You are on page 1of 81

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ
ΤΟΜΕΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Πανεπιστηµιακές παραδόσεις

ΠΑΝΤΕΛΗΣ Ν. ΜΙΚΡΟΠΟΥΛΟΣ
Επίκουρος Καθηγητής

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2006
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Εισαγωγή .............................................................................................................. 1
1.1. Γενικά ................................................................................................................. 1
1.2. ∆ιεθνείς Κανονισµοί ............................................................................................ 1

2. Ατµοσφαιρικές εκκενώσεις ............................................................................ 3


2.1. Κεραυνός ............................................................................................................ 3
2.2. Παράµετροι κεραυνού......................................................................................... 3

3. Επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών....................................................... 7


3.1. Γενικά ................................................................................................................. 7
3.2. Επιπτώσεις στην ανθρώπινη ζωή ...................................................................... 7
3.3. Επιπτώσεις σε κατασκευές ................................................................................. 9
3.3.1. Θερµικές επιδράσεις .............................................................................................. 9
3.3.2. Μηχανικές επιδράσεις .......................................................................................... 11
3.3.3. Ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις ............................................................................ 12
3.3.3.1 Αγώγιµη ζεύξη.......................................................................................................12
3.3.3.2 Μαγνητική σύζευξη ...............................................................................................14
3.3.3.3 Χωρητική σύζευξη.................................................................................................15

4. Σχεδιασµός Συστήµατος Αντικεραυνικής Προστασίας ....................... 19


4.1. Βασικές αρχές προστασίας................................................................................ 19
4.2. Μη συµβατικές διατάξεις σύλληψης κεραυνού................................................... 21
4.2.1. Ραδιενεργά αλεξικέραυνα..................................................................................... 21
4.2.2. Αλεξικέραυνα “απώθησης” κεραυνού................................................................... 22
4.2.3. Αλεξικέραυνα πρώιµου οχετού ............................................................................ 22
4.3. Αποτίµηση κινδύνου από πλήγµα κεραυνού ..................................................... 22
4.3.1. Στάθµες Προστασίας............................................................................................ 22
4.3.2. Συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε µια κατασκευή ........................... 23
4.3.2.1 Μέση ετήσια συχνότητα πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος .................................24
4.3.2.2 Ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια της κατασκευής .............................................26
4.3.3. Αποδεκτή συχνότητα κεραυνικών πληγµάτων σε µια κατασκευή ........................ 28
4.4. Αναγκαιότητα ΣΑΠ και επιλογή της στάθµης προστασίας ................................. 30

5. Εγκατάσταση Συστήµατος Αντικεραυνικής Προστασίας ................... 35


5.1. Εξωτερική εγκατάσταση αντικεραυνικής προστασίας ........................................ 35
5.1.1. Συλλεκτήριο σύστηµα........................................................................................... 36
5.1.1.1 Μέθοδος της γωνίας προστασίας .........................................................................36
5.1.1.2 Μέθοδος της κυλιόµενης σφαίρας.........................................................................37
5.1.1.3 Μέθοδος πλέγµατος αγωγών................................................................................39
5.1.1.4 Επιλογή των στοιχείων του συλλεκτήριου συστήµατος ........................................40
5.1.1.5 Φυσικά συλλεκτήρια στοιχεία ΣΑΠ .......................................................................40
5.1.2. Σύστηµα αγωγών καθόδου .................................................................................. 41
5.1.2.1 Εγκατάσταση αγωγών καθόδου σε ΣΑΠ µε µονωµένη εξωτερική ΕΑΠ ...............42
5.1.2.2 Εγκατάσταση αγωγών καθόδου σε ΣΑΠ µε µη µονωµένη εξωτερική ΕΑΠ ..........42
5.1.2.3 Φυσικοί αγωγοί καθόδου ΣΑΠ ..............................................................................43
5.1.2.4 Σύνδεσµοι ελέγχου................................................................................................43
5.1.3. Σύστηµα γείωσης ................................................................................................. 43
5.1.3.1 Ηλεκτρόδια γείωσης ΣΑΠ......................................................................................44
5.1.3.2 ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Α ................................................................45
5.1.3.3 ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Β ................................................................45
5.1.3.4 ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου πλέγµατος .................................................47
5.1.3.5 Φυσικά ηλεκτρόδια γείωσης ΣΑΠ .........................................................................47
5.1.4. Υλικά και ελάχιστες διαστάσεις δοµικών στοιχείων ΣΑΠ...................................... 47
5.2. Εσωτερική εγκατάσταση αντικεραυνικής προστασίας ....................................... 48
5.2.1. Ισοδυναµικές συνδέσεις ....................................................................................... 48
5.2.1.1 Υπολογισµός ρεύµατος κεραυνού που ρέει σε εξωτερικά αγώγιµα τµήµατα
και στα καλώδια εισερχόµενων παροχών της κατασκευής...................................50
5.2.1.2 Ελάχιστη διατοµή θωράκισης καλωδίων ..............................................................53
5.2.2. ∆ιατάξεις προστασίας έναντι υπερτάσεων από πλήγµα κεραυνού ...................... 54
5.2.2.1 Βασικά στοιχεία για τον συντονισµό των µονώσεων χαµηλής τάσης...................55
5.2.2.2 Κατηγορίες εκτροπέων υπέρτασης χαµηλής τάσης..............................................57
5.2.2.3 Γενικά στοιχεία για την επιλογή και εγκατάσταση των εκτροπέων υπέρτασης ....59
5.2.2.4 Συντονισµός των εκτροπέων υπέρτασης..............................................................61
5.2.3. Γειτνίαση εξωτερικής ΕΑΠ µε την κατασκευή....................................................... 64
5.3. Προστασία έναντι κεραυνικών ηλεκτροµαγνητικών κρούσεων .......................... 68
5.3.1. Ζώνες αντικεραυνικής προστασίας ...................................................................... 69
5.4. Ισοδυναµικές συνδέσεις σε ηλεκτρονικά συστήµατα.......................................... 70

6. Βιβλιογραφία ..................................................................................................... 73
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Το παρόν σύγγραµµα αποτελεί τη πρώτη έκδοση σηµειώσεων από τις παραδόσεις του
µαθήµατος Υψηλές Τάσεις 3 του Τµήµατος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών
Υπολογιστών του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. ∆ιαπραγµατεύεται τα
συστήµατα αντικεραυνικής προστασίας, ένα σύνθετο αντικείµενο που συνδυάζει το φυ-
σικό φαινόµενο του κεραυνού και τα µέσα που µπορούν να χρησιµοποιηθούν ως προ-
στασία έναντι των πληγµάτων του.

Το περιεχόµενό του διαρθρώνεται σε τέσσερις βασικές ενότητες:


− ατµοσφαιρικές εκκενώσεις, όπου γίνεται µία σύντοµη αναφορά στο φαινόµενο του κε-
ραυνού και των χαρακτηριστικών παραµέτρων του,
− επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών, όπου αναλύονται οι επικίνδυνες συνέπειες των
πληγµάτων κεραυνού στην ανθρώπινη ζωή και στις κοινές κατασκευές,
− σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας, όπου δίδονται βασικοί ορισµοί
σχετικά µε τα συστήµατα αντικεραυνικής προστασίας και,
− εγκατάσταση συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας, όπου περιγράφονται αναλυτικά
τα στοιχεία που συνιστούν ένα σύστηµα αντικεραυνικής προστασίας.

Σκοπός του συγγράµµατος είναι να αποτελέσει βοήθηµα για τους φοιτητές του τµήµα-
τος στο αντικείµενο της αντικεραυνικής προστασίας κοινών κατασκευών καθώς και βή-
µα για ευπρόσδεκτες παρατηρήσεις τους.

Θεσσαλονίκη, 2005

Παντελής Ν. Μικρόπουλος
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1. Γενικά
Η αντικεραυνική προστασία είναι ένα σύνθετο αντικείµενο που συνδυάζει το φυσικό φαινόµενο
του κεραυνού και τα µέσα που µπορούν να χρησιµοποιηθούν ως προστασία έναντι των πληγµά-
των του. Το µεγαλύτερο ποσοστό των κεραυνών διοχετεύεται ασφαλώς προς τη γη χωρίς κιν-
δύνους ωστόσο, πολλές φορές, ο κεραυνός µπορεί να έχει επικίνδυνες επιπτώσεις στην ανθρώ-
πινη ζωή και σε κατασκευές.
Ο κεραυνός αποτέλεσε µυστήριο για τους ανθρώπους για πολλούς αιώνες, στα αρχαία χρό-
νια αντιµετωπίζονταν µε σεβασµό και φόβο ως µήνυµα των θεών, και µόνο µετά τα πειράµατα
του Benjamin Franklin στα µέσα του 18ου αιώνα ξεκίνησε η έρευνα για την κατανόηση του
φυσικού φαινοµένου και κατά συνέπεια των βασικών αρχών προστασίας.
Τα πρώτα σηµαντικά συµπεράσµατα σχετικά µε τη φύση του κεραυνού διατυπώθηκαν στα
τέλη του 19ου αιώνα όταν οι φωτογραφικές και φασµατοσκοπικές µέθοδοι έγιναν διαθέσιµες
για τη µελέτη του φαινοµένου. Οι πρώτοι υπολογισµοί του ρεύµατος του κεραυνού έγιναν από
το Γερµανό επιστήµονα Pockels το 1897 µέσω ανάλυσης του επαγόµενου µαγνητικού πεδίου.
Η έρευνα του φυσικού φαινοµένου του κεραυνού στην εποχή µας οριοθετείται από τα πειράµα-
τα του C.T.R. Wilson ο οποίος διατύπωσε το 1956 την πρώτη ολοκληρωµένη θεωρία σχετικά
µε τον ατµοσφαιρικό ηλεκτρισµό. Το αντικείµενο της αντικεραυνικής προστασίας έγινε ιδιαίτε-
ρα δηµοφιλές στην δεκαετία του 1960 κυρίως λόγω της ανάγκης προστασίας έναντι πληγµάτων
κεραυνού των διαστηµικών οχηµάτων καθώς και λόγω των βελτιωµένων µέσων µέτρησης και
παρατήρησης του φαινοµένου που προσέφερε η διαρκώς αναπτυσσόµενη τεχνολογία. Η τελευ-
ταία έχει επιτρέψει στις µέρες µας τη τεχνητή πρόκληση κεραυνών για ερευνητικούς σκοπούς
και έχει οδηγήσει σε ολοκληρωµένα συστήµατα ανίχνευσης πτώσης κεραυνών, τα οποία έχουν
εγκατασταθεί σε πολλές προηγµένες τεχνολογικά χώρες, ενώ ήδη σχεδιάζεται να τεθεί ανιχνευ-
τής σε γεωστατική τροχιά µε σκοπό να ανιχνεύει τις καταιγίδες που συνοδεύονται από κεραυ-
νούς πάνω από µεγάλες περιοχές της επιφάνειας της γης.
Μέχρι σήµερα δεν υπάρχουν συσκευές ή µέθοδοι επιστηµονικά αποδεδειγµένες, ικανές να
εµποδίσουν το σχηµατισµό κεραυνού ή να εµποδίσουν τον κεραυνό να πλήξει µία κατασκευή.
Σκοπός ενός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας είναι εάν πληγεί από κεραυνό, άµεσα είτε
έµµεσα, να διοχετεύσει το ρεύµα της εκκένωσης ελεγχόµενα στη γη και να περιορίσει στον ε-
λάχιστο βαθµό τις επιζήµιες επιπτώσεις του.

1.2. ∆ιεθνείς κανονισµοί


IEC 61024-1:1990, Protection of structures against lightning - Part 1: General principles
2 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

IEC 61024-1-1:1993, Protection of structures against lightning - Part 1: General principles -


Section 1: Guide A: Selection of protection levels for lightning protection systems
IEC 61024-1-2:1998, Protection of structures against lightning - Part 1-2: General principles -
Guide B - Design, installation, maintenance and inspection of lightning protection sys-
tems
BS 6651:1992, Protection of structures against Lightning, British Standards Institute
IEC 61312-1:1995, Protection against lightning electromagnetic impulse - Part 1: General prin-
ciples
IEC/TS 61312-2:1999, Protection against lightning electromagnetic impulse (LEMP) - Part 2:
Shielding of structures, bonding inside structures and earthing
IEC/TS 61312-3:2000, Protection against lightning electromagnetic impulse - Part 3: Require-
ments of surge protective devices (SPDs)
IEC/TS 61312-4:1998, Protection against lightning electromagnetic impulse - Part 4: Protection
of equipment in existing structures
IEC/TS 61662:1995, Assessment of the risk of damage due to lightning
IEC/TS 61662-am1:1996, Amendment 1 - Assessment of the risk of damage due to lightning
IEC 60099-1:1999, Surge arresters - Part 1: Non-linear resistor type gapped surge arresters for
a.c. systems
IEC 60664-1:2000, Insulation coordination for equipment within low-voltage systems – Part 1:
Principles, requirements and tests
IEC 61643-1:1998, Surge protective devices connected to low voltage power distribution sys-
tems- Part 1: Performance requirements and testing methods
IEC 61643-311:2001, Components for low-voltage surge protective devices - Part 311: Specifi-
cation for gas discharge tubes (GDT)
IEC 61643-321:2001, Components for low-voltage surge protective devices - Part 321: Specifi-
cations for avalanche breakdown diode (ABD)
IEC 61643-331:2003, Components for low-voltage surge protective devices - Part 331: Specifi-
cation for metal oxide varistors (MOV)
IEC 61643-341:2001, Components for low-voltage surge protective devices - Part 341: Specifi-
cation for thyristor surge suppressors (TSS)
IEC 60364-1:2001, Electrical installations of buildings - Part 1: Fundamental principles, as-
sessment of general characteristics, definitions
IEC 60364-4-44:2003, Electrical installations of buildings - Part 4-44: Protection for safety -
Protection against voltage disturbances and electromagnetic disturbances

▬▬▬▬▬▬▬
2. ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΕΣ ΕΚΚΕΝΩΣΕΙΣ

2.1. Κεραυνός
Ο κεραυνός είναι µία ηλεκτρική εκκένωση ατµοσφαιρικής προέλευσης απλή ή πολλαπλή µετα-
ξύ νέφους και γης1. Κεραυνοί είναι δυνατόν να λάβουν χώρα και µεταξύ των σύννεφων, αλλά
και εντός των σύννεφων, ωστόσο αυτοί δεν αποτελούν άµεσο κίνδυνο για µια περιοχή και κατ’
επέκταση δε λαµβάνονται υπόψη για την αντικεραυνική προστασία. Στοιχεία για τα είδη των
κεραυνών και το µηχανισµό δηµιουργίας και εξέλιξης του φυσικού φαινοµένου µπορούν να
βρεθούν στο βιβλίο του καθηγητή Α.Π.Θ. Κ. Α. Στασινόπουλου2.

2.2. Παράµετροι κεραυνού


Χαρακτηριστικές παραµέτρους ενός κεραυνού αποτελούν:
− Η πολικότητα, η οποία καθορίζεται από το πρόσηµο του φορτίου του κεραυνού και εξαρτά-
ται από τη γεωγραφική θέση. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων (90%) το φορτίο του κε-
ραυνού είναι αρνητικό (αρνητικοί κεραυνοί).
− Η κατεύθυνση, η οποία καθορίζεται από το µέσο εκκίνησης του κεραυνού, από το σύννεφο
προς τη γη ή από τη γη προς το σύννεφο.
− Το ρεύµα, το οποίο εµφανίζεται υπό τη µορφή µίας ή περισσοτέρων κρούσεων µε απότοµο
µέτωπο, που η κάθε µια τους µετά το µέγιστο εύρος µειώνεται µε σχετικά αργό ρυθµό. Τυ-
πική κυµατοµορφή του ρεύµατος ενός κεραυνού αποτελεί αυτή µε διάρκεια µετώπου τάξης
5 µs και διάρκεια ηµίσεως εύρους της τάξης των 100 µs. Χαρακτηριστικά µεγέθη του ρεύ-
µατος κεραυνού αποτελούν:
ƒ το µέγιστο εύρος (Ι), το εύρος του ρεύµατος ενός κεραυνού µπορεί να ποικίλει από µερι-
κές εκατοντάδες αµπέρ µέχρι εκατοντάδες kA. Το µέγιστο εύρος του ρεύµατος του κε-
ραυνού σε συνδυασµό µε την αντίσταση που θα αναγκαστεί να διαρρεύσει καθορίζουν τη
µέγιστη αναπτυσσόµενη εξαιτίας του τάση. Εποµένως σε ένα ηλεκτρικό σύστηµα το µέ-
γιστο εύρος του ρεύµατος καθορίζει την πιθανότητα διάσπασης της µόνωσης,
ƒ η µέση κλίση (di/dt), ο µέσος ρυθµός ανόδου του ρεύµατος ο οποίος υπολογίζεται στο
τµήµα του µετώπου της κυµατοµορφής του ρεύµατος που βρίσκεται µεταξύ του 30% και
90% του µέγιστου εύρους, di dt = (I 90 − I 30 ) (t90 − t30 ) , kA/µs
ƒ η διάρκεια, κατ’ αντιστοιχία µε το εύρος του ρεύµατος του κεραυνού, η διάρκεια του
ρεύµατος σε συνδυασµό µε την αντίσταση που θα αναγκαστεί ο κεραυνός να διαρρεύσει
καθορίζουν την ενέργεια που παράγεται σ’ αυτή, και κατά συνέπεια και τη θερµότητα

1
IEC 61024-1:1990, Protection of structures against lightning - Part 1: General principles
2
Στασινόπουλος Κ.Α., Τεχνολογία των Υψηλών Τάσεων, Υπηρεσία ∆ηµοσιευµάτων Α.Π.Θ., 2004, 4η
εκδ., Θεσσαλονίκη
4 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

την οποία εκλύεται κατά τη δίοδό του.


− Το ολικό φορτίο (Qtotal), το ολοκλήρωµα του ρεύµατος του κεραυνού στο χρόνο, για όλη τη
διάρκειά του.
− Το κρουστικό φορτίο (Qimpulse), το ολοκλήρωµα της κρουστικής συνιστώσας του ρεύµατος
του κεραυνού στο χρόνο.
− Η ειδική ενέργεια (SE), η ενέργεια που καταναλώνεται κατά τη ροή του ρεύµατος του κε-
ραυνού σε µοναδιαία αντίσταση. Υπολογίζεται ως το ολοκλήρωµα του τετραγώνου του ρεύ-
µατος του κεραυνού στο χρόνο για όλη τη διάρκειά του. Εκφράζει την ενέργεια που συνο-
δεύει την ηλεκτρική εκκένωση του κεραυνού σε µονάδες A2s ή ισοδύναµα σε J/Ω.
− Ο αριθµός διαδοχικών εκκενώσεων, ο κεραυνός µπορεί να αποτελείται από µία απλή εκκέ-
νωση ή από πολλαπλές διαδοχικές εκκενώσεις. Στις Η.Π.Α. για το έτος 1991 στο σύνολο
των 7.9 εκατοµµυρίων αρνητικών κεραυνών που παρατηρήθηκαν, περίπου το 50% του συ-
νόλου ήταν απλής εκκένωσης, ενώ παρατηρήθηκε µόνο ένας κεραυνός µε 16 και ένας µε 20
διαδοχικές εκκενώσεις. Για το ίδιο έτος, στο σύνολο των 1.4 εκατοµµυρίων θετικών κεραυ-
νών που παρατηρήθηκαν, λιγότερο από 10% του συνόλου των κεραυνών είχαν πάνω από
µία διαδοχικές εκκενώσεις3. Ωστόσο, ο αριθµός των διαδοχικών εκκενώσεων που συνοδεύ-
ουν ένα κεραυνό καθορίζεται και από τα κριτήρια τα οποία θέτονται για τη µέτρησή τους
όπως η πολικότητα καθώς και το χρονικό διάστηµα και η απόσταση µεταξύ της πρώτης ή
της προηγούµενης διαδοχικής εκκένωσης4.
Οι παράµετροι του ρεύµατος του κεραυνού συνήθως προκύπτουν από µετρήσεις σε υψηλά
αντικείµενα και η στατιστική κατανοµή τους θεωρείται ότι ακολουθεί τη λογαριθµική κανονική
κατανοµή. Με βάση αυτή την παραδοχή, η πιθανότητα εµφάνισης οποιαδήποτε τιµής κάθε πα-
ραµέτρου µπορεί να υπολογίζεται από τις τιµές που δίνονται στο σχήµα 2.1 της επόµενης σελί-
δας. Οι µεγαλύτερες τιµές των παραµέτρων του ρεύµατος του κεραυνού εµφανίζονται σε θετι-
κούς κεραυνούς.

3
Casper P.W., and R.B. Bent.: “Results from the LPATS U.S.A. National Lightning Detection and
Tracking System for the 1991 lightning season”. 21st ICLP, 1992, Berlin, Germany, paper 6.09.
4
Redelinghuys M.G., Van Der Merwe W.C. and I.R. Jandrell.: “Optimasation of transimition lines
for lightning co-ordination using LPATS”. 9th International Symposium on High Voltage Engineering,
1995, Graz, Austria, paper 68.09
Ατµοσφαιρικές Εκκενώσεις 5

Σχήµα 2.1: Αθροιστική κατανοµή χαρακτηριστικών παραµέτρων του κεραυνού. Πηγή: IEC 61024-1-
1:1993, (p.43, Fig. A.1)

▬▬▬▬▬▬▬
6 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
3. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΠΛΗΓΜΑΤΑ ΚΕΡΑΥΝΩΝ

3.1. Γενικά
Το µεγαλύτερο ποσοστό των κεραυνών διοχετεύεται ασφαλώς προς τη γη χωρίς κινδύνους. Ω-
στόσο, πολλές φορές, παρατηρούνται επικίνδυνες επιπτώσεις σε µία κατασκευή και/ ή στο πε-
ριεχόµενό της ως αποτέλεσµα άµεσου ή έµµεσου πλήγµατος κεραυνού. Ως άµεσο πλήγµα θεω-
ρείται η περίπτωση κατά την οποία ο κεραυνός πλήττει κατ’ ευθείαν την κατασκευή ή το Σύ-
στηµα Αντικεραυνικής Προστασίας της. Το έµµεσο πλήγµα κεραυνού σε µία κατασκευή ανα-
φέρεται στην περίπτωση που ο κεραυνός πλήττει την κοντινή περιοχή της (έδαφος ή γειτνιά-
ζουσα κατασκευή) ή τις εισερχόµενες παροχές υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (ηλεκτρισµού, τη-
λεπικοινωνιών, αερίου, ύδρευσης).
Σηµαντικές µπορεί να είναι οι επιπτώσεις πλήγµατος κεραυνού στην ανθρώπινη ζωή. Ειδι-
κότερα για την Ελλάδα, κατά το διάστηµα 1990-2001 σηµειώθηκαν 65 θάνατοι από πλήγµατα
κεραυνών. Το πλήθος αυτό κρίνεται ιδιαίτερα µεγάλο, συγκρινόµενο µε άλλες χώρες, και απο-
δίδεται κυρίως στην έλλειψη ενηµέρωσης και επιµόρφωσης1.

3.2. Επιπτώσεις στην ανθρώπινη ζωή


Ο κεραυνός µπορεί να προκαλέσει σηµαντική βλάβη ή απώλεια της ανθρώπινης ζωής µέσω
διαφορετικών µηχανισµών:
− άµεσο πλήγµα, το ανθρώπινο σώµα δέχεται απευθείας τον κεραυνό αποτελώντας την άµεση
διαδροµή όδευσης της εκκένωσης προς τη γη, αν και έχει παρατηρηθεί θεωρείται ιδιαίτερα
σπάνια περίπτωση εφόσον η συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε έναν άνθρωπο,
εκτεθειµένο συνεχώς σε επίπεδη περιοχή, µπορεί να υπολογιστεί περίπου ως ένα άµεσο
πλήγµα κεραυνού ανά 2000 χρόνια.
− άµεση επαφή, το ανθρώπινο σώµα βρίσκεται σε επαφή µε κάποιο αντικείµενο που πλήττεται
από κεραυνό,
− υπερπήδηση, το ανθρώπινο σώµα ευρισκόµενο αρκετά κοντά σε κάποιο αντικείµενο που
πλήττεται από κεραυνό παροχετεύει παράλληλα τµήµα της εκκένωσης προς τη γη ως αποτέ-
λεσµα της ηλεκτρικής διάσπασης του διακένου αέρα που παρεµβάλλεται µεταξύ τους,
− βηµατική τάση, το ανθρώπινο σώµα υπόκειται σε υψηλή τάση λόγω της εµφάνισης διαφοράς
δυναµικού ανάµεσα στα πόδια η οποία οφείλεται στην ακτινική διάχυση του ρεύµατος του
κεραυνού στο έδαφος. Το δυναµικό του εδάφους στην περιοχή πτώσης του κεραυνού φθίνει
µε την απόσταση από το σηµείο πλήγµατος σύµφωνα µε το σχήµα 3.1. Η διαφορά δυναµι-

1
Agoris D., Pyrgioti E., Vasileiou D., and S. Dragoumis.: “Analysis of lightning death statistics in
Greece”. 26th Internation Conference on Lightning Protection, 2002, Cracow, Poland, pp. 654-657
8 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

κού µεταξύ δύο σηµείων στην επιφάνεια του εδάφους που απέχουν D και D+d αντίστοιχα
από το σηµείο πλήγµατος του κεραυνού µπορεί να υπολογιστεί από τη σχέση:
ρ d
∆V = I
2π D ( D + d )
όπου:
− Ι (A) το εύρος του ρεύµατος του κεραυνού,
− ρ (Ωm) η ειδική αντίσταση του εδάφους.
Η διαφορά δυναµικού µειώνεται µε την αύξηση της απόστασης από το σηµείο πλήγµατος
ενώ αυξάνει µε απόσταση d (σχ. 3.1). Η ανύψωση του δυναµικού του εδάφους στην περιοχή
πτώσης του κεραυνού αποτελεί τη συνηθέστερη αιτία απώλειας ζωής ζώων κάτι που γίνεται
εύκολα αντιληπτό εάν θεωρηθεί ότι η απόσταση d είναι το άνοιγµα µεταξύ των άκρων τους.

d' D D d

Vs' Vs

D D
Σχήµα 3.1: ∆υναµικό του εδάφους στην περιοχή πτώσης του κεραυνού σε σχέση µε την απόσταση από
το σηµείο πλήγµατος και βηµατική τάση.

− επιφανειακή διάσπαση του εδάφους, το ανθρώπινο σώµα ευρισκόµενο αρκετά κοντά στο ση-
µείο πλήγµατος του κεραυνού αποτελεί τµήµα της διαδροµής του ηλεκτρικού τόξου της επι-
φανειακής διάσπασης του εδάφους. Η επιφανειακή διάσπαση του εδάφους δεν παρατηρείται
Επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών 9

σε κάθε περίπτωση που ο κεραυνός πλήττει ένα αντικείµενο ή το έδαφος. Το φαινόµενο εί-
ναι συνάρτηση των παραµέτρων του κεραυνού καθώς και της κατάστασης της επιφανείας
του εδάφους όπως µορφολογία, φύση, ποσοστό υγρασίας. κ.α. Πειράµατα µέσω ελεγχόµενης
εκκίνησης κεραυνού έδειξαν ότι σχεδόν όλοι οι κεραυνοί µε εύρος ρεύµατος µεγαλύτερου
των 15 kA δηµιουργούν οπτικά ανιχνεύσιµη επιφανειακή διάσπαση του εδάφους2.
− τυφλό τραύµα, το ανθρώπινο σώµα εκτινάσσεται σε απόσταση είτε λόγω των έντονων µυϊ-
κών συσπάσεων (οπισθοτονική σύσπαση) που προκαλούνται από τη ροή του ρεύµατος δια-
µέσου του είτε λόγω του κρουστικού κύµατος πίεσης που συνοδεύει την εκκένωση του κε-
ραυνού.
Η απώλεια της ανθρώπινης ζωής από πλήγµα κεραυνού οφείλεται σε καρδιακή ανακοπή. Τα
συµπτώµατα που µπορεί να παρατηρηθούν σε επιζώντες είναι παρόµοια µε αυτά που παρατη-
ρούνται σε θύµατα ηλεκτροπληξίας ωστόσο γενικότερα θεωρείται ότι είναι ασθενέστερα και
µικρότερης χρονικής διάρκειας3. Τα συµπτώµατα διακρίνονται σε ψυχοσωµατικά και οργανικά,
παροδικά ή µόνιµα όπως διαταραχή ή απώλεια µνήµης, δυσκολία ή ανικανότητα συγκέντρω-
σης, µειωµένη διανοητικότητα, διαταραχή ύπνου, ίλιγγος, κεφαλαλγία, ευερεθιστότητα, εύκολη
ή χρόνια κόπωση, κατάθλιψη, αγοραφοβία, φωτοφοβία, ακαµψία στις αρθρώσεις, µυϊκές συ-
σπάσεις, απώλεια ακοής, επιφανειακά εγκαύµατα, µερική παράλυση.

3.3. Επιπτώσεις σε κατασκευές


Οι επιζήµιες επιπτώσεις του πλήγµατος του κεραυνού σε µία κατασκευή οφείλονται είτε στο
ίδιο το ηλεκτρικό τόξο της εκκένωσης είτε σε δευτερογενή φαινόµενα που παρατηρούνται κατά
τη διάρκεια της εκκένωσης. Ανάλογα µε τα φαινόµενα και τις επιπτώσεις που παρατηρούνται οι
επιδράσεις του κεραυνού σε µία κατασκευή µπορεί να διακριθούν σε τρεις κατηγορίες:
− θερµικές επιδράσεις,
− µηχανικές επιδράσεις,
− ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις.

3.3.1. Θερµικές επιδράσεις


Οι θερµικές επιδράσεις σχετίζονται µε την ειδική ενέργεια του κεραυνού σε περίπτωση ωµικής
ζεύξης και µε το ολικό φορτίο ή το κρουστικό φορτίο του όταν αναπτύσσονται τόξα στην εγκα-
τάσταση. Παρατηρούνται ρήγµατα σε δοµικά στοιχεία, διάτρηση ή και τήξη των υλικών της
κατασκευής ως αποτέλεσµα της µεγάλης απότοµης αύξησης της θερµοκρασίας τους λόγω του
φαινοµένου Joule και της µεταφοράς µεγάλης ποσότητας ενέργειας µεταξύ του ηλεκτρικού τό-
ξου και της περιοχής του σηµείου πλήγµατος του κεραυνού στην κατασκευή. Το φαινόµενο
Joule εκδηλώνεται ιδιαίτερα έντονο στην περιοχή του σηµείου πλήγµατος καθώς και κατά τη
ροή του ρεύµατος του κεραυνού σε σηµεία µεγάλης ωµικής αντίστασης όπως κακές επαφές ή
σε υλικά µεγάλης ειδικής αντίστασης.
Η θερµική ενέργεια κατά τη διέλευση του ρεύµατος του κεραυνού από ένα αγωγό δίδεται

2
Rakov V.A. et al.: “New Insights Into Lightning Processes Gained from Triggered-Lightning Experi-
ments in Florida and Alabama”. Journal of Geophysical Research, 1998, Vol. 103, pp. 14117-14130
3
Cooper M.A.: “Emergent care of lightning and electrical injuries”. Seminars in Neurology, 1995, Vol.
15, No. 4, pp. 268-78
10 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

από τη σχέση:


W = R i 2 dt , Joule

όπου R η ωµική αντίσταση του αγωγού ή αλλιώς από το γινόµενο της ειδικής ενέργειας του
ρεύµατος του κεραυνού επί την αντίσταση του αγωγού. Εάν θεωρηθεί ότι στη διάρκεια µερικών
ms κατά τη διέλευση του ρεύµατος του κεραυνού η ανταλλαγή ενέργειας µε το περιβάλλον εί-
ναι ασήµαντη, η θερµική ενέργεια έχει ως µοναδικό αποτέλεσµα την ανύψωση της θερµοκρα-
σίας του αγωγού. Ωστόσο, το φαινόµενο δεν γίνεται κατά κανόνα αισθητό διότι αφενός ο κε-
ραυνός σπάνια παροχετεύεται προς τη γη µόνο µέσω ενός αγωγού αφετέρου δε η ανύψωση της
θερµοκρασίας που παρατηρείται στους αγωγούς που χρησιµοποιούνται στις ηλεκτρικές εγκα-
ταστάσεις είναι κατά κανόνα µικρότερη από τη µέγιστη επιτρεπόµενη θερµοκρασία αντοχής
τους.
Η ανύψωση της θερµοκρασίας ενός αγωγού µπορεί να υπολογισθεί ως συνάρτηση της ειδι-
κής ενέργειας του ρεύµατος του κεραυνού. Ο Πίνακας 3.1 δίδει την ανύψωση της θερµοκρασί-
ας σε τυπικούς αγωγούς συστηµάτων αντικεραυνικής προστασίας για διάφορες τιµές της ειδι-
κής ενέργειας του ρεύµατος του κεραυνού. Στον Πίνακα 3.2 φαίνεται η ελάχιστη διατοµή των
αγωγών που απαιτείται ώστε να µεταφέρεται µε ασφάλεια, να µη ξεπεραστεί η µέγιστη επιτρε-
πόµενη θερµοκρασία αντοχής τους, το ρεύµα του κεραυνού για διάφορες τιµές της ειδικής ε-
νέργειας. Πρέπει ωστόσο να σηµειωθεί ότι το ταχέως µεταβαλλόµενο ρεύµα του κεραυνού έχει
την τάση να συγκεντρώνεται στην επιφάνεια του αγωγού (επιδερµικό φαινόµενο) και εποµένως
η µέγιστη ανύψωση θερµοκρασίας της επιφάνειας ενός αγωγού που µπορεί να εµφανιστεί είναι
µεγαλύτερη από την αντίστοιχη που υπολογίζεται εάν θεωρηθεί ότι το ρεύµα του κεραυνού κα-
τανέµεται οµοιόµορφα σε όλη τη διατοµή του αγωγού.
Πίνακας 3.1: Ανύψωση θερµοκρασίας τυπικών αγωγών ΣΑΠ για διάφορες τιµές της ειδικής ενέργειας
του ρεύµατος του κεραυνού, αρχική θερµοκρασία 20ºC
Χαλκός, 50 mm2 Αλουµίνιο, 78 mm2 Χάλυβας, 78 mm2
SE, J/Ω 1.0 x 107 5.6 x 106 2.5 x 106 1.0 x 107 5.6 x 106 2.5 x 106 1.0 x 107 5.6 x 106 2.5 x 106
∆θ, ºC 21 11 5 19 11 5 69 36 16

Πίνακας 3.2: Ελάχιστη διατοµή αγωγού ικανή να µεταφέρει µε ασφάλεια ρεύµα κεραυνού διαφόρων
τιµών ειδικής ενέργειας
Χαλκός Αλουµίνιο Χάλυβας
7 6 6 7 6 6 7
SE, J/Ω 1.0 x 10 5.6 x 10 2.5 x 10 1.0 x 10 5.6 x 10 2.5 x 10 1.0 x 10 5.6 x 106 2.5 x 106
S, mm2 21 15 10 35 26 18 58 43 29

Κατά τη διέλευση του ρεύµατος του κεραυνού τήξη µπορεί να παρατηρηθεί σε λεπτούς α-
γωγούς τηλεπικοινωνιακών συστηµάτων ή σηµειακά, έως και διάτρηση, σε µεταλλικά στοιχεία
στο σηµείο πλήγµατος στην εγκατάσταση ανάλογα µε τη φύση και το πάχος του υλικού της
επιφανείας τους και τις τιµές των παραµέτρων του κεραυνού. Η θερµότητα που αναπτύσσεται
στο σηµείο πλήγµατος στην επιφάνεια ενός µεταλλικού στοιχείου είναι ανάλογη της τάσης του
ηλεκτρικού τόξου που εµφανίζεται, η οποία είναι περίπου σταθερή, και του ολοκληρώµατος
του ρεύµατος του κεραυνού στο χρόνο καθ’ όλη τη διάρκειά του. Εποµένως η τήξη µεταλλικών
Επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών 11

επιφανειών είναι συνάρτηση του ολικού φορτίου του κεραυνού.


Σε επιφάνειες ενώσεων ινών άνθρακα η θερµική ενέργεια καθώς και η θερµότητα που ανα-
πτύσσεται στο σηµείο πλήγµατος αποκτούν ιδιαίτερα υψηλές τιµές λόγω των µεγάλων τιµών
της ειδικής αντίστασης του υλικού και της τάσης του τόξου αντίστοιχα. ∆ιάτρηση ή ανάφλεξη
µπορεί να παρατηρηθεί και σε µονωτικά υλικά λόγω της πολύ υψηλής θερµοκρασίας, και της
απότοµης µεταβολής της, που αναπτύσσεται στο σηµείο πλήγµατος. Σε υλικά που περιέχουν
ίχνη υγρασίας οι θερµικές επιδράσεις του κεραυνού εκδηλώνονται υπό τη µορφή εκρηκτικών
θραύσεων, ρηγµάτων ή και καταρρεύσεων εάν τα υλικά αποτελούν δοµικά στοιχεία ως αποτέ-
λεσµα της υψηλής πίεσης του ατµού που προκαλείται από την εξάτµιση της υγρασίας τους.
Στην περίπτωση κατά την οποία οι θερµικές επιδράσεις του κεραυνού είναι ιδιαίτερα ισχυ-
ρές, η µεταφορά της θερµικής ενέργειας στο εσωτερικό των υλικών µπορεί να οδηγήσει σε
ξαφνική εκτόξευση πυρακτωµένων υλικών µε άµεση συνέπεια την πρόκληση πυρκαγιάς. Ως
επικίνδυνα σηµεία θεωρούνται οξείες αλλαγές γεωµετρίας σε αγωγούς ή επαφές µεγάλης ωµι-
κής αντίστασης που εµφανίζουν µεγάλη πυκνότητα ρεύµατος. Το φαινόµενο αυτό καθίσταται
ιδιαίτερα επικίνδυνο υπό την παρουσία εύφλεκτων ή εκρηκτικών υλικών.

3.3.2. Μηχανικές επιδράσεις


Οι µηχανικές επιδράσεις σχετίζονται µε τη µέγιστη τιµή του εύρους του ρεύµατος του κεραυνού
και την ειδική ενέργειά του. Παρατηρούνται µηχανικές καταπονήσεις όπως παραµορφώσεις ή
µετακινήσεις των υλικών της κατασκευής ή και αποκόλληση στρωµάτων στρωµατόµορφων
υλικών ως αποτέλεσµα των ηλεκτροµαγνητικών δυνάµεων που αναπτύσσονται κατά τη διέλευ-
ση του ρεύµατος του κεραυνού καθώς και της απότοµης µεταφοράς ενέργειας µεταξύ του κε-
ραυνού και της κατασκευής.
Το ολοκλήρωµα της δύναµης στο χρόνο, ο όρος ορµή είναι ακριβέστερος, ανά µονάδα µή-
κους που αναπτύσσεται σε δύο παράλληλους αγωγούς που διαρρέονται από το ίδιο ρεύµα θα
δίδεται από τη σχέση:

10 −7
∫ ∫ i dt , Νs
2
F dt =
2D
όπου D (m) η απόσταση µεταξύ των αγωγών. Αγωγοί που διαρρέονται από ρεύµατα ίδιας φο-
ράς έλκονται µεταξύ τους ενώ αγωγοί που διαρρέονται από ρεύµατα αντίθετης φοράς απωθού-
νται. Αγώγιµοι βρόχοι έχουν την τάση να διαστέλλονται και σε πηνία µε πολλά τυλίγµατα οι
δυνάµεις αθροίζονται µε συνέπεια η µόνωσή τους να συµπιέζεται. Οι δυνάµεις που αναπτύσσο-
νται µεταξύ αγωγών κατά τη διέλευση του ρεύµατος του κεραυνού αποκτούν ουσιαστικά ασή-
µαντη τιµή για αποστάσεις µεταξύ τους µεγαλύτερες του 0.5 m.
Στην περίπτωση κατά την οποία το ρεύµα του κεραυνού παροχετεύεται προς τη γη µέσω
ενός αποµονωµένου αγωγού µε οξείες αλλαγές στην όδευση του αναπτύσσονται δυνάµεις ανά-
λογες του τετραγώνου της έντασης του ρεύµατος οι οποίες τείνουν να τον ισιώσουν. Ανάλογες
δυνάµεις αναπτύσσονται και στην περίπτωση που ο κεραυνός πλήττει το ελεύθερο άκρο ενός
αγωγού υπό γωνία όπως για παράδειγµα έναν αγωγό συλλεκτήριου συστήµατος εξωτερικής
εγκατάστασης αντικεραυνικής προστασίας. Οι δυνάµεις αυτές µπορεί να οδηγήσουν σε µετατό-
πιση του αγωγού λόγω χαλάρωσης των στηριγµάτων του ή και στην κάµψη του ανάλογα µε τον
12 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

τρόπο στήριξής του.


Μηχανικές επιδράσεις σε µία κατασκευή µπορεί να έχει και το κρουστικό κύµα πίεσης που
συνοδεύει την εκκένωση του κεραυνού ιδιαίτερα στην περίπτωση άµεσου πλήγµατος. Το κρου-
στικό κύµα είναι συχνά υπεύθυνο για την αποκόλληση στοιχείων οροφής, την εκτίναξη τµηµά-
των τοιχοποιίας και τη θραύση υαλοπινάκων.
Καταλήγοντας, σε κάθε περίπτωση η έκταση των µηχανικών επιδράσεων του πλήγµατος του
κεραυνού είναι συνάρτηση πέραν της κυµατοµορφής του ρεύµατος του κεραυνού και της µηχα-
νικής συµπεριφοράς των αγωγών και των στοιχείων στήριξής τους.

3.3.3. Ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις


Οι ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις σχετίζονται µε το µέγιστο εύρος και την κλίση του µετώπου
του ρεύµατος του κεραυνού. Παρατηρούνται επικίνδυνες υπερτάσεις οι οποίες µπορεί να οδη-
γήσουν στην ηλεκτρική διάσπαση µονώσεων ως προς γη ή µεταξύ κυκλωµάτων διαφορετικής
τάσης, δευτερογενείς υπερπηδήσεις, µε άµεσο κίνδυνο σηµαντικής βλάβης ή απώλειας της αν-
θρώπινης ζωής, πυρκαγιάς ή έκρηξης καθώς και διαταραχής ή διακοπής της κανονικής λειτουρ-
γίας ηλεκτρικών εγκαταστάσεων. Ακόµη αναπτύσσονται ηλεκτροµαγνητικά και ηλεκτροστατι-
κά πεδία µε επιζήµιες συνέπειες υπό τη µορφή βλαβών σε ηλεκτρονικές συσκευές και διακοπών
της λειτουργίας ηλεκτρονικών συστηµάτων σε εγκαταστάσεις.
Επικίνδυνες υπερτάσεις λόγω πλήγµατος µίας κατασκευής από κεραυνό µπορούν να ανα-
πτυχθούν µέσω αγώγιµης ζεύξης καθώς και µέσω µαγνητικής ή χωρητικής σύζευξης.

3.3.3.1 Αγώγιµη ζεύξη


Στην περίπτωση άµεσου πλήγµατος κεραυνού σε κάποια εκτεθειµένη εξωτερική εγκατάσταση
της κατασκευής (εξωτερική εγκατάσταση Αντικεραυνικής Προστασίας, εγκατάσταση λήψης
τηλεπικοινωνιακών σηµάτων κ.α.) το δυναµικό του σηµείο πλήγµατος ως προς τη γη ή ως προς
άλλη ανεξάρτητη γείωση της κατασκευής σε µία πρώτη προσέγγιση θα δίδεται από τη σχέση:

di
u = IRe + L (3.1)
dt
όπου:
− Ι το µέγιστο εύρος του ρεύµατος του κεραυνού,
− Re η αντίσταση γείωσης της εγκατάστασης,
− L η αυτεπαγωγή που παρουσιάζει η αγώγιµη διαδροµή από το σηµείο πλήγµατος µέχρι τη
γη και,
di
− η µέση κλίση του µετώπου του ρεύµατος του κεραυνού.
dt
Ο πρώτος όρος του αθροίσµατος στην εξίσωση 3.1 περιγράφει την ανύψωση δυναµικού του
συστήµατος γείωσης ως προς τη γη ως αποτέλεσµα της διάχυσης του ρεύµατος του κεραυνού
στο έδαφος διάµεσου του. Ωστόσο, ο όρος αυτός δεν αποδίδει ακριβώς τη τιµή του µεγέθους
διότι θεωρήθηκε ότι η τιµή της αντίστασης γείωσης διαµορφώνεται µόνο από την τιµή της µό-
νιµης κατάστασης της. Η παραδοχή αυτή είναι σωστή στην περίπτωση συγκεντρωµένης εγκα-
τάστασης γείωσης όπου χρησιµοποιούνται ηλεκτρόδια γείωσης µικρών διαστάσεων.
Επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών 13

Κατά την εκφόρτιση κρουστικού ρεύµατος στη γη, όπως του κεραυνού, διαµέσου µιας εγκα-
τάσταση γείωσης η επαγωγική συνιστώσα της σύνθετης αντίστασης της εγκατάστασης γείωσης
γίνεται σηµαντική. Στην περίπτωση αυτή η αντίσταση της εγκατάστασης γείωσης αναφέρεται
ως κρουστική αντίσταση γείωσης και εκφράζεται συνήθως σε τιµές p.u. µε βάση αναφοράς την
τιµή της στα 50 Hz. Η τιµή της κρουστικής αντίστασης είναι συνάρτηση του χρόνου εφόσον
εξαρτάται από την κυµατοµορφή του ρεύµατος του κεραυνού, φθίνει εκθετικά από µία µέγιστη
τιµή στην αρχή των χρόνων έως και 10 p.u., ανάλογα µε τη γεωµετρία των ηλεκτροδίων γείω-
σης και την ειδική αντίσταση του εδάφους, προς την τιµή του 1 p.u. µετά από µερικά µs.
Η ανύψωση του δυναµικού του συστήµατος γείωσης είναι υπεύθυνη για την εµφάνιση βη-
µατικής τάσης στην περιοχή γύρω από την εγκατάσταση γείωσης.
Ο δεύτερος όρος του αθροίσµατος στην εξίσωση 3.1 περιγράφει την υπέρταση που µπορεί
να εµφανιστεί σε κάποιο σηµείο της διαδροµής του ρεύµατος του κεραυνού από το σηµείο
πλήγµατος µέχρι τη γη. Η τιµή της υπέρτασης διαµορφώνεται από τη µέση κλίση µετώπου του
ρεύµατος του κεραυνού και από την αυτεπαγωγή που παρουσιάζει η αγώγιµη διαδροµή κατά τη
διέλευσή του. Ως παραδείγµατα, η υπέρταση που µπορεί να εµφανιστεί σε ένα κοινό καλώδιο
ηλεκτρικής εγκατάστασης κατοικίας διατοµής 2.5 mm2 και µήκους 1 m κατά τη διέλευση ρεύ-
µατος κεραυνού µε µέση κλίση µετώπου 100 kA/µs υπολογίζεται:

L = 1.39µH di
di ⇒u =L = 139 kV
= 100 kA µs dt
dt
Για την ίδια τιµή µέσης κλίσης µετώπου της κυµατοµορφής του ρεύµατος του κεραυνού η υπέρ-
ταση που µπορεί να εµφανιστεί σε αγωγό συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας διατοµής 50
mm2 και µήκους 1 m υπολογίζεται σε 109 kV ενώ σε ηλεκτρόδιο γείωσης 30 x 2 mm και µή-
κους 1 m υπολογίζεται σε 93 kV. Η τιµή της υπέρτασης που µπορεί να εµφανιστεί κατά τη διέ-
λευση του ρεύµατος του κεραυνού διαµέσου ενός αγωγού καθορίζεται από τις παραµέτρους
που διαµορφώνουν την τιµή της αυτεπαγωγής του και κατά συνέπεια διαµορφώνεται κυρίως
από το µήκος και τη γεωµετρία όδευσης του αγωγού και σε πολύ µικρότερο βαθµό σχετικά από
την ωµική αντίσταση και τη διατοµή του.

Παράδειγµα υπολογισµού υπέρτασης λόγω πλήγµατος κεραυνού που αναπτύσσεται µέσω


αγώγιµης ζεύξης.
Έστω ότι πλήττεται η εξωτερική εγκατάσταση Αντικεραυνικής Προστασίας µιας κατοικίας
(σχήµα 3.2) και εκφορτίζεται στη γη κεραυνός µε µέγιστο εύρος ρεύµατος 20 kA και µέγιστη
κλίση µετώπου 16 kA/µs διαµέσου διαδροµής µήκους S = 15 m κατά µήκος αγωγού διατοµής
50 mm2, L’ = 1 µH/m και µέσω αντίστασης γείωσης Re = 10 Ω.
Υποθέτοντας τους δύο όρους της εξίσωσης 3.1 συµφασικούς, το δυναµικό του σηµείο πλήγ-
µατος ως προς τη γη ή ως προς άλλη εσωτερική εγκατάσταση της κατοικίας ανεξάρτητα γειω-
µένης υπολογίζεται:
14 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

i(t)
Εξωτερική εγκατάσταση
Αντικεραυνικής
Προστασίας

S Υδραυλικό
σύστηµα

Αντίσταση
Re γείωσης

Σχήµα 3.2: ∆ευτερογενής υπερπήδηση µεταξύ εξωτερικής ΕΑΠ και υδραυλικής εγκατάστασης κατοικίας

Re = 10 Ω, L ≈ 15µH
⇒ u ( kV ) = 200 kV + 240 kV = 440 kV
I = 20 kA, di = 16 kA µs
dt
Γίνεται εποµένως εύκολα αντιληπτός ο κίνδυνος εµφάνισης δευτερογενών υπερπηδήσεων µετα-
ξύ της εξωτερικής εγκατάστασης Αντικεραυνικής Προστασίας και άλλων ανεξάρτητα γειωµέ-
νων αντικειµένων ή εσωτερικών εγκαταστάσεων της κατασκευής.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ανάλογα µε τα χαρακτηριστικά εγκατάστασης µίας κατα-


σκευής οι αναπτυσσόµενες υπερτάσεις λόγω αγώγιµης ζεύξης µπορούν να φθάσουν σε πολύ
υψηλές τιµές µε άµεσο κίνδυνο ανάπτυξης βηµατικής τάσης ή/ και καταστροφικών δευτερογε-
νών υπερπηδήσεων σε γειωµένα αντικείµενα ή µεταξύ κυκλωµάτων διαφορετικής τάσης.

3.3.3.2 Μαγνητική σύζευξη


Το ρεύµα του κεραυνού, είτε ως ρεύµα της εκκένωσης είτε διαρρέοντας κάποιον αγωγό, δηµι-
ουργεί µαγνητικό πεδίο ανάλογα χρονικά µεταβαλλόµενο σε αποστάσεις µέχρι περίπου 100 m.
Η ένταση του µαγνητικού πεδίου ενός ευθύγραµµου ρευµατοφόρου αγωγού µεγάλου µήκους
είναι αντιστρόφως ανάλογη της απόστασης r από αυτόν σύµφωνα µε τη σχέση:

1
H (t ) = i (t ) .
2πr
Επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών 15

Στην περίπτωση µαγνητικής σύζευξης η υπέρταση που εµφανίζεται σε έναν ανοικτό βρόχο
είναι ανάλογη της µεταβολής της έντασης του µαγνητικού πεδίου ( dH dt ) και δίδεται από την
εξίσωση:

µ0 A di
u ( kV ) = (3.2)
4πD dt
όπου:
− µο η µαγνητική διαπερατότητα του κενού,
− A (m2) το εµβαδόν της επιφανείας του βρόχου,
− D (m) η απόσταση του βρόχου από το σηµείο πλήγµατος του κεραυνού και,
di
− η µέση κλίση του µετώπου του ρεύµατος του κεραυνού.
dt
Η εξίσωση 3.2 ισχύει στην περίπτωση που ο ανοικτός βρόχος βρίσκεται κοντά στο επίπεδο
του εδάφους. Εάν θεωρηθεί ότι το ρεύµα του κεραυνού συνεχίζει την διαδροµή του στο έδαφος
τότε η τιµή της επαγόµενης υπέρτασης µπορεί να διπλασιαστεί. Επιπλέον διπλασιασµός πρέπει
να ληφθεί υπόψη όταν η πηγή του ηλεκτροµαγνητικού πεδίου δεν είναι ο ίδιος ο κεραυνός αλλά
κάποιος αγωγός του συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας ή οποιοσδήποτε άλλος της ηλε-
κτρικής εγκατάστασης λόγω φαινοµένων συντονισµού. Οι υπερτάσεις αυτές είναι ιδιαίτερα επι-
κίνδυνες για τον ηλεκτρονικό εξοπλισµό µιας εγκατάστασης.

Παράδειγµα υπολογισµού υπέρτασης λόγω πλήγµατος κεραυνού που αναπτύσσεται µέσω


µαγνητικής σύζευξης.
Εφαρµογής της εξίσωσης 3.2 σύµφωνα µε το σχήµα 3.3 δίδει ως αποτέλεσµα u = 1 kV.

D
A µ0 = 4π10−7 Ωs m
i A = 1m 2 , D = 10 m ⇒ u = 1kV
di = 100 kA µs
u dt

Σχήµα 3.3: Μαγνητική σύζευξη.

3.3.3.3 Χωρητική σύζευξη


Αµέσως πριν την κύρια εκκένωση του φαινοµένου του κεραυνού, οι εντάσεις του ηλεκτρικού
πεδίου στην περιοχή πτώσης του, περίπου 100 m γύρω από το σηµείο πλήγµατος, είναι αντί-
στοιχες της πεδιακής έντασης που απαιτείται για την ηλεκτρική διάσπαση του αέρα περίπου
500 kV/m. Μετά την ολοκλήρωση του φαινοµένου, το ηλεκτρικό πεδίο καταρρέει µε ρυθµούς
της τάξης των 500 (kV/m)/µs.
Η υπέρταση που µπορεί να εµφανιστεί λόγω χωρητικής σύζευξης υπολογίζεται µέσω της
εξίσωσης 3.3 µε παραµέτρους το δυναµικό του κεραυνού ως προς γη και τις χωρητικότητες που
16 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

σχηµατίζονται σύµφωνα µε το σχήµα 3.4. Η υπέρταση µπορεί να φθάσει σε ιδιαίτερα επικίνδυ-


νες τιµές δεδοµένου ότι ο κεραυνός γεφυρώνει διαφορές δυναµικού της τάξης εκατοντάδων
MV. Στο παράδειγµα του σχήµατος 3.4 η εµφάνιση υπέρτασης λόγω χωρητικής σύζευξης θα
είχε αποφευχθεί εάν η οροφή (µεταλλική) ήταν επαρκώς γειωµένη.

C1
U 2 = U1 (3.3)
C1 + C2

C1

C2

U2
U1

Σχήµα 3.4: Ανάπτυξη υπέρτασης λόγω χωρητικής σύζευξης

Στις έµµεσες επιδράσεις του κεραυνού, ως αποτέλεσµα του ηλεκτροµαγνητικού πεδίου που
αναπτύσσεται λόγω της εκκένωσης του προς τη γη, συγκαταλέγονται οι διαταραχές στην οµαλή
λειτουργία ηλεκτρονικών και υπολογιστικών συστηµάτων, οι βλάβες σε ηλεκτρονικές διατάξεις
και συσκευές καθώς και οι παρεµβολές στις τηλεπικοινωνίες. Σηµειώνεται ότι ηλεκτροµαγνητι-
κά πεδία αναπτύσσονται ακόµη και κατά τη διάρκεια κεραυνών που συµβαίνουν µεταξύ αλλά
και εντός των σύννεφων, µε επιζήµιες συνέπειες κυρίως στις τηλεπικοινωνίες.
Οι επικίνδυνες επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών µπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
− σηµαντική βλάβη ή απώλεια της ανθρώπινης ζωής,
− ανεπιθύµητες απώλειες παροχών στο κοινό όπως:
ƒ διακοπή λειτουργίας του δικτύου µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, το εναέριο δίκτυο λό-
γω της κατασκευής του είναι το συνηθέστερα καταπονούµενο από πτώσεις κεραυνών
ƒ καταστροφή σε υπόγειους αγωγούς φυσικού αερίου ή στη θωράκιση υπογείων καλωδίων
µέσης τάσης,
ƒ διαταραχές ή διακοπές στις τηλεπικοινωνίες,
ƒ διακοπή στη λειτουργία κοινωφελών ιδρυµάτων ή επιχειρήσεων όπως νοσοκοµεία, τρά-
πεζες κ.α.,
− απώλεια αναντικατάστατης πολιτιστικής κληρονοµιάς σε µουσεία ή αρχαιολογικούς χώρους,
− άλλες επιπτώσεις όπως:
ƒ πυρκαγιά σε βιοµηχανικές ή άλλες εγκαταστάσεις µε κυµαινόµενες επιπτώσεις ανάλογα
Επιπτώσεις από πλήγµατα κεραυνών 17

µε τη χρήση τους όπως διακοπή της παραγωγής, απώλεια της ζωής ζώων, έως και την
ολοκληρωτική καταστροφή της εγκατάστασης,
ƒ πυρκαγιά σε δάση, µε άµεση επίπτωση στο περιβάλλον.
Το ύψος της ζηµίας από πλήγµα κεραυνού σε µία κατασκευή εξαρτάται από τις τιµές των
παραµέτρων του κεραυνού καθώς και από τα χαρακτηριστικά της κατασκευής, όπως η φύση
και η δοµή των υλικών της, το περιεχόµενο και ο προορισµός της (χρήση της κατασκευής) και
τα ειληµµένα µέτρα για την προστασία της. Ακόµη, η θέση της κατασκευής σε σχέση µε τη
µορφολογία και τις ιδιότητες του εδάφους στην ευρύτερη περιοχή του σηµείου πλήγµατος κα-
θορίζει σε µεγάλο βαθµό την έκταση του κινδύνου από πλήγµα κεραυνού.
Η εκτίµηση των ενδεχόµενων επικίνδυνων επιπτώσεων από πλήγµατα κεραυνών σε µία κα-
τασκευή, η ακριβής ανάλυση κινδύνου, καθορίζει σε µεγάλο βαθµό την απόφαση εάν συνιστά-
ται ή όχι η αντικεραυνική προστασία της και εάν ναι, τα µέσα προστασίας που πρέπει να ληφ-
θούν. Εάν οι πιθανές ζηµίες δε συµπεριλαµβάνουν ανθρώπινες, πολιτιστικές ή περιβαλλοντικές
απώλειες, η απόφαση για την αντικεραυνική προστασία µίας κατασκευής µπορεί να ληφθεί µε
βάση καθαρά οικονοµικά κριτήρια. Στην αντίθετη περίπτωση απαιτείται σύγκριση της τιµής της
πιθανότητας ζηµίας της κατασκευής µε την οριακή τιµή που καθορίζεται από τις Εθνικές Επι-
τροπές ή τις υπεύθυνες Αρχές.

▬▬▬▬▬▬▬
18 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
4. ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Ως Σύστηµα Αντικεραυνικής Προστασίας (ΣΑΠ) ορίζεται το πλήρες σύστηµα που χρησιµοποι-


είται για να προστατεύσει ένα χώρο από τις επικίνδυνες επιπτώσεις ενός κεραυνού. Μέχρι σή-
µερα δεν υπάρχουν συσκευές ή µέθοδοι επιστηµονικά αποδεδειγµένες, ικανές να εµποδίσουν το
σχηµατισµό κεραυνού ή να εµποδίσουν τον κεραυνό να πλήξει µία κατασκευή. Κατά συνέπεια,
ένα ΣΑΠ δεν µπορεί να εµποδίσει το σχηµατισµό κεραυνού ή να εµποδίσει τον κεραυνό να
πλήξει µία κατασκευή. Σκοπός του ΣΑΠ είναι εάν πληγεί από κεραυνό, άµεσα είτε έµµεσα, να
διοχετεύσει το ρεύµα της εκκένωσης ελεγχόµενα στη γη και να περιορίσει στον ελάχιστο βαθµό
τις επιζήµιες επιπτώσεις του.

4.1. Βασικές αρχές προστασίας


Η αρχαιότερη µορφή ΣΑΠ προτάθηκε από τον Benjamin Franklin το 1752 ο οποίος πρώτος α-
πέδειξε ότι ο κεραυνός είναι ηλεκτρική εκκένωση. Η αρχική του ιδέα ήταν η χρησιµοποίηση
ψηλών µεταλλικών ράβδων µε αιχµηρή απόληξη (ακίδα Franklin) για την εκφόρτιση των σύν-
νεφων µε σκοπό την αποτροπή της δηµιουργίας κεραυνού1. Αργότερα, το 1767, περιέγραψε
αναλυτικότερα το σύστηµα προστασίας περιγράφοντας και τις αγώγιµες συνδέσεις µεταξύ των
ακίδων Franklin αλλά και µεταξύ των ακίδων Franklin και της γης.
Ο Franklin πολύ νωρίς περιέγραψε ένα σύστηµα προστασίας που αποτελείτο από ακίδες,
αγωγούς γείωσης και αγώγιµες συνδέσεις µεταξύ τους. Το σύστηµα προστασίας που πρότεινε,
τελικά δεν απέτρεπε τους κεραυνούς αλλά αποδείχθηκε στην πράξη πολύ αποτελεσµατικό στο
περιορισµό των επιζήµιων επιπτώσεων του άµεσου πλήγµατος κεραυνού, αποτελεί σήµερα το
παραδοσιακό ΣΑΠ, που συνίσταται στο συλλεκτήριο σύστηµα, στο σύστηµα των αγωγών κα-
θόδου και στο σύστηµα γείωσης, και αναφορά για τη σύγχρονη σχεδίαση ΣΑΠ.
Στα χρόνια που ακολούθησαν οι ερευνητές ασχολήθηκαν κυρίως µε το καθορισµό της ζώνης
προστασίας που παρέχει η ακίδα Franklin. Αν και θεωρείται ότι ο Franklin είχε διατυπώσει τη
βασική αρχή του “κώνου προστασίας”, το 1823 ο Gay-Lussac πρότεινε ως ζώνη προστασίας
της ακίδας Franklin ένα κώνο µε ακτίνα βάσης 2 φορές το ύψος της ακίδας ενώ το 1880 ο
Preece2, βασιζόµενος σε µετρήσεις ηλεκτρικού πεδίου, µείωσε την ακτίνα βάσης του κώνου
ορίζοντας την κωνική 1:1 ζώνη προστασίας η οποία και επικράτησε για πολλά χρόνια. Το 1892
ο Lodge3 δηµοσίευσε µία εργασία που συγκέντρωνε τις διάφορες προτεινόµενες ζώνες προστα-
σίας της ακίδας Franklin µέχρι τότε και διαπίστωσε µεγάλες αποκλίσεις µεταξύ τους.
Τα επόµενα χρόνια, µε βάση τη µεγάλη εµπειρία µέχρι τότε, η ζώνη προστασίας θεωρείται

1
Franklin B.: “How to secure Houses, &c from Lightning”. Poor Richard's Almanac, reproduced in
Benjamin Franklin's Experiments, ed. I.B. Cohen, Harvard University Press, 1941. pp. 388-392.
2
Preece W. H.: “On the space protected by a lightning conductor”. Phil. Magazine, 9, pp. 427-430.
3
Lodge O.J.: “Lightning Conductors and Lightning Guards”. Whittaker & Co., London, 1892.
20 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

και πάλι κωνική, γωνίας προστασίας µεταξύ 45 και 64 µοιρών. Το 1914 προτάθηκε από τους
Larmor και Larmor4 για πρώτη φορά µία διαφορετική ζώνη προστασίας της ακίδας Franklin
συνάρτηση των παραµέτρων του κεραυνού, παρόµοια µε τη απορρέουσα από την εφαρµογή του
ηλεκτρογεωµετρικού µοντέλου που εφαρµόζεται στις µέρες µας, µε σύνορα προστασίας όχι
ευθείες αλλά καµπύλες. Από το 1950 η προστασία των γραµµών µεταφοράς από πλήγµατα κε-
ραυνών αποτέλεσε το βασικό αντικείµενο έρευνας και το ηλεκτρογεωµετρικό µοντέλο καθορι-
σµού της ζώνης προστασίας, µε αναφορά την εργασία του Whitehead5, εξελίχθηκε και εφαρµό-
στηκε µε επιτυχία.
Το 1978 ο Lee6, συγκεντρώνοντας την εµπειρία από την εφαρµογή ΣΑΠ για πάνω από 100
έτη, περιέγραψε αναλυτικά την ηλεκτρογεωµετρική µέθοδο καθορισµού της ζώνης προστασίας,
µέθοδος της κυλιόµενης σφαίρας, η οποία και έχει υιοθετηθεί από όλους τους κανονισµούς και
εφαρµόζεται στις µέρες µας. Η µέθοδος στηρίζεται στην αρχή σύµφωνα µε την οποία η εκκέ-
νωση του κεραυνού εάν προσεγγίσει, από οποιαδήποτε κατεύθυνση, ένα γειωµένο αντικείµενο
σε µία κρίσιµη απόσταση, την απόσταση πρόσκρουσης, τότε θα ολοκληρωθεί το φαινόµενο
πλήττοντας το αντικείµενο. Το αντικείµενο είναι προστατευµένο εάν κανένα σηµείο του δεν
έρχεται σε επαφή µε µία σφαίρα που κυλιέται στο έδαφος, γύρω και στην κορυφή του προς όλες
τις διευθύνσεις. Το γεωµετρικό σχήµα της σφαίρας εξασφαλίζει το στοιχείο της οποιασδήποτε
κατεύθυνσης προσέγγισης του κεραυνού ενώ η απόσταση πρόσκρουσης, συνάρτηση του ρεύ-
µατος του κεραυνού, µπορεί να αντιστοιχίζεται στην ακτίνα της κυλιόµενης σφαίρας.
Η ακίδα Franklin χρησιµοποιείται ευρέως στις µέρες µας λόγω της απλότητας και της απο-
τελεσµατικότητάς της και σε συνδυασµό µε τον αγωγό προστασίας στις γραµµές µεταφοράς
είναι οι κύριες διατάξεις σύλληψης κεραυνού που χρησιµοποιούνται για τη προστασία των συ-
στηµάτων µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Η βασική αρχή προστασίας τους συνίσταται στη
σύλληψη του κεραυνού πριν πλήξει την υπό προστασία κατασκευή. Όλα τα µοντέλα καθορι-
σµού της ζώνης προστασίας της ακίδας Franklin, και οποιουδήποτε άλλου συστήµατος ηλε-
κτροδίων σύλληψης κεραυνού, κατατάσσονται τελικώς σε δύο κατηγορίες:
− Γεωµετρικές µέθοδοι, όπου θεωρείται ότι η διάταξη σύλληψης κεραυνού µπορεί να συλλά-
βει όλους τους κεραυνούς που καταφθάνουν πάνω από τη ζώνη προστασίας εφόσον η διάτα-
ξη σύλληψης βρίσκεται σε συγκεκριµένη γεωµετρική θέση σε σχέση µε το υπό προστασία
αντικείµενο.
− Ηλεκτρογεωµετρικές µέθοδοι, όπου θεωρείται ότι η αποτελεσµατικότητα των διατάξεων
σύλληψης κεραυνού είναι συνάρτηση του εύρους του ρεύµατος του κεραυνού, κατ’ αναλο-
γία µε την απόσταση πρόσκρουσης.
Η εξέλιξη της τεχνολογίας έδωσε τη δυνατότητα πληρέστερης καταγραφής και µελέτης των
χαρακτηριστικών παραµέτρων του κεραυνού καθώς και αναλυτικότερων υπολογισµών για τη
σχεδίαση των ΣΑΠ. Ως αποτέλεσµα νέες µέθοδοι έχουν προταθεί, όπως η µέθοδος συλλεκτήρι-

4
Larmor J. L., and J. S. B. Larmor. Proceedings of the Royal Society, 1914, Vol. 90, pp. 312-317.
5
Whitehead E. R.: “Protection of Transmission Lines”, Chapter 22 in Golde R. H. (Ed.), Lightning, Vol.
2, London: Academic Press, 1977.
6
Lee R. H.: “Protection Zone for Buildings Against Lightning Strikes Using Transmission Line Prac-
tice”. IEEE Transactions on Industry Applications, 1978, Vol. IA-14, No. 6, p.465.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 21

ου όγκου 7, 8, που λαµβάνουν υπόψη τους, πέραν των χαρακτηριστικών παραµέτρων του κεραυ-
νού, και την ανύψωση του ηλεκτρικού πεδίου που παρατηρείται κατά τη προσέγγιση του κε-
ραυνού στα διάφορα προεξέχοντα σηµεία µιας κατασκευής ανάλογα µε τη γεωµετρία της. Τόσο
οι χαρακτηριστικές παράµετροι του κεραυνού όσο και ο ακριβής καθορισµός της ζώνης προ-
στασίας των διατάξεων σύλληψης κεραυνού αποτελούν στις µέρες µας αντικείµενο εκτενούς
έρευνας. Ακόµη, κατά καιρούς έχουν προταθεί µη συµβατικές διατάξεις σύλληψης κεραυνού οι
οποίες υπόσχονται αυξηµένη ζώνη προστασίας σε σχέση µε τις συµβατικές διατάξεις.

4.2. Μη συµβατικές διατάξεις σύλληψης κεραυνού


Στην παραπάνω περιγραφή η διάταξη σύλληψης κεραυνού, ακίδα Franklin, θεωρείται ως ένα
«παθητικό» στοιχείο που συλλαµβάνει τον κεραυνό κυρίως λόγω της χωροθέτησής του σε σχέ-
ση µε τη κατασκευή που χρήζει προστασίας. Τις τελευταίες δεκαετίες υποστηρίζεται, από τµή-
µα της επιστηµονικής κοινότητας και κατασκευαστών, ότι η αντικεραυνική προστασία µιας κα-
τασκευής µπορεί να βελτιωθεί χρησιµοποιώντας τις λεγόµενες «ενεργές» διατάξεις σύλληψης
κεραυνού οι οποίες υποτίθεται ότι αυξάνουν την παρεχόµενη ζώνη προστασίας,. Τρεις τύποι
τέτοιων διατάξεων σύλληψης έχουν προταθεί: τα ραδιενεργά αλεξικέραυνα, τα αλεξικέραυνα
απώθησης κεραυνού και τα αλεξικέραυνα πρώιµου οχετού. Πρέπει ωστόσο να σηµειωθεί ότι οι
διεθνείς κανονισµοί Αντικεραυνικής Προστασίας αναφέρονται ρητώς σε «παθητικές» διατάξεις
σύλληψης κεραυνού και δεν προτείνουν τα αλεξικέραυνα µε «ενεργές» διατάξεις σύλληψης.
Ακόµη, οι ίδιοι κανονισµοί θεωρούν ότι η αποτελεσµατικότητά τους δεν έχει ικανοποιητικά
αποδειχθεί από την επιστηµονική κοινότητα δεδοµένης µάλιστα και της έλλειψης πληροφοριών
σχετικά µε τη σχεδίασή τους εφόσον καλύπτονται µε ιδιοκτησιακά δικαιώµατα.

4.2.1. Ραδιενεργά αλεξικέραυνα


Τα ραδιενεργά αλεξικέραυνα9 αποτελούν συλλεκτήριες διατάξεις τύπου ράβδου µε ραδιενεργή
ουσία στην απόληξη της ράβδου οι οποίες θεωρείται ότι επεκτείνουν την ακτίνα σύλληψης της
ακίδας, διευκολύνουν την εκκίνηση θετικών λήντερ, µέσω πρόσθετου ιονισµού του αέρα. Ο
ισχυρισµός αυτός έχει εξετασθεί τόσο πειραµατικά όσο και θεωρητικά και έχει αποδειχθεί ότι
τα ραδιενεργά αλεξικέραυνα δεν παρέχουν βελτιωµένη προστασία και επιπλέον έχουν απαγο-
ρευθεί µε απόφαση της Ελληνικής Επιτροπής Ατοµικής Ενέργειας ως επικίνδυνα για τη δηµό-
σια υγεία. Αναλυτικότερα τα ραδιενεργά αλεξικέραυνα διαπραγµατεύονται στο βιβλίο του κα-
θηγητή Α.Π.Θ. Κ. Α. Στασινόπουλου10.

4.2.2. Αλεξικέραυνα “απώθησης” κεραυνού


Τα αλεξικέραυνα “απώθησης” κεραυνού11 αποτελούν συλλεκτήριες διατάξεις τύπου ράβδου

7
Eriksson A. J.: “An Improved Electrogeometric Model for Transmission Line Shielding Analysis”.
IEEE Trans. Power Delivery, 1987, Vol. 2, No. 3, pp. 871-886.
8
Alessandrov F. D., and J. R. Gumley.: “A collection volume method for the placement of air terminals
for the protection of structures against lightning”. J. Electrostatics, vol. 50, pp. 279–302, 2001.
9
Golde R. H.: “«Radio-Active» Lightning Conductors”, Lightning Protection, London: Edward Arnold
Publishing Co. , 1973, pp. 37-40, 196-197.
10
Στασινόπουλος Κ.Α., Τεχνολογία των Υψηλών Τάσεων, Υπηρεσία ∆ηµοσιευµάτων Α.Π.Θ. , 2004, 4η
εκδ., Θεσσαλονίκη.
11
Carpenter R. B. Jr.: “Lightning Elimination.” Paper PCI-76-16 given at the 23rd Annual Petroleum
and Chemical Industry Conference 76CH1109-8-IA.
22 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

αλλά µε πολλές ακίδες στην απόληξή της σφαιρικά κατανεµηµένες. Υποστηρίζεται ότι οι πολ-
λές ακίδες δηµιουργούν χωρικό φορτίο γύρω από την απόληξη της ράβδου που εξουδετερώνει
µέρος του φορτίου του σύννεφου που προσεγγίζει την περιοχή της, παρεµποδίζοντας µε τον
τρόπο αυτό τη φάση του οχετού επιστροφής, επεκτείνοντας εποµένως τη παρεχόµενη προστα-
σία. Η χρήση των αλεξικέραυνων αυτών, συναντώνται και ως “Charge Transfer Systems”, δεν
προβλέπεται από κανένα διεθνή κανονισµό.

4.2.3. Αλεξικέραυνα πρώιµου οχετού


Τα αλεξικέραυνα πρώιµου οχετού (Early Streamer Emission, ESE)12 είναι συλλεκτήριες διατά-
ξεις τύπου ράβδου οι οποίες ενσωµατώνουν ένα µηχανισµό σκανδαλισµού ο οποίος στέλνει
παλµούς υψηλής τάσης στην απόληξη της ράβδου όταν φορτισµένα σύννεφα καταφθάνουν
στην περιοχή εγκατάστασής τους. Υποστηρίζεται ότι µε τον τρόπο αυτό δηµιουργείται ένας
ανερχόµενος στρήµερ προς το σύννεφο που επεκτείνει την ακτίνα σύλληψης κεραυνού της ρά-
βδου. Η χρήση τους προβλέπεται από τους κανονισµούς διαφόρων χωρών, Γαλλία, Ισπανία, και
έχουν εγκατασταθεί ήδη σε πολλές κατασκευές ωστόσο η αποτελεσµατικότητά τους ακόµη δεν
έχει κριθεί ικανοποιητικά. Η πλειονότητα των επιστηµόνων έχει εκφραστεί µε ιδιαίτερη επιφύ-
λαξη σε σχέση µε την αποτελεσµατικότητά τους.

4.3. Αποτίµηση κινδύνου από πλήγµα κεραυνού


Σύµφωνα µε τον Maxwell (1876), απόλυτη προστασία έναντι πληγµάτων κεραυνού µπορεί να
εξασφαλισθεί µόνο εσωκλείοντας πλήρως την υπό προστασία κατασκευή εντός ενός κελύφους
µε παχιά µεταλλικά τοιχώµατα (κλωβός Faraday). Αν και η µέθοδος αυτή εφαρµόζεται στην
προστασία ευαίσθητων ηλεκτρονικών διατάξεων όπου απαιτείται αδιάλειπτη και απρόσκοπτη
λειτουργία το ιδανικό αυτό ΣΑΠ είναι πρακτικά αδύνατον να υλοποιηθεί στις περισσότερες
περιπτώσεις προστασίας κατασκευών. Ο σχεδιασµός ενός ΣΑΠ µιας κατασκευής είναι πάντα
ένας συµβιβασµός µεταξύ της αποτελεσµατικότητας της προστασίας που αυτό παρέχει και του
κόστους επένδυσης και συντήρησης του ηλεκτρολογικού εξοπλισµού που το συνιστά. Ένα τέ-
τοιο σύστηµα δεν µπορεί ποτέ να εξασφαλίσει την απόλυτη προστασία της κατασκευής, ωστό-
σο µπορεί να µειώσει σε αποδεκτό βαθµό τις επιζήµιες επιπτώσεις του κεραυνού σ’ αυτήν. Έτσι
ο σχεδιασµός ενός ΣΑΠ µιας κατασκευής συνίσταται στην επιλογή της αποδεκτής στάθµης
προστασίας του.

4.3.1. Στάθµες προστασίας


Η στάθµη προστασίας ενός ΣΑΠ σχετίζεται µε την πιθανότητα µε την οποία αυτό προστατεύει
ένα χώρο από τις επιπτώσεις του κεραυνού, διαµορφώνει τα χαρακτηριστικά του, όπως τις δια-
στάσεις του, και κατατάσσει το ΣΑΠ σύµφωνα µε την αποτελεσµατικότητά του. Η σχέση µετα-
ξύ στάθµης προστασίας και αποτελεσµατικότητας του ΣΑΠ δίνεται στον Πίνακα 4.1. Η αποτε-
λεσµατικότητα του ΣΑΠ µειώνεται βαίνοντας από τη στάθµη προστασίας Ι στη στάθµη προ-
στασίας IV.
Σε κάθε στάθµη προστασίας αντιστοιχούν ανώτατα όρια τιµών των παραµέτρων του κεραυ-
νού, οι οποίες έχουν συγκεκριµένη πιθανότητα να µη ξεπεραστούν (Πίνακας 4.2). Εάν υποτε-

12
Berger G., and N. Floret.: “Collaboration Produces a New Generation of Lightning Rods,” Power
Technology International, London: Sterling Publications, 1991, pp. 185-190.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 23

θούν 10% θετικοί κεραυνοί και 90% αρνητικοί κεραυνοί, οι τιµές των παραµέτρων για τη
στάθµη προστασίας Ι έχουν 99% πιθανότητα να µη ξεπεραστούν.
Πίνακας 4.1: Σχέση µεταξύ στάθµης προστασίας και αποτελεσµατικότητας ενός ΣΑΠ. Πηγή: IEC
61024-1-1:1993, (p.25, Table 3)
Στάθµη Προστασίας Αποτελεσµατικότητα ΣΑΠ
I 0.98
II 0.95
III 0.90
IV 0.80

Πίνακας 4.2: Τιµές των παραµέτρων του κεραυνού ανάλογα µε τη στάθµη προστασίας. Πηγή: IEC
61024-1-1:1993, (p.19, Table 2)
Στάθµη προστασίας
Παράµετροι κεραυνού
Ι II III - IV
Μέγιστο εύρος ρεύµατος, kA 200 150 100
Ολικό φορτίο, C 300 225 150
Κρουστικό φορτίο, C 100 75 50
Ειδική ενέργεια, kJ/Ω 10000 5600 2500
Μέση κλίση, kA/µs 200 150 100

Παράµετροι που λαµβάνονται υπ’ όψη για την επιλογή της κατάλληλης στάθµης προστασίας
είναι οι διαστάσεις, η θέση και το υλικό της κατασκευής, η κατηγορία στην οποία αυτή κατα-
τάσσεται ανάλογα µε τη χρήση της και τις συνέπειες τις οποίες θα έχει η καταστροφή της στον
άνθρωπο ή το περιβάλλον, καθώς και η κεραυνική δραστηριότητα στην περιοχή της εγκατά-
στασής της. Αναλυτικότερα, για την επιλογή της κατάλληλης στάθµης προστασίας απαιτείται η
γνώση της συχνότητας άµεσων κεραυνικών πληγµάτων της κατασκευής καθώς και της αποδε-
κτής συχνότητας κεραυνικών πληγµάτων της κατασκευής.

4.3.2. Συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε µια κατασκευή


Η συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε µία κατασκευή, Nd, εκφράζει τον µέσο αριθµό
άµεσων κεραυνικών πληγµάτων που µπορούν να συµβούν σε µία κατασκευή ανά έτος και µπο-
ρεί να υπολογιστεί από την εξίσωση 4.113:
N d = N g ⋅ Ae ⋅10−6 πλήγµατα κεραυνού ανά έτος (4.1)
όπου:
− Νg είναι η µέση ετήσια πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος, που εκφράζει τον ανα-
µενόµενο µέσο αριθµό πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος ανά τετραγωνικό χιλιόµετρο και
έτος στην περιοχή εγκατάστασης της κατασκευής και,
− Αe, είναι η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια της κατασκευής (m2), που ορίζεται ως µία επί-

13
IEC 61024-1-1:1993, Protection of structures against lightning - Part 1: General principles - Section 1:
Guide A: Selection of protection levels for lightning protection systems
24 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

πεδη επιφάνεια εδάφους που έχει την ίδια µέση ετήσια συχνότητα πληγµάτων κεραυνού ό-
πως η κατασκευή.

4.3.2.1 Μέση ετήσια πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος


Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 οι πληροφορίες αναφορικά µε την πτώση των κεραυνών
προέρχονταν κυρίως από µετεωρολογικές παρατηρήσεις. Η συστηµατική ανίχνευση της πτώσης
των κεραυνών έγινε εφικτή µε τη ραγδαία ανάπτυξη της ηλεκτρονικής και ψηφιακής τεχνολο-
γίας µόνο τα τελευταία χρόνια. Στις µέρες µας η µέση ετήσια πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού
στο έδαφος καθορίζεται µε µετρήσεις µέσω δικτύου καταγραφής κεραυνών ωστόσο, σύµφωνα
µε την IEC13, εάν η ακριβής τιµή της δεν είναι διαθέσιµη αυτή µπορεί να εκτιµηθεί προσεγγι-
στικά από την εξίσωση 4.2:
N g = 0.04 ⋅ Td1.25 πλήγµατα κεραυνού ανά km2 και έτος (4.2)
όπου Td είναι ο αριθµός ηµερών καταιγίδας ανά έτος.
Ηµέρα καταιγίδας για µια συγκεκριµένη περιοχή ορίζεται ως η ηµέρα για την οποία στην
περιοχή αυτή έχει γίνει αντιληπτός ακουστικά (βροντή) ή οπτικά (αστραπή) τουλάχιστον ένας
κεραυνός. Γίνεται εποµένως αντιληπτό ότι ο αριθµός ηµερών καταιγίδας ανά έτος Td µπορεί να
εκτιµηθεί από µετεωρολογικές παρατηρήσεις, ωστόσο επειδή διαφέρει σηµαντικά από περιοχή
σε περιοχή, πολλές χώρες έχουν συντάξει χάρτες ισοκεραυνικών καµπυλών, περιοχές δηλαδή µε
την ίδια τιµή Td. Ο χάρτης ισοκεραυνικών καµπυλών της χώρας µας παρουσιάζεται στο σχήµα
4.1 της επόµενης σελίδας.
Η εξίσωση 4.2 προτάθηκε από τον Eriksson14 και αποτελεί την καλύτερη προσέγγιση µεταξύ
των ηµερών καταιγίδας και των πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος, όπως ταυτόχρονα παρατη-
ρήθηκαν και καταγράφηκαν αντίστοιχα για χρονικό διάστηµα έξι ετών στην ευρύτερη περιοχή
της Νότιας Αφρικής. Ωστόσο, σύµφωνα µε την ΙΕC13, η σχέση µεταξύ των Td και Νg µεταβάλ-
λεται µε την αλλαγή των κλιµατολογικών συνθηκών. Ακόµη, ο ίδιος ο ορισµός του Td εµπεριέ-
χει ελλείψεις σε σχέση µε την συχνότητα κεραυνών. Οι µετεωρολόγοι δεν διακρίνουν τις ηµέ-
ρες καταιγίδας στις οποίες συµβαίνουν µερικοί κεραυνοί από αυτές στις οποίες η καταιγίδα
µπορεί να διαρκέσει πολλές ώρες µε πληθώρα κεραυνών. Επίσης, οι µετεωρολόγοι δεν κάνουν
καµία διαφοροποίηση αναφορικά µε την προέλευση των κεραυνών, δηλαδή µεταξύ σύννεφου -
γης ή µεταξύ/ εντός σύννεφων. Σηµειώνεται ότι ο κεραυνός συνήθως δε γίνεται αντιληπτός α-
κουστικά για αποστάσεις µεγαλύτερες των 20 km, και µια τέτοια απόσταση αντιστοιχεί σε χρο-
νικό διάστηµα της τάξης των 60 s µεταξύ της πτώσης του και της ακουστικής παρατήρησής
του.
Η δηµοσίευση µετεωρολογικών δεδοµένων ωρών καταιγίδας αντί ηµερών καταιγίδας ανά
έτος και η συσχέτισή τους µε την πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος:
N g = 0.054 ⋅ Th1.1 πλήγµατα κεραυνού ανά km2 και έτος,
έδειξε ότι σε περιοχές µικρής κεραυνικής δραστηριότητας η πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού
στο έδαφος υπολογισµένη µε βάση τις ηµέρες καταιγίδας είναι περίπου διπλάσια από την

14
Eriksson A. J.: “The incidence of lightning strikes to power lines”. IEEE Trans. Power Delivery,
1987, Vol. 2, pp. 859-870
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 25

Σχήµα 4.1: Χάρτης ισοκεραυνικών καµπυλών Ελλάδας, στοιχεία ∆ΕΗ

αντίστοιχη υπολογιζόµενη µε βάση τις ώρες καταιγίδας ανά έτος15. Εποµένως για το σωστό υ-
πολογισµό της Νg είναι καθοριστικής σηµασίας η χρονική διάρκεια των καταιγίδων. Οι
Huffines και Orville16 χρησιµοποιώντας δεδοµένα του δικτύου καταγραφής πτώσης κεραυνών
των Η.Π.Α. διαπίστωσαν την υψηλή συσχέτιση µεταξύ της πυκνότητας πληγµάτων κεραυνού

15
MacGorman et al.: “Lightning Strike Density for the Contiguous United States from Thunderstorm
Duration Record”. Report no. NUREG/CR-3759, National Oceanic and Atmospheric Administration,
Norman, OK, May 1984.
16
Huffines G. R., and R. E. Orville.: “Lightning Ground Flash Density and Thunderstorm Duration in
the Continental United States: 1989–96”. Journal of Applied Meteorology, Vol. 38, No. 7, pp. 1013–
1019.
26 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

στο έδαφος και της διάρκειας της καταιγίδας (TD, ώρες καταιγίδας ανά έτος) διατυπώνοντας
την σχέση:
Ng = 0.024 ⋅ TD1.29 πλήγµατα κεραυνού ανά km2 και έτος.
ωστόσο κατέληξαν ότι η παραπάνω σχέση είναι συνάρτηση της µορφολογίας του εδάφους.
Ως αποτέλεσµα των παραπάνω, είναι γενικότερα αποδεκτό ότι η εξίσωση 4.2 µπορεί να οδη-
γήσει σε σηµαντικά σφάλµατα στον υπολογισµό της Νg17. Πολλοί ερευνητές έχουν προσπαθή-
σει να υπολογίσουν ακριβέστερα τη σχέση µεταξύ των Νg και Td προτείνοντας διαφορετικές
εξισώσεις, εµπειρικές σχέσεις µέχρι το 1977 πολλών ερευνητών δηµοσιεύονται στην εργασία
του Prentice18, όπως οι ακόλουθες οι οποίες παρουσιάζονται γραφικά µαζί µε την εξίσωση 4.2
στο σχήµα 4.2:
Anderson et al.19 N g = 0.023 × Td1.3 ανά km2 και έτος
Popolansky20 N g = 0.0086 × Td1.45 ανά km2 και έτος.

13
12 Ng = 0.040xTd^1.25
2
Μέση ετήσια πυκνότητα κεραυνών Ng, /km

11 Ng = 0.023xTd^1.30
10 Ng = 0.0086xTd^1.45
9
8
7
6
5
4
3
2
1
0
0 5 10 15 20 25 30 35 40 45 50 55 60 65 70 75 80 85 90 95 100
Ηµέρες καταιγίδας ανά έτος Td
Σχήµα 4.2: Μέση ετήσια πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού συναρτήσει των ηµερών καταιγίδας ανά έ-

17
Diendorfer G., Schultz W., Hofbauer F., and A. Stimmer.: “Thunderstorm days versus ground flash
density”. Proccedings of 9th International Symposium on High Voltage Engineering, 1995, Graz,
Austria, paper 6910
18
Prentice S. A.: “Frequency of Lightning Discharges”, Chapter 14 in Golde R. H. (Ed.), Lightning, Vol.
1, London: Academic Press, 1977.
19
Anderson R.B., and A. J. Eriksson.: “Lightning parameters for engineering application”. Electra 69,
1980, pp. 65-102
20
Popolansky F.: “Relationship between the number of thunderstorm days and the lightning flash den-
sity registered by LFC in the world scale”. Proc. 21st Int. Conf. on Lightning Protection, 1992, Berlin,
Germany, paper 6.10.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 27

τος.

4.3.2.2 Ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια της κατασκευής


Για αποµονωµένες κατασκευές, η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια είναι η επιφάνεια που πε-
ρικλείεται από το περίγραµµα που προκύπτει από την τοµή της επιφάνειας του εδάφους και µίας
ευθείας γραµµής µε κλίση 1/3 η οποία διέρχεται από τα υψηλότερα τµήµατα της κατασκευής
(εφαπτοµένη στην κατασκευή) και περιστρεφόµενη γύρω από αυτή.
Για µία αποµονωµένη κατασκευή σε επίπεδο έδαφος µήκους L, πλάτους W και ύψους H (σχ.
4.3), η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια µπορεί να υπολογιστεί από τη σχέση:

Ae = LW + 6 H ( L + W ) + 9π H 2 , m 2 (4.3).

1:3 1:3
H
H

Ae
Ae
3H
3H

W
W

L L

Ae = LW + 6 H ( L + W ) + 9π H 2

Σχήµα 4.3: Ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια για αποµονωµένη κατασκευή σε επίπεδο έδαφος.

Η σχέση 4.3 εφαρµόζεται και για τον υπολογισµό της ισοδύναµης συλλεκτήριας επιφάνειας
αποµονωµένων κατασκευών σε µη επίπεδο έδαφος λαµβάνοντας ωστόσο υπόψη τη µορφολογία
του εδάφους µέσω του ισοδύναµου ύψους της κατασκευής He (σχ. 4.4).
Γειτονικές κατασκευές ή αντικείµενα, που έχουν διαρκή και επαρκή αντοχή σε καταπονή-
σεις από κεραυνούς, επηρεάζουν σηµαντικά την ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια µιας κατα-
σκευής εάν η απόστασή τους από την κατασκευή, d, είναι µικρότερη από 3(H+Hs) όπου Η και
Hs τα ύψη της κατασκευής και του γειτονικού αντικειµένου αντίστοιχα. Στην περίπτωση αυτή,
τµήµατα των ισοδύναµων συλλεκτήριων επιφανειών της κατασκευής και του γειτονικού αντι-
κειµένου αλληλοκαλύπτονται, η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια µειώνεται κατά το εµβαδόν
που καθορίζεται από την απόσταση:

d + 3( Hs − H )
xs = .
2
Στο σχήµα 4.5 από τη συνολική ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια της κατασκευής πρέπει να
28 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

αφαιρεθεί το γραµµοσκιασµένο εµβαδόν.

He H
1:3 1:3
He H

Ae
Ae
3He
3He

W
W

L L

Ae = LW + 6 H e ( L + W ) + 9π H e 2
Σχήµα 4.4: Ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια για αποµονωµένη κατασκευή σε µη επίπεδο έδαφος.

1:3 1:3
Hs
H

Ae
3H

xs
d

Σχήµα 4.5: Ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια υπό την παρουσία γειτονικής κατασκευής.

Η ελάχιστη τιµή της ισοδύναµης συλλεκτήριας επιφάνειας, σε κάθε περίπτωση, δεν µπορεί
να είναι µικρότερη από το εµβαδόν της οριζόντιας προβολής της ίδιας της κατασκευής. Ακόµη,
για τον υπολογισµό της πρέπει να λαµβάνονται υπόψη τα παρακάτω:
− όταν η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια µίας κατασκευής καλύπτει πλήρως την ισοδύναµη
συλλεκτήρια επιφάνεια µίας άλλης, η τελευταία δε λαµβάνεται υπόψη,
− όταν οι ισοδύναµες συλλεκτήριες επιφάνειες διαφόρων κατασκευών αλληλοκαλύπτονται, οι
αντίστοιχες κοινές επιφάνειες λαµβάνονται υπόψη µόνο µία φορά,
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 29

− λαµβάνονται υπόψη µόνον εκείνα τα αντικείµενα τα οποία έχουν διαρκή και επαρκή αντοχή
σε καταπονήσεις από κεραυνούς.

4.3.3. Αποδεκτή συχνότητα κεραυνικών πληγµάτων σε µια κατασκευή


Η αποδεκτή συχνότητα κεραυνικών πληγµάτων µιας κατασκευής, Nc, εκφράζει τη µέγιστη απο-
δεκτή τιµή του αριθµού άµεσων κεραυνικών πληγµάτων που µπορούν να συµβούν σε µία κα-
τασκευή ανά έτος και µπορούν να προκαλέσουν ζηµία. Η τιµή της Nc µπορεί να εκτιµηθεί µέσω
µελέτης αποτίµησης κινδύνου από πλήγµα κεραυνού21 λαµβάνοντας υπόψη κατάλληλους συ-
ντελεστές όπως:
− τύπος δόµησης,
− παρουσία εύφλεκτων και εκρηκτικών ουσιών,
− ειληµµένα µέτρα για µείωση των επιπτώσεων του πλήγµατος,
− πλήθος ανθρώπων που επηρεάζονται από την καταστροφή,
− τύπος και σπουδαιότητα υπηρεσιών εξυπηρέτησης του κοινού που επηρεάζονται,
− αξία των αγαθών που ενδεχοµένως καταστραφούν ή και άλλους συντελεστές.
Η τιµή της Nc µπορεί να καθορίζεται από τον ιδιοκτήτη της κατασκευής ή το µελετητή του
ΣΑΠ µόνο όπου οι απώλειες από πλήγµα κεραυνού έχουν ιδιωτικό χαρακτήρα. Στις περιπτώ-
σεις που υπάρχει κίνδυνος ανθρωπίνων, πολιτιστικών και κοινωνικών απωλειών αυτή καθορίζε-
ται µε ευθύνη των Εθνικών Επιτροπών.
Εναλλακτικά της εφαρµογής της µη υποχρεωτικής τεχνικής οδηγίας IEC/TS 61662:1995
που υπολογίζει την τιµή της αποδεκτής συχνότητας κεραυνικών πληγµάτων σε µία κατασκευή
µπορεί να εφαρµοστούν οι Βρετανικοί Κανονισµοί BS 6651:1992 σύµφωνα µε τους οποίους η
συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε µία κατασκευή πολλαπλασιάζεται µε ένα συντε-
λεστή Κ, το γινόµενο συντελεστών βαρύτητας που λαµβάνουν υπόψη τους:
− τη χρήση του κτιρίου και τον αριθµό των ανθρώπων που στεγάζει (συντελεστής A),
− τα υλικά κατασκευής του κτιρίου (συντελεστής B),
− το περιεχόµενο του κτιρίου (συντελεστής C),
− το βαθµό αποµόνωσης του κτιρίου (συντελεστής D) και,
− τη µορφολογία του εδάφους (συντελεστής E).
και το αποτέλεσµα συγκρίνεται µε µία καθορισµένη τιµή Nc. Οι τιµές των παραπάνω συντελε-
στών βαρύτητας φαίνονται στους πίνακες που ακολουθούν.

Συντελεστής Α: χρήση του κτιρίου


κατοικίες και άλλες κατασκευές συγκρίσιµου µεγέθους 0.3
κατοικίες και άλλες κατασκευές συγκρίσιµου µεγέθους µε κεραίες 0.7
εργοστάσια, συνεργεία, εργαστήρια 1.0
κτίρια γραφείων, ξενοδοχεία, πολυκατοικίες 1.2
κτίρια µε κόσµο όπως εκκλησίες, θέατρα, µουσεία, εκθεσιακοί χώροι, πολυκατα- 1.3
στήµατα, σταθµοί, αεροδρόµια και στάδια

21
IEC/TS 61662:1995, Assessment of the risk of damage due to lightning
30 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

σχολεία, νοσοκοµεία, φυλακές, οικοτροφεία 1.7

Συντελεστής Β: υλικά κατασκευής του κτιρίου


κτίρια χαλύβδινου σκελετού ή οπλισµένου σκυροδέµατος ενδοσυνδεδεµένου χα- 0.1
λύβδινου οπλισµού και µε µεταλλική σκεπή
κτίρια χαλύβδινου σκελετού χωρίς µεταλλική σκεπή 0.2
κτίρια οπλισµένου σκυροδέµατος ενδοσυνδεδεµένου χαλύβδινου οπλισµού χωρίς 0.4
µεταλλική σκεπή
κτίρια από τούβλα, απλό τσιµέντο, πέτρα χωρίς µεταλλική ή ξύλινη σκεπή 1.0
κτίρια ξύλινου σκελετού χωρίς µεταλλική σκεπή 1.4
κτίρια από τούβλα, τσιµέντο, πέτρα, ξύλινου σκελετού µε µεταλλική σκεπή 1.7
κτίρια µε ξύλινη σκεπή 2.0

Συντελεστής C: περιεχόµενο του κτιρίου


κοινές κατοικίες ή κτίρια γραφείων, εργοστάσια και συνεργεία µε περιεχόµενο µι- 0.3
κρής αξίας ή µη επιρρεπές και ευαίσθητο
Βιοµηχανικά και αγροτικά κτίρια µε επιρρεπές, ευαίσθητο περιεχόµενο 0.8
σταθµοί παραγωγής ενέργειας, εγκαταστάσεις φυσικού αερίου, τηλεπικοινωνιακά 1.0
κέντρα, ραδιοφωνικοί σταθµοί
βιοµηχανικές εγκαταστάσεις ιδιαίτερης σηµασίας, αρχαία µνηµεία και ιστορικά 1.3
κτίρια, µουσεία, εκθεσιακοί χώροι τέχνης ή άλλα κτίρια µε επιρρεπές, ευαίσθητο
περιεχόµενο
σχολεία, νοσοκοµεία, φυλακές, οικοτροφεία, κτίρια µε κόσµο 1.7

Συντελεστής D: βαθµός αποµόνωσης του κτιρίου


κατασκευή σε περιοχή πυκνής δόµησης ή µε πολλά δέντρα παρόµοιου ή µεγαλύτε- 0.4
ρου ύψους όπως σε µεγάλη πόλη ή σε δάσος.
κατασκευή σε περιοχή αραιής δόµησης ή µε λίγα δέντρα παρόµοιου ύψους 1.0
κατασκευή πλήρως αποµονωµένη ή ύψους τουλάχιστον διπλάσιου των γειτονικών 2.0
κατασκευών ή δέντρων

Συντελεστής E: µορφολογία του εδάφους


πεδινή περιοχή ανεξάρτητα του υψοµέτρου 0.3
λοφώδης περιοχή 1.0
ορεινή περιοχή µεταξύ 300 m και 900 m 1.3
ορεινή περιοχή µεταξύ 900 m και 1500 m 1.7
ορεινή περιοχή 1500 m και άνω 2.0
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 31

4.4. Αναγκαιότητα ΣΑΠ και επιλογή της στάθµης προστασίας


Για τον έλεγχο της αναγκαιότητας ή όχι ενός ΣΑΠ και, όταν αυτό αναγκαιεί, για την επιλογή
της στάθµης προστασίας του, απαιτείται η σύγκριση της συχνότητας άµεσων κεραυνικών πληγ-
µάτων της κατασκευής Nd και της αποδεκτής συχνότητας κεραυνικών πληγµάτων της κατα-
σκευής από κεραυνούς, Nc. Αναλυτικότερα ισχύει:
− Εάν N d ≤ N c τότε δεν χρειάζεται ΣΑΠ.
Nc
− Εάν N d > N c τότε πρέπει να εγκατασταθεί ΣΑΠ αποτελεσµατικότητας E ≥ 1 − και
Nd
να επιλεγεί η αποδεκτή στάθµη προστασίας σύµφωνα µε τον Πίνακα 4.3.
Η αποτελεσµατικότητα ενός ΣΑΠ µίας κατασκευής ορίζεται ως ο λόγος του αριθµού των
άµεσων πληγµάτων στη κατασκευή που δεν προκαλούν ζηµία προς τον αριθµό των άµεσων
πληγµάτων στη κατασκευή.
Ο σχεδιασµός ενός ΣΑΠ πρέπει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Πίνακα 4.3 ωστόσο εάν
εγκατασταθεί ΣΑΠ αποτελεσµατικότητας E > 0.98 ή E ′ < E απαιτείται να ληφθούν επιπλέον
µέσα προστασίας όπως:
− µέτρα περιορισµού των βηµατικών τάσεων και των τάσεων επαφής,
− µέτρα περιορισµού της διάδοσης της φωτιάς,
− µέτρα µείωσης των επαγόµενων τάσεων λόγω κεραυνών σε ευαίσθητες συσκευές.
Πίνακας 4.3: Επιλογή στάθµης προστασίας ενός ΣΑΠ σύµφωνα µε την αποτελεσµατικότητά του.
Αποτελεσµατικότητα ΣΑΠ Στάθµη Προστασίας ΣΑΠ
Ε > 0.98 Ι + επιπλέον µέσα προστασίας
0.95 < E ≤ 0.98 Ι
0.90 < E ≤ 0.95 II
0.80 < E ≤ 0.90 III
0 < E ≤ 0.80 IV

Παράδειγµα ελέγχου αναγκαιότητας ΣΑΠ και επιλογής στάθµης προστασίας


Έστω κτίριο βιοµηχανικής χρήσης (σχ. 4.6) που συνδυάζει και γραφεία, οπλισµένου σκυροδέ-
µατος, το οποίο πρόκειται να κατασκευαστεί σε πεδινή περιοχή αραιής δόµησης. Εάν ο αριθµός
ηµερών καταιγίδας στην περιοχή είναι 40 και η µέγιστη αποδεκτή συχνότητα κεραυνικών
πληγµάτων της κατασκευής έχει καθοριστεί 5x10-5 πλήγµατα κεραυνού ανά έτος, να ελεγχθεί η
αναγκαιότητα εγκατάστασης ΣΑΠ σύµφωνα µε τους Βρετανικούς Κανονισµούς BS 6651 και
εάν αυτό αναγκαιεί να επιλεγεί η απαιτούµενη στάθµη προστασίας του.
Για τον έλεγχο της αναγκαιότητας ή όχι ενός ΣΑΠ και, όταν αυτό αναγκαιεί, για την επιλογή
της στάθµης προστασίας του, απαιτείται η σύγκριση της συχνότητας άµεσων κεραυνικών πληγ-
µάτων της κατασκευής, Nd και της αποδεκτής συχνότητας κεραυνικών πληγµάτων της κατα-
σκευής, Nc. Αναλυτικότερα ισχύει:
− Εάν N d ≤ N c τότε δεν χρειάζεται ΣΑΠ.
32 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Σχήµα 4.6: Κτίριο βιοµηχανικής χρήσης.


Nc
− Εάν N d > N c τότε πρέπει να εγκατασταθεί ΣΑΠ αποτελεσµατικότητας E ≥ 1 − και να
Nd
επιλεγεί η αποδεκτή στάθµη προστασίας σύµφωνα µε τον Πίνακα 4.3.

1ο βήµα: Υπολογισµός συχνότητας άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε µια κατασκευή


Η συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε µία κατασκευής, Nd, εκφράζει τον µέσο αριθ-
µό άµεσων κεραυνικών πληγµάτων που µπορούν να συµβούν σε µία κατασκευή ανά έτος και
µπορεί να υπολογιστεί από την εξίσωση 4.1:
N d = N g ⋅ Ae ⋅10−6 πλήγµατα κεραυνού ανά έτος
όπου:
− Νg είναι η µέση ετήσια πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος και,
− Αe, είναι η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια της κατασκευής (m2).

1.1 Υπολογισµός µέσης ετήσιας πυκνότητας πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος


Η µέση ετήσια πυκνότητα πληγµάτων κεραυνού στο έδαφος µπορεί να εκτιµηθεί προσεγγιστικά
από την εξίσωση 4.2:
N g = 0.04 ⋅ Td1.25 πλήγµατα κεραυνού ανά km2 και έτος
όπου Td είναι ο αριθµός ηµερών καταιγίδας ανά έτος.
Σύµφωνα µε την εκφώνηση Τd = 40 ηµέρες καταιγίδας ανά έτος εποµένως:
N g = 0.04 ⋅ Td1.25 = 0.04 ⋅ 401.25 = 4.02 πλήγµατα κεραυνού ανά km2 και έτος.

1.2 Υπολογισµός ισοδύναµης συλλεκτήριας επιφάνειας της κατασκευής


Για αποµονωµένες κατασκευές, η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια είναι η επιφάνεια που πε-
ρικλείεται από το περίγραµµα που προκύπτει από την τοµή της επιφάνειας του εδάφους και µίας
ευθείας γραµµής µε κλίση 1/3 η οποία διέρχεται από τα υψηλότερα τµήµατα της κατασκευής
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 33

(εφαπτοµένη στην κατασκευή) και περιστρεφόµενη γύρω από αυτή. Η ισοδύναµη συλλεκτήρια
επιφάνεια του βιοµηχανικού κτιρίου φαίνεται στο σχήµα 4.7.

1:3
H
h

3h Ae

3H

Σχήµα 4.7: Ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια βιοµηχανικής κατασκευής

Η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνεια του κτιρίου, εφόσον πρόκειται για συνδυασµό ορθο-
γωνίων κατασκευών, µπορεί να υπολογιστεί από τη σχέση 4.3:

Ae = LW + 6 H ( L + W ) + 9π H 2 , m 2
όπου L, W και H το µήκος, πλάτος και ύψος αντίστοιχα του τµήµατος της κατασκευής που στε-
γάζει γραφεία εφόσον η ισοδύναµη συλλεκτήρια επιφάνειά του υπερκαλύπτει την υπόλοιπη
κατασκευή (σχ. 4.7). Αντικατάσταση των τιµών των διαστάσεων του κτιρίου στην παραπάνω
εξίσωση σύµφωνα µε την εκφώνηση του προβλήµατος δίδει ως αποτέλεσµα:

Ae = 18.5 ⋅10 + 6 ⋅18 (18.5 + 10 ) + 9π 182 = 12424 m2 .


Εποµένως η συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων στη κατασκευή υπολογίζεται:
N d = N g ⋅ Ae ⋅10−6 = 4.02 ⋅12424 ⋅10−6 = 0.05 πλήγµατα κεραυνού ανά έτος.
34 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

2ο βήµα: Υπολογισµός συχνότητας άµεσων κεραυνικών πληγµάτων σε µία κατασκευή


Σύµφωνα µε τους Βρετανικούς Κανονισµούς (BS 6651) η συχνότητα άµεσων κεραυνικών
πληγµάτων σε µία κατασκευή πολλαπλασιάζεται µε ένα συντελεστή Κ, το γινόµενο συντελε-
στών που λαµβάνουν υπόψη τους:
− τη χρήση του κτιρίου και τον αριθµό των ανθρώπων που στεγάζει (συντελεστής A),
− τα υλικά κατασκευής του κτιρίου (συντελεστής B),
− το περιεχόµενο του κτιρίου (συντελεστής C),
− το βαθµό αποµόνωσης του κτιρίου (συντελεστής D) και,
− τη µορφολογία του εδάφους (συντελεστής E).
και το αποτέλεσµα συγκρίνεται µε µία καθορισµένη τιµή Nc στην περίπτωσή µας 5x10-5 πλήγ-
µατα κεραυνού ανά έτος.
Επιλέγοντας τιµές για τους παραπάνω συντελεστές σύµφωνα µε την εκφώνηση και τους πί-
νακες του τµήµατος 4.3.3., η αναµενόµενη συχνότητα άµεσων κεραυνικών πληγµάτων στη βιο-
µηχανική κατασκευή γίνεται:

N d′ = N d ⋅ A ⋅ B ⋅ C ⋅ D ⋅ E = 0.05 ⋅1.2 ⋅ 0.4 ⋅ 0.3 ⋅1.0 ⋅ 0.3 = 2.16x10−3 πλήγµατα κεραυνού


ανά έτος.

3ο βήµα: Αναγκαιότητα ΣΑΠ και Επιλογή της Στάθµης Προστασίας


Εφόσον N d′ > N c τότε πρέπει να εγκατασταθεί ΣΑΠ αποτελεσµατικότητας:

Nc 5x10−5
E ≥ 1− ≥ 1− ≥ 0.977
N d′ 2.16x10−3
και εποµένως σύµφωνα µε τον Πίνακα 4.3 να επιλεγεί ΣΑΠ στάθµης προστασίας Ι.

▬▬▬▬▬▬▬
5. ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Το ΣΑΠ ανάλογα µε την προστασία που απαιτείται µπορεί να αποτελείται από εξωτερική ή ε-
σωτερική εγκατάσταση αντικεραυνικής προστασίας, ή από συνδυασµό και των δύο. Η εξωτερι-
κή εγκατάσταση αντικεραυνικής προστασίας, εξωτερική ΕΑΠ, έχει ως σκοπό να συλλαµβάνει
τον κεραυνό πριν πλήξει την υπό προστασία κατασκευή και να διοχετεύει ασφαλώς το ρεύµα
του κεραυνού στη γη, περιορίζοντας στο ελάχιστο τις θερµικές και µηχανικές επιδράσεις του. Η
εσωτερική ΕΑΠ περιλαµβάνει όλα τα µέτρα προστασίας που πρέπει να ληφθούν ώστε να µειω-
θούν στον ελάχιστο βαθµό οι ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του ρεύµατος του κεραυνού στο
εσωτερικό της κατασκευής που χρήζει προστασίας.

5.1. Εξωτερική εγκατάσταση αντικεραυνικής προστασίας


Η εξωτερική ΕΑΠ έχει σκοπό να συλλαµβάνει τον κεραυνό πριν πλήξει την υπό προστασία κα-
τασκευή, να διοχετεύει το ρεύµα του κεραυνού από το σηµείο πλήγµατος στη γη και να το δια-
χέει στο έδαφος χωρίς να προκαλεί θερµικές και µηχανικές ζηµίες στην κατασκευή που χρήζει
προστασίας και επικίνδυνες υπερτάσεις για τους ανθρώπους και το υλικό.
Η εξωτερική ΕΑΠ αποτελείται από:
− το συλλεκτήριο σύστηµα που προορίζεται να δέχεται τους κεραυνούς,
− το σύστηµα αγωγών καθόδου το οποίο εξασφαλίζει την όδευση του ρεύµατος του κεραυνού
από το συλλεκτήριο σύστηµα προς τη γη και,
− το σύστηµα γείωσης που άγει και διαχέει το ρεύµα του κεραυνού στο έδαφος.
Ακόµη ανάλογα µε τον τρόπο εγκατάστασης του συλλεκτήριου συστήµατος και του συστήµα-
τος των αγωγών καθόδου σε σχέση µε την κατασκευή που χρήζει προστασίας διακρίνεται σε
δύο τύπους:
− µονωµένη εξωτερική ΕΑΠ, όπου το συλλεκτήριο σύστηµα και το σύστηµα των αγωγών κα-
θόδου είναι τοποθετηµένα έτσι ώστε η οδός ροής του ρεύµατος του κεραυνού να µην έρχε-
ται σε επαφή µε την κατασκευή και,
− µη µονωµένη εξωτερική ΕΑΠ, όπου το συλλεκτήριο σύστηµα και το σύστηµα των αγωγών
καθόδου είναι τοποθετηµένα έτσι ώστε η οδός ροής του ρεύµατος του κεραυνού να µπορεί
να έρχεται σε επαφή µε την κατασκευή.
Στις περισσότερες περιπτώσεις η εξωτερική ΕΑΠ µπορεί να είναι σε επαφή µε την κατα-
σκευή που χρήζει προστασίας. Μονωµένη εξωτερική ΕΑΠ πρέπει να εγκαθίσταται όταν οι θερ-
µικές επιπτώσεις στο σηµείο πλήγµατος ή στους αγωγούς που διαρρέονται από ρεύµα κεραυ-
νού, µπορεί να προκαλέσουν ζηµία στην κατασκευή που χρήζει προστασίας ή στο περιεχόµενό
της. Τυπικές περιπτώσεις είναι κατασκευές µε εύφλεκτη επικάλυψη, εύφλεκτοι τοίχοι και χώροι
36 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

µε κίνδυνο έκρηξης ή πυρκαγιάς.

5.1.1. Συλλεκτήριο σύστηµα


Ως συλλεκτήριο σύστηµα ορίζεται το τµήµα της εξωτερικής ΕΑΠ που προορίζεται να δέχεται
τους κεραυνούς. Η σχεδίασή του εξαρτάται από τη γεωµετρία της κατασκευής που χρήζει προ-
στασίας, την απαιτούµενη στάθµη προστασίας καθώς και τη µέθοδο που λήφθηκε υπόψη για το
καθορισµό της ζώνης προστασίας. Το συλλεκτήριο σύστηµα µπορεί να αποτελείται από οποιο-
δήποτε συνδυασµό στοιχείων όπως ράβδοι, τεταµένα σύρµατα ή πλέγµατα αγωγών.
Το συνολικό αγώγιµο δίκτυο των στοιχείων που συνιστούν το συλλεκτήριο σύστηµα οριο-
θετεί τη ζώνη προστασίας που παρέχει το ΣΑΠ και γενικότερα καθορίζει τη σχεδίαση του συ-
στήµατος των αγωγών καθόδου, του συστήµατος γείωσης καθώς και της εσωτερικής εγκατά-
στασης αντικεραυνικής προστασίας. Ο σχεδιασµός του συλλεκτήριου συστήµατος του ΣΑΠ
είναι κατάλληλος εάν η κατασκευή που χρήζει προστασίας κείται εξ’ ολοκλήρου µέσα στη ζώ-
νη προστασίας που αυτό παρέχει.
Για τον προσδιορισµό της ζώνης προστασίας που παρέχει το συλλεκτήριο σύστηµα ενός
ΣΑΠ χρησιµοποιούνται γενικώς δύο µέθοδοι: η µέθοδος της γωνίας προστασίας και η µέθοδος
της κυλιόµενης σφαίρας. Για τα περισσότερα απλής µορφής κτίρια, η µέθοδος της γωνίας προ-
στασίας είναι πιο εύχρηστη, αλλά για σύνθετες µορφές, συνιστάται η µέθοδος της κυλιόµενης
σφαίρας. Ωστόσο, όπου πρόκειται να προστατευθούν επίπεδες επιφάνειες κατάλληλη είναι µία
τρίτη µέθοδος, η µέθοδος πλέγµατος αγωγών.

5.1.1.1 Μέθοδος της γωνίας προστασίας


Σύµφωνα µε τη µέθοδο, η ζώνη προστασίας µίας κατακόρυφης ράβδου ύψους ht έχει τη µορφή
ενός ορθού κυκλικού κώνου µε κορυφή την απόληξη της ράβδου. Παραδείγµατα σχεδίασης
ζώνης προστασίας συλλεκτήριου συστήµατος µίας κατακόρυφου ράβδου και τεταµένου σύρµα-
τος δίνονται στο σχήµα 5.1. Στο δεύτερο παράδειγµα ο όγκος προστασίας ορίζεται από τη σύν-
θεση των όγκων προστασίας των κατακόρυφων ράβδων οι οποίες έχουν για κορυφές τα σηµεία
του σύρµατος.

β)
α
ht
α)

α α
ht ht

Σχήµα 5.1: Ζώνη προστασίας συλλεκτήριου συστήµατος, µε τη µέθοδο της γωνίας προστασίας,
α) κατακόρυφης ράβδου β) τεταµένου σύρµατος

Η ηµιγωνία κορυφής α του κώνου προστασίας λαµβάνει τιµές σύµφωνα µε τον Πίνακα 5.1
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 37

και εξαρτάται από την απαιτούµενη στάθµη προστασίας και το ύψος h πάνω από την επιφάνεια
που χρήζει προστασίας. Ανάλογα µε τη γεωµετρία της κατασκευής, το ύψος h µπορεί να είναι
ίσο µε το φυσικό µήκος της κατακόρυφης ράβδου (ή το ύψος τοποθέτησης του τεταµένου σύρ-
µατος) ή ίσο µε το άθροισµα του προηγουµένου και του ύψους της κατασκευής (σχ. 5.2). Ε-
µπειρικά, εάν D είναι το πλάτος της υπό προστασίας κατασκευής (υποθέτοντας ότι είναι µικρό-
τερο από το µήκος της) και H το ύψος της τότε:
h = H + ht εάν D < 2 ⋅ ht
και
h = ht εάν D > 2 ⋅ ht .

Πίνακας 5.1: Γωνία προστασίας α(ο), ακτίνα κυλιόµενης σφαίρας R(m) και διαστάσεις πλέγµατος αγω-
γών ανάλογα µε τη στάθµη προστασίας. Πηγή: IEC 61024-1:1990, (p.37, Table 1)
h (m) 20 30 45 60 ∆ιάσταση
Στάθµη
(ο) (ο) (ο) (ο)
Προστασίας R (m) α α α α πλέγµατος (m)
Ι 20 25 * * * 5
ΙΙ 30 35 25 * * 10
ΙΙΙ 45 45 35 25 * 10
ΙV 60 55 45 35 25 20
* Σ’ αυτές τις περιπτώσεις εφαρµόζονται οι µέθοδοι της κυλιόµενης σφαίρας και πλέγ-
µατος αγωγών.

a2
h = ht a1 ht

D'
h = H+ht
H

D
Σχήµα 5.2: Καθορισµός του ύψους h σύµφωνα µε τη µέθοδο της γωνίας προστασίας.

Η µέθοδος της γωνίας προστασίας έχει γεωµετρικούς περιορισµούς, συνιστάται για τον
προσδιορισµό της ζώνης προστασίας σε κατασκευές απλής σχετικά γεωµετρίας, και δεν επιτρέ-
πεται να εφαρµόζεται εάν το ύψος h είναι µεγαλύτερο από την ακτίνα κυλιόµενης σφαίρας R
όπως αυτή καθορίζεται στον Πίνακα 5.1.

5.1.1.2 Μέθοδος της κυλιόµενης σφαίρας


Σύµφωνα µε τη µέθοδο αυτή, ο σχεδιασµός του συλλεκτήριου συστήµατος είναι κατάλληλος
38 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

εάν κανένα σηµείο της κατασκευής που χρήζει προστασίας δεν έρχεται σε επαφή µε µία σφαίρα
ακτίνας R, εξαρτώµενης από τη στάθµη προστασίας (Πίνακας 5.1), που κυλιέται στο έδαφος,
γύρω και στην κορυφή της κατασκευής προς όλες τις διευθύνσεις. Κατά την κύλισή της, η
σφαίρα πρέπει να εφάπτεται µόνο στο έδαφος ή µόνο στο συλλεκτήριο σύστηµα ή και στα δύο,
και τα σηµεία που αυτή δεν αγγίζει είναι προστατευµένα (σκιασµένη περιοχή σχ. 5.3). Εποµέ-
νως, συλλεκτήριοι αγωγοί πρέπει να εγκαθίστανται σε όλα τα σηµεία επαφής της κυλιόµενης
σφαίρας µε την κατασκευή που χρήζει προστασίας. Στο σχήµα 5.3 εάν ο κεραυνός φθάσει εντός
της περιοχής γύρω από τη ράβδο που οριοθετείται από την διακεκοµµένη γραµµή τότε θα κατα-
λήξει σε αυτή.

R R R
R

Επιφάνεια αναφοράς
Σχήµα 5.3: Ζώνη προστασίας συλλεκτήριου συστήµατος κατακόρυφης ράβδου µε τη µέθοδο της κυλιό-
µενης σφαίρας όπου h > R

Παραδείγµατα σχεδίασης ζώνης προστασίας συλλεκτήριου συστήµατος µε τη µέθοδο της


κυλιόµενης σφαίρας δίνονται στο σχήµα 5.4. Ως επιφάνεια αναφοράς για την κύλιση της σφαί-
ρας θεωρείται το επίπεδο που διέρχεται από την επιφάνεια υπό προστασία π.χ. σκεπή, οροφή,
έδαφος.

β) R

α)

R
ht

Σχήµα 5.4: Ζώνη προστασίας συλλεκτήριου συστήµατος µε τη µέθοδο της κυλιόµενης σφαίρας όπου
R > ht
α) κατακόρυφης ράβδου β) τεταµένου σύρµατος
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 39

Στην περίπτωση συλλεκτήριου συστήµατος δύο παράλληλων τεταµένων συρµάτων εγκατε-


στηµένων σε ύψος ht πάνω από την επιφάνεια αναφοράς και σε απόσταση d µεταξύ τους, ή δύο
κατακόρυφων ράβδων ύψους ht κατ’ αναλογία (σχ. 5.5), η απόσταση εισχώρησης της κυλιόµε-
νης σφαίρας ακτίνας R εντός του χώρου µεταξύ των συρµάτων ή των ράβδων µπορεί να υπολο-
γιστεί από τη σχέση:

( 2)
2
p = R − R2 − d .

Εφόσον απαιτείται προστασία όλου του χώρου µεταξύ των διατάξεων σύλληψης του κεραυνού
η απόσταση εισχώρησης της κυλιόµενης σφαίρας πρέπει να είναι µικρότερη από το ύψος ht. Η
παραπάνω σχέση ισχύει και στην περίπτωση τεσσάρων κατακόρυφων ράβδων ίσου ύψους το-
ποθετηµένες στις γωνίες µιας τετράγωνης επιφάνειας όπου η απόσταση d είναι ίση µε τη διαγώ-
νιο του σχηµατιζόµενου τετραγώνου από τις τέσσερις ράβδους.

ht = h
R R Επιφάνεια
p αναφοράς
ht

d
Σχήµα 5.5: Ζώνη προστασίας δύο παράλληλων τεταµένων συρµάτων ή δύο κατακόρυφων ράβδων όπου
R > ht

Η µέθοδος της κυλιόµενης σφαίρας εφαρµόζεται στον καθορισµό της ζώνης προστασίας
τµηµάτων ή και περιοχών µιας κατασκευής πολύπλοκης γεωµετρίας ή στις περιπτώσεις όπου ο
Πίνακας 5.1 αποκλείει την εφαρµογή της µεθόδου γωνίας προστασίας. Η παρεχόµενη προστα-
σία αλλά και το κόστος εγκατάστασης του ΣΑΠ αυξάνουν µε τη µείωση της ακτίνας της κυλιό-
µενης σφαίρας.

5.1.1.3 Μέθοδος πλέγµατος αγωγών


Ένα αγώγιµο πλέγµα θεωρείται ότι εξασφαλίζει προστασία ολοκλήρου της επιφάνειας εάν ικα-
νοποιούνται οι ακόλουθες συνθήκες:
− οι αγωγοί του συλλεκτήριου συστήµατος τοποθετούνται πάνω:
ƒ στις ακµές της οροφής,
ƒ στις προεξοχές της οροφής,
ƒ στις γραµµές της τοµής των κεκλιµένων επιφανειών της οροφής εφόσον η κλίση υπερ-
βαίνει το 1/10.
− οι πλευρικές επιφάνειες της κατασκευής σε ύψος µεγαλύτερο από την τιµή της επιλεγείσης
ακτίνας της κυλιόµενης σφαίρας, εφοδιάζονται µε συλλεκτήρια συστήµατα.
− οι διαστάσεις του πλέγµατος δεν είναι µεγαλύτερες από τις τιµές που δίνονται στον Πίνακα
5.1.
− καµία µεταλλική εγκατάσταση δεν προεξέχει του προστατευόµενου χώρου από τα συλλε-
40 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

κτήρια συστήµατα,
− οι αγωγοί του συλλεκτήριου συστήµατος ακολουθούν όσο το δυνατόν σύντοµες και ευθείες
οδεύσεις,
− το δίκτυο του συλλεκτήριου συστήµατος πρέπει να διαµορφώνεται µε τέτοιο τρόπο ώστε το
ρεύµα του κεραυνού να συναντά τουλάχιστον δύο χωριστές µεταλλικές οδεύσεις προς το
σύστηµα γείωσης (τουλάχιστον δύο αγωγοί καθόδου).

5.1.1.4 Επιλογή των στοιχείων του συλλεκτήριου συστήµατος


Οι διεθνείς κανονισµοί δεν προτείνουν συγκεκριµένα κριτήρια για την επιλογή των στοιχείων
που απαρτίζουν το συλλεκτήριο σύστηµα. Οι ράβδοι, τα τεταµένα σύρµατα και το πλέγµα αγω-
γών θεωρούνται στοιχεία ισοδύναµα µεταξύ τους. Ο σχεδιασµός του συλλεκτήριου συστήµατος
του ΣΑΠ, µε µόνο οποιοδήποτε από τα παραπάνω στοιχεία ή από συνδυασµό τους, είναι κα-
τάλληλος εάν η κατασκευή που χρήζει προστασίας κείται εξ’ ολοκλήρου µέσα στη ζώνη προ-
στασίας που αυτό παρέχει.
Γενικότερα, η χρήση ράβδων προτείνεται σε ΣΑΠ µονωµένης εξωτερικής ΕΑΠ και για την
προστασία απλών κατασκευών µικρών διαστάσεων ή µικρών τµηµάτων µεγάλων κατασκευών
ενώ δεν προτείνεται όταν το ύψος της κατασκευής είναι µεγαλύτερο από την ακτίνα της κυλιό-
µενης σφαίρας σύµφωνα µε την επιλεγείσα στάθµη προστασίας του ΣΑΠ (Πίνακας 5.1). Η
χρήση τεταµένων συρµάτων προτείνεται και για τις προηγούµενες περιπτώσεις αλλά και επι-
πλέον σε κατασκευές όπου ο λόγος µήκους προς πλάτος είναι µεγάλος (> 4). Συλλεκτήρια συ-
στήµατα συνιστώµενα από πλέγµα αγωγών προτείνονται για κάθε κατασκευή, ανεξαρτήτου
γεωµετρίας.

5.1.1.5 Φυσικά συλλεκτήρια στοιχεία ΣΑΠ


Με τον όρο ″φυσικό″ στοιχείο ΣΑΠ ορίζεται ένα στοιχείο µη εγκατεστηµένο ειδικώς για αντι-
κεραυνική προστασία, το οποίο µπορεί να χρησιµοποιηθεί επιπρόσθετα και ως στοιχείο του
ΣΑΠ, ή σε µερικές περιπτώσεις µπορεί να λειτουργήσει ως ένα ή περισσότερα τµήµατα του
ΣΑΠ. Μεταλλικά τµήµατα µιας κατασκευής που µπορούν να αποτελέσουν ″φυσικά″ συλλεκτή-
ρια στοιχεία είναι:
I. µεταλλικά φύλλα που καλύπτουν την κατασκευή υπό την προϋπόθεση ότι:
ƒ η ηλεκτρική συνέχεια µεταξύ των διαφόρων τµηµάτων είναι στιβαρή π.χ. µπρουντζοκόλ-
ληση, ηλεκτροσυγκόλληση, αναδίπλωση ή βίδωµα,
ƒ το πάχος των µεταλλικών φύλλων δεν είναι µικρότερο από την τιµή t που δίνεται στον
Πίνακα 5.2, εάν είναι αναγκαίο να ληφθούν προφυλάξεις έναντι διάτρησης και τοπικής
υπερθέρµανσης, ή µικρότερο από 0.5 mm εάν δεν είναι σηµαντικό να αποτραπεί η διά-
τρηση των φύλλων επικάλυψης ή δεν υπάρχουν εύφλεκτα υλικά κάτω από τα φύλλα επι-
κάλυψης,
ƒ δεν έχουν επικάλυψη µε µονωτικά υλικά, ελαφριά επικάλυψη προστατευτικής βαφής ή 1
mm ασφάλτου ή 0.5 mm PVC δε θεωρείται µόνωση,
ƒ µη µεταλλικά υλικά σε επαφή µε ή πάνω από τα µεταλλικά φύλλα µπορούν να εξαιρε-
θούν από την απαιτούµενη ζώνη προστασίας.
II. µεταλλικά στοιχεία της κατασκευής της οροφής (π.χ. στηρίγµατα, ενδοσυνδεδεµένος χαλύ-
βδινος οπλισµός) που βρίσκονται κάτω από µη µεταλλική οροφή υπό την προϋπόθεση ότι το
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 41

υπερκείµενο τµήµα µπορεί να εξαιρεθεί από την κατασκευή που χρήζει προστασίας,
III. µεταλλικά µέρη όπως υδρορροές, διακοσµητικά στοιχεία, κιγκλιδώµατα κτλ, των οποίων η
διατοµή δεν είναι µικρότερη από αυτήν που καθορίζεται για τα τυποποιηµένα στοιχεία του
συλλεκτήριου συστήµατος,
IV. µεταλλικοί σωλήνες και δεξαµενές, υπό την προϋπόθεση ότι είναι κατασκευασµένα από υ-
λικά ελαχίστου πάχους 2.5 mm και ότι δε θα προκληθεί κίνδυνος ή οποιαδήποτε ανεπιθύµη-
τη κατάσταση εάν διατρηθούν,
V. µεταλλικοί σωλήνες και δεξαµενές γενικώς, υπό την προϋπόθεση ότι είναι κατασκευασµένα
από υλικά πάχους τουλάχιστον ίσου µε την τιµή t που δίνεται στον Πίνακα 5.2, και ότι η α-
νύψωση της θερµοκρασίας στην εσωτερική επιφάνεια στο σηµείο πλήγµατος δε συνεπάγεται
κίνδυνο.
Πίνακας 5.2: Ελάχιστο πάχος µεταλλικών φύλλων ή µεταλλικών σωλήνων σε συλλεκτήρια συστήµατα.
Πηγή: IEC 61024-1:1990, (p.37, Table 2)
Στάθµη Προστασίας Υλικό Πάχος t (mm)
Fe 4
I έως IV Cu 5
Al 7

5.1.2. Σύστηµα αγωγών καθόδου


Οι αγωγοί καθόδου αποτελούν την απευθείας συνέχεια των στοιχείων του συλλεκτήριου συ-
στήµατος. Κατά την επιλογή του αριθµού και του τρόπου εγκατάστασής τους πρέπει να λαµβά-
νεται υπόψη ότι εάν το ρεύµα του κεραυνού επιµερίζεται σε πολλές οδούς όδευσης µειώνεται η
πιθανότητα εµφάνισης δευτερογενών υπερπηδήσεων και περιορίζονται οι ηλεκτροµαγνητικές
επιδράσεις του στο εσωτερικό της κατασκευής. Εποµένως, οι αγωγοί καθόδου πρέπει να κατα-
νέµονται, κατά το δυνατόν, περιµετρικά της κατασκευής σε συµµετρική διάταξη. Ακόµη, πρέ-
πει να τοποθετούνται έτσι ώστε από το σηµείο πλήγµατος µέχρι τη γη:
− να υπάρχουν αρκετές παράλληλες οδοί ροής του ρεύµατος,
− να εξασφαλίζεται η συντοµότερη και συνεχής όδευση του ρεύµατος του κεραυνού προς τη
γη, κατά το δυνατόν ευθεία και κατακόρυφη όδευση (περιορίζεται η αυτεπαγωγή κατά µή-
κος τους),
− να γίνονται ισοδυναµικές συνδέσεις οπουδήποτε είναι απαραίτητο.
Οι αγωγοί καθόδου, όπως και οι συλλεκτήριοι αγωγοί, θα πρέπει να στερεώνονται καλά ώ-
στε οι µηχανικές επιδράσεις του ρεύµατος του κεραυνού ή άλλες καταπονήσεις (π.χ. δονήσεις,
µετακινήσεις όγκων χιονιού) να µην προκαλούν θραύση ή χαλάρωση των αγωγών. Ο αριθµός
των συνδέσεων κατά µήκος των αγωγών πρέπει να είναι ο ελάχιστος δυνατός. Η στιβαρότητα
των συνδέσεων πρέπει να εξασφαλίζεται µε µεθόδους όπως µπρουντζοκόλληση, ηλεκτροσυ-
γκόλληση, σύσφιξη, βίδωµα ή µε ειδικούς κοχλιωτούς συνδέσµους.
Η τοποθέτησή τους εξαρτάται από την κατηγορία της εξωτερικής ΕΑΠ του ΣΑΠ σε σχέση
µε το εάν βρίσκονται σε επαφή ή όχι µε την κατασκευή που χρήζει προστασία:
42 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

5.1.2.1 Εγκατάσταση αγωγών καθόδου σε ΣΑΠ µε µονωµένη εξωτερική ΕΑΠ


Στην περίπτωση αυτή ο αριθµός των αγωγών καθόδου εξαρτάται από τα στοιχεία που συνι-
στούν το συλλεκτήριο σύστηµα:
− Αν το συλλεκτήριο σύστηµα αποτελείται από ράβδους σε ανεξάρτητους ιστούς (ή ένα µόνο
ιστό), απαιτείται τουλάχιστον ένας αγωγός καθόδου για κάθε ιστό. Στην περίπτωση ιστών
από µέταλλο ή από ενδοσυνδεδεµένο χαλύβδινο οπλισµό δεν είναι αναγκαίος επιπρόσθετος
αγωγός καθόδου.
− Αν το συλλεκτήριο σύστηµα αποτελείται από ανεξάρτητα τεταµένα σύρµατα (ή ένα µόνο
σύρµα), απαιτείται τουλάχιστον ένας αγωγός καθόδου για κάθε άκρο των συρµάτων.
− Αν το συλλεκτήριο σύστηµα συνιστάται από πλέγµα αγωγών, απαιτείται τουλάχιστον ένας
αγωγός καθόδου για κάθε κατασκευή στήριξης του πλέγµατος.

5.1.2.2 Εγκατάσταση αγωγών καθόδου σε ΣΑΠ µε µη µονωµένη εξωτερική ΕΑΠ


Στην περίπτωση που το συλλεκτήριο σύστηµα αποτελείται από ράβδους (ράβδο) ή τεταµένα
σύρµατα (σύρµα) απαιτείται τουλάχιστον ένας αγωγός καθόδου για κάθε ράβδο ή για κάθε ά-
κρο των συρµάτων. Όταν το συλλεκτήριο σύστηµα συνιστάται από πλέγµα αγωγών οι αγωγοί
καθόδου, τουλάχιστον δύο, τοποθετούνται περιµετρικά της κατασκευής που χρήζει προστασίας
εξασφαλίζοντας ότι η µέση απόσταση µεταξύ τους να µην είναι µεγαλύτερη από τις τιµές που
φαίνονται στον Πίνακα 5.3.
Πίνακας 5.3: Μέση απόσταση µεταξύ των αγωγών καθόδου και µεταξύ των περιµετρικών δακτυλίων
ανάλογα µε τη στάθµη προστασίας. Πηγή: IEC 61024-1:1990, (p.39, Table 3)
Στάθµη Προστασίας Μέση απόσταση (m)
I 10
II 15
III 20
IV 25

Ενδείκνυται ισαπέχουσα τοποθέτηση των αγωγών καθόδου επί της περιµέτρου, και όσο το
δυνατόν πλησιέστερα στις γωνίες της κατασκευής. Ακόµη, πρέπει να συνδέονται µεταξύ τους
µε τη βοήθεια οριζοντίων περιµετρικών δακτυλίων κοντά στη στάθµη του εδάφους καθώς και,
ανάλογα µε τις διαστάσεις της κατασκευής, µε επιπλέον οριζόντιους περιµετρικούς δακτυλίους
σε κατακόρυφα διαστήµατα όπως ορίζονται στον Πίνακα 5.3. Συνιστάται η εγκατάσταση των
αγωγών καθόδου και των περιµετρικών δακτυλίων να προβλέπει κάποια απόσταση µεταξύ αυ-
τών και κάθε πόρτας ή παραθύρου της κατασκευής.
Η εγκατάσταση των αγωγών καθόδου επί της κατασκευής εξαρτάται από τα δοµικά στοιχεία
της. Ειδικότερα, οι αγωγοί καθόδου µπορούν να εγκαθίστανται ως ακολούθως:
− αν ο τοίχος της κατασκευής είναι από µη εύφλεκτο υλικό οι αγωγοί καθόδου µπορούν να
εγκαθίστανται στην επιφάνεια ή µέσα στον τοίχο,
− αν ο τοίχος της κατασκευής είναι από εύφλεκτο υλικό οι αγωγοί καθόδου µπορούν να εγκα-
θίστανται στην επιφάνεια των τοίχων, υπό την προϋπόθεση ότι η ανύψωση της θερµοκρασί-
ας τους λόγω της ροής του ρεύµατος του κεραυνού δεν είναι επικίνδυνη για το υλικό του
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 43

τοίχου,
− αν ο τοίχος της κατασκευής είναι από εύφλεκτο υλικό και η ανύψωση της θερµοκρασίας των
αγωγών καθόδου είναι επικίνδυνη, οι αγωγοί καθόδου πρέπει να τοποθετούνται έτσι ώστε η
απόσταση µεταξύ αυτών και του τοίχου να είναι πάντοτε µεγαλύτερη από 0.1 m. Μεταλλικά
εξαρτήµατα στήριξης µπορούν να βρίσκονται σε επαφή µε τον τοίχο,
− οι αγωγοί καθόδου δεν πρέπει να εγκαθίστανται µέσα σε οριζόντιες ή κατακόρυφες υδρορ-
ροές ακόµη και εάν καλύπτονται µε µονωτικό υλικό διότι η υγρασία µπορεί να οδηγήσει στη
διάβρωσή τους.

5.1.2.3 Φυσικοί αγωγοί καθόδου ΣΑΠ


Τµήµατα µιας κατασκευής µπορούν να θεωρηθούν ως ″φυσικοί″ αγωγοί καθόδου, όπως:
I. µεταλλικές εγκαταστάσεις, οι οποίες µπορούν να επικαλύπτονται µε µονωτικό υλικό, υπό
την προϋπόθεση ότι η ηλεκτρική συνέχεια µεταξύ των διαφόρων τµηµάτων τους είναι αξιό-
πιστη και στιβαρή και ότι οι διαστάσεις τους είναι τουλάχιστον ίσες µε αυτές που καθορίζο-
νται για τους τυποποιηµένους αγωγούς καθόδου,
II. ο µεταλλικός σκελετός ή ο ενδοσυνδεδεµένος χαλύβδινος οπλισµός του σκυροδέµατος της
κατασκευής, λαµβάνοντας υπ’ όψη τον κίνδυνο ανεπιθύµητων µηχανικών επιδράσεων από
τη ροή του ρεύµατος του κεραυνού, στις περιπτώσεις αυτές δεν είναι απαραίτητοι οριζόντιοι
περιµετρικοί δακτύλιοι,
III. στοιχεία των όψεων, προεξέχοντα κιγκλιδώµατα και επιµέρους κατασκευές των µεταλλικών
όψεων υπό προϋποθέσεις διαστάσεων και στιβαρούς ηλεκτρικής συνέχειας.

5.1.2.4 Σύνδεσµοι ελέγχου


Στο σηµείο σύνδεσης κάθε αγωγού καθόδου µε το σύστηµα γείωσης πρέπει να τοποθετείται
ένας σύνδεσµος ελέγχου (λυόµενος) για να υπάρχει η δυνατότητα να ελέγχεται η ηλεκτρική
συνέχεια του υπολοίπου κυκλώµατος της εξωτερικής ΕΑΠ. Επιπλέον µε τον τρόπο αυτό παρέ-
χεται η δυνατότητα µέτρησης της αντίστασης γείωσης των ηλεκτροδίων γείωσης. Ο σύνδεσµος
δεν είναι απαραίτητος στην περίπτωση ″φυσικού″ αγωγού καθόδου.

5.1.3. Σύστηµα γείωσης


Σκοπός του συστήµατος γείωσης είναι να διαχέεται το ρεύµα του κεραυνού στο έδαφος, µέσω
των ηλεκτροδίων γείωσης, χωρίς να αναπτύσσονται επικίνδυνες υπερτάσεις, να συνδέει ισοδυ-
ναµικά τους αγωγούς καθόδου όπου είναι εφικτό, να περιορίζει την ανύψωση του δυναµικού
του εδάφους στην περιοχή του, καθώς και να αναχαιτίζει τον κεραυνό στην περίπτωση επιφα-
νειακής διάσπασης του εδάφους. Αν και πάντα συνιστάται η όσον το δυνατόν χαµηλότερη τιµή
αντίστασης γείωσης έχει περισσότερο σηµασία στην αποτελεσµατικότητα του συστήµατος γεί-
ωσης η µορφή και οι διαστάσεις του παρά η τιµή της αντίστασης γείωσης που παρουσιάζει.
Από την άποψη της αντικεραυνικής προστασίας, την καλύτερη λύση αποτελεί µία ενιαία
γείωση ενσωµατωµένη στο κτίριο, η οποία µπορεί να προσφέρει πλήρη προστασία σε όλες τις
εγκαταστάσεις της κατασκευής όπως εγκατάσταση αντικεραυνικής προστασίας, ηλεκτρικές ε-
γκαταστάσεις µέσης τάσης, χαµηλής τάσης ισχυρών και ασθενών ρευµάτων.
44 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

5.1.3.1 Ηλεκτρόδια γείωσης ΣΑΠ


Κατάλληλα ηλεκτρόδια γείωσης αποτελούν: ένα ή περισσότερα περιµετρικά ηλεκτρόδια τύπου
δακτυλίου, κατακόρυφα ή κεκλιµένα ηλεκτρόδια (ηλεκτρόδιο που σχηµατίζει µε την κατακό-
ρυφο γωνία µικρότερη από 45ο), ακτινικά ηλεκτρόδια και ηλεκτρόδια θεµελιακής γείωσης.
Πλάκες ή µικρά πλέγµατα αγωγών µπορούν να χρησιµοποιηθούν αλλά συνιστάται να αποφεύ-
γονται όταν υπάρχει πιθανότητα διάβρωσης, ειδικά στα σηµεία σύνδεσης. Συνιστάται γενικότε-
ρα η χρήση πολλών ηλεκτρόδιων γείωσης, σωστά διατεταγµένων, σε σχέση µε ένα ηλεκτρόδιο
γείωσης µεγάλου µήκους.
Το ελάχιστο µήκος ενός ηλεκτροδίου γείωσης, A1, είναι συνάρτηση της απαιτούµενης στάθ-
µης προστασίας και της ειδικής αντίστασης του εδάφους, ρ. Σύµφωνα µε την IEC 61024-
1:1990, για ΣΑΠ στάθµης προστασίας II ÷ IV λαµβάνεται ίσο µε 5 m ανεξάρτητα από την ειδι-
κή αντίσταση του εδάφους. Για ΣΑΠ στάθµης προστασίας I λαµβάνεται ίσο µε 5 m για ρ < 500
Ω.m ενώ για µεγαλύτερες τιµές της ειδικής αντίστασης του εδάφους αυξάνει γραµµικά.
Ο Πίνακας 5.4 συγκεντρώνει τα ελάχιστα µήκη των ηλεκτροδίων γείωσης συναρτήσει της
επιλεχθείσας στάθµης προστασίας και της ειδικής αντίστασης του εδάφους.
Πίνακας 5.4: Ελάχιστο µήκος ηλεκτροδίου γείωσης συναρτήσει της στάθµης προστασίας ενός ΣΑΠ.
Στάθµη Προστασίας Ελάχιστο µήκος ηλεκτροδίου γείωσης, A1
5 m για ρ < 500 Ω.m
I
A1 (m) = 0.03ρ-10 για 500 < ρ (Ω.m) < 3000
II ÷ IV 5m

Στην περίπτωση που ένα ΣΑΠ δεν περιλαµβάνει εξωτερική ΕΑΠ αλλά απαιτείται σύστηµα
γείωσης για την εξασφάλιση ισοδυναµικών συνδέσεων στο εσωτερικό της κατασκευής, µπορεί
να χρησιµοποιηθεί ως διάταξη ηλεκτροδίων γείωσης ένα οριζόντιο ηλεκτρόδιο µήκους A1 ή ένα
κατακόρυφο (ή κεκλιµένο) µήκους 0.5A1. Για τον ίδιο σκοπό µπορεί να χρησιµοποιηθεί η γείω-
ση της ηλεκτρικής εγκατάστασης χαµηλής τάσης υπό την προϋπόθεση ότι το συνολικό µήκος
των ηλεκτροδίων γείωσης είναι σύµφωνα µε τα προηγούµενα ανάλογα µε τη γεωµετρία των
ηλεκτρόδιων γείωσης.
Τα ηλεκτρόδια γείωσης πρέπει να ενταφιάζονται εξωτερικά της κατασκευής που χρήζει
προστασίας, κατά το δυνατόν οµοιόµορφα κατανεµηµένα ώστε να ελαχιστοποιούνται φαινόµε-
να ηλεκτρικής σύζευξης µέσα στο έδαφος. Ακόµη, πρέπει να εξασφαλίζεται η εύκολη επιθεώ-
ρησή τους κατά τη κατασκευή του ΣΑΠ. Ο τύπος των ηλεκτροδίων γείωσης και το βάθος εντα-
φιασµού τους, τουλάχιστον 0.5 m, πρέπει να επιλέγονται µε βάση την ελαχιστοποίηση των επι-
δράσεων της διάβρωσης, ξήρανσης ή παγώµατος του εδάφους ώστε να εξασφαλίζεται σταθερή
ισοδύναµη ειδική αντίσταση του εδάφους. Ηλεκτρόδια γείωσης που εκτείνονται σε µεγάλο βά-
θος είναι αποτελεσµατικά σε εδάφη που η ειδική τους αντίσταση µειώνεται µε το βάθος και
όπου τα συνήθη µήκη κατακόρυφων ηλεκτροδίων δεν εξασφαλίζουν επαφή µε το υπέδαφος
χαµηλής ειδικής αντίστασης.
Οι κανονισµοί κατατάσσουν τις διατάξεις των ηλεκτροδίων γείωσης σε δύο βασικές κατη-
γορίες, τη διάταξη τύπου Α και τη διάταξη τύπου Β. Ωστόσο, σε µερικές περιπτώσεις απαιτείται
συνδυασµός των δύο διατάξεων ή σε άλλες περιπτώσεις µπορεί να προκύψει σύστηµα γείωσης
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 45

τύπου πλέγµατος.

5.1.3.2 ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Α


Η διάταξη αυτού του τύπου περιλαµβάνει ακτινικά οριζόντια ή κατακόρυφα/ κεκλιµένα ηλε-
κτρόδια γείωσης. Το ελάχιστο µήκος κάθε ηλεκτροδίου καθορίζεται ως A1 για ακτινικά οριζό-
ντια ηλεκτρόδια ή 0.5A1 για κατακόρυφα ή κεκλιµένα ηλεκτρόδια όπου A1 είναι το ελάχιστο µή-
κος ακτινικού ηλεκτροδίου όπως ορίζεται στον Πίνακα 5.4. Ωστόσο, τα µήκη αυτά µπορούν να
µη ληφθούν υπόψη υπό την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνεται αντίσταση γείωσης µικρότερη από
10 Ω. Στην περίπτωση συνδυασµού πολλών ηλεκτροδίων γείωσης λαµβάνεται υπόψη το συνο-
λικό µήκος τους.
Η διάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Α είναι κατάλληλη για εδάφη µικρής τιµής ειδικής
αντίστασης και για µικρά κτίσµατα. Κάθε αγωγός καθόδου της εξωτερικής ΕΑΠ πρέπει να συν-
δέεται τουλάχιστον σ’ ένα ανεξάρτητο ηλεκτρόδιο γείωσης, ενώ ο ελάχιστος συνολικός αριθµός
ηλεκτροδίων γείωσης πρέπει να είναι δύο. Τα ηλεκτρόδια γείωσης πρέπει να αλληλοσυνδέονται
µέσω δακτυλίου ισοδυναµικής σύνδεσης ή ισοδυναµικών ζυγών στην κατασκευή, και εάν η
περιοχή εγκατάστασής τους είναι προσβάσιµη από ανθρώπους ή ζώα πρέπει να λαµβάνονται
ειδικά µέσα προστασίας. ∆ιάταξη τύπου Α θεωρείται και µία διάταξη ηλεκτροδίων γείωσης που
επιπρόσθετα περιλαµβάνει περιµετρικό δακτύλιο ισοδυναµικής σύνδεσης των αγωγών καθόδου
ο οποίος βρίσκεται σε επαφή µε το έδαφος σε ποσοστό µικρότερο από το 80% του συνολικού
του µήκους του.
Τα ακτινικά ηλεκτρόδια γείωσης πρέπει να ενταφιάζονται σε βάθος όχι µικρότερο από 0.5
m. Το βάθος αυτό του ενταφιασµού ελαχιστοποιεί τις επιδράσεις της διάβρωσης, ξήρανσης ή
παγώµατος του εδάφους εξασφαλίζοντας σχετικά σταθερή ισοδύναµη ειδική αντίσταση του
εδάφους και ανεξάρτητη από την εποχή του έτους. Επιπλέον, το µεγαλύτερο βάθος ενταφια-
σµού οδηγεί σε µικρότερη ανύψωση δυναµικού του εδάφους σε περίπτωση πλήγµατος κεραυ-
νού, και εποµένως περιορίζει τις επικίνδυνες επιδράσεις του κεραυνού λόγω υψηλών τιµών τά-
σης επαφής και βηµατικής τάσης. Για τους λόγους αυτούς γενικότερα προτιµώνται τα κάθετα
ηλεκτρόδια γείωσης.

5.1.3.3 ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Β


Η διάταξη αυτού του τύπου αποτελείται από ένα περιµετρικό ηλεκτρόδιο γείωσης τύπου δακτυ-
λίου, εξωτερικά της κατασκευής, µε τουλάχιστον το 80% του µήκους του σε επαφή µε το έδα-
φος ή από ένα ηλεκτρόδιο θεµελιακής γείωσης.
Το περιµετρικό ηλεκτρόδιο γείωσης τύπου δακτυλίου πρέπει, κατά προτίµηση, να ενταφιά-
ζεται σε βάθος τουλάχιστον 0.5 m και σε απόσταση τουλάχιστον 1 m από τους εξωτερικούς
τοίχους της κατασκευής. Η αποτελεσµατικότητα του συστήµατος γείωσης µειώνεται όταν τµή-
µα του µήκος του ηλεκτροδίου γείωσης κατανέµεται εκτός εδάφους.
Κατά τη θεµελιακή γείωση το ηλεκτρόδιο γείωσης, ταινία ή αγωγός, τοποθετείται µέσα στο
σκυρόδεµα, στη βάση των περιµετρικών θεµελίων της κατασκευής καθώς και των εσωτερικών
της όταν πρόκειται για κατασκευή µεγάλων διαστάσεων. ∆ηµιουργείται εποµένως ένας γειωµέ-
νος κλειστός βρόχος ή γειωµένο πλέγµα αγωγών ανάλογα µε τις διαστάσεις της κατασκευής,
άνοιγµα βρόχου ≤ 10 m, ο τρόπος εγκατάστασης του οποίου εξασφαλίζει ικανοποιητική προ-
στασία έναντι της διάβρωσης και των µηχανικών καταπονήσεων και κατά κανόνα σχετικά µι-
46 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

κρή αντίσταση γείωσης.


Η µέση ακτίνα r της περιοχής που περικλείεται από το ηλεκτρόδιο γείωσης (περιµετρικό
τύπου δακτυλίου ή θεµελιακής γείωσης) δεν πρέπει να είναι µικρότερη από την τιµή A1 που ορί-
ζεται στον Πίνακα 5.4. Εάν η απαίτηση αυτή δεν ικανοποιείται πρέπει να εγκατασταθούν επι-
πρόσθετα ακτινικά ή κατακόρυφα (ή κεκλιµένα) ηλεκτρόδια, τουλάχιστον δύο και όχι λιγότερα
από τον αριθµό των αγωγών καθόδου, που τα µήκη τους, Ar και Av, αντίστοιχα, δίνονται από τις
σχέσεις:

A r = A1 − r και A v = 0.5 ( A1 − r ) .

Η διάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Β συνιστάται στις περιπτώσεις όπου ο ενταφιασµός


των ηλεκτροδίων είναι πρακτικά δύσκολος έως αδύνατος όπως στην περίπτωση απογυµνωµέ-
νου συµπαγή βράχου.
Σε πολλές περιπτώσεις µπορεί να απαιτηθεί ο συνδυασµός των δύο διατάξεων ηλεκτροδίων
γείωσης (σχ. 5.6).

Συλλεκτήρια
Αγωγός a ράβδος
καθόδου

Αγωγός
καθόδου

∆ιάταξη
γείωσης
Αγωγός
ισοδυναµικής
σύνδεσης

ς
η ση
ταξ είω
∆ιά ίων γ
δ Α
ε κ τρο ύπου
ηλ τ
Ζυγός
ης Ισοσυναµικών συνδέσεων
τ α ξη ίω σ
ε
∆ιά ίων γ
δ Β
τρο ο υ
εκ τύπ
ηλ

∆ακτύλιος Θεµελειακή
γείωσης γείωση

Αγωγός
ισοδυναµικής
σύνδεσης

Σχήµα 5.6: Μονωµένη εξωτερική ΕΑΠ µε συνδυασµό διατάξεων ηλεκτροδίων γείωσης.


Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 47

Στην περίπτωση πλήγµατος κεραυνού στην εξωτερική ΕΑΠ, στα άκρα των αγωγών καθόδου
αναπτύσσονται διαφορετικά δυναµικά λόγω της µη οµοιόµορφης κατανοµής του ρεύµατος του
κεραυνού σε ολόκληρο το δίκτυο των αγωγών καθόδου αλλά και λόγω διαφορών στην τιµή της
αντίστασης γείωσης. Τα δυναµικά αυτά εξισώνονται µέσω της διάταξης ηλεκτροδίων γείωσης
τύπου Β, εφόσον συνιστά ένα περιµετρικό δακτύλιο ισοδυναµικής σύνδεσης των αγωγών καθό-
δου, και κατά συνέπεια περιορίζεται η ανύψωση δυναµικού στην περιοχή της εγκατάστασης.
Όταν η κατασκευή που χρήζει προστασίας συµπεριλαµβάνει έκταση συνάθροισης µεγάλου
πλήθους ανθρώπων πρέπει να λαµβάνονται επιπρόσθετα µέσα ελέγχου της ανύψωσης δυναµι-
κού στην περιοχή της εγκατάστασης του συστήµατος γείωσης. Συγκεκριµένα, σύµφωνα µε την
IEC 61024-1-2:1998, επιπλέον περιµετρικοί δακτύλιοι πρέπει να ενταφιάζονται εξωτερικά της
κατασκευής, ισαπέχοντες κατά 3 m, σε βάθος ενταφιασµού αυξανόµενο κατά 0.5 m από τον
προηγούµενο π.χ. ο τέταρτος δακτύλιος πρέπει να ενταφιάζεται σε απόσταση 10 m από τους
εξωτερικούς τοίχους της κατασκευής και σε βάθος 2 m. Οι επιπρόσθετοι δακτύλιοι πρέπει να
συνδέονται µέσω αγωγών ακτινικά µε τον πρώτο δακτύλιο και συνήθως δεν ξεπερνούν σε πλή-
θος τους έξι που αντιστοιχεί σε απόσταση περίπου 20 m από την κατασκευή.

5.1.3.4 ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου πλέγµατος


Σε βιοµηχανικές εγκαταστάσεις που κατά κανόνα συµπεριλαµβάνουν πολλές γειτονικές κατα-
σκευές είναι σηµαντικό οι διατάξεις ηλεκτροδίων γείωσης των επιµέρους κατασκευών να αλλη-
λοσυνδέονται σχηµατίζοντας ένα σύστηµα γείωσης τύπου πλέγµατος. Το πλέγµα των αγωγών
γείωσης, χωρίς ανοίγµατα µεγαλύτερα από 10 x 20 m, πρέπει να επεκτείνεται στα εξωτερικά
όρια της βιοµηχανικής εγκατάστασης. Το σύστηµα γείωσης πλέγµατος εξασφαλίζει χαµηλή
τιµή αντίστασης γείωσης και περιορίζει δραστικά τις επικίνδυνες επιδράσεις του κεραυνού λό-
γω υψηλών τιµών τάσης επαφής και βηµατικής τάσης.

5.1.3.5 Φυσικά ηλεκτρόδια γείωσης ΣΑΠ


Ως ″φυσικά″ ηλεκτρόδια γείωσης µπορεί να χρησιµοποιηθούν ο ενδοσυνδεδεµένος χαλύβδινος
οπλισµός του σκυροδέµατος των θεµελίων ή άλλες κατάλληλες υπόγειες µεταλλικές κατα-
σκευές των οποίων τα χαρακτηριστικά είναι σύµφωνα µε τις απαιτήσεις των υλικών των ηλε-
κτροδίων γείωσης. Στην περίπτωση που χρησιµοποιείται ο οπλισµός του σκυροδέµατος των
θεµελίων ως ηλεκτρόδιο γείωσης πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις ενδοσυνδέσεις του
ώστε να αποφεύγεται θραύση του σκυροδέµατος κατά τη διέλευση του ρεύµατος του κεραυνού.

5.1.4. Υλικά και ελάχιστες διαστάσεις δοµικών στοιχείων του ΣΑΠ


Τα δοµικά στοιχεία που χρησιµοποιούνται για την κατασκευή του ΣΑΠ π.χ. αγωγοί, σύνδεσµοι,
ηλεκτρόδια γείωσης, πρέπει να αντέχουν στις θερµικές, µηχανικές και ηλεκτροµαγνητικές επι-
πτώσεις του ρεύµατος του κεραυνού καθώς και σε άλλες τυχαίες µηχανικές καταπονήσεις φυ-
σικής αιτίας. Επιπλέον, για την επιλογή τους πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η πιθανότητα διά-
βρωσής τόσο της προστατευόµενης κατασκευής όσο και των ιδίων των στοιχείων ανάλογα µε
την εφαρµογή τους στην εξωτερική ΕΑΠ ή µε το µέσο στο οποίο τοποθετούνται π.χ. αέρας,
έδαφος ή σκυρόδεµα.
Σύµφωνα µε την IEC 61024-1:1990, τα δοµικά στοιχεία του ΣΑΠ µπορούν να κατασκευα-
στούν από τα υλικά που φαίνονται στον Πίνακα 5.5 δεδοµένων της επαρκούς ηλεκτρικής αγω-
48 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

γιµότητάς τους και της αντοχής τους στη διάβρωση, ωστόσο, µπορούν να χρησιµοποιηθούν και
άλλα µέταλλα εάν παρουσιάζουν ισοδύναµη µηχανική, ηλεκτρική και χηµική (διάβρωση) συ-
µπεριφορά. Οι ελάχιστες διαστάσεις των στοιχείων του ΣΑΠ φαίνονται στον Πίνακα 5.5 ωστό-
σο οι τιµές αυτές µπορεί να αυξηθούν εάν απαιτείται αυξηµένη µηχανική αντοχή ή µεγαλύτερη
αντοχή στη διάβρωση. Στο βιβλίο του Καθηγητή Α.Π.Θ. Π. Ντοκόπουλου1 γίνεται εκτενής α-
ναφορά σχετικά µε τις διαστάσεις των στοιχείων του ΣΑΠ σύµφωνα µε τους γερµανικούς κα-
νονισµούς VDE 0185/78.
Πίνακας 5.5: Υλικά και ελάχιστες διαστάσεις (mm2) των υλικών του ΣΑΠ.
Αγωγοί Αγωγοί Αγωγοί
Στάθµη Αγωγοί
Υλικό συλλεκτήριου συστήµατος ισοδυναµικών
Προστασίας καθόδου
συστήµατος γείωσης συνδέσεων*
Cu 35 16 50 16 (6)
I ÷ IV Al 70 25 − 25 (10)
Fe 50 50 80 50 (16)
* Οι τιµές εντός παρενθέσεων αντιστοιχούν σε αγωγούς ισοδυναµικών συνδέσεων που δι-
αρρέονται από µικρό ποσοστό του ρεύµατος του κεραυνού (<25%).

5.2. Εσωτερική εγκατάσταση αντικεραυνικής προστασίας


Η εσωτερική ΕΑΠ περιλαµβάνει όλα τα µέσα προστασίας που πρέπει να ληφθούν ώστε να πε-
ριοριστούν σε αποδεκτό βαθµό οι ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του ρεύµατος του κεραυνού
στο εσωτερικό και στη γειτονιά της κατασκευής που χρήζει προστασίας, ανεξάρτητα από το εάν
απαιτείται ή όχι εξωτερική ΕΑΠ. Η αναγκαιότητα ή µη της εσωτερικής ΕΑΠ καθορίζεται σε
µεγάλο βαθµό από την τοποθέτηση της εξωτερικής ΕΑΠ σε σχέση µε τα αγώγιµα τµήµατα και
τις εσωτερικές εγκαταστάσεις της κατασκευής. Ως µέσα προστασίας που συνιστούν την εσωτε-
ρική ΕΑΠ θεωρούνται οι ισοδυναµικές συνδέσεις και όπου αυτές δεν είναι πρακτικά εφικτό να
υλοποιηθούν, η τήρηση ελαχίστων διαχωριστικών αποστάσεων, µόνωση, µέσω ελέγχου της
γειτνίασης µεταξύ της εξωτερικής ΕΑΠ και της κατασκευής γενικότερα.

5.2.1. Ισοδυναµικές συνδέσεις


Οι ισοδυναµικές συνδέσεις γενικότερα εξασφαλίζουν εξίσωση του δυναµικού µεταξύ σηµείων
ενός κυκλώµατος ή µεταξύ διαφορετικών κυκλωµάτων. Κατά συνέπεια, περιορίζουν την πιθα-
νότητα εµφάνισης επικίνδυνων υπερτάσεων σε περίπτωση πλήγµατος κεραυνού σε µια κατα-
σκευή ή ακόµη, γενικότερα, σφάλµατος σε µια ηλεκτρική εγκατάσταση. Ισοδυναµικές συνδέ-
σεις πρέπει να γίνονται στις περιπτώσεις όπου δεν ικανοποιούνται οι αποστάσεις ασφαλείας (τµ.
5.2.3.) µεταξύ της µονωµένης εξωτερικής ΕΑΠ και της ίδιας της κατασκευής ή µεταξύ της µη
µονωµένης εξωτερικής ΕΑΠ και γειτνιαζόντων µεταλλικών εγκαταστάσεων (εσωτερικών ή ε-
ξωτερικών) καθώς και ηλεκτρικών εγκαταστάσεων (εσωτερικών ή εισερχοµένων) της κατα-
σκευής.
Οι ισοδυναµικές συνδέσεις πραγµατοποιούνται είτε µέσω συνδετήριων αγωγών, όπου η η-
λεκτρική συνέχεια δεν εξασφαλίζεται µε φυσικές συνδέσεις, είτε µέσω εκτροπέων υπέρτασης

1
Ντοκόπουλος Π., Ηλεκτρικές εγκαταστάσεις καταναλωτών, Εκδόσεις Ζήτη, 2005
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 49

όπου δεν επιτρέπεται η άµεση αγώγιµη σύνδεση. Για την υλοποίηση των απαιτουµένων ισοδυ-
ναµικών συνδέσεων, στο υπόγειο, ή περίπου στη στάθµη του εδάφους, της κατασκευής που
χρήζει προστασίας εγκαθίσταται ένας ζυγός εξίσωσης δυναµικών, επισκέψιµος, ο οποίος συνδέ-
εται µε το σύστηµα γείωσης και στον οποίο καταλήγουν όλοι οι συνδετήριοι αγωγοί και οι α-
κροδέκτες γείωσης των εκτροπέ-
Τµήµα εγκατάστασης που ων υπέρτασης (σχ. 5.7).
απαιτεί ισοδυναµική σύνδεση
µέσω εκτροπέα υπέρτασης
Σε κατασκευές µεγάλων δια-
στάσεων µπορούν να εγκαταστα-
Ζυγός θούν περισσότεροι ζυγοί υπό την
εξίσωσης δυναµικών Εκτροπέας
υπέρτασης προϋπόθεση ότι διασυνδέονται.
Ακόµη, σε κατασκευές ύψους µε-
γαλύτερου από 20 m απαιτούνται
επιπλέον ζυγοί εξίσωσης δυναµι-
κών, σε κάθετα διαστήµατα όχι
µεγαλύτερα των 20 m, οι οποίοι
Αγωγός συνδέονται στους οριζόντιους πε-
Τµήµα εγκατάστασης που Προστασίας (ΡΕ)
απαιτεί ισοδυναµική σύνδεση ριµετρικούς δακτυλίους που δια-
µέσω συνδετήριου αγωγού
συνδέουν ισοδυναµικά τους αγω-
Σύστηµα γείωσης γούς καθόδου (τµ. 5.1.2.). Η δια-
τοµή των ζυγών εξίσωσης δυνα-
Σχήµα 5.7: Ισοδυναµικές συνδέσεις εγκαταστάσεων µέσω ζυ-
γού εξίσωσης δυναµικών. µικών πρέπει να είναι τουλάχιστον
50 mm2 ενώ η τοποθέτησή τους
στην κατασκευή πρέπει να εξασφαλίζει την κατά το δυνατόν βραχύτερη σύνδεση µε το σύστη-
µα γείωσης ή µε τους οριζόντιους περιµετρικούς δακτυλίους.
Ειδικότερα, στο ζυγό εξίσωσης δυναµικών συνδέονται µέσω συνδετήριων αγωγών ο ενδο-
συνδεδεµένος οπλισµός του σκυροδέµατος της κατασκευής ή ο µεταλλικός σκελετός της, οι
εσωτερικές µεταλλικές εγκαταστάσεις της όπως υδραυλική ή θέρµανσης καθώς και οι θωρακί-
σεις, ή οι µεταλλικοί σωλήνες όδευσης, των καλωδίων των εσωτερικών ηλεκτρικών εγκατα-
στάσεων ισχυρών ή ασθενών ρευµάτων. Επιπλέον, στο ζυγό εξίσωσης δυναµικών συνδέονται,
µέσω συνδετήριων αγωγών είτε εκτροπέων υπερτάσεων, όλες οι παροχές υπηρεσιών κοινής
ωφέλειας (ηλεκτρισµού, τηλεπικοινωνιών, φυσικού αερίου, ύδρευσης) όσο το δυνατόν πλησιέ-
στερα στην είσοδό τους στην κατασκευή. Στα δίκτυα TN (γειωµένος ουδέτερος) ο αγωγός προ-
στασίας PE ή ο κοινός αγωγός ουδετέρου-γείωσης PEN συνδέονται απευθείας στο ζυγό εξίσω-
σης δυναµικών µέσω συνδετήριων αγωγών ενώ οι ενεργοί αγωγοί συνδέονται µέσω εκτροπέων
υπέρτασης.
Όταν οι παροχές υπηρεσιών κοινής ωφέλειας εισέρχονται στην κατασκευή στο επίπεδο του
εδάφους από διαφορετικά σηµεία εγκαθίσταται ζυγός ισοδυναµικών συνδέσεων σε κάθε σηµείο
εισόδου των παροχών ο οποίος συνδέεται άµεσα µε το σύστηµα γείωσης και µε τον ενδοσυνδε-
δεµένο οπλισµό του σκυροδέµατος των θεµελίων της κατασκευής. Στην περίπτωση συστήµατος
γείωσης µε διάταξη ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Β οι ζυγοί ισοδυναµικών συνδέσεων συνδέο-
νται άµεσα µε τον περιµετρικό δακτύλιο γείωσης ή τη θεµελιακή γείωση. Με τον τρόπο αυτό
εξασφαλίζεται και η αγώγιµη σύνδεση µεταξύ τους (σχ. 5.8α).
50 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Σύνδεση µε τον Σύνδεση µε τον


ενδοσυνδεδεµένο οπλισµό του Εισερχόµενη Εισερχόµενη
παροχή ενδοσυνδεδεµένο οπλισµό του παροχή
σκυροδέµατος των θεµελίων σκυροδέµατος των θεµελίων

Εισερχόµενη Εισερχόµενη
παροχή παροχή

Εισερχόµενη Εισερχόµενη
παροχή παροχή Ηλεκτρόδιο
Εσωτερικός περιµετρικός γείωσης
Ενδοσυνδεδεµένος οπλισµός δακτύλικος ισοδυναµικής
σκυροδέµατος θεµελίων σύνδεσης

Ενδοσυνδεδεµένος οπλισµός
σκυροδέµατος θεµελίων
α.) ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης γείωσης τύπου Β β.) ∆ιάταξη ηλεκτροδίων γείωσης γείωσης τύπου Α

Σχήµα 5.8: Ισοδυναµικές συνδέσεις στην περίπτωση που οι παροχές υπηρεσιών κοινής ωφέλειας εισέρ-
χονται στην κατασκευή στο επίπεδο του εδάφους από διαφορετικά σηµεία.

Στην περίπτωση συστήµατος γείωσης διάταξης ηλεκτροδίων γείωσης τύπου Α ζυγοί εξίσω-
σης δυναµικών συνδέονται άµεσα σε κάθε ηλεκτρόδιο γείωσης και επιπρόσθετα διασυνδέονται
εσωτερικά της κατασκευής µέσω περιµετρικού δακτυλίου ισοδυναµικής σύνδεσης (σχ. 5.8β).
Όταν οι παροχές υπηρεσιών κοινής ωφέλειας εισέρχονται στην κατασκευή σε κάποιο ύψος
από το επίπεδο του εδάφους οι ζυγοί ισοδυναµικών συνδέσεων διασυνδέονται εσωτερικά ή ε-
ξωτερικά του εξωτερικού τοίχου της κατασκευής µέσω περιµετρικού δακτυλίου ισοδυναµικής
σύνδεσης. Ο τελευταίος συνδέεται µε τους αγωγούς καθόδου της εξωτερικής ΕΑΠ, και µε τον
ενδοσυνδεδεµένο οπλισµό του σκυροδέµατος της κατασκευής εάν υφίσταται, σε διαστήµατα
όπως αυτά καθορίζονται για τις αποστάσεις µεταξύ των αγωγών καθόδου (Πίνακας 5.3). Σύµ-
φωνα µε την IEC 61312-1:1995, σε κατασκευές µε αυξηµένες απαιτήσεις προστασίας έναντι
των ηλεκτροµαγνητικών επιδράσεων του ρεύµατος του κεραυνού στο εσωτερικό τους, ο περι-
µετρικός δακτύλιος ισοδυναµικής σύνδεσης των ζυγών ισοδυναµικών συνδέσεων πρέπει να
συνδέεται κάθε 5 m µε τον ενδοσυνδεδεµένο οπλισµό του σκυροδέµατος της κατασκευής
Στην περίπτωση µονωµένης εξωτερικής ΕΑΠ ισοδυναµική σύνδεση µεταξύ της εξωτερικής
ΕΑΠ και της ίδιας της κατασκευής πραγµατοποιείται µόνο στη στάθµη του εδάφους. Η ίδια
πρακτική συνιστάται και στην περίπτωση που δοµικά στοιχεία της κατασκευής, π.χ. ο ενδοσυν-
δεδεµένος χαλύβδινος οπλισµός ή ο µεταλλικός σκελετός αποτελούν, “φυσικούς” αγωγούς κα-
θόδου.
Οι αγωγοί ισοδυναµικών συνδέσεων πρέπει να αντέχουν το ποσοστό του ρεύµατος του κε-
ραυνού που τους διαρρέει. Το ποσοστό αυτό είναι συνήθως µικρό όταν διασυνδέουν ισοδυνα-
µικά µεταλλικές εγκαταστάσεις στο εσωτερικό της κατασκευής ενώ γίνεται σηµαντικό όταν
διασυνδέουν εξωτερικά αγώγιµα τµήµατα µε το ΣΑΠ. Το ποσοστό αυτό του ρεύµατος του κε-
ραυνού, καθορίζει τις ελάχιστες διαστάσεις των αγωγών ισοδυναµικών συνδέσεων (Πίνακας
5.5), µπορεί να υπολογιστεί αναλυτικά σύµφωνα µε την IEC 61024-1-2:1998 ως ακολούθως.

5.2.1.1 Υπολογισµός ρεύµατος κεραυνού που ρέει σε εξωτερικά αγώγιµα τµήµατα και στα καλώ-
δια εισερχόµενων παροχών της κατασκευής
Το ρεύµα του κεραυνού, κατά τη διαδροµή του προς την γη, µοιράζεται στο σύστηµα γείωσης
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 51

και στα εξωτερικά αγώγιµα τµήµατα καθώς και στα καλώδια των εισερχόµενων παροχών κοι-
νής ωφέλειας της κατασκευής, συνδεδεµένα στο ζυγό εξίσωσης δυναµικών είτε άµεσα µέσω
αγωγών ισοδυναµικών συνδέσεων είτε µέσω εκτροπέων υπέρτασης. Το τµήµα του ρεύµατος
του κεραυνού που διαρρέει αντίστοιχα κάθε εξωτερικό αγώγιµο τµήµα ή καλώδιο των εισερχό-
µενων παροχών της κατασκευής εξαρτάται από το πλήθος τους, την ισοδύναµη αντίσταση γεί-
ωσής τους και από την ισοδύναµη αντίσταση γείωσης του συστήµατος γείωσης της κατα-
σκευής. Το ρεύµα αυτό, I f , µπορεί να υπολογιστεί σύµφωνα µε τη σχέση:

Ze
If = I ⋅ (5.1)
nZ e + Z i
όπου:
− Ι (kA) το ρεύµα του κεραυνού αντίστοιχο µε την επιλεχθείσα στάθµη προστασίας, (Πίνα-
κας 4.2),
− Ze (Ω) η ισοδύναµη αντίσταση γείωσης του συστήµατος γείωσης,
− Ζi (Ω) η ισοδύναµη αντίσταση γείωσης κάθε εξωτερικού αγώγιµου τµήµατος ή καλωδίου
των εισερχόµενων παροχών της κατασκευής και,
− n ο συνολικός αριθµός των εξωτερικών αγώγιµων τµηµάτων και των καλωδίων των
εισερχόµενων παροχών της κατασκευής.
Οι ισοδύναµες αντιστάσεις γείωσης Ze και Ζi εξαρτώνται από την ειδική αντίσταση του εδά-
φους και τιµές τους µπορούν να ληφθούν από τον Πίνακα 5.6.
Πίνακας 5.6: Τιµές ισοδύναµων αντιστάσεων γείωσης Ze και Ζn ανάλογα µε την ειδική αντίσταση του
εδάφους. Πηγή: IEC 61024-1-2:1998, (p.95, Table 3)
Ze (Ω) ανάλογα µε την στάθµη προστασίας
ρ, (Ω.m) Ζi (Ω) I II III και IV
100 8 4 4 4
200 13 6 6 6
500 16 10 10 10
1000 22 10 15 20
2000 28 10 15 40
3000 35 10 15 60

Αντίστοιχα το τµήµα του ρεύµατος του κεραυνού που παροχετεύεται στη γη µέσω του συ-
στήµατος γείωσης της κατασκευής µπορεί να υπολογιστεί από τη σχέση:

Ie = I − n ⋅ If (5.2)

Ο δεύτερος όρος του γινοµένου της εξίσωσης 5.1 µπορεί να παραστεί µέσω ενός συντελε-
στή, Kp, που εκφράζει το ποσοστό του ρεύµατος του κεραυνού που διαρρέει αντίστοιχα κάθε
εξωτερικό αγώγιµο τµήµα ή καλώδιο των εισερχόµενων παροχών της κατασκευής. Λαµβάνο-
ντας υπόψη τον Πίνακα 5.6, οι τιµές του συντελεστή Kp παρουσιάζονται συναρτήσει της ειδικής
αντίστασης του εδάφους στον Πίνακα 5.7 σε σχέση µε την επιλεχθείσα στάθµη προστασίας και
το συνολικό αριθµό των εξωτερικών αγώγιµων τµηµάτων και των καλωδίων των εισερχόµενων
παροχών της κατασκευής.
52 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Πίνακας 5.7: Συντελεστής κατανοµής του ρεύµατος του κεραυνού, Kp, συναρτήσει της ειδικής αντίστα-
σης του εδάφους.
Kp
n=1 n=2 n=3 n=4
ρ, (Ω.m) I II III & IV I II III & IV I II III & IV I II III & IV
100 0.33 0.33 0.33 0.25 0.25 0.25 0.20 0.20 0.20 0.17 0.17 0.17
200 0.32 0.32 0.32 0.24 0.24 0.24 0.19 0.19 0.19 0.16 0.16 0.16
500 0.38 0.38 0.38 0.28 0.28 0.28 0.22 0.22 0.22 0.18 0.18 0.18
1000 0.31 0.41 0.48 0.24 0.29 0.32 0.19 0.22 0.24 0.16 0.18 0.20
2000 0.26 0.35 0.59 0.21 0.26 0.37 0.17 0.21 0.27 0.15 0.17 0.21
3000 0.22 0.30 0.63 0.18 0.23 0.39 0.15 0.19 0.28 0.13 0.16 0.22

Σύµφωνα µε τον Πίνακα 5.7 το ποσοστό του ρεύµατος του κεραυνού που παροχετεύεται στη
γη µέσω του συστήµατος γείωσης της κατασκευής αυξάνει µε τη µείωση του αριθµού των ει-
σερχόµενων παροχών καθώς και βαίνοντας από τη στάθµη προστασίας IV στην I.
Εάν η ειδική αντίσταση του εδάφους ή η στάθµη προστασίας δεν είναι γνωστές το τµήµα
του ρεύµατος του κεραυνού που ρέει σε κάθε εξωτερικό αγώγιµο τµήµα ή καλώδιο των εισερ-
χόµενων παροχών της κατασκευής µπορεί προσεγγιστικά να υπολογιστεί από τη σχέση:

I
I f = 0 .5
n
θεωρώντας ότι το 50% του συνολικού ρεύµατος του κεραυνού παροχετεύεται στη γη µέσω του
συστήµατος γείωσης της κατασκευής.
Σε κατοικίες, το τηλεφωνικό δίκτυο µπορεί να µη ληφθεί υπόψη στον υπολογισµό του παρά-
γοντα n της εξίσωσης 5.1, καθώς θεωρείται ότι δεν επηρεάζει το τµήµα του ρεύµατος του κε-
ραυνού που διαρρέει τις υπόλοιπες παροχές σε περίπτωση πλήγµατος. Ωστόσο, σύµφωνα µε
την IEC 61312-1:1995, το τηλεφωνικό δίκτυο πρέπει να συνδέεται ισοδυναµικά στο ζυγό εξί-
σωσης δυναµικών και για τον καθορισµό των ισοδυναµικών συνδέσεων πρέπει να λαµβάνεται
υπόψη ότι τα τηλεφωνικά καλώδια διαρρέονται από ρεύµα τουλάχιστον 5% του ρεύµατος του
κεραυνού.
Στις περιπτώσεις που στις εισερχόµενες παροχές της κατασκευής χρησιµοποιούνται καλώδια
χωρίς θωράκιση ή τα καλώδια δεν οδεύουν σε µεταλλικούς σωλήνες, το τµήµα του ρεύµατος
του κεραυνού που διαρρέει κάθε αγωγό του καλωδίου, I f′ , υπολογίζεται από την παρακάτω
εξίσωση:

If
I f′ = (5.3)
m
όπου m ο αριθµός των αγωγών του καλωδίου και το I f δίδεται από την εξίσωση 5.1.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 53

Παράδειγµα υπολογισµού ρεύµατος κεραυνού που ρέει σε εξωτερικά αγώγιµα τµήµατα και
στα καλώδια εισερχόµενων παροχών της κατασκευής
Έστω κατοικία µε εγκατεστηµένο ΣΑΠ στάθµης προστασίας IV στην οποία οι εισερχόµενες
παροχές κοινής ωφέλειας είναι το δίκτυο ύδρευσης και το δίκτυο φυσικού αερίου (µεταλλικά
εξωτερικά αγώγιµα τµήµατα), το δίκτυο χαµηλής τάσης και το τηλεφωνικό δίκτυο. Έστω ότι η
ειδική αντίσταση του εδάφους είναι 200 Ω.m το ρεύµα που θα διαρρεύσει κάθε εισερχόµενη
παροχή της κατασκευής σε περίπτωση πλήγµατος κεραυνού υπολογίζεται ως εξής:
Αµελώντας το τηλεφωνικό δίκτυο, οι εισερχόµενες παροχές της κατοικίας είναι n = 3. Από τον
Πίνακα 5.7 ο συντελεστής κατανοµής του ρεύµατος του κεραυνού προκύπτει Kp = 0.19 εποµέ-
νως το ρεύµα που θα διαρρεύσει κάθε µία από τις υπόλοιπες εισερχόµενες παροχές της κατοικί-
ας σε περίπτωση πλήγµατος κεραυνού υπολογίζεται µέσω της εξίσωσης 5.1 και του Πίνακα 4.2:

I f = I ⋅ K p = 100 kA ⋅ 0.19 = 19 kA .

Το τµήµα του ρεύµατος του κεραυνού που παροχετεύεται στη γη µέσω του συστήµατος γεί-
ωσης της κατοικίας υπολογίζεται µέσω της εξίσωσης 5.2:

I e = I − n ⋅ I f = 100 kA − 3 ⋅ 19 kA = 43 kA .
Εάν το δίκτυο χαµηλής τάσης είναι TN-S (τρεις φάσεις, γειωµένος ουδέτερος και αγωγός
προστασίας) το ρεύµα που θα διαρρεύσει κάθε αγωγό του δικτύου υπολογίζεται µέσω της εξί-
σωσης 5.3:

I f 19 kA
I f′ = = = 3.8 kA .
m 5
Το τµήµα του ρεύµατος του κεραυνού που θα διαρρεύσει το τηλεφωνικό δίκτυο υπολογίζε-
ται I T = I ⋅ 0.05 = 100 kA ⋅ 0.05 = 5 kA και εποµένως µέσω κάθε αγωγού του τηλεφωνικού
δικτύου θα διαρρεύσει 2.5 kA.

5.2.1.2 Ελάχιστη διατοµή θωράκισης καλωδίων


Όταν τα καλώδια των εισερχόµενων παροχών της κατασκευής είναι θωρακισµένα και η θωρά-
κισή τους είναι γειωµένη και στα δύο άκρα τους, το ρεύµα του κεραυνού θεωρείται ότι διαρρέει
την θωράκιση τους. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει κίνδυνος εµφάνισης υπέρτασης µεταξύ της
θωράκισης και του ενεργού αγωγού του καλωδίου. Η υπέρταση εξαρτάται από το υλικό και τις
διαστάσεις της θωράκισης καθώς και από το µήκος και τον τρόπο όδευσης του καλωδίου. Σύµ-
φωνα µε την IEC 61024-1-2:1998 η ελάχιστη διατοµή της θωράκισης που εξασφαλίζει την αυ-
τοπροστασία ενός καλωδίου, δεν απαιτείται εγκατάσταση εκτροπέα υπέρτασης, θα δίδεται από
τη σχέση:

I f ⋅ ρ c ⋅ Lc ⋅ 10 6
Amin = , mm 2 (5.4)
Uc
όπου:
− I f ( kA ) είναι το ρεύµα του κεραυνού που ρέει στη θωράκιση,
− ρ c (Ω.m) είναι η ειδική αντίσταση της θωράκισης, τυπικές τιµές για Cu: 1.7x10-8 Ω.m, Al:
54 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

2.7x10-8 Ω.m,
− Lc (m) είναι το µήκος του καλωδίου σύµφωνα µε τον Πίνακα 5.8 και,
− U c (kV) είναι η κρουστική τάση αντοχής του καλωδίου ανάλογα µε την ονοµαστική τάση
λειτουργίας του σύµφωνα µε τον Πίνακα 5.9.
Πίνακας 5.8: Μήκος καλωδίου ανάλογα µε τη κατάσταση της θωράκισης σε σχέση µε το έδαφος. Πηγή:
IEC 61024-1-2:1998, (p.95, Table 4)
Κατάσταση θωράκισης Lc
Σε επαφή µε το έδαφος ειδικής αντίστασης ρ (Ω.m) Lc ≤ 8 ρ
Lc = απόσταση µεταξύ της κατασκευής
Αποµονωµένη από το έδαφος ή στον αέρα και του πλησιέστερου σηµείου γείωσης
της θωράκισης

Πίνακας 5.9: Κρουστική τάση αντοχής του καλωδίου ανάλογα µε την ονοµαστική τάση λειτουργίας.
Πηγή: IEC 61024-1-2:1998, (p.95, Table 5)
Ονοµαστική τάση (kV) U c (kV)
≤0.05 5
0.22 15
10 75
15 95
20 125

5.2.2. ∆ιατάξεις προστασίας έναντι υπερτάσεων από πλήγµα κεραυνού


Οι πιθανές υπερτάσεις που µπορεί να εµφανιστούν στις εγκαταστάσεις χαµηλής τάσης υπερτί-
θενται στη τάση λειτουργίας της εγκατάστασης και µπορεί να αναπτυχθούν είτε µεταξύ ενεργού
αγωγού και γης είτε µεταξύ ενεργών αγωγών. Μπορούν να καταταχθούν γενικότερα σε τέσσε-
ρις κατηγορίες ανάλογα µε την αιτία που τις προκαλεί:
ƒ υπερτάσεις λόγω άµεσου ή έµµεσου πλήγµατος κεραυνού,
ƒ υπερτάσεις λόγω ηλεκτροστατικών εκκενώσεων,
ƒ υπερτάσεις λόγω χειρισµών,
ƒ υπερτάσεις βιοµηχανικής συχνότητας.
Αν και οι παράµετροι των υπερτάσεων αυτών, όπως ρυθµός ανόδου της τάσης, διάρκεια, ενέρ-
γεια, απόσβεση µε την απόσταση κ.α, διαφέρουν σηµαντικά µεταξύ τους, κάθε κατηγορία υ-
περτάσεων µπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα επιζήµια για τον εξοπλισµό. Η ανάλυση των υπερ-
τάσεων των τριών τελευταίων κατηγοριών καθώς και του τρόπου αντιµετώπισής τους δεν εµπί-
πτει στο σκοπό αυτού συγγράµµατος. Οι τυπικές κυµατοµορφές τάσης και ρεύµατος που προ-
σοµοιώνουν εργαστηριακά, κατά τις δοκιµές του εξοπλισµού, τις υπερτάσεις και τα αντίστοιχα
ρεύµατα λόγω πλήγµατος κεραυνού είναι η κυµατοµορφή τάσης 1.2/50 µs και οι κυµατοµορφές
ρεύµατος 8/20 µs και 10/350 µs.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 55

Μία ιδανική διάταξη προστασίας έναντι υπερτάσεων πρέπει να συµπεριφέρεται ως ανοικτό


κύκλωµα υπό κανονική λειτουργία της εγκατάστασης, σε περίπτωση υπέρτασης να άγει χωρίς
καθυστέρηση υπό τάση λίγο µεγαλύτερη της τάσης λειτουργίας της εγκατάστασης, να µην επι-
τρέπει η τάση στην εγκατάσταση να αυξηθεί κατά τη διάρκεια που άγει, να περιορίζει το ρεύµα
σφάλµατος και να απορροφά την ενέργεια που το συνοδεύει, να επιστρέφει στην κανονική κα-
τάσταση λειτουργίας της µετά την παρέλευση της υπέρτασης και να µη καταστρέφεται ποτέ.
Οι εκτροπείς υπέρτασης (surge arresters) αποτελούν βασικές διατάξεις, ευρείας εφαρµογής,
προστασίας µιας εγκατάστασης έναντι υπερτάσεων. Η προστασία που παρέχουν οι εκτροπείς
υπέρτασης συνίσταται γενικότερα είτε στην αποκοπή της υπέρτασης, είτε στον περιορισµό της
σε αποδεκτή τιµή, είτε στο συνδυασµό των δύο. Ωστόσο, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η πλή-
ρης και αποτελεσµατική προστασία έναντι υπερτάσεων µίας κατασκευής λόγω πλήγµατος κε-
ραυνού δεν µπορεί να εξασφαλιστεί µε τη χρησιµοποίηση ενός και µόνο εκτροπέα υπέρτασης
είτε διότι τα τεχνικά χαρακτηριστικά του δεν είναι στο σύνολό τους αυτά της ιδανικής διάταξης
προστασίας είτε διότι η αιτία της υπέρτασης µπορεί να ποικίλει ιδιαίτερα. Ακόµη, στα διάφορα
σηµεία µίας εγκατάστασης µπορεί να απαιτείται διαφορετικό επίπεδο προστασίας εφόσον τόσο
η τάση λειτουργίας όσο και οι πιθανές υπερτάσεις µπορεί να διαφέρουν σηµαντικά σε τιµή.
Στην πράξη χρησιµοποιούνται διάφορες διατάξεις προστασίας, ένας εκτροπέας υπέρτασης ή
συνδυαστικά πολλοί µε επιπλέον στοιχεία για το συντονισµό τους, ανάλογα µε την ανάγκη
προστασίας κατά περίπτωση. Η επιλογή των κατάλληλων διατάξεων προστασίας προϋποθέτει
τη µελέτη συντονισµού των µονώσεων της εγκατάστασης.

5.2.2.1 Βασικά στοιχεία για τον συντονισµό των µονώσεων χαµηλής τάσης
Ο συντονισµός των µονώσεων στις εγκαταστάσεις χαµηλής τάσης αποβλέπει στην εξασφάλιση
της αδιάλειπτης και ασφαλούς λειτουργίας του εξοπλισµού. Για την επίτευξη του συντονισµού
των µονώσεων απαιτείται ο υπολογισµός των πιθανών υπερτάσεων που µπορεί να εµφανιστούν,
η γνώση του βασικού επιπέδου µόνωσης του συστήµατος λειτουργίας, η επιλογή της τάσης α-
ντοχής, επιπέδου µόνωσης, του εξοπλισµού καθώς και η σωστή επιλογή των µέσων προστασί-
ας. Για το σκοπό αυτό, σύµφωνα µε την IEC 60664-1:2000, ο εξοπλισµός χαµηλής τάσης κατα-
τάσσεται σε τέσσερις κατηγορίες ανάλογα µε τις υπερτάσεις που πιθανώς µπορεί να τον κατα-
πονήσουν:
− Κατηγορία υπερτάσεων Ι
Εξοπλισµός µειωµένης απαίτησης προστασίας έναντι υπερτάσεων όπως για παράδειγµα
στοιχεία ηλεκτρονικών κυκλωµάτων.
− Κατηγορία υπερτάσεων ΙΙ
Εξοπλισµός στον οποίο δεν αναµένεται ανάπτυξη υπερτάσεων λόγω πλήγµατος κεραυνού
αλλά µπορεί να αναπτυχθούν υπερτάσεις άλλης κατηγορίας, παράδειγµα οι κοινές ηλεκτρι-
κές συσκευές κατοικιών ή φορητός εξοπλισµός.
− Κατηγορία υπερτάσεων ΙΙΙ
Εξοπλισµός στον οποίο δεν αναµένεται ανάπτυξη υπερτάσεων λόγω πλήγµατος κεραυνού
αλλά µπορεί να αναπτυχθούν υπερτάσεις άλλης κατηγορίας και όπου η αξιοπιστία και η δια-
θεσιµότητα του εξοπλισµού ή των εξαρτώµενων κυκλωµάτων αποτελούν ειδική προϋπόθε-
ση, παραδείγµατα αποτελούν τα µέσα προστασίας, διακόπτες, ρευµατολήπτες.
− Κατηγορία υπερτάσεων ΙV
Εξοπλισµός στον οποίο αναµένεται ανάπτυξη υπερτάσεων λόγω πλήγµατος κεραυνού. Πα-
56 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ράδειγµα αποτελεί ο εξοπλισµός στα όρια της ηλεκτρικής εγκατάστασης µίας κατασκευής
όπως οι εναέριες γραµµές και τα καλώδια µεταφοράς του δικτύου χαµηλής τάσης, οι µετρη-
τές ηλεκτρικής ενέργειας και οι αυτόµατοι διακόπτες ισχύος.
Μετά την κατάταξη του εξοπλισµού σε κάποια κατηγορία υπερτάσεων το επίπεδο µόνωσης
του, διαβαθµισµένη κρουστική τάση αντοχής, µπορεί να επιλεχθεί από τον παρακάτω Πίνακα
ανάλογα µε τη µέγιστη ονοµαστική τάση λειτουργίας του συστήµατος ως προς γη. Η διαβαθµι-
σµένη κρουστική τάση αντοχής αναφέρεται στο µέγιστο εύρος κρουστικής τάσης 1.2/50 µs που
πρέπει να αντέχει ο εξοπλισµός άρα και για το οποίο υπολογίζεται και δοκιµάζεται.
Πίνακας 5.10: ∆ιαβαθµισµένη κρουστική τάση αντοχής εξοπλισµού χαµηλής τάσης ανάλογα µε τη µέ-
γιστη ονοµαστική τάση λειτουργίας του συστήµατος ως προς γη [IEC 60099-1:1999]

Μέγιστη ονοµαστική τάση λειτουρ- ∆ιαβαθµισµένη κρουστική τάση αντοχής εξοπλισµού,


γίας του συστήµατος ως προς γη (έ- υψόµετρο 2000 m (kV)
ως/ και), Κατηγορία υπερτάσεων
a.c. ή d.c. (V) I II III IV
50 0.33 0.5 0.8 1.5
100 0.5 0.8 1.5 2.5
150 0.8 1.5 2.5 4
1.5 2.5 4 6
300 1.8* 2.9* 4.9* 7.4*
2.3** 3.5** 6.2** 9.8**
600 2.5 4 6 8
1000 4 6 8 12
* Εξοπλισµός δικτύου χαµηλής τάσης 230/400 V σε επίπεδο θαλάσσης.
**Εξοπλισµός δικτύου χαµηλής τάσης 230/400 V σε επίπεδο θαλάσσης που χρησιµοποιείται για µόνω-
ση ή τάσεις αντοχής µεταξύ ανοικτών επαφών.

Οι διατάξεις προστασίας έναντι υπερτάσεων συστηµάτων χαµηλής τάσης κατατάσσονται σε


τρεις κλάσεις I÷III αναφορικά µε το επίπεδο προστασίας που παρέχουν και διακρίνονται σε κα-
τηγορίες ανάλογα µε τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους [IEC 61643-1:1998]:
− Κλάση Ι
Συµπεριλαµβάνει διατάξεις προστασίας που ενδέχεται να διαρρέονται από τµήµα του ρεύµα-
τος του κεραυνού. Συνιστάται η εγκατάστασή τους σε σηµεία υψηλού κινδύνου από άµεσο
πλήγµα κεραυνού όπως στις εναέριες γραµµές µεταφοράς του δικτύου χαµηλής τάσης ή στα
σηµεία εισόδου των παροχών κοινής ωφέλειας σε κατασκευές προστατευµένες µε ΣΑΠ. Οι
διατάξεις της κλάσης αυτής καλούνται συνήθως «αλεξικέραυνα».
− Κλάση ΙΙ
Συµπεριλαµβάνει διατάξεις προστασίας που χρησιµοποιούνται ως µέσα προστασίας έναντι
υπερτάσεων από έµµεσα πλήγµατα κεραυνού ή από χειρισµούς. Συνιστάται η εγκατάστασή
τους σε σηµεία µικρότερης απαίτησης προστασίας έναντι υπερτάσεων όπως στο γενικό πί-
νακα χαµηλής τάσης του καταναλωτή.
− Κλάση ΙΙΙ
Συµπεριλαµβάνει διατάξεις προστασίας που χρησιµοποιούνται σε περιπτώσεις µειωµένης
απαίτησης προστασίας έναντι υπερτάσεων λόγω χειρισµών π.χ. προστασία συσκευών εντός
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 57

της κατασκευής.

5.2.2.2 Κατηγορίες εκτροπέων υπέρτασης χαµηλής τάσης


Υπάρχουν τέσσερις βασικές κατηγορίες εκτροπέων υπέρτασης χαµηλής τάσης των οποίων η
παρεχόµενη προστασία προδιαγράφεται από αντίστοιχους κανονισµούς της IEC:

− Σπινθηριστές αερίων, Gas discharge tube (GDT) [IEC 61643-311:2001]


Πρόκειται για ένα διάκενο, ή πολλά διάκενα σε σειρά, δύο ή τριών ηλεκτροδίων, εσώκλειστο σε
σωλήνα µε διηλεκτρικό µέσο κάποιο αέριο υπό πίεση (συνήθως ευγενές) διαφορετικό από τον
αέρα. Κατά το µέτωπο της υπέρτασης στα άκρα του ο σπινθηριστής δεν άγει ωστόσο, µόλις η
υπέρταση ξεπεράσει την τάση έναυσής του αναπτύσσεται καταρχήν εκκένωση αίγλης, η τάση
στα άκρα του περιορίζεται στα 75 έως 150 V (ρεύµα µερικές δεκάδες mΑ έως 1.5 Α) ανάλογα
µε τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, την οποία διαδέχεται ηλεκτρικό τόξο (τάση 10÷35 V). Μετά
το µέγιστο της υπέρτασης, το ρεύµα διαµέσου του σπινθηριστή περιορίζεται (από µερικές 10
mΑ έως 100 mΑ ανάλογα µε τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, και µε το πέρας της η εκκένωση
τόξου µεταπίπτει σε εκκένωση αίγλης και τελικά επέρχεται σβέση του σπινθηριστή. Ωστόσο,
για να εξασφαλίζεται η σβέση του τόξου η τάση λειτουργίας δεν µπορεί να είναι ποτέ πολύ µε-
γάλη, το τόξο προκαλεί στιγµιαία βραχυκύκλωµα στην εγκατάσταση και εποµένως δεν πρέπει
να τροφοδοτείται από το ρεύµα της εγκατάστασης. Για το λόγο αυτό οι σπινθηριστές αερίων
δεν πρέπει ποτέ να χρησιµοποιούνται απευθείας στο δίκτυο χαµηλής τάσης αλλά, σύµφωνα µε
κατασκευαστές, να προηγείται σε σειρά ένας βαρύστορας στη µεριά του εξοπλισµού.
Οι σπινθηριστές αερίων χρησιµοποιούνται κυρίως σε κυκλώµατα ασθενών ρευµάτων όπως
στα τηλεπικοινωνιακά συστήµατα, στα συστήµατα µεταφοράς δεδοµένων ή σε ηλεκτρονικές
εφαρµογές (σχ. 5.9). Ο χρόνος απόκρισής τους στην υπέρταση είναι σχετικά µεγάλος, η τάση
έναυσης τους παρουσιάζει στατιστική διακύµανση εφόσον εξαρτάται από το ρυθµό ανόδου της
υπέρτασης, ωστόσο µπορούν να φέρουν µεγάλα ρεύµατα 1.5 ÷ 20 kA. Για τον έλεγχο της στα-
τικής και δυναµικής συµπεριφοράς τους δοκιµάζονται µε κυµατοµορφές τάσης µε δύο ρυθµούς
ανόδου στο µέτωπο 100 V/µs και 1 kV/µs αντίστοιχα.

Σχήµα 5.9: Προστασία µε σπινθηριστές αερίων κυκλωµάτων ασθενών ρευµάτων.

− ∆ίοδοι περιορισµού υπέρτασης, Avalanche breakdown diodes (ABD) [IEC 61643-321:2001]


Πρόκειται για εξελιγµένες διόδους, παρόµοιες των διόδων Zener, µε ταχύτατη απόκριση στην
58 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

υπέρταση αλλά µικρής ισχύος. Αποτελούν στοιχεία διατάξεων προστασίας έναντι υπερτάσεων
σε κυκλώµατα χαµηλής τάσης συνδεδεµένες είτε µόνες είτε σε συστοιχίες.

− Θυρίστορ περιορισµού υπέρτασης, thyristor surge suppressors (TSS) [IEC 61643-341:2001]


Πρόκειται για στοιχεία ισχύος, παρόµοια των thyristors ή των triacs, µε αργή απόκριση στην
υπέρταση αλλά µεγάλης ισχύος. Αποτελούν στοιχεία διατάξεων προστασίας έναντι υπερτάσεων
σε κυκλώµατα χαµηλής τάσης που συνδυάζουν την αποκοπή και τον περιορισµό της υπέρτασης
σε κυκλώµατα χαµηλής τάσης.

− ∆ιατάξεις MOV, Metal Oxide Varistors (MOV) [IEC 61643-331:2003]


Πρόκειται για εκτροπείς υπέρτασης, ευρείας εφαρµογής, γρήγορης απόκρισης που περιορίζουν
την υπέρταση σε αποδεκτή τιµή. Αποτελούνται από µη γραµµικές αντιστάσεις, κατά κανόνα
βαρύστορες µεταλλικών οξειδίων (συνήθως ZnO), των οποίων η χαρακτηριστική τάσης − ρεύ-
µατος είναι ισχυρά µη γραµµική σύµφωνη µε τη γενική εξίσωση:

U = aI b

Χαρακτηριστικές παράµετροι των διατάξεων MOV που λαµβάνονται υπόψη για την επιλογή
τους ανάλογα µε την προστασία που απαιτείται αποτελούν:
ƒ η συνεχής τάση λειτουργίας Uc, η µέγιστη επιτρεπόµενη τάση, εναλλασσόµενη (rms) ή συνε-
χής, που µπορεί να υφίσταται συνεχώς στα άκρα της διάταξης MOV κατά τη λειτουργία της.
Η συνεχής τάση λειτουργίας της διάταξης MOV πρέπει να ίση ή µεγαλύτερη από τη µέγιστη
επιτρεπόµενη τάση λειτουργίας της εγκατάστασης, Ucs.

U c ≥ U cs
Λαµβάνοντας υπόψη το δίκτυο χαµηλής τάσης 230/400 V και σε συνδυασµό µε 10% επι-
τρεπόµενη ανοχή [IEC 60364-1:2001] οι αναµενόµενες µέγιστες τάσεις λειτουργίας µιας ε-
γκατάστασης χαµηλής τάσης προκύπτουν 253 V και 440 V φασική και πολική αντίστοιχα.
Τυπικές τιµές συνεχούς τάσης λειτουργίας διατάξεων MOV αποτελούν για συνδέσεις µετα-
ξύ φάσεων τα 440 V και αντίστοιχα µεταξύ φάσης-ουδετέρου ή φάσης-γης τα 280 V.
ƒ η τάση αντοχής σε προσωρινές υπερτάσεις UT, σε περίπτωση σφάλµατος στο δίκτυο µέσης
τάσης µπορεί να εµφανιστούν προσωρινές υπερτάσεις βιοµηχανικής συχνότητας στο δίκτυο
χαµηλής τάσης UTOV, διάρκειας από µερικά µs µέχρι την παρέλευση του σφάλµατος και εύ-
ρους έως και 1200 V (0.2 µs) ανάλογα µε το σύστηµα γείωσης [IEC 60364-4-44:2003]. Σε
κάθε περίπτωση η τάση αντοχής σε προσωρινές υπερτάσεις της διάταξης MOV πρέπει να εί-
ναι µεγαλύτερη από την µέγιστη τιµή της προσωρινής υπέρτασης που µπορεί να εµφανιστεί
στην εγκατάσταση:

U T > U TOV
∆ιατάξεις MOV που έχουν εκλεγεί µε συνεχή τάση λειτουργίας σύµφωνα µε τα παραπά-
νω, κατασκευαστικά αντέχουν τις προσωρινές υπερτάσεις βιοµηχανικής συχνότητας που
µπορεί να εµφανιστούν στο δίκτυο χαµηλής τάσης µε ικανοποιητικό συντελεστή ασφαλείας
υπό την προϋπόθεση ότι συνδυάζουν και ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας.
ƒ το επίπεδο προστασίας UP, πρόκειται για τιµή κορυφής τάσης που χαρακτηρίζει την ικανότη-
τα περιορισµού της υπέρτασης στα άκρα της διάταξης. Συνήθως από τους κατασκευαστές
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 59

δίδεται ο λόγος UP/Uc όπου το επίπεδο προστασίας αναφέρεται σε ονοµαστικό ρεύµα. Τυπι-
κές τιµές του λόγου είναι 3÷5 µε τη µικρότερη τιµή να αντιστοιχεί σε καλύτερη παρεχόµενη
προστασία. Το επίπεδο προστασίας UP πρέπει να είναι µικρότερο από την διαβαθµισµένη
κρουστική τάση αντοχής του εξοπλισµού (Πίνακας 5.10) και να ικανοποιεί ένα περιθώριο
ασφαλείας τουλάχιστον 20% σε σχέση τη µέγιστη πιθανή υπέρταση που µπορεί να εµφανι-
στεί στον εξοπλισµό.
ƒ η παραµένουσα τάση Ures, η µέγιστη τιµή της τάσης που αναπτύσσεται στα άκρα της διάτα-
ξης κατά τη διαρροή της από το ρεύµα της εκκένωσης, η οποία τελικώς και καταπονεί τον
εξοπλισµό όσο διαρκεί η υπέρταση.
ƒ το ονοµαστικό ρεύµα In, η µέγιστη τιµή ρεύµατος κυµατοµορφής 8/20 µs.
ƒ το κρουστικό ρεύµα Iimp (διατάξεις κλάσης Ι) ή το µέγιστο ρεύµα εκκένωσης Imax (διατάξεις
κλάσης ΙΙ), η µέγιστη τιµή ρεύµατος κυµατοµορφής 10/350 µs ή 8/20 µs αντίστοιχα που
µπορεί να διαρρεύσει τον εκτροπέα χωρίς να καταστραφεί. Χρησιµοποιείται κατά τις δοκι-
µές συνεχούς λειτουργίας της διάταξης για τον έλεγχο της θερµικής της ευστάθειας.
ƒ η ικανότητα απορρόφησης ενέργειας, η παράµετρος δίδεται σε µονάδες kJ/kV(Uc) και αντι-
στοιχεί στην τιµή της ενέργειας καταπόνησης της διάταξης MOV κατά τις δοκιµές συνεχούς
λειτουργίας της για τον έλεγχο της θερµικής της ευστάθειας. Καθορίζεται από το ονοµαστι-
κό ρεύµα της διάταξης In και το κρουστικό ρεύµα Iimp για διατάξεις κλάσης Ι ή το µέγιστο
ρεύµα εκκένωσης Imax για διατάξεις κλάσης ΙΙ. Στις περιπτώσεις που διατάξεις MOV χρησι-
µοποιούνται για την προστασία εξοπλισµού που µπορεί να αποθηκεύει ενέργεια όπως συ-
στοιχίες πυκνωτών, καλώδια, φίλτρα η µέγιστη τιµή της ενέργειας αυτής πρέπει να είναι µι-
κρότερη από την ικανότητα απορρόφησης ενέργειας της διάταξης.
Για την επιλογή της κατάλληλης διάταξης MOV, πέραν των παραπάνω χαρακτηριστικών
παραµέτρων επιπρόσθετα λαµβάνονται υπόψη η θέση εγκατάστασής της, εσωτερικού ή εξωτε-
ρικού χώρου, και κατά συνέπεια οι συνθήκες του περιβάλλοντος στο σηµείο εγκατάστασης, το
επίπεδο ρύπανσης, καθώς και τυχόν απαιτήσεις µηχανικής καταπόνησης. Ως γενικός κανόνας, η
διάταξη MOV πρέπει να εγκαθίσταται όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον εξοπλισµό που χρήζει
προστασίας.

5.2.2.3 Γενικά στοιχεία για την επιλογή και εγκατάσταση των εκτροπέων υπέρτασης
Η µορφή της χαρακτηριστικής τάσης-χρόνου των εκτροπέων υπέρτασης που περιγράφηκαν πα-
ραπάνω φαίνεται στο σχήµα 5.10. Η σχετικά αργή απόκριση στην υπέρταση των σπινθηριστών
αερίων και των θυρίστορ περιορισµού υπέρτασης µπορεί να επιτρέψει τη στιγµιαία καταπόνηση
του εξοπλισµού µε επικίνδυνες τιµές τάσης. Η µέγιστη τιµή DC τάσης της εγκατάστασης πρέπει
να είναι µικρότερη της παραµένουσας τάσης των εκτροπέων αποκοπής της υπέρτασης ώστε να
εξασφαλίζεται η σβέση τους µετά το πέρας της υπέρτασης.
Πρέπει να σηµειωθεί ότι η παραµένουσα τάση ενός εκτροπέα υπέρτασης αποτελείται από
δύο συνιστώσες, τη πτώση τάσης στα άκρα του κατά τη διάρκεια που άγει UΑ και τη πτώση
τάσης κατά µήκος των συνδέσεων λόγω της αυτεπαγωγής τους UL (σχ. 5.11). Οι µέγιστες τιµές
των δύο αυτών συνιστωσών δεν παρατηρούνται ταυτόχρονα ωστόσο, το άθροισµα τους πρέπει
να είναι µικρότερο από τη µέγιστη επιτρεπόµενη τιµή υπέρτασης, Umax, του εξοπλισµού ή της
εγκατάστασης που χρήζει προστασίας (µεταξύ του ενεργού αγωγού και του ζυγού εξίσωσης
δυναµικών, σχ. 5.11).
60 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Τάση
Τάση έναυσης
(GDT και TSS)

Παραµένουσες
τάσεις

MOV και ABD

Μέγιστη τιµή DC τάσης


της εγκατάστασης
Χρόνος
Σχήµα 5.10: Τυπικές χαρακτηριστικές τάσης-χρόνου εκτροπέων υπέρτασης χαµηλής τάσης, αµελώντας
την επίδραση των καλωδίων σύνδεσης.

Ενεργός αγωγός

∆ιάταξη
προστασίας UA

Umax

Ζυγός UL
εξίσωσης δυναµικών

Αγωγός
Προστασίας

Σύστηµα γείωσης

Σχήµα 5.11: Μέγιστη τιµή υπέρτασης σε εγκατάσταση µε εκτροπέα υπέρτασης.

Η επίδραση των αγωγών συνδέσεων των εκτροπέων υπέρτασης είναι πολύ σηµαντική στον
καθορισµό της παραµένουσας τάση τους ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη ότι η τελευταία χρησιµο-
ποιείται στον συντονισµό των µονώσεων.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 61

Το ονοµαστικό ρεύµα των προστατευτικών διατάξεων που εγκαθίστανται στην είσοδο των
παροχών κοινής ωφέλειας σε µία κατασκευή πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο µε το τµήµα του
ρεύµατος του κεραυνού που ενδεχόµενα θα διαρρεύσει τα εισερχόµενα αγώγιµα τµήµατα και τα
καλώδια στην κατασκευή (εξ. 5.3). Καλώδια των οποίων η θωράκιση είναι ισοδυναµικά συνδε-
δεµένη στο ζυγό εξίσωσης δυναµικών και διατοµής µεγαλύτερης από την ελάχιστη διατοµή
όπως υπολογίζεται από την εξ. 5.4 δεν απαιτούν προστασία µε εκτροπείς υπέρτασης.
Οι διατάξεις προστασίας υπερτάσεων στα τροφοδοτικά χαµηλής τάσης πρέπει να εγκαθί-
στανται πάντα µετά από µία ασφάλεια ή έναν αυτόµατο διακόπτη που να προστατεύει τη διάτα-
ξη από µεγάλα ρεύµατα και να διεγείρεται αποσυνδέοντας τη συσκευή στη περίπτωση που ανα-
πτύσσεται µεγάλο ρεύµα. Ωστόσο το µέσο προστασίας έναντι βραχυκυκλώµατος πρέπει να α-
ντέχει στα ισχυρά στιγµιαία ρεύµατα που αναπτύσσονται κατά τη λειτουργία του εκτροπέα υ-
πέρτασης, πολλές λειτουργίες, και ταυτόχρονα να προστατεύει τη συσκευή από µεγάλα θερµικά
ρεύµατα.
Οι εκτροπείς υπέρτασης ως µέσα προστασίας χρειάζονται συχνή επιθεώρηση γι’ αυτό και
αρκετοί κατασκευαστές προσφέρουν διατάξεις που ενσωµατώνουν ενδείκτες επικείµενης αστο-
χίας ή καταστροφής του εκτροπέα.

Παράδειγµα εκλογής διατάξεων MOV για την προστασία του δικτύου Χαµηλής τάσης
Στην περίπτωση άµεσου πλήγµατος των εναέριων γραµµών µεταφοράς του δικτύου Χαµηλής
Τάσης, το ρεύµα του κεραυνού διαρρέει τη γραµµή και προς τις δύο κατευθύνσεις της µέσω και
των τριών αγωγών φάσεων, ο κεραυνός δεν πλήττει µόνο τη µία φάση αλλά και τις τρεις λόγω
της µικρής απόστασης µεταξύ τους. Εποµένως, προσεγγιστικά, το µέγιστο εύρος του ρεύµατος
του κεραυνού µπορεί να διαιρεθεί δια 6.
Με βάση τα στατιστικά δεδοµένα των παραµέτρων του κεραυνού [IEC 1024-1-1:1993], ένας
κεραυνός µπορεί να συνοδεύεται από εύρος ρεύµατος 14 kA µε πιθανότητα 95% ενώ από εύρος
ρεύµατος µεγαλύτερου από 90 kA µε πιθανότητα 5%. Κατά συνέπεια στην περίπτωση άµεσου
πλήγµατος του δικτύου χαµηλής τάσης, το µέγιστο ρεύµα ανά φάση προκύπτει για το 95% των
κεραυνών µέχρι 2.3 kA ενώ για το 5% µέχρι 15 kA. Εποµένως εγκαθιστώντας µία διάταξη
MOV ανά φάση µε τεχνικά χαρακτηριστικά In ≥ 2.3 kA και Imax ≥ 15 kA (τυπική διάταξη MOV
ενός κατασκευαστή In = 5 kA και Imax = 25 kA) το δίκτυο µπορεί να προστατευτεί ακόµη και
στις σπάνιες περιπτώσεις άµεσου πλήγµατος κεραυνού µε µεγάλο εύρος ρεύµατος. Ωστόσο σε
περιοχές µε µεγάλη κεραυνική δραστηριότητα ή εάν απαιτείται αυξηµένη προστασία µπορεί να
χρησιµοποιηθούν διατάξεις MOV µε µεγαλύτερες τιµές αντίστοιχων ρευµάτων (π.χ. In = 10 kA
και Imax = 40 kA).

5.2.2.4 Συντονισµός των εκτροπέων υπέρτασης


Στο σχήµα 5.12 φαίνεται τυπική εγκατάσταση ΧΤ που συνδυάζει προστασία έναντι υπερτάσε-
ων. Συντονισµός της παρεχόµενης προστασίας µεταξύ των εκτροπέων υπέρτασης απαιτείται
είτε όταν µία διάταξη προστασίας έναντι υπερτάσεων συνδυάζει πολλούς διαφορετικούς εκτρο-
πείς υπέρτασης είτε στην περίπτωση σύνδεσης πολλών εκτροπέων υπέρτασης σε διαφορετικά
σηµεία µίας εγκατάστασης.
62 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

L1
L2
Γενικός
Πίνακας L3
N
PE

Συσκευή ΧΤ

Σύστηµα γείωσης

Σχήµα 5.12: Προστασία τυπικής εγκατάστασης ΧΤ έναντι υπερτάσεων.

Χαρακτηριστικό παράδειγµα συντονισµού µεταξύ διαφορετικών εκτροπέων υπέρτασης απο-


τελεί η διάταξη προστασίας του σχήµατος 5.13 που συνδυάζει έναν σπινθηριστή αερίου και µία
διάταξη MOV εγκατεστηµένη στη µεριά του εξοπλισµού. Ο σπινθηριστής αερίου απορροφά
την περισσότερη ενέργεια που συνοδεύει την υπέρταση ενώ η διάταξη MOV περιορίζει την τι-
µή της σε αποδεκτή τιµή. Ωστόσο, εάν απλώς παραλληλίζονταν οι δύο εκτροπείς η διάταξη
MOV µε τη γρήγορη απόκριση µπορεί να µην επέτρεπε την έναυση του σπινθηριστή. Ο συντο-
νισµός µεταξύ των διαφορετικών εκτροπέων υπέρτασης εξασφαλίζεται είτε µέσω της φυσικής
αυτεπαγωγής των καλωδίων της µεταξύ τους σύνδεσης - µήκος καλωδίων ≥15 m - είτε παρεµ-
βάλλοντας µεταξύ τους ένα πηνίο ασφαλείας (decoupling coil).

V V V

t t t

GDT MOV
ή ή Φορτίο
TSS ABD

Σχήµα 5.13: ∆ιάταξη προστασίας χαµηλής τάσης που συνδυάζει σπινθηριστή αερίου και διάταξη
MOV.

Η γενική περίπτωση του σχήµατος 5.14 αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγµα όπου απαιτεί-
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 63

ται συντονισµός πολλών εκτροπέων υπέρτασης συνδεδεµένων σε διαφορετικά σηµεία µίας ε-


γκατάστασης. Στην περίπτωση διατάξεων MOV αυτός µπορεί να εξασφαλιστεί µέσω της χαρα-
κτηριστικής τάσης - ρεύµατος των διατάξεων. Σύµφωνα µε το σχήµα 5.15, η διάταξη MOV Μ1
έχει τη µεγαλύτερη ικανότητα απορρόφησης ενέργειας και το µικρότερο επίπεδο προστασίας
UP, η διάταξη MOV Μ2 έχει µικρότερη ικανότητα απορρόφησης ενέργειας από τη Μ1 αλλά
µεγαλύτερο επίπεδο προστασίας UP ενώ η διάταξη MOV Μ3 έχει τη µικρότερη ικανότητα α-
πορρόφησης ενέργειας και το µεγαλύτερο επίπεδο προστασίας UP. Εάν οι τρεις διατάξεις τοπο-
θετηθούν µε τη σειρά Μ1, Μ2 και Μ3 σε σχέση µε την είσοδο της παροχής ηλεκτρικής ενέρ-
γειας µιας εγκατάστασης, σε περίπτωση εισερχόµενης υπέρτασης στην εγκατάσταση η διάταξη
Μ1 στην είσοδο της εγκατάστασης θα διοχετεύσει το περισσότερο ρεύµα ασφαλώς προς τη γη
ενώ οι διατάξεις Μ2 και Μ3 θα καταπονηθούν λιγότερο περιορίζοντας τελικώς την υπέρταση
σε κάθε σηµείο της εγκατάστασης σε αποδεκτά χαµηλή τιµή.

Παροχή ∆ΕΗ Γενικός Πίνακας ΧΤ Υποπίνακας ΧΤ

Συσκευή
i

Μ1 Μ2 Μ3

Προστασία εγκατάστασης χαµηλής τάσης


Προστασία
συσκευής

Σχήµα 5.14: Προστασία εγκατάστασης ΧΤ όπου απαιτείται συντονισµός των εκτροπέων υπέρτασης.

1.3
M3 M2 M1

1.2

1.1
Ures/UP(In)

1.0

0.9

0.8

0.7
2 3 4 5 6 78 2 3 4 5 6 7 8 2 3 4 5 6 7 8
102 103 104 105
I, A
Σχήµα 5.15: Χαρακτηριστικές τάσης-ρεύµατος διατάξεων MOV χαµηλής τάσης.
64 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

5.2.3. Γειτνίαση εξωτερικής ΕΑΠ µε την κατασκευή


Στην περίπτωση πλήγµατος κεραυνού στο ΣΑΠ µιας κατασκευής υπάρχει πάντα ο κίνδυνος
εµφάνισης δευτερογενών υπερπηδήσεων µεταξύ της εξωτερικής ΕΑΠ και της ίδιας της κατα-
σκευής στην περίπτωση µονωµένης εξωτερικής ΕΑΠ ή µεταξύ της εξωτερικής ΕΑΠ και γειτνι-
αζόντων µεταλλικών εγκαταστάσεων (εσωτερικών ή εξωτερικών) καθώς και ηλεκτρικών εγκα-
ταστάσεων (εσωτερικών ή εισερχοµένων) της κατασκευής.
Το πιο σηµαντικό µέσο προστασίας έναντι δευτερογενών υπερπηδήσεων πέραν της µόνωσης
είναι οι ισοδυναµικές συνδέσεις. Στις περιπτώσεις που αυτές πρακτικά δεν είναι δυνατόν να
υλοποιηθούν, η διαχωριστική απόσταση, S, µεταξύ των αγωγών της εξωτερικής ΕΑΠ, µονωµέ-
νης ή µη, και των γειτνιαζόντων αγώγιµων τµηµάτων της κατασκευής ή των εσωτερικών εγκα-
ταστάσεών της πρέπει να είναι µεγαλύτερη της απόστασης ασφαλείας, D:

kc
S ≥ D και D = k i L, m (5.5)
km
όπου:
ki εξαρτάται από την επιλεχθείσα στάθµη προστασίας σύµφωνα µε τον Πίνακα 5.11,
Πίνακας 5.11: Τιµές συντελεστή ki για το καθορισµό της απαιτούµενης διαχωριστικής από-
στασης µεταξύ της εξωτερικής ΕΑΠ και άλλων εγκαταστάσεων της κατασκευής.
Πηγή: IEC 61024-1:1990, (p.43, Table 8)
Στάθµη Προστασίας ki
I 0.1
II 0.075
III και IV 0.05

kc εξαρτάται από τον αριθµό και τη χωροθέτηση των αγωγών καθόδου, τους οριζόντιους
περιµετρικούς δακτυλίους που διασυνδέουν ισοδυναµικά τους αγωγούς καθόδου καθώς
και από τον τύπο του συλλεκτήριου συστήµατος και του συστήµατος γείωσης. Λαµβά-
νει τιµές 1 για έναν αγωγό καθόδου, 0.66 για δύο αγωγούς καθόδου και 0.44 για περισ-
σότερους αγωγούς καθόδου συµµετρικά τοποθετηµένους στις τρεις διαστάσεις της κα-
τασκευής µε απόσταση µεταξύ τους 20 m (στάθµη προστασίας III). Στις περιπτώσεις
που η χωροθέτηση των αγωγών καθόδου αποκλίνει από την ιδανική συµµετρική τρισ-
διάστατη, η τιµή του συντελεστή kc πρέπει υπολογίζεται αναλυτικά σύµφωνα µε την
IEC 61024-1-2:1998.
km εξαρτάται από το διαχωριστικό µέσο που παρεµβάλλεται µεταξύ των εγκαταστάσεων
που ελέγχεται η γειτνίασή τους, λαµβάνει τιµές 1 εάν πρόκειται για αέρα και 0.5 εάν
πρόκειται για στερεό υλικό.
L ( m ) το µήκος του αγωγού καθόδου από το σηµείο που ελέγχεται η γειτνίαση µέχρι το πλη-
σιέστερο σηµείο ισοδυναµικής σύνδεσης. Στην περίπτωση που δοµικά στοιχεία της κα-
τασκευής, π.χ. ο ενδοσυνδεδεµένος χαλύβδινος οπλισµός ή ο µεταλλικός σκελετός,
χρησιµοποιούνται ως φυσικοί αγωγοί καθόδου ως µήκος L θεωρείται η απόσταση από
το σηµείο γειτνίασης µέχρι το σηµείο σύνδεσης στο φυσικό αγωγό καθόδου.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 65

Παράδειγµα υπολογισµού της απαιτούµενης διαχωριστικής απόστασης µεταξύ της εξωτερι-


κής ΕΑΠ και άλλων εσωτερικών εγκαταστάσεων µιας κατασκευής
Έστω ΣΑΠ κατοικίας, στάθµης προστασίας III, µε σύστηµα τεσσάρων αγωγών καθόδου συµ-
µετρικά τοποθετηµένους στις διαστάσεις της κατασκευής (σχ. 5.16). Εάν θεωρηθεί ότι το µήκος
των αγωγών της εξωτερικής ΕΑΠ από το σηµείο που ελέγχεται η γειτνίαση µέχρι το πλησιέστε-
ρο σηµείο ισοδυναµικής σύνδεσης (σύστηµα γείωσης) είναι 15 m η απόσταση ασφαλείας προ-
κύπτει (εξ. 5.5):
0.44
D = 0.05 ⋅ ⋅ 15 = 0.66 m
0 .5
και εποµένως η απαιτούµενη διαχωριστική απόσταση µεταξύ της εξωτερικής ΕΑΠ και του υ-
δραυλικού συστήµατος της κατοικίας προκύπτει S ≥ D = 0.66 m .

i(t)

Εξωτερική εγκατάσταση
Αντικεραυνικής
Προστασίας

Υδραυλικό
σύστηµα

Ζυγός ισοδυναµικής
σύνδεσης

Ηλεκτρόδιο γείωσης

Σχήµα 5.16: Γειτνίαση µεταξύ εξωτερικής ΕΑΠ και εσωτερικής εγκατάστασης κατοικίας.

Στην περίπτωση µονωµένης εξωτερικής ΕΑΠ, το διαχωριστικό µέσο που χρησιµοποιείται ως


αποµόνωση/ στήριξη της εξωτερικής ΕΑΠ από την κατασκευή πρέπει να παρουσιάζει αντοχή
σε εξωτερικές κρουστικές υψηλές τάσεις LI (1.2/50µs) εύρους 250 kV που αντιστοιχεί σε 0.5 m
διάκενο αέρα ή 4 mm µόνωση πολυαιθυλενίου. Ακόµη, στην περίπτωση ελέγχου της γειτνίασης
εντός του εδάφους µεταξύ των ηλεκτροδίων γείωσης και των γειτνιαζόντων αγώγιµων τµηµά-
των της κατασκευής ή των εσωτερικών εγκαταστάσεών της που δεν συνδέονται ισοδυναµικά
στο ΣΑΠ, η απόσταση ασφαλείας υπολογίζεται από τη σχέση:

D ≈ 1.15 ρ 0.4 ki 0.5 kc 0.5 (5.6)


όπου ρ είναι η µέση τιµή της ειδικής αντίστασης του εδάφους και ki , kc οι συντελεστές σύµ-
φωνα µε τα προηγούµενα.
66 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Στα σχήµατα 5.17 και 5.18 παρουσιάζεται η απόσταση ασφαλείας στον αέρα (εξ. 5.5) και
εντός του εδάφους (εξ. 5.6) αντίστοιχα ανάλογα µε την επιλεχθείσα στάθµη προστασίας. Το
σχήµα 5.19 παρουσιάζει παράδειγµα εφαρµογής των εξισώσεων 5.5 και 5.6 σε κατοικία µε µο-
νωµένη εξωτερική ΕΑΠ.

2.0

1.8 Στάθµη προστασίας I


kc=1
Στάθµη προστασίας II
1.6
Στάθµες προστασίας III και IV
1.4

1.2
D, m

1.0

0.8

0.6

0.4

0.2
k cc = 0.44

0.0
0 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20
L, m
Σχήµα 5.17: Απόσταση ασφαλείας στον αέρα συναρτήσει του µήκους του αγωγού καθόδου κατά µήκος
του οποίου ελέγχεται η γειτνίαση; στην περίπτωση που το διαχωριστικό µέσο είναι στερεό
υλικό οι αποστάσεις ασφαλείας διπλασιάζονται.

5
D, m

3
Στάθµη προστασίας I
2 Στάθµη προστασίας II

1 Στάθµες προστασίας III και IV

0
0 500 1000 1500 2000 2500 3000
ρ , Ω.m
Σχήµα 5.18: Απόσταση ασφαλείας εντός του εδάφους συναρτήσει της ειδικής αντίστασης του εδάφους
ανάλογα µε την επιλεχθείσα στάθµη προστασίας; kc = 1 .
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 67

Συλλεκτήρια
a ράβδος

Αγωγός
καθόδου

S
D

Σχήµα 5.19: Μονωµένη εξωτερική ΕΑΠ κατοικίας και αποστάσεις ασφαλείας σύµφωνα µε τις εξισώ-
σεις 5.5 και 5.6.

Οι εξισώσεις 5.5 πρέπει να εφαρµόζονται ανάλογα και για τον καθορισµό της απαιτούµενης
απόστασης ασφαλείας κατά τη προσέγγιση ανθρώπων στην εξωτερική ΕΑΠ µιας κατασκευής
µε κυρτές προεξέχουσες δο-
κούς (σχήµα 5.20). Στην περί-
πτωση αυτή η διαχωριστική
απόσταση πρέπει να ικανο-
D S > 2.5 m +D ποιεί την εξίσωση:

S > 2 .5 m + D
L
2.5 m
όπου η απόσταση ασφαλείας
D προκύπτει από τις εξισώσεις
5.5 και η τιµή 2.5 m αντιστοι-
χεί στο ύψος από την άκρη
του ανυψωµένου χεριού ενός
Σχήµα 5.20: Ασφαλής απόσταση προσέγγισης στην εξωτερική ανθρώπου µέχρι το έδαφος. Η
ΕΑΠ αύξηση του αριθµού των αγω-
γών καθόδου και η µόνωση της επιφανείας του εδάφους σε συνδυασµό µε τον έλεγχο του ηλε-
κτρικού πεδίου, µέσω κατάλληλου συστήµατος γείωσης, στην περιοχή προσέγγισης αποτελούν
µέσα εξασφάλισης της ασφαλούς απόστασης προσέγγισης στην εξωτερική ΕΑΠ.
68 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Η παραπάνω ανάλυση εφαρµόζεται και στον καθορισµό του τρόπου όδευσης των αγωγών
της εξωτερικής ΕΑΠ στην επιφάνεια της κατασκευής που χρήζει προστασίας. Η όδευσή τους
πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ευθεία. Πρέπει να αποφεύγεται ο σχηµατισµός βρόχων διότι
µπορεί να αναπτυχθούν επικίνδυνες επαγωγικές πτώσεις τάσης µε ενδεχόµενη συνέπεια την
ηλεκτρική διάσπαση των δοµικών στοιχείων της κατασκευής. Όπου αυτό δεν είναι δυνατόν (σχ.
5.21), το µήκος S του
διακένου που σχηµα-
S L S L
τίζεται µεταξύ δύο
σηµείων του αγωγού
και το µήκος L του
αγωγού που παρεµ-
Λάθος όδευση Σωστές οδεύσεις
αγωγού καθόδου αγωγού καθόδου
βάλλεται πρέπει να
ικανοποιούν τις εξι-
σώσεις 5.1. Εάν οι
παραπάνω απαιτήσεις
Σχήµα 5.21: Επικίνδυνος βρόχος σε αγωγό καθόδου και σωστές οδεύσεις είναι κατασκευαστι-
του.
κά αδύνατον να ικα-
νοποιηθούν, πρέπει να λαµβάνονται µέτρα ώστε ο αγωγός να διέρχεται διαµέσου του δοµικού
στοιχείου της κατασκευής µέσω ευθείας όδευσης από τα σηµεία που συνιστούσαν το βρόχο.

5.3. Προστασία έναντι κεραυνικών ηλεκτροµαγνητικών κρούσεων


Ο κεραυνός αποτελεί ιδιαίτερα σηµαντική πηγή ηλεκτροµαγνητικών διαταραχών σε ηλεκτρονι-
κές διατάξεις ή ηλεκτρονικά συστήµατα γενικότερα. Ως ηλεκτροµαγνητική διαταραχή γενικό-
τερα ορίζεται οποιοδήποτε ηλεκτροµαγνητικό φαινόµενο που µπορεί να υποβαθµίσει τη λει-
τουργία εξοπλισµού2. Τα πλήγµατα του κεραυνού απελευθερώνουν ενέργεια της τάξης των 106
Joules τεράστια αντιπαραβαλλόµενη µε την ενέργεια της τάξης των 10-3 Joules που ενδεχοµέ-
νως µπορεί να καταστρέψει ευαίσθητα ηλεκτρονικά στοιχεία. Η ακτίνα των ηλεκτροµαγνητι-
κών επιδράσεων του κεραυνού, µέσω των µηχανισµών που αναλύονται στο τµήµα 3.3.3., θεω-
ρείται ότι εκτείνεται περίπου στα 2 km από το σηµείο πλήγµατος.
Οι διακοπές στην αδιάλειπτη λειτουργία των ηλεκτρονικών συστηµάτων όπως δίκτυα ηλε-
κτρονικών υπολογιστών, τηλεπικοινωνιακών συστηµάτων ή συστηµάτων ελέγχου σε σταθµούς
παραγωγής, στη βιοµηχανία και στις επιχειρήσεις γενικότερα, είναι ανεπιθύµητες για λόγους
τόσο οικονοµικούς όσο και ασφαλείας σε πολλές περιπτώσεις. Εποµένως, σε κατασκευές που
συνδυάζουν ηλεκτρονικά συστήµατα υπάρχουν αυξηµένες απαιτήσεις αντικεραυνικής προστα-
σίας και η λήψη επιπρόσθετων µέσων προστασίας έναντι κεραυνικών ηλεκτροµαγνητικών
κρούσεων είναι απαραίτητη. Η τελευταία καθίσταται ιδιαίτερα επιτακτική λόγω της διαρκώς
αυξανόµενης χρήσης ηλεκτρονικών συστηµάτων σε όλες τις µορφές της παραγωγικής διαδικα-
σίας.
Σύµφωνα µε την IEC 1312-1:1995, ο όρος κεραυνική ηλεκτροµαγνητική κρούση (lightning
electromagnetic impulse – LEMP) αναφέρεται στις ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του κεραυ-

2
Οδηγία 2004/108/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συµβουλίου, “Ηλεκτροµαγνητική Συµβα-
τότητα”, Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεύχος L 390, 31/12/2004
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 69

νού µε τη µορφή παρεµβολών σε ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά συστήµατα. Η προστασία έναντι


κεραυνικών ηλεκτροµαγνητικών κρούσεων στηρίζεται στην αρχή των ζωνών αντικεραυνικής
προστασίας.

5.3.1. Ζώνες αντικεραυνικής προστασίας


Οι Ζώνες Αντικεραυνικής Προστασίας (ΖΑΠ) είναι περιοχές εκτός και εντός της κατασκευής
που χρήζει προστασίας όπου οι αναµενόµενες ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του κεραυνού
είναι καθορισµένες, σε σχέση µε την επικινδυνότητά τους, και εποµένως µπορούν να περιορι-
στούν. Οι ΖΑΠ οριοθετούνται από σηµαντικές αλλαγές των ηλεκτροµαγνητικών συνθηκών α-
ποτελώντας περιοχές αυξανόµενης απαίτησης ηλεκτροµαγνητικής προστασίας βαίνοντας από
την εξωτερική περιοχή της κατασκευής, όπου υπάρχει κίνδυνος άµεσου πλήγµατος, προς το
εσωτερικό της όπου πρέπει να εξασφαλίζεται η ηλεκτροµαγνητική ατρωσία των συσκευών.
Η γενική αρχή του διαχωρισµού της περιοχής µιας κατασκευής σε ΖΑΠ διαβαθµισµένης
απαίτησης αντικεραυνικής προστασίας φαίνεται στο σχήµα 5.22.

Εξωτερική ΕΑΠ

ΖΑΠ 0Α

ΖΑΠ 0Β

Ζυγός
εξίσωσης δυναµικών στα όρια
ΖΑΠ 1 των ΖΑΠ 0Α, 0Β και ΖΑΠ 1

ΖΑΠ 2 Εισερχόµενη
παροχή

Ζυγός
εξίσωσης δυναµικών στα όρια
των ΖΑΠ 1 και ΖΑΠ 2

Σχήµα 5.22: ∆ιαχωρισµός της περιοχής µιας κατασκευής σε ΖΑΠ και ισοδυναµικές συνδέσεις.

Ειδικότερα κατά την προστασία µιας κατασκευής έναντι κεραυνικών ηλεκτροµαγνητικών


κρούσεων οριοθετούνται οι παρακάτω ΖΑΠ:
ΖΑΠ 0Α: Ζώνη που περιέχει στοιχεία της κατασκευής εκτεθειµένα σε άµεσο κεραυνικό πλήγµα,
οι ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του κεραυνού είναι µη περιορισµένες.
ΖΑΠ 0Β: Ζώνη που περιέχει στοιχεία της κατασκευής µη εκτεθειµένα σε άµεσο κεραυνικό
πλήγµα, οι ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του κεραυνού είναι µη περιορισµένες.
ΖΑΠ 1: Ζώνη που περιέχει στοιχεία της κατασκευής µη εκτεθειµένα σε άµεσο κεραυνικό
πλήγµα και όπου το τµήµα του ρεύµατος του κεραυνού που µπορεί να τα διαρρεύσει
είναι περιορισµένο σε σχέση µε τη ΖΑΠ 0Β. Στη ζώνη αυτή οι ηλεκτροµαγνητικές ε-
70 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

πιδράσεις του κεραυνού µπορούν να περιοριστούν ανάλογα µε τα µέτρα θωράκισης


που λαµβάνονται.
Ακόλουθες ζώνες (ΖΑΠ 2, κ.ο.κ.):
Ζώνες όπου απαιτείται περαιτέρω µείωση του τµήµατος του ρεύµατος του κεραυνού
καθώς και περαιτέρω εξασθένιση του ηλεκτροµαγνητικού πεδίου σε σχέση µε την α-
µέσως προηγούµενη ΖΑΠ.
Στο εσωτερικό καθώς και στα όρια των ΖΑΠ πρέπει να γίνονται ισοδυναµικές συνδέσεις
είτε µέσω συνδετήριων αγωγών είτε µέσω εκτροπέων υπέρτασης. Σε κάθε ΖΑΠ οι ισοδυναµι-
κές συνδέσεις πρέπει να γίνονται σύµφωνα µε την ανάλυση του τµήµατος 5.2 ενώ ιδιαίτερη
προσοχή απαιτείται στο συντονισµό των µονώσεων της εγκατάστασης. Ειδικότερα, σύµφωνα
µε την IEC 61312-1:1995, για την υλοποίηση των ισοδυναµικών συνδέσεων που απαιτούνται
στα ηλεκτρονικά συστήµατα ενδείκνυνται δύο δυνατές διατάξεις: η ακτινική διάταξη (Star con-
figuration- type S) και η διάταξη τύπου πλέγµατος (meshed configuration- type M).

5.3.2. Ισοδυναµικές συνδέσεις σε ηλεκτρονικά συστήµατα


Το σχήµα 5.23 παρουσιάζει τις δύο βασικές µεθόδους ισοδυναµικών συνδέσεων σε ηλεκτρονι-
κά συστήµατα. Σύµφωνα µε την ακτινική διάταξη, όλα τα µεταλλικά στοιχεία συνδέονται µέσω
συνδετήριων αγωγών ακτινικά, ανεξάρτητα µεταξύ τους, σε ένα µόνο σηµείο. Στο σηµείο αυτό,
σηµείο αναφοράς γείωσης, γίνεται η σύνδεση µε το σύστηµα γείωσης της κατασκευής. Τα κα-
λώδια τροφοδοσίας και µεταφοράς σηµάτων πρέπει να οδεύουν παράλληλα για την αποφυγή
βρόχων ενώ στο σηµείο αναφοράς γείωσης συνδέονται, εάν απαιτούνται, οι εκτροπείς υπερτά-
σεων. Η ακτινική διάταξη ισοδυναµικών συνδέσεων χρησιµοποιείται σε σχετικά µικρά, συγκε-
ντρωµένα ηλεκτρονικά συστήµατα όπου όλες οι παροχές εισέρχονται στο σύστηµα από ένα µό-
νο σηµείο. Το ένα και µόνο σηµείο σύνδεσης των στοιχείων του συστήµατος µεταξύ τους εξα-
σφαλίζει την αποφυγή βρόχων καθώς και των ρευµάτων επιστροφής µέσω κοινής γης.

Ακτινική διάταξη ∆ιάταξη ισοδυναµικών


ισοδυναµικών συνδέσεων συνδέσεων τύπου πλέγµατος

Σύνδεση της διάταξης ισοδυναµικών Σύστηµα γείωσης


συνδέσεων µε την εγκατάσταση γείωσης της κατασκευής
Σχήµα 5.23: Βασικές διατάξεις ισοδυναµικών συνδέσεων σε ηλεκτρονικά συστήµατα.
Σχεδιασµός συστήµατος αντικεραυνικής προστασίας 71

Στη διάταξη ισοδυναµικών συνδέσεων τύπου πλέγµατος τα µεταλλικά στοιχεία του συστή-
µατος συνδέονται µεταξύ τους µέσω ισοδυναµικών συνδέσεων και επιπλέον σε πολλά σηµεία
µε το σύστηµα γείωσης της κατασκευής. Η διάταξη αυτή χρησιµοποιείται γενικότερα σε σχετι-
κά µεγάλα ηλεκτρονικά συστήµατα όπου πολλά καλώδια τροφοδοσίας και µεταφοράς σηµάτων
οδεύουν µεταξύ των στοιχείων του συστήµατος και οι παροχές εισέρχονται στο σύστηµα από
πολλά σηµεία. Το πυκνό πλέγµα των ισοδυναµικών συνδέσεων περιορίζει το µαγνητικό πεδίο
στην περιοχή εγκατάστασης.
Σε πολύπλοκα ηλεκτρονικά συστήµατα οι δύο διατάξεις ισοδυναµικών συνδέσεων µπορούν
να συνδυαστούν προκειµένου να εκµεταλλευτούµε τα πλεονεκτήµατα τους.
Ολοκληρώνοντας, οι ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του κεραυνού εξαρτώνται από το σύ-
στηµα γείωσης, τις ισοδυναµικές συνδέσεις, τα µέσα θωράκισης καθώς και τον τρόπο όδευσης
και εγκατάστασης των µεταλλικών δικτύων και των καλωδίων. Οι ηλεκτροµαγνητικές επιδρά-
σεις περιορίζονται σηµαντικά µέσω της θωράκισης της εγκατάστασης εξωτερικά ή τµηµατικά
στο εσωτερικό της. Εξωτερική θωράκιση αποτελεί ένα συλλεκτήριο σύστηµα τύπου πλέγµατος
ενώ εσωτερική θωράκιση µπορεί να γίνει σε δωµάτιο στο εσωτερικό της, που περιέχει ευαίσθη-
τα ηλεκτρονικά συστήµατα, µέσω αγώγιµου πυκνού πλέγµατος, τοποθετηµένου στο ασβεστο-
κονίαµα του δωµατίου, που συνδέεται ισοδυναµικά µε την υπόλοιπη εγκατάσταση µέσω ζυγού
εξίσωσης δυναµικών. Η παράλληλη όδευση των γραµµών παροχών για την αποφυγή βρόχων
καθώς και η χρησιµοποίηση καλωδίων µε θωράκιση ή επιπρόσθετα η όδευσή τους εντός µεταλ-
λικών σωλήνων περιορίζουν σηµαντικά τις ηλεκτροµαγνητικές επιδράσεις του ρεύµατος του
κεραυνού.

▬▬▬▬▬▬▬
72 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
6. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ντοκόπουλος Π., Ηλεκτρικές εγκαταστάσεις καταναλωτών, Εκδόσεις Ζήτη, 2005


Οδηγία 2004/108/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συµβουλίου, “Ηλεκτροµαγνητική
Συµβατότητα”, Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεύχος L 390, 31/12/2004
Στασινόπουλος Κ.Α., Τεχνολογία των Υψηλών Τάσεων, Υπηρεσία ∆ηµοσιευµάτων Α.Π.Θ.,
2004, 4η εκδ., Θεσσαλονίκη
Agoris D., Pyrgioti E., Vasileiou D., and S. Dragoumis.: “Analysis of lightning death
statistics in Greece”. 26th Internation Conference on Lightning Protection, 2002, Cracow, Po-
land, pp. 654-657
Alessandrov F. D., and J. R. Gumley.: “A collection volume method for the placement of air
terminals for the protection of structures against lightning”. J. Electrostatics, vol. 50, pp. 279–
302, 2001
Anderson R.B., and A. J. Eriksson.: “Lightning parameters for engineering application”. Elec-
tra 69, 1980, pp. 65-102
Berger G., and N. Floret.: “Collaboration Produces a New Generation of Lightning Rods”.
Power Technology International, London: Sterling Publications, 1991, pp. 185-190
BS 6651:1992, Protection of structures against Lightning, British Standards Institute
Carpenter R. B. Jr.: “Lightning Elimination”. Paper PCI-76-16 given at the 23rd Annual Pe-
troleum and Chemical Industry Conference 76CH1109-8-IA
Casper P.W., and R.B. Bent.: “Results from the LPATS U.S.A. National Lightning Detection
and Tracking System for the 1991 lightning season”. 21st ICLP, 1992, Berlin, Germany, paper
6.09
Cooper M.A.: “Emergent care of lightning and electrical injuries”. Seminars in Neurology,
1995, Vol. 15, No. 4, pp. 268-78
Diendorfer G., Schultz W., Hofbauer F., and A. Stimmer.: “Thunderstorm days versus
ground flash density”. Proccedings of 9th International Symposium on High Voltage
Engineering, 1995, Graz, Austria, paper 6910
Eriksson A. J.: “The incidence of lightning strikes to power lines”. IEEE Trans. Power Deliv-
ery, 1987, Vol. 2, pp. 859-870
Eriksson A. J.: “An Improved Electrogeometric Model for Transmission Line Shielding Analy-
sis”. IEEE Trans. Power Delivery, 1987, Vol. 2, No. 3, pp. 871-886.
Franklin B.: “How to secure Houses, &c from Lightning”. Poor Richard's Almanac, reproduced
in Benjamin Franklin's Experiments, ed. I.B. Cohen, Harvard University Press, 1941. pp. 388-
392.
Golde R. H.: “«Radio-Active» Lightning Conductors”, Lightning Protection, London: Edward
Arnold Publishing Co., 1973, pp. 37-40, 196-197
74 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΚΕΡΑΥΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Huffines G. R., and R. E. Orville.: “Lightning Ground Flash Density and Thunderstorm Dura-
tion in the Continental United States: 1989–96”. Journal of Applied Meteorology, Vol. 38, No.
7, pp. 1013–1019.

IEC 61024-1:1990, Protection of structures against lightning - Part 1: General principles


IEC 61024-1-1:1993, Protection of structures against lightning - Part 1: General principles -
Section 1: Guide A: Selection of protection levels for lightning protection systems
IEC 61024-1-2:1998, Protection of structures against lightning - Part 1-2: General principles -
Guide B - Design, installation, maintenance and inspection of lightning protection sys-
tems
IEC 61312-1:1995, Protection against lightning electromagnetic impulse - Part 1: General prin-
ciples
IEC/TS 61312-2:1999, Protection against lightning electromagnetic impulse (LEMP) - Part 2:
Shielding of structures, bonding inside structures and earthing
IEC/TS 61312-3:2000, Protection against lightning electromagnetic impulse - Part 3: Require-
ments of surge protective devices (SPDs)
IEC/TS 61312-4:1998, Protection against lightning electromagnetic impulse - Part 4: Protection
of equipment in existing structures
IEC/TS 61662:1995, Assessment of the risk of damage due to lightning
IEC/TS 61662-am1:1996, Amendment 1 - Assessment of the risk of damage due to lightning
IEC 60099-1:1999, Surge arresters - Part 1: Non-linear resistor type gapped surge arresters for
a.c. systems
IEC 60664-1:2000, Insulation coordination for equipment within low-voltage systems – Part 1:
Principles, requirements and tests
IEC 61643-1:1998, Surge protective devices connected to low voltage power distribution sys-
tems- Part 1: Performance requirements and testing methods
IEC 61643-311:2001, Components for low-voltage surge protective devices - Part 311: Specifi-
cation for gas discharge tubes (GDT)
IEC 61643-321:2001, Components for low-voltage surge protective devices - Part 321: Specifi-
cations for avalanche breakdown diode (ABD)
IEC 61643-331:2003, Components for low-voltage surge protective devices - Part 331: Specifi-
cation for metal oxide varistors (MOV)
IEC 61643-341:2001, Components for low-voltage surge protective devices - Part 341: Specifi-
cation for thyristor surge suppressors (TSS)
IEC 60364-1:2001, Electrical installations of buildings - Part 1: Fundamental principles, as-
sessment of general characteristics, definitions
IEC 60364-4-44:2003, Electrical installations of buildings - Part 4-44: Protection for safety -
Protection against voltage disturbances and electromagnetic disturbances
Βιβλιογραφία 75

Larmor J. L., and J. S. B. Larmor. Proceedings of the Royal Society, 1914, Vol. 90, pp. 312-
317.
Lee R. H.: “Protection Zone for Buildings Against Lightning Strikes Using Transmission Line
Practice”. IEEE Transactions on Industry Applications, 1978, Vol. IA-14, No. 6, p.465.
Lodge O.J.: “Lightning Conductors and Lightning Guards”. Whittaker & Co., London, 1892.
MacGorman et al.: “Lightning Strike Density for the Contiguous United States from Thunder-
storm Duration Record”. Report no. NUREG/CR-3759, National Oceanic and Atmospheric
Administration, Norman, OK, May 1984.
Popolansky F.: “Relationship between the number of thunderstorm days and the lightning flash
density registered by LFC in the world scale”. Proc. 21st Int. Conf. on Lightning Protection,
1992, Berlin, Germany, paper 6.10.
Preece W. H.: “On the space protected by a lightning conductor”. Phil. Magazine, 9, pp. 427-
430.
Prentice S. A.: “Frequency of Lightning Discharges”, Chapter 14 in Golde R. H. (Ed.), Light-
ning, Vol. 1, London: Academic Press, 1977.
Rakov V.A. et al.: “New Insights Into Lightning Processes Gained from Triggered-Lightning
Experiments in Florida and Alabama”. Journal of Geophysical Research, 1998, Vol. 103, pp.
14117-14130
Redelinghuys M.G., Van Der Merwe W.C. and I.R. Jandrell.: “Optimasation of transimition
lines for lightning co-ordination using LPATS”. 9th International Symposium on High Voltage
Engineering, 1995, Graz, Austria, paper 68.09
Whitehead E. R.: “Protection of Transmission Lines”, Chapter 22 in Golde R. H. (Ed.), Light-
ning, Vol. 2, London: Academic Press, 1977.

▬▬▬▬▬▬▬

You might also like