Professional Documents
Culture Documents
Ματαιολογία (στ. 6)
Ὑπάρχουν θρησκευτικοὶ τύποι, ποῦ δὲν ἔχουν ὅμως καμμιὰ σχέση μὲ τὴν εὐσέβεια καὶ
τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια. Όσοι μιλᾶνε γιὰ θρησκευτικὰ πράγματα ἐξασφαλίζουν καὶ τὸ
εἰσιτήριο γιὰ τὸν παράδεισο; Ἂν συνέβαινε αὐτό, τότε καὶ ὅλοι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ποὺ περὶ
Θεοῦ φιλοσοφοῦσαν ἢ φλυαροῦσαν, θὰ ἔπρεπε νὰ σωθοῦν.
Δὲν σώσει ἢ θρησκευτικὴ φλυαρία, ἡ θρησκευτικὴ βαττολογία, ποὺ κάποτε καταλήγουν
σὲ θρησκευτικὴ βλακεία. Σώζει ἡ βίωσις τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Γι'
αὐτὸ ὁ Παῦλος ὑπενθυμίζει στὸν ἑπόμενο στίχο: «Ὧν τινὲς ἀστοχήσαντες ἐξετράπησαν εἰς
ματαιολογίαν» (στ. 6). Ἀπόδοσις στὴν ἁπλοελληνική: «Μερικοὶ ἀπέτυχαν στὴν ἀγάπη καὶ
τὴν πίστι καὶ ἐξετράπησαν σὲ μάταιες (ψευδεῖς) διδασκαλίες».
• Ἂν τὰ λόγια ἀπὸ μόνα τους δὲ σῴζουν, χωρὶς πράξεις καὶ ἔργα, πολὺ περισσότερο δὲν
σώζουν τὰ λόγια, ποὺ εἶναι μάταια καὶ κούφια, ἔστω κι ἂν παρουσιάζονται ὡς θρησκευτικὲς
ἐνασχολήσεις.
• Ὄχι μόνο δὲ σῴζουν, ἀλλὰ καὶ καταδικάζουν καὶ κολάζουν. Καὶ διότι εἶναι περιττὲς
φλυαρίες, καὶ διότι ἐκτρέπουν ἀπ' τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς.
Σ' αὐτὴν τὴν ἀστοχία ἀναφέρεται ὁ Παῦλος.
Ο σκοπευτὴς ἔχει ἕνα στόχο. Φανταστῆτε σκοπευτή, ποὺ ὅλες οἱ προσπάθειές του
πηγαίνουν χαμένες καὶ κανένα βέλος δὲν χτυπᾷ στὸ στόχο! Καὶ ο χριστιανὸς ἕνας στοχευτὴς
εἶναι.
• Στοχεύει στὸν παράδεισο, ὄχι γιὰ νὰ τὸν... σκοτώση, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν κατακτήση.
• Καὶ ὁ παράδεισος κατακτᾶται μὲ τὶς τρεῖς προϋποθέσεις, ποὺ ἀναφέρει ὁ Παῦλος: Τὴν
ἀνυπόκριτη πίστι, τὴν ἀγαθὴ συνείδηση, καὶ τὴν ἀγάπη. Δηλαδή, μὲ συνέπεια τῆς ζωῆς
πρὸς τρεῖς κατευθύνσεις:
• Πρὸς τὸν ἑαυτὸ μᾶς (ἀγαθὴ συνείδησις).
• Πρὸς τοὺς ἄλλους (ἀγάπη).
• Πρὸς τὸ Θεὸ (ἀνυπόκριτη πίστις). Χωρὶς τὰ παραπάνω ὑπάρχει ἀστοχία.
Στόχος γενικὸς καὶ τελικὸς γιὰ ὅλους τους ἀνθρώπους εἶναι ὁ οὐρανός, ἡ θέωσις.
Ἂν τῆς ἐπιστήμης στόχος εἶναι νὰ κατακτήση τοὺς ὑλικοὺς οὐρανοὺς καὶ ν' ἀνέβη ὅσο
γίνεται ψηλότερα μὲ τὰ διαστημόπλοιά της, στόχος τοῦ χριστιανοῦ εἶναι νὰ κατακτήση τοὺς
πνευματικοὺς οὐρανοὺς καὶ ν' ἀνεβῇ ὅσο γίνεται ὑψηλότερα μὲ τὸ διαστημόπλοιο τῆς
χάριτος.
Ἂν οἱ ἄνθρωποι στοχεύουν σὲ μιὰ ὑπερέχουσα θέσι, οἱ χριστιανοὶ στοχεύουν στὴν
ὑψηλότερη θέση, ποὺ ὀνομάζεται θέωσις, τελείωσις.
Αὐτὸς εἶναι ὁ γενικὸς στόχος. Εἰδικώτεροι στόχοι εἶναι ἡ ἀληθινὴ πίστις, Ὁ πνευματικὸς
ἀγῶνας, ἡ λειτουργία τῆς ἀγάπης.
Καὶ ὑπάρχουν ἀκόμα εἰδικώτεροι στόχοι, μὲ τοὺς ὁποίους πετυχαίνονται οἱ
προηγούμενοι. Εἶναι νὰ εὐαρεστοῦν τὸ Θεὸ στὴ θέση, στὸ διακόνημα, ποῦ τοὺς ἔχει
ἀνατεθῆ μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Ἂν δὲν ἔχουμε ὑψηλοὺς καὶ εὐγενεῖς στόχους, τότε κάθε ἐνασχόλησίς μας μ' αὐτὸ ποὺ
λένε «θρησκεία», εἶναι ἀστοχία, ἐκτροπή, ματαιολογία.
• Ἀστοχία δὲν εἶναι μόνο ἡ ἁμαρτία, μὲ τὴ στενότερη ἔννοια, ὅπως πολλοὶ τὴν ἔννοουν.
• Ἀστοχία εἶναι καὶ ἡ παραπληροφόρησης σὲ θέματα πίστεως, Ἐκκλησίας, πνευματικῆς
ζωῆς.
• Ἀστοχία εἶναι καὶ ἡ διαστρέβλωσης τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ φλυαρίες
ἀνθρώπινες.
• Ἀστοχία εἶναι καὶ ἡ νόθευσις τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ ἔνταλματα
ἀνθρώπων (Ματθ. ιε' 9).
Προσοχή, λοιπόν, σ' ἐκείνους, ποὺ ἔχουν ἀφθονία λόγου γύρω ἀπ' τὰ θρησκευτικὰ
πράγματα.
• Ἡ ματαιολογία εἶναι τὸ ἀντίθετό της ὁμολογίας.
• Ἡ ὁμολογία ἔχει σὰν περιεχόμενο τὴν Ἀλήθεια καὶ σὰν κίνητρο τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ
ματαιολογία ἔχει σὰν περιεχόμενο δευτερεύοντα, ἀνούσια καὶ ἀνώφελα θρησκευτικὰ
πράγματα καὶ σὰν κίνητρο τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ἐπίδειξι.
• Ἡ ὁμολογία στοιχίσει, ἡ ματαιολογία εἶναι ἀκίνδυνη.
9
εἰδὼς τοῦτο, ὅτι δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται, ἀνόμοις δὲ καὶ ἀνυποτάκτοις, ἀσεβέσι καὶ
ἁμαρτωλοῖς, ἀνοσίοις καὶ βεβήλοις, πατρολῴαις καὶ μητρολῴαις, ἀνδροφόνοις, 10 πόρνοις,
ἀρσενοκοίταις, ἀνδραποδισταῖς, ψεύσταις, ἐπιόρκοις, καὶ εἴ τι ἕτερον τῇ ὑγιαινούσῃ
διδασκαλίᾳ ἀντίκειται, 11 κατὰ τὸ εὐαγγέλιον τῆς δόξης τοῦ μακαρίου Θεοῦ, ὃ ἐπιστεύθην
ἐγώ. 12 Καὶ χάριν ἔχω τῷ ἐνδυναμώσαντί με Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ὅτι πιστόν με
ἡγήσατο, θέμενος εἰς διακονίαν 13 τὸν πρότερον ὄντα βλάσφημον καὶ διώκτην καί ὑβριστήν·
ἀλλ' ἠλεήθην, ὅτι ἀγνοῶν ἐποίησα ἐν ἀπιστίᾳ, 14 ὑπερεπλεόνασε δὲ ἡ χάρις τοῦ Κυρίου
ἡμῶν μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ.
15
Πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος, ὅτι Χριστὸς ᾿Ιησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον
ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ· 16 ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἠλεήθην, ἵνα ἐν ἐμοὶ πρώτῳ
ἐνδείξηται ᾿Ιησοῦς Χριστὸς τὴν πᾶσαν μακροθυμίαν, πρὸς ὑποτύπωσιν τῶν μελλόντων
πιστεύειν ἐπ' αὐτῷ εἰς ζωὴν αἰώνιον. 17 Τῷ δὲ βασιλεῖ τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ,
μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμὴ καὶ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
́
18
Ταύτην τὴν παραγγελίαν παρατίθεμαί σοι, τέκνον Τιμόθεε, κατὰ τὰς προαγούσας ἐπὶ
σὲ προφητείας, ἵνα στρατεύῃ ἐν αὐταῖς τὴν καλὴν στρατείαν, 19 ἔχων πίστιν καὶ ἀγαθὴν
συνείδησιν, ἥν τινες ἀπωσάμενοι περὶ τὴν πίστιν ἐναυάγησαν· 20 ὧν ἐστιν ῾Υμέναιος καὶ
᾿Αλέξανδρος, οὓς παρέδωκα τῷ σατανᾷ, ἵνα παιδευθῶσι μὴ βλασφημεῖν.
Παραγγελία και επαγγελία (στ. 18)
Το μεγάλο λόγο της εν Χριστώ Ιησού σωτηρίας παρουσίασε ο απόστολος Παύλος. Ο
στίχος «Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τόν κόσμον
αμαρτωλούς σώσαι, ών πρώτός είμι εγώ» (στ. 15) είναι από τους σημαντικότερους στίχους
της Καινής Διαθήκης. Περιέχει την αλήθεια της σαρκώσεως του Θεού, το μυστήριο της
θείας οικονομίας. Αυτός ο στίχος είναι το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού.
Αυτό το Ευαγγέλιο, αυτό το σωτηριώδες και ελπιδοφόρο μήνυμα, το εμπιστεύεται ο
Παύλος στο μαθητή και πνευματικό του τέκνο, τόν Τιμόθεο. Γι' αυτό στη συνέχεια γράφει:
«Ταύτην την παραγγελίαν παρατίθεμαί σοι, τέκνον Τιμόθεε, κατά τάς προαγούσας επί σέ
προφητείας, ένα στρατεύη εν αυταίς τήν καλήν στρατείαν» (στ. 18). Απόδοσης στην
απλοελληνική: «Αυτή τη συμβουλή σου δίνω, παιδί μου Τιμόθεε, σύμφωνα με τις
προφητείες, που προnγήθηκαν για σένα, λαμβάνοντας υπ' όψιν ν' αγωνίζεσαι ως
στρατιώτης τόν καλόν αγώνα».
• Ο Παύλος δέν εμπιστευόταν σ' όποιον κι όποιον την ιερή παρακαταθήκη της Καινής
Διαθήκης, την παραγγελία του Θεού. Πρόκειται για θησαυρό ανεκτίμητο. Κι όπως το
θησαυρό δέν τόν εμπιστεύεται κανείς σε ανθρώπους αδιάφορους ή και απατεώνες, έτσι
και το θησαυρό της πίστεως στόν Ιησού Χριστό, αλλά και της διδασκαλίας της πίστεως
αυτής, δεν τον εμπιστεύεται ο Παύλος σ' άλλους, παρά μόνο σε γνήσια πνευματικά του
τέκνα, όπως ο Τιμόθεος.
Αυτοί μπορούσαν να εκτιμήσουν την αξία της ουράνιας παραγγελίας. Μπορούσαν
ακόμη να δεχτούν τις υποδείξεις του πνευματικού τους πατέρα γιά τό πνευματικό και
ιεραποστολικό έργο. Και τέλος μπορούσαν να ξέρουν τι στοιχίζει ένα τέτοιο έργο.
• Η Εκκλησία κατά τους πρώτους αιώνες ήταν πολύ προσεκτική στην επιλογή των
προσώπων, που θα εμπιστευόταν το κήρυγμα του Ευαγγελίου, το έργο της σωτηρίας. Πολύ
ανιχνευτική στό ποιούς θα χειροτονούσε κληρικούς. Λέει χαρακτηριστικά ο ιερός
Χρυσόστομος: «Το της διδασκαλίας καί τό της Ιερωσύνης αξίωμα μέγα εστί και θαυμαστόν
και όντως της του Θεού δεόμενον ψήφου, ώστε τόν άξιον εις μέσον παραγαγείν. Ούτω και
το παλαιόν εγίνετο, ούτω και νυν γίνεται, όταν χωρίς πάθους ανθρωπίνου τάς αιρέσεις
Ποιώμεθα, όταν πρός μηδέν ορώντες βιωτικόν, μή πρός φιλίαν, μή πρός απέχθειαν» (Ε.Π.Ε.
23,198). Μετάφρασις: Το αξίωμα της διδασκαλίας και της ιερωσύνης είναι μεγάλο και
θαυμαστό. Πραγματικά χρειάζεται την έγκριση του Θεού, ώστε να υποδεικνύεται ο άξιος
γι' αυτό. Έτσι γινόταν και παλαιά, έτσι γίνεται και τώρα, όταν κάνουμε τις εκλογές χωρίς
ανθρώπινο πάθος, όταν δεν αποβλέπουμε σε τίποτε βιωτικό, ούτε σε φιλία ούτε σε
αντιπάθεια.
Με ποιά κριτήρια χειροτονούνται σήμερα οι κληρικοί; Μπορούμε να ισχυριστούμε, ότι
τηρούνται τα όσα λέει ο Αγιος; Αντίθετα:
• Κι εκείνοι, που σπεύδουν ν' αναλάβουν έργο διακονίας, είτε ως κληρικοί είτε ως λαϊκοί
θεολόγοι είτε ως κήρυκες και κατηχητές, δεν έχουν επίγνωση του τί πορεύονται να κάνουν.
• Κι εκείνοι, πού αναθέτουν ή χειροτονούν δέν έχουν το φόβο καί τόν τρόμο ενός
Παύλου, που πρόσεχε σε ποιούς εμπιστευόταν τα άγια και ιερά πράγματα.
Οι λεγόμενοι χριστιανοί σήμερα είμαστε τόσο νωθροί και ψυχροί, τόσο ακατάρτιστοι,
ώστε ούτε κάν ως απλοί πιστοί μπορούμε να θεωρούμαστε. Αν, λοιπόν, τόν εαυτό μας
έχουμε ακατάρτιστο και ακατάστατο, πώς θάταν δυνατόν η Εκκλησία να μας εμπιστευθη
υπεύθυνο έργο πνευματικού καθοδηγητή ή ηγέτη; Λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «Εί εν τω
μικρώ ούκ έγένεσθε πιστοί, το μέγα και αληθινόν τίς υμίν έγχειρίσει; Τότε δε, επεί ουδέν
ανθρώπινον έγίνετο, και από προφητείας εγίνοντο οι ιερείς» (Ε.Π.Ε. 23,198). Μετάφρασις:
Αν για το μικρό δέν φανήκατε άξιοι έμπιστοσύνης, ποιός θα σας εμπιστευθη τὸ μεγάλο καὶ
ὑπέροχο; Τότε ὅμως, ἐπειδὴ δὲν γινόταν τίποτε μὲ ἀνθρώπινα κριτήρια, οἱ ἱερεῖς
ὑποδεικνύονταν διὰ θείου φωτισμοῦ.
Ἀκριβῶς, γιὰ νὰ δείξη ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι δὲν ἦταν μόνο δική του ἐπιλογὴ ὁ
Τιμόθεος, ἀλλ' ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον τὸν εἶχε καθορίσει καὶ καθαρίσει, μιλάει γιὰ
«προάγουσαν προφητείαν».
Ἐκεῖνος, ποὺ ἔκανε τὴν προαγωγὴ τοῦ Τιμοθέου στὸ ἀποστολικὸ ἔργο, ἦταν ἡ
προφητεία.
• Μὲ τὸν ὄρο «προφητεία» ὁ Παῦλος δὲν ἐννοεῖ ἐδῶ καμμιὰ προφητεία περὶ τοῦ
Τιμοθέου, μὲ τὴν ἔννοια ποὺ νοοῦμε συνήθως τὴν προφητεία. Ἐννοεῖ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἄγ.
Πνεύματος.
Ἡ ἀπόφασης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὀνομάζεται καὶ προφητεία. Ὅπως τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον
ἀποκάλυψε τὴν εἰδικὴ κλῆσι γιὰ τὸν Παῦλο καὶ τὸν Βαρνάβα καὶ εἶπε: «Ἀφορίσατε μοὶ τὸν
Παῦλον καὶ τὸν Βαρνάβαν» (Πράξ. ιγ΄ 2), ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Τιμοθέου. Ὁ Θεὸς
τὸν διάλεξε.
Καὶ τονίζει αὐτὸ ὁ Παῦλος, γιὰ νὰ συγκινῇ τὸν Τιμόθεο, γιὰ νὰ τὸν κρατάη σὲ ἐγρήγορσι,
ἔχοντα κατὰ τὸ νοῦ πάντοτε τὸ ποιὸς τὸν κάλεσε.
• Ἡ ἐπαγγελία τοῦ Θεοῦ ὠδήγησε τὸν Τιμόθεο στὴν παραγγελία τοῦ Εὐαγγελίου. Γι' αὐτὸ
λέει ὁ Ι. Χρυσόστομος: «Διανιστᾶς αὐτὸν καὶ νήφειν παρασκευάκων καὶ ἐγρηγορέναι,
ἀναμιμνήσκει τοῦ ἐλομένου καὶ χειροτονήσαντος ὡς ἂν εἰ ἔλεγεν ὁ Θεὸς σὲ ἐξελέξατο,
αὐτὸς σοὶ ἐνεπίστευσεν, οὐκ ἄνθρωπινη γέγονας ψήφω. Μὴ ὑβρίσης, μηδὲ καταισχύνῃς
τοῦ Θεοῦ τὴν ψῆφον» (Ε.Π.Ε. 23,200). Μετάφρασις: Διεγείρει τὸν Τιμόθεο καὶ τὸν ἑτοιμάζει
νὰ εἶναι νηφάλιος καὶ προσεκτικός. Τοῦ ὑπενθυμίζει Ἐκεῖνον, ποῦ τὸν ἐξέλεξε καὶ τὸν
χειροτόνησε. Σὰν νὰ τοῦ ἔλεγε: Ὁ Θεὸς σὲ ἐξέλεξε, Αὐτός σου ἐμπιστεύτηκε. Δὲν ἔχεις
ἀναδειχτῆ μὲ ἀνθρώπινη ψῆφο. Μὴ περιφρονήσης καὶ μὴ ντροπιάσης τὴν ἐπιλογὴ τοῦ
Θεοῦ.
Συγκεκριμένα πράγματα «παραγγέλλει» ὁ Παῦλος στὸν καλεσμένο ἀπ' τὸ Θεὸ Τιμόθεο.
Ἐπιστρατευμένοι (στ. 18)
Λέει στὴ συνέχεια: «Ταύτην τὴν παραγγελίαν παρατίθεμαι σοί, τέκνον Τιμόθεε, κατὰ τὰς
προαγούσας ἐπὶ σὲ προφητείας, ἶνα στρατεύη ἐν αὔταις τὴν καλὴν στρατείαν» (στ. 18). Οἱ
προφητεῖες, δηλαδή, ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, εἶναι νὰ στρατευθῆς.
• Ὁ χριστιανὸς εἶναι ἕνας στρατιώτης, ἐπιστρατευμένος γιὰ ὅλη του τὴ Ζωή. Ποτὲ δὲν
παίρνει ἀπολυτήριο. Δὲν μπαίνει στὴν ἐφεδρεία. Καὶ ὅταν γεράση, μέχρι τελευταία του
πνοή, θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸ τοῦ στρατιώτη Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Πολλὲς φορὲς ὁ Παῦλος τονίζει τὴν πραγματικότητα αὐτή.
Ἡ Ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μιὰ στρατεία. Στρατεύεται νὰ πολεμήση στὸν ἀγῶνα τῆς
Ζωῆς.
• Ἡ στρατεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι διαφορετικὴ ἀπ' ἐκείνη τῆς πατρίδας. Ἀπ' αὐτὴν ὅμως ὁ
Παῦλος δανείζεται στρατιωτικὲς καὶ ἀθλητικὲς εἰκόνες, γιὰ νὰ παραστήση τὴν πορεία καὶ
τὸ χριστιανικὸ ἀγῶνα.
• Ὅσοι ἀνήκουν στὴν πατρίδα καὶ τὴν ἀγαποῦν, ἐπιστρατεύονται καὶ προσφέρουν γιὰ
κάποιο διάστημα τῆς ὑπηρεσίες τους στὴ μητέρα πατρίδα.
Ἱερὴ ὑπόθεσις ἢ ἐπίγεια πατρίδα. Κανένας φιλότιμος καὶ φιλόπατρις δὲν ἀρνεῖται τὴ
στράτευσι. Δυστυχῶς στὸν τόπο μας, στὶς μέρες μας, χάθηκε ἐν πολλοις καὶ τὸ πατριωτικὸ
συναίσθημα. Πολλοὶ μὲ βαρειὰ καρδιὰ ὑπηρετοῦν τὴ στρατιωτική τους θητεία. Καὶ
ὑπάρχουν πολλοί, ποῦ μὲ κάθε τρόπο προσπαθοῦν νὰ τὴν μειώσουν ἢ καὶ νὰ τὴν
ἀποφύγουν. Φτάσαμε στὸ σημεῖο, αὐτὴ ἡ ἀντιπατριωτικὴ συμπεριφορὰ καὶ φιλαυτία νὰ
ντύνεται τὸ ἔνδυμα τοῦ «ἀντιρρησία συνείδησης». Γιὰ λόγους τάχα συνειδήσεως,
ἀρνοῦνται τὴν ἀγάπη στὴν πατρίδα. Στὴν πραγματικότητα ἀσυνειδησία καὶ φιλαυτία
κρύβεται πίσω ἀπ' τὴν ἄρνησι γιὰ στράτευσι.
• Ἀλλ' ἂν ἢ στράτευσις (τουλάχιστον στὴν πατρίδα μᾶς) θεωρῆται ἀκόμα ὑποχρεωτικὴ
γιὰ τοὺς νέους, ἡ στράτευσης στὸ στρατὸ τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ὁπωσδήποτε προαιρετική.
Μόνο ἐθελοντὲς στρατεύονται στὴν παράταξη τοῦ Κυρίου ποὺ ὁ Παῦλος τὴν ὀνομάζει
«καλὴν στρατείαν» (στ. 18). Τὴν ἀντιπαραβάλλει μὲ κάποια ἄλλη στρατεία, ποῦ δὲν εἶναι
καλή.
• Ὑπάρχει καὶ ἡ κακὴ στρατεία. Ἂν ὁ Θεὸς εἶναι εὐγενὴς στρατολόγος, ὁ Διάβολος εἶναι
πονηρὸς καὶ καταπιεστικὸς στρατολόγος. Στρατολογεῖ μὲ ὑποσχέσεις, μὲ θέλγητρα καὶ μὲ
φόβητρα, μὲ δόλια καὶ πονηρὰ μέσα. Καὶ μαντρώνονται στὰ στρατόπεδα συγκεντρώσεώς
του πολὺ περισσότεροι ἀπὸ ὅσοι προσφέρονται ὡς ἐθελοντὲς στὴν ὑπηρεσία τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ.
'Ἀναμενόμενο ἄλλωστε! Ὁ δημαγωγὸς παρασύρει περισσότερους ἀπὸ ὅσους ἕλκυει ὁ
εἰλικρινὴς ἀρχηγός, ποὺ καλεῖ μάλιστα σὲ θυσίες καὶ στερήσεις καὶ μαρτύριο!
• Ἡ στρατολόγησης στὸ στρατὸ τοῦ Ἰησοῦ εἶναι μεγάλη τιμή. Κι ὁ στρατευμένος
χριστιανὸς καλεῖται σὲ εὐγενικὸ ἀγῶνα γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς πιὸ ψηλῆς κορυφῆς.
• Ἡ στρατολόγησης τοῦ Διαβόλου εἶναι ὑποδούλωσις στὴ χειρότερη τυραννία, ποὺ
ὁδηγεῖ σὲ πτῶσι κατακόρυφη, σὲ σκοτεινὸ βάθος. Ρωτάει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: Τὸ ἴδιο
εἶναι νὰ σὲ ἐπιστρατεύῃ ἕνας τύραννος καὶ τὸ ἴδιο νὰ σὲ ἐπιστρατεύη ἕνας εὐγενὴς
βασιλιάς; «Ἐκεῖνοι ὑπὸ τυράννω στρατεύονται, σὺ δὲ ὑπὸ βασιλεῖ. Διατὶ δὲ καλεῖ στρατείαν
τὸ πρᾶγμα; Δηλῶν, ὅτι πόλεμος ἐγήγερται σφοδρὸς πάσι μέν, μάλιστα δὲ τῷ διδασκάλῳ,
ὅτι ὅπλων ἠμὶν ἰσχυρῶν δεῖ, ὅτι νήψεως, ὅτι ἐγρηγόρσεως, ὅτι διηνεκοῦς ἀγρυπνίας, ὅτι
πρὸς αἷμα καὶ μάχας παρεσκευάσθαι ὀφείλομεν» (Ε.Π.Ε. 23,200-202). Μετάφρασις: Οἱ
στρατιῶτες τοῦ κόσμου στρατεύονται ἀπὸ τύραννο, ἐνῷ σὺ ὁ χριστιανὸς ἀπὸ Βασιλιά. Γιατί
ὁ Παῦλος ὀνομάζει στρατεία τὴ Ζωή; Γιὰ νὰ φανερώση, ὅτι ἔχει ξεσηκωθῆ δυνατὸς πόλεμος
ἐναντίον ὅλων βέβαιά των χριστιανῶν, ἰδιαίτερα ἐναντίον τοῦ δασκάλου τοῦ Εὐαγγελίου.
Γιὰ νὰ δείξη, ὅτι χρειαζόμαστε ἰσχυρὰ ὅπλα, ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ νηφαλιότητα, ἀπὸ
ἐγρήγορσι, ἀπὸ διαρκῇ ἐπαγρύπνησι, ὅτι πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ μάχες καὶ θυσίες.
Στρατευμένοι, λοιπόν, κι οἱ χριστιανοί!
• Ὁ στρατιώτης δὲν νοεῖται χωρὶς ὅπλο. Τὸ ἴδιο κι ὁ χριστιανός, καὶ μάλιστα Ὁ
πνευματικὸς ἡγέτης. Σ' ἄλλη ἐπιστολὴ τοῦ ὁ Παῦλος ὑπενθυμίζει, ὅτι κάποτε προσφέραμε
τὸν ἑαυτό μας καὶ τὰ μέλη μας σὰν ὅπλα στὸ στρατὸ τοῦ Διαβόλου. Τώρα εἶναι ἀπόλυτη
ἀνάγκη νὰ ἐξοπλιστοῦμε μὲ τὰ ὅπλα τοῦ Θεοῦ. «Ὥσπερ γὰρ παρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν
δούλα τὴ ἀκαθαρσία καὶ τὴ ἀνομία εἰς τὴν ἀνομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν
δούλα τὴ δικαιοσύνη εἷς ἁγιασμὸν» (Ρωμ. στ' 19). Καὶ στὴν πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολὴ
ἀπαριθμεῖ ὅλα τα ὅπλα τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα (στ΄ 11-13). Ἐδῶ ἀναφέρεται σὲ δυὸ
συγκεκριμένα πνευματικὰ ὅπλα. Πρὶν ὅμως τὰ δοῦμε, ἃς τονίσουμε καὶ κάτι ἄλλο ὡς πρὸς
τὴν ἐπιστράτευση τῶν χριστιανῶν στὴ στρατεία τοῦ Χριστοῦ.
• Ὅπως σὲ κάθε στρατὸ ὑπάρχουν διάφορα τάγματα μὲ εἰδικὴ καὶ ξεχωριστή το καθένα
ἀποστολή, ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία, ποῦ εἶναι τὸ στρατόπεδο τοῦ Θεοῦ, ὑπάρχουν διάφορα
τάγματα. Καθένας ἀνήκει σὲ ξεχωριστὸ τάγμα, δηλαδὴ ἔχει κάποιο ξεχωριστὸ χάρισμα,
κάποια ξεχωριστὴ ἀποστολή. Λέει ὁ Ι. Χρυσόστομος: «Καθάπερ ἐπὶ τῶν στρατοπέδων οὐ
πάντες εἰς ἕνα εἶδος στρατεύονται, ἀλλ' ἐν διαφόρους τάγμασιν, οὕτω καὶ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ,
ὁ μὲν εἰς διδασκάλου τάξιν, ὁ δὲ εἰς μαθητού, ὁ δὲ εἰς ἰδιώτου, σὺ δὲ ἐν τούτῳ» (Ε.Π.Ε. 23,
202). Μετάφρασις: Ὅπως ἀκριβῶς στοὺς στρατοὺς δὲν ἐπιστρατεύονται ὅλοι σὲ μιὰ
εἰδικότητα, ἀλλὰ σὲ διάφορες ὑπηρεσίες, ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία. "Ἄλλος στρατεύεται στὴ
θέση τοῦ δασκάλου, ἄλλος τοῦ μαθητῆ, ἄλλος στὴ θέση τοῦ ἁπλοῦ πιστοῦ καὶ σὺ σ' αὐτὴ
ποὺ βρίσκεσαι.
1
Παρακαλῶ οὖν πρῶτον πάντων ποιεῖσθαι δεήσεις, προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας,
ὑπὲρ πάντων ἀνθρώπων, 2 ὑπὲρ βασιλέων καὶ πάντων τῶν ἐν ὑπεροχῇ ὄντων, ἵνα ἤρεμον
καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι. 3 τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ
ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, 4 ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς
ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν.
5
εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς ᾿Ιησοῦς, 6 ὁ δοὺς
ἑαυτὸν ἀντίλυτρον ὑπὲρ πάντων, τὸ μαρτύριον καιροῖς ἰδίοις, 7 εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ
ἀπόστολος, ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, διδάσκαλος ἐθνῶν ἐν πίστει καὶ
ἀληθείᾳ.
11
Γυνὴ ἐν ἡσυχίᾳ μανθανέτω ἐν πάσῃ ὑποταγῇ· 12 γυναικὶ δὲ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω,
οὐδὲ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ' εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ. 13 ᾿Αδὰμ γὰρ πρῶτος ἐπλάσθη, εἶτα Εὔα· 14 καὶ
᾿Αδὰμ οὐκ ἠπατήθη, ἡ δὲ γυνὴ ἀπατηθεῖσα ἐν παραβάσει γέγονε· 15 σωθήσεται δὲ διὰ τῆς
τεκνογονίας, ἐὰν μείνωσιν ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ καὶ ἁγιασμῷ μετὰ σωφροσύνης.
6
μὴ νεόφυτον, ἵνα μὴ τυφωθεὶς εἰς κρῖμα ἐμπέσῃ τοῦ διαβόλου. 7 δεῖ δὲ αὐτόν καὶ
μαρτυρίαν καλὴν ἔχειν ἀπὸ τῶν ἔξωθεν, ἵνα μὴ εἰς ὀνειδισμὸν ἐμπέσῃ καὶ παγίδα τοῦ
διαβόλου. 8 Διακόνους ὡσαύτως σεμνούς, μὴ διλόγους, μὴ οἴνῳ πολλῷ προσέχοντας, μὴ
αἰσχροκερδεῖς, 9 ἔχοντας τὸ μυστήριον τῆς πίστεως ἐν καθαρᾷ συνειδήσει. 10 καὶ οὗτοι δὲ
δοκιμαζέσθωσαν πρῶτον, εἶτα διακονείτωσαν ἀνέγκλητοι ὄντες. 11 γυναῖκας ὡσαύτως
σεμνάς, μὴ διαβόλους, νηφαλίους, πιστὰς ἐν πᾶσι. 12 διάκονοι ἔστωσαν μιᾶς γυναικὸς
ἄνδρες, τέκνων καλῶς προϊστάμενοι καὶ τῶν ἰδίων οἴκων.
13
οἱ γὰρ καλῶς διακονήσαντες βαθμὸν ἑαυτοῖς καλὸν περιποιοῦνται καὶ πολλὴν
παρρησίαν ἐν πίστει τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ. 14 Ταῦτά σοι γράφω ἐλπίζων ἐλθεῖν πρός σε
τάχιον· 15 ἐὰν δὲ βραδύνω, ἵνα εἰδῇς πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι, ἥτις ἐστὶν
ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος, στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας. 16 καὶ ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ
τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη
ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ.
6
Ταῦτα ὑποτιθέμενος τοῖς ἀδελφοῖς καλὸς ἔσῃ διάκονος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ἐντρεφόμενος
τοῖς λόγοις τῆς πίστεως καὶ τῆς καλῆς διδασκαλίας ᾗ παρηκολούθηκας. 7 τοὺς δὲ βεβήλους
καὶ γραώδεις μύθους παραιτοῦ, γύμναζε δὲ σεαυτὸν πρὸς εὐσέβειαν· 8 ἡ γὰρ σωματικὴ
γυμνασία πρὸς ὀλίγον ἐστὶν ὠφέλιμος, ἡ δὲ εὐσέβεια πρὸς πάντα ὠφέλιμός ἐστιν,
ἐπαγγελίας ἔχουσα ζωῆς τῆς νῦν καὶ τῆς μελλούσης. 9 πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς
ἄξιος· 10 εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι
σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν.
11
Παράγγελλε ταῦτα καὶ δίδασκε. 12 μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος
γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ. 13 ἕως
ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ. 14 μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ
χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ
πρεσβυτερίου. 15 ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν
πᾶσιν. 16 ἔπεχε σεαυτῷ καὶ τῇ διδασκαλίᾳ, ἐπίμενε αὐτοῖς· τοῦτο γὰρ ποιῶν καὶ σεαυτὸν
σώσεις καὶ τοὺς ἀκούοντάς σου.
1
Πρεσβυτέρῳ μὴ ἐπιπλήξῃς, ἀλλὰ παρακάλει ὡς πατέρα, νεωτέρους ὡς
ἀδελφούς, 2 πρεσβυτέρας ὡς μητέρας, νεωτέρας ὡς ἀδελφὰς ἐν πάσῃ ἁγνείᾳ. 3 Χήρας τίμα
τὰς ὄντως χήρας. 4 εἰ δέ τις χήρα τέκνα ἢ ἔκγονα ἔχει, μανθανέτωσαν πρῶτον τὸν ἴδιον οἶκον
εὐσεβεῖν καὶ ἀμοιβὰς ἀποδιδόναι τοῖς προγόνοις· τοῦτο γάρ ἐστι καλὸν καὶ ἀπόδεκτον
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. 5 ἡ δὲ ὄντως χήρα καὶ μεμονωμένη ἤλπικεν ἐπὶ τὸν Θεὸν καὶ προσμένει
ταῖς δεήσεσι καὶ ταῖς προσευχαῖς νυκτὸς καὶ ἡμέρας· 6 ἡ δὲ σπαταλῶσα ζῶσα τέθνηκε.
7
καὶ ταῦτα παράγγελλε, ἵνα ἀνεπίληπτοι ὦσιν. 8 εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν
οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἔστιν ἀπίστου χείρων. 9 Χήρα καταλεγέσθω μὴ
ἔλαττον ἐτῶν ἑξήκοντα γεγονυῖα, ἑνὸς ἀνδρὸς γυνή, 10 ἐν ἔργοις καλοῖς μαρτυρουμένη, εἰ
ἐτεκνοτρόφησεν, εἰ ἐξενοδόχησεν, εἰ ἁγίων πόδας ἔνιψεν, εἰ θλιβομένοις ἐπήρκεσεν, εἰ
παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ ἐπηκολούθησε.
Ἀνεπίληπτοι (στ. 7)
Πάντοτε ὑπῆρχαν καὶ ὑπάρχουν προβλήματα στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐφ' ὅσον ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖται ἀπὸ πρόσωπα ἀτελῆ καὶ ἁμαρτωλά, εἶναι ἀνάγκη νὰ
ὑπάρχη καθορισμένη γραμμὴ ἀντιμετωπίσεως καὶ διορθώσεως τῶν ζητημάτων, ποὺ
ἀνακύπτουν. Ἐφ' ὅσον ἀποτελεῖται ἀπὸ διάφορες κατηγορίες ἀτόμων, μὲ ἰδιάζοντα ἡ κάθε
μιὰ θέματα, πρέπει σωστὰ καὶ μὲ ἀγάπη νὰ γίνεται ἡ τοποθέτησής τους στὸ σῶμα τῆς
Ἐκκλησίας.
Στὴν Ἐπιστολή, ποὺ ἑρμηνεύουμε, ἔχουμε τὴν εὐκαιρία νὰ δοῦμε τοὺς τρόπους
ποιμαντικῆς ἀντιμετωπίσεως ἀπ' τὴ στρατευόμενη Ἐκκλησία τῶν Ποικίλων περιστατικῶν. Ὁ
Τιμόθεος εἶναι ἀπὸ τοὺς πρώτους ἐπισκόπους - Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ μικρογραφία
βλέπουμε ὅλα τα ποιμαντικὰ προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας ἀνὰ τοὺς αἰῶνες.
Τὸ πρόβλημα τῶν Χηρῶν, μὲ τὸ ὁποῖο ἀσχολεῖται ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ πέμπτο
κεφάλαιο, φαίνεται σήμερα ξεπερασμένο. Κι ὅμως, ἂν δοῦμε τὶς πλευρές, ποὺ ἐξετάζει ὁ
Παῦλος, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι τὰ ὅσα λέει ἰσχύουν καὶ γιὰ συγκεκριμένα πρόσωπα (τὶς
χῆρες), ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλα πρόσωπα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.
Τόνισε ὁ Παῦλος, ὅτι πρέπει γιὰ τὶς χῆρες γυναῖκες νὰ φροντίζουν οἱ συγγενεῖς τους, τὰ
παιδιά, τὰ ἐγγόνια τους. Τόνισε, ὅτι ἡ χήρα ποὺ σπαταλᾷ σὲ ματαιοδοξίες καὶ ἀνόητες
ἐπιδείξεις χρήματα, εἶναι νεκρή. Πέθανε ὁ ἄντρας τῆς σωματικά; Ἔχει καὶ αὐτὴ πεθάνει
πνευματικά, κι αὐτὸ εἶναι τὸ τραγικό.
Στὸ ἐρώτημα, γιατί ἐπιμένει τόσο πολὺ ὁ ἄπ. Παῦλος στὴ στάση τῶν χηρῶν καὶ τῶν
συγγενῶν τους, δίνει ὁ ἴδιος τὴν ἀπάντηση, ποὺ ἰσχύει καὶ αὐτὴ γιὰ κάθε ποιμαντικὴ
μέριμνα τοῦ κληρικοῦ.
Ἕνα ἐνδιαφέρει τὸν ποιμένα: Νὰ εἶναι οἱ ποιμαινόμενοι ἀνεπίληπτοι, νὰ μὴ δίνουν
ἀφορμὴ γιὰ κατηγορία καὶ ὑποτίμηση τοῦ χριστιανικοῦ ὀνόματος. Γι' αὐτὸ τονίζει στὴ
συνέχεια: «Καὶ ταῦτα παράγγελλε, ἶνα ἀνεπίληπτοι ὦσιν» (στ. 7). Ἀπόδοσης στὴν
ἁπλοελληνική: «Αὐτὰ νὰ λὲς στὶς χῆρες, γιὰ νὰ μὴ δίνουν λαβὲς νὰ κατηγοροῦνται».
• Ἡ παραγγελία, ἢ νουθεσία, τοῦ κληρικοῦ, τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο δὲν ἀπαγορεύεται,
ἀλλὰ καὶ ἐπιβάλλεται. Ἂν κάποιος εἶναι ἄρρωστος, ἀπαιτεῖται ἡ συμβουλὴ τοῦ γιατροῦ,
ὥστε κι ὁ ἴδιος νὰ θεραπευθῆ κι ἡ ἀρρώστια νὰ μὴ λάβη μολυσματικὲς διαστάσεις. Τὸ ἴδιο
καὶ στὸν πνευματικὸ χῶρο. Δὲν μπορεῖ καὶ ποιμένας νὰ παραμένῃ ἀδιάφορος μπροστά σε
κραυγαλέα θέματα τοῦ ποιμνίου του ἢ σὲ φανερὲς περιπτώσεις ἐκτροπῆς. Ὀφείλει νὰ
«παραγγέλη», νὰ συμβουλεύῃ, νὰ προτείνῃ τὰ δέοντα.
Στὴν προκειμένη περίπτωση ὁ Τιμόθεος καλεῖται νὰ πῇ καθαρὰ στὶς χῆρες, ὅτι δὲν
μπορεῖ νάναι καὶ χριστιανὲς καὶ νὰ Ζοῦν μὲ σπατάλες καὶ κοσμικότητα, Αὐτὸ εἶναι ἀσωτία.
Κάθε ἀπρόσεκτη Ζωὴ τῶν χριστιανῶν δίνει ἀφορμὴ γιὰ δυσμενῆ σχόλια καὶ ἐπικρίσεις
ὅλης της Ἐκκλησίας!
• Ἐπιδίωξις ὅλων των πιστῶν εἶναι τὸ «ἀνεπίληπτον». Νὰ Ζοῦν, ὅσο γίνεται χωρὶς
ἐπιλήψιμες ἐνέργειες.
• Ἐπιλήψιμος δὲν εἶναι μόνο ὁ αἰσχρὸς βίος. Εἶναι καὶ ὁ σπάταλος καὶ Πολυτελής.
• Ἁμαρτία δὲν εἶναι μόνο το νὰ Ζῇ κανεὶς παράνομα σεξουαλικῶς, ἀλλὰ καὶ τὸ νὰ
καλοπερνᾷ καὶ ν' ἀδικῇ τοὺς ἄλλους ποὺ ὑποφέρουν καὶ πεινᾶνε.
Τὸ πρῶτο, ἡ ἀνηθικότητα, κάνει κακὸ καὶ σ' ἕνα ἀκόμα πρόσωπο.
Η πολυτέλεια ὅμως καὶ ἡ ἀδικία κάνει ζημιὰ σὲ πολλοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.
• Ἀλλὰ καὶ κάτι ἀκόμη. Φανερώνει ἀπιστία στὴν ὕπαρξη ἄλλης Ζωῆς. Στόχος τὸ
ἐπικούρειον «Φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν». Λέει σχετικὰ ὁ Ἱερὸς
Χρυσόστομος: «Μὴ ζητώμεν ἐνταύθα τὴν ἄνεσιν, ἶνα ἐκεῖ αὐτὴν εὔρωμεν. Μὴ σπαταλῶμεν
ἐνταύθα, ἶνα ἐκεῖ σπαταλήσωμεν τὴν ὄντως σπατάλην, τὴν ὄντως τρυφήν, τὴν οὐδὲν
τίκτουσαν κακόν, τὴν μυρία ἀγαθὰ ἔχουσαν» (Ε.Π.Ε. 23,350). Μετάφρασις: Ἃς μὴ Ζητᾶμε
ἐδῶ τὴν ἄνεσι, γιὰ νὰ τὴν βροῦμε ἐκεῖ. Ἃς μὴ παραδινόμαστε στὶς ἡδονὲς ἐδῶ, γιὰ ν'
ἀπολαύσουμε τὴν ἐκεῖ ὄντως ἡδονή, τὴν ἀληθινὴ ἀγαλλίασι ἐκείνην, ποὺ κανένα κακὸ δὲν
γεννάει, ἀλλὰ παρέχει μύρια ἀγαθά.
11
νεωτέρας δὲ χήρας παραιτοῦ· ὅταν γὰρ καταστρηνιάσωσι τοῦ Χριστοῦ, γαμεῖν
θέλουσιν, 12 ἔχουσαι κρῖμα, ὅτι τὴν πρώτην πίστιν ἠθέτησαν· 13 ἅμα δὲ καὶ ἀργαὶ
μανθάνουσι περιερχόμεναι τὰς οἰκίας, οὐ μόνον δὲ ἀργαί, ἀλλὰ καὶ φλύαροι καὶ περίεργοι,
λαλοῦσαι τὰ μὴ δέοντα. 14 βούλομαι οὖν νεωτέρας γαμεῖν, τεκνογονεῖν, οἰκοδεσποτεῖν,
μηδεμίαν ἀφορμὴν διδόναι τῷ ἀντικειμένῳ λοιδορίας χάριν. 15 ἤδη γάρ τινες ἐξετράπησαν
ὀπίσω τοῦ σατανᾶ. 16 εἴ τις πιστὸς ἢ πιστὴ ἔχει χήρας, ἐπαρκείτω αὐταῖς, καὶ μὴ βαρείσθω
ἡ ἐκκλησία, ἵνα ταῖς ὄντως χήραις ἐπαρκέσῃ.
17
Οἱ καλῶς προεστῶτες πρεσβύτεροι διπλῆς τιμῆς ἀξιούσθωσαν, μάλιστα οἱ κοπιῶντες
ἐν λόγῳ καὶ διδασκαλίᾳ· 18 λέγει γὰρ ἡ γραφή· βοῦν ἀλοῶντα οὐ φιμώσεις· καί· ἄξιος ὁ
ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ. 19 κατὰ πρεσβυτέρου κατηγορίαν μὴ παραδέχου, ἐκτὸς εἰ μὴ ἐπὶ
δύο ἢ τριῶν μαρτύρων.
Κόπος γιὰ τὸ κήρυγμα (στ. 17).
Ἐὰν ἐπίσκοπος ὁ Τιμόθεος θὰ εἶχε ν' ἀντιμετωπίση τὰ προβλήματα ὄχι μόνο των λαϊκῶν,
ἀλλὰ καὶ τῶν κληρικῶν. Κάποτε δὲ τὰ τελευταῖα εἶναι τα Ἡ δυσκολοτέρα. Γιὰ τὸν Κύριό μας
ὁπωσδήποτε ὁ πόνος ἀπ' τὴ στάση τοῦ Ἰούδα ἦταν μεγαλύτερος ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλο
πόνο.
Οἱ κληρικοὶ ἀποτελοῦν τὸ στενὸ περιβάλλον τοῦ ἐπισκόπου. Εἶναι τὸ μάτι καὶ τὸ αὐτὶ τοῦ
ἐπισκόπου. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βρίσκεται ὁ ἐπίσκοπος συγχρόνως παντοῦ. Βρίσκεται
ὅμως διὰ τῶν πρεσβυτέρων καὶ τῶν διακόνων. Ἄλλωστε ὅλο το ἔργο τῆς σωτηρίας, ποὺ
ἐπιτελεῖ ἡ ἐπὶ γῆς στρατευομένη Ἐκκλησία, γίνεται ἀπ' τὸν ἐπίσκοπο.
Ο ἐπίσκοπος εἶναι ἡ ὁρατὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο. Ἐν ὀνόματι τοῦ ἐπισκόπου
τελοῦν οἱ λοιποὶ κληρικοὶ τὰ μυστήρια καὶ τὶς ἅγιαστικες πράξεις. Κάθε τί ποὺ κάνουν οἱ
κληρικοὶ ἔχει ἀντίκτυπο στὸ πρόσωπο τοῦ ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος καὶ εὐθύνεται γιὰ τὴν
ἐπιλογὴ τῶν κληρικῶν, γιὰ τὴ χειροτονία τους, γιὰ τὴ μὴ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, γιὰ
τὴ μὴ ἐπιτέλεση τῶν καθηκόντων τους, γιὰ τὴ μὴ τιμητικὴ διάκριση τῶν κληρικῶν, ποὺ
πραγματικὰ μοχθοῦν στὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ.
Γι' αὐτὸ καὶ ἀπόστ. Παῦλος στὴ συνέχεια τῆς Ἐπιστολῆς μιλάει γιὰ τοὺς πρεσβυτέρους.
Πρεσβύτεροι στὴ γλῶσσα τῆς Γραφῆς εἶναι ἄλλοτε οἱ μεγαλύτεροι στὴν ἡλικία, ποὺ
ὁπωσδήποτε εἶναι ἀξιοσέβαστοι, ἄλλοτε εἶναι οἱ ἔχοντες τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἀξίωμα τοῦ
πρεσβυτέρου, τοῦ ἱερέως, θὰ λέγαμε σήμερα.
Μὲ τὸν ὄρο ὅμως «πρεσβύτερος» ἄλλοτε παρουσιάζεται καὶ καὶ σήμερα λεγόμενος
πρεσβύτερος, δηλαδή, ὁ ἱερεύς, ὁ ἔχων τὸν δεύτερο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης, καὶ ἄλλοτε ὁ
ἐπίσκοπος, ὁ ἔχων τὸν τρίτο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης.
Ποιὸ εἶναι τὸ σπουδαιότερο ἔργο τοῦ πρεσβυτέρου καὶ τοῦ ἐπισκόπου; Ἃς ἀκούσουμε
τὸν Παῦλο: «Οἱ καλῶς προεστῶτες πρεσβύτεροι διπλῆς τιμῆς ἀξιούσθωσαν, μάλιστα οἱ
Κοπιῶντες ἐν λόγῳ καὶ διδασκαλία» (στ. 17). Ἀπόδοσις στὴν ἁπλοελληνική: «Οἱ
πρεσβύτεροι, ποῦ προΐστανται καλά, ν' ἀξιώνωνται διπλῆς περιποιήσεως, καὶ μάλιστα ὅσοι
κοπιάσουν στὸ κήρυγμα καὶ τὴ διδασκαλία».
• Σήμερα, ἂν ρωτήσης, Ποιὸς εἶναι καλὸς προϊστάμενος στὴν ἐνορία ἢ τὴν ἐπισκοπή, θὰ
σοῦ ποῦν:
-Ὁ δραστήριος! “Ὅποιος χτίζει ὡραίους ναοὺς καὶ ἐκκλησιαστικὰ οἰκοδομήματα! όποιος
τελεῖ μεγαλοπρεπῶς τὴ λειτουργία. "Ὅποιος δὲν παραλείπει καμμιὰ ἀκολουθία. Αὐτός, ποὺ
ἀναπτύσσει φιλανθρωπικὸ καὶ κοινωνικὸ ἔργο!
Καὶ ἀσφαλῶς ὅλα αὐτὰ εἶναι καλὰ καὶ ἀναγκαία ἔργα γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀλλά, κατὰ τὸν Παῦλο, τὸ πρῶτο, τὸ ὕψιστο, τὸ ἀναγκαιότατο, εἶναι ὁ λόγος, ἡ
διδασκαλία. Αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾷ τὸν Θεὸ Λόγο, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ἀγαπᾷ
καὶ τὸ λόγο ποὺ ἀποκάλυψε ὁ Θεὸς Λόγος. Καὶ αὐτὸς ποὺ πιστεύει, ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ
Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁδηγεῖ σὲ σωτηρία ψυχῶν, δὲν μπορεῖ νὰ περιφρονῇ τὸ λόγο τοῦ
Εὐαγγελίου.
• Κληρικός, ποῦ δὲν ἀγωνίζεται νὰ μεταδώση στὸ ποίμνιό του τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς
καταδικάζει τὸ ποίμνιο σὲ λιμοκτονία. Ἑπομένως πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι καλὸς προϊστάμενος
ἐκκλησιαστικοῦ ἔργου ἐκεῖνος, ποῦ ἔμμεσα σκοτώνει ψυχές, ἀντὶ νὰ θυσιάζεται γιὰ τὶς
ψυχές; “Ο ποιμένας θυσιάζεται γιὰ τὰ πρόβατά του, κατὰ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ: «Ὁ ποιμὴν
ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ἰωάν. 1' 11). Καὶ λέει ὁ .
Χρυσόστομος: «Ἄρα τοῦτό ἐστι καλῶς προϊστάναι, μηδενὸς φείδεσθαι τῆς ἐκείνων
κηδεμονίας ἕνεκεν» (Ε.Π.Ε. 23,388). Μετάφρασις: Ἄρα αὐτὸ σημαίνει «καλὸς
προϊστάμενος», νὰ μὴν ἀποφεύγῃ κανένα κόπο, ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴ φροντίδα τῶν ἄλλων.
Τὸ πρῶτο ἐνδιαφέρον τοῦ ποιμένος γιὰ τὰ λογικά του πρόβατα, γιὰ τοὺς πιστούς, εἶναι
ἡ συχνὴ τροφοδοσία τους μὲ τὸ λόγο.
Χωρὶς λόγο οἱ χριστιανοὶ καταντοῦν ἄλογοι. Ἂν δὲν σερβίρεται ὁ καθαρὸς καὶ ἀθάνατος
λόγος τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι θ' ἀπολαμβάνουν τὰ λογάκια τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔρχονται
καὶ παρέρχονται καὶ ἀλλάζουν καὶ ἀπατοῦν καὶ παρασύρουν. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καθοδηγεῖ.
Χωρὶς προσφορὰ τοῦ λόγου, οἱ χριστιανοὶ εἶναι εὐάλωτοι σὲ δυὸ κινδύνους: Τὴν ἄγνοια
καὶ τὴ διαστροφή.
Κι ἂν γιὰ τὸν πολίτη τοῦ ἐπιγείου κράτους ἄγνοια νόμου δὲν δικαιολογῆται, πολὺ
περισσότερο γιὰ τὸν πολίτη τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν δὲν νοεῖται ἄγνοια τοῦ Νόμου τοῦ
Θεοῦ. Κι ἂν εἶναι ἀδύνατον «σωθῆναι ἄνευ τῆς τῶν Γραφῶν ἀναγνώσεως», κατὰ τὸν ἅγιο
Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, τότε τί εὐθύνη ἔχουν οἱ ποιμένες ὅταν μὲ τὸ νὰ μὴ προσφέρουν
τὸ λόγο τῆς Γραφῆς καὶ μὲ τὸ νὰ μὴ τονίΖουν τὴν ἀπόλυτη ἀναγκαιότητα τῆς καθημερινῆς
μελέτης τῆς Γραφῆς, γίνωνται ἠθικοὶ αὐτουργοὶ στὸ νὰ ὁδηγοῦνται ψυχὲς ἀθάνατες στὴν
ἀπώλεια; Ψυχές, γιὰ τὶς ὁποῖες «Χριστὸς ἀπέθανεν» (Ἃ' Κορ. ἡ' 11)!
Γιατί δὲν προσφέρουν πολλοὶ κληρικοὶ τὸ λόγο, τὴ διδασκαλία, καὶ προτιμοῦν ἄλλα ἔργα;
Μιὰ αἰτία εἶναι αὐτή, ποὺ ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ λόγος εἶναι τὸ δυσκολοτερο
ἔργο γιὰ ἕνα κληρικό. Μιλάει ὁ Παῦλος γιὰ «κοπιώντας ἓν λόγω καὶ διδασκαλία» (στ. 17).
Γιατί εἶναι δύσκολό το ἔργο τοῦ κηρύγματος;
• Πρέπει νὰ γνωρίζῃ κανεὶς πὼς θὰ μιλήσῃ.
Πῶς «δεῖ ἐνὶ ἐκάστω ἀποκρίνεσθαι!» (Κολοσ. δ' 6). Κήρυγμα δὲν σημαίνει πρόχειρη
προσφορὰ λογιδρίων. Ἡ προχειρότητα στὸ κήρυγμα ὄχι μόνο ὑποτιμᾷ τὸ σύγχρονο
ἀκροατή, ποὺ ἔχει καὶ ἀνησυχίες καὶ προβληματισμοὺς καὶ χρειάζεται πειστικὸ λόγο, ἂλλ'
ὑποτιμᾷ καὶ τὸν ἴδιο το λόγο.
Ὁ Θεὸς Λόγος ἔκανε τὴ μεγαλύτερη θυσία μὲ τὸ νὰ κενωθῆ. Ἐμεῖς δὲν θὰ κάνουμε κάποια
θυσία γιὰ νὰ σαρκωθῇ ὃ λόγος μας, νὰ προσφερθῆ, δηλαδή, κατάλληλα στὶς διάφορες
κατηγορίες τοῦ ποιμνίου;
Ο κοσμικὸς ἑστιάτορας δὲν σερβίρει φαγητό, ἂν δὲν εἶναι καλομαγειρεμένο καὶ νόστιμο.
Ἐμεῖς πῶς σερβίρουμε κήρυγμα, ποῦ δὲν τὸ ἔχουμε κὰν μαγειρέψει; Δὲν ἀρκεῖ ὁ μάγειρος
νὰ ἔχῃ καλὴ διάθεση καὶ νὰ διαθέτῃ κατάλληλα ὑλικά. Ὀφείλει νὰ δείξη καὶ τέχνη, ἀλλὰ καὶ
κόπο νὰ καταβάλῃ.
Ἔτσι κι ὁ κληρικός. Ὀφείλει νὰ κουράζεται, προκειμένου νὰ μαγειρέψη νόστιμο
πνευματικὸ φαγητὸ καὶ νὰ τὸ σερβίρῃ τὴν ὥρα τοῦ κηρύγματος. Λέει ὁ Ι. Χρυσόστομος:
«Ὁρᾷς πῶς ὁ Παῦλος βούλεται κάμνειν τὸν διδάσκαλον; Οὗ γὰρ ἔστιν, οὐκ ἔστιν ἄλλος
πόνος τοιοῦτος, ὡς ὃ ἐκείνου» (Ε.Π.Ε. 23,386). Μετάφρασις: Βλέπεις πῶς θέλει ὁ Παῦλος
τὸ διδάσκαλο νὰ κοπιάζn; Διότι δὲν ὑπάρχει ἄλλος τέτοιος κόπος σὰν τὸν κόπο τοῦ
δασκάλου.
• Οἱ συνέπειες ἀπὸ ἕνα ἀποτυχημένο σερβίρισμα τοῦ λόγου εἶναι τραγικές. Πόσοι
ἄνθρωποι κατάντησαν στὴν ἁμαρτία, γιατί ἄκουσαν ἐσφαλμένο λόγο! Ἀλλὰ καὶ πόσοι
κατέληξαν στοὺς αἱρετικούς, γιατί ἐκεῖνοι τελικά τους μίλησαν ἀποκλειστικὰ γιὰ τὸ
Εὐαγγέλιο!
Όταν ὁ ὀρθόδοξος ποιμένας, ποὺ κατέχει τὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως ἡ Παράδοσις τὸ ἑρμηνεύει,
ἀποκρύπτῃ τὸ θεϊκὸ λόγο, ἃς μὴν ἄπορουμε πῶς ὠρισμένοι ὀρθόδοξοι παρασύρονται ἀπ'
τοὺς αἱρετικούς, καὶ μάλιστα τοὺς προτεστάντες καὶ τοὺς χιλιαστές, ποὺ σερβίρουν
συνεχῶς λόγο. Διαστρεβλωμένο βέβαια τὸν σερβίρουν, ἀλλὰ τὴ διαστρέβλωση αὐτὴ δὲν
ἔχουν τὴν ἱκανότητα νὰ διακρίνουν οἱ λεγόμενοι ὀρθόδοξοι, ἀφοῦ ποτὲ δὲν κατηχήθηκαν
σωστὰ καὶ πειστικὰ γιὰ τὸ λόγο τῆς ἀλήθειας.
• Χρειάζεται κόπος γιὰ τὴν προετοιμασία τοῦ λόγου. Ο ἐργάτης τοῦ Θεοῦ ἔχει ν'
ἀντιμετωπίση μυριάδες γλῶσσες, θεωρίες, διαστρεβλώσεις. Πῶς ὅμως θὰ τὸ κάνῃ αὐτὸ
χωρὶς σπουδή, χωρὶς σοβαρὴ ἐνασχόληση μὲ τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεως; Λέει ὁ
Χρυσόστομος: «Μυρίαις γλώσσαις ἐστὶν ὑπεύθυνος ὁ δεῖνα ἐμέμψατο, ἕτερος ἐπήνεσεν,
ἄλλος ἔσκωψεν, ἄλλος διέβαλε τὴν μνήμην καὶ τὴν σύνθεσιν. Καὶ δεῖ αὐτὸ πολλῆς ἰσχῦος,
ὥστε τοῦτο φέρειν» (Ε.Π.Ε. 23,390). Μετάφρασις: Εἶναι ὁ διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου
ὑποχρεωμένος ν' ἀντιμετωπίζῃ μύριες γλῶσσες. Ὁ ἕνας κατηγόρησε, ὁ ἄλλος ἐπαίνεσε, ὁ
ἄλλος κορόιδεψε, ὁ ἄλλος συκοφάντησε. Χρειάζεται ὁ διδάσκαλος νάχη πολλὴ δύναμι.
Ὕστερα ἀπ' τὰ ὅσα λέει ὁ Παῦλος γιὰ τὸν κόπο τοῦ λόγου καὶ ὅσα οἱ Πατέρες τονίζουν
γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τοῦ λόγου τῆς Γραφῆς, τί ἔχουν νὰ ποῦν ὅσοι καὶ στὶς μέρες μᾶς
ὑποτιμοῦν τὸ κήρυγμα, ἐκθειάzοντας ἄλλες, δευτερεύουσες, εὐκαιρίες ὀρθοδόξου
πνευματικότητας;
Φαίνεται, πῶς τέτοιοι τύποι ὑπῆρχαν καὶ στὴν ἐποχὴ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Γι' αὐτὸ
ρωτάει: «Ποῦ νῦν εἰσιν οἱ λέγοντες μὴ δεῖν λόγου, μηδὲ διδασκαλίας, ὅπου γὲ καὶ Τιμοθέω
τοσαύτα παραινεῖ λέγων· “Ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι”, καὶ πάλιν “Πρόσεχε τὴ
ἀναγνώσει, τὴ παρακλήσει”;» (Ε.Π.Ε. 23,388). Μετάφρασις: Ποῦ εἶναι αὐτοί, ποῦ λένε, ὅτι
δὲν χρειάζεται κήρυγμα καὶ διδασκαλία, ἀφοῦ ὁ Παῦλος καὶ στὸν Τιμόθεο προτρέπει τόσα;
Τοῦ λέει: «Αὐτὰ νὰ μελετᾷς, σ' αὐτὰ νὰ μένῃς». Καί: «Πρόσεχε τὴν ἀνάγνωση καὶ τὴ
διδασκαλία».
• Ὁ Παῦλος, γιὰ νὰ δείξη πόση ἀξία ἔχει ὁ λόγος στὴ ζωὴ τῶν πιστῶν, δίνει ἐντολὴ στὸν
Τιμόθεο, νὰ προσφέρεται διπλὴ τιμὴ σ' ἐκείνους ποὺ κουράζονται στὸ λόγο καὶ τὴ
διδασκαλία, στὴν προετοιμασία καὶ τὴν προσφορὰ τοῦ κηρύγματος. «Οἱ καλῶς προεστῶτες
πρεσβύτεροι διπλῆς τιμῆς ἀξιούσθωσαν, μάλιστα οἱ Κοπιῶντες ἐν λόγῳ καὶ διδασκαλία»
(στ. 17).
Τιμὴ εἶναι ἡ πληρωμή, ἢ ὑλικὴ ἀμοιβή. Ἀλλὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε, ὅτι εἶναι καὶ ἡ
πνευματικὴ διάκρισις.
Πρῶτος ἀπὸ ὅλους μέσα στὴν Ἐκκλησία εἶναι ὁ διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου. Όσοι εἶναι
ἀφιερωμένοι ἀποκλειστικὰ στὸ λόγο, αὐτοὶ συντηροῦνται ἀπ' τὴν Ἐκκλησία. Λέει σ' ἄλλη
Ἐπιστολὴ τοῦ ὁ Παῦλος: «Οὕτω καὶ ὁ Κύριος διέταξε τοὺς τὸ εὐαγγέλιον καταγγέλλουσιν ἐκ
τοῦ εὐαγγελίου Ζῆν» (Ἃ' Κορ. Θ' 14). Τὰ ἀναγκαῖα της Ζωῆς ἐξασφαλίσει ὁ ἐργάτης τοῦ
Εὐαγγελίου ἀπ' τὴν 'Ἐκκλησία. Αὐτὸ εἶναι δικαίωμα. Καίτοι καὶ αὐτὸ τὸ στοιχειῶδες
δικαίωμα τὸ θυσίασε ὁ Παῦλος, ποὺ ἦταν καὶ θερμοτερος καὶ σπουδαιότερος κήρυκας τοῦ
λόγου τοῦ Θεοῦ (Α΄ Κορ. θ' 12).
Τόσο πολὺ ἀγαποῦσε ὁ Παῦλος τὸ κήρυγμα, τὸν εὐαγγελισμὸ τῶν ψυχῶν, ὥστε αὐτὸ
εἶχε γίνει ἕνα μὲ τὸ εἶναι του. Ὅπως ἀναγκαῖο ἦταν γιὰ τὸν Παῦλο ἡ ἀναπνοή, ἔτσι ἀναγκαῖο
ἦταν καὶ τὸ κήρυγμα. Λέει: «Ἀνάγκη μοὶ ἐπίκειται: οὐαὶ δὲ μοὶ ἔστιν ἐὰν μὴ εὐαγγελίζωμαι»
(Α΄ Κορ. θ' 16). Κανένας δὲν κουράστηκε γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο, ὅσο ὁ Παῦλος. Πλήρως
ἀφοσιωμένος στὸ κήρυγμα, διότι τὸ κήρυγμα ὁδηγεῖ ψυχὲς στὴ συνειδητὴ μετοχὴ τῶν
μυστηρίων.
Τὸ νὰ βαπτίσης εἶναι εὔκολο. Τὸ νὰ ὁδηγήσης ἄνθρωπο στὸ βάπτισμα εἶναι δύσκολο. Καὶ
αὐτὸ γίνεται μὲ τὸ λόγο. Γι' αὐτὸ τονίζει ὁ Παῦλος: «Οὐκ ἀπέστειλε μὲ ὁ Θεὸς βαπτίζειν,
ἀλλ' εὐαγγελίζεσθαι» (Α΄ Κορ. α' 17).
Καὶ ὅμως ὁ Παῦλος, γιὰ νὰ μὴ δώση καὶ τὴν παραμικρὴ ἀφορμὴ νὰ κατηγορήσουν τὴν
Ἐκκλησία, θυσίασε καὶ αὐτὸ τὸ στοιχειῶδες δικαίωμά του νὰ παίρνῃ ἕνα κομμάτι ψωμὶ ἀπ'
τὴν Ἐκκλησία. «Ἐγὼ δὲ οὐδενὶ ἔχρησαμην τούτων» (Α΄ Κορ. θ' 15). Δούλευε χειρωνακτικά,
γιὰ νὰ ἐξοικονομῇ τα πρὸς τὸ Ζῆν καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὴν ἱεραποστολική του
ὁμάδα. Πόση εὐαισθησία εἶχε ὁ Παῦλος!
Ἀλλὰ τὴν ὑπέρβαση αὐτὴ δὲν θέλει νὰ τὴν ἐπιβάλῃ καὶ στοὺς ἄλλους ἐργάτες τοῦ
Εὐαγγελίου. Γι' αὐτὸ ἀφήνει τὸ περιθώριο ν' ἀμείβωνται οἱ κληρικοὶ γιὰ τὴν προσφορά
τους, καὶ μάλιστα γιὰ τὸν κόπο τοῦ λόγου.
20
τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον
ἔχωσι. 21 διαμαρτύρομαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἐκλεκτῶν
ἀγγέλων, ἵνα ταῦτα φυλάξῃς, χωρὶς προκρίματος μηδὲν ποιῶν κατὰ πρόσκλισιν. 22 χεῖρας
ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει, μηδὲ κοινώνει ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις· σεαυτὸν ἁγνὸν
τήρει. 23 Μηκέτι ὑδροπότει, ἀλλ' οἴνῳ ὀλίγῳ χρῶ διὰ τὸν στόμαχόν σου καὶ τὰς πυκνάς σου
ἀσθενείας.
24
Τινῶν ἀνθρώπων αἱ ἁμαρτίαι πρόδηλοί εἰσι, προάγουσαι εἰς κρίσιν, τισὶ δὲ καὶ
ἐπακολουθοῦσιν· 25 ὡσαύτως καὶ τὰ καλὰ ἔργα πρόδηλά ἐστι, καὶ τὰ ἄλλως ἔχοντα
κρυβῆναι οὐ δύνανται. 1 Ὅσοι εἰσὶν ὑπὸ ζυγὸν δοῦλοι, τοὺς ἰδίους δεσπότας πάσης τιμῆς
ἀξίους ἡγείσθωσαν, ἵνα μὴ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ διδασκαλία βλασφημῆται. 2 οἱ δὲ
πιστοὺς ἔχοντες δεσπότας μὴ καταφρονείτωσαν, ὅτι ἀδελφοί εἰσιν, ἀλλὰ μᾶλλον
δουλευέτωσαν, ὅτι πιστοί εἰσι καὶ ἀγαπητοὶ οἱ τῆς εὐεργεσίας ἀντιλαμβανόμενοι.
9
οἱ δὲ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμὸν καὶ παγίδα καὶ ἐπιθυμίας πολλὰς
ἀνοήτους καὶ βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τοὺς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καὶ
ἀπώλειαν. 10 ρίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία, ἧς τινες ὀρεγόμενοι
ἀπεπλανήθησαν ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς. 11 Σὺ δέ, ὦ
ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, ταῦτα φεῦγε· δίωκε δὲ δικαιοσύνην, εὐσέβειαν, πίστιν, ἀγάπην,
ὑπομονήν, πρᾳότητα. 12 ἀγωνίζου τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως· ἐπιλαβοῦ τῆς αἰωνίου
ζωῆς, εἰς ἣν καὶ ἐκλήθης καὶ ὡμολόγησας τὴν καλὴν ὁμολογίαν ἐνώπιον πολλῶν
μαρτύρων. 13 παραγγέλλω σοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τοῦ ζωοποιοῦντος τὰ πάντα καὶ Χριστοῦ
᾿Ιησοῦ τοῦ μαρτυρήσαντος ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου τὴν καλὴν ὁμολογίαν, 14 τηρῆσαί σε τὴν
ἐντολὴν ἄσπιλον, ἀνεπίληπτον μέχρι τῆς ἐπιφανείας τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, 15 ἣν
καιροῖς ἰδίοις δείξει ὁ μακάριος καὶ μόνος δυνάστης, ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ
κύριος τῶν κυριευόντων, 16 ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον, ὃν εἶδεν οὐδεὶς
ἀνθρώπων οὐδὲ ἰδεῖν δύναται· ᾧ τιμὴ καὶ κράτος αἰώνιον· ἀμήν.
17
Τοῖς πλουσίοις ἐν τῷ νῦν αἰῶνι παράγγελλε μὴ ὑψηλοφρονεῖν, μηδὲ ἠλπικέναι ἐπὶ
πλούτου ἀδηλότητι, ἀλλ' ἐν τῷ Θεῷ τῷ ζῶντι, τῷ παρέχοντι ἡμῖν πάντα πλουσίως εἰς
ἀπόλαυσιν, 18 ἀγαθοεργεῖν, πλουτεῖν ἐν ἔργοις καλοῖς, εὐμεταδότους εἶναι,
κοινωνικούς, 19 ἀποθησαυρίζοντας ἑαυτοῖς θεμέλιον καλὸν εἰς τὸ μέλλον, ἵνα ἐπιλάβωνται
τῆς αἰωνίου ζωῆς. 20 ῏Ω Τιμόθεε, τὴν παρακαταθήκην φύλαξον, ἐκτρεπόμενος τὰς βεβήλους
κενοφωνίας καὶ ἀντιθέσεις τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, 21 ἥν τινες ἐπαγγελλόμενοι περὶ τὴν
πίστιν ἠστόχησαν. ῾Η χάρις μετὰ σοῦ· ἀμήν.