. 77-91
[116]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Σταθάκης, Γ., Το δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ: Η ιστορία της αμερικανικής
βοήθειας στην Ελλάδα, Αθήνα 2004
Χατζηιωσήφ, Χ., «Οικονομική σταθεροποίηση και πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα,
1944-1947», στο L. Baerentzen, Γ. Ιατρίδης, O. Smith, Μελέτες για τον
εμφύλιο πόλεμο, 1945-1949, Αθήνα 1992, σελ. 29-45
______, «Η περίοδος της ανασυγκρότησης 1945-1953 ως στιγμή της σύγχρονης
ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορίας», στο Η ελληνική κοινωνία κατά την
πρώτη μεταπολεμική περίοδο (1945-1967), Αθήνα 1994, σελ. 23-33
______, «Η πολιτική οικονομία της μεταπολεμικής Ελλάδας, 1944-1996», στο
Εισαγωγή στη νεοελληνική οικονομική Ιστορία (18ος-20ος αιώνας), Αθήνα
1999, σελ. 287-317
Ψαλιδόπουλος, Μ., «Σχετικά με την έννοια της ανοικοδόμησης και της ανάπτυξης
στον Ανταίο», Ουτοπία, τεύχος 108, 2014, σελ. 19-30

[117]
ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

Περιεχόμενα
Εισαγωγή………………………………………………………………………………1

Η πορεία του Ανταίου………………………………………………………………….5

Η Επιστημονική Εταιρία για τη Μελέτη των Νεοελληνικών Προβλημάτων:


Επιστήμη-Ανοικοδόμηση……………………………………………………………...9

Η οικονομική πολιτική της περιόδου 1944-1947…………………………………….18

Ο λόγος του Ανταίου για την ανοικοδόμηση


α) Για την βιωσιμότητα………………………………………………………….28
β) Γενικό περίγραμμα και προδιαγραφές της ανοικοδόμησης…………………..36
γ) Η ανοικοδόμηση ανά επιμέρους τομείς
1. Βιομηχανία/Ορυκτός πλούτος-καύσιμα…………………………………….46
2. Αγροτική οικονομία-Αλιεία ………………………………………………..50
3. Εμπόριο……………………………………………………………………57
4. Δημοσιονομικά-Νομισματικά………………………………………………59
5. Συγκοινωνία………………………………………………………………..65
6. Οικισμός- Στέγαση…………………………………………………………68
7. Εργασία…………………………………………………………………….70
8. Νομικά……………………………………………………………………..73
9. Υγειονομικά………………………………………………………………...77
10. Παιδεία…………………………………………………………………...80

Ο αντίλογος του Ανταίου για την ανοικοδόμηση


α) Κριτική στην οικονομική πολιτική ελληνικών κυβερνήσεων………………..87
β) Κριτική στα ξένα σχέδια οικονομικής βοήθειας και ανοικοδόμησης………...96

Επίλογος…………………………………………………………………………….101

Βιβλιογραφία………………………………………………………………………..112

[118]

You might also like