Professional Documents
Culture Documents
Πανταζησ Αναλυση Πολιτικων Ιδεολογιων Karl Marx
Πανταζησ Αναλυση Πολιτικων Ιδεολογιων Karl Marx
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1
Στο νεανικό έργο του Καρλ Μαρξ ανευρίσκονται οι εξής διαστάσεις: η
ανάλυση της ιδεολογίας της αστικής κοινωνίας και της θεωρίας του κράτους,
η σύνδεση της ελευθερίας και της δηµοκρατίας µε το κοινωνικό ζήτηµα και το
αίτηµα της διατήρησης της κοινωνικής συνοχής µέσω του δηµοκρατικού
σοσιαλισµού1. Οι ̟αρα̟άνω διαστάσεις ανα̟τύσσονται µέσω της κριτικής
αφοµοίωσης της εγελιανής φιλοσοφίας του δικαίου, η ο̟οία, κατά την ά̟οψη
του νεαρού Μαρξ, α̟οτέλεσε τη «συνε̟έστερη, ̟λουσιότερη και ύστατη
διατύ̟ωση της» αστικής συνείδησης ως ιδεολογίας. Με άλλα λόγια, η κριτική
στην εγελιανή φιλοσοφία α̟οτελεί µια εσωτερική ανά̟τυξη του µαρξικού
έργου και όχι α̟όρριψη της διαλεκτικής. Αυτό είναι σαφές α̟ό την
ε̟ισήµανση ότι η εγελιανή φιλοσοφία είναι τόσο η «κριτική ανάλυση του
σύγχρονου κράτους και της συναρτώµενης µε αυτό ̟ραγµατικότητας» όσο
«και η α̟οφασιστική άρνηση του συνολικού µέχρι σήµερα τρό̟ου της
γερµανικής ̟ολιτικής και δικαιϊκής συνείδησης, η εξοχότερη,
οικουµενικότερη και ανορθωµένη στο ε̟ί̟εδο της ε̟ιστήµης έκφραση της
ο̟οίας είναι ακριβώς η ίδια η θεωρησιακή φιλοσοφία του δικαίου»2. Ο
θεωρητικός ορίζοντας της χειραφέτησης α̟ό τον ο̟οίον εκκινεί η µαρξική
κριτική είναι η κριτική της θρησκείας, ως ιδεολογίας, την ο̟οίαν ανα̟τύσσει
µέσω της ενσωµάτωσης και υ̟έρβασης του ̟ρώϊµου έργου του L. Feuerbach3.
Στον Μαρξ η έννοια της κριτικής συνδέεται µε το κοινωνικό ζήτηµα (ένδεια)
1
Ό̟ως αναφέρεται στο: Μ. Αγγελίδης, «Ο δογµατισµός του δικαιώµατος» στο: Μ.
Αγγελίδης/Σ. ∆ηµητρίου/Α. Λαβράνου (ε̟.), Θεωρία, αξίες και κριτική. Αφιέρωµα στον Κ.
Ψυχο̟αίδη, Ίδρυµα Σ. Καράγιωργα/Πόλις, Αθήνα 2008, σελ. 53 «Η κρίση των κοινωνικών
̟ολιτικών και η α̟όρριψη του δηµόσιου χαρακτήρα θεµελιωδών δικαιωµάτων ̟ου
διασφαλίζουν όρους κοινωνικής ζωής ανατρέχουν στη σύλληψη του κοινωνικού ζητήµατος
ως ‘νεωτερικής φαντασίωσης» ό̟ως το χαρακτηρίζει στο έργο της Περί της Ε̟ανάστασης η
Χάνα Άρεντ.
2
K. Marx, Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 153.
3
L. Feuerbach, Η ουσία του χριστιανισµού. Η ουσία της θρησκείας, ΚΨΜ, Αθήνα 2012,
«Προσωρινές θέσεις για τη µεταρρύθµιση της φιλοσοφίας», Αξιολογικά, αρ. τεύχους 18,
Νήσος/Ι.Σ. Καράγιωργα, Αθήνα 2007, σελ. 195-212, µεταφράσεις Θ. Γκιούρα, Λ. Φώϋερµ̟αχ,
Για την κριτική της χεγκελιανής φιλοσοφίας και άλλα δοκίµια, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ. Για την
διάσταση θεµελίωσης της κοινωνικής ̟ολιτικής στο έργο του Φωϋερµ̟αχ βλ. Α. Λαβράνου
«Ευδαιµονία και ηθικότητα στον Φωϋερµ̟αχ», Αξιολογικά, αρ. τευχ. 18,
Νήσος/Ί.Σ.Καράγιωργα, Αθήνα 2007, σελ. 89-100, ιδιαίτερα υ̟οσ. 22, σελ. 99.
2
καθώς το τελευταίο γίνεται το αντικείµενο της θρησκευτικής αντεστραµµένης
συνείδησης
4
K. Marx, Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 148.
5
G.W.F. Hegel, Φαινοµενολογία του ̟νεύµατος. Τόµος Α, ∆ωδώνη, Αθήνα/Ιωάννινα 1993, σελ.
297, βλ. Α. Λαβράνου «Αντιστροφή και Νεωτερικότητα. Για την ̟ροβληµατική του
‘αντεστραµµένου κόσµου’ στη Φαινοµενολογία του Πνεύµατος», στο Γ. Β. Φ. Χέγκελ:
Φαινοµενολογία του Πνεύµατος. Ερµηνευτικές ̟ροσεγγίσεις, ε̟ιµ. Κ. Καβουλάκος, Αλεξάνδρεια,
Αθήνα 2009, σελ. 196-221.
6
Βλ. σχετικά Κ. Σταµάτης, «Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας δικαίου και κράτους α̟ό τον
νεαρό Μαρξ», Τεύχη Πολιτικής Οικονοµίας, αρ. τχ.7, Κριτική, Αθήνα 1990.
7
Βλ. Κ. Ψυχο̟αίδης, Ιστορία και Μέθοδος, Αθήνα, Σµίλη: 1994, σελ. 144-151, για την έννοια της
Polizei στην κοινωνική ε̟ιστήµη και ιδιαίτερα στον Hegel βλ. E. Pankoke, Sociale Bewegung-
Sociale Frage – Sociale Politik, E. Klett, Στουτγάρδη 1970, σελ. 59 κ.έ.
8
Η αδυναµία της εγελιανής φιλοσοφίας να ε̟ιλύσει το ζήτηµα της φτώχειας αναδεικνύει την
αδυναµία της ε̟ίλυσης της αντίφασης µεταξύ ηθικότητας και ευδαιµονίας ό̟ως αυτή τέθηκε
α̟ό την καντιανή φιλοσοφία ως ζήτηµα του αγαθού. Βλ. σχετ. Κ. Ψυχο̟αίδης, Ιστορία και
Μέθοδος, Αθήνα, Σµίλη: 1994, σελ. 125.
3
της φτώχειας, υιοθετεί µια ριζοσ̟αστική θέση ως ̟ρος την θεώρηση του
κοινωνικού ζητήµατος η ο̟οία δείχνει την τροχιά της µαρξικής κριτικής
κοινωνικής θεωρίας
9
K. Marx, Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 158.Για µια
ανάλυση της σχέσης των δύο διαλεκτικών κοινωνικών θεωριών βλ. Θ. Νουτσό̟ουλος,
Προβλήµατα ανάλυσης διαλεκτικών εννοιών στο έργο των Hegel και Marx, διδακτορική διατριβή,
Πανε̟ιστήµιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2000 .
10
R. Teichgraeber, “Hegel on Property and Poverty”, Journal of the History of Ideas, vol. 38, No.1
(Jan. – Mar. 1977), σελ. 47-64.
11
E. Sherover, “The Virtue of Poverty: Marx’s Transformation of Hegel’s Concept of the
Poor”, Canadian Journal of Political and Social Theory, vol. 3, No.1 (Winter 1979), σελ. 53-66.
4
κοινωνικών και ̟ολιτικών κρίσεων ̟ου της α̟ένειµε η εγελιανή φιλοσοφία
του δικαίου12. Είναι ενδιαφέρον ότι η νεανική µαρξική κριτική θεωρεί την
εγελιανή φιλοσοφία ως «φορµαλιστική» εξαιτίας της έµφασης στην κοινωνική
κατηγορία της φορµαλιστικής λογικής της «ουδέτερης» και «αντικειµενικής»
γραφειοκρατίας. Παρόλο ̟ου, και αυτό ̟ρέ̟ει να ε̟ισηµανθεί, ήταν ο ίδιος ο
Χέγκελ ̟ου είχε ασκήσει κριτική στον «φορµαλισµό» των θεωριών του
κοινωνικού συµβολαίου και του φυσικού δικαίου13. Αν η εγελιανή κοινωνική
φιλοσοφία υ̟οστασιο̟οίησε το κράτος ως φορέα ̟ραγµάτωσης του γενικού
συµφέροντος, η µαρξική κοινωνική θεωρία αµφισβητεί την ουδετερότητα της
φορµαλιστικής κρατικής εξουσίας και ̟αράλληλα διατυ̟ώνει το
χειραφετητικό αίτηµα υ̟έρβασης της κοινωνίας του κεφαλαίου, η ο̟οία
ανα̟αράγεται µέσω της εκµετάλλευσης και της εξαθλίωσης του µεγαλύτερου
µέρους της κοινωνίας. Η συνειδητο̟οίηση του ̟ρολεταριάτου το ο̟οίο µέσω
της δικής του χειραφέτησης θα χειραφετήσει τη συνολική κοινωνία ̟ρος την
κατεύθυνση του σοσιαλισµού συνδέεται µε την ̟ροσω̟ο̟οίηση των
̟αραγωγικών δυνάµεων. Ε̟ίσης, η µαρξική κοινωνική θεωρία ως θεωρία της
χειραφέτησης µεταβάλλεται έναντι της εγελιανής: ̟λέον δεν υ̟άρχει
αντίθεση µεταξύ φιλοσοφίας και ̟ρολεταριάτου, η σχέση τους είναι ό̟ως σε
έναν οργανισµό
12
Ο S. Avineri, The Social and Political Thought of Karl Marx, C.U.P., Κέµ̟ριτζ 1968, σελ. 57
ε̟ισηµαίνει την καταγωγή της καθολικής τάξης του ̟ρολεταριάτου α̟ό την εγελιανή
κοινωνική και ̟ολιτική θεωρία. Ο D. McGregor, Hegel, Marx and the English State, U.T.P.,
Τορόντο 1996, τονίζει την αντιστοιχία µεταξύ των ε̟ιθεωρητών εργασίας στο µαρξικό
Κεφάλαιο και την γραφειοκρατία στην εγελιανή Φιλοσοφία του δικαίου.
13
Βλ. G.W.F. Hegel, “Über die wissenschaftlichen Behandlungsarten des Naturrechts, seine
Stelle in der praktischen Philosophie und sein Verhältnis zu den positiven
Rechtswissenschaften” [1802/1803], στο: Werke, τοµ. 2, σελ. 434-530. Για µια ανάλυση του
κειµένου του Χέγκελ βλ. Α. Λαβράνου, Γνώση, ̟ίστη και ̟ολιτική. Κριτικής της υ̟οκειµενικότητας
και θεµελίωση της ̟ολιτικής στον Χέγκελ της ̟εριόδου της Ιένας, Ίδρυµα Σ. Καράγιωργα, 2017,
ιδιαίτερα σελ. 97-127 και Κ. Ψυχο̟αίδης, Χέγκελ. Α̟ό τα ̟ρώτα ̟ολιτικά κείµενα στην
Φαινοµενολογία του Πνεύµατος, Πόλις, 2003.
5
Η κεφαλή αυτής της χειραφέτησης είναι η φιλοσοφία, η καρδιά της είναι το
̟ρολεταριάτο. Η φιλοσοφία δεν µ̟ορεί να ̟ραγµατο̟οιηθεί χωρίς την άρση
του ̟ρολεταριάτου, το ̟ρολεταριάτο δεν µ̟ορεί να αρθεί χωρίς την
̟ραγµατο̟οίηση της φιλοσοφίας. Όταν εκ̟ληρωθούν όλοι οι εσωτερικοί
όροι, θα αναγγελθεί η ηµέρα της γερµανικής Ανάστασης µέσα α̟ό το λάληµα
του γαλλικού αλέκτορα»14.
14
K. Marx, Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 159.
15
Βλ. E. Sherover-Marcuse, Emancipation and Consciousness: Dogmatic and Dialectical Perspectives
in the Early Marx, Basil Blackwell, Λονδίνο 1986, σελ. 104.
16
Βλ. σχετικάT. Giouras, Kritik und Geschichte. Zum Verhältnis von ökonomischen Historismus
und historischem Materialismus, Peter Lang, Φραγκφούρτη 2003, σελ. 72.
6
την υλο̟οίηση ριζικών αναγκών ̟ου ̟ροσανατολίζουν την έρευνα ̟ρος την
θεωρία ενός δηµοκρατικού σοσιαλιστικού ιδεώδους17. Σε κείµενα ό̟ως το
Εβραϊκό ζήτηµα18 τίθεται σε κριτική ανάλυση η ιδεολογική λειτουργία των
δικαιωµάτων και η ανεξαρτησία του κράτους, η σκο̟ιά της ̟ολιτικής και του
̟ολίτη ως ιδεολογικός αναδι̟λασιασµός της σκο̟ιάς του αστού και της
αστικής κοινωνίας. Είναι σαφής η µετατό̟ιση της µαρξικής ανάλυσης α̟ό
µια νοµικο-θεσµική ανάλυση, η ο̟οία υ̟ήρξε θεµελιώδης για την εγελιανή
και νεοεγελιανές θεωρίες της ε̟οχής του. Η µαρξική κριτική ανάλυση του
αστικού ̟ολιτεύµατος στρέφεται εναντίον του «δογµατισµού» των
δικαιωµάτων, του ̟ολιτικού φορµαλισµού και του δυϊσµού ̟ολιτικού και
κοινωνικού στοιχείου, ό̟ως αυτά εκφράστηκαν στον αστικό θεωρητικό
ορίζοντα. Ε̟ίσης, ασκεί κριτική στην ̟ολιτική συνείδηση ως ψευδή και
αντεστραµµένη, δηλαδή ως ιδεολογική, µορφή µιας κοινωνικής
̟ραγµατικότητας ̟ου έχει ως δοµικό χαρακτηριστικό να αναδι̟λασιάζεται
στη µορφή της ̟ολιτικής και της (µη ̟ολιτικής) αστικής κοινωνίας, δηλαδή
υ̟ό τις µορφές του ̟ολίτη και του αστού.
7
άρθρο ‘Ο βασιλιάς της Πρωσίας και η κοινωνική µεταρρύθµιση. Α̟ό έναν Πρώσο’. Το
ιστορικό συµβάν ̟ου έχει ̟ροηγηθεί είναι µια εξέγερση των εργατών της
Σιλεσίας η ο̟οία κατεστάλη µε βία α̟ό την ̟ρωσική κυβέρνηση. Ο Άρνολντ
Ρούγκε, ο ο̟οίος υ̟ήρξε µέχρι τη δηµοσίευση του άρθρου συνεργάτης του
Μαρξ, θεώρησε ότι η εργατική εξέγερση και καταστολή θα «διαφώτιζε» την
γερµανική µεσαία τάξη και τον γραφειοκρατικό µηχανισµό ̟ροκειµένου να
ε̟ιβληθεί µια δηµοκρατική µεταρρύθµιση υ̟έρ των εργατών εκ των άνω. Ο
Μαρξ θέλει να υ̟ερβεί την κρίση του Άρνολντ Ρούγκε, του «Πρώσου» ̟ου
γράφει το άρθρο ̟ερί κοινωνικής µεταρρύθµισης, ότι το σφάλµα στην εξέταση
του ζητήµατος της ένδειας οφείλεται στην «ιστορική ιδιαιτερότητα» του
̟ρωσικού κράτους το ο̟οίο εξετάζει το ζήτηµα είτε ως έλλειψη διοίκησης είτε
ως έλλειψη αγαθοεργίας. Ε̟ίσης, το µαρξικό άρθρο αµφισβητεί την
δυνατότητα του διαφωτισµού τη µεσαίας αστικής τάξης και της
γραφειοκρατίας ̟ρος την ε̟ίλυση του κοινωνικού ζητήµατος. Όλο το
µαρξικό κείµενο του 1844 α̟οτελεί µια συµ̟υκνωµένη «Φαινοµενολογία του
αστικού ̟νεύµατος» ̟ερί του κοινωνικού ζητήµατος και καταδεικνύει τον
̟εριορισµένο ορίζοντα της αστικής συνείδησης και κράτους. Το µαρξικό
ε̟ιχείρηµα δεν θεωρεί την έλλειψη συνειδητο̟οίησης του κοινωνικού
ζητήµατος ως «̟ρωσική ιδιαιτερότητα» και αναφέρεται στην αγγλική
κοινωνία στην ο̟οίαν το ζήτηµα έχει λάβει την καθολικότερη και γενικότερη
µορφή. Με αυτόν τον τρό̟ο συνδέει την έννοια της ̟ολιτικής µε την ένδεια
εκκινώντας α̟ό την «ανα̟τυγµένη» αγγλική κοινωνία και ̟ολιτική
«Στην Αγγλία η χρεία των εργατών δεν είναι µερική, αλλά καθολική δεν
̟εριορίζεται στις βιοµηχανικές ̟εριφέρειες, αλλά εκτείνεται και στις
αγροτικές. Τα κινήµατα δεν είναι εδώ στην α̟αρχή τους, αλλά
ε̟ανακάµ̟τουν ̟εριοδικά σχεδόν εδώ και έναν αιώνα. Πώς συλλαµβάνει
λοι̟όν την ένδεια η αγγλική αστική τάξη, καθώς και η κυβέρνηση και ο
Τύ̟ος ̟ου συναρτώνται µε αυτήν; Εφόσον η αγγλική αστική τάξη οµολογεί
την ένδεια ως υ̟αιτιότητα της ̟ολιτικής, θεωρεί ο Ουίγος τον Τόρη και ο
Τόρης τον Ουίγο ως την αιτία της ένδειας. […] Η καθοριστικότερη έκφραση
της αγγλικής ε̟ίγνωσης της ένδειας […] είναι η αγγλική οικονοµική
8
ε̟ιστήµη, δηλαδή η ε̟ιστηµονική αντανάκλαση των αγγλικών οικονοµικών
συνθηκών»20.
20
Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 346.
21
Βλ. Α. Πανταζής, Καρλ Μαρξ Καρλ Πολάνι, Η γένεση του κοινωνικού κράτους, Στοχαστής,
Αθήνα 2009, σελ. 42 -43.
22
Η κυνική διάσταση της ρικαρντιανής θεωρίας α̟οτελεί µια µορφή κριτικής έναντι της
φεουδαλικής δοµής και ̟αράλληλα ̟εριγράφει την λειτουργία της αστικής κοινωνίας. Στην
Αθλιότητα της Φιλοσοφίας η µαρξική κριτική υ̟ερασ̟ίζεται την ρικαρντιανή θεωρία α̟έναντι
στο έργο η Φιλοσοφία της Αθλιότητας του Προυντόν. Εντούτοις, η ̟ερίφηµη «ε̟αναστατική
θεωρία του µέλλοντος» του Προυντόν, ό̟ως αναφέρει ο Μαρξ, δεν είναι ̟αρά η θεωρία της
αστικής κοινωνίας ό̟ως αυτή αναλύθηκε α̟ό τον Ρικάρντο. Ό̟ως έχει διατυ̟ωθεί στη
δευτερογενή βιβλιογραφία, η µαρξική ̟ρόσληψη της ρικαρντιανής θεωρίας οφείλεται στην
ανακάλυψη µέσω των Άγγλων σοσιαλιστικών της ερµηνείας της θεωρίας της αξίας της
εργασίας του Ρικάρντο. Βλ. Ernest Mandel, Γένεση και εξέλιξη των οικονοµικών θεωριών του Κ.
Μαρξ (1843-1863), Ζαχαρό̟ουλος, Αθήνα 1975, σελ. 47. Για την ανά̟τυξη των σοσιαλιστικών
θεωριών ̟ου βασίστηκαν στην ρικαρντιανή θεωρία της αξίας βλ. W. Thompson, The people’s
science. The popular political economy of exploitation and crisis 1816-34, Cambridge University
Press, Κέµ̟ριτζ 1984. Τέλος, θα ̟ρέ̟ει να τονισθεί ότι η µαρξική θεωρία δεν ταυτίζεται µε την
αντίστοιχη ρικαρντιανή. Ένα βασικό σηµείο αντι̟αράθεσης α̟οτελεί η αναφορά στην
«ανά̟τυξη των ̟αραγωγικών δυνάµεων», ενώ για την ρικαρντιανή είναι αυτοσκο̟ός της
ε̟ιστήµης της ̟ολιτικής οικονοµίας δεν ισχύει το ίδιο για την µαρξική κριτική. Βλ. A.
Schmidt, Der Begriff der Natur in der Lehre von Marx, Europäische Verlagsanstalt,
Φραγκφούρτη 1971, σελ. 148.
9
µια µωρία, µια δηµόσια ενθάρρυνση της αθλιότητας. Ως εκ τούτου το κράτος
δεν µ̟ορεί να κάνει τί̟οτε άλλο α̟ό το να αφήσει την αθλιότητα στο
̟ε̟ρωµένο της και, το ̟ολύ, να διευκολύνει το θάνατο των εξαθλιωµένων’.
Με αυτή τη φιλάνθρω̟η θεωρία το Αγγλικό Κοινοβούλιο συνδυάζει την
ά̟οψη ότι η ένδεια α̟οτελεί την αυθυ̟αίτια αθλιότητα των εργατών, την
ο̟οία συνε̟ώς δεν θα ̟ρέ̟ει κανείς να ̟ροσλάβει ως µια δυστυχία, αλλά,
̟ολύ ̟ερισσότερο, ̟ρέ̟ει να την κατα̟ιέσει, να την τιµωρήσει ως έγκληµα»23.
Η αναφορά του κειµένου στην αντιµετώ̟ιση της ένδειας ως εγκλήµατος
δηλαδή ως µιας ̟αραβίασης του νόµου, η ο̟οία στο εσωτερικό της εγελιανής
φιλοσοφίας του δικαίου είχε τη «δύναµη της αντικειµενικότητας» του δικαίου
και του κράτους ̟ροκαλεί ερευνητικό ενδιαφέρον24. Θα ήταν δυνατό να
διατυ̟ωθεί η ̟ρόταση ότι αµφισβητείται, µε διαλεκτικό τρό̟ο, η ε̟ιβολή του
αστικού φορµαλιστικού δικαίου ως ̟ραγµατο̟οίηση της αµερόλη̟της και
κενής ̟εριεχοµένου δικαιοσύνης. Παράλληλα, η µαρξική κριτική ε̟ισηµαίνει
την αδυναµία της ε̟ιστήµης της ̟ολιτικής οικονοµίας, ό̟ως αυτή εκφράζεται
στην θεωρία του Μάλθους ̟ερί υ̟ερ̟ληθυσµού και φυσικού νόµου όσο και
ενός ̟ρωτόγονου δογµατισµού του δικαιώµατος25. Στο ̟ρώιµο µαρξικό έργο
ανευρίσκονται στοιχεία µιας διαλεκτικής κριτικής στον ̟ρώιµο δογµατισµό
των δικαιωµάτων στο κείµενο Για το Εβραϊκό Ζήτηµα26. Πρόκειται για µια
23
Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 348-349.
24
Βλ. Κ. Ψυχο̟αίδης, Ιστορία και Μέθοδος, Αθήνα, Σµίλη: 1994, σελ. 109 «Μια τέτοια άρνηση
̟ροκύ̟τει στην ̟ερί̟τωση του εγκλήµατος, το ο̟οίο αρνείται το δίκαιο εν γένει ̟ράγµα ̟ου
οδηγεί στην καταστροφή της ουσιαστικότητας του δικαίου, δηλαδή του αντικειµένου της
έρευνας της Φιλοσοφίας του ∆ικαίου».
25
Βλ. Μ. Αγγελίδης, «Ο δογµατισµός του δικαιώµατος» στο: Μ. Αγγελίδης/Σ. ∆ηµητρίου/Α.
Λαβράνου (ε̟.), Θεωρία, αξίες και κριτική. Αφιέρωµα στον Κ. Ψυχο̟αίδη, Ίδρυµα Σ.
Καράγιωργα/Πόλις, Αθήνα 2008, σελ. 51: «Η όψιµη ̟ολιτική οικονοµία, ̟ου βρίσκεται
αντιµέτω̟η µε το κοινωνικό ζήτηµα στην ̟λήρη του ανά̟τυξη, ανα̟τύσσει µια
̟ροβληµατική κατά την ο̟οία η εξαθλίωση θεωρείται ότι ̟αράγεται ακριβώς α̟ό τα δίκτυα
̟ροστασίας της εργασίας ̟ου ανα̟τύσσονται υ̟οτυ̟ωδώς (̟.χ. ενοριακά ε̟ιδόµατα) και
̟ροβάλλει ιδέες ̟ειθάρχησης της εργασίας στο µηχανισµό του ανταγωνισµού. Ανα̟τύσσεται
έτσι ένας ̟ρωτόγονος δογµατισµός δικαιώµατος, ̟ου ε̟ιχειρεί να α̟οκλείσει την εργασία
α̟ό ̟λέγµατα δικαιωµάτων ̟ρόσβασης στη δηµοσιότητα και στον κοινωνικό ̟λούτο, µέχρις
ότου ανα̟τύξει, µέσω της συστηµατικής της ̟ειθάρχησης, τις αρετές της φρονήσεως και της
̟ρονοητικότητας, ̟ου θα της ε̟ιτρέψουν να γίνει ̟λήρες µέλος της κοινωνίας».
26
Βλ. Α. Λαβράνου, «Η κριτική στη διάκριση «αστού» και «̟ολίτη» και η α̟ορία της
̟ολιτικής στον νεαρό Μαρξ, Αξιολογικά, τεύχος 30, 2018, σελ. 29-38 ιδιαίτερα σελ. 33: « Η
ανεξαρτησία του κράτους α̟ό την αστική κοινωνία, του δηµόσιου α̟ό το ιδιωτικό
εµφανίζεται τώρα ως καθαρή ε̟ίφαση. Η σκο̟ιά του ̟ολίτη και της ̟ολιτικής εµφανίζεται ως
10
αφετηρία της µαρξικής κριτικής της κλασικής ̟ολιτικής οικονοµίας στην
ο̟οία εντο̟ίζεται ένα «τυφλό σηµείο» της ανάλυσής της: το κοινωνικό
ζήτηµα ταυτόχρονα αναδεικνύει την υ̟αγωγή του ε̟ιστηµονικού ζητήµατος
σε ταξικά συµφέροντα τα ο̟οία υ̟ό το µανδύα του «συναισθηµατισµού»,
δηλαδή την φιλανθρω̟ική λύση του κοινωνικού ζητήµατος, α̟οκρύ̟τουν
την εκµετάλλευση του ̟ρολεταριάτου και ασκούν κριτική στην διάσταση της
̟αραγωγής µέσω της νοµιµο̟οίησης εισοδηµατικών ̟ρονοµίων ̟ου
ανα̟αράγουν την ανισότητα. Ταυτόχρονα, ερµηνεύουν το ζήτηµα της
φτώχειας ως µια ατοµική ευθύνη του φτωχού ο ο̟οίος δεν δύναται να
̟ροβάλλει αιτήµατα κοινωνικής δικαιοσύνης27.
ιδεολογικός αναδι̟λασιασµός της σκο̟ιάς του αστού και της αστικής κοινωνίας, ̟ου
αντιστρέφει την ̟ραγµατική σχέση εξάρτησης του κράτους α̟ό την αστική κοινωνία, του
δηµόσιου α̟ό το ιδιωτικό, του ̟ολίτη α̟ό τον αστό. Το εγελιανό αίτηµα της ̟ολιτικής
ρύθµισης της αστικής κοινωνίας α̟ό το ̟ολιτικό κράτος εµφανίζεται ως καθαρό ιδεολόγηµα,
ως ̟αράγωγο µιας αντεστραµµένης συνείδησης. […] Ο ιδεολογικός χαρακτήρας των
ανθρω̟ίνων δικαιωµάτων εντο̟ίζεται στο γεγονός ότι ̟αρουσιάζουν τον άνθρω̟ο ως
«αστό» και µε αυτόν ακριβώς τον τρό̟ο ε̟ιτελούν µια νοµιµο̟οιητική λειτουργία:
φυσικο̟οιούν τον «αστό», αναγορεύουν δηλαδή την εξατοµικευµένη και εγωιστική φύση του
αστού – ̟αράγωγο ενός συγκεκριµένου ιστορικού τύ̟ου κοινωνίας – σε φύση του ανθρώ̟ου
εν γένει».
27
Η αντίθεση της µαρξικής µε την αγοραία ̟ολιτική οικονοµία εµφανίζεται σε όλη της την
έκταση έναντι του Μάλθους «Τέλος, η εργασία του “Principles of Political Economy” ενάντια
στον Ρικάρντο ε̟εδίωκε ουσιαστικά τον σκο̟ό να ε̟αναφέρει τις α̟όλυτες διεκδικήσεις του
‘βιοµηχανικού κεφαλαίου’ και των νόµων, κάτω α̟ό τους ο̟οίους ανα̟τύσσεται η
̟αραγωγικότητά του, στα ‘ε̟ωφελή’ και ‘ε̟ιθυµητά όρια’ για τα υ̟άρχοντα συµφέροντα της
αριστοκρατίας των γαιοκτηµόνων, της ‘κρατικής εκκλησίας’ (στην ο̟οίαν ανήκει και ο
Μάλθους), των κυβερνητικών συνταξιούχων και των φοροφυγάδων. Τον άνθρω̟ο όµως ̟ου
̟ροσ̟αθεί να ̟ροσαρµόσει την ε̟ιστήµη σε µία ά̟οψη, ̟ου δεν τη δανείστηκε α̟’ αυτήν
την ίδια (όσο λαθεµένη κι αν είναι αυτή η τελευταία), αλλά α̟’ έξω, α̟ό ξένα ̟ρος αυτήν
εξωτερικά συµφέροντα, τον ονοµάζω ‘̟ρόστυχο’», Καρλ Μαρξ, Θεωρίες για την υ̟εραξία
Τέταρτος τόµος του «Κεφαλαίου», Μέρος δεύτερο, Σύγχρονη ε̟οχή, Αθήνα 1982, σελ. 136. Μία
αντίστοιχη κριτική ανευρίσκεται στο έργο του Χέγκελ έναντι της ροµαντικής- αντιδραστικής
φιλοσοφίας η ο̟οία κάτω α̟ό τον µανδύα του συναισθηµατισµού και του µοραλισµού
υ̟έκρυ̟τε ανορθολογικές και εξουσιαστικές δοµές ̟ροαστικής ιεραρχίας. Βλ. G. Lukacs, Der
junge Hegel, Βερολίνο 1967 και Χ. Μαρκούζε, Λόγος και ε̟ανάσταση. Ο Χέγκελ και η γένεση της
κοινωνικής θεωρίας, Ύψιλον, Αθήνα 1999. Θα ήταν ενδιαφέρουσα η ερευνητική ̟ροσ̟άθεια να
αντιστοιχηθούν οι σκο̟ιές της «χυδαίας» και «ενάρετης» συνείδησης στη εγελιανή
Φαινοµενολογία του Πνεύµατος µε τις σκο̟ιές της «χυδαίας» και «έντιµης» σχολής της ̟ολιτικής
οικονοµίας.
11
«Το κράτος δεν θα βρει ̟οτέ στο ‘κράτος και στη διαρρύθµιση της κοινωνίας’
το λόγο των κοινωνικών δεινών […] Α̟ό την ̟ολιτική σκο̟ιά, το κράτος και
η διαρρύθµιση της κοινωνίας δεν είναι δύο διαφορετικά ̟ράγµατα. Το
κράτος είναι η διαρρύθµιση της κοινωνίας. Α̟ό τη στιγµή ̟ου το κράτος
̟αραδέχεται την ύ̟αρξη κοινωνικών δυσχερειών, τις αναζητά είτε σε
φυσικούς νόµους, τους ο̟οίους δεν µ̟ορεί να διατάξει καµία ανθρώ̟ινη
δύναµη, είτε στον ιδιωτικό βίο, ο ο̟οίος είναι ανεξάρτητος α̟ό αυτό, είτε στις
δυσλειτουργίες της διοίκησης, η ο̟οία εξαρτάται α̟ό αυτό. Έτσι η Αγγλία
θεωρεί την ένδεια θεµελιωµένη στον φυσικό νόµο, σύµφωνα µε τον ο̟οίο ο
̟ληθυσµός υ̟ερβαίνει ̟άντα τα µέσα συντήρησης. Α̟ό µια άλλη ̟λευρά,
εξηγεί την ένδεια µέσα α̟ό την κακή βούληση των α̟όρων, ό̟ως ο βασιλιάς
της Πρωσίας την εξηγεί µέσα α̟ό το µη χριστιανικό θυµικό των ̟λουσίων,
και ό̟ως η [Γαλλική] Εθνοσυνέλευση την εξηγεί µέσα α̟ό το
αντε̟αναστατικό ύ̟ο̟το φρόνηµα των ιδιοκτητών. Συνε̟ώς η Αγγλία
τιµωρεί τους φτωχούς, ο βασιλιάς της Πρωσίας ̟ροτρέ̟ει τους ̟λούσιους, και
η Εθνοσυνέλευση α̟οκεφαλίζει τους ιδιοκτήτες. Τέλος, όλα τα κράτη
αναζητούν στα τυχαία ή στα εµ̟ρόθετα ελαττώµατα της διοίκησης την αιτία,
και συνε̟ώς σε µέτρα της διοίκησης τη θερα̟εία των δεινών. Γιατί; Ακριβώς
ε̟ειδή η διοίκηση είναι η οργανωτική δραστηριότητα του κράτους»28.
Πρόκειται για την α̟οστασιο̟οίηση της µαρξικής α̟ό αντίστοιχες
̟ροσ̟άθειες ε̟ίλυσης του κοινωνικού ζητήµατος µέσω της διοίκησης ό̟ως
υ̟ήρξε αυτή του Λόρεντζ φον Στάϊν29 η ο̟οία βασίστηκε σε ορισµένες
διαστάσεις της εγελιανής φιλοσοφίας του δικαίου ιδιαίτερα σε αυτές ̟ου
αφορούν την ε̟ίλυση του κοινωνικού ̟ροβλήµατος µέσω της ε̟ιβολής της
̟ολιτικής έναντι της αστικής κοινωνίας ως δηµιουργία ενός κράτους
ουδέτερου α̟ό ταξικές συγκρούσεις και συµφέροντα άλλως ενός φύλακα του
γενικού συµφέροντος έναντι των µερικών και οικονοµικών συµφερόντων.
Είναι ενδιαφέρον ότι η κοινωνική θεωρία του Στάϊν ̟αρουσιάζει οµοιότητες
28
Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 351.
29
F.-X. Kaufmann, ‘Thinking About Social Policy’, German Social Policy, Heidelberg 2013, σελ.
23- 153 ιδιαίτερα για τον Στάϊν βλ. σελ. 33-36. Το κυριότερο έργο του Στάϊν εκδόθηκε το 1842
µε τίτλο Ο Σοσιαλισµός και Κοµµουνισµός της σηµερινής Γαλλίας (Der Socialismus und
Communismus des heutigen Frankreich),
12
µε την αντίστοιχη µαρξική, ως ̟ρος την σηµασία του ̟ρολεταριάτου στην
κοινωνική δυναµική της βιοµηχανικής κοινωνίας και της ταξικής ̟άλης
µεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, εντούτοις ̟ροσβλέ̟ει στη δηµιουργία µια
κοινωνικής διοίκησης (Soziale Verwaltung) η ο̟οία έχει ως σκο̟ό τον
καθορισµό της σχέσης µεταξύ κεφαλαίου και εργασίας µε σαφή κριτική στη
δηµοκρατική αρχή και την εργασιακή θεωρία της αξίας, οι ο̟οίες ήταν το
̟εριεχόµενο της µαρξικής κοινωνικής θεωρίας. Η κριτική κοινωνική θεωρία
ε̟ισηµαίνει ότι η διοίκηση ως «οργανωτική δραστηριότητα του κράτους»
είναι αδύναµη έναντι της «µη κοινωνικής φύσης του αστικού βίου» και
συνε̟ώς η «δουλεία της αστικής κοινωνίας» είναι το θεµέλιο του σύγχρονου
κράτους. Με άλλα λόγια η µαρξική κριτική εντο̟ίζει την αρχή του κράτους
στη διαρρύθµιση της κοινωνίας και βλέ̟ει µέσω της διαλεκτικής σχέσης
κράτους και κοινωνίας έναν αναγκαίο δυϊσµό ̟ου δεν είναι εφικτό να αρθεί
όσο δεν ̟ροβάλλεται το αίτηµα υ̟έρβασης της αστικής κοινωνίας και του
κοινωνικού ζητήµατος ̟ου η ίδια ανα̟αράγει. Η αδυναµία της ̟ολιτικής
έναντι του κοινωνικού ζητήµατος καταδεικνύεται στο ιστορικό ̟αράδειγµα
της Γαλλικής ε̟ανάστασης ως της ριζοσ̟αστικότερης ̟ολιτικής ε̟ίλυσης
30
Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 352.
13
Το ̟αρα̟άνω ζήτηµα έχει αναλυθεί στην Αγία Οικογένεια σε σχέση µε την
σύγχυση της σύγχρονης µε την αρχαία ρεαλιστικά δηµοκρατική οργάνωση, η
ο̟οία βασιζόταν στην αρχαία δουλεία µε το σύγχρονο δηµοκρατικό
αντι̟ροσω̟ευτικό κράτος, το ο̟οίο βασίζεται στη µισθωτή δουλεία. Α̟ό την
̟αρα̟άνω ̟λάνη ̟ροκύ̟τει η µη κατανόηση της σύγχρονης κοινωνίας και η
̟ροσ̟άθεια διαµόρφωσής της ̟ολιτικής της οργάνωσης σύµφωνα µε τον
αρχαίο τρό̟ο31. Συνε̟ώς, και στο κοινωνικό ζήτηµα ̟ροτείνεται η αρχαία
σ̟αρτιατική λιτότητα ως µέθοδος ε̟ίλυσής του µη κατανοώντας τον
σύγχρονο ορίζοντα της γένεσης και ανα̟αραγωγής του κοινωνικού
ζητήµατος. Θα µ̟ορούσαµε να ερµηνεύσουµε την ̟αρα̟άνω ανάλυση σε
συνδυασµό µε την κριτική στην Τροµοκρατία α̟ό τον Χέγκελ, στην
Φαινοµενολογία του ̟νεύµατος, ως την «υψηλότερη και τελευταία» µορφή
συνείδησης του «̟ολιτικού» ̟νεύµατος.
31
Κ. Μαρξ Φρ. Ένγκελς, Η Αγία Οικογένεια. Η κριτική της κριτικής, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ.,
σελ. 153.
14
ε̟ί̟εδο ή τη µορφωτική ικανότητα των Γερµανών εργατών γενικά, θυµίζω τα
µεγαλοφυή κείµενα του Weitling, τα ο̟οία α̟ό θεωρητική ά̟οψη ξε̟ερνούν
συχνά τον ίδιο τον Proudhon, όσο και αν υ̟ολεί̟ονται ως ̟ρος τη
διατύ̟ωση […] Θα ̟ρέ̟ει κανείς να ̟αραδεχθεί ότι το γερµανικό
̟ρολεταριάτο είναι ο θεωρητικός του ευρω̟αϊκού ̟ρολεταριάτου […] »32.
32
Κείµενα α̟ό τη δεκαετία του 1840. Μία ανθολογία, ΚΨΜ, Αθήνα 2014, σελ. 354.
33
Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο. Κριτική της ̟ολιτικής οικονοµίας. Τόµος ̟ρώτος, Σύγχρονη ε̟οχή,
Αθήνα 1978, σελ. 445. Για την κριτική στον Ρικάρντο βλ. Θ. Νουτσό̟ουλος, Προβλήµατα
ανάλυσης διαλεκτικών εννοιών στο έργο των Hegel και Marx, διδακτορική διατριβή, Πανε̟ιστήµιο
Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2000 .
15
̟ρονοµίων και της αυθαιρεσίας, ό̟ως στο ̟αράδειγµα της Γαλλικής
ε̟ανάστασης. Ε̟ισηµαίνει δε ότι η ̟ολιτική κοινότητα α̟ό την ο̟οίαν, κατά
την θεωρία του Ρούγκε, είναι α̟οµονωµένος ο εργάτης, δεν είναι η
ουσιαστική κοινότητα α̟ό την ο̟οίαν είναι α̟οµονωµένη η «ανθρώ̟ινη
ουσία» η «αληθινή κοινότητα» των ανθρώ̟ων. Η άρση της αλλοτρίωσης α̟ό
την τελευταία, και όχι α̟ό την ̟ολιτική κοινότητα είναι το κοινωνικό
̟εριεχόµενο του σοσιαλισµού ο ο̟οίος ολοκληρώνει και αναβαθµίζει το
ρε̟ουµ̟λικανικό αίτηµα της δηµοκρατίας. Υ̟ερβαίνει, µε άλλα λόγια, την
σκο̟ιά του κράτους, ως «αφηρηµένου όλου», ̟ου ε̟ιβεβαιώνει τον χωρισµό
στο εσωτερικό της κοινωνίας. Είναι σαφές και α̟ό την κριτική στην ̟ολιτική
µορφή στο κείµενο για τον Ρούγκε ότι η µαρξική κριτική υ̟ερβαίνει την
µορφική διάσταση τόσο στην κριτική έναντι της νοµικοθεσµικής εγελιανής
ε̟ίλυσης του κοινωνικού ζητήµατος όσο και έναντι της ρε̟ουµ̟λικανικής
φιλελεύθερης ρουγκεριανής ̟ολιτικής µεταρρύθµισης η ο̟οία δεν
ανα̟τύχθηκε ως κατανόηση της κοινωνικής ουσίας. Η κοινωνική ουσία, το
κοινωνικό ̟εριεχόµενο, α̟ό το ο̟οίο είχε αφαιρέσει η σφαίρα της ̟ολιτικής
̟ροκειµένου να συγκροτηθεί34, θα αναλυθεί, µέσω της ανά̟τυξης µιας
αντίστοιχης κοινωνικής θεωρίας, στο ύστερο έργο οφείλει µέσω του
δηµοκρατικού κοινωνικού κράτους να ̟ροστατευθεί α̟ό την εκµετάλλευση
του κεφαλαίου35.
34
Α. Λαβράνου, «Η κριτική στη διάκριση «αστού» και «̟ολίτη» και η α̟ορία της ̟ολιτικής
στον νεαρό Μαρξ, Αξιολογικά, τεύχος 30, 2018, σελ. 32-33: «Χρησιµο̟οιείται εδώ το κατ΄εξοχήν
εγελιανής ̟ροέλευσης ε̟ιχείρηµα ότι αυτό ̟ου ̟αράγεται α̟ό την αφαίρεση δεν είναι ε̟’
ουδενί ανεξάρτητο α̟ό αυτό α̟ό το ο̟οίο αφαίρεσε ̟ροκειµένου να συγκροτηθεί, αντιθέτως
το θέτει και το καταφάσκει ως αναγκαίο όρο της συγκρότησής του. Τα κοινωνικά
̟εριεχόµενα, τα ̟εριεχόµενα της αστικής κοινωνίας, α̟ό τα ο̟οία αφαιρεί η σφαίρα της
̟ολιτικής ̟ροκειµένου να συγκροτηθεί (η ατοµική ιδιοκτησία, η θρησκεία, τα ε̟αγγέλµατα
κ.λ.̟.), α̟οτελούν τις δικές της ̟ροϋ̟οθέσεις. Η ίδια κίνηση, ̟ου αφαιρεί α̟ό τα
̟εριεχόµενα αυτά την ̟ολιτική τους διάσταση και διακηρύσσει ότι στερούνται εγκυρότητας
στην ̟ολιτική, τα καταφάσκει ως τους αναγκαίους όρους της συγκρότησής της και τα
διατηρεί σε ̟λήρη εγκυρότητα στο µη ̟ολιτικό ̟εδίο της κοινωνικής ζωής, της αστικής
κοινωνίας».
35
Κ. Ψυχο̟αίδης, Κανόνες και αντινοµίες στην ̟ολιτική, Πόλις, Αθήνα 1999, σελ. 479 και Ι.
Καραγιώργος, Προβλήµατα µεθοδικής έκθεσης των κατηγοριών στη µαρξική κριτική της ̟ολιτικής
οικονοµίας, διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανε̟ιστήµιο Κοινωνικών και Πολιτικών
ε̟ιστηµών, Αθήνα 2004.
16