Professional Documents
Culture Documents
Calculus II
Calculus II
2
Οι κανόνες που περιγράφουν τη ϕύση
ϕαίνεται ότι είναι γραµµένοι µε µαθηµατικά.
Richard Feynmann
2
Πρόλογος
Λουκάς Βλάχος
20 Ιανουαρίου 2008
iv Πρόλογος
Περιεχόµενα
1 Βασικές ΄Εννοιες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1
1.1 Εισαγωγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1
1.2 Συναρτήσεις πολλών µεταβλητών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 2
1.3 Σηµεία και σύνολα σηµείων στο επίπεδο και το χώρο . . . . 4
1.3.1 Στοιχεία τοπολογίας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 4
1.4 Συστήµατα συντεταγµένων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 8
1.5 Καµπύλες και επιφάνειες στο R3 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 16
1.5.1 Καµπύλες στο R3 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 16
1.5.2 Επιφάνειες στο R3 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 17
1.6 Ισοσταθµικές καµπύλες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 20
1.7 Λυµένες ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 22
1.8 Ασκήσεις για λύση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 26
Βιβλιογραφία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .381
Ευρετήριο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .383
1. Βασικές ΄Εννοιες
1.1 Εισαγωγή
1
0.5
0 4
-0.5 2
-1
-4 0
-2
-2
0
2
-4
4
p
Σχήµα 1.1. Η γραφική αναπαράσταση της συνάρτησης f (x, y) = sin( x 2 + y 2 ).
(x,y)
D
f f(á,â)
x f(x,y)
(á,â)
Σχήµα 1.2. Η συνάρτηση f απεικονίζει τον χώρο R2 πάνω στην ευθεία των πραγµατικών
αριθµών.
1.2 Συναρτήσεις πολλών µεταβλητών 3
Αν στα παραδείγµατα και τις ασκήσεις που ακολουθούν στη συνέχεια δεν
προσδιορίζεται το πεδίο ορισµού ϑα εννοούµε το ευρύτερο υποσύνολο
του R2 , για το οποίο η f (x, y) µπορεί να ορισθεί.
Παράδειγµα 1.1: Να ϐρεθεί το πεδίο ορισµού της συνάρτησης
0 1 2 x
Σχήµα 1.3. Το σύνολο των σηµείων µέσα στη κυκλική στεφάνη, αλλά και τα σηµεία της
περιφέρειας x2 + y 2 = 1 αποτελούν το πεδίο ορισµού της συνάρτησης F (x, y).
Σχήµα 1.4. Η σκιασµένη περιοχή και τα σηµεία των ευθειών A, A′ είναι το πεδίο ορισ-
µού της συνάρτησης G.
1.3 Σηµεία και σύνολα σηµείων στο επίπεδο και στο χώρο
Η κατανόηση των ιδιοτήτων του πεδίου ορισµού αλλά και άλλων ιδ-
ιοτήτων των συναρτήσεων πολλών µεταβλητών µας επιβάλουν να στα-
ϑούµε για λίγο στις ιδιότητες ενός συνόλου σηµείων στο διδιάστατο χώρο.
΄Ενα Ϲεύγος πραγµατικών αριθµών (x, y) µπορεί να παρασταθεί
γεωµετρικά από ένα σηµείο P (x, y) στο επίπεδο, µε συντεταγµένες x, y
σε ένα καρτεσιανό σύστηµα συντεταγµένων. Η απόσταση µεταξύ δύο
σηµείων P (x, y) και P ′ (x′ , y ′ ) στην Ευκλείδεια Γεωµετρία ορίζεται από
τη σχέση,
p
d(P P ′ ) = (x − x′ )2 + (y − y ′ )2 . (1.1)
(x0,y0 )
Εκτός από την κυκλική περιοχή µπορούµε να δώσουµε και τον ορισµό
της τετραγωνικής περιοχής |x − x0 | 6 δ και |y − y0 | 6 δ (ϐλέπε Σχ. 1.6).
2ä
(x0,y0 )
0 2ä x
Οι δύο ορισµοί της περιοχής σηµείου επιτελούν ακριβώς τον ίδιο σκοπό,
δηλαδή ‘οριοθετούν’ ένα σύνολο σηµείων στη γειτονιά του σηµείου
(x0 , y0 ). Κάθε ϕορά επιλέγουµε αυτόν που ταιριάζει καλύτερα στο
πρόβληµά µας.
Στις αντίστοιχες περιοχές, έτσι όπως ορίστηκαν πιο πάνω, αν εξαιρέ-
σουµε τα σηµεία του κύκλου στον κυκλικό δίσκο ή της περιφέρειας του
τετραγώνου ορίζουµε τις αντίστοιχες ανοικτές περιοχές.
Είµαστε τώρα έτοιµοι να δώσουµε τους ϐασικούς ορισµούς για τα σύνολα
σηµείων.
ΟΡΙΣΜΟΣ 1.3: ΄Ενα σύνολο σηµείων D ονοµάζεται ανοικτό όταν για
κάθε σηµείο του P υπάρχει µια κυκλική (ή τετραγωνική) ανοικτή
περιοχή που ανήκει στο D . (Σχ. 1.7)
Ñ
r
Ñ´
Σχήµα 1.7. Ορισµός του ανοικτού και κλειστού συνόλου. Το σηµείο P ϐρίσκεται σε
απόσταση r από το κέντρο του κύκλου, ενώ το σηµείο P ′ πάνω στον κύκλο.
Στη συνέχεια δίνουµε έναν ευρύτερο ορισµό από τις κλειστές (ή ανοικτές)
περιοχές.
ΟΡΙΣΜΟΣ 1.4: Εάν το D είναι ένα σύνολο σηµείων του R2 , το
σύνολο σηµείων του R2 που δεν ανήκει στο D λέγεται συµπληρω-
1.3 Σηµεία και σύνολα σηµείων στο επίπεδο και στο χώρο 7
y
C
B
Ó2
Ó1 Ä
A
Ã
0 x
Σχήµα 1.8. Το σύνολο D είναι συναφές επειδή οποιαδήποτε σηµεία του µπορούν να
ενωθούν µε πολυγωνική γραµµή.
• οι καρτεσιανές συντεταγµένες
• οι κυλινδρικές συντεταγµένες
• οι σφαιρικές συντεταγµένες
όπου οι συντελεστές gii παίρνουν τις τιµές g11 = g22 = g33 = −1 και
g44 = c2 και c είναι η ταχύτητα του ϕωτός. Ο χωρόχρονος του Minkof-
ski χρησιµοποιείται στην ειδική ϑεωρία Σχετικότητας. Ο χώρος γύρω
από ένα υπέρπυκνο αντικείµενο (µια µαύρη τρύπα για παράδειγµα)
είναι καµπύλος και η αποσταση δύο σηµείων ορίζεται από µία αρ-
κετά πολύπλοκη σχέση. Οι συντελεστές gµν (µ, ν = 1 − 4) προσ-
διορίζονται από την κατανοµή της πυκνότητας µάζας και ενεργειας στο
χώρο. Παρατηρούµε δηλαδή ότι τα συστήµατα συντεταγµένων δεν είναι
προκαθορισµένα και απόλυτα, αλλά επιλέγονται κάθε ϕορά ανάλογα
µε τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά του ϕυσικού προβλήµατος που
µελετάµε.
Ñ(x,y,z)
y
x
y
(x,y,0)
x
Σχήµα 1.9. Καρτεσιανές συντεταγµένες.
Στο νέο σύστηµα οι διανυσµατικές µονάδες êr , êθ , êz αποτελούν ένα
νέο δεξιόστροφο τρισορθογώνιο σύστηµα. Οι σχέσεις που συνδέουν
τις κυλινδρικές διανυσµατικές µονάδες µε τις καρτεσιανές είναι
êr = êx cos θ + êy sin θ
êθ = −êx sin θ + êy cos θ
êz = êz .
Η χρήση των κυλινδρικών συντεταγµένων απλοποιεί τους υπολογισ-
µούς, όταν το ϕυσικό πρόβληµα παρουσιάζει κυλινδρική συµµετρία,
π.χ. το µαγνητικό πεδίο γύρω από έναν ευθύγραµµο αγωγό ηλεκ-
τρικού ϱεύµατος έχει κυλινδρική συµµετρία.
Αν µία συνάρτηση στο καρτεσιανό σύστηµα συντεταγµένων έχει τη
µορφή f (x, y, z) = f (x2 + y 2 , z) είναι ϕανερό ότι, αν αλλάξουµε
συντεταγµένες ο αριθµός των ανεξάρτητων µεταβλητών ϑα ελαττωθεί
κατά µία f (r 2 , z).
3. Σφαιρικές συντεταγµένες: Σε κάθε σηµείο P (x, y, z) αντισ-
τοιχούµε την τριάδα (ρ, θ, ϕ) (ϐλέπε Σχήµα 1.11).
Οι καρτεσιανές και οι σφαιρικές συντεταγµένες συνδέονται µε τις
σχέσεις
ρ2 = x2 + y 2 + z 2 ,
1.4 Συστήµατα συντεταγµένων 11
−1 z
φ = cos
(x + y + z 2 )1/2
2 2
y
θ = tan−1
x
Χρήσιµο είναι να υπολογίσουµε τις σχέσεις που συνδέουν τα µονα-
διαία διανύσµατα êρ , êθ , êφ µε τα µοναδιαία διανύσµατα êx , êy , êz .
κάνοντας χρήση του Σχ. 1.11
e3
a0
ã
á â
0 e2
e1
Σχήµα 1.12. Τα συνηµίτονα των γωνιών α, β και γ ονοµάζονται συνηµίτονα κατευθύν-
σεως.
dr
v= = ẋêx + ẏêy
dt
dv
γ= = ẍêx + ÿêy .
dt
Αν µελετήσουµε το ίδιο πρόβληµα σε πολικές συντεταγµένες ϑα έχουµε
r = r(t)êr .
dv d2 θ
γ= = (r̈ − rω 2 )er + (2ṙω + r 2 )êθ .
dt dt
Μια ενδιαφέρουσα εφαρµογή των παραπάνω σχέσεων είναι η οµαλή κυκ-
λική κίνηση (r = θ̇ = σταθερά )
14 Βασικές ΄Εννοιες
v = rωêθ
dv
γ= = −rω 2 er .
dt
x′ = x − vt
y′ = y
z′ = z
t′ = t
1.4 Συστήµατα συντεταγµένων 15
x′ = α(x − vt)
y′ = y
z′ = z
t′ = βx + γt
x′2 + y ′2 + z ′2 − c2 t′2 = x2 + y 2 + z 2 − c2 t2
x′2 − c2 t′2 = x2 − c2 t2 .
ή
α2 − c2 β 2 = 1
vα2 + c2 βγ = 0
c2 γ 2 − v 2 α2 = c2 .
Λύνοντας το σύστηµα ϐρίσκουµε
1 v/c2
γ=q , β = −q , α2 = γ 2
2 2
1 − vc2 1 − vc2
16 Βασικές ΄Εννοιες
x − vt
x′ = q
2
1 − vc2
y′ = y
z′ = z
t − vx/c2
t′ = q
2
1 − vc2
ενώ η ταυτόχρονη µέτρηση του µήκους µιας ϱάβδου στο ένα σύστηµα
ϑα διαφέρει µε τη µέτρηση στο άλλο (συστολή µήκους)
r
′ v2
∆ℓ = ∆ℓ 1− .
c2
cos t, y(t) = sin t, z(t) = t µε t ∈ [0, 6π] και παριστούν µια έλικα στο
χώρο.
(x − x0 )2 + (y − y0 )2 + (z − z0 )2 = α2 .
1
0.5
0
-0.5
-4 -1
2
-2 1
0 0
2 -1
4 -2
Το κέντρο της είναι το σηµείο (x0 , y0 , z0 ) και η ακτίνα της είναι α. ΄Αλλο
παράδειγµα δευτεροβάθµιας επιφάνειας ορίζεται από την εξίσωση
18 Βασικές ΄Εννοιες
x2 y2 z2
+ + =1
α2 β 2 γ 2
που ορίζει το ελλειψοειδές του Σχ. 1.15 , ενώ η εξίσωση
x2 y2 z
2
+ 2
=
α β γ
ορίζει το παραβολοειδές (γ > 0)(ϐλέπε Σχ. 1.16α) (πώς µετασχηµατίζεται
όταν γ < 0;).
z z
0
y
0 y
x x
x2 y2 z
2
− 2
=
α β γ
για γ > 0 (ϐλέπε Σχ. 1.16ϐ). Το σηµείο O ονοµάζεται σαγµατικό, επει-
δή αν κινηθούµε κατά µήκος του άξονα Oy συναντάµε στο σηµείο O
ελάχιστο, ενώ κατά µήκος του άξονα Ox µέγιστο. Στο κεφάλαιο 7 ϑα
συζητήσουµε εκτενώς τα σαγµατικά σηµεία.
-1
-1
-0.5 -0.5
0 0
0.5 0.5
1 1
1
0.5
-0.5
-1
x 2 2 2
y z
+ = ,
α β γ
(Σχ. 1.17), ενώ η εξίσωση
x2 y2 z2
+ − =1
α2 β 2 γ 2
ορίζει το υπερβολοειδές ενός ϕύλου (Σχ. 1.18).
2
1
0
-1
-2
2
-1
-2
-2
-1
0
1
2
Τέλος η εξίσωση
x2 y2
+ =1
α2 β 2
παριστάνει τον ελλειπτικό κύλινδρο και η σχέση y = αx2 τον παραβολικό
κύλινδρο (ϐλέπε Σχ. 1.19).
z z
0 0
y y
z
z=ê 4
0
y
k=ê 1 k=ê 4
k=ê 2 k=ê 5
k=ê 3 k=ê 6
x
f(x,y)=k
Σχήµα 1.20. Οι ισοσταθµικές καµπύλες f (x, y) = k για διάφορες τιµές του k.
10
100
50 10 0
0
-50 5
-100
-10 0
-5
-5
0 -5
5
-10
10-10 -10 -5 0 5 10
25
0
20
2
15
-1
10
0
-2
-2
0
-2
-3
2 -3 -2 -1 0 1 2 3
Λύση :
1.7 Λυµένες ασκήσεις 23
y
x
y=
0 x
y=
-x
p
Σχήµα 1.24. Το πεδίο ορισµού της συνάρτησης z = cos(x2 + y 2 ).
Ax2 + By 2
− x2 y 2 = c (1.4)
2
όπου c σταθερή. Επειδή ϐρισκόµαστε στην περιοχή του σηµείου (0, 0),
ο όρος x2 y 2 είναι πολύ µικρότερος από τους όρους Ax2 και By 2 , κατά
συνέπεια, η εξίσωση (1.4) γράφεται (Ax2 + By 2 ) ≃ 2c και παριστάνει
µια µονοπαραµετρική οικογένεια ελλείψεων, γύρω από την αρχή των
συτεταγµένων, µε ηµιάξονες (2c/A)1/2 και (2c/B)1/2 .
0.4
0.2
0.3
0.2 0.4 0
0.1 0.2
0 -0.2
-0.4 0
-0.2 0 -0.2
0.2 -0.4
0.4 -0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
Σχήµα 1.25. Η επιφάνεια και οι ισοσταθµικές καµπύλες της άσκησης 1.8 για a =
2, b = 3, c = 1.
i) f (x, y) = 3y 2 − 9x + 5 ln x2 ,
ii) f (x, y, z) = z(x2 + y 2 − 1)1/2 + ln[z 2 (4 − x2 + y 2 )],
iii) f (x, y) = x(1 − y)/(y 2 − 2y + 1),
iv) f (x, y, z) = (x2 + y 2 − z)1/2 + ln(z 2 + x2 + y 2 ).
Clear[f]
30 Γραφικές παραστάσεις µε το M AT HEM AT ICA
1
0.5 10
0
-0.5 5
-1
-10 0
-5
0 -5
5
10-10
Σχήµα 2.1. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x, y) = sin x sin y του παραδείγ-
µατος 2.1.
Παράδειγµα 2.2
Clear[f]
f[x_, y_] := Sin[x] ∗ Sin[y];
Clear[pl1 , pl2 , pl3 , pl4 ]
pl1 = Plot3D[f[x, y], {x, −10, 10}, {y, −10, 10},
DisplayFunction → Identity];
pl2 = Plot3D[f[x, y], {x, −10, 10}, {y, −10, 10},
Boxed → False, DisplayFunction → Identity];
pl3 = Plot3D[f[x, y], {x, −10, 10}, {y, −10, 10},
Lighting → False, DisplayFunction → Identity];
pl4 = Plot3D[f[x, y], {x, −10, 10}, {y, −10, 10},
Mesh → False, DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{pl1, pl2 }, {pl3 , pl4 }}],
DisplayFunction → $DisplayFunction];
Η οπτική γωνία από την οποία ϐλέπουµε τη γραφική παράσταση δι-
αφοροποιεί το αποτέλεσµα της σχεδίασης όπως ϕαίνεται και στο Σχήµα
του παραδείγµατος 2.3.
32 Γραφικές παραστάσεις µε το M AT HEM AT ICA
1 1
0.5 10 0.5 10
0 0
-0.5 5 -0.5 5
-1 -1
-10 0 -10 0
-5 -5 -5 -5
0 0
5 5
10-10 10-10
1 1
0.5 10 0.5 10
0 0
-0.5 5 -0.5 5
-1 -1
-10 0 -10 0
-5 -5 -5 -5
0 0
5 5
10-10 10-10
Σχήµα 2.2. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x, y) = sin x sin y αξιοποιώντας
τις επιλογές της εντολής Plot3D.
Παράδειγµα 2.3
Clear[plt1, plt2, plt3]
plt1 = Plot3D[Sin[x + y^2], {x, −1, 1}, {y, −1, 1},
Boxed → False, DisplayFunction → Identity];
plt2 = Show[%, ViewPoint → {0, −2, −2},
DisplayFunction → Identity];
plt3 = Show[%, ViewPoint → {0, −2, 0},
DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{plt1, plt2, plt3}}]];
Σχήµα 2.3. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x, y) = sin x sin y από διαφορε-
τικές οπτικές γωνίες.
Παράδειγµα 2.4
Clear[col1, col2 ]
col1 = Plot3D[{Sin[x ∗ y], GrayLevel[x/3]}, {x, 0, 3}, {y, 0, 3},
DisplayFunction → Identity];
col2 = Plot3D[{Sin[x ∗ y], Hue[x/3]}, {x, 0, 3}, {y, 0, 3},
DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{col1, col2 }}]];
1 1
0.5 3 0.5 3
0 0
-0.5 2 -0.5 2
-1 -1
0 0
1 1 1 1
2 2
30 30
Σχήµα 2.4. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x, y) = sin x·sin y χρησιµοποιών-
τας διαφορετικά χρώµατα.
Παράδειγµα 2.5
Clear[f, c1 , c2 , c3 , c4 , c5 , c6 ]
f[x_, y_] := Sin[x] ∗ Sin[y];
c1 = ContourPlot[f[x, y], {x, −2, 2}, {y, −2, 2},
DisplayFunction → Identity];
c2 = ContourPlot[f[x, y], {x, −2, 2}, {y, −2, 2},
DisplayFunction → Identity, ContourShading → False];
2.3 Μετατροπές µεταξύ διαφορετικών τύπων γραφηµάτων 35
Παράδειγµα 2.6
Clear[f, c1 , c2 , c3 ]
f[x_, y_] := xb2 − 2 ∗ x + yb2 − 2 ∗ y − 2;
c1 = ContourPlot[f[x, y], {x, −10, 10}, {y, −10, 10},
ContourShading → False, DisplayFunction → Identity,
PlotPoints → 60];
c2 = ContourPlot[f[x, y], {x, −10, 10}, {y, −10, 10},
ContourShading → False, DisplayFunction → Identity,
Contours → 20, PlotPoints → 60];
c3 = ContourPlot[f[x, y], {x, −10, 10}, {y, −10, 10},
ContourShading → False, DisplayFunction → Identity,
Contours → {4, 24, 40}, PlotPoints → 60];
Show[GraphicsArray[{{c1, c2 , c3 }}]];
2 2 2
1 1 1
0 0 0
-1 -1 -1
-2 -2 -2
-2 -1 0 1 2 -2 -1 0 1 2 -2 -1 0 1 2
2 2
1 1
0 0
-1 -1
-2 -2
-2 -1 0 1 2 -2 -1 0 1 2
Σχήµα 2.5. Σχεδίαση των ισοσταθµικών καµπυλών της συνάρτησης f (x, y) = sin x sin y
κάνοντας χρήση των επιλογών την εντολής ContourPlot.
10 10 10
5 5 5
0 0 0
-5 -5 -5
-10
-10-5 0 5 10 -10
-10-5 0 5 10 -10
-10-5 0 5 10
Σχήµα 2.6. Σχεδίαση των ισοσταθµικών καµπυλών της συνάρτησης f (x, y) = x2 −2x+
y 2 − 2y − 2 κάνοντας χρήση της επιλογής Contours.
Παράδειγµα 2.7
Clear[ap]
ap = Plot3D[Sin[x + y], {x, 0, 3}, {y, 0, 3}];
Μπορούµε να µετατρέψουµε το αποτέλεσµα της Plot3D σε ένα γράφηµα
ισοσταθµικών καµπυλών.
Show[ContourGraphics[ap]];
Show[GraphicsArray[{%, %%}]];
2.4 Τρισδιάστατη παραµετρική σχεδίαση 37
1
0.5 3
0
-0.5
2
-1
0
1 1
30
2.5
1.5
0.5
0
0 0.5 1 1.5 2 2.5 3
3
2.5
2
1
1.5 0.5 3
0
-0.5 2
-1
1 0
1 1
0.5 2
30
0
0 0.5 1 1.5 2 2.5 3
Σχήµα 2.9. Η τριδιάστατη γραφική παράσταση του παραδείγµατος 2.7 και οι ισοστα-
ϑµικές καµπύλες.
Options[ParametricPlot3D].
Η εντολή
Παράδειγµα 2.8
Clear[pp1 , pp2 ]
pp1 = ParametricPlot3D[{Cos[2 ∗ t], Sin[2 ∗ t], t/5},
{t, 0, 8 ∗ Pi}, PlotPoints → 120, Ticks → None,
DisplayFunction → Identity];
pp2 = ParametricPlot3D[{t ∗ Cos[2 ∗ t], t ∗ Sin[2 ∗ t], t/5},
{t, 0, 8 ∗ Pi}, PlotPoints → 120, Ticks → None,
DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{pp1, pp2 }}]];
Ας δούµε και κάποιες εφαρµογές της ParametricPlot3D :
1
0.5 1 10
0 10 0.5
0
-0.5 -0.5
-1
-1 0 5
0 5 2.5
5 5
7.5
10 0 10 0
Σχήµα 2.11. Οι γραφικές παραστάσεις των g(x, y) = cos(x + siny) και του επιπέδου
x=5
10
1
0.5
0
-0.5
0 5
2.5
5
7.5
0
10
Σχήµα 2.12. Η τοµή της συνάρτησης g(x, y) = cos(x + siny) και του επιπέδου x = 5
του παραδείγµατος 2.9.
1
0.5
0
-0.5
-1
1
2 0.5
0 1 0
-2 -0.5
0 -1
-1 -1
0 -0.5 00.5
-1
1 1
Σχήµα 2.13. Οι γραφικές παραστάσεις των f [x, y] = x3 sin[4y] + y 2 cos[3x] και του
κύκλου x2 + y 2 = 1.
1
0.5
0
-0.5
-1
1
0.5
-0.5
-1
-0.5
0
0.5
1
Σχήµα 2.14. Η τοµή της συνάρτησης f [x, y] = x3 Sin[4y] + y 2 Cos[3x] και του κύκλου
x2 + y 2 = 1 του παραδείγµατος 2.10.
Η εντολή
Παράδειγµα 2.11
Clear[pp1 , pp2 ]
pp1 = Show[ParametricPlot3D[{t, u, Sin[t ∗ u]}, {t, 0, 3}, {u, 0, 3},
DisplayFunction → Identity]];
pp2 = Show[ParametricPlot3D[{t, ub2, Sin[t ∗ u]}, {t, 0, 3}, {u, 0, 3},
DisplayFunction → Identity]];
42 Γραφικές παραστάσεις µε το M AT HEM AT ICA
3 8
2
6
1
0 4
1
0.5 2
0 10
-0.5 0.5
-1 0
0 -0.5
-1
1 0 1
2 2
3 3
Παράδειγµα 2.12
Clear[pp1 , pp2 , pp3 ]
pp1 = Show[ParametricPlot3D[{Sin[t], Cos[t], u}, {t, 0, 2 ∗ Pi},
{u, 0, 4}, DisplayFunction → Identity]];
pp2 = Show[ParametricPlot3D[{Cos[t] ∗ (3 + Cos[u]),
Sin[t] ∗ (3 + Cos[u]), Sin[u]}, {t, 0, 2 ∗ Pi}, {u, 0, 2 ∗ Pi},
DisplayFunction → Identity]];
pp3 = Show[ParametricPlot3D[{Cos[t] ∗ Cos[u],
Sin[t] ∗ Cos[u], Sin[u]}, {t, 0, 2Pi}, {u, −Pi/2, Pi/2},
DisplayFunction → Identity]];
Show[GraphicsArray[{{pp1, pp2 , pp3 }}]];
-1
1-0.5
0.5 00.5
0 1
-0.5
-1 0.51
4 0
-0.5
-1
1
3 10
0.5 4 0.5
-0.5
-1 2 0
-4-2 0
2 0 -2 -0.5
2 4-4 -1
-1
-0.5
1 0
0.5 1
0
Σχήµα 2.16. Σχεδίαση κυλίνδρου, σαµπρέλας και σφαίρας χρησιµοποιώντας την εντολή
ParametricPlot3D.
<< Graphics‘ContourPlot3D‘
ContourPlot3D[Cos[Sqrt[xb2 + yb2 + zb2]], {x, −2, 2}, {y, 0, 2},
{z, −2, 2}].
Η επιλογή Contours όπως είδαµε και στην εντολή ContourPlot προσ-
διορίζει τα ισοσταθµικά επίπεδα. Με την
Παράδειγµα 2.13
<< Graphics‘ContourPlot3D‘
44 Γραφικές παραστάσεις µε το M AT HEM AT ICA
p
Σχήµα 2.17. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x, y, z) = cos( x 2 + y 2 + z 2 ).
Clear[cp3d1, cp3d2 ]
cp3d1 = ContourPlot3D[x ∗ y ∗ z, {x, −1, 1}, {y, −1, 1}, {z, −1, 1},
Contours → {.1}, DisplayFunction → Identity];
cp3d2 = ContourPlot3D[x ∗ y ∗ z, {x, −1, 1}, {y, −1, 1}, {z, −1, 1},
Contours → {.0}, DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{cp3d1, cp3d2 }}]];
Σχήµα 2.18. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x, y, z) = xyz κάνοντας χρήση
της επιλογής Contours.
Παράδειγµα 2.14
<< Graphics‘ParametricPlot3D‘
Clear[s, c]
s = SphericalPlot3D[2, {theta, 0, Pi}, {phi, 0, 2 ∗ Pi},
Boxed → False, Axes → False, DisplayFunction → Identity];
c = CylindricalPlot3D[(1 + Sin[phi])r^2, {r, 0, 1}, {phi, 0, 2 ∗ Pi},
Axes → False, Boxed → False, ViewPoint → {1.5, −0.5, .2},
DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{s, c}}]];
Show[Graphics3D[shape]]
Παράδειγµα 2.15
<< Graphics‘Shapes‘
Clear[sh1 , sh2 ]
sh1 = Show[Graphics3D[Sphere[ ]],
DisplayFunction → Identity];
sh2 = Show[Graphics3D[Torus[1, 0.3, 15, 10]],
DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{sh1, sh2 }}]];
2.8.1 Το ελλειψοειδές
Clear[x, y, z]
x[t_, r_] = a ∗ Cos[t] ∗ Cos[r];
2.8 Επιφάνειες δευτέρου ϐαθµού 47
Σχήµα 2.20. Οι γραφικές παραστάσεις της σφαίρας και της σαµπρέλας, του παραδείγ-
µατος 2.15.
1
0.5
0 2
-0.5 1
-1
-2 0
-1
0 -1
1
-2
2
Clear[x, y, z, a, b, c]
x[t_, r_] = a ∗ Sec[t] ∗ Cos[r];
y[t_, r_] = b ∗ Sec[t] ∗ Sin[r];
z[t_, r_] = c ∗ Tan[t];
48 Γραφικές παραστάσεις µε το M AT HEM AT ICA
-5
5 0
0 5
-5
10
-5
-10
΄Ενας άλλος τρόπος σχεδίασης του υπερβολοειδούς του ενός ϕύλλου είναι
ο ακόλουθος :
hyperboloid = {Cos[u], Sin[u], 0} + v ∗ {−Sin[u], Cos[u], 1};
ParametricPlot3D[Evaluate[hyperboloid], {u, 0, 2 ∗ Pi},
{v, −2, 2}];
2.8.3 Ο Κώνος
-1
-1
-0.5 -0.5
0 0
0.5 0.5
1 1
1
0.5
-0.5
-1
Bipolar Bispherical
Cartesian ConfocalEllipsoidal
ConfocalParaboloidal Conical
Cylindrical EllipticCylindrical
OblateSpheroidal ParabolicCylindrical
Paraboloidal ProlateSpheroidal
Spherical Toroidal
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
Το προεπιλεγµένο σύστηµα συντεταγµένων είναι το καρτεσιανό
CoordinateSystem
Cartesian
Οι µεταβλητές του καρτεσιανού συστήµατος συντεταγµένων
Coordinates[ ]
{Xx , Yy, Zz }
Οι µεταβλητές των σφαιρικών συντεταγµένων
Coordinates[Spherical]
{Rr , Ttheta, Pphi }
SetCoordinates[Cylindrical[ ]]
Cylindrical[Rr , Ttheta, Zz ]
Τώρα οι προεπιλογές είναι :
{CoordinateSystem, Coordinates[]}
{Cylindrical, {Rr , Ttheta, Zz }}
50 Γραφικές παραστάσεις µε το M AT HEM AT ICA
1. CoordinatesToCartesian[pt]
∆ίνει τις καρτεσιανές συντεταγµένεστου pt, όταν το pt δίνεται στο
προεπιλεγµένο σύστηµα συντεταγµένων.
2. CoordinatesToCartesian[pt,coordsys]
∆ίνει τις καρτεσιανές συντεταγµένες του pt, όταν το pt δίνεται στο
σύστηµα συντεταγµένων coordsys.
3. CoordinatesFromCartesian[pt]
∆ίνει τις συντεταγµένες του pt στο επιλεγµένο σύστηµα συντεταγ-
µένων, όταν το pt δίνεται σε καρτεσιανές συντεταγµένες.
2.9 Συστήµατα συντεταγµένων 51
4. CoordinatesFromCartesian[pt,coordsys]
∆ίνει τις συντεταγµένες του pt στο σύστηµα coordsys, όταν το pt
δίνεται σε καρτεσιανές συντεταγµένες.
y
P1
P2
P8 P
7
P3 P9 P0
Q P6 x
P10
P4 P5
Σχήµα 3.1. Η σύγκλιση της ακολουθίας Pn = (e−n/4 cos n, e−n/4 sin n).
3.2 ΄Ορια
lim f (x, y) = 3.
(x,y)→(0,0)
y z
x
y
0.5
2
1.5 2
1 0
0.5 1
0
-2 0 -0.5
-1
0 -1
1
2-2 -1
-1 -0.5 0 0.5 1
2 2
x y (x2 + y 2 )2
|f (x, y) − 0| = 2 ≤
x + y2 x2 + y 2
= (x2 + y 2 )
και επειδή ο ορισµός της περιοχής γύρω από την αρχή των αξόνων είναι
x2 + y 2 ≤ δ2 έχουµε
|f (x, y) − 0| ≤ δ2 .
ϑέτοντας δ 2 = ǫ καταλήγουµε στη σχέση
|f (x, y) − 0| ≤ ǫ.
άρα το όριο της f (x, y) όταν (x, y) → (0, 0) είναι το µηδέν (ϐλέπε Σχ.
3.3).
Παράδειγµα 3.2: Να αποδειχθεί, µε τη ϐοήθεια του ορισµού, ότι
lim (x2 − 3y) = 1
(x,y)→(2,1)
σύµφωνα µε τον ορισµό έχουµε ότι για κάθε ǫ > 0 υπάρχει περιοχή µε
ακτίνα δ ώστε
|f1 − k1 | ≤ ǫ1 και |f2 − k2 | ≤ ǫ2 .
Από τις ανισότητες αυτές προκύπτει
mx2 m
f (x, y) = 2 2
=
x + (mx) 1 + m2
οπότε και το
m
lim f (x, y) =
(x,y)→(0,0) 1 + m2
΄Αρα το όριο της συνάρτησης f δεν υπάρχει γιατί εξαρτάται από την
καµπύλη (τη κλίση m) που προσεγγίζουµε το σηµείο (0, 0) (ϐλέπε Σχ.
3.4).
1
0.5
0.25
0 0.01 0
-0.25
-0.5 0.005
-0.01 0
-0.005 0 -0.005 -1
0.005 -0.01
0.01
-2
-2 -1 0 1 2
Σχήµα 3.4. Η συµπεριφορά της συνάρτησης f (x, y) = xy/(x2 + y 2 ) στην αρχή των
αξόνων.
m2 x3 m2 x
f (x, mx) = =
x2 + m4 x4 1 + m4 x2
lim f (x, mx) = 0.
x→0
0.5
0.5
0.25 1 0
-0.250
-0.5 0.5
-1 0
-0.5 -0.5 -0.5
0
0.5
1-1
-1
-1 -0.5 0 0.5 1
lim f (x, y) = k.
(x,y)→(∞,∞)
επειδή το
w2 z 2
lim =0
(w,z)→(0,0) w2 + z 2
όταν k2 6= 0
(3) lim [f (x, y) · g(x, y)] =
(x,y)→(x0 ,y0 )
[ lim f (x, y) · lim g(x, y)] = k1 k2
(x,y)→(x0 ,y0 ) (x,y)→(x0 ,y0 )
p p
(4) lim m
f (x, y) = m k1 , m ∈ N
(x,y)→(x0 ,y0 )
(5) lim [f (x, y)]a = [k1 ]a , a ∈ R
(x,y)→(x0 ,y0 )
όταν f (x, y) ≥ 0
(6) lim |f (x, y)| = lim f (x, y) = |k1 |
(x,y)→(x0 ,y0 ) (x,y)→(x0 ,y0 )
3.2.2 Προτάσεις
r 4 (cos4 θ + sin4 θ)
lim f (x, y) = lim
(x,y)→(0,0) r→0 r2
= lim r 2 (cos4 θ + sin4 θ).
r→0
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ :
Τα αποτελέσµατα αυτά είναι πολύ σηµαντικά για τη µελέτη των ορίων και
ϑα τα αξιοποιήσουµε για να λύσουµε στη συνέχεια αρκετές ασκήσεις.
Παράδειγµα 3.8: Να µελετηθεί το όριο και τα διαδοχικά όρια της
συνάρτησης
x − y + x2 + y 2
lim .
(x,y)→(0,0) x+y
Απάντηση : Αν προσεγγίσουµε την αρχή των αξόνων πρώτα καθώς
x → 0 και στη συνέχεια καθώς y → 0 το όριο είναι −1, ενώ αν
αντιστρέψουµε τη σειρά των ορίων τότε το όριο είναι 1, άρα το Ϲητούµενο
όριο δεν υπάρχει.
3.4 Συνέχεια
2
1 1
0
-1 0.5
-2
-1 0
-0.5
0 -0.5
0.5
1 -1
Σχήµα 3.6. Είναι ϕανερό ότι, η επιφάνεια της συνάρτησης (2x3 − y 3 )/(x2 + y 2 ) στην
περιοχή της αρχής των αξόνων συµπεριφέρεται οµαλά.
1 3
|2x3 − y 3 | ≤ (x2 + y 2 ) 2 (2x2 + y 2 ) ≤ 3(x2 + y 2 ) 2 .
0.4
0.3 20
0.2
0.1 10
0
-20 0
-10
0 -10
10
20-20
1−cos[(x2 +y 2 )1/2 ]
Σχήµα 3.7. Η επιφάνεια της συνάρτησης x2 +y 2
.
3.5 Λυµένες ασκήσεις 69
p
Απάντηση ισχύει η τριγωνοµετρική σχέση : 1− cos
: Επειδή x2 + y 2 =
√
x2 +y 2
2 sin2 2 , άρα
1
1
2
2 (x2 +y 2 ) 2 (x2 +y 2 ) 2
sin 2 sin 2
1
f (x, y) = 2 =
x2 + y2 2 1
(x2 +y 2 ) 2
2
√
x2 +y 2
Αντικαθιστώντας 2 = t ϐρίσκουµε ότι
p
lim ( x2 + y 2 /2) = 0,
(x,y)→(0,0)
1 sin t 2
lim f (x, y) = lim f (t) = lim
(x,y)→(0,0) t→0 t→0 2 t
2
1 sin t 1
= lim = .
2 t→0 t 2
y
3.3 Να µελετηθεί το όριο της συνάρτησης f (x, y) = 1 + x
y , όταν
(x, y) → (k, ∞).
Απάντηση : Η συνάρτηση f (x, y) γράφεται
" y #x " t #x
x x 1
f (x, y) = 1+ = 1+
y t
όπου t = y/x. Ισχύει επίσης
y
lim =∞
(x,y)→(k,∞) x
άρα σύµφωνα µε την Πρόταση 4, και τη χρήση του γνωστού ορίου από
t
τις συναρτήσεις µιας µεταβλητής limt→∞ 1 + 1t = e, έχουµε
2x2 + 8x3 2 8
f (x, y) = f (x, 2x) = 2 2
= + x
x + 4x 5 5
τείνει στο 25 , όταν x → 0. ΄Εχουµε δείξει εποµένως ότι δεν καταλήγουν
όλοι οι τρόποι προσέγγισης της αρχής των αξόνων το ίδιο όριο, άρα
συµπεραίνουµε ότι το όριο της f δεν υπάρχει στο (0, 0).
3.6 Να µελετηθούν τα όρια των παρακάτω συναρτήσεων στην αρχή
των αξόνων :
x2 y 2
(α) f1 (x, y) = x2 y2 +(x−y)2 (ϐ) f2 (x, y) = y x όταν x, y > 0
x2 y x+y+x2 +y 2
(γ) f3 (x, y) = x4 +y2 (δ) f4 (x, y) = x−y
x6 +y 6 x4 +y 4
(ε) f5 (x, y) = x2 +y2 (στ) f6 (x, y) = x3 +y3
| y1 | x2
(Ϲ) f7 (x, y) = |x| (η)f8 (x, y) =
x2 +y 2 +| yx |
3.5 Λυµένες ασκήσεις 71
ενώ για y = −x το
lim f1 = 1/5,
(x,y)→(0,0)
m
(γ) Ακολουθώντας το δρόµο y = mx2 έχουµε f3 (x, y) = 1+m2 , άρα το
όριο δεν υπάρχει.
Το όριο
72 ΄Ορια και συνέχεια
1 2 sin(xy)
lim (1 + y ) sin x + =
(x,y)→(0,0) x sin x sin y
2 sin x sin(xy) x y
lim (1 + y ) + · · =
(x,y)→(0,0) x xy sin x sin y
2 sin x sin(xy) 1 1
lim (1 + y ) + lim · lim sinx · lim sin y
(x,y)→(0,0) x (x,y)→(0,0) xy x→0
x
y→0
y
= (1 + 0) · 1 + 1 · 1 · 1 = 2.
και f (x, y) → e−a . ΄Αρα το Ϲητούµενο όριο δεν υπάρχει. Ενισχυτικό των
αλγεβρικών υπολογισµών είναι και η εικόνα που δίνει το M athematica.
(ϐλέπε Σχήµα 3.8)
3.11 Να ϐρεθούν τα όρια (αν υπάρχουν) των παρακάτω συναρτή-
σεων στην αρχή των αξόνων.
x+y−1
(α) f1 (x, y) = √ √
x− 1−y
2 2
x −x y4
(β) f2 (x, y) = e
y4
74 ΄Ορια και συνέχεια
0.001
0.0005
-0.0005
-0.001
-0.001 -0.0005 0 0.0005 0.001
Σχήµα 3.8. Το σχήµα δείχνει ότι το όριο δεν υπάρχει στην αρχή των αξόνων.
sin x + sin y
(γ) f3 (x, y) =
tan 2x + sin y
sin(x3 + y 3 )
(δ) f4 (x, y) =
x2 + y 2
Απάντηση :
(α) Θέτουµε 1 − y = z , έτσι
√ √
x−z (x − z)( x + z) √ √
f1 (x, 1 − z) = √ √ = √ √ √ √ = x+ z
x− z ( x − z)( x + z)
√ √
δηλαδή f1 (x, y) = x + 1 − y. ΄Αρα, lim(x,y)→(0,0) f1 (x, y) = 1.
2
(ϐ) Θέτωντας x = my 2 έχουµε f (x, y) = m2 · e−m . Το όριο εξαρτάται
από τη τιµή του m άρα δεν υπάρχει.
x3 +y 3
Στη συνέχεια ϑα δείξουµε ότι το όριο της x2 +y2 είναι το µηδέν,
3.5 Λυµένες ασκήσεις 75
3
sin(x3 + y 3 ) x3 + y 3 2(x2 + y 2 ) 2 1
2 2
≤ 2 2 ≤ 2 2
= 2(x2 + y 2 ) 2 ≤ 2δ = ǫ
x +y x +y x +y
Συµπεραίνουµε λοιπόν ότι, το όριο της f4 είναι το µηδέν.
3.12 Να µελετηθεί το όριο (αν υπάρχει) της συνάρτησης
y|x|2+a
f (x, y) = p
(x2 + y 2 )(sin2 x + sin2 y)
στην αρχή των αξόνων κάνοντας διερεύνηση για τις τιµές του α.
Απάντηση : Η συνάρτηση f γράφεται
!
y|x|2+a y |x|2+a
f=p ≤ p = f1 f2
2 2 2 2
(x + y )(sin x + sin y) sin y x2 + y 2
Το αντίστοιχο όριο της f1 είναι η µονάδα, ενώ το αντίστοιχο όριο της f2
ϑέλει περισσότερη διερεύνηση. Αν το a > −1 αποδεικνύεται ότι το όριο
υπάρχει και είναι µηδέν, διότι αλλάζοντας συντεταγµένες η συνάρτηση
f2 παίρνει τη µορφή f2 = |r|1+a | sin θ|2+a και το όριο είναι το µηδέν.
(x−1)2 +y 2
(ϐ) F2 (x, y) = 1−x2 −y2 στο σηµείο(1, 0).
x2 −2xy 2 +y 4
(γ) F3 (x, y) = x2 +y 4
στην αρχή των αξόνων.
x2 −2xy+y 2
(δ) F4 (x, y) = x2 y−y 3 στο σηµείο (1, 1).
(x−y)2
(δ) Το όριο υπάρχει και είναι το µηδέν. Για την F4 (x, y) = x(x2 −y2 ) =
x−y
x(x+y) εύκολα δείχνουµε ότι τείνει στο µηδέν όταν το (x, y) → (1, 1).
3.14 Να υπολογισθεί (αν υπάρχει) το όριο των συναρτήσεων :
√ √
x+y− x−y
(α) f1 (x, y) = x στο σηµείο (0, 1).
xy 3
(ϐ) f2 (x, y) = x2 +y6 στην αρχή των αξόνων.
√
x2 y 2 +1−1
(γ) f3 (x, y) = x2 +y 2
στην αρχή των αξόνων.
Απάντηση : (α) Είναι ασυνεχής γιατί η f1 (x, y) έχει όριο το 4 όταν προσ-
εγγίζει το (0, 0).
(ϐ) Είναι συνεχής επειδή αν µετατρέψουµε τη συνάρτηση σε πολικές
συντεταγµένες έχουµε f (x, y) = r 2 f1 (θ) µπορούµε να δείξουµε ότι το
όριο είναι µηδέν ως γινόµενο µηδενικής συνάρτησης µε ϕραγµένη.
3.17 Να ϐρεθεί η µεγαλύτερη περιοχή D ⊆ R2 στην οποία οι
παρακάτω συναρτήσεις είναι συνεχείς.
x6 + x3 y 3 + y 3
(δ) f4 (x, y) =
x3 + y 3
(ϐ) Είναι συνεχής σε όλα τα σηµεία του επιπέδου (xy) που επαληθεύουν
τη σχέση xy > 0, δηλαδή τα σηµεία του πρώτου και τρίτου τεταρτη-
µορίου.
(γ) Είναι συνεχής σε όλα τα σηµεία του επιπέδου (xy) εκτός από το
σηµείο (0, 0).
(δ) Είναι συνεχής σε όλο το πεδίο ορισµού το οποίο είναι R2 −{x = −y},
δηλαδή πρόκειται για το επίπεδο (xy) εκτός των σηµείων της ευθείας
y = −x.
Απάντηση : Η συνάρτηση
x sin x + y sin y + z sin z
f (x, y, z) =
x2 + y 2 + z 2
µπορεί να αναλυθεί στη σχέση
sin x sin x sin x x2
+ − +
x x x x2 + y 2 + z 2
sin y sin x y2 sin z sin x z2
− + − .
y x x2 + y 2 + z 2 z x x2 + y 2 + z 2
Είναι εύκολο να δείξουµε ότι το όριο είναι µονάδα, αν λάβουµε υπόψη
sin w
ότι lim = 1 και ότι οι συναρτήσεις
w→0 w
x2 y2
0≤ ≤ 1, 0 ≤ ≤ 1,
x2 + y 2 + z 2 x2 + y 2 + z 2
3.5 Λυµένες ασκήσεις 79
z2
0≤ ≤1
x2 + y 2 + z 2
είναι ϕραγµένες. ΄Αρα το όριο της συνάρτησης είναι µονάδα, επειδή ο
πρώτος όρος έχει όριο τη µονάδα, ο δεύτερος, ο τρίτος και ο τέταρτος το
µηδέν, σύµφωνα µε τη Πρόταση 2. Ορίζουµε λοιπόν f (0, 0, 0) = 1.
3.19 ∆ίνεται η συνάρτηση :
(1+y2 ) sin x cos x
2x για x 6= 0
f (x, y) =
λ για x = 0
Να ϐρεθεί η τιµή του λ για την οποία η συνάρτηση είναι συνεχής
στο σηµείο (0, 0).
2
2
1
1
0
-2 0
-1
0 -1
1
2 -2
Σχήµα 3.9. Η επιφάνεια της συνάρτησης της άσκησης 3.20 για λ = 1/2.
0.2
1
0
0.5
-0.2
-1 0
-0.5
0 -0.5
0.5
1 -1
sin x−sin y
tan x−tan y , x 6= y
f (x, y) =
cos3 x, x=y
x2 < 2x2 + y 4 .
y xy 2
iii ) f (x, y) = x2 + √ 2 , iv )f (x, y) = (x2 +y4 )3 .
x +y 2
x4 +y 4
3.4 : ∆είξτε ότι x2 +y2 < ǫ, αν 0 < (x2 + y 2 ) < δ 2 για ένα κατάλληλο δ
που εξαρτάται από το ǫ.
3.5 : Να µελετηθούν τα επαναλαµβανόµενα όρια της συνάρτησης
sin(x+y 2 )
f (x, y) = x+y στο σηµείο (0, 0).
3.6 : ∆ίνεται η συνάρτηση
sin(x2 + y 2 )
f (x, y) = ,
x2 + y 2
όταν x2 + y 2 6= 0. Να ορισθεί το f (0, 0), ώστε η f να είναι συνεχής στο
σηµείο (0, 0);
3.7 : ΄Εστω η συνάρτηση φ(x, y) = xy ln(xy), αν xy > 0. Ορίζουµε την
φ(x, y) = 0, όταν xy = 0.΄Εχει η φ σηµεία ασυνέχειας;
x2 −y 2
3.8 : ΄Εστω η συνάρτηση f (x, y) = 1+x2 +y2 , όταν x2 + y 2 > 0 και
f (x, y) = 1, όταν x = y = 0. Εξετάστε τη συνέχεια της f στην αρχή των
αξόνων.
(x−2y)(2x−y)
3.9 : ∆ίνεται η συνάρτηση f (x, y) = x2 +y 2 , όταν x2 + y 2 > 0 και
f (x, y) = 0, όταν x = y = 0. Να εξετασθεί αν η f είναι συνεχής ως προς
x όταν y = 0, ως προς y όταν x = 0 και εάν είναι συνεχής στην αρχή
των αξόνων.
−1
3.10 : ΄Εστω f (x, y) = e x−y όταν x 6= y . Να οριστεί η f (x, y) ώστε να
είναι συνεχής σε όλο το R2 ;
84 ΄Ορια και συνέχεια
Πριν περάσουµε στις εντολές του Mathematica για την εύρεση ορίου
συνάρτησης, ϑα προσπαθήσουµε να προσεγγίσουµε υπολογιστικά το ό-
ϱιο της συνάρτησης f (x).
΄Εστω η συνάρτηση
1
f (x) = .
x2 + 1
Σχεδιάζοντας τη γραφική παράσταση της συνάρτησης στο διάστηµα
(−3, 3). Η γραφική παράσταση µας οδηγεί στο συµπερασµα ότι το ό-
ϱιο της υπο µελέτη συνάρτησης στο 0 είναι το 1.
Clear[f]
0.8
0.6
0.4
0.2
-3 -2 -1 1 2 3
2
Σχήµα 3.11. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης 1/(1 + x ).
΄Αλλες ενδείξεις για την τιµή του ορίου της συνάρτησης στο 0, µπορούµε
να πάρουµε υπολογίζοντας την τιµή της για τιµές του x κοντά στο 0.
Ορίζουµε έναν πίνακα οκτώ πραγµατικών τυχαίων τιµών. Η πρώτη τιµή
είναι ανάµεσα στο -0.1 και 0.1, η δεύτερη µεταξύ -0.01 και 0.01 κ.τ.λ.
Η εντολή Random εξασφαλίζει την τυχαία επιλογή των τιµών µέσα στο
προσδιοριζόµενο διάστηµα.
3.7 ΄Ορια και συνέχεια µε το M athematica 85
TableForm[times]
−0.0532542 0.997172
−0.00803469 0.999935
−0.000720242 0.999999
−0.0000919018 1.
8.63277 × 10−6 1.
−5.15603 × 10−7 1.
6.66202 × 10−8 1.
−6.76187 × 10−9 1.
Από τον πίνακα των τιµών ϕαίνεται καθαρά ότι, το όριο της συνάρτησης
f στο σηµείο 0 είναι το 1, επειδή διαλέγοντας τιµές για τα (x, y) σε
µιά περιοχή γύρω από το σηµείο (0,0) µε ακτίνα δ > 0, η συνάρτηση
προσεγγίζει την τιµή 1.
Αυτή ϐρίσκει το όριο της συνάρτησης f (x) όταν το x τείνει στην τιµή a.
Το όριο µπορεί να είναι συγκεκριµένος αριθµός ή το άπειρο.
Πολλές ϕορές για τον υπολογισµό της τιµής µιας αλγεβρικής έκφραση-
ς αρκεί η αντικατάστασή της χρησιµοποιώντας τον τελεστή ¨/.¨ . Για
παράδειγµα, αν ϑέλουµε να υπολογίσουµε την τιµή του cos(x2 ) στο 0
αρκεί µια απλή αντικατάσταση.
Cos[xb2]/.x → 0
1
Αυτό δεν ισχύει όµως σε εκφράσεις που οδηγούν σε απροσδιοριστία,
όπως στη συνάρτηση sin(x)/x για x = 0.
t = Sin[x]/x
Sin[x ]
x
Αν αντικαταστήσουµε το x µε το 0, η έκφραση µετατρέπεται σε 0/0 και
παίρνουµε απροσδιόριστο αποτέλεσµα.
t/.x → 0
1
P ower :: inf y : Inf inite expression encountered.
0
Inf inity :: indet : Indeterminate expression 0 ComplexInf inity
encountered.
Indeterminate
Αν χρησιµοποιήσουµε την εντολή Limit, το αποτέλεσµα είναι το γνωστό.
Limit[t, x → 0]
1
΄Οµως, δεν έχουν όλες οι συναρτήσεις σαφή όρια για συγκεκριµένες τιµές
των µεταβλητών. Για παράδειγµα, η συνάρτηση sin(1/x) κοντά στο 0
δεν έχει µία συγκεκριµένη τιµή. ΄Οµως, οι τιµές της συνάρτησης κοντά
στο 0 κυµαίνονται από -1 έως 1. Η εντολή Limit σ΄ αυτές τις περιπτώ-
σεις δίνει αποτέλεσµα χρησιµοποιώντας τη συνάρτηση Interval, η οποία
προσδιορίζει ένα διάστηµα τιµών.
3.7 ΄Ορια και συνέχεια µε το M athematica 87
Interval[{xmin , xmax }]
΄Ετσι αν υπολογίσουµε το όριο της sin(1/x) στο 0, το αποτέλεσµα που
επιστρέφει το Mathematica είναι σε µορφή διαστήµατος.
Limit[Sin[1/x], x → 0]
Interval[{−1 , 1 }]
Η εντολή Limit δεν µπορεί να υπολογίσει όρια άγνωστων συναρτήσεων
και επιστρέφει το όριο ανυπολόγιστο.
Limit[x ∗ f[x], x → 0]
Limit[x ∗ f [x ], x → 0 ]
• Limit[expr, x → x0 , Direction → 1]
Βρίσκει το όριο όταν το x πλησιάζει το x0 από αριστερά,
limx→x− (expr).
0
Limit[1/x, x → 0, Direction → 1]
−∞
Προσεγγίζοντας το όριο από δεξιά η συνάρτηση τείνει στο ∞.
75
50
25
-1 -0.5 0.5 1
-25
-50
-75
-100
NLimit[expr, x → x0 ]
<< NumericalMath′NLimit′
΄Εστω η συνάρτηση x5 e−x .Το όριο της στο ∞ δεν µπορεί να υπολογιστεί
µε την εντολή Limit.
Limit[xb5 ∗ Exp[−x], x → ∞]
Limit[x 5 Exp[−x ], x → ∞]
NLimit[xb5 ∗ Exp[−x], x → ∞]
4 .44089 × 10 −16
3.7 ΄Ορια και συνέχεια µε το M athematica 89
Παράδειγµα 3.1
sin(x)+sin(y)
΄Εστω η συνάρτηση tan(2x)+sin(y) . Εξετάζουµε τα διαδοχικά όρια της
συνάρτησης στο σηµείο (0,0).
Clear[f, k1 , k2 ]
0.4
0.2
2
1 0.4 0
0 0.2
-1 -0.2
-0.4 0
-0.2 -0.2
0 -0.4
0.2
0.4 -0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
xy
Ας δείξουµε ότι, δεν υπάρχει το όριο της συνάρτησης x2 +y2 στο σηµείο
(0,0).
Clear[f]
f[x_, y_] := x ∗ y/(xb2 + yb2)
p = Plot3D[f[x, y], {x, −2, 2}, {y, −2, 2}, PlotPoints → 30,
DisplayFunction → Identity];
c = ContourPlot[f[x, y], {x, −2, 2}, {y, −2, 2}, PlotPoints → 60,
ContourShading → False, DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{p, c}]]
0.4
0.2
0.5
0.25 0
0
-0.25 0.4
-0.5 0.2
-0.4 0 -0.2
-0.2 00.2 -0.2
0.4 -0.4 -0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
Ορίζουµε µία νέα συνάρτηση g, η οποία έχει ορίσµατα τις τιµές των x
και y και επιστρέφει µια λίστα τιµών για τα x, y, f [x, y], σε διατεταγµένη
σειρά.
Στον πίνακα που ακολουθεί ϕαίνονται οι τιµές των x και y καθώς και
οι αντίστοιχες της συνάρτησης f. Η πρώτη στήλη αντιστοιχεί στο x, η
δεύτερη στο y και η τρίτη στη συνάρτηση f (x, y).
TableForm[times]
Από τον πίνακα των τιµών είναι ϕανερό το όριο της συνάρτησης f στο
σηµείο (0,0) δεν υπάρχει, αφού οι τιµές της τρίτης στήλης δεν προσεγγί-
Ϲουν κάποιο συγκεκριµένο αριθµό. Στο ίδιο συµπέρασµα καταλήγουµε
και µε την εξέταση του Σχήµατος 3.14.
92 ΄Ορια και συνέχεια
1. ΄Εστω η συνάρτηση
x2 y 2
f (x, y) = .
x2 y 2 + (x − y)2
Να υπολογιστεί το όριο, αν υπάρχει, στην αρχή των αξόνων. Υπάρ-
χουν τα διαδοχικά όρια;
Clear[f]
Αν ακολουθήσουµε το δρόµο y = x
f[x, y]/.y → x
Ενώ για y = −x
f[x, y]/.y → −x
x4
4x 2 + x 4
Limit[%, x → 0]
True
3.7 ΄Ορια και συνέχεια µε το M athematica 93
0.4
0.2
1
0.75 0
0.5 0.4
0.25 0.2
0
-0.4 0 -0.2
-0.2 0 -0.2
0.2 -0.4 -0.4
0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
Clear[f, x, y]
True
Clear[h, r, thita]
x = r ∗ Cos[thita];
y = r ∗ Sin[thita];
h[r]/. r → 0
0.4
0.2
1
0.5 0
0
-0.5 0.4
-1 0.2
-0.4 0 -0.2
-0.2 0 -0.2
0.2 -0.4 -0.4
0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
x2 y
3. Να εξεταστεί το όριο της συνάρτησης f (x, y) = x4 +y2 στην αρχή των
αξόνων.
Clear[f]
f[x, y]/. y → m ∗ x2
mx 4
x 4 + m2 x 4
Simplify[%]
m
1 + m2
Το όριο της συνάρτησης στην αρχή των αξόνων δεν υπάρχει, επειδή
εξαρτάται από το m.
4. Να εξεταστεί η συνέχεια της συνάρτησης
1+x−y
x2 +y2 όταν x2 + y 2 > 0
f (x, y) =
1 όταν x = y = 0
Clear[f, g]
3.7 ΄Ορια και συνέχεια µε το M athematica 95
0.4
0.2
0.5
0.25 0
0
-0.25 0.4
-0.5 0.2
-0.4 0 -0.2
-0.2 00.2 -0.2
0.4 -0.4 -0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
0.4
0.2
30 0
20 0.4
10 0.2
0 -0.2
-0.4 0
-0.2 -0.2
0 -0.4
0.2
0.4 -0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
Σχήµα 3.18. Η γραφική παράσταση και οι ισοσταθµικές καµπύλες της συνάρτησης της
άσκησης 4.
True
f[0, 0] = 1 6= ∞
True
x4 + y 4
f (x, y) =
(x + y)4 + x3 y 5
στην αρχή των αξόνων.
Clear[f]
f[x, y]/.y → m ∗ x
x 4 + m4 x 4
m 5 x 8 + (x + mx )4
FullSimplify[%]
1 + m4
(1 + m)4 + m 5 x 4
%/.x → 0
1 + m4
(1 + m)4
6. Να ϐρεθεί το όριο
xy 2 z 2
lim
(x,y,z)→(0,0,0) (x2 + y 2 + z 2 )2
0.4
0.2
20
10 0.4 0
0 0.2
-10 -0.2
-0.4 0
-0.2 -0.2
0 -0.4
0.2
0.4 -0.4
-0.4
-0.2 0 0.20.4
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
x = r ∗ Cos[thita] ∗ Sin[phi];
y = r ∗ Sin[phi] ∗ Sin[thita];
z = r ∗ Cos[phi];
h[r]/.r → 0
z=4-x 2-2y2
C1
y=1
(1,1,1)
(1,1) y
2
x
∂f
= (−2x)1,1 = −2,
∂x 1,1
∂f
= (−4y)1,1 = −4.
∂y 1,1
3
Παράδειγµα 4.1: Εάν u = x2 y + e−xy να υπολογίσετε τις µερικές
παραγώγους (∂u/∂x), και (∂u/∂y).
Απάντηση :
∂u 3
= 2xy − y 3 e−xy
∂x
∂u 3
= x2 − 3xy 2 e−xy
∂y
ή
∂2f ∂ ∂f
=
∂x∂y M0 ∂x ∂y M0
κ.ο.κ. ΄Οµως µε την εισαγωγή των παραγώγων ανώτερης τάξης τίθεται το
εξής ερώτηµα : Πότε είναι ισοδύναµες οι εκφράσεις
∂2f ∂2f
Φ1 = και Φ2 = ;
∂x∂y ∂y∂x
Στο ερώτηµα αυτό απαντά το ακόλουθο ϑεώρηµα, το οποίο είναι γν-
ωστό ως ‘ϑεώρηµα του Schwarz¨.
ΘΕΩΡΗΜΑ 4.1: Αν υπάρχουν οι παράγωγοι (∂f /∂x), (∂f /∂y) και η
(∂ 2 f /∂x∂y) και είναι συνεχείς σε µια περιοχή του M0 , τότε υπάρ-
χει και (∂ 2 f /∂y∂x) και µάλιστα ισχύει :
∂ 2 f (x0 , y0 ) ∂ 2 f (x0 , y0 )
=
∂x∂y ∂y∂x
102 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
Απόδειξη : Το ϑεώρηµα της µέσης τιµής είναι ήδη γνωστό από τη µελέτη
των συναρτήσεων µιας µεταβλητής. Θα το επαναλάβουµε εδώ και ϑα το
χρησιµοποιήσουµε στη συνέχεια για την απόδειξή µας.
Εάν µια συνάρτηση f (x) είναι συνεχής στο κλειστό διάστηµα ∆x και
παραγωγίσιµη στο ανοικτό διάστηµα ∆x, τότε
A = Fy (x0 , y0 + θ1 ∆y)∆y
= Φx (x0 + θ2 ∆x, y0 )∆x, 0 < θ1 , θ2 < 1 (4.2)
∂2f ∂2f
+ =0 (4.5)
∂x2 ∂y 2
104 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
∂2y ∂2y
2
= a2 2 .
∂t ∂x
∂y
= cos(x − at) − sin(x + at)
∂x
και της δευτερης τάξης είναι :
∂2y
= − sin(x − at) − cos(x + at).
∂x2
Η παράγωγος δεύτερης τάξης ως προς το χρόνο είναι :
∂2y
= a2 [− sin(x − at) + cos(x + at)].
∂t2
Αντικαθιστώντας τις παραγώγους αυτές στην εξίσωση του κύµατος ϐλέ-
πουµε ότι την επαληθεύουν.
f (x + h, y + k) − f (x, y) = [f (x + h, y + k) − f (x + h, y)]
+ [f (x + h, k) − f (x, y)]
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
f (M ) − T (M )
lim =0
M →M0 |M − M0 |
όπου M (x, y) τυχόν σηµείο στην περιοχή του M0 (x0 , y0 ) και
∂f ∂f
T (x, y) = f (x0 , y0 ) + (x − x0 ) + (y − y0 )
∂x 0 ∂y 0
∆f = f (x0 + h, y0 + k) − f (x0 , y0 )
= [f (x0 + h, y0 + k) − f (x0 + h, y0 )]
+ [f (x0 + h, y0 ) − f (x0 , y0 )]
= hfx (x + θ1 h, y + k) + kfy (x0 + h, y0 + θ2 k)
108 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
έτσι έχουµε fx (0, 0) = fy (0, 0) = 0, ενώ το limt→0 g ′ (t) δεν υπάρχει διότι
δεν υπάρχει το όριο της sin(1/t)) όταν t → 0. Συµπεραίνουµε λοιπόν ότι,
οι µερικές παράγωγοι fx (x, y), fy (x, y) υπάρχουν όταν (x 6= 0, y 6= 0),
αλλά δεν είναι συνεχείς στο σηµείο (0, 0)
Χρησιµοποιώντας τον Ορισµό 4.1 αποδεικνύεται ότι, για τη συνάρτηση
f (x, y) = x2 sin(1/x) + y 2 sin(1/y) το T (x, y) = 0 άρα
και η έκφραση
∂ ∂
d= dx + dy
∂x ∂y
λέγεται διαφορικός τελεστής.
Εάν f1 και f2 είναι δύο διαφορίσιµες συναρτήσεις δύο µεταβλητών (ή
n-µεταβλητών) και c1 , c2 σταθερές, τότε αποδεικνύεται ότι ισχύουν οι
ακόλουθες σχέσεισ:
d(c1 f1 + c2 f2 ) = c1 df1 + c2 df2
d(f1 f2 ) = f1 df2 + f2 df1
f2 df1 − f1 df2
d(f1 /f2 ) = (όταν f2 6= 0)
f22
Το ολικό διαφορικό δεύτερης τάξης υπολογίζεται από τη σχέση
∂f ∂f
d2 f = d dx + dy
∂x ∂y
∂ ∂f ∂f ∂ ∂f ∂f
= dx + dy dx + dx + dy dy
∂x ∂x ∂y ∂y ∂x ∂y
∂2f 2 ∂2f ∂2f
= (dx) + 2 dxdy + (dy)2 . (4.6)
∂x2 ∂x∂y ∂y 2
Είναι ϕανερό από τη µορφή αυτής της σχέσης ότι, το διαφορικό δεύτερης
τάξης µπορεί να παρασταθεί συµβολικά ως εξής
2
2 ∂f ∂f
d f= dx + dy
∂x ∂y
και η ολική παράγωγος m-τάξης παριστάνεται ωσ:
m
m ∂f ∂f
d f= dx + dy (4.7)
∂x ∂y
Πρέπει να τονίσουµε ακόµα µια ϕορά ότι η σχέση (4.7) έχει συµβολικό
χαρακτήρα και δεν είναι απλά το ανάπτυγµα µιας ταυτότητας.
Είναι ενδιαφέρον πολλές ϕορές να ερευνήσουµε το αντίστροφο πρόβλη-
µα : Αν µας δοθεί µία έκφραση της µορφής
P (x, y)dx + Q(x, y)dy (4.8)
υπάρχει συνάρτηση f που να είναι το ολικό της διαφορικό, δηλαδή να
ισχύει
4.4 Ολικό διαφορικό 111
df = P dx + Qdy,
και αν ναι, πώς ϑα ϐρούµε την έκφρασή της ; Μπορούµε να δείξουµε
ότι το πρώτο σκέλος του ερωτήµατος µπορεί να απαντηθεί αµέσως αν
οι παράγωγοι (∂P/∂y) και (∂Q/∂x) είναι συνεχείς στο πεδίο ορισµού
τους. Εάν ακόµα
∂P (x, y) ∂Q(x, y)
= (4.9)
∂y ∂x
τότε πράγµατι υπάρχει f που να είναι το ολικό διαφορικό της έκφρασης
(4.7) (προσπαθείστε να αποδείξετε τον ισχυρισµό).
Ο υπολογισµός της συνάρτησης f γίνεται απλά από τη σχέση
∂f
=P
∂x
άρα
Z
f (x, y) = P (x, y)dx + R(y) (4.10)
∂f
=P
∂x
και έχουµε f = xy + ln |x| + R(y). Παραγωγίζοντας την f ως προς y
και εξισώνοντας µε το Q υπολογίζουµε την R = ln |y| + c (c=σταθερά). Η
Ϲητούµενη συνάρτηση είναι η f (x, y) = xy + ln |xy| + c.
και
p
(∂f /∂y)(2,8) = y/ 9x2 + y 2 = 8/10 = 0, 8
τότε ∆f = (1, 8)dx + (0, 8)dy, αλλά dx = −0, 05 και dy = 0, 1. ΄Αρα
∆f = −0, 01. Η τιµή της συνάρτησης
f (1.95, 8.1) = f (2.8) + ∆f = 10 − 0.01 = 9.99.
Μπορείτε να ελέγξετε µε έναν υπολογιστή τσέπης την ακρίβεια αυτού
του υπολογισµού και να σιγουρευτείτε ότι παρέχει µία πολύ καλή
προσέγγιση.
΄Αρα
y
4.2: ∆είξτε ότι η συνάρτηση z = xy + xe x επαληθεύει τη σχέση
∂z ∂z
x ∂x + y ∂y = z + xy.
Απόδειξη : Είναι
∂z y y ∂z y
= y + e x (1 − ), = x + ex
∂x x ∂y
΄Αρα
∂z ∂z y ∂z ∂z
x +y = 2xy + xe x ⇒ x +y = z + xy
∂x ∂y ∂x ∂y
αποδείξτε ότι, η f δεν είναι συνεχής στο (0, 0), αλλά υπάρχουν οι
∂f ∂f
παράγωγοι ∂x , ∂y στο σηµείο (0, 0).
Απόδειξη : Κατά µήκος της γραµµής x = cy, (c 6= 0) η συνάρτηση
f (x, y) παίρνει την τιµή,
cy 2 c
f (x, y) = 2 2 2
= 2 ,
c y +y c +1
όταν y 6= 0. ΄Ετσι, όταν το σηµείο (x, y) τείνει στο (0, 0) κατά µήκος
αυτής της γραµµής, η f (x, y) προσεγγίζει την τιµή c/(c2 + 1). Επειδή
αυτή η τιµή εξαρτάται από το c, η f (x, y) δεν τείνει σε ένα µοναδικό όριο
καθώς το (x, y) τείνει στο (0, 0) και γι΄ αυτό δεν είναι συνεχής σ΄ αυτό το
σηµείο. Στις περιπτώσεις αυτές δεν είναι αξιόπιστο να παραγωγίζουµε
την f σε ένα τυχαίο σηµείο και µετά να αντικαθιστούµε x = 0, y = 0.
Χρησιµοποιούµε κατευθείαν τον ορισµό,
2 2 1 cos φ 1
c uρρ + uρ + 2 uφφ + uφ + uθθ = utt .
ρ ρ sin φ sin2 φ
sin(kρ−ωt)
∆είξτε ότι η συνάρτηση u = ρ είναι λύση της εξίσωσης του
κύµατος, όταν η συχνότητα ω και ο κυµατικός αριθµός k επαλη-
ϑεύουν την εξίσωση ω 2 = c2 k 2 .
Απόδειξη : Παραγωγίζουµε τη συνάρτηση u και έχουµε uφφ = uφ =
uθθ = 0,
k sin(kρ − ωt)
uρ = cos(kρ − ωt) −
ρ ρ2
k2 k k
uρρ = − sin(kρ − ωt) − 2 cos(kρ − ωt) − 2 cos(kρ − ωt)
ρ ρ ρ
2
+ sin(kρ − ωt)
ρ3
ω2
utt = − sin(kρ − ωt).
ρ
Αντικαθιστούµε τις σχέσεις uρ , uρρ , utt στην εξίσωση του κύµατος και
ϐρίσκουµε
2
2 k 2k 2
c − sin(kρ − ωt) − 2 cos(kρ − ωt) + 3 sin(kρ − ωt)+
ρ ρ ρ
2k 2 ω2
cos(kρ − ωt) − sin(kρ − ωt) = − sin(kρ − ωt)
ρ2 ρ3 ρ
ή
c2 k2 = ω 2 .
y ∂z ∂z
ϐ)Αν z = xysin( x ), δείξτε ότι x2 ∂x + xy ∂y = 2xz .
Απόδειξη :
α)
116 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
∂f ex ∂f ey
= x , = ,
∂x e + ey ∂y ex + ey
∂2f ex (ex + ey ) − ex ex ex ey
= = ,
∂x2 (ex + ey )2 (ex + ey )2
∂2f ey (ex + ey ) − ey ey ex ey
= = ,
∂y 2 (ex + ey )2 (ex + ey )2
∂2f ex ey
=− x .
∂x∂y (e + ey )2
Με πρόσθεση των τριών τελευταίων σχέσεων προκύπτει το Ϲητούµενο.
ϐ)
∂z y y y y y2 y
= ysin + xy − 2 cos = ysin − cos ,
∂x x x x x x x
∂z y 1 y y y
= xsin + xy cos = xsin + ycos .
∂y x x x x x
΄Αρα
∂z ∂z y y y y
x2 + xy = x2 ysin − xy 2 cos + x2 ysin + xy 2 cos
∂x ∂y x x x x
y
= 2x2 ysin = 2xz
x
y(x4 + 4x2 y 2 − y 4 )
fx (x, y) = . (x, y) 6= (0, 0)
(x2 + y 2 )2
Για το σηµείο (0, 0) πρέπει να χρησιµοποιήσουµε τον ορισµό
f (h, 0) − f (0, 0)
fx (0, 0) = lim =0
h→0 h
4.6 Λυµένες ασκήσεις 117
Οµοίως
fx (0, k) − fx (0, 0) −k − 0
fxy (0, 0) = lim = lim = −1
k→0 k k→0 k
Με τον ίδιο τρόπο δείχνουµε ότι fyx (0, 0) = 1. ΄Αρα fxy (0, 0) 6= fyx (0, 0).
4.7 Αν x = r cos θ , y = r sin θ ϐρείτε τις µερικές παραγώγους ∂x ∂r
∂r , ∂x .
Υπολογίστε τη σχέση
∂x ∂r
· .
∂r ∂x
2xy 2
x2 +y4 , αν (x, y) 6= (0, 0)
f (x, y) =
0, αν (x, y) = (0, 0)
δείξτε ότι : (α) Η f δεν είναι συνεχής στο (0, 0), αλλά είναι περ-
ατωµένη στο R2 .
f (h, 0) − 0
fx (0, 0) = lim =0
h→0 h−0
f (0, h) − 0 0
fy (0, 0) = lim lim = 0
h→0 h − 0 h→0 h
΄Αρα οι Ϲητούµενες µερικές παράγωγοι υπάρχουν.
(γ) ∆είξαµε ότι, η f δεν είναι συνεχής στο (0, 0), άρα δεν είναι και δι-
αφορίσιµη στην αρχή των αξόνων.
2−n
4.10: ∆είξτε ότι η συνάρτηση f (x1 , .., xn ) = (x1 2 + x22 + ... + x2n ) 2
∂2f ∂2f
+ . . . + =0
∂x21 ∂x2n
∂2f n n
2 = (2 − n)(x21 + ... + x2n )− 2 − n(n − 2)x21 (x21 + ... + x2n )− 2
∂x1
4.6 Λυµένες ασκήσεις 119
συνεχίζοντας τις παραγωγίσεις και για τις άλλες µεταβλητές και προσθέ-
τοντας τους όρους κατά µέλη καταλήγουµε στη Ϲητούµενη σχέση.
4.11: Να δειχτεί ότι η συνάρτηση
1
G(x, y, z) = p
x2 + y2 + z2
είναι αρµονική, δηλαδή ότι ικανοποιεί τη διαφορική εξίσωση
Απόδειξη :
∂ −1 y 1 1 1 |x|
(α) sin =q = p
∂y x 2 x x x2 − y 2
1 − xy 2
p !
∂ y 2 − x2 1 1 −2x x 1
= p =− p .
∂x y y2 y −x2 2 y y − x2
2
(ϐ)
2xzdx + 2yzdy + (x2 + y 2 )dz = f1 dx + f2 dy + f3 dz
διαπιστώνουµε ότι ισχύουν οι σχέσεις
∂f1 ∂f2
=
∂y ∂x
∂f2 ∂f3
=
∂z ∂y
∂f3 ∂f1
= .
∂x ∂z
΄Αρα η Ϲητούµενη συνάρτηση υπολογίζεται από την ολοκλήρωση
Z x Z y Z z
f (x, y, z) = 2tzdt + 2tzdt + (a2 + b2 )dt
a b c
= x2 z + y 2 z + c1 ,
όπου c1 σταθερά.
(γ) Είναι εύκολο να δείξουµε οτι ισχύουν οι σχέσεις
∂f1 ∂f2
=
∂y ∂x
∂f2 ∂f3
=
∂z ∂y
∂f3 ∂f1
=
∂x ∂z
Η Ϲητούµενη συνάρτηση προκύπτει από το ολοκλήρωµα
Z x Z y Z z
f (x, y, z) = (y + z)dt + (z + a)dt + (a + b)dt
a b c
= xy + yz + zx + c1 .
df = P dx + Qdy
όπου
∂f ∂f
P = , Q= .
∂x ∂y
Για να είναι η δοθείσα έκφραση ολικό διαφορικό ϑα πρέπει
f (x, y) = x2 y 2 + y sin 3x + c
(γ) Μετά από πράξεις συµπεραίνουµε ότι, για τις τιµές των σταθερών
α = 3 και c = 3 η δεδοµένη έκφραση είναι ολικό διαφορικό και η
Ϲητούµενη συνάρτηση είναι η
b
f x, y) = z 3 x − 3xy + y 3 + c.
3
2 x−y
i) f (x, y) = xy2 − xy , ii) f (x, y) = x+y
4.2: Να ϐρεθούν οι παράγωγοι πρώτης τάξης των συναρτήσεων :
4.7 Ασκήσεις για λύση 123
1
x x+2y − y 2 ) 2
i) f (x, y) = x2 +y 2 , ii) f (x, y) = (e
y
(iii)z = xy , (iv)z = tan−1 [ 1+x 2]
4.13: ∆είξτε ότι η ικανή και αναγκαία συνθήκη για να είναι η παράσταση
F (x, y)dx + G(x, y)dy ολικό διαφορικό µιας συνάρτησης είναι να ισχύει
η σχέση ∂F ∂G
∂y = ∂x .
y
4.14: Να δειχθεί ότι η συνάρτηση F (x, y) = xg( x ) − x2 − y 2 επαληθεύει
την εξίσωση : xFx + yFy = F − x2 − y 2 .
4.15: ∆είξτε ότι η z = cos(x+y) είναι µια λύση της διαφορικής εξίσωσης
∂z ∂z
∂x − ∂y = 0. Υπάρχει µια διαφορική εξίσωση µε µερικές παραγώγους
που ικανοποιείται από την z = cos(xy);
4.16: Να υπολογιστούν οι µερικές παράγωγοι δεύτερης τάξης της
συνάρτησης f (x, y) = x3 y + exy .
2 2
4.17: (α) ∆είξτε ότι η συνάρτηση u(x, t) = e−α k t sin(kx) είναι λύση της
εξίσωσης ut = α2 uxx . Ποιά είναι η ϕυσική σηµασία αυτής της εξίσωσης;
(ϐ)Εάν οι f και g είναι συνεχείς και έχουν παραγώγους συνεχείς, δείξτε
ότι η συνάρτηση u(x, y) = f (x + at) + g(x − at) είναι λύση της εξίσωσης
utt = α2 uxx Ποιά είναι η ϕυσική σηµασία αυτής της εξίσωσης;
4.18: ∆είξτε ότι η συνάρτηση z = xey + yex είναι λύση της εξίσωσησ:
4.8.1 Παραγώγιση
D[xbn, x]
nx −1 +n
Dt[xbn, x]
nx −1 +n + x n Dt[n, x ]Log[x ]
Ορίζουµε τη συνάρτηση f.
126 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
Clear[f]
D[f[x, y], x]
yCos[xy]
D[f[x, y], y]
xCos[xy]
D[f[x, y], x, y]
Cos[xy] − xySin[xy]
D[f[x, y], y, x]
Cos[xy] − xySin[xy]
−y 2 Sin[xy]
D[xb2 + yb2, x]
2x
D[xb2 + y[x]b2]
2x + 2y[x ]y ′ [x ]
4.8 ∆ιαφορικός λογισµός µε το M athematica 127
∂
D[f, x] Μερική παράγωγος ∂x
f.
∂n
D[f, {x, n}] n-οστή µερική παράγωγος ∂xn
f.
∂
D[f, x, N onConstants ∂x
f µε τα vi εξαρτώµενα από το x.
→ {v1 , v2 , . . .}]
Η εντολή Dt[f, x] δίνει την ολική παράγωγο της συνάρτησης f και ϑεω-
ϱεί όλες τις µεταβλητές εξαρτηµένες από το x. ΄Οπως στην εντολή D
µπορούµε να δηλώσουµε ϱητά τις εξαρτήσεις των µεταβλητών, το ίδιο
συµβαίνει και στην εντολή Dt µε τη διαφορά ότι, εδώ διευκρινίζουµε
ποιες µεταβλητές δεν εξαρτώνται από το x µε τη χρήση της επιλογής
Constants.
∂
Στη µερική παράγωγο ∂x (x2 + y 2 ) ϑεωρείται δεδοµένο ότι το y είναι
ανεξάρτητο από το x.
D[xb2 + yb2, x]
2x
128 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
d
Στην ολική παράγωγο dx (x2 + y 2 ), ϑεωρείται δεδοµένο ότι το y είναι
εξαρτηµένο από το x. Ο όρος D[y, x] αντιστοιχεί στο y ′ [x].
Dt[xb2 + yb2, x]
2x + 2yD [y, x ]
Μπορούµε να ορίσουµε και µια συγκεκριµένη τιµή για τον όρο y ′ [x].
Είναι απαραίτητο να χρησιµοποιήσουµε το y/ : για να δηλώσουµε ότι
αναφερόµαστε στο y.
y/ : Dt[y, x] = 0;
Dt[xb2 + yb2, x]
2x
Clear[y]
2x
SetAttributes[c, Constant]
2cx + 2yDt[y, x ]
2c[x ]x + 2yDt[y, x ]
4.8 ∆ιαφορικός λογισµός µε το M athematica 129
Dt[xb2 + yb2]
2xDt[x ] + 2yDt[y]
Τα ολικά διαφορικά Dt[x] και Dt[y] µπορούν να αντικατασταθούν µε
οποιαδήποτε έκφραση ή τιµή.
df
Dt[f, x] Ολική Παράγωγος dx
.
dy
y/ : Dt[y, x] = 0 Θέτει dx
= 0.
D[Log[x]b2, x]
2Log[x ]
x
Η παραγώγιση µιας άγνωστης συνάρτησης f δίνει αποτέλεσµα µε όρους
της f.
130 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
D[f[x]b2, x]
2f [x ]f ′ [x ]
D[g[x, y], x, x, y]
g {2 ,1 } [x , y]
∂ 3 g(x,y)
Το αποτέλεσµα αντιπροσωπεύει την παραγώγηση ∂ 2 ∂y
.
α)
Clear[f, df]
df = Dt[f[x, y]]
0 .0249344
f[π/6, π/4] + %
1 .52493
ϐ)
Clear[f, df]
r
x
f[x_, y_] :=
y
4.8 ∆ιαφορικός λογισµός µε το M athematica 131
df = Dt[f[x, y]]
Dt[x ]
y − xDt[y]
y2
q
x
2 y
−0 .025
f[4, 4] + %
0 .975
y y
2. Αν z = xcos x + tan x δείξτε ότι x2 zxx + 2xyzxy + y 2 zyy = 0.
z = x ∗ Cos[y/x] + Tan[y/x];
0
y−x
3. Να δειχθεί ότι η συνάρτηση g(x, y) = f [ xy , z−x
xz ] ικανοποιεί τη
2 ∂g 2 ∂g 2 ∂g
σχέση x ∂x + y ∂y + z ∂z = 0.
Clear[f, g]
132 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
Clear[p, q, f, r, c]
p[x_, y_] = x + Exp[x/y];
q[x_, y_] = Exp[x/y](1 − x/y);
Simplify[D[p[x, y], y] == D[q[x, y], x]]
True
Z
f[x_, y_] = p[x, y]dx + r[y]
x2 x
+ E y y + r [y]
2
Simplify[D[f[x, y], y] == q[x, y]]
r ′ [y] == 0
f[x_, y_] = f[x, y]/.r[y] → c
x2 x
c+ +Eyy
2
4.8 ∆ιαφορικός λογισµός µε το M athematica 133
True
6z
6z
−12z
0
134 ∆ιαφορικός λογισµός αριθµητικών συναρτήσεων
(ϐ)
3y 2 1
/2
− 2
2 2 2
(x + y + z ) 5 (x + y + z 2 )3 /2
2
3x 2 3y 2 3z 2
+ +
(x 2 + y 2 + z 2 )5 /2 (x 2 + y 2 + z 2 )5 /2 (x 2 + y 2 + z 2 )5 /2
3
−
(x 2 + y2+ z 2 )3 /2
Simplify[%]
∂f ∂f ∂x ∂f ∂y
= +
∂u ∂x ∂u ∂y ∂u
και
∂f ∂f ∂x ∂f ∂y
= +
∂v ∂x ∂v ∂y ∂v
2
2 ∂y
∂2f ∂f ∂ 2 y
+ ∂∂yf2 ∂y
∂u + ∂x∂y
∂x
∂u ∂u + ∂y ∂u2 =
∂ 2 f ∂x 2 ∂ 2 f ∂y 2 ∂2f ∂x ∂y
= 2
+ 2 +2
∂x ∂u ∂y ∂u ∂x∂y ∂u ∂u
2
∂f ∂ x ∂f ∂ y 2
+ + .
∂x ∂u2 ∂y ∂u2
΄Οµοια
∂2f ∂ 2 f ∂x 2 ∂ 2 f ∂y 2
= + 2
∂v 2 ∂x2 ∂v ∂y ∂v
2
∂ f ∂x ∂y ∂f ∂ 2 y ∂f ∂ 2 x
+2 + +
∂y∂x ∂v ∂v ∂y ∂v 2 ∂x ∂v 2
138 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
και
∂2f ∂ ∂f ∂x ∂f ∂y
= + =
∂v∂u ∂v ∂x ∂u ∂y ∂u
2 ∂2f ∂y
∂2x
= ∂∂xf2 ∂x
∂u
∂x
∂v + ∂x
∂x∂y ∂u ∂v +
∂f
∂x ∂u∂v +
2
∂y
∂2f ∂2y
+ ∂∂yf2 ∂y
∂u
∂y
∂v + ∂x∂y
∂x
∂v ∂u + ∂f
∂y ∂v∂u .
X n
n X n
∂2f ∂ 2 f ∂xλ ∂xi X ∂f ∂ 2 xi
= + ,
∂tκ ∂tj ∂xλ ∂xi ∂tκ ∂tj ∂xi ∂tκ ∂tj
i=1 λ=1 i=1
dw ∂f dx ∂f dy
= +
dt ∂x dt ∂y dt
= (2x − y) ex(x−y) (2 cos t − 2t sin t)
− xex(x−y) (2 sin t + 2t cos t).
’Οταν t = π , τότε x = −2π, y = 0, οπότε έχουµε
dw 2 2 2
= (−4π) e4π (−2) − (−2π) e4π (−2π) = 4π(2 − π) e4π .
dt
∂2 V ∂2 V
+ = 0,
∂ x2 ∂ y2
είναι ισοδύναµη µε την
∂2 V 1 ∂V 1 ∂2 V
+ + = 0.
∂r 2 r ∂r r 2 ∂θ 2
Απόδειξη : ΄Εχουµε
∂V ∂V ∂x ∂V ∂y ∂V ∂V
= + = cos θ + sin θ (5.7)
∂r ∂x ∂r ∂y ∂r ∂x ∂y
∂V ∂V ∂x ∂V ∂y ∂V ∂V
= + = −r sin θ + r cos θ . (5.8)
∂θ ∂x ∂θ ∂y ∂θ ∂x ∂y
΄Ετσι, οι τελεστές
∂ ∂
,
∂r ∂θ
µπορούν να αντικατασταθούν από τους ισοδύναµους
∂ ∂ ∂
= cos θ + sin θ (5.9)
∂r ∂x ∂y
∂ ∂ ∂
= −r sin θ + r cos θ . (5.10)
∂θ ∂x ∂y
Από την (5.7),
∂2 V ∂ ∂V ∂V ∂ ∂V
= cosθ + sinθ = cosθ
∂r 2 ∂r ∂x ∂y ∂r ∂x
∂V ∂ ∂ ∂V ∂V ∂
+ cosθ + sinθ + sinθ. (5.11)
∂x ∂r ∂r ∂y ∂y ∂r
∂2 V ∂ ∂ ∂V
= cos θ cos θ + sin θ
∂r 2 ∂x ∂y ∂x
∂ ∂ ∂V
+ sin θ cos θ + sin θ = (5.12)
∂x ∂y ∂y
140 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
∂2 V ∂2 V 2
2 ∂ V
= cos2 θ + 2 sin θcosθ + sin θ , (5.13)
∂x2 ∂x∂y ∂y 2
επειδή
∂2 V ∂2 V
= .
∂x∂y ∂y∂x
΄Οµοια
∂2 V 2 2 ∂ V
2
∂2 V 2
2 ∂ V
= r sin θ − 2sinθcosθ + cos θ
∂θ 2 ∂x2 ∂x∂y ∂y 2
∂V ∂V
− r cosθ + sinθ . (5.14)
∂x ∂y
Από τις (5.7), (5.13), (5.14),
∂2 V 1 ∂V 1 ∂2 V ∂2 V ∂2 V
+ + = +
∂r 2 r ∂r r 2 ∂θ 2 ∂x2 ∂y 2
απ’οπου προκύπτει το Ϲητούµενο αποτέλεσµα.
∂z ∂z ∂u ∂z ∂v dg ∂u df ∂v
= + = +
∂x ∂u ∂x ∂v ∂x du ∂x dv ∂x
ή
∂z
= g′ cos x − f ′ cos x
∂x
∂2z
= g′′ cos2 x − g′ sin x + f ′′ cos2 x + f ′ sin x
∂x2
∂2z
= g′′ + f ′′ .
∂y 2
Με απλή αντικατάσταση στη σχέση
5.2 Θεώρηµα του Euler για οµογενείς συναρτήσεις 141
∂f ∂f
x +y = mf. (5.16)
∂x ∂y
df (λx, λy)
= mλm−1 f (x, y). (5.17)
dλ
Ορίζουµε νέες µεταβλητές u = λx και v = λy και παίρνουµε
df (λx, λy) ∂f du ∂f dv ∂f ∂f
= + = x+ y
dλ ∂u dλ ∂v dλ ∂u ∂v
Από τις σχέσεις (5.16) και (5.17) για λ = 1, έχουµε την
∂f ∂f
x +y = mf (5.18)
∂x ∂y
που είναι ο τύπος του Euler.
Είναι επίσης εύκολο να αποδείξουµε το αντίστροφο : ΄Οταν µία
συνάρτηση f (x, y) επαληθεύει τη σχέση (5.16) τότε είναι οµογενής. Οι
σχέσεις (5.15), (5.16) µπορούν να γενικευτούν για περισσότερες µεταβλ-
ητές.
142 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
n
! n
∂ X ∂f X ∂ ∂f
xi = xi
∂ xk ∂ xi ∂ xk ∂ xi
i=1 i=1
n
X n
X
∂ xi ∂f ∂2 f ∂f
= + xi =m
x
∂ k∂ ix x
∂ k∂ ix ∂ xk
i=1 i=1
ή
n
X
∂ ∂f ∂f
xi = (m − 1) .
∂ xi ∂ xk ∂ xk
i=1
∂2 f ∂2 f y2 ∂
2f
x2 + 2xy + = n(n − 1)f.
∂ x2 ∂x∂y ∂ y2
5.2 Θεώρηµα του Euler για οµογενείς συναρτήσεις 143
∂f ∂2 f ∂2 f ∂f
+x 2 +y =n ⇒
∂x ∂x ∂x∂y ∂x
∂f ∂2 f ∂2 f ∂f
x + x2 2 + xy = nx . (5.21)
∂x ∂x ∂x∂y ∂x
Παραγωγίζουµε την (5.20) ως προς y
∂f ∂2 f ∂2 f ∂f
+y 2 +x =n ⇒
∂y ∂y ∂y∂x ∂y
∂f ∂2 f ∂2 f ∂f
y + y2 + xy = ny (5.22)
∂y ∂ y2 ∂x∂y ∂y
Προσθέτουµε τις (5.21) και (5.22) και παίρνουµε
2f
2∂ ∂2 f 2
2∂ f ∂f ∂f
x + 2xy +y = (n − 1) x +y
∂ x2 ∂x∂y ∂ y2 ∂x ∂y
= n(n − 1)f.
∂f1 ∂f2 ∂f2 ∂f1
n(f1 df2 − f2 df1 ) = ydx −
∂y ∂x ∂y ∂x
∂f1 ∂f2 ∂f1 ∂f2
− xdy −
∂y ∂x ∂x ∂y
∂f1 ∂f2 ∂f2 ∂f1
n(f1 df2 − f2 df1 ) = (ydx − xdy) − ⇒
∂y ∂x ∂y ∂x
xdy − ydx 1
= n .
f1 df2 − f2 df1 ∂f1 ∂f2 ∂f2 ∂f1
∂y ∂x − ∂y ∂x
∂f ∂f
df = dx + dy (5.25)
∂x ∂y
∂x ∂x ∂y ∂y
dx = dt1 + dt2 , dy = dt1 + dt2 (5.26)
∂t1 ∂t2 ∂t1 ∂t2
Αντικαθιστώντας τα dx και dy στη σχέση (5.25) καταλήγουµε στο δι-
αφορικό της f µε τις νέες µεταβλητές
∂f ∂f
df = dt1 + dt2 (5.27)
∂t1 ∂t2
5.3 ∆ιαφορικό σύνθετης συνάρτησης 145
Συνεπώς ισχύει
n X
X n n
X
∂2f ∂f 2
d2 f = dxj dxi + d xi . (5.29)
∂xj ∂xi ∂xi
i=1 j=1 i=1
Από τη σύγκριση των σχέσεων (5.28), (5.29) και (5.30) προκύπτει ότι,
n
X m
X
∂f ∂f
dxi = dtj (5.31)
∂xi ∂tj
i=1 j=1
146 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
ενώ
n X
X n n
X m X
X m
∂2f ∂f 2 ∂2f
dxi dxj + d xi = dti dtj
∂xi ∂xj ∂xi ∂ti ∂tj
i=1 j=1 i=1 i=1 j=1
(5.32)
Από τις σχέσεις (5.31) και (5.32) γίνεται ϕανερό ότι, η µορφή του δι-
αφορικού πρώτης τάξης µιας διαφορίσιµης συνάρτησης είναι η ίδια
ως προς τα δύο συστήµατα µεταβλητών xi , και tj (i = 1, 2, .., n, j =
1, 2, ..., m), πράγµα που δεν ισχύει για το διαφορικό δεύτερης τάξης.
Με παρόµοιο τρόπο µπορεί να διαπιστωθεί ότι και η συµπεριφορά των
διαφορικών ανώτερης τάξης είναι ανάλογη.
Αυτό όµως δεν ισχύει στην περίπτωση που η εξάρτηση των xi , από τα
tj (i = 1, 2, ..., n, j = 1, 2, ..., m) είναι γραµµική.
Πράγµατι αν οι xi είναι γραµµικές συναρτήσεις των tj , αν δηλαδή
m
X
xi = ci0 + cij tj, i = 1, 2, ..., n.
j=1
όπου ci0 και cij είναι σταθερές για i = 1, 2, ..., n, j = 1, 2, ..., m, τότε από
τις
m
X ∂xi
dxi = dtk , i = 1, 2, ...n
∂tk
k=1
έχουµε
m
X
dxi = cik dtk , i = 1, 2, ..., n
k=1
οπότε
d2 xi = 0 γιά i = 1, 2, ..., n.
Επίσης πολύ σηµαντικό είναι και το ϑεώρηµα µέσης τιµής του Taylor.
∂ ∂
f (x, y) = f (x0 , y0 ) + (x − x0 ) + (y − y0 ) f (x0 , y0 )
∂x ∂y
(x − x0 )2 ∂ 2 f (x0 , y0 ) (y − y0 )2 ∂ 2 f (x0 , y0 )
+ +
2 ∂x2 2 ∂y 2
∂ 2 f (x0 , y0 )
+ (x − x0 )(y − y0 ) + όρους ανώτερης τάξης
∂y∂x
148 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
Η σχέση (5.33) είναι γνωστή ως τύπος του Taylor της συνάρτησης f στο
σηµείο M0 . Εάν το σηµείο M0 είναι η αρχή των αξόνων, τότε ο τύπος του
Taylor παίρνει τη µορφή
n
X 1 ∂ ∂ k
f (x, y) = f (0, 0) + x +y f (0, 0)+ (5.34)
k! ∂x ∂y
k=1
n+1
1 ∂ ∂
x +y f (θ0 x, θ0 y) 0 < θ0 < 1.
(n + 1)! ∂x ∂y
Ο νέος τύπος αυτός είναι γνωστός ως τύπος Mac-Laurin.
Ο όρος
1
Qn = [dn+1 f ]P0
(n + 1)!
ονοµάζεται υπόλοιπο του τύπου του Taylor . Στην περίπτωση που
ισχύει
lim Qn = 0,
n→∞
η σειρά που προκύπτει ονοµάζεται σειρά Taylor της συνάρτησης f στο
σηµείο M0 .
Σχόλιο : Η αξία του τύπου του Taylor ϐρίσκεται στο γεγονός ότι µ-
πορούµε να κατασκευάσουµε ένα απλό πολυώνυµο που να προσεγγίζει
µε µεγάλη ακρίβεια µία πολύπλοκη συνάρτηση στη γειτονιά µιας γνω-
στής τιµής της συνάρτησης. Με άλλα λόγια, αν γνωρίζουµε τη τιµή µιας
πολύπλοκης συνάρτησης σε ένα σηµείο M0 και ϑέλουµε να προσεγ-
γίσουµε τη τιµή της συνάρτησης στη γειτονιά του σηµείου, µε πολυώνυ-
µο πρώτης, δεύτερης ή και υψηλότερης τάξης, µπορούµε να χρησι-
µοποιήσουµε το ανάπτυγµα της σειράς Taylor.
Παράδειγµα 5.7: Να αναπτυχθεί η συνάρτηση
2
f (x, y) = ex sin xy
∂f ∂f ∂2 f ∂2 f ∂2 f ∂3 f
= 1, = 2, = 0 = 2, = 2, = 2.
∂x ∂y ∂ x2 ∂x∂y ∂ y2 ∂x∂ y 2
Οι παράγωγοι τρίτης και ανώτερης τάξης µηδενίζονται, οπότε
h i
xy 2 = 1 + (x − 1) + 2(y − 1) + 1
2 4(x − 1)(y − 1) + 2(y − 1 )2
+ 16 · 3 · 2(x − 1)(y − 1 )2 =
∂2 f y 2 ), ∂
2f
∂2 f
= − sin(x + = −2y sin(x + y 2 ),
∂ x2 ∂x∂y ∂ y2
= 2 cos(x + y 2 ) − 4 y 2 sin(x + y 2 ).
’Αρα f (x, y) ≃ x + y 2 .
dF = Fx dx + Fy dy + Fz dz = 0 (5.35)
οπότε,
∂2z Fz2 Fxx − 2Fx Fz Fxz + Fx2 Fzz
= − (5.39)
∂x2 Fz3
2
∂ z ∂2z
όµοια υπολογίζουµε και τις παραγώγους ∂y 2 και ∂x∂y .
Παράδειγµα 5.11: Αν η εξίσωση F (x, y, z) = 0 µπορεί να επιλυθεί
για οποιαδήποτε από τις µεταβλητές x, y, z συναρτήσει των άλλων
δύο, δείξτε ότι
∂x ∂y ∂z
· · = −1,
∂y z ∂z x ∂x y
όταν η µεταβλητή έξω από κάθε παρένθεση διατηρείται σταθερή
κατά την παραγώγιση.
Απάντηση : Θεωρώντας αρχικά το x ως συνάρτηση των y και z,
παίρνουµε µε παραγώγιση ως προς y
∂x Fy
Fx xy + Fy = 0, =− . (5.40)
∂y z Fx
∂y Fz ∂z Fx
=− , =− . (5.41)
∂z x Fy ∂x y Fz
2x 2z ∂z
+ =0
16 9 ∂x
και από αυτήν
∂z 9x
=− .
∂x 16z
Η εξίσωση που µας δίνεται ορίζει δύο συναρτήσεις των x και y, που
ατιστοιχούν στισ:
12
x2 y 2
z = ±3 1 − − .
16 9
Αντικαθιστώντας τις τιµές αυτές του z στην εξίσωση που ϐρήκαµε υπ-
ολογίζουµε τη µερική παράγωγο για κάθε µια από αυτές τις δύο
συναρτήσεισ:
− 21
∂z 3x x2 y 2
=∓ 1− − .
∂x 16 16 9
Μπορούσαµε να ϕτάσουµε στο ίδιο αποτέλεσµα αν παραγωγίζαµε τη
σχέση που µας δίνει το z .
΄Εστω οι εξισώσεις
D(F1 , F2 )
J= 6= 0,
D(u, w)
τότε
D(F1 ,F2 ) D(F1 ,F2 )
D(w,x) D(x,u)
ux = − D(F ,F ) wx = − D(F1 ,F2 )
.
1 2
D(u,w) D(u,w)
΄Οµοια υπολογίζουµε και τις παραγώγους uy , wy
D(F1 ,F2 ) D(F1 ,F2 )
D(w,y) D(y,u)
uy = − D(F1 ,F2 )
wy = − D(F1 ,F2 )
.
D(u,w) D(u,w)
∂u −6v 2 − 2v 6v + 2
= 2 2
=− 2
∂x 9 u v +4uv 9u v + 4u
’Οταν u = v = 1, u/x = −8/13.
Παραγωγίζουµε τις (5.42) ως προς y και παίρνουµε
∂u ∂v ∂u ∂v
−1 + 3u2 − 2v = 0, 1 + 2u + 3v 2 = 0,
∂y ∂y ∂y ∂y
απ’οπου έχουµε
∂v 3u2 + 2u 3u + 2
=− 2 2 =− .
∂y 9u v + 4u 9uv + 4
΄Οταν u = v = 1, τότε ∂v/∂y = −5/13.
Παράδειγµα 5.16: Αν οι µεταβλητές x, y, u, v συνδέονται µέσω των
εξισώσεων
f (x, y, u, v) = x2 − y 2 + 2uv + 15 = 0,
g(x, y, u, v) = x + 2xy − u2 + v 2 − 10 = 0 (5.43)
158 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
A 1407
uxx = =− στο P0
B 2(13)3
όπου
A = − (u2 + v 2 )[2(v + xvx ) − (1 + 2y) ux ]
− 2[2xv − u(1 + 2y)](uux + vv x )
και
B = 2(u2 + v 2 )2 .
D(f1 , f2 , f3 )
= 0,
D(x, y, z)
άρα οι συναρτήσεις είναι εξαρτηµένες. Από τις συναρτήσεις f1 , f2 λύ-
νουµε ώς προς x και y και έχουµε x = (f1 + f2 )/4, y = (f1 − 3f2 +
4f3 )/8. Τις τιµές αυτές τις αντικαθιστούµε στην f3 οπότε µετά από πράξ-
εις έχουµε f12 − f22 − 8f3 .
5.9 Μετασχηµατισµοί
u = φ(x, y) v = ψ(x, y)
y ç y=k 1
y=k 2
k3
y=k 3
k2 x=C3
k1
x=C2
x=C1
0 x
C1 C2 C3 0
s
Η µετάβαση στο νέο σύστηµα δηµιουργεί και την ανάγκη της επιστροφή-
ς στις αρχικές συντεταγµένες. ΄Οταν οι συναρτήσεις φ, ψ είναι απλές, η
5.9 Μετασχηµατισµοί 161
αναλυτική τους λύση επιτρέπει την εύρεση των παραγώγων τους αναλυ-
τικά. Σε πολλά προβλήµατα αυτό είναι αδύνατον και για το λόγο αυτό
µπορούµε να προχωρήσουµε στη µελέτη κατευθείαν του µετασχηµα-
τισµού των παραγώγων.
Ας υποθέσουµε ότι ο µετασχηµατισµός u = φ(x, y), v = ψ(x, y)
µας µεταφέρει απο το καρτεσιανό σύστηµα σε ένα νέο και ο αντίστροφος
µετασχηµατισµός είναι x = g(u, v), y = h(u, v), άρα
0 = ψx gu + ψy hu , 1 = ψx gv + ψy hv .
∂U ∂U ∂x ∂U ∂y
= +
∂r ∂x ∂r ∂y ∂r
5.10 Λυµένες ασκήσεις 163
2
∂2U ∂2U ∂x ∂ 2 U ∂x ∂y ∂U ∂ 2 x
2
= +2 +
∂r ∂x2 ∂r ∂x∂y ∂r ∂r ∂x ∂r 2
2
∂2U ∂y ∂U ∂ 2 y
+ + .
∂y 2 ∂r ∂y ∂r 2
΄Οµοια
2
∂2U ∂2U ∂x ∂ 2 U ∂x ∂y ∂U ∂ 2 x
= +2 +
∂θ 2 ∂x2 ∂θ ∂x∂y ∂θ ∂θ ∂x ∂θ 2
2
∂2U ∂y ∂U ∂ 2 y
+ +
∂y 2 ∂θ ∂y ∂θ 2
∂2U ∂2U ∂ 2 U 2r 2 2 ∂ 2 U 2r
+ = e (sin θ + cos θ) + e (sin2 θ + cos2 θ).
∂r 2 ∂θ 2 ∂x2 ∂y 2
΄Αρα
∂2U ∂2U ∂2U ∂2U
+ = e−2r + .
∂x2 ∂y 2 ∂r 2 ∂θ 2
∂ z ∂ z 2 2
5.2 : Να µετατραπεί η εξίσωση ∂x 2 − ∂y 2 = 0 στις νέες µεταβλητές
u, v , όταν x = au + bv και y = au − bv µε ab 6= 0 και στη συνέχεια
να ϐρεθεί η λύση z(u, v).
Απάντηση : Υπολογίζουµε τις παραγώγουσ:
∂z ∂z ∂z
=α +
∂u ∂x ∂y
και
∂2z ∂2z ∂2z ∂2z
= αb − = 0 ⇒ = 0.
∂u∂v ∂x2 ∂y 2 ∂u∂v
Η λύση της εξίσωσης
∂2z
=0
∂u∂v
είναι της µορφής (∂z/∂u) = R(v) και στη συνέχεια παίρνει τη µορφή
z(u, v) = R(u) + Φ(v).
2 2
5.3: Αν z = ey f (yex /2y ) είναι µια διαφορίσιµη συνάρτηση, δείξτε
∂z ∂z
ότι (x2 − y 2 ) ∂x + xy ∂y = xyz .
164 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
2 2
Απόδειξη : Θέτοντας v = ey και u = ye(x /2y ) η συνάρτηση z παίρνει
τη µορφή z = vf (u) και ισχύουν
∂z ∂ ∂u ∂ ∂v
= [vf (u)] + [vf (u)]
∂x ∂u ∂x ∂v ∂x
df 2x x2 /2y 2 df x 2 2
= [v ] y e + 0 = [v ] ex /2y
du 2y 2 du y
∂z ∂ ∂u ∂ ∂v
= [vf (u)] + [vf (u)]
∂y ∂u ∂y ∂v ∂y
2
df x2 /2y 2 x x2 /2y 2
= [v ] e +y − 3 e + f (u)ey .
du y
Αντικαθιστώντας έχουµε
h 2 2 i
2 2 x x2 /2y2
(x − y )[v̇f (u)] e + xy v̇f (u) ex /2y + f (u)ey
y
= xyf (u)ey = xyz.
∂z ∂f ∂t ∂f
= =
∂x ∂t ∂x ∂t
και
∂z ∂f ∂t ∂f
= =a
∂y ∂t ∂y ∂t
και έχουµε
∂z ∂z
a = .
∂x ∂y
∂z ∂z ∂x ∂z ∂y
= + = (ex siny)(t2 ) + (ex cosy)(2st)
∂s ∂x ∂s ∂y ∂s
2 2
= t2 est sin(s2 t) + 2stest cos(s2 t)
∂z ∂z ∂x ∂z ∂y
= + = (ex siny)(2st) + (ex cosy)(s2 )
∂t ∂x ∂t ∂y ∂t
2 2
= 2stest sin(s2 t) + s2 est cos(s2 t).
∂g ∂f ∂x ∂f ∂y ∂f ∂f
= + = 2s + (−2s)
∂s ∂x ∂s ∂y ∂s ∂x ∂y
∂g ∂f ∂x ∂f ∂y ∂f ∂f
= + = (−2t) + 2t.
∂t ∂x ∂t ∂y ∂t ∂x ∂y
΄Αρα
∂g ∂g ∂f ∂f ∂f ∂f
t +s = 2st − 2st + −2st + 2st = 0.
∂s ∂t ∂x ∂y ∂x ∂y
∂x ∂y ∂x ∂y
= cosθ, = sinθ, = −rsinθ, = rcosθ.
∂r ∂r ∂θ ∂θ
Ο κανόνας σύνθετης παραγώγισης δίνει
∂G ∂F ∂F ∂G ∂F ∂F
= cos θ + sin θ, =− r sin θ + r cos θ.
∂r ∂x ∂y ∂θ ∂x ∂y
166 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
Παραγωγίζουµε και τις δύο πλευρές του τύπου που ϐρήκαµε για την ∂G ∂θ
ως προς r, γνωρίζοντας ότι οι παράγωγοι ∂F ∂F
∂x , ∂y εξαρτώνται από τα x, y,
πρέπει να ϑεωρηθούν ως σύνθετες συναρτήσεις των r και θ και έχουµε
∂2G ∂F ∂ ∂ ∂F ∂F ∂
=− (r sin θ) − r sin θ + (r cos θ)
∂r∂θ ∂x ∂r ∂r ∂x ∂y ∂r
∂ ∂F
+ r cos θ.
∂r ∂y
∂ ∂F
Πρέπει να υπολογίσουµε τώρα τις εκφράσεις του τύπου ∂r ∂x .
Θέτουµε ∂F/∂x = F1 (x, y), έχουµε ∂H/∂r , όπου H(r, θ) =
F1 (r cos θ, r sin θ). Αυτό το Ϲητούµενο είναι ακριβώς το ίδιο µε την εύρεση
του ∂G/∂r , µόνο που στη ϑέση της F έχουµε την F1 , και στη ϑέση της
G την F.
∂H ∂F1 ∂F1
= cos θ + sin θ
∂r ∂x ∂y
ή
∂ ∂F ∂2F ∂2F
= cos θ + sin θ.
∂r ∂x ∂x2 ∂y∂x
Με όµοιο τρόπο ϐρίσκουµε
∂ ∂F ∂2F ∂2F
= cos θ + sin θ.
∂r ∂y ∂x∂y ∂y 2
Με αντικατάσταση ϐρίσκουµε ότι,
2
∂2G ∂F ∂ F ∂2F
=− sin θ − cos θ + sin θ r sin θ
∂r∂θ ∂x ∂x2 ∂y∂x
2
∂F ∂ F ∂2F
+ cos θ + cos θ + sin θ r cos θ.
∂y ∂x∂y ∂y 2
Αν η F και οι µερικές παράγωγοι της πρώτης τάξης είναι διαφορίσιµες
συναρτήσεις ισχύει
∂2F ∂2F
= .
∂y∂x ∂x∂y
5.10 Λυµένες ασκήσεις 167
∂u ∂v ∂u ∂v
1 = 2u − 2v , 0 = 2u − 2v .
∂x ∂x ∂y ∂y
΄Οµοια, όταν g = y , ϐρίσκουµε
∂u ∂v ∂u ∂v
0 = 2v + 2u , 1 = 2v − 2u .
∂x ∂x ∂y ∂y
Λύνοντας τις τέσσερις τελευταίες εξισώσεις παίρνουµε,
∂u u ∂v v
= 2 2
, = ,
∂x 2(u + v ) ∂x 2(u + v 2 )
2
∂u v ∂v u
= 2 2
, = .
∂y 2(u + v ) ∂y 2(u + v 2 )
2
∂f 1 ∂f ∂f
= u −v (5.47)
∂x 2(u + v 2 )
2 ∂u ∂v
∂f 1 ∂f ∂f
= v −u (5.48)
∂y 2(u + v 2 )
2 ∂u ∂v
απ΄ όπου
2 2 " 2 2 #
∂f ∂f 1 ∂f ∂f
+ = + .
∂x ∂y 4(u + v 2 )
2 ∂u ∂v
(ϐ)Από την (5.47) συµπεραίνουµε ότι,
∂ 1 ∂ ∂
= u −v .
∂x 2(u2 + v 2 ) ∂u ∂v
Εφαρµόζοντας αυτόν τον τελεστή στην (5.48) έχουµε όταν u = 2, v = 1
∂2f 1 ∂ ∂ 1 ∂f ∂f
= 2 − v −u
∂x∂y 10 ∂u ∂v 2(u2 + v 2 ) ∂u ∂v
1 ∂ ∂ 1 ∂f ∂f
= 2 − 2 2
+2
20 ∂u ∂v u + v ∂u ∂v
1 ∂ ∂ ∂f ∂f
+ 2 − v +u .
100 ∂u ∂v ∂u ∂v
Προσέξτε ότι, έχουµε αντικαταστήσει το u µε 1 και το v µε 2 µόνο σε
εκείνες τις συναρτήσεις των u και v που δεν παραγωγίζονται. Εκτελών-
τας τις παραγωγίσεις και ϑεωρώντας ότι, τα u και v είναι ανεξάρτητες
µεταβλητές, ϐρίσκουµε
∂2f 1 ∂2f ∂2f ∂2f ∂f ∂f
= 10 2 + 15 − 10 2 − 11 −2 .
∂x∂y 500 ∂u ∂u∂v ∂v ∂u ∂v
∂z ∂z
5.9: Μετατρέψτε την εξίσωση x2 ∂x + y 2 ∂y = z 2 , ϑέτοντας u = x,
v = y1 − x1 για νέες ανεξάρτητες µεταβλητές και w = 1z − x1 για τη
νέα συνάρτηση.
Απάντηση : Εκφράζουµε τις µερικές παραγώγους ∂z/∂x, ∂z/∂y ως
προς τις µερικές παραγώγους ∂w/∂u, ∂w/∂v . Για να το κάνουµε αυτό,
παραγωγίζουµε τις σχέσεις που δίνονται ανάµεσα στις καινούριες και τις
παλιές µεταβλητέσ:
dx dy dx dz
du = dx, dv = 2
− 2 , dw = 2 − 2 .
x y x z
5.10 Λυµένες ασκήσεις 169
Επίσης ισχύει,
∂w ∂w
dw = du + dv.
∂u ∂v
΄Αρα,
∂w ∂w dx dz
du + dv = 2 − 2
∂u ∂v x z
ή
∂w ∂w dx dy dx dz
du + − 2 = − 2
∂u ∂v x2 y x2 z
απ΄ όπου
2 1 ∂w 1 ∂w z 2 ∂w
dz = z − − 2 dx + dy
x2 ∂u x ∂v y 2 ∂v
Συνεπώς έχουµε
∂z 1 ∂w 1 ∂w ∂z z 2 ∂w
= z2 − − 2 , = 2 .
∂x x2 ∂u x ∂v ∂y y ∂v
Αντικαθιστώντας αυτές τις εκφράσεις στην εξίσωση που µας δίνεται,
παίρνουµε
2 2 1 ∂w 1 ∂w ∂w
x z 2
− − 2 + z2 = z2
x ∂u x ∂v ∂v
ή
∂w
= 0.
∂u
Στην άσκηση αυτή είναι ϕανερή αξία της αλλαγής µεταβλητών.
∂ z ∂ z ∂ z 2 2 2
5.10 : Μετατρέψτε την εξίσωση ∂x 2 + 2 ∂x∂y + ∂y 2 = 0 στις νέες
µεταβλητές u = x + y, v = x − y και τη νέα συνάρτηση w = xy − z
όταν w = w(u, v).
Απόδειξη : Από τη σχέση υπολογίζουµε εύκολα ότι wxx = −zxx , wyy =
−zyy και wxy = 1 − zxy . ΄Αρα η αρχική εξίσωση µετατρέπεται στην εξίσω-
ση
wx = wu ux + wv vx = wu + wv
και
∂2w 1
2
= .
∂u 2
Απόδειξη : Ισχύει
Ας υπολογίσουµε τα ux , uy , uz . Θα είναι
΄Αρα
y ∂z ∂z
5.13: Εάν z = xy + xF ( x ), δείξτε ότι x ∂x + y ∂y = xy + z.
y
Απόδειξη : Θέτουµε u = x µε
y 1
ux = − 2
, uy = .
x x
΄Αρα ϑα είναι
z = xy + xF [u(x, y)].
Τελικά
y
xzx + yzy = x y + F − Fu + y(x + Fu )
x
= xy + xF − yFu + yx + yFu
z − xy
= 2xy + xF = 2xy + x = xy + z.
x
y y
5.14: Εάν u = xn f ( x ) + x−n g( x ), δείξτε ότι
∂2u ∂2u 2
2∂ u ∂u ∂u
x2 2
+ 2xy + y 2
+x +y = n2 u.
∂x ∂x∂y ∂y ∂x ∂y
y
Απόδειξη : Θέτουµε s(x) = x και t(x, y) = x . Μετά από πράξεις
καταλήγουµε στις σχέσεις
t
ux = us − ut
s
t t2 t
uxx = uss − 2 ust + 2 utt + 2 ut
s s s
172 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
1 t 1
uxy = ust − 2 utt − 2 ut
s s s
1
uy = ut
s
1
uyy = utt .
s2
Αντικαθιστώντας στην αρχική παράσταση ϐρίσκουµε ότι
1 ∂z 1 ∂z z
(ϐ) z = yln(x2 − y 2 ), x ∂x + y ∂y = y2
.
x2 gx + y 2 gy + z 2 gz = 0.
2y 2
zy = ln(x2 − y 2 ) − .
x2 − y 2
z
Με αντικατάσταση στη σχέση zxx + yy = yz2 ϐρίσκουµε ότι την επαληθεύ-
ουν.
5.16: ΄Εστω Φ(x, y, z(x, y)) τυχαία διαφορίσιµη συνάρτηση. Να
δειχθεί ότι αν Φ(xyz, x + y + z) = 0, τότε
∂z ∂z
x(y − z) + y(z − x) = z(x − y)
∂x ∂y
Φx = Φu [ux + uz zx ] + Φv [vx + vz zx ] = 0
Φy = Φu [uy + uz zy ] + Φv [vy + vz zy ] = 0
Φu [yz + xyzx ] + Φv [1 + zx ] = 0
Φu [xz + xyzy] + Φv [1 + zy ] = 0.
x2 fx + y 2 fy + z 2 fz
(x − y + z)n−1
Wx = 2n(y − z)
(x + y − z)n+1
(x − y + z)n−1
Wy = −2nx
(x + y − z)n+1
(x − y + z)n−1
Wz = 2nx .
(x + y − z)n+1
Αντικαθιστώντας στη σχέση xWx + yWy + zWz = 0.
(ϐ) Κάνοντας χρήση της προηγούµενης σχέσης και παραγωγίζοντας ως
προς x,y και z έχουµε
Φx = Φy = 0.
Φx = Φu (ux + uz zx ) + Φv (vx + vz zx ) = 0
΄Οµοια
Φy = 0 = Φu (−2zzy ) − 3y 2 Φv = 0.
z(x2 zy + y 2 zx ) = xy 2 ,
Απόδειξη :
∂r ∂r x
2r = 2x ⇒ =
∂x ∂x r
∂2u 2
m∂ F ∂F
= r + 2mr m−2 x + mr m−2 F
∂x2 ∂x2 ∂x
+ m(m − 2)r m−4 x2 F (5.55)
∂2u 2
m∂ F ∂F
2
= r 2
+ 2mr m−2 y + mr m−2 F
∂y ∂y ∂y
+ m(m − 2)r m−4 y 2 F (5.56)
176 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
1
d2 f (0, 0) = fxx (0, 0)(dx)2 + 2fxy (0, 0)dxdy + fyy (dy)2
2
1
= [0(dx)2 + 2dxdy + 0(dy)2 ] = dxdy.
2
Αντικαθιστώντας τα df και d2 f στο ανάπτυγµα ϐρίσκουµε τη Ϲητούµενη
σχέση.
5.22: Να υπολογισθεί το ανάπτυγµα Taylor της συνάρτησης
f (x, y) = arctan(y/x) στο σηµείο (1,1) µέχρι και όρους δεύτερης
τάξης
Απόδειξη : Για να εφαρµόσουµε τον τύπο (5.33) στο σηµείο (1,1) ϑα
πρέπει πρώτα να υπολογίσουµε τις παραγώγους fx , fy , fxx , fxy , fxy
και στη συνέχεια να υπολογίσουµε την τιµή τους στο σηµείο (1,1).
Οι τιµές των παραγώγων στο συγκεκριµένο σηµείο είναι fx (1, 1) =
−1/2, fy (1, 1) = 1/2, fxx (1, 1) = 1/2, fxy (1, 1) = 0, ˜fyy (1, 1) = −1/2
και το ανάπτυγµα Taylor ϑα είναι
x−1 y−1
f (x, y) = arctan(1) + − +
2 2
2 2
1 (x − 1) (y − 1)
+ − + ..
2! 2 2
5.11 Ασκήσεις για λύση 177
x2 y2
V (x, y) = +
(A + ay 2 ) (B + bx2 )
όπου A, B, a ≤ 1, b ≤ 1 ϑετικές σταθερές. Να προσεγγίσετε τη
συνάρτηση αυτή στην αρχή των συντεταγµένων µε τη συνάρτηση
1 2 2
Φ= (ω x + ω22 y 2 ) − ǫx2 y 2
2 1
και να υπολογίσετε τις τιµές των ω1 , ω2 και ǫ.
2 2
5.17 : Να αναπτυχθεί η συνάρτηση f (x, y) = ex +ay +c , όπου a και c
είναι ϑετικές σταθερές σε σειρά Mac-Laurin. Να συµπεριληφθούν όροι
µέχρι τέταρτης τάξης ως προς x και y.
5.18 : Να αναπτυχθεί η συνάρτηση f (x, y) = tan−1 (y/x) σε σειρά
Taylor, στην περιοχή του σηµείου M (1, 1). Να συµπεριληφθούν όροι
µέχρι και δεύτερης τάξης ως προς x και y.
5.19 : ΄Ενα ϕυσικό ϕαινόµενο περιγράφεται από τη συνάρτηση
ln(A + x2 + y 2 )
P (x, y) =
(B + xy)1/3
όπου A ≥ 1, B ≥ 1. Είναι δυνατόν να ϐρεθεί πολυώνυµο που να περι-
γράφει το ϕαινόµενο κοντά στην αρχή των συντεταγµένων και να περιέχει
όρους µέχρι και έκτης τάξης ως προς τα x και y;
5.20 : Να ϐρεθούν η πρώτη και η δεύτερη παράγωγος της πλεγµένης
συνάρτησης y = y(x) που ορίζεται από τη σχέση F (x, y) = 1 + xy −
ln(exy − e−xy ) = 0.
5.21 : Βρείτε την πρώτη και την δεύτερη παράγωγο της πεπλεγµένης
συνάρτησης z = f (x, y) που ορίζεται από τη σχέση x + y + z = ez .
5.22 : Να ϐρεθεί η πρώτη και δεύτερη παράγωγος των πεπλεγµένων
συναρτήσεων y = y(x) που ορίζονται από τις σχέσεις :
5.12 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις µε το M athematica 179
∞
X f (n) (a)
(x − a)n ,
n!
n=0
x3 x5 x7
x− + − + 0 [x ]9
3 5 7
Η εντολή Normal µετατρέπει το αποτέλεσµα σε κανονική πολυωνυµική
έκφραση, αφαιρώντας τον τελευταίο µηδενικό όρο.
s = Normal[t]
x3 x5 x7
x− + −
3 5 7
Η έκφραση που προκύπτει µπορεί να χρησιµοποιηθεί από οποιαδήποτε
άλλη εντολή, π.χ. από την Factor, η οποία την παραγοντοποιεί.
182 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
Factor[s]
1 2
− x (−315 + 210x 2 − 161x 4 + 132x 6 )
315
x2 fx + y 2 fy + z 2 fz = 0.
Clear[x, y, z, u, v, w, f]
h i
f (1 ,0 ,0 ) − 1x + 1y , 1x − 1y , 1y − 1z
+
x2
h i
f (0 ,0 ,1 ) − 1x + 1y , 1x − 1y , 1y − 1z
y 2 − +
y2
h i
f (0 ,1 ,0 ) − 1x + 1y , 1x − 1y , 1y − 1z
−
y2
h i
f (1 ,0 ,0 ) − 1x + 1y , 1x − 1y , 1y − 1z
y2
Simplify[%]
Clear[x, y, z, u, v]
4z (1 ,1 ) [x − y, x + y]
1 u+v
%/. y → (−u + v), x →
2 2
u −v u +v 1 u +v
4z (1 ,1 ) [ + , (−u + v ) + ]
2 2 2 2
Simplify[%]
4z (1 ,1 ) [u, v ]
184 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
Clear[x, y, u, f]
Clear[x, y, f, u, v, a]
Fullsimplify[%]
5.12 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις µε το M athematica 185
f (0 ,2 ) [u, v ] + f (2 ,0 ) [u, v ]
Clear[f, g, x, y, z]
D[z[x, y], x] ∗ Tan[x] + D[z[x, y], {x, 2}] − D[z[x, y], {y, 2}] ∗ Cos[x]b2
FullSimplify[%]
0
186 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
Clear[x, y, f]
Clear[x, y, f]
+0 [x − 1 ]4
Normal[%]
1 1 y2
−1 − (−1 + x )2 + (−1 + x )3 + x −
2 3 2
5.12 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις µε το M athematica 187
(α)
Clear[f, x, y]
f[x_, y_] := Sin[x ∗ y]
Series[f[x, y], {x, 1, 2}, {y, π/2, 2}]
1 π 2 π 3
1 − (y − ) + 0 [y − ] +
2 2 2
1 π π 2 π 3
− π(y − ) − (y − ) + 0 [y − ] (x − 1 )+
2 2 2 2
2
π 1 π 1 π2 π
− − π(y − ) + −1 + (y − )2 +
8 2 2 2 8 2
π
0 [y − ]3 (x − 1 )2 + 0 [x − 1 ]3
2
Normal[%]
1 2 2 1 1 2 π
1 − π (−1 + x ) + − π(−1 + x ) − π(−1 + x ) − +y
8 2 2 2
1 1 π2 π
+ + −1 + (−1 + x )2 − x (− + y)2
2 2 8 2
(ϐ)
Clear[f, x, y]
f[x_, y_] := Tan[x ∗ y]
Series[f[x, y], {x, 0, 5}, {y, 0, 5}]
3 5
6 y 6 3 2y
(y + 0 [y] )x + + 0 [y] x + + 0 [y] x 5 + 0 [x ]6
6
3 15
Normal[%]
x 3 y3 2x 5 y 5
xy + +
3 15
188 Σύνθετες και πλεγµένες συναρτήσεις
1.5
1.5 1 1.25 1
1 1
0.5 0.75 0.5
0.5
-1 0 -1 0
-0.5 -0.5 -0.5
0 -0.5 0
0.5 0.5
1-1 1-1
Σχήµα 5.2. Το γράφηµα της συνάρτησης cos x/ cos y και η προσέγγισή της κοντά στο
(0,0).
Clear[f, x, y, g, p1 , p2 ]
DisplayFunction → Identity];
DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{p1, p2 }}]];
Σχήµα 6.1. Γραφική παράσταση του διανυσµατικού πεδίου της ταχύτητας του ανέµου.
y y
x x
Σχήµα 6.2. ∆ιανυσµατικά πεδία ταχυτήτων για (α) ευθύγραµµη και (ϐ) γιά κυκλική ϱοή
όπου f 0 = f01 êx + f02 êy + f03 êz Αυτό σηµαίνει ότι για κάθε αριθµό
ǫ > 0 υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε, όταν
|x − x0 | < δ
να ισχύει
|f (x) − f 0 | < ε.
Θα λέµε ότι µία διανυσµατική συνάρτηση f : D → E όπου D ⊆ Rn και
E ⊆ Rm , f = (f1 , f2 , ..., fm ) είναι συνεχές στο σηµείο x0 όταν κάθε
ένα από τα αριθµητικά πεδία f1 , f2 , ..., fm είναι συνεχή στο x0 .
Η παράγωγος της συνάρτησης f (t) = (f1 , f2 , ..., fm ) είναι
m
X dfi
df
= êi .
dt dt
i=1
∂f
= 2yêx + xêy
∂x
και
∂2f
= êy .
∂x∂y
Παράδειγµα 6.3 Να ϐρεθεί το διαφορικό της διανυσµατικής
συνάρτησης
f (x, y) = (x2 + y 2 )êx + xyêy .
Ô
P(x0,y0,z0)
Q(x,y,z)
y
P´(x0,y0,0) C
Q´(x,y,0)
x
f (x + n0 h) − f (x)
Dn0 f (x) = lim (6.1)
h→0 h
Η Dn0 f ονοµάζεται παράγωγος της f στο σηµείο x0 αλλά και κατά την
κατεύθυνση n0 . Θα δείξουµε στη συνέχεια ότι
6.4 ∆ιαφορικοί τελεστές 193
∂f ∂f ∂f
Dn0 f = cos α + cos β + cos γ (6.2)
∂x ∂y ∂z
αν το n0 = (cos α, cos β, cos γ), όπου τα cos α, cos β, και cos γ είναι τα
συνηµίτονα κατευθύνσεως που συναντήσαµε και στην παράγραφο 1.3.
Απόδειξη : Με ϐάση τον ορισµό (6.1) έχουµε ότι
d
Dn0 (x0 ) = [f (x0 + h cos α, y0 + h cos β, z0 + h cos γ)]
dh h→0
∂f ∂(x0 + h cos α) ∂f ∂(y0 + h cos β)
= + ...
∂x 0 ∂h ∂y 0 ∂h
∂f ∂f ∂f
= cos α + cos β + cos γ
∂x 0 ∂y 0 ∂z 0
Είναι ϕανερό ότι, αν το n0 = êx
∂f
Dex f (x0 ) = ,
∂x 0
∂f ∂f ∂f
df = dx + dy + dz = 0
∂x ∂y ∂z
ή
∂f ∂f ∂f
êx + êy + êz (dxêx + dyêy + dzêz ) = ∇f · dr = 0
∂x ∂y ∂z
που σηµαίνει ότι ∇f ⊥dr και εποµένως η κλίση είναι κάθετη στην
επιφάνεια όπως ϕαίνεται στο Σχ. 6.4 που ακολουθεί (ακριβέστερα στο
εφαπτόµενο επίπεδο της επιφάνειας).
z
F(x0,y0,z0)
Åöáðôüìåíï
åðßðåäï
r´(r0)
P
y
C
x
Σχήµα 6.4. Το διάνυσµα ∇f είναι κάθετο στο εφαπτόµενο επίπεδο στο σηµείο M0
6.4 ∆ιαφορικοί τελεστές 195
f (x + h) − f (x) = f (x + h1 , y + h2 ) − f (x, y)
= [(x + h1 )2 + (y + h2 )2 ] − (x2 + y 2 )
= [2 × h1 + 2yh2 ] + [h1 2 + h2 2 ]
= [2xêx + 2yêy ] · h + |h|2
΄Αρα
Dn0 f = (∇f ) · n0
και
∂f ∂f
∇f = êx + êy , n0 = n1 êx + n2 êy ,
∂x ∂y
τότε
∂f ∂f
(∇f )M0 = êx + êy = 12êx − 9êy
∂x M0 ∂y M0
∂U2
ρ0 U2 (x, y, z) + ∆y ∆x∆z − ρ0 U2 (x, y, z)∆x∆y∆z
∂y
∂U2
= ρ0 ∆V
∂y
Εαν επαναλάβουµε την ίδια ανάλυση και προς τις άλλες δύο διευθύνσεις
ϑα έχουµε
∂U1 ∂U3
ρ0 ∆V και ρ0 ∆V.
∂x ∂z
Η συνολική µεταβολή ϑα είναι ίση µε
∂U1 ∂U2 ∂U3
ρ0 + + ∆V = ρ0 ∇ · U ∆V.
∂x ∂y ∂z
Αν η απόκλιση της ταχύτητας είναι µηδέν ∇ · U = 0 τότε το ϱευστό εί-
ναι ασυµπίεστο γιατί δεν παρατηρείται κατα µήκος της ϱοής του καµία
µεταβολή της ολικής µάζας που διέρχεται από το στοιχειώδη όγκο. Αντί-
ϑετα αν ∇ · U > 0 ή ∇ · U < 0 τότε το κατα µήκος του ϱεστού υπάρχουν
πηγές ή απώλειες µάζας.
Θα επιχειρήσουµε στη συνέχεια µια ακόµα προσέγγιση του ιδίου
προβλήµατος. Αν υποθέσουµε ότι ο στοιχειώδης όγκος κινείται το ϱευστό
και µεταβάλλεται ακολουθώντας τις γραµµές ϱοής. Θεωρούµε ότι το δι-
ανυσµατικό πεδίο που περιγράφει η f είναι η ταχύτητα ενός ϱευστού,
δηλαδή U (x, y, z) = U1 (x, y, z)êx +U2 (x, y, z)êy +U3 (x, y, z)êz . Η ολική
µεταβολή του όγκου του ϑα είναι
dV d∆x d∆y d∆z
= ∆y∆z + ∆x∆z + ∆y∆x.
dt dt dt dt
198 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις και γεωµετρικές εφαρµογές
d(∆V ) ∂U1 (x, y, z) ∂U2 (x, y, z) ∂U3 (x, y, z)
= + + ∆V
dt ∂x ∂y ∂z
= (∇ · U )∆V.
Αν η απόκλιση της ταχύτητας είναι µηδέν ∇ · U = 0 τότε ο στοιχειώδης
όγκος ∆V παραµένει σταθερός όταν κινείται µε το ϱευστό. Το διανυσ-
µατικό πεδίο λέγεται ασυµπίεστο αν η απόκλισή της ταχύτητάς του
είναι ίση µε µηδέν.
Αν υποθέσουµε, ότι το σύστηµα αναφοράς κινείται µε το ϱευστό, η ολική
µεταβολή της αριθµητικής συνάρτησης R(x(t), y(t), z(t), t) ϑα είναι
dR ∂R ∂R dx ∂R dy ∂R dz ∂R
= + · + · + · = + U · ∇R.
dt ∂t ∂x dt ∂y dt ∂z dt ∂t
Η παράγωγος αυτή είναι γνωστή και ώς ‘µεταφορική παράγωγος’.
6.4.3 Στροφή
ω = ωêz ,
το οποίο για ω=σταθερό περιγράφει το πεδίο ταχυτήτων ενός ϱευστού
που εκτελεί περιστροφική κίνηση ως στερεό (ϐλέπε Σχ. 6.6).
Σχήµα 6.6. Ο δίσκος περιστέφεται γύρω από τον άξονα z µε γωνιακή ταχύτητα
ω
.
Απόδειξη : Είναι
∂ ∂ ∂
∇ · (f A) = êx + êy + ez · (f A)
∂x ∂y ∂z
∂(f Ax ) ∂(f Ay ) ∂(f Az )
= + +
∂x ∂y ∂z
∂Ax ∂Ay ∂Az ∂f ∂f ∂f
=f + + + Ax + +
∂x ∂y ∂z ∂x ∂y ∂z
= f ∇ · A + A · ∇f
∇ · (f r) = r · ∇f + f ∇ · r
ή
GM GM
∇·F =r·∇ − 3 + − 3 ∇·r
r r
3GM 3GM
= 3
− = 0.
r r3
Στο ίδιο ακριβώς συµπέρασµα καταλήγουµε και για το ηλεκτροστατικό
πεδίο δυνάµεων µεταξύ των ετερονύµων ϕορτίων q1 , q2
q1 q2
F =− r.
r3
Μερικές ιδιότητες της στροφής είναι ιδιαίτερα χρήσιµες στη ϕυσική. Η
απόδειξή τους µπορεί να αποτελέσει µια καλή άσκηση για τους αναγνώ-
στες.
Ι∆ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ
1. ∇ × (∇f ) = 0
2. ∇ · (∇ × A) = 0
3. ∇ × (A × B) = A(∇ · B) − B(∇ · A) + (B · ∇)A − (A · ∇)B
4. ∇ × (∇ × A) = ∇(∇ · A) − ∇2 A
τότε το (∇f )M0 είναι ένα διάνυσµα κάθετο στο εφαπτόµενο επίπεδο στο
σηµείο M0 (x0 , y0 , z0 ). Με αφετηρία αυτήν την πληροφορία, µπορούµε
να ορίσουµε την εξίσωση του εφαπτόµενου επιπέδου από τη σχέση
(r − r 0 ) · ∇f = 0,
z
f |M=M0 r-r0
f(x,y,z)=0
M0
C
r r0
R-r0
R Åöáðôüìåíï
0 åðßðåäï
y
x
Σχήµα 6.7. Εφαπτόµενο επίπεδο και κάθετη ευθεία σε επιφάνεια.
(r − r 0 ) × ∇f = 0, (6.9)
M0 P
u T
C r0
R
M
r
0
y
x
Σχήµα 6.8. Επίπεδο κάθετο στη καµπύλη C και η εφαπτοµένη T στη καµπύλη
204 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις και γεωµετρικές εφαρµογές
Αν
R = f (t)êx + g(t)êy + h(t)êz
είναι το διάνυσµα
ϑέσης τυχόντος σηµείου της καµπύλης, τότε το διάνυσ-
µα T 0 = dR
dt M0 είναι εφαπτόµενο της καµπύλης στο M0 . Αν r και r 0
είναι τα διανύσµατα ϑέσης των σηµείων M (x, y, z) και M0 (x0 , y0 , z0 ),
(ϐλέπε Σχ. 6.8) αντίστοιχα, τότε το διάνυσµα της εφαπτοµένης ∆r =
r − r 0 είναι συγγραµµικό µε το T 0 .
΄Αρα έχουµε
(r − r 0 ) × T 0 = 0,
(r − r 0 ) · T 0 = 0
ή
(x − x0 )f ′ (t) + (y − y0 )g′ (t) + (z − z0 )h′ (t) = 0.
Æ
Ç
B
Ä
Å T
È
M0
Ã
F(x,y,z)=0 G(x,y,z)=0
A
Σχήµα 6.9. Η εφαπτοµένη και το κάθετο επίπεδο στη καµπύλη που σχηµατίζεται από
τη τοµή των δύο επιπέδων
(x − x0 ) (y − y0 ) (z − z0 )
h i =h i =h i
D(F,G) D(F,G) D(F,G)
D(y,z) M D(x,z) M D(x,y) M
0 0 0
D(F, G) D(F, G)
(x − x0 ) + (y − y0 )
D(y, z) M0 D(x, z) M0
D(F, G)
+ (z − z0 ) = 0. (6.11)
D(x, y) M0
D(F, G) 2
√ D(F, G)
= −4ρ 2, = 0,
D(y, z) M0 D(z, x) M0
D(F, G)
= 4ρ2 ,
D(x, y) M0
√
√y = ρ, x + z 2 = 3ρ, ενώ η εξίσωση
Οι εξισώσεις της εφαπτοµένης είναι
του κάθετου επιπέδου είναι z = x 2.
∂T ∂T
∇T (x, y) = êx + êy = (ex cos y − ey sin x)êx
∂x ∂y
+ (ey cos x − ex sin y)êy .
d[f (r(t))]
.
dt
Από τον κανόνα σύνθετης παραγώγισης προκύπτει
d[f (r(t))] ∂f dx ∂f dy ∂f dz dr(t)
= + + = ∇f · ( ).
dt ∂x dt ∂y dt ∂z dt dt
Για τη συγκεκριµένη περίπτωση ισχύει
∇f = x2 êx + y 2 êy .
Επειδή
dr(t)
= −a sin têx + b cos têy
dt
έχουµε ότι,
d[f (r(t))]
= sin t cos t(b3 sin t − a3 cos t).
dt
210 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις και γεωµετρικές εφαρµογές
Απάντηση : ΄Εχουµε
∂f √ y ∂f x √
= y − 1/2 + 2x, = 1/2 − x + 1.
∂x 2x ∂y 2y
Ολοκληρώνοντας την ∂f /∂x ως προς x παίρνουµε
√ √
f (x, y) = x y − xy + x2 + φ(y)
∂f x √ dφ(y)
= 1/2 − x + .
∂y 2y dy
Οι δύο εξισώσεις για την ∂f /∂y µπορούν να ταυτιστούν µόνο αν
dφ(y)
dy = 1 δηλαδή φ(y) = y + c. Αυτό σηµαίνει ότι
άρα
1 2x0 2 2y0 2 2z0 2
Dnf = (∇f ) · n0 |n| = − 2 − 2 − 2
r a b c
2f (M0 )
=− .
r
6.6 Λυµένες ασκήσεις 211
(α) ∇ · (A × B) = B · (∇ × A) − A · (∇ × B)
(β) ∇2 (∇ · A) = ∇ · (∇2 A)
∂ ∂
∇ · (A × B) = (Ay Bz − Az By ) + (Az Bx − Ax Bz )+
∂x ∂y
∂ ∂Ay ∂Az ∂Az ∂Ax
(Ax By − Ay Bx ) = Bx − + By − +
∂z ∂z ∂y ∂x ∂z
∂Ax ∂Ay ∂By ∂Bz ∂Bz ∂Bx
Bz − − Ax − − Ay − −
∂y ∂x ∂z ∂y ∂x ∂z
∂Bx ∂By
Az − = B · (∇ × A) − A · (∇ × B).
∂y ∂x
∇ × (∇ × A) = ∇(∇ · A) − ∇2 A
0 = −∇ · (∇2 A) + ∇2 (∇ · A)
∇ · (∇2 A) = ∇2 (∇ · A)
6.12 Βρείτε τις εξισώσεις του εφαπτοµένου επιπέδου και της κά-
ϑετης ευθείας στο παραβολοειδές z = x2 +y 2 στο σηµείο M (1, 1, 2).
Απάντηση : Από την εξίσωση του παραβολοειδούς F = x2 + y 2 − z = 0
έχουµε
∂F ∂F ∂F
= 2, = 2, = −1.
∂x M0 ∂y M0 ∂z M0
Οι Ϲητούµενες εξισώσεις είναι
z − 2 = 2(x − 1) + 2(y − 1) = 2(x + y − 2)
και
x−1 y−1
z−2=− =− .
2 2
6.13 Βρείτε τις εξισώσεις της εφαπτοµένης ευθείας και του κα-
ϑέτου επιπέδου της κυκλικής έλικας
x = a cos θ, y = a sin θ, z = bθ, γιά θ = 2π.
i)f1 = 3x + y + z 2 , ii)f2 = 2x + y 3 + z 4
iii)f3 = xy + yz + 3xz, iv)f4 = x3 + y 3 + z 3 − 3xz
pPn
6.3 : Βρείτε την κλίση του αριθµητικού πεδίου f (x) = 2
i=1 xi ,
όπου x1 , x2 , . . . , xn είναι οι συνιστώσες του διανύσµατος x ως προς τη
ϐάση êi , i = 1, 2, . . . , n του Rn .
6.4 : Βρείτε την παράγωγο της συνάρτησης f (x, y) = x3 y 4 στο σηµείο
(6, −1) κατά τη διεύθυνση του διανύσµατος v = 2êx + 5êy .
6.5 : ∆είξτε ότι, ∇ · (∇ × v) = 0, αν το v έχει συνεχείς παραγώγους
δεύτερης τάξης.
6.8 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις µε το M athematica 215
Clear[f, x, y, z]
f[x_, y_, z_] = {xb2 + y, yb2 + z, zb2 + x}
{x 2 + y, y 2 + z , z 2 + x }
2. Χρησιµοποιώντας τις διανυσµατικές µονάδες :
Clear[f, x, y, z, i, j, k]
ex = {1, 0, 0};
^
ey = {0, 1, 0};
^
ez = {0, 0, 1};
^
f[x_, y_, z_] = (xb2 + y)i + (yb2 + z)j + (zb2 + x)k
{x 2 + y, y 2 + z , z 2 + x }
216 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις και γεωµετρικές εφαρµογές
∂f ∂f ∂f
∇f (x, y, z) = êx + êy + êz
∂x ∂y ∂z
υπολογίζεται µε την εντολή Grad, η οποία περιέχεται στο πακέτο
του Mathematica, Calculus′ V ectorAnalysis′ . Απαραίτητη προϋπόθεση
αποτελεί ϐέβαια, η ϕόρτωση του πακέτου και ο καθορισµός του συστή-
µατος συντεταγµένων πριν από την εκτέλεση της εντολής.
<< Calculus′VectorAnalysis′
SetCoordinates[Cartesian];
Clear[f, x, y, z]
f[x_, y_, z_] := xb2 + yb2 + Sin[x ∗ y] + z
Grad[f[x, y, z]]
{2x + yCos[xy], 2y + xCos[xy], 1 }
<< Calculus′VectorAnalysis′
SetCoordinates[Cartesian];
Clear[f, x, y, z]
Div[f[x, y, z]]
1 + 2y + 3z 2
<< Calculus′VectorAnalysis′
SetCoordinates[Cartesian];
Clear[f, x, y, z]
Curl[f[x, y, z]]
{0 , 0 , −1 + 2x }
Ο τελεστής Laplace
<< Calculus′VectorAnalysis′
Clear[f1 , f2 , x, y, z]
Laplacian[f1[x, y, z]]
{0 , 4 , 6z }
Laplacian[f2[x, y, z]]
4 − x 2 Cos[xy] − y 2 Cos[xy]
1. Να δειχθεί ότι :
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
SetCoordinates[Cartesian[x, y, z]];
Simplify[pr1 == pr2]
True
(α)
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
220 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις και γεωµετρικές εφαρµογές
SetCoordinates[Cartesian[x, y, z]];
Clear[f, x, y, z, l, m, n]
4 ∗ x + n ∗ y + 2 ∗ z};
Curl[f[x, y, z]]
{1 + n, −4 + l, −2 + m}
{{l → 4 , n → −1 , m → 2 }}
(ϐ)
−2x 2 z 4 + 16xyz 4
3. Θεωρούµε τη συνάρτηση
(α)
<< LinearAlgebra‘Orthogonalization‘
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
a = {2, 1, 2};
newa = Normalize[a]
2 1 2
, ,
3 3 3
f[x_, y_, z_] := Exp[x] + Exp[−2 ∗ y] + Exp[−z]
{E x , −2E −2y , −E −z }
2E x 2E −2y 2E −z
− −
3 3 3
ap[1, 0, 0]
4 2E
− +
3 3
(ϐ)
b = f1 [1, 0, 1]
1
E , −2 , −
E
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
SetCoordinates[Cartesian[x, y, z]];
Clear[f, g, f1 , g1 , a, b]
222 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις και γεωµετρικές εφαρµογές
{2x , 2y, 2z }
{2x , 2y, −1 }
a = f1 [2, −1, 2]
{4 , −2 , 4 }
b = g1 [2, −1, 2]
{4 , −2 , −1 }
Clear[norm]
norm[v_] = N[Sqrt[v.v]]
√
v ·v
x = a(sint + cost)
y = a(sint − cost)
z = be−t
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
SetCoordinates[Cartesian[x, y, z]];
6.8 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις µε το M athematica 223
Clear[x, a, y, z, b, r, r1 , r2 , t, l]
z[t_] := b ∗ Exp[−t]
r2 = r + l ∗ r1
r2 /.l → 1
Simplify[%]
{2aCos[t], 2aSin[t], 0 }
F = xyz(ex ex + ey ey + ez ez )
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
Clear[f, x, y, z]
SetCoordinates[Cartesian[x, y, z]];
x ∗ y ∗ z ∗ Exp[z]};
224 ∆ιανυσµατικές συναρτήσεις και γεωµετρικές εφαρµογές
Div[f[x, y, z]]
Curl[f[x, y, z]]
{−E y xy + E z xz , E x xy − E z yz , −E x xz + E y yz }
αλλά κάθε λύση του συστήµατος δεν είναι και ακρότατο της συνάρτησης
f στο σηµείο M0 . ΄Ενας άλλος τρόπος παρουσίασης των εξισωσεων (7.1)
είναι (∇f )0 = 0.
Τα σηµεία µιας επιφάνειας z = f (x, y) που άποτελούν λύση του συστή-
µατος των εξ. (7.2) λέγονται κρίσιµα σηµεία ή σηµεία στάσεως. ΄Αρα τα
ακρότατα µιας συνάρτησης f (x, y) είναι κρίσιµα σηµεία της επιφάνειας
z = f (x, y).
Μπορούµε να γενικευσουµε όλα τα παραπάνω και σε περισσότερες συν-
τεταγµένες. ΄Ετσι η συνθήκη (7.2) παίρνει τη µορφή
7.2 Ικανή συνθήκη για ακρότατες τιµές 227
2
1 10
0
-1 5
-2
-10 0
-5
0 -5
5
10 -10
Σχήµα 7.1. Η επιφάνεια z = sin x + sin y παρουσιάζει πολλά ακρότατα σηµεία στο
διαστηµα [−10 < x < 10, −10 < y < 10].
∂f ∂f ∂f
=0 = 0 και = 0. (7.3)
∂x 0 ∂y 0 ∂z 0
Η συνθήκη
∂f ∂f
= = 0,
∂x 0 ∂y 0
αν ισχύει στο σηµείο M0 του πεδίου ορισµού της συνάρτησης f (x, y),
εξασφαλίζει ότι η συνάρτηση ϑα έχει ένα τουλάχιστο κρίσιµο σηµείο,
αλλά δεν καθορίζει το είδος του δηλαδή, αν είναι µέγιστο, ελάχιστο ή
σαγµατικό. Είναι ϕανερό ότι, για να καθορίσουµε το είδος του κρισίµου
σηµείου στο M0 χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση.
Αναπτύσσοντας τη συνάρτηση f (x, y) σε σειρά Taylor στη γειτονιά του
(x0 , y0 ) έχουµε
1
Εξάλλου η αρχαιοελληνική λέξη σάγµα σηµαίνει σαµάρι.
228 Μέγιστα και Ελάχιστα
5
1
0
-5 0.5
-10
-1 0
-0.5
0 -0.5
0.5
1 -1
∂f ∂f
f (x0 + h, y0 + k) = f (x0 , y0 ) + h+ k+
∂x 0 ∂y 0
1 ∂f ∂f 2
+ h +k f (x0 , y0 ) + Q3
2! ∂x ∂y
όπου το Q3 συµβολίζει όρους ανώτερης τάξης. Το Q3 είναι αµελητέα αν
τα h, k << 1, γιατί είναι άθροισµα πολυώνυµων τρίτης ή ανώτερης τάξης.
Είναι ϕανερό ότι, για να καθορίσουµε τη ϕύση του κρίσιµου σηµείου,
αρκεί να προσδιορίσουµε το πρόσηµο της διαφοράς
fx = 3x2 − 9y = 0
fy = 3y 2 − 9x = 0
ϐρίσκουµε ότι τα κρίσιµα σηµεία είναι P1 (0, 0) και P2 (3, 3). Υπολογί-
Ϲουµε το fxx = 6x και
2
∆ = fxy − fxx fyy = (−9)2 − (6x)(6y).
-0.4
-0.2 2.6
2.8
3 00.2 33.2
0.4 -20 3.4
2
-22
1
0 -24
-1
-26
-0.4 -0.2 0 0.2 0.4 2.6 2.8 3 3.2 3.4
Σχήµα 7.3. Η επιφάνεια f (x, y) = x3 + y 3 − 9xy + 1 έχει (α) σαγµατικό σηµείο στην
αρχή των αξόνων και (ϐ) ελάχιστο στο σηµείο (3,3) .
0.6
0.8 -1.4
-1.2
3 11.2 3 -1
-0.8
1.4 -0.6
2 2
1 1
0 0
-1 -1
0.6 0.8 1 1.2 1.4 -1.4 -1.2 -1 -0.8 -0.6
x3 − y = 0 y3 − x = 0
τοπικό ελάχιστο, και ∆(−1, −1) = −12 < 0 και f xx(−1, −1) = 12 > 0,
οπότε η τιµή f (−1, −1) = −1 είναι επίσης ένα τοπικό ελάχιστο.
fxx fxy
∆2 =
fxy fyy
και έχουµε
1. ∆1 (x0 , y0 , z0 ) > 0, ∆2 (x0 , y0 , z0 ) > 0, A > 0, τότε η f (x0 , y0 .z0 )
παρουσιάζει στο σηµείο M0 τοπικό ελάχιστο το f (x0 , y0 , z0 ).
2. ∆1 (x0 , y0 , z0 ) < 0, ∆2 (x0 , y0 , z0 ) > 0, A < 0 τότε η f (x0 , y0 .z0 )
παρουσιάζει στο σηµείο M0 τοπικό µέγιστο το f (x0 , y0 , z0 ).
3. Αν όλες οι παραστάσεις A, ∆1 , ∆2 είναι διάφορες του µηδενός και δεν
ισχύουν οι προηγούµενες συνθήκες τότε η f (x, y, z) δεν παρουσιάζει
ακρότατο.
4. Αν ∆1 ή ∆2 είναι µηδέν προσπαθούµε να ϐγάλουµε συµπέρασ-
µα κάνοντας εκτίµηση άµεσα του προσήµου της διαφοράς ∆f =
f (x, y, z) − f (x0 .y0 , z0 ).
Παράδειγµα 7.3 Να υπολογισθούν τα τοπικά ακρότατα της
συνάρτησης
f (x, y) = x2 + y 2 + z 2 − 2x − 1
2 0
∆2 = =4>0
2 0
ενω το
7.4 Ακρότατα πλεγµένων συναρτήσεων 233
2 0 0
∆1 = 0 2 0 = 8 > 0.
0 0 2
ϐρίσκεται στο εσωτερικό του πεδίου ορισµού της συνάρτησης z(x, y) τότε
η µελέτη του χαρακτήρα (µέγιστο ή ελάχιστο) των άκρων τιµών στηρίζεται
στις ακόλουθες σχέσεισ:
• Αν
Fz (x0 , y0 , z0 )Fxx (x0 , y0 , z0 ) < 0
και το Fxx (x0 , y0 , z0 )Fyy (x0 , y0 , z0 ) − Fxy (x0 , y0 , z0 )2 < 0 τότε το
σηµείο (x0 , y0 ) είναι ϑέση τοπικου ελαχίστου που είναι το z(x0 , y0 ) =
z0 .
• Αν
Fz (x0 , y0 , z0 )Fxx (x0 , y0 , z0 ) > 0
και το Fxx (x0 , y0 , z0 )Fyy (x0 , y0 , z0 ) − Fxy (x0 , y0 , z0 )2 < 0 τότε το
σηµείο (x0 , y0 ) είναι ϑέση τοπικου µεγίστου που είναι το z(x0 , y0 ) =
z0 .
• Αν
Fxx (x0 , y0 , z0 )Fyy (x0 , y0 , z0 ) − Fxy (x0 , y0 , z0 )2 = 0
δεν ϐγάζουµε συµπέρασµα µε τη µέθοδο αυτή.
∂F ∂f ∂φ
=0= +λ (7.6)
∂x ∂x ∂x
∂F ∂f ∂φ
=0= +λ (7.7)
∂y ∂y ∂y
και
∂F
= 0 = φ(x, y) (7.8)
∂λ
Οι εξισώσεις (7.5) - (7.7) µπορούν επίσης να γραφούν µε τη µορφή
∇f + λ∇ϕ = 0.
φ(x, y, z) = 0
7.5 Ακρότατα υπό συνθήκη 237
2a 2b 2c 8abc
V =√ √ √ = √
3 3 3 27
(ϐ). ΄Εστω P (x, y) τυχαίο σηµείο του επιπέδου xy. Το άθροισµα των
τετραγώνων των αποστάσεών του από τους άξονες συντεταγµένων και
τη δοσµένη ευθεία, είναι
2
|3x + 4y − 12| (3x + 4y − 12 )2
x2 + y 2 + √ = x2 + y2 + .
9 + 16 25
Το πρόβληµα λοιπόν, ανάγεται στο να ϐρεθούν τα x και y για τα οποία
η συνάρτηση
(3x + 4y − 12 )2
f (x, y) = x2 + y2 +
25
έχει ελάχιστο. Τελικά, οι συντεταγµένες του σηµείου που Ϲητάµε είναι
οι x = 18/25, y = 24/25.
∂f
= 2(x − 1) − 2(6 − x − 2y) = 4x + 4y − 14 = 0
∂x
∂f
= 2y − 4(6 − x − 2y) = 4x + 10y − 24 = 0
∂y
ϐρίσκουµε ότι το µόνο κρίσιµο σηµείο είναι το (11/6, 5/3). Επειδή fxx =
4, fxy = 4, fyy = 10, έχουµε ∆(x, y) = (fx y)2 − fxx fyy = −24 < 0 και
fxx > 0. Εποµένως έχει τοπικό ελάχιστο στο (11/6, 5/3). Το τοπικό
ελάχιστο είναι ταυτόχρονα και ολικό ελάχιστο γιατί η συνάρτηση f είναι
συνεχείς σε συµπαγές σύνολο. Αν x = 11/6 και y = 5/3, τότε
240 Μέγιστα και Ελάχιστα
q
d= (x − 1 )2 + y 2 +(6 − x − 2y )2
s 2 2 √
5 2 5 5 6
= + + =5 .
6 3 6 6
Η√µικρότερη απόσταση του (1,0,-2) από το επίπεδο x + 2y + z = 4 είναι
6
5 6 .
1 = 2yλ, (7.13)
x2 + y 2 = 1. (7.14)
Υπολογίζοντας την τιµή της f σ΄ αυτά τα τέσσερα σηµεία ϐρίσκουµε :
√
f (0, 1) = 1, f (0, −1) = −1, f ± 23 , 12 = 54 . Γι΄ αυτό η µέγιστη τιµή
της f στον κύκλο x2 + y 2 = 1 είναι
√ !
3 1 5
f ± , =
2 2 4
∂f
= 2y + 3x(1 − x2 − y 2 )1/2 = 0
∂x
∂f
= 2x + 3y(1 − x2 − y 2 )1/2 = 0
∂y
στο εσωτερικό του κύκλου x2 +y 2 = 1. Τα κρίσιµα σηµεία ϑα τα αναζητή-
σουµε µεταξύ των λύσεων του συστήµατος
2 1 0 -1 -2
5
-5
-2 -1 0 1 2
Οι αντίστοιχες τιµές για την f είναι f (P0 ) = −1, f (P1 ) − 23/27 και
f (P2 ) − 23/27. Πριν να ϐγάλουµε συµπεράσµατα για τα ολικά ακρότατα
πρέπει να ερευνήσουµε τη συµπεριφορά της συνάρτησης στο σύνορο της
περιοχής. Στο σύνορο έχουµε x2 + y 2 = 1 και απ΄ αυτό f (x, y) = 2xy.
Για να ψάξουµε για άκρες τιµές της f στο σύνορο µπορούµε να λύ-
σουµε ως προς y : y = ±(1 − x2 )1/2 και να ψάξουµε τα ακρότα-
τα της ±2x(1 − x2 )1/2 . Βρίσκουµε ότι τα ακρότατα είναι x2 = 1/2.
Μια κοµψότερη λύση είναι η εισαγωγή των παραµετρικών εξισώσεων
x = cos θ, y = sin θ για τη περιφέρεια του κύκλου (θ είναι η συνήθης
γωνία των πολικών συντεταγµένων). Τότε 2xy = 2 cos θ sin θ = sin 2θ και
µπορούµε να ελέγξουµε ότι οι τιµές κυµαίνονται στο διάστηµα
3π 7π π 5π
−1 σταθ. = ή και + 1 σταθ. = ή .
4 4 4 4
Τώρα έχουµε ϐρει τέσσερα επιπλέον σηµεία που πρέπει να ϑεωρηθούν
µαζί τα τρία πρώτα, όταν Ϲητήσουµε τις απολύτως µέγιστες και ελάχιστες
7.6 Λυµένες ασκήσεις 243
fx = 2x + λl + µl′ = 0 (7.17)
fy = 2y + λm + µm′ = 0 (7.18)
fz = 2z + λn + µn′ = 0 (7.19)
fλ = lx + my + nz − p = 0
και l′ x + m′ y + n′ z − p′ = 0.
Πολλαπλασιάζοντας τις εξισώσεις (7.16)-(7.18) επί x, y, z αντίστοιχα και
προσθέτοντας ϐρίσκουµε
2r 2 + λp + µp′ = 0.
2p + λ + µk = 0,
2p′ + λk + µ = 0.
Στη συνέχεια απαλείφουµε τα λ και µ από τις τρεις εξισώσεις και έχουµε
2
2r p p
2p l k = 0.
2p′ k l
2 2 2 x2 y2 z2
2(x + y + z ) + λ1 (lx + my + nz) + 2λ2 + + =0
α2 β 2 γ 2
που γράφεται και 2p2 + 2λ2 = 0 ή λ2 = −p2 . Από τις εξισώσεις (7.19)-
(7.20) υπολογίζουµε ότι
α2 l β2m γ2n
x = λ1 , y = λ1 , z = λ1
2(p2 − α2 ) 2(p2 − β 2 ) 2(p2 − γ 2 )
Αντικαθιστώντας στην εξίσωση lx + my + nz = 0 ϐρίσκουµε
α2 l2 β 2 m2 γ 2 n2
+ + =0
p2 − α2 p2 − β 2 p2 − γ 2
Λύνοντας την εξίσωση αυτή ϐρίσκουµε τα p1 και p2 .
7.3: Μια πραγµατική συνάρτηση z = f (x, y) ικανοποιεί τη σχέση
∂2z ∂2z
3 + 4 + 1 = 0.
∂x2 ∂y 2
Να αποδειχθεί ότι η f (x, y) δεν µπορεί να έχει τοπικό ελάχιστο.
Απόδειξη :
∂2f ∂2f ∂2f 1 ∂2f
3 2 +4 2 +1=0⇒ 2
= −1 − 3 2
∂x ∂y ∂y 4 ∂x
∂2f
Αντικαθιστώντας την ∂y2 στη σχέση
2
∂2f ∂2f ∂2f
∆= − <0
∂x∂y ∂x2 ∂y 2
προκύπτει
2 2
∂2f 3 ∂2f 1 ∂2f ∂2f
+ + < 0 ⇒ <0
∂x∂y 4 ∂x2 4 ∂x2 ∂x2
οπότε η f δεν µπορεί να έχει τοπικό ελάχιστο.
∂2F 4
A= 2
=− τ <0
∂α 3
και ∆ = −(7/9)τ 2 < 0. ΄Αρα η F έχει µέγιστο για α = β = γ = 2τ /3.
Συνεπώς
α β γ 2τ 3 1 1 1
· · ≤ = .
β+γ γ+α α+β 3 4τ 2 2 8
a2 − 2x2 − y 2 = 0,
fy (x, y, z) = a2 − 2y 2 − x2 = 0 ⇒
a2 = 2y 2 + x2 .
a2 3 a6
x2 y 2 z 2 ≤ ( ) = (7.23)
3 27
1
Θα δείξουµε τώρα ότι, 3(a1 a2 a3 ) 3 ≤ a1 + a2 + a3 . Επειδή ισχύει
a1 a2 a3
+ + = 1,
a1 + a2 + a3 a1 + a2 + a3 a1 + a2 + a3
αν
7.6 Λυµένες ασκήσεις 247
x2 a1 y2 a2 z2 a3
2
= , 2
= , 2
= .
a a1 + a2 + a3 a a1 + a2 + a3 a a1 + a2 + a3
Κάνοντας χρήση της σχέσης (7.22) έχουµε,
a1 a2 a3 1
· · ≤
a1 + a2 + a3 a1 + a2 + a3 a1 + a2 + a3 3
ή
1
3(a1 a2 a3 ) 3 ≤ a1 + a2 + a3 .
f (x, y, z) = x2 + y 2 + z 2 = 4.
x2 + y 2 + z 2 = 4 (7.27)
32 12 (−1)2
+ + =4
(1 − λ)2 (1 − λ)2 (1 − λ)2
άρα
√
2 11 11
(1 − λ) = ⇒λ=1± .
4 2
Αυτές οι τιµές του λ προσδιορίζουν τα κρίσιµα σηµεία :
6 2 2 6 2 2
√ , √ , −√ , −√ , −√ , √ .
11 11 11 11 11 11
Είναι εύκολο να δούµε ότι, η f έχει την ελάχιστη τιµή στο
πρώτο από αυτά
τα σηµεία. Συνεπώς το πλησιέστερο σηµείο είναι το √6 , √2 , − √2
11 11 11
και το πιο αποµακρυσµένο είναι το − √6 , − √2 , √2 .
11 11 11
1 = λ + 2xµ (7.28)
2 = −λ + 2yµ (7.29)
3=λ (7.30)
x−y+z =1 (7.31)
x2 + y 2 = 1 (7.32)
ex+y+z
f (x, y, z) =
(1 + ex )(ex + ey )(ey + ez )(1 + ez )
ex ex
fx = f − f − f.
1 + ex ex + ey
Επειδή f 6= 0, η fx µηδενίζεται µόνο όταν (1 + ex )(ex + ey ) = ex [(ex +
ey ) + 1 + ey ], δηλαδή e2x = ey ή y = 2x. Λόγω συµµετρίας, fz = 0 όταν
y = 2z , και ένας παρόµοιος υπολογισµός δίνει
ey ey
fy = f − f − f
ex + ey ey + ez
250 Μέγιστα και Ελάχιστα
y = 2x, y = 2z, 2y = x + z,
ενώ
−2 1 0
1 4
∆1 = 2 1 −2 1 = − 3
< 0.
64 (64)
0 1 −2
΄Αρα η f έχει σχετικό ελάχιστο στο (0,0,0).
7.11 : Μελετήστε τη ϕύση των κρίσιµων σηµείων της συνάρτησης
f (x, y) = 3x2 y − 9y 3 − x2 + 1.
Απάντηση : Τα κρίσιµα σηµεία προκύπτουν από τις λύσεις των εξ-
ισώσεων
50
2
0
1
-50
-2 0
-1
0 -1
1
2 -2
200
100 2
0
0
-2
0
-2
2
Fλ = g = x2 + y 2 − 25 = 0 (7.35)
Λύνοντας το σύστηµα των εξισώσεων (7.33) και (7.34) και παίρνοντας τις
λύσεις (i)x = y = 0, ενώ το λ παραµένει αυθαίρετο, (ii)y = −3x/4, λ =
8 και y = 4x/3, λ = −17. Προφανώς η λύση (i) πρέπει να απορριφθεί,
επειδή δεν ικανοποιεί τον περιορισµό (7.34). Οι λύσεις που αποµένουν,
όταν αντικατασταθούν στην (7.34), δίνουν τα ακόλουθα κρίσιµα σηµεία
το (±4, 3), που αντιστοιχεί σε λ = 8, και το (±3, ±4) που αντιστοιχεί σε
λ = −17. ΄Ετσι, για αυτό το πρόβληµα η τεχνική των πολλαπλασιαστών
Lagrange δίνει όλα τα πιθανά κρίσιµα σηµεία.
7.14: Υπολογίστε την ελάχιστη και τη µέγιστη απόσταση από την
αρχή των αξόνων της καµπύλης που δηµιουργείται από την τοµή
του παραβολοειδούς z = 74 − x2 − y 2 και του επιπέδου x + y + z = 2
Απάντηση : Είναι ευκολότερο να ϐρούµε τα ακρότατα του τετραγώνου
της απόστασης από την αρχή αντί της ίδιας της απόστασης. Γι΄ αυτό, ϑα
ελαχιστοποιήσουµε τη συνάρτηση f (x, y, z) = x2 +y 2 +z 2 που υπακούει
στους περιορισµούς
7
g(x, y, z) = z + x2 + y 2 − 4 = 0 h(x, y, z) = x + y + z − 2 = 0.
2(1 + λ1 )x + λ2 = 0 (7.36)
2(1 + λ1 )y + λ2 = 0 (7.37)
2z + λ1 + λ2 = 0 (7.38)
7
z= − x2 − y 2 (7.39)
4
x+y+z =2 (7.40)
∂f 1 ∂f 2x
= 2 + y, =− 3 +x
∂x y ∂y y
Εξισώνοντας αυτές τις παραγώγους µε µηδέν έχουµε
1 2
+ y = 0, x 1 − 3 = 0
y2 y
254 Μέγιστα και Ελάχιστα
2 3
1
2
0
0
1 1
30
∂2f ∂2f
= − sin x − sin(x + y), = − sin y − sin(x + y)
∂x2 ∂y 2
∂2f
= − sin(x + y).
∂x∂y
Στο ( π3 , π3 ) έχουµε
r
√ 3 √
A = − 3, B = − , Γ =− 3
2
άρα ∆ = B 2 − AΓ = 34 − 3 < 0. Επειδή A < 0 συµπεραίνουµε ότι, η
√
τιµή f ( π3 , π3 ) = 3 23 αποτελεί τοπικό µέγιστο.
7.17: Μεγιστοποιείστε την f (x, y, z) = xyz που υπακούει στον πε-
ϱιορισµό x3 + y 3 + z 3 = 1 µε x ≥ 0, y ≥ 0, z ≥ 0.
Απάντηση : Το σύνολο όλων των σηµείων (x, y, z) που ικανοποιούν τον
περιορισµό µπορεί να αποδειχθεί ότι είναι κλειστό και ϕραγµένο. Επειδή
η f είναι συνεχής, είµαστε ϐέβαιοι ότι, υπάρχει το Ϲητούµενο µέγιστο.
Κατα τα γνωστά ορίζουµε τη συνάρτηση g(x, y, z) = x3 + y 3 + z 3 − 1,
οπότε η συνθήκη γίνεται g(x, y, z) = 0 και αναζητούµε τις λύσεις του
συστήµατος
yz = 3λx2
xz = 3λy 2 ,
xy = 3λz 2 .
Πολλαπλασιάζοντας την πρώτη εξίσωση µε x, τη δεύτερη µε y , και
την τρίτη επί z , παίρνουµε xyz = 3λx3 , xyz = 3λy 3 , xyz = 3λz 3
256 Μέγιστα και Ελάχιστα
g(x, y, z) = x + y + z − 2π = 0.
fx = 2x + 2y = 0 ⇒ y = −x, fy = 2x + 4y − 6 = 0 ⇒ 2y = 6
΄Αρα το µοναδικό κρίσιµο σηµείο είναι το P (−3, 3). Ακόµα
1
f (x, y) = f (−3, 3) + [(x + 3)2 fxx (P ) + (y − 3)3 fyy (P )
2!
+ 2(x + 3)(y − 3)fxy (P )]
= (x + 3)2 + 2(x + 3)(y − 3) + 2(y − 3)2 − 9.
258 Μέγιστα και Ελάχιστα
fx = 4x3 = 0 ⇔ x = 0, fy = 4y 3 = 0 ⇔ y = 0
fx = 3y − 3x2 = 0 ⇔ y = x2 , fy = 3x − 3y 2 = 0 ⇔ x = y 2
f (x, y) = 2xy,
7.15: Από όλα τα τρίγωνα που είναι περιγεγραµµένα στον ίδιο κύκλο
ϐρείτε εκείνο µε το ελάχιστο εµβαδόν.
260 Μέγιστα και Ελάχιστα
7.16: Από όλα τα τρίγωνα µε περίµετρο 2p, ϐρείτε εκείνο που έχει το
µέγιστο εµβαδόν.
7.17: Από ένα σηµείο Mo (xo , yo , zo ) να ϕέρετε ένα επίπεδο, που να
σχηµατίζει τετράεδρο ελάχιστου όγκου µε τα επίπεδα των συντεταγµένων
ενός τρισορθογώνιου συστήµατος.
1. ∆ίνονται οι συναρτήσεις :
{{x → −3 , y → 3 }}
d[x, y]/.simia
{4 }
{2 }
True
f[−3, 3]
−9
Clear[g, x, y]
g[x_, y_] = Normal[Series[f [x, y], {x, −3, 3}, {y, 3, 3}]]
(ϐ)
{{x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 },
{x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }, {x → 0, y → 0},
{x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }}
262 Μέγιστα και Ελάχιστα
144x 2 y 2
d[x, y]/.simia
{0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 }
{0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 }
(γ)
f[x_, y_] := y4 − x4
{{x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 },
{x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }, {x → 0, y → 0},
{x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }, {x → 0 , y → 0 }}
−144x 2 y 2
7.8 Λυµένες Ασκήσεις µε το M athematica 263
d[x, y]/.simia
{0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 }
{0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 , 0 }
(δ)
Needs[”Miscellaneous′RealOnly′”]
{{x → 0 , y → 0 }, {x → 1 , y → 1 }
−9 + 36xy
d[x, y]/.simia
{0 , −6 , NonReal, NonReal}
d[0, 0] < 0
True
f[0, 0]
Clear[g1 , x, y]
3xy
True
f[1, 1]
Clear[g2 , x, y]
d[x, y]/.simia
{6 }
{2 }
True
f[−1/3, 1/3]
1
−
6
Στο τρίγωνο ΟΑΒ :
Clear[f1 , f2 , f3 , t, s, g, h]
Πλευρά ΟΑ
x2
266 Μέγιστα και Ελάχιστα
f[0, 0]
Πλευρά ΟΒ
True
f[0, 1/5]
1
−
10
Το σηµείο (0, 1/5) είναι σηµείο τοπικού ελαχίστου.
Πλευρά ΑΒ
True
f[−6/11, 5/11]
3
−
22
Το σηµείο (−6/11, 5/11) είναι σηµείο τοπικού ελαχίστου.
3. Να ϐρεθούν τα τοπικά ακρότατα της συνάρτησης f (x, y) = xy που
ανήκουν στην ευθεία I που διέρχεται απο τα σηµεία (0, 1) και (1, 0).
Clear[f, x, y, g, t]
f[x_, y_] := x ∗ y
g[x_] := f[x, x − 1]
True
f[1/2, 1/2]
1
4
Το σηµείο (1/2, 1/2) είναι σηµείο τοπικού µεγίστου.
4. Να ϐρεθεί η απόσταση της αρχής Ο από το επίπεδο x + y + z = 1.
z := x + y − 1
12
d[x, y]/.simia
{12 }
{4 }
True
f[1/3, 1/3]
1
3
ap = Sqrt[%]
1
√
3
5. Να ϐρεθούν τα τοπικά ακρότατα της συνάρτησης f (x, y, z) = xyz
που ικανοποιούν τη σχέση g = xy + yz + zx − 1 = 0.
g[x, y, z]/.t
{−1 , −1 + 12m 2 }
g1 [m_] := −1 + 12mb2
8.1 Εισαγωγή
dv
mv · = −v · ∇V
dt
αλλά
8.2 Λυµένα προβλήµατα 273
∂V ∂V ∂V
v · ∇V (x(t), y(t), z(t)) = vx + vy + vz
∂x ∂y ∂z
dx ∂V dy ∂V dz ∂V dV
= + + = .
dt ∂x dt ∂y dt ∂z dt
dN ∂N ∂N dx ∂N dy ∂N dz ∂N dpx
= + · + · + · + ·
dt ∂t ∂x dt ∂y dt ∂z dt ∂px dt
∂N dpy ∂N dpz
+ · + · =0
∂py dt ∂pz dt
ή
∂N dp
+ p · ∇x N + · ∇p N = 0.
∂t dt
dp
Κάνοντας χρήση του νόµου του Newton dt = F και αντικαθιστώντας
στην προηγούµενη σχέση ϐρίσκουµε την εξίσωση Liouville.
Η εξίσωση του Liouville µπορεί επίσης να γραφεί
DN
= −F · ∇v N
Dt
όπου
D ∂
= + p · ∇x .
Dt ∂t
είναι ο τελεστής της µεταφορικής παραγώγου που συζητήσαµε στο Κε-
ϕάλαιο 6.
Σχόλιο : Η συνθήκη διατήρησης της πυκνότητας των ϕορτίων στο χώρο
των ϕάσεων καταλήγει στη γνωστή εξίσωση Liouville που περιγράφει τη
χωροχρονική εξέλιξη της πυκνότητας των ϕορτίων.
Προβληµα 8.3: Η ϑερµοκρασία σε κάθε σηµείο µιας µεταλλικής πλάκας
περιγράφεται από τη συνάρτηση T (x, y) = A + x2 − y 2 , όπου Α είναι
σταθερά. Βρείτε την τροχιά r(t) = x(t)êx + y(t)êy που ϑα ακολουθήσει
ένα σωµατίδιο που ξεκινάει από το σηµείο (−2, 1) και το διάνυσµα της
ταχύτητάς του παραµένει συνέχεια συγγραµµικό µε τη διεύθυνση της
µέγιστης αύξησης της ϑερµοκρασίας.
Απόδειξη : Γνωρίζουµε ότι η µέγιστη αύξηση της ϑερµοκρασίας είναι
κατά µήκος του διανύσµατος
∇T = 2xêx − 2yêy
m1 α1 + m2 α2 + . . . + mn αn
x=
m1 + m2 + . . . + mn
m1 β1 + m2 β2 + . . . + mn βn
y= . (8.3)
m1 + m2 + . . . + mn
Βρίσκουµε επίσης ότι
X n
∂2f ∂2f ∂2f
A= = = Γ = 2 m i , B = = 0.
∂x2 ∂y 2 ∂x∂y
i=1
τεσσάρων πλευρών και της ϐάσης του κουτιού είναι 2xz + 2yz + xy = 12.
Λύνοντας την εξίσωση αυτή ως προς z έχουµε
12 − xy
z= ,
2(x + y)
η έκφραση για το V παίρνει τη µορφή
12 − xy 12xy − x2 y 2
V = xy = .
2(x + y) 2(x + y)
Υπολογίζουµε τις µερικές παραγώγους
12 − 2xy − x2 = 0, 12 − 2xy − y 2 = 0.
y
Ñ0 (x0,y0 )
g(x,y)=0
e1
è
Ñ(x,y)
è
e2
Ñ1 (x1,y1 )
Σχήµα 8.1. Η ακτίνα ταξιδεύει από το σηµείο P0 στο P και στη συνέχεια στο P1 ακολου-
ϑώντας τον ελάχιστο δρόµο (αρχή του Fermat η οποία ήταν γνωστή απο τον καιρό του
΄Ηρωνα του Αλεξανδρινού).
p p
f (x, y) = (x − x0 )2 + (y − y0 )2 + (x − x1 )2 + (y − y1 )2
και συγχρόνως υπακούουν στον περιορισµό ότι το (x, y) ϐρίσκεται πάνω
στο C, δηλαδή ισχύει η εξίσωση g(x, y) = 0. Η κλίση της f µπορεί να
παρασταθεί ως άθροισµα δύο µοναδιαίων διανυσµάτων e1 και e2 , και
δίνεται από τη σχέση ∇f = e1 + e2 , όπου
(x − x0 , y − y0 ) (x − x1 , y − y1 )
e1 = p , e2 = p .
(x − x0 )2 + (y − y0 )2 (x − x1 )2 + (y − y1 )2
Για να είναι η απόσταση P0 P P1 ελαχίστη ϑα πρέπει να ισχύει η σχέση
∇f = −λ∇g, όποτε ϑα έχουµε e1 +e2 = −λ∇g. Από το νόµο πρόσθεσης
διανυσµατων έχουµε ότι το άθροισµα δύο µοναδιαίων διανυσµάτων είναι
ένα νέο διάνυσµα που σχηµατίζει ίσες γωνίες µε τα µοναδιαία διανύσµα-
τα. ΄Ετσι αν µπορούµε να δείξουµε ότι το διάνυσµα e1 + e2 είναι κάθετο
στην καµπύλη C, ϑα έχουµε αποδείξει το νόµο της ανάκλασης. Από τη
σχέση e1 + e2 = −λ∇g συµπεραίνουµε οτι το διάνυσµα e1 + e2 είναι
παράλληλο προς το ∇g που είναι κάθετο στην καµπύλη C : g(x, y) = 0.
Πρόβληµα 8.7: Αν υποθέσουµε ότι, (1) το ϕως ταξιδεύει από το σηµείο
A που ϐρίσκεται µέσα σε στο οποίο το ϕως διαδίδεται µε ταχύτητα v1 ,
στο σηµείο B που ϐρίσκεται σε ένα διαφορετικό υλικό στο οποίο το ϕως
διαδίδεται µε ταχύτητα v2 και (2) ότι ο χρόνος που χρειάζεται το ϕως για
να ταξιδέψει µεταξύ δύο σηµείων είναι ελάχιστος (ϐλέπε Σχ. 8.2), τότε
δείξτε ότι η διάδοση του ϕωτός υπακούει το νόµο του Snell
sin θ sin φ
= .
v1 v2
278 Εφαρµογές σε ϕυσικά προβλήµατα
õëéêü 2:
ôá÷ýôçôá öùôüò V2
Â
ö
x y
è
õëéêü 1:
ôá÷ýôçôá öùôüò V1
Σχήµα 8.2. Η ακτίνα ϕωτός ακολουθεί τον ελάχιστο δρόµο µεταξύ των σηµείων Α και
Β.
√
Απόδειξη : Η απόσταση ΟΑ είναι ίση µε x2 + a2 ενώ η απόσταση ΟΒ=
p
y 2 + b2 . Ο συνολικός χρόνος που απαιτεί το ϕως για να ταξιδέψει από
το Α εως το Β είναι
√ p
x2 + a2 y 2 + b2
t(x, y) = + .
v1 v2
Το άθροισµα των x και y είναι σταθερό D = x + y = l, άρα για να είναι
ελαχίστη η απόσταση ϑα πρέπει ∇t = −λ∇D ή ισοδύναµα
x y
√ = p .
v1 x2 + a2 v2 y 2 + b2
√
2 2
p το Σχ. 8.2 συµπεραίνουµε ότι sin θ = x/ x + a . ΄Ετσι sin φ =
Από
y/ y 2 + b2 και καταλήγουµε εύκολα στο νόµο του Snell
sin θ sin φ
= .
v1 v2
Πρόβληµα 8.8: (α) Βρείτε τη γενική λύση z(x, t) της εξίσωσης κύµατος
στη µία διάσταση
∂2z 1 ∂2z
− =0 (8.4)
∂x2 c2 ∂t2
όπου c είναι η ταχύτητα διάδοσεις του κύµατος. (Υποδειξη : Μετασχη-
µατίστε την εξίσωση (8.4) στις νέες συντεταγµένες u = x + ct, v =
8.2 Λυµένα προβλήµατα 279
όµοια
1
ztt = zuu − 2zuv + zvv (8.6)
c2
Αφαιρώντας την (8.6) από την (8.5) έχουµε
∂2z
=0 (8.7)
∂u∂v
Ολοκληρώνοντας την (8.7)
∂z
= F (v),
∂v
όπου F είναι αυθαίρετη συνάρτηση. Ολοκληρώνοντας ξανά έχουµε
Z
z= F (v)dv + f (u) ⇒ z = g(v) + f (u) (8.8)
(ϐ) Επειδή
∂2 ∂2
(rz) = rzrr + 2zr , (rz) = rztt
∂r 2 ∂t2
η εξίσωση του σφαιρικού κύµατος παίρνει τη µορφή
∂2 1 ∂2
− (rz) = 0. (8.9)
∂r 2 c2 ∂t2
280 Εφαρµογές σε ϕυσικά προβλήµατα
ρ ∂H ∂E
∇·E = , ∇ × E = −µ , ∇ · H = 0, ∇ × H = J + ǫ .
ǫ ∂t ∂t
∆είξτε ότι τα J και ϱ ικανοποιούν την εξίσωση ∇J + ∂ρ/∂t = 0. Ποιά
είναι η ϕυσική σηµασία αυτής της εξίσωσης ;
Απόδειξη : Η απόκλιση της εξίσωσης
∂E
∇×H =J +ǫ
∂t
µας οδηγεί στη σχέση
∂(∇ · E)
∇ · (∇ × H) = ∇ · J + ǫ .
∂t
Η αποκλιση της στροφής ενός διανύσµατος είναι µηδέν άρα
∂ρ
0=∇·J +
∂t
Η εξίσωση αυτή είναι η γνωστή ως εξίσωση συνέχειας των ϕορτίων, επειδή
J = ρv .
Πρόβληµα 8.10: ΄Εχουµε ήδη αναφέρει ότι η εξίσωση του κύµατος έχει
τη µορφή
1 ∂B 1 ∂E
∇ · E = 0, ∇ × E = − , ∇ · B = 0, ∇ × B =
c ∂t c ∂t
όπου E(x, t), B(x, t) είναι το ηλεκτρικό και µαγνητικό πεδίο αντίσ-
τοιχα).
Απόδειξη : (α) Κάνοντας χρήση των εξισώσεων Maxwell και της ταυτότη-
τας ∇ × ∇ × A = ∇ · (∇ × A) − ∇2 A έχουµε
1∂ 1 ∂2E
∇ × (∇ × E) = − (∇ × B) ⇒ ∇2 E = 2 2 .
c ∂t c ∂t
Οµοίως
1 ∂ 1 ∂2B
∇ × (∇ × B) = (∇ × E) ⇒ ∇2 B = 2 2 .
c ∂t c ∂t
΄Αρα τα E , B επαληθεύουν τις εξισώσεις του κύµατος που διαδίδεται µε
ταχύτητα c στο κενό (ηλεκτροµαγνητικό κύµα).
Πρόβληµα 8.11: Αν ισχύουν οι σχέσεις
4π 1 ∂B
∇×B = J ∇×E =− ∇·B =0 (8.11)
c c ∂t
και ο νόµος του Ohm
v×B
J =σ E+ (8.12)
c
όπου σ και c είναι σταθερές (αγωγιµότητα και ταχύτητα του ϕωτός), δείξτε
ότι ϑα ισχύει η σχέση
∂B
= ∇ × (v × B) + η∇2 B. (8.13)
∂t
Επιπλέον υπολογίστε τη σταθερά η (ειδική αντίσταση) ως συνάρτηση των
άλλων σταθερών.
Απόδειξη : Από το νόµο του Ohm υπολογίζουµε το ηλεκτρικό πεδίο και
το αντικαθιστούµε στην εξίσωση
∂B
= −c(∇ × E)
∂t
J v×B
= −c∇ × −
σ c
c
= ∇ × (v × B) − ∇ × J
σ c
c
= ∇ × (v × B) − ∇ × ∇×B
σ 4π
c2
= ∇ × (v × B) − ∇ × (∇ × B) (8.14)
4πσ
282 Εφαρµογές σε ϕυσικά προβλήµατα
1 ∇2 Φ σ ∂Φ
∇2 Φ = 2 2
+ 2 ,
c ∂t ǫc ∂t
1
όπου c = (µǫ)− 2 . Η εξίσωση αυτή περιγράφει ένα κύµα που αποσβένει
µε το χρόνο µε ϱυθµό σ/(ǫc2 ).
( Σηµείωση : Οι εξισώσεις Maxwell στο συγκεκριµένο σύστηµα µονάδων
(M KS ) έχουν τη µορφή
ρ ∂H ∂E
∇·E = , ∇ × E = −µ , ∇ · H = 0, ∇ × H = J + ǫ
ǫ ∂t ∂t
όπου µ, ǫ είναι σταθερές που χαρακτηρίζουν το αγώγιµο υλικό.)
Απόδειξη : Κάνοντας χρήση των εξισώσεων Maxwell έχουµε
∂
∇ × (∇ × H) = ∇ × J + ǫ (∇ × E)
∂t
∂2H
−∇2 H = σ(∇ × E) − ǫµ
∂t2
ή
1 ∂2H σ ∂H
∇2 H = 2 2
+ 2 .
c ∂t c ǫ ∂t
΄Οµοια αποδεικνύεται και η άλλη σχέση.
8.2 Λυµένα προβλήµατα 283
dvy vx B0
m =q .
dt c
Παραγωγίζοντας την πρώτη ως πρός το χρόνο και κάνοντας χρήση της
δεύτερης καταλήγουµε στη σχέση
d2 vx q2B 2
= − 2 02 vx = −Ω 2 vx .
dt c m
Κάνοντας τα ίδια ϐήµατα καταλήγουµε σε µία ανάλογη εξίσωση για το
vy . Συµπεραίνουµε λοιπόν ότι η κίνηση είναι ανάλογη του αρµονικού τα-
λαντωτή µε συχνότητα ταλάντωσης Ω. Η κίνηση του ϕορτίου ϑα αποτελεί
τη σύζευξη δύο αρµονικών ταλαντώτών µε το ίδιο πλάτος και συχνότητα,
άρα ϑα είναι κυκλική στο επίπεδο (x, y).
Πρόβληµα 8.14: Στη ϑερµοδυναµική η πίεση P, ο όγκος V, η
ϑερµοκρασία T, και η εσωτερική ενέργεια U συνδέονται µε δύο εξισώ-
σεις και, έτσι, δύο από αυτές τις ποσότητες µπορούν να επιλεγούν ως
εξαρτηµένες σε σχέση µε τις άλλες. Αν οι V και T επιλεγούν ανεξάρτητ-
ες, δηλαδή P = P (V, T ) και U = U (V, T ), τότε ο δεύτερος νόµος της
ϑερµοδυναµικής παίρνει τη µερφή
∂U ∂P
P+ −T =0 (8.15)
∂V T ∂T V
∂U
∂(U,T )
∂P V dT + ∂(V,P ) dV
dU = ∂T
∂P V
É1 R1
É É2 R2
É3 R3
1 1 1 1
= + + .
R R1 R2 R3
i A
ð-r
r è/2 C
r è/2
r i-r
Σχήµα 8.4. Στο τρίγωνο ABC ισχύει (i − r) + (π − r) + θ/2 = π και έτσι θ = 4r − 2i.
288 Εφαρµογές σε ϕυσικά προβλήµατα
θ = 4r − 2i.
Þëéïò
óôáãþíá
ìÜôé
Σχήµα 8.5. Οι ακτίνες του ΄Ηλιου που ανακλόνται στις σταγόνες ϕτάνουν στο µάτι από
µια µικρή γωνία.
∂θ(i, r; n)
=0
∂i
για κάθε τιµή του n.
Απόδειξη : Η παράγωγος ως προς i της συνάρτησης θ(i, r) είναι
cos i
∂θ(i, r) n cos i
= 4q − 2 = 4p −2=0
∂i sin2 i n2 − sin2 i
1− n2
άρα
p
sin i = (4 − n2 )/3
και
8.2 Λυµένα προβλήµατα 289
p
in = arcsin( (4 − n2 )/3).
και
S = 2πrh + 2(2πr 2 ) = 2πr(h + 2r)
άρα
2πr(h + 2r) 6(h + 2r)
R=σ 2
=σ .
πr (h + 4r/3) 3hr + 4r 2
Η παράγωγος ως προς r και h της R είναι
1 r2
S(r, t) = √ exp[−(γkt + )]
4πt 4t
όπου r είναι η απόσταση από το σηµείο που ξεκίνησε το χηµικό στοιχείο
και γ, k είναι ϑετικές σταθερές.
(α). Υπολογίστε το µέγιστο της συγκέντρωσης S(r, t) σε συγκεκριµένο
σηµείο r0 . (ϐ). Αν η συγκέντρωση ϕτάνει σε συγκεκριµένο σηµείο r στο
µέγιστο τη χρονική στιγµή tm , τότε να ϐρεθεί η µορφή της συνάρτησης
M (r) = S(r, tm ) ως συνάρτηση της νέας παραµέτρου z = (1+4kγr 2 )1/2 .
(γ). ∆είξτε ότι (dM/dr) < 0 και δικαιολογείστε το αποτέλεσµα.
(Σηµείωση : Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες στο ϐιβλίο του J.D.
Murray "Mathematical Biology", 2nd Edition, Springer Verlag, N.Y.,
1993, p. 464).
8.2 Λυµένα προβλήµατα 291
∂P (x, t)
= P0′ (x) − t
∂x
και
∂ 2 P (x, t)
= P0′′ (x).
∂x2
Επίσης γνωρίζουµε ότι
∂P (f (t), t)
= P0′ (f (t)) − t = 0
∂x
ή
P0′′ (f (t))f ′ (t) − 1 = 0.
Από τη παραπάνω σχέση συµπεραίνουµε ότι
1 1
f ′ (t) = = < 0.
P0′′ (f (t)) ∂ 2 P (x,t)
∂x2
3ì
2r
ð/4
l /2
2r
3ì
τη σχέση
√ ∇V √= −λ∇g. Από τη σχέση αυτή ϐρίσκουµε r = l/2 και
r = 2, l = 2√2. Ο µέγιστος όγκος √
που µπορεί περάσει στο διάδροµο
έχει διάµετρο 2 µέτρα και µήκος 2 2 µέτρα.
Πρόβληµα 8.23: Εάν η ελάχιστη ενέργεια Ε ενός σωµατιδίου µάζας m
µέσα σε ένα κουτί σχήµατος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου µε ακµές
(x, y, z) είναι
h2 1 1 1
E(x, y, z) = 2
+ 2+ 2
8m x y z
όπου h σταθερά. Υποθέτοντας ότι ο όγκος V παραµένει σταθερός, ϐρείτε
τις τιµές των x, y, z για να ελαχιστοποιηθεί η τιµή της E.
Απόδειξη : Ο όγκος του κουτιού είναι V = xyz = c=σταθερός. Θα
πρέπει η συνάρτηση E(x, y, z) να γίνει ελαχίστη µε τον περιορισµό ότι
ο όγκος ϑα παραµένει σταθερός. ΄Αρα ισχύει ∇E = −λ∇V ή x2 =
y 2 = z 2 = −h2 /(4mcλ). Οι Ϲητούµενες διαστάσεις του κουτιού είναι
√
x=y=z= 3
c.
294 Εφαρµογές σε ϕυσικά προβλήµατα
9. Παράρτηµα Α - ∆ιανυσµατικές ταυτότητες
Συµπληρωµατικές σχέσεις
1. r = xêx + yêy + zêz , (r = |r|)
2. ∇·r =3
3. ∇×r =0
r
4. ∇r =
r
1 r
5. ∇ =− 3
r r
Απόκλιση
296 Παράρτηµα Α - ∆ιανυσµατικές ταυτότητες
1 ∂ 1 ∂Aθ ∂Az
∇·A= (rAr ) + +
r ∂r r ∂θ ∂z
Κλίση
∂f 1 ∂f ∂f
(∇f )r = , (∇f )θ = , (∇f )z =
∂r r ∂θ ∂z
Στροφή
1 ∂Az ∂Aθ
(∇ × A)r = −
r ∂θ ∂z
∂Ar ∂Az
(∇ × A)θ = −
∂z ∂r
1 ∂ 1 ∂Ar
(∇ × A)z = (rAθ ) −
r ∂r r ∂θ
Λαπλασιανή
1 ∂ ∂f 1 ∂2f ∂2f
∇2 f = (r ) + 2 2 + 2
r ∂r ∂r r ∂θ ∂z
Λαπλασιανή διανύσµατος
2 ∂Aθ Ar
(∇2 A)r = ∇2 Ar − 2
− 2
r ∂θ r
2 ∂Ar Aθ
(∇2 A)θ = ∇2 Aθ + 2
− 2
r ∂θ r
(∇2 A)z = ∇2 Az
1 ∂ 2 1 ∂ 1 ∂Aφ
∇·A= 2
(r Ar ) + (sin θAθ ) +
r ∂r r sin θ ∂θ r sin θ ∂φ
Κλίση
∂f 1 ∂f 1 ∂f
(∇f )r = , (∇f )θ = , (∇f )φ =
∂r r ∂θ r sin θ ∂φ
Στροφή
1 ∂ 1 ∂Aθ
(∇ × A)r = (sin θAφ ) −
r sin θ ∂θ r sin θ ∂φ
1 ∂Ar 1
(∇ × A)θ = − (rAφ )
r sin θ ∂φ r
1 ∂ 1 ∂Ar
(∇ × A)φ = (rAθ ) −
r ∂r r ∂θ
Λαπλασιανή
2 1 ∂ 2 ∂f 1 ∂ ∂f 1 ∂2f
∇ f= 2 r + sin θ +
r ∂r ∂r r sin θ ∂θ ∂θ r 2 sin θ ∂φ2
Λαπλασιανή διανύσµατος
10.1 Εισαγωγή
Pi π ≃ 3.14159
E e ≃ 2.71828
Degree π/180
Infinity ∞
√
Sqrt[x] Τετραγωνική ϱίζα ( x)
98
x = value
x=5
xb2
25
?x
”Global ‘x ”
x =5
x=7+4
11
?x
”Global ‘x ”
x = 11
√
΄Εστω ότι, ορίζουµε τη µεταβλητή y που έχει τιµή y = 16 + Sin120o .
y = Sqrt[16] + Sin[120Degree]
√
3
4+ 2
?y
”Global‘y”
y = 4 + Sqrt[3 ]/2
Clear[y]
?y
”Global‘y”
x = y + 15
15 + y
10.1 Εισαγωγή 303
x=.
?x
”Global‘x ”
z = 52
52
?z
”Global‘z ”
z = 52
Η εντολή Remove όχι απλώς αφαιρεί την τιµή της µεταβλητής από το
σύστηµα, αλλά και την ίδια τη µεταβλητή.
Remove[z]
?z
1. ?αντικείµενο
Η εντολή ?αντικείµενο µας δίνει γενικές πληροφορίες για το συγ-
κεκριµένο αντικείµενο.
?Simplify
2. Options[αντικείµενο]
Options[Simplify]
3. ??αντικείµενο ή Information[αντικείµενο]
??Simplify
Information[Simplify]
4. Names[‘όνοµα’]
Names[”Simplify”]
{Simplify}
Names[” ∗ Simplify”]
{FullSimplify, Simplify}
?PlotR∗
PlotRange PlotRegion
? ∗ dPlot
FilledPlot ListFilledPlot
?FilledListPlot
FilledListPlot[1, 3, 2, 5, 2]
FilledListPlot[1 , 3 , 2 , 5 , 2 ]
<< Graphics‘FilledPlot‘
FilledListPlot::"shdw":
"Symbol "FilledListPlot" appears in multiple contexts
{"Graphics‘FilledPlot‘", "Global‘"} ; definitions in context "Graphic-
s‘FilledPlot‘" may shadow or be shadowed by other definitions.
?FilledListPlot
"Global‘FilledListPlot"
FilledListPlot[{1, 3, 2, 5, 2}]
FilledListPlot[{1 , 3 , 2 , 5 , 2 }]
Remove[FilledListPlot]
?FilledListPlot
FilledListPlot[{1, 3, 2, 5, 2}];
Needs[”Context′ ”]
Needs[”Graphics′PlotField′”]
Names[”Graphics‘PlotField‘ ∗ ”]
{”ListPlotVectorField”, ”PlotGradientField”,
”PlotHamiltonianField”, ”PlotPolyaField ”, ”PlotVectorField”}
308 Παράρτηµα Β - M athematica
x ∗ y ή xy Πολλαπλασιασµός αριθµών
xy ΄Υψωση σε δύναµη
Παράδειγµα :
1 .88
234
24
2 b 100
1267650600228229401496703205376
2 b 100//N
1 .26765 × 10 30
N[Pi]
3 .14159
N[Pi, 20]
3 .1415926535897932385
3 ∗ xb2 − x + 2 − 4 ∗ xb2
2 − x − x2
%% Το προτελευταίο αποτέλεσµα
77 + 4 b 2 + 5/6
563
6
Προσθέτουµε στο αποτέλεσµα αυτό τον αριθµό 10.
% + 10
623
6
Χρησιµοποιούµε τα δύο προηγούµενα αποτελέσµατα για να παράγουµε
ένα νέο.
3 ∗ % + % b 2 + %%
402721
36
10.2 Αριθµητικοί και αλγεβρικοί υπολογισµοί 311
10.2.5 Εξισώσεις
4 b 2 == 16
True
x = 128
128
x == 128
True
x == 138
False
312 Παράρτηµα Β - M athematica
32 < 1
False
5! = 6! = 8
True
x>y
x >y
7 > 4&&2! = 3
True
!p not
p&&q&& . . . and (p ∧ q ∧ . . .)
p k q k ... or p ∨ q ∨ . . .
Xor[p, q, . . .] exclusive or
If[10 > 8, x, y]
Expand[(1 + x) b 2]
314 Παράρτηµα Β - M athematica
1 + 2x + x 2
Factor[1 + 2 ∗ x + x b 2]
(1 + x )2
Factor[x b 10 − 1]
Σ΄ αυτή την περίπτωση η Expand δίνει την απλούστερη µορφή της έκ-
ϕρασης.
Expand[%]
(−1 + x 10 )
Sqrt[x ∗ y]
√
xy
PowerExpand[%]
√ √
x y
10.3 Μετατροπές αλγεβρικών εκφράσεων 315
PowerExpand[Log[(x ∗ y) b n]]
n(Log[x ] + Log[y])
v = Expand[(3 + 2 ∗ x) b 2(x + 2 ∗ y) b 2]
16x 2 y 2
Collect[v, x]
x (36y + 48y 2 )
Collect[v, y]
FactorTerms[v, y]
Simplify[x b 2 + 2x + 1]
(1 + x )2
Simplify[x b 10 − 1]
(−1 + x 10 )
x 2 + y2
p
−1 + 1 + x 2 + y 2
Η εντολή Simplify δεν µπορεί να απλοποιήσει την έκφραση, αλλά η
FullSimplify τη µετατρέπει σε µια απλούστερη µορφή.
e = (x − 1) b 2 ∗ (2 + x)/((1 + x) ∗ (x − 3) b 2)
(−1 + x 2 )2 (2 + x )
(−3 + x )2 (1 + x )
Αν ϑέλουµε να πάρουµε τον αριθµητή της έκφρασης χρησιµοποιούµε
την εντολή Numerator, ενώ για τον παρονοµαστή την εντολή Denomina-
tor. Η εντολή Denominator επιστρέφει την τιµή 1, όταν η έκφραση δεν
είναι ϱητή.
Numerator[e]
(−1 + x 2 )2 (2 + x )
Denominator[e]
(−3 + x )2 (1 + x )
Expand[e]
2 3x x3
− +
(−3 + x )2 (1 + x ) (−3 + x )2 (1 + x ) (−3 + x )2 (1 + x )
Η εντολή ExpandAll αναπτύσσει όλους τους όρους του κλάσµατος
ExpandAll[e]
2 3x x3
− +
9 + 3x − 5x 2 + x 3 9 + 3x − 5x 2 + x 3 9 + 3x − 5x 2 + x 3
Η εντολή Together συγκεντρώνει όλους τους όρους µε κοινό παρονοµασ-
τή.
Together[%]
2 − 3x + x 3
9 + 3x − 5x 2 + x 3
Η εντολή Apart χωρίζει την έκφραση σε κλάσµατα µε απλούς παρονο-
µαστές.
10.3 Μετατροπές αλγεβρικών εκφράσεων 319
Apart[%]
5 19 1
1+ 2
+ +
(−3 + x ) 4 (−3 + x ) 4 (1 + x )
Η εντολή Factor παραγοντοποιεί τα πάντα και σ΄ αυτή την περίπτωση
δίνει την αρχική µορφή της έκφρασης.
Factor[%]
(−1 + x )2 (2 + x )
(−3 + x )2 (1 + x )
Ορίζουµε την έκφραση t για να δούµε τις διαφορές των εντολών Expand,
ExpandAll, ExpandNumerator και ExpandDecominator.
t = (1 + x) b 2/(1 − x) + 3x b 2/(1 + x) b 2 + (2 − x) b 2
3x 2 (1 + x )2
(2 − x )2 + 2
+
(1 + x ) 1 −x
Η εντολή ExpandNumerator αναπτύσσει µόνο τον αριθµητή κάθε όρου
της έκφρασης.
ExpandNumerator[t]
3x 2 1 + 2x + x 2
4 − 4x + x 2 + +
(1 + x )2 1 −x
Η ExpandDecominator αναπτύσσει τον παρονοµαστή κάθε όρου.
ExpandDenominator[t]
(1 + x )2 3x 2
(2 − x )2 + +
1 −x 1 + 2x + x 2
Η εντολή Expand αναπτύσσει τον αριθµητή κάθε όρου και διαιρεί όλους
τους όρους µε τον κατάλληλο παρονοµαστή.
Expand[t]
1 2x x2 3x 2
4+ − 4x + + x2 + +
1 −x 1 −x 1 −x (1 + x )2
Η ExpandAll αναπτύσσει και τον αριθµητή και τον παρονοµαστή όλων
των όρων της έκφρασης.
320 Παράρτηµα Β - M athematica
ExpandAll[t]
1 2x x2 3x 2
4+ − 4x + + x2 + +
1 −x 1 −x 1 −x 1 + 2x + x 2
Η εντολή Cancel απαλείφει τους κοινούς παράγοντες αριθµητή και
παρονοµαστή και δέχεται επιπλέον επιλογές, όπως η Extension και η
Trig. Οι προεπιλεγµένες τιµές των επιλογών αυτών είναι αντίστοιχα None
και False.
2 − x2
√
2 −x
Cancel[(2 − x b 2)/(Sqrt[2] − x)], Extension → Automatic
√
2 +x
TrigExpand[Tan[x] ∗ Cos[2x]]
Cos[x ]Sin[x ] − Sin[x ]2 Tan[x ]
TrigFactor[%]
TrigReduce[%]
1
− Sec[x ](Sin[x ] − Sin[3x ])
2
Μπορούµε να µετατρέψουµε τριγωνοµετρικές συναρτήσεις σε εκθετικές
και το αντίστροφο.
TrigToExp[Sec[x]]
2
E −Ix + E Ix
322 Παράρτηµα Β - M athematica
ExpToTrig[%]
Sec[x ]
f[x_, y_] := x b 2 + y b 2
f[4, 8]
80
?f
”Global‘f ”
f [x _, y _] := x 2 + y 2
Clear[f]
?f
10.4 Συναρτήσεις και µετασχηµατισµοί 323
”Global‘f ”
Εκτός από τον τελεστή := στον ορισµό της συνάρτησης µπορούµε σε ορισ-
µένες περιπτώσεις να χρησιµοποιήσουµε και =, δηλαδή να την ορίσουµε
ως απλή µεταβλητή, όπως ϑα δούµε στην επόµενη παράγραφο.
lhs:=rhs Το rhs υπολογίζεται κάθε ϕορά που Ϲητείται η τιµή του lhs
h[x_] := Expand[(1 + x) b 2]
?h
”Global‘h”
h[x _] := Expand[(1 + x )2 ]
Αν κάναµε την ανάθεση τιµής µε τον τελεστή = το δεξιό µέλος της έκ-
ϕρασης ϑα υπολογιζόταν αµέσως και το αποτέλεσµα ϑα ήταν η τιµή της
g.
g[x_] = Expand[(1 + x) b 2]
324 Παράρτηµα Β - M athematica
1 + 2x + x 2
?g
”Global‘g”
g[x _] = 1 + 2x + x 2
h[y + 2]
9 + 6y + y 2
g[y + 2]
1 + 2 (2 + y) + (2 + y)2
f[1] = 1
1
10.4 Συναρτήσεις και µετασχηµατισµοί 325
f[n_] := n ∗ f[n − 1]
?f
”Global‘f ”
f [1 ] = 1
f [n _] := n ∗ f [n − 1 ]
f[12]
479001600
΄Οταν δίνεται µία σειρά ορισµών στο Mathematica, µερικοί είναι πι-
ο γενικοί από τους άλλους. Το Mathematica προσπαθεί να τοποθετή-
σει τους εδικούς ορισµούς πριν τους γενικούς για να µην υπάρχει
επικάλυψη.
f[x_] := x ∗ f[x − 1]
f[1] = 1
326 Παράρτηµα Β - M athematica
1
Η Mathematica τοποθετεί την ειδική περίπτωση πριν από τη γενική.
?f
”Global‘f ”
f [1 ] = 1
f [x _] := x ∗ f [x − 2 ]
΄Οταν δεν είναι ξεκάθαρο ποιος ορισµός είναι πιο γενικός, τότε διατηρεί-
ται η σειρά την οποία χρησιµοποιεί ο χρήστης κατά την εισαγωγή των
ορισµών.
Expression /.rule
1 + 2x/.x → 3
1 + x + x b 2/.x → 2 − y
3 + (2 − y)2 − y
(x + y)(x − y) b 2/.{x → 3, y → 4}
1 + f[x] + f[y]/.x → 3
1 + f [3 ] + f [y]
1 + f[x] + f[y]/.f[x] → p
1 + p + f [y]
1 + f[x] + f[y]/.f[t_] → t b 2
1 + x 2 + y2
΄Οπως ακριβώς και στις άµεσες και έµµεσες αποδόσεις τιµών σε µεταβλ-
ητές µπορούµε να έχουµε και άµεσους και έµµεσους κανόνες µετασχη-
µατισµών.
f [x _]− > 1 + 2x + x 2
Το δεξιό µέλος του κανόνα διατηρείται µη υπολογισµένο και υπολογίζε-
ται κάθε ϕορά που χρησιµοποιείται ο κανόνας.
∆ίνουµε έναν ορισµό στη συνάρτηση f που ισχύει όταν το n είναι ϑετικό.
f[n_/; n > 0] := n!
Ο ορισµός που δώσαµε για την f ισχύει µόνο, όταν το όρισµα είναι ϑετικό.
f[6] + f[−4]
720 + f [−4 ]
΄Ενας ισοδύναµος τρόπος ορισµού είναι :
h[6] + h[−4]
720 + h[−4 ]
΄Οταν χρησιµοποιούµε περιορισµό σε κανόνα µετασχηµατισµού δεν ξ-
εχνάµε να τοποθετούµε σε παρενθέσεις το κοµµάτι της έκφρασης που
αφορά τον περιορισµό.
2
x αν x > 0
f (x) =
x3 αν x ≤ 0
Χρησιµοποιώντας τον περιορισµό /; η συνάρτηση ϑα µπορούσε να ορισ-
τεί ως εξής :
Clear[h]
h[−5]
−125
h[5]
25
Clear[g]
Ας δούµε τις τιµές της συνάρτησης g για µια αρνητική και µια ϑετική
τιµή της µεταβλητής x.
10.5 Επίλυση εξισώσεων 331
g[−5]
−125
g[5]
25
Roots[Equation, var]
x b 2 + 4x == 2
4x + x 2 == 2
Χρησιµοποιούµε την εντολή Roots για να ϐρούµε τις λύσεις της εξίσω-
σης. Ο τελεστής k είναι ο τελεστής Or.
Roots[%, x]
√ √
x == −2 − 6 k x == −2 + 6
{ToRules[%]}
√ √
{{x → −2 − 6 }, {x → −2 + 6 }}
x b 2 + a ∗ x/.%
√ √ √ √
{(−2 − 6 )2 + (−2 − 6 )a, (−2 + 6 )2 + (−2 + 6 )a}
Η εντολή Solve παράγει απευθείας λίστα τιµών και όχι λογική πρόταση.
Solve[equations,vars]
Solve[x b 2 + 4 ∗ x − 2 == 0, x]
√ √
{{x → −2 − 6 }, {x → −2 + 6 }}
N[%]
x/.%
x b 3 + 8x/.%%
Η εντολή Solve δίνει, όπου είναι εφικτό, σαφείς εκφράσεις για τις λύ-
σεις των εξισώσεων. Για αλγεβρικές εξισώσεις µιας µεταβλητής και µέχρι
τετάρτου ϐαθµού το Mathematica δίνει ακριβείς λύσεις.
Solve[x b 4 − 5x b 2 − 3 == 0, x]
r r
1 p 1 p
{{x → −I (−5 + 37 )}, {x → I (−5 + 37 )},
2 2
r r
1 p 1 p
{x → − (5 + 37 )}, {x → (5 + 37 )}}
2 2
Λύνει επίσης κάποιες εξισώσεις µεγαλύτερου ϐαθµού, όπως x5 = 1,
Solve[x b 5 == 1, x]
{x → −(−1 )3 /5 }, {x → (−1 )4 /5 }
Υπάρχουν όµως και εξισώσεις για τις οποίες το Mathematica δεν µπορεί
να ϐρει ακριβείς εκφράσεις και χρησιµοποιεί την εντολή Root για να
παρουσιάσει το αποτέλεσµα.
Solve[2 − 4 ∗ x + x b 5 == 0, x]
N[%]
Root[f,k]
334 Παράρτηµα Β - M athematica
Root[12 − #1 + 2 #1 5 &, 1 ]
First[rs][x]
12 − x + 2x 5
N[rs]
−1 .4643
NSolve[x b 3 − x + 11 == 0, x]
{x → 1 .18682 + 1 .79601I }}
Solve[ax + b == 0, x]
b
{{x → − }}
a
Η εντολή Roots προσδιορίζει τη γενική λύση.
Roots[ax + b == 0, x]
10.5 Επίλυση εξισώσεων 335
b
x == −
a
Χρησιµοποιώντας την εντολή Reduce παίρνουµε την πλήρη λίστα όλων
των πιθανών λύσεων της εξίσωσης. Στο αποτέλεσµα χρησιµοποιούνται οι
τελεστές and και or.
Reduce[ax − b == 0, x]
b
b == 0 &&a == 0 k a 6= 0 &&x ==
a
3 1 3 1
{{x → − √ , y → √ }, {x → √ , y → − √ }}
10 10 10 10
Χρησιµοποιούµε τις λύσεις για να υπολογίσουµε την έκφραση x + y που
έχει δύο τιµές.
x + y/.%
r r
2 2
{− , }
5 5
Το Mathematica µπορεί να λύσει οποιοδήποτε σύστηµα γραµµικών εξ-
ισώσεων. Μπορεί επίσης να λύσει και κάποιες κατηγορίες πολυωνυµικών
εξισώσεων. Ακόµη κι αν δεν µπορέσει να λύσει µε ακρίβεια το σύστηµα
των εξισώσεων τις µετατρέπει σε µια απλούστερη µορφή.
΄Οταν δεν προσδιορίσουµε τις µεταβλητές για τις οποίες ϑέλουµε λύσεις,
η εντολή Solve προσπαθεί να δώσει λύσεις για όλες τις µεταβλητές.
Solve[{x + y == 1, x − 3y == 2}]
5 1
{{x → , y → − }}
4 4
΄Οταν εργαζόµαστε µε συστήµατα εξισώσεων πολλών µεταβλητών είναι
χρήσιµο πολλές ϕορές να αναδιοργανώνουµε τις εξισώσεις απαλείφοντας
κάποιες από τις µεταβλητές. Η εντολή που χρησιµοποιεί το Mathemat-
ica για την απαλοιφή µεταβλητών από ένα σύστηµα εξισώσεων είναι η
Eliminate.
Eliminate[equations, vars]
Eliminate[{a ∗ x + y == 0, 2 ∗ x + (1 − a) ∗ y == 1}, y]
(2 − a + a 2 )x == 1 )
Γνωρίζουµε ότι υπάρχουν συστήµατα που δεν έχουν λύσει. Στις περιπ-
τώσεις αυτές η εντολή Solve επιστρέφει {} για να δείξει ότι το σύνολο των
λύσεων είναι κενό.
Solve[{x == 1, x == 2}, x]
{}
10.5 Επίλυση εξισώσεων 337
Για τις εξισώσεις x = 1, x = a δεν υπάρχει λύση για όλες τις τιµές του a
εκτός της 1.
Solve[{x == 1, x == a}, x]
{}
Για την τιµή a = 1 οι εξισώσεις έχουν λύση, αλλά η εντολή Solve δίνει
µόνο τις γενικές λύσεις στις εξισώσεις και παραβλέπει όλες τις λύσεις που
υπόκεινται σε περιορισµούς. Σ΄ αυτή την περίπτωση είναι προτιµότερο
να χρησιµοποιήσουµε την εντολή Reduce, η οποία εµφανίζει όλες τις
πιθανές λύσεις, ακόµη και αυτές που απαιτούν ειδικές συνθήκες και
παραµέτρους.
Reduce[{x == 1, x == a}, x]
x == 1 &&a == 1
Solve[x b 3 == −8]
√ √
{{x → −2 }, {x → 1 − I 3 }, {x → 1 + I 3 }}
Needs[”Miscellaneous′RealOnly′”]
Solve[x b 3 == −8]
Η εντολή
Integrate[f [x], x]
Integrate[a ∗ x b2, x]
ax 3
3
Η µεταβλητή ολοκλήρωσης µπορεί να είναι οποιαδήποτε έκφραση, η
οποία δεν περιέχει σαφείς µαθηµατικές πράξεις.
Integrate[Log[x] b 2, x]
2x − 2xLog[x ] + xLog[x ]2
340 Παράρτηµα Β - M athematica
Integrate[Log[Log[x]], x]
xLog[Log[x ]] − LogIntegral[x ]
Integrate[Sin[x]/Log[x], x]
Z
Sin[x ]
dx
Log[x ]
Επίσης, δεν µπορεί να δώσει λύση και στο ορισµένο ολοκλήρωµα
N[%]
−0 .471969
−0 .471969
Ο υπολογισµός των ακριβών και προσεγγιστικών τιµών των πολλαπλών
ολοκληρωµάτων γίνεται και πάλι µε τις εντολές Integrate και NIntegrate
αντίστοιχα.
R
Σε κάθε περίπτωση µπορούµε να χρησιµοποιούµε το σύµβολο αντί της
εντολής Integrate, αφού δίνουν το ίδιο αποτέλεσµα.
Integrate[Exp[x] + x ∗ Exp[y], y, x]
Eyx2
+ Exy
2
Z Z
(Exp[x] + x ∗ Exp[y])dxdy
Eyx2
+ Exy
2
Εδώ,
R a R b ϕαίνεται ο υπολογισµός του ορισµένου διπλού ολοκληρώµατος
dxd(x 2 + y 2 ).
0 0
0 .666667
Η ίδια διαδικασία χρησιµοποιείται και για τον υπολογισµό των τριπλών
και γενικότερα πολλαπλών ολοκληρωµάτων.
342 Παράρτηµα Β - M athematica
R
Integrate[f, x] Το αόριστο ολοκλήρωµα f dx
RR
Integrate[f, x, y] Το διπλό αόριστο ολοκλήρωµα f dxdy
R xb
Integrate[f, {x, xa , xb }] Το ορισµένο ολοκλήρωµα xa
f dx
10.7 Λίστες
{1, 2, 3, 4, 5}
{1 , 2 , 3 , 4 , 5 }
Table[i{i, 5}]
{1 , 2 , 3 , 4 , 5 }
Range[5]
{1 , 2 , 3 , 4 , 5 }
10.7 Λίστες 343
i[x_] := x;
Array[i, 5]
{1 , 2 , 3 , 4 , 5 }
• Array[f, n]
• Range[n]
• Range[n1 , n2 ]
Οι εντολές Table και Array µπορούν να δώσουν και τη λίστα τιµών µιας
συνάρτησης f , ενώ η εντολή Range δηµιουργεί λίστες αριθµών.
Attributes[Log]
{5 , 10 , Log[3 ], Log[7 ]}
Attributes[f ]
list = {a, b, c, d, e, f, g, h, j, k}
{a, b, c, d, e, f , g, h, j , k }
10.7 Λίστες 345
Last[list]
Για το πέµπτο στοιχείο της λίστας, όπως και για οποιοδήποτε άλλο,
δηλώνουµε τη ϑέση του στοιχείου ή χρησιµοποιούµε την εντολή Part
.
list[[5]]
Part[list, 5]
list[[{1, 6}]]
{a, f}
Take[list, 4]
{a, b, c, d}
Take[list, −4]
{g, h, j , k }
Η εντολή Rest αφαιρεί το πρώτο στοιχείο της λίστας και η εντολή Drop
αφαιρεί ένα ή περισσότερα στοχεία από την αρχή της λίστας.
Rest[list]
{b, c, d, e, f , g, h, j , k }
Drop[list, 2]
{c, d, e, f , g, h, j , k }
346 Παράρτηµα Β - M athematica
΄Εστω η λίστα list1 , εάν ϑέλουµε να προσθέσουµε νέα στοιχεία στην αρχή,
στο τέλος και σε ενδιάµεση ϑέση της λίστας και να διαγράψουµε κάποιο
στοιχείο της λίστας, τότε πληκτρολογούµε :
Prepend[list1, new]
{new , a, b, c}
Append[list1, new]
{a, b, c, new }
Insert[list1, new, 2]
{a, new , b, c}
{a, b, new , c}
Delete[list1, 2]
{a, c}
Join[list1, list2 ]
{a, b, c, 1 , 2 , 3 }
10.8 Πίνακες
pinakas[[2]]
{c, d}
pinakas[[2, 1]]
{c}
T able[f, {i, m}, {j, n}] ∆ηµιουργεί έναν πίνακα m × n όπου f είναι
µια συνάρτηση των i και j , η οποία δίνει την
τιµή του αντίστοιχου στοιχείου του πίνακα.
TableForm[pinak1]
a[1, 1] a[1, 2]
a[2, 1] a[2, 2]
MatrixForm[pinak1]
α[1,1] α[1,2]
α[2,1] α[2,2]
DiagonalMatrix[{1, 2, 3}]
350 Παράρτηµα Β - M athematica
{{1 , 0 , 0 }, {0 , 2 , 0 }, {0 , 0 , 3 }}
IdentityMatrix[3]
{{1 , 0 , 0 }, {0 , 1 , 0 }, {0 , 0 , 1 }}
1
Random[Integer] 0 ή 1 µε πιθανότητα 2
.
MatrixForm[m]
ab
cd
Βρίσκουµε τον αντίστροφο πίνακα, ϑεωρώντας ότι η ορίζουσα ad − bc
είναι διάφορη του µηδενός.
Inverse[m]
d b c a
,− , − ,
−bc + ad −bc + ad −bc + ad −bc + ad
Πολλαπλασιάζοντας τον πίνακα m µε τον αντίστροφό του πρέπει να
προκύψει ο µοναδιαίος πίνακας.
352 Παράρτηµα Β - M athematica
%.m
bc ad bc ad
− + ,0 , 0,− +
−bc + ad −bc + ad −bc + ad −bc + ad
Χρησιµοποιώντας την εντολή Together για να απαλείψουµε τους
παρονοµαστές, προκύπτει ο µοναδιαίος πίνακας.
Together[%]
{{1 , 0 }, {0 , 1 }}
MatrixForm[p]
123
456
MatrixForm[Transpose[p]]
14
2 5
36
Det[pin1]
6
10.9 ∆ιανύσµατα 353
Minors[pin2, 2]
10.9 ∆ιανύσµατα
Clear[a, b]
a = {1, 2, 3};
b = {4, 5, 6};
a+b
{5 , 7 , 9 }
5∗a
{5 , 10 , 15 }
354 Παράρτηµα Β - M athematica
a.b
32
2. Με χρήση της ενσωµατωµένης εντολής Dot[v1 , v2 , . . .]
Dot[a, b]
32
3. Με χρήση της εντολής DotP roduct[v1 , v2 , . . .] που περιέχεται στο
πακέτο Calculus‘VectorAnalysis‘
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
DotProduct[a, b]
32
Εξωτερικό γινόµενο διανυσµάτων. Για το εξωτερικό γινόµενο διανυσ-
µάτων υπάρχουν δύο εντολέσ:
Cross[a, b]
{−3 , 6 , −3 }
2. Η εντολή CrossP roduct[v1 , v2 , . . .] που περιέχεται στο πακέτο
Calculus‘VectorAnalysis‘
<< Calculus‘VectorAnalysis‘
CrossProduct[a, b]
{−3 , 6 , −3 }
10.9 ∆ιανύσµατα 355
<< LinearAlgebra‘Orthogonalization‘
Clear[a, a1, a2, a3]
a = {a1, a2, a3};
Normalize[a]
a1 a2 a3
{√ ,√ ,√ }
a1 2 2
+ a2 + a3 2 2 2
a1 + a2 + a3 2 a1 + a2 2 + a3 2
2
Clear[a, b]
a = {1, 2};
b = Join[a, {0}]
{1 , 2 , 0 }
Για την µετατροπή διανύσµατος τρισδιάστατου χώρου σε διάνυσµα του
δισδιάστατου χρησιµοποιούµε την εντολή Drop.
Clear[a, b]
a = {1, 2, 0};
b = Drop[a, {3}]
{1 , 2 }
ή εναλλακτικά
b = Drop[a, −1]
{1 , 2 }
356 Παράρτηµα Β - M athematica
?Plot
Παράδειγµα 1
Clear[f]
f[x_] := Sin[x];
0.5
-3 -2 -1 1 2 3
-0.5
-1
Παράδειγµα 2
Y
1
X
0 1 2 3 4 5 6
-0.5
-1
Σχήµα 10.2. Η γραφική παράσταση της sin x κάνοντας χρήση των επιλογών AxesLabel
και AxesOrigin.
Μία πλήρης λίστα µε όλες τις διαθέσιµες επιλογές της εντολής Plot
µπορούµε να πάρουµε µε την εντολή Options [Plot].
Options[Plot]
1
{ AspectRatio → GoldenRatio , Axes → Automatic, AxesLabel →
None, AxesOrigin → Automatic, AxesStyle → Automatic, Background
360 Παράρτηµα Β - M athematica
0,5
1 2 3 4 5 6
-0,5
-1
Σχήµα 10.3. Η γραφική παράσταση της sin x κάνοντας χρήση των επιλογών AspectRa-
tio και PlotStyle.
Παράδειγµα 3
Clear[f, g]
f[x_] := Sin[x];
g[x_] := Cos[x];
0.5
1 2 3 4 5 6
-0.5
-1
Παράδειγµα 4
Clear[f1 , f2 ]
f1 [x_] := x2 /; x ≥ 0
f1 [x_] := −x2 /; x < 0
f2 [x_] := If[x >= 0, x2 , −x2 ]
Plot[f1 [x], {x, −3, 3}, AspectRatio → 1];
Plot[f2 [x], {x, −3, 3}, AspectRatio → 1];
-3 -2 -1 1 2 3
-1
-2
?Show
Show[plot]
Show[plot, ”options”]
Show[plot1, plot2, . . .]
Παράδειγµα 5
Clear[f, g]
f[x_] := Sin[x];
10.11 Επανασχεδιασµός γραφικών παραστάσεων. 363
g[x_] := Cos[x];
0,5
1 2 3 4 5 6
-0,5
-1
Σχήµα 10.6. Το κοινό διάγραµµα των συναρτήσεων sin x στο διάστηµα (0, π) και cos x
στο διάστηµα (0, 2π).
Παράδειγµα 6
Clear[x, y]
x[t_] := Sin[t];
0.5
-1 -0.5 0.5 1
-0.5
-1
Options[ParametricPlot]
1
{ AspectRatio → GoldenRatio , Axes → Automatic, AxesLabel →
None, AxesOrigin → Automatic, AxesStyle → Automatic, Background
→ Automatic, ColorOutput → Automatic, Compiled → True, Default-
Color → Automatic, Epilog → {}, Frame → False, FrameLabel →
10.12 Παραµετρική σχεδίαση συναρτήσεων µιας µεταβλητής 365
Παράδειγµα 7
Show[GraphicsArray[{p1, p2}]];
4 4
3 3
2 2
1 1
-1 1 2 3 4 5 -1 1 2 3 4 5
-1 -1
-2 -2
Σχήµα 10.9. Η γραφική παράσταση της καµπύλης x = 2 + 3 cos t, y = 1 + 3 sin t
κάνοντας χρήση της επιλογής AspectRatio.
366 Παράρτηµα Β - M athematica
Παράδειγµα 8
<< Graphics‘FilledPlot‘
Clear[fpl1, fpl2 ]
Options[FilledPlot]
Σχήµα 10.10. (α) Η γραφική σχεδίαση της sin x µε την εντολή FilledPlot. (ϐ) Η γραφική
σχεδίαση των sin x, cos x, x2 /12 µε την FilledPlot.
Παράδειγµα 9
<< Graphics‘FilledPlot‘
Clear[flp1, flp2]
Show[GraphicsArray[{{flp1, flp2}}]];
Σχήµα 10.11. Η γραφική σχεδίαση των sin x, cos x, x2 /18 κάνοντας χρήση των επι-
λογών της εντολής FilledPlot.
Options[FilledListPlot]
Παράδειγµα 10
<< Graphics‘FilledPlot‘
10.14 Το πακέτο Graphics′ ImplicitP lot′ 369
Clear[flp1, flp2]
flp2 = FilledListPlot[{{1, 2}, {3, 1}, {4, −3}, {5, 3}, {6, 5}},
Fills → RGBColor[1, 0, 0], DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{flp1, flp2}}]];
Σχήµα 10.12. Σχεδίαση καµπυλών που δίνονται ως σηµεία µε την εντολή FilledListPlot.
Η µέθοδος Solve δέχεται τις επιλογές της εντολής Plot, ενώ η µέθοδος
ContourPlot δέχεται τις επιλογές της ContourPlot.
Παράδειγµα 23
<< Graphics‘ImplicitPlot‘
0.5
-0.5
-1
Clear[im1, im2]
Show[GraphicsArray[{{im1, im2}}]];
6 6
4 4
2 2
0 0
-2 -2
-4 -4
-6 -6
-6 -4 -2 0 2 4 6 -6 -4 -2 0 2 4 6
0,75
0,5
0,25
-1 -0,5 0,5 1
-0,25
-0,5
-0,75
??Graphics
372 Παράρτηµα Β - M athematica
Options[Graphics] =
GrayLevel[i]
RGBColor[r,g,b]
Hue[h]
Hue[h,s,b]
Γραµµή.
line1 = Line[{{0.5, 2}, {3, 4}, {2, 0.5}}];
sawgraph = Show[Graphics[line1]];
Renctangles
0.75
0.5
0.25
2 3 4 5
-0.25
-0.5
-0.75
-1
Πολύγωνο.
Show[Graphics[Polygon[{{−1, −1}, {1, 1}, {1, −1}, {−1, 1}}]],
Axes → True, PlotLabel → ”Polygon”];
374 Παράρτηµα Β - M athematica
Polygon
1
0.5
-1 -0.5 0.5 1
-0.5
-1
Κύκλος.
Show[Graphics[{Circle[{0, 0}, {3, 2}], Circle[{1, 1}, 2]}],
-3 -2 -1 1 2 3
-1
-2
<< Graphics‘Arrow‘
10.16 Βασικά τρισδιάστατα σχήµατα 375
0,5
1 2 3 4 5 6
-0,5
-1
Σχήµα 10.21. Ταυτόχρονη σχεδίαση της συνάρτησης sin x και ϐέλους που ορίζεται από
δύο σηµεία.
??Graphics3D
Options[Graphics3D] =
Γραµµή.
Show[Graphics3D[Line[{{1, 1, 1}, {2, 2, 2}, {3, 1, 1},
Πολύγωνο.
Show[Graphics3D[Polygon[{{1, 2, 3}, {6, −2, 1}, {5, −4, 2}}]]];
Κύβος.
Clear[bc1, bc2]
bc1 = Show[Graphics3D[Cuboid[{0, 0, 0}]], Axes → True,
DisplayFunction → Identity];
Show[GraphicsArray[{{bc1, bc2}}]];
1 0 2
10
0.75 8 4
0.5 6
0.25 4
0 15
1
0.75 12.5
0.5
10
0.25
0 7.5
0
0.25 5
0.5
0.75
1
Σχήµα 10.24. Σχεδίαση κύβου που ορίζεται από ένα ή δύο σηµεία.
Tetrahedron[ ]
Tetrahedron Cube
Octahedron Dodecahedron
Icosahedron Hexahedron
GreatDodecahedron SmallStellatedDodecahedron
GreatStellatedDodecahedron GreatIcosahedron
Παράδειγµα 26
<< Graphics‘Polyhedra‘
Clear[pl1 , pl2 ]
Show[Graphics3D[Tetrahedron[ ]]];
380 Παράρτηµα Β - M athematica
4. Bradley, G.L., Smith, K.J., (1999), ‘Multivariable Calculus’, Prendice Hall, New
York.
6. Courant, R., Fritz, J., (1989), ‘Introduction to Calculus and Analysis’, Springer-
Verlag, Berlin.
10. Edwards, C.H., (1973), ‘ Advanced calculus of several variables’, Dover, New York,
11. Ellis, R., Gulick, D., (1994) ‘Calculus with Analytical Geometry’, Saunders
College Publishing’, Forth Worth, Philadelphia.
13. Lang, S., (1987), ’Calculus of several varibles’, 3rd ed., Springer Verlag, Berlin.
14. Nikolsky, S.M., (1977), ’A course of mathematical analysis’, vol. I, MIR Publ.,
Moscow.
15. Rex, A., Jackson, M., (2000), ‘Integrated Physics and Calculus’, Addison-Wesley,
Reading, Massachusetts.
382 Βιβλιογραφία
16. Stewart, J., (1991), ’Calculus’, 2nd ed., Brooks/Cole Publ. Co., Pacific Grove,
California.
17. Stroyan, K.D., (1998) ‘Calculus the language of change’, Academic Press, New
York.
19. Αθανασιάδης, Γ.Α., Φράγκου, Β., (1995), `∆ιαφορικός και Ολοκληρωτικός Λογισµός
Σηναρτήσεων περισσοτέρων µεταβλητών΄, Εκδόσεις ΖΗΤΗ, Θεσσαλονικη.
21. Apostol, T. (1965), `∆ιαφορικός και Ολοκληρωτικός Λογισµός΄, Τοµ. ΙΙ, Blaisdell
Pub. Company.
24. Καρανικόλας, Ν.∆. (2004), `Εισαγωγή στο ∆ιαφορικό Λογισµό Συναρτήσεων Πολλών
Μεταβλητών΄, Εκδόσεις ΖΗΤΗ, Θεσσαλονικη.
27. Παπαδακης, Κ.Ε., (2000), `Οδηγός για το Mathematica΄, Εκδόσεις Τζιόλα, Θεσσα-
λονίκη.
30. Thomas, J.B. and Finney, R.L.,(1992) `Απειροστικός λογισµός ΙΙ΄, Πανεπιστηµιακές
Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο.