You are on page 1of 6

Δεσμός και ανασφάλεια! Μια άλλη ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις.

Γράφει ο Χρήστος Τσαντής

http://christostsantis.com/

Δεσμός και ανασφάλεια. Δυο λέξεις κλειδιά-εργαλεία για τη βαθύτερη κατανόηση


των καταστάσεων που επιβαρύνουν τον σύγχρονο άνθρωπο και τον ψυχισμό του.
Είναι ξεκάθαρο πως, από τη σκοπιά του αρθρογράφου, ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται
στο πλαίσιο μιας συνολικής αντίληψης κι όχι ως μία «ανθρωπόμορφη μηχανή», η
οποία χαλάει πότε-πότε και χρειάζεται κανένα ανταλλακτικό ή κάποιο άλλους είδους
σκεύασμα για να αποκατασταθεί η «βλάβη»!
Πώς γίνεται να ζούμε στην κοινωνία της ατομικής ελευθερίας, της ατομικής
ευδαιμονίας, της ατομικής βόμβας, της ατομικής ιδιοκτησίας και ταυτόχρονα το ίδιο
το άτομο να βιώνει οξύτατες κρίσεις, σε όλο το φάσμα της ζωής; Και πώς, αυτό το
άτομο, στην εποχή της εξατομίκευσης μπορεί να σχετιστεί και να βρει το χαμένο νήμα
της ανθρώπινης, της κοινωνικής του φύσης;
Ερωτήματα που φυσικά απαιτούν πολύ χώρο, χρόνο και μελέτη, για να απαντηθούν
ικανοποιητικά, με επάρκεια. Όμως, μπορούμε να εστιάσουμε αρχικά σε κάποιες
πτυχές αυτών των ερωτημάτων, χωρίς να επιδιώξουμε να δώσουμε μια συνολική
απάντηση αλλά, αντίθετα, να δώσουμε ένα ερέθισμα για την αναζήτηση μιας
διαφορετικής οπτικής γύρω από το ζήτημα των ανθρώπινων σχέσεων.
Περισσεύουν οι ειδικοί στις μέρες μας. Δηλώνουν, γράφουν, τοποθετούνται με το
κύρος του ειδικού και με την κάλυψη των φακών της δημοσιότητας. Το περίεργο είναι
ότι στις τοποθετήσεις αρκετών από αυτούς τους ειδικούς, ως δια μαγείας,
εξαφανίζεται το κοινωνικό, συλλογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώνεται και
αναπτύσσεται η ανθρώπινη προσωπικότητα.

«Ο άνθρωπος χωρίς δεσμούς», στο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Μούζιλ βιώνει τη


ρευστότητα των ανθρώπινων σχέσεων, τη χαλαρότητα των δεσμών, την επιθυμία για
σύνδεση και ταυτόχρονα την αδυναμία, το φόβο μπροστά στη σύνδεση. Γιατί κάθε
σύνδεση προϋποθέτει ουσιαστική σχέση με τον δικό μας εσωτερικό πυρήνα, ο οποίος
όμως κατά κανόνα συνθλίβεται πίσω από «αναγκαία», «προσαρμοστικά» προσωπεία
και μάσκες επιβίωσης ή συναλλαγής. Ο εαυτός και η σύνδεση με τους άλλους
βρίσκονται σε κατάσταση αλληλεπίδρασης κι όχι σε σχέση προτεραιότητας. Ο εαυτός
βλέπει, ωριμάζει, εξελίσσεται στο πλαίσιο της κοινωνικής σχέσης, γιατί κανένας από
μας δεν ζει σε γυάλα. Άλλοτε είναι γαλουχημένος από νωρίς να είναι ένας εαυτός
«αναπαραγωγής», μια φωτοτυπία που πρέπει σώνει και καλά να επαναλάβει τα
αμαρτήματα του πρωτότυπου. Μα στις σύγχρονες κοινωνίες, τουλάχιστον στις
«ανεπτυγμένες» χώρες, δεν φαίνεται να είναι κυρίως αυτό το «πρόβλημα» που
κυριαρχεί. Γιατί ακόμα και η οικογενειακή διαπαιδαγώγηση, πολλά χρόνια τώρα,
αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις από την επιβλητική είσοδο του παράγοντα
«εμπόρευμα» στη σκηνή, σε θέση μάλιστα πρωταγωνιστική.
Οι «άνθρωποι-εμπορεύματα» δεν χρειάζεται να έχουν δεσμούς και τοιαύτες
προσδοκίες! Φτάνει να καταναλώνουν και να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, κάποιες
φορές μέχρι θανάτου, για να επιβεβαιώσουν την ικανότητα παραμονής τους στη
«Ρωμαϊκή αρένα» στην οποία έχει μετατραπεί η κοινωνική ζωή. Ο δεσμός, η σχέση
είναι βαθιά επιθυμία, είναι η ίδια η φύση του ανθρώπου που ζητά να σχετιστεί
αληθινά, ουσιαστικά. Την ίδια στιγμή όμως η ίδια η φυσική του τάση παρεμποδίζεται
από παράγοντες που ο ίδιος ο άνθρωπος έχει επινοήσει, υποστηρίζει και δικαιολογεί
κι έτσι αυτό που θέλει, όσο τίποτα άλλο στη ζωή του, είναι παράλληλα κι αυτό που
τον φοβίζει ή τον τρομοκρατεί και τον απομακρύνει. «Η εκούσια απομόνωση, η
απομάκρυνση από τους άλλους είναι η πιο πρόχειρη προστασία από τον πόνο που
μπορεί να προκληθεί σε κάποιον από τις ανθρώπινες σχέσεις», γράφει ο Φρόυντ στο
βιβλίο του «Ο Πολιτισμός Πηγή Δυστυχίας».

log in και log out

Η ανάγκη του δεσμού, η ανασφάλεια και ο φόβος της δέσμευσης δεν έχουν να
κάνουν μόνο ή κυρίως με το σχεσιακό παρελθόν, γιατί κι αυτό είναι το αποτέλεσμα
ευρύτερων συσχετίσεων σε κοινωνικό, αξιακό, οικονομικό, πολιτιστικό και πολιτικό
επίπεδο. Απεικονίζεται, για παράδειγμα, στην εικόνα μιας παρέας που βγαίνει απ’ το
σπίτι, όχι για να συναντηθεί ο ένας με τον άλλον, αλλά για να αποκοπεί « μ α ζ ί » και
α π ό τους άλλους αφοσιωμένος στο κινητό ή το φορητό υπολογιστή του. Πολλοί
λένε ότι αυτό είναι η εξέλιξη. Φυσικά! Αυτή θα είναι η εξέλιξη του ανθρώπου-
καταναλωμένου καταναλωτή! Ή τουλάχιστον, του ανθρώπου που δεν θα νιώσει την
παγίδα.
Οι επαφές και οι σχέσεις του, γίνονται πάντα με «απόσταση συναισθηματικής
ασφάλειας», γρήγορα, αρχίζουν και τελειώνουν με το πάτημα ενός κουμπιού. Η
εποχή της ατομικής ιδιοκτησίας δεν μπορεί να ανεχτεί την ατομικότητα, την
ιδιωτικότητα και παλεύουμε για να γίνουμε ακόμα πιο απόμακροι, ακόμα πιο
«ασφαλείς», ώσπου να βυθιστούμε στην ανασφάλεια.
Όπως στο διαδίκτυο συνδέεσαι και αποσυνδέεσαι, έτσι και στην καθημερινότητα.
Κάνεις log in και log out, χαλαρά, εύκολα, γρήγορα και κυρίως χωρίς επιπτώσεις, διότι
οι συναισθηματικές επιπτώσεις ενέχουν τον κίνδυνο να μας κάνουν να δούμε μια
μοναδική πλευρά της ανθρώπινης φύσης, την πλευρά της αλήθειας μας. Αυτή που
ωθεί το αναπτυξιακό δυναμικό του ανθρώπου προς τη δημιουργία, την αποδοχή, την
ομορφιά, τη συν-ύπαρξη, τον πολιτισμό.
«Τα εμπορικά κέντρα έχουν συμβάλλει αποφασιστικά στην αναθεώρηση του
μεροκάματου ως διασκέδασης και αναψυχής», γράφει ο Ζ. Μπάουμαν στην «Ρευστή
Αγάπη»: «ό,τι υπέφερε και άντεχε κανείς με ανάμικτα συναισθήματα έντονης
δυσανεξίας και απέχθειας κάτω από την αδιάκοπη πίεση της ανάγκης έχει τώρα
αποκτήσει τις σαγηνευτικές δυνάμεις μιας υπόσχεσης ανυπολόγιστων απολαύσεων
χωρίς τους αντίστοιχους ανυπολόγιστους κινδύνους. Ό,τι έκαναν, λοιπόν, τα
εμπορικά κέντρα στις αγγαρείες της καθημερινής επιβίωσης, έκαναν και τα ραντεβού
στο Διαδίκτυο στη διαπραγμάτευση των σχέσεων. Όπως, όμως, ο μετριασμός της
ανάγκης και των πιέσεων της «απλής επιβίωσης» υπήρξε η αναγκαία συνθήκη για την
επιτυχία των εμπορικών κέντρων, έτσι και τα ραντεβού στο Διαδίκτυο δεν θα
μπορούσαν να σταθούν από μόνα τους, αν δεν είχαν βοηθηθεί και υποστηριχθεί από
την αφαίρεση της πλήρους απασχόλησης, της δέσμευσης και της υποχρέωσης «να
είμαι εκεί όποτε με χρειαστείς» από τον κατάλογο των αναγκαίων συνθηκών της
σχέσης».

«Σ’ ευχαριστώ, ω εταιρεία!»

Οι ειδικοί της χειραγώγησης γνωρίζουν τη σημασία των συναισθημάτων για την


προσωπική ανάπτυξη κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό το λόγο είναι ικανοί, εξειδικευμένοι
και προσηλωμένοι στην επαγγελματική τους αποστολή, στην αλλοτρίωση και στην
καθοδήγηση της κοινωνίας, στη καλλιέργεια αγοραίων αξιών, επιθυμιών,
προσδοκιών, προτύπων.
Ας δούμε για παράδειγμα ένα απόσπασμα από το κεφάλαιο «Διοικώντας με την
καρδιά», στο βιβλίο «Η συναισθηματική νοημοσύνη», του γνωστού ψυχολόγου
Daniel Goleman (1998, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα):
«Υπάρχει, αναπόφευκτα, ένα τελικό κόστος από τα χαμηλά επίπεδα της
συναισθηματικής νοημοσύνης στην εργασία. Όταν γίνει ανεξέλεγκτο, είναι δυνατό να
οδηγήσει σε καταστροφή ολόκληρες εταιρίες.
Η άποψη περί κόστους-αποτελεσματικότητας της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι
μια σχετικά νέα ιδέα για τις επιχειρήσεις, την οποία μάλιστα μερικοί διευθύνοντες
μπορεί να δυσκολεύονται να αποδεχθούν. Μια μελέτη που έγινε σε 250 στελέχη
επιχειρήσεων αποκάλυψε ότι οι περισσότεροι ένιωθαν πως η δουλειά τους
απαιτούσε «το μυαλό τους αλλά όχι την καρδιά τους». Πολλοί ανέφεραν το φόβο τους
ότι αν ένιωθαν ενσυναίσθηση ή συμπάθεια γι’ αυτούς με τους οποίους δούλευαν, θα
έρχονταν σε αντιπαράθεση με τους στόχους του οργανισμού. Ένας είπε ότι η ιδέα να
νιώθει τα συναισθήματα αυτών με τους οποίους δουλεύαν, θα ερχόταν σε
αντιπαράθεση με τους στόχους της εταιρείας… Άλλοι ανέφεραν ότι αν δεν παρέμεναν
συναισθηματικά αποστασιοποιημένοι, δεν θα ήταν σε θέση να πάρουν τις «σκληρές
αποφάσεις» που απαιτούσε η δουλειά – παρόλο που η πιθανότητα ήταν ότι θα
διαβίβαζαν αυτές τις αποφάσεις με τρόπο πιο ανθρώπινο.
Αυτή η μελέτη πραγματοποιήθηκε τη δεκαετία του 1970, όταν το εργασιακό
περιβάλλον ήταν πολύ διαφορετικό…. Μια νέα ανταγωνιστική πραγματικότητα
άρχισε να θέτει τη συναισθηματική νοημοσύνη στο επίκεντρο του εργασιακού χώρου
και της αγοράς. Όπως μου είπε η Σοσόνα Ζούμποφ, ψυχολόγος στη Σχολή Διοίκησης
Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ: «Οι εταιρείες γνώρισαν μια ριζοσπαστική επανάσταση
μέσα σ’ αυτό τον αιώνα και μαζί μ’ αυτήν επήλθε και μια αντίστοιχη μεταμόρφωση
του συναισθηματικού τοπίου. Προηγήθηκε μια μακρά περίοδος κατά την οποία
κυριάρχησε το διευθυντικό πρότυπο στην ιεραρχία των επιχειρήσεων, μια εποχή
κατά την οποία επιβραβευόταν το έργο του ικανού αυταρχικού αφεντικού-Ταρζάν,
που εκμεταλευόταν τους ανθρώπους. Αλλά εκείνη η άκαμπτη ιεραρχία άρχισε να
καταρρέει τη δεκαετία του ’80, κάτω από τη διπλή πίεση της διεθνοποίησης και της
τεχνολογίας της πληροφορικής. Ο Ταρζάν συμβολίζει την κατάσταση στην οποία
βρισκόταν κάποτε η εταιρεία. Ο βιρτουόζος στις διαπροσωπικές σχέσεις
αντιπροσωπεύει το μέλλον της εταιρείας».
Ορισμένοι από τους λόγους για τους οποίους συνέβη αυτό είναι πασιφανείς:
φανταστείτε τις συνέπειες που θα έχουν σε μια ομάδα εργασίας οι πράξεις κάποιου
ο οποίος είναι ανίκανος να συγκρατήσει τις εκρήξεις του θυμού του ή δεν τον αγγίζουν
καθόλου τα συναισθήματα των ανθρώπων γύρω του… Όταν αναστατωθούν
συναισθηματικά, οι άνθρωποι δεν μπορούν να θυμηθούν, να προσέξουν, να μάθουν
ή να πάρουν ξεκάθαρες αποφάσεις. Όπως το έθεσε ένας σύμβουλος επιχειρήσεων:
«το στρες κάνει τους ανθρώπους βλάκες».

«Σ’ ευχαριστώ, ω εταιρεία», τραγούδαγε ο Διονύσης Σαββόπουλος το 1971:


«Σ’ ευχαριστώ ω εταιρία,
εν αφθονία μου παρέχεις
στέγη, τροφή και προστασία,
Σ’ ευχαριστώ ω εταιρία.

Ω τα παιδιά αυτού του κόσμου


Χλωμά τρελά και κουρασμένα
παίρνουν το δρόμο για τη μητέρα
κι εγώ ξαναγυρνώ σ’ εσένα».

Ο «βιρτουόζος στις διαπροσωπικές σχέσεις», ο σύγχρονος άνθρωπος που πρέπει να


προσαρμόζεται στο ζοφερό τοπίο της εργασιακής ανασφάλειας και της αέναης
περιπλάνησης, εκπαιδευμένος στην αποδοχή της ματαίωσης – αφού φυσικά μάθει
να «συγκρατεί τα εκρήξεις του θυμού του» - μεταφέρει τις δεξιότητες που απέκτησε
κατή την εμπειρία του από τον εργασιακό του βίο στις σχέσεις με τους άλλους
ανθρώπους στην καθημερινότητά του. Η χειραγώγηση των ανθρώπινων
συναισθημάτων πέρασε από το δοκιμαστικό σωλήνα της εταιρικής πρακτικής, για να
αγκαλιάσει σήμερα ολόκληρη την κοινωνία μέσα από τις πρακτικές την συλλογικής
ενοχοποίησης των λαών, μολύνοντας την ιστορία τους και κανακεύοντας έναν
υφέρπων φασισμό στο βίο μας.

«Η ζωή είναι μια κωμωδία γι’ αυτούς που σκέφτονται και τραγωδία γι’ αυτούς που
αισθάνονται», H. Walpole
Στο βιβλίο του Ζύγκμουντ Μπάουμαν «Ρευστή αγάπη. Για την ευθραυστότητα των
ανθρώπινων δεσμών», αναφέρεται η περίπτωση μιας καθηγήτριας πανεπιστημίου
της Βόρειας Καρολίνας στις ΗΠΑ, η οποία παρουσιάζεται σαν «ειδική στα θέματα των
σχέσεων». Λέει λοιπόν κάπου η Caryl Rusbult ότι «τα αισθήματα δέσμευσης των
ανθρώπων έρχονται και παρέρχονται», ενώ η συγγραφέας Adrienne Burgess λέει: «Η
δέσμευση είναι συνισταμένη άλλων παραγόντων, όπως πόσο ικανοποιημένοι είμαστε
από τη σχέση μας, αν βλέπουμε άλλη βιώσιμη εναλλακτική κι αν μια αλλαγή θα μας
έκανε να χάσουμε σημαντικές επενδύσεις σε χρόνο, σε χρήμα, στην κοινή μας
περιουσία, στα παιδιά κλπ».
Είναι μήπως άσχετο το γεγονός ότι ακριβώς ίδια είναι η φύση της εργασιακής σχέσης;
Τα αισθήματα εργασιακής ασφάλειας, σταθερότητας, είναι άγνωστες λέξεις στη
μεσαιωνική ζούγκλα της αγοράς. Οι «άνθρωποι-καταναλωμένοι καταναλωτές»,
αντιμετωπίζονται ως προϊόντα μιας χρήσης, «έρχονται και παρέρχονται». Χρειάζεται
σταθερά να κάνουν ισολογισμούς εσόδων-εξόδων μετρώντας τη ζωή τους με όρους
κερδών και κόστους. Πώς θα μπορούσαν να ξεφύγουν οι ανθρώπινες σχέσεις από το
ασφυκτικό αγοραίο πλαίσιο που αγκαλιάζει απ’ άκρη σ’ άκρη κάθε πτυχή της
καθημερινότητάς μας;
«Κερδίσαμε σε πραγματικότητα και χάσαμε σε όνειρο. Δεν καθόμαστε πια
ξαπλωμένοι κάτω από ένα δέντρο χαζεύοντας μακάρια τον ουρανό αλλά
δημιουργούμε - και αν θέλουμε να είμαστε προκομμένοι, δεν πρέπει να είμαστε ούτε
πεινασμένοι ούτε ονειροπαρμένοι, αλλά πρέπει να τρώμε μπριζόλα και να
κινούμαστε», γράφει ο Μούζιλ στο βιβλίο «Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες».
Σε μία αγοραία κοινωνία είναι αποτέλεσμα η επικράτηση σχέσεων με όρους που
επιβάλλει η αγορά κι ο άνθρωπος που θα θελήσει να αμφισβητήσει τη συσχέτιση της
κοινωνικής φύσης του ανθρώπου με το Ε ί ν α ι του μπορεί να βρεθεί στις τάξεις
αυτών που έχουν μάθει καλά να χειρίζονται την οποιαδήποτε αγοραία «τέχνη». Από
αυτή την «συνομοταξία» δεν λείπουν κι αυτοί που ισχυρίζονται πως δήθεν
αντιπαλεύουν την κοινωνική πραγματικότητα. Οι αγοραίοι - όπως είναι γνωστό –
ευδοκιμούν και στα πιο καλά μοναστήρια της ορθοδόξου ηθικής, οποιασδήποτε
θρησκείας!

«Εσείς μας φέρνετε στη ζωή,


εσείς αφήνετε τον φτωχό να γίνει ένοχος,
μετά τον παραδίνεται στα βάσανα,
γιατί κάθε ενοχή παίρνει εκδίκηση στη γη»,
γράφει ο Γκαίτε.

Η θυματοποίηση και η συλλογική ενοχοποίηση των ανθρώπων δεν οδηγεί


αναπόφευκτα στην αναζήτηση μιας άλλης, διαφορετικής πορείας υπέρβασης των
αιτιών που οδηγούν σε αυτή την κατάσταση. Η «προσαρμοστικότητα» κυριαρχεί και
οι ουρές στα ταμεία του φόβου πληθαίνουν. Το «θύμα» αναζητά δικαίωση και
ψάχνει να τη βρει με όποιο τρόπο μπορεί. Ο αδικημένος άνθρωπος, αποκλεισμένος
από την εργασία και την κοινωνική ασφάλεια, μεταφέρει την φοβία και την
ανασφάλεια στις σχέσεις του. Αποδρά προσωρινά στήνοντας το δικό του «δίχτυ
προστασίας» , ψάχνοντας για πιο αδύνατα «θύματα» στον περίγυρό του και από
αυτή την λογική δεν γλιτώνουν ούτε οι ευεργέτες του. Μόνο που δεν βλέπει ότι η
σκάλα του κατατρεγμού και της ταπείνωσης τον οδηγεί σταθερά προς το βάραθρο
και τον αφανισμό. Οι εμπειρίες από τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων
μετασχηματίζονται μέσα στο μυαλό τους κι εμπλουτίζουν το ρεπερτόριο της φοβικής
συμπεριφοράς. Σε αυτό το πλαίσιο η δέσμευση με τον άλλο άνθρωπο μοιάζει όνειρο
απατηλό και εικόνα βγαλμένη από τις σκηνές των παραμυθιών που αγγίξανε κάποτε
την παιδική μας ψυχή. «Μα ποιοι διαβάζουν παραμύθια στις μέρες μας;», θα
ρωτήσει δικαιολογημένα κάποιος. «Κι όμως υπάρχουν», θα του απαντήσω… «από
αυτούς περιμένουμε πολλά!».
«Με την καρδιά βλέπει κανείς καθαρά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια», λέει ο
Εξυπερύ στον «μικρό πρίγκιπα». Λίγες λέξεις… «βαθιά νοήματα», όπως
χαρακτηριστικά λέει ένας φίλος!

Χρήστος Τσαντής, συγγραφέας.


Νοέμβρης 2014

You might also like