Professional Documents
Culture Documents
υπάρχει άνά εσα στου δρου δπως φώνη α, λέξη, διπλή άρθρωση κλπ.
(Spot καθαρά γλο>σσολογικοί άπό τόν ορισ ό τους ήδη) καί στους δρους
δπως σύνταγ α, παράδειγ α, επίπεδο έκφρασης, επίπεδο περιεχό ενου,
ση αίνουσα ονάδα, διαφοροποιός ονάδα κλπ. δροι πού δικαιω ατικά
άνήκουν σέ ιά γενικώτερη ση ειολογία: είτε γιατί άπό τήν αρχή δη-
ιουργήθηκε ιά τέτοια προοπτική (ση είο στον Saussure καί στόν
Peirce, περιεχό ενο / έκφραση στόν Hjelmslev κλπ.) είτε γιατί ενώ ατ' φ
αρχή ήταν δροι πού άφοροΰσαν τή γλώσσα, αργότερα αποκτώντας π λα
τύτερη έννοια, φτάνουν νά αφορούν καί άλλα ση αίνοντα αντικεί ενα.
Καί τούτο συ βαίνει στήν εικόνα κυρία);, άλλά δχι όνο σ’ αυτή γιατί
δέν πρέπει νά ξεχνά- ε δλα τά υπόλοιπα, δλα αυτά πού δέν είναι ούτε
γλωσσολογικά ουτε εικονικά π.χ.: ορισ ένες ορφές γραφή; ή οι κοινέ;
δο ές τής αφήγησης. ’Έτσι, άλλο πράγ α είναι ή αναζήτηση στήν ει
κόνα τοΟ παραδείγ ατος καί τελείως διαφορετικό νά ψάχνει κανείς έ
κάθε τρόπο νά βρεί φωνή ατα. έν αρκεί ενα; όρος νά έχει φτιαχτεί
άπό γλωσσολόγους γιά νά αφορά αποκλειστικά γλωσσολογικά αντικεί
ενα. ’Ά ν θέλου ε νά ετρήσου ε το χώρο έσα στόν οποίο ενα; όρο;
είναι χρήσι ος,, δέν παίρνου ε σάν έτρο τήν ταυτότητα καί τό επάγ
γελ α τοΰ «πατέρα» του, άλλά τόν ορισ ό του, τήν εννοιά του, τό περι
βάλλον του. "Ενας δρος, δπως φ ω ν η τ ι κ ό διαφοροποιό
χαρακτηριστικό, δέν πορεί νά εταφερθή στό χώρο τής ει
κόνας καί αύτό δχι γιατί δη ιουργήθηοιε άπό γλωσσολόγους, άλλά γιατί
ή εικόνα δέν είναι φωνητική. Αντίθετα, άν τό παράδειγ α καί τό σύν
ταγ α, παρ’ δλο πού πρ ωτοχρη σι οπο ιήθη καν στό γλωσσολογικό χώρο
ποροΰν νά χρησι οποιηθούν στήν ερευνά πάνω στήν εικόνα είναι για
τί άπό τόν ορισ ό πού δίνουν σ’ αυτές τίς Ιννοιε; οί ίδιοι οι γλωσσολό
γοι δέν βρίσκου ε κανένα χαρακτηριστικό πού νά είναι άπόλυτα, ανα
φαίρετα δε ένο ’ αύτό πού κάνει νά ξεχω'ρίζουν οί γλώσσες άπό τ’ άλ
λα 'έννοιολογικά συστή ατα. Τό δτι διάφορα τ ή ατα ενός όποιουδήπο-
τε ηνύ ατος ποροΰν νά διατηρούν σχέσεις in praesentia (συνταγ α
τικές σχέσεις) καί δτι τά τ ή ατα αυτά ποροΰν έξ άλλου νά έχουν σχέ
σεις in absentia έ άλλα τ ή ατα πού πορούσε νά ήταν στήν θέση
τους (πραγ ατικές σχέσεις) , είναι αλήθεια γεγονός πού ελετήθηκε
καλλίτερα στή γλώσσα. Ά λλά αύτό δέν ση αίνει δτι δέν πορεί να ύπά'ρ-
ξει οπουδήποτε άλλου.
Συ περασ ατικά, δέν ση αίνει δτι προσκολλά ε τή ελέτη τής ει
κόνας στή γλωσσολογία δταν άρνού εθα νά τήν απο ονώσου ε κρατών
τας τη δε ένη έ ιά ακαθόριστη εικονικότητα, δταν άρνού εθα νά τήν
άποκόψου ε άπό τούς χίλιους δυο δεσ ούς πού τήν ενώνουν έ τή γενι
κή ση ειολογία καί έ τήν κουλτούρα.
έν είναι άσχη ο νά τά ύπενθυ ίζει κανείς δλα αυτά σέ ιά επο
χή πού δη ιουργείται ένας φανατισ ός τοΰ «όπτικοΰ» (ή τοΰ «όπτικο-
ακουστικοΰ») , πού'πολλές φορές φτάνει σέ παραλογία. Τό δτι ένα ή-
92
νήκουν στό ίδιο είδος: υπάρχουν πολλοί κώδικες πού είναι κοινοί σέ
πολλούς «κώδικες επικοινωνίας». Τ δ ν ά ε λ ε τ ή σ ε ι ς τήν
ε ι κ ό ν α δέν ση αίνει υποχρεωτικά νά αναζητήσεις τδ σύστη α
τής εικόνας, τδ οναδικό καί ολοκληρω ένο σύστη α, πού όνο του αύ
τό είναι Ικανό νά άς ερ ηνεύσει δλες τίς ση ασίες πού ύπάρχουν έσα
στίς εικόνες. "Ολα δέν είναι εικονικά έσα στήν εικόνα καί εικονικότη-
τα υπάρχει κι εξω άπ’ αύτή.
Ή ελέτη τοϋ Jaques Bertin άς φαίρνει τή αρτυρία τοϋ πώς ένα
ήνυ α πορεί νά είναι οπτικό χωρίς ή παραστατική αναλογία νά εχει
εγάλη θέση. Οί «γραφικές τέχνες» — γεωγραφικοί χάρτες, σχή ατα,
διαγρά αταΗ είναι δπτικές πέρα γιά πέρα, ένώ ταυτόχρονα είναι «αυ
θαίρετες»' Αύτό πού τίς καθορίζει δέν είναι ή όπτικότητά τους πού εί
ναι κοινό χαρακτηριστικό καί έ άλλα συστή ατα, άλλά ή Ιδιαίτερη δο
ή τους. Τό άρθρο τοϋ Luis M arey προβάλλει τό παιχνίδι τής φιγούρας
καί τού λόγου στή «ζωγραφική»: "Ενας πίνακας είναι ιά εικόνα ή καλ
λίτερα ή εικόνα «διασχίζεται» στό εσωτερικό της άπό χίλιους δυό συ
βολισ ούς πού άπ' τή ιά εριά άς οδηγούν πολύ ακριά της, άπ’ τήν
άλλη άς κάνουν νά εισχωρήσου ε στήν καρδιά της. Μέχρι σ’ ένα ση
είο ό πίνακας δέν είναι τίποτα άλλο παρά ή άνάγνωση πού πορεί νά
τοΰ γίνει: άφήγηση, περιγραφή, σκηνοθεσία. Ό J ea n -L u if L eheter
προχωρά πιό πέρα άκό α. Προτείνει ενα καινούριο ορισ ό τοΰ ίδιου τοϋ
δρου «εικόνα». Έ εικόνα δέν είναι εικόνα ένός άντικει ένου, άλλά ει
κόνα τής έργασίας τής παραγωγής τής εικόνας.
’Ίσως τό θέ α αύτό τού κεί ενού ας νά είναι πολλαπλό καί παρα
φορτω ένο. ’Έτσι άς προσπαθήσου ε τώρα σέ ία άνακεφαλαίωση νά
το αναλύσου ε σέ διάφορες ( π ρ ο τ ά σ ε ι ς . Μπορεί κανείς νά δέχε
ται ερικές άπ’ αύτές, νά άπορρίπτει άλλες’ άλλά δέν ζητά ε τήν άπο-
δοχή τους στο σύνολο, γ ι’ αύτό καί τίς ξεχωρίζου ε.
1η. Τό οπτικό ήνυ α πορεί νά ήν είναι άναλογικό τουλάχιστον
έ τήν τρέχουσα ση ασία τοϋ δρου. Συναντά ε έδώ άπ’ τή ιά εριά
τό πρόβλη α τών εικόνων, τών λεγο ένων « ή παραστατικών», κι άπ’
τήν άλλη τών λ ο γ ι κ ώ ν ε ι κ ό ν ω ν τοΰ Peirce ή πιό σωστά
τών εικόνων πού, άνά εσα στίς άλλες, είναι οπτικές.
2η. Ή οπτική άναλογία — κι αύτή τή φορά έ τήν τρέχουσα έν
νοια— δέχεται ποσοτικές, θά πορούσα ε νά ποΰ ε, αυξο ειώσεις. ’Εδώ
συναντά ε γιά παράδειγ α τά διάφορα «έπίπεδα είκονικότητας» ένός συγ
γραφέα σάν τόν A. A. Moles. Είναι τό πρόβλη α τής εγαλύτερης ή λί-
γότερης σχη ατοποίησης, τοϋ «στυλιζαρίσ ατος», σέ διάφορα έπίπεδά του.
3η. Έ οπτική άναλογία δέχεται π ο ι ο τ ι κ έ ς αύξο ειώσεις. Έ
«ο οιότητα» έκτι άται διαφορετικά ανάλογα έ τίς κουλτούρες. Μέσα
στήν ίδια κουλτούρα ύπάρχουν πολλοί ά ξ ο ν ε ς ο οιότητας: δύο αν
τικεί ενα οιάζουν πάντα κάτω άπό τή σχέση πού τά ενώνει. ΜΕτσι αύ'
τή ή ίδια ή ο οιότητα είναι ένα σύνολο συστη άτων.
95
Ση ειώσεις:
1. Έ δ ώ , ακριβώς, εΓναι κυρίιος που οί παρατηρήσεις πέρα άπό κριτικές
είναι καί αυτοκριτικές καί δείχνουν ια προσωπική πρόοδο. Σ τ ά πρώ τα τεύχη
τοϋ C om m u nication s ερικά ά ρθρα, σχετικά έ τά οπτικά ηνύ ατα (καί ιδι
αίτερα τά δικά ο υ !) έκαναν τό λάθος νά δη ιουργούν ιά πολύ ισχυρύ α ντί
θεση α νά εσα στό «αναλογικό» καί στό «κοδικοποιη ένο» σέ τέτοιο ση είο,
πού πολλές φ ορές νά βγα ίνει τό συ πέρασ α οτι τά αναλογικό αποκλείει κάθε
κώδικα. Αύτό τό πα ρά δειγ α , ά νά εσ α σέ πολλά ά λλα , δείχνει οτι ό τονισ ός
τής εΐκονικότητας βαραίνει έπάνιο σέ κάθε προσπάθεια εικονικής ση ειολογίας
καί οιάζει ετσι νά άποτελεΐ τήν παιδική της αρρώστια.
2. A. J. Greimas rrSemantique Structurale».
3. Semiotica ed Estetica, Laterza, Bari 1968.