Professional Documents
Culture Documents
Μεταπτυχιακών Σπουδών»
«Εγκληματολογικές και Ποινικές Προσεγγίσεις της
διαφθοράς, του οικονομικού και του οργανωμένου
εγκλήματος»
Διπλωματική Εργασία
Μαρία Στ.-Α.Θεοδωρίδου
Διπλωματική Εργασία 1
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Περίληψη
Διπλωματική Εργασία 2
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Maria St.-A.Theodoridou
Abstract
This dissertation deals with the differential treatment between prisoners who are
convicted in participating in a criminal organization and white-collar prisoners. The aim is
to highlight how the penitentiary system treats in a more favorable way those who commit
crimes that belong to the so-called spectrum of crimes of the powerful such as bank fraud,
embezzlement, financial crime, state-corporate crime.
In particular, reference is made to the inequalities and selectivity that prevails in the
penitentiary system. This is observed throughout the spectrum of this system. It starts from
the difficulty of defining the concept of white collar crime and extends to the stage of
criminal standardization of these acts. The helpers of the system are the media and
corruption while in the stage of imprisonment we encounter the full reproduction of
inequality. Prison and its deprivations are perceived by the criminals of the common
organized crime in a different way in relation to the criminals of the white collar.The
differences are in the living conditions, in the way the sentence is assessed, in its duration
and even in the way the penitentiary administration and the employees treat them. Finally,
reference is made to some cases of both categories that help the reader to better understand
this differentiated treatment to which we refer.
Διπλωματική Εργασία 3
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Περιεχόμενα
Περίληψη............................................................................................................................... 2
Abstract ................................................................................................................................. 3
Περιεχόμενα .......................................................................................................................... 4
Εισαγωγή ............................................................................................................................... 5
1. Αντεγκληματική πολιτική ................................................................................................. 7
2. Κοινωνικές Θεωρίες και εγκληματοποίηση ...................................................................... 8
2.1.Ιταλική Θετική Σχολή ................................................................................................. 8
2.2.Η θεωρία των συγκρούσεων ....................................................................................... 9
2.3.Αριστερός ρεαλισμός ................................................................................................ 10
3. Αντεγκληματική πολιτική, πρότυπα, τύποι σωφρονιστικών συστημάτων .................... 11
3.1.Ιδεολογία της άμυνας της κοινωνίας από το έγκλημα .............................................. 11
3.2.Αποτρεπτικό πρότυπο ............................................................................................... 12
3.3.Δικαιοκρατικό πρότυπο............................................................................................. 14
3.4. Νέα Ποινολογία ....................................................................................................... 14
3.5.Τύποι σωφρονιστικών συστημάτων .......................................................................... 15
4. Το εγκληματικό ζήτημα .................................................................................................. 20
4.1. Το έγκλημα και οι κατώτερες τάξεις ........................................................................ 20
4.2. Τα εγκλήματα των ισχυρών ..................................................................................... 22
4.3.Επιλεκτικότητα ποινικού συστήματος ...................................................................... 23
4.4. Societasdelinquerenonpotest? .................................................................................. 24
4.5.Ποινικός Λαϊκισμός .................................................................................................. 28
4.6. Ηθικοί Πανικοί και Μ.Μ.Ε. ..................................................................................... 28
4.7. Επιλεκτικότητα και ανισότητα σωφρονιστικού συστήματος................................... 30
5. Τιμωρία και φυλακή ........................................................................................................ 33
5.1. Τιμωρία και παραγωγή ............................................................................................. 33
5.2 Η φυλακή και το εργοστάσιο .................................................................................... 34
5.3. Η κοινωνία των κρατουμένων.................................................................................. 35
6. Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων του κοινού οργανωμένου εγκλήματος ......... 37
6.2. Φυλακές υψίστης ασφαλείας (Supermax) ................................................................ 45
7. Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων για εγκλήματα λευκού περιλαιμίου ............. 47
8. Περιπτωσιολογία κρατουμένων για εγκλήματα κοινού οργανωμένου εγκλήματος και
κρατουμένων για εγκλήματα λευκού περιλαιμίου .............................................................. 54
8.1. Η διευθύνουσα σύμβουλος και επιχειρηματίας ....................................................... 54
8.2. Three strikes and you are out ................................................................................... 55
8.3. Ο κρατούμενος φοιτητής .......................................................................................... 55
8.4. Ξέπλυμα μαύρου χρήματος και υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος ........................... 56
Επίλογος .............................................................................................................................. 56
Βιβλιογραφία....................................................................................................................... 60
Διπλωματική Εργασία 4
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Εισαγωγή
Μία αυξητική τάση στην αυστηροποίηση των ποινών και της επιβολής περισσότερων
φυλακίσεων παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια. Παρόλο που στατιστικά η
εγκληματικότητα δεν έχει αυξηθεί εντούτοις η αντεγκληματική πολιτική που
ακολουθείται από τις διάφορες κυβερνήσεις είναι αυτή που σχετίζεται με την προστασία
της κοινωνίας από το έγκλημα. Η παρούσα διπλωματική προσπαθεί να εξετάσει παρόλες
τις δυσκολίες που υπάρχουν λόγω έλλειψης βιβλιογραφικών αναφορών στον διαφορετικό
τρόπο αντιμετώπισης που λαμβάνουν από το σωφρονιστικό σύστημα παραβάτες
διαφορετικών εγκλημάτων. Η μία κατηγορία περιλαμβάνει αυτούς που έχουν φυλακιστεί
για εγκλήματα του λευκού περιλαιμίου και η άλλη κατηγορία περιλαμβάνει αυτούς που
έχουν φυλακιστεί για εγκλήματα του κοινού οργανωμένου εγκλήματος.
Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μία εισαγωγή για την αντεγκληματική πολιτική ενώ στο
δεύτερο αναπτύσσονται κοινωνιολογικές θεωρίες που σχετίζονται με τη διαδικασία της
εγκληματοποίησης.
Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μία ανάπτυξη των προτύπων αντεγκληματικής πολιτικής και
μία ιστορική αναδρομή στο θεσμό της φυλακής και των διαφορετικών σωφρονιστικών
συστημάτων.
Στο τέταρτο κεφάλαιο αναπτύσσεται το εγκληματικό ζήτημα. Πρόκειται για ένα
κοινωνικό φαινόμενο που επηρεάζεται από διάφορες παραμέτρους. Σημασία δεν έχουν
μόνο οι νομικοί παράγοντες αλλά και οι εξωθεσμικοί όπως είναι η επιλεκτικότητα και η
ανισότητα του ποινικοκατασταλτικού συστήματος, οι ηθικοί πανικοί και ο ποινικός
λαϊκισμός.
Στο πέμπτο κεφάλαιο γίνεται μία αναφορά στην ποινή, στον σκοπό της ποινής και της
τιμωρίας και της φυλακής . Η φυλακή σχετίζεται με το σύστημα οικονομικής παραγώγής
ενώ οι Melossi καιPavariniπαρομοιάζουν τη φυλακή και τις λειτουργίες της με τις
λειτουργίες του εργοστασίου. Στο ίδιο κεφάλαιο αναφερόμαστε και στην κοινωνία των
εγκλέιστων και τις στερήσεις που τους προκαλεί η φυλακή.
Στο έκτο και στο έβδομο κεφάλαιο αναπτύσσονται το βασικό θέμα της διπλωματικής. Στο
έκτο η μεταχείριση και η ζωή των κρατουμένων για κοινό οργανωμένο έγκλημα ενώ στο
έβδομο η μεταχείριση και η ζωή των κρατουμένων για εγκλήματα λευκού περιλαιμίου.
Διπλωματική Εργασία 5
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Τέλος στο όγδοο και τελευταίο κεφάλαιο παραθέτουμε κάποιες περιπτώσεις και από
τις δύο κατηγορίες κρατουμένων προκειμένου να αντιληφθούμε και εμπειρικά όχι μόνο
μέσω της θεωρίας και των νομικών κειμένων πως εφαρμόζεται αυτή η διαφοροποιημένη
σωφρονιστική μεταχείριση.
Διπλωματική Εργασία 6
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
1. Αντεγκληματική πολιτική
Διπλωματική Εργασία 7
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Η εγγύηση της τήρησης της ευταξίας και της διατήρησης της ενότητας του κοινωνικού
συνόλου συγκαταλέγεται στις βασικές λειτουργίες του κράτους και στην τιμωρητική
εξουσία που αυτό διαθέτει. Η εξουσία αυτή πραγματώνεται μέσα από την επιβολή ποινής
που αποτελεί ένα μέσο επίδειξης δύναμης και κυριαρχίας (Χάιδου, 2018: 13). Οι πολίτες
οφείλουν να υπακούουν και να συμμορφώνονται με τις κρατικές προσταγές και αυτό
αποτελεί μία μορφή καταπίεσης που εκδηλώνεται σε διάφορα στάδια. Αρχικά με τη
νομοθέτηση κανόνων προκειμένου να ρυθμιστεί το πεδίο διαφόρων δραστηριοτήτων, στη
συνέχεια με την απειλή των κανόνων που πρέπει να εφαρμοστούν και σε τελικό στάδιο
μέσω της εκτέλεσης των νόμων. Η πιο σκληρή μορφή καταπίεσης για την κοινωνία
εκδηλώνεται μέσω της ποινικής καταστολής (Μανωλεδάκης, 1989). Κάθε συμπεριφορά
που αποτελεί εμπόδιο για την εξουσία και μπορεί να θεωρηθεί ως απειλή για την ομαλή
λειτουργία της και τη συντήρηση της εγκληματοποιείται με την αιτιολογία της προσβολής
συγκεκριμένων εννόμων αγαθών. Η διαδικασία χαρακτηρισμού μίας πράξης ή μίας
συμπεριφοράς ως έγκλημα αιτιολογήθηκε με διαφορετικό τρόπο ανά συγκεκριμένες
ιστορικές περιόδους (Βιδάλη, 2019: 48).
Διπλωματική Εργασία 8
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
αυτούς δεν εφαρμόζεται ο ποινικός νόμος αλλά το αστικό ή διοικητικό δίκαιο και αυτός
είναι ένας λόγος να μη γίνονται αντιληπτοί από το κοινωνικό σύνολο ως εγκληματίες
(Βιδάλη, 2019: 41).
Διπλωματική Εργασία 9
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
2.3.Αριστερός ρεαλισμός
Οι αριστεροί ρεαλιστές, με την διατύπωση του τετράγωνου του εγκλήματος,
απορρίπτουν το συναινετικό και το συγκρουσιακό πρότυπο και τονίζουν ότι το έγκλημα
είναι αποτέλεσμα των συνηθισμένων διεργασιών εντός της κοινωνίας και ότι πρέπει να
λαμβάνουμε υπόψη μας τις εξής παραμέτρους για τη μελέτη του : τον δράστη, το κράτος,
το θύμα και την κοινωνία (Βιδάλη και Κουλούρης, 2012: 261). Ταυτόχρονα θεωρεί ως πιο
πρόσφορη λύση για την αντιμετώπιση του εγκλήματος τη μεθοδική κοινωνική πρόληψη
και όχι την περιστασιακή ή την αποτρεπτική που προσφέρει η ποινική δικαιοσύνη
(Βιδάλη, 2019: 66). Ο Becker εξέφρασε την «θεωρία της ετικέτας», σύμφωνα με την
οποία ο χαρακτηρισμός μίας πράξης ως έγκλημα είναι αποτέλεσμα μία πολιτικής
διεργασίας. Η τοποθέτηση σε μία πράξη της ετικέτας του εγκλήματος δε σχετίζεται μόνο
με τη νομοθετική διαδικασία αλλά συμμετέχουν σε αυτή μία ομάδα ηθικών σταυροφόρων
που σκοπό έχουν να πείσουν για την επιτακτική ανάγκη χαρακτηρισμού αυτής ,αφού
καμία πράξη δεν έχει την ιδιότητα αυτή από τη φύση της, χρησιμοποιώντας ως όπλο το
κοινό καλό και το δημόσιο συμφέρον (Βιδάλη και Κουλούρης, 2012: 245). Τέλος το
σύστημα παραγώγης και οικονομίας που επικρατεί σε μία κοινωνία σχετίζεται με το
εγκληματικό φαινόμενο όπως υποστήριζε και ο μαρξιστής εγκληματολόγος Bonger, ο
οποίος θεωρούσε ότι η εγκληματοποίηση μίας πράξης εξαρτάται από τη θέση που αυτή
έχει στο καθορισμένο οικονομικό σύστημα αξιών (Βιδάλη, 2013: 184).
Οι διαφορετικές απόψεις και θεωρήσεις για την απόδοση σε μία πράξη του
χαρακτηρισμού ως ‘έγκλημα’ σχετίζονται με τις ποινικές κυρώσεις που ακολουθούν
αυτόν τον προσδιορισμό αλλά και με τον σκοπό της ποινής. Η ποινή είναι μία επιλογή που
διαμορφώνεται μέσα από συγκρουόμενα συμφέροντα και συγκεκριμένα αυτών που
υπάρχουν μεταξύ των ισχυρών και των αδύναμων. Σημαντικό ρόλο για την
εγκληματοποίηση συμπεριφορών ασκούν τα οικονομικά και πολιτικά οφέλη που ευνοούν
την εκάστοτε εξουσία και από τα οποία αυτή εξαρτάται (Χάιδου, 2018: 15). Τον ίδιο όμως
σημαίνοντα ρόλο διαδραματίζουν τα συμφέροντα αυτά και κατά τη διαδικασία της
ποινικής καταστολής αφού οι εκάστοτε επιλογές της εξουσίας για την αντιμετώπιση του
εγκλήματος επηρεάζονται από τις επικρατούσες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές
Διπλωματική Εργασία 10
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Η πρόληψη του εγκλήματος δεν αποτελεί ένα τεχνοκρατικό πρόβλημα που μπορεί να
επιλυθεί στα πλαίσια μία διοικητικής και μη πολιτικής διαδικασίας. Επίσης δεν μπορεί να
εξεταστεί χωρίς να ληφθούν υπόψη παράγοντες κοινωνικοί, οικονομικοί και πολιτικοί. Η
πολιτική κάθε φορά που ακολουθείται προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ποινικό
φαινόμενο αποτελεί επιλογή που προσαρμόζεται κατά το στάδιο που υπάρχει μετάβαση
από έναν τύπο οικονομίας σε έναν άλλο και ουσιαστικά δίνει λύσεις και αντικατοπτρίζει
τις δομικές αλλαγές που έχουν επέλθει στον οικονομικό και κοινωνικό βίο ενός κράτους(
Βιδάλη, 2019: 85-86). Η επιλογή της πρόληψης αντί της καταστολής είναι κάτι που
γίνεται αποδεκτό και προτιμάται από την πλευρά της θεωρίας (Σπινέλλης. 2013: 12). Στην
πράξη,όμως, αποδείχτηκε το αντίθετο, καθώς, μεταξύ του 18ο και του 20ουαιώνα, η άμυνα
της κοινωνίας από το έγκλημα αποτέλεσε την κυρίαρχη ιδεολογική τάση (Βιδάλη, 2014: 9
επ.). Σύμφωνα με αυτήν το έγκλημα αντιμετωπίζεται ως μία προσβολή της κοινωνίας και
βλαπτικό συμβάν για το γενικότερο δημόσιο συμφέρον και ο τρόπος άμυνας του απέναντι
σε αυτό είναι οι στρατηγικές που θεσμοθετούνται (ό.π.). Ο συγκεκριμένος τρόπος άμυνας
ούτε προλαμβάνει ούτε και αποτρέπει την επανάληψη του εγκλήματος. Αποτελεί ένα
σύστημα κοινωνικού ελέγχου και ιδίως των ασθενέστερων κοινωνικά στρωμάτων που
αποσκοπεί στο να δημιουργήσει συγκεκριμένα μοντέλα ανθρώπων, χρήσιμα στον
κυρίαρχο τύπο οικονομίας και ανάπτυξης ( Βιδάλη, 2017: 21) λειτουργώντας με
ευεργετικό τρόπο απέναντι στα εγκλήματα των ισχυρών ( Βιδάλη, 2014: 30). Οι Ιταλοί
θετικιστές δεν αποδέχονται την ελευθερία βούλησης και ψάχνουν να βρουν στοιχεία που
να τεκμηριώνουν την αντίληψη ότι το έγκλημα διαμορφώνεται πολυπαραγοντικά (Χάιδου,
2012: 45) ενώ υπάρχει απομάκρυνση από το θρησκευτικής προέλευσης χαρακτήρα της
ποινής (Κουράκης, 2008: 2). Στην πορεία η επιρροή της Κλασσικής Σχολής του Ποινικού
Διπλωματική Εργασία 11
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
3.2.Αποτρεπτικό πρότυπο
Στον αντίποδα βρίσκεται η άποψη του Bentham ο οποίος έχει επηρεαστεί από τις
απόψεις του Beccaria και ο οποίος ήταν υπέρμαχος της εκφοβιστικής πρόληψης την οποία
θεωρούσε ένα χρήσιμο κοινωνικό αποτέλεσμα της ποινής (Δημόπουλος, 2009: 293). Η
ποινή, υποστηρίζει ο Bentham πρέπει να λειτουργεί αποτρεπτικά για τη διάπραξη
μελλοντικών εγκλημάτων. Ο άνθρωπος παρασύρεται από αισθήματα ευχαρίστησης και
ηδονής και επομένως η ποινή οφείλει αυτά τα αισθήματα να τα χαλιναγωγεί προκαλώντας
στον δράστη πόνο (Βιδάλη, 2017: 31). Ο δράστης προσλαμβάνει από την εγκληματική
πράξη ευχαρίστηση και για αυτό το λόγο η ποινή έρχεται για να εξισορροπήσει την
κατάσταση αποδεικνύοντας του ότι το κακό σχετίζεται περισσότερο με πόνο παρά με
ευδαιμονία (Δημόπουλος, 2009: 294). Προκειμένου όμως η ποινή να έχει αποτρεπτικά
αποτελέσματα θα πρέπει να εμπεριέχει ορισμένες ιδιότητες. Η επιβολή της να
εφαρμόζεται άμεσα, ο δράστης να μπορεί να συλληφθεί και να τιμωρηθεί άμεσα και η
επιβαλλόμενη ποινική κύρωση που θα επιβληθεί στο δράστη να του προκαλεί πόνο
(Δημόπουλος, 2009: 294). Για να επιτευχθούν όλα αυτά όμως πρέπει η ποινή να είναι πιο
επώδυνη από την ευχαρίστηση που η ίδια η πράξη προκαλεί στον δράστη. Με γνώμονα τα
παραπάνω θεσπίστηκε και η εργασία ως ένας τρόπος αναδιαμόρφωσης της
προσωπικότητας των κρατουμένων ( Βιδάλη, 2017: 37). Το αναμορφωτικό πρότυπο ήταν
κυρίαρχο κυρίως κατά τον 18ο και 19ο αιώνα και διακήρυττε την αναμόρφωση του
εγκληματία μέσω της φυλάκισης, της υποχρεωτικής εργασίας και του απομόνωσης
(Βιδάλη, 2017: 20). Απορρίπτει τις έννοιες της ηδονής και της ευχαρίστησης που ο
Διπλωματική Εργασία 12
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
δράστης λαμβάνει από την εγκληματική ενέργεια και δίνει βάρος στο μέγεθος της
επικινδυνότητας του και στο δικαίωμα προστασίας των πολιτών από τη δράση του. Η
ποινή καθορίζεται από τα εξής δύο στοιχεία: το βαθμό επικινδυνότητας του δράστη και το
εύρος της αναγκαιότητας προκειμένου να παραδειγματιστούν νέοι ενδεχόμενοι παραβάτες
(Καρύδης, 1990: 13). Παράλληλα αναπτύσσεται και το πρότυπο της αχρήστευσης, που
εμφανίζεται κατά την ίδια περίοδο και που ως σκοπό είχε την πλήρη απομόνωση του
εγκληματία και την απομάκρυνση του από το κοινωνικό σύνολο. Επειδή η αχρήστευση
στοχεύει στην προστασία του κοινωνικού συνόλου από τους επικίνδυνους εγκληματίες
έχει έναν ωφελιμιστικό χαρακτήρα και συμπεριλαμβάνεται στην ωφελιμιστική
κατεύθυνση της ποινικής καταστολής (Δημόπουλος, 2009: 295). Η αχρήστευση
επιτυγχάνεται μέσω της απομόνωσης και των συνεχών εγκλεισμών χωρίς να υπάρχει η
δυνατότητα βελτίωσης της ποινής.
Το αποτρεπτικό πρότυπο έχοντας στον πυρήνα του την κεντρική ιδέα ότι ο σκοπός
της ποινής είναι να προλαμβάνεται ή να μειώνεται το έγκλημα βοήθησε στην ανάπτυξη
της θεωρίας για τη γενική και ειδική πρόληψη σχετικά με το σκοπό της ποινής (Βιδάλη,
2014). Ο προληπτικός χαρακτήρας της ποινής σχετίζεται περισσότερο με τη διαβίωση
στην κοινωνία και με την ομαλή και ασφαλή λειτουργία της. Η ποινή λειτουργεί με
τέτοιο τρόπο ώστε να αποτρέπει όχι μόνο το δράστη από τη διάπραξη οποιουδήποτε
μελλοντικού εγκλήματος αλλά και οποιοδήποτε τρίτο υπό το φόβο της σύλληψης και της
φυλάκισης (Δημόπουλος ,2009: 295επ.). Στόχος δεν είναι μόνο η προστασία του
κοινωνικού συνόλου από τον οποιοδήποτε εγκληματία αλλά και του ίδιου του εγκληματία
με κύριο σκοπό μέσω παρεμβάσεων στην ιδιοσυγκρασία του δράστη την αποφυγή της
υποτροπής (Βιδάλη, 2019). Στην πράξη όμως ο προληπτικός χαρακτήρας της ποινής
συνδέθηκε με πιο σκληρά μέτρα αστυνόμευσης και πολιτικές ασφαλείας που στόχο είχαν
την προστασία του κρατικού μηχανισμού και όχι του κοινωνικού συνόλου και τη
σταδιακή επικράτηση της καταστολής. Με δεδομένο ότι οι στρατηγικές πρόληψης
προσαρμόζονται κατάλληλα σε περιόδους οικονομικών αλλαγών, η μετάβαση από μία
κρατικά εποπτευόμενη οικονομία σε μία ελεύθερη οικονομία, μας υπενθυμίζει ότι η
αύξηση της εγκληματικότητας σχετίζεται με την εξουσία και τους ισχυρούς (Βιδάλη,
2017). Το ζητούμενο δεν είναι μόνο η κοινή εγκληματικότητα αλλά και τα εγκλήματα των
ισχυρών οι οποίοι προστατεύονται καθώς στο πρόσωπό τους συμπίπτει τόσο η ιδιότητα
Διπλωματική Εργασία 13
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
του νομοθέτη και εφαρμοστή του νόμου όσο και αυτού που παρανομεί (Chambliss, 2004:
242-243).
3.3.Δικαιοκρατικό πρότυπο
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 20ου αιώνα παρατηρείται μία στροφή στο
πρότυπο της αχρήστευσης και της αυστηροποίησης των ποινών. Αμφισβητείται η
αναγκαιότητα και η χρησιμότητα του προνοιακού κράτους ενώ αναπτύσσονται ιδέες
προερχόμενες από τον ποινικό φιλελευθερισμό και τα συντηρητικά ιδεολογικά
ρεύματα(Βιδάλη, 2017: 42-43). Όλα αυτά δημιουργούν πρόσφορο έδαφος προκειμένου να
Διπλωματική Εργασία 14
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
αναπτυχθούν υπέρμετρα οι μηχανισμοί για τον έλεγχο και τη διατήρησης της τάξης
(Wacquant, 2001: 9).Οι οικονομικές αλλαγές που συντελέστηκαν αυτά τα χρόνια
οδήγησαν σε κατακόρυφη αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων προξενώντας προβλήματα
κυρίως σε άτομα που ανήκουν σε χαμηλά κοινωνικά στρώματα (Καρύδης, 1990:
17).Παρατηρήθηκε άνοδος της εγκληματικής δράσης και ενισχύθηκε το αίσθημα
ανασφάλειας στον πληθυσμό ενώ οι κυβερνήσεις επέδειξαν ανικανότητα στον περιορισμό
αυτών των φαινομένων (Hogg, 2013: 113). Η λύση που εφαρμόστηκε συνδέθηκε με
τεχνικές έντονης καταστολής και ουσιαστικά εφαρμόστηκε το μοντέλο μηδενικής ανοχής
το οποίο αποτελεί λύση ανάγκης σε κάθε κρίσιμη μεταβατική περίοδο (Ζαραφωνίτου,
2008: 21-25). Αρωγός σε αυτήν την αντιμετώπιση υπήρξε η επικράτηση του πανικού και
της ανασφάλειας που υπήρχε στην κοινωνία καθώς και η πεποίθηση ότι μοναδική λύση
στο πρόβλημα για την αποτροπή των εγκλημάτων αποτελεί η αυστηρότητα των ποινών
(Καρύδης, 1990: 17). Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ποινή αποκτά εκ νέου τη μορφή της
ανταπόδοσης και της καταστολής δίνοντας έμφαση κυρίως στην εγκληματικότητα του
‘δρόμου’ και επεκτείνοντας τον κοινωνικό έλεγχο σε τέτοιο βαθμό ώστε να προκληθεί
υπέρμετρη αύξηση του πληθυσμού των φυλακών(Καρύδης, 1990: 17).
Η φυλάκιση ως μορφή ποινής για παραβίαση νόμων είναι από ιστορική άποψη σχετικά
νέα. Σε αυτό συνέβαλλε η άνοδος του ανθρωπισμού ο οποίος άσκησε επιρροή στον τρόπο
επιβολής και εφαρμογής των ποινικών πρακτικών με αξιοσημείωτο τρόπο. Κατά αυτόν
τον τρόπο η φυλακή αντικατέστησε τους βασανισμούς και τη σωματική τιμωρία δηλαδή
τις μοναδικές μεθόδους αντίδρασης της πολιτείας απέναντι στους παραβάτες στις
παλαιότερες κοινωνίες. Οι μέθοδοι αυτοί είχαν ως αποκλειστικό σκοπό την προσωπική
τιμωρία του δράστη, την ανταπόδοση για το κακό που είχε διαπραχθεί ενώ η αποτροπή
υφίστανται μόνο ως αόριστη έννοια και ως δευτερεύον σκοπός (Clemmer, 1950: 311). Η
επιρροή του ανθρωπισμού στα ποινικά προγράμματα επέδρασε με αργό ρυθμό με κύριο
στόχο τη βελτίωση της προσωπικότητας του δράστη και την επανένταξη στην κοινωνία
καθώς και στη διαμόρφωση νέων αντιλήψεων αναφορικά με την τιμωρία, οι οποίες είχαν
ως αποτέλεσμα την επιβολή της ποινής στέρησης της ελευθερίας του ατόμου. Μία
ιστορική αναδρομή σχετική με τα σωφρονιστικά συστήματα θα μας βοηθήσει στο να
Διπλωματική Εργασία 15
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
κατανοήσουμε ότι απώτερος σκοπός του συστήματος ήταν πάντα η πειθαρχία ενώ μικρή
σημασία είχε η αποκατάσταση και η επανένταξη των κρατουμένων.
Πρόδρομοι της φυλακής υπήρξαν τον 16ο αιώνα τα σωφρονιστήρια, χώροι με ποικίλες
λειτουργίες και όχι αποκλειστικά χώροι φύλαξης. Υπό την καθοδήγηση της εκκλησίας
δημιουργήθηκε ένας αντίστοιχος χώρος στον πύργο Bridewell στο Λονδίνο, όπου
φιλοξενούσε άτομα χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων που ήταν βάρος για την κοινωνία
εκείνη την εποχή όπως επαίτες και κλέφτες. Σκοπός του συγκεκριμένου ιδρύματος, που
αποτέλεσε παράδειγμα δημιουργίας και άλλων όμοιων χώρων, δεν ήταν τόσο η τιμωρία
καθώς υπήρχε παντελής έλλειψη της ιδέας της ποινής όσο η αναμόρφωση και η
επανένταξη μέσω της δουλείας και της προσευχής. Αντίστοιχου τύπου καταστήματα
δημιουργήθηκαν και στην Ολλανδία με κύριο στόχο την επανακοινωνικοποίηση των
τροφίμων(κυρίως επαιτών, εκδιδόμενων γυναικών, αστέγων κτλ.) μέσα από την
υποχρεωτική εργασία και την επιβολή των αρχών του χριστιανισμού. Ο σκοπός αυτών
των σωφρονιστηρίων δεν απέχει από αυτόν που πρεσβεύουν τα σημερινά σωφρονιστικά
καταστήματα δηλαδή, την εργασία, την εκπαίδευση, την επίδραση στην προσωπικότητα
των εγκλείστων με κύριο μέσο πραγμάτωσης αυτών την πειθαρχία (Χάιδου, 2018: 78-79).
Ο λόγος δημιουργίας τους δεν ήταν αποτέλεσμα ανθρωπιστικών σκέψεων αλλά
οικονομικών εξελίξεων. Η αύξηση των πληθυσμών των πόλεων, οι αποικίες, η ζήτηση και
η ανάπτυξη του οικονομικού συστήματος οδήγησε σε μία ευρεία επέκταση των αγορών. Η
δυσκολία ανεύρεσης εργατικών χεριών με χαμηλούς μισθούς, καθώς οι εργαζόμενοι
εξαιτίας της αλλαγής των συνθηκών επέμεναν στη βελτίωση των όρων εργασίας τους
κυρίως μισθολογικά, οδήγησε τους καπιταλιστές να στραφούν προς κρατικά κονδύλια και
να επιτύχουν με κάθε τρόπο περιορισμό των μισθών (Rusche&Kirchheimer:2007). Η
καταναγκαστική εργασία ως μέσο σωφρονισμού ήταν ένας τρόπος περιορισμού του
ανταγωνισμού στην αγορά εργασίας και ένα άλλοθι για την πρόοδο της ελεύθερης
οικονομίας η οποία προϋποθέτει ελεύθερη αγορά εργασίας (Δημόπουλος, 2009: 12).
Η ανοργάνωτη και χωρίς σκοπό απλή τοποθέτηση εγκλείστων σε χώρους
φύλαξης αντικαταστάθηκε από το κοινοβιακό σωφρονιστικό σύστημα. Οι παραβάτες
ανεξάρτητα της βαρύτητας του εγκλήματος που έχουν διαπράξει , της ηλικίας ή του
φύλου τους βρίσκονται έγκλειστοι σε κοινούς χώρους όπου διαβιώνουν νυχθημερόν
ομαδικά (Χάιδου, 2018: 80). Κοιμούνται σε κοινούς θαλάμους, γευματίζουν σε κοινές
τραπεζαρίες και εργάζονται στους ίδιους χώρους. Ο συνεχής συγχρωτισμός με
Διπλωματική Εργασία 16
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
εγκληματίες όλων των ειδών , ο υπερπληθυσμός στους χώρους αυτούς, η φτωχή διατροφή
και η δεσποτική σωφρονιστική μεταχείριση (Δημόπουλος, 2009: 35) συγκαταλέγονται
στα μειονεκτήματα του συστήματος αυτού ενώ το μόνο όφελος ύπαρξης αυτού έχει να
κάνει με οικονομικά κριτήρια (Χάιδου, 2018: 80). Το συγκεκριμένο σωφρονιστικό
σύστημα δε θεωρείται επιτυχημένο μοντέλο σωφρονισμού καθώς η συνεχής επαφή των
εγκλείστων ουσιαστικά δε λειτουργεί αποτρεπτικά για τη διάπραξη νέων αδικημάτων
αλλά ούτε και βοηθάει στην επανένταξή τους. Στην Ελλάδα δε θεσπίστηκε ποτέ
αντίστοιχο σωφρονιστικό σύστημα παρά μόνο για κάποιο περιορισμένο χρονικό διάστημα
που στις φυλακές του Επταπυργίου Θεσσαλονίκης (Γεντί Κουλέ) αυτές λειτουργούσαν με
κοινούς χώρους και κοινούς θαλάμους διαβίωσης (Χάιδου, 2018: 80).
Το απομονωτικό σύστημα προήλθε από τις Η.Π.Α. και εφαρμόστηκε
συγκεκριμένα στην πολιτεία της Πενσυλβάνια. Σε αντίθεση με το κοινοβιακό μοντέλο, η
απομόνωση ήταν το κυρίαρχο γνώρισμα του συγκεκριμένου σωφρονιστικού συστήματος
όπου ο κάθε έγκλειστος βρισκόταν απολύτως μόνος σε συγκεκριμένο χώρο φύλαξης,
χωρίς να έρχεται σε επαφή με άλλους εγκλείστους καθόλη τη διάρκεια της ποινής του
παρά μόνο με τους φύλακες του και αυτό για να του δώσουν την απαραίτητη τροφή μέσω
ενός μικρού παραθύρου στην πόρτα του κελιού του (Χάιδου, 2018: 82). Η δημιουργία του
συγκεκριμένου μοντέλου καθοδηγήθηκε από θρησκευτικά ιδεώδη της εποχής και για αυτό
το λόγο βασική ενασχόληση των κρατουμένων ήταν η μελέτη της Αγίας Γραφής
(Δημόπουλος, 2009: 43). Με γνώμονα ότι ο σωφρονισμός μπορεί να επέλθει μόνο κάτω
από συνθήκες απόλυτης απομόνωσης, η επαφή των τροφίμων αποφεύγεται ακόμα και τη
διάρκεια του εκκλησιασμού ενώ όταν προαυλίζονται φοράνε μάσκες. Η επιλογή αυτή
βέβαια πέρα από τα αρνητικά βοηθούσε στην επανακοινωνικοποίηση καθώς προσέφερε
ανωνυμία και απέτρεπε τον στιγματισμό (Χάιδου, 2018: 82-83).Η καταναγκαστική
εργασία θεσμοθετήθηκε αργότερα αλλά και αυτή παρέχονταν πάλι στο κελί του κάθε
εγκλείστου και όχι σε κοινούς χώρους (Αλεξιάδης, 2001: 29-30).
Προβλέπονταν συγκεκριμένοι κανόνες λειτουργίας και διοίκησης του
συγκεκριμένου χώρου. Όσοι εισέρχονταν για πρώτη φορά στο ίδρυμα υποβάλλονταν σε
βιομετρικές εξετάσεις, οι οποίες καταγράφονταν σε ειδικό βιβλίο. Παράλληλα πέρναγε
και από τη διαδικασία της συνέντευξης από τον διοικητή της φυλακής συνοδεία
σωφρονιστικού υπαλλήλου όπου υπήρχε λεπτομερής καταγραφή της προσωπικής του
ιστορίας, των πολιτικών και θρησκευτικών του πεποιθήσεων, των συνηθειών του με
Διπλωματική Εργασία 17
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
απώτερο σκοπό την εξεύρεση της πιο κατάλληλης για αυτόν εργασιακής απασχόλησης
και του πιο χρήσιμου τρόπου ελέγχου του (Δημόπουλος, 2009: 40). Η διαβίωση στο κελί
συνοδεύονταν από ορισμένους κανόνες, όπως και η συμπεριφορά των σωφρονιστικών
υπαλλήλων διέπονταν από βασικές αρχές, όπως ο σεβασμός απέναντι στους εγκλείστους
και η αντιμετώπιση τους με ανθρωπιστικό τρόπο και όχι κατά τρόπο εχθρικό. Σημαντικό
όπλο για τον σωφρονισμό των κρατουμένων υπήρξε η παροχή εκπαιδευτικών
προγραμμάτων ενώ η βασικότερη επιτυχία του συγκεκριμένου συστήματος ήταν η
παραγωγική εργασία των φυλακισθέντων καθώς αυτή συνέβαλλε και στην πρόωρη
αποφυλάκιση αυτών (Δημόπουλος, 2009: 42). Τέλος, υπήρχε πρόβλεψη πειθαρχικών
ποινών προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ανυπακοή και η κακή συμπεριφορά των
φυλακισμένων. Αν και οι προβλεπόμενες κυρώσεις αναφέρονταν σε στέρηση βιβλίων ή
σε ελάττωση τροφής εντούτοις έχουν αναφερθεί τρόποι βασανισμού όπως η αλυσόδεση
για τους οποίους δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη (Δημόπουλος, 2009: 45).
Το συγκεκριμένο σωφρονιστικό σύστημα ακολουθήθηκε και από άλλες χώρες και
διατηρήθηκε σε ισχύ μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Στα θετικά του συγκαταλέγεται η
απουσία επαφής των κρατουμένων και η προστασία τους από μολυσματικές ασθένειες, η
ενδυνάμωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας των εγκλείστων μέσω της εργασίας,
της πειθαρχίας και της προσευχής, η επίτευξη καλλιέργειας ενός κλίματος ηρεμίας και η
δυσκολία επίτευξης αποδράσεων. Το βασικότερο του όμως αρνητικό σχετίζεται με την
αλλοίωση της προσωπικότητας και της ψυχικής διάθεσης του κρατουμένου που
προέρχεται από τη διαδικασία της απομόνωσης. Η ιδρυματοποίηση επιφέρει αδυναμία της
βούλησης καθώς και προβλήματα στην κοινωνικοποίηση και στην επανένταξη των
τροφίμων. Η εξουσία της υποταγής που ασκείται μέσω της αποκοπής από την κοινωνική
ζωή και της μοναξιάς επιφέρει τόσες ψυχικές διαταραχές που δεν μπορούν να συγκριθούν
με καμία σωματική τιμωρία. Για αυτόν τον τελευταίο λόγο το πανοπτικό σωφρονιστικό
σύστημα επικρίθηκε περισσότερο από όλα και ως κληρονομιά μας άφησε την πειθαρχική
ποινή της απομόνωσης (Χάιδου, 2012: 80-83). Η Ελλάδα υιοθέτησε το παραπάνω
περιγραφόμενο μοντέλο το 1911 και μόνο σε όσους είχε επιβληθεί ποινή μέχρι ένα μήνα.
Ένα συνδυασμό του κοινοβιακού και του απομονωτικού συστήματος προσφέρει το
ωβούρνειο ή αλλιώς μικτό σύστημα που η ονομασία του προέρχεται από την περιοχή
Auburn της Νέας Υόρκης όπου εκεί εφαρμόστηκε για πρώτη φορά (Χάιδου, 2012: 84). Ο
αρχιτεκτονικός σχεδιασμός της φυλακής αυτής διέφερε από τις άλλες καθώς οι χώροι
Διπλωματική Εργασία 18
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 19
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
4. Το εγκληματικό ζήτημα
Διπλωματική Εργασία 20
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
κυριαρχεί η πεποίθηση ότι μόνο άτομα ανήκοντα σε αυτές τις τάξεις εγκληματούν
(Βιδάλη, 2019: 41).
Αυτοί που επιδίδονται σε εγκληματικές πράξεις είναι μέλη της ‘υπόταξης’. Πρόκειται
για μία ορολογία που αναπτύχθηκε κατά την περίοδο που η οικονομία μεταπήδησε στον
τομέα της απασχόλησης από την μεταποίηση και τη χειρωνακτική εργασία στη
μεταβιομηχανική οικονομία (Γαλανού, 2009: 109). Οι αλλαγές που επήλθαν μέσω των
νέων τεχνολογιών, της γνώσης και της πληροφορίας μετέβαλλαν το εργασιακό τοπίο και
δημιούργησαν ομάδες ανέργων και φτωχών. Οι ομάδες αυτές αποδιοργανώθηκαν και
περιθωριοποιήθηκαν, αναγκάστηκαν να διαβιώνουν υπό συνθήκες αναξιοπρεπείς, αφού
καταργήθηκε το προνοιακό κράτος ενώ τους χρεώθηκε σα δική τους προσωπική επιλογή η
οικονομική κατάσταση στην οποία βρέθηκαν (Γαλανού, 2009: 110-113). Όλη αυτή η
απορρύθμιση στην οικονομία προκάλεσε μία ανομική κατάσταση όπως αυτή
προσδιορίζεται με μερτονικούς όρους με αποτέλεσμα το έγκλημα πολλές φορές να
αποτελούσε τον μόνο τρόπο επιβίωσης για τους οικονομικά ασθενέστερους (Αλοσκόφης,
2019: 88). Ταυτόχρονα όμως τα μέλη της ‘υπόταξης’ αντιμετωπίστηκαν και συνεχίζουν
διαχρονικά να αντιμετωπίζονται στερεοτυπικά από τους κυβερνώντες καθώς είναι ευρέως
διατυπωμένη η θέση ότι όσοι δε συμμορφώνονται με τις αλλαγές και δε λειτουργούν
βάσει αυτών είναι πιο εύκολο να παρεκκλίνουν και να αποτελέσουν ένα άλλοθι για
αυτούς που κυβερνούν και για όσα αυτοί έχουν προκαλέσει (Γαλανού, 2009: 116).
Τα εγκλήματα που τελούνται από άτομα που ανήκουν σε οικονομικά ασθενέστερες
τάξεις ανήκουν στη ‘δήλη εγκληματικότητα’. Είναι φανερά, αποτελούν μία
καθημερινότητα των ποινικών δικαστηρίων, καταγράφονται και αναφέρονται στις
ελλιπείς στατιστικές μελέτες της Αστυνομίας (Δασκαλάκης, 1975: 370-372). Τα
αδικήματα αυτά τυποποιούνται και περιγράφονται αναλυτικά σε ποινικά νομοθετήματα
ενώ τα άτομα που τα διαπράττουν βρίσκονται υπό δίωξη κατά απόλυτη προτεραιότητα
από τις αστυνομικές και διωκτικές αρχές (Αλοσκόφης, 2019: 88). Στην πραγματικότητα
όμως υπάρχει και μία άλλη ομάδα αδικημάτων, αυτά που αποτελούν τη φαινόμενη
εγκληματικότητα και η οποία είναι μεγαλύτερη σε μέγεθος από τη δήλη καθώς
περιλαμβάνει αδικήματα που οι δράστες τους δε γίνονται γνωστοί (Δασκαλάκης, 1975:
370) ή αντιληπτοί από το ευρύ κοινό ως κοινοί εγκληματίες (Βιδάλη, 2019: 41).
Διπλωματική Εργασία 21
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 22
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
σχετίζεται με τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο από τον οποίο κάποιος πλαισιώνεται και
από το αξιακό σύστημα των ατόμων με τα οποία αυτός συναναστρέφεται, διατυπώνοντας
της θεωρία των διαφορικών (διαφοροποιημένων) συναναστροφών (Βιδάλη, 2013: 120).
Οι αδυναμίες των θεωριών του Sutherland, που προέρχονται κυρίως από τη μη ανάδειξη
από πλευράς του των δομικών παραγόντων που καθόριζαν τα λεγόμενα του, είχε ως
αποτέλεσμα την ένδειξη αδιαφορίας προς αυτά τα θέματα από την πλευρά των
εγκληματολόγων για πολλά χρόνια. Η έννοια των εγκλημάτων των ισχυρών επανήλθε στο
προσκήνιο μετά από την εμφάνιση σειράς σκανδάλων στις Η.Π.Α. και κυρίως μετά από
εκείνο του Watergate. Αναπτύχθηκε έντονο ενδιαφέρον για τα αδικήματα αυτά και
ξεκίνησε μία απομυθοποίηση της άποψης ότι το έγκλημα αφορά μόνο τους φτωχούς
(Βιδάλη, 2017: 133). Από την εποχή του Sutherland και μέχρι σήμερα η έννοια του όρου
έχει επεκταθεί και σχηματοποιηθεί. Έχουν εμφανιστεί ποικίλοι και διαφορετικοί τρόποι
περιγραφής αυτών των φαινομένων όπως οικονομικό έγκλημα, εγκλήματα των ισχυρών,
εγκλήματα της ελίτ, οργανωσιακό έγκλημα, επιχειρηματικό έγκλημα, επαγγελματικό
έγκλημα, εταιρικό έγκλημα, κρατικο-εταιρικό έγκλημα κτλ. Υπήρξε μία μετατόπιση
ενδιαφέροντος όχι πλέον για τον δράστη αλλά για μία συνολική αποτίμηση του
εγκλήματος τόσο από νομική άποψη όσο και από πραγματική. Από την άλλη βέβαια δεν
μπορούμε να αγνοήσουμε ότι όλες αυτές οι αναφορές προκαλούν και νοηματικές
συγχύσεις αλλά και ασάφειες δυσκολεύοντας τη μελέτη και την οριοθέτηση του
φαινομένου αυτού (Βιδάλη, 2017: 135). Αυτό όμως που κυρίως αναδείχθηκε μέσα από
την Κριτική Εγκληματολογία και Θεωρία είναι ότι ο δογματισμός του κλασικού ποινικού
δικαίου και η μεθοδολογία που ακολουθείται δεν αποτελούν ικανά και επαρκή εργαλεία
για την ανάδειξη των προβλημάτων που αναφύονται σχετικά με τα εγκλήματα των
ισχυρών. Η ποινή της φυλάκισης εφαρμόζεται αποκλειστικά στους εγκληματίες του
δρόμου ενώ δεν κρίνεται κατάλληλη για τα εγκλήματα των ισχυρών οι οποίοι διαφεύγουν
αυτής ( Κασάπογλου, 2016: 2551-2552).
Η διαπίστωση της έλλειψης της συστηματικής μελέτης του ρόλου του κρατικού
μηχανισμού και των λειτουργιών του και των δραστηριοτήτων των κυρίαρχων
Διπλωματική Εργασία 23
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
κοινωνικών ομάδων σε σχέση με το έγκλημα ήταν κι αυτή που δε διευκόλυνε την έρευνα
γύρω από τα εγκλήματα των ισχυρών (Χουλιάρας, 2019: 65-66). Δεν ήταν παρά μόνο τις
τελευταίες δεκαετίες που το ενδιαφέρον τόσο της εγκληματολογίας όσο και της
κοινωνιολογίας στράφηκε γύρω από την αλληλοσύνδεση της κρατικής εξουσίας και των
μηχανισμών κοινωνικού ελέγχου. Αυτού του είδους η μελέτη είχε ως αποτέλεσμα να
αποκαλυφθεί ο εστιασμένος κατά μονόπλευρο τρόπο προσανατολισμός του ποινικού
συστήματος στην τιμωρία ατόμων προερχόμενα από τις χαμηλές κοινωνικές τάξεις.
Παράλληλα όμως αναδείχθηκε και η αδιαφορία απέναντι στις επιβλαβείς δραστηριότητες
σε κοινωνικό επίπεδο που προκαλούν οι πράξεις της κυρίαρχης τάξης, η οποία ασκεί την
πολιτική και οικονομική εξουσία ή έστω διαπλέκεται με αυτή (ό.π.: 66). Το ποινικό δίκαιο
εμφανίζει ιδεολογικές εμμονές και τυποποιεί ποινικά τις πράξεις που τελούν οι
εγκληματίες του δρόμου και των φτωχότερων κοινωνικών ομάδων και οι οποίες
αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου κοινωνικού φαινομένου όπως είναι το έγκλημα και δεν
το εξαντλούν (ό.π.: 67). Παρατηρείται δηλαδή μία επιλεκτική ποινική τυποποίηση
πράξεων και δράσεων αφήνοντας εκτός του ποινικού πεδίου πράξεις που μπορεί να είναι
περισσότερες επικίνδυνες και να προκαλούν μεγαλύτερη κοινωνική βλάβη (ό.π.:67).
Τέτοιου είδους πράξεις οι οποίες συγκαλύπτονται και δεν τυποποιούνται αποτελούν τα
εγκλήματα του λευκού κολάρου τα οποία διαφοροποιούνται από το κοινό έγκλημα καθώς
προκαλούν βίαιες κοινωνικές ανακατατάξεις δημιουργώντας συναισθήματα φόβου και
ανασφάλειας στην κοινωνία. Τα παραπάνω αιτιολογούν την ανάγκη δημιουργίας νέας
νομοθεσίας που θα ανταποκρίνεται στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της
εγκληματικότητας των ομάδων εξουσίας και που θα απομακρύνεται από τους
δογματισμούς που μας επιτρέπουν να περιοριζόμαστε μόνο σε αστικές και διοικητικές
κυρώσεις για αυτές τις αξιόποινες πράξεις (Βιδάλη, 2019: 99-100).
Διπλωματική Εργασία 24
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 25
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
οποιασδήποτε πράξη καθώς δεν έχουν ούτε ιδίαν βούληση αλλά ούτε και αίσθηση. Το
παράδοξο είναι όμως ότι δεν ισχύει το ίδιο για την περίπτωση της αστικής ευθύνης (ό.π.).
Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει καταλογισμός ευθυνών ενώ πάνω σε αυτήν την ευθύνη
θεμελιώνεται και η υποχρέωση που έχουν τα νομικά πρόσωπα για επανόρθωση της
βλάβης και της ζημίας που έχει προκληθεί από ενέργεια που οφείλεται σε υπαιτιότητα των
μελών τους. Ταυτόχρονα οι έννοιες του δόλου και της αμέλειας υφίστανται και στις
αστικές υποθέσεις και αυτές δεν αποτέλεσαν λόγο αποκλεισμού της αστικής ευθύνης των
νομικών προσώπων. Επομένως δεν μπορεί να κατανοηθεί για ποιο λόγο να αποκλείουμε
την απόδοση ποινικής ευθύνης σε εταιρείες η οποία εξάλλου ανταποκρίνεται και προς το
κοινό περί δικαίου αίσθημα (ό.π.). Παράλληλα κυριαρχεί η άποψη ότι η εταιρική τιμωρία
θα έχει επιπτώσεις τελικά σε αθώα τρίτα μέρη, δηλαδή, εκείνα που βρίσκονται πέρα από
το εταιρικό πέπλο και συγκεκριμένα: οι μέτοχοι, οι οποίοι – ειδικά σε εταιρείες με μεγάλο
αριθμό μετόχων - δεν έχουν καμία ευκαιρία απολύτως να επηρεάσουν τις επιλογές
διαχείρισης, οι αθώοι εργαζόμενοι, των οποίων η δουλειά μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο από
μία ιδιαίτερα αυστηρή κύρωση, οι καταναλωτές, οι οποίοι ενδέχεται να αναλάβουν το
κόστος της κύρωσης με τη μορφή υψηλότερων τιμών στα προϊόντα της εταιρείας, ειδικά
όταν αυτά πωλούνται σε μία αγορά χαμηλού ανταγωνισμού (Fiorella, 2013: 63). Εξάλλου
είναι κοινώς αποδεκτό ότι μόνο το στίγμα που συνοδεύει έναν εγκληματία θα μπορούσε
να προκαλέσει ηθική καταδίκη (Fiorella, 2013: 70).
Συμπερασματικά δεν μπορεί παρά οι δογματισμοί αυτοί που απηχούν αντιλήψεις που
αναπτύχθηκαν τον προηγούμενο αιώνα να θεωρηθούν κάτι άλλο εκτός από υποκριτικοί
εάν λάβουμε υπόψη μας την τεράστια κοινωνική βλάβη που επιφέρουν στο κοινωνικό
σύνολο οι πράξεις αυτές των νομικών προσώπων. Η αδυναμία και η άρνηση
εγκληματοποίησης ανάγεται σε αιτίες που σχετίζονται με δομικά προβλήματα όπως είναι
η διαφθορά και η συγκάλυψη (Χουλιάρας:2016). Μία λύση που έχει προταθεί είναι η
διατύπωση μίας ολοκληρωμένης θεωρητικής προσέγγισης που στον πυρήνα της βρίσκεται
η έννοια της κοινωνικής βλάβης και που βασικός της στόχος και επιδίωξη είναι να
προσεγγίσει καταστάσεις τις οποίες το εγκληματικό φαινόμενο δεν μπορεί να πλησιάσει
λόγω του ότι κατευθύνεται κοινωνικά σε διαφορετικό δρόμο (Βασιλαντωνοπούλου, 2014:
424επ.). Αυτή η θεωρητική προσέγγιση ονομάζεται θεωρία της κοινωνικής βλάβης και
έχει επιρροές από τη θεωρία του καταργητισμού , τη θυματολογία και τη ‘ζημιολογία’
(Βασιλαντωνοπούλου, 2014: 423). Η βλάβη έτσι όπως νοείται στη συγκεκριμένη θεωρία
Διπλωματική Εργασία 26
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
δεν έχει καμία σχέση με την αρχή της βλάβης σύμφωνα με την οποία νομιμοποιείται η
ύπαρξη της ποινικής παρέμβασης και δίνει εναύσματα για τυποποίηση εγκληματικών
συμπεριφορών στο αγγλοσαξωνικό ποινικό δίκαιο. Δε σχετίζεται επίσης ούτε με την
έννοια της προσβολής κάποιου εννόμου αγαθού που αποτελεί ενίσχυση της
επιχειρηματολογίας στο ηπειρωτικό δίκαιο (Βασιλαντωνοπούλου: 2016). Η θεωρία της
κοινωνικής βλάβης ασχολείται πρωτίστως με το ανθρώπινο στοιχείο και με την επιρροή
που ασκούν σε αυτό διάφορες δύσκολες καταστάσεις όπως οι οικονομικές δυσκολίες, η
ανεργία, η φτώχια και η υπερβολική φορολόγηση. Ξεκινάει να προσεγγίζει τις
καταστάσεις αρχικά ‘από κάτω’ και ανεβαίνει σταδιακά προς τα ανώτερα επίπεδα ενώ
δίνει έμφαση στη μελέτη και ανάλυση των κοινωνικών δομών έχοντας ως άμεση εστία
ενδιαφέροντος τους ανθρώπους (Βασιλαντωνοπούλου: 2016). Ως βασικό της σκοπό έχει
να μην εγκλωβιστεί στα στενά όρια της εγκληματολογικής επιστήμης από την οποία
προέρχεται αλλά να διευρύνει το πεδίο έρευνας της και σε άλλες όψεις της κοινωνικής
βλάβης που δεν αναγνωρίζονται ως εγκλήματα και να αναπτυχθεί σε πεδία πέρα από τα
όρια του αξιοποίνου (Βασιλαντωνοπούλου, 2014: 423). Κατά αυτόν τον τρόπο αποφεύγει
κάποιος να εγκλωβιστεί σε ποινικά θεωρητικά μοντέλα ενώ παρέχεται η δυνατότητα
ενασχόλησης με διάφορους τομείς της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής
(Βασιλαντωνοπούλου: 2016).
Η πολιτική διάσταση που δόθηκε στο εγκληματικό φαινόμενο σε συνδυασμό με την
ανεπάρκεια από μέρους των κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν τα κοινωνικά προβλήματα
που συνεχώς αυξάνονταν είχε ως αποτέλεσμα να συνδεθεί καταχρηστικά η ανασφάλεια με
το έγκλημα και να θεσπιστούν σκληρά μέτρα στον ποινικό τομέα (Ζαραφωνίτου, 2011:
120) Κάθε φορά που καταλύεται το κράτος προνοίας και οι κυβερνήσεις εμφανίζονται
ανίκανες να υπερασπιστούν τον ρυθμιστικό τους ρόλο διαπιστώνεται η μετάθεση του
χειρισμού των κοινωνικών προβλημάτων στον ποινικό τομέα. Οι έλεγχοι
εντατικοποιούνται και ενεργοποιούνται πολιτικές έντονου κατασταλτικού χαρακτήρα
(ο.π.: 126). Οι παραπάνω τεχνικές συνδυαστικά με το παγκοσμιοποιημένο έγκλημα και
την άνοδο της τεχνολογίας (Βιδάλη, 2014: 39) στρέφουν το ενδιαφέρον της κοινής
γνώμης προς την εγκληματικότητα της καθημερινότητας (Καραγιαννίδης, 2011: 19) αντί
των εγκλημάτων των ισχυρών. Οι αξιόποινες πράξεις αυτές περιβάλλονται με απόψεις ότι
υπάρχει δυσκολία τόσο για την αποκάλυψή τους όσο και για την τιμωρία τους και σε αυτό
Διπλωματική Εργασία 27
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 28
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
του κοινού. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνουν επίταση του συναισθήματος της
ανασφάλειας προβαίνοντας παράλληλα σε προβλέψεις για μεγέθυνση αντίστοιχων
περιστατικών μελλοντικά (Βιδάλη και Κουλούρης, 2012: 260). Όλη αυτή η ένταση και ο
φόβος που δημιουργείται έχει ως κατάληξη να δημιουργείται μία ‘διάθλαση της
παρεκτροπής’ όπως ειπώθηκε από τον από τον LeslieWilkins (Βιδάλη και Κουλούρης.
2012: 260). Ένας άλλος τρόπος κατανόησης του αποτελούν οι επινοήσεις των διαφόρων
ομάδων εξουσίας όπου οι κυρίαρχες ελίτ εστιάζουν στην πρόκληση ηθικών πανικών για
περιστατικά μηδαμινής αξίας. Στόχος είναι να αποπροσανατολίσουν το κοινό από τα
κυρίαρχα καθημερινά προβλήματα που οι ίδιες έχουν δημιουργήσει (Καρύδης, 2010: 48).
Οι ‘’εργολάβοι της ηθικής’’, σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Cohen , είναι μία άλλη
κατηγορία. Σε αυτούς μπορεί να ανήκουν οι διωκτικές αρχές, οι δικαστές, η Εκκλησία.
Σκοπός τους είναι με κάθε τρόπο να επηρεάσουν το κοινωνικό σύνολο και να το
στρέψουν σε μαζική αντίδραση ενάντια σε οτιδήποτε εκείνοι πιστεύουν ότι απειλεί τις
ηθικές αξίες ή δομές (οικογένεια κτλ) της κοινωνίας (Καρύδης, 2010: 49). Οι ηθικοί
πανικοί δεν παρουσιάζονται πάντα κάτω από παρόμοιες συνθήκες ενώ αυτοί που τους
δημιουργούν είναι μέλη διαφορετικών κοινωνικών ομάδων που στοχεύουν μέσω αυτών
στην προάσπιση και προώθηση των συμφερόντων τους (Βασιλαντωνοπούλου :2015). Τα
εγκλήματα του λευκού κολάρου διαπράττονται από άτομα που κατέχουν θέσεις υψηλές
τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Έτσι εκ των πραγμάτων έχουν την
πρόσβαση στις διάφορες εξουσίες και μπορούν να εξασφαλίσουν προστασία για τα
συμφέροντά τους. Η σχέση των αδικημάτων αυτών με τους ηθικούς πανικούς είναι
συγκριτική. Η έντονη κριτική που ασκείται για τα εγκλήματα του δρόμου εξομαλύνεται
με αναφορές στα εγκλήματα των ισχυρών(Βασιλαντωνοπούλου, 2015: 66-67). Η
απάντηση στο ερώτημα για ποιο λόγο δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι ηθικοί πανικοί στα
εγκλήματα του λευκού κολάρου είναι εύκολη. Οι πανικοί δημιουργούνται από ορισμένες
ομάδες που κατέχουν θέσεις εξουσίας και οι οποίες είναι διαπλεκόμενες με τους
‘ισχυρούς’. Επομένως η εφαρμογή τους απευθύνεται αποκλειστικά στις κοινωνικά
κατώτερες τάξεις και αυτό μας οδηγεί να βρισκόμαστε σε μία ‘κατάσταση άρνησης’ με το
να ανεχόμαστε μία κατάσταση που δημιουργεί πλήγμα στην κοινωνία και παραμένουμε
αμέτοχοι χωρίς κανένα ίχνος αντίδρασης (Ροδόπουλος, 2015).
Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι τα Μ.Μ.Ε. διαμορφώνουν την αντεγκληματική πολιτική και
άλλες φορές έχουν κατεύθυνση θετική προς την πρόληψη της εγκληματικότητας ενώ
Διπλωματική Εργασία 29
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
άλλες φορές γίνονται συμμέτοχοι στην εμφάνιση και αποκάλυψη εγκληματικών δράσεων
(Walter, 2010: 6). Βιώνουμε μία εποχή όπου η σημασία των ‘μέσων’ και της εικόνας δεν
έχει αυξηθεί ποσοτικά αλλά και ποιοτικά όπου η εικόνα αποκτά μεγαλύτερη σημασία
συγκριτικά με το περιεχόμενο. Σύμφωνα με αυτή την εξήγηση αντιλαμβάνεται κανείς ότι
τα Μ.Μ.Ε. δεν επιδρούν προληπτικά αλλά πολλές φορές προάγουν τη βία με τον τρόπο
που παρουσιάζουν τα γεγονότα(Walter, 2010 : 10).Δεν ασκούν βέβαια την ίδια επιρροή σε
όλους τους ανθρώπους όμως όταν αναπαράγουν εικόνες όπου δημοσιογράφοι παρακινούν
δεξιούς εξτρεμιστές να χαιρετήσουν ναζιστικά, όπως συνέβη με τους οπαδούς σε
ρεπορτάζ της φασιστικής οργάνωσης Χρυσής Αυγής, τότε δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι
δρουν ως ηθικοί αυτουργοί(ό.π.). Παράλληλα όμως αυτοβούλως αναλαμβάνουν τον ρόλο
του ανακριτή ή του εισαγγελέα και κατά αυτόν τον τρόπο προστατεύουν τους ισχυρούς
και όσους κατέχουν την εξουσία. Για αυτούς, τα μέσα ενημέρωσης όταν αποκαλύπτουν
κυκλώματα διαφθοράς ή άλλες μορφές οικονομικού ή οργανωμένου εγκλήματος
αποτελούν συχνά τον τελευταίο πραγματικό κίνδυνο (ό.π.). Αυτού του τύπου η
πληροφόρηση σε σχέση με το έγκλημα ουσιαστικά χειραγωγεί την κοινή γνώμη καθώς η
πληροφορία που παρέχεται είναι ‘χρωματισμένη’ και στην ουσία ευνοεί τη διαμόρφωση
μίας σκληρής αντεγκληματικής πολιτικής που ενισχύει το φαινόμενο του εγκλεισμού στις
φυλακές (ό.π.: 16-17).
4.7. Επιλεκτικότητα και ανισότητα σωφρονιστικού συστήματος
Οι εξωνομικοί παράγοντες επηρεάζουν όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας
(Λαμπροπούλου, 2012: 55). Δεν εκπροσωπούνται όλες οι κοινωνικές ομάδες στο
ποινικοκατασταλτικό σύστημα κατά τρόπο ισότιμο. Συνήθως δεν ενθαρρύνεται η
συμμετοχή των αντιφρονούντων στη διαμόρφωση της αντεγκληματικής πολιτικής που η
εκάστοτε κυβέρνηση σχεδιάζει. Η επιλεκτικότητα του συστήματος ευνοεί την υπεράσπιση
συμφερόντων συγκεκριμένων ομάδων (Λαμπροπούλου, 2012: 47). Γίνεται δεκτό ότι η
ανισότητα που προέρχεται από την οικονομική κατάσταση των ατόμων και την κοινωνική
τους θέση βοηθάει την εκδήλωση στερεοτυπικών πεποιθήσεων από τους φορείς του
ποινικοκατασταλτικού συστήματος (Βιδάλη, 2017: 59).Η επιλογή της παύσης της δίωξης
δεν εφαρμόζεται σε άτομα χαμηλής οικονομικής κατάστασης. Στην περίπτωση των
καταδικασθέντων για οικονομικά εγκλήματα παρατηρείται διαφορά στην αντιμετώπιση
τους από τους φορείς. Συνήθως όσοι τιμωρούνται για τέτοιου είδους αδικήματα ανήκουν
σε κατώτερες κοινωνικές ομάδες μη διαθέτοντας επαρκείς πόρους και γνωριμίες για να
Διπλωματική Εργασία 30
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 31
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
τη διαφορά αντιμετώπισης μεταξύ των ισχυρών και των ατόμων που ανήκουν σε χαμηλά
κοινωνικά στρώματα (Βιδαλη, 2017: 83 επ.).
Σημαντικό πρόβλημα των ελληνικών φυλακών αποτελεί ο υπέρμετρα μεγάλος αριθμός
κρατουμένων νέων ηλικιακά. Αυτό αποδεικνύει μία ευαλωτότητα του σωφρονιστικού
συστήματος που με μεγάλη ευκολία καταφεύγει στην λύση της φυλάκισης αντί της
επανένταξης και επανακοινωνικοποίησης. Ιδιαίτερη μνεία χρειάζεται και για τις
φυλακισμένες κυρίως όσες έχουν την ιδιότητα της μητέρας όπου θα πρέπει να ληφθεί
ειδική μέριμνα για αυτές προχωρώντας σε ένα λειτουργικό σχεδιασμό των γυναικείων
φυλακών ισότιμο και αντίστοιχο των ιδιαιτεροτήτων και της ευάλωτης θέσης της
γυναίκας (Palma, 2019). Το Συμβούλιο της Ευρώπης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για
το ελληνικό σωφρονιστικό σύστημα εξαιτίας του υπερπληθυσμού των φυλακών και της
ύπαρξης δομικών προβλημάτων όπως ελλιπές και ανειδίκευτο προσωπικό, προβληματικές
κτηριακές υποδομές, ελλιπής κρατική χρηματοδότηση, ελλείψεις σε ιατροφαρμακευτική
περίθαλψη και έλλειψη εκπαιδευτικών προγραμμάτων (Κουλούρης, 2017). Για την
επανένταξη ούτε λόγος εξαιτίας όλων των παραπάνω αναφερόμενων προβλημάτων και
αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη σίγουρη επιστροφή των κρατουμένων στα σωφρονιστικά
ιδρύματα μετά την αποφυλάκισή τους. Το σίγουρο είναι ότι οι ιδιαιτερότητες που
αντιμετωπίζουν οι τρόφιμοι σε συνδυασμό με τα παραπάνω αναφερόμενα λειτουργικά
προβλήματα μας αιτιολογούν γιατί ο χώρος της φυλακής είναι ένας χώρος που προάγει
την ένδεια, την ανασφάλεια και την ανισότητα, παραβιάζοντας καθημερινώς βασικά
ανθρώπινα δικαιώματα. Η ανισότητα αυτή είναι διάχυτη σε όλο το χώρο της φυλακής και
αγγίζει και το σωφρονιστικό προσωπικό που αντιμετωπίζεται με τρόπο υποτιμητικό από
το χώρο της δημόσιας διοίκησης εξαιτίας της θέσης που κατέχουν (Βιδάλη, 2017: 85-
87).Ο σεβασμός των δικαιωμάτων των κρατουμένων και η αλλαγή στον τρόπο απονομής
των ποινών, με κύριο στόχο τη μείωση των στερητικών της ελευθερίας ποινών θα
επιφέρει πιο αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος και μεγαλύτερη ασφάλεια στην
κοινωνία (Palma, 2019). Όλα τα παραπάνω συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι βασική θέση
στον χώρο της φυλακής θα έχει πάντα ο φτωχός, ο μετανάστης, ο τοξικοεξαρτώμενος ενώ
οι δράστες των εγκλημάτων των ισχυρών θα είναι πάντα αφανείς έχοντας ως όπλα τους τη
διαφθορά, τη διαπλοκή και τη συγκάλυψη (Αλοσκόφης, 2019: 88).
Διπλωματική Εργασία 32
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Για μία πιο γόνιμη προσέγγιση της κοινωνιολογίας των ποινικών συστημάτων, είναι
απαραίτητο να απομακρυνθούμε από τον κοινωνικό θεσμό της τιμωρίας, τις ιδεολογικές
της βάσεις και το νομικό πλαίσιο που την περιβάλλει και να δώσουμε έμφαση στο
κοινωνικό φαινόμενο το ίδιο. Η τιμωρία δεν είναι μια απλή συνέπεια του εγκλήματος,
ούτε αποτελεί την αντίστροφη πλευρά του εγκλήματος, ούτε απλό μέσο που καθορίζονται
από τον σκοπό για τον οποίο επινοήθηκε. Θα πρέπει επομένως να μελετηθεί η εξέλιξη της
ποινής μέσω των αλλαγών και των μεταβολών που την ακολούθησαν σε διάφορες
ιστορικές περιόδους. Θα πρέπει να ερευνηθούν τα αίτια των μεταρρυθμίσεων αυτών
καθώς και οι λόγοι για την επιλογή ή την απόρριψη συγκεκριμένων ποινικών μεθόδων σε
συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους (Rusche&Kirchheimer, 2003: 5).Ο μετασχηματισμός
στα ποινικά και σωφρονιστικά συστήματα δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από τις
μεταβαλλόμενες ανάγκες του αγώνα ενάντια στο έγκλημα. Κάθε παραγωγικό σύστημα
συνήθως προστρέχει σε ποινές που καλύπτουν τις παραγωγικές του σχέσεις. Η χρήση ή η
αποφυγή συγκεκριμένων πρακτικών καθώς και η ένταση με την οποία αυτές επιβάλλονται
καθορίζονται από τις κυρίαρχες κοινωνικές δυνάμεις, πρωτίστως τις οικονομικές καθώς
αποτελούν ένα κομμάτι του συνολικού κοινωνικού και οικονομικού συστήματος. Η
σύνδεση της τιμωρίας με την οικονομική ανάπτυξη είναι αδιαμφισβήτητη. Είναι
αυτονόητο ότι η δουλεία ως μορφή τιμωρίας είναι αδύνατο να υπάρξει χωρίς να
υπάρχουν αποικίες και χωρίς μία οικονομία που να στηρίζεται σε αυτές, ότι η
καταναγκαστική εργασία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη βιομηχανία και ότι τα
επιβαλλόμενα χρηματικά πρόστιμα για όλες τις κοινωνικές τάξεις δεν μπορούν να
υφίστανται χωρίς μία οικονομία χρήματος (Rusche&Kirchheimer, 2003: 5-6).. Επομένως
αυτό που καθιστά ανεφάρμοστη μία ποινή είναι η εξαφάνιση ενός δεδομένου συστήματος
παραγωγής. Τα σωφρονιστήρια που δημιουργήθηκαν τον 16ο αιώνα έδωσαν μεγάλη
ώθηση στην ανάπτυξη του νέου τρόπου παραγωγής και εξαφανίστηκαν με την άνοδο της
βιομηχανίας. Η μετάβαση αυτή στη βιομηχανική οικονομία μείωσε την αναγκαιότητα της
καταναγκαστικής εργασίας στο ελάχιστο καθώς προϋπόθετε την ύπαρξη της ελεύθερης
εργασίας προκειμένου να υπάρξει αύξηση της παραγωγής (Rusche&Kirchheimer,
Διπλωματική Εργασία 33
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 34
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 35
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
περίθαλψη ενώ έχει άπειρο αναξιοποίητο ελεύθερο χρόνο. Η ανεπάρκεια υπηρεσιών και
αγαθών αποτελεί μία οδυνηρή απώλεια για τους εγκλείστους (ό.π.: 68). Αυτό συμβαίνει
γιατί η αυτή η υλική αποστέρηση ουσιαστικά εξισώνεται κοινωνικά με την προσωπική
ανεπάρκεια του καθενός (ό.π.: 70). Το αίσθημα της ανασφάλειας μέσα στο περιβάλλον
της φυλακής προκαλεί έντονο άγχος, όχι μόνο επειδή δημιουργούνται βίαιες επιθέσεις και
βιώνεται εκμετάλλευση αλλά και επειδή μια τέτοια συμπεριφορά συνεχώς θέτει υπό
αμφισβήτηση την ικανότητα του ατόμου να τις αντιμετωπίσει. Αυτές οι αβεβαιότητες
αποτελούν απειλή για τον εγωισμό του κάθε ατόμου που αναγκάζεται να ζει σε
παρατεταμένη οικειότητα με εγκληματίες, ανεξάρτητα της φύσης ή της έκτασης της δικής
του εγκληματικότητας. Η προσωπικότητα του κάθε κρατουμένου αξιολογείται ανάλογα με
το πώς αντιδράει στο ασταθές περιβάλλον της φυλακής ενώ κανείς ούτε καν το
προσωπικό των σωφρονιστικών ιδρυμάτων δεν μπορεί να του εγγυηθεί και να του
προσφέρει ένα αίσθημα ασφάλειας(ό.π.: 76-78).
Οι τρόποι αντιμετώπισης όλων αυτών των απογοητεύσεων και των στερήσεων που
προσφέρει η φυλακή δεν διαφέρουν και πολύ για κάθε έγκλειστο. Οι περισσότεροι θα
επιθυμούσαν να καταφύγουν στη λύση της φυσικής απόσυρσης δηλαδή της
απομάκρυνσης από εάν βίαιο περιβάλλον και της απομόνωσης της. Αυτό βέβαια είναι
κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί όταν σε ένα κελί το μοιράζονται 4 ή 5 άτομα μαζί. Οι
περισσότεροι δραπετεύουν νοητά από την πραγματικότητα που βιώνουν και σχεδιάζουν
το μέλλον τους. Άλλοι ακολουθούν την επιλογή της ψυχολογικής απόσυρσης
παραιτούμενοι από τα σχέδια τους και παραμένοντας απαθείς σε οτιδήποτε συμβαίνει
(ό.π.: 79-80). Σε κάθε περίπτωση, οι περισσότεροι τρόφιμοι δεν μπορούν να ξεφύγουν
από τους πόνους της φυλάκισης μέσω αυτών των ψυχολογικών μηχανισμών. Επειδή
λοιπόν αδυνατούν να θεραπεύσουν τα δεινά τους με αυτούς τους τρόπους, προτείνεται η
καινοτόμος λύση της εξέγερσης. Οι τρόφιμοι θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να
ανατρέψουν ή να αλλάξουν το καθεστώς επιτήρησης για την ανακούφιση των
απογοητεύσεων και των στερήσεων που υφίστανται. Αυτή όμως η λύση είναι δύσκολο να
επιτευχθεί καθώς απαιτείται αλληλεγγύη μεταξύ των κρατουμένων κάτι το οποίο εκλείπει
στο περιβάλλον της φυλακής αλλά και ανεκτικότητα και συνεργασία με τη διοίκηση του
ιδρύματος (ό.π.: 80-81). Μία ειρηνική αλλαγή θα μπορούσε να επέλθει μέσω της μεθόδου
της πειθούς η οποία όμως είναι ουτοπική και οι κρατούμενοι αυτό το γνωρίζουν καλά
Διπλωματική Εργασία 36
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
καθώς η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει την οποιαδήποτε άρση περιορισμών
(ό.π.: 81).
Διπλωματική Εργασία 37
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
στη γρηγορότερη αποφυλάκιση των εγκλείστων και στην αποσυμφόρηση των φυλακών
εντούτοις δεν έχουν κριθεί επαρκείς ώστε να επιλύσουν αυτή τη δύσκολη κατάσταση
(Χατζηθεοδώρου, 2016: 2420).Οι κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης στη φυλακή θα πρέπει
να προσομοιάζουν όσο γίνεται με τις πιο θετικές πτυχές της ζωής στην κοινότητα
σύμφωνα με τη Σύσταση Rec (2006) 2 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της
Ευρώπης της 11-1-06 (Βαρβατάκος ,2016: 2376).Σε πλήθος περιπτώσεων η Ελλάδα έχει
καταδικασθεί για παραβίαση του άρθρου 3 της σύμβασης σχετικά με τις υλικές συνθήκες
κράτησης οι οποίες είναι τόσο άσχημες που ουσιαστικά υπερβαίνουν σε ένταση το
επίπεδο οδύνης που ενέχει η φυλάκιση (Τσουνάκου-Ρουσιά, 2017).
Στα προβλήματα των σωφρονιστικών καταστημάτων που επισημαίνονται μετά από
κάθε επίσκεψη της επιτροπής συμπεριλαμβάνονται ο μεγάλος αριθμός κρατουμένων, οι
υλικές συνθήκες κράτησης, η έλλειψη υπαλλήλων και κατά επέκταση η επικράτηση της
ανασφάλειας και της βίας μεταξύ των τροφίμων, η ανεπαρκής υγειονομική περίθαλψη ενώ
σημασία δίνεται στο θέμα της επανένταξης και των εκπαιδευτικών προγραμμάτων
(Βαρβατάκος, 2016: 2384). Τα ίδια προβλήματα επαναλαμβάνονται συνεχώς σε όλες
σχεδόν τις εκθέσεις της επιτροπής και οι ίδιες συστάσεις απευθύνονται προς τις ελληνικές
αρχές. Η οικονομική κρίση επέτεινε την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης στις
φυλακές, καθώς με τις μειώσεις που επήλθαν στον προϋπολογισμό της σωφρονιστικής
διοίκησης ήταν δύσκολη η διαχείριση του αριθμού των κρατουμένων που ολοένα
αυξανόταν. Αυτό όμως είχε και ως παράλληλη συνέπεια μείωση των σωφρονιστικών
υπαλλήλων και των δραστηριοτήτων των εγκλείστων που αναγκάζονταν να μένουν για
περισσότερο χρόνο στα υπερφορτωμένα κελιά (Βαρβατάκος, 2016: 2375). Η CPT το 2011
προέβη σε δημόσια δήλωση (Palma, 2019: 6) κάνοντας αναφορά στη σταθερή επιδείνωση
της κατάστασης των ελληνικών φυλακών και απευθυνόμενη στην ελληνική κυβέρνηση
της ζητάει να κατανοήσει ότι το σωφρονιστικό σύστημα της χώρας είναι ανίκανο να
παρέχει οποιαδήποτε προστασία και ασφάλεια στους εγκλείστους(CPT, 2011: 1). Η
ανεπάρκεια στη στελέχωση των σωφρονιστικών καταστημάτων έχει ως επακόλουθο ο
πλήρης έλεγχος ολόκληρων τμημάτων των φυλακών να ασκείται από κρατούμενους
(Palma, 2019: 6). Επίσης τονίζει ότι από τον διάλογο με τις ελληνικές αρχές
αντιλαμβάνεται ότι δεν υπάρχει συναίσθηση της κατάστασης που επικρατεί στα ιδρύματα
της χώρας (CPT, 2011: 1-4). Αυτή όμως η κατάσταση δηλαδή της οικονομικής
δυσπραγίας και το αίσθημα της οικονομικής ανασφάλειας οδηγεί και σε μία πιο έντονα
Διπλωματική Εργασία 38
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 39
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Κομοτηνής η πληρότητα ξεπερνάει το 189% ενώ στις φυλακές του νησιού της Κω φτάνει
στο 207% (Κουλούρης, 2019). Η σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης και η Λευκής
Βίβλος για την αποσυμφόρηση των φυλακών συνιστά σε όλα τα κράτη μέλη να
ακολουθήσουν μία περιοριστική ποινική πολιτική. Η Ελλάδα μέχρι το 2007 ακολουθούσε
μία πολιτική επέκτασης ενώ τα επόμενα χρόνια νομοθετεί ένα συνδυασμό διατάξεων μην
ακολουθώντας όμως μία στρατηγική περιορισμού (Palma, 2019: 17-18). Αν και η
φυλάκιση θα έπρεπε να αποτελεί το έσχατο μέσο πολλές χώρες καταφεύγουν σε αυτό
ακολουθώντας μία αυστηρή πολιτική. Η αυστηροποίηση των ποινών είναι η απάντηση
των κυβερνήσεων στην ανάγκη των πολιτών να νοιώθουν ασφαλείς (ό.π.: 25). Αυτό όμως
που δε γίνεται αντιληπτό είναι ότι ο μαζικός εγκλεισμός έχει αντίθετα αποτελέσματα γιατί
πρωτίστως παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα ενώ η ορθή λειτουργία των φυλακών
διακινδυνεύει καθώς υπονομεύεται όχι μόνο οποιαδήποτε προσπάθεια επανένταξης αλλά
και η πρόληψη της υποτροπής. Για να επιτύχει μία στρατηγική που στόχο έχει την
αποσυμφόρηση των φυλακών θα πρέπει να διατεθούν επαρκείς πόροι για αυτό, να γίνει
μία στροφή προς τη χάραξη μίας πιο περιοριστικής ποινικής πολιτικής και να
δημιουργηθεί ένα σωστά εκπαιδευμένο ποινικό και σωφρονιστικό προσωπικό (ό.π.: 34
επ.). Τέλος θα πρέπει να δοθεί από όλο το ποινικό και σωφρονιστικό σύστημα η δέουσα
σημασία στις εναλλακτικές ποινές και κυρώσεις καθώς η στερητική ποινή της ελευθερίας
έχει αποδειχθεί ότι δεν επιφέρει μείωση της εγκληματικότητας (Κουλούρης κ.α., 2019).
Η έλλειψη φυλακτικού προσωπικού σχετίζεται με την ασφάλεια των κρατουμένων
καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος περιστατικών βίας ή απειλών μεταξύ κρατουμένων που το
λιγοστό προσωπικό είναι ανίκανο να ελέγξει (Έκθεση ΣτΠ, 2000: 1-3) και για αυτό το
λόγο οι ελληνικές αρχές οφείλουν να χαράξουν εθνική στρατηγική για τη βία μεταξύ των
φυλακισμένων (CPT, 2005: 70). Στην πορεία των ετών και μέσω των καταγγελιών που
είχαν κατατεθεί στην αρχή αποδείχτηκε ότι το πρόβλημα στις φυλακές είναι δομικό και
ξεπερνάει τη διάσταση της ατομικής καταγγελίας (Ειδική Έκθεση ΣτΠ, 2008: 1). Τα
βασικά θέματα που ανέκυψαν και ανακύπτουν έχουν να κάνουν με την καταπάτηση
θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο σεβασμός τους είναι βασική πολιτειακή
υποχρέωση η οποία μάλιστα αποκτά πιο έντονο χαρακτήρα εξαιτίας των πολλαπλών
περιορισμών που έχει ως συνέπεια ο εγκλεισμός. Η υποχρέωση αυτή υπενθυμίζει ότι ο
κάθε έγκλειστος συνεχίζει να διατηρεί τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα του
εφόσον δεν σχετίζονται αυτά άμεσα με την ποινή του (ό.π.: 4). Η επιτροπή επίσης τονίζει
Διπλωματική Εργασία 40
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 41
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 42
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
συνθήκες. Στην υπόθεση Σερίφης κατά Ελλάδας ο προσφεύγων έπασχε από σκλήρυνση
κατά πλάκας και είχε αιτηθεί να νοσηλευθεί σε ειδική κλινική και το αίτημα του
απορρίφθηκε. Στη συνέχεια επειδή η κατάσταση της υγείας του επιδεινωνόταν διεκδίκησε
την υπό όρους απόλυσή του, αίτημα το οποίο δεν έγινε δεκτό. Το δικαστήριο αποφάνθηκε
ότι η Ελλάδα παραβίασε το άρθρο 3 της Σύμβασης καθώς οι αρχές δεν ασχολήθηκαν
σοβαρά με την κατάσταση της υγείας του και του δημιούργησαν αισθήματα φόβου και
αγωνίας. Στην υπόθεση Ξηρός κατά Ελλάδας, ο προσφεύγων έπασχε από πολύ σοβαρά
συμπτώματα. Είχε προβλήματα όρασης, ακοής, άσθμα ενώ είχε χάσει το δεξί του χέρι και
όλη αυτή η κατάσταση δυσκόλευε την καθημερινότητα του και τις μετακινήσεις του εντός
της φυλακής. Το δικαστήριο έκρινε την βοήθεια που προσέφεραν οι αρμόδιες αρχές ώστε
ο προσφεύγων να έχει την προσήκουσα φαρμακευτική περίθαλψη και βοήθεια. Όμως η
αγνόηση από αυτές των συστάσεων των ιατρών για μεταφορά σε ειδική κλινική και η
πολύ σοβαρή κατάσταση της υγείας του συνιστούν εξευτελιστική μεταχείριση κατά το
άρθρου 3 της Σύμβασης και συνεπώς υπάρχει παραβίαση του.Στην υπόθεση
Λαυρεντιάδης κατά Ελλάδας ο προσφεύγων έπασχε από αυτοάνοσο νόσημα ενώ η
κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί λόγω εγκεφαλικού που είχε υποστεί.
Προκειμένου να συντηρείται έπρεπε να έχει την κατάλληλη βοήθεια από μία πλειάδα
ειδικών ενώ οποιαδήποτε αγχωτική κατάσταση ή αλλαγή στον τρόπο ζωής του προς το
χειρότερο θα μπορούσε να επιφέρει χειροτέρευση της κατάστασης του ακόμα και θάνατο.
Είχε δε φτάσει σε σημείο που δεν είχε τη δυνατότητα αυτοεξυπηρέτησης. Το δικαστήριο
έκρινε ότι κατά τη διάρκεια της κράτησης του δεν του παρέχονταν οι κατάλληλες
βοήθειες για να εξυπηρετεί τις βασικές ανάγκες του ενώ διαβίωνε κάτω από συνθήκες που
δεν ήταν συμβατές για τα προβλήματα υγείας του.
Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και προστασία ατόμων που κρατούνται και έχουν προβλήματα
αναπηρίας. Στη σωφρονιστική νομοθεσία προβλέπεται διαφορετική μεταχείριση
κρατουμένων, όταν αυτή επιτάσσει η κατάσταση τους και εφόσον αυτό γίνεται με
γνώμονα το συμφέρον του εγκλείστου και προκειμένου να καλυφθούν οι ειδικές ανάγκες
που προέρχονται από την αναπηρία του (Πόρισμα ΣτΠ, 2011:3). Για αυτούς τους λόγους
θα πρέπει τα άτομα με αναπηρίες να βρίσκονται σε χώρους ειδικής κράτησης που θα
στελεχώνονται από εξειδικευμένο προσωπικό και να τους παρέχεται η κατάλληλη
υγειονομική περίθαλψη. Στην περίπτωση που παρουσιάζουν προβλήματα
αυτοεξυπηρέτησης θα πρέπει να προβλέπεται ειδική μέριμνα και βοήθεια για την
Διπλωματική Εργασία 43
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
αντιμετώπιση των αναγκών της καθημερινότητάς τους. Δεν αρκεί η παρακολούθηση από
το ιατρείο της φυλακής ούτε βέβαια και η υποχρεωτική εθελοντική παροχή βοήθειας από
τους άλλους κρατούμενους. Τέλος θα πρέπει για αυτές τις περιπτώσεις να υπάρχει η
δυνατότητα είτε να εκτίσουν την ποινή κατ΄οίκον είτε να δοθεί η δυνατότητα της υφ’
όρον απόλυσης αφού τηρηθούν ορισμένες διαδικασίες (πραγματογνωμοσύνη,
πιστοποιημένη αναπηρία) (Πόρισμα ΣτΠ, 2011: 4-8). Η αρχή είχε επισημάνει τις
προβληματικές κτηριακές εγκαταστάσεις, το αναχρονιστικό λειτουργικό πλαίσιο και τον
ελλιπή αριθμό ιατρών και νοσηλευτών που ουσιαστικά δυσκολεύουν τη διαβίωση των
αναπήρων χειροτερεύοντας τη θέση τους και παραβιάζοντας τα δικαιώματα τους (Δελτίο
Τύπου ΣτΠ, 2014). Πάγιο αίτημα που τελικά ικανοποιήθηκε ήταν η δυνατότητα
χορήγησης προνοιακών αναπηρικών επιδομάτων σε κρατουμένους (Εγκ.Υπουργείου
Εργασίας ΑΠ: Δ12α/Φ./Γ.Π.14542/308) καθώς δεν υφίσταται αναίρεση του κοινωνικού
σκοπού που έχουν τα επιδόματα αυτά από το γεγονός ότι οι κρατούμενοι διαβιώνουν σε
καταστήματα σωφρονιστικά που έχουν κρατικό χαρακτήρα. Η φυλακή δεν πρόκειται ούτε
για νοσοκομείο ασυλιακής μορφής και ούτε μπορεί να προσφέρει στον ανάπηρο
έγκλειστο εξειδικευμένες υπηρεσίες που θα ανακουφίσουν τα προβλήματα του (Δελτίο
Τύπου ΣτΠ,2018). Επίσης σημαντική είναι η δυνατότητα επαναχορήγησης άδειας
οδήγησης σε απεξαρτημένα άτομα τόσο για την επανένταξή τους όσο και για τη
επαγγελματική τους ανέλιξης μετά την έκτιση της ποινής τους(Ετήσια Έκθεση ΣτΠ 2001:
135,Ετήσια Έκθεση ΣτΠ , 2003: 126, Ετήσια Έκθεση ΣτΠ, 2005: 68).
Το ζήτημα χορήγησης τακτικών αδειών είναι ένα θέμα που έχει απασχολήσει πολλές
φορές την αρχή. Μέσω των αδειών οι κρατούμενοι διατηρούν τους οικογενειακούς και
φιλικούς δεσμούς και αυτό τους βοηθάει ώστε να επανενταχθούν γρηγορότερα και
ομαλότερα (Ειδική Έκθεση ΣτΠ, 2008: 4). Τα παραπάνω συστήνονται από το Συμβούλιο
της Ευρώπης σύμφωνα με την Σύσταση ΝοR (82) 16. Ο θεσμός έχει αξιολογηθεί θετικά
καθώς και είναι μικρά τα ποσοστά αστοχίας που σημειώνονται δηλαδή η μη επιστροφή
κάποιου ή η τέλεση αξιόποινης πράξης κάποιου που τελεί εν αδεία αλλά και επιδρά θετικά
στην ψυχολογία των κρατουμένων. Τέλος η χρήση του μέτρου αυτού κρίνεται αναγκαίο
και απαραίτητο καθώς εξαιτίας του υπερπληθυσμού δημιουργούνται εντάσεις και
δυσαρέσκεια και η απομάκρυνση από αυτό το περιβάλλον εκτονώνει και δημιουργεί ένα
πιο ήρεμο κλίμα (Ειδική Έκθεση ΣτΠ, 2008: 5).Από την άλλη κατά παράβαση της αρχής
της ισότητας το μέτρο αυτό δεν εφαρμόζεται στον ίδιο βαθμό απέναντι στους
Διπλωματική Εργασία 44
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
αλλοδαπούς. Σε περίπτωση δε που ο αλλοδαπός που αιτείται άδεια δεν έχει σταθερή
διαμονή στη χώρα ή κάποια οικογένεια τότε είναι σχεδόν σίγουρη η απόρριψη του
αιτήματος του καθώς θεωρείται ύποπτος να διαφύγει στο εξωτερικό(ό.π.: 15).
Προβλήματα ωστόσο παρουσιάζονται και με την αιτιολογία των απορριπτικών
αποφάσεων χορήγησης άδειας. Η αιτιολογία σε αυτές τις πράξεις πρέπει να είναι ειδικά
και επακριβώς διατυπωμένη και να μη γίνεται απλή αναφορά στη διάταξη που στηρίζεται
η απόρριψη. Η διοίκηση λανθασμένα ασχολείται με το έγκλημα που διέπραξε κάποιος το
ύψος της ποινής που του επιβλήθηκε, το υπόλοιπο της ποινής του κρατουμένου ενώ σε
πλείστες περιπτώσεις προδικάζει ότι δε θα γίνει σωστή χρήση του μέτρου (ό.π.: 12-13).
Διπλωματική Εργασία 45
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
πρέπει να γίνεται με επαρκή καθορισμένα κριτήρια που θα έχουν θεσμοθετηθεί μέσα από
διαφανείς διαδικασίες και να απευθύνεται σε μικρό αριθμό ατόμων (UNODC, 2016: 11)
διαφορετικά δε θα μπορούν να τηρηθούν ούτε οι σωστές συνθήκες ούτε ισορροπία μεταξύ
των επιβαλλόμενων περιορισμών (UNODC, 2016: 13, Coyle, 2012: 145). Διεθνή και
ευρωπαϊκά νομικά κείμενα αναφέρονται στους περιορισμούς αυτούς οι οποίοι πρέπει να
διατηρούνται στο ελάχιστο αναγκαίο επίπεδο (UNODC, 2016: 13, Coyle, 2012: 154) με
τη λύση της απομόνωσης να αποτελεί το τελευταίο καταφύγιο (Coyle, 2012: 156).
Προκειμένου να μπορεί να διασφαλιστεί η σωστή λειτουργία των χώρων αυτών θα πρέπει
να στελεχωθεί από ένα κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό ενώ θα πρέπει να υπάρχει
και κάποιο αρμόδιο όργανο που θα είναι επιφορτισμένο με τον έλεγχο και τη λειτουργία
των χώρων αυτών (ο.π.: 146). Η τοποθέτηση ενός κρατούμενου σε έναν τέτοιο χώρο δεν
του στερεί κάποια από τα δικαιώματα που έχουν οι άλλοι κρατούμενοι. Ισχύει και για
αυτούς η υποχρέωση σίτισης, περίθαλψης, επικοινωνίας με το φιλικό και οικογενειακό
περιβάλλον ενώ δεν επιτρέπεται να βασανίζονται ή να δέχονται κακομεταχείριση
(UNODC, 2016: 141).Επειδή θεωρείται μία ακραία μορφή περιορισμού η τοποθέτηση σε
χώρους υψίστης ασφαλείας ήδη από το 2016 έχουν επέλθει αρκετές τροποποιήσεις στον
θεσμό αυτό. Οι τροποποιήσεις αυτές αφορούν στην παροχή κατευθυντήριων γραμμών
προς τη σωφρονιστική διοίκηση και στην επεξήγηση των επιβλαβών συνεπειών αυτής της
πρακτικής. Η σημαντικότερη αλλαγή είναι αυτή που ανέδειξε τη σπουδαιότητα της
επαφής με τους ανθρώπους και απαγόρευσε τη μακροχρόνια απομόνωση κάποιου
κρατουμένου (Smit&Slade, 2020).
Η προώθηση της κατασκευής και της λειτουργίας φυλακών μεγίστης ασφαλείας
(τύπου Supermax) είναι εξαιρετικά δαπανηρή ενώ με σκεπτικισμό αντιμετωπίζεται τόσο
οι στόχοι που αυτές επιτελούν όσο και για το ποια κατηγορία κρατουμένων πρέπει να
φιλοξενήσουν.Όσοι είναι έγκλειστοι σε αυτούς τους χώρους στιγματίζονται ως οι πιο
σκληροί και οι πιο επικίνδυνοι εγκληματίες, δεν έρχονται σε επαφή με το σωφρονιστικό
προσωπικό αν δε φέρουν χειροπέδες, η σίτιση και ο προαυλισμός τους γίνεται κατά
άτομο, το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας είναι κλεισμένοι στα κελιά τους, τους
επισκέπτεται το οικογενειακό και φιλικό τους περιβάλλον αλλά απαγορεύεται να έρθουν
σε επαφή μαζί τους. Η επιτήρηση τους είναι πιο στενή και γίνεται από μεγαλύτερο αριθμό
σωφρονιστικών υπαλλήλων σε σύγκριση με άλλου είδους σωφρονιστικά καταστήματα
(Shalevetal, 2015: 1-3). Παρόλο που έχει αποκλειστεί ο σκοπός της λειτουργίας τους και
Διπλωματική Εργασία 46
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
έχει κριθεί ότι δεν προλαμβάνουν εντούτοις πολλά κράτη συνεχίζουν και να θέτουν σε
λειτουργία τέτοια ιδρύματα και να δαπανούν σε αυτά (Shalevetal, 2015: 48). Η πρόβλεψη
για φυλακές μεγίστης ασφαλείας στην Ελλάδα αποτυπώθηκε στο Ν.4274/2014 ενώ η
κατάργηση τους επήλθε πολύ σύντομα με το Ν.4322/2015 καθώς επικρίθηκε από το
σύνολο των ειδικών. Συγκεκριμένα διατυπώθηκε ότι οι φυλακές τέτοιου τύπου δεν
ενισχύουν το αίσθημα της δημόσιας ασφάλειας αλλά αντίθετα ακυρώνουν τους στόχους
λειτουργίας του ενώ αντιτίθενται και στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κατά
παράβαση των αρχών της αναλογικότητας και της ισότητας φιλοξενούμενος σε ένα τέτοιο
ίδρυμα θα ήταν οποιοσδήποτε είχε καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης 10 ετών ενώ η
παραμονή σε έναν τέτοιο χώρο ήταν δυσανάλογα μεγάλη σε διάρκεια και σε πλήρη
αντίθεση σε διεθνείς κανόνες και κείμενα (Κουλούρης, 2016: 2479 επ.).
Ενώ υπάρχουν αρκετές μελέτες που έχουν ασχοληθεί με το φαινόμενο της ποινικής
μεταχείρισης των εγκληματιών λευκού κολάρου δεν υπάρχουν αντίστοιχες για τη
σωφρονιστική μεταχείριση αυτών. Ενδεχομένως η έλλειψη σε αυτό το ερευνητικό πεδίο
να σχετίζεται με το γεγονός ότι μικρός αριθμός αυτών των παραβατών καταλήγει στη
φυλακή (Payne, 2017: 843). Για όσους διαπράττουν αδικήματα του κοινού οργανωμένου
εγκλήματος η αντιμετώπιση τους από το ποινικό και σωφρονιστικό σύστημα είναι
σταθερή εδώ και χρόνια. Η επαναλαμβανόμενη ανακύκλωσή τους μέσω του ποινικού
συστήματος παραμένει σε ανησυχητικά ποσοστά. Αν και οι τάσεις αυτές παρέμειναν
αμείωτες για παραβάτες που σχετίζονται με το πιο συμβατικό έγκλημα εντούτοις
υπάρχουν επίσης στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η σοβαρότητα των νομικών κυρώσεων
και η επιλογή της φυλάκισης για παραβάτες των εγκλημάτων λευκού κολάρου
παρουσιάζουν μία αυξητική τάση (Stadler, 2012: 1). Οι καταδικαστικές αποφάσεις που
εκδίδονται για τους εγκληματίες του λευκού κολάρου επιβάλλουν με φειδώ την ποινή της
φυλάκισης καθώς πολλοί δικαστές θεωρούν ότι η φυλακή είναι ιδιαίτερα επιβλαβής για τη
ζωή αυτών τον ατόμων. Αυτή η άποψη αναφέρεται ως «ειδική ευαισθησία» στην υπόθεση
φυλακή, και αποτελεί μία από τις εκτιμήσεις που επηρεάζουν τη λήψη δικαστικών
αποφάσεων και την επιβολή της ποινής για τους παραβάτες του λευκού κολάρου
Διπλωματική Εργασία 47
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
(Mannetal., 1980: 486).Η φυλάκιση είναι μια μορφή τιμωρίας που έχει από καιρό
αναγνωριστεί ότι έχει επιβλαβείς επιπτώσεις. Ο βαθμός στον οποίο επηρεάζονται οι
κρατούμενοι από τα δεινά της φυλάκισης (pains of imprisonment), ωστόσο, εξαρτάται από
μια σειρά παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων τόσο των χαρακτηριστικών του ατόμου
όσο και του θεσμικού περιβάλλοντος του.Για παράδειγμα, νεότεροι τρόφιμοι,
κρατούμενοι από μειονεκτικά περιβάλλοντα και τρόφιμοι με εκτεταμένο εγκληματικό
ιστορικό τείνουν να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αντιμετωπίσουν τα αρνητικά
αποτελέσματα της φυλακής, συμπεριλαμβανομένης της θυματοποίησης, των θεσμικών
περιστάσεων και των συγκρούσεων γενικά ((Loganetal, 2017: 8). Μία άλλη ανησυχία των
δικαστών σχετίζεται με το αν η φυλάκιση πρέπει να χρησιμοποιείται ως συνήθης ποινή
για τέτοιου είδους εγκληματίες ή πρέπει να καταφεύγουν σε άλλες λύσεις όπως είναι τα
χρηματικά πρόστιμα. Αυτά θεωρούν ότι μπορούν να έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα
ισοδύναμο με αυτό της φυλάκισης για ορισμένες κατηγορίες παραβατών τουλάχιστον,
κυρίως επειδή είναι λιγότερο δαπανηρή ως λύση για το σύστημα (Mannetal., 1980: 479-
480). Στο παρελθόν αυτή η ειδική ευαισθησία στη φυλάκιση είχε χρησιμοποιηθεί από την
πλευρά των δικαστών ως ελαφρυντικός παράγοντας κατά την επιλογή του τρόπου
επιβολής ποινών στους παραβάτες του λευκού κολάρου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι
ποινές φυλάκισης να μην προτιμώνται ως ποινή και οι δικαστές να αποθαρρύνονται από
την εμπειρικά αδιαμφισβήτητη αντίληψη ότι οι παραβάτες του λευκού γιακά βλάπτονται
σε μεγάλο βαθμό και δυσανάλογα από τη φυλάκιση έναντι των παραβατών του κοινού
οργανωμένου εγκλήματος (Stadler, 2012: 149-150).
Οι ποινές που επιβάλλονται αποτελούν ίσως το πιο σημαντικό μέρος της ποινικής
δικαιοσύνης καθώς μέσω αυτού αποτυπώνονται οι στόχοι του συστήματος δικαιοσύνης
και διαπιστώνεται αν προωθείται η ίση μεταχείριση των παραβατών (Payne, 2017: 834).
Οι έρευνες που μέχρι τώρα έχουν γίνει γύρω από αυτό το θέμα έχει δώσει διφορούμενα
μηνύματα σχετικά με αυτά τα ζητήματα. Κοινό αποτέλεσμα αυτών των μελετών είναι ότι
οι παραβάτες του λευκού κολάρου αντιμετωπίζονται με επιείκεια και αυτό φαίνεται πιο
έντονα στις ποινές που τους αποδίδονται (ό.π.: 835). Τρεις είναι οι παράγοντες που
συμβάλλουν στην επιεική αντιμετώπιση των παραβατών του λευκού κολάρου. Πρώτον, οι
παραβάτες αυτοί έχουν ένα σχετικά υψηλό μορφωτικό επίπεδο και επαγγελματικό κύρος
που τους προστατεύει από τις σκληρές ποινές που επιβάλλονται με μεγαλύτερη συχνότητα
σε εγκληματίες του κοινού οργανωμένου εγκλήματος. Δεύτερον, βρίσκονται σε τέτοια
Διπλωματική Εργασία 48
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 49
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
ευαισθησία για την οποία κάναμε λόγο στην αρχή του κεφαλαίου αυτού (Payne, 2017:
856). Μία αρχική παρατήρηση μπορεί να είναι ότι κάποια σωφρονιστικά ιδρύματα
ενδέχεται να είναι πιο επικίνδυνα για τους εγκληματίες του λευκού κολάρου. Οι
παραβάτες αυτού του είδους συχνά κρατούνται σε χώρους όπου διαβιώνουν όλων των
ειδών οι εγκληματίες και συνήθως εκείνοι που θεωρούνται ότι κινδυνεύουν ως στόχοι
επίθεσης μεταφέρονται στην απομόνωση για την προστασία τους. Επίσης, ενώ πολλοί
καταδικάζονται και πρέπει να αποσταλούν σε φυλακές χαμηλότερου επιπέδου ασφάλειας,
όπου ο κίνδυνος βίας είναι πολύ χαμηλότερος, μερικοί αποστέλλονται σε φυλακές
υψηλότερου επιπέδου ασφαλείας, όπου επικρατούν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες (ό.π.:
849). Η εγκατάσταση σε φυλακές υψηλής ασφαλείας είναι ένας κόσμος που είναι τελείως
διαφορετικός από αυτόν που έχει βιώσει προηγουμένως ο νεοεισερχόμενος εγκληματίας
του λευκού κολάρου και αυτό τρομάζει τους περισσότερους από αυτούς, ιδιαίτερα στην
αρχική υποδοχή των πρώτων ημερών. Σε αυτό συμβάλλει και η πεποίθηση που έχουν για
τους εαυτούς τους δηλαδή ότι δεν είναι πραγματικοί εγκληματίες, οπότε η είσοδος τους
στη φυλακή αποτελεί ουσιαστικά την αποδοχή ότι είναι στην πραγματικότητα
εγκληματίες και κρατούμενοι (Button, 2019: 18).Πολλές από τις ανησυχίες προέρχονται
από το φόβο του άγνωστου, ειδικά την απρόβλεπτη συμπεριφορά άλλων κρατουμένων.
Δεν έχουν βιώσει στο παρελθόν τόσο ευρύ φάσμα προσωπικοτήτων, στάσεων,
παθολογικών συνθηκών και συμπεριφορών σε κοντινή απόσταση και σε τόσο σύντομο
χρονικό διάστημα (ό.π.: 20). Οι κακές συνθήκες διαβίωσης μαζί με τη συμπεριφορά των
κρατουμένων προσθέτουν σαφώς στο βάρος της εμπειρίας της φυλακής (ό.π.:
23).Συνήθως βέβαια οι παραβάτες τέτοιων αδικημάτων καταλήγουν σε ιδρύματα χαμηλής
ασφάλειας. Οι ανοιχτές φυλακές είναι ιδρύματα, όπου οι κρατούμενοι εκτίουν την ποινή
τους με ελάχιστη εποπτεία. Αυτά τα «ηπιότερα» καθεστώτα χαρακτηρίζονται από τη
μειωμένη ένταση που υπάρχει σε σχέση με άλλα σωφρονιστικά ιδρύματα. Η αντίθεση με
τις απάνθρωπες εμπειρίες των ιδρυμάτων υψηλής ασφάλειας όπου συναντά κανείς
προκλητικό προσωπικό, αυθαίρετους κανόνες και βία είναι αισθητή .Οι κρατούμενοι σε
αυτούς τους χώρους νοιώθουν ασφαλέστεροι καθώς η βία γίνεται πια μία μακρινή
ανησυχία (Button, 2019: 16). Ένα τέτοιου είδους ίδρυμα μας περιγράφει ένας νορβηγός
εγκληματίας λευκού κολάρου που έκτισε ποινή 9 ετών για σοβαρή τραπεζική απάτη και
συγκεκριμένα στη φυλακή Χάσελ της Νορβηγίας. Μας την περιγράφει ως ένα
σωφρονιστικό ίδρυμα της οποίας οι εγκαταστάσεις είναι βασισμένες στα ξενοδοχειακά
Διπλωματική Εργασία 50
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
πρότυπα όπου ο κάθε τρόφιμος έχει το χώρο του με ατομικό μπάνιο. Ό χώρος αυτός είναι
ελεύθερος, χωρίς περίφραξη ενώ το προσωπικό είναι ελάχιστο σε σχέση με τους
τροφίμους (Gottschalk, 2020: 6).
Οι διαδικασίες εισόδου στη φυλακή έχουν από καιρό αναγνωριστεί ότι ισοδυναμούν με
προσπάθειες να αφαιρεθεί η αίσθηση της ατομικής ταυτότητας από τους κρατούμενους
αλλά σε αυτή τη συγκεκριμένη ομάδα παραβατών είναι κάτι που τους προκαλεί έντονη
αίσθηση (Button, 2017: 301). Ένας άλλος φόβος σχετίζεται με την αντιμετώπιση που θα
έχουν από τους υπολοίπους κρατουμένους όπου κάποιες φορές είναι επιθετικοί απέναντί
τους. Βέβαια έχουν περιγραφεί πολλές θετικές εμπειρίες από πλευρά τέτοιων παραβατών.
H εμπειρία του Bernie Madoff στη φυλακή ήταν για αυτόν ιδιαίτερα θετική καθώς
αποκάλυψε ότι αντιμετωπίστηκε από τους συγκρατούμενους του σαν «αρχηγός της
Μαφίας» και ένιωθε ασφαλέστερος σε σχέση με το αν βρισκόταν στους δρόμους της Νέας
Υόρκης. Άλλες θετικές πτυχές των εμπειριών τους παρουσίασαν άλλοι εγκληματίες του
λευκού κολάρου που την περιέγραψαν με λαμπερούς όρους και κάτι σαν
«αποκατάσταση», μια θεραπεία που τους απομάκρυνε από το ναρκωτικό του χρήματος
και της δύναμης και έφερε την οικογένειά τους πιο κοντά εκτιμώντας τις βασικές, απλές
προτεραιότητες και ιδιότητες της ζωής (Button, 2017: 10). Ως θετική εμπειρία
αναφέρθηκε από πολλούς η προθυμία τους να βοηθήσουν άλλους κρατούμενους τόσο
ανεπίσημα όσο και επίσημα. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι ήταν υψηλής μόρφωσης
άτομα και με υψηλή εξειδίκευση είχαν χαρακτηριστικά που τους επέτρεπαν να
προσαρμοστούν στη φυλακή και να κερδίσουν σεβασμό από την κοινωνία των
εγκλείστων, βοηθώντας τους άλλους. Τους επέτρεψε να συμμετάσχουν εθελοντικά σε
κοινωνικά παραγωγικές δραστηριότητες, παρέχοντας έτσι στο μυαλό τους ανακούφιση
από το καθημερινό βάρος και τη στενότητα των συνθηκών τους, και βοηθώντας στην
ανοικοδόμηση της αυτοεκτίμησής τους. Κάποιος άλλος παραδέχτηκε ότι το μορφωτικό
του επίπεδο του έδωσε την ευκαιρία να παγιώσει τη θέση του στην ιεραρχία και να
αποκτήσει την εύνοια για να κάνει τη ζωή του στη φυλακή πιο ανεκτή (Button, 2017: 12).
Περιττή όμως θεωρείται η συμμετοχή τους σε θεραπευτικά προγράμματα.
Συγκεκριμένα, οι κρατούμενοι έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν άδεια από τις ποινές
τους εάν συμμετέχουν σε έναν ορισμένο αριθμό ωρών θεραπευτικών προγραμμάτων. Το
πρόβλημα που προκύπτει είναι ότι οι τρόφιμοι λευκού κολάρου συχνά δεν χρειάζονται
τους τύπους των προγραμμάτων θεραπείας που είναι διαθέσιμοι. Προκειμένου να
Διπλωματική Εργασία 51
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
εκμεταλλευθούν την ευκαιρία για να μειώσουν τις ποινές τους, ορισμένοι έχουν
παραδεχτεί ότι χρησιμοποίησαν δόλια μέσα για να ενταχθούν σε προγράμματα θεραπείας.
Ο πρώην Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας ImClone Systems Inc. που εμπλέκεται στο
σκάνδαλο MarthaStewart ισχυρίστηκε ψευδώς ότι ήταν εξαρτημένος από το αλκοόλ
προκειμένου να επωφεληθεί από ένα τέτοιο θεραπευτικό πρόγραμμα (Payne, 2017: 852).
Όσον αφορά στις σχέσεις του με τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους αυτές
αποδεικνύονται καλές. Το υψηλό τους μορφωτικό επίπεδο και η οικονομική τους
κατάσταση τους βοηθούν ώστε να έχουν την κατάλληλη προσοχή και τον σεβασμό από
το προσωπικό των φυλακών (Gottschalk, 2019: 7). Σύμφωνα με αυτούς τους τελευταίους
οι παραβάτες λευκού κολάρου που προέρχονται από ένα υψηλότερο κοινωνικό επίπεδο
αποτελούν μία πρόκληση για τις φυλακές καθώς πρόκειται για απλούς ανθρώπους, οι
οποίοι δεν αντιπροσωπεύουν το ίδιο επίπεδο κινδύνου όπως οι οργανωμένοι
εγκληματίες(Gottschalk, 2019: 7). Τους προτιμούν έναντι των άλλων γιατί βρίσκονται ήδη
στο επίπεδο πειθαρχίας που επιθυμεί η σωφρονιστική διοίκηση να φέρει και τους άλλους
κρατούμενους (Logan et al, 2017: 23). Οι τυποποιημένες διαδικασίες και η ιεραρχία της
εξουσίας όπως εμφανίζονται στα σωφρονιστικά ιδρύματα μπορεί να παρέχει στους
κρατούμενους του λευκού κολάρου ένα πλαίσιο αναφοράς για τον προσανατολισμό τους
στη ζωή στη φυλακή και να προσελκύουν το ενδιαφέρον των σωφρονιστικών
υπαλλήλων, κάτι που μπορεί να αποτελεί επέκταση του περιβάλλοντος εργασίας που
αυτοί είχαν έξω από τη φυλακή (Logan et al, 2017: 6). Βέβαια η οπτική αυτή των
υπαλλήλων προς τη συγκεκριμένη ομάδα κρατουμένων όπου θεωρούν ότι δεν χρειάζεται
να τους επιβλέπουν μπορεί να θεωρηθεί προβληματική καθώς ουσιαστικά τους ενισχύουν
την πεποίθηση ότι δεν είναι εγκληματίες. Επίσης οι ίδιοι οι κρατούμενοι για εγκλήματα
λευκού κολάρου μπορεί να βλέπουν τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους ως περιττούς αφού
οι ίδιοι τους δίνουν την εντύπωση ότι δεν έχουν στραμμένη την προσοχή επάνω τους
(Hunter, 2019: 304).Συγκεκριμένα, έχει παρατηρηθεί ότι προσωπικό των φυλακών
περνάει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους εποπτεύοντας τους παραβάτες από μια
κοινωνική τάξη κατώτερη από αυτήν στην οποία ανήκουν οι ίδιοι. Στην πραγματικότητα,
μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι εκπαιδεύονται επίσημα και ανεπίσημα πώς να
επιβλέπουν παραβάτες κατώτερων τάξεων και δεν είναι πάντα επαρκώς προετοιμασμένοι
να επιβλέπουν όσους ανήκουν στην ίδια κοινωνική τάξη με αυτούς ή όσους κατέχουν
υψηλότερες θέσεις (Payne, 2017: 860). Οι σχέσεις τους με τη διοίκηση της φυλακής και
Διπλωματική Εργασία 52
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
το σωφρονιστικό προσωπικό είναι άλλη μία απόδειξη ότι οι κρατούμενοι για εγκλήματα
του λευκού κολάρου δεν περνούν χειρότερα στη φυλακή από άλλους κρατούμενους
(Logan et al, 2017: 6).
Στην Ελλάδα η σύνδεση της αύξησης σοβαρών περιστατικών οικονομικής
εγκληματικότητας σχετίζεται με διάφορους παράγοντες όπως είναι η οικονομική κρίση, η
έλλειψη εμπιστοσύνης στους πολιτικούς και στο πολιτικό σύστημα και η επικράτηση ενός
καθεστώτος ανομίας στη χώρα (Βιδάλη, 2014:172).Σε όλα αυτά τα οικονομικά εγκλήματα
παίζει μεγάλο ρόλο η σχέση οικονομικού συστήματος και διακυβέρνησης (ό.π.) καθώς σε
συνεργασία με άλλους παράγοντες αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη ευκαιριών που
προσελκύουν την καταστρατήγηση του νόμου (Κασάπογλου, 2016: 2552). Πλήθος
σκανδάλων ήρθαν στην επιφάνεια όπου με τον έναν ή τον άλλον τρόπο συνδέονταν με
κρατικούς αξιωματούχους και είχαν σχέση με το κρατικό-εταιρικό έγκλημα με
χαρακτηριστικότερες την υπόθεση Siemens, την υπόθεση της μονής Βατοπεδίου, και την
υπόθεση των κρατικών ομολόγων. Θα περίμενε κανείς ότι η αποκάλυψη των παραπάνω
αναφερόμενων υποθέσεων θα είχε και αντίκτυπο στον πληθυσμό των κρατουμένων με την
έννοια ότι θα τον εμπλούτιζε με άτομα που έχουν διαπράξει οικονομικά εγκλήματα. Η
πραγματικότητα όμως μας δείχνει ότι παρόλη την αύξηση στα αδικήματα αυτά οι
κρατούμενοι της μεσαίας ή της ανώτερης τάξης συνιστούν ακόμα μία μειοψηφία στις
ελληνικές φυλακές (Κασάπογλου, 2016). Αν και έχουν θεσπιστεί αυστηρές ποινικές
κυρώσεις για τέτοιου είδους αδικήματα εντούτοις πολύ μικρός αριθμός επιχειρηματιών ή
αρχηγικών στελεχών τους εκτίουν ποινή φυλάκισης (Αλοσκόφης, 2009: 96). Αν και οι
προβλεπόμενες ποινές για τη διάπραξη οικονομικών εγκλημάτων είναι μακροχρόνιες
(περίπου 15 χρόνια φυλάκισης) εντούτοις οι μελέτες έχουν αποδείξει ότι ο πραγματικός
χρόνος έκτισης της ποινής ανέρχεται στα τρία χρόνια (Κασάπογλου, 2016: 2569). Τέλος
σύμφωνα με τα καταχωρημένα στοιχεία που αφορούν στο Κατάστημα Κράτησης
Κορυδαλλού I (ανδρών) και τα στοιχεία που υπάρχουν στους σχετικούς φακέλους των
εγκλείστων αντλήθηκαν τα εξής στοιχεία: από το σύνολο 1.733 κρατουμένων που
υπήρχαν στις 10.12.2018 στο συγκεκριμένο χώρο μόνο οι 37 είχαν σχέση με το
οικονομικό έγκλημα. Από αυτούς τους 37 οι 31 ήταν ελληνικής υπηκοότητας ενώ οι
υπόλοιπο 6 ήταν αλλογενείς. Το μέγεθος της οικονομικής βλάβης που είχε προκληθεί από
το σύνολο αυτών των ατόμων ανερχόταν στα 74,34 εκατ.ευρώ (Αλοσκόφης, 2019: 108-
109).
Διπλωματική Εργασία 53
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 54
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 55
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Επίλογος
Διπλωματική Εργασία 56
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
δικαίου, δηλαδή της γενικής και ειδικής πρόληψης, με έμφαση στην πρώτη
(Μιχαλοπούλου, 2019: 359).
Στον τομέα της αντεγκληματικής πολιτική το πολιτικό σύστημα συνεχίζει να
ακολουθεί ένα μοντέλο έντονα τιμωρητικού χαρακτήρα προωθώντας την αυστηροποίηση
των ποινών (Βιδάλη, 2014: 10). Μετά από την αποκάλυψη πολλαπλών οικονομικών
σκανδάλων σε όλο των κόσμο οι πολίτες απαιτούν μακροχρόνιες ποινές για τους
εγκληματίες του λευκού κολάρου και το πιο σημαντικό είναι ότι πλέον αναγνωρίζουν ως
εγκληματίες όλους αυτούς τους διεφθαρμένους επιφανείς επιχειρηματίες και πολιτικούς.
Η αυξημένη συνειδητοποίηση των εγκλημάτων των ισχυρών δεν μπορεί παρά να
θεωρηθεί ως μία θετική εξέλιξη. Όμως η κοινή γνώμη δεν έχει τη δύναμη να ωθήσει το
πολιτικό σύστημα ώστε τα αδικήματα αυτά να τυποποιηθούν ποινικά και να επεκταθεί ο
ποινικός νόμος και σε αυτές τις πράξεις προκειμένου να τύχουν ανάλογης αντιμετώπισης
όπως συμβαίνει με τα ‘συμβατικά εγκλήματα’. Παρόλα αυτά παρατηρούνται περιπτώσεις
κυρίως στις Η.Π.Α. όπου οι οικονομικοί εγκληματίες καταδικάζονται σε μακροχρόνιες
ποινές φυλάκισης (Cullen et al, 2009: 40-41)..
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς μήπως εντέλει η μακροχρόνια φυλάκιση των
εγκληματιών λευκού κολάρου σε ορισμένα νομικά συστήματα υποκρύπτει κάποιο άλλο
στόχο του πολιτικού συστήματος. Σε μία περίοδο όπου ο υπερπληθυσμός των φυλακών
από παραβάτες του κοινού οργανωμένου εγκλήματος (Palma, 2019: 1) γίνεται αντικείμενο
συζήτησης και προωθούνται ευνοϊκότερα και ελαστικότερα μέτρα αντιμετώπισης του
(ό.π.: 17-18), η επιμονή για επιβολή μακροχρόνιων ποινών φυλάκισης στους εγκληματίες
του λευκού κολάρου μπορεί να κρύβει παγίδες. Διότι αν ακολουθηθεί μία σκληρή ποινική
και σωφρονιστική πολιτική εναντίον αυτής της κατηγορίας εγκληματιών τότε
αναγκαστικά θα ακολουθηθεί και μία αντίστοιχη πολιτική σε όλους τους παραβάτες
σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας και της αναλογικότητας (Cullen et al, 2009: 41).
Αν όμως κάποιος παρατηρήσει τα άτομα που καταδικάζονται για τα εγκλήματα των
ισχυρών θα καταλήξει και σε ένα άλλο συμπέρασμα. Ότι αυτά τα μεμονωμένα άτομα
είναι συνήθως μεσαίας τάξης στελέχη και ουσιαστικά με τη φυλάκιση τους βοηθάνε να
απομακρύνεται το ενδιαφέρον του κοινού από τα δομικά προβλήματα και τις πολιτικές
συνθήκες που οδήγησαν σε αυτά τα οικονομικά σκάνδαλα (Cullen et al, 2009: 42).
Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο χώρος των φυλακών θα συνεχίζει να φιλοξενεί τον
φτωχό, τον τοξικομανή και να είναι ο κύριος χώρος αναπαραγωγής της φτώχειας, της
Διπλωματική Εργασία 57
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
ανασφάλειας και των ανισοτήτων (Βιδάλη, 2017: 85). Και αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει
όσο το πολιτικό σύστημα θα συνεχίζει ηθελημένα να αποτυγχάνει να εξασφαλίσει τα
βασικά δικαιώματα και τις κύριες ανάγκες των εγκλείστων και να τους στρέφει στο
οργανωμένο έγκλημα (ό.π.: 85-87).
Διπλωματική Εργασία 58
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 59
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Βιβλιογραφία
Ελληνική βιβλιογραφία
Διπλωματική Εργασία 60
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 61
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
ΕΕΜΕΚΕ.
Λαμπροπούλου, Ε. (2012). Κοινωνιολογία του ποινικού δικαίου και των θεσμών της
ποινικής δικαιοσύνης. Αθήνα: Σιδέρης.
Ροδόπουλος, Ι.(2015). Ηθικοί πανικοί, καταστάσεις άρνησης και οργανωμένο έγκλημα, στο
: Β. Καρύδη &Α.Χουλιάρας (Επιμ.) Ηθικοί πανικοί,εξουσία και δικαιώματα (σελ.107-
123) Αθήνα Θεσσαλονίκη : Σάκκουλα.
Διπλωματική Εργασία 62
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία
Austin J.; John Clark; Patricia Hardyman; D. Alan Henry (1999). Three Strikes and You're
Διπλωματική Εργασία 63
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Chambliss W., (2004). On the symbiosis between criminal law and criminal
behavior. Criminology. τ. 42(2), σ. 241 – 251.
Crank, B.& Payne, B.(2015). White-collar offenders and the jail experience: a
comparative analysis. Criminal Justice Studies, 28:4, 378-
396. DOI: 10.1080/1478601X.2015.1060971τελευταία ανάκτηση 30/06/2021
Coyle, Α. (2012). Η διοίκηση των φυλακών. Μια θεώρηση υπό το πρίσμα των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων (μετάφραση και γλωσσική επιμέλεια: Ν. Βαρβατάκος, επιστημονική
επιμέλεια: Ν. Κουλούρης) Αθήνα: Αντ.Σάκκουλα.
Cullen, F.T., Hartman, J.L. & Jonson, C.L. (2009). Bad guys: Why the public supports
punishing white-collar offenders. Crime Law Social Change 51.σελ 31–44.
https://doi.org/10.1007/s10611-008-9143-3
CPT(1993)/Inf (94) 20Report to the Government of Greece on the visit to Greece carried
out by the European Committee for the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading
Treatment or Punishment (CPT) from 14 to 26 March 1993 https://rm.coe.int/16806964c9
Διπλωματική Εργασία 64
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
carried out by the European Committee for the Prevention of Torture and Inhuman or
Degrading Treatment or Punishment (CPT) from 17 to 29 September 2009
https://rm.coe.int/CoERMPublicCommonSearchServices/DisplayDCTMContent?documen
tId=09000016806965ee
CPT(2015)/Inf (2016) 4 part Executive summary to the Report to the Greek Government
on the visit to Greece carried out by the European Committee for the Prevention of Torture
and Inhuman or Degrading Treatment or Punishment (CPT) from 14 to 23 April 2015
https://rm.coe.int/CoERMPublicCommonSearchServices/DisplayDCTMContent?documen
tId=090000168069667c
CPT(2018)/Inf (2019) 4 Report to the Greek Government on the visit to Greece carried out
by the European Committee for the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading
Treatment or Punishment (CPT) from 10 to 19 April 2018 https://rm.coe.int/1680930c9a
CPT(2019)/Inf (2020) 15 Report to the Greek Government on the visit to Greece carried
out by the European Committee for the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading
Treatment or Punishment (CPT) from 28 March to 9 April 2019
https://rm.coe.int/16809e2058
Eldar, S. (2010). Punishing Organized Crime Leaders for the Crimes of their
Subordinates, Criminal Law and Philosophy 4(2):183-196. DOI: 10.1007/s11572-010-
9089-2 τελευταία ανάκτηση 03/01/2020
Friedrichs, D.O. (2010). Trusted criminals: White collar crime in contemporary society
(4th ed.). United Kingdom: Wadsworth.
Fiorella, A. (2012). Corporate criminal liability and compliance programs. In: Towards a
common model in the European union. vol II. Jovene, Naples.
Hogg, R. (2013). Populism, Law and Order and the Crimes of the 1%, International
Journal of Crime and Justice, 2(1): 113‐131.
Διπλωματική Εργασία 65
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Matthew, W. Logan, Mark A. Morgan, Michael L. Benson & Francis T. Cullen. (2017).
Coping with Imprisonment: Testing the Special Sensitivity Hypothesis for White-Collar
Offenders, Justice Quarterly. DOI: 10.1080/07418825.2017.1396488
Melossi, D. and Pavarini, M. (1981). The prison and the factory. London: Macmillan
Press.
Mears, D.P., (2006). Evaluating the Effectiveness of Supermax Prisons, Urban Institute,
Justice Policy Center.
Payne, B.K. (2017). White-Collar Crime: The Essentials. Thousand Oaks, CaliforniaSage
Publications, Inc.
Reiman, J. (2007). The rich get richer and the poor get prison (8th edition). NewYork:
Pearson Allyn&Bacon.
Shalev, S. & Edgar K., (2015). Deep Custody: Segregation Units and Close Supervision
Centres in England and Wales. London:Prison Reform Trust.
Διπλωματική Εργασία 66
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Tillman, R., &Pontell, H. (1992). Is justice “collar blind”? Punishing Medicaid provider
fraud. Criminology. 30(4), 547–574. https://doi.org/10.1111/j.1745-9125.1992.tb01116.x
Vidali, S. (2013). Greece “For Sale”: Casino economy and state-corporate crime.(σελ.278-
295) in Will, S., Handelman, S and Brotherton, D., White-collar criminals and the
financial meltdown. New York: Columbia University Press..
Weisburd, D., Wheeler, S., Waring, E. J., & Bode, N. (1991). Crimes of the middle
classes: White-collar offenders in the federal courts. New Haven: Yale University Press.
http://www.tokeli.gr/2020/12/blogpost_8.html?spref=fb&m=1&fbclid=IwAR2VTYtzU3B
FCNFrIsGudHM7qov79VDJN9Gjdp_UdgQNo_ZIuMniteUvTZM
https://www.naftemporiki.gr/story/1537598/energa-poini-pente-eton-me-anastoli-ston-
floro-athoos-o-milionis
Διπλωματική Εργασία 67
ΜαρίαΣτ.-Α. Θεοδωρίδου, Σωφρονιστική μεταχείριση κρατουμένων
εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου και κοινού οργανωμένου
εγκλήματος: Διεθνείς διαστάσεις και εθνική πρακτική
Διπλωματική Εργασία 68