You are on page 1of 2

Ετυμολογικά – Ομόρριζα

• χρώμεθα < χρήομαι, -ῶμαι (για την κλίση των συνηρημένων ρημάτων με χαρακτήρα η βλέπε
ΓΑΕ § 325, σελ.209): χρήση, χρήσιμος, χρηστικός, χρήμα, χρηστός.

• ζηλούσῃ < ζηλόω, -ω < ζῆλος: ζηλωτής, ζηλεύω, ζηλευτός, ζηλοτυπία, ζήλια.

• νόμους < νέμω: από-, δια-, κατανομή, νομικός, νόμος, νόμιμος, νομιμοποιώ, Νέμεση, νόμισμα.

• παράδειγμα < παρά + δείκνυμι: δείγμα, παράδειγμα, δείκτης, αποδεικνύω, επιδεικνύω,


καταδεικνύω, αναπόδεικτος, αυταπόδεικτος, ένδειξη.

• μιμούμενοι < μιμέομαι, -οῦμαι < μῖμος: (απο)μίμηση, μίμος, αμίμητος, μιμητισμός.

• δημοκρατία < δημοκρατέομαι, -οῦμαι < δῆμος + κρατέω-ῶ.

• κέκληται < καλέομαι, -οῦμαι: ανάκληση (από-, παρά- προ-, προσ-, επί-, σύγκληση, έγκληση),
εγκαλώ, έγκλημα, εκκλησία, έκκληση, σύγκλητος, κάλεσμα.

• διάφορα < δια + φέρω: αποφέρω (ανα-, δια-, εκ-, επι-, κατα-, μετά-, περι-, προ-, προσ-, συν-,
υπο-) φόρος, φορά, φόρα, φορέας, φορείο, φορώ, φόρεμα, φορεσιά, φορητός, φορτίο,
φωριαμός, φέρετρο, φέρσιμο, φαρέτρα.

• εὐδόκιμος < εὐδόκιμος < εὖ + δόκιμος < δοκέω, -ῶ: ευδοκίμηση, δόξα, άδοξος, δόγμα,
δόκιμος, δοκησίσοφος, αδόκητος, δοκιμάζω, δοκιμή.

• προτιμᾶται < προ + τιμάομαι, -ῶμαι: τιμή, τιμητικός, άτιμος, τιμημένος, προτιμώ, προτίμηση.

• δρᾶσαι < δράω, -ῶ: δράμα, δράση, δραστήριος, δραστικός, αδρανής, αναπόδραστος.

• ἀφάνεια < ἀφανής < ἀ- + φαίνω: φανερός, αφανής, εξαφανίζω.

• κεκώλυται < κωλύομαι: κώλυμα, κωλυσιεργώ, κωλυσιεργία.

• ἐπιτηδευμάτων < ἐπιτηδές ή ἐπίτηδες (επίρρημα): επιτήδειος, επιτήδευση, ανεπιτήδευτος.

• ὑποψίαν < ὑπο + ὄψομαι (α΄ εκδοχή) < ή ὕποπτος (β΄ εκδοχή) < ὑπό + ὁράω, -ῶ: όραση,
(παν)όραμα, ορατός, αόρατος, αδιόρατος, όψη, άποψη, κάτοψη, (υπερ)οπτικός, προοπτική,
απρόοπτος, οφθαλμός.

• ἀζημίους < ἀ- + ζημία.

• ἀχθηδόνας < ἄχθομαι < ἄχθος: αχθοφόρος, επαχθής.

• προτιθέμενοι < προς + τίθεμαι: θέτω (ανα-, αντι-, από-, δια-, εκ-, επι-, κατα-, μετά-, παρα-,
προσ-, συν-, υπο-), θέμα, θεματικός, θέση, θήκη, θησαυρός, θησαυρίζω, θετός, θετικός, θέμις,
θεμιτός, θεμέλιο, θεμελιώδης, θεμελιώνω, θεμελίωση.

• ἀνεπαχθῶς < ἀ- + ἐπαχθής < ἐπί + ἄχθος: αχθοφόρος, επαχθής.

• προσομιλοῦντες < πρός + ὁμιλέω -ῶ < ὅμιλος < ὁμὸς (=κοινός) + ἴλη (=
πλήθος)· (συν)ομιλητής, (συν)ομιλία.
• παρανομοῦμεν < παρὰ + νόμος < νέμω: δες παραπάνω.

• ἀδικουμένων < ἀδικέομαι, -οῦμαι < ἀ- + δίκη: δίκαιος, δικαιοσύνη, άδικος, αντίδικος.

• κεῖνται < κεῖμαι < τίθεμαι: κείμενο, κείτομαι, κοίτη, κοιτίδα, κειμήλιο.

• αἰσχύνην < αἶσχος: αισχρός.

• ὁμολογοῦμεν < ὁμολογέω, -ῶ < ὁμοῦ + λέγω: (ανα-, αντι-, από-, δια-, επι-, κατά-, παρα-, προ-,
συλ-, υπο-)λόγος, λογική, λογαριάζω, ρητό, ρήτορας, ρήμα, άρρητος.

You might also like