Professional Documents
Culture Documents
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ - Αγιορείτες Πατέρες
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ - Αγιορείτες Πατέρες
Βρισκόμαστε καὶ πάλι κοντά σας, στήν πλέον ἀγαπημένη μας χώρα τήν
Ρουμανία που τήν θεωρούμε ὡς δικὴ μας χώρα, μία χώρα ποὺ τίς
τελευταίες δεκαετίες μάς ἔδωσε δεκάδες χιλιάδες μαρτύρων καὶ
ὁμολογητῶν τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ κουμουνιστικοῦ καθεστώτως, ὅπως ἔγινε καὶ
στὴν Ρωσία. Ὅπως ἡ Ἐλλάδα ὀνομάζετε χώρα ἁγίων, ἔτσι καὶ ἡ Ρουμανία,
εἶναι καὶ πρέπει νὰ ὀνομάζετε χώρα ἁγίων. Ὅμως αὐτὸ γιὰ ἐμὰς τοὺς
Ὀρθοδόξους σημαίνει πάρα πολλά. Πρέπει νὰ τοὺς τιμήσουμε, μιμούμενοι
τόσο τὴν πνευματικὴ τους ζωή, ὅσο καὶ τὴν ὁμολογία τους ὑπέρ τῆς
Ὀρθοδόξου πίστεως. Ἰδιαιτέρως σήμερα, ὅπου στὴν Ἐκκλησία τοῦ
Χριστοῦ τείνει νὰ ἐπικρατήσει ἡ παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ζητείτε
ἀπὸ ἐμὰς νὰ παραμείνουμε πιστοὶ στὰ δόγματα, στὶς παραδόσεις καὶ σὲ ὅτι
μᾶς παρέδωσαν μὲ αἵμα οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ μάρτυρες, οἱ ὁμολογητές,
καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες μας.
Ἡ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι ἀπὸ μόνη της ἕνα μυστήριο. Ἀπὸ
τὴν στιγμὴ ποὺ βαπτιζόμαστε καὶ γινόμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ
Χριστοῦ, ὀφείλουμε νὰ μιμηθοῦμε κατὰ πάντα τὴν ζωὴ τοὺ Ἀρχηγοῦ καὶ
τελειωτοῦ της πίστεώς μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ σημαίνει ἀγώνα κατὰ
τοὺ διαβόλου, κατὰ τοῦ κόσμου, καὶ κατὰ τῶν παθῶν τοῦ παλαιοῦ
ἀνθρώπου ποὺ ζεῖ μέσα μας. Βασικὴ προϋπόθεση ὅλων αὐτῶν εἶναι νὰ
χτίζουμε τὶς ἀρετές καὶ νὰ ἀποδομούμε τίς κακίες στὸ σταθερὸ θεμέλιο τῆς
Ὀρθοδόξου Πίστεως ποὺ μὰς παρέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Οἰκουμενικὲς
Σύνοδοι, καὶ τέλος οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας. Χωρὶς αὐτὸ τὸ θεμέλιο δὲν
μπορούμε νὰ μιλήσουμε γιὰ πνευματικὸ ἀγώνα, γιὰ κάθαρση-φωτισμὸ-
θέωση. Θά μπορούσαμε νά μιλάμε γιά ὤρες περὶ τῆς πνευματικῆς ζωῆς
τοῦ Χριστιανοῦ καὶ τὸ πὼς πρέπει νά βιώνει καθημερινὰ τὸν Χριστό.
Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο θὰ ἐξετάσουμε τὸ πώς θὰ πρέπει νὰ
ἀντιμετωπίσουμε πνευματικὰ σήμερα τὴν χειρότερη αἵρεση ποὺ ἔχει
ἐμφανισθεῖ στὴν Ἐκκλησία μας. Αὐτὸ θὰ μᾶς τὸ ὑποδείξουν καὶ θὰ μᾶς τὸ
διδάξουν οἱ Ἅγιοί μας μὲ τὸ παράδειγμά τους, τὴν ζωὴ τους δηλαδή, καὶ
μὲ τὴν ἀγιοπνευματικὴ παρακαταθήκη τους, δηλαδή τὴς διδασκαλία τους,
ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴν βιωτή του. Καὶ αὐτὸ ἐν συντομίᾳ φυσικά. Δηλαδή
θὰ ἀναφέρουμε τὶ λένε οἱ Ἅγιοι γιὰ τὶς αἱρέσεις, καὶ τὶ ἔκαναν αὐτοὶ, τὴν
παρακαταθήκη ποὺ μᾶς ἄφησαν, ἀλλὰ καὶ τὸ τί πρέπει νὰ κάνουμε καὶ
ἐμεῖς μὲ τὴν σειρὰ μας.
Ἀρχίζουμε μὲ τὸν Καθηγητὴ τῆς ἐρήμου, τὸν Μέγα Ἀντώνιο, ὅπου στὴ
βιογραφία του που γράφτηκε από τον Μεγάλο Αθανάσιο διαβάζουμε: Και
κατά την πίστην δε, ήταν λίαν θαυμαστός και ευσεβής. Διότι, ούτε προς
τους σχισματικούς Μελετιανούς εκοινώνησεν ποτέ – γνωρίζων αυτών
την απαρχής πονηρίαν και αποστασίαν των- ούτε προς τους
Μανιχαίους, η άλλους αιρετικούς ωμίλησε φιλικά … θεωρών και
διδάσκων την φιλίαν και ομιλίαν με αυτούς ως βλάβη και απώλεια
ψυχής. Έτσι ακριβώς εσυχαίνετο και την αίρεσιν των Αρειανών, και
προέτρεπε πάντας να μην προσεγγίζουν αυτούς, ούτε να μετέχουν της
κακοδοξίας των. [2]
Μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος ἐδῶ φανερά πὼς οἱ Χριστιανοὶ γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν
κοινωνία μὲ τοὺς ἀκατακρίτους αἱρετικούς, δηλαδὴ τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ
δὲν εἴχαν ἀκόμη καταδικασθεῖ ἀπὸ σύνοδο, ἔφευγαν ἀπὸ τοὺς ναοὺς ὡς
ἀσεβείας διδασκαλεῖα καὶ πήγαιναν στὶς ἐρημιὲς διὰ νὰ προσευχηθοῦν.
Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, συντασσόμενος μὲ τοὺς παραπάνω
Ἁγίους μᾶς λέγει: « πλὴν μολυσμὸν ἔχει ἡ κοινωνία ἐκ μόνου τοῦ
ἀναφέρειν αὐτῷ, οὐκ ἄν ὀρθόδοξος εἴη ὁ ἀναφέρων.»[11] Ἀπὸ τὸν
μολυσμὸ δηλαδή ποὺ ἐπιφέρει ἡ μνημόνευση τοῦ αἱρετικοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ
παραμείνει ὀρθόδοξος ὁ μνημονεύων.
Δὲν εἶναι λοιπὸν μόνον τοῦ Ἁγίου Ἰωσὴφ, οὔτε μόνον τῆς συνόδου του
ἀλλὰ ὅλων τῶν Ἁγίων, δηλαδὴ ἀποτελεῖ θέση τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή, ἡ
Ἐκκλησία μᾶς ἐντέλλεται διαχρονικὰ νὰ μὴν μολυνόμαστε ἀπὸ τὴν
κοινωνία τῶν μὴ κατακριμένων αἱρετικῶν.
Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος μᾶς λέγει «αὐτοὶ ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ μὲ ἔργα ἀπέναντι
σ’ αὐτοὺς μὲ γενναιότητα νὰ παραταχθοῦν καὶ κάθε κίνδυνο νὰ εἶναι
ἕτοιμοι νὰ πάθουν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας καὶ νὰ μὴν μολυνθοῦν μὲ τὴν
κοινωνία τῶν ἀσεβῶν.»[15] Ἐδῶ ἔχουμε νὰ παρατηρήσουμε ὅτι δὲν
πρέπει μόνον διὰ τὴν εὐσέβεια νὰ εἴμαστε ἔτοιμοι νὰ πάθουμε κάθε
κίνδυνο ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ μὴ μολυνθοῦμε μὲ τὴν κοινωνία τῶν ἀσεβῶν.
Ἀποδεικνύοντας πράγματι ὅτι τοῦτο εἶναι θέση τῆς Ἐκκλησίας ὅπως τὸ
εἴδαμε σὲ παραπάνω παραθέσεις. Τὸ ὅτι σχετίζεται μὲ τοὺς λατινόφρονες
καὶ ὄχι μὲ τοὺς παπικοὺς ἀποδεικνύεται ἐξ ὅλης τῆς ἐπιστολῆς.
Ἀπὸ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ: «…….. Μετὰ ἀπὸ
τέσσερις ἡμέρες μᾶς ἔφεραν καὶ μᾶς παρέστησαν μπροστὰ στὸν ἔπαρχο
γιὰ νὰ μᾶς δικάση. Ἐκεῖνος μᾶς φοβέρισε μὲ ἀπειλὲς πολλῶν βασάνων καὶ
ὑποσχέθηκε νὰ πραγματοποιήσῃ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Βασιλέως. Εἶπε ὅτι
στὴν ἀρχὴ θὰ μᾶς τιμωρήση καὶ ἔπειτα θὰ χαράξη τὰ μέτωπά μας καὶ θὰ
μᾶς παραδώση στοὺς Σαρακηνούς. Μαζὶ του ἦταν καὶ ὁ Χριστόδουλος μὲ
τὸν πατέρα του. Ἐμεῖς ἀπορρίψαμε τὶς προτάσεις του μὲ πεῖσμα καὶ
εἴπαμε, ὅτι εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ὑπομείνουμε μυρίους θανάτους. Εἴπαμε
ἀκόμη, ὅτι δὲν θὰ μολυνθοῦμε ποτέ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία ἤ
ἔστω μὲ τὴν ἁπλὴ συμφωνία μὲ ὅσους ἀθέτησαν τὴν πίστι καὶ τὴν
ὁμολογία τῶν Χριστιανῶν, ἔστω καὶ ἄν μᾶς βγάλουν τὰ μάτια ἤ κάψουν
στὴν φωτιὰ τὰ σώματά μας…….»
«Ὁ ἔπαρχος ἄρχισε πάλι νὰ μᾶς κολακεύη καὶ εἶπε: Μία μόνο, μία φορὰ
κοινωνῆστε μαζί μας καὶ δὲν ἀπαιτοῦμε τίποτε ἄλλο. Θὰ ἔλθω καὶ ἐγὼ
μαζὶ σας στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔπειτα πηγαίνετε ὅπου σᾶς ἀρέσει. Ἐγὼ
γέλασα καὶ τοῦ εἶπα: Κύριε ἔπαρχε, αὐτὸ ποὺ λέγεις εἶναι ὅμοιο μὲ τὸ νὰ
μᾶς ἔλεγε κανεὶς γιὰ κάποιον ἄλλο λόγο ὅτι: Δὲν σοῦ ζητῶ τίποτε, παρὰ
μία φορὰ νὰ σοῦ κόψω τὸ κεφάλι καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὸ πήγαινε ὅπου θέλεις.
Γνώριζε λοιπὸν ὅτι σὲ μᾶς εἶναι ντροπὴ ἀκόμη καὶ τὸ νὰ τολμᾶ κάποιος,
νὰ μᾶς προτρέπη νὰ ἔλθουμε σὲ κοινωνία, σὰν αὐτὴ ποὺ ἐσὺ τώρα –
ἄγνωστο γιατί – μᾶς προσκαλεῖς, καὶ νὰ μὴ εἶναι ἀπὸ πολὺ νωρίτερα
πεπεισμένος, ὅτι εἶναι εὐκολώτερο νὰ κάνη ἄνω κάτω τὴν γῆ καὶ τὸν
οὐρανό, παρὰ νὰ μεταβάλη ἐμᾶς ἀπὸ τὴν εὐσέβεια.»[16] Καὶ ἐδὼ τὰ
σχόλια περιτεύουν.
Διὰ τὴν σωτηρία τῶν Χριστιανῶν θέτει τίς ἑξῆς προϋποθέσεις· «καθαρὰν
καρδίαν, ἀγαθὴν συνείδησιν, καὶ πίστιν ἀνυπόκριτον», ταῦτα ὅσον ἀφορᾶ
τὸν προσερχόμενο. Ὅσον ἀφορᾶ τὸν ἱερέα, θὰ πρέπει νὰ λατρεύει τὸν
Θεὸν ὀρθοδόξως. Ἡ φράση «τότε μόνον ἐλπίζει» δὲν ἀφήνει περιθώρια
ἐπιλογῶν διὰ ἱερέα μὴ λατρεύοντα οὕτως. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ τοῦτο,
ὅτι ἄφεση ἁμαρτιῶν λαμβάνουμε μόνον ἐκ τῆς πρώτης ἐκδοχῆς.
Ἐδὼ ὑπάρχει ἀπόλυτη συμφωνία μὲ τὰ πρακτικὰ τῆς Ε’: «διότι τότε μόνο
ἐλπίζει ἕκαστος ὅτι θὰ λάβει ἄφεσιν ἁμαρτιῶν ἀν ἀξιωθῆ τῆς κοινωνίας
τῶν ἁγίων μυστηρίων ἀπὸ ἱερεῖς οἱ ὁποίοι λατρεύουν τὸν Θεὸ
Ὀρθοδόξως…..»
Ὁ μύστης τῆς Χάριτος Ἅγιος Γρηγόριος μᾶς διδάσκει πὼς « εἶναι ἀδύνατο
νὰ διατελεῖ μὲ τοὺς εὐσεβεῖς αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει χωρισθεῖ ἀπὸ τὸν Ἰωάννη
Καλέκα», πρὸ καταγνώσεώς του καὶ καταδίκης του ἀπὸ σύνοδο, εἶναι πρὸ
τοῦ 1347 τοῦτο τὸ κείμενο, «καὶ νὰ συμπεριλαμβάνεται μὲ τοὺς
Χριστιανοὺς καὶ νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Θεὸ ὅποιος δὲν ἔχει χωρισθεῖ
ἀκριβῶς ἕνεκα ὅλων αὐτῶν τῶν λόγων ἀπὸ αὐτόν.» [24]
Εἰς δὲ τὸ Συνοδικό, τέλος, τῆς Ὀρθοδοξίας περιέχεται: « τοῖς
κοινωνοῦσιν ἐν γνώσει τοῖς ὑβρίζουσι καὶ ἀτιμάζουσι τὰς σεπτὰς
εἰκόνας ἀνάθεμα (γ’)»
Ἱστορία ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους: «Κατὰ τὴν περίοδον
τοῦ 1204-1261 ὁ Ἄθως παρέμεινεν ἐν τῇ Ὀρθοδοξία, καθ’ οὕς χρόνους οἱ
Λατῖνοι ἐκράτησαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ διένειμαν τὸ Βυζαντινὸν
Κράτος. Ἐκ τῶν ἔργων τοῦ Δημητρίου Χωματιανοῦ (1219-1235),
ἐκδοθέντων τῷ 1891 ὑπὸ τοῦ Ἰωάννου Βαπτιστοῦ Πέτρα, μανθάνομεν ὅτι
ἐπ’ αὐτοῦ (χειροτονηθέντος ἀπὸ μεγάλου χαρτοφύλακος τῶν
Πατριαρχείων περὶ 1920 Ἀρχιεπισκόπου Πρώτης Ἰουστινιανῆς καὶ πάσης
Βουλγαρίας). Οἱ Λατῖνοι, ὅτε ἤκμαζον ἐν Κωνσταντινουπόλει,
εἰσεχώρησεν καὶ εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καταπείσαντες τοὺς ἐν τῇ Μονῇ τῶν
Ἰβήρων μοναχοὺς Ἴβηρας τὸ γένος, ἵνα ὑποταχθῶσιν εἰς τὴν ἕδραν τῆς
Ρώμης, δίδοντες ἁπλῆν διὰ χειραψίας ὑπόσχεσιν εἰς τὸν ἐν Θεσσαλονίκη
Λατῖνο Ἐπίσκοπον. Τούτου ἕνεκεν ἐνεφιλοχώρησε διάστασις μεταξὺ τῶν
ἐν τῇ Μονῇ συμμοναζόντων Ἰβήρων μοναχῶν καὶ τῶν Ἑλλήνων, διότι οἱ
τελευταῖοι δὲν ἀπεδέχοντο τὴν ὑποταγὴν αὐτῶν εἰς τὴν Ρωμαϊκὴν
Ἐκκλησίαν. Οὑδὲν ἧττον οἱ Ἕλληνες μοναχοί, ἵνα μὴ πράξωσι τι τὸ
ἀντικανονικόν, ἀπέστειλαν πρὸς τὸν ἀνωτέρῳ Χωματιανὸν μοναχὸν τινα
ὀνόματι Οἰκοδομόπουλον καὶ συνεβουλεύθησαν αὐτὸν ἄν ἐφεξῆς
δύνανται νὰ συγκοινωνῶσι πρὸς τοὺς ἀποσχισθέντας τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας Ἴβηρας. Τότε ὁ Χωματιανὸς προέτρεψε τοὺς Ἕλληνας νὰ
παύσωσι πᾶσαν μετ’ ἐκείνων κοινωνίαν καὶ ἐν ταὐτῷ διεφώτισεν αὐτοὺς
περὶ τε τῶν δογμάτων καὶ τῆς διαφορᾶς τῶν δύο Ἐκκλησιῶν. [29]
Τὸ ἱστορικὸ αὐτὸ ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους εἶναι πολὺ
διδακτικὸ γιὰ μᾶς. Οἱ Ἴβηρες τὸ γένος μοναχοὶ τῆς ἐν λόγῳ μονῆς δι’
ἁπλῆς χειραψίας μόνον ὑποσχέθηκαν ὑποταγὴ στὸν λατῖνο ἐπίσκοπο
Θεσσαλονίκης. Καὶ πάρα ταῦτα ὁ Δημήτριος Χωματιανὸς τοὺς Ἕλληνες
μοναχοὺς τῆς ἴδιας μονῆς τοὺς προέτρεψε νὰ παύσουν πᾶσα κοινωνία μὲ
τοὺς συμμοναστὲς τους.
Ἐδῶ σ’ αὐτὴν τὴν παράθεση δὲν πρέπει νὰ περάσει ἀπαρατήρητο ὅτι ἀφοῦ
ὁ ἐπίσκοπος ζήτησε νὰ τοὺς ἐλκύσει πρὸς τὸ μέρος του στὴν ἀσέβεια καὶ
δὲν τὰ κατάφερε. Τελικὰ τοὺς ζήτησε νὰ συμμετάσχουν μαζὶ του στὴν
προσευχὴ πρὸ τῆς τραπέζης, καὶ τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Ἅγιος τὸν I’ Ἀποστολικὸ
«ἐὰν κάποιος συμπροσευχηθεῖ μὲ ἕναν ἀκοινώνητο ἔστω καὶ μέσα σὲ σπίτι
νὰ εἶναι καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος», δηλαδὴ ἐὰν ἐγὼ ὁ ὀρθόδοξος, ὁ Ἅγιος
Ἀθανάσιος κοινωνήσω μαζὶ σου, τὸν ἐν ἐνεργεία κληρικὸ ἀλλὰ ποὺ
φρονεῖ ἀσεβῶς, διὰ τῆς συμπροσευχῆς καθιστῶ τὸν ἑαυτὸ μου
ἀκοινώνητο. Λέγει πάρα πολλὰ αὐτὸ!…. (Τὸ ὅτι πρόκειται περὶ ἐν
ἐνεργείᾳ κληρικοῦ βλ. σελ. 194-195).
Τὸ ὑπ’ ἐξέτασιν θέμα δὲν ἀφορᾶ μόνον τοὺς κληρικοὺς ὡς ἤδη ἔχει γραφεῖ
ἀλλὰ καὶ τοὺς λαϊκούς. Διὰ τὸ θέμα τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν
διαβάζουμε στὴν ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως στὴν ἕκτη εὐχὴ τοῦ
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: « Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς
ἡμῶν, ὁ μόνος ἔχων ἐξουσίαν ἀνθρώποις ἀφιέναι ἁμαρτίας, ὡς ἀγαθὸς καὶ
φιλάνθρωπος, πάριδέ μου πάντα τὰ ἐν γνώσει καὶ ἀγνοία πταίσματα καὶ
ἀξίωσον με ἀκατακρίτως μεταλαβεῖν τῶν θείων καὶ ἐνδόξων καὶ ἀχράντων
καὶ ζωοποιῶν σου Μυστηρίων, μὴ εἰς κόλασιν, μηδὲ εἰς προσθήκην
ἁμαρτιῶν, ἀλλ’ εἰς καθαρισμὸν καὶ ἁγιασμὸν καὶ ἀρραβῶνα τῆς μελοῦσης
ζωῆς καὶ Βασιλείας, εἰς τεῖχος καὶ βοήθειαν καὶ ἀνατροπὴν τῶν ἐναντίων
καὶ εἰς ἐξάλειψιν τῶν πολλῶν μου πλημμελημάτων…καὶ τὰ ἑξῆς».
Συνεπῶς κοινωνοῦμε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια ἤ εἰς καθαρισμὸ καὶ
ἁγιασμὸ ἤ εἰς κόλαση καὶ προσθήκη ἁμαρτιῶν (μὴ γένοιτο). Ἐὰν
λοιπὸν δὲν λαμβάνουμεν τὴν ἄφεση (ἐξάλειψη) τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι
φανερὸ ὅτι λαμβάνουμε προσθήκη πρὸς κρίμα καὶ κατάκριμα. Τὰ αὐτὰ
συνεπιμαρτυρεῖ καὶ ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας: «Εὐξώμεθα, φησίν,
ὑπὲρ τῶν δώρων», ἵνα εἰς ἡμᾶς ἐνεργὰ γένωνται, ἵνα μὴ ἀδυνατήση πρὸς
ταύτην τὴν χάριν, καθάπερ ὅτε μετὰ τῶν ἀνθρώπων ἐφαίνετο τὸ πᾶν τὸ
δυνάμενον αὐτοῦ σῶμα, ἔστιν ἐν αἷς τῶν πόλεων οὐκ ἐδύνατο σημεῖα
ποιεῖν διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν……… ὥστε μεταλαβεῖν μὲν τῶν φρικῶν
μυστηρίων, μετὰ καθαροῦ συνειδότος, ἀπολαῦσαι δὲ τῆς ἱερᾶς ταύτης
τραπέζης· ἁμαρτιῶν ἄφεσιν, Πνεύματος ἁγίου κοινωνίαν, Βασιλείας
κληρονομίαν καὶ μὴ εἰς κρίμα ἤ εἰς κατάκριμα.»[33]
Ποία ὅμως εἶναι ἡ νέα δογματικὴ τοῦ Φαναρίου καὶ αὐτῶν ποὺ τό
ἀκολουθοῦν;
«Ποιος είναι ο αιρετικός άνθρωπος αυτός; Είναι αυτό που λέμε «οι άλλες
εκκλησίες;», όσοι δεν είναι ορθόδοξοι; Αυτοί είναι οι αιρετικοί που λέει
εδώ ο απόστολος; Όχι. Αιρετικός είναι ο καβγατζής. Αυτός που κάνει
διχασμούς. Αυτός που φέρνει διχόνοιες. Αυτός που φέρνει μίση. Ξέρετε,
δεν ζούμε στον παράδεισο, ζούμε σε ανθρώπινες κοινωνίες. Ξέρετε όλοι
σας τέτοιους ανθρώπους. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι θέλουν να
χωρίζουν, θέλουν να διχάζουν τους ανθρώπους , θέλουν να κάνουν καυγά,
θέλουν να κάνουν φασαρία. Θέλουν να πάρουν κάποιους με το μέρος τους
και νάνε οι άλλοι από το άλλο μέρος. Αυτός είναι ο αιρετικός άνθρωπος.
Οι άλλοι αδελφοί μας οι χριστιανοί, οι οποίοι δεν είναι ορθόδοξοι, δεν
είναι αιρετικοί. Είναι άνθρωποι οι οποίοι χωρίς να φταίνε , χωρίς να τό
‘χουν διαλέξει οι ίδιοι, γεννήθηκαν σε μία άλλη εκκλησία. Γεννήθηκαν σε
ένα άλλο δόγμα. Όπως και εμείς. Δεν νομίζω ότι εμείς, λίγοι θα πρέπει να
είναι ανάμεσά μας οι προσήλυτοι οι οποίοι πραγματικά γνώρισαν την
ορθοδοξία και την διάλεξαν συνειδητά. Οι περισσότεροι γεννηθήκαμε
ορθόδοξοι. Δεν το διαλέξαμε. Επομένως αιρετικός δεν είναι ο άνθρωπος
που ανήκει σε μία άλλη εκκλησία, γιατί τους ανθρώπους που ανήκουν σε
άλλες εκκλησίες πρέπει να τους αγαπούμε , είναι αδέλφια μας , είναι
χριστιανοί. Μπορεί να μην έχουμε κοινωνία μεταξύ μας αλλά είναι
γείτονές μας, και οι χριστιανοί πρέπει να μάθουμε να αγαπούμε ο ένας τον
άλλο να υποστηριζόμαστε και να συνεργαζόμαστε γιατί βλέπετε οι άλλες
θρησκείες πόσο αυξάνονται και πόσο εμείς λιγοστεύουμε και πόσο μας
πλησιάζουν απειλητικά οι άλλες θρησκείες και εμείς κοιτάζουμε να
τσακωνόμαστε οι χριστιανοί μεταξύ μας».
Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ νέα δογματικὴ τοῦ Φαναρίου, ποὺ ὄμως τήν
διδάσκουν καὶ τὴν ἀποδέχονται ἐδῶ καὶ δεκαετίες. Ὅταν ὁ Ἀθηναγόρας
ἔκανε ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας, τουτέστιν ἔχουμε κανονικὴ κοινωνία καὶ
εἴμαστε ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ μὲ τοὺς παπικούς, αὐτὸ ποὺ μάς χωρίζει δὲν
εἶναι τελικὰ τὸ δόγμα, ἀλλὰ κάποιοι καυγατζήδες ποὺ φέρνουν τήν διχόνια
καὶ τὸ μίσος μεταξύ τῶν ἀνθρώπων ποὺ θέλουν νὰ ζοὺν εἰρηνικά. Τέτοιοι
λοιπὸν ἤταν καὶ ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, ὅ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Θεολόγος, ὁ Ἅγιος Μάξιμος, ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ Ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, καὶ ὅλοι οἱ
Ἅγιοί μας ἀνεξαιρέτως, ἀφοὺ ΟΛΟΙ οἱ Ἅγιοι ἤταν ἐνάντιοι στὴν αἵρεση
καὶ στοὺς αἱρετικούς, χωρὶς φυσικὰ νὰ χάνουν τὴν ἀγάπη ποὺ εἴχαν γιὰ
αὐτούς, ἀφοῦ ὁ ἀγώνας δὲν γινόταν ἀπλῶς γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς
ἀληθείας, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλους δύο σοβαρότατους λόγους. Ὁ πρώτος, γιὰ
νὰ διαφυλαχθεῖ τὸ ποίμνιον τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴ θανατηφόρο νόσο τῆς
αἱρέσεως, καὶ ὁ δεύτερος ἐξίσου σημαντικός, γιὰ νὰ ἐπιστρέψουν οἱ
πλανεμένοι ἀδελφοὶ μας ἀπὸ τὴν καταστροφικὴ αἵρεση, καὶ αὐτοὶ ποὺ
τοὺς ἀκολουθούν.
Τί σχέση λοιπὸν ἔχουν αὐτὰ ποὺ παραθέσαμε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας, μὲ
αὐτὰ ποὺ μᾶς διδάσκουν σήμερα; Ὄχι μόνον δὲν ἔχουν καμμία σχέση
ἀλλὰ εἶναι καὶ ἀντίχριστα καὶ ἀντιευαγγελικά, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ λέμε πώς
προετοιμάζουν τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἐγκαθίδρυση τοὺ ἀντιχρίστου ὡς
μεσσία.
Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι, τὸ νὰ μὴ διαστέλλουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας ἀπὸ τοὺς
αἱρετικοὺς, σύμφωνα μὲ τὸν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν νόμον τοῦ
Θεοῦ, μολυνώμεθα ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ συνεπῶς χωριζόμεθα ἀπὸ τὸν
Κύριόν μας Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ χωρισμὸς ἀπὸ Αὐτὸν εἶναι θάνατος καὶ
αἱώνια κόλαση. Ἡ ψυχὴ ὅλου τοῦ ἀγῶνος κατὰ τῆς Παναιρέσεως τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως καὶ κάθε αἱρέσεως, εἶναι ἡ διακοπὴ κάθε
κοινωνίας μὲ τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικοὺς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς
θεραπείας. Σὲ κάθε ἀσθένεια ἔχουμε τρία στάδια θεραπείας: α) διάγνωση
τῆς ἀσθενείας, β) ἡ θεραπεία της καὶ γ) ἡ τελεία ἀποκατάστασις. Ἐὰν οἱ
πνευματικοὶ ἰατροί – οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας – μένουν μόνον στὸ
πρῶτον στάδιο τῆς διαγνώσεως, τοῦτο ὄχι μόνον εἶναι ἀνώφελον, ἀλλὰ
καὶ καταστρεπτικόν. Τὸ νὰ ἀρκούμαστε στὴν διάγνωση τῆς αἱρέσεως
γράφοντας θεολογικὰ κείμενα, διοργανώνοντας ὁμιλίες, συνάξεις,
ἡμερίδες, μὲ τὸ νὰ τὴν καταγγέλουμε ἀλλὰ νὰ μὴν τὴν καταστέλλουμε,
συμβάλλουμε καὶ ἐμεῖς στὴν ἐξάπλωσή της καὶ τελικῶς στὴν ἐπικράτησή
της. Χρειάζεται νὰ δράσουμε ἁγιοπατερικά, ἀποκόπτοντας αὐτὴν ἀπὸ τὸ
σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἐπειδὴ καμμία αἵρεση δὲν εἶναι ἀκέφαλη, ἀλλὰ
ἀπὸ κάποιον κηρύσσεται, ἀποκόπτουμε τὴν αἱτία τῆς αἱρέσεως
σταματώντας τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὸν αἱρετικὸ Ἐπίσκοπο καὶ
στὴν συγκεκριμένη περίπτωση τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ἀλλὰ καὶ
ὅσους πλέον ἀποδέχονται τὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης, κοινωνούντας μὲ
αὐτούς, περιμένοντας μία Ὀρθόδοξη Σύνοδο ἡ ὁποία τελεσιδίκως θὰ τοὺς
καταδικάσει.
Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μας, μὰς παροτρύνει καὶ μὰς δίνει ἐντολὴ « εἴ τις θέλει
ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν
αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι,
ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ,
εὑρήσει αὐτήν. τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον
κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος
ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;»[34]
Πὼς εἴμαστε διαφορετικοὶ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ὁ ὁποῖος
ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι τρεῖς Πατριάρχες εἴχαν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία
μὲ τοὺς Μονοθελητές, δήλωσε: «Ἀκόμη καὶ ἄν ὄλος ὁ κόσμος κοινωνήσει
μαζὶ τους, ἐγὼ μόνος δὲν θὰ τὸ κάνω!»;
Πὼς εἴμαστε διαφορετικοὶ ἀπὸ τὸν ἅγιο Μάρκο τῆς Ἐφέσου, ποὺ ἀψήφισε
μία «Οἰκουμενικὴ Σύνοδο» καὶ κάθε ἱεραρχία μὲ τὴν «καθαρὴ,
σεκταριστική, παραληρηματικὴ» πεποίθηση ὅτι μόνος του ἤταν στὴν
ἀλήθεια;![36]
[7] Μεγ. Βασιλείου ἐπιστ. 92 «πρὸς Ἰταλοὺς καὶ Γάλλους» ΒΕΠΕΣ σελ.
123, Courtonne I σελ. 201, ΕΠΕ Τ. 3ος σελ. 88.
[8] Ἁγίου Γρηγορίου Θεολόγου, λόγος ΛΓ΄ «Πρὸς Ἀρειανοὺς καὶ εἰς
ἑαυτόν.» PG36, 217D-220 Α, ΕΠΕ 2 σελ. 96
[9] Ὁσίου Θεοδώρου Στουδίτου PG 99, 1132, Fatouros σελ. 344 στιχ. 4,
Ε.Π.Ε. Φιλοκαλία 18Β, σελ. 308.
[11] PG99, 1669Β, Fatouros σελ. 847 στιχ 35, ΕΠΕ Φιλοκαλία 18Γ σελ.
514
[19] Ὁσίου Ἐφραὶμ Σύρου ἔργα. Τ.5 «Περιβόλι τῆς Παναγίας» σελ. 114-
117 Θεσ/νίκη 1994. Πρβλ Παναγ. Σημάτη « Ἡ πατερικὴ παράδοση…..»
σελ. 122.
[20] PG 99, 1480 D, Fatouros σελ. 640 στιχ. 44, ΕΠΕ Φιλοκαλία 18Γ σελ.
278.
[21] PG 99, 1049 Α, Fatouros σελ. 113 στιχ. 68, ΕΠΕ Φιλοκαλία 18Β σελ.
200.
[22] PG 99, 1276 C, Fatouros σελ. 560 στιχ. 28, ΕΠΕ Φιλοκαλία 18Γ σελ.
16.
[23] PG 99, 1164 Α, Fatouros σελ. 411 στιχ. 68, ΕΠΕ Φιλοκαλία 18Β σελ.
350.
[32] PG 99, 1664 ΒC, Fatouros σελ. 843 στιχ. 82, ΕΠΕ Φιλοκαλία 18Γ
σελ. 508.