Professional Documents
Culture Documents
Parousiasi Gia 4i Oss
Parousiasi Gia 4i Oss
ΕΑΠ ΤΡΑ51 1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
❑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
❑ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ
❑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ
❑ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ
❑ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΣΟΤΙΜΙΩΝ
ΕΑΠ ΤΡΑ51 2
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΕΑΠ ΤΡΑ51 3
Άμεση χρηματοδότηση
Κεφάλαια
Νοικοκυριά Επιχειρήσεις
Χρεόγραφα
Πλεονασματικός Ελλειμματικός
τομέας τομέας
ΕΑΠ ΤΡΑ51 4
Χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση
Χρηματοοικονομική
Νοικοκυριά Επιχειρήσεις
Διαμεσολάβηση
Πλεονασματικός Ελλειμματικός
τομέας τομέας
ΕΑΠ ΤΡΑ51 5
Χρηματοοικονομικό σύστημα
Τραπεζικό σύστημα
Ειδικοί πιστωτικοί
Κεντρική Τράπεζα οργανισμοί
Εμπορικές Τράπεζες
ΕΑΠ ΤΡΑ51 6
Χρηματοπιστωτικές αγορές
• Αγορά Χρήματος (Money Market)
– Πρόκειται για την αγορά όπου διακινούνται αξιόγραφα βραχυχρόνιας διάρκειας
– Υπάρχει χαμηλός κίνδυνος αθέτησης των υποχρεώσεων του εκδότη των χρεογράφων
– Υπάρχει υψηλός βαθμός ρευστοποίησής τους-μεγάλη εμπορευσιμότητα
– Τα πιο σημαντικά χρεόγραφα που διακινούνται στην ελληνική αγορά χρήματος είναι τα
έντοκα γραμμάτια του δημοσίου, τα ομόλογα των τραπεζών, και οι συμφωνίες
επαναγοράς (repos)
• Αγορά Κεφαλαίου (Capital Market)
– Πρόκειται για την αγορά όπου διακινούνται χρεόγραφα μακροχρόνιας διάρκειας
– Υπάρχει υψηλός κίνδυνος αθέτησης των υποχρεώσεων του εκδότη και σημαντική
διακύμανση των τιμών των αξιογράφων
– Χαμηλή εμπορευσιμότητα
– Τα πιο γνωστά αξιόγραφα είναι οι κοινές και προνομιούχες μετοχές, οι ομολογίες
σταθερού εισοδήματος, οι ομολογίες κυμαινόμενου επιτοκίου
ΕΑΠ ΤΡΑ51 7
Χρηματοπιστωτικές αγορές
• Πρωτογενής Αγορά (Primary Market)
– Η αγορά που πραγματοποιούνται εκδόσεις νέων αξιογράφων. Στην αγορά αυτή η
τιμή του αξιογράφου είναι γνωστή και παραμένει αμετάβλητη για ένα
συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, το οποίο καθορίζεται από τους αναδόχους και
την εταιρεία τα αξιόγραφα της οποίας διατίθενται στο ευρύ επενδυτικό κοινό για
πρώτη φορά.
• Δευτερογενής Αγορά (Secondary Market)
– Αυτή η αγορά είναι για τα παλαιά αξιόγραφα. Οι αγοραπωλησίες των αξιογράφων
γίνονται μεταξύ των επενδυτών, μέσω των υπηρεσιών των εκπροσώπων των
χρηματιστηριακών εταιρειών.
– Ενώ στην πρωτογενή αγορά οι επενδυτές αγοράζουν τα αξιόγραφα που
επιθυμούν από τους εκπροσώπους των εταιρειών που τα έχουν εκδώσει, στη
δευτερογενή αγορά οι αγοραπωλησίες γίνονται μεταξύ αυτών που τα κατέχουν
και αυτών που επιθυμούν να τα αγοράσουν (ιδιώτες και θεσμικοί επενδυτές).
– Οι συναλλαγές σε αξιόγραφα δεν δημιουργούν νέα αξιόγραφα.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 8
Τραπεζικοί κίνδυνοι
– Πιστωτικός κίνδυνος
– Κίνδυνος αγοράς
– Συναλλαγματικός κίνδυνος
– Λειτουργικός κίνδυνος
– Κίνδυνος ρευστότητας
– Κίνδυνος επιτοκίου τραπεζικού χαρτοφυλακίου
– Επιχειρηματικός κίνδυνος
– Κίνδυνος φήμης
– Κίνδυνος κανονιστικής συμμόρφωσης
– …
ΕΑΠ ΤΡΑ51 9
Black swans
ΕΑΠ ΤΡΑ51 10
Διαχείριση κινδύνων
– Εφαρμογή πολιτικής
κινδύνων
ΕΑΠ ΤΡΑ51 11
Τυπικός ισολογισμός τράπεζας
Διαθέσιμα
Ίδια Κεφάλαια
Επενδύσεις σε ομόλογα,
Ομόλογα
μετοχές κλπ
Καταθέσεις
Χορηγήσεις
-Διατραπεζικής
Πάγια -Πελατών
Λοιπά Λοιπά
ΕΑΠ ΤΡΑ51 12
Ενεργητικό
– Ταμείο
• Διαθέσιμα
• Διαθέσιμα στην κεντρική τράπεζα
– Απαιτήσεις
– Επενδυτικό χαρτοφυλάκιο
• Ομολογίες και άλλους τίτλους σταθερής απόδοσης
• Συμμετοχές
– Χαρτοφυλάκιο Συναλλαγών
– Λοιπά στοιχεία ενεργητικού
ΕΑΠ ΤΡΑ51 13
Παθητικό
• Ίδια Κεφάλαια
– Μετοχικό κεφάλαιο
– Διάφορα αποθεματικά
• Υποχρεώσεις προς τρίτους
– Υποχρεώσεις προς πιστωτικά ιδρύματα
– Υποχρεώσεις προς πελάτες
• Λοιπά στοιχεία παθητικού
ΕΑΠ ΤΡΑ51 14
Λογ/μός αποτελεσμάτων χρήσης
ΕΑΠ ΤΡΑ51 15
Λογ/μός αποτελεσμάτων χρήσης
• Προβλέψεις
– Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις
– Πρόβλεψη για αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία
• Φόροι
ΕΑΠ ΤΡΑ51 16
ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ
ΕΑΠ ΤΡΑ51 17
Υπολογισμός του ανοίγματος ρευστότητας
Ημερομηνία 1 2 3 4 5 6
Ενεργητικό 1000 900 700 650 500 300
Παθητικό 1000 800 500 400 350 100
ΑΝΟΙΓΜΑ 0 100 200 250 150 200
ΟΡΙΑΚΟ ΑΝΟΙΓΜΑ 100 100 50 -100 50
• Άνοιγμα επιτοκίων=FRA-FRL=RSA-RSL
• Το άνοιγμα επιτοκίων αποτελεί ένα μέτρο της ευαισθησίας
του περιθωρίου, δηλαδή της διαφοράς μεταξύ του
εισοδήματος και του κόστους σε δεδομένη χρονική
περίοδο.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 19
Παράδειγμα
Το παράδειγμα που απεικονίζεται στον παρακάτω πίνακα δείχνει την επίδραση των
μεταβαλλόμενων στο χρόνο ανοιγμάτων. Υποτίθεται ότι η συνολική περίοδος είναι
τρεις μήνες. Επίσης, υποθέτουμε μεταβολή των επιτοκίων κατά 1%.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 20
Παράδειγμα
• Η μεταβολή του αθροιστικού περιθωρίου στην περίοδο των τριών
μηνών ισούται με το άθροισμα των μηνιαίων μεταβολών περιθωρίου,
δηλαδή -2.0+0.5+1.0=-0.5 ή [(-200)+(250-200)+(50+250-
200)]*0.01=-0.5
• Το άθροισμα του οριακού ανοίγματος κάθε μήνα σταθμισμένου με το
υπόλοιπο του χρόνου μέχρι τη λήξη ισούται με το σύνολο των
αθροιστικών ανοιγμάτων κάθε περιόδου.
• Να προσδιοριστεί η μεταβολή των περιθωρίων (αν και δεν δίνεται η
αξία των περιθωρίων ) λόγω μεταβολής στο επίπεδο των επιτοκίων.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 21
Παράδειγμα
Υπολογισμός του περιθωρίου επιτοκίου πριν και μετά την αύξηση του επιτοκίου αγοράς. Έστω ότι
το επιτόκιο αγοράς είναι 10% και ότι μεταβάλλεται κατά 1%. Το περιθώριο είναι 2% για δάνεια
και -4% για κατάθεση.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 22
Υπόδειγμα ανοίγματος (gap)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 23
Υπόδειγμα repricing gap
• Επιλέγεται ένα χρονικό διάστημα εντός του οποίου προσδιορίζονται
ποια στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού είναι ευαίσθητα σε
μικρές αλλαγές του επιτοκίου (rate-sensitive) ή είναι αμετάβλητα στις
μικρές αλλαγές του επιτοκίου (fixed-rate)
• Υπολογίζεται το gap που εξισώνει για κάθε επιλεγόμενο χρονικό
διάστημα τα στοιχεία του ενεργητικού που έχουν καταγραφεί ως rate-
sensitive με τα αντίστοιχα στοιχεία του παθητικού (rate-sensitive)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 24
Παράδειγμα
ΕΑΠ ΤΡΑ51 25
Παράδειγμα
ΕΑΠ ΤΡΑ51 26
Παράγοντες που επιδρούν στο καθαρό
εισόδημα από τόκους
ΕΑΠ ΤΡΑ51 27
Παράγοντες που επιδρούν στο καθαρό
εισόδημα από τόκους
• Οι αλλαγές στο ύψος του επιτοκίου επηρεάζουν το καθαρό εισόδημα από
τόκους ενός τραπεζικού ιδρύματος. Το μέγεθος της επίδρασης εξαρτάται από
τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου της τράπεζας, τα ευαίσθητα στις αλλαγές του
επιτοκίου στοιχεία και την τιμή του ανοίγματος.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 28
Πλεονεκτήματα της ανάλυσης ανοίγματος
ΕΑΠ ΤΡΑ51 29
Αδυναμίες της ανάλυσης ανοίγματος
Η επίδραση της αγοραίας αξίας (market value effects)
• Οι μεταβολές των επιτοκίων έχουν μία επίδραση στην αγοραία αξία των
στοιχείων, εκτός της επίδρασης στα έσοδα. Η παρούσα αξία των
ταμειακών ροών των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού
μεταβάλλονται, μαζί με τους τόκους που καταβάλλονται ή λαμβάνονται
στα στοιχεία, όταν τα επιτόκια αλλάζουν. Στην πραγματικότητα, οι
παρούσες αξίες (και όπου σχετίζονται οι αγοραίες τιμές) σχεδόν όλων
των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού ενός τραπεζικού ισολογισμού
μεταβάλλονται καθώς τα επιτόκια αλλάζουν.
• Το μοντέλο ανοίγματος αγνοεί την επίδραση στις αγοραίες αξίες –
ακολουθώντας την λογιστική προσέγγιση των τιμών κτήσεως (book value
accounting approach). Συνεπώς, το μοντέλο ανοίγματος μόνο μερικώς
αποτυπώνει την έκθεση των τραπεζικών οργανισμών στον κίνδυνο
επιτοκίου.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 30
Αδυναμίες της ανάλυσης ανοίγματος
Υπερ-συγκέντρωση (Overaggregation)
• Tο πρόβλημα του ορισμού των χρονικών διαστημάτων για ένα φάσμα στοιχείων
ωρίμανσης αγνοεί τις πληροφορίες που σχετίζονται με την κατανομή των στοιχείων
ενεργητικού και παθητικού σε αυτό το χρονικό φάσμα. Οι αξίες του ενεργητικού και
του παθητικού σε ένα χρονικό διάστημα μπορεί να είναι ίσες. Όμως, κατά μέσο όρο, τα
στοιχεία του παθητικού μπορούν να ανατιμηθούν προς το τέλος του χρονικού
διαστήματος, ενώ τα στοιχεία ενεργητικού προς την αρχή, οπότε σε αυτή την
περίπτωση μία μεταβολή στα επιτόκια μπορεί να έχει μία επίδραση στις ταμειακές
ροές των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού που δεν μπορεί να προσδιορισθεί από
την ανάλυση ανοίγματος.
• Έστω το χρονικό διάστημα από 3 στους 6 μήνες και ότι υπάρχουν €50 εκατ.
περισσότερα ευαίσθητα στοιχεία ενεργητικού μεταξύ των μηνών 3 και 4, ενώ το
αντίστροφο συμβαίνει μεταξύ των μηνών 5 και 6. Η τράπεζα θα δείξει μηδενικό
άνοιγμα στο διάστημα 3-6 μήνες (+50+(-50)=0). Όμως τα στοιχεία ενεργητικού και
παθητικού μέσα στο εν λόγω χρονικό διάστημα δεν έχουν μηδενικό άνοιγμα.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 31
Αδυναμίες της ανάλυσης ανοίγματος
Το πρόβλημα των τμηματικών αποπληρωμών
(The problem of runoffs)
• Στο παράδειγμα 2 δεχθήκαμε ότι όλα τα καταναλωτικά δάνεια ωριμάζουν σε 1
έτος, και όλα τα στεγαστικά δάνεια λήγουν σε 30 έτη. Στην πραγματικότητα, ο
τραπεζικός οργανισμός συνεχώς δημιουργεί και λήγει καταναλωτικά και
στεγαστικά δάνεια, καθώς δημιουργούνται και αποσύρονται οι καταθέσεις.
• Για παράδειγμα, σήμερα, κάποια από τα στεγαστικά δάνεια που λήγουν σε 30 έτη
μπορεί να έχουν μόνο 1 έτος μέχρι να λήξουν, βρίσκονται δηλαδή στο 29ο έτος
αποπληρωμής. Επιπρόσθετα, υπάρχουν στοιχεία του ενεργητικού και του
παθητικού που μπορεί να είναι μεγάλης διάρκειας και έτσι να μην είναι
ευαίσθητα στις μεταβολές των επιτοκίων, όμως ακόμη και αυτά αποδίδουν μία
ταμειακή ροή στις τράπεζες (ή έχουν ένα κόστος για τις τράπεζες αν μιλάμε για
καταθέσεις). Το αποτέλεσμα είναι να αγνοούνται οι ταμειακές ροές αυτών των μη
ευαίσθητων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού σε δοσμένα βραχυπρόθεσμα
χρονικά διαστήματα όταν κάνουμε την ανάλυση ανοίγματος.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 32
Αδυναμίες της ανάλυσης ανοίγματος
ΕΑΠ ΤΡΑ51 33
Μέθοδος διαχείρισης κινδύνου που βασίζεται στη
διάρκεια (duration analysis)
Σταθμική Διάρκεια
[tF /(1 + r ) ]
t
t
D= t =1
N
t
[ F
t =1
/(1 + r ) t
]
ΕΑΠ ΤΡΑ51 34
Το υπόδειγμα του χρόνου ως τη λήξη
ΕΑΠ ΤΡΑ51 35
Το υπόδειγμα του χρόνου ως τη λήξη
ΕΑΠ ΤΡΑ51 36
Το υπόδειγμα του χρόνου ως τη λήξη
• Οι προηγούμενοι γενικοί κανόνες μπορούν να επεκταθούν στο σύνολο του χαρτοφυλακίου των
στοιχείων ενεργητικού και παθητικού μιας τράπεζας. Έστω ΜΑ και ΜL ο γεωμετρικός μέσος όρος
της ληκτότητας των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού. Τότε:
Μi=Wi1Mi1+Wi2Mi2+…+WinMin
όπου Wij είναι η σημασία της αγοραίας τιμής του στοιχείου ενεργητικού (παθητικού) ως προς το
σύνολο των στοιχείων ενεργητικού (παθητικού).
• Με βάση τα προηγούμενα, το καθαρό αποτέλεσμα της αύξησης ή μείωσης των επιτοκίων στα
στοιχεία του ισολογισμού μιας τράπεζας εξαρτάται από την έκταση και την κατεύθυνση κατά την
οποία η τράπεζα παρουσιάζει δυσαρμονία στη ληκτότητα των στοιχείων ενεργητικού και
παθητικού). Με άλλα λόγια, η επίδραση εξαρτάται από το εάν το χάσμα ληκτότητας (maturity gap)
είναι μεγαλύτερο από, ίσο, ή μικρότερο από μηδέν.
– Ας θεωρήσουμε την περίπτωση που MA – ML > 0, δηλαδή την περίπτωση που η ληκτότητα των
στοιχείων του ενεργητικού είναι μεγαλύτερη από αυτή του παθητικού. Αυτοί οι οργανισμοί τείνουν
να κρατούν μεγάλες ποσότητες από σχετικά μακροπρόθεσμα στοιχεία ενεργητικού, ενώ εκδίδουν
μικρότερης διάρκειας στοιχεία παθητικού, με σταθερές επιτοκιακές ταμειακές καταβολές στους
καταθέτες.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 37
Παράδειγμα
• Έστω ότι μία τράπεζα έχει στο ενεργητικό της μόνον 3-ετή ομόλογα αξίας €100 εκατ.,
τοκομεριδίων απόδοσης 10%, και στο παθητικό της ένα πιστοποιητικό κατάθεσης (ή
προθεσμιακή κατάθεση) αξίας €90 και διάρκειας ενός έτους, που υπόσχονται και τα
δύο απόδοση 10%. Ο ισολογισμός της σε τιμές της αγοράς είναι:
Ενεργητικό Παθητικό
Α=100 L=90
E=10
100 100
• Αν τα επιτόκια αυξηθούν στο 11% από 10%, τότε η αξία του ενεργητικού μειώνεται
κατά 2,44% και του παθητικού μειώνεται κατά 0,9%.
– Η αρχική αγοραία αξία των καταθέσεων είναι (9+90)/1,1=€90. Όταν τα επιτόκια
αυξηθούν στο 11%, η αγοραία τιμή μειώνεται στο (9+90)/1,11=€89,19. Η
μεταβολή είναι: (89,19-90) / 90 = -0,90%.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 38
Παράδειγμα
• Άρα ο ισολογισμός διαμορφώνεται ως:
Ενεργητικό Παθητικό
Α=97,56 L=89,19
E=8,37
97,56 97,56
ΕΑΠ ΤΡΑ51 39
Το υπόδειγμα μέσης διάρκειας αναμονής
(d-gap)
• Το συγκεκριμένο υπόδειγμα επικεντρώνεται στη διαχείριση του καθαρού
εισοδήματος από τόκους στη βάση:
α) του χρόνου πραγμάτωσης όλων των ταμειακών ροών και
β) της ληκτότητας (ωριμότητας) των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού.
• Συνεπώς λαμβάνει υπόψη τόσο τις αγοραίες τιμές των στοιχείων ενεργητικού και
παθητικού, όσο και την κατανομή της ληκτότητας των διαφόρων στοιχείων.
• Θεωρείται ένα πλήρες υπόδειγμα προσδιορισμού του επιτοκιακού κινδύνου, γι’
αυτό και οι οργανισμοί που ασχολούνται με τη ρύθμιση των αγορών
επικεντρώνονται σε αυτό το υπόδειγμα για τον προσδιορισμό των κεφαλαιακών
απαιτήσεων σε περίπτωση εκδήλωσης του επιτοκιακού κινδύνου.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 40
Διάρκεια (duration)
• Η διάρκεια (duration) είναι ένα πιο πλήρες μέτρο προσδιορισμού της
ευαισθησίας των επιτοκίων σε σχέση με το χρόνο ληκτότητας (maturity), αφού
λαμβάνει υπόψη τόσο το χρόνο πραγμάτωσης των ταμειακών ροών, όσο και το
χρόνο ωρίμανσης των διαφόρων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού.
• Η διάρκεια, όπως γνωρίζουμε μετρά τη μέση ζωή ενός χρηματοδοτικού
εργαλείου. Αυτό ισοδυναμεί με τον αναγκαίο μέσο χρόνο για την κάλυψη του
αρχικού κόστους. Ένα ομόλογο με χρόνο ωρίμανσης 4 χρόνια, με διάρκεια 3,5
χρόνια υποδηλώνει ότι ο επενδυτής θα καλύψει το αρχικό κόστος του ομολόγου,
κατά μέσο όρο σε 3,5 χρόνια, ανεξάρτητα από τις μεταβολές του επιτοκίου.
• Η διάρκεια υπολογίζεται ως ο μέσος σταθμικός όρος των ετών αναμονής 1, 2, 3,
…n που χρειάζεται να παρέλθουν για να γίνει η καταβολή (είσπραξη ή πληρωμή)
των αντίστοιχων ετήσιων τοκομεριδίων (R) με τα ποσοστά που οι εν λόγω ετήσιες
εισπράξεις αναχθείσες σε παρούσα αξία, αντιπροσωπεύουν επί της τρέχουσας
τιμής του τίτλου.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 41
Διάρκεια
• Αν P είναι η τρέχουσα τιμή ενός τίτλου, π.χ. ομολογίας σταθερού
εισοδήματος, και i το τρέχον (spot) επιτόκιο αναγωγής σε παρούσα αξία
(θεωρείται το ίδιο για όλες τις λήξεις), τότε η διάρκεια D δίνεται από τη
σχέση:
ΕΑΠ ΤΡΑ51 42
Διάρκεια
• Έστω για παράδειγμα ότι ζητείται η διάρκεια ενός τίτλου ονομαστικής
αξίας €100, ονομαστικού επιτοκίου 10%, χρόνου ωρίμανσης 6 ετών,
σταθερής καταβολής τοκομεριδίων ύψους €10.
Αφού το κουπόνι είναι €10, το επιτόκιο έκδοσης είναι 10/100=0,10 ή 10%.
Συνεπώς η τιμή της ομολογίας είναι €100, αφού το ονομαστικό επιτόκιο
είναι ίσο με το επιτόκιο έκδοσης. Η διάρκεια της ομολογίας δίνεται από τη
σχέση:
ΕΑΠ ΤΡΑ51 43
Υπόδειγμα d-gap
ΕΑΠ ΤΡΑ51 44
Υπόδειγμα d-gap
• Συνεπώς, κάθε μία από τις διάρκειες μπορεί να υπολογιστεί ως άθροισμα των
γινομένων της διάρκειας κάθε είδους αξιογράφου, επί την αντίστοιχη αναλογία
της αξίας αγοράς στο συνολικό χαρτοφυλάκιο. Κάθε αναλογία εκφράζεται ως ο
λόγος της αξίας αγοράς κάθε στοιχείου του ενεργητικού ή του παθητικού
διαιρούμενη αντίστοιχα με το σύνολο του ενεργητικού ή του παθητικού.
• Στο συγκεκριμένο υπόδειγμα θέλουμε να συσχετίσουμε την ευαισθησία της
καθαρής αξίας ενός χρηματοοικονομικού οργανισμού με τη διαφορά της διάρκειας
ενεργητικού και παθητικού (duration gap) παρά με τη διαφορά της διάρκειας
ωρίμανσης αυτών (maturity gap). Από τη στιγμή που ΔΕ=ΔΑ-ΔL, θα πρέπει να
υπολογίσουμε πως τα ΔΑ και ΔL – οι μεταβολές δηλαδή στην αγοραία αξία των
στοιχείων ενεργητικού και παθητικού – συσχετίζονται με τη
διάρκεια.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 45
Υπόδειγμα d-gap
• Από τον τύπο υπολογισμού της διάρκειας γνωρίζουμε ότι:
ii LL i i
==−−D
DAA ==
−D−LD L
(1 +(1i)+ i)
(1++i)i)
(1 LL
i i
= −DA * A * − −
i L
D * L * i
= −DA *(1A+*i) − −D(1L+*i)L *
(1 + i) (1 + i)
• Αν δεχθούμε ότι το επίπεδο των επιτοκίων και οι αναμενόμενες μεταβολές στα
επιτόκια είναι οι ίδιες για τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού, τότε θα
έχουμε:
i
= − DA * A − DL * L
(1 + i)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 46
Υπόδειγμα d-gap
• Αν γράψουμε τη σχέση με λίγο διαφορετικό τρόπο (πολ/ζουμε και διαιρούμε
και τους δύο όρους μέσα στην αγκύλη με το σύνολο του ενεργητικού) έχουμε:
A L i
= − DA * − DL * * A *
A A (1 + i)
i
= − DA − DL * k * A *
(1 + i)
όπου κ = L/A είναι ένα μέτρο προσδιορισμού της μόχλευσης (leverage) ενός
χρηματοπιστωτικού οργανισμού, με άλλα λόγια των ποσό των δανεισθέντων
κεφαλαίων (και όχι των ιδίων κεφαλαίων) που χρησιμοποιούνται για τη
χρηματοδότηση των στοιχείων του ενεργητικού.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 47
Παράδειγμα
ΕΑΠ ΤΡΑ51 48
Παράδειγμα
Ρευστά, εμπορικά ενεργητικό αξία επιτ d παθητικό Αξία επιτ d
δάνεια 3 ετών, όκιο όκιο
14% επιτόκιο
Ομόλογα ταμείο 100 καταθέσεις 520 9% 1,00
δημοσίου 9 ετών,
12%
προθεσμίας
Προθεσμιακές δάνειο 700 14% 2,65 πιστοποιητι 400 10% 3,49
καταθέσεις, 1
έτος, 9%, κά
πιστοπ. καταθ., 4 καταθέσεων
έτη, 10%
ομόλογα 200 12% 5,97 σύνολο 920 2,08
δημοσίου υποχρεώσε
ων
σύνολο 900 μετοχικό 80
απαιτήσεων κεφάλαιο
σύνολο 100 3,05 σύνολο 1000
ενεργητικού 0 παθητικού
ΕΑΠ ΤΡΑ51 49
Παράδειγμα
98 98 798
1* + 2* + 3*
1,14 (1,14) 2 (1,14)3
= = 2, 65
Duration δανείου 700
40 40 40 440
1* + 2* + 3* + 4*
1,1 (1,1) 2 (1,1)3 (1,1) 4
Duration πιστ.καταθέσεων = = 3, 49
400
ΕΑΠ ΤΡΑ51 50
Παράδειγμα
Duration ενεργητικού = (700 /1000)*2,65 + (200 /1000)*5,97 = 3,05
Συμπέρασμα:
Όταν το επιτόκιο μεταβάλλεται, η αξία του ενεργητικού και του παθητικού θα
μεταβληθεί σε διαφορετικά ποσά, και τα μελλοντικά έσοδα από τόκους θα
μεταβληθούν συναρτήσει των μελλοντικών εξόδων για τόκους. Το γεγονός ότι
η μέση duration του ενεργητικού υπερβαίνει τη μέση duration παθητικού
δείχνει ότι η αξία του ενεργητικού θα μεταβληθεί περισσότερο από την αξία του
παθητικού αν το επιτόκιο μεταβληθεί κατά το ίδιο ποσοστό.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 51
Πλεονεκτήματα του υποδείγματος
• Το βασικό πλεονέκτημα της ανάλυσης που βασίζεται στη μέση αναμονή είναι ότι
μας προμηθεύει ένα κατανοητό τρόπο μέτρησης του κινδύνου επιτοκίου για το
σύνολο του χαρτοφυλακίου. Όσο μικρότερη είναι η απόλυτη τιμή της σταθμικής
διάρκειας, τόσο λιγότερο ευαίσθητη είναι η λογιστική αξία του μετοχικού
κεφαλαίου στις αλλαγές του επιτοκίου.
• Επίσης στην ανάλυση d-gap υπάρχει η χρονική αξία κάθε ταμειακής ροής σε
αντίθεση με την απλή gap ανάλυση.
• Οι μετρήσεις της duration είναι προσθετικές, έτσι οι τράπεζες μπορούν να
συνδυάζουν το συνολικό ενεργητικό με το συνολικό παθητικό.
• Ακόμη, οι αναλύσεις duration έχουν μια μακροπρόθεσμη οπτική γωνία και
επιτρέπουν στους διαχειριστές με μεγαλύτερη ευαισθησία στην προσπάθεια τους
να προσαρμόσουν τα ευαίσθητα στοιχεία.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 52
Αδυναμίες του υποδείγματος
• Πρώτον, απαιτούνται σύνθετοι υπολογισμοί και συγκεκριμένα στοιχεία που είναι
δύσκολο να είναι στη διάθεση των διαχειριστών.
• Δεύτερον, για τον υπολογισμό της διάρκειας κάθε στοιχείου, απαιτείται η
προεξόφληση των μελλοντικών ταμειακών ροών. Όμως, για την προεξόφληση των
μελλοντικών ταμειακών ροών κάθε στοιχείου πρέπει να χρησιμοποιηθούν
διαφορετικά επιτόκια, τα οποία θα αντανακλούν τα προσδοκώμενα μελλοντικά
επιτόκια. Οι αναλυτές χρησιμοποιούν για το σκοπό αυτό τα προθεσμιακά
επιτόκια όπως υπολογίζονται από τις διάφορες καμπύλες απόδοσης των
επιτοκίων. Ο τρόπος αυτός όμως δεν εξασφαλίζει την πραγματική τιμή των
μελλοντικών επιτοκίων.
• Τρίτον, η τράπεζα θα πρέπει συνεχώς να παρακολουθεί και να προσαρμόζει την
διάρκεια του χαρτοφυλακίου της, προσαρμόζοντας τα στοιχεία του ισολογισμού
της σχεδόν σε πραγματικό χρόνο.
• Τέταρτον, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η duration στα στοιχεία του ενεργητικού και
του παθητικού που δεν καταβάλλουν τόκους, καθώς και των τρεχουσών
καταθέσεων.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 53
ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ
ΕΑΠ ΤΡΑ51 54
Κατηγορίες πιστωτικού κινδύνου
ΕΑΠ ΤΡΑ51 55
Πρακτικές διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου
ΕΑΠ ΤΡΑ51 56
Οι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη
για την έγκριση της πίστωσης
• Ο σκοπός της πίστωσης και οι πηγές της πληρωμής.
• Το προφίλ κινδύνου του δανειολήπτη
• Οι εμπράγματες ασφάλειες καθώς και η ευαισθησία
στις αλλαγές στις οικονομικές συνθήκες και στις
συνθήκες της αγοράς.
• Τα ιστορικά δεδομένα που αφορούν τη δυνατότητα
πληρωμών του δανειολήπτη και την τωρινή
δυνατότητα για πληρωμές
ΕΑΠ ΤΡΑ51 57
Τα βασικά στοιχεία για ένα αποτελεσματικό
σύστημα διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου είναι
ΕΑΠ ΤΡΑ51 58
Ένα αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης
πιστωτικού κινδύνου θα περιλαμβάνει μέτρα
ώστε να:
• Εξασφαλίζεται ότι η τράπεζα αντιλαμβάνεται την τρέχουσα
χρηματοοικονομική κατάσταση του δανειολήπτη ή του
αντισυμβαλλόμενου.
• Παρακολουθεί τη συμμόρφωση στα υπάρχοντα συμβόλαια.
• Προσδιορίζει όπου είναι εφαρμόσιμο πρόσθετες εξασφαλίσεις που
αναφέρονται στην τρέχουσα κατάσταση του δανειολήπτη.
• Αναγνωρίζει τα σφάλματα των συμβατικών πληρωμών και να ταξινομεί τα
προβλήματα πίστωσης σε χρονική βάση και
• Τέλος να διοχετεύει άμεσα τα προβλήματα για διορθωτική διαχείριση.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 59
Ανάλυση Πιστωτικού Κινδύνου
ΕΑΠ ΤΡΑ51 60
Παράγοντες που πρέπει να αξιολογηθούν (5 Cs)
• 1. Χαρακτήρας (Character)
• 2. Ικανότητα πληρωμής (Capacity)
• 3. Συνθήκες που επικρατούν ή αναμένονται να
επικρατήσουν (εξωγενείς παράγοντες) (Conditions)
• 4. Κεφάλαια (Capital)
• 5. Εγγυήσεις (Collateral)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 61
1. Χαρακτήρας
ΕΑΠ ΤΡΑ51 62
2. Ικανότητα πληρωμής
ΕΑΠ ΤΡΑ51 63
3. Εξωγενείς παράγοντες
Τα μακροοικονομικά δεδομένα
• ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας
• πορεία επιτοκίων
• πορεία πληθωρισμού
• συναλλαγματική πολιτική
• αλλαγές στη φορολογία
• αλλαγές στη τεχνολογία
• αλλαγές στις τιμές πρώτων υλών κ.τ.λ.
ΕΑΠ ΤΡΑ51 64
4. Κεφάλαια
ΕΑΠ ΤΡΑ51 65
5. Εγγυήσεις
ΕΑΠ ΤΡΑ51 66
Πιστωτικό γεγονός
ΕΑΠ ΤΡΑ51 67
Ορισμός
ΕΑΠ ΤΡΑ51 68
Παράμετροι πιστωτικού κινδύνου
• PD (probability of default)
• LGD (loss given default)
• EAD (exposure at default)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 69
Εναλλακτικά υποδείγματα
• Παραδοσιακά
– Ανάλυση Διακριτότητας (Discriminant analysis)
– Υποδείγματα Πιστωτικής Βαθμολόγησης (Credit Scoring
models)
– Λογαριθμικά Υποδείγματα (Logit models)
– Μακροοικονομικά υποδείγματα
– Νευρωνικά δίκτυα (neural network)
• Διαρθρωτικά
– Υποδείγματα προαιρέσεων (options approach)
– Υποδείγματα αγοράς (reduced form models)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 70
Ανάλυση διακριτότητας
• Εξίσωση διακριτότητας
Z = a1 X 1 + a2 X 2 + ... + an X n
• Σημείο Διαχωρισμού (Cut-off point)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 71
ALTMAN Z-SCORE
ΕΑΠ ΤΡΑ51 72
Σημείο Διαχωρισμού
ΕΑΠ ΤΡΑ51 73
Λογαριθμικό υπόδειγμα
Z = a1 X 1 + a 2 X 2 + ... + a n X n
1
F (Z ) =
1 + e −Z
e.g. Logistic regression
1.2
default (1) / not default (0)
0.8
0.6
0.4
0.2
0
0 2 4 6 8 10 12 14 16 18
Financial ratios
ΕΑΠ ΤΡΑ51 74
EL & UL
ΕΑΠ ΤΡΑ51 75
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
EL κάλυψη με
τιμολόγηση
ΕΑΠ ΤΡΑ51 76
ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ ΖΗΜΙΑ
EL = EAD PD LGD
LGD = 1 −
ΕΑΠ ΤΡΑ51 77
ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ
ΕΑΠ ΤΡΑ51 78
Ρευστότητα
– Ως ρευστότητας νοείται ως η ικανότητα μιας τράπεζας
να αντλεί κεφάλαια με προσιτό κόστος ώστε να
προβαίνει έγκαιρα στις συμφωνημένες πληρωμές
(funding liquidity).
– Ως ρευστότητας επίσης νοείται ικανότητα διάθεσης
ενός περιουσιακού στοιχείου στην αγορά και η
μετατροπή του σε ρευστά διαθέσιμα σε τιμή όσο το
δυνατόν πλησιέστερη στην πραγματική του αξία και
όσο το δυνατόν σε μικρότερο χρονικό διάστημα
(market liquidity).
Ρευστότητα
– Η ρευστότητα δεν είναι ούτε ποσό ούτε δείκτης.
– Η ρευστότητα είναι η ικανότητα της τράπεζας να
εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της
– Έλλειψη ρευστότητας = Έλλειψη ικανότητας
εκπλήρωσης των υποχρεώσεων
Κίνδυνος ρευστότητας
– Με τον όρο «κίνδυνος ρευστότητας» νοείται η
ενδεχόμενη αδυναμία μιας τράπεζας να αντεπεξέλθει
άμεσα στις υποχρεώσεις της, όταν γίνουν απαιτητές,
χωρίς να επιβαρυνθεί με υπερβολικό κόστος.
– Ο κίνδυνος αναχρηματοδότησης (funding liquidity
risk), αφορά την αδυναμία μιας τράπεζας να βρει
επαρκείς πόρους για να χρηματοδοτήσει τις
υποχρεώσεις της.
– Ο κίνδυνος έλλειψης ρευστότητας της αγοράς (market
liquidity risk), αφορά την αδυναμία άμεσης
ρευστοποίησης μιας επενδυτικής θέσης χωρίς
σημαντική επίπτωση στην αγοραία αξία της.
Παράγοντες που επηρεάζουν τον κίνδυνο
ρευστότητας
• Επιχειρηματικό σχέδιο
• Δομή πηγών κεφαλαίων
• Σταθερότητα πηγών και συμπεριφορά
καταθετών
• Παράγωγα και σύνθετα προϊόντα
• Διασυνοριακή, δια-νομισματική και cross-
affiliate ρευστότητα
ΕΑΠ ΤΡΑ51 82
Αιτίες κινδύνου ρευστότητας
• Ενεργητικό
– Στρατηγική επέκτασης
– Μη αναμενόμενη χρησιμοποίηση πιστωτικών ευχερειών
– Πώληση περιουσιακών στοιχείων σε χαμηλές τιμές
• Παθητικό
– Μακροχρόνιες vs βραχυχρόνιες πηγές
– Καλυμμένες vs ακάλυπτες πηγές
– Αύξηση των περιθωρίων ρευστότητας
– Αδυναμία ανακύκλωσης δανείων
– Μη αναμενόμενες αναλήψεις
ΕΑΠ ΤΡΑ51 83
Διαχείριση ρευστότητας σε ομαλές συνθήκες
ΕΑΠ ΤΡΑ51 84
Διαχείριση ρευστότητας σε μη ομαλές συνθήκες
ΕΑΠ ΤΡΑ51 85
Δείκτης κάλυψης ρευστότητας
ΕΑΠ ΤΡΑ51 88
Αγορά συναλλάγματος
ΕΑΠ ΤΡΑ51 89
Σταυροειδής ισοτιμία
Ft − S t 360
p=
St t
ΕΑΠ ΤΡΑ51 91
Προσδιορισμός ισοτιμιών
(Μακροχρόνια)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 92
Προσδιορισμός ισοτιμιών
(Βραχυχρόνια)
ΕΑΠ ΤΡΑ51 93
Διμερές arbitrage
ΕΑΠ ΤΡΑ51 94
Τριγωνικό arbitrage
ΕΑΠ ΤΡΑ51 95
Τριγωνικό arbitrage
€/$ 1/1,3015
€/£ = = = €1,1833 / £
£/$ 0,6493
ΕΑΠ ΤΡΑ51 96
Arbitrage καλυμμένου επιτοκίου
ΕΑΠ ΤΡΑ51 97
Arbitrage καλυμμένου επιτοκίου
ΕΑΠ ΤΡΑ51 98
Arbitrage καλυμμένου επιτοκίου
Ft − S t 1,2710 − 1,28
p= = = −0,007
St 1,28
ΕΑΠ ΤΡΑ51 99