Professional Documents
Culture Documents
Π Α Σ Χ Α
«Τ η ν ά ν ά σ τ α σ ίν σου, Χ ρ ί
σ τε Σ ω τ ή ρ , ά γ γ ε λ ο ι ύμνοϋ-
σ ιν έν ο ύ ρ α ν ο ϊς· κ α ί η μ ά ς
το ύς έ π ι γ η ς κ α τα ξ ίω σ α ν έν
κ α θ α ρ ά κ α ρ δ ία σε δ ο ξ ά ζ ειν »
Ε Κ Δ Ο Σ Ι Σ Β'
ΑΘΗΝΑΙ 1992
«Μνημόνευε Ίησοϋν Χριστόν έγη-
γερμένον έχ νεκρών, εκ σπέρμα
τος Δαυΐδ, κατά τό εύαγγέλιόν
μου, έν ω χακοπαθώ μέχρι δε
σμών ώς κακούργος· ά λ λ ’ ό λό
γος του Θεοϋ ου δέδεται. διά
τοϋτο πάντα υπομένω διά τούς
έκλεχτούς, ϊνα καί αύτοί σω
τηρίας τύχωσι της έν Χριστώ
Ιησού μετά δόξης αιωνίου»
(Β' Τιμ. 2,8-10)
Τω Νικητη
τοϋ θ α νά του καί τοΰ αδο υ
και Ε λ ε υ θ ε ρ ω τ ή
τοϋ γ ένο υ ς τω ν α ν θ ρ ώ π ω ν
Κ υρίω η μ ώ ν Ι Η Σ Ο Υ Χ Ρ Ι Σ Τ Ω
π ρ ο σ κ υ ν η τ ώ ς τό π α ρ ό ν έρ γον
ανατίθεται.
Ό πονήσας
Ο Ο Ο Ο Ο Ο § τ~τ τ ) /^ν α /λ ρ ν ' § 0 0 0 0 0 0
0 0 0 0 0 0 § II Γ U A υ 1 U Z - I Ο ο ο ο ο ο
15
Προτυ-
0 0 0 0 0 f l gffl f l 0 0 0 0
0 0 0 0 0 Λ Μ Ι 0 0 0 0
BU M 0 W B €;
Τ ο ιχ ο γ ρ α φ ία τ ή ς ί . μ ο ν ή ς
Δ ο χ ε ια ρ ίο υ 'Α γ ίο υ Ό ρ ο υ ς ,
έ ρ γ ο ν κ ρ η τ ικ ή ς σ χ ο λ ή ς
τ ο ϋ κ ύ κ λ ο υ το ϋ Θ εο φ ά -
ν ο υ ς το ϋ έτο υ ς 1568.
ΤΑ ΤΡΙΑ ΠΑΣΧΑ
Τό χριστιανικόν Πάσχα
ΑΛΛΑ τό πάσχα αυτό των Εβραίων, κατά τήν
διδασκαλίαν τής Καινής Διαθήκης, εϊνε ένας τύπος,
μία σκιά, μία προειδοποίησις τοΰ Πάσχα πού έορτάζο-
μεν ημείς οί χριστιανοί. Ό σον διαφέρει ή σκιά
τοΰ σώματός μας άπό τό ϊδιον τό σώμά μας,
τόσον διαφέρει καί τό ιουδαϊκόν πάσχα άπό τό
χριστιανικόν Πάσχα. Τό πάσχα των Εβραίων είνε
ή σκιά. Τό Πάσχα των χριστιανών είνε ή πραγματικό-
της. Καί ιδού διατί.
Ώ ς εϊπομεν, άμνός αμωμος, χωρίς κανένα ελάττω
μα, έσφάγη τήν νύκτα εκείνην άπό τούς Εβραίους
είς τήν Αίγυπτον καί έφαγον αυτόν οί έορτάζοντες
χωρίς νά θραύσουν ούτε ένα έκ των οστών του.
Με τό αίμα δε τού άμνοϋ έσημαδεύθησαν αί θύραι
τών οικιών των. Αυτό ήσαν αί σκιαί.
Θέλετε τώρα νά ϊδητε τήν πραγματικότητα; Ά μνός
αμωμος, χωρίς δηλαδή τό παραμικρόν ελάττωμα,
καθαρός καί άμίαντος, είνε ό Χριστός. Έτσι τον
ώνόμασεν ό Ιωάννης ό Πρόδρομος· «Ίδε ό άμνός
τοΰ Θεού ό αι'ρων τήν άμαρτίαν τοΰ κόσμου»
(Ίωάν. 1,29). Ό Χριστός, ό αμωμος άμνός, έθυσιάσθη
έπάνω είς τον σταυρόν. Καί ενώ οί στρατιώται
έθραυσαν τα οστά τών δύο άλλων ληστών διά
23
νά επισπεύσουν τον θάνατόν των, τό σώμα τοϋ
Χριστοϋ έμεινεν ακέραιον, και έτσι έξεπληρώθη
ή προφητεία τής Παλαιός Διαθήκης- «Όστοΰν ού
συντριβήσεται αυτοϋ» (Έξόδ. 12,10,46- Ά ριθμ. 9,12-
βλ. Ιωάν. 19,36). Αυτή ή λεπτομέρεια τής προφητείας,
τήν όποιαν ήκούσαμεν τήν Μεγάλην Παρασκευήν,
έχει ιδιαιτέραν σημασίαν. Διότι άποδεικνύει δτι ό
Χριστός εΤνε ό άληθινός αμνός, ενώ ό αμνός τοϋ
ιουδαϊκού πάσχα ήτο τό σύμβολον τοϋ άληθινοϋ
Άμνοϋ. Τό δέ αίμα τοϋ ιουδαϊκού άμνοϋ εϊκονίζει
τό αίμα τοϋ Εσταυρωμένου, τό οποίον έχύθη διό
τον εξιλασμόν τών άμαρπών τών άνθρώπων δλων
τών αιώνων. Τό εϊπομεν καί δέν θα παύσωμεν
να τό τονίζωμεν, δτι τό αίμα τοϋ Χριστού έχει
άνεκτίμητον αξίαν. Διότι μία σταγών άπό τό αίμα
τοϋ Χριστού γίνεται άπέραντος ωκεανός, μέσα εις
τον οποίον καθαρίζονται αί άμαρτίαι δλων, τών
αμαρτωλών «Τό αίμα Ίησοΰ Χριστοϋ καθαρίζει
ήμάς άπό πάσης άμαρτίας» (Α' Ίωάν. 1,7). Προσφέρε-
ται δέ τό αίμα τοϋ Χριστοϋ ώς φάρμακον αθανασίας
εϊς τούς πιστούς πού κοινωνοϋν άξίως τών άχράντων
μυστηρίων. Διότι κάθε θεία λειτουργία εΤνε ή θυσία
πού προσεφέρθη επάνω είς τον Γολγοθάν. ΕΤνε
ή αναίμακτος θυσία.
Τό αιώνιον ΠΑΣΧΑ
ΑΛΑ’ ΕΚΤΟΣ άπό τό Πάσχα αυτό, τό οποίον
έορτάζομεν οί χριστιανοί, υπάρχει καί ένα άλλο
πάσχα άπείρως άνώτερον. Ποίον; ’Ώ! Υ λικ ο ί ημείς
οί άνθρωποι, πού μόνον υλικά πράγματα μάς
άπορροφούν ημέραν καί νύκτα, δεν δυνάμεθα νά
έννοήσωμεν τό άλλο πάσχα, περί τού οποίου
όμιλεί ένα έκ τών τροπαρίων τού κανόνος τής
Άναστάσεως καί λέγει-
«Ώ Πάσχα τό μέγα και ίερώτατον, Χριστέ,
ώ Σοφία καί Δ όγε τοΰ θεο ΰ καί Δύναμις-
δίδου ήμϊν έ κ τ υ π ώ τ ε ρ ο ν σοΰ μετασχεΐν
έν τή άνεσπέρω ημέρα τής βασιλείας σου».
Δ ηλαδή-
«Ώ Χριστέ, σύ είσαι τό άληθινόν ΠΑΣΧΑ. Σύ
είσαι ή άληθινή Σοφία καί ό Λόγος καί ή Δύναμις
τού Θεού. Η μείς, πού έορτάζομεν τό Πάσχα εδώ
είς τήν γήν, σέ παρακαλοΰμεν- άξίωσέ μας εις
25
τήν άλλην ζωήν νά σέ ’ίδωμεν καί νά σέ άπολαύσω-
μεν με τον περισσότερον τέλειον τρόπον. Ώ Χριστέ,
λάμπεις καί εδώ εις τήν γην μέσα είς τάς καρδίας
τών πιστών. ’Αλλά πόσον περισσότερον θά λάμπης
εις τον άλλον κόσμον! Θά είσαι ό Ήλιος. Θά
είσαι ό ωραίος Νυμφίος. Χριστέ, δός καί είς ημάς
νά καθήσωμεν είς μίαν γωνίαν τής άπεράντου
έκείνης πνευματικής τραπέζης, τήν όποιαν έχεις
ετοιμάσει είς τον ουρανόν διά τά παιδιά σου...».
Ο
ΚΥΡΙΟΣ, άγαπητοί μου, ό Κύριος Ίησοϋς
Χριστός κατά τά τρία έτη της δημοσίας δράσεώς
του δεν έξήλθε των ορίων τοϋ Ισραήλ. Ό χι διότι
ή θρησκεία την οποίαν ίδρυσε δεν είχε παγκόσμιον
χαρακτήρα, άλλα διότι κατά τό σχέδιον τής θείας
οικονομίας τό εύαγγέλιον έπρεπε νά κηρυχθή κατά
πρώτον εις τον λαόν έκεΤνον ό όποιος, έπί αιώνας
διά μέσου πατριαρχών καί προφητών διαπαιδαγωγού-
μενος, θά έπρεπε περισσότερον εξ δλων τών
λαών νά είνε πνευμαπκώς προητοιμασμένος νά
δεχθή τό παγκόσμιον μήνυμα τής έν Χριστώ σωτη
ρίας. Καί ό λαός αυτός ήτο ό ιουδαϊκός λαός,
ό εκλεκτός καί περιούσιος λαός τοϋ Θεοϋ. Έν
μέσω τοϋ λαοϋ τούτου ειργάσθη ό Χριστός. Καί
τί υπέρ τοϋ λαοϋ τούτου δεν έπραξεν! Έπί τριετίαν
άδιαλείπτως έκήρυττε τον λόγον. Εις πόλεις καί
28
χωρία, είς λίμνας καί ποταμούς, εις βουνά καί
πεδιάδας καί ερήμους, παντοϋ, ήκούσθη ή θεία
φωνή του, ή οποία ήτο ικανή καί τά άψυχα ακόμη
νά συγκινήση. Καί τήν διδασκαλίαν του, άνωτέραν
πάσης άλλης διδασκαλίας ή όποία ήκούσθη ποτέ
είς τήν γην, άπεδείκνυε ζώσαν διά του αγίου
του παραδείγματος καί έπεκύρωνε διά των θαυμά
των του. Ούδείς άλλος των προηγηθέντων άγιων
άνδρών έποίησε τόσα θαύματα δσα ό Χριστός.
Θά έπρεπε διά τήν διδασκαλίαν του,διά τήν
άγιότητά του καί διά τά θαύματά του δλοι οί
’Ιουδαίοι νά πιστεύσουν. Έπίστευσαν; Πλήν ελάχι
στων ψυχών, αί όποΤαι έμειναν πλησίον του καί
ήκολούθησαν τά ίχνη του καί έγιναν μαθηταί
καί απόστολοι, σπορείς τού θείου λόγου εις δλον
τον κόσμον, πλήν, λέγω, των ελάχιστων τούτων
ψυχών, δλος ό ιουδαϊκός λαός, επηρεαζόμενος
από τάς κατά τού Ναζωραίου διαβολάς καί συκοφαν
τίας τών πνευματικών του ηγετών, ώς ήσαν οί
αρχιερείς, οί γραμματείς καί οί φαρισαίοι, δεν
έπίστευσεν είς τον Χριστόν.
«Θέλομεν σημεϊον»
Ή είκώ ν
ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟΝ ήτο τό σημεϊον ’Ιωνά- άλλ’
άπείρως καταπληκτικώτερον είνε τό σημεϊον τοϋ
Χριστού. Τό πρώτον, τοϋ Ιωνά, ήτο μία σκιά τοϋ
μεγίστου γεγονότος τής παγκοσμίου ιστορίας, τής
ένδοξου άναστάσεως τοϋ Κυρίου ημών Ίησοϋ Χρι
στού. Ό Ιωνάς ήτο τύπος τοϋ Χριστού. Υπάρχουν
ομοιότητες μεταξύ τοϋ Ίωνά καί τοϋ Χριστοΰ,
ύπάρχουν καί διαφοραί, ώς παρατηρεί ό άγιος
Κύριλλος ’Ιεροσολύμων.
Ό ’Ιωνάς έζησε κατά τον 8ον π.Χ. αιώνα.
Έ λαβεν έντολήν από τον Θεόν νά πορευθή είς
χώραν μακρινήν, είς τήν Νινευή, τήν περιάκουστον
πρωτεύουσαν τής Άσσυριακής αύτοκρατορίας, ή
όποία, κτισμένη πλησίον τοϋ Τίγρεως ποταμοϋ,
32
ήρίθμει υπέρ τό εκατομμύριου κατοίκους, είχε τείχη
ισχυρά και πλούτον άμύθητον. Ά λ λ ’ οί κάτοικοί
της ήσαν είδωλολάτραι, λατρεύοντες ξόανα, πτερω
τούς λέοντας καί ταύρους, ώς καί ή αρχαιολογική
σκαπάνη κατά τούς τελευταίους καιρούς άνεκάλυψεν.
Εις την άμαρτωλήν αυτήν πόλιν, τής οποίας ή
βοή τών άμαρτημάτων έφθανε μέχρι τοϋ ουρανού,
έκαλείτο νά πορευθή ό Ιωνάς καί νά κηρύξη.
’Ιουδαίος καλείται νά κηρύξη προς έθνικούς. Έν
τούτω, οκτώ αιώνας προ Χριστού, βλέπει τις νά
προσημαίνεται τό κήρυγμα τών αποστόλων, οί όποϊοι
έλαβον εντολήν άπό τον Χριστόν νά πορευθοϋν
εις δλον τον κόσμον καί νά κηρύξουν τό κήρυγμα
τής μετανοίας. Καί οί μεν απόστολοι ύπήκουσαν
είς την εντολήν τοϋ Χριστού καί έφθασαν έως
τά πέρατα τής οικουμένης καί έν μέσω μυρίων
έμποδίων έκήρυξαν τό εύαγγέλιον. Ά λ λ ’ ό ’Ιωνάς
δεν ύπήκουσεν είς τήν θείαν έντολήν. Όποιοι
άράγε διαλογισμοί καί αντιρρήσεις άνήρχοντο είς
τήν καρδίαν του!
’Αντί ό ’Ιωνάς νά συμμορφωθή προς τήν έντολήν
τοϋ Θεοϋ, έχάραξεν άλλην γραμμήν πορείας. ’Αντί
νά πορευθή προς άνατολάς, έπορεύθη προς δυσμάς.
’Αντί νά ύπάγη είς Νινευή, άπεφάσισε νά ύπάγη
προς Θαρσίς, πόλιν τής 'Ισπανίας. Προς τούτο
κατέβη είς 'Ιόππην, έπίνειον τής ’Ιερουσαλήμ, εΰρε
πλοΤον διά Θαρσίς, έπλήρωσε τον ναύλον καί
είσήλθεν είς τό πλοΤον. Είσήλθεν ώς ένας έπιβάτης
άγνωστος είς τον πλοίαρχον καί τούς ναύτας. Τό
πλοΤον άπέπλευσεν. Ό ’Ιωνάς κατήλθεν είς τό
2 ΠΑΣ X A 33
κατώτερον μέρος τοϋ πλοίου και έκεΤ, καθώς ήτο
κουρασμένος ψυχικώς, άπεκοιμήθη. Βαρύς ϋπνος
τον κατέλαβεν. Έρρόγχαζεν. ’Α λλ’ ένω ό ’Ιωνάς
εις τό βάθος τοϋ πλοίου έκοιμάτο μακαρίως, ό
πλοίαρχος και οι ναϋται εύρίσκοντο εις ανησυχίαν.
’Άνεμος έπνευσεν, ό οποίος, διαρκώς σφοδρότερος
γινόμενος, συνετάρασσε τό πλοίον. Τό πλοίον
έκινδύνευε νά καταποντισθή έν μέσω των αγρίων
κυμάτων. Ό πλοίαρχος, διά ν’ άνακουφισθή τό
πλοίον, διέταξε νά ρκρθή εις τήν θάλασσαν δλον
τό φορτίον. ’Αλλά καί μετά τήν ρίψιν τοϋ φορτίου
τό πλοίον καί πάλιν έκινδύνευεν. Ό άνεμος έμαίνετο.
Τοιαύτην τρικυμίαν δεν είχεν Υδει μέχρι τότε ό
πλοίαρχος. Ειδωλολάτρης, αλλά φοβούμενος τό
θείον, ήρχισεν αυτός καί οί μετ’ αύτοϋ ναϋται νά
διερωτώνται, μήπως αυτό τό οποίον συμβαίνει είνε
όχι τυχαίον γεγονός, άλλ’ έκδήλωσις θείας οργής
έναντίον τίνος έκ τοϋ πληρώματος δι’ άγνωστόν
τι έγκλημα. Έ ξ αιτίας δέ τοϋ ενός έκινδύνευον
τώρα καί δλοι οί άλλοι. Τις άράγε ήτο εκείνος,
ό όποιος διέπραξεν έγκλημα καί προεκάλεσε τήν
θείαν οργήν; Προς άνακάλυψιν τοϋ ενόχου έβαλον
κλήρον, καί ό κλήρος έπεσεν είς τον Ίωνάν.
Ά λλά ποϋ ό ’Ιωνάς;
Ό ’Ιωνάς, ό ένοχος τοϋ κλύδωνος, μακάριος,
μακαριώτατος, έκοιμάτο είς τό βάθος τοϋ πλοίου.
Ίωνά, διά σέ γίνεται ό κλύδων οΰτος ό φοβερός,
καί σύ κοιμάσαι; (Συμβαίνει πολλάκις είς τήν Ιστορίαν
άνδρες, οί οποίοι είνε οί κυριώτεροι υπεύθυνοι
διά κοινωνικός άναταραχάς, νά αδιαφορούν καί
34
νά διέρχωνται αμέριμνοι τάς ημέρας της ζωής
των). Ξύπνα, Ίωνα! τοϋ φωνάζουν οι ναϋται. Εις
σέ έπεσεν ό κλήρος. Είπέ μας, τί κακόν διέπραξες,
ώστε νά έκσπάση εναντίον μας ή θεία οργή; Ό
’Ιωνάς, ό προφήτης αυτός τού Θεοΰ, -ποΤος θά
τό άνέμενε;- διδάσκεται καί ελέγχεται από είδωλολά-
τρας ναύτας καί έρχεται είς συναίσθησιν τής φοβέρας
άμαρτίας, την οποίαν διέπραξε μη ύπακούσας εις
την έντολήν τοϋ Θεοϋ. Εξισ τορεί τά τοϋ βίου
του, θεωρεΤ τον εαυτόν του ένοχον καί υπεύθυνον
δι’ δ,τι συμβαίνει έν τώ πλοίω, καί παρακαλεΤ νά
τον ρίψουν είς τήν θάλασσαν, διά νά κοπάση ό
σάλος. Οί ναϋται, παρά τούς δισταγμούς των,
βλέποντες τον άνεμον διαρκώς νά σφοδρύνεται,
ρίπτουν τον Ίωναν είς τήν θάλασσαν. Ή τρικυμία
τής θαλάσσης αμέσως κοπάζει.
Ό δε ’Ιωνάς; Κ ή τ ο ς , δηλαδή θηρίον τής
θαλάσσης, είδος καρχαρίου, έσπευσε θεία έντολή
προς τό μέρος τοϋ πλοίου καί κατέπιε τον Ίωνάν.
Καί ό ’Ιωνάς, αιχμάλωτος τοϋ κήτους, μετανοεί
καί προσεύχεται. Ή κοιλία τοϋ κήτους γίνεται
ναός, είς τον οποίον ό ’Ιωνάς άναπέμπει θερμοτάτην
προς τον Θεόν προσευχήν ζητών τό έλεός του.
Ό ’Ιωνάς τρείς ήμέρας καί τρεις νύκτας έζησεν
έν τή κοιλία τοϋ κήτους! Πώς; Τοϋτο φυσικώς
είνε αδύνατον! Τά υγρά πού έκκρίνονται έκ τοϋ
στομάχου τοϋ κήτους είνε τόσον καυστικά, ώστε
διαλύουν σάρκας καί οστά είς πολτόν. Ά λ λ ’ «όπου
Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις». Έπειτα, ώς
παρατηρεί αρχαίος διδάσκαλος καί πατήρ τής Έκκλη-
35
σίας, δύναταί τις νά λάβη μίαν άμυδράν εικόνα τοϋ
θαύματος τούτου έν τή κυοφορία της γυναικός.
Έν τη κοιλία της μητρός κεκλεισμένον, ώς έν
θαλάσση βυθισμένον, κολυμβδ, ζή και συντηρείται
κατά φυσικόν μέν άλλα θαυμαστόν τρόπον τό
έμβρυον. Καί ή ζωή τού έμβρύου έντός τής κοιλίας
της μητρός είνε ένα θαϋμα. Ή θεία σοφία, ή όποία
έπ'ι έννέα μήνας διατηρεί ζών τό έμβρυον έν τη
κοιλία της μητρός, δεν ήδύνατο επί τρεΤς ήμέρας
νά διατηρήση ζώντα τον Ίωνάν;
Μετά παρέλευσιν τριών ημερών τό κήτος θεία
έπιταγή πλησιάζει είς την ξηράν καί έκεΐ έξεμ εΐ
τον Ίωνάν. Καί ό Ιωνάς, υγιής καί άκέραιος ώς
τό πρίν, πορεύεται τώρα εις Νινευή, διά νά κηρύξη
έκεΐ μετάνοιαν...
Κήρυγμα μετανοίας, μετά οκτώ αιώνας, ήλθε
καί έκήρυξεν ό ϊδιος ό Χριστός. Έ κήρυξε προς
τούς Ιουδαίους. Ά λ λ ’ όποία διαφορά! Οί μέν
Νινευΐται, λαός εϊδωλολατρικός, πού ουδέποτε είχεν
ακούσει περί τοϋ αληθινού Θεοϋ, είς τάς όλίγας
λέξεις τοϋ κηρύγματος τοϋ Ίωνά έπίστευσαν, μετε-
νόησαν, μετεβλήθησαν ριζικώς καί έσώθησαν έκ
τής καταστροφής- ένώ οι Ιουδαίοι, λαός περιούσιος,
λαός πού ήκουσε κήρυγμα όχι δούλου, ώς ήτο
ό Ιωνάς, άλλ’ αύτοϋ τοϋ δεσπότου, τοϋ Χριστού,
δεν έπίστευσαν. Διά τοϋτο έν τή φοβερά ήμέρα
τής κρίσεως Νινευΐται θά έγερθοϋν καί θά κατακρί
νουν τήν σύγχρονον τοϋ Χριστού γενεάν διά τήν
άπιστίαν αυτής, άλλά καί τάς μετά ταϋτα γενεάς,
τάς λεγομένας χριστιανικός γενεάς.
36
Τό είκονιζόμενον
ΑΣ έπιστήσωμεν ήδη τήν προσοχήν εις τό κυριώτε-
ρον σημεΐον τής όμοιότητος μεταξύ είκόνος και
εικονιζομένου. Θαλάσσιον θηρίον κατέπιε τον Ίωνάν.
’Αλλά και άλλο θηρίον, νοητόν θηρίον, δράκων
άπαίσιος, ώς εϊκονίζεται ό αδης, εΤχεν έπί αιώνας
ανοικτόν τό πελώριόν του στόμα καί κατέπινε
τούς ανθρώπους, καί ούδείς έξ αυτών ήδύνατο
πλέον νά διαφυγή. ’Αλλά μεταξύ τών μυριάδων
ανθρώπων, τούς οποίους κατέπιεν, ιδού καί ένας,
ό οποίος οχι άκουσίως άλλ’ έκουσίως, ώς παρατηρεί
καί ό άγιος Κύριλλος ’Ιεροσολύμων, κατήλθεν είς
τον αδην. ΕΤνε ό Χριστός. Ό αδης ώς θνητόν
τον έδέχθη. Ά λ λ ’ ό Χριστός, Θεός ών παντοδύνα
μος, ήτο αδύνατον νά συγκρατηθη εντός τοϋ σκοτει
νού βασιλείου τοϋ αδου, καί έξήλθε τοϋ κήτους.
37
Έ ξήλθε τριήμερος. Ό αδης ήττήθη, ώς ωραιότατα
ψάλλει ή Εκκλησία μας·
«Σήμερον ό αδης στένων βοα· Κατελύθη μου
ή έξουσία- έδεξάμην θνητόν ώσπερ ενα των
θανόντων τοϋτον δέ κατέχειν ΰλως οΰκ ισχύω,
άλλ’ άπολώ μετά τούτου ών έβασίλευον εγώ
ειχον τους νεκρούς απ’ αίώνος, άλλ’ ούτος ιδού
πάντας έγείρει. Δόξα, Κύριε, τω σταυρω σου
και τή άναστάσει σου».
Ή έκ τοϋ κήτους θαυμαστή έξοδος τοϋ Ίωνά
είνε ενα γεγονός, τό οποίον ιστορεί ή Παλαιά
Διαθήκη (Ίων. κεφ. 1-2). Ά λ λ ’ ένώ οί Ιουδαίοι
παρεδέχοντο ώς άναμφισβήτητον γεγονός τήν εξο
δον τοϋ Ίωνά έκ τοϋ κήτους, τό άλλο γεγονός,
τήν έκ τοϋ αδου έξοδον τοϋ Κυρίου, τήν ένδοξον
αύτοϋ άνάστασιν, δεν παραδέχονται. Παραδέχονται
τήν σκιάν, άλλα δεν παραδέχονται τό σώμα· παραδέ
χονται τον τύπον, άλλα δεν παραδέχονται τό πρόσω-
πον πού εϊκονίζει ό τύπος· παραδέχονται τό μικρόν,
άλλα δεν παραδέχονται τό μέγα· πιστεύουν είς
τον Ίωνάν, άλλα δεν πιστεύουν είς τον Χριστόν.
Οί δυστυχείς!
Τό «σημεϊον έξ ούρανοϋ»
και οί μάρτυρες αύτοϋ
ΑΛΛΑ ΔΙΑΤΙ νά κατηγορήσωμεν, άγαπητοί, τούς
Ιουδαίους, οί οποίοι δεν πιστεύουν εις τον Χριστόν;
Πριν κατηγορήσωμεν τούς Ιουδαίους, πρέπει νά
κατηγορήσωμεν τά πλήθη των χριστιανών, οί οποίοι
δεν πιστεύουν είς τον Κύριον, ή, έάν πιστεύουν,
38
ή πίστις των είνε τόσον χλιαρά και άτονος, ώστε
ολίγον διαφέρει από τήν απιστίαν. Έ χομεν ενώπιον
μας, αγαπητοί, θαϋμα, τό όποιον δύναται νά πείση
πάντα άπροκατάληπτον περί τής αλήθειας τής πίστε-
ώς μας. Είνε ή άνάστασις τοϋ Χριστοϋ. Ή α ν ά σ τ α -
σ ι ς τ ο ϋ Χ ρ ι σ τ ο ϋ είνε τό ϋψιστον σημεΐον, τό
έξ ούρανοϋ σημεΐον. ΕΤνε τό μεγαλύτερον θαϋμα.
Ή άνάστασις τοϋ Χριστοϋ είνε ιστορικόν γεγονός
παγκοσμίου σημασίας. Ναί, ιστορικόν γεγονός! Ούδέν
άλλο γεγονός τής ιστορίας μαρτυρείται μέ τόσον
πλήθος μαρτύρων, μέ δσον μαρτυρείται τό γεγονός
τής άναστάσεως. Δ εν είνε ένας καί δύο οί μάρτυρες
τής άναστάσεως· είνε πολλοί.
ΕΤνε έν πρώτοις οι προφήται τής Παλαιάς Διαθή
κης, οί οποίοι προαναγγέλλουν τήν άνάστασιν τοϋ
Κυρίου. Έάν δεν θέλης νά πιστεύσης είς τον
Ίωνάν καί τούς λοιπούς προφήτας, πίστευσον είς
τούς εύαγγελιστάς, οί οποίοι ιστορούν μέ άκρίβειαν
καί άντικειμενικότητα μείζονα Θουκυδίδου τό μέγι-
στον γεγονός. Έάν δέν θέλης νά πιστεύσης είς
τούς εύαγγελιστάς, πίστευσον είς τούς άγγέλους,
πού πρώτοι μετέδωκαν τό χαρμόσυνον άγγελμα.
Έάν δέν θέλης νά πιστεύσης είς τούς άγγέλους,
πίστευσον είς τάς μυροφόρους γυναίκας, αί όποΐαι
πρώται ήκουσαν τό «Χριστός άνέστη». Έάν δέν
θέλης νά πιστεύσης είς τάς μυροφόρους, πίστευσον
είς τον Πέτρον καί τον Ίωάννην. Έάν δέν θέλης
νά πιστεύσης μόνον είς τούς δύο μαθητάς, πίστευσον
είς τούς δέκα, οι όποιοι βεβαιοϋν λέγοντες· «Έωράκα-
μεν τον Κύριον» (Ίωάν. 20,25). Έάν δέν θέλης
39
νά πιστεύσης εις αυτούς, πίστευσον εις τον Θωμάν
ό οποίος κατόπιν αυτοψίας έπείσθη καί έκραύγασεν
«Ό Κύριός μου και ό Θεός μου» (Ίωάν. 20,28).
Έάν δεν θέλης νά πιστεύσης εις τον Θωμαν,
πίστευσον εις τούς πεντακοσίους, οί όποιοι υπήρξαν
θεαταί του άναστάντος. Έάν δεν θέλης νά πιστεύσης
είς αυτούς, πίστευσον είς τον Παύλον, ό οποίος,
φανατικός πριν εχθρός τοϋ Χριστοϋ, έγένετο μετά
ταϋτα διαπρύσιος κήρυξ τής άναστάσεώς του.
Ό λ ο ι αυτοί υπήρξαν μάρτυρες πού παρέχουν
όλα τά έχέγγυα μιας κατά πάντα άληθοϋς μαρτυρίας.
Ά λ λ ’ εκτός αυτών υπάρχουν καί άλλοι μάρτυρες.
Είνε εκείνοι οί νεκροί, οί οποίοι έν τώ όνόματι
τοϋ άναστάντος Κυρίου άνεστήθησαν έκ τών τάφων.
Καί όχι μόνον τά έμψυχα, αλλά καί τά άψυχα,
ώς είνε ό κενός τάφος, τά έντάφια σπάργανα καί
τό σουδάριον, τά όποία εύρέθησαν ανέπαφα, ώς
είχον, μαρτυρούν καί αυτά τήν άνάστασιν τοϋ Κυρίου.
41
Ο ΚΟΚΚΟΣ ΤΟΥ ΣΙΤΟΥ
« ’Α μ ή ν ά μ ή ν λ έ γ ω ύμΤν, έά ν μ ή ό κ ό κ κ ο ς του
σ ίτο υ π ε σ ώ ν εις τη ν γ η ν ά π ο θ ά ν η , α υ τό ς μ ό ν ο ς
μ έ ν ε ι έ ά ν δ ε ά π ο θ ά ν η , π ο λ ύ ν κ α ρ π ό ν φ έρ ει»
( ‘Ιωάν. 1 2 ,2 4 )
Αί ιδέαι κ α ρ π ο φ ορ ο ύ ν μέ θυσ ία ς
Δέν βλέπετε;
52
Ο ΑΝΑΤΕΙΛΑΣ ΗΛΙΟΣ
« Ά ν α τ ε ίλ α ν τ ο ς το ϋ Ή λιου»
(Μ άρκ. 1 6,2)
«Και ο ύ κ ε σ τιν δ ς ά π ο κ ρ υ -
β ή σ ε τα ι τή ς θ έ ρ μ η ς αυτοΰ»
(Ψ αΑμ. 1 8,7)
Ή ηλιακή ενέργεια
Ή λ ιο ς ό Χ ριστός
ΣΥΜΦΩΝΩΣ προς τήν έννοιαν αυτήν ό ήλιος,
περί τού οποίου έγράφησαν τ’ άνωτέρω, έάν είχε
γλώσσαν, θά ήδύνατο νά μάς εϊπη·
«’Άνθρωποι! Με θαυμάζετε; Ά λ λ ’ έγώ δέν είμαι
θεότης, δπως μέ έλάτρευσαν οί άρχαίοι λαοί καί
μέ λατρεύουν άκόμη οί πυρολάτραι τής Περσίας.
Είμαι άπλώς ένα από τ’ άναρίθμητα δημιουργήματα.
Είμαι μία εϊκών, ένα παράδειγμα τής δυνάμεως
Εκείνου, ό οποίος μ’ έδημιούργησε. Μέ δσην
ευκολίαν άνάπτετε σείς τήν ηλεκτρικήν σας λάμπα,
έτσι μέ ήναψεν έκεΐνος. "Ισταμαι λοιπόν έδώ υψηλά
καί κηρύττω είς πάσαν τήν ύφήλιον τό κήρυγμα
τούτο· Ύ περάνω έμού υπάρχει ένας άλλος ήλιος,
56
πνευματικός καί άυλος, πού “φωτίζει πάντα άνθρω
πον έρχό μ ενο ν εις τον κ ό σ μ ο ν ” (Ίωάν. 1,9). ΕΤνε
ή Θεότης, ή άγια Τριάς, ή Τρισήλιος Θεότης.
"Ηλιος ό Πατήρ, Ή λ ιο ς ό Υιός, Ή λ ιο ς τό άγιον
Πνεύμα. Αϊ πνευματικοί άκτίνες πού έκπέμπει ή
Τρισήλιος Θεότης φθάνουν έως εδώ εις τήν γήν,
καί έγγίζουν τάς καρδίας τών μαθητών τού Χριστού.
Αί ακτίνες αυτού καίουν κάθε τι τό ένοχον καί
άμαρτωλόν, φωτίζουν, θερμαίνουν, ζωογονούν τάς
ψυχάς. Οί πιστοί δλων τών αιώνων ζοΰν μέσα
είς τήν πνευματικήν αυτήν ακτινοβολίαν τής αγίας
Τριάδος. Καί σείς, επιστήμονες -ακούεται τώρα νά
λέγη ό ήλιος-, κατασκευάζετε κάτοπτρα καί με
πολύπλοκους ώρολογιακούς μηχανισμούς τά στρέφε
τε από τό πρωί έως τό βράδυ προς τό πρόσωπόν
μου διά ν’ αντλήσετε από εμέ φώς, θερμότητα-
άλλά διατί, παρακαλώ, δέν φροντίζετε νά στραφήτε
μέ τήν ιδίαν επιμέλειαν προς τον “ ά ν α τ ε ί λ α ν τ a
" Η λ ι ο ν ” (Μάρκ. 16,2), π ρ ο ς τ ο ν έ κ ν ε κ ρ ώ ν
ά ν α σ τ ά ν τ α Χ ρ ι σ τ ό ν ; Διατί δέν κάνετε τάς
ψυχάς σας ήλιοτρόπια, π ν ε υ μ α τ ι κ ά κάτο
π τ ρ α (*), διά νά συλλέξουν τάς ακτίνας πού έκπέμπει
Ο Η Λ Ι Ο Σ Ε Ι Ν Ε Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ ! ’Α μφιβάλλε
τε; ’Ανοίξατε λοιπόν τό κατά Αουκάν Εύαγγέλιον
και θά ϊδητε εκεί, ότι δύο άνθρωποι πού έβάδιζον
τήν οδόν των σκεπτικοί, μελαγχολικοί, απογοητευμέ
νοι άπό τήν ζωήν, μόλις ήλθον είς επαφήν δι’
όλίγην ώραν με τό πρόσωπον τού Θεανθρώπου,
ήσθάνθησαν έντός των μίαν τοιαύτην μεταβολήν,
ώστε έ λ εγ ο ν «Ουχϊ ή καρδία ημών καιομένη ήν
έν ήμϊν, ώς έλάλει ήμϊν έν τη όδω και ώς διήνοιγεν
59
ήμΐν τάς γραφάς;» (Λουκ. 24,32). Οί άνθρωποι
αυτοί εύρέθησαν μέσα εις τήν πνευματικήν ακτινοβο
λίαν τοΰ Χρίστου. Έφωτίσθησαν καί έθερμάνθησαν.
Τά σκότη καί οί παγετώνες τής ψυχής των διελύθη-
σαν. Φωτεινοί, θερμοί έσπευσαν νά μεταδώσουν
καί εις αλλας ψυχάς τό πυρ, τό φώς.
Ιστορικόν γεγονός
3 ΠΑΣ XA 65
αύξανόμενον εξέρχεται εις την επιφάνειαν και έκεΤ
τό Λευκόν εις πράσινον μεταβάλλεται. Ά λ λ α καί
προς τά κάτω ρίπτει ριζίδια καί σχηματίζει βόλον,
ικανόν νά συγκράτηση ώς άγκυρα τό φυτόν. Τό
φυτόν αυξάνει, γίνεται είδος καλάμου, ανέρχεται,
αλλά, διά νά καταστη ικανόν ν’ άνπσταθή είς τάς
πνοάς τοϋ ανέμου, ό κάλαμος έχει κατά μικρά
διαστήματα κόμβους, οί όποιοι έπέχουν θέσιν διαμέ
σων σανίδων πού θέτουν προς στηριγμόν οί οικοδό
μοι πολυωρόφων οικιών. Μία θαυμασία πολυώροφος
οίκοδομή είνε ένας στάχυς. Είς την κορυφήν αύτοΰ
βλέπει τις τό θαύμα τού Θεού. Βλέπει τούς νέους
κόκκους τού σίτου, οί οποίοι είνε τοποθετημένοι
καί ήσφαλισμένοι ώς είς αποθήκην. Προς άσφάλισιν
δε αυτών έκ τής αδηφαγίας τών πτηνών, παρατηρεί
ό ίερός πατήρ, εκφύονται «άνθέρικες, οξείς και
λεπτοί», δπλα άπομακρύνοντα τά πτηνά. Βλέπετε,
ένας κόκκος σίτου, ό όποιος έπεσεν είς την γην
καί έσάπισε, τί θαυματουργόν δύναμιν έγκρύπτει,
καί πώς ένας κόκκος εγείρεται μέ πλήθος νέων
πραγμάτων; Ό ρ θ ώ ς ό απόστολος Π αύλος αναφέρει
το ν κόκκον τού σίτου ώς εικόνα
ά ν α σ τ ά σ ε ω ς , ελέγχων τούς άφρονας απίστους·
«’Άφρον, συ δ σπείρεις, ού ζωοποιείται εάν μή
άποθάνη· και δ σπείρεις, ού τό σώμα τό γενησόμε-
νον σπείρεις, άλλα γυμνόν κόκκον, ή τύχοι
σίτου ή τίνος τών λοιπ ώ ν ό δε Θ εός αύτώ
δίδωσι σώμα καθώς ήθέλησε» (Α' Κορ. 15, 36-38).
Θέλετε άλλην εικόνα άναστάσεως; Υ πάγετε είς
τό δάσος καί ϊδετε τά δένδρα έν καιρώ χειμώνος.
66
Ό χειμών δΓ αυτά λογίζεται ώς θάνατος. Πίπτουν
δλα τά φύλλα, καί τά δένδρα μένουν γυμνά, ξύλα
μόνον, έστερημένα πάσης χάριτος. Νεκρά τά δένδρα.
Ά λ λ ’ δταν παρέλθη ό χειμών καί έλθη τό έαρ,
τότε άνθη χαριέστατα φύονται καί μετά τά άνθη
τά φύλλα, καί τά δένδρα έστολισμένα παρέχουν
θέαμα ώραιότατον, καί πλήθος φδικά πτηνά στήνουν
τάς φωλεάς των εις τά φυλλώματα καί άσματα
γλυκύτατα ακούονται, καί εΤνε τοιαύτη ή χάρις,
ώστε πολλοί κατά την εποχήν αυτήν, ενώ έχουν
μέγαρα έστολισμένα μέ χρυσόν καί λίθους πολυτί
μους, προτιμούν νά έξέρχωνται εις τήν έξοχήν
καί νά παραμένουν δλην τήν ημέραν υπό τήν
σκιάν τών δένδρων. Τί κηρύττει καί διαλαλεί ή
ώ ρ α ι ό τ η ς τ ώ ν δ έ ν δ ρ ω ν κατά τήν άνοιξιν;
67
Τί άλλο παρά τήν Άνάστασιν. "Ενα δένδρον,
πλήρες άνθέων και φύλλων και καρπών, είνε
μικρά εικών τής Άναστάσεως.
73
τ'ιον πλεονέκτης, μηδεις άλλων κανείς νά μη συγ-
έπικοπτέτω τον λοίδορον, κΡατΠ τόν ύβριστην νά δρ-
c , , κίζεται συνεχώς ο αθετων
ομνυτω συνεχώ ς ο επιορ- τούς δρκους> διότι κα5 αύτόν
κος' μένει yap θάνατος Πού τηρεΤ τούς δρκους θά-
καϊ τον εύορκον. Ψευδέ- νατος τον περιμένει· άλλος
σθω άλλος όσα β ο ύλετα ι ™ ψεύδεται όσον θέλει,
,0 „ , _ ,. _ , διότι λέγων τήν αλήθειαν
ουδεις yap της αλήθειας δέν θά κερδ{ση τίποτε- κα-
καρπός. Μ ηδεις ελεείτο) νε]ς Vq μή έλεή τον πτωχόν,
τον πένητα· άμισθος yap διότι ή εύσπλαγχνία δέν
έοτιν ό έλεος». ^ ει ^'σθόν.
’Ιδού πού οδηγεί ή άρνησις τοϋ δόγματος τής
άναστάσεως· εις άνατροπήν πάσης έννοιας ήθικής
καί δικαιοσύνης, εις απιστίαν, είς άθεΐαν, είς υλιστικήν
περί τοϋ κόσμου άντίληψιν. Τά κατά τής άναστάσεως
βλάσφημα ρήματα τών άπιστούντων δημιουργούν
έν ταΤς ψυχαΤς τών άνθρώπων ένα είδος κατακλυσμού,
ό οποίος είνε χειρότερος τοϋ κατακλυσμού τοϋ
Νώε. Έ κ εϊ σώματα κατεποντίζοντο· έδώ ψυχαί κατα-
ποντίζονται. Διότι, έάν δέν ύπάρχη άνάστασις, ουδέ
κρίσις υπάρχει· έάν δέν ύπάρχη κρίσις, καί αυτός
ό φόβος τοϋ Θεοϋ έξαφανίζεται- δπου δε δέν
υπάρχει φόβος Θεοΰ, έκεΤ μετά τής άμαρτίας χορεύει
ό διάβολος. Είς άνθρώπους άρνητάς τής άναστάσεως
άρμόζει νά λεχθή τό δαυϊτικόν «Είπεν άφρων έν
τη καρδία αότοΰ■ Ούκ έστι Θεός» (Ψαλμ. 52,2).
Ά ς πιστευωμεν άκραδάντως
75
Β.
Ό 9Αναστας
0 0 0 0 Λ -» 0 0 0 0 Ο 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 C
Ο Ο Ο 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
νεκ ρ ϋ ψ
Σ ύ γ χ ρ ο ν ο ς β υ ζ α ν τ ιν ή ε ί κ ώ ν ά ν ή κ ο υ σ α
ε ι ς τ ό ί δ ρ υ μ α «’Α π ό σ τ ο λ ο ς Β α ρ ν ά β α ς » . ►
ΑΝΑΣΤΗΤΩ Ο ΘΕΟΣ!
(Ψαλμ. 67,2)
Ό Θ εός δ εν κοιμάται
ΕΙΣ τοιαύτας έποχάς ό Θεός φαίνεται ώς νά
κοιμάται καί νά μη λαμβάνη γνώσιν τού τί συμβαίνει
εδώ κάτω εις τήν γήν. Ή παρατεινομένη σιωπή
τού Θεού κάνει τον προφητάνακτα Δαυίδ ν’ άδημονή,
καί εις στιγμήν βαρυθυμίας καί άπογοητεύσεως ν’
απευθύνεται προς τον Θεόν καί νά λέγη· «Έξεγέρθη-
τγ ίνατί ύπνοΐς, Κύριε;... Ανάστα, Κύριε, β οήθ ησο ν
ήμϊν και λύτρωσαι ήμάς ένεκεν τοϋ ονόματος σου»
(Ψαλμ. 43,24 καί 27).
Ά λ λ ’ ό Θεός, ώς λέγει ό προφήτης Ιερεμίας,
δεν είνε ώς άνθρωπος ύπνων. Δ εν είνε ώς άνθρωπος
αδιαφορών καί κοιμώμενος (βλ. Ίερ. 14,9). Ό χ ι.
Δεν κοιμάται ό Θεός. Ό π ω ς λέγει αλλού ό ψαλμω-
δός, «ου νυστάξει ουδέ υπνώσει ό φυλάσσων τον
Ισραήλ» (Ψαλμ. 120,4). Ό Θ εός είνε δλος οφθαλμός.
Ό Θ εός τά πάντα βλέπει καί παρακολουθεί Ουδέ
τό έλάχιστον έκ τών συμβαινόντων εν τώ φυσικώ
καί ήθικώ κόσμω διαφεύγει τήν προσοχήν τού
Θεού. Έ άν διά κάθε παράβασιν τού ηθικού νόμου
έπενέβαινεν αμέσως, έάν διά κάθε παραβάτην έξαπέ-
80
στελλε τον κεραυνόν του, ποιος τότε θά έμενεν
έπι της γης; Μ ακρόθυμος ό Κύριος όσον δεν
δυνάμεθα νά φαντασθώμεν. ’Ανατέλλει τον ήλιον
έπι πονηρούς και αγαθούς. Και αναβάλλει την
τιμωρίαν διά λόγους τούς οποίους αυτός μόνον
γνωρίζει άκριβώς. ’Αναβάλλει κυρίως επειδή αναμέ
νει την μετάνοιαν των αμαρτωλών. Ά λ λ ’ όταν τό
κακόν φθάση πλέον εις τό έπακρον, και γίνη
ύπερήφανον, άναιδές, θρασύ καί ιταμόν, καί βάλλη
κατά τής Θεότητος· όταν ό άλαζώ ν έκθρονίζη
τον Θεόν καί ένθρονίζη εις την θέσιν τού Θεού
τό άθλιον εγώ του, καί άξιο! παρά των συνανθρώπων
του τιμάς, αί όποΐαι άρμόζουν μόνον εις τον Θ εό ν
τότε ό Θεός, ό οποίος εις τά ομματα των πολλών
φαίνεται ως αδιαφορών καί κοιμώμενος, έξεγείρεται.
Ή οργή του έξάπτεται. Καί «φοβερόν τό έμπεσεϊν
εις χείρας Θεοϋ ζώντος» (Έβρ. 10,31). Διότι τις
δύναται ν ’ άντισταθή είς τον Θεόν; Ώ ς εύθραυστοι
κάλαμοι θραύονται αί σιδηραί ράβδοι τών έξουσια-
στών τής γής. 'Ω ς άχυρα διασκορπίζονται αί δυνάμεις
τών άντιθέων. «Ώ σεϊ χνοϋς, δν έκρίπτει ό άνεμος
άπό προσώπου τής γής» (Ψαλμ. 1,4). «Ώ ς έκλείπει
καπνός... Ώ ς τήκεται κηρός άπό προσώπου πυρός,
οΰτως άπολοϋνται οι άμαρτωλοι άπό προσώπου
τοϋ Θεοϋ» (Ψαλμ. 67,3).
Ή γέρθη ό Κύριος
ΘΕΑΕΤΕ νά ϊδητε τον θρίαμβον τής αρετής καί
τής αλήθειας εις όλην του τήν μεγαλοπρέπειαν;
Έπισκεφθήτε νοερώς μαζί με τάς μυροφόρους
81
γυναίκας τον τάφον του Κυρίου. Έ κεί οι άσπονδοι
εχθροί ένόμιζον ότι θά παρέμενε διά παντός ό
Ίησοϋς. Ούδε'ις θά ήδύνατο νά άποκυλίση τον
μέγαν Λίθον έκ της θύρας τοϋ μνημείου. Βάναυσοι
'Ρωμαίοι στρατιώται έφύλασσον τον τάφον, έτοιμοι
νά διαπεράσουν διά της λόγχης πάντα δστις θά
έτόλμα νά πλησιάση τον τάφον. Ή νίκη τοϋ
συνασπισθέντος κακοϋ διά την έξόντωσιν τοϋ Ίησοϋ
έφαίνετο οριστική. ’Αλλά πόσον έπλανώντο! Ό
τάφος δεν ήδυνήθη νά κράτηση τον 'Α ρχηγόν
τής ζωής. Ό Λίθος έξετινάχθη. Οϊ στρατιώται
έντρομοι έπιπτον χαμαί καί έγκατέλειπον τον τάφον.
Ά στραπηβόλος άγγελος μετέδιδε τό μέγα μήνυμα·
Ή γ έ ρ θ η ό Κ ύ ρ ι ο ς (πρβλ. Ματθ. 28,6).
Ό τ α ν βλέπη τις τούς 'Ρωμαίους στρατιώτας νά
τρέμουν, νά πίπτουν χαμαί καί νά φ εύ γο υ ν δταν
βλέπη τις τούς γραμματείς καί φαρισαίους νά
τρέμουν άκούοντες τό όνομα τοϋ άναστάντος Κυρίου-
δταν βλέπη οί Πιλάτοι καί of Ή ρώδαι ν ’ αποθνήσκουν
άδόξως· δταν βλέπη τά έκατομμύρια των 'Ιουδαίων
μετά τήν άπερίγραπτον καταστροφήν τής 'Ιερουσα
λήμ υπό τοϋ Τίτου νά έκσφενδονίζωνται, ώς υπό
βίαιων άνέμων, εις τά τέσσαρα σημεία τοϋ όρίζοντος,
χωρίς πατρίδα, χωρίς ναόν, χωρίς τόπον άναπαύσεως·
δταν βλέπη τις, ότι καί μετά ταϋτα πολέμιοι τοϋ
άναστάντος Κυρίου, διά τοϋ ξίφους καί τοϋ καλάμου
έπιχειρήσαντες νά εκριζώσουν τήν πίστιν αύτοΰ,
ευρον τέλος παραδειγματικόν δταν ταϋτα βλέπη
τις, αυτομάτως εις τήν γλώσσάν του έρχεται ό
προφητικός λόγος τοϋ Δαυίδ' «'Αναστήτω ό Θεός,
82
καί διασκορπισθήτωσαν οί έχθροϊ αυτού, καί φυγέτω-
σαν άπό προσώπου αυτοΰ οί μισοϋντες αυτόν»
(Ψαλμ. 67,2).
Οί εχθροί διασκορπίζονται
85
Ο ΝΙΚΗΤΗΣ
Μικροί άγώνες
Ό σατανάς ήττήθη
Δ ι κ α ι ο σ ύ ν η , αφεσις άμαρτιών, ε ί ρ ή ν η , γα
λήνη συνειδήσεως, βασιλεύουν είς τάς ψυχάς τών
ανθρώπων, οι οποίοι πιστεύουν είς τον Χριστόν
καί διά τοϋ ίεροϋ βαπτίσματος έχουν καταγραφή
είς τά μητρώα τής Εκκλησίας. Ναί, είς τό βασίλειον
τοϋ Χριστού καί μόνον, έκεΤ δηλαδή δπου υπάρχει
ζώσα πίστις καί φλογερά αγάπη προς τον Χριστόν,
ύπακοή καί ταπείνωσις καί αύταπάρνησις, έκεϊ βασι
λεύει ή δικαιοσύνη καί ή είρήνη. Δ εν είνε τοϋτο
ουτοπία, άλλά μία πραγματικότης, τήν οποίαν γεύον
ται οί πιστοί. Καί ή πραγματικότης αυτή, ή βασιλεία
τοϋ Θεοϋ, μικρά κατ’ έκτασιν, λόγω τοϋ μικρού
αριθμού τών εκλεκτών καί άληθινών οπαδών τοϋ
Χρίστου, θά αυξάνεται συνεχώς, θά έπεκτείνη τά
όριά της, θά έξαπλοϋται είς νέους κόσμους, καί
ή αμαρτία καί ή πλάνη έν τοίς υίοΤς τών ανθρώπων
θά περιορίζωνται διαρκώς, έως ότου έκλειψη ή
95
σελήνη. Ποια ή σελήνη; Καθώς έρμηνεύει άλληγορι-
κώς ό άγιος Κύριλλος ’Αλεξάνδρειάς, σελήνη έδώ
νοείται ό σατανάς, ώς άρχων τού σκότους.
4 ΠΑΣΧΑ 97
τοΰ Ε', άπαγχονισθέντος υπό των υιών τής ’Ά γαρ
κατά την έορτήν τοΰ Πάσχα τοΰ 1821, έρρίφθη
εις την θάλασσαν καί έπέπλεεν έπί των κυμάτων
τοΰ Βοσπόρου, ευσεβής πλοίαρχος άνεΰρε τοΰτο
καί τό μετέφερεν εις ’Οδησσόν. Μεγάλαι δε τιμαί
άπεδόθησαν τότε είς τό τίμιον σκήνωμα. 'Ό λ η ή
ορθόδοξος Ρωσία συνεταράχθη. Ό δε αείμνηστος
μέγας ρήτωρ τοΰ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως
Κωνσταντίνος Ο ικονόμος ό εξ Οικονόμων έξεφώνη-
σε τον έπικήδειον λόγον είς τον πατριάρχην. ’Ιδού
τί εν κατακλεΐδι τοΰ λόγου του είπεν ό διάσημος
ρήτωρ τής ’Ορθοδοξίας·
Η
ΓΗ, άγαπητοί μο,; άναγνώσται, ή γη πανηγυρί
ζει. ’Έ φθασεν ή ωραιοτέρα έποχή τοΰ έτους.
Έ φ θ α σ ε τό έαρ.
Ή φωτόλουστος ά νοιξις
ή λα το σ κ ιρ τ ώ ν ό λ α ό ς δ έ το ΰ Θ εο ΰ ό ά γιο ς τήν
τών σ υ μ β ό λ ω ν έκ β α σ ιν ό ρ ώ ν τες ε ύ φ ρ α ν θ ώ μ ε ν ένθέω ς,
ότι ά ν έ σ τ η Χ ρ ι σ τ ό ς ώ ς π α ν τ ο δ ύ ν α μ ο ς »
(τροπάριον της δ ' φ δ ή ς
τοΰ κα νά νο ς τοΰ Πάσχα)
I. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
5 ΠΑΣΧΑ 129
ΗΜΕΡΑ ΧΑΡΑΣ
Ή άγάπη θυσιάζεται
Ή πίστις νίκα
ΝΟΕΡΩΣ, άγαπητοί άναγνώσται, νοερώς έπεσκέ-
φθημεν τον κρανίου τόπον καί εί'δομεν «Χριστόν
σταυρωθέντα και άναστάντα έκ νεκρών». Έπιστρέφο-
μεν τώρα έν μέσω τοϋ σημερινοϋ κόσμου.
Τό θέαμα, τό όποιον παρουσιάζει θρησκευτικώς,
ηθικώς καί κοινωνικώς ή εποχή μας, είνε οίκτρόν.
'Ο πουδήποτε καί αν μεταβώμεν έπί τής γης, τό
ίδιον θέαμα θ’ άντικρύσωμεν μέ ώρισμένας μόνον
μικρός διαφοράς. Παντοϋ κρανίου τόπος. Παντοϋ
σταυροί. Ό Ίησοϋς Χριστός μέ χιλίους τρόπους
σταυροϋται καί πάλιν. Ή γλυκεία μορφή του χλευ ά ζε
ται καί μυκτηρίζεται. Ό χ ι μόνον νέοι, οι οποίοι
παρακολουθοϋν τάς άντιχριστιανικάς έκπομπάς τής
τηλεοράσεως (γράφε τηλετυφλώσεως), άλλά καί
γέροντες, ευρισκόμενοι είς τά έσχατα τοϋ βίου,
έμπαίζουν τον Έσταυρωμένον. Μικραί χώραι, μή
έχουσαι αναπτύξει τον τεχνολογικόν έξοπλισμόν
τών μεγάλων δυνάμεων, σταυρώνονται, τά δίκαιά
των καταπατοϋνται διεθνώς, καί ούδείς βοηθός. Ό
Βαραββάς έλεύθερος. Ό Χριστός έπί τοϋ σταυροϋ.
Τό ψεϋδος καί ή διπλωματική ατιμία κυριαρχοϋν.
Πιόνια είς τάς χείρας τών ισχυρών οί μικροί καί
αδύνατοι. «Τά πυρηνικά μας δπλα ή δύναμίς μας,
τρέμετε λαοί!». «Σταύρωσον σταύρω σον αυτόν» (τον
πτωχόν, τον άοπλον, τον αδύνατον, δπου γης καί
135
εάν εύρίσκεται)! ακούεται εις δλα τά μήκη και τά
πλάτη τοϋ αμαρτωλού πλανήτου μας, ό όποιος
καυχάται διά τον τεχνολογικόν του πολιτισμόν και
τά διαστημικά του ταξίδια, ά λ λ ’ είνε εγγύς άρμαγεδώ-
νος, εγγύς θανάτου. Σκότος και πάλιν επάνω εις
τήν γην, παρ’ δλα τά τεχνικά φώτα...
Οί δεδηλωμένοι έχθροί τοϋ Χριστοϋ χαίρουν
καί άγάλλονται καί καυχώνται, δτι έντός ολίγου
τό δνομα τοϋ Χριστοϋ θά παύση πλέον νά συγκινή
τήν ανθρωπότητα. Έ γγίζει τό τέλος τοϋ χριστιανι
σμού, προφητεύουν. Οί ολίγοι πιστοί πού έμειναν
είς τον εικοστόν αιώνα, πιστοί όχι μόνον έν λόγοις
άλλά καί έν έργοις, υποφέρουν κάτω άπό τήν βαρεΤαν
ατμόσφαιραν πού δημιουργεί τό φοβερόν νέφος
τής άπιστίας καί διαφθοράς, ένα νέφ ος άπείρως
άπειλητικώτερον άπό τό νέφος τής πρωτευούσης
μας, πού κάνει τούς κατοίκους της νά βλέπουν
τον ουρανόν έντρομοι.
Ά λ λ ά τό νέφος αυτό τής άπιστίας καί τής
διαφθοράς δεν θά παραμείνη αιωνίως. Ή Ά νάστασις
διαλύει τό πυκνόν νέφος. Τ ό δ ι α λ ύ ε ι μ έ σ α
είς τάς κ α ρ δ ί α ς έ κ ε ί νω ν πού πι σ τ ε ύο υ ν
ε ί ς τ ο ν ά ν α σ τ ά ν τ α Χ ρ ι σ τ ό ν . Ά ς όργιάζη,
λοιπόν, ή άπιστία. Ά ς έπιτίθενται λυσσαλέοι οί
έχθροί τής πίστεως. Ά ς έκστρατεύουν καί άς π ο λ ε
μούν τήν Ε κκλησίαν οί δαίμονες τής κολάσεως.
Έ ντός τών καρδιών τών πιστών λάμπει ό ήλιος
τής άναστασίμου χαράς, τής χαράς έκείνης τήν
οποίαν έδοκίμασαν οί μαθηταί «ιδόντες τον Κύριον»
(Ίωάν. 20,20).
136
Ή χαρά βασιλεύει
~ Ήμερα εύφροσύνης —
137
ΗΜΕΡΑ ΦΩΤΟΣ
I. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜ ΟΣ
147
ΕΟΡΤΑΣΩΜΕΝ ΠΡΕΠΟΝΤΟΣ
« Ά ν α σ τά σ ε ω ς ημέρα! λ α μ π ρ υ ν θ ώ μ εν Λαοί'· π ά
σ χα , Κ υρίου π ά σ χα . Έ κ yap θα νά του π ρ ο ς
ζω ήν καί έκ yr/ς π ρ ο ς ο υρ α νό ν Χ ρ ισ τό ς ό
Θ εό ς ημ άς διεβ ίβ α σεν, έπινίκιον άδοντας»
(ειρμός α ' ω δής τοϋ κα νό ν ο ς τοϋ Π ά σ χ α )
Ή θ ε ί α κ ο ι ν ω ν ί α , λοιπόν, ιδού τ ό τ ρ ί τ ο ν
καθήκον, τό οποίον έχει νά έπιτελέση ό χριστιανός
κατά τήν ίεράν νύκτα τής Άναστάσεως.
155
§') 'Αγιάσατε τήν ημέραν
Θά μάς ακούσετε;
«Χριστός κατελθών
προς πάλην αδου μόνος,
λαβών άνήλθε
πολλά τής νίκης σκύλα»
(στίχοι συναξαριού τής
Κ υριακής τοϋ Πάσχα)
Λ ε π τ ο μ έ ρ ε ια σ υ γ χ ρ ό ν ο υ φ ο ρ η τ ή ς ε ΐκ ό -
ν ο ς τ ο ϋ ί . ν α ο ΰ ά γ . Β α σ ιλ ε ίο υ ό δ . Μ ε
τσ ό βο υ , έ ρ γ ο ν Λ. Π α π α γεω ρ γο π ο ύλο υ.
Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ
Φ θονεροί κατηγορίαι
Ό Χριστός θριαμβεύει
I. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
171
ΕΠΑΤΗΘΗ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ
Ή ά ν ά σ τ α σ ι ς τ ο ϋ Κ υ ρ ί ο υ ! ΕΤνε ή μεγαλυτέ-
173
ρα έορτή και πανήγυρις τής χριστιανικής θρησκείας.
Διότι ή Άνάστασις, όσον κανένα άλλο γεγονός,
άπέδειξεν ότι ό Χριστός δεν εΤνε μόνον άνθρωπος,
άλλ’ εΤνε και Θεός, Θεάνθρωπος.
’Αναστημένη ζωή
181
κανείς τάς άκτίνας τοϋ ήλιου παρά τάς άποδείξεις
τής άναστάσεως τοϋ Χριστοϋ, ή οποία εινε ή
βεβαίωσις τής άναστάσεως τών νεκρών.
Έ ν α ς κόκκος κηρύττει
ΑΠΟ τάς πολλάς αποδείξεις θ’ άναφέρωμεν
έδώ μίαν, ή οποία προέρχεται άπό τον φυσικόν
κόσμον. ΕΤνε ό κ ό κ κ ο ς τ ο ϋ σ ί τ ο υ . Ναί, ένας
κόκκος σίτου αρκεί ν’ απόδειξη ότι υπάρχει άνάστα-
σις. Πώς; Εις κάποιον, ό οποίος δεν έχει ιδέαν τής
καλλιέργειας τής γής, παρουσιάζει τις κόκκον σίτου
καί τοϋ λέγει· Βλέπεις τον κόκκον τοϋτον; Θ’
ανοίξω δι’ αυτόν τάφον - αύλακα εις τον αγρόν,
θά τον σκεπάσω μέ χώμα, καί ό κόκκος αυτός
μέσα εις τον υγρόν τάφον θά σαπίση. Καί άφοϋ
σαπίση, θά φυτρώση άπό τό παλαιόν σώμα τοϋ
σίτου νέον ώραΤον φυτόν, πού θά ύψώνη τήν
κορυφήν του προς τά άνω, θά έχη πράσινα φύλλα
καί θά φέρη 30, 50, 100 νέους κόκκους...
Τά λόγια αυτά εις τον άνθρωπον αυτόν, πού
δέν γνωρίζει τίποτε άπό τά μυστικά τής καλλιέργειας
τών άγρών, θά φανοϋν άπίστευτα.; Καί δμως εϊνε
κάτι τό πραγματικόν. ΕΤνε ένα θαϋμα. Διότι μέσα
εις ένα κόκκον σίτου κλείεται μία μυστηριώδης
δύναμις, ή οποία δημιουργεί τήν νέαν ζωήν. Οί
επιστήμονες δέν κατώρθωσαν μέχρι στιγμής, ουτε
καί θά κατορθώσουν, νά κατασκευάσουν ένα κόκκον
σίτου μέ δημιουργικήν ένέργειαν. Είς τον τάφον
τοϋ Τουταγχαμών φαραώ τής Αιγύπτου εύρέθη
δοχείον, τό όποιον περιείχε κόκκους σίτου. Τούς έπή-
183
ραν, τούς έσπειραν εις τήν
γην, καί έφύτρωσαν! Διετή-
ρησαν οί κόκκοι ουτοι επί
3.000 έτη τήν ζωτικήν των
ένέργειαν.
Τί θέλομεν νά εϊπωμεν;
Έάν, άνθρωποι πού αμφι
βάλλετε, ένας κόκκος σίτου
περικλείη τοιαύτην δύναμιν
προς δημιουργίαν νέας
ζωής, πόσω μάλλον Ε κ ε ί
νος ό όποιος έδημιούργησε
τον κόκκον καί είνε ή πηγή τής ζωής, είνε ικανός,
όχι μόνον Αυτός ν’ άναστηθή δι’ ιδίων αυτού
δυνάμεων -ώς καί άνεστήθη τριήμερος έκ τοϋ
τάφου-, άλλα καί από τά σώματα των νεκρών,
πού ώς άλλοι κόκκοι σίτου θάπτονται εις τήν γήν
καί σαπίζουν, είνε ικανός ν’ άναστήση νέα σώματα,
τά οποία θά διαφέρουν των προηγουμένων περισσό
τερον από δ,τι διαφέρει ένας ώραίος στάχυς από
ένα κόκκον σίτου;
Ό λ η ή φύσις φωνάζει
184
Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ
’Αληθώς άνέστη!
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ δέν έπαρουσιάσθη ώς φάντασμα.
ΕΤχε σώμα πραγματικόν, τό οποίον ήδύναντο όχι
μόνον νά ϊδουν αλλά καί νά ψηλαφήσουν οί
μαθηταί. ’Ανεστήθη, διότι είνε ό παντοδύναμος Θεός.
Ά νεστήθη ό Χριστός. Δ έν είνε τούτο ψεύδος.
Είνε γεγονός, τό σπουδαιότερον γεγονός τής παγκο
σμίου ιστορίας. Καί μία ισχυρά άπόδειξις τής Άναστά-
σεως είνε, ότι οί μαθηταί, άπό τήν ώραν πού
είδον τον Χριστόν άναστάντα, ήλλαξαν ψυχικώς.
190
Έ φυγεν απ’ αυτούς ή λύπη, ήλθεν ή χαρά' έφυγεν
ή δειλία, ηλθεν ή παρρησία καί τό θάρρος. Οί
λαγωοί έγιναν λέοντες. Οί δυστυχείς καί άπηλπισμέ-
νοι έγιναν οί περισσότερον ευτυχισμένοι άνθρωποι
τοϋ κόσμου. «Έχάρησαν ούν οι μαθηταϊ ιδόντες
τον Κύριον» (Ίωάν. 20,20).
Έχάρησαν οί μαθηταί. Καί μαζί με τούς μαθητάς
έχάρη καί ή ύπεραγία Θεοτόκος. Έχάρησαν ακόμη
οί άγγελοι είς τον ουρανόν. Χαίρει δμως με την
άνάστασιν τοϋ Χριστού καί ολόκληρος ή φύσις,
ή όποία τώρα την άνοιξιν ένδύεται την έορτασπκην
στολήν της διά νά έορτάση την Άνάστασιν.
ν ίκ π ς
Ε ίκ ώ ν το υ τ έ μ π λ ο υ τ ή ς μ ο ν ή ς Σ τ α υ ρ ο ν ικ ή
τα , έ ρ γ ο ν θ ε ο φ ά ν ο υ ς το ϋ έ τ ο υ ς 1 5 4 6 .
ΝΕΚΡΟΙ, ΕΞΕΔΘΕΤΕ
ΕΚ ΤΩΝ Τ Α Φ Ω Ν
«Ούκ εστιυ ώδε, άλλ’ ήγέρθς»
(Λουκ. 24,6)
Ε
ΙΝΕ ΝΥΞ. ΕΓνε ή νύξ τοϋ Μ. Σαββάτου
προς τήν άλλην ημέραν, τήν μίαν των
σαββάτων, ή όποία μετά ταϋτα ώνομάσθη Κυριακή.
ΕΤνε ή νύξ, ή όποία προκαλεϊ βαθυτάτην τήν
συγκίνησιν εις πάσαν χριστιανικήν καρδίαν. ΕΤνε
ή μοναδική νύξ, περί τής οποίας ψάλλει ή Εκκλησία
μας·
«Ώ ς όντως ιερά και πανέορτος αΰτη ή σωτήριος
νύξ και φωταυγής, τής λαμπροφόρου ήμέρας τής
έγέρσεως οΰσα προάγγελος...» (τροπάριον τής
ζ' φδής τοϋ κανόνος τοϋ Πάσχα).
Ή ίερά πόλις των Ιουδαίων, ή φονεύουσα τούς
προφήτας, άφοϋ διέπραξε τό φρικτότερον έγκλημα
τής ιστορίας, κοιμάται. Κοιμώνται οί άρχοντες αυτής.
Κοιμώνται ό Πιλάτος καί ό Ηρώδης. Κοιμώνται
οί αρχιερείς ’Άννας καί Καϊάφας. Κοιμώνται οί
γραμματείς καί φαρισαϊοι καί δσοι συνετέλεσαν
νά διαπραχθή τό έγκλημα. Εκείνος, ό οποίος
ύπήρξεν ό τρόμος τών ενόχων συνειδήσεων των,
194
δεν υπάρχει πλέον εις τήν ζωήν. Κείται νεκρός
έν τω μνήματι ό Ναζωραίος. Τί ήμπορεί νά κάνη
ένας νεκρός;...
Καί δμως ό νεκρός αυτός μέλλει νά σείση τον
κόσμον όσον ούδείς άλλος. Διότι ουδέποτε έπαυσε
νά ζή· Έν αύτώ υπάρχει ή ζωή ή άστείρευτος.
Σωματικώς νεκρός έν τω τάφω. Ώ ς Θεός δμως
κατέρχεται είς τό βασίλειον τοϋ αδου και σείει
αυτό εκ θεμελίων. Εντός ολίγου πικράν πείραν
τής παντοκρατορικής δυνάμεως καί έξουσίας τοϋ
Ίησοϋ θά λάβουν καί οί σταυρωταί του, οί τώρα
μακαρίως κοιμώμενοι.
'Ιστορικόν γεγονός
197
βάθη τής πιστευούσης ανθρώπινης καρδίας είς
οίανδήποτε εποχήν και εάν ζή. Έ κ τοϋ κενοϋ
τάφου έξέρχεται μυστηριώδης δύναμις, πού άνιστά
νεκρούς και μεταβάλλει αυτούς εις μάρτυρας τής
Άναστάσεως. Ό άναστάς Κύριος συνεγείρει εις
νέαν ζωήν τούς πιστεύοντας. Τούς εγείρει έκ των
τάφων. Ποιων τάφων;
Υπάρχουν νεκροί! Υ πάρχουν άνθρωποι, οί οποίοι
εύρίσκονται είς μνήματα. Μνήματα δε έδώ λέγοντες
δεν έννοοΰμεν τά γνωστά μνήματα των νεκροταφείων
των πόλεων καί των χωρίων μας, είς τά οποία
θάπτονται αυτοί πού αποθνήσκουν τον φυσικόν
θάνατον. Μνήματα έννοοΰμεν αλλα. Έ ννοοΰμεν τά
φθοροποιά τής κακίας καί άμαρτίας περιβάλλοντα,
τά αντρα τής άκολασίας καί τής διαφθοράς, τούς
άμαρτωλούς, τούς αθλίους έκείνους τόπους, τούς
όποιους κατ’ έξοχήν έξουσιάζει ό διάβολος, καί
είς τούς οποίους μεταβαίνοντες οί άνθρωποι έλκύον-
ται καί αιχμαλωτίζονται ύπ’ αύτοΰ καί τελικώς
θανατώνονται ηθικώς καί πνευματικώς. Ναι! Ό
σατανάς είνε άνθρωποκτόνος! ΕΤνε ό άπαίσιος των
ψυχών δολοφόνος καί νεκροθάπτης. Αυτός κρατεί
τά δηλητήρια. Αυτός με τέχνην τά μεταδίδει. Αύτός
ανοίγει τούς τάφους, τούς οποίους προς παραπλάνη-
σιν τών άφελών ονομάζει με έλκυστικά ονόματα
καί διαφημίζει ώς κέντρα ψυχαγωγίας.
Τάφοι τά καταγώγια
Θ ΕΑΕΤΕ νά σάς δείξω μεν ένα ή δύο τοιούτους
τάφους;
198
Τάφος, έκ τοϋ οποίου δηλητηριώδεις άναθυμιάσεις
εξέρχονται, είνε τά πολυάριθμα έκεΤνα καταγώγια,
εις τά όποΤα μεταβαίνουν οι άνθρωποι διά νά
διασκεδάσουν. Καί διασκεδάζουν μέ τον αφθονον
οίνον, μέ οινοπνευματώδη ποτά. Πίνουν καί μεθύ-
σκονται, καί λέγουν καί πράττουν δσα δεν θά
έλεγο ν καί δεν θά έπραττον ευρισκόμενοι νηφάλιοι.
Ή μέθη είς αναισθησίαν καί νέκρωσιν τούς οδηγεί.
Ή μέθη πάθος φθοροποιόν, θανατηφόρον. Τά
καπηλεία τάφοι. Καί δμως είς τούς τάφους αυτούς
οί άλκοολικοί μένουν διά παντός. Δ ιημερεύουν
καί διανυκτερεύουν ε κ ε ί Έ άν κάποιος θέλη νά
συνάντηση ένα μέθυσον, αιχμάλωτον τοϋ έλεεινοΰ
πάθους, δεν θά τον ευρη ούτε είς τό σπίτι, ούτε
είς την έκκλησίαν, ούτε είς αλλο τι ωφέλιμον κέντρον,
ά λλ’ έκεϊ, είς τον τάφον, είς τό καπηλεΤον, είς
την ταβέρναν. Νά έξ έλ θ η απ’ έκεΤ; Νά μισήση
την κακήν συνήθειαν; Μ ισεί πάντα ό οποίος τον
συμβουλεύει. Υ β ρ ίζ ε ι μέ τάς πλέον χυδαίας λέξεις
τήν γυναίκά του, ή όποία, είς μάτην άναμένουσα
αυτόν μέχρι τοϋ μεσονυκτίου, έρχεται καί μέ γοεράς
φωνάς τον κα λεί νά έξ έλ θ η . Ά λ λ ’ αυτός δεν
εξέρχεται. Προτιμά τον τάφον τούτον παρά τον
οίκόν του.
201
οίκος της άμαρτίας προσφιλέστατον κέντρον. Τις
έξ αύτοϋ τοϋ αμαρτωλού, τοϋ δυσώδους καί βορβορώ-
δους περιβάλλοντος, τοϋ μηδόλως άπό τάφου διαφέ-
ροντος, τίς θά δυνηθή νά έξαγάγη τον ταλαίπωρον
άνθρωπον; Θά μείνη έκεΤ; Θά άποθάνη είς τάς
άγκάλας μιας πόρνης;
202
Τά παραδείγματα των έν τοιούτοις τάφοις κειμένων
ήδύναντο νά πολλαπλασιασθούν και τό νεκροταφεΤόν
μας νά εύρυνθή μεγάλως. Διότι πάσα άμαρτία, εις
την οποίαν εμμένει ό άνθρωπος μηδόλως απ’
αυτής άποσπώμενος παρ’ δλην την φθοράν πού
προκαλεΤ αυτη, εΤνε ένας τάφος. Καί πας αμετανόητος
άμαρτωλός είνε ένας νεκρός. ΕΓνε νεκρός εις την
άνωτέραν σφαίραν τής άνθρωπίνης ζωής, τήν ηθικήν
και πνευματικήν. Ζή μόνον τήν κατωτέραν ζωήν,
τήν ζωήν των αισθήσεων, ζωήν χοιρώδη, άνα-
ξίαν τού προορισμού τού ανθρώπου, και προσπαθεί
νά κορέση τήν πεινάν του με τά κεράτια τά όποια
τρώγουν τά ακάθαρτα τετράποδα ζώα.
205
ΑΣ Α Ν Α Σ Τ Η Θ Ω Μ Ε Ν
Μ
ΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΠΟΓΕΥΜΑ! Νε
κρός πλέον ό ’Ιησούς ό Ναζωραίος.
Νεκρός σωμαπκώς.
Ν εκρός ό ’Ιησούς
ΟΙ εχθροί ήσυχοι
ΝΕΚΡΟΣ ό Ίησοϋς ό Ναζωραίος. Νεκρός έπί
τοϋ σταυροϋ. Τοϋτο έπιστοποίησεν ό Πιλάτος δι’
έπιτοπίου έρεύνης του έκατοντάρχου. Μετ’ ολίγον,
ένώ ό ήλιος έπλησίαζε νά ρίψη τάς τελευταίας
άκτίνάς του έπί τής μιαιφόνου γής, τό νεκρόν
σώμα τοϋ Κυρίου, χάρις εις τάς φροντίδας του
’Ιωσήφ καί τοϋ Νικοδήμου, αναπαύεται έντός καινοϋ
μνημείου, τό οποίον κατά τήν έποχήν έκείνην
207
ώμοίαζε με μικρόν σπήλαιον, λαξευμένον εντός
βράχου. Λίθος μέγας έφραξε τό στόμιον τοϋ μνη
μείου, σφραγίδες έτέθησαν, καί 'Ρωμαίοι στρατιώται
διετάχθησαν νά φυλάττουν αύστηρώς τον τάφον.
Ό ήλιος τής ημέρας εκείνης είχε πλέον δύσει.
Θά έπρεπε τό φωτεινόν τούτο αστρον, τό οποίον
έδημιούργησεν ή άγαθότης καί παντοδυναμία τού
Θεού διά νά φωτίζη τον άνθρωπον νά έργάζεται
τά έργα τά καλά, θά έπρεπε, μετά τήν χριστοκτονίαν
καί θεοκτονίαν, νά παύση πλέον νά στέλλη τάς
άκπνάς του, καί ό κόσμος νά βυθισθη εις αιώνιον
σκότος.
Ό ήλιος, ό φυσικός ήλιος, είχε πλέον δύσει.
Συμφώνως προς τό έβραϊκόν ώρολόγιον, μαζί μέ
τήν δύσιν έτελείωσεν ή ήμέρα τής Παρασκευής.
Ή ρχιζε δε ή άλλη ήμέρα, τό Σάββατον. Ό χ ι
άπλώς τό Σάββατον, άλλά τό Μέγα Σάββατον,
κατά τό όποΤον οί Εβραίοι, ώς γνωστόν, έώρταζον
-καί εξακολουθούν άκόμη νά έορτάζουν- τό πάσχα,
τό νομικόν πάσχα, επέτειον τής διά θαύματος ά-
πελευθερώσεως τού εβραϊκού λαού έκ τής αιγυπτια
κής δουλείας. Ήτοιμάζοντο, λοιπόν, οί Εβραίοι
νά εορτάσουν καί κατά τό έτος εκείνο τό πάσχα,
τήν μεγαλυτέραν θρησκευτικήν καί έθνικήν των
έορτήν.
Θά τό έώρταζον δε χ ω ρ ί ς τ ο ν Ί η σ ο ύ ν , τού
οποίου ή παρουσία, τό κήρυγμα καί ή ζωή δεν
θά άφηνον αυτούς νά εορτάσουν τό πάσχα άδιατάρα-
κτοι. ’Ώ μέ πόσην χαράν οί άρχοντες των Ιουδαίων,
208
οί αρχιερείς, οί γραμματείς καί οί φαρισαίοι, οί
οποίοι έπρωτοστάτησαν εις τήν σταύρωσιν τοϋ Χρί
στου, θά έώρταζον τό πάσχα έκεΐνο! Ή λπιζον, ή
μάλλον ήσαν βέβαιοι, δπ μέ τον άτιμωτικόν θάνατον,
μέ τον οποίον έτερμάτισε τήν επίγειον ζωήν του
ό Ίησοϋς, αυτός μέν θά έλησμονεΐτο, οί δέ ολίγοι
οπαδοί του, δειλοί, δπως άπεδείχθησαν κατά τό
διάστημα τής δίκης καί καταδίκης του, δέν θά
έτόλμων πλέον ουδέ καν τό δνομά του νά αναφέρουν.
Τελεία καί παϋλα εις τό κεφάλαιον, τό οποίον
ήνοιξεν ό Ίησοϋς ό Ναζωραίος! Ευτυχείς καί εύδαίμο-
νες, ώς νά εΤχον επιτύχει τήν λαμπροτέραν νίκην
κατά τοϋ έχθροϋ τής φυλής των, οί έχθροί τοϋ Ίησοϋ
έκάθησαν εις τήν τράπεζαν τοϋ πάσχα. ’Ασφαλώς
κατά τάς έπιτραπεζίους συζητήσεις των θά έξέφρα-
ζον δλην τήν χαράν των, διότι έξέλιπεν ε κ ε ί
νος...
Αί μυροφόροι όρθρίζουν
Πνευματικοί νεκραναστάσεις
218
Η ΧΑΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ
«Κατεπόθη ό θάνατος»
Ή μεγαλύτερα νίκη
ΝΑΙ, ή άνάστασις τοϋ Κυρίου είνε ή μεγίστη
221
νίκη δλω ν των αιώνων. Νίκη, ενώπιον της οποίας
ώχριοΰν δλαι αί νίκαι των ανθρώπων, είτε έν
καιρώ πολέμου κατά εχθρών ισχυρών, είτε έν
καιρώ ειρήνης έν τω πολεμώ κατά τών στοιχείων
τής φύσεως. Ή άνάστασις τοϋ Κυρίου ή ύψίστη
νίκη.
Ό Χριστός ένίκησε τον θάνατον. Ό αδης κατετρο-
πώθη. Τό κέντρον, τό δηλητηριώδες κεντρί, με
τό οποίον ό σατανάς μετέδωκε τον θάνατον, είνε
ή αμαρτία. Οΰτω διδάσκει ό άπόστολος Π αϋλος
λ έγω ν «Τό κέντρον τοΰ θανάτου ή άμαρτία» (Α'
Κορ. 15,56). Έ άν ό πρώτος άνθρωπος έμενεν
ανευ άμαρτίας, ό θάνατος δεν θά ήδύνατο νά
κάνη την είσοδόν του εις την άνθρωπότητα. Ό
θάνατος ήλθε διά μέσου τής άμαρτίας, ή όποία
υπήρξε τό δηλητηριώδες κέντρον. Ό δε άναστάς
Κύριος, ού μόνον τον θάνατον ένίκησεν, άλλά
καί τό κέντρον του θανάτου. Την πλήττουσαν τον
άνθρωπον άμαρτίαν κατέστησεν άνίσχυρον. Διότι,
ώς ό ’ίδιος διαβεβαιώνει, δίδει δύναμιν τοϋ πατεΐν
έπάνω δφεων καί σκορπιών καί έπί πάσαν την
δύναμιν τοϋ έχθροϋ, καί τίποτε δεν δύναται νά
βλάψη τον άνθρωπον τον πιστεύοντα εις αυτόν
(βλ. Λουκ. 10,19).
Ό διάβολος ένικήθη έν τω σταυρώ καί έν τή
άναστάσει τοϋ Κυρίου. Έ κτοτε έν τοίς πιστοίς
όπαδοΤς τοϋ Κυρίου νικάται ό διάβολος. Ό διάβολος,
ό οποίος προ τής ενδόξου άναστάσεως τοϋ Κυρίου
είχεν έξαπλώσει τό βασίλειον τοϋ σκότους του
είς ολόκληρον την ύ φ ή λ ιον ό διάβολος, ό οποίος
222
ύπερηφανεύετο διά τάς κατά τοϋ ανθρώπου νίκας,
καί έφθασε μέχρι σημείου νά καυχηθή, δπ ή
βασιλεία του θά φθάση μέχρι των άστρων τοϋ
ούρανοϋ καί δπ ούδείς θά δυνηθή ν’ άντισταθή
ή νά άντείπη είς αυτόν ό διάβολος, ό τρομοκρατών
τον κόσμον δλον, ήδη χάνει την δύναμίν του.
Καί ώς λέων, τοϋ οποίου εκριζώνονται οί όδόντες
καί οι δνυχες καί κόπτεται ή θανατηφόρος πλήττουσα
τά θύματα ουρά, καί δεν έχει πλέον τι τό φοβερόν
καί επικίνδυνον, οϋτω καί ό διάβολος, ό λέων ό
ώρυόμενος, χάνει πλέον διά τούς πιστούς τήν
φοβερόν του δύναμιν καί γίνεται γέλω ς καί παίγνιον
καί μικρών ακόμη παιδιών. Καί δπ τούτο είνε
αληθές μαρτυρεί ή ιστορία τής Εκκλησίας, εις
τάς σελίδας τής οποίας βλέπομεν καί μικρά παιδία
έν καιρώ διωγμών νά σπεύδουν προς τό μαρτύριον
καί νά νικούν πάσαν τήν δύναμιν τοϋ έχθροϋ.
Ή άνάστασις τοϋ Κυρίου τον ουρανόν, ό οποίος
πρίν ήτο άβατος διά τήν άμαρτωλήν καί ένοχον
ανθρωπότητα, έποίησε βατόν. Ή νο ιξ ε, δηλαδή, τον
δρόμον όχι προς τον έναστρον ουρανόν, τον οποίον
βλέπομεν, άλλά προς τον υπερφυσικόν έκείνον
κόσμον, ό οποίος εύρίσκεται πέρα τοϋ υλικού
σύμπαντος. Ο ύρανοδρόμον έποίησε τον άνθρωπον.
Ή ν ο ιξ ε δρόμον προς τον παράδεισον, από τον
οποίον είχεν άποκλεισθή ό άνθρωπος. Ή ν ο ιξ ε
τήν κεκλεισμένην θύραν τής Έ δέμ. Νέα Έ δέμ,
νέος παράδεισος, άσυγκρίτως ανώτερος τοϋ πρώτου,
ήνοίχθη διά τον άνθρωπον. Εις αυτόν τον παράδεισον
δι’ όλίγας στιγμάς έζησεν ό Παύλος, καί έπιστρέψας
223
εις την γήν δεν ήδύνατο νά περιγράψη τά δσα
έκεΤ ήκουσε και είδε (βλ. Β ' Κορ. 12,4).
Είνε ταϋτα φεϋδος και μϋθος; Ό χ ι. Μυριάκις
όχι. Είνε μία πραγματικότης, της οποίας την ΰπαρξιν
βεβαιώνει ή άνάστασις του Κυρίου.
Σήμερον χαίρομεν;
ΚΑΤΑ ΚΡΑΤΟΣ ήττα του διαβόλου, ήττα τοϋ
θανάτου, ήττα τής άμαρτίας, νίκη καί θρίαμβος
κατά τοϋ κακοϋ, δύναμις εξ υψους, διάνοιξις όδοϋ
προς τον ουράνιον κόσμον, ιδού τά ένδοξα καί
θαυμαστά κατορθώματα τοϋ άναστάντος Κυρίου.
Πώς, λοιπόν, νά μη χαίρη καί νά μη άγάλλεται
ό πιστός, δταν άκούη τό χαρμόσυνον άγγελμα
τής άναστάσεως του Κυρίου; Πώς νά μή σκιρτά
ή καρδία του από ίεράν συγκίνησιν; Πώς νά μή
έκφράζη χαράν διά την ανατολήν τής νέας ημέρας,
τής ριζικής μεταβολής, τήν όποιαν έπέφερεν εις
τάς σκέψεις, εις τά αισθήματα καί εις τάς ένεργείας
τής άνθρωπότητος ό άναστάς Κύριος; Ευγνώμων
προς τον Κύριον διά τά υψιστα αγαθά τής Ά ναστάσε
ως άναφωνεΤ καί αυτός μετά τοϋ ψαλμωδοϋ’ «Αΰτη
ή ήμέρα, ήν έποίησεν ό Κ ύριος■ άγαλλιασώμε-
θα και εύφρανθώ μεν έν αυτή» (Ψαλμ. 117,24).
Ιδο ύ οποία είνε ή χαρά τών άληθινών πιστών
επί τη άναστάσει τοϋ Κυρίου. Τήν χαράν δε αυτήν,
τήν μυστικήν καί αγίαν, πρώτοι έδοκίμασαν οί
άπόστολοι. Ώ ς σημειώνει ό ιερός ευαγγελιστής ’Ιωάν
νης, «έχάρησαν οί μαθηταϊ ιδόντες τον Κύριον»
(Ίωάν. 20,20).
224
8 n A s X A
Χαίρουν και σήμερον οί χριστιανοί άκούοντες
τό «Χριστός άνέστη». Ά λ λ ’ άραγε ή χαρά, τήν
οποίαν δοκιμάζουν, έχει καμμίαν σχέσιν μέ τήν
μυστικήν καί αγίαν χαράν των αληθινών πιστών;
Ή χαρά τών σημερινών χριστιανών είνε τό ισχυρόν
έκεϊνο αίσθημα τής έν Χριστώ χαράς, τό οποίον,
λόγω τής έντάσεώς του, δύναται νά έξουδετερώση
πάσαν λύπην καί οδύνην, προερχομένην έκ διαφό
ρων θλιβερών γεγονότων τοϋ κόσμου τούτου, μικρών
πολλάκις καί άσημάντων; Ή χαρά τής Ά ναστάσεως
κυριαρχεί εις τον ψυχικόν κόσμον τών σημερι
νών χριστιανών;
Δ εν εί'μεθα καρδιογνώσται διά νά γνωρίζωμεν
τά βάθη τών καρδιών. Ά λ λ ’ έκ τών έξωτερικών
έκδηλώσεων δυνάμεθα νά συμπεράνωμεν περί τών
έσωτερικών διαθέσεων καί ροπών τών ανθρώπων.
Ό σημερινός άνθρωπος, δπω ς μορφώνεται καί
διαπλάθεται έντός τοϋ νεοειδωλολατρικοϋ κλίματος
τής έποχής μας, έκ τών έξωτερικών του έκδηλώσεων
άποδεικνύει, ότι άλλα κίνητρα χαράς έχει. Τά
κίνητρα ταϋτα δεν είνε αί υπερφυσικά! καί ούράνιαι
πραγματικότητες. Είνε χοϊκαί πραγματικότητες. Έ άν
π.χ. κερδίση εις τό «προ - πό» ή είς άλλο τι
λαχείον ένα σημαντικόν χρηματικόν ποσόν, άμέσως
έκρήγνυται από χαράν καί άγαλλίασιν. Έ άν ή
ποδοσφαιρική όμάς, τής οποίας είνε θαυμαστής
καί φίλος, νικήση τήν αντίπαλον ποδοσφαιρικήν
όμάδα, τότε χαίρει καί άγάλλεται, καί μαζί μέ
άλλους φίλους τής νικήτριας όμάδος έξορμά έκ
τοϋ γηπέδου καί μέ φωνάς, μέ αλαλαγμούς διαλαλεί
226
τήν χαράν του επί τη νίκη. Δι’ ένα ποδόσφαιρον
τόση χαρά καϊ συγκίνησις! Έ άν δε ή φίλη ποδοσφαι
ρική όμάς εις μίαν ποδοσφαιρικήν συνάντησιν
ήττηθή, τότε βαθεϊα λύπη, μελαγχολία και αναστενα
γμοί τον καταλαμβάνουν. ΛυπεΤται καί κλαίει καί
κατ’ αυτήν άκόμη τήν ημέραν τής Άναστάσεως.
Δ ι’ αυτόν Θεός, τον όποιον λατρεύει, είνε τό
ποδόσφαιρον. Αυτός δε ό ψευδής θεός του δεν ά-
νεστήθη! Ή ττηθη καί εύρίσκεται έν τάφω! ΔυπεΤται
διά τάς ήττας του καί χαίρει διά τάς νίκας του.
Καί δπω ς σκέπτονται καί αισθάνονται ο! φανατικοί
οπαδοί τοΰ ποδοσφαίρου, κατά τον αυτόν τρόπον
σκέπτονται καί αισθάνονται καί άλλοι οπαδοί ψευδών
θεών τής νεοειδωλολατρικής μας εποχής. Πώς
είνε δυνατόν είς ένα τοιοϋτον κόσμον, ό όποιος
θεοποιεί τά πλέον μικρά καί ασήμαντα πράγματα
καί μεταβάλλει τήν καρδίαν του εις έρημον Σαχάραν,
πώς είνε δυνατόν νά άνθηση τό άνθος τής χαράς
τής Άναστάσεως;
Μέ δύο σάλπιγγας
Ή θάλασσα
"Αγκυρα ή ελπίς
247
τοϋ αίώνος”. Ό Χριστός εΐνε μαζί μου και
ποιον θά φοβηθώ; Καν κύματα κατ’ έμοϋ διεγείρη-
ται, καν πελάγη, καν άρχόντων θυμοί, είς έμέ
πάντα ταϋτα εΐνε άράχνης ευτελέστερα».
249
ΣΤ.
"Ανάστασις
0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
i ο ο ο ο * * * * * o o o o o o o o o o o o o o o o o o t
ιτατρις
«Χ ρ ισ τ ό ς άνέ στ η!
Και ή Ε λ λ ά ς άνέ στ η! »
(ό λαός)
Έ ρ γ ο ν Ε υ α γ γ έ λ ο υ Σ α ίτη
ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
(ΥΠΟΔΟΥΛΟΙ ΕΙΣ ΤΟ ΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ)
’Αναστάσιμος ομολογία
9 Π Α Σ Χ Α 257
έως τήν ήμέραν τής Άναλήψεως ήτο τό «Χριστός
άνέστη». Έ να «Χριστός άνέστη», τό οποίον έξήρχετο
από τήν καρδίαν καί έσκόρπιζε τό άρωμα τής
άγιωσύνης.
Χριστός είς τήν Μακεδονίαν, είς τήν Θράκην,
είς τήν Μικράν Άσίαν, είς τον Πόντον καί είς
δλην τήν μαρτυρικήν μας πατρίδα τά χρόνια εκείνα
τής σκλαβιάς.
Πάσχα Κυρίου! Νά έτόλμα κανείς τήν άγίαν
εκείνην ήμέραν ν’ άνοιξη τό στόμα του είς τά
μαρτυρικά καί άγιασμένα μέρη διά νά βλασφημήση
τον Χριστόν; Καί μία μόνον βλασφημία νά ήκούετο,
θά έπροκάλει φρίκην, καί ό βλάσφημος δεν θά
ήδύνατο νά ζήση έν μέσω αυτών. Μόνος του θά
ήναγκάζετο νά φύγη μακράν.
Συμφορά ό υλισμός
Οί ένοχοι ήσυχοι
Ό ’Α θ ώ ο ς άνίσταται
Πάσχα σκλαβιάς
ΘΕΛΕΤΕ, άγαπητοί μου, θέλετε νά ί'δητε τήν
άλήθειαν αυτήν είς τήν σύγχρονον έποχήν; 'Ρίψατε,
274
παρακαλώ, ένα βλέμμα προς τά βορειοδυτικά τοϋ
χάρτου της Ελλάδος. ΈκεΤ, εϊς τήν γείτονα χώραν
της ’Αλβανίας, ζοϋν 400 περίπου χιλιάδες ορθόδο
ξοι "Ελληνες αδελφοί μας. Ζοϋν υπό τάς σκληρός
συνθήκας άθεου ολοκληρωτικού καθεστώτος, τό
όποιον έστέρησεν αυτούς της θρησκευτικής ελευθε
ρίας, της εύγενεστέρας ελευθερίας τής άνθρωπίνης
καρδίας, ίνα λατρεύη εϊς τούς ιερούς ναούς τον
Θεόν. Οί ιστορικοί ναοί Κορυτσάς, 5Αργυροκάστρου
καί άλλων πόλεων καί χωρίων τής Βορείου ’Ηπείρου
έχουν κλεισθή ή έχουν μετατροπή εϊς μουσεία ή
άποθήκας ή κοσμικά κέντρα. ’Ονόματα, πού υπενθυ
μίζουν ελληνικήν καί χριστιανικήν προέλευσιν, άπη-
γορεύθησαν. Γάμοι καί κηδεΤαι δέν γίνονται πλέον.
Εϊς καμμίαν χώραν, δπου βασιλεύουν οί οπαδοί
τού Μάρξ, οί χριστιανοί δέν ύφίστανται τοιαύτην
καταπίεσιν τής θρησκευτικής συνειδήσεως, δσην
ύφίστανται εϊς τήν ’Αλβανίαν.
Δυστυχώς δέ διά τό δράμα αυτό ήμεϊς εϊς τήν
έλευθέραν Ελλάδα άδιαφοροϋμεν. Ώ ς κράτος ένδια-
φερόμεθα μόνον ν’ άναπτύξωμεν εμπορικός καί
οϊκονομικάς σχέσεις μέ τήν ’Αλβανίαν, ώς εάν
ήτο ή Ε λλά ς μόνον έμπόριον καί μαμωνάς, καί
όχι ΙΔΕΑ άκατάλυτος.
Καί δμως τούτο είνε τό θαυμαστόν. Παρ’ δλην
τήν καταπίεσιν τής θρησκευτικής συνειδήσεως τών
Ε λλήνω ν χριστιανών τής Βορείου ’Ηπείρου, ή
θρησκεία τοϋ Ναζωραίου εξακολουθεί νά ύφίσταται.
Ό πονεμένος ορθόδοξος λαός, διατελών υπό κατά-
θλιψιν τάς άγίας αύτάς ήμέρας, κλεισμένος εϊς τά
275
υπόγεια τών οικιών, μυστικώς ανοίγει τά ραδιόφωνα
καί μέ ίερόν ρίγος ακούει τάς ίεράς ακολουθίας.
’Έχουν δε τό θάρρος νά ρίπτουν εϊς τά πόδια
τών άθεων κυβερνητών των τά τσόφλια τών κόκκινων
αυγών τοΰ Πάσχα!(*)
Άναστάσιμον μήνυμα
ΜΕ ιδιαιτέραν συγκίνησιν τάς άγίας αύτάς
ημέρας στρέφομεν τήν προσοχήν μας προς τούς
"Ελληνας χριστιανούς τής Βορείου Ηπείρου καί
τής Κύπρου. Πολλά ύπέφεραν καί υποφέρουν οϊ
άδελφοί μας. Οί μεν εξ αιτίας άθεϊσπκοΰ καθεστώτος,
οί δε έξ αιτίας αλλοθρήσκου έθνους καί τής
υποκρισίας χριστιανικών λεγομένων εθνών.
Προς τούς μάρτυρας λοιπόν αυτούς άδελφούς
μας τής Βορείου ’Ηπείρου καί προς τούς μάρτυρας
άδελφούς μας τής Κύπρου, τής οποίας τό ίερόν
έδαφος κατέχεται άπό τάς όρδάς τοϋ ’Αττίλα, ώς
όμόπιστοι άποστέλλομεν εγκάρδιον άναστάσιμον
χαιρετισμόν.
Εϊθε νά μή βραδύνη νά έλθη ή ποθητή ήμέρα,
κατά τήν οποίαν οί υπόδουλοι Έ λ λ η ν ες θά έορτά-
ζουν τήν έορτήν τής Άναστάσεως υπό τον ήλιον
τής έλευθερίας.
Ή άπολύτρωσις έγγίζει. Ό άναστάς Κύριος θά
ποίηση τήν κρίσιν του καί προς τούς άθέους καί
προς τούς ύποκριτάς. Ή αυγή ροδίζει. Χριστός
άνέστη!
Ελ λ ά ς , ανάστα!
283
ΥΠΟ ΤΗΝ ΔΥΣΜΕΝΕΙΑΝ
ΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΝΤΩΝ
(Ο ΔΙΩΓΜΟΣ ΤΩΝ ΚΗΡΥΚΩΝ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ)
Οί χριστιανοί διώκονται
Κ
ΑΤΑ ΤΗΝ ΝΥΚΤΑ, αγαπητοί μου άναγνώ-
σται, κατά τήν άγίαν νύκτα τής Άναστάσεως,
κατά τήν οποίαν είς δλους τούς ναούς τής ’Ορθοδο
ξίας ακούεται τό «Χριστός άνέστη», ό γέρων έγώ
επίσκοπος τής ’Ορθοδόξου ’Εκκλησίας απευθύνω
εγκάρδιον άναστάσιμον χαιρετισμόν καί μεθ’ υμών
αναφωνώ- Χριστός άνέστη! Όλοψύχως εύχομαι νά
εορτάσετε μέ χαράν καί άγαλλίασιν.
Μ έ π ί σ τ ι ν
Μ έ α γ ά π η ν
«Άναστάσεως ημέρα,
και λαμπρυνθώμεν τη πανηγύρει
και άλλήλους περιπτυξώμεθα.
Εϊπωμεν, αδελφοί,
και τοϊς μισοΰσιν ημάς·
Συγχωρήσωμεν πάντα τη Άναστάσει,
και οΰτω βοήσωμεν
Χριστός άνέστη έκ νεκρών
θανάτω θάνατον πατήσας
και τοΐς έν τοϊς μνήμασι
ζωην χαρισάμενος».
295
ψάλλει χαρμοσύνως ή μήτηρ μας Εκκλησία. Διά
τοΰτο ύπεράνω δλων νά αγαπάτε τον άναστάντα
Χριστόν.
Ώ κόσμε τοϋ εϊκοστοϋ αϊώνος, κόσμε πού καυχάσαι
ότι άνήλθες εις τά άστρα! Δώσατε μου ένα χωρίον,
μίαν συνοικίαν, μίαν πόλιν, μίαν χώραν, δπου νά
μη ύπάρχη μίσος, άλλ’ δλοι εκεί νά εϊνε άγαπημένοι
ώς μία οικογένεια. Τό σύνολον αυτών τών άνθρώπων
θά εϊνε τό εύτυχέστερον, έστω καί εάν οί άνθρωποι
πού τό απαρτίζουν δεν έχουν πλούτον, άνέσεις
καί μέσα ψυχαγωγίας, τηλεόρασιν καί ραδιόφωνον
καί τά άλλα μέσα τοϋ άκάρδου τεχνικοΰ πολιτισμοϋ.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
I. Χ Ρ Υ Σ Ο Σ Τ Ο Μ Ο Σ
297
ζ.
Έπίμετρον - κείμενα
0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
0 0 Q0 i-LW W / οοοοοοοοοοοοοοοοοο
I. Χρυσοστόμου
Τ ο ιχ ο γ ρ α φ ία ά γ ιο υ β ή μ α το ς μ ο ν ή ς Σ τ α υ ρ ο ν ι
κ ή τα , έ ρ γ ο ν θ ε ο φ ά ν ο υ ς τ ο ϋ έ τ ο υ ς 1546.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
304
Και τά έργα δέχεται, άλλα και τήν διάθεσιν προθύμως
επιδοκιμάζει. Και τήν πράξιν τιμά, άλλα και τήν
πρόθεσιν επαινεί. Λοιπόν, εϊσέλθετε δλοι εις τήν
χαράν τοϋ Κυρίου μας. Και πρώτοι και δεύτεροι
Λάβετε τον μισθόν. Πλούσιοι εις έργα άρετής,
άλλά και πτωχοί, ψάλατε και χαρήτε δλοι μαζί.
Εγκρατείς καί ράθυμοι τήν ημέραν τιμήσατε. Ό σ οι
ένηστεύσατε, άλλά καί δσοι δεν ένηστεύσατε, εύ-
φρανθήτε σήμερον. Ή πνευματική τράπεζα εϊνε
γεμάτη, απολαύσατε δλοι. Ό μόσχος ό άμωμος,
ό όποΤος έθυσιάσθη χάριν ημών, εϊνε πολύς, ώστε
νά άρκή δι’ δλους. Κανείς λοιπόν νά μή έξέλθη
άπό τό δεσποτικόν γεύμα πεινασμένος. Ό λ ο ι ν’
άπολαύσετε τό συμπόσιον τής πίστεως. Ό λ ο ι ν’
απολαύσετε τον πλούτον τής καλωσύνης τού Κυρίου.
Κανείς νά μή θρηνή διά πνευματικήν πενίαν. Διότι
έφάνη ή βασιλεία τού Χριστού, ή όποία εϊνε δι’
δλους άνεξαιρέτως τούς ανθρώπους. Κανείς νά
μή οδύρεται δι’ άμαρτήματα. Διότι συγγνώμη άνέτει-
λεν έκ τού τάφου τού Κυρίου. Κανείς νά μή
φοβήται τον θάνατον. Διότι ήλευθέρωσεν ημάς
άπό τά δεσμά τού θανάτου ό θάνατος τού Σωτήρος.
Έ σβησεν ό Σωτήρ τον θάνατον, καθ’ δν χρόνον
κατείχετο ύπό τού θανάτου. Έγύμνωσε καί έλαφυρα-
γώγησε τον αδην, αυτός ό όποΤος κατήλθεν εις
τον αδην. Έπίκρανε τον αδην, δταν ώς παμφάγον
θηρίον ήνοιξε τό στόμα του καί έγεύθη τήν σάρκα
αυτού. Καί τούτο προϊδών ό Ήσαΐ'ας άνεφώνησε
λέγω ν «Ό αδης έπικράνθη, δταν σε συνήντησε
κάτω». Έπικράνθη, διότι άληθώς κατηργήθη. Έπι-
305
κάτω». Έπικράνθη· και γάρ κατηργήθη. Έ πικρά ν
θη· και γάρ ένεπαίχθη. Έπικράνθη· και γάρ
ένεκρώθη. Έπικράνθη· καί γάρ καθηρέθη. Έ π ι
κράνθη· καί γάρ έδεσμεύθη. ’Έ λαβε σώμα, καί
Θεώ π ερ ιέτυ χεν10. Έ λ α β ε γην, καί συνήντησεν
οόρανώ11. Έ λ α β ε ν δ π ερ έβλεπε, καί πέπτωκεν
ϋ θ εν ουκ ε β λ ε π ε 12. Ποϋ σου, θάνατε, τό κέντρον;
Ποϋ σου, αδη, τό νΐκος;13 ’Ά νέστη Χριστός,
καί συ καταβέβλησαι. Ά ν έ σ τη Χριστός, καί πεπτώ-
κασι δαίμονες. Ά ν έ σ τη Χριστός, καί χαίρουσιν
άγγελοι. Ά ν έ σ τη Χριστός, καί ζωή πολιτεύεται14.
Ά ν έ σ τη Χριστός, καί νεκρός οΰδείς έν τώ μνηματι.
Χριστός γάρ έγερ θ είς έκ νεκρών απαρχή τών
κεκοιμημένων έγένετο. Άύτώ ή δόξα καί τό
κράτος εις τούς αιώνας τών αιώνων. Α μ ήν.
306
κράνθη, διότι άληθώς ένεπαίχθη. Έπικράνθη, διότι
αληθώς ένεκρώθη. Έπικράνθη, διότι άληθώς καθηρέ-
θη έκ της εξουσίας του. Έπικράνθη, διότι άληθώς
έδεσμεύθη και δεν έχει πλέον εξουσίαν επί τών
ανθρώπων. Ό αδης ήπατήθη και έπαθε πανωλεθρίαν.
’Έλαβε σώμα, τό είς θάνατον και ταφήν παραδοθέν
σώμα τοϋ Χρίστου, καί -ώ της συμφοράς του-
συνήντησε Θεόν, συνήντησε την θείαν φύσιν τοϋ
Υίοϋ, ή οποία ήτο ηνωμένη μετά της άνθρωπίνης
φύσεως. Έ λαβε τό γήινον σώμα, και συνήντησε
τον ουράνιον Θεόν. Έ λαβεν αυτό τό όποιον έβλεπε,
τό σώμα δηλαδή τοϋ Χριστοϋ, και έπαθε τήν
πτώσιν άπ’ αυτό τό όποΤον δεν έβλεπεν, άπό τήν
Θεότητα δηλαδή τοϋ Χριστοϋ, ή οποία έκρύπτετο
κάτω άπό τήν σάρκα. Ποϋ εΤνε, θάνατε, τό φαρμακε
ρόν κεντρί σου; Ποϋ εϊνε, αδη, ή νίκη σου; Άνέστη
ό Χριστός, και σύ έχεις κρημνισθή και έξευτελισθή.
Άνέστη ό Χριστός, και έχουν πέσει οί δαίμονες.
Άνέστη ό Χριστός, καί χαίρουν οί άγγελοι. Άνέστη
ό Χριστός, καί άληθής ζωή έγκαινιάζεται είς όντως
έλευθέραν πολιτείαν συγκροτουμένην έκ τών λελυ-
τρωμένων τέκνων τοϋ Θεοϋ. Άνέστη ό Χριστός,
καί ούδείς θά παραμείνη νεκρός έν τώ μνήματι.
Διότι μέ τήν έκ νεκρών άνάστασίν του ό Χριστός
έγινεν ή άπαρχή τών κεκοιμημένων. Άνέστη πρώτος
ό Χριστός, διά ν’ άκολουθήση έπειτα ή άνάστασις
όλων τών κεκοιμημένων. Ό άναστάς Χριστός εϊνε
ό προάγγελος καί ό έγγυητής τής κοινής άναστάσεώς
τών άνθρώπων. Καί είς αύτόν πρέπει ή δόξα καί
ή έξουσία είς τούς αιώνας τών αίώνων. Αμήν.
307
ΣΧΟΛΙ Α
1. « Ε ΐ τις ε υ σ ε β ή ς καί φ ι λ ό θ ε ο ς » . Χωρίς
ευσέβειαν, και μάλιστα χωρίς αγάπην εις Θεόν,
εϊνε αδύνατον νά άπολαύση τις τήν χαράν τής
άναστάσεώς τοϋ Κυρίου. Ή άνάστασις εϊνε ή δόξα
τοϋ Κυρίου. Και διά τήν δόξαν τοϋ Κυρίου μόνον
δσοι άγαποϋν τον Κύριον καί αισθάνονται αύτόν
ώς ϊδικόν των Κύριον χαίρουν καί άγαλλιώνται.
Ένώ οί ασεβείς καί έστερημένοι τής προς Θεόν
άγάπης φθονοΰν διά τήν δόξαν τοϋ Κυρίου καί
πικραίνονται, δπως οί μοχθηροί Εβραίοι. 05 πολλοί
σήμερον δεν ήμποροϋν νά άπολαύσουν τήν χαράν
τής δόξης τοϋ Κυρίου, επειδή τό φίλτρον διά τον
Χριστόν έχει μαρανθή ή έχει έκριζωθή έκ τών
καρδιών των. 05 πολλοί είς τάς χαλεπός ημέρας
μας έχουν γίνει «φιλήδονοι μάλλον ή φιλόθεοι»
(Β' Τιμ. 3,4). Ά λ λ ’ οί άναζητοϋντες τήν χαράν
καί τό «πλήρωμα» τής χαράς είς τάς κοσμικός
καί άμαρτωλάς ήδονάς, καί όχι είς τον Θεόν, τον
αϊτιον τής χαράς, ομοιάζουν μέ τάς τραγικός έκείνας
Δαναΐδας, αί όποΤαι ήντλουν είς διάτρητον πίθον
καί προσεπάθουν νά πληρώσουν αύτόν. Οί ϊδιοι
οί κοσμικοί άνθρωποι αισθάνονται τό αείποτε κενόν
τής ψυχής των, καί πολλάκις έχουν τήν ειλικρίνειαν
νά όμολογοϋν τό άνικανοποίητον τής καρδίας των
μακράν τοϋ Θεοϋ. Ή εορτή τοϋ Πάσχα παρέχει
308
έκ νέου εις τον κόσμον τήν σοβαρόν ευκαιρίαν
νά σκεφθή, διατί δεν αισθάνεται αληθινήν χαράν,
και ν’ άναθεωρήση ιδέας καί τρόπον ζωής.
2. « Ε ϊ τις δ ο ΰ λ ο ς ε υ γ ν ώ μ ω ν , ε ί σ ε λ θ έ τ ω
χ α ί ρ ω ν ε ί ς τ ήν χ α ρ ά ν τ ο ϋ Κ υ ρ ί ο υ α ύ τ ο ΰ » ·
Ίδέ Ματθ. 25,21. Λέγει δούλος ευγνώμων, επειδή
οι δοϋλοι εϊνε συνήθως γογγυσταί απέναντι τών
κυρίων των. Καί οί μεν έπίγειοι κύριοι πολλάκις
παρέχουν άφορμάς διά νά γογγύζουν οί δοϋλοί
των. Ά λ λ ’ ό ουράνιος Κύριος ποίαν άφορμήν
έδωκέ ποτε διά νά γογγύζουν οι ίδικοί του δούλοι;
Τό σύμπαν εϊνε πλήρες τών ευεργεσιών τοϋ Κυρίου.
Ό δε Σταυρός καί ή Άνάστασις εϊνε αί μέγιστοι
εύεργεσίαι, τάς οποίας ουδέ νά διανοηθή θά ήδύνατό
ποτε ό άνθρωπος. Έ ν τούτοις πολλοί, άντί νά
έχουν εύχάριστον καρδίαν απέναντι τοϋ Κυρίου,
γογγύζουν καί βλασφημοϋν έσωτερικώς καί έξωτερι-
κώς, διότι ή καρδία των εϊνε κακή, μοχθηρά καί
υπερήφανος. Δεν θέλουν νά εϊνε δούλοι τοϋ Κυρίου,
άλλ’ άν ήμποροϋσαν νά έξεθρόνιζον τον Κύριον
καί νά κατελάμβανον αυτοί τήν θέσιν του! Τοιούτων
άσεβών έπλήσθη σήμερον ή γη. Οί άθεοι οπαδοί
ώρισμένης «ιδεολογίας» τοιαύτην μοχθηρόν καρδίαν
έχουν. Διά τούτο ό χαρακτηρισμός τοϋ δούλου
ώς εύγνώμονος, ανθρώπου δηλαδή μέ ταπεινήν,
αγαθήν καί εύχάριστον καρδίαν άπένανπ τοϋ Κυρίου,
εις τήν σημερινήν έποχήν μάς συγκινεΤ περισσότερον.
Ό ευγνώμων ληστής, ό όποΤος έν μέσω τών φρικτών
πόνων του ήρθη είς πνευματικόν ΰψος, καί άνεγνώρι-
309
σε τήν αθωότητα τοϋ Χριστοϋ, καί ώμολόγησεν
αύτόν ώς Κύριον, καί ήξιώθη πρώτος νά είσέλθη
εις τήν χαράν τοϋ Κυρίου του, έρχεται εις τήν
διάνοιάν μας όταν άκούωμεν τήν έν λόγω έκφρασιν
τοϋ ί. Χρυσοστόμου.
3 . Τά περί « π ρ ώ τ η ς ώρ α ς , τ ρ ί τ η ς » κ . λ π .
στηρίζονται επί τοϋ Ματθ. 20,1-16. Οί Εβραίοι
ύπελόγιζον τάς ώρας άπό τής άνατολής τοϋ ήλίου
κατά τήν ισημερίαν. Όποιανδήποτε ώραν τής ζωής
καί άν μετανοήση ό άμαρτωλός καί προσέλθη εις
τον Κύριον, θά λάβη τήν σωτηρίαν, διότι ό Κύριος
φιλοτιμείται, φιλοδοξεί τρόπον τινά, νά κάνη τό
καλόν, νά δεικνύη τον πλοϋτον τής φιλανθρωπίας
καί τής καλωσύνης του.
4 . « Ή τ ρ ά π ε ζ α y έ με ι , τ ρ υ φ ή σ α τ ε π ά ν
τ ε ς». Τά πνευματικά άγαθά, τά οποία άπέρρευσαν
έκ τής σταυρικής θυσίας τοϋ Χριστοϋ, εΤνε πλούσια,
καί παρέχονται είς όλους άδιακρίτως τούς πιστούς.
Ή θεία κοινωνία, αυτό τό τίμιον σώμα καί τό
τίμιον αίμα τοϋ Κυρίου καί Θεοϋ καί Σωτήρος
ήμών Ίησοΰ Χριστοϋ, εΤνε ό μέγας πλούτος τών
χριστιανών. Έκ τοϋ αύτοΰ άρτου οί πάντες έσθίομεν
καί έκ τοϋ αύτοϋ ποτηριού οί πάντες πίνομεν (βλ.
Α' Κορ. 10,16-17). Διά τής πίστεως συμμετέχει ό
άνθρωπος είς όλα τά σωτήρια άγαθά τοϋ Κυρίου.
5 . « Ό μ ό σ χ ο ς π ο λ ύ ς » . ΕΤνε ό μόσχος
ό σιτευτός, κατά τήν παραβολήν τοϋ άσώτου, τον
οποίον έθυσίασεν ό πατήρ χάριν τοϋ έπιστρέψαντος
310
υίοϋ του, και ένένετο χαρά μ ε γ ά λ η έν τώ οϊκω
τοϋ πατρός. «Ένέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν»,
είπε, «θύσατε, και φαγόντες εόφρανθώμεν... Και
ήρξαντο εύφραίνεσθαι» (Λουκ. 15,23-24). ΕΤνε «ό
μόσ χος ό άμωμος, ό μή δεχόμενος άμαρτίας
ζυγόν», κατά τήν έκφρασιν της Εκκλησίας. ΕΤνε
ό Κύριος ημών ’Ιησούς Χριστός, ό όποΤος έθυσιάσθη
χάριν ημών επί τού φρικτοϋ Γολγοθά, καί εξακολου
θεί εις όλους τούς αιώνας νά προσφέρη την
παναγίαν σάρκα του τροφήν είς όλους τούς ανθρώ
πους. Ό θείος ούτος μόσχος εΤνε πολύς, διότι
έν τώ Χριστώ «κατοικεί πάν τό πλήρωμα τής
Θεότητος σωματικώς, και έσμέν έν αυτω πεπληρωμέ-
νοι» (Κολ. 2,9-10). Ό Χριστός εΤνε όντως «ό
μόσχος ό άμωμος, ό πάντοτε έσθιόμενος και
μηδέποτε δαπανώμενος».
6. « Μ η δ ε ί ς θ ρ η ν ε ί τ ω π ε ν ί α ν έ φ ά ν η γ ά ρ
ή κ ο ι ν ή β α σ ι λ ε ί α » . Μόνον ή βασιλεία τού
Χριστού εΤνε ιδεώδης, άναπαύουσα απολύτως τον
άνθρωπον, καί μόνον έν τη βασιλεία τού Χριστού
υπάρχει άληθής κοινότης αγαθών. Προσωποληψίαι
καί διακρίσεις δεν υπάρχουν έδώ. Ά λ λ ’ έκαστος
συμμετέχει είς τά άγαθά τού Θεού κατά τό μέτρον
της πίστεώς του.
7. « Έ σ β ε σ ε υ α ύ τ ό ν , ύ π ’ αύ το ϋ κ α τ ε χ ό μ ε -
ν ο ς » . Ό θάνατος παρίσταται έδώ ώς πύρ, παμφάγον
πύρ, τό όποΤον έσβεσεν ό Χριστός καθ’ όν χρόνον
ό ’ίδιος κατείχετο ύπό τού πυρός! Ώ δ ε τό μυστήριον
311
τής σωτηρίας. Ό θάνατος έσβέσθη διά τοϋ θανάτου.
ΠοΤος δέ θάνατος; Ό πνευματικός θάνατος. Ό
χωρισμός τοϋ ανθρώπου άπό τον Θεόν. Αυτός
εΤνε ό φοβερώτερος θάνατος. Ό δέ άλλος, ό
σωματικός θάνατος, ό χωρισμός τοϋ σώματος άπό
τήν ψυχήν, εϊνε μικρότερον κακόν, καί εΤνε συνέπεια
τοϋ πρώτου κακοϋ, τοϋ πνευματικού θανάτου. Ό
Χριστός μέ τον ίδικόν του σωματικόν θάνατον
κατήργησε τον πνευματικόν θάνατον τοϋ άνθρώπου.
Καί συγχρόνως άφήρεσε καί άπό τον σωματικόν
θάνατον τήν τρομερόν αύτοϋ όψιν, διότι ό σωματικός
θάνατος έπαυσε πλέον διά τον πιστόν νά εϊνε
μετάβασις άπό τής γής εις τον αδην, καί έγινε
μετάβασις άπό γής είς ουρανόν. Μετά τήν θυσίαν
τοϋ Χριστοϋ, ό πιστεύων «είς κρίσιν ούκ έρχεται,
άλλα μεταβέβηκεν έκ τοϋ θανάτου είς τήν ζωήν»
ΓΙωάν. 5,24).
8. « Έ σ κ ύ λ ε υ σ ε τον α δ η ν ό κ α τ ε λ θ ών
ε ί ς τ ο ν α δ η ν » . Ό αδης, ό σκοτεινός τόπος
τών νεκρών, προσωποποιείται έδώ, παριστάμενος
ώς πάνοπλος έξουσιαστής, ό όποΤος έκράτει ύπό
τήν άπαισίαν έξουσίαν του τούς άπ’ αϊώνος νεκρούς.
Ό Χριστός, κατελθών είς τό σκοτεινόν βασίλειον
τοϋ αδου, έπάλαισε μέ τον αδην, τον ένίκησε,
τον έγύμνωσεν άπό τήν πανοπλίαν του, τον έρριψε
κάτω γυμνόν καί κατησχυμμένον, ήρπασεν έκ τής
εξουσίας του τούς άπ’ αϊώνος νεκρούς, καί άνεδείχθη
ό αιώνιος νικητής καί θριαμβευτής. Ό αδης ένικήθη
κατά κράτος.
312
9 .. « Έ π ί κ ρ α ν ε ν α υ τ ό ν , γ ε υ σ ά μ ε ν ο ν τ ή ς
σ α ρ κ ά ς α ύ τ ο ΰ » . Έ δώ ό αδης παρίσταται ώς
θηρίον, παμφάγον θηρίον, τό οποίον ανοίγει τό
άπαίσιον στόμα του και καταβροχθίζει τούς ανθρώ
πους χωρίς νά χορταίνπ ποτέ! Τό άκόρεστον τούτο
θηρίον ήθέλησε νά γευθη και τού Χριστού την
σάρκα. Ά λ λ α μόλις έγεύθη, έπικράνθη, έφαρμακώθη.
Διότι ή σαρξ τού Χριστού δεν ητο ή σαρξ κοινού
ανθρώπου, ά λ λ ’ ητο ή σαρξ τού ένσαρκωθέντος
Υίού τού Θεού. Διά ν ’ άποδώση την συμφοράν
τού αδου ό ί. Χρυσόστομος ενθυμείται τον παρασταπ-
κώτατον στίχον τού χωρίου Ή σ. 14,9.
1 0 . « Έ λ α β ε σ ώ μ α , κ αί Θ ε ω π ε ρ ι έ τ υ χ ε ν » .
Πού νά έφαντάζετο ό αδης, δτι κάτω από την ταπεινήν
σάρκα τού ’Ιησού έκρύπτετο ή ιδία ή Θεότης! Ή
σάρξ υπήρξε τό δόλωμα διά τον αδην, και ή
κρυπτόμενη Θεότης τό αγκιστρον.
1 1 . « Έ λ α β ε γ η ν , κ αί σ υ ν ή ν τ η σ ε ν ο υ ρ α -
ν ώ». Ή προηγούμενη έννοια έκφράζεται έδώ επί
τό ποιητικώτερον. Ύ π ό την γην νοείται τό σώμα
και ύπό τον ουρανόν ή Θεότης τού Χριστού.
1 2 . « Έ λ α β ε ν δ π ε ρ ε β λ ε π ε , κ αί π έ π τ ω κ ε ν
δ θ ε ν ο ύ κ ε β λ ε π ε » . Έ β λ ε π ε τό σώμα, και δεν
έβλεπε την Θεότητα. Ό θ ε ν ήπατηθη και ύπέστη
την πανωλεθρίαν. Ό άγιος ’Ιγνάτιος ό Θ εοφόρος
είπεν, δτι τρία τινά διέφυγον την προσοχήν τού
διαβόλου· «ή παρθενία Μαρίας, καί ό τοκετός
313
αυτής, ομοίως ό θάνατος του Κυρίου» (’Ιγνατίου
επιστολή προς Έ φεσίους XIX· Β.Ε.Π., τόμ. 2, σελ.
267).
13. « Π ο ϋ σ ο υ , θ ά ν α τ ε , τό κ έ ν τ ρ ο ν ; Π ο ΰ
σ ο υ , α δ η , τ ό ν ϊ κ ο ς ; » . ΕΤνε ή πλέον θριαμβευτική
κραυγή τής Γραφής (Ώ σ. 13,1Φ Ή σ. 25,8). Τήν
έννοιαν τοϋ λόγου τούτου ό άπόστολος Παύλος
μάς δίδει είς τό Α ' Κορ. 15,53-57.
1 4 . « Ά υ έ σ τ η Χ ρ ι σ τ ό ς , και ζ ω ή π ο λ ι τ ε ύ ε
τ αι ». Προ τής άναστάσεως τού Χριστού ή ζωή
δεν ήτο ζωή αληθινή, ζωή με θέλγητρον καί
χαράν, ά λλ’ ήτο μάλλον θάνατος, άφού ό άνθρωπος
ήτο άπεξενω μένος από τήν Π ηγήν τής ζω ής καί
τής ευτυχίας καί διετέλει υπό τό τυραννικόν καθεστώς
τής άμαρτίας καί τού σατανά. Μακράν τού Θεού
ή ζωή είνε μαύρη ζωή, σκότος καί σκιά θανάτου.
Με τήν άνάστασιν τού Χριστού νέα ζωή αρχίζει, ζωή
ελευθερίας εκ των τυραννικών δεσμών, καί ζωή
δόξης. "Αν δε έντός τής επιγείου πολιτείας τού
Θεού ή ζωή είνε τόσον ωραία, έντός τής ουρανίου
πολιτείας, ή οποία είνε ή τελείωσις τής επιγείου,
ή ζωή θά είνε βεβαίως άπείρως ώραιοτέρα. Τήν
δόξαν εκείνης τής ζωής, έφ ’ δσον περιπατούμεν
άκόμη επί τής γής, ούτε νά φαντασθώμεν κάπως
δεν είνε δυνατόν. Ό Χριστός διά τού σταυρού
καί τής άναστάσεως του μάς έξησφάλισε ζωήν
άνωτέραν εκείνης τήν οποίαν θά ήδυνάμεθα νά
ζητήσωμεν ή νά νοήσωμεν (Ίωάν. 10,10' Έ φεσ. 3,20).
314
ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ
ν
σκεσθε εδώ είς τάς ίεράς έορτάς επί επτά ημέρας.
Ά λ λ ’ εκεί μέν μετά τάς επτά ημέρας διαλύονται
αί έορταί. Έ δώ δμως, άν θέλης, διαρκώς δύνασαι
νά παρευρίσκεσαι είς τήν ίεράν εορτήν. Και δσον
μέν αφορά είς τούς κοσμικούς γόμους, ή νύμφη
μετά τον πρώτον ή καί τον δεύτερον μήνα δέν
είνε τόσον αξιέραστος, τόσον ελκυστική εις τον
νυμφίον. Έ δώ δμως, είς τούς πνευματικούς γόμους,
δέν συμβαίνει έτσι. Ά λ λ 5 δσον ό χρόνος προχωρεί,
τόσον θερμότερος ό έρως τοϋ Νυμφίου γίνεται,
τόσον γνησιώτεραι αί περιπτύξεις, τόσον πνευματι-
μωτέρα ή σχέσις, εάν βεβαίως διατηροϋμεν τούς
εαυτούς μας είς κατάστασιν πνευματικής νηφαλιότη-
τος. Πάλιν, δσον αφορά είς τά σώματα, μετά τήν
νεότητα έρχεται τό γήρας. Ά λ λ 5 έδώ μετά τό
γήρας έρχεται νεότης, καί νεότης μάλιστα, ή οποία
ουδέποτε τελειώνει, εάν θέλωμεν.
Η Λ ΙΑ Σ Μ Η Ν ΙΑΤΗ Σ
330
ΠΙΝΑΞ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Ά φ ιέ ρ ω σ ις σελ. 7
Π ρόλογος 9
333
Π ώ ς έ ο ρ τ ά ζ ο μ ε ν τήν έ ο ρ τ ή ν τοϋ
Π ά σ χ α ; Τό ερώ τη μα αυτό έχει μεγά-
λην σημασίαν. ’Εάν τήν έ ο ρ τ ά ζ ω μ ε ν
χωρίς νά έχωμεν π ι σ τ ε υ σ ε ι , χωρίς νά
έχ ωμεν μετανοήσει, χωρίς νά έχωμεν
έ ξ ο μ ο λ ο γ η Β ή καί χω ρί ς νά έ χ ω μ ε ν
κο ιν ωνή σει τών ά χ ρ ά ν τ ω ν μυστη
ρίων, τό τε ττοία ή ώ φ έ λ ε ι α ; Ούδεμία
ώ φ έ λ ε ι α . Μ άλ λ ον ζημίαν έχομεν, καί
μάλ ιστ α μεγάλην. Διότι τό τε τό Π ά
σχ α δέν έχει κανένα νόημα. Τό τε τό
Π ά σ χ α ο υ τε χριστιανικούς ο υ τ ε καν
ϊουδαϊκώς εο ρ τ ά ζ ε τ α ι , ά λ λ ’ ε ο ρ τ ά ζ ε
ται ε ί δ ω λ ο λ α τ ρ ι κ ώ ς . Ή επιφάνεια
χριστιανική, ά λ λ ά τό βάθος εϊδωλο-
λατρικόν. ’Ά ς ά κ ο υ σ ω μ ε ν τί λ έγει ό
ά π ό σ τ ο λ ο ς Παύλος, ό κο ρ υ φ αίο ς τών
ά π ο στ ό λω ν , είς τήν Α' π ρ ο ς ΚορινΒί-
ους έ π ι σ τ ο λ ή ν του · « ' Ώ σ τ ε έ ο ρ τ ά
ζ ω μ ε ν μή έν ζ ύ μ η π α λ α ι ό μ η δ έ έν
ζ ύ μ η κ α κ ί α ς και π ο ν η ρ ί α ς / ά λ λ ’ έν
ά ζ ύ μ ο ι ς ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α ς και άλ ηθ εία ς»
(A' Κορ. 5,7).