You are on page 1of 122

Περιεχόμενα

1 Το αόριστο ολοκλήρωμα 3
1.1 Η έννοια της αρχικής συνάρτησης και του αορίστου ολοκληρώματος 3
1.2 Το διαφορικό συνάρτησης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 5
1.3 Αόριστα ολοκληρώματα στοιχειωδών συναρτήσεων . . . . . . . . . 7
1.4 Ολοκλήρωση με αντικατάσταση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 10
1.5 Ολοκλήρωση κατά παράγοντες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 21
1.6 Ολοκλήρωση ρητών συναρτήσεων . . . . . . . . . . . . . . . . . . 30
1.7 Παραδείγματα υπολογισμού αόριστων ολοκληρωμάτων . . . . . . . 39
1.8 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 49

2 Το ολοκλήρωμα Riemann ή ορισμένο ολοκλήρωμα 51


2.1 Ιδιότητες του ορισμένου ολοκληρώματος . . . . . . . . . . . . . . . 51
2.2 Ο τύπος των Newton-Leibnitz . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 54
2.3 Μέθοδοι ολοκλήρωσης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 56
2.4 Το ολοκλήρωμα Riemann ως εμβαδόν και άλλες
εφαρμογές αυτού . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 59
2.5 Παραδείγματα με υπολογισμό εμβαδού . . . . . . . . . . . . . . . . 66
2.6 Προσέγγιση ορισμένων ολοκληρωμάτων . . . . . . . . . . . . . . . 68
2.7 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 73

3 Πολλαπλά ολοκληρώματα 77
3.1 Συναρτήσεις πολλών μεταβλητών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 77
3.2 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 84

4 Το γενικευμένο ολοκλήρωμα 89
4.1 Το γενικευμένο ολοκλήρωμα πρώτου είδους . . . . . . . . . . . . . 89
4.2 Κριτήρια σύγκλισης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 92
4.3 Το γενικευμένο ολοκλήρωμα δευτέρου και μικτού είδους . . . . . . 96
4.4 Οι συναρτήσεις Βήτα και Γάμμα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 97
4.5 Μετασχηματισμός Laplace . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 100

1
2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

4.6 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 101

5 Διαφορικές εξισώσεις 103


5.1 Γενικά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 103
5.2 Γραμμικές διαφορικές εξισώσεις 1ης τάξης . . . . . . . . . . . . . . 105
5.3 Διαφορικές εξισώσεις Bernoulli . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 107
5.4 Διαφορικές εξισώσεις χωριζομένων μεταβλητών . . . . . . . . . . . 108
5.5 Διαφορικές εξισώσεις αμέσως ολοκληρώσιμες και ολοκληρωτικοί
παράγοντες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 112
5.6 Διαφορικές εξισώσεις 2ης τάξης που ανάγονται σε διαφορικές εξι-
σώσεις 1ης τάξης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 116
5.7 Διαφορικές εξισώσεις Riccati . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 118
5.8 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 119
Κεφάλαιο 1

Το αόριστο ολοκλήρωμα

1.1 Η έννοια της αρχικής συνάρτησης και του αορίστου


ολοκληρώματος
Ορισμός 1.1.1 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα της ευθείας των πραγματικών αριθμών, το οποίο δεν είναι
αναγκαστικά φραγμένο και f : ∆ → IR μια συνάρτηση. Μια συνάρτηση F : ∆ → IR λέγεται αρχική
ή παράγουσα ή αντιπαράγωγος της f , αν η F είναι παραγωγίσιμη στο ∆ και ισχύει F 0 (x) = f (x),
∀ x ∈ ∆.

Παρατήρηση 1.1.2 Υπενθυμίζουμε ότι αν ένα διάστημα ∆ περιέχει και ένα τουλάχιστον άκρο του,
εκεί θεωρούμε ότι υπάρχει η πλευρική παράγωγος της συνάρτησης. Δηλαδή μια συνάρτηση g : [a, b) →
IR λέγεται παραγωγίσιμη, αν ∀ x0 ∈ (a, b), υπάρχει η παράγωγος

g(x) − g (x0 )
g 0 (x0 ) = lim
x→x0 x − x0
και αν υπάρχει η πλευρική παράγωγος

0 g(x) − g(a)
g+ (a) = lim+ .
x→a x−a
Ας θεωρήσουμε τώρα τη συνάρτηση f : IR → IR, με f (x) = 2x, ∀ x ∈ IR. Μια αρχική αυτής
είναι η συνάρτηση F : IR → IR, με F (x) = x2 , ∀ x ∈ IR, γιατί F 0 (x) = 2x. ΄Ομως και η συνάρτηση
G : IR → IR, με G(x) = x2 + 1 είναι αρχική συνάρτηση της f , αφού G0 (x) = 2x.
Δεν έχει όμως κάθε συνάρτηση αρχική. Αν είναι συνεχής τότε έχει μία τουλάχιστον αρχική. Πα-
ρακάτω θα δούμε ποιες ακριβώς είναι όλες οι αρχικές μιας συνάρτησης.

Πρόταση 1.1.3 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα, f : ∆ → IR μια συνάρτηση και F : ∆ → IR μια αρχική της
f . ΄Εστω ακόμα μια συνάρτηση G : ∆ → IR. Τότε η G είναι αρχική της f , αν και μόνον αν ∃ c ∈ IR,
τέτοιος ώστε: G(x) = F (x) + c.

3
4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Παρατήρηση 1.1.4 Από την πρόταση 1.1.3 συνάγεται ότι αν γνωρίζουμε μια αρχική συνάρτηση F
μιας συνάρτησης f , τότε γνωρίζουμε όλες τις αρχικές συναρτήσεις της f .

Ορισμός 1.1.5 Το σύνολο των αρχικών συναρτήσεων μιας συνάρτησης f : ∆ → IR, όπου ∆ είναι
R
διάστημα, συμβολίζεται με f (x) dx και καλείται αόριστο ολοκλήρωμα της f ή απλά ολοκλήρωμα
της f . Αν υπάρχει αρχική F για τη συνάρτηση f , λέμε ότι η f είναι ολοκληρώσιμη ή ότι το αόριστο
R
ολοκλήρωμα της f υπάρχει. Τότε f (x) dx = {F + c : c ∈ IR} .

Παρατήρηση 1.1.6 Το αόριστο ολοκλήρωμα όπως το ορίσαμε δεν είναι συνάρτηση, εμείς όμως
παρακάτω θα το βλέπουμε σαν συνάρτηση (σαν μία από τις αρχικές) με τους εξής συμβιβασμούς: Αν
R R R
γράφουμε f (x) dx = F (x), εννοείται ότι θα ισχύει και f (x) dx = F (x) + 1 και γενικά f (x) dx =
F (x) + c, ∀ c ∈ IR. Η ισότητα που χρησιμοποιείται εδώ δεν είναι η γνωστή μας ισότητα1 , γιατί
R R
αν: f (x) dx = F (x) και f (x) dx = G(x), δεν συνάγεται ότι F (x) = G(x), ∀ x ∈ ∆, αλλά ότι
R R
∃ c ∈ IR : F (x) = G(x) + c, ∀ x ∈ ∆. Αν γράψουμε f (x) dx = g(x) dx είναι το ίδιο με το να
R R R R
γράψουμε f (x) dx = g(x) dx + 5 ή γενικά f (x) dx = g(x) dx + c, ∀ c ∈ IR. Ακόμη, ενώ
γενικά λέμε ότι έχουμε μια συνάρτηση f με τιμή στο x, το f (x) και τιμή στο 1, το f (1), εδώ, σε καμία
R R
περίπτωση δεν συμβολίζουμε την τιμή της f (x) dx στο 1 με f (1) d1.

Πρόταση 1.1.7 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f : ∆ → IR μια παραγωγίσιμη συνάρτηση. Τότε:
R 0
f (x) dx = f (x) + c, ∀ c ∈ IR.

f 0 (x) dx = f (x).
R
Σύμφωνα με όσα είπαμε στην παρατήρηση 1.1.6 μπορούμε να γράφουμε:
Εύκολα από τον ορισμό 1.1.5 και την παρατήρηση 1.1.6 προκύπτει η παρακάτω

Πρόταση 1.1.8 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f : ∆ → IR μια ολοκληρώσιμη συνάρτηση. Τότε:
R 0
f (x) dx = f (x).

Παρατήρηση 1.1.9 Η μέθοδος για την εύρεση μιας αρχικής συνάρτησης της f (και κατά συνέπεια η
μέθοδος για την εύρεση του αορίστου ολοκληρώματος της f ) καλείται ολοκλήρωση της f . Το σύμβολο
R
f (x) dx δηλώνει ότι ολοκληρώνουμε την f ως προς τη μεταβλητή x. Ολοκλήρωση δηλώνει το
R
σύμβολο και τη μεταβλητή ως προς την οποία γίνεται η ολοκλήρωση την δηλώνει το dx.
1 Είναι η ισότητα κλάσεων ισοδυναμίας.
1.2. ΤΟ ΔΙΑΦΟΡΙΚΟ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ 5

1.2 Το διαφορικό συνάρτησης

Συμβολίζουμε με L = L (IR, IR) το σύνολο όλων των γραμμικών συναρτήσεων από το IR στο IR, δηλαδή
όλων των συναρτήσεων g, που είναι της μορφής g(x) = ax, για κάποιο a ∈ IR.

Ορισμός 1.2.1 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f : ∆ → IR μια παραγωγίσιμη συνάρτηση. Διαφορικό
της f (συμβολίζεται με df ) καλείται μια συνάρτηση df : ∆ → L, που είναι τέτοια ώστε ∀ x ∈ ∆, df (x)
να είναι η γραμμική συνάρτηση του IR στο IR με τύπο df (x)(h) = f 0 (x) · h, ∀ h ∈ IR. Η συνάρτηση
df (x) : IR → IR καλείται διαφορικό της f στο x.

Παρατήρηση 1.2.2 ΄Οπως λέμε γενικά μια συνάρτηση g με τιμή g(h), εδώ λέμε η συνάρτηση
df (x) με τιμή df (x)(h). Δηλαδή df (x) είναι μια συνάρτηση, ενώ df (x)(h) είναι ένας πραγματικός
αριθμός, είναι η τιμή της df (x) στο h.

Γενικά για δυο συναρτήσεις f , g με ίδιο πεδίο ορισμού, f = g, σημαίνει f (x) = g(x), για κάθε x
που ανήκει στο πεδίο ορισμού. Εδώ, αν ∆ είναι ένα διάστημα της ευθείας των πραγματικών αριθμών και
f, g : ∆ → IR είναι δυο παραγωγίσιμες συναρτήσεις, όταν γράφουμε df = dg, εννοείται ότι ∀ x ∈ ∆,
df (x) = dg(x) και αυτό με την σειρά του σημαίνει ότι df (x)(h) = dg(x)(h), ∀ h ∈ IR.
Θεωρούμε τώρα την ταυτοτική απεικόνιση I : IR → IR με I(x) = x, ∀ x ∈ IR. Το διαφορικό
αυτής, είναι dI : IR → L, με dI(x) : IR → IR, ∀ x ∈ IR και dI(x)(h) = I 0 (x) · h = (x)0 h =
h, ∀ x, h ∈ IR. Παρατηρούμε δηλαδή ότι το διαφορικό της ταυτοτικής απεικόνισης είναι
πάλι η ταυτοτική απεικόνιση.
Αν έχουμε μια συνάρτηση, για παράδειγμα την f : IR → IR με τύπο f (x) = x2 + sin x, τότε αντί

για df (x) γράφουμε d x2 + sin x . ΄Ετσι με dx συμβολίζουμε επίσης το διαφορικό της ταυτοτικής
απεικόνισης στο x. Τότε για κάθε x, f (x)dx είναι το γινόμενο του πραγματικού αριθμού f (x) με την
συνάρτηση dx, οπότε f (x)dx ∈ L δηλαδή f (x)dx είναι η συνάρτηση από το IR στο IR, με f (x)dx(h) =
R
f (x) · h, ∀ h ∈ IR. Προσοχή όμως: Στον συμβολισμό f (x) dx, το dx δεν είναι το διαφορικό
της ταυτοτικής απεικόνισης, αλλά απλώς συμβολίζει ως προς ποια μεταβλητή ολοκληρώνουμε. Δεν έχει
R
νόημα, στις σημειώσεις αυτές, το σύμβολο χωρίς να συνοδεύεται από το σύμβολο dx. Παρακάτω θα
δούμε ότι ο συμβολισμός αυτός δεν επιλέχτηκε τυχαία και ότι μπορούμε να «βλέπουμε» το dx και ως
διαφορικό.
6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Πρόταση 1.2.3 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f : ∆ → IR μια παραγωγίσιμη συνάρτηση. Τότε df (x) =
f 0 (x)dx, ∀ x ∈ ∆.

Παρατήρηση 1.2.4 ΄Οπως αναφέραμε στα Μαθηματικά Ι, την παράγωγο f 0 (x) μιας συνάρτησης f
df (x) df d
στο x, τη συμβολίζουμε μερικές φορές και με dx ή dx (x) ή dx f (x), ιδιαίτερα όταν έχουμε πολλές
μεταβλητές στην παράστασή μας και κατά συνέπεια θέλουμε να δώσουμε έμφαση ως προς ποια μετα-
df (x)
βλητή παραγωγίζουμε. Η μορφή dx σε συνδυασμό με την προηγούμενη πρόταση δικαιολογεί αυτόν
τον συμβολισμό.

Λήμμα 1.2.5 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f, g : ∆ → IR δυο συναρτήσεις. Τότε ισχύει f (x)dx =
g(x)dx, ∀ x ∈ ∆, αν και μόνον αν f = g.

Πρόταση 1.2.6 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f, g : ∆ → IR δυο συναρτήσεις, όπου η f είναι παραγω-
df (x)
γίσιμη. Τότε ∀ x ∈ ∆, dx = g(x) ⇔ df (x) = g(x)dx.

Από το Λήμμα 1.2.5 και την πρόταση 1.1.8, έχουμε αμέσως το

Πόρισμα 1.2.7 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f, g : ∆ → IR δυο ολοκληρώσιμες συναρτήσεις. Τότε
R R
ισχύει, f (x)dx = g(x)dx, ∀ x ∈ ∆ αν και μόνον αν f (x) dx = g(x), dx.

Από τις προτάσεις 1.1.8 και 1.2.3 προκύπτει αμέσως η επόμενη

Πρόταση 1.2.8 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα και f : ∆ → IR μια ολοκληρώσιμη συνάρτηση. Τότε
R 
d f (x) dx = f (x) dx.

Παρατήρηση 1.2.9 Από την άλλη μεριά είναι f 0 (x) dx = f (x) και επειδή f 0 (x)dx = df (x) θα
R
R
μπορούσαμε να γράψουμε df (x) = f (x) αν και το αριστερό μέλος της τελευταίας ισότητας δεν το
έχουμε ορίσει (βλέπε παρατήρηση 1.4.2). Με βάση αυτό και την προηγούμενη πρόταση λέμε ότι τα
R
σύμβολα και d αλληλοαναιρούνται, δηλαδή απλοποιούνται.

Τέλος λέμε πολλές φορές ότι βάζουμε μια συνάρτηση f μέσα στο διαφορικό ή βάζουμε
την f μέσα στο d. Αυτό γίνεται με την εξής έννοια: Βρίσκουμε μια αρχική F της f οπότε F 0 (x) = f (x)
και κατά συνέπεια f (x) dx = F 0 (x) dx = dF (x). Δηλαδή για να βάλουμε μια συνάρτηση μέσα στο
διαφορικό της, πρέπει να βρούμε το αόριστο ολοκλήρωμα αυτής.
1.3. ΑΟΡΙΣΤΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ 7

1.3 Αόριστα ολοκληρώματα στοιχειωδών συναρτήσεων


Είδαμε παραπάνω ότι 2x dx = x2 + c, ∀ c ∈ IR και είπαμε ότι είναι το ίδιο με το να γράφουμε
R

2x dx = x2 . Παρακάτω δίνονται τα αόριστα ολοκληρώματα βασικών στοιχειωδών συναρτήσεων κάθε


R

μια από τις οποίες είναι ορισμένη σε ένα διάστημα των πραγματικών αριθμών. Η απόδειξη γίνεται εύκολα,
παραγωγίζοντας τη συνάρτηση που είναι στην τρίτη στήλη παίρνουμε την αντίστοιχη της πρώτης στήλης.
Ως μεταβλητή εννοείται πάντα η x και όπου υπάρχει a, αυτό είναι παράμετρος. Το a είναι μια σταθερά
στο σύνολο που δίνεται. Το ∆ μπορεί να είναι και οποιοδήποτε άλλο υποδιάστημα από αυτό που δίνεται.
Αυτός ο πίνακας και τα αόριστα ολοκληρώματα του παραδείγματος 1.4.9 είναι καλά να απομνημονευτούν
από τον αναγνώστη.
8 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

R
f (x) ∆ f (x) dx

a, a ∈ IR (−∞, +∞) ax

xa+1
xa , a ∈ (−∞, −1) ∪ (−1, +∞) (0, +∞) a+1

xa+1
xa , a ∈ (0, +∞) (−∞, +∞) a+1

xa+1
xa , a ∈ ZZ και a 6= 1 (0, +∞) ή (−∞, 0) a+1

1
x
(0, +∞) ln x

1
x
(−∞, 0) ln(−x)

ex (−∞, +∞) ex

sin x (−∞, +∞) − cos x

cos x (−∞, +∞) sin x

1
cos2 x
κάθε διάστημα της μορφής tgx
κπ − π2 , κπ + π2 , k ∈ ZZ

1
sin2 x
κάθε διάστημα της μορφής −ctgx
(κπ, κπ + π) , k ∈ ZZ

sinh x (−∞, +∞) cosh x

cosh x (−∞, +∞) sinh x

1
cosh2 x
(−∞, +∞) tghx

1
sinh2 x
(0, +∞) ή (−∞, 0) −ctghx

Παρατήρηση 1.3.1 Το σύνολο ∆, όπου ορίζεται η συνάρτηση f της οποίας υπολογίζουμε το αόριστο
ολοκλήρωμα πρέπει να είναι διάστημα της ευθείας των πραγματικών αριθμών.
1.3. ΑΟΡΙΣΤΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ 9

Αν δεν είναι διάστημα δεν ισχύει εν γένει: «Αν για μια συνάρτηση h : ∆ → IR, είναι h0 (x) = 0,
∀ x ∈ ∆, τότε η h είναι σταθερή συνάρτηση» και έτσι δεν ισχύει ότι αν F : ∆ → IR είναι μια αρχική
της f , τότε μία συνάρτηση G : ∆ → IR είναι αρχική της f , αν και μόνον αν ∃ c ∈ IR, τέτοιος ώστε:
G(x) = F (x) + c. Για παράδειγμα δεν ισχύει για την σταθερή συνάρτηση f : (−∞, 0) ∪ (0, +∞) → IR,
με τύπο f (x) = 1.
Πράγματι, οι συναρτήσεις F, G : (−∞, 0) ∪ (0, +∞) → IR, με

x + 1, x > 0
F (x) = x και G(x) =
x − 1, x < 0

είναι αρχικές της f . Αν υπήρχε c ∈ IR, ώστε, G(x) = F (x) + c, ∀ x ∈ IR, τότε θα είχαμε
G(1) = F (1) + c και G(−1) = F (−1) + c. ΄Αρα 2 = 1 + c και −2 = −1 + c, πράγμα άτοπο. Μπορούμε
για παράδειγμα να γράφουμε x1 dx = ln |x|, για x ∈ (0, +∞) ή για x ∈ (−∞, 0), όχι όμως και για
R

x ∈ (−∞, 0) ∪ (0, +∞).

Πρόταση 1.3.2 ΄Εστω c1 , c2 ∈ IR και f1 , f2 δυο ολοκληρώσιμες συναρτήσεις με πεδίο ορισμού ένα
διάστημα ∆, τότε η συνάρτηση c1 f1 + c2 f2 είναι επίσης ολοκληρώσιμη και ισχύει
Z Z Z
[c1 f1 (x) + c2 f2 (x)] dx = c1 f1 (x) dx + c2 f2 (x) dx.

Πόρισμα 1.3.3 ΄Εστω c1 , c2 , . . . , cn ∈ IR και f1 , f2 , . . . , fn , n στο πλήθος ολοκληρώσιμες συναρ-


τήσεις με πεδίο ορισμού ένα διάστημα ∆, τότε και η συνάρτηση c1 f1 + c2 f2 + · · · + cn fn είναι ολοκλη-
ρώσιμη και ισχύει
Z Z Z Z
[c1 f1 (x) + c2 f2 (x) + · · · + cn fn (x)] dx = c1 f1 (x) dx + c2 f2 (x) dx + · · · + cn fn (x) dx.

Παρατήρηση 1.3.4 Συμφωνούμε να παραλείπουμε την μονάδα στα αόριστα ολοκληρώματα. ΄Ετσι
R 1
dx, γράφουμε fdx
R R R
αντί για 1 dx, γράφουμε dx και για μια συνάρτηση f αντί για f (x) (x) . Δηλαδή
συμβολίζουμε Z Z Z Z
dx 1
dx = 1 dx και = dx.
f (x) f (x)

Παράδειγμα 1.3.5 Για την συνάρτηση f : ∆ → IR που δίνεται παρακάτω να υπολογίσετε κάθε φορά
R
το f (x) dx.

α) f (x) = (x + 1)(x − 1), ∆ = IR.


x+1
β) f (x) = x , ∆ = (−∞, 0).

γ) f (x) = sin(ln x), ∆ = (0, 1) ∪ (1, +∞).



x x−x2 +7x5 sin x
δ) f (x) = x5 ∆ = (0, +∞).
,

ε) f (x) = coscos 2x π

2 x sin2 x , ∆ = 0, 2 .
10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

1
∆ = − π2 , 0 .

στ) f (x) = cos2 x sin2 x
,

ζ) f (x) = cos2 x2 , ∆ = IR.

Λύση: Ανάγουμε όλα τα ολοκληρώματα με πράξεις, χρησιμοποιώντας το πόρισμα 1.3.3, σε αυτά του
πίνακα της σελίδας 8:
3
(x + 1)(x − 1) dx = (x2 − 1) dx = x2 dx − 1 dx = x3 − x.
R R R R
α)

β) x+1
R x 1
1 + x1 dx = dx + dx
R R  R R
x dx = x + x dx = x = x + ln(−x).

γ) Δεν έχει νόημα γιατί το ∆ δεν είναι διάστημα.


√ 1
!
x x − x2 + 7x5 sin x
Z Z Z 
δ) x2 1 − 27 −3

dx = − + 7 sin x dx = x − x + 7 sin x dx
x5 x4 x3
Z Z Z
− 27 −3
= x dx − x dx + 7 sin x dx
7
x− 2 +1 x−3+1 2 5 1
= 7 − − 7 cos x = − x− 2 + 2 − 7 cos x
− 2 + 1 −3 + 1 5 2x
2 1
= − 2 √ + 2 − 7 cos x.
5x x 2x

cos2 x − sin2 x
Z Z Z  
ε) cos 2x 1 1
dx = dx = − dx
cos2 x sin2 x cos2 x sin2 x sin2 x cos2 x
Z Z
dx dx
= 2 − = −ctgx − tgx.
sin x cos2 x

cos2 x + sin2 x
Z Z Z Z  
στ) dx 1 1 1
= dx = dx = + dx
cos x sin2 x
2 cos2 x sin2 x cos2 x sin2 x sin2 x cos2 x
Z Z
dx dx
= 2 dx + dx = −ctgx + tgx.
sin x cos2 x

x 1+cos x 1 1
cos2 cos x dx = 12 x + 1
R R R R
ζ) 2 dx = 2 dx = 2 dx + 2 2 sin x.


1.4 Ολοκλήρωση με αντικατάσταση


Μερικές φορές είναι δυνατόν, ολοκληρώματα που δεν είναι από αυτά του πίνακα της σελίδας 8, αλλά
ούτε μπορούν να αναχθούν άμεσα σε αυτά, με την βοήθεια του πορίσματος 1.3.3, να μεταφερθούν σε
αυτή την περίπτωση αν αντικαταστήσουμε την μεταβλητή x με μια συνάρτηση φ μιας άλλης μεταβλητής
t, δηλαδή αν θέσουμε x = φ(t). Η επόμενη πρόταση, γνωστή και ως θεώρημα της αντικατάστασης,
αναφέρει κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να γίνει αυτό.
1.4. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 11

Πρόταση 1.4.1 ΄Εστω ∆1 , ∆2 δυο διαστήματα του IR, f : ∆1 → IR μια συνεχής συνάρτηση και
φ : ∆2 → IR μια συνάρτηση που έχει συνεχή παράγωγο στο ∆2 , το πεδίο τιμών της περιέχεται στο ∆1
και ισχύει φ0 (t) 6= 0, ∀ t ∈ ∆2 . Τότε υπάρχει η αντίστροφη συνάρτηση φ−1 της φ και ισχύει
Z Z
f (x) dx = f (φ(t)) · φ0 (t) dt,

όπου στο τελευταίο ολοκλήρωμα, που είναι συνάρτηση του t, αφού το υπολογίσουμε, θέτουμε t = φ−1 (x)
για να γίνει αυτό συνάρτηση του x.

Παρατήρηση 1.4.2 Σύμφωνα με αυτή την πρόταση, βλέπουμε ότι το d μέσα στο ολοκλήρωμα «δου-
R R
λεύει» και ως διαφορικό. Πράγματι, αν στο f (x) dx, βάλουμε όπου x το φ(t), παίρνουμε: f (x) dx =
R R
f (φ(t)) d φ(t) και λόγω του προηγούμενου συμπεράσματος, μπορούμε να γράψουμε: f (φ(t)) d φ(t) =
f (φ(t)) · φ0 (t) dt. Θα μπορούσαμε δηλαδή να πούμε ότι εφαρμόζεται το συμπέρασμα της πρότασης
R

1.2.3: dφ(t) = φ0 (t) dt.


R
Ακόμη, λόγω της παρατήρησης 1.3.4 μπορούμε στην παρατήρηση 1.2.9 να πούμε ότι df (x) =
1 df (x) = f 0 (x) dx = f (x).
R R

Πρακτικά όταν κάνουμε την αντικατάσταση στο f (x) dx, υπολογίζουμε πρώτα το dx = φ0 (t) dt και
R

αντικαθιστούμε στην συνέχεια, το x με το φ(t) και το dx με το φ0 (t) dt.

Το θεώρημα αντικατάστασης, μας δίνει προϋποθέσεις για να αντικαταστήσουμε τη μεταβλητή x με


μια συνάρτηση του t. Αν το ολοκλήρωμα έχει μια κατάλληλη μορφή μπορούμε να αντικαταστήσουμε
μια συνάρτηση του x με t, χωρίς να λύσουμε ως προς x. Συγκεκριμένα ισχύει η επόμενη πρόταση, η
οποία αποδεικνύεται χρησιμοποιώντας το θεώρημα παραγώγισης σύνθετης συνάρτησης.

Πρόταση 1.4.3 ΄Εστω ∆1 , ∆2 δυο διαστήματα του IR, f : ∆1 → IR μια συνάρτηση που έχει αρχική
την F και φ : ∆2 → IR μια παραγωγίσιμη συνάρτηση με φ (∆2 ) ⊆ ∆1 . Τότε η (f ◦ φ) · φ0 έχει αρχική
την F ◦ φ.

Παρατήρηση 1.4.4 Η προηγούμενη πρόταση, μας λέει ότι αν γνωρίζουμε το


Z
f (x) dx = F (x),

τότε Z Z
0
f (φ(x)) · φ (x) dx = f (φ(x)) d φ(x) = F (φ(x)) .

Στο μεσαίο ολοκλήρωμα ολοκληρώνουμε την f (φ(x)) ως προς την μεταβλητή φ(x).
Για παράδειγμα, επειδή γνωρίζουμε ότι
Z
ex dx = ex ,
θα είναι: Z Z Z
1 0
etghx dx = e tghx
(tghx) dx = etghx dtghx = etghx
cosh2 x
12 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

και συνήθως παραλείπουμε το πρώτο βήμα και γράφουμε


Z Z
1
etghx dx = etghx dtghx = etghx .
cosh2 x
1
Μετά το πρώτο βήμα λέμε ότι βάζουμε το cosh2 x
μέσα στο διαφορικό (βλέπε παρατήρηση 1.2.9).

Παράδειγμα 1.4.5 Για τη συνάρτηση f : ∆ → IR που δίνεται παρακάτω να υπολογίσετε κάθε φορά
R
το f (x) dx, αν

1
α) f (x) = x+1 , ∆ = (−∞, −1) ή ∆ = (−1, +∞) (Μόνο ένα διάστημα από τα
δύο, όχι ένωση διαστημάτων, όπως στην γ) του παραδείγματος 1.3.5),
x
β) f (x) = , ∆ = (−∞, −1) ή ∆ = (−1, +∞)
x+1

x
, ∆ = −∞, − 23 ή ∆ = − 23 , +∞
 
γ) f (x) = 2x+3

δ) f (x) = sin(2x − 3), ∆ = IR.

Λύση:

α) Θέτουμε: x + 1 = t, δηλαδή x = t − 1, άρα dx = dt, οπότε


Z Z
dx dt
= = ln |t| = ln |x + 1|
x+1 t

ή αλλιώς Z Z
dx d(x + 1)
= = ln |x + 1|.
x+1 x+1

Z  
x+1−1
Z Z Z Z
β) x 1 dx
dx = dx = 1− dx = dx− = x−ln |x+1|.
x+1 x+1 x+1 x+1

Z  
2x + 3 − 3
Z Z Z
γ) x 1 2x 1 1 3
dx = dx = dx = 1− dx
2x + 3 2 2x + 3 2 2x + 3 2 2x + 3
Z Z
1 3 dx 1 3 d(2x + 3) 1 3
= x− = x− = x − ln |2x + 3|.
2 2 2x + 3 2 4 2x + 3 2 4

δ) Θέτουμε: 2x − 3 = t ⇒ x = t+3 dt
2 ⇒ dx = 2 . ΄Αρα
Z Z
1 1 1
sin(2x − 3) dx = sin t dt = − cos t = − cos(2x − 3).
2 2 2

1.4. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 13

R
Παράδειγμα 1.4.6 Ας υπολογίσουμε το (x + 1) dx με τους εξής δυο τρόπους:

x2
Z Z Z
(x + 1) dx = x dx + dx = +x
2
και

(x + 1)2 x2
Z Z
1
(x + 1) dx = (x + 1) d(x + 1) = = +x+ .
2 2 2
Σημειώνεται ότι δεν καταλήγουμε σε παράλογο συμπέρασμα, γιατί οι δυο συναρτήσεις που βρίσκουμε
διαφέρουν κατά σταθερά (βλέπε παρατήρηση 1.1.6).


Πρόταση 1.4.7 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα, f : ∆ → IR μια παραγωγίσιμη συνάρτηση που είναι ή μόνον
0
θετική ή μόνον αρνητική στο ∆. Τότε η ff είναι ολοκληρώσιμη και

f 0 (x)
Z
dx = ln |f (x)|.
f (x)
Αυτή η πρόταση μας δίνει έναν τρόπο να υπολογίζουμε ολοκληρώματα, αν ο αριθμητής είναι η
παράγωγος του παρονομαστή. Ο παραπάνω τύπος γράφεται επίσης

f 0 (x)
Z Z
df (x)
dx = .
f (x) f (x)

Παράδειγμα 1.4.8 Για την συνάρτηση f : ∆ → IR που δίνεται παρακάτω να υπολογίσετε κάθε φορά
R
το f (x) dx, αν

α) f (x) = tgx, ∆ = − π2 + kπ, π2 + kπ , για κάποιο k ∈ ZZ.




β) f (x) = ctgx, ∆ = (kπ, kπ + π), όπου k ∈ ZZ.

γ) f (x) = tghx, ∆ = IR.

δ) f (x) = ctghx, ∆ = (0, +∞) ή ∆ = (−∞, 0).


2x−5
ε) f (x) = x2 −5x+6 , ∆ = (−∞, 2) ή ∆ = (2, 3) ή ∆ = (3, +∞).
x+1
στ) f (x) = x2 +2x+7 ∆ = IR.

Λύση:

sin x
dx = − dcos
R R R cos x
α) tgx dx = cos x x = − ln | cos x|.
R R cos x R d sin x
β) ctgx dx = sin x dx = sin x = ln | sin x|.
R R sinh x R d cosh x
γ) tghx dx = cosh x dx = cosh x = ln(cosh x).
14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

cosh x d sinh x
R R R
δ) ctghx dx = sinh x dx = sinh x = ln | sinh x|.

2x−5
R (x2 −5x+6)0
dx = ln |x2 − 5x + 6|.
R
ε) x2 −5x+6 dx = x2 −5x+6

x+1 1
R (x2 +2x+7)0 1
 √
ln x2 + 2x + 7 = ln x2 + 2x + 7.
R
στ) x2 +2x+7 = 2 x2 +2x+7 dx = 2


Από το θεώρημα αντικατάστασης (πρόταση 1.4.1), υπολογίζονται τα ολοκληρώματα του επόμενου


παραδείγματος, τα οποία ανήκουν στην κατηγορία των στοιχειωδών ολοκληρωμάτων και θα πρέπει να
απομνημονευτούν από τον αναγνώστη, εκτός από το δ), που είναι ολοκλήρωμα ρητής συνάρτησης (βλέπε
§1.6).

Παράδειγμα 1.4.9 Για την συνάρτηση f : ∆ → IR που δίνεται παρακάτω να υπολογίσετε κάθε φορά
R
το f (x) dx, αν

α) f (x) = ax , ∆ = IR και a ∈ (0, 1) ∪ (1, +∞).

1
β) f (x) = x2 +1 , ∆ = IR.

γ) f (x) = √ 1 , ∆ = IR.
x2 +1

1
δ) f (x) = x2 −1 , ∆ = (−∞, −1) ή ∆ = (−1, 1) ή ∆ = (1, +∞).

ε) f (x) = √ 1 , ∆ = (−1, 1).


1−x2

στ) f (x) = √ 1 , ∆ = (1, +∞) ή ∆ = (−∞, −1).


x2 −1
1.4. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 15

Λύση:

α) Είναι Z Z Z
x ln ax
a dx = e dx = ex ln a dx.

Θέτουμε
t
x= , t ∈ IR.
ln a
Τότε
1
dx = dt.
ln a
΄Αρα Z Z
x 1 1 t 1 x ln a 1 x
a dx = et dt = e = e = a .
ln a ln a ln a ln a
β) Θέτουμε  π π
x = tgt, t ∈ − , ,
2 2
τότε
1 1  π π
dx = dt και > 0, ∀ t∈ − , .
cos2 t cos2 t 2 2
΄Αρα
Z Z Z Z
dx 1 1 1
= 2 cos2 t dt = dt = dt = t = Artgx.
1 + x2 1 + tg t cos t + sin2 t
2

γ) Θέτουμε x = sinh t. Τότε dx = cosh t dt και έχουμε


Z Z Z
dx cosh t cosh t
√ = p dt = dt = t = Arsinhx.
x2 + 1 2
sinh t + 1 cosh t

δ) Με την λεγόμενη ανάλυση σε απλά κλάσματα που θα δούμε παρακάτω,


βρίσκουμε
1 1 1 1 1 1
= = − .
x2 − 1 (x + 1)(x − 1) 2x−1 2x+1
΄Αρα
s
x − 1
Z Z Z
dx 1 dx 1 dx 1 1
2
= − = ln |x−1|− ln |x+1| = ln x + 1 .

x −1 2 x−1 2 x+1 2 2

΄Ενας άλλος τρόπος είναι να θέσουμε x = ctght ⇒ dx = − sinh1 2 t dt.


΄Αρα
Z Z Z
dx 1 1 dt
=− 2 2 dt = − = −t = −Arctghx.
x2 − 1 sinh t ctgh t − 1 cosh t − sinh2 t
2
16 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

ε) Θέτουμε x = sin t, t ∈ − π2 , π2 . Τότε (sin t)0 = cos t > 0, dx = cos t dt.




΄Αρα Z Z
dx cos t
√ = dt = t = Arsinx.
1 − x2 | cos t|

στ) Αν x ∈ (1, +∞), θέτουμε x = cosh t, t ∈ (0, +∞). Τότε dx = sinh t dt και
sinh t > 0, ∀ t > 0. Πράγματι,

et − e−t
sinh t > 0 ⇔ > 0 ⇔ et − e−t > 0 ⇔ et > e−t ⇔ e2t > 1 ⇔ t > 0.
2
΄Αρα
Z Z Z Z
dx sinh t sinh t
√ = p dt = dt = dt = t = Arcoshx.
x2 − 1 cosh2 t − 1 | sinh t|

Αν x ∈ (−∞, −1), θέτουμε x = − cosh t, t ∈ (−∞, 0).


Τότε dx = − sinh t dt και − sinh t > 0, ∀ t < 0.
΄Αρα

− sinh t − sinh t − sinh t


Z Z Z Z Z
dx
√ = p dt = dt = dt = dt = t = Arcosh(−x).
x2 − 1 cosh2 t − 1 | sinh t| − sinh t

΄Αρα σε κάθε περίπτωση ισχύει:


Z
dx
√ = Arcosh|x|.
x2 − 1


Παρατήρηση 1.4.10 Στο προηγούμενο παράδειγμα

ˆ Για το γ) είναι

et − e−t
t = Arsinhx ⇔ sinh t = x ⇔ = x ⇔ et − e−t = 2x ⇔ e2t − 2xet − 1 = 0
2  
p p
⇔ et = x + 1 + x2 ⇔ t = ln x + 1 + x2 .

΄Αρα Z
dx  p 
√ = ln x + x2 + 1 .
x2 + 1
q
ˆ Για το δ), αν x > 1, τότε αρχικές της x21−1 είναι η ln x−1
x+1 και η −Arctghx.
Αυτές οι αρχικές «φαίνεται» να μην είναι ίσες, όμως αν θέσουμε
r
x−1
ln = a και −Arctghx = b,
x+1
1.4. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 17

έχουμε r
x−1 x−1 1 + e2a
= ea ⇔ = e2a ⇔ x =
x+1 x+1 1 − e2a
και
e−b + eb
Arctghx = −b ⇔ ctgh(−b) = x ⇔ x = .
e−b − eb
΄Αρα

1 + e2a e−b + eb
2a
= −b ⇔ 2e2a−b = 2eb ⇔ e2a−2b = 1 ⇔ a = b.
1−e e − eb

et +e−t
ˆ Για το στ), αν x ∈ (1, +∞) και Arcoshx = t ⇒ x = cosh t ⇒ x = 2

2x± 4x2 −4

⇒ et + e−t = 2x ⇒ e2t − 2xet + 1 = 0 ⇒ et = 2 =x± x2 − 1.
΄Ομως, p
x− x2 − 1 < 1 (∗)
αφού
p p
x − x2 − 1 < 1 ⇔ x − 1 < x2 − 1 ⇔ (x − 1)2 < x2 − 1 ⇔ x2 − 2x + 1 < x2 − 1
⇔ −2x < −2 ⇔ x > 1.

΄Αρα  p 
Arcoshx = ln x + x2 − 1 ,
√ 
καθ’ ότι αποκλείεται Arcoshx = ln x − x2 − 1 , επειδή Arcoshx = t > 0
√ 
και λόγω της (∗) είναι ln x − x2 − 1 < 0.
Αν τώρα x ∈ (−∞, −1) και Arcosh(−x) = t ⇒ −x = cosh t
t −t
⇒ −x = e +e
2 ⇒ et + e−t = −2x ⇒ e2t + 2xet + 1 = 0

−2x± 4x2 −4

⇒ et = 2 = −x ± x2 − 1.
΄Ομως, p
−x + x2 − 1 > 1 (∗∗)

αφού x + 1 < x2 − 1 ισχύει, επειδή x + 1 < 0.
√ 
΄Ετσι αποκλείεται Arcosh(−x) = ln −x + x2 − 1 , επειδή
Arcosh(−x) = t < 0 από την (∗∗).
΄Αρα:  p 
Arcosh(−x) = ln −x − x2 − 1 .
Οπότε σε κάθε περίπτωση είναι
Z
dx p
√ = ln x + x2 − 1 ,

x2 − 1
18 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ
√ √ √
γιατί, αν x < −1, είναι −x − x2 − 1 = |x| − x2 − 1 = x + x2 − 1 ,
αφού
p p  p 2  p 2
|x| − x2 − 1 = x + x2 − 1 ⇔ |x| − x2 − 1 = x + x2 − 1

p p p p
⇔ x2 − 2|x| x2 − 1 + x2 − 1 = x2 + 2x x2 − 1 + x2 − 1 ⇔ −2|x| x2 − 1 = 2x x2 − 1

⇔ −|x| = x, που ισχύει.

Από εδώ και στο εξής δεν θα αναφέρουμε κάθε φορά το διάστημα όπου ορίζεται η προς ολοκλήρωση
συνάρτηση. Μόνο να προσέξει ο αναγνώστης αν καταλήξει σε παράλογο συμπέρασμα, ίσως αυτό να
οφείλεται στα διαστήματα ορισμού.
Συνοψίζοντας:

ax
Z Z Z
dx dx  p 
ax dx = , = Artgx, √ = Arsinhx = ln x + x 2+1 ,
ln a x2 + 1 x2 + 1
Z Z
dx dx p
√ = Arsinx, √ = Arcosh|x| = ln x + x2 − 1

1−x 2 2
x −1

Παράδειγμα 1.4.11 Για a ∈ IR με a > 0, έχουμε

d xa
Z Z Z
dx 1 dx 1 1 x
2 2
= 2 2 = 2 = Artg ,
a +x a x a x a a

1+ a 1+ a

από την β) του παραδείγματος 1.4.9. ΄Ομοια εργαζόμενοι βρίσκουμε:


Z
dx x  p 
√ = Arsinh = ln x + x2 + a2 , 2
x2 + a2 a
s
x − a
Z
dx 1 x 1
= − Arctgh = ln ,
x2 − a2 a a a x + a
και Z
dx x
√ = Arsin .
a2−x 2 a


Παράδειγμα 1.4.12

cos x d sin x sin−3 x


= − 3 sin1 3 x
R R
α) sin4 x
dx = sin4 x
= −3
3 3 3
1
ex x2 dx = ex dx3 = 13 ex
R R
β) 3
 q   √ 

x2 +a2
 
x 2 x+
Arsinh x x

2 Ισχύει:
a
= ln a
+ a
+1 = ln a
= ln x + x2 + a2 − ln a
και το ln a είναι σταθερό.
1.4. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 19

2 2 2
1
xex dx = ex dx2 = 12 ex
R R
γ) 2

δ) Θέτοντας x + 1 = t, έχουμε:

(x + 1)4 t4 t3
Z 3 Z 3
t +1−1
Z Z Z Z
t +1 dt
dx = dt = dt = dt = dt −
x + (x + 1)2 + 1 t+t 2 1+t 1+t 1+t 1+t
(t + 1)(t2 − t + 1) t3 t2
Z
= dt − ln |t + 1| = − + t − ln |t + 1|
t+1 3 2
(x + 1)3 (x + 1)2
= − + x + 1 − ln |x + 2|
3 2

ecos x sin x dx = − ecos x d cos x = −ecos x


R R
ε)

cos2 x−sin2 x
R R R
στ) sin x cos x dx = ctgx dx− tgx dx = ln | sin x|+ln | cos x| = ln | sin x cos x|

dx cos2 x+sin2 x
R R R R
ζ) sin x cos x = sin x cos x dx = ctgx dx+ tgx dx = ln | sin x|−ln | cos x| =
ln |tgx|
R dx
R dx 1
R dx 1
p
η) sin 2x = 2 sin x cos x = 2 sin x cos x = 2 ln |tgx| = ln |tgx|

dx dx dx
= ln tg x2
R R R
θ) sin x = 2 sin x x = x
2
x
2 cos 2 sin 2cos 2

d π2 − x
Z Z Z 
ι) dx dx  π x   π x 
= = −  = − ln tg − = ln ctg −

π π

cos x sin 2 − x sin 2 − x 4 2 4 2

h π  π x i  π x 
= ln tg − − = ln tg +

2 4 2 4 2

ια) Θέτοντας x + 1 = t, έχουμε:



(x + 1)19 t19 t19 − 1 + 1 (t − 1) t18 + t17 + · · · + t + 1 + 1
Z Z Z Z
dx = dt = dt = dt
x t−1 t−1 t−1
19 18 2
(x + 1) (x + 1) (x + 1)
= + + ··· + + x + 1 + ln |x|
19 18 2


Μέθοδος 1.4.13 ΄Εστω a ∈ IR, a > 0.



ˆ Αν έχουμε στο ολοκλήρωμα την παράσταση a2 − x2 , προκειμένου να «δι-
ώξουμε» την ρίζα, θέτουμε: x = a sin t ή x = a cos t. Αν x ∈ (−a, a),
με την αντικατάσταση x = a sin t, μπορούμε παίρνοντας t ∈ − π2 , π2 , να


έχουμε
p p
a2 − x2 = a2 − a2 sin2 t = a| cos t| = a cos t.
20 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

ˆ Επίσης, για την ρίζα a2 + x2 , αν x ∈ IR, θέτοντας x = a sinh t, t ∈ IR,
βρίσκουμε p
a2 + x2 = a cosh t.

Επίσης μπορούμε θέτοντας x = atgt, t ∈ − π2 , π2 , να βρούμε




p a
a2 + x2 = .
cos t

ˆ Τέλος, αν το ολοκλήρωμα «περιέχει» την x2 − a2 , θέτοντας για x ∈ (a, +∞),
x = a cosh t και για x ∈ (−∞, −a), x = −a cosh t με t ∈ (0, +∞), παίρνου-
με σε κάθε περίπτωση p
x2 − a2 = a sinh t.
a
Σε αυτή την περίπτωση «δουλεύει» επίσης η αντικατάσταση x = cos t , με t ∈
0, π2

για
x ∈ (a, +∞) και t ∈ π2 , π για x ∈ (−∞, −a).


Συνοψίζοντας,

αν έχουμε στο ολοκλήρωμα: θέτουμε:


a 2 − x2 x = a sin t ή x = a cos t


a 2 + x2 x = a sinh t ή x = atgt

√ a
x2 − a2 x = a cosh t ή x = −a cosh t ή x = cos t

Με αυτές τις αντικαταστάσεις, «διώχνουμε» απλώς την ρίζα, δεν σημαίνει ότι το ολοκλήρωμα που
προκύπτει θα υπολογίζεται σίγουρα. Αυτό εξαρτάται από το ποια είναι η προς ολοκλήρωση συνάρτηση.
Γενικά, επιτρέπεται οποιαδήποτε αντικατάσταση, από την στιγμή που ικανοποιούνται οι υποθέσεις της
πρότασης 1.4.1.

Παράδειγμα 1.4.14 Να υπολογίσετε τα αόριστα ολοκληρώματα:


x
R
α) √1+x 2
dx

√dx
R
β) x 1−x2

√ x
R
γ) 3−x4
dx
1.5. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ 21

Λύση:

α) Θέτοντας x = sinh t, έχουμε:


Z Z Z
x sinh t cosh t p p
√ dx = p dt = sinh t dt = cosh t = 1 + sinh2 t = 1 + x2 .
1 + x2 1 + sinh2 t
Αυτό το ολοκλήρωμα μπορεί βέβαια να υπολογιστεί και ως εξής:
 − 1 +1
d 1 + x2 1 1 + x2 2
Z Z
x 1 p
√ dx = √ = 1 = 1 + x2 .
1 + x2 2 1 + x2 2 −2 + 1

β) Είναι |x| < 1. Θέτοντας x = sin t, t ∈ − π2 , π2 , έχουμε με την βοήθεια του




θ) του παραδείγματος 1.4.12:


2 sin 2t cos 2t
Z Z Z
dx cos t dt t sin t
√ = dt = = ln tg = ln
= ln

x 1 − x2 sin t cos t sin t 2 2 cos2 2t 1 + cos t
1 − √1 − x 2

x
= ln √ = ln .

1 + 1 − x2 x

√ q √ 
2 2
γ) Ο παρονομαστής έχει την μορφή 3 − x4 =
3 − (x2 ) . Θέτουμε

√ √ 3
x2 = 3 sin t ⇒ 2x dx = 3 cos t dt ⇒ x dx = cos t dt.
2
΄Αρα
√ Z
x2
Z
x 3 cos t 1 1
√ dx = p dt = t = Arsin √
3 − x4 2 3 − 3 sin2 t 2 2 3

ή αλλιώς, θέτοντας κατ΄ αρχήν x2 = t και στην συνέχεια t = 3 sin ω,
έχουμε

dx2
Z Z Z Z
x 1 1 dt 1 3 cos ω 1
√ dx = √ = √ = p dω = ω
3−x 4 2 3−x 4 2 3−t 2 2 2
3 − 3 sin ω 2
2
1 t 1 x
= Arsin √ = Arsin √ .
2 3 2 3


1.5 Ολοκλήρωση κατά παράγοντες


Πρόταση 1.5.1 ΄Εστω ∆ ένα διάστημα του IR και f, g : ∆ → IR δυο παραγωγίσιμες συναρτήσεις που
είναι τέτοιες ώστε να υπάρχει το αόριστο ολοκλήρωμα της f 0 g. Τότε υπάρχει και το αόριστο ολοκλήρωμα
της f g 0 και ισχύει Z Z
f (x)g 0 (x) dx = f (x)g(x) − f 0 (x)g(x) dx.
22 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Παρατήρηση 1.5.2 Αν συμβολίζουμε με f (x) dg(x) το f (x)g 0 (x) dx, υποκινούμενοι από το ότι
R R

dg(x) = g 0 (x)dx, το συμπέρασμα της προηγούμενης πρότασης, που είναι γνωστό και ως τύπος της
παραγοντικής ολοκλήρωσης, γράφεται:
Z Z
f (x) dg(x) = f (x)g(x) − g(x) df (x).

Παραγοντική ολοκλήρωση εφαρμόζεται συνήθως όταν έχουμε να υπολογίσουμε το αόριστο ολο-


κλήρωμα του γινομένου δυο συναρτήσεων. Αν ∆ ένα διάστημα και f, h : ∆ → IR, δυο συναρτήσεις,
R
προκειμένου να εφαρμόσουμε παραγοντική ολοκλήρωση στο f (x)h(x) dx, θα πρέπει να έχουμε μια
συνάρτηση μέσα στο d. Αν g(x) = h(x) dx, τότε g 0 (x) = h(x) και έτσι
R
Z Z Z Z
0
f (x)h(x) dx = f (x)g (x) dx = f (x) dg(x) = f (x)g(x) − g(x) df (x)
Z
= f (x)g(x) − f 0 (x)g(x) dx.

Στην ισότητα Z Z
f (x)h(x) dx = f (x) dg(x),
R
βάζουμε την h μέσα στο d. Η ίδια διαδικασία μπορεί να συνεχιστεί. ΄Ετσι αν επιπλέον g(x) dx = G(x),
τότε
Z Z Z Z
f (x)h(x) dx = f (x) dg(x) = f (x)g(x) − f 0 (x)g(x) dx = f (x)g(x) − f 0 (x) dG(x)
Z
= f (x)g(x) − f (x)G(x) + f 00 (x)G(x) dx.
0

Μέθοδος 1.5.3 Αν στην προηγούμενη παρατήρηση για μια συνάρτηση f : ∆ → IR, όπου ∆ δι-
άστημα, πάρουμε h(x) = 1, g(x) = x, προκύπτει f (x) dx = xf (x) − xf 0 (x) dx. ΄Ετσι κάνουμε,
R R
R
όπως λέμε, άμεσα παραγοντική ολοκλήρωση. Με αυτόν τον τρόπο υπολογίζεται το ln x dx.
Είναι: ln x dx = x ln x − x(ln x)0 dx = x ln x − dx = x ln x − x.
R R R

Μέθοδος 1.5.4 Αν, κάνοντας παραγοντική ολοκλήρωση, προκύψει πάλι το ολοκλήρωμα από το οποίο
ξεκινήσαμε, τότε μπορούμε να το υπολογίσουμε θεωρώντας το σαν άγνωστο και λύνοντας την εξίσωση
ως προς αυτό. Για να γίνει αυτό θα χρειαστεί να κάνουμε τουλάχιστον δυο παραγοντικές ολοκληρώσεις
(βλέπε παρατήρηση 1.5.6). ΄Ετσι υπολογίζονται, για κάθε a, b ∈ IR\{0} τα ολοκληρώματα eax sin bx dx
R

και eax cos bx dx (βλέπε τα παραδείγματα 1.5.7 και 1.5.8).


R

Παράδειγμα 1.5.5 Είναι


Z Z Z
I = sin x cos x dx = sin x d sin x = sin2 x − sin x cos x dx = sin2 x − I,

άρα
sin2 x
I= .
2

1.5. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ 23

Παρατήρηση 1.5.6 Το I στο προηγούμενο παράδειγμα υπολογίζεται αμέσως από την πρόταση 1.4.3,
θέτοντας sin x = t. Αυτό ισχύει γενικά, γιατί αν για τις παραγωγίσιμες συναρτήσεις f, g : ∆ → IR,
όπου ∆ διάστημα, είναι Z Z
f (x)g 0 (x) dx = f 0 (x)g(x) dx,

τότε
f (x)g 0 (x) = f 0 (x)g(x), ∀ x ∈ ∆,

άρα
 0
f (x)
= 0, ∀ x ∈ ∆,
g(x)
οπότε ∃ c ∈ IR, τέτοιο ώστε ∀ x ∈ ∆ να είναι f (x) = cg(x). ΄Αρα

[g(x)]2
Z Z Z
0 0
f (x)g (x) dx = cg(x)g (x) dx = c g(x) dg(x) = c .
2

Παράδειγμα 1.5.7
Z Z Z
1 1 1
e−2x sin 3x dx = − sin 3x de−2x = − e−2x sin 3x + e−2x 3 cos 3x dx
2 2 2
Z
1 −2x 3
=− e sin 3x − cos 3x de−2x
2 4
Z
1 3 3
= − e−2x sin 3x − e−2x cos 3x − e−2x 3 sin 3x dx
2 4 4
Z
1 −2x 3 −2x 9
=− e sin 3x − e cos 3x − e−2x sin 3x dx.
2 4 4

΄Αρα Z  
−2x 2 −2x 3
e sin 3x dx = − e sin 3x + cos 3x .
13 2


Σε αυτό το παράδειγμα κάναμε δυο παραγοντικές ολοκληρώσεις. Αν έχουμε να υπολογίσουμε και τα


δυο ολοκληρώματα της μορφής eax sin bx dx και eax cos bx, μπορούμε να αποφύγουμε να κάνουμε
R R

τέσσερις παραγοντικές ολοκληρώσεις, δυο, για το καθένα, κάνοντας συνολικά μόνο δυο, όπως φαίνεται
στο παρακάτω

Παράδειγμα 1.5.8 ΄Εστω a, b ∈ IR \ {0}, I = eax sin bx dx και J = eax cos bx dx. Είναι
R R

Z Z
1 1 1
I= sin bx deax = eax sin bx − eax b cos bx dx
a a a
και Z Z
1 1 ax 1
J= cos bx deax = e cos bx + eax b sin bx dx.
a a a
24 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

΄Αρα
1 ax b
I= e sin bx − J (1)
a a
και
1 ax b
J=
e cos bx + I (2).
a a
Αντικαθιστώντας την (2) στην (1), προκύπτει

1 ax b b2
I= e sin bx − 2 eax cos bx − 2 I
a a a
και λύνοντας αυτή ως προς I, βρίσκουμε τελικά
1
I= eax (a sin bx − b cos bx).
a2 + b2
Αντικαθιστώντας την τελευταία στην (2), βρίσκουμε
1
J= eax (a cos bx + b sin bx).
a2 + b2


Μέθοδος 1.5.9 Αν έχουμε να υπολογίσουμε ένα ολοκλήρωμα μιας συνάρτησης που είναι κλάσμα
και ο παρονομαστής είναι το τετράγωνο μιας συνάρτησης g, της οποίας η παράγωγος υπάρχει στον
αριθμητή, δηλαδή αν έχουμε να υπολογίσουμε ένα ολοκλήρωμα της μορφής

f (x)g 0 (x)
Z
2 dx,
[g(x)]
υπολογίζουμε το
1 g 0 (x)
d =− 2 dx
g(x) [g(x)]
οπότε
f (x)g 0 (x) f 0 (x)
Z Z Z
1 f (x)
2 dx = − f (x) d =− + dx.
[g(x)] g(x) g(x) g(x)
R 0 (x)
Αν μπορεί να υπολογιστεί το fg(x) τότε υπολογίζεται και το αρχικό. Στην πράξη δεν εξετάζουμε
0
αρχικά αν η g υπάρχει στον αριθμητή.

Παράδειγμα 1.5.10 Αν a ∈ IR, a > 0, τότε θέτοντας x = a sin t, έχουμε


Z √ 2
a − x2 cos2 t
Z Z
a cos t
dx = 2 a cos t dt = dt.
x 2 2
a sin t sin2 t
Επειδή έχουμε τετράγωνο στον παρονομαστή, βρίσκουμε το
1 cos t
d = − 2 dt.
sin t sin t
1.5. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ 25

΄Αρα:
Z √ p
a 2 − x2 cos2 t (cos t)0 1 − sin2 t
Z Z Z
1 cos t
x2
dx = 2 dt = − cos t d
sin t
=−
sin t
+
sin t
dt = −
sin t
−t
sin t

q
2
1 − xa2 x a2 − x2 x
=− x − Arsin = − − Arsin .
a a x a


΄Εστω τώρα n ∈ IN ∪ {0}) και In το αόριστο ολοκλήρωμα μιας συνάρτησης η οποία εξαρτάται από
τον n (συνήθως το n είναι εκθέτης). Αν γνωρίζουμε το I0 και έναν τύπο που δίνει για κάθε n ≥ 1 το In
συναρτήσει του In−1 , μπορούμε θέτοντας n = 1 να βρούμε έναν τύπο που να δίνει το I1 συναρτήσει του
I0 και έτσι να βρούμε το I1 (ο υπολογισμός του I1 ανάγεται στον υπολογισμό του I0 ). Στην συνέχεια
για n = 2, βρίσκουμε τύπο που συνδέει το I2 με το I1 και έτσι βρίσκουμε το I2 . Με αυτή την διαδικασία
μπορούμε να υπολογίσουμε το In για οποιοδήποτε n. Ο τύπος που συνδέει το In με το In−1 λέγεται
αναγωγικός τύπος.

xn ex dx. Τότε για


R
Παράδειγμα 1.5.11 Θεωρούμε για n ∈ IN ∪ {0} το αόριστο ολοκλήρωμα In =
n ≥ 1, είναι In = xn dex = xn ex − ex dxn = xn ex − n xn−1 ex dx. ΄Αρα
R R R

In = xn ex − nIn−1 (∗)

Ακόμη
Z
I0 = ex dx = ex .

΄Ετσι μπορούμε να υπολογίσουμε το I3 , με την βοήθεια της (∗), ως εξής:


Z
I3 = x3 ex dx = x3 ex − 3I2 = x3 ex − 3 x2 ex − 2I1 = x3 ex − 3x2 ex + 6I1


= x3 ex − 3x2 ex + 6 (xex − I0 ) = ex x3 − 3x2 + 6x − 6 .




Στην πράξη δεν εφαρμόζουμε την (∗), αλλά κάνουμε διαδοχικές παραγοντικές ολοκληρώσεις με τον ίδιο
τρόπο που βρήκαμε τον αναγωγικό τύπο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση αυτό γίνεται βάζοντας το ex
μέσα στο d. ΄Ετσι, εργαζόμαστε ως εξής:
Z Z Z
x e dx = x de = x e − 3 x2 ex dx
3 x 3 x 3 x

Z Z
= x3 ex − 3 x2 dex = x3 ex − 3x2 ex + 6 xex dx
Z
= x e − 3x e + 6 x dex = x3 ex − 3x2 ex + 6xex − 6ex .
3 x 2 x


26 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Αναγωγικός τύπος για ένα ολοκλήρωμα In , n ∈ IN∪{0} είναι επίσης ένας τύπος που δίνει, για n ≥ 2, το
In συναρτήσει των In−1 και In−2 . Τότε, αν γνωρίζουμε τα I1 και I0 , μπορούμε να υπολογίσουμε κάθε
In . Το ίδιο συμβαίνει αν δίνεται για n ≥ k το In συναρτήσει των In−1 , In−2 , . . . , In−k και μπορούμε να
υπολογίσουμε τα I0 , I1 , . . . , Ik−1 και γενικά αν αναγόμαστε στον υπολογισμό άλλων ολοκληρωμάτων,
όπως στην περίπτωση των μεθόδων 1.5.14 και 1.5.16.

xn eax dx. Τότε


R
Μέθοδος 1.5.12 ΄Εστω a ∈ IR \ {0}, n ∈ IN ∪ {0} και In =
Z Z
1 1 n ax n
∀ n ∈ IN, In = xn eax dx = xn deax = x e − In−1 .
a a a

Επειδή I0 = eax dx = a1 eax , μπορούμε με την βοήθεια αυτού του αναγωγικού τύπου και του πορίσματος
R

1.3.3 να υπολογίσουμε γενικά όλα τα αόριστα ολοκληρώματα της μορφής P (x)eax dx, όπου P είναι
R

ένα πολυώνυμο (θεωρούμε ταυτόσημες τις έννοιες του πολυωνύμου και της πολυωνυμικής συνάρτησης)
και a ∈ IR \ {0}.
Πράγματι, αν P (x) = am xm + am−1 xm−1 + · · · + a1 x + a0 , τότε:
Z
P (x)eax dx = am Im + am−1 Im−1 + · · · + a1 I1 + a0 I0 (∗).

Αυτή η μέθοδος εφαρμόζεται γενικά για τον υπολογισμό ολοκληρωμάτων της μορφής
Z
P (x)abx dx,

όπου a ∈ (0, 1) ∪ (1, +∞) και b ∈ IR \ {0}. Πράγματι, όπως στην (∗), αναγόμαστε στον υπολογισμό των
Z
xn abx dx

και βάζοντας το abx μέσα στο d, βρίσκουμε αναγωγικό τύπο.


΄Ενας άλλος τρόπος είναι να θέσουμε
t
x=
b ln a
(σύγκρινε με την a) του παραδείγματος 1.4.9). Τότε παίρνουμε
Z Z
n bx 1
x a dx = n+1 tn et dt.
b (ln a)n+1

Παράδειγμα 1.5.13
Z Z Z  
1 1 1
x · 3x+5 dx = 35 x · 3x dx = 35 x d3x = 35 x · 3x − 3 x
.
ln 3 ln 3 (ln 3)2

1.5. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ 27

Μέθοδος 1.5.14 ΄Εστω a ∈ IR \ {0}. Θεωρούμε για κάθε n ∈ IN ∪ {0} τα αόριστα ολοκληρώματα
Z Z
n
In = x sin ax dx και Jn = xn cos ax dx.

∀ n ∈ IN είναι,
Z Z
1 1 1
In = − xn d cos ax = − xn cos ax + nxn−1 cos ax dx,
a a a

δηλαδή
1 n
In = − xn cos ax + Jn−1
a a
και όμοια βάζοντας το cos ax μέσα στο d, βρίσκουμε

1 n n
Jn = x sin ax − In−1 .
a a
΄Ετσι ο υπολογισμός του In και του Jn ανάγεται στον υπολογισμό του Jn−1 και του In−1 αντίστοιχα.
Επειδή γνωρίζουμε το
Z Z
1 1
I0 = sin ax dx = − cos ax και το J0 = cos ax dx = sin ax,
a a

μπορούμε να υπολογίσουμε γενικά τα ολοκληρώματα της μορφής


Z Z
P (x) sin ax dx και P (x) cos ax dx,

όπου a ∈ IR \ {0}) και P πολυώνυμο.

x3 sin 2x dx.
R
Παράδειγμα 1.5.15 Να υπολογίσετε το

Λύση: Είναι
Z Z Z
1 1 3
x3 sin 2x dx = − x3 d cos 2x = − x3 cos 2x + x2 cos 2x dx
2 2 2
Z Z
1 3 3 2 1 3 3 2 6
= − x cos 2x + x d sin 2x = − x cos 2x + x sin 2x − x sin 2x dx
2 4 2 4 4
Z
1 3 3
= − x3 cos 2x + x2 sin 2x + x d cos 2x
2 4 4
Z
1 3 3 2 3 3
= − x cos 2x + x sin 2x + x cos 2x − cos 2x dx
2 4 4 4
1 3 3 3
= − x3 cos 2x + x2 sin 2x + x cos 2x − sin 2x.
2 4 4 8

28 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Μέθοδος 1.5.16 Θα δούμε τώρα πως υπολογίζονται τα


Z Z
P (x)eax sin bx dx και P (x)eax cos bx dx,

όπου P πολυώνυμο και a, b ∈ IR \ {0}. Το πρώτο από αυτά ανάγεται στο


Z
In = xn eax sin bx dx

και το δεύτερο στο Z


Jn = xn eax cos bx dx.

Επειδή από το παράδειγμα 1.5.8 έχουμε


Z
1
eax sin bx dx = eax (a sin bx − b cos bx),
a2 + b2
βάζουμε το eax sin bx μέσα στο d και παίρνουμε
Z
1
In = xn d 2 eax (a sin bx − b cos bx)
a + b2
xn eax
Z
1
= 2 (a sin bx − b cos bx) − eax (a sin bx − b cos bx)nxn−1 dx.
a + b2 a2 + b2
΄Αρα
xn eax na nb
In = 2 2
(a sin bx − b cos bx) − 2 2
In−1 + 2 Jn−1 .
a +b a +b a + b2
΄Ετσι ανάγουμε τον υπολογισμό του In στον υπολογισμό των In−1 και Jn−1 . Επειδή ο υπολογισμός του
Jn ανάγεται παρόμοια πάλι στον υπολογισμό των In−1 και Jn−1 και από το παράδειγμα 1.5.8 γνωρίζουμε
τα I0 και J0 , μπορούμε έτσι τελικά να υπολογίσουμε για κάθε πολυώνυμο P , ∀ a ∈ (0, 1) ∪ (1, +∞)
και ∀ b, c, d ∈ IR τα
Z Z
P (x)abx sin(cx + d) dx και P (x)abx cos(cx + d) dx.

Αυτό γίνεται, χρησιμοποιώντας τους τύπους από την τριγωνομετρία

sin(ax + b) = sin ax cos b + sin b cos ax, cos(ax + b) = cos ax cos b − sin ax sin b
t
και, όπως στην μέθοδο 1.5.12, χρησιμοποιώντας την αντικατάσταση x = ln a . Τέλος, χρησιμοποιώντας
και τους τύπους

sin(A + B) + sin(A − B) cos(A − B) − cos(A + B)


sin A cos B = , sin A sin B =
2 2
και
cos(A + B) + cos(A − B)
cos A cos B = ,
2
1.5. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ 29

μπορούμε για κάθε πολυώνυμο P , ∀ a ∈ (0, 1)∪(1, +∞) και ∀ b, c, c1 , d1 , c2 , d2 ∈ IR να υπολογίσουμε


τα
Z Z
P (x)abx+c sin (c1 x + d1 ) cos (c2 x + d2 ) dx, P (x)abx+c sin (c1 x + d1 ) sin (c2 x + d2 ) dx

και Z
P (x)abx+c cos (c1 x + d1 ) cos (c2 x + d2 ) dx.

Παράδειγμα 1.5.17 Το Z
x2 − 2x − 3 ex sin x dx


ανάγεται από το πόρισμα 1.3.3 στον υπολογισμό των


Z Z Z
2 x
x e sin x dx, xex sin x dx και ex sin x dx.

Επειδή

ex x2 x
Z Z Z x
2 x 2 e
x e sin x dx = x d (sin x − cos x) = e (sin x − cos x) − (sin x − cos x)2x dx
2 2 2
x2 x
Z Z
= e (sin x − cos x) − xex sin x dx + xex cos x dx,
2

μένει να υπολογίσουμε τα
Z Z
xex sin x dx και xex cos x dx.

Για το πρώτο έχουμε:

ex
Z Z Z x
x x x e
xe sin x dx = x d (sin x − cos x) = e (sin x − cos x) − (sin x − cos x) dx
2 2 2
Z Z
x 1 1
= ex (sin x − cos x) − ex sin x dx + ex cos x dx.
2 2 2

΄Ετσι από το παράδειγμα 1.5.8 υπολογίζεται αυτό. ΄Ομοια υπολογίζεται το άλλο.




Μέθοδος 1.5.18 ΄Εστω m ∈ IN. Τότε

xm+1 xm+1
Z Z Z
1 1
xm ln x dx = ln x d = ln x − xm+1 dx.
m+1 m+1 m+1 x

΄Αρα
xm+1 xm+1
Z
xm ln x dx = ln x − .
m+1 (m + 1)2
30 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Θεωρούμε για κάθε n ∈ IN ∪ {0} το


Z
In = xm (ln x)n dx.

∀ n ≥ 1,

xm+1
Z Z Z
m n n 1 1 1
In = x (ln x) dx = (ln x) d = xm+1 (ln x)n − xm+1 n(ln x)n−1 dx.
m+1 m+1 m+1 x

΄Αρα
xm+1 n
In = (ln x)n − In−1 .
m+1 m+1
Με την βοήθεια αυτού του αναγωγικού τύπου και του πορίσματος 1.3.3 υπολογίζονται όλα τα αόριστα
ολοκληρώματα της μορφής
Z
P (x)(ln x)n dx,

όπου P πολυώνυμο και n ∈ IN.

1.6 Ολοκλήρωση ρητών συναρτήσεων


Ορισμός 1.6.1 Ρητή συνάρτηση ονομάζεται κάθε συνάρτηση που είναι πηλίκο δυο πολυωνυμικών
συναρτήσεων μιας μεταβλητής.

Κάθε ρητή συνάρτηση είναι συνεχής, άρα υπάρχει το αόριστο ολοκλήρωμα αυτής. Το ολοκλήρωμα
αυτό υπολογίζεται πάντα. Παρακάτω θα δούμε μια γενική μέθοδο για τον υπολογισμό του. Αν

P (x)
Q(x)

είναι μια ρητή συνάρτηση, όπου P (x) και Q(x) είναι δυο πολυώνυμα και το Q(x) έχει ρίζες τους
πραγματικούς αριθμούς
ρ1 , ρ2 , . . . , ρn−1 , ρn ,

με
ρ1 < ρ2 < · · · < ρn−1 < ρn ,

τότε η
P (x)
Q(x)
έχει πεδίο ορισμού την ένωση των διαστημάτων

(−∞, ρ1 ) , (ρ1 , ρ2 ) , . . . , (ρn−1 , ρn ) , (ρn , +∞) .


1.6. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΡΗΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ 31

Επειδή όταν αναζητούμε το αόριστο ολοκλήρωμα μιας συνάρτησης το πεδίο ορισμού αυτής πρέπει να
είναι διάστημα, συμπεραίνουμε ότι το πεδίο ορισμού της

P (x)
,
Q(x)

της οποίας ζητούμε να βρούμε το αόριστο ολοκλήρωμα, θα είναι ένα ακριβώς από τα παραπάνω δια-
στήματα ή κάποιο υποδιάστημα αυτού.

Ορισμός 1.6.2 Λέμε ότι το πολυώνυμο Q(x) διαιρεί το πολυώνυμο P (x), αν υπάρχει πολυώνυμο
Π(x), έτσι ώστε P (x) = Q(x) · Π(x). ΄Ενα πολυώνυμο λέγεται μονικό αν ο συντελεστής του μεγι-
στοβάθμιου όρου είναι η μονάδα. ΄Ενα πολυώνυμο λέγεται ανάγωγο, αν αυτό είναι μονικό και τα μόνα
μονικά πολυώνυμα που το διαιρούν είναι το 1 και ο εαυτός του.

Από την ΄Αλγεβρα είναι γνωστές οι επόμενες προτάσεις.

Πρόταση 1.6.3 ΄Ενα πολυώνυμο P (x) είναι ανάγωγο, αν και μόνον αν ∃ ρ ∈ IR :


P (x) = x − ρ ή ∃ p, q ∈ IR με p2 − 4q < 0 : P (x) = x2 + px + q.

Πρόταση 1.6.4 ΄Εστω P (x) και Q(x) δυο πολυώνυμα με degP (x) ≥ degQ(x) (degP (x) είναι ο
βαθμός του P (x)). Τότε υπάρχουν μοναδικά πολυώνυμα Π(x), Y (x) με Y (x) = 0 ή degY (x) < degQ(x)
ώστε να ισχύει P (x) = Q(x) · Π(x) + Y (x).

Πρόταση 1.6.5 ΄Εστω P (x) και Q(x) δυο πολυώνυμα με degP (x) < degQ(x) και υποθέτουμε ότι
το Q(x) είναι μονικό. Από την πρόταση 1.6.3, συμβαίνει ένα ακριβώς από τα παρακάτω:

(i.) Υπάρχουν μοναδικά k1 , k2 , . . . , kn ∈ IN και ρ1 , ρ2 , . . . , ρn ∈ IR, ώστε


k1 k2 kn
Q(x) = (x − ρ1 ) (x − ρ2 ) · · · (x − ρn ) .

(ii.) Υπάρχουν μοναδικά λ1 , λ2 , . . . , λm ∈ IN και p1 , q1 , p2 , q2 , . . . , pm , qm ∈ IR


με p2i − 4qi2 < 0, ∀ i ∈ {1, 2, . . . , m}, ώστε
λ1 λ 2 λm
Q(x) = x2 + p1 x + q1 x2 + p 2 x + q 2 · · · x2 + pm x + qm .

(iii.) Υπάρχουν μοναδικά k1 , k2 , . . . , kn , λ1 , λ2 , . . . , λm ∈ IN και


ρ1 , ρ2 , . . . , ρn , p1 , q1 , p2 , q2 , . . . , pm , qm ∈ IR με p21 − 4qi2 < 0, ∀ i ∈
{1, 2 . . . , m}, ώστε
λ1 λ2 λm
Q(x) = (x − ρ1 )k1 (x − ρ2 )k2 · · · (x − ρn )kn x2 + p1 x + q1 x2 + p2 x + q2 · · · x2 + pm x + qm .

Τότε ανάλογα με την περίπτωση έχουμε τα εξής:


32 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

(Ι.) Υπάρχουν a11 , a12 , . . . , a1k1 , a21 , a22 , . . . , a2k2 , . . . , an1 , an2 , . . . , ankn ∈ IR,
έτσι ώστε
P (x) a11 a12 a1k1 a21 a22 a2k2
= + 2 + ··· + k
+ + 2 + ··· + k
Q(x) x − ρ1 (x − ρ1 ) (x − ρ1 ) 1 x − ρ2 (x − ρ2 ) (x − ρ2 ) 2
an1 an2 ankn
+ ··· + + 2 + ··· + k
.
x − ρn (x − ρn ) (x − ρn ) n

(ΙΙ.) Υπάρχουν
b11 , c11 , b12 , c12 , . . . , b1λ1 , c1λ1 , b21 , c21 , b22 , c22 , . . . , b2λ2 , c2λ2 , . . . , bm1 , cm1 , bm2 , cm2 , . . . , bmλm , cmλm ∈ IR,

έτσι ώστε
P (x) b11 x + c11 b12 x + c12 b1λ1 x + c1λ1
= 2 + 2 + ··· + λ
Q(x) x + p1 x + q1 2
(x + p1 x + q1 ) 2
(x + p1 x + q1 ) 1
b21 x + c21 b22 x + c22 b2λ2 x + c2λ2
+ 2 + 2 + ··· + λ
x + p2 x + q2 2
(x + p2 x + q2 ) (x2 + p2 x + q2 ) 2
bm1 x + cm1 bm2 x + cm2 bmλm x + cmλm
+ ··· + + 2 + ··· + λ
.
x2 + pm x + qm (x2 + pm x + qm ) (x2 + pm x + qm ) m

(ΙΙΙ.) Υπάρχουν a11 , a12 , . . . , a1k1 , a21 , a22 , . . . , a2k2 , . . . , an1 , an2 , . . . , ankn , b11 , c11 , b12 , c12 , . . . , b1λ1 , c1λ1 ,
b21 , c21 , b22 , c22 , . . . , b2λ2 , c2λ2 , . . . , bm1 , cm1 , bm2 , cm2 , . . . , bmλm , cmλm ∈ IR,
έτσι ώστε
P (x) a11 a12 a1k1 a21 a22 a2k2
=
Q(x) x − ρ1
+ 2 + ··· + k1
+
x − ρ
+ 2 + ··· + k
(x − ρ1 ) (x − ρ1 ) 2 (x − ρ2 ) (x − ρ2 ) 2
an1 an2 ankn b11 x + c11
+ ··· + + 2 + ··· + kn
+ 2
x − ρn (x − ρn ) (x − ρn ) x + p1 x + q1
b12 x + c12 b1λ1 x + c1λ1 b21 x + c21
+ 2 + ··· + λ1
+
(x2 + p1 x + q1 ) (x2 + p1 x + q1 ) x2 + p2 x + q2
b22 x + c22 b2λ2 x + c2λ2 bm1 x + cm1
+ 2 + ··· + λ2
+ ··· +
(x2 + p2 x + q2 ) (x2 + p2 x + q2 ) x2 + pm x + qm
bm2 x + cm2 bmλm x + cmλm
+ 2 + ··· + λ
.
(x2 + pm x + qm ) 2
(x + pm x + qm ) m

P (x)
Παρατήρηση 1.6.6 Στην περίπτωση που βρίσκουμε τους συντελεστές ώστε να γράψουμε το Q(x)
σε μία από της παραπάνω μορφές λέμε ότι κάνουμε ανάλυση σε απλά κλάσματα.

Παράδειγμα 1.6.7 Θεωρούμε τις παρακάτω ρητές συναρτήσεις:


2x−3
α) x2 −5x+6

x2 −3x+2
β) x3 +2x2 +x
1.6. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΡΗΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ 33

1
γ) x4 +x2 +1

−2x2 +7
δ) (x2 +16)2 (x2 +4)

2x7 −6x5 +7x+1


ε) (x2 +1)(x2 +7)3 (x−1)(x+1)2

Για να τις αναλύσουμε αυτές σε απλά κλάσματα, αναλύουμε πρώτα τον παρονομαστή σε γινόμενο
αναγώγων πολυωνύμων σύμφωνα με τις (i.), (ii.) ή (iii.) της προτάσεως 1.6.5 και στην συνέχεια
αναζητούμε σταθερές ώστε να ισχύει η (Ι.), η (ΙΙ.) ή η (ΙΙΙ.) της ίδιας προτάσεως. Αναλυτικά έχουμε:

α) Επειδή x2 − 5x + 6 = (x − 2)(x − 3), αναζητούμε a, b ∈ IR, ώστε να ισχύει

2x − 3 a b
= + (1)
x2 − 5x + 6 x−2 x−3

β) Επειδή x3 + 2x2 + x = x x2 + 2x + 1 = x(x + 1)2 , αναζητούμε a, b, c ∈ IR,
ώστε να ισχύει

x2 − 3x + 2 a b c
2
= + + (2)
x(x + 1) x x + 1 (x + 1)2

γ) Παρατηρούμε πρώτα ότι

x4 + x2 + 1 = x2 + x + 1 x2 − x + 1 .
 

Αυτό μπορεί να γίνει γενικά ως εξής: Λόγω της πρότασης 1.6.3, υπάρχουν
α, β, γ, δ ∈ IR, ώστε να ισχύει

x4 + x2 + 1 = x2 + αx + β x2 + γx + δ
 

ή ισοδύναμα

x4 + x2 + 1 = x4 + (α + γ)x3 + (β + δ + αγ)x2 + (βγ + αδ)x + βδ.

΄Αρα 

 α+γ =0
β + δ + αγ = 1


 βγ + αδ = 0
βδ = 1

και λύνοντας το τελευταίο αυτό σύστημα βρίσκουμε μια ανάλυση του x4 +x2 +
1 σε γινόμενο δύο ανάγωγων δευτεροβάθμιων πολυωνύμων. ΄Αρα αναζητούμε
a, b, c, d ∈ IR, ώστε να ισχύει

1 ax + b cx + d
= 2 + 2
(x2 2
+ x + 1) (x − x + 1) x +x+1 x −x+1
34 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

δ) Ο παρονομαστής είναι γινόμενο αναγώγων πολυωνύμων, άρα αναζητούμε


A, B, Γ , ∆, E, Z ∈ IR, ώστε να ισχύει

−2x2 + 7 Ax + B Γx + ∆ Ex + Z
2 = 2
+ 2 + 2 (3)
(x2 + 16) (x2 + 4) x +4 x + 16 (x2 + 16)

ε) Εδώ πάλι ο παρονομαστής είναι γινόμενο αναγώγων πολυωνύμων, άρα αναζη-


τούμε
A, B, Γ , ∆, E, Z, H, Θ, I, K, Λ ∈ IR, ώστε να ισχύει
2x7 − 6x5 + 7x + 1 A B Γ ∆x + E Zx + H Θx + I Kx + Λ
= + + + + 2 + + .
(x2 + 1) (x2 + 7)3 (x − 1)(x + 1)2 x − 1 x + 1 (x + 1)2 x2 + 1 x + 7 (x2 + 7)2 (x2 + 7)3

Θα υπολογίσουμε τώρα τους συντελεστές αυτούς για τις α), β) και δ). Πολλαπλασιάζουμε πρώτα με
τον παρονομαστή και έχουμε, για την (1):

2x − 3 = a(x − 3) + b(x − 2) (4)

για την (2):


x2 − 3x + 2 = a(x + 1)2 + bx(x + 1) + cx (5)

και για την (3):


2
−2x2 + 7 = (Ax + B) x2 + 16 + (Γx + ∆) x2 + 4 x2 + 16 + (Ex + Z) x2 + 4
  
(6)

Στην συνέχεια, κάνοντας πράξεις στο δεξί μέλος καταλήγουμε σε κάποιο πολυώνυμο και εξισώνοντας
τους συντελεστές, χρησιμοποιώντας το γεγονός ότι δυο πολυώνυμα είναι ίσα αν και μόνον αν αυτά
έχουν τον ίδιο βαθμό και ότι οι συντελεστές των ομοβάθμιων όρων τους είναι ίσοι, καταλήγουμε σε ένα
σύστημα.
΄Ετσι, για παράδειγμα, από την (4), έχουμε ισοδύναμα

2x − 3 = (a + b)x − (3a + 2b)

ή 
a+b=2
3a + 2b = 3
και λύνοντας το σύστημα αυτό βρίσκουμε

a = −1 και b = 3.

Μια άλλη μέθοδος είναι η λεγόμενη μέθοδος των χαρακτηριστικών τιμών, όπου στις (4),
(5) και (6) αντικαθιστούμε το x με κάποιον συγκεκριμένο πραγματικό ή μιγαδικό αριθμό. (Τις τιμές
που παίρνει το x τις επιλέγουμε έτσι ώστε να μηδενίζονται κάποιες παραστάσεις και να απλοποιούνται
1.6. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΡΗΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ 35

έτσι οι πράξεις). Με κάθε αντικατάσταση του x με πραγματικό αριθμό παίρνουμε μια εξίσωση, ενώ αν
το x αντικατασταθεί με μιγαδικό αριθμό παίρνουμε δυο εξισώσεις.
Στην (4), θέτοντας x = 3, παίρνουμε b = 3 και θέτοντας x = 2, παίρνουμε a = −1.
Στην (5), θέτοντας x = 0, παίρνουμε a = 2, θέτοντας x = −1, παίρνουμε c = −6 και θέτοντας
x = 1, παίρνουμε 4a + 2b + c = 0, δηλαδή b = −1.
Στην (6), θέτοντας x = 4i, παίρνουμε

32 + 7 = (E · 4i + Z)(−16 + 4)

ή
39
Z + 4Ei = −
12
ή
39
E=0 και Z=− .
12
Θέτοντας x = 2i, παίρνουμε τελικά
15
A=0 και B= .
144
Αντί να κάνουμε άλλες αντικαταστάσεις μπορούμε τώρα να εξισώσουμε τους συντελεστές των σταθερών
όρων και τους συντελεστές των μεγιστοβάθμιων όρων, δηλαδή του x5 , όπως στην προηγούμενη μέθοδο.
Ειδικά αυτοί οι δυο συντελεστές υπολογίζονται εύκολα χωρίς να κάνουμε πράξεις. Από την ισότητα των
σταθερών όρων παίρνουμε
7 = 162 B + 4 · 16∆ + 4Z
και έτσι βρίσκουμε το ∆, ενώ από την ισότητα των συντελεστών των μεγιστοβάθμιων όρων παίρνουμε
0 = A + Γ, άρα Γ = 0.


Μέθοδος 1.6.8 Θα υπολογίσουμε για δυο πολυώνυμα P και Q το


Z
P (x)
dx.
Q(x)
Αν degP (x) ≥ degQ(x), σύμφωνα με την πρόταση 1.6.4 υπάρχουν μοναδικά πολυώνυμα Π(x), Y (x)
με Y (x) = 0 ή degY (x) < degQ(x) ώστε να ισχύει

P (x) = Q(x) · Π(x) + Y (x).

Τότε Z Z Z Z
P (x) Q(x)Π(x) + Y (x) Y (x)
dx = dx = Π(x) dx + dx.
Q(x) Q(x) Q(x)
Ο υπολογισμός του πρώτου ολοκληρώματος είναι άμεση συνέπεια του πορίσματος 1.3.3 και του γεγονότος
ότι
xn+1
Z
xn dx = .
n+1
36 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

΄Ετσι μένει να υπολογίσουμε το Z


Y (x)
dx.
Q(x)
Αν Y (x) = 0, τότε Z
Y (x)
dx = 0.
Q(x)
Γενικά αν το Q(x) = ak xk + ak−1 xk−1 + · · · + a1 x + a0 , με ak 6= 0 δεν είναι μονικό, τότε
Z Z Z
Y (x) Y (x) 1 Y (x)
dx = dx = dx,
Q(x) ak xk + ak−1 xk−1 + · · · + a1 x + a0 ak Q1 (x)
όπου το
ak−1 k−1 a1 a0
Q1 (x) = xk + x + ··· + x +
ak ak ak
είναι μονικό.
΄Αρα μένει να δούμε πως υπολογίζεται το
Z
P (x)
dx,
Q(x)
για degP (x) < degQ(x) και Q(x) μονικό. Λόγω της πρότασης 1.6.5, μένει να δούμε πως υπολογίζονται
τα Z Z
dx ax + b
και n dx,
(x − ρ)n 2
(x + px + q)
για n ∈ IN και ρ, p, q, a, b ∈ IR, με p2 − 4q < 0.
Για το πρώτο ολοκλήρωμα για n = 1, είναι
d(x − ρ)
Z Z
dx
= = ln |x − ρ|,
x−ρ x−ρ
ενώ για n > 1,
(x − ρ)−n+1
Z Z
dx
= (x − ρ)−n d(x − ρ) = .
(x − ρ)n −n + 1
Για το δεύτερο ολοκλήρωμα είναι, για n = 1,
Z Z Z
ax + b x dx
2
dx = a 2
dx + b 2
x + px + q x + px + q x + px + q
και επειδή
1
0 p
x2 + px + q −
Z Z Z
x 2 2
p p dx
dx = dx = ln x2 + px + q − ,
x2 + px + q x2 + px + q 2 x2 + px + q
αρκεί να υπολογίσουμε το
Z Z
dx dx
2
= 2 .
x + px + q
q
p 2 p2

x+ 2 + q− 4
1.6. ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΡΗΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ 37

Θέτοντας r
p p2
x+ =t και α= q− ,
2 4
προκύπτει το πρώτο από τα αόριστα ολοκληρώματα του παραδείγματος 1.4.11.
Για n > 1, είναι
Z Z Z
ax + b x dx
2 n dx = a 2 n dx + b 2 n.
(x + px + q) (x + px + q) (x + px + q)

Επειδή
0 0
x2 + px + q − p2
1
x2 + px + q
Z Z Z Z
x 2 1 p dx
n dx = n dx = n dx − n dx
(x2 + px + q) (x2 + px + q) 2 (x2 + px + q) 2 (x2 + px + q)
−n+1
1 x2 + px + q
Z
p dx
= − n,
2 −n + 1 2 (x2 + px + q)

μένει να υπολογίσουμε το Z
dx
n.
(x2 + px + q)
Αν r
p2
α= q−
4
και αν θέσουμε
p
x+ = t,
2
τότε Z Z Z
dx dx dt
n = in = n.
(x2 + px + q) (t2 + α2 )
h
p 2

x+ 2 + a2

΄Ετσι μένει να υπολογίσουμε το Z


dx
In = n.
(x2 + α2 )
Ο υπολογισμός αυτού δίνεται στο παρακάτω

Παράδειγμα 1.6.9 Θα δώσουμε δυο τρόπους για να βρούμε αναγωγικό τύπο για το
Z
dx
In = n, ∀ n ∈ IN και ∀ α ∈ IR \ {0}.
(x + α2 )
2

Είναι
ος
1 τρόπος: Για κάθε n ≥ 2, έχουμε
Z 2
x + a2 − x2 x2
Z Z
dx 1 1 1
In = n = n dx = I n−1 − n dx (1)
(x2 + a2 ) a2 (x2 + a2 ) a2 a2 (x2 + a2 )
38 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Αφού
 −n+1
d x2 + a 2 1 x2 + a2
Z Z
x 1 1
n dx = n = = n−1 ,
(x2 + a2 ) 2 (x2 + a2 ) 2 −n + 1 2(1 − n) (x2 + a2 )
προκύπτει ότι
x2
Z Z Z
1 x 1 dx
dx = xd = +
(x + a2 )n
2
2(1 − n) (x2 + a2 )n−1 2(1 − n) (x2 + a2 )n−1 2(n − 1) (x2 + a2 )n−1

και αντικαθιστώντας στην (1),


x 2n − 3
In = n−1 + In−1 .
2(n − 1)a2 (x2 + a2 ) 2(n − 1)a2

ος
2 τρόπος: Κάνοντας αμέσως παραγοντική ολοκλήρωση, έχουμε ∀ n ∈ IN,
Z Z
dx x −n−1
In = 2 2 n = 2 2 n − x(−n) x2 + a2 2x dx
(x + a ) (x + a )
x2
Z 2
x + a2 − a2
Z
x x
= 2 n + 2n n+1 dx = n + 2n n+1 dx
(x + a2 ) (x2 + a2 ) (x2 + a2 ) (x2 + a2 )
Z Z
x dx 2 dx
= 2 2 n + 2n 2 2 n − 2na n+1 .
(x + a ) (x + a ) (x + a2 )
2

΄Αρα
x 2
In = n + 2nIn − 2na In+1
(x2 + a2 )
και επομένως
2n − 1 x
In+1 = 2
In + n, ∀ n ∈ IN.
2na 2na (x2 + a2 )
2

΄Αρα (βάζοντας στη θέση τού n το n − 1) δείξαμε ότι,


x 2n − 3
In = n−1 + In−1 , ∀ n ∈ IN \ {1}.
2(n − 1)a2 (x2 + a2 ) 2(n − 1)a2


Παράδειγμα 1.6.10 Να υπολογίσετε το

x2 + x + 1
Z
dx,
x3 (x − 1)2

αφού πρώτα βρείτε α, β, γ, δ, ε ∈ IR, ώστε να ισχύει


Z 2
αx2 + βx + γ
Z
x +x+1 δx + ε
3 2
dx = 2
+ dx.
x (x − 1) x (x − 1) x(x − 1)
5.7. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΡΙΚΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΡΙΖΑ ΤΡΙΩΝΥΜΟΥ 39

Λύση: Παραγωγίζοντας και τα δυο μέλη της


Z 2
αx2 + βx + γ
Z
x +x+1 δx + ε
dx = + dx,
x3 (x − 1)2 x2 (x − 1) x(x − 1)

παίρνουμε

x2 + x + 1 (2αx + β)x2 (x − 1) − (αx2 + βx + γ)(3x2 − 2x) δx + ε


3 2
= +
x (x − 1) x4 (x − 1)2 x(x − 1)

x3 +x2 +x = 2αx3 + βx2 (x−1)− 3αx4 − 2αx3 + 3βx3 − 2βx2 + 3γx2 − 2γx +(δx+ε) x4 − x3
  

x3 +x2 +x = 2αx4 +βx3 −2αx3 −βx2 −3αx4 +2αx3 −3βx3 +2βx2 −3γx2 +2γx+δx5 +εx4 −δx4 −εx3

x3 + x2 + x = δx5 + (2α − 3α + ε − δ)x4 + (β − 2α + 2α − 3β − ε)x3 + (−β + 2β − 3γ)x2 + 2γx,

από όπου προκύπτει το σύστημα 



 δ=0
 −α + ε − δ = 0


−2β − ε = 1
β − 3γ = 1




2γ = 1

του οποίου η λύση δίνει


5 1
α = ε = −6, β= , γ= και δ = 0.
2 2
΄Αρα

x2 + x + 1 −6x2 + 52 x + 1
−12x2 + 5x + 1

−6 x − 1
Z Z
2
dx = + dx = − 6 ln
.
x3 (x − 1)2 x2 (x − 1) x(x − 1) 2x2 (x − 1) x


1.7 Παραδείγματα υπολογισμού αόριστων ολοκληρωμάτων


Παράδειγμα 1.7.1 Να υπολογίσετε τα αόριστα ολοκληρώματα:
dx
R
α) √2x−x 2

x
R
β) √4x−x 2
dx
40 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Λύση:

α) Θέτοντας στο τέταρτο βήμα x − 1 = t, προκύπτει


Z Z Z Z
dx dx dx dx
√ = √ = p = p
2x − x 2 1 − 1 + 2x − x 2 2
1 − (x − 2x + 1) 1 − (x − 1)2
Z
dt
= √ = Arsint = Arsin(x − 1).
1 − t2

β) ΄Ομοια θέτοντας στο τρίτο βήμα x − 2 = 2 sin t, προκύπτει


Z Z Z Z
x x x (2 + 2 sin t)2 cos t
√ dx = √ dx = p dx = p dt
4x − x2 4 − 4 + 4x − x2 4 − (x − 2)2 4 − 4 sin2 t
Z
x−2 p
= 2 (1 + sin t) dt = 2t − 2 cos t = 2Arsin − 4x − x2 .
2

Παράδειγμα 1.7.2 Είναι


Z Z
dx dx
I1 = √ = p
2
x + 2x + 3 (x + 1)2 + 2
και θέτοντας x + 1 = t, προκύπτει Z
dt
I1 = √ .
t2+2
Είναι
Z Z Z Z
dx dx dx dx
I2 = √ = p = p = p
2
−x − 2x + 1 − (x2 + 2x − 1) − [(x + 1)2 − 2] 2 − (x + 1)2
και θέτοντας x + 1 = t, προκύπτει Z
dt
I2 = √ .
2 − t2
Είναι
Z Z
dx dx
I3 = √ = q
2
2x + 3x + 1 2 x2 + 32 x + 12


Z √ Z
1 dx 2 dx
=√ q = q
2 3 2
 1 9 2 3 2
 1 2

x+ 4 + 2 − 16 x+ 4 − 4

3
και θέτοντας x + 4 = t, προκύπτει
√ Z
2 dt
I3 = q .
2 1 2

t2 − 4

5.7. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΡΙΚΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΡΙΖΑ ΤΡΙΩΝΥΜΟΥ 41

Παράδειγμα 1.7.3 Θα υπολογίσουμε το


9x2 + 12x + 13
Z
√ dx.
(3x + 2)3 3x2 + 2x − 1
Είναι
9x2 + 12x + 13 9x2 + 12x + 13
Z Z
1
√ dx = 3 3 √ dx.
(3x + 2)3 3x2 + 2x − 1 3 x + 23 3x2 + 2x − 1
2
Με την αντικατάσταση x + 3 = 1t , αφού dx = − t12 dt, είναι
2
9 1t − 23 + 12 1t − 23 + 13

9x2 + 12x + 13
Z Z  
1 1
√ dx = 3 − dt
t2
q
(3x + 2)3 3x2 + 2x − 1 3 1 1 2 2
 1 2

t3 3 t − 3 +2 t − 3 −1
t t92 − 12 12

t + 4 + t − 8 + 13
Z
1
=− 3 q dt.
3 3 4 4 2 4
t2 − t + 3 + t − 3 − 1

΄Αρα
9x2 + 12x + 13 t2 + 1
Z Z
1
√ dx = − √ dt (∗)
(3x + 2)3 3x2 + 2x − 1 3 −t2 − 2t + 3
Αναζητούμε τώρα α, β, µ ∈ IR, τέτοια ώστε:
t2 + 1
Z Z
p dt
√ dt = (αt + β) −t − 2t + 3 + µ √
2 .
2
−t − 2t + 3 2
−t − 2t + 3
Παραγωγίζοντας παίρνουμε:
t2 + 1 p −2t − 2 µ
√ = α −t2 − 2t + 3 + (αt + β) √ +√
2
−t − 2t + 3 2
2 −t − 2t + 3 2
−t − 2t + 3
ή
t2 + 1 = α −t2 − 2t + 3 − (αt + β) (t + 1) + µ


ή
t2 + 1 = −2αt2 − (3α + β) t + 3α − β + µ,
από όπου τελικά βρίσκουμε
1 3
α=− , β= και µ = 4.
2 2
΄Αρα
t2 + 1
Z   Z
1 3 p 2 dt
√ dt = − t + −t − 2t + 3 + 4 √ (∗∗)
2
−t − 2t + 3 2 2 2
−t − 2t + 3
Θέτοντας t + 1 = ω και ω = 2 sin u, προκύπτει
Z Z Z Z
dt dt dt dt
√ = p = p = p
−t2 − 2t + 3 − (t2 + 2t − 3) − [(t + 1)2 − 22 ] 22 − (t + 1)2
Z Z
dω 2 cos u ω t+1
= √ = du = u = Arsin = Arsin .
2
2 −ω 2 2 cos u 2 2
42 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

΄Αρα από την (∗∗),


t2 + 1
Z  p
1 3 t+1
√ dt = − t+ −t2 − 2t + 3 + 4Arsin
−t2 − 2t + 3 2 2 2
και λόγω της (∗), βρίσκουμε τελικά
9x2 + 12x + 13
Z  p
3 1 1 4 3x + 5
√ dx = 2
− 3x2 + 2x − 1 − Arsin .
3 2
(3x + 2) 3x + 2x − 1 2 (3x + 2) 3x + 2 3 2(3x + 2)


Παράδειγμα 1.7.4 Στο


e2x − 2ex
Z
dx,
e2x + 1
θέτοντας
x = ln t,
έχουμε
dt
dx =
t
και επομένως
0
t2 + 1
Z 2x
e − 2ex
Z 2
t − 2t 1 t−2
Z Z Z
1 dt
dx = dt = dt = dt − 2
e2x + 1 t2 + 1 t t2 + 1 2 t2 + 1 t2 + 1
p p
= ln t2 + 1 − 2Artgt = ln e2x + 1 − 2Artg (ex ) .


Παράδειγμα 1.7.5 Στο Z Z


cos x dx
dx = ,
cos x + sin x 1 + tgx
θέτοντας
tgx = t,
προκύπτει
dt
dx =
1 + t2
και επομένως
Z Z Z Z Z
dx dt 1 dt 1 t 1 dt
= = − dt +
1 + tgx (1 + t) (1 + t2 ) 2 1+t 2 1 + t2 2 1 + t2
!
1 1 1
2 1 1 + tgx
= ln |1 + t| − ln 1 + t + Artgt = ln p +x

2 4 2 2 1 + tg2 x
 
1 1 + tgx p x
= ln

1
+ x = ln | cos x + sin x| + .
2 cos x
2

5.7. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΡΙΚΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΡΙΖΑ ΤΡΙΩΝΥΜΟΥ 43

Παρατήρηση 1.7.6 Κάνοντας την αντικατάσταση


x
tg = t,
2
παίρνουμε
x = 2Artgt,
άρα
2
dx = dt.
1 + t2
Από την γνωστή σχέση
1
1 + tg2 a = ,
cos2 a
προκύπτει
1
1 + t2 = x ,
cos2 2
επομένως
x 1
cos2 = ,
2 1 + t2
άρα
x x x x 2t
sin x = 2 sin cos = 2tg cos2 =
2 2 2 2 1 + t2
και
x 2 1 − t2
cos x = 2 cos2 −1= − 1 = .
2 1 + t2 1 + t2

Παράδειγμα 1.7.7 Στο


Z Z Z
cos x cos x cos x
2 dx = 2
dx = dx
2
2 cos x − 2 cos x + sin x 1 + cos x − 2 cos x (1 − cos x)2
κάνοντας την αντικατάσταση της παρατήρησης 1.7.6, έχουμε
1−t2
1 − t2
Z Z Z
cos x 1+t2 2
dx = 2 dt = 2 2 4t4
dt
(1 − cos x)2 1 + t2 (1 + t2 )

1−t2
1− 1+t2 (1+t2 )2

1 − t2
Z Z Z
1 1 −4 1 1 x 1 x
= dt = t dt − t−2 dt = − ctg3 + ctg .
2 t4 2 2 6 2 2 2


Παρατήρηση 1.7.8 Από την αντικατάσταση

tgx = t,

παίρνουμε
dt
dx =
1 + t2
44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

και
1
1 + t2 = 1 + tg2 x = ,
cos2 x
οπότε
1
cos2 x =
1 + t2
και
1 t2
sin2 x = 1 − cos2 x = 1 − 2
= .
1+t 1 + t2

Παράδειγμα 1.7.9 Από την προηγούμενη παρατήρηση είναι


Z Z Z Z
dx dt dt dt
2 2 =   = 2 ) − 3 + 5t2
= 2+1
4 − 3 cos x + 5 sin x 3 5t
(1 + t2 ) 4 − 1+t2 + 1+t2
2 4 (1 + t 9t
Z
1 d(3t) 1 1
= = Artg(3t) = Artg(3tgx).
3 1 + (3t)2 3 3


Παράδειγμα 1.7.10 Γενικά, αν n ∈ IN και P πολυώνυμο, είναι

xn+1 xn+1 P 0 (x)


Z Z Z
1
xn ArtgP (x) dx = ArtgP (x) d = ArtgP (x) − xn+1 2 dx,
n+1 n+1 n+1 1 + [P (x)]

το οποίο είναι ολοκλήρωμα ρητής συνάρτησης. Ειδικά στην περίπτωση που n = 2 και P (x) = x, έχουμε:

x3 x3 x3
Z Z Z
1
x2 Artgx dx = Artgx d = Artgx − dx
3 3 3 1 + x2
x3
Z Z
1 1 x
= Artgx − x dx + dx
3 3 3 1 + x2

x3 x2 d 1 + x2 x3 x2
Z
1 1
+ ln 1 + x2 .

= Artgx − + 2
= Artgx −
3 6 6 1+x 3 6 6


Παράδειγμα 1.7.11 Να υπολογίσετε τα παρακάτω αόριστα ολοκληρώματα, όπου a, b, c ∈ IR.


R √x+1
α) x dx
R √x
β) e dx
dx
R
γ) √ax+b+c

e2x
R
δ) √
4 x
e +1
dx
Artgx
R
ε) x2 dx

Λύση:
5.7. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΡΙΚΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΡΙΖΑ ΤΡΙΩΝΥΜΟΥ 45

α) Θέτουμε

x + 1 = t ⇒ x + 1 = t2 ⇒ dx = 2t dt,
άρα
Z √
t2

t − 1
Z Z Z
x+1 t dt
dx = 2t dt = 2 dt = 2t + 2 = 2t + ln
x t2 − 1 t2 − 1 t2 − 1 t + 1
√ √
√ √

x + 1 − 1
= 2 x + 1 + ln x + 2 − 2 x + 1 .

= 2 x + 1 + ln √
x+1+1 x

β) Θέτουμε

x = t ⇒ x = t2 ⇒ dx = 2t dt,
άρα

Z √ Z Z Z √
e x dx = 2 tet dt = 2 t det = 2tet −2 et dt = 2et (t−1) = 2e x

x−1 .

γ) Θέτουμε
√ 2t
ax + b = t ⇒ ax + b = t2 ⇒ dx = dt,
a
άρα
2 √ √
Z Z
dx 2 t 2 2c 
√ = dt = t− ln |t+c| = ax + b − c ln c + ax + b .

ax + b + c a t+c a a a

δ) Θέτουμε

4
ex + 1 = t ⇒ ex + 1 = t4 ⇒ ex dx = 4t3 dt,
άρα

e2x ex t4 − 1 4t3
Z Z Z
x

4 x
dx = √
4 x
e dx = dt
e +1 e +1 t
Z
4 7 4 3
t6 − t2 dt = (ex + 1) 4 − (ex + 1) 4 .

=4
7 3

ε) Θέτουμε
1
x = tgt ⇒ dx = dt,
cos2 t
άρα
Z Z Z Z Z
Artgx t 1 t
dx = dt = dt = − t dctgt = −tctgt + ctgt dt
x2 tg2 t cos2 t sin2 t
t t 1
+ ln tg2 t cos2 t

= −tctgt + ln |sin t| = − + ln |tgt cos t| = −
tgt tgt 2
2

t 1 tg t Artgx |x|
=− + ln =− + ln √ .
tgt 2 1 + tg2 t x 1 + x2

46 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Παράδειγμα 1.7.12 Να υπολογιστούν τα αόριστα ολοκληρώματα:


R ln(x+1)
α) x2 dx
x2 Artgx
R
β) 1+x2 dx

Λύση:

α) Επειδή Z
dx 1
=− ,
x2 x
έχουμε
 
|x|
Z Z Z
ln(x + 1) 1 1 dx 1
dx = ln(x+1) d − = − ln(x+1)+ = − ln(x+1)+ln .
x2 x x x(x + 1) x x+1

β) Επειδή
x2 x2 + 1 − 1
Z Z
dx = dx = x − Artgx,
1 + x2 1 + x2
έχουμε

x2 Artgx x − Artgx
Z Z Z
dx = Artgx d(x − Artgx) = xArtgx − (Artgx)2 − dx
1 + x2 1 + x2
1  (Artgx)2
= xArtgx − (Artgx)2 − ln 1 + x2 +
2 2
(Artgx)2 p
= xArtgx − − ln 1 + x2 .
2


Παράδειγμα 1.7.13 Να βρείτε μια αρχική F της συνάρτησης f : (0, +∞) → IR, με

1
f (x) = sin(π ln x),
x
που να είναι τέτοια ώστε
1
F (e) = .
π
Λύση: Είναι
Z Z Z
1 1
f (x) dx = sin(π ln x) dx = sin(π ln x) d(ln x) = − cos(π ln x).
x π

Αν F είναι μια αρχική της f , με


1
F (e) = ,
π
5.7. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΡΙΚΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΡΙΖΑ ΤΡΙΩΝΥΜΟΥ 47

τότε υπάρχει c ∈ IR, ώστε


1
F (x) = − cos(π ln x) + c.
π
΄Αρα
1 1 1
= F (e) = − cos(π ln e) + c = + c
π π π
και επομένως
c = 0,
άρα
1
F (x) = − cos(π ln x).
π


Παράδειγμα 1.7.14 Να βρεθεί η συνάρτηση f : IR → IR, αν γνωρίζουμε ότι ισχύει


π
f 00 (x) = sin x, f =1
2
και π
f0 = 1.
2
Λύση: Μια αρχική της f 00 είναι η συνάρτηση F : IR → IR, με
Z Z
F (x) = f 00 (x) dx = sin x dx = − cos x.

΄Αρα
∃ c1 ∈ IR : f 0 (x) = F (x) + c1 , ∀ x ∈ IR,
οπότε π π
f0 =F + c1 ,
2 2
από όπου προκύπτει
c1 = 1.
΄Αρα
f 0 (x) = − cos x + 1.
Μια αρχική της f 0 είναι η G : IR → IR, με
Z Z
G(x) = f 0 (x) dx = (− cos x + 1) dx = − sin x + x.

΄Αρα
∃ c2 ∈ IR : f (x) = G(x) + c2 , ∀ x ∈ IR,
οπότε π π
f =G + c2 ,
2 2
48 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

από όπου προκύπτει


π
c2 = 2 − .
2
΄Αρα
π
f (x) = x − sin x + 2 − .
2

R√
Παράδειγμα 1.7.15 Να υπολογίσετε το 1 + cos2 x sin 2x cos 2x dx.

Λύση: Θέτοντας
p
1 + cos2 x = t,

έχουμε
1 + cos2 x = t2 ⇒ −2 cos x sin x dx = 2t dt ⇒ sin 2x dx = −2t dt

και
cos 2x = 2 cos2 x − 1 = 2 t2 − 1 − 1 = 2t2 − 3.


΄Αρα
Z p Z Z Z
2 4 4
t2 dt = − t5 + 2t3

1+ cos2 x sin 2x cos 2x dx = −2 t 2t − 3 t dt = −4 t dt + 6
5
4 5 3
=− 1 + cos2 x 2 + 2 1 + cos2 x 2 .
5

R ln(tgx)
Παράδειγμα 1.7.16 Να υπολογίσετε το sin x cos x dx.

Λύση: Είναι
Z Z Z
ln(tgx) ln(tgx) ln(tgx)
dx = dx = d(tgx)
sin x cos x tgx cos2 x tgx
και με την αντικατάσταση
tgx = t,

προκύπτει τελικά
Z 2
ln(tgx) [ln(tgx)]
dx = .
sin x cos x 2


R Artg
√ x
Παράδειγμα 1.7.17 Να υπολογίσετε το x
dx.

Λύση: Επειδή

Z
dx
√ = 2 x,
x
1.8. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 49

έχουμε

√ √  √ √ √ √ 0
Z Z Z
Artg x
√ dx = Artg x d 2 x = 2 xArtg x − 2 x Artg x dx
x
√ √ √ √ √
Z Z
1 1 dx
= 2 xArtg x − 2 x √ dx = 2 xArtg x −
1+x2 x 1+x
√ √
= 2 xArtg x − ln(x + 1).

Σημειώνεται ότι στο ln(x + 1) δεν χρειάζεται να βάλουμε το x + 1 σε απόλυτη τιμή, γιατί εμφανίζεται

η x στον παρονομαστή, οπότε εννοείται ότι x > 0, άρα x + 1 > 0.

΄Ενας άλλος τρόπος είναι να θέσουμε



x = t.
Τότε
x = t2 , dx = 2t dt
και επομένως
Z √ Z Z Z
Artg x Artgt t
√ dx = 2t dt = 2 Artgt dt = 2tArtgt − 2 dt
x t t2 + 1
√ √
= 2tArtgt − ln t2 + 1 = 2 xArtg x − ln(x + 1).


1.8 Ασκήσεις
Να υπολογίσετε τα αόριστα ολοκληρώματα:

x2 x2 ex e3x
Z Z Z Z Z
sin 2x
1) dx, 2) dx, 3) dx, 4) dx, 5) dx,
x+1 x+5 ex + 5 e3x + 5 1 + cos2 x

Z Z Z Z
5
6) cos(2x + 3) dx, 7) cos(3 − 2x) dx, 8) tan x dx, 9) x2 (2x2 + 3)2021 dx,


Z Z Z Z
2
p x dx
10) 3x − 2 dx, 11) x x3 − 1 dx, 12) p dx, 13) √ dx,
3
(x2 + 1)2 x x2 − 1
Z Z Z Z
ln(x + 1) ln(ln x) dx
14) √ dx, 15) dx, 16) √ , 17) x2 (ln x)3 dx,
x+1 x ex 1 − e2 x

x2 − 6x + 8
Z Z Z Z
dx dx x
18) 2
, 19) dx, 20) , 21) dx,
x + 6x + 8 x2 + 6x + 8 (x − 1)2 (x − 2)2 x2 − 3x + 2
50 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

x2
Z Z Z Z
dx dx dx
22) , 23) dx, 24) , 25) ,
x2 + x + 1 2
x +x+1 x4 + 1 x4 − 1

x2 + 1
Z Z Z
dx x+1
26) dx, 27) , 28) dx.
x3 + 1 x(x2 + 1) x2 − 3x + 7
Κεφάλαιο 2

Το ολοκλήρωμα Riemann ή
ορισμένο ολοκλήρωμα

Δεν θα δώσουμε τον ορισμό του ορισμένου ολοκληρώματος. Η πρόταση 2.2.6 δείχνει την σχέση
του ορισμένου με το αόριστο ολοκλήρωμα και θα μπορούσε να δοθεί ως «ορισμός» του. Θα μας
απασχολήσουν μόνο ιδιότητές του, τρόποι υπολογισμού του και εφαρμογές.

2.1 Ιδιότητες του ορισμένου ολοκληρώματος


Ενώ το αόριστο ολοκλήρωμα μιας συνάρτησης, αν αυτό υπάρχει, είναι ένα σύνολο συναρτήσεων, το
οποίο είπαμε ότι μπορούμε να το βλέπουμε σαν μια συνάρτηση. Το ορισμένο ολοκλήρωμα, αν υπάρχει,
είναι ένας μοναδικός πραγματικός αριθμός. Ακόμη η μεταβλητή x δεν είναι ουσιώδης και μπορούμε να
γράφουμε
Z b Z b
f (x) dx = f (t) dt,
a a
για κάθε συνάρτηση f : [a, b] → IR.
Η επόμενη πρόταση δείχνει ότι υπάρχουν συναρτήσεις που δεν είναι ολοκληρώσιμες κατά Riemann.

Πρόταση 2.1.1 Κάθε ολοκληρώσιμη συνάρτηση είναι φραγμένη.

Παράδειγμα 2.1.2 Η συνάρτηση f : [−1, 1] → IR, με τύπο


 1
x, x ∈ [−1, 0)
f (x) =
sin x, x ∈ [0, 1)

δεν είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη στο [−1, 1], γιατί δεν είναι φραγμένη σε αυτό, καθώς
1
lim f (x) = lim− = −∞.
x→0− x→0 x


51
52 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Γνωρίζουμε ότι κάθε παραγωγίσιμη συνάρτηση είναι συνεχής και ότι μια συνεχής συνάρτηση δεν
είναι αναγκαστικά παραγωγίσιμη. Τώρα θα δούμε ότι κάθε συνεχής συνάρτηση είναι ολοκληρώσιμη
κατά Riemann, ενώ μια ολοκληρώσιμη συνάρτηση δεν είναι αναγκαστικά συνεχής.

Πρόταση 2.1.3 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια συνεχής συνάρτηση. Τότε η f είναι κατά Riemann
ολοκληρώσιμη στο [a, b].

Πρόταση 2.1.4 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια μονότονη συνάρτηση. Τότε η f είναι ολοκληρώσιμη κατά
Riemann στο [a, b].

Πρόταση 2.1.5 ΄Εστω f, g : [a, b] → IR δυο κατά Riemann ολοκληρώσιμες συναρτήσεις. Τότε και
η συνάρτηση f + g είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη και ισχύει
Z b Z b Z b
[f (x) + g(x)] dx = f (x) dx + g(x) dx.
a a a

Πρόταση 2.1.6 ΄Εστω c ∈ IR και f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση.
Τότε και η συνάρτηση cf είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη και ισχύει
Z b Z b
cf (x) dx = c f (x) dx.
a a

Πρόταση 2.1.7 ΄Εστω c1 , c2 , . . . , cn ∈ IR και f1 , f2 , . . . , fn : [a, b] → IR, n στο πλήθος κατά Rie-
Pn
mann ολοκληρώσιμες συναρτήσεις, τότε και η συνάρτηση ck fk είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη
k=1
και ισχύει " #
Z b n
X n
X Z b
ck fk (x) dx = ck fk (x) dx.
a k=1 k=1 a

Πρόταση 2.1.8 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια φραγμένη συνάρτηση και c1 , c2 , . . . , cn ∈ (a, b) με c1 <
c2 < · · · < cn . Η f είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη στο [a, b], αν και μόνον αν αυτή είναι κατά
Riemann ολοκληρώσιμη σε όλα τα διαστήματα [a, c1 ], [c1 , c2 ], . . . , [cn−1 , cn ], [cn , b]. Ακόμη ισχύει
Z b Z c1 Z c2 Z cn Z b
f (x) dx = f (x) dx + f (x) dx + · · · + f (x) dx + f (x) dx.
a a c1 cn−1 cn

Πρόταση 2.1.9 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση και υποθέτουμε
Rb
ότι f (x) ≥ 0, ∀ x ∈ [a, b]. Τότε a f (x) dx ≥ 0.

Εφαρμόζοντας την προηγούμενη πρόταση για την συνάρτηση g − f προκύπτει αμέσως το παρακάτω
2.1. ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΟΣ 53

Πόρισμα 2.1.10 ΄Εστω f, g : [a, b] → IR δυο κατά Riemann ολοκληρώσιμες συναρτήσεις και υπο-
Rb Rb
θέτουμε ότι f (x) ≤ g(x), ∀ x ∈ [a, b]. Τότε a f (x) dx ≤ a g(x) dx.

Πρόταση 2.1.11 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση με f (x) ≥ 0,
Rb
∀ x ∈ [a, b]. Τότε a f (x) dx ≥ 0. Αν επιπλέον ∃ x0 ∈ [a, b], ώστε η f να είναι συνεχής στο x0 και
Rb
να ισχύει f (x0 ) > 0, τότε a f (x) dx > 0.

Πόρισμα 2.1.12 ΄Εστω f, g δυο συναρτήσεις όπως στο πόρισμα 2.1.10. Αν επιπλέον
∃ x0 ∈ [a, b], ώστε η f και η g να είναι συνεχείς στο x0 και να ισχύει f (x0 ) < g (x0 ), τότε
Z b Z b
f (x) dx < g(x) dx.
a a

Πόρισμα 2.1.13 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση και m, α-
ντίστοιχα M , είναι ένα κάτω, αντίστοιχα άνω φράγμα της f . Τότε
Z b
m(b − a) ≤ f (x) dx ≤ M (b − a).
a

Το επόμενο συμπέρασμα είναι γνωστό ως το θεώρημα μέσης τιμής του ολοκληρωτικού


λογισμού.

Πόρισμα 2.1.14 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση και m, α-
ντίστοιχα M είναι ένα κάτω, αντίστοιχα άνω φράγμα της f . Τότε υπάρχει y0 ∈ [m, M ], ώστε
Z b
f (x) dx = y0 (b − a).
a

Πόρισμα 2.1.15 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια συνεχής συνάρτηση. Τότε υπάρχει x0 ∈ [a, b], ώστε
Z b
f (x) dx = f (x0 ) (b − a).
a

Σχετικά με την απόλυτη τιμή μιας κατά Riemann ολοκληρώσιμης συνάρτησης ισχύει η επόμενη

Πρόταση 2.1.16 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση, τότε και η |f |
είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη και ισχύει
Z Z
b b
f (x) dx ≤ |f (x)| dx.


a a

Σχετικά με το γινόμενο δυο κατά Riemann ολοκληρώσιμων συναρτήσεων ισχύει η


54 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Πρόταση 2.1.17 ΄Εστω f, g : [a, b] → IR δυο κατά Riemann ολοκληρώσιμες συναρτήσεις, τότε και
η f · g είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη.

Πρόταση 2.1.18 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια φραγμένη συνάρτηση. Αν αυτή είναι συνεχής εκτός από
πεπερασμένα στο πλήθος σημεία, τότε αυτή είναι ολοκληρώσιμη κατά Riemann.

Ορισμός 2.1.19 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια φραγμένη συνάρτηση. Ορίζουμε


Z a
f (x) dx = 0
a

και Z a Z b
f (x) dx = − f (x) dx.
b a

2.2 Ο τύπος των Newton-Leibnitz


Πρόταση 2.2.1 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση, x0 ∈ IR και
F : [a, b] → IR η συνάρτηση με
Z x
F (x) = f (t) dt, ∀ x ∈ [a, b].
a

Υποθέτουμε ακόμη ότι η f είναι συνεχής στο x0 . Τότε η F είναι παραγωγίσιμη στο x0 και ισχύει
F 0 (x0 ) = f (x0 ).

Πόρισμα 2.2.2 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια συνεχής συνάρτηση και F : [a, b] → IR η συνάρτηση με
Z x
F (x) = f (t) dt, ∀ x ∈ [a, b].
a

Τότε η F είναι παραγωγίσιμη και ισχύει

F 0 (x) = f (x), ∀ x ∈ [a, b].

Πόρισμα 2.2.3 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια συνεχής συνάρτηση. Τότε η f έχει αρχική.

Θεώρημα 2.2.4 ΄Εστω f, F : [a, b] → IR δυο συναρτήσεις και έστω ότι η f είναι συνεχής. Τότε η
F είναι αρχική της f , αν και μόνον αν, ισχύει
Z x
f (t) dt = F (x) − F (a), ∀ x ∈ [a, b].
a
2.2. Ο ΤΥΠΟΣ ΤΩΝ NEWTON-LEIBNITZ 55

Πόρισμα 2.2.5 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια συνεχής συνάρτηση και F : [a, b] → IR μια αρχική της f .
Τότε ισχύει
Z b
f (x) dx = F (b) − F (a).
a

Το τελευταίο συμπέρασμα γενικεύεται στην επόμενη

Πρόταση 2.2.6 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια κατά Riemann ολοκληρώσιμη συνάρτηση και F : [a, b] →
IR μια συνεχής συνάρτηση, η οποία είναι παραγωγίσιμη στο (a, b), με

F 0 (x) = f (x), ∀ x ∈ (a, b).

Τότε Z b
f (x) dx = F (b) − F (a).
a

Παρατήρηση 2.2.7 Αν F μια συνάρτηση, για a, b στο πεδίο ορισμού της συμβολίζουμε τον αριθμό
b
F (b) − F (a) με F (x) .

a

Παράδειγμα 2.2.8 Θεωρούμε τις συναρτήσεις f, g : [0, 2] → IR, με

f (x) = x, ∀ x ∈ [0, 2]

και
5 · 1028 πe,


 x=0
√ x, π x ∈ (0, 1) ∪ (1, 2)

g(x) =

 7 2 sin e , x=1
101998 , x=2

Οι f, g είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμες από τις προτάσεις 2.1.3 και 2.1.18 αντίστοιχα. Επειδή
x2
Z Z
f (x) dx = x dx = ,
2
έχουμε από το πόρισμα 2.2.5,
2 2
x2 22 02
Z
f (x) dx = = − = 2.
0 2 0 2 2
Ακόμη από την τελευταία πρόταση, αφού οι συναρτήσεις F : [0, 1] → IR και G : [1, 2] → IR, με τύπους
x2 x2
F (x) = , ∀ x ∈ [0, 1] και G(x) = , ∀ x ∈ [1, 2]
2 2
είναι συνεχείς στο πεδίο ορισμού τους και παραγωγίσιμες στα αντίστοιχα ανοιχτά διαστήματα με F 0 (x) =
g(x), ∀ x ∈ (0, 1) και G0 (x) = g(x), ∀ x ∈ (1, 2), ικανοποιούν τις υποθέσεις της τελευταίας πρότασης,
έχουμε
Z 1
1
g(x) dx = F (1) − F (0) =
0 2
56 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

και Z 2
3
g(x) dx = G(2) − G(1) = .
1 2
΄Αρα από την πρόταση 2.1.8 είναι
Z 2 Z 1 Z 2
g(x) dx = g(x) dx + g(x) dx = 2.
0 0 1


2.3 Μέθοδοι ολοκλήρωσης


Θα δώσουμε τώρα τις ανάλογες προτάσεις προς τις 1.4.1 και 1.5.1 για τα ορισμένα ολοκληρώματα.

Πρόταση 2.3.1 ΄Εστω f : [a, b] → IR μια συνεχής συνάρτηση και φ : [A, B] → IR μια συνάρτηση
που έχει συνεχή παράγωγο. Υποθέτουμε ακόμη ότι το πεδίο τιμών της φ περιέχεται στο [a, b] και ότι

φ (A) = a

και
φ (B) = b.
Τότε οι συναρτήσεις
f και (f ◦ φ) · φ0 : [A, B] → IR
είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμες και ισχύει
Z b Z B
f (x) dx = f (φ(x)) · φ0 (x) dx.
a A

Rb
Παρατήρηση 2.3.2 Στην πράξη κάνοντας την αντικατάσταση x = φ(t), στο a
f (x) dx, γράφουμε
Z b Z B
f (x) dx = f (φ(t)) · φ0 (t) dt,
a A

όπου τα A και B τα βρίσκουμε από τις σχέσεις

φ (A) = a και φ (B) = b.

Σημειώνεται (βλέπε δ) του παραδείγματος 2.3.4) ότι η φ δεν υποτίθεται αμφιμονοσήμαντη όπως στην
πρόταση 1.4.1 και έτσι ενδέχεται να υπάρχουν πολλές τιμές των A και B που επαληθεύουν τις παραπάνω
δυο σχέσεις. Το αποτέλεσμα όμως, από την στιγμή που ικανοποιούνται οι υποθέσεις της πρότασης
2.3.1, είναι πάντα το ίδιο. Πρακτικά τα αρχικά όρια του ορισμένου ολοκληρώματος αντιστοιχούν
στην αρχική μεταβλητή x και τα όρια μετά την αντικατάσταση στην καινούργια μεταβλητή t.
2.3. ΜΕΘΟΔΟΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ 57

Αφού βρούμε τα νέα όρια, τα υπόλοιπα γίνονται όπως στην περίπτωση των αόριστων ολοκληρωμάτων.
Την διαδικασία που κάνουμε επιπλέον για να βρούμε τα νέα όρια, την «γλιτώνουμε» στο τέλος που δεν
χρειάζεται όπως, στα αόριστα ολοκληρώματα, να πάρουμε συνάρτηση της αρχικής μεταβλητής. Στην
διαδικασία που επεξηγείται στον πρώτο τρόπο του παραδείγματος 2.3.4 α) δεν χρειάζεται να κάνουμε
τίποτα από τα δυο.

Πρόταση 2.3.3 ΄Εστω f, g : [a, b] → IR δυο συναρτήσεις των οποίων οι παράγωγοι υπάρχουν και είναι
κατά Riemann ολοκληρώσιμες συναρτήσεις. Τότε οι f 0 g και f g 0 είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμες
συναρτήσεις και ισχύει
Z b b Z b
f 0 (x)g(x) dx = f (x)g(x) − f (x)g 0 (x) dx.

a a a

Παράδειγμα 2.3.4 Να υπολογιστούν τα ορισμένα ολοκληρώματα:


R1√
α) 0
x + 1 dx
R e3
β) √ dx
1 x 1+ln x
R e−1
γ) 0
ln(x + 1) dx
R1√
δ) 0
1 − x2 dx

Λύση:

α) Μπορούμε να εργαστούμε με τους παρακάτω δυο τρόπους:


ος
1 τρόπος:
1
1 √ 1
2 √
Z Z
1 2 3

x + 1 dx = (x + 1) 2 d(x + 1) = (x + 1) 2 = 2 2−1 ,
0 0 3 0 3

χωρίς να χρησιμοποιήσουμε την πρόταση 2.3.1, οπότε δεν αλλάζουν


και τα όρια. Αν έχουμε επιλογή προτιμούμε αυτόν τον τρόπο γιατί δεν
χρειάζεται να υπολογίσουμε τα νέα όρια.
ος
2 τρόπος: Θέτουμε
x+1=t (∗)

Για x = 0, από την (∗) παίρνουμε t = 1, ενώ για x = 1, παίρνουμε


t = 2. ΄Αρα
2
1 √ 2
2 √
Z Z
1 2 3 
x + 1 dx = t dt = t =
2 2 2 2−1 .
0 1 3 1 3
58 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

1
β) Βάζοντας το x μέσα στο d, έχουμε
Z e3 Z e3 e3
dx − 21
1
√ = (1 + ln x) d(1 + ln x) = 2(1 + ln x) = 2. 2

1 x 1 + ln x 1 1

γ) Εφαρμόζουμε παραγοντική ολοκλήρωση και έχουμε


Z e−1 e−1 Z e−1 Z e−1 Z e−1
x dx
ln(x + 1) dx = x ln(x + 1) − dx = (e − 1) ln e − 0 − dx +

0 0 0 x+1 0 0 x+1
e−1
= (e − 1) − (e − 1) + ln(x + 1) = 1.

0

δ) Θέτουμε x = sin t. Για x = 0, παίρνουμε sin t = 0, ενώ για x = 1, παίρνουμε


sin t = 1, άρα μπορούμε να πάρουμε τόσο t = 0 και t = π2 , όσο και για
παράδειγμα t = −π και t = − 11π
2 . Τότε στην πρώτη περίπτωση, έχουμε:
π π π
Z 1 Z Z Z
p 2 2 1 + cos 2t
2
2
1− x2 dx = | cos t| cos t dt = cos t dt = dt
0 0 0 0 2
Z π Z π π2
1 2 1 2 π 1 π
= dt + cos 2t d(2t) = + sin 2t = ,

2 0 4 0 4 4 0 4

ενώ στην δεύτερη περίπτωση


Z 1 p Z − 11π
2
Z −π
2
1−x = | cos t| cos t dt = − | cos t| cos t dt
0 −π − 11π
2
Z − 9π
2
Z − 7π
2
Z − 5π
2
=− | cos t| cos t dt − | cos t| cos t dt − | cos t| cos t dt
− 11π
2 − 9π
2 − 7π
2
Z − 3π
2
Z −π
− | cos t| cos t dt − | cos t| cos t dt
− 5π
2 − 3π
2
Z − 9π
2
Z − 7π
2
Z − 5π
2
Z − 3π
2
Z −π
2 2 2 2
= cos t dt − cos t dt + cos t dt − cos t dt + cos2 t dt
− 11π
2 − 9π
2 − 7π
2 − 5π
2 − 3π
2
Z − 9π Z − 7π Z − 5π
2 1 + cos 2t 2 1 + cos 2t 2 1 + cos 2t
= dt − dt + dt
− 11π
2
2 − 9π
2
2 − 7π
2
2
Z − 3π Z −π
2 1 + cos 2t 1 + cos 2t
− dt + dt
− 5π
2
2 − 3π
2
2
 
1 9π 11π 7π 9π 5π 7π 3π 5π 3π
= − + + − − + + − −π+
2 2 2 2 2 2 2 2 2 2
 
1 3π π
= −π + =
2 2 4

6.4. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΩΣ ΕΜΒΑΔΟΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΥΤΟΥ 59

Παράδειγμα 2.3.5 ΄Εστω a ένας θετικός πραγματικός αριθμός και f : [−a, a] → IR μια συνάρτηση
που είναι συνεχής και άρτια. Τότε
Z a Z a
f (x) dx = 2 f (x) dx.
−a 0
Πράγματι, έχουμε
Z a Z 0 Z a
f (x) dx = f (x) dx + f (x) dx
−a −a 0

και θέτοντας x = −t, στο πρώτο από αυτά παίρνουμε:


Z 0 Z 0 Z 0 Z a Z a
f (x) dx = − f (−t) dt = − f (t) dt = f (t) dt = f (x) dx,
−a a a 0 0

πράγμα που αποδεικνύει το ζητούμενο.




Ανάλογα μπορεί να αποδειχτεί ότι αν η f είναι περιττή τότε


Z a
f (x) dx = 0.
−a

Παράδειγμα 2.3.6 ΄Εστω f : IR → IR μια περιοδική συνάρτηση με περίοδο ένα θετικό πραγματικό
αριθμό T και n ∈ IN. Τότε
Z nT Z T
f (x) dx = n f (x) dx.
0 0
Πράγματι, έχουμε:
Z nT Z T Z 2T Z 3T Z nT
f (x) dx = f (x) dx + f (x) dx + f (x) dx + · · · + f (x) dx
0 0 T 2T (n−1)T

και το συμπέρασμα προκύπτει αν θέσουμε στο δεύτερο, τρίτο, . . ., n−οστό ολοκλήρωμα,


x − T = t2 , x − 2T = t3 , . . . , x − (n − 1)T = tn , αντίστοιχα.


2.4 Το ολοκλήρωμα Riemann ως εμβαδόν και άλλες


εφαρμογές αυτού
Ορισμός 2.4.1 Αν f : [a, b] → IR είναι μια συνάρτηση τέτοια ώστε f (x) ≥ 0, ∀ x ∈ [a, b], τότε,
εμβαδόν που περικλείεται από την γραφική παράσταση της f , τον άξονα των x (δηλαδή την ευθεία
Rb
y = 0) και τις ευθείες x = a και x = b ορίζεται να είναι το a f (x) dx.
60 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Το ορισμένο ολοκλήρωμα για μια συνάρτηση f : [a, b] → IR, παριστάνει το εμβαδόν του χωρίου που
περικλείεται από την γραφική παράσταση της f , τον άξονα των x και τις ευθείες x = a και x = b, όπου
η f είναι μη αρνητική, μείον το ίδιο εμβαδόν, όπου η f είναι αρνητική. Αυτό το «εμβαδόν» λέγεται και
προσημασμένο εμβαδόν.
Για μια συνάρτηση f : [a, b] → IR, το εμβαδόν του χωρίου που περικλείεται από την γραφική
παράσταση της f , τον άξονα των x και τις ευθείες x = a και x = b, είναι ίσο με
Z b
|f (x)| dx.
a

Z b Z b
f (x) dx = E1 − E2 + E3 − E4 και |f (x)| dx = E1 + E2 + E3 + E4
a a

Για δυο συναρτήσεις f.g : [a, b] → IR, το εμβαδόν του χωρίου που περικλείεται από τις γραφικές
6.4. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΩΣ ΕΜΒΑΔΟΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΥΤΟΥ 61

παραστάσεις των f και g και από τις ευθείες x = a και x = b, είναι ίσο με

Z b
|f (x) − g(x)| dx.
a

Η ίδια παράσταση δίνει επίσης το εμβαδόν του χωρίου που περικλείεται από τις γραφικές παραστάσεις
των f και g, αν αυτές τέμνονται στα σημεία με τετμημένες a και b.

Και στις δυο παρακάτω περιπτώσεις το εμβαδόν του γραμμοσκιασμένου χωρίου είναι ίσο με

Z b
|f (x) − g(x)| dx.
a
62 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Παράδειγμα 2.4.2 Να βρεθεί το εμβαδόν του χωρίου που περικλείεται από τις γραφικές παραστάσεις
των f και g, όπου f, g : IR → IR, με f (x) = x3 + 5x2 + x − 1 και g(x) = 5x2 + 2x − 1.

Λύση: Λύνοντας την εξίσωση


f (x) = g(x),
βρίσκουμε τις τετμημένες των σημείων τομής των γραφικών παραστάσεων των f και g. Αυτές είναι τα
σημεία −1, 0 και 1. ΄Αρα το ζητούμενο εμβαδόν είναι
Z 1 Z 1 Z 0 Z 1
|f (x) − g(x)| dx = |x(x + 1)(x − 1)| dx = x(x + 1)(x − 1) dx − x(x + 1)(x − 1) dx
−1 −1 −1 0
0 1
0 0 1 1
x4 x2 x4 x2
Z Z
x3 − x − 3
 
= x − x dx = − − +
−1 0 4 −1 2 −1 4 0 2 0
1 1 1 1 1
=− + − + = .
4 2 4 2 2

Παράδειγμα 2.4.3 Να βρεθεί το εμβαδόν του χωρίου που περικλείεται από τις ευθείες x = 0, x = 2π
και τις γραφικές παραστάσεις των συναρτήσεων f και g, όπου f, g : IR → IR, με f (x) = sin x και
g(x) = cos x.
π 5π
Λύση: Για x ∈ [0, 2π], η εξίσωση sin x = cos x έχει λύσεις το 4 και το 4 . ΄Αρα το ζητούμενο εμβαδόν
E, είναι
π 5π
Z 2π Z
4
Z
4
Z 2π √
E= | sin x − cos x| dx = (cos x − sin x) dx + (sin x − cos x) dx + (cos x − sin x) dx = 4 2.
0 0 π 5π
4 4


6.4. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΩΣ ΕΜΒΑΔΟΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΥΤΟΥ 63

Παράδειγμα 2.4.4 ΄Εστω a και b δυο θετικοί πραγματικοί αριθμοί. Θα υπολογίσουμε το εμβαδόν E
της έλλειψης
x2 y2
+ = 1.
a2 b2
Το εμβαδόν αυτό είναι διπλάσιο του εμβαδού που περικλείεται από την γραφική παράσταση της συναρ-
τήσεως f : [−a, a] → IR, με τύπο
r
x2
f (x) = b 1 − 2 , ∀ x ∈ [−a, a].
a
΄Αρα
r
a a a
x2 b ap 2
Z Z Z Z
b p
2 2
E=2 f (x) dx = 2b 1 − 2 dx = 2 a − x dx = 4 a − x2 dx,
−a −a a a −a a 0

όπου έχουμε χρησιμοποιήσει το συμπέρασμα του παραδείγματος 2.3.5. Θέτοντας τώρα στο τελευταίο
ολοκλήρωμα
x = a sin t,

έχουμε
Z π Z π Z π
b 2 p 2 2
E=4 a2 − a2 sin2 t a cos t dt = 4ab cos2 t dt = 2ab (1 + cos 2t) dt
a0 0 0
π2 !
π 1
= 2ab + sin 2t = πab.
2 2 0

Σημειώνεται ότι το εμβαδόν της έλλειψης μπορούμε να το δούμε και ως το εμβαδόν που περικλείεται
από τις γραφικές παραστάσεις της συναρτήσεως f (που δόθηκε παραπάνω) και της g : [−a, a] → IR, με
τύπο r
x2
g(x) = −b 1 − 2 , ∀ x ∈ [−a, a].
a


Ορισμός 2.4.5 ΄Εστω a, b ∈ IR, με a < b και γ1 , γ2 : [a, b] → IR δυο συνεχείς συναρτήσεις.
Μια συνάρτηση γ : [a, b] → IR2 , με γ(t) = (γ1 (t), γ2 (t)) , ∀ t ∈ [a, b] καλείται καμπύλη του IR2 ,
ή απλά καμπύλη. Η μορφή γ(t) = (γ1 (t), γ2 (t)) , ∀ t ∈ [a, b] λέγεται παραμετρική παράσταση της
Rbq 0 2 2
καμπύλης. Το μήκος µ του τόξου της καμπύλης ορίζεται να είναι µ = a [γ1 (t)] + [γ20 (t)] dt. Αν
η καμπύλη δίνεται ως τμήμα του γραφήματος μιας συνάρτησης f : [a, b] → IR, δηλαδή στην μορφή
y = f (x), x ∈ [a, b], τότε η παραμετρική της παράσταση είναι γ(t) = (t, f (t)) , t ∈ [a, b] και επομένως
Rbq 2
το μήκος της µ = a 1 + [f 0 (x)] dx.

Παράδειγμα 2.4.6 Να βρεθεί το μήκος του κύκλου με κέντρο την αρχή των αξόνων και ακτίνα ίση
με r.
64 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Λύση: Ο κύκλος μπορεί να δοθεί σε παραμετρική μορφή ως γ(t) = (r cos t, r sin t), t ∈ [0, 2π]. ΄Αρα
το μήκος του είναι ίσο με
Z 2π q Z 2π p Z 2π
2 2
µ= [(r cos t)0 ] + [(r sin t)0 ] dt = r2 sin2 t + r2 cos2 t dt = r dt = 2πr.
0 0 0


Παράδειγμα 2.4.7 Να βρεθεί το πεπερασμένο μήκος της καμπύλης y 2 = x3 , που αποκόπτεται από
την ευθεία 3x − 4 = 0.

Λύση: Μπορούμε να δώσουμε την εξής παραμετρική παράσταση της καμπύλης


" √ √ #
2 3
 2 3 2 3
γ(t) = t , t , t ∈ − , ,
3 3

γιατί θέτοντας
4
x=
3
στην
y 2 = x3 ,

παίρνουμε

8 3
y=± ,
9
άρα
√ √
8 3 3 8 3
− ≤t ≤ ,
9 9
από όπου παίρνουμε
√ √
2 3 2 3
− ≤t≤ .
3 3
΄Αρα το ζητούμενο μήκος ισούται με
√ √
Z 2 3 Z 2 3 r Z 2√3 3 r
3 p 3 9 9
√ 4t2 + 9t4 dt = 2 2t 1 + t2 dt = 4 t 1 + t2 dt
−233 0 4 0 4
√ r
Z 233     23 2√3 3
8 9 9 2 8 2 9 112
1 + t2

= 1 + t2 d t = · = .
9 0 4 4 9 3 4
0 27

Στο πρώτο βήμα χρησιμοποιήσαμε το αποτέλεσμα του παραδείγματος 2.3.5.




Παράδειγμα 2.4.8 Να βρεθεί το πεπερασμένο μήκος της καμπύλης x2 −2y−2 = 0, που αποκόπτεται
από τον άξονα των x.
6.4. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΩΣ ΕΜΒΑΔΟΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΥΤΟΥ 65

Λύση: Για y = 0, έχουμε x = ± 2. ΄Αρα η καμπύλη μπορεί να δοθεί ως τμήμα της γραφικής
παράστασης μιας συνάρτησης, δηλαδή

x2 h √ √ i
y= − 1, x ∈ − 2, 2 .
2
΄Αρα το ζητούμενο μήκος µ είναι
√ √
Z 2 p Z 2 p
µ= √ 1+ x2 dx = 2 1 + x2 dx,
− 2 0

λόγω του παραδείγματος 2.3.5.


Θέτοντας τώρα στο τελευταίο ολοκλήρωμα

x = sinh t,
√ √
παίρνουμε για x = 0, t = 0, ενώ για x = 2, παίρνουμε et −e−t = 2 2 και λύνοντας αυτή την εξίσωση,
√ √ 
t = ln 2+ 3 .

΄Αρα
√ √ √ √ √ √
Z ln( 2+ 3) p Z ln( 2+ 3) Z ln( 2+ 3)
2 2
µ=2 1 + sinh t cosh t dt = 2 cosh t dt = (1 + cosh 2t) dt
0 0 0
ln( √ √
√ √  1 √ 2+ 3)
√  1 h ln √2+√3 2 √ √ 2i
e ( ) − e− ln( 2+ 3)

= ln 2 + 3 + sinh 2t = ln 2+ 3 +
2 0 4
" #
√ √  1 √ √ 2 1
= ln 2+ 3 + 2+ 3 − √ √ 2
4 2+ 3
√
" √ √ 2 #
√  1 √ √ 2 2− 3
= ln 2+ 3 + 2+ 3 − √ √ 2 √ √ 2
4 2+ 3 2− 3
√ √  1h √ √ i √ √  √
= ln 2+ 3 + 5 + 2 6 − 5 + 2 6 = ln 2 + 3 + 6.
4
Ορισμός 2.4.9 Ο όγκος V του στερεού που προκύπτει από περιστροφή της καμπύλης
y = f (x), x ∈ [a, b] γύρω από τον άξονα των x δίνεται από τον τύπο
Z b
2
V =π [f (x)] dx.
a

Παράδειγμα 2.4.10 Η σφαίρα


x2 + y 2 + z 2 = ρ2
με κέντρο την αρχή των αξόνων και ακτίνα ρ, παράγεται από την περιστροφή του ημικυκλίου
p
y = ρ2 − x2 , x ∈ [−ρ, ρ],
66 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

γύρω από τον άξονα των x. ΄Αρα ο όγκος της είναι


Z ρ p 2 Z ρ
2 4
ρ2 − x2 dx = 2πρ3 − πρ3 = πρ3 .

V =π ρ2 − x2 dx = 2π
−ρ 0 3 3


Ορισμός 2.4.11 Το εμβαδόν E της επιφάνειας του στερεού που προκύπτει από περιστροφή της κα-
μπύλης
y = f (x), x ∈ [a, b]

γύρω από τον άξονα των x δίνεται από τον τύπο


Z b q
2
E = 2π |f (x)| 1 + [f 0 (x)] dx.
a

Παράδειγμα 2.4.12 Η επιφάνεια της σφαίρας του παραδείγματος 2.4.10, έχει εμβαδόν
r s
Z ρ 0 i 2 Z ρ
p hp p x2 ρ
E = 2π ρ2 − x2 1+ ρ2 − x2 dx = 4π ρ2 − x2 1+ dx = 4πρx 0 = 4πρ2 .
−ρ 0 ρ2 −x 2

2.5 Παραδείγματα με υπολογισμό εμβαδού


Παράδειγμα 2.5.1 Να υπολογιστεί το εμβαδόν E του χωρίου που περικλείεται μεταξύ των γρφικών
παραστάσεων των καμπύλων με εξισώσεις y 2 = 4x και y = 2x − 4.

Λύση:
2.5. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΜΕ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΕΜΒΑΔΟΥ 67

y 2 = 4x

Τα σημεία με συντεταγμένες (4, 4) και (1, −2) τα βρίσκουμε λύνοντας το σύστημα
y = 2x − 4.

Τα σημεία −4 και 2 πάνω στους άξονες, θέτοντας, αντίστοιχα x = 0 και y = 0 στην εξίσωση της
ευθείας.
Είναι
2
2 √ 2 √ 8√
Z
E1 = 2 x dx = 2 · x x = 2,
0 3 0 3

4 4 4
4 √ 2 √ 32 8 √
Z
[2 x − (2x − 4)] dx = 2 · x x − x2 + 4x =

E2 = − 2 − 16 + 4 + 16 − 8,
2 3 2 2 2 3 3

1 1
√ 2 √
Z
4
E3 = − (−2 x) dx = 2 · x x =
0 3 0 3

και
Z 2 2 2
2

E4 = − (2x − 4) dx = −x + 4x = −4 + 1 + 8 − 4 = 1.
1 1 1

΄Αρα

8√ 32 8 √ 4
E = E1 + E2 + E3 + E4 = 2+ − 2 − 4 + + 1 = 9.
3 3 3 3

΄Ενας άλλος τρόπος υπολογισμού επιτυγχάνεται αν περιστρέψουμε το σχήμα κατά 90o με τη θετική
φορά. Τότε θα έχουμε:

4 4 4 3 4
y2 y 2
Z  
1 − y = 4 − 1 + 8 + 4 − 64 − 8 = 15 − 72 = 9.

E= y+2− dy = + 2y
−2 2 4 4 −2
−2 12 −2 12 12 12

Παράδειγμα 2.5.2 ΄Εστω a > 0. Να βρείτε το εμβαδόν που περικλείεται μεταξύ των παραβολών:
y = ax2 και x = ay 2 .

Λύση:
68 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Λύνοντας το σύστημα των εξισώσεων των δύο καμπύλων, βρίσκουμε τα σημεία τομής (0, 0) και
1 1

a, a αυτών. ΄Αρα το ζητούμενο εμβαδόν ισούται με
1 1 1
1 √ 1 2 √ a
Z  
a a 3 a 1 2 1 1 a 1 1
E= √ x − ax2 dx = √ · x x − x = √ · · · √ − · 3 = 2 .
0 a a 3 0 3 0 a 3 a a 3 a 3a


2.6 Προσέγγιση ορισμένων ολοκληρωμάτων


Αν χρησιμοποιήσουμε την πρόταση 2.1.13, με m = 02 = 0 και M = 22 = 4, στο ολοκλήρωμα
Z 1
I= x2 dx,
0

1
βρίσκουμε 0 ≤ I ≤ 1. Αυτή δεν είναι καλή προσέγγιση του Ι, γιατί η ακριβής τιμή του είναι 3 = 0, 3̄.

Μια καλύτερη προσέγγιση παίρνουμε με την μέθοδο του μέσου διαστήματος. Σύμφωνα με αυτή
τη μέθοδο χωρίζουμε το διάστημα [a, b] σε υποδιαστήματα, παίρνοντας σημεία x1 , x2 , . . . xn στο [a, b],
με a < x1 < x2 < · · · xn < b. Προσεγγίζουμε το ολοκλήρωμα με το άθροισμα των εμβαδών των
2.6. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΩΝ 69

ορθογωνίων που η μία πλευρά του είναι το υποδιάστημα στον άξονα των x και η άλλη η τιμή της
συνάρτησης στο μέσο του υποδιαστήματος.
Δηλαδή, αν f : [a, b] → R, με f (x) ≥ 0, για κάθε x ∈ [a, b] και x1 , x2 , x3 . . . xn ∈ [a, b], με

a < x1 < x2 < x3 < · · · xn < b,

τότε
Z b        
a + x1 x1 + x2 x2 + x3 xn + b
f (x) dx ≈ (x1 −a)f +(x2 −x1 )f +(x3 −x2 )f +· · ·+(b−xn )f .
a 2 2 2 2

Στο παρακάτω σχήμα έχουμε χωρίσει το διάστημα [a, b] σε τέσσερα υποδιαστήματα παίρνοντας τρία
σημεία (n = 3).

 Αν επιλέξουμε για  το ολοκλήρωμα I που αναφέραμε στην αρχή της παραγράφου


f (x) = x2 , [a, b] = [0, 1] n = 1 και x1 = 21 , τότε παίρνουμε την προσέγγιση
       
1 1 1 3 1 1 1 9 5
I≈ −0 f + 1− f = · + · = = 0, 3125.
2 4 2 4 2 16 2 16 16

Αν επιλέξουμε n = 3, x1 = 14 , x2 = 21 και x3 = 43 τότε παίρνουμε την προσέγγιση


        
1 1 3 5 7 1 1 + 9 + 25 + 49 21
I≈ f +f +f +f = · = = 0, 328125.
4 8 8 8 8 4 64 64
1 2 n
Τέλος, για κάθε n ∈ N, μπορούμε να επιλέξουμε x1 = n+1 , x2 = n+1 , . . ., xn = n+1 . Θα έχουμε
τότε
        
1 1 3 5 2n + 1
I≈ f +f +f + ··· + f
n+1 2(n + 1) 2(n + 1) 2(n + 1) 2(n + 1)
70 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

1 1  2 2 2 2
 1 (2n + 1)(4n2 + 10n + 6)
= · 2 1 + 3 + 5 + . . . + (2n + 1) = · .
n + 1 2 (n + 1)2 4(n + 1)3 6
Αυτό προκύπτει από τη γνωστή ισότητα

k(k + 1)(2k + 1)
12 + 2 2 + · · · + k 2 = ,
6
ως εξής:

12 + 32 + 52 + · · · + (2n + 1)2 = 12 + 22 + 32 + · · · + (2n + 1)2 − 22 − 42 − · · · − (2n)2

(2n + 1)(2n + 2)(4n + 3) (2n + 1)(2n + 2)(4n + 3) n(n + 1)(2n + 1)


= −22 (12 +22 +· · ·+n2 ) = −4·
6 6 6
(2n + 1)(4n2 + 10n + 6)
= .
6
Παρατηρούμε ότι όταν n → +∞, τότε η προσέγγιση αυτή τείνει στο 13 , που είναι ακριβώς το
ολοκλήρωμα I. Αυτό δεν είναι τυχαίο, αλλά έχει σχέση με τον ορισμό του ολοκληρώματος Riemann.
Θα δούμε τώρα την μέθοδο του τραπεζίου. Πάλι χωρίζουμε το διάστημα [a, b] σε υποδιαστήματα
θεωρώντας τα σημεία x1 , x2 , . . . , xn ∈ [a, b], με a < x1 < x2 < · · · xn < b και προσεγγίζουμε το
εμβαδόν με το άθροισμα των τραπεζίων, όπως φαίνεται στο παρακάτω σχήμα.

Υπενθυμίζουμε ότι το εμβαδόν τραπεζίου δίνεται από το ημιγινόμενο του αθροίσματος των βάσεων
επί του ύψους. ΄Ετσι στο παραπάνω σχήμα η προσέγγιση του ολοκληρώματος ισούται με
1 1 1
[f (a) + f (x1 )] (x1 − a) + [f (x1 ) + f (x2 )] (x2 − x1 ) + [f (x2 ) + f (b)] (b − x2 ).
2 2 2
Στην γενική περίπτωση που χωρίζουμε το διάστημα [a, b] σε n πλήθος υποδιαστήματα ίσου μήκους,
δηλαδή αν πάρουμε τα σημεία x1 = a + b−a b−a b−a
n , x2 = a + 2 n , . . . , xn−1 = a + (n − 1) n , προκύπτει η
2.6. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΩΝ 71

προσέγγιση

1 b−a 1 b−a 1 b−a 1 b−a


[f (a) + f (x1 )] + [f (x1 ) + f (x2 )] + [f (x2 ) + f (x3 )] +· · ·+ [f (xn−1 ) + f (b)] ,
2 n 2 n 2 n 2 n
δηλαδή
b  
b−a 1
Z
1
f (x) dx ≈ f (a) + f (x1 ) + f (x2 ) + · · · + f (xn−1 ) + f (b) .
a n 2 2
Αν χρησιμοποιήσουμε δύο υποδιαστήματα για να προσεγγίσουμε με τη μέθοδο του τραπεζίου το
R1
0
x2 dx, παίρνουμε την προσέγγιση
Z 1       
2 1 1 1 1 1 1 3
x dx ≈ · f (0) + f · + · f + f (1) · = = 0, 375.
0 2 2 2 2 2 2 8

Η προσέγγιση αυτή προέκυψε χειρότερη από την αντίστοιχη προσέγγιση με το μέσο του διαστήματος.
Η ίδια εργασία με τέσσερα υποδιαστήματα θα μας δώσει
Z 1        
1 1 1 1 3 1 11
x2 dx ≈ f (0) + f +f +f + f (1) = = 0, 34375.
0 4 2 4 2 4 2 32

Τέλος θα αναφέρουμε και τη μέθοδο Simpson. Στις προηγούμενες μεθόδους δεν έπαιζε ρόλο πόσα
θα ήταν τα υποδιαστήματα στα οποία θα χωρίζαμε το [a, b] για τη εφαρμογή της μεθόδου. Στη μέθοδο
Simpson πρέπει να το χωρίσουμε σε άρτιο πλήθος υποδιαστημάτων. Θα παρουσιάσουμε τη μέθοδο
χωρίζοντας το [a, b] σε 2n το πλήθος ίσων υποδιαστημάτων. Μπορεί βέβαια να εφαρμοστεί και χωρίς
να είναι ίσου μήκους τα υποδιαστήματα.
Θεωρούμε έναν φυσικό αριθμό n. Κάθε υποδιάστημα θα έχει μήκος ίσο με

b−a
s= .
2n
Δηλαδή επιλέγουμε για το χωρισμό του [a, b] τα σημεία

x0 = a, x1 = a + s, x2 = a + 2s, x3 = a + 3s, . . . , x2n−1 = a + (2n − 1)s, x2n = a + 2ns = b.

Τώρα κάνουμε την εξής παρατήρηση. Από οποιαδήποτε τρία σημεία της μορφής x2(k−1) , x2k−1 και x2k
διέρχεται ακριβώς μία παραβολή, δηλαδή η γραφική παράσταση μιας συνάρτησης της μορφής P (x) =
Ax2 + Bx + Γ . ΄Αρα το ολοκλήρωμα με άκρα τα x2(k−1) και x2k προσεγγίζεται από το εμβαδόν του
χωρίου που περικλείεται από τις ευθείες x = x2(k−1) , x = x2k , τον άξονα των x και τη γραφική
παράσταση της P , δηλαδή Z Z x2k x2k
Ik = f (x) dx ≈ P (x) dx
x2(k−1) x2(k−1)

΄Ομως
x2k
x2k − x2(k−1)
   
x2(k−1) + x2k
Z
P (x) dx = P (x2(k−1) ) + 4P + P (x2k ) .
x2(k−1) 6 2
72 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Πράγματι, αν θέσουμε x2(k−1) = y1 και x2k = y2 , πρέπει να δείξουμε ότι


y2    
y2 − y1
Z
y1 + y2
P (x) dx = P (y1 ) + 4P + P (y2 ) .
y1 6 2
΄Εχουμε
y2 y2 y y y2
x3 2 x2 2
Z Z
(Ax2 + Bx + Γ ) dx = A

P (x) dx = + B + Γ x
y1 y1 3 y1 2 y1
y1

A B y2 − y1 
= (y23 − y13 ) + (y22 − y12 ) + Γ (y2 − y1 ) = 2A(y22 + y2 y1 + y12 ) + 3B(y2 + y1 ) + 6Γ

3 2 6
y2 − y1  2 2

= 2(Ay2 + By2 + Γ ) + 2(Ay1 + By1 + Γ ) + 2Ay1 y2 + By1 + By2 + 2Γ
6
y2 − y1
= [2P (y2 ) + 2P (y1 ) + 2Ay1 y2 + By1 + By2 + 2Γ ] .
6
΄Ετσι αρκεί να δείξουμε ότι
 
y1 + y2
4P = P (y1 ) + P (y2 ) + 2Ay1 y2 + By1 + By2 + 2Γ .
2
Το τελευταίο ισχύει, αφού
   2  
y1 + y2 y1 + y2 y1 + y2
4P = 4A + 4B + 4Γ = Ay12 + 2Ay1 y2 + Ay22 + 2By1 + 2By2 + 4Γ
2 2 2

= (Ay12 + By1 + Γ ) + (Ay22 + By2 + Γ ) + 2Ay1 y2 + By1 + By2 + 2Γ .


΄Αρα
Z b n Z
X x2k n
X n Z
X x2k
f (x) dx = f (x) dx = Ik ≈ P (x) dx
a k=1 x2(k−1) k=1 k=1 x2(k−1)

n
x2k − x2(k−1)
   
X x2(k−1) + x2k
= P (x2(k−1) ) + 4P + P (x2k )
6 2
k=1

n n
X 2s   X s 
= P (x2(k−1) ) + 4P (x2k−1 ) + P (x2k ) = f (x2(k−1) ) + 4f (x2k−1 ) + f (x2k )
6 3
k=1 k=1

b − ah i
= f (x0 ) + 4f (x1 ) + f (x2 ) + f (x2 ) + 4f (x3 ) + f (x4 ) + · · · + f (x2(n−1) ) + 4f (x2n−1 ) + f (x2n )
6n
b − ah i
= f (x0 ) + 4f (x1 ) + 2f (x2 ) + 4f (x3 ) + 2f (x4 ) + · · · + 2f (x2(n−1) ) + 4f (x2n−1 ) + f (x2n ) .
6n
Συνοπτικά η μέθοδοςh Simpson εφαρμόζεται ως εξής: Θεωρούμε ένα n ∈ N και θέτουμε s = b−a 2n .
Rb s
Τότε a f (x) dx ≈ 3 f (a) + 4f (a + s) + 2f (a + 2s) + 4f (a + 3s) + 2f (a + 4s) + · · · + 2f (a + 2(n −
i
1)s) + 4f (a + (2n − 1)s) + f (b) .
2.7. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 73

R1
Ας εφαρμόσουμε τώρα τη μέθοδο αυτή στο αρχικό μας παράδειγμα, το 0
x2 dx, για n = 2. Είναι
s = 41 . ΄Αρα
Z 1        
2 1 1 1 3 1
x dx ≈ f (0) + 4f + 2f + 4f + f (1) = .
0 12 4 2 4 3

Παρατηρούμε ότι παρόλο που πήραμε ένα μικρό n, το n = 2 η μέθοδος Simpson δεν μας έδωσε
απλώς μια προσέγγιση, αλλά την ακριβή τιμή του ολοκληρώματος. Μπορούμε να δούμε ακόμη και για
n = 1 μας δίνει την ακριβή τιμή 13 . Που οφείλεται αυτό; Είπαμε ότι η μέθοδος αυτή προσεγγίζει το
εμβαδόν κάτω από μια παραβολή και η f (x) = x2 στην περίπτωσή μας είναι παραβολή.

2.7 Ασκήσεις

1. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται από τη


γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) = 4x2 + 2, τους άξονες των x, y
και την ευθεία x = y.

2. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται από τη



γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) = 2 x και την ευθεία x = y.

3. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται από τη


γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) = x3 − 3x2 και τον άξονα των x.

4. Να βρείτε το εμβαδόν του γραμμοσκιασμένου χωρίου του παρακάτω σχήμα-


τος:
74 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

5. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται από τη



γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) = x 1 − x και τον άξονα των x.

6. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται από τις


παραβολές y 2 = 3x και x2 = 3y.

7. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται από τις


παραβολές y 2 = 4x και x2 = 4y.

8. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται από την


παραβολή y = − 14 x2 + 2 και την ευθεία y = x2 .

9. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του κοινού μέρους δύο κύκλων με ακτίνα 2, που


ο ένας έχει κέντρο την αρχή των αξόνων και ο άλλος το σημείο (2, 0).

10. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται μεταξύ


των γραφικών παραστάσεων των συναρτήσεων f (x) = −x3 + 2x και g(x) =
x.

11. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται μεταξύ


των γραφικών παραστάσεων των συναρτήσεων f (x) = x3 + 2x και g(x) =
3x2 .

12. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του φραγμένου χωρίου που περικλείεται μεταξύ


των γραφικών παραστάσεων των συναρτήσεων f (x) = −x3 + 5 και g(x) =
−x − 1.

13. Να υπολογίσετε το μήκος της καμπύλης που δίνεται στην παραμετρική μορφή:
γ(t) = (t2 , t3 ), t ∈ [0, 4].

14. Να υπολογίσετε το μήκος της καμπύλης που είναι η γραφική παράσταση της
4
συνάρτησης f (x) = x8 + 4x1 2 από x = 1 έως x = 4.
2.7. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 75

15. Να υπολογίσετε το μήκος της παραβολής y 2 = 12x από το σημείο (0, 0) έως
το σημείο (3, 6).

16. Να υπολογίσετε τον όγκο του στερεού που προκύπτει από την περιστρο-
φή της καμπύλης που είναι η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) =

x 9 − x2 , με x ∈ [−3, 3] γύρω από τον άξονα των x.

17. Να υπολογίσετε τον όγκο του στερεού που προκύπτει από την περιστροφή
της καμπύλης που είναι η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) = sin x,
με x ∈ [0, π] γύρω από τον άξονα των x.

18. Να υπολογίσετε το εμβαδόν της επιφάνειας του στερεού που προκύπτει από
την περιστροφή της καμπύλης που είναι η γραφική παράσταση της συνάρτη-
σης f (x) = x3 , με x ∈ [0, 2] γύρω από τον άξονα των x.
R 1 dx
19. Να υπολογίσετε μια προσέγγιση του 02 1+x 2 με τη μέθοδο του τραπεζίου,
 1
χωρίζοντας το διάστημα 0, 2 σε 5 υποδιαστήματα.
R 1 dx
20. Να υπολογίσετε μια προσέγγιση του 02 1+x 2 με τη μέθοδο του Simpson,
 1
χωρίζοντας το διάστημα 0, 2 σε 4 υποδιαστήματα.

21. Για μια συνάρτηση f είναι γνωστές μόνο οι παρακάτω τιμές: f (1) = 0,
f (2) = 0.6, f (3) = 0.9, f (4) = 1.2, f (5) = 1.4, f (6) = 1.5, f (7) = 1.7,
f (8) = 1.8 και f (9) = 2.

α) Μπορεί να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος του μέσου διαστήματος για τον


R9
υπολογισμό του 1 f (x) dx· Αν ναι να την χρησιμοποιήσετε για να
υπολογίσετε μια προσέγγιση του ολοκληρώματος αυτού.
R9
β) Να βρείτε μια προσέγγιση του 1 f (x) dx με τη μέθοδο του τραπεζίου.
γ) Αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος Simpson, να γίνει αυτό για να
R9
υπολογιστεί μια προσέγγισει του 1 f (x) dx και του όγκου του στερεού
που προκύπτει από την περιστροφή της γραφικής παράστασης της f
γύρω από τον άξονα των x.
76 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ RIEM AN N ΄Η ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ
Κεφάλαιο 3

Πολλαπλά ολοκληρώματα

3.1 Συναρτήσεις πολλών μεταβλητών


Είδαμε στον ορισμό 2.4.5 ότι η καμπύλη είναι μία συνάρτηση από ένα κλειστό και φραγμένο διάστημα
της πραγματικής ευθείας στον R2 , δηλαδή από ένα υποσύνολο του R στον R2 . Η γραφική παράσταση
μιας τέτοιας συνάρτησης είναι ένα υποσύνολο του R3 , γιατί περιλαμβάνει τα ζεύγη (t, (γ(t)), για τα
διάφορα t ∈ [a, b], δηλαδή τις τριάδες (t, γ1 (t), γ2 (t)), t ∈ [a, b]. Εμείς βέβαια ξέρουμε ότι η καμπύλη,
π.χ. ο κύκλος με ακτίνα 1 και κέντρο την αρχή των αξόνων γ(t) = (cos t, sin t), t ∈ [0, 2π] είναι σχήμα
του επιπέδου R2 και όχι του χώρου R3 . Αυτό συμβαίνει γιατί δεν θεωρούμε την γραφική παράσταση
της γ, αλλά την εικόνα της, γ([0, 2π]).
Θα ασχοληθούμε με ολοκληρώματα συναρτήσεων που παίρνουν πραγματικές τιμές, αλλά έχουν
πολλές μεταβλητές. Συγκεκριμένα θα δούμε περιπτώσεις που μία συνάρτηση f έχει δύο ή τρεις μετα-
βλητές. Στην πρώτη περίπτωση το πεδίο ορισμού είναι υποσύνολο του R2 και στη δεύτερη υποσύνολο
του R3 . Επειδή το πεδίο τιμών είναι το R, στην πρώτη περίπτωση η γραφική παράσταση μιας συνάρ-
τησης πρέπει να γίνει στον χώρο R3 , ενώ στη δεύτερη στον R4 . ΄Ετσι για παράδειγμα, αν έχουμε
τη συνάρτηση f : R3 → R με f (x, y, z) = x2 + y 2 + sinz − 3, τότε η το γράφημα της f είναι το
{(x, y, z, w) ∈ R4 : w = x2 + y 2 + sinz − 3}.

Θεώρημα 3.1.1 (Fubini) Αν a, b, c και d είναι πραγματικοί αριθμοί με a < b και c < d και f είναι
μια συνάρτηση, η οποία είναι συνεχής στο A = {(x, y) ∈ R2 : a ≤ x ≤ b και c ≤ y ≤ d}, τότε
"Z # "Z #
ZZ Z b d Z d b
f (x, y) dxdy = f (x, y) dy dx = f (x, y) dx dy.
A a c c a

Παράδειγμα 3.1.2 Αν A = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ x ≤ 2 και −1 ≤ y ≤ 1} = [0, 2] × [−1, 1] και

77
78 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ

f (x, y) = 100 − 6x2 y, τότε


ZZ Z 1 Z 2  Z 1 x=2 x=2 !
2 3

f (x, y) dxdy = (100 − 6x y) dx dy = 100x − 2x y dy
A −1 0 −1 x=0 x=0
Z 1 y=1 y=1
− 8y 2

= (200 − 16y) dy = 200y = 400.
−1 y=−1 y=−1
Ομοίως μπορούμε να δείξουμε ότι
Z 2 Z 1 
(100 − 6x2 y) dy dx = 400,
0 −1

πράγμα που επαληθεύει το θεώρημα Fubini.



Αν το A ⊂ R2 δεν είναι ορθογώνιο, χρησιμοποιούμε το παρακάτω θεώρημα που είναι γενίκευση του
θεωρήματος Fubini.

Θεώρημα 3.1.3 Αν a, b ∈ R με a < b, f, g : [a, b] → R είναι συνεχείς συναρτήσεις με f (x) < g(x),
για κάθε x ∈ (a, b), A = {(x, y) ∈ R2 : a ≤ x ≤ b και f (x) ≤ y ≤ g(x)} και F : A → R2 μία φραγμένη
και συνεχής συνάρτηση, τότε
ZZ Z b "Z g(x) #
F (x, y) dxdy = F (x, y) dy dx.
A a f (x)

Με τις ίδιες προϋποθέσεις και B = {(x, y) ∈ R2 : a ≤ y ≤ b και f (y) ≤ x ≤ g(y)} και F : B → R2


να είναι φραγμένη και συνεχής, ισχύει
ZZ Z b "Z g(y) #
F (x, y) dxdy = F (x, y) dx dy.
B a f (y)

RR
Παράδειγμα 3.1.4 Να υπολογίσετε το A (3−x−y) dxdy, όπου A είναι το τρίγωνο που σχηματίζεται
από τις ευθείες y = x, x = 1 και τον άξονα των x.

Λύση:
3.1. ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ 79

Είναι A = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ x ≤ 1 και 0 ≤ y ≤ x} ή A = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ y ≤ 1 και y ≤ x ≤ 1}.


΄Αρα
y=x y=x !
Z 1 Z x Z 1 2 y=x
ZZ 
y
(3 − x − y) dxdy = (3 − x − y) dy dx = 3y − xy − dx
A 0 0 0 y=0 y=0 2 y=0
1 1 1
x2 3 x3
Z  
2 3 2 3 1
= 3x − x − dx = x − = − = 1.
0 2 2 0 2 3 0 2 2
Ομοίως θα μπορούσαμε να το υπολογίσουμε και όπως παρακάτω
Z 1 Z 1 Z 1  x=1
x2
ZZ 

(3 − x − y) dxdy = (3 − x − y) dx dy = 3x − − xy dy = · · · = 1.
A 0 y 0 2 x=y

R 4  R √y sin x

Παράδειγμα 3.1.5 Να υπολογίσετε το I = 0 y
x y dx dy.
2

Λύση: Δεν μπορούμε να υπολογίσουμε το αόριστο ολοκλήρωμα sinx x dx. Μπορούμε όμως να
R

παρατηρήσουμε πως I = A x y dxdy, όπου A = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ y ≤ 4, y2 ≤ x ≤ y}.
RR sin x

Επίσης A = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ x ≤ 2, x2 ≤ y ≤ 2x}.


΄Αρα
Z 2 Z 2x Z 2 y=2x ! Z 2
sin x y 2 x4
  
sin x sin x
I= y dy dx = · dx = 2x2 − dx
0 x2 x 0 x 2 y=x2 0 x 2
Z 2 Z 2
1 3
= 2x sin x dx −
x sin x dx.
0 0 2
Το ολοκλήρωμα τώρα υπολογίζεται με την μέθοδο 1.5.14.

΄Ενα σύνολο A ⊂ R2 , μπορεί να μην γράφεται σε μία από τις παραπάνω μορφές (A = {(x, y) ∈ R2 :
a ≤ x ≤ b και f (x) ≤ y ≤ g(x)} ή A = {(x, y) ∈ R2 : a ≤ y ≤ b και f (y) ≤ x ≤ g(y)}), αλλά να
γράφονται δύο σύνολα A1 και A2 σε μία από τις παραπάνω μορφές, το σύνολο A1 ∩ A2 να έχει εμβαδόν
ίσο με μηδέν και να ισχύει A = A1 ∪ A2 . Τότε ισχύει
ZZ ZZ ZZ
f (x, y) dxdy = f (x, y) dxdy + f (x, y) dxdy. (∗)
A A1 A2
80 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ

Παράδειγμα 3.1.6 ΄Εστω A το τρίγωνο που σχηματίζεται από τις ευθείες y = x, y = 2x και
y = 1 − x.

Δεν μπορούμε να γράψουμε το σύνολο A στη μορφή A = {(x, y) ∈ R2 : a ≤ x ≤ b και f (x) ≤ y ≤


g(x)}, γιατί ενώ διαπιστώνουμε ότι 0 ≤ x ≤ 21 , για το τυχαίο x (τις κίτρινες γραμμές στο σχήμα)
το y έχει κάτω όριο που καθορίζεται από την μπλε ευθεία y = x. Το άνω όριο όμως εξαρτάται ή από
την πράσινη y = 1 − x ή από την κόκκινη y = 2x, αντίστοιχα, αν το x είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο
του 13 . Με παρόμοιο σκεπτικό μπορούμε να διαπιστώσουμε πως το A δεν γράφεται ούτε στη μορφή
A = {(x, y) ∈ R2 : a ≤ y ≤ b και f (y) ≤ x ≤ g(y)}.
Μπορούμε όμως να χωρίσουμε το A στα A1 και A2 , όπως φαίνεται στο παρακάτω σχήμα.

Τότε είναι A1 = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ x ≤ 31 και x ≤ y ≤ 2x} και A2 = {(x, y) ∈ R2 : 13 ≤ x ≤


1
2 και x ≤ y ≤ 1 − x} και το A1 ∩ A2 είναι ένα ευθύγραμμο σχήμα, το οποίο έχει μηδενικό εμβαδόν.
΄Αρα χρησιμοποιούμε τη σχέση (∗) παραπάνω και έτσι υπολογίζουμε το διπλό ολοκλήρωμα.


Μιλήσαμε παραπάνω για εμβαδόν ενός υποσυνόλου του R2 , για το σύνολο A1 ∩ A2 . Ο αυστηρός
ορισμός του εμβαδού E ενός υποσυνόλου του R2 δίνεται ως το διπλό ολοκλήρωμα πάνω στο σύνολο
3.1. ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ 81

αυτό, της μονάδας, δηλαδή της σταθερής συνάρτησηςπου παίρνει την τιμή 1, δηλαδή
ZZ
E= 1 dxdy.
A

Δεν έχουν βέβαια όλα τα σύνολα εμβαδόν. Πρέπει να ισχύουν κάποιες προϋποθέσεις που δεν τις
αναφέρουμε. Το ίδιο κάναμε με τον αυστηρό ορισμό του ορισμένου ολοκληρώματος. Ο λόγος είναι ότι
θα απαιτούσε πολύ χρόνο και θα χρησιμοποιούσαμε και άλλες έννοιες με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη
η κατανόηση από τους φοιτητές και δεν θα επαρκούσε χρόνος για εφαρμογές.

Παράδειγμα 3.1.7 Να βρείτε το εμβαδόν του μικρότερου μέρους του κυκλικού δίσκου {(x, y) ∈
R2 : x2 + y 2 ≤ 1} που αποκόπτεται από την ευθεία y = 1 − x.

Λύση:

Το εμβαδόν αυτό είναι γνωστό και από τα απλά ολοκληρώματα και μπορεί να υπολογιστεί ως το εμβαδόν
που περικλείεται μεταξύ των γραφικών παραστάσεων δύο συναρτήσεων, δηλαδή το
Z 1 p 
1 − x2 − (1 − x) .
0

Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε αν χρησιμοποιήσουμε τον ορισμό του εμβαδού επίπεδου σχήματος
RR
που είδαμε παραπάνω. Το εμβαδόν θα ισούται με A 1 dxdy. Το σύνολο A γράφεται ως A = {(x, y) ∈

R2 : 0 ≤ x ≤ 1, 1 − x ≤ y ≤ 1 − x2 }. Τότε έχουμε
ZZ Z 1 Z √1−x2 ! Z 1 p 
1 dxdy = dy dx = 1 − x2 − (1 − x) .
A 0 1−x 0

Αν τώρα S είναι ένα υποσύνολο του R3 και υπάρχουν για αυτό ένα υποσύνολο A του R2 , συνεχείς
συναρτήσεις ϕ, h : A → R, ώστε S = {(x, y, z) ∈ R3 : (x, y) ∈ A, ϕ(x, y) ≤ z ≤ h(x, y)} και
f : S → R μια συνεχής συνάρτηση, τότε
ZZZ Z Z "Z h(x,y) #
f (x, y, z) dxdydz = f (x, y, z) dz dxdy.
S A ϕ(x,y)
82 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ

Το παραπάνω καλείται το τριπλό ολοκλήρωμα της f πάνω στο S. Ο όγκος V ενός στερεού S είναι το
τριπλό ολοκλήρωμα πάνω στο S της σταθερής συνάρτησης f (x, y, z) = 1.

Παράδειγμα 3.1.8 Ο όγκος ενός τετραέδρου, δηλαδή μιας πυραμίδας ισούται με το 13 του γινομένου
του ύψους επί το εμβαδόν της βάσης. Πράγματι, έστω α, β, γ > 0. Το στερεό που περκλείεται από τα
επίπεδα z = γ − αx − βx, x = 0, y = 0 και z = 0 είναι ένα τετράεδρο.

Η προβολή A του τετραέδρου πάνω στο επίπεδο των x, y δίνεται στο παρακάτω σχήμα.

n o
γ γ
Δηλαδή A = (x, y) ∈ R2 : 0 ≤ x ≤ α, 0≤y≤ β −α
βx .
Για το τυχαίο (x, y) ∈ A, το (x, y, z) είναι σημείο του τετραέδρου S, αν και μόνον αν ισχύει 0 ≤ z ≤
γ − αx − βy. ΄Αρα το τετράεδρο δίνεται στη μορφή

S = {(x, y, z) ∈ R3 : 0 ≤ z ≤ γ − αx − βy, (x, y) ∈ A}

και επομένως ο όγκος του είναι


!
ZZZ ZZ Z γ−αx−βy ZZ
V = 1 dxdydz = dz dxdy = (γ − αx − βy) dxdy
S A 0 A

γ
"Z γ α
# γ y= βγ − αβ x
β−βx
Z Z 
α α β 2
= (γ − αx − βy) dy dx = (γ − αx)y − y dx
0 0 0 2 y=0
3.1. ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ 83

Z γ   Z αγ Z αγ
α 1 β 1 1 1
= (γ − αx)2 − (γ − αx)2
dx = (γ − αx)2
dx = − (γ − αx)2 d(γ − αx)
0 β 2 β2 2β 0 2αβ 0
γ
1 (γ − αx)3 α
 
1 1 γ γ
=− = 3 2 · α · β γ,
2αβ 3 0
1 γ γ
όπου 2 · α · β είναι το εμβαδόν του τριγώνου της βάσης και γ είναι το ύψος του τετραέδρου.


Παράδειγμα 3.1.9 Επειδή το σύνολο ολοκλήρωσης είναι ορθογώνιο, έχουμε από το θεώρημα 3.1.1,
Z 1 Z ln 2 ! Z ln 2 Z 1  Z ln 2 Z 1 
xy
ye dy dx = yexy dx dy = exy d(xy) dy
0 0 0 0 0 0

Z ln 2 Z ln 2 ln 2
 xy x=1
(ey − 1) dy = ey = eln 2 − 1 − ln 2 = 2 − 1 − ln 2 = 1 − ln 2.

= e x=0 dy =
0 0 0


Παράδειγμα 3.1.10 Το αόριστο ολοκλήρωμα sin x2 dx δεν μπορούμε να το υπολογίσουμε. ΄Εχου-


R

με όμως
Z √π Z √π ! ZZ
2
sin x dx dy = sin x2 dxdy,
0 y A
√ √
όπου A = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ y ≤ π, y ≤ x ≤ π}.


Μπορούμε να γράψουμε επίσης A = {(x, y) ∈ R2 : 0 ≤ x ≤ π, 0 ≤ y ≤ x}. ΄Αρα, από το θεώρημα
3.1.3, έχουμε
Z √π Z √π ! Z √π Z x  Z √π Z √π
2 2 2 1
sin x dx dy = sin x dy dx = x sin x dx = sin x2 dx2
0 y 0 0 0 2 0
x=√π
1 2
1
= (− cos x ) = (− cos π + cos 0) = 1.
2 x=0 2

84 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ

2x2 y dxdy, όπου A είναι το χωρίο του παρακάτω σχήμα-


RR
Παράδειγμα 3.1.11 Να υπολογίσετε το A
τος:

Το χωρίο A θα μπορούσε και να δοθεί ως το φραγμένο χωρίο μεταξύ των γραφικών παραστάσεων
των συναρτήσεων g(x) = 3x2 και h(x) = 16 − x2 .

Λύση: Το σύνολο A μπορεί να γραφεί ως A = {(x, y) ∈ R2 : −2 ≤ x ≤ 2, 3x2 ≤ y ≤ 16 − x2 }. ΄Αρα

ZZ Z 2 Z 16−x2
! Z 2 y=16−x2 !
2 2 2 2

2x y dxdy = 2x y dy dx = x y dx
A −2 3x2 −2 2
y=3x

Z 2  2
Z 2
x (16 − x2 )2 − x2 (3x2 )2 dx =
 2
x (256 − 32x2 + x4 ) − 9x6 dx
 
=
−2 −2

Z 2 Z 2
= (−8x6 − 32x4 + 256x2 )dx = 2 (−8x6 − 32x4 + 256x2 )dx
−2 0

27 25 23
 
16 · 128 64 · 32 512 · 8
= 2 −8 · − 32 · + 256 · =− − + .
7 5 3 7 5 3


3.2 Ασκήσεις
86
(10 + x2 + 3y 2 ) dxdy =
RR
1. Αν A = [0, 1] × [0, 2], να δείξετε ότι A 3 .

(4 + 9x2 y 2 ) dxdy = 32.


RR
2. Αν A = [−1, 1] × [0, 2], να δείξετε ότι A

3. Να υπολογίσετε το A sinx x dxdy, όπου A είναι το τρίγωνο που σχηματίζεται


RR

από τις ευθείες y = x, x = 1 και τον άξονα των x.

ex+y dxdy, όπου A είναι το τετράγωνο του παρακάτω


RR
4. Να υπολογίσετε το A
σχήματος.
3.2. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 85

R 1 R 1 √ 
5. Να υπολογίσετε το 0 y
1 + x2 dx dy.

6. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του παρακάτω γραμμοσκιασμένου χωρίου.

RRR
n α > 0 και β > 0. Να υπολογίσετε τοo S z dxdydz, όπου
7. ΄Εστω
S = (x, y, z) ∈ R3 : 0 ≤ z ≤ 1 − αx − βy , (x, y) ∈ A και A είναι το τρίγω-
νο του σχήματος


8. Να υπολογίσετε τον όγκο του S = (x, y, z) ∈ R3 : 0 ≤ z ≤ x2 + y 2 , (x, y) ∈ A ,
όπου A είναι το τρίγωνο του σχήματος
86 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ

RR
9. Να υπολογίσετε το A
y dxdy, όπου A το παρακάτω τρίγωνο.

10. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του A.

11. Να υπολογίσετε το εμβαδόν του A.

dxdy
όπου A = {(x, y) ∈ R2 : x ≥ 1, y ≥
RR
12. Να υπολογίσετε το A (x+y)5
,
1 και x + y ≤ 3}.

RR
13. Να υπολογίσετε το A (x − y) dxdy, όπου A είναι το φραγμένο χωρίο του
επιπέδου που περικλείεται από τους άξονες, την ευθεία x = 2 και την παρα-
βολή y = x2 .

RR
14. Να υπολογίσετε A
x dxdy, όπου A είναι το παρακάτω σχήμα.
3.2. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 87
88 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΑ
Κεφάλαιο 4

Το γενικευμένο ολοκλήρωμα

4.1 Το γενικευμένο ολοκλήρωμα πρώτου είδους


Ορισμός 4.1.1 ΄Εστω a ∈ IR και f : [a, +∞) → IR μια συνάρτηση, η οποία είναι κατά Riemann
ολοκληρώσιμη στο [a, b], ∀ b ∈ (a, +∞). Ορίζουμε ως γενικευμένο ολοκλήρωμα της f πρώτου είδους
και συμβολίζουμε με
Z +∞
f (x) dx,
a
το Z t
lim f (x) dx.
t→+∞ a
Λέμε ότι το γενικευμένο ολοκλήρωμα
Z +∞
f (x) dx
a
υπάρχει, απειρίζεται θετικά, απειρίζεται αρνητικά ή δεν υπάρχει, όταν το
Z t
lim f (x) dx
t→+∞ a

είναι πραγματικός αριθμός, +∞, −∞ ή δεν υπάρχει αντίστοιχα.


Αν το Z +∞
f (x) dx
a
υπάρχει, λέμε επίσης ότι αυτό συγκλίνει και γράφουμε
Z +∞
f (x) dx < +∞.
a

Αν το Z +∞
f (x) dx
a

89
90 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

δεν υπάρχει λέμε επίσης ότι αυτό αποκλίνει.


Rb
΄Ομοια ορίζεται για b ∈ IR το −∞ f (x) dx. Αν δηλαδή f : (−∞, b] → IR μια συνάρτηση, η οποία
είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη στο [a, b], ∀ a ∈ (−∞, b), ορίζουμε
Z b Z b
f (x) dx = lim f (x) dx.
−∞ t→−∞ t

Τέλος για μια συνάρτηση f : IR → IR, ορίζουμε


Z +∞ Z c Z +∞
f (x) dx = f (x) dx + f (x) dx,
−∞ −∞ c

όπου c ∈ IR.

Παρατήρηση 4.1.2 Επίσης μπορούμε στο


Z b
f (x) dx
−∞

να θέσουμε x = −t, οπότε θα έχουμε:


Z b Z −b Z +∞
f (x) dx = − f (−x) dx = f (−x) dx
−∞ +∞ −b

και έτσι ο υπολογισμός του ανάγεται σε ολοκλήρωμα της μορφής


Z +∞
f (x) dx.
a

Τα όρια του ολοκληρώματος τα υπολογίσαμε ως εξής: για το b στο οποίο ορίζεται η συνάρτηση εργα-
στήκαμε όπως στην παρατήρηση 2.3.2. Για το −∞, εργαστήκαμε ως εξής: Αφού x = −t και x → −∞,
είναι −t → −∞ και επομένως t → +∞.
Ο υπολογισμός του
Z +∞
f (x) dx
−∞

ανάγεται από τον ορισμό του στα προηγούμενα και τελικά στην μορφή
Z +∞
f (x) dx.
a

Το Z t
lim f (x) dx
t→+∞ −t

μπορεί να υπάρχει χωρίς να υπάρχει το


Z +∞
f (x) dx.
−∞
4.1. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ ΠΡΩΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ 91

Αν όμως υπάρχει το
Z +∞
f (x) dx,
−∞

τότε υπάρχει και το


Z t
lim f (x) dx
t→+∞ −t

και ισχύει
Z +∞ Z t
f (x) dx = lim f (x) dx.
−∞ t→+∞ −t
+∞ a +∞
Αν F μια συνάρτηση, για a στο πεδίο ορισμού της συμβολίζουμε με F (x) a , F (x) −∞ και F (x) −∞
τα lim F (t) − F (a), F (a) − lim F (t) και lim F (t) − lim F (t) αντίστοιχα.
t→+∞ t→−∞ t→+∞ t→−∞

Παράδειγμα 4.1.3
R +∞ +∞
α) 0
e−x dx = −e−x 0 = − lim e−x + 1 = 1.
x→+∞
Z +∞ Z −1 Z +∞
β) dx dx dx
2
= 2
+
−∞ x + 2x + 2 −∞ x + 2x + 2 −1 x2 + 2x + 2
Z −1 Z+∞
dx dx
= 2+1
+
−∞ (x + 1) −1 (x + 1)2 + 1
−1 +∞
= Artg(x + 1) −∞ + Artg(x + 1) −1
= Artg0 − lim Artg(x + 1) + lim Artg(x + 1) − Artg0
x→−∞ x→+∞
 π π
=0− − + − 0 = π.
2 2

γ) Είναι
−1 −1
ln |x|
Z Z
ln(−x)
dx = dx.
−∞ x2 −∞ x2
Θέτοντας
x = −t,

προκύπτει
−1 +∞ Z u Z u  
ln |x|
Z Z
ln t ln t 1
dx = dt = lim dt = lim ln t d −
−∞ x2 1 t2 u→+∞ 1 t2 u→+∞ 1 t
 u Z u   
ln t dt ln u 1
= lim − + 2
= lim − − + 1 = 1,
u→+∞ t 1
1 t u→+∞ u u

γιατί
ln u 1
lim = lim = 0,
u→+∞ u u→+∞ u
92 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

με την χρήση του κανόνα του L’ Hospital. ΄Ενας πιο συνοπτικός τρόπος
γραφής της παραπάνω «διαδικασίας» είναι ο εξής:
Z +∞ Z +∞   +∞ Z +∞ +∞
ln t 1 ln t dt 1
dt = ln t d − =− + = 0− = 1.
1 t2 1 t t 1 1 t2 t 1


Παρατήρηση 4.1.4 Στο τελευταίο από τα προηγούμενα παραδείγματα χρησιμοποιήσαμε τον τύπο
της παραγοντικής ολοκλήρωσης:
Z +∞ +∞ Z +∞
0
f (x)g(x) dx = f (x)g(x) − f (x)g 0 (x) dx.

a a a

Από τις ιδιότητες των ορίων, προκύπτει η επόμενη

Πρόταση 4.1.5 Αν c1 , c2 , . . . , cn ∈ IR και υπάρχουν τα γενικευμένα ολοκληρώματα


R +∞ R +∞ R +∞ n
R +∞ P
a
f1 (x) dx, a f2 (x) dx, . . . , a fn (x) dx, τότε υπάρχει και το a ck fk (x) dx και είναι ίσο
k=1
n
P R +∞
με ck a
fk (x) dx.
k=1

4.2 Κριτήρια σύγκλισης


Πρόταση 4.2.1 ΄Εστω a ∈ IR και f, g : [a, +∞) → IR δυο συναρτήσεις, τέτοιες ώστε:
0 ≤ f (x) ≤ g(x), ∀ x ∈ [a, +∞).
R +∞ R +∞
ˆ Αν a g(x) dx < +∞, τότε a f (x) dx < +∞.
R +∞ R +∞
ˆ Αν a f (x) dx = +∞, τότε a g(x) dx = +∞.
R +∞ dx
Το κριτήριο αυτό καλείται κριτήριο σύγκρισης και εφαρμόζεται συνήθως για g(x) = a xp , το
οποίο δίνεται στο επόμενο

Παράδειγμα 4.2.2 ΄Εστω p ∈ IR και a > 0. Τότε


Z +∞ Z t
dx dx
= lim .
a xp t→+∞ a xp
΄Ομως, για p = 1,
Z t
dx
= ln t − ln a
a xp
και επομένως
Z +∞
dx
= lim (ln t − ln a) = +∞.
a xp t→+∞
4.2. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ 93

Για p 6= 1, t
t
x−p+1 t−p+1 a−p+1
Z
dx
p
= = − .
0 x −p + 1 a
−p + 1 −p + 1
΄Αρα
+∞
t−p+1 a−p+1
Z    
dx 1 −p+1 −p+1
= lim − = lim t −a .
a xp t→+∞ −p + 1 −p + 1 −p + 1 t→+∞

Είναι όμως 
−p+1 +∞, αν p<1
lim t =
t→+∞ 0, αν p > 1.
΄Αρα προκύπτει ότι το
Z +∞
dx
,
0 xp
γνωστό ως p−ολοκλήρωμα, συγκλίνει μόνο για p > 1. Διαφορετικά απειρίζεται θετικά.


Παράδειγμα 4.2.3

α) Είναι
1 1 1
√ ≤ √ = 3, ∀ x ∈ [1, +∞)
1 + x3 x 3 x2
και αφού
3
> 1,
2
προκύπτει ότι το
Z +∞
dx

1 1 + x3
συγκλίνει.

β) Είναι
1 1

3
≥ , ∀ x ∈ [2, +∞).
x3 − 1 x
΄Αρα το
Z +∞
dx

3
2 x3 − 1
απειρίζεται θετικά.

γ) Είναι
x x 1
√ ≥√ = , ∀ x ∈ [1, +∞).
3x4 + 6 3x4 + 6x4 3x
΄Αρα το
Z +∞
x
√ dx
1 3x4 + 6
απειρίζεται θετικά.
94 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Πρόταση 4.2.4 ΄Εστω a ∈ IR και f : [a, +∞) → IR μια συνάρτηση. Αν το


Z +∞
|f (x)| dx
a

συγκλίνει, τότε συγκλίνει και το


Z +∞
f (x) dx
a

Το κριτήριο αυτό καλείται κριτήριο της απόλυτης σύγκλισης.

Παράδειγμα 4.2.5 Το
Z +∞
sin x
dx
1 x2
συγκλίνει, γιατί το
Z +∞
sin x
x2 dx

1

συγκλίνει από το κριτήριο σύγκρισης, αφού



sin x 1
x2 ≤ x2 .

Πρόταση 4.2.6 ΄Εστω a ∈ IR και f, g : [a, +∞) → IR δυο μη αρνητικές συναρτήσεις. Διακρίνουμε
τις περιπτώσεις:

(i.) Αν υπάρχει το f (x)


lim ∈ (0, +∞),
g(x)
x→+∞

τότε Z +∞ Z +∞
f (x) dx < +∞ ⇐⇒ g(x) dx < +∞
a a
και
Z +∞ Z +∞
f (x) dx = +∞ ⇐⇒ g(x) dx = +∞.
a a

(ii.) Αν f (x)
lim= 0,
x→+∞ g(x)

τότε Z +∞ Z +∞
g(x) dx < +∞ =⇒ f (x) dx < +∞.
a a
4.2. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ 95

(iii.) Αν f (x)
lim = +∞,
x→+∞ g(x)
τότε Z +∞ Z +∞
g(x) dx = +∞ =⇒ f (x) dx = +∞.
a a

Το παραπάνω κριτήριο, γνωστό ως οριακό κριτήριο, χρησιμοποιείται συνήθως ως εξής: Αν αναζη-


R +∞
τούμε για μια συνάρτηση f , αν υπάρχει το a f (x) dx, τότε παίρνουμε g(x) = x1p , για κατάλληλο
p.

Παράδειγμα 4.2.7 Είναι


+∞
x3 + 1
Z
dx = +∞,
1 x4
γιατί
x3 +1
x4 x4 + x
lim 1 = lim = 1.
x→+∞
x
x→+∞ x4


Παρατήρηση 4.2.8 Αν f (x) ≥ 0, τότε το


Z +∞
f (x) dx
a

παριστάνει το εμβαδόν του μη πεπερασμένου χωρίου, που περικλείεται από τη γραφική παράσταση της
f , τον άξονα των x και την ευθεία x = a.

Τέλος δίνεται η σχέση του γενικευμένου ολοκληρώματος με σειρά.

Πρόταση 4.2.9 ΄Εστω f : [1, +∞) → IR μια φθίνουσα και συνεχής συνάρτηση με f (x) > 0,
∀ x ∈ [1, +∞). Τότε
+∞
X Z +∞
f (n) < +∞ ⇔ f (x) dx < +∞
n=1 1

και
+∞
X Z +∞
f (n) = +∞ ⇔ f (x) dx = +∞
n=1 1

Παράδειγμα 4.2.10 Η σειρά


+∞
X 1
n=2
n(ln n)2
συγκλίνει, γιατί
+∞ +∞
X 1 X 1
2
= 2
n=2
n(ln n) n=1 (n + 1) [ln(n + 1)]
96 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

και το Z +∞
dx
2
1 (x + 1) [ln(x + 1)]
συγκλίνει, αφού
Z +∞ Z t
dx −2 1
2 = lim [ln(x + 1)] d ln(x + 1) = .
1 (x + 1) [ln(x + 1)] t→+∞ 1 ln 2


4.3 Το γενικευμένο ολοκλήρωμα δευτέρου και μικτού εί-


δους
Ορισμός 4.3.1 ΄Εστω f : (a, b] → IR μια συνάρτηση, η οποία είναι κατά Riemann ολοκληρώσιμη
στο [t, b], ∀ t ∈ (a, b). Ορίζουμε ως γενικευμένο ολοκλήρωμα της f δευτέρου είδους και συμβολίζουμε
Rb Rb
με a f (x) dx, το lim+ t f (x) dx. Ομοίως, αν f : [a, b) → IR μια συνάρτηση, η οποία είναι κατά
t→a
Riemann ολοκληρώσιμη στο [a, t], ∀ t ∈ (a, b), ορίζουμε
Z b Z t
f (x) dx = lim f (x) dx
a t→b− a

και αν η συνάρτηση f είναι ορισμένη στο (a, b), ορίζουμε


Z b Z c Z b
f (x) dx = f (x) dx + f (x) dx,
a a c

όπου c ∈ (a, b).


Τέλος, αν f : (a, +∞) → IR, ορίζουμε
Z +∞ Z c Z +∞
f (x) dx = f (x) dx + f (x) dx,
a a c

όπου c ∈ (a, b).


R +∞ R +∞
Σε αυτή την περίπτωση το a f (x) dx καλείται ολοκλήρωμα μικτού είδους. Το c f (x) dx είναι
Rc
γενικευμένο ολοκλήρωμα πρώτου είδους και το a f (x) dx γενικευμένο ολοκλήρωμα δευτέρου είδους.

Τελικά, όλα ανάγονται σε γενικευμένα ολοκληρώματα πρώτου είδους και συγκεκριμένα σε γενικευ-
μένα ολοκληρώματα της μορφής
Z +∞
f (x) dx,
a

με την κατάλληλη αντικατάσταση.


Για παράδειγμα αν θέσουμε
1
x=a+
t
4.4. ΟΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΒΗΤΑ ΚΑΙ ΓΑΜΜΑ 97

στο γενικευμένο ολοκλήρωμα δευτέρου είδους της f : (a, b] → IR, προκύπτει


Z b 1
Z b−a    Z +∞  
1 1 1 1
f (x) dx = f a+ − 2 dt = f a + dt,
a +∞ t t 1
b−a
t2 t

γιατί όταν
1
x → a+ , → 0+
t
και επομένως
t → +∞.
Ομοίως, για μια συνάρτηση f : [a, b) → IR, με την αντικατάσταση
1
x=b− ,
t
έχουμε
Z b Z +∞  
1 1
f (x) dx = f b− dt.
a 1
b−a
t2 t

4.4 Οι συναρτήσεις Βήτα και Γάμμα


R +∞
Πρόταση 4.4.1 ∀ a ∈ IR, ισχύει: 1
xa−1 e−x dx < +∞.
xa−1 e−x xa+1
Απόδειξη: Είναι lim 1 = lim ex = 0, λόγω της πρότασης 4.2.6 (ii.).
x→+∞ x2 x→+∞

R1 R1
Πρόταση 4.4.2 ∀ a > 0, xa−1 e−x dx < +∞ και ∀ a ≤ 0, 0 xa−1 e−x dx = +∞.
0
R1
Απόδειξη: Σημειώνεται κατ΄ αρχήν ότι για a ≥ 1 το 0 xa−1 e−x dx υπάρχει ως ολοκλήρωμα Riemann
R1
συνεχούς συναρτήσεως. ΄Εστω τώρα a < 1. Τότε, θέτοντας x = 1t , παίρνουμε 0 xa−1 e−x dx =
R +∞ −a−1 − 1
1
t e t dt και διακρίνουμε τις περιπτώσεις:
1
t−a−1 e− t 1
(i.) a > 0. Επειδή lim 1 = lim e− t = 1 και a + 1 > 1, προκύπτει
t→+∞ ta+1 t→+∞
το ζητούμενο συμπέρασμα από την πρόταση 4.2.6 (i.).
−a−1 − 1
t−a
R1
(ii.) a < 0. Τότε lim t 1
e t
= lim 1 = +∞, οπότε 0
xa−1 e−x dx =
t→+∞ t t→+∞ et
+∞.
−1 − 1 1 R1
(iii.) a = 0. Τότε lim t e t
1 = lim e− t = 1, οπότε πάλι 0
xa−1 e−x dx =
t→+∞ t t→+∞
+∞.

Ορισμός 4.4.3 Η συνάρτηση Γ : (0, +∞) → IR, με


Z +∞
Γ(a) = xa−1 e−x dx, ∀ a ∈ (0, +∞)
0

καλείται Γάμμα συνάρτηση.


98 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

Πρόταση 4.4.4 Ισχύουν τα εξής:

(i.) Η Γάμμα συνάρτηση είναι καλά ορισμένη.

(ii.) Γ(a + 1) = aΓ(a), ∀ a ∈ (0, +∞).

(iii.) Γ(n + 1) = n!, ∀ n ∈ IN.

Απόδειξη:

(i.) Προκύπτει από τις προτάσεις 4.4.1 και 4.4.2, αφού


Z +∞ Z 1 Z +∞
xa−1 e−x dx = xa−1 e−x dx+ xa−1 e−x dx, ∀ a ∈ (0, +∞).
0 0 1

(ii.) Είναι
Z +∞ Z +∞ +∞ Z +∞
a −x −x a −x
a
xa−1 e−x dx = aΓ(a).

Γ(a+1) = x e dx = x d −e = −x e +a
0 0 0 0

(iii.) ΄Εστω n ∈ IN. Λόγω της (ii.) είναι


Z +∞  +∞
Γ(n+1) = nΓ(n) = n(n−1)Γ(n−1) = · · · = n!Γ(1) = n! e−x dx = n! −e−x = n!.
0 0

Λήμμα 4.4.5 ∀ b ∈ IR, το


+∞
(x − 1)b
Z
dx
2 xa+b+2
συγκλίνει αν a > −1 και απειρίζεται θετικά αν a ≤ −1.

Απόδειξη:
ˆ Για a > −1, είναι
(x−1)b
xa+b+2 (x − 1)b
lim 1 = lim =1
x→+∞
xa+2
x→+∞ xb
και αφού a + 2 > 1, προκύπτει το ζητούμενο συμπέρασμα.

ˆ Για a ≤ −1, είναι


(x−1)b b
(x − 1)b
 
xa+b+2 x−1 1 +∞, αν a < −1
lim = lim = lim =
x→+∞ 1
x
x→+∞ xa+b+1 x→+∞ x xa+1 1, αν a = −1
και αφού
Z +∞
dx
= +∞,
2 x
προκύπτει πάλι το ζητούμενο συμπέρασμα.
4.4. ΟΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΒΗΤΑ ΚΑΙ ΓΑΜΜΑ 99


R1
Πρόταση 4.4.6 ΄Εστω a, b ∈ IR. Το 0 xa (1 − x)b dx συγκλίνει αν και μόνον αν a > −1 και b > −1.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις απειρίζεται θετικά.

Απόδειξη: Είναι
1
Z 1 Z 2
Z 1
a b
x (1 − x) dx = xa (1 − x)b dx + xa (1 − x)b dx.
1
0 0 2

Θέτοντας x = 1t , έχουμε:
Z 1 Z 2  b   Z 2  b Z +∞
2 1 1 t−1 1
xa (1 − x)b dx = t−a 1 − − 2 dt = − t−a 2
dt = t−a−b−2 (t − 1)b dt,
0 +∞ t t +∞ t t 2

γιατί όταν
x → 0+ , t → +∞.
Ομοίως, θέτοντας
1
x=1− ,
t
προκύπτει:
Z 1 Z +∞
xa (1 − x)b dx = t−a−b−2 (t − 1)a dt,
1
2 2

γιατί όταν
1
x → 1− , − → 0−
t
οπότε
1
→ 0+
t
και επομένως
t → +∞.
Από το προηγούμενο λήμμα προκύπτει τώρα το ζητούμενο συμπέρασμα.


Ορισμός 4.4.7 Η συνάρτηση B : (0, +∞)2 → IR (πεδίο ορισμού της είναι διατεταγμένα ζεύγη
θετικών αριθμών) με
Z 1
B(a, b) = xa−1 (1 − x)b−1 dx,
0
∀ a > 0 και b > 0, καλείται συνάρτηση Βήτα.

Πρόταση 4.4.8 Ισχύουν τα εξής:

(i.) Η συνάρτηση Βήτα είναι καλά ορισμένη.

(ii.) ∀ a > 0 και b > 0 ισχύει B(a, b) = B(b, a).


100 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

π
sin2a−1 t cos2b−1 t dt.
R
(iii.) ∀ a > 0 και b > 0 ισχύει B(a, b) = 2 2
0

Απόδειξη:

(i.) Αποδείχτηκε στην πρόταση 4.4.6.

(ii.) Προκύπτει θέτοντας x = 1 − t.

(iii.) Προκύπτει θέτοντας x = sin2 t.




4.5 Μετασχηματισμός Laplace


Ορισμός 4.5.1 ΄Εστω f : [0, +∞) → IR μια συνάρτηση η οποία είναι ολοκληρώσιμη κατά Riemann
στο [a, b], ∀ a, b ∈ [0, +∞) με a < b. Μετασχηματισμός Laplace της f καλείται μια συνάρτηση
R +∞
F : A → IR, όπου A είναι το σύνολο των πραγματικών αριθμών s, για τους οποίους το 0 f (x)e−sx dx
R +∞
συγκλίνει και τύπο F (s) = 0 f (x)e−sx dx, ∀ s ∈ A.

Παράδειγμα 4.5.2 Αν c ∈ IR και c 6= 0, ο μετασχηματισμός Laplace της σταθερής συνάρτησης


f : [0, +∞) → IR, με f (x) = c, ∀ x ∈ [0, +∞) είναι η συνάρτηση F : (0, +∞) → IR, με
c
F (s) = , ∀ s ∈ (0, +∞).
s
Πράγματι, το
Z +∞
ce−sx dx
0

συγκλίνει μόνο για s > 0, γιατί αν s 6= 0, είναι



Z +∞ +∞    +∞, αν s < 0 και c > 0
c c
ce−sx dx = − e−sx lim e−st − 1 =

=− −∞, αν s < 0 και c < 0
0 s s t→+∞ c
s , αν s > 0
0

ενώ αν s = 0, είναι
Z +∞ Z +∞ +∞ 
−sx +∞, αν c > 0
ce dx = c dx = cx =

0 0 0 −∞, αν c < 0.


Παράδειγμα 4.5.3 Ο μετασχηματισμός Laplace της f : [0, +∞) → IR, με f (x) = x είναι η
συνάρτηση F : (0, +∞) → IR με
1
F (s) = 2 .
s
4.6. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 101

Πράγματι, έχουμε, για s = 0,


Z +∞ Z +∞
−sx
xe dx = x dx = +∞,
0 0

για s < 0,
+∞ t
1 t 1 −sx t 1 t −sx
Z Z Z    Z 
−sx −sx −sx
xe dx = lim xe dx = lim − x de = lim − xe + e dx
0 t→+∞ 0 t→+∞ s 0 t→+∞ s 0 s 0
 t   
1 1 1 1 1
= lim − te−st + 0 − 2 e−sx = lim − te−st − 2 e−st + 2

t→+∞ s s 0 t→+∞ s s s
 −st  
e 1 1 1
= lim − t+ + 2 = +∞ + 2 = +∞
t→+∞ s s s s

και για s > 0,


+∞
1 +∞ 1 −sx +∞ 1 +∞ −sx 1 +∞ −sx
Z Z Z Z
−sx −sx
xe dx = − x de = − xe + e dx = − 2 e d(−sx)
s 0 s s 0 s 0

0 0
1 +∞ 1

= − 2 e−sx = 2.
s 0 s


4.6 Ασκήσεις
Ra
1. Αν a > 0, να υπολογίσετε το √ dx . Είναι αυτό ολκλήρωμα Riemann;
0 a2 −x2
R +∞ dx
2. Να υπολογίσετε το 0 4+x2 , αν αυτό υπάρχει.
R +∞
3. Να υπολογίσετε το √ dx , αν αυτό υπάρχει.
0 x 2x2 −1
π
√ cos x
R
4. Είναι ολοκλήρωμα Riemann το 2
0 1−sin x
dx; Να το υπολογίσετε.
R +∞
5. Να αποδείξετε ότι 0
e−x sin x dx = 12 .
R +∞ x dx
6. Να εξετάσετε ως προς τη σύγκλιση το √ .
1 (x2 +1) x+2

R +∞ x−1
7. Να εξετάσετε ως προς τη σύγκλιση το 2 x2 +1 dx.
R +∞ √
x x+2
8. Για ποιούς πραγματικούς αριθμούς a συγκλίνει το 1 xa +3x+4 dx;

9. Να δείξετε ότι ο μετασχηματισμός Laplace της f1 : [0, +∞) → R, με f1 (x) =


1
ex , είναι η F1 : (1, +∞) → R, με F1 (s) = s−1 .
102 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ

10. Να δείξετε ότι ο μετασχηματισμός Laplace της f2 : [0, +∞) → R, με f2 (x) =


1
sin x, είναι η F2 : (0, +∞) → R, με F2 (s) = s2 +1 .

11. Να δείξετε ότι ο μετασχηματισμός Laplace της f3 : [0, +∞) → R, με f3 (x) =


s
cos x, είναι η F3 : (0, +∞) → R, με F3 (s) = s2 +1 .

12. Να δείξετε ότι για κάθε n ∈ IN, ο μετασχηματισμός Laplace της gn :


n!
[0, +∞) → R, με gn (x) = xn , είναι η Gn : (0, +∞) → R, με Gn (s) = sn+1 .
Κεφάλαιο 5

Διαφορικές εξισώσεις

5.1 Γενικά
Εκτός από τις συνηθισμένες πολυωνυμικές εξισώσεις, ο αναγνώστης θα έχει συναντήσει και τριγω-
νομετρικές εξισώσεις. Γενικά, μια εξίσωση είναι μια ισότητα που έχει μία ή περισσότερες άγνωστες
μεταβλητές. Παρακάτω δίνονται δύο παραδείγματα στα οποία ο «άγνωστος» είναι μια συνάρτηση.

Παράδειγμα 5.1.1 Να βρείτε τη συνάρτηση f : R → R για την οποία ισχύει για κάθε x ∈ R,
f (x) + 2f (−x) = 2 sin x (1).

Λύση: ΄Εστω x ∈ R. Ισχύει f (−x) + 2f (x) = −2 sin x. ΄Αρα f (−x) = −2 sin x − 2f (x) και
αντικαθιστώντας την τελευταία στην (1) παίρνουμε f (x) − 4 sin x − 4f (x) = 2 sin x ή −3f (x) = 6 sin x
ή f (x) = −2 sin x. Δηλαδή δείξαμε ότι η (1) συνεπάγεται ότι f (x) = −2 sin x. Επίσης ισχύει το
αντίστροφο, αφού η f (x) = −2 sin x ικανοποιεί την (1). ΄Αρα η f (x) = −2 sin x είναι η μοναδική λύση
της (1).


Παράδειγμα 5.1.2 Να βρεθούν οι συναρτήσεις f : R \ {−1} → R που ικανοποιούν την εξίσωση


6
(x + 1)[f (x)]2 − 5f (x) + x+1 = 0, για κάθε x ∈ R \ {−1}.

Λύση: ΄Εστω x ∈ R \ {−1}. Η δοσμένη εξίσωση γράφεται ισοδύναμα

[(x + 1)f (x)]2 − 5(x + 1)f (x) + 6 = 0,

2 3
από όπου βρίσκουμε: f (x) = x+1 ή f (x) = x+1 . Προσοχή, οι λύσεις δεν είναι μόνο οι δύο συναρτήσεις

103
104 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

2 3
g(x) = x+1 και h(x) = x+1 . Είναι άπειρες, είναι κάθε συνάρτηση f : R \ {−1} → R που είναι τέτοια
2 3
ώστε, αν x ∈ R \ {−1}, τότε f (x) = x+1 ή f (x) = x+1 .

Για παράδειγμα οι συναρτήσεις F, G : R \ {−1} → R, με


 2  2
F (x) = x+1 , αν x < −1 και G(x) = x+1 , αν x ∈ (2, 3) ∪ [7, +∞)
3 3
x+1 , αν x > −1 x+1 , αν x ∈ (−∞, −1) ∪ (−1, 2] ∪ [3, 7]
είναι λύσεις.
Αν βέβαια αναζητούμε λύσεις που να είναι συνεχείς συναρτήσεις, τότε αυτές είναι μόνον η g και η h.


Προβλήματα σαν τα παραπάνω λέγονται συναρτησιακές εξισώσεις. Η διαφορική εξίσωση είναι μια
εξίσωση που περιέχει μία άγνωστη συνάρτηση και τις παραγώγους αυτής μέχρι κάποια τάξη.

Ορισμός 5.1.3 Συνήθης διαφορική εξίσωση (ή διαφορική εξίσωση) με άγνωστη συνάρτηση y και
ανεξάρτητη μεταβλητή x καλείται μια σχέση της μορφής
 
F x, y, y 0 , y 00 , . . . , y (n−1) , y (n) = 0 (E),

όπου n ∈ N, F : A → R μια συνάρτηση και A ⊆ Rn+2 . Το x παίρνει τιμές σε ένα διάστημα ∆ του R,
δηλαδή A = ∆ × B, όπου ∆ διάστημα του R και B ⊆ Rn+1 . Το ∆ καλείται διάστημα ορισμού της
(E). Η y είναι η άγνωστη συνάρτηση η οποία είναι συνάρτηση του x. Οι y 0 , y 00 , . . . , y (n−1) , y (n) είναι οι
παράγωγοι ως προς x της άγνωστης συνάρτησης, 1ης −τάξης, 2ης −τάξης, . . ., (n−1)−τάξης, n−τάξης,
αντίστοιχα. Τάξη της διαφορικής εξίσωσης είναι ο φυσικός αριθμός n για τον οποίο υπάρχει η n−τάξης
παράγωγος της y στην εξίσωση και δεν υπάρχει μεγαλύτερης τάξης παράγωγος της y. Μερική λύση
της διαφορικής εξίσωσης (E) καλείται μια συνάρτηση y που είναι ορισμένη στο διάστημα ∆ του R,
είναι n−φορές παραγωγίσιμη και ισχύει για αυτή
 
F x, y(x), y 0 (x), y 00 (x), . . . , y (n−1) (x), y (n) (x) = 0, ∀ x ∈ ∆.

Γενική λύση, ή λύση της (E) λέγεται το σύνολο των μερικών λύσεων αυτής. Πρόβλημα αρχι-
κών τιμών λέγεται το πρόβλημα κατά το οποίο ζητούνται οι λύσεις της διαφορικής εξίσωσης (E) στο
διάστημα ∆ που ικανοποιούν τις συνθήκες: y(x0 ) = y0 , y 0 (x0 ) = y1 , . . . , y (n) (x0 ) = yn , όπου x0 ∈ ∆
και y0 , y1 , . . . , yn ∈ R. Οι συνθήκες αυτές λέγονται αρχικές συνθήκες.

Παρατήρηση 5.1.4 ΄Οταν λέμε ότι η συνάρτηση y «είναι μία λύση» ή «είναι λύση» της (E) εννοούμε
ότι είναι μερική λύση, ενώ λέγοντας ότι η y είναι «η λύση» της (E), εννοούμε ότι είναι η γενική λύση
αυτής.
5.2. ΓΡΑΜΜΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ 1ης ΤΑΞΗΣ 105

Παράδειγμα 5.1.5 Η f 00 (x) = sin x (βλ. ΄Ασκηση 1.7.14) είναι μια διαφορική εξίσωση δεύτερης
τάξης με άγνωστη συνάρτηση f και ανεξάρτητη μεταβλητή x.
Οι y 0 = 2x και y 0 + 2xy = x είναι δύο διαφορικές εξισώσεις πρώτης τάξης με άγνωστη συνάρτηση
y και ανεξάρτητη μεταβλητή x. Η y : R → R, με y(x) = x2 − 1, για κάθε x ∈ R είναι μια μερική
λύση της y 0 = 2x και το σύνολο των συναρτήσεων y : R → R, με y(x) = x2 + c, για τα διάφορα c ∈ R
είναι το σύνολο των λύσεων αυτής ή όπως αλλιώς λέμε: Η γενική λύση της y 0 = 2x είναι η y = x2 + c,
2
c ∈ R. ΄Οπως θα δούμε παρακάτω η λύση της y 0 + 2xy = x είναι η y = ce−x + 21 , c ∈ R. Στην y 0 = 2x
και στην y 0 + 2xy = x το x μπορεί να πάρει ως τιμή κάθε πραγματικό αριθμό, δηλαδή ∆ = R.
Τα παραδείγματα 1.7.13 και 1.7.14 είναι προβλήματα αρχικών τιμών.


Το πρόβλημα της λύσης μιας διαφορικής εξίσωσης είναι πιο δύσκολο από αυτό της ολοκλήρωσης,
αφού, ακόμη και η λύση της απλής διαφορικής εξίσωσης y 0 = f (x) ανάγεται στον υπολογισμό του
R
f (x) dx. Δεν πρέπει να νομίζει κανείς ότι όλες οι διαφορικές εξισώσεις έχουν άπειρες λύσεις. Για
2 2
παράδειγμα η (y 0 ) + y 2 = −1 δεν έχει καμία λύση, ενώ η (y 0 ) + y 2 = 0 έχει μόνο τη μηδενική λύση,
όπως μπορεί να αποδείξει κανείς εύκολα.
Παρακάτω θα δούμε μεθόδους για τη λύση διαφορικών εξισώσεων κάποιων ειδικών μορφών. ΄Ο-
πως και στα αόριστα ολοκληρώματα δεν θα αναφέρουμε πάντα τα διαστήματα ορισμού των διαφορικών
εξισώσεων, εκτός αν πρόκειται για προβλήματα αρχικών τιμών.

5.2 Γραμμικές διαφορικές εξισώσεις 1ης τάξης


Ορισμός 5.2.1 Γραμμική διαφορική εξίσωση 1ης τάξης καλείται μια διαφορική εξίσωση της μορφής

y 0 + p(x)y = q(x) (E),

όπου p και q είναι συνεχείς συναρτήσεις της ανεξάρτητης μεταβλητής x ορισμένες σε ένα διάστημα ∆
του R.

Πρόταση 5.2.2 Η λύση της (E) είναι η


R
 Z R

− p(x) dx p(x) dx
y=e c + q(x)e dx , c ∈ R.

Απόδειξη: ΄Εχουμε ισοδύναμα


R R R R R
(E) ⇔ [y 0 + p(x)y] e p(x) dx
= q(x)e p(x) dx
⇔ y0 e p(x) dx
+ p(x)e p(x) dx
y = q(x)e p(x) dx
106 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

h R i0 R R
Z R
⇔ ye p(x) dx = q(x)e p(x) dx ⇔ ye p(x) dx = q(x)e p(x) dx dx + c, c ∈ R

R
 Z R

− p(x) dx p(x) dx
⇔y=e c + q(x)e dx , c ∈ R.

Παράδειγμα 5.2.3 Να λύσετε την διαφορική εξίσωση xy 0 + y = ln x + 1, x > 0.

Λύση: Η διαφορική εξίσωση γράφεται ισοδύναμα y 0 + x1 y = 1


x ln x + 1
x και από την προηγούμενη
πρόταση η λύση της είναι
 Z   Z   Z 
R 1 1 R dx 1 1
y = e− x dx
c+ (ln x + 1)e x dx = e−lnx c + (ln x + 1)eln x dx = c + (ln x + 1) dx
x x x

 Z Z 
1 1 c
= c + ln x dx + dx = (c + x ln x) = + ln x, c ∈ R.
x x x


Παράδειγμα 5.2.4 Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών xy 0 + y = ln x + 1, y(1) = 0.

c
Λύση: Στο προηγούμενο παράδειγμα βρήκαμε ως λύση της διαφορικής εξίσωσης την y(x) = x + ln x.
Αφού y(1) = 0, είναι 0 = c + ln 1, οπότε c = 0, και έτσι η λύση του προβλήματος αρχικών τιμών είναι
η y(x) = ln x, x > 0.


Από την πρόταση 5.2.2, προκύπτει αμέσως το παρακάτω

Πόρισμα 5.2.5 Η γραμμική διαφορική εξίσωση

y 0 + p(x)y = 0 (E0 ),

R
όπου p μία συνεχής συνάρτηση, έχει λύση την y = ce− p(x) dx
, c ∈ R.

Η (E0 ) καλείται ομογενής γραμμική διαφορική εξίσωση 1ης τάξης.


5.3. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ BERNOULLI 107

5.3 Διαφορικές εξισώσεις Bernoulli


Ορισμός 5.3.1 Διαφορική εξίσωση του Bernoulli καλείται μια διαφορική εξίσωση της μορφής

y 0 + p(x)y = q(x)y a (E),

όπου a ∈ R \ {0, 1} και p, q είναι συνεχείς συναρτήσεις της ανεξάρτητης μεταβλητής x ορισμένες σε
ένα διάστημα του R.

Παρατήρηση 5.3.2 Αν a = 0, η (E) είναι γραμμική διαφορική εξίσωση 1ης τάξης και αν a = 1, η
(E) είναι ομογενής γραμμική διαφορική εξίσωση 1ης τάξης.

Πρόταση 5.3.3 Η διαφορική εξίσωση (E) του Bernoulli μετασχηματίζεται, με την αντικατάσταση
z = y 1−a , σε γραμμική διαφορική εξίσωση 1ης τάξης.

Απόδειξη: Η (E) γίνεται (βλέπε και την επόμενη παρατήρηση)

y 0 y −a + p(x)y 1−a = q(x) (1)

και με την αντικατάσταση z = y 1−a , είναι z 0 = (1 − a)y −a y 0 άρα η (1) είναι ισοδύναμη με την

1
z 0 + p(x)z = q(x)
1−a

ή
z 0 + (1 − a)p(x)z = (1 − a)q(z) (2)

που είναι γραμμική 1ης τάξης.




Παρατήρηση 5.3.4 Αν a > 0, η (E) δεν είναι ισοδύναμη με την (1), γιατί στο πρώτο βήμα,
διαιρώντας με το y a , υποθέσαμε ότι y 6= 0. Η (E) έχει ως λύση την μηδενική συνάρτηση, όχι όμως
και η (1). Η (1) δεν θα μας δώσει όλες τις λύσεις της (E). Θα μας δώσει όλες τις λύσεις της εκτός από
την y = 0.

Οι λύσεις της (E) είναι όλες οι λύσεις της (1) μαζί με την λύση y = 0. Σε κάθε διαφορική
εξίσωση του Bernoulli θα εφαρμόζουμε την διαδικασία της απόδειξης της προηγούμενης πρότασης. Θα
απομνημονεύουμε μόνο την αντικατάσταση z = y 1−a και όχι την (2).
108 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

Παράδειγμα 5.3.5 Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 + xy(1 − y 2 ) = 0 (3). Να βρεθούν ιδιαι-
τέρως οι λύσεις που ικανοποιούν τις συνθήκες:

α) y(0) = 1

β) y(e) = 1

γ) limx→+∞ = −1.

Λύση: Η (3) είναι ισοδύναμη με την y 0 + xy = xy 3 , η οποία είναι Bernoulli. Θέτουμε z = 1


y2 , οπότε
0
z = − y23 y 0 . Η διαφορική εξίσωση γίνεται

y0 x
3
+ 2 =x
y y
ή
1
− z 0 + xz = x
2
ή
z 0 − 2xz = −2x.

Η λύση είναι
 Z   Z 
2 2 2
R R
z = e− (−2x) dx
c + (−2x)e (−2x) dx dx = ex c + e−x d −x2 = cex + 1.


΄Αρα όλες οι λύσεις της (3) είναι για c > −1, οι


1 1
y=√ , y = −√ και y = 0.
cex2 + 1 cex2 + 1
α) Αν y(0) = 1, είναι 1 = √1 ⇔ c = 0. ΄Αρα y = 1.
c+1

β) y = 0.
  
1 0, c>0
γ) lim −√ = ΄Αρα y = −1.
x→+∞ cex2 +1 −1, c = 0.


5.4 Διαφορικές εξισώσεις χωριζομένων μεταβλητών


P (x)
Ορισμός 5.4.1 Μια διαφορική εξίσωση της μορφής y 0 = Q(x) (E), όπου P συνεχής συνάρτη-
ση της ανεξάρτητης μεταβλητής x και Q συνεχής συνάρτηση της άγνωστης συνάρτησης y καλείται
διαφορική εξίσωση χωριζομένων μεταβλητών.
5.4. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΧΩΡΙΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ 109

R R
Πρόταση 5.4.2 Οι λύσεις της (E) δίνονται από την σχέση Q(y) dy = P (x) dx + c, c ∈ R.

Απόδειξη: Αν ∆ είναι το διάστημα ορισμού της (E), τότε η y είναι λύση της (E) αν και μόνον αν
0 P (x)
y (x) = Q(y(x)) , για κάθε x ∈ ∆. Από την πρόταση 1.2.6 η τελευταία είναι ισοδύναμη με την
P (x) P (x)
dy(x) = Q(y(x)) dx και από την πρόταση 1.2.3 ισοδύναμη με την y 0 (x) dx = Q(y(x)) dx ή
0
Q(y(x))y (x) dx = P (x) dx.
Λόγω του πορίσματος 1.2.7, έχουμε ισοδύναμα Q(y(x))y 0 (x) dx = P (x) dx + c, όπου c ∈ R. ΄Ομως
R R

από την πρόταση 1.4.3, Q(y) dy = Q(y(x))y 0 (x) dx και έτσι προκύπτει το ζητούμενο συμπέρασμα.
R R

Παρατήρηση 5.4.3 Οι λύσεις της (E) δίνονται σε πεπλεγμένη μορφή από τον τύπο
R R
Q(y) dy = P (x) dx + c, c ∈ R. Δεν μπορούμε πάντα να λύσουμε ως προς y. Στα ολοκληρώματα
αυτά δεν προσθέτουμε αυθαίρετες σταθερές. ΄Ολες οι σταθερές έχουν «συμμαζευτεί» στην c.

Παράδειγμα 5.4.4 Να λύσετε τη διαφορική εξίσωση y 0 = xy .

Λύση: Αυτή είναι διαφορική εξίσωση χωριζομένων μεταβλητών. Είναι όμως και ομογενής γραμμική
διαφορική εξίσωση 1ης τάξης. Σαν τέτοια οι λύσεις της δίνονται από τον τύπο y = e− (− x ) dx (c +
1
R

0 dx) = eln |x| c = c|x|, c ∈ R. Μπορούμε να τη λύσουμε και σαν χωριζομένων μεταβλητών ως εξής:
R

dy
Η διαφορική εξίσωση γράφεται dx = xy . Θα διαιρέσουμε με y. Πριν το κάνουμε αυτό, παρατηρούμε ότι
η y = 0 είναι λύση της αρχικής διαφορικής εξίσωσης, αλλά δεν θα είναι αυτής που θα προκύψει από τη
διαίρεση με y. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε αυτή τη λύση στο τέλος. ΄Ετσι θα προκύψει dy dx
y = x . Λύσεις

είναι η y = 0 και όλες όσες δίνονται στη μορφή dy


R R dx
y = x + c1 , c1 ∈ R, δηλαδή ln |y| = ln |x| + c1 ,

c1 ∈ R ή eln |y| = eln |x|+c1 , c1 ∈ R ή |y| = e| ln x| ec1 , c1 ∈ R ή |y| = ec1 |x|, c1 ∈ R. Επειδή καθώς
το c1 διατρέχει τους πραγματικούς αριθμούς, το ec1 διατρέχει τους θετικούς πραγματικούς αριθμούς,
μπορούμε να γράψουμε την τελευταία σχέση ως |y| = c2 |x|, c2 > 0 ή y = ±c2 |x|, c2 > 0 ή y = c3 |x|,
c3 6= 0 ή αν ενσωματώσουμε και τη λύση y = 0, y = c|x|, c ∈ R.


y2
Παράδειγμα 5.4.5 Να λύσετε τη διαφορική εξίσωση y 0 = 1+x2 .

dy y2
Λύση: Είναι διαφορική εξίσωση χωριζομένων μεταβλητών, γιατί γράφεται dx = 1+x2 . Η y = 0 είναι
λύση. Είναι η ιδιάζουσα λύση. Τις υπόλοιπες τις βρίσκουμε ως εξής:
Z Z
dy dx 1 1
2
= 2
+ c, c ∈ R ⇔ − = Artgx + c, c ∈ R ⇔ y = − , c ∈ R.
y 1+x y Artgx + c
110 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

Παράδειγμα 5.4.6 Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών: xy 0 + xex y 2 − 1 = y 2 − xex ; y(1) = 1.

Λύση: Η δοσμένη διαφορική εξίσωση γράφεται ισοδύναμα xy 0 = y 2 +1−xex (y 2 +1) ή xy 0 = (y 2 +1)(1−


0 x x x
xex ) ή y2y+1 = 1−xe ή y2dy+1 = 1−xe dx ή y2dy+1 = 1−xe dx + c, c ∈ R ή Artgy = ln |x| − ex + c,
R R
x x x

c ∈ R. ΄Αρα οι λύσεις δίνονται από τον τύπο y = tan(ln |x| − ex + c), c ∈ R. Πρέπει για κάθε k ∈ Z,
π
ln |x| − ex 6= kπ + 2 (1).
Επειδή η αρχική συνθήκη δίνεται στο x0 = 1, θα πρέπει η λύση να ορίζεται εκεί, άρα θα πρέπει να
πάρουμε ένα διάστημα ∆ γύρω από το 1, με x > 0, ώστε να ισχύει η (1). ΄Ετσι, οι λύσεις της
διαφορικής εξίσωσης είναι οι συναρτήσεις y : ∆ → R, με y(x) = tan(ln x − ex + c), c ∈ R. Αφού
y(1) = 1, έχουμε 1 = tan(−e + c) ή ισοδύναμα tan π4 = tan(−e + c) ⇔ υπάρχει k ∈ Z τέτοιο ώστε
π π
4 = kπ − e + c ⇔ υπάρχει k ∈ Z τέτοιο ώστε c = 4 − kπ + e.
΄Αρα οι λύσεις του προβλήματος αρχικών τιμών είναι οι συναρτήσεις y :→ ∆ → R, με
 π 
y(x) = tan ln x − ex + − kπ + e , όπου k ∈ Z.
4


Θα δούμε άλλη μία κατηγορία διαφορικών εξισώσεων που ανάγονται σε διαφορικές εξισώσεις χωρι-
ζομένων μεταβλητών.

Πρόταση 5.4.7 ΄Εστω f και g δύο συνεχείς συναρτήσεις δύο μεταβλητών που είναι τέτοιες ώστε να
υπάρχει a ∈ R ώστε να ισχύει f (λx, λy) = λa f (x, y) και g(λx, λy) = λa g(x, y), για κάθε (x, y) που
y
ανήκει στο πεδίο ορισμού αυτών. Τότε με την αντικατάσταση z = x η διαφορική εξίσωση

f (x, y)
y0 = (E1 )
g(x, y)

μετασχηματίζεται σε μια διαφορική εξίσωση χωριζομένων μεταβλητών.

Απόδειξη: Θέτοντας y = zx, παίρνουμε y 0 = z + xz 0 και έτσι η (E1 ) γίνεται

f (x, xz) xa f (1, z) f (1, z)


z + xz 0 = ή z + xz 0 = ή xz 0 = −z
g(x, xz) xa g(1, z) g(1, z)

και θέτοντας
f (1, z)
h(z) = −z
g(1, z)
5.4. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΧΩΡΙΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ 111

η (E1 ) γράφεται ισοδύναμα


h(z)
z0 = (1),
x
η οποία είναι χωριζομένων μεταβλητών.


y y
Παρατήρηση 5.4.8 Μια διαφορική εξίσωση της μορφής y 0 = ϕ

x , με την αντικατάσταση x =z
ϕ(z)−z
γίνεται z + xz 0 = ϕ(z) ή z 0 = x (2), που είναι διαφορική εξίσωση χωριζομένων μεταβλητών.
Για να λύσουμε την (1), αντίστοιχα την (2), με την μέθοδο της πρότασης 5.4.2, θα χρειαστεί να
διαιρέσουμε με h(z), αντίστοιχα με ϕ(z) − z. Τότε θα πρέπει να ελέγξουμε αν χάνουμε λύσεις, δηλαδή
αν οι συναρτήσεις z που ικανοποιούν την h(z) = 0, αντίστοιχα την ϕ(z) = z, είναι λύσεις της (1),
αντίστοιχα της (2), (βλέπε παρατήρηση 5.3.4).

y
x3 +x2 y+y 3 +xy 2 sin( x )
Παράδειγμα 5.4.9 Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 = y
x3 +xy 2 +x2 y sin( x
(∗).
)

Λύση: Η (∗) είναι στη μορφή της πρότασης 5.4.7, γιατί, αν f (x, y) = x3 + x2 y + y 3 + xy 2 sin xy και


g(x, y) = x3 + xy 2 + x2 y sin xy , έχουμε f (λx, λy) = λ3 f (x, y) και g(λx, λy) = λ3 g(x, y), ή αλλιώς η


(∗) μπορεί να γραφεί (διαιρώντας στο δεύτερο μέλος αριθμητή και παρονομαστή με το x3 ):

y 3
y
3
+ xy sin xy
 
0 1+ x + x
y = y 2
 .
+ xy sin xy
 
1+ x

y
Θέτοντας z = x έχουμε y = xz και y 0 = z + xz 0 , οπότε η (∗) γίνεται ισοδύναμα

1 + z + z 3 + z 2 sin z 1 + z + z 3 + z 2 sin z − z − z 3 − z 2 sin z


z + xz 0 = ή xz 0 =
1 + z 3 + z sin z 1 + z 2 + z sin z
Z Z
1 dx dx
ή xz 0 = ή (1 + z 2
+ z sin z) dz = ή (1 + z 2
+ z sin z) dz =
1 + z 2 + z sin z x x
z3 3
− z d(cos z) = ln |x| + c, c ∈ R ή z + z3 − z cos z + cos z dz = ln |x| + c, c ∈ R ή
R R
ή z+ 3
3
z + z3 − z cos z + sin z = ln |x| + c, c ∈ R. ΄Αρα όλες οι λύσεις της διαφορικής εξίσωσης (∗) δίνονται σε
πεπλεγμένη μορφή από την σχέση

y y3 y y y
+ 3 − cos + sin = ln |x| + c, c ∈ R.
x 3x x x x

112 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

5.5 Διαφορικές εξισώσεις αμέσως ολοκληρώσιμες και ο-


λοκληρωτικοί παράγοντες

Δίνουμε πρώτα την έννοια της μερικής παραγώγου μιας συνάρτησης δύο μεταβλητών.

Ορισμός 5.5.1 Αν f : A → R είναι μια συνάρτηση, όταν A ⊆ R2 και (x0 , y0 ) ∈ A, ορίζουμε ως


∂f f (x,y0 )−f (x0 ,y0 )
μερική παράγωγο της f ως προς x στο (x0 , y0 ) το ∂x (x0 , y0 ) = lim x−x0 και ως μερική
x→x0
∂f f (x0 ,y)−f (x0 ,y0 )
παράγωγο της f ως προς y στο (x0 , y0 ) το ∂y (x0 , y0 ) = lim y−y0 .
y→y0

∂f
Παρατήρηση 5.5.2 Πρακτικά, παραγωγίζουμε μερικά την f ως προς x, δηλαδή βρίσκουμε την ∂x ,

παραγωγίζοντας την f ως προς x με τον γνωστό τρόπο των συναρτήσεων μιας μεταβλητής, θεωρώντας
∂f
το y σταθερό. Ομοίως εργαζόμαστε για την εύρεση της ∂y .

∂f (x,y) ∂f (x,y)
Παράδειγμα 5.5.3 Αν f (x, y) = x2 sin y, τότε ∂x = 2x sin y και ∂y = x2 cos y.

Ορισμός 5.5.4 Μια διαφορική εξίσωση της μορφής P (x, y) dx + Q(x, y) dy = 0 (E) καλείται α-
μέσως ολοκληρώσιμη αν υπάρχει πραγματική συνάρτηση f , δύο μεταβλητών ώστε το διαφορικό της να
είναι το αριστερό μέλος της (E), δηλαδή να ισχύει df = P dx + Q dy.

Δεν δώσαμε τον ορισμό του διαφορικού στην περίπτωση των συναρτήσεων δύο μεταβλητών, αλλά
g(x,y)
δεν θα χρειαστεί. Σκοπός μας είναι να λύσουμε μία διαφορική εξίσωση της μορφής y 0 = h(x,y) . Αυτή
μπορούμε να τη γράψουμε h(x, y) dy − g(x, y) dx = 0.
Δίνονται χωρίς απόδειξη οι επόμενες δύο προτάσεις.

Πρόταση 5.5.5 Αν η (E) του ορισμού 5.5.4 είναι αμέσως ολοκληρώσιμη και η f είναι όπως στον
ορισμό αυτόν, τότε df = 0 και επομένως όλες οι λύσεις της (E) δίνονται σε πεπλεγμένη μορφή από τον
τύπο f (x, y) = c, c ∈ R.

Πρόταση 5.5.6 Με τον συμβολισμό του ορισμού 5.5.4, αν οι P και Q είναι συνεχείς συναρτήσεις
σε ένα ανοικτό συνεκτικό υποσύνολο του R2 , τότε η (E) είναι αμέσως ολοκληρώσιμη, αν και μόνον αν
∂P ∂Q
∂y = ∂x (∗).
5.5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΑΜΕΣΩΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΙΜΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ113

Μέθοδος 5.5.7 Στην περίπτωση που για την (E) της προηγούμενης πρότασης, ισχύει η (∗) αυτής,
για να βρούμε την f εργαζόμαστε ως εξής:
Θεωρούμε το σύστημα
 ∂f
 ∂x =P (1)

∂f
= Q (2).

∂y

Ολοκληρώνοντας την (1) ως προς x (θεωρώντας το y σταθερό), παίρνουμε


Z
f (x, y) = P (x, y) dx + g(y) (3),

όπου g είναι μια αυθαίρετη συνάρτηση του y. Τώρα μένει να βρούμε μία g για να δώσουμε την λύση της
(E) που θα είναι η f (x, y) = c, c ∈ R. Παραγωγίζουμε την (3) μερικά ως προς y και χρησιμοποιώντας
την (2) βρίσκουμε την g 0 . Ολοκληρώνοντας ως προς y βρίσκουμε μία g.

Τα παραπάνω φαίνονται καλύτερα στο επόμενο

Παράδειγμα 5.5.8 Να λυθεί η διαφορική εξίσωση


 2

2xy 3 − cos y − xex dx + 3x2 y 2 + x sin y − 2ye−y dy = 0

(4)
2
Λύση: ΄Εστω P (x, y) = 2xy 3 − cos y − xex και Q(x, y) = 3x2 y 2 + x sin y − 2ye−y . Τότε
∂P ∂Q
∂y = 6xy 2 + sin y και ∂x = 6xy 2 + sin y. ΄Αρα η (4) είναι αμέσως ολοκληρώσιμη και επομένως υ-
πάρχει μία πραγματική συνάρτηση f δύο μεταβλητών, τέτοια ώστε df = 0. Η f ικανοποιεί το παρακάτω
σύστημα
 ∂f
 ∂x =P (5)

∂f
= Q (6).

∂y

Ολοκληρώνοντας την (5) ως προς x, παίρνουμε


Z
2xy 3 − cos y − xex dx + g(y) = x2 y 3 − x cos y − xex + ex + g(y),

f (x, y) =

όπου g αυθαίρετη συνάρτηση του y. ΄Αρα ∂f 2 2 0


∂y = 3x y + x sin y + g (y). Λόγω της (6) είναι
2 2 2
g 0 (y) = −2ye−y . ΄Αρα g(y) = e−y d(−y 2 ) = e−y και επομένως
R

2
f (x, y) = x2 y 3 − x cos y − xex + ex + e−y .

΄Αρα οι λύσεις της (4) δίνονται σε πεπλεγμένη μορφή από τον τύπο
2
x2 y 3 − x cos y − xex + ex + e−y = c, c ∈ R.
114 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

Ενδέχεται η (E) του ορισμού 5.5.4 να μην είναι αμέσως ολοκληρώσιμη. Αν την πολλαπλασιάσουμε
αυτή με μία μη μηδενική συνάρτηση, η καινούργια διαφορική εξίσωση είναι πάλι της ίδιας μορφής.

Ορισμός 5.5.9 Μια πραγματική συνάρτηση δύο μεταβλητών ρ(x, y), που είναι τέτοια ώστε η διαφορι-
κή εξίσωση ρ(x, y)P (x, y) + ρ(x, y)Q(x, y) = 0 να είναι αμέσως ολοκληρώσιμη καλείται ολοκληρωτικός
παράγοντας της (E).
   
Παράδειγμα 5.5.10 Να λύσετε την διαφορική εξίσωση 99xy + 99 x1 y15 dx + 90x2 + 44 y16 dy,
αφού βρεθούν φυσικοί αριθμοί m, n, ώστε ο ρ(x, y) = xm y n να είναι ολοκληρωτικός παράγοντας αυτής.

Λύση: ΄Εστω P (x, y) = 99xy + 99 x1 y15 και Q(x, y) = 90x2 + 44 y16 . Η διαφορική εξίσωση δεν είναι
αμέσως ολοκληρώσιμη, γιατί
∂P 1 1 ∂Q
= 99x − 5 · 99 6 6= 180x = .
∂y xy ∂x
Είναι

ρ(x, y)P (x, y) = 99xm+1 y n+1 + 99xm−1 y n−5 , ρ(x, y)Q(x, y) = 90xm+2 y n + 44xm y n−6 ,
∂ ∂
(ρP ) = 99(n+1)xm+1 y n +99(n−5)xm−1 y n−6 και (ρQ) = 90(m+2)xm+1 y n +44mxm−1 y n−6 .
∂y ∂x
Ο ρ(x, y) = xm y n είναι ολοκληρωτικός παράγοντας, αν και μόνον αν

∂ ∂ 99(n + 1) = 90(m + 2)
(ρP ) = (ρQ) ή
∂y ∂x 99(n − 5) = 44m,

από όπου προκύπτει m = n = 9. ΄Αρα η διαφορική εξίσωση

(99x10 y 10 + 99x8 y 4 ) dx + (90x11 y 9 + 44x9 y 3 ) dy

είναι αμέσως ολοκληρώσιμη και αυτή είναι ισοδύναμη με την αρχική. Αναζητούμε τώρα μια f , ώστε
 ∂f
 ∂x = 99x10 y 10 + 99x8 y 4
∂f
= 90x11 y 9 + 44x9 y 3 .

∂y

∂f
΄Εχουμε f (x, y) = 9x11 y 10 +11x9 y 4 +g(y), οπότε ∂y = 90x11 y 9 +44x9 y 3 +g 0 (y), από όπου συνεπάγεται
ότι g 0 (y) = 0 και επομένως g(y) = 0. ΄Αρα όλες οι λύσεις της αρχικής δίνονται σε πεπλεγμένη μορφή
από τον τύπο: 9x11 y 10 + 11x9 y 4 = c, c ∈ R.
5.5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΑΜΕΣΩΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΙΜΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ115

Θα κλείσουμε την παράγραφο αυτή δίνοντας δύο περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορούμε να βρούμε
ολοκληρωτικό παράγοντα.

Πρόταση 5.5.11 Θεωρούμε την διαφορική εξίσωση P (x, y) dx + Q(x, y) dy. Αν υπάρχει μια συ-
νάρτηση f μιας μεταβλητής, τέτοια ώστε

∂P ∂Q
∂y (x, y) − ∂x (x, y)
= f (x),
Q(x, y)
∂P
∂y − ∂Q
∂x
δηλαδή αν η παράσταση Q είναι συνάρτηση μόνο του x (δεν εξαρτάται από το y), τότε η συνάρτηση
R
f (x) dx
e είναι ολοκληρωτικός παράγοντας της διαφορικής εξίσωσης.
Αν υπάρχει μία συνάρτηση g μιας μεταβλητής, τέτοια ώστε
∂Q ∂P
∂x (x, y) − ∂y (x, y)
= g(y),
P (x, y)
∂Q ∂P
∂x − ∂y
δηλαδή αν η παράσταση P είναι συνάρτηση μόνο του y (δεν εξαρτάται από το x), τότε η συνάρτηση
R
g(y) dy
e είναι ολοκληρωτικός παράγοντας της διαφορικής εξίσωσης.
∂P
∂y (x,y)− ∂Q
∂x (x,y)
Απόδειξη: Υποθέτουμε ότι Q(x,y) = f (x). Θα δείξουμε ότι η διαφορική εξίσωση
R R
f (x) dx f (x) dx
e P (x, y) dx + e Q(x, y) dy = 0 είναι αμέσως ολοκληρώσιμη. ΄Εχουμε

∂ h R f (x) dx i R ∂P
e P (x, y) = e f (x) dx (x, y)
∂y ∂y

και
Z 0   R
∂ h R f (x) dx i R R
f (x) dx ∂Q ∂Q
e Q(x, y) = e f (x) dx f (x) dx Q(x, y)+e (x, y) = f (x)Q(x, y) + (x, y) e f (x) dx .
∂x ∂x ∂x

΄Αρα

∂P ∂Q
∂ h R f (x) dx i ∂ h R f (x) dx i ∂P ∂Q ∂y (x, y) − ∂x (x, y)
e P (x, y) = e Q(x, y) ⇔ (x, y) = f (x)Q(x, y)+ (x, y) ⇔ = f (x),
∂y ∂x ∂y ∂x Q(x, y)

που ισχύει.
΄Ομοια αποδεικνύεται το άλλο.

116 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

Παράδειγμα 5.5.12 Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών:

y 2 + 1 x dx + 2x2 y + ey dy = 0; y(1) = 0.
 

∂P ∂Q

Λύση: ΄Εστω P (x, y) = y 2 + 1 x και Q(x) = 2x2 y + ey . Είναι ∂y = 2xy, ∂x = 4xy. ΄Αρα η δοσμένη
∂P
∂y − ∂Q
∂x −2xy
διαφορική εξίσωση δεν είναι αμέσως ολοκληρώσιμη. Η παράσταση Q = 2x2 y+ey δεν είναι συνάρ-
∂Q ∂P
∂x − ∂y 2xy 2y
τηση μόνο του x. ΄Ομως η παράσταση P = (y 2 +1)x = yR2 +1 είναι συνάρτηση μόνο του y. ΄Ετσι η
2y 2
= eln(y +1) = y 2 +1. Θα λύσου-
y 2 +1
dy
αρχική διαφορική εξίσωση έχει ολοκληρωτικό παράγοντα τον e
2  
με τώρα την ισοδύναμη x y 2 + 1 dx+ 2x2 y + ey y 2 + 1 dy = 0 της αρχικής, η οποία είναι αμέσως
 
ολοκληρώσιμη. Αυτή γράφεται ισοδύναμα xy 4 + 2xy 2 + x dx + 2x2 y 3 + y 2 ey + 2x2 y + ey dy = 0.
Αναζητούμε τώρα μια συνάρτηση f , τέτοια ώστε
∂f
= xy 4 + 2xy 2 + x

 ∂x

∂f
= 2x2 y 3 + y 2 ey + 2x2 y + ey .

∂y

x2 4 x2 ∂f
΄Εχουμε f (x, y) = 2 y + x2 y 2 + 2 + g(y), άρα ∂y = 2x2 y 3 + 2x2 y + g 0 (y) και επομένως g 0 (y) =
y 2 ey + ey . Ολοκληρώνοντας βρίσκουμε g(y) = y 2 ey − 2yey + 3ey . ΄Αρα οι λύσεις της δοσμένης
x2 4 x2
διαφορικής εξίσωσης δίνονται από τον τύπο 2 y + x2 y 2 + 2 + y 2 ey − 2yey + 3ey = c, c ∈ R. Λόγω
της αρχικής συνθήκης παίρνουμε c = 27 . ΄Αρα οι λύσεις τουν προβλήματος αρχικών τιμών δίνονται από
x2 4 x2
τον τύπο 2 y + x2 y 2 + 2 + y 2 ey − 2yey + 3ey = 72 .


5.6 Διαφορικές εξισώσεις 2ης τάξης που ανάγονται σε δια-


φορικές εξισώσεις 1ης τάξης
Γενικά (βλέπε ορισμό 5.1.3) διαφορική εξίσωση 2ης τάξης είναι μια διαφορική εξίσωση της μορφής
F (x, y, y 0 , y 00 ) = 0. Θα δούμε δύο περιπτώσεις κατά της οποίες μία διαφορικής εξίσωση 2ης τάξης
μετασχηματίζεται με αντικατάσταση σε μία διαφορική εξίσωση 1ης τάξης. Αυτή μπορεί, επομένως, να
λυθεί στον βαθμό που μπορεί να λυθεί η διαφορική εξίσωση 1ης τάξης. Οι περιπτώσεις αυτές είναι όταν
δεν εμφανίζεται η άγνωστη συνάρτηση ή η ανεξάρτητη μεταβλητή στην εξίσωση 2ης τάξης.
Επειδή y 0 = z ⇒ y 00 = z 0 , προκύπτει η παρακάτω

Πρόταση 5.6.1 Η διαφορική εξίσωση 2ης τάξης F (x, y 0 , y 00 ) = 0, με άγνωστη συνάρτηση y και
ανεξάρτητη μεταβλητή x, μετασχηματίζεται με την αντικατάσταση y 0 = z, στην διαφορική εξίσωση
5.6. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ 2ης ΤΑΞΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΓΟΝΤΑΙ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ 1ης ΤΑΞΗΣ117

1ης τάξης F (x, z, z 0 ) = 0, η οποία έχει άγνωστη συνάρτηση την z και ανεξάρτητη μεταβλητή πάλι την
x.

Παράδειγμα 5.6.2 Να λύσετε την διαφορική εξίσωση 1 + x2 y 00 + 2xy 0 = x3



(1).

x3
Λύση: Θέτοντας y 0 = z, είναι y 00 = z 0 και η (1) γίνεται 1 + x2 z 0 + 2xz = x3 ή z 0 + 2x

1+x2 z = 1+x2 .

Η τελευταία είναι γραμμική διαφορική εξίσωση 1ης τάξης και επομένως έχει γενική λύση την

x3 R 1+x x4
 Z   Z 
R 2x
− 1+x 2 dx
2x
2 dx
1 3 c
z=e c+ 2
e = 2
c + x dx = 2
+ , c ∈ R.
1+x 1+x 1+x 4(1 + x2 )

c x4
R R
΄Αρα y = x2 +1 dx + 4(x2 +1) dx + c1 , όπου c, c1 ∈ R. ΄Εχουμε

x4 (x2 − 1)(x2 + 1) + 1 x3
Z Z Z Z
dx
2
dx = dx = (x2 − 1) dx + = − x + Artgx.
x +1 x2 + 1 x2 +1 3
x3 x Artgx
΄Αρα η λύση της (1) είναι y = cArtgx + 12 − 4 + 4 + c1 , όπου c, c1 ∈ R.


Πρόταση 5.6.3 Η διαφορική εξίσωση 2ης τάξης F (y, y 0 , y 00 ) = 0, με άγνωστη συνάρτηση y και
ανεξάρτητη μεταβλητή x, μετασχηματίζεται με την αντικατάσταση y 0 = z, στην διαφορική εξίσωση
 
dz
1ης τάξης F y, z, z dy = 0, η οποία έχει άγνωστη συνάρτηση την z και ανεξάρτητη μεταβλητή την y.

Απόδειξη: Θέτοντας y 0 = z (ο 0 αναφέρεται ως προς x, δηλαδή 0 = d


dx ), έχουμε

dz dz dy dz 0 dz
y 00 = z 0 = = = y =z .
dx dy dx dy dy


Παράδειγμα 5.6.4 Να λύσετε την διαφορική εξίσωση yy 00 − (y 0 )2 − 0 (2).

Λύση: Θέτοντας y 0 = z, y 00 = z dy
dz dz
, η (2) μετασχηματίζεται στην yz dy − z 2 = 0 (3), η οποία είναι
χωριζομένων μεταβλητών με άγνωστη συνάρτηση z και ανεξάρτητη μεταβλητή y. Η (3) έχει λύση την
dz dz dy
z = 0. Αν z 6= 0 η (3) γίνεται y dy =z ή z = y ή ln |z| = ln |y| + c, c ∈ R ή |z| = |y|ec , c ∈ R ή
z = ±yec . c ∈ R. ΄Ετσι η λύση της (3) είναι z = c1 y, c1 ∈ R. ΄Αρα y 0 = c1 y, η οποία είναι γραμμική
R
ομογενής 1ης τάξης και έτσι από το πόρισμα 5.2.5 η λύση της (2) είναι y = c2 e c1 dx
= c2 ec1 x , όπου
c1 , c2 ∈ R.

118 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

Παράδειγμα 5.6.5 Θεωρούμε την διαφορική εξίσωση y 00 + p(x)y 0 + q(x)y = r(x) (4), όπου p,
q και r είναι συνεχείς συναρτήσεις της ανεξάρτητης μεταβλητής x. Θα δούμε παρακάτω ότι αυτή
καλείται γραμμική διαφορική εξίσωση 2ης τάξης. Αν y0 είναι μια μη μηδενική μερική λύση της
y
y 00 + p(x)y 0 + q(x) = 0, τότε η (4) με την αντικατάσταση z = y0 μετασχηματίζεται σε διαφορική
εξίσωση της μορφής F (x, z 0 , z 00 ) = 0 (βλέπε πρόταση 5.6.1). Πράγματι, είναι y = y0 z, y 0 = y00 z + y0 z 0
και y 00 = y000 z + 2y00 z 0 + y0 z 00 και αντικαθιστώντας στην (4), αυτή γίνεται y000 z + 2y00 z 0 + y0 z 00 +
p(x)y00 z + p(x)y0 z 0 + q(x)y0 z = r(x) ή [y000 + p(x)y00 + q(x)y0 ] z + y0 z 00 + [2y00 + p(x)y0 ] z 0 = r(x) ή
y0 z 00 + [2y00 + p(x)y0 ] z 0 = r(x).

5.7 Διαφορικές εξισώσεις Riccati


Πρόταση 5.7.1 Για την διαφορική εξίσωση Riccati y 0 + a(x)y + b(x)y 2 + d(x) = 0, όπου a, b και d
είναι συνεχείς συναρτήσεις της ανεξάρτητης μεταβλητής x σε ένα διάστημα, ισχύουν τα εξής:

ˆ Αν b = 0 είναι γραμμική διαφορική εξίσωση 1ης τάξης.

ˆ Αν d = 0, τότε είναι Bernoulli με n = 2.

ˆ Αν y1 είναι μια λύση της, τότε η αντικατάσταση z = 1


y−y1 την μετασχημα-
ης
τίζει σε μια γραμμική διαφορική εξίσωση 1 τάξης.

Απόδειξη: Είναι y − y1 = 1
z ⇒ y = y1 + 1
z ⇒ y 0 = y10 − 1 0
z2 z . ΄Αρα η διαφορική εξίσωση γίνεται
y10 − z12 z 0 + a(x)y1 + a(x) z1 + b(x)y12 + 2b(x)y1 · z1 + b(x) z12 + d(x) = 0. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι y1 είναι
λύση και πολλαπλασιάζοντας με −z 2 παίρνουμε z 0 − [a(x) + 2b(x)y1 ] · z = b(x), η οποία είναι γραμμική
διαφορική εξίσωση 1ης τάξης, όπως θέλαμε.


Παρατήρηση 5.7.2 Αφού λύσουμε την παραπάνω διαφορική εξίσωση με άγνωστη συνάρτηση z, οι
1
λύσεις της αρχικής θα είναι η y = y1 + z και η y = y1 .

Παράδειγμα 5.7.3 Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 − x1 y − x3 y 2 + x5 = 0, αφού βρείτε πρώτα


μια λύση της που να είναι πρωτοβάθμιο πολυώνυμο. Στην συνέχεια να βρείτε την λύση που επαληθεύει
την αρχική συνθήκη y(1) = 1.
5.8. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 119

Λύση: ΄Εστω λ, µ ∈ R. Τότε η y = λx + µ είναι λύση της διαφορικής εξίσωσης, αν και μόνον
αν λ − x1 (λx + µ) − x3 (λx + µ)2 + x5 = 0 ⇔ λ − λ − x1 µ − λ2 x5 − 2λµx4 − µ2 x3 + x5 = 0 ⇔
(1 − λ2 )x6 − 2λµx5 − µ2 x4 − µ = 0 ⇔ λ = 1 και µ = 0. ΄Αρα η y = x είναι μια λύση της διαφορικής
εξίσωσης Riccati. Με την αντικατάσταση y = x+ z1 , όπως στην απόδειξη της προηγούμενης πρότασης η
διαφορική εξίσωση γίνεται z 0 + x1 + 2x4 z = −x3 , που είναι γραμμική διαφορική 1ης τάξης. Η λύση της

4
h 4
i
δίνεται από τον τύπο z = e− ( x +2x ) dx c + (−x3 )e ( x +2x ) dx dx . Επειδή η αρχική συνθήκη δίνεται
R 1 R R 1

στο 1, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το x ορίζεται σε ένα διάστημα που περιέχει το 1, δηλαδή μπορούμε
1
να θεωρήσουμε x > 0. Οι λύσεις της αρχικής διαφορικής εξίσωσης είναι οι y = x + 2 5 ,c∈R
cxe− 5 x − 2x
1

και y = x. Η λύση που επαληθεύει την αρχική συνθήκη είναι η y = x.




5.8 Ασκήσεις
2
1. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 + 2xy + x = e−x .

2. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (sin x)y 0 + (cos x)y = 2(sin2 x)(cos x).

3. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (1 − x2 )y 0 + x(y − 2) = 0.

y
4. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 + 1−x + x = x2 .

5. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 + 1


x2 y = 1
x2 .

6. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση xy 0 + 2x+1


x+1 y = x − 1.

7. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών xy 0 − 2y = 2x4 ; y(2) = 8.

8. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών y 0 + 3x3 y = x2 ; y(0) = 2.

9. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών (1+e−x )y 0 = 3(ex +1)2 −y; y(0) = 4.

10. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 + y = ex y 2 .

11. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση xy 0 + y = x3 y 6 .

12. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση yy 0 − xy 2 + x = 0.

y
13. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών y 0 + 2x = x
y3 ; y(1) = 2.
120 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ
p
14. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών xy 0 + y = 3
(xy)2 ; y(1) = 4.

15. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση x4 (y 2 − 4)y 0 − (x − y)y 5 = 0.

16. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 = 3x2 (1 + y 2 ).

17. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση 2(y + 1)y 0 = xy .

18. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (x2 + 2x)y 0 + xy + 2x + y + 2 = 0.

19. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 = ex+y .

20. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση xy 0 = y 2 − 3y + 2.

2(y 2 +y−2)
21. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 = x2 +4x+3 .

22. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών [(x + 4)y 0 + 1]y + 2 = 0; y(−3) = 1.

23. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών y 0 +8(cos2 y) sin2 x = 0; y π π



12 = 4.

(3x+8)(y 2 +4)
24. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών y 0 = 4y(x2 +5x+6) ; y(1) = 2.

(1+x)y 2
25. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών y 0 = x3 ; y(1) = 2.

y(2x+y)
26. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 + x2 +2xy+3y 2 = 0.

2x+2y+5
27. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 + 2x−2y+7 = 0.

28. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (sin y − 2xy)y 0 = y 2 − 1.

29. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση xy 3 y 0 = x4 + y 4 , αφού βρείτε πρώτα


ακέραιο k ώστε ο %(x, y) = xk να είναι ολοκληρωτικός παράγοντάς της.

30. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (2x2 + y 2 + x) dx + xy dy = 0.

31. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (2x + y 2 e−y ) dx + (x2 + 2xye−y ) dy = 0.

32. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση xy 0 − y = ln x, αφού βρείτε πρώτα ακέραιο


k ώστε ο %(x, y) = xk να είναι ολοκληρωτικός παράγοντάς της.

33. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (2xy + x3 ) dx + (x2 + y 2 ) dy = 0.


5.8. ΑΣΚΗΣΕΙΣ 121

34. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (3x2 + 2y)y 0 = 3x(x − 2y).


p p
35. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (x x2 + y 2 + y) dx + (y x2 + y 2 +
x) dx = 0.

36. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (2xy 4 +sin y) dx+(4x2 y 3 +x cos y) dy = 0.

1

37. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (y+sin x) dx+ 2 sin 2x + 2y cos2 x dy =
0.

38. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (2y − 1)x dy + y(y − 1) dx = 0.

39. Να βρείτε αν υπάρχει πραγματικός αριθμός a τέτοιος ώστε η διαφορική ε-


ξίσωση (x2 + 3xy) dx + (ax2 + 4y) dy = 0 να είναι αμέσως ολοκληρώσιμη
και στη συνέχεια να λυθεί για αυτό το a.

2 2 2 2
40. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (2xyex y +y 2 exy ) dx+(x2 ex y +2xyex y −
2y) dy = 0.

41. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών (2xy 2 − 3) dx + (2x2 y + 4y) dy =


0; y(1) = 2.

42. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών (2x2 − 3y)xyy 0 = y 3 − 3x2 y 2 +


2x; y(−2) = 1.

43. Να λύσετε το πρόβλημα αρχικών τιμών (2y cos x − sin2 x)y 0 = y(sin 2x +
y sin x); y(0) = 3.

y(1+xy)
44. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 = x−2y .

45. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση 3(y 4 + 1) dx + 4xy 3 dy = 0.

46. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (4x + 3y 2 ) dx + 2xy dy = 0.

47. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση x2 y 0 = y(y + 2x). Ειδικά να βρείτε την
λύση που ικανοποιεί την y(1) = 0.

48. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση x dy = (y + x2 ex ) dx.


122 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

49. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση 3x2 y 2 dx + 4(y + x2 ee ) dx.

50. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (2y + 3xy 2 ) dx + (x + 2x2 y) dy = 0.

51. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 00 + 1


x−1 y
0
= x − 1.

52. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (1 + x2 )y 00 − 2xy 0 = 2x.

53. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση (cot x)y 00 + y 0 + 1 = 0.

54. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 = e−x y 2 +y−ex , με την αντικατάσταση


y = ex + z1 .

55. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση xy 0 = x4 (y − x)2 + y, αφού πρώτα βρείτε


μια μερική λύση αυτής που να είναι πολυώνυμο πρώτου βαθμού.

56. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y 0 = 4xy(4x + 1 − 2y) − 8x3 − 4x2 − 1,


αφού βρείτε πρώτα μια μερική λύση αυτής που να είναι πολυώνυμο πρώτου
βαθμού.

57. Να λύσετε την διαφορική εξίσωση y(y − 1)y 00 + (y 0 )2 = 0.

You might also like