You are on page 1of 114

200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Αφιέρωμα στο Λόρδο Βύρωνα

Με αφορμή τα 200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση (1821‒2021) το Ελληνικό


Δίκτυο ΦΙΛΟΙ της ΦΥΣΗΣ/ ΦτΦ έχει προγραμματίσει μια σειρά εκδηλώσεις, μεταξύ των
οποίων και η παρούσα έκδοση αφιερωμένη στο Λόρδο Βύρωνα και στην παρουσίαση
των Ταμπουριών των Αγωνιστών του 21’ στο Ποικίλο Όρος (Αιγάλεω).
Η έκδοση εντάσσεται στο πλαίσιο του έργου που υλοποιεί το Ελληνικό Δίκτυο ΦΙΛΟΙ
ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ με τίτλο «Σηματοδότηση και ανάδειξη των Ταμπουριών των Αγωνιστών του
‘21 στο Ποικίλο Όρος - Αιγάλεω».
Το έργο υλοποιείται με την υποστηρικτική επιχορήγηση από τη Βουλή των Ελλήνων
(Απόφαση ΠτΒ 7985/5677/10.09.2021).
Επιμέλεια έκδοσης: Κώστας Φωτεινάκης
Συγγραφείς: Γιάννης Σχίζας, Πάνος Τριγάζης, Κώστας Φωτεινάκης
Α’ ΜΕΡΟΣ:
Η Ελληνική Επανάσταση του ‘21 και οι ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
Γιάννης Σχίζας: «Η φύση στο έργο του Λόρδου Βύρωνα»
Πάνος Τριγάζης: «Η Ελλάδα με έκανε ποιητή»
Κώστας Φωτεινάκης: «Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος»
Β΄ ΜΕΡΟΣ: ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ – ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Από το Canto IV του «Childe Harold’s Pilgrimage» | «Το προσκύνημα του Τσάιλντ

200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ


Χάρολντ»
Τα νησιά της Ελλάδας - Μετάφραση: Αργύρης Εφταλιώτης

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Parisina – Μετάφραση: Λορέντζος Μαβίλης
Γ’ ΜΕΡΟΣ: ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΡΔΟ ΒΥΡΩΝΑ
Ποίηση: Διονύσιος Σολωμός «Εἰς τὸν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάιρον (7 Απριλίου 1824)»
Ποίηση: Κώστας Καρυωτάκης, «BYRON» (Περιέχεται στο έργο «Ελεγεία και Σάτιρες») Αφιέρωμα στο Λόρδο Βύρωνα
Ποίηση: Ανδρέας Κάλβος, «Η Βρετανική μούσα»
Ποίηση: Κωστής Παλαμάς, «Μπάιρον» (1824‒1924) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο
Ο Επικήδειος λόγος του Σπύρου Τρικούπη για το Λόρδο Βύρωνα.
Όρος – Η Μονή Δαφνίου & η Επανάσταση του ‘21
Ευρετήριο

Επιμέλεια έκδοσης: Κώστας Φωτεινάκης


Αθήνα 2022
ISBN: 978-618-82830-9-1

Συγγραφείς: Γιάννης Σχίζας, Πάνος Τριγάζης, Κώστας Φωτεινάκης


200 ΧΡΌΝΙΑ
ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΗ

Αφιέρωμα στο Λόρδο Βύρωνα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος –


Η Μονή Δαφνίου & η Επανάσταση του ‘21

Επιμέλεια έκδοσης: Κώστας Φωτεινάκης

Συγγραφείς: Γιάννης Σχίζας, Πάνος Τριγάζης, Κώστας Φωτεινάκης


200 ΧΡΌΝΙΑ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΗ
Αφιέρωμα στο Λόρδο Βύρωνα
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος –
Η Μονή Δαφνίου & η Επανάσταση του ‘21
Επιμέλεια έκδοσης: Κώστας Φωτεινάκης
Συγγραφείς: Γιάννης Σχίζας, Πάνος Τριγάζης, Κώστας Φωτεινάκης

Εκδότης
Ελληνικό Δίκτυο ΦΙΛΟΙ της ΦΥΣΗΣ/Naturefriends Greece
Ανθέων 72, 12461, Χαϊδάρι
Τηλ.: +30 215 5257408 - 690 7720897 | Email: naturefriendsgreece@gmail.com
www.naturefriends.gr

Δημιουργικό: Εκδόσεις ΕΜΒΡΥΟ - Ιερά Οδός 286, 122 43, Αιγάλεω,


Τηλ.: +30 210 5315012 | Email: support@embryopub.gr
www.embryopub.gr, Facebook.com/EmbryoPublications

Δωρεάν Διάθεση

Copyright: Ελεύθερη διακίνηση με αναφορά στην πηγή και στις εσωτερικές πηγές του
βιβλίου
Αθήνα 2022
ISBN: 978-618-82830-9-1

2
Φωτογραφία εξωφύλλου:
Θεόφιλος, «Ὁ Γεώργιος Καραϊσκάκης καταδιώκων τὸν Ρεσὶτ πασὰ ἡ
Κιούταχη ἐν ξυφήρης τὸ 1826».
Φυσικές χρωστικές σε χαρτόνι. 71 cm x 101 cm. Χωρίς χρονολογία. Σε ιδιωτική
συλλογή. | Ανακτήθηκε 25.11.2021 από τη ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ https://bit.ly/3sU8g9t

3
Τ ο Ελληνικό Δίκτυο ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια
για να αναφερθούν οι πηγές της έκδοσης.
Η έκδοση προσφέρεται δωρεάν σε ψηφιακή μορφή. Απαγορεύεται η εκτύπωση
με σκοπό την πώληση.
Η έκδοση εντάσσεται στο πλαίσιο του έργου που υλοποιεί το Ελληνικό Δίκτυο
ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ με τίτλο «Σηματοδότηση και ανάδειξη των Ταμπουριών των
Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος - Αιγάλεω».
Το έργο υλοποιείται με την υποστηρικτική επιχορήγηση από τη Βουλή των Ελλή-
νων (Απόφαση ΠτΒ 7985/5677/10.09.2021).

4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΛΟΡΔΟ ΒΥΡΩΝΑ – ΤΑ ΤΑΜΠΟΥΡΙΑ ΤΩΝ
ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ ‘21

Α’ ΜΕΡΟΣ 9
Η Ελληνική Επανάσταση του ‘21 και οι ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ 11
Γιάννης Σχίζας: «Η φύση στο έργο του Λόρδου Βύρωνα» 17
Πάνος Τριγάζης: Λόρδος Βύρων «Η Ελλάδα με έκανε ποιητή» 29
Κώστας Φωτεινάκης: «Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο 35
Ποικίλο Όρος» | Η Μονή Δαφνίου και η Επανάσταση του ‘21

Β’ ΜΕΡΟΣ: ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ – ΤΡΙΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 47


Από το Canto IV του «Childe Harold’s Pilgrimage» |«Το 48
προσκύνημα του Τσάϊλντ Χάρολντ».
Τα νησιά της Ελλάδας - Μετάφραση: Αργύρης Εφταλιώτης. 50
Parisina – Μετάφραση: Λορέντζος Μαβίλης. 54

Γ’ ΜΕΡΟΣ: ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΡΔΟ ΒΥΡΩΝΑ & Ο 59


ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ποίηση: Διονύσιος Σολωμός «Εἰς τὸν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάιρον 59
(7 Απριλίου 1824)»
Ποίηση: Κώστας Καρυωτάκης, «BYRON» (Περιέχεται στο έργο 91
«Ελεγεία και Σάτιρες»)
Ποίηση: Ανδρέας Κάλβος, «Η Βρετανική μούσα» 92
Ποίηση: Κωστής Παλαμάς, «Μπάιρον» (1824‒1924) 98
Ο Επικήδειος λόγος του Σπύρου Τρικούπη για το Λόρδο Βύρωνα 103

Ευρετήριο 109

5
Λόρδος Βύρων - Προσωπογραφία του 1832, Άνταμ Φρίντελ.
(Ανακτήθηκε από τη ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ, 08.02.2022)

6
Πληροφοριακή πινακίδα για τα «Ταμπούρια των Αγωνιστών του ΄21 στο
Ποικίλο Όρος» | Ειδικό blog για τα «Ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο
Ποικίλο Όρος» https://tambouria1821.blogspot.com

7
Α’ Μέρος

Α’ ΜΕΡΟΣ

Γεράσιμος Γερολυμάτος «Οι μάχες του Χαϊδαρίου» - 6 & 8 Αυγούστου 1826

9
Α’ Μέρος

Η Ελληνική Επανάσταση του ‘21 και


οι ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Με αφορμή τα 200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση (1821 -2021) το


Ελληνικό Δίκτυο ΦΙΛΟΙ της ΦΥΣΗΣ/ ΦτΦ έχει προγραμματίσει μια σειρά
εκδηλώσεις, μεταξύ των οποίων και η παρούσα έκδοση αφιερωμένη στο
Λόρδο Βύρωνα και στην παρουσίαση, σηματοδότηση και ανάδειξη των Τα-
μπουριών των Αγωνιστών του 21’ στο Ποικίλο Όρος (Αιγάλεω).
Οι ΦτΦ πραγματοποίησαν και έχουν δρομολογήσει τις παρακάτω δράσεις
και εκδηλώσεις με θέμα την Ελληνική Επανάσταση του ‘21:
1. Έκδοση: Το ημερολόγιο των ΦΙΛΩΝ της ΦΥΣΗΣ για το 2021,
«Γυναίκες – Φάροι την περίοδο της Τουρκοκρατίας»
2. Επίσκεψη – Ξενάγηση στη Μονή Δαφνίου: «Η Μονή Δαφνίου στην
Επανάσταση του 1821» (18 Απριλίου 2021)
3. Συναυλία: «Τραγουδάμε για το ‘21» με το μουσικό σχήμα «ΠΟΡΕΙΑ
ΔΥΤΙΚΑ» σε συνεργασία με τον ΟΙΚΟ.ΠΟΛΙ.Σ. Χαϊδαρίου (Τετάρτη 6
Οκτωβρίου 2021)
4. Πρώτη δημόσια επίσκεψη, ξενάγηση: «Τα ταμπούρια των
Αγωνιστών του ‘21» στο Ποικίλο Όρος Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021).
5. Επίσκεψη – Ξενάγηση: «Το τείχος της Αγίας Τριάδας στα Μέγαρα και
η συμβολή του στην Επανάσταση του ‘21». (Κυριακή 6 Φεβρουαρίου
2022).
6. Επίσκεψη – Ξενάγηση στη Μονή Δαφνίου: «Φιλελληνισμό́ς
και Ελληνική́ Επανά́ σταση - Η Μονή Δαφνίου μέσα από́ τους
Περιηγητές». Έκθεση οργανωμένη από́ την Εφορεία Αρχαιοτήτων
Δυτικής Αττική́ ς. (20 Φεβρουαρίου 2022).
7. Σηματοδότηση των «Ταμπουριών των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο
Όρος» με την οικονομική επιχορήγηση της Βουλής των Ελλήνων.
(Ιανουάριος – Μάρτιος 2022).

11
8. Επίσκεψη - Ξενάγηση στα «Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21»
μετά τη σηματοδότηση (Σάββατο 26 Μαρτίου 2022 και Σάββατο 16
Απριλίου 2022).
9. Η ανά χείρας έκδοση και παρουσίαση «200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ
ΕΛΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΛΟΡΔΟ ΒΥΡΩΝΑ»
(Μάιος 2022).
10. Δημιουργία ειδικού ενημερωτικού blog για τα «Ταμπούρια των
Αγωνιστών του ΄21 στο Ποικίλο Όρος» και την Ελληνική Επανάσταση.
https://tambouria1821.blogspot.com/
Οι ΦτΦ έχουν δρομολογήσει:
• Την οργάνωση επισκέψεων και ξεναγήσεων στα Ταμπούρια των
Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος (μετά από συνεννόηση).
• Εκδηλώσεις σε συνεργασία με άλλους φορείς με αφορμή τα 200
χρόνια από το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα (19 Απριλίου 1824).
• Την προβολή του ντοκιμαντέρ «Ο Byron στην Αττική» βραβευμένη
με το πρώτο βραβείο ταινίας μεσαίου μήκους στο 6ο Διεθνές Φεστι-
βάλ Κινηματογράφου Ναυπλίου «Γέφυρες» (23 έως 30 Οκτωβρίου
2021).
Στην παρούσα έκδοση δεν παρουσιάζουμε το πλούσιο βιογραφικό του
Λόρδου Βύρωνα. Υπάρχουν πολλά βιβλία και αφιερώματα στο διαδίκτυο
που έχει τη δυνατότητα να ανατρέξει ο κάθε ενδιαφερόμενος.
Αντί πλήρους βιογραφικού επιλέξαμε να δημοσιεύσουμε α) τα τελευταία
λόγια του Λόρδου Βύρωνα για την Ελλάδα: «Της έδωσα τον καιρό, την υγεία
μου, την περιουσία μου, και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι μπορούσα να κάνω περισ-
σότερο;» και β) τον επικήδειο λόγο του Σπυρίδωνα Τρικούπη.
Ευχαριστούμε τον κ. Γιάννη Σχίζα και τον κ. Πάνο Τριγάζη για τα κείμενα
και τη συμβολή τους στην έκδοση.
Τα ποιήματα που αναφέρονται στο Λόρδο Βύρωνα, ο Επικήδειος λόγος του
Σπύρου Τρικούπη, οι φωτογραφίες και οι πινακίδες που παρουσιάζονται
στο βιβλίο τα ανακτήσαμε από το διαδίκτυο.
Κώστας Φωτεινάκης Ερευνητής της Τοπικής Ιστορίας. Πρόεδρος του Ελ-
ληνικού Δικτύου ΦΙΛΟΙ της ΦΥΣΗΣ

12
Α’ Μέρος

«Έδωσα στην Ελλάδα τον καιρό,


την υγεία μου, την περιουσία μου,
και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι
μπορούσα να κάνω περισσότερο;»
Λόρδος Βύρων

Ο λόρδος Βύρων υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές του Ρομα-
ντισμού και της Πολιτικής Ελευθερίας. Ο ποιητής επισκέφτηκε την Αθήνα
στις 24-12-1809 και έμεινε έως τις 5-3-1810 και από τις 18-7-1810 έως τις
22-4-1811, οπότε έφυγε για την πατρίδα του.
Η πρώτη, λοιπόν, περίοδος της διαμονής του στην Αθήνα κράτησε δέκα
εβδομάδες και περιλάμβανε περιηγήσεις σε όλη την Αττική. Ειδικότερα,
στις 13-1-1810 επισκέφθηκε την Ελευσίνα, ενώ λίγες μέρες αργότερα ταξί-
δεψε στη Βάρη, στο ΣΟΥΝΙΟ, στην ΚΕΡΑΤΕΑ και στο Μαραθώνα.
Επίσης, στις 23-1-1810 έκανε την πρώτη εκδρομή στο ΣΟΥΝΙΟ και στον
Μαραθώνα ενώ το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς την δεύτερη εκδρομή στο
ΣΟΥΝΙΟ.
Το 1823 κατευθύνεται, ύστερα από παρότρυνση της Φιλελληνικής Επι-
τροπής του Λονδίνου, προς την Ελλάδα, σταματώντας στην Κεφαλλονιά,
όπου παρέμεινε για έξι μήνες στην οικία του Κόμη Δελαδέτσιμα, φίλου
του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Τελικά, αν και αρχικός προορισμός του
ήταν ο Μοριάς, εγκαθίσταται στο Μεσολόγγι, όπου έρχεται σε επαφή με
τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο και υποστηρίζει οικονομικά. Εν
τω μεταξύ, έχει σχηματίσει ιδιωτικό στρατό από 40 Σουλιώτες, υπό τους
Δράκο, Τζαβέλλα και Φωτομάρα. Διατηρούσε αλληλογραφία με Άγγλους
επιχειρηματίες όπως ο Σάμιουελ Μπαρφ για την οικονομική ενίσχυση των
επαναστατών, και ήταν από τους πρώτους που συνειδητοποίησαν τις κα-
ταστροφικές συνέπειες που θα είχε το δάνειο στην περίπτωση που αυτό
χρησιμοποιείτο όχι για εθνικούς σκοπούς, αλλά για πολιτικές διαμάχες.
Απεβίωσε στις 19 Απριλίου του 1824 (με το νέο ημερολόγιο) στο Μεσολόγ-
γι, ύστερα από πυρετό. ΠΗΓΕΣ: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ, forKeratea

13
Ο ανδριάντας και το
μνημείο του Λόρδου
Βύρωνα στον Κήπο
Ηρώων Μεσολογγίου.
Έργο του Σύρου γλύπτη
Γ. Βιτάλη. | Ανακτήθηκε
20.02.2022 από το blog
anemourion
https://bit.ly/3MGPtGB

Σπυρίδων Τρικούπης στον επικήδειο λόγο του για τον λόρδο Βύρωνα
που εκφώνησε στο Μεσολόγγι μεταξύ των άλλων τόνισε:
«…είδε και άφησεν όλας τας πνευματικάς και σωματικάς απολαύσεις της Ευρώπης,
και ήλθε να κακοπαθήση και να ταλαιπωρηθή μαζί μας, συναγωνιζόμενος όχι μόνον
με τον πλούτο του, τον οποίον δεν ελυπήθηκε, όχι μόνον με τη γνώσιν, της οποίας μας
έδωκεν τόσα σωτηριώδη σημεία, αλλά και με το σπαθί του ακονισμένον εναντίον της
τυραννίας και της βαρβαρότητας. Ήλθεν εις ένα λόγον, κατά την μαρτυρίαν των οι-
κιακών του, με απόφασιν να αποθάνη εις την Ελλάδα διά την Ελλάδα. Πώς λοιπόν να
μη συντριβή όλων μας η καρδία διά την στέρησιν ενός τέτοιου ανδρός; Πώς να μην
κλαύσωμεν την στέρησίν του ως γενικήν στέρησιν όλου του Ελληνικού Γένους;»
Ολόκληρος ο επικήδειος λόγος του Σπυρίδωνα Τρικούπη στη σελ. 103.

14
Α’ Μέρος

«Ο όρκος του λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι» έχει φιλοτεχνηθεί από τον Ιταλό
φιλέλληνα Λουδοβίκο Λιπαρίνι (1800-1856). Διαστάσεις: ύψος 2,5 μέτρα και πλάτος
3,5 μέτρα.
Ο πίνακας ήρθε από το μουσείο του Τρεβίζο, προκειμένου να φιλοξενηθεί στην
αίθουσα τροπαίων του κοινοβουλευτικού μεγάρου, στο πλαίσιο της έκθεσης
«Αντικρίζοντας την Ελευθερία» που πραγματοποιείται με αφορμή τη συμπλήρωση
δύο αιώνων από τον ξεσηκωμό του Γένους.
Η έκθεση για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση «Αντικρίζοντας την
Ελευθερία» https://bit.ly/3rA99Do
Τα εγκαίνια της έκθεσης – Ρεπορτάζ – Δελτίο Τύπου της Βουλής των Ελλήνων
https://bit.ly/3rA99Do

15
Ανακτήθηκε από το διαδίκτυο 07.03.2022

16
Α’ Μέρος

Η φύση στο έργο του Λόρδου Βύρωνα

του Γιάννη Σχίζα

«Η Τέχνη, η Ελευθερία, η Δόξα σβήσανε


μα η φύση είναι πάντα ωραία»

«Το προσκύνημα του Τσάϊλντ Χάρολντ»,


δεύτερο άσμα, στροφή 87

Ο Τζωρτζ Γκόρντον, Λόρδος Βύρων, έζησε τη μικρή αλλά περιεκτική ζωή


των 36 χρόνων(1788-1824) μέσα στα πλαίσια μιας εποχής που φιλοξένη-
σε πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές. Έζησε μια περίοδο
«επιτάχυνσης της ιστορίας», με ιδεολογικά άλματα αλλά και πισωγυρί-
σματα, με κύριο χαρακτηριστικό την αμφισβήτηση της «φεουδαρχικής
τάξης πραγμάτων» και την ανάδυση ενός νέου Δημοκρατικού Ανθρωπι-
σμού. Η ανήσυχη φύση του τον ώθησε στην υπεράσπιση οικουμενικών
πολιτιστικών αξιών - όπως έδειξε η πολεμική του κατά του Έλγιν για την
υπόθεση των γλυπτών του Παρθενώνα. Στο ποίημά του «Η κατάρα της
Αθηνάς» θα υπερασπίσει την «φυσική χωροθέτηση» των μαρμάρων του
Παρθενώνα στον γενέθλιο χώρο τους και θα καταγγείλει με συγκλονιστική
λιτότητα τον Σκωτσέζο Λόρδο που αφαίρεσε «ό,τι Γότθος, Τούρκος, Χρόνος
είχε αφήσει»...
Η δημιουργική πορεία του Βύρωνα εντάσσεται στο μεγάλο ρεύμα του Αγ-
γλικού Ρομαντισμού, του οποίου αφετηριακή πράξη θεωρείται η δημο-
σίευση των Lyrical Ballads (1798) από τους Wordsworth και Coleridge. Ο
Ρομαντισμός, λογοτεχνική σχολή και όχι μόνο, θα αναδυθεί μέσα στις συν-
θήκες της βιομηχανικής επανάστασης, με την ρευστότητα των καταστάσε-
ων και την κινητικότητα των ιδεών, με την έντονη αλλαγή των κοινωνικών
και παραγωγικών σχέσεων. Στη νέα κατάσταση η έκπτωση της γραφικότη-

17
τας προς όφελος στυγνών παραγωγικών εγκαταστάσεων μέσα σε δύσμορ-
φες και ανθυγιεινές περιοχές, η εμφάνιση ακραίων μορφών πλουτισμού
αλλά και φτώχειας, διαμορφώνουν νέες αντιπαλότητες. Η παραδοσιακή
κοινωνία με τις παγιωμένες μορφές χώρων και τοπίων, θα υποστεί δρα-
ματική αλλαγή. Δημιουργούνται σημαντικές «οπισθέλκουσες» δυνάμεις,
γενικώς «φευγάτες» από την παρούσα κατάσταση, που όμως δεν είναι
«οπισθοδρομικές» με το συνηθισμένο νόημα, που δεν συμπλέουν με τη
φεουδαρχία.
Οι εργαζόμενοι των αρχών του 19ου αιώνα δεν διαθέτουν ψήφο, δεν έχουν
δικαίωμα να συνδικαλίζονται, δεν είναι φιλικοί με τα νέα μηχανικά συστή-
ματα. Γι αυτό και συχνά εκφράζουν την αντίθεσή τους καταστρέφοντας τις
μηχανές που τους εκτοπίζουν από τη παραγωγή ή που κάνουν δύσκολη τη
διαπραγματευτική τους θέση έναντι της εργοδοσίας. Ο Βύρων θα ξεσπα-
θώσει από το βήμα της Βουλής των Λόρδων(Φεβρουάριος 1812) εναντίον
νομοσχεδίου που πρόβλεπε την ποινή του θανάτου κατά των «Λουδιτών»
εργατών - γνωστών για τη δράση τους εναντίον των μηχανών. «Ονομάστε,
αν θέλετε, τους τον πολύ συχνά τα αισθήματα του λαού», θα πει στους Άγ-
γλους αριστοκράτες, που «βολεύονταν» με την επιβολή εξωφρενικών ποι-
νών παρά πάσα έννοια δικαίου.
Στην Ελλάδα έρχεται το 1809, στην αυλή του Αλή Πασά γίνεται δεκτός τον
Οκτώβρη του 1809. Η πρώτη ερώτηση που αντιμετωπίζει από τον Αλβανό
που αποκαλείται «Οθωμανός Βοναπάρτης», είναι γιατί άφησε τόσο νέος
την πατρίδα του – ερώτηση που δείχνει ότι οι Τουρκαλαβανοί δεν καταλα-
βαίνουν από ταξίδια αναψυχής.
Λίγο καιρό πριν στην Ελλάδα, η ευαίσθητη φύση του τον οδηγούσε σε μια
τολμηρή πρωτοβουλία για τη σωτηρία κάποιας μοιχαλίδας Τουρκάλας,
που μεταφερόταν από στρατιωτικό απόσπασμα στο Φάληρο για να υπο-
στεί τη θανατική ποινή δια πνιγμού….(Σιμόπουλος).. Αυτή η βαθύτατη
ανθρωπιά του νεαρού λόρδου δεν έπαυε να συνταιριάζει στη ψυχική του
ταυτότητα και τα στοιχεία μιας άλλης αγάπης, όπως αυτής προς την φύση.
Και η ποιητική ιδιοσυγκρασία του τον οδηγούσε σε μια αισθητική ανάγνω-
ση του φυσικού χώρου, μέσα σε συνθήκες όπου η βιομηχανική επανάστα-
ση ανέτρεπε τη γραφικότητα της Βρετανικής υπαίθρου.

18
Α’ Μέρος

ΚΙΝΗΜΑΤΙΑΣ, ΕΡΩΤΙΚΟΣ, ΦΙΛΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ....

Ο Βύρων δόθηκε στα κινήματα ως γόνος μιας περιόδου «μεταρουσσω-


ϊκής», που είχε υποστεί τις επιδράσεις του Γαλλικού Διαφωτισμού και
ασπάζονταν τις ιδέες του Γάλλου φιλοσόφου για την ισότητα των ανθρώ-
πων ως συνέπεια της ίδιας της φύσης τους. Ταυτόχρονα έστεκε σε από-
σταση από την αυτοκρατορική Γαλλία των κατακτητικών πολέμων, από
τον Ναπολέοντα που κατά τη γνώμη του μπορούσε αλλά τελικά δεν έγινε
ένας Ευρωπαίος Ουάσιγκτον, ένας απελευθερωτής της εποχής. …. Στην Ελ-
λάδα θα ξεκινήσει κι αυτός απορρίπτοντας στην αρχή την δυνατότητα των
Ελλήνων να απελευθερωθούν, μόνο που σύντομα θα ξεκινήσει πολεμική
στους Ευρωπαίους για την συνήθειά τους να γενικεύουν. «Την ίδια ακριβώς
γνώμη θα είχε και ένας ξένος εγκατεστημένος στην Αγγλία. Θα καταδίκα-
ζε ολόκληρο το Βρετανικό Έθνος επειδή τον γέλασε ο λακές του ή επειδή
φούσκωσε τον λογαριασμό η πλύστρα του». Ο Βύρων αρνείται να παραδε-
χθεί ότι επειδή οι Έλληνες είναι κακοί δεν θα γίνουν ποτέ καλύτεροι.
Όμως οι νέες πολιτικές ιδεολογίες δεν απορροφούσαν ολοκληρωτικά την
ενέργεια του νεαρού λόρδου. Το στυλ του μονοδιάστατου «ακτιβιστή –δι-
ανοούμενου» δεν του πήγαινε. Ο πλούσιος και «πολυσχιδής» ερωτισμός
του, ιδιαίτερα έκδηλος όταν π.χ. έγραφε στον φίλο του Drury το 1810 ότι
«πεθαίνει από έρωτα για τρία κορίτσια, τρεις αδελφές Ελληνίδες στην
Αθήνα», σόκαρε τα κυρίαρχα ήθη... Ο Βύρων δεν θα αλλάξει χαρακτήρα
ακόμη και μετά τα πρώτα νεανικά του χρόνια. Μετά το μεγάλο του ταξίδι
στις χώρες της Μεσογείου θα επιστρέψει στην Αγγλία όπου επίσης θα «κα-
λοπεράσει» διαρκώς ερωτευόμενος και διαρκώς χωρίζοντας... Λίγα χρόνια
αργότερα, στην Ιταλία όπου θα μεταβεί με τον ποιητή Σέλλεϋ (1816) και θα
συμμετάσχει στο κίνημα των Καρμπονάρων, δεν θα παραλείψει να κάνει
και ένα εξώγαμο παιδί...
Πέρα από αυτές τις «επιδόσεις», ο ακτιβιστής και ερωτικός αριστοκράτης
«ανήκεν εις την φύση»- θα λέγαμε με καβαφικούς όρους.. Τη φύση που
αποθεώνονταν από τους Ρομαντικούς στοχαστές, σε τέτοιο μάλιστα βαθ-
μό ώστε να παράγει πρώιμες «ζωοφιλικές» απόψεις και να εκθειάζει τα
φυσικά δικαιώματα όλων των όντων. Οι Ρομαντικοί κάποτε πήγαιναν αντί-
θετα και στο κυρίαρχο, «ανθρωποσωβινιστικό» ρεύμα της εποχής τους,
εμπνεόμενοι από τις πλέον «ταπεινές» υπάρξεις του κόσμου: Παράδειγμα
οι Κόουλριντζ που στιχουργούσε για ένα απλό γαϊδουράκι ή ο Σκωτσέζος

19
Μπερνς, που αναφερόταν σε μια ποντικίνα των αγρών (!) υπερασπίζο-
ντας το δικαίωμά της να ζει και να απολαμβάνει ό,τι προσφέρει η φύση, σε
αντίθεση με τον άνθρωπο –διώκτη της, που διατάρασσε την αρμονία και
οικονομία της φύσης. Υπό την επίδραση του ίδιου, φυσιοκρατικού πνεύ-
ματος, μερικά χρόνια αργότερα ο Βύρων θα ξιφουλκήσει ενάντια στους
διαχωρισμούς ανθρώπου από άνθρωπο υψώνοντας στο ποίημα «Το νησί»
τον εμβληματικό στίχο: «η φύση ένα έθνος τέκνων της αναγνωρίζει»...
Αυτή η «αντιεθνικιστική» δήλωση στοχεύει να υπογραμμίσει την ενότητα
που κρύβεται πίσω από τη διαφορετικότητα των ανθρώπων, και όχι να
δημιουργήσει για τον νεαρό λόγιο ένα «ιδεολογικό καταφύγιο», μια σχέση
«ίσων αποστάσεων» από τους αγώνες της εποχής του. Ο Βύρων δεν είναι
ο διανοούμενος οπορτουνιστής, που κρύβεται πίσω από «αβλαβείς» γενι-
κότητες…

Η ΦΥΣΙΟΛΑΤΡΙΑ ΩΣ ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΣΤΗ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ


ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Η φύση έχει πολλές εκδοχές και όψεις, των οποίων η αναγνώριση και αξι-
ολόγηση προϋποθέτει φυσιολατρική παιδεία. Η ενασχόληση με τη φύση
είναι μια διαρκής εμβάθυνση στη διαφορετικότητά της, μια διαρκής δια-
μόρφωση και δήλωση «προτιμήσεων». Αυτή η βασική τάση διαποτίζει το
πνεύμα του Βύρωνα, που παρατηρεί, συγκρίνει, αναγνωρίζει, επισημαίνει
ιδιαιτερότητες και μοναδικότητες. Ο νεαρός λόρδος βιώνει τη μεγάλη «πα-
σαρέλα» των γήινων τοπίων και των μετεωρολογικών σκηνικών, επιβρα-
βεύει και απορρίπτει. Σε ένα γράμμα προς τον Hodgson τον Ιανουάριο του
1811 θα εκφράσει την ιδιαίτερη σχέση του με τη μορφή του αττικού χώρου,
και από την οπτική γωνία του καταλύματός του, που βρίσκεται στο μονα-
στήρι των Καπουτσίνων, θα κάνει μια λιτή αλλά έντονα ποιητική δήλωση:
«Μπροστά μου έχω τον Υμηττό, πίσω μου την Ακρόπολη, δεξιά μου το ναό
του Δία, μπροστά το Στάδιο, αριστερά μου την πόλη. Έ, κύριε! Αυτό θα πει
τοπίο, αυτό θα πει γραφικότητα!». Στις σημειώσεις που κρατούσε για το
ποίημα «Τσάιλντ Χάρολντ» θα δώσει μια ακόμη νότα προτίμησης: «Πέρα
από τη μαγεία που ασκεί το όνομα, και όλους τους συνειρμούς που θα ήταν
δασκαλίστικο και περιττό να απαριθμήσει κανείς, οι ίδιες οι συνθήκες στην

20
Α’ Μέρος

Αθήνα αρκούν για να την κάνουν τη μεγάλη αγάπη κάθε ανθρώπου που
αγαπά την τέχνη ή την φύση. Το κλίμα, εμένα τουλάχιστον, μου φάνηκε μια
ατέλειωτη άνοιξη»…Ο Βύρων όμως δεν είναι μόνο οπτικός παρατηρητής
της φύσης: Στο πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα κάνει την εξερεύνηση ενός
σπηλαίου στο Πάνειον όρος της Κερατέας, και σχεδόν χάνεται μέσα σ’ αυ-
τό…Ο Hobhouse που τον συνοδεύει λέει γι αυτή την εμπειρία: «Αν οι δάδες
είχαν σωθεί θα είχαμε ελάχιστες πιθανότητες να βγούμε έξω»…
Ο Βύρων εντάσσεται στη μεγάλη χορεία των περιηγητών, που πρωτίστως
βιώνουν και εκθειάζουν ένα διάσημο κλίμα, όπως αυτό της Αττικής. Στις
αρχές του 19ου αιώνα, ο ερχομός στην Αθήνα και στην Ακρόπολη ήταν το
όνειρο του κάθε δυτικού περιηγητή και ιδιαίτερα των γόνων των αριστο-
κρατικών οικογενειών, που μετά την αποφοίτησή τους από τα κολέγια
συμπλήρωναν την παιδεία τους με πολύμηνα ταξίδια στην Ανατολή. Οι
επισκέπτες της Αττικής εντυπωσιάζονταν από τον αρμονικό συνδυασμό
φύσης και αρχαίας τέχνης μέσα σε ένα σκηνικό αραιοκατοίκησης, όπου
ήταν έκδηλη η υπεροχή των ένδοξων ερειπίων του παρελθόντος έναντι
των σύγχρονων κατασκευών: Ο Henry Holland, περιηγητής στα 1812 -13,
θα σημειώσει: «Κι αν ακόμη δεν μπορείς να αξιολογήσεις τα αρχαία λείψα-
να, μπορείς να θαυμάσεις την κοιλάδα του Κηφισού, το λόφο του Κολωνού
και την κορυφογραμμή του Υμηττού, να αγναντέψεις από τη μια τη θάλασ-
σα της Σαλαμίνας και από την άλλη τα υψώματα της Φυλής». Ο Σιμόπου-
λος βεβαιώνει ότι ο Βύρων συγκινείτο περισσότερο από το «ζωντανό» ελ-
ληνικό τοπίο των καιρών του παρά από τα λείψανα της κλασσικής εποχής,
ίσως από αντίδραση σε ένα πνεύμα που «βρισκόταν εκείνα τα χρόνια σε
πλήρη άνθιση και καλλιεργούσε τις ονειροπολήσεις και τις αρχαιόπληκτες
αισθηματολογίες.» Ο Σιμόπουλος θα υπογραμμίσει αυτό τον προσανατο-
λισμό του ποιητή και ταξιδευτή παραθέτοντας μια στροφή του «Τσάιλντ
Χάρολντ», που αναφέρεται στην Αττική:

«τόσο γαλάζιος που είναι ο ουρανός σου,τόσο άγριοι οι βράχοι σου


τ’ άλση σου μελιχρά και οι κάμποι σου ολοπράσινοι,
καρπίζει η ελιά καθώς στης Αθηνάς τα χρόνια
κι ο Υμηττός το θησαυρό του το μελένιο πάντα σου χαρίζει.

Το μυρωμένο πυργοστάσι του και τώρα χτίζει


Το λεύτερο μελίσσι, έτσι ως πεταρίζει πάνω απ’ το βουνό σου.

21
Σαν και τότε ο Απόλλωνας χρυσώνει
Τ’ ατέλειωτά σου καλοκαίρια
Κι ακόμη στραφταλίζουν κάτω απ’ τις αχτίδες του τα πεντελίσια μάρμαρα.

Η Τέχνη, η Ελευθερία, η Δόξα σβήσανε


μα η φύση είναι πάντα ωραία»....

«ΧΡΥΣΟ ΜΕΤΑΛΙΟ» ΣΤΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ

Ο Βύρων είναι από τους πιο πρώιμους θαυμαστές του Αιγαιοπελαγίτικου


τοπίου. Στα «Νησιά της Ελλάδας» θα μιλήσει θαμπωμένος από την ιστο-
ρία τους. Στα νησιά που μέσα στις συνθήκες της τυραννίας, «απ’ αιώνιο
ήλιο είναι και τώρα χρυσωμένα –μα εκτός από τον ήλιο όλα τα’ άλλα εί-
ναι σβησμένα». Όμως στο ποιητικό του έργο το σημαντικότερο μοτίβο του
θα είναι η εστία της Παλλάδος Αθηνάς, στην οποία θα επιστρέφει πάντα
με νοσταλγία. Και μάλιστα θα επιστρέφει σε αυτή τη προνομιακή περιο-
χή του 24ωρου, όπου η ημέρα πλησιάζει τη νύχτα μέσα σε μια πανδαισία
χρωμάτων. Είναι το ηλιοβασίλεμα στην πιο αισθητική εκδοχή του, δηλαδή
το αττικό ηλιοβασίλεμα.

Όποιος σ’ είδε ωραία Αθήνα!

Σε μια δύση, στον αιώνα


Ετυπώθη στην ψυχή του η ονειρευτή σου εικόνα.

Σε λατρεύω.

Ας με χωρίζουν τόσοι χρόνοι και κοιλάδες


Και βουνά κι ας με μαγεύουν οι χιλιόκαλλες Κυκλάδες.

Συ ποτέ δεν είσαι ξένη στην περίλυπή μου Μούσα.

22
Α’ Μέρος

Το Δημοκρατικό και Οικουμενικό πνεύμα του Βύρωνα διανθίζεται από τη


λατρευτική αναφορά του στο ελληνικό τοπίο, που είναι μια γη της ποιητι-
κής επαγγελίας του, σε αντιπαράθεση με το μουντό σκηνικό του γενέθλι-
ου τόπου του. Πολύ πριν ο Ελύτης μιλήσει για τον «ήλιο τον ηλιάτορα» ή
ο ιμπρεσσιονισμός ξαποστείλει τις ριπές των χρωμάτων και των ηλιοκε-
ντρικών σκηνικών του, ο νεαρός Λόρδος θα στιχουργήσει στην «Κατάρα
της Αθηνάς» για μια άλλη, εγκάρδια φωτοχυσία, και πάλι στη φάση του
δειλινού:

«Μεγαλόπρεπα κι αγάλια τώρα ο ήλιος κατεβαίνει


πάνω στου Μωριά τους λόφους με θωριά χαριτωμένη.

Όχι σαν εκεί, στις χώρες του Βορρά, σκοτεινιασμένος,

Αλλ’ αστραφτερός σαν φλόγα, ζωντανός, φωτολουσμένος»

Η λιτότητα και διαύγεια των περιγραφών του Βύρωνα, δοσμένη μέσα από
στίχους που επέχουν θέση ταξιδιωτικών αναφορών, θα αναγνωρισθεί από
το ευρύτερο λογοτεχνικό κοινό. Οι αναφορές του στο Ελληνικό τοπίο έχουν
τέτοια ποιότητα ώστε πολλοί μεταγενέστεροι ταξιδιώτες θα τις «ανθολο-
γήσουν» και θα τις ενσωματώσουν αυτούσιες στα δικά τους κείμενα. Ακό-
μη και εκεί όπου απουσιάζει η προσωπική του μαρτυρία, όπου αυτός ο
ίδιος δεν έχει επισκεφθεί μια περιοχή, οι αφηγήσεις για το ελληνικό τοπίο
τον συναρπάζουν και διεγείρουν μέσα στο έργο του λαμπρούς στίχους. Το
θέμα της σκλαβωμένης ανθρώπινης φύσης που όμως δεν απαγκιστρώνει
το βλέμμα από την αισθητική της περιβάλλουσας φύσης, επανέρχεται συ-
χνά στο λόγο του. Έτσι και στα «Τραγούδια για την Ελλάδα» θα μιλήσει «για
τις πένθιμες μέρες της σκλαβιάς» που όμως δεν ακυρώνουν τα υπέροχα
φυσικά θέλγητρα του τόπου, τους πράσινους κάμπους, τα χιονισμένα βου-
νά όπως ο Όλυμπος.
Τον Απρίλιο του 1810, συνεχίζοντας το μεγάλο νεανικό ταξίδι προς την Ανα-
τολή θα μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, τον Μάιο της ίδιας χρονιάς,
θα επαναλάβει τον άθλο του μυθικού Λεάνδρου, κολυμπώντας τα στενά

23
από τη Σηστό στην Άβυδο, μαζί με ένα Άγγλο αξιωματικό. Για τον Βύρωνα
αυτό ήταν μεγάλο κατόρθωμα, που θα θυμάται με υπερηφάνεια σε όλη τη
ζωή του.
Στην Κωνσταντινούπολη η αντισυμβατική του ιδιοσυγκρασία θα τον κρα-
τήσει σε κάποια απόσταση από τα «αξιοθέατα» και τα μνημεία, ενώ το
πνεύμα του θα μαγνητισθεί περισσότερο από τη γραφικότητα της ζωής
της ανατολίτικης πόλης και των περιχώρων. Δεν χάνεται στην αρχαιοπλη-
ξία, δεν αποστρέφει το πρόσωπο από τα διαδραματιζόμενα γύρω του.
Αλλά ακόμη δεν «χάνεται» υπό την επίδραση των πλούσιων και «καταιγι-
στικών» εμπειριών του, δεν παύει να διαλέγει ό,τι γι αυτόν είναι πιο οικείο.
Έτσι επιστρέφοντας στην Ελλάδα τον ίδιο χρόνο, θα γράψει στην μητέρα
του: «Νοιώθω δική μου την Ελλάδα, πάω να δω τα χώματά μου, τη θάλασ-
σά μου, τα βουνά μου. Είναι οι μόνες γνωριμίες που μου κάνουν καλό».
Αυτή η σχέση «εγγύτητας» και οικειότητας με το ελληνικό τοπίο, που ξε-
περνάει τις προδιαγραφές ενός περαστικού φλερτ, θα διαποτίζει και στη
συνέχεια το μυαλό του. Ο τυπικός Εγγλέζος που μελαγχολεί κάτω από την
επίδραση των γκρίζων σκηνικών της χώρας του και αναπολεί μια άλλη κα-
τάσταση, μιλάει μέσα από το ποίημά του «Γκιαούρ», που γράφεται το 1813.

Όμορφη χώρα! μ΄ εποχές που όλες χαμογελούνε


Καλοσυνάτες στα νησιά που ευλογημένα ζούνε
Και όπως είναι θέαμα απ’ του Σουνίου τα ύψη
Απ’ την καρδιά που αγαπά διώχνουνε κάθε θλίψη
Κι απόλαυση προσφέρουνε τη μοναξιά να κρύψει.

Το 1816 ο Βύρων θα βρεθεί στις Ελβετικές Άλπεις, όπου επίσης θα εντυ-


πωσιασθεί από το αυστηρό μεγαλείο του ορεινού τοπίου. Προϊόν της
συνάντησης του ποιητή με το απόκοσμο σκηνικό του κεντροευρωπαϊκού
βουνού θα αποβεί ο «Μάνφρεντ» - κατά τον υπότιτλό του «Ένα δραματι-
κό ποίημα». Στον «Μάνφρεντ», που θα ολοκληρωθεί τον επόμενο χρόνο
στην Ιταλία, ο Βύρων σκιαγραφεί έναν χαρακτήρα αντίθετο του Φάουστ,
που αρνείται να προσχωρήσει στις δυνάμεις του σκότους, που παραμένει
ανεξάρτητος από την εξουσία της κοινωνίας και παράγει τις δικές του αξί-
ες. Ο Μάνφρεντ συγκαλεί τα πνεύματα, μεταξύ των οποίων και το διάσημο
βουνό, που έδωσε το όνομά του στον «αλπινισμό». Η απέριττη περιγρα-

24
Α’ Μέρος

φή του Λευκού Όρους, της «κορυφαίας κορυφής» των Άλπεων, με τα δάση


στα ριζά του, τον παγετώνα ψηλότερα και τις χιονοστιβάδες, δείχνουν την
παρατηρητικότητα, το δέος απέναντι στη μορφή, την αισθητική καλλιέρ-
γεια του νεαρού Άγγλου.
Μέσα στο έντονο Αλπικό ανάγλυφο, όπου δεσπόζουν οι εφορμήσεις των
βραχωδών σχηματισμών προς τον ουρανό, ο Βύρων θα αναπλάσει αρχαιο-
ελληνικούς συμβολισμούς υπό την επήρεια των προσωπικών του βιωμά-
των, που εκείνη τη περίοδο είναι βιώματα απόρριψης και αποδοκιμασί-
ας από τον κοινωνικό του περίγυρο. Η συνέχεια θα οδηγήσει σε μια νέα
ποιητική και φιλοσοφική παραγωγή, ένα δικό του «Προμηθέα». Η ποίησή
του εδώ σμιλεύει, σύμφωνα με τα λόγια του Βύρωνα Ραΐζη, «ένα σύμβολο
του ηρωικού ατομικισμού, έναν επαναστάτη με σπουδαία αιτία, έναν που
ουδέποτε θα εκστόμιζε τη λέξη «μετανοώ». Στον «Προμηθέα» ο Βύρων
εκφράζεται με πικρία και απαισιοδοξία σχετικά με την έκβαση της σύ-
γκρουσης μεταξύ ελευθερίας και τυραννίας, όμως ταυτόχρονα εξυμνεί την
ηρωική αν και απέλπιδα αντίσταση του ατόμου εναντίον της δύναμης και
της αυθαιρεσίας. Δεν είναι απολογητής της κατάστασης που εγκαθιδρύει
η Ιερά Συμμαχία μετά την ήττα του Ναπολέοντα, δεν είναι «αναχωρητής»
σε εξωτικούς - γεωγραφικούς και πνευματικούς προορισμούς. Δεν ανήκει
στους αποστασιοποιημένους σοφολογιότατους των καιρών εκείνων, παρ’
όλο που η ευαίσθητη και αντικομφορμιστική φύση του επικουρείται από
μια ευρυμάθεια εδραιωμένη σε συγγραφείς όπως ο Μοντεσκιέ,ο Λοκ, ο
Μπέρκλεϊ, ο Χιούμ, καθώς και σε Έλληνες ή Λατίνους κλασσικούς...

Ο ΑΠΡΙΛΗΣ ΤΟΥ 1824 ΗΤΑΝ Ο ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΟΣ ΜΗΝΑΣ

Η Ελληνική επανάσταση αντιμετωπίζεται στην αρχή επιφυλακτικά από


τον Βύρωνα και τους ομοϊδεάτες του, όμως οι δισταγμοί θα παρακαμφθούν
όταν το πρώτο ελληνικό Σύνταγμα διακηρύσσει την ελευθερία της θρη-
σκευτικής συνείδησης, την κατάργηση των βασανιστηρίων και της δου-
λείας. Ενώ το φιλελληνικό πνεύμα αναπτύσσεται στην Αγγλία λίγα μόλις
χρόνια μετά τη Συνθήκη της Βιέννης και τη διαμόρφωση της Ιεράς Συμμα-
χίας(1815), η ποιητική εικονοποιΐα του Βύρωνα αξιοποιεί ακραία φυσικά

25
σκηνικά διαδηλώνοντας το κοινό ιδεολογικό υπόβαθρο των εθνικοαπελευ-
θερωτικών αγώνων και το ριζοσπαστικό πνεύμα της εποχής του:

Η παλιά φιλοδοξία πνέει ανανεωμένη,


Πάλι για να εμψυχώσει σάρκα τότε ξεπεσμένη
Σαν εκείνη που τους Πέρσες έδιωξε από τη χώρα
Όπου η Ελλάς υπήρχε - Όχι! Ελλάς είναι και τώρα.
Μύρια στήθη συνενώνει μία και κοινή αιτία
Δυτικοί κι ανατολίτες επαναστατούν με βία.
Πάνω στις κορφές του Άθω και τις Άνδεις κυματίζει
Λάβαρο που ‘ναι το ίδιο και δυο κόσμους χαιρετίζει.

{«Η εποχή του ορειχάλκου», 1823} - (Μτφρ. Μ. Β. Ραΐζη)

Ο Βύρων θα μπορούσε να συνδράμει την αγαπημένη του χώρα, μέσα από


τη δράση του στην Ευρώπη και μέσα από τη συνέγερση επιφανών συμπο-
λιτών του. Θα μπορούσε να μείνει σε «ασφαλή απόσταση», όμως δεν ήταν
ο τύπος του λόγιου που έμενε στα λόγια. Τον Αύγουστο του 1823 θα πατή-
σει το πόδι του στην Κεφαλλονιά, όπου θα μείνει για λίγο καιρό διατηρώ-
ντας επαφή με το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου, και τελικά θα βρε-
θεί στο Μεσολόγγι. Είναι οι τελευταίες ημέρες του 1823, χειμώνας καιρός,
αλλά ο κόσμος θα τον υποδεχθεί στρώνοντας το πέρασμά του με βάγια,
κατά πως στρώθηκε και ο ανοιξιάτικος ερχομός του Ιησού στα Ιεροσόλυ-
μα. Οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι» του Μεσολογγίου θα του αποδώσουν
υπέρτατες τιμές. Ο Βύρων δεν έχει ψευδαισθήσεις όσον αφορά τους Έλ-
ληνες της εποχής του, δεν αναζητά σε αυτούς μια ιδανική μικροκοινωνία,
δεν τους αντιπαραβάλλει μανιχαϊστικά με τους Τούρκους. Δεν εξιδανικεύει
τους μεν και δεν κακοποιεί την εικόνα των δε. Ο άνθρωπος που μαστίγωνε
τον «ανθρωπισμό» της Βουλής των Λόρδων το 1812 ή που απελευθέρωνε
την Τουρκάλα μοιχαλίδα το 1810, έπειθε τους Έλληνες στις αρχές του 1824
να απελευθερώσουν 28 Τούρκους αιχμάλωτους και να τους στείλουν με
δικές του δαπάνες στην Πάτρα και στην Πρέβεζα! Ο Βύρων δεν παραμέ-
ριζε τον κριτικό του λόγο λόγω της συστράτευσής του με τους εξεγερμέ-
νους, αλλά ταυτόχρονα δεν κατέληγε σε ένα παραλυτικό σκεπτικισμό. Το

26
Α’ Μέρος

στρατόπεδό του ήταν αυτό της ελευθερίας, της εθνικής ανεξαρτησίας, του
δικαίου των εξεγερμένων.
Στο Μεσολόγγι ο Βύρων θα περάσει τον ελάχιστο χρόνο ζωής που του
απομένει δουλεύοντας για την Ελληνική επανάσταση, αναλαμβάνοντας
τον εξοπλισμό ενός σώματος πυροβολητών με δικά του έξοδα, στηρίζο-
ντας την έκδοση των «Ελληνικών Χρονικών» και του «Ελληνικού Τηλέγρα-
φου». Παρά τις ιατρικές παραινέσεις να αποφύγει το υγρό και ανθυγιεινό
κλίμα της περιοχής, θα μείνει εκεί - κυριολεκτικά «με το σπαθί του»: Αυτό
που ως ετοιμοθάνατος θα κληροδοτήσει στο φίλο του δόκτορα Πέτρο Στε-
φανίτζη, ο οποίος με τη σειρά του θα το διασώσει μαχόμενος, δυο χρόνια
μετά, στην έξοδο από την πολιορκημένη πόλη. Παρά τη καλυτέρευση του
καιρού με το πέρασμα του χειμώνα, ο Απρίλης θα αποδειχθεί για τον Άγ-
γλο φιλέλληνα «ο πιο σκληρός μήνας» - κατά τον εισαγωγικό στίχο του Έλι-
οτ στην «Έρημη χώρα». Ο Βύρων θα αρρωστήσει βαρειά, η κατάστασή του
θα χειροτερεύσει, θα φτάσει στα πρόθυρα του θανάτου. Θα τα διαβεί στις
19 Απριλίου 1824, μέσα σε ένα σκηνικό εκθαμβωτικής υπερκυριαρχίας της
Άνοιξης. Είναι το ίδιο σκηνικό που περιέγραφε ο Διονύσιος Σολωμός στους
«Ελεύθερους Πολιορκημένους», βάζοντας στο στόμα της φύσης έναν αδυ-
σώπητο στίχο: «Όποιος πεθάνει σήμερα – χίλιες φορές πεθαίνει»...
Το κείμενο αυτό είναι μετεξέλιξη ομότιτλου άρθρου που δημοσιεύθη-
κε στο περιοδικό «Άρδην», Σεπτέμβριος 2004. Επίσης αποτέλεσε τη
βάση εισήγησης που έγινε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων
(16.4.2007) με αφορμή τα 200 χρόνια από το ξεκίνημα της ποιητικής δημι-
ουργίας του Βύρωνα.
Ο Γιάννης Σχίζας είναι Ιστορικό Στέλεχος της Πολιτικής Οικολογίας, συγ-
γραφέας - αρθρογράφος σε πολλά περιοδικά και ιστοτόπους.

27
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ στο άρθρο του Γιάννη Σχίζα «Η
φύση στο έργο του Λόρδου Βύρωνα»
• Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τόμοι Γ1 και
Γ2, Εκδόσεις ΣΤΑΧΥ, Αθήνα, 1999
• “The Norton Anthology of English Literature”, fourth edition, volume
2, “The Romantic period”, New York, 1979
• M. Byron Raizis, “From Caucasus to Pittsburgh – The Prometheus
theme in British and American Poetry”, Gnosis Publishing Co.
• «Μπάιρον εναντίον Έλγιν», συλλογικό έργο σε επιμέλεια Πάνου Τρι-
γάζη, με κείμενα των Graham Binns,Ken Coates, Αικατερίνη Δούκα
– Καμπίτογλου, Ελένη Καρασαβίδου, Ευγενία Κεφαλληναίου, Χρι-
στίνα Ντόκου, Μάριος- Βύρων Ραΐζης, Πέπη Ρηγοπούλου, Εκδόσεις
Ταξιδευτής, Αθήνα, 2004
• Αγγελικής Κόκκου, «Ξένοι περιηγητές στην Αττική», Καθημερινή,
«Επτά ημέρες», 31.12.1999
• Μάριου-Βύρωνα Ραΐζη, «Αγγλόφωνη Φιλολογία – Συγκριτικές μελέ-
τες», Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1981
• ΙΟΣ, «Ελευθεροτυπία» 2.5.1999, απόσπασμα από τη μονογραφία
του Παναγιώτη Κανελλόπουλου «Ο Λόρδος Βύρων. Η ζωή και το έργο
του», 1983
• «ΟΛΥΜΠΟΣ, κείμενα και εικόνες δύο αιώνων», σε επιμέλεια Σάκη
Κουρουζίδη, εκδόσεις Πιερική Αναπτυξιακή Α.Ε, 2001
• Ρένα Δούρου, «Φιλέταιρος εαυτώ», «Αυγή», 30.5.2004
• Γ.Σ. Καιροφύλα, Σ.Γ. Φιλιππότη, «Τοσπαθί του Λόρδου Βύρωνος»,
Αθηναϊκό Ημερολόγιο 1996, εκδόσεις «Φιλιππότη», Αθήνα 1996
• Λόρδου Μπάυρον, «επιστολές από την Ελλάδα», εκδόσεις Ιδεόγραμ-
μα, Αθήνα, 1996
• Γιάννη Σχίζα, «Άνθρωπος για όλες τις εποχές», «Αυγή», 20.4.2007
• Γιάννη Σχίζα, «ΑΤΤΙΚΗ», εκδόσεις Σαββάλα, Αθήνα, 1996

28
Α’ Μέρος

Λόρδος Βύρων
«Η Ελλάδα με έκανε ποιητή»

του Πάνου Τριγάζη

Ο Λόρδος Βύρων, κορυφαίος του ποιητικού ρεύματος του ρομαντισμού,


έχει εγκατασταθεί μόνιμα στην Αττική από το 1924 όταν ο προσφυγικός
συνοικισμός Παγκρατίου, μετονομάστηκε σε Συνοικισμό Βύρωνος, για να
τιμηθεί η μνήμη του κορυφαίου των Φιλελλήνων εκατό χρόνια από την θυ-
σία του στο Μεσολόγγι, 19 Απριλίου 1824.
Δέκα χρόνια μετά (1934), ο συνοικισμός έγινε δήμος Βύρωνα, ο οποίος τιμά
την ιστορία και το όνομά του με συμμετοχή στους δημοκρατικούς και κοι-
νωνικούς αγώνες του λαού μας, ενώ έχει εξαιρετικές επιδόσεις και στον
πολιτισμό, με το ξακουστό Θέατρο των Βράχων στην πρώτη γραμμή.
Στον δήμο Βύρωνα επέλεξε να διαμείνει, αρχές του 20ου αιώνα, και η επα-
ναστάτρια του χορού Ισιδώρα Ντάνκαν, που με τον αδελφό της Ραϋμόνδο
ζούσε μια πολύ λιτή ζωή κοντά στη φύση. Άρα, στον Βύρωνα συναντήθη-

29
καν δύο διεθνή σύμβολα της αέναης επανάστασης, που στον 21ο αιώνα δεν
μπορεί να υπάρξει χωρίς την οικολογική διάσταση.
Για τον Μπάιρον και το κίνημα των Βυρωνιστών η προστασία της φύσης
είναι εξίσου σημαντική με την διεκδίκηση της ελευθερίας σε όλο τον κό-
σμο. «Η φύση, ένα έθνος τέκνων της αναγνωρίζει», γράφει στο ποίημά του
«Το Νησί» ο Λόρδος Βύρων, ο οποίος είχε επισκεφθεί πολλές φορές και
τον Υμηττό κατά την πρώτη επίσκεψή του στην Ελλάδα (1809-1811), περι-
ηγούμενος όλη την Αττική, από το Σούνιο μέχρι την Ελευσίνα, και από τον
Πειραιά μέχρι την Πεντέλη.
Η πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής, με κέντρο την Αθήνα, αλλά και
το αττικό τοπίο τον είχαν γοητεύσει και εμπνεύσει ποιητικά. Γι’ αυτό και
η φράση του «Η Ελλάδα με έκανε ποιητή» πήγασε αναμφίβολα από την
διαμονή του στην Αττική.
Σπουδαία η βυρωνική κληρονομιά για τον δήμο Βύρωνα, ο οποίος εργά-
ζεται για την δημιουργία ενός «Ευρωπαϊκού Δικτύου Βυρωνικών Πόλεων»,
συνεργαζόμενος στενά και με τον δήμο του Νότινγχαμ, ιδιαίτερης πατρί-
δας του Μπάιρον, του οποίου το προγονικό σπίτι, το περίφημο Newstead
Abbey, λειτουργεί εδώ και δεκαετίες ως μουσείο μεγάλης παγκόσμιας επι-
σκεψιμότητας.
Καταλήγω με ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την ποίηση του Λόρ-
δου Βύρωνα:
«Θα ξεσηκώσω αν μπορέσω ακόμα και τις πέτρες ενάντια στους τυράν-
νους της γης».
Ο Πάνος Τριγάζης είναι δημοτικός σύμβουλος Βύρωνα, πρόεδρος του Συν-
δέσμου Μπάιρον για τον Φιλελληνισμό και τον Πολιτισμό, συγγραφέας. Το
2016 έγραψε το βιβλίο «Ο Λόρδος Βύρων στην Αττική» έκδοση ΕΛΤΑ.
Το βιβλίο αποτέλεσε το σενάριο της 37λεπτης ταινίας «Ο Byron στην Αττι-
κή», αφιερωμένο στα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, σε σκηνο-
θεσία Στάθη Ρέππα, την παραγωγή του οποίου χρηματοδότησαν η Περι-
φέρεια Αττικής και ο Δήμος Βύρωνα.
Η ταινία βραβεύτηκε ως το καλύτερο ντοκιμαντέρ μεσαίου μήκους, στο 6ο
Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ναυπλίου «Γέφυρες» (23 – 30 Οκτω-
βρίου 2021).
30
Α’ Μέρος

Πρωτιά για το ντοκιμαντέρ «Ο Byron στην Αττική», στο 6ο


Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ναυπλίου «Γέφυρες»

Μεγάλος νικητής του βραβείου του Καλύτερου ντοκιμαντέρ μεσαίου μή-


κους στο 6ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ναυπλίου «Γέφυρες» (23
έως 30 Οκτωβρίου 2021) ήταν η ταινία «Ο Byron στην Αττική». Το ντοκιμα-
ντέρ σε σκηνοθεσία Στάθη Ρέππα, είναι αφιερωμένο στα 200 χρόνια της
Ελληνικής Επανάστασης και χρηματοδοτήθηκε από την Περιφέρεια Αττι-
κής και τον Δήμο Βύρωνα. Το σενάριο βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του
Πάνου Τριγάζη (Έκδοση ΕΛΤΑ).
Στην ταινία που πραγματεύεται με ακρίβεια και πληρότητα τις ιδέες και την
προσφορά του Λόρδου Βύρωνα, συμμετείχαν εθελοντικά οι -προερχόμενοι
από το Βύρωνα- σπουδαστές υποκριτικής: Μίνα Αλεβίζου, Φάνης Γκαρ-
μπουνώφ, Γιώτα Καραχάλιου, Βάιος Χαϊντούτης και Σπύρος Χαϊντούτης.
Συντελεστές του ντοκιμαντέρ | Διάρκεια: 37’
• Κείμενα από το Βιβλίο του Πάνου Τριγάζη με τον ομώνυμο τίτλο
• Σενάριο απόδοση διαλόγων: Μαρία Παναγιωτακοπούλου
• Μουσική: Πηγή Λυκούδη
• Ερμηνεία (μελοποιημένου ποιήματος του Μπάιρον): Γεωργία Αγγέλου
• Αφήγηση-Παρουσίαση: Ορφέας Ζαφειρόπουλος
• Παραγωγή: FILM MY WORD Φώτης Φωτιάδης
• Σκηνοθετική επιμέλεια: Στάθης Ρέππας
Ευγενική χορηγία – αναφορά στην επέτειο των 200 χρόνων από την Ελλη-
νική επανάσταση του 1821: Περιφέρεια Αττικής -Δήμος Βύρωνα
Δείτε το trailer της ταινίας: https://www.youtube.com/watch?v=4WsYo_t31Gw
ΠΗΓΗ – ΔΗΜΟΣ ΒΥΡΩΝΑ https://www.dimosbyrona.gr/article.php?id=10578#

31
32
Α’ Μέρος

Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι είναι ελαιογραφία που δημιούργησε
ο Θεόδωρος Βρυζάκης το 1861. Εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη. | Ανακτήθηκε
από τη ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ 18 Ιανουαρίου 2022, https://bit.ly/3Kyb8ij - Απεικονίζει την
άφιξη του Άγγλου φιλέλληνα Λόρδου Μπάυρον στο Μεσολόγγι κατά την οποία
έτυχε θερμής υποδοχής. Εμφανίζεται ερχόμενος από το λιμάνι συνοδευόμενος
από τον φίλο του Εδουάρδο Ιωάννη Τρελώνυ και με πλήθος οπλιτών οι
οποίοι ζητωκραυγάζουν. Τον υποδέχονται οι τοπικές αρχές και ο Αλέξανδρος
Μαυροκορδάτος που τον είχε προσκαλέσει.

Προτεινόμενες πηγές και πληροφορίες για το Λόρδο Βύρωνα:


• Ο ΜΠΑΫΡΟΝ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ - Ντοκιμαντέρ στο οποίο ανιχνεύεται
η διαμόρφωση της πολιτικής συνείδησης και η σχέση με την Ελλά-
δα του Άγγλου ποιητή και φιλέλληνα Λόρδου Μπάιρον. Αρχείο ΕΡΤ,
1988 - https://bit.ly/3HX9JA1
• 19 Απριλίου 1924: Η εκατονταετηρίδα του θανάτου του Λόρδου Βύ-
ρωνα στο Μεσολόγγι (φωτο), https://bit.ly/3KzI3D3
• Βυρωνική Εταιρεία Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου,
https://bit.ly/3I2qwBU
• Το τέλος του Λόρδου Μπάιρον – https://bit.ly/3JaDb7m
• Εις το θάνατο του λορδ Μπάυρον του Διονυσίου Σολωμού - https://
youtu.be/OkwxzR5rMag
• Μια ιστορία θα σας πω «Λόρδος Βύρων (1788-1824)» https://youtu.
be/FFARQWTbxAo

33
Η «ανακάλυψη» των Ταμπουριών των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος έγινε
το 2008 μαζί με νέους από την περιοχή της Αφαίας Σκαραμαγκά και με οδηγό την
περιγραφή του Mark H. Munn

34
Α’ Μέρος

Τα ταμπούρια των Αγωνιστών της Ελληνικής


Επανάστασης του ‘21 στο Ποικίλο Όρος
Η Μονή Δαφνίου και η Ελληνική Επανάσταση

Προσέγγιση – Ανάδειξη – Ιστορική & Περιβαλλοντική Εκπαίδευση


Έρευνα: Κώστας Φωτεινάκης

Η σηματοδότηση της διαδρομής και η ανάδειξη των «Ταμπουριών των


Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος» είναι αποτέλεσμα μιας δεκάχρονης
έρευνας και εντάσσεται στο πλαίσιο των δράσεων του Ελληνικού Δικτύου
ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική
Επανάσταση.
Τα ταμπούρια που αναφερόμαστε περιγράφονται και είναι αποτυπωμένα
σε χάρτη (Mark H. Munn - Τhe Defense of Attica - Appendix II Fighting in
the Aigaleos - Parnes Gap in 1826-27, 1993). Ωστόσο υπάρχουν παρόμοιες
κατασκευές και σε άλλες περιοχές του Ποικίλου Όρους (Αιγάλεω) και σε
μικρή απόσταση από τη σηματοδοτημένη περιοχή.
Άλλα ταμπούρια - Ενδεικτικές θέσεις: α) Ανατολικά της Λίμνης Κουμουν-
δούρου, πάνω από το δασικό δρόμο β) Στο ύψος της σιδηροδρομικής γέ-
φυρας στη Λ. Αθηνών, στο Όρος Αιγάλεω.
Συνοπτική παρουσίαση:
Η περιοχή της Δυτικής Αθήνας – Αττικής καθώς και του Δυτικού Πειραιά
(Κερατσίνι) και Σαλαμίνας συνδέονται άμεσα με την Επανάσταση του ‘21
και ιδιαίτερα με την ηρωική μορφή του Γιώργη Καραϊσκάκη.

35
Θεόφιλος: Ὁ Γεώργιος Καραϊσκάκης καταδιώκων τὸν Ρεσὶτ πασὰ ἡ
Κιούταχη ἐν ξυφήρης τὸ 1826. Φυσικές χρωστικές σε χαρτόνι. 71 cm x 101
cm. Χωρίς χρονολογία. Σε ιδιωτική συλλογή. | Ανακτήθηκε 25.11.2021 από τη
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ https://bit.ly/3sU8g9t

Ενδεικτικά αναφέρουμε τις μάχες:


• Χαϊδαρίου: 6 και 8 Αυγούστου 1826, https://bit.ly/3zPx2bg
• Καματερού: 27 Ιανουαρίου 1827
• Κερατσινίου: 4 και Μαρτίου 1827
• Δαφνίου: 21 Μαρτίου 1827, https://bit.ly/3zQJqIh, (σ.σ. ο Δημήτρης
Φωτιάδης στο βιβλίο του «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ» αναφέρει μια άλλη αλλά
κοντινή ημερομηνία, 27 Μαρτίου 1827 - έκδοση ΜΕΛΙΣΣΑ, σ. 390).
Στη μάχη αυτή πήρε μέρος και ο Γενναίος Κολοκοτρώνης (υπάρχουν
περιγραφές στο «Ελληνικά υπομνήματα ήτοι επιστολαί και διάφο-
ρα έγγραφα αφορώντα την ελληνικήν επανάστασιν από 1821 μέχρι
1827», https://bit.ly/33V2I4P).
«Στις 21 Απριλίου 1827 και ενώ ο Καραϊσκάκης πήγαινε να φτιάξει οχυρό κο-
ντά στο Δαφνί, λόγω της μορφολογίας του εδάφους, αναγκάστηκε να εγκα-
ταλείψει εκείνο το μέρος. Στις 23 του μήνα θα γινόταν μάχη (του Ανάλατου),
όπως είχε οριστεί εξ αρχής. Έτσι οι Έλληνες ξεκουράστηκαν στις 22 Απριλί-
ου και δόθηκαν εντολές να είναι όλοι ήσυχοι.» (ΠΗΓΗ: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ).

36
Α’ Μέρος

Ως πρόσθετο στοιχείο αναφέρουμε τη δημιουργία Γενικού Στρατοπέδου


στην Ελευσίνα με υπόδειξη του Γιώργη Καραϊσκάκη.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε το «πέρασμα» η Ιερά Οδός, από και προς την Πε-
λοπόννησο και τη Δυτική Ελλάδα, και ιδιαίτερα το «στένωμα» μεταξύ του
Όρους Αιγάλεω και Ποικίλου, από τη Μονή Δαφνίου μέχρι το Σκαραμαγκά.
(«Δαφνοβούνια» σύμφωνα με τις περιγραφές). Αξίζει να ληφθεί υπόψη η
παρακάτω παράγραφος:
«Όπως συνάγεται, πάντως, από τις επιστολές και τις σημειώσεις των
οπλαρχηγών που έδρασαν στα εδάφη της Αττικής, είναι βέβαιο ότι κατά
διαστήματα το μοναστήρι (σ.σ. του Δαφνίου) και η γύρω από αυτό περιοχή
αποτέλεσε ορμητήριο και ενδιάμεσο σταθμό βάσης των ελληνικών στρα-
τευμάτων, λόγω της θέσης του επί της κύριας οδού διέλευσής τους (σ.σ.
Ιερά Οδό) από και προς την Πελοπόννησο και από το Στρατόπεδο των Με-
γάρων και της Ελευσίνας προς την Αθήνα και την Ακρόπολη, με την οποία
υπήρχε άμεση επαφή». (Οδηγός - Βιβλιογραφία 14, 15,16)
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιγραφές των μαχών αλλά και
των υψωμάτων, των ταμπουριών κ.λπ. που περιγράφονται σε μαρτυρίες
των Αγωνιστών που πήραν μέρος στις μάχες αυτές καθώς και ιστορικών
που τις κατέγραψαν.
Σύμφωνα με τις περιγραφές, σε διάφορες περιοχές του Ποικίλου Όρους
(Αιγάλεω) είχαν δημιουργηθεί διασκοπρισμένα ταμπούρια, ως παρατη-
ρητήρια, πρόχειροι καταυλισμοί, ορμητήρια, ανεφοδιασμό και όχι απα-
ραίτητα ως πεδία μαχών.
Τα «ταμπούρια» των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος, σώζονται σε εξαι-
ρετική κατάσταση, είναι όμως δυσπρόσιτα για το ευρύ κοινό, ακόμα και από
απόσταση. Βρίσκονται σε μια πλαγιά στο Ποικίλο Όρος, πάνω από τη Λίμνη
Κουμουνδούρου, στα όρια των Δήμων Χαϊδαρίου και Ασπροπύργου.
Το Ελληνικό Δίκτυο ΦΙΛΟΙ της ΦΥΣΗΣ έχει εντοπίσει, έχει επανασχεδι-
άσει και σηματοδοτήσει μονοπάτι πρόσβασης, ώστε να δημιουργηθούν
οι προϋποθέσεις για μια όσο το δυνατόν ασφαλή επίσκεψη. Η κλίση του
μονοπατιού (Β’ τμήμα) είναι σχετικά μεγάλη και το πέτρινο ανάγλυφο του
εδάφους είναι μεν σταθερό, αλλά δυσπρόσιτο κατά τόπους.

37
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στο ταμπούρι Νο 7 που βρίσκεται απομα-
κρυσμένο από τα υπόλοιπα έξι, πάνω από το δασικό δρόμο.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ στο ειδικό blog για τα «Ταμπούρια των
Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος», https://tambouria1821.blogspot.com

Η Επανάσταση του ΄21 και η Μονή Δαφνίου

«Η μονή Δαφνίου αλώθηκε από τους Τούρκους κατά την Επανάσταση του
1821, παρά τον ισχυρότατο οχυρωματικό του περίβολο. Η παράδοση ανα-
φέρει ότι η εισβολή έγινε μέσω αβαθούς πηγαδιού που βρισκόταν έξω
από τον περίβολο και συνδεόταν υπογείως με άλλα τρία πηγάδια εντός
της μονής. Το μυστικό αυτό πέρασμα αποκάλυψε ο μοναχός Παΐσιος
στους Τούρκους, οι οποίοι έκαψαν τη Μονή και στον προδότη Παΐσιο και
τα απομεινάρια του πτώματός του σώζονταν πεταμένα σε μια γωνιά της
αυλής μέχρι το 1854.
Η ακριβής χρονολογία της άλωσης δεν έχει εξακριβωθεί. Θεωρείται πιο
πιθανόν να έγινε στη διάρκεια της εκστρατείας του Ομέρ Βρυώνη στην Ατ-
τική το καλοκαίρι του 1821 και όχι στην εισβολή του Κιουταχή στην Αθήνα
το 1826, τις σημαντικές μάχες που έλαβαν χώρα στο Χαϊδάρι τον Αύγουστο
του 1826 και τη μικρότερη μάχη στο Δαφνί στις 21 Μαρτίου 1827. Οι κατα-
κτητές της μονής Δαφνίου την εγκατέλειψαν έχοντας προκαλέσει σημα-
ντικότατες φθορές.
Στη συνέχεια πιθανόν το ερειπωμένο πλέον μοναστήρι να λειτούργησε
ως ορμητήριο κάποιων οπλαρχηγών, όπως ο Ιωάννης Γκούρας (1791-1827),
επιστολή του οποίου φαίνεται πως εστάλη από το «Δαφνί.» [ΠΗΓΗ ΒΙΚΙ-
ΠΑΙΔΕΙΑ]

Η Μονή Δαφνίου και η Επανάσταση του ΄21

(Απόσπασμα από «ΤΟ ΔΑΦΝΙ» του Δ.Γρ.Καμπούρογλου, σελ.73-74)


[ΙΘ΄ Κατά τον Αγώνα]
Και τέλος φθάνομεν εις τον Αγώνα.

38
Α’ Μέρος

Η μόνη πληροφορία, την οποία μέχρι τούδε έχομεν δια το Μοναστήρι του
Δαφνιού κατά την επανάστασιν του ΄21 είναι, ότι πολιερκηθέν παρά των
Τούρκων κατελήφθη δια προδοσίας...
Εζώζετο μάλιστα και το πτώμα του προδότου άταφον. Πότε το πολιόρκη-
σαν οι Τούρκοι ισχυρώς αμυνόμενον δια του τοιχογυρίσματός τους και τί-
νες επολιορκήθησαν εντός αυτού – διότι δεν πιστεύουμε να επρόκειτο δια
πεντέξ καλογήρους – αγνοούμε.
…Κατά τον Αγώνα φέρεται ως ηγούμενος του Δαφνίου ο ιερομόναχος Αγα-
θάγγελος Λαμπίρης, Αθηναίος, απόφοιτος της περιφήμου σχολής του
Ντέκα [Η Σχολή των Αθηνών Ιωάννου Ντέκα, λειτούργησε από το 1806-
1821, με χορηγία του ιδρυτή της, έμπορου στην Βεβετία, εξ Αθηνών].
….Και μια ακόμη πληροφορία έχομεν δια το Δαφνί κατά τον Αγώνα. Όταν
ο στρατηγός Γκούρας επί τινα χρόνον απεμακρύνθη των Αθηνών… έγραψε
προς τους συναδέλφους του Εφόρους Επιστολή…. η οποία εγράφη εις το
Δαφνί και εκείθεν απεστάλην. Έχει δε ως εξής:
«Κύριοι Έφοροι της Φιλομούσου Εταιρείας, χαίρετε,
Επειδή κ΄ εγώ αναχωρώ και λείπω από το χρέος μου, από την επιστασίαν
της Φιλομούσου Εταιρείας, αφήνω επίτροπόν μου τον κ.Στάμον Σεραφείμ
να επιστατή μαζί σας όσον να γυρίσω, και γνωρίσετέ τον ει εμέ.
Ιω.Γκούρας – Μοναστήρι Δαφνί.»]

Στρατηγός Βάσος Μαυροβουνιώτης «Ομιλία με τίτλο


«Ο Ελληνικός Αγών – Διατριβή αναγνωσθείσα την 8η
Ιανουαρίου 1876 (5 σελίδες με θέμα την τοποθεσία Δαφνί)
Νικόλαος Α. Καρώρης
Ημερολόγιο: 8η Ιουλίου 1826: «δέκα εξ Κουκουβανιώται (Κουκουβάουνες)
χθες εις Δαφνί έκτύπησαν εν μικρόν σώμα εχθρικόν, εφόνευσαν ένα, ελά-
βωσαν τεσσάρας, επήραν καί τίνα λάφυρα».
27 ‘Ιουλίου 1826 «Το πρωί εφάνησαν ερχόμενοι από τον δρόμον του Δαφ-
νιού περί τους 100 ιππείς. «Από τούτο από καί αλλά σημεία όσα παρε-

39
τηρήσαμεν εχθές εσυμπεράναμε.· ότι εις ‘Ελευσίνα ασχολούνται πολύ οί
Τούρκοι»
…προ της 4ης Αύγουστου 1826 καταληφθή ή μονή Δαφνιού υπό τών Τούρ-
κων, απόπειρα δε τών Ελλήνων προς κατάληψιν αυτής, ώς φαίνεται, απέ-
τυχε.
«Έχει δε γραφή ή περί ης ό λόγος επιστολή τοΰ στρατάρχου Καραϊσκάκη
τη 4 Αυγούστου 182(εξ Έλευσΐνος *) προς τον ‹Αθήναιον Νικόλαον Λογοθέ-
την Χωματιανόν: «Προς τούτοις—γράφει μεταξύ άλλων ό Καραϊσκάκης—
επείγαμεν, και εις το Μοναστίρι το Δαφνί το όποιον, κατά κακήν τΰχην το
έχουν πιασμένον όί εχθροί…»
[6-8 Αυγούστου 1826 έγιναν οι δύο Μάχες Χαϊδαρίου]
5 Αύγουστου 1826 ό Νικόλαος Ά. Καρώρης
«Περί.... τάς 6 ώρας της νυκτός άρχισεν αιφνίδιος τουφεκισμός μέσα εις τα
Σεπόλια. Οι άνθρωποι [=οί πολιορκοΰμενοι «Ελληνες επί τής Ακροπόλε-
ως] έπετάχθηοαν όλοι και βλέπουν τον τουφεκιομον να εκτείνεται εις τον
κάμπον κατά το Δαφνί έξω του ελαιώνος....».
«6 Αυγούστου [1826/· «Αφου δε εξημερώσει; τί να Ιδούν; «Ολη ή περιφέ-
ρεια τον χωρίον Χαϊντάρι, ή εκκλησία τοΰ Προφήτου Ηλία, το ρεύμα (ρέμα)
και οί λόφοι εκείνοι γιεματοι από στρατεύματα Ελληνικά εκεί έτριγύριζε
και το ιππικών τών Τούρκων και ετουφεκίζοντο με τους εδικούς μας....»
Ο Κώστας Φωτεινάκης είναι ερευνητής της τοπικής ιστορίας, συγγραφέ-
ας του Ιστορικού Λευκώματος «Χαϊδάρι - Τόπος και Άνθρωποι», εκδότης
του περιοδικού «Προσανατολισμοί», μέλος Συντακτικών Επιτροπών περι-
οδικών, διαχειριστής ιστορικών και πολιτιστικών blog, πρόεδρος του Ελ-
ληνικού Δικτύου ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ. Έχει διατελέσει Δημοτικός Σύμβου-
λος Χαϊδαρίου.

40
Α’ Μέρος

Ενδεικτική βιβλιογραφία - Πηγές:


1. Mark H. Munn, Τhe Defense of Attica - The Dema Wall and the
Boiotian War of 378-375 B.C. UNIVERSITY OF CALIFORNIA PRESS
Berkeley · Los Angeles · Oxford © 1993 – The Regents of the University
of California
2. Νίκος Α. Μπέης, ΕΚ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΔΑΦΝΙΟΥ ΚΑΙ
ΤΗΣ ΠΕΡΙΧΩΡΟΥ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ (1821-1827), Δελτίο
Χριστιανικής Αρχαιολογίας, 1927
3. Χρήστος Βυζάντιος, “Ιστορία των κατά την ελληνικήν επανάστασιν
εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων
συμμέτεσχεν ο τακτικός στρατός από του 1821 μέχρι του 1833” (Γ’
Έκδοση 1901, Κεφάλαιο Η’- Μάχη Χαϊδαρίου και αυθεντικά σχέδια
των μαχών, σελ. 137 – 160]
4. Χριστόφορος Παιρεβός, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ, 1836
5. Διονύσιος Σουρμελής, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ, 1853
6. Βιογραφίες: Καραϊσκάκη, Γενναίου Κολοκοτρώνη κ.ά.
7. Δημήτριος Αινιάν - Βιογραφία Καραϊσκάκη
8. Δημήτρη Καμπούρογλου, ΤΟ ΔΑΦΝΙ, 1920
9. Δήμος Χαϊδαρίου, «Συναντήσεις με την ιστορία», 2006
10. Κώστας Φωτεινάκης, «ΧΑΪΔΑΡΙ – Τόπος και Άνθρωποι», 2007
11. Κώστας Φωτεινάκης, «ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΣΟΣ ΧΑΪΔΑΡΙΟΥ ΣΤΑ ΤΑΜΠΟΥΡΙΑ
ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 21 ΣΤΟ ΠΟΙΚΙΛΟ ΟΡΟΣ», 2021
12. GORDON THOMAS. SIR, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ,
ΜΙΕΤ (ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ), 2015 (τ.3 - σ.195-
201)
13. Αρχείο Στρατηγού Βάσου Μαυροβουνιώτη, Κ.Ε.Ν.Ι., 2013
14. Κώστας Φωτεινάκης (επιμέλεια) «6-8 Αυγούστου 1826 | Η ΜΑΧΗ
ΤΟΥ ΧΑΪΔΑΡΙΟΥ με τους Καραϊσκάκη, Φαβιέρο κ.ά. κατά του
Κιουταχή»
15. Κώστας Φωτεινάκης (επιμέλεια) «Η Επανάσταση του ‘21 και η
Μονή Δαφνίου - Η Μάχη στο Δαφνί 21 Μαρτίου 1827 και η θέση
«περαταριά»

41
16. ΥΠΠΟΑ - ΕΦΑΔΑ - ΑΙΓΑΙΑΣ ΑΜΚΕ «Φιλελληνισμός και Ελληνική
Επανάσταση - Η Μονή Δαφνίου μέσα από τους Περιηγητές» (έκθεση
24.11.2021 - 25.03.2022), Πληροφορίες από το Οδηγό της έκθεσης.
17. Γεωργίου Φίνλεϋ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Α΄, τ.Β’,
Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2008
18. Douglas Dakin, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-
1833, MIET, 1983
19. HOWE SAMUEL-GRIDLEY, ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΚΙΑΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, ΕΚΑΤΗ, 1977, 1983
20. Kaupert, Johann A, Χάρτες της Αττικής/ Karten von Attika - Χάρτης
VI. PYRGOS
21. «Αντικρίζοντας την Ελευθερία! Στη Βουλή των Ελλήνων, δύο
αιώνες μετά», Βουλή των Ελλήνων, https://www.youtube.com/
watch?v=352o1bq5jwQ&ab_channel=HellenicParliamentTV
22. Στέφανος Παπαγεωργίου «Η μάχη του Καματερού (27 Ιανουαρίου
1827) & δύο ανέκδοτες καταγραμμένες αφηγήσεις αγωνιστών», 2013
23. ΜΑΖΑΟΥΕΡ ΜΑΡΚ/ MAZOWER MARK, «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ»,
Αλεξάνδρεια, 2021
24. Δημήτρης Φωτιάδης, «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ», 1956 (πολλές εκδόσεις)
25. Σπυρίδων Τρικούπης, «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», 1875
(πολλές εκδόσεις)
26. Σάμουελ Χάου/ S.G. Howe, «ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ 1825-
1829», Καραβίας, 1971
27. Σπύρος Τρικούπης, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ», 4
τόμοι. Ιδιαίτερες αναφορές στον 4ο τόμο, σ.72-76, 93, 134 - 135. Νέα
Σύνορα - Λιβάνης, 1993
28. Γενναίος Κολοκοτρώνης, Ελληνικά Υπομνήματα ήτοι Επιστολαί και
Διάφορα Έγγραφα Αφορούντα την Ελληνική Επανάστασιν από το
1821 μέχρι 1827. Συλλεγέντα μεν υπό του Υποστρατήγου Ιωάννου
Θ.Κολοκοτρώνη. Εκδοθέντα δε υπό Χ.Ν. Φιλλαδελφέως, Αθήνασι
1856, σ.373 - 376, 430 - 439, 444-445
29. Κωνσταντίνος Παντ. Καλλιαντάς, «Εις Ελευσίνα», ΧΑΤΖΗΛΑΚΟΣ,
2021 (αναφέρονται σελίδες για την Επανάσταση του ‘21 και το
Στρατόπεδο του Καραϊσκάκη στην Ελευσίνα)

42
Α’ Μέρος

30. Αντικρίζοντας την Ελευθερία! Στη Βουλή των Ελλήνων, https://www.


antikrizontas-tin-eleftheria.gr/
31. Ειδικό blog για τα «Ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο
Όρος», https://tambouria1821.blogspot.com
32. «Τραγωδία ο θάνατος του Καραϊσκάκη ή η Διάλυσις του Ελληνικού
στρατοπέδου εις την Αττικήν» / συντεθείσα από τον Γ. Αναξαγόραν
Ναύτην, Λιβόρνο, 1928, https://bit.ly/3J9h4hs
33. Δημήτρης Σταμέλος, «Ο θάνατος του Καραϊσκάκη - Συμπτωματικό
γεγονός ή οργανωμένη δολοφονία;» ΕΣΤΙΑ, 2009
34. Ιωάννης Δασκαρόλης, «ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ Ο ΕΦΗΒΟΣ
ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ 1821», ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, 2021. (κεφάλαιο Η εκστρα-
τεία του Γενναίου στη Στερεά Ελλάδα προς υποστήριξη του Καραϊ-
σκάκη και η καταστροφή στο Ανάλατο)

Ο Χάρτης με τα TAMBPURIA AIGALEOS KHAIDARI περιέχεται στο βιβλίο


“Mark H. Munn, Τhe Defense of Attica - The Dema Wall and the Boiotian War
of 378-375 B.C”. UNIVERSITY OF CALIFORNIA PRESS Berkeley Los Angeles
Oxford © 1993 – The Regents of the University of California.”

43
44
Α’ Μέρος

Συγγραφέας: Γεώργιος Αναξαγόρας Ναύτης


Τίτλος: Τραγωδία Ο θάνατος του Καραϊσκάκη ή η Διάλυσις του
Ελληνικού Στρατοπέδου εις την Αττικήν
Τόπος & Χρόνος: Λιβόρνο 1828
Εκδοτικός Οίκος: Εκ της του Ι.Π. Ποτσολίνου Τυπογραφία
Βιβλιοθήκη της Βουλής, https://bit.ly/3J9h4hs

45
Συγγραφέας: Δημήτριος Αινιάν
Τίτλος: Ο Καραϊσκάκης ή του Καραϊσκάκη βιογραφία και λεπτομερής
έκθεσις Της τελευταίας εκστρατείας αυτού υπέρ των Αθηνών
Τόπος & Χρόνος: Χαλκίδα 1834
Εκδοτικός Οίκος: Εκ της τυπογραφίας διευθυνομένης παρά
Κωνσταντίνου Μ. Αρσενιάδου εκ Μαντινείας
Προέλευση: Βιβλιοθήκη της Βουλής

46
Β’ Μέρος

Β’ ΜΕΡΟΣ

Childe Harold’s Pilgrimage, A Romaunt: And Other Poems, 1812


Εκδοτικός Οίκος: T. Davison | Βιβλιοθήκη της Βουλής

47
Τρία ποιήματα του Λόρδου Βύρωνα

Από το Canto IV του «Childe Harold’s Pilgrimage» του Λόρδου


Βύρωνα
«Το προσκύνημα του Τσάϊλντ Χάρολντ»

There is a pleasure in the pathless woods,


There is a rapture on the lonely shore,
There is society where none intrudes,
By the deep Sea, and music in its roar:
I love not Man the less, but Nature more,
From these our interviews, in which I steal
From all I may be, or have been before,
To mingle with the Universe, and feel
What I can ne’er express, yet cannot all conceal.

Roll on, thou deep and dark blue Ocean–roll!


Ten thousand fleets sweep over thee in vain;
Man marks the earth with ruin–his control
Stops with the shore;–upon the watery plain
The wrecks are all thy deed, nor doth remain
A shadow of man’s ravage, save his own,
When for a moment, like a drop of rain,
He sinks into thy depths with bubbling groan,
Without a grave, unknelled, uncoffined, and unknown.

48
Β’ Μέρος

His steps are not upon thy paths,–thy fields


Are not a spoil for him,–thou dost arise
And shake him from thee; the vile strength he wields
For earth’s destruction thou dost all despise,
Spurning him from thy bosom to the skies,
And send’st him, shivering in thy playful spray
And howling, to his gods, where haply lies
His petty hope in some near port or bay,
And dashest him again to earth: –there let him lay.

The armaments which thunderstrike the walls


Of rock-built cities, bidding nations quake,
And monarchs tremble in their capitals.
The oak leviathans, whose huge ribs make
Their clay creator the vain title take
Of lord of thee, and arbiter of war;
These are thy toys, and, as the snowy flake,
They melt into thy yeast of waves, which mar
Alike the Armada’s pride, or spoils of Trafalgar.

Thy shores are empires, changed in all save thee–


Assyria, Greece, Rome, Carthage, what are they?
Thy waters washed them power while they were free
And many a tyrant since: their shores obey
The stranger, slave, or savage; their decay
Has dried up realms to deserts: not so thou,
Unchangeable save to thy wild waves’ play–
Time writes no wrinkle on thine azure brow–
Such as creation’s dawn beheld, thou rollest now.

49
Τα νησιά της Ελλάδας
Ποίηση: Λόρδος Βύρων | Μετάφραση: Αργύρης Εφταλιώτης
Από τη συλλογή «Παλιοί σκοποί»

Τὰ νησιὰ τῆς Ἑλλάδας! ὦ νησιὰ βλογημένα,


Ποῦ μὲ ἀγάπη καὶ φλόγα μιὰ Σαπφὼ τραγουδοῦσε,
Ποῦ πολέμων κ› εἰρήνης δῶρα ἀνθίζαν σπαρμένα,
Ποῦ τὸ φέγγος του ὁ Φοῖβος ἀπ› τὴ Δῆλο σκορποῦσε!
Ἄχ, ἀτέλειωτος ἥλιος σᾶς χρυσώνει ὡς τὰ τώρα,
Μὰ βασίλεψαν ὅλα, ὅλα τἄλλα σας δῶρα!

Καὶ τῆς Χίος τὴ Μοῦσα, καὶ τῆς Τέως τὴ λύρα,


Ἀντρειοσύνης κι ἀγάπης δοξαρίσματα πρῶτα,
Σὲ ἄλλους τόπους γιὰ φήμη τὰ μετάφερε ἡ Μοῖρα,
Γιατί ἡ μαύρη τους μάννα μήτε ἄ ζοῦνε δὲ ρώτα!
Κι ἀντιλάλησαν ξάφνω παραπέρα στὴ Δύση
Ἀπ› ἐκεῖ ποῦ ἀνθίζαν τῶ «Μακάρων αἱ νῆσοι».

Τὰ βουνὰ τὸ μεγάλο Μαραθώνα θωρᾶνε,


Κ› ἡ ἀθάνατη βλέπει τὰ πελάγη κοιλάδα.
Ἐδῶ πέρα μονάχος συλλογιόμουν πῶς νἆναι
Θὰ μποροῦσε καὶ πάλε μιὰ ἐλεύτερη Ἑλλάδα!
Γιατὶ πῶς νὰ κοιτάζω τὸ Περσάνικο μνῆμα,
Καὶ νὰ λέγω πῶς εἶμαι τῆς σκλαβιᾶς κ› ἐγὼ θῦμα!

Στὸν γκρεμνὸ ποῦ ἀντικρύζει τὴ μικρὴ Σαλαμῖνα,


Μιὰ φορὰ βασιλέας θρονιαζότανε. Κάτου
Δίχως τέλος καράβια μὲ τἀμέτρητα ἐκεῖνα
Μαζευόντανε πλήθη. Εἶταν ὅλα δικά του.
Τὴν αὐγὴ μὲ καμάρι τὰ μετροῦσε ἐκεῖ πέρα,

50
Β’ Μέρος

Μὰ τί γένηκαν ὅλα σάνε βράδιασε ἡ μέρα!

Ποῦ εἶν› ἐκεῖνα! Ποῦ εἶναι, ὦ πατρίδα καημένη!


Κάθε λόγγος σου τώρα κι ἀκρογιάλι ἐβωβάθη!
Τῶν παλιῶν τῶν ἡρώων ἕνας μῦθος δὲ μένει,
Τῆς μεγάλης καρδιᾶς τους κάθε χτύπος ἐχάθη.
Καὶ τὴ λύρα σου ἀκόμα τὴν ἀφῆκες, ὠημένα!
Ἀπ› τοὺς θείους σου ψάλτες νὰ ξεπέσῃ σ’ ἐμένα!

Μὲς στὸν ἄδοξο δρόμο ποῦ μιὰ τύχη μὲ σέρνει


Μὲ φυλὴ ποῦ σηκώνει τῆς σκλαβιᾶς ἁλυσίδα,
Κάποιο βάλσαμο κρύφιο στὸ τραγούδι μου φέρνει
Ἡ ντροπὴ ποῦ μὲ πιάνει γιὰ μιὰ τέτοια πατρίδα!
Καὶ τί νἄχῃ ἐδῶ ἄλλο ποιητὴς παρὰ μόνο
Γιὰ τοὺς Ἕλληνες πίκρα, γιὰ τὴ χώρα τους πόνο!

Πρέπει τάχα νὰ κλαῖμε μεγαλεῖα χαμένα,


Καὶ ντροπὴ νὰ μᾶς βάφῃ ἀντὶς αἷμα, σὰν πρῶτα;
Βγάλε, ὦ γῆς δοξασμένη, ἀπ› τὰ σπλάχνα σου ἕνα
Ἱερὸ ἀπομεινάρι τῶν παιδιῶν τοῦ Εὐρώτα!
Ἀπ› ἐκειοὺς τους Τρακόσους τρεῖς ἄν ἔρθουνε, φτάνουν
Ἄλλη μιὰ Θερμοπύλα στὰ βουνά σου νὰ κάνουν.

Πῶς! Ἀκόμα σωπαίνουν; Πῶς! Ἀκόμα συχάζουν;


Ὄχι, ὄχι! Ἀκούγω τὶς ψυχὲς ἀπ› τὸν ᾍδη
Σὰν ποτάμι ποῦ τρέχει μακρινὰ, νὰ φωνάζουν:
«Ἕνας μόνο ἄς σαλέψῃ ζωντανὸς, καὶ κοπάδι
Ἀπ› τῆ γῆς ἀποκάτου λεβεντιὰ ξεκινοῦμε.
Εἶναι αὐτοὶ ποῦ κοιμοῦνται· ἐμεῖς ἀκομα σ› ἀκοῦμε!»

Ἄχ, τοῦ κάκου, τοῦ κάκου! ἄλλες λύρες στὰ χέρια!

51
Μὲ σαμιώτικο τώρα τὸ ποτήρι ἄς γεμίσῃ.
Ἄφινε αἷμα καὶ μάχες γιὰ τὰ τούρκικα ἀσκέρια,
Καὶ καθένας τὸ αἷμα τοῦ ἀμπελιοῦ του ἄς μᾶς χύσῃ!
Δές τους! Ὅλοι ξυπνᾶνε καὶ πετοῦν ὡς ἀπάνω,
Τοῦ μικρόψυχου Βάκχου τὸ ἐγκώμιο σὰν κάνω!

Τὸν Πυρρίχιο χορό σας ὡς τὰ τώρα βαστᾶτε,


Ἡ Πυρρίχια ἡ «φάλαγξ» ποῦ νὰ πῆγε, καημένοι!
Ἀπὸ δυὸ τέτοια δῶρα πῶς ἐκεῖνο ξεχνᾶτε
Ποῦ ψυχὲς ἀντρειώνει καὶ καρδιὲς ἀνεσταίνει!
Καὶ τὰ γράμματα ἀκόμα ἑνὸς Κάδμου κρατεῖτε·
Τάχα νἆταν γιὰ σκλάβους τὰ ψηφιά του θαρρεῖτε;

Τὸ Σαμιώτικο χύνε στὸ ποτήρι ὡς τὰ χείλη!


Ὄξω οἱ λῦπες! Ἐλᾶτε μὲ τὴν πλώσκα γεμάτη!
Ἔτσι ἔψελνε ὁ θεῖος Ἀνακρέοντας, φίλοι!
Σκλάβος εἶταν κ› ἐκεῖνος, μὰ ἑνὸς Πολυκράτη.
Ἀπὸ ξένους τυράννους δὲν ἐγνώριζαν τότες·
Εἶταν αἷμα δικό τους, σὰν κι αὐτοὺς πατριῶτες.

Τὴ Χερσόνησο ἕνας μιὰ φορὰ τυραννοῦσε,


Μὰ διαφέντευε πρῶτος τὰ καλὰ, τὴν τιμή της.
Μιλτιάδη τὸν λέγαν. Ἄχ, καὶ πάλε νὰ ζοῦσε!
Ἕνα ἄς εἶχε ἡ πατρίδα τέτοιο πάλε παιδί της!
Βασιλιὰς σὰν κ› ἐκεῖνον ποιό λαὸ δὲ μαγεύει!
Βασιλιὰς ποῦ μὲ ἀγάπη μοναχὴ σὲ δεσμεύει.

Στὸ ποτήρι μου πάλε τὸ Σαμιώτικο χύνε!


Στὸ Σουλιώτικο βράχο, πρὸς τῆς Πάργας τὸ χῶμα,
Γενεὰ σιδερένια ὡς τὰ σήμερα εἶναι,
Ποῦ ἀπὸ μάννες Δωρίδες λὲς καὶ βγαίνει ἀκόμα.

52
Β’ Μέρος

Ἴσως μένει ἐκεῖ πέρα κάποιος σπόρος κρυμμένος,


Ποῦ θὰ δείξῃ ἄ δὲν εἶναι Ἡρακλείδικο γένος.

Ἀπ› τοὺς ἄπιστους Φράγκους λευτεριὰ μὴ ζητᾶτε!


Ἐκεῖ ζοῦν ἡγεμόνες ποῦ πουλοῦν κι ἀγοράζουν.
Μὲ δικό σας τουφέκι καὶ σπαθὶ πολεμᾶτε!
Αὐτοῦ θἄβρετ› ἐλπίδα, κι ὅ,τι θέλουν ἄς τάζουν.
Ζυγὸς Τούρκου, μὲ Φράγκου πονηριὰ σὰν ταιριάσουν
Τὴν ἀσπίδα, ὅσο νἆναι δυνατὴ, θὰ τὴ σπάσουν.

Μὲ Σαμιώτικο πάλε τὸ ποτήρι ἄς γεμίσῃ!


Μὲς στὸν ἴσκιο χορεύουν οἱ κοπέλλες μας πάλι·
Σὰν τὰ μαῦρα τους μάτια δὲν εἶδε ἄλλα ἡ φύση,
Μὰ σὰ βλέπω τὴ νιότη καὶ τἀφρᾶτα τους κάλλη,
Τὸ δικό μου τὸ μάτι τὸ θολώνει μιὰ στάλα,
Ποῦ γιὰ σκλάβους τὸ θένε τῶ βυζιῶν τους τὸ γάλα!

Στοῦ Σουνιοῦ θὰ καθίσω τὸ μαρμάρινο βράχο,


Σύντροφό μου τὸ κῦμα τοῦ Αἰγαίου θὰ κάνω,
Αὐτὸ ἐμένα νἀκούγῃ, κ’ ἐγὼ ἐκεῖνο μονάχο,
Κ› ἐκεῖ ἀπάνω σὰν κύκνος μὲ τραγούδι ἄς πεθάνω.
Δὲ σηκώνει ἡ ψυχή μου σκλάβα γῆ! Χτύπα κάτω
Τῆς σκλαβιᾶς τὸ ποτήρι, κι ἄς πάῃ νἆναι γεμᾶτο!

53
Ἀπὸ την «Parisina»
Ποίηση: Λόρδος Βύρων
Μετάφραση: Λορέντζος Μαβίλης

Ι
Ἡ ὧρα εἶν’ αὐτὴ ποῦ ἀπὸ τοὺς κλώνους βγαίνει
Ὁ ψιλὸς τ’ ἀηδονιοῦ κελαϊδισμός,
Ποῦ εἰς κάθε του μιλιὰ μουρμουρισμένη
Φαίνεται ὁ πόθος τοῦ ἐραστῆ γλυκός.
Καὶ τ’ ἀεράκι ποῦ τερπνὰ φυσάει
Καὶ τὸ ρυάκι ποῦ σιμὰ κυλάει
Μουσικὴ χύνουν σὰ φιλέρμ’ αὐτιά.
Εἶναι ψηλὰ τ’ ἀστέρι’ ἀνταμωμένα,
Κάτου στὴν γῆν εἶν’ ἐλαφρὰ βρεμένα
Ὄλα τὰ λουλουδάκια μὲ δροσιά.
Τὸ γαλάζιο τὸ κῦμα εἶναι βαθύτερο
Κ’ ἕνα ξάστερο σκότος ’ς τὸν αἰθέρα,
’Στὴ γλυκειά του μαυράδα καθαρό,
Ὁπ’ ἔρχεται ὅταν βασιλεύσ’ ἡ μέρα
Τὴν ὥρα ποῦ φεγγάρι λαμπηρὸ
Τοῦ δειλινοῦ τὸ φῶς σκορπίζει πέρα.

ΙΙ
Ἀλλ’ ὄχι τοῦ νεροῦ γιὰ ν’ ἀγροικήσῃ
Tὸν καταρράκτ’ ἡ Παριζίνα βγαίνει,
Ὄχι τὸ οὐράνιο φῶς γιὰ ν’ ἀντικρύσῃ
Eἰς τὰ μαυράδια τῆς νυκτὸς προβαίνει.
Κι’ ἂν εἰς τὸ περιβόλι αὐτὴ καθίζει
Δὲν εἶναι γιὰ τὰ ὁλάνοικτα λουλούδια,
Aὐτιάζεται — ὄχι γι’ αἠδονιοῦ τραγούδια —

54
Β’ Μέρος

Ἂν καὶ τέτοια λαλιὰ ν’ ἀκούσῃ ἐλπίζει.


Καὶ νά μὲς τὰ πυκνὰ φύλλα γλυστράει
Ἕνα πάτημα, ἡ ὄψη της χλωμιάζει —
Kαὶ ἡ καρδιά της γοργότερα κτυπάει.
Μέσ’ ἀπ’ τὰ στήθη της φουσκόνουν!
Μιὰ στιγμὴ μόνη ἀκόμα — κι’ ἀνταμόνουν —
Ἐπέρασε ἡ στιγμή — καὶ πέφτει ἐμπρός της
Mὲ μιᾶς γονατισμένος ὁ καλός της.

III
Καὶ τί τοὺς μέλει τώρα ὁ κόσμος ὅλος
Μὲ τὸν καιρὸν ὁποῦ τὰ πάντα ἀλλάζει;
Ὅσα ἐκεῖ ζοῦν — ἡ γῆ κι’ ὁ οὐρανὸς θόλος —
Σὰν τίποτα ὅλα ὁ νοῦς τὰ λογιάζει.
Καθὼς νεκροὶ νὰ ἦσαν δὲν προσέχουν
’Σ ὅ,τι κάτω, ψηλά, γύρω τους ἔχουν,
Πῶς ὅλα τἄλλα ἐπέρασαν θαρροῦν,
Πῶς ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο μόνοι ζοῦν.
Στενάζουν μὲ βαθειὰ γλυκάδα τόση
Ποῦ ἂν δὲν ἔπαυε ἐκείνη ἡ εὐτυχισμένη
Τρέλλα, στάχτ’ ᾑ καρδιαῖς ἤθελαν γένῃ
Ὅσαις παρόμοια φλόγα ἔχει πυρώσῃ.
Φαντάζονται οὐδὲ κἂν κρῖμα ἢ κινδύνους
’Σ τοῦ τρυφεροῦ τῶν ὄνειρων τὴ ζάλη;
Ποιὸς ποτέ του ἐσταμάτησε ἀπ’ ἐκείνους
Ὅσοι ἀγροικῆσαν μέσα τὴν μεγάλη
Tοῦ πάθους τούτου ὁρμή; ποιὸς ἐφοβήθη
Πιὰν τέτοιαν ὥρα; ἢ ποιὸς ἀνανοήθη
Πόσο λίγο βαστοῦν τέτοιες στιγμές;
Ἀλλ’ ὅμως νὰ ποῦ πέρασαν κι’ αὐταῖς!

55
Κι’ ὁ καθείς μας ξυπνᾷ προτοῦ γνωρίσῃ
Π’ ὄνειρο τέτοιο πλιὰ δὲ θὰ γυρίσῃ.

IV
Μὲ ματιαῖς φεύγουν κεῖθε ἀργὰ ριγμέναις,
Ποῦ ἀπόλαυσαν χαραῖς κριματισμέναις,
Κ’ ἐλπίζουν, πλῆν λυποῦνται, ὡσὰν στερνὸς
Γι’ αὐτοὺς ἐκεῖνος νὰ ἦταν χωρισμός.
Οἱ πλήθιοι στεναγμοί, τὸ σφιχτοἀγκάλιασμα
Καὶ τῶν φιλιῶν τὸ ἀτέλειωτο ἀναγάλλιασμα
Ἐνῷ φέγγει ὁ οὐρανὸς εἰς τὴ θωριά της,
Ὁποῦ, ὡς φοβᾶται, δὲν τὴ συχωράει,
Ὡς νἄβλεπε τὸ μέγα ἁμάρτημά της
Κάθ’ ἄστρο γαληνὸ ποῦ τοὺς τηράει —
Τ’ ἀγκάλιασμα κ’ οἱ πλήθιοι στεναγμοὶ
Δεμένους τοὺς κρατοῦν ἀκόμη ἐκεῖ.
Ἀλλ’ ἔφθασε ἡ συιγμὴ νὰ χωρισθοῦν,
Μὲ βαρειὰ τὴν καρδιὰ καὶ τρομασμένοι,
Ἀπ’ ταῖς ἀνατριχίλαις παγωμένοι
ὁποῦ γοργὰ τὸ κρῖμ’ ἀκολουθοῦν.

V
Καὶ ὁ Οὗγος πάει στὴν ἔρημή του κλίνη.
Ἄλλου γυναῖκα ἐκεῖ νὰ ἐπιθυμήσῃ,
πλὴν τ’ ἄπιστο κεφάλι της ἐκείνη
Σιμὰ στὸν καλὸν ἄνδρα θ’ ἀκουμβήσῃ.
Στὸν ὕπνον ὅμως δείχνει θερμασμένη
...........................................................................................................................
.........................................................................................................................

56
Β’ Μέρος

VI
Τὴ σφίγγει στὴν καρδιά του κοιμημένη,
Γροικῶντας κάθε λέξη της κομμένη·
Κι’ ἀκούει — τί σαστίζει κι’ ὅλος φρίκη
Σὰ νἄκουε τ’ Ἀρχαγγέλου τὴ φωνή;
Καὶ πῶς νὰ μὴ σαστίσῃ; Καταδίκη
Δὲ θὲ νὰ τοῦ βροντᾷ πλιὸ τρομερὴ
’Σ τὸ μνῆμα ὅταν γιὰ πάντα θὰ ξυπνήσῃ
Τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ γιὰ ν’ ἀντικρύσῃ.
Πῶς νὰ μὴ φρίξῃ; Τὴ γλυκειά του εἰρήνη
Ἡ μιλιὰ τοῦ κατάστρεψεν ἐκείνη.
Ἕνα μουρμουρητὸ ἀποκοιμισμένο,
Τὄνομ’ αὐτὸ σιγὰ ψιθυρισμένο,
Τῆς γυναικὸς τὸ κρῖμα φανερόνει
Καὶ μ’ ἐντροπὴ τὸν Ἄζο κηλιδόνει.
Καὶ τίνος τὄνομα εἶναι ποῦ βογγάει
Εἰς τὸ προσκέφαλό του φοβερό,
Καθὼς τὸ κῦμα ποῦ στὴν ἄκρη σπάει
Πετῶντας τὸ σανίδι ’ς τὸ σκληρὸ
Βράχο καὶ τὸν πνιμμένον κομματιάζει
Τὸν δύστυχο ποῦ πέφτει καὶ βουλιάζει,
Γιὰ νὰ μὴν ἀνεβῇ στὸν κόσμο πλιά;
Παρόμοια στὴν ψυχὴ τοὖλθ’ ἡ κτυπιά.
Τίνος τ’ ὄνομ’ αὐτό; Τ’ Οὕγου; Ἐκεινοῦ;
Ἀλήθεια! αὐτὸ δὲν τοὖχ’ ἐλθεῖ στὸ νοῦ!
Τοῦ Οὕγου, τοῦ παιδιοῦ μιᾶς π’ ἀγαποῦσε,
Τοῦ δικοῦ του παιδιοῦ ποῦ ἦταν κακὸς
Τῆς διεστραμμένης νειότης του καρπός,
Ὅταν τὴ Λεύκω ὁ Ἄζος ἀπατοῦσε,
Τὴν κόρη ποῦ ’ς τὴν τρέλλα της πιστεύθη
Αὐτὸν ποῦ ἀπέκει δὲν τὴν ἐπαντρεύθη.

57
VII
Τὸ μαχαῖρι ἀπ’ τὴ θήκη πάει νὰ βγάλῃ,
Ἀλλὰ πρὶν ὅλο βγῇ τὸ κρύβει πάλι.
Ἄν καὶ τῆς ἄξιζε, ὅμως δὲν τολμάει
Μορφὴ νὰ σφάξῃ τόσο ἀγγελική,
Κἄν ὄχι ἐνῷ γελᾷ στὸν ὕπνο – ἐκεῖ,
Ὄχι, δὲν εἰμπορεῖ. Δὲν τὴν ξυπνάει!

Ἀλλ’ ἀπάνου της βλέπει μ’ ἕνα μάτι,


Ποῦ ἂν σηκονόνταν κείνη ἀπ’ τὸ κρεββάτι,
Θἄπεφτε πάλι πίσω κοιμισμένη
Μὲ τὴν κάθε αἴσθησή της παγωμένη.
’Σ τὰ φρύδια του χοντραῖς σταλαματιαῖς
Ἄστραφταν εἰς τοῦ λύχνου ταῖς φωτιαῖς,
Ἀκόμη αὐτὴ κοιμοῦνταν. Δὲ μιλοῦσε.
’Στὸ νοῦ του αὐτὸς ταῖς μέραις της μετροῦσε.

58
Γ’ Μέρος

Γ’ ΜΕΡΟΣ

Τέσσερα ποιήματα για το Λόρδο Βύρωνα

Διονύσιος Σολωμός, Κώστας Καριωτάκης, Ανδρέας Κάλβος,


Κωστής Παλαμάς

Εἰς τὸν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάιρον (7 Απριλίου 1824)


Ποίηση: Διονύσιος Σολωμός

1.
Λευτεριά, γιὰ λίγο πάψε
νὰ χτυπᾶς μὲ τὸ σπαθί.
Τώρα σίμωσε καὶ κλάψε
εἰς τοῦ Μπάιρον τὸ κορμί.

2.
Καὶ κατόπι ἂς ἀκλουθοῦνε
ὅσοι ἐπράξανε λαμπρά.
ἀποπάνου του ἂς χτυποῦνε
μόνο στήθια ἡρωικά.

3.
Πρῶτοι ἂς ἔλθουνε οἱ Σουλιῶτες,

59
καὶ ἀπ᾿ τὸ Λείψανον αὐτὸ
ἂς μακραίνουνε οἱ προδότες
καὶ ἀπ᾿ τὰ λόγια ὁποῦ θὰ πῶ.

4.
Φλάμπουρα, ὄπλα τιμημένα,
ἂς γυρθοῦν κατὰ τὴ γῆ,
καθὼς ἤτανε γυρμένα
εἰς τοῦ Μάρκου τὴ θανή,

5.
ποῦ βαστοῦσε τὸ μαχαίρι,
ὅταν τοῦ ῾λειψε ἡ ζωή,
μεσ᾿ στὸ ἀνδρόφονο τὸ χέρι,
καὶ δὲν τ᾿ ἄφηνε νὰ βγεῖ.

6.
Ἀναθράφηκε ὁ γενναῖος
στῶν ἁρμάτων τὴν κλαγγή.
Τοῦτον ἔμπνευσε, ὄντας νέος,
μία θεὰ μελωδική.

7.
Μὲ τὲς θεῖες τὶς ἀδελφάδες
ἐστεκότουν σιωπηλή,
ἐνῶ αὐξαίνανε οἱ λαμπράδες
στοῦ Θεοῦ τὴν κεφαλή,

8.
ποῦ ἐμελέτουνε τὴ Χτίσι.
Καὶ ὅτι ἐβγῆκε ἡ προσταγή,
ὁποῦ ἐστένεψε τὴ Φύση

60
Γ’ Μέρος

αἰφνιδίως νὰ φωτιστεῖ,

9.
Μὲ τὰ μάτια ἀκολουθώντας
τὸ νεογέννητο τὸ φῶς,
καὶ σὲ δαῦτο ἀναφτερώντας,
τῆς ἐξέβγαινε ὁ ψαλμὸς

10.
ἀπ᾿ τ᾿ ἀθάνατο τὸ στόμα,
καὶ ἀπομάκραινε ἡ βροντή,
ποῦ τὸ Χάος ἔκανε ἀκόμα
στὴν ὀγλήγορη φυγή,

11.
ἕως ποὺ ὁλόκληρον ἐχάθη
στοῦ Ἔρεβου τὴ φυλακή,
ὅπου ἁπλώθηκε καὶ ἐστάθη
σὰν στὴν πρώτη του πηγή.

12.
- Ψάλλε, Μπάιρον, τοῦ λαλοῦσε,
ὅσες βλέπεις ὀμορφιές.
καὶ κειός, ποὺ ἐκρυφαγροικοῦσε
ἀνταπόκριση μ᾿ αὐτές,

13.
βάνεται, τὲς τραγουδάει
μ᾿ ἕνα χεῖλο ἁρμονικό,
καὶ τὰ πάθη ἔτσι στοῦ ῾γγιάει,
ποὺ τραγούδι πλέον ψηλό,

61
14.
δὲν ἀκούστηκεν, ἀπ᾿ ὦτα
ἔψαλ᾿ ὁ Ἄγγλος ὁ τυφλὸς
τ᾿ ἀγκαλιάσματα τὰ πρῶτα
ποὺ ἔδωσ᾿ ἄντρας γυναικός.

15.
Συχνὰ ἐβράχνιασε ἡ μιλιά του
τραγουδώντας λυπηρά,
πῶς στὸν ἥλιον ἀποκάτου
εἶναι λίγη ἐλευθεριά.

16.
«Κάθε γῆ» παραπονιέται
«ἐσκλαβώθηκε - εἶναι μία,
ὅπου ὁ ἄνθρωπος τιμιέται,
ἀπὸ δώθενε μακριά;

17.
Τὴν ὁποία χτυπάει τὸ νάμα
σύνορα τ᾿ Ἀτλαντικό.
μετανιώνει ἐν τῷ ἅμα
ὅποιος πάει μὲ στοχασμό,

18.
τὴ γλυκειὰν Ἐλευθερία
νὰ τὴν βλάψει ἀπὸ κοντά.
τὸ δοκίμασεν ἡ Ἀγγλία!
κανεὶς πλέον ἂς μὴν κοτᾶ».

19.
Καὶ ὅτι βούλεται νὰ φύγει

62
Γ’ Μέρος

ἐκεῖ πέρα ὁ Ποιητής,


ἀνεπόλπιστα ξανοίγει
ἐσὲ ἐδῶ νὰ πεταχτεῖς.

20.
Ἐπετάχτηκες: Μονάχη.
Χωρὶς ἄλλος νὰ σοῦ πεῖ.
Τώρα ἀρχίνησε τὴ μάχη,
κι ἐγὼ πλάκωσα μαζί.

21.
Νὰ σ᾿ τὸ πεῖ, καὶ νὰ σὲ ρίξει
στῶν Τουρκῶν τὲς τουφεκιὲς
ἀσυντρόφιαστη, ἂν ξανοίξει
τὲς περίστασες δεινές,

22.
κι ἂν τὲς εὕρει εὐτυχισμένες,
νά ῾λθει ἀντὶς γιὰ τὸν ἐχθρό,
μ᾿ ἄλλες ἅλυσες φτειασμένες
ἀποκάτου ἀπ᾿ τὸ Σταυρό,

23.
ποὖχε λάβει στὲς ἀγκάλες
ἀπὸ μᾶς, κι εἶχε θεούς,
ἀστραπές, ἀνεμοζάλες,
καὶ βροντὲς καὶ ποταμούς.

24.
Μόνον τ᾿ ἀδικοσφαγμένα
τὰ παιδιά σου, στριμωχτά,
μὲ τὰ χέρια τσακισμένα

63
σὲ ἐσπρώξαε ὀμπροστά,

25.
καὶ Σὺ ἐχύθηκες, πετώντας
μία ματιὰ στὸν Οὐρανό,
ποῦ τὰ δίκια σου θωρώντας,
ἀποκρίθηκε: Εἶμ᾿ ἐδῶ.

26.
Καὶ χτυπώντας ξεθυμαίνει
εἰς τὸ πέλαγο, εἰς τὴ γῆ,
ἡ ρομφαία σου πυρωμένη
ὂχ τὴν Ἄπλαστη Φωνή.

27.
Καὶ θαυμάσια τόσα πράχτει,
ὁποῦ οἱ Τύραννοι τῆς γῆς
σ᾿ ἐσὲ κίνησαν μὲ ἄχτι,
ὅμως ἔστρεψαν εὐθύς.

28.
Χαῖρε! Κι ὅποιος σὲ μισάει,
καὶ πικρὰ σὲ λοιδορεῖ,
εὐτυχιὰ νὰ πιθυμάει,
καὶ ποτὲ νὰ μὴ τὴν δεῖ.

29.
καὶ νὰ κλαίει πὼς ἦλθε ἡ ὥρα
ἡ πατρίς του νὰ δεθεῖ
μὲ τὰ σίδερα, ποὺ τώρα
πᾶς συντρίβοντας Ἐσύ.

64
Γ’ Μέρος

30.
Χαίρου ὡστόσο ὅλους τοὺς τόπους,
ποῦ ἐξανάλαβαν γοργὰ
πάλι ἐλεύθερους ἀνθρώπους.
Καὶ τοῦ Μπάϋρον τὴ χαρά.

31.
Χαίρου, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα
πράγματα ποὺ σὲ τιμοῦν.
Οἱ μεγάλοι τὰ μεγάλα,
ποῦ τοὺς μοιάζουνε, ἀγαποῦν.

32.
Βλέποντας σὲ ἀναγαλλιάζει
ἡ θλιμμένη τοῦ ψυχή,
καὶ τοῦ λέει. Ὄπλα φωνάζει
τώρα ἡ Ἑλλάδα. Πᾶμε ἐκεῖ.

33.
Καὶ κινάει νὰ σ᾿ ἀπαντήσει
καὶ ἡ Φήμη τοῦ Ποιητοῦ,
ποῦ τὸν κόσμο εἶχε γυρίσει,
καὶ τὴ δέχτηκαν παντοῦ,

34.
μπροστοπάταε, νὰ σὲ κράξει
μὲ ὄνομα τόσο γλυκύ,
ποὺ ὅποιο μάτι σὲ κοιτάξει
σὲ ξανοίγει πλέον σεμνή.

35.
Τὸν ἀκολούθησεν ὁ πλοῦτος,

65
θεῖος στὰ χέρια τοῦ καλοῦ,
καὶ κακόπραχτος, ἂν οὕτως
καὶ εἶν᾿ στὰ χέρια τοῦ κακοῦ.

36.
Μ᾿ ἕνα βλέμμα ὁποῦ φονεύει
τὰ φρονήματα τὰ αἰσχρά,
τρομερὴ τὸν συντροφεύει,
στέκοντάς του εἰς τὴ δεξιά.

37.
Καὶ ὄντας ἄφαντη στοὺς ἄλλους,
τοῦ Ἀλκαίου ἡ σκιά,
καὶ τοὺς ὤμους τοὺς μεγάλους
λίγο γέρνοντας, κρυφά,

38.
λόγια ἀθάνατα τοῦ λέει,
μὲ τὰ ὁποῖα στὰ σωθικὰ
τὸ θυμό του ξανακαίει
ἐναντίον στὴν ἀδικιά.

39.
θυμόν, τρόμο ὅλον γεμάτον,
ποῦ νικάει τὴν ταραχὴ
τῶν βροντόκραυγων ἁρμάτων,
καὶ πετιέται ὁλοῦ μὲ ὁρμή,

40.
καὶ τοῦ τύραννου χτυπάει
τὴ βουλή, καὶ τὴν ξυπνά,
στὴ στιγμὴ ποὺ μελετάει

66
Γ’ Μέρος

τῶν λαῶν τὴ συμφορά.

41.
Μόνον ἄκουε τοῦ Κοράκου
τῆς Αὐστρίας τὸ κραυγητό,
ποῦ δὲν ἔκρωζε τοῦ κάκου,
καὶ ἐπεθύμαε τὸ κακό.

42.
Ὁμοίως ἔστρεφεν ἡ Μοίρα,
ποῦ εἶχε πάντοτε σταθεῖ
μές᾿ στῆς Κόλασης τὴ θύρα
μὲ τὸ κρίμα ἀνταμωτή,

43.
ἔστρεφε κατὰ τὴ Χτίση,
γιατί ἐμύριζε νεκρὴ
μυρωδιά, ποὺ χὲ σκορπίσει
ἡ πικρὴ μεταβολή.

44.
Καὶ ἀπὸ τ᾿ ἄπειρο διάστημα
ἀντισήκωνε ψηλὰ
τὸ μιαρό της τὸ ἀνάστημα,
νὰ χαρεῖ τὴ μυρωδιά.

45.
Στὴν Ἑλλάδα χαροκόπι.
Γιατί Ἐκεῖνον, ποὺ ζητεῖ,
βλέπει νάρχεται, καὶ οἱ τόποι
ποὺ ἡ σκλαβιὰ καταπατεῖ,

67
46.
χαμηλὴ τὴν κεφαλήν τους,
ἀγροικώντας τὴ βουή,
ἐδακρύζαν, καὶ οἱ δεσμοί τους
τοὺς ἐφάνησαν διπλοί.

47.
Ἀλλὰ ἀμέσως ὅλοι οἱ ἄλλοι
ποῦ εἶχαν ἐλευθερωθεῖ,
καὶ ἔχουν δάφνη στὸ κεφάλι
ποῦ δὲν θέλει μαραθεῖ,

48.
τὲς σημαῖες τοὺς ξεδιπλώνουν,
καὶ τὲς δάφνες ποὺ φοροῦν
χαιρετώντας τὸν σηκώνουν,
καὶ μ᾿ αὐτὲς τὸν προσκαλοῦν.

49.
Ποῦ θὰ πάει; Βουνὰ καὶ λόγγοι
καὶ λαγκάδια ἀϊλογοῦν.
Ποῦ θὰ πάει; - Στὸ Μεσολόγγι,
καὶ ἄλλοι ἂς μὴ ζηλοφθονοῦν.

50.
Τέτοιο χῶμα, ἀπ᾿ τὴν ἡμέρα
τὴ μεγάλη του Χριστοῦ,
ποῦ εἶχε φέρει ἀπ᾿ τὸν αἰθέρα
τιμὴ ἐμᾶς καὶ δόξα Αὐτοῦ,

51.
εἰς ἱερὸ προσκυνητάρι,

68
Γ’ Μέρος

καὶ δὲ θέλει πατηθεῖ


ἀπὸ βάρβαρο ποδάρι,
πάρεξ ὅταν χαλαστεῖ.

52.
Δὲν ἦταν τὴ μέρα τούτη
μοσχολίβανα, ψαλμοί.
Νά, μολύβια, νά, μπαρούτι,
νά, σπαθιῶν λαμποκοπή.

53.
Στὸν ἀέρα ἀνακατώνονται
οἱ σπιθόβολοι καπνοί,
καὶ ἀπὸ πάνου φανερώνονται
ἴσκιοι θεῖοι πολεμικοί.

54.
Καὶ εἶναι αὐτοί, ποὺ πολεμώντας
ἐσκεπάσανε τὴ γῆ,
πάνου εἰς τ᾿ ἅρματα βροντώντας
μὲ τὸ ἐλεύθερο κορμί.

55.
Καὶ ἀγκαλιάσματα ἐκεῖ πλήθια,
δάφνες ἔλαβαν, φιλιά,
ὅσα ἐλάβανε εἰς τὰ στήθια
βόλια τούρκικα, σπαθιά.

56.
Ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ πολεμάρχοι
περιζώνουνε πυκνοὶ
τὴν ψυχὴ τοῦ Πατριάρχη,

69
ποὺ τὸν πόλεμο εὐλογεῖ.

57.
Καὶ ἀναδεύονται, καὶ γέρνουν,
καὶ εἰς τὸ πρόσωπο ἱλαροί,
χεραπλώνουνε καὶ παίρνουν
ἀπὸ τὴ σπιθοβολή.

58.
Ἐδῶ βλέπει ἀντρειωμένα
νὰ φρονοῦν παρὰ ποτέ.
Καὶ ὅλος ἔρωτα γιὰ σένα
προσηλώνεται εἰς ἐσέ.

59.
Τὸ πουλί, ποὺ βασιλεύει
πάνου εἰς τ᾿ ἄλλα τὰ πουλιά,
γληγορώτατα ἀναδεύει
τὰ αἰθερόλαμνα φτερά,

60.
τρέχει, χάνεται, καὶ πίνει
τόλμην πίνει ὁ ὀφθαλμὸς
ἀπὸ τ᾿ ἄστρον, ὁποῦ χύνει
κύματα ἄφθαρτα φωτός.

61.
Πλανημένη ἡ φαντασιά του
μέσα στὸ μέλλον τὸ ἀργό,
ποὺ προσμένει τ᾿ ὄνομά του
νὰ τὸ κάμη πλέον λαμπρό,

70
Γ’ Μέρος

62.
ὁλοφλόγιστη πηδάει
εἰς σὲ μία ματιοῦ ροπή.
Στρέφει ἀπεκεὶ καὶ κοιτάει.
Ἀνεκδιήγητη ἀντηχεῖ,

63.
ἀπ᾿ τοῦ κόσμου ὅλου τὰ πέρατα
τοῦ καιροῦ ἡ χλαλοή,
καὶ διηγώντας τοῦ τὰ τέρατα
τοῦ χτυπάει τὴν ἀκοή.

64.
Ἔθνη ποὺ ἄλλα φοβερίζουν,
φωνές, θρόνοι δυνατοί.
Ἄλλοι πέφτουνε, ἄλλοι τρίζουν,
καὶ ἄλλοι ἀτάραχτοι καὶ ὀρθοί.

65.
Ἀπὸ φόβο καὶ ἀπὸ τρόμο,
ἀπὸ βάρβαρους δεσμούς,
ποὖναι σκόρπιοι εἰς κάθε δρόμο,
καὶ ἀπὸ μύριους ὑβρισμούς,

66.
βγαίνει, ἀνάμεσα στοὺς κρότους
τῶν γενναίων ποὺ τὴν παινοῦν,
καὶ κοιτοῦνται ἀνάμεσό τους
γιὰ τὸ θαῦμα ποὺ θωροῦν,

67.
μία γυναίκα, ποὖχε βάλει

71
μὲς στὰ βάσανα ὁ καιρός,
ξαναδείχνοντας τὰ κάλλη
ποὺ τῆς ἔσβησε ὁ ζυγός,

68.
μόνον ἔχοντας γιὰ σκέπη
τὰ τουφέκια τὰ ἐθνικά,
καὶ τὸ χαίρεται νὰ βλέπει
πὼς καὶ Αὐτὸς τὴν ἀκλουθᾶ.

69.
Ἄχ! συνέρχεται... ξανοίγει
Ἐρινύαν φαρμακερή,
ὁποῦ ἀγιάτρευτην ἀνοίγει
τῆς Ἑλλάδας μίαν πληγή.

70.
Ἐρινύαν ἀπὸ τὰ χθόνια
ποὺ ἡ Ἑλλάδα ἀπαρατᾷ.
Ἡ θεομίσητη Διχόνοια
ποὺ τὸν ἄνθρωπο χαλνᾶ.

71.
Ἀφοῦ ἐδιώχτηκε ἀπὸ τ᾿ ἄστρα
ὅπου ἐτόλμησε νὰ πά,
πάει στοὺς κάμπους, πάει στὰ κάστρα,
χωρὶς ναὔβρῃ δυσκολιά.

72.
Καὶ κρατώντας κάτι φίδια
ποὺ εἶχε βγάλει ἀπ᾿ τὴν καρδιά,
καὶ χτυπώντας τὰ πιτήδεια

72
Γ’ Μέρος

εἰς τοὺς Ἕλληνας, περνᾶ.

73.
Καὶ ὄχι πλέον τραγούδια νίκης
ὡσὰν πρῶτα, ἐνῶ τυφλά,
μὲ τὸ τρέξιμο τῆς φρίκης,
τούρκικα ἄλογα πολλά,

74.
ἐτσακίζανε τὰ χνάρια
στὴν ἀπέλπιστη φυγή,
καὶ ἐγκρεμίζαν παλληκάρια
τοῦ γκρεμνοῦ ἀπὸ τὴν κορφή.

75.
Ὄχι, πλέον, ὄχι τὰ δυνα-
τὰ στοιχεῖα νὰ μᾶς θωροῦν,
καὶ νὰ ὀργίζωνται καὶ ἐκεῖνα
καὶ γιὰ μᾶς νὰ πολεμοῦν.

76.
Ἀλλὰ πάει στοὺς νόας μία θέρμη,
ποὺ εἶναι ἀλλιώτικη ἀπ᾿ αὐτή,
ὁποῦ ἐσκόρπισε στὴν ἔρμη
Χίο τοῦ Τούρκου ἡ ῾πιβουλή,

77.
ὅταν τόσοι ἐπέφταν χάμου,
καὶ μὲ λόγια ἀπελπισιᾶς,
κόψε με, ἔλεγαν, Ἀγᾶ μου,
καὶ τοὺς ἔκοβεν ὁ Ἀγᾶς.

73
78.
Ὅμως θέρμη. Ποῖος ὑβρίζει
τὸν καλύτερο, καὶ ποιὸς
λόγια ἀνόητα ψιθυρίζει.
Ἄλλος στέκεται ὀκνηρός.

79.
Ἄλλος παίρνει τὸ ποτήρι
ἀποκάτου ἀπ᾿ τὴν ἐλιά,
ὡσὰν νάτουν πανηγύρι,
μὲ τὰ πόδια διπλωτά.

80.
Καὶ ἄλλοι, ἀλίτηροι! χτυπώντας
πέφτουνε στὸν ἀδελφό,
καὶ παινεύονται, θαρρώντας
πῶς ἐχτύπησαν ἐχθρό.

81.
Καὶ τοὺς φώναξε: «Φευγᾶτε
τῆς Ἐρινύας τὴν τρικυμιά.
Ὤ! τί κάνετε; Ποῦ πάτε;
Γιὰ φερθεῖτε εἰρηνικά.

82.
»γιατί ἀλλιῶς θὲ νὰ βρεθεῖτε
ἢ μὲ ξένο βασιλιά,
ἢ θὰ καταφανισθεῖτε
ἀπὸ χέρια ἀγαρηνά».

83.
Ἀφοῦ ἐδῶ στὴν παλαιά σου

74
Γ’ Μέρος

κατοικία καὶ ἄλλη φορὰ


μὲ διχόνοιες τὰ παιδιά σου
σοὺ ἑτοιμάσανε ἐξοριά,

84.
ἀπὸ τότες ὁποῦ ἐσώθη
στὴν Ἑλλάδα ὁ Στρατηγός,
ὁποῦ ὁ Ἕλληνας εἰπώθη
καὶ τώρα ὄχι ὁ στερινός,

85.
ἕως ποὺ ὁ κόσμος ἐβαστοῦσε
τὸν ἀπάνθρωπον Ἀλή,
ποὺ ὅσον αἷμα καὶ ἂν ρουφοῦσε
τόσο ἐγύρευε νὰ πιεῖ.

86.
Ἐπερνοῦσαν οἱ αἰῶνες
ἢ σὲ ξένη ὑποταγή,
ἢ μὲ ψεύτικες κορῶνες,
ἢ μὲ σίδερα καὶ ὀργή.

87.
Καὶ ἦλθε τότες καὶ ἐπερπάτει
ὅπου ἐπάταγες Ἐσύ,
καὶ τοῦ δάκρυζε τὸ μάτι,
καὶ ἐπιθύμαε νὰ Σὲ ἰδεῖ.

88.
κι ἔλεε: πότε ἔρχεσαι πάλι!
Καὶ δὲν εἶναι ἀληθινό,
πῶς μας εἶχε ἀδικοβάλει

75
μὲ βρισιὲς καὶ μὲ θυμό.

89.
Ἐζωγράφιζαν οἱ στίχοι
τὸν γαλάζιον οὐρανό,
καὶ ἐκλαιόνταν μὲ τὴν τύχη
καὶ μὲ τ᾿ ἄστρο τὸ κακό,

90.
εἰς τὸ ὁποῖον ἔχει νὰ σκύψει
κάθε δύναμη θνητή,
καὶ ἡ πατρίδα του νὰ στρίψει
παντελῶς δὲν ἠμπορεῖ.

91.
Τώρα ἀθάμπωτη ἔχει δόξα,
καὶ μὲ φέρσιμο τερπνὸν
βλέπει ἀδύνατα τὰ τόξα
τῶν ἀντίζηλων ἐθνῶν.

92.
Καὶ λαοὺς ἁλυσοδένει,
καὶ εἰς τὰ πόδια τοὺς πατεῖ,
καὶ τὸ πέλαγο σωπαίνει
ἂν τοῦ σύρει μία φωνή.

93.
Τέχνες, ἅρματα, σοφία,
τῆνε κάνουν δοξαστῆ,
ὅμως θὰ βροῦνε εὐκαιρία
νὰ τὴ φθείρουνε οἱ καιροί,

76
Γ’ Μέρος

94.
καὶ νὰ ἰδῆ τὸ ριζικό της
καθὼς εἶναι ἡ καταχνιά,
ποὺ εἰς τὸ κλίμα τὸ δικό της
κρύβει τὴν ἀστροφεγγιά.

95.
«Ποῦ εἶν᾿, θὰ λένε σαστισμένοι,
τὸ Λεοντάρι τὸ Ἀγγλικό;
Εἶναι ἡ χήτη τοῦ πεσμένη,
καὶ τὸ μούγκρισμα βουβό».

96.
Ἀλλ᾿ ἡ Ἑλλὰς νὰ ξαναζήσει
ἦταν ἄξια, καὶ νὰ ἰδεῖ
ὁ ἐρχομὸς νὰ τὴν τιμήσει
τοῦ ὑψηλότατου Ποιητή.

97.
Ἔστεκε στὸ μισημένο
τὸ ζυγὸ μ᾿ ἀραθυμιά.
Τὸ ποδάρι εἶχε δεμένο,
ἀλλὰ ἐλεύθερη καρδιά.

98.
Ἐκαθότουνε εἰς τὰ ὄρη
ὁ Σουλιώτης ξακουστός.
Νὰ τὸν διώξει δὲν ἠμπόρει
πείνα, δίψα, καὶ ἀριθμός.

99.
Συχνὰ σπώντας τὰ θηκάρια

77
μὲ τὰ χέρια τὰ λιγνά,
ὁρμοῦν σ᾿ ἄπειρα κοντάρια.
Τὲς γυναῖκες τῶν συχνά,

100.
μεγαλόψυχα τραβάει
τὸν ἴδιον αἴσθημα τιμῆς,
ποὺ κοιτώντας τὸν Κομβάϋ
εἶχε ὁ ἀνδρεῖος Τραγουδιστής.

101.
Τὲς ἐμάζωξε εἰς τὸ μέρος
τοῦ Τσαλόγγου τὸ ἀκρινὸ
τῆς ἐλευθεριᾶς ὁ ἔρως
καὶ τὲς ἔμπνευσε χορό.

102.
Τέτοιο πήδημα δὲν τὸ εἶδαν
οὔτε γάμοι, οὔτε χαρές,
καὶ ἄλλες μέσα τους ἐπήδαν
ἀθωότερες ζωές.

103.
Τὰ φορέματα ἐσφυρίζαν
καὶ τὰ ξέπλεκα μαλλιά,
κάθε γύρο ποὺ ἐγυρίζαν
ἀπὸ πάνου ἔλειπε μία.

104.
Χωρὶς γόγγυσμα κι ἀντάρα
πάρα ἐκείνη μοναχά,
ὁποῦ ἔκαναν μὲ τὴν κάρα,

78
Γ’ Μέρος

μὲ τὰ στήθια, στὰ γκρεμά.

105.
Στὰ ἴδια ὅρη ἐγεννηθῆκαν
καὶ τὰ ἀδάμαστα παιδιά,
ποὺ τὴν σήμερο ἐχυθῆκαν
πάντα οἱ πρῶτοι στὴ φωτιά.

106.
Γιατί, ἀλίμονον! γυρίζοντας
τοὺς ηὖρε ὁ Μπάϋρον σκυθρωπούς;
Ἐγυρεύανε δακρύζοντας
τὸν πλέον ἔνδοξο ἀπ᾿ αὐτούς.

107.
Ὅταν στῆς νυχτὸς τὰ βάθη
τὰ πάντα ὅλα σιωποῦν,
καὶ εἰς τὸν ἄνθρωπο τὰ πάθη,
ποῦναι ἀνίκητα, ἀγρυπνοῦν,

108.
καὶ γυρμένοι εἰς τὸ πλευρό τους
οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ,
μύρια βλέπουν στ᾿ ὄνειρό τους
ξεψυχίσματα τοῦ ἐχθροῦ,

109.
αὐτὸς ἄγρυπνος στενάζει,
καὶ εἰς τὴν πλάκα τὴν πικρή,
ποὺ τὸν Μπότσαρη σκεπάζει,
γιὰ πολλὴ ὥρα ἀργοπορεῖ.

79
110.
Ἔχει πλάγιασμα θανάτου
καὶ ἄλλος ἄντρας φοβερὸς
εἰς τὰ πόδια τοῦ ἀποκάτου,
καὶ εἶναι ἀντίκρυ τοῦ ὁ ναός.

111.
Ἀκριβὸ σὰν τὴν ἐλπίδα
ποὺ ἔχει πάντοτε ὁ θνητός,
γλυκοφέγγει ἀπ᾿ τὴ θυρίδα
τῆς Ἅγιας Τράπεζας τὸ φῶς.

112.
Μέσαθε ἔπαιρνε ὁ ἀέρας
μὲ δροσόβολη πνοὴ
τὸ λιβάνι τῆς ἡμέρας,
καὶ τοῦ τόφερνε ὡς ἐκεῖ.

113.
Δὲν ἀκοῦς γύρου πατήματα.
Μον᾿ τὸν ἴσκιο τοῦ θωρεῖς,
ὁποῦ ἁπλώνεται στὰ μνήματα,
ἔρμος, ἄσειστος, μακρύς,

114.
καθὼς βλέπεις καὶ μαυρίζει
ἴσκιος νέου κυπαρισσιοῦ,
ἂν τὴν ἄκρη του δὲν ῾γγίζει
αὔρα ζέφυρου λεπτοῦ.

115.
Πές μου, Ἀνδρεῖε, τί μελετοῦνε

80
Γ’ Μέρος

οἱ γενναῖοι σου στοχασμοί,


ποὺ πολληώρα ἀργοποροῦνε
εἰς τοῦ Μάρκου τὴν ταφή;

116.
Σκιάζεσαι ἴσως μὴ χουμήσουν
ξάφνου οἱ Τοῦρκοι τὸ πρωί,
καὶ τὸ στράτευμα νικήσουν,
ποὺ ἔχει ἀνίκητην ὁρμή;

117.
Σκιάζεσαι τοὺς Βασιλιάδες,
ποὺ ἔχουν Ἕνωσιν Ἱερή,
μὴ φερθοῦνε ὡσὰν Πασάδες
στὸν Μαχμοὺτ ἐμπιστευτοί;

118.
Ἤ σοῦ λέει στὰ σπλάχνα ἡ φύσις
μ᾿ ἕνα κίνημα κρυφό:
«Τὴν Ἑλλάδα θὲ ν᾿ ἀφήσεις,
γιὰ νὰ πᾶς στὸν Οὐρανό;»

119.
Βγαίνει μάγεμα ἀπ᾿ τὴ στάχτη
τῶν Ἡρώων, καὶ τὸν βαστᾶ,
καὶ τὴ θέλησι τοῦ ἀδράχτει.
Τότε αἰσθάνεται μὲ μία,

120.
τὴν ἀράθυμη ψυχή του,
ποὺ μὲ φλόγα ἀναζητεῖ
νὰ τοῦ σύρει τὸ κορμί του

81
σὲ φωτιὰ πολεμική.

121.
Τοῦ πολέμου ἔνδοξοι οἱ κάμποι!
Εἶδ᾿ ἡ Ἑλλάδα τολμηρὰ
καὶ τὸ Σοφοκλῆ νὰ λάμπει
μέσα στὴν ἁρματωσιά.

122.
Καὶ εἶδε Αὐτόν, ποὺ παρασταίνει
μαζωμένους τοὺς Ἑφτὰ
στὴν ἀσπίδα αἱματωμένη,
ὅπου ὠρκόνονταν φριχτά.

123.
Ἐτραγούδααν προθυμότερα
τὲς ὠδὲς τοῦ τὰ παιδιά,
καὶ αἰσθανότανε ἀντρειότερα
στὴν ἀνήλικη καρδιά.

124.
Καὶ τὰ μάτια τοὺς γελοῦσαν,
μάτια μαῦρα ὡς τὴν ἐλιά.
Τῶν μορφῶν, ὁποῦ βαστοῦσαν
τραγουδώντας τὲς γλυκά.

125.
Στὴ φωτιά! καὶ θρέφει ἐλπίδα
νὰ νικήσει, νὰ ἠμπορεῖ
νὰ ἐπιστρέψει στὴν Πατρίδα,
τὸ κοράσιό του νὰ εὑρεῖ.

82
Γ’ Μέρος

126.
Νὰ τοῦ λέγει μ᾿ ἕνα δάκρυ:
«Χαίρου, τέκνο μου ἀκριβό,
εἰς τοῦ στήθους μου τὴν ἄκρη
ἐλαβώθηκα καὶ ἐγώ.

127.
Βάλε, φῶς μου, τὴν παλάμη
εἰς τὰ στήθια τοῦ πατρός.
Νά, τὴν ζώνη ποὺ ἔχει κάμει
κόρη τούρκισσα τοῦ ἀντρός».

128.
Καὶ τὸ πέλαγο ἀγναντεύει
ἴσως τώρα ἡ κορασιά,
καὶ ξεφάντωση γυρεύει
μὲ τραγούδια τρυφερά.

129.
«Τὸν γονιό μου, Πρόνοια Θεία,
κᾶμε τόνε νικητή,
εἰς τὰ χώματα, στὰ ὁποῖα
ἡ γυναίκα ἀπαρατεῖ

130.
τὰ στολίδια, τὸν καθρέφτη,
καὶ ἀποκάτου ἀπ᾿ τὸ βυζὶ
ζώνεται ἅρματα, καὶ πέφτει
ὅπου κίνδυνο θωρεῖ.

131.
Κᾶμε Ἐσὺ μὲ τὴν μητέρα

83
τὴ γλυκειά μου νὰ ἑνωθεῖ
ἔλα γρήγορα, πατέρα,
ὅλη ἡ Ἀγγλία σὲ καρτερεῖ.

132.
Τὸ καράβι πότε ἀράχνει
εἰσὲ θάλασσα ἀγγλική;
Μοῦ σπαράζουνε τὰ σπλάχνη,
ὁποῦ μοῦ ἔκανες ἐσύ.

133.
Πές, πότ᾿ ἔρχεσαι;»... Ὁλοένα
εἰν᾿ τὸ πλοῖο του στὰ νερά,
ποὺ φλοισβήζουνε σχισμένα,
καὶ ποσῶς δὲν τ᾿ ἀγροίκα.

134.
Ποῖος, ἀλίμονον! μᾶς δίνει
μίαν ἀρχὴ παρηγοριᾶς;
Ἀπ᾿ αὐτὸν δὲ θὲ νὰ μείνει
μήτε ἡ στάχτη του μέ μας.

135.
Θὰ τὴν ἔχουν ἄλλοι!... Ὤ! σύρε,
σύρε, Μπάϋρον, στὸ καλό.
Ὕπνος ἔξαφνα σὲ πῆρε,
ποὺ δὲν ἔχει ξυπνημό.

136.
Εἶναι ἀδιάφορο, δὲ βλάβει,
ἂν ἐκεῖ σιμοτινὸ
πλέξει ἢ τούρκικο καράβι,

84
Γ’ Μέρος

ἢ καράβι ἑλληνικό.

137.
Ἄκου, Μπάϋρον, πόσον θρῆνον
κάνει, ἐνῶ σὲ χαιρετᾶ,
ἡ πατρίδα τῶν Ἑλλήνων.
Κλαῖγε, κλαῖγε, Ἐλευθεριά.

138.
Γιατί ἐκείτοταν στὴν κλίνη,
καὶ τοῦ ἐβάραινε πολὺ
πῶς γιὰ πάντα εἶχε νὰ μείνει,
καὶ ἀπὸ Σὲ νὰ χωριστεῖ.

139.
Ἀρχινάει τοῦ ξεσκεπάζει
ἄλλον κόσμο ὁ λογισμὸς
καὶ κάθε ἄλλο σκοταδιάζει,
καὶ τοῦ κρύβεται ἀπ᾿ ἐμπρός.

140.
Ἀλλὰ ἀντίκρυ ἀπὸ τὰ πλάσματα
τοῦ νοὸς τὰ ἀληθινά,
τοῦ προβαίνουν δυὸ φαντάσματα
ὁλοζώντανα καὶ ὀρθά.

141.
Ἡ ἀκριβή του θυγατέρα,
καθὼς ἔμεινε μικρή,
ἐνῶ ἡ τύχη τὸν πατέρα,
ἐκαλοῦσε ἀλλοῦ, καὶ Ἐσύ,

85
142.
Ἐσύ, θεία τοῦ ἀνθρώπου εἰκόνα,
μὲ τὰ φέγγη σου, καὶ αὐτὴ
ὅπου σ᾿ ἔφθανε στὸ γόνα
μὲ τὴν ὤρια κεφαλή,

143.
γιὰ λίγη ὥρα τοῦ σηκώνεται
τοῦ ἄλλου κόσμου τὴ θωριά,
καὶ σ᾿ ἐσᾶς ἀντισηκώνεται
μὲ τὴν πρόθυμη ἀγκαλιά.

144.
Ἔτσι ὁ Ἄνθρωπος τοῦ Αἰῶνος,
ὅταν ἔπαυε νὰ ζεῖ,
καθὼς ἤθελεν ὁ φθόνος,
σ᾿ ἕνα ἀγνώριστο νησί,

145.
καὶ εἶχε μάρτυρα εἰς τὸ βράχο
τοῦ Θεοῦ τὸν ὀφθαλμό,
καὶ τριγύρω τοῦ μονάχο
τοῦ πελάου τὸ γογγυτό.

146.
Ἐνῶ ἀνάδινε ἡ ψυχῆ του
μόνους ἄφησε νὰ ἐλθοῦν
ἡ Γαλλία καὶ τὸ παιδί του
πρὸς τὰ μάτια, πρὶν σβησθοῦν.

147.
Καὶ ὄχι ἡ μοίρα, ὁποῦ σαράντα

86
Γ’ Μέρος

νίκες τοῦ ἄδραξε ἡ σκληρή,


καὶ βαρύτερη εἶναι πάντα
σὲ καρδιὰ βασιλική.

148.
Ὄχι ἡ δόξα ἡ περασμένη,
ποὺ μὲ βία πολεμικὴ
τοῦ ἔδειχνε τὴν Οἰκουμένη,
λέγοντάς του: Ἀκαρτέρει,

149.
Στὴν ταφή του μὲ τὴν πάχνη
χύν᾿ ἡ βρύση τὸ νερό,
ποὺ τοῦ δρόσισε τὰ σπλάχνη,
εἰς τὸ ψυχομαχητό.

150.
Τὲς ἡμέρες, ὁποῦ ἂν μόνο
τ᾿ ὄνομά του ἤθελε πεῖς,
ὁλογόστευαν στὸ θρόνο
τὴν αὐθάδεια οἱ βασιλεῖς,

151.
κατά μας καὶ Αὐτὸς ἀκόμη
εἶχε ρίξει μία ματιά.
Εἶναι ἡ δάφνη ὡραῖα στὴν κόμη,
ὅταν φέρνει ἐλευθεριά.

152.
Ὤ! νὰ μάθαινε ὁ Μεγάλος
πόσην ἔδειξε χαρὰ
ἀγροικώντας ἕνας Γάλλος:

87
ἐχαθῆκαν τὰ Ψαρά.

153.
Φωνὴν τρόμου ἡ Ἑλλάδα σύρνει,
σύρνει, καὶ ἔπειτα σιωπεῖ.
Ὅμως κρότους μὲς στὴ Σμύρνη
ὅλη ἡ νύχτα ἠχολογεῖ.

154.
Νά, ἀνθοστόλιστο τραπέζι.
Δὲν εἶν᾿ γέννημα Τουρκῶν,
ὁποῦ τρώοντας περιπαίζει
τὴν ἀντρεία τῶν Ψαριανῶν.

155.
Μύρια λόγια, γέλια μύρια,
καὶ χτυποῦν τὰ φωτερὰ
στὰ ὁλογέμιστα ποτήρια,
καὶ στὰ γέλια τὰ τρελλά.

156.
Μὲ ἁρμονίες τοὺς κράζει ἡ λύρα,
καὶ ἐπετάχτηκαν ὁμού,
λυσσιασμένοι ἀπὸ τὴν πύρα
τῆς χαρᾶς καὶ τοῦ κρασιοῦ.

157.
Καὶ χορεύουνε τριγύρου...
Γειά σας, Γάλλοι εὐγενικοί!
Εἶν᾿ τὰ χώματα τοῦ Ὁμήρου
ποὺ τὸ πόδι σας πατεῖ!

88
Γ’ Μέρος

158.
Γιατί μες᾿ στ᾿ ἀχρεία τους σπλάχνη
τὸ φαγὶ καὶ τὸ ποτὸ
σὲ φαρμάκι δὲν ἀλλάχνει,
νὰ τοὺς φάει τὸ σωθικό;

159.
Καὶ ἀπ᾿ τὴ μάνητα ν᾿ ἀνάψει
ἀρμοδιώτερος χορός,
τὸν ὁποῖον μόνος νὰ πάψει
σκληρὸς θάνατος καὶ ἀργός,

160.
γιὰ ν᾿ ἀρχίσουν τὴ χαρά τους,
ὄντας φάσματα ἐλαφρά,
ἐμπροστὰ στὸ βασιλιά τους,
καὶ στὸ Μπάϋρον ἐμπροστά,

161.
ὁποῦ φθάνοντας κεῖ κάτου
ἴσως τούμεινε ὡς ἐκεῖ
ἡ ἀέρινη ἀγκαλιά του,
σὰν πρωτύτερα, ἀνοιχτή!

162.
Τόνε βλέπω! Τοῦ προβαίνουν
ἄλλα φάσματα γοργά,
ποὺ ἀκατάπαυστα πληθαίνουν
σφόδρα, καὶ εἶναι Ἑλληνικά.

163.
Γιὰ τὴν ποθητὴν Ἑλλάδα

89
τόσο πρόθυμα ρωτοῦν,
σὰν νὰ ἐζήτααν τὴ γλυκάδα
τοῦ φωτὸς νὰ ξαναϊδοῦν.

164.
Κλάψες ἄμετρα χυμένες,
χέρια ἁπλότρεμα, κραυγές,
ποὺ ἀπ᾿ τ᾿ς ἀντίλαλους πωμένες
εἶναι πλέον τρομαχτικές.

165.
Κειὸς σεβάσμια προχωρώντας,
καὶ μὲ ἀνήσυχες ματιές,
τὰ προσώπατα κοιτώντας,
καὶ κοιτώντας τὲς πληγές:

166.
«Ἡ Διχόνοια κατατρέχει
τὴν Ἑλλάδα. Ἂν νικηθεῖ,
ΜΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΧΕΙ,
τ᾿ ὄνομά σας ξαναζεῖ».

90
Γ’ Μέρος

BYRON

Περιέχεται στο έργο «Ελεγεία και Σάτιρες»


Ποίηση: Κώστας Καρυωτάκης

Ἔνιωσεν ὅτι
τοῦ ἦσαν οἱ στίχοι
ἄχαρη τύχη
καὶ ματαιότη.

Ἡ ὁρμή του ἡ πρώτη


πιὰ δὲν ἀντήχει,
ἀλλά, στὰ τείχη,
ἔνδοξη νιότη.

Γίνονται οἱ γέροι
γαῦροι. Θὰ ὁρμήση
ἀνδρῶν λουλούδι.

Κι ὁ Μπάϊρον ξέρει
πῶς νὰ τὸ ζήση
τὸ θεῖο Τραγούδι.

91
Η Βρετανική μούσα
Ποίηση: Ανδρέας Κάλβος

Ωδή πρώτη
[XI]

Η Βρετανική Μούσα

α΄
Εάν τα ποσειδώνια
κύματα, τον αυθάδη
ναύτην απομακρύνωσιν
από την πάτριον νήσον του
πριν έλθει η νύκτα· [5]

β΄
Με ψυχήν πικραμένην
ορθός επί την πρύμνην
βλέπει επάνω εις την θάλασσαν
την ησυχίαν χυμένην
και εσπέριον σκότος· [10]

γ΄
Βλέπει τα περιπόθητα
βουνά και τα χωράφια
της γλυκεράς πατρίδος
κεχρυσωμένα ακόμα
από τον ήλιον. [15]

δ΄
Αλλ’ ήδη εις τα ερεβώδη
92
Γ’ Μέρος

λουτρά βαθέα της δύσεως


του λαμπρού βασιλέως
των αέρων εβούτησεν
η εσχάτη ακτίνα. [20]

ε΄
Και αλλάζει, ιδού, αμαυρώνεται
της νήσου η ράχη, ως πρόσωπον
νέας, ορφανής παρθένου,
υγρόν υπό το σύγνεφον
της δυστυχίας· [25]

ς΄
Τα λυπημένα ομμάτια του
τότε αν σηκώσει ο ναύτης,
βλέπει επάνω εις την χώραν του
τρέμον και μεσουράνιον
το πρώτον άστρον. [30]

ζ΄
Ούτως αν χάσει ο άνθρωπος
το φως, και τον σκεπάσει
μακάριον σκότος, βλέπομεν
επ’ αυτόν ανατέλλον
άστρον ελπίδος. [35]

η΄
Ω Βύρων· ω θεσπέσιον
πνεύμα των Βρετανίδων,
τέκνον μουσών και φίλε
άμοιρε της Ελλάδος
καλλιστεφάνου. [40]
93
θ΄
Πλεγμένα με τα φύλλα
του μυστικού Ελικώνος
της Υγιείας τα ρόδα
χθες θαυμασίως εστόλιζον
την κεφαλήν σου. [45]

ι΄
Χθες τον ουράνιον έτρεχε
δρόμον ο ήλιος· χύνων
τας πλέον λαμπράς ακτίνας
το μέτωπόν σου αντέστραπτεν
ως αθανάτου. [50]

ια΄
Σήμερον κείσαι, ως εύφορος
πολύκλωνος ελαία
από το βίαιον φύσημα
σκληρών ανέμων κείται
εκριζωμένη. [55]

ιβ΄
Σήμερον κείσαι, ω Βύρων.
Και πού τα ένθεα έπη,
πού είναι τώρα τα σύμμετρα
πτερόεντα φωνήεντα
καστάλιε κύκνε; [60]

ιγ΄
Θαυματουργοί φυσήσατε
πνοαί του παραδείσου·

94
Γ’ Μέρος

σηκώσου, ω Βύρων, τίναξον


μακρά από σε τον άωρον
μόρσιμον ύπνον. [65]

ιδ΄
Ιδού της μουσοτρόφου
Ευρώπης τα υπερέχοντα
έθνη ακόμα προσμένουσιν,
ακόμα την φωνήν σου
επιθυμούσιν. [70]

ιε΄
Ιδού η Ελλάς σού ετοίμασεν
όχι τον χρυσόν κύκλον
τον τους κροτάφους φλέγοντα
των αργών βασιλέων
ή των τυράννων· [75]

ις΄
Αλλά στέφανον έτερον,
στολήν ένδοξον, έντιμον,
αξίαν νοός δικαίου,
ανδρός αξίαν γενναίου
φιλελευθέρου· [80]

ιζ΄
Στέφανον αιωνίων
κλάδων αφθάρτων, λάμποντα
όχι διά τους κροτούντας
ποιητάς το μονόχορδον
της κολακείας· [85]

95
ιη΄
Αμή διά σε τον εύτολμον
λειτουργόν των παρθένων
Ελικωνίων· φιλούσιν
οι Μούσαι χείρα αμίαντον
και υψηλόν πνεύμα. [90]

ιθ΄
Σε η Ελλάς ευγνώμων
ως φίλον μεγαλόψυχον
ζητεί να στεφανώσει,
ως παρηγορητήν της,
ως ευεργέτην. [95]

κ΄
Σηκώσου ω Βύρων… φίλε
σηκώσου… λάβε, ω μέγα,
λάβε το δώρον, ύμνησον
του σταυρού τους θριάμβους
και της Ελλάδος· [100]

κα΄
Ε! των θνητών οι ελπίδες
ως ελαφρά διαλύονται
όνειρα βρέφους· χάνονται
ως λεπτόν βόλι εις άπειρον
βάθος πελάγου. [105]

κβ΄
Ο Βύρων κείται ως κρίνος
υπό το βαρύ κάλυμμα

96
Γ’ Μέρος

αθλίας νυκτός· η αιώνιος,


ω λύπη, τον εσκέπασε
μοίρα θανάτου. [110]

κγ΄
Ανήρ κατά τον φύσεως
νόμον τον άνδρα κλαίω·
δεν χύνονται τα δάκρυα
ματαίως επί τον τάφον
των ευδοκίμων. [115]

κδ΄
Ότι αν φθαρτόν το σώμα
πέσει, και τ’ άυλον πνεύμα
των αγαθών και η φήμη
νικήσουν ως η αλήθεια
το αέναον μέλλον· [120]

κε΄
Αν χωριστή, μετέωρος
επί την δέλφιον πέτραν
αστράψει η λύρα, καύχημα
Άγγλων και χαρμοσύνη
Αγηνορίδων· [125]

κς΄
Ημείς όμως χηρεύομεν.
Τας θλίψεις θεραπεύει,
και άγει ο θρήνος εις άμιλλαν
αρετής την φιλόδοξον
σποράν του ανθρώπου. [130]

97
Μπάιρον
Ποίηση: Κωστή Παλαμά

Μπάιρον
(1824‒1924)

Εκατό χρόνια πέρασαν. Δεν πέρασες. Μιλεί


για σε η κλαγγή του χρυσαϊτού κι η αναπνοή των κρίνων.
Στων Πιερίδων τους ναούς και θρόνοι και βωμοί
για σένα, και στη μνήμη των Ελλήνων.

Όπου έκλεισες τα μάτια σου, στη θύμησή μου ακόμα [5]


ξένων ανθρώπων ερχομούς και λατρεμούς κρατώ
στην πέτρα που σ’ ανάπαψε, στο που πάτησες χώμα·
η πέτρα ήταν προσκύνημα· το χώμα φυλαχτό.

Και πρόφτασα και το φτωχό βαρκάρη σου που, ω Λάρα,


στη βάρκα του, όταν ο μαΐστρος μ’ ένα του φιλί [10]
στη ρηχοθάλασσα έσπερνε μια σιγαλή λαχτάρα,
Λάρα, θα σου ξαστέρωνε τη σκέψη τη θολή.

Για σε άκουαν και σε συλλογή πέφταν οι νέοι, κι οι γέροι


το πρόσωπο είχανε, για σε μιλώντας, χαρωπό.
Και δέσποινας διαβατικής φίλησα εκεί το χέρι, [15]
της Αθηναίας νεράιδας σου·
— Ζωή μου, σας αγαπώ!

Γυναίκα εγώ την έβλεπα, κι εκείνη ήταν η Μούσα!


Μιας χάρης την παράστεκε κρυφής φεγγοβολιά,
και να μαντέψω, αμάθευτο παιδάκι, δε μπορούσα

98
Γ’ Μέρος

ποιά η δόξα γύρω που έλαμπε στα ολάσπρα της μαλλιά. [20]

Γερμένη ακόμα η χώρα από το μόλυσμα του Αράπη


με τ’ όνομά σου υψώνοταν, Μαγιάπριλου χαρά,
σα να ξαναζωντάνευε και ξωτικιά μια αγάπη
του κάστρου τα χαλάσματα, της λίμνης τα νερά.

Όταν του ηλιοβασιλεμού χυτή πλατιά η πορφύρα [25]


στη λιμνοθάλασσα, πλατιά την κάνει ζωγραφιά,
η ζωγραφιά βαστάει σαν κάτι από δική σου κλήρα
κι απ’ την αιματοστάλαχτη του στίχου σου ομορφιά.

Και τ’ όνομά σου το φορεί κορόνα του ο καιρός σου.


Για σε κι ο Αισχύλος Βρετανός τον έπαινο λαμπρό [30]
τονίζει· Δύση, Ανατολή, κάθε χορδή ψαλμός σου.
Στ’ αχνάρια σου των ποιητών πώς σέρνεις το χορό!

Από το γάμο που έδεσε με την αρχαία Ελένη


το γόη το μεσαιωνικό του νέου καιρού ο Σοφός
γεννήθηκες, κι η εικόνα σου βαλμένη αϋλωμένη [35]
πνέει στης ιδέας το φως.

Και νά κι εκείνοι που λοστό το κάνουν το κοντύλι


το κριτικό για να σε ρίξουν, είδωλο στητό
σα ριζωτό στο βάθρο σου, κι οι Αρίσταρχοι, κι οι Ζωίλοι,
κι η κακή γλώσσα, και ο κριτής και ο νους, και το ερπετό, [40]

Δαυλό σε λεν, καίεσαι, καπνός, και σε σκορπάει τ’ αέρι,


στιγμής μετέωρο, ξάφνισμα μιας ορασιάς γοργής…
Όχι! Είσ’ εσύ στα μάτια μας και της νυχτός το αστέρι
και τ’ άστρο της αυγής.

99
Ο δεκαπεντασύλλαβος ρυθμός που είν’ εδώ πέρα [45]
και βήμα ηρώων και της λατρείας το χάιδεμα, ουρανός
για σε ας γενεί του τραγουδιού! Γλυκύτερος, Πατέρα,
δεν είναι από το φέγγος σου για μας ο αυγερινός.

Σ’ εσέ του Αρχίλοχου η χολή και της Σαπφώς η φλόγα,


της βιβλικής σου χώρας ο οίστρος ο σαιξπηρικός, [50]
άμοιαστης Μούσας βύζαξες τρικυμισμένης ρώγα,
στη γη μας ήρθες θεόσταλτος Τυρταίος ρομαντικός.

Πώς αλαλάζει το άσμα σου το κύκνειο και πώς κλαίει,


και νεκρολούλουδο και δάφνη φουντωτή μαζί.
Κι αν έπαψε τον έρωτα σ’ άλλες καρδιές να εμπνέει, [55]
πώς με τον έρωτα η καρδιά σου όλο ποθεί να ζει!

Δαρτέ Μανφρέδε απ’ τον καημό της μυστικής σου Αστάρτης,


Αρόλδε από της Βενετιάς δεμένε το φιλί,
στη χλόη του Μάρτη Λαός ραγιάς, του Λόγου η βρύση, αντάρτης
ξυπνάει και σε καλεί. [60]

Δον Ζουάν, κι οι σαϊτιές σου, Γκιαούρ, κι οι αμαρτωλοί σου βόγκοι


πολέμου σάλπιγγα, καριοφιλιού βροντολαλιά!
Της νέας Ελλάδας δέξου τον καρδιά στο Μισολόγγι
σκλάβο σου τον ασκλάβωτο της Λύρας Βασιλιά.

Όχι, δε σ’ έσπρωξε σ’ εμάς τυφλή της τύχης ώρα, [65]


πελάου που μια χύνοντ’ εμπρός, μια φεύγουν τα νερά,
στα χέρια της κρατώντας σε θεία χάρη τροπαιοφόρα
προς ριζικά απροσδόκητα σου ανοίγει νέα φτερά.

100
Γ’ Μέρος

Δεν ήρθες με του τραγουδιού σου τον ωραίο θυμό·


ήρθες την ίδια σου ζωή στης ιερής θυσίας [70]
να φέρεις το βωμό,
κι αν έζησες Διόνυσος, ξεψύχησες Μεσσίας.

Εκατό χρόνια πέρασαν. Δεν πέρασες. Και ζεις


με των αϊτών το πέταγμα και με των άγριων κρίνων
την ευωδιά, στο λυρισμό, στη σκέψη, στης ψυχής [75]
τα πάθη, και στη δόξα των Ελλήνων.

Lord Byron on His Deathbed, by Joseph Denis Odevaere, 1826, Bruges


Ο Λόρδος Βύρων στο νεκροκρεβατό του (c. 1826), έργο του Ολλανδού
ζωγράφου Joseph-Denis Odevaere.
Groeninge Museum, Bruges

101
102
Γ’ Μέρος

Ο επικήδειος λόγος του Σπυρίδωνα Τρικούπη


στον Λόρδο Βύρωνα

ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΛΟΡΔΟΝ ΝΟΕΛ ΜΠΑΪΡΩΝΑ

Αποθανόντα κατά την 6 Απριλίου του 1824 έτους, τη Κυριακή του Πάσχα εν
Μεσολογγίω, όπου και εξεφωνήθει επ΄εκκλησίας.
«Τι ανέλπιστον συμβεβηκός! Τι αξιοθρήνητον δυστύχημα! Ολίγος καιρός
είναι αφού ο λαός της πολύπαθης Ελλάδος όλος χαρά και αγαλλίαση εδέ-
χθη εις τους κόλπους του τον επίσημον τούτο άνδρα και σήμερον όλος
θλίψη και κατήφεια καταβρέχει το νεκρικόν του κρεβάτι με πικρότατα
δάκρυα, και οδύρεται απαρηγόρητα. Ο γλυκύτατος χαιρετισμός ΧΡΙΣΤΟΣ
ΑΝΕΣΤΗ, έγινε άχαρις την ημέραν του Πάσχα εις τα χείλη του κάθε Έλλη-
νος Χριστιανού, και απανταίνοντας ο ένας εις τον άλλον, πριν του ευχηθή
ταις καλαίς εορταίς ερωτούσε «Πως είναι ο μυλόρδος;». Χιλιάδες άνθρω-
ποι συναγμένοι να δώσουν μεταξύ τους το θείον φίλημα της αγάπης εις
την ευρύχωρον πεδιάδα έξω από το τείχος της πόλεώς μας, εφαίνονταν
ότι εσυνάχθησαν μόνον και μόνον να παρακαλέσουν τον ελευθερωτήν του
παντός διά την υγείαν του συναγωνιστού της ελευθερίας του γένους μας.
Και πως ήτο δυνατόν να μη συντριβή η καρδία όλων; Να μη καταπικρα-
θούν όλων τα χείλη; Ευρέθηκεν άλλη φοράν το μέρος τούτο της Ελλάδος
εις περισσοτέραν χρείαν και ανάγκην παρά εις την εποχήν, εις την οποί-
αν ο πολυθρήνητος Μυλόρδος Μπάυρον επέρασε με κίνδυνον και αυτής
της ζωής του εις το Μεσολλόγι, και τότε και εις όσον καιρόν συνέζησε μαζί
μας, δεν εθεράπευσε το πλουσιοπάροχόν του χέρι ταις δεινόταταις χρεί-
αις μας, χρείαις όπου η πτωχεία μας ταις άφηνεν αδιόρθωταις; Πόσα άλλα
καλά πολύ ακόμα μεγαλύτερα, ελπίζαμεν από αυτόν τον άνδρα; Και σή-
μερον, αλλοίμονον! Σήμερον ο πικρός τάφος καταπίνει και αυτόν και ταις
ελπίδαις μας!

103
Αλλά δεν ημπορούσε τάχα καθήμενος και έξω της Ελλάδος, αναπαυόμε-
νος και χαρούμενος τα καλά της Ευρώπης, να τρέξη με μόνην την μεγα-
λοδωρίας της καρδιάς του εις βοηθειάν μας; Τούτο αρκούσε για ημάς. Η
δοκιμασμένη φρόνησις του Προέδρου της Βουλής και Διοικητού μας ήθε-
λαν οικονομήσει με μόνα αυτά τα μέσα την ασφάλειαν των μερών τούτων.
Αλλά αν αρκούσε αυτό δια ημάς, δεν αρκούσεν, όχι, δι αυτόν. Πλασμένος
από την φύσιν δια να υπερασπίζεται πάντοτε τα δικαιώματα του ανθρώ-
που, όπου και αν τα έβλεπε καταπατημένα, γεννημένος εις ελεύθερον και
πάνσοφον έθνος, θρεμμένως πεδιόθεν με την ανάγνωσιν των συγγραμμά-
των των αθάνατων προγόνων μας, τα οποία διδάσκουν όσους ηξεύρουν να
τα διαβάζουν, όχι μόνο τι είναι, αλλά και τι πρέπει να ήναι, και τι ημπορεί
να είναι ο άνθρωπος, είδε τον εξαχρειωμένον, και αλυσοδεμένον άνθρωπο
της Ελλάδος, να επιχειρισθή να συντρίψει τα φρικτάς αλύσους του και τα
συντρίμματα να κάμη κοπτερά ξίφη δια να ανακτήση με τη βία ό,τι του άρ-
πασεν η βία, είδε και άφησεν όλας τας πνευματικάς και σωματικάς απο-
λαύσεις της Ευρώπης, και ήλθε να κακοπαθήση και να ταλαιπωρηθή μαζί
μας, συναγωνιζόμενος όχι μόνον με τον πλούτο του, τον οποίον δεν ελυ-
πήθηκε, όχι μόνον με τη γνώσιν, της οποίας μας έδωκεν τόσα σωτηριώδη
σημεία, αλλά και με το σπαθί του ακονισμένον εναντίον της τυραννίας και
της βαρβαρότητας. Ήλθεν εις ένα λόγον, κατά την μαρτυρίαν των οικιακών
του, με απόφασιν να αποθάνη εις την Ελλάδα διά την Ελλάδα. Πώς λοιπόν
να μη συντριβή όλων μας η καρδία διά την στέρησιν ενός τέτοιου ανδρός;
Πώς να μην κλαύσωμεν την στέρησίν του ως γενικήν στέρησιν όλου του Ελ-
ληνικού Γένους;
Αλλ’ έως αυτού, αδερφοί, είδατε τον φιλελεύθερον, τον πλούσιον, τον αν-
δρείον άνθρωπον, τον αληθινόν φιλλέληνα, είδατε τον ευεργέτην. Τούτο
φθάνει βέβαια να μας κινήση τα δάκρυα. Δεν φθάνει όμως, δεν φθάνει διά
την υπόληψίν του και το μέγεθος του ενδόξου επιχειρηματός του αυτός,
του οποίου κλαίομεν τον θάνατον απαρηγόρητα, είναι άνθρωπος ο οποίος
(εις το είδος του) έδωκε το όνομά του εις τον αιώνα μας. Η ευρυχωρία του
πνεύματός του και το ύψος της φαντασίας του δεν τον άφησαν να πατήση
τα λαμπρά, πλην κοινά ίχνη της φιλολογικής των παλαιών δόξας. Έπιασε
νέο δρόμον, τον οποίον η γεροντική πρόληψις προσεπάθησε και προσπα-
θεί ακόμη να τον κλείση εις την σοφήν Ευρώπην. Αλλά όσω ζουν τα συγ-
γράματά του (και θα ζουν όσω ζη ο κόσμος) θέλει μείνει πάντοτε ο δρόμος
αυτός ανοιχτός επειδή και αυτός καθώς και ο άλλος είναι δρόμος αληθινής
δόξας. Εδώ παρατρέχω όσα με βιάζει να σας κοινοποιήσω το βαθύ σέβας

104
Γ’ Μέρος

και ο μεγάλος ενθουσιασμός όπου πάντοτε ενέπνευσεν εις την καρδίαν


μου η ανάγνωσις των συγγραμμάτων του και τον οποίον αισθάνομαι τώρα
σφοδρότερον από άλλην φοράν. Εγκωμίασε και εγκωμιάζει τον ποιητήν
του αιώνος μας όλη η σοφή Ευρώπη, και θέλει τον εγκωμιάσουν όλοι οι αι-
ώνες, επειδή εγεννήθηκε διά όλην την Ευρώπην και διά όλους τους αιώνας.
Ένας άλλος στοχασμός μου έρχεται εις το νουν. Στοχασμός τόσον ορθός και
αληθινός, όσον κατάλληλος εις την περίστασιν της πατρίδος μας. Ακούσα-
τε, έλληνες, με προσοχήν αυτόν τον στοχασμόν. Θέλω να γενή στοχασμός
εδικός σας και παντοτινός.
Πολλά εστάθηκαν τα λαμπρά έθνη εις τον κόσμον, αλλά ολογώταται αι
εποχαί της αληθινής των λαμπρότητος. Ένα όμως φαινόμενον, στοχάζο-
μαι, λείπη από τα χρονικά όλου του λαμπρού κόσμου, φαινόμενον, δια το
οποίον εδίσταζεν, αν ποτέ ημπορή να φανή και αυτός ο παρατηρητικός
νους της φιλοσοφίας. Όλα σχεδόν τα έθνη έπεσαν από τα χέρια ενός εις
τα χέρια άλλου αυθέντου. Κάποτε εκαλλιτεύρευσαν, κάποτε εχειροτέρευ-
σαν. Πούποτε όμως το μάτι του ιστορικού δεν είδε κανένα έθνος καταδου-
λεμένον από βαρβάρους, και μάλιστα βαρβάρους ριζωμένους από αιώ-
νας εις αυτό το έθνος, δεν το είδε, λέγω, να ελευθερωθή αφ’ εαυτού του.
Ιδού το φαινόμενον. Τούτον σήμερα παρρησιάζεται κατά πρώτην φορά εις
τον κόσμον, και φαίνεται εις μόνην την Ελλάδα, ναι, εις μόνην την Ελλάδα
φαίνεται. Το βλέπει μακρόθεν ο φιλόσοφος, και χάνει τον δισταγμόν του,
το βλέπει ο ιστορικός και ετοιμάζεται να το διηγηθή ως νέαν ανακάλυψιν
της τύχης των εθνών. Το βλέπει ο πολιτικός, και γίνεται σκεπτικώτερος και
προφυλακτικώτερος. Τόσον παράδοξος, είναι ο καιρός, αγαπητοί μου Έλ-
ληνες! Η Επανάστασις της Ελλάδος δεν είναι εποχή του έθνους μας μόνον,
είναι εποχή όλων των εθνών, όλων των αιώνων, επειδή, καθώς σας είπα,
είναι φαινόμενον μοναδικόν εις την πολιτικήν κατάστασιν των εθνών.
Αυτό το μοναδικόν φαινόμενον επαρατήρησεν ο μέγας νους του μεγαλό-
φρονος, του πολυθρήνητου Μπάιρων, και ήθελεν να ενώση την αθάνατόν
του δόξα με τη δόξα σας, και να γράψει το όνομά του εις την ιστορίαν των
λαμπρών σας κατορθωμάτων. Δεν έγιναν και άλλαι επαναστάσεις εις τας
ημέρας του; Καμμίαν όμως δεν ακολούθησε, καμμίαν δεν υπερασπίσθη,
διότι ήτον πολλά διαφορετικός ο χαρακτήρ των, και πολλά διαφορετική
η φύσις των. Η μόνη δόξα της νέας Ελλάδος ήτον αξία δόξα εκείνου, τον
οποίον δοξολογούν όλα τα σοφά στόματα. Βλέπετε, ω Έλληνες, βλέπετε

105
εις τι καιρόν ζήτε; Εις τι αγώνα εμβήκατε; Βλέπετε ότι με την δόξαν σας δεν
ημπορεί να συγκριθεί καμμία δόξα περασμένη; Οι φιλελεύθεροι, οι φι-
λάνθρωποι, οι φιλόσοφοι όλων των εθνών, σας χαιρετούν όλοι μακρώθεν,
όλοι σας εμψυχώνουν, και ο ποιητής των καιρών μας, αγκαλά και στεφα-
νωμένος αθανασίαν, εζήλευε την δόξα σας και ήλθε προσωπικώς να ξε-
πλύνει μαζή σας με το αίμα του τα μολυσμένα από την τυραννίαν χώματά
μας.
Γεννημένος εις την λαμπρότατην μητρόπολιν της Λόνδρας, ευγενέστατος
και από πατέρα και από μητέρα, πόσην χαράν αισθάνθηκε η φιλελληνική
του καρδιά, όταν η πτωχή μας πόλις εις σημείον ευγνωμοσύνης, τον επο-
λιτόγραψε; Εις αυτόν τον αγώνα του θανάτου του, ήγουν την στιγμήν όταν
κρυμμένη η αιωνιότης δείχνεται εις τον άνθρωπον ευρισκόμενον εις τα
όρια της θνητής και αθάνατης ζωής, όταν λέγω όλος ο ορατός κόσμος φαί-
νεται ένα μόνον σημείον ως προς τα λαμπρά έργα της θείας παντοδυνα-
μίας, εις εκείνην την φοβεράν ώραν ο πολυένδοξος τούτος νεκρός αφήνο-
ντας τον κόσμον όλον εβάσταξεν εις το στόμα του μονάχα δύο ονόματα, της
μονάκριβης και πολυαγαπημένης του κόρης και της Ελλάδος. Αυτά τα δύο
ονόματα βαθειά ριζωμένα εις τα σπλάχνα του, μήτε η στιγμή του θανάτου
δεν μπόρεσε να τα εξαλείψη. ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΜΟΥ! Είπεν, ΕΛΛΑΔΑ, είπε, και η
φωνή του έλειψε! Ποία ελληνική καρδία να μη συντρίβεται όσαις φοραίς
ενθυμείται αυτήν την περίστασιν;
Δεκτά βέβαια, αγαπητοί μου Έλληνες, πολύ δεκτά είναι εις την σκιά του
τα δάκρυά μας, διότι είναι δάκρυα των κληρονόμων της αγάπης του. Αλλά
πολύ δεκτότερα θέλει είναι τα έργα μας δια την πατρίδα, τα οποία και χω-
ρισμένος από ημάς, θέλει παρατηρεί από τους ουρανούς, τους οποίους
τον άνοιξεν ο φιλανθρωπισμός του. Αυτήν και μόνην την ευγνωμοσύνη
ζητεί από ημάς εις τας ευεργεσίας του, αυτήν την αμοιβήν εις την προς
ημάς αγάπην του, αυτήν την ελέφρωσιν εις τας ταλαιπωρίας του, αυτήν
την πληρωμήν δια τον χαμόν της πολυτίμου ζωής του. Όταν αγαπητοί μου
Έλληνες, η δύναμίς σας κατορθώση να αποσυντρίψη τα χέρια οπού άρπα-
ζαν από τας αγκάλας μας τους αδελφούς, τα τέκνα, την κατάστασιν μας,
τότε θέλη χαρή η σκιά του, τότε θέλει αγαλλιασθή η κόνις του. Ναι, εις την
μακαρίαν εκείνη ώραν του ευτυχισμένου τέλους των αγώνα σας, ο Αρχι-
ερεύς θ’ απλώνει την ιεράν του και ελευθέραν δεξιάν, και θα ευλογεί και
αγιάζει το πολυένδοξον τάφον του, το Παλληκάρι ζωσμένον το σπαθί από
τα τυρρανικά αίματα βαμμένον θα τον στολίζει με δάφνας, ο Πολιτικός με

106
Γ’ Μέρος

εγκώμια, ο ποιητής γυρμένος εις την αρμονικωτάτην ταφόπετράν του, θα


γίνεται ποιητικότερος. Τότε ανθοστεφανωμέναι αι Παρθένοι της Ελλάδος,
την μαγευτικήν ωραιότητα των οποίων έψαλλεν ο πολυένδοξος συμπολί-
της μας Μπάιρων εις πολλά του ποιήματα, τότε τα ωραία μας τέκνα, χωρίς
πλέον να φοβούνται να μολυνθούν από τα αρπακτικά χέρια των τυράννων
μας, θα σταίνουν χορόν τριγύρω του τάφου του, και θα τραγουδούν τα κάλη
της γης μας, τα οποία με τόσην χάριν και αλήθειαν ο ποιητής του αιώνος
μας έψαλλεν.
Αλλά ποία ιδέα λυπηρά μου έρχεται τώρα εις το νουν; με επλάνεσεν η φα-
ντασία μου, ενόμισα ότι βλέπω όσα η καρδιά μου όσα η καρδιά μου επιθυ-
μεί. Υπόθεσα ευλογίας Αρχιερέων, δαφνοσταφενώματα, ύμνους, χορούς
τριγύρω του τάφου του ευεργέτου της Ελλάδος. Αλλά ο τάφος αυτός δεν
θέλει έχει μέσα του τα πολύτιμα λείψανα αυτού του ευεργέτου! Άδειος θα
μείνει ο τάφος! Το σώμα του ολίγας ημέρας ακόμη μένει εις το πρόσωπον
της γης μας, της νέας Πατρίδας του. Δεν παραδίδεται εις τας αγκάλας της!
Μεταφέρεται εις την γη, την οποίαν ετίμησεν η γέννησίς του!
Αι ιδικαί σου αγκάλαι, ακριβή του και πολυαγαπητή θυγάτερ, αι ιδικαί σου
θα το δεχθούν, τα δάκρυα τα εδικά σου θα παρηγορήσουν τον σωματοφό-
ρον τάφον του, και τα δάκρυα των ορφανών Ελλήνων θέλει χύνονται πάνω
εις την θήκη του πολυτιμότατου πνεύμονός του και απάνω εις όλην την
γην της Ελλάδος, επειδή όλη η γη της Ελλάδος του είναι ο τάφος του καθώς
εις ταις υστεριναίς στιγμαίς της ζωής του,εσέ, εις την Ελλάδα είχεν εις την
καρδίαν του και εις τα χείλη του, δίκαιον ήταν και ύστερα από τον θάνατόν
του να λάβη και αυτή μερίδιον από τα μεγαλοτίμητα λείψανά του.
Η πατρίδα του, το Μεσολόγγι, σφιχταγκαλιάζει, ως σύμβολον της αγάπης
του τον πνεύμονά του, δέξου και συ, γλυκύτατε καρπέ της καρδίας του
αποθανόντος, δέξου το πτώμα του, την καρδίαν του, τα εντόσθιά του. Σου
τα ξεπροβοδεί όλη η Ελλάς μαυροφορεμένη, όλη απαρηγόρητη. Σου τα
ξεπροβοδεί με όλην την εκκλησιαστικήν, την πολιτικήν και στρατιωτικήν
τιμήν και παράταξιν, και με όλον το πλήθος των συμπολιτών του Μεσο-
λογγιτών και ομογενών του Ελλήνων. Σου τα ξεπροβοδεί στεφανωμένα με
την ευγνωμοσύνην της, παρηγορημένα με τα δάκρυά της, συνωδευμένα,
με τας θεοδέκτους ευχάς και ευλογίας του πανιερωτάτου Αρχιεπισκόπου
μας, του αληθινού ζηλωτού της ελευθερίας του γένους, Κυρίου Πορφυρί-
ου, του φιλοπάτριδος αγίου επισκόπου Κυρ.Ι ωσήφ, και όλου του κλήρου.

107
Μάθε, ευγενεστάτη κόρη, μάθε ότι στρατηγοί τα εβάσταξαν εις τους ώμους
τους, και τα έφεραν εις την εκκλησίαν, χιλιάδες Έλληνες στρατιώται εσκέ-
παζαν τα δεξιά και αριστερά μέρη του δρόμου, όθεν τα εδιάβαιναν, και τα
στόματα των τουφεκιών, οπού εκατάφαγαν τόσους και τόσους τυράννους,
ήσαν όλα γυρμένα κατά την γην, ωσάν να ήθελαν να πολεμήσουν την γην,
οπού τους άρπαξε τον ειλικρινή φίλο τους. Όλα αυτά τα πλήθη των στρα-
τιωτών με το σπαθί τούτην την στιγμήν εις την μέση, με το τουφέκι εις τον
ώμον, και έτοιμα να εκστρατεύσουν εναντίον του άσπονδου εχθρού του
Χριστού και του ανθρώπου, περικυκλώνουν το νεκρικόν κρεββάτι, και ορ-
κίζονται να μη λησμονήσουν ποτέ τας θυσίας του πατρός σου, και ποτέ να
μην αφήσουν να πατηθή από βάρβαρον και τυραννικόν ποδάρι ο τόπος εις
τον οποίον ευρίσκονται απομεινάρια του. Χιλιάδες στόματα χριστιανικά
ανοίγονται αυτήν την στιγμήν, και ο ναός του Υψίστου Θεού των Χριστια-
νών αναβοά όλος ύμνους, όλος ικεσίας, δια να κατευοδωθούν τα σεβάσμια
λείψανά του εις την πατρικήν του γην, και να αναπαυθή η ψυχή του όπου οι
δίκαιοι αναπαύονται».
Σπυρίδωνος Τρικούπη, «Σωζόμενοι λόγοι», Παρίσι, 1836. «Οι σωζόμενοι
λόγοι, εκφωνηθέντες εις επήκοον του ελληνικού λαού επί της επαναστά-
σεως, εις εκκλησιαστικάς τελετάς, επιθεωρηθέντες παρά του ιδίου εκδί-
δονται ήδη κατά πρώτον εις έν, φιλοτίμω δαπάνη του κυρίου Παντιά Ράλλη
εις διανομήν προς τους ομογενείς»
Ανακτήθηκε από την ΑΝΕΜΙ – μεταγράφτηκε με το μονοτονικό σύστημα
γραφής από τον επιμελητή, https://bit.ly/3vNxM1V
Ο Σπυρίδων Τρικούπης ήταν Έλληνας πολιτικός, διπλωμάτης, λόγιος και
ιστορικός, από τις κορυφαίες μετεπαναστατικές προσωπικότητες της
Ελλάδας. Διετέλεσε πρωθυπουργός και υπουργός των Εξωτερικών, υπη-
ρέτησε ως πρεσβευτής της Ελλάδας στην Αγγλία, υπήρξε δεινός ρήτορας,
ποιητής και συγγραφέας της πολύτιμης και πολύτομης «Ιστορίας της Ελ-
ληνικής Επαναστάσεως». Γιος του ήταν ο επιφανής Έλληνας πολιτικός Χα-
ρίλαος Τρικούπης.

108
Ευρετήριο Ονομάτων

Α Λ
Αιγάλεω/Ποικίλο Όρος  1, 2, 4, 5, 7, 11, Λόρδος Βύρωνας/Byron  12, 28, 30, 31,
12, 34, 35, 37, 38, 43, 112 101

Β Μ
Βουλή Βιβλιοθήκη  45, 46, 47 Μαβίλης Λορένζτος  5, 54
Βουλή των Ελλήνων  4, 42, 43 Μαυροβουνιώτης Βάσος  39
Μεσολόγγι  13, 14, 15, 26, 29, 33, 68, 107
Γ
Γερολυμάτος Γεράσιμος  9 Π
Παλαμάς Κωστής  5, 59
Δ
Δαφνί/Μονή Δαφνίου  1, 5, 11, 35, 36, Σ
37, 38, 39, 40, 41, 42 Σολωμός Διονύσης  5, 27, 59
Σχίζας Γιάννης  1, 2, 5
Ε
Ελευσίνα  13, 30, 37, 40, 42 Τ
Ταμπούρια  7, 12, 38, 43
Θ Τριγάζης Πάνος  1, 2, 5, 30
Θεόφιλος  3, 36 Τρικούπης Σπύρος  14, 42, 108

Κ Φ
Κάλβος Ανδρέας  5, 59, 92 Φαβιέρος Κάρολος  41
Καματερό  36, 42 Φωτεινάκης Κώστας  1, 2, 5, 12, 35, 40,
Καμπούρογλου Δημήτριος  38, 41 41
Καραϊσκάκης Γιώργος  3, 36, 40, 46
Καρυωτάκης Κώστας  5, 91 Χ
Καρώρης Νικόλαος  39, 40 Χαϊδάρι/Δήμος Χαϊδαρίου  2, 9, 11, 36,
Κερατσίνι  35, 36 37, 38, 40, 41, 112
Κολοκοτρώνης Γενναίος  36, 42
M
Mark H. Munn  34, 35, 41, 43
Ελληνικό Δίκτυο ΦΙΛΟΙ της ΦΥΣΗΣ/Naturefriends Greece
Ανθέων 72, 12461, Χαϊδάρι | Τηλ. - FAX: +30 215 5257408 | ΑΦΜ: 997557187, ΔΟΥ
Αιγάλεω
| Email: naturefriendsgreece@gmail.com | www.naturefriends.gr
Τηλ.: +30 215 5257408 - 690 7720897

Καταστατικό: Αρ. Μητρώου Ειρην. Αθηνών: 30425/2014


ΔΙΑΥΓΕΙΑ: ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
Μητρώο Πολιτιστικών Φορέων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού
(ΑΜ Φορέα: 3358)
Περιφέρειας Αττικής - τμήμα Πολιτιστικών Σωματείων (Αριθμός Φακέλου:
20014)
200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Αφιέρωμα στο Λόρδο Βύρωνα

Με αφορμή τα 200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση (1821‒2021) το Ελληνικό


Δίκτυο ΦΙΛΟΙ της ΦΥΣΗΣ/ ΦτΦ έχει προγραμματίσει μια σειρά εκδηλώσεις, μεταξύ των
οποίων και η παρούσα έκδοση αφιερωμένη στο Λόρδο Βύρωνα και στην παρουσίαση
των Ταμπουριών των Αγωνιστών του 21’ στο Ποικίλο Όρος (Αιγάλεω).
Η έκδοση εντάσσεται στο πλαίσιο του έργου που υλοποιεί το Ελληνικό Δίκτυο ΦΙΛΟΙ
ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ με τίτλο «Σηματοδότηση και ανάδειξη των Ταμπουριών των Αγωνιστών του
‘21 στο Ποικίλο Όρος - Αιγάλεω».
Το έργο υλοποιείται με την υποστηρικτική επιχορήγηση από τη Βουλή των Ελλήνων
(Απόφαση ΠτΒ 7985/5677/10.09.2021).
Επιμέλεια έκδοσης: Κώστας Φωτεινάκης
Συγγραφείς: Γιάννης Σχίζας, Πάνος Τριγάζης, Κώστας Φωτεινάκης
Α’ ΜΕΡΟΣ:
Η Ελληνική Επανάσταση του ‘21 και οι ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
Γιάννης Σχίζας: «Η φύση στο έργο του Λόρδου Βύρωνα»
Πάνος Τριγάζης: «Η Ελλάδα με έκανε ποιητή»
Κώστας Φωτεινάκης: «Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο Όρος»
Β΄ ΜΕΡΟΣ: ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ – ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Από το Canto IV του «Childe Harold’s Pilgrimage» | «Το προσκύνημα του Τσάιλντ

200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ


Χάρολντ»
Τα νησιά της Ελλάδας - Μετάφραση: Αργύρης Εφταλιώτης

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Parisina – Μετάφραση: Λορέντζος Μαβίλης
Γ’ ΜΕΡΟΣ: ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΡΔΟ ΒΥΡΩΝΑ
Ποίηση: Διονύσιος Σολωμός «Εἰς τὸν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάιρον (7 Απριλίου 1824)»
Ποίηση: Κώστας Καρυωτάκης, «BYRON» (Περιέχεται στο έργο «Ελεγεία και Σάτιρες») Αφιέρωμα στο Λόρδο Βύρωνα
Ποίηση: Ανδρέας Κάλβος, «Η Βρετανική μούσα»
Ποίηση: Κωστής Παλαμάς, «Μπάιρον» (1824‒1924) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Τα ταμπούρια των Αγωνιστών του ‘21 στο Ποικίλο
Ο Επικήδειος λόγος του Σπύρου Τρικούπη για το Λόρδο Βύρωνα.
Όρος – Η Μονή Δαφνίου & η Επανάσταση του ‘21
Ευρετήριο

Επιμέλεια έκδοσης: Κώστας Φωτεινάκης


Αθήνα 2022
ISBN: 978-618-82830-9-1

Συγγραφείς: Γιάννης Σχίζας, Πάνος Τριγάζης, Κώστας Φωτεινάκης

You might also like