You are on page 1of 11

KEPMATIA ΦΙΛΙΑΣ

ΙΥΠΟΥΡΓΕΙΟ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Μ Ο Υ Ι ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ Ι


NMI
Ο,,ΜΑΤ,ΚΟΜΟΥ,Ε, : I H E L L E N I C MINISTRY O F C U L T U R E Ι Ν U M I S M A T I C M USEU M I

ΙβκδόσβιςΟημα

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ EDITORIAL COMMITTEE

Στέλλα Δρούγου Stella Drougou,


Καθηγήτρια Αρχαιολογίας, Professor of Archaeology,
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Aristotelian University of Thessalonike.

Δέσποινα Ευγενίδου Despoina Evgenidou


Διευθύντρια Νομισματικού Μουσείου. Director of the Numismatic Museum, Athens.

Χαράλαμπος Κριτζάς Charalampos Kritzas


Αρχαιολόγος, Επίτιμος Διευθυντής Επιγραφικού Μουσείου. Archaeologist, Honorary Director of the Epigraphical Museum. Athens.

Νικόλαος Κάλτσας Nikolaos Kaltsas


Διευθυντής Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Director of the National Archaeological Museum, Athens.

Βάσω Πέννα Vasso Penna


Επίκουρος Καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας και Νομισματικής, Assistant Professor of Byzantine History and Numismatics.
Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. University of Péloponnèse.

Ηώς Τσούρτη Eos Tsourti


Νομισματολόγος. Numismatist.

Μίνα Γαλάνη-Κρίκου Mina Galani-Krikou


Νομισματολόγος. Numismatist.

Ευτέρπη Ράλλη Efterpi Ralli


Νομισματολόγος, Νομισματικό Μουσείο. Numismatist. Numismatic Museum, Athens.

Ηλεκτρονική υποστήριξη: Νίκος Σουγλές Electronic processing: Nikos Sougles

ΧΟΡΗΓΟΣ | Sponsor

23 ALPHA BANK

© Νομισματικό Μουσείο, εκδόσειςσημα

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ Ι ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Ι ΠΑΡΑΓΩΓΗ: εκδόσειςΟΠμα

ISBN 978-960-98451-4-4 978-960-98451-2-0 978-960-98451-3-7


ISBN 978-960-89506-6-5 978-960-89506-7-2 978-960-89506-8-9
KEPMATIA Φ Ι Λ Ι Α Σ
τιμητικός τόμος για τον Ιωάννη Τουράτσογλου

Β ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΗ-ΑΡΧΑΙΟΛΟΠΑ-VARIA

ΙΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Ι ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ Ι Α θ ή ν α 2 0 0 9 , ||f[ TSjlV/f l l f


: î
I HELLENIC MINISTRY OF CULTURE I N U M I S M A T I C MUSEUM I A t h e n s 2009 " " V " NoumLoΜΟΥΣΕΊΟΛΘΗΝΩΝ
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΛΑΤΡΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ
Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΠΣ ΜΕΣΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ* Α. Δ. ΡΙΖΑΚΗΣ

SUMMARY

Relations between Achaea and the Argolis are ancient and flow in both directions. The symbolic and religious aspects
of these relations, which may have started in the LHIIIC period, grew stronger during the Archaic period, during
which the polis system emerged. During this period, Argos attempted to extend is political and cultural influence,
whilst the cities of the north-west Péloponnèse made efforts to reconnect with their Mycenaean past, a heritage that
had been appropriated by Argos as a cultural counterbalance to Dorian Sparta. Relations between the two areas grew
during late Classical and especially Hellenistic times, after Argos had been absorbed into the Achaean koinon. The
expansion of the koinon during the 2c Β. C., to take in the whole Péloponnèse, was revenge on the part of the Achaeans
for the eternal domination of the area by the Dorians.

505
Θερμές ευχαριστίες οφείλονται στον Χρήστο Μπουλώτη και στον M. Piérart που διάβασαν μια πρώτη μορφή
αυτού του άρθρου και, με γενναιοδωρία, μου έδωσαν πολύτιμες βιβλιογραφικές πληροφορίες. ΑΡΧΑΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Α. Δ. ΡΙΖΑΚΗΣ Η Αχαΐα, σε σύγκριση με τη γειτονική Αρκαδία, δεν είναι μια απομονωμένη περιοχή. Στο
σταυροδρόμι θαλάσσιων και χερσαίων δρόμων που συνδέουν τη Δύση με την Ανατολή,
το βορρά με το Νότο είναι ένας τόπος περάσματος και επομένως ανοικτός σε όλα τα
ρεύματα και τις θρησκευτικές ιδέες που διαδίδονταν και ανθούσαν στην Ελλάδα από την
μυκηναϊκή κιόλας εποχή.

Μετά το τέλος της TE ΠΙΓ περιόδου εγκαταλείπονται στην Αχαΐα όπως και αλλού τα
περισσότερα μυκηναϊκά κέντρα και οι μυκηναϊκές νεκροπόλεις. Η επιβίωση λατρειών από
την μυκηναϊκή εποχή δεν φαίνεται, λογικά, αδύνατη άν και είναι δύσκολο να αποδειχθεί,
γιατί πρώτα-πρώτα αγνοούμε παντελώς και την ύπαρξη και τον χαρακτήρα τους κατά
την ΥΕΙΙΙΓ καθώς το σύνολον σχεδόν των ευρημάτων προέρχεται από τάφους* ελάχιστοι
οικισμοί της περιόδου έχουν εντοπιστεί ή ανασκαφεί ειδικότερα στην Αχαΐα και κανείς
δεν είδε ακόμα το φως μιας συστηματικής δημοσίευσης 1 . Παρόλο που σε μερικές περιοχές
του μυκηναϊκού κόσμου παρατηρείται κάποια συνέχεια στις λατρείες, η συνέχεια αυτή
είναι δύσκολο να διαγνωσθεί με ακρίβεια καθώς τ ά ευρήματα της επόμενης περιόδου,
δηλαδή αυτά των σκοτεινών χρόνων και της πρώιμης γεωμετρικής εποχής -απελπιστικά
φτωχά -δεν επιτρέπουν την ασφαλή αναγώριση λατρευτικών πρακτικών που θα μπορούσαν
να θεωρηθούν ως μυκηναϊκές επιβιώσεις στο λατρευτικό χώρο 2 . Αυτό ισχύει ειδικότερα

1. Η ανάγνωση και κυρίως η ερμηνεία των πινακίδων της Γραμμικής Β είναι, ορισμένες φορές προβληματική,
έτσι οι γνώσεις μας για τις μυκηναϊκές λατρείες είναι φτωχές: βλ. M. GÉRARD-ROUSSEAU, Les mentions
religieuses dans les tablettes mycéniennes, Roma 1968* J. CHADWICK, The Mycenaean world, Cambridge 1976, σ. 84-
101* του ιδίου, «What do we know about Mycenaean religion?», στο A. Morpugo DAVIES και Y. Ducoux,
Linear Β: a 1984 survey, Louvain-La Neuve 1985, σ. 191-202· S. HILLER, «Mykenische Heiligtümmer: das
Zeugniss der Linear Β-Texte», στο R. HÄGG, N. MARINATOS (επιμ.), Sanctuaries and cults in the Aegean Bronze
Age, Proceedings of the First International symposium at the Swedisch institute at Athens, 12-13 may 1980, Stockholm
1981, σ. 95-120. R. HÄGG, «Official and popular cults in Mycenaean Greece», στο R. HÄGG, N. MARINATOS
(επιμ.), Sanctuaries and cults, ό.π. σ. 35-40. Για τις λατρευόμενες θεότητες στις Μυκήνες, με βάση την εικονο­
γραφία, βλ. Γ.Ε. ΜΥΛΩΝΆΣ, « Τ Ο θρησκευτικό κέντρο των Μυκηνών», Πραγματεϊαι της'Ακαδημίας'Αθηνών
33 (1972), σ. 1-35 και εικ. I-XIV* Kl. KILIAN, «Zur Darstellung eines Wagenrennen aus spätmykenischer
Zeit», MDAI(A)95 (1980), σ. 21-31' J. EIWANGE, Helga DONDER, «Η μυκηναϊκή θρησκεία», στο Ο μυκηναϊκός
κόσμος. Πέντε αιώνες πρώιμου ελληνικού πολιτισμού, Αθήνα 1988, σ. 40-43' Μ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ, « Τ Ο θρησκευτικό
κέντρο των Μυκηνών», στο Πρακτικά του Ε Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Άργος-
Ναύπλιον, 6-10 Σεπτεμβρίου 1995, Αθήναι 1997, τόμ. Α', σ. 147-168. Γιά τους μυκηναϊκούς οικισμούς στην
Αχαία, βλ. Α. ΚΟΛΏΝΑΣ, Μ. ΓΚΑΖΗΣ, «Ο μυκηναϊκός οικισμός της Χαλανδρίτσας: νεότερα στοιχεία», στο
Α Αρχαιολογική σύνοδος νότιας και δυτικής Ελλάδος, Πάτρα 9-12 Ιουνίου 1996, Αθήνα 2006, σ. 25-30'
Μ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΓΑΤΣΗ, Γ. ΑΛΕΞΟΠΟΤΛΟΥ, Γ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ, Α. ΓΑΔΟΛΟΥ, « Τ Ο έργο των σωστικών
ανασκαφών στην πόλη των Πατρών και την ευρύτερη περιοχή της. Νεότερα πολεοδομικά και τοπογραφικά
στοιχεία», ό.π., σ. 81-100, και ειδικότερα, σ. 83-84.
2. Για τη συνέχεια των μυκηναϊκών λατρειών στην ελληνική θρησκεία, βλ. M.P. NiLSSON, The Μinoan-Mycenaean
religion and its survival in Greek religion, Lund 1968, σ. 447-484. Γιά τ α ευρήματα και τ α ερωτήματα που
θέτουν οι λεγόμενοι «σκοτεινοί χρόνοι», βλ J. BOUZEK, Homerisches Griechenland im Lichte der archäologischen
Quellen, Prague 1969. V.R. d'A. DESBOROUGH, The Greek Dark Ages, London 1972. A.M. SNODGRASS, The Dark
Age of Greece, Edinburg 1971. W. D.E. COULSON, The Greek Dark Ages, Athens 1990. Ειδικότερα γιά την Αχαΐα,
506 βλ. C. MORGAN and J.Μ. HALL, «Achaian poleis and Achaian colonisation», CPCActs 3 (1996), σ. 164-232.
Α. ΓΑΔΟΛΟΥ, Η Αχαΐα στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους. Κεραμεική παραγωγή και έθιμα ταφής, Αθήνα
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ 2008.
στην Αχαΐα, εκτός ίσως από μια αμφιλεγόμενη, κατά τη γνώμη μου, εξαίρεση ενός μυκη­ ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΛΑΤΡΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΙΑ
Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ναϊκού τάφου στον οποίο υπάρχει κάποια ένδειξη ηρωολατρείας στην αρχή της ιστορικής ΩΣ Μ Ε Σ Ο Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ Ε Π Ι Ρ Ρ Ο Η Σ
εποχής 3 . ΚΑΙ Α Ν Α Ζ Η Τ Η Σ Η Σ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

Αν η διάγνωση μυκηναϊκών λατρειών ή μεταγενέστερων επιβιώσεων τους στην Αχαΐα είναι


άκρως υποθετική, οι λατρευτικές σχέσεις της με την Αργολίδα καθίστανται πιο απτές κατά
την ύστερη γεωμετρική και κυρίως την αρχαϊκή εποχή, περίοδο μεγάλων αναστατώσεων
και κοινωνικο-πολιτικών ανατροπών οι οποίες δεν αγγίζουν μόνο τους πολιτικούς θεσμούς
και την οργάνωση αλλά και τον θρησκευτικό χώρο. Οι νέες πόλεις-κράτη εγκαταλείπουν
το συντηρητικό περιβάλλον της κώμης και ανοίγουν τις πύλες τους και σε νέους θεούς.
Παλαιοί μύθοι προσαρμόζονται τώρα ή επινοούνται νεώτεροι για να δώσουν στην πόλη
την απαραίτητη αίγλη που απαιτείται σε συμβολικό επίπεδο 4 . Οι μυθικοί ήρωες που υιο­
θετούνται απολαμβάνουν τιμών και λατρείας γιατί κρίνονται απαραίτητοι για την αποδοχή
και καθιέρωση στον λαό των νέων μορφών οργάνωσης 5 . Οικογένειες και γένη επαίρονται
για τη σύνδεση των παραδόσεων τους με τους επικούς ήρωες ενώ από την άλλη πλευρά
μεγάλες νέες δυνάμεις, που ξεχωρίζουν αυτή την περίοδο (όπως π.χ. η Αθήνα, η Σικυώνα,
το Αργός και η Σπάρτη), προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τους μύθους ως μέσον πολι­
τικής προπαγάνδας, προβάλλοντας ή και επινοώντας νέες παραλλαγές γιά την ενίσχυση
της πολιτικής επιρροής και τη στήριξη εδαφικών διεκδικήσεων 6 . Πολλοί ιδρυτικοί μύθοι
των πόλεων της Αχαΐας συνδέονται με το Άργος. Το τοπωνύμιο Αιγιαλός, γιά παράδειγμα,
των βορείων ακτών της Πελοποννήσου, συνδέεται είτε με τον Αιγιαλέα, γιο του Αργίτη
Αδράστου, είτε με την αδελφή ή κόρη του, Αιγιαλεία, γυναίκα του Διομήδη 7 . 0 ομώνυμος

Βλ. Ν. COLDSTREAM, Geometrie Greece, London 1977, σ. 180. Πρβλ. C. MORGAN and J.M. HALL, «Achaian poleis
and Achaian colonisation», CPCActs 3 (1996), σ. 190. Για το θέμα αυτό βλ. I. MORRIS, «Tomb cult and the
"Greek renaissance": the past in the present in the 8th century B.C.», Antiquity 62 (1988), σ. 750-761.
0 M.P. NILSSON, Cults, Myths, Oracles and Politics in Ancient Greece, New York 1951, σ. 23-25, αναφέρει το π α ρ ά ­
δειγμα του θρησκευτικού ημερολογίου της Μυκόνου (Syllß, 1024) καθώς και εκείνο, της αυτοκρατορικής
όμως περιόδου, της Πάτρας.
Είναι γνωστό, για παράδειγμα, πως η ηρωική λατρεία γνώρισε μεγάλη άνθηση κατά την περίοδο της δημι­
ουργίας της πόλης-κράτους. Η θεωρία του Μ.Ρ. Nilsson (The Minoan-Mycenaean Religion and its Survival in
Greek Religion, Lund 1950 2 , σ. 584-615* του ιδίου, Geschichte der griechische Religion 1. Die Religion Griechenlands
3
bis auf die griechische Weltherrschaft , München 1967, σ. 378-384) ότι αποτελεί συνέχεια της μυκηναϊκής
λατρείας των νεκρών δεν μπορεί να υποστηριχθεί μέ βάση τ α αρχαιολογικά ευρήματα· δεν υπάρχει καμιά
μαρτυρία για συνεχή ταφική λατρεία στη μυκηναϊκή εποχή. Η λατρεία ηρώων α π ό τον 8ο αι. πρέπει να
προέρχεται, όπως εξάλλου και πολλές άλλες λατρείες α π ό την ακμάζουσα επική ποίηση: πρβλ. και
W. BURKERT, Greek religion Archaic and Classical, Cambridge, Mass. 1985, σ. 204. R. HÄGG (ed.), Ancient Greek
hero cult. Proceedings of the fifth international seminar on Ancient Greek cult, Göteborg, 21-23 aprii 1995,
Stockholm 1999.
Η Σπάρτη αναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα σε αυτόν τον τομέα και προσπαθεί να ιδιοποιηθεί τα μυθικά
πρόσωπα της προ-δωρικής περιόδου είτε επαναφέροντας τ α οστά του Ορέστη από την ταπεινωμένη Τεγέα
είτε αυτά του Τισαμενού από την Ελίκη: βλ. R.F. WILLETS, Hermes 87 (1959), σ. 504. D.M. LEAHY, Historia 4
(1955), σ. 26-38. Γιά μιά ενδιαφέρουσα ανάλυση της χρησιμοποίησης της μυθολογίας από την πολιτική, βλ.
Μ.P. NILSSON, The History of Greek Religion (1949 2 ), σ. 224 κ.ε. Του ιδίου, ό.π. (σημ, 4), σ. 9-18. Κ. ADSHEAD,
Politics of the Archaic Péloponnèse (1986), σ. 23-24, 32-38.
Όμηρος, Ιλ. V, 330 κ.ε. Απολλώνιος Ρόδιος Ι, 176-178. Πρβλ. A.D. RIZAKIS, Achate Ι. Sources textuelles et histoire 507
régionale, MEAETHMATA 20 (1995), αρ. 34. F. GRAF, Neue Pauly I (1996), σ. 318, στη λέξη «Aigialeia»,
«Aigialeus» (παραπομπές και βιβλιογραφία). ΑΡΧΑΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Α. Δ. ΡΙΖΑΚΗΣ επώνυμος ήρωας της Ωλένου, στη δυτική Αχαΐα, θεωρούνταν γιος του Διός και μιας
Δαναΐδος, τηςΆναξίθέας8. Οι Πελληνείς θεωρούσαν ιδρυτή της πόλης τους τον ήρωα Πάλ-
λαντα, ενώ κατά την αργείτικη εκδοχή ιδρυτής ήταν ο Πέλλην από το Άργος 9 .

Όσον αφορά τις λατρείες, ασφαλώς αργείτικη είναι η προέλευση της λατρείας της Δήμητρος
Μυσιας στη Πελλήνη. Το Μυσαιον της Πελλήνης είχε ιδρυθεί, σύμφωνα με την παράδοση
που αναφέρει ο Περιηγητής, από τον Μύσιο από το Αργός στον οποίο αποδίδεται 1 0 και
η ίδρυση του ομώνυμου ιερού της θεάς, ανάμεσα στις Μυκήνες και την Τίρυνθα, που ήταν
όμως ερειπωμένο στην εποχή τ ο υ 1 1 . Αντίθετα το Μυσαιον τής Πελλήνης (7. 27, 9-10) ήταν
στα σύνορα με την Αργολίδα και φαίνεται πως ήκμαζε ακόμα στην εποχή του περιηγητή.
Αν η διεκδίκηση της πατρότητας της λατρείας από τους Αργείους υποδηλώνει κάποια σχέση,
άγνωστη σε μας, ανάμεσα στις δύο λατρείες, η παρουσία και η επιρροή του Αργούς, στον
λατρευτικό τουλάχιστον χώρο, δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί. Η λατρεία της θεάς είναι,
βέβαια, γνωστή από την μυκηναϊκή εποχή 1 2 , μπορούμε να υποθέσουμε όμως πως πιθα­
νότατα υιοθετήθηκε κατά την αρχαϊκή εποχή, ενδεχομένως πριν από την ένταξη της Πελλήνης
στην πελοποννησιακή συμμαχία και την αύξηση της σπαρτιατικής επιρροής.

Καθεαυτό αργολικές λατρείες θεών μαρτυρούνται και σε άλλες αχαϊκές πόλεις : το Αίγιο,
την Κερύνεια, τη Δύμη και τη Πάτρα. Οι δύο πρώτες βρίσκονται στην ανατολική Αχαΐα,
οι δύο τελευταίες στη δυτική (στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε μόνο σε αυτές από την
ανατολική). Στο Αίγιο φυλάσσονταν, κατά τον Παυσανία (7. 23, 9), σε ένα οίκημα, τα χάλκινα
αγάλματα του Δία, της Αθηνάς, του Ποσειδώνος και του Ηρακλή που καλούνταν «θεοί
εξ Αργούς». Ο Περιηγητής το τοποθετεί στην προέκταση της οδού η οποία διέσχιζε την
αγορά της πόλης : «έν δε τω οίκήματι κατευθυ τής όδοϋ, χαλκού και ταϋτα, έστι μεν
Ποσειδών και Ηρακλής, έστι δε Ζευς τε και Αθηνά* θεούς καλοϋσιν έξ Άργους» 1 3 . Κατά

8. Σ τ έ φ α ν ο ς Β υ ζ ά ν τ ι ο ς , ΈθνικάΊΟΊ, 17-19. Π ρ β λ . RIZAKIS, ό . π . (σημ. 7), α ρ . 510.

9. Π α υ σ α ν ί α ς 6. 26, 12. Π ρ β λ . RIZAKIS, ό . π . (σημ. 7), α ρ . 334. Βλ. κ α ι Α π ο λ λ ώ ν ι ο ς Ρ ό δ ι ο ς Ι, 176-178. Π ρ β λ .


RIZAKIS, ό . π . (σημ. 7), α ρ . 34.

10. Π α υ σ α ν ί α ς 2, 18, 3· π ρ β λ . BURKERT, ό. π . (σημ. 5), σ. 242-246' G. Sfamerà GASPARRO, Misteri e culti mistici di
Demetra, R o m a 1986, σ. 296-297.

11. Γ ι α τ ο ε π ί θ ε τ ο κ α ι τ ι ς δ ι ά φ ο ρ ε ς ε ρ μ η ν ε ί ε ς π ο υ π ρ ο τ ά θ η κ α ν , βλ. G. CASADIO, Storia del culto di Dioniso in


Argolide, R o m a 1994, σ. 3 1 4 , n . 1 3 8 .

12. Σ τ ι ς π ι ν α κ ί δ ε ς τ η ς γ ρ α μ μ ι κ ή ς Β α π ό τ ι ς Μ υ κ ή ν ε ς α π α ν τ ά η λ α τ ρ ε ί α τ η ς Sitopotinija π ο υ τ α υ τ ί ζ ε τ α ι α π ό τ ο ν
J. C h a d w i c k μ ε τ η Σ ι τ ώ , γ ν ω σ τ ή ο ν ο μ α σ ί α τ η ς Δ ή μ η τ ρ ο ς στην Σ ι κ ε λ ί α , βλ. Μ. GERARD-ROUSSEAU, Les mentions
religieuses dans les tablettes mycéniennes, R o m a 1968, σ. 2 0 6 - 2 0 7 . Π ρ β λ . C. Β. DIETRICH, « T h e Religious Prehistory
of D e m e t e r 's E l e u s i n i a n Mysteries», σ τ ο U. BLANCHI, J . M . VERMASEREN ( ε π ι μ . ) , La soteriologia dei culti orientali
nelVimpero romano, Roma, 24-26 sept. 1979, L e i d e n 1982, σ. 4 4 5 - 4 7 1 . Γ ι α τη λ α τ ρ ε ί α τ η ς Δ ή μ η τ ρ α ς Μ υ σ ί α ς σ τ ο
Ά ρ γ ο ς τ ω ν ι σ τ ο ρ ι κ ώ ν χ ρ ό ν ω ν , βλ. M. PIERART, « L a m o r t d e D i o n y s o s à A r g o s » , σ τ ο R. HÄGG ( ε π ι μ . ) , The Role
of Religion in the Early GreekPolis, Stockholm 1996, σ. 1 4 1 - 1 5 1 , ε ι δ ι κ ό τ ε ρ α σ. 148-150.

13. Η τ α ύ τ ι σ η τ ο υ ο ι κ ή μ α τ ο ς α π ό τ ο ν Y. Lafond (στο M. CASEVITZ, Υ. LAFOND, Pausanias. Description de la Grèce,


t o m e VII, livre VII: LAchaïe, Paris-Les Belles Lettres 2000, σ. 210: σ χ ό λ ι α σ τ ο χ ω ρ ί ο 7. 7,24) μ ε την υ π ό σ τ υ λ η
508 σ τ ο ά π ο υ α ν α σ κ ά φ τ η κ ε στη γ ω ν ί α τ ω ν ο δ ώ ν Π λ α σ τ ή ρ α κ α ι Κ α ν ε λ λ ο π ο ύ λ ο υ , ΑΔ 39 (1984), Χρον. σ. 9 4 , είναι
μ ά λ λ ο ν α π ί θ α ν η . Γ ι α τ ο ν σ χ ο λ ι α σ μ ό τ η ς έ κ φ ρ α σ η ς « κ α τ ε υ θ υ τ ή ς ό δ ο ϋ » , βλ. M. CASEVITZ, Y. LAFOND, ό . π . ,
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ σ. 210.
τους Αργείτες τα αγάλματα του Αιγίου είχαν κατασκευαστεί στο Αργός* οι Αιγιείς όμως ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΛΑΤΡΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΙΑ
Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ισχυρίζονταν πως οι Αργείοι τους τα είχαν δώσει ως παραταθήκη με την υποχρέωση να ΩΣ Μ Ε Σ Ο Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ Ε Π Ι Ρ Ρ Ο Η Σ
θυσιάζουν καθημερινά προς τιμή τους. Οι Αιγιείς επινόησαν το ακόλουθο σόφισμα το οποίο ΚΑΙ Α Ν Α Ζ Η Τ Η Σ Η Σ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

συνδύαζε το τερπνόν με το ωφέλιμο: θυσίαζαν πράγματι ένα μεγάλο αριθμό ζώων αλλά
κατανάλωναν τα σφάγια σε δημόσια δείπνα φροντίζοντας έτσι ώστε να μην κάνουν καμία
περιττή δαπάνη 1 4 . Όταν οι Αργείοι ζήτησαν την επιστροφή των αγαλμάτων οι Αιγιείς απή-
τησαν το συνολικό κόστος της δαπάνης για τις θυσίες που είχαν προσφέρει. Καθώς οι
Αργείοι δεν είχαν χρήματα για να ξεπληρώσουν το χρέος τους τα άφησαν στους Αιγιείς.
0 Παυσανίας δεν αναφέρει την ακριβή στιγμή της εγκατάστασης αυτών των αγαλμάτων
στο Αίγιο μπορούμε όμως να την αναζητήσουμε στις περιόδους εκείνες της ιστορικής εποχής
κατά τις οποίες οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο περιοχές ήταν πιο στενές. Η πρώτη είναι,
χωρίς αμφιβολία, η αρχαϊκή κατά την οποία εξελίσσονταν από την μια μεριά η διεργασία
ταύτισης της ΒΔ Πελοποννήσου με το αχαϊκό της παρελθόν, που ήταν κοινό για τις δύο
περιοχές, και από την άλλη η αναδυόμενη δύναμη του Αργούς, από τις αρχές του 7ου αι.,
επεδίωκε την επέκταση της επιρροής της σε μια όμορη συγγενική περιοχή που διεκδι­
κούσαν με κάθε τρόπο τόσον η Σικυώνα όσον και η Σπάρτη. Η δεύτερη περίοδος είναι
αυτή του 4ου αι. και ιδίως των τελευταίων δεκαετιών του 3ου αι. κατά την οποία το Άργος,
χάρη στις καλές σχέσεις με τον Αντίγονο Γονατά, πετυχαίνει την επαναπροσάρτηση της
Κυνουρίας και των Κλεωνών, καθίσταται μέλος του Κοινού τών Αχαιών (229 π.Χ.) και
συμπαραστέκεται στον Άρατο στην σύγκρουση του με τον Κλεομένη 1 5 .

Ο Μ. Osanna δεν έχει άδικο να τοποθετεί σ'αυτή την περίοδο την μεταφορά των αγαλ­
μάτων των «θεών έξ 'Άργους» στο Αίγιον πράγματι, με τον τρόπο αυτό η νέα πολιτική
σχέση σφραγιζόταν με μια πράξη της οποίας ο συμβολισμός ήταν πρόδηλος 1 6 . Οι θεοί
του Άργους υιοθετούνταν και ως θεοί του Αιγίου και κατ' επέκταση του Κοινού. Η παρουσία
των θεών του Άργους στην αγορά της έδρας του Κοινού υπενθύμιζε διαρκώς στα μέλη
του τον δεσμό που τους συνέδεε με αυτό και απέτρεπε κάθε προσσέγγιση με την Σπάρτη

14. Γιά τα δημόσια δείπνα βλ. P. SCHMITT-PANTEL, La cité au banquet. Hitoire des repas publics dans les cités grecques,
Rome 1992, σ. 253-258. Παρόλο που ο όρος οίκημα είναι κοινός σε μερικές περιπτώσεις, όπως είναι η δική
μας, μπορεί να είναι συνώνυμος του όρου οίκος π ο υ συνδέεται με κατασκευές προωρισμένες γιά ιερά
δείπνα (Παυσ. VII. 23, 10). Το γεύμα μπορούσε να προσφερθεί στο εσωτερικό του κτιρίου αλλά και σε
διπλανούς υπαίθριους ή και καλυμένους χώρους, όπως για παράδειγμα στην αγορά ιδιαίτερα όταν αυτή,
όπως στην περίπτωση του Αιγίου, βρίσκονταν κοντά στο ιερό. Ο Μ. OSANNA (Santuari e culti del Acaia antica,
Pubblicazioni dell'Università degli studi di Perugia, Napoli 1996, σ. 190) δεν αποκλείει ωστόσο ο όρος να έχει
τη σημασία μιας απλής κατασκευής προορισμένης να δεχτεί τ α αργείτικα α γ ά λ μ α τ α και παραθέτει ως
παράδειγμα αυτό του «Τυχείου» της Αίγειρας που μνημονεύει ο Παυσανίας και που έχει ανασκαφτεί, βλ.
W. ALZINGER, «Pausanias und das Tycheion von Aigeira», στο Actes du XIV congrès international d'archéologie
classique, Tarragone 1993 II [1994], σ. 28-29)· για ένα άλλο παράδειγμα, βλ. Ε. SCHWERTHEIM, ΖΡΕ 29 (1978),
σ. 213-228 (SEG 38 [1978] 953). 0 όρος μπορεί να έχει και άλλες σημασίες: βλ. Bulletin Épigraphique 1984
η« 83 (Αθήνα), SEG 53 (2003), 490 (Δήλος).
15. Πλούταρχος, Άρατος, 27, 39 και 44· του ιδίου, Κλεομένης 17, 21, 25-26* για τη δύναμη του Άργους αυτές τις
δύο περιόδους, βλ. KELLY, A history of Argos to 500 B.C., Minneaopolis 1976, σ. 51-129. M. PIÉRART,
509
G. TOUCHAIS, Argos. Une ville grecque de 6000 ans, Paris 1996, σ. 29-39 και 61 -70.
16. OSANNA, ό.π. (σημ. 14), σ. ι6, 191. ΑΡΧΑΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Α. Δ. ΡΙΖΑΚΗΣ η οποία ήταν για το Άργος ένας προαιώνιος εχθρός. Οι εξελίξεις όμως δεν ήταν οι προσ­
δοκώμενες. Το Άργος κατελήφθη α π ό τον Κλεομένη (225 π.Χ.) και προφανώς
αναγκάστηκε να αποσχιστεί από την Συμπολιτεία. Η πολιτική αυτή απόσχιση έπρεπε να
συνοδευτεί και με συμβολικό τρόπο, δηλαδή την επαναφορά των «θεών έξ Άργους» που
φυλάσσονταν στο Αίγιο. Οι Αιγιείς από την πλευρά τους επινόησαν το γνωστό σόφισμα
προσβλέποντας στην επανασύνδεση με το Κοινόν της μεγάλης αργολικής πόλης.

Τέλος πολύ στενά συνδεδεμένη με την Αργολίδα είναι η λατρεία των Ευμενίδων στην
Κερύνεια (Παυσ. 7. 25, 7), η οποία έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας παλιάς λατρείας. Το
ιερό είχε ιδρυθεί, σύμφωνα με την παράδοση, από τον Ορέστη 17 * αλλά είναι πολύ πιθανόν
η σύνδεση αυτή να είναι μεταγενέστερη και να αποσκοπούσε τόσο στο να αποδώσει στην
λατρεία μεγαλύτερη αίγλη όσο και στο να δικαιολογήσει την ύπαρξη της. Η άφιξη των
Μυκηναίων στην Κερύνεια, μετά την καταστροφή των Μυκηνών το 468 π.Χ. από τους
Αργείους 1 8 συνιστά μια κρίσιμη στιγμή είτε για την εισαγωγή της λατρείας είτε γιά την
αφομοίωση μιας παλαιότερης τοπικής λατρείας θεοτήτων με τις Ευμενίδες 1 9 . Οι Μυκη­
ναίοι μπορούσαν να δικαιολογήσουν αυτή την επιλογή επικαλούμενοι την καταγωγή τους
από τους Ηρακλείδες - σ ε αντίθεση με τους Δωριείς Αργείους και επομένως τους πατρο­
γονικούς φυλετικούς δεσμούς που τους συνέδεαν με τους Αχαιούς.

Είναι προφανές πως οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο περιοχές είναι παλαιές και θα ήταν
παράξενο αν δεν ήταν αμφίδρομες, αν δηλαδή δεν υπήρχαν ενδείξεις και κάποιας αχαϊκής
παρουσίας στο Άργος. Η πλέον σημαντική μαρτυρία αφορά την ύπαρξη τριών φρατριών
στο Άργος -Αχαιοί, Αυμμάδαι και Αισχιάδαι-των οποίων το όνομα συνδέεται με την Αχαΐα
και με δυο αχαϊκές πόλεις, τη Δύμη και το Άσχειον 2 0 . Είναι αλήθεια πως η εισαγωγή αυτών

17. Σύμφωνα με την παράδοση (πρβλ. V. de MARCO, Σχόλια στον Σοφοκλή, Οίδίππουςέν Κολωνώ, 42) μετά την
αθώωση του ο Ορέστης πρόσφερε στις Ευμενίδες στη Κερύνεια ένα μαύρο πρόβατο. Ό π ω ς ορθά επιση­
μαίνει ο Y. Lafond (ό.π.[σημ. 13], σ. 221 : σχόλια στο χωρίο του Παυσανία 7. 25, 7), ο τύπος της θυσίας
(ολοκαύτωμα) και το χρώμα του θύματος ταυτίζονται με τον χθόνιο χαρακτήρα αυτών των θεοτήτων. Η
λατρεία αυτή καθεαυτή των Ευμενίδων δεν μαρτυρείται, κατά την μυκηναϊκή εποχή, σε αντίθεση με αυτή
των Ερινυών η οποία αναφέρεται τόσο στις πινακίδες της γραμμικής Β όσο και στην εικονογραφία, βλ.
Μ. GERARD-ROUSSEAU, ό.π. (σημ. 2), σ. 103-104· S. MARINATOS, «Demeter Erinys in Mycenae», AAA VI (1973),
τεύχ. 1, σ. 189-192.
18. Παυσανίας 7. 25. 6. Διόδωρος 12. 2, 6.
19. OSANNA, ό.π.(σημ. 14), σ. 229. Η λατρεία της Αρτέμιδος Πυρωνίας, της οποίας ένα ιερό βρισκόταν στα
σύνορα Αρκαδίας και Αχαΐας, συνδέεται μάλλον και με την Αργολίδα. Ο Παυσανίας (8. 15,9) αναφέρει ότι
οι Αργείτες συνήθιζαν να παίρνουν άλλοτε, από αυτή τη θεά, το ιερόν πυρ για τη εορτή των Αερναίων.
20. W. VOLGRAFF, «Observations sur les noms de trois phratries argiennes», BCH 83 (1959), σ. 254-257. Οι φρα-
τρίες του Αργούς έλκουν, μερικές φορές, τα ονόματα τους « α π ό των τόπων», βλ. P. CHARNEUX, BCH 82
510
(1958), σ. 1-15, ειδικότερα σ. 5 και 7-8. Μ. WÖRRLE, Untersuchungen zur Verfasungsgeschichte von Argos im 5.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Jahrhundert vor Christus, Erlange 1964, σ. 25.
των φρατριών χρονολογείται στην ελληνιστική εποχή αλλά, αν η ερμηνεία του W. Volgraff ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΛΑΤΡΕΙΕΣ Σ Τ Η Ν ΑΧΑΙΑ
Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ
είναι σωστή, απηχεί μια στενή σχέση, ασφαλώς παλαιότερη ανάμεσα στις δύο περιοχές 2 1 . ΩΣ Μ Ε Σ Ο Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ Ε Π Ι Ρ Ρ Ο Η Σ
ΚΑΙ Α Ν Α Ζ Η Τ Η Σ Η Σ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Και αν υποθέσουμε πως η αρχή αυτών των σχέσεων εγκαινιάζεται με την ΥΕΙΙΙΓ περίοδο,
ασφαλώς αυτές διερύνονται και στον συμβολικό και θρησκευτικό χώρο, ιδιαίτερα κατά
την αρχαϊκή εποχή, όταν εμφανίζεται η π ά ^ ς - κ ρ ά τ ο ς . Από τη μιά το Άργος επιδιώκει την
επέκταση της πολιτικής και πολιτισμικής του επιρροής και από την άλλη οι πόλεις της
βόρειο-δυτικής Πελοποννήσου επιθυμούν την επανασύνδεση τους με το μυκηναϊκό τους
παρελθόν, το οποίο υιοθετείται τώρα και από το Άργος το οποίο, ως ο αποκλειστικός
του κληρονόμος, το προβάλλει ως ένα είδος πολιτισμικού αντίβαρου στη δωρική Σπάρτη.
Οι σχέσεις θα διευρυνθούν περαιτέρω κατά την υστεροκλασική και ιδιαίτερα την ελλη­
νιστική εποχή με την ένταξη του Άργους στο αχαϊκό Κοινό η επέκταση του οποίου, σε
ολόκληρη την Πελοπόννησο, μπορεί να θεωρηθεί ως η απάντηση των Αχαιών στην μακραίωνη
δωρική κυριαρχία.

21. Για το σύστημα των φρατριών του Άργους, που εισήχθη ταυτόχρονα με το δημοκρατικό πολίτευμα, βλ.
Μ. WÖRRLE, Untersuchungen zur Verfasungsgeschichte von Argos im 5. Jahrhundert vor Christus, Erlange 1964, σ. 1 -31
και 50-54 και ειδικότερα σ. 24-25* για τις φρατρίες των οποίων το όνομα έχει ενδεχομένως κάποια σχέση με
την Αχαΐα: M. PIÉRART, «Phratries et kômaid'Argos», BCH 107 (1983), σ. 269-275' P. CHARNEUX, «Phratries et
kômai d'Argos», BCH 108 (1984), σ. 207-227; Ch. KRITZAS, «Aspects de la vie politique et économique d'Argos
au Ve siècle avant J. -C. », στο M. PIÉRART (éd. ), Polydipsion Argos. Argos de la fin des palais mycéniens à la constitution
de Vétat classique, Paris 1992, σ. 236-240. Του ιδίου, «Nouvelles inscriptions d Argos: les archives des comptes 511
du trésor sacré (IV e s. av. J.-C.)», CRAI 2006 τεύχ. 1, σ. 397-434 και ειδικότερα σ. 425 (με όλη την
προγενέστερη σχετική βιβλιογραφία). ΑΡΧΑΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

You might also like