You are on page 1of 7

Αναφερθείτε στη σχέση της Εφαρμοσμένης

Γεωγραφίας και του Σχεδιασμού και στις ανάγκες


που ικανοποίησαν μεταπολεμικά, στο ευρύτερο
πολιτικο-οικονομικό πλαίσιο.
Posted on November 8, 2015 by DromoLogion

Περιεχόμενα
1. Εισαγωγή
2. Η Εφαρμοσμένη Γεωγραφία στην υπηρεσία του Σχεδιασμού
3. Η ανισότητα στην ανάπτυξη
4. Επίλογος

1. Εισαγωγή

Στο έργο του «Κοινωνική δικαιοσύνη και πόλη» ο David Harvey αντιδιαστέλλοντας
την Φιλελεύθερη και την Ριζοσπαστική Γεωγραφία, θεωρεί ότι η Φιλελεύθερη
Γεωγραφία της οικονομίας πρέπει να εξαλειφθεί και ο επόμενος στόχος για την
Γεωγραφία πρέπει να είναι η δημιουργία ενός νέου ριζοσπαστικού παραδείγματος
(Λεοντίδου: 166). Διατείνεται πως τόσο η Ριζοσπαστική Γεωγραφία όσο και η
Φιλελεύθερη, έχουν ως επίκεντρο της ανάπτυξής τους τις κοινωνικές ανισότητες και
την προσπάθεια άμβλυνσής τους μέσα από την ενεργό πολιτική.
Με την Ριζοσπαστική Γεωγραφία να αναπτύσσεται από την δεκαετία του 1970 ως τα
σήμερα, προβάλλοντας τον κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα της γεωγραφικής
φαντασίας, δίνεται έμφαση στην μελέτη των κοινωνικών διαδικασιών οι οποίες έχουν
επιπτώσεις στον χώρο και εξακολουθητικά, ανατροφοδοτούν τις κοινωνικές εξελίξεις.
Οι αναρχικοί γεωγράφοι (στις αρχές του αιώνα) δεν προέβλεψαν μόνο την
αποπόλωση και την αποκέντρωση της βιομηχανίας, ακριβώς την περίοδο που η
βιομηχανία προκαλούσε πρωτοφανείς συγκεντρώσεις στα βιομηχανικά, εμπορικά και
διαμετακομιστικά κέντρα (Λεοντίδου 2008:87), αλλά  και την παγκοσμιοποίηση της
οικονομίας, τον καιρό των ισχυρών εθνικών συνόρων.

Η εκμηχάνιση της γεωργίας, το εμπόριο, η αποικιοκρατία, η εκβιομηχάνιση και άλλες


εξελίξεις, σταδιακά καθιέρωσαν τη λογική των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής
στην Ευρώπη. Στην άλλη μεριά η Φιλελεύθερη Γεωγραφία συνδεδεμένη με την
Γεωγραφία της Ευημερίας, της υγείας και της Πρόνοιας αναζητά λύσεις που θα
οδηγήσουν στην οικονομική ευρωστία και την κοινωνική ευημερία αλλά σε άλλη
βάση από εκείνη της Ριζοσπαστικής (Λεοντίδου 2008:161). Σ΄αυτό το πρίσμα της
θεώρησης της Φιλελεύθερης Γεωγραφίας έρχεται η συμβολή του γεωγράφου στον
σχεδιασμό του χώρου, αποτελώντας την σημερινή εκδοχή της Εφαρμοσμένης
Γεωγραφίας.

Με ιστορικό δεδομένο και γεγονός ότι η Γεωγραφία αποτελεί εφαρμοσμένη


γεωπολιτική, τόσο μεθοδικά ασκημένη από το γερμανικό «ιμπέριουμ» και στους δυο
πολέμους, χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο υπηρεσίας στην διαμόρφωση της Λογικής
της Παγκοσμιοποίησης, στην παρέμβαση σε οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. 
Και τελικά στην διαμόρφωση, ως τελική συνισταμένη δύναμη, της κρίσης σ΄ όλα τα
επίπεδα: οικονομικής, κοινωνικής περιβαλλοντικής και ιστορικής, σε παγκόσμιο
επίπεδο.

2. Η Εφαρμοσμένη Γεωγραφία στην υπηρεσία του Σχεδιασμού.

Στη μακρόχρονη ιστορία της Ευρώπης, η χωρικότητα διαφοροποιούνταν


ακολουθώντας τις εδαφικές, πολιτικές και οικονομικές αλλαγές της κάθε εποχής. Η
γεωγραφική σκέψη προσανατολίζονταν ανάλογα με τις ιστορικές μεταβάσεις και είχε
περιγραφικό χαρακτήρα. Με την συστηματική παρουσίαση της Εφαρμοσμένης
Γεωγραφίας από τον L. D. Stamp, ο οποίος είδε την χαρτογράφηση των σχέσεων του
ανθρώπου με το περιβάλλον του, ιδιαίτερα χρήσιμη για την επίλυση πολλών
πιεστικών προβλημάτων της εποχής. Προβλήματα όπως η πληθυσμιακή πίεση στον
χώρο, η οικονομική ανάπτυξη και η συνακόλουθη βελτίωση της ποιότητας ζωής.

Ο Άγγλος επιστήμονας υποστηρίζει ότι η γεωγραφική θεώρηση και τα αποτελέσματα


προκύπτουν από την συλλογή και ανάγκη πληροφοριών που χαρτογραφούνται από
τον γεωγράφο μακριά από την πολιτική διαδικασία εντός της οποίας διαμορφώνονται
οι στόχοι του σχεδιασμού, κάτι που φυσικά δεν ισχύει κατ΄ ουδένα τρόπο. Στις μέρες
μας γίνονται απολύτως κατανοητά τα αποτελέσματα της πολιτικής στράτευσης της
γεωγραφίας που άρχισε από το μεσοπόλεμο και προφανώς πλέον καθόρισε και
μέτρησε γεωγραφικές κατανομές που όρισαν χώρους, εθνικές οντότητες και
οικονομικούς και κοινωνικούς σχηματισμούς.

Ενώ στο χώρο του τυπικού καπιταλισμού, ως πριν λίγο καιρό τουλάχιστον, φαίνεται
η Εφαρμοσμένη Γεωγραφία να προωθεί στρατηγικές για την υποστήριξη της
βιωσιμότητας της παραγωγής ως καπιταλιστικό προϊόν, σήμερα, στον καιρό της
κρίσης, μορφώνει και διερευνά μεθόδους αποκοπής της από το κοινωνικό της
υπόβαθρο. Απ τη μεριά των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, εκεί που
εφαρμόστηκαν τα σοσιαλιστικά παραδείγματα, από το 40 και μετά, η εξάσκηση της
Γεωγραφίας υπάκουε στις επιταγές της εξουσίας και στις κρατικές ανάγκες,
υπαγορεύοντας σχεδιασμούς και μορφοποιώντας την ίδια την επιστήμη.

Το ζήτημα είναι αν και σε ποιο βαθμό η συγκεκριμένη προσέγγιση (δηλαδή η  σχέση


Γεωγραφίας-Σχεδιασμού) κατόρθωσε να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές ανισότητες. Σε
κάθε ιστορική αλλαγή των τελευταίων αιώνων, ο στόχος της γεωγραφίας –
πολεοδομίας είναι να εξομαλύνουν της αντιθέσεις και ανισότητες που
παρουσιάστηκαν μετά από αυτήν την αλλαγή και αυτά προσπαθούν σαφώς να
κάνουν. Όμως οι αρχιτέκτονες-πολεοδόμοι λειτουργούν ακόμα και σήμερα σύμφωνα
με της επιταγές της εξουσίας, δηλαδή γίνεται μια μονόπλευρη ανάπτυξη.
«…Σε κάθε φάση όμως λαμβάνονταν ως δεδομένο ότι στο μέλλον θα κινούμαστε μέσα
στο ίδιο κοινωνικό-οικονομικό σύστημα και οι επιπτώσεις διαρθρωτικών αλλαγών
έτειναν να αγνοούνται. Η Εφαρμοσμένη γεωγραφία δεν πέτυχε ποτέ να ξεφύγει από τη
λογική του κυρίαρχου συστήματος.» (Λεοντίδου).

Εφόσον η αλλαγή της κοινωνίας πρέπει να πραγματοποιείται μέσα από συλλογικούς


αγώνες καθώς και με την ισότιμη συνεργασία ανάμεσα στο εξουσιαστικό φορέα και
τον επιστήμονα, ο αρχιτέκτονας-πολεοδόμος από την πλευρά του, αν θέλει να πετύχει
αυτό τον σκοπό, οφείλει να συμμετέχει ενεργά αναζητώντας το πραγματικά
κοινωνικά αναγκαίο και να το υπηρετεί.

Ο χώρος αντιμετωπίζεται ως παντοδύναμη αιτία στην «κλασική» γεωγραφία, ως


μέρος μιας δυναμικής σχέσης αλληλεπίδρασης στην «περιφερειακή», ενώ μελετάται,
διαιρεμένος σε περιφέρειες ή ακέραιος, από τους αναρχικούς γεωγράφους. Η κάθε
σχολή σκέψης, κρίνει τα γεωγραφικά φαινόμενα σε συνάρτηση με την πολιτική που
εξυπηρετεί. Οι αιτιοκράτες την αποικιοκρατία, οι αναρχικοί την επανάσταση. Οι
τελευταίοι, προειδοποίησαν τους λαούς της Ευρώπης για τις συνέπειες του άκρατου
οικονομικού φιλελευθερισμού και του καπιταλισμού, αλλά δεν κατάφεραν να
διασώσουν το παράδειγμα που διαμόρφωσαν στις χώρες όπου θα μπορούσαν να το
πραγματώσουν, είτε δηλαδή στην Σοβιετική ένωση και τα κράτη δορυφόρους, είτε
στην Κίνα του Μάο και στις άλλες περιφέρειες εφαρμογής του Σοσιαλισμού σε όλες
τις εκφάνσεις του. Το Τσέρνομπιλ, η φτωχοποίηση, η κατάρρευση των συστημάτων
και των δομών, διαμόρφωσαν το ίδιο ζοφερό παρόν και θα συμβάλλουν στο ίδιο
δυσοίωνο μέλλον του κόσμου της κρίσης. Οι αντιπαλότητες που ήδη διαμορφώνονται
δεν απαλύνουν τις ευθύνες και τις εξυπηρετικές τακτικές όλων των Γεωγραφικών
στρατοπέδων.

3. Η ανισότητα στην ανάπτυξη.

Η ιστορική γεωγραφία του καπιταλισμού χαρακτηρίζεται από ριζικό μετασχηματισμό


των κοινωνικών σχέσεων που δεν διαδραματίζονται στα πλαίσια ισότητας. Ο
μετασχηματισμός κινούνταν ταχύτερα σε ορισμένα μέρη και βραδύτερα σε άλλα.
Αντιμετώπιζε αποδοχή και απόρριψη από περιοχή σε περιοχή, ήπια προσαρμογή
κάπου και αιματοχυσίες αλλού. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι
αδιαχώριστος από την έννοια της άνισης ανάπτυξης στο χώρο και τον χρόνο.
(Λεοντίδου: 205). «Ανάπτυξη» και «υπανάπτυξη» είναι δομικά χαρακτηριστικά στην
ίδια οικονομική διαδικασία , σαν παράλληλα αποτελέσματα μιας εντεινόμενης
εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης που αποδομεί τις κυρίαρχες έννοιες του
καπιταλισμού για ελευθερία και ισότητα.

Με την μεταθετικιστική και διεπιστημονική Γεωγραφία να έρχεται πάλι στο


προσκήνιο και να ερευνά την άνιση ανάπτυξη, παγκόσμια αλλά και στο αστικό τοπίο,
ασκείται κριτική στην αγγλοαμερικανική αντίληψη του εθνοκεντρισμού (Λεοντίδου
2008:142). Χρησιμοποιεί ποσοτικούς δείκτες χωρίς να τους δέχεται μόνους,
εισάγοντας νέους όρους, την ανάπτυξη (development) σε αντιδιαστολή από την
μεγέθυνση (growth) και την εξέλιξη (evolution).

Δεν έχει σημασία μόνο η εξέλιξη διαφόρων μεγεθών αφού, για παράδειγμα, η
συσσώρευση ξένων κεφαλαίων άνευ όρων πολλές φορές δεν δημιουργεί σταθερό και
παραμένον εισόδημα, παρά την ποσοτική μεγέθυνση που είναι γεγονός. Όπως επίσης
πολλές φορές, η ανάπτυξη αυτή, πιθανόν να συνοδεύεται από περιβαλλοντική
καταστροφή, κατασπατάληση φυσικών πόρων, παράβλεψη των συνθηκών ασφαλείας
των εργαζομένων και μπορεί να εξελιχθεί σε υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, ως
τη φτωχοποίηση.

Οι νεομαρξιστές, στην δεκαετία του 1970, πρώτοι μορφοποιούν την έννοια της
ανάπτυξης, σαν μια γεωγραφική μεθοδολογία που επίκεντρο κάθε προσπάθειας
κατανόησης της εξέλιξης θέλει να είναι οι κοινωνικές σχέσεις παραγωγής. Σύμφωνα
με αυτή την σχολή, η άνιση ανάπτυξη θεωρείται απόρροια του παγκόσμιου
συστήματος καταμερισμού της εργασίας ή του ιμπεριαλισμού. Στα πλαίσια αυτά
έρχεται η Ανθρωπογεωγραφία να μιλήσει για την αναδιάρθρωση της παραγωγής σε
όλες τις κλίμακες χώρου σαν διαδικασία διαδοχικής ανάπτυξης διαφορετικών τρόπων
παραγωγής.(Λεοντίδου: 208)

Η γεωγραφία της άνισης ανάπτυξης αφορά όλες τις κλίμακες χώρου από την τοπική
μέχρι την παγκόσμια. Αποτελεί τον πυρήνα του γεωγραφικού προβληματισμού μετά
την υπέρβαση του θετικισμού και μέχρι τις μέρες μας. Δημιουργεί κινήματα και
θεσμούς επιτυχίες και αποτυχίες και ταυτόχρονα συνειδητοποίηση της σημασίας του
χώρου και του περιβάλλοντος στις κοινωνικές διαφοροποιήσεις ανισότητες και
αποκλεισμούς. (Λεοντίδου: 226)

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, με την εμφάνιση της Μετανεοτερικότητας ως
φιλοσοφικού ρεύματος, εδραιώνεται το μεταμοντέρνο κίνημα, το οποίο επηρέασε τα
πεδία της λογοτεχνίας, των εικαστικών τεχνών, και της φιλοσοφίας. Αμφισβητείται
πλέον η ιδεολογία του διαφωτισμού και ασκείται κριτική σε όλες τις εκφάνσεις του.
Προτείνεται μία νέα θεώρηση, με βασική μέθοδο τον αναστοχασμό της ανθρώπινης
δραστηριότητας και την αποδόμηση, την οποία εισήγαγε ο φιλόσοφος Derrida.

Ξεκινά μια μεταφορντική περίοδος, η οποία χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση


βιομηχανικών ζωνών μακριά από τα παραδοσιακά βιομηχανικά κέντρα, την
αποκέντρωση των πληθυσμών από τις πόλεις σε περιοχές της επαρχίας και την
εμφάνιση νέων μορφών εργασίας, όπως η αυτοαποσχόληση, η μικρή βιομηχανία, η
άτυπη εργασία, άμεσα συνυφασμένες με τις νέες τεχνολογίες. Η Μεταμοντέρνα
Γεωγραφία επαναπροσδιορίζει την έννοια της χωρικής διαφοροποίησης έναντι των
γενικών νόμων χωρικής οργάνωσης που πρέσβευε η Ποσοτική Γεωγραφία,
υποστηρίζει την ποικιλομορφία και την μοναδικότητα του τόπου στην γεωγραφική
ανάλυση και δίνει έμφαση στη διεπιστημονικότητα της Γεωγραφίας αντί της
πολυεπιστημονικότητας των ποσοτικών γεωγράφων. Εναρμονίζεται με το
μεταφορντικό σύστημα συσσώρευσης, απορρίπτει τις μεγαλόστομες αφηγήσεις και
επιδιώκει την επάνοδο των τοπικών αφηγήσεων και κριτικάρει τη γραμμικότητα της
ιστορίας αποδεχόμενη την έννοια της αποδόμησης του Derrida.

Η Μεταμοντέρνα Γεωγραφία δέχθηκε κριτική για ορισμένες πτυχές της.


Κατηγορήθηκε πως στηρίχθηκε σε κοινωνικές αξίες, οι οποίες υποτάσσονται σε
ατομικιστικές επιδιώξεις προσπορισμού, τις οποίες επεδίωκε το νεοφιλελεύθερο
πολιτικό σύστημα. Στην κριτική αυτή οι μεταμοντέρνοι γεωγράφοι ανταπαντούν πως
ο μεταμοντερνισμός είναι ένα ετερογενές πολιτισμικό ρεύμα, και πως η εμμονή τους
για την κατάλυση της διάκρισης μεταξύ τοπικής αυτονομίας και κρατικού ελέγχου θα
μπορούσε να συνδεθεί με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία αλλά κάλλιστα θα μπορούσε
να συνδεθεί και με τον αναρχισμό του Feyrabend και του Derrida.  Ακόμη, η
τεχνολογική επανάσταση ως ένα κυρίαρχο και θεμελιώδες στοιχείο της
μετανωτερικότητας μετατρέπει την «φύση της γνώσης», η οποία δεν θα είναι δυνατόν
να επιζήσει στο διαμορφωμένο περιβάλλον ως έχει, αν δεν μετασχηματισθεί άμεσα.
Γίνεται εμφανής η σύνδεση της μετανεωτερικότητας με την κατάσταση διάβρωσης
των εθνικών, πολιτισμικών και γλωσσικών ταυτοτήτων στο πλαίσιο της
παγκοσμιοποίησης (Harvey, 2007, σελ. 69-100). Επιπλέον, η θέαση και η προσέγγιση
της μετανεωτερικότητας μοιάζει να ευνοεί την ετερογένεια, τη διαφορά, την
απροσδιοριστία και τον κατακερματισμό που όλο και περισσότερο προσομοιάζει
στην διασκευασμένη σήμερα ελληνική πραγματικότητα. Αντίθετα προς την
κοινωνική τάξη των πραγμάτων και την τυποποίηση της γνώσης, που αποτελούν
βασικές αρχές της νεωτερικότητας, η μετανεωτερικότητα υπερασπίζεται
αποσπασματικότητα, το εφήμερο και την ασυνέχεια, προτιμώντας τη διαφορά από
την ομοιομορφία. Το κυριότερο, όμως, γνώρισμα της μετανεωτερικής σκέψης είναι η
δυσπιστία απέναντι σε κάθε «ολοκληρωτικό-οικουμενικό λόγο» (Harvey, 2007, σελ.
28-38).

Η πορεία της Γεωγραφίας τον 20ο αιώνα ήταν περιπετειώδης, καθώς θεωρίες και
Παραδείγματά της, έγιναν αντικείμενο κριτικής, αμφισβητήθηκαν και εναλλάχθηκαν
ανάλογα με τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές αλλαγές που συντελέστηκαν
στον κόσμο. Την είδαμε είτε ως Κριτική, είτε ως Εφαρμοσμένη στην υπηρεσία του
Σχεδιασμού, είτε ως μεταμοντέρνα, να είναι υποκείμενο και κατηγορούμενο μιας
γεωπολιτικής που καταστρώνεται σε κυβερνοπαίγνια, παίζοντας ως παράμετρος και
καταλύτης ταυτόχρονα.

Στον 21ο αιώνα παράγονται πλέον γεωπολιτικά αποτελέσματα που διαμόρφωσε η


παγκόσμια οικονομική κρίση και, σε επίπεδο καθαρής γεωγραφικής κατανομής, στην
αναδιάταξη των συνόρων που διαμόρφωσε ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Η
Ευρώπη που, κυρίως, παρήγαγε τα γνωσιακά εργαλεία, φιλοσοφικά ρεύματα, όπως
διαμορφώθηκαν και στις δυο όχθες του Ατλαντικού, ως κοινή πλατφόρμα του
Δυτικού κόσμου, έγινε το πεδίο εφαρμογής των Παραδειγμάτων και τα παρατηρεί
στον Βορά και στον Νότο της. Τον αναπτυγμένο Βορά και τον υπανάπτυκτο Νότο.
Με διαφαινόμενη πια μια πιθανή διάλυσή της.

Οι «νέοι χάρτες» που «ζωγραφίζει» η Γεωγραφία σήμερα, έχουν άλλες


συντεταγμένες, καταλύουν κρατικά σύνορα, κατακερματίζουν και ανασυνθέτουν
μειονότητες και πλειονότητες, αμφισβητώντας κυρίαρχες δομές, ενοποιούν
«αλλοιώς» τις κοινωνικές και εθνοτικές οντότητες, διαμορφώνουν ανατρεπτικούς
οικονομικούς, πολιτικούς και χωροταξικούς σχεδιασμούς. Το σημείο αφετηρίας της
μετάβασης στη νέα Γεωγραφία, την κριτική και ριζοσπαστική θεώρηση της
επιστήμης, σημάδεψε την πολιτιστική και κοινωνική στροφή στην σημασία της
ανθρώπινης ύπαρξης και την αλληλεπίδρασή της με το χώρο. Από την ποσοτική
επανάσταση και τον λογικό θετικισμό μέσω των μεταβατικών έφτασε στα
μεταθετικιστικά Παραδείγματα. Η σχέση κοινωνίας και χώρου είναι αμφίδρομη και
διαδραστική, καθώς οι δραστηριότητες στο χώρο είναι αποτέλεσμα των κοινωνικών
διαδικασιών, αλλά επίσης, οι ίδιες δραστηριότητες επηρεάζουν τον τρόπο
διαμόρφωσης και ανάπτυξης του περιβάλλοντος χώρου.

4. Επίλογος

Σε μια προσπάθεια να δούμε τα αποτελέσματα των επιρροών στην Ελλάδα, των


ασκημένων επί του Χάρτη της – κυριολεκτικά –, των νεοτέρων γεωγραφικών
παραδειγμάτων, είναι φανερό ότι η οικονομική κρίση θα αποτελέσει την θρυαλλίδα
που, θα προσπαθήσει τουλάχιστον, να δυναμιτίσει την κρατική της υπόσταση.

Ο αποχαρακτηρισμός της ως συμπαγούς εθνικής συνείδησης οντότητα, με την είσοδο


εκατομμυρίων προσφύγων που εσκεμμένα συσσωρεύτηκαν στο κέντρο της
πρωτεύουσας της χώρας και τώρα κάτω από την εφαρμογή της γαιοπροσόδου θα
διαμοιρασθούν βάσει σχεδιασμού στην περιφέρεια, είναι πλέον γεγονός. Η
πολιπολιτισμικότητα που επιβλήθηκε θα έχει διακριτές επιπτώσεις, αφού θα
υποστηρίξει το ζητούμενο της δημιουργίας μιας καινούριας γεωγραφικής ενότητας
βαλκανικού χαρακτήρα σε επίπεδο εισοδημάτων, διαχείρισης υπεδάφιων πόρων,
ενεργειακών πηγών μεταφορικών αξόνων και πολιτισμικών αναδιανομών.

Ό,τι η Ελλάδα φαινομενικά γλύτωσε χάρι στην Γιάλτα[1] και την άσκοπη-τελικά-
αιματοχυσία της περιόδου 44-49, της επιβάλλεται με πρόσχημα την κρίση και την
κοινωνικά ελεγμένη ως «λαμογιά» , Γεωγραφική της ευημερία. Όλα γίνονται εφικτά
με την στράτευση των «πεπεισμένων» ή των «εργαζομένων» μετανεοτεριστών της
πνευματικής κοινότητας που υπεράσπισαν και εξυπηρέτησαν ιδεολογικά,
αποδεικνύοντας την διεπιστημονικότητα της Γεωγραφίας και τον ρόλο της ως
εργαλείο της γεωκυβερνητικής.

[1]«Η Διάσκεψη της Γιάλτας» πραγματοποιήθηκε στο μέγαρο της Λιβάντια (Livadia)
που βρίσκεται κοντά στην πόλη της Γιάλτας. Η σύνοδος αυτή θεωρείται μεγάλης
σπουδαιότητας, κυρίως λόγω των θεμάτων που διαπραγματεύτηκαν οι “Τρεις
Μεγάλοι” (The big three, όπως ήταν τότε το προσωνύμιό τους) και είχε να κάνει με
την μεταπολεμική πολιτική που θα ακολουθούσαν σχετικά με τις χώρες που είχε
καταλάβει η Γερμανία αλλά και με την τύχη των χωρών που είχαν συμμαχήσει με
αυτην. Επισημοποιήθηκε η πρόθεση για τη δημιουργία του Ο.Η.Ε. απορρίφθηκε η
πρόταση των Τσώρτσιλ και Ρούσβελτ για διαμελισμό της Γερμανίας και
αποφασίστηκε η εκμηδένιση του γερμανικού μιλιταρισμού και ναζισμού, για να μην
μπορέσει ξανά η Γερμανία να απειλήσει την παγκόσμια ειρήνη. Η Γιάλτα είναι
προφανές πως δεν υφίσταται στις μέρες μας!

Βιβλιογραφία
Λ. Λεοντίδου, Κ. Πετροπούλου, Π. Σκλιάς, Η. Κουρλιούρος, Β. Αράπογλου, Α.
Αφουξενίδης, Μ. Τσάμπρα, Α. Λουκάκη, Γ. Τριτζάς, 2008 Ευρωπαικές Γεωγραφίες,
Τεχνολογία και Υλικός Πολιτισμός της Ευρώπης. ΕΑΠ, Πάτρα

Λεοντίδου, Λ. 2008, Αγεωγράφητος Χώρα: Ελληνικά Είδωλα στις Επιστημολογικές


Διαδρομές της Ευρωπαϊκής Γεωγραφίας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα

You might also like