Professional Documents
Culture Documents
MPALATZI
MPALATZI
ΤΜΗΜΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ
ΜΑΡΙΑ Δ. ΜΠΑΛΑΞΗ
ΠΤΥΧΙΟΥΧΟΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009
I
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Μαλαματάρη, ευχαριστώ θερμά για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε, το ενδιαφέρον
του καθ’ όλη την πορεία της διατριβής, τις πολύτιμες συμβουλές και καθοδήγησή
του κατά τη διάρκεια διεξαγωγής του πειραματικού μέρους, καθώς και την λεπτομερή
και σχολαστική μελέτη του κειμένου και τις πολύ χρήσιμες παρατηρήσεις του
αναμφισβήτητα πολύτιμη βοήθεια και τις σημαντικές υποδείξεις του καθ’ όλη τη
διάρκεια διεξαγωγής του πειραματικού μέρους, καθώς και για τις εποικοδομητικές
Ιωάννη ευχαριστώ για την ενθάρρυνση και τις χρήσιμες συμβουλές του.
ειδικότερα την επίκουρο καθηγήτρια κ. Παυλίδου Ελένη για τη λήψη των εικόνων
διατριβής.
Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω και όλο το προσωπικό του Τομέα για κάθε
βοήθεια που μου προσέφερε κατά τη διεξαγωγή της διατριβής και τη διακριτική
φιλική σχέση.
Τέλος, ευχαριστώ την οικογένειά μου και τα αγαπημένα μου πρόσωπα για την
Μαρία Δ. Μπαλαξή
III
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ I
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ III
ΠΕΡΙΛΗΨΗ-SUMMARY VII
Α. ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1
1. Εισαγωγή 20
2. Πλεονεκτήματα και τεχνολογικές δυσκολίες των φαρμακομορφών
πολλαπλών δοσομονάδων 21
3. Παρασκευή με σφαιροποίηση μετά από εξώθηση (extrusion-
spheronization process) 26
4. Πλεονεκτήματα μικροσφαιρών 29
5. Στάδια παραγωγής μικροσφαιρών με τη μέθοδο εξώθησης και
σφαιροποίησης 31
(Ξηρή ανάμιξη, Υγρή κοκκοποίηση, Εξώθηση, Σφαιροποίηση, Ξήρανση)
IV
1. Εισαγωγή 41
2. Δομή της μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης 42
3. Απορρόφηση νερού και φαινόμενο “hornification” 43
3. Συμπεριφορά μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης κατά την εξώθηση και
σφαιροποίηση 45
I. Υλικά 69
II. Μέθοδοι 72
1. Χαρακτηρισμός των κόνεων μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης 72
(Προσδιορισμός: Μεγέθους και σχήματος σωματιδίων, Αληθούς
πυκνότητας, Κρυσταλλικότητας, Ικανότητας κατακράτησης ύδατος,
Δοκιμασία υπερδιύγρανσης)
2. Παρασκευή μικροσφαιρών με τη μέθοδο εξώθησης και σφαιροποίησης 80
(Στάδια μεθόδου: Ξηρή ανάμιξη και υγρή κοκκοποίηση, Εξώθηση,
Σφαιροποίηση, Ξήρανση, Παρασκευή μικροσφαιρών MCC με
εκχύλιση ποροσχηματιστή NaCl)
3. Χαρακτηρισμός υγρών και στεγνών μικροσφαιρών 90
(Μέση διάμετρος και σφαιρικότητα υγρών μικροσφαιρών, Ποσοστό
υγρασίας, Μικροσωματιδιακές ιδιότητες, Πυκνότητα, Πορώδες,
Μηχανικές ιδιότητες, Αποσάθρωση στεγνών μικροσφαιρών,
Προσδιορισμός υπολείμματος NaCl σε εκχυλισμένες μικροσφαίρες)
V
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 195
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 199
VII
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Prosolv® και τροποποιημένο Avicel®), του υγρού κοκκοποίησης καθώς και της
ιδιότητες και την αποσάθρωση των μικροσφαιρών και μάλιστα η επίδραση αυτή
VIII
ιδιότητες και το χρόνο αποσάθρωσης μόνο για συνθήκες παρασκευής που οδηγούσαν
σε χαμηλές τιμές πορώδους (<37 %) ενώ η επίδραση του είδους MCC στο πορώδες
των μικροσφαιρών δεν ήταν σημαντική. Η αύξηση του πορώδους γενικά, βρέθηκε να
συνθηκών ψύξης (-30, -80 και -197οC), πριν από την ξήρανση εν καταψύξει, σε MCC
μικροσφαίρες εκχυλισμένες και μη. Από τη μελέτη βρέθηκε ότι το πορώδες των
διάμετρος πόρων είναι μέγιστη για τις εκχυλισμένες μικροσφαίρες και ακολουθούν οι
μέγιστη για θερμοκρασία ψύξης -80 οC και ελάχιστη για -197 oC. Στενότερη και πιο
ψύξη στους -197 οC. Από τις μετρήσεις του μεγέθους των πόρων βρέθηκε επιπλέον
«μελανοδοχείου» και γι’ αυτό το λόγο η μικροδομή και το σχήμα των πόρων
σε υδατικό διάλυμα ριβοφλαβίνης και εφαρμογή κενού. Μετά τη φόρτιση και την
και 70% ορθική επικάλυψη έναντι 20% και 25% αντίστοιχα για μη εκχυλισμένες)
επικάλυψης.
XI
SUMMARY
the density of pellets and affect the gastric emptying. Furthermore, it is expected to
Initially were examined the effects of MCC type, of wetting liquid and drying
Prosolv® and modified Avicel®) and two wetting liquids (water or water-isopropanol
60:40 w/w). Also, highly porous Avicel® pellets were prepared by the incorporation
and extraction of pore former (NaCl). All the wet pellets were dried by employing
three methods (fluidized bed, microwaves and freeze drying). The effects of drying
It was found that the drying method has the greatest effect on the pellet size
and porosity followed by the wetting liquid. The modification of MCC resulted in
resistance to deformation and tensile strength of pellets. The disintegration time also
decreased markedly due to the modification but only in the low porosity range (37%).
gave the greatest increase in pellet size and porosity. The increase in pellet porosity
Since the freeze drying caused the greatest increase on the non extracted pellet
porosity, the effects of wetting liquid and initial freezing conditions (before the
sublimation) on the pore volume and pore size distribution were evaluated with
mercury porosimetry. Freeze drying was applied after initial freezing under three
different conditions (-30, -80 and -197 oC). Also, the effects of initial freezing were
compared to those on highly porous pellets prepared with pore former NaCl and then
extracted.
temperature and the increase was greater for pellets made with water as wetting
liquid. The mean pore diameter was greater for the extracted pellets, followed by non
extracted MCC pellets made with water and water-isopropanol. Also, the pore
diameter was greater for freezing at -80 oC comparatively to that at -30 oC, while it
was smaller at -197 o C. Narrower and more symmetrical pore size distributions were
obtained with water-isopropanol at -197 oC. The higher porosity obtained with water
alone and the smallest mean pore diameter and narrower distribution obtained with
water molecules on the nucleation and growth crystals during initial freezing. It was
also noticed that the size of the pores formed by extraction of pore former is much
smaller than that of pore former particles. This may be caused by the presence of
“ink-bottle” pores. Therefore, microstructure and pore shape of pellets was estimated
From the mercury reintrusion it was found that, for nearly all the pore size
range and for all the different batches of pellets examined, the volumes of the second
intrusion are considerably lower compared to the volumes of the first intrusion.
fluidized bed dried pellets possibly due to the narrower pore size distribution and to
the better interconnectivity. The higher “ink-bottle” percentage of fluidized bed dried
and Avicel®/NaCl extracted pellets can be explained due to the formation of capillary
spaces during drying and during the NaCl extraction process respectively.
percentage than water which might be due to smaller size of the pores. The decrease
of initial freezing temperature reduces the “ink-bottle” formation only when water is
For the evaluation of drug loading ability as well as the release properties of
porous pellets, MCC pellets prepared either by applying freeze drying, resulting in
small pores, or by extraction of NaCl, resulting in large pores, were used. The pellets
drying were coated with enteric and colonic coatings using methacrylic polymers. The
requirements for effective gastroresistant coating and the release before and after
a) The drug loading ability was higher for the pellets with large pores probably due to
b) The drug release from the non coated pellets was immediate and controlled by
diffusion which was faster for pellets with large pores, probably due to quicker
c) The required polymer dispersion for the effective gastro-resistance was higher for
the case of pellets with large pores (at least 55% for enteric or 69% for colonic
coating for extracted, while 20% or 25% w/w for non extracted respectively) and
XIV
the profile of drug release was delayed and reduced with the increase of the coating
applied.
1
Α. ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
στόμα
1. Εισαγωγή
οδηγίες του Οργανισμού Φαρμάκων και Τροφίμων των ΗΠΑ (FDA) και Φαρμάκων
μετά τη χορήγησή τους. Ο δε ρυθμός αποδέσμευσης από αυτές εξαρτάται από τις
ιδιότητες του συγκεκριμένου φαρμάκου και τις συνθήκες που επικρατούν στην
λιγότερο από τις ιδιότητες του δραστικού συστατικού και τις συνθήκες που
εκείνα στα οποία η αποδέσμευση του φαρμάκου αρχίζει αμέσως μετά τη χορήγηση,
κάποιο χρονικό διάστημα από τη στιγμή της χορήγησης. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί
ιδιομορφία. Αν και σύμφωνα με τον ορισμό τους δεν είναι σκευάσματα άμεσης
τόπο απορρόφησής του στο γαστρεντερικό σωλήνα, όπως για παράδειγμα συμβαίνει
και/ή το ρυθμό της αποδέσμευσης του δραστικού συστατικού. Γενικά, ο τρόπος της
αποδέσμευσης είναι σημαντικός για την εκδήλωση της δράσης του φαρμάκου, και
φαρμακοτεχνική μορφή μέχρι τη στιγμή που αυτή θα φτάσει στην περιοχή του
όπως προαναφέρθηκε, την καθυστέρηση ή την παράταση της απόδοσης και μέσω
υπάρχει μία σχετική σύγχυση, καθότι η κάθε εταιρία μπορεί να υιοθετεί κάποια
Αποδέσμευσης:
και
Δράσης:
χορήγησης, όπως O.D. (Once Daily) ή Depot (δεξαμενής) μορφές. Η οδηγία της
αποδέσμευσης
δραστικών ουσιών αύξησε το ενδιαφέρον για την ανάπτυξη νέων μορφών χορήγησης
και η πιο ολοκληρωμένη κατανόηση των πλεονεκτημάτων και των ορίων της χρήσης
Πλεονεκτήματα:
του φαρμάκου ή/και των μεταβολιτών του στο αίμα και τους ιστούς εντός της
χορήγησης.
συνέπεια οι επακόλουθες παρενέργειες, αλλά και τα πολύ χαμηλά επίπεδα στο αίμα,
πιο εύκολη η λήψη φαρμάκων από τους ασθενείς και ειδικά όσων ακολουθούν χρόνια
θεραπεία, αλλά αποφεύγονται και προβλήματα όπως η αφύπνιση για λήψη νέας
Μειονεκτήματα:
συνήθως να ευθύνεται ο αυξημένος μεταβολισμός στο ήπαρ λόγω της πολύ αργής
αποδέσμευσης, αλλά και η πιθανή ατελής απορρόφηση της δραστικής ουσίας. Εκτός
από τον πιθανό περιορισμό του χρόνου παραμονής στο γαστρεντερικό σωλήνα, μία
χαρακτηριστικά των δραστικών ουσιών και μπορεί να τις καθιστούν ακατάλληλες για
Και από την άλλη όμως, φάρμακα με μεγάλη βιολογική ημιζωή (>8 h) εμφανίζουν
από τη φύση τους παρατεταμένη δράση και κατά συνέπεια, η χορήγησή τους ως
λόγω κινδύνου εμφάνισης τοξικών φαινομένων από τη λανθασμένη λήψη τους. Τέλος
αίμα.
και ταυτόχρονα εκείνη που έχει συγκεντρώσει τις ερευνητικές προσπάθειες για τη
σχεδιασμό τους, όπως είναι η κινητικότητα του εντέρου, η γαστρική κένωση και η
απαραίτητη για την επιτυχή ανάπτυξη των από του στόματος φαρμακοτεχνικών
συστημάτων.
7
στην πλειονότητά τους είναι δισκία και καψάκια, οι οποίες συνήθως αποτελούνται
θεραπευτικών επιπέδων στο αίμα. Για την προσθήκη του άμεσα αποδεσμευόμενου
διάφορες προσεγγίσεις. Στις πιο απλές περιπτώσεις, η αρχική δόση του φαρμάκου
δυνατόν η αρχική δόση να τοποθετηθεί στην επικάλυψη δισκίου στον πυρήνα του
(2) Την τροποποίηση του χρόνου διάβασης από το γαστρεντερικό σωλήνα, έτσι ώστε
απορρόφησης.
μήτρα.
υλικό, αδιάλυτο στο όξινο pH του στομάχου και διαλυτό σε ουδέτερο ή αλκαλικό
διάλυση του καλύμματος και ii) με διάλυση βραδέως διαβιβροσκόμενου πυρήνα στον
επηρεάζεται από τη σύνθεση και το πάχος του. Είναι σύνηθες, επιπλέον, ένα ποσοστό
ελέγχεται από το ρυθμό εισόδου του υγρού διάλυσης μέσα στη μήτρα. Το δραστικό
συστατικό διαλύεται ή αιωρείται σε τετηγμένο μείγμα λιπών και κηρών και το τήγμα
τοποθετούνται σε καψάκια.
αυξανόμενης απόστασης διάχυσης και της μειούμενης επιφάνειας διάλυσης. Για την
επιφάνειας διάλυσης.
monolithic devices).
υγρό.
Η ροή του φαρμάκου δια μέσου μιας μεμβράνης προς την κατεύθυνση
μείωσης της συγκέντρωσής του δίνεται από τον πρώτο νόμο του Fick (Hui et al.,
1987):
J = - D (dC/dx)..................................................................................(1.1)
όπου, J είναι η ροή σε gr/cm2 sec, D είναι ο συντελεστής διάχυσης του φαρμάκου στη
μεμβράνη σε cm2/sec και ο λόγος dC/dx είναι η μεταβολή της συγκέντρωσης του
φαρμάκου (C) σε απόσταση (x). Το αρνητικό σημείο δείχνει ότι η ροή έχει
κατεύθυνση από την περιοχή υψηλής προς την περιοχή χαμηλής συγκέντρωσης.
και ως εξής:
συντελεστής κατανομής του φαρμάκου μεταξύ της μεμβράνης και του πυρήνα, l το
πάχος της μεμβράνης (στοιβάδας διάχυσης) και dC η διαφορά συγκέντρωσης στις δύο
προς τη συγκέντρωσή του στον πυρήνα. Αν ο συντελεστής αυτός είναι πολύ υψηλός,
μηδενικής τάξης θα επιτυγχάνεται μόνο για ένα κλάσμα του χρόνου αποδέσμευσης.
της εξίσωσης 1.2. Κάτι τέτοιο, στα συστήματα ελεγχόμενης αποδέσμευσης είναι
δύσκολο να επιτευχθεί, αφού συνήθως μία ή περισσότερες από τις παραμέτρους αυτές
κυριότεροι είναι αυτοί που αναφέρονται στη βιβλιογραφία ως boundary layer problem
1.1, αφού ο όρος dC μειώνεται, ακολούθως θα μειώνεται και η ροή, J. Στην ακραία
φαρμάκου στην επιφάνεια της μεμβράνης μπορεί να φτάσει την τιμή κορεσμού όπου
η διάχυση σταματάει και ο ρυθμός αποδέσμευσης του φαρμάκου εξαρτάται μόνο από
σύστημα.
εξαρτάται από το συντελεστή διάχυσης του φαρμάκου στη μεμβράνη, το πάχος της
διατηρούν κινητική αποδέσμευσης μηδενικής τάξης για μεγάλο χρονικό διάστημα και
διασπείρεται σε μία αδιάλυτη μήτρα και ο ρυθμός αποδέσμευσής του εξαρτάται από
τη διάχυσή του από τη μήτρα και όχι από τη διάλυσή των τεμαχιδίων του φαρμάκου ή
από την παρακάτω εξίσωση που προτάθηκε από τον Higuchi (Higuchi, 1961):
στη μήτρα, Co η αρχική συγκέντρωση του φαρμάκου στη μήτρα και t ο χρόνος
αποδέσμευσης.
κατάσταση διατηρείται κατά τη διάρκεια της αποδέσμευσης, (β) το αρχικό ποσό του
φαρμάκου στη μήτρα είναι πολύ μεγαλύτερο από τη διαλυτότητά του, (γ) στο κυρίως
είναι πολύ μικρότερα από αυτά της μήτρας, (ε) ο συντελεστής διάχυσης παραμένει
σταθερός και (στ) δεν υπάρχει καμία αλληλεπίδραση ανάμεσα στο φάρμακο και το
Mt = k t1/2...........................................................................................(1.4)
όπου k είναι σταθερά που προκύπτει θεωρώντας ότι οι όροι του δεξιού σκέλους της
εξίσωσης Higuchi, εκτός του χρόνου, διατηρούνται σταθεροί κατά τη διάρκεια της
αποδέσμευσης.
αποδέσμευση in vivo (Hui et al., 1987). Παρόλα αυτά, αποτελούν τον πιο απλό και
και στα συστήματα δεξαμενής, είναι συχνά απαραίτητο ένα μέρος του φαρμάκου να
τοποθετώντας την αρχική δόση στην επικάλυψη του δισκίου, ενώ στα μη
(hydrophilic matrices) (Hui et al., 1987). Για την παρασκευή αυτών των συστημάτων
απλώς με ένα κοκκώδες αδρανές υλικό, (2) το φάρμακο και το αδρανές υλικό υπό
που περιέχει διαλυμένο και μέρος του αδρανούς υλικού, (3) το φάρμακο διασπείρεται
ή διαλύεται σε τήγμα ή διάλυμα του αδρανούς υλικού και το μίγμα που προκύπτει
σχήμα της κατά τη διάβαση διαμέσου του σωλήνα και αποβάλλεται με το αρχικό της
διάλυση της μεμβράνης επιτρέπει τη διάχυση του περιεχόμενου φαρμάκου μέσα από
πυρήνα και το μέσο διάλυσης αντίστοιχα. Το ποσοστό του διαλυτού συστατικού της
μεμβράνης καθορίζει τον αριθμό των δημιουργούμενων πόρων και επομένως, είναι ο
ιονταλλακτικής ρητίνης και με επιλογή της σχετικής αναλογίας της βασικής μορφής
ιονίζονται και μπορούν να συνδεθούν με αυτές και (β) οι δόσεις τους είναι μικρές,
μορφές και επιπλέον η διαφοροποίηση των χημικών συνθηκών σε όλο το μήκος του
είναι ένα ακόμα εμπόδιο στο σχεδιασμό δοσολογικών μορφών. Τα από του στόματος
τιμών pH, το οποίο μεταβάλλεται από 7 στη στοματική κοιλότητα, 1 με 4 στο στομάχι
και 5 με 7 στο λεπτό έντερο. Από το στιγμή που τα περισσότερα φάρμακα είναι
της δραστικής ουσίας και την επίτευξη ελεγχόμενης αποδέσμευσης του φαρμάκου
κιτρικού, φθαλικού, φωσφορικού ή ταρταρικού οξέος, που είναι ανεκτά από τον
γαστρεντερικά υγρά.
σταθερή τιμή στην οποία διαλύεται το φάρμακο και τελικά αυτό διαπερνά τη
γαστρεντερικό σωλήνα.
μεμβράνη. Για τη διαφυγή του φαρμάκου χαράσσεται στη μεμβράνη ένα στόμιο
συγκεκριμένης διαμέτρου.
ακεραιότητα κατά την αποδέσμευση του φαρμάκου. Είναι επιπλέον διαπερατή από τα
γαστρεντερικά υγρά, αλλά όχι και από το διάλυμα του φαρμάκου. Καθώς τα
γαστρεντερικά υγρά περνούν μέσω της μεμβράνης στη δεξαμενή (πυρήνα) του
17
πίεση κατά μήκος της μεμβράνης. Κάτω από την οσμωτική πίεση, το διάλυμα του
είναι ότι θεωρητικά η αποδέσμευση είναι ανεξάρτητη από τις ιδιότητες του φαρμάκου
και το περιβάλλον. Από την άποψη ότι στο γαστρεντερικό σωλήνα επικρατούν
αποτελούν μια καλή λύση για από του στόματος χορηγούμενες μορφές ελεγχόμενης
άτομο και επιπλέον εξαρτάται από τις φυσικές ιδιότητες του απορροφούμενου
έχει βρεθεί ότι για δύσπεπτα αντικείμενα μπορεί να κυμαίνεται από 8 μέχρι 62 ώρες
(Park and Robinson, 1984). Επιπλέον, έχει βρεθεί ότι στην ανώτερη περιοχή του
18
λεπτού εντέρου, που είναι και η περιοχή απορρόφησης των περισσότερων φαρμάκων,
τροφής. Στους ανθρώπους, η διάβαση από το στομάχι στο λεπτό έντερο είναι περίπου
3-6 ώρες σε κατάσταση νηστείας και 6-10 ώρες μετά τη λήψη τροφής (Robinson,
1978). Επομένως, τίθεται ένα όριο 10 ωρών για τη μεταφορά φαρμάκων που
σωλήνα γίνεται συνήθως μέσω καθυστέρησης της γαστρικής κένωσης. Παράταση της
από τη βλεννογόνο στοιβάδα, όταν είναι προβληματική η διάλυσή του και όταν η
απορρόφηση στο κόλον είναι πολύ περιορισμένη. Η επίτευξη της καθυστέρησης και
της επιβράδυνσης της γαστρικής κένωσης είναι δυνατή με την ταυτόχρονη χορήγηση
βιοπροσκολλητικά συστήματα.
οποία επιπλέουν στο στομαχικό υγρό (Intragastric Floating Tablets). Τα δισκία αυτά
υδροξυαιθυλοκυτταρίνη, η υδροξυπροπυλοκυτταρίνη, η
επιπλέοντα δισκία συνήθως αποτελούνται από δύο στοιβάδες, από τις οποίες η
δόση. Μετά την αποδέσμευση της αρχικής δόσης, η δεύτερη στοιβάδα απορροφά το
πυκνότητα (bulk density) του δισκίου που προκύπτει είναι μικρότερη από αυτή του
γαστρεντερικού υγρού και αυτό του επιτρέπει να επιπλέει στο στομάχι μέχρι να
στομαχικό υγρό είναι ένας συνδυασμός μιας δεξαμενής φαρμάκου και ενός θαλάμου,
ο οποίος μπορεί να είναι κενός ή να περιέχει αέρα ή αδρανές αέριο, ώστε να επιπλέει
σύστημα οσμωτικής αντλίας για να εξασφαλιστεί επίπλευση και παραμονή του στο
στομαχικό υγρό.
β) Βιοπροσκολλητικά συστήματα:
αυτοάμυνας του γαστρεντερικού επιθηλίου και αναπτύχθηκε από τον Robinson και
τους συνεργάτες του στο πανεπιστήμιο του Wisconsin (Park and Robinson, 1984).
το οποίο συνδέεται με τα μόρια της μηκίνης στη στοιβάδα της επιφανειακής βλέννης
υδροξυπροπυλομεθυλοκυτταρίνη κ.α.
βάση το μηχανισμό ελέγχου της αποδέσμευσης, αδιάκριτα εάν αποτελούνται από μία
δοσομονάδων.
Μικροσφαίρες
1. Εισαγωγή
(multiple unit ή divided dosage forms), όπως ήδη αναφέρθηκε, αποτελούνται από
μπορεί να περιέχουν.
διασπείρεται σε μία μήτρα η οποία αποτελεί μια δεξαμενή του φαρμάκου και από την
αποτέλεσμα των πλεονεκτημάτων που προσφέρουν από τη χρήση τους, έναντι των
Nielsen, 1978).
που κυρίως αφορούν την πολυπλοκότητα και το κόστος παρασκευής τους και τα
δοσομονάδων
δυνατότητα συνδυασμού μονάδων διαφορετικής φύσης στο ίδιο σκεύασμα, όπως για
περισσότερων δραστικών ουσιών που μπορεί να είναι χημικά ασύμβατες μεταξύ τους
και τη μεταφορά και αποδέσμευσή τους στο ίδιο ή σε διαφορετικό σημείο του
γαστρεντερικού σωλήνα.
σημείο απορρόφησης είναι το ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου και έτσι η πιθανή
πολυάριθμες δοσομονάδες, λόγω του πολύ μικρού τους μεγέθους (διάμετρος < 1 mm)
μπορούν να περνούν εύκολα από τον πυλωρό και να φτάνουν στο λεπτό έντερο
ακόμα και όταν αυτός είναι κλειστός, τόσο στην κατάσταση σίτισης όσο και στην
εφόσον ολοκληρωθεί η πέψη της τροφής και επέλθει η κατάσταση μη σίτισης και
χορηγηθεί και δεύτερο γεύμα πριν ολοκληρωθεί η πέψη, είναι δυνατόν να παραταθεί
η παραμονή της φαρμακομορφής στο στομάχι για περισσότερο από 10 ώρες, ανάλογα
με τη συχνότητα και την ποσότητα του φαγητού (Davis et al., 1986a). Η υπόθεση ότι
υπάρχει καθυστέρηση της κένωσης ακόμη και των μικροσφαιρών από την παρουσία
τροφής, αλλά η επίδρασή της είναι πολύ μικρή (Davis et al., 1986b).
σημείο απορρόφησης στο λεπτό έντερο με ρύθμιση του μεγέθους και της πυκνότητάς
τους (Bechgaard and Ladefoged1978). Κάτι τέτοιο είναι σημαντικό αφού είναι
σκόπιμο να παραμείνει η δεξαμενή του φαρμάκου στο ανώτερο τμήμα του εντέρου
νεότερα ευρήματα έδειξαν ότι η πυκνότητα έχει μόνο μικρή επίδραση ή και καθόλου
στο χρόνο διάβασης από το γαστρεντερικό (Davis et al., 1986a και Bechgaard et al.,
χορηγούμενων από το στόμα. Έτσι, βρέθηκε ότι όσον αφορά το χρόνο διάβασης από
λεπτό έντερο είναι ο ίδιος, της τάξεως των τριών ωρών, και ανεξάρτητος από τη φύση
24
του γεύματος και για τα δύο είδη συστημάτων (Davis et al., 1986b). Το πλεονέκτημα
των πολλαπλών δοσομονάδων έγκειται στον υψηλό βαθμό διασποράς τους, ο οποίος
μάλιστα έχει βρεθεί ότι στο λεπτό έντερο γίνεται μεγαλύτερος κατά την παρουσία
γεύματος (Davis et al., 1987). Η διασπορά τους επιπλέον είναι μεγαλύτερη κατά τη
φαρμάκου. Είναι γενικά αποδεκτό ότι για να αποφευχθεί η τοπική τοξικότητα πρέπει
1978). Αρχικά, για την αντιμετώπιση του ερεθισμού του στομάχου εφαρμόστηκαν
εντερικές επικαλύψεις, πράγμα όμως που δεν έλυσε απόλυτα το πρόβλημα, καθώς σε
φορές ακαριαία με την άφιξη της φαρμακομορφής στο λεπτό έντερο, με αποτέλεσμα
σημείο, όπως στο οισοφάγο, τον πυλωρό ή τις πτυχώσεις του εντέρου, αποδεσμεύεται
αποδίδονται κατά την αποσάθρωση των καψακίων ή των δισκίων και διασπείρονται
Doelker, 1992). Επιπλέον, και οι απαιτήσεις των ελέγχων ποιότητας τόσο κατά τη
διαδικασία παραγωγής όσο και στο τελικό προϊόν είναι μεγαλύτερες (Stamm, 1989).
αφορούν τεχνολογικές δυσκολίες της παρασκευής τους, είναι προφανές και γενικά
τους από το γαστρεντερικό σωλήνα έχει υψηλό βαθμό ανεξαρτησίας από την
παρουσία και τη μεταφορά της τροφής και ii) ότι το φάρμακο αποδεσμεύεται σε
process)
φαρμάκων και επομένως, είναι δυνατό να διαφέρουν όχι μόνο στη σύνθεση, αλλά και
μέγεθός τους κυρίως εξαρτάται από την τεχνολογία παρασκευής που ακολουθείται.
δείχνουν πιο αργό ρυθμό αποδέσμευσης του φαρμάκου σε σύγκριση με αυτές που
πρωτοεκδηλώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’50, λόγω ανάγκης διατήρησης της
Ωστόσο, ο αριθμός των δισκίων που μπορούσαν να τοποθετηθούν στα καψάκια ήταν
περισσότερο από λίγες ώρες. Επιπλέον, η διαδικασία ήταν δύσκολη και απαιτούσε
εξειδικευμένο προσωπικό.
Μεγάλη πρόοδος σημειώθηκε το 1949 όταν επιστήμονες της Smith Kline &
κόκκων από ζάχαρη, που ήδη χρησιμοποιούνταν στη ζαχαροπλαστική, για την
περιλάμβανε την επίστρωση κόκκων ζάχαρης με κάποια σκόνη και συνδετικό, μέχρι
εφαρμοστεί είτε σε πυρήνες με δραστική ουσία είτε σε αδρανείς πυρήνες πάνω στους
οποίους επικαθόταν η δραστική ουσία. Από νωρίς, η μέθοδος βελτιώθηκε από την
SKF και εφαρμόστηκε σε αριθμό φαρμάκων, για τα οποία έλαβε σειρά από σχετικά
Marumerizer (Spheronizer). Η διαδικασία αυτή βοήθησε κατά πολύ στη διάδοση των
29
4. Πλεονεκτήματα μικροσφαιρών
οποιαδήποτε αναλογία στην ίδια φαρμακομορφή, τα οποία μπορεί να είναι ακόμα και
ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των δραστικών ουσιών. Ο κύριος λόγος για
σφαιρικό και λείο σχήμα, ιδανικά χαρακτηριστικά για μια επιτυχή επικάλυψη.
Στο σφαιρικό σχήμα τους οφείλεται και η βελτιωμένη ικανότητα ροής που
αποτελούν λιγότερο εύθραυστο φορέα φαρμάκου (Vervaet et al., 1995), γεγονός που
διευκολύνει την εγκαψακίωση αλλά και τη δισκιοποίησή τους. Από τους Jalal και
ειδικά στις μικροσφαίρες που προέρχονται από εξώθηση και σφαιροποίηση (Hileman
μετά την παρασκευή μέσα στη δομή των πόρων, ή και εξωτερικά στην επιφάνειά των
μικροσφαίρες, είναι σημαντικό ότι αυτό μπορεί να γίνει τόσο εξωτερικά με ψεκασμό
εσωτερικά στη δομή των πόρων με βύθιση των μικροσφαιρών σε διάλυμα της
31
δραστικής ουσίας (Cosijns et al., 2009). Κάτι τέτοιο αποτελεί πλεονέκτημα για
σταδίων καθένα από τα οποία επηρεάζει τις ιδιότητες των τελικών μικροσφαιρών
(Schmidt and Kleinebudde, 1999) και από την οποία προκύπτουν σφαιρικά σωματίδια
προκύψει μια ικανοποιητικά πλαστική υγρή μάζα. γ) Η υγρή μάζα εξωθείται για να
επίδραση στην ποιότητα της κοκκοποίησης που ακολουθεί και κατά συνέπεια στις
έχουν μεγάλες διαφορές σε ιδιότητες όπως είναι το μέγεθος των σωματιδίων και η
μικροσφαιρών.
β) Υγρή κοκκοποίηση
και η κατανομή του υγρού επηρεάζει την πλαστικότητα και τη συνεκτικότητα της
υγρής μάζας (Ku et al., 1993). Ακόμη, κατά την υγρή κοκκοποίηση, η εξάτμιση του
σωματιδίων και αυξάνει το εμβαδόν της επιφάνειας που προσφέρεται για συγκράτηση
μεταξύ των σωματιδίων, που έχουν πάχος πολλών μορίων και είναι ως εκ τούτου
αιωρήματος), σχήμα 1.1. Κάθε μία από τις τέσσερεις καταστάσεις αντιπροσωπεύει
εκκρεμοειδής χοανοειδής
τριχοειδική σταγονίδιο
Σχήμα 1.1 Φάσεις συσσωμάτωσης στερεών σωματιδίων κατά την υγρή
κοκκοποίηση σύμφωνα με τους Newitt and Conway-Jones (1958) και
Barlow (1968)
34
λίγες και μικρές γέφυρες σχήματος φακού στα σημεία επαφής των σωματιδίωνν.
(funicular), γιατί υπάρχουν κενοί χώροι που συγκοινωνούν μεταξύ τους. Με επιπλέον
προσθήκη υγρού, όλοι οι κενοί χώροι γεμίζουν και πλέον η συγκράτηση των
σωματιδίων δεν οφείλεται στην παρουσία υγρών γεφυρών, αλλά στην τριχοειδική
σωματίδια όχι μόνο καλύπτονται πλήρως από υγρό, αλλά διασπείρονται και
Η αντοχή των γεφυρών στην εκκρεμοειδή φάση είναι περίπου ίση με το ένα
τρίτο της αντοχής τους στην τριχοειδική κατάσταση, και η αντοχή στη χοανοειδή
κατάσταση έχει μία ενδιάμεση τιμή ανάμεσα σε αυτήν της τριχοειδικής και
1
TS SC cos
d ……………………………………………….(1.6)
κοκκοποίησης (liquid saturation), C είναι μία σταθερά που εξαρτάται από το σχήμα
των σωματιδίων, ε είναι το πορώδες των κόκκων, γ είναι η επιφανειακή τάση του
(1 )
S H ………………………………………(1.7)
όπου Η είναι ο λόγος του βάρους του υγρού κοκκοποίησης προς το βάρος των
τεμαχιδίων της σκόνης. Η εξίσωση προϋποθέτει ότι η πυκνότητα του υγρού είναι ίση
με 1.
τις τρεις φάσεις σύνδεσης των σωματιδίων κατά την υγρή κοκκοποίηση. Με την
προϋπόθεση ότι τα τεμαχίδια της σκόνης είναι σφαιρικά και ομοιόμορφου μεγέθους,
τριβής των κόκκων μεταξύ τους. Πολλοί ερευνητές παρατήρησαν ότι ο ρυθμός
ανάπτυξης των κόκκων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την περιεκτικότητα της
κοκκοποιημένης μάζας σε υγρό (Newitt and Conway-Jones, 1958 και Kristensen and
Schaefer, 1987). Αυτό οφείλεται είτε στην αυξημένη πλαστικότητα των κόκκων είτε
εξώθηση και σφαιροποίηση, έχει βρεθεί ότι το επίπεδο υγρού κοκκοποίησης για την
ποσότητα υγρού που απαιτείται για την επίτευξη της τριχοειδικής κατάστασης κατά
γ) Εξώθηση
Στο στάδιο της εξώθησης εφαρμόζεται πίεση στην υγρή κοκκοποιημένη μάζα
διάμετρο που καθορίζεται από τις διαστάσεις των οπών από όπου διέρχεται η υγρή
υλικού και τη μέθοδο εξώθησης που χρησιμοποιείται (Hicks and Freese, 1989). Σε
είναι ο ρυθμός τροφοδοσίας και οι διαστάσεις της οπής (διάμετρος και μήκος).
σημαντική, γιατί οι ιδιότητες των προϊόντων εξώθησης και των τελικών σφαιριδίων
37
εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την πλαστικότητα και τη συνεκτικότητα της υγρής
Από μελέτες της δύναμης που απαιτείται για το πέρασμα της υγρής μάζας
μέσα από τη διάτρητη επιφάνεια του εξωθητή βρέθηκε ότι οι καμπύλες δύναμης ως
προς τη μετατόπιση της υγρής μάζας παρουσιάζουν τρεις φάσεις (Harrison et al.
1987): α) τη φάση συμπίεσης που συμβαίνει πριν από την εξώθηση της μάζας και
κατά την οποία η υγρή μάζα απλώς διευθετείται και συσκευάζεται πριν από την
έναρξη της εξώθησης, β) τη φάση σταθερής ροής, στην οποία έχει αρχίσει η ροή της
μάζας μέσα από τις οπές του εξωθητή και η απαιτούμενη πίεση προκειμένου να
χρησιμοποιούμενα υλικά και οι συνθήκες της μεθόδου δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο,
Για την εξέταση των παραγόντων της εξώθησης που επηρεάζουν τις ιδιότητες
γενικότερα είναι λιγότερο σημαντικοί από τους παράγοντες των σταδίων της υγρής
δ) Σφαιροποίηση
αποτελούμενη από δοχείο που στη βάση του υπάρχει ειδικός περιστρεφόμενος
αναπτύσσονται ανάμεσα στα τεμαχίδια και τα τοιχώματα της συσκευής και μεταξύ
γίνεται μέσα από σειρά σταδίων και σε μικρό χρονικό διάστημα το μήκος τους γίνεται
σχεδόν ίσο με τη διάμετρό τους, λόγω τριβής με τον ταχύτατα περιστρεφόμενο δίσκο.
οποία απεικονίζονται στο σχήμα 1.2. Το πρώτο μοντέλο περιγράφηκε από τον Rowe
bells) (αIII), οι οποίοι σταδιακά παίρνουν ελλειψοειδές σχήμα (αIV) και τελικά
σφαιρικό (αV). Το δεύτερο μοντέλο προτάθηκε από τους Baert και Remon (1993), οι
οποίοι πρότειναν ότι αρχικά το κυλινδρικό τεμαχίδιο (βI) παίρνει ένα κυρτό σχήμα
α)
β)
(1993)
στρίβονται στο κέντρο τους και σπάζουν σε δύο μικρότερα σφαιρικά τεμαχίδια (βIV),
που φέρουν μία κοιλότητα στο κέντρο τους. Καθώς η κίνηση στο σφαιροποιητή
του δίσκου και ο χρόνος παραμονής στο σφαιροποιητή. Παρακάτω (κεφάλαιο IV) θα
40
γίνει λεπτομερής ανάλυση των παραγόντων αυτών σε συνδυασμό με τις ιδιότητες των
μικροσφαιρών.
δ) Ξήρανση
θερμοκρασία δωματίου (Hasznos et al., 1992, Hellen et al., 1993b, Hellen and
dryer) (Baert et al., 1993, Fielden et al., 1992, Baert and Remon, 1993), ή σε
πυριαντήριο δίσκων (Woodruff and Nuessle, 1972, O’Connor and Schwartz, 1993,
Malinowski and Smith, 1974, Wan et al., 1993). Για τη ξήρανση μικροσφαιρών έχει
2004).
Κάθε μία από τις μεθόδους ξήρανσης έχει τα δικά της πλεονεκτήματα. Οι
είναι η πιο γρήγορη διαδικασία λόγω του μεγαλύτερου όγκου θερμού αέρα που
2004). Γι’ αυτό, η επιλογή της μεθόδου ξήρανσης θα πρέπει να στηρίζεται στις
1. Εισαγωγή
Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι είναι σημαντικό για την παρασκευή των
μάζας που προκύπτει από το πρώτο στάδιο της υγρής κοκκοποίησης. Στη
η μικροκρυσταλλική κυτταρίνη, όπως επισημάνθηκε πριν από 25-30 χρόνια από τους
Conine και Hadley (1970), Miyake et al. (1973) και Harrison et al. (1984).
που να διευκολύνει την εξώθηση και την αλλαγή του σχήματος της υγρής μάζας κατά
υγρασίας με προσρόφηση και έτσι ελέγχει την κίνηση του νερού μέσα στην πλαστική
μάζα και εμποδίζει το διαχωρισμό φάσεων κατά την εξώθηση και τη σφαιροποίηση.
αρχικά με διαφορική θερμική ανάλυση και βρέθηκε ότι είναι προσροφημένα 15,4 ml
νερού ανά 100 g στερεού (Fielden et al., 1988). Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της
της, στοιχεία για την οποία δίνονται στη συνέχεια, καθώς και δεδομένα αξιολόγησης
το ξύλο. Το βαμβάκι είναι σχεδόν καθαρή κυτταρίνη, ενώ το ξύλο περιέχει κυτταρίνη
είναι να ενισχύει τις ίνες του ξύλου. Η λιγνίνη ενδυναμώνει τη δομή και η ημι-
πολτοποίησης οι ίνες της κυτταρίνης αποχωρίζονται, ενώ μέρος της λιγνίνης και της
κυτταρίνη.
περιοχές συνδέονται σε μικροϊνίδια (Δ) που τελικά δίνουν τα ινίδια (Ε) της
κυτταρίνης.
Α Β Γ Δ Ε
από τον πολτό της κυτταρίνης. Μετά το πλύσιμό του με νερό το εναιώρημα που
Η διαδικασία αυτή σπάζει και κονταίνει τις αλυσίδες κυτταρίνης και απομακρύνει
συγχρόνως την ημι-κυτταρίνη και τη λιγνίνη. Οι ίνες κυτταρίνης (μήκος 1-3 mm)
πυριτίου, το οποίο προστίθεται στο εναιώρημα πριν από την ξήρανση δια ψεκασμού.
διαφορετική συμπεριφορά από την MCC κατά την υγρή κοκκοποίηση (Buckton et al.,
1999). Η τελευταία υφίσταται αλλαγές στους δεσμούς υδρογόνου και τους δεσμούς
C-H μετά την υγρή κοκκοποίηση και ξήρανσή της, ενώ η πυριτιωμένη
Οι δεσμοί υδρογόνου μεταξύ των αλυσίδων της κυτταρίνης δίνουν στο μόριο
νερού παρέχει την ενέργεια για το σπάσιμο πλευρικών δεσμών μεταξύ των
τριχοειδικών δυνάμεων, συμβαίνει συμπύκνωση της δομής των ινών και οι πορώδεις
μικροσκοπικούς πόρους, θραύσματα και ρωγμές μεταξύ των ινιδίων. Το νερό μπορεί
να συγκρατηθεί τόσο μεταξύ των ινών όσο και μέσα σε πόρους στο εσωτερικό των
ξήρανσή της υφίσταται μεταβολές στη δομή της και συγκεκριμένα στους
α)
β)
γ)
αλλαγές που συμβαίνουν στις ίνες της κυτταρίνης κατά την ξήρανση λόγω
σφαιροποίηση
για τη διαδικασία της εξώθησης και σφαιροποίησης, γιατί η υγρή μάζα της που
i) Έχει κατάλληλη μηχανική αντοχή ώστε να διατηρεί τη δομή της, αλλά να είναι και
σφαιροποιητή.
κυλινδρικών τεμαχιδίων σε σφαιρικά κατά την επαφή με το δίσκο τριβής μέσα στο
σφαιροποιητή.
46
iii) Εξασφαλίζει ευρεία περιοχή της κατάλληλης υγρασίας, ώστε να μην κολλάει με
μεγάλο όγκο νερού στην πορώδη δομή της και να το διατηρεί εκεί ακόμα και κάτω
από την εφαρμογή σχετικά υψηλών πιέσεων. Κατά την εξώθηση, τα σωματίδια
προς τα έξω και λιπαίνουν, με αυτόν τον τρόπο, την εξωθούμενη μάζα
πηκτής “crystallite-gel-model”, για την εξήγηση της πορείας της εξώθησης και
μικρότερα λόγω των δυνάμεων που αναπτύσσονται κατά την κοκκοποίηση και
τους (παράγοντες σύνθεσης) όσο και από τις συνθήκες της παρασκευής τους
και ως εκ τούτου αποτελεί το κυριότερο κριτήριο για την επιλογή των συστατικών
ικανότητα ροής, η πυκνότητα στοίβασης και η ευθρυπτότητα είναι σημαντικά για την
διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά από αυτές που συμπιέζονται προς δισκία. Εάν οι
μεγέθους, καλή σφαιρικότητα και ομαλή επιφάνεια, όπως επίσης και χαμηλή
Aldernorn, 2001a), την ικανότητα φόρτισής τους με φάρμακο (Byrne and Deasy,
2002 και 2005), αλλά και την αποδέσμευση του φαρμάκου (Gomez-Carracedo et al.,
αυτών είναι πολύτιμη γιατί δίνει την δυνατότητα του ελέγχου τους και της παραγωγής
48
Για την περίπτωση αυτή είναι απαραίτητο να καθορίζεται η κατάλληλη ποσότητα του
καθορίζει τη συνολική προς επικάλυψη επιφάνεια και κατά συνέπεια το πάχος του
μικροσφαιρών (Mehta, 1989). Είναι επίσης βασικό η κατανομή μεγέθους να είναι όσο
γαστρική κένωση απ’ ότι το μέγεθος της τροφής κατά την κατάσταση σίτισης και ότι
Clarke και οι συνεργάτες του (1993) δεν διαπίστωσαν καθυστέρηση της γαστρικής
κένωσης με αύξηση του μεγέθους των μικροσφαιρών, αλλά βρήκαν πως μεγαλύτερες
μικροσφαίρες παρουσίαζαν μεγαλύτερο χρόνο παραμονής στο λεπτό έντερο. Στο ίδιο
συμπέρασμα για την επίδραση του μεγέθους στο χρόνο παραμονής των
μικροσφαιρών στο λεπτό έντερο κατέληξαν και οι Tulen et al. (1999), οι οποίοι
γαστρικής κένωσης σε σχέση με τις μεγαλύτερες κατά την κατάσταση σίτισης, όμως
της έχει βρεθεί ότι επηρεάζει το μέγεθος των τελικών μικροσφαιρών (Levis and
αρχικών κόνεων στο μέγεθος των τελικών μικροσφαιρών έχει ειδικά μελετηθεί από
50
τους Fielden et al. (1992) και Wan et al. (1993), οι οποίοι βρήκαν ότι το μέγεθος των
αυξανόταν με αύξηση του μεγέθους των σωματιδίων της λακτόζης, ενώ μικρότερο
μέγεθος των τελικών μικροσφαιρών. Οι Wan et al. (1993) και οι Sousa et al. (1996)
βρήκαν ότι το μέγεθος των μικροσφαιρών αυξανόταν με την αύξηση της ποσότητα
ότι είναι σημαντικό για την παραλαβή μικροσφαιρών επιθυμητού μεγέθους (Baert et
al., 1993). Στο ίδιο συμπέρασμα είχαν καταλήξει και οι Millili και Schwartz (1990),
οι οποίοι βρήκαν ότι η αύξηση του ποσοστού του νερού στο μίγμα με αιθανόλη
προϊόντων είναι το μέγεθος οπής του διάτρητου πλαισίου του εξωθητή, η ταχύτητα, ο
ξήρανσης.
από πολλούς ότι επηρεάζει το μέγεθος και την κατανομή μεγέθους των
καθώς αυξάνονται η ταχύτητα και ο χρόνος σφαιροποίησης (Wan et al., 1993), αλλά
κάτι τέτοιο δεν είναι απόλυτο αφού σε πολύ υψηλές ταχύτητες και μεγάλους χρόνους
παραμονής τα τελικά προϊόντα είχαν πολύ μικρό μέγεθος. Από τους Hasznos et al.
(1992) προτάθηκε ότι για το μέγεθος των τελικών μικροσφαιρών είναι σημαντικός ο
εξαρτάται και από τη σύνθεση του υγρού κοκκοποίησης (Baert et al., 1993). Το
φορτίο του υλικού, τέλος, μπορεί να επηρεάσει το μέγεθος των μικροσφαιρών, καθώς
σύμφωνα με τους Hellen et al. (1993b), μεγαλύτερο φορτίο οδηγεί σε μείωσή του.
περιορισμένης κίνησης του υγρού και κατά συνέπεια περιορισμού των τριχοειδικών
δυνάμεων συστολής. Επιπλέον, η διαστολή του νερού κατά την ψύξη πριν από την
Από τους κύριους στόχους της μεθόδου εξώθησης και σφαιροποίησης είναι η
των μικροσφαιρών σχετίζεται με το μέγεθός τους (Hellen and Yliruusi, 1993) και ο
επίδραση στη σφαιρικότητα των μικροσφαιρών (Loevgren and Lundberg, 1989 και
Baert et al., 1993). Σύμφωνα με τους Loevgren και Lundberg (1989), η αυξανόμενη
ποσότητα του υγρού κοκκοποίησης βελτιώνει την ικανότητα της υγρής μάζας για
αποτελέσματα των δύο εργασιών προφανώς οφείλεται στη διαφορετική σύνθεση των
53
επηρεάζει το σχήμα των μικροσφαιρών, παρά μόνο τις ιδιότητες της επιφάνειάς τους
(Woodruff and Nuessle, 1972) και του χρόνου παραμονής στο σφαιροποιητή συντελεί
στη βελτίωση της σφαιρικότητας (Baert et al., 1993, Wan et al., 1993 και Hileman et
al., 1993) και των χαρακτηριστικών επιφάνειας των μικροσφαιρών (Bataille et al.,
1993). Οι Hellen et al (1993b) βρήκαν ότι και το φορτίο που τοποθετείται στο
Lundberg (1989), αντίθετα, είχαν δείξει ότι το αυξημένο φορτίο του σφαιροποιητή
μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το σχήμα των μικροσφαιρών. Ωστόσο και από τους
54
ίδιους επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση της ταχύτητας και του χρόνου σφαιροποίησης
συντελεί στη βελτίωση της σφαιρικότητας των τελικών προϊόντων. Παρόλα αυτά, στη
βιβλιογραφία (Woodruff and Nuessle, 1972), έχει αναφερθεί ότι αυξημένοι χρόνοι
Carracedo et al., 2007). Συνεπώς, με την εφαρμογή ξήρανσης εν καταψύξει, κατά την
οποία οι δυνάμεις συστολής λόγω της μετακίνησης της υγρασίας είναι ελάχιστες, οι
σύμφωνα με τους Bataille et al. (1993). Τέλος, οι Dyer et al. (1994), έδειξαν ότι
3. Πυκνότητα
τελικών καψακίων.
της ικανότητας συσκευασίας τους και επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη διάμετρο
των σφαιρικών σωματιδίων (Mehta, 1989). Από την άλλη, η αληθής πυκνότητα
(apparent ή pycnometric density) δείχνει την έκταση της συμπύκνωσης των υλικών
δεν είναι εντελώς ξεκάθαρη. Πειράματα in vivo έδειξαν ότι ο μέσος χρόνος διάβασης
της πυκνότητας από 1,0 σε 1,6 g/cm3 (Bechgaard and Ladefoged, 1978). Ωστόσο,
μετέπειτα μελέτες των Bechgaard et al. (1985) δεν έδειξαν διαφορές στο χρόνο
διάβασης ανάμεσα σε μικροσφαίρες πυκνότητας 0,94 και 1,96 g/cm3. Στο ίδιο
κατάσταση νηστείας και κατέληξαν και οι ίδιοι ότι η γαστρική κένωση είναι
που είχαν μελετηθεί μέχρι τότε. Έτσι, έδειξαν ότι πρέπει να υπάρχει ένα όριο τιμών
αύξηση της πυκνότητας, κυρίως για μικροσφαίρες μικρότερου μεγέθους (~0,5 mm)
(Clarke et al., 1993). Επιπλέον, διαπίστωσαν όχι μόνο παράταση της γαστρικής
κένωσης αλλά και του χρόνου παραμονής στο λεπτό έντερο, για μικροσφαίρες αυτής
της τάξης μεγέθους. Την παράταση της γαστρικής κένωσης και της διάβασης από το
(1999), οι οποίοι βρήκαν επιπλέον πως από την πυκνότητα επηρεάζεται και η κένωση
από το κόλον.
Επειδή εκτός από την πιθανή τροποποίηση του χρόνου διάβασης από το
η ποσότητα του υγρού κοκκοποίησης (Baert and Remon, 1993). Αυξανόμενης της
των τελικών προϊόντων (Hileman et al., 1993). Συγκεκριμένα, αύξηση του ποσοστού
χρόνος σφαιροποίησης δεν είχε καμία επίδραση στην πυκνότητα των παραγόμενων
και του χρόνου σφαιροποίησης αυξάνει την πυκνότητα. Οι ίδιοι υποστήριξαν πως οι
και σε μεγάλο βαθμό στην καταστολή του φαινομένου της συρρίκνωσης λόγω της
μείωσης του χρόνου απομάκρυνσης της υγρασίας. Αντίθετα, κατά τις τεχνικές όπου ο
silica gel, και ο ρυθμός απομάκρυνσης της υγρασίας πολύ αργός, η συρρίκνωση του
4. Μηχανικές ιδιότητες
αποθήκευση και άλλες διαδικασίες στις οποίες μπορεί να υπόκεινται, όπως είναι η
επικάλυψη. Τροποποίηση στη σύνθεση και/ή στη διαδικασία παραγωγής τους, όπως
επίσης και στα αρχικά υλικά, είναι δυνατόν να επηρεάσουν σημαντικά τη μηχανική
θραύση είναι πολύ σημαντικές (Johansson et al., 1995). Η ικανότητα συμπίεσης και ο
των δισκίων που προκύπτουν και επιπλέον την αποδέσμευση του δραστικού
συστατικού.
υλικών παρασκευής τους (σχήμα, μέγεθος, βαθμό σφαιρικότητας και πορώδες) και
όλες εκείνες τις φυσικές ιδιότητές που επηρεάζονται από τους παράγοντες της
κοκκοποίησης, εξώθησης και σφαιροποίησης, καθώς και της ξήρανσης (Dyer et al.,
υγρού, βρέθηκε ότι αύξηση του ποσοστού του νερού στο μείγμα οδηγεί σε πιο
ανθεκτικές και λιγότερο εύθραυστες μικροσφαίρες (Millili and Schwartz, 1990). Στο
(2005) απέδωσαν την επίδραση του είδους του κοκκοποιητικού υγρού στις δυνάμεις
συστολής λόγω τριχοειδικής κίνησης του υγρού κατά την ξήρανση των
γωνία επαφής του στερεού υλικού με το υγρό και εR η διηλεκτρική σταθερά του
60
τάσης του υγρού κοκκοποίησης (Berggren and Alderborn, 2001b), υγρά με μικρότερη
επιφανειακή τάση από το νερό, όπως τα μείγματά του με τις αλκοόλες, θα οδηγούν σε
μεγαλύτερη αντοχή σε εφελκυσμό (Sousa et al., 1996). Στο ίδιο συμπέρασμα είχαν
καταλήξει νωρίτερα και οι Baert και Remon (1993), οι οποίοι βρήκαν επιπλέον ότι ο
Συγκεκριμένα, όσον αφορά στη διαλυτότητα, όταν έστω και ένα από τα συστατικά
του μείγματος κόνεων είναι διαλυτό στο υγρό κοκκοποίησης, όπως για παράδειγμα η
εξαρτάται από την εκάστοτε εφαρμοζόμενη μέθοδο και πιο συγκεκριμένα, από το
2001a). Και πάλι, η μεταβολή στη μηχανική αντοχή σχετίζεται με αλλαγές στο
ως αποτέλεσμα την καταστολή της συρρίκνωσης κατά την ξήρανση και οδηγούν σε
η εξάτμιση της υγρασίας γίνεται με πολύ αργό ρυθμό και η συρρίκνωση είναι έντονη.
Παρόμοια παρατήρηση έκαναν οι Dyer et al. (1994) και οι Sousa et al. (1996) όταν
κόνεως (fluid-bed) και πυριαντήριο δίσκων (tray dryer) και κατέληξαν στο ότι η
μέθοδος ξήρανσης έχει σημαντική επίδραση στη μηχανική αντοχή και την
62
βρήκαν ότι οι λιγότερο πορώδεις μικροσφαίρες που λαμβάνονταν μετά την ξήρανση
ιδιότητα για τη συμπεριφορά των μικροσφαιρών κατά τον επακόλουθο χειρισμό τους,
όπως τη δισκιοποίηση ή τη φόρτιση με δραστική ουσία (Byrne and Deasy, 2002 και
2005), για τις ιδιότητες των παραγόμενων δισκίων (Berggren and Alerborn, 2001a),
καθώς και για την αποδέσμευση φαρμάκων από αυτές (Tunon et al., 2003).
παράμετροι που το επηρεάζουν, καθώς επίσης και οι παράμετροι που αυτό επηρεάζει.
5. Πορώδες
των μικροσφαιρών, ιδιαίτερης σημασίας για τον επακόλουθο χειρισμό τους, όπως
επιρροή του στην αποδέσμευση του φαρμάκου μέσα από αυτές. Η κατανόηση των
χρήσιμη για την επίτευξη διαφορετικών ρυθμών αποδέσμευσης, που είναι και ο
μελετήθηκε πρόσφατα (Berggren and Alderborn, 2001a και Bashaiwoldu et al., 2004).
εφαρμογή κενού, εξαρτάται εκτός από τη συγκέντρωση του διαλύματος, και από το
(Tunόn et al., 2003) και βρέθηκε ότι αυξανόμενου του πορώδους, αυξάνεται γενικά
και ο ρυθμός αποδέσμευσης, ο οποίος όμως επιπλέον εξαρτάται και από το μέγεθος
των πόρων. Επίσης βρέθηκε ότι η ύπαρξη επιφανειακών ανοιχτών πόρων οδηγεί στην
εκδήλωση ταχείας αποδέσμευσης μιας ποσότητας φαρμάκου (burst effect), ενώ στη
του φαρμάκου μεταβάλλεται αναλογικά προς το πορώδες τους Tunón et al. (2003).
Αυτό είναι ένα πλεονέκτημα για τις πολύ πορώδεις μικροσφαίρες, που δίνει τη
υγρό κοκκοποίησης μέσω της τριχοειδικής κίνησής του, λόγω των δυνάμεων
συστολής που αναπτύσσονται κατά την ξήρανση και οι οποίες μάλιστα είναι
ανάλογες της επιφανειακής τάσης του υγρού (Dreu et al., 2005). Ειδικότερα,
μικρότερη από αυτή του νερού, το πορώδες που προκύπτει είναι συγκριτικά
μεγαλύτερο. Στο ίδιο συμπέρασμα είχαν καταλήξει νωρίτερα οι Millili και Schwartz
(1990) και οι Berggren και Alderborn (2001b). Ακόμα και σε μείγματα νερού με
στο πορώδες των τελικών μικροσφαιρών (Mehta et al., 2000). Αυξημένες ποσότητες
υγρού αυξάνουν το πορώδες και συγκεκριμένα το συνολικό αριθμό των πόρων, ενώ
επιβράδυνση της αποδέσμευσης του δραστικού συστατικού (Levis και Deasy, 2001
μεγέθους (Alvarez et al., 2002 και Bataille et al., 1993). Επιπλέον, ο χρόνος
σφαιροποίησης επιδρά στο πορώδες και όσο αυτός αυξάνεται οδηγεί σε υψηλότερο
του στο βαθμό συστολής. Η συστολή κατά τη ξήρανση είναι ο μηχανισμός που
Συγκριτικές μελέτες της επίδρασης στο πορώδες λόγω της μεθόδου ξήρανσης
ήδη αναφέρθηκαν όπως: α) των Bataille et al. (1993) μεταξύ του φούρνου
μικροκυμάτων και του συμβατικού φούρνου, β) του Kleinebudde (1994a) μεταξύ του
Berggren και Alderborn (2001a) και των Bashaiwoldu et al. (2004) για διαφορετικούς
66
(shrinking) λόγω περιορισμένης κίνησης του υγρού και οδηγεί σε υψηλά πορώδη και
πόρους να είναι ανοιχτοί στην ατμόσφαιρα, ενώ η ξήρανση σε φούρνο θερμού αέρα ή
πόρους. Ακόμη, ότι οι συνθήκες κατάψυξης έχουν σημαντική επίδραση στο συνολικό
πορώδες και το μέγεθος πόρων (Gomez-Carracedo et al., 2007). Γενικά, αργή ψύξη
επίδραση του ρυθμού ψύξης θα πρέπει να συνδέεται με την αποτροπή της συστολής
ρυθμό όσο και από τη θερμοκρασία ψύξης. Αυτός μαζί με την εξάχνωση θα
πόρων, λαμβανομένου δε υπόψιν ότι ο όγκος, το μέγεθος και η δομή των πόρων είναι
πολύ σημαντικά για την αποδέσμευση του δραστικού συστατικού από τις
το πορώδες καθίσταται βασικό κριτήριο για την επιλογή της κατάλληλης σύνθεσης
φαρμακευτικής ουσίας.
αντοχή, αποσάθρωση, πυκνότητα και πορώδες). Για την επίτευξη υψηλού πορώδους
χρόνο γαστρικής κένωσης και τελικά την αποδέσμευση των δραστικών ουσιών, καθ’
όσον, τόσο η φόρτιση των μικροσφαιρών με δραστική φαρμακευτική ουσία όσο και η
αποδέσμευσή της εξαρτάται από τη μικροδομή τους (μέγεθος και σχήμα των πόρων)
68
και γι’ αυτό το λόγο εκτός από την εκχύλιση ποροσχηματιστή NaCl θα δοκιμαστεί
υδραργύρου.
I. Υλικά
κυτταρίνης (MCC):
οποία περιλάμβανε απαιώρηση 50g του υλικού σε 1000ml νερό, για 1 ώρα, με τη
αποδεκτό και ευρέως χρησιμοποιούμενο υγρό κοκκοποίησης καθώς και μίγμα 60:40
φυσικοχημικών ιδιοτήτων του άλατος από τη ριβοφλαβίνη δίδονται στον πίνακα 2.1.
Λόγω της καλής διαλυτότητας σε όλες τις συνθήκες pH (πίνακας 2.1) το μετά νατρίου
φωσφορικό άλας της ριβοφλαβίνης είναι κατάλληλο για την εκτίμηση των εντερικών
διύγρανσης, τάλκη (Luzenac Val Chisone, Torino, Italy ) ως ολισθητικό και κιτρικό
πολυμερή υλικά επικάλυψης διαλύονται σε pH > 5,5 και pH > 7 (Degussa, 200)
(pH 6-6,5) και το παχύ έντερο (pH 6,2-7). Η σύνθεση των μιγμάτων περιγράφεται
Από τον πίνακα 2.2 φαίνεται ότι η σύνθεση του μίγματος επικάλυψης για
II. Μέθοδοι
τα στάδια της διαδικασίας παρασκευής μικροσφαιρών και ιδιαίτερα κατά την υγρή
κοκκοποίηση σημαντικό ρόλο παίζει εκτός των σωματιδιακών ιδιοτήτων των κόνεων
(Leitz Laborux S, Wild Leitz, Germany), στο οποίο ήταν προσαρμοσμένη κάμερα
1
3
Σχήμα 2.1. Διάταξη συστήματος ανάλυσης εικόνας για τον προσδιορισμό μεγέθους
και σχήματος των σωματιδίων MCC: (1) οπτικό μικροσκόπιο, (2) κάμερα
λήψης, (3) ηλεκτρονικός υπολογιστής.
74
οπτικά πεδία και το μέγεθος των σωματιδίων εκφραζόταν ως μέση διάμετρος κύκλου
περίμετρος 2 ………………………………...(2.1)
Σφαιρικότη τα
4 π εμβαδόν 1,064
το λόγο του βάρους προς τον όγκο που καταλαμβάνει ένα σύνολο σωματιδίων εκτός
USA). O όγκος του δείγματος υπολογιζόταν από τον εκτοπιζόμενο όγκο ηλίου
εφαρμόζοντας το νόμο των αερίων (PV = nRT), μετά από βαθμονόμηση του οργάνου
εισαγόταν στο θάλαμο του δείγματος με ρυθμό αύξησης της πίεσης 20,2 psi/minute
και ο χρόνος απαέρωσης του δείγματος (purging time) ρυθμιζόταν στα 10 λεπτά. Για
κάθε υλικό γίνονταν τρεις μετρήσεις πυκνότητας και υπολογιζόταν η μέση τιμή.
75
γ) Προσδιορισμός κρυσταλλικότητας
καταγραφή γινόταν με ρυθμό 0,005ο 2θ/s σε εύρος γωνιών 2-40ο 2θ. Ο δείκτης
κορυφών του φάσματος στις 22,6ο 2θ Ι200 και στις 18,7ο 2θ Ιam:
I am
CI 1 …………………………….………..(2.2)
I 200
αυτής που προτάθηκε και αναφέρεται στη βιβλιογραφία (Tomer et al. 1999).
και διάτρητη βάση (2). Το δοχείο μετά την πλήρωση με κονιοποιημένο υλικό
διαμέτρου 0,2 μm (5) τοποθετούνταν μέσα στο δοχείο και πάνω από τη διάτρητη
βάση του πριν την τοποθέτηση της κόνεως ώστε να εμποδίζεται τη διαφυγή των
76
1
6
2
3
4
σωματιδίων της. Δείγματα κόνεως (2,5g) μεταφέρονταν στα δοχεία και συμπιέζονταν
με ειδικό έμβολο ώστε το πορώδες τους να είναι 70% (6). Αφού προσθέτονταν 7,5ml
απιονισμένου νερού (7), το δοχείο μαζί με την υγρή σκόνη ζυγίζονταν και
δείγματος ως ποσοστό %.
μετάβαση από τη μία κατάσταση στην άλλη, ώστε να επιλεγεί τελικά η κατάλληλη
ποσότητα του υγρού κοκκοποίησης για την παρασκευή μικροσφαιρών (pellets). Για
αποθηκευόταν. Για την προσθήκη του υγρού κοκκοποίησης με σταθερό ρυθμό κατά
Ακολουθούσε ξηρή ανάμιξη στην ίδια ταχύτητα (200 σ.α.λ.) για την επίτευξη
σταθερής βασικής γραμμής (base line) και μετά από 2 λεπτά ξηρής ανάμιξης, αφού
συνεχιζόταν μέχρι την εμφάνιση απότομης πτώσης της αντίστασης που είναι και
χαρακτηριστική του τέλους της υπερδιύγρανσης και της έναρξης μετάπτωσης της
10
11
6
3
1979) και προσδιορίζονταν οι ποσότητες του υγρού που αντιστοιχούσαν στα όρια των
φάσεων.
λόγω των πλεονεκτημάτων που διαθέτει και ως εκ τούτου επιλέχθηκε και για την
έναντι των άλλων και είναι η περισσότερο κατάλληλη για τον προγραμματισμό ή την
διαδικασίας μαζί με τις σημαντικές μεταβλητές για καθένα από αυτά παρουσιάζονται
συνοπτικά στο σχήμα 2.4 και οι συνθήκες που επιλέγησαν στo καθένα απ’ αυτά
περιγράφονται εν συνεχεία.
Η διεξαγωγή της ξηρής ανάμειξης καθώς και της υγρής κοκκοποίησης έγιναν
στην ίδια συσκευή στην οποία έγινε και η δοκιμασία υπερδιύγρανσης και ήδη
περιγράφηκε (σελ. 77). Μάλιστα αυτές έγιναν κάτω από τις ίδιες συνθήκες
περιστροφής του αναμικτήρα και προσθήκης του υγρού. Συγκεκριμένα, κατά την
κυτταρίνης ή 150 g μείγματος με NaCl με καθορισμένο και σταθερό όγκο του κάθε
1) ΞΗΡΗ ΑΝΑΜΕΙΞΗ
Τύπος συσκευής
Χρόνος ανάμειξης
2) ΥΓΡΗ ΚΟΚΚΟΠΟΙΗΣΗ
Τύπος συσκευής
Υγρό κοκκοποίησης
Ρυθμός προσθήκης υγρού
Τύπος συσκευής
Διάμετρος οπής
Μήκος οπής
Ρυθμός τροφοδοσίας
4) ΣΦΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ
Τύπος συσκευής
Χρόνος παραμονής
Τύπος περιστρεφόμενου
δίσκου
Ταχύτητα περιστροφής
Φορτίο
5) ΞΗΡΑΝΣΗ
Τύπος συσκευής
Θερμοκρασία
Χρόνος
υλικό και καθορίστηκε το εύρος του όγκου στο οποίο ήταν εφικτός ο σχηματισμός
προσθέτονταν διαφορετικές ποσότητες υγρού κοκκοποίησης, που ήταν μέσα στα όρια
χοανοειδούς και τριχοειδικής κατάστασης, όπως αυτά προέκυπταν από τις δοκιμασίες
υπερδιύγρανσης (S4-S5). Ο όγκος του υγρού αυξανόταν κατά 1-2 ml κάθε φορά και
του 1,3 και μέγεθος για το 90-95 % β/β των μικροσφαιρών μεταξύ 250-710 μm.
β) Εξώθηση
εύπλαστη μάζα πιέζεται μέσα από οπές διάτρητου δίσκου. Τα κυλινδρικά σωματίδια
σε μικροσφαίρες κατά το επόμενο στάδιο της σφαιροποίησης, αλλά όχι τόση ώστε να
προσκολλώνται μεταξύ τους τόσο κατά την επαφή τους αμέσως μετά την έξοδο από
τις οπές του δίσκου όσο και κατά τη συλλογή και σφαιροποίηση (Erkoboni, 1997).
83
(2), σχήμα 2.5. Μέσω χοάνης τροφοδοσίας (3) μεταφερόταν στη συσκευή η προς
εξώθηση μάζα αμέσως μετά την υγρή κοκκοποίηση και εξωθούνταν με σταθερό
γ) Σφαιροποίηση
των μικροσφαιρών, όπως το σχήμα και το μέγεθος (Hellén et al., 1993, Wan et al.
1
2
4
Σχήμα 2.5. Διάγραμμα εξωθητή ακτινωτού τύπου. (1) Διάτρητο κυλινδρικό πλαίσιο,
(2) μεταλλικοί τροχοί συμπίεσης, (3) χοάνη τροφοδοσίας, (4) μάζα προς εξώθηση.
85
(α) (β)
δ) Ξήρανση
λυοφιλοποίησης.
για 1.5 ώρα και λυοφιλοποίηση ή ξήρανση εν καταψύξει (συσκευή freeze dryer Vir
Tis, τύπου Benchtop 2K, USA) για 14 ώρες σε τελική θερμοκρασία συμπυκνωτή -77
ο
C και κενό 50 mTorr. Η λυοφιλοποίηση έγινε μετά την ψύξη των υγρών
Οι συνθήκες της αρχικής αυτής ψύξης (θερμοκρασία και χρόνος ψύξης πριν
κρυστάλλωση του περιεχόμενου ύδατος, όπως τον αριθμό, το μέγεθος και το σχήμα
των κρυστάλλων του πάγου που θα προκύψει. Έτσι τελικά επιδρούν στο πορώδες και
τις δομικές ιδιότητες των τελικών στεγνών μικροσφαιρών (Hottot et al. 2004) και δε
φαίνεται να έχουν εξετασθεί οι επιδράσεις αυτές. Στην εργασία αυτή κάθε παρτίδα
υγρών MCC ή MCC/NaCl χωριζόταν σε τρία μέρη. Τα δύο από αυτά έμεναν όλη
ψυγειοκαταψύκτη) και το άλλο στους -80οC (σε ψύκτη βαθειάς κατάψυξης). Το τρίτο
μέρος εμβαπτιζόταν σε υγρό άζωτο για 5 λεπτά (-197οC). Μετά το τέλος της
ποροσχηματιστή (NaCl)
2006). Αρχικά, αναμειγνύονταν κόνεις Avicel® του εμπορίου και NaCl, κλάσματος
μεγέθους σωματιδίων 50-150μm, σε αναλογία 30:70 β/β. Η ανάμιξη γινόταν στην ίδια
συσκευή στην οποία έγινε και δοκιμασία υπερδιύγρανσης για τον προσδιορισμό της
87
ποσότητας του υγρού που αντιστοιχούσε στα όρια των τριών φάσεων υγρής σύνδεσης
και τον καθορισμό του όγκου του κάθε υγρού κοκκοποίησης. Μετά την ξηρή
βάση τους (2) ώστε να εμποδίζεται η διαφυγή των μικροσφαιρών. Στη συνέχεια
εφαρμόζοντας κενό για συντόμευση της διήθησης και περιορισμό της τυχόν
σχήμα 2.8. Η εκχύλιση επαναλαμβανόταν μέχρι την επίτευξη σταθερής τιμής της
400
300
Αγωγιμότητα (microSiemens)
200
100
Y=9,198 x 0,779
0 R2=0,9992
0 20 40 60 80 100 120
Συγκέντρωση (μg/ml)
διαδικασία ήταν ίδια με αυτήν που περιγράφεται παρακάτω, για το χαρακτηρισμό του
την απώλεια του βάρους κατά τη θέρμανση. Επακριβώς ζυγισμένο δείγμα 5g περίπου
μεταξύ δύο μετρήσεων ήταν μικρότερη από 0,01%. Το ποσοστό υγρασίας (ΜC%,
91
moisture content) εκφραζόταν από το λόγο της διαφοράς βάρους προς το βάρος του
ήταν από 250 μέχρι 1000 μm, αυξανόμενο κατά γεωμετρική πρόοδο √2. Το πλάτος
της δόνησης ρυθμιζόταν στα 3 mm και ο χρόνος στα 10 λεπτά. Μετά το τέλος της
ποσοστό βάρους παριστανόταν γραφικά ως προς τη μέση τιμή μεγέθους των δύο
μικροσφαιρών.
ηλεκτρονικό υπολογιστή (Σχήμα 2.9). Περισσότερες από 100 μικροσφαίρες, από 3-4
ί 2
Σφαιρικότητα = 4 ό 1, 064 …………………..(2.1 )
δείγματα από κάθε παρτίδα και υπολογίζονταν η μέση τιμή των τριών
προσδιορισμών.
προσδιορισμού ήταν ακριβώς οι ίδιες με αυτές κατά την εξέταση των τριών
διαφορετικών τύπων MCC, και περιγράφονται στην αντίστοιχη παράγραφο (σελ. 74).
καταλάμβαναν καθώς και ο όγκος μετά τις 300 πτώσεις του κυλίνδρου που πρακτικά
παρακάτω.
Το πορώδες εκφράζει τον όγκο των κενών χώρων ως ποσοστό του ολικού
όγκου ενός υλικού και αποτελεί χρήσιμο δείκτη της δομής του. Ειδικότερα, για τις
επηρεάζει και άλλες ιδιότητες τους, όπως τη μηχανική αντοχή και το χρόνο
Η μέτρηση του όγκου των μικροσφαιρών και των πόρων τους βασίζεται στην
μεγαλύτερη των 90ο (θ>90ο) και για τη διείσδυσή του μέσα στους κενούς χώρους των
Το αρνητικό σημείο στην εξίσωση 2.4 δείχνει ότι ο όρος -2 γ συνθ, για γωνία
συνεπαφής θ>90ο, γίνεται θετικός. Επομένως, η πίεση που πρέπει να ασκηθεί στο
υγρό για να εισχωρήσει εντός του πόρου εξαρτάται από την ακτίνα της κάθετης
διατομής των κυλινδρικών πόρων και μάλιστα είναι αντιστρόφως ανάλογη αυτής.
μέση διάμετρος και η επιφάνεια των πόρων, καθώς επίσης συλλέχτηκαν και
94
στη διείσδυση υδραργύρου ως υγρού που δε διαβρέχει το υλικό, και μάλιστα κάτω
ποροσίμετρο χαμηλών πιέσεων (0.1-400 kPa) και ένα υψηλών πιέσεων (0.1-200
MPa), τα οποία ήταν αντίστοιχα τα Pascal 140 και Pascal 240, της εταιρίας Thermo
κάτω μέρος αποτελούσε το δοχείο του δείγματος (3) και το πάνω μέρος του θαλάμου
κατέληγε σε τριχοειδή σωλήνα (2) χωρητικότητας 2 cm3. Πριν από την έναρξη της
του δείγματος αρχικά τοποθετούνταν στο ποροσίμετρο χαμηλών πιέσεων (Pascal 140)
και αφαιρείτο ο αέρας από το δείγμα με εφαρμογή κενού μέσω του τριχοειδούς
σωλήνα. Ενώ διατηρούνταν η κατάσταση του κενού (0.1 kPa), στο δοχείο του
1800 mm3, και σταδιακά εφαρμοζόταν αυξανόμενη πίεση μέχρι τα 400 kPa. Η πίεση
δεν αυξανόταν συνεχώς και ομοιόμορφα αλλά σταδιακά, με τρόπο τέτοιο ώστε να
πίεσης ρυθμιζόταν στην επιλογή 1 (Pascal 140 Series Manual, 2007), που
αντιστοιχούσε σε συνολικό χρόνο 90 λεπτών μέχρι την επίτευξη της μέγιστης πίεσης.
όπως και κατά τη αύξησή της. Στο τέλος της μέτρησης η πίεση εξισωνόταν με την
Σχήμα 2.9. Θάλαμος δείγματος του ποροσίμετρου: (1) Εσμυρισμένη επιφάνεια, (2)
υάλινος τριχοειδής σωλήνας, (3) δοχείο δείγματος, (4) υλικό.
96
στην ίδια συσκευή και για το ίδιο δείγμα, κάτω από τις ίδιες ακριβώς συνθήκες, αφού
επιτρεπτό ύψος, 1800 cm3. Μετά και τη δεύτερη μέτρηση το ίδιο δείγμα οδηγούνταν
εφαρμογή των πιέσεων. Εδώ η αύξηση της πίεσης γινόταν σύμφωνα με την επιλογή 5
της συσκευής (Pascal 240 Series Manual, 2007) που αντιστοιχούσε σε χρόνο
επίτευξης της μέγιστης πίεσης 200 MPa 25 λεπτών. Η μέτρηση και πάλι
ακριβώς την ίδια διαδικασία και κάτω από τις ίδιες συνθήκες μεταβολής της πίεσης,
χωρίς όμως να τοποθετηθεί δείγμα στο θάλαμο παρά μόνο υδράργυρος. Με βάση την
του υπολογιστή και ειδικότερα για τη χάραξη της καμπύλης πίεσης-όγκου, κατά τις
υδραργύρου στο τριχοειδές του θαλάμου λόγω της συμπίεσής του. Από την
και μέση διάμετρος) και μορφολογία πόρων (συνολική επιφάνεια και σχήμα).
όπου Vt ο συνολικός όγκος υδραργύρου που διείσδυε στις μικροσφαίρες και ρenv η
υπολογιζόταν από το λόγο του βάρους των μικροσφαιρών προς τον εκτοπιζόμενο
αποτέλεσμα της εφαρμογής αυξανόμενης πίεσης. Για τον υπολογισμό της κατανομής
πόρων με τη βοήθεια της εξίσωσης Washburn (εξισώσεις 2.3 και 2.4). Στον
dynes/cm και η γωνία συνεπαφής του με οποιοδήποτε στερεό 130ο. Η μέση διάμετρος
μεγέθους πόρων και ήταν αυτή που αντιστοιχούσε στο 50% του συνολικού όγκου των
πόρων.
Για την εκτίμηση της κατανομής του μεγέθους των πόρων προσδιορίσθηκε
και η γεωμετρική τυπική απόκλιση. Αυτή προκύπτει από το λόγο της διαμέτρου των
πόρων που αντιστοιχεί στο 50% του όγκου των πόρων προς τη διάμετρο που
πλησιάζει στη μονάδα όσο οι πόροι είναι ίδιου μεγέθους. Επιπλέον, υπολογίστηκε και
IQCS), ως ένδειξη της συμμετρίας της κατανομής μεγέθους των πόρων. Αυτός
IQCS = [(c-a)-(a-b)]/[(c-a)+(a-b)]………………….…….(2.6)
όπου a, b και c είναι οι διάμετροι πόρων που αντιστοιχούν στο 50% (μέση διάμετρος),
25% (κάτω τεταρτημόριο) και 75% (άνω τεταρτημόριο) της κατανομής του όγκου
των πόρων ως προς το μέγεθος αντίστοιχα. Ο δείκτης IQCS πλησιάζει το μηδέν όταν
2002).
Μορφολογία των πόρων (συνολική επιφάνεια και σχήμα): Η επιφάνεια των πόρων
S = 2 Vmax∫R dV……………………………..(2.7)
(1981). Μετά τον πρώτο γύρο αύξησης και πτώσης της πίεσης από 0.1 αύξηση σε
400 και εν συνεχεία μείωση σε 0,1 kPa, στο ίδιο ποροσίμετρο των χαμηλών πιέσεων
(Pascal 140) διεξαγόταν και δεύτερος γύρος αύξησης και πτώσης της πίεσης με
συνθήκες μέτρησης ήταν οι ίδιες όπως και στον πρώτο γύρο. Όμοια διαδικασία δύο
επαναλαμβανόμενων γύρων αύξησης και πτώσης της πίεσης από 0,1 σε 200 και εν
(Pascal 240). Η εκτίμηση του σχήματος των πόρων βασίστηκε στην υστέρηση της
απομάκρυνσης του υδραργύρου που εμφανίζεται κατά τη σταδιακή πτώση της πίεσης
λόγω εγκλωβισμού του υδραργύρου, η οποία εξαρτάται τόσο από το σχήμα των
πόρων όσο και από τον τρόπο επικοινωνίας των πόρων (κλειστοί ή ανοιχτοί) (Moscou
and Lub, 1981, Lowell, 1981 και Conner et al., 1984). Συγκεκριμένα, κατά το δεύτερο
99
απ’ ότι στο πρώτο και το ποσοστό μείωσης αποτελεί ένδειξη παρουσίας πόρων τύπου
μελανοδοχείου “ink-bottle”.
SEM (JSM 840A, JEOL, Japan), στο οποίο ήταν προσαρμοσμένο αναλυτικό σύστημα
μέρος της συσκευής και στο κάτω (μετρητικό) μέρος της δυναμοκυψέλης
προστέθηκε μεταλλική κυλινδρική κεφαλή διαμέτρου 1 cm και μήκους 0.9 cm, μέσω
διαμέτρου (600-700 μm) της κάθε παρτίδας. Σε κάθε μία, αφού τοποθετούνταν στην
κάτω κεφαλή της συσκευής, ασκούνταν φόρτιση λόγω καθόδου της πάνω κεφαλής,
σf = 0.4 F/πR2……………………………………(2.8)
Αντίσταση στην παραμόρφωση: Από την καταγραφή της φόρτισης ως προς την
παραμόρφωση ή την μετατόπιση του κινητού μέρους, και συγκεκριμένα από την
μετατόπισης ανάμεσα στο σημείο έναρξης της αύξησης της καταγραφόμενης δύναμης
και την πρώτη εμφανιζόμενη κορυφή που αντιστοιχεί στο φορτίο θραύσης, σύμφωνα
4
3
τοποθετήθηκαν μέσα στους παλινδρομικά κινούμενους κυλίνδρους (2), πάνω από τις
μικροσφαιρών στο υγρό μέχρι να περάσουν όλες οι μικροσφαίρες έξω από τον
χρόνου αποσάθρωσης.
συνεπώς του NaCl στις μικροσφαίρες μέσω καμπύλης αναφοράς (Σχήμα 2.8, σελ.
τμήμα του λεπτού εντέρου, το δωδεκαδάκτυλο και επιπλέον έχει βρεθεί ότι
με μεσολάβηση φορέα (Said et al., 2000 και Said and Mohammed, 2006). Επιπλέον,
διερευνηθεί με ανάλυση της ουρικής απέκκρισης μετά την από του στόματος
χορήγηση στους ανθρώπους (Sato et al. 2003 και 2004). Συγκεκριμένα, στο
Σε υάλινο υποδοχέα που στη βάση του έφερε φίλτρο τετηγμένης υάλου (χωνευτήριο)
μικροσφαιρών και μικροσφαιρών που παρασκευάζονταν από Avicel® και νερό και
στεγνώνονταν με ξήρανση εν καταψύξει μετά από ψύξη στους -80 οC και βύθιση σε
υγρό άζωτο (-197 οC) αντίστοιχα. Το χωνευτήριο με τις μικροσφαίρες φέρονταν μέσα
σε δεύτερο ποτήρι ζέσεως, των 50 ml, που περιείχε το υδατικό διάλυμα της βιταμίνης
αντλία κενού και εφαρμοζόταν κενό (60 cm Hg), για 15 λεπτά, ώστε να
104
τους. Μετά από παραμονή 15 λεπτών υπό κενό αφαιρούνταν το χωνευτήριο με τις
διαλύματος. Η διήθηση γινόταν υπό ήπιες συνθήκες κενού ώστε να μην αλλοιωθεί το
σχήμα των μικροσφαιρών και με αποφυγή παρατεταμένης διέλευσης αέρα μετά από
το πέρασμα του υγρού από τον ηθμό. Στη συνέχεια, ακολουθούσε ξήρανση των ήδη
της απορρόφησης στο UV (267 nm) και για το μηδενισμό της απορρόφησης, ως
ένδειξης της πλήρους απομάκρυνσης της βιταμίνης από τις μικροσφαίρες, ήταν 5.
βοήθεια γυάλινης ράβδου και εν συνεχεία ακολουθούσε μία τελική εκχύλιση και
φυγοκέντρηση κατά τον ίδιο τρόπο ώστε να επιτευχθεί εκχύλιση και τυχόν ποσότητας
του σε βιταμίνη Β2 και το βάρος του δείγματος προσδιοριζόταν η επί τοις εκατό κατά
περιστροφής των καλαθίσκων ήταν 100 σ.α.λ. και η θερμοκρασία 37 oC. Ως υγρό
απευθείας είτε μετά από αραίωση όταν αυτό ήταν αναγκαίο, στο φασματοφωτόμετρο
106
(UV-1700, Shimadzu), στα 267 nm. Το μήκος κύματος των 267 nm επελέγη με βάση
το φάσμα του υδατικού διαλύματος της ουσίας. Η δειγματοληψία γινόταν μετά από 2,
5, 10, 20, 40, 60, 90, 120 και 180 λεπτά από την έναρξη της δοκιμασίας. Το ποσό του
0,8
0,7
0,6
Απορρόφηση
0,5
0,4 Υ=0,0852+0,061 x
R2=0,9990
0,3
0,2
0,1
0 2 4 6 8 10 12
Συγκέντρωση (μg/ml)
(Caleva Mini Coater / Drier 2, Caleva, UK), η οποία προορίζεται για εφαρμογή
δονήσεως ενός ειδικού κωνικού θαλάμου (στήλης) επικάλυψης (1) και ταυτόχρονης
διαβίβασης ρεύματος θερμού αέρα από τη βάση του θαλάμου (2), ενώ γίνεται
μέσα στο θάλαμο και μέσω ειδικής κεφαλής ψεκασμού (4). Η κεφαλή ψεκασμού
συνδεόταν με σύστημα εισόδου αέρα υπό πίεση που παραγόταν από εξωτερικό
ψεκασμού ήταν προσαρμοσμένα δύο πλέγματα, ένα από αλουμίνιο διαμέτρου βρόχων
1.2 mm και ένα από προπυλένιο διαμέτρου βρόχων 500 μm για την αποφυγή
διαφυγής των μικροσφαιρών και την εξασφάλιση της συγκράτησής τους μέσα στο
θάλαμο.
κωνικού θαλάμου στα 14 Hz και ξεκινούσε ο ψεκασμός του υλικού επικάλυψης (6)
από την κεφαλή ψεκασμού που ήταν τοποθετημένη σε ύψος 125 mm από τη βάση του
108
6
5
θαλάμου. Η πίεση του αέρα στην κεφαλή ψεκασμού ρυθμιζόταν στα 0,5 bar. Ο
ρυθμός ψεκασμού ήταν 0,42 g/min για το πολυμερές Eudragit L30D-55 και 2,38
μικροσφαίρες
Για τον προσδιορισμό του in vitro ρυθμού διάλυσης της βιταμίνης Β2 από τις
θερμοκρασία του υγρού διάλυσης 37 οC. Σε δύο υάλινους κυλίνδρους της συσκευής,
οι οποίοι έφεραν στη βάση τους πλέγμα διαμέτρου βρόχων 450 μm, τοποθετούνταν
ml 0.1 Ν HCl για τις πρώτες δύο ώρες και στη συνέχεια, μετά από στράγγισμα για 10
μικροσφαίρες.
μέσο διάλυσης, τα οποία και αντικαθίσταντο από ίσο όγκο του υγρού. Στα δείγματα
είτε απευθείας είτε μετά από αραίωση, όταν αυτό ήταν απαραίτητο, γινόταν μέτρηση
Shimadzu). Η δειγματοληψία γινόταν στις δύο ώρες ακριβώς όταν το υγρό μέσο
διάλυσης ήταν το 0.1Ν HCl και στη συνέχεια στα 20, 40, 60, 80, 100, 120, 150, 180
και 240 λεπτά από την έναρξη της δοκιμασίας στα φωσφορικά ρυθμιστικά διαλύματα.
111
111
Η επίδραση των συστατικών υλικών (κόνεων και υγρών) στη δημιουργία και
τους ιδιότητες. Οι φυσικοχημικές ιδιότητες επιπλέον καθορίζουν και τις μεταξύ τους
συμπεριφορά των υλικών κατά τη διάρκεια της παραγωγής των κόκκων. Για το
(πυκνομετρική) πυκνότητα
μπορεί να επηρεάσει την απαιτούμενη ποσότητα του υγρού της κοκκοποίησης, καθώς
και το μέγεθος των παραγόμενων μικροσφαιρών (Fielden et al., 1992 και Wan et al.,
1993). Προσδιορίστηκαν η μέση διάμετρος και το σχήμα των σωματιδίων των τριών
Avicel® και το Prosolv®. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στη σχετική συσσωμάτωση των
σωματιδίων της στα στάδια της διαβροχής και της ξήρανσης της διαδικασίας
τροποποίησης.
διαπιστωθούν τυχόν δομικές αλλαγές λόγω της πυριτίωσης (στην περίπτωση του
Prosolv®) και λόγω της διαβροχής και ξήρανσης (στην περίπτωση της
τη συμβατική. Η ομοιότητα των τριών υλικών όσον αφορά την κρυσταλλικότητά τους
κυτταρίνη και μεγαλύτερη για το Avicel®, ενώ για το Prosolv® έχει ενδιάμεση τιμή. H
γνωστό ως “hornification” (Luukkonen, 2001). Έχει ήδη αναφερθεί ότι μετά την υγρή
μικροκρυσταλλική κυτταρίνη (Buckton et al., 1999) και επιπλέον, ότι μετά την
114
νερό και να προκαλεί μείωση της διείσδυσής του (Nikolakakis et al., 2006).
υπερδιύγρανσης)
αφετέρου, να επιλεγεί η ποσότητα του υγρού κοκκοποίησης για την παρασκευή των
MCC modified
Avicel® Τροποποιημένο
Prosolv
®
Prosolv
Avicel
Avicel®
Intensity
2 7 12 17 22 27 32 37
2θ/degrees
υπολογίστηκε από τη ροπή στρέψης που ασκείται στο δοχείο ανάμιξης λόγω
των υγρών γεφυρών μεταξύ των τεμαχιδίων από τα πτερύγια του αναμικτήρα. Το
πλήθος και η ισχύς των υγρών γεφυρών που αναπτύσσονται στα συσσωματώματα
Στα σχήματα 3.2 και 3.3 δίνονται τα διαγράμματα της ροπής στρέψης που
ασκούνταν στο δοχείο ανάμιξης για όλους τους συνδυασμούς των τριών ειδών MCC
ότι η προσθήκη του υγρού κοκκοποίησης έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση των
την κοκκοποίηση (Bier et al., 1979). Οι φάσεις είναι διακριτές σε όλα τα διαγράμματα
σωματιδίων της σκόνης, η οποία προκαλεί πολύ μικρή μεταβολή στην ροπή στρέψης,
μέχρι την προσθήκη και επιπλέον ποσότητας υγρού και τη δημιουργία υγρών
σχέση με τα στεγνά ή τα διυγραμένα σωματίδια της κόνεως και έτσι εμφανίζεται μία
απότομη αύξηση της ροπής στρέψης. Όσο η ποσότητα του υγρού αυξάνει, κατά την
χώρα δημιουργία νέων δεσμών. Έτσι στη φάση αυτή το μέγεθος της ροπής παραμένει
Κατά την 4η φάση (S4-S5), η ροπή αυξάνει ξανά λόγω συνένωσης των
ολίσθηση των υγρών μαζών στα τοιχώματα του δοχείου ανάμιξης ή στη συνολική
κίνηση της διυγραμένης μάζας και την προβολή ισχυρής αντίστασης των πτερυγίων
μέγιστο σημείο, S5, και το σύστημα μεταπίπτει από την κατάσταση διασποράς υγρού
117
2,0
S5
1,5
S4
1,0
Avicel ®
Avicel - Νερό
- Νερό
S3
0,5
0,0
2,0
Ροπή στρέψης (N.m)
S4 S5
1,5
®
1,0 Avicel Τροποποιημένο-
Avicel τροποποιημένο Νερό
- Νερό
0,5 S3
0,0
2,0
S5
1,5
S4
Prosolv®- Νερό
- Νερό
1,0
S3
0,5
0,0
0 10 20 30 40 50 60 70
Προσθήκη κοκκοποιητικού υγρού (ml)
Σχήμα 3.2 Ροπή στρέψης ως προς την προσθήκη κοκκοποιητικού υγρού νερού σε:
S5
1,4
1,2
® S4
1,0 Avicel - Νερό/Ισοπροπανόλη
Avicel - νερό/ισοπροπανόλη
0,8
0,6
S3
0,4
0,2
0,0
1,4
Ροπή στρέψης (N.m)
1,2 S5
®
1,0 Avicel Τροποπιημένο-- Νερό/
Avicel τροποποιημένο Ισοπροπανόλη
νερό/ισοπροπανόλη
S4
0,8
0,6
S3
0,4
0,2
0,0
1,2 S5
S4
1,0
rosolv®- -νερό/ισοπροπανόλη
PProsolv Νερό/Ισοπροπανόλη
0,8
0,6
S3
0,4
0,2
0,0
0 10 20 30 40 50 60 70 80 90
Προσθήκη κοκκοποιητικού υγρού (ml)
Σχήμα 3.3 Ροπή στρέψης ως προς την προσθήκη κοκκοποιητικού υγρού μίγματος
Prosolv®.
119
τιμές της ποσότητας κοκκοποιητικού υγρού που αντιστοιχούν στα όρια των τριών
Πίνακας 3.3 Ποσότητα προστιθέμενου υγρού (ml) που αντιστοιχεί στα όρια των
διαφορετικών καταστάσεων συσσωμάτωσης (S3, S4 και S5)
_____________________________________________________________________
Υγρό Ποσότητα υγρού (ml) για κονιοποιημένο υπόστρωμα
______________________________________________________
Νερό 33 46 55 34 52 58 33 53 58
Νερό-Ισοπ/λη 42 62 68 42 67 81 42 67 82
_____________________________________________________________________
120
όπως ήδη αναφέραμε (σελ. 36), η ποσότητα του υγρού κοκκοποίησης για την
επίτευξη της τριχοειδικής κατάστασης, S5, έχει βρεθεί ότι είναι συγκρίσιμη με την
ποσότητα που απαιτείται για την επιτυχή παραγωγή μικροσφαιρών (Rowe and
Sadeghnejad, 1987). Έτσι, ο όγκος του κοκκοποιητικού υγρού που απαιτείται για την
όγκος του υγρού αυξανόταν ανά 1 ml, μέσα στις περιοχές της χοανοειδούς και
του 1,3 και μέγεθος μεταξύ 250-710 μm για το 90-95% β/β. Στον πίνακα 3.4 δίνονται
μετά τη σφαιροποίηση.
Από τον πίνακα 3.4 προκύπτει ότι τόσο οι όγκοι του υγρού κοκκοποίησης που
απαιτούνται για την επίτευξη των διαφορετικών φάσεων συσσωμάτωσης, όσο και
αυτοί για την παρασκευή αποδεκτών μικροσφαιρών εξαρτώνται από το είδος του
αλυσίδων της κυτταρίνης, λόγω της δομής του. Έτσι επιτυγχάνεται ευκολότερα ο
σχηματισμός υγρών γεφυρών μεταξύ των στερεών τεμαχιδίων της κόνεως. Στο
απαιτήσεις υγρού κοκκοποίησης για την επίτευξη του ίδιου αριθμού υγρών γεφυρών
οι κενοί χώροι μεταξύ των γεφυρών φαίνεται να γεμίζουν πιο γρήγορα. Αυτό πιθανόν
al., 1994). Κατά την κατάσταση αυτή, καθώς αυξάνεται η ποσότητα κοκκοποιητικού
την επίτευξη της χοανοειδούς και τριχοειδικής κατάστασης (πίνακας 3.3). Γενικά, το
δύο υλικά. Για το Prosolv® συγκεκριμένα, αναφέρθηκε ότι έχει την ικανότητα να
απορροφάται από τις ίνες κυτταρίνης περιορίζει το ποσό του ελεύθερου υγρού που
υγρού για τον κορεσμό του σχηματισμού υγρών γεφυρών είναι μεγαλύτερες.
Επίσης, από τον πίνακα 3.4 προκύπτει ότι η τροποποιημένη MCC έχει
του υλικού, ως αποτέλεσμα της διαβροχής του και της εκδήλωσης του φαινομένου
υδρογόνου στο υλικό μετά την ξήρανση οι οποίοι αντικαθιστούν τους δεσμούς
νερό είναι λιγότερες. Αυτό επιδρά στην ικανότητα κατακράτησης ύδατος από το
συσσωμάτωσης.
Το είδος της μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης, από την άλλη, δεν επιδρά στον
μικροσφαιρών, αφού για κάθε υγρό κοκκοποίησης οι όγκοι είναι σχεδόν ίδιοι για τα
123
τρία είδη κυτταρίνης. Γενικά, οι απαιτούμενοι όγκοι για επιτυχή εξώθηση και
φάση (S5), εκτός από τις περιπτώσεις της τροποποιημενης MCC και του Prosolv®, για
τα οποία οι απαιτούμενοι όγκοι βρίσκονται ανάμεσα στις τιμές που αντιστοιχούν στη
(πίνακας 3.2), φαίνεται ότι η τροποποιημένη MCC και το Prosolv®, που έχουν
δίνει αποδεκτές μικροσφαίρες σε μεγαλύτερο εύρος απ’ ότι το μείγμα του νερού με
ισοπροπανόλη.
και υψηλής διαλυτότητας στο νερό, που αντίστοιχα απαιτούν μεγάλους και μικρούς
κοκκοποιητικού υγρού, της μεθόδου ξήρανσης και του τύπου της μικροκρυσταλλικής
όπως: το ποσοστό υγρασίας, τη μέση διάμετρο και την κατανομή μεγέθους, το σχήμα,
κοκκοποιητικού υγρού κατά την ξήρανση αναμένεται ότι θα εξαρτάται όχι μόνο από
τη φύση του άλλα και από το μηχανισμό απομάκρυνσής του (τριχοειδική ροή,
διάχυση ατμού και εξάχνωση) κατά την ξήρανση, καθώς επίσης και από την
εκτίμηση και ανάλυση των επιδράσεων και των αλληλεπιδράσεων των παραμέτρων
σύστασης (τύπος MCC και κοκκοποιητικού υγρού) και των συνθηκών παρασκευής
τρείς (Avicel®, Prosolv® και τροποποιημένο Avicel®) και των τριών διαφορετικών
τριχοειδική ροή, μικροκύματα για διάχυση ατμού και ξήρανση εν καταψύξει για
125
εξάχνωση μετά την ψύξη των υγρών μικροσφαιρών στους -30 οC). Επιπλέον, η
χρησιμοποιήθηκε ως ποροσχηματιστής.
α) Ποσοστό υγρασίας
ρεοαιωρούμενο στρώμα αέρα (FB), παρά το σχετικά με τις άλλες μεθόδους μικρότερο
μικροκύματα (MW) (2,3-2,5%) και την ξήρανση εν καταψύξει (FD) (2,2-3,5%). Αυτό
μπορεί να αποδοθεί στην καλύτερη επαφή των μικροσφαιρών με το θερμό αέρα κατά
την κίνησή τους μέσα στο θάλαμο ξήρανσης και δείχνει ότι ίσως να χρειάζεται
ο
περαιτέρω ξήρανση υπό κενό σε υψηλότερη θερμοκρασία (π.χ. 20 C) όταν
500 μm, εξαρτάται από τη μέθοδο ξήρανσης που εφαρμόζεται. Για την ξήρανση σε
κλάσμα μεγέθους 355-500 μm βρίσκεται με την υψηλότερη συχνότητα, ενώ για την
Γενικά, από τον πίνακα 3.6, φαίνεται ότι για οποιονδήποτε συνδυασμό
καταψύξει οφείλεται στη διαστολή του νερού κατά τη μετατροπή του σε πάγο στο
στάδιο της ψύξης, δίνοντας μεγαλύτερες και πιο ογκώδεις μικροσφαίρες. Στη
ροής, λόγω απουσίας υγρού, και κατά συνέπεια στην ελαχιστοποίηση των
127
Πίνακας 3.6 Μέγεθος και σχήμα μικροσφαιρών μετά την ξήρανση με:
Ρεοαιωρούμενο στρώμα αέρα (FB), Μικροκύματα (MW) και
Λυοφιλοποίηση (FD)
_____________________________________________________________________
et al., 2004).
ισοπροπανόλης δίνει μεγαλύτερες μικροσφαίρες απ’ ότι το νερό. Αυτό οφείλεται στη
μικρότερη μείωση του όγκου, κυρίως κατά την ξήρανση, που υφίστανται οι
τριχοειδικές δυνάμεις λόγω της τριχοειδικής ροής του υγρού, οι οποίες είναι ανάλογες
128
της επιφανειακής τάσης του κοκκοποιητικού υγρού. Για το νερό, η επιφανειακή τάση
είναι γ1 = 66,6 dynes/cm, για την ισοπροπανόλη γ2 = 18 dynes/cm και για το μείγμα
1993):
61( 1 2 ) 2
1
1 61 2
όπου Χ1 = 0,83 και Χ2 = 0,17 είναι οι μοριακές συγκεντρώσεις του νερού και της
είναι περίπου τρεις φορές μεγαλύτερη από αυτή του μείγματος και εξηγεί τη
μεγαλύτερη συστολή κατά την ξήρανση και το μικρότερο μέγεθος των μικροσφαιρών
(εικόνα 3.1α1 και β1) και ξήρανσης εν καταψύξει (εικόνα 3.1α2 και β2). Οι
εμφάνιση με αυτές μετά την ξήρανση σε ρεοαιωρούμενο στρώμα αέρα που αν και δε
φαίνονται στην εικόνα 3.1 αυτό επιβεβαιώνεται από τις παρόμοιες τιμές μέσης
129
ασυμμετρία και η τραχύτητα επιφάνειας των τελευταίων οφείλεται στη διαστολή των
μικροσφαιρών κατά το στάδιο της ψύξης που ως αποτέλεσμα έχει την άσκηση πίεσης
στα σημεία επαφής των σωματιδίων MCC και παραμόρφωση της επιφάνειάς τους.
α1 β1
α2 β2
συνδυασμούς: τύπος MCC (τρία επίπεδα), υγρό κοκκοποίησης (δύο επίπεδα) και
ενδοσωματιδιακό πορώδες, ε%, την κατανομή μεγέθους και τη μέση διάμετρο των
πόρων.
Από τις τιμές του πίνακα 3.7 φαίνεται ότι η ξήρανση εν καταψύξει πάντα
μπορούν να αποδοθούν στη διόγκωση του νερού κατά τη μετατροπή του σε πάγο στο
στάδιο της ψύξης, η οποία οδηγεί σε αύξηση του όγκου και άνοιγμα των πόρων μετά
την εξάχνωση. Επιπλέον, η τριχοειδική ροή είναι μικρής έκτασης και επομένως
αύξηση του πορώδους μετά την ξήρανση εν καταψύξει σε σχέση με την ξήρανση σε
Avicel®/Νερό
FB 8,6 0,02 62 38 0 0
MW 10,1 0,02 81 19 0 0
FD 31,5 0,06 24 66 10 0
Avicel®/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 23,3 0,03 74 26 0 0
MW 11,2 0,02 84 16 0 0
FD 46,8 0,47 24 72 4 0
Avicel® τροποποιημένο/Νερό
FB 8,6 0,01 80 13 7 0
MW 7,8 0,02 62 9 29 0
FD 40,2 0,29 19 74 7 0
Avicel®τροποποιημένο/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 19,0 0,04 69 28 3 0
MW 14,5 0,02 81 17 2 0
FD 48,0 0,43 33 44 23 0
Prosolv®/Νερό
FB 11,5 0,05 49 7 44 0
MW 14,5 0,02 52 6 42 0
FD 36,8 0,72 20 48 32 0
Prosolv®/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 20,4 0,02 84 10 6 0
MW 14,5 0,02 49 9 42 0
FD 46,3 0,30 16 77 7 0
Avicel®/NaCl/Νερό
FB 40,3 6,5 2 10 68 20
FD 45,6 11,0 2 13 60 25
_______________________________________________________________________________
αντίστοιχα), αλλά όπως φαίνεται και στην εικόνα 3.2 του ηλεκτρονικού
παράγοντας για το σχηματισμό πόρων και λιγότερο η διαστολή του παγωμένου υγρού
κατά την ξήρανση εν καταψύξει. Εδώ οφείλεται και το αυξημένο ποσοστό μεγάλων
α1 β1
α2 β2
Εικόνα 3.2 Εικόνες ηλεκτρονικού μικροσκοπίου σάρωσης από την επιφάνεια (α)
και εγκάρσιες τομές (β) μετά την ξήρανση εν καταψύξει
μικροσφαιρών: (1) Avicel® (οι λευκές ράβδοι αντιστοιχούν σε μήκος
20 μm) και (2) εκχυλισμένων μικροσφαιρών Avicel®/NaCl (οι λευκές
ράβδοι αντιστοιχούν σε μήκος 200 μm).
133
Αυτές οι επιδράσεις του υγρού κοκκοποίησης οφείλονται στις διαφορές μεγέθους των
επιφανειακή τάση των υγρών, όπως προαναφέρθηκε. Η επιφανειακή τάση του νερού
τριπλάσιο μέγεθος των τριχοειδικών δυνάμεων λόγω ροής του νερού εξηγεί το
ισοπροπανόλη είναι μεγαλύτερο απ’ ότι όταν χρησιμοποιείται μόνο νερό όχι μόνο
κατά την ακτινοβολία με μικροκύματα και την ξήρανση εν καταψύξει. Αυτό δείχνει
ότι λαμβάνει χώρα τριχοειδική ροή του υγρού και στις δύο τελευταίες διαδικασίες.
διαφορών θερμοκρασίας και πίεσης. Οι μεταβολές αυτές στη θερμοκρασία και την
πίεση προωθούν την κίνηση του υγρού, που συνεπάγεται τριχοειδική ροή και
ανάπτυξη δυνάμεων συστολής (Ni et al., 1999, Hlinak and Clark, 2002 και
πρέπει να είναι υπεύθυνος για την απομάκρυνση μη παγωμένου νερού που υπάρχει
Από τη στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων που δίνεται στον πίνακα 3.8,
Η επίδραση του τύπου MCC δεν είναι σημαντική (p=0,634). Επιπλέον, υπάρχει
όσον αφορά την επίδραση στο πορώδες των μικροσφαιρών (p=0,063, η2=0,748).
Αυτό φαίνεται και από τον πίνακα 3.7, όπου για ορισμένο τύπο MCC, με νερό ως
που προκύπτουν από τις άλλες μεθόδους ξήρανσης. Οι σχετικά χαμηλότερες τιμές
Πίνακας 3.8 Στατιστική ανάλυση των κύριων επιδράσεων και αλληλεπιδράσεων της μεθόδου
ξήρανσης (Α), του υγρού κοκκοποίησης (Β) και του τύπου MCC (Γ) στο πορώδες
και τις μηχανικές ιδιότητες των μικροσφαιρών
Πίνακας 3.9 Πυκνότητα [αληθής (pp), στοιβάσεως (pt) και φαινόμενης penv]
των στεγνών μικροσφαιρών
Avicel®/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 1,50 0,76 1,17
MW 1,45 0,87 1,35
FD 1,51 0,53 0,94
Avicel® τροποποιημένο/Νερό
FΒ 1,45 0,95 1,32
MW 1,48 0,91 1,35
FD 1,55 0,61 0,94
Avicel®τροποποιημένο/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 1,51 0,75 0,89
MW 1,42 0,83 1,37
FD 1,54 0,53 1,2
Prosolv®/Νερό
FB 1,46 0,96 1,37
MW 1,48 0,95 1,72
FD 1,55 0,67 1,23
Prosolv®/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 1,51 0,74 0,86
MW 1,43 0,84 1,33
FD 1,56 0,54 0,94
Avicel®/NaCl/Νερό
FB 1,50 0,50 0,64
FD 1,56 0,39 0,51
________________________________________________________________
μηχανισμό της ξήρανσης. Η διαστολή του κοκκοποιητικού υγρού κατά την κατάψυξη
οδηγεί σε διόγκωση και άνοιγμα των πόρων κατά την εξάχνωση. Επιπλέον,
τριχοειδικής κίνησης του υγρού και οι πόροι παραμένουν ανοιχτοί και προσβάσιμοι
κοκκοποίησης και της μεθόδου ξήρανσης στις μηχανικές ιδιότητες των μικροσφαιρών
συνοψίζονται στον πίνακα 3.10 και αφορούν τις ίδιες παρτίδες που
χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό του πορώδους και της πυκνότητας (πίνακες
Από τον πίνακα 3.10 φαίνεται ότι για οποιονδήποτε συνδυασμό τύπου
των μικροσφαιρών (πίνακας 3.7), οι επιδράσεις της μεθόδου ξήρανσης και του υγρού
του πορώδους (Millili and Schwartz, 1990, Bashaiwoldu et al., 2004 και Johansson et
al., 1995). Αυτό φαίνεται και από τα σχήματα 3.4α και 3.4β, όπου η αντοχή σε
Avicel®/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 3,2 2,9 3,8 64,9 93
MW 5,1 3,2 6,1 95,2 130
FD 1,7 3,9 2,1 26,0 10
Avicel® τροποποιημένο/Νερό
FB 4,9 2,6 5,8 112,4 182
MW 4,1 3,8 4,8 65,4 150
FD 2,0 4,7 2,4 25,6 62
Avicel®τροποποιημένο/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 3,0 2,7 3,6 66,4 34
MW 3,1 3,1 3,7 60,1 69
FD 1,2 2,9 1,4 25,0 13
Prosolv®/Νερό
FB 6,4 2,9 7,5 130,5 331
MW 5,1 2,9 6,0 104,2 320
FD 2,8 4,9 3,3 33,9 66
Prosolv®/Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 3,9 3,6 4,6 62,1 51
MW 5,5 4,7 6,5 70,3 71
FD 0,8 2,8 2,2 30,1 14
Avicel® NaCl/Νερό
FB 0,6 4,3 0,64 10,1 8
FD 0,5 3,6 0,61 9,4 6
___________________________________________________________________________
το πορώδες, με βάση τα στοιχεία των πινάκων 3.7 και 3.10. Όπως φαίνεται, και οι δύο
πορώδες αυξάνεται.
και το Prosolv®. Από τα σχήματα της αντοχής σε εφελκυσμό και αντίστασης στην
παραμόρφωση (σχήμα 3.4.α και 3.4.β ) είναι εμφανές ότι η εξασθένιση της μηχανικής
παρατηρείται στην περιοχή πορώδους <20% για την αντοχή σε εφελκυσμό (σχήμα
3.4α) και στην περιοχή πορώδους <15% για την αντίσταση στην παραμόρφωση
(σχήμα 3.4β).
σχηματισμό δεσμών υδρογόνου και επιπλέον μειώνει τον όγκο των διατεμαχιδιακών
συγκρίνοντας τα δεδομένα του Avicel® και του τροποποιημένου Avicel® που δίνονται
140
10
● Avicel®
■ Avicel
®
AvicelAvicel
τροποποιημένο
τροποποιημένο
8 Prosolv
▲ Prosolv®
Αντοχή σε εφελκυσμό (MPa)
0
0 10 20 30 40 50 60
Πορώδες (%)
140
● Avicel®
Avicel
Αντίσταση στην παραμόρφωση (MPa)
120
■ Avicel τροποποιημένο
Avicel® τροποποιημένο
Prosolv
100 ▲ Prosolv®
80
60
40
20
0
0 10 20 30 40 50 60
Πορώδες (%)
στον πίνακα 3.10. Η μέση τιμή της αντοχής σε εφελκυσμό του πρώτου είναι 5,3 MPa
και της αντίστασης στην παραμόρφωση 77,9 N/mm, ενώ για την τροποποιημένη
μικροκρυσταλλική κυτταρίνη είναι 3,8 MPa και 59,2 N/mm αντίστοιχα. Δηλαδή
υπάρχει κατά 28% μείωση στην αντοχή σε εφελκυσμό και κατά 24% στην αντίσταση
3.8, φαίνεται ότι η μέθοδος ξήρανσης έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στις μηχανικές
ιδιότητες των μικροσφαιρών (p=0,002, η2=0,96 για την αντοχή σε εφελκυσμό και
υγρό κοκκοποίησης (p=0,005, η2=0,89 και p=0,003, η2=0,91) και τον τύπο
υπάρχει μια σημαντική αλληλεπίδραση της μεθόδου ξήρανσης και του υγρού
κοκκοποίησης όσον αφορά την επίδρασή τους στην αντοχή σε εφελκυσμό (p=0,043
και η2=0,79) και την αντίσταση στην παραμόρφωση (p=0,026 και η2=0,84).
Από τον πίνακα 3.10, φαίνεται ότι η μέθοδος ξήρανσης επηρεάζει σε μεγάλο
βαθμό το χρόνο αποσάθρωσης των μικροσφαιρών και ότι για οποιονδήποτε τύπο
χρόνου αποσάθρωσης και πορώδους. Αυτό είναι ευδιάκριτο στο σχήμα 3.4γ, όπου
143
350
● Avicel®
Avicel
■
300 Avicel® τροποποιημένο
Avicel τροποποιημένο
Prosolv
▲ Prosolv®
Χρόνος αποσάθρωσης (min)
250
200
150
100
50
0 10 20 30 40 50 60
Πορώδες (%)
πορώδες τους, με βάση τα δεδομένα των πινάκων 3.7 και 3.10. Από τα διαγράμματα
του σχήματος 3.4γ φαίνεται ότι ο χρόνος αποσάθρωσης μειώνεται εκθετικά με την
είναι στατιστικά σημαντική (p=0,279), από τον πίνακα 3.10 και το σχήμα 3.4γ
Avicel®. Αυτό εξηγείται από την παρουσία SiO2, το οποίο μειώνει το διατεμαχιδιακό
(hornification) που οδηγεί σε εξασθένιση της δομής των μικροσφαιρών όπως φαίνεται
μικροσφαιρών επηρεάζει την αποδέσμευση φαρμάκων από αυτές (Byrne and Deasy,
περαιτέρω η επίδραση των συνθηκών ψύξης πριν από τη λυοφιλοποίηση στο πορώδες
και την κατανομή μεγέθους των πόρων για τις μικροσφαίρες μικροκρυσταλλικής
(NaCl), που όπως είδαμε προηγουμένως, είναι μία αποτελεσματική μέθοδος για το
ακολουθία τριών διαφορετικών σταδίων: Το αρχικό στάδιο της ψύξης, στο οποίο η
στάδιο της ξήρανσης, στο οποίο το παγωμένο και κρυσταλλωμένο νερό εξαχνώνεται
κάτω από συνθήκες χαμηλής θερμοκρασίας και υψηλού κενού (χαμηλής πίεσης) και
απομακρύνεται με εξάτμιση και διάχυση ή τριχοειδική ροή μέσα από τους ήδη
κρυσταλλωμένου και του μη παγωμένου νερού, όπως επίσης και τον αριθμό, το
μέγεθος και το σχήμα των κρυστάλλων, τα οποία με τη σειρά τους ελέγχουν το ολικό
πορώδες, την κατανομή μεγέθους και το σχήμα των πόρων στις τελικές στεγνές
μικροσφαίρες (Hottot et al., 2004). Πιο συγκεκριμένα, ο ρυθμός ψύξης και ο βαθμός
ψύξης κάτω από το σημείο πάγου (supercooling), δηλαδή η διαφορά μεταξύ της
θερμοκρασίας ψύξης και της θερμοκρασίας στην οποία αρχίζει ο σχηματισμός του
δραματικά για θερμοκρασίες μεταξύ -40 οC και -20 οC, ανάλογα με το αν το νερό
περιέχει ή όχι διαλυμένα συστατικά (Franks, 1990), ενώ η ανάπτυξη των κρυστάλλων
πάγου επηρεάζεται από το χρόνο, καθώς και από τη θερμοκρασία ψύξης (Franks,
Στη πράξη, ρυθμός ψύξης 250 οC/min επιτυγχάνεται με βύθιση των υγρών
μικροσφαιρών στο υγρό άζωτο (-197 οC), ενώ κατά την τοποθέτησή τους στη
κατάψυξη του ψυγείου (-30 οC) ο ρυθμός ψύξης είναι μικρότερος από 1 οC/min
(Hottot et al., 2004 και Tang and Pikal, 2002). Επιπλέον, η βύθιση των μικροσφαιρών
στο υγρό άζωτο έχει ως αποτέλεσμα τη διείσδυση του υγρού αζώτου στη δομή των
κοκκοποίησης στο πορώδες και ειδικότερα στην κατανομή μεγέθους των πόρων των
σταθερότητα του φαρμάκου (Pikal, 2004, Koyama et al., 1988 και Teagarden and
να συνδέεται με πιο πολύπλοκα φαινόμενα από τον περιορισμό της αλλαγής της
πυκνότητας κατά το πάγωμα και την επίδραση των τριχοειδικών δυνάμεων κατά το
δευτερεύον στάδιο της ξήρανσης. Η ειδική σύνδεση μεταξύ των μορίων νερού και
την ανάπτυξη των κρυστάλλων πάγου και επιπλέον, μπορεί να αυξάνει το ρυθμό
των μικροσφαιρών (Teagarden and Baker, 2004, Ott et al., 1979, Nishimoto et al.,
υγρού κοκκοποίησης και των συνθηκών ψύξης των μικροσφαιρών πριν από την
ξήρανση εν καταψύξει στο πορώδες και την κατανομή μεγέθους των μικροσφαιρών
καταψύκτη στους -30 οC, σε βαθειά κατάψυξη στους -80 οC και με υγρό άζωτο στους
εκχυλισμένες μικροσφαίρες.
σφαιρικότητας των μικροσφαιρών μετά από ξήρανση εν καταψύξει, για όλες τις
συνθήκες αρχικής ψύξης που εφαρμόστηκαν και για τα δύο είδη κοκκοποιητικού
υγρού που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς επίσης και για τις εκχυλισμένες μικροσφαίρες.
σφαιρικότητα των υγρών μικροσφαιρών (πριν από την ψύξη), με σκοπό να γίνει
Τα αποτελέσματα του πίνακα 3.11 δείχνουν ότι η μέση διάμετρος των υγρών
περιπτώσεις των μη εκχυλισμένων μικροσφαιρών μετά από αρχική ψύξη στους -30
ο
C. Στις εκχυλισμένες μικροσφαίρες η μέση διάμετρος αυξάνεται κατά την ξήρανση
εν καταψύξει, ακόμα και μετά την ψύξη στους -30 οC. Επιπλέον, ο πίνακας 3.11
δείχνει ότι στις χαμηλότερες θερμοκρασίας ψύξης (-80 οC και -197οC) η αύξηση της
(565 με 585 μm από 526 μm) σε σχέση με αυτές που παρασκευάζονται με νερό και
149
Avicel®/Νερό-Ισοπροπανόλη
Avicel®/NaCl/εκχυλισμένες
ισοπροπανόλη (539 με 543 μm από 514 μm) ή τις εκχυλισμένες μικροσφαίρες (545 με
παρόλο που γενικά αυξάνεται σχετικά με τις υγρές μικροσφαίρες λόγω της
νερό ως υγρό κοκκοποίησης. Απόκλιση της μέσης σφαιρικότητας από την τιμή της
τραχύτητα, γενικά συνοδεύει την αύξηση της μέσης διαμέτρου των μικροσφαιρών
(πίνακας 3.11) και μπορεί να αποδοθεί στη διαστολή κατά την ψύξη, στην ανάπτυξη
δυνάμεων στα σημεία επαφής των μικροσφαιρών και κατά συνέπεια την
εξαρτάται από την θερμοκρασία αρχικής ψύξης, τη φύση του κοκκοποιητικού υγρού,
καθώς και από την κατανομή αυτού μέσα στις μικροσφαίρες (σε εκχυλισμένες ή μη
Σε θερμοκρασία ψύξης -80 οC και -197 οC, η διόγκωση των μικροσφαιρών είναι
Από αυτά φαίνεται ότι η αληθής πυκνότητα, pp, των μικροσφαιρών επηρεάζεται από
τη φύση του υγρού κοκκοποίησης καθώς επίσης και από την εφαρμογή εκχύλισης,
αλλά όχι από τις συνθήκες αρχικής ψύξης, ενώ αντίθετα, η πυκνότητα στοίβασης και
πόρους τους, οι οποίοι επιτρέπουν την ευκολότερη και αυξημένη διείσδυση ηλίου και
Από την άλλη, δεν υπάρχει κάποια χαρακτηριστική αλλαγή της πυκνότητας
στοίβασης και της φαινόμενης πυκνότητας με την θερμοκρασία ψύξης για τις
επιφανειακής τραχύτητας και του πορώδους τους, λόγω μείωσης της θερμοκρασίας
Υγρές μικροσφαίρεςα - - -
-30 1,53 0,84 0,95
-80 1,53 0,69 0,86
-197 1,52 0,44 0,65
Avicel®/Νερό-Ισοπροπανόλη
Υγρές μικροσφαίρες - - -
-30 1,51 0,55 0,94
-80 1,51 0,52 0,84
-197 1,51 0,51 0,75
Avicel®/NaCl/εκχυλισμένες
Υγρές μικροσφαίρεςβ - - -
-30 1,56 0,39 0,51
-80 1,56 0,40 0,51
-197 1,56 0,40 0,60
_____________________________________________________________________
α
Μέτρηση αμέσως μετά τη σφαιροποίηση
β
Μέτρηση αμέσως μετά την εκχύλιση
153
συνολικού όγκου των πόρων, της συνολικής επιφάνειας των πόρων και του
μελετήθηκαν. Από τον πίνακα φαίνεται ότι μόνο για τις μη εκχυλισμένες
μέγεθος των πόρων τους. Στον ίδιο πίνακα φαίνεται επιπλέον, ότι η επίδραση της
θερμοκρασίας αρχικής ψύξης στο πορώδες των μικροσφαιρών, ε%, είναι μεγαλύτερη
μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι η διαστολή του μείγματος του νερού με την
ισοπροπανόλη είναι πολύ μικρότερη κατά την ψύξη στους -197 οC σε σχέση με το
νερό , παρόλο που η αναλογία του υγρού κοκκοποίησης είναι μεγαλύτερη κατά την
κατά την εκχύλιση του NaCl σχηματίζονται μεγαλύτεροι πόροι όπως είδαμε
Avicel®/Νερό-Ισοπροπανόλη
Avicel®/NaCl/εκχυλισμένες
155
Οι μικρότερες τιμές πορώδους στη θερμοκρασία των -30 οC, ειδικά για τις μη
απομακρυσμένους πόρους, μακριά από την επιφάνεια, αφού το πάγωμα αρχίζει από
αυξημένες τοπικά θερμοκρασίες, πιθανώς πάνω από τους -20 οC, στις οποίες είναι
χρήση υγρού αζώτου (-197 οC) αυξάνει ακόμη περισσότερο το ρυθμό ψύξης και το
πορώδες, όχι μόνο λόγω της χαμηλότερης θερμοκρασίας του, αλλά και επειδή
διεισδύει στο εσωτερικό των μικροσφαιρών, έρχεται σε επαφή και παγώνει τόσο το
ελεύθερο νερό μεταξύ των ινιδίων της κυτταρίνης όσο και το ισχυρά συνδεδεμένο
νερό που εντοπίζεται στους μικρούς πόρους στο εσωτερικό των ινιδίων.
μικροσφαίρες πριν από την ψύξη ως 1,2 g/g (60/50 g επί ξηρής βάσεως) και
θεωρώντας ότι η μεταβολή στο πορώδες λόγω αλλαγής της θερμοκρασίας ψύξης
πορώδους από τη μεταβολή της θερμοκρασίας από -80 οC σε -197οC (πίνακας 3.13)
κυτταρίνης [(1,2x12,3)/58]. Η τιμή αυτή είναι σύμφωνη με τις τιμές 0,25 g/g και 0,28
g/g που πρόσφατα παρουσιάστηκαν ως το κλάσμα του μη παγωμένου (στους -50 οC),
156
ή του δομικού ή του ισχυρά συνδεδεμένου νερού (Luukkonen et al., 2001 και
Επιπλέον, από τον πίνακα 3.13, φαίνεται ότι για τις θερμοκρασίες ψύξης -30
ο
C και -80 οC, η παρουσία ισοπροπανόλης στο υγρό κοκκοποίησης οδηγεί σε
μεγαλύτερες τιμές πορώδους σε σχέση με το νερό (46,8% και 47,8% αντί για 31,5%
και 40,8% αντίστοιχα). Αυτό μπορεί να αποδοθεί εν μέρει στη μεγαλύτερη αναλογία
περιορισμένη τριχοειδική ροή κατά τα τελευταία στάδια της σφαιροποίησης και κατά
υγρό κοκκοποίησης έχουν μεγαλύτερο πορώδες (58% σε σχέση με 52,7% για νερό-
ισοπροπανόλη, γιατί η μεταβολή της πυκνότητας του μείγματος κατά την ψύξη του
είναι πολύ μικρότερη από του νερού (Bellissent-Funel and Teixeira 2004). Επομένως
η αύξηση του όγκου και ο σχηματισμός νέων πόρων πρέπει να ευθύνεται για το
Στον πίνακα 3.14 δίνονται τα αποτελέσματα από τον υπολογισμό της μέσης
IQCS) και τη σχετική κατανομή του όγκου των πόρων των μικροσφαιρών σε
τέσσερα κλάσματα μεγέθους, αυξανόμενα κατά τη σειρά (d<0,12 μm, d0,12-1,2 μm, d1,2-12
Avicel®/Νερό-Ισοπροπανόλη
Avicel®/NaCl/εκχυλισμένες
6,2 έως 13 μm και γεωμετρική τυπική απόκλιση κατανομής μεγέθους από 2,97 έως
από 0,43 έως 0,66 μm και 2,45 έως 3,92) και με νερό-ισοπροπανόλη (από 0,17 έως
0,55 μm και 2,39 έως 3,67) ως υγρά κοκκοποίησης αντίστοιχα. Όσο η γεωμετρική
ασυμμετρία (IQCS από -0,26 μέχρι -0,38) απ’ ότι οι μη εκχυλισμένες (IQCS από -
0,07 μέχρι -0,23 για το νερό και από -0,14 μέχρι -0,23 για το μείγμα νερού-
Από τον πίνακα 3.14 φαίνεται ότι σε όλες τις περιπτώσεις, μέγιστη μέση
διάμετρος πόρων επιτυγχάνεται μετά από αρχική ψύξη των μικροσφαιρών στους -80
ο
C και ελάχιστη στους -197 οC. Ομοίως, με εξαίρεση τις εκχυλισμένες μικροσφαίρες,
στους -80 οC, ενώ στενότερη και πιο συμμετρική κατανομή στους -197 οC. Η
μικρότερη μέση διάμετρος πόρων και η στενότερη κατανομή μεγέθους τους στους -
197 οC είναι αναμενόμενη, λόγω του στιγμιαίου παγώματος και επομένως του
α β
γ δ
Σχήμα 3.5 % Αθροιστική κατανομή πόρων για μικροσφαίρες μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης που
παρασκευάστηκαν με (α) νερό, (β) νερό-ισοπροπανόλη και (γ) εκχύλιση ποροσχηματιστή
(NaCl) και εφαρμογή ξήρανσης εν καταψύξει μετά από αρχικό πάγωμα σε θερμοκρασίες -
30(●), -80 (■) και -197 οC (▲)
161
αριθμού πυρήνων και συνεπώς το σχηματισμό μικρών κρυστάλλων πάγου και μικρών
Γενικά είναι φανερό (πίνακας 3.14) ότι μετά από ψύξη στους -197 οC,
ισοπροπανόλης απ’ ότι μόνο νερό και αυτό οφείλεται τόσο στο μεγαλύτερο ποσοστό
πόρων μεγέθους <0,12 μm (67% για νερό-ισοπροπανόλη ενώ 26% για νερό) όσο και
στο μικρότερο ποσοστό πόρων μεγαλύτερου μεγέθους (32% και 1% αντί για 72,4%
και 1,6%). Η πολύ μικρότερη διάμετρος πόρων που επιτυγχάνεται με χρήση νερού-
ισοπροπανόλης στους -197 οC (0,17 μm) σε σχέση με το νερό (0,43 μm) μπορεί να
ισοπροπανόλης και νερού σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες ψύξης, η οποία οδηγεί στο
μικρότερη διαστολή κατά την ψύξη σε σχέση με το νερό (Ott et al., 1979, Murthy,
1999, Nishimoto et al., 2004 και Bellissent-Funel and Teixeira, 2004). Από την άλλη,
σχέση με τους -30 οC μπορεί να αποδοθεί στο ότι εκτός από τον αυξημένο ρυθμό
κατά συνέπεια των τελικών πόρων των μικροσφαιρών μετά την ξήρανση εν
3.6). Για όλες τις εξεταζόμενες μικροσφαίρες, η κατανομή μεγέθους των πόρων
162
3.6) και τον πίνακα 3.14 παρατηρείται ότι για τις εκχυλισμένες μικροσφαίρες, παρόλο
που ένα ποσοστό των πόρων είναι >12 μm, η πλειονότητά τους βρίσκεται μεταξύ 1,2
και 12 μm, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό πόρων μεταξύ 0,12 και 1,2 μm, που σημαίνει
ότι έχουν σημαντικά μικρότερο μέγεθος απ’ ότι τα σωματίδια NaCl που
ασυμμετρία και τις χαμηλότερες τιμές του δείκτη ασυμμετρίας (IQCS) για τις
μείωση μεγέθους των σωματιδίων NaCl κατά το στάδιο της υγρής κοκκοποίησης
λόγω μερικής διάλυσής τους στο κοκκοποιητικό υγρό και εν μέρει στο αυξημένο
αποτελούνται από μία μεγάλη κοιλότητα και ένα στενότερο λαιμό, και εντοπίζονται
αλλά και κατά την εκχύλιση για την απομάκρυνση του NaCl, λόγω σχηματισμού
περάσει μέσα από τους στενούς κενούς χώρους (λαιμοί των πόρων). Κατά συνέπεια,
Σχήμα 3.6 Ιστογράμματα κατανομής μεγέθους των πόρων μικροσφαιρών μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης που
παρασκευάστηκαν με (α) νερό, (β) νερό-ισοπροπανόλη και (γ) εκχύλιση NaCl και ψύξη σε
θερμοκρασία (Α) -30 οC, (Β) -80 οC και (Γ) -197 οC πριν από την ξήρανση εν καταψύξει.
164
μεγέθη πόρων.
είναι γνωστό ότι επηρεάζουν την ικανότητα φόρτισης με φάρμακο και την
αποδέσμευσή του από αυτές, τα μέχρι τώρα αποτελέσματα είναι χρήσιμα για την
της μορφολογίας των πόρων και της μεταξύ τους σύνδεσης σε συνδυασμό με
εξακρίβωση της επίδρασης της εσωτερικής δομής των μικροσφαιρών στην απόδοση
3. Επίδραση σύνθεσης και συνθηκών ξήρανσης στο σχήμα των πόρων των
μικροσφαιρών
εκχυλισμένων, παρατηρήσαμε ότι το μέγεθος των πόρων τους είναι πολύ μικρότερο
Αυτό, όπως προαναφέρθηκε, μπορεί να οφείλεται στη μείωση του μεγέθους των
υγρό. Ωστόσο, επειδή η απόκλιση του μεγέθους των πόρων από το μέγεθος των
αρχικών κρυστάλλων NaCl είναι αρκετά μεγάλη, είναι πιο πιθανόν αυτό να οφείλεται
bottle”), οι οποίοι εντοπίζονται ως μεγέθους ίσου με την τομή του λαιμού τους (Webb
πόρους κάτω από την εφαρμογή αυξανόμενης πίεσης και την εν συνεχεία μείωση της
στενοί λαιμοί των «μελανοδοχείων», κατά τη σταδιακή ελάττωση της πίεσης, δεν
επιτρέπουν στον υδράργυρο να βγει από τις μεγάλες κοιλότητες των πόρων (Wardlaw
μεγέθους από αυτό που προκύπτει από την πρώτη διείσδυση (Punuru et al., 1990).
τους λαιμούς των πόρων, αφού οι κοιλότητές τους περιέχουν ήδη εγκλωβισμένο
υδράργυρο από την πρώτη διείσδυση. Ο όγκος που διεισδύει τη δεύτερη φορά
όγκο που καταλαμβάνουν οι λαιμοί των πόρων και οι ανοιχτοί πόροι που δεν είναι
της δεύτερης από την πρώτη διείσδυση αντιστοιχεί στο ποσοστό του όγκου των
Η δομή των πόρων, συμπεριλαμβανομένου τόσο του σχήματος όσο και του
μεγέθους αυτών, είναι δυνατόν να επηρεάσει την πρόσβαση υγρού στο εσωτερικό
των μικροσφαιρών και κατά συνέπεια τη φόρτιση με δραστική ουσία από διάλυμα
(ποσό και κατανομή), καθώς και την αποδέσμευση της δραστικής ουσίας από τις
αποδέσμευσης έχει ήδη γίνει από τους Mehta et al. (2000) και τους Costa et al.
(2004).
μικροσφαιρών από τους παράγοντες σύστασης και συνθηκών παρασκευής που μέχρι
166
τώρα είδαμε και βρήκαμε ότι επηρεάζουν το ολικό πορώδες και το μέγεθος των
πόρων των μικροσφαιρών. Έτσι, τα αποτελέσματα αφορούν αρχικά την επίδραση του
υγρού κοκκοποίησης και της μεθόδου ξήρανσης στο σχήμα των πόρων μικροσφαιρών
μικροκρυσταλλική κυτταρίνη και για τα δύο υγρά κοκκοποίησης (νερό και νερό-
Στους πίνακες 3.15 και 3.16 δίδονται οι όγκοι υδραργύρου που εισέρχονται
στους πόρους στην πρώτη και δεύτερη διείσδυση για μικροσφαίρες που
συνθήκες αρχικής ψύξης πριν από την ξήρανση εν καταψύξει, πίνακας (3.16). Επίσης,
στα σχήματα 3.7 έως 3.9 δίδονται υπό μορφή ιστογράμματος η κατανομή μεγέθους
ψύξης πριν από την ξήρανση εν καταψύξει. Από τους πίνακες 3.15 και 3.16, καθώς
και από τα ιστογράμματα (σχήμα 3.7 έως 3.9), φαίνεται ότι σε όλες τις περιπτώσεις η
διείσδυση του υδραργύρου τη δεύτερη φορά είναι σημαντικά μικρότερη απ’ ότι την
μικροσφαιρών μετά το τέλος της πρώτης διείσδυσης. Κατά την άποψη των Wardlaw
και McKellar (1981) και Tsakiroglou και Payatakes (1998) ο βαθμός εγκλωβισμού
του υδραργύρου αυξάνεται με τον αριθμό, το βάθος και την αναλογία μεγέθους της
Πίνακας 3.15. Όγκοι υδραργύρου κατά την πρώτη και δεύτερη διείσδυση στους
πόρους των μικροσφαιρών
_____________________________________________________________________
MCC/Υγρό κοκκοποίησης Όγκος διείσδυσης (mm3/g)
Ξήρανση __________________________
V1 V2 ΔV%
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
Avicel® / Νερό
FB 21,7 5,7 73,9
MW 77,7 21,0 73,0
FD 332,1 165,9 50,1
Avicel® / Νερό-Ισοπροπανόλη
FB 198,4 44,2 77,7
MW 82,7 20,2 75,6
FD 498,3 278,7 44,1
_____________________________________________________________________
Μέθοδος ξήρανσης: FB = ξήρανση σε ρεοαιωρούμενο στρώμα θερμού αέρα, MW =
μικροκύματα και FD = ξήρανση εν καταψύξει μετά την ψύξη σε θερμοκρασία -30 οC
εγκλωβισμός του υδραργύρου είναι δυνατόν να οφείλεται και στην ελαστικότητά της.
κυτταρίνης.
168
Πίνακας 3.16 Όγκοι υδραργύρου κατά την πρώτη και δεύτερη διείσδυση στους
πόρους των μικροσφαιρών μετά από ξήρανση εν καταψύξει
_____________________________________________________________________
MCC/Υγρό κοκκοποίησης Όγκος διείσδυσης (mm3/g)
Θερμοκρασία ψύξης __________________________
V1 V2 ΔV%
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
Avicel® / Νερό
ο
-30 C 332,1 165,9 50,1
ο
-80 C 472,2 303,9 35,5
-197 οC 886,3 625,4 29,4
Avicel® / Νερό-Ισοπροπανόλη
ο
-30 C 498,3 278,7 44,1
ο
-80 C 569,8 321,5 43,6
-197 οC 703,9 339,9 51,7
Στους πίνακες 3.15 και 3.16 επιπλέον δίνεται και η % διαφορά μεταξύ των
όγκων υδραργύρου που εισέρχεται στους πόρους κατά την πρώτη και δεύτερη
διείσδυση (ΔV%). Η διαφορά αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως μέτρο του ποσοστού των
σωμάτων των πόρων σχήματος «μελανοδοχείου» και σημαντική ένδειξη για την
εσωτερική δομή των μικροσφαιρών. Από τους πίνακες φαίνεται ότι οι τιμές ΔV%
είναι γενικά μικρότερες όταν χρησιμοποιείται νερό (29,4 – 73,9%) απ’ ότι όταν το
τιμές για τις εκχυλισμένες μικροσφαίρες είναι πάντα υψηλές (65,6 – 72,6%).
Πρώτη διείσδυση
Δεύτερη διείσδυση
50
Σχήμα 3.5 Κατανομή μεγέθους πόρων μικροσφαιρών μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης που παρασκευάστηκαν με
Σχήμα 3.7 Κατανομή μεγέθους πόρων των μικροσφαιρών μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης που παρασκευάστηκαν με
ο
(α) νερό, (β)
(α)νερό-ισοπροπανόλη και (γ) εκχύλιση
νερό, (β) νερό-ισοπροπανόλη ποροσχηματιστή
και (γ) εκχύλιση ποροσχηματιστή
NaCl και NaCl στους
ψύξη και ψύξη
-30στους
C. -30 οC.
200
First intrusion 200
Reintrusion 200 (γ)(c)
50 50
Σχήμα
Σχήμα
Σχήμα 3.6
3.83.8Κατανομή
Κατανομή
Κατανομήμεγέθους
μεγέθους
μεγέθουςπόρων
πόρων
πόρωνμικροσφαιρών
των μικροσφαιρώνμικροκρυσταλλικής
μικροσφαιρών μικροκρυσταλλικήςκυτταρίνης
μικροκρυσταλλικής κυτταρίνηςπου
κυτταρίνης πουπαρασκευάστηκαν
που παρασκευάστηκανμε
παρασκευάστηκαν με
με
ο
(β)
(α) νερό,(α) νερό-ισοπροπανόλη
νερό,
(α) νερό,
(β)(β) και (γ) ποροσχηματιστή
νερό-ισοπροπανόλη
νερό-ισοπροπανόληκαικαι εκχύλιση
(γ) (γ) NaCl και ψύξη
ποροσχηματιστή
ποροσχηματιστή NaClστους
NaCl
και -80
καιC.
ψύξη ψύξη στους
στους -80 οC.
-80 οC.
Πρώτη διείσδυση
3
(β) 150 (γ)
3
(β) (γ)
(α) 150
150 (α)
(β)
(α) 100 (γ)
100
100
50
50
Σχήμα
Σχήμα3.9
3.9Κατανομή
Κατανομήμεγέθους πόρων
μεγέθους τωντων μικροσφαιρών
πόρων μικροκρυσταλλικής
μικροσφαιρών κυτταρίνης
μικροκρυσταλλικής που παρασκευάστηκαν
κυτταρίνης που παρασκευάστηκαν με
Σχήμα 3.7 Κατανομή μεγέθους πόρων μικροσφαιρών μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης που παρασκευάστηκαν μεμε
ο ο ο
(α)
(α) νερό, (β) νερό,
νερό, νερό-ισοπροπανόλη
(β)(β) νερό-ισοπροπανόλη
(α)νερό-ισοπροπανόλη και (γ)
καιεκχύλιση ποροσχηματιστή
(γ) ποροσχηματιστή
και (γ) ποροσχηματιστή NaCl
NaCl και ψύξη NaCl
και και
στους ψύξη
-197ψύξη στους
στους
C. -197
-197 C.C.
172
του υδραργύρου στο εσωτερικό τους κατά την αποσυμπίεση, λόγω ελαστικής
υψηλές τιμές ΔV% που δηλώνουν υψηλό ποσοστό πόρων σχήματος «μελανοδοχείου»
που προκύπτουν λόγω σχηματισμού κενών χώρων τριχοειδικού μεγέθους κατά την
εκχύλιση για την απομάκρυνση του NaCl. Όπως προαναφέρθηκε, ο εγκλωβισμός του
υδραργύρου αυξάνεται όσο μεγαλώνει η αναλογία μεγέθους του σώματος των πόρων
ως προς το μέγεθος του λαιμού (Wardlaw and McKellar, 1981). Στις εκχυλισμένες
Από τους πίνακες 3.15 και 3.16, είναι επίσης ξεκάθαρο ότι σε όλες τις
μετά την ξήρανση εν καταψύξει σε σχέση με τις άλλες μεθόδους ξήρανσης. Αυτό
αποδίδεται στην περιορισμένη τριχοειδική ροή που λαμβάνει χώρα κατά την ξήρανση
θερμοκρασίες ψύξης για τις μικροσφαίρες που παρασκευάζονται μόνο με νερό μπορεί
173
να αποδοθεί στο αυξημένο ποσοστό μη παγωμένου νερού στο εσωτερικό τους μετά
την ψύξη, με αποτέλεσμα την εκδήλωση τριχοειδικής ροής κατά την εξάχνωση καθώς
και κατά το δεύτερο στάδιο της ξήρανσης. Η τριχοειδική κίνηση του νερού προκαλεί
τοιχώματα των πόρων, κάνοντάς τους πιο στενούς σε ορισμένα σημεία και
λιγότερο μη παγωμένο νερό παραμένει μέσα στις μικροσφαίρες κατά την εξάχνωση
ψύξης -197 οC σε σχέση με τις υψηλότερες θερμοκρασίες (-30 και -80 οC). Αυτό
μπορεί να αποδοθεί στη σχετικά μικρότερη διάμετρο των πόρων (0,17 μm για τους -
197 οC έναντι 0,47 και 0,55 μm για τους -30 και -80 οC αντίστοιχα, πίνακας 3.14) που
πόρων έχει ως αποτέλεσμα τη διείσδυση υδραργύρου κάτω από υψηλές πιέσεις και
τον εγκλωβισμό λόγω ελαστικής επαναφοράς της κυτταρίνης κατά την αποσυμπίεση.
Από τον πίνακα 3.16, φαίνεται επιπλέον ότι η παρουσία πόρων σχήματος
στην τριχοειδική ροή του νερού κατά την εκχύλιση για την απομάκρυνση του NaCl η
οποία οδηγεί στο σχηματισμό στενών καναλιών τριχοειδικού μεγέθους που συνδέουν
τους πόρους μεταξύ τους. Η ιδιαίτερη αυτή μορφολογία των πόρων και η αυξημένη
174
200μm 200μm
(α) (β)
Εικόνα 3.4 Εικόνες ηλεκτρονικού μικροσκοπίου σάρωσης (SEM) μετά την πρώτη
διείσδυση υδραργύρου σε μικροσφαίρες: (α) Avicel®/NaCl που
υπέστησαν εκχύλιση του ποροσχηματιστή NaCl και αρχική ψύξη στους
ο
-80 C και (β) Avicel® μόνο (χωρίς εκχύλιση), νερό ως υγρό
κοκκοποίησης και αρχική ψύξη στους -197 οC πριν από την ξήρανση εν
καταψύξει.
οποία και έχουν αναλυθεί προηγουμένως στο θεωρητικό μέρος της διατριβής,
συστατικού στο εσωτερικό των πόρων τους ή στην επιφάνειά τους, καθώς και ο
από αυτές που μέχρι τώρα παρασκευάστηκαν (με μικρού και μεγάλους πόρους) και
εξετάσθηκε:
μικροσφαίρες.
καταψύξει μετά από ψύξη στους -80 και -197 οC, αντίστοιχα. Οι διαφορές των δύο
ειδών αφορούν κυρίως το μέγεθος και τη μορφολογία των πόρων τους, όπως φαίνεται
από τον πίνακα 3.14 και την εικόνα 3.3. Οι μη εκχυλισμένες μικροσφαίρες έχουν
χαρακτηρίζονται από την παρουσία μεγάλων πόρων (13 μm) τόσο στο εσωτερικό όσο
και στην επιφάνειά τους, οι οποίοι επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω πολύ στενών
αυτής υπολογίσθηκε το επί τοις εκατό ποσοστό ενσωμάτωσης της ουσίας στις
Από τον πίνακα 3.17 βλέπουμε ότι το κάθε είδος μικροσφαιρών έχει
μέγεθος πόρων στο εσωτερικό αλλά και στην επιφάνειά τους, οι οποίοι επικοινωνούν
μεταξύ τους μέσω καναλιών, όπως διαπιστώθηκε. Έτσι η διείσδυση του διαλύματος
είναι
177
ευκολότερη και ταχύτερη και συνεπώς και η εναπόθεση φαρμάκου είναι δυνατό να
γίνεται τόσο στους εσωτερικούς όσο και στους επιφανειακούς πόρους. Για τις μη
αυξάνει με την εφαρμογή εναλλάξ κενού και αυξημένης πίεσης και αυτό προτείνεται
παράγοντας που επηρεάζει την ικανότητα φόρτισης, αφού όπως φαίνεται από τον
πίνακα 3.17 για το ίδιο είδος αδρανών μικροσφαιρών το ποσοστό βιταμίνης που
της συγκέντρωσης του διαλύματος φόρτισης και του μεγέθους των πόρων των
14
12
Ποσοστό ενσωμάτωσης (% β/β)
10
0
0 1 2 3 4 5
Συγκέντρωση διαλύματος (% β/ο)
στο ότι όλο και περισσότερες θέσεις προσρόφησης πάνω στη μικροκρυσταλλική
πορώδεις μικροσφαίρες
μεταφέρεται μέσω καναλιών πληρωμένων με τον υγρό διαλύτη περιγράφεται από την
εξίσωση:
όπου, Mt και t είναι το ποσοστό του φαρμάκου που αποδεσμεύεται από τη μονάδα
επιφάνειας σε χρόνο t και Ds είναι ο συντελεστής διάχυσης του φαρμάκου στο μέσο
Μt = k √t………………………………………………………………(3.2)
όπου k είναι μια σταθερά. Η εξίσωση 3.2 προκύπτει από την 3.1 θεωρώντας ότι οι
όροι του δεξιού σκέλους της, εκτός του χρόνου, παραμένουν σταθεροί κατά τη
διάρκεια της αποδέσμευσης και μπορούν να αντικατασταθούν από μια ενιαία σταθερά
(k).
από μηχανισμό διάχυσης που περιγράφεται από μία αναλυτική λύση του δεύτερου
νόμου του Fick, εξίσωση 3.3 (Crank, 1975). Το μοντέλο αυτό θεωρεί ότι η
βύθισης:
t 6 1 n2 2
2 2 exp( D t ) ……………………….(3.3)
M n 1 n R2
όπου, Μ και Μt είναι η συνολική ποσότητα του φαρμάκου που έχει απελευθερωθεί
σε άπειρο χρόνο και χρόνο t αντίστοιχα, R είναι η ακτίνα των μικροσφαιρών και D ο
περιγράφει την αποδέσμευση με απλή κατά Fick διάχυση από πορώδεις αδρανείς
β) το κινητικό πρότυπο που ακολουθεί το δεύτερο νόμο διάχυσης του Fick και
περιγράφεται από την κατά Crank μαθηματική λύση του νόμου (εξίσωση 3.3), η
οποία για n=1 μετά τη λογαρίθμησή της καταλήγει σε γραμμική έκφραση του
χρόνου:
t 6 1 n2 2
ln ln 2 ln 2 D t ………………………(3.4)
Mt n R2
που έχουν ήδη περιγραφεί και συζητηθεί. Από το σχήμα 3.11 φαίνεται ότι οι
(burst effect) από τις μικροσφαίρες το οποίο προφανώς εξαρτάται από την παρουσία
επιφανειακών πόρων (σχήμα 3.11) είναι πιο έντονο στις εκχυλισμένες διότι
μεγαλύτερο ποσοστό του φαρμάκου θα επικάθεται στους πόρους της επιφάνειας και
διαλύτης εισέρχεται στις μικροσφαίρες μέσω των πόρων. Στη συνέχεια λαμβάνει
περιβάλλον διάλυμα. Όσο μεγαλύτεροι είναι οι πόροι και πιο έντονη η παρουσία τους
182
100
80
(%) Αποδέσμευση
60
40
20
0
0 20 40 60 80 100 120 140
Χρόνος (λεπτά)
Σχήμα 3.11 (%) Αποδέσμευση της ριβοφλαβίνης ως προς το χρόνο από μικροσφαίρες
μικροκρυσταλλικής κυτταρίνης που παρασκευάστηκαν με νερό και ψύξη
στους -197 οC (….), και εκχύλιση του ποροσχηματιστή NaCl και ψύξη
στους -80 οC ( __ ).
υποκεφάλαιο Γ.II.3.
στα κινητικά πρότυπα που περιγράφηκαν παραπάνω (εξισώσεις 3.2 και 3.3). Στον
παραμέτρων της εξίσωσης που περιγράφει το κάθε κινητικό πρότυπο και έτσι
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
R2 α
kβ R2 Dγ
-2
(sec ) (cm2/sec)
___________________________________________________________________
___________________________________________________________________
α
: προσαρμοσμένος συντελεστής προσδιορισμού
β,γ
: συντελεστές του ρυθμού αποδέσμευσης
Από τον πίνακα 3.18 προκύπτει ότι το κινητικό πρότυπο που περιγράφεται
από το δεύτερο νόμο του Fick (εξίσωση 3.3) προσαρμόζεται ικανοποιητικότερα στα
και R2 = 0,916 για τις εκχυλισμένες μικροσφαίρες). Αντίθετα, για το πρότυπο Higuchi
οι προσαρμοσμένοι συντελεστές του προσδιορισμού είναι πολύ μικροί (R2 < 0,852)
αποτελέσματα του πίνακα και 3.18 και του σχήματος 3.12 συνάγεται ότι ο
μηχανισμός διάχυσης που περιγράφεται από το δεύτερο νόμο του Fick φαίνεται να
πορώδεις μικροσφαίρες. Με βάση την εξίσωση 3.3 από την οποία περιγράφεται,
120
100
80
% Αποδέσμευση
60
40
α)
20
0
0 20 40 60 80 100 120 140
Χρόνος (λεπτά)
120
100
80
% Αποδέσμευση
60
40
β)
20
0
0 20 40 60 80 100 120 140
Χρόνος (λεπτά)
ολοκληρώνεται μέσα στο χρονικό διάστημα που η φαρμακομορφή διέρχεται από την
απορρόφηση των φαρμάκων είναι το ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου (proximal
λεπτό έντερο κυμαίνεται από 3 μέχρι 4 ώρες (Abrahamsson et al., 1996 και Gupta et
al., 2001), ενώ η μέση διάβαση από ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου σύμφωνα με
τη βιβλιογραφία είναι 2 ώρες (Davis et al., 1986b). Για τη ριβοφλαβίνη όπως και για
κάθε άλλη ουσία με παράθυρο απορρόφησης στο ανώτερο τμήμα του λεπτού
προϋποθέτει το υλικό επικάλυψης να διαλύεται στο περιβάλλον της περιοχής (pH >
6). Ακόμη, προϋποθέτει την άμεση και ολοκληρωμένη αποδέσμευση του συστατικού
σε σύντομο χρονικό διάστημα, μικρότερο των δύο ωρών που είναι και ο χρόνος
διάβασης την περιοχή. Αντίθετα, ο χρόνος διάβασης στο παχύ έντερο είναι πολύ
187
pH > 5.5, για στοχευμένη αποδέσμευση στο ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου και
το Eudragit FS30D το οποίο διαλύεται στο περιβάλλον του παχέως εντέρου, δηλαδή
Στους πίνακες 3.19 και 3.20 δίνονται τα ποσοστά της ριβοφλαβίνης που έχουν
FS30D αντίστοιχα μετά την έκθεσή τους σε συνθήκες στομάχου για 2 ώρες.
Πίνακας 3.19 Ποσοστό ριβοφλαβίνης που αποδεσμεύεται μετά από 2 ώρες σε 0,1Ν
HCl από μικροσφαίρες μικροκρυσταλλικής κυταρίνης εκχυλισμένες
και μη, επικαλυμμένες με διαφορετικά ποσοστά επικάλυψης
πολυμερούς Eudragit L30D-55
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
Είδος Ποσοστό Αποδέσμευση
μικροσφαιρών επικάλυψης (%) ριβοφλαβίνης (%)
_____________________________________________________________________
Μη εκχυλισμένες 15 20,1
>> 20 5,6
>> 40 0,9
Εκχυλισμένες 15 76,3
>> 20 68,0
>> 40 48,8
>> 50 33,3
>> 55 8,1
_____________________________________________________________________
188
Πίνακας 3.20 Ποσοστό ριβοφλαβίνης που αποδεσμεύεται μετά από 2 ώρες σε 0,1Ν
HCl από μικροσφαίρες μικροκρυσταλλικής κυταρίνης εκχυλισμένες
και μη, επικαλυμμένες με διαφορετικά ποσοστά επικάλυψης
πολυμερούς Eudragit FS30D
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
Είδος Ποσοστό Αποδέσμευση
μικροσφαιρών επικάλυψης (%) ριβοφλαβίνης (%)
_____________________________________________________________________
Μη εκχυλισμένες 20 15,3
>> 25 0,2
Εκχυλισμένες 65 16,5
>> 70 4,9
_____________________________________________________________________
απελευθερωνόταν στις πρώτες δύο ώρες μειωνόταν με την αύξηση του πάχους της
επικάλυψης και για τα δύο εξεταζόμενα ήδη μικροσφαιρών και τα δύο ήδη εντερικής
επικάλυψης. Για τις μη εκχυλισμένες μικροσφαίρες, ποσοστό επικάλυψης > 20% και
> 25% για τα πολυμερή Eudragit L30D-55 και FS30D, αντίστοιχα, ήταν ικανό να
(<10% αποδέσμευση μετά από δύο ώρες σε όξινο περιβάλλον). Αντίθετα, στις
γαστροανθεκτικότητας και για τα δύο υλικά επικάλυψης ήταν πολύ μεγαλύτερες και
επικάλυψης μεταξύ των δύο ειδών μικροσφαιρών αυτές κυρίως οφείλονται στα
όξινο αρχικά (για 2 ώρες, 120 λεπτά) και ακολούθως σε φωσφορικό ρυθμιστικό
διάλυμα (pH 6) που προσομοιάζει στις συνθήκες του εντέρου. Από τα σχήματα είναι
φανερό ότι η έναρξη της αποδέσμευσης καθυστερεί και ο ρυθμός αποδέσμευσης της
ριβοφλαβίνης επιβραδύνεται μετά τις δύο ώρες με την αύξηση του πάχους της
συνέπεια τη σχετική αύξηση της στοιβάδας διάχυσης, λόγω της μερικής παρουσίας
στρώματος επικάλυψης.
190
100
80
% Αποδέσμευση
60
40
20
0
0 100 200 300 400
Χρόνος (λεπτά)
100
80
% Αποδέσμευση
60
40
20
0
0 100 200 300 400
Χρόνος (λεπτά)
της ριβοφλαβίνη μέσα σε δύο ώρες που είναι και ο χρόνος διάβασης από το ανώτερο
τμήμα του λεπτού εντέρου. Συγκεκριμένα, για 20% επικάλυψη το 90% της
ριβοφλαβίνης απελευθερωνόταν μέσα σε 240 λεπτά συνολικά ή 120 λεπτά από την
λεπτά συνολικά ή 100 λεπτά από την έναρξη της αποδέσμευσης σε αλκαλικό pH
(σχήμα 3.14).
Στο σχήμα 3.15 δίνεται η αποδέσμευση της ριβοφλαβίνης από τα δύο είδη
μικροσφαίρες είναι 25% και για τις εκχυλισμένες 69% (πίνακας 3.20). Στο σχήμα
3.15 φαίνεται καθαρά ότι τα ελάχιστα ποσοστά επικάλυψης για τα δύο είδη
σχέση με τις μη εκχυλισμένες, παρόλο που το ποσοστό επικάλυψής τους είναι πολύ
100
80
Αποδέσμευση (%)
60
40
20
0
0 60 120 180 240 300 360
Χρόνος (min)
επιβράδυνση της αποδέσμευσης, όπως και κατά την εφαρμογή του Eudragit L30D-55,
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
ελαττώνει την πυκνότητά τους και να επηρεάζει το χρόνο της γαστρικής κένωσης.
ουσίας.
Τα αποτελέσματα από τη μελέτη της επίδρασης του είδους MCC, του υγρού
κοκκοποίησης και της μεθόδου ξήρανσης στο πορώδες και τις μηχανικές ιδιότητες
των μικροσφαιρών έδειξαν ότι σημαντική για το πορώδες είναι η επιλογή της
μηχανική αντοχή και την αποσάθρωση των μικροσφαιρών βρέθηκε ότι σχετίζονται με
αντίστοιχες μεταβολές στο πορώδες και μάλιστα παρατηρήθηκε εκθετική μείωση των
μειώνει τη μηχανική αντοχή και το χρόνο αποσάθρωσης λόγω του φαινομένου της
Από την εκτίμηση της επίδρασης της θερμοκρασίας ψύξης πριν από την
ξήρανση εν καταψύξει στο πορώδες των μικροσφαιρών βρέθηκε ότι η μείωση της
Ωστόσο, το μέγεθος των πόρων είναι μέγιστο στις εκχυλισμένες μικροσφαίρες και
κρυστάλλων σε σχέση με τους -30 οC και ελάχιστη για θερμοκρασία ψύξης -197 οC,
λόγω του ταχύτατου παγώματος και της μειωμένης ανάπτυξης των δημιουργούμενων
ψύξη στους -197 οC και ευρύτερη και λιγότερο συμμετρική στους -80 οC.
δυνατότητα ελέγχου του ολικού πορώδους και του μεγέθους των πόρων εν μέρει με
και τη ρύθμιση της θερμοκρασίας αποθήκευσης πριν από την ξήρανση εν καταψύξει.
υδραργύρου τη δεύτερη φορά ήταν σημαντικά μικρότερη απ’ ότι την πρώτη και η επί
τοις εκατό διαφορά του όγκου διείσδυσης (ΔV%) θεωρήθηκε ως μέτρο για το
κενού έδειξε ότι το ποσοστό φόρτισης στις αδρανείς μικροσφαίρες εξαρτάται από τη
συγκέντρωση του διαλύματος φόρτισης και από το μέγεθος των πόρων. Η αυξημένη
πόρων στο εσωτερικό αλλά και την επιφάνειά τους, οι οποίοι όπως βρέθηκε
δραστικού συστατικού τόσο στους εσωτερικούς όσο και τους επιφανειακούς πόρους.
απαιτήσεις.
άμεσα και ακολουθεί κυρίως μηχανισμό διάχυσης. Επιπλέον, είναι ταχύτερη στις
εκχυλισμένες μικροσφαίρες λόγω της παρουσίας μεγάλων πόρων στο εσωτερικό και
την επιφάνειά τους οι οποίοι επιτρέπουν την ευκολότερη είσοδο του διαλύτη και τη
ουσίας στους επιφανειακούς πόρους των σφαιριδίων και πιθανώς της διάχυσης και
μεθακρυλικά πολυμερή για στοχευμένη αποδέσμευση στο λεπτό και το παχύ έντερο
198
αντίστοιχα για εντερική και ορθική επικάλυψη στοχευμένης αποδέσμευσης στο λεπτό
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Abrahamsson, B., Alpsten, M., Jonsson, U.E., Lundberg, P.j., Sandberg, A.,
Sundgren, M., Svenheden, A. and Tölli, J., “Gastro-intestinal transit of a
multi-unit formulation (metoprolol CR/ZOK) and a non-disintegrating tablet
with emphasis on colon”, Int. J. Pharm., 140 (1996) 229-235.
Agrawal, A.M., Manek, R.V., Lolling, W.M. and Neau, S.H., “Water Distribution
Studies within Microcrystalline Cellulose and Chitosan Using Differential
Scanning Calorimetry and Dynamic Vapor Sorption Analysis”, J. Pharm.
Sci., 93 (2004) 1766-1779.
Alvarez, L., Concheiro, A., Gómez-Amoza, J.L., Souto, C. and Martinez-Pacheco, R.,
Effect of Microcrystalline Cellulose Grade and Process Variables on Pellets
Prepared be Extrusion-Spheronization”, Dug Dev. Ind. Pharm., 28 (2002)
451-456.
Baert, L. and Remon, J.P., “Influence of amount of granulation liquid on the drug
release rate from pellets made by extrusion spheronization”, Int. J. Phar., 95
(1993) 135-141.
Barlow, C.G., “Granulation of powders”, Chem. Eng. (Lond.), 220 (1968) CE196-
201.
Bashaiwoldu, A.B., Podczeck, F. and Newton, J.M., “A study on the effect of drying
techniques on the mechanical properties of pellets and compacted pellets”,
Eur. J. Pharm. Sci., 21 (2004) 119-129.
Bataille, B., Ligarski, K., Jacob, M. and Duru, C., “Study of the influence of
spheronization and drying conditions on the physic-mechanical properties of
neutral spheroids containing Avicel PH 101 and lactose”, Drug Dev. Ind.
Pharm., 19 (1993) 653-671.
200
Baumgartner, S., Kristl, J., Vodopivec, P and Zorko, B., “Optimisation of floating
matrix tablets and evaluation of their gastric residence time” Int. J. Pharm., 195
(2000) 125-135.
Bechgaard, H., Cristensen, F. N., Davis, S. S., Hardy, J. G., Taylor, M. J., Whalley, D.
R. and Wilson, C. G., “Gastrointestinal transit of pellets in ileostomy subjects
and effect of density”, J. Pharm. Pharmacol., 37 (1985) 718-721.
Bellissent-Funel, M.C. and Teixeira, J., “Structural and dynamic properties of bulk
and confined water” – “Freeze-Drying/Lyophilization of Pharmaceutical and
Biological Products”, Rey, L. and May, J.C., eds, Taylor and Francis Group,
New York, 2004, p. 33-62.
Berggren, J. and Alderborn, G., “Effect of drying rate on porosity and tabletting
behavior of cellulose pellets”, Int. J. Pharm., 227 (2001a) 81-96.
Bier, H.P., Leuenberger, H. and Sucker, H., “Determination of the uncritical quantity
of granulating liquid by power measurements on planetary mixers” Pharm.
Ind., 41 (1979) 1525-1533.
Block, B. P., Thomas, M. B., “A method for testing intestinal irritancy of sustained
release potassium chloride preparations in animals”, J. Pharm. Pharmacol.,
30 (1978) suppl. 70P.
Buckton, G., Yonemochi, E., Yoon, W.L. and Moffat, A.C., “Water sorption and near
IR spectroscopy to study the differences between microcrystalline cellulose
and silicified microcrystalline cellulose before and after wet granulation”,
Int. J. Pharm., 181 (1999) 41-47.
Byrne, R.S. and Deasy, P.B., “Use of commercial porous ceramic particles for
sustained drug delivery”, Int. J. Pharm., 246 (2002) 61-73.
Byrne, R.S. and Deasy, P.B., “Use of porous aluminosilicate pellets for drug
delivery”, J. Microencapsulation, 22 (2005) 423-437.
Choe, S.Y., Neudeck, B.L., Welage, L.S., Amidon, G.E., Barnett, J.L. and Amidon,
G.L., “Novel method to assess gastric emptying in humans: the Pellet Gastric
Emptying Test”, Eur. J. Pharm. Sci., 14 (2001) 347-353.
Clarke, G.M., Newton, J.M. and Short, M.D., “Gastrointestinal transit of pellets of
differing size and density”, Int. J. Pharm., 100 (1993) 81-92.
Clarke, G.M., Newton, J.M. and Short, M.B., “Comparative gastrointestinal transit of
pellet systems of varying density”, Int. J. Pharm., 114 (1995) 1-11.
Conine, J.W. and Hadley, H.R., “Preparation of small solid pharmaceutical spheres”,
Drug Cosmet. Ind., 106 (1970) 38-41.
Conner, N.C., Lowe, A.M. and Hoffman, A.J., “Measurement of the Morphology of
High Surface Area Solids: Hysteresis in Mercury Porosimetry”, J. Colloid
Interf. Sci., 100 (1984) 185-193.
Cosijns, A., “Development of porous pellets delivery system for oral drug and vaccine
administration”, PhD Thesis, Ghent University (2009).
202
Cosijns, A., Nikolakakis, I., Vervaet, C., De Beer, T., Siepmann, F., Siepmann, J. and
Remon, J., “Porous pellets as drug carriers”, AAPS J 8: (S2) Abstract T2244
(2006).
Cosijns, A., Nizet, D., Nikolakakis, I., Vervaet, C., De Beer, T., Siepmann, F.,
Siepmann, J., Evrard, B. and Remon, J. P., “Porous pellets as drug delivery
system”, Drug Dev. Ind. Pharm., In Press (2009) DOI 10.1080.
Costa, F.O., Pais, A.A.C.C. and Sousa, J.J.S., “Analysis of formulation effects in the
dissolution of ibuprofen pellets”, 270 (2004) 9-19.
Davis, S. S., Stockwell, A. F., Taylor, M. J., Hardy, J. G., Whalley, D. R., Wilson C.
G., Bechgaard, H. and Christensen, F. N., “The effect of Density on the
Gastric Emptying of Single- and Multiple-Unit Dosage Forms”, Pharm. Res.,
3 (1986a) 208-213.
Davis, S. S., Hardy, J. G. and Fara, J. W., “Transit of pharmaceutical dosage forms
through the small intestine”, Gut, 27 (1986b) 886-892.
Davis, S. S., Khosla, R., Wilson, C. G. amd Washington N., “Gastrointestinal transit
of a nontrolled-release pellet formulation of tiaprofenic acid and the effect of
food”, Int. J. Pharm., 35 (1987) 253-258.
Devereux, J.E., Newton, J.M. and Short, M.B., “The influence of density on the
gastrointestinal transit of pellets”, J. Pharm. Pharmacol., 42 (1990) 500-501.
Dreu, R., Sirca, J., Pintye-Hodi, K., Burjan, T., Planinsek, O. and Srcic, S.,
“Physicochemical properties of granulating liquids and their influence on
microcrystalline cellulose pellets obtained by extrusion-spheronisation
technology”, Int. J. Pharm., 291 (2005) 99-111.
203
Dukić-Ott, A., De Beer, T., Remon, J.P., Baeyens, W., Foreman, P. and Vervaet, C.,
“In-vitro and in-vivo evaluation of enteric-coated starch-based pellets
prepared via extrusion/spheronisation”, Eur. J. Phar. Biopharm., 70 (2008)
302-312.
Dyer, A.M., Khan, K.A. and Aulton, M.E., “Effect of the Drying Method on the
Mechanical and Drug Release Properties of Pellets Prepared by Extrusion-
Spheronisation”, Dug Dev. Ind. Pharm., 20 (1994) 3045-3068.
Edge, S., Steele, D.F., Chen, A., Tobyn, M.J. and Staniforth, J.N., “The mechanical
properties of compacts of microcrystalline cellusloe and silicified
microcrystaliine cellulose”, Int. J. Pharm., 200 (2000) 67-72.
Efentakis, M., Koutlis, A. and Vlachou, M., “Development and Evaluation of Oral
Multiple-unit and Single-unit Hydrophilic controlled-release Systems” AAPS
Pharm. Sci. Tech., 1 (2000) article 34.
Fielden, K.E., Newton, J.M., O’Brien, P. and Rowe, R.C., “Thermal Studies on the
Interaction of Water and Microcrystalline Cellulose”, J. Pharm. Pharmacol.,
40 (1988) 674-678.
Fielden, K.E., Newton, J.M. and Rowe, R.C., “The influence of lactose particle size
on spheronization of extrudate processed by ram extruder”, Int. J. Pharm., 81
(1992) 205-224.
204
Gibaldi, M., Boyes, R.N. and Feldman, S., “Influence of first-pass effect on
availability of drugs on oral administration”, J. Pharm. Sci., 60 (1971) 1338-
1340.
Gruber, P., Rubinstein, A. Hon Kin Li, V., Bass, P. and Robinson, J.R., “Gastric
emptying of nondigestible solids in fasted dog”, J. Pharm. Sci., 76 (1987)
117-122.
Gupta, V.K., Beckert, T. and Price, J.C., “A novel pH- and time- based multi-unit
potential colonic drug delivery system. I. Development”, Int. J. Pharm., 213
(2001) 83-91.
205
Hancock, B.C., York, P. and Rowe, R.C., “An assessment of substrate binder
interactions in model wet masses. 1: mixer torque rheometry”, Int. J. Pharm.,
102 (1994) 167-176.
Hardy, J. G., Wilson, C. G. and Wood, E., “Drug delivery to the proximal colon”, J.
Pharm. Pharmacol., 47 (1985) 874-877.
Harrison, P.J., Newton, J.M. and Rowe, R.C., “Convergent flow analysis in the
extrusion of wet powder masses”, J. Pharm. Pharmacol., 36 (1984) 796-798.
Harrison, P.J., Newton, J.M. and Rowe, R.C., “The application of capillary rheometry
to the extrusion of wet powder masses”, Int. J. Pharm., 35 (1987) 235-242.
Hasznos, L., Langer, I. and Gyarmathy, M., “Some Factors influencing Pellet
Characteristics Made by an Extrusion/Spheronization Process Part I.: Effects
on Size Characteristics and Moisture Content Decrease of Pellets”, Drug
Dev. Ind. Pharm., 18 (1992) 409-437.
Heading, R. C., Nimmo, J., Prescott, L. F. and Tothill, P., “The dependence of
paracetamol absorption on the rate of gastric emptying”, Br. J. Pharmac., 47
(1973) 415-421.
Hellén, L., and Yliruusi, J., “Process variables of instant granulator and spheroniser:
III. Shape and shape distributions of pellets”, Int. J. Pharm., 96 (1993) 217-
223.
Hellén, L., Yliruusi, J., Merkku, P. and Kristoffersson, E., “Process variables of
instant granulator and spheronizer: I. Physical properties of granules,
extrudate and pellets”, Int. J. Pharm., 96 (1993a) 197-204.
206
Hellén, L., Yliruusi, J. and Kristofferson, E., “Process variables of instant granulator
and spheroniser: II. Size and size distributions of pellets”, Int. J. Pharm., 96
(1993b) 205-216.
Hlinak, A.J. and Clark, B.A., “Drying and Dryers” – “Encyclopedia of pharmaceutical
technology”-Vol. 1, Swarbrick, J. and Boylan, J.C., eds, Marcel Dekker,
New York, p. 1030-1031.
Hoffmann, A. L., Pressman J. H., Code, C. F. and Witztun, K. F., “Controlled entry of
orally-administered drug: Physiological considerations”, Drug Dev. Ind.
Pharm., 9 (1983) 1077-1109.
Hottot, A., Vessot, S., Andrieu, J., “A Direct Characterization Method of the Ice
Morphology. Relationship Between Mean Crystal Size and Primary Drying
Times of Freeze-Drying Processes”, Drying Technology, 22 (2004) 2009-
2021.
Hsieh, D.S.T., Rhine, W.D. and Langer, R., “Zero-order Controlled Release Polymer
Matrices for Micro- and macromolecules”, J. Pharm. Sci., 72 (1983) 17-22.
Hui, H., Lee, V.H.L. and Robinson, J.R., “Design and Fabrication of Oral Controlled
Release Drug Delivery Systems” - “Controlled Drug Delivery Fundamentals
207
and Applications”, Robinson, J.R. and Lee, V.H., eds, Marcel Dekker INC,
New York and Basel, 1987, p. 373-432.
Huyghebaert, N., Vermeire, A. and Remon J.P., “In vitro of coating polymers for
enteric coating and human ileal targeting”, Int. J. Pharm., 298 (2005) 26-37.
Johansoon, B., Wikberg, M., Ek, R. and Alderborn, G., “Compression behavior and
compactability of microcrystalline cellulose pellets in relationship to their
pore structure and mecjanical properties”, Int. J. Pharm., 117 (1995) 57-73.
Kristensen, H.G., Holm, P., Jaegerskou, A. and Schaefer, T., “Granulation in high
speed mixers. Part 4: Effect of liquid saturation on the agglomeration”,
Pharm. Ind., 46 (1984) 763-767.
Koyama, Y., Kamat, M., De Angelis, R.J., Srinivasan, R. and DeLuca, P.P., “Effect of
solvent addition and thermal treatment on freeze drying of cefazolin
sodium”, J. Parent. Sci. Technol., 42 (1988) 47-52.
Ku, C. C., Joshi, Y. M., Bergum, J. S. and Jain, N. B., “Bead Manufacture by
Extrusion/spheronization – a Statistical Design for Process Optimization”,
Drug Dev. Ind. Pharm., 19 (1993) 1505-1519.
Levis, S.R. and Deasy, P.B., “Pharmaceutical applications of size reduced grades of
surfactant co-processed microcrystalline cellulose”, Int. J. Pharm., 230
(2001) 25-33.
Li, T.-Q., Henriksson, U., Klason, T and Ödberg, L., “Water Diffusion in Wood Pulp
Cellulose Fibers Studied by Means of the Pulsed Gradient Spin-Echo
Method”, J. Colloid Interface Sci., 154 (1992) 305-315.
Luukkonen, P., Schaefer, T., Hellén, L., Juppo, A.M. and Yliruusi, J., “Rheological
characterization of microcrystalline cellulose and silicified microcrystalline
cellulose wet masses using a mixer torque rheometer”, Int. J. Pharm., 188
(1999) 181-192.
209
Luukkonen, P., Maloney, T., Rantanen, J., Paulapuro, H. and Yliruusi, J.,
“Microcrystalline cellulose-water interaction – a novel approach using
thermoporosimetry”, Pharm. Res., 18 (2001) 1562-1569.
Lustig-Gustaffson, C., Kaur Johal, H., Podczeck, F. and Newton, J.M., “The influence
of water content and drug solubility on the formulation of pellets by
extrusion and spheronization”, Eur. J. Pharm.Sci., 8 (1999) 147-152.
Matsuda, Y., Isogai, A. and Onabe, F., “Effects of thermal and hydrothermal
treatments on the reswelling capabilities of pulps and paper sheets”, J. Pulp
Paper Sci., 20 (1994) J323-J327.
Mehta, K.A., Kislalioglu, M.S., Phuapradit, W., Malick, A.W. and Shah, N.H.,
“Effect of formulation and process variables on porosity parameters and
release rates from a multi unit erosion matrix of a poorly soluble drug”, J.
Contr. Release, 63 (2000) 201-211.
Meyer, J.H., Elashoff, J., Porter-Fink, V., Dressman, J. and Amidon, G.L., “Human
postprandial gastric emptying of 1-3 millimeter spheres”, Gastroenterology,
94 (1988) 1315-1325.
210
Millili, G.P., and Schwartz, J.B., “The strength of microcrystalline cellulose pellets:
The effect of granulating with water/ethanol mixtures” Drug Dev. Ind.
Pharm., 16 (1990) 1411-1426.
Miyake, Y., Shinoda, A., Uesugi, K., Furukawa, M. and Nasu, T., “The influence of
amount of water on granulation efficiency and physical properties of
spherical granules prepared by extrusion-spheronization processing”,
Yakuzaigaku, 33 (1973) 167-171.
Moscou, L. and Lub, S., “Practical Use of Mercury Porosimetry in the Study of
Porous Solids”, Powder Technology, 29 (1981) 45-52.
Murthy, S.S.N., “Detailed Study of Ice Clathrate Relaxation: Evidence for the
Existence of Clathrate Structures in Some Water-Alcohol Mixtures”, J. Phys.
Chem. A, 103 (1999) 7927-7937.
Ni, H., Datta, A.K. and Torrance, K.E., “Moisture transport in intensive microwave
heating of biomaterials: A multiphase porous media model”, Int. J. Heat
Mass Transfer, 42 (1999) 1501-1512.
Nikolakakis, I., Tsarvouli, K. and Malamataris, S., “Water retention and drainage in
different brands of microcrystalline cellulose: Effect of measuring
conditions”, Eur. J. Pharm. Biopharm., 63 (2006) 278-287.
Ott, J.B., Goates, J.R. and Waite, B.A., “(Solid+liquid) phase equilibria and solid-
hydrate formation in water + methyl, + ethyl, + isopropyl, and + tertiary
butyl alcohols”, J. Chem. Thermodynamics, 11 (1979) 739-746.
Podczeck, F., Blackwell, S., Gold, M. and Newton, J.M., “The filling of granules into
hard gelatin capsules”, Int. J. Pharm., 188 (1999) 59-69.
Porter, S.C. and Ghebre-Sellassie, I., “Key factors in the development of modified-
release pellets” – “Multiparticulate oral drug delivery”, Ghebre-Sellassie, I.,
ed, Marcel Dekker Inc., New York, Bsel and Hong Kong, 1994, p. 217-282.
Punuru, A. R., Chowdhury, A.N., Kulshreshtha, N.P. and Gauri, K.L., “Control of
Porosity on Durability of Limestone at the Great Sphinx, Egypt”, Environ.
Geol. Water Sci., 15 (1990) 225-232.
Reynolds, A. D., “A new technique for the production of spherical particles”, Mfg
Chem. Aerosol News, 41 (1970) 40-43.
Rippie, E.G. and Johnson, J.R., “Regulation of dissolution rate by pellet geometry”, J.
Phar.. Sci., 58 (1969) 428-431.
Robinson, J.R., “Oral Drug Delivery and Delivery Systems” – “Sustained and
Controlled Release Drug Delivery Systems”, Robinson, J.R., ed, Marcel
Dekker, New York and Basel, 1978, p. 139-196.
212
Rouge, N., Buri, P. and Doelker, E., “Drug absorption sites in the gastrointestinal tract
and dosage forms for site-specific delivery”, Int. J. Phar., 136 (1996), 117-
139.
Said, H.M., Ortiz, A., Moyer, M.P. and Yanagawa, N., “Riboflavin uptake by human-
derived colonic epithelial NCM460 cells”, Am. J. Physiol. Cell Physiol., 278
(2000) 270-276.
Sato, Y., Kawashima, Y., Takeuchi, H. and Yamamoto, H., “In vivo evaluation of
riboflavin-containing microballoons for floating controlled drug delivery
system in healthy human volunteers”, J. Control. Release, 93 (2003) 39-47.
Sato, Y., Kawashima, Y., Takeuchi, H. and Yamamoto, H., “In vitro and in vivo
evaluation of riboflavin-containing microballoons for floating controlled
drug delivery system in healthy humans”, Int. J. Pharm., 275 (2004) 97-107.
Shipway, P.H. and Hutchings, I.M., “Attrition of brittle spheres by fracture under
compression and impact loading”, Powder Technology, 76 (1993) 23-30.
Siepmann, F., Wahle, C., Leclercq, B., Carlin, B. and Siepmann, J., “pH-sensitive
film coatings: Towards a better understanding and facilitated optimization”,
Eur. J. Phar. Biopharm., 68 (2008) 2-10.
Skelly, J.P. and Barr, W.H., “Regulatory Assessment” – “Controlled Drug Delivery
Fundamentals and Applications”, Robinson, J.R. and Lee, V.H., eds, Marcel
Dekker INC, New York and Basel, 1987, p. 293-333.
Sousa, J.J., Sousa, A., Podczeck, F. and Newton, J.M., “Influence of process
conditions on drug release from pellets”, Int. J. Pharm., 144 (1996) 159-169.
Stamm, A., “Process and dosage form controls: formulation factors”, Drug Dev. Ind.
Pharm., 15 (1989) 965-974.
Staniforth, J., “Particle size analysis” – “Pharmaceutics The Science of Dosage Form
Design”, Aulton M.E., ed, Churchil Livingstone, London, 2002, p. 154-155.
Tobyn, M.J, McCarthy, G.P., Staniforth, J.N. and Edge, S., “Physicoshemical
comparison between microcrystalline sellulose and silicified microcrystalline
cellulose”, Int. J. Pharm., 169 (1998) 183-194.
Tomer, G. and Newton, J.M., “A centrifuge technique for the evaluation of the extent
of water movement in wet powder masses”, Int. J. Pharm., 188 (1999) 31-38.
Tsakiroglou, C.D. and Payatakes, A.C., “Mercury intrusion and retraction in model
porous media”, 75 (1998) 215-253.
Tulen, C., Andrieux, C., Boy, P. and Chaumeil, J.C., “Gastrointestinal transit of
pellets in rats: effect of size and density”, Int. J. Pharm., 180 (1999) 123-131.
Wan, L.C.S., Heng, P.W.S. and Liew, C.V., “Spheronization conditions on spheroid
shape and size”, Int. J. Pharm., 96 (1993) 59-65.
Wardlaw, N.C. and McKellar, M., “Mercury Porosimetry and the Interpretation of
Pore Geometry in Sendimentary Rocks and Artificial Models”, Powder
Technology, 29 (1981) 127-143.
Zhang, G., Schwartz, J. B., Schnaare, R. L., Wigent, R. J. and Sugita, E. T., “Bead
coating: II. Effect of spheronization Technique on Drug Release from Coated
Spheres”, 17 (1991) 817-830.