Professional Documents
Culture Documents
GrammenoudisG.A 2019
GrammenoudisG.A 2019
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ 2019
1
ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ
ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ 2019
2
Πνευματικά δικαιώματα
Πνευματικά δικαιώματα Copyright © [Γραμμενούδης Γεώργιος-Αλέξανδρος, 2019]
Η έγκριση της πτυχιακής εργασίας από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής
Εκπαίδευσης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης δεν δηλώνει απαραιτήτως
την αποδοχή των απόψεων του συγγραφέα.
Υπεύθυνη Δήλωση
Βεβαιώνω ότι είμαι συγγραφέας αυτής της πτυχιακής εργασίας και ότι κάθε βοήθεια
που προσφέρθηκε στην εκπόνησή της αναγνωρίζεται και αναφέρεται στο κείμενο.
Επιπλέον, αναφέρονται όλες οι βιβλιογραφικές πηγές που αξιοποιήθηκαν,
πρωτογενείς και δευτερογενείς, είτε η συμβολή τους παρατίθεται επακριβώς ως
απόσπασμα είτε ως παράφραση.
Ο συγγραφέας της εργασίας
[Υπογραφές]
3
DEMOCRITUS UNIVERSITY OF THRACE
SCHOOL OF EDUCATIONAL SCIENCES
PRIMARY EDUCATION DEPARTMENT
PEDAGOGY AND PSYCHOLOGY SECTOR
ALEXANDROUPOLIS 2019
4
All rights reserved
Copyright © [Grammenoudis Georgios-Alexandros]
The approval of the report by the Department of Primary Education,
Democritus University of Thrace, does not necessarily indicate the
acceptance of the views of the author.
Statutory Declaration - ΥπεύθυνηΔήλωση
I certify that I am the author of this final year report and that all the help
offered for its compilation is acknowledged and is clearly indicated in the
text. Furthermore, all primary as well as secondary resources used as well
as the materials appearing in it have been properly quoted and attributed.
[Signatures]
5
Ευχαριστίες
Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την επιβλέπουσα της πτυχιακής μου
εργασίας για τις πολύτιμες συμβουλές που μου παρείχε καθ’ όλη τη διάρκεια
εκπόνησής της. Η καθοδήγησή της ήταν άμεση, καίρια και καθοριστική, δίχως
αοριστολογίες.
Επιπλέον, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά και τα μέλη της τριμελούς
εξεταστικής επιτροπής για τις πολύτιμες υποδείξεις τους και το χρόνο που διέθεσαν
για να διαβάσουν και να κρίνουν την εργασία αυτή.
Η πτυχιακή μου εργασία αφιερώνεται στην οικογένεια μου, ως ένα ελάχιστο
«ευχαριστώ» για την ανιδιοτελή οικονομική, ψυχολογική και συναισθηματική
υποστήριξη που μου παρείχαν, καθ’όλη τη διάρκεια των σπουδών μου.
6
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ................................................................................................................................. 9
ABSTRACT ................................................................................................................................ 10
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ................................................................................................................................. 11
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ............................................................................................................................ 14
1.3 Η σημασία της καλλιέργειας και ανάπτυξης της κριτικής σκέψης ................................... 15
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ............................................................................................................................ 20
2.4 Παράγοντες που διευκολύνουν ή παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης
στους μαθητές ......................................................................................................................... 23
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ............................................................................................................................ 25
7
3.6 Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών για ποιοτική εκπαίδευση......................................... 30
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ............................................................................................................................ 32
Η ενσωμάτωση της Κριτικής Παιδαγωγικής στο ισχύον Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών ... 32
4.2 Η αξιοποίηση των μεταμοντέρνων θεωριών από την εκπαιδευτική πολιτική και η
σύνδεση τους με την Kριτική Παιδαγωγική ............................................................................ 33
Διαπιστώσεις – συμπεράσματα............................................................................................ 45
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ....................................................................................................................... 49
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ .......................................................................................................................... 55
8
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
9
ABSTRACT
The need to reinforce critical thinking is justified by the fact that there is a burst of
knowledge and information nowadays. Thus, the student, and generally the modern
man, is asked, on the one hand, to know a multitude of information, but also to
evaluate them. The successful treatment of everyday problems requires the activation
of the skills that constitute critical thinking. An important role for the cultivation of
these skills in the students plays the curriculum, as it is the most important means of
shaping the educational reality. In Greek curriculum many of the general principles,
methodological approaches and pedagogical practices, are based on critical theory.
Based on this, the educational process raises problems that refer to social inequalities
and discrimination, while the ultimate goal is the autonomy of the pupils.The current
research studies the way teachers perceive the curriculum and the extent to which it
helps the development of students' critical thinking. These concepts were initially
studied from a bibliographic standpoint and then through empirical research by
conducting structured interviews. This survey was conducted in Thessaloniki. The
results showed that the prevailing perception is that the current curriculum, although
in the general part ensures the development of critical thinking among pupils, in the
practical implementation it indicates school pathology, both in the role of teachers and
students.In addition, it was noted that teachers' practices are the main reasons for
preventing students from growing their critical thinking.
10
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ητελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα χαρακτηρίζεται από την ευρεία διάδοση
και θεσµοποίηση της «κριτικής σκέψης» σε πολλούς τοµείς της εκπαίδευσης. Πολλοί
θεωρητικοί της εκπαίδευσης ισχυρίζονται πως κανένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα δεν
θα είναι αποδεκτό τον 21ο αιώνα, εάν δε συμβάλλει στη διαδικασία ανάπτυξης και
καλλιέργειας της κριτικής σκέψης. Στο εκπαιδευτικό σύστημα επιδιώκεται η
ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του μαθητή, η επιτυχής κοινωνική ένταξη
του μέσα από τη συγκρότηση και αποδοχή κοινών αξιών και η ανάπτυξη νοητικών,
συναισθηματικών και ψυχοκινητικών δεξιοτήτων. Οι τρόποι και τα μέσα με τα οποία
θα εκπληρωθούν όλα αυτά αναφέρονται στο επίσημο Αναλυτικό Πρόγραμμα
Σπουδών (Α.Π.Σ.). Με άλλα λόγια, η εκπαιδευτική πολιτική ενός κράτους εκφράζεται
μέσα από το επίσημο Α.Π.Σ. Στο ισχύον Α.Π.Σ. δίνεται μεγάλη έμφαση στην
καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και στην παροχή ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση
προς όλους. Το γεγονός αυτό καθιστά την «Κριτική Παιδαγωγική» ως τη θεωρία που
θα μπορέσει να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στους διαφορετικούς πολιτισμούς και
τις κουλτούρες των λαών. Η Κριτική Παιδαγωγική εστιάζει σε ποιοτικές όψεις της
σχολικής ζωής, καθώς αντιμετωπίζει τα σχολεία ως δημόσιους χώρους, στους
οποίους γίνεται διαπάλη ιδεών και πρακτικών και στους οποίους μπορεί να
αναπτυχθεί αντίσταση και αντι-ηγεμονικός αγώνας. Οι μαθητές έχουν το ηθικό
δικαίωμα να διδάσκονται πώς να σκέφτονται κριτικά, με αποτέλεσμα ο ρόλος του
εκπαιδευτικού στη διδακτική πράξη να είναι πολύ σημαντικός.
Το ερευνητικό πρόβλημα που μελετά η παρούσα εργασία είναι το εξής: «Πώς
αντιλαμβάνονται το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών οι Έλληνες εκπαιδευτικοί της
Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και σε ποιο βαθμό θεωρούν ότι αυτό βοηθά στην
ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών».
Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη, το θεωρητικό και το εμπειρικό. Το
θεωρητικό μέρος της εργασίας αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια, ενώ στο δεύτερο
μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, παρατίθενται τα ερευνητικά δεδομένα της έρευνας.
Τέλος, στο Παράρτημα παρουσιάζονται οι απομαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις των
εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι συμμετείχαν στην έρευνα.
Στο πρώτο κεφάλαιο του θεωρητικού μέρους γίνεται λεπτομερής αναφορά
στην ιστορική αναδρομή του κινήματος της κριτικής σκέψης, στον εννοιολογικό
προσδιορισμό της έννοιας αυτής και στη σπουδαιότητα καλλιέργειας και ανάπτυξης
αυτού του τρόπου σκέψης στους ανθρώπους. Επιπλέον, εξετάζεται η δυναμική που
υπάρχει ανάμεσα στη κριτική σκέψη, στην ανάπτυξη επιχειρηματολογίας και στη
δημιουργική σκέψη. Το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την καταγραφή των
χαρακτηριστικών των κριτικά σκεπτόμενων ατόμων.
Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι λόγοι για τους οποίους η κριτική
σκέψη αποτελεί έναν καίριο, αποτελεσματικό και σύγχρονο παιδαγωγικό στόχο και
ορίζονται οι θεωρίες μάθησης, οι οποίες ευνοούν την καλλιέργεια της κριτικής
σκέψης. Επιπλέον, παρουσιάζονται οι δεξιότητες των κριτικά σκεπτόμενων ατόμων,
οι παράγοντες που παρεμποδίζουν τη διδασκαλία της κριτικής σκέψης, καθώς επίσης
ο τρόπος και τα εργαλεία με τα οποία οι εκπαιδευτικοί μπορούν να αξιολογήσουν τη
κριτική σκέψη των μαθητών. Τέλος, επιχειρείται μία σύγκριση μεταξύ του
11
παραδοσιακού και του ανοικτού σχολείου, όπου μέσα σε αυτό πλαισιώνεται ο ρόλος
των εκπαιδευτικών και των μαθητών.
Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζεται το περιεχόμενο των Α.Π.Σ., οι μορφές και
τα είδη τους, ο σχεδιασμός και η δομή τους. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στην
ελληνική πραγματικότητα και στους λόγους για τους οποίους το ισχύον Α.Π.Σ.
χρειάζεται αναμόρφωση. Στο τέλος του κεφαλαίου περιγράφεται ένα ιδανικό Α.Π.Σ.
το οποίο θα μπορούσε να βοηθήσει στη βελτίωση και αναβάθμιση της παρεχόμενης
εκπαίδευσης.
Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο του θεωρητικού μέρους γίνεται αναφορά
στην Κριτική Παιδαγωγική. Αναλυτικότερα, παρουσιάζονταιοι σκοποί, τα δομικά
στοιχεία και οι μέθοδοι με τις οποίες αυτή μπορεί να πλαισιώσει την εκπαιδευτική
διαδικασία. Στη συνέχεια, περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο οι μεταμοντέρνες
θεωρίες μπορούν να προσδώσουν στο Α.Π.Σ. νέα στοιχεία που αφορούν στην
παραγωγή γνώσεων και ορίζεται ο ρόλος του κριτικού εκπαιδευτικού στη διαδικασία
της μάθησης. Στο τελευταίο τμήμα του κεφαλαίου προτείνεται ένα σύγχρονο Α.Π.Σ.
το οποίο έχει ως βασικό άξονα την Κριτική Παιδαγωγική.
Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, παρατίθεται η έρευνα και οι
μεθοδολογικές της προσεγγίσεις. Ειδικότερα, αναφέρονται η αφετηρία, ο στόχος και
οι επιμέρους στόχοι της έρευνας. Ακολουθεί η στατιστική επεξεργασία των
δεδομένων της έρευνας. Το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την παράθεση των
ευρημάτων της έρευνας και των συμπερασμάτων που προέκυψαν. Η εργασία
ολοκληρώνεται με τη βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε και το Παράρτημα, στο
οποίο καταγράφονται οι απομαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις των εκπαιδευτικών, οι
οποίοι συμμετείχαν στην έρευνα.
12
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
13
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η κριτική σκέψη
14
2. Οι διαδικασίες της νόησης είναι ξεχωριστές από το περιεχόµενό της και
πρέπει να διδάσκονται έξω από το πλαίσιο ενός συγκεκριµένου γνωστικού
περιεχοµένου.
3. Οι γνωστικές δεξιότητες που διδάσκονται θα πρέπει να εφαρµόζονται σε νέες
και διαφορετικές καταστάσεις.
15
Η σπουδαιότητα ανάπτυξης και καλλιέργειας της κριτικής σκέψης τονίζεται
με βάση τα παρακάτω τρία επιχειρήματα (Stenhouse & Rudduck, 1995):
Ηθική αιτιολόγηση. Μία από τις δυνατότητες του ανθρώπου είναι η γνωστική
και ψυχοσυναισθηματική εξέλιξή του. Η εξέλιξη αυτή θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο
τρόπο ώστε το άτομο να μην είναι εξαρτώμενο κανενός άλλου ατόμου ή κοινωνικού
συνόλου.
Πραγματιστική αιτιολόγηση. Οι μαθητές επιθυμούν τη σύνδεση των γνώσεων
τους με την αγορά εργασίας. Η συμβολή της κριτικής σκέψης κατά τη σχολική τους
εκπαίδευση θα λειτουργήσει θετικά στην επαγγελματική τους πορεία.
Πνευματική αιτιολόγηση. Για να γίνει ένας άνθρωπος επιστήμονας δεν
απαιτείται να αφομοιώνει όλες τις γνώσεις που έχουν διατυπωθεί για το αντικείμενο
του, αλλά να είναι ικανός να τις συνθέτει και να τις αξιολογεί. Συνεπώς, ο
εκπαιδευτικός θα πρέπει να θέτει την κριτική σκέψη ως έναν από τους σκοπούς της
διδασκαλίας του (Marples, 2003).
Τέλος, ένας επιπλέον λόγος της σπουδαιότητας που διαδραματίζει η κριτική
σκέψη στην κοινωνία είναι η προάσπιση της δημοκρατίας. Ο Pοstman (1999)
υποστηρίζει πως μία χώρα είναι δημοκρατική όταν διδάσκει τους πολίτες της τις
δεξιότητες της κριτικής σκέψης. Ανάλογη άποψη είχε και ο Glaser (1984), ο οποίος
διατύπωσε πως μέσω της κριτικής σκέψης οι πολίτες έχουν την ικανότητα να
σχηματίζουν ορθούς συλλογισμούς για όλα τα κοινωνικά ζητήματα που τους
αφορούν και παράλληλα να βρίσκουν λύσεις για αυτά, λειτουργώντας πάντα μέσα σε
ένα δημοκρατικό πλαίσιο.
16
Σύμφωνα με τους Weinstock, Neuman & Tabak (2004), οι άνθρωποι οι οποίοι
επιχειρηματολογούν είναι πιθανότερο να υπερασπίζονται τις απόψεις τους έναντι των
υπολοίπων. Ωστόσο, η ανάπτυξη μίας επιχειρηματολογίας είναι μία διαδικασία, η
οποία θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας των μαθητών. Μία από τις πιο
συχνές δυσκολίες, σύμφωνα με την Kuhn (1991), είναι η πεποίθηση των μαθητών ότι
οι απόψεις τους είναι πάντα ορθές, έστω και αν δεν αιτιολογούνται από «απτά» και
εμφανή γεγονότα. Επιπρόσθετα, πολλοί από αυτούς δεν έχουν τη δυνατότητα να
παρουσιάσουν τεκμήρια ή αποδείξεις που να υποστηρίζουν τα λεγόμενά τους (Kuhn
& Udell, 2003). Σε έρευνες που διεξήχθησαν (Evagorou & Avramidou, 2008)
διαφαίνεται ότι πολλοί μαθητές υποστηρίζουν τις απόψεις τους προβάλλοντας μόνο
ένα τεκμήριο και αγνοώντας όλα τα υπόλοιπα.
Οι Rojas-Drummond & Peon (2004) σημειώνουν ότι η πλειονότητα των
μαθητών που αποφοιτούν από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση δεν έχουν την ικανότητα
να επιχειρηματολογήσουν, γεγονός το οποίο έχει αρνητικό αντίκτυπο στην απόκτηση
νέων γνώσεων. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης, σύμφωνα με τους παραπάνω
συγγραφείς, αποδίδεται στο γεγονός ότι τα Α.Π.Σ. δεν προωθούν δεξιότητες που να
ενισχύουν και να καλλιεργούν την ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας στους μαθητές.
Έτσι, πολλοί ερευνητές διατύπωσαν τις ενστάσεις τους για την εκπαιδευτική πολιτική
που ακολουθείται, η οποία δίνει έμφαση στη μετάδοση γνώσεων και όχι στην
καλλιέργεια δεξιοτήτων επιχειρηματολογίας (Clark & Sampson, 2006).
Σύμφωνα με τον vanGelder (2002), η διαδικασία του να επιχειρηματολογεί
κάποιος είναι πολύ δύσκολη. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος είναι με την χρήση του
πεζού λόγου, ο οποίος όμως δεν μπορεί να αναπαραστήσει νοητικά σχήματα. Για το
λόγο αυτό προτάθηκε η χαρτογράφηση επιχειρημάτων μέσω λογισμικών
προγραμμάτων (vanGelder, 2007), τα οποία δημιουργήθηκαν με σκοπό την
εξοικείωση των μαθητών με τα δομικά στοιχεία της επιχειρηματολογίας (Mandell,
Sorge & Russell, 2002).
Η υποβολή ερωτήσεων.
Η μελέτη ενδείξεων.
Η κατανόηση της πιθανής ύπαρξης εναλλακτικών εξηγήσεων.
Η ανάλυση υποθέσεων.
17
Ο ορισμός του προβλήματος.
Η ανεκτικότητα στην ύπαρξη αμφιλεγόμενων απαντήσεων.
Η αποφυγή συναισθηματικών επεξηγήσεων.
Η αποφυγή υπεραπλουστεύσεων.
18
της επαλήθευσης/αξιολόγησης, όπου είτε έχει ολοκληρωθεί η εύρεση λύσης
είτε το άτομο επαναλαμβάνει τη διαδικασία αυτή από την αρχή.
Ανασκοπώντας τη σχετική βιβλιογραφία για τη σχέση μεταξύ κριτικής και
δημιουργικής σκέψης εμφανίζονται πολλές διασυνδέσεις και πολλές διαφορές
(Campbell, 2007). Για παράδειγμα, η διατύπωση υποθέσεων είναι ικανότητα της
κριτικής σκέψης αλλά η επιλογή και διαμόρφωση μιας υπόθεσης εμπεριέχει και
στοιχεία δημιουργικότητας. Συνεπώς, η αναλυτική επεξεργασία των δεδομένων από
την κριτική σκέψη δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να γίνεται με δημιουργικό τρόπο
(Pritchard, 1996). Αντίστοιχα, η βασική διαφορά αυτών των δύο μορφών σκέψεων
είναι ότι ενώ η δημιουργική σκέψη συνθέτει τα δεδομένα με τη χρήση της φαντασίας,
η κριτική τα αναλύει με τη χρήση της λογικής.
Αναμφίβολα, η καλλιέργεια και η ανάπτυξη της κριτική και δημιουργικής
σκέψης είναι από τα κυριότερα στοιχεία του εκπαιδευτικού συστήματος. Η
δημιουργική εκπαίδευση, μετά την εισαγωγή των νέων Α.Π.Σ. και των Διαθεματικών
Ενιαίων Πλαισίων Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.), έχει εισέλθει στην
υποχρεωτική ελληνική εκπαίδευση με την καθιέρωση του μαθήματος της Ευέλικτης
Ζώνης. Η Ευέλικτη Ζώνη εστιάζει στη μελέτη θεμάτων της επικαιρότητας που
παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στους μαθητές. Η προσέγγιση των θεμάτων
αυτών γίνεται με πρωτότυπες πρακτικές, οι οποίες δεν είναι εύκολο να εφαρμοστούν
στο συμβατικό πρόγραμμα (Λεωνίδου, 2006).
19
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η κριτική σκέψη στην εκπαίδευση
20
Η καλλιέργεια και ανάπτυξη της κριτικής σκέψης σχετίζεται με τις γνωστικές
θεωρίες μάθησης του εποικοδομισμού και κονστρουκτιβισμού. Οι κυριότεροι
εκπρόσωποι της κονστρουκτιβιστικής θεωρίας είναι ο Piaget, o Vygotsky και ο
Bruner. Το βασικότερο χαρακτηριστικό του κονστρουκτιβισμού είναι ότι οι γνώσεις
κάθε ατόμου δεν είναι µια απλή καταγραφή της πραγµατικότητας, αλλά µια επ-
οικοδόµηση αυτής.
Σύμφωνα με το Modritscher (2006), ο μαθητής πρέπει να επιλύει μόνος του τα
προβλήματα, παρά να επιζητά βοήθεια μέσω οδηγιών και υποδείξεων. Οι μαθητές
οφείλουν να συνθέτουν νέες ιδέες και έννοιες και να τα συνδέουν με τις
προϋπάρχουσες γνώσεις. Ο Piaget (1928) υποστήριξε πως το κάθε άτοµο έχει
συγκροτήσει, βάσει των αναπαραστάσεων του, διάφορα γνωστικά σχήµατα που
καθορίζουν τη δοµή και την οργάνωση των πρακτικών του. Τα γνωστικά σχήματα
λειτουργούν υπό δύο συνθήκες: την αφομοίωση όπου η η πληροφορία που
προσλαμβάνει το άτομο αναγνωρίζεται και εντάσσεται σ’ αυτά και τη συμμόρφωση,
όπου το γνωστικό σχήμα εμπλουτίζεται. Η διαδικασία αυτή, που αφορά
αναδιαμόρφωση της προηγούμενης γνώσης, ονομάζεται εξισορρόπηση.
Ο Vygotsky (1978) θεωρείται ο εισηγητής της θεωρίας του κοινωνικού
εποικοδοµισµού. Στη θεωρία του τονίζονται δύο κεντρικές ιδέες. Σύμφωνα με την
πρώτη, η γνωστική ανάπτυξη συµβαίνει µέσα σε ένα κοινωνικοπολιτισµικό
περιβάλλον, το οποίο επηρεάζει τη µορφή που θα πάρει η γνωστική ανάπτυξη. Η
δεύτερη αναφέρεται στο γεγονός ότι πολλές από τις πιο αξιοσημείωτες δεξιότητες του
παιδιού αναπτύσσονται µέσα από τις κοινωνικές συναλλαγές µε τους γονείς, τους
δασκάλους και άλλους νοητικά ικανότερους συνεργάτες.
Ο Bruner (1996) θεωρείται ένας ακόμη εκπρόσωπος της θεωρίας του
εποικοδομισμού και εισηγητής της ανακαλυπτικής µάθησης. Οι παράμετροι που
επιδρούν θετικά ή αρνητικά στην ανακαλυπτική μάθηση είναι η ετοιμότητα, τα
κίνητρα, η επιθυμία καταξίωσης, καθώς και το γενικότερο επίπεδο γνωστικής
ανάπτυξης του ατόμου. Ο ίδιος προσπάθησε να καθιερώσει τη σπειροειδή διάταξη
της ύλης στα Α.Π.Σ. Μέσω αυτής, οποιοδήποτε γνωστικό αντικείμενο μπορεί να
διδαχθεί σε οποιονδήποτε μαθητή, με έναν τρόπο κατάλληλο για το επίπεδο της
κατανόησης του.
Γενικεύοντας, οι γνωστικές θεωρίες μάθησης και ειδικότερα αυτές του
εποικοδομισμού και του κονστρουκτιβισμού συνδέονται άμεσα με τη δυνατότητα
καλλιέργειας κριτικής σκέψης στους μαθητές.
21
Διερευνώντας κανείς τη σχετική βιβλιογραφία, διαπιστώνει πως υπάρχουν
πολλές διαφορετικές απόψεις ανά επιστήμονα ή ερευνητή για την ανάδειξη των
δεξιοτήτων της κριτικής σκέψης.
Ο Glaser (1941), ως βασικές δεξιότητες της κριτικής σκέψης, αναφέρει:
22
2.4 Παράγοντες που διευκολύνουν ή παρεμποδίζουν την
καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές
Όπως επισημάνθηκε, η ανάπτυξη και καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους
μαθητές είναι ένας από τους βασικούς παιδαγωγικούς στόχους του εκπαιδευτικού
συστήματος. Στην ενότητα που ακολουθεί θα επιχειρηθεί να γίνει μία ανάλυση των
παραγόντων που διευκολύνουν ή δυσχεραίνουν την ανάπτυξη αυτής.
Μολονότι η ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας των μαθητών είναι ένας από
τους θεμελιώδεις στόχους που προωθεί η πολιτεία μέσω του Α.Π.Σ. και του
Δ.Ε.Π.Π.Σ., έχει παρατηρηθεί πως οι διαδικασίες μάθησης έχουν μηχανιστικό
χαρακτήρα στη σημερινή εκπαιδευτική πραγματικότητα (Χρυσαφίδης, 2004). Για να
μειωθούν τα ποσοστά αυτού του μοτίβου χρειάζεται ο εκπαιδευτικός να οργανώσει
με τέτοιο τρόπο το μαθησιακό περιβάλλον, ώστε οι µαθητές να μάθουν να να
σκέπτονται και να επιλύουν ζητήµατα που τους απασχολούν στηριζόµενοι στις αρχές
της ερευνητικής μεθοδολογίας (Πυργιωτάκης, 2000). Οι παραπάνω δραστηριότητες
είναι σύνθετες και χρονοβόρες, με συνέπεια να τοποθετούνται στο περιθώριο των
θεωρούμενων κανονικών μαθημάτων (Φλουρής, 1997).
Επιπλέον, ο έλεγχος της επίδοσης των µαθητών περιλαμβάνει, ως επί το
πλείστον, απαντήσεις που είναι ευκολότερο να διορθωθούν µαζικά, σε λιγότερο
χρόνο και µε περισσότερη «αντικειµενικότητα». Το γεγονός αυτό αποτελεί
τροχοπέδη στην ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας, καθώς οι μαθητές κατανοούν
επιφανειακά τη διδασκόμενη έννοια και αρκούνται στη μηχανική επανάληψη αυτής.
Με αυτό τον τρόπο παρατηρείται μία απλή αναπαραγωγή έτοιμων κρίσεων -
απαντήσεων από τη πλευρά των μαθητών, με συνέπεια η κριτική σκέψη τους να
κινείται σε χαμηλά επίπεδα. Έτσι, οι μαθητές αποστηθίζουν ευκολότερα και δεν
αναπτύσσουν την κριτική τους σκέψη. Οι εκπαιδευτικοί, από την πλευρά τους, δεν
εφαρμόζουν δραστηριότητες που υποβοηθούν τη μεταγνώση και την ανάπτυξη
ανώτερων διανοητικών λειτουργιών, όπως η δημιουργική φαντασία, η
εφευρετικότητα, η κριτική ικανότητα και η παραγωγή πρωτότυπων ιδεών (Κανάκης,
1987).
Ο Χατζηγεωργίου (2004) ανέλυσε τα πιθανά εμπόδια που παρεμποδίζουν,
σύμφωνα με την άποψή του, την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και τα συνόψισε ως
εξής:
23
Αδιαμφισβήτητα, τα σχολεία ευθύνονται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, για την
έλλειψη καλλιέργειας και ανάπτυξης της κριτικής σκέψης των μαθητών. Ωστόσο, δεν
αποτελούν τον μοναδικό παράγοντα αιτίας αυτού του φαινομένου. Ο ευδαιμονισμός,
η παθητικότητα και ο καταναλωτισμός που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη κοινωνία
αποτελούν εξίσου σημαντικοί παράμετροι που λειτουργούν ανασταλτικά στην
εξέλιξη της κριτικής σκέψης των μαθητών (Λεωνίδου, 2006).
Γενικά, η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης δεν είναι μία εύκολη διαδικασία.
Απαιτεί διαρκή συλλογή πληροφοριών, ερμηνεία, σύγκριση, ταξινόμηση, ελέγχους,
ανατροφοδότηση και άλλες νοητικές λειτουργίες, προκειμένου να εξαχθεί ένα λογικό
και αντικειμενικό συμπέρασμα. Αρκετά άτομα δεν διαθέτουν την κατάλληλη επιμονή
και υπομονή προκειμένου να πειραματιστούν με τις λειτουργίες αυτές. Έτσι,
αρκούνται στο να υιοθετούν στάσεις και πεποιθήσεις, οι οποίες είναι κοινώς
αποδεκτές. Μία εξήγηση που θα μπορούσε να δοθεί σε μία τέτοια συμπεριφορά είναι
τα φοβικά και αγχώδη αισθήματα που μπορεί να έχει κάποιος ή η αρνητκή
προδιάθεση και εμμονή του σε κάποια ιδέα, άποψη ή θεώρηση. Ενδέχεται, τέλος, να
βασίζεται σε ατομικά συμφέροντα, κάτι το οποίο χαρακτηρίζει πολλά άτομα της
σύγχρονης εποχής (Δανασσής & Αφεντάκης, 1993).
24
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών
25
των διαφορετικών οπτικών και αντιλήψεων που διαμορφώθηκαν από τους διάφορους
ερευνητές, κατά τη διάρκεια εξέλιξης της παιδαγωγικής επιστήμης.
27
3.3 Σχεδιασμός και δομή των Αναλυτικών Προγραμμάτων
Σπουδών
Αδιαμφισβήτητα, το Α.Π.Σ. αποτελεί την επίσημη έκφραση της εκπαιδευτικής
φιλοσοφίας μιας χώρας. Για τον λόγο αυτό, ο σχεδιασμός και η δομή του
αντικατοπτρίζει το πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιεχόμενο κάθε κράτους
(Kelly, 1982). Οι πρώτες μελέτες για το σχεδιασμό ενός ποιοτικού Α.Π.Σ. ξεκίνησαν
στο τέλος της δεκαετίας του 1960. Εκείνη την εποχή άρχισε να μεταβάλλεται και ο
τρόπος χρήσης του από τους εκπαιδευτικούς. Αναλυτικότερα, μέχρι εκείνη την
περίοδο το Α.Π.Σ. χρησιμοποιούνταν ως ένα απλό σχέδιο, το οποίο περιείχε τους
σκοπούς, τα περιεχόμενα της εκπαίδευσης, τις διδακτικές προσεγγίσεις, τις μεθόδους
και τα μέσα αξιολόγησης μίας διδασκαλίας (Pritchard, 1996). Βαθμιαία, ο ρόλος του
Α.Π.Σ. αναβαθμίστηκε, καθώς ορίστηκε ως ένα πλαίσιο το οποίο αντικατόπτριζε τις
φιλοσοφικές, πολιτικές, κοινωνικές και παιδαγωγικές αρχές του. Οι θεμελιώδεις
αρχές της δημιουργίας του βασίστηκαν στα εξής κριτήρια: το υποκείμενο της
μάθησης, οι σκοποί και οι στόχοι του, το περιεχόμενο των θεματικών ενοτήτων, τα
μέσα διεκπεραίωσης που επιλέγονται για την επίτευξη και εφαρμογή του και, τέλος, ο
προτεινόμενος έλεγχος της αξιολόγησης του (Saylor, Alexander & Lewis, 1981).
Ο σχεδιασμός ενός Α.Π.Σ. βασίζεται σε δύο μοντέλα: το ανθρωπιστικό και το
τεχνοκρατικό. Όταν ο προσανατολισμός είναι ανθρωπιστικός, ο σχεδιασμός έχει
σαφείς σκοπούς, περιεχόμενα και μέσα αξιολόγησης, αφού δίνεται έμφαση στο
τελικό αποτέλεσμα της εκπαιδευτικής διαδικασίας και όχι στην επίτευξη σκοπών, που
θα μπορούσαν να βελτιώσουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Από την άλλη πλευρά,
στο τεχνοκρατικό μοντέλο δίνεται ιδιαίτερη σημασία στη σύνδεση των
προγραμμάτων με την καθημερινότητα, ώστε η γνώση που αποκτάται να έχει νόημα
και να μπορεί να μετουσιωθεί σε πράξη (Πανταζής & Σακελλαρίου, 2004).
Αναμφίβολα, η υλοποίηση ενός οργανωμένου Α.Π.Σ. ικανοποιεί τόσο τις
εκπαιδευτικές ανάγκες όσο και στις προτεραιότητες που θέτει η πολιτεία. Οι χώρες
που επιδιωκουν εσωτερική οργάνωση και προσαρμογή στα νέα δεδομένα της
επιστήμης, όταν σχεδιάζουν Α.Π.Σ., λαμβάνουν υπόψη τους τα ενδιαφέροντα, τα
προβλήματα και τις ανάγκες των μαθητών, στους οποίους απευθύνεται το
συγκεκριμένο Α.Π.Σ. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται «αξιολόγηση αναγκών». Αρχικά
εντοπίζονται οι ανάγκες που υπάρχουν και στη συνέχεια καθορίζονται οι τρόποι για
την αντιμετώπιση των αναγκών αυτών (Siegel, 1988).
Ο Φλουρής (1997) αναφέρει πως για την δημιουργία ενός Α.Π.Σ. θα πρέπει να
λαμβάνονται υπόψη ορισμένες αρχές. Ειδικότερα, θα πρέπει το Α.Π.Σ. να είναι
ανοιχτό και ελαστικό, προσφέροντας τη δνατότητα στους εκπαιδευτκούς να κινηθούν
ελεύθερα και αυτόνομα στη λήψη αποφάσεων και πρωτοβουλιών που αφορούν στη
διδακτική πράξη. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η εκπαιδευτική διαδικασία θα
τροφοδοτείται συνεχώς με σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας, ενώ θα προβλέπονται
αμερόληπτα κριτήρια, βάσει των οποίων θα αξιολογούνται οι γνώσεις, οι δεξιότητες
και οι ικανότητες των μαθητών. Όσον αφορά στο γνωστικό περιεχόμενο, θα πρέπει
να ξεκινά με βάση τις πρότερες εμπειρίες των μαθητών, να βασίζεται, δηλαδή, στα
βιώματά τους και όχι στις αφηρημένες γνώσεις, αφού η γνώση που βασίζεται στην
εμπειρία έχει τη δυνατότητα να μετατραπεί πιο εύκολα σε αφηρημένη και συμβολική
γνώση. Η εφαρμογή ενός τέτοιου πρόγραμματος δεν μπορεί παρά να αποτελέσει μια
επιστημονική βάση για μια πιο αποτελεσματική και ολοκληρωμένη εκπαιδευτική
28
διαδικασία (Φλουρής, 1997).
29
3.5 Μοντέλα αξιολόγησης Αναλυτικών Προγραμμάτων
Σπουδών
Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση αποκτά σπουδαίο ρόλο, όταν στοχεύει στη
βελτίωση της ποιότητας ενός εκπαιδευτικού προγράμματος. Η αξιολόγηση ενός
Α.Π.Σ. δεν αποτελεί απλώς μια τεχνική διαδικασία μέτρησης και αποτίμησης
ορισμένων όψεων και παραμέτρων του προγράμματος, αλλά μια διαδικασία που
προϋποθέτει θεωρητικές προσεγγίσεις και ερευνητικές επιλογές (Καραλής, 1999).
Διερευνώντας τη σχετική βιβλιογραφία για το εν λόγω θέμα, παρατηρούμε ότι
έχουν παρουσιαστεί διάφορα μοντέλα αξιολόγησης. Βέβαια, ο Φλουρής (1997) και ο
Stenhouse (1975) παραδέχονται ότι ο τρόπος που αξιολογούν είναι ξεπερασμένος.
Σύμφωνα με το Χατζηγεωργίου (2001), δύο είναι τα βασικότερα αξιολογικά μοντέλα
που χρησιμοποιούνται στη σύγχρονη εκπαιδευτική διαδικασία. Το πρώτο είναι το
επιστημονικό-τεχνοκρατικό μοντέλο και το δεύτερο το ανθρωπιστικό-πλουραλιστικό.
Η διαφορά των δύο μοντέλων έγκειται στους σκοπούς και στις μεθόδους αξιολόγησης
που ακολουθεί κάθε ένα από αυτά (Χατζηγεωργίου, 2001). Στόχος του τεχνοκρατικού
μοντέλου είναι να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα του τύπου «πραγματοποιείται η
επίτευξη επιθυμητών μαθησιακών αποτελεσμάτων σύμφωνα με τις προκαθορισμένες
δράσεις» ή «πώς μπορεί να αναβαθμιστεί το ισχύον Α.Π.Σ.». Το πιο σημαντικό
μειονέκτημα του μοντέλου αυτού είναι η έλλειψη ποιοτικών χαρακτηριστικών
αξιολόγησης κατά την αποτίμησή του (Kelly, 1982). Σύμφωνα με το ανθρωπιστικό-
πλουραλιστικό μοντέλο τα μετρήσιμα αποτελέσματα είναι ανεπαρκή για να
αξιολογήσουν την ποιότητα των μαθησιακών βιωμάτων (Eisner, 1985). Αντίθετα, η
αξιολόγηση βασίζεται σε ποικίλλες παραμέτρους (πχ συνεντεύξεις, φωτογραφίες,
παρατήρηση κλπ), όχι μόνο στον έλεγχο της επίτευξης των στόχων (Worthen,
Sanders & Fitzpatrick, 1997).
Όσον αφορά στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, σύμφωνα με τον Μπαγάκη
(2004), δεν υπήρξε ποτέ σχεδόν αξιολόγηση των Α.Π.Σ. στην Ελλάδα. Η ελληνική
νομοθεσία μεταβιβάζει όλες τις αρμοδιότητες που αφορούν στα Α.Π.Σ. στο
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Τα στελέχη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου δαπανούν
πολλές εργατοώρες στην αναμόρφωση και στη σύνταξη νέων Α.Π.Σ., δίχως να
ελέγχουν το βαθμό αποτελεσματικότητας και λειτουργικότητας των προηγουμένων.
Σύμφωνα με τον ίδιο ερευνητή, θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό το να διενεργείται
μία σοβαρή αξιολόγηση έστω και σε λίγα Α.Π.Σ., μικρής κλίμακας, από το να
δαπανώνται υψηλά κονδύλια σε μεταρρυθμίσεις αμφιβόλου εξέλιξης.
30
τους παραμένουν αναλφάβητα (Κουτσελίνη, 1997). Στη σύγχρονη εποχή, η
βασικότερη αιτία της σχολικής αποτυχίας δεν είναι η ατομική μειονεξία ούτε η
κοινωνική υστέρηση, αλλά η σχολική παθολογία (Κρίβας, 2002). Βέβαια, το σχολείο
οφείλει να μεριμνά για τις προσωπικές και κοινωνικές αδυναμίες των μαθητών και
να τις αντισταθμίζει. Θα πρέπει όμως να στοχεύει σε μία ποιοτική αντισταθμιστική
εκπαίδευση, η οποία συνδέεται άρρηκτα με το Α.Π.Σ.
Οι Κασσωτάκης και Φλουρής (2006) προτείνουν ορισμένες μεταρρυθμίσεις,
που βοηθούν στην κατεύθυνση αυτή. Ειδικότερα, απαιτείται η υιοθέτηση ενός
διαφορετικού μοντέλου προγραμμάτων και σχολικής κουλτούρας, προκειμένου οι
μαθητές, από καταναλωτές πληροφοριών που είναι σήμερα, να γίνουν παραγωγοί
καινοτόμων ιδεών και γνώσεων. Επιπλέον, θεωρείται απαραίτητη η επιδίωξη της
ολόπλευρης ανάπτυξης του μαθητή και όχι η εστίαση σε ακαδημαϊκά μόνο
αποτελέσματα. Ως προς το περιεχόμενο, τα νέα Α.Π.Σ. θα πρέπει να δίνουν έμφαση
στην ανάπτυξη βασικών γνώσεων, στάσεων και δεξιοτήτων για μία δια βίου μάθηση.
Μέσα από έναν τέτοιο προσανατολισμό που θα αφορά στην πολυπολιτισμικότητα, τα
κοινωνικά δικαιώματα, τη περιβαλλοντική συνείδηση και την ισότητα των φύλων θα
μπορεί να καλλιεργηθεί και να αναπτυχθεί η κριτική και δημιουργική σκέψη.
Η Κουτσελίνη (2013) παραθέτει μία σειρά από ερωτήματα, τα οποία
στοχεύουν στην αναδόμηση και μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Μερικά από αυτά είναι τα εξής:
31
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η ενσωμάτωση της Κριτικής Παιδαγωγικής στο ισχύον
Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών
32
διαδικασία θα διαθέτουν πρωταγωνιστικό ρόλο και θα μπορούν να αναλάβουν
πρωτοβουλίες και να εφαρμόσουν καινοτόμες δράσεις (Νεοφύτου, 2013).
Σύμφωνα με το Freire (1973), ο οποίος υπήρξε πρωτεργάτης της Κριτικής
Παιδαγωγικής, το υφιστάμενο σχολείο απορρίπτεται για δύο, κυρίως, λόγους. Ο
πρώτος λόγος αφορά στο βερμπαλιστικό τρόπο διδασκαλίας, στον τρόπο
αξιολόγησης της γνώσης και στο χάσμα που παρατηρείται μεταξύ εκπαιδευτικού και
μαθητή. Ο δεύτερος λόγος ενοχοποιεί τις σχολικές μονάδες, όταν αυτές
χρησιμεύουν ως μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου και όχι ως μέσο κοινωνικής
απελευθέρωσης (Κρίβας, 2002). Ως αντίδοτο του φαινομένου αυτού προτείνεται η
υιοθέτηση μίας προβληματίζουσας παιδείας, μέσω της οποίας θα καλλιεργείται και θα
αναπτύσσεται η κριτική σκέψη των μαθητών.
33
προσδίδουν αφενός ελευθερία και ευελιξία στις αποφάσεις του εκπαιδευτικού και
αφετέρου αξιοποίηση των εναλλακτικών και σύγχρονων τρόπων διδασκαλίας.
Στο Γενικό Μέρος των Δ.Ε.Π.Π.Σ. παρατίθενται αρχές που παραπέμπουν σε
σύγχρονες θεωρίες μάθησης και διδασκαλίας και προωθούν την προσωπική
παρέμβαση στην οικοδόμηση της γνώσης. Οι αρχές αυτές αναδεικνύουν την πρόθεση
αναμόρφωσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας και συμβάλλουν στο όραμα για μία πιο
φιλελεύθερη πορεία προς τη μάθηση. Ένα όραμα, το οποίο θα διακατέχεται από τις
αρχές της γνωστικής και ουμανιστικής ψυχολογίας για τη μάθηση (Κασσωτάκης &
Φλουρής, 1981).
Ωστόσο, αναλύοντας κανείς το περιεχόμενο τόσο του Α.Π.Σ. όσο και του
Δ.Ε.Π.Π.Σ., διακρίνει σοβαρές αντιθέσεις με τις γενικές αρχές του προγράμματος. Η
πρώτη αντίθεση αφορά στην εξειδίκευση και τη διατύπωση στόχων με απόλυτη
σαφήνεια. Η πρακτική αυτή επαναφέρει τη διδακτική πράξη σε παλαιού τύπου
μοντέλα, όπου υπήρχε αυστηρή και προκαθορισμένη περιγραφή των στόχων και
οδηγούσε και σε αυστηρή διαδικασία μάθησης. Επιπλέον, η διάρθρωση των Α.Π.Σ.
αντιβαίνει με τις προσδοκίες για ανοικτές διαδικασίες, αφού προκαθορίζονται τόσο το
πλαίσιο δράσης όσο και το περιεχόμενο της διδασκαλίας. Η λογική αυτή αντικρούει
το διαθεματικό χαρακτήρα που παρουσιάζεται στο Δ.Ε.Π.Π.Σ, μέσω του μαθήματος
της Ευέλικτης Ζώνης (Χατζηγεωργίου, 2004).
Σύμφωνα με τις παραπάνω διατυπώσεις, το πλαίσιο δράσης που ορίζει το
σημερινό Α.Π.Σ. περιορίζει την αυτενέργεια του εκπαιδευτικού και λειτουργεί ως
τροχοπέδη, προκειμένου να καταστεί ο ίδιος φορέας ανάπτυξης της διδακτικής
πράξης (Χρυσαφίδης, 2004). Πέρα από αυτό όμως, το ασφυκτικό πλαίσιο δράσης
μεταβιβάζεται και στο μαθητή, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η καλλιέργεια
κριτικής σκέψης, η δημιουργική φαντασία και η ανάπτυξη δεξιοτήτων (Πυργιωτάκης,
2000). Τέλος, διαπιστώνεται πως τα Α.Π.Σ, μέσω τεχνοκρατικών διαδικασιών,
καθιστούν τους εκπαιδευτικούς εντολοδόχους ανωτέρων βαθμίδων, γεγονός που
συντελεί στην άρνηση για προσωπική επιμόρφωση και εξέλιξη (Φλουρής, 1997).
35
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
36
Αφετηρία, στόχος, επιμέρους στόχοι και μεθοδολογία
της έρευνας
Για την υλοποίηση της παρούσας έρευνας υιοθετήθηκε μια συγκεκριμένη και
συστηματική πορεία διεξαγωγής της. Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται αναλυτικά η
διαδικασία που ακολουθήθηκε και γνωστοποιούνται όλα εκείνα τα στοιχεία που
συμβάλλουν σε μια πιο ολοκληρωμένη ανάγνωση της έρευνας:
37
δειγματοληψίας και οι συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη συγκέντρωση του υλικού
της έρευνας.
Ερευνητική μέθοδος
Στην σύγχρονη επιστήμη της μεθοδολογίας δίνεται η δυνατότητα επιλογής
μεταξύ δύο μορφών έρευνας, της ποσοτικής και της ποιοτικής. Η μορφή της
ποσοτικής έρευνας έχει περάσει στον χώρο της παραδοσιακής έρευνας, χωρίς αυτό να
σημαίνει ότι στερείται υποστηρικτές και επιστημονική αναγνώριση (Λάζος, 1998).
Βασικό παράγοντα στην επιλογή μιας μορφής έρευνας αποτελούν τα χαρακτηριστικά
της μορφής, σε συνδυασμό πάντα με το ερευνητικό ζήτημα. Όταν τα χαρακτηριστικά
αυτά είναι μετρήσιμα, τότε αναφερόμαστε σε ποσοτική έρευνα, ενώ όταν τα
χαρακτηριστικά είναι μη μετρήσιμα, δηλαδή ποιοτικά, αναφερόμαστε σε ποιοτική
έρευνα. Η ποιοτική έρευνα εφαρμόζεται κατεξοχήν σε κοινωνικές διαδικασίες.
Πολλά κοινωνικά φαινόμενα δεν παρέχουν την δυνατότητα μίας απόλυτης και
αντικειμενικής καταμέτρησης των δομικών τους στοιχείων. Αντίθετα, απαιτούν
νοητικές και ερμηνευτικές διεργασίες. Άλλοι παράγοντες που καθορίζουν την
επιλογή μίας μεθόδου έρευνας είναι η φύση του ερευνητικού ζητήματος και η δομική
συγκρότηση των ερευνητικών ερωτημάτων (Ιωσηφίδης, 2017).
Στην ποιοτική έρευνα είναι δυνατή η μελέτη ενός συγκεκριμένου φαινομένου,
το οποίο αποτελεί και το σκοπό της έρευνας. Παράλληλα, τίθενται διευρυμένα
ελεύθερα ερωτήματα, ώστε το γνωστικό υλικό του ερευνητή να στελεχωθεί με όσο το
δυνατόν περισσότερες πληροφορίες ώστε να αυξηθεί η υπάρχουσα γνώση. Η
ποιοτική έρευνα δομείται από τις απόψεις των συμμετεχόντων στην έρευνα και
παρέχει την δυνατότητα της διαχρονικής διερεύνησης, κατανόησης και αξιολόγησης
του ερευνητικού ζητήματος (Creswell, 2011). Όπως καθιστούν σαφές οι Strauss &
Corbin (1990), η ποιοτική έρευνα, εξ ορισμού, δεν παράγει δεδομένα μέσα από
στατιστικές διαδικασίες ή οποιαδήποτε είδους ποσοτικοποίηση, δεν αναζητά αιτιακό
καθορισμό, πρόβλεψη ή γενίκευση ευρημάτων αλλά στοχεύει στο να ρίξει φως, να
κατανοήσει και να εξάγει συμπεράσματα για συγκεκριμένες καταστάσεις.
Σύμφωνα με όσα έχουν παρατεθεί, η ποιοτική έρευνα εμφανίζεται
καταλληλότερη για την άντληση γνωστικού υλικού και την επίτευξη του σκοπού και
των επιμέρους στόχων της παρούσας εργασίας.
Ερευνητικό εργαλείο
Τα μεθοδολογικά εργαλεία που βρίσκονται στην διάθεση του ερευνητή, στο
πλαίσιο μιας ποιοτικής κοινωνικής έρευνας, είναι η συμμετοχική παρατήρηση, η
ποιοτική συνέντευξη σε βάθος, η βιογραφική έρευνα, η ιστορική συγκριτική μέθοδος,
η ανάλυση περιεχομένου, η ανάλυση λόγου, η ανάλυση συνομιλίας, οι μελέτες
περίπτωσης, η οπτικοακουστική έρευνα, η έρευνα με την βοήθεια ομάδων. Η
δυνατότητα συνδυασμού περισσοτέρων του ενός από αυτά σε μία έρευνα είναι
αποτέλεσμα της κρίσης του εκάστοτε ερευνητή, της φύσης της έρευνας αλλά και των
χαρακτηριστικών της (Ιωσηφίδης, 2017).
Ως καταλληλότερη μέθοδος συλλογής του υλικού της παρούσης έρευνας
κρίθηκε η συνέντευξη. Τα είδη συνέντευξης που συναντάμε στην σύγχρονη έρευνα
είναι τρία: 1. η δομημένη συνέντευξη ή πλήρως δομημένη συνέντευξη με απόλυτα
καθορισμένου τύπου ερωτήματα και ιεραρχική ακολουθία, 2. η ημιδομημένη ή
38
ημιδομημένη συνέντευξη σε βάθος με καθορισμένα ερωτήματα αλλά και με την
δυνατότητα ευέλικτης διαχείρισης στην πράξη με τροποποιήσεις και
προσθαφαιρέσεις και 3. η μη δομημένη συνέντευξη με θεματικές περιοχές, δίχως
καθορισμένα ερωτήματα και με πλεονέκτημα έναντι των άλλων την εμφάνιση νέων
δεδομένων στην έρευνα (Ίσαρη & Πουρκός, 2015̇).
Στην παρούσα έρευνα, για την επίτευξη του σκοπού και των επιμέρους
στόχων της, επιλέχθηκε το είδος της ημιδομημένης ή ημιδομημένης συνέντευξης σε
βάθος. Πιο αναλυτικά, διεξήχθησαν οχτώ (8) ημιδομημένες συνεντεύξεις σε
εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι υπηρετούσαν σε δημοτικά
σχολεία της Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια μιας ημιδομημένης συνέντευξης ο
ερευνητής εστιάζει σε ορισμένους άξονες της συζήτησης, ενώ ο συνεντευξιαζόμενος
διατηρεί την ελευθερία και την ευελιξία των απαντήσεων του (Datko, 2015). Τα
μειονεκτήματα που παρουσιάζει μία συνέντευξη είναι το περιορισμένο δείγμα των
συμμετεχόντων και η μη γενικευσιμότητα των αποτελεσμάτων. Η επιλογή όμως του
συγκεκριμένου αυτού είδους έρευνας έγινε λόγω των πλεονεκτημάτων που εμφανίζει.
Τα πλεονεκτήματα αυτά είναι τα εξής:
α) η αλληλεπίδραση μεταξύ συμμετέχοντα και ερευνητή (δημιουργία κλίματος
συνεργασίας και ελεύθερη διατύπωση σκέψεων, προσωπικών απόψεων ή εμπειριών),
β) η παροχή δυνατότητας στον ερευνητή να κατανοήσει τις προσωπικές
αντιλήψεις των συμμετεχόντων και τη στάση τους σχετικά με συλλογικές διαδικασίες
κοινωνικών ομάδων,
γ) οι αλληλεπιδράσεις στις σχέσεων των μελών,
δ) η συλλογή όσο το δυνατόν περισσοτέρων δεδομένων σε βάθος αλλά και
ε) η παραγωγή νέων, όπου υπάρχει δυνατότητα (Ιωσηφίδης, 2017).
Η δειγματοληψία
Η συγκεκριμένη ενότητα αφορά την δειγματοληψία, την μέθοδο δηλαδή που
χρησιμοποιήθηκε για την επιλογή ενός συγκεκριμένου αριθμού ανθρώπων από έναν
πληθυσμό, με σκοπό να συμπεριληφθούν στην συγκεκριμένη έρευνα.
Για την ολοκλήρωση της παρούσας έρευνας επιλέχθηκε η στρατηγική
ομοιογενούς δείγματος, αφού οι συμμετέχοντες διέθεταν κοινά χαρακτηριστικά. Πιο
αναλυτικά, το δείγμα απαρτίζονταν από οκτώ (8) εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας
Εκπαίδευσης, οι οποίοι υπηρετούσαν σε δημοτικά σχολεία της Θεσσαλονίκης κατά το
ακαδημαϊκό έτος 2018-2019. Στο συγκεκριμένο δείγμα οι άνδρες ήταν πέντε (5) και
και οι γυναίκες τρεις (3). Όλοι οι συμμετέχοντες της έρευνας ήταν εν ενεργεία
εκπαιδευτικοί, ηλικίας 35-55 ετών. Τα χρόνια υπηρεσίας τους στην Πρωτοβάθμια
39
εκπαίδευση ήταν από 12 έως 28 έτη. Αναφορικά με το προφίλ τους, αξίζει να
αναφερθεί ότι διέθεταν κατάρτιση, πείρα και εμπειρία στον χώρο της εκπαίδευσης. Η
επιλογή της συγκεκριμένης πόλης (Θεσσαλονίκη) έγινε προκειμένου να
εξυπηρετηθούν πρακτικοί λόγοι, αφού υπήρχε η δυνατότητα εύκολης και γρήγορης
επικοινωνίας με αυτούς. Οι έξι (6) συνεντεύξεις έλαβαν χώρα σε δημόσιους χώρους,
ενώ οι υπόλοιπες δύο (2) έγιναν διαδικυακά, μέσω Skype. Κάθε συνέντευξη διήρκεσε
15 με 20 λεπτά. Το κλίμα της συζήτησης ήταν ευχάριστο και η προθυμία των
εκπαιδευτικών να συμμετάσχουν στην έρευνα αυτή μεγάλη. Η περίοδος κατά την
οποία πραγματοποιήθηκαν οι προαναφερόμενες συνεντεύξεις ήταν το δεύτερο
15νθήμερο του Μαρτίου 2019.
40
9.Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά
στην εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
10.Σε ποιο βαθμό πιστεύετε πως το σημερινό Α.Π.Σ. χρειάζεται αναμόρφωση
και σε ποιους τομείς;
11.Πιστεύετε πως η εφαρμογή της Κριτικής Παιδαγωγικής διεθνώς μπορεί να
αποτελέσει εφαλτήριο για ένα πιο δίκαιο και κοινωνικά ελεύθερο κόσμο;
41
4η ερώτηση: Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής
σκέψης αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων ΑΠΣ. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει εσείς
στους μαθητές σας;
Σε αντίθεση με τα προηγούμενα ερωτήματα, στο τέταρτο ερώτημα
διαπιστώθηκαν αποκλίσεις ως προς τις απόψεις των εκπαιδευτικών για τη σχέση που
υπάρχει μεταξύ της κριτικής σκέψης και της δημιουργικής σκέψεις. Συγκεκριμένα,
όλοι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η ανάπτυξη αυτών των δύο ειδών τρόπων σκέψης
είναι σημαντικοί. Τέσσερις εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η διδασκαλία αυτών των
τρόπων σκέψης φαίνεται μόνο στα επίσημα έγγραφα του Υπουργείου, αλλά σε καμία
περίπτωση στη σχολική πραγματικότητα. Η Ζ.Κ. ισχυρίζεται ότι επειδή κάθε τάξη και
κάθε μαθητής διαθέτει διαφορετικά χαρακτηριστικά, δεν είναι δυνατό να
εφαρμοστούν κάποιοι συγκεκριμένοι κανόνες, όπως η καλλιέργεια της δημιουργικής
σκέψης. Ο Α.Κ. πιστεύει πως οι οδηγίες του Α.Π.Σ. "εγκλωβίζουν" τη σκέψη του
μαθητή προς συγκεκριμένες παραδοχές. Βάσει αυτού του φαινομένου δεν μπορεί να
υπάρχει σε καμία περίπτωση ανάπτυξη της δημιουργικής και της κριτικής σκέψης
των μαθητών.
6η ερώτηση: Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Σχετικά με το έκτο ερώτημα, η πλειονότητα των εκπαιδευτικών υποστηρίζει
πως η εκπαιδευτική πολιτική και συγκεκριμένα οι πρακτικές των εκπαιδευτικών και η
δομή των Α.Π.Σ. αποτελούν τις κύριες αιτίες για την παρεμπόδιση της ανάπτυξης της
κριτικής σκέψης στους μαθητές. Η Ζ.Κ. προσθέτει ανάμεσα στους παράγοντες ότι και
το διαδίκτυο αποτελεί έναν κομβικό παράγοντα που δυσχεραίνεται η καλλιέργεια της
κριτικής σκέψης. Το γεγονός αυτό το δικαιολογεί από την πληθώρα πληροφοριών
που υπάρχουν σε ιστότοπους, σε συνδυασμό με την αδυναμία των μαθητών να
κρίνουν τα αληθή γεγονότα. Ο Γ.Χ και ο Θ.Μ. θίγουν την επάρκεια των
εκπαιδευτικών για να διδάξουν τους μαθητές τη κριτική σκέψη. Η Δ.Α., η Λ.Π. και ο
Χ.Π. θεωρούν πως η επιβολή των ανωτέρων να ολοκληρώσουν την ύλη, διοχετεύει
42
άγχος στην εκπαιδευτική διαδικασία, με συνέπεια την παραγνώριση της διδασκαλίας
της κριτικής σκέψης. Τέλος, ο Γ.Χ. προσδίδει ευθύνη στην εκπαιδευτική πολιτική του
κράτους, καθώς διατύπωσε πως η αδυναμία καλλιέργειας και ανάπτυξης της κριτικής
σκέψης οφείλεται στη προσκόλληση της γλωσσικής και λογικομαθηματικής
νοημοσύνης, αγνοώντας τις υπόλοιπες επτά.
9η ερώτηση: Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας
βοηθά στην εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Στο ένατο ερώτημα, έξι από τους εκπαιδευτικούς του δείγματος της έρευνας
κατέθεσαν πως δεν ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.. Ο Γ.Χ. που ανήκει σε
αυτούς τόνισε πως δεν συμβουλεύεται το Α.Π.Σ., αλλά θεωρεί ότι κινείται στο ίδιο
πνεύμα με αυτό. Οι υπόλοιποι εκπαιδευτικοί διατύπωσαν πως το Α.Π.Σ. αποτελεί ένα
χρήσιμο εργαλείο για έναν νέο εκπαιδευτικό, αλλά η πιστή υπακοή σε αυτό καθιστά
την διδακτική πράξη μονότονη και μη αποδοτική για τους μαθητές. Ο Ν.Κ και ο Χ.Π.
πρόσθεσαν πως πολλές φορές το Α.Π.Σ. προτείνει κάποιες ενέργειες που στη
πραγματικότητα είναι ανέφικτες να υλοποιηθούν. Το γεγονός αυτό το αποδίδουν στην
οικονομική κατάσταση της χώρας, διότι πολλά από τα σχολεία που λειτουργούν στη
σύγχρονη εποχή δεν διαθέτουν επαρκή υλικοτεχνική υποδομή για την εκπλήρωση
των ενεργειών που προωθεί το Α.Π.Σ. Σχετικά με το δεύτερο σκέλος, πέντε από τους
εκπαιδευτικούς απάντησαν πως η εξέλιξη τους δεν έχει σχέση με τις οδηγίες που
προωθεί το Α.Π.Σ. Οι υπόλοιποι τρεις εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι το Α.Π.Σ. αποτελεί
43
ένα χρήσιμο εργαλείο, αλλά τους βελτιώνει μέχρι ενός επιπέδου. Οι ίδιοι πρεσβεύουν
πως ο μόνος τρόπος για βελτίωση και εξέλιξη κάθε εκπαιδευτικού αποτελεί το στάδιο
της μετεκπαίδευσης.
11η ερώτηση: Πιστεύετε πως η εφαρμογή της Κριτικής Παιδαγωγικής διεθνώς μπορεί
να αποτελέσει εφαλτήριο για ένα πιο δίκαιο και κοινωνικά ελεύθερο κόσμο;
Σχετικά με το ενδέκατο ερώτημα, όλοι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν την κριτική
παιδαγωγική ως ένα εφαλτήριο για έναν πιο δίκαιο και κοινωνικά ελεύθερο κόσμο.
Ομόφωνα όλοι οι ερωτηθέντες απάντησαν πως η πρακτική εφαρμογή και καθιέρωση
44
της αποτελεί μία πολύ επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία. Η Δ.Α., σε περίπτωση
εφαρμογής της κριτικής παιδαγωγικής, χαρακτήρισε το γεγονός ως κοσμοϊστορικό. Ο
Χ.Π. συμφωνεί και αυτός με την παραδοχή πως η καθιέρωση μίας τέτοιας
παιδαγωγικής μπορεί να αναπτύξει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα της κοινωνίας. Επί
πρόσθετα, ανέφερε το παράδειγμα των σκανδιναβικών χωρών που εφαρμόζουν αυτό
το μοντέλο και πετυχαίνουν σπουδαία αποτελέσματα τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο
και σε συλλογικό.
Διαπιστώσεις – συμπεράσματα
Τα αποτελέσματα της έρευνας, τα οποία δεν μπορούν να γενικευτούν λόγω του
περιορισμένου δείγματος, συνοψίζονται στα εξής:
Ερευνητικό Ερώτημα 1: Ποιοι είναι οι βασικοί παράγοντες που παρεμποδίζουν την
καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Σχετικά με το πρώτο ερευνητικό ερώτημα που αφορά τους παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια και την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, οι
εκπαιδευτικοί που αποτέλεσαν το δείγμα της παρούσας έρευνας απέδωσαν ως
κυρίαρχους παράγοντες, τη δομή των Α.Π.Σ. και τις πρακτικές του εκπαιδευτικού
κατα τη διδακτική πράξη, για αυτό το φαινόμενο. Τα ευρήματα αυτά συνάδουν με
την αντίληψη του Χατζηγεωργίου (2004), ο οποίος διατύπωσε πως υπάρχει αδυναμία
των Α.Π.Σ. να συμπεριλάβουν θέματα-προβλήματα που βοηθούν την κριτική σκέψη
και αδυναμία ορισμένων εκπαιδευτικών να κατανοήσουν τη φύση της κριτικής
σκέψης.
Η Ζ.Κ. θεώρησε το διαδίκτυο ως την κυρίαρχη αιτία που οι μαθητές δεν
αναπτύσσουν την κριτική τους σκέψη. Η πληθώρα των πληροφοριών, η γρήγορη
επεξεργασία και η εξαγωγή βεβιασμένων συμπερασμάτων αποτελούν για την ίδια,
την πορεία όπου οι σύγχρονοι μαθητές διαμορφώνουν την προσωπικότητα τους. Το
γεγονός αυτό, αντιδιαστέλλεται με την πορεία που σκέφτονται οι κριτικά σκεπτόμενοι
μαθητές, με αποτέλεσμα η πλειονότητα των μαθητών της σύγχρονης εποχής, να μην
έχει αναπτύξει τη κριτική του σκέψη.
Δύο από τους εκπαιδευτικούς του δείγματος ανέδειξαν το φαινόμενο της μη
γνωστικής επάρκειας των εκπαιδευτικών να διδάξουν τη κριτική σκέψη. Όπως
αναφέρθηκε και στο θεωρητικό μέρος, η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης κερδίζεται
μόνο από τη συνεχή εξάσκηση και τον προβληματισμό. Σε περίπτωση που οι
εκπαιδευτικοί δεν επιμορφώνονται, υπάρχει ο κίνδυνος οι μαθητές να κατέχουν
γνώσεις και πληροφορίες, αλλά να μην είναι σε θέση να τις αξιοποιήσουν, με
αποτέλεσμα να συνηθίζουν στην «πνευματική εξάρτηση» και να εξελίσσονται σε
«χειραγωγούμενους ενήλικες στενών πνευματικών οριζόντων» (Fischer, 2001).
Επιπλέον, σχεδόν οι μισοί εκπαιδευτικοί διατύπωσαν πως η επιβολή της
ολοκλήρωσης της ύλης από τα ανώτερα στελέχη της εκπαίδευσης, διοχετεύει άγχος
στην εκπαιδευτική διαδικασία και παραβλέπεται η διδασκαλία της κριτικής σκέψης.
Η άποψη αυτή συνδέεται με την υπάρχουσα βιβλιογραφία, καθώς ο Φλουρής (1997)
θεώρησε ότι ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να οργανώσει, να μεθοδεύσει και να
«σκηνοθετήσει» το μαθησιακό περιβάλλον ώστε οι µαθητές – επεξεργαζόµενοι µε
διαφόρους τρόπους και ποικίλες µεθόδουςδεδοµένα που βρίσκονται σε κείµενα, σε
45
µοντέλα επίλυσης προβληµάτων, σε καταστάσεις ή σε διάφορες γνωστικές πηγές – να
συγκρίνουν, να κατηγοριοποιούν, να αξιολογούν βάσει τεκµηρίων, να
«ανακαλύπτουν» σχέσεις ανάµεσα σε δεδοµένα, κανόνες και νόµους, που βρίσκονται
πιο κοντά στην επιστηµονική και την καταξιωµένη αισθητική δηµιουργία, να
πειραματίζονται και να κάνουν έρευνες στηριζόµενοι στις αρχές της ερευνητικής
μεθοδολογίας, να σκέπτονται και να επιλύουν ζητήµατα που τους απασχολούν.. Όλες
οι παραπάνω δραστηριότητες θεωρούνται σύνθετες από τους εκπαιδευτικούς και κατ’
επέκταση χρονοβόρες ως προς την κάλυψη της διδακτέας ύλης, με συνέπεια να
τοποθετούνται στο περιθώριο των θεωρούμενων κανονικών μαθημάτων. Επί
πρόσθετα, στην ίδια λογική, ο Χατζηγεωργίου (2004) επισήμανε πως είναι φανερή η
πίεση που ασκείται στους εκπαιδευτικούς να καλύψουν τη διδακτέα ύλη.
Τέλος, σύμφωνα με τον Κανάκη (1987), οι μαθητές εμφανίζουν μία
μηχανιστική σχέση με τη γνώση και μία τάση για αποστήθιση παρά για ανάπτυξη
κριτικής σκέψης. Παράλληλα, χρησιμοποιούνται από τους εκπαιδευτικούς
περιορισμένες δραστηριότητες που υποβοηθούν τη μεταγνώση και την ανάπτυξη
ανώτερων διανοητικών λειτουργιών, όπως δημιουργική σκέψη και κριτική ικανότητα.
Ένας από τους εκπαιδευτικούς του δείγματος παρέθεσε πως από τους κυρίαρχους
παράγοντες που παρεμποδίζουν την καλλιέργεια και την ανάπτυξη της κριτικής
σκέψης είναι η προσκόλληση της εκπαιδευτικής πολιτικής σε δύο μόνο είδη
νοημοσύνης. Αναλυτικότερα, ανέφερε πως υπάρχει προσκόλληση στη γλωσσική και
λογικομαθηματική νοημοσύνη, με συνέπεια να παραβλέπονται οι υπόλοιπες επτά.
Βάσει των δύο παραπάνω στοιχείων, γίνεται αντιληπτό πως η εκπαιδευτική πολιτική
του κράτους δίνει περισσότερη έμφαση στην αποστήθιση των γνώσεων, παρά στην
ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας, της δημιουργικής σκέψης και των υπόλοιπων
ειδών νοημοσύνης.
46
κριτικής σκέψης. Σχεδόν όλοι οι εκπαιδευτικοί στο σύνολο τους διατύπωσαν πως η
διδασκαλία της κριτικής σκέψης αποτελεί πολύ σημαντικό στοιχείο για την ανάπτυξη
των μαθητών. Συνεπώς, ο μεγάλος αριθμός κεφαλαίων και η επιφανειακή γνώση των
μαθητών προς τις διδασκαλία έννοιες, κατατάσσει τη ποιότητα της διδακτικής πράξης
στη χώρα μας χαμηλή.
Δύο από τους εκπαιδευτικούς του δείγματος συμφώνησαν στο γεγονός πως
ένας τομέας που πρέπει να αναμορφωθεί στο ισχύον Α.Π.Σ. αποτελεί ο τρόπος με τον
οποίο οι εκπαιδευτικοί χειρίζονται τα μέσα τεχνολογίας. Πιο αναλυτικά, ανέφεραν
πως τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι μαθητές δεν έχουν διδαχθεί κατάλληλα, ώστε
να αξιοποιήσουν τον τεχνολογικό εξοπλισμό που τους παρέχεται στη σχολική
μονάδα. Η αξιοποίηση αυτών των μέσων τεχνολογίας θα συντελέσει στην
αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και θα παρέχεται μία πιο ποιοτική
εκπαίδευση. Οι απόψεις των δύο αυτών εκπαιδευτικών βρίσκονται σε πλήρη
συμφωνία με τους Mandell, Sorge & Russell (2002), οι οποίοι διατύπωσαν την άποψη
πως η τεχνολογία δεν είναι πανάκεια, αλλά ένα μέσο που χρησιμοποιείται από τους
εκπαιδευτικούς για να βελτιώσουν και να ενισχύσουν τη διδασκαλία τους.
Ο Α.Κ. κατέθεσε πως το μείζον πρόβλημα που χρήζει αντιμετώπισης στο
ισχύον Α.Π.Σ. αποτελεί η αδυναμία εκλέπτυνσης των μαθητών. Ο ίδιος θεωρεί ότι
υπάρχει μία φιλοσοφία γύρω από το Α.Π.Σ. που είναι λανθασμένη. Συνήθως οι
εκπαιδευτικοί δίνουν αρκετές ευκαιρίες σε αδύναμους μαθητές, αλλά με τον τρόπο
που το πράττουν, υστερούν από τους ταλαντούχους μαθητές την περεταίρω εξέλιξη
τους. Σύμφωνα με τον Α.Κ., τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης πρακτικής είναι
άδικα ως προς και τις δύο κατηγορίες μαθητών. Το γεγονός αυτό, το δικαιολογεί
λέγοντας πως αφενός οι αδύναμοι μαθητές καλούνται να πραγματώσουν σκέψεις και
συναισθήματα άλλων και αφετέρου οι ταλαντούχοι μαθητές στερούνται το δικαίωμα
της εξέλιξης τους. Τη νοοτροπία αυτή που επικαλείται ο Α.Κ., την παρουσιάζει, εν
μέρει, και ο Πυργιωτάκης (2000) λέγοντας πως τα Α.Π.Σ. κατά το μεγαλύτερο μέρος
τους βασίζονται στις πολιτιστικές αξίες των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων και
ταυτόχρονα οι διαδικασίες και τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επίτευξή τους
προσιδιάζουν περισσότερο στην κουλτούρα των παιδιών από τα στρώματα αυτά.
Άλλοι εκπαιδευτικοί πρόσθεσαν πως θα πρέπει να υπάρξει περισσότερος
χώρος και χρόνος για τα καλλιτεχνικά μαθήματα και το μάθημα της γυμναστικής. Η
τοποθέτηση αυτή, συνδέεται άμεσα με τους σκοπούς που θέτει το ισχύον Α.Π.Σ.,
όπως για παράδειγμα, τη συμβολή στην ανάδειξη και καλλιέργεια των ιδιαίτερων
ενδιαφερόντων και δεξιοτήτων κάθε µαθητή.
Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών φαίνεται να θεωρεί πως οι κυρίαρχοι
παράγοντες που παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης αποτελούν οι
πρακτικές των εκπαιδευτικών και η δομή των Α.Π.Σ. Επιπλέον, αρκετοί είναι οι
εκπαιδευτικοί, όπου προσδίδουν την αιτία αυτού του γεγονότος στο διαδίκτυο, στην
ανεπάρκεια των εκπαιδευτικών να διδάξουν κριτικά, στο άγχος που δημιουργείται
από τα ανώτερα στελέχη της εκπαίδευσης προς τους εκπαιδευτικούς να
ολοκληρώσουν την ύλη και στη προσκόλληση της εκπαιδευτικής πολιτικής στα είδη
της γλωσσικής και της λογικομαθηματικής νοημοσύνης.
Είναι γεγονός πως το σύνολο των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι η ανάγκη για
αναμόρφωση του ισχύοντος Α.Π.Σ. είναι επιτακτική. Συγκεκριμένα, λόγω των
ριζικών αλλαγών στην κοινωνία παγκοσμίως, οι εκπαιδευτικοί θεωρούν πως το
47
Α.Π.Σ. θα πρέπει να αναμορφώνει και να αναπροσαρμόζει τις δομές και τα
περιεχόμενά του ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Επιπλέον, οι εκπαιδευτικοί θεωρούν
ότι θα πρέπει να υπάρξει μετεκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην
αξιοποίηση των τεχνολογικών μέσων, διότι μέσω αυτών η διαδικασία της
εκπαίδευσης θα γίνει πιο ποιοτική και αποδοτική. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί συμφωνούν
πως θα πρέπει να υπάρξει εκλέπτυνση των μαθητών και αφιέρωση περισσότερων
διδακτικών ωρών στα καλλιτεχνικά μαθήματα και το μάθημα της Φυσικής Αγωγής.
48
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνόγλωσση
Βρεττός, Γ. & Καψάλης, Α. (1997). Αναλυτικό Πρόγραμμα. Θεσσαλονίκη: Ελληνικά
Γράμματα.
Γούναρη, Π. & Γρόλλιος, Γ. (2010). Κριτική Παιδαγωγική, μια συλλογή κειμένων.
Αθήνα: Μεταίχμιο.
Δανασσής-Αφεντάκης, Α. Κ. (1993). Η εξέλιξη της Παιδαγωγικής και Διδακτικής
Σκέψης. Αθήνα: Αυτοέκδοση.
Ζεμπύλας, Μ. (2011). Οι πολιτικές διαστάσεις του Αναλυτικού Προγράμματος. Στο:
Μ. Ζεμπύλας, Αναλυτικά Προγράμματα: Θεωρίες και εφαρμογές. Λευκωσία:
Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Θεριανός, Κ. (2013). Το αναλυτικό πρόγραμμα και οι σχολικές γνώσεις. Κριτική
Παιδαγωγική, 43, 31-37.
Ίσαρη, Φ. & Πουρκός, Μ. (2015). Ποιοτική Μεθοδολογία Έρευνας. Εφαρμογές στην
Ψυχολογία και την Εκπαίδευση. Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά
Συγγράμματα και Βοηθήματα.
Ιωσηφίδης, Θ. (2017). Ποιτικές μέθοδοι έρευνας και επιστημολογία των κοινωνικών
επιστημών. Αθήνα: Τζιόλα.
Κανάκης, Ι. (1987). Η οργάνωση της διδασκαλίας-μάθησης με ομάδες εργασίας -
Θεωρητική θεμελίωση και πρακτική εφαρμογή. Αθήνα: Γρηγόρης.
Καραλής, Θ. (1999). Τυπολογίες και Μοντέλα Αξιολόγησης. Στο: Εκπαίδευση
Ενηλίκων Σχεδιασμός Οργάνωση και Αξιολόγηση Προγραμμάτων. Πάτρα:
Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.
Κασσωτάκης, M. & Φλουρής, Γ. (2006). Μάθηση και Διδασκαλία. Σύγχρονες απόψεις
για τις διαδικασίες της μάθησης και τη μεθοδολογία της διδασκαλίας. Κρήτη:
Γρηγόρη.
Κουλουμπαρίτση, Α. Χ. (2003). Η Κατανόηση στο Αναλυτικό Πρόγραμμα, τα Σχολικά
Βιβλία και τη Διδακτική Πράξη. Συστημική Συσχέτιση και Αξιολόγηση.
Εφαρμογές στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση. Αθήνα: Γρηγόρη.
Κουτσελίνη, Ι. Μ. (2001). Ανάπτυξη Προγραμμάτων: Θεωρία, Έρευνα, Πράξη.
Λευκωσία: K & A Lythrodondas Press Ltd.
Κουτσελίνη, Ι. Μ. (1997). Σύγχρονες τάσεις και προοπτικές των αναλυτικών
προγραμμάτων. Νέα Παιδεία, 83, 35-49.
Kουτσελίνη, Μ. (2013). Αναλυτικά προγράμματα και διδασκαλία. Αθήνα: Πεδίο.
Κολιάδης, Ε. Α. (2002) Γνωστική Ψυχολογία: Γνωστική Νευροεπιστήμη και
εκπαιδευτική πράξη, Μοντέλο επεξεργασίας πληροφοριών. Αθήνα:
Αυτοέκδοση.
49
Κιτσαράς, Γ., (2004). Προγράμματα. Διδακτική μεθοδολογία προσχολικής αγωγής. Με
σχέδια εργασίας. Αθήνα: Αυτοέκδοση.
Κρίβας, Σ. (2002). Παιδαγωγική Επιστήμη - Βασική Θεματική. Αθήνα: Gutenberg.
Λάζος, Γ. (1998). Το Πρόβλημα της Ποιοτικής Έρευνας στις Κοινωνικές Επιστήμες.
Αθήνα: Παπαζήσης.
Λεωνίδου, Χ. (2006). Η καθιέρωση της δημιουργικής και κριτικής σκέψης στο
σύγχρονο σχολείο. Αθήνα: ΕΚΠΑ.
Λιάμπας, Τ. &Κάσκαρης, Ι. (2007). Κριτικός Μεταμοντερνισμός. Κριτική
Παιδαγωγική και τα Ιδεολογικά Σχήματα του Νεοφιλελευθερισμού στην
Εκπαίδευση. Θέσεις, 99, 29-35.
Ματσαγγούρας, Η. (2007). Στρατηγικές ∆ιδασκαλίας. Η Κριτική Σκέψη στη ∆ιδακτική
πράξη. Αθήνα: Gutenberg.
Νεοφύτου, Λ. (2013). Κριτική πολυπολιτισμική παιδαγωγική και αναλυτικά
προγράμματα. Στο: Π. Αγγελίδης & Χρ. Χατζησωτηρίου (Επιμ.)
Διαπολιτισμικός διάλογος στην εκπαίδευση. Θεωρητικές προσεγγίσεις, πολιτικές
πεποιθήσεις και παιδαγωγικές πρακτικές. Αθήνα: Διάδραση.
Νικολακάκη, Μ. (2011). Η Κριτική Παιδαγωγική στο Νέο Μεσαίωνα. Αθήνα:
Σιδέρης.
Πανταζής, Σ. & Σακελλαρίου, Μ. (2004). Το αναλυτικό πρόγραμμα μέσα από το
πρίσμα της κοινωνικής παιδαγωγικής. Η περίπτωση της προσχολικής
εκπαίδευσης. Στο: Γ. Μπαγάκης, (Επιμ.). Ο εκπαιδευτικός και το αναλυτικό
πρόγραμμα. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Παρασκευόπουλος, Ι. Ν., (1993). Μεθοδολογία επιστημονικής έρευνας. Αθήνα:
Αυτοέκδοση.
Παρασκευόπουλος, Ι. Ν. (2004). ∆ηµιουργική Σκέψη στο Σχολείο και στην
Οικογένεια. Αθήνα: Κοράλι.
Πυργιωτάκης, Ι. Ε. (2000). Εισαγωγή στην Παιδαγωγική Επιστήμη. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα.
Τριανταφύλλου, Ε. (2010). Ο ρόλος του Διευθυντή σχολικής μονάδας στην
ενδοσχολική επιμόρφωση: Θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση. Θεσσαλονίκη:
Αφοί Κυριακίδη.
Τσούλιας, Ν. (2009). Μετασχηματισμός του ρόλου του σχολείου και του
εκπαιδευτικού. Επιστημονικό Βήμα, 10, 31- 44.
Φλουρής, Γ. (1997). Αναλυτικά Προγράμματα για μια νέα εποχή στην Εκπαίδευση.
Αθήνα: Γρηγόρη.
Φλουρής, Γ. & Πασιάς, Γ. (2006). Πολιτικές της γνώσης και μεταρρυθμίσεις στα
προγράμματα σπουδών στην Ελλάδα (1975-2005). Μία κριτική προσέγγιση.
Στο: Δ. Χαραλάμπους (Επιµ.) Μεταπολίτευση και Εκπαιδευτική Πολιτική.
Παρελθόν, Παρόν και Μέλλον. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα.
50
Χατζηγεωργίου, Γ. (2004). Γνώθι το Curriculum. Αθήνα: Ατραπός.
Χατζηγεωργίου, Γ. (2001). Γνώθι το Curriculum. Γενικά και ειδικά θέµατα
Αναλυτικών Προγραµµάτων και ∆ιδακτικής. Αθήνα: Ατραπός.
Χρυσαφίδης, Κ. (2004). Το ελληνικό σχολείο και η συζήτηση γύρω από τα ανοιχτά
και κλειστά αναλυτικά προγράμματα. Στο: Γ. Μπαγάκης, (Επιμ.) Ο
εκπαιδευτικός και το αναλυτικό πρόγραμμα. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Μεταφρασμένη
Aronowitz, S. & Giroux, H. (2010). ‘Η Διδασκαλία και ο Ρόλος του Αναμορφωτή
Διανοούμενου’. Στο Π. Γούναρη & Γ. Γρόλλιος (Επιμ.) Κριτική Παιδαγωγική:
μια συλλογή κειμένων. Αθήνα: Gutenberg.
Creswell, J. W. (2011). Η έρευνα στην εκπαίδευση: Σχεδιασµός, διεξαγωγή και
αξιολόγηση της ποσοτικής και ποιοτικής έρευνας. Αθήνα: Έλλην.
Marples, R. (2003). Οι σκοποί της εκπαίδευσης. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Ξενόγλωσση
Allen, J. P. B. (1984). General-Purpose Language Teaching. Α Variable Focus
Approach. Oxford: Brumfit.
Beyer, B. K. & Phi Delta Kappa (1995). Critical thinking. Bloomington: Phi Delta
Kappa Educational Foundation.
Bruner, J. S. (1996). The culture of education. Cambridge: Harvard University Press.
Campbell, E. (2007). Glimpses of uncertainty in teaching.Curriculum Inquiry, 37 (1),
1–8.
Clark, D. & Sampson, V. (2006). Personally-seeded discussions to scaffold online
argumentation. International Journal of Science Education, 29 (3), 253-277.
Collins, N. D., & Cross, T. L. (1993). Teaching the Writing Process. To Gifted and
Talented Students.Gifted Child Today Magazine, 16 (3), 22–23.
Corich, S. (2011). Automated measurement of critical thinking for discussion forum
participants. In Multiple Perspectives on Problem-Solving and Learning in the
Digital Age. Berlin: Springer.
Datko, J. (2015). Semi-structured Interview in Language Pedagogy Research. Journal
of Language and Cultural Education, 3, 142-156.
Dubin, F., & Olshtain, E. (1986). Course design: Developing programs and materials
for language learning.Cambridge: Cambridge University Press.
Ennis, R. H. (1996). Critical thinking.Upper Saddle River. New Jersey: Prentice-Hall.
51
Evagorou, M., & Avramidou, L. (2008). The role of technology in supporting the
process of argument construction in science learning. Educational Media,
International, 45 (1), 33-45.
Facione, P. (1989). Critical Thinking: A Statement of Expert Consensus for Purposes
of Educational Assessment and Instruction. Research Findings and
Recommendations. 315, 23-27. Ανακτήθηκε από: Education Resources
Information Center .
Fisher, A. (2001). Critical thinking - An introduction. Cambridge: Cambridge
University Press.
Freire, P. (1973). Education for critical consciousness. New York: Seabury Press.
Glasser, R. (1984). Education and Thinking. American Psychologist, 39 (2), 29-39.
Glaser, E. M. (1941). An experiment in the development of critical thinking. New
York: Columbia University.
Giroux H. A. (2006). Democracy and the Crisis of Public Education.America on the
Edge. New York: Palgrave Macmillan.
Guilford, J. P. (1967). The nature of human intelligence. New York: McGraw-Hill
Book Co.
Hewitt, T. W. (2006). Understanding and shaping curriculum. What we teach and
why. Calif: Sage.
Kelly, A.V. (1982). The Curriculum.Theory and Practice. London: Sage.
Kuhn, D. (1991). The skills of argument. Cambridge: Cambridge University Press.
Kuhn, D. (1992) Thinking as Argument.Harvard Educational Review, 62 (2), 155-
179.
Kuhn, D. & Crowell, A. (2011). Dialogic Argumentation as a Vehicle for Developing
Young Adolescents’ Thinking. Psychological Science, 22 (4), 545–552.
Kuhn, D. & Udell, W. (2003).The development of argument skills. Child
Development, 74, 1245-1260.
Lipman, M. (2003).Thinking in Education. Cambridge: Cambridge University Press.
Mandell, S., Sorge, D. & Russell, J. (2002). TIPS for technology integration. Tech
Trends, 46 (5), 39-45.
Marsh, C. (1997). Planning, Management and Ideology: Key Concepts for
Understanding Curriculum 2. Washington: The Falmer Press.
McLaren P. & Farahmandpur R. (2005).Teaching against global capitalism and the
new imperialism. Rowman & Littlefield Publishers: Maryland.
McPeck, J. E. (1981). Critical thinking and education. New York: Martin Robertson.
52
Moedritscher, F. (2006). e-Learning Theories in Practice.A Comparison of three
Methods. Journal of Universal Science and Technology of Learning, 28, 3-18.
Norris, S. P. & Ennis, R. H. (1989). Evaluating critical thinking. Pacific Grove:
Midwest Publications.
Paul, R. (1994). Critical Thinking.Educational Leadership, 42, 36-39.
Piaget, J. (1928). Judgment and reasoning in the child, Oxford: Harcourt.
Postman, N. (1999). Building a Bridge to the 18th Century. How the Past Can
Improve Our Future. New York: Alfred A. Knopf.
Pritchard, A. (1996). Colloquium. British Journal of Educational Technology, 27,
233-236.
Rojas-Drummond, S. & Zapata, M. (2004). Exploratory talk, argumentation and
reasoning in Mexican primary school children. Language and Education, 18
(6), 539-557.
Saylor, J. & Alexander, W. & Lewis, A. (1981). Curriculum Planning for Better
Teaching and Learning. New York: Holt, Rinehart & Winston.
Siegel, H. (1988). Educating Reason: Rationality, Critical Thinking and Education.
New York: Routledge.
Stenhouse, L. (1975). An introduction to curriculum research and development.
London: Heinemann Educational.
Stenhouse, L. &Rudduck, J. (1995). An education that empowers: A collection of
lectures in memory of Lawrence Stenhouse. Clevedon: Multilingual Matters.
Sternberg, R. J. (1985). Beyond IQ. A triarchic theory of human intelligence.
Cambridge: Cambridge University Press.
Strauss, A. L., & Corbin, J. M. (1990). Basics of qualitative research: Grounded
theory procedures and techniques. Calif: Sage Publications.
Taylor, P. & Richards, C. (1979). An Introduction to Curriculum Studies. New York:
Humanities Press.
Toulmin, S. (1958). The Uses of Argument. Cambridge: Cambridge University Press.
vanGelder, T. J. (2002). Argument mapping with Reason! Able.The American
Philosophical Association Newsletter on Philosophy and Computers, 1, 85-90.
vanGelder, T. J. (2007). The rationale for RationaleTM, Law, Probability and Risk,
6, 23-42.
Vygotsky, L. S. (1978). Mind in society: The development of higher psychological
processes. Cambridge.: Harvard University Press.
Wade, C. (1995). Using Writing to Develop and Assess Critical Thinking. Teaching
of Psychology, 22 (1), 24–28.
53
Watson, G. & Glaser, E. M. (2002).Watson - Glaser critical thinking appraisal:
Manual. London: Psychological Corp.
Weinstock, M., Neuman, Y. & Tabak, I. (2004). Missing the point or missing the
norms? Epistemological norms as predictors of students’ ability to identify
fallacious arguments. Contemporary Educational Psychology, 29, 77-94.
Worthen, B. R., Sanders, J. R., Fitzpatrick, J. L. & Worthen, B. R. (1997). Program
evaluation: Alternative approaches and practical guidelines. New York:
Longman.
54
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Στη συνέχεια παρατίθενται οι απομαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις των
εκπαιδευτικών, οι οποίοι συμμετείχαν στην έρευνα.
Ναι, παίζει σπουδαίο ρόλο. Για την δημιουργία ενός καλού και χρήσιμου για την
κοινωνία πολίτη, αλλά και για την διευκόλυνση της ζωής του ιδίου, απαιτείται η
καλλιέργεια της κριτικής σκέψης.
Ποιος πιστεύετε πως νομιμοποιεί τα ιδανικά και την ηθική κάθε ατόμου, ώστε να
πιστεύει πως αυτό που πράττει είναι το σωστό;
Σίγουρα σπουδαίο ρόλο στη νομιμοποίηση αυτή όπως λες, παίζουν οι φορείς
κοινωνικοποίησης του ατόμου και τα ερεθίσματα που έχει δεχθεί από αυτά. Για
55
παράδειγμα, η οικογένεια και το σχολείο αποτελούν τους κυριότερους θεσμούς για να
διδάξουν σε ένα παιδί τα ιδανικά που πρεσβεύει κάθε κοινότητα.
Ποια είναι η γνώμη σας για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης; Βοηθούν στην
καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και στην ανάπτυξη επιχειρηματολογίας των
ατόμων;
Σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω πως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης βοηθούν στην
ανάπτυξη αυτών των δύο. Δυστυχώς στις μέρες μας, έχουν υποβαθμιστεί οι ηθικές
αξίες και υπάρχει στρέβλωση της αλήθειας με αυτά που ακούμε ή βλέπουμε στα μέσα
αυτά. Οι δέκτες των μηνυμάτων αυτών καλούνται να αφομοιώσουν και να
ενστερνιστούν απόψεις, με αποτέλεσμα να αποτελεί πολύ δύσκολη συνθήκη η
διαπαιδαγώγιση ενός πολίτη που θα μπορεί να αμφισβητήσει και να αλλάξει την
κοινωνία.
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στους μαθητές σας;
56
τους υπόλοιπους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους, και την βελτίωση της
κοινωνικής ζωής.
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Για ποιο λόγο θεωρείτε πως η πολιτική εξουσία δεν επιθυμεί την δημιουργία ενός
κοινωνικού συνόλου που θα σκέφτεται κριτικά;
Η ερώτηση που μου θέτεις τώρα είναι πολύ δύσκολη να αναλυθεί, διότι εμπλέκονται
πάρα πολλοί παράγοντες. Αυτό που θέλω να κρατήσεις ως άποψη μου είναι, πως όσα
χρόνια και αν περάσουν, θα υπάρχουν πάντοτε κοινωνικά στρώματα, ιεράρχηση της
κοινωνίας και αδικίες πάνω στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Βασικό ρόλο για
τη διαιώνιση αυτού του φαινομένου παίζει η παιδεία των ατόμων, οπότε για αυτό το
λόγο ακόμη έχουμε αναλφάβητους ανθρώπους στις ανατολικές κοινωνίες.
Όπως είπα και πριν, διαπιστώνεται μία χειραγώγηση, μία επιβολή ρόλων και μία
παθολογία στο χώρο της εκπαίδευσης. Τα Α.Π.Σ. προσδιορίζουν τη ταυτότητα της
εκπαιδευτικής πολιτικής. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, είμαστε περισσότερο του
φαίνεσθαι και λιγότερο του είναι. Αντίστοιχα, το Α.Π.Σ. φαίνεται να είναι ανοικτό,
αλλά στη πραγματικότητα είναι κλειστό.
Ποιο από τα δύο είδη θεωρείτε ποιο ισχυρό στη διαπαιδαγώγηση των μαθητών;
57
Πιστεύω πως το κρυφό Α.Π.Σ. διαθέτει σπουδαιότερη επίδραση στους μαθητές λόγω
των κοινωνικών κανόνων που επικρατούν σε κάθε κοινότητα. Το επίσημο Α.Π.Σ.
εδρεύει σε όλα τα σχολεία, οπότε είναι δύσκολο να συγκρίνεις ένα δημόσιο σχολείο
της πρωτεύουσας με το δημόσιο σχολείο της επαρχίας. Σίγουρα το κρυφό Α.Π.Σ. που
διαθέτει κάθε σχολική μονάδα επηρεάζει περισσότερο τη συμπεριφορά και τις αξίες
των μαθητών σε σχέση με το επίσημο.
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Όχι, δεν το ακολουθώ πιστά, γιατί δεν βοηθά στην εξέλιξη μου ως εκπαιδευτικό.
Υπάρχουν πολλοί άλλοι τομείς που μπορώ να απευθυνθώ για να εξελίξω την
επιστημονική μου κατάρτιση.
Χρειάζεται αναμόρφωση. Ένας τομέας είναι ότι δεν προωθεί την καλλιέργεια του
αισθήματος ευθύνης και της σκέψης ότι ο μαθητής έχει "Υποχρεώσεις", αλλά
διδάσκει μόνο "Δικαιώματα". Η μόνη "υποχρέωση" που φαίνεται, είναι ότι πρέπει ο
Έλληνας μαθητής να προσαρμοστεί στον πολυπολιτισμό και στις συνήθειες των
άλλων λαών, και όχι ότι πρέπει οι αλλοεθνείς μαθητές να προσαρμοστούν στην
Ελληνική κουλτούρα και συνήθειες και αξίες. Δεν πετυχαίνει την καλλιέργεια της
κριτικής σκέψης. Δεν πετυχαίνει την αποδοχή ότι κάποιοι μαθητές είναι καλύτεροι σε
κάποιους τομείς από κάποιους άλλους, και δεν προωθεί την επιβράβευση των
αρίστων, αλλά προωθεί το σκεπτικό της συνεργασίας και της συνεργατικής σκέψης,
όπου τελικά οι αδύναμοι μαθητές δεν καταφέρνουν να σκεφτούν πολλά πράγματα
μόνοι τους, και οι πιο δυνατοί μαθητές μένουν πιο πίσω σε σχέση με αυτά που έχουν
δυνατότητα να κάνουν μόνοι τους.
58
Συνέντευξη 2η (με τη Δ.Α.)
Η κριτική σκέψη αποτελεί έναν λογικό συλλογισμό που επικεντρώνεται στη λήψη
αποφάσεων για το τι πιστεύει ή πράττει κάποιος. Σε ποιο βαθμό συμφωνείτε με την
παραπάνω άποψη;
Συμφωνώ αρκετά. Είναι ένας κλασσικός ορισμός της κριτικής σκέψης και δεν θα
μπορούσα να διαφωνήσω με αυτόν.
Πώς χαρακτηρίζετε τη σημερινή κοινωνία και θεωρείτε επιτακτική την ανάγκη για
καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ.. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στους μαθητές σας;
59
Δε συμφωνώ. Νομίζω πως εάν όντως αυτά τα δύο είδη σκέψεων αποτελούσαν
σκοπούς της σύγχρονης εκπαιδευτικής πραγματικότητας, οι δομές και η οργάνωση
των Α.Π.Σ. θα ήταν εντελώς διαφορετική. Θα υπήρξε αξιολόγηση των
εκπαιδευτικών, θα υπήρχαν επιμορφωτικά σεμινάρια για τον τρόπο διδασκαλίας
αυτών των σκέψεων και πολλά άλλα. Στη σημερινή κατάσταση η μόνη δράση που
λαμβάνει χώρα για την καλλιέργεια αυτών των τρόπων σκέψης αποτελούν οι στόχοι
που επιβάλλονται γενικό μέρος των Α.Π.Σ..
Πιστεύω πως τα σημαντικότερα στοιχεία και δεξιότητες που διαθέτει ένα κριτικά
σκεπτόμενο άτομο αποτελεί η επιχειρηματολογία, η πειθώ, η συνείδηση των
πράξεων του, η αυτοκριτική και κατ’ επέκταση η αυτοβελτίωση.
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Θα έλεγα ότι κατά κύριο λόγο είναι κλειστό. Εάν έχεις την τύχη να παρατηρήσεις
διδακτικές ώρες από όλες τις γωνιές της χώρας, νομίζω ότι θα παρατηρούσες το ίδιο
μοτίβο εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αν θέλεις και τη γνώμη μου, το μοτίβο αυτό δεν
είναι καθόλου αποδοτικό.
60
μηχανιστικός χαρακτήρας μάθησης, με συνέπεια την αποστροφή των μαθητών και
την την απέχθεια τους για το σχολείο και την εκπαίδευση γενικότερα.
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Δεν ακολουθώ πιστά τις οδηγίες αυτές, προσθέτω όσα στοιχεία μπορώ, αλλά
σίγουρα δεν το συμβουλεύομαι πιστά. Σίγουρα, δεν βοηθά στην εξέλιξη του
εκπαιδευτικού, απλώς δίνεται η ευκαιρία να ενσωματωθούν κάποια στοιχεία. Ειδικά
στους νέους εκπαιδευτικούς, το Α.Π.Σ. αποτελεί σημαντικό εργαλείο στην τσέπη
τους. Πιστεύω πως με τα χρόνια, ολοένα και λιγότερο χρησιμοποιούν οι
εκπαιδευτικοί το Α.Π.Σ. για να αντλήσουν συμβουλές.
Σε μεγάλο βαθμό. Πρώτον, στο επίπεδο (πλέον οι γνώσεις τον μαθητών ειδικά στις
τελευταίες τάξεις του λυκείου καλύπτουν το επίπεδο πανεπιστημιακών μαθημάτων
και ξεπερνούν τις γνώσεις άλλων ευρωπαίων συνομήλικων). Δεύτερον στην ύλη. Θα
έπρεπε να δοθούν περιθώρια στον εκπαιδευτικό να αναπτύξει δεξιότητες που
πιστεύουν οι ίδιοι ότι θα βοηθήσουν τους μαθητές στην κοινωνικοποίησή τους και
στην απόκτηση κριτικής σκέψης και όχι μόνο να καλύψουν την ύλη των μαθημάτων.
Τρίτον, στα μέσα διδασκαλίας. Πλέον τα παιδιά ξέρουν να χειρίζονται άριστα τα
τεχνολογικά μέσα τα οποία μπορούν να δώσουν άπειρες δυνατότητες στο
εκπαιδευτικό σύστημα για θέματα μαθημάτων, προγραμμάτων και δημιουργικών
απασχολήσεων που θα αναπτύξουν την κριτική σκέψη των μαθητών και θα
εμβαθύνουν τις γνώσεις τους με δική τους πρωτοβουλία και θέληση.
61
Πολύ δύσκολη ερώτηση. Πιστεύω ότι το σχολείο αποτελεί έναν από τους πιο
σημαντικούς φορείς κοινωνικοποίησης ενός ατόμου, αλλά παράλληλα στην εποχή
μας και βάσει όλων αυτών που συζητήσαμε προηγουμένως, ενδεχομένως να υπάρχει
δόλος και το σχολείο να λειτουργεί ως μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου. Νομίζω ότι
δεν είμαι η κατάλληλη να απαντήσω και ότι αυτά τα ερωτήματα θα παραμείνουν για
καιρό ανοικτά.
Είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία για μα ώριμη και πολιτισμένη κοινωνία.
Εάν μπορεί να επιτευχθεί, θα μιλούμε για ένα κοσμοϊστορικό γεγονός, αλλά νομίζω
ότι θα μείνουμε με την ελπίδα για μία αλλαγή.
62
Συνέντευξη 3η (με τη Ζ.Κ.)
Η κριτική σκέψη αποτελεί έναν λογικό συλλογισμό που επικεντρώνεται στη λήψη
αποφάσεων για το τι πιστεύει ή πράττει κάποιος. Σε ποιο βαθμό συμφωνείτε με την
παραπάνω άποψη;
Συμφωνώ απόλυτα με την παραπάνω άποψη, γιατί όπως γνωρίζουμε η κριτική σκέψη
είναι μια νοητική και συναισθηματική λειτουργία, η οποία βοηθάει το άτομο να
αξιολογεί καταστάσεις και πληροφορίες με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος
καθημερινά, άρα και να πράττει αναλόγως.
Η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη των
μαθητών. Οι δεξιότητες της κριτικής σκέψης βοηθούν επίσης πολύ στην ανάπτυξη
των μαθητών και από πολύ μικρή ηλικία. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται τις έννοιες της
σύγκρισης, της ανάλυσης από πολύ νωρίς. Επιπλέον, βοηθούν τα άτομα να στέκονται
κριτικά γνωρίζοντας και ρωτώντας πληροφορίες. Η επιλογή των στρατηγικών και των
μεθόδων για την επίλυση ενός προβλήματος που παίρνουν αυτοβούλως οι μαθητές,
τους βοηθά στην ολόπλευρη ανάπτυξη του χαρακτήρα τους
63
Η ανάπτυξη επιχειρηματολογίας στους μαθητές συνδέεται απόλυτα με την κριτική
σκέψη γιατί όπως προανέφερα η κριτική σκέψη είναι μία λειτουργία που το άτομο και
στη προκειμένη περίπτωση οι μαθητές αξιολογούν την αξιοπιστία των πληροφοριών
και των καταστάσεων με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι. Άρα μέσω αυτόυ,
αναπτύσσουν κατ’επέκταση και την επιχειρηματολογία τους, δηλαδή κατά πόσο κάτι
είναι θετικό ή αρνητικό, το κρίνουν με βάση τη κριτική τους σκέψη και στη συνέχεια
διατυπώνουν τις απόψεις τους μέσω του επιχειρηματικού τους λόγου.
Πιστεύετε πως δίνεται αυτός ο απαραίτητος χώρος και ο χρόνος στους μαθητές
για να συνθέσουν τα ερεθίσματα που δέχονται ή επικρατεί ένας βερμπαλισμός κατά
τη διάρκεια της μάθησης;
Αυτό έγκειται σε μεγάλο βαθμό στο τρόπο που χειρίζεται ο εκπαιδευτικός το κλίμα
και τους μαθητές της τάξης. Είμαι υπέρ της άποψης πως όλοι οι μαθητές έχουν τα
φόντα να επιχειρηματολογήσουν και να σκεφτούν κριτικά, αρκεί να τους δοθεί ο
κατάλληλος χώρος και χρόνος. Συνήθως δεν συμβαίνει αυτό στην ελληνική
πραγματικότητα, αλλά το γεγονός αυτό δεν θα πρέπει να επηρεάσει και τους νέους
εκπαιδευτικούς που έρχονται να πλαισιώσουν το χώρο της εκπαίδευσης.
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ.. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στους μαθητές σας;
Πιστεύω πως η καλλιέργεια της δημιουργικής και της κριτικής σκέψης αποτελούν
βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ., ωστόσο, επειδή κάθε τάξη και κάθε
μαθητής έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά και μοναδική προσωπικότητα, δεν
μπορούμε να εφαρμόσουμε κάποιους συγκεκριμένους κανόνες, αλλά έχουμε τη
δυνατότητα να επιλέγουμε εμείς ως εκπαιδευτικοί ποιοι είναι καταλληλότεροι και να
τους προσαρμόζουμε στη σχολική μας τάξη. Η αλήθεια είναι πως έχω προσπαθήσει
αρκετά και σε έναν ικανοποιητικό βαθμό πιστεύω πως έχω επιτύχει την καλλιέργεια
της κριτικής και της δημιουργικής σκέψης στους μαθητές μου. Ούτως ή άλλως
πιστεύω πως αυτά τα δύο είδη σκέψεων συνδέονται πάρα πολύ και η καλλιέργεια του
ενός πριμοδοτεί σε μεγάλο βαθμό και την καλλιέργεια του άλλου.
Γνωρίζω κάποια τυποποιημένα και σταθμισμένα τεστ, αλλά για να είμαι ειλικρινής
δεν τα έχω εφαρμόσει ποτέ στην επαγγελματική μου καριέρα.
64
Ποιες πιστεύετε πως είναι οι σημαντικότερες δεξιότητες των κριτικά σκεπτόμενων
ατόμων;
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Όσον αφορά τον όρο αυτολεξεί που αναφέρατε, ποια είναι η γνώμη σας για την
αξιολόγηση των μαθητών και τις δοκιμασίες σχολικής επίδοσης;
Έχω ασχοληθεί αρκετά με το ζήτημα αυτό. Για εμένα το σύστημα αξιολόγησης των
μαθητών είναι τουλάχιστον σαθρό και άδικο. Οι εκπαιδευτικοί δεν δίνουν χρόνο
στους μαθητές να εκφράσουν τις διαφορετικές απόψεις τους, το λάθος τιμωρείται,
ενδεχομένως μία μερίδα εκπαιδευτικών να αντλεί την αξιολόγηση των μαθητών ως
μέσο εξουσίας, με αποτέλεσμα την ολική ρήξη της σχέσης μεταξύ σχολείου και
μαθητή.
Θεωρώ ότι αν διαβάσει κανείς το γενικό μέρος των Α.Π.Σ., είναι εύλογο να
σχηματίσει την άποψη πως το ισχύον εκπαιδευτικό πρόγραμμα είναι ανοικτό. Στη
πρακτική εφαρμογή του όμως, ο εκπαιδευτικός και οι μαθητές καλούνται να
εξυπηρετήσουν τους στόχους που έχουν ανατεθεί από ανώτερα στελέχη της
εκπαίδευσης, οπότε είναι κλειστό.
65
Πιστεύετε πως το κρυφό Α.Π.Σ. ή παραπρόγραμμα έχει μεγάλες αποκλίσεις από τα
επιδιωκόμενα αποτελέσματα του επίσημου Α.Π.Σ.;
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Δεν ακολουθώ πιστά τις οδηγίες από το Α.Π.Σ.. Παρόλα αυτά μερικές φορές μπορεί
να το συμβουλευτώ για ένα θέμα που χρειάζεται λύση. Σίγουρα, στηρίζομαι και
συμβουλεύομαι από εγχειρίδια που δεν είναι τόσο θεωρητικά όσο τα Α.Π.Σ.. Όσον
αφορά το δεύτερο ερώτημα, σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω πως το Α.Π.Σ. με
βοηθά στην εξέλιξη μου ως εκπαιδευτικό. Νομίζω πως δεν είναι και αυτός ο ρόλος
του!
66
Σίγουρα η καθιέρωση της κριτικής παιδαγωγικής σε διεθνές επίπεδο αυξάνει τις
πιθανότητες για ένα πιο δίκαιο και κοινωνικά ελεύθερο κόσμο. Όπως ήδη έχω
προαναφέρει, η κριτική σκέψη ενδυναμώνει πολύ σπουδαίες δεξιότητες σε ένα
άτομο. Σε περίπτωση που αυτές αναπτυχθούν σε όλα τα παιδιά της σύγχρονης
εποχής, δεν έχουμε λόγο να ανησυχούμε για το μέλλον.
67
Συνέντευξη 4η (με το Θ.Μ.)
Η κριτική σκέψη αποτελεί έναν λογικό συλλογισμό που επικεντρώνεται στη λήψη
αποφάσεων για το τι πιστεύει ή πράττει κάποιος. Σε ποιο βαθμό συμφωνείτε με την
παραπάνω άποψη;
Συμφωνώ με αυτή την άποψη. Ο κάθε άνθρωπος είναι καλό να μπορεί να φιλτράρει
και να επεξεργάζεται τις πληροφορίες που δέχεται από το περιβάλλον του και να
παίρνει αποφάσεις τόσο για την καθημερινότητά του όσο και για πιο πολύπλοκα και
σημαντικά ζητήματα. Ωστόσο, για να πραγματοποιηθεί αυτό χρειάζεται το άτομο να
έρθει από νωρίς σε τριβή με τέτοιου είδους σκέψεις και με την πάροδο του χρόνου να
εστιάζει στην αυτοβελτίωσή του.
Σαφώς. Αν μη τι άλλο πιστεύω ακράδαντα πως ο απώτερος σκοπός και στόχος της
εκπαίδευσης είναι να φτιάχνει και να κατασκευάζει, αν θέλετε, κριτικά σκεπτόμενους
ανθρώπους. Πέρα από τις γνώσεις που δίνουμε στους μαθητές για να μπορέσουν να
ανταπεξέλθουν στις ανώτερες εκπαιδευτικές βαθμίδες οφείλουμε να δώσουμε τα
κίνητρα και τα ερεθίσματα για να σκέφτονται πιο σφαιρικά και ολοκληρωμένα από
ένα πρώιμο στάδιο της ηλικίας τους.
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ.. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στουςμαθητές σας;
68
Όπως είπα και πιο πριν η κριτική σκέψη για εμένα είναι η βάση της εκπαίδευσης. Το
ίδιο φυσικά ισχύει και για τη δημιουργική σκέψη. Ωστόσο πιστεύω πως η
δημιουργική σκέψη είναι κάτι διαφορετικό. Το κάθε παιδί μέσα σε μια τάξη έρχεται
από ένα διαφορετικό οικογενειακό, κοινωνικό και ίσως πολιτισμικό περιβάλλον.
Συνεπώς, είναι πολύ πιθανό το κάθε παιδί να έχει μια διαφορετική άποψη για τον
κόσμο και την οπτική με την οποία τον αντικρίζει. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η
δημιουργική σκέψη διαφέρει από παιδί σε παιδί, γιατί αλλάζουν και τα ενδιαφέροντα
του κάθε παιδιού. Φυσικά ως εκπαιδευτικοί πρέπει να βρίσκουμε μια κοινή γραμμή
πλεύσης ώστε να αξιοποιούμε την δημιουργική σκέψη του κάθε μαθητή ξεχωριστά
και ταυτόχρονα να πετυχαίνουμε τους στόχους του Α.Π.Σ., συλλογικά.
Θεωρώ πως σπουδαίο ρόλο για την ενίσχυση της δημιουργικής σκέψης μέσα σε μία
πολυπολιτισμική τάξη αποτελεί η ψυχοκοινωνική ατμόσφαιρα και οι δομές
επικοινωνίας που εμπεριέχονται σε αυτήν. Το σχολείο θα πρέπει να αποτελεί μέσο
εξανθρωπισμού και όχι απλά κοινωνικοποίησης. Τα παιδιά οφείλουν να έχουν την
ευκαιρία να γνωρίσουν διάφορα επιτεύγματα των ανθρώπων, όχι μόνο αυτά της
κοινότητας τους. Με αυτόν τον τρόπο, οι μαθητές θα ανοίξουν τους ορίζοντες τους
και θα ξεφύγουν από προκαταλήψεις και δογματισμούς του υπάρχοντος κοινωνικού
πλαισιίου τους.
Ένας κριτικά σκεπτόμενος άνθρωπος θεωρώ πως έχει την ικανότητα να μιλήσει
ελεύθερα για τις απόψεις του χωρίς να διστάσει και είναι σε θέση να τις υπερασπιστεί
με λογικά επιχειρήματα. Επίσης, πιστεύω ότι δεν δέχεται άκριτα τις πληροφορίες από
το περιβάλλον του, αλλά αντιθέτως ενημερώνεται και εξάγει συμπεράσματα που
στηρίζονται στη λογική.
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
69
διδάσκουν σήμερα δεν έχουν επάρκεια, ώστε να διδάξουν την κριτική σκέψη. Σαφώς,
η γενικότερη κατάσταση που έχει περιέλθει η χώρα δεν βοηθά τους εκπαιδευτικούς
να έχουν διάθεση για πολύωρο σχεδιασμό και επιμόρφωση, αλλά δεν θα πρέπει να
υπάρξει αυτό ως δικαιολογία. Θεωρούνται επαγγελματίες στο έργο τους και αυτό
συνεπάγεται και επιμόρφωση.
Πιστεύω ότι στη πρακτική εφαρμογή του είναι κλειστό. Ενδεχομένως να φαίνεται
κάτι διαφορετικό διαβάζοντας το στην αρχή, αλλά είναι ξεκάθαρα κλειστό. Οι
εκπαιδευτικοί περιορίζονται πολύ και οι μαθητές εκτελούν δραστηριότητες ως κουτιά
και όχι ως προσωπικότητες.
Κατ’ αρχάς δεν μπορεί να συγκριθεί ένα κρυφό Α.Π.Σ. με το επίσημο, γιατί από τόπο
σε τόπο διαφέρουν και τα κρυφά Α.Π.Σ.. Γενικότερα, πιστεύω ότι δεν υπάρχουν
μεγάλες αποκλίσεις. Οι εκπαιδευτικοί δεν δραστηριοποιούνται σε μεγάλο βαθμό,
ούτε για να πάνε κόντρα σε κακές πρακτικές του επίσημου Α.Π.Σ., ούτε για να
αλλάξουν την ισχύουσα κατάσταση. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται και τις μικρές
αποκλίσεις που διαθέτει το επίσημο Α.Π.Σ. με το κρυφό.
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
70
Το Α.Π.Σ. είναι πραγματικά χρήσιμο εργαλείο στην καθοδήγηση και την οργάνωση
ενός εκπαιδευτικού για την εκπαιδευτική του πράξη. Πολλοί νέοι δάσκαλοι και
δασκάλες το έχουν ως πρότυπο στα πρώτα χρόνια εργασίας τους όπως και όλοι μας
άλλωστε. Προσωπικά, μετά από αρκετά χρόνια στο επάγγελμα, μπορώ να πω ότι
ακόμη το ακολουθώ αλλά όχι πιστά. Και αυτό γιατί με τον καιρό είδα ότι τα παιδιά
έχουν ανάγκη να μάθουν πράγματα περνώντας όμορφα στην τάξη και στο σχολείο.
Ακολουθώντας πιστά το Α.Π.Σ. κατάλαβα και εγώ ο ίδιος ότι το μάθημά μου γινόταν
βαρετό και έχανα την προσοχή και το ενδιαφέρον των μαθητών μου. Τώρα, όσον
αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησης πιστεύω ότι το Α.Π.Σ. ναι βοηθάει στην
εξέλιξη, γενικότερα, του εκπαιδευτικού αλλά μέχρι ένα σημείο. Για εμένα λοιπόν
προσωπικά θα πω ότι το Α.Π.Σ. με βοήθησε μέχρι ένα σημείο αλλά μετά από εκεί,
θεωρώ ότι με κρατάει πίσω στο να ανακαλύψω μόνος μου νέες διδακτικές μεθόδους
και τρόπους έτσι ώστε να κάνω το μάθημά μου ενδιαφέρον και αποδοτικό.
Σίγουρα πιστεύω ότι η Κριτική Παιδαγωγική αποτελεί το μοναδικό ρεύμα για έναν
πιο δίκαιο κόσμο. Έχει φανεί σε χώρες όπως η Βραζιλία και η Χιλή πως μπορεί να
λειτουργήσει θετικά. Το θέμα είναι αν αυτό το γεγονός δεν το θέλουν τα ανώτερα
στελέχη της εκπαίδευσης που βρίσκονται στη Δύση.
71
Συνέντευξη 5η (με τη Λ.Π.)
Η κριτική σκέψη αποτελεί έναν λογικό συλλογισμό που επικεντρώνεται στη λήψη
αποφάσεων για το τι πιστεύει ή πράττει κάποιος. Σε ποιο βαθμό συμφωνείτε με την
παραπάνω άποψη;
Συμφωνώ απόλυτα με την παραπάνω άποψη, καθώς θεωρώ ότι πρόκειται για μια
νοητική λειτουργία του ατόμου που του δίνει την δυνατότητα να δέχεται και να
φιλτράρει παράλληλα όλες τις πληροφορίες που ακούει και έπειτα είναι σε θέση να
αξιολογεί και να επιχειρηματολογεί ανάλογα, είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί.
Σαφώς και παίζει σπουδαίο ρόλο. Εμείς ως εκπαιδευτικοί καλούμαστε μέσω της
διδασκαλίας να δημιουργήσουμε και να χτίσουμε τέτοιου είδους προσωπικότητες, οι
οποίες θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στο άμεσο μέλλον στις ανάγκες, στις
υποχρεώσεις και στις αντιλήψεις αυτής της κοινωνίας. Ένας άνθρωπος με
καλλιεργημένη προσωπικότητα θα είναι ικανός μόνο να προσφέρει έργο, να
αξιολογεί και να αντιδρά σε ο,τι δεν αρμόζει και δεν ικανοποιεί τον ίδιο. Από την
άλλη πλευρά, ένας άνθρωπος δίχως κριτική σκέψη και ισχυρή προσωπικότητα, απλά
θα δέχεται και δεν θα αντιδρά. Ζωντανό παράδειγμα αποτελεί μεγάλο ποσοστό της
κοινωνίας μας.
Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για δύο αλληλένδετες έννοιες καθώς είναι φανερό ότι
ένας άνθρωπος με καλλιεργημένη κριτική σκέψη, κάθε φορά που καλείται να
εκφράσει την άποψη του για οποιοδήποτε θέμα, είναι σε θέση να επιχειρηματολογεί
και να υποστηρίζει στο έπακρο με αποδείξεις και τεκμήρια αυτό που σκέφτεται και
πιστεύει.
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ.. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στους μαθητές σας;
72
Δεν συμφωνώ απόλυτα με τα παραπάνω, διότι θεωρώ ως ένα σημείο ότι και τα
καινούργια Α.Π.Σ. κατά τη γνώμη μου είναι ξεπερασμένα. Πιο συγκεκριμένα, παρόλο
που πλέον υποστηρίζεται ότι οφείλουμε να δημιουργούμε μέσα στη τάξη ένα πιο
μαθητοκεντρικό κλίμα, αυτό δεν είναι εφικτό, καθώς τα σημερινά Αναλυτικά
Προγράμματα Σπουδών δεν δίνουν την ελευθερία στον εκπαιδευτικό να πράξει με
τον τρόπο και το χρονοδιάγραμμα που θέλει. Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω,
προφανώς και δεν μου δίνεται η απόλυτη ελευθερία και ο χρόνος έτσι ώστε να
βοηθήσω τους μαθητές μου να καλλιεργήσουν στο απόλυτο τόσο την δημιουργική
όσο και την κριτική τους σκέψη. Ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω ότι καταβάλλεται
μεγάλη προσπάθεια.
Για ποιο λόγο πιστεύετε πως το ισχύον Α.Π.Σ. δεν δίνει αυτή την ελευθερία στον
εκπαιδευτικό να αναπτύξει τη δική του παιδαγωγική θεωρία;
Η ερώτηση που μου θέτεις είναι πολύ δύσκολη. Για παράδειγμα,εάν τα ανώτερα
κλιμάκια της εκπαίδευσης και οι συγγραφείς τον Α.Π.Σ. λειτουργούν με «τυφλά»
προσωπικά συμφέροντα και όχι τεχνοκρατικά, με σκοπό την βελτίωση της ποιότητας
της εκπαίδευσης,, τότε μπορούμε να ανοίξουμε μία συζήτηση για το πολίτευμα της
χώρας μας, εάν η δημοκρατία που θεσπίζουμε είναι άμεση ή έμμεση και διάφορα
άλλα ερωτήματα τέτοιου είδους. Σε γενικές γραμμές, οι κοινωνικές ανισότητες
διαιωνίζονται, η ποιότητα της εκπαίδευσης κινείται σε χαμηλά επίπεδα και οι
αυριανοί πολίτες νομίζω πως θα λειτουργούν ως φερέφωνα στο κοινωνικό τους
πλαίσιο.
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Κατά τη γνώμη μου θεωρώ ότι ένας από τις κύριους παράγοντες που παρεμποδίζουν
την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης είναι το σύστημα της εκπαίδευσης. Πιο
συγκεκριμένα, ένας εκπαιδευτικός ο οποίος βασίζεται σε ένα δασκαλοκεντρικό και
παραδοσιακό μάθημα, βασισμένο στην αποστήθιση, στην μη αποδοχή των απόψεων
των μαθητών, στην παραγωγή ενός μηχανικού τρόπου σκέψης και στην καλλιέργεια
73
στερεοτύπων, σίγουρα δεν θα οδηγήσει στην δημιουργία μιας ισχυρής
προσωπικότητας αλλά στην δημιουργία ενός άβουλου ον.
Δεν νομίζω πως είναι ένα το κρυφό Α.Π.Σ. για να συγκρίνουμε τα αποτελέσματα του
με το επίσημο. Κάθε τόπος έχει και διαφορετικό κρυφό Α.Π.Σ., γιατί πολύ απλά είναι
άλλες οι ανάγκες του κοινωνικού περίγυρου. Αλλιώς διδάσκεις σε μία ορεινή
βιομηχανική περιοχή και αλλιώς σε ένα ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας. Εν γένει,
πιστεύω πως δεν υπάρχουν τεράστιες αποκλίσεις με το εκάστοτε κρυφό Α.Π.Σ. που
έχει κάθε κοινωνία.
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Ως νέα εκπαιδευτικός έχοντας μια συνεχή επιμόρφωση στον τομέα της εκπαίδευσης,
θα ήταν ψέμα εάν υποστήριζα ότι ακολουθώ πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.. Σίγουρα,
74
κάποια πράγματα είναι αναπόφευκτα, ωστόσο κατά τη γνώμη μου θεωρώ ότι
προκειμένου να υπάρξει η εξέλιξη και η άνοδος, τόσο σε εμάς αλλά τόσο και στο
επάγγελμα μας που υποτιμάται από πολύ κόσμο, οφείλουμε να πράττουμε με τον
τρόπο που σκεφτόμαστε εμείς και όχι να μπαίνουμε οι ίδιοι και να ωθούμε και τους
μαθητές μέσα σε «καλούπια».
75
Συνέντευξη 6η (με το Ν.Κ.)
Η κριτική σκέψη αποτελεί έναν λογικό συλλογισμό που επικεντρώνεται στη λήψη
αποφάσεων για το τι πιστεύει ή πράττει κάποιος. Σε ποιο βαθμό συμφωνείτε με την
παραπάνω άποψη;
Η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στο σχολικό περιβάλλον πιστεύω πως πρέπει να
αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο κάθε εκπαιδευτικού. Το σύγχρονο σχολείο οφείλει να
διαθέτει σκεπτόμενους μαθητές οι οποίοι δεν θα έχουν τον ρόλο του δέκτη στα όσα
έχουν διδαχθεί από τον εκπαιδευτικό αλλά ,αντίθετα, θα είναι σε θέση να κρίνουν και
να αξιολογήσουν τα όσα ακούν. Με τον τρόπο αυτό, επίσης, προωθείται ο διάλογος
ανάμεσα στο σύνολο των μαθητών αλλά και του εκπαιδευτικού με τη χρήση
επιχειρημάτων. Συνεπώς, η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης πρέπει να αποτελεί βασικό
άξονα στην εκπαίδευση των μικρών παιδιών γεγονός που θα τους οδηγήσει αργότερα
σε κριτικά σκεπτόμενους πολίτες.
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ.. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στους μαθητές σας;
76
Είναι αλήθεια πως το Α.Π.Σ. έχει ως έναν από τους βασικότερους στόχους την
ανάπτυξη της κριτικής σκέψης γεγονός το οποίο θεωρώ ως αξιοσημείωτο και
συμφωνώ απόλυτα με αυτό. Στην δική μου σχολική τάξη προσπαθώ να προωθήσω
όσο το δυνατό περισσότερο την παραπάνω εκδοχή με τη χρήση του διαλόγου σε
διάφορα ζητήματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Θεωρώ πως η ανάπτυξη της
κριτικής σκέψης των μαθητών είναι ένα μείζον ζήτημα και μπορεί να επιτευχθεί με τη
χρήση του διαλόγου και της επιχειρηματολογίας μέσα στη σχολική τάξη.
Πιστεύετε πως οι δομές επικοινωνίας που διαθέτετε με τους μαθητές σας είναι
ικανοποιητικές;
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Θεωρώ πως είναι ευρέως αποδεκτό ότι το πιο σημαντικό ζήτημα που προκύπτει στην
εκπαιδευτική διαδικασία είναι η καταπίεση του εκπαιδευτικού συστήματος. Για
παράδειγμα, πολλοί εκπαιδευτικοί δεν καταφέρνουν τελικά να προωθήσουν όσο θα
ήθελαν την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών εξαιτίας της πίεσης που
έχουν για την ολοκλήρωση της ύλης των σχολικών βιβλίων. Η ολοκλήρωση των
βιβλίων σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα ευθύνεται για την παράλειψη της
καλλιέργειας της κριτικής σκέψης των μαθητών γεγονός το οποίο είναι θλιβερό κατά
77
την προσωπική μου άποψη. Έτσι, δίνεται περισσότερη σημασία στο βιβλίο παρά στην
ανάπτυξη επικοινωνιακών και κριτικών χαρακτηριστικών.
Δεν θεωρώ πως το κρυφό Α.Π.Σ. έχει σημαντικές αποκλίσεις από το αρχικό Α.Π.Σ..
Αντίθετα, πιστεύω πως το ένα συμπληρώνει το άλλο. Το κρυφό, δηλαδή, προσθέτει
στοιχεία στις αδύνατες πτυχές του άλλου. Στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, όμως,
οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί ακολουθούν το πρώτο Α.Π.Σ. δείχνοντας έτσι μια
κατάσταση χαλάρωσης χωρίς να δίνουν σημασία στα νέα στοιχεία που προσθέτει το
κρυφό Α.Π.Σ.. Με τον τρόπο αυτό, μειώνεται σημαντικά η ανάπτυξη της κριτικής
ικανότητας των μαθητών.
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Η αλήθεια είναι ότι ακολουθώ τις προτάσεις του Α.Π.Σ. κατά την εκπαιδευτική
διαδικασία αλλά όχι πιστά. Αξιοποιώ, δηλαδή, κάποιες πτυχές του Α.Π.Σ. που θεωρώ
ότι μπορούν να αποτελέσουν στήριγμα στην τάξη ενώ παράλληλα χρησιμοποιώ κι
άλλες δραστηριότητες εκτός Α.Π.Σ. τις οποίες θεωρώ εξίσου σημαντικές. Πολλές
φορές, επίσης, το Α.Π.Σ. θεωρεί όλες τις τάξεις ίδιες από άποψη, για παράδειγμα,
υλικοτεχνικής υποδομής. Πολλές τάξεις δεν διαθέτουν ούτε τα βασικά ψηφιακά μέσα
γεγονός που αποτελεί συνέπεια της ευρύτερης οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Όσον αφορά την εξέλιξη μου ως εκπαιδευτικός, αυτή δεν συμβαίνει εξαιτίας της
ενασχόλησής μου το Α.Π.Σ.. Θεωρώ, λοιπόν, πως η εξέλιξη του εκπαιδευτικού
μπορεί να συμβεί μέσα από την μετεκπαίδευσή του.
Το Α.Π.Σ. χρειάζεται σίγουρα αλλαγές σε αρκετούς τομείς. Για μένα, πιστεύω πως
πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία στον εκπαιδευτικό ο οποίος μέσα από την
78
εξάλειψη πλέον της πίεσης για την ολοκλήρωση της ύλης θα είναι σε θέση να
αναπτύξει την κριτική σκέψη των μαθητών του σε αρκετά μεγαλύτερο βαθμό. Για να
επιτευχθεί, όμως, η παραπάνω κατάσταση θα πρέπει να υπάρχει μια σχετικά καλή
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών οι οποίοι θα είναι σε θέση να εφαρμόσουν νέες και
σύγχρονες εκπαιδευτικές τεχνικές στη σχολική τάξη.
79
Συνέντευξη 7η (με το Χ.Π.)
Η κριτική σκέψη αποτελεί έναν λογικό συλλογισμό που επικεντρώνεται στη λήψη
αποφάσεων για το τι πιστεύει ή πράττει κάποιος. Σε ποιο βαθμό συμφωνείτε με την
παραπάνω άποψη;
Συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό με τον παραπάνω ορισμό. Η κριτική σκέψη αποτελεί μία
λογική διαδικασία με την οποία καλείται ο άνθρωπος να πάρει κάποιες αποφάσεις.
Σαφώς και πιστεύω πως η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης αποτελεί ένα μείζον
κεφάλαιο για την εκπαίδευση στις μέρες μας. Αυτό το είδος σκέψης πιστεύω πως
πρέπει να αναπτυχθεί σε κάθε άτομο και ειδικότερα στους μαθητές του δημοτικού,
που μέχρι τώρα σίγουρα δεν το έχουν αναπτύξει.
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ.. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στους μαθητές σας;
Το Α.Π.Σ. θεωρεί όντως, ως βασικό στοιχείο την καλλιέργεια της κριτικής και της
δημιουργικής σκέψης. Προσωπικά, θεωρώ πως είναι από τους σημαντικότερους
σκοπούς και πρέπει να επιτευχθεί από κάθε εκπαιδευτικό. Όσον αφορά τον εαυτό μου
και το κατά πόσο επιδιώκω αυτό τον σκοπό, πιστεύω πως καθημερινά μέσω του
διαλόγου προσπαθώ να αναπτύξω αυτά τα είδη σκέψης, διότι μόνο με τη συνεργασία
και την αλληλεπίδραση μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός.
80
Ποιες πιστεύετε πως είναι οι σημαντικότερες δεξιότητες των κριτικά σκεπτόμενων
ατόμων;
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Νομίζω ότι ο πιο βασικός παράγοντας που παρεμποδίζει τη καλλιέργεια της κριτικής
σκέψης στο εκπαιδευτικό πλαίσιο αποτελεί η καταπίεση από τη πλευρά του σχολικού
θεσμού. Για παράδειγμα, οι καταπιέσεις αυτές ενδέχεται να είναι η ολοκλήρωση των
βιβλίων, οι εκπαιδευτικοί να βγάλουν την ύλη που τους έχει οριστεί και πολλές άλλες
ανάλογου είδους καταπιέσεις. Επομένως, ο κάθε εκπαιδευτικός αναλώνεται στο να
προχωράει σελίδες στα σχολικά εγχειρίδια, με αποτέλεσμα να παραμελεί την
καλλιέργεια των δεξιοτήτων που όπως προανέφερα πιο πάνω, για εμένα είναι πολύ
πιο σημαντικές από το να έχεις μία απλή γνώση ενός αντικειμένου.
81
Με τον τρόπο τον οποίο έχει δομηθεί το ισχύον Α.Π.Σ. είναι ανοικτό. Στη
πραγματικότητα και μιλώντας με ρεαλιστικές συνθήκες, το Α.Π.Σ. περιορίζει τους
ρόλους των εκπαιδευτικών και των μαθητών σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο κίνησης.
Από αυτή τη σκοπιά το ισχύον Α.Π.Σ. είναι κλειστό.
Δεν πιστεύω ότι απέχουν αυτά τα δύο πάρα πολύ, απλά το κρυφό Α.Π.Σ.
συμπληρώνει τις ελλείψεις του επισήμου. Έτσι όπως το βλέπω τώρα, δεν ξέρω κατά
πόσο το μελετούν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί τόσο για το καλό το δικό τους όσο και των
μαθητών. Με άλλα λόγια οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να έχουν διαπιστώσει τα
αποτελέσματα του παραπρογράμματος, ώστε σε περίπτωση που λειτουργούν
ανασταλτικά στην ανάπτυξη των μαθητών να τα αναιρέσουν. Από την άλλη μεριά
πιστεύω πως δεν χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί τόσο το Α.Π.Σ. για να κατανοήσουν
αυτά τα αποτελέσματα. Οι εκπαιδευτικοί στις μέρες μας επαναπαύονται στο γεγονός
ότι τους έχει δοθεί ένα συγκεκριμένο Α.Π.Σ. και βάσει αυτού πορεύονται. Δεν
υπάρχει καμία αξιολόγηση της κριτικής σκέψης, δεν μπορείς να την μετρήσεις τόσο
εύκολα, οπότε μετράμε μονάχα τους βαθμούς και μας αρκεί αυτό στην ελληνική
πραγματικότητα.
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Δεν ακολουθώ πιστά το Α.Π.Σ., προσπαθώ μάλλον. Όχι γιατί είναι παρωχημένο και
σχετικά πιο παλιό από άλλα Α.Π.Σ. σε άλλες χώρες, αλλά γιατί σου δείχνει τον τρόπο
να καλλιεργήσεις κάποιες δεξιότητες ή τον τρόπο για να διδάξεις ένα γνωστικό
αντικείμενο, οι οποίες δεν αντιστοιχούν πλήρως στα σχολικά εγχειρίδια. Επιπλέον, η
υλικοτεχνική υποδομή πολλές φορές που επιβάλλεται να χρησιμοποιήσεις από το
Α.Π.Σ. λείπει από τα σχολεία. Βάσει αυτών των στοιχείων πιστεύω πως το Α.Π.Σ.
είναι κάτι πολύ ιδανικά φτιαγμένο που δεν αντικατοπτρίζει τα σημερινά σχολεία και
τις ανάγκες τους. Αυτό που πιστεύω πως μπορεί να βοηθήσει τους εκπαιδευτικούς,
δεν είναι η υπακοή στο Α.Π.Σ., αλλά η προσωπική εξερεύνηση, η διερεύνηση
κατάλληλων υλικών και μέσων για τη διδασκαλία και τη καλλιέργεια τέτοιων
χαρακτηριστικών, όπως είναι η κριτική σκέψη, η δημιουργική σκέψη, η δυνατότητα
επιχειρηματολογίας και τα λοιπά. Όσον αφορά την εξέλιξη μου ως εκπαιδευτικός,
θεωρώ πως δεν βελτιώνομαι με την ανάγνωση του Α.Π.Σ.. Ο μόνος τρόπος να
βελτιωθεί ένας εκπαιδευτικός είναι η μετεκπαίδευση. Για εμένα η μετεκπαίδευση
σημαίνει αναστοχασμό. Από τη στιγμή που είσαι επαγγελματίας θα πρέπει να
λαμβάνεις όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις για το αντικείμενο το οποίο
ασχολείσαι. Είναι μία ηθική υποχρέωση!
82
Σε ποιο βαθμό πιστεύετε πως το σημερινό Α.Π.Σ. χρειάζεται αναμόρφωση και σε
ποιους τομείς;
Σίγουρα το Α.Π.Σ. έχει αρκετά χρόνια που κυκλοφόρησε και για εμένα θα έπρεπε ανά
τακτά χρονικά διαστήματα να γίνεται αναμόρφωση. Οι ρυθμοί της κοινωνίας
αλλάζουν σε μεγάλο βαθμό, οπότε η αναμόρφωση είναι αναγκαία κατά τη γνώμη
μου. Όσον αφορά τους τομείς, πιστεύω πως πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη ελευθερία
στον εκπαιδευτικό, αλλά για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να επιμορφωθεί και ο
ίδιος. Θα πρέπει να επιμορφωθεί με τους σωστούς όρους και να προσαρμοστεί στα
νέα πορίσματα των εκπαιδευτικών ερευνών. Σε περίπτωση που αποκτήσει την
κατάλληλη επιμόρφωση ο εκπαιδευτικός, δεν θα χρειάζεται ένα πλαισιοθετημένο
Α.Π.Σ. που θα του λέει τι ακριβώς πρέπει να κάνει. Νομίζω ότι αν το αφήσουν στα
χέρια των εκπαιδευτικών και εκείνοι είναι κατάλληλα επιμορφωμένοι θα ήταν πολύ
ποιοτικότερη η εκπαιδευτική διαδικασία, τόσο από τη πλευρά των μαθητών όσο και
από την πλευρά του εκπαιδευτικού.
Σίγουρα το πιστεύω αυτό. Ήδη στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στις σκανδιναβικές χώρες
προσπαθούν να εφαρμόσουν ένα τέτοιο σχέδιο και σε μεγάλο βαθμό το καταφέρνουν.
Συγκεκριμένα σε αυτές τις χώρες προωθείται η ελευθερία του μαθητή, η ανάπτυξη
της κριτικής σκέψης, η ολοκληρωμένη ανάπτυξη του μαθητή και αυτό έχει ως
αποτέλεσμα την παραγωγή σπουδαίων ταλέντων που σε μεταγενέστερο βαθμό
μπορούν να βοηθήσουν την κοινωνία ως ενεργοί πολίτες. Στην Ελλάδα δεν πιστεύω
ότι γίνεται αυτό. Νομίζω πως μας ενδιαφέρει μία σειρά από γνώσεις, οι οποίες
μετριούνται μέσω των Πανελλήνιων εξετάσεων και μέσα σε δύο εβδομάδες
αξιολογείται μία προσπάθεια δώδεκα χρόνων. Οφείλουμε να εκσυγχρονιστούμε και
ενδεχομένως η κριτική παιδαγωγική μπορεί να είναι μία τέτοια λύση.
83
Συνέντευξη 8η (με το Γ.Χ.)
Η κριτική σκέψη αποτελεί έναν λογικό συλλογισμό που επικεντρώνεται στη λήψη
αποφάσεων για το τι πιστεύει ή πράττει κάποιος. Σε ποιο βαθμό συμφωνείτε με την
παραπάνω άποψη;
Είναι κι αυτό, αλλά όχι μόνο αυτό. Η κριτική σκέψη δεν είναι απλώς «λογικός
συλλογισμός», είναι περισσότερα πράγματα κι έχει να κάνει με το πώς μεγάλωσε και
εκπαιδεύτηκε κάποιος, σε τι περιβάλλον, το βαθμό ωριμότητάς του, τη φαντασία του
κ.τ.λ. Με άριστα το 10 στην παραπάνω ερώτηση, βάζω 7.
Τόσο η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης όσο και της κριτικής σκέψης
αποτελούν βασικούς σκοπούς των σύγχρονων Α.Π.Σ.. Συμφωνείτε με την
παραπάνω παραδοχή και αν ναι, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι την έχετε επιτύχει
εσείς στους μαθητές σας;
Δεν συμφωνώ με την παραπάνω παραδοχή. Θα έπρεπε να είναι βασικοί σκοποί των
Α.Π.Σ. και ίσως και οι συντάκτες των Α.Π.Σ. θα ήθελαν να είναι, αλλά δεν είναι στην
πραγματικότητα. Με άριστα το 10, βάζω 7 στο πρώτο σκέλος και στο βαθμό που το
έχω πετύχει εγώ με τους μαθητές μου βάζω 6.
84
Ποιοι κατά τη γνώμη σας θεωρείτε πως είναι οι βασικοί παράγοντες που
παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης στους μαθητές;
Θα έλεγα ότι είναι κλειστό, αλλά πάντως είναι περισσότερο ανοικτό, σε σύγκριση με
παλιότερα χρόνια.
Οι αποκλίσεις, στο βαθμό που υπάρχουν έχουν άμεση σχέση με τους εκπαιδευτικούς
που το εφαρμόζουν. Νομίζω πως γενικά δεν υπάρχει μεγάλη απόκλιση.
Ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ.; Αν ναι, νομίζετε πως σας βοηθά στην
εξέλιξη σας ως εκπαιδευτικό;
Δεν ακολουθώ πιστά τις οδηγίες του Α.Π.Σ., αλλά νομίζω ότι είμαι στο ίδιο πνεύμα.
Αυτό δεν έχει καμία σχέση με την εξέλιξή μου ως εκπαιδευτικό.
Ίσως χρειάζεται αναμόρφωση στην ποσότητα της ύλης, η οποία πιστεύω ότι πρέπει
να μειωθεί και επίσης πρέπει να δοθεί περισσότερος χώρος και χρόνος στα
καλλιτεχνικά μαθήματα ή σε πεδία που καλλιεργούν το συναισθηματικό τομέα, την
ενσυναίσθηση κ.τ.λ.
85
Πιστεύετε πως η εφαρμογή της Κριτικής Παιδαγωγικής διεθνώς μπορεί να
αποτελέσει εφαλτήριο για ένα πιο δίκαιο και κοινωνικά ελεύθερο κόσμο;
Ναι το πιστεύω, αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό, χρειάζονται κι άλλοι παράγοντες.
86