Professional Documents
Culture Documents
Lexique Sorbonne B1
Lexique Sorbonne B1
Fiches lexicales
1 Cadre de vie
La ville
située dans le nord, le sud, l’est, l’ouest
en Macédoine, dans le Péloponnèse
Συνθήκες διαβίωσης
Décrire une ville
Περιγράφω μια πόλη
une ville immense, une petite ville μια τεράστια πόλη, μια μικρή πόλη
charmante, agréable, accueillante, bien entretenue χαριτωμένη, ευχάριστη, φιλόξενη, καλά
συντηρημένη
vivante ≠ tranquille/calme, dynamique ζωντανή ≠ ήσυχη/ήρεμη, δυναμική
sûre/où on se sent en sécurité ασφαλής/όπου αισθάνεται κανείς ασφαλής
où il fait bon vivre όπου ζει κανείς καλά
une ville laide/très moche (fam.), bruyante, μια άσχημη/πολύ άσχημη πόλη, θορυβώδης,
polluée, invivable, complètement bétonnée μολυσμένη, ανυπόφορη, εντελώς
τσιμεντοποιημένη
une ville résidentielle, avec beaucoup d’espaces μια πόλη με καλές, ακριβές κατοικίες, με
verts, commerçante, industrielle, avec beaucoup πολλούς χώρους πρασίνου, εμπορική,
d’usines βιομηχανική, με πολλά εργοστάσια
une cité de banlieue complètement abandonnée ένας οικισμός πολυκατοικιών σε προάστιο
(χτισμένο τη δεκαετία του ’60, όπου
κατοικούν κυρίως μετανάστες και φτωχοί)
εντελώς εγκαταλειμμένος
Décrire un quartier
Περιγράφω μια συνοικία
un centre historique ένα ιστορικό κέντρο
avec des bâtiments très anciens με πολύ παλιά κτήρια
un quartier d’affaires ultramoderne μια επιχειρηματική υπερσύγχρονη συνοικία
complètement mort le soir απόλυτα έρημη/χωρίς καμία κίνηση το βράδυ
un quartier populaire très vivant μια λαϊκή πολύ ζωντανή συνοικία
un quartier à la mode/branché, très animé μια μοντέρνα συνοικία/μέσα στα πράγματα,
με κίνηση/με ζωή
Les monuments
Fiche lexicale
2
2
Les équipements collectifs υποδομές
Οι
la mairie το Δημαρχείο
une gare ένας σιδηροδρομικός σταθμός
un hôpital, une clinique ένα νοσοκομείο, μια κλινική
une bibliothèque municipale μια δημοτική βιβλιοθήκη
une école publique ≠ privée ένα δημόσιο ≠ ιδιωτικό σχολείο
une crèche ένας βρεφονηπιακός σταθμός
un stade ένα στάδιο
une piscine olympique μια πισίνα ολυμπιακών διαστάσεων
une patinoire ένα παγοδρόμιο
Les commerces εμπορικά καταστήματα
Τα
un centre commercial, une galerie marchande, ένα εμπορικό κέντρο, μια εμπορική στοά
un grand magasin ένα πολυκατάστημα
un hypermarché, un supermarché μια υπεραγορά, ένα σούπερ μάρκετ
une boutique (une vitrine, une devanture) μια μπουτίκ (μια βιτρίνα, μια πρόσοψη)
un marché couvert (un étal) μια στεγασμένη αγορά (ένας πάγκος)
Améliorer la ville
Βελτιώνω την πόλη
faire des travaux dans le centre-ville κάνω έργα στο κέντρο της πόλης
nettoyer les façades καθαρίζω τις προσόψεις των κτηρίων
rénover un quartier ανακαινίζω μια συνοικία
Fiche lexicale
aménager des espaces verts, des rues piétonnes διαρρυθμίζω/προβλέπω χώρους πρασίνου,
πεζοδρόμους
construire un métro, faire passer le tram κατασκευάζω μετρό, δημιουργώ γραμμές του
τραμ
installer de nouveaux arrêts de bus τοποθετώ νέες στάσεις λεωφορείου
démolir une tour κατεδαφίζω έναν πύργο/μια πολυκατοικία
3
Le logement (se loger) p. 51 Η κατοικία (στεγάζομαι)
acheter (l’achat) ≠ vendre (la vente) αγοράζω (η αγορά) ≠ πουλώ (η πώληση)
faire construire une maison χτίζω/κατασκευάζω ένα σπίτι
déménager (le déménagement) μετακομίζω (η μετακόμιση)
≠ emménager (l’emménagement) ≠ εγκαθίσταμαι (η εγκατάσταση, η μετακόμιση)
chercher un appartement à louer ψάχνω να ενοικιάσω ένα διαμέρισμα
trouver un logement βρίσκω σπίτι/κατοικία
vivre en colocation συγκατοικώ
rechercher un colocataire αναζητώ έναν συγκάτοικο
le propriétaire, le locataire ο ιδιοκτήτης, ο ενοικιαστής
Les types de logement τύποι κατοικίας
Οι
un immeuble neuf ≠ ancien μια καινούρια ≠ παλιά πολυκατοικία
un grand ensemble mal entretenu ένα κακά συντηρημένο κτηριακό συγκρότημα
une tour de vingt étages dont les ascenseurs sont ένας πύργος είκοσι ορόφων/μια εικοσαόροφη
toujours en panne πολυκατοικία του/της οποίου/ας οι
ανελκυστήρες δεν λειτουργούν
un HLM (habitation à loyer modéré) μια εργατική πολυκατοικία
un appartement, un loft, un duplex ένα διαμέρισμα, ένα λοφτ, μια μεζονέτα/ένα
ντούμπλεξ
un studio μια γκαρσονιέρα
une chambre de bonne sous les toits ένα δωμάτιο υπηρεσίας στη σοφίτα
sans ascenseur χωρίς ανελκυστήρα
une maison individuelle avec un jardin μια μονοκατοικία με κήπο
une maison de campagne μια εξοχική κατοικία
Décrire un logement
Περιγράφω μια κατοικία
immense, vaste ≠ minuscule τεράστιος, αχανής ≠ μικροσκοπικός
clair ≠ sombre φωτεινός ≠ σκοτεινός
propre ≠ sale καθαρός ≠ βρώμικος
calme ≠ bruyant ήσυχος ≠ θορυβώδης
chaleureux ≠ froid ζεστός ≠ ψυχρός
moderne ≠ classique σύγχρονος ≠ κλασσικός
respectant l’environnement που σέβεται το περιβάλλον
4
4
Être prudent Είμαι προσεκτικός
traverser dans les passages piétons περνάω το δρόμο από τις διαβάσεις για τους
πεζούς
respecter la signalisation σέβομαι τη σηματοδότηση
attacher sa ceinture de sécurité βάζω τη ζώνη ασφαλείας
porter son casque φοράω το κράνος μου
Être imprudent Είμαι απρόσεκτος
ne pas respecter le code de la route δεν σέβομαι τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας
rouler sans permis, sans assurance οδηγώ χωρίς δίπλωμα, χωρίς ασφάλεια
brûler un feu rouge, un stop παραβιάζω το κόκκινο φανάρι, ένα στοπ
prendre un sens interdit μπαίνω αντίθετα (σε δρόμο μονής κατεύθυνσης)
dépasser la vitesse autorisée ξεπερνώ το επιτρεπτό όριο ταχύτητας
se faire arrêter par la police/ συλλαμβάνομαι από την αστυνομία/από τους
par les flics (fam.) μπάτσους
avoir une contravention, une amende παίρνω μια κλήση, ένα πρόστιμο
La campagne Η εξοχή
vivre en province, à la campagne ζω στην επαρχία, στην εξοχή
dans un petit village, dans une ferme σε ένα μικρό χωριό, σε μια φάρμα
Avantages Πλεονεκτήματα
La vie est moins chère. Η ζωή είναι λιγότερο ακριβή.
Les familles peuvent avoir une grande maison Οι οικογένειες μπορούν να έχουν μια
individuelle avec un jardin. μονοκατοικία με κήπο.
Pour les enfants, c’est l’idéal. Για τα παιδιά, είναι το ιδανικό.
On peut manger les légumes qu’on cultive. Μπορούμε να τρώμε τα λαχανικά που
καλλιεργούμε.
On mange des produits frais. Τρώμε φρέσκα προϊόντα.
Tout le monde se connaît. Όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους.
On s’entraide. Αλληλοβοηθιούνται.
Il y a moins de violence. Υπάρχει λιγότερη βία.
Inconvénients Μειονεκτήματα
C’est bien pour les grands-parents, pas pour Είναι καλά για τους παππούδες, όχι για τους
les jeunes. νέους.
Il n’y a rien d’intéressant à faire. Δεν υπάρχει τίποτα το ενδιαφέρον να κάνει
κανείς.
Il n’y a pas de magasins. Δεν υπάρχουν καταστήματα.
On est loin de tout. Είμαστε απομακρυσμένοι από όλα.
Fiche lexicale
Il faut absolument avoir une voiture mais Πρέπει οπωσδήποτε να έχει κανείς
l’essence coûte cher. αυτοκίνητο αλλά η βενζίνη κοστίζει ακριβά.
5
2
Familles
Les rythmes de la vie
la naissance
l’enfance (un bébé, un nouveau-né)
l’adolescence, la jeunesse
Οικογένειες
6
6
Le conflit Η σύγκρουση
des parents sévères, autoritaires, durs, fermes γονείς αυστηροί, αυταρχικοί, σκληροί, αυστηροί
punir, gronder τιμωρώ, μαλώνω/επιπλήττω
critiquer le comportement κρίνω τη συμπεριφορά
faire des reproches à κάνω παρατηρήσεις σε
fouiller dans les affaires de son fils ψάχνω τα πράγματα του γιου μου
se disputer/s’engueuler (fam.) avec sa mère τσακώνομαι/ συγκρούομαι λεκτικά με τη μητέρα
μου
une dispute/un clash (fam.) ένας τσακωμός/καυγάς, μια σύγκρουση
7
La mère Η μητέρα
une mère au foyer ≠ une mère qui travaille μια μητέρα που ασχολείται με τα οικιακά/
à l’extérieur νοικοκυρά ≠ εργαζόμενη μητέρα
gagner de l’argent κερδίζω χρήματα
être indépendante financièrement είμαι οικονομικά ανεξάρτητη
disponible ≠ toujours débordée διαθέσιμη ≠ συνεχώς πνιγμένη
Les garçons αγόρια
Τα
partager les tâches ménagères avec les filles μοιράζομαι τις δουλειές του σπιτιού με τα
de la maison κορίτσια
participer aux corvées de la maison : συμμετέχω στις αγγαρείες του σπιτιού:
mettre et débarrasser la table, στρώνω και μαζεύω το τραπέζι,
faire la vaisselle, la lessive, πλένω τα πιάτα, τα ρούχα,
aller jeter la poubelle, faire les courses, πάω να πετάξω τα σκουπίδια, κάνω τα ψώνια,
sortir le chien βγάζω το σκύλο βόλτα
8
8
3
Adolescents
L’adolescent
Son caractère
+
΄Εφηβοι
p. 70 Ο έφηβος
χαρακτήρας του
Ο
+
facile, gentil, obéissant εύκολος, ευγενικός, υπάκουος
gai, ouvert, à l’aise, sûr de lui εύθυμος, ανοιχτός, άνετος, σίγουρος για τον
εαυτό του
– –
terrible, insupportable φοβερός, ανυπόφορος
mal élevé, trop gâté κακοαναθρεμμένος, πολύ κακομαθημένος
triste, timide μελαγχολικός, ντροπαλός
mal à l’aise, pas sûr de lui όχι άνετος, σίγουρος με τον εαυτό του
complexé με κόμπλεξ
Son aspect physique Η εξωτερική του εμφάνιση
beau (belle), jolie, fin όμορφος (όμορφη), νόστιμη, εκλεπτυσμένος
mince, élancé, musclé λεπτός, λυγερός, μυώδης
L’image qu’il a de lui-même Η εικόνα που έχει για τον εαυτό του
ne pas se trouver assez beau/grand/ musclé δεν βρίσκω τον εαυτό μου αρκετά όμορφο/
ψηλό/μυώδη
ne pas supporter ses boutons, ses cheveux gras δεν αντέχω τα σπυράκια μου, τα λιπαρά μαλλιά μου
se sentir nul et bon à rien αισθάνομαι άχρηστος και ότι δεν είμαι καλός σε
τίποτα
être obsédé par son poids έχω εμμονή με το βάρος μου
se trouver trop gros με βρίσκω υπερβολικά παχύ
avoir peur d’être ridicule φοβάμαι μην γελοιοποιηθώ
être plein de complexes είμαι γεμάτος κόμπλεξ
s’accepter comme on est αποδέχομαι τον εαυτό μου όπως είναι
Expressions familières
Εκφράσεις της καθημερινής γλώσσας
être bien baraqué είμαι πολύ μυώδης
se trouver moche με βρίσκω άσχημο
être bien ≠ mal dans sa peau νιώθω ≠ δεν νιώθω καλά με τον εαυτό μου
être bien dans ses baskets νιώθω καλά με τον εαυτό μου
être bourré de complexes είμαι γεμάτος κόμπλεξ
crise d’adolescence
La Η κρίση της εφηβείας
être secret, renfermé είμαι κλειστός
Fiche lexicale
garder ses secrets pour soi κρατώ τα μυστικά μου για μένα
être agressif, violent είμαι επιθετικός, βίαιος
faire des bêtises κάνω σαχλαμάρες, ανοησίες
répondre à ses parents αντιμιλώ στους γονείς μου
se mettre en colère, bouder/faire la tête θυμώνω, κατσουφιάζω/μουτρώνω
se vexer pour rien, tout prendre mal προσβάλλομαι με το παραμικρό,τα παίρνω όλα
στραβά
ne pas avoir le moral έχω πεσμένο ηθικό
laisser traîner ses affaires, ne pas ranger sa αφήνω τα πράγματά μου σκορπισμένα παντού,
chambre δεν τακτοποιώ το δωμάτιό μου
s’enfermer dans sa chambre κλείνομαι στο δωμάτιό μου
claquer les portes χτυπώ τις πόρτες
9
La mode Η μόδα
vouloir être comme les autres /pareil aux autres θέλω να είμαι όπως οι άλλοι/ όμοιος με τους
άλλους
s’habiller comme ses copains ντύνομαι όπως οι φίλοι μου
copier le style d’un chanteur qu’on admire αντιγράφω το στυλ ενός τραγουδιστή που
θαυμάζω
suivre la mode ακολουθώ τη μόδα
être à la mode ≠ être démodé είμαι στη μόδα ≠ εκτός μόδας, ντεμοντέ
être coquet είμαι φιλάρεσκος
porter des vêtements de marque, φοράω επώνυμα ρούχα (μάρκες),
chers ≠ bon marché ακριβά ≠ φθηνά
vouloir ressembler à un mannequin θέλω να μοιάσω σε ένα μοντέλο
Expressions familières
Εκφράσεις της καθημερινής γλώσσας
adorer les fringues λατρεύω τα ρούχα
frimer (un frimeur) πουλάω μούρη/κάνω φιγούρα (ένας φιγουρατζής)
avoir un look de rappeur έχω εμφάνιση ράπερ
avoir un look d’enfer έχω μια φοβερή εμφάνιση
lécher les vitrines χαζεύω τις βιτρίνες
faire du shopping κατεβαίνω στα μαγαζιά/κάνω ψώνια
se faire piquer son blouson μου βούτηξαν το μπουφάν
10
10
Pour ou contre l’argent de poche Το χαρτζιλίκι: υπέρ ή κατά
Pour Υπέρ
On apprend à gérer son argent tout seul. Μαθαίνουμε να διαχειριζόμαστε μόνοι μας
τα χρήματά μας.
On peut économiser pour faire des cadeaux. Μπορούμε να μαζέψουμε χρήματα για να
κάνουμε δώρα.
On est plus indépendant. Είμαστε πιο ανεξάρτητοι.
Contre Κατά
C’est mieux de faire des petits boulots pour Είναι καλύτερο να κάνει κανείς μικροδουλειές
gagner son argent de poche. για να κερδίσει το χαρτζιλίκι του.
Il faut le mériter. Πρέπει να το αξίζουμε.
Il y a des enfants qui ont trop d’argent. Υπάρχουν παιδιά που έχουν πολλά χρήματα.
Ils ne savent pas ce que vaut l’argent. Αγνοούν την αξία του χρήματος.
L’amitié Η φιλία
un copain/un pote (fam.), une copine ένας φίλος, μια φίλη
le copain idéal, le meilleur ami, un véritable ami ο ιδανικός φίλος, ο καλύτερος φίλος, ένας
πραγματικός φίλος
faire partie d’une bande είμαι μέλος μιας παρέας
se faire de nouveaux copains κάνω νέους φίλους
être inséparables είμαστε αχώριστοι
bien s’entendre τα πάμε καλά
se ressembler, avoir les mêmes goûts μοιάζουμε, έχουμε τις ίδιες προτιμήσεις/μας
αρέσουν τα ίδια πράγματα
≠ être différent de ≠ είμαι διαφορετικός από
être là dans les moments difficiles είμαι εκεί στις δύσκολες στιγμές
confier ses secrets à une amie εμπιστεύομαι τα μυστικά μου σε μια φίλη
parler de ses problèmes avec un pote μιλώ για τα προβλήματά μου σε ένα φίλο
compter sur ses copains βασίζομαι στους φίλους μου
remonter le moral à un copain ανυψώνω το ηθικό σε έναν φίλο
Décrire un copain
Περιγράφω έναν φίλο
intelligent, intéressant έξυπνος, ενδιαφέρων
gentil, sympa ευγενικός, συμπαθητικός
drôle, amusant αστείος, διασκεδαστικός
généreux γενναιόδωρος
sincère, franc (-che) ειλικρινής
Fiche lexicale
11
Expressions familières
Εκφράσεις της καθημερινής γλώσσας
Je le trouve pas mal, Grégoire. Τον βρίσκω ωραίο τον Grégoire.
Elle est super rigolote, Marie. Η Marie είναι πάρα πολύ αστεία.
On rigole/se marre bien ensemble. Γελάμε/διασκεδάζουμε πολύ μαζί.
Il est pas marrant, Albert. Ο Albert είναι βαρετός.
Il a l’air cool, Raoul. Ο Raoul φαίνεται άνετος τύπος (κουλ).
Il est près de ses sous, Jules. Ο Jules είναι τσιγκούνης/έχει καβούρια στην
τσέπη.
L’amour Ο έρωτας
avoir un coup de foudre pour ερωτεύομαι κεραυνοβόλα τον/την
tomber amoureux de ερωτεύομαι τον/την
plaire à αρέσω σε
faire une déclaration d’amour κάνω ερωτική εξομολόγηση
avouer ses sentiments à quelqu’un εξομολογούμαι τα αισθήματά μου σε κάποιον
draguer (fam.) κάνω καμάκι
embrasser, donner un baiser φιλώ, δίνω ένα φιλί
prendre dans ses bras αγκαλιάζω/παίρνω στην αγκαλιά μου
s’embrasser φιλιέμαι
flirter (le flirt) φλερτάρω (το φλερτ)
avoir une petite amie, un petit copain έχω ένα κορίτσι, ένα αγόρι
être/sortir avec quelqu’un είμαι/βγαίνω με κάποιον
sortir ensemble βγαίνουμε μαζί
s’aimer αγαπιέμαι
La rupture Η ρήξη/Ο χωρισμός
laisser tomber (fam.) sa petite amie παρατάω την κοπέλα μου
rompre, se quitter, se séparer διακόπτω, εγκαταλείπω, χωρίζω
un chagrin d’amour ένας ερωτικός καημός
souffrir, être malheureux, triste υποφέρω, είμαι δυστυχισμένος, λυπημένος
éprouver de la tristesse, du chagrin νιώθω λύπη, θλίψη
pleurer κλαίω
Fiche lexicale
12
12
4
Nouvelles technologies
Internet
envoyer des mails
Avantages Πλεονεκτήματα
entrer en contact avec des gens qui habitent επικοινωνώ με ανθρώπους που μένουν
très loin πολύ μακριά
échanger des informations, des photos, des ανταλλάσσω πληροφορίες, φωτογραφίες, Compréhension orale
vidéos βίντεο
garder le contact avec des copains éloignés διατηρώ την επαφή με φίλους που είναι
μακριά
retrouver ses copains de classe en ligne ξαναβρίσκω τους φίλους μου από το
et se dire des choses plus personnelles σχολείο στο διαδίκτυο και λέμε πιο
προσωπικά πράγματα
Inconvénients Μειονεκτήματα
D’autres gens peuvent accéder ‘Αλλοι άνθρωποι μπορούν να έχουν
à nos données personnelles, πρόσβαση στα προσωπικά μας δεδομένα,
à notre vraie identité et les utiliser. στην πραγματική μας ταυτότητα και να τα
χρησιμοποιήσουν.
faire de mauvaises rencontres en ligne κάνω κακές γνωριμίες στο διαδίκτυο
être en contact avec des personnes έρχομαι σε επαφή με επικίνδυνα άτομα
dangereuses
13
Solutions Λύσεις
prendre des précautions λαμβάνω προφυλάξεις
ne pas montrer son profil aux « amis d’amis » δεν δείχνω το προφίλ μου στους «φίλους
φίλων»
ne pas donner d’informations personnelles δεν δίνω προσωπικές πληροφορίες
(adresse, numéro de téléphone) (διεύθυνση, αριθμό τηλεφώνου)
Le téléchargement Η μεταφόρτωση
Avantages Πλεονεκτήματα
C’est plus léger qu’un ordinateur. Είναι πιο ελαφριά από έναν υπολογιστή.
On peut la mettre dans son sac. Μπορούμε να την βάλουμε στην τσάντα
μας.
Fiche lexicale
14
14
Inconvénients Μειονεκτήματα
C’est très cher. Είναι πολύ ακριβή.
Ça fait mal aux yeux. Κάνει κακό στα μάτια.
Ça fait un écran de plus. Είναι μια ακόμη οθόνη.
On perd le plaisir de lire un livre en papier. Χάνουμε την ευχαρίστηση του να
διαβάσουμε ένα κανονικό βιβλίο.
C’est difficile à recycler. Είναι δύσκολο να την ανακυκλώσουμε.
Ce n’est pas du tout écologique. Δεν είναι καθόλου οικολογική.
15
5 Ιnformation
L’information
regarder les informations/infos (fam.)
écouter les nouvelles, lire le journal
suivre l’actualité
p. 90
Ένημέρωση
Η ενημέρωση
παρακολουθώ τις ειδήσεις
ακούω τα νέα, διαβάζω την εφημερίδα
παρακολουθώ την επικαιρότητα
un flash d’info ένα έκτατο δελτίο ειδήσεων
un scoop, un scandale ένα λαβράκι δημοσιογραφικό, ένα σκάνδαλο
Les métiers de l’information Τα επαγγέλματα της ενημέρωσης
l’animateur (-trice) ο παρουσιαστής (-τρια)
le/la chroniqueur (-euse) ο/η χρονικογράφος
le/la journaliste, le/la reporter ο /η δημοσιογράφος, ο /η ρεπόρτερ
le/la présentateur (-trice) du JT ο /η παρουσιαστής (-τρια) του δελτίου ειδήσεων
le/la cameraman ο /η κάμεραμαν
La presse Ο Τύπος
la presse écrite ο γραπτός Τύπος
la presse people, à scandale ο κουτσομπολίστικος, σκανδαλοθηρικός Τύπος
la presse gratuite ≠ payante ο δωρεάν ≠ επί πληρωμή Τύπος
le magazine, la couverture, το περιοδικό, το εξώφυλλο,
un numéro spécial, un supplément μια ειδική έκδοση, ένα ένθετο
un article, une interview, un reportage ένα άρθρο, μια συνέντευξη, ένα ρεπορτάζ
un lecteur, un abonné ένας αναγνώστης, ένας συνδρομητής
Ce magazine paraît le jeudi. Αυτό το περιοδικό κυκλοφορεί κάθε Πέμπτη.
l’hebdomadaire, le mensuel, le quotidien η εβδομαδιαία, μηνιαία, ημερήσια έκδοση
un présentoir ένα εκθετήριο (stand) με εφημερίδες και
περιοδικά
Expressions
Εκφράσεις
faire les gros titres είμαι στους τίτλους των εφημερίδων
être en première page είμαι στην πρώτη σελίδα
faire la une είμαι στα πρωτοσέλιδα
La radio Το ραδιόφωνο
un appareil (de) radio μια συσκευή ραδιοφώνου
un/une auditeur (-trice) ένας/μια ακροατής/τρια
se brancher sur une station locale συντονίζομαι σε έναν τοπικό ραδιοσταθμό
Fiche lexicale
16
16
La télévision/télé/le petit écran Η τηλεόραση/η μικρή οθόνη
un poste de télé, un téléviseur μια συσκευή τηλεόρασης, ένας τηλεοπτικός
δέκτης
un écran plat μια επίπεδη οθόνη
une chaîne de télévision ένα τηλεοπτικό κανάλι
la télé par satellite, câblée, en ligne η δορυφορική, καλωδιακή, διαδικτυακή
τηλεόραση
le journal télévisé/le JT/le 20 heures το δελτίο ειδήσεων/το δελτίο των 8
une heure de grande ≠ faible écoute μια ώρα υψηλής ≠ χαμηλής τηλεθέασης
regarder un DVD βλέπω ένα DVD
enregistrer une émission γράφω μια εκπομπή
le téléspectateur (-trice) ο τηλεθεατής (-τρια)
changer de chaîne, la télécommande αλλάζω κανάλι, το τηλεχειριστήριο
participer à un jeu télévisé συμμετέχω σε ένα τηλεπαιχνίδι
Les émissions εκπομπές
Οι
une émission culturelle, sportive, μια πολιτιστική, αθλητική, παιδική εκπομπή,
pour les enfants/enfantine, de variété ένα σόου
un documentaire, un feuilleton, une série ένα ντοκιμαντέρ, μια σειρά που ολοκληρώνεται
σε λίγα επεισόδια, μια σειρά
un téléfilm, une fiction μια τηλεταινία, μια ταινία φαντασίας
Expressions familières
Εκφράσεις της καθημερινής γλώσσας
rester scotché devant son poste μένω κολλημένος μπροστά στην τηλεόραση
zapper κάνω ζάπινγκ
une série culte μια καλτ σειρά
un doc ένα ντοκιμαντέρ
17
Contre Κατά
Elle ne fait pas de l’information mais du Δεν προσφέρει ενημέρωση αλλά θέαμα.
spectacle.
Elle préfère les scoops aux informations Προτιμά τις αποκαλυπτικές ειδήσεις/τα
sérieuses. λαβράκια από τις σοβαρές πληροφορίες.
Elle diffuse des images violentes qui peuvent Προβάλλει βίαιες εικόνες που μπορούν να
choquer les enfants. σοκάρουν τα παιδιά.
Elle rend les téléspectateurs idiots. Αποβλακώνει τους τηλεθεατές.
Les émissions culturelles passent trop tard. Οι πολιτιστικές εκπομπές προβάλλονται
πολύ αργά.
Les enfants regardent trop la télé. Τα παιδιά βλέπουν υπερβολικά πολύ
τηλεόραση.
La télé leur sert de baby-sitter. Η τηλεόραση παίζει το ρόλο της μπέιμπι
σίτερ.
La télévision favorise la sédentarité et l’obé- Η τηλεόραση ενθαρρύνει την καθιστική ζωή
sité des enfants. και την παχυσαρκία των παιδιών.
Ils restent assis devant un écran plutôt que de Μένουν καθισμένα μπροστά από μια οθόνη
faire du sport. αντί να αθληθούν.
La publicité/pub Η διαφήμιση
une agence de pub, un publicitaire ένα διαφημιστικό γραφείο, μια διαφημιστική
εταιρεία, ένας διαφημιστής
faire de la pub pour une marque, un produit κάνω διαφήμιση για μια μάρκα, ένα προϊόν
une campagne de pub μια διαφημιστική εκστρατεία (καμπάνια)
une affiche μια αφίσα
un slogan, un message publicitaire ένα σλόγκαν, ένα διαφημιστικό μήνυμα
une annonce dans un magazine μια αγγελία σε περιοδικό
un écran publicitaire à la télé ο διαφημιστικός χρόνος στην τηλεόραση
un spot, un jingle ένα σποτ/ένα μουσικό μοτίβο, ένα τζινγκλ
être influencé par la pub επηρεάζομαι από τη διαφήμιση
Elle permet de toucher toutes les Επιτρέπει να αγγίξει κανείς όλες τις γενιές,
générations, notamment grâce à la κυρίως χάρη στην τηλεόραση.
télévision. Χρησιμεύει στη χρηματοδότηση του Τύπου,
Elle sert à financer la presse, les sites Web, των ιστοσελίδων, της τηλεόρασης.
la télévision.
Elle met de la couleur dans les rues. Δίνει χρώμα στους δρόμους.
Certaines pubs sont pleines d’humour et Ορισμένες διαφημίσεις έχουν πολύ χιούμορ
nous font rire. και μας κάνουν να γελάμε.
18
18
Contre Κατά
La pub est partout : journaux, radios, Η διαφήμιση είναι παντού: εφημερίδες,
télévision, Internet, téléphone. ραδιόφωνα, τηλεόραση, διαδίκτυο,
τηλέφωνο.
On est prisonnier de la pub. Είμαστε αιχμάλωτοι της διαφήμισης.
Les films sont coupés par de la pub. Οι ταινίες διακόπτονται από διαφημίσεις.
Elle nous pousse à acheter des produits Μας ωθεί να αγοράσουμε προϊόντα που
dont on n’a pas besoin (nouvelle génération δεν έχουμε ανάγκη (νέα γενιά «έξυπνων»
de smartphones identique à la précédente, τηλεφώνων (smartphones) ίδια με την
par exemple). προηγούμενη, για παράδειγμα).
Elle pousse les enfants à manger des Ωθεί τα παιδιά να τρώνε τρόφιμα με μεγάλη
aliments trop sucrés ou trop salés, περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή σε αλάτι,
mauvais pour leur santé. βλαβερά για την υγεία.
Fiche lexicale
19
6 Études et travail
Le collège, le lycée
personnel
Le
p. 100
Σπουδές και εργασία
Το γυμνάσιο, το λύκειο
προσωπικό
Το
Le principal, le proviseur Ο γυμνασιάρχης, ο λυκειάρχης
diriger un établissement scolaire διευθύνω ένα σχολικό ίδρυμα
Le CPE (conseiller principal d’orientation) Ο σύμβουλος εκπαίδευσης
faire respecter le règlement επιβάλλω το σεβασμό των κανονισμών
suivre et conseiller les élèves, sanctionner παρακολουθώ και συμβουλεύω τους μαθητές,
τιμωρώ
Le surveillant Ο επιτηρητής/επιστάτης
surveiller la cour de récré επιβλέπω το προαύλιο
contrôler les entrées et les sorties ελέγχω τις εισόδους και τις εξόδους
L’infirmière scolaire Η σχολική νοσοκόμα
soigner les petits bobos φροντίζω τα μικροτραύματα
écouter les problèmes des élèves ακούω τα προβλήματα των μαθητών
les aider τους βοηθώ
Le professeur Ο καθηγητής
faire cours, enseigner κάνω μάθημα, διδάσκω
aider les élèves en difficulté βοηθώ τους μαθητές με δυσκολίες
Les élèves μαθητές
Οι
le délégué de classe ο αντιπρόσωπος της τάξης
exposer les problèmes des élèves au conseil de εκθέτω τα προβλήματα των μαθητών στο
classe, les défendre συμβούλιο της τάξης, τους υπερασπίζομαι
travail et les notes
Le Η εργασία και οι βαθμοί
étudier, réviser μελετώ, κάνω επανάληψη
faire son travail, ses devoirs κάνω τις εργασίες μου, τα μαθήματά μου
corriger ses fautes διορθώνω τα λάθη μου
avoir un bon ≠ mauvais bulletin scolaire έχω καλό ≠ κακό έλεγχο προόδου
avoir la moyenne, faire des progrès παίρνω τη βάση, κάνω πρόοδο/προοδεύω
Les projets de réforme de l’école σχέδια αναμόρφωσης του σχολείου
Τα
modifier les rythmes scolaires (durée de la journée μεταρρυθμίζω το σχολικό έτος (διάρκεια της
d’école, nombre de jours de vacances) σχολικής ημέρας, αριθμός ημερών διακοπών)
Fiche lexicale
supprimer les notes, les devoirs à la maison καταργώ τους βαθμούς, την εργασία στο σπίτι
20
20
Pour ou contre les notes Υπέρ ή κατά των βαθμών
Pour Υπέρ
La note est utile pour mesurer les résultats Ο βαθμός είναι χρήσιμος για να
des élèves. υπολογίζουμε τις επιδόσεις των μαθητών.
Elle permet de savoir comment un élève Επιτρέπει να ξέρουμε ποια είναι η θέση ενός
se place par rapport aux autres élèves de la μαθητή σε σχέση με τους άλλους μαθητές
classe. της τάξης.
Elle permet aux élèves de savoir où ils en sont. Επιτρέπει στους μαθητές να ξέρουν πού
βρίσκονται.
Si les élèves ne sont plus notés, ils ne Εάν οι μαθητές δεν βαθμολογούνται, δεν θα
travailleront plus. δουλεύουν πια.
Contre Κατά
Elle favorise la compétition entre les élèves. Ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των
μαθητών.
Elle met une pression inutile. Προσθέτει μια πίεση που δεν ωφελεί σε
τίποτα.
Elle augmente la peur de l’échec. Αυξάνει το φόβο της αποτυχίας.
Elle n’aide pas les élèves en difficulté. Δεν βοηθά τους μαθητές με δυσκολίες.
Elle favorise l’échec scolaire. Ενθαρρύνει τη σχολική αποτυχία.
Les enfants qui ont de gros problèmes chez Τα παιδιά που έχουν σοβαρά προβλήματα
eux ont du mal à avoir de bonnes notes. στο σπίτι δυσκολεύονται να πάρουν καλούς
βαθμούς.
La mauvaise note signifie pour beaucoup Ο κακός βαθμός σημαίνει για πολλούς
d’élèves en difficulté je suis nul. μαθητές με δυσκολίες είμαι ένα τίποτα.
L’orientation scolaire Ο σχολικός προσανατολισμός
Fiche lexicale
21
consulter un conseiller d’orientation απευθύνομαι σ’ έναν σύμβουλο επαγγελματικού
προσανατολισμού
se renseigner sur les filières ενημερώνομαι
suivre une filière littéraire, scientifique, ακολουθώ έναν λογοτεχνικό, επιστημονικό,
économique, technique, professionnelle οικονομικό, τεχνικό, επαγγελματικό κλάδο/
τομέα σπουδών
s’orienter vers des études commerciales προσανατολίζομαι προς τις εμπορικές σπουδές
se tourner vers des études qui offrent des στρέφομαι σε σπουδές που προσφέρουν
débouchés προοπτικές εργασίας
laisser tomber ses études εγκαταλείπω τις σπουδές μου
entrer dans la vie active μπαίνω στην ενεργή ζωή
Les examens p. 101 εξετάσεις
Οι
passer un examen, présenter un concours δίνω εξετάσεις, λαμβάνω μέρος σ’ έναν
διαγωνισμό
réussir ≠ échouer à/rater un examen πετυχαίνω ≠ αποτυγχάνω σε / αποτυγχάνω σε
εξετάσεις
La formation Η επιμόρφωση
L’apprentissage (un apprenti) Η εκμάθηση (ένας μαθητευόμενος)
faire un métier manuel, devenir artisan κάνω μια χειρωνακτική εργασία, γίνομαι
(l’artisanat) χειροτέχνης/μάστορας (η χειροτεχνία)
Les études supérieures ανώτατες σπουδές
Οι
faire ses études dans une école publique ≠ privée φοιτώ σε ένα δημόσιο ≠ ιδιωτικό σχολείο
entrer à l’université μπαίνω στο πανεπιστήμιο
suivre des cours à la faculté/la fac (fam.) παρακολουθώ μαθήματα στη σχολή
faire des études de lettres, de langues, σπουδάζω φιλοσοφική/φιλολογία, γλώσσες,
de droit, d’informatique, de commerce, νομική, πληροφορική, εμπόριο, ιατρική, κάνω
de médecine, d’ingénieur σπουδές μηχανικού
intégrer une grande école μπαίνω σε μια Ανώτατη σχολή
avoir une bonne formation έχω μια καλή μόρφωση
être diplômé d’une école de commerce είμαι πτυχιούχος μιας σχολής εμπορίου
obtenir/décrocher un diplôme αποκτώ/παίρνω ένα πτυχίο
Le travail Η εργασία/η δουλειά
chercher un emploi αναζητώ εργασία
envoyer son CV (curriculum vitæ), στέλνω το βιογραφικό μου
une lettre de candidature ένα γράμμα με το οποίο υποβάλλουμε την
υποψηφιότητά μας
travailler dans le secteur privé εργάζομαι στον ιδιωτικό τομέα
Fiche lexicale
22
22
Les professionnels επαγγελματίες
Οι
le patron το αφεντικό
le cadre, le/la chef το στέλεχος, ο/η προϊστάμενος(η),
ο/η επικεφαλής
le/la collègue ο/η συνάδελφος
l’employé (-ée), le/la salarié (-ée) ο/η υπάλληλος, ο/η μισθωτός(ή)
le/la fonctionnaire ο/η δημόσιος υπάλληλος
chômage
Le Η ανεργία
perdre son emploi χάνω την εργασία μου
être au chômage (un chômeur) είμαι στην ανεργία (ένας άνεργος)
23
7 Vacances et voyages
Les vacances
un jour de congé
partir en week-end
faire le pont
p. 110
Διακοπές και ταξίδια
Οι διακοπές
μια μέρα άδεια
φεύγω για Σαββατοκύριακο
δεν εργάζομαι ανάμεσα σε δύο αργίες
les vacances de la Toussaint, de Noël, d’hiver, οι διακοπές γύρω από την 1η Νοεμβρίου (γαλλική
de printemps, d’été/les grandes vacances παράδοση που έχει να κάνει με τον καθολικισμό:
κατά την περίοδο αυτή τιμώνται οι νεκροί), των
Χριστουγέννων, του χειμώνα, της άνοιξης, οι
καλοκαιρινές διακοπές
Préparer un voyage Ετοιμάζω ένα ταξίδι
L’agence de voyages ταξιδιωτικό πρακτορείο
Το
consulter une brochure συμβουλεύομαι ένα φυλλάδιο
réserver un billet d’avion, κλείνω ένα αεροπορικό εισιτήριο,
de train de première/seconde classe ένα εισιτήριο τρένου πρώτης/δεύτερης θέσης
organiser un séjour à l’étranger οργανώνω μια παραμονή στο εξωτερικό
établir un itinéraire καταστρώνω μια διαδρομή
choisir une destination lointaine επιλέγω έναν μακρινό προορισμό
Parler d’un voyage Μιλώ για ένα ταξίδι
faire le tour du Péloponnèse κάνω το γύρο της Πελοποννήσου
un trajet μια διαδρομή
partir à la découverte d’un pays φεύγω για να ανακαλύψω μια χώρα
découvrir ses richesses ανακαλύπτω τα πλούτη της (τις ομορφιές της)
se sentir dépaysé (le dépaysement) νιώθω ότι έχω αλλάξει παραστάσεις (η αλλαγή
παραστάσεων)
explorer (l’exploration) une région εξερευνώ (η εξερεύνηση) μια περιοχή
24
24
Les voyages Τα ταξίδια
L’avion αεροπλάνο
Το
réserver un vol sur une compagnie aérienne κλείνω μια πτήση σε μια αεροπορική εταιρεία
partir avec Air France φεύγω με την Air France
l’aéroport το αεροδρόμιο
un avion à destination de Paris ένα αεροπλάνο με προορισμό το Παρίσι
embarquer, la salle d’embarquement επιβιβάζομαι, η αίθουσα επιβίβασης
le passager, l’hôtesse de l’air ο επιβάτης, η αεροσυνοδός
décoller (le décollage) ≠ atterrir (l’atterrissage) απογειώνομαι (η απογείωση) ≠ προσγειώνομαι
(η προσγείωση)
Le train τρένο
Το
la gare, le TGV ο σιδηροδρομικός σταθμός, το TGV (Τρένο
μεγάλης ταχύτητας στη Γαλλία)
la voiture de première, de seconde classe το βαγόνι της πρώτης, της δεύτερης θέσης
le wagon-restaurant, la voiture-bar, la couchette το βαγόνι-εστιατόριο, το βαγόνι-μπαρ, η
κουκέτα/κλινάμαξα
le quai, la voie η αποβάθρα, η γραμμή
composter son billet επικυρώνω το εισιτήριό μου
Le bateau καράβι
Το
le port, le quai το λιμάνι, η αποβάθρα
la passerelle, le pont, la cabine η σκάλα πλοίου, η γέφυρα, η καμπίνα
accoster, jeter l’ancre, faire escale à πλευρίζω/αράζω, ρίχνω άγκυρα, κάνω
ενδιάμεση στάση/πιάνω λιμάνι
embarquer ≠ débarquer επιβιβάζομαι ≠ αποβιβάζομαι
un membre d’équipage ένα μέλος του πληρώματος
le capitaine ο καπετάνιος
la croisière η κρουαζιέρα
αθλήματος
faire de l’escalade, du trekking, κάνω αναρρίχηση, τρέκινγκ,
de la descente en rafting, une randonnée/ ράφτινγκ, πεζοπορία
une rando (fam.)
se baigner dans une rivière κάνω μπάνιο σε ποτάμι
faire une veillée κάνω μια ψυχαγωγική βραδιά
une soirée karaoké μια βραδιά καραόκε
25
Avantages Πλεονεκτήματα
On découvre des régions qu’on ne connaît Ανακαλύπτουμε περιοχές που δεν
pas. γνωρίζουμε.
On vit en contact avec la nature. Ζούμε σε επαφή με την φύση.
On apprend à se débrouiller sans ses parents. Μαθαίνουμε να τα βγάζουμε πέρα χωρίς
τους γονείς μας.
On devient autonome. Γινόμαστε αυτόνομοι.
On vit entre copains. Ζούμε ανάμεσα σε φίλους.
On se fait de nouveaux amis. Κάνουμε καινούριους φίλους.
Inconvénients Μειονεκτήματα
On doit obéir au moniteur. Οφείλουμε να υπακούμε στον ομαδάρχη.
On doit respecter les horaires, Οφείλουμε να σεβόμαστε τα ωράρια, τους
les règlements. κανονισμούς.
On doit participer à des corvées. Οφείλουμε να συμμετέχουμε σε αγγαρείες.
Avantages Πλεονεκτήματα
être indépendant, libre είμαι ανεξάρτητος, ελεύθερος
visiter à son rythme επισκέπτομαι ένα μέρος με το ρυθμό μου
Fiche lexicale
26
26
Inconvénients Μειονεκτήματα
voyager sans confort ταξιδεύω χωρίς ανέσεις
vivre des moments dangereux ζω επικίνδυνες στιγμές
faire de mauvaises rencontres κάνω δυσάρεστες γνωριμίες
prendre des risques παίρνω ρίσκα/διακινδυνεύω
Fiche lexicale
27
8 Les loisirs
La musique
un compositeur
écrire/composer les paroles, la musique
interpréter un morceau (un interprète)
Οι ψυχαγωγικές ασχολίες
p. 120 Η μουσική
ένας συνθέτης
γράφω/συνθέτω τους στίχους, τη μουσική
ερμηνεύω ένα κομμάτι (ένας ερμηνευτής)
avoir une belle voix έχω καλή φωνή
monter un groupe, répéter στήνω ένα συγκρότημα, κάνω πρόβες
jouer en public, se produire sur scène παίζω (μπροστά) σε κοινό, βγαίνω στη σκηνή
faire un concert, partir en tournée δίνω μια συναυλία, φεύγω σε περιοδεία
signer un contrat avec une maison de disques υπογράφω συμβόλαιο με μια δισκογραφική
εταιρία
enregistrer dans un studio ηχογραφώ σε ένα στούντιο
faire ses débuts dans la chanson κάνω τα πρώτα μου βήματα στο τραγούδι
sortir un CD, un nouvel album, un single βγάζω ένα CD, ένα νέο άλμπουμ, ένα σίνγκλ
mettre sa musique sur Internet ανεβάζω τη μουσική μου στο διαδίκτυο
tourner un clip γυρίζω ένα βιντεοκλίπ
devenir une vedette/une idole γίνομαι βεντέτα
obtenir son premier disque d’or/de platine αποκτώ τον πρώτο χρυσό/πλατινένιο δίσκο μου
faire une longue carrière κάνω πολύχρονη καριέρα
une chanson à succès/un tube (fam.) ένα επιτυχημένο τραγούδι/μια επιτυχία
être en tête du hit-parade, être dans le Top 10 είμαι στην κορυφή του πίνακα επιτυχιών
(Top Ten) είμαι μέσα στις δέκα μεγαλύτερες επιτυχίες
La lecture Η ανάγνωση
l’écrivain, le romancier ο συγγραφέας, ο μυθιστοριογράφος
écrire un best-seller γράφω ένα μπεστ σέλερ
remporter un prix littéraire κερδίζω ένα λογοτεχνικό βραβείο
la collection, le tome η συλλογή, ο τόμος
le récit η αφήγηση, η διήγηση
le personnage το πρόσωπο, ο χαρακτήρας
le lecteur, lire/bouquiner (fam.) ο αναγνώστης, διαβάζω
un bouquin (fam.) ένα βιβλίο
Les genres de livres είδη των βιβλίων
Τα
un roman policier/un polar (fam.) ένα αστυνομικό μυθιστόρημα
un roman historique, fantastique, d’heroic ένα ιστορικό μυθιστόρημα, ένα μυθιστόρημα
fantasy, φαντασίας, ηρωικής φαντασίας,
Fiche lexicale
28
28
La bande dessinée (la BD) Τα κόμικς
un auteur, ένας συγγραφέας/δημιουργός,
un scénariste, ένας σεναριογράφος,
un dessinateur, un illustrateur ένας σκιτσογράφος, ένας εικονογράφος
un album, une couverture, ένα κόμικς, ένα εξώφυλλο
un titre, un dessin, une illustration, ένας τίτλος, ένα σκίτσο, μια εικόνα,
une bulle ένα συννεφάκι
l’histoire, le scénario, un dialogue, un gag η ιστορία, το σενάριο, ένας διάλογος, ένα γκαγκ
(κωμικό εύρημα)
l’humour το χιούμορ
le suspense το σασπένς
le héros, le personnage ο ήρωας, ο χαρακτήρας
une BD classique, futuriste ένα κλασσικό, φουτουριστικό κόμικς
29
Cinéma ou lecture ? Κινηματογράφος ή ανάγνωση;
Les plus du cinéma Τα υπέρ του σινεμά
Le cinéma est plus vivant. Ο κινηματογράφος είναι πιο ζωντανός.
Il y a des effets spéciaux. Έχει ειδικά εφέ.
On peut voir les images en 3D. Μπορούμε να δούμε τις εικόνες
τρισδιάστατες (σε 3D).
Il demande moins d’efforts. Απαιτεί λιγότερη προσπάθεια.
Les plus de la lecture Τα υπέρ της ανάγνωσης
La lecture stimule l’imagination. Η ανάγνωση κεντρίζει την φαντασία.
On peut lire quand et où on veut. Μπορούμε να διαβάσουμε όποτε και όπου
θέλουμε.
On « entre » dans le personnage, « Μπαίνουμε στο πετσί » του ήρωα/
on « lit » ses sentiments, ce qu’il pense. χαρακτήρα, «διαβάζουμε» τα
συναισθήματά του, τις σκέψεις του.
On enrichit notre langue. Εμπλουτίζουμε το λόγο μας.
30
30
9
Le sport et la forme
Le sport
faire du sport
adhérer à une association sportive
s’entraîner (l’entraîneur, l’entraînement)
p. 130
Η άθληση και η φυσική κατάσταση
Το άθλημα
αθλούμαι
εγγράφομαι μέλος σε έναν αθλητικό σύλλογο
προπονούμαι (ο προπονητής, η προπόνηση)
Expressions
Εκφράσεις
être fou/mordu (fam.) de foot είμαι τρελός για/παθιασμένος με το ποδόσφαιρο
être accro (fam.) au roller είμαι κολλημμένος/εξαρτημένος από τα ρόλερ
Les sports individuels ατομικά αθλήματα
Τα
Le tennis Το τένις
le court de tennis το γήπεδο του τένις
faire une partie, un tournoi παίζω έναν αγώνα, ένα τουρνουά
gagner un set κερδίζω ένα σετ
La natation Η κολύμβηση
la piscine το κολυμβητήριο
Les arts martiaux Οι πολεμικές τέχνες
l’aïkido, le karaté, le kung-fu, το αϊκίντο, το καράτε, το κουνγκ- φου,
le taekwondo, le judo το τάε κβον ντο, το τζούντο
Les sports de glisse
glisser=γλιστρώ
faire du skate, du roller κάνω σκέιτμπορντ, ρόλερς
aller très vite/foncer (fam.) πηγαίνω πολύ γρήγορα/ορμώ
Le skate-board Το σκέιτμπορντ
le skate-park, la rampe, la planche το πάρκο με ράμπες για σκέιτ, η ράμπα, η σανίδα
une figure acrobatique μια ακροβατική φιγούρα
Le roller Τα ρόλερς
les rollers, les protections, le casque τα ρόλερς, οι προφυλάξεις, το κράνος
rouler sur les trottoirs τρέχω με τα ρόλερς στα πεζοδρόμια
Le ski Το σκι
le skieur, skier ο σκιέρ, κάνω σκι
la piste, la descente, le slalom η πίστα, η κατάβαση, το σλάλομ (ελιγμοί του
σκιέρ σε τεθλασμένη γραμμή-ζιγκ-ζαγκ)
faire du hors-piste βγαίνω εκτός πίστας
Le snowboard Το σνόυμπορτντ
Fiche lexicale
31
Le match Ο αγώνας (το ματς)
une rencontre amicale, une compétition, ένας φιλικός αγώνας, ένας αγώνας,
un championnat ένα πρωτάθλημα
l’adversaire ο αντίπαλος
la mi-temps το ημίχρονο
le résultat, le match nul το αποτέλεσμα, η ισοφάριση/η ισοπαλία
la victoire ≠ la défaite η νίκη ≠ η ήττα
le vainqueur ≠ le perdant ο νικητής ≠ ο ηττημένος
Les sports extrêmes ακραία αθλήματα (extreme sports)
Τα
le parapente, le rafting, le kitesurf το παραπέντε, το ράφτινγκ, το κάιτ(σερφ)
32
32
bien dormir κοιμάμαι καλά
manquer de sommeil μου λείπει ύπνος
avoir des insomnies έχω αϋπνίες
somnoler toute la journée έχω υπνηλία όλη την ημέρα
Expressions
Εκφράσεις
se traîner σέρνομαι
être à plat (fam.) είμαι εξουθενωμένος
ne pas avoir le moral έχω πεσμένο ηθικό/πέφτει το ηθικό μου
avoir le moral à zéro έχω πολύ πεσμένο ηθικό
être en pleine déprime (fam.) είμαι σε βαριά κατάθλιψη
avoir le cafard έχω τις μαύρες μου/δεν έχω κέφια
se bouger (fam.) κινούμαι
avoir la pêche (fam.) είμαι σε φόρμα, « πετάω »
L’alimentation Η διατροφή
se nourrir (la nourriture) τρέφομαι (η τροφή)
avoir une alimentation saine/équilibrée έχω μια υγιεινή/ ισορροπημένη διατροφή
surveiller son alimentation προσέχω τη διατροφή μου
suivre un régime κάνω μια δίαιτα
perdre du poids, maigrir, mincir ≠ grossir χάνω βάρος, αδυνατίζω, λεπταίνω ≠ παχαίνω
Les mauvaises habitudes alimentaires κακές διατροφικές συνήθειες
Οι
consommer des aliments trop riches en calories, καταναλώνω τροφές πολύ πλούσιες
en lipides, en glucides σε θερμίδες, σε λιπίδια, σε υδατάνθρακες
avoir une alimentation déséquilibrée η διατροφή μου δεν είναι ισορροπημένη
manger trop de viande rouge, de protéines τρώω πολύ κόκκινο κρέας, πολλές πρωτεΐνες
se nourrir de plats industriels, tout prêts τρέφομαι με γεύματα βιομηχανικής
παραγωγής, με έτοιμα
être gourmand (la gourmandise) είμαι λαίμαργος (η λαιμαργία)
grignoter (le grignotage) τσιμπολογώ (το τσιμπολόγημα)
manger en dehors des repas τρώω εκτός γευμάτων
sauter un repas παραλείπω ένα γεύμα
manger comme quatre, τρώω για τέσσερις,
s’empiffrer/se goinfrer (fam.) καταβροχθίζω/σκάω στο φαϊ
Les conséquences de la malbouffe Οι συνέπειες της κακής διατροφής
le surpoids : grossir, avoir des kilos en trop, το περίσσιο βάρος: παχαίνω, έχω επιπλέον κιλά,
devenir obèse (l’obésité, un obèse) γίνομαι παχύσαρκος (η παχυσαρκία, ένας
παχύσαρκος)
les maladies : le diabète, les maladies οι ασθένειες: ο διαβήτης, οι καρδιοαγγειακές
cardiovasculaires παθήσεις
Fiche lexicale
33
Les bonnes habitudes alimentaires καλές διατροφικές συνήθειες
Οι
boire beaucoup d’eau πίνω πολύ νερό
consommer du poisson, καταναλώνω ψάρι,
de la volaille (poulet), πουλερικά (κοτόπουλο),
des laitages (lait, fromages…), γαλακτοκομικά (γάλα, τυριά…),
des légumineuses (haricots secs, lentilles), όσπρια (φασόλια, φακές),
des céréales (pain complet, pâtes), δημητριακά (ψωμί ολικής άλεσης, ζυμαρικά),
des fruits et des légumes frais, φρέσκα φρούτα και λαχανικά,
de l’huile d’olive ελαιόλαδο
faire de vrais repas, τρώω σωστά γεύματα,
à table, à des heures régulières, στο τραπέζι, σε τακτικές ώρες,
en compagnie de quelqu’un παρέα με κάποιον
manger bio τρώω βιολογικά προϊόντα
les bienfaits des fruits et légumes τα οφέλη των φρούτων και των λαχανικών
Expressions
Εκφράσεις
Les légumineuses, c’est bon pour la santé. Τα όσπρια κάνουν καλό στην υγεία.
Les plats industriels, c’est mauvais pour la santé. Τα γεύματα βιομηχανικής παραγωγής κάνουν
κακό στην υγεία.
Fiche lexicale
34
34
10
Culture
Le théâtre
Les genres
le théâtre antique,
Πολιτισμός
p. 140 Το θέατρο
είδη
Τα
το αρχαίο θέατρο,
classique, το κλασσικό θέατρο,
contemporain το σύγχρονο θέατρο
une comédie (musicale) ένα μιούζικαλ
une tragédie μια τραγωδία
Le lieu Ο τόπος
la scène, les coulisses, η σκηνή, τα παρασκήνια,
l’orchestre, le balcon η ορχήστρα, ο εξώστης
le café-théâtre το καφεθέατρο
une salle de spectacle μια αίθουσα θεαμάτων
un théâtre en plein air, les gradins ένα υπαίθριο θέατρο, οι κερκίδες
représentation
La Η (θεατρική) παράσταση
assister à une représentation παρευρίσκομαι σε μια παράσταση
(en matinée, en soirée, à la première) (πρωινή, βραδινή, στην πρεμιέρα)
une pièce de théâtre, une scène ένα θεατρικό έργο, μια σκηνή
monter une pièce ανεβάζω ένα θεατρικό έργο
assurer la mise en scène (le metteur en scène) εκτελώ τη σκηνοθεσία (ο σκηνοθέτης)
un éclairage, un décor ένας φωτισμός, τα σκηνικά
un accessoire, un costume ένα εξάρτημα (αξεσουάρ), ένα κοστούμι
Le comédien Ο ηθοποιός
un comédien, un humoriste ένας ηθοποιός, ένας κωμικός
l’acteur principal, le second rôle, ο πρωταγωνιστής, ο δεύτερος ρόλος
le figurant ο κομπάρσος
le chœur ο «χορός»
faire partie d’une troupe είμαι μέλος ενός θιάσου
monter sur les planches ανεβαίνω στο σανίδι
incarner un personnage ενσαρκώνω έναν χαρακτήρα
interpréter un rôle difficile ερμηνεύω έναν δύσκολο ρόλο
le jeu de l’acteur το παίξιμο του ηθοποιού
avoir du talent έχω ταλέντο
se produire sur la scène d’un grand théâtre εμφανίζομαι στη σκηνή ενός μεγάλου
parisien θεάτρου του Παρισιού
être en tournée à travers la France είμαι σε περιοδεία στη Γαλλία
Fiche lexicale
Faire des commentaires sur une pièce Κάνω σχόλια για ένα έργο
+ +
À ne pas manquer ! Μην το χάσετε!
À voir à tout prix ! Δείτε το πάση θυσία!
– –
Une pièce sans intérêt ! Ένα έργο χωρίς ενδιαφέρον!
Un vrai navet ! Μια πραγματική αποτυχία! («μια μάπα»)
35
Le musée Το μουσείο
visiter (une visite, un visiteur) επισκέπτομαι (μια επίσκεψη, ένας επισκέπτης)
fréquenter un musée (la fréquentation) επισκέπτομαι συχνά ένα μουσείο
(η επισκεψιμότητα)
aller à une exposition/une expo (fam.) πάω σε μια έκθεση
faire la queue στέκομαι στην ουρά
acheter un billet coupe-file αγοράζω ένα εισιτήριο ελεύθερης κυκλοφορίας
réserver un billet en ligne κλείνω ένα εισιτήριο στο διαδίκτυο
un musée archéologique, d’art populaire, ένα αρχαιολογικό μουσείο, λαϊκής τέχνης,
moderne/contemporain μοντέρνας/σύγχρονης τέχνης,
une galerie d’art μια αίθουσα τέχνης
un monument historique ένα ιστορικό μνημείο
un site archéologique ένας αρχαιολογικός χώρος
un temple ένας ναός
un théâtre antique ένα αρχαίο θέατρο
des ruines, une colonne, une frise ερείπια, ένας κίονας, μια ζωφόρος
une salle de musée μια αίθουσα μουσείου
une collection, une vitrine μια συλλογή, μια προθήκη
exposer une œuvre d’art εκθέτω ένα έργο τέχνης
un chef-d’œuvre ένα αριστούργημα
abriter une collection φιλοξενώ μια συλλογή
permanente ≠ temporaire μόνιμη ≠ περιοδική
une rétrospective μια αναδρομική έκθεση
un tableau, une peinture (un peintre), un atelier, ένας πίνακας, μια ζωγραφιά (ένας ζωγράφος),
ένα ατελιέ/εργαστήρι
un modèle, une toile ένα μοντέλο, ένας πίνακας
une sculpture (un sculpteur) ένα γλυπτό (ένας γλύπτης)
une statue ένα άγαλμα
une céramique ένα αγγείο
un objet archéologique ένα αρχαιολογικό αντικείμενο
un marchand d’art ένας έμπορος τέχνης
une vente aux enchères μια πώληση σε δημοπρασία/πλειστηριασμό
un commissaire-priseur ένας εκτιμητής των δημοπρασιών/
πλειστηριασμών
Les périodes p. 141 χρονικές περίοδοι
Οι
la préhistoire, l’Antiquité, le Moyen Âge, η προϊστορία, η Αρχαιότητα, ο Μεσαίωνας,
la période byzantine, la Renaissance η Βυζαντινή περίοδος, η Αναγέννηση
Fiche lexicale
La peinture Η ζωγραφική
la fresque, le portrait, l’autoportrait, η τοιχογραφία, η προσωπογραφία,
la nature morte, le nu, le paysage η αυτοπροσωπογραφία, η νεκρή φύση,
το γυμνό, το τοπίο
la peinture abstraite η αφηρημένη τέχνη
un mouvement artistique : l’impressionnisme, ένα καλλιτεχνικό κίνημα: ο ιμπρεσιονισμός,
le fauvisme, le cubisme, le pop art ο φοβισμός, ο κυβισμός, η ποπ αρτ
Le graffiti Το γκράφιτι
un graff, un graffeur, graffer ένα γκράφιτι, αυτός που φτιάχνει γκράφιτι,
κάνω ένα γκράφιτι
un tag, un taggeur, un mur tagué ένα σύνθημα, αυτός που γράφει συνθήματα
στους τοίχους, ένας τοίχος γεμάτος συνθήματα
une fresque, une œuvre murale μια τοιχογραφία
une bombe ένα σπρέι
Pour Υπέρ
Peindre les murs, c’est vieux comme le monde. Το να ζωγραφίζει κανείς τους τοίχους είναι
τόσο παλιό όσο κι ο κόσμος.
Ça stimule la créativité des jeunes. Διεγείρει την δημιουργικότητα των νέων.
Ça met de la couleur. Προσθέτει χρώμα.
C’est mieux qu’un mur gris. Είναι καλύτερο από έναν γκρι/άχρωμο τοίχο.
Ils embellissent les murs abîmés des vieux Ομορφαίνουν τους κατεστραμμένους
bâtiments abandonnés. τοίχους των παλαιών εγκαταλειμμένων
κτιρίων.
C’est de l’art. Είναι τέχνη.
Il y a même des musées qui les exposent. Υπάρχουν ακόμα και μουσεία που τα
εκθέτουν.
Contre Κατά
Ça salit les murs. Βρωμίζουν τους τοίχους.
Ils dégradent les lieux publics. Φθείρουν τους δημόσιους χώρους.
Fiche lexicale
La photographie Η φωτογραφία
l’appareil photo, l’objectif η φωτογραφική μηχανή, ο φακός
le cliché η φωτογραφία
le portrait η φωτογραφία προσώπου/το πορτρέτο
le tirage papier η εκτύπωση σε χαρτί
un appareil numérique μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή
une photo d’art μια καλλιτεχνική φωτογραφία
37
11 Planète en danger
L’environnement
la planète, la Terre
la nature, un milieu naturel, un écosystème
p. 150
Ο πλανήτης σε κίνδυνο (κινδυνεύει)
Το περιβάλλον
ο πλανήτης, η Γη
η φύση, ένα φυσικό περιβάλλον, ένα
οικοσύστημα
la faune (les animaux, les bêtes) η πανίδα (τα ζώα)
la flore (la végétation, les arbres, les plantes) η χλωρίδα (η βλάστηση, τα δέντρα, τα φυτά)
les ressources naturelles, les sources d’énergie οι φυσικοί πόροι, οι πηγές ενέργειας
dégradation de l’environnement
La Η υποβάθμιση του περιβάλλοντος
(se) dégrader, détruire (la destruction) υποβαθμίζω (υποβαθμίζομαι), καταστρέφω (η
καταστροφή)
polluer (la pollution, un polluant) ρυπαίνω (η ρύπανση, ένας ρύπος)
épuiser (l’épuisement) εξαντλώ (η εξάντληση)
nuire à (nuisible), menacer (une menace), βλάπτω (βλαβερός), απειλώ (η απειλή)
mettre en danger θέτω σε κίνδυνο
provoquer une catastrophe écologique προκαλώ μια οικολογική καταστροφή
pollution de l’air/atmosphérique
La μόλυνση του αέρα/ατμοσφαιρική
Η
38
38
Les mesures Τα μέτρα
niveau du gouvernement
Au
Στο επίπεδο της κυβέρνησης
instituer la circulation alternée θεσπίζω την εναλλασσόμενη/εκ
περιτροπής κυκλοφορία των αυτοκινήτων
(μονά-ζυγά)
développer les transports en commun αναπτύσσω τα μέσα μαζικής μεταφοράς
(bus, tram, métro) (λεωφορείο, τραμ, μετρό)
interdire les grosses voitures απαγορεύω τα μεγάλα ρυπογόνα αυτοκίνητα
polluantes dans les centres-villes στα κέντρα των πόλεων
multiplier les pistes cyclables (une borne) πολλαπλασιάζω τους ποδηλατοδρόμους (σημείο
παραλαβής/παράδοσης ποδηλάτων του Δήμου)
développer les énergies propres/renouvelables : αναπτύσσω τις καθαρές/ανανεώσιμες
l’énergie éolienne (une éolienne), solaire, πηγές ενέργειας: την αιολική ενέργεια
photovoltaïque (μια ανεμογεννήτρια), την ηλιακή ενέργεια,
την ενέργεια των φωτοβολταϊκών
faire changer les mentalités κάνω να αλλάξει η νοοτροπία
sensibiliser les enfants à la protection de ευαισθητοποιώ τα παιδιά στο θέμα της
l’environnement προστασίας του περιβάλλοντος
μάρκετ
39
Les inondations πλημμύρες
Οι
inonder πλημμυρίζω
déborder ξεχειλίζω
un torrent de boue ένας χείμαρρος λάσπης
un noyé ένας πνιγμένος
un disparu ένας αγνοούμενος
L’incendie de forêt Η πυρκαγιά σε δάσος
brûler des hectares de forêt καίω εκτάρια δάσους
des flammes de six mètres de haut φλόγες ύψους έξι μέτρων
les pompiers οι πυροσβέστες
éteindre l’incendie σβήνω την πυρκαγιά
un canadair ένα canadair (πυροσβεστικό αεροπλάνο)
tempête
La Η καταιγίδα
un vent de force 10 ένας άνεμος έντασης 10 μποφόρ
un cyclone ένας κυκλώνας
dévaster, arracher les toits καταστρέφω/ρημάζω, ξεριζώνω τις στέγες
tout balayer sur son passage παρασύρω τα πάντα στο πέρασμά μου
marée noire
La Η ρύπανση από πετρελαιοκηλίδες
un pétrolier ένα πετρελαιοφόρο
faire naufrage, couler ναυαγώ, βουλιάζω
déverser des tonnes de pétrole/de fuel dans la χύνω τόνους πετρέλαιο/μαζούτ στη θάλασσα
mer
une nappe de mazout μια κηλίδα από μαζούτ (πετρελαιοκηλίδα)
un oiseau englué ένα πουλί σκεπασμένο/καλυμένο από πετρέλαιο
nettoyer les plages καθαρίζω τις παραλίες
ramasser des tonnes de déchets μαζεύω τόνους απορριμμάτων
Fiche lexicale
40
40
12
Citoyenneté Η ιδιότητα του πολίτη
La vie politique
L’État
une élection présidentielle
p. 160 Η πολιτική ζωή
Κράτος
Το
η εκλογή του Προέδρου (οι προεδρικές εκλογές)
(le président de la République) (ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας)
une élection législative (un député) η εκλογή των βουλευτών (οι βουλευτικές
εκλογές) (ένας βουλευτής)
une élection municipale (un maire) η εκλογή του Δημάρχου (οι δημοτικές εκλογές)
(ένας Δήμαρχος)
le gouvernement, le Premier ministre η κυβέρνηση, ο Πρωθυπουργός
le Parlement (l’Assemblée nationale, le Sénat) το Κοινοβούλιο (η Βουλή, η Γερουσία)
élire (un élu) εκλέγω (ένας εκλεγμένος)
voter pour un parti politique (la gauche, la droite) ψηφίζω ένα πολιτικό κόμμα (η Αριστερά, η
Δεξιά)
un homme politique ένας πολιτικός
un programme électoral ένα προεκλογικό πρόγραμμα
respect (respecter)
Le Ο σεβασμός (σέβομαι)
un être humain ένα ανθρώπινο ον
traiter quelqu’un avec respect αντιμετωπίζω κάποιον με σεβασμό
≠ manquer (le manque) de respect à quelqu’un (δείχνω) έλλειψη σεβασμού σε κάποιον
41
La tolérance (tolérer) Η ανεκτικότητα (ανέχομαι/επιτρέπω)
accepter les différences raciales (la race), sociales αποδέχομαι τις φυλετικές (η φυλή),
(la société), religieuses (la religion) κοινωνικές (η κοινωνία), θρησκευτικές (η
θρησκεία) διαφορές
lutter contre l’intolérance, le racisme (être αγωνίζομαι κατά της αδιαλλαξίας, του
raciste), la xénophobie ρατσισμού (είμαι ρατσιστής), της ξενοφοβίας
rejeter (le rejet) απορρίπτω (η απόρριψη)
un immigré, un sans-papier, un réfugié ένας μετανάστης, ένας παράνομος μετανάστης
(χωρίς χαρτιά), ένας πρόσφυγας
solidarité
La Η αλληλεγγύη
être solidaire de, s’entraider (l’entraide) en είμαι αλληλέγγυος με, αλληλοβοηθιέται κάποιος
période/temps de crise με κάποιον άλλο (η αλληλοβοήθεια) σε περίοδο/
σε καιρό κρίσης
se sentir concerné par les problèmes des autres, αισθάνομαι ότι με αφορούν τα προβλήματα των
άλλων
venir en aide à σπεύδω σε βοήθεια κάποιου
≠ être indifférent (l’indifférence) à la situation des ≠ είμαι αδιάφορος (η αδιαφορία) για την
autres κατάσταση των άλλων
42
42
La lutte (lutter) Ο αγώνας (αγωνίζομαι)
Contre Ενάντια
3 les injustices sociales : la misère, l’extrême 3 στη κοινωνική αδικία: τη φτώχεια, την
pauvreté οικονομική εξαθλίωση
une personne défavorisée ≠ aisée ένα άτομο χωρίς οικονομική άνεση ≠
ευκατάστατο,
un SDF (sans domicile fixe), un sans-abri ένας άστεγος (χωρίς σταθερή κατοικία)
un travailleur pauvre ένας φτωχός εργαζόμενος
mendier dans les rues (un mendiant) ζητώ ελεημοσύνη στους δρόμους (ένας
ζητιάνος)
être à la rue, souffrir du froid, de la faim, είμαι στο δρόμο, υποφέρω από το κρύο,
την πείνα
ne pas avoir de quoi vivre δεν έχω τα προς το ζην
3 l’exclusion : un exclu 3 ο αποκλεισμός: ένας αποκλεισμένος
3 l’isolement des personnes âgées : se sentir 3 η απομόνωση των ηλικιωμένων
isolé (l’isolement), seul (la solitude) ατόμων: αισθάνομαι απομονωμένος (η
απομόνωση), μόνος (η μοναξιά)
Pour Υπέρ
3 les droits des enfants : le travail des 3 τα δικαιώματα των παιδιών: η παιδική
enfants, un enfant maltraité εργασία, ένα κακοποιημένο παιδί
3 la paix ≠ la guerre (les armes) 3 η ειρήνη ≠ ο πόλεμος ( τα όπλα)
Verbes pour parler de l’impact d’un
Ρήματα για να μιλήσουμε για τον αντίκτυπο
phénomène ενός φαινόμενου
frapper Les jeunes sont de plus en plus frappés Πλήττω Οι νέοι πλήττονται όλο και
être frappé par par la misère. πλήττομαι από περισσότερο από τη φτώχεια.
De nombreux enfants sont victimes de Είμαι θύμα του/
être victime de Πολλά παιδιά είναι θύματα της βίας.
la violence. της
Actuellement au Pakistan, des Σήμερα στο Πακιστάν, εκατοντάδες
souffrir de centaines de milliers de personnes Υποφέρω από χιλιάδες άτομα υποφέρουν από το
souffrent du froid et de la faim. κρύο και την πείνα.
Περίπου τα μισά άτομα που έχουν
Près de la moitié des personnes Έχω προσβληθεί
être atteint de προσβληθεί από το AIDS είναι
atteintes du sida sont des femmes. από
γυναίκες.
Αγγίζω-θίγω
toucher Ce phénomène touche Αυτό το φαινόμενο θίγει (αγγίζει)
Θίγομαι
être touché par particulièrement les personnes âgées. ιδιαίτερα τα ηλικιωμένα άτομα.
(πλήττομαι) από
concerné Ce sont les enfants qui sont le plus Το πρόβλημα αυτό αφορά κυρίως τα
Με αφορά
être concerné par concernés par ce problème. παιδιά.
Fiche lexicale
43