You are on page 1of 820

ΙΟΝΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ /&$$


'of ,..*..*«* a]
te · ;W

Μονές και Μοναχοί στον Ελλαδικό χώρο.


Δημογραφική μελέτη στην Πελοπόννησο,
στη Στερεά Ελλάδα και στα νησιά του &%
»ι **
κεντρικού και νότιου Αιγαίου, στο πρώτο
μισό του 19ου αιώνα

Γ /

Επόκπ\ς : ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΝΩΠΑΤΗΣ - PELE, Καθηγητής

Μέλη: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ, Καθηγητής


ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ ΚΟΝΟΡΤΑΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής

Νικόλαος Τόμπρος

ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

Κέρκυρα
Οκτώβριος 2001
3

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους ανθρώπους που με βοήθησαν, τόσο ηθικά όσο


και με την έμπρακτη συμβολή τους, να ολοκληρώσω τη διδακτορική μου διατριβή.
Πρώτον οφείλω τις ευχαριστίες μου στον επιβλέποντα καθηγητή μου κ. Δ. Ανωγιάτη,
η συμπαράσταση του οποίου ήταν συνεχής καθ' όλη τη διάρκεια της έρευνας και
συγγραφής της διατριβής. Η ενθάρρυνση του ήταν βασικός παράγοντας για την
ολοκλήρωση της.
Οφείλω ευγνωμοσύνη στα άλλα δύο μέλη της τριμελούς επιτροπής, τους κ. κ.
Κ. Ντόκο και Π. Κονόρτα για τη βοήθεια που μου προσέφεραν και τις καίριες
υποδείξεις τους.
Θα πρέπει επίσης να γίνει ειδική μνεία για την προσφορά του κ. Ν.
Καραπιδάκη, διευθυντή των Γ.Α.Κ. την περίοδο συγκέντρωσης του αρχειακού υλικού
που εξετάζει η παρούσα εργασία, καθώς συνέβαλε στη μείωση των γραφειοκρατικών
διαδικασιών που ισχύουν στα Γ.Α.Κ. Ευχαριστίες οφείλω και στον κ. Ε. Πρόντζα για
τον χρόνο που αφιέρωσε ώστε να λυθούν κάποιες απορίες, που προέκυψαν κατά τη
συγγραφή.
Διορθώσεις του κειμένου και προτάσεις βελτίωσης του ύφους του έγιναν από
δύο φίλους, τον κ. Ι. Στεφανίδη και την κ. Π. Αλιβιζάτου, οι οποίοι ακούραστα
επιμελήθηκαν αυτό το ίσως «κουραστικό» γι' αυτούς έργο.

Ιούλιος 2001
4

Μονές και Μοναχοί στον Ελλαδικό χώρο.


Δημογραφική μελέτη στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα και στα
νησιά του κεντρικού και νοτίου Αιγαίου, στο πρώτο μισό του 19 αιώνα

Νικόλαος Τόμπρος

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, στις περιοχές που αποτέλεσαν μετά το
1832 το ελληνικό βασίλειο, βρίσκουμε έξι περίπου εκατοντάδες μονών, μικρού
αριθμητικού μεγέθους, με τρεισήμισι περίπου χιλιάδες άτομα, όταν το ελληνικό
κράτος σχηματίζεται από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες. Ένας μεγάλος
αναλογικά μοναστικός πληθυσμός, στην πλειονότητα του ανδρικός, που συχνά
αποδίδεται στην θρησκευτικότητα των Ελλήνων ή και στα προνόμια που
απολάμβαναν οι μονές και οι μοναχοί από τους χρόνους της οθωμανικής κυριαρχίας
χωρίς ασφαλώς να εξαντλούνται οι λόγοι του μεγάλου μοναστικού πληθυσμού μόνο
στα ανωτέρω. Ο στόχος της παρούσας μελέτης είναι να αναζητήσει και να εντοπίσει
αυτά ακριβώς τα λανθάνοντα ζητήματα με την κινητοποίηση διαθέσιμων τεκμηρίων
αλλά και θεωρητικών αναλύσεων για το Μοναχισμό.
Το πρώτο πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι το ζήτημα της
Διοικητικής εποπτείας που ασκείται στην Εκκλησία και ειδικότερα στο μοναχισμό
(1821-1850). Τα μέτρα που υιοθετήθηκαν για το μοναχισμό δεν μετέβαλαν τελικώς
τη θέση του ως θεσμού και πνευματικής λειτουργίας αλλά περιόρισαν τον αριθμό των
μονών και των μοναχών και περιέκοψαν προνόμια τα οποία είχαν οι μονές
προεπαναστατικά.
5

Το δεύτερο ζήτημα εμπλέκεται με το προηγούμενο και έχει σχέση με τη


μείωση του αριθμού των μοναχών, όχι μόνο σαν συνέπεια των Διαταγμάτων της
Αντιβασιλείας αλλά και του τρόπου που αντιμετωπίζουν οι λαϊκοί την Ορθοδοξία και
το ρόλο της θρησκείας, ειδικότερα δε, το μοναχικό βίο.
Το τρίτο ζήτημα αφορά τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά του μοναχισμού.
Στις μονές εγκαταβιώνουν μοναχοί, μοναχές, δόκιμοι και λαϊκοί, που προέρχονται
κυρίως από αγροτικές περιοχές, οι οποίες γειτνίαζαν με τις μονές. Οι μοναχοί πρέπει
να συμμορφώνονται παράλληλα με τους εκκλησιαστικούς και μοναστηριακούς
κανόνες και με τους κοσμικούς νόμους.
Όσον αφορά τις ιστορικές συγκυρίες που επικράτησαν, στο πρώτο μισό του
19ου αιώνα στον ελλαδικό χώρο, παρά τις εξαιρέσεις, τελικώς δεν έπαιξαν ρόλο στην
επιλογή κάποιου λαϊκού να κατευθυνθεί στο μοναχισμό. Αντίθετα οι κοινωνικές,
οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε περιοχή ήταν
αυτές που συνέβαλαν ουσιαστικά στην επιλογή του μοναστικού σχήματος.
Ηλικιακά οι λαϊκοί κατευθύνονται στο μοναχισμό, προεπαναστατικά, είτε σε
μικρές ηλικίες, κάτω των δεκαεπτά ετών, είτε σε μεγάλες ηλικίες, άνω των πενήντα
ετών. Μετεπαναστατικά και με την ίδρυση του ελληνικού κράτους παρατηρούμε ότι
αρχίζουν να αλλάζουν τα ηλικιακά δεδομένα και να κατευθύνονται όλο και
μεγαλύτερες ηλικίες προς τις μονές.
Στις μονές οι μοναχοί ασχολούνται παράλληλα με τα θρησκευτικά τους
καθήκοντα με εργασίες χειρονακτικές: η ατομική επιβίωση αλλά και η διαιώνιση της
Μονής στηρίζονται στον πνευματικό της ρόλο αλλά και στην ικανότητα της να
αντιμετωπίσει τα έξοδα συντήρησης της. Στις ανάγκες αυτές προστίθεται και ο
εκπαιδευτικός ρόλος των μονών προς τους μέλλοντες μοναχούς αλλά και τους
αγροτικούς πληθυσμούς.
Στα μέσα του 19ου αιώνα ο μοναχισμός δεν έχει υποστεί αλλαγές οι οποίες να
εντοπίζονται στην πνευματική του λειτουργία. Αλλαγές επέρχονται στους ρόλους των
μονών με τη μείωση των προνομίων τους από την πολιτική ηγεσία. Παράλληλα
μεταβάλλεται και ο τρόπος που οι λαϊκοί αντιμετωπίζουν τον μοναχισμό ασκώντας
αφενός κριτική στο θεσμό και αφετέρου μη εκδηλώνοντας ενδιαφέρον να μονάσουν.
6

Monasteries and monks in the Greek area.


A demographic survey of the Peloponese, Central Greece and the islands
of the central and south Aegean Sea in the first half of the 19th century.

By Nikolaos Tombros

SUMMERY

During the first three decades of the nineteenth century, in areas that after
1832 constituted the Kingdom of Greece, there can be found approximately 600
monasteries, of a small number of monks or nuns each, inhabited by roughly 3,500
persons in all, at a time when the entire Greek State only counts a few hundreds of
thousands of citizens. The size of the mostly male monastic population is usually
attributed either to the Greek religious fervor, or/and to privileges enjoyed by
monasteries and monks since the time of the Ottoman dominion. These are however
not the only reasons and hidden issues behind the flourishing of monasticism in the
period concerned. The target of the present study is to seek and discover the latent
reasons for the abundance of monasteries, through the quest of existing sources of
information, but also through theoretical analysis regarding the phenomenon of
monasticism.
The first matter to be dealt with is the answerability of the Church and in
particular the Monasteries to the central Government of the new born Greek State in
the period (1821-1850). Measures adopted by the administration regarding the
monasteries never managed to alter the status of monasticism as an institution or a
spiritual quest. They did, however, diminish the number of monks and monasteries
7

and they canceled some of the privileges that the later enjoyed before the
Independence war.
The second issue dealt with entwines with the previous one. The demise in the
number of monks obviously has to do with the decrees of the Viceroy Period but also
with the way that the layman sees Orthodoxy and the role of religion, especially as
regards to monastic life.
The third matter dealt herewith are the social characteristics of monasticism.
The monasteries are dwelt by monks, nuns, novices and laymen that usually originate
from rural areas in the vicinity of the convent. Monks find themselves obliged to
abide by both ecclesiastical and monastic rules as well as by the secular Law.
Concerning historic events of the first half of the 19th c. in the Greek area, they
arguably do not seem to have led the layman to monastic life. It was however much
more the local social, economic or cultural conditions that influenced people to take
the habit.
Before the Independence War, two age groups predominate among those
becoming monks: the young (under 17) and the old (over 50 years of age). After the
Independence War we notice that these statistics change and ever older age groups
take to the convents.
Monks tend to dedicate themselves to labour along with their religious
practices; individual survival, but also the survival of the monastery rely on the
spiritual role of the later, but also on its ability to meet its own expenses. To these
needs one should add the educational function of the monastery for its future monks
as well as for the local rural population.
By mid 19th c. monasticism has undergone no changes as regards to its
spiritual importance. The diminishing or abolishment of old privileges imposed by
the Government does, however, alter their local status. Parallel to this, the layman's
attitude toward monastic life changes, the institution is occasionally subjected to
criticism and vocation dwindles.
8

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Ευχαριστίες 3
Ελληνική περίληψη 4
Αγγλική περίληψη 6
Περιεχόμενα 8
Κατάλογος πινάκων ' 11
Κατάλογος διαγραμμάτων 16
Κατάλογος εικόνων 18
Βραχυγραφίες 19
Εισαγωγή 21

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ
Κεφάλαιο 1°: Οι απαρχές του μοναχισμού: συγκρότηση και διοίκηση 29
1.10 ανατολικός μοναχισμός 29
1.2 0 δυτικός μοναχισμός (συνοπτική προσέγγιση) 34
Κεφάλαιο 2°: Ο μοναχισμός στον ελλαδικό χώρο την περίοδο της 37
οθωμανικής κυριαρχίας
2.1 Η διαμόρφωση του μοναχικού βίου μετά την Άλωση 38
2.2 Οι σχέσεις κλήρου και μοναχών με την ελληνική κοινωνία 45
Αντί συμπερασμάτων 50

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΤΟ ΠΟΛΙΉΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ
Κεφάλαιο 3°: Το εκκλησιαστικό ζήτημα στην Επανάσταση 53
3.1 Τα επαναστατικά γεγονότα 53
3.2 Οι πολιτικές προεκτάσεις 56
3.3 Οι εθνοσυνελεύσεις 59
3.4 Η καποδιστριακή περίοδος 71
Κεφάλαιο 4°: Το εκκλησιαστικό και μοναστηριακό ζήτημα την περίοδο της 87
Αντιβασιλείας
4.1 Οι ενέργειες της Αντιβασιλείας για την Εκκλησία 88
4.2 Τα μέτρα της Αντιβασιλείας για τις μονές 99
4.3 Τα αποτελέσματα των ενεργειών της Αντιβασιλείας για τα 112
εκκλησιαστικά ζητήματα
Κεφάλαιο 5°: Οι μονές και οι μοναχοί στο ελληνικό βασίλειο πριν και μετά 117
9

την έκδοση των β. διαταγμάτων


5.1 Οι μονές και οι πηγές πληροφοριών γι' αυτές 117
5.2 Οι μοναχοί 141
Κεφάλαιο 6°: Η αναγραφή των μονών και των μοναχών: το παράδειγμα 149
του Οιτύλου
6.1 Ο χώρος του Μοναχισμού της Μάνης 149
6.2 Οι μονές της επαρχίας Οιτύλου 155
6.3 Η στελέχωση των μονών: οι μοναχοί και οι υπηρέτες 165
6.4 Ομοιότητες και διαφορές του μοναχισμού της Μάνης με το 180
μοναχισμό στο υπόλοιπο ελληνικό βασίλειο
Κεφάλαιο 7°: Η διοικητική εποπτεία των μονών 183
7.1 Η άσκηση διοικητικής εποπτείας από την κεντρική εξουσία 184
7.2 Ο έλεγχος από την Αντιβασιλεία, παρουσίαση των πηγών 190
7.3 Ο διοικητικός έλεγχος, πηγή τεκμηρίωσης 216
Κεφάλαιο 8°: Εκκλησιαστικοί κανόνες και νομοθετικές διατάξεις για μονές 219
και μοναχούς
8.10 διαχωρισμός των μονών και η διοίκηση τους 220
8.2 Οι προϋποθέσεις για την τέλεση της κουράς και η διαδικασία 230
της
8.3 Τα μοναστικά σχήματα 235
Αντί συμπερασμάτων 239

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ
Κεφάλαιο 9°: Οι άνθρωποι που εγκαταβιώνουν στις μονές 245
9.1 Ο χώρος διαμονής 245
9.2 Η ανθρώπινη σύνθεση των μονών 247
9.3 Ποιοι πηγαίνουν στις μονές; 273
Κεφάλαιο 10°: Τα ανθρωπωνύμια 277
10.1 Τα μοναστηριακά ονόματα 278
10.2 Τα βαπτιστικά ονόματα 289
10.3 Τα οικογενειακά ονόματα 294
10.4 Οι καταλήξεις των οικογενειακών ονομάτων 306
10.5 Γενική θεώρηση για τα ανθρωπωνύμια 309
Κεφάλαιο 11°: Ο γεωγραφικός και οικιστικός παράγοντας του μοναχισμού 311
το α'μισό του 19ου αιώνα
11.1 Χώρος και οικισμοί 311
11.2 Ο χώρος προέλευσης 315
11.3 Η επιλογή της μονής της μετανοίας και οι γενέτειρες των 355
μοναχών
11.4 Επιδρά ο γεωγραφικός χώρος στην κίνηση των λαϊκών προς 339
τις μονές;
Κεφάλαιο 12°: Η είσοδος στο μοναχισμό (1800-1840) 341
12.1 Οι χρονολογίες εισόδου 342
12.2 Οι ηλικίες εισόδου 3 51
12.3 Η σχέση ηλικίας και χρονολογίας εισόδου 360
12.4 Ανασκόπηση 364
Κεφάλαιο 13°: Ζητήματα του μοναστικού τρόπου ζωής 367
13.1 Ο καθημερινός βίος των μοναχών στις μονές 367
10

13.2 Εκπαίδευση και γραμματοσύνη 3 82


13.3 Στοιχεία του μοναχικού ιδεώδους 395
13.4 Συνοπτική απεικόνιση του μοναστικού τρόπου ζωής 400
Αντί συμπερασμάτων 403

Επίλογος 409

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Ελληνόγλωσση 417
2. Ξενόγλωσση 432
3. Μεταγράφεις 436

ΠΗΓΕΣ
1. Αρχεία 437
2. Γενική Εφημερίδα του Κράτους 437
3. Λοιπές Εφημερίδες 437

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ 438

ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ
ΤΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ
ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΙΣΟ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
Παράρτημα Ι: Βασιλικά διατάγματα και εγκύκλιοι 4
Παράρτημα Π: Πίνακες 12
Παράρτημα III: Πηγές 139
Παράρτημα IV: Χάρτες 327
11

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ

Πίνακας 2.1 43
Οι αριθμοί των μονών και των μοναχών στα τέλη του 16ου αιώνα στην
Πελοπόννησο και στη Στερεά Ελλάδα
Πίνακας 5.1 · 122
Οι μονές του ελληνικού βασιλείου (διατηρούμενες και «διαλελυμένες») βάσει
των βιβλιογραφικών πηγών
Πίνακας 5.2 125
Μονές προκύπτουσες από έγγραφα του αρχείου των Μοναστηριακών
Πίνακας 5.3 126
Οι γυναικείες μονές στο ελληνικό βασίλειο πριν το 1833
Πίνακας 5.4 127
Αριθμοί και ποσοστά των διατηρούμενων και των διαλυμένων μονών
Πίνακας 5.5 128
Διατηρούμενες και διαλυμένες μονές ανά νομό και ευρύτερη γεωγραφική
περιοχή
Πίνακας 5.6 131
Τα μετόχια του ελληνικού βασιλείου
Πίνακας 5.7 133
Οι διατηρούμενες μονές σύμφωνα με τα στοιχεία του Α. Μάμουκα
Πίνακας 5.8 135
Οι μοναχοί των επισκοπών Αχαΐας, Κυνουρίας, Κυναίθης, το 1836
Πίνακας 5.9 137
Οι διατηρούμενες μονές του ελληνικού βασιλείου (1838)
Πίνακας 5.10 140
Οι μονές του ελληνικού βασιλείου πριν και μετά την έκδοση των β.
διαταγμάτων
Πίνακας 5.11 142
Οι διατηρούμενες ανδρικές μονές και το ανθρώπινο δυναμικό τους
Πίνακας 5.12 144
Γυναικείες μονές του ελλαδικού χώρου πριν το 1833 και το ανθρώπινο
δυναμικό τους
Πίνακας 5.13 145
Ο μέσος όρος των μοναχών ανά μονή
Πίνακας 5.14 146
Οι μεταβολές στο μοναστηριακό δυναμικό σε επισκοπές του βασιλείου
(1833-1836)
12

Πίνακας 6.1 155


Οι μονές της επαρχίας Οιτύλου
Πίνακας 6.2 157
Η αναλογία των μονών σε σχέση με την έκταση των περιοχών τους
Πίνακας 6.3 158
Η αναλογία των μονών της Μάνης σε σχέση με την έκταση της
Πίνακας 6.4 160
Άγιοι στους οποίους είναι αφιερωμένες οι μονές
Πίνακας 6.5 162
Επίδραση των μονών στις ονοματοθεσίες περιοχών
Πίνακας 6.6 163
«Κατάστασις μονής»
Πίνακας 6.7 166
Ο αριθμός των μοναχών του Οιτύλου
Πίνακας 6.8 167
Το ποσοστό των μοναχών σε αναλογία με τους κατοίκους της Μάνης
Πίνακας 6.9 168
Το ποσοστό των μοναχών ανά μονή
Πίνακας 6.10 171
Τα ονόματα των ηγουμένων
Πίνακας 6.11 171
Ο αριθμός των υπηρετών και το ποσοστό τους ανά μονή
Πίνακας 6.12 174
Ο αριθμός και το ποσοστό των μοναχών και των υπηρετών σε μονές της
Θεοτόκου στη Μάνη
Πίνακας 6.13 176
Η οικοδομική κατάσταση των μονών της Μάνης
Πίνακας 6.14 177
Η οικοδομική κατάσταση των μονών σύμφωνα με το πρόσωπο που είναι
αφιερωμένες
Πίνακας 6.15 178
Η οικοδομική κατάσταση των μονών και οι μοναχοί τους
Πίνακας 6.16 179
Η οικοδομική κατάσταση των μονών και οι υπηρέτες τους
Πίνακας 7.1 197
Τα έγγραφα της αναφοράς Ε' από επισκοπές του ελληνικού βασιλείου
Πίνακας 9.1 249
Ο διαχωρισμός των μοναχών βάσει των ιερατικών τους βαθμών
Πίνακας 9.2 251
Οι όροι που χρησιμοποιούνται για τους ιερομόναχους
Πίνακας 9.3 256
Οι ηλικίες των δοκίμων στη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου (1836)
Πίνακας 9.4 261
Οι υπηρέτες και οι μοναχοί του ελληνικού βασιλείου σε 105 μονές (1836)
Πίνακας 9.5 263
Οι ασχολίες των υπηρετών στις μονές
Πίνακας 9.6 264
Η κατανομή των υπηρετών σε γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες
Πίνακας 9.7 265
Υπηρέτες των μονών και αμοιβές τους
13

Πίνακας 9.8 268


Γυναικείες μονές στο χώρο του ελληνικού βασιλείου πριν το 1833
Πίνακας 9.9 269
Οι μοναχές στο ελληνικό βασίλειο πριν το 1833
Πίνακας 10.1 280
Συσχετισμός λαϊκών και μοναστηριακών ονομάτων
Πίνακας 10.2 282
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναχών
Πίνακας 10.3 284
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναζουσών
Πίνακας 10.4 286
Το παράδειγμα του ονόματος Γρηγόριος και η σχέση του με τη γενέτειρα των
μοναχών που το έφεραν
Πίνακας 10.5 286
Το παράδειγμα του ονόματος Γρηγόριος και η σχέση του με τη χρονολογία
εισόδου στο μοναχισμό των ατόμων που το έφεραν
Πίνακας 10.6 ' 287
Μοναστηριακά ονόματα από τη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου
Πίνακας 10.7 288
Μοναστηριακά ονόματα μοναζουσών και οι σχέσεις τους με τις γενέτειρες
των γυναικών
Πίνακας 10.8 290
Βαπτιστικά ονόματα λαϊκών
Πίνακας 10.9 291
Αγιωνυμικά ονόματα λαϊκών
Πίνακας 10.10 293
Βαπτιστικά ονόματα γυναικών
Πίνακας 10.11 297
Η κατανομή σε κατηγορίες των συνηθέστερων επωνύμων
Πίνακας 10.12 298
Η κατανομή των επωνύμων επί συνόλου 634 περιπτώσεων
Πίνακας 10.13 303
Συγγενικές σχέσεις των μοναχών βάσει των επωνύμων τους
Πίνακας 10.14 304
Η κατανομή των επωνύμων των μοναζουσών
Πίνακας 10.15 305
Σχέσεις επωνύμων και γενετειρών των μοναζουσών
Πίνακας 10.16 306
Συγγενικές σχέσεις των μοναζουσών βάσει των επωνύμων τους
Πίνακας 10.17 307
Οι καταλήξεις των ανδρικών επωνύμων
Πίνακας 10.18 309
Οι καταλήξεις των γυναικείων επωνύμων
Πίνακας 11.1 317
Οι γενέτειρες των μοναχών με πληθυσμό μέχρι 100 κατοίκους
Πίνακας 11.2 ' 318
Οι γενέτειρες των μοναχών με πληθυσμό άνω των 1000 κατοίκων
Πίνακας 11.3 321
Οι περιοχές εκτός ελληνικού βασιλείου από τις οποίες προέρχονται οι
μοναχοί
14

Πίνακας 11.4 323


Οι γενέτειρες των μοναζουσών
Πίνακας 11.5 325
Η αναλογία των μοναζουσών σε σχέση με τον πληθυσμό των γενετειρών τους
(άνω των 1000 κατοίκων)
Πίνακας 11.6 326
Η αναλογία των μοναζουσών σε σχέση με τον πληθυσμό των γενετειρών τους
(μέχρι 1000 κατοίκους)
Πίνακας 11.7 327
Οι περιοχές εκτός ελληνικού βασιλείου από τις οποίες προέρχονται οι
μοναχές
Πίνακας 12.1 343
Χρονολογίες που παρατηρούνται αυξημένα ποσοστά μοναχών
Πίνακας 12.2 345
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών ανά πενταετίες
Πίνακας 12.3 345
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών ανά δεκαετίες
Πίνακας 12.4 347
Οι χρονολογίες εισόδου των μοναζουσών: Αγία Μονή-Κοιμήσεως της
Θεοτόκου (Τήνος)
Πίνακας 12.5 349
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζουσών ανά
πενταετίες
Πίνακας 12.6 350
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζουσών ανά
δεκαετίες
Πίνακας 12.7 355
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναχών ανά πενταετίες
Πίνακας 12.8 344
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναχών ανά δεκαετίες
Πίνακας 12.9 359
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναζουσών ανά πενταετίες
Πίνακας 12.10 359
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναζουσών ανά δεκαετίες
Πίνακας 12.11 361
Οι ηλικίες εισόδου των λαϊκών στο μοναχισμό άνω των 40 ετών (1836-1837)
Πίνακας 13.1 372
Οι γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες των υπηρετών
Πίνακας 13.2 373
Ασθένειες και αναπηρίες ατόμων που εγκαταβιώνουν στις μονές
Πίνακας 13.3 375
Μονές του νομού Αργολίδος που περιθάλπουν ασθενείς και αναπήρους
Πίνακας 13.4 377
Συσχετισμός των ιερατικών και μοναστηριακών βαθμών με τις ασθένειες και
τις αναπηρίες τους
Πίνακας 13.5 378
Ασθένειες των μοναζουσών
Πίνακας 13.6 383
Οι γραμματικές γνώσεις στις περιπτώσεις 173 μοναχών
384
15

Πίνακας 13.7
Το μορφωτικό επίπεδο σε 173 μοναχούς
Πίνακας 13.8 386
Γραμματικές γνώσεις των δοκίμων
Πίνακας 13.9 387
Περιπτώσεις αγράμματων μοναζουσών που εγκαταβιώνουν σε ανδρικές
μονές
Πίνακας 13.10 388
Γραμματικές γνώσεις των λαϊκών-υπηρετών
Πίνακας 13.11 390
Οι γραμματικές γνώσεις των μοναχών και οι ασχολίες τους
Πίνακας 13.12 391
Οι γραμματικές γνώσεις των λαϊκών και οι ασχολίες τους
Πίνακας 13.13 392
Οι γραμματικές γνώσεις των δοκίμων και οι γενέτειρες τους
Πίνακας 13.14 393
Οι γραμματικές γνώσεις των υπηρετών και οι γενέτειρες τους
Πίνακας 13.15 394
Οι γραμματικές γνώσεις των μοναχών και οι χρονολογίες εισόδου τους στις
μονές
Πίνακας 13.16 396
Η οικονομική κατάσταση των ατόμων που εγκαταβιώνουν στις μονές
Πίνακας 13.17 399
Η ηθική διαγωγή των ατόμων που εγκαταβιώνουν στις μονές
16

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

Διάγραμμα 6.1 164


Η οικοδομική κατάσταση των μονών της Βόρειας Μάνης
Διάγραμμα 6.2 " 164
Η οικοδομική κατάσταση των μονών της Νότιας Μάνης
Διάγραμμα 6.3 166
Οι μοναχοί της Μάνης
Διάγραμμα 6.4 172
Οι υπηρέτες των μονών της επαρχίας Οιτύλου
Διάγραμμα 9.1 250
Ο διαχωρισμός των μοναχών βάσει των ιερατικών τους βαθμών
Διάγραμμα 9.2 257
Οι ηλικίες των δοκίμων στη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου
Διάγραμμα 9.3 261
Οι υπηρέτες και οι μοναχοί της Πελοποννήσου
Διάγραμμα 9.4 262
Οι υπηρέτες και οι μοναχοί του ελληνικού βασιλείου σε 105 μονές
Διάγραμμα 9.5 264
Οι εργασίες των υπηρετών (κτηνοτροφικές-γεωργικές)
Διάγραμμα 10.1 282
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναχών
Διάγραμμα 10.2 284
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναζουσών
Διάγραμμα 10.3 298
Η κατανομή των συνηθέστερων επωνύμων των μοναχών
Διάγραμμα 10.4 299
Η κατανομή των επωνύμων επί συνόλου 634 περιπτώσεων
Διάγραμμα 10.5 304
Η κατανομή των γυναικείων επωνύμων
Διάγραμμα 12.1 346
Κατάταξη των χρονολογιών εισόδου ανά δεκαετίες
Διάγραμμα 12.2 350
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζουσών ανά
πενταετίες
Διάγραμμα 12.3 351
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζουσών ανά
δεκαετίες
17

Διάγραμμα 12.4
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναχών ανά δεκαετίες
Διάγραμμα 12.5
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναζουσών ανά δεκαετίες
Διάγραμμα 13.1
Οι γραμματικές γνώσεις 173 μοναχών
Διάγραμμα 13.2
Οι γραμματικές γνώσεις των λαΐκών-υπηρετών
18

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

Εικόνα 1η
Καθολικό μονής Δαφνιού
Εικόνα 2 η
Μονή Αγίου Ιωάννου Κυνηγού
η
Εικόνα 3
Ναός Παναγίας, Σκριπού
Εικόνα 4 η
Μονή Οσίου Λουκά
Εικόνα 5 η
Μονή Οσίου Μελετίου
Εικόνα 6 η
Όμορφη Εκκλησία, Αττικής
19

ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ

αρ., Αριθμ. Αριθμός


Άρθ. Άρθρο
A.M. Αυτού Μεγαλειότης
Α. Ο. Άγιο Όρος
Αρ. Πρ. Αριθμός Πρωτοκόλλου
Αρ. Πρωτ. Αριθμός Πρωτοκόλλου
Β. Διάταγμα, Β.Δ. Βασιλικό διάταγμα
Βλ. Βλέπε
Γ.Α.Κ. Γενικά Αρχεία του Κράτους (Αθήνα)
Γ.Ε.Τ. Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο
Γ.Ε.Τ. νόμ. Γενικού εκκλησιαστικού ταμείου και
διοικήσεως μοναστηριών, νόμος αριθ. 3414
(16/11/1909)
Δ.Σ. Διοικητικό Συμβούλιο του γενικού
εκκλησιαστικού ταμείου
εκδ. Εκδόσεις
Εφημ. Εφημερίδα
Θ.Χ.Ε. Θρησκευτική και Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια
Ι.Ε.Ε. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους
Ι. Μητρόπολις Ιερά Μητρόπολις
Ιουστιν. Ιουστινιανός
Ι.Σ. Ιερά Σύνοδος
Καν. Κανόνας
Καταστατ. Α.Ο. Καταστατικός χάρτης του Αγ. Όρους
Κεφ. Κεφάλαιο
K.M. Κανονισμού των μοναστηριών σύμφωνα με
βασιλικό διάταγμα από 28/7/1858
Μ. Βασίλειος Μέγας Βασίλειος
μετάφρ. Μετάφραση
Μοναστηριακά Αρχείο Μοναστηριακά (Γ.Α.Κ.)
Μ.Σ. Μοναστηριακό συμβούλιο
Ν. Νόμος
Νεαρ. Νεαραί
Οικουμ. Σύνοδ. Οικουμενική Σύνοδος
ό.π. Όπως παραπάνω
Παράρ. Παράρτημα
20

περίοδ. Περίοδος
Πίν. Πίνακας
Σημ. Σημείωση
Στοιχ. Στοιχείο
τ. Τόμος
τ· χμ- Τετραγωνικά χιλιόμετρα
Υ.Ε. Υπουργείο εκκλησιαστικών
Υ.Θ. Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων (τέως
Υ.Ε.)
Φ. Φάκελος
21

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

α. Οι λόγοι συγγραφής
Ο μοναχισμός σύμφωνα με τις αρχές του είναι μια ουσιαστική έκφραση της
διδασκαλίας του Χριστιανισμού για τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό και τον
κόσμο. Θεωρητικά πάντα, ο μοναχισμός αποτελεί μία εξαίρετη πνευματική οδό,
απόλυτης αφιερώσεως του πιστού στη βίωση της όλης πολιτείας του Χριστού τόσο
στη θεραπεία της παρακοής του πρώτου Αδάμ, όσο και για την επίτευξη της
προσωπικής του κοινωνίας με τον Θεό μέσα από τη μίμηση της υπακοής του
δεύτερου Αδάμ (Χριστός). Συνεπώς, ο μοναχικός βίος είναι ουσιαστικό και
αναπαλλοτρίωτο στοιχείο της πνευματικής εμπειρίας της Εκκλησίας, στην οποία
φανερώνεται και βιώνεται το όλο μυστήριο της εν Χριστώ θείας οικονομίας από τη
δημιουργία μέχρι τα έσχατα. Υπό την έννοια αυτή το αίτημα της ασκήσεως είναι μια
αυθεντική έκφραση της χριστιανικής πνευματικότητας και εκδηλώθηκε ήδη από τους
αποστολικούς χρόνους κατά διάφορους τρόπους, οι οποίοι τόνιζαν είτε τα προσωπικά
χαρίσματα ορισμένων πιστών ή και ευρύτερες αναζητήσεις για μια υψηλότερη
πνευματική τελείωση.
Στην πράξη όμως η μεταφυσική θεώρηση του μοναχισμού συνυφαίνεται με
τον καθημερινό βίο των μοναχών, με τις σχέσεις δηλαδή που δημιουργούν οι μοναχοί
με τους κατοίκους της περιοχής τους, με την κεντρική εξουσία, με την κάλυψη των
αναγκών τους, με τις απαιτήσεις των περιουσιακών στοιχείων των μονών. Σε αυτές
τις περιπτώσεις η καθημερινή ζωή των μοναχών και ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τα
προβλήματα που εμφανίζονται, δεν απέχει πολύ από τον τρόπο ζωής των λαϊκών,
καθώς οι ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν είναι κοινές. Εκτός λοιπόν από την
πνευματική του βάση ο μοναχισμός μπορεί να μελετηθεί από τη σκοπιά των λαϊκών
που εγκαταλείπουν τα εγκόσμια και εγκαταβιώνουν στις μονές. Αυτό επιδιώκουμε με
την εργασία που ακολουθεί. Η προσπάθεια να επεξεργαστούμε με πειθαρχημένες
22

μεθόδους (ιστορική έρευνα, στατιστικές μετρήσεις, κ.λ.π.) τις εκδηλώσεις του


σημαντικού αυτού σώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, των μοναχών, επιδιώκει να
συλλάβει το βάθος και να μετρήσει την αραίωση του στο χώρο και το χρόνο. Είναι ο
δρόμος που επιτρέπει να κατανοήσουμε, δια της «μοριακής» έρευνας το μοναχισμό,
μελετώντας δηλαδή τα ατομικά στοιχεία του κάθε μοναχού ξεχωριστά.
Οι μελέτες που έχουν γίνει για τον μοναχισμό, μέχρι τώρα, επικεντρώνουν το
ενδιαφέρον τους σε συγκεκριμένες πλευρές του και για ορισμένες χρονικές περιόδους
του. Ο μοναχισμός έτσι «προσεγγίζεται» είτε θρησκειολογικά, είτε από την πλευρά
της ιστορικής του εξέλιξης, είτε από τους νομοκανόνες και τις διατάξεις που έχουν
εκδοθεί γι' αυτόν, είτε από τον επώνυμο βίο των γερόντων που τον υπηρέτησαν, είτε
τέλος από τις οικονομικές παραμέτρους που σχετίζονται με τα περιουσιακά στοιχεία
των μονών. Καμία μελέτη δεν έχει ασχοληθεί διεξοδικά με το μοναχισμό και τους
μοναχούς από την πλευρά της δημογραφίας, δηλαδή με την επεξεργασία των
ποιοτικών και ποσοτικών πληροφοριών που αφορούν τον κοινωνικό, οικονομικό και
πολιτισμικό βίο, καθημερινό και αργοσάλευτο, των μοναχών. Η δημογραφία με τις
δυνατότητες που προσφέρει συμπληρώνει τις όψεις της συλλογικής συμπεριφοράς
και στο επίπεδο της Θρησκείας, καθόσο η συμπεριφορά αυτή διαπερνά άτομα και
ρυθμίζει κοινωνικές σχέσεις.
Τα δημογραφικά στοιχεία που υπάρχουν και αφορούν τις μονές και τους
μοναχούς για τους αιώνες πριν τον 18°, δεν είναι επαρκή αλλά ούτε και γνωρίζουμε
ακριβώς το βαθμό της εγκυρότητας τους, ώστε να μπορεί κανείς να στηριχθεί με
ασφάλεια σε αυτά και να τα επεξεργαστεί με σύγχρονες μεθόδους και μέσα. Όσο
προχωρούμε προς τον 18° και ακόμα περισσότερο προς τον 19ου αιώνα τα
δημογραφικά στοιχεία πληθαίνουν με αποτέλεσμα να δίνουν τη δυνατότητα να
μελετηθεί ο μοναχισμός στο σύνολο του.
Η παρούσα διδακτορική διατριβή: Μονές και μοναχοί στον Ελλαδικό χώρο.
Δημογραφική μελέτη στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα και στα νησιά του
κεντρικού και νότιου Αιγαίου, στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, θέτει ως σκοπό τη
μελέτη του ελληνικού μοναχισμού αυτής της περιόδου. Η επιλογή των χρονικών
ορίων, γίνεται γιατί το πρώτο μισό του 19ου αιώνα αποτελεί μια σημαντική περίοδο
του μοναχισμού, ελάχιστα ερευνημένη από την πλευρά των ενεργειών της εξουσίας
για τη διοικητική εποπτεία του μοναχισμού, ενώ από την πλευρά των συμπεριφορών
και των ενεργειών του συμπαγούς σώματος των μοναχών το θέμα δεν έχει ερευνηθεί.
Δεν περιοριζόμαστε λοιπόν μόνο στην παρουσίαση του αριθμού των μονών και των
23

μοναχών του Βασιλείου, αλλά μελετάμε και την πολιτική εποπτεία που ασκείται στο
μοναχισμό και την ερμηνεία της συμπεριφοράς των Ελλήνων του νεώτερου κράτους
καθώς αλλάζει ο τρόπος που οι λαϊκοί αντιμετωπίζουν το θεσμό του μοναχισμού.
Στα χρόνια αυτά οι μετέπειτα κάτοικοι, του ελληνικού βασιλείου, είδαν να
δημιουργείται η αυτοκέφαλη ελληνική εκκλησία, στη συνέχεια να εφαρμόζεται το
καισαροπαπικό σύστημα, που καθόριζε τις σχέσεις Εκκλησίας-κράτους, και τις
ρύθμιζε προς όφελος του κράτους και τέλος έγιναν μάρτυρες της μείωσης του
αριθμού των μονών του κράτους. Η διατριβή επιδιώκει να απαντήσει σε ερωτήματα
που αφορούν το πολιτικό ζήτημα του μοναχισμού όπως αυτό διαμορφώθηκε από το
1821 ως το 1850 (μέρος II) και τη συγκρότηση του μοναχισμού την περίοδο 1800-
1850 (μέρος III).
Στην πολιτική εποπτεία που ασκείται στο μοναχισμό ερευνώνται οι ενέργειες
της εκάστοτε κεντρικής εξουσίας στον ελλαδικό χώρο (Πελοπόννησος, Στερεά
Ελλάδα, νησιά κεντρικού και νότιου Αιγαίου) από το 1821 ως και τα μέσα του 19ου
αιώνα. Εξετάζονται έτσι τα μέτρα που υιοθετήθηκαν από την πολιτική εξουσία, οι
σκοποί που επιδίωκε να πετύχει η εξουσία μέσα από τις ενέργειες αυτές, τα
αποτελέσματα που οι ενέργειες της κεντρικής εξουσίας επέφεραν στο μοναχισμό
(1821-1850) καθώς και ο βαθμός της πολιτικής εποπτείας που επιδιώχτηκε για τους
μοναχούς την περίοδο της Επανάστασης, του Καποδίστρια, της Αντιβασιλείας και
του Όθωνα. Εντοπίζονται μέσα από όλες τις πολιτικές ενέργειες (1821-1850) δύο
τάσεις από τη μια πλευρά η ανάγκη φροντίδας της Εκκλησίας και του μοναχισμού
ειδικότερα και από την άλλη οι ενέργειες για τη διοικητική εποπτεία του κλήρου και
των μοναχών. Οι τάσεις αυτές φτάνουν στην αποκορύφωση τους την περίοδο της
Αντιβασιλείας. Οι διοικητικές ενέργειες για το μοναχισμό, την περίοδο της
Επανάστασης και του Καποδίστρια, έχουν σε γενικές γραμμές σχολιασθεί από
προηγούμενους ερευνητές γι' αυτό και τις παραθέτουμε (κεφάλαιο 3°) ώστε να
υπάρχει μια συνέχεια στην κατανόηση των ενεργειών της κεντρικής εξουσίας από το
1821 ως το 1850.
Στην πολιτική εποπτεία του μοναχισμού εντάσσεται και η μείωση των μονών
που συντελέστηκε το 1833 και 1834 με τα βασιλικά διατάγματα που εξέδωσε η
Αντιβασιλεία και τα οποία περιόρισαν τον αριθμό των μονών που υπήρχαν στο
ελληνικό βασίλειο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε και τα οποία
παρουσιάζονται στο παράρτημα (μέρος IV), μπορούμε να υπολογίσουμε το σύνολο
των μονών του βασιλείου πριν και μετά το 1833. Ο καθορισμός του αριθμού των
24

μονών κρίνεται απαραίτητος καθώς στις βιβλιογραφικές πληροφορίες σχετικά με τον


αριθμό των μονών, πριν και μετά την έκδοση των βασιλικών διαταγμάτων, δεν
υπάρχει ταύτιση για τον ακριβή αριθμητικό καθορισμό τους. Μέσα όμως από τη
μείωση των μονών διαφαίνεται και ο σκοπός της Αντιβασιλείας να θεωρήσει το
θεσμό αναχρονιστικό και ξεπερασμένο, να ελέγξει πολιτικά τους μοναχούς, να
καρπωθεί τα περιουσιακά στοιχεία των μονών και τα έσοδα τους.
Η μελέτη επεκτείνεται και στον αριθμό των μοναχών που υπήρχαν στο
ελληνικό βασίλειο. Η προσέγγιση του θέματος δεν περιορίστηκε μόνο στη
συγκέντρωση και παρουσίαση του αριθμού των μοναχών αλλά και στις επιπτώσεις,
που είχαν οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες στους Έλληνες του
ανεξάρτητου πια κράτους, στην επιθυμία τους να στραφούν στο μοναχισμό.
Καθώς όμως η διατριβή δεν εστιάζει το ενδιαφέρον της μόνο στις πολιτικές
ενέργειες της εκάστοτε κεντρικής εξουσίας αλλά κατά κύριο λόγο στα δημογραφικά
στοιχεία του μοναχισμού, πολλά είναι τα ερωτήματα τα οποία τίθενται σε αυτόν τον
τομέα. Εξετάζοντας λοιπόν «μοριακά» το συμπαγές σώμα των μοναχών, μελετώντας
δηλαδή τα ατομικά στοιχεία του κάθε μοναχού ξεχωριστά, μπορούμε να οδηγηθούμε
στους λόγους που ωθούν τα άτομα αυτή την περίοδο (1800-1850) στο μοναχισμό,
στην επιρροή που ασκεί η μονή στους πλησιόχωρους προς αυτή πληθυσμούς, στους
ρόλους που παίζει η μονή στην περιοχή της (θρησκευτικός, οικονομικός, πολιτικός,
κοινωνικός, φιλανθρωπικός, μορφωτικός).
Η μονή όμως δεν προσελκύει μόνο λαϊκούς που επιθυμούν να μονάσουν,
αποτελεί και χώρο που προσελκύει εργατικά χέρια, τουλάχιστον από τον πλησιόχωρο
προς τη μονή πληθυσμό, όπως αυτό προκύπτει από τα έγγραφα των αναφορών.
Μελετώνται έτσι, το είδος των υπηρεσιών που προσέφεραν οι λαϊκοί στις μονές, η
αμοιβή τους, το μορφωτικό τους επίπεδο.
Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου
προσδιορισμού Ελληνικό Βασίλειο, για τα έτη 1800-1832 γίνεται καταχρηστικά,
καθώς δεν υπάρχει ανάλογος όρος στη βιβλιογραφία, ο οποίος να χρησιμοποιείται για
να περιγράψει μόνο τα συγκεκριμένα εδάφη που συμπεριελήφθησαν αργότερα στα
σύνορα του.
β. Οι πηγές
Οι πηγές, που χρησιμοποιήθηκαν για τη μελέτη των μοναχών, είναι απογραφικά
έγγραφα που σημειώνουν τα στοιχεία των μοναχών και σε κάποιες περιπτώσεις τα
περιουσιακά στοιχεία των μονών. Πρόκειται για έγγραφα που υποχρεώνονταν να
25

στέλνουν οι μονές στους κατά τόπους επισκόπους και στο Υπουργείο των
Εκκλησιαστικών σε τακτά χρονικά διαστήματα, ώστε να μπορεί να μπορεί η κεντρική
εξουσία να ασκεί διοικητική εποπτεία στις μονές και στους μοναχούς του βασιλείου.
Στο κείμενο χρησιμοποιείται ο όρος αναφορά προκειμένου να περιγράψει τα
απογραφικά έγγραφα, ο κύριος όγκος των οποίων συντάχθηκε την περίοδο 1833-
1846. Δανειζόμαστε τον όρο αναφορά από τίτλο που σημειώνεται σε ομάδα
απογραφικών εγγράφων.
Επειδή τα έγγραφα των αναφορών παρουσιάζουν διαφορές ως προς τις
πληροφορίες που μας παρέχουν, τα κατατάσσουμε σε τρεις κατηγορίες: στις
μεμονωμένες αναφορές, στις συλλογικές αναφορές και στις συνολικές αναφορές.
γ. Συγκρότηση του έργου
Το πρώτο μέρος της διατριβής συνιστά μια γενική και εν πολλοίς δάνεια ανάλυση του
μοναστηριακού ζητήματος. Στόχος αυτού του μέρους είναι να δείξει τις απαρχές του
μοναχισμού και τις βάσεις (σκοποί και ιδεώδη) στις οποίες οικοδομήθηκε και
αναπτύχθηκε. Σημειώνονται επίσης στοιχεία που αφορούν τη διαμόρφωση του
μοναχισμού την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, πολλά από τα οποία συνέχισαν
να υπάρχουν και μετά την ίδρυση του ελληνικού βασιλείου. Η παρουσίαση κυρίως
των θεωρητικών βάσεων του θεσμού, στο πρώτο μέρος, βοηθά στην κατανόηση του
τρόπου λειτουργίας των μονών και της συμπεριφοράς των μοναχών.
Το δεύτερο και το τρίτο μέρος της διατριβής συνιστούν τον πυρήνα της
έρευνας, ο οποίος εντοπίζεται στις διοικητικές ρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν από την
κεντρική εξουσία για το μοναχισμό από το 1821 μέχρι το 1850 και στην παρουσίαση
των λαϊκών που προσέρχονται στο μοναχισμό στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα.
Αναλυτικότερα στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται οι ενέργειες της διοίκησης
και η πολιτική εποπτεία που θέλησε η διοίκηση να επιβάλλει στο μοναχισμό με τη
δημιουργία του ανεξάρτητου κράτους. Σχολιάζονται επίσης τα αποτελέσματα των
ενεργειών της πολιτικής εξουσίας και γενικότερα η κατάσταση του μοναχισμού μετά
τις συγκεκριμένες ενέργειες. Οι κανονιστικές και νομοθετικές διατάξεις, που
αναφέρονται στο θεσμό του μοναχισμού (κεφάλαιο 8°), παρουσιάζουν τον τρόπο
διοίκησης των μονών, τα μοναστικά σχήματα και τα είδη των μονών, όπως αυτά
διαμορφώθηκαν από τους κανόνες της Εκκλησίας και τις διατάξεις της Πολιτείας.
Στο τρίτο μέρος παρουσιάζονται στοιχεία των ατόμων που εγκαταβιώνουν
στις μονές, την περίοδο 1800-1850. Στοιχεία που αφορούν το όνομα και το επώνυμο
τους, την ηλικία εισόδου τους στο μοναχισμό, τη γενέτειρα τους, τις ασχολίες τους,
26

τα ιερατικά και μοναστηριακά καθήκοντα τους, το μορφωτικό τους επίπεδο. Από την
καταγραφή και τον σχολιασμό αυτών των πληροφοριών μπορούμε να
ανασυστήσουμε τον καθημερινό βίο στις μονές και να μελετήσουμε τους λόγους που
οδηγούν τα άτομα στο μοναχισμό σε όλο το πρώτο μισό του 19ου αιώνα στο ελληνικό
βασίλειο.
Ο δεύτερος τόμος περιέχει το παράρτημα ή άλλως τα τεκμήρια του
μοναχισμού, στα οποία στηρίχθηκε η παρούσα μελέτη. Το παράρτημα χωρίζεται σε
τέσσερα μέρη: στο πρώτο μέρος παρουσιάζονται βασιλικά διατάγματα που
εκδόθηκαν την περίοδο της Αντιβασιλείας και αφορούν τις μονές και τους μοναχούς.
Στο δεύτερο παρατίθενται οι πίνακες οι οποίοι προέκυψαν από την επεξεργασία των
δημογραφικών στοιχείων. Στο τρίτο μέρος παρουσιάζεται το αρχειακό υλικό στο
οποίο βασίστηκε η διατριβή. Θα πρέπει να ειπωθεί πως στην παρουσίαση του
αρχειακού υλικού ακολουθείται η διπλωματική έκδοση των εγγράφων, χωρίς δηλαδή
παρεμβάσεις στην ορθογραφία των πηγών. Τέλος στο τέταρτο μέρος παρουσιάζονται
χάρτες που σημειώνουν τις μονές που διατηρήθηκαν μετά το 1834 καθώς και
ενδεικτικοί χάρτες που καταγράφουν την κινητικότητα των ατόμων από τις γενέτειρες
τους προς τις μονές της μετανοίας τους.
27

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ


28

η
ΕΙΚΟΝΑ 1

Καθολικό Μονής Δαφνιού

Λ JW

... ;.,·. ..,, .

/fyy^: Monuments Byzantins en Attìgue et Béotie, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1956, σελ. 4.
29

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ:


ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

1.1 Ο ανατολικός μοναχισμός

Ο εκκλησιαστικός βίος άρχισε να εμφανίζει συμπτώματα κρίσης από τις αρχές ήδη
του 2 ο υ αιώνα ως συνέπεια των διωγμών και της δράσης των αιρέσεων
(Γνωστικισμού, Μοντανισμού, Ιουδάΐζόντων). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να
επηρεάσει βαθιά την ασκητική πνευματικότητα των πιστών. Το ζήτημα της μετάνοιας
των αρνητών της πίστης κατά τους διωγμούς και των επιστρεφόντων από τις αιρέσεις
αντιμετωπίστηκε από την Εκκλησία με επιείκεια, αλλά ερέθισε τη διαλεκτική μεταξύ
της αυστηρότητας και της χαλάρωσης του πνευματικού βίου με κριτήριο το
υπόδειγμα του αποστολικού βίου. Από τα μέσα λοιπόν του 3 ο υ αιώνα πολλοί από τους
ζηλωτές της αποστολικής αυστηρότητας εγκατέλειπαν τις τοπικές τους κοινότητες
και κατέφευγαν στις κοντινές ή και σε απομακρυσμένες ερημικές περιοχές για μία
απερίσπαστη επίδοση στα πνευματικά αγωνίσματα της ασκήσεως (αναχωρητισμός) .
Μεταξύ των δύο τάξεων που εξ αρχής υπήρχαν στους κόλπους της
Εκκλησίας, δηλαδή των λαϊκών και των κληρικών, διαμορφώθηκε μια νέα τάξη. Ένας
νέος θεσμός άρχισε να κάνει την εμφάνιση του στη Χριστιανική κοινότητα. Δεν ήταν
άλλος από το μοναχισμό. Διαμορφώθηκε έτσι η τάξη των μοναχών. Ο Μοναχισμός

Κ. Κοντογόνος, «Περί του μοναχικού βίου και των πρώτων μοναχών», Ευαγγελικός Κήρυξ, Α'
(1857), Αθήνα 1857, σελ. 465-472. Α. Γερομίχαλος, «Ο μοναχικός βίος. Ιστορικής αυτού εξέλιξης»,
Επιστημονική Επετηρίς της Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τ. 5, (1960), σελ. 46-48.
Βλ. Ι. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 1995, τ. Α', σελ. 8-14. A.J. Festugiere, History of Monks
in Aegypt, Βρυξέλλες 1961, σελ. 12-13.
30

δημιουργήθηκε από την επιθυμία για τελειότητα2. Ο αναπτυχθείς θεσμός δεν είναι
προϊόν του θείου δικαίου, σε αντίθεση με τον κλήρο. Ο θεσμός των κληρικών και η
διάκριση τους από τους λαϊκούς είναι ο αρχαιότερος από όλους τους
εκκλησιαστικούς θεσμούς της Καινής Διαθήκης. Ο μοναχικός βίος είναι
μεταγενέστερο σχετικά προϊόν στην ιστορική εξέλιξη της Χριστιανικής κοινότητας.
Οι Ιεροί κανόνες δεν αποσαφηνίζουν πλήρως αν οι μοναχοί ανήκουν στην τάξη των
κληρικών ή όχι3.
Η καθιέρωση τους ενώ στην αρχή ήταν άτυπη, προσέλαβε αργότερα ορισμένη
μορφή (κόρων καθιέρωσις), σύμφωνα με την οποία καθιερωνόταν «δι' επιθέσεως των
χειρών του επίσκοπου». Με την καθιέρωση τους υποχρεώνονταν σε αγαμία,
εξαιρετική λιτότητα, εγκράτεια και αυστηρή άσκηση, στοιχεία τα οποία τους ωθούν
στην εγκατάλειψη των πόλεων4.
Στα μέσα του 3 ο υ αιώνα αρχίζουν κάποιοι εμφορούμενοι από την ασκητική,
κυρίως από την τάξη των «παρθένων», να αποχωρίζονται τον κοινωνικό βίο, να
εγκαταλείπουν τη διαβίωση στις πόλεις και να εγκαθίστανται εκτός αυτών
(«αναχωρητές»), είτε μεμονωμένα («μοναχοί») είτε κατά ομάδες. Το τέλος λοιπόν
των διωγμών συμπίπτει με την εμφάνιση του «νέου» αυτού φαινομένου που
γεωγραφικά ορίζεται στη ρωμαϊκή επαρχία της Αιγύπτου5.
Στην Αίγυπτο, σύμφωνα με το παράδειγμα του Μ. Αντωνίου (πιθανώς 356
μ.Χ.), πολυάριθμοι αναχωρητές εγκαθίστανται στην έρημο που περιβάλλει την
κοιλάδα του Νείλου (ερημίτες), ποθώντας μια πιο άμεση, προσωπική και ακραία
σχέση με το Θεό. Υπόδειγμα των αναχωρητών ή ερημιτών ήταν η αναχώρηση του
Χριστού στην έρημο για να κατανικήσει τους πειρασμούς του σατανά, η οποία τους
ενέπνεε όχι μόνο για να υποτάξουν τους προσωπικούς τους πειρασμούς, αλλά και για

2
Ο Συμεών ο Θεσσαλονίκης γράφει ότι οι μοναχοί αποτελούν ιδιαίτερη τάξη, η οποία «ευθύς μετά
τους ιερωμένους εστίν». Ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης τονίζει στα συγγράμματα του ότι «οι μοναχοί
προΐστανται του λαού». Τέλος ο Βάλσαμων αναφέρει ότι οι μοναχοί, εφ' όσον μεν «ουκ έφθασαν
επισκοπική σφραγίδα δέξασθαι, αλλά μόνη επικουρία μοναχική» θεωρούνται απλώς ασκητές. Όσοι
μοναχοί δέχθηκαν επισκοπική σφραγίδα, κατά την έκφραση του ίδιου, «κληρικοί λέγοντες».
Δυσκολίες παρουσιάζονται ως προς τις μοναχές. Διευθέτηση όμως έχουμε με τον ιη' κανόνα του Μ.
Βασιλείου. Ι. Φυκιλίδης, «Περί Μοναχισμού», Εκκλησιαστικός Φάρος, τ. ΙΘ' (1920), Αθήνα 1920,
σελ. 250-254.
3
J. Creusen, Religious Men and Women in Church Law, Νέα Υόρκη 1953., σελ. 54. Β. Ward, The
Desert Christian. Sayings of the Desert Father: The Alphabetical Collection, Νέα Υόρκη 1980, σελ. 6-
7. Θ. Διονυσιάτος, Ο μοναχικός βίος, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 12.
4
Ν. Russell , Β. Ward, The lives of the Desert Fathers, Λονδίνο 1981, σελ. 56. Ανδρ. Φυτράκης, Ο
μοναχικός βίος εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 9-15. Π. Χρήστου, The monastic
life in the easier Orthodox Church, Οξφόρδη 1964, σελ 28-34.
5
Αν. Φυτράκης, Τα ιδεώδη του μοναχικού βίου κατά τον Δ' αιώνα, Αθήνα 1945, σελ. 13-14. Ν.
Russell, Β. Ward, ό.π, σελ. 23. Β. Ward, ό.π., σελ. 10.
31

να κατορθώσουν τη μίμηση της πολιτείας του Χριστού. Υπό την έννοια αυτή η φυγή
από τις πόλεις ήταν φυγή όχι βεβαίως από τους πειρασμούς, αλλά από τους
περισπασμούς των πόλεων, οι οποίοι δεν επέτρεπαν τη συνεχή αναζήτηση της
κοινωνίας με το Θεό μέσα από τη μετάνοια, την προσευχή και την άσκηση .
Από τον αναχωρητισμό των ερημιτών γεννήθηκε ο μοναχισμός ως μια
αυθεντική μίμηση της πολιτείας του Θεού ή του υποδείγματος του Χριστού για τη
βίωση ήδη από τον παρόντα βίο της προπτωτικής εμπειρίας της κοινωνίας του
7
ανθρώπου με το Θεό .
Ιδρυτές και μορφές εγκαταβίωσης
Οι πρωτεργάτες του μοναχικού βίου, οι οποίοι βρήκαν πολλούς μιμητές,
σύμφωνα με την αγιότητα του βίου τους, υπήρξαν ο Παύλος ο εκ Θηβαΐδος, ο
Παχώμιος, ο Μ. Αντώνιος, ο Ιλαρίων και ο Μακάριος ο Αιγύπτιος (370 μ.Χ.)8.
Η σημαντικότερη όμως φυσιογνωμία του πρώιμου μοναχισμού υπήρξε ο άγιος
Αντώνιος ο Μέγας, ο οποίος αποτελεί και τον πρώτο συγγραφέα της «Φιλοκαλίας
των ιερών νηπτικών» . Ωστόσο το σημαντικότερο κείμενο που σχετίζεται με τον
Αντώνιο είναι ο «Βίος» του, γραμμένο το 356/7 από τον Αθανάσιο Αλεξανδρείας.
Στο αγιολογικό αυτό κείμενο ο Αντώνιος εμφανίζεται ως πρότυπο ασκητή, και
πράγματι πολλοί ήσαν οι χριστιανοί που έσπευσαν να μιμηθούν το παράδειγμα του,
εντός και εντός Αιγύπτου. Οι αναχωρητές, όπως ονομάστηκαν, περνούσαν τον καιρό
τους προσευχόμενοι και ασκούμενοι σύμφωνα με τους ηθικούς και χριστιανικούς
κανόνες, χωρίς όμως κανόνες που να ρυθμίζουν τη διαβίωση τους γενικότερα.1
Περίπου σύγχρονος του Μεγάλου Αντωνίου είναι και ο μοναχός Παχώμιος,
μορφή εξίσου σημαντική για την ανάπτυξη του Ορθόδοξου μοναχισμού. Γρήγορα ο
Παχώμιος κατάλαβε τις δυσκολίες του ερημικού βίου και για να τις αντιμετωπίσει
θέσπισε ένα άλλο σχήμα οργάνωσης, τον κοινοβιακό μοναχισμό11.

6
Κρ. Χρυσοχοίδης, Πολιτιστικές διαδρομές: Οι δρόμοι του ορθόδοξου μοναχισμού της Ελληνικής.
«Πορευθέντες Μάθετε». Μονές της Ελλάδος, [Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών / Κέντρο Βυζαντινών
Ερευνών], ΕΙΕ/ΚΒΕ, Αθήνα 1997, σελ. 1-2. Π. Χρήστου, ό.π., σελ. 43.
7
Βλ. Φειδάς, «Τάσεις του Ορθόδοξου Μοναχισμού, 9ος-20ος αιώνας», [Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών /
Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών], Μοναχισμός και Κόσμος, ΕΙΕ/ΚΒΕ, Αθήνα, 1996, σελ. 49-50.
8
Β. Ward, ό.π., σελ. 33. Α. Γερομίχαλος, ό.π., σελ. 48. Αν. Φυτράκης, ό.π., σελ. 25.
9
G. Garitte, Lettres de S. Antoine: version géorgienne et fragments coptes, Λουβέν 1955, σελ. 48-53.
10
R.C. Cregg, Athanasius: The life of Anthony and the letter to Marscellinus, Νέα Υόρκη 1980, σελ.
29-99.
11
L.T. Lefort, Oeuvres des Pachome et de ses disciples, Λουβέν 1956, τ. 1, σελ. 169-170. A. Veilleux,
Pachomian Koinonia, Μίτσιγκαν 1981-1982, τ. 2. σελ. 223-225.
32

Ο αναχωρητικός και ο κοινοβιακός βίος δεν αποτελούν εξελικτικά στάδια του


μοναχισμού. Λαύρα και κοινόβιο αναπτύσσονται παράλληλα, διατηρώντας το καθένα
την αίγλη και την αυθεντία του.
Κοινοβιακές μονές ιδρύθηκαν σε πολλά μέρη της Ανατολής, ανδρικές και
γυναικείες, αφού άρχισαν και οι γυναίκες να ασπάζονται το μοναχικό βίο, χάρη του
οποίου άρχισε να εξασθενεί ο θεσμός των «παρθένων», σε σημείο που στα χρόνια του
Ιουστινιανού να έχει εξαλειφθεί.
Στις κοινόβιες, οι ασκούμενοι, αντίθετα από τους οικονομικά αυτοτελείς
μοναχούς, είχαν κοινή κατοικία και διατροφή παράλληλα με την κοινή λατρεία.
Αποκτούσαν τα μέσα συντήρησης τους από τις προσφορές των πιστών και από την
κοινή εργασία τους. Ιδιωτική περιουσία των επιμέρους μοναχών δεν υφίσταται. Όσα
τους ανήκαν ή αποκτήθηκαν μεταγενέστερα περιέρχονταν στη μοναστηριακή
κοινότητα. Θεμελιώδης κανόνας του κοινοβίου ήταν η υπακοή στον πνευματικό
πατέρα, ο οποίος καθοδηγούσε τόσο τον πνευματικό όσο και τον πρακτικό,
καθημερινό βίο της κοινότητας.
Πρώτος ο Παχώμιος, όπως προαναφέρθηκε, (325 μ.Χ.) συνέταξε κανόνες που
οριοθετούσαν σε ικανοποιητικό βαθμό την κοινοβιακή μορφή του μοναχικού βίου,
αλλά δεν ρύθμιζαν όλα όσα έπρεπε σχετικά με τις μονές και τη μοναστική ζωή. Έτσι
η διοίκηση των μονών γινόταν με τρόπο που ο ηγούμενος θεωρούσε κάθε φορά
κατάλληλο .
Ο μοναχισμός εξαπλώθηκε γρήγορα και σε άλλα μέρη της ανατολικής
Μεσογείου όπως για παράδειγμα στους βράχους της Παλαιστίνης και της Συρίας,
όπου λαύρες υπήρχαν ήδη από τον 4° αιώνα. Εκτός από την έρημο της Ιουδαίας, ο
μοναχισμός εξαπλώθηκε και στην Ανατολία. Ξεχωριστής σημασίας για την
οργάνωση του μοναχισμού στάθηκε η συμβολή του Μεγάλου Βασιλείου.
Πληρέστερους κανόνες συνέταξε στα μέσα του 4 ου αιώνα ο Μ. Βασίλειος για
το μοναχικό βίο μέσα στα κοινόβια, τα οποία θα μπορούσαν να βρίσκονται στα
αστικά κέντρα και όχι αναγκαστικά στην έρημο. Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς ο
μοναχός οφείλει να απαρνηθεί εντελώς τον κοσμικό βίο, γι αυτό και δεν επιτρεπόταν
να έχει περιουσία. Όφειλε να τηρεί αυστηρές νηστείες, να προσεύχεται συνεχώς
(αδιαλείπτως) στον Κύριο, να υποβάλλεται σε σωματικούς πόνους και σε κακουχίες,
να μελετά τα ιερά βιβλία και να υπακούει στους ανώτερους του καθώς και στους

12
F. Halkin, Le corpus athénien de Saint Pachome, Γένοβα 1982, σελ. 76-79. A. Veilleux, ό.π., τ. 2.
σελ. 230.
33

μεγαλύτερους σε ηλικία αδελφούς. Βάσει των κανόνων του Μ. Βασιλείου


διατυπώθηκαν τα «Τυπικά», κανονισμοί για όλες τις μονές της Ανατολής.
Οι κανόνες του ασχολούνταν με προβλήματα που θα μπορούσαν να
προκύψουν στο κοινόβιο, αν και δεν ρυθμίζουν τον πνευματικό και καθημερινό βίο
των μοναχών με ακρίβεια ή αυστηρότητα. Το κοινόβιο έπρεπε να λειτουργεί ως
αδελφότητα μοναχών που ζούσαν και εργάζονταν μαζί. Σε αυτή τη μικρογραφία της
κοινωνίας κάθε μοναχός ή μοναχή ήταν σε θέση να βάλει σε εφαρμογή την
ευαγγελική διδασκαλία της αγάπης προς τον πλησίον. Εξάλλου, οι μοναχοί και οι
μοναχές, κατά τον Μέγα Βασίλειο, όχι μόνο δεν έπρεπε να απορρίπτουν τον κόσμο,
αλλά, αντίθετα, έπρεπε να προσφέρουν σε αυτόν οικονομικά, κοινωνικά και
πολιτιστικά.14
Τη ρύθμιση του μοναχικού βίου επελήφθησαν πολυάριθμες διατάξεις της
3
εκκλησιαστικής νομοθεσίας, της κοσμικής νομοθεσίας, καθώς και της νομοθεσίας
των βυζαντινών αυτοκρατόρων.
Με την πάροδο των χρόνων, με τους μοναχούς των κοινοβίων και αυτών που
μένουν σε λαύρες, αρχίζουν να συνυπάρχουν ασκητές (ερημίτες) που καταφεύγουν σε
ιδιάζουσες μορφές ασκήσεως. Έτσι άλλοι διαβιώνουν πάνω σε στύλους (στυλίτες) ή
σε μικρούς κλειστούς χώρους (τάφους, σπηλιές-«έγκλειστοι»). Άλλοι αποφεύγουν τη
συνομιλία (ησυχαστές) με τη στενή έννοια, και άλλοι προσποιούνται παραφροσύνη,
«οι κατά Χριστόν σαλοί»1 .
Η χαλάρωση της εσωτερικής ενότητας και της κανονικής πειθαρχίας του
μοναχικού βίου εκφράστηκε στην Ανατολή από τις αρχές του 9 ου αιώνα με την τάση
διάκρισης των μοναχών, με ποιοτικά κυρίως κριτήρια, σε μικρόσχημους και
μεγαλόσχημους. Με τα ίδια κριτήρια και την ίδια εποχή διαμορφώθηκε η τάση
νομιμοποίησης του ιδιόρρυθμου συστήματος του κοινοβιακού βίου. Η χαλάρωση
όμως του μοναχικού βίου όχι μόνο περιόριζε την παλαιότερη επιρροή των μοναχών
στη ζωή της Εκκλησίας, αλλά και διευκόλυνε την κανονική επέμβαση της
εκκλησιαστικής ιεραρχίας για τον έλεγχο του μοναχικού βίου. Ό,τι δηλαδή κέρδισε ο

lj
Ε.F. Morison, St Basil and his Rule; a Study of Early Monasticism, Λονδίνο 1912, σελ. Π-29. Κ.
Μανάφης, Μοναστηριακά Τυπικά-Διαθήκαι, Αθήναι 1970, σελ. 15-19.
14
E.F. Morison, ό.π, σελ. 34-45.
15
Η δ'οικουμ. σύνοδ. (καν. γ', δ', ζ', η', ιστ.' της δ' οικουμ. σύνοδ. ), η εν Τρούλω οικουμ. σύνοδ.
(καν. μ'-μθ' της εν Τρούλω οικουμ. σύνοδ.) και η ζ'οικουμ. σύνοδ. (καν. ιζ'-κβ' της ζ'οικουμ. σύνοδ.).
Καθώς και οι τοπικές σύνοδοι α' και β' (861 μ.Χ.) στην Κωνσταντινούπολη (καν. α'-η' των τοπικ.
σύνοδ. α' και β'). Π. Παναγιωτάκος, Το δίκαιο των μοναχών, Αθήνα 1957, σελ. 75-76.
16
Α. Γερομίχαλος, Ο μοναχικός βίος, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 59-61.
34

μοναχισμός με τους αγώνες του στον 8° και 9° αιώνα, το έχασε με τις καταχρήσεις ή
τις αυθαιρεσίες που έγιναν τον 10ο και 11° αιώνα1 .
Ο Θεόδωρος ο Στουδίτης αντέδρασε στις τάσεις χαλάρωσης της άσκησης ή
της ενότητας του μοναστικού ιδεώδους και ανανέωσε την παλαιότερη αυστηρότητα
των κανόνων της κοινοβιακής άσκησης στο «Τυπικό» της περίφημης μονής του
Στουδίου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο για τα μοναστηριακά τυπικά σε
1 fi

ολόκληρη την Ανατολή .


Από τον 5° αιώνα, εμφανίζεται ένα είδος μοναχικής οργάνωσης, το οποίο
ωστόσο δεν γνώρισε ιδιαίτερη διάδοση πριν από τον 14° αιώνα. Πρόκειται για τις
ιδιόρρυθμες μονές. Τον 14° αιώνα πληθαίνουν παράλληλα με τις κοινοβιακές μονές
οι λεγόμενες ιδιόρρυθμες, στις οποίες κάθε μοναχός μπορεί να διατηρεί και να
αποκτά ιδιωτική περιουσία. Επίσης καθένας φροντίζει χωριστά για τη διατροφή του.
Σε αυτές τις μονές οι μοναχοί μόνο τις Κυριακές και τις γιορτές συνεστιάζονται19.

1.2 Ο δυτικός μοναχισμός (συνοπτική προσέγγιση)

Από τα μέσα του 4 ου αιώνα ο μοναχικός θεσμός περνά και στη Δύση από το Μ.
Αθανάσιο καθώς και από τους δυο βοηθούς του μοναχούς Αμμώνιο και Ισίδωρο .
Στα τέλη του 4ου αιώνα ο επίσκοπος Μεδιολάνου Αμβρόσιος ίδρυσε κοντά στο
Μεδιόλανο μονή, στην οποία εισήγαγε τους μοναστικούς κανόνες του Μ. Βασιλείου.
Συμβολή στη διάδοση του μοναχισμού στη Δύση είχαν κατά τον 5° αιώνα ο
Ιερώνυμος και ο Αυγουστίνος. Τον 6° αιώνα, οι κανόνες του μοναχισμού
προσαρμόστηκαν σύμφωνα με τους όρους ζωής της Δύσης. Προστίθενται τότε
εβδομήντα τρεις κανόνες από το Βενέδικτο, ιδρυτή της μονής του Monte Cassino. Οι
κανόνες υιοθετήθηκαν από όλα τα μοναστήρια της Δύσης μέχρι και τον 12° αιώνα,
όποτε και ιδρύθηκαν τα μοναχικά τάγματα των Φραγκισκανών, των Δομινικανών,
των Ιη σουιτών και άλλων .

17
G. Florovski, Οι βυζαντινοί ασκητικοί και ττνευματικοί πατέρες, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 9-11. Α.
Failler, «Le monachisme byzantin aux Xle-XIIe siècles: Aspects sociaux et économiques», Cahiers a"
Histoire, 1975/20, σελ. 279-280.
18
Γ. Καραγιαννόπουλος, Το βυζαντινό κράτος, τ. Α', Αθήνα 1988, σελ. 150.
19
A.J. Festugiere, Les Moines a" Orient, Παρίσι 1961, σελ. 65-66. Α. Φυτράκης, ό.π., σελ. 135. S.
Runciman, Η μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία, τ. Ι, Αθήνα 1979, σελ. 160. Α. Χριστοφιλόπουλος,
Ελληνικόν Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, Αθήνα 1965, σελ. 156.
20
Γ. Γούναρης, Εγχειρίδιον Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη 19942, σελ. 79.
21
S. Runciman, ό.π., τ. Ι, σελ. 143-144. Δ. Μ. Μπαλάνος, Ιστορία της Εκκλησίας, Αθήνα 1904, σελ. 46.
Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιον του Εκκλησιαστικού Δικαίου, κατά την εν Ελλάδι ισχύν αυτού, Αθήνα 1927, σελ.
171. Α. Χριστοφιλόπουλος, ό.π., σελ. 156-157.
35

Η διάδοση του μοναχισμού από την Ανατολή στη Δύση μετέφερε σε αυτήν
όχι μόνο την ασκητική πνευματικότητα, αλλά και παρεπόμενα προβλήματα για τον
εκκλησιαστικό βίο. Στις ευρύτερες περιοχές των μεγάλων πόλεων της Δύσης
ιδρύθηκαν αξιόλογες μονές, στις οποίες κατέφυγαν πολλοί ασκητές από την Ανατολή,
έχοντας ως πρότυπα τους ασκητικούς κανόνες του Μ. Βασιλείου και τις οργανωμένες
μονές της Ανατολής. Η υπαγωγή των μονών στην εποπτεία του επιχώριου επισκόπου
με τους κανόνες δ' και η ' της Δ' Οικουμενικής συνόδου είχε βέβαια άμεση αναφορά
και στο δυτικό μοναχισμό, αλλά εφαρμόστηκε στην πράξη με μεγαλύτερη
22
ελαστικότητα .
Η ενότητα των σκοπών του μοναχικού βίου περιόριζε τα πλαίσια για
ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στο μοναχισμό της Ανατολής και της Δύσης, αφού η
ρίζα των κανόνων της άσκησης ήταν κοινή τουλάχιστον μέχρι το σχίσμα (1054)23.
Εντούτοις, οι πρώτες τάσεις διαφοροποίησης του μοναχικού βίου ήσαν ήδη αισθητές
μετά το τέλος των εικονομαχικών ερίδων (843), και είχαν ως κοινή βάση την
εντυπωσιακή αύξηση για διαφορετικούς λόγους της επιρροής των μοναχών στη ζωή
των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσης. Στη Δύση ανέπτυξαν μια εντυπωσιακή
πράγματι δράση στο ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας με τις αναγκαίες
προεκτάσεις στην οργάνωση του όλου πνευματικού βίου των νέων χριστιανικών
λαών. Έτσι, ενώ στην Ανατολή οι μοναχοί πιέζονταν να αποσυρθούν από τις πόλεις
προς τις ερημικές περιοχές, στη Δύση, αντιθέτως, οι μοναχοί καλούνταν να στηρίξουν
τη ζωή των τοπικών Εκκλησιών24.

22
Βλ. Φειδάς, ό.π., σελ. 43-44. Ι. Φυκυλίδης, ό.π., σελ. 256.
23
Γ. Καραγιαννόπουλος, Το βυζαντινό κράτος, τ. Α', Αθήνα 1988, σελ. 150.
24
J. Festugiere, ό.π., σελ 83-84. Βλ. Ι. Φειδάς, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Εκκλησία-Παιδεία-Τέχνη, Αθήνα
1991, σελ. 69-70.
36

η
ΕΙΚΟΝΑ 2

Μονή Αγίου Ιωάννου Κυνηγού

Πηγή: Monuments Byzantins en Attigue et Béotie, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1956, σελ. 9.
37

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ


ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ

Ο θεσμός του ορθόδοξου μοναχισμού, η συμβολή του στον πνευματικό βίο του
βυζαντινού Ελληνισμού, καθώς και η βαθιά επιρροή του στην Εκκλησία, στην
πολιτεία και στην κοινωνία του Βυζαντίου είναι ήδη γνωστά . Την περίοδο που
αρχίζει από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως ο ορθόδοξος μοναχισμός
δοκιμάσθηκε έστω και προσωρινά και συμμερίσθηκε γενικά την τύχη των ορθόδοξων
ολόκληρης της οθωμανικής αυτοκρατορίας, γρήγορα όμως κατόρθωσε να
προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες ζωής που δημιούργησε η ξένη κυριαρχία.
Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Π. Κονόρτας: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία
ήταν ο μόνος θεσμός της μεσαιωνικής πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας
που μπόρεσε να περάσει αλώβητος στη νέα πολιτική τάξη πραγμάτων, η οποία
δημιουργήθηκε μετά την Άλωση. Διατηρώντας την ιεραρχική της δομή, κατόρθωσε
με το χρόνο να αποκτήσει ευρύτατη καθ' ύλην και γεωγραφική δικαιοδοσία. Ακριβώς
για το λόγο αυτό η Εκκλησία και ιδιαίτερα ο ανώτατος ορθόδοξος κλήρος και φυσικά
οι μονές αναγορεύθηκαν σε απαραίτητους θεσμούς για τη διατήρηση της συλλογικής
ταυτότητας των ορθόδοξων πληθυσμών που είχαν υπαχθεί στην οθωμανική εξουσία.
Περισσότερο από κάθε άλλο παράγοντα, οι Ιεράρχες και οι μονές μπόρεσαν να
μεταλαμπαδεύσουν τις απαραίτητες για τη συνοχή της ορθόδοξης κοινωνίας αξίες του
παρελθόντος, την τάξιν, την παράδοση και την ορθόδοξη πίστη» .
Ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώθηκε ο μοναχισμός την περίοδο της
οθωμανικής κυριαρχίας, οι αλλαγές που τυχόν υπήρξαν στη δομή, στους σκοπούς και
στα ιδανικά του μοναχισμού, οι σχέσεις των μοναχών με τον πληθυσμό των

1
Γ. Καραγιαννόπουλος, ό.π., σελ. 146. J.M. Hussey, «Byzantine Monasticim», The Cambridge
Medieval History, τ. 4, Κέϊμπριτς 1967, σελ. 183-184.
38

πλησιόχωρων προς τη μονή περιοχών, οι περίοδοι που παρατηρείται αύξηση του


αριθμού των μονών και οι λόγοι που η αύξηση αυτή έγινε, είναι κάποια από τα
ερωτήματα με τα οποία θα ασχοληθούμε στο κεφάλαιο αυτό.

2.1 Η διαμόρφωση του μοναχικού βίου μετά την Άλωση

Η σημαντικότερη αλλαγή στην εξωτερική, την οργανωτική, μορφή του μοναχικού


βίου κατά την περίοδο αυτή είναι η μεγάλη διάδοση του λεγόμενου ιδιόρρυθμου
μοναχισμού, σε βάρος βέβαια των παλαιότερων μορφών μοναστικής ζωής, της
κοινοβιακής δηλαδή και της αναχωρητικής .
Ως αντίδραση στην αυστηρότητα του κοινοβιακού μοναχισμού, και
προπαντός στην αρχή της απόλυτης ακτημοσύνης των μοναχών, εμφανίστηκαν κατά
τα τέλη του 14ου και τις αρχές του 15ου αιώνα οι ιδιόρρυθμες μονές4. Στο νέο αυτό
τύπο μονής τη διοίκηση την ασκούσαν αιρετοί «επίτροποι», που λογοδοτούσαν στην
ολομέλεια της μοναστικής αδελφότητας και μπορούσαν να αντικατασταθούν από
αυτή κάθε χρόνο. Ο μοναχός της ιδιόρρυθμης μονής είχε υποχρέωση να τηρεί το
«τυπικό» της μονής και να μετέχει στις κοινές εκκλησιαστικές ακολουθίες, αλλά ήταν
ελεύθερος να ρυθμίζει ο ίδιος τα προσωπικά του ζητήματα (τροφή, ενδυμασία κλπ.),
γι' αυτό μπορούσε να είναι κάτοχος προσωπικής περιουσίας5. Για τις υπηρεσίες
άλλωστε που προσέφερε στην κοινότητα έπαιρνε μισθό, πλήρωνε όμως με τη σειρά
του ενοίκιο για το κελί του ή το αγόραζε από τη μονή6.
Παρά τις αντιδράσεις των μοναχών που τηρούσαν αυστηρά τα
μοναστηριακούς κανόνες και πολλών πατριαρχών, ο ιδιόρρυθμος μοναχισμός
διαδόθηκε τόσο πολύ, ώστε κατά τα τέλη του 17ου αιώνα οι περισσότερες μονές,
ακόμα και πολλές αγιορείτικες, είχαν μετατραπεί σε ιδιόρρυθμες. Πρέπει να
σημειωθεί ότι η σχετική ελευθερία την οποία εξασφάλιζε στο μοναχό η ιδιορρυθμία,
μολονότι δημιουργούσε συχνά ζητήματα για τους διοικούντες, συνετέλεσε στην
ανάδειξη σημαντικών προσωπικοτήτων. Αυτός ήταν άλλωστε και ένας από τους

" Π. Κονόρτας, Οθωμανικές θεωρήσεις για το Οικουμενικό Πατριαρχείο 17"ς αρχές 20ου αιώνα, εκδ.
Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1998, σελ. 39.
3
Α. Χριστοφιλόπουλος ό.π., σελ. 156-157. Ν. Πανταζόπουλος, Εκκλησία και δίκαιον εις την
Χερσόνησον του Αίμου κατά την Τουρκοκρατίαν, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 8-12. S. Runciman, ό.π., σελ.
160.
4
Κ. Ράλλης, «Περί των μονών διαιρέσεως», Επιστημονική Επετηρίς της Νομικής Σχολής του Αθήνησι
Πανεπιστημίου,-τ. 1 (1926), σελ. 109-110.
5
S. Runciman, ό.π., σελ. 160. Ανδρ. Φυτράκης, ό.π., σελ. 95-97.1. Φωκυλίδης, ό.π., σελ. 250-254.
6
Ανδρ. Φυτράκης, ό.π., σελ. 97.
39

λόγους που ευνόησαν τη διάδοση της ιδιορρυθμίας. Στο μοναχικό βίο δεν κατέφευγαν
πια, όπως στους προηγούμενους αιώνες, μόνο οι αποχειροβίωτοι (αυτοί που ζουν από
την εργασία των χεριών τους) και οι ακραιφνείς ασκητικές φύσεις, αλλά και εκείνοι
που εξαιτίας της ανασφάλειας και των βιοτικών συνθηκών που δημιούργησε η
οθωμανική κατάκτηση αναζητούσαν στη μονή, σε συνδυασμό με τη μοναχική ζωή,
ένα χώρο ελεύθερης ανάπτυξης των προσωπικών φιλοδοξιών και των ιδιαίτερων
7
πνευματικών τους κλίσεων .

α. Οι μονές

Από άποψη εξωτερικής εξάρτησης οι μονές -κοινόβιες και ιδιόρρυθμες-


διακρίνονταν σε δύο κατηγορίες: τις σταυροπηγιακές και τις ενοριακές ή επαρχιακές.
Οι πρώτες είχαν κάποια -χαλαρή συνήθως- διοικητική εξάρτηση από το Οικουμενικό
Πατριαρχείο8, ενώ οι δεύτερες ανήκαν στην άμεση δικαιοδοσία των κατά τόπους
επισκόπων. Από την άποψη του φύλου που στελεχώνει τις μονές το μεγαλύτερο
ποσοστό τους (πάνω από το 95%) ήταν ανδρικές, ενώ οι ολιγάριθμες γυναικείες
ιδρύονταν και λειτουργούσαν κοντά ή μέσα σε πόλεις.9
Το Άγιο Όρος δεν ήταν μόνο το πιο φημισμένο μοναστικό κέντρο της
Ανατολής, αλλά αποτέλεσε πρότυπο για όλες τις άλλες μονές του ελληνικού χώρου.
Όχι σπάνια άλλωστε ιδρυτές ή ανακαινιστές των μονών ήσαν πρώην Αγιορείτες.
Ενώ στην εσωτερική υφή του μοναχισμού επικρατούσε ομοιογένεια, την
καθημερινή ζωή των μοναχών την επηρέαζαν σημαντικά ποικίλοι άλλοι παράγοντες,
όπως η γεωγραφική θέση των μονών, το κοινωνικό περιβάλλον, η οικονομική τους
κατάσταση, ο βαθμός της εξαρτήσεως τους από τον μητροπολίτη του τόπου και
προπαντός οι σχέσεις τους με τις τοπικές οθωμανικές αρχές .
Οι σημαντικότερες μονές στη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο τον 16°
και 17° αιώνα ήταν οι ακόλουθες. Στην περιοχή των Αγράφων λειτουργούσαν ως τα
χρόνια της Επανάστασης πάνω από 20 μονές, από τις οποίες οι σπουδαιότερες ήταν η

7
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 152. Φ. Βαφείδης, Νέα εκκλησιαστική ιστορία (1453-1700), τ.3,
Κωνσταντινούπολη 1912, σελ. 212-302.
8
«Η τάση γι' αποκέντρωση, που χαρακτηρίζει τη μοναστηριακή διοίκηση της τελευταίας περιόδου της
βυζαντινής ιστορίας, διαφαίνεται στο γεγονός ότι ιδρύονται όλο και περισσότερες μονές ανεξάρτητες
από τον επίσκοπο της περιοχής τους. Είναι οι σταυροπηγιακές μονές που εξαρτώνται απ' ευθείας από
τον Πατριάρχη». Γ. Καραγιαννόπουλος, ό.π., σελ. 150-151.
9
Τ. Παπαδόπουλος., Studies and Documents Relating to the History of the Greek Church and People
under Turkish Domination, Βρυξέλλες 1952. σελ. 33-38.
10
Β. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 1948, σελ. 25-39.
40

μονή της Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά, που συνδέθηκε με τη λαμπρή


παιδευτική δράση του Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού και του Αναστάσιου
Γόρδιου, η φημισμένη μονή του Προυσού11 και η μονή Τατάρνας,12 ίδρυμα του 16ου
αιώνα, που αριθμούσε κατά καιρούς πάνω από 250 μοναχούς. Από τις άλλες
ρουμελιώτικες μονές πρέπει να σημειωθούν η μονή Βαρνάκοβας13 στη Ναυπακτία, η
μονή του οσίου Λουκά του Στειριώτη, 4 που το 1674 κατά μαρτυρία του περιηγητή
Nointel είχε 100 μοναχούς15 και η μονή του οσίου Μελετίου στον Κιθαιρώνα16, που
άκμασε κυρίως ως τα τέλη του 16ου αιώνα. Την ίδια εποχή φημίζονταν για το
αυστηρό μοναχικό τυπικό τους οι μονές Γαλατάκη και οσίου Δαβίδ του Γέροντος ,
και οι δύο κοντά στη Λίμνη της Ευβοίας. Στην Αθήνα επίσης ιδρύθηκαν και
λειτούργησαν δύο μεγάλες μονές με εκατοντάδες μοναχούς, η γυναικεία μονή του
Αγίου Ανδρέου, ίδρυμα της Φιλοθέης Μπενιζέλου (+ 1589), η μονή Πεντέλης19
(1578) και η μονή Πετράκη (1673)20.
Στην Πελοπόννησο άκμασε και απόκτησε ήδη από τον 13° αιώνα φήμη η
οποία αυξήθηκε την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας η μονή του Μεγάλου
Σπηλαίου 21 . Μολονότι καταστράφηκε επανειλημμένα από δηώσεις και πυρκαγιές
(1400, 1460, 1640), η τεράστια κτηματική της περιουσία της επέτρεψε να
99

ξανακτίζεται κάθε φορά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα . Ακμή και φήμη αλλά
και καταστροφές (1585, 1770) γνώρισε επίσης η ιστορική μονή της Αγίας Λαύρας
στα Καλάβρυτα . Τρίτη φημισμένη και πολυπληθής μονή της Πελοποννήσου ήταν

" Σ. Κόκκινης, Τα μοναστήρια της Ελλάδος, Αθήνα 1986, σελ. 151-152. Γ. Κόλιας-Π. Χριστόπουλος,
«Το κτηματολόγιο της μονής Προυσού Ευρυτανίας», Επετηρίς Επιστημονικών Ερευνών, τ. Β' (1970),
σελ. 306-310. Γ. Νταβαρίνος, Ιστορία της εν Ευρυτανία ιεράς μονής Προυσού..., Αθήνα 1957, σελ. 22.
12
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 152. Π. Βασιλείου, Το μοναστήρι της Τατάρνας Ευρυτανίας, Αθήνα 1970,
σελ. 14-15.
13
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 156. Α. Ορλάνδου, Η Μονή Βαρνάκοβας, Αθήνα 1922, σελ. 5-9. Ι.Γ.
Γιαννόπουλος, «Ανέκδοτα Ενετικά έγγραφα της εν Δωρίδι Μονής Βαρνάκοβας, Επετηρίς
Επιστημονικών Ερευνών, τ. Β' (1970), σελ. 473-475.
14
Γ. Κρέμος, Φωκικά: Προσκυνητάριον της εν τη Φωκίδι μονής του οσίου Λουκά τουπίκλην Στειριώτου,
τ.1, Αθήνα 2 1958, σελ. 45-46.
15
Ε. Δαλκά, Ο Όσιος Λουκάς και το Μοναστήρι του, Αθήνα 1969, σελ. 58.
16
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 139.1. Γκέλκης, Ανατολή στον Κιθαιρώνα, Όσιος Μελέτιος, Αθήνα 1973, σελ.
15.
17
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 176. Δ. Αλβανάκης, Ιστορία των ιερών μονών του κράτους, τ. Β', Αθήνα
1906, σελ. 88.
18
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 178. Π. Χρυσικού, /. Μονή Οσίου Δαυίδ Γέροντος, Αθήνα 1976, σελ. 25-32.
19
Δ. Αλβανάκης, ό.π., τ. Α', Αθήνα 1905, σελ. 59-62. Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 143.
20
Γ. Μεταλληνός, Σχέσεις και Αντιθέσεις. Ανατολή και Δύση στην πορεία του Νέου Ελληνισμού, Αθήνα
1998, σελ. 123.
21
Γ. Σωτηρίου, Η μονή του Μεγάλου Σπηλαίου. Ιστορία και τέχνη, Αθήναι 1918, σελ. 119-121.
22
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 103-104.
2j
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 99.
41

αυτή των Ταξιαρχών κοντά στο Αίγιο, που ιδρύθηκε τον 15° αιώνα από το
Μονεμβασιώτη ευπατρίδη όσιο Λεόντιο. Η μονή ξανακτίστηκε μετά την καταστροφή
της από τους Τούρκους (1500) από τον παντοδύναμο Έλληνα σύμβουλο του Σελίμ Α'
5
Τσε ρνοτά μπέη .
26
Η αύξηση του πλήθους των μονών που παρατηρήθηκε τον 16° και 17° αιώνα
εξηγείται όχι μόνο από το γεγονός ότι οι Οθωμανοί σεβάστηκαν το μοναχικό βίο,
27
επειδή οι μονές συχνά υπέβαλαν υποταγή στο σουλτάνο αλλά και από την
οικονομική ανάκαμψη των ραγιάδων του ελλαδικού χώρου. Η θρησκευτικότητα των
πιστών σε συνδυασμό με την οικονομική τους άνοδο, από τον 16° αιώνα και εξής,
βρίσκουν την έκφραση τους και στην κτίση νέων εκκλησιών και μοναστηριών ή στην
ανακαίνιση παλιών . Οι μονές έτσι έγιναν άσυλο των καταδυναστευο μένων και
ενίσχυσαν την ευσέβεια του λαού 29 . Οι μονές ως προσκυνήματα, προσέλκυαν τακτικά
συγκεντρώσεις του λαού 30 . Έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε τις μεγάλες και πλούσιες
δωρεές κτημάτων προς τις μονές31. Μοναχοί δίδασκαν στις μονές τους, ή περιόδευαν
κηρύττοντας το λόγο του Θεού και ενίσχυαν το λαό στην πίστη του. Οι γυναικείες
μονές ήσαν συνήθως εργαστήρια φτωχών γυναικών.

β. Οι μοναχοί

Για τον αριθμό των μονών και των μοναχών που άκμασαν κατά καιρούς και
κυρίως κατά τους πρώτους αιώνες (150ς-17ος) της οθωμανικής κυριαρχίας στον

" 4 Α. Παπαδόπουλος, Ο Άγιος Λεόντιος Παλαιολόγος Μαμωνάς (1377-1452). Η μονή Ταξιαρχών


Αιγιαλείας (1620-1940). Συμβολή εις την ιστορίαν, Θεσσαλονίκη 1940, σελ. 69. Λ. Πολίτης Η μονή
Ταξιαρχών Αιγίου, Αθήναι 1940, σελ. 23-24.
25
Σ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 106.
26
Τ. Γριτσοπούλος, Τα ορλωφικά ή εν Πελοποννήσω επανάστασις του 1770 και τα επακόλουθα αυτής,
Αθήνα 1967, σελ. 19. Α. Βακαλόπουλος, Νέα Ελληνική Ιστορία, 1204-1985, Θεσσαλονίκη 1991, σελ.
70-71.
27
Ε. Zachariadou, «Early Ottoman Documents of the Prodromos Monastery (Serres>, Südost-
Forschungen, 28 (1969), σελ. 9-11.
28
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., σελ. 70-71.
29
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 675.
30
Από το τέλος του 16ου αιώνα πολλά μοναστήρια είχαν συσταθεί ως βακούφια, σύμφωνα με τις
διατάξεις του ισλαμικού δικαίου. Π. Κονόρτας, ό.π., σελ. 459. Για το βακούφι (περιουσιακά στοιχεία
αφιερωμένα υπέρ ευαγών σκοπών) γενικά βλ. J. Barnes, An Introduction to Religious Foundations in
the Ottoman Empire, Λέϊντεν 1986.
31
Ο κυριώτερος τρόπος αύξησης της μοναστηριακής περιουσίας ήταν οι αφιερώσεις και οι
κληροδοσίες ευλαβών χωρικών «υπέρ ψυχικής αυτών σωτηρίας». Στο κτηματολόγιο της μονής
Φιλοσόφου π.χ. αναγράφονται 57 αφιερώσεις ή κληροδοσίες, γαιών, σπιτιών κ.λ.π. κατά τον 17° αιώνα
και 84 κατά τον 18°. Όσοι δεν είχαν κληρονόμους πρόθυμα αφιέρωναν τις περιουσίες τους σε κάποια
μονή αφού διαφορετικά θα τους κληρονομούσε το οθωμανικό δημόσιο. Τ. Γριτσοπούλος, Μονή
Φιλοσόφου, Αθήνα I960, σελ. 107-176. Τ. Γριτσοπούλος, Τα ορλωφικά ..., ό.π., σελ. 20.
42

ελλαδικό χώρο, απολύτως ακριβείς αριθμοί δεν είναι δυνατόν να δοθούν. Βέβαιο
είναι ότι κατά τους δύο πρώτους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας πολλές
βυζαντινές μονές διαλύθηκαν εξαιτίας των πολεμικών αναστατώσεων, της αρπαγής
των περιουσιών τους και των δημογραφικών κατά τόπους αλλοιώσεων του
πληθυσμού.
Ωστόσο τόσο από τα τέλη του 16ου και ιδίως κατά τον 17° αιώνα, μαζί με τη
σταθεροποίηση των συνθηκών ζωής ολόκληρου του Ελληνισμού, παρατηρήθηκε
σημαντική αύξηση του αριθμού των μονών και αντίστοιχα των μοναχών . Πολλές,
μικρές συνήθως μονές ιδρύθηκαν τότε, ενώ άλλες «παλαιγενείς, επήρεια καιρικών
περιστάσεων και τη του πανδαμάτορος χρόνου φορά ερειπωθέντα» ανακαινίσθηκαν
«εκ βάθρων» από ζηλωτές μοναχούς και κληρικούς ή από ευσεβείς περίοικους . Σε
μεγάλη ιδίως πυκνότητα ιδρύθηκαν και λειτούργησαν μικρές μονές στην Πίνδο, από
τα Άγραφα ως το Αργυρόκαστρο, και αργότερα στην ορεινή Πελοπόννησο34.
Ενδεικτικούς αριθμούς για το πλήθος των μοναχών μας δίνει ο πρωτονοτάριος
του Πατριαρχείου Θεοδόσιος Ζυγομαλάς σε μία πολύτιμη έκθεση του για την
περιοδεία που έκανε το 1578. Συνοψίζοντας τις πληροφορίες αυτές έχουμε την
ακόλουθη εικόνα του αριθμού των μονών και των μοναχών του χώρου που
εξετάζουμε35.

32
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., σελ. 71.
33
Τ. Γριτσοπούλος, Τα ορλωφικά ..., ό.π., σελ. 19.
j4
Π. Χρήστου, The monastic life in the eastern Orthodox Church, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 184.
's Κ. Δυοβουνιώτης, Θεοδόσιος Ζογομαλάς, Αθήνα 1923, σελ. 38-46. Ε. Legrand, Notice biographique
sur Jean et Thèodose Zygomalas, Παρίσι 1889, σελ. 115-118.
43

ΠΙΝΑΚΑΣ 2.1

Οι αριθμοί των μονών και των μοναχών, στα τέλη του 16ου αιώνα, στην Πελοπόννησο
και στη Στερεά Ελλάδα

Περιοχές Μονές Μοναχοί

Μέγα Σπήλαιο
Πελοπόννησος Μονή Ταξιαρχών 600
Αγία Λαύρα
Μονή Αγίας Φιλοθέης
Αθήνα και περίχωρα Μονή Υμηττού 600
Μονή Πεντέλης
Μονή Γαλατάκη
Εύβοια Οσίου Δαβίδ 300
κ.ά.

Βοιωτία Μονή Οσίου Λουκά 200


κ.ά.

Ρούμελη «μικρές μονές ανά μέρος»


Μονή Βαρνάκοβας, κ.ά. 400

Σύνολο 2100

Πηγή: Κ. Δυοβουνιώτης,, Θεοδόσιος Ζυγομαλάς, Αθήνα 1923, σελ. 38-46. Ε. Legrand, Notice
biographique sur Jean et Thèodose Zygomalas, Παρίσι 1889, σελ. 115-118.

Στον αριθμό αυτό θα πρέπει να προστεθούν αρκετοί ακόμα μοναχοί που


ζούσαν μόνοι ή κατά μικρές ομάδες σε ερημικά ασκητήρια και σε απόμερες μικρές
μονές, την ύπαρξη των οποίων δεν γνώριζε ο Ζυγομαλάς .

γ. Η «προσφυγή» στις μονές

Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τους λόγους που «έσπρωχναν»


χιλιάδες ανθρώπους στις μονές. Πρώτα απ' όλα η μακραίωνη μοναστική παράδοση
της χριστιανικής Ανατολής. Έπειτα λόγοι κοινωνικοί. Η αβεβαιότητα της ζωής, η
καταπίεση των αγροτικών πληθυσμών από τους μεγαλογαιοκτήμονες, κατά τον 18°
αιώνα, οι άθλιες βιοτικές συνθήκες. Λόγοι επίσης ψυχολογικοί. Στον κόσμο εκείνο,

Χρυσ. Παπαδόπουλος, Η εξωτερική κατάστασις της εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως από της


αλώσεως μέχρι του 18"" αιώνος, Αθήνα 1949, σελ. 11-25.
44

που είχε αναδυθεί από τα συντρίμμια της χριστιανικής αυτοκρατορίας, που


διατηρούσε ακόμα νωπές τις αναμνήσεις από την καταστροφή και που καθημερινά
γινόταν μάρτυρας και θύμα αλλεπάλληλων συμφορών (σφαγών και μετατοπίσεων
πληθυσμών, ομαδικών εξισλαμισμών κλπ.) είχε γεννηθεί, όχι αδικαιολόγητα, ένα
37
αίσθημα κατάρρευσης των πάντων .
Αλλά και λόγοι καθαρά πρακτικοί συντελούσαν στην πύκνωση της τάξεως
των μοναχών. Η εξαίρεση των κληρικών και των μοναχών από τις απεχθείς
αγγαρείες, οι σημαντικές φορολογικές απαλλαγές, ο σεβασμός που έτρεφαν οι
Οθωμανοί για τους ανθρώπους που ήταν αφιερωμένοι στο Θεό, για τους δικούς τους
δερβίσηδες και ουλεμάδες, αλλά όχι σπάνια και για τους χριστιανούς ρασοφόρους.
Ας μην ξεχνάμε τέλος ότι η Εκκλησία γενικά αποτελούσε -τουλάχιστον ως το 1700
περίπου- το μοναδικό τομέα στον οποίο μπορούσε ένας φιλόδοξος ραγιάς να
αναδειχθεί και ακόμα το μοναδικό καταφύγιο για όποιον είχε κλίση στο «θεωρητικό
βίο» και στα γράμματα .

δ. Τα ιδεώδη του μοναχισμού

Παρά τη μεγάλη γεωγραφική τους διασπορά και τις ποικίλες άλλες διαφορές
στη διοικητική τους οργάνωση, στην οικονομική τους κατάσταση και στις σχέσεις
τους με τους λαϊκούς και την κοσμική εξουσία, οι ορθόδοξες μονές παρουσίασαν
πνευματική ομοιογένεια και αδιατάρακτη εσωτερική ενότητα μεταξύ τους, πράγμα
ευεξήγητο βέβαια, αφού οι σκοποί και τα μοναχικά ιδεώδη που υπηρετούσαν ήταν
κοινά και ανεπιφύλακτα αποδεκτά από όλους .
Οι σκοποί και τα ιδεώδη, όπως περιγράφονται στα μοναστηριακά τυπικά και
στα έργα των ασκητικών συγγραφέων της οθωμανικής κυριαρχίας, ήταν απόλυτα
ταυτόσημα με εκείνα που ανέκαθεν πρόβαλλε ο ανατολικός μοναχισμός, «άρνησις
του κόσμου», «νέκρωσις της σαρκός», «ιερά ησυχία», «θεωρητικός και απράγμων
βίος». Δηλαδή, κατά την επιγραμματική διατύπωση του πατριάρχη Ιερεμία Β' (+

Γ. Στογιόγλου, Η εν Θεσσαλονίκη πατριαρχική μονή των Βλατάδων, Θεσσαλονίκη 1971, σελ. 370. Φ.
Βαφείδης, ό.π., σελ. 115-145. Χρυσ. Παπαδόπουλος., ό.π., σελ. 16-17. Β. Στεφανίδης, ό.π., σελ. 29-47.
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., Νέα ελληνική..., σελ. 42-60.
38
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 152.
39
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 145.
40
Κ. Μανάφης, ό.π., σελ. 15-16.
45

1595), οι μοναχοί «έργον εν έχουσιν, το εξυμνείν Θεόν και την αυτών εμπόνως ζητείν
σωτηρίαν» .
Οι θεωρητικοί και υπερβατικοί στόχοι που θέτουν τα μοναστηριακά τυπικά-
ανεξάρτητα από το αν και κατά πόσο στην πράξη ο βίος των μοναχών και η εγκόσμια
δραστηριότητα των μονών εναρμονίζονταν με αυτούς- πρέπει να αποτελέσουν το
γνώμονα για την κατανόηση, την ορθή ερμηνεία και την αποτίμηση της προσφοράς
του ανατολικού μοναχισμού. Γιατί πολύ συχνά ακόμα οι ερευνητές, επηρεασμένοι
από τις σύγχρονες κοινωνικές αντιλήψεις ή από κάποιο ενδόμυχο θαυμασμό για την
εκπαιδευτική, κοινωνική και πολιτιστική δράση των δυτικών μοναχικών ταγμάτων,
αναζητούν με επιμονή στην ιστορία του ορθόδοξου μοναχισμού ιδεώδη και
επιτεύγματα εντελώς ξένα προς τη φύση και τον χαρακτήρα του. Παρασύρονται έτσι
σε αναχρονισμούς και αυθαίρετα συμπεράσματα ζητώντας να «καταξιώσουν» τον
ορθόδοξο μηχανισμό με βάση σύγχρονα «κοσμικά» κριτήρια, όπως την «κοινωνική
του ωφελιμότητα», την «εθνική του δράση» ή την «ιστορική του αποστολή», έννοιες
άγνωστες στις σχετικές ιστορικές πηγές, δηλαδή τα αγιολογικά κείμενα, τις ασκητικές
πραγματείες, τη νηπτική φιλολογία, τα μοναστηριακά τυπικά και τις υποτυπώσεις των
μεγάλων ασκητικών μορφών της Ανατολής, παλαιότερων και νεότερων, όπως ο
Αθανάσιος ο Μετεωρίτης, οι Αψαράδες, ο Βησσαρίων Λαρίσης, ο όσιος Νικάνωρ, ο
Νικόδημος ο Αγιορείτης και άλλοι πολλοί.

2.2 Οι σχέσεις κλήρου και μοναχών με την ελληνική κοινωνία

Αν δεν υπήρξε μεταρρύθμιση στην ανατολική Εκκλησία, ή έστω ένα αιρετικό κίνημα
τόσο ισχυρό όπως το κίνημα των Καθαρών στη μεσαιωνική Δύση, αυτό συνέβη
42
επειδή η Εκκλησία δεν έχασε ποτέ την επαφή με τον λαό . Ο κανόνας που όριζε να
εκλέγεται ο ιερέας του χωριού μεταξύ των χωρικών, ώστε να διαφέρει απ' αυτούς
μόνο στο ότι πήρε κάποια μόρφωση που του επέτρεπε να τελεί τη λειτουργία και τα
Μυστήρια, σήμαινε ότι δεν υπήρξε ποτέ σοβαρό χάσμα μεταξύ αυτού και των
ενοριτών του. Δεν μπορούσε ο ιερέας ποτέ να απουσιάζει από την έδρα του για
μεγάλο χρονικό διάστημα και στη συνέχεια με την επιστροφή του να διατηρεί τη
θέση του. Αν ένιωθε την ανάγκη για πνευματική καθοδήγηση μπορούσε να την
αναζητήσει σε κάποια γειτονική μονή. Οι ενορίτες του τον σέβονταν, επειδή είχε το

41
Α. Γερομίχαλος, ό.π., σελ. 74.
42
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 659.
46

θείο χρίσμα να τελεί τις θρησκευτικές τελετές. Η περιουσιακή του όμως κατάσταση
δεν ήταν καλύτερη από την κατάσταση των ενοριτών του.
Τα μέλη του κατώτερου Κλήρου λοιπόν είχαν περισσότερα κοινά σημεία με
τους συγχωριανούς τους παρά με την ανώτατη εκκλησιαστική ιεραρχία. Οι
περισσότεροι, όπως προαναφέραμε, ήταν αγράμματοι, προέρχονταν από την ενορία
τους και ήσαν οικογενειάρχες, που κατά τη διάρκεια της εβδομάδας καλλιεργούσαν
τη γη τους. Κατά την επανάσταση του 1821 συχνά πολέμησαν μαζί με το ποίμνιο
τους. Οι μοναχοί ήσαν εξίσου αγράμματοι και προέρχονταν κυρίως από τις κατώτερες
οικονομικά κοινωνικές τάξεις44. Η επιρροή τους όμως ήταν μεγαλύτερη, γιατί
κυκλοφορούσαν πιο εύκολα και όπως, και οι αγωγιάτες, ήσαν σύνδεσμοι για τους
συνωμότες ή για τους απλούς πολιτικούς συμμάχους .
Η μεγαλοπρέπεια που χαρακτήριζε τη θρησκευτική ζωή των βυζαντινών είχε
εξαφανιστεί στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας. Οι ναοί καταστρέφονταν από
καιρό σε καιρό, καθώς και ύστερα από κάθε εξέγερση των ορθοδόξων, από τον
οθωμανικό όχλο. Στις πόλεις, η εμφάνιση των ναών ήταν άθλια . Μόνο οι μονές
κατόρθωναν να ιδρύουν ναούς άξιους λόγου 47 . Η δυνατότητα τους αυτή οφείλετο και
στο γεγονός ότι πολλές μονές είχαν αξιόλογα εισοδήματα, που προέρχονταν τόσο από
δωρεές4 , όσο και από τα έσοδα από τις μεγάλες εκτάσεις γης που κατείχαν4 . Στην
Πελοπόννησο, τον 18° αιώνα, για παράδειγμα, μεγάλες εκτάσεις γης κατείχαν λίγες
οικογένειες καθώς και κάποιες μονές . Υπολογίζεται ότι οι μεγαλογαιοκτήμονές και
οι μονές της Πελοποννήσου, τον 18° αιώνα, είχαν στην ιδιοκτησία τους ενάμισι
εκατομμύρια στρέμματα γης, δηλαδή το ένα τρίτο της καλλιεργήσιμης γης της
Πελοποννήσου51.
Από την ολιγομάθεια, τόσο του λαού όσο και του κατώτερου κλήρου, υπήρχε
περίπτωση οι θρησκευτικές ιεροτελεστίες να καταντήσουν απλές μαγικές πράξεις,

43
Π. Καρολίδης, Ποιες υπηρεσίας πάρεσχεν η Εκκλησία εις το Ελληνικόν Έθνος, Αθήναι 1921, σελ.
289. S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 659-660. Αιμ. Αλιβιζάτος, Η κοινωνική και διοικητική οργάνωσις
και δράσις της Εκκλησίας, Αθήναι 1920, σελ. 317-318.
44
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 159.
45
Αιμ. Αλιβιζάτος, Η κοινωνική αποστολή της Εκκλησίας, Αθήναι 1920, σελ 46-47. J. Petropulos, ό.π.,
σελ. 46.
46
Robert de Dreux, Voyage en Turquie et en Grèce , έκδ. H. Pemot, Παρίσι 1925, σελ. 88-89.
47
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., σελ. 71.
48
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 664.
49
Τ. Γριτσοπούλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 20.
50
Μ. Σακελλαρίου, Η Πελοπόννησος κατά την δευτέραν Τουρκοκρατίαν (1715-1821), Αθήνα 1978,
σελ. 48.
47

ανακατωμένες με δεισιδαιμονίες. Αν η θρησκεία του Χριστού έπρεπε να διατηρήσει


μια πραγματική πνευματική δύναμη και να σημαίνει κάτι περισσότερο από μαγεία,
έπρεπε να επιβλέπεται. Το χωριό μπορεί να ήταν τυχερό και να είχε κοντά του κάποια
μονή που να ήταν κέντρο ενεργού πνευματικής ζωής. Όμως και οι μονές χρειάζονταν
επίβλεψη. Ο τοπικός επίσκοπος όφειλε να βρίσκεται σε επαφή με τις ενορίες και τις
μονές της διοίκησης του. Ο ίδιος πάλι όφειλε να είναι άξιος της αποστολής του. Ο
μητροπολίτης θα έπρεπε να επιβλέπει τον επίσκοπο, όπως και αυτός επιβλεπόταν από
το Πατριαρχείο. Η τοπική ενορία ή η μονή πιθανόν να ήταν τόσο αυτάρκης, ώστε να
μπορούσε να επιζήσει, έστω και αν είχε διακοπεί ο σύνδεσμος της με τις ανώτατες
εκκλησιαστικές αρχές, αλλά αν οι ανώτατες αρχές δεν εξεδήλωναν συνεχώς το
ενδιαφέρον τους για την ευημερία των ενοριών και των μονών, τότε θα
αποτελματώνονταν52.
Μέσα στα προσόντα του εφημέριου της ενορίας του χωριού, σίγουρα δεν ήταν
το να είναι λόγιος, όμως από ηθικής πλευράς έπρεπε να δίνει το παράδειγμα στους
ενορίτες του. Ξένοι περιηγητές από τον 17° αιώνα μιλούν για την ολιγομάθεια των
ιερέων, των μοναχών53, αλλά και των επισκόπων. Συχνή είναι επίσης και η αναφορά
στη φιλοχρηματία και στις σκοπιμότητες ορισμένων ανώτατων εκκλησιαστικών
αρχών. Ο W. Turner, για παράδειγμα, αναφέρει για τον Αρχιεπίσκοπο της Κω, ότι
αρνήθηκε, παρουσία του, να στείλει έναν ιερέα σε μία ετοιμοθάνατη γυναίκα επειδή
δεν μπορούσε να πληρώσει το ποσό που αυτός ζήτησε54. Ανάλογες περιπτώσεις, με
την προαναφερθείσα, έκανε ακόμα και τους ίδιους τους Έλληνες να αρχίσουν να
πιστεύουν μήπως και ολόκληρη η ανώτατη εκκλησιαστική οργάνωση ήταν
διεφθαρμένη ως το βάθος της.
Εκτός από τους φόρους που έπρεπε να πληρώνουν οι ραγιάδες στο σουλτάνο,
55
χρηματικά ποσά κατέβαλλαν στην κοινοτική αυτοδιοίκηση και στην Εκκλησία . Τα

51
F. C. Η. L. Pouqueville, Voyages de la Grece, Παρίσι 1827, (Β), τ. IV, σελ. 454, 468. W. Μ. Leake,
Travels in the Morea, with a map and plan, Λονδίνο 1830, τ. II, σελ. 213, 348. J. Petropulos, ό.π., σελ.
37.
52
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 660.
53
J. Pittonde Tounefort, Relation d' un voyage du Levant, fait par ordre du roi, τ. 1, Παρίσι 1717, σελ.
44-45.
54
W. Turner, Journal of a Tour in the Levant, Λονδίνο 1820, τ. Ill, σελ. 309-328.
55
Κατά τον Ανώνυμον, (Παρνασσός, 7, Αθήναι 1883 σελ. 956.) ζητούνταν από την Πύλη 1.400.000
γρόσια ετησίως, τελικά όμως οι Πελοποννήσιοι επιβαρύνονταν με εξαπλάσιο ποσό, δηλαδή 8.400.000
γρόσια. Η διαφορά μεταξύ αυτών των ποσών, 7.000.000 γρόσια, διατιθόταν στη δοίκηση και στην
αυτοδιοίκηση. Από αναφορές γνωρίζουμε ότι από την κεντρική και επαρχιακή διοίκηση δαπανούνταν
περίπου 5.500.000 γρόσια. Συμπεραίνουνε λοιπόν ότι το υπόλοιπο πήγαινε στην αυτοδιοίκηση. Μ.
Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 72.
48

ποσά όμως που καταβάλλονταν υπέρ της Εκκλησίας, δεν είμαστε σε θέση να τα
γνωρίζουμε56.
Αυτή η ολιγομάθεια, που επικρατούσε στο λαό και στον κατώτερο κλήρο,
έγινε σαφέστερα αντιληπτή στις μονές και υπήρξε επιβλαβής, γιατί το θρησκευτικό
επίπεδο μιας περιοχής εξαρτιόταν κυρίως από τις μονές της περιοχής αυτής, οι οποίες
παρείχαν τους πνευματικούς συμβούλους και εξομολόγους από τους οποίους
εξαρτόνταν και ο λαός της υπαίθρου και οι ιερείς57. Μία μονή ήταν επιβεβλημένο να
έχει βιβλιοθήκη, έστω και αν δεν περιλάμβανε παρά μερικά λειτουργικά βιβλία και
βίους αγίων. Στα τέλη όμως του 16ου αιώνα οι βιβλιοθήκες των μικρότερων μονών
άρχισαν να παραμελούνται, κυρίως από έλλειψη χρημάτων. Δύο αιώνες αργότερα
(18 ος αιώνα), με την αδιαφορία και τη φτώχεια που επικρατούσε, οι μικρές
βιβλιοθήκες στην ουσία εξαφανίστηκαν. Σε κείνες που παρέμειναν, τα βιβλία ήταν
σκονισμένα και αδιάβαστα, αν δεν είχαν χαθεί ή πουληθεί. Με λίγες εξαιρέσεις, οι
μοναχοί είχαν ξεχάσει να διαβάζουν58. Περιηγητές του 18ου αιώνα περιγράφουν μία
κατάσταση, κατά την οποία συχνά μοναχοί έκαναν πως διάβαζαν το Ευαγγέλιο, ενώ
απλώς επαναλάμβαναν ό,τι είχαν μάθει απ' έξω. Οι μοναχοί εκτελούσαν τα
εκκλησιαστικά καθήκοντα τους με ευλάβεια αλλά μηχανικά. Κατά τα άλλα
καλλιεργούσαν τους αγρούς τους και τα χωράφια τους ή έκαναν πλήθος άλλων
αγροτικών εργασιών σαν γεωργοί σε συνεταιρισμό. Με αυτές τις συνθήκες δεν
μπορούσαν να παρέχουν στους χριστιανούς την πνευματική καθοδήγηση που
χρειάζονταν59.

Σύμφωνα με τον Α. Μάμουκα (Α. Μάμουκας, Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος, Αθήνα 1852,
σελ. 308-309, οι Αρχιερείς έπαιρναν από κάθε οικογένεια 20 παράδες ετησίως ενώ από αυτές που
στερούνταν προστάτη έπαιρναν 10 παράδες. Εφαρμοζόταν όμως και η πληρωμή σε είδος, π.χ.
έπαιρναν 11 ή 12 οκάδες σταριού. Η αναφορά όμως αυτή είναι δύσκολο να είναι αληθινή γιατί το 1815
οι 11 οκάδες κόστιζαν 4 γρόσια. Ο Pouqueville, (F. C. Η. L.Pouqueville, ό.π., σελ. 200-202, αναφέρει
ότι οι 28 Αρχιερείς λάμβαναν 317.000 γρόσια και οι 2383 ιερείς 595.750 γρόσια, όλοι δε μαζί 913.250
γρόσια. Έτσι όμως παριστάνονται οι αρχιερείς να έχουν κολοσσιαία εισοδήματα. Δ.Π. Πασχάλης,
«Περιηγηταί εν Ελλάδι από του ιδ' μέχρι κ'αιώνος», Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, 4
(1964), σελ. 231-324.
57
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 662.
58
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 663.
59
Ο J. Pittori de Tounefort αναφέρει ότι ο ελληνικός κλήρος δεν μπορεί να διαβάσει πραγματικά τα
λειτουργικά βιβλία και δεν καταλαβαίνει εκείνα που διαβάζει. J. Pittori de Tounefort, Relation a" un
voyage du Levant, fait par ordre du roi, τ. 1, Παρίσι 1717, σελ. 98, Στη σελίδα 114 συνεχίζει λέγοντας
ότι δεν είναι σε θέσει να εκφωνήσει κηρύγματα. Ακόμα και ο Ricaut που συμπαθούσε τους Έλληνες
έλεγε χαρακτηριστικά «οι Άγγλοι τεχνίτες ήταν πιο μορφωμένοι και ήξεραν περισσότερα από τους
δόκτορες και τους κληρικούς της Ελλάδας». P. Ricaut ,The present state of the Greek and the
Armenian Churches, Λονδίνο 1680, σελ. 28. Ο J. Spon είχε εντυπωσιαστεί από τη βιβλιοθήκη του
Αρχιεπίσκοπου Αθηνών Άνθιμου Γ', το 1674. J. Spon, Voyages a" Italie, de Dalmatie, de Crece et du
Levant, Λυών 1678, τ. II, σελ. 200. Η Αθήνα όμως αποτελούσε εξαίρεση στις πολιτιστικές τους
παραδόσεις. Οι Άγγλοι περιηγητές των αρχών του ιθ' αιώνα, όπως ο W. Μ. Leake, ο Η. Holland, ο Dr
49

Οι περιγραφές των περιηγητών μπορούμε να πούμε ότι σε μεγάλο βαθμό δεν


ήταν υπερβολικές. Έκαναν παρατηρήσεις για την εκμετάλλευση εκ μέρους του
κλήρου, αλλά όχι σπάνια ανέφεραν ότι υπήρχαν επίσης αγαθοί και άγιοι ιερείς60.
Σημείωναν επίσης πόσο περιορισμένα ήταν τα ενδιαφέροντα των μοναχών και πόσο
παραμελημένες ήταν οι περισσότερες από τις βιβλιοθήκες τους. Υπήρχαν όμως
ακόμα μονές όπως στον Άθω ή της Μεγάλης Λαύρας, όπου οι θησαυροί του
παρελθόντος εξακολουθούσαν να φυλάσσονται με φροντίδα '.
Κατά τον 17° αιώνα πολλές μονές ανοικοδομήθηκαν ή ιδρύθηκαν από
πλούσιους δωρητές και προσκολλήθηκαν σε κάποιο πλούσιο ίδρυμα, όπως το
Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων ή μία μονή ιδρυμένη από ηγεμόνες στις ηγεμονίες,
που ήταν υπεύθυνο για τη διατήρηση της ευπρεπούς κατάστασης τους 62 . Τον επόμενο
αιώνα (18°) δεν παρατηρούμε την ίδια διάθεση για ίδρυση μονών63.

Hunt, όλοι συνεχώς κατηγορούν τους Έλληνες μοναχούς για παχυλή αμάθεια και αναξιότητα. W. Μ.
Leake, Travels in Northern Greece, Λονδίνο 1938, σελ. 154-161, Η. Holland, Travels in the Ionian
Islands, Albania, Thessaly, Macedonia etc, during the years 1812 and 1813, Λονδίνο 1814, τ. II, σελ.
202-216, Dr. Hunt, Mount Athos: An Account of the Monastic Institutions and Libraries στο R.
Walpole, Memoir telating to European and Asiatic Turkey, Λονδίνο 1818, σελ. 47-53. To ίδιο κάνει
αργότερα ο R. Curzon και ο Edward Lear, οι οποίοι λένε για τους μοναχούς του Άθωνα «αυτοί οι
μουρμούρηδες, άθλιοι, που απεχθάνονται το κρέας του αρνιού και αποφεύγουν τους ανθρώπους,
μισογύνηδες, αξιοθρήνητοι που χαλούν κάθε διασκέδαση, μονότονοι, που ο καθένας τους κάνει για
πολλά μουλάρια, είρωνες, θλιβεροί, που μασουλούν ξερά ψάρια και σταφιδιασμένους στον ήλιο
καρπούς. R. Curzon, Visits to Monasteries in the Levant, Λονδίνο 1848, σελ. 178-181. A. Davidson,
Life of Edward Lear, εκδόσεις Penguin, Λονδίνο 1950, σελ. 98. Αλλά δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι
περισσότεροι από τους περιηγητές θεωρούσαν μάθηση την κλασική παιδεία και τους ενοχλούσε που οι
μοναχοί ήταν αρκετά πονηροί ώστε να τους εμποδίζουν να κλέβουν κλασικά χειρόγραφα. Από το άλλο
μέρος ο G. Waddington, βασιζόμενος στα ταξίδια του στην Ελλάδα το 1823-24, έγραψε με κάποιο
σεβασμό για τα μοναστήρια αν και είχε σκανδαλιστεί από την αμάθεια των εφημέριων των ενοριών.
G. Waddington, The Present Condition of the Greece or Oriental Church, Lond;ino 1829, σελ. 79-94,
108.
60
E. Malakis, French travellers in Greece (1770-1820), Φιλαδέλφια 1925, σελ. 204-207.
61
Ε. Βουραζέλης, Ο βίος του Ελληνικού λαού κατά την Τουρκοκρατίαν επι τη βάσει των ξένων
περιηγητών, τ. Ι, Αθήναι 1939, σελ. 112-123. S. Runciman, ό.π., τ. II, Αθήνα 1979, σελ. 665.
62
Ν. Jorga., Byzance apres Byzance, Βουκουρέστι 1935, σελ. 158-160.
50

ΑΝΤΙ Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Ω Ν

Ο μοναχισμός δημιουργήθηκε από την πεποίθηση κάποιων ανθρώπων ότι μόνο αν


απομακρύνονταν από, το κοινωνικό περιβάλλον τους και ζούσαν πραγματικά
μοναχικό βίο θα ήταν δυνατό να πετύχουν την ψυχική τους τελείωση και τη σωτηρία
της ψυχής τους. Ο μοναχισμός ήταν στην ουσία ψυχικό επαναστατικό κίνημα, Ο
απογοητευμένος και αηδιασμένος από τις ατέλειες της κοινωνίας, αυτός που δεν ήταν
διατεθειμένος να συμβιβαστεί με το αμαρτωλό περιβάλλον, αποχωριζόταν κι
απομακρυνόταν από αυτό για ν' αφοσιωθεί, χωρίς επιζήμιους πειρασμούς και
ενοχλήσεις, «ενώπιος ενωπίω» με το Θεό του, στον αγώνα για τη σωτηρία του.
Έτσι στην αρχή με τη μορφή του αναχωρητισμού και αργότερα με τη μορφή
του κοινοβιακού βίου, λαϊκοί εγκαταλείπουν το κοινωνικό τους περιβάλλον και
εγκαθίστανται σε ερημικές περιοχές. Ο μοναχισμός με την πάροδο των αιώνων
γνωρίζει άνθιση, με αποτέλεσμα από τη μια πλευρά να επιβάλλονται εκκλησιαστικοί
κανόνες και νομοθετικές διατάξεις γι' αυτόν, ώστε να μπορούν η Εκκλησία αλλά και
η κοσμική εξουσία να ασκούν έλεγχο στους μοναχούς και από την άλλη οι δωρεές
των πιστών και οι ευνοϊκές ρυθμίσεις της πολιτείας προς τις μονές να τις κάνουν να
αποκτήσουν σημαντική περιουσία και να γίνουν υπολογίσιμοι οικονομικοί
παράγοντες.
Οι μοναχοί σύμφωνα με την ομολογία στην οποία προβαίνουν, μπροστά στον
ηγούμενο, δίνουν τις υποσχέσεις της παρθενίας, της ακτημοσύνης και της υπακοής. Η
υπόσχεση όμως της ακτημοσύνης των μοναχών, από τον 14° αιώνα, αρχίζει να
αλλάζει και μην τηρείται με την αρχική της μορφή, καθώς αναπτύσσεται ένας άλλος
τρόπος μοναχικού βίου, ο ιδιόρρυθμος μοναχισμός.

S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 664.


51

Παρατηρείται επίσης, στην τελευταία περίοδο της βυζαντινής ιστορίας, μια


τάση των μονών για απαλλαγή της μοναστηριακής τους διοίκησης από την εποπτεία
του επισκόπου της περιοχής τους, η οποία εκφράζεται με την ίδρυση των
σταυροπηγιακών μονών, που εξαρτώνται απ' ευθείας από τον πατριάρχη.
Την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας ο μοναχισμός δέχεται πρόσκαιρα τις
συνέπειες της κατάκτησης των Οθωμανών. Γρήγορα όμως εναρμονίζεται με την
κατάσταση που δημιουργήθηκε, με αποτέλεσμα οι μονές να υποβάλλουν υποταγή στη
νέα τάξη πραγμάτων, ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν προηγούμενα προνόμια
τους.
Αναγορεύονται σε έναν από τους θεσμούς που διατηρούν τη συλλογική
ταυτότητα των ορθόδοξων πληθυσμών που είχαν υπαχθεί στην οθωμανική εξουσία
και μεταδίδουν τις απαραίτητες για τη συνοχή της ορθόδοξης κοινωνίας αξίες του
παρελθόντος. Έτσι οι μοναχοί εκτός από το σεβασμό των ορθοδόξων κερδίζουν και
δωρεές των πιστών με αποτέλεσμα από τον 16° αιώνα οι μονές όχι μόνο να
πληθαίνουν αλλά και να αυξάνουν τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Η οικονομική ανάπτυξη των μονών και η σχέση τους με τους Οθωμανούς,
δίνει τη δυνατότητα στις μονές να αποκτήσουν και πολιτική επιρροή στους
πλησιόχωρους προς τις μονές πληθυσμούς. Οι δυνατότητες αυτές, οικονομική και
πολιτική, κάνουν κάποιους λαϊκούς να θέλουν να εγκαταβιώσουν στις μονές όχι μόνο
λόγω της θρησκευτικής τους επιθυμίας.
Γενικά με την πάροδο των αιώνων αλλάζει όχι μόνο η μορφή του μοναχικού
βίου αλλά και οι λόγοι, σε σχέση με τους πρώτους μοναχούς, που ωθούν κάποιον στο
μοναχισμό, ενώ κάποια από τα μοναχικά ιδεώδη παραβιάζονται. Γι' αυτό και αρκετοί
είναι οι περιηγητές του 18ου και 19ου αιώνα που παρουσιάζουν τους μοναχούς με
μελανά χρώματα.
52

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ TOY MONAXIZMQY


53

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Με τη συνέχιση της Επανάστασης θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει πως η


ελληνική Εκκλησία έχανε σιγά σιγά την προεπαναστατική της θέση. Κατά τη
διάρκεια του πολυετούς αγώνα, πολλοί από τους καλύτερους ανθρώπους της είχαν
σκοτωθεί και μεγάλο μέρος της περιουσίας της είχε ξοδευτεί. Ο ρόλος της ως ηγέτη
της επανάστασης ήταν πλέον υπό αμφισβήτηση. Η κοσμική ιδεολογία που είχε
αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια του αγώνα, ως αποτέλεσμα της επίδρασης του
ευρωπαϊκού πνεύματος, ήθελε να ελαχιστοποιήσει το ρόλο της Εκκλησίας που
αισθανόταν πως ήταν προσκολλημένη στο παλιό σύστημα. Στο νέο κράτος που θα
δημιουργείτο, η Εκκλησία θα έπρεπε να εγκαταλείψει τον έλεγχο που ασκούσε πάνω
σε δικαστικά και εκπαιδευτικά θέματα. Για την ώρα η συγκεχυμένη κατάσταση των
πολιτικών και στρατιωτικών εξελίξεων δεν επέτρεπε στους κοσμικούς και
εκκλησιαστικούς υπεύθυνους να εκφράσουν με λεπτομέρειες το πρόγραμμα τους.
Μετά τη συνέλευση της Τροιζήνας όλα τα θέματα ήταν σε εκκρεμότητα μέχρι να
έρθει ο Καποδίστριας. Αυτός ήταν πια υπεύθυνος να προβεί σε οποιεσδήποτε
ενέργειες και οι αποφάσεις αυτού θα καθόριζαν το μέλλον της Ελλάδας.

3.1 Τα επαναστατικά γεγονότα

Τον ίδιο μήνα που ο Αλέξανδρος Υψηλάντης πέρναγε τα οθωμανικά σύνορα και
εισέβαλλε στις Παραβουνάβιες Ηγεμονίες, οι Έλληνες στην Πελοπόννησο άρχιζαν
και αυτοί τον αγώνα τους για την ανεξαρτησία τους. Μέσα σ' αυτό το κλίμα μερικοί
ιεράρχες συναντήθηκαν στη Βοστίτσα (Αίγιο), όπου συμφώνησαν να στείλουν
54

απεσταλμένους στη Ρωσία, ώστε να εκτιμήσουν τη στάση της σε περίπτωση που


ξέσπαγε επανάσταση '.
Οι ιεράρχες της Πελοποννήσου, αν και ενθάρρυναν τους μοναχούς του
Μεγάλου Σπηλαίου στη συλλογή χρημάτων για την αγορά όπλων και πολεμοφοδίων,
είχαν αντικρουόμενα αισθήματα απέναντι στην επανάσταση. Οι ιεράρχες είχαν την
πιο προνομιακή θέση μεταξύ των συμπατριωτών τους. Μάζευαν τους φόρους, ήσαν
τοπικοί διοικητές και ενεργούσαν ως μεσάζοντες στους Οθωμανούς. Ήταν βέβαιο
πως η επανάσταση θα έβαζε σε κίνδυνο όλα αυτά τα προνόμια2.
Το 1821 όλα έδειχναν ότι θα ξεσπούσε η επανάσταση. Η εντύπωση αυτή
ενισχυόταν από το γεγονός ότι οι ιεράρχες είχαν δανειστεί μεγάλα χρηματικά ποσά,
όπως συνήθιζαν σε περιόδους κακής σοδειάς, για να βοηθήσουν τους Έλληνες
αγρότες. Τα συσσωρευμένα χρέη προς το σουλτάνο ήσαν πολλά. Σύμφωνα με το G.
Finlay «μια επανάσταση φαινόταν ως ο καταλληλότερος τρόπος να σβηστούν οι
λογαριασμοί τους, και όχι μόνο να επανορθώσουν αλλά και να ενδυναμώσουν την
υπεροχή τους στις περιοχές που κατοικούσαν» . Ο ανώτατος κλήρος υιοθετούσε
αυτή την άποψη. Οι οθωμανικές αρχές και συγκεκριμένα ο Πασάς Κεμάλ Μπέη,
φοβούμενος τυχόν υποκίνηση της επανάστασης από την άρχουσα τάξη των
Ελλήνων, προσκάλεσαν το Μάρτιο του 1821 στην Τρίπολη τους Έλληνες πολιτικούς
και εκκλησιαστικούς ηγέτες. Αυτή η ενέργεια φόβισε τους Έλληνες. Ως αφορμή για
την πρόσκληση αυτή στάθηκε η συζήτηση για τα μέτρα που θα έπρεπε να ληφθούν
στην Πελοπόννησο, λόγω της εξέγερσης του Αλή Πασά.
Οι απόψεις που επικράτησαν, για το πώς έπρεπε να πράξουν, ήσαν
αντιφατικές. Μερικοί αποφάσισαν να πάνε, ενώ άλλοι θεώρησαν καλύτερο να βρουν
μία δικαιολογία ώστε να το αποφύγουν. Με τη δεύτερη άποψη συμφωνούσε και ο
Παλαιών Πατρών Γερμανός. Με μια απρόθυμη αντιπροσωπεία ξεκίνησε τελικά ο
Γερμανός για την Τρίπολη στις 18 Μαρτίου 1821. Στα Καλάβρυτα όμως,
προφασιζόμενος ασθένεια, αρνήθηκε να προχωρήσει, παρατείνοντας έτσι την
παραμονή του στην πόλη. Τότε έφτασε ένα γράμμα, δήθεν από κάποιο Τούρκο, που
κατά πάσα πιθανότητα ήταν γραμμένο από τον ίδιο το Γερμανό. Στο γράμμα
αναφέρονταν τα εξής: «Είμαι Τούρκος αλλά φίλος σας και φοβούμαι το θεό. Σας

1
Α. Λαιμός, Εκκλησία και 21, Αθήναι 1971, σελ. 21-28. J. Emerson, The History of Modern Greece,
From its conquest by the Romans to the Reent time, τ. II, Λονδίνο 1830, σελ. 286-292.
2
C. Frazee, ό.π., σελ. 34-35. Α. Βακαλόπουλος, Η Επαναστατημένη Ελλάδα μεταξύ 1826-1829,
Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 66.
55

εξορκίζω να μη δεχθείτε την πρόσκληση του Μπέη, γιατί σκοπεύει να σας σφάξει
όλους, εσάς και τους συναδέλφους σας...»4. Μπροστά στα νέα αυτά γεγονότα
αποφάσισαν να καθυστερήσουν το ταξίδι τους. Έστειλαν όμως έναν απεσταλμένο με
το γράμμα στην Τρίπολη.
Εν τω μεταξύ ο Ανδρέας Ζαΐμης επιτέθηκε στους Τούρκους, με αποτέλεσμα
η επανάσταση να απλωθεί γρήγορα σ' ολόκληρη την Πελοπόννησο, την Αττική και
τη Βοιωτία. Όσο για τον ανώτατο κλήρο, οκτώ άτομα στον αριθμό, που είχαν πάει
στην Τρίπολη με το ξέσπασμα της επανάστασης, συνελήφθησαν από τους Τούρκους
και φυλακίστηκαν. Οι μητροπολίτες και επίσκοποι αυτοί ήσαν, ο Κύριλλος,
μητροπολίτης Κορίνθου, ο Χρύσανθος, επίσκοπος Μονεμβασίας, ο Φιλόθεος,
επίσκοπος Δημητσάνης, ο Γρηγόριος, επίσκοπος Ναυπλίου, ο Γερμανός, επίσκοπος
Χριστιανουπόλεως, ο Φιλάρετος, επίσκοπος Ολενών, ο Ιωσήφ, επίσκοπος
Ανδρούσης και ο Δανιήλ, επίσκοπος Τριπόλεως. Από αυτούς οι πέντε πέθαναν στη
φυλακή και οι υπόλοιποι τρεις, Κύριλλος, Ιωσήφ και Δανιήλ, ελευθερώθηκαν όταν η
Τρίπολη πέρασε στα χέρια των Ελλήνων, το Σεπτέμβριο του 18215.
Από το πρώτο έτος της επανάστασης οι ιεράρχες καλούνταν να αναλάβουν
την ηγεσία στο πολεμικό και στο πολιτικό επίπεδο. Όλος ο ανώτατος κλήρος
φαινόταν πως έχει ταχθεί υπέρ του αγώνα. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι σ'
όλες σχεδόν τις διακηρύξεις που έκαναν οι επαναστάτες και τις κυβερνήσεις που
σχημάτισαν, περιέχονταν ονόματα ενός ή δύο επισκόπων και αρκετών κληρικών .
Η εξέγερση που είχε ξεσπάσει στην Πελοπόννησο μεταδόθηκε γρήγορα και
βόρεια του Ισθμού. Τα μέλη του κλήρου έπαιρναν ενεργό ρόλο όπου η επανάσταση
ξεσπούσε. Ο Πουκεβίλ περιγράφει την αλλαγή στους ιερείς της Βοιωτίας ως εξής:
«απομονωμένοι από τους καταπιεστές τους οι Έλληνες δεν αναγνώριζαν κανέναν
άλλο κύριο από το Λυτρωτή τους, και στο εξής κανένα άλλο χέρι πάνω στο κεφάλι
τους από το θεϊκό. Οι λειτουργοί του προσέφεραν την αναίμακτη θυσία του Αμνού
στον Θεό των στρατών και οι κληρικοί που μέχρι τώρα ήσαν οι συνεσταλμένοι
παρηγορητές των καταπιεσμένων βρέθηκαν, χωρίς να το καταλάβουν, επικεφαλής

3
G. Finlay, History of Greece, εκδος. H.F. Tozer, Οξφόρδη, 1877, τ. VI, σελ. 143. Δ. Α. Ζακυθηνός,
ό.π., σελ. 33.
4
C. Frazee, ό.π., σελ. 35.
5
Ιωσ. Ζαφειρόπουλος, Οι αρχιερείς και οι προύχοντες εντός της εν Τριπόλει φυλακής εν έτει 1821,
Αθήναι 1852, σελ. 47-49.
6
F.C.H. Pouqueville, Histore de la régénération de la Grèce, τ. II, Παρίσι 18252, σελ. 333-334. Γ.
Κονιδάρης, «Ελλάς», Θρησκευτική και Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια, τ. III, Αθήνα 1940, σελ. 351. Μ.
Raybaud, Mémoires sur la Grece, Παρίσι 1824-1825, σελ. 464.
56

του κινήματος για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Ο σταυρός εμφυτεύθηκε στην
είσοδο όλων των περασμάτων, στις ψηλές βουνοκορφές...»7.
Όλα έδειχναν ότι στις περιοχές όπου η επανάσταση επικρατούσε το 1821, μια
βαθιά αλλαγή επήλθε σε πολλούς τομείς της ζωής της Εκκλησίας. Όταν ξέσπασε ο
πόλεμος υπήρχαν τριάντα οκτώ μητροπολίτες, αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι, στο
μέρος αυτό που επρόκειτο αργότερα να γίνει το Βασίλειο της Ελλάδας. Δεκάξι από
αυτούς ήταν στην Πελοπόννησο, έντεκα στη Στερεά και έντεκα στα νησιά. Όλοι οι
επίσκοποι είχαν κανονική εκλογή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο8.
Η επανάσταση σήμαινε τον πρόωρο θάνατο μερικών από αυτούς, πέντε όπως
προαναφέρθηκε είχαν πεθάνει στην Τρίπολη, για άλλους την εξορία, ενώ κάποιοι
άλλοι ηγούνταν στρατιωτικών τμημάτων όπως ο Γερμανός και ο Γρηγόριος,
επίσκοπος Μεθώνης. Υπήρχαν γύρω στους 2400 ιερείς στην Πελοπόννησο και το
ποσοστό αυτών που σκοτώθηκαν ή εξορίστηκαν ήταν μεγάλο. Γι' αυτό η
επανάσταση είχε ως αποτέλεσμα μεγάλη αποδιοργάνωση της εκκλησιαστικής ζωής,
που οφειλόταν στην παρατεταμένη απουσία ή το θάνατο τόσων πολλών κληρικών .

3.2 Οι πολιτικές προεκτάσεις

Η σύγχυση που προκλήθηκε από τις εχθροπραξίες σήμαινε ότι την πρωτοβουλία
έπρεπε να την αναλάβει η τοπική ηγεσία. Προφανώς οι επίσκοποι της
επαναστατημένης Ελλάδας δεν επρόκειτο πλέον να στείλουν χρηματικά ποσά στο
Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, ούτε υποψηφίους για τις εκεί εκκλησιαστικές
σχολές. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος, ύστερα από τον μαρτυρικό του θάνατο, θεωρείτο
εθνομάρτυρας10. Ο αφορισμός που είχε κάνει στην επανάσταση και στους
επαναστάτες είχε εξαλειφθεί με το θάνατο του. Δεν απολάμβανε όμως την ίδια
στάση ο πατριάρχης Ευγένιος και οι άλλοι που τον διαδέχτηκαν στον πατριαρχικό
θόκο, σ' όλη τη διάρκεια της επανάστασης. Οι επίσκοποι αναφέρονταν στο

7
F. C. Η. L. Pouqueville, ό.π., τ. II, σελ. 372.
8
Β. Στεφανίδης, ό.π., σελ. 162. C. Frazee, ό.π., σελ. 65.
9
Κ. Οικονόμου του εξ Οικονόμων, Τα σωζόμενα εκκλησιαστικά συγγράματα, έκδοσ. Σοφοκλής ο εξ
Οικονόμων, Αθήνα 1862-66, τ. II, σελ. 5. Ο Georg von Maurer υπολόγισε ότι γύρω στους ογδόντα
ιεράρχες της Ελληνικής εκκλησίας σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια της επανάστασης σ' ολόκληρη την
οθωμανική αυτοκρατορία. G. Maurer, Das griechischer Volk in öffentlicher, Kirchlicher und
privatrechtlicher Beziehung vor und nach dem Freiheitskampfe, Χαϊδεμβέργη 1835, τ. Ι, σελ. 468. Ι.M.
Δαμβέργης, Οι αφανείς ήρωες και μάρτυρες, Αθήνα 1931, σελ. 19-24.
10
Σ.Δ. Μπαλάνος, «Αι υπέρ του Έθνους θυσίαι του κλήρου κατά την Επανάστασιν του 1821»,
Ημερολογίω της Μεγάλης Ελλάδος, Αθήνα 1928, σελ. 185-194. C. Frazee, ό.π., σελ. 66.
57

Πατριαρχείο σαν να ήταν κενό από πατριάρχη. Στο σπουδαίο ζήτημα της αναφοράς
τού ονόματος του Πατριάρχη κατά τη διάρκεια της λειτουργίας, ο τύπος άλλαξε και
αντί «υπέρ του Πατριάρχη» έγινε «υπέρ των ορθοδόξων ιεραρχών», το όνομα του
Πατριάρχη λοιπόν επιμελώς παραλειπόταν".
Η ανώτατη εκκλησιαστική ιεραρχία των επαναστατημένων περιοχών του
ελλαδικού χώρου διέκοψε κατ' ανάγκη τη σχέση της και την επικοινωνία της με το
Οικουμενικό Πατριαρχείο, με την αιτιολογία ότι έπρεπε να μεριμνήσει για τις
εκκλησιαστικές υποθέσεις της επαναστατημένης χώρας, στην πραγματικότητα όμως
για να απαλλαγεί διοικητικά και κυρίως οικονομικά από το Πατριαρχείο . Στις
ενέργειες που προέβησαν οι ιεράρχες είχαν συμμάχους τις πολιτικές αρχές του
τόπου. Οι αρχιερείς λοιπόν που βρίσκονταν στην επαναστατημένη χώρα μνημόνευαν
«πάσης επισκοπής ορθοδόξων», χωρίς όμως να σκέφτονται την ίδρυση ανεξάρτητης
εκκλησίας. Η αγωνιζόμενη Ελλάδα διακήρυσσε μεν ότι αναγνωρίζει την
θρησκευτική ελευθερία, αλλά θεωρεί επικρατούσα σ' αυτή την Ορθόδοξη
Εκκλησία13.
Στην Πελοπόννησο συγκλήθηκε Γερουσία στις 7 Ιουνίου 1821. Τα μέλη της
αποτελούνταν από τα ηγετικά στελέχη της Επανάστασης, κυρίως δημογέροντες και
επισκόπους. Αυτές οι δύο τάξεις συνεργάζονταν και πριν από την έναρξη του αγώνα.
Ανταγωνιστές τους ήταν οι στρατιωτικοί που ηγούνταν των στρατιωτικών δυνάμεων
στα πεδία των μαχών 14 .
Στη δυτική Ρούμελη τις πολιτικές και εκκλησιαστικές υποθέσεις τις
οργάνωσε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Στο Μεσολόγγι, όπου και εγκαταστάθηκε
μετά τον ερχομό του στις 3 Αυγούστου 1821, συγκάλεσε μια σύνοδο αντιπροσώπων
της περιοχής που με τα βίας θα ονομάζαμε ελεύθερη Δυτική Ρούμελη. Στη σύνοδο
αυτή υιοθετήθηκε ένα σύνταγμα που κατοχύρωνε το πρώτο πολιτικό σώμα της
περιοχής. Όσον αναφορά στα εκκλησιαστικά ζητήματα, υποστηρίχτηκε ένας
επίσκοπος υπέρμαχος της επανάστασης, ο Πορφύριος, πρώην Αγίου Όρους, και όχι
ο Άνθιμος, πρώην εκλεγμένος του Πατριαρχείου στην επαρχία Ναυπάκτου και
Άρτας και εκκλησιαστικός ηγέτης Δυτικής Ελλάδος .

11
Κ. Κονιδάρης, ό.π., τ. III, σελ. 353. Αν. Κυριακού, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 1881, σελ. 339.
12
Δ. Α. Ζακυθηνός, ό.π., σελ. 33. Ch. Frazee, ό.π., σελ. 66.
13
Β. Στεφανίδης, ό.π., τ. II, σελ. 181.
14
Χρ. Βλασσόπουλος, Ημερολόγιον του Αγώνος 1814-1830, Αθήνα 1940, σελ. 62-63.
15
Γ. Κονιδάρης, ό.π., τ. III, σελ. 353. Ο Πορφύριος δέχτηκε το διορισμό του μετά από μικρή
καθυστέρηση. Χρ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 22.
58

Η Γερουσία της Δυτικής Ελλάδος προέβη στην εξής χαρακτηριστική πράξη.


Ήδη από το 1820 ήταν εξόριστος στο Άγιο Όρος, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και
Άρτης Πορφύριος. Σε αντικατάσταση αυτού είχε εκλεγεί ο Άνθιμος από τον
Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Όταν ξέσπασε η επανάσταση, ήρθε ο Πορφύριος
στην Ελλάδα και ανέλαβε μέρος της επαρχίας του, τη Ναύπακτο, το Μεσολόγγι και
άλλες πόλεις και χωριά, τα οποία αποτέλεσαν αργότερα την επαρχία Ακαρνανίας, με
απόφαση της Γερουσίας της Δυτικής Ελλάδος την 25η Φεβρουαρίου 1822. Σύμφωνα
με την απόφαση αυτή, επειδή η επαρχία Ναυπάκτου και Άρτης ήταν κενή από
νόμιμο επίσκοπο, αφού ο Άνθιμος είχε διορισθεί από τους Οθωμανούς ενάντια στη
θέληση του ποιμνίου του, αποφασίστηκε να παυθεί ο Άνθιμος από επίσκοπος
Ναυπάκτου και Άρτης. Όσο για τον πρώην Αρχιεπίσκοπο Άρτης Πορφύριο,
«ψηφίζεται προσωρινώς επίσκοπος της έως του νυν ελευθέρας Δυτικής χέρσου
Ελλάδος, εξαιρουμένων μόνον εκείνων των μερών, τα οποία ανήκουσιν εις άλλους
σωζόμενους Αρχιερείς». Ορίζονταν επίσης ο τίτλος του νέου Αρχιεπίσκοπου, τα
όρια της δικαιοδοσίας του, ο τόπος διαμονής του και τέλος ο τρόπος της αναγγελίας
του θεσπίσματος προς τον Πορφύριο από τον αρχιγραμματέα, «προ καιρού
επιφορτισμένου την υπουργίαν της θρησκείας» και της καταγραφής του θεσπίσματος
στα πρακτικά της Γερουσίας. Ο Πορφύριος δέχτηκε θεωρώντας τον εαυτόν του
νόμιμα αποκατασταθέντα στη επισκοπή Ναυπάκτου και Άρτης16.

Το Δεκέμβριο του 1821 ο Θεόδωρος Νέγρης κάλεσε στην Άμφισσα μια


ομάδα αντιπροσώπων από την ανατολική Ρούμελη, που την ονόμασε «Γερουσία της
Ανατολικής Ελλάδος» ή «Άρειο Πάγο». Ανάμεσα στα μέλη ήσαν και οι Αρχιερείς
Ταλαντίου Νεόφυτος, Μενδενίτσης (Βοδονίτζης) Διονύσιος, Λοιδωρικίου Ιωάννης
καθώς και ο Αρχιμανδρίτης Άνθιμος Γαζής. Στις νομικές διατάξεις που συντάχτηκαν
συμπεριλήφθησαν ορισμένες οριστικές προτάσεις για την Εκκλησία, σύμφωνα με τις
οποίες η εθνότητα έπρεπε να βασιστεί στην Εκκλησία. Το πρώτο άρθρο ανέφερε:
«Όσοι κάτοικοι της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν είναι Έλληνες...»1 Σε άλλο
σημείο ανέφερε: «Αν και όλας τας θρησκείας δέχεται η Ελλάς και τας τελετάς και
την χρήσιν αυτών κατ' ουδένα τρόπον εμποδίζει, την Ανατολικήν όμως Εκκλησίαν
του Χριστού και την σημερινήν γλώσσαν μόνον αναγνωρίζει ως επικρατούσαν

16
Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II, σελ. 20-23.
17
Σύμφωνα με το άρθρο αυτό μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι ακόμα δεν έχει καλλιεργηθεί ο
εθνικισμός με αποτέλεσμα η έννοια του έθνους να ορίζεται με διαφορετικά κριτήρια, όπως το
θρήσκευμα και ο τόπος κατοικίας. Από την άλλη μπορούμε να εντοπίσουμε μια τάση της κεντρικής
59

θρησκείαν και γλώσσαν της Ελλάδος». Σε άλλο σημείο όριζε ότι: «ο Έλλην δεν
ενοχοποιείται δια τα θρησκευτικά και πολιτικά του φρονήματα» και ότι: «χρεωστεί
να υποφέρη όλα τα θρησκευτικά και πολιτικά φρονήματα των ομοίων του».
Περαιτέρω ο Άρειος Πάγος αποφάσισε να ισχύσουν «οι κοινωνικοί νόμοι των
18
αειμνήστων Αυτοκρατόρων της Ελλάδος» . Φανερώνεται έτσι μια ανοχή προς τις
άλλες θρησκείες. Στον κλήρο επιφυλάχτηκε μια σπουδαία θέση στη διοίκηση της
περιοχής. Ο Ταλαντίου Νεόφυτος διορίστηκε πρόεδρος του «Δικανικού» και
ανέλαβε έτσι την ευθύνη των εκκλησιαστικών υποθέσεων. Ο «έφορος της λατρείας»
διατελούσε κάτω από τις διαταγές του Αρείου Πάγου και είχε το καθήκον να
φροντίζει για την ευταξία των ναών και των μονών, την καλή διαγωγή του κλήρου,
το διορισμό πνευματικών και ιεροκηρύκων και τη διδασκαλία τους, για το σεβασμό
των νόμων και την ευπείθεια στους διοικητές19. Οι διατάξεις αυτές είχαν μεγάλη
σπουδαιότητα και εμφάνιζαν τη βαθύτατη συναίσθηση των Ελλήνων για τη
θρησκεία και τη γλώσσα, δηλώνοντας μόνο την ανάγκη προσωρινής ρύθμισης των
εκκλησιαστικών πραγμάτων.

3.3 Οι εθνοσυνελεύσεις

α. HA ' εθνοσυνέλευση

Η Α' εθνοσυνέλευση που συγκλήθηκε στην Επίδαυρο άρχισε τις εργασίες


της με την αίσθηση του καθήκοντος να ενοποιήσει τη χώρα κάτω από μία ενιαία
κυβέρνηση. Την εναρκτήρια ημέρα, στις 20 Δεκεμβρίου, ο επίσκοπος Ταλαντίου
Νεόφυτος τέλεσε τη θεία λειτουργία μπροστά στους συναθροισμένους
αντιπροσώπους. Μίλησε για τις υποθέσεις και τα γεγονότα της επανάστασης και
θέλησε να αναφερθεί στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας. «Είναι ευρέως
γνωστό ότι στα μάτια της Οθωμανικής Πύλης, η υπόθεση της θρησκείας και του
Ελληνικού Έθνους ήταν πάντοτε συνδεδεμένα με την πολιτική και εθνική υπόθεση
των Μόσχοβιτών και ότι σε κάθε πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, η
Οθωμανική κυβέρνηση ταύτιζε πάντοτε τις επιθυμίες των Ελλήνων μ' αυτές των

εξουσίας να συμπεριλάβει στα όρια των επαναστημένων περιοχών περισσότερους κάτοικους


ανεξαρτήτως καταγωγής.
18
Α. Μάμουκας, Τα κατά την Αναγέννησιν της Ελλάδος, Αθήνα 1839-52, τ. Ι, σελ. 43, 73.
60

Ρώσων» . Κατέληξε μάλιστα σε μία ευχή για τον Τσάρο, η οποία δεν ήταν μόνο μια
φιλοφρόνηση, αλλά και μία έκκληση στον Αλέξανδρο να κάνει κάτι.
Την 1η Ιανουαρίου 1822 η εθνοσυνέλευση ψήφισε το πρώτο προσωρινό
πολίτευμα της Ελλάδος, έργο κυρίως του Μαυροκορδάτου και του Νέγρη. Στα
χαρτιά τουλάχιστον παρουσίαζε την εικόνα μιας ενωμένης ελληνικής πολιτείας,
ανεξάρτητης και βιώσιμης. Τη διοίκηση της Ελλάδας ανέθετε σε μία πενταμελή
Εκτελεστική Επιτροπή και σε εβδομηκονταμελή Νομοθετική Συνέλευση που
εκλεγόταν ύστερα από ψηφοφορία. Ταυτόχρονα επέτρεπε στις τοπικές Γερουσίες να
εξακολουθούν τη λειτουργία τους, γεγονός που εκμηδένιζε την αποτελεσματικότητα
του σχηματισμού ενός κεντρικού οργάνου διακυβέρνησης.
Η εθνοσυνέλευση φάνηκε να δείχνει ενδιαφέρον και μέριμνα για την
Εκκλησία. Έτσι από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο του νέου Συντάγματος γινόταν λόγος
για τη θρησκεία. Στο κεφάλαιο Α', άρθρο 1, αναφέρονταν τα εξής: «Η επικρατούσα
θρησκεία εις την ελληνικήν επικράτειαν είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου
Εκκλησίας του Χριστού ανέχεται όμως η διοίκησις της Ελλάδος πάσαν άλλην

θρησκείαν και αι τελεταί και ιεροπραγίαι αυτών εκτελούνται ακωλύτως» . Στο


κεφάλαιο Β', άρθρο 2, του αστικού κώδικα καθόριζε ότι οι κάτοικοι της Ελλάδας
που ομολογούν τη χριστιανική θρησκεία είναι Έλληνες και απολαμβάνουν όλα τα
πολιτικά δικαιώματα. Το κεφάλαιο Β', άρθρο 20, καθόριζε την ίδρυση οκτώ
υπουργείων, ένα από τα οποία ήταν και των Εκκλησιαστικών. Τα εκκλησιαστικά
ζητήματα αφορούσε κυρίως το κεφάλαιο ΣΤ', όπου εγκαθιστούσε μια ανεξάρτητη
99

δικαιοσύνη με πρότυπο της τα «Βασιλικά» . Η εφαρμογή του τελευταίου


ψηφίσματος έκανε φανερό ότι θα αποστερούσε από τους κληρικούς μια από τις

19
C. Frazee, ό.π., σελ. 68. A.B. Δασκαλάκης, «Τα τοπικά πολιτεύματα κατά την επανάστασιν του
1821», Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1964-1965 / 15,
σελ. 161-270.
A.B. Δασκαλάκης, Οι τοπικοί οργανισμοί της επανάστασης του 1821 και το πολίτευμα της Επιδαύρου,
Αθήνα, 1966, σελ. 132-146. F. C. Η. L. Pouqueville, ό.π., τ. III, σελ. 341.
21
Α. Σπηλιάδου, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1851, τ. Α', σελ. 273. Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II σελ. 9-15.
Α. Μάμουκας, ό.π., τ. Ι, σελ. 52.
22
C. Frazee, ό.π., σελ. 69. Συλλογή από τη βυζαντινή νομοθεσία. Οι εργασίες για τη συγκρότηση τους
άρχισαν από το Βασίλειο το Μακεδόνα και τελείωσαν από το γιο του Λέοντα ΣΤ' το Σοφό.
Καταρτίσθηκαν πάνω στην Ιουστινιάνειο νομοθεσία και εμπλουτίσθηκαν με νέες διατάξεις. Το πλήρες
κείμενο δεν έφθασε σε εμάς ολόκληρο. Ο πρώτος που ασχολήθηκε με τα τότε γνωστά χειρόγραφα
ήταν ο Fabrotus που τα εξέδωσε το 1647 στο Παρίσι σε επτά τόμους με λατινική μετάφραση. Μια
πληρέστερη έκδοση ακολούθησε στη Λειψία από το Heimbach με λατινική μετάφραση και αυτή, σε
έξι τόμους. Συμπληρώματα της έκδοσης αυτής είναι των Zachariae von Lingenthal το 1846 και Ferrini
το 1897 στη Λειψία. Από την έκδοση του Heimbach κυκλοφόρησε στην Αθήνα το 1896-1900 η
εργασία του Ιωάννου Ζέππου, χωρίς λατινική μετάφραση, αλλά με συνοπτικές ερμηνείες και με τη
νομολογία από τα ελληνικά δικαστήρια.
61

σημαντικότερες προεπαναστατικές τους λειτουργίες . Ταυτοχρόνως έθετε τις βάσεις


για τη διοικητική εποπτεία της Εκκλησίας, η οποία θα γινόταν πιο ορατή τα επόμενα
χρόνια.
Με την Α' εθνοσυνέλευση συγκροτήθηκε «Μινιστέριον της θρησκείας». Οι
αρμοδιότητες του υπουργείου ήταν να διορίζει ή εκλέγει αρχιερείς ή τοποτηρητές
στις κενές έδρες, πρωτοσύγκελους, ιεροκήρυκες και να αποστέλνει εξάρχους. Στις
15 Ιανουαρίου διορίστηκε υπουργός των Εκκλησιαστικών, «Μινίστρος της
4
θρησκείας», ο επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ, υποστηρικτής της Επανάστασης. Η
αποστολή του δεν ήταν εύκολη. Η μόνη λύση στην αυξανόμενη έλλειψη κληρικών
ήταν η παράκληση του προς τους πλησίον του κληρικούς να συμμετάσχουν
περισσότερο στην ανόρθωση της Εκκλησίας. Η διοίκηση θα ασκούσε την ποινική
και πειθαρχική εξουσία ύστερα από πρόταση του υπουργού των Εκκλησιαστικών. Η
εκκλησιαστική διοίκηση των κενών επισκοπών ανατέθηκε επίσης στους
πρωτοσύγκελους μέχρι την αποκατάσταση της ειρήνης .
Ο Ιωσήφ ανέλαβε τα καθήκοντα του την 15η Ιανουαρίου 1822, σύμφωνα με
τα οποία θα έπρεπε: «να φροντίζη περί της οικονομίας των εκκλησιών και ιερών
Μοναστηριών», να ενεργεί για τον κλήρο ώστε ο λαός να έχει πεποίθηση στη
διοίκηση της Ελλάδας, τέλος να καταρτίσει και να υποβάλει στη κρίση της
Διοίκησης «Σχέδιον περί όσων αφορώσι την εύκλειαν της θρησκείας». Ο Ιωσήφ,
ξεκίνησε δραστήρια τα καθήκοντα του, δυστυχώς όμως άγνωστες παρέμειναν οι
ενέργειες του για την Εκκλησία, διότι χάνονταν οι επίσημες πράξεις της τότε
Ελληνικής Διοίκησης, εκτός από κάποια διατάγματα που σώθηκαν . Πάντως είναι
γνωστό πως ο Ιωσήφ υπέβαλε «Σχέδιον περί Εκκλησιαστικής Συνόδου», ύστερα από
αίτημα του Βουλευτικού, το οποίο, εκτός των άλλων, επρόκειτο να ασχοληθεί και
«περί χρεών και δικαιωμάτων του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και της εν
Ελλάδι Ιεραρχίας». Το σχέδιο όμως αυτό, όπως και άλλα, έμειναν ανεκτέλεστα, όχι

Α. Μάμουκας, ό.π., τ. Ι, σημ. 2 σελ. 52. Κ. Οικονόμου, ό.π., III, σελ. 9-15. Χρυσ. Παπαδόπουλου,
ό.π., σελ. 23. Τα «Βασυλικά» είναι ένας κώδικας που εξέδωσε τον ένατο αιώνα ο αυτοκράτορας Λέων
ο ΣΤ' ο Σοφός. Είχε όμως τροποποιηθεί αρκετά διαμέσου των αιώνων.
24
Είχε γεννηθεί στην Τρίπολη το 1770 και είχε παρακολουθήσει πολλές μοναστηριακές σχολές, μέχρι
το Μάρτιο του 1808 που κλήθηκε να αναλάβει την επισκοπή Ανδρούσης. Ήταν επίσης ένας από τους
τρεις ιεράρχες που είχε επιζήσει από την φυλάκιση στην Τρίπολη. Ο Ιωσήφ είχε μυηθεί στην Φιλική
Εταιρεία ήδη από το 1819, γι' αυτό και ενδιαφερόταν για την ανεξαρτησία του έθνους. Κ. Βοβολίνης,
Η Εκκλησία εις τον αγώνα της Ελευθερίας, Αθήνα 1952, σελ. 144.
25
Κ. Βοβολίνης, ό.π., σελ. 144.
26
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 23-24.
62

μόνο εξαιτίας της επαναστατικής κατάστασης αλλά και εξαιτίας της εκκλησιαστικής
αναρχίας27.
Η κυβέρνηση που σχηματίστηκε από την εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου
ήταν μόνο στα χαρτιά. Η υπολειτουργία της οφειλόταν στις βαθιές διαιρέσεις μεταξύ
των τοπικών κυβερνήσεων και το χάσμα μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών
ηγετών. Παρόλα αυτά ένα νέο πνεύμα ήταν διάχυτο στην Ελλάδα, που προσέβλεπε
μάλλον προς την κοσμική Δύση της Αμερικάνικης και Γαλλικής Επανάστασης, παρά
στην παλιά ιδέα της ορθόδοξης κοινότητας, όπως αυτή είχε λειτουργήσει κάτω από
τους Οθωμανούς. Τα συναισθήματα για την ανεξαρτησία ήταν τόσο έντονα, που δεν
επέτρεπαν στους ανθρώπους της εποχής εκείνης να το προσέξουν. Ορθοδοξία και
Ελληνικό Έθνος ακόμα στον απλό λαό ταυτίζονταν. Όλες οι πολιτικές αποφάσεις
όμως έδειχναν πως έπρεπε να αλλάξει η κυρίαρχη θέση που είχε η Εκκλησία
προεπαναστατικά στη ζωή του ατόμου και του έθνους. Αυτό φαίνεται από το
γεγονός ότι το Σύνταγμα είχε καθορίσει μια δικαιοσύνη ανεξάρτητη από την
Εκκλησία. Ο υπουργός των Εκκλησιαστικών επίσης εξελέγη από τη Συνέλευση και
όχι από την Εκκλησία. Κάθε έτος του πολέμου που πέρναγε, φαινόταν η επιρροή της
Εκκλησίας να μειώνεται από την ηγετική θέση που είχε στην αρχή του αγώνα. Οι
ενέργειες της κεντρικής εξουσίας καθιστούσαν σαφές ότι αυτή έπρεπε να παίρνει
αποφάσεις για τα εκκλησιαστικά θέματα.
Η εκλογή του Ιωσήφ ως υπουργού των Εκκλησιαστικών θεωρήθηκε από τους
συγχρόνους του μία σωστή εκλογή, επειδή σύμφωνα με αυτούς ήταν ένας από τους
ικανότερους επισκόπους της Πελοποννήσου. Το έργο που ανέλαβε ήταν τεράστιο,
καθώς έπρεπε να καθοδηγήσει το λαό πνευματικά σε μία χώρα που σπαραζόταν από
τις πολεμικές αναμετρήσεις με τους Οθωμανούς και από τις πολιτικές έριδες. Το
αξίωμα του τον κατέστησε υπεύθυνο στο να επιβλέπει όλους τους ναούς και τις
μονές, να διοικεί το σώμα των κληρικών και να εφαρμόζει το κανονικό δίκαιο στην
απελευθερωμένη Ελλάδα.28
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα στην Εκκλησία, την εποχή αυτή,
ήταν το θέμα της υπακοής. Σύμφωνα με το νόμο, δεν μπορούσε να χειροτονηθεί
κανείς επίσκοπος χωρίς τη διαβεβαίωση της κυβέρνησης. Όπου όμως οι ενέργειες

27
Δ. Πετρακάκος, ό.π., σελ. 439-441, 445-447.
28
Αν και δε σώζονται πολλές αναφορές για τη διοίκηση του, εντούτοις οι σύγχρονοι του μιλούν με
εκτίμηση για τις διοικητικές ικανότητες του. Ιεζ. Βελανιδιώτος, Ιωσήφ ο Ανδρούσης, όμηρος
δεσμοψόρος εν Τριπολιτζά, μίνιστρος της Θρησκείας και του Λικαίου κατά τον Αγώνα, Αθήνα 1906, σελ
148-151.
63

των επισκόπων δεν υπόκεινταν στους νόμους, όπως στην περίπτωση του επισκόπου
Λακεδαίμονος Χρύσανθου που χειροτόνησε έναν άλλον επίσκοπο χωρίς την
αναγκαία άδεια, το υπουργείο υποχρεωνόταν να στηρίζεται περισσότερο στο ηθικό
του κύρος παρά στην πιεστική δύναμη του κράτους, χωρίς αυτό να είναι πάντα
αρκετό.
Ένα άλλο επίσης ευαίσθητο θέμα ήταν η χειροτονία διακόνων και ιερέων.
Θεωρητικά ο νόμος καθιστούσε το υπουργείο υπεύθυνο στο να επιβλέπει να μη
χειροτονούνται ιερείς όταν δεν υπήρχαν κενές θέσεις ή όταν δεν είχαν φτάσει στη
κανονική ηλικία, αλλά ο εξαναγκασμός αυτός του υπουργείου αποδείχτηκε τελείως
αδύναμος. Μια άλλη απόφαση που πάρθηκε, αφορούσε το βάπτισμα των Οθωμανών,
οι οποίοι διέμεναν στις επαναστατημένες περιοχές. Ο Ιωσήφ νομοθέτησε ότι
οποιοσδήποτε μπορούσε να εισέλθει στην Εκκλησία, αρκεί να γινόταν η κατάλληλη
κατήχηση στους ενήλικες. Για τα προβλήματα γάμου επίσης απευθύνονταν στο
Υπουργείο, το οποίο και διατηρούσε για τον εαυτόν του την αρμοδιότητα γι' αυτή
την περιοχή .
Στις διάφορες προτάσεις που έγιναν, αξίζει να μνημονευτεί ο οργανικός
νόμος που ψηφίστηκε στην Κόρινθο το 1822 για τη σύσταση εκκλησιαστικής
συνόδου. Πιο συγκεκριμένα, ο Ιωσήφ υπέβαλε ένα σχέδιο καταστατικού χάρτη της
Εκκλησίας στη Συνέλευση της Κορίνθου, το Μάρτιο του 1822. Το σχέδιο προέβλεπε
τη λειτουργία της εκκλησιαστικής διοίκησης υπό μια σύνοδο, που θα αποτελείτο από
έξι ή οκτώ επισκόπους της ελεύθερης Ελλάδος. Στάλθηκε επίσης ένα γράμμα στο
Μαυροκορδάτο, ως πρόεδρο της Εκτελεστικής Επιτροπής. Στην ανταπάντηση του,
στις 27 Μαρτίου, τόνιζε πως έπρεπε να δοθεί μεγάλη προσοχή στην πρόταση που
έκανε το υπουργείο στη Συνέλευση και υποσχόταν ότι θα έκανε όσες προσθήκες ή
απαλείψεις θεωρούσε απαραίτητες. Για πρώτη φορά γίνεται λόγος για εγκαθίδρυση
μιας υπέρτατης διοίκησης που θα σταματήσει τις καταχρήσεις και τις υποθέσεις
εκείνες που ούτε τις επιθυμεί η κυβέρνηση, ούτε τις αποδοκιμάζει .
Απ' όλα τα ανωτέρω φαίνεται ότι η Εκκλησία δε μπορεί πλέον μόνη της να
αποφασίσει για ενέργειες που την αφορούν αλλά χρειάζεται την έγκριση της

2
C. Frazee, ό.π., σελ. 86.
'° Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 23.
'' Δ. Πετρακάκος, «Εκκλησίαν και δίκαιον κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν», Εκκλησιαστικός
Φάρος, 1936 / 35, σελ. 439-41,445-7.
32
Δ. Πετρακάκος, ό.π., σελ. 436. Η πραγματοποίηση όμως των αποφάσεων της συνέλευσης δεν έγινε
εφικτή λόγω της πίεσης του πολέμου. Ν. Δραγούμης, Ιστορικαί αναμνήσεις, εκδ. Β, Αθήνα 1879, τ. Α'
σελ. 218-219.
64

κεντρικής εξουσίας για να προχωρήσει στην εκτέλεση τους. Η υπαγωγή της στον
κρατικό μηχανισμό είναι πλέον γεγονός.

β. Η Β ' εθνοσυνέλευση

Τα πολεμικά γεγονότα του 1822 έδειχναν ότι ο πόλεμος δεν είχε τα


επιθυμητά αποτελέσματα που περίμεναν οι Έλληνες. Βάσει αυτών των νέων
δεδομένων αποφάσισαν να προκυρηχθεί νέα συνέλευση από την Πελοποννησιακή
Γερουσία και την Εκτελεστική Επιτροπή. Η συνέλευση αποφασίστηκε να γίνει στο
Άργος. Η Β' εθνοσυνέλευση ξεκίνησε τις εργασίες της στις 29 Μαρτίου 1823. Την
παρακολούθησαν αντιπρόσωποι από όλες σχεδόν τις φατρίες και τις γεωγραφικές
περιοχές της Ελλάδας. Οι κληρικοί που παραβρέθηκαν ήταν ο Γερμανός, ο
Ανδρούσης Ιωσήφ, ο Μεθώνης Γρηγόριος και ο Βρεσθένης Θεοδώρητος. Ο
τελευταίος μάλιστα εξελέγη αντιπρόεδρος της συνέλευσης. Παρόλο που το κύριο
έργο της ήταν η εξεύρεση ενός ξένου δανείου και ο περιορισμός της δύναμης του
Κολοκοτρώνη, συζητήθηκαν με πρωτοβουλία του Γερμανού και του Ανδρούσης
Ιωσήφ εκκλησιαστικές υποθέσεις. Οι προτάσεις που έκαναν αφορούσαν τη λήψη
μέτρων, ώστε η εκκλησιαστική διοίκηση να μπει σε σταθερότερη βάση. Ο Γερμανός
μίλησε γι' αυτό το θέμα στους αντιπροσώπους στις 6 Απριλίου 1823, ενώ την
επόμενη μέρα ο Ανδρούσης Ιωσήφ σκιαγράφησε την κατάσταση, απευθυνόμενος
στη συνέλευση, τονίζοντας την ανάγκη για εκκλησιαστική αναδιοργάνωση. Τα μέλη
της συνέλευσης συμφώνησαν για τη λήψη μέτρων και ενθάρρυναν τον Ανδρούσης
Ιωσήφ να παρουσιάσει ένα σχέδιο. Κοινή επίσης ήταν η άποψη που επικράτησε, ότι
έπρεπε να δημιουργηθεί μία επιτροπή, της οποίας το έργο θα ήταν η εισήγηση των
εκκλησιαστικών υποθέσεων στη συνέλευση. Όμως παρόλες τις εισηγήσεις η
συνέλευση δεν προέβη σε καμία θετική απόφαση. Αποφασίστηκε μόνο προφορικά
«να μη δέχωνται του λοιπού μητ' Αρχιερείς εκ Κωνσταντινουπόλεως μήτε καμμίαν
έγγραφον του Πατριάρχου πράξιν, εφ' όσον επικρατεί ο Ελληνικός αγών» .

Κατά τη δεύτερη συνεδρία της εθνοσυνέλευσης έγινε λόγος και για


«εκκλησιαστική κεφαλή», δηλαδή για διοικητική εκκλησιαστική Αρχή, η οποία θα
διεύθυνε προσωρινά σε συνεννόηση πάντα της Διοίκησης και της Εκκλησίας.
Αναγνώστηκε επίσης στη συνέλευση αναφορά του ιερέα Ν. Ζία, πληρεξούσιου του

33
Ν. Ράδος, Η εν Άστρει Β' Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις, Αθήνα 1900, σελ. 174-176. C. Frazee,
O.K., σελ. 85-86.
65

νησιού Κέας, σύμφωνα με την οποία καλούνταν να επιστήσουν την προσοχή τους σε
ενδεχόμενες καταχρήσεις από τους ετερόδοξους στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο
για τη θρησκεία του ελληνικού πολιτεύματος. Εγκρίθηκε λοιπόν από την
εθνοσυνέλευση η ακόλουθη απόφαση: «οι υπουργοί των εσωτερικών, του πολέμου
και της θρησκείας φροντίσωσι να διαταχθώσι ταύτα πάντα κατά το εικός» 34 .
Δυστυχώς όμως η πίεση των πολιτικών ζητημάτων δεν άφησε αρκετό
χρονικό περιθώριο και έτσι δεν ανακοινώθηκε η έκθεση που επρόκειτο να κάνει η
επιτροπή. Έγιναν όμως μερικές μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν την τιμωρία των
αμελών κληρικών και την αυστηρότητα του αφορισμού . H B ' εθνοσυνέλευση
αποφάσισε να μη γίνουν δεκτοί, σε αντικατάσταση των αρχιερέων που είχαν
πεθάνει, αρχιερείς από την Κωνσταντινούπολη. Ο Ανδρούσης Ιωσήφ παρέμεινε
επίσης στη θέση του που ίσχυε ακόμα, σύμφωνα με την αρχική απόφαση του
υπουργείου των Εκκλησιαστικών. Την άνοιξη μάλιστα του 1823 έγραφε προτροπές
ενθαρρύνοντας το λαό σε πατριωτικές προσπάθειες αλλά και παρακινώντας τον
επίσης «να υπακούει στους νόμους και να εργάζεται μαζί στην ανάληψη των
φορτίων που του επέβαλε η ανεξαρτησία36.
Το πρόβλημα που ταλαιπωρούσε την Εκκλησία αυτά τα χρόνια ήταν η
υπακοή του κλήρου. Αφού η επαφή με την Κωνσταντινούπολη βρισκόταν σε
εκκρεμότητα, το πρόβλημα του διορισμού και των μεταθέσεων επισκόπων ήταν
ιδιαίτερα δύσκολο. Έτσι, τα προβλήματα από τις αντικανονικές χειροτονίες
προκαλούσαν ανησυχία37. Όσες προσπάθειες και αν κατέβαλε η κυβέρνηση,
αποδείχτηκαν μάταιες. Το σύνολο μάλιστα των επισκόπων ήταν επιφυλακτικό στη
χειροτονία αρχιερέων σε όλη τη διάρκεια του αγώνα. Εκτός από την περίπτωση του
επίσκοπου Λακεδαίμονος Χρύσανθου, που προαναφέραμε, εξαίρεση έγινε το 1825,
όταν ο Γαβριήλ, επίσκοπος Ζαρνάτας και δύο επίσκοποι της Πελοποννήσου
χειροτόνησαν κάποιον Ιωσήφ επίσκοπο Μάνης. Η υπόλοιπη ιεραρχία δεν
αναγνώρισε ως έγκυρες, τόσο αυτή τη χειροτονία, όσο και κάποιες άλλες που έγιναν
από το Γαβριήλ. Το αιτιολογικό ήταν πως οι χειροτονίες αυτές χρειάζονταν και την
έγκριση του Πατριάρχη. Όσο για το υπουργείο, συνέχισε να ασχολείται με τα
καθημερινά προβλήματα που ανέκυπταν, όπως μεταθέσεις κληρικών, επισκευή

34
Ν. Ράδος, ό.π., σελ. 178.
35
Α. Μάμουκας, ό.π., τ. Ι, μέρος 2, σελ. 71, 148. Κ. Οικονόμος, ό.π., τ. II, σελ. 27-29. Χρυσ.
Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 25.
36
Δ. Πετρακάκος, ό.π., σελ. 147-153.
37
C. Frazee, ό.π., σελ. 86.
66

ναών, χειροτονίες και εύρεση κληρικών προς αντικατάσταση εκείνων που είχαν
πεθάνει ή χαθεί στη διάρκεια του αγώνα . Το Πατριαρχείο, καθ' όλη τη διάρκεια
του αγώνα, διαβεβαίωνε ότι ήταν άκυρο το Άγιο Χρίσμα που δεν ήταν
39
καθαγιασμένο .
η
Την 28 Οκτωβρίου 1824, ο Ιωσήφ, ως υπουργός της θρησκείας, έστειλε μία
επιστολή με αφορμή κάποιο διαζύγιο, στην οποία τόνιζε την ανάγκη της τήρησης
των νόμων και των κανόνων της Εκκλησίας, «τους οποίους τους εσεβάσθησαν οι
αοίδημοι Βασιλείς Κωνσταντινουπόλεως και τους οποίους εδέχθη σήμερον το
Ελληνικόν Έθνος». Σύμφωνα με τους κανόνες η εξέταση τέτοιου είδους ζητημάτων
θεωρούσε ότι ανήκε στην Εκκλησία, την πολιτική διοίκηση θεωρούσε «έφορον της
ορατής Εκκλησίας του Χριστού» και εξέφραζε γνώμη ως υπουργός ότι η Διοίκηση
θα σεβόταν τους κανόνες, «τα ασάλευτα της Εκκλησίας θεμέλια», όπως τα είχαν
σεβαστεί και πριν. Αυτά πιστεύοντας και υποδεικνύοντας ο Ανδρούσης Ιωσήφ προς
τη διοίκηση, καθόρισε τους κανόνες που θα έπρεπε να στηριχθεί η ρύθμιση των
εκκλησιαστικών υποθέσεων στην Ελλάδα. Δυστυχώς όμως με την έναρξη του 1825,
εξαιτίας της επικρατούσας πολιτικής αναστάτωσης στην Πελοπόννησο, παραιτήθηκε
από τη θέση του υπουργού. Τη θέση του κατέλαβε ο επίσκοπος Δαμαλών Ιωνάς, ο
οποίος προσπάθησε να προβεί σε κάποιες ενέργειες αποσκοπώντας έτσι στην
ευταξία της Εκκλησίας. Η επιδρομή όμως του Ιμπραήμ συνέβαλε στη διάλυση των
υπουργείων και στην επικράτηση γενικής σύγχυσης, κατά την οποία έγιναν
παράνομες χειροτονίες.

γ. Η Γ' εθνοσυνέλευση

Οι δύσκολες στιγμές που πέρασε η επανάσταση το 1825 με την εισβολή του


Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο με πλήθος τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων δεν
επέτρεψαν να γίνουν ενέργειες για τη βελτίωση της Εκκλησίας. Με την αποχώρηση
του Ιμπραήμ άρχισαν να ακούγονται φήμες για την πραγματοποίηση νέας
εθνοσυνέλευσης. Μέσα σε αυτό το κλίμα μερικοί ιεράρχες, ένας από τους οποίους
ήταν και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, συσκέφθηκαν στην Ερμιόνη για τη λήψη
αποφάσεων πάνω στα εκκλησιαστικά θέματα, που ταλαιπωρούσαν την Εκκλησία.
Το 1826 ο Γερμανός υπέβαλε σχέδιο προσωρινής οργάνωσης της Εκκλησίας της

38
Δ. Πετρακάκος, ό.π., σελ. 301-331,408-440.
39
Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ. 18. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 27-28.
67

Ελλάδας, δύο όμοια σχέδια υπέβαλε και ο Τριπόλεως Δανιήλ. Ο Γερμανός ζητούσε
να συνενώσει τον Κλήρο, σύμφωνα με το παράδειγμα της Φιλικής Εταιρείας, σε μια
κοινή και συστηματική ενέργεια για την πνευματική και ηθική ανόρθωση της
Ελλάδας. Με ειδικό υπόμνημα ανέφερε πως δεν ήταν δυνατόν το έθνος να
αποκτήσει την πολιτική του ελευθερία χωρίς τις χριστιανικές αρετές και το
θρησκευτικό βίο. Πραγματικά τον Απρίλιο του 1826 συγκλήθηκε στην Επίδαυρο η
Γ' Εθνοσυνέλευση. Τη συνέλευση παρακολούθησαν τρεις ανώτατοι εκκλησιαστικοί
άρχοντες, ο Κορίνθου Κύριλλος, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Άρτας
Πορφύριος. Το κύριο αποτέλεσμα της ήταν ο σχηματισμός ενός μοναδικού
κυβερνητικού σώματος που θα αποτελείτο από τα μέλη της παλιάς συνέλευσης και
της Εκτελεστικής Επιτροπής. Εξέλεξε επίσης και μία επιτροπή για να ασχοληθεί με
τη διπλωματική πλευρά του αγώνα. Στις οδηγίες που της δόθηκαν, μια και θα
αντιπροσώπευε την Ελλάδα στο εξωτερικό, ήταν και η αποδοχή τριών όρων από την
οθωμανική πλευρά για την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Ο πρώτος όρος ήταν να
εγκαταλείψει όλος ο οθωμανικός πληθυσμός την Ελλάδα, ο δεύτερος αφορούσε την
εκκένωση όλων των φρουρίων στην Ελλάδα και ο τρίτος ανέφερε: «να μη δεχθή
ώστε η Πόρτα να έχη μέρος ή επιρροήν, μήτε εκ πλαγίου μήτε κατ' ευθείαν, εις την
εσωτερικήν Κυβέρνησιν, είτε Πολιτικήν, είτε Εκκλησιαστικήν της Ελλάδος»4 . Το
ενδιαφέρον θέμα που προκύπτει από αυτή τη δήλωση ήταν η επίδραση στις σχέσεις
μεταξύ μιας ανεξάρτητης Ελλάδας και του Πατριαρχείου. Πιθανώς η σκέψη των
συντακτών του σχεδίου προέβλεπε μια αυτόνομη εκκλησιαστική διάρθρωση στην
απελευθερωμένη χώρα. Αν οι υποθέσεις αυτές είναι πραγματικές, τότε έχουμε την
πρώτη επίσημη δήλωση ενός τέτοιου συναισθήματος41. Την ώρα που
πραγματοποιούνταν οι εργασίες της συνέλευσης, έφτασαν τα θλιβερά γεγονότα της
πτώσης του Μεσολογγίου, με αποτέλεσμα να διακοπεί αφήνοντας έτσι σε
εκκρεμότητα πολλές από τις εργασίες της.

Η εθνοσυνέλευση μπόρεσε να πραγματοποιηθεί ξανά ύστερα από περίπου


ένα χρόνο. Πιο συγκεκριμένα, οι αντιπρόσωποι της ελεύθερης Ελλάδας
συγκεντρώθηκαν πρώτα στην Ερμιόνη και στη συνέχεια στην Τροιζήνα, το χειμώνα
και την άνοιξη του 1827. Με την ευκαιρία αυτή πέντε ιεράρχες, οι Κορίνθου
Κύριλλος, Ανδρούσης Ιωσήφ, Τριπόλεως Δανιήλ, Ρέοντος Διονύσιος και Βρεσθένης
Θεοδώρητος -όλοι τους από τους πιο δραστήριους κληρικούς του αγώνα-

40
Α. Μάμουκας, ό.π., τ. Ι, μέρος 4, σελ. 107.
41
Ch. Frazee, ό.π., σελ. 89-90.
68

απευθύνθηκαν στη Συνέλευση για το πρόβλημα των εκκλησιαστικών υποθέσεων.


Κατέθεσαν μάλιστα υπόμνημα στη συνέλευση, με ημερομηνία 21 Φεβρουαρίου
1827, σύμφωνα με το οποίο υπενθύμιζαν τις μεγάλες ευεργεσίες της Εκκλησίας κατά
τον πολύχρονο αγώνα του έθνους. Τόνιζαν αυτά που είχε υποφέρει μέχρι τώρα και
πως οι ανάγκες και τα προβλήματα ήταν πολλά, αλλά οι επίσκοποι ήταν ανήμποροι
να κάνουν κάτι. Υποδείκνυαν πάλι την ανάγκη σύγκλησης Συνόδου της Ιεραρχίας.
Απηύθυναν τέλος την παρακάτω παράκληση: «Μετά θερμότητος και ζήλου
αξιούμεν την σεβαστήν ταύτην Συνέλευσιν, ίνα προσκαλέση επ' αυτώ τούτω και
άλλους κανονικούς των Αρχιερέων όσους αν εγκρίνοι αξίους και ειδήμονας, δια να
έλθωσιν ενταύθα, ώστε συσκεφθέντες μετά της Πανιερότητός των αναφερθώμεν
εντελέστερον, προτιθέντες υπ' όψιν της σεβαστής ταύτης Συνελεύσεως τα αναγκαία
εις διατήρησιν των Εκκλησιαστικών κανόνων» .
Με το υπόμνημα αυτό οι ιεράρχες αυτοί υπέβαλαν σχέδιο διακανονισμού για
την προσωρινή διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδας, το οποίο είναι αρκετά
σημαντικό, γιατί σύμφωνα με αυτό καθοριζόταν σύστημα αυτοδιοικούμενης
Εκκλησίας, όχι όμως και Αυτοκέφαλης Εκκλησίας. Τονιζόταν μάλιστα η ανάγκη της
αδιάσπαστης ενότητας «με τα της μητρός Μ. Εκκλησίας» και αποκρουόταν κάθε
ιδέα αποκοπής από αυτή.
Ύστερα από μία βδομάδα, ο πρόεδρος της συνέλευσης απάντησε στην
παράκληση αυτή των επισκόπων, όμως δεν γινόταν στην ανταπάντηση του λόγος για
γενική σύνοδο των επισκόπων. Με την απάντηση του θέσπιζε τη δημιουργία μιας
επιτροπής, που έργο της θα ήταν να προετοιμάσει μερικούς μόνο κανόνες για τη
διοίκηση της Εκκλησίας. Η αναφορά αυτής της επιτροπής είχε ετοιμαστεί με την
παρέλευση ενός μήνα και ήταν έτοιμη να αποσταλεί στις 9 Απριλίου στην Τροιζήνα,
όπου συνεδρίαζε η συνέλευση. Οι πολιτικές όμως υποθέσεις επρόκειτο για άλλη μια
φορά να απωθήσουν τα πιεστικά εκκλησιαστικά ζητήματα .
Το σπουδαιότερο μέρος του σχεδίου ήταν η πρόσκληση προς τη συνέλευση
να δημιουργήσει μία σύνοδο από τρεις ή τέσσερις ιεράρχες για τη διακυβέρνηση της
Εκκλησίας. Σύμφωνα πάντα με το σχέδιο, θα ονομαζόταν «Εκκλησιαστική
Επιτροπή» και έδρα της θα ήταν ο τόπος έδρας της κυβέρνησης. Το σύνταγμα της θα
βασιζόταν στους αποστολικούς κανόνες και στις ιερές συνόδους. Θα συνεργαζόταν
επίσης με την κυβέρνηση στο να ενθαρρύνει το λαό να υπακούει στους νόμους της

1,2
Α. Μάμουκας, ό.π., τ. II, μέρος 6, σελ. 108.
43
C. Frazee, ό.π., σελ. 92-93.
69

πολιτείας σε συνδυασμό με τα εκκλησιαστικά δόγματα και τους κανόνες,


αποφεύγοντας όμως τα άμεσα πολιτικά ζητήματα. Οι υποθέσεις που θα χειριζόταν η
επιτροπή θα ήταν ο διορισμός ιεροκηρύκων, η πλήρωση κενών θέσεων, η εποπτεία
των μοναστηριών, η εκκλησιαστική περιουσία και η ίδρυση σχολείων. Το τελικό
μέρος του σχολίου, άρθρο 24, ανέφερε τα εξής: «Επειδή πάντες ημείς, εξαιρέτως δε
οι του κλήρου της Ανατολικής Εκκλησίας, ουκ εγνωρίσαμεν άλλην μητέραν ειμή
την Μεγάλην Εκκλησίαν, ουτ' άλλον Κυριάρχην ειμή τον Κωνσταντινουπόλεως
Πατριάρχην (καθάπερ και ο μεγαλόφρων αυτής Πατριάρχης Γρηγόριος προ ολίγων
χρόνων εθυσιάσθη υπέρ της Ιεράς ημών Πίστεως και υπέρ Πατρίδος), δια τούτο ουκ
αφείται ημίν αποσπαθήναι απ' αυτής και αποσκιρτήσαι, αλλ' οι ευρισκόμενοι κατά
την Ελλάδα Αρχιερείς, ενούμενοι εν Πνεύματι, κυβερνήσωμεν, όση ημίν δύναμις,
τας εμπεπιστευμένας ημίν εκκλησίας, μηδέν σχίσμα ή διαίρεσιν εμποιούντες εις την
πνευματικήν ημών ενότητα και Εκκλησιαστικήν κοινωνίαν, μηδέ σαλεύοντές τι των
νενομισμένων τη Εκκλησία, άχρις ου ο Θεός ευδοκήσοι την καλήν αποκατάστασιν
της Πατρίδος, ότε και εκ των πραγμάτων οδηγούμενοι σκεψόμεθα άπαντες και
ορθότερον και δικαιότερον περί τούτου»44. Η πρόταση αναφερόταν στην Επιτροπή
των Εκκλησιαστικών υποθέσεων, αλλά ποτέ δεν ξαναήρθε για συζήτηση.

Όπως προαναφέραμε, τα πολιτικά ζητήματα πίεζαν περισσότερο στη λήψη


αποφάσεων γι' αυτά παρά στα εκκλησιαστικά. Πρώτο μέλημα των αντιπροσώπων
της συνέλευσης ήταν η συμφιλίωση των αντιμαχόμενων σε πολιτικό επίπεδο
Ελλήνων και η τροποποίηση του Συντάγματος της Επιδαύρου. Μέσα σε κλίμα
έντασης, λόγω απειλών για εγκατάλειψη της συνόδου από την παράταξη του
Κολοκοτρώνη και την αποχώρηση του Κουντουριώτη και των νησιωτών, η
συνέλευση προχώρησε στην τροποποίηση του Συντάγματος θέτοντας επικεφαλής
της κυβέρνησης ένα μόνο πρόσωπο, ονομάζοντας τον «Κυβερνήτη της Ελλάδος» με
επταετή θητεία. Το πρόσωπο που επιλέχθηκε για την κάλυψη της θέσης αυτής ήταν
ο Ιωάννης Καποδίστριας. Με το αιτιολογικό λοιπόν ότι ο Καποδίστριας θα
αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της χώρας, η συζήτηση των εκκλησιαστικών θεμάτων
αναβλήθηκε μέχρι την άφιξη του.

Το Σύνταγμα που υιοθετήθηκε από το πρώτο κιόλας άρθρο του ασχολείτο με


τη θρησκεία. Χαρακτηριστικά λοιπόν ανέφερε: «Καθείς εις την Ελλάδα
επαγγέλλεται τη θρησκεία του ελευθέρως, και δια την λατρείαν αυτής έχει ίσην

Α. Μάμουκας, ό.π., τ. II, μέρος 8, σελ. 150.


70

υπεράσπισιν. Η δε της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού είναι


θρησκεία της Επικρατείας»45. Μεταξύ αυτών που υπέγραψαν το κείμενο ήταν ο
μητροπολίτης Κορίνθου Κύριλλος και ο επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος. Το
εικοστό τέταρτο άρθρο του Συντάγματος απαγόρευε στον κλήρο να έχει πολιτικά ή
στρατιωτικά λειτουργήματα, με τη δικαιολογία ότι το πνευματικό του κύρος θα είναι
έτσι «καθαρότερο και σεβαστότερο». Στην πραγματικότητα απομάκρυνε εύστοχα
τους επισκόπους από την κυβέρνηση. Ήδη κάτι ανάλογο υπήρχε στο προτεινόμενο
σχέδιο της Εκκλησιαστικής Επιτροπής, όταν στο έβδομο άρθρο θεσπιζόταν η μη
ανάμιξη του κλήρου στις πολιτικές υποθέσεις. Γι' αυτή την κίνηση, που γινόταν
λόγος στο εικοστό τέταρτο άρθρο, διαμαρτυρήθηκαν οι επίσκοποι που
παρακολουθούσαν τις εργασίες της συνέλευσης. Βάσει αυτών των αντιδράσεων
εκδόθηκε ένα διάταγμα την 1η Μαίου 1827, που άφηνε το επίμαχο άρθρο σε
εκκρεμότητα μέχρι τον ερχομό του Καποδίστρια. Διαπιστώνεται λοιπόν, πως πριν ο
Κυβερνήτης καταφτάσει στην Ελλάδα, τα εκκλησιαστικά προβλήματα που καλείτο
να λύσει συνεχώς αυξάνονταν .
Με τη λήξη της συνόδου ο πρόεδρος της έκανε μια έκκληση σε όλους τους
Χριστιανούς, τονίζοντας ξανά τη θρησκευτική φύση του αγώνα. Ανέφερε
χαρακτηριστικά: «Πολεμάμε εναντίον των εχθρών του Κυρίου μας, και ούτε ποτέ θα
σχηματίσουμε μία κοινή κοινότητα μαζί τους... Ο πόλεμος μας δεν είναι επιθετικός
αλλά αμυντικός, είναι ένας αγών δικαίου εναντίον του αδίκου, της χριστιανικής
θρησκείας εναντίον του Κορανίου, του λογικού εναντίον του παραλόγου και της
θηριωδίας της τυραννίας». Το μήνυμα τελείωνε με μια θερμή έκκληση προς τους
χριστιανούς όλου του κόσμου, πρίγκιπες και λαούς, να βοηθήσουν τους Έλληνες
47
στην πάλη τους .
Οι αποφάσεις που ελήφθησαν στις εθνοσυνελεύσεις κάνουν σαφές ότι η
κοσμική παράδοση που είχε αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια του αγώνα, ως
αποτέλεσμα της δυτικής ιδεολογίας, ήθελε να ελαχιστοποιήσει το ρόλο της
Εκκλησίας που αισθανόταν πως ήταν τόσο πολύ προσκολλημένη στο παλιό
σύστημα. Στο κράτος που αναδυόταν από την Επανάσταση η Εκκλησία θα έπρεπε

45
Α. Μάμουκας, ό.π., τ. Π, μέρος 9, σελ. 128.
46
Σύμφωνα με την εκλογή ο Καποδίστριας ήταν «ο κατά πράξιν και θεωρίαν πολιτικός Έλλην» που
κατείχε και μάλιστα σε εξαιρετικό βαθμό, «την υψηλήν επιστήμην του κυβερνάν την πολιτείαν και
φέρειν προς ευδαιμονίαν τα έθνη» και διέθετε «πολλήν πείραν και πολλά φώτα» σύμφωνα με τις
εκφράσεις του κειμένου της αποφάσεως για την εκλογή του. F. Thiersch, De L ' Etat actuel de la
Grece, Λειψία, 1833, τ. II, σελ. 195.
47
Α. Μάμουκας, ό.π., τ. II, μέρος 9, σελ. 59.
71

όχι μόνο να εγκαταλείψει τον έλεγχο που ασκούσε, προεπαναστατικά, πάνω σε


θέματα όπως ήταν τα δικαστικά και εκπαιδευτικά ζητήματα αλλά και να τεθεί υπό
την εποπτεία της Πολιτείας ως διοικητικό της όργανο4 .

3.4 Η καποδιστριακή περίοδος

Με απόφαση της Γ' εθνοσυνέλευσης στην Τροιζήνα, στις 30 Μαρτίου/11 Απριλίου


1827, ανακηρύσσεται Κυβερνήτης της Ελλάδας ο Ιωάννης Καποδίστριας για επτά
χρόνια. Ο Κυβερνήτης θα φτάσει στην Αίγινα τελικά στις 12/24 Ιανουαρίου 1828. Η
υποδοχή του στην πόλη ήταν αποθεωτική, ιδίως από το λαό που τον έβλεπε ως
λυτρωτή από τα εσωτερικά δεινά και ως απελευθερωτή από τον κατακτητή. Με
αυτόν τον τρόπο ο λαός επισφράγιζε με τον πανηγυρικότερο τρόπο την εκλογή του
Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδος από την εθνική συνέλευση της
Τροιζήνας49.
Οι δυσκολίες που αντιμετώπισε ο Καποδίστριας ήταν τόσο μεγάλες ώστε η
ακριβής εκτίμηση του έργου του γίνεται σχεδόν αδύνατη. Το ίδιο έντονες και
ακραίες ήταν οι κρίσεις που διατύπωσαν οι Έλληνες για το έργο του. 5 Οι κρίσεις
αυτές ως ένα βαθμό εξέφραζαν τις προσπάθειες των ελληνικών πολιτικών
παρατάξεων να δικαιολογήσουν τη διαίρεση τους σε δύο στρατόπεδα. Δεν ήταν
όμως και τόσο άσχετες με τις αντιφάσεις που υπήρχαν στη σκέψη και στις πράξεις

48
C. Frazee, ό.π., σελ. 95-96.
49
Ε. Μαυράκης, Ο Καποδίστριας και η εποχή του, Αθήνα 1927, σελ. 29-30. Ο λόγιος Θεόφιλος
Καίρης, με αφορμή την άφιξη του, προσφωνεί τον Καποδίστρια ως εξής: «Χαίρε και Συ Κυβερνήτα
της Ελλάδος, διότι μετά τοσούτον πολυχρόνιον αποδημίαν, επιστρέφεις εις την κοινήν πατρίδα, την
βλέπεις, την χαιρετάς όχι πλέον δούλην και στενάζουσαν υπό τον ζυγόν, αλλά ελεύθερον, αλλά
δεχομένην σε Κυβερνήτην, και περιμένουσαν να Σε ίδη να οδήγησης τα τέκνα της εις την αληθινήν
ευδαιμονίαν και εις την αληθινήν δόξαν. Ζήθι! αλλ' έχων ιερόν έμβλημα.... Ο Θεός και η δικαιοσύνη
κυβαιρνούσι την Ελλάδα. Ζήθι! αλλά κυβερνών ούτως ώστε να αισθανθή η πατρίς, να καταλάβωμεν
και ημείς, να επαναλάβη η αδέκαστος ιστορία, να αντηχήσωσιν όλοι οι αιώνες, ότι ου Συ, ουδέ ο υιός
σου, ουδέ ο οικείος σου, ουδέ ο φίλος σου, ουδέ πνεύμα φατρίας, αλλ' αληθώς, αυτός ο νόμος του
Θεού, αυτόν το δίκαιον, αυτοί της Ελλάδος οι θεσμοί κυβερνώσιν την Ελλάδα δια Σου...», Γενική
Εφημερίς, Αίγινα, 28 Ιανουαρίου και 1 Φεβρουαρίου 1828, Εποχές, αρ. 46 Φεβρουάριος 1967.
50
Για μερικούς ήταν ο μεγαλοφυής ηγέτης που από καιρό αναζητούσε η χώρα και του οποίου η
πατερναλιστική και αυταρχική διακυβέρνηση παρεμποδιζόταν σε κάθε βήμα της από ραδιούργους
ξένους και κακοπροαίρετους Έλληνες. Για άλλους ήταν ένας ξένος, ένας Βενετσιάνος ευγενής, και
συνάμα ένας άνθρωπος του Τσάρου, ένας πράκτορας της «Ιεράς Συμμαχίας», που είχε βάλει σκοπό να
καταργήσει τις δημοκρατικές αρχές της Ελληνικής Επανάστασης και να καταστρατηγήσει τις
συνταγματικές της επιτεύξεις. D. Dakin, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833,
Αθήνα 1983, σελ. 300. Χ. Λούκος, Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Καποδίστρια 1828-1831,
Αθήνα 1988, σελ. 175-176.
72

του ίδιου του Καποδίστρια. Το πολιτικό του «πιστεύω» χαρακτηρίστηκε ως ένα


51
περίεργο κράμα από δημοκρατικές και αυταρχικές ιδέες .

α. Η εκκλησιαστική επιτροπή

Ο Κυβερνήτης έπρεπε να ενημερωθεί για την κατάσταση που επικρατούσε


στον ελλαδικό χώρο για να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προς λύση των
άμεσων πολιτειακών προβλημάτων. Έτσι η ενασχόληση του με τα εκκλησιαστικά
προχωρούσε με αργό ρυθμό.
Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι ήταν ένας θρησκευόμενος άνθρωπος και
ανησυχούσε για την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η Εκκλησία της Ελλάδος5 .
Απέναντι της έδειχνε μια στοργική προσήλωση, αλλά έτρεφε πολύ λίγο σεβασμό για
τον ανώτατο κλήρο και ακόμα λιγότερο για το Πατριαρχείο. Ειδικότερα για το
Πατριαρχείο θεωρούσε ότι υπήρχαν κίνδυνοι στη διακυβέρνηση της Εκκλησίας από
ένα Πατριάρχη που ελεγχόταν από το σουλτάνο. Πίστευε επίσης ότι οι συνθήκες δεν
ήταν κατάλληλες για επανατοποθέτηση των σχέσεων της επαναστατημένης Ελλάδας
με το Πατριαρχείο53. Αυτές του οι απόψεις φάνηκαν στον τρόπο με τον οποίο
αντιμετώπισε την αντιπροσωπεία που είχε σταλεί από τον Πατριάρχη Αγαθάγγελο το
Μάιο του 182854. Σκοπός της αντιπροσωπείας ήταν να συζητήσει μαζί του τις
σχέσεις μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων και του Πατριαρχείου.

Λίγες μέρες μετά τον ερχομό του συναντήθηκε με μια ομάδα επισκόπων η
οποία του μίλησε για τα προβλήματα και τις μεγάλες ανάγκες της Εκκλησίας. Ο
Καποδίστριας συμφώνησε ότι έπρεπε να δημιουργηθεί μια επιτροπή που θα
ερευνούσε την κατάσταση της Εκκλησίας στην Ελλάδα. Τα προβλήματα λοιπόν που
κλήθηκε να αντιμετωπίσει ήταν πολλά και ποικίλα. Αφού αντιμετώπισε τα
προβλήματα της «νεότευκτου πολιτείας», έριξε το βάρος του στις εκκλησιαστικές
υποθέσεις. Σύμφωνα με το Α' ψήφισμα προβλεπόταν η σύσταση 27μελούς
γνωμοδοτικού σώματος γνωστού ως «Πανελλήνιον». Το Β' ψήφισμα αναφερόταν
στη σύσταση πολεμικού συμβουλίου, αφού η χώρα βρισκόταν σε εμπόλεμη
κατάσταση. Το Γ' ψήφισμα καθόριζε τη σύσταση του υπουργικού συμβουλίου ως

51
Μ. Λάσκαρης, Αυτοβιογραφία Ιωάννου Καποδίστρια, Θεσσαλονίκη 1940, σελ. 114-129. D. Dakin,
ό.π., σελ. 300.
52
Ε. Κοφινιώτης, ό.π., σελ. 91-92. C. Frazee, ό.π., σελ. 100.
53
C. Frazee, ό.π., σελ. 102.
4
Τρ. Ευαγγελίδης, Ιστορία Ιωάννου Καποδιστρίου, Αθήνα 1894, σελ. 48-54.
73

κεντρική εξουσία του κράτους. Με το Δ' ψήφισμα (23 Ιανουαρίου 1828) ιδρυόταν η
εκκλησιαστική επιτροπή. Το τελευταίο τούτο ψήφισμα ήταν ταυτόχρονο με τα
προηγούμενα και δημοσιεύτηκε στη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος την 25 η
Ιανουαρίου 1828. Το ψήφισμα περιείχε δύο άρθρα: Άρθρο 1°. «Καθίσταται
Εκκλησιαστική Επιτροπή, επιφορτιζομένη να προμηθεύη εις την Κυβέρνησιν όλας
τας παρ' αυτής αιτουμένας πληροφορίας, περί της καταστάσεως και των χρειών της
Εκκλησίας»55. Άρθρο 2°. «Έν διάταγμα καθορίζει τον οργανισμόν της Επιτροπής
ταύτης και προσδιορίζει μερικώτερον τα προσήκοντα αυτής». Το προβλεπόμενο
διάταγμα εξεδόθη πράγματι και περιλάμβανε τα εξής: «Η Εκκλησιαστική επιτροπή
προεδρεύεται παρά του έχοντος τον ανώτερον βαθμόν μεταξύ των μελών της.
Εκλέγει εκ των μελών της ένα γραμματέα, ασχολείται κατ' ευθείαν εις ό,τι γενικώς
αναφέρεται εις την ενεστώσαν κατάστασιν και τας χρειάς της Εκκλησίας»56.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω γίνεται φανερό ότι ο Καποδίστριας έθεσε ως σκοπό της
επιτροπής τη διερεύνηση της κατάστασης στην Ελλάδα και στη συνέχεια τον
κατατοπισμό του απ' αυτήν. Θέλησε, πριν προχωρήσει σε οποιεσδήποτε ενέργειες,
να έχει πλήρως ενημερωθεί ώστε να οδηγηθεί στις σωστές ενέργειες. Οι
περιορισμένες αρμοδιότητες της επιτροπής ήταν απόφαση του Κυβερνήτη, ώστε από
τη μία πλευρά να μην δώσει αφορμή για δυσαρέσκειες και από την άλλη να κερδίσει
χρόνο μέχρι να αποσαφηνιστεί τι ήταν δυνατόν να γίνει για την οργάνωση της
Εκκλησίας. Πρέπει πάντως να επισημανθεί πως η διορισθείσα εκκλησιαστική
επιτροπή αποτελεί την πρώτη εκκλησιαστική αρχή της ελεύθερης Ελλάδας.
Τα πέντε μέλη της επιτροπής, που αποτελείτο από ιεράρχες, ήταν ο
Ανδρούσης Ιωσήφ, ο Δαμαλών Ιωνάς, ο Ταλαντίου Νεόφυτος, ο Αιγίνης Γεράσιμος
57
και ο Τριπόλεως Δανιήλ . Τα σχόλια που έγιναν για τους ανωτέρω αρχιερείς ήταν
θετικά αφού συγκέντρωναν το γενικό σεβασμό. Τους θεωρούσαν ότι μπορούσαν να
ηγηθούν της Εκκλησίας και να γνωμοδοτήσουν για την οργάνωση της. Σκοπός της
επιτροπής ήταν η μελέτη της εκκλησιαστικής και της μοναστηριακής κατάστασης.
Από τις πρώτες ενέργειες της ήταν η σύνταξη Εγκυκλίου προς το χριστιανικό
πλήρωμα. Η πρώτη επίσημη επικοινωνία της με τους Έλληνες αφορούσε στην
ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων από τον πολυετή αγώνα εκκλησιών. Ο

Α. Στούρτας, Βιογραφία του Καποδίστρια, Αθήνα 2 1984, σελ. 211.


56
Α. Στούρτας, ό.π., σελ. 211-212.
57
Γενική Εφημερίς, Αίγινα, 10 Οκτωβρίου 1828, III, αρ. 75. Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II σελ. 50-57. Κ.
Mendelssohn-Bartholdy, GrafJohan Kapodistrias, Βερολίνο 1864, σελ. 91.
74

Κυβερνήτης πρόθυμα δέχτηκε να εκτυπωθεί η εγκύκλιος και υποσχέθηκε να διατάξει


σχετικά για την επισκευή των εκκλησιών τους Γενικούς Διοικητές58.
Σε προσωπική συνάντηση των πέντε αρχιερέων με τον Κυβερνήτη
ανταλλάχτηκαν σκέψεις για το πώς έπρεπε να ενεργήσουν και άρχισε έτσι το έργο
τους, περιορισμένο όμως σε κάποιες υποδείξεις για πρόσωπα και πράγματα. Η
επόμενη ενέργεια του ήταν να τοποθετήσει στις χηρεύουσες επαρχίες παυθέντες ή
πρόσφυγες αρχιερείς. Επίσης αποφάσισε τη διανομή βοηθημάτων σε άπορους
χριστιανούς, όχι όμως από το «ευρισκόμενον εις μεγαλότατην ένδειαν» δημόσιο
ταμείο. Τέλος αποφασίστηκε περιοδεία των μελών της εκκλησιαστικής επιτροπής,
ώστε να γίνει επιτόπιος έλεγχος των προβλημάτων που απασχολούσαν τις επαρχίες
εν γένει. Ζητήθηκε και εγκρίθηκε η πρόσληψη δύο γραμματέων, του Καλλίνικου
Καστόρχη, δάσκαλου και ιεροκήρυκα που ήταν επίσκοπος Φθιώτιδας, και του
Γρηγορίου Κωνσταντά, γνωστού δασκάλου. Ο Γρηγόριος Κωνσταντάς αρνήθηκε να
συμμετάσχει και τη θέση του κατάλαβε ο Διονύσιος Χρήστου5 .
Για την περιοδεία διατέθηκαν οικονομικά μέσα και δόθηκαν σαφέστερες
οδηγίες ως προς τους ναούς, τα εκκλησιαστικά είδη που χρειάζονταν στη θεία
λειτουργία, τις μονές, το κήρυγμα, την πνευματική τάξη, τα ήθη, κ.λ.π. Κυρίως όμως
ο Κυβερνήτης ζήτησε από τους αρχιερείς αυτούς που θα περιόδευαν, να
συντελέσουν με το προσωπικό τους παράδειγμα και τις νουθεσίες τους στην επάνοδο
του Κλήρου και των μοναχών στην «υψηλή γραμμή της αποστολής τους», στην
παρηγοριά των πονεμένων και στην ηθική κατάρτιση του λαού6 .
Η εκκλησιαστική επιτροπή διαιρέθηκε σε δύο κλιμάκια. Στο ένα, με τους
Τριπόλεως Δανιήλ, Ανδρούσης Ιωσήφ και Ταλαντίου Νεόφυτο και γραμματέα τον
Καλλίνικο Καστόρχη, ανατέθηκε η έρευνα της κατάστασης στην Πελοπόννησο και
στο άλλο, με τους Αιγίνης Γεράσιμο και Δαμαλών Ιωνά και γραμματέα τον Διονύσιο
Χρήστου, ανατέθηκε η έρευνα στα νησιά του Αιγαίου. Ο Καποδίστριας ήθελε
καταλόγους όλης της περιουσίας που ανήκε σε εκκλησίες και μονές. Οι ιεράρχες
επίσης έπρεπε να επιμείνουν στο γεγονός ότι στο μέλλον θα πρέπει να διατηρούνται
τα ενοριακά έγγραφα, για να σταματήσουν οι επικρατούσες συνήθειες μερικών
ιερέων που κέρδιζαν χρήματα πλαστογραφώντας έγγραφα για γάμους και
χειροτονίες. Η επιτροπή έπρεπε επίσης να αναφέρει τους ναούς που είχαν υποστεί

58
1 . Καποδίστριας, Εταστολαί, τ. Β, Αθήνα 1841, σελ. 319.
59
Τ. Γριτσοπούλος, «Η υπό του Καποδίστρια διορισθείσα πενταμελής Εκκλησιαστική επιτροπή και το
έργον αυτής», Εκκλησία, Λ '-ΛΑ ', Αθήνα 1954, σελ. 40-41. Μ. Λάσκαρης, ό.π., σελ. 150-169.
75

φθορές ή καταστράφηκαν κατά την διάρκεια του αγώνα. Ο Καποδίστριας διέταξε τις
πολιτικές αρχές να συνεργαστούν με τους επισκόπους στην επισκευή των ζημιών του
61
πολέμου, όσο το επέτρεπαν οι πόροι τους .
Η συγκομιδή του πρώτου κλιμακίου μάς είναι γνωστή από το περισωθέν
Πρωτόκολλο αλληλογραφίας του κατά το τρίμηνο της περιοδείας της και την έκθεση
που συντάχθηκε μετά το πέρας της. Το δεύτερο κλιμάκιο υπόβαλε και αυτό έκθεση,
το περιεχόμενο της οποίας δεν έγινε γνωστό. Από το έργο της επιτροπής γίνεται
φανερό πως ο σκοπός του έργου της ήταν κυρίως ηθικός, περιορισμένος σε
νουθεσίες, επιλύσεις μάλλον δευτερευόντων ζητημάτων, έμμεσες απειλές,
διορισμούς εκκλησιαστικών επιστατών ή επιτρόπων, μη επακριβώς γνωστής
δικαιοδοσίας, υποσχέσεις, συμβιβασμούς, κ.λ.π. .
Η αποστολή της επιτροπής τερματίστηκε με την παραπομπή των πορισμάτων
της στην Δ' εθνοσυνέλευση, τον Ιούλιο του 1829 στο Άργος, οπότε και ιδρύθηκε
Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Παιδείας, επικεφαλής του οποίου τέθηκε
ο Ν. Χρυσόγελος. Τη σύσταση της επιτροπής και το εν γένει έργο της κατέκρινε
σφοδρά ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, ο οποίος χαρακτήρισε την επιτροπή ως
«μηδενικό». Ισχυριζόμενος ότι ούτε οι απεσταλμένοι αρχιερείς γνώριζαν για ποιο
λόγο στάλθηκαν, ούτε και ο Κυβερνήτης τους εξήγησε γιατί ακριβώς
αποστέλλονταν. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε πως ο Φαρμακίδης είχε ζητήσει από
τον Καποδίστρια, γνωστό του από την Βιέννη, να τον προσλάβει στην υπηρεσία του.
Αποτυγχάνοντας να κερδίσει την εμπιστοσύνη του, τέθηκε επικεφαλής τής εναντίον
του αντιπολίτευσης. Το ίδιο περίπου συνέβη αργότερα, επί της Αντιβασιλείας του
Όθωνα, οπότε και ηγήθηκε της αντίδρασης της Εκκλησίας εναντίον της
Αντιβασιλείας63.

β. Η Δ ' εθνοσυνέλευση

Ο Καποδίστριας είχε αποφασίσει να συγκληθεί μια νέα εθνοσυνέλευση στο


Άργος. Τελικά η τέταρτη αυτή εθνοσυνέλευση συγκλήθηκε στις 11 Ιουνίου του
1829. Ένα μήνα αργότερα και συγκεκριμένα στις 11 Ιουλίου ο Καποδίστριας μίλησε

60
Τ. Γριτσόπουλος, ό.π., σελ. 43.
61
Καποδίστριας Ι. προς την Εκκλησιαστικήν Επιτροπήν, Πόρος, 26 Νοεμβρίου 1828. Ε.Α. Betant,
Correspondance du Comte J. Capodistrias, Président de la Grèce, Γενέβη 1839, τ.Π, σελ. 446. Tp.
Ευαγγελίδης, ό.π., σελ. 62-75.
62
Τ. Γριτσόπουλος, ό.π., σελ. 47.
76

στη συνέλευση σχετικά με τις εκκλησιαστικές υποθέσεις τονίζοντας: «Η Εκκλησία


υπέφερε πολλά δια τας μακράς συμφοράς του Έθνους. Το χρέος ημών ήταν να
προμηθεύθωμεν προπάντων ακριβή ιδέαν της ενεστώσης καταστάσεως της. Επ'
αυτώ δη τούτω εσυστήθη η Εκκλησιαστική Επιτροπή, και προσμένομεν τας
αναφοράς της» 64 .
Η συνέλευση στις 2 Αυγούστου 1829 ενέκρινε μέτρα για τη βελτίωση της
κατάστασης της Εκκλησίας και για την ίδρυση ορφανοτροφείου και σχολείων. Με
άλλο κυβερνητικό διάταγμα, το Σεπτέμβριο, ιδρύθηκε το υπουργείο της «Δημόσιας
Παιδείας και των Εκκλησιαστικών Υποθέσεων». Επικεφαλής του τοποθετήθηκε ο
Νικόλαος Χρυσόγελος στις 12 Σεπτεμβρίου 1829. Σκοπός του υπουργείου ήταν να
«εφορεύει επί της ελευθέρας ενεργείας της Εκκλησίας». Επιθυμούσε μάλιστα να
εκδώσει ο Κυβερνήτης ειδικές διατάξεις για την οργάνωση της, σε συνεννόηση με το
Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Πολύ αισιόδοξος φανερώνεται ο Καποδίστριας προς τους επισκόπους της
επικρατείας σε ένα γράμμα του, όπου λέει χαρακτηριστικά: «η νύκτα τελειώνει, η
μέρα πλησιάζει... Σ' όλα τα ζητήματα η Κυβέρνηση θα διαφυλάξει τους κανόνες»65.
Παρά τις μεγάλες ελπίδες, το Υπουργείο και η Επιτροπή δεν κατάφεραν να
κερδίσουν την υποστήριξη του κλήρου, που αντιδρούσε για τον κυβερνητικό έλεγχο
πάνω στις υποθέσεις του 6 6 .
Η ιδρυθείσα Γραμματεία (υπουργείο) των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας
Παιδείας αντιμετώπισε συστηματικά τα εκκλησιαστικά θέματα. Ως βάση των έν

Δ.Σ.Μπαλάνος, Θεόκλητος Φαρμακίδης 1784-1860, Αθήνα 1933, σελ. 56-57.


64
Γενική Εφημερίς, Αίγινα, 13 Ιουλίου 1829, τ. IV, αριθ. 49. Η Courrier de Smyrne, θεωρούσε ότι θα
ήταν επικεφαλής της Επιτροπής ο αδελφός του Κυβερνήτη, ο Αυγουστίνος. Επιπλέον «οι φήμες λένε
ότι ο κόμης Αυγουστίνος προτίθεται να εισέλθει στις ιερές τάξεις για να γίνει μια μέρα πατριάρχης της
Ελλάδας και αυτή η γνώμη δε φαίνεται να στερείται βάσης όταν σκεπτόμαστε πόσο θαυμάσια ο
Κυβερνήτης παρακολουθεί τη συγκέντρωση των ύψιστων αξιωμάτων της πολιτείας στην οικογένεια
του». Courrier de Smyrne, 6 Ιουλίου 1829, τ. II, αριθ. 72.
65
1 . Καποδίστριας προς τους επισκόπους της Ελλάδας, Αίγινα, 26 Οκτωβρίου 1829. Ε.Α. Betant, ό.π.,
τ. IV, σελ. 73.
66
Ο Γάλλος υπουργός βαρώνος, Jucheran de St Denis, έκανε μια αναφορά προς την ελληνική
κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1829 για την κατάσταση, όπως αυτός την έβλεπε, εκείνης της εποχής.
Πίστευε πως η επιρροή του κλήρου από τον Καποδίστρια ήταν πολύ μικρή. «Αν και (ο Ελληνικός
κλήρος) προσπάθησε με πολύ ζήλο και με πολύ θάρρος να προκαλέσει και να ενισχύσει τα
επαναστατικά ιδεώδη των Ελλήνων εναντίον των τυράννων τους, όμως η πολιτική του επιρροή πάνω
στο λαό και στην κυβέρνηση μπορεί να θεωρηθεί ως σχεδόν ανύπαρκτη. Δεν υπάρχει ούτε ένας
ιεράρχης ή ιερέας στο Πανελλήνιον, στην Επαρχιακή Διοίκηση ή στους Δημογέροντες (τοπική
αυτοδιοίκηση). Αυτή η έλλειψη εκτιμήσεως στην οποία υπόκεινται, μπορούμε να την αποδώσουμε στη
φτώχεια τους και στην αμορφωσιά τους. Δεν έχουν κανέναν πόρο. Ζουν σαν να βρίσκονται κάτω από
το καθεστώς των Τούρκων, και εξαρτώνται από τα αβέβαια εισοδήματα που προέρχονται από τη
φιλανθρωπία των ανθρώπων. Η περιουσία των μοναστηριών όχι μόνο δεν αυξάνει, αλλά και
77

γένει ενεργειών τέθηκαν η ισχύς των εκκλησιαστικών κανόνων, η παραμυθία προς


τους πάσχοντας, η συνεργασία των ποιμένων με την κυβέρνηση, η κατάρτιση άξιων
ιερέων.
Στην εθνοσυνέλευση που πραγματοποιήθηκε στο Άργος ο κυβερνήτης, εκτός
των άλλων, πληροφόρησε τους απεσταλμένους για τις μέχρι τότε ενέργειες του, για
τις προθέσεις του για τη βελτίωση των ιερών, φιλανθρωπικών και εκπαιδευτικών
«καθιδρυμάτων» της Ελλάδας καθώς και για την ίδρυση νέων. Η εθνοσυνέλευση,
σύμφωνα με τις εισηγήσεις του Κυβερνήτη, αποφάσισε για τα κληροδοτήματα προς
την Εκκλησία, για τη συμβολή των μονών στην υπηρεσία του κράτους, για την
ίδρυση εκκλησιαστικού ταμείου (Γαζοφυλάκιον). Το ταμείο θα συγκέντρωνε
χρήματα από τις κληροδοσίες και τις μονές και θα τα αξιοποιούσε προς όφελος του
κλήρου, της παιδείας και των φιλανθρωπιών67.

γ. Η σύσταση του υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Παιδείας

Με εγκύκλιο που απηύθυνε ο Κυβερνήτης προς τους Μητροπολίτες και τους


άλλους κληρικούς, ανήγγειλε τον καταρτισμό του υπουργείου. Στο κείμενο
τονιζόταν ότι «ενώθηκαν δύο υπηρεσίες αχώριστες, μίαν έχουσαι αρχήν, τον Πατέρα
των φώτων, και προς ένα συντρέχουσαι σκοπόν, την ηθικήν των πολιτών μόρφωσιν,
ήτις είναι η βάσις της κοινωνικής και πολιτικής του Έθνους επανορθώσεως» .

ελαττώνεται, επειδή, σύμφωνα με τους αρχαίους κανόνες, έχει προσφερθεί τμήμα της σε
τραυματισμένους στρατιώτες και σε άστεγους». C. Frazee, ό.π., σελ. 110.
67
Α' «Δίδεται πάσα δύναμις και πληρεξουσιότης εις την Κυβέρνησιν να συνάζη, όπως ήθελε κρίνει
ασφαλέστερον και καταλληλότερον, όλας τας κληροδοσίας (legata), όσας φιλόκαλοι Ομογενείς εντός
και εκτός της Ελλάδος αφιέρωσαν ή θέλουν αφιερώσει εις το μετά ταύτα, εις φιλάνθρωπο και
κοινοφελή καταστήματα».Β' «Να διευθέτηση, με την σύμπραξιν της Γερουσίας, τα εντός της
Επικρατείας ευρισκόμενα ιερά και φιλανθρωπικά καταστήματα, ώστε να συνεισφέρουν δι' όλας
αυτάς τας υπηρεσίας».Γ' «Η Κυβέρνησις θέλει συστήσει Γαζοφυλάκιον υπό την ιδίαν της άμεσον
διεύθυνσιν, εις το οποίον θέλει αποτίθεσθαι τα επί των κληροδοσιών και τα από των ιερών
καταστημάτων συλλεγόμενα χρήματα (άρθρα α' και β'), προσδιωρισμένα εξηρημένως εις βελτίωσιν
του Ιερατείου, εις προικισμόν του Ορφανοτροφείου, εις υποστήριξη/ των αλληλοδιδακτικών
Σχολείων, Σχολείων τυπικών, Σχολείων ανωτέρας τάξεως δια τους εκκλησιαστικούς, πολιτικούς, ή
δια τους αφιερωθησομένους εις την σπουδήν των επιστημών, των τεχνών και της φιλολογίας, και εις
σύστασιν δημοσίων τυπογραφιών». Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 1829, αριθ. 73, σελ. 296.
68
Το Υπουργείον τούτο, έκαμεν ήδη την αρχήν των εργασιών του, και οι κατά την επικράτειαν
πολιτικοί διοικηταί διετάχθησαν να συμπράξωσι με ζήλον και δραστηριότητα, παρέχοντες ακριβείς και
θετικάς πληροφορίας περί των αναφερομένων εις τούτον τον κλάδον.... Απευθύνοντες τας πράξεις σας
προς τους θείους κανόνας και εν τούτω και εν πάσι, θέλετε ακολουθήσει προς το παρόν τας οδηγίας
της επί των Εκκλησιαστικών Γραμματείας, έως ου καθυποβληθή παρά του Υπουργείου τούτου και
επικριθή εν καιρώ σχέδιον περί γενικών διατάξεων, καθόσον αφορά την Εκκλησιαστικήν ευταξίαν και
διακόσμισιν». Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 1829, αριθμ. 73, σελ. 296, αριθμ. 74, σελ. 297-298.
78

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του ο Καποδίστριας ζητούσε να αποκαταστήσει την


τάξη στα εκκλησιαστικά ζητήματα, να βελτιώσει την κατάσταση του κλήρου, να
εξασφαλίσει την οικονομική του συντήρηση και να τον καταστήσει ικανό για
πνευματική και ηθική δράση. Ζητώντας την εκκλησιαστική ευνομία και ευταξία,
επιθύμησε να περισυλλέξει τον πλούτο υπέρ της Εκκλησίας και της παιδείας. «Προς
τούτο δ' ειδικώς εμερίμνησε περί των Μονών, λύσας, προς τοις άλλοις, μετά της
διακρινούσης αυτόν ευθυκρισίας, τας υφισταμένας διαφοράς» και απέδωσε τα
κτήματα που βρίσκονταν στην Ελλάδα και τα μετόχια των Μονών του Αγίου Τάφου
στην Ιερουσαλήμ και του Όρους Σινά. Περισσότερο απ' όλα φάνηκε πως επιθυμούσε
να στηρίξει την εκκλησιαστική ζωή πάνω στους θείους και ιερούς κανόνες .
Πάνω σε αυτό το πνεύμα έγραψε και ο υπουργός των Εκκλησιαστικών προς
τους ιεράρχες ζητώντας τη σύμπραξη τους για την επίτευξη των σκοπών της ίδρυσης
του υπουργείου.70 Ταυτόχρονα τους διαβίβασε λεπτομερείς οδηγίες για την ορθή
εκτέλεση των καθηκόντων τους. Στις οδηγίες του τόνιζε: «Οφείλετε κατά τριμηνίαν
να πέμπητε προς το Υπουργείον τούτο κατάλογον ονομαστικόν των ιερών,
ιερομόναχων και μοναχών, των εις την επαρχίαν σας, και πληροφορίας ακριβείς περί
του τρόπου και της διαγωγής αυτών. Διδάσκειν, νουθετείν, ειρηνοποιείν, προ πάντων
τρέφειν τας ψυχάς των χριστιανών με τα ψυχωφελή και σωτήρια δόγματα, στηρίζειν
εις την αληθινήν πίστιν του Χριστού και επιστρέφειν τους πλανωμένους, είναι τα
υψηλά σας χρέη. Η ακρίβεια των αποστολικών νόμων και διατάξεων περί τα
συνοικέσια και πολύ περισσότερον περί τα διαζύγια συνιστάται εις την προσοχήν
σας. Είναι απηγορευμένη πάσα χειροτονία ή προχείρησις εις βαθμόν ιερωσύνης,
ανάγκης δε ούσης αναφέρεσθε εις την Κυβέρνησιν δια του Υπουργείου τούτου. Έως
ότου εκδοθώσι γενικαί διατάξεις, θέλετε έχει μέτρον και κανόνα εις τα νενομισμένα
σας δικαιώματα τας απολύτους ανάγκας, συμμορφούμενοι με τον καιρόν και τας
περιστάσεις, συμπάσχοντες μετά των πασχόντων, ασθενούντες μετά των
ασθενούντων, κατά τον θείον Απόστολον, και βαστάζοντες τας ασθενείας του
ποιμνίου σας, ως τύπος του Αρχιποίμενος Χριστού. Η παραμυθία προς τους
πάσχοντας, η φιλανθρωπία προς τους δυστυχούντας, είναι χρέη, τα οποία σας

69
Χρυσ. Παπαδόπουλος, Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1920, σελ. 40.
70
«Αλλ' εκείνο, επέλεγε, το οποίον επιθυμεί και απαιτεί παρά της υμετέρας Σεβασμιότητος η
Κυβέρνησις, είναι η βελτίωσις του κλήρου και δι' αυτού η ηθική επανόρθωσις των λαών, οι οποίοι
άγονται και ρυθμίζονται μάλιστα κατά το παράδειγμα των προκαθεζομένων της Εκκλησίας. Σεβάσμιοι
Ιεράρχαι, και τον θεόν έχετε συνεργόν εις τον αγαθόν τούτο σκοπόν και τας περιστάσεις
συμπράττουσας και τον σεβαστόν Κυβερνήτην, συμπροθυμούμενον με πολύν ζήλον προς τον
79

διδάσκει ο Πατήρ των οικτιρμών. Και ταύτα εκπληρούντες, θέλετε ευαρεστήσει την
Σ. Κυβέρνησιν, της οποίας οι αγώνες έχουσι σκοπούμενον την βελτίωσιν της
71
καταστάσεως των εμπιστευόμενων λαών» .
Από τις ανωτέρω οδηγίες φαίνεται ότι με την ίδρυση του Υπουργείου των
Εκκλησιαστικών δεν καταργείται η αυτοτέλεια και η αυτενέργεια της Εκκλησίας. Το
υπουργείο θα παρακολουθούσε απλά τις ενέργειες της Εκκλησίας, οι οποίες θα
στηρίζονταν στους ιερούς κανόνες. Σκόπευε ο Κυβερνήτης, όπως δήλωνε και ο
Χρυσόγελος, να εκδώσει ειδικές διατάξεις, με τις οποίες επρόκειτο να οργανώσει
την Εκκλησία κάτω από τις νέες περιστάσεις, όπως αυτές είχαν δημιουργηθεί στο
ελεύθερο κράτος .

δ. Οι ενέργειες του Καποδίστρια για την εκπαίδευση του κλήρου

Το ενδιαφέρον το οποίο επέδειξε για τα εκκλησιαστικά θέματα μας κάνει να


υποθέσουμε πως ήθελε να γνωρίζει την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η
Εκκλησία της Ελλάδος73. Ο ίδιος συχνά παρενέβαινε στις εκκλησιαστικές υποθέσεις,
αφού διέθετε μεγαλύτερο κύρος και από αυτούς τους ιεράρχες. Απαντούσε στα
γράμματα και στα παράπονα κατά των επισκόπων, όριζε στρατιωτικούς ιερείς,
κανόνιζε ώστε οι πρόσφυγες επίσκοποι να καλύπτουν τις κενές θέσεις που είχε
δημιουργήσει η επανάσταση. Μερικοί επίσκοποι είχαν λάβει έδρες αντικανονικά,
άλλοι άλλαζαν συνεχώς τη διαμονή τους δημιουργώντας μία κατάσταση που
χρειαζόταν προσοχή. Ο Καποδίστριας δίσταζε αρκετά έως ποιο σημείο έπρεπε να
παρεμβαίνει στις εκκλησιαστικές υποθέσεις7 .
Ως έμπειρος πολιτικός ενδιαφερόταν να οργανώσει το ελληνικό κράτος πάνω
σε ευρωπαϊκά πρότυπα, γι' αυτό αισθάνθηκε την ανάγκη να θεμελιώσει τη
δικαιοσύνη στη χώρα του, που θα αντικαθιστούσε τα παλιά εκκλησιαστικά

καταρτισμόν της Εκκλησίας». Β. Στεφανίδης, ό.π., τ. II, σελ. 188. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 40-
41.
71
Μ.Δ. Βολανάκης, Συμβολαί εις την ιστορία της Νεοτέρας Ελλάδος, Αθήνα 1925, σελ. 125-126.
Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 1829, αριθμ. 73, σελ. 293, αριθμ. 74, σελ. 297-298. Ε. Κοφινιώτης, Η
εν Ελλάδι Εκκλησία, Αθήνα 1897, σελ. 91-92. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 41-42.
72
Ιεζ. Βελανιδιώτης, Εκκλησία και Πολιτεία, Αθήνα 2 1968, σελ. 21.
73
Ε. Κοφινιώτης, ό.π., σελ. 91-92. C. Frazee, ό.π., σελ. 100.
74
Σε μια επιστολή του προς τον στρατηγό Υψηλάντη, ομολογούσε σχετικά με το ζήτημα αυτό, ότι ο
επίσκοπος δεν είναι δημόσιος υπάλληλος, και επαφίεται στην κυβέρνηση να ασχολείται με πράγματα
που αρμόζουν στις υποθέσεις της και όχι με αυτά που βρίσκονται έξω από τα όρια της. Ήταν όμως στο
χέρι του Κυβερνήτη να κανονίζει ποιος θα γίνει επίσκοπος Αθηνών. Fr. Thiersch, ό.π., σελ. 195. Η.
Schmitt., Kritische Geschichte der neugriechischen und der russischen Kirche, Μάιντ 1854, σελ. 120.
80

δικαστήρια της οθωμανικής περιόδου. Οι ανώτατοι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι


και οι ιεράρχες είχαν με επιτυχία αντιταχθεί στη δημιουργία δικαστηρίων κατά τη
διάρκεια της επανάστασης, επειδή ένα μεγάλο μέρος των εσόδων τους και του
γοήτρου τους προερχόταν από αυτή την πηγή. Παρά τις αντιδράσεις, που ήταν
φυσικό να υπάρξουν, ο Κυβερνήτης δημιούργησε ειρηνοδικεία και πρωτοβάθμια
δικαστήρια σε κάθε νομαρχία, στις οποίες είχε χωρίσει τη χώρα. (Αργότερα
εγκαινιάστηκαν εφετεία στην Τρίπολη και στη Μύκονο.) Στα εκκλησιαστικά
δικαστήρια αφέθηκαν μόνο υποθέσεις γάμων και διαζυγίων .
Ο Καποδίστριας ήξερε καλά ότι υπήρχε ανάγκη βελτίωσης της εκπαίδευσης
για λαϊκούς και κληρικούς στα θέματα της πίστεως τους. Συνήθως τη λειτουργία την
τελούσαν οι ιερείς με ένα «μηχανικό» τρόπο. Μόνο ορισμένοι κληρικοί ήταν
μορφωμένοι, κι έτσι η πίστη του λαού ήταν φορτωμένη με προλήψεις. Δεν υπήρχε
κατήχηση. Για να «θεραπευθεί» αυτή η κατάσταση, ο Καποδίστριας φρόντισε να
προμηθευτεί από τη Βενετία βιβλία για τη λατρεία, καθώς και συλλογές
ne

κηρυγμάτων, κατηχήσεως και τα έργα των Πατέρων . Ήδη από το 1827 είχε
ζητήσει και έλαβε από τον Κωνσταντίνο Οικονόμου «Σχέδιον Εκκλησιαστικής
Ακαδημίας δια τους Έλληνας». Το σχέδιο περιελάμβανε πλήρες σύστημα ιερατικής
και θεολογικής παιδείας και μόρφωσης, σύμφωνα με το υπόδειγμα των ρωσικών
θεολογικών Ακαδημιών.77
Μέλημα του ήταν επίσης η ίδρυση μιας ιερατικής σχολής για τη μόρφωση
του κλήρου. Αδυνατώντας ο Καποδίστριας να εφαρμόσει τα σχέδια του για την
ίδρυση μεγάλης θεολογικής σχολής, αποφάσισε να ιδρύσει μια μικρότερη. Οι
δυσκολίες όμως για την ίδρυση μιας ιερατικής σχολής ήταν τόσες, ώστε
καθυστέρησε μέχρι το Φεβρουάριο του 1830. Η σχολή αυτή ονομάστηκε «Σχολείον
Εκκλησιαστικόν» και προσαρτήθηκε στη Μονή της Ζωοδόχου Πηγής του Πόρου. Η
σχολή άνοιξε με δύο καθηγητές και δεκαπέντε σπουδαστές που ήταν υπότροφοι της

G. Finlay, ό.π., τ. VII, σελ. 47, 127. Κ. Mendelssohn-Bartholdy, ό.π., σελ. 131 κ.ε. General Pellion,
La Grece et les Capodistrias pendant V occupationfrangaisede 1828 a 1834 Παρίσι 1855, σελ. 109. Ο
F. Thiersch ασκεί δριμεία κριτική στον Καποδίστρια και στη σχέση του με την Εκκλησία. Υποστηρίζει
ότι ο Κυβερνήτης χρησιμοποίησε την Εκκλησία για τους σκοπούς του και η απομάκρυνση των
επισκόπων από την προηγούμενη δικαστική τους εξουσία ήταν άσπλαχνη και αυθαίρετη. «Απαίτησε
από κάθε εκκλησιαστικό άνδρα, οποιοδήποτε αξίωμα κι αν κατείχε, να συμμορφωθεί πλήρως στο
πνεύμα της κυβέρνησης». F. Thiersch, ό.π., σελ. 195.
76
Έγραφε σ' έναν φίλο του στην Ιταλία ότι «η πρώτη και ουσιαστική ανάγκη της Ελληνικής
κυβέρνησης είναι να εξασφαλίσει την κατήχηση του έθνους». Ε.Α. Betant, ό.π., τ. Ι, σελ. 186.
77
Ο Τσάρος προσέφερε ένα μεγάλο ποσό για την αγορά λειτουργικών βιβλίων για τους Έλληνες το
1829. Τρ. Ευαγγελίδης, ό.π., Αθήνα 1894, σελ. 121-123. Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. Α, σελ.134-223. C.
Frazee, ό.π., σελ. 101.
81

κυβέρνησης. Με κυβερνητικό διάταγμα κοινοποιήθηκε το πρόγραμμα σπουδών. Σε


αυτή διδάσκονταν η ελληνική γλώσσα, η ιερή ιστορία, η κατήχηση και μερικά άλλα
μαθήματα. Δυστυχώς όμως η ιερατική σχολή είχε μια αβέβαιη ύπαρξη σ' όλη τη
78
διάρκεια της ζωής της, με αποτέλεσμα να διαλυθεί πριν περάσουν δύο χρόνια . Ο G
Finlay αναφέρει χαρακτηριστικά: «η παιδεία των κληρικών ήταν τελείως
παραμελημένη και υπήρχε πληθώρα ιερέων που η άγνοια τους αποτελούσε ατιμία
79
για την Ορθόδοξη Εκκλησία και που αύξαιναν την εθνική διαφθορά» .
Ενδιαφέρθηκε επίσης για την διδασκαλία της εκκλησιαστικής μουσικής και
έγραψε στον πρίγκιπα Galitzin στην Πετρούπολη, παρακαλώντας τον να του στείλει
βιβλία με εκκλησιαστικούς ύμνους, παράκληση την οποία εισάκουσε ο πρίγκιπας, ο
οποίος εκφράζει την μεγάλη του χαρά που τα «τοσούτον κατανυκτικά και παθητικά
άσματα, θέλουν αντηχήσει και εις τους κόλπους της κλασικής εκείνης γης, αφ' ης
μας ήλθον του ευαγγελίου τα φώτα».

ε. Οι σχέσεις του Καποδίστρια με το Οικουμενικό Πατριαρχείο

Ο Κυβερνήτης έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για τις σχέσεις της


ελληνικής εκκλησιαστικής ιεραρχίας με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Γνώριζε καλά τους κινδύνους που συνεπαγόταν η διακυβέρνηση της Εκκλησίας από
έναν διορισμένο του σουλτάνου. Πίστευε όμως πως δεν είχε έρθει η ώρα για να
επανατοποθετηθούν οι σχέσεις μεταξύ του Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της
ανεξάρτητης Ελλάδας . Είχε μάλιστα την ευκαιρία να δείξει τα αισθήματα του όταν,
το Μάιο του 1828, έφθασε από το Πατριαρχείο μια αντιπροσωπεία για να συζητήσει
μαζί του τις εκκλησιαστικές σχέσεις μεταξύ των επαναστατημένων περιοχών και της
Κωνσταντινούπολης82. Την αντιπροσωπεία την οποία είχε στείλει ο Πατριάρχης
Αγαθάγγελος Α' με διαταγή του σουλτάνου, την αποτελούσαν τέσσερα μέλη, οι
μητροπολίτες Νικαίας, Χαλκηδόνος, Λαρίσης και Ιωαννίνων. Ο Κυβερνήτης τους
αρνήθηκε την άδεια να μπουν στην πόλη, επειδή καθ' όλη τη διαδρομή μιλούσαν

Γενική Εφημερίς, Αίγινα, 19 Φεβρουαρίου 1830, V, αρ. 15. Κ. Mendelssohn-Bartholdy, ό.π., σελ.
150. Papadopouloç - Vretos, Mémoires sur le President Jean Capodéstria, Παρίσι 1837-1838, τ. I,
σελ. 139.
79
G. Finlay, ό.π., τ. VI, σελ. 48.
80
Τρ. Ευαγγελίδης, ό.π., σελ. 123-124.
81
C. Frazee, ό.π., σελ. 102.
82
Τρ. Ευαγγελίδης, ό.π., σελ. 48-54.
82

στα πλήθη που συναντούσαν, παροτρύνοντας τους να εγκαταλείψουν τον αγώνα .


Με τη συνοδεία αστυνομίας κατευθύνθηκαν προς το Ναύπλιο, όπου η υποδοχή που
τους έγινε ήταν ψυχρή αλλά ευγενική. Ο Καποδίστριας αποφάσισε να τους
συναντήσει προσωπικά στην έδρα του στον Πόρο. Στις 22 Μαΐου άρχισαν οι
συνομιλίες κατά τη διάρκεια των οποίων δόθηκε στον Κυβερνήτη ένα αντίγραφο της
πατριαρχικής επιστολής που το περιεχόμενο της είχε ήδη δημοσιευθεί και ήταν
γνωστό στην ελληνική κυβέρνηση. Οι ιεράρχες δεν είχαν τίποτε άλλο να προτείνουν
εκτός από αυτά που ήδη ήταν γραμμένα στην επιστολή. Το αποτέλεσμα ήταν η
συνάντηση να καταλήξει σε αδιέξοδο, γιατί ο Καποδίστριας αρνείτο να δεχτεί την
αναβίωση μιας κατάστασης όπου οι Έλληνες έπρεπε να είναι υπήκοοι του
σουλτάνου 4 .
Το καλοκαίρι του 1830 ο πατριαρχικός θρόνος άλλαξε πάλι χέρια, όταν
ανέλαβε τα καθήκοντα του ο Κωνστάντιος Α'. Ένα μήνα αργότερα έγραψε επιστολή
προς τον Καποδίστρια, στο οποίο εξέφραζε τις πολλές ευχές του για την κυβέρνηση
της Ελλάδας, αλλά και φανέρωνε τους φόβους του για τις πνευματικές ανάγκες του
ελληνικού λαού 85 . Τα νέα που έφθαναν στον Πατριάρχη ήταν ότι ο λαός άκουγε
ξένες φωνές και ότι κυκλοφορούσε ένα μικρό βιβλίο καλβινικής διδασκαλίας, που
στρεφόταν εναντίον της ιεραρχίας και του κλήρου. Ο Πατριάρχης παρακινούσε την
κυβέρνηση να ενεργήσει ώστε να μην εξαπατηθούν οι αδαείς. Εξέφραζε την ελπίδα
του να επανέλθει η Ελλάδα «υπό τις ακτίνες του χαριτόβρυτου ορθόδοξου
πατριαρχικού ήλιου και οι κάτοικοι της για μια ακόμα φορά να καλυφθούν υπό το
86

φως του επίσκοπου του» .


Ο Καποδίστριας απάντησε με ένα γράμμα του της 22ας Σεπτεμβρίου,
εκφράζοντας στον Πατριάρχη τις ευχαριστίες του για τις πολλές ευχές του και
διαβεβαιώνοντας τον ότι η κυβέρνηση ενεργεί με τον καλύτερο τρόπο για τα
συμφέροντα της ελληνικής Εκκλησίας και του λαού. «Το έθνος επιθυμούσε να δει
αυτόν τον πόλεμο να τελειώνει σύντομα, αλλά οι εχθροί της Ελλάδας συνεχώς
εμποδίζουν αυτή την έκβαση». Του υποσχόταν ότι η κυβέρνηση θα παρέμενε
άγρυπνη απέναντι σε κάθε αιρετική διδασκαλία στην Εκκλησία. Πρόσθετε ότι ο
ελληνικός λαός είχε την ευλογία του Θεού στον αγώνα του για την ελευθερία και ότι
83
Αμβ. Φραντζής, Επιτομή της ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος. (1715-1835), Αθήνα 1839-41, τ.
III, σελ. 57-58.
84
Γενική Εφημερίς, Αίγινα, 3 Μαίου, III, αρ. 29. Ε.Α. Betant, ό.π., τ. II, σ.144. Δ. Βερναδάκης,
Καποδίστριας και Όθων, Αθήνα 2 1962 σελ. 113.
85
C. Frazee, ό.π., σελ. 114-115.
83

πλησίαζε για το έθνος μια νέα και όμορφη εποχή . Στην ανταπάντηση του ο
Πατριάρχης έδειχνε ότι δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένος από τις θέσεις του
Κυβερνήτη. Ήταν ικανοποιημένος που η κυβέρνηση παρέμενε πιστή στους κανόνες.
Ταυτόχρονα υπογράμμιζε ότι η ελληνική Εκκλησία έπρεπε να βρίσκεται σε
κατάσταση πλήρους ενότητας με τη μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, μια
συνθήκη που προς το παρόν δεν εκπληρωνόταν. Η πολιτική κατάσταση δεν επέτρεπε
μια περαιτέρω πρόοδο προς την ενότητα.

στ. Τα αποτελέσματα των ενεργειών του Κυβερνήτη στα εκκλησιαστικά ζητήματα

Το καλοκαίρι του 1830 η κατάσταση δεν εξελίχτηκε όπως ανέμενε ο


Κυβερνήτης. Οι συνωμοσίες εναντίον του άρχισαν να πληθαίνουν . Μια
προσωπική διένεξη του Καποδίστρια με την οικογένεια των Μαύρομιχαλαίων, όχι
πάνω σε πολιτικές αρχές, οδήγησε στη δολοφονία του.
Έτσι έληξε η θητεία του Ιωάννη Καποδίστρια, αφήνοντας την Ελλάδα χωρίς
ικανή ηγεσία για σχεδόν ενάμιση χρόνο. Ακόμα και οι εχθροί του πρέπει να δεχθούν
ότι ήταν άνθρωπος προσόντων και με τις καλύτερες προθέσεις. Η αδυναμία του
όμως να κατανοήσει την πραγματική κατάσταση της Ελλάδας του καιρού του, η
μεγάλη του επιθυμία να επιβλέπει ο ίδιος όλη τη διοίκηση της χώρας και η ισχυρή
του αντίδραση σε κάθε αντιπολιτευόμενο, ήταν από τα σκοτεινά του σημεία. Ο λαός
δεν ήταν έτοιμος για τις αλλαγές του. Επιπλέον υπάρχει η εντύπωση ότι ο
Καποδίστριας δεν μπορούσε ή δεν έδινε στις εκκλησιαστικές υποθέσεις την προσοχή
που άξιζαν. Φαίνεται ότι θεωρούσε την Εκκλησία ως μια επιπλέον κυβερνητική
υπηρεσία, κατά τα πρότυπα της Αγίας Πετρούπολης, η οποία κάποια μέρα έπρεπε να
αναδιοργανωθεί, αλλά μέχρι τότε έπρεπε να μεταλλάσσεται μόνη της °.
Είναι αλήθεια ότι η Εκκλησία την περίοδο του Καποδίστρια είχε αρχίσει να
κάνει κινήσεις για το χωρισμό της από την Κωνσταντινούπολη. Η παράλειψη του
ονόματος του Πατριάρχη κατά τη διάρκεια της λειτουργίας δείχνει ακριβώς τη
διάρρηξη των δεσμών με την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Ο Καποδίστριας

Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ. 77. Κ. Mendelssohn-Bartholdy, ό.π., σελ. 153.


Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ. 80.
Ch Frazee, ό.π., σελ. 116.
Χ. Λούκος, ό.π., σελ. 185-187. C. Frazee, ό.π., σελ. 117-118.
C. Frazee, ό.π., σελ. 118.
84

σίγουρα αναγνώριζε έναν χωρισμό μεταξύ των δύο Εκκλησιών, όταν αρνήθηκε να
ικανοποιήσει τα αιτήματα της αποστολής που είχε στείλει το Πατριαρχείο το 182891.
Ως προς τη στάση του Κυβερνήτη απέναντι στην Εκκλησία και την
αντιμετώπιση των εκκλησιαστικών ζητημάτων, θα είχαμε να παρατηρήσουμε τα
εξής: Πριν από την άφιξη του στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της συνέλευσης στην
Τροιζήνα, ορισμένοι αρχιερείς απευθυνόμενοι προς αυτήν είχαν τονίσει την ανάγκη
να αποκατασταθεί η τάξη και η ευπρέπεια στην Εκκλησία, «εις αναχαίτισιν των
καταχρήσεων και των αφόβως γινομένων παρανομιών», για να σωθεί το έθνος από
τον κατήφορο που είχε πάρει και να πετύχει τους σκοπούς που είχε βάλει. Για τη
διοίκηση των εκκλησιαστικών πραγμάτων πρότειναν να διοριστεί προσωρινή
εκκλησιαστική επιτροπή για να μελετήσει την κατάσταση της Εκκλησίας. Η
επιτροπή αυτή δεν προχώρησε στις εργασίες της, γιατί αναμενόταν η έλευση του
Καποδίστρια. Κατά τη διάρκεια της Δ' εθνοσυνέλευσης ο Κυβερνήτης συνιστούσε
προς την επιτροπή (23/1/1828) να έχει υπόψη της «την ακριβή φυλακήν των
αποστολικών κανόνων και διατάξεων περί τα συνοικέσια και τα διαζύγια, διότι η
περί ταύτα ευχέρεια καθυβρίζει τους θείους νόμους, καπηλεύει το μέγα μυστήριον
του γάμου και διαλύουσα τον ισχυρότερον δεσμόν της κοινωνίας αφήνει εις το
μέσον αυτής απροστάτευτα μέλη, επιζήμια πολλάκις δια την εκ της κακής αγωγής
μοχθηρίαν»92.
Η έλλειψη ιερέων στα χωριά ήταν μεγάλη και οι χωρικοί ζητούσαν να
χειροτονηθούν νέοι, αλλά επειδή η χειροτονία μπορούσε να οδηγήσει σε
καταχρήσεις των αρχιερέων και τοποθετήσεις ακατάλληλων λειτουργών, ο
Καποδίστριας είχε καθιερώσει περιορισμούς. Όσο για τις μονές ο Κυβερνήτης
ενδιαφέρθηκε κυρίως για τη διαφύλαξη των μοναστηριακών τους κτημάτων. Έδωσε
εντολή, στις 15 Μαίου 1829, να ενημερωθούν οι ηγούμενοι των μονών ότι τους
απαγορεύεται να εκποιούν τα κτήματα των μονών τους ή να τα ενοικιάζουν για
πολλά χρόνια προβαίνοντας έτσι σε καταχρήσεις. Ο Καποδίστριας με την ενέργεια
του αυτή έκανε σαφές, πως δεν ήθελε να αποφύγει μόνο τις κακοδιαχειρίσεις και τις
παρανομίες εις βάρος των μοναστηριακών κτημάτων αλλά και να δείξει πως η
Πολιτεία ήταν αυτή που θα αποφάσιζε για παρόμοια θέματα. Οι ηγούμενοι θα
λογοδοτούσαν για τις πράξεις τους πια όχι στην ανώτατη εκκλησιαστική ιεραρχία
αλλά στην κυβέρνηση και θα τιμωρούνταν σύμφωνα με τους νόμους της Πολιτείας.

91
Τρ. Ευαγγελίδης, ό.π, σελ. 123-124.
92
Α. Βακαλόπουλος, Η επαναστατημένη Ελλάδα μεταξύ 1826-1829, Θεσσαλονίκη 1976 σελ. 206-211.
85

Οι συνθήκες στην Εκκλησία είχαν ελάχιστα μεταβληθεί με το πέρας της


περιόδου διακυβέρνησης από τον Καποδίστρια. Οι προσπάθειες που έγιναν για την
ανασυγκρότηση της δεν συνεχίστηκαν. Τα μεγαλύτερα προβλήματα -η εσωτερική
διοίκηση, η εκπαίδευση του κλήρου, οι σχέσεις με τον πατριάρχη- δε βρήκαν λύση.
Προφανώς, αυτές οι δυσκολίες αποδείχτηκαν μεγαλύτερες από αυτές που μπορούσε
να λύσει ένας μόνο άνθρωπος, αλλά φαίνεται και ότι οι προσπάθειες του
Καποδίστρια ήταν πολύ αδύναμες. Σημαντικό όμως είναι το γεγονός πως
εξασφάλισε ό,τι η Εκκλησία είχε κερδίσει από την Επανάσταση και δεν ήταν
υποχρεωμένη να ενωθεί με το υπό οθωμανικό έλεγχο Πατριαρχείο. Ο Καποδίστριας
περισσότερο ενδιαφέρθηκε για την απομάκρυνση της Ελληνικής Εκκλησίας από την
επιρροή του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, παρά για οποιοδήποτε άλλο θέμα,
συμπεριλαμβανομένης και της κατάστασης των μονών και των μοναχών στο
ελληνικό κράτος.

ζ. Η Ε'εθνοσυνέλευση

Η δολοφονία του Καποδίστρια το μόνο που κατάφερε ήταν να διαιωνίσει το


φατριασμό μέσα στη χώρα. Όσοι έμειναν πιστοί στο νεκρό ηγέτη συγκεντρώθηκαν
γύρω από τον αδελφό του Αυγουστίνο. Οι Ρουμελιώτες ή Συνταγματικοί, υπό την
ηγεσία του Ιωάννη Κωλέττη, δεν ικανοποιούνταν πλέον με τον Αυγουστίνο όπως
είχε συμβεί προηγουμένως με τον αδελφό του . Οι δύο αντίπαλες παρατάξεις
συμφώνησαν να συναντηθούν στο Άργος για να πραγματοποιήσουν εθνοσυνέλευση,
η οποία συγκλήθηκε την 5 η Δεκεμβρίου του 1831 .
Η Ε' εθνοσυνέλευση αφού ανακήρυξε την επικράτηση της Ορθόδοξης
Εκκλησίας της Ελλάδος, όρισε τον διορισμό πενταμελούς Αρχιερατικού
Συμβουλίου, συγκροτούμενου από αρχιερείς που θα εκλέγονταν από τη νομοθετική
εξουσία και θα διορίζονταν από την κυβέρνηση. Σύμφωνα με τις αποφάσεις της
εθνοσυνέλευσης, η νομοθετική εξουσία έμελλε να καθορίσει τα σχετικά με τους
αρχιερείς και τους ιερείς, την χρησιμοποίηση των προσόδων των μονών για τη
συντήρηση της Εκκλησίας και της παιδείας, καθώς και για την εκλογή των

93
Χ. Λούκος, ό.π., σελ. 191. C. Frazee, ό.π., σελ. 119.
94
Αθηνά, Ναύπλιον, 6 Αυγούστου 1832, τ. Ι, 42, σελ. 165-167.
86

αρχιερέων93. Η πραγματοποίηση αυτών των αποφάσεων δεν έγινε δυνατή, παρά τις
προσπάθειες του υπουργού των Εκκλησιαστικών Ιάκωβου Ρίζου-Νερουλού.
Μέσα από τις αποφάσεις της Ε' εθνοσυνέλευσης μπορεί κανείς εύκολα να
διακρίνει πως η Εκκλησία αντιμετωπίζεται ως κυβερνητικός οργανισμός.
Οποιαδήποτε ενέργεια της Εκκλησίας μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αν εγκριθεί
από την Πολιτεία. Τέλος ο πενταμελές αρχιερατικό συμβούλιο δεν εκλέγεται από
την εκκλησιαστική ιεραρχία αλλά από διορίζεται από την κυβέρνηση.

95
«Τα Εκκλησιαστικά, καθ' όσον ανάγεται εις την Εκκλησιαστικήν τάξιν και διακόσμησιν, θέλουν
διέπεσθαι υπό πενταμελούς Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, συγκροτουμένου εκ των Αρχιερέων του
εντοπίου Κλήρου, εκλεγομένου παρά της Νομοθετικής εξουσίας και διοριζομένου υπό της
Κυβερνήσεως (άρθρο 7). Η νομοθετική εξουσία θέλει πραγματευθή περί της Ιεραρχικής αλληλουχίας,
προς διατήρησιν της πνευματικής ενότητος. Θέλει διορίσει ομοίως τον αριθμό των Αρχιερέων και
ιερέων, των αναγκαίων εις την Ελληνικήν Επικράτειαν, και εξασφαλίσει τα προς διατροφήν αυτών,
αναλόγως με το χρέος και την αξιοπρέπειαν του χαρακτήρός των (άρθρο 8). Η αυτή (Νομοθετική)
εξουσία θέλει διαθέσει τα εισοδήματα των ιερών καταστημάτων προς συνήρησιν των ιδίων και των εις
αυτά μοναζόντων ή λειτουργούντων και προς σύστασιν σχολείων δι' εκπαίδευσιν της νεολαίας (άρθρο
9). Οι Αρχιερείς θέλουν εκλέγεσθαι εξ αυτοχθόνων, ή όσων λαμβάνουσι το δικαίωμα του αυτόχθονος,
κατά τους τύπους του παρόντος Συντάγματος, δια του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου χειροτονούμενοι,
εκλεγομένων των υποψηφίων και προβαλλομένων υπό των επαρχιωτών εις την Κυβέρνησιν, κατά τους
Εκκλησιαστικούς κανόνας» (άρθρο 10). Α. Μάμουκας, Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος κατά την Ε'
Εθνικήν Συνέλευσιν, Αθήνα 1843, σελ. 228-231.
87

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Τ Ο Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α Σ Τ Ι Κ Ο ΚΑΙ Μ Ο Ν Α Σ Τ Η Ρ Ι Α Κ Ο Ζ Η Τ Η Μ Α
Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο Τ Η Σ ΑΝΤΙΒΑΣΙΛΕΙΑΣ

Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια και ενώ οι αντιθέσεις μεταξύ καποδιστριακών


και αντικαποδιστριακών οδηγούσαν σε νέο εμφύλιο πόλεμο, οι «προστάτριες
Δυνάμεις» εκλέξανε βασιλιά της Ελλάδας τον Όθωνα, δευτερότοκο γιο του βασιλιά
της Βαυαρίας Λουδοβίκου. Με τη συνθήκη του Λονδίνου, 25 Απριλίου/7 Μαίου
1832, οριζόταν ότι η Ελλάδα θα αποτελούσε «κράτος μοναρχικόν και ανεξάρτητον
υπό την επικυριαρχίαν του πρίγκιπος Όθωνος της Βαυαρίας και την εγγύησιν των
τριών Αυλών»1.
Μια από τις αποφάσεις που πήραν ο Λουδοβίκος και οι σύμβουλοι του, ήταν
ότι το νεαρό μονάρχη έπρεπε να συνοδεύουν αντιβασιλείς, οι οποίοι θα ασκούσαν
•y

την εξουσία μέχρι την ενηλικίωση του .


Τα προβλήματα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η Αντιβασιλεία, με τον
ερχομό της, σ' όλους τους τομείς, οικονομίας, διοίκησης, Εκκλησίας κ.λ.π., ήταν
τεράστια. Η κατάσταση στα εκκλησιαστικά θέματα είχε ελάχιστα βελτιωθεί από τον
Καποδίστρια και χρειαζόταν ακόμα πάρα πολλά.
Το χάος που επικρατούσε στην Εκκλησία, στις αρχές του 1833, δεν είχε
προηγούμενο σε κανέναν άλλο θεσμό. Η επανάσταση είχε συντρίψει με πολλούς
τρόπους τη θεσμική δύναμη της Εκκλησίας. Απέκοψε την εκκλησιαστική ιεραρχία
των επαναστατημένων περιοχών και την αποστέρησε από δύο παραδοσιακά της

' Β. Jelavich, Russia and Greece during the Reign of King Othon, Θεσσαλονίκη 1962, σελ. 37-38
2
Στ. Λάσκαρης, Διπλωματική ιστορία της Ελλάδος, Αθήνα 1947, σελ. 46. C. Frazee, ό.π., σελ. 122.
88

στηρίγματα, την προστασία της οθωμανικής εξουσίας και την ηγεσία του Πατριάρχη,
τη στιγμή που το νέο κράτος αμφισβητούσε την παραδοσιακή του εξουσία3.
Πρόσφυγες επίσκοποι και μοναχοί, από όλα τα μέρη της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, κατέκλυζαν την ανεξάρτητη Ελλάδα. Η απελπιστική κατάσταση
στην οποία είχαν περιέλθει τους έκανε θύματα των δημαγωγών, οι οποίοι τους
πρόσφεραν αξιώματα ως σιωπηρό αντάλλαγμα την υποταγή τους. Η παρουσία τους
όμως στην Ελλάδα υπονόμευε και την ανεξαρτησία των ντόπιων κληρικών που
αναγκάζονταν να επιζητούν την εύνοια της κοσμικής εξουσίας προκειμένου να
αποφύγουν την αντικατάσταση τους από αυτούς.
Αλληλοσυγκρουόμενα υλικά συμφέροντα και αποκλίνουσες τοπικές
υποχρεώσεις εμπόδιζαν τους επισκόπους να μιλήσουν και να ενεργήσουν ως
συγκροτημένο και συμπαγές σώμα4.
Σύμφωνα με ορισμένες απόψεις ο μοναχισμός υπέστη σοβαρή παρακμή, γιατί
η Επανάσταση με την πρόκληση της περιπέτειας, με τις ευκαιρίες που προσφέρονταν
για πλουτισμό καθώς και η αποτίναξη των παραδοσιακών περιορισμών, ενθάρρυνε
μια μαζική έξοδο από τις μονές . Γινόταν λοιπόν επιτακτική ανάγκη η κρατική
επέμβαση προκειμένου να διευθετηθούν και πάλι οι υποθέσεις της Εκκλησίας. Έχουν
όμως ιστορική βάση αυτές οι απόψεις; Σ' αυτό ακριβώς το ερώτημα έρχεται η
ιστορική δημογραφία να απαντήσει.

4.1. Οι ενέργειες της Αντιβασιλείας για την Εκκλησία

Τα προβλήματα της Εκκλησίας ήταν πολλά και έπρεπε να διευθετηθούν άμεσα.


Εξαιτίας αυτής της κατάστασης σχηματίστηκε από την κυβέρνηση στις 15 Μαρτίου
μία εκκλησιαστική επιτροπή για να μελετήσει το μέγεθος των προβλημάτων.
Σύμφωνα με τις οδηγίες που πήρε καθήκον της ήταν «να εξακρίβωση την στάσιν της
Ελληνικής Εκκλησίας και των μοναστηριών, και να προβάλη τα μέσα προς βελτίωσιν
της θέσεως της Εκκλησίας ταύτης, ονομαστικώς του οργανισμού του ανωτέρου και
κατωτέρου κλήρου και της συστάσεως Συνόδου μονίμου δια τας εκκλησιαστικάς

3
Το 1833 από τις τριάντα τρεις αρχιεπισκοπές και τις είκοσι τρεις επισκοπές, του νεοσύστατου
ελληνικού κράτους, οι δέκα και εννιά αντίστοιχα παρέμεναν κενές. J. Petropoulos, Πολιτική και
συγκρότηση κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο. (1833-1843), Αθήνα 1985, σελ. 214.
4
Από τους πενήντα δύο εκκλησιαστικούς άρχοντες μόνο είκοσι δύο ήταν επίσκοποι εγκατεστημένοι
στην Ελλάδα πριν την επανάσταση. Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II, σελ. 103.
5
J. Petropoulos, ό.π., σελ. 214-215. Δ. Βερναδάκης, ό.π., σελ. 224-225. G. Finlay, ό.π., τ. VII, σελ. 130
-131.
89

υποθέσεις, να παρρησιάση δε και περιεκτικήν περί του σημαντικού τούτου


αντικειμένου»6. Η Αντιβασιλεία επέλεξε τον Σπυρίδωνα Τρικούπη ως πρόεδρο του
σώματος και ως μέλη τον Ιγνάτιο, επίσκοπο Αρδομερίου, τον Παΐσιο, επίσκοπο
Ελαίας και τοποτηρητή Μεσσηνίας, τον Πανούτσο Νοταρά, τον Σκαρλάτο Βυζάντιο,
τον Κωνσταντίνο Σχινά και τον Θεόκλητο Φαρμακίδη7. Από τα επτά μέλη της
επιτροπής οι δύο ήταν κληρικοί ενώ οι υπόλοιποι λαϊκοί. Η αντιβασιλεία από την
ενέργεια της αυτή φαίνεται ότι ήθελε να ελέγχει τις αποφάσεις της επιτροπής γι' αυτό
και δεν τη στελέχωσε μόνο με αρχιερείς.
Η επιτροπή έπρεπε να αποφασίσει πάνω σε ένα μεγάλο αριθμό θεμάτων, αλλά
όλα εξαρτιόνταν από το πώς θα τοποθετείτο το πρόβλημα της σχέσης της Εκκλησίας
με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Η ουσία του προβλήματος ήταν εάν η
Ελλάδα έπρεπε να είναι ανεξάρτητη από το Πατριαρχείο ή όχι. Τα μέλη της
Αντιβασιλείας συμφωνούσαν με την ανεξαρτητοποίηση, το ίδιο πίστευε και μια
μειονότητα από Έλληνες εκκλησιαστικούς άνδρες. Ήταν με τέτοιο τρόπο τα μέλη της
εκκλησιαστικής επιτροπής εκλεγμένα, ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για την
συγκατάθεση τους στις επιθυμίες της Αντιβασιλείας .
Το ζήτημα για μία ανεξάρτητη Εκκλησία της Ελλάδος το είχε για πρώτη φορά
θέσει ο Αδαμάντιος Κοραής. Γράφοντας για την Εκκλησία και τον κλήρο της,
εύρισκε ότι υπήρχαν πάρα πολλά που έπρεπε να αλλάξουν, και η μεγαλύτερη κριτική
του στόχευε τις μονές. Κατά τον Κοραή το μεγαλύτερο κακό που βασάνιζε την
Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν το γεγονός ότι «ζούσε υπό τον ζυγό τιτλοφόρων
9
μοναχών» .

6
Αθηνά, Ναύπλιο, 8 Απριλίου 1833, II, 101, σελ. 390.
7
Ο Παπαδόπουλος σημειώνει ότι και οι δύο επίσκοποι ήταν πρόσφυγες από την Οθωμανική
αυτοκρατορία και όχι γηγενείς από την ανεξάρτητη Ελλάδα. Πιστεύει πως η επιτροπή ήταν
διορισμένη και ότι η έκθεση του Μάουρερ ότι η επιτροπή είχε «την πλειονότητα των κληρικών»
παραποιεί την πραγματικότητα. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 71. Δ.Σ. Μπαλάνος, ό.π., σελ. 69.
8
Η κύρια θέση του Φαρμακίδη ήταν ότι μία ανεξάρτητη Ελλάδα έπρεπε να σπάσει τους δεσμούς με το
Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης λόγω της εξάρτησης του από τους Οθωμανούς, ακόμα και από
τους Ρώσους, γιατί χωρίς μια αυτόνομη Εκκλησία η ανεξαρτησία του έθνους «θα ήταν ατελής σε μια
ουσιαστική περιοχή». Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 180-181.
9
Στα ερμηνευτικά του πάνω στα Πολιτικά του Αριστοτέλη, που δημοσιεύτηκαν το 1821 στο Παρίσι,
παρουσίαζε την ιδέα για μία Εκκλησία της οποίας ο κλήρος θα ήταν ανεξάρτητος από τον Πατριάρχη:
«Του έως την ώραν ταύτην ελευθερωθέντος μέρους της Ελλάδος ο κλήρος δεν χρεωστεί πλέον να
γνωρίζη εκκλησιαστικόν αρχηγόν του τον Πατριάρχην της Κωνσταντινουπόλεως, ενόσω η
Κωνσταντινούπολη μένει μολυσμένη από την καθέδρα του άνομου τυράννου. Αλλά πρέπει να
κυβερνάται από σύνοδον ιερέων, εκλεγμένων ελευθέρως από ιερείς και κοσμικούς, καθώς έπρασσεν η
αρχαία και πράσσει εκ μέρους σήμερον ακόμη των ομοθρήσκων Ρώσων η εκκλησία. Ελευθέρων και
αυτονόμων Γραικών κλήρος είναι απρεπέστατον να υπάκουη εις προσταγάς Πατριάρχου εκλεγμένου
από τύραννον, και αναγκασμένου να προσκυνή τύραννον».Δ.Σ. Μπαλάνου, Αι θρησκευτικαί ιδέαι του
Αδαμαντίου Κοραή, Αθήνα 1920, σελ. 82. Αδ. Κοραή, Αριστοτέλους πολιτικών τα σωζόμενα, Παρίσι
1821, σελ. 120.
90

α. Ο Georg von Maurer

Με τη συγκρότηση της Αντιβασιλείας σε σώμα τα μέλη της ανέλαβαν


καθορισμένες αρμοδιότητες. Ο Georg von Maurer επιφορτίστηκε με την οργάνωση
της δικαιοσύνης, της παιδείας και της εκκλησίας. Ήταν ένας Γερμανός Προτεστάντης
με νομική κατάρτιση που την απόκτησε στη Γαλλία του Ναπολέοντα. Το βασικό
λοιπόν οργανωτικό έργο στους προαναφερθέντες τομείς ανήκει αποκλειστικά σ'
αυτόν.
Ο ίδιος ο Maurer παρουσιάζει τις θέσεις του πάνω στις εκκλησιαστικές .
υποθέσεις στο έργο του Das griechischer Volk in öffentlicher, Kirchlicher und
privatrechtlicher Beziehung vor und nach dem Freiheitskampfe, που εκδόθηκε μετά
την αναχώρηση του από την Ελλάδα το 1835. Υποστηρίζει ότι όταν ήρθε στην
Ελλάδα όλα ήταν συγκεχυμένα. Πίστευε ότι έπρεπε να φέρει σε τάξη κάτι που ήταν
συνώνυμο του «χάους». Σύμφωνα με τα λεγόμενα του «οι κληρικοί ήταν
διεφθαρμένοι και πάμπτωχοι». Όσο για τις σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος με το
Οικουμενικό Πατριαρχείο υποστήριζε πως έπρεπε η Εκκλησία της Ελλάδος να είναι
ανεξάρτητη από έναν πατριάρχη τοποθετημένο από το σουλτάνο. «Έπρεπε να έρθει
οπωσδήποτε η ελευθερία στην Ελληνική Εκκλησία ως τίμημα του υπέρ της
ανεξαρτησίας αγώνα. Όπως ακριβώς επεζητείτο να είναι ελεύθερη από πολιτικές
σχέσεις που τη συνέδεαν με την Οθωμανική εξουσία, κατά τον ίδιο τρόπο
προσπαθούσε η Ελλάδα να έχει θρησκευτική αυτονομία, δηλαδή να είναι ελεύθερη
από έναν πατριάρχη που τον τοποθετούσε και τον υποστήριζε ο σουλτάνος» .

Ένα δεύτερο κίνδυνο έβλεπε ο Maurer στην απειλή της Ρωσίας εναντίον της
Ελλάδας. Εξέφραζε την άποψη πως, λόγω των επεκτατικών βλέψεων της Ρωσίας σε
βάρος των Οθωμανών, η Ρωσία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τους Ορθόδοξους
πληθυσμούς των Βαλκανίων για να επιτύχει τους στόχους της. Πολλοί Έλληνες
κληρικοί ήσαν αφοσιωμένοι στη Ρωσία και θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τις
φιλοδοξίες των Ρώσων στην περιοχή. Η αφοσίωση αυτή είχε δημιουργηθεί από το
μύθο, τον οποίο είχαν πλάσει οι Έλληνες, σύμφωνα με τον οποίο οι Ρώσοι και η
Εκκλησία της Ρωσίας ήταν το πρότυπο του τέλειου ορθόδοξου έθνους. Υποστήριζε
επίσης πως ο Τσάρος θα μπορούσε εύκολα να χρησιμοποιήσει το διορισμό του
πατριάρχη για να ελέγχει την Ελληνική Εκκλησία, έτσι ώστε ο μόνος τρόπος που

10
J.A Petropoulos, ό.π., σελ. 143-145. G. Maurer, ό.π, τ. II, σελ. 154.
91

υπήρχε για το καινούριο κράτος της Ελλάδας να αποκρούσει αυτή την πίεση θα ήταν
11
μία Σύνοδος ανεξάρτητη από την Κωνσταντινούπολη .
Ο Maurer θεωρούσε την Εκκλησία ως υπηρεσία και «υφιστάμενο» του
κράτους. Το πρότυπο γι' αυτόν ήταν η κατάσταση που επικρατούσε στην πατρίδα
του, όπου η κοσμική εξουσία της Βαυαρίας κυριαρχούσε πάνω στην Καθολική και
12
Προτεσταντική Εκκλησία .
Στις αρχές Απριλίου η Αντιβασιλεία εξέδωσε διατάγματα που εξέθεταν τα
καθήκοντα των διαφόρων υπουργείων του βασιλείου. Το διάταγμα του Maurer που
αναφερόταν στο υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Παιδείας περιείχε έντεκα
μέρη, τα οποία κάλυπταν θέματα όπως η διάκριση εξουσίας μεταξύ κοσμικών και
εκκλησιαστικών αρχών, η φροντίδα για τις εκκλησίες και την εκκλησιαστική
περιουσία, η διευθέτηση των χειροτονιών, η εγκυρότητα των εγγράφων που εξέδιδαν
οι επίσκοποι και μιλούσε για την εξουσία του υπουργείου να συγκαλεί Σύνοδο 13 .
Καθιστούσε σαφές ότι η Εκκλησία έπρεπε να έχει συγκεκριμένες αρμοδιότητες και
βρίσκεται υπό τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας.

β. Οι γνωμοδοτήσεις της εκκλησιαστικής επιτροπής

Η κύρια υπόθεση του Απριλίου ήταν η έναρξη των συσκέψεων της


Εκκλησιαστικής επιτροπής που άρχισε τις εργασίες της στις 17 Απριλίου μέχρι τις 2
Μαΐου. Οι συζητήσεις επεκτάθηκαν πάνω σε όλα τα προβλήματα που υπήρχαν εκείνο
τον καιρό στην Εκκλησία της Ελλάδος. Στην πρώτη συνεδρίαση μπόρεσαν να
συμφωνήσουν ότι η Εκκλησία πρέπει να είναι αυτοκέφαλη. Στις επόμενες
συνεδριάσεις έγιναν προτάσεις για τη δημιουργία μίας Συνόδου, για τη σύνθεση και
τη λειτουργία της, καθώς και για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την καλύτερη
οργάνωση του κλήρου. Συνολικά έγιναν έντεκα συνεδριάσεις και στο τέλος εκδόθηκε
μια έκθεση που στάλθηκε στους επισκόπους μαζί με ένα ερωτηματολόγιο, ζητώντας
τη γνώμη τους για το ζήτημα του χωρισμού από την Κωνσταντινούπολη14.
Η αναφορά της επιτροπής εξηγούσε τους λόγους που επέβαλαν τη σύνταξη
του νέου καταστατικού της Εκκλησίας, το οποίο θα την ανεξαρτητοποιούσε από το

11
C. Frazee, ό.π., σελ. 138-139.
12
Α. Chroust, Gesandtschaftsberichte aus München, 1814-1848, Abteilung I. Die Berichte der
französischen Gesandten, τ. 2, Μόναχο 1935, σελ. 275, 279.
13
Εφημερίς της Κυβερνήσεως, Ναύπλιο, 10 Απριλίου 1833, αρ. 14, σελ. 93.
14
C. Frazee, ό.π., σελ. 140. Χ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 72-90. G. Maurer, ό.π, τ. Π, σελ. 155.
92

Πατριαρχείο. Εξέταζε συνοπτικά την ιστορία της Εκκλησίας στον ελλαδικό χώρο,
στους αρχαίους και μέσους χρόνους και αναφέρονταν παραδείγματα από άλλες
Εκκλησίες, που ήταν ενωμένες με την Κωνσταντινούπολη στην πίστη και στην
λατρεία, αλλά ήταν αυτόνομες, όπως της Ρωσίας και της Κύπρου. Προβάλλονταν όλα
τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας σχέσης, αλλά δεν αναφερόταν τίποτα για τα
προβλήματα που θα έπρεπε να αντιμετωπίσει μια ανεξάρτητη Εκκλησία. Σύμφωνα με
τον Maurer, όλοι οι επίσκοποι αντέδρασαν θετικά στην αναφορά της επιτροπής και
παρακινούσαν το βασιλιά να εγκαθιδρύσει μία αυτόνομη Σύνοδο για την
13
διακυβέρνηση της Εκκλησίας . Οι θετικές αντιδράσεις των επισκόπων στην αναφορά
της επιτροπής υποκινούνταν και από οικονομικά κριτήρια, αφού μια ανεξάρτητη
Εκκλησία δε θα είχε οικονομικές υποχρεώσεις προς το Πατριαρχείο.
Σε αρκετές καινούριες διατάξεις που εξέδωσε το υπουργείο των
Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Παιδείας κατά τη διάρκεια του Απριλίου και
Μαΐου, επανατοποθετούσε τη θέση του σχετικά με μερικά ζητήματα και διεύρυνε τον
έλεγχο του πάνω στην Εκκλησία. Απαγορευόταν η ίδρυση οποιασδήποτε νέας
θρησκείας και κάθε είδους προσηλυτισμού, καθώς και η αλληλογραφία του κλήρου
και άλλων εκκλησιαστικών αρχών εκτός Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένου και του
Πάπα. Οι κληρικοί έπρεπε να δίνουν όρκο νομιμοφροσύνης, δεν μπορούσαν να
συγκαλούν καμία συνέλευση χωρίς κυβερνητική έγκριση και άλλα πολλά 16 . Με όλα
αυτά τα διατάγματα η Εκκλησία όλο και πιο πολύ υποδουλωνόταν στον κοσμικό
έλεγχο, ενώ της είχε παραχωρηθεί μόνο το «προνόμιο» να διευθετεί χωρίς επιτήρηση
τις δικές της εσωτερικές υποθέσεις. Οι ενέργειες του υπουργείου φανέρωναν καθαρά
τη διοικητική εποπτεία που σκόπευε να επιβάλει στα εκκλησιαστικά θέματα του
βασιλείου.

γ. Η σύνοδος του Ναυπλίου

Η Αντιβασιλεία και η εκκλησιαστική επιτροπή, για να δώσουν νομιμότητα


στις ενέργειες τους σχετικά με την Εκκλησία, γνώριζαν ότι έπρεπε να
συμβουλεύονται και τους επισκόπους. Έτσι αποφασίστηκε να συγκροτηθεί μία

15
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 148-150. Χρυσ. Παπαδόπουλος «Οι εισηγηταί της ιδρύσεως
Αυτοκέφαλου Εκκλησίας εν Ελλάδι κατά το 1833», Πάνταινος, Αλεξάνδρεια Ζ' 2, 1915 αρ. 44-45., Η'
αρ. 1-2.
16
Εφημερίς της Κυβερνήσεως, Ναύπλιο, 26 Απριλίου, 4 Μαίου 1833, 17 και 18, σελ. 116. Αθηνά,
Ναύπλιο, 10 Μαίου 1833, 110, σελ. 443.
93

σύνοδος στο Ναύπλιο όπου η κυβέρνηση θα παρουσίαζε τις θέσεις της . Οι


παραλήπτες της πρόσκλησης για τη σύνοδο του Ναυπλίου δεν ήταν μόνο οι εν
ενεργεία επίσκοποι της Ελλάδας, αλλά περιελάμβαναν ιεράρχες διωγμένους από την
Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στην πραγματικότητα οι εκλεγμένοι επίσκοποι που είχαν
απομείνει στην Πελοπόννησο ήταν μόνο οκτώ, και περίπου το ίδιο στη βόρεια
Ελλάδα και στα νησιά 18 .
Στην εναρκτήρια ημέρα της συνόδου του Ναυπλίου, στις 15 Ιουλίου,
παρευρέθηκαν είκοσι δύο ιεράρχες, από τους οποίους οι εννιά μόνο ήταν γηγενείς και
δεκατρείς από τις οθωμανικές περιοχές. Υπεύθυνος για την διεξαγωγή της
συνάντησης ήταν ο Σπυρίδων Τρικούπης, με βοηθούς του τον Σχινά και τον
Βυζάντιο.
Ο Τρικούπης τους προσφώνησε και στο λόγο του σκιαγράφησε το σκοπό της
συνόδου, που ήταν η αποκατάσταση της αξιοπρέπειας της Ελληνικής Εκκλησίας στον
προ της αλώσεως βαθμό. Πρότεινε να γίνουν δύο ενέργειες: Πρώτον την επίσημη και
οριστική δήλωση της ήδη υπάρχουσας ανεξαρτησίας της Ελληνικής Εκκλησίας από
όλες τις ξένες όσον αφορά την εξωτερική της θέση, διατηρώντας ταυτόχρονα μια
τέλεια ενότητα ως προς τα δόγματα που ομόφωνα κηρύσσονται από όλες τις
Εκκλησίες της Ανατολής. Δεύτερον την εγκαθίδρυση μιας διαρκούς συνόδου,
τοποθετημένη από τον Βασιλιά που θα θεωρείται ως η ύψιστη εκκλησιαστική αρχή
σύμφωνα με το παράδειγμα της Ρωσικής εκκλησίας1 .
Μετά από μακρά συζήτηση και επεξηγήσεις ορισμένων σημείων, ο Τρικούπης
και οι βοηθοί του αποσύρθηκαν για να επιτρέψουν στους συνεδριάζοντες επισκόπους
να συζητήσουν τα μέτρα. Σύμφωνα με το πλήθος των εκθέσεων, η αντίθεση προς το
πνεύμα των προτάσεων ήταν μικρή. Ο Φαρμακίδης τονίζει πως μόνο δύο ιεράρχες
είχαν αντίθετη άποψη στις κυβερνητικές προτάσεις. Μεταξύ των επισκόπων ήταν
μερικοί «που ήσαν εναντίον της έκφρασης της δεύτερης πρότασης, σύμφωνα με το
παράδειγμα της Ρωσικής Εκκλησίας. Επιμένοντας ότι δεν υπάρχει τίποτα σ' αυτή τη
χώρα που θα χρειαζόταν η Ελληνική Εκκλησία να το θεωρήσει ως παράδειγμα, είτε
ως προς την ορθοδοξία»20. Ύστερα από αυτά έληξαν οι συζητήσεις, κάλεσαν τον

17
Η προσκλητήρια επιστολή δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αθηνά. Αθηνά, Ναύπλιο, 12 Ιουλίου 1833,
128, σελ. 511.
18
C. Frazee, ό.π., σελ. 144.
19
Εφημερίς της Κυβερνήσεως, Ναύπλιον, 1 Αυγούστου 1833, τα. 23, σελ. 175. Β. Stephanides, ό.π., τ.
II, σελ. 229.
20
. C. Frazee, ό.π., σελ. 144-145.
94

Τρικούπη και του ανακοίνωσαν ότι η ομοφωνία ήταν υπέρ των προτάσεων, αλλά οι
επίσκοποι ζητούσαν να αλλάξει η διατύπωση τους.
Η πλειοψηφία της Αντιβασιλείας αποφάσισε λοιπόν να «ανακαινίσει»
ολόκληρη τη δομή της Εκκλησίας. Ο τελικός διακανονισμός του θέματος
περιελάμβανε τρία βασικά σημεία: α) την εγκαθίδρυση Αυτοκέφαλου Εκκλησίας, β)
τη δημιουργία καισαροπαπικού συστήματος και γ) τη μερική διάλυση των μονών.
Τα δύο πρώτα ενσωματώθηκαν στο διάταγμα της 4 η ς Αυγούστου 1833.
Σύμφωνα με αυτό, η Εκκλησία της Ελλάδας ανακηρύχτηκε ανεξάρτητη από το
Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, τμήμα του οποίου αποτελούσε ως την έναρξη
της επανάστασης. Επισημοποιείται έτσι ένας de facto χωρισμός, που είχε επιβληθεί
στην αρχή της επανάστασης, όταν ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως υποκύπτοντας
στην πίεση της οθωμανικής εξουσίας αποκήρυξε τους επαναστάτες. Ο χωρισμός
περιοριζόταν σε διοικητικά ζητήματα και όριζε ρητά τη συνεχιζόμενη δογματική
ενότητα της Εκκλησίας της Ελλάδος με όλες τις ορθόδοξες Εκκλησίες. Η
μονόπλευρη ενέργεια της Αντιβασιλείας για την εγκαθίδρυση Αυτοκέφαλης
Εκκλησίας και η μη διαπραγμάτευση κάποιου διακανονισμού με τον Πατριάρχη
αποτελούσε προειδοποίηση να αποφευχθεί κάθε του ανάμειξη στα ελληνικά
εκκλησιαστικά ζητήματα .
Τα μέλη της εκκλησιαστικής επιτροπής συμφώνησαν με τις τροποποιήσεις
των προτάσεων τους και αφού τις κατέγραψαν δεόντως, όλοι οι επίσκοποι που ήσαν
παρόντες τις υπέγραψαν. Μετά από έντεκα αιώνες ενότητας η Εκκλησία της Ελλάδος
είχε κάνει το σοβαρότερο βήμα να αποκοπεί επίσημα από το Πατριαρχείο
Κωνσταντινουπόλεως22.
Ο Maurer ήταν κατευχαριστημένος, αν και δεν του προξένησε έκπληξη το
αποτέλεσμα. Μέσα σε λίγες μέρες ήταν έτοιμος να υποβάλει τον καινούριο
Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας .
Ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας που εκδόθηκε στις 23 Ιουλίου 1833,
εν ονόματι του βασιλέα, δημιούργησε μια αλλαγμένη Εκκλησία για την Ελλάδα.
Σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του αναγνωριζόταν το αυτοκέφαλο της Ελληνικής
Εκκλησίας ενώ στο δεύτερο άρθρο γινόταν λόγος για τη οργάνωση της Ιεράς

21
Κ. Οικονόμου, ό.π, τ. II, σελ. 177-184.
22
Ch. Frazee, ό.π., σελ. 144-149. G. Maurer, ό.π., τ. II, σελ. 160-166.
23
Ο Μάουρερ αφηγείται: «Κι όσο για μένα, πείστηκα ότι αυτό το παγκοσμίου σημασίας ιστορικό
κείμενο θα σφραγίσει την αρχή μιας νέας εποχής και όχι μόνο για την Ελληνική εκκλησία». G. Maurer,
ό.π., τ. II, σελ. 160.
95

Συνόδου . Το τρίτο άρθρο κανόνιζε τη συμμετοχή στη Σύνοδο. Θα αποτελείτο από


τον πρόεδρο και τουλάχιστον δύο συμβούλους καθώς και δύο άλλους που μπορεί να
ήταν ή να μην ήταν σύμβουλοι. Η κυβέρνηση αν ήθελε μπορούσε να διορίζει
κυβερνητικούς επιτρόπους αντί συμβούλων. Η διαφορά ήταν ότι οι κυβερνητικοί δεν
ήταν ανάγκη να είναι επίσκοποι, αλλά μπορούσαν να εκλεγούν μεταξύ του
κατωτέρου κλήρου ή των μοναχών, όπως ανέφερε το άρθρο τέσσερα. Τέλος
' αναφερόταν ότι η κυβέρνηση θα διατηρούσε το δικαίωμα των διορισμών στην Ιερά
Σύνοδο. Το δικαίωμα στο διορισμό των μελών της Συνόδου έδινε στην Πολιτεία τη
δυνατότητα να έχει τον τελευταίο λόγο στις εκκλησιαστικές υποθέσεις23.
Τα επόμενα άρθρα ασχολούνταν με την αλλαγή των μελών της Συνόδου και
με τη διεξαγωγή των διαφόρων υποθέσεων. Συγκεκριμένα το άρθρο έξι αναφερόταν
στο βασιλικό επίτροπο και στο γραμματέα και το επόμενο άρθρο περιέγραφε τα
καθήκοντα τους. Ιδιαίτερη σημασία δινόταν στο βασιλικό επίτροπο. Αυτός έπρεπε να
παρευρίσκεται σε όλες τις συνεδριάσεις της Συνόδου και «κάθε πράξις γενομένη εν
απουσία του είναι άκυρος». Αυτό σημαίνει ότι η κεντρική εξουσία θα έπρεπε να είναι
ενήμερη για τα θέματα που συζητούνταν στην Ιερά Σύνοδο. Ο επίτροπος είχε τη
δυνατότητα να υποβάλλει προτάσεις στη Σύνοδο που εξετάζονταν πριν από κάθε
άλλη εργασία .
Η δυνατότητα της Συνόδου να ενεργεί για τα «εντός της Εκκλησίας»
ζητήματα ήταν υπό κυβερνητικό έλεγχο και «πριν ζητηθή η έγκρισις της
Κυβερνήσεως, δεν ημπορεί να κοινοποιηθή ουδέ να εκτελεσθή καμμία συνοδική
απόφασις». Το δέκατο άρθρο καθόριζε αυτά που θεωρούνταν εσωτερικά ζητήματα:
δόγμα λατρεία, κατήχηση, υπακοή των κληρικών και φροντίδα για τους ναούς. Στα
επόμενα άρθρα ανατίθεται στην Εκκλησία η ευθύνη για τη διατήρηση των δογμάτων
αναλλοίωτων και το καθήκον να πληροφορεί τις κοσμικές αρχές αν κάποιος

24
«Άρθρο 1. Η ορθόδοξος Ανατολική Αποστολική Εκκλησία του Βασιλείου της Ελλάδος, εν Πνεύμαπ
μη αναγνωρίζουσα άλλην κεφαλήν, παρά τον Θεμελιωτήν της Χριστιανικής πίστεως τον Κύριον και
Σωτήρα ημών Ιησούν Χριστόν, κατά δε το διοικητικόν μέρος έχουσα αρχηγόν τον Βασιλέα της
Ελλάδος, είναι αυτοκέφαλος και ανεξάρτητος από πάσης άλλης εξουσίας φυλαττομένης
απαραχάρακτου της δογματικής ενότητος, κατά τα παρά πασών ορθοδόξων Ανατολικών εκκλησιών
ανέκαθεν πρεσβευόμενα Άρθρον 2. Η υπέρτατη εκκλησιαστική εξουσία εναπόκειται, υπό την του
Βασιλέως κυριαρχίαν, εις χείρον Συνόδου διαρκούς, φερούσης το όνομα «Ιερά Συνόδου του Βασιλείου
της Ελλάδος». Ο Βασιλεύς προσδιορίζει δι' οργανικού διατάγματος την Γραμματείαν της επικρατείας
ήτις θέλει ενεργεί τα της κυριαρχίας ταύτης, και υπό την οποία θέλει διατελεί κατά τούτον η Σύνοδος.
Η Σύνοδος αύτη προεδρεύει εις την καθέδραν του Βασιλέως, κρατεί ίδιαν σφραγίδα έχουσα
εγκεχαραγμένον σταυρόν απαράλλακτον με το εν μέσω των παρασήμων του Κράτους και φέρουσα την
περιγραφήν «Ιερά Σύνοδος του Βασιλείου της Ελλάδος». Κ. Οικονόμος, ό.π., σελ. 177-184.
25
C. Frazee, ό.π., σελ. 147-148.
26
C. Frazee, ό.π., σελ. 148.
96

επιζητούσε να διαταράξει τη δογματική πίστη της Εκκλησίας. Ο προσηλυτισμός


απαγορευόταν. Η Σύνοδος έπρεπε να «επαγρυπνή εις την ευκοσμίαν των εκ του
Κλήρου,, και φροντίζη ώστε να μην ενασχολώνται εις πολιτικά πράγματα, μηδέ να
27
λαμβάνωσιν την παραμικράν μετοχήν εις αυτά» .
Η κυβέρνηση τόνισε ότι πολλές ενέργειες τέτοιας φύσης έχουν διπλή όψη,
θρησκευτική και κοσμική. Γι' αυτό όλες οι ενέργειες έπρεπε να υπόκεινται στον
έλεγχο της πολιτείας, και αν αποδειχθούν επιζήμιες για το δημόσιο συμφέρον να
μπορεί η πολιτεία να θέσει βέτο. Στο δέκατο άρθρο αναφερόταν ότι οι αρχιερείς
υπόκεινται στον τέλειο έλεγχο της Συνόδου, ότι η κυβέρνηση θα αποφάσιζε για τον
αριθμό των επισκοπών και ότι με τη συμβουλή της Συνόδου, οι κρατικοί
αξιωματούχοι θα μπορούσαν να τους μεταθέτουν, να τους κάνουν αργούς ή να τους
εκθρονίζουν. Ο κλήρος επίσης υπόκειται στα κοσμικά δικαστήρια, αστικά και
ποινικά, σε περίπτωση εγκλήματος. Τέλος απαγορεύτηκε στους κληρικούς η
αλληλογραφία και κάθε άμεση επαφή «με εξωτερικός κοσμικός ή Εκκλησιαστικάς
το
Αρχάς» .

δ. Το περιεχόμενο των αλλαγών

Όλα τα σημεία του διακανονισμού, όπως είναι φανερό, αναφέρονταν στις


σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους και τις ρύθμιζαν προς όφελος του Κράτους . Αρχηγός
της Εκκλησίας ανακηρύχθηκε ο βασιλιάς και η διακυβέρνηση της ανατέθηκε στην
Ιερά Σύνοδο, η οποία αποτελείτο από πέντε κληρικούς διορισμένους στην ουσία από
το βασιλιά. Ο καταστατικός χάρτης της Εκκλησίας έκανε διάκριση ανάμεσα σε
εξωτερικές και εσωτερικές υποθέσεις. Στις εξωτερικές συγκαταλέγονταν η
οριοθέτηση των επισκοπών και η εποπτεία των μονών. Το κράτος ασκούσε άμεσο
έλεγχο μέσω της Γραμματείας επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας
Εκπαιδεύσεως. Στις εσωτερικές συγκαταλέγονταν δογματικές και λειτουργικές

* Ph. Vapheides (Bapheides), «Εκκλησιαστική Ιστορία από του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μέχρι
των καθ' ημάς χρόνων», τ. III, Νέα Εκκλησιαστική Ιστορία (1453-1908), Κωνσταντινούπολη 1912, σελ.
385. C. Frazee, ό.π., σελ. 148-150.
28
Το κείμενο είναι δημοσιευμένο στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, Ναύπλιο, 1 Αυγούστου 1833,
23, σελ. 169-174. Το παραθέτει και ο Κ. Οικονόμος, ό.π., σελ. 177-184.
29
«Αυτό σημαίνει μεταλλαγή της Ορθοδοξίας σε κρατική θρησκευτική υπηρεσία-κρατικό θεσμό από
περιέχον σύνολη την κοινωνική πραγματικότητα. Στην αλλαγή αυτή, «Θεός και Εκκλησία δεν ήταν
δυνατόν να λειτουργήσουν ως αυτόνομη από την κρατική εξουσία υπερβατική αυθεντία και πολύ
περισσότερο δεν ήταν δυνατόν να ασκούν αυτόνομη επιρροή στο κοινωνικό σύνολο» Γ. Μεταλληνός,
Σχέσεις και Αντιθέσεις. Ανατολή και Δύση στην πορεία του Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 1998, σελ. 80.
97

υποθέσεις. Η Εκκλησία με φορέα τη Σύνοδο θα απολάμβανε πλήρη αυτονομία. Μια


30
σειρά όμως από διατάξεις εξουδετέρωναν την αυτονομία αυτή . Έτσι ο βασιλιάς θα
διόριζε τα μέλη της Συνόδου κάθε χρόνο. Βασιλικός επίτροπος θα παρευρισκόταν σε
όλες τις συνεδρίες και οι συνοδικές αποφάσεις θα αποκτούσαν εγκυρότητα μόνο
ύστερα από βασιλική έγκριση. Μέχρι το 1840 βασιλικός επίτροπος ήταν ο Θεόκλητος
Φαρμακίδης. Η Σύνοδος δεν μπορούσε να επικοινωνεί με κανέναν εκτός του
ελληνικού βασιλείου, (η διάταξη στρεφόταν εναντίον του Τσάρου της Ρωσίας και του
Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως). Οι συνεννοήσεις της Ι.Σ. με τον κλήρο θα
31
γίνονταν μόνο μέσω της Γραμματείας επί των Εκκλησιαστικών .
Συνολικά υπήρχαν είκοσι πέντε άρθρα που το καθένα «υποδούλωνε» όλο και
πιο πολύ την Εκκλησία στην πολιτεία. Η Εκκλησία ήταν πια χωρίς κανένα κύρος και
σε πλήρη εξάρτηση από την πολιτεία . Όλες οι αποφάσεις των εκκλησιαστικών
οργάνων δεν είχαν ισχύ χωρίς την έγκριση της πολιτικής ηγεσίας.

ε. Η ίδρυση της Ιεράς Συνόδου

Δύο μέρες μετά τη δημοσίευση του κειμένου, στις 25 Ιουλίου, αναγγέλθηκαν


τα μέλη του κυβερνώντος σώματος της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Ιεράς Συνόδου.
Πρόεδρος ήταν ο μητροπολίτης Κορίνθου Κύριλλος και μέλη οι μητροπολίτες Θηβών
Παΐσιος, Σαντορίνης Ζαχαρίας, ο τοποτηρητής Ήλιδος Κύριλλος και ο Ανδρούσης
Ιωσήφ. Ως κυβερνητικός επίτροπος τοποθετήθηκε ο Κωνσταντίνος Σχινάς και
γραμματέας της Συνόδου ο Θεόκλητος Φαρμακίδης . Στις 27 του μηνός η νέα
Σύνοδος έστειλε εγκύκλιο στις εκκλησίες της Ελλάδας δικαιώνοντας την καινούρια
κατάσταση, υποστηρίζοντας ότι ουσιαστικά η Εκκλησία ήταν αυτοκέφαλη από το

Ο Όθων βρισκόταν ακόμα στη Βαυαρία όταν έγραφε στον πατέρα του τον Μάιο του 1832, «... μια
πνευματική κυριαρχία στη χώρα θα μπορούσε να αποβεί επικίνδυνη για τον κοσμικό ηγεμόνα, αν
κάποια στιγμή η κεφαλή της Εκκλησίας πήγαινε με το μέρος ενός κόμματος, τότε ολόκληρος ο κλήρος
και μαζί του ο λαός, θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον του. Πιστεύω πως οι δυσκολίες αυτές
μπορούν να παρακαμφούν αν συσταθεί μια σύνοδος υπό την προεδρία ενός μητροπολίτη, ο οποίος
ωστόσο θα είναι κάτι σαν πρόεδρος των δικών μας νομοθετικών σωμάτων, δε θα διαθέτει δηλαδή
πραγματική εξουσία. Ο ηγεμόνας θα μπορούσε να ανανεώνει τα μέλη της συνόδου κατά ταχτά χρονικά
διαστήματα.». J. Petropoulos, ό.π., σελ. 218. Τρυφ. Ευαγγελίδης, Η ιστορία του Όθωνος, Βασιλέως της
Ελλάδος, Αθήνα 1893, σελ. 58-59.
31
Ο Κ. Οικονόμου, ο πιο δυναμικός υπέρμαχος των δικαιωμάτων της Εκκλησίας και ένθερμος
υποστηριχτής της συντηρητικής άποψης είχε δίκιο όταν διαπίστωνε πως η Εκκλησία βρισκόταν
εντελώς «κάτω από το πέλμα της κοσμικής εξουσίας». Δεν ήταν σκοπός του νόμου μόνο η
ανεξαρτησία από την Κωνσταντινούπολη αλλά και η απαλλαγή του κλήρου από κάθε ανάμειξη του
στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα Κ. Οικονόμος, ό.π., τ. II, σελ. 198-200.
32
Ch. Frazee, ό.π., σελ. 149.
33
Δ.Σ. Μπαλάνος, ό.π., σελ. 189. C. Frazee, ό.π., σελ. 153.
98

1821, και το Καταστατικό απλώς κανόνιζε τη θέση αυτή της Εκκλησίας. Υποστήριζε
ότι στο μέλλον τα ευεργετήματα που θα κέρδιζε θα ήταν μεγάλα, τόσο στη θρησκεία
όσο και στην ηθική, με την προϋπόθεση της νομιμοφροσύνης όλων προς την
Εκκλησία και το κράτος της Ελλάδας3 . Όταν ο μητροπολίτης Κύριλλος έστειλε
επιστολή στον πατριάρχη σχετική με την καινούρια κατάσταση των υποθέσεων στην
Ελλάδα, του επεστράφη ανέγγιχτη.
Σύμφωνα με την ίδρυση της η Ιερά Σύνοδος θα αποτελείτο από 5 μέλη, από
αρχιερείς του Βασιλείου οι οποίοι είχαν επισκοπές. Τη θέση του προέδρου θα κατείχε
ο εκάστοτε μητροπολίτης Αθηνών, ενώ τις θέσεις των τεσσάρων συνέδρων θα
κατείχαν κληρικοί από την τάξη των αρχιερέων. Η ετήσια συνοδική περίοδος θα
άρχιζε την 1 η Σεπτεμβρίου κάθε έτους. Στις συνεδριάσεις της θα ήταν παρών
βασιλικός επίτροπος, ο οποίος δεν θα είχε δικαίωμα ψήφου. Θα υπέγραφε όμως όλες
τις εκδιδόμενες αποφάσεις και πράξεις της Συνόδου. Η έλλειψη της υπογραφής του
θα καθιστούσε το έγγραφο άκυρο. Η Σύνοδος θα είχε Α' και Β' Γραμματέα, έναν ή
δύο γραφείς καθώς και ένα κλητήρα. Τα καθήκοντα της θα διαχωρίζονταν σε
εσωτερικά και εξωτερικά. Στα μεν πρώτα θα ενεργούσε ανεξάρτητα από την πολιτική
Αρχή ενώ στα εξωτερικά θα ενεργούσε με τη σύμπραξη και την έγκριση της
Κυβέρνησης. Στα εσωτερικά της καθήκοντα θα ανήκαν: Η πίστη και η ορθή
διδασκαλία των δογμάτων. Διατάξεις για την θεία λατρεία σύμφωνα με τους
εκκλησιαστικούς κανόνες. Η εκτέλεση των καθηκόντων κάθε τάξης του κλήρου. Η
θρησκευτική διδαχή προς τον λαό, υπό την προϋπόθεση ότι δεν προσβάλλεται το
πολίτευμα και οι νόμοι του κράτους. Η εκκλησιαστική πειθαρχία. Η δοκιμασία των
μελλόντων κληρικών και η χειροτονία τους. Η καθιέρωση των ιερών ναών. Η
εκπλήρωση των θρησκευτικών και εκκλησιαστικών υποχρεώσεων, των οριζόμενων
από τον καθιερωμένο κανονισμό της ορθοδόξου Εκκλησίας. Στα εξωτερικά
καθήκοντα της Συνόδου θα ανάγονταν κυρίως ο περιορισμός των πομπών,
παρατάξεων, στις εκκλησιαστικές τελετές, εφ' όσον αυτός δεν θα αντέβαινε την
παραδεδεγμένη τάξη της Εκκλησίας. Διατάξεις για εκπαιδευτικά, περιθαλπτικά και
σωφρονιστικά καταστήματα, για αυτούς που προέρχονταν από τον κλήρο. Οι
έκτακτες εκκλησιαστικές τελετές, όταν αυτές θα επρόκειτο να γίνουν σε εργάσιμες
μέρες ή εκτός του ναού 35 .

Εφημερίς της Κυβερνήσεως, Ναύπλιο, 1 Αυγούστου 1833, 23, σελ. 177. Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ.
190-193. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 111.
35
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 113-115.
99

4.2 Τα μέτρα της Αντιβασιλείας για τις μονές

Το τρίτο μέρος των εκκλησιαστικών μέτρων, το οποίο και μας αφορά, ήρθε
λίγο αργότερα σε τρεις φάσεις. Έχοντας εξασφαλίσει όλα τα όπλα για τον έλεγχο της
Εκκλησίας, ως στόχο έβαλε τις μονές της χώρας. Πολλές από αυτές είχαν πάθει
ζημιές κατά τη διάρκεια της επανάστασης, μερικές είχαν εγκαταλειφθεί τελείως, και
σε άλλες υπήρχε περιορισμένος αριθμός μοναχών. Γι' αυτό η Σύνοδος υπέδειξε το
κλείσιμο των μονών που είχαν λιγότερους από τρεις μοναχούς, αλλά η Αντιβασιλεία
ανέβασε τον αριθμό σε έξι, και με διάταγμα της 7ης Οκτωβρίου 1833 η κυβέρνηση
έπαυσε τη λειτουργία όλων των ολιγάριθμων ανδρικών μονών της χώρας 36 . Στο
διάταγμα συμπεριλαμβάνονταν και οι μονές εκείνες που ήταν κατεστραμμένες,
ανεξάρτητα από τον αριθμό των μοναχών που πιθανόν να ήταν γραμμένοι στα
μοναχολόγιά τους. Το πρώτο διάταγμα λοιπόν όταν δημοσιεύτηκε, 7 Οκτωβρίου
1833, όριζε την κατάργηση όλων των ανδρικών μονών που είχαν λιγότερους από 6
μοναχούς. Το δεύτερο διάταγμα, 9 Μαρτίου 1834, διέλυε όλες τις γυναικείες μονές,
εκτός τριών, μία για κάθε κύρια γεωγραφική περιοχή. Με το τρίτο, 8 Μαΐου 1834,
απαγορευόταν στο εξής κάθε δωρεά ιδιοκτησίας από ιδιώτες προς την Εκκλησία.
Διεξοδικότερα οι φάσεις αυτές θα αναφερθούν στη συνέχεια.

α. Η επταμελής επιτροπή

Ενώ γινόταν φανερό πως αναγνωριζόταν η ιδιοκτησία των μονών και το


δικαίωμα να διαθέτουν ελεύθερα τα εισοδήματα τους, (τα οποία προέρχονταν: α) από
τις ετήσιες επικαρπίες των αμπελιών, των ελιών, των κήπων, των περιβολιών, β) από
μελίσσια και ποίμνια, γ) από τόκους δανείων, δ) από ξυλεία, ασβεστοκάμινα,
κεραμοκάμινα, ε) από εισφορές ευσεβών πιστών, στ) από το πανηγύρι της μονής, ζ)
από ενοικιάσεις πολυετείς ή μονοετείς, μύλων, νεροτριβών, οικιών, αποθηκών,
εργαστηρίων, λιβαδιών, ποιμνιοστασίων), καθώς και να συνεισφέρουν για την
βελτίωση της Εκκλησίας και της Παιδείας. Συστάθηκε μια επταμελής επιτροπή από
την Αντιβασιλεία στις 27\3\1833 που σκοπό θα είχε να μελετήσει την κατάσταση των
μονών και να ορίσει τον απαιτούμενο αριθμό των μοναχών που θα έπρεπε να έχουν οι
μονές για να μπορέσουν να διατηρηθούν. Από πληροφορίες του Maurer τα κτήματα

C. Frazee, ό.π., σελ. 155-156.


100

των μονών κατείχαν το 1/4 του εδάφους του Ελληνικού Βασιλείου. Υπολογίζει την
αξία των κτημάτων αυτών σε 2.149.980 δρχ. αλλά προφανώς οι πληροφορίες του δεν
ήταν ακριβείς37. Ένα είναι σίγουρο: ότι η κτηματική περιουσία των μονών ήταν
παραμελημένη. Σε κάποιες περιπτώσεις τα εισοδήματα των μονών
κατασπαταλούνταν από τους μοναχούς τους και ολόκληρη η κατάσταση του
μοναχικού βίου ήταν δυσάρεστη, οπότε απαιτείτο να ληφθεί και κάποια πρόνοια
όπως υπέδειξε η εθνοσυνέλευση του Άργους και ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός.
Η επιτροπή αυτή, (η σύνθεση της οποίας έδειχνε τον χαρακτήρα του
μελλοντικού διακανονισμού, για την οργάνωση των εκκλησιαστικών), γνωμάτευσε,
με την υπόδειξη της Αντιβασιλείας, ότι δεν θα έπρεπε να συνεχίσει τη λειτουργία της
μονή με λιγότερους των τριάντα μοναχούς3 .
Στη Γ συνεδρία της η επιτροπή πρόσθεσε και άλλες διατάξεις για τους
μοναχούς και τις μονές. Σύμφωνα με αυτές δεν επιτρεπόταν να εισέλθει κανείς στο
μοναστικό βίο πριν από το τριακοστό έτος της ηλικίας του 3 . Όσο για την κουρά δεν
επιτρεπόταν να γίνει πριν το τριακοστό τρίτο έτος του δοκίμου. Μετά την τριετή
δοκιμασία του έπρεπε να πάρει την έγκριση από τον αρμόδιο επίσκοπο για να καρεί,
ύστερα από πληροφορίες για τη δοκιμασία του από τον ηγούμενο και τους άλλους
μοναχούς της μονής. Κατά την περίοδο της δοκιμασίας μπορούσε να επανέλθει στον
κοσμικό βίο ακωλύτως, αν το επιθυμούσε ο ίδιος.
Όλες οι μονές θα μετατρέπονταν σε κοινόβιες. Κοινόβιο με λιγότερους των
τριάντα μοναχών δεν μπορούσε να υπάρξει. Στην αντίθετη περίπτωση οι μοναχοί
έπρεπε να μεταβούν σε άλλες μεγαλύτερες μονές. Απαγορευόταν αυστηρά σε
μοναχούς των κοινοβίων να περιφέρονται εκτός της μονής, σε χωριά ή πόλεις χωρίς
την άδεια του ηγουμένου. Η άσκοπη περιφορά των μοναχών εκτός μονής είναι κάτι
που είχε απασχολήσει την ηγεσία της Εκκλησίας, από την περίοδο της οθωμανικής
40
κυριαρχίας .
Ο ηγούμενος ή ο αρχιμανδρίτης της μονής θα εκλεγόταν με πλειοψηφία από
τους μοναχούς του κοινοβίου και η εκλογή του θα επικυρωνόταν από τον αρμόδιο

37
Επ. Κυριακίδης, Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού από της ιδρύσεως του Βασιλείου της Ελλάδος
μέχρι των ημερών μας 1832-1892, τ. 1, Αθήνα 1892, σελ. 35-37. G. Maurer, ό.π., τ. II, σελ. 179-180,
470.
jS
«Διορίζομε να μη συνιστώσι κοινόβιον ολιγότεροι των τριάκοντα μοναχοί και κατά τούτο
καθαιρούνται όλες οι ολιγότερους του αριθμού αυτού έχουσας μοναχούς μονές, και τοιαύτες είνε αι
περισσότεροι, ώστε ο αριθμός των μονών περιορίζεται στο εξής εις μικρότατον κατ' αυτήν την
διάταξιν». Σχέδιον Εκκλησιαστικού κανονισμού του Βασιλείου της Ελλάδος, κεφ. ΙΑ'.
39
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222-223.
40
Π Κονόρτας, ό.π., σελ. 383, 389.
ΙΟΙ

επίσκοπο . Απαγορευόταν η είσοδος γυναικών ή νέων σης μονές. Ο κάθε μοναχός


όφειλε να ασχολείται με κάποια εργασία, «προς πορισμόν των προς το ζην». Όταν τα
έσοδα της μονής δεν επαρκούσαν για τη διατροφή, την ενδυμασία, την περίθαλψη
των μοναχών και τη συντήρηση της μονής, η κυβέρνηση όφειλε να δίνει χρήματα από
το ειδικό για τα εκκλησιαστικά ταμείο .
Πολλές από αυτές τις διατάξεις, όπως και η προαναφερθείσα, δεν
εφαρμόστηκαν ποτέ αφού αντικαταστάθηκαν από άλλες, για τις οποίες θα γίνει λόγος
στη συνέχεια. Στις διατάξεις, όπως είδαμε, γίνεται λόγος για την ίδρυση
εκκλησιαστικού ταμείου από τα εκκλησιαστικά και μοναστηριακά κτήματα, των
οποίων η διοίκηση ανατέθηκε στην κυβέρνηση. Αν και στην απόφαση της
κυβέρνησης δεν ελήφθησαν υπ' όψιν οι σχετικοί κανόνες της Εκκλησίας για το
αναπαλλοτρίωτο της περιουσίας της 43 . Η επιτροπή θέλησε να δικαιολογήσει τις
αποφάσεις της τονίζοντας πως αυτές μπορούσαν να βελτιώσουν την κατάσταση του
μοναχικού βίου 44 .
Ο Maurer ήταν εντυπωσιασμένος από τη δουλειά του. Πίστευε πως είχε κάνει
πολλά για να αποκαταστήσει την Εκκλησία στη θέση που είχε κατά τη βυζαντινή
περίοδο. Παραδεχόταν ότι είχε χρησιμοποιήσει ως πρότυπο το παράδειγμα της
Ρωσικής Συνόδου και τις σχέσεις της με την πολιτεία, αν και πιο σχετικό γι' αυτήν

41
«Έχει την εσωτερική διεξαγωγή και την οικονομία του κοινοβίου, δίνει λόγον της επιστασίας του εις
τον οποίον αναφέρονται και τα κατά του ηγουμένου δίκαια παράπονα των μοναζόντων». Κ.
Οικονόμος, ό.π., σελ. 134. Τ. Ware, The Ortodox Church, Οξφόρδη 1963, σελ. 79-81.
42
Τα κυριότερα έξοδα της μονής είναι: α) Έξοδα κεντρικής υπηρεσίας για τη γενική συντήρηση του
ναού και της μονής, β) Για την πληρωμή φόρων, δημοσίων και δημοτικών, γ) Έξοδα για την
καλλιέργεια αγρών, αμπελώνων, ελαιώνων, κήπων, περιβολιών, μισθών όπου αυτά καλλιεργούνταν
από υπηρέτες, ξένους, κολλήγους. δ) Έξοδα για την εκχέρσωση ακαλλιέργητων γαιών, καθώς και για
νέες φυτείες ή δενδροκομίες, ε) Για την ανέγερση νέων οικοδομών ή την συντήρηση παλαιών. στ)Για
την πληρωμή δικαστικών ή δικηγορικών τελών σε ενδεχόμενη δίκη. ζ) Για την τακτική ετήσια
συνεισφορά των ιερατικών σχολείων και τη χορήγηση υποτροφιών σε μαθητές, η) Για τη διατροφή
των μοναχών, δοκίμων, και υπηρετών της μονής, θ) Για την πληρωμή τυχόν φόρων από δάνεια, ι) Για
έκτακτα έξοδα π.χ. φάρμακα, γιατρούς, κλπ. ια) Έξοδα για ζώα που υπάρχουν στη μονή.
43
«Αυτά που έχουν αφιερωθεί είναι ιερά και ως τέτοια δεν μπορούν ούτε να αφαιρεθούν, ούτε να
χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς, από αυτούς που είναι προορισμένα. Η εκκλησιαστική
περιουσία χρησιμεύει για την κάλυψη των δαπανών της λατρείας, για συντήρηση του κλήρου και
περίθαλψη αυτών που έχουν ανάγκη. (Αποστολ. καν. μα', Αποστολ. Διαταγαί Β',κεφ. Ε' και Ζ' κεφ.
Θ'). Οι κανόνες απαγορεύουν αυστηρά τη χρήση της εκκλησιαστικής περιουσίας για άλλους σκοπούς
που δεν έχουν σχέση με τα ανωτέρω. Ακόμα περισσότερο τη χωρίς απόλυτο ανάγκη εκποίηση της
ακίνητης περιουσίας της Εκκλησίας. (Αποστολ. κανών λη', καν. ιβ' και ιγ' της ζ' οικουμ. σύνοδ.).
Στους κληρικούς τους οι οποίοι, ως διαχειριστές της την εκποιούν ή την παραχωρούν σε άλλους,
επιβάλλουν οι ιεροί κανόνες καθαίρεση, (Αποστολ. κανών, λη', καν. κδ' της η' οικουμ. σύνοδ.)
Θεωρώντας την απαλλοτρίωση των εκκλησιαστικών κτημάτων, χωρίς λόγο ή άκυρη ( καν. ιβ' της ζ'
οικουμ. σύνοδ.).
44
Όλες οι διατάξεις περιλαμβάνονται στην Έκθεση για την κατάσταση των μονών, εν Ναυπλίω, 7(19)
Ιουνίου 1833. Δ.Σ. Μπαλάνος, ό.π., σελ. 10-19.
102

την εξάρτηση ήταν το παράδειγμα του Συντάγματος της Βαυαρικής Προτεσταντικής


45
Εκκλησίας, το Κονστιτόριον (Constitorium) του 1818 .

β. Το εκκλησιαστικό ταμείο και η βιωσιμότητα του

Λίγες μέρες μετά τη σύσταση της Ιεράς Συνόδου (5 Αυγούστου 1833) το


Υπουργείο των Εκκλησιαστικών υπέδειξε στη Σύνοδο να διασκεφθεί για την ίδρυση
Εκκλησιαστικού Ταμείου, με σκοπό τη μισθοδοσία του κλήρου και τη συντήρηση
των σχολείων. Στην απάντηση της (19/8/1833) τόνισε πως ακριβείς πληροφορίες δεν
μπορούσε να παρέχει για την κατάσταση των μονών και την περιουσία τους. Ούτε
μπορούσε να υποδείξει κατάλληλο τρόπο για την ίδρυση του ταμείου. Λίγο αργότερα
(11/9/1833) υπέβαλε τη γνώμη της, σύμφωνα με την οποία 461 μονές,
συμπεριλαμβανομένων μάλλον και των γυναικείων, έχουν λιγότερους από τρεις
μοναχούς ή είναι έρημες και «υπάγονται από του νυν υπο την άμεσον κυριαρχίαν της
κυβερνήσεως της A.M. και περί αυτών δύναται αύτη να διάταξη ό,τι
συμφερότερον»46.
Με βασιλικό διάταγμα (13 Δεκεμβρίου 1833) λοιπόν συστάθηκε το
εκκλησιαστικό Ταμείο, στο οποίο εισήχθη όλη η μοναστηριακή περιουσία που
δημευόταν - τα έσοδα από την πώληση των κινητών αγαθών ως πάγιο κεφάλαιο και
προϊόν της γης ως ετήσιο εισόδημα- καθώς και οι φόροι από τις διατηρούμενες
μονές47. Το ποσό όμως δεν επαρκούσε για την κάλυψη των δαπανών του ταμείου,
από το οποίο συντηρείτο εκτός των άλλων η εκπαίδευση, (μισθοί δασκάλων,
ενοικιάσεις σχολικών κτιρίων, μαθητικές υποτροφίες), οι αρχαιολογικές ανασκαφές,
η υλική και πνευματική βελτίωση του κατώτερου κλήρου. Με μεταγενέστερες
διατάξεις προσπάθησαν μάταια να αναδιοργανώσουν το ταμείο, θέτοντας το υπό τη
διαχείριση πενταμελούς επιτροπής. Η επιτροπή αυτή γρήγορα καταργήθηκε
(1/7/1837) και ανέλαβε τη διαχείριση του ταμείου ειδικό τμήμα του Υπουργείου των
Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, έως ότου το ταμείο
ενσωματώθηκε τελικά στο Υπουργείο των Οικονομικών. «Η επιτροπή του Ταμείου

45
G. Maurer, ό.π., σελ. 165. Ο Χ. Παπαδόπουλος κάνει τις συγκρίσεις: τα άρθρα 1, 14 και 18 έχουν
παρθεί από το βαυαρικό κείμενο, μέρη 38, 76 και 64 αντίστοιχα. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 305-
306.
46
Χρυσ. Παπαδόπουλου, ό.π., σελ. 119-120.
47
Χρυσ. Παπαδόπουλου, ό.π., σελ. 144. Από την πώληση των κινητών μοναστηριακών πραγμάτων
εισπράχθηκαν 339.881,35 δρχ. Από τη μονοετή μίσθωση των κτημάτων 158,049,85 δρχ. Από τους
φόρους των διατηρουμένων μονών και από τους τόκους θα εισπράττονταν ετησίως 220.000 δρχ.
103

συστάθη με βασιλικό διάταγμα την 1(13) Δεκεμβρίου/ 1834. Καταργήθηκε με άλλο


βασιλικό διάταγμα την 1(13) Ιουλίου 1837. Οι αρμοδιότητες της επιτροπής
ανατέθηκαν στο Υπουργείο των Εκκλησιαστικών υπό την άμεση διεύθυνση του
υπουργού, οι οποίες διεκπεραιώνονταν από τον Τμηματάρχη των εκκλησιαστικών
υποθέσεων. Ύστερα από λίγο η διαχείριση της περιουσίας του Εκκλησιαστικού
Ταμείου μεταβιβάστηκε από το Υπουργείο των Εκκλησιαστικών στο Υπουργείο των
Οικονομικών με νόμο (29/4/1843)» . Όταν τέλος το 1909 συστάθηκε εκ νέου το
Εκκλησιαστικό Ταμείο, δεν αποδόθηκαν σε αυτό τα εισοδήματα του 1833 παρά τις
εξαγγελίες που είχαν γίνει.

γ. Τα βασιλικά διατάγματα που αφορούν τη διάλυση των μονών

Στις 7 Οκτώβρη 1833 εξεδόθη το πρώτο βασιλικό διάταγμα που αφορούσε τις
ανδρικές μονές. Κατά παράξενο τρόπο το βασικό διάταγμα για τη διάλυση των
μονών, που είχε τον παραπλανητικό τίτλο «περί φορολογίας και μισθώσεως των
μοναστηριακών», δεν εμφανιζόταν στην εφημερίδα της κυβερνήσεως του έτους
183349.
Αυτό δικαιολογείται ίσως από την προσπάθεια να αποφευχθεί η δημοσιότητα
του μη δημοφιλούς αυτού μέτρου, φοβούμενοι ακριβώς μήπως προκαλέσουν λαϊκές
εξεγέρσεις και κυρίως στην περιοχή της Μάνης,5 τις οποίες δεν απέφυγαν τον
Απρίλιο του 183451.
Στο παράρτημα γίνεται παράθεση ολόκληρου του επίμαχου διατάγματος,
όπως αυτό εκδόθηκε την 25/7 Οκτώβρη 1833 .
Προφανές είναι πως ούτε η απόφαση της Συνόδου για την κατάργηση των
μονών υπήρξε κανονική ούτε το προαναφερθέν διάταγμα στηρίχτηκε στη γνώμη της
Συνόδου, που έκανε λόγο για όριο διατήρησης τους τρεις μοναχούς ανά μονή, 53 αφού
κήρυσσε διαλυτέες τις μονές που δεν είχαν τουλάχιστον 6 μοναχούς. Η διοίκηση των

Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 47.


49
Το κείμενο δημοσιεύεται από τον Α. Μάμουκα καθώς επίσης και από τον Κ. Οικονόμου. Α.
Μάμουκα, ό.π., σελ. 77-79. Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II, σελ. 234-235.
50
Κ.Ι. Δυοβουνιώτης, «Η κατά το έτος 1834 διάλυσις των μοναστηριών εν τη ελευθέρι Ελλάδυ>, Ιερός
Σύνδεσμος, αρ. 84, Αθήνα 1908, σελ. 4-5.
51
J. Petropoulos, ό.π., σελ. 416-419.
52
Βλ. Παραρ. 1, τ. II, σελ. 4-5.
53
Η νεοσύστατη Ι. Σ. αποφάνθηκε με το να υποδείξει στην Αντιβασιλεία να διαλυθούν όλες οι μονές
που είχαν λιγότερους των τριών μοναχών. Τόσο αυτές όσες και οι έρημες μονές θα έπρεπε να
υπαχθούν υπό την άμεση κυριαρχία της κυβέρνησης. (Αρ. Πρωτ. 72, 19/8/1833).
104

κτημάτων των μονών ανατέθηκε στην κυβέρνηση, η οποία απομάκρυνε τους


επισκόπους από την εποπτεία των περιουσιών μονών, την οποία είχαν μέχρι τότε
βάσει των κανόνων της Εκκλησίας.
Λόγω υπουργικής μεταβολής -παραιτήθηκε ο Σπ. Τρικούπης- το διάταγμα δεν
εκτελέστηκε αμέσως. Ο νέος υπουργός Κ. Σχινάς (19/12/1833) παρέπεμψε το
διάταγμα στη Σύνοδο με σχετικές οδηγίες για την εφαρμογή του. Σύμφωνα μ' αυτές,
οι διατηρούμενες μονές θα πλήρωναν φόρο 20% των εισοδημάτων των κτημάτων
τους. Όμως μόνο το μισό (10%) θα διατίθετό για τη βελτίωση των εκκλησιαστικών
και της εκπαίδευσης54. Οι νομάρχες θα έπρεπε να φροντίσουν, συννενοούμενοι με
τους γενικούς εφόρους, για μια σειρά από ενέργειες. Έπρεπε να εκθέσουν σε
δημοπρασία τα κτήματα των μονών που διαλύονται55. Στις δημοπρασίες θα
προτιμούνταν οι μοναχοί τους, αν επιθυμούσαν να παραμείνουν σε αυτά ως
ενοικιαστές, αφού όμως παρείχαν εγγύηση αξιόχρεη. Τα ιερά σκεύη, τα βιβλία, τα
κειμήλια των μονών, έπρεπε να κατατεθούν στις αρμόδιες επισκοπές υπό την
επιστασία και ευθύνη των επισκόπων και της τοπικής δημογεροντίας, αν οι μονές
είχαν εγκαταλειφθεί. Στην περίπτωση όμως που οι μοναχοί παρέμεναν σε αυτές, ως
ενοικιαστές, μπορούσαν να τα κρατήσουν προς ιδία χρήση. Τέλος τα κλειδιά των
εγκαταλελειμμένων μονών θα παραδίδονταν στον επίσκοπο της περιοχής, ο οποίος θα
έπρεπε να φροντίζει την ευκοσμία και την καθαριότητα του ναού καθώς και την
τακτή ιερούργιση του ναού από τους πλησιέστερους εφημέριους. Ο Υπουργός
υποδείκνυε επίσης στη Σύνοδο πως στον αριθμό των μοναζόντων δεν θα
συμπεριλαμβάνονταν οι δόκιμοι και οι νεότεροι των 25 ετών μοναχοί, ούτε θα
διέμεναν σε αυτές. Οι επίσκοποι τέλος ήσαν υποχρεωμένοι να συστήσουν στους
ηγούμενους την ακριβή τήρηση των μοναστικών διατυπώσεων .

Η εφαρμογή του βασιλικού διατάγματος τέθηκε σε ισχύ μετά τις νέες


υπουργικές οδηγίες από τους νομάρχες, στις αρχές του 1834. Από πηγές της εποχής
μαθαίνουμε πως οι τρόποι που χρησιμοποιήθηκαν για την εφαρμογή του δεν ήταν τις
περισσότερες φορές οι πρέποντες. Σύμφωνα με τον Κ. Οικονόμου, πολλοί μοναχοί με
την έκδοση του διατάγματος κατελήφθησαν από φόβο, με αποτέλεσμα να
εγκαταλείψουν τις μονές τους. Έτσι αυξήθηκε ο αριθμός των μονών που έμειναν
χωρίς μοναχούς ή που δεν είχαν περισσότερους από 6. Οι δόκιμοι, καθώς και αυτοί

4
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 233-234.
5
Κυρίως την εκμίσθωση της επικαρπίας τους για έναν χρόνο.
56
Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. Π, σελ. 201-203, 232. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 136-137.
105

που είχαν απλή χειροθεσία ή ήσαν μικρότεροι των 25 ετών, εξαιρούνταν από τον
κατάλογο των μοναχών. Πολλοί τέλος ηγούμενοι πιστεύοντας τις διαδόσεις ότι η
καταγραφή των μοναχών γινόταν για φορολογικούς λόγους, απέκρυψαν τον
πραγματικό αριθμό των μοναχών της μονής τους. Επακόλουθο όλων αυτών ήταν η
αύξηση των διαλυτέων μονών .
Ενώ εκτελείτο το διάταγμα, το Υπουργείο (22/1/1834) ζήτησε από τη Σύνοδο
πληροφορίες για τις μονές που διέμεναν μοναχοί και μοναχές. Όπως δείχνουν τα
στοιχεία που υπάρχουν στην κατοχή μας οι μονές αυτού του είδους ήταν ελάχιστες.
Σύμφωνα με την επιστολή του Υπουργείου, οι επίσκοποι έπρεπε να διατάξουν τις
μοναχές να μεταβούν σε γυναικείες μονές άνω των 25 μοναζουσών και να διαμείνουν
εκεί. Στην απάντηση της η Ι.Σ. αναφέρει (30/1/1834) πως μερίμνησε για το θέμα και
πως υπέβαλε «προς τον σκοπό της ηθικής βελτιώσεως» προτάσεις. Σύμφωνα με τις
προτάσεις αυτές έπρεπε να καταργηθούν όλες οι γυναικείες μονές της Ελληνικής
επικράτειας και μόνο τρεις να διατηρηθούν (μία στην Πελοπόννησο, μία στη Στερεά
Ελλάδα και μία στα νησιά), και αν αυτές δεν επαρκούσαν να προστεθεί και τέταρτη ή
και πέμπτη. Τα κτήματα των μονών έπρεπε να παραχωρηθούν στο εκκλησιαστικό
ταμείο, εκτός από 4 ως 6 στρέμματα γης ανά μονή, τα οποία θα αφήνονταν στις
μοναχές για φυτοκομία. Όσες μοναχές ήταν κάτω των 40 ετών μπορούσαν να
εγκαταλείψουν τις μονές τους και να επιστρέψουν στην κοσμική ζωή ακατακρίτως.
Αυτές που ήταν άνω των 40 ετών υποχρεώνονταν να μεταβούν σε όποια από τις
διατηρούμενες μονές επιθυμούσαν. Μπορούσαν, αν ήθελαν, να επανέλθουν στην
κοσμική ζωή, με την προϋπόθεση να ζουν κόσμια. Οι ανωτέρω προτάσεις
αποτέλεσαν το ερέθισμα για την κυβέρνηση ώστε να προβεί στη διάλυση των
γυναικείων μονών58. Βάσει αυτών εξεδόθη διάταγμα (25 Φεβρουαρίου / 9 Μαρτίου
1834) που αφορούσε στην κατάργηση των γυναικείων μονών .

Το διάταγμα κοινοποιήθηκε από το Υπουργείο στην Ι.Σ. και στάλθηκε από


αυτή στους Επισκόπους με συστάσεις για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του,
στις 31 Μαρτίου 183460.
Η Σύνοδος έμεινε ευχαριστημένη από το διάταγμα, αν και ορισμένες
προτάσεις της τροποποιήθηκαν. Ενώ λοιπόν η Σύνοδος όρισε ως ελάχιστο αριθμό

57
Π. Καρολίδης, Η Εκκλησία του Βασιλείου της Ελλάδος, Αθήνα 1921, σελ. 58-74. Τ.Ν. Πιπινέλης,
ό.π., σελ. 84-85.
58
Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II, σελ. 252-265.
59
Βλ. Παραρ. Ι, τ. Π, σελ. 6-8.
60
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 138-140.
106

διατηρητέων μονών τις τρεις, η κυβέρνηση, αφού απαίτησε τριάντα μοναχές για την
καθεμία, κατάργησε δύο από τις τρεις, τις οποίες υπέδειξε η Ι.Σ. Εξαιτίας όμως της
λαϊκής κατακραυγής παρέμειναν προσωρινά δύο μικρά μονύδρια στην Πελοπόννησο
και στην Τήνο. Η διοίκηση των γυναικείων μονών διαιρέθηκε σε πνευματική και σε
κοσμική, η μεν πρώτη ανατέθηκε στον Επίσκοπο ενώ η δεύτερη στο Νομάρχη. Η
οικονομική διαχείριση ανατέθηκε σε δημόσιο υπάλληλο, τον Οικονόμο. Το διάταγμα
τέλος μετέβαλε τις γυναικείες μονές σε λαϊκά ιδρύματα, στα οποία θα περιθάλπονταν
φτωχοί, ασθενείς, παράφρονες και θα παρεχόταν διδασκαλία σε φτωχά κορίτσια.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, οι μονές πια δεν υπόκειντο μόνο στον έλεγχο της
εκκλησιαστικής ιεραρχίας αλλά και στην κοσμική εξουσία, περισσότερο μάλιστα
στην τελευταία, αφού ο νομάρχης και ο οικονόμος ήσαν διορισμένοι από το κράτος.
Οι διατάξεις αυτές ήταν σαν να θεωρούσε η κεντρική εξουσία τις μονές εκτελεστικό
της όργανο και όχι πνευματικό ίδρυμα.
Η Σύνοδος με εγκύκλιο της, 31/3/1834, εξηγούσε τους λόγους που την
οδήγησαν να πάρει αυτές τις αποφάσεις για τις μονές. Έτσι όμως φαινόταν ότι
εγκρίνει τη διάλυση των μονών.
Εκτός των δύο προαναφερθέντων διαταγμάτων ήρθε να προστεθεί και ένα
νέο, με το οποίο ολοκληρωνόταν το τρίτο σημείο των μοναστηριακών μέτρων,
(26/4/1834). Σύμφωνα με αυτό, όλες οι ιδιωτικές μονές και ναοί, στις οποίες κάποιος
είχε αποδεδειγμένα δικαιώματα ιδιοκτησίας, παρέμεναν σε αυτόν ανενόχλητα.
Αντίθετα, για κτήματα που δεν υπήρχε απόδειξη κυριότητας από το κτήτορά της
μονής ή τους απογόνους του, αλλά αφιερώθηκαν από άλλους στη μονή,
παραλαμβάνονταν από το Εκκλησιαστικό Ταμείο ως αφιερώματα. Στο εξής δεν
επιτρεπόταν να αφιερώσει κανείς οτιδήποτε σε ιδιωτικό ναό ή μονή. Όσες έπαυαν να
διαχειρίζονται και να διοικούνται από τον κτήτορα ή τους απογόνους του,
θεωρούνταν ως δημόσιες και όχι ιδιωτικές. Έτσι περιέρχονταν στο δημόσιο και
περιλαμβάνονταν στα μέτρα για τις μονές του Βασιλείου. Δεν μπορούσαν επίσης να
ενοικιαστούν από τους μοναχούς τους. Όσες παρέμεναν ως ιδιωτικές θα
λειτουργούσαν μόνο ως ιδιωτικό ευκτήριο και ησυχαστήριο του ιδιοκτήτη τους. Όσες
λοιπόν ιδιωτικές μονές γίνονταν επισκοπικές και δεν πληρούσαν τους όρους που είχε
θεσπίσει η κυβέρνηση, καταργούνταν, ενώ η περιουσία τους δημευόταν .

61
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 140-141.
107

δ. Οι βιαιότητες και οι καταχρήσεις κατά την εκτέλεση των διαταγμάτων

Η καταγραφή και η δήμευση της εκκλησιαστικής (μοναστηριακής κυρίως)


περιουσίας άρχισαν μετά την κοινοποίηση των βασιλικών διαταγμάτων και των
υπουργικών οδηγιών. Η εκτέλεση τους ανατέθηκε σε κυβερνητικά όργανα (νομάρχες,
εφόρους, έπαρχους). Οι τρόποι που χρησιμοποιήθηκαν για την εφαρμογή των
62
διαταγμάτων δεν προβλέπονταν ούτε από την Ι.Σ. ούτε από την κυβέρνηση . Ο Κ.
Οικονόμος, ο Κ. Δυοβουνιώτης και ο Χρυσ. Παπαδόπουλος περιγράφουν τις
ενέργειες των Αρχών με τα μελανότερα χρώματα. Χαρακτηριστικά ο Κ. Οικονόμος
αναφέρει: «Εισέρχεται ο Νομάρχης ή με διαταγή του ο Έπαρχος στη μονή με
κυβερνητικούς υπαλλήλους, οι οποίοι εισβάλλουν στο ναό και αρπάζουν από παντού
τα ιερά σκεύη (δισκοπότηρα, αρτοφόρια), τα ευαγγέλια, τα άμφια, τα κειμήλια, τα
κανδήλια, τα εκκλησιαστικά βιβλία. Απογυμνώνουν τα εικονοστάσια από τις εικόνες
τους ή αφαιρούν από αυτές τα αφιερώματα που έχουν επάνω τους. Όταν τελειώνουν
με την αρπαγή αυτή, γίνεται διαλογή τους για το ποια είναι παλιά και άρα άχρηστα.
Τα υπόλοιπα καταγράφονται από τον Έπαρχο, ο οποίος στο τέλος σφραγίζει το ναό.
Η αρπαγή συνεχίζεται στην υπόλοιπη μονή. Συγκεντρώνονται τα σκεύη του
μαγειρείου και της τραπεζαρίας. Ερευνώνται τα κελλιά των μοναχών και το
ηγουμενείο για τυχόν κρυμμένα εκκλησιαστικά αντικείμενα. Όλα αυτά στη συνέχεια
καταγράφονται, καθώς επίσης και τα μελίσσια, τα υποζύγια, τα ζώα και τα κτήματα
της μονής. Τέλος μετά τη συγκέντρωση και την καταγραφή όλης της κινητής και
ακίνητης περιουσίας της μονής, ο έπαρχος παίρνει τα αντικείμενα που συγκέντρωσε
και αναχωρεί, σφραγίζοντας τις πύλες της μονής»63.

Ο Κ. Δυοβουνιώτης κάνει επίσης λόγο για τις ενέργειες του Επαρχου του
Αργούς: «Ο Έπαρχος του Αργούς, όπως και αλλού κάποιοι άλλοι, εξετέλεσε τη
σύληση των διαλυθέντων μονών της Αργολίδας. Απεκόμισε στο Άργος τα φορτία και
τα παρέδωσε στον Έφορο της Αργολίδας όπου και κατεγράφησαν. Ύστερα από
διαλογή τους τα πολύτιμα αντικείμενα «φυλάκτηκαν» στο Εφορείο ενώ τα υπόλοιπα
εκτέθηκαν σε δημοπρασία. Πολλοί πιστοί αγόραζαν τις εικόνες για να τις
απαλλάξουν από την δημόσια ύβρη και τον χλευασμό των Ετεροδόξων. Από την

Κ.Ι. Δυοβουνιώτης, «Η κατά το έτος 1834 διάλυσις των μοναστηριών εν τη ελευθέρι Ελλάδι», Ιερός
Σύνδεσμος, αρ. 85, Αθήναι 1908, σελ. 2-3. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 141-144.
63
Κ. Οικονόμος, ό.π., σελ. .270. Ευγ. Κωσταρίδης, Η σύγχρονη Ελληνική Εκκλησία, Αθήνα 1921, σελ.
179-182.
108

άλλη μεριά πολλοί ήταν αυτοί που άρπαζαν πολλά από τα ιερά σκεύη προκειμένου να
επωφεληθούν από αυτά» 4 .
Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου μοναχοί και κυρίως μοναχές εκδιώχθηκαν με
τη βία από τις μονές τους. Ο Κ. Δυοβουνιώτης χαρακτηριστικά αναφέρει την
περίπτωση της διάλυσης γυναικείας μονής στη Σίφνο όπου οι μοναχές
κακοποιήθηκαν. «Ο Έπαρχος διέταξε τους υπαλλήλους του να μαστιγώσουν τις
μοναχές όταν αυτές πρόβαλλαν αντίσταση στο να εγκαταλείψουν την μονή τους» 65 . Ο
Χρυσ. Παπαδόπουλος πάλι τονίζει: «Ενιαχού οι μοναχοί και ιδίως αι μοναχαί διά της
βίας εξεβάλοντο εκ των μοναστηριών των» .
Όλα όσα συγκεντρώνονταν και καταγράφονταν εκτίθονταν σε δημοπρασίες.
Αναφορές έχουμε επίσης για την παρακράτηση ιερών σκευών από κρατικούς
υπαλλήλους καθώς και για την μεταποίηση τους σε σκεύη καθημερινής χρήσης.
Ενδεικτικό είναι το εξής τετράστιχο:
« Ω βιαιότης ασεβής, ω ιεροσυλία!
γυμνώθησαν οι νάρθηκες, οι θόλοι τα κελλία
και εις της μεταλήψεως την αργυράν φιάλην
μεθά ο κλέπτης Έφορος μ' αναίδειαν μεγάλην»67
Πρέπει να επισημάνουμε πως σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες εμποδίζεται η
κοινή χρήση των ιερών σκευών. «Όποιος παίρνει και μεταχειρίζεται για δική του
υπηρεσία σκεύη χρυσά ή αργυρά ή άμφια, τα οποία είναι αγιασμένα και αφιερωμένα
στο θεό, το πάρσιμο και η μεταχείριση τους είναι πράγμα θεοστυγές και παράνομο. Η
ποινή του παραβάτη είναι ο αφορισμός». Επίσης τονίζονται τα εξής: «Όταν
καθιερωθούν οι μονές μένουν πάντοτε μοναστήρια και στο εξής δεν γίνονται κοινά
και λαϊκά καταγώγια. Ομοίως όσα πράγματα έχουν κινητά και ακίνητα πρέπει να
φυλάττονται αναφαίρετα και απαραμείωτα. Αφορίζονται οι μοναχοί και οι λαϊκοί
εκείνοι που άρπαξαν τα μοναστήρια και τα έκαναν κοινά καταγώγια ή πράγματα
αυτών»68. Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν για τις καταχρήσεις στην πώληση των
μοναστηριακών αντικειμένων και της ακίνητης περιουσίας των μονών . Σύμφωνα μ'
αυτές στις δημοπρασίες από την μία μεριά έφοροι και νομάρχες πουλούσαν και
αγόραζαν με άλλα ονόματα, και από την άλλη μοναχοί και πιστοί άρπαζαν ή

64
Κ.Ι. Δυοβουνιώτης, ό.π., αρ. 85, σελ. 2-3.
65
Κ.Ι. Δυοβουνιώτης, ό.π., αρ. 85, σελ. 2.
66
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 141.
67
Παν. Σούτσος, Κιθάρα, Αθήνα 1875, σελ. 22.
68
Καν. δ' της δ' οικουμ. συνόδ.
109

αγόραζαν μέρος των αντικειμένων με σκοπό τη διάσωση τους. Πάντως μεγάλο μέρος
των ιερών και πολύτιμων σκευών των διαλυθεισών μονών διασώθηκε στο κεντρικό
ταμείο του κράτους, ενώ μέρος των μοναστηριακών εγγράφων συγκεντρώθηκε στο
Υπουργείο των Εκκλησιαστικών.
Μαζί με τα κτήματα των διαλυθεισών μονών της νεοσύστατης Εκκλησίας της
Ελλάδας δημεύτηκαν και κτήματα γνωστών μονών της Ορθόδοξης Εκκλησίας της
70
Ανατολής, του Παναγίου Τάφου, του Σινά, του Αγίου Ιωάννη της Πάτμου .
Σύμφωνα πάλι με τον Κ. Δυοβουνιώτη, οι μονές των καθολικών έμειναν άθικτες από
τα μέτρα αυτά με τη γνώμη της Αντιβασιλείας.

ε. Η λαϊκή αντίδραση για τις ενέργειες κατά των μονών

Πρέπει να σημειωθεί ότι όσον αφορά τη μέθοδο της απαλλοτριώσεως, η


διάθεση της εκκλησιαστικής περιουσίας έγινε βεβιασμένα από την περιφερειακή
διοίκηση, με αποτέλεσμα να προκαλέσει δημόσιο σκάνδαλο, όχι μόνο επειδή το κοινό
θεώρησε ιεροσυλία την πώληση ιερών αντικειμένων, αλλά επειδή στις περισσότερες
περιπτώσεις τις δοσοληψίες αυτές τις χαρακτηρίζει καταφανής ανεντιμότητα. Ο
Μακρυγιάννης κατέκρινε τις πράξεις αυτές και εξέφρασε την συμπάθεια του προς
τους μοναχούς, τους οποίους προηγουμένως είχε πολλές φορές επικρίνει71. Ο Finlay
από την άλλη πλευρά συμφώνησε με τον εκκλησιαστικό διακανονισμό και απέδωσε
την κατακραυγή, τουλάχιστον εν μέρει, στη μέθοδο της συλλογής των φόρων, επειδή
κατά την γνώμη του οι ενοικιαστές των φόρων ήταν αυστηρότεροι από τους
μοναχούς7 . Το αποτέλεσμα, πολιτικά είχε ως επακόλουθο μια ευρύτατη δημόσια
κατακραυγή κατά της διάλυσης των μονών ως μέρος του όλου εκκλησιαστικού
διακανονισμού, και συνετέλεσε ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον
παράγοντα στη μείωση του κύρους της πλειοψηφίας της Αντιβασιλείας. Από
οικονομική άποψη σήμαινε ότι το ετήσιο εισόδημα του νέου δημόσιου ταμείου δεν

69
Αθηνά, 1834, αριθμ. 263, σελ. 1039.
70
Τα κτήματα αυτών των μονών το 1847 πάλι πίσω στις μονές που ανήκαν με νόμο. «Εις τα εκτός του
κράτους ιερά σκηνώματα τα εντός του βασιλείου από παλιά καθιερωμένα Μετόχια μαζί με τα
κτήματα τους». Κ. Δυοβουνιώτης, ό.π., αρ. 84, σελ. 3.
71
Μακρυγιάννης «Αρχείον» έκδοση Βλαχογιάννη, τ. II, Αθήναι 1907, σελ. 77.
72
G. Finlay, ό.π., τ. VII, σελ. 130-131. G Finlay, The Hellenic Kingdom and the Greek Nation,
Λονδίνο 1836, σελ. 215.
110

κάλυπτε ούτε τις μισές δαπάνες του εκπαιδευτικού μηχανισμού και πρόσφερε
ελάχιστα στον κατώτερο κλήρο 73 .
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η ίδρυση του Εκκλησιαστικού Ταμείου ήταν
πρόφαση για τη διάλυση των μονών. Ο τρόπος της διάλυσης, η επιδεικτική και
ανευλαβής πώληση και βεβήλωση των ιερών πραγμάτων (ιερών αμφίων, σκευών,
εικόνων), οι κλοπές, οι συλήσεις των ιερών και οι καταχρήσεις, αύξησαν τη γενική
αγανάκτηση κατά της Αντιβασιλείας. Η λαϊκή αγανάκτηση οδήγησε στην ίδρυση
μυστικής εταιρείας με το όνομα «Φοίνιξ», που σκοπό της είχε την προστασία της
. Ορθοδοξίας κατά τα πρότυπα της «Φιλικής Εταιρείας», με τη συμμετοχή πολλών
επωνύμων, όπως του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Η όλη επιχείρηση, η ταχύτητα με την
οποία περατώθηκε και οι συντριπτικές μέθοδοι που εφαρμόστηκαν, αντανακλούσαν
μια αποφασιστική προσπάθεια να αποδυναμωθεί η αντιπολίτευση. Ήδη οι προθέσεις
της Αντιβασιλείας ήταν σαφείς με τη δημιουργία της επταμελούς επιτροπής και της
Ιεράς Συνόδου. Ο Maurer ανέφερε πως «δολοπλόκοι κάθε είδους, που αφθονούσαν
στην Ελλάδα, βάλθηκαν να παρουσιάσουν ύποπτες όλες τις καλές προθέσεις της
κυβέρνησης». Ανάμεσα σε αυτούς τους «δολοπλόκους» περιλαμβάνονταν και οι
μοναχοί, που παρουσίαζαν ιδιαίτερη δράση. Σε μία από αυτές τις ενέργειες των
μοναχών εντάσσεται και η εξής: Τον Ιούλιο του 1833 ο Αγιορείτης μοναχός
Προκόπιος Δενδρινός ξεσήκωνε το πλήθος εναντίον του αυτοκέφαλου και των άλλων
στόχων της Αντιβασιλείας μέσα στο ίδιο το Ναύπλιο 4 .

Από διάφορες ενέργειες φαίνεται δε η ρώσικη διπλωματία αναμεμειγμένη. «Ο


Χρόνος», εφημερίδα φιλοκαποδιστριακή, ενθάρρυνε την αντίσταση στα επικείμενα
μέτρα75. Οι φιλελεύθερες εφημερίδες πρότειναν μια συνέλευση επισκόπων η οποία θα
έδινε πλήρη δημοσιότητα στις συζητήσεις της. Ο Maurer όμως φοβόταν μήπως
προκληθεί αναταραχή από την εκτεταμένη δημόσια συζήτηση ενός τόσο εκρηκτικού
θέματος.

Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II, σελ. 267. Δ.Σ. Μπαλάνος, ό.π., σελ. 193-197.
74
J. Petropoulos, ό.π., σελ. 218-219.
75
J. Petropoulos, ό.π., σελ. 219.
Ill

στ. Οι απόψεις του Maurer για το μοναχισμό

Στο διακανονισμό του μοναστηριακού θέματος καθοριστικό ρόλο έπαιξε όχι


76
μόνο ο οικονομικός παράγοντας αλλά και η προκατάληψη. Ο μοναχισμός θεωρείτο
ξεπερασμένος και αναχρονιστικός. Η κοσμική παράδοση που είχε αναπτυχθεί κατά τη
διάρκεια της Επανάστασης αλλά και μετά από αυτή, ως αποτέλεσμα της δυτικής
ιδεολογίας, ήθελε να ελαχιστοποιήσει το ρόλο της Εκκλησίας και των μονών που
αισθανόταν πως ήταν προσκολλημένη στο παρελθόν. Όσο για τους μοναχούς η
Αντιβασιλεία πίστευε πως αυτοί διασπάθιζαν τεράστια ποσά. Σύμφωνα με τις
πληροφορίες που είχε ο Maurer, τα μοναστηριακά κτήματα κατείχαν το 1/4 του
77

Ελληνικού Βασιλείου .
Η Αντιβασιλεία ήθελε να εκμεταλλευθεί σε όφελος του δημοσίου αυτό το
τεράστιο απόθεμα πλούτου που απέφερε (κατά τους υπολογισμούς της εποχής)
ετήσιο εισόδημα ίσο με 200.000 δολάρια. Η άποψη επίσης που επικρατούσε ήταν πως
το Κράτος και όχι η Εκκλησία θα έπρεπε να διαχειρίζεται τα ζητήματα της Παιδείας
και της Φιλανθρωπίας. Η διάλυση των μονών όμως είχε και πολιτική διάσταση: το
φόβο του πολιτικού ρόλου που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι μοναχοί ως
σύνδεσμοι στην οργάνωση των συνωμοσιών, ως ηγέτες του λαού και ως οπαδοί της
Ρωσίας. Οι μοναχοί αντιτάσσονταν περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα στο
διακανονισμό του εκκλησιαστικού και ήταν οι πιο ένθερμοι οπαδοί της Ρωσίας, την
οποία θεωρούσαν ως το πρότυπο του ορθόδοξου έθνους. Εκτός αυτού οι μοναχοί
μετακινούνταν εξαιρετικά εύκολα και βρίσκονταν σε στενή επαφή με το λαό με
αποτέλεσμα να μπορούν να προκαλούν εξεγέρσεις, όταν τα μέτρα που υιοθετούνταν
γι' αυτούς δεν τους ικανοποιούσαν. Υπάρχουν άφθονες μαρτυρίες που δείχνουν ότι
δρούσαν ως φορείς επικοινωνίας ανάμεσα στις πολιτικές ομάδες και υποκινούσαν τη
λαϊκή αναταραχή πάνω σε ευαίσθητα πολιτικά θέματα . Η επιτήρηση αυτών των
τόσο επικίνδυνων ομάδων από την κεντρική εξουσία θα ήταν ευκολότερη αν
βρίσκονταν συγκεντρωμένες σε λιγότερους χώρους. Απόδειξη αυτού είναι ότι η
πρώτη εγκύκλιος (4/1/1834) που συνέταξε η νέα Σύνοδος (1834) αναφερόταν στον
έλεγχο των μετακινήσεων των μοναχών έξω από τις μονές τους. Λίγο αργότερα
76
Ο Ε. Πρωτοψάλτης αναφέρει ότι η κτηματική περιουσία των μονών, μετά το 1821, κάλυπτε το 1/3
τουλάχιστον των γαιών της Πελοποννήσου. Εμ. Πρωτοψάλτης, «Περί του πληθυσμού και της εγγείου
κτήσεως εν Πελοποννήσω προ και μετά την Επανάστασιν 1821», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, τ. 6
(1962), σελ. 145-146.
77
Π. Πιπινέλης, ό.π., σελ. 116. G. Maurer, τ. II, σελ. 179-180, 470.
112

εξεδόθησαν και νέες οδηγίες για το θέμα (13/1/1834). Πράγματι το φαινόμενο των
περιφερόμενων μοναχών, που ήταν τόσο δύσκολο να ελεγχθεί και να περιοριστεί,
απασχόλησε τη Σύνοδο τα επόμενα χρόνια7 .

4.3 Τα αποτελέσματα των ενεργειών της Αντιβασιλείας για τα εκκλησιαστικά


ζητήματα

Με το τέλος του 1833 η Εκκλησία της Ελλάδος είχε υποστεί μεγάλη μεταμόρφωση . Ο
Καταστατικός Χάρτης περιείχε θετικά και αρνητικά σημεία και οι συζητήσεις για τη
σπουδαιότητα του συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Αυτοί που του επιτίθενται και
βασίζονται στο γεγονός ότι σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε από ξένους, θα πρέπει
να παραδεχθούν ότι και το Πατριαρχείο δεν ήταν ελεύθερο από εξωτερικές επιρροές. Οι
φορείς των οθωμανικών και ρωσικών συμφερόντων, που χρησιμοποιούσαν τα
εκκλησιαστικά αξιώματα στην Ελλάδα για τους δικούς τους σκοπούς, ήταν μια
πραγματική απειλή που την είχε αποτρέψει το Καταστατικό .
Παρόλο που η έμπνευση και η εφαρμογή του διακανονισμού του
εκκλησιαστικού ζητήματος ήταν έργο της βαυαρικής αντιβασιλείας, αντανακλούσε
και τις δυτικές κοσμικές αξίες μιας μειονότητας εξευρωπαϊσμένων Ελλήνων που
βοηθούσαν στη διαμόρφωση και στην εφαρμογή του. Ο Κοραής είχε υποστηρίξει από
το 1821 την ανεξαρτησία της Ελληνικής Εκκλησίας και είχε επισημάνει ότι «οι
τιτλοφόροι ιερωμένοι» αποτελούσαν το μεγαλύτερο κακό για την Εκκλησία. Ο
Θεόκλητος Φαρμακίδης, επιφανής θεολόγος της εποχής, υπήρξε μαζί με τον Maurer η
κινητήρια δύναμη του διακανονισμού. Ο διακανονισμός αντανακλούσε και τα

J. Petropoulos, ό.π., σελ. 221.


' 9 Την καλύτερη πηγή για τις διάφορες απόψεις απέναντι στο μοναχισμό αποτελεί η έκθεση της
εκκλησιαστικής επιτροπής, με ημερομηνία 7/19 Ιουλίου 1833 που δημοσιεύτηκε στο σύνολο της από
τον Οικονόμου. Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. Π, σελ. 125-162. «Ως έκφρασης έμφυτης προκατάληψης
βλέπουμε την προτίμηση στον κοσμικό κλήρο, που βασίζεται στο αιτιολογικό ότι ο γάμος τους έκανε
να σκέφτονται και να ενεργούν σύμφωνα με το κοινό συμφέρον, ενώ η αγαμία έκανε τους μοναχούς να
ενδιαφέρονται μόνο για τα προσωπικά τους συμφέροντα. Παρόλο που η έκθεση υποστηρίζει ότι δεν
ασχολείται με το θέμα της χρησιμότητας ή μη του μοναχισμού. Ο τρόπος που θέτει το θέμα είναι
τέτοιος ώστε να υποδηλώνει ως αυτονόητο συμπέρασμα ότι ο θεσμός δεν είναι χρήσιμος». J-
Petropoulos, ό.π., σελ. 420.
80
C. Frazee, ό.π., σελ. 159.
81
Είναι επίσης αλήθεια ότι η Εκκλησία στην πραγματικότητα είχε αρχίσει να κάνει τις κινήσεις για το
χωρισμό της από την Κωνσταντινούπολη πριν από το 1833. Κι αν ακόμα κάποιος παραδεχθεί την
αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ της Κωνσταντινούπολης και της επαναστατημένης Ελλάδας, η
παράλειψη του ονόματος του πατριάρχη κατά τη διάρκεια της λειτουργίας έδειχνε ήδη τη διάρρηξη
των δεσμών με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Καποδίστριας σίγουρα αναγνώριζε έναν
χωρισμό μεταξύ των δύο Εκκλησιών όταν αρνήθηκε να συμφωνήσει με την αποστολή που είχε στείλει
το Πατριαρχείο το 1828. C. Frazee, ό.π., σελ. 159-160.
113

φιλοδυτικά αισθήματα του Σ. Τρικούπη, γραμματέα της επικράτειας επί των


Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, του Σχινά, του Σκαρλάτου
Βυζαντίου, συνεργατών του στη Γραμματεία. Οι τρεις αυτοί, μαζί με το Φαρμακίδη,
αποτελούσαν την πλειοψηφία στην επταμελή εκκλησιαστική επιτροπή. Η έκθεση της
(7/19 Ιουλίου 1833) είναι ένα αποκαλυπτικό έγγραφο που περιέχει πολλές
εγκωμιαστικές παρατηρήσεις για τη Δύση και ως επί το πλείστον αρνητικά σχόλια για
τον ορθόδοξο κλήρο.
Δημιουργήθηκαν έτσι πάνω στο εκκλησιαστικό ζήτημα δύο ακραίες θέσεις, η
φιλελεύθερη και η συντηρητική, αν και οι περισσότεροι Έλληνες βρίσκονταν κάπου
ενδιάμεσα. Κάθε παράταξη είχε διαφορετικές αντιλήψεις σχετικά με την Εκκλησία.
Για τους φιλελεύθερους η Εκκλησία συνιστούσε εθνικό θεσμό, με τη στενή έννοια
του όρου, θεσμό δηλαδή που λειτουργούσε μέσα στα γεωγραφικά όρια του Κράτους
και αποτελούσε μόνο μια όψη της κοινωνίας και έναν κλάδο στη διοίκηση. Για τους
συντηρητικούς, συνιστούσε εθνικό θεσμό με την ευρύτερη έννοια του όρου, που
κάλυπτε όλον τον Ελληνισμό και ήταν η καταστατική αρχή της κοινωνίας που
διεχέετο σε όλη τη διοίκηση.
Στο εσωτερικό ζήτημα Εκκλησίας-Κράτους οι φιλελεύθεροι υποστήριζαν την
απεριόριστη κυριαρχία του Κράτους, εξαιτίας των αντικληρικών τους απόψεων,
σύμφωνα με τις οποίες το σύνολο των επισκόπων ήταν τόσο απαίδευτο (που σήμαινε
ότι είχαν εκπαιδευτεί με βάση την ανατολική παράδοση), φανατικό και ανέντιμο
ακόμα, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στην καθολικά αναγνωρισμένη ανάγκη για
εκκλησιαστική μεταρρύθμιση . Πίστευαν ότι η ανανέωση της Εκκλησίας θα έπρεπε
να επέλθει από μια φωτισμένη κυβέρνηση με τη βοήθεια των λίγων φωτισμένων
κληρικών, που είχαν σπουδάσει στη Δύση. Οι κληρικοί δεν μπορούσαν να
διευθετήσουν τα εσωτερικά θέματα της Εκκλησίας και δεν ήσαν σε θέση να
αναλάβουν ηγετικό ρόλο στην κοινωνία, είτε ως δικαστές είτε ως παιδαγωγοί.
Συνεπώς το κράτος είχε το δικαίωμα να οικειοποιηθεί τους οικονομικούς πόρους της
Εκκλησίας που προέρχονταν κατά κύριο μέρος από τη μοναστηριακή περιουσία,
εφόσον η μόνη δικαίωση για την κατοχή των περιουσιακών αυτών στοιχείων ήταν η
ικανοποιητική εκτέλεση ορισμένων κοινωνικών λειτουργιών, όπως η παιδεία και η
μέριμνα των ασθενών, των απόρων και των ηλικιωμένων. Οι φιλελεύθεροι δεν ήταν

12
Αθηνά, 16 Μαίου 1836.
114

δυνατόν να εμπιστεύονται κληρικούς και μοναχούς που φαίνονταν να δείχνουν


πρωταρχική αφοσίωση στον Πατριάρχη ή στον Τσάρο και όχι στον Έλληνα Βασιλιά.
Οι επίσκοποι από την άλλη μεριά, όχι μόνο επέμεναν να ρυθμίζουν οι ίδιοι της
εσωτερικές υποθέσεις της Εκκλησίας με τη χρήση των εκκλησιαστικών πόρων και με
την πλήρη εφαρμογή του Κανονικού Δικαίου, αλλά και αρνούνταν να εγκαταλείψουν
το σημαντικό ρόλο που είχαν διαδραματίσει ως τότε στην ελληνική κοινωνία καθώς
και τα παραδοσιακά τους προνόμια σε τομείς όπως ο γάμος και η εκπαίδευση, τους
οποίους οι φιλελεύθεροι θεωρούσαν αποκλειστική ευθύνη της κοσμικής εξουσίας.
Η καχυποψία των συντηρητικών απέναντι στην κοσμική εξουσία ήταν εξίσου
έντονη με την καχυποψία των φιλελευθέρων απέναντι στην επιρροή των κληρικών
και των μοναχών 83. Οι συντηρητικοί εναντιώνονταν στα εξής: Πρώτον, ο βασιλιάς
και η Αντιβασιλεία δεν ήταν ορθόδοξοι. Δεύτερον, αυτοί που κατείχαν σημαντικές
θέσεις στη διοίκηση και στην εκπαίδευση ήσαν συχνά εξευρωπαϊσμένοι
φιλελεύθεροι. Τρίτον, η κοσμική εξουσία μόνο και μόνο επειδή ήταν κοσμική, θα
έδινε προτεραιότητα στις μη θρησκευτικές απόψεις.
Τα θέματα αυτά ήταν εκδηλώσεις της βασικής πολιτισμικής σύγκρουσης που
δημιουργήθηκε στην Ελλάδα ανάμεσα στο κοσμικό στοιχείο και στο πνευματικό, στο
Δυτικό και στο Ανατολικό, στο σύγχρονο και στο παραδοσιακό . Το αντιδυτικό
αίσθημα, με την μία ή την άλλη μορφή του, ήταν τόσο ισχυρό όπλο προπαγάνδας,
ώστε η φιλοδυτική εφημερίδα «Αθηνά» προσπάθησε να δυσφημίσει τους
συντηρητικούς κύκλους ταυτίζοντας τους στα μάτια της κοινής γνώμης με μια όψη
της Δύσης, κατηγορώντας τους ότι μιμούνται τον Παπισμό, ότι προσπαθούν να
μεταβάλλουν τον Πατριάρχη σε Πάπα της Ανατολής και ότι αρνούνται στο λαό το
δικαίωμα του να διαβάζει και να ερμηνεύει μόνος του την Βίβλο.
Ο διακανονισμός του εκκλησιαστικού ζητήματος από την Αντιβασιλεία
παρέμεινε σε όλη την περίοδο της μια από τις κύριες πηγές διαμαρτυρίας του λαού.

83
Ο Οικονόμος, σε μεταγενέστερα κείμενα του, νόμιζε πως διέθετε πληθώρα στοιχείων που
επιβεβαίωναν τους φόβους των συντηρητικών σχετικά με την ισχύ της κοσμικής εξουσίας. Με λίγα
λόγια όμως, ο Οικονόμος εναντιωνόταν στην όλη τάση εκκοσμίκευσης που συντελούνταν μέσα στην
ελληνική κοινωνία. Ακριβώς αυτού του είδους η αντίθεση έκανε τους συντηρητικούς τόσο φανατικούς
υπερασπιστές των δικαιωμάτων του κλήρου και των μοναχών, της διευρυμένης δικαιοδοσίας του
κλήρου και της «προσήλωσης στους ιερούς κανόνες».
84
«Ένας νέος, λοιπόν, κόσμος εισέβαλλε στη Ρωμαίικη (Ελληνορθόδοξη) Ανατολή, που δεν ήταν
δυνατόν να επικρατήσει χωρίς ανατροπή του κόσμου της ορθοδόξου παραδόσεως. Κατά την
ευσυνείδητη εκτίμηση του Λ. Βρανούση, «ο ακρότατος ορθολογισμός, το αντικληρικό πνεύμα, πολλές
άλλες τολμηρότητες και ακρότητες, που είχαν αρχίσει να εισβάλλουν από τη Δύση στη Θεοκρατική
Ανατολή, δεν ήταν δυνατόν να μην προκαλέσουν αντίδραση». Γ. Μεταλληνός, Σχέσεις και Αντιθέσεις.
Ανατολή και Δύση στην πορεία του Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 1998, σελ. 15.
115

Για να κατανοήσει όμως κανείς πόσο γενικευμένη ήταν η δυσφορία που προκαλούσε
το θρησκευτικό θέμα, πρέπει να καταλάβει αυτό που δεν παραδεχόταν ή δεν ήθελε να
παραδεχθεί η μειονότητα των εξευρωπαϊσμένων Ελλήνων. Δηλαδή ότι η πλειονότητα
του ελληνικού λαού βρισκόταν ακόμα πολύ μακριά από το δυτικό πολιτισμό και ότι
το βασικότερο στοιχείο του μη δυτικού πολιτισμικού προσανατολισμού του ήταν η
θρησκεία. Γι' αυτό ακριβώς το λόγο, ενώ ο λαός δεχόταν αρκετούς δυτικούς
νεωτερισμούς με σχετική απάθεια, η δεκτικότητα του σταματούσε απότομα μπροστά
σε θέματα θρησκείας. Όσες αδυναμίες και αν παρουσίαζαν ο κλήρος και οι μοναχοί
ως συλλογικό σώμα που δρούσε στις πολιτικές υποθέσεις, παρέμενε η ισχυρότερη
συντηρητική ομάδα, τόσο χάρη στον έλεγχο που ασκούσε στη σκέψη του λαού όσο
και χάρη στην υποστήριξη της Ρωσίας. Καμία άλλη όψη του παραδοσιακού
πολιτισμού δεν μπορούσε να βασιστεί σε μία τόσο καλά διατυπωμένη παράδοση,
ούτε διέθετε για την υπεράσπιση της τόσο αποφασισμένους υποστηρικτές.
Επιπρόσθετα οι αντιδράσεις του λαού για τις θρησκευτικές εξελίξεις στο
ελληνικό βασίλειο υποκινούνταν και από τη δυσαρέσκεια που ένιωθαν οι Έλληνες
για την φορολογία που τους είχε επιβληθεί από μια κυβέρνηση ξένων.
Η Αντιβασιλεία με τα μέτρα που πήρε για την Εκκλησία την μετέτρεψε σε
υπηρεσία και υφιστάμενο του κράτους. Οποιαδήποτε απόφαση της Ιεράς Συνόδου
έπρεπε να επικυρώνεται από την Πολιτεία. Η διοικητική εποπτεία, που επιδίωκε ο
Maurer για την Ελληνική Εκκλησία, ήταν μια πραγματικότητα.
Οι ενέργειες του κράτους στο μοναστηριακό ζήτημα δεν επέφεραν κανένα
θετικό αποτέλεσμα. Εάν οι μονές δεν είχαν διαλυθεί αλλά παρέμεναν όπως είχαν ή
συγχωνεύονταν, όπου ήταν αναγκαίο, υποχρεούμενες να προσφέρουν εισφορές υπέρ
της Παιδείας και της Εκκλησίας, από τα εισοδήματα των κτημάτων τους, τα
εισοδήματα αυτά μέσα στο χρόνο θα ήταν περισσότερα από τα εισοδήματα που
απέφερε η διάλυση των μονών. Επίσης δεν θα παρατηρούνταν οι πράξεις ιδιοτέλειας
και οι βιαιότητες που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της διάλυσης των μονών. Αυτό
που έπρεπε να πράξει η Γραμματεία επί των Εκκλησιαστικών, σε συνεννόηση με την
Ιερά Σύνοδο, ήταν η επέμβαση της όπου παρατηρούνταν ατασθαλίες στη διαχείριση
της μοναστηριακής περιουσίας ή όπου οι μοναχοί, με τις πράξεις τους, παρέβαιναν
τους ιερούς κανόνες και τις υποχρεώσεις που όριζε το σχήμα τους.

Αθηνά, 5 Απριλίου 1839.


116

Η διοικητική εποπτεία που επιδίωκε η κυβέρνηση για τις μονές φαίνεται από
τα περισσότερα διατάγματα που αφορούσαν το μοναχισμό, καθώς περιέκοπταν τα
προηγούμενα προνόμια των μονών. Η κυβέρνηση καθόρισε διαδικασία για τη
διοίκηση των μονών και απαίτησε την αποστολή αναφορών για την ακίνητη και
κινητή περιουσία τους, τον αριθμό των μοναχών τους, καθώς και τα ημερήσια έσοδα
και έξοδα της μονής. Το ότι η μονή θεωρείτο από την Πολιτεία εκτελεστικό όργανο
του κράτους φαίνεται επίσης από το γεγονός ότι τις αναφορές τις επικύρωνε ο
πολιτικός διοικητής της περιοχής.
Τον Απρίλιο του 1834 εξερράγη επανάσταση στη Μάνη, η οποία γρήγορα
διαδόθηκε και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Εκτός από τις ενέργειες της κυβέρνησης για
την καταστολή της, η Ιερά Σύνοδος, για να καθησυχάσει το λαό, έστειλε με το Β'
Γραμματέα της Θεοφάνη Σιατιστέα εγκύκλιο επιστολή, με την οποία προσπάθησε να
δικαιολογήσει την ίδρυση Αυτοκέφαλου Εκκλησίας καθώς και τις μέχρι τότε
ενέργειες της, κυρίως την διάλυση των μονών . Οι δυσαρέσκειες δεν σταμάτησαν
εντελώς ακόμα και όταν με βασιλικό διάταγμα (21/7/1834) παύθηκε ο Maurer από το
αξίωμα του αντιβασιλέα και έφυγε από την Ελλάδα.
Προφανώς η Εκκλησία χρειαζόταν μεταρρύθμιση, αλλά ζητούσε επίσης και
βοήθεια συμπάθειας μετά από μια τέτοια ολέθρια περίοδο. Χρειαζόταν επίσης
αναδιοργάνωση, αλλά το Καταστατικό του Maurer, αντί να βοηθήσει την Εκκλησία
να κάνει τις απαραίτητες εσωτερικές βελτιώσεις, απλώς τη μετέβαλε σε υπηρεσία
ενός αυταρχικού κράτους, και μάλιστα από τις φτωχότερες. Σ' αυτό το σημείο
εστιάζονται οι κατηγορίες εναντίον του Georg von Maurer .

Προκειμένου να καθησυχάσει τους ταρασσόμενους, για τα εκκλησιαστικά θέματα, εξέδωσε νέα


εγκύκλιο η Ιερά Σύνοδος στις 17/10/1834.
87
C. Frazee, ό.π., σελ. 160.
117

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΟΙ ΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ


ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΩΝ Β. ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ

Σκοπός μας δεν είναι μόνο να καταγράψουμε και να εξετάσουμε το ανθρώπινο


δυναμικό των μονών του ελληνικού βασιλείου στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα αλλά
και να παρουσιάσουμε την αριθμητική κατάσταση των μονών τόσο πριν από τα
μέτρα που πάρθηκαν από την Αντιβασιλεία, που σαφώς περιόρισαν τον αριθμό τους,
όσο και την εικόνα που σχηματίστηκε για τις μονές και τους μοναχούς μετά από
αυτά. Όπως έχει αναφερθεί στο προηγούμενο κεφάλαιο τα μέτρα που αφορούν τις
μονές ήρθαν μέσα από μία σειρά διαταγμάτων. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι
τρία. Πιο συγκεκριμένα με το πρώτο διάταγμα που εκδόθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1833
οριζόταν η κατάργηση όλων των ανδρικών μονών που είχαν λιγότερους από 6
μοναχούς. Με άλλο διάταγμα στις 9 Μαρτίου 1834 διαλύονταν οι γυναικείες μονές,
εκτός από τρεις, μία για κάθε κύρια γεωγραφική περιοχή. Τέλος με ένα ακόμα
διάταγμα στις 8 Μαίου 1834 απαγορευόταν στο εξής κάθε δωρεά ιδιοκτησίας από
ιδιώτες προς την Εκκλησία1.

5.1 Οι μονές και οι πηγές πληροφοριών γι' αυτές

Ενδιαφέρον είναι το γεγονός, ότι ενώ πολλοί ιστορικοί και σύγχρονοι με τα


διατάγματα αναφέρονται στα μέτρα της Αντιβασιλείας και μας παρουσιάζουν
κάποιους αριθμούς σχετικά με τις μονές που διαλύθηκαν καθώς και με αυτές που
διατηρήθηκαν, οι αριθμοί αυτοί είναι διαφορετικοί μεταξύ τους. Επίσης σχεδόν
κανείς δεν αναφέρει ονομαστικά τις μονές αυτές. Πόσες όμως μονές υπήρχαν στο
χώρο, που αργότερα δημιουργήθηκε το ελληνικό βασίλειο, πριν το 1833; Πόσες

'Βλ. Παράρ. Ι,τ. II, σελ. 8-10.


118

έπαψαν να λειτουργούν και πόσες συνέχισαν τη λειτουργία τους μετά τη λήψη των
μέτρων της Αντιβασιλείας για τις μονές;

α. Βιβλιογραφικές πληροφορίες

Η βιβλιογραφία η οποία υπάρχει σχετικά με το θέμα των μονών, όπως


προαναφέρθηκε, μας παρέχει στοιχεία για τον αριθμό των μονών και των μοναχών
που υπήρχαν στο ελληνικό βασίλειο πριν και μετά τη διάλυση τ%ν μονών. Ποια όμως
είναι τα στοιχεία αυτά και κατά πόσο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα;
Σύμφωνα με τον Κ. Δυοβουνιώτη στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν 524 ανδρικές
μονές και 18 γυναικείες3. Από την επεξεργασία των στοιχείων που παραθέτει ο
Δυοβουνιώτης προκύπτει ότι πριν από τα διατάγματα υπήρχαν στο ελληνικό βασίλειο
542 μονές. Σύμφωνα πάντα με αυτόν διαλύθηκαν 394 μονές, 378 ανδρικές και 16
γυναικείες ενώ παρέμειναν σε λειτουργία 148, 146 ανδρικές και 2 γυναικείες.
Την ίδια περίπου εικόνα με μικρές μόνο αποκλίσεις παρουσιάζει ο J.
Petropulos. Κατ' αυτόν από το σύνολο των 524 μοναστηριών διατηρήθηκαν 146. Οι
83 επειδή υπάχθηκαν στην κατηγορία των μονών που είχαν περισσότερους από έξι
μοναχούς ενώ οι 63 επειδή βρίσκονταν στη Μάνη όπου η κυβέρνηση δεν τολμούσε
να επέμβει, από φόβο μήπως συντελέσει στην παράταση μιας εξέγερσης που είχε ήδη
προκληθεί εν μέρει από τα διατάγματα για την διάλυση των μονών. Από τις 16 ή 18
γυναικείες μονές μόνο μία επέζησε νομίμως, αφού οι γυναικείες μονές της
Πελοποννήσου και της Ρούμελης που προβλέπονταν στο αρχικό διάταγμα
εγκαταλείφθηκαν όταν δεν συμπληρώθηκε ο απαιτούμενος από το νόμο αριθμός
καλογραιών με την εγγραφή των καλογραιών που ήδη υπήρχαν . Προκύπτει λοιπόν
ότι το σύνολο των ανδρικών και των γυναικείων μονών φτάνει τις 540 ως 542 μονές.

2
«Κατά τους ακριβέστερους υπολογισμούς κατά το 1833 υπήρχον εν τη ελευθέρα Ελλάδι εν όλω 524
ανδρώα μοναστήρια και 18 γυναικεία». Κ.Ι. Δυοβουνιώτης, ό.π., αριθ. 85, σελ. 3-4.
3
«Εν τοις μοναστηρίοις τούτοις υπήρχον 4.111 μοναχοί και 277 μοναχαί.» Αθηνά, αριθ. 266, 267. «Τα
εισοδήματα των μοναστηριών τούτων ανήρχοντο εν όλω εις 600 χιλιάδας δραχμών». Σωτήρ, αριθ. 27,
1834. Οι δε υπολογισμοί του Maurer, ότι ανήρχοντο εις 2.149.980 είναι σφαλεροί. G. Maurer, ό.π., τ. Ι,
σελ 470. «Εκ των μοναστηριών τούτων διατηρήθησαν εν Μάνη μεν αναγκαστικώς ένεκα των
γενομένων ταραχών 63, εν δε τη λοιπή ελευθέρα Ελλάδι 83, λοιπόν διετηρήθησαν εν όλω 146 και
διελύθησαν 378. Εάν προσθέσωμεν εις ταύτα και τα 16 διαλυθέντα γυναικεία μοναστήρια, έχομεν εν
όλω 394 διαλυθέντα μοναστήρια. Μετά ταύτα η Κυβέρνησις τη παρακλήσει των μοναχών διαλυθέντων
Μονών, ιδία δε τη επιμόνω απαιτήσει της περί τον Κυνουρίας μάλιστα ιεράς Συνόδου απέδωκε Μονάς
τινας μετά των κτημάτων αυτών τοις ηδικημένοις μοναχοίς και ούτω εσώθησάν τίνες των διαλυθεισών
Μονών». Κ.Ι. Δυοβουνιώτης, ό.π., σελ. 3-4.
4
«Από το σύνολο των 524 μοναστηριών διατηρήθηκαν 146. Τα 83 υπάχθηκαν στην κατηγορία των
μονών που είχαν περισσότερους από έξι μοναχούς, και τα 63 επειδή βρίσκονταν στη Μάνη όπου η
119

Η διαφορετικότητα των πληροφοριών του Petropulos έγκειται στο ότι δεν


δίνει συγκεκριμένο αριθμό για τις γυναικείες μονές (16-18). Αναλυτικότερα τα
στοιχεία που προκύπτουν είναι ότι υπήρχαν στο ελλαδικό βασίλειο 540-542 μονές,
524 ανδρικές και 16-18 γυναικείες. Από αυτές διαλύθηκαν οι 393-395, 378 ανδρικές
και 15-17 γυναικείες. Οι διατηρούμενες ανέρχονται σε 147, 146 ανδρικές και 1
γυναικεία. Ενδιαφέρον επίσης αποτελεί το γεγονός ότι για τις 146 ανδρικές μονές
αναφέρει ότι μόνο οι 83 πληρούσαν τους όρους του διατάγματος ενώ οι 63 ανήκαν
στην περιοχή της Μάνης και καταχρηστικά παρέμειναν αν και δεν πληρούσαν τις
προϋποθέσεις λόγο του φόβου εξέγερσης των Μανιατών. Από τα ανωτέρω στοιχεία
γίνεται φανερό πως ότι ο Petropulos άντλησε τα περισσότερα από τα στοιχεία του
από τον Κ. Οικονόμου.
Πηγή των στοιχείων του Petropulos αποτελεί ο Κ. Οικονόμου5. Ο Οικονόμου
λοιπόν θεωρεί ότι από τις 524 μονές, που υπήρχαν στο ελληνικό βασίλειο,
διατηρήθηκαν οι 146. Οι 83 από αυτές υπάχθηκαν στην κατηγορία των μονών που
είχαν περισσότερους από έξι μοναχούς, και οι 63 επειδή βρίσκονταν στη Μάνη. Δεν
κάνει όμως λόγο για τις γυναικείες μονές. Όσο για τις ανδρικές αναφέρει ότι το
σύνολο τους ανερχόταν σε 524, από αυτές διαλύθηκαν οι 378 και παρέμειναν σε
λειτουργία οι 146. Και οι τρεις προαναφερόμενοι δίνουν περίπου τα ίδια στοιχεία για
τις μονές με ταύτιση απόψεων στον αριθμό των ανδρικών μονών, διαλελυμένων και
μη. Διαφορετικούς αριθμούς δίνουν μόνο στις γυναικείες μονές, μάλιστα ο
Οικονόμου δεν τις αναφέρει καν, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ταύτιση στο σύνολο
των μονών, ανδρικών και γυναικείων.
Πληροφορίες για τον αριθμό των μονών μας παρέχει και ο Finlay. Αυτός
μάλιστα έχει αντίθετη άποψη με τους προαναφερόμενους και υπολογίζει τον αριθμό
των μονών που διαλύθηκαν σε 412 και όχι σε 378 όπως ο Οικονόμου, ο
Δυοβουνιώτης και ο Petropulos. Επεξεργαζόμενοι τα στοιχεία του Finlay προκύπτει
ότι υπήρχαν περίπου 560 μονές, 542 ανδρικές και 18 γυναικείες. Από αυτές
διαλύθηκαν οι 412, 396 ανδρικές και 16 γυναικείες, ενώ παρέμειναν σε λειτουργία

κυβέρνηση δεν τολμούσε να επέμβει, από φόβο μήπως συντελέσει στην παράταση μιας εξέγερσης που
είχε ήδη προκληθεί εν μέρει από τα διατάγματα για την διάλυση των μονών. Από τα 16 ή 18
μοναστήρια γυναικών μόνο ένα επέζησε νομίμως, αφού τα γυναικεία μοναστήρια της Πελοποννήσου
και της Ρούμελης που προβλέπονταν στο αρχικό διάταγμα εγκαταλείφθηκαν όταν δεν συμπληρώθηκε
ο απαιτούμενος από το νόμο αριθμός καλογραιών με την εγγραφή των καλογραιών που ήδη υπήρχαν»
J. Petropoulos, ό.π., σελ. 216.
5
«Από τα 524 μοναστήρια, που υπήρχαν στο Ελληνικό Βασίλειο, διατηρήθηκαν τα 146. Τα 83 από
αυτά υπάχθηκαν στην κατηγορία των μονών που είχαν περισσότερους από έξι μοναχούς, και τα 63
επειδή βρίσκονταν στη Μάνη» Κ. Οικονόμου, ό.π., τ. II, σελ. 264-265.
120

148, 146 ανδρικές και 2 μόνο γυναικείες. Ο δε αριθμός των μοναχών που απόμειναν
θεωρεί ότι ανερχόταν σε 20006.
Πολύ μικρότερος αριθμός μονών θεωρεί ο Maurer ότι υπήρχαν. Υπολογίζει
μάλιστα τον αριθμό των μονών που υπήρχαν πριν από τη διάλυση σε 400, των
γυναικείων σε 30 ή 40, ενώ για τον αριθμό των μοναχών πιστεύει πως ήταν λιγότερος
από 8000 και των καλογραιών σε 100. Βεβαιώνει δε ότι απόμειναν μόνο 82 μονές7.
Από τα στοιχεία του Maurer σχηματίζουμε την εικόνα ότι υπήρχαν 430-440 μονές,
400 ανδρικές και 30-40 γυναικείες, από τις οποίες διατηρήθηκαν οι 82 και οι 348-358
διαλύθηκαν, επειδή δεν πληρούσαν τους όρους. Δε διευκρινίζει όμως αν μέσα στις 82
διατηρούμενες είναι και οι γυναικείες. Επίσης δεν αναφέρεται καθόλου στις μονές
της Μάνης. Τα στοιχεία λοιπόν που παρουσιάζει είναι διαφορετικά από όλα τα
προηγούμενα και σαφώς μικρότερα από τα πραγματικά. Ίσως πίσω από αυτούς τους
αριθμούς δεν κρύβεται η άγνοια του για τον ακριβή αριθμό των μονών αλλά η
πρόθεση του να παρουσιάσει πιο ωραιοποιημένη την κατάσταση που διαμορφώθηκε
μετά τα μέτρα που έλαβε.

Άλλος μελετητής που ασχολήθηκε με το θέμα είναι ο Χρύσ. Παπαδόπουλος, ο


οποίος θεωρεί αξιόπιστες πληροφορίες αυτές που παρέχει ο Μάμουκας, σύμφωνα με
τις οποίες ο αριθμός των μονών ανερχόταν σε 563. Όμως δεν φαίνεται να τις
ακολουθεί πλήρως γιατί όπως φαίνεται στη συνέχεια, ο Μάμουκας παρουσιάζει να
υπάρχουν στον ελλαδικό χώρο πριν από τα μέτρα που πήρε η Αντιβασιλεία 593
μονές. Επειδή τα στοιχεία που παραθέτει ο Παπαδόπουλος δεν κάνουν διάκριση
μεταξύ διατηρούμενων και διαλυμένων μονών δεν είμαστε σε θέση να πούμε,
σύμφωνα με αυτόν, πόσες παρέμειναν σε λειτουργία στο βασίλειο μετά την ισχύ των
διαταγμάτων. Όσο για τον αριθμό των μοναχών θεωρεί ότι ανερχόταν σε 3000
περίπου και των μοναζουσών σε 277 .
Αξιόλογη πηγή από αρκετούς ιστορικούς παραμένει ο Μάμουκας10. Τα
στοιχεία μάλιστα που παραθέτει είναι πολύ κοντά με τα αποτελέσματα που
προκύπτουν από την έρευνα των απογραφικών εγγράφων που επεξεργαστήκαμε.
Σύμφωνα με τον Κ. Μάμουκα στο ελληνικό βασίλειο υπήρχαν 593 μονές, 575

6
G . Finlay, ό.π., τ. VII, σελ.130-131.
7
G. Maurer, ό.π., τ. II, σελ. 178-180,182.
8
«Κατά το 1833 υπήρχον εν όλω 563 Μοναστήρια και μετόχια, ήτοι 545 ανδρών και 18 γυναικών». Α.
Μάμουκας, ό.π., σελ. 148-161.
9
«Ο αριθμός των μοναχών ανερχόταν σε 3000 περίπου μοναχούς, ενώ των μοναζουσών σε 277».
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., τ. Ι, σελ. 133-134.
10
Βλ. Παράρ. 2, πίν. IV, τ. II, σελ. 53-58.
121

ανδρικές και 18 γυναικείες. Από αυτές διαλύθηκαν οι 441, 427 ανδρικές και 14
γυναικείες, ενώ παρέμειναν σε λειτουργία 152, 148 ανδρικές και 4 γυναικείες. Τα
στοιχεία λοιπόν αυτά διαφέρουν από όσα έχουν μέχρι τώρα παρουσιαστεί, αφού
αυξάνουν το σύνολο των μονών και κατ' επέκταση τον αριθμό των διατηρούμενων
και των διαλυμένων μονών.
Τέλος στοιχεία για τις μονές παρουσιάζει και ο W. Mure 11 . Ο τελευταίος
αντλεί τα αριθμητικά του στοιχεία από τον Fr. Strong . Ο W. Mure παρουσιάζει τις
μονές να αυξάνονται το 1840 και να ανέρχονται το 1840 σε 128. Όσο για τον αριθμό
των μοναχών υπολογίζει ότι έφτασαν τους 1646. Αν όμως ισχύουν οι αριθμοί αυτοί
θα πρέπει πριν από το 1840 οι μονές να ήταν λιγότερες από 128 και οι μοναχοί
λιγότεροι από 1646. Τα στοιχεία όμως που παρατίθενται στη συνέχεια αναιρούν τους
ισχυρισμούς του ότι το σύνολο των μονών και των μοναχών το 1840 ήταν αυξημένο
σε σχέση με το σύνολο προηγούμενων ετών. Συγκρίνοντας τα στοιχεία του Mure με
αυτά που διαθέτουμε προκύπτει ότι οι μονές που διατηρήθηκαν όντως είναι 128 (αν
αφαιρέσουμε τις 17 που βρίσκονταν στην επαρχία Οιτύλου). Πιθανό είναι ότι ο Mure
δε συνυπολογίζει στον αριθμό που παρουσιάζει τις 17 μονές της επαρχίας Οιτύλου οι
οποίες παρουσιάζονται στον κατάλογο του Μάμουκα . Μια άλλη επισήμανση είναι
ότι οι μονές δεν αυξήθηκαν όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Mure, γιατί ο αριθμός
τους (128) φαίνεται από τα έγγραφα ότι υφίσταται ήδη από το 1836. Λανθασμένη
άποψη έχει και για τον αριθμό των μοναχών, καθώς το 1836 οι μοναχοί είναι μεν
κοντά στα στοιχεία που αναφέρει αλλά από τα στοιχεία που διαθέτουμε φαίνεται ότι
ο αριθμός 1646 αφορά τους μοναχούς μόνο 136 μονών και όχι το σύνολο των
διατηρούμενων μονών. Αν υποθέσουμε πως όντως οι μοναχοί το 1840 ήσαν 1646
τότε σίγουρα ο αριθμός τους μειώθηκε και δεν αυξήθηκε. Πάντως οφείλουμε να
επισημάνουμε πως, επειδή τα αριθμητικά στοιχεία των μοναχών που παραθέτει ο
Mure πλησιάζουν την πραγματική κατάσταση του 1836, θεωρείται πιθανό ότι τα
στοιχεία αυτά καταγράφουν περισσότερο την κατάσταση, όπως αυτή είχε
διαμορφωθεί το 1836 παρά το 1840.

Στην συνέχεια παραθέτουμε πίνακα, στον οποίο συγκεντρώνονται όλα τα


αριθμητικά στοιχεία που προαναφέρθηκαν, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν
και συγκριτικά μεταξύ τους.

11
W. Mure, Journey of a Tour in Greece, Λονδίνο 1842, τ. II, σελ. 297.
'" Fr. Strong, Greece as a Kingdom; or a Statistical Description ofthat Country from the Arrival of
King Otho in 1833 to the Present Time, Λονδίνο 1842, σελ. 361.
122

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.1

Οι μονές του ελληνικού βασιλείου (διατηρούμενες και διαλυμένες) βάσει των


βιβλιογραφικών πηγών

Μονές Μονές Διατηρούμενες Μονές Διαλυμένες


Συγγραφείς Ανδρ.* Γυναικ.* Σύνολ.* Ανδρ. Γυναικ. Σύνολ. Ανδρ. Γυναικ. Σύνολ.
Δυοβουνιώτης Κ.Ι. 524 18 542 146 2 148 378 16 394
Petropoulos J. 524 16-18 542 146 1 147 378 17 395
Οικονόμου Κ. 524 146 378
Finlay G. 542 18 560 146 2 148 396 16 412
Maurer G. 400 30-40 440 82 358
Παπαδόπουλος Xp. 545 18 563
Μάμουκας Κ. 575 18 593 148 4 152 441 14 427
Mure W. 128
Strong Fr. 128
* Ανδρικές, Γυναικείες, Σύνολο
Πηγή: Κ.Ι. Δυοβουνιώτης, ό.π., αριθ. 85, σελ. 3-4. J. Petropoulos, ό.π., σελ. 216. Κ. Οικονόμος, ό.π., τ.
II, σελ. 264-265. G. Finlay, ό.π., τ. VII, σελ. 130-131. G. Maurer, ό.π., τ. II, σελ. 178-180,182. Χρυσ.
Παπαδόπουλος, ό.π., τ. Ι, σελ.133-134. Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 148-161. W. Mure, ό.π., τ. Π, σελ.
297. Fr. Strong, ό.π., σελ. 361.

β. Οι μονές σύμφωνα με το ευρετήριο των Γενικών Αρχείων του Κράτους

Πριν ξεκινήσουμε την παρουσίαση και το σχολιασμό των πηγών που


αποκομίστηκαν από την ερευνά μου στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.) πρέπει
να παρουσιάσουμε το ευρετήριο που έχει συνταχθεί από τα Γ.Α.Κ. και σημειώνει
ονομαστικά τις μονές που συναντά κανείς στο αρχείο «Μοναστηριακά». Το
ευρετήριο έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με τις μονές που διατηρούν στο αρχείο φάκελο
εγγράφων. Η παράθεση του 14 , κρίνεται απαραίτητη γιατί αποτελεί μια πρόσθετη πηγή
στην προσπάθεια μας να εντοπίσουμε το συνολικό αριθμό των μονών που υπήρχαν
στον ελλαδικό χώρο πριν από την έλευση του Όθωνα και την εφαρμογή των
διαταγμάτων της Αντιβασιλείας. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι όλα τα έγγραφα
χρονολογούνται από το 1833 και μετά. Έγγραφα προηγούμενων ετών δεν
εντοπίστηκαν είτε γιατί χάθηκαν είτε γιατί ποτέ δε συντάχτηκαν αφού αυτές είχαν
πάψει να λειτουργούν πριν το 1833, όταν δηλαδή εφαρμόστηκε ο διοικητικός έλεγχος
των μονών βάσει των απογραφικών εγγράφων.

13
Βλ Παράρ. 2, πίν. IV, τ. II, σελ. 53-58.
14
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Ι, τ. II, σελ. 18-32.
123

Ένα άλλο στοιχείο του ευρετηρίου των Γ.Α.Κ. που πρέπει να τονιστεί είναι
πως, αν και αρκετές από τις μονές χαρακτηρίζονται ως «διαλελυμένες»,
συνειδητοποιούμε από τα έγγραφα που υπάρχουν στους αντίστοιχους φακέλους ότι
αυτές συνεχίζουν να λειτουργούν και μετά την εφαρμογή των διαταγμάτων που
όριζαν τη διάλυση τους. Τα συμπεράσματα που μπορούμε να διεξάγουμε από αυτή
την επισήμανση είναι πως: Δεν εφαρμόστηκαν τα διατάγματα ταυτόχρονα σ' όλες τις
μονές της χώρας. Επίσης ότι η Αντιβασιλεία ή οι τοπικές εκκλησιαστικές και
πολιτικές αρχές, ή ο συνδυασμός και των δύο, έδειξαν κάποια ανοχή στον τρόπο και
στον χρόνο που θα εφαρμόζονταν τα σχετικά διατάγματα τα οποία θα διέλυαν αυτές
τις μονές. Τέλος ότι σε κάποιες περιπτώσεις οι μοναχοί που βρίσκονταν στις υπό
διάλυση μονές δεν απομακρύνθηκαν αλλά παρέμειναν μέχρι το θάνατο τους ως
ενοικιαστές, απαγορεύοντας ταυτοχρόνως την είσοδο σε νέους μοναχούς. Η
τελευταία άποψη επιβεβαιώνεται και από το διάταγμα «Περί εν τω Βασιλείω
μοναστηριών» της 25 Σεπτεμβρίου (7 Οκτωβρίου) 1833 αρθρ. ΣΤ', σύμφωνα με το
οποίο: «Ως προς την μίσθωσιν των μοναστηριών (υπό αριθμ. 2), εν οις μονάζουσι
κατά το παρόν ολίγοι τινές ακόμη μοναχοί, θέλουν προτιμηθή αυτοί ούτοι ως
μισθωταί, και αφεθή ως τοιούτοι εις την κάρπωσιν των μοναστηριακών, εάν τυχόν
δεν προκρίνουν, ως ανωτέρω ερρέθη, να μεταβώσιν εις άλλα διατηρητέα
μοναστήρια»15.

Λίγο αργότερα, στις 4 (16) Δεκεμβρίου, με άλλο διάταγμα «Περί της


ιδιοκτησίας των εν τοις διαλυθείσι μοναστηρίοις μοναχών και ιδίως περί μοναχών εν
γένει», (αρθρ. 1, 2) καταργείται το άρθρο 6. Αυτό όμως απ' ότι φαίνεται δε στάθηκε
ικανό να σταματήσει τη λειτουργία όλων εκείνων των μονών που είχαν έναν ή δύο
μοναχούς και οι οποίοι ζούσαν σε αυτές ως ενοικιαστές. Έτσι διαπιστώνουμε πως η
λειτουργία ή η παύση μιας μονής εξαρτιόταν κυρίως από τα εισοδήματα που
προσέφερε στους κατοίκους μια και αποτελούσε οικονομικό παράγοντα στην περιοχή
που βρισκόταν, ή από τα συμφέροντα αυτών που νέμονταν τα εισοδήματα της .
17
Το ευρετήριο λοιπόν των Γ.Α.Κ. δίνει τη δυνατότητα να εντοπιστεί και να
παρουσιαστεί το μεγαλύτερο μέρος των μονών που υπήρχαν στο ελληνικό βασίλειο
πριν τεθούν σε εφαρμογή τα διατάγματα της Αντιβασιλείας που αφορούσαν τη

15
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 233.
16
Τ. Γριτσόπουλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 20. Αθηναγόρας Μητροπολίτης Παραμυθίας, Αι Ιεραί
Μοναί της Ηπείρου και της Ελλάδος εν γένει και αι προς το Έθνος ανεκτίμητοι υπηρεσίαι αυτών, Αθήνα
1927, σελ. 32-33. Γ. Κονιδάρης, Η Ελληνική Εκκλησία ως πολιτική όύναμις εν τη ιστορία της
Χερσονήσου του Αίμου, Αθήνα 1948, σελ. 89-95. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.
124

διάλυση των μονών. Μιλάμε για το μεγαλύτερο μέρος τους και όχι για το σύνολο
τους γιατί όπως προκύπτει στη συνέχεια ο κατάλογος δεν είναι πλήρης.
•Σύμφωνα με τους φακέλους που υπάρχουν στο αρχείο των «Μοναστηριακών»
ο αριθμός των μονών υπολογίζεται σε 520. Οδηγούμαστε έτσι στο συμπέρασμα ότι
υφίσταντο αυτές οι μονές στον ελλαδικό χώρο πριν από την έλευση του Όθωνα. Από
τα έγγραφα όμως που αποκομίστηκαν από τα Γ.Α.Κ. και παρουσιάζουν
συγκεντρωτικά στοιχεία των μονών, φαίνεται ότι οι .μονές υπερβαίνουν τις 520.
Μεγάλος αριθμός αυτών που δεν καταγράφονται στον προαναφερόμενο ευρετήριο
αφορά την επαρχία Οιτύλου. Έτσι ένας άλλος σκοπός αυτής της μελέτης είναι ο
καθορισμός του συνόλου των μονών που υπήρχαν στον ελλαδικό χώρο πριν το 1833.

γ. Οι μονές στον ελλαδικό χώρο πριν το 1833

Ποιος όμως είναι ο ακριβής αριθμός των μονών που υπήρχαν στον ελλαδικό
χώρο πριν το 1833; Ήσαν μόνο 520 ή περισσότερες; Από τη μελέτη των εγγράφων
εντοπίζονται τα ονόματα άλλων 59 μονών, οι οποίες όμως επειδή δε διατηρούν
φάκελο εγγράφων στο αρχείο των «Μοναστηριακών» δε σημειώνονται στον
κατάλογο των Γ.Α.Κ. Αυτές οι πρόσθετες 59 μονές που εμφανίζονται μέσα από τα
έγγραφα των φακέλων αφορούν τις επαρχίες Φθιώτιδας, Κορινθίας, Γορτυνίας,

Πατρών, Επιδαύρου Λιμηράς, Γυθείου και Οιτύλου.


Προσθέτοντας τα στοιχεία που διαθέτουμε προκύπτει ότι ο αριθμός των
μονών έφτανε τις 579 σ' ολόκληρο το Ελληνικό Βασίλειο, χωρίς όμως να
αποκλείεται η ύπαρξη και κάποιων άλλων. Και σε αυτή όμως την περίπτωση ο
συνολικός τους αριθμός δεν πρέπει να ξεπερνούσε τις 600. Η απόκλιση αυτή
δικαιολογείται από το γεγονός της ύπαρξης αρκετών μετοχιών από μέρους των
μονών. Ο αριθμός αυτός είναι μεγάλος αναλογικά με το μέγεθος του βασιλείου και με
τον αριθμό των κατοίκων του.

17
Γ.Α.Κ., Τα περιεχόμενα των Γενικών Αρχείων του Κράτους, τ. Α', Αθήνα 1972, σελ. 312-371.
18
Βλ. Παράρ. 2, πίν. II, τ. II, σελ. 32-34.
125

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.2

Μονές προκύπτουσες από έγγραφα του αρχείου των Μοναστηριακών

Επαρχία Αριθμός μονών


Επαρχία Φθιώτιδας 1
Επαρχία Κορινθίας 1
Επαρχία Γορτυνίας 1
Επαρχία Πατρών 1
Επαρχία Επιδαύρου Λιμηράς 2
Επαρχία Γυθείου 7
Επαρχία Οιτύλου 46
Σύνολο μονών 59

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-3.

Το γεγονός της ύπαρξης μεγάλου αριθμού μονών στον ελλαδικό χώρο


εξηγείται και από τη βαθιά θρησκευτική πίστη των Ελλήνων, η οποία έγινε πιο
έντονη στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας. Ο Ν. Πανταζόπουλος μιλώντας για τη
θρησκευτική πίστη των υποδούλων αναφέρει: «Μόνο με την Εκκλησία θα μπορούσε
ο περιούσιος λαός να εξιλεωθεί από τις αμαρτίες του. Μόνο με την Εκκλησία θα
μπορούσε το Ελληνικό Έθνος, δηλαδή όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανικοί πληθυσμοί της
Ανατολής, να επιζήσει και να πάρει πίσω ό,τι δικαιωματικά του ανήκε. Τα
πολυάριθμα μοναστήρια, που οι μοναχοί τους προέρχονταν από τα λαϊκά στρώματα,
ήταν κέντρα ποιοτικής ζωής».19 Ο Άγγλος περιηγητής J. Emerson μας δίνει μερικές
εντυπώσεις για την Εκκλησία του 1825 και μιλάει για τον υψηλό σεβασμό που έχουν
οι ορθόδοξοι για την πίστη τους. Έμεινε έκπληκτος όταν είδε πόσο καλά τηρούνταν
από μέρους των πιστών οι αυστηρές νηστείες της Εκκλησίας, παρόλες τις υπάρχουσες
δυσκολίες . Ο Ranciman, σημειώνει πως «η τούρκικη κατάκτηση ενίσχυε
91

περισσότερο το αίσθημα της ενότητας λαού και κλήρου .


Επιπρόσθετα θα πρέπει να αναφέρουμε πως ο αυξημένος αριθμός των μονών
σχετίζεται και με την οικονομική άνθιση που γνώρισαν οι ορθόδοξοι της οθωμανικής
αυτοκρατορίας από το 16° αιώνα και μετά. Η οικονομική τους άνοδο βρίσκει την
εκδήλωση της, ανάμεσα σε άλλα, και στις δωρεές προς τις μονές, στην κτίση νέων
99
εκκλησιών και μονών ή στην ανακαίνιση παλιών .

Ν. Πανταζόπουλος, Εκκλησία και δίκαιον εις την Χερσόνησον του Αίμου κατά την Τουρκοκρατίαν,
Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 8-15. Φ. Βαφείδης., ό.π., τ. 3, σελ. 212-302.
20
J. Emerson J., P. Count, W.H. Humphreys, A picture of Greece in 1825, Λονδίνο 1826, τ. Ι, σελ. 95.
21
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 659-660.
22
Α. Βακαλόπουλος, Νέα Ελληνική...., ό.π., σελ. 70-71.
126

Στον αριθμό των 579 μονών πόσες ήταν γυναικείες; Τα έγγραφα των
αναφορών δεν παρέχουν στοιχεία για τον ακριβή αριθμό τους. Από τη μελέτη
μάλιστα των εγγράφων και του ευρετηρίου των Γ.Α.Κ.23 ο οποίος παρουσιάζει τις
περισσότερες των μονών, εντοπίστηκαν μόνο 8 γυναικείες μονές, οι οποίες και
ση μειώνονται στη συνέχεια.

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.3

Γυναικείες μονές στο ελληνικό βασίλειο πριν το 1834

Μονές Τοποθεσίες μονών


Κοίμηση Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα Δήμος Αιγίου
Κοίμηση Θεοτόκου ή Αγία Μονή Δήμος Βουρών
Άγιος Κωνσταντίνος Καλαμάτα
Άγιος Νικόλαος Θήρα
Αγία Τριάδα Πύργος Θήρας
Παλαιοκαστριανή Μύκονος
Κοίμηση Θεοτόκου Τήνος
Άγιος Βασίλειος Αρκασάδες
Σύνολο μονών 8

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Οι γυναικείες μονές στη γεωγραφική περιοχή που εξετάζουμε δεν είναι τόσο
λίγες αλλά μόνο γι' αυτές έχουμε αναφορές και αριθμητικά στοιχεία για το γυναικείο
δυναμικό τους, τα οποία και θα παρουσιαστούν στη συνέχεια.
Το σύνολο των γυναικείων μονών δεν μπορεί να επισημανθεί, γι' αυτό θα
πρέπει να κάνουμε κάποιες υποθέσεις σε σχέση με τις πληροφορίες που έχουμε. Από
την ενασχόληση μου με το θέμα προκύπτει με βεβαιότητα πως ο αριθμός τους δεν
μπορεί να είναι 30 με 40 που αναφέρει ο Maurer 4 . Ως πιθανότερο σύνολο είναι αυτό
που αναφέρει ο Δυοβουνιώτης, ο Petropoulos και ο Παπαδόπουλος οι οποίοι θεωρούν
ότι οι γυναικείες μονές ήταν 18 3.
Πριν τεθούν σε ισχύ τα βασιλικά διατάγματα που η Αντιβασιλεία θέλησε να
εφαρμόσει για τον περιορισμό των μονών, ανδρικών και γυναικείων, υπήρχαν στο
Ελληνικό Βασίλειο 589 μονές. Οι 571 ήσαν ανδρικές, ενώ οι 18 γυναικείες. Όπως
έχει ήδη τονιστεί ο αριθμός των μονών ήταν πολύ μεγάλος σε σχέση με τον
πληθυσμό της περιοχής. Αξιόλογη παρατήρηση είναι το γεγονός ότι οι περισσότερες

23
Γ.Α.Κ., ό.π., τ. Α', σελ. 312-371.
24
G. Maurer, ό.π., II, σελ. 178-182.
25
Κ. Δυοβουνιώτης, ό.π., άρ. 85, σελ. 4. Αθηνά, αριθ. 266, 267.
127

είναι ανδρικές. Γιατί άραγε γίνεται αυτό; Η εξήγηση μπορεί να δοθεί βάσει των
διαφορετικών αιτιών που ωθούσαν τους άνδρες προς τις μονές σε σχέση με τις αιτίες
των μοναχαζουσών. Καθώς επίσης και στη διαφορετική κοσμοθεωρία για τον τρόπο
ζωής των ανδρών και των γυναικών.

δ. Οι «διαλελυμένες» και οι διατηρούμενες μονές

Πόσες όμως από αυτές τις 589 μονές πληρούσαν τους όρους λειτουργίας και
επομένως μπορούσαν να διατηρηθούν, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που έθεταν τα
διατάγματα; Πόσες από αυτές έπρεπε να πάψουν να λειτουργούν; Για τη διευκόλυνση
μας θα χωρίσουμε τις μονές σε δύο κατηγορίες, στις «διαλελυμένες»26 και στις
«διατηρούμενες»27. Στις «διαλελυμένες» εντάσσονται όλες εκείνες οι μονές που
διαλύθηκαν μετά την εφαρμογή των β. διαταγμάτων ενώ στις διατηρούμενες εκείνες
που συνέχισαν να λειτουργούν μετά το 1834. Σε πρώτη φάση στις κατηγορίες αυτές
εντάσσουμε τα στοιχεία που παραθέτει το ευρετήριο των Γ.Α.Κ. Επειδή όμως, όπως
θα φανεί στη συνέχεια, τα στοιχεία δεν είναι επαρκή θα προσθέσουμε και όλα εκείνα
τα στοιχεία που προέκυψαν από την επεξεργασία των εγγράφων.
Βάσει αυτού του διαχωρισμού δημιουργήθηκαν οι δύο πίνακες που
παρατίθενται στο παράρτημα (πίν. III. 1, III.2) . Από το συσχετισμό των δύο πινάκων
του παραρτήματος προκύπτει ένα τρίτος πίνακας (πίν. III.3) ο οποίος περιέχει τα
αριθμητικά τους δεδομένα.
ΠΙΝΑΚΑΣ 5.4

Αριθμοί και ποσοστά των διατηρούμενων και των διαλυμένων μονών

Μονές Αριθμός Ποσοστό %


Σύνολο μονών 520 100
Διατηρούμενες μονές 207 39,8
Διαλυμένες μονές 313 60,2

Πηγή: Γ.Α.Κ., ό.π., σελ. 312-371.

26
Βλ. Παράρ. 2, πίν. III. 1, τ. II, σελ. 34-43.
27
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΙΙΙ.2, τ. II, σελ. 44-51.
28
Βλ. Παράρ. 2, πίν. III. 1, ΙΙΙ.2, τ. II, σελ. 34-51.
29
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΙΙΙ.3, τ. II, σελ. 52.
128

Η μελέτη των αριθμητικών δεδομένων σκιαγραφεί καλύτερα την εικόνα που


δημιουργήθηκε σε κάθε επαρχία και νομό γενικότερα μετά την εφαρμογή των
διαταγμάτων.
ΠΙΝΑΚΑΣ 5.5

Διατηρούμενες και διαλυμένες μονές ανά νομό και ευρύτερη γεωγραφική περιοχή

Περιοχές Μονές Διατηρ. Διαλυμέν. Διατηρ.% Διαλυμ.%


Νομός Αττικής και Βοιωτίας 46 19 27 41,3 58,7
Νομός Φθιώτιδος και Φωκίδας 41 14 27 34,15 65,85
Νομός Αιτωλίας και Ακαρνανίας 85 9 76 10,6 89,4
Νομός Ευβοίας 54 28 26 51,85 48,15
Στερεά Ελλάδα 226 70 156 31 69
Νομός Αργολίδος και Κορινθίας 36 19 17 52,8 47,2
Νομός Αχαΐας καιΉλιδος 49 36 13 73,5 26,5
Νομός Αρκαδίας 45 18 27 40 60
Νομός Μεσσηνίας 34 13 21 38,2 61,8
Νομός Αακωνίας 56 15 41 26,8 73,2
Πελοπόννησος 220 101 119 46 54
Νομός Κυκλάδων 74 36 38 48,7 51,3
Νησία Αιναίου 74 36 38 48,7 51,3
Σύνολο 520 207 313 40 60

Πηγή: Τ.Α.Κ., ό.π., σελ. 312-371.

Προκύπτει μάλιστα ότι η διάλυση των μονών σε κάποιους νομούς, ή σε


συγκεκριμένες επαρχίες, ήταν σχεδόν καθολική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο
Νομός Αιτωλίας και Ακαρνανίας στον οποίο σε σύνολο 85 μονών διατηρήθηκαν 9
ενώ ο αριθμός αυτών που διαλύθηκαν έφτασε τις 76. Διαπιστώνεται επίσης πως το
ποσοστό της μείωσης αυξομειώνεται ανάλογα και με τη γεωγραφική περιοχή. Έτσι
στη Στερεά Ελλάδα η μείωση φτάνει το 69%, στην Πελοπόννησο το 54% και στα
νησιά το 51,3%. Διαφοροποιήσεις όμως παρατηρούνται και ανάλογα με το νομό. Στο
νομό Αιτωλίας και Ακαρνανίας το ποσοστό φτάνει το 89,4% ενώ στο νομό Αχαΐας
και Ήλιδος το ποσοστό είναι μόλις 26,5%. Γιατί όμως αυτές οι διαφοροποιήσεις;
Στην απάντηση έχουμε να κάνουμε με παραμέτρους που αφορούν το γεωγραφικό
129

χώρο που βρίσκεται η μονή και τη φήμη της. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι που κάνουν
μια μονή μεγάλη ή μικρή, φημισμένη ή όχι, πλούσια σε αφιερώματα και
κληροδοσίες30.
Πρώτα από όλα πρέπει να ειπωθεί ότι το σύνολο των μονών του ελλαδικού
χώρου αποτελούνταν από μονές με μικρό αριθμό μοναχών, ο οποίος σπάνια
ξεπερνούσε τους τέσσερις. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των μονών βρισκόταν
σε ορεινές και ελάχιστα προσοδοφόρες περιοχές , έτσι η μονή δεν μπορούσε να
θρέψει πολλούς μοναχούς. Η Στερεά Ελλάδα και η κεντρική και ορεινή
Πελοπόννησος δέχτηκαν τη μεγαλύτερη μείωση γιατί το σύνολο των μονών τους
λόγω της οικονομικής τους κατάστασης, είχε περιορισμένο αριθμό μοναχών. Οι
μονές αυτές άλλωστε λόγω γεωγραφικής θέσης δεν είχαν ανάλογα εισοδήματα ώστε
να μπορούν να συντηρούν αρκετούς μοναχούς. Αντίθετα οι μονές του νομού Αχαΐας
και Ήλιδος επειδή βρίσκονται σε εύφορες περιοχές και κατέχουν εκεί από δωρεές,
μεγάλες γεωργικές εκτάσεις, μπορούν να στεγάσουν, όπως άλλωστε και
παρατηρείται, μεγάλο αριθμό μοναχών. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι μεγαλύτερες,
σε αριθμό μοναχών, μονές της επικράτειας βρίσκονται στον εν λόγω νομό. Λογικό
λοιπόν είναι να υποστεί και τη μικρότερη μείωση.
Ένας δεύτερος παράγοντας έχει να κάνει με τη φήμη της μονής. Όσο
μεγαλύτερη ήταν αυτή τόσο περισσότερους μοναχούς αλλά και δωρεές προσέλκυε.
Όλες λοιπόν οι φημισμένες μονές διατηρήθηκαν καθώς ο αριθμός των μοναχών τους
ήταν, σε αρκετές περιπτώσεις, πολύ πάνω από 20. Από τη μελέτη του συνόλου των
μονών προκύπτει ότι ούτε η Στερεά Ελλάδα, ούτε η ορεινή Πελοπόννησος, ούτε όμως
και τα μικρά νησιά των Κυκλάδων διέθεταν τέτοιου είδους μονές ώστε να μπορέσουν
να τις διατηρήσουν, μετά την εφαρμογή των β. διαταγμάτων και έτσι να περιορίσουν
32
το ποσοστό της μείωσης τους .

Τ. Γριτσόπουλος, Η Μονή..., O.K., σελ. 107.


1
Α. Βακαλόπουλος, Η Ιστορία..., ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 951.
130

ε. Τα μετόχια

Τα στοιχεία των εγγράφων δίνουν τη δυνατότητα να εντοπιστούν και τα


μετόχια που υπήρχαν στο Ελληνικό βασίλειο. Τα μετόχια ανήκουν στη μονή, γι' αυτό
και δε λογίζονται αυτοτελείς μονές, εξαρτώνται από αυτήν και αποτελούν μέρος
συνολοκληρωτικό της περιουσίας της. Η άμεση διοίκηση εναπόκειται στη νόμιμα
καθιστάμενη αρχή που βρίσκεται στη μονή. Το φαινόμενο των μετοχιών συναντάται
κυρίως στις μονές του Άγιου Όρους, οι οποίες μπόρεσαν με τη δυνατότητα αυτή να
έχουν μονίδρια εκτός του Αγίου Όρους. Οι μοναχοί των «εξαρτημάτων» (μετοχιών)
λογίζονται αδελφοί της κυρίαρχης μονής, στην οποία οφείλουν να ευπειθούν και να
υποτάσσονται απροφάσιστα στην εκτέλεση νομικών κελευσμάτων33.
Από την παρουσίαση των μετοχιών, που ακολουθεί, διαπιστώνεται ότι τα
περισσότερα από αυτά ανήκουν σε μονές εκτός του ελληνικού βασιλείου, το ποσοστό
τους μάλιστα φτάνει το 69%. Ο λόγος που οι μονές έχουν αυξημένο αριθμό μετοχιών
στην ελληνική επικράτεια θα πρέπει να αναζητηθεί στη φήμη που είχαν αποκτήσει με
αποτέλεσμα να προσελκύουν τις δωρεές των πιστών. Οι κτηματικές αυτές δωρεές
ανάγκαζαν τη μονή να ιδρύει μετόχια ασχέτως αν αυτά βρίσκονταν εκατοντάδες
χιλιόμετρα μακριά. Από τον ακόλουθο πίνακα μάλιστα προκύπτει ότι το φαινόμενο
των μετοχιών συναντάται κυρίως στις μονές του Άγιου Όρους (12) και των Αγίων
Τόπων (23), οι οποίες μπόρεσαν με τη δυνατότητα αυτή να έχουν μονίδρια εκτός της
περιοχής τους.

" Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 221.


^ Ν. Θ. Κοζύρης, «Το μετόχιον εις το βυζαντινόν δίκαιον», Βυζαντιναί Μελέται, τ. Δ' Αθήνα 1994,
σελ. 255-262.
ΠΙΝΑΚΑΣ 5.6

Τα μετόχια του ελληνικού βάσιμου

Μονές που διαθέτουν μετόχια Αριθμός μετοχιών


Μονή Όρους Σινά 8
Άγιος Τάφος 15
Μονή Μεγίστης Λαύρας 4
Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους 1
Μονή Βατοπεδίου 1
Μονή Ξηροποτάμου • 4
Μονή Ιβήρων 1
Μονή Σίμωνος Πέτρας 1
Μετόχιο 1
Μονή Μετεώρων 1
Μονή Δομπού 1
Μονή Αγίου Διονυσίου Ζάκυνθος 1
Μονή Σκαφιδιάς 1
Μονή Βλαχερνών 1
Γρηγοριάτικον 1
Μονή Αγ. Θεοδώρων Γορτυνίας 1
Μονή Ευαγγελισμού Σκιάθος 4
Μονή Αγ. Ιωάννη του Θεολόγου Πάτμος 6
Μονή Ταξιαρχών Σέριφος 1
Μονή Φανερωμένης Νάξος 2
Μονή Νέας Μονή Χίος 1
Μονή Εκατονταπυλιανής 1

Σύνολο 58

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-3.

Θα πρέπει εδώ να κάνουμε και μια επισήμανση γιατί διαφορετικά θα


προβούμε σε αναληθή στοιχεία. Τα μετόχια καταγράφηκαν όχι μόνο για να
παρουσιαστούν αυτά που υπήρχαν στον ελλαδικό χώρο πριν το 1833 αλλά και για να
αφαιρεθεί το σύνολο τους από τις μονές που συνέχισαν να λειτουργούν και μετά το
1834. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ευρετηρίου των Γ.Α.Κ. φαίνεται ότι οι
διατηρούμενες μονές είναι 207. Αν θεωρήσουμε σωστό τον αριθμό αυτό θα
οδηγηθούμε λανθασμένα στο συμπέρασμα ότι οι διατηρούμενες μονές μετά την
εφαρμογή των διαταγμάτων της Αντιβασιλείας, εκτός από τις μονές τις επαρχίας
Οιτύλου, είναι 207. Θα πρέπει λοιπόν για να καταλήξουμε στον τελικό αριθμό των
διατηρούμενων μονών να αφαιρέσουμε από τον αριθμό 207 τον αριθμό των μετοχιών
132

(58). Προκύπτει τότε ότι οι διατηρούμενες είναι 149. Ο αριθμός αυτός μπορεί να μην
ταυτίζεται με τον αριθμό των μονών που παραθέτει ο Μάμουκας (152) αλλά
ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

στ. Ο «πίναξ» του Μάμουκα για τις διατηρούμενες μονές

Για τον αριθμό των διατηρούμενων μονών αλλά κυρίως για το ποιες ήταν
αυτές λόγο κάνει μόνο ο Α. Μάμουκας. Πόσο αξιόπιστα είναι τα στοιχεία του και σε
ποιο βαθμό μπορεί να τα ακολουθήσει κανείς; Ο Μάμουκας παρουσιάζοντας τις
διατηρούμενες μονές θεωρεί ότι ο αριθμός τους είναι 1523 . Παραθέτει μάλιστα στο
τέλος του βιβλίου του αναλυτικό κατάλογο των ονομάτων των μονών με τον τίτλο
«Πίναξ των κατά το Κράτος υπαρχόντων μοναστηριών ανδρώων τε και γυναικείων».
Καταγράφουμε λοιπόν και εμείς τον πίνακα αυτόν στο παράρτημα για να μπορούν
οι μελετητές να τον συγκρίνουν με άλλους αντίστοιχους.
Στο τέλος του πίνακα ο Μάμουκας παρουσιάζει «ανακεφαλαίωσις» στην
οποία δίνεται η δυνατότητα της αριθμητικής απεικόνισης των διατηρούμενων μονών,
ανά επισκοπή.
Από τα στοιχεία που θα παρατεθούν στη συνέχεια φαίνεται ότι ο καταρτισμός
του ευρετηρίου των Γ.Α.Κ. βασίστηκε στις πληροφορίες που παρουσιάζει ο Α.
Μάμουκας. Ενώ όμως στις περισσότερες μονές υπάρχει ταύτιση μεταξύ των δύο
πηγών, σε δύο περιπτώσεις μονών (Αγία Τριάς Πλαταιών της Επισκοπής Θηβών και
Άγιος Γεώργιος Γρανίτσης της επισκοπής Λεβαδείας) καθώς και στις Επισκοπές
Γυθείου και Οιτύλου υπάρχει διαφορά. Το ευρετήριο των Γ.Α.Κ. παρουσιάζει τις
μονές ως «διαλελυμένες», ενώ ο Μάμουκας τις θεωρεί διατηρούμενες. Θα πρέπει
λοιπόν να υποθέσουμε ότι όταν κατάρτισε τον κατάλογο του ο Μάμουκας οι μονές
αυτές συνέχιζαν τη λειτουργία τους και διαλύθηκαν μετά το 1860, ελλείψει πιθανόν
μοναχών. Μια ακόμα επισήμανση είναι ότι σωστά από τον κατάλογο των
διατηρούμενων μονών του Μάμουκα απουσιάζουν ολοκληρωτικά τα μετόχια, αφού
αυτά δεν αποτελούν αυτοτελείς μονές αλλά μέρος αυτών.

Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 148-161.


35
Βλ. Παράρ. 2, πίν. IV, τ. II, σελ. 53-58.
133

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.7

Οι διατηρούμενες μονές σύμφωνα με τα στοιχεία του Α. Μάμουκα

Επισκοπή Αριθμός Ποσοστό %


Αθηνών 7 4,6
Θηβών και Λειβαδίας 10 6,5
Χαλκίδος 8 5,3
Καρυστίας 5 3,3
Φθιώτιδος 5 3,3
Φωκίδας 3 2
Ακαρνανίας και Αιτωλίας 4 2,6
Ναυπακτίας και Ευρυτανίας 3 2
Αργολίδος 4 2,6
Κορινθίας 8 5,3
Ύδρας και Σπετσών 3 2
Πατρών και Ηλείας 16 10,5
Καλαβρύτων και Αιγιαλείας 13 8,5
Μαντινείας και Κυνουρίας 12 7,9
Γόρτυνος και Μεγαλουπόλεως 5 3,3
Μεσσηνίας 5 3,3
Μονεμβασιάς και Σπάρτης 5 3,3
Γυθείου 4 2,6
Οιτύλου 17 11,1
Σύρου και Τήνου 4 2,6
Άνδρου και Κέας 5 3,3
Νάξου 2 1,3
Θήρας 4 2,6
Σύνολο μονών 152 100
Ανδρικές μονές 148 97,4
Γυναικείες μονές 4 2,6

Πηγή: Α. Μάμουκας ό.π., σελ. 148-161.


134

ζ. Ο αριθμός των διατηρούμενων μονών από έγγραφα του αρχείου «Μοναστηριακά»

Η δυσκολία να υπολογιστεί ο ακριβής αριθμός των διατηρούμενων μονών


έγκειται και στο γεγονός ότι τα έγγραφα παρουσιάζουν διαφορετικά στοιχεία μεταξύ
τους. Έτσι καθεμία από τις αναφορές που έχουμε στην κατοχή μας, για τις
διατηρούμενες μονές, παρουσιάζει μικρότερο ή μεγαλύτερο αριθμό για το σύνολο
των μονών που διατηρήθηκαν. Ανάλογα λοιπόν με τη χρονολογία σύνταξης έχουμε
και διαφορετικά αριθμητικά δεδομένα. Από τα στοιχεία που διαθέτουμε φαίνεται ότι
ο αριθμός των μονών που διατηρήθηκαν αφού πληρούσαν τους όρους των
διαταγμάτων (7 Οκτωβρίου 1833, 9 Μαρτίου 1834, 8 Μαίου 1834) δεν παρέμεινε
σταθερός με το πέρασμα των ετών αλλά αυξανόταν. Όσο μάλιστα απομακρυνόμαστε
από την έκδοση τους τόσο παρατηρείται το φαινόμενο «διαλελυμένες» μονές να
αρχίζουν να επαναλειτουργούν και νέες να ιδρύονται.
Ποια όμως είναι τα στοιχεία που παρέχουν οι αναφορές; Σε έγγραφο
αναφοράς προς το υπουργείο των Εκκλησιαστικών που φέρει τον τίτλο «Κατάλογος
των διατηρούμενων μοναστηριών της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοποννήσου»
σημειώνεται πως οι διατηρούμενες μονές του ελληνικού βασιλείου είναι 119.
Μάλιστα στο εν λόγω έγγραφο καταγράφεται εκτός από τον αριθμό των μονών και το
ανθρώπινο δυναμικό τους .
Από τη μελέτη του εγγράφου προκύπτει ότι στον αριθμό των 119 μονών δε
συνυπολογίζεται ο αριθμός των μονών της επαρχίας Οιτύλου, ο οποίος θα
παρουσιαστεί στη συνέχεια, ώστε να υπάρχει σαφής εικόνα του συνόλου των
διατηρούμενων μονών του βασιλείου.
Το έγγραφο είναι αχρονολόγητο, όμως από τη σύγκριση του αριθμού των
μοναχών που σημειώνονται στο έγγραφο και των εγγράφων των μεμονωμένων
αναφορών των μονών του βασιλείου που διαθέτουμε και που παρατίθενται στο
παράρτημα (Παράρτημα III), προκύπτει ότι τα στοιχεία του παρουσιάζουν την
κατάσταση των μονών του Ελληνικού Βασιλείου το 1836. Έτσι μπορούμε με
ασφάλεια να χρονολογήσουμε το έγγραφο. Για την τεκμηρίωση των
προαναφερθέντων παρουσιάζονται ενδεικτικά οι επισκοπές Πατρών, Κυνουρίας και
Κυναίθης, οι οποίες έχουν τον ίδιο αριθμό μοναχών κατά το έτος 1836.

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά Φ. 1. Βλ. Παράρ. 2, πίν. V, τ. II, σελ. 59-62.


135

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.8

Οι μοναχοί των επισκοπών Αχαΐας, Κυνουρίας, Κυναίθης, το 1836

Επισκοπή Μονή Τοποθεσία μονής Μοναχοί Χρονολογία


Κοίμηση Θεοτόκου Νοτενά 8 29/1/1836
Αγίων Πάντων Βελιμάχι 10 28/1/1836
Αγία Μαρίνα Τσάϊλος 6 20/1/1836
Αχαΐας Ελεούσα Τζετζεβού 6 17/1/1836
Μπαμπιώτου Μέντζενα 5 26/1/1836
Φιλοκάλι 6 17/3/1836
Ομπλού Πάτρα 6 20/1/1836
Ευαγγελίστριας Νεζερά 6 19/1/1836
Ορθοκωστά Πραστός 15 8/2/1836
Σύντζιας Πραστός 11 29/4/1836
Κυνουρίας Προδρόμου Καστρί 7 20/2/1836
Μαλεβής 7 17/2/1836
Παλαιοπαναγιάς 12 12/2/1836
Αγίων Αποστόλων 7 18/1/1836
Μακελαρίτισσας 8 19/1/1836
Κυναίθης Αγίου Νικολάου Αγ. Βλάσιδες 7 19/1/1836
Αγία Λαύρα Κυναίθα 28 13/1/1836
Μέγα Σπήλαιο 123 19/1/1836

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 266-269, 271-275, 343,346,347,349,351,357, 300, 303, 304, 309,
312.

Επίσης αν συγκρίνει κανείς τις 119 μονές του εγγράφου με τον κατάλογο που
παρουσιάζει την κατάσταση της επαρχίας Οιτύλου , θα δει, ότι εκτός από δύο μονές
(της Θεοτόκου, στο Στριτίτζι και της Θεοτόκου, στο Βαϊδενίτσι), οι υπόλοιπες 63 δεν
αναφέρονται.
Στο επόμενο μάλιστα κεφάλαιο θα παρουσιαστεί αναλυτικά η κατάσταση της
εν λόγω επαρχίας ώστε να δειχθεί από τη μια η κατάσταση που επικρατούσε στις

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410. Βλ. Παράρ. 2, πίν. VI, τ. II, σελ. 62-63.
136

μονές και στους μοναχούς την περίοδο αυτή σε μια από τις επαρχίες του βασιλείου,
της οποίας η εικόνα των μονών δεν διέφερε και πολύ από τις υπόλοιπες επισκοπές της
επικράτειας, και από την άλλη λόγω της ιδιαιτερότητας της, αφού εξαιρέθηκε από την
ΤΟ

εφαρμογή των διαταγμάτων του 1833-34 .


Η ισχύς των διαταγμάτων δεν φαίνεται να διατηρήθηκε για μεγάλο χρονικό
διάστημα, με αποτέλεσμα ο αριθμός των μονών στη Στερεά Ελλάδα και στην
Πελοπόννησο να αυξηθεί λίγο αργότερα. Μπορεί τα έγγραφα που εξετάζονται στη
συνέχεια να παρουσιάζουν στοιχεία για 105 μονές όμως από τον αριθμό αυτό
απουσιάζουν ολόκληροι νομοί και επισκοπές. Αν λοιπόν προσθέσουμε τον αριθμό
των επαρχιών που λείπουν τότε το άθροισμα τους φτάνει τις 149 μονές.
Στις αναφορές οι οποίες παρέχουν πίνακες με διατηρούμενες μονές
εντάσσεται και έγγραφο που φέρει τον τίτλο «Κατάλογος των διατηρούμενων
μοναστηριών της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοποννήσου»39. Σύμφωνα με τα
στοιχεία που παρουσιάζει ο αριθμός των διατηρούμενων μονών ανέρχεται σε 105. Το
έγγραφο δε φέρει τη χρονολογία σύνταξης του. Έτσι δεν μπορούμε να είμαστε
βέβαιοι σε ποια χρονική περίοδο αναφέρονται τα στοιχεία του. Η χρονολόγηση του
δεν είναι εύκολη. Μπορούμε ωστόσο να στηριχτούμε στο γεγονός ότι
παρουσιάζονται σε αυτό οι ίδιες μονές με έγγραφα μεμονωμένων αναφορών που
φέρουν χρονολογία έκδοσης 1836 και βάσει αυτών να υποθέσουμε ότι το έγγραφο
παρέχει στοιχεία για το έτος 1836.
Παρατηρείται λοιπόν μία τάση να μην αναφέρονται στις συνολικές αναφορές
όλες οι επαρχίες οι οποίες διατήρησαν μονές μετά το β. διάταγμα της 7 ης Οκτωβρίου
1833. Έτσι σε άλλο έγγραφο με τον τίτλο «Κατάλογος των διατηρουμένων
Μοναστηριών της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοποννήσου», απουσιάζουν όλες οι
μονές της επαρχίας Οιτύλου .
Το έγγραφο παρουσιάζει ως διατηρούμενες 105 μονές. Είναι όμως και αυτό
ελλιπές καθώς παραλείπει εντελώς τους νομούς Ευβοίας και Κυκλάδων, καθώς και
τις μονές της επισκοπής Οιτύλου. Μπορεί λοιπόν να δίνει τα ίδια αριθμητικά στοιχεία
με άλλα έγγραφα41 αλλά και πάλι τα στοιχεία του δεν αφορούν το σύνολο των

J
J. Petropoulos, ό.π., σελ. 216 .
39
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1. Βλ. Παράρ. 2, πίν. VII, τ. II, σελ. 64-66.
40
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1. Βλ. Παράρ. 2, πίν. VIII, τ. II, σελ. 67-69.
41
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1. Βλ. Παράρ. 2, πίν. VII, τ. II, σελ. 64-66.
137

διατηρουμένων μονών του βασιλείου. Το θετικό του εγγράφου είναι ότι φέρει
χρονολογία έκδοσης (Νοεμβρίου 30 1838)42.
Επιπλέον στοιχείο του εγγράφου είναι ότι κάνει ένα διαχωρισμό των
διατηρούμενων μονών ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή που αυτές βρίσκονται.
Παραθέτει ξεχωριστά τις μονές της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου. Στο
τέλος του εγγράφου υπάρχει «ανακεφαλαίωσης» στην οποία σημειώνονται τα
αριθμητικά δεδομένα των προαναφερθέντων περιοχών.

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.9

Οι διατηρούμενες μονές του ελληνικού βασιλείου (1838)

Γεωγραφική περιοχή Μονές Ποσοστά %


Ανδρικές 70 66,6
Πελοπόννησος εκτός της Ιδιόκτητη 1 0,95
Λακωνίας Γυναικείες 2 1,9
Στερεά Ελλάδα εκτός της Ανδρικές 31 29,5
Εύβοιας Ιδιόκτητη 1 0,95
Σύνολο 105 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3, Αριθμ. Πρωτ. 11385.

Στο αριθμό των 105 διατηρούμενων μονών που παραθέτει το παρόν έγγραφο
αν προσθέσουμε τις 12 μονές, που παρουσιάζονται σε άλλο έγγραφο,44 του νομού
Ευβοίας και τις 11 μονές του νομού Κυκλάδων τότε το σύνολο των μονών ανέρχεται
σε 128.

η. Το σύνολο των διατηρούμενων και των διαλυμένων μονών του ελληνικού βάσιμου

Από την παρουσίαση των ανωτέρω εγγράφων φαίνεται ότι ο αριθμός των
διατηρούμενων μονών του βασιλείου, μετά τα μέτρα που έλαβε η Αντιβασιλεία, είναι

- Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1. Βλ. Παράρ. 2, πίν. VIII, τ. II, σελ. 67-69.


4j
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1. Βλ. Παράρ. 2, πίν. VIII, τ. II, σελ. 67-69. Για τον αριθμό των μοναχών
Βλ. Παράρ. 3, τ. II, σελ. 290-297. Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3. Χρονολογίες: 1/3/1837-13/4/1838,
Αριθμ. Πρωτ. 11385.
44
Βλ. Παράρ. 2, πίν. VII, τ. II, σελ. 64-66.
138

128. Στις 128 μονές θα πρέπει να προσθέσουμε, λόγω των ιδιαίτερων μέτρων που
ελήφθησαν, και τις μονές της επαρχίας Οιτύλου, οι οποίες είναι 61, 4 από αυτές
παρουσιάζονται ως έρημες γι' αυτό και δεν υπολογίζονται στους ανωτέρω αριθμούς.
Μπορούμε να μιλάμε λοιπόν για ένα σύνολο της τάξης των 189 μονών. Και αυτός ο
αριθμός όμως (189) δεν είναι ο ακριβής γιατί όταν πέρασε ο κίνδυνος εξέγερσης από
τους Μανιάτες και η κυβέρνηση μπόρεσε να επιβάλει τη θέληση της στην περιοχή,
βλέπουμε τον αριθμό των μονών της επαρχίας Οιτύλου να μειώνεται45. Σε αυτή την
περίπτωση ο αριθμός τους ταυτίζεται με τις μονές που μας παρουσιάζει ο Μάμουκας,
ο οποίος αναφέρει ότι ήταν 17. Μεταξύ λοιπόν των ετών 1835 και 1838 ο αριθμός
των ανδρικών διατηρούμενων μονών του ελληνικού βασιλείου ήταν 145.
Μπορούμε σε αυτό το σημείο, αφού γνωρίζουμε το σύνολο των ανδρικών
μονών (571) που υπήρχαν στο ελληνικό βασίλειο πριν το 1833, να παρουσιάσουμε
και τον αριθμό των μονών που διαλύθηκαν, όταν τέθηκαν σε ισχύ τα διατάγματα της
Αντιβασιλείας. Από τις 571 μονές που είναι το σύνολο, θα πρέπει να αφαιρέσουμε τις
145. Τότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο αριθμός των «διαλελυμένων» μονών
έφτασε τις 426.
Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από τα στοιχεία που παρέχουν οι μονές της
Επαρχίας Οιτύλου, το μεγαλύτερο μέρος τους ήταν μικρού αριθμητικού δυναμικού.
Παρατηρούμε ότι σε σύνολο 49 μονών, για τις οποίες έχουμε στοιχεία για τους
μοναχούς τους, οι 41 από αυτές έχουν δυναμικό μέχρι 3 μοναχούς. Η ίδια περίπου
κατάσταση ίσχυε και για τις μονές του υπόλοιπου βασιλείου, οι οποίες στο σύνολο
τους ήταν μικρού δυναμικού, αφού λόγω των περιορισμένων εσόδων τους, οι μονές,
δεν μπορούσαν να συντηρήσουν μεγάλο αριθμό μοναχών4 . Μπορούμε μάλιστα να
πούμε ότι σε κάποιες περιπτώσεις, τα όποια έσοδα από την κινητή και ακίνητη
περιουσία των μονών, καρπώνονταν από τους λίγους μοναχούς που υπήρχαν σε
αυτές, ή ενοικιάζονταν μέρη της ακίνητης περιουσίας με χαμηλή μίσθωση σε
συγγενείς των μοναχών47.
Σύμφωνα με τις περιπτώσεις κακοδιαχειρίσεων και οικονομικών ατασθαλιών
που σημειώνονταν, σε κάποιες μονές, η Αντιβασιλεία θέλησε να περιορίσει τον
αριθμό των μονών, γιατί έτσι περιόριζε και τις αυθαιρεσίες των μοναχών που
βρίσκονταν σε αυτές. Για τις περιπτώσεις που συνέβαιναν τα ανωτέρω, σωστά η

C. Frazee, ό.π., σελ. 169-170.


Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 221, 223.
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410. Βλ. Παράρ. 3, τ. II, σελ. 310-311. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 219, 221.
139

κυβέρνηση επενέβη και περιόρισε τον αριθμό των μονών, αφού περιορισμένος
αριθμός μονών σημαίνει καλύτερος οικονομικός έλεγχος τους. Διαφωνία όμως
υπάρχει ως προς τον τρόπο που προσπάθησε να επιβάλει τις αποφάσεις της,
καταφεύγοντας συχνά σε ανάρμοστες ενέργειες και στη χρήση βίας καθώς και στις
βεβιασμένες ενέργειες που έγιναν χωρίς να υπάρξουν συζητήσεις μ' όλα τα
εμπλεκόμενα μέρη 48 . Η κυβέρνηση, με τις ενέργειες της δεν περιορίστηκε μόνο στον
οικονομικό έλεγχο των μονών αλλά προχώρησε και στη διοικητική εποπτεία τους'
θεωρώντας τις μονές κυβερνητικούς οργανισμούς, οι οποίες θα έπρεπε ανά πάσα
στιγμή να λογοδοτούν για τις πράξεις τους.
Οι γυναικείες μονές, σύμφωνα με τις βιβλιογραφικές πληροφορίες που
διαθέτουμε, στο ελληνικό βασίλειο πριν το 1833 ήταν 18. Από το σύνολο αυτό θα
διατηρούνταν σύμφωνα με το β. διάταγμα (25 Φεβρουαρίου / 3 Μαρτίου 1834) τρεις
μονές, μία στην Πελοπόννησο, μία στη Στερεά και μία στα νησιά. Ο Α. Μάμουκας
αναφέρει ότι εκτός αυτών των τριών λίγο αργότερα παρέμεινε σε λειτουργία άλλη μία
μονή στην Πελοπόννησο, η μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα. Όμως
στην πραγματικότητα καμία γυναικεία μονή δε διατηρήθηκε στη Στερεά, γιατί καμία
δεν πληρούσε τους όρους. Παρέμειναν σε λειτουργία τρεις και όχι τέσσερις όπως
όφειλαν, δύο στην Πελοπόννησο και μία στα νησιά, η Αγία Μονή, η μονή της
Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα και η μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου
στην Τήνο. Από τη μελέτη των εγγράφων φαίνεται σε λειτουργία και η μονή του
Αγίου Νικολάου στη Θήρα, έτσι το σύνολο των διατηρούμενων γυναικείων μονών
αυξάνεται. Σύμφωνα με όλα όσα προαναφέρθηκαν από τις 18 γυναικείες μονές
διατηρήθηκαν οι 4 ενώ σταμάτησαν να λειτουργούν οι 14.

Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι πριν τεθούν σε ισχύ τα βασιλικά


διατάγματα υπήρχαν στο ελληνικό βασίλειο 589 μονές. Οι 571 ήσαν ανδρικές, ενώ οι
18 γυναικείες. Με την εφαρμογή των διαταγμάτων διαλύθηκαν οι 440, από τις οποίες
οι 426 ήσαν ανδρικές και οι 14 γυναικείες. Παρέμειναν τέλος σε λειτουργία, επειδή
πληρούσαν τους όρους των διαταγμάτων, οι 149, 145 ανδρικές και 4 γυναικείες. Το
ποσοστό της διάλυσης, όπως φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί, έφτανε για μεν τις
ανδρικές μονές σχεδόν το 65% του συνόλου τους για δε τις γυναικείες το ποσοστό
της διάλυσης άγγιζε το 79%.

Κ. Οικονόμος, ό.π., τ. Β', κεφ. Δ', σελ. 270. Ευγ. Κωσταρίδης, ό.π., σελ. 179-182. Κ.Ι.
Δυοβουνιώτης, ό.π., αρ. 85, σελ. 2-3. Χρυσ. Παπαδόπουλος., ό.π., σελ. 141. Παν. Σούτσος, ό.π., σελ.
22.
140

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.10

Οι μονές του ελληνικού βασιλείου πριν και μετά την έκδοση των βασιλικών
διαταγμάτων

Φύλο Μονές Διατηρ.* Διαλυμ.* Ποσ. Διατηρ. % * Ποσ. διαλυμ. %*


Ανδρικές 571 145 426 25,4 64,6
Γυναικείες 18 4 14 22,2 78,8
Σύνολο 589 149 440 25,3 74,7

* Διατηρούμενες, Διαλυμένες, Ποσοστό διατηρούμενων, Ποσοστό διαλυμένων.

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

θ. Η κατάσταση των σταυροπηγιακών μονών μετά το 1834

Οι βιβλιογραφικές πηγές, αναφέρονται αόριστα στις συνέπειες που είχαν τα β.


διατάγματα (1833-1834), στις μονές του Βασιλείου, για τις σταυροπηγιακές μονές.
Έτσι θα πρέπει να βασιστούμε σε στοιχεία που προκύπτουν από έγγραφα των
αναφορών και σε κάποια έμμεσα βιβλιογραφικά στοιχεία, τα οποία αναφέρουν την
κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά την εφαρμογή των μέτρων της Αντιβασιλείας.
Όλες οι μονές του ελληνικού βασιλείου «υπάγονται από του νυν υπό την
άμεσον κυριαρχίαν της Κυβερνήσεως της A.M. και περί αυτών δύναται αύτη να
διάταξη ό,τι κρίνει συμφερότερον»49. Με το σχόλιο αυτό τονίζεται ότι η Αντιβασιλεία
θα μπορούσε να επεμβαίνει στις μονές της επικράτειας και να τις διαλύει ή να τις -
διατηρεί ανάλογα με αυτό που θεωρούσε κάθε φορά σωστό. Η διατήρηση δηλαδή
μιας μονής θα αποφασιζόταν πια από την Πολιτεία και όχι από την ανώτατη
εκκλησιαστική ιεραρχία.
Επακόλουθο των ανωτέρω είναι και το βασιλικό διάταγμα του 1833 , το
οποίο έθετε ως όρο, για τη διατήρηση των μονών, τους έξι μοναχούς. Οποιαδήποτε
μονή δεν πληρούσε τον όρο αυτό, θα διαλυόταν. Έμμεσα υπονοείται πως από το
μέτρο αυτό δε θα εξαιρείτο καμία μονή του Βασιλείου, επισκοπική ή σταυροπηγιακή.
Οι διατηρούμενες μονές σύμφωνα με εγκύκλιο, η οποία εκδόθηκε στις
19/12/183351, φορολογούνταν με φόρο 20% (διπλοδέκατον), από το καθαρό προϊόν

Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 223.


50
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 77-79. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 131.
51
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 233-234.
141

των κτημάτων τους. Στην εφαρμογή αυτού του μέτρου, λογικό είναι, οι
σταυροπηγιακές μονές να σταμάτησαν να στέλνουν στον Πατριάρχη, τα δοσίματα
για τα οποία ήσαν αναγκασμένες, αφού αν συνέχιζαν την αποστολή των δοσιμάτων
θα μειώνονταν τα έσοδα τους. Μπροστά στη νέα πραγματικότητα, μάλλον οι ίδιες οι
σταυροπηγιακές μονές σταμάτησαν τις επαφές τους με το Πατριαρχείο και απλά, αν
ήθελαν να διατηρήσουν την ανάμνηση της υπαγωγής τους στον Πατριάρχη,
μπορούσαν να κάνουν αναφορά του ονόματος του κατά τη Λειτουργία.
Απόδειξη των όσων ειπώθηκαν αποτελούν έγγραφα συνολικών αναφορών.
53
Στα έγγραφα αυτά , με χρονολογίες σύνταξης 1837-1838, παρουσιάζεται στήλη στην
4
οποία σημειώνεται αν η μονή είναι ενοριακή ή σταυροπηγιακή. Πιο συγκεκριμένα
στα έγγραφα καταγράφονται 68 μονές του Βασιλείου από τις οποίες οι 39
χαρακτηρίζονται ως σταυροπηγιακές, οι 27 ως επισκοπικές και στις υπόλοιπες δύο δε
σημειώνεται κανένας χαρακτηρισμός. Ο διαχωρισμός των μονών στις δύο
προαναφερόμενες κατηγορίες, σε συνδυασμό με τη χρονολογία σύνταξης των
εγγράφων, μας κάνει να υποθέτουμε πως τα διατάγματα δεν καταργούσαν ειδικά τις
σταυροπηγιακές μονές αλλά οποιαδήποτε μονή δεν πληρούσε τους όρους
λειτουργίας, ασχέτως με το που υπάγονταν, στον Επίσκοπο ή στον Πατριάρχη.

5.2 Οι μοναχοί

Ένα άλλο αρκετά ενδιαφέρον σημείο που πρέπει να παρουσιάσουμε και να


σχολιάσουμε στη συνέχεια είναι το σύνολο του έμψυχου δυναμικού των μονών. Από
έγγραφο του αρχείου των «Μοναστηριακών» μας δίνεται ο αριθμός των μοναχών
που υπήρχε στις μονές του ελληνικού βασιλείου το έτος 1836. Σύμφωνα λοιπόν με
αυτά τα στοιχεία προκύπτει ότι από τις 119 μονές, στις 112 ο αριθμός των μοναχών
φτάνει τους 1543. Προσθέτοντας και τις 17 μονές της επαρχίας Οιτύλου που
παρουσιάζονται στο Μάμουκα ως διατηρούμενες και στις οποίες διαμένουν 44
μοναχοί, ο αριθμός των μοναχών ανέρχεται σε 1587. Στην περίπτωση πάλι που
προσθέσουμε στους 1543 μοναχούς όλο το έμψυχο δυναμικό της επαρχίας Οιτύλου,
141 μοναχοί, τότε ο αριθμός που προκύπτει «ανεβαίνει» στους 1684 μοναχούς.

52
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 180.
53
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3. Βλ. Παράρ. 3, τ. Π, σελ. 290-297.
54
Με τον όρο ενοριακή ο συντάκτης των εγγράφων εννοεί τις επισκοπικές.
53
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1. Βλ. Παράρ. 2, πίν. V, τ. II, σελ. 59-62. Πίνακας 5.11.
142

Ακόμα όμως και την τελευταία περίπτωση να θεωρήσουμε ως πιθανή ο αριθμός των
μοναχών του Ελληνικού Βασιλείου το 1836 δεν ξεπερνά τους 1700.

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.11

Οι διατηρούμενες ανδρικές μονές και το ανθρώπινο δυναμικό τους

Ποσοστό % Μοναχοί
Επισκοπή Μονές Μοναχοί Μονές Μοναχοί ανά μονή

Αττικής 5 58 4,5 3,8 11,6


Βοιωτίας 10 115 8,9 7,5 11,5
Αιγίνης 2 23 1,7 1,5 11,5
Αργολίδος 7 70 6,25 4,5 10
Ύδρας 2 16 1,7 1 8
Κορινθίας 6 86 5,3 5,6 14,3
Αχαΐας 16 123 14,2 8 7,7
Κυναίθης 6 179 5,3 11,6 29,8
Αιγιαλείας 4 84 3,4 5,4 21
Μαντινείας και Μεγαλουπόλεως 5 57 4,5 3,7 11,4
Γορτύνης 2 21 1,7 1,4 10,5
Μεσσήνης 3 27 2,6 1,7 9
Λακεδαίμονος 4 35 3,4 2,3 8,78
Κυνουρίας 6 63 5,3 4,1 10,5
Σελλασίας 2 21 1,7 1,4 10,5
Ακαρνανίας 4 37 3,4 2,4 9,25
Φωκίδος 10 150 8,9 9,8 15
Καρυστίας 5 38 4,5 2,5 7,6
Σκοπέλου 1 26 0,8 1,7 26
Κυκλάδων 2 10 1,7 0,6 5
Νάξου 1 11 0,8 0,7 11
Μήλου 2 28 1,7 1,8 14
Θήρας 3 50 2,6 3,2 16,6
Άνδρου 4 205 3,4 13,3 51,25
Σύνολο 112 1543 100 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1.

Μάλιστα, όπως θα αναλυθεί στην επόμενη υποενότητα, ο αριθμός των


μοναχών μετά την εφαρμογή των διαταγμάτων φαίνεται ότι μειώνεται σημαντικά.
Σύμφωνα με τις βιβλιογραφικές πληροφορίες, ο Finlay θεωρεί ότι ο αριθμός των
143

μοναχών, μετά την εφαρμογή των διαταγμάτων, ανερχόταν σε 2000. Αυτό σημαίνει
ότι τα στοιχεία του Finlay ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, όπως αυτή είχε
διαμορφωθεί το 1834. Οι 2000 μοναχοί αντιπροσώπευαν περίπου το 0,4% του
συνόλου των κατοίκων του βασιλείου. Το ποσοστό αυτό μας κάνει να αναρωτηθούμε
κατά πόσο ο μοναχικός βίος εύρισκε, μετά την Επανάσταση, μιμητές στους λαϊκούς,
όπως σε παλιότερες εποχές.
Σε άλλα έγγραφα57 καταγράφεται ο αριθμός των μοναχών από 64 μονές.
Σύμφωνα με τα έγγραφα ο αριθμός των μοναχών ανέρχεται σε 711. Προσθέτοντας
και εδώ τον αριθμό των μοναχών της επαρχίας Οιτύλου (61 μονών 103 μοναχοί) ο
αριθμός τους ανέρχεται σε 814 μοναχούς. Ο αριθμός αυτός όμως δεν ανταποκρίνεται
στην πραγματική κατάσταση του ανδρικού μοναστικού δυναμικού της περιόδου
αυτής καθώς απουσιάζει μεγάλο μέρος των ανδρικών διατηρούμενων μονών. Δε
σημειώνονται δηλαδή στοιχεία για τις υπόλοιπες 81 διατηρούμενες μονές.
Μπορούμε επίσης να προβούμε σε μία υπόθεση για το σύνολο των μοναχών
στο ελληνικό βασίλειο πριν από την κατάργηση των μονών. Οι 426 μονές που
διαλύθηκαν πρέπει να είχαν δυναμικό 2 ή 3 μοναχών η κάθε μία. Προκύπτει λοιπόν
έτσι ένας αριθμός της τάξης των 870-1300 μοναχών. Προσθέτοντας σ' αυτούς τους
αριθμούς τους 1646 μοναχούς από τις διατηρούμενες μονές προκύπτει το
συμπέρασμα ότι το σύνολο των μοναχών κυμαινόταν από 2500 ως 2950. Αριθμός
που πλησιάζει τα στοιχεία που παραθέτει ο Χρυσ. Παπαδόπουλος, ο οποίος θεωρεί
τον αριθμό των μοναχών περίπου 3000. Οι αριθμοί που προαναφέρθηκαν (2500-
3000) αντικατοπτρίζουν λοιπόν το έμψυχο δυναμικό των μονών την περίοδο πριν το
1833. Το ποσοστό μάλιστα των μοναχών αντιπροσωπεύει το 0,45% των κατοίκων
του ελλαδικού χώρου, που αργότερα δημιουργήθηκε το ελληνικό βασίλειο.

Όσο για τον αριθμό των «καλογραιών» ο εντοπισμός δεν είναι εύκολος. Τα
ποσοτικά στοιχεία που διαθέτουμε για τις μοναχές του ελληνικού βασιλείου το 1833
αφορούν 202 μοναχές ενώ το 1838 ο αριθμός τους παρουσιάζεται κατά πολύ
μικρότερος. Από τις 202 μοναχές αναλυτικά στοιχεία διαθέτουμε μόνο για 105.
Πάντως μπορούμε να καταγράψουμε τα αριθμητικά δεδομένα που
σημειώνονται στις αναφορές των γυναικείων μονών και τα οποία βοηθούν να
σχηματιστεί η εικόνα του δυναμικού τους.

56
G. Finlay, ό.π., τ. VII, σελ.130-131.
57
Βλ. Παράρ. 3, τ. II, σελ. 290-297. Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3. Χρονολογίες: 1/3/1837-13/4/1838,
Αριθμ. Πρωτ. 11385.
144

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.12

Γυναικείες μονές του ελληνικού βασιλείου πριν το 1833 και το ανθρώπινο δυναμικό τους

Μονές Μοναχές Ποσοστό %


Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Πεπελενίτσα 27 13,3
Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Αγία Μονή 57 28,2
Άγιος Κωνσταντίνος
Άγιος Νικόλαος 26 12,9
Αγία Τριάς 16 8
Παλαιοκαστριανή 11 5,5
Θεοτόκου Κοιμήσεως 64 31,6
Άγιος Βασίλειος 1 0,5
Σύνολο 202 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 276,282, 554e, 562, 616, 619, 410.

Στον ανωτέρω αριθμό θα πρέπει να προσθέσουμε δύο έγγραφα από τις


επισκοπές Ακαρνανίας5 και Καλαμών που το μεν πρώτο παρουσιάζει τις μοναχές
που υπάρχουν στην επισκοπή, ανεξαρτήτου μονής, το δε δεύτερο τις νοσούσες
μοναχές της επισκοπής. Στο πρώτο έγγραφο σημειώνονται 10 μοναχές, ενώ στο
δεύτερο 6. Έτσι ο αριθμός τους ανέρχεται σε 218 μοναχές. Αριθμός που πλησιάζει
τον αριθμό (277) που θεωρούν ο Παπαδόπουλος και ο Δυοβουνιώτης ότι ήταν οι
μοναχές στον ελλαδικό χώρο πριν το 1833 '.
Για να υπολογίσουμε τον αριθμό των μοναζουσών που παρέμειναν στο
μοναχισμό μετά το 1834 θα πρέπει να προσθέσουμε το δυναμικό των διατηρούμενων
γυναικείων μονών. Από τον υπολογισμό αυτό προκύπτει ότι οι μοναχές που
διατήρησαν το σχήμα τους μετά την εφαρμογή του βασιλικού διατάγματος (25/2-
3/3/1834) ανέρχονταν σε 174. Υπέστησαν δηλαδή και αυτές μείωση της τάξης του
30% του συνολικού τους αριθμού.
Τόσο από τα στοιχεία που παρατέθηκαν ανωτέρω όσο και από τις υποθέσεις
που προβήκαμε μπορούμε να διεξάγουμε τα ακόλουθα συμπεράσματα.

58
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 83-84, 133-134.
59
ΓΑΚ., Μοναστηριακά, Φ. 117.
60
ΓΑΚ., Μοναστηριακά, Φ. 371.
61
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 134. Κ. Δυοβουνιώτης, ό.π., άρ. 85, σελ. 4. Αθηνά, αριθ. 266, 267.
145

Πριν το 1833, στο χώρο που δημιουργήθηκε το ελληνικό βασίλειο υπήρχαν


περίπου 3000 μοναχοί και 277 μοναχές. Το σύνολο τους άγγιζε τα 330Q άτομα,
ποσοστό δηλαδή της τάξης του 0,45% του συνόλου των κατοίκων της επικράτειας. Ο
μέσος όρος των μοναχών ανά μονή ήταν για μεν τις ανδρικές 5,25, δια δε τις
γυναικείες 15,3. Στο σύνολο των μονών ο μέσος όρων των μοναχών έφτανε τους 5,6.

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.13

Ο μέσος όρος των μοναχών ανά μονή

Φύλο Μονές Μοναχοί/ες Μοναχοί/ες ανά μονή


Ανδρικές 571 3000 5,25
Γυναικείες 18 277 15,3
Σύνολο 589 3277 5,6
Ανδρικές 145 1637 11,3
Γυναικείες 4 174 43,5
Σύνολο 149 1811 12,1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Ύστερα από την εφαρμογή των β. διαταγμάτων οι αριθμοί διαφοροποιούνται


και για μεν τους μοναχούς ο αριθμός τους φτάνει τους 1646, για δε τις μοναχές τις
174. Η μείωση τους λοιπόν ήταν της τάξης του 45,5% και 30% αντίστοιχα.

α. Ο μοναχισμός σε ύφεση

Πρέπει να τονιστεί πως ο αριθμός των μοναχών ασχέτως των διαταγμάτων με


την πάροδο των ετών παρουσιάζει μείωση. Έτσι το δυναμικό των μοναχών είναι
μειωμένο το 1836 σε σχέση με αυτό του 1833. Ως απόδειξη του συμπεράσματος
αυτού παρουσιάζεται στη συνέχεια πίνακας, που συγκρίνει τις μονές που
διατηρήθηκαν στις επαρχίες Πατρών, Κυναίθης, Αιγιαλείας σε δύο διαφορετικά
χρονικά διαστήματα το 1833 και το 1836 και σημειώνει την ύφεση που
2
παρατηρήθηκε σε αυτές .

'" Επίσης βλ. Παράρ. 2, πίν. IX, τ. Π, σελ. 70-71.


146

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.14

Οι μεταβολές στο μοναστηριακό δυναμικό σε επισκοπές του Βασιλείου (1833-1836)

Επισκοπή Μονή Μοναχοί το 1833 Μοναχοί το 1836 Ύφεση %


Αγ. Πάντων 11 10 9
Μαρίτσας 12 6 50
Ελεούσης 13 6 53,8
Αχαΐας Μπαμπιώτου 5 5
Φιλοκάλι 8 6 25
Ομπλού 8 6 25
Γεροκομείου 5 7
Σύνολο επισκοπής 62 46 25,8
Αγ. Αποστόλων 12 7 41,6
Μακελαρίτισσας 9 8 11,1
Χρυσοποδαρίτισσα 8 6 25
Αγ. Νικόλαος 8 7 12,5
Κυναίθης Αγία Λαύρα 52 28 46,1
Μεγάλου Σπηλαίου 184 123 33,1
Αγ. Αθανάσιος 19 8 57,9
Αγ. Θεοδώρων 39 20 48,7
Ευαγγελίστρια 8 6 12,5

Σύνολο επισκοπής 339 213 37,1


Αγ. Τριάδα 11 6 45,5
Αιγιαλείας Αγ. Νικόλαος 12 7 41,7
Αγ. Τριάδα 13 10 23
Ταξιαρχών 93 61 34,4
Σύνολο επισκοπής 129 84 34,9
Σύνολο 530 343 35,3

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, Αριθμ. Πρωτ. 1629, 1873.

Προκύπτει λοιπόν από τον πίνακα που προηγήθηκε ότι σε σύνολο 20 μονών ο
αριθμός των μοναχών είναι 530 το 1833, ενώ το 1836 ο αριθμός τους περιορίζεται σε
343. Έχουμε λοιπόν μείωση της τάξης του 35% του δυναμικού τους. Όπως φάνηκε
147

και από την παρουσίαση των επαρχιών άλλες από αυτές υπέστησαν μικρότερη
μείωση και άλλες μεγαλύτερη. Έτσι μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι
με τη δημιουργία του ελληνικού βασιλείου και τη σταθεροποίηση της πολιτικής
κατάστασης ο μοναχισμός άρχισε να μειώνεται σταδιακά. Τα βασικά αίτια αυτής της
μείωσης είναι δύο.
Πρώτον η Εκκλησία του ελληνικού βασιλείου και οι μοναχοί έχαναν σιγά-
σιγά τη θέση που είχαν και την αίγλη που απολάμβαναν από το λαό
προεπαναστατικά. Ο κυρίαρχος πολιτικός ρόλος της Εκκλησίας είχε τεθεί πια υπό
αμφισβήτηση. Θα πρέπει να σημειώσουμε εξάλλου πως τα μέτρα που πάρθηκαν από
την Αντιβασιλεία περιέκοπταν μεγάλο μέρος των προηγούμενων προνομίων των
μονών. Η Κυβέρνηση έθεσε κανόνες για την εκλογή ηγουμένων, καθόρισε τη
διαδικασία για τη διοίκηση των μονών, απαίτησε την αποστολή κανονικών αναφορών
για την ακίνητη και κινητή περιουσία τους, περιόρισε τους μοναχούς στις μονές τους
απαγορεύοντας την άσκοπη περιπλάνηση τους εκτός μονών. Έτσι τα μέτρα αυτά, τα
οποία έθεταν τις μονές στη διοικητική εποπτεία της Πολιτείας, αποθάρρυναν όσους
επίδοξους μοναχούς πίστευαν πως ο μοναχισμός μπορούσε να τους λύσει τα
οικονομικά τους προβλήματα και να τους παρέχει μία άνετη ζωή 4 .
Δεύτερον θα πρέπει να τονιστεί πως βρισκόμαστε μπροστά σε μία σημαντική
στιγμή. Οι Έλληνες ύστερα από αιώνες ξενικής υποταγής αρχίζουν να
συνειδητοποιούν τις νέες συνθήκες που δημιουργούνται 5 . Έτσι μαζί με την αλλαγή
των κοινωνικο-οικονομικο-πολιτικο-πολιτισμικών συνθηκών αλλάζει και η
66
βιοθεωρία των ανθρώπων και τα πιστεύω τους . Η εκκοσμίκευση της πίστης έχει
αρχίσει να συντελείται στην ελληνική κοινωνία 7 . Η θρησκευτική πίστη και η

Η
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΙΙΙ.3, τ. II, σελ. 52.
54
C. Frazee, ό.π., σελ. 95-96, 162-163.
65
«Όλα δείχνουν ότι μια βαθιά αλλοίωση έχει επέλθει στη συγκρότηση της Ελληνικής κοινωνίας»
4
Κ.Θ. Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Αθήνα 1985, σελ. 39.
66
«Το πνεύμα του Διαφωτισμού, συνδεόμενο με την εκκοσμίκευση, προκαλεί ρήξη στις παραδοσιακές
πνευματικές και κοινωνικές σχέσεις, προτείνοντας νέες, θεμελιούμενες στη νέα νοοτροπία, που
εμπνέει και νέα ανθρωπολογία και σωτηριολογία, στις οποίες το λογικό καταλαμβάνει τη θέση της
Χάρης και η απολυτοποιημένη ενδοκοσμική γνώση απομακρύνει ριζικά από τη ζήτηση του Ακτίστου».
Γ. Μεταλληνός, Σχέσεις..., ό.π., σελ. 96.
67
Διαμέσου της Εκκλησίας και των αντιπροσώπων της, η θρησκεία συμμετέχει δυναμικά στην
καθημερινή ζωή και προσπαθεί να ρθμθίσει την κοινωνική πραγματικότητα με τα δικά της κριτήρια.
Στις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες, η θρησκευτική πίστη και τα δόγματα ελέγχουν με διαφορετικό
τρόπο, και σε ένα μικρότερο μάλλον βαθμό από άλλοτε, τη συμπεριφορά των ατόμων. Ο ρόλος που
παίζουν ως προς την ενοποίηση των μελών της κοινωνίας είναι επίσης λιγότερο σημαντικός. Από τη
μια μεριά, η κοινωνική συμπεριφορά καθοδηγείται, στο σύνολο της, από νεοσύστατες και
ανομοιογενείς ομάδες ή οργανώσεις (πολιτικά κόμματα κ.λ.π.) και από την άλλη, μειώνεται ο αριθμός
εκείνων που προσέρχονται σε κοινές τελετουργικές εκδηλώσεις. Έτσι, σήμερα, η πλειονότητα των
θρησκευτικών δογμάτων δεν είναι αρκετά ισχυρή ώστε να ελέγξει ή να κατευθύνει, όπως στο
148

Εκκλησία ελέγχουν με διαφορετικό τρόπο, και σε ένα μικρότερο μάλλον βαθμό από
άλλοτε, τη συμπεριφορά των λαϊκών . Οι Έλληνες του βασιλείου άρχιζαν να
ξεχωρίζουν την αληθινή πίστη, την ευλάβεια, τη χρηστότητα από τις φθαρμένες
συνήθειες (coutumes usées), τη δεισιδαιμονία, την αμάθεια69. Αν όμως παρ' όλα αυτά
ένας λαϊκός θέλει να αφιερωθεί στο Θεό δε χρειάζεται πια να καταφύγει στο
μοναχισμό, αλλά μπορεί να τον υπηρετήσει και από τη θέση του κληρικού ή ακόμα
και του ευσεβούς πιστού.
Τα διατάγματα λοιπόν ήρθαν σε μια εποχή που ήδη η τάση των λαϊκών προς
το μοναχισμό άρχισε να μειώνεται σταδιακά7 . Όχι και τόσο δίκαια τα διατάγματα
θεωρήθηκαν υπεύθυνα για τη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού των μονών.
Συνέβαλαν φυσικά σε κάποιο βαθμό στη μείωση των μοναχών και μάλιστα με βίαιο
τρόπο. Η παρακμή όμως του θεσμού ήταν μια πραγματικότητα. Αν δεν είχαν
εφαρμοστεί θα μπορούσε κανείς να δει, σύμφωνα με την τάση που άρχισε να
επικρατεί, να κατευθύνονται όλο και λιγότεροι λαϊκοί στο μοναχισμό με αποτέλεσμα
λίγες δεκαετίες αργότερα πάρα πολλές μονές να ερημώσουν. Τότε άραγε ποιος θα
θεωρείτο υπεύθυνος;

παρελθόν, τις κοινωνικές σχέσεις όπως αυτές διαμορφώνονται στα βιομηχανικά και αστικά κέντρα. Μ.
Πετρονώτη, «Κοινωνικοποίηση και κοινωνικός έλεγχος», Κοινωνιολογία , Αθήνα 1988, σελ. 175-176.
Καθ' όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα και κυρίως στο δεύτερο μισό του η θρησκευτική πίστη των
ατόμων μειώθηκε σταθερά. Μειώθηκε δε περισσότερο στις χαμηλές κοινωνικά τάξης. Τα
χαρακτηριστικά αυτά της εκκοσμίκευσης, ενώ έχουν τύχει γενικότερης αναγνώρισης, πρόσφατα γενικά
άρχισαν να γίνονται αντικείμενο συστηματικής έρευνας. Τ.Β. Bottomore, Κοινωνιολογία. Κεντρικά
προβλήματα και βασική βιβλιογραφία, εισαγωγή, μετάφραση επιμέλεια Δ.Γ. Τσαούσης, εκδόσεις
Gutenberg, Αθήνα 1983, σελ. 278-279. Η εκκοσμίκευση της πίστης, η τάση των ανθρώπων να
εγκαταλείψουν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις και να ακολουθήσουν ένα περισσότερο κοσμικό
φρόνημα, αποτελεί ένα προεξάρχον χαρακτηριστικό των θρησκευτικών δεδομένων στις βιομηχανικές
κοινωνίες. T. Cauter, J.S. Downham, The communication of ideas, Λονδίνο 1954, σελ. 124-125.
68
«Η δικανική νοοτροπία του Εξομολογηταρίου και του Πηδαλίου-έτσι όπως απλώθηκε στην
ποιμαντική πρακτική της ελλαδικής Εκκλησίας-ήταν από τις αιτίες για να αναπαραχθεί και στην
Ελλάδα το φαινόμενο μιας ευρύτατης κοινωνικής αντίδρασης στη θρησκεία, η λεγόμενη
«εκκοσμίκευση»: Αποκοπή μεγάλων μαζών πληθυσμού από τη ζωή της Εκκλησίας, που δε σημαίνει
οπωσδήποτε και αποδοχή αθεϊστικών ιδεών, αλλά την παγιωμένη αδιαφορία για κάθε μεταφυσικό
πρόβλημα, τον «θρησκευτικό αποχρωματισμό» των μαζών». Χρ. Γιανναράς, Η Ελευθερία του Ήθους,
Αθήνα2 1979, σελ. 206. «...οι απόψεις του (Αθανάσιου Πάριου) απηχούσαν την αυθεντική στάση της
Ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στις προκλήσεις της πολιτισμικής και κοινωνικής αλλαγής στην
ελληνική κοινωνία». Π. Κιτρομηλίδης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες,
Αθήνα 1996, σελ. 442.
69
Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία του..., τ. ΣΤ', ό.π., σελ. 956.
70
«Το πνεύμα της ενδοκοσμικότητας εισέρχεται και στο ίδιο το μοναστικό περιβάλλον, με την
αναζήτηση της μοναστικής καταξίωσης, όχι στα παραδεδομένα, αλλά σε μιαν «ενεργότερη
συμμετοχή» στα πράγματα της κοινωνίας και του κόσμου, α) Διορίζονται μοναχοί σε θέσεις
εφημερίων ενοριακών ναών. β) επιδίδονται στο επάγγελμα του καθηγητή θρησκευτικών,
αυτονομημένοι από την εκκλησιαστική διοίκηση και εντεταγμένοι στις στοχοθεσίες του πολιτειακού
οργανισμού. Αλ. Γουσίδης, Οι Χριστιανικές Οργανώσεις-Η περίπτωση της Αδελφότητας θεολόγων η
«Ζωή», Θεσσαλονίκη 1989, σελ. 10-11. Β. Γιούλτσης, Θέματα Κοινωνιολογίας της Ορθοδοξίας,
επιμέλεια Γ. Μαντζαρίδης, Θεσσαλονίκη 1975, σελ. 169-170.
149

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Η ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΜΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ:


ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΟΙΤΥΛΟΥ

6.1 Ο χώρος του μοναχισμού της Μάνης

α. Επισημάνσεις γεωγραφικού, οικονομικού και δημογραφικού περιεχομένου για την


περιοχή της Μάνης

Η Μάνη καταλαμβάνει τη μεσαία από τις τρεις νότιες χερσονήσους της


1
Πελοποννήσου . Σχηματίζεται από τον Άνω και κάτω Ταΰγετο, ο οποίος ξεκινώντας
από το οροπέδιο της Μεγαλόπολης καταλήγει στο Ταίναρο . Η κορυφογραμμή του
Ταΰγετου διαιρεί τη μανιάτικη επικράτεια, συνολικής έκτασης 995,1 τ. χμ., σε δύο
επιμέρους γεωγραφικές ενότητες: την Ανατολική (Προσηλιακή) ή κάτω Μάνη και τη
Δυτική (Αποσκιερή ή Αποσκιαδερή) Μάνη 3 .
Την περίοδο της δεύτερης βενετοκρατίας (1685-1715) η Μάνη διαιρέθηκε σε
δύο territorii: στην Alta (Επάνω, δηλαδή βόρεια) και στη Bassa (κάτω, δηλαδή νότια)
Maina. Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα δύο territorii ξεκινούσε από το Λιμένι
4
και κατέληγε στην ανατολική ακτή, στη νότια πλευρά του όρμου Σκουταρίου .

1
Γ. Σαΐτας, Η Μάνη, Αθήνα 1987, σελ. 9.
2
Π. Καλονάρος, Μάνη, κάστρο της παράδοσης, Αθήνα 1981, σελ. 33. Σ. Κουγέας, Μανιάτικα ιστορικά
στιχουργήματα εκδιδόμενα εκ χειρογράφων κωδίκων με προλεγόμενα και σημειώσεις, Αθήνα 1964, σελ.
36.
3
Σ. Κουγέας, ό.π., σελ. 36. Στ. Καπετανάκης, «Τα σύνορα της Μάνης κατά την ιστορική της πορεία»,
Πρακτικά του Γ' Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Καλαμάτα, 8-15 Σεπτεμβρίου
1985), τ. 3 (1987-1988), σελ. 387.
4
Β. Παναγιωτόπουλος Β., Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου Π""-18"" αιώνας» Αθήνα 1987,
σελ. 165.
150

Από το 17° αιώνα ήδη η μανιάτικη επικράτεια χωριζόταν σε επιμέρους


γεωγραφικές και σχετικά αυτόνομες διοικητικά περιφέρειες, μερικές από τις οποίες
αποτέλεσαν αργότερα ομώνυμες Καπετανίες5.
Μορφολογικά τώρα το 57,5% του εδάφους της Μάνης είναι ορεινό, το 25,8%
ημιορεινό και το 16,7% πεδινό. Όσο για την καλλιεργούμενη έκταση της καλύπτει
μόλις το 27,2 της συνολικής έκτασης . Από τα παραπάνω μεγέθη συνάγεται ότι το
ανάγλυφο της Μάνης, ορεινό και ημιορεινό κατά ένα μεγάλο ποσοστό (83,3%), δεν
επιτρέπει την ανάπτυξη της γεωργίας, η οποία φαίνεται να κατέχει περιθωριακό ρόλο
στην οικονομία της χερσονήσου. Παρά την περιορισμένη ανάπτυξη της γεωργίας στη
Μάνη αναπτύχθηκε η κτηνοτροφία.
Η μανιάτικη οικονομία δεν είχε αναπτυχθεί το ίδιο σε όλη την περιοχή. Για το
λόγο αυτό κρίνεται σκόπιμη η συνοπτική αναφορά στις ιδιαιτερότητες κάθε
επιμέρους τμήματος.
Η Έξω Μάνη κατέχει τις βορειοδυτικές υπώρειες του Ταύγετου και έχει
συνολική έκταση 521,3 τ. χμ.7. Το έδαφος της είναι σχετικά ομαλό και εύφορο,
ιδιαίτερα μάλιστα στην παράλια και ημιπαράλια ζώνη. Παράλληλα με τη γεωργία
ο

είχε αναπτυχθεί και η κτηνοτροφία . Η πειρατική και γενικά ληστρική


δραστηριότητα, με την έννοια της οικονομικής συναλλαγής, είχε ως αιτία και
συνέπεια την εισροή συμπληρωματικών εισοδημάτων στη μανιάτικη κοινωνία. Οι
δραστηριότητες αυτού του τύπου εμφανίστηκαν από το 13° αιώνα στην περιοχή της
Έξω Μάνης, καθώς και σε άλλες περιοχές της χερσονήσου, και συνεχίστηκαν με
μεγαλύτερη ένταση στη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου9.
Το territorio του Πασσαβά έχει συνολική έκταση 209,5 τ. χμ. 10 . Πρόκειται για
το πιο εύφορο τμήμα της Μάνης και μάλιστα από το τέλος του 18ου και τις αρχές του
19ου αιώνα η περιοχή χαρακτηρίζεται ως το καλύτερα καλλιεργημένο τμήμα της .

5
Κ. Κόμης, Πληθυσμός και οικισμοί της Μάνης, 15^-19^ αιώνας, εκδ. Δωδώνη, Ιωάννινα 1999, σελ.
15.
6
Δ.Αλεξανδράκου, Ιστορία της Μάνης, Αθήναι 1892, σελ. 1-5. Κ. Κόμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ. 21.
7
Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 9. Στ. Καπετανάκης, ό.π., σελ. 387.
8
Δ. Μέξης, Η Μάνη και οι Μανιάτες, Αθήνα 1977, σελ. 226-227. Κ. Κόμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ.
27.
9
Κ. Κόμης, Πληθυσμός..., ό.π, σελ. 28-29.
10
Γ. Σαΐτας, ό.π, σελ. 9. Στ. Καπετανάκης, ό.π, σελ. 387. Ν. Μοσχονάς, «Δημογραφικά Επαρχίας
Οιτύλου 1821-1971», Λακωνικές Σπουδές, τ. 5 (1980), Πρακτικά του Α' Συνεδρίου Λακωνικών
Σπουδών (Σπάρτη-Γύθειον, 7-11 Οκτωβρίου 1977), τ. 2 (1980), σελ. 220-226.
' ' Α. Grasset Saint-Sauveur, Voyage historique, littéraire et pittoresque dans les isles et possessions ci-
devant vénitiennes du Levant, τ. 3, Παρίσι 1801-1802, σελ. 368.
151

Έχουμε έτσι ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας ενώ η πειρατική
δραστηριότητα υπήρξε σχετικά αμελητέα.
Το territorio της Bassa Maina με συνολική έκταση 264,3 τ. χμ. αποτελείται
1?

από τη νότια απόληξη του Ταϋγέτου . Στην περιοχή σπανίζουν τρία βασικά αγαθά:
το γόνιμο έδαφος, η ξυλεία και το νερό 13 . Η χαμηλή παραγωγή της καλλιεργούμενης
γης έκανε τους κατοίκους της να στραφούν στην πειρατική και ληστρική εν γένει
δραστηριότητα14. Ο παράγοντας αυτός δημιούργησε εισροή συμπληρωματικών
εισοδημάτων, αναγκαίων για μια περιοχή όπως η συγκεκριμένη, όπου ο
15
αγροτοκτηνοτροφικός τομέας υπήρξε τρομερά ελλειμματικός .
Οικιστικά τώρα η μανιάτικη χερσόνησος υπήρξε ικανοποιητικά κατοικημένη
από τους βυζαντινούς ήδη χρόνους και την περίοδο της φραγκοκρατίας16. Στη Bassa
Maina ο πληθυσμός ήταν κατακερματισμένος σε μικρές πληθυσμιακές
συγκεντρώσεις που κάλυπταν τις μεσόγαιες κυρίως περιοχές. Αντίθετα, στην Έξω
Μάνη υπήρχαν μεγάλοι οικισμοί: Οίτυλο, Λαγκάδα, Καστανιά, κ.λ.π. Το τμήμα του
Πασσαβά ήταν σχετικά αραιοκατοικημένο17. Η έλευση των Οθωμανών στην
Πελοπόννησο επηρέασε το οικιστικό και δημογραφικό καθεστώς της Μάνης.
Σοβαρότατες πρέπει να ήσαν οι επιπτώσεις στην Alta Maina και κυρίως στο τμήμα
του Πασσαβά. Αντίθετα η Bassa Maina φαίνεται ότι ήταν καλά προστατευμένη από
ι α

τις επιθέσεις των Οθωμανών .


Από την πληθυσμιακή αύξηση της περιόδου 1618-1829 ωφελήθηκαν κυρίως
οι πεδινές-παράλιες περιοχές. Εκεί ιδρύθηκε το μεγαλύτερο μέρος από τους νέους
οικισμούς, το διάστημα 1700-1829. Κρίση παρουσίασε η ημιορεινή-ημιμεσόγαια
ζώνη, στο παλαιότερο οικιστικό δίκτυο, αλλά προτιμήθηκε για την ίδρυση νέων
οικισμών στο διάστημα 1700-1829 . Εντυπωσιακή είναι η σταθερότητα των
ορεινών-μεσόγαιων περιοχών από κάθε άποψη. Το στοιχείο αυτό καταδεικνύει την
ανθεκτικότητα που χαρακτηρίζει το ορεινό οικιστικό δίκτυο, στη μεγάλη περίοδο
12
Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 9.
13
Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 11.1. Χασιώτης, «Ελληνικοί εποικισμοί στο Βασίλειο της Νεάπολης κατά τον
δέκατο έβδομο αιώνα», Ελληνικά, τ. 22, 1969, σελ. 155. Σ. Κογέας, ό.π., Αθήνα 1964, σελ. 44.
14
Σπ. Τρικούπης, Ιστορία Ελληνικής Επανάστασης, τ.1, Αθήνα 1993, σελ. 69.
15
Κ. Κόμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ. 33-34.
16
Λ. Μόσχου, «Μια αγροτική περιοχή της Ανατολικής Λακωνικής Μάνης στον Κώδικα Ambrosianus
Trotti 373», AT/. Internationaler Byzantinistenkongress (Wien 4-9 Okt. 1981), τ. Π/4 (Wien 1982), σελ
644.
17
Ι. Χασιώτης, «Η Πελοπόννησος στο πλαίσιο της μεσογειακής πολιτικής του Καρόλου Ε'»,
Πελοποννησιακά, τ. 15 (1982-1984), σελ. 229.
18
Κ. Κόμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ. 226.
19
Β. Παναγιωτόπουλος, ό.π., σελ. 159-161.
152

1618-1829, παρά το γεγονός της σταδιακής στροφής του πληθυσμού προς τις πεδινές-
παράλιες περιοχές.
Πληθυσμιακά η άφιξη των Οθωμανών δεν επέφερε αρχικά ουσιαστικές
μεταβολές. Η κατάσταση που επικράτησε δεν. προκάλεσε σημαντική αύξηση ή
μείωση του πληθυσμού. Το 16° αιώνα ένα σημαντικό μεταναστευτικό ρεύμα, με
κατεύθυνση τα Ιόνια νησιά, απελευθέρωσε την ασφυκτικά πυκνοκατοικημένη Bassa
20
Maina .
ου
Ο πληθυσμός ακολούθησε αυξητική πορεία ως τα μέσα του 17 αιώνα. Στο
δεύτερο μισό του όμως σημειώθηκε σημαντική δημογραφική κρίση, ιδιαίτερα στην
περιοχή της Έξω και Bassa Μάνης. Κύριες αιτίες υπήρξαν οι μεταναστεύσεις και
δευτερευόντως οι πόλεμοι, εσωτερικοί και εξωτερικοί' κάποιες απώλειες
προκλήθηκαν και από τις επιδημίες. Η κρίση αυτή αποτέλεσε και τον κύριο
παράγοντα ερήμωσης ορισμένων οικισμών.
Στο 18° αιώνα, ο πληθυσμός παρουσίασε αυξητικές τάσεις ως το 1770, οπότε
εξαιτίας των Ορλωφικών υπέστη σοβαρές φθορές . Στη συνέχεια ακολούθησε και
πάλι αυξητική πορεία ως το 1821. Η επανάσταση προξένησε σοβαρή αιμορραγία
στον πληθυσμό, η οποία πάντως υπήρξε μικρότερη απ' ό,τι στην υπόλοιπη
Πελοπόννησο22. Μεγαλύτερες ήταν οι απώλειες της Alta Maina, η οποία ήταν
περισσότερο εκτεθειμένη στα πολεμικά γεγονότα .

β. Η κατάσταση του μοναχισμού στην επαρχία Οιτύλου μέσα από ένα ανέκδοτο
έγγραφο: οι μονές και οι μοναχοί

Στο κεφάλαιο αυτό αναλύονται τα στοιχεία των μονών και των μοναχών της
επαρχίας Οιτύλου στις 31 Δεκεμβρίου του 1833. Το έγγραφο24 που παρέχει τις
δημογραφικές πληροφορίες για τις μονές και τους μοναχούς της επαρχίας αυτής
εκδόθηκε χρονικά λίγο μετά τη δημοσιοποίηση του βασιλικού διατάγματος (25

Δ. Βαγιάκος, «Μεσσήνιοι εις την Ζάκυνθον», Μεσσηνιακά Γράμματα, τ.1 (1956), σελ. 88-89. Δ.
Βαγιάκος, «Μελισσηνοί και Κοντόσταυλοι εκ Μάνης εις Ζάκυνθον», ΕΜΑ, τ.3 (1950), σελ. 141-166.
Κ. Κόμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ. 69. Β. Παναγιωτόπουλος, ό.π., σελ. 105, 109-111. Δ. Βαγιάκος,
«Σχέσεις Ζακύνθου και Μάνης», Αιξωνή, τ.3 (1953), σελ. 123-127.
21
Δ. Δασκαλάκη, Η Μάνη και η Οθωμανική Αυτοκρατορία 1453-1821, Αθήνα 1923, σελ. 84-85.
22
Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 117-120, 283. Β. Κρεμμυδάς, Εισαγωγή στην Ιστορία της νεοελληνικής
κοινωνίας (1700-1821), Αθήνα 1988, σελ. 91. Στ. Τσότσορος, Οικονομικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί
στον ορεινό χώρο (Γορτυνία 1715-1829), Αθήνα 1986, σελ. 38. Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 176.
23
Ν. Μοσχονάς, ό.π., σελ. 223-224.
24
Βλ. Παράρ. 3, τ.Π, σελ. 310-311.
153

Σεπτεμβρίου / 7 Οκτωβρίου 1833) το οποίο έθετε όρους λειτουργίας στις μονές του
25
Ελληνικού Βασιλείου . Αν και τιτλοφορείται Κατάλογος καταστατικός των κατά την
Επαρχίαν Οιτύλου Μοναστηριών παρέχει ποσοτικά στοιχεία για το μοναχισμό της
ευρύτερης περιοχής της Μάνης.
Η ανέκδοτη αυτή πηγή που σημειώνει τις μονές της επαρχίας Οιτύλου
επικεντρώνει το ενδιαφέρον της όχι τόσο στα δημογραφικά στοιχεία των μονών και
των μοναχών, καθώς τα καταγράφει συνοπτικά, αλλά στα περιουσιακά στοιχεία που
διαθέτουν οι μονές της Μάνης. Παρ' όλα αυτά οι μελετητές μπορούν να αντλήσουν
πληροφορίες για το όνομα της μονής, για το χωριό με το οποίο γειτνιάζει, για την
τοποθεσία που βρίσκεται (τοπωνύμιο), για το όνομα του ηγουμένου της μονής, για
τον αριθμό των μοναχών της, για τον αριθμό των υπηρετών, για την οικοδομική
κατάσταση της μονής. Η συνοπτικότητα των στοιχείων δεν επιτρέπει να αντληθούν
πληροφορίες αναλυτικά για κάθε μοναχό, όπως για τη γενέτειρα του, τη χρονολογία
εισόδου του στη μονή, τις γραμματικές του γνώσεις, τον ιερατικό του βαθμό, στοιχεία
δηλαδή που καταγράφονται στις αναλυτικές απογραφές που συντάχτηκαν την
περίοδο 1833-1836 στις μονές των άλλων επαρχιών του βασιλείου. Ανάλογες
απογραφές, από την επαρχία Οιτύλου, φαίνεται πως είτε δεν στάλθηκαν προς την
Ιερά Σύνοδο είτε δε διασώθηκαν. Έτσι βασική πηγή από την οποία μπορούμε να
μελετήσουμε τις μονές και τους μοναχούς της επαρχίας Οιτύλου το 1833 είναι αυτός
ο κατάλογος.

Οι πληροφορίες του εγγράφου μας δίνουν τη δυνατότητα να μελετήσουμε και


να σκιαγραφήσουμε την εικόνα του μοναχισμού στην ευρύτερη περιοχή της Μάνης.
Βάσει των στοιχείων αυτών μπορούμε να προβούμε σε συμπεράσματα για τον τρόπο
λειτουργίας των μονών, για την επιθυμία των ανθρώπων της περιοχής να μονάσουν,
για την άποψη που είχαν οι Μανιάτες ως προς το μοναχισμό. Στη συνέχεια τα
συμπεράσματα αυτά μπορούμε να τα συγκρίνουμε με την κατάσταση που
επικρατούσε στις μονές του υπόλοιπου ελληνικού βασιλείου και έτσι να
διαπιστώσουμε κατά πόσο υπήρχε απόκλιση ή ταύτιση της Μάνης στο ζήτημα του
μοναχισμού με τη γενικότερη εικόνα του στην ελληνική επικράτεια για τα έτη 1830-

25
Το διάταγμα όπως θα φανεί είναι σαφές για τους όρους που πρέπει να πληρεί μία μονή για να
παραμείνει ενεργή [....Α' Κατά την αναφοράν της Συνόδου, όλα τα εγκαταλελειμμένα ήδη και έρημα
μοναστήρια και μοναστηριακά κτήματα θέλουν εισοδεύεσθαι από του νυν διά των Γενικών Εφόρων εις
λογαριασμόν του δημοσίου και προς την σκοπούμενην βελτίωσιν των Εκκλησιαστικών και της
Παιδείας. Β' Υπό την αυτήν κατηγορίαν υπάγονται και τα εν τω υπό γράμμα Β' καταλόγω της
συνόδου σημειούμενα μοναστήρια, εν οις ολίγα τίνες μονάζουν ακόμη και νυν, όχι πλέον των 6
μοναχών, αφού ούτοι μετατεθώσιν εις άλλα μοναστήρια ....] Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 77-79.
154

1835. Καθώς μάλιστα δε διαθέτουμε τα αριθμητικά δεδομένα των μοναχών για όλες
τις μονές του βασιλείου παρά μόνο γι' αυτές που διατηρήθηκαν μπορεί το έγγραφο να
αποτελέσει δείγμα και για τις υπόλοιπες περιοχές.
Ένας επιπλέον λόγος που επιλέχθηκε η παρουσίαση και ο σχολιασμός του
συγκεκριμένου εγγράφου είναι ότι η επαρχία Οιτύλου εξαιρέθηκε αρχικά από το β.
διάταγμα που διέλυε τις μονές, επειδή η Αντιβασιλεία φοβήθηκε τις ταραχές που θα
μπορούσε να προκαλέσει στην περιοχή η εφαρμογή του. Δεν πρέπει να ξεχνάμε
άλλωστε ότι από τη μια μεριά το μέτρο ήταν αντιλαϊκό και από την άλλη οι
Μανιάτες δεν υποτάσσονταν εύκολα στην εκάστοτε εξουσία27.
Όπως μπορεί να διαπιστωθεί από την παράθεση του εγγράφου,28 ελάχιστες
από τις σ' αυτό αναφερόμενες μονές, πληρούν τους κανόνες του διατάγματος ώστε να
μπορούν να υφίσταται ως μονές. Άρα θα έπρεπε, αν ήθελε η Κυβέρνηση να
εφαρμόσει στη συγκεκριμένη επαρχία πιστά το διάταγμα, σχεδόν όλες οι μονές να
διακόψουν τη λειτουργία τους και οι μοναχοί τους να μεταβούν σ' άλλες μονές εντός
ή εκτός επαρχίας, οι οποίες θα συνέχιζαν να λειτουργούν.
Το πόσο σημαντικά είναι τα στοιχεία που αντλούμε από την πηγή αυτή
φαίνεται και από το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος κατάλογος είναι ο πιο ακριβής για
τον αριθμό των μονών σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες πληροφορίες που διαθέτουμε
για την επαρχία Οιτύλου. Συγκεκριμένα, καταγράφει την ύπαρξη 64 μονών οι οποίες
βρίσκονται στην περιοχή της Μάνης. Στις πληροφορίες που παρέχει ο Μάμουκας ,
και οι οποίες είναι από τις ελάχιστες που μπορούμε να αντιπαραβάλουμε με το
έγγραφο αυτό, διαπιστώνουμε ότι τα στοιχεία του Μάμουκα30 διαφέρουν αριθμητικά
και ποιοτικά με αυτά του εγγράφου. Ο δε Κ. Δυοβουνιώτης μπορεί να αναφέρει σε
άρθρο του 3 1 πως διατηρήθηκαν στην επαρχία Οιτύλου 63 μονές, όμως δεν τις
παρουσιάζει ονομαστικά.
Ο κατάλογος του Μάμουκα είναι ελλιπής σε σχέση με το έγγραφο, γιατί σε
αυτόν αναφέρονται μόνο οι 17 μονές που λειτουργούσαν μετά τις 17 Οκτωβρίου του

Η υποβόσκουσα δυσαρέσκεια εναντίον των μέτρων της Αντιβασιλείας ξέσπασε σε ένοπλη


επανάσταση κατά το τέλος του καλοκαιριού του 1834. Μια προκήρυξη των επαναστατών έλεγε:
«προσέβαλαν τις εκκλησίες και τη θρησκεία μας, κατέστρεψαν τα ορφανοτροφεία και με μια λέξη, μας
κατερείπωσαν και εξακολουθούν κάθε μέρα να μας ληστεύουν». C. Frazee, ό.π., σελ. 169.
27
Κ. Δυοβουνιώτης, ό.π., σελ. 4. J. Petropoulos, ό.π., σελ. 418-420.
28
«Καταστατικός κατάλογος των κατά την Επαρχίαν Οιτύλου Μοναστηριών», Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά,
Φ. 410.
29
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 158-159.
30
Βλ. Παράρ. IV, Χ.2, τ. II, σελ. 53-58, 72.
31
Κ. Δυοβουνιώτης, ό.π., σελ. 84.
155

1857, χρονολογία που συντάχτηκε ο κατάλογος του. Δεν παρέχει έτσι καθόλου
στοιχεία για την προ του 1857 κατάσταση των μονών της Μάνης. Μπορούμε ωστόσο
να συμπεράνουμε ότι οι 17 μονές, που σημειώνει ο Μάμουκας, είναι αυτές που
διατηρήθηκαν στην περιοχή μετά το 1835, όταν η κυβέρνηση κατάφερε να επιβάλει
την απόφαση της θέτοντας σε εφαρμογή τα διατάγματα που αφορούσαν τις μονές32.
Έτσι η μόνη πηγή από την οποία αντλούμε στοιχεία για τις μονές της επαρχίας
Οιτύλου και γενικότερα της Μάνης το 1833 και τις αρχές του 1834 είναι αυτός ο
κατάλογος .

6.2 Οι μονές της επαρχίας Οιτύλου

Οι πληροφορίες που καταγράφονται για τις μονές της Μάνης μέσα από το ανέκδοτο
έγγραφο αφορούν τον αριθμό τους, το «όνομα του χωρίου όπου κείνται», το
«τοπικόν όνομα» της περιοχής, το όνομα της μονής, την «κατάστασιν της μονής».
Απο τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι το 1833 στην περιοχή της Μάνης
υπήρχαν 64 μονές. Από αυτές οι 51 βρίσκονται στο βόρειο τμήμα της Μάνης και οι
13 στο νότιο.
ΠΙΝΑΚΑΣ 6.1

Οι μονές της επαρχίας Οιτύλου

Περιοχή Αριθμός μονών Ποσοστό %


Βόρεια Μάνη 51 79,6
Νότια Μάνη 13 20,4
Σύνολο 64 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Το σύνολο των μονών όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς εντοπίζεται


στη βόρεια Μάνη με ποσοστό 79,6% επί του συνόλου των μονών. Πράγμα λογικό

Ο πυρήνας της αντίστασης κατά της κυβέρνησης το 1834 βρισκόταν στη χερσόνησο της Μάνης. Σε
σύντομο διάστημα τα βαυαρικά στρατεύματα κατόρθωσαν να ειρηνεύσουν την περιοχή και η
Αντιβασιλεία συνέλαβε τους αρχηγούς του κινήματος. Με το τέλος του Αυγούστου η επανάσταση είχε
λήξει. C. Frazee, ό.π., σελ. 169.
33
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
34
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
156

καθώς καταλαμβάνει όχι μόνο το μεγαλύτερο μέρος της χερσονήσου αλλά διαθέτει
36
και διπλάσιο πληθυσμό (21.287) σε σχέση με τη νότια Μάνη (11.631) . Στο νότιο
τμήμα της Μάνης οι μονές είναι σαφώς λιγότερες και καταλαμβάνουν το 1/5 του
συνόλου.
Στην καταγραφή των μονών δεν παρουσιάζεται ο φορέας της διοικητικής
υπαγωγής τους' ποιες δηλαδή από τις μονές είναι επισκοπικές και ποιες
σταυροπηγιακές. Ούτε γίνεται λόγος για το ποιες είναι ιδιωτικές. Από τις 64 μονές
της επαρχίας Οιτύλου που φαίνονται να είναι επισκοπικές καμία δεν παρουσιάζεται
ως «Ιδιωτική». Καλούμαστε έτσι να διερευνήσουμε το θέμα. Μπορούσε άραγε
κάποια ιδιωτική μονή να είναι ταυτοχρόνως επισκοπική ή σταυροπηγιακή; Φυσικά
και ναι γιατί ο χαρακτηρισμός μιας μονής ως ιδιωτικής σήμαινε απλά πως η μονή
κάλυπτε τα έξοδα λειτουργίας της από τον κτήτορά της ή τους κληρονόμους του,
διοικητικά όμως ανήκε στον επίσκοπο της περιοχής. Στην παρούσα περίπτωση δεν
μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πόσες από τις 64 μονές είναι ιδιωτικές.
Στο ευρετήριο των Γ.Α.Κ. , παρουσιάζονται 5 μονές στην επαρχία αυτή να
είναι ιδιωτικές. Παρατίθενται στη συνέχεια γιατί όπως θα αποδειχθεί υπάρχουν σε
αυτές τις πληροφορίες κάποιες ασάφειες. Ιδιωτικές χαρακτηρίζονται οι μονές:
Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ή μονή Κουσκουνίου των Χρισικάκηδων, η οποία
ταυτίζεται με τη μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό Οίτυλο στην τοποθεσία
Χοτάσια. Κοιμήσεως της Θεοτόκου στους Άνω Δολούς, ή Γεράνικα ή μονή
Γερανιανών, η οποία ταυτίζεται με τη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό
Άνω Δολοί στην τοποθεσία Γεράνικα. Άγιος Νικόλαος ή Γκουνέκια στην περιοχή
Αλτομυρά. Ταυτίζεται με τη μονή Άγιος Νικόλαος στο χωριό Αλτομυρά στην
τοποθεσία Γκουνέκια. Γέννηση της Θεοτόκου ή Βαϊδενίτσα. Ταυτίζεται με τη μονή
της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό Σάίδόνα στην τοποθεσία Βαϊδενίτζι.
Προφήτης Ηλίας ή Κακοβούνι στη Λαγκάδα. Ταυτίζεται με τη μονή Προφήτης Ηλίας
που βρίσκεται στο χωριό Λαγκάδα στην τοποθεσία Κακοβούνι.

Παρατηρείται λοιπόν η εξής αντίφαση: η δεύτερη μονή (Κοιμήσεως της


Θεοτόκου στους Άνω Δολούς, ή Γεράνικα ή μονή Γερανιανών) υπάγεται σύμφωνα με
το

το έγγραφο στις επισκοπικές μονές, ενώ το ευρετήριο των Γ.Α.Κ. τη θεωρεί


ιδιωτική. Σ' αυτή την περίπτωση πρέπει να υποθέσει κανείς ότι η μονή
35
Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 9. Π. Καλονάρος, ό.π., σελ. 33. Σ. Κουγέας, ό.π., σελ. 36.
36
Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 183.
37
Γ.Α.Κ., Τα περιεχόμενα..., ό.π., σελ. 347-348. Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.1, τ. II, σελ. 71.
157

παραχωρήθηκε αργότερα από τον επίσκοπο, σε κάποιον ιδιώτη και αυτό γιατί μόνο
μετά το 1847 συναντάμε έγγραφα που τη χαρακτηρίζουν ιδιωτική, επομένως η
μετατροπή της σε ιδιωτική πρέπει να έγινε γύρω στα 1847.
Πάντως σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε καμία από τις 64 μονές δεν
μπορεί να χαρακτηριστεί ως ιδιωτική με βεβαιότητα, τουλάχιστον για τα έτη 1833-
1834 στα οποία αναφέρεται το έγγραφο.
Αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι πως η περιοχή της Μάνης διαθέτει σε
σχέση με την έκταση της αυξημένο αριθμό μονών. Σε έκταση 995 τ. χμ. που
καταλαμβάνει η μανιάτικη επικράτεια υπάρχουν 64 μονές. Αναλογεί μάλιστα μία
μονή ανά 15,5 τ. χμ.. Το αντίστοιχο ποσοστό στο ελληνικό βασίλειο είναι μία μονή
ανά 80,7 τ. χμ.. Μπορούμε έτσι να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως η περιοχή
διαθέτει τις περισσότερες μονές από τις άλλες επαρχίες της ελληνικής επικράτειας.
Το πλήθος όμως των μονών που εντοπίζεται στη Μάνη δε θα πρέπει να το
αποδώσουμε στη μεγαλύτερη θρησκευτικότητα και πίστη των Μανιατών σε σχέση με
τους άλλους Έλληνες, καθώς το ποσοστό των λαϊκών της περιοχής που κατευθύνεται
στο μοναχισμό, όπως θα παρουσιαστεί στη συνέχεια, είναι σχεδόν ίδιο με αυτό του
υπόλοιπου βασιλείου. Η αιτιολόγηση του φαινομένου θα πρέπει να βασιστεί στην
ύπαρξη πολλών μικρών μονών που ήδη είχαν αρχίσει να ιδρύονται από το 13° αιώνα.
Η συντήρηση και η σωτηρία αυτών των παλαιότερων μονών ήταν πρόκληση για τους
κατοίκους της Μάνης με αποτέλεσμα να μην ιδρύουν νέες απλά να στελεχώνουν τις
υπάρχουσες39.
ΠΙΝΑΚΑΣ 6.2

Η αναλογία των μονών σε σχέση με την έκταση των περιοχών τους

Περιοχή Έκταση Μονές Μονή ανά τετ.χιλ.


Μάνη 995 64 15,5
Ελληνικό Βασίλειο 47.516 589 80,7

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410. Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 9. Π. Καλονάρος, ό.π., σελ. 33. Σ.
Κουγέας, ό.π., σελ. 36. Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 183. R.A.H. Bickford-Smith, Η Ελλάδα του Γεωργίου Α ',
Αθήνα 1993, σελ. 41.

j8
ΓΑΚ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
39
Α. Λαμπροπούλου, Ο ασκητισμός στην Πελοπόννησο κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο, Αθήνα 1994,
σελ. 76. Μ. Δρανδάκη, Σ. Καλοπίση, Α. Παναγιωτίδη, «Έρευνα στη Μάνη», ΠΑΕ (1980), σελ. 211-
158

Ειδικότερα επίσης διαπιστώνουμε ότι οι μονές της περιοχής δεν είναι


κατανεμημένες το ίδιο σε όλη τη Μάνη. Οι περισσότερες βρίσκονται στο βόρειο
τμήμα με συχνότητα μονής μία ανά 14,3 τ. χμ. ενώ στο νότιο τμήμα της Μάνης η
αναλογία είναι μία μονή ανά 20,3 τ. χμ..

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.3

Η αναλογία των μονών της Μάνης σε σχέση με την έκταση της

Περιοχή Μονές Έκταση ανά τετρ. χιλ.


Βόρεια Μάνη 51 730,7 14,3
Νότια Μάνη 13 264,3 20,3
Σύνολο 64 995 15,5

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410. Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 9. Π. Καλονάρος, ό.π., σελ. 33. Σ.
Κουγέας, ό.π., σελ. 36. Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 183.

Τέλος θα πρέπει να αναφερθούμε και στο χαμηλό ποσοστό (1,5%) που


αναλογεί στις γυναικείες μονές της Μάνης. Σε σύνολο 64 μονών μόνο μία είναι
γυναικεία και η οποία βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της χερσονήσου. Πρόκειται για τη
μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην περιοχή του Οιτύλου στο χωριό
Στεφανόπουλου, στην οποία διαμένουν τρεις μοναχές. Το αντίστοιχο ποσοστό των
γυναικείων μονών σε ολόκληρο το ελληνικό βασίλειο είναι 3%.
Γενικότερα ο γυναικείος μοναχισμός στο α' μισό του 19ου αιώνα όπως έχουμε
παρουσιάσει δεν είναι τόσο εκτεταμένος όσο ο ανδρικός. Τι κάνει όμως την περιοχή
της Μάνης να παρουσιάζει τόσο χαμηλά ποσοστά; Την εξήγηση στο ερώτημα θα
πρέπει να την αναζητήσουμε στη δομή της μανιάτικης οικογένειας και στη θέση
γενικότερα της γυναίκας στη Μάνη. Οι δεσμοί της οικογένειας στην περιοχή ήταν
ιδιαίτερα έντονοι με αποτέλεσμα στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης των μελών της
να συνυπολογίζεται και η θέληση του αρχηγού της οικογένειας4 . Ο γυναικείος
πληθυσμός επίσης κατείχε ασήμαντη θέση στην οικονομία και την κοινωνία της
εποχής. Στη Μάνη ειδικότερα οι γυναίκες είχαν επιφορτιστεί με την καλλιέργεια της

215. Σ. Καλοπίση-Βέρτη, «Η Σπηλιά της Αγίας Μαρίνας στη Λαγκάδα της Έξω Μάνης», Αμητός στη
μνήμη του Φώτη Αποστολόπουλου, Αθήνα 1984, σελ. 162, 173,190.
40
Ν. Κατσικάρος, Η βεντέττα εν Μάνη, Αθήνα 1933, σελ. 14.
159

γης, έργο το οποίο περιφρονούσαν οι άνδρες41. Έτσι θα πρέπει να υποθέσουμε ότι η


προσχώρηση κάποιας γυναίκας στο μοναχισμό στερούσε την οικογένεια από
εργατικά χέρια, τα οποία είχε ανάγκη.
Περνώντας στα ονόματα που φέρουν οι μονές της Μάνης και κατ' επέκταση
οι άγιοι στους οποίους ήταν αφιερωμένες διαπιστώνουμε ότι τα στοιχεία αυτά
σημειώνονται σε στήλη του εγγράφου που φέρει τον τίτλο «όνομα μονής»42.
Όπως μπορεί να παρατηρηθεί τα ονόματα των μονών παρουσιάζουν μεγάλη
ποικιλία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι μεγάλο μέρος των μονών είναι
αφιερωμένες στην Παναγία. Στο σύνολο των 64 μονών οι 29, περίπου οι μισές (45%),
σχετίζονται με ονόματα που αφορούν την Παναγία. Από τις 29 μονές οι 24
βρίσκονται στη βόρεια Μάνη, ποσοστό 82%, και οι 5 στη νότια, ποσοστό 18%.
Το ποσοστό των μονών που είναι αφιερωμένες στο Χριστό δεν είναι το ίδιο
υψηλό με το αντίστοιχο της Θεοτόκου. Μπορούμε να πούμε αντίθετα πως είναι
αρκετά χαμηλό. Συναντάται το όνομα του Χριστού μόνο σε τέσσερις μονές, τρεις στη
βόρεια Μάνη και μία στη νότια. Δεν συμβαίνει όμως κάτι ανάλογο με τις μονές που
φέρουν το όνομα του Αγίου Νικολάου (8). Από αυτές οι 7 βρίσκονται στα
βορειοδυτικά και 1 στα νότια. Η εξήγηση που μπορεί να δοθεί στο σχετικά μεγάλο
ποσοστό (12,5%) που έχουν οι μονές με το όνομα του Αγίου Νικολάου βασίζεται στη
θρησκευτική αντίληψη των ανθρώπων ότι ο Άγιος Νικόλαος προστατεύει τους
ναυτικούς43. Καθώς μάλιστα αυτές οι μονές βρίσκονται κοντά σε παραθαλάσσιες
περιοχές ενισχύεται περισσότερο η ανωτέρω εξήγηση. Οι Μανιάτες άλλωστε
ασχολούνται και με ναυτικές δραστηριότητες, νόμιμες ή παράνομες (πειρατεία) με

41
Π. Καλονάρος, ό.π., σελ. 114. Π. Καλονάρος, Ηθικογραφικά της Μάνης, Αθήνα 1934, σελ. 50. Κ.
Κόμης, ό.π., σελ. 138-139. Η καλλιεργήσιμη γη δουλεύεται αποκλειστικά από αυτές. Επίσης αυτές
είναι επιφορτισμένες με όλες τις χειρονακτικές εργασίες. Οι άνδρες περνούν τον καιρό τους
«παίζοντας, καπνίζοντας και σχεδιάζοντας κάποια ληστεία». Χαρακτηριστικά δε αναφέρεται πως ο
άνδρας στη Μάνη «θεωρούσε τον εαυτόν του ατιμασμένο εάν συμμετείχε σε εργασίες που
περιφρονούσε». Κ. Κόμης, Ιστορικοδημογραφικά. Μελέτες ιστορίας και ιστορικής δημογραφίας του
ελληνικού χώρου, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1999, σελ. 23. «...Αυτά γυναίκες σπέρνουν τα,
γυναίκες τα θερίζουν, / γυναίκες τα δεμάτια στ' αλώνι συναθροίζουν...», «...οι άνδρες, άλλοι
περπατούν στον κούρσον και κλεψιές / και άλλοι σ' άλλους πολεμούν και κάμουν απιστίες...». Σ.
Κουγέας, ό.π., σελ. 43-44.
42
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.4, τ. II, σελ. 73.
43
Φ. Κουκούλες, «Παναγίας και Αγίων νεοελληνικά επίθετα», Ελληνική Δημιουργία, (1952), σελ. 351.
44
Α. Grasset Saint-Sauveur, ό.π., τ. 3, σελ. 372. Ε. Γιαννακοπούλου, «Το εμπόριον εις την
ου
Πελοπόννησον κατά την β' πενταετία του 19 αιώνος», (κατ' ανέκδοτα γαλλικά έγγραφα εκ των
Αρχείων του Υπουργείου Εξωτερικών Γαλλίας-Quai d' Orsay)», Πελοποννησιακά, τ. 12 (1976-1977),
Αθήνα 1977, σελ. 131. Β. Κρεμμύδας, Το εμπόριο της Πελοποννήσου στον 18" αιώνα (1715-1792). (Με
βάση τα γαλλικά αρχεία), Αθήνα 1972, σελ. 195.
45
Σ. Κουγέας, «Ιστορικοί πηγαί δια την ηγεμονίαν της Μάνης», Πελοποννησιακά, τ. 5 (1962), Αθήνα
1962, σελ. 64. Σ. Κουγέας, Μανιάτικα..., ό.π., σελ. 44. Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 28-36. W.M. Leake,
Travels in the Morea, τ. 1, Αονδίνο 1830, σελ. 293-295.
160

αποτέλεσμα να θέλουν να προστατεύονται από τον άγιο που φρόντιζε γι' αυτές.
Τέλος τρεις μονές είναι αφιερωμένες στον Προφήτη Ηλία και βρίσκονται, όπως θέλει
άλλωστε η παράδοση, χτισμένες πάνω σε κορφές βουνών46.

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.4

Άγιοι στους οποίους είναι αφιερωμένες οι μονές

Όνομα Αγίου Βόρεια Μάνη Νότια Μάνη Β. Μάνη % Ν. Μάνη%


Θεοτόκος 24 5 54 11,3
Ιησούς Χριστός 3 1 6,8 2,3
Άγιος Νικόλαος 7 1 5,9 2,3
Προφήτης Ηλίας 3 6,8
Σύνολο 37 7 83,5 15,8

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Το μεγαλύτερο μέρος των μονών της επαρχίας είναι αφιερωμένες στη


Θεοτόκο. Η εξήγηση του φαινομένου αυτού έχει να κάνει με τις θαυματουργικές και
θεραπευτικές ιδιότητες που προσδίδουν οι άνθρωποι στη Θεοτόκο.47 Λόγω της
αμεσότητας που έχουν οι πιστοί μ' Αυτή και της πίστης που υπάρχει ότι η Θεοτόκος
προστατεύει και συμπονά περισσότερο τους ανθρώπους και εκπληρώνει έτσι τις
επιθυμίες τους4 .

α. Η γεωγραφική θέση της μονής

Ο χώρος στον οποίο έχει κτιστεί η μονή προσδιορίζεται από δύο διαφορετικά
και αλληλοσυμπληρώμενα στοιχεία. Το πρώτο έχει να κάνει με την κατοικημένη
περιοχή, πόλη, χωριό, οικισμό, που είναι πλησιέστερα στη μονή. Το δεύτερο στοιχείο
αφορά το τοπωνύμιο που έχει οικοδομηθεί η μονή.

46
Φ. Κουκούλες, ό.π., σελ. 349-357.
47
«Το αποκαλύπτει η επιρροή του μοναστηριού με την κατανομή των κτήσεων του, αποτέλεσμα των
αφιερωμάτων από μοναχούς και λαϊκούς όσο και η ιδιότυπη σχέση που αναπτύσσουν οι άνθρωποι με
την προσευχή και παράκληση στη θεραπεύτρια Παναγία της Ξενιάς». Ε. Πρόντζας, «Συστήματα αξιών
στον ορθόδοξο μοναχισμό: Το καθημερινό και το αργοσάλευτο στη νεώτερη περίοδο της Μονής
Ξενιάς», Αχαϊοφθιωτικά Β'. Πρακτικά του Β' συνεδρίου αλμυριώτικων σπουδών, τ. α', Αλμυρός 1997,
σελ. 152.
161

Υπάρχουν στο έγγραφο δύο διαφορετικές στήλες που καταγράφουν αυτού του
είδους τις πληροφορίες. Η πρώτη στήλη τιτλοφορείται «όνομα χωρίου όπου κείται»
και σημειώνει τις πόλεις και τα χωριά που συνορεύουν ή βρίσκονται κοντά στις
μονές. Με την παράθεση τους προσδιορίζεται ο τόπος, γεωγραφικά και διοικητικά,
που υπαγόταν η κάθε μονή. Δημιουργείται έτσι πίνακας 49 με τίτλο «όνομα χωρίου
όπου κείται». Από τα ονόματα των περιοχών αυτών και τον προσδιορισμό τους στο
χάρτη προκύπτει χάρτης με τις τοποθεσίες αυτές .
Από τη μελέτη του οικιστικού δικτύου της περιοχής φαίνεται, όπως συμβαίνει
γενικά με τις μονές, ότι καμία από τις μονές της Μάνης δε βρίσκεται μέσα σε πόλη,
χωριό, ή οικισμό5 . Αυτό άλλωστε το αποδεικνύει και η επικεφαλίδα της δεύτερης
στήλης, που καταγράφει την ιδιαίτερη θέση της μονής, η οποία φέρει τον τίτλο
«όνομα τοπικόν»52. Με τη χρήση του επιθέτου «τοπικόν» δηλώνεται το τοπωνύμιο
της μονής και προσδιορίζεται ακριβώς το σημείο οικοδόμησης της.
Αν και οι μονές δεν οικοδομούνται μέσα σε κατοικημένη περιοχή πρέπει να
σημειωθεί πως δήμοι ή χωριά με αυξημένο αριθμό κατοίκων όπως το Οίτυλο, η
Κελεφά, η Τσίμοβα, η Πλάτσα, ο Νομιτσής, ο Κουτίφαρης, η Λαγκάδα, η Μηλαία, η
Καστανέα, ο Πραστός, οι Άνω Δολοί, οι Κάτω Δολοί, έχουν στην ευρύτερη περιοχή
τους πάνω από μία μονές53.
Δυσκολίες συναντώνται στον εντοπισμό των στοιχείων που αφορούν το
«όνομα του χωριού». Οι δυσκολίες προκύπτουν είτε γιατί τα χωριά έχουν
μετονομαστεί, 4 με αποτέλεσμα στους χάρτες να σημειώνονται με τα νέα ονόματα
τους, είτε γιατί με την πάροδο των χρόνων έχουν ερημώσει και δεν υφίστανται πια
είτε τέλος γιατί παρέμειναν οικισμοί με αποτέλεσμα να μη σημειώνονται στους
χάρτες της περιοχής. Παρ' όλες τις δυσκολίες εντοπίστηκαν 31 μονές σε 18 χωριά με
55
αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σχετικός χάρτης με τις θέσεις τους .
Ως προς το «τοπικόν όνομα», βοηθά τον ερευνητή να εντοπίσει την ακριβή
56
θέση των μονών , εμπεριέχει όμως και αυτό ένα πρόβλημα καθώς η χρήση

48
Φ. Κουκούλες, ό.π., σελ. 352.
49
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.3, τ. Π, σελ. 73.
50
Βλ. Παράρ. 4, χάρτης 1, τ. II, σελ. 328.
51
Ν. Μουτσόπουλος, Η αρχιτεκτονική των εκκλησιών και των μοναστηριών της Γορτυνίας, Αθήνα
1956, σελ. 5-7. Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Στ', σελ. 951-952.
52
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.6, τ. II, σελ. 75.
53
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.5, τ. II, σελ. 74-75.
54
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν στην περιοχή οι περιπτώσεις μετονομασίας ή ακόμα
ενσωμάτωσης μικρών οικισμών σε γειτονικούς τους μεγαλύτερους. Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 230.
55
Βλ. Παράρ. 4, χάρτης 2, τ. II, σελ. 329.
56
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.6, τ. II, σελ. 75.
162

τοπωνυμίων καθιστά την εντόπιση τους στο χάρτη δύσκολη, αφού πρόκειται για
ονόματα καθαρά τοπικιστικά που δίνουν οι χωρικοί για τη μεταξύ τους συνεννόηση
και πολλές φορές δεν είναι επίσημα αποδεκτά ώστε να χρησιμοποιούνται από την
τοπική διοίκηση. Γι' αυτό, όταν η επισήμανση τους είναι δυνατή, θεωρείται πολύτιμη
για τους μελετητές της τοπικιστικής ιστορίας. Στις περισσότερες πάντως των
περιπτώσεων ο εντοπισμός γίνεται κατά προσέγγιση.
Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε ορισμένες από αυτές τις τοποθεσίες οι
οποίες έχουν πάρει την ονομασία τους από το όνομα της μονής που βρίσκεται στην
περιοχή. Συναντάμε έτσι τα ονόματα «Σπηλαιότισσα», «Κοίμησις», «Αγία Σοφία»,
«Άγιοι Πάντες», «Ευαγγελίστρια», «Σωτήρ», «Φανερωμένη», τοπωνύμια δηλαδή που
τεκμηριώνουν τις υποθέσεις ότι οι χωρικοί έδιναν στις περιοχές τους ονόματα από
ένα χαρακτηριστικό της περιοχής, στην προκειμένη περίπτωση από τη μονή που
υπήρχε εκεί57.
ΠΙΝΑΚΑΣ 6.5
Επίδραση των μονών στις ονοματοθεσίες περιοχών
Όνομα Μονής Τοποθεσία
Παναγία Σπηλαιώτισσα Σπηλαιώτισσα
Άγιοι Πάντες Άγιοι Πάντες
Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κοίμησις
Ζωοδόχος Πηγή ή Φανερωμένη Φανερωμένη
Ευαγγελίστρια Ευαγγελίστρια

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Οι λόγοι για τους οποίους δόθηκε στην περιοχή το όνομα της μονής δεν είναι
γνωστοί και αφορούν τις ιδιαίτερες συνθήκες της κάθε περίπτωσης. Υποθέσεις μόνο
μπορούν να γίνουν. Έτσι μπορεί για παράδειγμα στο μέρος που χτίστηκε η μονή να
βρέθηκε θαυματουργή εικόνα, με αποτέλεσμα η περιοχή να πάρει το όνομα της λόγω
της εικόνας αυτής ή του θαύματος που πραγματοποιήθηκε με την ανεύρεση της. Σε
αυτή την περίπτωση όταν αργότερα χτίστηκε η μονή η περιοχή υιοθέτησε ή και
άλλαξε το όνομα της ενώ η εικόνα φυλασσόταν στο καθολικό της μονής για να
προστατεύει τη μονή και την ευρύτερη προς αυτή περιοχή. Άλλη υπόθεση είναι ότι η
μονή οικοδομήθηκε πριν η παρακείμενη περιοχή κατοικηθεί. Έτσι όταν η περιοχή

57
Ι. Θωμόπουλος, Τα τοπωνύμια μας, Θεσσαλονίκη 1958, σελ. 44-45. Φ. Κουκούλες, ό.π., σελ. 353-
354.
163

κατοικήθηκε πήρε το όνομα της από το όνομα της μονής που προϋπήρχε σε αυτή την
τοποθεσία.
Για την πρώτη υπόθεση έχω να αναφέρω πως σ' ολόκληρη την Ελλάδα συχνά
χωριά παίρνουν το όνομα τους από θαυματουργές εικόνες που βρέθηκαν κοντά σ'
αυτά, γιατί, σύμφωνα με τις αντιλήψεις των κατοίκων τους, τα χωριά
«προστατεύονται» από τις θαυματουργικές και θεραπευτικές ιδιότητες της εικόνας.
Στη δεύτερη υπόθεση μπορούμε να πούμε πως είναι συχνό το φαινόμενο να παίρνει
το όνομα του ένας οικισμός ή ένα χωριό που δημιουργείται από το όνομα κάποιου
οικοδομήματος που υπήρχε εκεί (π.χ. κρήνη, μονή, μνημείο, αρχαίος ναός, κ.λ.π.)58.
Το φαινόμενο να «ονοματοδοτείται» η περιοχή από την πλησιέστερη προς αυτή μονή
είναι πιο συνηθισμένο στη βόρεια Μάνη, ποσοστό 80%, και λιγότερο στη νότια,
καθώς σημειώνεται μία μόνο περίπτωση.

β. Η οικοδομική κατάσταση της μονής

Η στήλη που φέρει τον τίτλο «κατάστασις μονής» παρουσιάζει την


οικοδομική κατάσταση που είχε η μονή την περίοδο σύνταξης του εγγράφου και τη
συντήρηση που αυτή τύχαινε από τους μοναχούς της. Μπορούμε βάσει των στοιχείων
που διαθέτουμε να διαπιστώσουμε την οικοδομική εικόνα των μονών της Μάνης
καθώς και να αντλήσουμε επιμέρους πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση των
οικοδομημάτων των μονών στο βόρειο και νότιο τμήμα της μανιάτικης χερσονήσου.
Τέλος να ερευνήσουμε κατά πόσο επηρέαζε την οικοδομική εικόνα της μονής η
γεωγραφική θέση που αυτή είχε κτιστεί.
ΠΙΝΑΚΑΣ 6.6

«Κατάστασις μονής»

Κατάσταση μονής Βόρεια Μάνη Νότια Μάνη Ποσοστό %


Καλή 17 9 42,6
Μέτρια 19 3 36
Κακή 9 14,8
Έρημη 3 1 6,5
Σύνολο 48 13 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Ι. Θωμόπουλος, ό.π., σελ. 44-45. Φ. Κουκούλες, ό.π., σελ. 353-354.


164

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.1

Η οικοδομική κατάσταση των μονών της Βόρειας Μάνης


:

Βόρεια Μάνη

60 Λ
#40-
J 20-
oJ Ι Ι
ι ι I I ι

Καλή Μέτρια Κακή Έρημη Σύνολο


• Κατάσταση μονών

Πηγή: Πίνακας 6.6

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.2
Η οικοδομική κατάσταση των μονών της Νότιας Μάνης

Νότια Μάνη

15 π

uno -
»W ι 1
>

ο -Ι—Ι—L^J—L, , ι—ι , Ι
Καλή Μέτρια Κακή Έρημη Σύνολο
Κατάσταση μονής

Πηγή: Πίνακας 6.6

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην οικοδομική κατάσταση αφορούν 61


μονές, από τις οποίες οι 48 εντοπίζονται στη βόρεια Μάνη και οι 13 στη νότια.
Καλύπτουν έτσι οι αριθμοί που προαναφέρθηκαν το σύνολο σχεδόν των μονών της
Μάνης. Βάσει αυτών των στοιχείων μπορούμε να έχουμε γενική άποψη για την
οικοδομική κατάσταση που επικρατούσε στην εν λόγω περιοχή.
165

Πίνακας που παρατίθεται στο παράρτημα παρουσιάζει τη σχέση που


προκύπτει μεταξύ γεωγραφικής θέσης της μονής και οικοδομικής της κατάστασης.
Μονές με καλή οικοδομική εικόνα βρίσκονται κοντά σε οικιστικούς χώρους με
αυξημένο πληθυσμιακό δυναμικό (Οίτυλο, Τσίμοβα, Πλάτσα, Καστανέα, Αλτομυρά,
Άνω και Κάτω Δολοί). Το γεγονός αυτό ερμηνεύεται βάσει δύο παραμέτρων. Η
πρώτη αφορά τον έλεγχο που ασκούσε ο επίσκοπος της περιοχής στις μονές που
υπάγονταν σε αυτόν. Όσο ευκολότερη πρόσβαση είχε στις μονές τόσο συχνότερο
έλεγχο ασκούσε. Η δεύτερη παράμετρος έχει σχέση με τα εισοδήματα της μονής,
κυρίως αυτά που προέρχονται από τις δωρεές και τα κληροδοτήματα των πιστών. Οι
δωρεές προς αυτές τις μονές ήταν περισσότερες εξαιτίας της εύκολης πρόσβασης των
προσκυνητών και επισκεπτών από τις κοντινές περιοχές. Οι αυξημένες δωρεές, υλικές
ή χρηματικές, επέτρεπαν στους μοναχούς να φροντίζουν τη συντήρηση των
οικοδομημάτων της, αφού υπήρχαν τα χρήματα που θα συνέβαλλαν σε αυτό αλλά και
τα αναγκαία εργατικά χέρια.

6.3 Η στελέχωση των μονών: οι μοναχοί και οι υπηρέτες

Οι πληροφορίες που αντλούμε δεν περιορίζονται μόνο στην αναφορά των ονομάτων
των μονών, των τοποθεσιών που βρίσκονται, της οικοδομικής τους κατάστασης αλλά
παρουσιάζουν και το ανθρώπινο δυναμικό τους. Σημειώνεται έτσι ο αριθμός των
μοναχών που διαθέτει η κάθε μονή. Καθώς όμως η μονή παρέχει τη δυνατότητα στο
ντόπιο πληθυσμό να βρει εργασία σε αυτή καταγράφεται και ο αριθμός των υπηρετών
της.

α. Οι μοναχοί στη επαρχία Οιτύλου

Από τα αριθμητικά στοιχεία των μοναχών μπορούμε να κατανοήσουμε τόσο


το σύνολο του μοναστικού δυναμικού της επαρχίας όσο και τους μοναχούς που έχει
κάθε μία μονή ξεχωριστά60. Μπορούμε επίσης όχι μόνο να εντοπίσουμε τις πιο
πολυπληθείς μονές αλλά και να διαπιστώσουμε την αναλογία των μοναχών με τους
λαϊκούς της περιοχής.

Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.8, τ. II, σελ. 78-79.


Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.9, τ. II, σελ. 80.
166

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.7

Ο αριθμός των μοναχών του Οιτύλου

Περιοχή Αριθμός μοναχών Αριθμός μοναζουσών Ποσοστό%


Βόρεια Μάνη 123 3 88,8
Νότια Μάνη 15 0 11,2
Σύνολο 138 3 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.3

Οι μοναχοί της Μάνης


en
ο
Μοναχοί
m ο
ο
ο

Ι Ι
ο

Βόρεια Μάνη Νότια Μάνη


Περιοχές

Πηγή: Πίνακας 6.7

Από τον πίνακα και το διάγραμμα που παρατέθηκαν φαίνεται ότι το σύνολο
του μοναστικού δυναμικού της επαρχίας Οιτύλου εντοπίζεται στο βόρειο τμήμα της
επαρχίας με ποσοστό 88,8%. Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι ο αριθμός των
γυναικών στην επαρχία αυτή είναι περιορισμένος πράγμα που μας κάνει να
υποθέσουμε πως στην επιθυμία κάποιας γυναίκας να μονάσει προσμετρούσαν
κοινωνικοί και οικογενειακοί λόγοι61.

61
Π. Καλονάρος, ό.π., σελ. 114. Π. Καλονάρος, ό.π., σελ. 50 Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 138-139.
167

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.8

Το ποσοστό των μοναχών σε αναλογία με τους κατοίκους της Μάνης

Περιοχή Μοναχοί Πληθυσμός Ποσοστό %


Βόρεια Μάνη 126 21.287 0,59
Νότια Μάνη 15 11.631 0,12
Μάνη 141 32.918 0,42

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410. Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 9. Π. Καλονάρος, ό.π.,


σελ. 33. Σ. Κουγέας, ό.π., σελ. 36. Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 183.

Οι μοναχοί στη βόρεια Μάνη καταλαμβάνουν ποσοστό της τάξης του 0,55%
επι του συνόλου των κατοίκων της περιοχής. Το ποσοστό είναι αυξημένο αν το
συγκρίνουμε με το ποσοστό που προκύπτει από το υπόλοιπο βασίλειο που είναι
0,45%. Η αιτιολόγηση του φαινομένου αυτού έχει να κάνει αφενός με το πλήθος των
μονών που βρίσκονταν στην περιοχή και αφετέρου με τον αριθμό των κατοίκων της
fit")

βόρειας Μάνης . Οι μοναχοί στη νότια Μάνη είναι λιγότεροι από αυτούς του βορρά.
Καταγράφεται ποσοστό της τάξης 0,15% επί του συνόλου των κατοίκων της. Το
χαμηλό ποσοστό θα πρέπει να το αποδώσουμε στο μικρότερο αριθμό των μονών της
περιοχής, στο αριθμό των κατοίκων της καθώς στη νότια Μάνη διαμένει μόνο το 1/3
των Μανιατών63 και τέλος στα περιορισμένα οικονομικά έσοδα των μονών 64 .
Άλλωστε την ικανότητα της μονής να είναι πλούσια φαίνεται ότι δεν την αγνοούν οι
μοναχοί 5 .
Στο τελικό όμως ποσοστό των μοναχών της Μάνης (0,42%) δεν παρατηρούμε
διαφοροποιήσεις και αποκλίσεις από το γενικό μέσο όρο που ισχύει στο ελληνικό
βασίλειο (0,45%). Έτσι μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο
μοναχισμός την τρίτη δεκαετία του 19ου αιώνα αναλογικά με τον αριθμό των
κατοίκων του βασιλείου καταλαμβάνει το ίδιο ποσοστό σε όλη την επικράτεια με
μικρές κατά περιοχές αποκλίσεις. Δεν είναι λοιπόν οι ιστορικές συγκυρίες που ωθούν
κάποιον στο να μονάσει αλλά οι προσωπικοί λόγοι του λαϊκού που τον ωθούν στο
μοναχισμό. Κατά περίπτωση όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι προσμετρούσαν και
παράγοντες οικονομικοί και κοινωνικοί.
62
Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 186-187.
63
Κ. Κόμης, ό.π., σελ. 183.
64
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410. Βλ. Παράρ. 3, τ. II, σελ. 310-311.
63
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 185.
168

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.9

Το ποσοστό των μοναχών ανά μονή

Περιοχή Μονές Μοναχοί Ποσοστό ανά μονή


Βόρεια Μάνη 51 126 2,4
Νότια Μάνη 13 15 1,2
Σύνολο 64 141 2,3

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς το μοναστικό δυναμικό της


Μάνης, σε αναλογία μονών και μοναχών, δεν είναι μεγάλο. Αναλογούν μάλιστα 2,3
μοναχοί ανά μονή. Το ποσοστό αυτό παρουσιάζει αποκλίσεις σε σχέση με τις μονές
της βόρειας και νότιας Μάνης. Στη βόρεια το ποσοστό είναι 2,4 μοναχοί ενώ στη
νότια 1,2 μοναχοί ανά μονή.
Συμπεραίνουμε λοιπόν πως η στελέχωση των μονών της περιοχής είναι μικρή
σε σχέση με τη στελέχωση των μονών του υπόλοιπου βασιλείου. Το ποσοστό στο
ελληνικό βασίλειο πριν το 1833 ήταν 5,6 μοναχοί ανά μονή ενώ μετά το 1833, λόγω
της διάλυσης των μονών, το ποσοστό έφτασε τους 12,1 μοναχούς. Η εξήγηση που
μπορεί να δοθεί στη διαφορά που προκύπτει μεταξύ Μάνης και ελληνικού βασιλείου,
έχει να κάνει με τον αυξημένο αριθμό μονών που διαθέτει η περιοχή και τον
περιορισμένο αριθμό των λαϊκών που θέλουν να μονάσουν. Ήδη έχει αναφερθεί ότι η
Μάνη είναι η πιο πολυπληθής σε μονές περιοχή του βασιλείου.

Οι Ηγούμενοι

Στο μοναστικό δυναμικό εντάσσεται και ο ηγούμενος της μονής. Σημειώνεται


λοιπόν στο έγγραφο σε ξεχωριστή στήλη το μοναστικό τους όνομα. Θα πρέπει επίσης
να επισημάνουμε πως ο ηγούμενος δεν συνυπολογίζεται στον αριθμό των μοναχών
που καταγράφεται στη στήλη «αριθμός πατέρων», και αυτό γιατί υπάρχουν
περιπτώσεις μονών που ενώ δεν παρουσιάζουν μοναχούς σημειώνεται η ύπαρξη
ηγουμένου.
Οι πληροφορίες που παρουσιάζονται είναι ελλιπείς και αυτό γιατί
καταγράφονται τα ονόματα μόνο 42 ηγουμένων από τους 64 που θα έπρεπε να
169

υπάρχουν. Οι λόγοι της μη παρουσίασης των ονομάτων όλων των ηγουμένων θα


πρέπει να διερευνηθούν ως εξής: Μπορούμε να υποθέσουμε για παράδειγμα ότι είτε
απουσίαζαν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που διεξήχθη η έρευνα66, είτε ότι δεν
υπήρχε ηγούμενος στη μονή επειδή είχε τελειώσει η θητεία του, είτε ότι η μονή είχε
ερημωθεί, είτε τέλος ότι δεν καταγράφεται για να μη γίνει συσχετισμός κυρίως του
επωνύμου του ηγουμένου με το επώνυμο των ενοικιαστών των κτημάτων της μονής,
που σε κάποιες περιπτώσεις ήταν συγγενείς του. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη τα
σχόλια που σημειώνονται στη στήλη «παρατηρήσεις», όπου κάποιοι ηγούμενοι
κατηγορούνται για ατασθαλίες και κακές οικονομικές διαχειρίσεις των περιουσιακών
στοιχείων των μονών, τότε η μη καταγραφή του ονόματος πρέπει να θεωρηθεί ως η
πιθανή αιτία απόκρυψης 7 .
Το σύνολο των ονομάτων που συναντούμε στους 42 ηγούμενους είναι 25. Στα
ονόματα αυτά δεν παρατηρείται ιδιαίτερη ονοματολογία σε σχέση με τα ονόματα των
μοναχών του υπόλοιπου βασιλείου. Έτσι ονόματα όπως Σιλβέστρος, Δοσίθεος,
Αυγουστίνος δεν συναντώνται. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ορθογραφία των
ονομάτων, η οποία οφείλεται στον συντάκτη του εγγράφου. Έχουμε λοιπόν
Γρηγώριος αντί Γρηγόριος, Καλήνικος αντί Καλλίνικος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε
άλλωστε πως το μορφωτικό επίπεδο των ανθρώπων δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλό.
Θεωρείτο λοιπόν αρκετό να ξέρει κάποιος απλά να γράφει ανεξάρτητα από το πόσο
ορθογράφος ήταν. Την «ασυνέπεια» στη γραφή των ονομάτων θα πρέπει να την
αποδώσουμε και στην έλλειψη πείρας για τη συμπλήρωση τέτοιου είδους
εγγράφων68.
Επειδή στο έγγραφο δεν καταγράφονται τα ονόματα των μοναχών της
περιοχής, η αναφορά στα ονόματα των ηγουμένων μπορεί να μας δώσει μία εικόνας
της ονοματοθεσίας των μοναχών μετά την κουρά τους.
Τα επώνυμα των ηγουμένων αν και σημειώνονται σε ορισμένες περιπτώσεις
είναι πατριδωνυμικά, από τον τόπο καταγωγής (π.χ. Κατζαφάρης από την τοποθεσία
Κατζαφάρι), παρωνύμια, «παρατσούκλια» (π.χ. Παρθένιος Σαξώνης), και
πατρωνυμικά, από το όνομα του πατέρα (Ιωσήφ Νικήτας, κ.λ.π.)69.

«Δεν ελάβαμεν πληροφορίαι». Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410


67
«Είναι εις χρέος 700 δραχ. Δια την κακήν διοίκησιν του πρώην ηγουμένου». Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά,
Φ. 410.
68
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177.
69
Ν. Ανδριώτης, «Συμβολή στη μελέτη του νεοελληνικού επωνύμου», Ελληνικά 28, Αθήνα 1975, σελ.
394-400. Ι. Θωμόπουλος, Τα πατριδωνύμιά μας, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 9-12.
170

Υπάρχει άραγε σχέση μεταξύ μοναστηριακού ονόματος του ηγουμένου και


ονόματος του αγίου στον οποίο είναι αφιερωμένη η μονή; Αν και δε διαθέτουμε τα
ονόματα του συνόλου των ηγουμένων παρά μόνο το 70% αυτών, μπορούμε να πούμε
ότι το μοναστικό όνομα του ηγούμενου σπάνια ταυτίζεται με το όνομα του αγίου της
μονής. Αυτό σημαίνει ότι κατά την επιλογή του μοναστηριακού ονόματος, στη
συγκεκριμένη επαρχία, δε λαμβανόταν συχνά υπόψη αυτή η παράμετρος, καθώς
καταγράφεται μάλιστα μόνο μία περίπτωση. Προέρχεται από τη μονή του Προφήτη
Ηλία. Τα στοιχεία που σημειώνονται είναι τα εξής: Μονή Προφήτη Ηλία στην
τοποθεσία Κακοβούνι έχει ηγούμενο τον Ηλία Καπουτζίνο. Η συνήθεια της
ονοματοθεσίας του μοναχού από το όνομα του Αγίου της μονής όπου μονάζει,
γινόταν λόγω της αντίληψης ότι έτσι ο μοναχός θα είχε την «ευλογία» του Αγίου και
θα προστατευόταν από αυτόν. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις γινόταν λόγω της
εκπλήρωσης κάποιου προσωπικού τάματος προς το συγκεκριμένο άγιο ή από το
γεγονός ότι η μέρα της κουράς συνέπιπτε με την γιορτή του αγίου της μονής.
Όπου σημειώνεται ο βαθμός ιεροσύνης των ηγουμένων δίνεται η δυνατότητα
να παρατηρήσουμε τα εκκλησιαστικά χρέη που αυτοί εκτελούσαν. Στις περιπτώσεις
που σημειώνονται διαπιστώνουμε πως οι ηγούμενοι Κατζαφάρης, Τζανέτος,
Παναγιώτης Μαστές, Ιάκωβος, Μακάριος φέρουν τους εκκλησιαστικούς βαθμούς
παπάς και πνευματικός. Από τα στοιχεία αυτά, προκύπτει πως οι εν λόγω ηγούμενοι,
εκτός από τα λειτουργικά και διοικητικά χρέη που είχαν στις μονές τους, μπορούσαν
να ιερουργούν και σε ναούς κοντινών χωριών ελλείψει ενοριακών ιερέων. Αρκετές
φορές μάλιστα ο ναός της μονής μπορούσε να λειτουργεί ως ενοριακός ναός του
κοντινού χωριού. Αυτό όμως ήταν κάτι που εξαρτιόταν από την απόσταση που είχε η
μονή από το κοντινό χωριό ή τον οικισμό ή από τον αν υπήρχε στο χωριό ναός ώστε
να εκτελούνται οι λατρευτικές λειτουργίες7 .

S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 662. Τ. Γριτσόπουλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 20.
171

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.10

Τα ονόματα των ηγουμένων

Όνομα Αριθμός Ποσοστό% Όνομα Αριθμός Ποσοστό %


Παρθένιος 3 7,5 Καλλίνικος 2,5
Γεράσιμος 4 10 Κωνστάντιος 2,5
Δαβίδ 1 2,5 Προκόπιος 2 5
Ιάκωβος 4 10 Διονύσιος 2,5
Παναγιώτης 2 5 Παΐσιος 2,5
Δημήτριος 2,5 Δαμασκηνός 2,5
Μακάριος 2,5 Ιωαννίκιος 2,5
Γρηγόριος 2 5 Χρύσανθος 2,5
Ηλίας 2,5 Ιερεμίας 2,5
Ιωσήφ 2,5 Νικηφόρος 3 7,5
Άνθιμος 2 5 Σωφρόνιος 2 5
Νεόφυτος 2,5 Θεοδόσιος 1 2,5
Ματθαίος 2,5 Σύνολο 42 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

β. «Αριθμός υπηρετών»

Ποιος ήταν όμως ο αριθμός των λαϊκών που προσέφεραν την εργασία τους

στις μονές της Μάνης; Πόσους υπηρέτες είχε κάθε μονή και από τι εξαρτόταν ο

αριθμός των υπηρετών που είχε ανάγκη η μονή; Ποιες υπηρεσίες προσέφεραν στις

μονές; Τα στοιχεία που διαθέτουμε μπορούν να μας δώσουν απάντηση σε αυτά τα

ερωτήματα.

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.11

Ο αριθμός των υπηρετών και το ποσοστό τους ανά μονή

Περιοχή Μονές Υπηρέτες Ποσοστό % Ποσοστό ανά μονή

Βόρεια Μάνη 21 52 95,4 2,5

Νότια Μάνη 1 2 4,6 2

Σύνολο 22 54 100 2,45

Πηγή: Γ Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


172

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.4
Οι υπηρέτες των μονών της επαρχίας Οιτύλου

Π Μονές Ι Υπηρέτες
60 -

^ 40
α 30
1*20 -
>
10 -
ο
Βόρεια Μάνη Νότια Μάνη Σύνολο
Περιοχή

Πηγή: Πίνακας 6.11

Από τα στοιχεία που σημειώθηκαν γίνεται φανερό πως δεν έχουν ή


τουλάχιστον δεν αναφέρουν να έχουν όλες οι μονές υπηρέτες. Από τις 64 μονές της
Επαρχίας, μόνο 22 φαίνονται να χρησιμοποιούν υπηρέτες για τις εργασίες εντός και
εκτός μονής . Η χρησιμοποίηση υπηρετών από τις μονές εξαρτάται από την ακίνητη
περιουσία που είχε η κάθε μονή και από τις ανάγκες που προκύπτουν από την
περιουσία αυτή. Όσο περισσότερα περιουσιακά στοιχεία διέθετε η μονή τόσο
περισσότερους υπηρέτες χρησιμοποιούσε. Η περιορισμένη χρήση υπηρετών από τις
μονές της νότιας Μάνης μπορεί να αιτιολογηθεί από το φυσικό παράγοντα της
περιοχής . Η περιορισμένη καλλιεργήσιμη γη της περιοχής αυτής λογικό είναι να μη
γίνεται συχνά κληροδότημα στις μονές με αποτέλεσμα οι τελευταίες να έχουν
περιορισμένα εισοδήματα . Όσο για τις εργασίες των υπηρετών, σε συνδυασμό με
την οικοδομική κατάσταση που έχει η μονή, συμπεραίνουμε πως οι υπηρέτες
χρησιμοποιούνταν κυρίως σε γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες και γενικότερα
σε εργασίες εκτός μονής. Φυσικά το έγγραφο που επεξεργαστήκαμε δεν κάνει λόγο
ούτε για τις συγκεκριμένες εργασίες που έκαναν οι υπηρέτες, ούτε για το είδος της
αμοιβής τους.

Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ. 10, τ. II, σελ. 81.


72
Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 11.1. Χασιώτης, ό.π., σελ. 155. Σ. Κουγέας, ό.π., σελ. 44.
73
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
173

γ. Οι συσχετισμοί μονών, μοναχών και υπηρετών

Από τις πληροφορίες του εγγράφου μπορούμε να διαπιστώσουμε τις σχέσεις


που υπάρχουν μεταξύ μονών, μοναχών και υπηρετών. Οι σχέσεις αυτές έχουν να
κάνουν με τις γενέτειρες των ατόμων, με την οικοδομική κατάσταση των μονών με το
όνομα του αγίου της μονής.
Συγκρίνοντας κανείς τον αριθμό των κατοίκων των περιοχών που γειτνιάζουν
με τις μονές με τον αριθμό των μοναχών, διαπιστώνει πως ο αριθμός των μοναχών
δεν είναι ανάλογος με τον αριθμό των κατοίκων του πλησιόχωρου δήμου ή χωριού,
και αυτό γιατί περιοχές με μεγάλο αριθμό κατοίκων δεν έχουν πολυάριθμες μονές
στην περιφέρεια τους. Παραδείγματα αποτελούν η μονή της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου, που «κείται» στο Οίτυλο και έχει τρεις μοναχές, η μονή της Ζωοδόχου
Πηγής, που «κείται» στην Πλάτσα και έχει ένα μοναχό. Το ίδιο ισχύει για τη μονή
του Αγίου Νικολάου που βρίσκεται στο χωριό Κουτήφαρη και έχει ένα μοναχό.
Φαίνεται λοιπόν ότι μια μεγάλη πληθυσμιακά περιοχή δεν «τροφοδοτεί» τη μονή με
ικανοποιητικό αριθμό μοναχών, όπως θα ήταν αναμενόμενο. Αυτό σημαίνει πως η
προσχώρηση κάποιου λαϊκού στο μοναχισμό δεν έχει σχέση με ιστορικά γεγονότα
που συνέβαιναν στη γενέτειρα του αλλά με τους τοπικιστικούς παράγοντες,
πολιτισμικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς, που συνδέονται με τις περιοχές αυτές,
καθώς και με τους προσωπικούς λόγους του λαϊκού να μονάσει.

Όπως προαναφέρθηκε, στο ανθρώπινο δυναμικό των μονών δεν


καταγράφονται μόνο μοναχοί αλλά και λαϊκοί ως εργατικό δυναμικό . Οι τελευταίοι
75
χαρακτηρίζονται με τον όρο «υπηρέτες» . Τα στοιχεία τους όμως δε σημειώνονται
πάντα στο έγγραφο που σχολιάζουμε. Σε κάποιες περιπτώσεις η μη καταγραφή του
αριθμού των υπηρετών δηλώνει ότι η μονή δεν απασχολεί εργατικό προσωπικό,
πράγμα πιθανό για τις μονές της νότιας Μάνης, καθώς ο φυσικός παράγοντας76 και η
κτηματική περιουσία της μονής δεν επέτρεπαν αγροτικές εργασίες μεγάλης κλίμακας
Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις η αποσιώπηση του συνόλου των υπηρετών γίνεται είτε
για να μη δηλωθούν έμμεσα τα περιουσιακά στοιχεία της μονής είτε από παραλήψεις

Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.


75
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ. 10, τ. II, σελ. 81.
76
Γ. Σαΐτας, ό.π., σελ. 11.1. Χασιώτης, ό.π., σελ. 155. Σ. Κουγέας, ό.π., σελ. 44. Κ. Κόμης, ό.π., σελ.
33-36.
174

που σημειώνονται κατά τα πρώτα χρόνια της σύνταξης τέτοιου είδους εγγράφων .
Καμία όμως από τις ανωτέρω υποθέσεις δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ή να απορριφθεί.
Αν και δε διαθέτουμε το σύνολο των υπηρετών που απασχολούνται σε μονές
της επαρχίας Οιτύλου μπορούμε να διαπιστώσουμε πως, εν αντιθέσει με τους
μοναχούς, μονές που βρίσκονται κοντά σε μεγάλες πληθυσμιακά περιοχές
απασχολούν πάνω από δύο υπηρέτες. Αυτό σχετίζεται με την κτηματική περιουσία
που διαθέτουν οι μονές. Όπως έχει αναφερθεί, μονές που βρίσκονταν σε περιοχές με
αυξημένο πληθυσμό προσέλκυαν προσκυνητές και πιστούς με αποτέλεσμα να
αυξάνονται έτσι τα έσοδα τους και τα κληροδοτήματα που γίνονταν σε αυτές. Σε
αυτές τις περιπτώσεις επειδή οι μοναχοί δεν επαρκούσαν να καλύψουν τις εργασίες
που προέκυπταν από την ακίνητη περιουσία προσέφευγαν συχνά στις έμμισθες
υπηρεσίες των λαϊκών . Έτσι από τη μια πλευρά οι μονές κάλυπταν τα εργατικά
χέρια που χρειάζονταν και από την άλλη αποτελούσαν για τους λαϊκούς που ήθελαν
79

να εργαστούν, τόπο κοντινό προς την κατοικία τους .


Σύμφωνα με το ιερό πρόσωπο που είναι αφιερωμένες οι μονές της Μάνης
διαπιστώνουμε πως οι μισές από αυτές (1/2) είναι αφιερωμένες στη Θεοτόκο.
Αριθμητικά μάλιστα διαθέτουν το μεγαλύτερο ποσοστό μοναχών στο σύνολο του
on οι
μοναστικού δυναμικού της επαρχίας . Το ίδιο ισχύει και για τους υπηρέτες .

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.12

Ο αριθμός και το ποσοστό των μοναχών και των υπηρετών σε μονές της Θεοτόκου
στη Μάνη

Περιοχή Μονές Μοναχοί Ποσοστό% Μονές Υπηρέτες Ποσοστό%


Βόρεια Μάνη 18 48 36,6 11 30 55,5
Νότια Μάνη 3 4 3 1 2 3,7
Μάνη 21 52 39,7 12 32 59,2

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177.


78
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.
79
Στο έγγραφο σημειώνεται περίπτωση όπου τα κτήματα της μονής τα νέμονται οι κάτοικοι του
κοντινού χωριού. Μονή Ζωοδόχου Πηγής, Δεκουλιανών, «το νέμονται οι Δεκουλιάνου>. Γ.Α.Κ.,
Μοναστηριακά, Φ. 410. Τ. Γριτσόπουλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 20. Αθηναγόρας Μητροπολίτης
Παραμυθίας, ό.π., σελ. 32-33. Γ. Κονιδάρης, ό.π., σελ. 89-95. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.
80
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ.9, τ. II, σελ. 80.
81
Βλ. Παράρ. 2, πίν. Χ. 10, τ. Π, σελ. 81.
175

Η προσέλκυση μεγάλου αριθμού μοναχών, κυρίως σε μονές αφιερωμένες στη


Θεοτόκο, θα πρέπει να αιτιολογηθεί βάσει του πλήθους των μονών αυτών και της
φήμης που είχαν αποκτήσει. Η φήμη κάποιας μονής είναι που προσέλκυε μέλλοντες
μοναχούς αλλά και προσκυνητές. Οι τελευταίοι μάλιστα προσέφεραν και ανάλογες
δωρεές με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα περιουσιακά στοιχεία των μονών 82 . Η
οικονομική παράμετρος άλλωστε είναι αυτή που επιτρέπει σε μία μονή να συντηρεί
μεγάλο αριθμό μοναχών . Τα τυχόν αυξημένα περιουσιακά στοιχεία των μονών της
Θεοτόκου θα πρέπει να συσχετιστούν με το γεγονός ότι οι δωρεές και τα τάματα προς
τη Θεοτόκο, ακόμα και σήμερα, είναι περισσότερα απ' ότι σε άλλους αγίους.
Χαρακτηριστικά σημερινά παραδείγματα αποτελούν η Παναγία της Τήνου, η
Παναγία Σουμελά, κ.λ.π..
Όσο για τα ποσοστά των υπηρετών, που παρουσιάστηκαν (Πίνακας 6.12),
κάνουν σαφές ότι οι μονές της βόρειας Μάνης απασχολούν μεγαλύτερο αριθμό
υπηρετών από τις μονές της νότιας Μάνης καθώς οι πρώτες είχαν περισσότερες
ανάγκες για εργατικά χέρια λόγω της ακίνητης περιουσίας απ' ότι οι δεύτερες. Έτσι
στη νότια Μάνη οι μονές, με την περιορισμένη κτηματική περιουσία, δεν είχαν
ανάγκη να καταφύγουν στη βοήθεια υπηρετών, αφού επαρκούσαν οι μοναχοί τους για
να καλύψουν τις εργασίες που προέκυπταν εντός και εκτός μονής.
Η οικοδομική κατάσταση της μονής έχει σχέση με τα έσοδα της και τα ποσά
που μπορεί να διαθέσει για τη συντήρηση των οικοδομημάτων της. Κυριότερη όμως
σχέση προκύπτει από το ενδιαφέρον που δείχνουν οι μοναχοί για τον τόπο που
κατοικούν. Βλέπουμε έτσι ότι σε μονές με αυξημένα οικονομικά έσοδα οι μοναχοί
περισσότερο ενδιαφέρονται για την κτηματική περιουσία της μονής και λιγότερο για
τα κτίσματα της 84 . Παράγοντες που σχετίζονται με τον αριθμό των μοναχών, τον
αριθμό των υπηρετών της μονής και τη δυνατότητα ελέγχου που ασκούσε ο αρμόδιος
επίσκοπος στις μονές της περιοχής του μόνο συνεπικουρικά μπορούσαν να παίξουν
ρόλο στη συντήρηση των μονών.

Τ. Γριτσόπουλος, Η Μονή..., ό.π., σελ. 107.


Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 185.
176

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.13

Η οικοδομική κατάσταση των μονών της Μάνης

Οικοδ. Κατάστ.* Καλή Μέτρια Κακή Έρημη Σύνολο Ποσοστό %


Μονές
Βόρεια Μάνη 17 19 9 3 48 78,6
Νότια Μάνη 9 3 1 13 21,4
Σύνολο 26 22 9 4 61 100
Ποσοστό % 42,6 36 14,8 6,5 100
* Οικοδομική κατάσταση
Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Για να γίνει- περιγραφή της οικοδομικής κατάστασης των μονών


χρησιμοποιούνται οι όροι «καλή», «μετρία», «κακή» και «έρημος». Μια μονή
χαρακτηρίζεται «καλή» όταν τα κελιά, το καθολικό και τα υπόλοιπα κτίρια της
επισκευάζονται όποτε πρέπει. Με τον όρο «μετρία» χαρακτηρίζει ο συντάκτης του
εγγράφου τη μονή που τα οικοδομήματα της δεν είναι σε καλή κατάσταση μεν,
μπορούν όμως να παρέχουν ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης. Το επίθετο «κακή»
χαρακτηρίζει τη μονή, που όχι μόνο δεν καλύπτει τις απαραίτητες συνθήκες διαμονής
αλλά μπορεί να αποβεί επικίνδυνη για τους μοναχούς που κατοικούν σε αυτή. Τέλος
ο όρος «έρημη» δηλώνει πως δε λειτουργεί πια η μονή, αφού δεν υπάρχουν
μοναχοί 5 . Ο όρος όμως αυτός δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να λειτουργεί το
καθολικό της μονής ως ναός για την κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών του
παρακείμενου προς τη μονή χωριού. Σε αυτή την περίπτωση ο εφημέριος μπορούσε
μάλιστα να διαμένει σε κάποιο από τα κελιά της μονής. Παράδειγμα αποτελεί η μονή
του αγίου Δημητρίου στην τοποθεσία Μπολιανά στο χωριό Πλάτσα όπου, αν και
χαρακτηρίζεται έρημη, αναφέρεται στη στήλη «όνομα ηγουμένου» το όνομα παπα-
Ιάκωβος.

Γ. Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410. Γ. Στογιόγλου, Η εν Θεσσαλονίκη πατριαρχική μονή των Βλατάδων,


Θεσσαλονίκη 1971, σελ. 368-369.
Θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της ερήμωσης και της ερείπωσης μιας μονής. Στην πρώτη
περίπτωση υπάρχει η δυνατότητα χρησιμοποίησης των κτισμάτων της μονής αν κάποιος μοναχός θέλει
να μονάσει σε αυτή. Στη δεύτερη περίπτωση, της ερείπωσης, είναι δυσχερής έως αδύνατη μια τέτοια
177

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.14

Οι ονομασίες των μονών σε σχέση με την οικοδομική τους κατάσταση

Πρόσωπο Περιοχή Καλή Μέτρια Κακή Έρημη Σύνολο %


Βόρεια Μάνη 10 7 4 1 22 34,3
Θεοτόκος Νότια Μάνη 4 1 5 7,8
Σύνολο 14 8 4 1 27 42,1
Βόρεια Μάνη 4 2 2 8 12,5
Άγ. Νικόλαος Νότια Μάνη 1 1 1,5
Σύνολο 5 2 2 9 14
Σύνολο Βόρεια Μάνη 14 9 6 1 30 46,8
Νότια Μάνη 5 1 6 9,3

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Από τον πίνακα που παρατέθηκε φαίνεται πως η οικοδομική κατάσταση στο
σύνολο των μονών της Μάνης δεν σχετίζεται με τον Άγιο στον οποίο είναι
αφιερωμένη η μονή και αυτό γιατί ενώ θα έπρεπε οι μονές της Θεοτόκου να είναι σε
καλύτερη κατάσταση λόγω των θρησκευτικών αντιλήψεων που σχετίζονται με το
πρόσωπο της δεν παρατηρούμε να συμβαίνει κάτι ανάλογο. Μάλιστα μονές της
Θεοτόκου όχι μόνο είναι σε κακή οικοδομική κατάσταση αλλά είναι ακόμα και
έρημες.
Ποια είναι όμως η σχέση μεταξύ μοναχών, υπηρετών και οικοδομικής
κατάστασης της μονής; Στο ερώτημα αυτό θα απαντήσουμε στηριζόμενοι στα
στοιχεία που παρατίθενται στους πίνακες που ακολουθούν.

προοπτική. Ch. Klapisch-Zuber, «Villagi addandonati ed emigrazioni interne», Storia d' Italia, τ.5 (I
documenti), Einaudi 1973, σελ. 316.
178

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.15

Η οικοδομική κατάσταση των μονών και οι μοναχοί τους

ΜΕΣΟΣ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ
ΜΟΝΗΣ ΜΟΝΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ

ΚΑΛΗ 15 45 3
ΒΟΡΕΙΑ ΜΑΝΗ ΜΕΤΡΙΑ 14 56 4
ΚΑΚΗ 8 24 3
ΕΡΗΜΟΣ 1 1 1
ΣΥΝΟΛΟ 38 126 3,3
ΚΑΛΗ 4 7 1,8
ΜΕΤΡΙΑ 3 8 2,6
ΝΟΤΙΑ ΜΑΝΗ ΚΑΚΗ 0 0
ΕΡΗΜΟΣ 0 0
ΣΥΝΟΛΟ 7 15 3,7
ΚΑΛΗ 19 52 2,7
ΣΥΝΟΛΟ ΜΕΤΡΙΑ 17 64 4,5
ΜΟΝΩΝ ΚΑΚΗ 8 24 3
ΕΡΗΜΟΣ 1 1 1
ΣΥΝΟΛΟ 45 141 3,1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Τα ποσοτικά στοιχεία αποδεικνύουν πως η καλή, η κακή ή η μέτρια


οικοδομική κατάσταση της μονής σχετίζεται, εκτός από τα έσοδα της, με τους
μοναχούς που διαμένουν σε αυτή. Στη θέληση δηλαδή που έχουν οι μοναχοί και στο
χρόνο που διαθέτουν για να φροντίσουν και να επισκευάσουν το χώρο στον οποίο
ζουν.
Άξιο σχολιασμού αποτελεί το γεγονός ότι όσο περισσότερους μοναχούς
διαθέτει μία μονή τόσο λιγότερο αυτοί φροντίζουν και συντηρούν τα οικοδομήματα
της. Έτσι μονές με 3 μοναχούς διατηρούν τη μονή σε καλή κατάσταση ενώ μονές με
4 μοναχούς χαρακτηρίζονται ως μέτριας ή κακής κατάστασης. Γιατί άραγε συμβαίνει
αυτό; Θα πρέπει βάσει αυτών των στοιχείων να υποθέσουμε πως οι μοναχοί των
πολυπληθέστερων μονών ενδιαφέρονταν μόνο για τα μοναστικά τους καθήκοντα ή
ακόμα περισσότερο και για τα περιουσιακά στοιχεία της μονής παραμελώντας
παράλληλα τη συντήρηση και την επισκευή των χώρων που βίωναν.
179

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.16

Η οικοδομική κατάσταση των μονών και οι υπηρέτες τους

ΜΕΣΟΣ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ
ΜΟΝΗΣ ΜΟΝΩΝ ΥΠΗΡΕΤΩΝ ΥΠΗΡΕΤΩΝ

ΚΑΛΗ 8 17 2,1
ΒΟΡΕΙΑ ΜΑΝΗ ΜΕΤΡΙΑ 9 29 3,2
ΚΑΚΗ 4 6 1,5
ΕΡΗΜΟΣ 0 0
ΣΥΝΟΛΟ 21 52 2,5
ΚΑΛΗ 1 2 2
ΜΕΤΡΙΑ 0 0
ΝΟΤΙΑ ΜΑΝΗ ΚΑΚΗ 0 0
ΕΡΗΜΟΣ 0 0
ΣΥΝΟΛΟ 1 2 2
ΚΑΛΗ 9 19 2,1
ΣΥΝΟΛΟ ΜΕΤΡΙΑ 9 29 3,2
ΜΟΝΩΝ ΚΑΚΗ 4 6 1,5
ΕΡΗΜΟΣ 0 0
ΣΥΝΟΛΟ 22 54 2,45

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Από τη μελέτη του πίνακα διαφαίνεται πως και ο αριθμός των υπηρετών δεν
αποτελεί κριτήριο για την καλή ή την κακή οικοδομική κατάσταση των μονών.
Επειδή μάλιστα παρουσιάζονται μονές με 4 υπηρέτες να έχουν μέτρια οικοδομική
κατάσταση συμπεραίνουμε πως ο αριθμός των υπηρετών δε συμβάλλει καθόλου στη
συντήρηση των οικημάτων των μονών καθώς οι ασχολίες των ατόμων αυτών
περιορίζονταν σε εργασίες εκτός μονής, κτηνοτροφικές και γεωργικές.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα των όσων αναφέρθηκαν αποτελεί η μονή της
Κοιμήσεως στην τοποθεσία Λιάκι στο χωριό Καλύβες και η μονή του Αγίου Νικήτα
στο χωριό Επάνω Δολοί. Η πρώτη μονή έχει καλή οικοδομική κατάσταση παρ' όλο
που διαθέτει έναν μόνο υπηρέτη. Από την άλλη μεριά η μονή του Αγίου Νικήτα στο
χωριό Επάνω Δολοί έχει κακή οικοδομική κατάσταση αν και απασχολεί 3 υπηρέτες.
180

6.4 Ομοιότητες και διαφορές του μοναχισμού της Μάνης με το μοναχισμό στο
υπόλοιπο ελληνικό βασίλειο

Η διάλυση των μονών του ελληνικού βασιλείου που δεν πληρούσαν τους όρους
λειτουργίας, σύμφωνα με τα β. διατάγματα του 1833-34, και η διατήρηση των μονών
της επαρχίας Οιτύλου είναι αποτέλεσμα της πολιτικής βούλησης της Αντιβασιλείας
να ελέγξει, από τη μια πλευρά, διοικητικά τις μονές και να αποφύγει από την άλλη τις
αντιδράσεις. Συγκεκριμένα για την περιοχή της Μάνης η κυβέρνηση ανέβαλε για
αργότερα την εφαρμογή των διαταγμάτων επειδή φοβήθηκε τις ταραχές που θα
μπορούσε να προκαλέσει στους Μανιάτες το άκουσμα αυτών των αποφάσεων. Ο
φόβος ήταν λοιπόν αυτός που ανέστειλε την εφαρμογή τους αφού, όπως έχει
παρουσιαστεί, ελάχιστες μονές της Μάνης είχαν τις προϋποθέσεις που όριζαν τα
διατάγματα ώστε να μπορούν να λειτουργούν ως μονές.
Όταν η Αντιβασιλεία κατέστειλε τις εξεγέρσεις, που ξέσπασαν τελικά τον
Ιούνιο του 1834, η Μάνη είχε την ίδια τύχη σχετικά με τη διάλυση των μονών της,
την οποία είχε γνωρίσει λίγο πριν ολόκληρο το ελληνικό βασίλειο. Τότε ακριβώς
προχώρησε σταδιακά η εφαρμογή των διαταγμάτων που αφορούσαν τις μονές της
περιοχής διατηρώντας μόνο 17 από αυτές.
Η Μάνη είναι η πιο πολυπληθής σε μονές επαρχία του ελληνικού βασιλείου
για τα έτη 1833-34. Το συμπέρασμα προκύπτει από τη σχέση αριθμού των μονών και
γεωγραφικής έκτασης των περιοχών. Αναλογεί για μεν τη Μάνη μία μονή ανά 20 τ.
χμ. για δε το υπόλοιπο βασίλειο μία μονή ανά 80 τ. χμ.. Το πλήθος των μονών της
Μάνης δε θα πρέπει να το συσχετίσουμε με την αυξημένη θρησκευτικότητα των
Μανιατών αλλά με την ύπαρξη πολλών μικρών μονών και ασκηταριών που είχαν
ιδρυθεί τους προηγούμενους αιώνες. Η συντήρηση και η σωτηρία αυτών των
παλαιότερων κτισμάτων έκανε τους κατοίκους της περιοχής να μην ιδρύουν πολλές
νέες μονές όπως σε άλλες περιοχές αλλά να στελεχώνουν τις υπάρχουσες.

Ενώ η επαρχία Οιτύλου χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη πολλών ανδρικών


μονών δεν συμβαίνει κάτι ανάλογο και με τις γυναικείες. Σημειώνεται μόνο μία μονή
στην οποία μονάζουν τρεις μοναχές. Ο περιορισμένος αριθμός γυναικείων μονών
είναι κάτι που παρατηρείται γενικά σε ολόκληρο το βασίλειο, με ποσοστό 3%, όμως
στην εν λόγω επαρχία το ποσοστό μειώνεται ακόμα περισσότερο και φτάνει το 1,5%
λόγω των κοινωνικών και οικογενειακών παραγόντων που ίσχυαν.
181

Κοινό χαρακτηριστικό των μονών του βασιλείου είναι η τοποθεσία που


επιλέγεται για να οικοδομηθεί η μονή. Βασικά κριτήρια της επιλογής της τοποθεσίας
είναι η ασφάλεια της περιοχής, η σχετική γειτνίαση με τις πλησιέστερες οικιστικές
θέσεις, η εξασφάλιση της δυνατότητας για επικοινωνία μέσω του οδικού δικτύου της
περιοχής, η πνευματικότητα του τόπου. Όλες οι μονές λοιπόν έχουν οικοδομηθεί έξω
από κατοικημένη περιοχή, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις αρκετά χιλιόμετρα
μακριά. Μόνο οι γυναικείες μονές οικοδομούνται κοντά σε οικιστικές θέσεις για
λόγους προστασίας των μοναζουσών.
Πολλές φορές ο τόπος που έχει οικοδομηθεί η μονή παίρνει το όνομα του από
αυτή. Περιπτώσεις τέτοιων τοπωνυμίων σημειώνονται όχι μόνο στην περιοχή της
Μάνης αλλά σε ολόκληρη την επικράτεια. Αυτό όμως καθιστά δύσκολο τον
εντοπισμό των τοπωνυμίων στο χάρτη καθώς πρόκειται για ονόματα που
χρησιμοποιούνται μόνο από τους κατοίκους της περιοχής χωρίς να έχουν καθολική
ισχύ.
Ο μεγάλος αριθμός μονών (64) στην επαρχία Οιτύλου δεν είναι ανάλογος με
τη στελέχωση που αυτές έχουν. Μπορούμε μάλιστα να πούμε πως η στελέχωση τους
είναι πολύ πιο μικρή από τα ποσοστά που ισχύουν στην υπόλοιπη επικράτεια, καθώς
στη Μάνη αναλογούν 2,3 μοναχοί σε κάθε μονή. Συγκεκριμένα στο ελληνικό
βασίλειο πριν την εφαρμογή των διαταγμάτων αναλογούσαν 5,6 μοναχοί ανά μονή
ενώ μετά την εφαρμογή τους 12,1 μοναχοί. Η εξήγηση που δίνεται στη διαφορά των
ποσοστών έχει να κάνει με τον αυξημένο αριθμό μονών που διαθέτει η Μάνη και τον
περιορισμένο αριθμό των ατόμων που καταφεύγουν στο μοναχισμό.
Η εικόνα πάντως που αποκομίζουμε απο τις μονές της Μάνης, όπου οι
περισσότερες είχαν δύο ή τρεις μοναχούς, δεν πρέπει να διέφερε κατά πολύ από την
κατάσταση που επικρατούσε στην υπόλοιπη επικράτεια πριν από το 1833.
Διαφορετικά οι διαλυμένες μονές του βασιλείου, με τη εφαρμογή των διαταγμάτων,
δε θα ανέρχονταν σε 440.
Το μικρό σχετικά ποσοστό των ατόμων που κατευθύνονται στο μοναχισμό το
α' μισό του 19ου αιώνα είναι ένα φαινόμενο που δεν παρατηρείται αποκλειστικά και
μόνο στη Μάνη αλλά παρουσιάζεται σε όλη την ελληνική επικράτεια.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε πως το ποσοστό των μοναχών της Μάνης σε σχέση με
τον αριθμό των κατοίκων της, το 1833, φτάνει το 0,42%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό
στο υπόλοιπο βασίλειο, πριν την εφαρμογή των διαταγμάτων, ανέρχεται σε 0,45%.
Τα κοινά αυτά ποσοστά μας οδηγούν στο συμπέρασμα πως δεν είναι οι ιστορικές
182

συγκυρίες που ωθούν τους λαϊκούς στο μοναχισμό αλλά η αντίληψη που έχουν οι
λαϊκοί γι' αυτόν και η οποία διαμορφώνεται από τους πολιτιστικούς, κοινωνικούς και
οικονομικούς παράγοντες της περιοχής τους.
Τα έγγραφα που παρουσιάζουν τις μονές καταγράφουν εκτός από τους
μοναχούς και τους «υπηρέτες». Πρόκειται για λαϊκούς οι οποίοι κατοικούν κοντά στις
μονές και προσφέρουν την εργασία τους σε αυτές έμμισθα. Από τα στοιχεία που
διαθέτουμε συμπεραίνουμε πως η χρήση υπηρετών έχει σχέση με τα περιουσιακά
στοιχεία που διαθέτει μία μονή. Όσο περισσότερα κληροδοτήματα και δωρεές δέχεται
τόσο περισσότερα εργατικά χέρια χρειάζεται. Όταν λοιπόν οι μοναχοί δεν επαρκούν
για να καλύψουν τις ανάγκες που προκύπτουν από τις γεωργο-κτηνοτροφικές
εργασίες καταφεύγουν στους λαϊκούς. Οι εργασίες που οι τελευταίοι εκτελούν
περιορίζονται κυρίως σε ασχολίες εκτός της μονής.
Σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία των μονών έχει και άλλη μία παράμετρος,
η οικοδομική κατάσταση της μονής. Η καλή ή κακή κατάσταση των οικοδομημάτων
των μονών σχετίζεται με τα έσοδα που έχουν οι μονές. Υψηλά εισοδήματα από
δωρεές συνεπάγονται χρήματα που μπορεί να διαθέσει η μονή για να φροντίσει και
να επισκευάσει τα κτίσματα της. Σημαντικός όμως παράγοντας στη συντήρηση και
επισκευή των μονών αποτελεί το ενδιαφέρον που δείχνουν οι μοναχοί για το χώρο
που κατοικούν. Ο αριθμός των μοναχών που στελεχώνουν τις μονές και ο συχνός
έλεγχος που ασκούσε ο επίσκοπος μόνο συνεπικουρικά μπορούσαν να βοηθήσουν
στη διατήρηση της καλής οικοδομικής της κατάστασης. Μάλιστα υπάρχουν
περιπτώσεις που οι μοναχοί ενδιαφέρονται περισσότερο για τα περιουσιακά στοιχεία
της μονής παρά για τα κτίσματα της.

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η λειτουργία των μονών της Μάνης έχει κοινά
χαρακτηριστικά με τις μονές του υπόλοιπου ελληνικού βασιλείου. Επειδή δεν
υπάρχουν στοιχεία που να παρουσιάζουν την οικοδομική κατάσταση των μονών σε
όλο το βασίλειο περιοριζόμαστε στα στοιχεία που παρέχει ο κατάλογος του Οιτύλου
θεωρώντας τα ενδεικτικά της κατάστασης των μονών της επικράτειας, με πολύ μικρή
πιθανότητα κατά τόπους αποκλίσεων.
183

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΜΟΝΩΝ

Τα έγγραφα που καταγράφουν τον αριθμό των μονών και των μοναχών από το έτος
1833 ως και το 1842 όσο και το Μοναχολόγιο, το Βιβλίον της εν γένει μοναστηριακής
αποσκευής, και ο Προϋπολογισμός της μονής που καθιερώθηκαν λίγο αργότερα (12
Φεβρουαρίου 1857) αποτελούν στοιχεία της νεώτερης και σύγχρονης οργάνωσης
του Μοναχισμού στην εσωτερική αντίληψη της πειθαρχίας και την εξωτερική
άσκηση της πειθούς για τη συνέπεια του ανθρώπου που είναι αφιερωμένος στην
Προσευχή. Δημιουργούν ένα σύστημα παρακολούθησης και είναι απαραίτητα για
την όσμωση του μοναχικού βίου στις νεώτερες απαιτήσεις με σκοπό την υπεράσπιση
του μοναχικού βίου και τη διατήρηση των παραδοσιακών σχέσεων του με την
πολιτική κοινωνία. Ανήκουν στον αφρό των συστηματικοποιημένων πληροφοριών
και στο υπόβαθρο τους αφήνουν να κατανοήσουμε ότι εκεί ανακαλύπτεται ένας
διαρκώς αυξανόμενος αριθμός διοικητικών εγγράφων, τεκμηρίων μιας κοινότητας
που αρκείται όλο και λιγότερο σ' ό,τι ακούγεται ή ό,τι θυμάται και περισσότερο σ'
ό,τι γράφεται και διαβάζεται. Ο μοναχός δεν είναι πλέον αντιμέτωπος με τον
αποφθεγματικό λόγο και την ισχυρή μνήμη για τη ρύθμιση των καθημερινών
πράξεων αλλά με το γραπτό αίτημα, την απαίτηση, τη συμφωνία, το διοικητικό
έλεγχο επάνω σε έγγραφες μαρτυρίες .

Τα συστήματα πληροφοριών τα οποία παρακολουθούν την καθημερινότητα


της μοναστηριακής ζωής, αποτελούν αποδεικτικά τεκμήρια της διοικητικής εποπτείας
που ασκεί ο Επίσκοπος, ο Μητροπολίτης, η Ιερά Σύνοδος, το Υπουργείο των
Εκκλησιαστικών στη μοναχική σύνθεση της μονής.

1
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 6.
2
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 169.
3
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 169.
184

7.1. Η άσκηση διοικητικής εποπτείας από την κεντρική εξουσία

Το ενδιαφέρον από την πλευρά της εκάστοτε κεντρικής εξουσίας κατά τη διάρκεια
των ετών 1821-1850 για την κατάσταση της Εκκλησίας και ειδικότερα των μονών,
των μοναχών καθώς και τον ακριβή καθορισμό των οικονομικών και των
περιουσιακών τους στοιχείων, κινητών και ακίνητων, ήταν έκδηλο από την πρώτη
στιγμή που οι Έλληνες κέρδισαν την ανεξαρτησία τους.
Ήδη από τον πρώτο καιρό της Επανάστασης το ενδιαφέρον για την Εκκλησία
(Α' εθνοσυνέλευση) οδήγησε στο διορισμό Μίνιστρου της θρησκείας4. Με την
ενέργεια αυτή φαίνεται ότι τα θέματα της Εκκλησίας θεωρούνταν αρμοδιότητα της
πολιτικής εξουσίας, για τα οποία θα έπρεπε η Πολιτεία να φροντίζει και να λαμβάνει
αποφάσεις.
Αργότερα η Γ' εθνοσυνέλευση ανέθεσε σε αρχιερείς να συντάξουν σχέδιο, με
το οποίο θα υποδείκνυαν τον τρόπο διοίκησης της Εκκλησίας. Αν και σκοπός της
εθνοσυνέλευσης ήταν να καταστήσει την Εκκλησία των επαναστατημένων περιοχών
αυτοδιοικούμενη και απαλλαγμένη από τον έλεγχο του Πατριαρχείου, δεν προχώρησε
στην εφαρμογή του σχεδίου της, αλλά προσωρινά όρισε υπεύθυνη «Εκκλησιαστική
Επιτροπή», η οποία θα μεριμνούσε για οποιοδήποτε εκκλησιαστικό θέμα υπαγόταν
στη δικαιοδοσία της5.
Με την εκλογή όμως του Ιωάννη Καποδίστρια ως «Κυβερνήτη της Ελλάδος»
η Επιτροπή ανέβαλε τη δράση της μέχρι την έλευση του, καθώς θεώρησε ότι αυτός
ήταν υπεύθυνος για τη λήψη αποφάσεων, οι οποίες αφορούσαν την Εκκλησία. Γι'
αυτό το λόγο δεν αφιέρωσε χρόνο για να σχηματίσει εικόνα για την κατάσταση των
μονών και των μοναχών στις επαναστατημένες περιοχές, ούτε κατέγραψε τα
περιουσιακά στοιχεία των μονών6. Μέχρι την άφιξη του Καποδίστρια στην Ελλάδα
κανείς δεν μπορούσε να αναφέρεται με ακρίβεια στην κατάσταση που επικρατούσε
στις μονές και στο μοναχισμό γενικότερα. Πολύ δε περισσότερο να γνωρίζει το
μέγεθος και την έκταση της μοναστηριακής περιουσίας, κινητής και ακίνητης .
Για να προχωρήσει ο Καποδίστριας στη λήψη μέτρων υπέρ της Εκκλησίας θα
έπρεπε να γνωρίζει την κατάσταση που επικρατούσε στις επαναστατημένες περιοχές.
Λίγες μόνο μέρες μετά τον ερχομό του στην Ελλάδα, δημιούργησε επιτροπή από

4
Κ. Βοβολίνης, ό.π., σελ. 144. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 23-24. Α. Μάμουκα, ό.π., σελ. 52. Κ.
Οικονόμου, ό.π., τ. II, σελ. 11.
5
C. Frazee, ό.π., σελ. 92-94. Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ. 44-47. Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 150.
6
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 32.
185

Αρχιερείς, που σκοπός της θα ήταν η μελέτη της θρησκευτικής και ηθικής
κατάστασης της Ελλάδος8.
Μετά το πέρας των ενεργειών της επιτροπής, ο Καποδίστριας είχε αποκτήσει
άποψη για το ύψος τόσο της εκκλησιαστικής όσο και της μοναστηριακής περιουσίας
των περιοχών που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του, γι' αυτό και ανακοίνωσε στην Δ'
εθνοσυνέλευση τη σύσταση «Γαζοφυλακίου»9. Με την ίδρυση του Ταμείου φαίνεται
πως ο κυβερνήτης θεωρούσε ότι η διαχείρηση των εκκλησιαστικών και
μοναστηριακών κτημάτων δεν ανήκε πια στην Εκκλησία αλλά στην Πολιτεία . Η
Εκκλησία σύμφωνα με τα ανωτέρω θα έπρεπε να υπόκειται σε κυβερνητικό και
οικονομικό έλεγχο, όπως οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός της Πολιτείας. Αρχισε να
αντιμετωπίζει την Εκκλησία όχι σαν θεσμό αλλά σαν διοικητικό όργανο του
κράτους.
Το επόμενο βήμα ήταν η ίδρυση «Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της
δημοσίου παιδείας». Πρώτος υπουργός διορίστηκε ο Νικόλαος Χρυσόγελος, άτομο
από το χώρο των λαϊκών και όχι του κλήρου1 . Από τις ανακοινώσεις του
Καποδίστρια και του Χρυσόγελου διαφαίνεται η θέληση της Πολιτείας να γνωρίζει
ανά πάσα στιγμή τους κληρικούς και τους μοναχούς που υπήρχαν στην επικράτεια
της. Ο ίδιος ο Κυβερνήτης καλούσε τους πολιτικούς διοικητές «να συμπράξωσι με
ζήλον και δραστηριότητα, παρέχοντες ακριβείς και θετικάς πληροφορίας περί των
αναφερομένων εις τούτον τον κλάδον» . Η ανάθεση της συλλογής των
πληροφοριών και σε πολιτικούς φορείς δείχνει πως ο Καποδίστριας δεν
εμπιστευόταν όσο θα περίμενε κανείς την ανώτατη ιεραρχία της Εκκλησίας. Όσο για
τον Υπουργό των Εκκλησιαστικών έθεσε σε πράξη το διοικητικό έλεγχο της
Εκκλησίας και ειδικότερα των μονών ζητώντας να στέλνουν στο Υπουργείο, σε

7
Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 48.
8
Τρ. Ευαγγελίδης, ό.π., σελ. 80-82. Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ. 50-57. Γενική Εφημερίς, Αίγινα, 10
Οκτωβρίου 1828, τ. III, αρ. 75.
9
«Η Κυβέρνησις θέλει συστήσει Γαζοφυλάκιον υπό την ιδίαν της άμεσον διεύθυνσιν, εις το οποίον
θέλει αποτίθεσθαι τα επί των κληροδοσιών και τα από των ιερών καταστημάτων συλλεγόμενα
χρήματα (άρθρα α' και β'), προσδιωρισμένα εξηρημένως εις βελτίωσιν του Ιερατείου, εις προικισμόν
του Ορφανοτροφείου, εις υποστήριξιν των αλληλοδιδακτικών Σχολείων, Σχολείων τυπικών, Σχολείων
ανωτέρας τάξεως δια τους εκκλησιαστικούς, πολιτικούς, ή δια τους αφιερωθησομένους εις την
σπουδήν των επιστημών, των τεχνών και της φιλολογίας, και εις σύστασιν δημοσίων τυπογραφιών».
Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 1829, αριθ. 73, σελ. 279-298. Α. Μάμουκας, ό.π., σελ 106-107, 188-
190. Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ. 58-59.
10
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 38.
11
E. Bétant, ό.π., τ. IV, σελ. 73.
12
Ε. Κοφινιώτης, Η εν Ελλάδι Εκκλησία, Αθήνα 1897, σελ. 90-92. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ.
39-40. Ι. Βελανιδιώτης, ό.π., σελ. 20-21. G. Maurer, ό.π., τ. Ι, σελ. 470.
186

τακτά χρονικά διαστήματα, αναφορές για την κατάσταση που επικρατούσε στην
Εκκλησία και στο μοναχισμό13.
' Στις ενέργειες της κεντρικής εξουσίας για τη διοικητική εποπτεία των
μοναχών εντάσσεται και το διάταγμα «για την απαγόρευση των πωλήσεων» των
μοναστηριακών κτημάτων . Από το διάταγμα αυτό μπορεί κανείς να διακρίνει ότι οι
ενέργειες των μονών θα έπρεπε πια να αναγνωρίζονται και να επικυρώνονται από
την Κυβέρνηση, όπως γινόταν με οποιονδήποτε άλλο δημόσιο φορέα.
Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Καποδίστρια τη διακυβέρνηση της χώρας
ανέλαβε ο Φρειδερίκος Όθωνας, ως βασιλιάς της Ελλάδας15. Μέχρι την ενηλικίωση
του νεαρού βασιλιά, τη διοίκηση του Ελληνικού Βασιλείου ανέλαβε ένα σώμα
συμβούλων1 . Στον G. von Maurer ανατέθηκαν τα υπουργεία Δικαιοσύνης,
Εκκλησιαστικών και Παιδείας1 .
Ο Maurer, αναγνωρίζοντας την άθλια κατάσταση της Εκκλησίας και των
μοναστηριών, όρισε εκκλησιαστική επιτροπή για να μελετήσει λεπτομερέστερα την
I Ä

κατάσταση που επικρατούσε στην Εκκλησία . Η σύσταση της επιτροπής, η οποία


απαρτιζόταν κυρίως από λαϊκούς, φανέρωνε τον τρόπο με τον οποίο ο Maurer
σκόπευε να ενεργήσει στα θέματα της Εκκλησίας19.
Η έκθεση που συνέταξε η επιτροπή διαιρέθηκε σε δύο μέρη. Με το πρώτο
παρουσίαζε την κατάσταση της Εκκλησίας, ενώ με το δεύτερο υποδείκνυε την
οργάνωση της Εκκλησίας στο βασίλειο της Ελλάδος, σύμφωνα με το σχέδιο του
Εκκλησιαστικού Κανονισμού που υπέβαλε . Τελειώνοντας στο πρώτο μέρος,
σημείωνε για τις μονές πως οι περισσότερες είναι εγκαταλελειμμένες ή διαμένουν σε
αυτές μικρός αριθμός μοναχών, με αποτέλεσμα να καρπώνονται οι μοναχοί προς
όφελος τους τα εισοδήματα των μονών21.

«Οφείλετε κατά τριμηνίαν να πέμπητε προς το Υπουργείον τούτο κατάλογον ονομαστικόν των
ιερέων, ιερομόναχων και μοναχών, των εις την επαρχίαν σας, και πληροφορίας ακριβείς περί του
τρόπου και της διαγωγής αυτών...»Ε. Κοφινιώτης, ό.π., σελ. 91-92. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ.
41. Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 1829, αριθ. 73, σελ. 293, αριθμ. 74, σελ. 297-298. Ι. Βελανιδιώτης,
ό.π., σελ. 21.
14
Τρ. Ευαγγελίδης, ό.π., σελ. 80-82. Α. Μάμουκα, ό.π., σελ. 40-41. Σπ. Κόκκινης, σελ. 219.
15
Στ. Λάσκαρης, Διπλωματική Ιστορία της Ελλάδος, Αθήνα 1947, σελ. 46.
16
Ν. Σβορώνος, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Αθήνα 1985, σελ. 77.
17
C. Frazee, ό.π., σελ. 132.
18
Αθηνά, Ναύπλιο, 8 Απριλίου 1833, τ. II, αρ. 101, σελ. 390. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 70-71.
19
C. Frazee, ό.π., σελ. 134.
20
G. Maurer, ό.π., τ. II, σελ. 155. Κ. Οικονόμου, ό.π., σελ. 99-108.
21
«...Εις τα 1829 είχε διορισθή παρά της Κυβερνήσεως Επιτροπή Αρχιερατική, δια να περιέλθη την
Επικράτειαν και λάβη στατιστικός περί των μοναχών και μοναστηριών πληροφορίας. Αλλ' επειδή
κυρίως η Επιτροπή αύτη δεν περιήλθεν ειμή το Αιγαίον Πέλαγος μόνον και μερικά της Πελοποννήσου
μέρη, και αι πληροφορίαι δε, τας οποίας έλαβε, δεν εδόθησαν ειμή από όσους είχον συμφέρον να τας
187

Η συγκεκριμένη έκθεση καθρεφτίζει σε μεγάλο βαθμό την πραγματική


κατάσταση που επικρατούσε στις μονές και στο μοναχισμό γενικότερα την εποχή
αυτή. Με την περιγραφή αυτή άλλωστε συμφωνούν ακόμα και επικριτές του έργου
22
της Αντιβασιλείας, όπως ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος . Πρέπει όμως να
σημειωθεί μια αντίφαση, αφού η έκθεση αναφέρει ότι το έργο της εκκλησιαστικής
επιτροπής που συνέστησε ο Καποδίστριας το 1829 ήταν ελλιπές. Από την άλλη
πλευρά όμως παρατηρείται το γεγονός να παρέχεται στην έκθεση της επιτροπής του
Καποδίστρια ακριβής αριθμός των μονών του ελληνικού βασιλείου. Συμπεραίνει
εύλογα κανείς πως οι πληροφορίες που συνέλεξε η επιτροπή το 1829 δεν ήταν και
τόσο αόριστες, όπως ήθελε να τις παρουσιάσει η επιτροπή της Αντιβασιλείας.
Επίσης, από τους αριθμούς των μονών, μπορεί να καταλάβει κάποιος πως οι
αποφάσεις που πάρθηκαν από τον υπουργό των Εκκλησιαστικών Νικόλαο
Χρυσόγελο, τον Σεπτέμβριο του 1829,23 εφαρμόστηκαν από τους εκκλησιαστικούς
φορείς.

Ο διοικητικός έλεγχο της Εκκλησίας και ειδικότερα του μοναχισμού,


συνεχίστηκε και στην περίοδο της Αντιβασιλείας και του Όθωνα, αφού ορίστηκε η
αποστολή απογραφικών εγγράφων από μέρος των μονών, τα οποία έγγραφα θα
παρείχαν τις πληροφορίες που ζητούνταν από την κεντρική εξουσία. Έτσι η Πολιτεία
όχι μόνο θα γνώριζε την κτηματική περιουσία, τα εισοδήματα και το δυναμικό των
μονών αλλά θα μπορούσε να επεμβαίνει όταν η ίδια το έκρινε απαραίτητο. Οι
ονομαστικοί κατάλογοι, που όφειλαν οι μονές και οι επίσκοποι να αποστέλουν προς

παραμορφώσουν, ούτε ο αριθμός ούτε η κατάστασις των εντός του Βασιλείου Μοναστηριών είναι
κατά το παρόν ακριβώς εγνωσμένα. Εκ των διακοσίων τεσσαράκοντα έξ μοναστηριών, των οποίων και
μόνην την περιγραφήν έχει η επί των Εκκλησιαστικών Γραμματεία, τρία, τα πλουσιώτατα εις κτήματα
και κειμήλια, επέχουν εις τον επισυναπτόμενον ονομαστικόν κατάλογον την πρώτην τάξιν,
δεκατέσσερα την δευτέραν, πενήντα επτά την τρίτην, και εκατόν εβδομήντα δύο την τετάρτην. Τα
περισσότερα των μοναστηριών τούτων δεν έχουν την σήμερον ούτε ένα καλόγηρον, πολλά ολίγα
έχουν υπέρ τους 20, και εις τα άλλα δεν είναι ειμή δύο, τρείς ιδιόρρυθμοι, καταφθείροντες εκ
συμφώνου με τους δυνατούς του τόπου τα κτήματα των μοναστηριών. Ο αριθμός μ' όλον τούτο των
ευρισκομένων εις τα εντός του Βασιλείου μοναστήρια μοναχών, είναι, κατά τας μέχρι του έτους
ληφθείσας πληροφορίας, υπέρ τας δύο ήμισυ χιλιάδας, και, αν υποτεθούν 500 άλλοι διατρίβοντες εντός
των μοναστηριών, το όλον της ποσότητος συμπληρούται εις τρεις και επέκεινα χιλιάδας. Μερικών εξ
αυτών αι πρόσοδοι είχον διατεθή, και πριν και επί της επαναστάσεως, προς ωφέλειαν των διδακτηρίων,
αλλά, κατά δυστυχίαν δεν ήσαν τα πλουσιώτερα, και το μοναστήριον του Πόρου, μεταποιηθέν επί
Καποδιστρίου εις Εκκλησιαστικόν σχολείον δια ψηφίσματος, επανήλθε πάλιν εις την πρώτην τάξιν και
χρησιμεύει την σήμερον κυρίως εις το να χόρταση την πλεονεξίαν των εκεί δημογερόντων...» Σπ.
Κόκκινης, ό.π., σελ. 221.
22
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 84.
23
«Οφείλετε κατά τριμηνίαν να πέμπητε προς το Υπουργείον τούτο κατάλογον ονομαστικόν των
ιερέων, ιερομόναχων και μοναχών, των εις την επαρχίαν σας, και πληροφορίας ακριβείς περί του
τρόπου και της διαγωγής αυτών...»Ε. Κ,οφινιώτης, ό.π., σελ. 91-92. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ.
41. Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 1829, αριθ. 73, σελ. -293, αριθμ. 74, σελ. 297-298.
188

την Ιερά Σύνοδο και το υπουργείο των Εκκλησιαστικών, αποτελούν απογραφικά


στοιχεία που άλλοτε είναι αναλυτικά (κατά μονή) άλλοτε συγκεντρωτικά (κατά
επισκοπή ή επισκοπές) και άλλοτε συνολικά (για ολόκληρη την επικράτεια). Οι
απογραφές αυτού του είδους καταγράφουν στοιχεία των μονών και των μοναχών της
περιόδου της Αντιβασιλείας και του Όθωνα 4 . Το περιεχόμενο της διαταγής και ο
τρόπος σύνταξης των αναφορών βασίστηκε σε προηγούμενη διαταγή, η οποία
πιθανόν να είναι αυτή που εξέδωσε ο Νικόλαος Χρυσόγελος το 1829. Η
προγενέστερη διαταγή λοιπόν μάλλον υιοθετήθηκε και από την Αντιβασιλεία. Στα
πλαίσια της διοικητικής εποπτείας των μονών μπορεί να ενταχθεί και το κείμενο,
που αφορά διαταγή που στάλθηκε από την «Γραμματεία της Επικρατείας επί των
Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως» στους νομάρχες του ελληνικού
βασιλείου την 17η Ιουλίου 183325.
Όσον αφορά τις εκκλησιαστικές υποθέσεις η Αντιβασιλεία συνέχισε τις
μεταρρυθμίσεις της ιδρύοντας την Ιερά Σύνοδο26. Σκοπός της Συνόδου ήταν να
φροντίζει για όλα τα εκκλησιαστικά θέματα του βασιλείου, να ασκεί τη διοίκηση και
να ενδιαφέρεται για την ηθική κατάσταση της Εκκλησίας και των μοναχών . Η
σύσταση της όμως δείχνει τον τρόπο με τον οποίο επιθυμούσε η πολιτική εξουσία να
παρεμβαίνει στα εκκλησιαστικά θέματα του βασιλείου έχοντας πάντα τον τελευταίο
λόγο.
Η ίδρυση του Εκκλησιαστικού Ταμείου28, που θα είχε ως σκοπό τη
μισθοδοσία του κλήρου και τη συντήρηση των σχολών, αποτέλεσε το μέτρο στο
οποίο βασίστηκε η Αντιβασιλεία για να καταργήσει τις μονές, βάσει των
διαταγμάτων, που παρουσιάστηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο. Τα εισοδήματα των
μονών του βασιλείου έπρεπε να διαχειρίζονται από την Πολιτεία και όχι από τους

24
Οι τύποι των αναφορών, που θα παρουσιαστούν στη συνέχεια, έχουν συλλεχθεί από το αρχείο
Μοναστηριακά των Γενικών Αρχείων του Κράτους, Φ. 1-621.
25
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3, φ. 2. Βλ. Παράρ. 1, τ. II, σελ. 10-11.
26
«Η υπέρτατη εκκλησιαστική εξουσία εναπόκειται, υπό την του Βασιλέως κυριαρχίαν, εις χείραν
Συνόδου διαρκούς, φερούσης το όνομα «Ιερά Συνόδου του Βασιλείου της Ελλάδος». Ο Βασιλεύς
προσδιορίζει δι' οργανικού διατάγματος την Γραμματείαν της επικρατείας ήτις θέλει ενεργεί τα της
κυριαρχίας ταύτης, και υπό την οποία θέλει διατελεί κατά τούτον η Σύνοδος. Η Σύνοδος αύτη
προεδρεύει εις την καθέδραν του Βασιλέως, κρατεί ίδιαν σφραγίδα έχουσα εγκεχαραγμένον σταυρόν
απαράλλακτον με το εν μέσω των παρασήμων του Κράτους και φέρουσα την περιγραφήν «Ιερά
Σύνοδος του Βασυλείου της Ελλάδος». Εφημερίς της Κυβερνήσεως, έτος 1833, αριθ. 23, σελ. 169-174.
Αθηνά, έτος 1833, αριθ. 136. Στ. Γιαννόπουλος, αρχιμανδρίτης, Συλλογή των Εγκυκλίων της Ιεράς
Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1901, σελ. 8-19. Γ. Δυοβουνιώτης, «Ελληνικοί Κώδικες»,
Εκκλησία, σελ. 5-13. C. Frazee, ό.π., σελ. 1146-148.
27
Η Σύνοδος έπρεπε να «επαγρυπνή εις την ευκοσμίαν των εκ του Κλήρου, και φροντίζη ώστε να μην
ενασχολώνται εις πολιτικά πράγματα, μηδέ να λαμβάνωσιν την παραμικράν μετοχήν εις αυτά». Χρυσ.
Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 102-110.
189

μοναχούς, αφού σύμφωνα με την άποψη του Maurer, η Πολιτεία ήταν η αρμοδιότερη
για το θέμα της διαχείρισης της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας.
Ο Σχινάς με την εκλογή του, στο Υπουργείο των Εκκλησιαστικών, συνέχισε
τον διοικητικό έλεγχο των μονών που είχε εφαρμόσει ο προκάτοχος του (Σπ.
Τρικούπης) . Το 1834 με εγκύκλιο του, υποχρέωνε τους ηγούμενους των μονών να
κρατούν κώδικα στον οποίο να καταγράφουν την κινητή και την ακίνητη περιουσία
των μονών, τον αριθμό των μοναζόντων και το γενικό ισολογισμό κάθε έτους,
ευελπιστώντας έτσι ότι θα μπορούσε οποιαδήποτε στιγμή να ξέρει την κατάσταση
των μονών . Λίγα χρόνια αργότερα (1857) με άλλες υπουργικές οδηγίες οι
ηγούμενοι διατάζονται πια να τηρούν «κτηματολόγιο» και «μοναχολόγιο». Η
παραβίαση μάλιστα των συγκεκριμένων οδηγιών επιφέρει ποινές στο
31
ηγουμενοσυμβούλιο της μονής . Όλες αυτές οι διαταγές και οι εγκύκλιοι
αποδεικνύουν τη διοικητική εποπτεία που ήθελε να ασκεί η Πολιτεία στις μονές της
επικράτειας της.

Πριν παρουσιαστούν οι τύποι των απογραφικών εγγράφων των αναφορών,


των ετών 1833-1838, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί πως ο Α. Μάμουκας στο βιβλίο
του «Τα μοναστηριακά. Ήτοι οδηγίαι, νόμοι, βασιλικά διατάγματα,..., και του
καταστατικού της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος», παρουσιάζει έναν
τύπο μοναχολογίου που έπρεπε να υπάρχει σε κάθε διατηρούμενη μονή 32 . Σύμφωνα
με τον τύπο αυτόν οι παράμετροι που θα έπρεπε να καταγράφονται είναι: α) Ο αύξων

Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 144.


29
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 77-79. Γ. Δυοβουνιώτης, Ελληνικοί..., ό.π., σελ. 265-267.
30
«Έκαστον των μοναστηριών τούτων θέλει κρατεί κώδηκα τακτικόν, ηριθμημένον και
εσφραγισμένον παρά του Νομαρχείου, εις τον οποίον θέλει είναι καταγεγραμμένη: α) Η κινητή και
ακίνητος περιουσία του μοναστηρίου ανεξαιρέτως με την δυνατήν ακρίβειαν, συμπεριλαμβανομένων
και περί ιδιοκτησίας εγγράφων υπό ιδιαίτερον αριθμόν, β) Ο αριθμός των εν αυτώ μοναζόντων
(εννοείται των εχόντων κουράν), προσση μειούμενης της πατρίδος, της ηλικίας και των λοιπών
χαρακτηριστικών εκάστου, και επί πάσι της εποχής καθ' ην εισήλθεν εις το μοναστήριον...»,
Εγκύκλιος, άρθρο Β', 26 Φεβρουαρίου 1834. Α. Μάμουκα, ό.π., σελ. 17-19. Ο τρόπος με τον οποίο θα
έπρεπε να συντάσσεται δεν είναι γνωστός. Παρ' όλα αυτά θα πρέπει να ήταν σχετικός με το
παράδειγμα σύνταξης μοναχολογίου που παραθέτει ο Κ. Ράλλης αν και αυτό του Ράλλη είναι
μεταγενέστερο. Σύμφωνα με αυτόν τα στοιχεία που θα έπρεπε να έχει ένα μοναχολόγιο είναι: «Εν τω
βιβλίω τούτω, εν ω ορίζεται ίδιον φύλλον δι' έκαστον μοναχόν, σημειούται η του μοναχού ηλικία και η
καταγωγή, το ο ήσκει πριν ή γένηται μοναχός έργον, τον χρόνον και τον τόπον της εαυτού δοκιμασίας,
τον χρόνον της εαυτού κουράς, την ην τυχόν εισήνεγκεν εις την μονήν της εαυτού μετανοίας ουσίαν,
την ην τυχόν είτα εκτήσατο ουσίαν, το αν η έγγαμος ή άγαμος ή εν χηρεία, τους ους τυχόν κέκτηται
κατιόντας, την μονήν εξ ης τυχόν προσήλθε κατά μετάπεμψιν, της παιδείας ης τυχόν έτυχεν, την τυχόν
προχείρισιν αυτού εις ιερατικόν βαθμόν, το μοναστηριακόν αξίωμα ου έτυχεν, αν δηλαδή υπήρξε
ηγούμενος ή μέλος του Μοναστηριακού Συμβουλίου. Εν τω ειρημένω βιβλίω σημειούνται εκάστοτε
και αι εις τους μοναχούς επελθούσε μεταβολαί, οι τυχόν απελθόντες μοναχοί, οι προσελθόντες νέοι, ή
και γενόμενοι τοιούτοι...» Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 197.
31
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 6-7.
32
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. ρστ'.
190

αριθμός που θα είχε ο μοναχός στο μοναχολόγιο β) Το μοναστηριακό όνομα και το


επώνυμο του μοναχού γ) Η ιδιαίτερη πατρίδα του δ) Ο δήμος στον οποίο υπαγόταν ο
τόπος γέννησης του μοναχού ε) Η ηλικία του στ) Η χρονολογία που ο μοναχός
εισήλθε στη μονή ζ) Παρατηρήσεις. Στη στήλη αυτή θα σημειώνονταν ιδιαίτερα
στοιχεία που αφορούσαν το μοναχό, όπως η οικονομική κατάσταση που αυτός είχε.
Το υπόδειγμα τήρησης του μοναχολογίου, αν και προέρχεται από Βασιλικό διάταγμα
που υπογράφτηκε στις 28 Ιουλίου 1858, παρουσιάζει πάρα πολλές ομοιότητες με τους
τύπους των αναφορών που έστειλαν οι μονές στην Ιερά Σύνοδο το 1833 και το
183633. Έτσι συμπεραίνεται ότι ο τύπος αυτός του διατάγματος του 1858 βασίστηκε
σε προγενέστερους τύπους, αυτούς του 1833 και του 1836.

7.2 Ο έλεγχος από την Αντιβασιλεία, παρουσίαση των πηγών

Χρησιμοποιούμε τον όρο αναφορά για να χαρακτηρίσουμε έτσι όλα εκείνα τα


έγγραφα που σημειώνουν απογραφικά στοιχεία της περιόδου 1833-1842 για τον
αριθμό των μονών και των μοναχών και τα οποία αποκομίστηκαν από το αρχείο
Μοναστηριακά των Γ.Α.Κ.. Στα έγγραφα των αναφορών καταγράφονται
πληροφορίες, τόσο για το ανθρώπινο δυναμικό όσο και για τα περιουσιακά στοιχεία,
που οι μονές, οι Επίσκοποι, οι Έπαρχοι ή οι Νομάρχες όφειλαν να αποστέλλουν στο
Υπουργείο των Εκκλησιαστικών και κατ' επέκταση στην κεντρική εξουσία σε τακτά
χρονικά διαστήματα, ώστε να πληροφορούν για την κατάσταση που επικρατούσε
στις μονές του ελληνικού βασιλείου34. Βάσει λοιπόν των εγγράφων αυτών μπορούσε
η Αντιβασιλεία να ασκεί έλεγχο σε όλες τις μονές του βασιλείου.
I f

Σύμφωνα με το αρχειακό υλικό, το οποίο προέρχεται από τα Γ.Α.Κ. , οι


αναφορές που έστελναν οι μονές προς τους Επισκόπους και το Υπουργείο των
Εκκλησιαστικών και οι οποίες βασίστηκαν σε διατάγματα που προαναφέρθηκαν,
μπορούν να ταξινομηθούν ανάλογα με το περιεχόμενο τους και το συντάκτη τους σε
τρεις κύριες κατηγορίες. Σε αυτές που περιέχουν αναλυτικά στοιχεία (κατά μονή), σε
αυτές που περιέχουν συγκεντρωτικά στοιχεία (για περισσότερες από μία μονές της
επισκοπής) και σε αυτές που περιέχουν συνολικά στοιχεία (για το σύνολο των μονών
μιας επισκοπής ή ακόμα και για των μονών του βασιλείου). Έτσι προκύπτει η

33
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 16.
34
C. Frazee, ό.π., σελ. 162, Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 2-6.
35
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.
191

διαίρεση των εγγράφων σε μεμονωμένες αναφορές, στις οποίες καταγράφονται


αναλυτικά τα στοιχεία των μοναχών της μονής και τα οποία έστελνε η κάθε μονή
στον Επίσκοπο που υπαγόταν, σε συλλογικές αναφορές, οι οποίες περιέχουν στοιχεία
για περισσότερες από μία μονές και συντάσσονταν από τις Επισκοπές και σε
συνολ.ικές αναφορές, οι οποίες παρέχουν τα συνολικά στοιχεία για όλες τις μονές της
Επισκοπής ή του Νομού που αυτές ανήκουν ή ακόμα και για όλη την επικράτεια του
βασιλείου. Η σύνταξη τους γινόταν είτε από το γραμματέα της μονής είτε από τον
Επίσκοπο είτε από τον Έπαρχο είτε από το Νομάρχη είτε τέλος από το υπουργείο
των Εκκλησιαστικών. Οι τρεις προαναφερθείσες κατηγορίες διαιρούνται σε
υποκατηγορίες ανάλογα με τις διαφοροποιήσεις που παρουσιάζουν λόγω της
χρονολογίας έκδοσης τους ή λόγω κάποιων ιδιαιτεροτήτων τους.

α. Μεμονωμένες αναφορές

Ο τύπος της μεμονωμένης Αναφοράς Α '


Ο τύπος αυτός εκδόθηκε το 1833, στο χρονικό διάστημα 7-28 Ιουλίου. Τα
έγγραφα προέρχονται από την Επαρχία Κυναίθης και αφορούν 12 μονές. Περιέχει
στοιχεία τόσο για τα οικονομικά της μονής και την οικοδομική της κατάσταση όσο
και δημογραφικές πληροφορίες. Όλα τα έγγραφα φέρουν αριθμό πρωτοκόλλου 831
της 5 η ς Αυγούστου 1833. Αυτό μας κάνει να συμπεράνουμε πως και ο αριθμός
πρωτοκόλλου και η χρονολογία των εγγράφων σημειώθηκαν όταν αυτά
συγκεντρώθηκαν στην Επαρχία Κυναίθης. Οι δημογραφικές παράμετροι που
καταγράφονται είναι:
Α) «Όνομα». Στην παράμετρο αυτή σημειώνεται όχι το λαϊκό όνομα που είχε ο
μοναχός στην κοσμική του ζωή αλλά το όνομα το οποίο του αποδόθηκε μετά την
τελετή της «κουράς» του.
Β) «Επάγγελμα». Ο όρος αφορά τον ιερατικό βαθμό και το μοναστηριακό αξίωμα
που είχε ο κάθε μοναχός. Έτσι συναντώνται οι όροι: 1)«Ηγούμενος»-
«καθηγού μένος». 2)«Προηγούμενος». 3)«Συνάτωρ». 4)«Σύμβουλος». 5)
«Ιερομόναχος». 6)«Υποδιάκονος». 7)«Ιερεύς». 8)«Πνευματικός». 9)«Εφημέριος».
10)«Ιεροδιάκονος». 11)«Μοναχός». 12)«Δόκιμος». 13)«Δούλος», «υπομίσθιος»,
«υποτακτικός», «ποιμήν». Οι τελευταίοι όροι ανήκουν σε μοναχούς αλλά και σε
ανθρώπους που προσέφεραν εξωτερικές ή εσωτερικές υπηρεσίες στη μονή με
192

αντίτιμο χρηματικές ή υλικές απολαβές. Μάλιστα αναφέρονται και οι συγκεκριμένες


ασχολίες που αυτοί έκαναν.
Γ) «Πατρίς». Δηλώνεται η γενέτειρα του μοναχού.
Δ) «Ηλικία». Η παράμετρος παρουσιάζει την ηλικία των μοναχών τη στιγμή που
πραγματοποιήθηκε η σύνταξη της αναφοράς.
Ε) «Κατάστασις». Ο όρος «κατάστασις» υπονοεί την οικονομική κατάσταση που
τυχόν είχε ο κάθε μοναχός. Σχεδόν σε όλες τις αναφορές αυτού του τύπου
συναντάμε την έκφραση: «ιδιαιτέραν κατάστασιν δεν έχουν». Μόνο στην αναφορά
από τη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου δίνονται στοιχεία για τα τυχόν περιουσιακά
στοιχεία των μοναχών της 36 .
ΣΤ) «Ικανότης». Η παράμετρος αυτή παρουσιάζει τις γραμματικές γνώσεις που είχαν
οι μοναχοί. Συναντώνται λοιπόν οι εκφράσεις : 1) «Μετρία». 2) «Διδάσκεται τα ιερά
γράμματα». 3) «Αγράμματος» 4) «Ικανός» 5) «Καλή». 6) «Ανάλογος του
επαγγέλματος του». Στην αναφορά της μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, στη
συγκεκριμένη παράμετρο, δίνονται επιπρόσθετα στοιχεία για τις ασχολίες που είχαν
οι μοναχοί μέσα στη μονή. Έτσι καταγράφονται όροι όπως, «εφημέριος»,
«μουσικός», «τυπικάρης», «οικονόμος», «εκκλησιάρχης», «βουκόλος»,
«Περιβολάρης». Ενώ στην παράμετρο «επάγγελμα» στην εν λόγω μονή αναφέρονται
μόνο οι μοναστηριακοί τίτλοι και όχι οι ασχολίες των μοναχών .
Ζ) «Ηθική διαγωγή». Καταγράφεται η συμπεριφορά των μοναχών τόσο μέσα όσο
και εκτός μονής. Η συμπεριφορά τους θα έπρεπε πάντα να είναι ανάλογη με το
σχήμα τους. Δίνονται έτσι τα ακόλουθα επίθετα που περιγράφουν τη διαγωγή τους:
«σεμνή», «καλή», «ποιμενική», «σύμφωνος με το επάγγελμα του».
Η) «Πόσους χρόνους έχει ο καθείς εις την Μονήν». Παρατίθεται στη στήλη αυτή ο
χρόνος που ο μοναχός διαβιώνει στη συγκεκριμένη μονή. Φαίνεται μάλιστα ότι στις
περισσότερες περιπτώσεις ο μοναχός δεν εγκαταλείπει τη μονή «της μετανοίας του»,
τη μονή στην οποία εκάρη. Από την παράμετρο αυτή προκύπτουν συμπεράσματα για
την ηλικία του ατόμου όταν κατέφυγε στο μοναχισμό καθώς και για την χρονολογία
που πραγματοποιήθηκε η κουρά του, κάνοντας απλά κάποιους μαθηματικούς
υπολογισμούς. Η στήλη αυτή δεν καταγράφεται πάντα στις αναφορές αυτού του
τύπου. Οι σκέψεις έτσι που μπορεί να προβεί κάποιος είναι είτε πως αυτό το στοιχείο
δεν ήταν απαραίτητο να σταλεί στην Επισκοπή ή πως οι αρμόδιοι στη μονή για τη

36
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
37
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
193

σύνταξη της αναφοράς δεν γνώριζαν με ακρίβεια αυτή την πληροφορία. Θεώρησαν
λοιπόν καλύτερο να το παραλείψουν. Σε αυτή τη στήλη καταγράφεται σε μία μόνο
περίπτωση και αναπηρία μοναχού. Πρόκειται για μοναχή στη μονή της Παναγίας
Φανερωμένης στο Σωποτό. Αναφέρεται λοιπόν γι' αυτή πως είναι «χωλή και
ίο

προβεβηκεία» .
Ενδιαφέρον στοιχείο σε αυτόν τον τύπο αναφοράς είναι πως σε ανδρικές
μονές συμβιώνουν και γυναίκες μοναχές. Πρόκειται για τις μονές: Άγιος Γεώργιος
4
στα Λάπατα , Παναγία Φανερωμένη στο Σωποτό , Παναγία Πλατανιώτισσα στην
41
Κλαπατζούνα . Αυτό φυσικά αντέβαινε στους εκκλησιαστικούς και μοναστηριακούς
κανόνες42. Το ζήτημα αυτό θα σχολιαστεί σε άλλο κεφάλαιο.
Στο τέλος κάθε εγγράφου υπογράφει ο ηγούμενος της μονής αφού σημειωθεί
πρώτα η ημερομηνία σύνταξης της αναφοράς, η μονή στην οποία εκδόθηκε το
έγγραφο και τέλος το όνομα και το μοναστηριακό αξίωμα του υπογράφοντος.

Ο τύπος της μεμονωμένης Αναφοράς Β '


Υπάρχουν δύο αναφορές αυτού του τύπου. Η πρώτη εκδόθηκε στις 6
Αυγούστου 1833 από τη μονή Προδρόμου της Κυνουρίας43, ενώ η δεύτερη από τη
μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, της επονομαζόμενης Μαλεβής44, στις 29
Ιουλίου 1833. Και οι δύο αναφορές πιστοποιούν τη γνησιότητα τους με την
υπογραφή του έπαρχου Κυνουρίας. Παρουσιάζουν διαφορές σε σχέση με τον
προηγούμενο τύπο στον τρόπο καταγραφής των στοιχείων γι' αυτό και αποτελούν
διαφορετικό τύπο αναφοράς. Δεν δίνουν στοιχεία για τα οικονομικά των μονών ούτε
για την οικοδομική τους κατάσταση . Παρουσιάζονται λοιπόν οι παράμετροι:

«παράλυτη και ηλικιωμένη», Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 302.


39
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 308.
40
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 302.
41
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 306.
42
«Απαγορεύεται η εις τα των ανδρών μοναστήρια είσοδος και εισαγωγή γυναικών, μάλιστα δε το
καθεύδειν αυτάς εν τοις μοναστηρίοις των ανδρών. Τοις παραβάταις ηπειλήθη αφορισμός». «Μήτε εν
ανδρώω Μοναστηρίω γυνή, μήτε εν γυναικείω ανήρ, καθευδέτω. Πάντος γάρ προσκόμματος και
σκανδάλου έξω είναι δει τους πιστούς, και προς το εύσμημον και ευπρόσεδρον τω Κυρίω, τον εαυτών
ευθετίζειν βίον. Ει δε τις τούτο πράξοι, είτε Κληρικός είη, είτε λαϊκός, αφοριζέσθω» (καν. μζ' της στ'
οικουμ. συνόδ.). «Τοις δ' εισαγάγουσι γυναίκας εις μοναστήριον επιτίμησις, επιμένουσι δε, καθαίρεσις
(καν. ιη' της ζ' οικουμ. συνόδ.). Κατ' εξαίρεσιν επιτρέπεται η είσοδος γυναικών εις τα των ανδρών
μοναστήρια, α) προς περίθαλψιν νοσούντος μοναχού και β) προς ακρόασιν της θείας λειτουργίας κατά
τας κυριακάς και δεσποτικός ημέρας». Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 192. S. Rimciman, ό.π., σελ. 146.
43
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 361.
44
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 357.
45
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 361, 357.
194

Α) «Αριθμός Μοναχών». Σημειώνεται ο αύξων αριθμός που έχει ο κάθε μοναχός στη
συγκεκριμένη αναφορά. Η στήλη αυτή δεν δίνει κάποιο ιδιαίτερο στοιχείο για τους
μοναχούς. Οφείλει όμως ο ερευνητής πάντα να την ελέγχει για περιπτώσεις λάθους,
το οποίο τυχόν παρουσιάζει περισσότερους ή λιγότερους σε αριθμό μοναχούς από
όσους πράγματι βρίσκονται στη μονή.
Β) «Όνομα και Επίθετον». Η διαφορά της παραμέτρου με την αντίστοιχη παράμετρο
της προηγούμενης αναφοράς είναι πως εκτός από το μοναστηριακό όνομα του
μοναχού παρατίθεται και το επώνυμο του, από το οποίο διεξάγονται χρήσιμα
συμπεράσματα που παρουσιάζονται σε άλλο κεφάλαιο.
Γ) «Πατρίς». Σημειώνεται ο τόπος που γεννήθηκε και μεγάλωσε ο μοναχός.
Δ) «Ηλικία». Καταγράφεται η ηλικία που είχαν οι μοναχοί τη στιγμή που
πραγματοποιήθηκε η σύνταξη του εγγράφου.
Ε) «Βαθμός». Γίνεται λόγος για τον ιερατικό βαθμό που είχε ο μοναχός. Έτσι
συναντώνται όροι όπως: «Ηγούμενος», «ιερεύς», «μοναχός», «υποτακτικός»,
«υπηρέτης». Σημειώνεται στην περίπτωση που κάποιος βαθμός επαναλαμβάνεται η
λέξη «ομοίως»46.
ΣΤ) «Αν ιξεύρη γράμματα». Παρουσιάζονται οι γραμματικές γνώσεις που είχαν οι
μοναχοί. Οι όροι που χρησιμοποιούνται στη στήλη αυτή είναι: 1)«ιξεύρει», 2)
«αναλφάβητος», 3)«Μετρία». Σε ορισμένες περιπτώσεις για συντομία, όταν
επαναλαμβάνεται ο ίδιος όρος συναντάται και εδώ η λέξη «ομοίως».
Ζ) «Μισθός». Για πρώτη φορά σε αναφορά υπάρχει στήλη που παρέχει στοιχεία για
το ύψος του μισθού που είχαν οι υπηρέτες που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στη
μονή.
Απόκλιση από τον προαναφερθέντα τύπο, στην κατάταξη των παραμέτρων,
παρουσιάζει η αναφορά από τη μονή της Μαλεβής. Σύμφωνα με το έγγραφο
παρέχονται οι παράμετροι: α)ο αύξων αριθμός των μοναχών. β)Το «επάγγελμα» και
η «τάξις» των μοναχών, γ)το όνομα, δ)το επώνυμο, ε)η πατρίδα των μοναχών. στ)Η
ηλικία τους και ζ)οι «παρατηρήσεις», στις οποίες καταγράφονται οι γραμματικές
γνώσεις των μοναχών.
Στο τέλος των εκθέσεων αναφέρονται: α) το όνομα της μονής και τόπος
σύνταξης του εγγράφου, β) η χρονολογία έκδοσης του, γ) το όνομα και η υπογραφή

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 361, 357.


195

του ηγούμενου, δ) η πιστοποίηση για το ακριβές της υπογραφής του ηγούμενου από
τον έπαρχο Κυνουρίας, καθώς και η ημερομηνία της πιστοποίησης.

Ο τόπος της μεμονωμένης Αναφοράς Γ'


Η χρονολογία έκδοσης αυτού του τύπου αναφορών είναι το 1834. Το χρονικό
διάστημα σύνταξης των εγγράφων είναι από 4 Μαρτίου ως 9 Νοεμβρίου.
Προέρχονται από μονές όλων των γεωγραφικών διαμερισμάτων της επικράτειας του
Ελληνικού βασιλείου. Οι δύο από αυτές ανήκουν σε γυναικείες μονές ενώ οι
τέσσερις σε ανδρικές. Στη βασική τους μορφή ακολουθούν τον τύπο της Β'
αναφοράς. Στην επικεφαλίδα του εγγράφου σημειώνονται το όνομα της και η
επισκοπή στην οποία υπάγεται.
Γυναικείες μονές. Οι παράμετροι που σημειώνονται στα έγγραφα από τις
γυναικείες μονές είναι: α) «Αύξων Αριθμός», β) «Όνομα και Επίθετον». γ)
«Πατρίς», δ) «Ηλικία», ε) «Διαμονή»: Με τον όρο αυτό δηλώνεται η μονή που
μονάζουν οι μοναχές τη χρονική περίοδο που πραγματοποιήθηκε η απογραφή, στ)
«Παρατηρήσεις»:
Στη στήλη «παρατηρήσεις» της μονής Παλαιοκαστριανής47 αναφέρονται οι
αναπηρίες που είχαν κάποιες μοναχές. Στη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου
μετά την παράμετρο «ηλικία» σημειώνονται επιπλέον οι παράμετροι: α) «διαμονή»,
β) «ηθική κατάστασις» γ) «παρατηρήσεις». Οι δύο ανωτέρω αναφορές, παρόλο που
προέρχονται από την επισκοπή Κυκλάδων, παρουσιάζουν κάποιες αποκλίσεις που
ακριβώς επιβεβαιώνουν την άποψη ότι δεν υπήρχε κατά το 1834 συγκεκριμένος
τύπος αναφοράς, τον οποίο οι συντάκτες των εκθέσεων θα έπρεπε να ακολουθήσουν.
Για τη σύνταξη τους στηρίχτηκαν στους προηγούμενους τύπους αναφορών.
Ανδρικές μονές. Οι ανδρικές μονές παρουσιάζουν τις ακόλουθες
παραμέτρους: α) «Όνομα», β) «Επίθετον», γ) «Πατρίς», δ) «Ηλικία», ε)
«Επάγγελμα», στ) «Βαθμός», ζ) «Διαμονή». Στη στήλη αυτή καταγράφονται τα έτη
που έχει το άτομο στο μοναχισμό. Στην αναφορά απο τη μονή του Προφήτη Ηλία
στη Ζάχουλη 49 απουσιάζει η παράμετρος «Διαμονή».

47
Μονή Παλαιόκαστριανής, Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 616, φ. 13.
48
Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619, φ. 20.
49
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 231.
196

Στο τέλος των εγγράφων, σημειώνεται η χρονολογία έκδοσης τους. Μόνο


στις γυναικείες μονές, οι οποίες προέρχονται από την ίδια επισκοπή, υπογράφει και ο
αρμόδιος επίσκοπος.

Ο τύπος της μεμονωμένης Αναφοράς Δ '


Στον τύπο αυτόν συναντάμε δύο έγγραφα. Το πρώτο προέρχεται από μονή
51
της επισκοπής Αργολίδος και το δεύτερο από την επισκοπή Αιγιαλείας . Φέρουν
52
χρονολογία 1835. Η σύνταξη του πρώτου εγγράφου (μονή Αγίων Αναργύρων )
βασίστηκε σε παλαιότερη αναφορά της μονής των Αγίων Αναργύρων Ερμιονίδας, 2
Μαρτίου 1835, και το οποίο αντιγράφηκε για το Νομάρχη Αργολίδος στις 18 Μαΐου
1835. Η υπόθεση αυτή πιστοποιείται από το γεγονός ότι δεν παρατηρούνται
μεταβολές στο δυναμικό της μονής μεταξύ των δύο εγγράφων. Σε αυτό επίσης
εμφανίζεται εκτός των άλλων και μία επιπλέον παράμετρος που συναντάται μόνο σε
αναφορές του 1833, την παράμετρο «Ικανότης».Το δεύτερο έγγραφο από τη μονή
της Αγίας Τριάδος στα Κούντουρα, έχει χρονολογία 27 Φεβρουαρίου 183553.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στο έγγραφο από τη μονή της Αγίας Τριάδος
παρέχονται στοιχεία για χρήματα τα οποία έπαιρναν τα άτομα που προσέφεραν την
εργασία τους έμμισθα στη μονή. Στις υπόλοιπες στήλες ακολουθείται το τυπικό των
προηγούμενων αναφορών.

Ο τύπος της μεμονωμένης Αναφοράς Ε'


Ο τύπος αυτός αφορά το μεγαλύτερο όγκο των εγγράφων που έχουν
διασωθεί. Εκδόθηκαν το 1836, στο χρονικό διάστημα 15 Ιανουαρίου-22 Ιουνίου
1836. Προέρχονται από διάφορες επαρχίες και επισκοπές του Ελληνικού βασιλείου
και γι' αυτό κρίνεται σκόπιμο να εξεταστούν τμηματικά, ανάλογα με τον τόπο όπου
συντάχτηκαν. Τα έγγραφα καταγράφουν στοιχεία για 59 μονές. Ελάχιστες αναφορές
προέρχονται από μονές εκτός Πελοποννήσου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το
μεγαλύτερο μέρος των μονών που διατηρήθηκαν βρίσκονταν στην Πελοπόννησο.
Οι παράμετροι που παρουσιάζουν είναι ίδιες σε όλες αυτές τις αναφορές. Δεν
καταγράφουν τα οικονομικά και περιουσιακά στοιχεία των μονών ούτε την

50
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 248.
51
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 284.
52
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 248.
197

οικοδομική τους κατάσταση όπως σε προηγούμενους τύπους αναφορών.


Συμπεραίνεται, από την εξέταση τους, ότι το σχέδιο σύνταξης τους βασίστηκε σε ένα
ενιαίο σχέδιο αναφοράς, που στάλθηκε από την κεντρική εξουσία, και το οποίο δεν
διασώθηκε.

ΠΙΝΑΚΑΣ 7.1

Τα έγγραφα της αναφοράς Ε' από επισκοπές του ελληνικού βασιλείου

Επισκοπή Αριθμός εγγράφων


Φωκίδας 1
Ακαρνανίας 1
Αχαΐας 14
Αιγιαλείας 2
Γορτυνίας 2
Λακεδαίμονας 4
Κορινθίας 8
Ύδρας 1
Μεσσήνης 3
Μαντινείας και Μεγαλουπόλεως 5
Κυναίθης 6
Κυνουρίας 5
Αργολίδος 7
Σύνολο 59

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 68-472.

Στην επικεφαλίδα των εγγράφων αναγράφεται είτε η επισκοπή στην οποία


ανήκουν οι μονές είτε το όνομα της μονής. Σε πολλές περιπτώσεις αναγράφονται και
τα δύο ανωτέρω στοιχεία. Σημειώνεται επίσης και ο αριθμός πρωτοκόλλου, με τον
οποίο κοινοποιήθηκε η εγκύκλιος στις μονές. Οι πληροφορίες οι οποίες παρέχει ο
τύπος αναφοράς Ε' είναι:
α) «Αύξων Αριθμός των Μοναστηριών». Πρόκειται για στήλη στην οποία
καταγραφόταν ο αύξων αριθμός που είχε η κάθε μονή στη συγκεκριμένη Επισκοπή.

53
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 284.
198

Από τον αριθμό αυτό μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι η σειρά κατάταξης της μονής
στην Επισκοπή δε γινόταν λόγω της σπουδαιότητας της, αλλά η αρίθμηση ήταν
εντελώς τυχαία. Μικρές παρεκκλίσεις στον τρόπο της αρίθμησης είναι η χρήση
βυζαντινών χαρακτήρων και όχι αραβικών όπως συνηθιζόταν στο μεγαλύτερο όγκο
των εγγράφων. Η χρήση βυζαντινής αρίθμησης συναντάται σε όλες τις μονές της
54
Επισκοπής Κορινθίας και σε ορισμένες της Επισκοπής Κυναίθης .
β) «Όνομα και Επίθετον του Μοναστηρίου». Εκτός από τον Άγιο ή την Αγία στην
οποία ήταν αφιερωμένη η μονή συναντώνται και κάποια επιπλέον χαρακτηριστικά
προσωνύμια που είχε η μονή. Αυτό γινόταν για να διαχωρίζεται μια μονή με το ίδιο
όνομα από άλλες μονές της ίδιας ή διαφορετικής επισκοπής. Πολλές από αυτές τις
προσωνυμίες δίνονταν είτε λόγω της θέσης που ήταν χτισμένη η μονή 55 είτε λόγω
του ιδιαίτερου ονόματος που είχε η τοποθεσία στην οποία είχε οικοδομηθεί η μονή 56
είτε λόγω κάποιων πρόσθετων ιδιοτήτων του προσώπου στο οποίο είχε αφιερωθεί η
μονή. Τέλος σε κάποιες άλλες περιπτώσεις η ιδιαίτερη προσωνυμία της μονής
δινόταν λόγω κάποιου θαυματουργικού γεγονότος, το οποίο συνδεόταν με την
ίδρυση της μονής57,
γ) «Τόπος όπου κείται». Με την έκφραση αυτή νοείται τόσο ο τόπος που ήταν
,58 • • j9 r 'e '

χτισμένη η μονή οσο και το τοπωνύμιο του . Σχετίζοντας τον τόπο οπού κείται με
το όνομα και επίθετον του μοναστηρίου μπορούν να διεξαχθούν συμπεράσματα για
τη σχέση του τόπου με το ιδιαίτερο όνομα που μπορεί να είχαν οι μονές. Επίσης
προκύπτουν στοιχεία για τον τόπο που είχε κτισθεί η μονή. Για το αν δηλαδή
βρισκόταν κοντά σε πόλη, σε χωριό ή ήταν μακριά από κατοικημένη περιοχή.
Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που δίνεται ακόμα και ο χρόνος που χρειαζόταν
κάποιος για να φτάσει στη μονή από την κοντινότερη πόλη ή χωριό. Συγκεκριμένα
54
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 235, 233, 232, 238, 241,231, 239, 246, 300, 304,277c.
55
«Μονή Κοίμησις της Θεοτόκου ήτοι το Μοναστήριον επονομαζόμενον του Βράχου». Γ.Α.Κ.,
Μοναστηριακά, Φ. 235.
56
Μονή Σκαφιδιάς, «κατά το χωρίον Σκαφηδιά της Ηλείας, παρά τη θαλασσή δυτικώς». Γ.Α.Κ.
Μοναστηριακά, Φ. 286.
57
«Η δημιουργία τοπικών αγίων-προστατών συχνότατη στους χρόνους της Τουρκοκρατίας δείχνει μια
ουσιαστικότερη ανάγκη παρουσίας πολιούχων, που και την πίστη των χριστιανών τόνωναν και τους
αλλόθρησκους συχνά συγκρατούσαν. Έτσι εξηγούνται στην Ελλάδα το πλήθος των προσωνυμίων που
δίνονται σε εκκλησίες και μοναστήρια της Παναγίας και των αγίων ανάλογα προς τις θαυματουργίες
τους και τον τόπο ή τις συνθήκες κτισίματος.» Φ. Κουκούλες, «Παναγίας και Αγίων νεοελληνικά
επίθετα», Ελληνική Δημιουργία, (1952), σελ. 349-357. «Θεοτόκου Κοίμησις ή Μονή Φανερωμένης»·
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 233.
58
Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή Μαρδακίου, «εκτός του ορίου του χωρίου Μεγάλης
Αναστάσοβας, απέχον εξ' αυτού δύο τέταρτα». Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 383.
59
Μονή Αγίου Γεωργίου, Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή Έλωνας, τόπος Πρασιαί, Γ.Α.Κ.,
Μοναστηριακά, Φ. 358, 359.
199

στην αναφορά της μονής Ζωοδόχου Πηγής, ή μονής Βελανηδιάς, αναφέρεται


χαρακτηριστικά: «Εν Καλαμαίς εις τόπον ορινόν, απέχον ήμισυ ώρα»60,
δ) «Αύξων Αριθμός των Μοναχών». Παρουσιάζεται ο αύξων αριθμός του κάθε
μοναχού στη συγκεκριμένη αναφορά. Μόνο σε μία αναφορά χρησιμοποιούνται
βυζαντινοί χαρακτήρες για την αρίθμηση των μοναχών61.
ε) «Όνομα και Επίθετον». Από όλα τα έγγραφα αυτού του τύπου μόνο σε ένα
μοναχό δεν καταγράφεται το επώνυμο του αλλά μόνο το μοναστηριακό του όνομα 62 .
Αυτό μπορεί να συμβαίνει είτε λόγω άγνοιας του επωνύμου από το συντάκτη του
εγγράφου, πράγμα που δείχνει ότι το επώνυμο δεν είχε την ίδια αναγκαιότητα με
αυτή που έχει σήμερα, είτε λόγω εσκεμμένης ενέργειας ώστε αυτό να μη γίνει
γνωστό, είτε τέλος λόγω παράλειψης του καθώς οι συντάκτες τέτοιου είδους
εγγράφων δεν ήταν ακόμα εξοικειωμένοι με τη σύνταξη τους 63 . Υπάρχει μάλιστα και
αναφορά μονής όπου αναφέρει στην ανάλογη στήλη μόνο τα μοναστηριακά ονόματα
των μοναχών, ενώ στη θέση του επωνύμου καταγράφεται ο ιερατικός τους βαθμός,
με αποτέλεσμα το επώνυμο να παραλείπεται . Έτσι το τι ακριβώς συνέβαινε και δεν
καταγράφονταν τα επώνυμα των μοναχών δε μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα
αλλά θα πρέπει να δούμε την κάθε περίπτωση μεμονωμένα.
στ) «Πατρίς». Σημειώνεται η γενέτειρα ή ο τόπος προέλευσης του μοναχού. Έτσι
γίνεται κατανοητό πόσο ο τόπος γέννησης του μοναχού επηρέαζε την επιλογή της
μονής στην οποία ο μοναχός ήθελε να μονάσει. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν
από τη σχέση γενέτειρας και τόπου μονής παρουσιάζονται σε επόμενο κεφάλαιο,
ζ) «Ηλικία».
η) «Βαθμός». Γίνεται λόγος για τον ιερατικό βαθμό που είχε ο κάθε μοναχός.
Συναντά κανείς τους βαθμούς: 1) «Προηγούμενος». 2) «Ιερομόναχος». 3)
«Ιεροδιάκονος». 4) «Υποδιάκονος». 5) «Διάκονος». 6) «Μοναχός». Σε ορισμένες
αναφορές η στήλη αυτή παρουσιάζει στοιχεία που θα έπρεπε να υπήρχαν στη στήλη
«Παρατηρήσεις». Έτσι σημειώνονται και οι όροι: Ηγούμενος, σύμβουλος,
οικονόμος, ποιμήν, εκκλησιάρχης, ζευγάς, πνευματικός, εφημέριος, θυρωρός,

60
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 379.
61
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 396.
62
«Θεοτόκου Κοίμησις ή Μονή Βράχου». Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 235.
63
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177.
64
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 251.
200

φροντιστής . Υπάρχει επίσης η περίπτωση όπου μαζί με τον ιερατικό βαθμό


καταγράφονται και τα μοναστηριακά αξιώματα ηγούμενος και σύμβουλος 66 .
θ) «Εποχή της εισόδου των Μοναχών εις το Μοναστήριον». Η παράμετρος αυτή
δίνει τη δυνατότητα να γίνει κατανοητό αν οι ιστορικές συγκυρίες συνέβαλαν στο να
«οδηγηθεί» ένα άτομο στο μοναχισμό. Μπορεί επίσης να παρατηρήσει κανείς
πιθανές περιόδους κατά τις οποίες στρέφονταν περισσότεροι λαϊκοί στο μοναχισμό
και να αναζητήσει τις αιτίες αυτού του γεγονότος. Επίσης να συμπεράνει την ηλικία
που είχαν οι λαϊκοί που κατέφευγαν στις μονές. Στην τελευταία περίπτωση μπορεί
να εξακριβωθεί ο βαθμός τήρησης των εκκλησιαστικών και μοναστηριακών
κανόνων που αφορούσαν το θέμα αυτό. Στις μονές Ορθοκωστά, Σκαφιδιάς, και
Ρομβού 67 , καταγράφεται εκτός από τη χρονολογία εισόδου των μοναχών και η
ακριβής ημερομηνία της εισόδου τους στη μονή. Αυτό μας επιτρέπει να
συμπεράνουμε ότι οι εν λόγω μονές είναι οι μόνες που τηρούσαν πλήρως όσα
ανέφερε η εγκύκλιος που εξέδωσε ο Κ. Σχινάς, στις 26 Φεβρουαρίου 183468.
ι) «Παρατηρήσεις». Στο μεγαλύτερο όγκο των εγγράφων, η στήλη αυτή καταγράφει
τους ηγούμενους και τους συμβούλους των μονών. Σε άλλες αναφορές σημειώνονται
επιπλέον στοιχεία για τις εκκλησιαστικές αρμοδιότητες των μοναχών: πνευματικός,
νεωκόρος, υπηρέτης, «επί των εργατών βοών» κ.λ.π. 9 . Τυχόν αποχωρήσεις μοναχών
από τη μονή7 . Η ηθική διαγωγή που είχαν οι μοναχοί71. Οι γραμματικές τους
79 7Τ

γνώσεις . Ασθένειες και αναπηρίες που ταλαιπωρούσαν κάποιους μοναχούς .


Παρουσιάζονται τέλος κάποια αξιόλογα σχόλια, όπως η πληροφορία για κάποιο
μοναχό της μονής του Μεγάλου Σπηλαίου: «ήτον φυγάς και επέστρεψεν»74.
Δεν είναι όμως σπάνιες οι περιπτώσεις που η παράμετρος «Παρατηρήσεις»
εκλείπει. Αυτό συμβαίνει μόνο στις αναφορές της Επισκοπής Αχαΐας. Η αιτιολόγηση
65
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 238, 251.
66
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 365, 277c.
67
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 346, 286, 173.
68
«Έκαστον των μοναστηριών τούτων θέλει κρατεί κώδηκα τακτικόν, ηριθμημένον και
εσφραγισμένον παρά του Νομαρχείου, εις τον οποίον θέλει είναι καταγεγραμμένη: α) Η κινητή και
ακίνητος περιουσία του μοναστηρίου ανεξαιρέτως με την δυνατήν ακρίβειαν, συμπεριλαμβανομένων
και περί ιδιοκτησίας εγγράφων υπό ιδιαίτερον αριθμόν, β) Ο αριθμός των εν αυτώ μοναζόντων
(εννοείται των εχόντων κουράν), προσσημειούμενης της πατρίδος, της ηλικίας και των λοιπών
χαρακτηριστικών εκάστου, και επί πάσι της εποχής καθ' ην εισήλθεν εις το μοναστήριον...»,
Εγκύκλιος, άρθρο Β', 26 Φεβρουαρίου 1834. Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 17-19.
69
«Θεοτόκου Κοίμησις ή Μονή Φανερωμένης». «Μονή της Επάνω Χρέπας». Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά,
Φ. 233, 322.
70
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 232.
71
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 251, 379,224,431, 358, 359,441.
72
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 251, 379,224, 431, 358, 359,441.
73
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 312, 303.
201

αυτής της έλλειψης εντοπίζεται στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη επισκοπή δε


θεώρησε αναγκαία τα στοιχεία που τυχόν παρείχε η στήλη αυτή. Κατέγραφε έτσι
μόνο τα απολύτως αναγκαία στοιχεία, τα οποία είτε θεωρούσε βασικά για την
καλύτερη λειτουργία των μονών είτε ήταν υποχρεωμένη από τα διατάγματα και τις
εγκυκλίους να καταγράφει .
Στην Επισκοπή Αργολίδος υπάρχει μία επιπλέον παράμετρος που
τιτλοφορείται «Ηγούμενος και Σύμβουλοι». Στη στήλη αυτή καταγράφεται η
διοικητική αρμοδιότητα των μοναχών που ήταν ηγούμενοι ή σύμβουλοι στις μονές
της επισκοπής τη χρονική περίοδο που συντάχτηκε η αναφορά7 .
Στο τέλος των εκθέσεων σημειώνεται το όνομα της μονής, ο τόπος σύνταξης
του εγγράφου, η χρονολογία έκδοσης του, το όνομα και η υπογραφή του ηγούμενου
και των συμβούλων της μονής, η πιστοποίηση για το ακριβές της υπογραφής του
ηγούμενου από τον Έπαρχο ή τον Επίσκοπο που υπάγεται η μονή, καθώς και η
ημερομηνία της πιστοποίησης. Ενδεικτικό της πιστοποίησης του τύπου αυτού είναι η
χρησιμοποίηση της μοναστηριακής σφραγίδας της μονής.
Παρέκκλιση από τον τύπο αυτό αποτελεί αναφορά από τη μονή της Αγίας
Τριάδος στα Κούντουρα77. Δεν αποτελεί ξεχωριστό τύπο αναφοράς, παρόλο που έχει
πολλές και διαφορετικές παραμέτρους σε σχέση με αυτές των υπολοίπων αναφορών
του 1836 (τύπος Ε'). Δεν μπορεί να θεωρηθεί διαφορετικός τύπος αναφορών, αφού
είναι μοναδική η ύπαρξη τέτοιου εγγράφου.
Η έκθεση συντάχτηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1836 στην εν λόγω μονή. Στο
πάνω μέρος του εγγράφου αναγράφεται ο τίτλος: «Καταγραφή του προσωπικού των
εν τη Μονή της Αγίας Τριάδος Κούντουρα Μοναχών τε και υπηρετών».
Οι παράμετροι της αναφοράς είναι:
α) «Αύξων αριθμός».
β) «Όνομα βαπτίσεως». Παρουσιάζεται το βαπτιστικό όνομα που είχε το άτομο στην
κοσμική του ζωή. Έτσι γίνεται κατανοητή η τυχόν σχέση του λαϊκού ονόματος που
είχε ο μοναχός πριν την κουρά του με το μοναστηριακό όνομα που αποκτούσε εκ
των υστέρων και το οποίο καταγράφεται στην παράμετρο με τον τίτλο «Όνομα
καλογερικής».

74
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
75
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 268, 288, 292, 271, 273, 267, 266.
76
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 224, 229, 223, 221, 255, 248, 250.
77
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 284.
202

γ) «Όνομα πατρός». Οι πληροφορίες της στήλης αυτής βοηθούν τον ερευνητή να


αναγνωρίσει πιθανή σχέση που είχε το επώνυμο του μοναχού με το όνομα του
πατέρα του. Κατά πόσο δηλαδή το επώνυμο του μοναχού ήταν πατρωνυμικό ή όχι.
δ) «Επώνυμον».
ε) «Όνομα Καλογερικής». Η παράμετρος αυτή καταγράφει το όνομα το οποίο
έπαιρνε ο μοναχός ύστερα από την κουρά του.
στ) «Επαρχία». Σημειώνεται το όνομα της Επαρχίας, στην οποία εντασσόταν η
γενέτειρα και ο τόπος διαβίωσης του μοναχού στην κοσμική του ζωή.
ζ) «Πατρίς-χωρίον».
η) «Ηλικία-ετών».
θ) «Εποχή της ελεύσεως».
ι) «Βαθμός».
ια) «Επάγγελμα».
ιβ) «Παρατηρήσεις».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παράμετροι β και γ, κυρίως η β, αφού
δε συναντάται σε κανέναν άλλο τύπο αναφοράς. Στο τέλος του εγγράφου
σημειώνεται μόνο η χρονολογία σύνταξης του, χωρίς να παρατίθενται ούτε η
υπογραφή του ηγουμένου της μονής ούτε η υπογραφή του Επισκόπου Αιγιαλείας ή
του Νομάρχη.

Ο τύπος της μεμονωμένης Αναφοράς Στ '


Ο τύπος αυτός εκδόθηκε το έτος 1837. Συντάχτηκε το χρονικό διάστημα 19
Ιουλίου-29 Σεπτεμβρίου. Προέρχεται από 6 μονές της ελληνικής επικράτειας. Οι
εκθέσεις αφορούν τις μονές: Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Μακαριώτισσας, Οσίου
Σεραφείμ ή μονή Δομπού, Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή Σκριπού, Κοιμήσεως
της Θεοτόκου ή μονή Πελαγίας, Μεταμόρφωση του Σωτήρος ή μονή Σαγρατά,
7R

Αγίας Τριάδος στην Ακρατα . Σχεδόν σε όλες τις εκθέσεις αναγράφεται το όνομα
της μονής από την οποία προέρχονται οι απογραφές. Η μόνη εξαίρεση αφορά τη
μονή της Αγίας Τριάδος79. Στη μονή επίσης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή
Πελαγίας παρέχονται πληροφορίες και για τους υπηρέτες της μονής, με τις ίδιες

78
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 281, 42, 53, 50, 38, 39.
79
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 281.
203

παραμέτρους που αναφέρονται στους μοναχούς . Οι παράμετροι που


περιλαμβάνονται σ' αυτόν τον τύπο αναφοράς είναι:
α) «Αύξων Αριθμός των Μοναστηριών». Η παράμετρος απουσιάζει από τις εκθέσεις
των μονών Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Μακαριώτισσας, Κοιμήσεως της Θεοτόκου
81
ή μονή Σκριπού, Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή Πελαγίας .
β) «Όνομα ή Επίθετον του Μοναστηρίου». Ότι ισχύει στην παράμετρος α ισχύει και
για τις παραμέτρους β και γ για τις μονές Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή
Μακαριώτισσας, Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή Σκριπού, Κοιμήσεως της
Θεοτόκου ή μονή Πελαγίας .
γ) «Τόπος όπου κείται».
δ) «Αύξων Αριθμός των Μοναχών».
ε) «Όνομα και Επώνυμον».
στ) «Πατρίς».
ζ) «Ηλικία».
η) «Βαθμός». Στη στήλη αυτή σημειώνονται οι όροι: α) ιερομόναχος, β) μοναχός, γ)
δόκιμος, δ) ιδιώτης.
θ) «Εποχή της Εισόδου των Μοναχών» ή «Εποχή Κατάταξης»83.
ι) «Παρατηρήσεις». Στο μεγαλύτερο μέρος των εγγράφων στη στήλη παρατηρήσεις
καταγράφονται τα αξιώματα και οι ασχολίες που είχαν οι μοναχοί στις μονές τους.
Συναντώνται τα ακόλουθα αξιώματα και καθήκοντα: α) ηγούμενος, β) σύμβουλος γ)
εφημέριος, δ) «επί των ελαιώνων», ε) «επιστασία αμπελουργίας», στ) «επί των
ίππων», ζ) «επί των ποιμένων», η) «ποιμένας», θ) μουσικός, ι) οικονόμος, ια)
«σκουτάρης», ιβ) «κελλάρης», ιγ) «εις τα φόρτια ζώα», ιδ) «εις τα αιγίδια», ιε) «εις
τα πρόβατα», ιστ) «εις τα αγελάδια». Στη μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή
Μακαριώτισσας, αντί να καταγράφονται μόνο κάποιοι από τους προαναφερθέντες
όρους, παρατίθενται επίσης στη συγκεκριμένη στήλη και οι ιερατικοί βαθμοί των
μοναχών84. Επίσης στη μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή Σκριπού η στήλη
«Παρατηρήσεις» απουσιάζει και τη θέση της κατέχει στήλη που τιτλοφορείται
85
«Θέσις ην έκαστος κατέχει εις την Μονήν» .

80
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 38.
81
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 42, 50,38.
82
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 42, 50, 38.
83
«Κοίμησις της Θεοτόκου, ή Μακαριώτισσα». Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 42.
84
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 42.
85
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 50.
205

ότι στη στήλη αυτή δίνεται ο ορισμός της ονομασίας δοκίμου: «Δόκιμοι ονομάζονται
οι έχοντες ηλικίαν είκοσι ετών και επέκεινα οι οποίοι επιθυμούν να μονάσωσιν εις το
* 88

μοναστηριον» . /
Κατά τα άλλα το έγγραφο ακολουθεί το τυπικό που έχει ήδη παρουσιαστεί
και σε άλλους τύπους αναφορών. Η επικεφαλίδα του εγγράφου φέρει το όνομα της
μονής, ενώ στο τέλος σημειώνεται ο τόπος, η χρονολογία και οι υπογραφές των
συντακτών της αναφοράς καθώς και η σφραγίδα της μονής.

Ο τύπος της μεμονωμένης Αναφοράς Η'


Στον τύπο αυτό εντάσσονται αναφορές που έχουν συνταχθεί από το 1840 ως
το 1846. Τα στοιχεία προέρχονται από 4 μονές: Τη μονή της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου ή Αγία Μονή, 17 Ιουνίου 1840 , τη μονή του Αγίου Δημητρίου ή
Καρακαλά, 1841 90 , τη μονή των Ταξιαρχών στην Αιγιαλεία, 8 Απριλίου 184291, τη
μονή του Αγίου Δημητρίου ή μονή Στεφανίου, 31 Δεκεμβρίου 1846 . Οι
παράμετροι παρουσιάζουν τα στοιχεία:
α) «Αύξων Αριθμός των Μοναχών»,
β) «Όνομα και Επώνυμον».
γ) «Πατρίς»,
δ) «Ηλικία».
ε) «Βαθμός» ή «Αντικείμενον Υπηρεσίας» ή «Επάγγελμα» 3 .
στ) «Παρατηρήσεις»,
ζ) «Εποχή αφίξεως»94.
Γίνεται φανερό πως τα στοιχεία που παρέχονται σε αυτόν τον τύπο αναφοράς
είναι ίδια με αυτά που καταγράφηκαν σε προηγούμενες αναφορές. Μπορεί κάποιες
παράμετροι να έχουν παραλλαγμένο τίτλο αλλά το περιεχόμενο τους παραμένει ίδιο.
Ολοκληρώνοντας τους τύπους των μεμονωμένων αναφορών γίνεται
κατανοητό πως δύο είναι οι χαρακτηριστικότεροι τύποι. Αυτός του 1833 (τύπος
αναφοράς Α') και αυτός του 1836 (τύπος αναφοράς Ε'). Ο δεύτερος μάλιστα

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 277c.


89
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 282.
90
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 221.
91
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 224.
92
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 232.
93
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 221, 232.
94
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 221, 224.
206

αποτέλεσε υπόδειγμα για όλα τα μεταγενέστερα έγγραφα που αφορούν απογραφές


μονών και μοναχών,
β. Συλλογικές αναφορές

Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται οι αναφορές που παρέχουν συγκεντρωτικά


στοιχεία των μοναχών για περισσότερες από μία μονές της επισκοπής. Σημειώνονται
95
περιπτώσεις όπου καταγράφονται στοιχεία για ολόκληρη Επαρχία . Οι αναφορές
αυτές δεν συντάχθηκαν από τις μονές αλλά από τις επισκοπές στις οποίες υπάγονταν.
Οι επισκοπές συγκέντρωναν τις αναφορές που τους έστελναν οι μονές και
κατάρτιζαν μία συνολική ή συλλογική αναφορά την οποία κατέθεταν στον Έπαρχο ή
στο Νομάρχη της περιοχής τους, ώστε αυτός με τη σειρά του να την αποστείλει στο
Υπουργείο των Εκκλησιαστικών. Αυτό επιβεβαιώνεται από την υπογραφή του
Έπαρχου ή του Νομάρχη που σημειώνεται στο τέλος της αναφοράς και όχι του
Επισκόπου όπως γινόταν με τις μεμονωμένες αναφορές, ο οποίος και την υπέγραφε
κατά την παραλαβή της.

Ο τύπος της συλλογικής Αναφοράς Α'


Αφορά την Επαρχία Κυνουρίας και συγκεκριμένα τις μονές των περιφερειών
του Αγίου Πέτρου και του Πραστού 9 6 . Η αναφορά εκδόθηκε στις 15 Μαρτίου 1834.
Σε αυτή καταγράφονται τα ακόλουθα στοιχεία:
α) «Όνομα Μονής».
β) «Όνομα και επίθετον των Ιερομόναχων»,
γ) «Πατρίς αυτών»,
δ) «Έτη αυτών».
ε) «Όνομα και επίθετον των μοναχών»,
στ) «Πατρίς αυτών»,
ζ) «Έτη αυτών».
η) «Όνομα και επίθετον των Διακόνων»,
θ) «Πατρίς αυτών»,
ι) «Έτη αυτών».
ια) «Όνομα και επίθετον των Αναγνωστών»,
ιβ) «Πατρίς αυτών».

95
Επαρχία Κυνουρίας, περιφέρεια Αγίου Πέτρου. Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 318.
96
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 318.
207

ιγ) «Έτη αυτών».


ιδ) «Καλογραίας».
ιε) «Μισθωτοί, υπηρέται και λοιποί».
ιστ) «Το όλον άθροισμα».
ιζ) «Παρατηρήσεις».
Το συγκεκριμένο έγγραφο παρέχει στοιχεία για 13 μονές της Επαρχίας.
Διαπιστώνεται επίσης σε αυτόν τον τύπο ότι οι μοναχοί ταξινομούνται ανάλογα με
τον ιερατικό βαθμό που είχαν. Άξιο λόγου για τις συλλογικές αναφορές είναι το
γεγονός ότι και σε αυτές που συντάχθηκαν το 1834 φαίνεται να συμβιώνουν
γυναίκες μοναχές σε ανδρικές μονές όπως στις μεμονωμένες αναφορές του 1833
(τύπος Α'). Σε αυτή όμως την περίπτωση δε σημειώνονται γι' αυτές ξεχωριστές
παράμετροι οι οποίες να αναφέρονται στις πατρίδες και στις ηλικίες τους, αλλά τα
στοιχεία τους, όχι πάντα πλήρη, καταγράφονται συγκεντρωμένα στη στήλη
«Καλογραίας». Το ίδιο συμβαίνει με τους υπηρέτες των μονών. Στη στήλη
«Μισθωτοί, υπηρέται και λοιποί» δεν παρουσιάζονται τα προσωπικά στοιχεία των
υπηρετών αλλά μόνο ο συνολικός αριθμός των ατόμων που απασχολεί η κάθε μονή.
Στη στήλη επίσης με τον τίτλο «Το όλον άθροισμα» καταγράφεται ο
συνολικός αριθμός των μοναχών, των μοναζουσών και των υπηρετών. Στις
παρατηρήσεις παρέχονται στοιχεία τα οποία αφορούν είτε την οικοδομική
κατάσταση των μονών είτε τη θέση που αυτές βρίσκονται είτε ασθένειες που είχαν οι
μοναχοί είτε την ηθική τους διαγωγή.
Στο τέλος του εγγράφου σημειώνεται η χρονολογία, ο τόπος σύνταξης της
έκθεσης, η υπογραφή του Έπαρχου, η σφραγίδα της επαρχίας καθώς και ο αριθμός
της εγκυκλίου σύμφωνα με την οποία διατάχτηκε η πραγματοποίηση της αναφοράς.
Συμπεραίνεται λοιπόν ότι ο εν λόγω τύπος εγγράφου, όπως και άλλα του ίδιου τύπου
που δεν σώθηκαν, βασίστηκε σης μεμονωμένες αναφορές που είχαν συνταχθεί το
1833.

Ο τύπος της συλλογικής Αναφοράς Β '


Στον τύπο αυτόν ανήκουν δύο έγγραφα, ένα της Επισκοπής Αιγιαλείας και
ένα της Επισκοπής Σελλασίας .

Εγκύκλιος.αριθμ. 261 Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 318.


Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 259.
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 411.
208

Η αναφορά της Επισκοπής Αιγιαλείας φέρει χρονολογία σύνταξης 11


Ιανουαρίου 1836, καταγράφει στοιχεία για τρεις ανδρικές μονές (Αγία Τριάδα στα
Κούντουρα, Άγιο Νικόλαο στο Διακοπτό, Αγία Τριάδα στην Ακρατα) και δύο
γυναικείες (μονή Πεπελενίτσας και Αγία Μονή). Στη δεύτερη έκθεση, 13
Φεβρουαρίου 1836, καταγράφονται δύο μονές. (Άγιοι Ανάργυροι και Άγιοι
Τεσσαράκοντα Μάρτυρες). Τα έγγραφα σημειώνουν τις ακόλουθες παραμέτρους:
α) «Αύξων αριθμός των μοναστηριών»,
β) «Όνομα ή Επίθετον του μοναστηρίου»,
γ) «Τόπος όπου κείται».
δ) «Αύξων αριθμός των μοναχών»,
ε) «Όνομα και Επώνυμον».
στ) «Πατρίς»,
ζ) «Ηλικία»,
η) «Βαθμός».
θ) «Εποχή της εισόδου των μοναχών εις το μοναστήριον».
ι) «Παρατηρήσεις». Στο έγγραφο της Επισκοπής Σελλασίας100 παρουσιάζονται
στοιχεία και για τα περιουσιακά στοιχεία των μονών.
Το έγγραφο που αφορά τις γυναικείες μονές δεν αναφέρει τις παραμέτρους:
α) «Αύξων αριθμός των μοναστηριών» β)«Τόπος όπου κείται» γ)«Βαθμός» δ)
«Εποχή της εισόδου των μοναχών εις το μοναστήριον» ε)«Παρατηρήσεις».
Καταγράφει όμως όλες τις υπόλοιπες παραμέτρους.
Τα έγγραφα φέρουν χρονολογία έκδοσης και υπογραφή από τον αρμόδιο
Επίσκοπο. Πρέπει να τονιστεί πως συγκρίνοντας αυτές τις αναφορές με τον τύπο των
μεμονωμένων αναφορών του 1836 θα διαπιστωθεί ότι οι παράμετροι τους είναι ίδιες.
Προκύπτει έτσι το συμπέρασμα πως αυτές οι συλλογικές αναφορές συντάχθηκαν
βάσει των μεμονωμένων αναφορών του 1836.

γ. Συνολικές αναφορές

Στον τύπο αυτό ανήκουν οι αναφορές οι οποίες παρέχουν συγκεντρωτικά


στοιχεία για τους μοναχούς. Αφορούν ολόκληρες Επισκοπές, Επαρχίες, Νομούς,
ακόμα και ολόκληρη την επικράτεια του ελληνικού βασιλείου. Η χρησιμότητα τους

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 411.


209

έγκειται στο γεγονός ότι από αυτές μπορεί να ελεγχθεί η αξιοπιστία τόσο των
μεμονωμένων όσο και των συνολικών αναφορών. Σε κάποιες από αυτές
αναφέρονται αναλυτικά στοιχεία για μοναχούς της επαρχίας ή της επισκοπής οι
οποίοι πάσχουν από κάποιες ασθένειες.

Ο τόπος της συνολικής Αναφοράς Α '


101
Συναντώνται 5 έγγραφα τα οποία αναφέρονται στις Επισκοπές: α) Πατρών ,
102 1 3 104
β) Ηλείας , γ) Αιγιαλείας . δ) Κυναίθης . Οι αναφορές αυτού του είδους αν και
αχρονολόγητες μπορούν εύκολα να χρονολογηθούν βάσει των στοιχείων που
παρέχουν. Τα στοιχεία αυτά αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία των μονών και των
μοναχών των ανωτέρω επισκοπών. Όπως λοιπόν έχει προαναφερθεί μόνο οι
μεμονωμένες αναφορές του 1833 παρέχουν της ίδιας ποιότητας στοιχεία. Η
χρονολόγηση των εγγράφων μπορεί να υπολογιστεί συγκρίνοντας τα αριθμητικά
στοιχεία που αφορούν τους μοναχούς. Τα στοιχεία αυτά ταυτίζονται πάλι με τα
αντίστοιχα στοιχεία των μεμονωμένων αναφορών του 1833. Όλα τα έγγραφα φέρουν
αριθμό πρωτοκόλλου 1629. Οι αναφορές αυτές παρέχουν στους ερευνητές τα
ακόλουθα στοιχεία:

α) «Όνομα Επαρχίας». Σημειώνεται το όνομα της επαρχίας στην οποία ανήκουν οι


μονές.
β) «Θέσις όπου κείται το Μοναστήριον». Σε αυτή τη στήλη περιγράφεται με
λεπτομέρεια η θέση που βρίσκεται η μονή. Παρουσιάζεται έτσι η ονομασία της
περιοχής, καθώς και ο χρόνος που θέλει ο επισκέπτης να φτάσει στη μονή, π.χ. μονή
Φιλοκάλι της επαρχίας Πατρών, «απέχει εκ της πόλεως Πατρών 8 ώρας συνορεύει
με το χωρίον Ριόλον και Πέτα»1 3 .
γ) «Όνομα του Μοναστηρίου». Καταγράφονται όλες οι μονές της Επαρχίας, με τις
ιδιαίτερες προσωνυμίες τους.
δ) «Πόσοι οι εν αυτώ Μονάζοντες». Η παράμετρος υποδιαιρείται σε δύο στήλες: 1)
«Μοναχοί». 2) «Μοναχαί». Στις στήλες καταγράφεται το ανθρώπινο δυναμικό των
μονών αριθμητικά χωρίς να δίνονται αναλυτικά στοιχεία γι' αυτούς.

1
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 258.
2
ΠΑ.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 260.
3
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 259.
4
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 261.
5
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 258.
210

Οι υπόλοιπες παράμετροι αναφέρουν τα περιουσιακά στοιχεία, κινητά και


ακίνητα της μονής. Συναντώνται λοιπόν οι στήλες: Μετόχια, σπίτια, εργαστήρια,
νερόμυλοι, ελαιοτριβεία, γη κατά στρέμματα, κ.λ.π. Η παράμετρος «παρατηρήσεις»
αναφέρεται κυρίως στην οικοδομική κατάσταση της μονής ή σε επισκευές που
πραγματοποιήθηκαν σε αυτή.
Σχεδόν όμοιος τύπος με αυτόν που μελετήθηκε είναι και το έγγραφο από την
Επαρχία Κορινθίας 106 . Οι διαφορές τους έγκεινται στον τίτλο των παραμέτρων, γι'
αυτό κρίθηκε σκόπιμο να μην ενταχθεί σε ξεχωριστό τύπο. Η εν λόγω αναφορά
εκδόθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1833. Φέρει αριθμό πρωτοκόλλου 2019. Η
επικεφαλίδα του εγγράφου είναι: «Καταστατικός Πίναξ των κατά την Επαρχίαν
Κορινθίας Ιερών Μοναστηριών».
Οι παράμετροι του εγγράφου είναι:
α) «Τμήμα». Με τον όρο αυτό νοείται η ευρύτερη περιοχή στην οποία ανήκουν οι
μονές. Συναντώνται λοιπόν οι τοποθεσίες: α) Επίδαυρος, β) Σοφικό. γ) Κόρινθος, δ)
Άγιος Γεώργιος, ε) Τρίκαλα, στ) Ζάχολη. ζ) Φενεός.
β) «Αριθμός». Σημειώνεται ο αύξων αριθμός της κάθε μονής στην Επαρχία
Κορινθίας.
γ) «Κωμόπολις ή χωρίον». Καταγράφεται το όνομα της θέσης στην οποία βρίσκεται
η μονή.
δ) «Όνομα του Μοναστηρίου». Αναφέρονται σε αυτή τη στήλη όλες οι μονές της
Επαρχίας με τις προσωνυμίες τους.
ε) «Οι εν τω Μοναστήριον». Υποδιαιρείται σε δύο παραμέτρους: 1) «Μοναχοί». 2)
«Υπηρέται».
Στις υπόλοιπες παραμέτρους καταγράφονται τα κινητά και ακίνητα
περιουσιακά στοιχεία των μονών. Οι τίτλοι τους είναι οι ίδιοι, πράγμα που κάνει τον
ερευνητή να υποθέσει πως το ενδιαφέρον του Έπαρχου και κατ' επέκταση του
Υπουργείου επικεντρωνόταν όχι στο ανθρώπινο δυναμικό των μονών αλλά στα
οικονομικά τους στοιχεία. Στο τέλος του εγγράφου υπογράφουν ο Έπαρχος
Κορινθίας και ο Νομάρχης Αργολίδος.
Απόκλιση από τον τύπο των αναφορών που περιγράψαμε έχουν δύο έγγραφα
από την επαρχία Οιτύλου και την Επαρχία Λακεδαίμονος αντίστοιχα. Το πρώτο
τιτλοφορείται «Καταστατικός κατάλογος των κατά την Επαρχίαν Οιτύλου

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213.


211

Μοναστηριών» και εκδόθηκε στη Σπάρτη στις 30 Ιανουαρίου 1834 . Το δεύτερο


φέρει τον τίτλο «Πίναξ καταστατικός των μοναστηριών της Λακεδαίμονος» και
1 ΠΑ

εκδόθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1834 . Όλα τα έγγραφα υπογράφει ο Νομάρχης


Λακωνίας. Το πρώτο αφορά τις μονές της Επαρχίας Οιτύλου που όπως έχει
προαναφερθεί δεν υπέστη, εξ αρχής, πλήγμα από τη μείωση των μονών στο
Ελληνικό βασίλειο με το βασιλικό διάταγμα (25 Σεπτεμβρίου-7 Οκτωβρίου 1833),
με το οποίο περιοριζόταν ο αριθμός των μονών. Η αναφορά αυτή εκτός από τα
περιουσιακά στοιχεία των μονών παρέχει και κάποιες επιπλέον παραμέτρους για
τους μοναχούς. Αυτές είναι χρήσιμες για τους ιστορικούς, καθώς τους δίνουν τη
δυνατότητα να μελετήσουν το αριθμητικό δυναμικό των μοναχών της Επαρχίας και
την περιουσιακή κατάσταση που είχαν οι μονές. Καταγράφει λοιπόν τις
παραμέτρους:
α) «Όνομα χωρίου όπου κείται».
β) «Όνομα τοπικόν».
γ) «Όνομα Αγίου». Αναφέρεται το όνομα του Αγίου στον οποίο ήταν αφιερωμένη η
μονή.
δ) «Αριθμός Πατέρων».
ε) «Όνομα Ηγουμένου».
στ) «Αριθμός Υπηρετών».
ζ) «Κατάστασις οικοδομής». Για να περιγραφεί η οικοδομική κατάσταση της μονής
χρησιμοποιούνται οι όροι: 1) Καλή, 2) Κακή, 3) Μετρία, 4) Έρημη.
η) «Παρατηρήσεις». Σημειώνονται κυρίως οι άνθρωποι που νέμονται τα κτήματα
των μονών. Ενώ στο δεύτερο έγγραφο γίνεται λόγος για την περίθαλψη ορφανών
καθώς και για την ύπαρξη γυναικών σε ανδρικές μονές, «πολλά των μοναστηριών
τρέφουν άλλα περιττούς ανθρώπους και γυναίκας καλογραίας» .

Ο τύπος της συνολικής Αναφοράς Β '


Υπάρχουν έγγραφα που ενώ παρουσιάζουν ομοιότητες με τον προηγούμενο
τύπο των συνολικών αναφορών δεν μπορούν να ενταχθούν σε αυτόν. Αυτός ο τύπος
αφορά εκθέσεις που συντάχθηκαν στα 1837 και 1838 για τις διατηρούμενες μονές.
Τα στοιχεία όμως που παρουσιάζονται είναι όμοια μ' αυτά του 1836. Στον τύπο αυτό

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 411.
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 411.
212

εντάσσονται 6 έγγραφα τα οποία προέρχονται από μονές ολόκληρου του


ελληνικού βασιλείου. Φέρουν τους τίτλους: 1)«Καταστατικός Πίναξ των
διατηρούμενων Μοναστηριών της Στερεάς και της Πελοποννήσου δια το Έτος 1836
(Θεωρηθέντα τον Φεβρουάριο 1837)», Εν Ναυπλίω την 1 Μαρτίου 1837.
2)«Καταστατικός Πίναξ των διατηρούμενων Μοναστηριών της Στερεάς και της
Πελοποννήσου δια το Έτος 1836», την 11 Μαΐου 1837 Ναύπλιον. 3) «Συνέχεια του
Καταστατικού Πίνακος των διατηρούμενων Μοναστηριών της Στερεάς και της
Πελοποννήσου 1837», Εν Λεβαδία τη 17 Ιουνίου 1827 (Λάθος του συντάκτη του
εγγράφου). 4)«Καταστατικός Πίναξ των διατηρούμενων Μοναστηριών της Στερεάς
και της Πελοποννήσου 1837», Εν Πεντέλη την 1 Αυγούστου 1837. 5)«Καταστατικός
Πίναξ των διατηρούμενων Μοναστηριών της Στερεάς και της Πελοποννήσου δια τα
1836 και 1837 έτη», Εν Ναυπλίω την 31 Δεκεμβρίου 1837. 6)«Συνέχεια του
Καταστατικού Πίνακος των διατηρούμενων Μοναστηριών της Στερεάς και της
Πελοποννήσου δια το Έτος 1837», Εν Καλαμαίς τη 13 Απριλίου 1838.
Οι αναφορές αυτές εκτός από τις παραμέτρους που αναφέρονται στα κινητά
και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία των μονών παρέχουν και παραμέτρους που
αφορούν ιστορικά στοιχεία των μονών (χρόνος κτήσης, κτήτορας, ιδρυτής) και τον
αριθμό των μοναχών τους. Έτσι συναντώνται οι στήλες:
α) «Αύξων Αριθμός»,
β) «Όνομα του Μοναστηρίου».
γ) «Πού κείται». Η στήλη υποδιαιρείται σε δύο μέρη: 1)«Επαρχίαν». 2)«Ιδιαιτέραν
Θέστν».
δ) «Βαθμός». Αναφέρεται στη στήλη αυτή η κατηγορία στην οποία υπαγόταν η μονή
ανάλογα δηλαδή με το ποιος φορέας είχε τη διοικητική αρμοδιότητα σε αυτή, ο
Επίσκοπος ή ο Πατριάρχης. Έτσι διαχωρίζεται σε δύο υποπαραμέτρους: 1)
«Σταυροπηγιακόν». 2) Ενορικόν».
ε) «Όνομα του κτήτορος του Μοναστηρίου».
στ) «Έτος της κτήσεως». Στις δύο τελευταίες παραμέτρους παρατίθενται ιστορικά
στοιχεία για το όνομα του ιδρυτή της μονής καθώς και τη χρονολογία που έγινε η
ίδρυση της.

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-3.


213

ζ) «Προσωπικόν». Καταγράφονται αριθμητικά στοιχεία για το ανθρώπινο δυναμικό


των μονών. Η παράμετρος διαιρείται σε δύο υποπαραμέτρους που φέρουν τους
τίτλους: 1) «Πατέρες». 2) «Υπηρέται».
η) «Παρατηρήσεις». Γίνεται λόγος για την οικοδομική κατάσταση της μονής, για τα
έργα που έγιναν σε αυτή, για την ποιότητα των καλλιεργήσιμων εδαφών που κατείχε
η μονή, για τα μετόχια της, για την τοποθεσία τους. Σχολιάζεται τέλος η διοίκηση
των μονών από τα συγκεκριμένα ηγουμενοσυμβούλια που είχαν οι μονές κατά τη
σύνταξη της αναφοράς.

Ο τύπος της συνολικής Αναφοράς Γ'


Πληροφορίες για μια ιδιάζουσα κατηγορία μοναχών παρέχει τύπος της
συνολικής αναφοράς Γ'. Σε αυτόν καταγράφεται ο συνολικός αριθμός των ασθενών
και αναπήρων μοναχών που υπάρχει σε διάφορες Επαρχίες. Στον τύπο αυτόν
ταξινομούνται δύο αναφορές από διαφορετικές Επαρχίες, οι οποίες βοηθούν να
εντοπιστούν οι ασθένειες και οι αναπηρίες που ταλαιπωρούσαν τους ανθρώπους της
εποχής. Επειδή το είδος των στοιχείων, εκτός από το 1834 που εκδόθηκε αυτή η
αναφορά, δεν συναντάται ξανά, υποθέτουμε ότι βασίστηκε σε συγκεκριμένη
εγκύκλιο η οποία δε διασώθηκε. Συμπεραίνεται λοιπόν ότι το ενδιαφέρον της
κεντρικής εξουσίας επικεντρωνόταν στο ότι ήθελε να γνωρίζει πόσοι και ποιοι ήταν
οι μοναχοί, οι οποίοι θα μπορούσαν να μεταβούν σε άλλες μονές όταν άρχισαν να
τίθενται σε εφαρμογή τα β. διατάγματα, τα οποία θα μείωναν τον αριθμό των μονών.
Ακόμα όμως και ποιες μονές ήταν σε θέση να φροντίσουν λαϊκούς, οι οποίοι είχαν
ανάγκη.

Το πρώτο έγγραφο προέρχεται από το νομό Μεσσηνίας. Τιτλοφορείται:


«Κατάλογος των υπέργηρων και ασθενών καλογραιών» και εκδόθηκε στις 5
Νοεμβρίου 1834, φέρει αριθμός πρωτοκόλλου 6411 1 1 1 . Το δεύτερο προέρχεται από
τον νομό Αργολίδος, φέρει τον τίτλο: «Κατάλογος των εν τοις κατά τον Νομόν
Αργολίδος κ.τ.λ. διατηρημένοις Μοναστηρίοις αόμματων ορφανών. Η έκθεση
εκδόθηκε στο Ναύπλιο στις 30 Δεκεμβρίου 1834. Το έγγραφο είναι σημαντικότατο
γιατί από αυτό προκύπτει ότι οι μονές δέχονταν να περιθάλψουν ασθενείς και
ορφανά χωρίς τα άτομα αυτά να είναι αναγκαστικά μοναχοί ή κληρικοί.
Πιστοποιείται έτσι το φιλανθρωπικό έργο των μονών 112 .

111
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 368.
112
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213.
214

Οι στήλες που καταγράφουν τα δύο έγγραφα διαφέρουν μεταξύ τους ακριβώς


γιατί αφορούν διαφορετικής ποιότητας στοιχεία. Το πρώτο αφορά μοναχές, ενώ το
δεύτερο αναφέρεται σε λαϊκούς που περιθάλπονται σε μονές.

Ι!3
Έγγραφο Α '
α) «Αύξων Αριθμός». Παρατίθεται ο αύξων αριθμός που είχε η μοναχή στη
συγκεκριμένη αναφορά.
β) «Όνομα και Επώνυμον».
γ) «Πατρίς».
δ) «Ηλικία».
ε) «Τόπος διαμονής». Σημειώνεται η μονή στην οποία βρίσκεται η μοναχή και
περιθάλπεται.
στ) «Σωματικαί καταστάσεις». Αναφέρονται οι ασθένειες που ταλαιπωρούσαν τις
μοναχές στο συγκεκριμένο Νομό.
ζ) «Παρατηρήσεις». Στην παράμετρο αυτή πιστοποιείται η γνησιότητα των
στοιχείων της εν λόγω έκθεσης με τις υπογραφές δημογερόντων της περιοχής.
Έγγραφο Β'114
α) «Επαρχία». Αναφέρονται τα ονόματα των Επαρχιών του νομού από τις οποίες
προέρχονται οι αναφορές.
β) «Αύξων Αριθμός». Παρατίθεται ο αύξων αριθμός που είχε το άτομο στη
συγκεκριμένη αναφορά.
γ) «Όνομα και Επώνυμον».
δ) «Ηλικία».
ε) «Πατρίς».
στ) «Διαμονή». Σημειώνεται η μονή στην οποία διαμένει ο ανάπηρος (αόμματος) ή
το ορφανό άτομο.
ζ) «Εποχή διαμονής». Από τις χρονολογίες που σημειώνονται συμπεραίνεται ότι οι
όροι που υπάρχουν στον τίτλο της στήλης αναφέρονται στη χρονολογία που οι
λαϊκοί κατέφυγαν στους τόπους περίθαλψης τους.
η) «Η διατάξασα αρχή». Παρέχονται στοιχεία για το ποιοι εξέδωσαν τις εγκυκλίους
για τη μετάβαση των ατόμων στις μονές. Οι Αρχές που συναντώνται είναι: 1) Ο

113
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 368.
" 4 Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213.
215

διοικητής και ο Έπαρχος Κορινθίας 2) Ο Έπαρχος Σικυώνος 3) Ο Κυβερνήτης


Ιωάννης Καποδίστριας 4) Ο Γραμματέας των Εκκλησιαστικών 5) Ο Νομάρχης
Αργολίδος.
θ) «Αριθμός και εποχή της διαταγής». Δυστυχώς σημειώνονται μόνο οι αριθμοί του
πρωτοκόλλου των εγκυκλίων και όχι η χρονολογία έκδοσης τους.
ι) «Παρατηρήσεις». Αναφέρονται στοιχεία για την ποιότητα της περίθαλψης αυτών
των ανθρώπων.
Στο τέλος της αναφοράς παρατίθενται η χρονολογία, ο τόπος σύνταξης του
εγγράφου καθώς και η υπογραφή του Νομάρχη της περιοχής, από την οποία
προέρχεται η έκθεση.

Ο τύπος της συνολικής Αναφοράς Δ '


Εκτός από συνολικές αναφορές που αφορούν Επισκοπές, Επαρχίες, Νομούς,
υπάρχουν και αναφορές που παρουσιάζουν στοιχεία για ολόκληρο το Ελληνικό
βασίλειο. Στον τύπο αυτό εντάσσεται το έγγραφο το οποίο φέρει τον τίτλο
«Κατάλογος των διατηρουμένων Μοναστηριών της Στερεάς Ελλάδος και της
Πελοποννήσου». Καταγράφονται λοιπόν πολλές από τις διατηρούμενες μονές της
επικράτειας. Η σημασία της έκθεσης έγκειται στο γεγονός ότι παρουσιάζει τις
διατηρούμενες μονές του βασιλείου κατά το έτος 1838. Συγκεκριμένα η έκδοση της
έγινε στις 30 Νοεμβρίου 1838. Έτσι παρέχεται μία σαφής εικόνα των μονών. Δεν
παρουσιάζει όμως για τους μοναχούς δημογραφικά στοιχεία αλλά μόνο αριθμητικά.
Οι παράμετροι που σημειώνονται είναι:
α) «Επαρχία».

β) «Ποσόν εκάστης Επαρχίας». Καταγράφονται εδώ τα στοιχεία για τον αριθμό των
διατηρουμένων μονών της κάθε επαρχία. Στο τέλος της στήλης αθροίζεται το
σύνολο των μονών.
γ) «Αριθμός εκάστου Μοναστηρίου εκ του Καταστατικού Πίνακος».
δ) «Όνομα και επώνυμον του Μοναστηρίου».
ε) «Θέσις». Υποδιαιρείται σε δύο στήλες: 1) «Χωρίον ή Ιδιαιτέραν θέσιν». 2)
«Δήμος»,
στ) «Παρατηρήσεις».

115
ΠΑ.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 2.
216

Στην έκθεση αυτή εκτός από τη χρονολογία σύνταξης της, 30 Νοεμβρίου


1838, υπάρχει η εξής σημείωση: «Ανακεφαλαίωσις, Της Πελοποννήσου
διατηρούμενα Μοναστήρια, εκτός της Λακωνίας 73, εν ιδιόκτητον και δύο
γυναικεία. Της Στερεάς Ελλάδος, εκτός της Ευβοίας 32 εν ιδιόκτητον. Το όλον 105».

7.3 Ο διοικητικός έλεγχος, πηγή τεκμηρίωσης

Οι προαναφερόμενοι τύποι αναφοράς καλύπτουν το χρονικό διάστημα 1833-1838.


Βέβαια έχουν διασωθεί και κάποιες μεμονωμένες αναφορές από την περίοδο 1840-
1853, οι οποίες όμως λόγω των μεμονωμένων εγγράφων που έχουν διασωθεί δεν
επιτρέπουν την διεξαγωγή συμπερασμάτων. Ο κύριος όγκος τους λοιπόν προέρχεται
από την πρώτη περίοδο, δηλαδή από τα έτη 1833-1838.
Το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν έγκειται στο γεγονός ότι αυτές οι
αναφορές παρέχουν τη δυνατότητα στους ερευνητές να αποκομίσουν δημογραφικά
στοιχεία για τους μοναχούς και για το μοναχισμό γενικότερα, πριν την περίοδο της
Αντιβασιλείας κατά τη διάρκεια της, όσο και μετά από αυτή.
Από τη μελέτη των εγγράφων προκύπτει ο διαχωρισμός τους σε:
Μεμονωμένες, οι οποίες καταγράφουν το ανθρώπινο δυναμικό της μονής που
εκδόθηκε η αναφορά. Συλλογικές, που παραθέτουν στοιχεία για περισσότερες από
μία μονές. Συνολικές, οι οποίες καταγράφουν τα αριθμητικά στοιχεία των μονών σε
ολόκληρες Επαρχίες, Επισκοπές, σε Νομούς ακόμα και από ολόκληρο το ελληνικό
βασίλειο. Συμπεραίνεται ακόμα ότι άσχετα με το διαχωρισμό τους σε κατηγορίες, οι
αναφορές δίνουν σε γενικές γραμμές τις ίδιες παραμέτρους. Έτσι για παράδειγμα οι
μεμονωμένες αναφορές του 1836 παρέχουν τα ίδια δημογραφικά στοιχεία σης
παραμέτρους τους με αυτές του 1833, 1834, 1838, με κάποιες ίσως διαφορές μόνο
στην τιτλοφόρηση τους.
Ο τύπος τους διαφοροποιείται σε σχέση με τη χρονολογία έκδοσης των
εκθέσεων. Έτσι ζητούνται από τις μονές διαφορετικά στοιχεία το 1833 και
διαφορετικά το 1836. Σε αυτές του 1833 είναι έκδηλο το ενδιαφέρον της κεντρικής
εξουσίας όχι μόνο να γίνει γνωστός ο ακριβής αριθμός των μοναχών του ελληνικού
βασιλείου αλλά να καταγράψει όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία, κινητά και
ακίνητα. Σκοπός της Αντιβασιλείας λοιπόν είναι να συγκεντρώσει στα χέρια της τα
217

έσοδα των μονών που σύμφωνα με φήμες ήταν τεράστια" 6 . Θα πρέπει όμως να
επισημανθεί και ένα θετικό αποτέλεσμα των αναφορών. Η Αντιβασιλεία με τις
ενέργειες της να καταγράψει τη μοναστηριακή περιουσία, περιόριζε τις αυθαιρεσίες
που σημειώνονταν σε κάποιες μονές από τους ηγουμένους τους, οι οποίοι
κατασπαταλούσαν τα έσοδα των μονών ή νοίκιαζαν με χαμηλά ενοίκια σε συγγενείς
τους τα κτήματα των μονών 117 . Το ενδιαφέρον για τα οικονομικά των μονών
διαφαίνεται επίσης και από τις συνολικές αναφορές που συντάχθηκαν τόσο το 1833
όσο και το 1837.
Οι διαφορετικού τύπου αναφορές από την ίδια μονή, οι οποίες εκδόθηκαν σε
διαφορετικές χρονολογίες, δίνουν τη δυνατότητα να ελεγχθεί η εγκυρότητα τους.
Αυτό γίνεται συγκρίνοντας παραμέτρους όπως: η ηλικία, η χρονολογία εισόδου στη
μονή, το επώνυμο του μοναχού. Παρατηρείται έτσι μοναχός να έχει μεγαλύτερη
ηλικία το 1833 και μικρότερη το 1836. Διαπιστώνονται λοιπόν λάθη στο ζήτημα της
ηλικίας, των ημερομηνιών, στην ορθογραφία των ονομάτων και των επωνύμων των
1 1Ä

μοναχών . Οι συντάκτες των αναφορών φαίνεται πως δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία
για κάποιες ασάφειες που παρατηρούνταν γι' αυτό και σημειώνονται ανακρίβειες.
Με την πάροδο των ετών μάλιστα και την εξοικείωση των συντακτών των εγγράφων
με τέτοιου είδους αναφορές τα λάθη περιορίζονται ή και εκλείπουν εντελώς.
Σε μια γενική θεώρηση οι παράμετροι που καταγράφονται στις αναφορές του
1833 είναι: Α) «Όνομα». Β) «Επάγγελμα». Γ) «Πατρίς». Δ) «Ηλικία». Ε)
«Κατάστασις» ΣΤ) «Ικανότης». Ζ) «Ηθική διαγωγή». Ενώ οι αντίστοιχες από τις
μεμονωμένες αναφορές του 1836 είναι: α) «Αύξων Αριθμός των Μοναστηριών», β)
«Όνομα και Επίθετον του Μοναστηρίου», γ) «Τόπος όπου κείται», δ) «Αύξων
Αριθμός των Μοναχών», ε) «Όνομα και Επίθετον». στ) «Πατρίς», ζ) «Ηλικία», η)
«Βαθμός», θ) «Εποχή της εισόδου των Μοναχών εις το Μοναστήριον». ι)
«Παρατηρήσεις».
Στο τέλος των εκθέσεων, τις περισσότερες φορές, καταγράφονται το όνομα
της μονής, ο τόπος σύνταξης του εγγράφου, η χρονολογία έκδοσης του, το όνομα και
η υπογραφή του ηγούμενου και των συμβούλων της μονής, η πιστοποίηση για το

116
«Οι καινούριες εξουσίες της κυβέρνησης σχεδόν οδήγησαν αμέσως στην κατάργηση των
περισσοτέρων μονών και την επί ευρείας κλίμακας δήμευσης της μοναστηριακής περιουσίας... Ο
Μάουρερ ισχυριζόταν ότι τα έσοδα των μοναστηριών ξοδεύονταν ή διέρρεαν από ασυνείδητους
συγγενείς. Ένας αυστηρότερος έλεγχος επρόκειτο τώρα να επιβληθεί στα έσοδα των μοναστηριών.»
Ch. Hellier, Μοναστήρια της Ελλάδας, Αθήνα 1997, σελ. 58. G. Maurer, ό.π., τ. II, σελ. 182.
117
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 219, 222.
118
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177.
218

ακριβές της υπογραφής του ηγούμενου από τον Έπαρχο ή τον Επίσκοπο που
υπάγεται η μονή, καθώς και η ημερομηνία της πιστοποίησης. Ενδεικτικό μάλιστα
των εγγράφων είναι η χρησιμοποίηση της μοναστηριακής σφραγίδας που είχε η κάθε
μονή.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι ενώ σε όλες τις κατηγορίες των αναφορών
που αφορούν τα έτη 1833-1834 συναντώνται μοναχές να συμβιώνουν με μοναχούς
σε ανδρικές μονές, δεν ισχύει το ίδιο στις αναφορές των μετέπειτα χρονολογιών.
Πράγμα που βοηθά να συμπεράνει κανείς ότι μετά τη γνωστοποίηση του φαινομένου
εκδόθηκαν διατάξεις οι οποίες απαγόρευσαν τέτοιου είδους συνυπάρξεις, θυμίζοντας
στους μοναχούς τις οικουμενικές αποφάσεις που είχαν παρθεί για το ζήτημα.
Συμπερασματικά θα μπορούσε να πει κανείς πως ο σκοπός ύπαρξης των
αναφορών δεν ήταν τόσο η σκιαγράφηση της κατάστασης που επικρατούσε στο
μοναχισμό την εποχή της Αντιβασιλείας και η λήψη μέτρων για την βελτίωση του
αλλά η καταγραφή του όγκου της μοναστηριακής περιουσίας, η διοικητική εποπτεία
των μονών και των μοναχών τους και η υποταγή τους σε όργανο της πολιτικής
εξουσίας. Οι αναφορές αποτελούν ένα οργανωμένο σύστημα παρακολούθησης των
μοναχών και μια διεύρυνση της γραφειοκρατίας και στην Εκκλησία, αφού αυτή
αντιμετωπίζεται πια σαν τομέας της κρατικής μηχανής, ο οποίος πρέπει να
αναδιοργανωθεί κάτω από τις νέες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές βάσεις,
που είχαν δημιουργηθεί στο Βασίλειο.
219

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΜΟΝΕΣ


ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΟΥΣ

Ο μοναχικός βίος δεν είναι θεσμός που αναπτύχθηκε βάσει του θείου δικαίου όπως
συνέβη με τους κληρικούς1. Δημιουργήθηκε από την επιθυμία των ανθρώπων να
πλησιάσουν περισσότερο το Θείο . Γρήγορα όμως έγινε κατανοητό ότι για την
οργάνωση και εύρυθμη λειτουργία του θα έπρεπε να τεθούν κανόνες. Στη μακραίωνη
ιστορία του θεσμού πολυάριθμες διατάξεις της εκκλησιαστικής και της κοσμικής
νομοθεσίας επελήφθησαν του θέματος της οργάνωσης του μοναχισμού3. Το
εκκλησιαστικό δίκαιο αφορούσε πια και τους μοναχούς, οι οποίοι αποκτούσαν

1
Π. Τρεμπέλας, δογματική της Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας, τ. Β', Αθήνα 1956, σελ. 370. Α.
Χριστοφιλόπουλος, Ελληνικόν και εκκλησιαστικόν δίκαιον, έκδ. 2η, Αθήνα 1966, σελ. 155.
2
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 169.
3
Γ.Α. Ράλλης, Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων των τε αγίων και πανευφήμων
αποστόλων και των ιερών οικουμενικών και τοπικών συνόδων και των κατά μέρος αγίων πατέρων,
Αθήνα 1859, τ. 1, σελ. 247-260, τ. 4, σελ. 428-429, 470-471, τ. 5, σελ. 148, τ. 6, σελ. 276-277, 284-
285. Κ. Ράλλης, «Σχέσις πολιτείας και εκκλησίας», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τ. 4 (1929), σελ.
227-232. Γ. Κονιδάρης, «Πολιτεία και πολιτειακός βίος εν τη λατρεία του ορθόδοξου χριστιανισμού»,
Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής, τ. 14 (1963), σελ. 425-428. Π. Μπρατσιώτης, «Κράτος, έθνος,
εκκλησία εξ επόψεως ορθοδόξου», Ανάπλασις, τ. 49 (1946), σελ. 53-57. Κ. Ράλλης, «Περί των
συνοδικών τόμων», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τ. 8 (1933), σελ. 343-348. F. Dvornik, The
ecumenical councils, Νέα Υόρκη 1961, σελ. 64-75. Β. Στεφανίδης «Τα όρια της εκκλησιαστικής
νομοθεσίας των βυζαντινών αυτοκρατόρων», Επετηρίς της Εταιρείας βυζαντινών σπουδών, τ. 25
(1955), σελ. 19-27. Α. Χριστοφιλόπουλος, Η οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1949, σελ.
114-120. Κ. Ράλλης, «Περί της των μονών διαιρέσεως», Επιστημονική Επετηρίς της Νομικής Σχολής
του Αθήνησι Πανεπιστημίου, τ. 1 (1926), σελ. 105-119. Π. Παναγιωτάκος, «Περί της από του
Ιουστινιανού μέχρι της του Λέοντος Στ' του Σοφού νομοθεσίας περί της μοναχικής ακτημοσύνης»,
Akten d. XI. Int. Byzant. Kongress (1960), σελ. 430-437. Γ. Καραγιαννόπουλος, ό.π., σελ. 149-151.
220

δικαιώματα, υποχρεώσεις αλλά και υφίσταντο κυρώσεις αν η διαγωγή τους δεν ήταν
ανάλογη του σχήματος τους4.
Με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους έγινε φανερό πως τόσο η Εκκλησία
όσο και ο μοναχισμός είχαν ανάγκη φροντίδας από μέρους της πολιτικής εξουσίας
ώστε να μπορέσουν να ξεπεράσουν τα προβλήματα που τους απασχολούσαν. Οι
προσπάθειες που έγιναν προς αυτόν τον τομέα φαίνονται από το πλήθος των
διαταγμάτων, των νόμων, των υπουργικών αποφάσεων, των εγκυκλίων που
εξεδόθησαν για το μοναχισμό, τους μοναχούς και την Εκκλησία γενικότερα5.
Μέσα όμως από το σύνολο των εκκλησιαστικών και πολιτειακών αποφάσεων
φαίνεται η διάθεση της πολιτικής εξουσίας να ελέγξει εκτός των άλλων
εκκλησιαστικών θεμάτων και το μοναχισμό, ασκώντας διοικητική εποπτεία.

8.1 Ο διαχωρισμός των μονών και η διοίκηση τους

α. Κατηγορίες μονών

Μονή είναι ο αναγνωρισμένος από την Εκκλησία ιερός τόπος άσκησης, μέσα
στον οποίο εγκαταβιώνει και πραγματοποιεί τους σκοπούς της μια μοναχική
αδελφότητα, το σύνολο δηλαδή των ατόμων που έχουν την ιδιότητα του μοναχού,
των μοναχών6.
Φύλο
Οι μονές βάσει του φύλου που μονάζει σε αυτές χωρίζονται σε ανδρικές και
γυναικείες. Λίγο μετά από την ίδρυση ανδρικών μονών άρχισαν να δημιουργούνται
και γυναικείες. Έτσι από τον 4° αιώνα πλάι στις ανδρικές εμφανίζονται μονές

4
Κ. Ράλλης, «Περί της αναγκαστικής μοναστικής κουράς», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τ. 12
(1937), σελ. 326-328. Δ. Πετρακάκος, ό.π., σελ. 34-41. Α. Γερομίχαλος, «Ο μοναχικός βίος. Ιστορική
αυτού εξέλιξις», Επιστημονική Επετηρίς της Θεολογικής Σχολής τον Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τ. 5
(1960), σελ. 46-71. Κ. Ράλλης, «Περί της ποινής της από της μονής αποβολής», Πρακτικά Ακαδημίας
Αθηνών, τ. 10 (1935), σελ. 94-96. Χ. Κ. Παπαστάθης, Οι Κανονισμοί των Ορθοδόξων Ελληνικών
Κοινοτήτων του Οθωμανικού Κράτους και της Διασποράς, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 109-110.
5
Α. Μάμουκας, ό.π. σελ. 1-85. Κ. Οικονόμος, ό.π. σελ. 30-65. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 131-
154. Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 169-213, 236-249. Α. Χριστοφιλόπουλος, ό.π., σελ. 66-81, 155-159, 225-
231, 276-278. Γ. Κονιδάρης, «Αντίκειται το Β.Δ. της 23 η ς Ιουλίου 1850 προς τον Καταστατικόν
χάρτην της εκκλησίας της Ελλάδος; Το ζήτημα της αποδοχής του συνοδικού τόμου», Πρακτικά
Ακαδημίας Αθηνών, τ. 13 (1938), σελ. 535-540. Κ. Δυοβουνιώτης, Σχέσεις εκκλησίας και πολιτείας εν
τη ελευθέρα Ελλάδι, Αθήνα 1916, σελ. 28-33. Δ. Καρανίκας, Εγχειρίδιον ποινικού δικαίου, τ. Β' Αθήνα
1955, σελ. 196. Χρ. Σγουρίτσας, Συνταγματικόν δίκαιον, τ. Β', Αθήνα 1964, σελ. 120-128.
6
Α. Φυτράκης, ό.π, σελ. 14.
221

γυναικών τόσο στην Ανατολή , όσο και στη Δύση . Οι μοναχές ασκούνταν με τους
ίδιους κανόνες που εφάρμοζαν και οι άνδρες μοναχοί. Αναφορά επίσης έχουμε για
9
κοινές μονές, για μονές δηλαδή που συμβιώνουν άνδρες και γυναίκες . Ο
10
Ιουστινιανός απαγόρευσε τη «συγκατοίκηση» αυτή και υποχρέωσε σε μετάβαση
είτε σε νεοϊδρυθείσες μονές είτε σε ήδη υπάρχουσες αμιγώς ανδρικές ή γυναικείες
κατά περίπτωση. Τις «κοινές μονές» απαγόρευσε αργότερα και η ζ' οικουμενική
σύνοδος".
Υπαγωγή
Ανάλογα με την Αρχή στην οποία υπάγονταν οι μονές χωρίζονταν σε
Επαρχιακές ή Ενοριακές (που υπάγονταν σε επίσκοπο ή μητροπολίτη) και σε
Πατριαρχικές ή Σταυροπηγιακές, (που υπάγονταν στον Πατριάρχη). Στην τελευταία
κατηγορία εντάσσονται και οι Βασιλικές μονές, όπου την ίδρυση ή τη συντήρηση
τους αναλάμβανε ο αυτοκράτορας.
Η υπαγωγή των επαρχιακών ή ενοριακών μονών και των μοναχών τους στον
«επιχώριο» επίσκοπο θεσπίστηκε ήδη από την δ' οικουμενική σύνοδο . Στις
ιεροτελεστίες της μονής μνημονεύεται το όνομα του επισκόπου13. Αυτός δίνει την
άδεια για την ίδρυση νέων μονών14 και χειροτονεί πρεσβύτερους και διακόνους στις
μονές της αρμοδιότητας του.
Οι μονές που ανήκουν στις πατριαρχικές ή σταυροπηγιακές μονές υπάγονται
στον εκάστοτε Πατριάρχη ή στον Αρχιεπίσκοπο Αυτοκέφαλου Εκκλησίας ή στην
Ιερά Σύνοδο Αυτοκέφαλου Εκκλησίας. Σταυροπηγιακές ονομάζονται γιατί κατά την
έναρξη της οικοδόμησης τους τοποθετείται στα θεμέλια τους σταυρός, σταλμένος

7
«Παρθένοι», στην τάξη των οποίων κατατάχτηκε ως μοναχή η αδελφή του Μ. Αντωνίου. Κ. Ράλλης,
ό.π.,σελ. 177-178.
8
Επί του Μεδιόλανου Αμβρόσιου υπήρχε χάριν των μονάζουσων Sacrarium Virginiatis στη Βονωνία.
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 177-178.
9
Στον κανόνα κ' της ζ' οικουμ. συνόδ. γίνεται λόγος για «διπλά μοναστήρια». Γι' αυτά υπάρχουν δυο
απόψεις, είτε ότι ήταν δύο διαφορετικές μονές πολύ κοντά όμως η μία στην άλλη, είτε ότι ήταν μία και
μόνη μονή, στην οποία συνδιέτριβαν άνδρες και γυναίκες, συγγενείς όμως μεταξύ τους. Η δεύτερη
άποψη είναι και η πιο πιθανή. Ι. Φωκυλίδης, «Περί μοναχισμού», Εκκλησιαστικός Φάρος, Ιθ' (1920),
σελ. 250-251. Κατά τον 19° αιώνα παρατηρούνται πάλι γυναίκες μοναχές σε ανδρικές μονές όπως
φαίνεται από τα στοιχεία που θα παρατεθούν. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 146, 148.
10
Νεαρά ρκγ. Κεφάλαιο λστ. Ι. Φωκυλίδης, ό.π., σελ. 252-254.
11
Καν. κ' της ζ'οικουμ. συνόδ. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 147-148.1. Φωκυλίδης, ό.π., σελ. 270.
12
Κανόνες δ' & η'. Ι. Φωκυλίδης, ό.π., σελ. 2272-273.
13
«Την τελευταία περίοδο της βυζαντινής ιστορίας, ιδρύονται όλο και περισσότερες μονές
ανεξάρτητες απ' τον επίσκοπο της περιοχής τους, οι σταυροπηγιακές μονές...» Γ. Καραγιαννόπουλος,
ό.π., σελ. 150.
14
Καν. δ' της δ' οικουμ. συνόδ. Ι. Φωκυλίδης, ό.π., σελ. 273.
222

από τον Πατριάρχη. Δικαίωμα ίδρυσης σταυροπηγίων έχει ο Πατριάρχης σε όλες τις
επισκοπές που υπάγονται σε αυτόν. Στις σταυροπηγιακές μονές μνημονεύεται το
όνομα του Πατριάρχη στις ιερές ακολουθίες και όχι του κατά τόπου επισκόπου. Η
εποπτεία της μοναστηριακής διοίκησης, η άσκηση της πειθαρχικής εξουσίας και η
επιβολή των ποινών γίνεται όχι από τους κατά τόπους αρχιερείς αλλά από τον
Πατριάρχη, ο οποίος έχει το δικαίωμα να αναθέσει την άσκηση των δικαιωμάτων του
στον Έξαρχο ή στον ηγούμενο καθώς και στους επιτετραμμένους των τμημάτων της
μοναστηριακής σφραγίδας (συμβούλους) ή στην κοινότητα των πατέρων. Οι
χειροτονίες πρεσβυτέρων και διακόνων γίνονταν, ύστερα από την έκδοση
πατριαρχικών σιγιλίων, από αρχιερέα τον οποίο υποδείκνυε ο ηγούμενος της μονής.
Θα έπρεπε λοιπόν αυτός να φέρει έγγραφο με πατριαρχική και συνοδική άδεια. Οι
ηγούμενοι των σταυροπηγιακών μονών απευθύνονται στον Πατριάρχη. Οφείλουν να
παρέχουν ετησίως στο Πατριαρχείο που υπάγονται προς δήλωση υποταγής ποσότητα
χρημάτων ή άλλων πραγμάτων15 (λάδι, κερί, τυρί κ.λ.π.). Ο κατά τόπον αρχιερέας δεν
μπορεί να απαιτήσει ανάλογες παροχές. Ο ηγούμενος λαμβάνει προνόμια κατ'
ευθείαν από τον Πατριάρχη. Στα προνόμια αυτά ανήκει το δικαίωμα που έχει ο
ηγούμενος να φοράει σε εορτάσιμες μέρες «μανδύα» και να κρατάει «πατερίτζαν»1 .

Στις πατριαρχικές μονές ανήκαν και οι κτητορικές. Με τον όρο αυτό νοούνται
οι μονές ή οι ναοί που η οικοδόμηση τους ανήκει σε φυσικά πρόσωπα, τα οποία
διατηρούν το δικαίωμα κυριότητας τους και οι οποίες προστατεύονταν από το
κτήτορά τους ή τους απογόνους του.
Βασιλικές μονές ονομάζονταν αυτές που ιδρύθηκαν από βυζαντινούς
αυτοκράτορες. Αυτές με χρυσόβουλο απαλλάσσονταν από κάθε είδους φόρο από το
17
κράτος . Με ειδικούς κανονισμούς εξήρετο η προνομιακή θέση τους. Η εποπτεία
των μονών ανήκε στον Πατριάρχη. Η μοναστηριακή αδελφότητα εξέλεγε τον
ηγούμενο, ο οποίος μπορούσε να χειροτονεί ιερομόναχους τους μοναχούς της μονής
του. Ο Πατριάρχης ανέθετε την εποπτεία των Βασιλικών μονών στους Εξάρχους.
Διαβίωση
Σύμφωνα με τον τρόπο διαβίωσης των μοναχών τους οι μονές διακρίνονται σε
κοινοβιακές και ιδιόρρυθμες.

15
Π. Κονόρτας, ό.π., σελ. 383. Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 180. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 131.
16
Κ. Ράλλης, ό.π, σελ. 178-181.
17
S. Runciman, ό.π, τ. Α', σελ. 149.
223

Κοινοβιακές, είτε είναι επαρχιακές είτε σταυροπηγιακές, καλούνται οι μονές


στις οποίες οι μοναχοί ζουν «κοινά». Λαμβάνουν από τη μονή τον ιματισμό τους και
την υπόδηση τους, είτε σε είδος είτε σε χρήμα και συνεστιάζονται, επειδή δεν έχουν
ιδιωτική περιουσία, όλα όσα αποκτούν περιέρχονται στη μονή 18 .
Αργότερα, σε όλες τις μονές του Ελληνικού Βασιλείου η διατροφή και η
θέρμανση των μοναχών και των δοκίμων δίνονταν σε είδος κατά την περίοδο της
συγκομιδής των καρπών και για όλο το χρόνο. Τα αποθηκευμένα προϊόντα
φυλάσσονταν από τον οικονόμο της μονής, ο οποίος τα διένειμε ανάλογα υπό την
επίβλεψη του ηγουμένου. Ο διορισμός οικονόμου στη μονή είναι υποχρεωτικός και
γίνεται είτε από τον ηγούμενο της μονής είτε από τον αρμόδιο επίσκοπο είτε από τον
μητροπολίτη1 . Για τις υπόλοιπες βιοτικές ανάγκες παρεχόταν χρηματικό επίδομα, το
οποίο ποίκιλε ανάλογα με το αξίωμα και τη μονή 20 .
Ιδιόρρυθμες είναι οι μονές, στις οποίες οι μοναχοί μπορούν να έχουν
προσωπική περιουσία (δεν ισχύει η αρχή της ακτημοσύνης) παρασκευάζουν την
τροφή τους ο καθένας μόνος του μέσα στο κελί του, και μόνο τις Κυριακές και τις
γιορτές συντρώγουν '.
Η περιουσία των μοναχών στις ιδιόρρυθμες μονές συνίστατο σε περιορισμένο
αριθμό κατοικίδιων ζώων (όχι πάνω από δέκα για κάθε είδος ). Στην επικαρπία της
μισής κληρονομιάς, κληροδοσίας ή δωρεάς που περιερχόταν σε αυτούς. Σε όσα
απέκτησαν από τη δουλειά τους. Στην προσωπική και αποκλειστική για όλη τη ζωή
τους κάρπωση τριών ως πέντε στρεμμάτων μοναστηριακής γης .
Ιδιόρρυθμες μονές απαντώνται ήδη από τον 14° αιώνα. Η πρώτη ιδρύθηκε στο
Άγιο Όρος . Για τη μετατροπή του κοινοβίου σε ιδιόρρυθμο και το αντίστροφο
αποφαίνεται η αρμόδια εκκλησιαστική Αρχή.
Τα μετόχια ανήκουν σε μονή, γι' αυτό δεν μπορούν να συστήσουν αυτοτελή
μονή, αλλά εξαρτώνται από αυτήν και αποτελούν μέρος συνολοκληρωτικό της

18
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 144-145.
19
Καν. ια' της ζ' οικουμ. συνόδ.
20
Έτσι στις περισσότερες μονές του Βασιλείου, παρεχόταν στους απλούς μοναχούς το πόσο των 15
δρχ., στους ιερομόναχους όπως και στους μοναχούς της μονής Πετράκη, στην Αθήνα, 30 δρχ., στους
συμβούλους 50 δρχ., εκτός των συμβούλων των μονών Μ. Σπηλαίου, Πεντέλης, Πετράκη και Όσιου
Λουκά, οι οποίοι έπαιρναν 80 δρχ., οι ηγούμενοι λάμβαναν το ποσό των 70 δρχ., εκτός από τους
ηγούμενους των τεσσάρων προαναφερθεισών μονών, οι οποίοι λάμβαναν 120 δρχ.(Γ.Ε.Τ. νομ. άρθρο
17). Κ. Ράλλης, ό.π, σελ. 184.
1
S. Runciman, ό.π, τ. Α', σελ. 160.
22
Κ. Ράλλης, ό.π, σελ. 184.
224

περιουσίας της από την οποία εξαρτώνται. Η άμεση διοίκηση εναπόκειται στη νόμιμα
καθιστάμενη αρχή που βρίσκεται στη μονή. Όσα από αυτά βρίσκονται σε μακρινή
απόσταση και δεν είναι δυνατόν να επιτηρούνται από αυτή την Αρχή διοικούνται από
μοναχό, ο οποίος αποστέλλεται ειδικά από το οικείο μοναστηριακό συμβούλιο για
ορισμένο χρόνο, μόνος ή με συνοδεία άλλου, για να επιστατεί στο μετόχιο,
ενεργώντας πάντα κατά παραγγελία του προεστώτος συμβουλίου. Όπου εντός των
μετοχιών υπάρχουν ιεροί ναοί, αυτοί χρησιμοποιούνται ως ιδιαίτερα ευκτήρια του
24
κατά καιρούς απεσταλμένου ή απεσταλμένων από τη μονή μοναχών . Το μετόχιο δεν
έχει τα προνόμια που έχει η κυρίαρχη μονή. Το φαινόμενο των μετοχιών συναντάται
κυρίως στις μονές του Άγιου Όρους, οι οποίες μπόρεσαν με τη δυνατότητα αυτή να
έχουν μονίδρια εκτός του Αγίου Όρους. Οι μοναχοί των «εξαρτημάτων» (μετοχιών)
λογίζονται αδελφοί της κυρίαρχης μονής, στην οποία οφείλουν να ευπειθούν και να
υποτάσσονται απροφάσιστα στην εκτέλεση νομικών κελευσμάτων23. Τα μετόχια θα
πρέπει να τηρούν μοναχολόγιο των μοναχών τους καθώς και ειδικό βιβλίο δοκίμων,
τα οποία επιθεωρούνται κάθε χρόνο από την κυρίαρχη μονή. Η επικαρπία των
καλλιεργούμενων κτημάτων γύρω από τα μετόχια ανήκει σε αυτούς. Οφείλουν να
καταβάλλουν στη μονή που ανήκουν δοσίματα. «Η καταβολή του τριμεριδίου των
κελιών και των ειδικών δοσιμάτων των σκητών γίνεται σε νόμισμα οριζόμενο από τα
σιγίλια που καθορίζουν τις σχέσεις των «εξαρτημάτων» από τις κυρίαρχες μονές»26.
Άβατο ή όχι

Ανάλογα με το τυπικόν που ισχύει στις μονές σχετικά με το πόσο ελεύθερα


μπορεί να εισέλθει κάποιος στη μονή ή όχι εντάσσονται σε δύο κατηγορίες' σε αυτές
τις μονές που τηρείται αυστηρά το «άβατο» και σε αυτές που δεν τηρείται αυστηρά.

S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 160.


24
Η γέννηση του θεσμού του μετοχίου ανάγεται πιθανώς στους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους, όταν
οι πιστοί ανήγειραν ναούς και αφιέρωναν ακίνητα, αποδίδοντας αυτά στη Χριστιανική κοινότητα προς
εκπλήρωση των σκοπών της και τη διατροφή των μελών της από τα εισοδήματα των αφιερωμάτων.
Μεγάλη σημασία έχει για το θεσμό και η ακτημοσύνη των μοναχών και η εισφορά στη μονή κάθε
περιουσιακού τους στοιχείου πριν και μετά την κουρά τους. Θ.Κ. Κοζύρης, «Το μετόχιον εις το
βυζαντινόν δίκαιον», Βυζαντιναί Μελέται, τ. Δ' Αθήνα 1994, σελ. 112-136.
25
Καταστατικό Α. Ο., άρθρο 134 . Π. Χρήστου, Το Άγιον Όρος εν τω παρελθόντι και εν τω παρόντι.
{(Αθωνική Πολιτεία», Θεσσαλονίκη 1963, σελ. 16-17.
26
Π. Χρήστου, ό.π., σελ. 21. Καταστατικός Α.Ο. άρθρο 137.
225

Στις ανδρικές μονές που ίσχυε το άβατο απαγορευόταν η είσοδος και η


εισαγωγή γυναικών, νέων αγένειων (σπανών), ευνούχων, παντός είδους θηλυκού
ζώου και ανθρώπων αγνώστων και υπόπτων .
Στις γυναικείες μονές απαγορευόταν η είσοδος στους άνδρες, στους
ευνούχους καθώς και ο ενταφιασμός ανδρών στη μονή. Και στις δυο περιπτώσεις
(ανδρικών και γυναικείων μονών), οι παραβάτες απειλούνταν με εκκλησιαστικές
28
κυρώσεις (αφορεσμό) .
Κατ' εξαίρεση επιτρεπόταν η είσοδος σε άνδρες σε γυναικείες μονές στις
περιπτώσεις: επίσκεψης συγγενών των μοναζουσών, γιατρών για θεραπεία νοσούσης
μοναχής, ιερέων για την τέλεση των ιεροτελεστιών, επισκόπων, εργατών για την
9Q

εκτέλεση οικοδομικής ή άλλης εργασίας εντός της μονής .


Τα διατάγματα του 1833-1834
Η διάκριση των μονών σε διατηρούμενες και διαλυμένες προκύπτει ύστερα
από τα β. διατάγματα (7-10-1833, 9/3/1834) του Όθωνα το οποίο όριζε την
κατάργηση όλων των μονών που είχαν λιγότερους από έξι μοναχούς. Όσες μονές
διέθεταν περισσότερους από έξι μοναχούς θα συνέχιζαν τη λειτουργία τους ενώ όλες
οι υπόλοιπες θα διαλύονταν. Για τις διαλυμένες μονές το διάταγμα όριζε πως οι
μοναχοί θα μετατίθενται σε διατηρούμενες μονές σύμφωνα με την επιλογή του
καθενός καθώς και με την έγκριση του οικείου επισκόπου. Η ακίνητη περιουσία της
μονής θα εκμισθώνεται, ενώ η κινητή θα μεταφέρεται από τους μοναχούς στη νέα
μονή ή θα εκποιείται προς όφελος του Μοναστηριακού Ταμείου. Ο μοναχός που έχει
το δικαίωμα της επικαρπίας σε κάποιο ακίνητο της διαλυθείσας μονής θα διατηρεί το
δικαίωμα αυτό για όλη του τη ζωή .
Κάθε μια από τις διατηρούμενες μονές δεν μπορεί να έχει περισσότερους από
είκοσι μοναχούς: τον ηγούμενο, έξι πρεσβύτερους, τέσσερις διακόνους και εννιά
μοναχούς, δόκιμους όχι περισσότερους από πέντε . Κάθε νέα κουρά απαγορεύεται
στις διατηρούμενες μονές, εκτός αν ο αριθμός μειωθεί αρκετά. Όταν ο αριθμός των
μοναχών κατέλθει σε τρεις, η μονή διαλύεται και οι τρεις αυτοί μοναχοί μετατίθενται
27
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 191.
28
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 192.
29
Π. Παναγιωτάκος, «Περί κανονικού τρόπου τελέσεως μοναχικής κουράς επί γυναικών», Νέα Σιών,
τ.52, (1957), σελ. 174-175. Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 192-193
30
Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 132-144.
226

σε κάποια από τις μόνιμες μονές. Τέλος για τις γυναικείες μονές ο αριθμός των
32
μοναζουσών οριζόταν σε δέκα μοναχές και δύο δόκιμες .
33
Με άλλο β. διάταγμα (26-4-1834) γινόταν λόγος για τις κτητορικές μονές.
Σύμφωνα με αυτό το διάταγμα όποιος διαθέτει αποδεδειγμένα δικαιώματα
κυριότητας σε ιδιωτικές (κτητορικές) μονές και ναούς τα διατηρεί ανενόχλητα. Η
διάταξη αυτή αφορά μονές και ναούς που ανήκαν σε φυσικά πρόσωπα και όχι σε
άλλη αυτοκέφαλη εκκλησία ή νομικά πρόσωπα. Όσο γι' αυτά που δόθηκαν σε
δημόσια χρήση, έγιναν ενοριακά και έπαψαν οι κάτοχοι τους να αξιώνουν
δικαιώματα κυριότητας.
Μονές με καθορισμένο αριθμό μοναχών
Αργότερα με νόμο καθιερώθηκαν μονές με καθορισμένο αριθμό μοναχών.
Σύμφωνα με αυτόν το νόμο οι μονές κατατάσσονταν σε αυτές που είχαν
συγκεκριμένο αριθμό μοναχών και δε μπορούσαν να τον υπερβούν και σε αυτές που
μπορούσαν να διαθέτουν όσους μοναχούς επιθυμούσαν 5 . Ο αριθμός των μοναχών σε
κάθε μονή οριζόταν σύμφωνα με τις προσόδους και την περιουσία της. Για τον
καθορισμό του αριθμού των μοναχών και των δοκίμων, το μοναστηριακό συμβούλιο
όφειλε εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση του εκτελεστικού του νόμου Δ' να
στείλει στο διοικητικό συμβούλιο του Γ.Ε.Τ. τα στοιχεία των κτημάτων της μονής και
την ετήσια πρόσοδο τους, τον αριθμό των μοναχών και των δοκίμων, καθώς και τις
ηλικίες τους. Τέλος στοιχεία για τα χρηματικά κεφάλαια, τα χρεόγραφα και τα
προσοδοφόρα ζώα. Βάσει αυτών το Δ.Σ. του Γ.Ε.Τ. αποφάσιζε τον οριστικό αριθμό
των μοναχών και των δοκίμων της κάθε μονής. Σε όλες τις μονές της επικράτειας
πρέπει να τηρείται μοναχολόγιο. Στο βιβλίο αυτό, στο οποίο ορίζεται ειδικό φύλλο
για κάθε μοναχό, σημειώνεται η ηλικία του μοναχού, η καταγωγή του, το επάγγελμα
που ασκούσε πριν γίνει μοναχός, ο χρόνος και ο τόπος της δοκιμασίας του, ο χρόνος
της κουράς του, η πιθανή περιουσία που πρόσφερε στη μονή της μετανοίας του, εάν
ήταν έγγαμος ή άγαμος, η μονή από την οποία τυχόν προήλθε, η παιδεία του, ο
ιερατικός του βαθμός, το αξίωμα που έτυχε στη μονή, αν δηλαδή υπήρξε ηγούμενος ή

31
'Οπως φαίνεται από τα στοιχεία που θα παρατεθούν σε άλλο κεφάλαιο υπάρχουν και εξαιρέσεις,
μονή Μ. Σπηλαίου, των Ταξιαρχών στο Αίγιο, κλπ..
32
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 195. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 221-222.
33
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ 71. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 134.
34
Γ.Ε.Τ. νόμ. αρθρ. 7.
227

μέλος του μοναστηριακού συμβουλίου. Σημειώνονται επίσης πιθανές μεταβολές


στους μοναχούς. Αντίγραφα στέλνονταν από τα μοναστηριακά συμβούλια στο
Διοικητικό Συμβούλιο του Γ.Ε.Τ.

β. Η διοίκηση των μονών

Μοναστηριακό συμβούλιο
Τόσο η διοίκηση όσο και η διαχειριστική μέριμνα κάθε μονής, γίνεται από το
μοναστηριακό συμβούλιο, το οποίο είναι η μοναστηριακή αρχή. Καμία πράξη της
μονής δεν έχει κύρος, αν γίνει χωρίς την γνωστοποίηση της και τη συγκατάθεση των
συμβούλων αυτής . Το συμβούλιο αποτελείται από τον ηγούμενο και δύο μέλη .
Η σύσταση του Μοναστηριακού Συμβουλίου πραγματοποιείται με την εκλογή
του συμβουλίου από τους πατέρες της μονής. Δικαίωμα ψήφου έχουν, σύμφωνα με το
Μοναστηριακό Κανονισμό, σε μονές με περισσότερους των έξι και λιγότερους των
είκοσι μοναχών, αυτοί που έχουν καρεί προ τριετίας το λιγότερο. Για μονές με
περισσότερους των είκοσι μοναχών, δικαίωμα ψήφου έχουν αυτοί που έχουν καρεί
προ εξαετίας. Με βάση αυτές τις προϋποθέσεις το μοναστηριακό συμβούλιο
συντάσσει ονομαστικό κατάλογο από το μοναχολόγιο της μονής αυτών που έχουν
δικαίωμα ψήφου 38 .
Ως ηγούμενος και ως σύμβουλοι στη μονή μπορούν να εκλεγούν μόνο οι
μοναχοί της μονής στην οποία γίνεται η εκλογή. Σε μονές με περισσότερους των
τριών μοναχών και λιγότερους των είκοσι δικαίωμα να εκλέγουν έχουν οι τυχόντες
την κουρά τουλάχιστον προ τριετίας. Σε μονές με περισσότερους των είκοσι μοναχών
το δικαίωμα το έχουν αυτοί που έχουν καρεί τουλάχιστον προ εξαετίας. Επίσης αυτοί
που γνωρίζουν ανάγνωση και γραφή. Μετά τη λήξη της πενταετούς θητείας τους
μπορούν να υποβάλουν υποψηφιότητα εκ νέου. Ο ηγούμενος προέρχεται από την
τάξη των ιερομόναχων και μόνο σε περίπτωση ανάγκης μπορεί να προέλθει από την
τάξη των ιεροδιάκονων ή των μοναχών. Τέλος οι έχοντες την ελληνική ιθαγένεια.

35
Γ.Ε.Τ. νόμος αριθμ. 3414, από 16/11/1909, αρθρ. 14. Α. Μάμουκας, ό.π., σελ 77-81. Κ. Ράλλη, ό.π.,
σελ. 197-198.
36
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ.14-15. Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 198-199.
37
Κ. Ράλλης, «Περί της των μοναστηριακών συμβουλίων καταστάσεως», Επιστημονική Επετηρίς τον
Αθήνησι Πανεπιστημίου, τ. 18 (1921/1922), σελ. 101-102. Α. Χριστοφιλόπουλος, ό.π. 200-204.
38
Κ. Ράλλης, Περί της των μοναστηριακών.,., ό.π., σελ. 110-115.
228

Την εκλογή του μοναστηριακού συμβουλίου εντέλλεται ο αρμόδιος


επίσκοπος, που ορίζει τη μέρα της εκλογής ώστε η αντικατάσταση του νέου
συμβουλίου να γίνει τη μέρα της λήξης της θητείας του παλιού. Η έγκυρη
κοινοποίηση στη μονή για τη μέρα της εκλογής να γίνει γνωστή σε όσους έχουν
δικαίωμα ψήφου είτε αυτοί βρίσκονται εντός μονής είτε εκτός. Να εκδικαστούν τυχόν
υποβληθείσες ενστάσεις. Να διεξαχθεί δεύτερη εκλογή, αν ακυρωθεί η πρώτη. Σε
περίπτωση καθυστέρησης υποβολής μοναστηριακού προϋπολογισμού ή
απολογισμού, δίνεται το δικαίωμα στην Ιερά Σύνοδο, να απολύει και να αντικαθιστά
39
το μοναστηριακό συμβούλιο .
Περί της εκλογής
Πριν από την εκλογή του μοναστηριακού συμβουλίου τελείται εκκλησιαστική
τελετή μετά το πέρας της θείας λειτουργίας, με συγκεκριμένο τυπικό 40 . Στο ναό
παραμένουν μόνο όσοι έχουν δικαίωμα ψήφου. Ημέρα εκλογής ορίζεται η Κυριακή ή
άλλη γιορτή. Την εκλογή διευθύνει πενταμελής επιτροπή για μονές με περισσότερους
των είκοσι μοναχών, ή τριμελής για μονές με είκοσι ή λιγότερους μοναχούς. Την
τριμελή επιτροπή αποτελούν ο ηγούμενος και δύο μοναχοί, (ο αρχαιότερος και ένας
ορισμένος από τον επίσκοπο). Την πενταμελή επιτροπή αποτελούν ο ηγούμενος, οι
δύο πιο ηλικιωμένοι μοναχοί της μονής, καθώς και δύο ορισμένοι από τον αρμόδιο
επίσκοπο. Καθήκοντα γραμματέα στην επιτροπή τελεί ο νεότερος μοναχός της μονής.
Ο K.M. (Κανονισμός των Μοναστηριών, διάταγμα από 28/7/1858) ρυθμίζει την
εκδίκαση πιθανών ενστάσεων, μετά το πέρας της εκλογής.

Κατά τη διάρκεια της εκλογής δεν επιτρέπεται να βρίσκεται στο χώρο της
μονής ο επίσκοπος. Η εκλογή του συμβουλίου γίνεται με φανερή ψηφοφορία ως εξής:
ο μοναχός που έχει το δικαίωμα ψήφου προσέρχεται στη μονή και δηλώνει τα
ονόματα αυτών που θεωρεί ικανούς για ηγούμενο και συμβούλους. Αν γνωρίζει
γράμματα, γράφει ο ίδιος στο πρωτόκολλο που υπάρχει για την εκλογή τα ονόματα
που προτείνει και τέλος υπογράφει. Αν δεν γνωρίζει, πιστοποιείται η βούληση του με
την ύπαρξη δυο μαρτύρων, οι οποίοι υπογράφουν το πρωτόκολλο αντ' αυτού. Οι
μάρτυρες δεν μπορούν να προέρχονται από την επιτροπή που διεξάγει την εκλογή .

Κ. Ράλλης, Εγχεψίδιον..., ό.π., σελ. 201-202. Α. Χριστοφιλόπουλος, ό.π., σελ. 202-203.


40
Α. Μάμουκας, ό.π. σελ. 14-16. Κ. Ράλλης, Περί της των μοναστηριακών..., ό.π., σελ. 118-122.
4
' Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιον..., ό.π., σελ. 205.
229

Το όνομα του ψηφοφόρου καθώς και η επιλογή του καταγράφονται από το


γραμματέα της επιτροπής στο πρωτόκολλο. Μετά την καταμέτρηση των ψήφων
συντάσσεται κάτωθεν του πρωτοκόλλου πράξη, η οποία δηλώνει τον αριθμό των
ψηφισάντων καθώς και τις ψήφους που έλαβε κάθε υποψήφιος. Η πράξη αυτή
υπογράφεται από όλα τα μέλη της επιτροπής και σφραγίζεται με τη μοναστηριακή
σφραγίδα. Σε μονές που υπάρχουν έξι μοναχοί, από τους οποίους οι τρεις είναι
αγράμματοι, στέλνει ο επίσκοπος ως μάρτυρες άτομα της εμπιστοσύνης του, για να
πιστοποιήσουν τη βούληση αυτών που ψηφίζουν. Το μοναστηριακό συμβούλιο
εκλέγεται με σχετική πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας η ανάδειξη γίνεται με
κλήρο 42 .
Ο ηγούμενος και οι σύμβουλοι εκλέγονταν αρχικά ετησίως,43 αργότερα για
μια πενταετία. Εκπίπτουν από το αξίωμα τους αν διαπράξουν πράξη κολαζόμενη από
τους κανόνες ή καταδικαστούν για κακούργημα. Σε περίπτωση που παραπεμφθούν
για κακούργημα ή προφυλακιστούν, δεν εκπίπτουν από τη θέση τους, αλλά
αντικαθίστανται προσωρινά. Μπορεί να διαταχθεί η παύση τους από την Ι.Σ., ύστερα
από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Γ.Ε.Τ., αν καθυστερήσουν πέραν του
ενός μηνός την υποβολή του μοναστηριακού προϋπολογισμού ή απολογισμού.
Μπορούμε να έχουμε εκλογή του μοναστηριακού συμβουλίου από την
αρμόδια εκκλησιαστική αρχή. Ο αρμόδιος επίσκοπος μπορεί να διορίσει ηγούμενο
και συμβούλους τους ικανότερους μοναχούς της μονής, όταν δεν είναι δυνατή η
ελεύθερη εκλογή σε αυτή λόγω της μη ύπαρξης έξι μοναχών με το δικαίωμα της
ψήφου. Με τη λήξη της πενταετούς θητείας τους και αν η μονή δεν πληροί την
προϋπόθεση των έξι μοναχών (πάλι) ή αντικαθίστανται από άλλους ή
επανατοποθετούνται για νέα πενταετία στις θέσεις τους. Πάντα όμως η έγκριση του
αρμόδιου επισκόπου είναι υποχρεωτική.
Οι αρμοδιότητες του συμβουλίου
Στις αρμοδιότητες του μοναστηριακού συμβουλίου ανήκει και η «μεταπομπή»
σε άλλη μονή. Μεταπομπή μοναχού, ηγούμενου ή σύμβουλου είναι η αποστολή του
από τη μονή της μετανοίας του σε άλλη προς βελτίωση της. Η μεταπομπή του
συγκεκριμένου προσώπου θα πρέπει να γίνει ύστερα από άδεια του επισκόπου. Σε

42
Κ. Μουρατίδης, ό.π., σελ. 80-81. Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιο^..., ό.π., σελ. 205-206. Α.
Χριστοφιλόπουλος, ό.π., σελ. 202-204.
43
Α. Μάμουκας, ό.π. σελ. 27.
230

οποιαδήποτε άλλη περίπτωση η απομάκρυνση από τη μονή της μετανοίας του


απαγορεύεται44. Για τη βελτίωση της μονής, στην οποία γίνεται η μεταπομπή, είναι
ανάγκη αυτός που μεταπέμπεται να είναι από τους διακρινόμενους για την ευλάβεια
και τη σεμνότητα του βίου του. Σκοπός της μεταπομπής είναι η βελτίωση είτε της
πνευματικής και ηθικής κατάστασης της μονής είτε της περιουσιακής διαχείρισης είτε
συνδυασμός των δύο προαναφερθέντων. Το δικαίωμα της μεταπομπής ανήκει στην
Ιερά Σύνοδο, της οποίας η πράξη είναι απαραίτητο να έχει εγκριθεί από το Υ.Θ.
(Υπουργείο παιδείας και θρησκευμάτων). Στην μεταπομπή είναι αναγκαία η
συγκατάθεση του αρμόδιου επισκόπου, στον οποίο υπάγεται ο μοναχός. Η
εγκατάσταση του μεταπεμπόμενου ως ηγούμενου ή συμβούλου γίνεται ύστερα από
την κοινοποίηση της έγκρισης της Ιεράς Συνόδου προς την αρμόδια εκκλησιαστική
αρχή ή τον επίσκοπο. Δεν υπάρχει πρόβλεψη από το ισχύον δίκαιο για την περίπτωση
που ο μοναχός δεν αποδεχθεί τη μεταπομπή του σε άλλη μονή. Η διάρκεια της
καθορίζεται μέχρι να επιβεβαιωθεί από τα αρμόδια όργανα η βελτίωση της μονής,
στην οποία έχει σταλεί ο μοναχός. Δεν επιτρέπεται όμως η διάρκεια της να είναι
μεγαλύτερη του ενός έτους. Ο μοναχός που μεταπέμπεται διατελεί ως μοναχός της
μονής της μετανοίας του. Δε γίνεται μέλος της αδελφότητας στη νέα μονή, αλλά μόνο
μέλος του μοναστηριακού συμβουλίου της, αν σταλεί ως ηγούμενος ή σύμβουλος.

Τίποτα δεν ορίζει ο K.M. περί προσωρινής κατάστασης ηγούμενου ή


συμβούλου. Αλλά το Υ.Ε (Υπουργείο των Εκκλησιαστικών) αποφάνθηκε ως εξής: 1)
στη θέση του ηγούμενου, προσωρινά εγκαθίσταται ο προηγούμενος ηγούμενος, αν δε
είναι πολλοί τη θέση αναλαμβάνει ο αρχαιότερος. 2) Τη θέση των συμβούλων
καταλαμβάνουν προσωρινά οι αρχαιότεροι της μονής ιερομόναχοι ή μοναχοί .

8.2 Οι προϋποθέσεις για την τέλεση της κουράς και η διαδικασία της

Η ιδιότητα του Μοναχού αποκτάται με τη μοναχική κουρά, η οποία είναι


θρησκευτική και όχι μυστηριακή τελετή, που τελείται δια «σταυροειδούς
αποκάρσεως της κόμης» του δοκίμου. Στα πρώτα (Παχωμιανά) κοινόβια, η εισδοχή
των μοναχών ήταν άτυπη και συντελείτο με την αποδοχή του υποψήφιου από τον

44
Καν. να' της ζ' οικουμ. σύνοδ., και καν. δ' της α' και ' β' λεγόμενης Οικουμενικής Συνόδου. Κ.
Ράλλης, Εγχειρίδιον..., ό.π., σελ. 210-213.
45
Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιον..., ό.π., σελ. 211-213.
231

ηγούμενο της μονής. Μαρτυρείται και σε αυτές τις μονές ως συνιστάμενη ή


επιβαλλόμενη η κουρά της κόμης, αλλά είχε χαρακτήρα μέτρου υγιεινής και
ταπεινοφροσύνης, και μόνο αργότερα κατέστη στοιχείο της ήδη καθιερωμένης
τελετής για την απόκτηση της μοναχικής ιδιότητας4 . Σύμφωνα με αυτή, παρέχεται
από τον «κυρωμένο» η μοναχική επαγγελία ενώπιον της μοναχικής αδελφότητας των
τριών υποσχέσεων ή ευχών, δηλαδή των υποσχέσεων της παρθενίας, της
ακτημοσύνης και της υπακοής .
Με τη παρέλευση των χρόνων τέθηκαν κάποιες προϋποθέσεις, οι οποίες δεν
υπήρχαν κατά τη γένεση του μοναχικού θεσμού. Σύμφωνα με αυτές της κουράς
προηγείτο δοκιμασία, κάποιου χρονικού διαστήματος, η οποία αρχίζει ευθύς από την
εισδοχή του προτιθέμενου να ασπασθεί το μοναχικό σχήμα στη μονή. Εκείνοι που
θέλουν να γίνουν μοναχοί «δεν πρέπει να γίνονται δεκτοί ανεξεταστέως και εκτός από
τον πρέποντα καιρόν και όρο του παραδοθέντος από τους θείους πατέρες, τότε πρέπει
να δίνεται η ομολογία και η υπόσχεση προς το Θεό, ως βέβαια και από γνώμης
ειδικής των γινομένη αφού τελειωθεί η κρίσης του λογικού αυτών» . Κατά εξαίρεση
ο αρμόδιος Μητροπολίτης ή Επίσκοπος μπορεί να μειώσει το χρόνο της,4 ή να
απαλλάξει εντελώς από αυτήν τον προτεινόμενο να καρεί50.

46
Παρθ. Πολάκης, «Το δίκαιον του εθίμου και η κουρά των κληρικών», Εκκλησιαστικός κήρυξ, Γ
(1919), σελ. 17.
47
Π. Παναγιωτάκος, Το δίκαιο των μοναχών, Αθήνα 1957, σελ 47-48. Α. Χριστοφιλόπουλος, Η
οργάνωση..., σελ. 127-129. Κ. Ράλλης, «Περί της αναγκαστικής ...», τ. 12 (1937), σελ. 326-328.
Παρθ. Πολάκη, ό.π., σελ. 17-18.
48
Κανόνας μ' της στ' οικουμ. σύνοδ. Η Σύνοδος αυτή όχι μόνο για την προκοπή της εκκλησίας και
των χριστιανών αλλά και για τη διάκριση του καλού και του κακού, θέλει να γίνονται μοναχοί από 10
ετών. Έδωσε όμως στους αρχιερείς τη δυνατότητα να την αυξήσουν. Η Α' και Β' Σύνοδο, (κανόνας ε'
της α' και β' οικουμ. σύνοδ.) ορίζει το χρόνο της δοκιμασίας σε τρία χρόνια, έτσι φτάνει ο δόκιμος σε
ηλικία σχεδόν κοντά σε αυτή που όρισε ο Μ. Βασίλειος, κατά την οποία μπορεί να διακρίνει αν μπορεί
να φυλάξει παρθενία ή όχι. Κ. Ράλλης, «Περί της αναγκαστικής ...», τ. 12 (1937), σελ. 329.
Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους Αθω, Άγιον Όρος 1931, [Κεφ. Ε' αρθρ. 93]. Η Ιερά Σύνοδος
απαγόρευσε στα συμβούλια, με ποινή αυστηρή, να κείρεται κανείς μοναχός αν δεν έχει υποστεί
προηγουμένως, σύμφωνα με τις εκκλησιαστικές και τις μοναστικές διατάξεις, (κανόνας ε' της α' και
β' οικουμ. σύνοδ., κανόνας ιθ' της ζ' οικουμ. σύνοδ., κανόνας μα' της στ' οικουμ. σύνοδ.), τριετή
δοκιμασία και δεν έχει συμπληρώσει το 25 έτος του. (άρθρο ΙΔ' νόμου 4-3-1859). Καταστατικό Χάρτη
του Αγίου Όρους Άθω, ό.π., [Κεφ. Ε' αρθρ. 93]. Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 175.
49
Σύντμηση του χρόνου της δοκιμασίας γίνεται λόγω υποκείμενης θανατηφόρου ασθένειας ή λόγω
πρότερου έντιμου βίου, οπότε η δοκιμασία είναι εξάμηνος, κανόνας ε' της α' και β' οικουμ. σύνοδ.
50
Αν αυτός είναι τελειόφοιτος ή πτυχιούχος Θεολογικής Σχολής ή απόφοιτος της Ριζάρειου
Εκκλησιαστικής Σχολής ή πτυχιούχος. Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 175.
232

Η ηλικία του προσερχόμενου για να περιβληθεί το μοναχικό σχήμα σύμφωνα


με τον Μ. Βασίλειο, ορίζεται στο δέκατο έκτο ή στο δέκατο έβδομο έτος 51 . Η εν
Καρθαγένη Σύνοδος επιτρέπει την καθιέρωση παρθένων, εφ όσον αυτοί έχουν
συμπληρώσει την ηλικία των 25 ετών»52. Με τη γνώμη του Μ. Βασιλείου τάσσεται
και η στ' οικουμενική σύνοδος (κανών μ'). Νεότερες πολιτικές διατάξεις ορίζουν
κατά χώρα διαφορετική ηλικία για τους προσερχόμενους στη μοναχική ζωή. Στον
ελλαδικό βασίλειο το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, απαιτείται ο υποψήφιος να έχει
συμπληρώσει το 21° έτος της ηλικίας του και να έχει δώσει τον όρκο του Έλληνα
πολίτη
Η αποδοχή κάποιου στη μονή προϋποθέτει και την ελεύθερη βούληση στην
άσκηση του μοναχικού βίου. Στη βυζαντινή ιστορία δεν είναι σπάνια τα
παραδείγματα απλών ατόμων καθώς και μελών της Βασιλικής οικογένειας τα οποία
για πολιτικούς λόγους εξαναγκάστηκαν να ασπασθούν το μοναχικό βίο 54 .
Εκτός από τα ανωτέρω κανένα άλλο προσόν δεν απαιτείται. Έτσι
οποιοσδήποτε μπορεί να καρεί μοναχός, άνδρας ή γυναίκα, λαϊκός ή κληρικός,
ιθαγενής ή αλλοδαπός, είτε έχει κάποιο σωματικό ελάττωμα, είτε έχει διαπράξει
κάποιο παράπτωμα ή έχει καταδικαστεί για οποιοδήποτε έγκλημα.
Βασική προϋπόθεση είναι, αυτός που επιθυμεί να γίνει μοναχός, να προταθεί
από κάποιον από τους μοναχούς υπό την επίβλεψη του οποίου πρόκειται να υποστεί

51
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177-178. S. Runciman, τ. Α', σελ. 147. Αμ. Αλιβιζάτος, Η κουρά των
κληρικών και των μοναχών κατά το κανονιστικόν δίκαιον της Εκκλησίας, τ. Β', Αθήνα 1925, σελ. 25-
27. Κ. Μωραΐτης, «Δόκιμος», Θ.Χ.Ε., τ. Β', Αθήνα 1934, σελ. 1381-1382.
52
(Ν. ΓΥΙΔ' - 1909 άρθρο 15). Για την είσοδο στη μονή, προκειμένου να υποστεί τη δοκιμασία,
απαιτείται η συμπλήρωση του εικοστού πρώτου έτους. Έτσι στις περισσότερες των περιπτώσεων ο
κειρόμενος πρέπει να διατρέχει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του. Κατά τη βυζαντινή
εκκλησιαστική νομοθεσία το όριο για την κουρά ορίσθηκε, μετά από διακυμάνσεις, από τη νομοθεσία
του Λέοντος ΣΤ' του Σοφού στο δέκατο έτος. Σε αυτούς που δεν είχαν συμπληρώσει το εικοστό
πέμπτο έτος της ηλικίας τους δεν επιτρεπόταν ούτε από τους ιερούς κανόνες ούτε από τους νόμους της
πολιτείας να γίνονται μοναχοί, γιατί για τον μοναχισμό δεν απαιτείται μόνο δια της ενηλικιότητας
προσκτώμενος τέλειος νους αλλά απαιτείται και δοκιμασία κανονική προς διαπίστωση αν μπορεί να
εγκαρτερεί στον άγαμο βίο. Αν επιθυμεί να γίνει κάποιος μοναχός πρέπει να έχει συμπληρώσει το 21
έτος του (να έχει γίνει ενήλικος), να φέρει αποδεικτικό πως είναι εγγεγραμμένος σε ένα δήμο του
κράτους και πως έχει δώσει τον όρκο του Έλληνα πολίτη. Γιατί κανείς δεν μπορεί να λάβει την κουρά
«εάν δεν είναι πολίτης Έλληνας και δεν έδωσε προηγουμένως το νενομισμένο όρκο του Έλληνα
πολίτη». Έπειτα γίνεται δεκτός στη μονή ως δόκιμος, δεν κείρεται αμέσως (Νεαρά. Ιουστιν. κεφ. Β').
Όταν εισέλθει στη μονή πρέπει να παραδοθεί πρώτα στη φροντίδα και τη δοκιμασία κάποιου αγαθού
και σώφρονα γέροντα ως υποτακτικός του, από τον οποίο θα διδαχθεί να διαβάζει και να γράφει. Α.
Αλιβιζάτος, Η κουρά των κληρικών και των μοναχών κατά το κανονιστικόν δίκαιον της Εκκλησίας, τ.
Β', Αθήνα 1925, σελ. 71-73.
53
Α. Χριστοφιλόπουλος, ό.π., σελ. 158-159.
54
S. Runciman, τ. Α', σελ. 147-148, 169. .Α. Χριστοφιλόπουλος, Θέματα εκκλησιαστικού βυζαντινού
δικαίου, Αθήνα 1953, σελ. 46.
233

τη δοκιμασία. Είναι ο λεγόμενος «γέρων», ο οποίος συνήθως ταυτίζεται με το


55
συμπαριστάμενο κατά την κουρά «ανάδοχο» . Τέλος πρέπει η δοκιμασία να γίνει
56
αποδεκτή από το μοναστηριακό συμβούλιο και το μητροπολίτη .
Η διαδικασία της κουράς
Η κουρά λαμβάνει χώρα σε ειδική πανηγυρική τελετή, κατά την οποία δίνεται
η τριπλή υπόσχεση, στην οποία έχει ήδη γίνει αναφορά. Επίσης πραγματοποιείται η
«σταυροειδής απόκαρση της κόμης». Η πράξη αυτή συμβολίζει την απόρριψη από το
κεφάλι τους κάθε κοσμικής φροντίδας και την αφιέρωση της ζωής τους στο Θεό. Η
υπόσχεση αυτή δίνεται στον ηγούμενο της μονής στην οποία «κείρεται» ή σε κάποιο
εντεταλμένο εκπρόσωπο του καθώς και ενώπιον της μοναστικής κοινότητας και του
αναδόχου του «χωρίς την υποταγή του μέλλοντος μοναχού σε κάποιο γέροντα, ο
οποίος θα αναλάβει τη φροντίδα της ψυχικής του σωτηρίας, δεν μπορεί κανείς να
καρεί μοναχός»57. Μετά την τελετή, ο προσερχόμενος γίνεται μέλος της
μοναστηριακής αδελφότητας.
Την κουρά πραγματοποιεί κληρικός με βαθμό τουλάχιστον πρεσβύτερου.
Όταν πρόκειται για γυναίκες την κουρά τελεί ο αρμόδιος επίσκοπος, στον οποίο
υπάγεται η μονή. Η διαδικασία αποδεικνύεται με έγγραφη βεβαίωση,
«διαβεβαιώσεως του οικείου μητροπολίτου, στηριζομένης εις υπεύθυνον δήλωσιν του
ηγούμενο- συμβουλίου ότι ούτος φέρεται εγγεγραμμένος εν τω μοναχολόγιω της
μονής». Η πιστοποίηση αυτή αποτελεί πλήρη απόδειξη της πράξεως της κουράς,
αλλά δεν είναι συστατικό στοιχείο αυτής. Η ιδιότητα του μοναχού υφίσταται ακέραια
από της μοναχικής κουράς, είναι δε ενιαία, της από του 9 ου αιώνα απαντώσης
διακρίσεως εις «μικρόσχημους» και «μεγαλόσχημους».
Αυτός που πρόκειται να υποστεί την κουρά, όπως καθιερώθηκε με την ίδρυση
του ελληνικού βασιλείου, είναι ανάγκη να δηλώσει ότι διατηρεί την αρχική του
απόφαση για την περιβολή του μοναχικού σχήματος. Η δήλωση αυτή πρέπει να είναι
απαλλαγμένη βίας. Να έχει συνείδηση των πραττομένων. Δεν επιτρέπεται να καρεί
κάποιος, ο οποίος δεν «νοεί το πραττόμενον» λόγω διανοητικής ασθένειας ή λόγω
του νεαρού της ηλικίας του. Γι' αυτό χρειάζεται να είναι ενήλικας ώστε να μην

55
Κ. Μωραΐτης, ό.π., σελ. 1381-1382.
56
Δ. Παπαχρύσανθου, Αθωνικός Μοναχισμός. Αρχές και οργάνωση, Αθήνα 1992, σελ. 28-29.
57
Κανόνας μγ' της στ' οικουμ. σύνοδ., κανόνας β' της α' και β' οικουμ. σύνοδ. Κ. Ράλλης, «Περί της
αναγκαστικής ...», σελ. 326-328. Α. Παπαδόπουλος, «Τινά περί της προς της Μοναχικής κουράς
δοκιμασίας κατά τι εν τη Ανατολική Ορθοδόξω Εκκλησία», Νέα Σιών, τ. ΜΗ', Αθήνα 1956, σελ. 12.
234

απαιτείται η συναίνεση του έχοντος την επιμέλεια. Να έχει δώσει τον όρκο του
Έλληνα πολίτη, να έχει υπηρετήσει στο στρατό ή να έχει νόμιμα απαλλαγεί από τις
υποχρεώσεις αυτές. Σε περίπτωση γάμου δε χρειάζεται συναίνεση της συζύγου αφού
και μετά την αποδοχή του μοναχικού βίου λύεται αυτοδικαίως ο γάμος 58 .
Η κουρά γίνεται χωρίς την καταβολή χρημάτων. Ο δοκιμαζόμενος που δεν
εκάρει μοναχός θεωρείται λαϊκός, και πρέπει να επανέλθει στην κοινωνία. Επίσης ο
μοναχός που δεν έχει υποστεί την τριετή δοκιμασία τιμωρείται εκκλησιαστικά59.
Αυτό που πρέπει τέλος να αναφερθεί είναι πως η κουρά έχει ορισμένες
συνέπειες τόσο στη σφαίρα του ιδιωτικού, όσο και στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου.
Και εν πρώτοις, ο μοναχός, που θεωρείται κατά κόσμο νεκρός και ο οποίος έδωσε
υπόσχεση ακτημοσύνης, νομικώς δεν μπορεί να έχει ατομική περιουσία. Η ήδη
υπάρχουσα περιέρχεται στη μονή της μετανοίας του. Ο μοναχός, όπως και οι
κληρικοί, απαγορεύεται να αναλάβει κοσμικές φροντίδες, έτσι δεν μπορεί να δεχθεί
εντολή ή πληρεξουσιότητα χάρη οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου
ενώπιον οποιασδήποτε Αρχής. Δεν επιτρέπεται να αναλάβει καθήκοντα συνηγόρου
σε πολιτική ή ποινική δίκη ενώπιον οποιουδήποτε πολιτικού η εκκλησιαστικού
δικαστηρίου. Απαγορεύεται να εγγυάται την πληρωμή χρεών, τη σύναψη, σύμβαση,
μίσθωση κτημάτων, τη διευθέτηση ξένων υποθέσεων υπέρ τρίτων προσώπων,
φυσικών ή νομικών, μη εξαιρουμένης και της μονής της μετανοίας του . Στερείται
του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι και της εξασκήσεως του επαγγέλματος του
εμπόρου. Η μοναχική ιδιότητα είναι ανεξάλειπτη, και τυχόν παραβίαση των
μοναχικών υποχρεώσεων συνεπάγεται ανάθεμα (αφορεσμό). Η εκούσια λοιπόν
παραίτηση της ιδιότητας αυτής δεν είναι δυνατή, αντίθετα προβλέπεται εξαιτίας
βαρέως παραπτώματος η αναγκαστική στέρηση αυτής. Απαγορεύεται στο μοναχό να
εγκαταλείπει τη μονή του χωρίς λόγο ή χωρίς την άδεια του ηγούμενου, σε αντίθετη
δε περίπτωση επαναφέρεται σε αυτήν. Μοναχός επιτρέπεται να διαμένει εκτός της
μονής του όταν έχει αναλάβει εκκλησιαστική υπηρεσία, διδασκαλική υπηρεσία, ή
χάρη σπουδών. Η απαγόρευση τόσο της εξόδου όσο και της εγκατάλειψης της μονής

58
Κ. Ράλλης, Εγχεφίδιον..., O.K., σελ. 173-174.
59
Κ. Ράλλης, Εγχεφίδιον..., ό.π., σελ. 174, 177.
60
Συνοδικές Εγκύκλιοι 30-9-1840, 6-9-1840, 28-11-1842, 10-6-1852, 15-6-1853, οι οποίες
στηρίζονται τόσο σε ιερούς κανόνες, (Αποστόλων στ', πα', κανόνες γ', δ', ζ' της δ' οικουμ. σύνοδ.,
κανόνας μστ' της στ' οικουμ. σύνοδ.), όσο και σε Αυτοκρατορικές Νεαρές (Νεαρ. Ιουστιν. ΡΚΓ', κεφ.
Ε' & ΣΤ'). Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 95-97.
235

της μετανοίας του μοναχού έχει θεσπιστεί από Οικουμενικές Συνόδους61.


Απαγορεύεται η περιοδεία μοναχών με ιερές εικόνες και ιερά λείψανα,
προφασιζόμενων αγιασμό των χριστιανών. Στην ουσία όμως γίνεται με σκοπό την
αργυ ρολόγια και την επαιτεία62. *
Ο μοναχός υποχρεούται να περιβληθεί το ειδικό μοναχικό ένδυμα, το
λεγόμενο μοναχικό σχήμα, να ζει κατά τρόπο σεμνό και η διαγωγή του να διέπεται
από αυστηρούς κανόνες. Κάθε παραβίαση συνεπάγεται κανονικές κυρώσεις. Επίσης
απαγορεύεται στο μοναχό να παρίσταται ως ανάδοχος σε βάπτισμα ή παράνυμφος
(κουμπάρος) σε γάμους. Η χειροτονία μοναχού σε πρεσβύτερο ή διάκονο, δεν τον
απαλλάσσει από τις επαγγελίες ή τις άλλες υποχρεώσεις που επιφέρει η μοναχική
κουρά 63 .
Οι ιεροδιάκονοι και οι ιερομόναχοι μπορούν να εκλεγούν σε αρχιερατικές
θέσεις. Τότε σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες λύνονται οι δοθείσες ευχές
(υποσχέσεις ) της υπακοής και της ακτημοσύνης. Σε περίπτωση τυχόν καθαίρεσης, ο
ιερομόναχος ή ο ιεροδιάκονος δεν επανέρχεται στην τάξη των λαϊκών αλλά στην
τάξη των μοναχών.
Τέλος, όσον αφορά αυτούς που επιθυμούν να ζήσουν ως αναχωρητές,
υποχρεώνονται ύστερα από τη μοναχική κουρά να ασκηθούν για ένα χρόνο στη μονή
της μετανοίας τους και στη συνεχεία να αφιερωθούν στον ερημητικό βίο, τον οποίο
δεν επιτρέπεται να εγκαταλείψουν χωρίς την άδεια του αρμόδιου επισκόπου.

8.3 Τα μοναστικά σχήματα

Σύμφωνα με τους μοναστηριακούς κανόνες οι μοναχοί διαιρούνται σε


χειροτονημένους και μη, σε ρασοφόρους, μικρόσχημους και μεγαλόσχημους.
Η πρώτη κατηγορία αφορά τους μοναχούς που διαιρούνται σε
χειροτονημένους (ιερομόναχους, ιεροδιάκονους) και μη. Παλαιότερα, για την
απερίσπαστη τήρηση του ασκητικού βίου, δεν επιτρεπόταν η ιεροσύνη στους

61
Κανόνας μστ' της στ' οικουμ. σύνοδ. Κ. Ράλλης, «Περί της αναγκαστικής ...», ό.π., σελ. 326-328.
62
Ιερά Σύνοδος 4-1-1834, Γραμματεία Επί των Εκκλησιαστικών 13-1-1834. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ.
234-235.
63
Γ. Α. Μομφεράτος, Το κληρονομικόν Δίκαιον των κληρικών και μοναχών εν Ελλάδι και Τουρκία,
Αθήνα 1890, σελ. 75-83. Ε. Νικολαΐδης, Περί της μοναχικής ακτημοσύνης εν τω κοινώ και τω ελληνικώ
Εκκλησιαστικώ Δικαίω, Αθήνα 1901, σελ. 47-48. Χρυσ. Νεαμονιτάκης, «Αι περιουσιακοί συνέπειαι
236

μοναχούς. Οι μοναχοί προσέρχονταν στους εγγύτερους ναούς όπου ο εφημεριακός


κλήρος τελούσε τις θείες λειτουργίες. Όταν οι μονές άρχισαν να ιδρύουν εντός τους
ναούς, χειροτονείτο ιερέας για την τέλεση των ιεροτελεστιών ο πνευματικός της
μονής ή ο ηγούμενος αυτής, αργότερα και άλλοι μοναχοί της μονής64.
Η δεύτερη διάκριση είναι αυτή που τους χωρίζει σε ρασοφόρους,
μικρόσχημους και μεγαλόσχημους. Η διάκριση αυτή από άποψη νομική ή κανονική
δεν έχει καμία σημασία. Στην αρχή το σχήμα των μοναχών ήταν ένα και μόνο, το
μεγάλο δηλαδή όπως γράφει ο Θεόδωρος ο Στουδίτης. Μερικοί προσπάθησαν να
χωρίσουν μεταγενέστερα το σχήμα σε δύο, αλλά με το να κάνουν ερωταποκρίσεις
τόσο στο μικρό όσο και στο μεγάλο σχήμα, πάλι αποκαθιστούν ένα σχήμα. Το μικρό
σχήμα είναι ένα είδος αρραβώνα και προοίμιο του μεγάλου σχήματος. Επινοήθηκε
από κάποιους πατέρες για περιπτώσεις ασθενείας ή αμέλειας των ανθρώπων. Το
ευχολόγιο ονομάζει το μικρό σχήμα αρραβώνα έναντι του μεγάλου. Ο Ιώβ, ο
αμαρτωλός, στο «περί των Μυστήριων» και τρίτο σχήμα προσθέτει. Σύμφωνα με
αυτόν τα σχήματα είναι: μικρόσχημος ή ρασοφόρος, το άγιο σχήμα που προέρχεται
από την κουρά και το αγγελικό σχήμα. Παρομοίως και το ευχολόγιο διαιρεί σε τρεις
τις ακολουθίες του σχήματος, ρασοφόρου, μικρόσχημου και μεγαλόσχημου.
Μικρόσχημο δεν ονομάζει το ρασοφόρο, όπως ο Ιώβ, αλλά αυτόν που καλούμε
σταυροφόρο, αυτόν που ο Ιώβ ονομάζει πως έχει λάβει την κουρά. Ρασοφόροι
καλούνται εκείνοι, οι οποίοι μετά τη θεσπισμένη δοκιμασία στη μονή κρίθηκαν άξιοι
να λάβουν «άνευ δόσεως επαγγελίας» το μοναχικό περίβλημα (ράσο) σε ειδική
εκκλησιαστική τελετή στο ναό της μονής από τον ηγούμενο, παρόντων και των
υπόλοιπων μοναχών. Οι ρασοφόροι οφείλουν να τηρούν καθ' ολοκληρίαν τους
κανόνες της μοναστικής κοινότητας καθώς και τις υποχρεώσεις της επαγγελίας, αν
και δεν την έχουν δώσει. Η υποχρέωση αυτή έχει περισσότερο ηθικό χαρακτήρα και
όχι νομικό, αφού είναι δυνατό στο ρασοφόρο (δόκιμο) να φύγει από τη μονή και να
συνάψει γάμο. Οι δόκιμοι δεν επιτρέπεται να είναι περισσότεροι από το ένα τρίτο των
μοναχών της μονής. Παλαιότερα οι δόκιμοι εκτελούσαν τη δοκιμασία με τα κοσμικά
ρούχα τους 65 .

της μοναχικής κουράς κατά το ιουστινιάνειον Δίκαιον», Εκκλησία, τ. ΙΣΤ', (1938), σελ. 268-269, 278-
280, 308-309, 323-324, 336-339.
64
Δ. Πετρακάκος., Οι μοναχικοί θεσμοί εν τη Ορθοδόζω Ανατολική Εκκλησία, Αθήνα 1907, σελ. 43-44.
S. Runciman, ό.π., σελ. 146.
65
Κανόνας ε' της ια' και ιβ' οικουμ. σύνοδ. Δ. Πετρακάκος, ό.π., σελ. 64-65.
237

«Μικρόσχημοι καλούνται οι μοναχοί που μετά την κουρά περιβλήθηκαν το


μοναχικό σχήμα και υποσχέθηκαν να τηρούν αυστηρά στον υπόλοιπο βίο τους
σωματική εγκράτεια, υπακοή και ακτημοσύνη. Οι μικρόσχημοι δεν επιτρέπεται να
αποχωρήσουν από το μοναχικό βίο, «πρέπει μοναχός εκείνος όπου ρίψει το σχήμα,
όταν επιστρέψει και μετανοήσει, να ενδύεται πάλι το σχήμα το μοναχικό όπου
66
εξεδύθει, χωρίς να λέγονται πάλι σε αυτόν οι ευχές του σχήματος» και οφείλουν να
είναι εγκρατείς σε όλη τη μετέπειτα ζωή τους.
Μεγαλόσχημοι ή μοναχοί του αγγελικού σχήματος, ονομάζονται αυτοί που σε
ειδική εκκλησιαστική τελετή στο ναό της μονής επαναλαμβάνουν με τρόπο
αυστηρότερο την ομολογία, την οποία έδωσαν κατά την είσοδο τους στο μοναχισμό
και ζουν αυστηρότερα. Αγγελικό σχήμα λέγεται γιατί οι μοναχοί πρέπει να μιμούνται
την άσαρκη ζωή και παρθενία των αγγέλων και γιατί πρέπει να δοξολογούν πάντα το
θεό όπως οι άγγελοι στον ουρανό 7 . Διακριτικά που φέρουν είναι το «κουκούλων»
(αντί του παρακαμηλαυχίου) και ο «ανάλαβος» ή «παραμανδύας» (που φέρει
σταυρούς). Οι μεγαλόσχημοι οφείλουν, «να διανύουν αυστηρώς το βίον τους,
νηστεύοντες και αδιαλείπτως προσευχόμενοι». Μεγαλόσχημοι επιτρέπεται να γίνουν
ύστερα από άδεια του ηγούμενου μόνο οι μοναχοί που διακρίθηκαν για αυστηρή
τήρηση των μοναχικών κανόνων, αφού προηγουμένως έχουν διανύσει μακρύ
μοναχικό βίο, πολλές φορές άνω των τριάντα ετών .
Τα ενδύματα των μοναχών
Πρέπει να αναφερθούν ορισμένα στοιχεία σχετικά με τα ενδύματα των
μοναχών ανάλογα με το σχήμα τους. Τα μαύρα ράσα φοριούνταν μετά την αποδοχή
των μελλόντων μοναχών στη μονή. Χαρακτηριστικά ο Παχυμέρης αναφέρει ότι «το
μαύρο ράσο των μοναχών δηλοί ότι μοναχικώς αυτοί πολιτεύονται συμμαζόμενοι εις
τον εαυτόν τους, καθώς και το μαύρον χρώμα συμμαζόνει την όψιν εις εαυτό. Η
μοναχική τάξη μοναχώς πολιτεύεται, τούτο δηλοί και το αμφιεννυμένον μέλαν».
Εκτός από τα μαύρα ενδύματα στους μοναχούς οικεία είναι και τα φαιά. Ο Ζωσιμάς,
ο ιστορικός, συμπληρώνει: «το δε μαύρο χρώμα δηλοί ακόμα και το πένθος και λύπην
όπου πρέπει να έχη ο μοναχός». Το κάθε ένδυμα έχει και την ιδιαίτερη σημασία του.

Άγιος Νικηφόρος ο Ομολογητής, κανόνας ιδ'. Κ. Κοντογόνος, «Περί του μοναχικού βίου και των
πρώτων μοναχών», Ευαγγελικός Κήρυξ, Αθήνα 1857, τ. Α', σελ. 465-472.
67
Κανόνας μγ' της στ' οικουμ. σύνοδ. Δ. Μπαλάνος, Πατρολογία, Αθήνα 1930, σελ. 52-59.
68
Θ. Διονυσιάτος, Ο μοναχικός βίος, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 5-12.
238

Ο χιτώνας, είδος πουκαμίσου, ονομάζεται εσώρουχο και ζωστικό, συμβολίζει το


χιτώνα της αγαλλίασης και την θεία δικαιοσύνη την οποία ενδύεται ο μοναχός αντί
των δερματίνων χιτώνων (των στρατιωτών) και της γύμνιας του Αδάμ, κατά το
ευχολόγιο. Το πάλλιον, το οποίο ήταν φόρεμα και περιβόλαιον. Αλλιώς ονομάζεται
επανώρασο ή μανδόρασο. Αντί αυτού οι μοναχοί μεταχειρίζονται το παραμάνδυ. Το
πάλλιον δηλώνει τη στολή της αφθαρσίας και της σεμνότητας, τη θεία σκέπη και
περιβολή, σύμφωνα με το ευχολόγιο. Η δερμάτινη ζώνη, η οποία σφίγγει τη μέση,
δηλώνει τη νέκρωση των σαρκικών επιθυμιών και τη σωφροσύνη, καθώς και την
ετοιμότητα του μοναχού για τις διακονίες. Τα παπούτσια δηλώνουν το συνεχές
τρέξιμο του μοναχού στη στράτα του Ευαγγελίου και της ειρήνης χωρίς να
παρεκτρέπεται. Αυτά αποτελούν τα ενδύματα του Μικρόσχημου και του
Σταυροφόρου.
Ο μεγαλόσχημος έχει τρία επιπλέον ενδύματα, το κουκούλων, τον ανάλαβο
και το μανδύα. Το κουκούλιον δηλώνει την επισκίαση της θείας χάριτος, την
περικεφαλαία της σωτηρίας, την ακακία και την ταπείνωση. Ο ανάλαβος, ονομάζεται
και αναβολεύς και πολυσταύριον, είναι κατασκευασμένος από δέρμα και φέρει
έμπροσθεν και όπισθεν σταυρούς. Δηλώνει ότι ο μοναχός αναλαμβάνει το σταυρό
του Κύριου. Ο «Σωζόμενος» τονίζει πως σφίγγοντας τον στις ωμοπλάτες του ο
μοναχός δηλώνει ότι πρέπει να είναι έτοιμος για διακονία. Ο μανδύας, τον οποίο ο
«Σωζόμενος» ονομάζει αχειρίδωτο χιτώνα ενώ ο Δωρόθεος τον αναφέρει ως
Κολόβιον, με την ιδιότητα του να τυλίγει το μοναχό, υπενθυμίζει σ' αυτόν μοναχό το
θάνατο. Επειδή δεν έχει μανίκια υπενθυμίζει πως ο μοναχός δεν πρέπει να σηκώνει
χέρι σε κανέναν. Οι τέσσερις γωνίες του μανδύα δηλώνουν τις τέσσερις γενικές αρχές
του μοναχού, φρόνηση, σωφροσύνη, δικαιοσύνη και ανδρεία. Το καλυμαύχιο και το
επανωκαλύμαυχο δεν έχουν ξεχωριστή ευλογία .

69
Παντελεήμονος Χίου, Ο μοναχικός βίος εν τω συγχρόνω εκκλησιαστικό έργω, Θεσσαλονίκη 1961,
σελ 17-23. Ιάκ. Βατοπεδινός, «Ο μοναχικός βίος εν σχέσει προς την κοινωνίαν», Εκκλησιαστική
Αλήθεια, περίοδ. α', Δ', Αθήνα 1883-84, σελ. 467-470.
239

ΑΝΤΙ Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Ω Ν

Με το ξέσπασμα της Επανάστασης αλλά και κατά τη διάρκεια της φάνηκε ότι η
Εκκλησία στις επαναστατημένες περιοχές αντιμετώπιζε προβλήματα, τα οποία έπρεπε
να λυθούν. Χρειαζόταν βοήθεια, αφού είχε στερηθεί τα δύο παραδοσιακά της
στηρίγματα (την οθωμανική εξουσία και την ηγεσία του Πατριάρχη), για να μπορέσει
να ανασυγκροτηθεί και να θέσει σε λειτουργία σχέδιο για την αναδιοργάνωση της
εκκλησιαστικής διοίκησης. Στήριξε λοιπόν τις ελπίδες της στην πολιτική ηγεσία των
επαναστατών, αφού έτσι μπορούσε να ελπίζει αφενός στη συμπαράσταση της
Πολιτείας στα θέματα που την απασχολούσαν και αφετέρου στη διατήρηση στο νέο
κράτος των προνομίων που είχε προεπαναστατικά. Η ανώτατη εκκλησιαστική
ιεραρχία πίστευε ότι στο νέο κράτος θα μπορούσε να διαδραματίσει πολιτικό ρόλο,
αποκομίζοντας κάποιες θέσεις εξουσίας, να διαχειρίζεται τα δικαστικά και
εκπαιδευτικά θέματα του κράτους και ταυτοχρόνως να απαλλαγεί από το
Πατριαρχείο οικονομικά.
Η πρόθεση όμως της πολιτικής εξουσίας, που φάνηκε από τις
εθνοσυνελεύσεις και τον Καποδίστρια, ήταν πώς να ελαχιστοποιήσει το ρόλο της
Εκκλησίας στο κράτος που δημιουργείτο, καθώς τη θεωρούσε προσκολλημένη στο
παρελθόν και ανασταλτικό παράγοντα εξέλιξης της κοινωνίας που προσδοκούσε. Η
κοσμική ιδεολογία που είχε αναπτυχθεί, με το γαλλικό διαφωτισμό και τη γαλλική
επανάσταση, ήθελε την Εκκλησία να υπάγεται στη δικαιοδοσία της κοσμικής
εξουσίας. Με την πρώτη κιόλας εθνοσυνέλευση καθοριζόταν μια δικαιοσύνη
ανεξάρτητη από την Εκκλησία, ενώ ο επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ εξελέγη
υπουργός των Εκκλησιαστικών από τη Συνέλευση και όχι από εκκλησιαστικούς
φορείς. Στο νέο κράτος επίσης, η Εκκλησία θα έπρεπε να εγκαταλείψει τον έλεγχο
240

που ασκούσε σε κάποια θέματα, που παραδοσιακά της ανήκαν. Έτσι την περίοδο του
Καποδίστρια είδε να χάνεται η αρμοδιότητα της όχι μόνο πάνω στα δικαστικά αλλά
και στα εκπαιδευτικά ζητήματα.
Η Αντιβασιλεία προχώρησε ακόμα περισσότερο, αντιμετωπίζοντας την
Εκκλησία σαν υπηρεσία και υφιστάμενο του κράτους. Θεωρούσε ότι το κράτος και
όχι η Εκκλησία θα έπρεπε να χειρίζεται τα ζητήματα της παιδείας και της
φιλανθρωπίας. Στα σχέδια της Αντιβασιλείας, για την υπαγωγή της Εκκλησίας στην
κρατική εξουσία, ήταν η εγκαθίδρυση αυτοκέφαλης Εκκλησίας και η δημιουργία
καισαροπαπικού συστήματος. Τόνιζε όμως πως ο χωρισμός από το Πατριαρχείο είχε
να κάνει μόνο με τα διοικητικά ζητήματα και όχι με τη δογματική ενότητα της
Εκκλησίας της Ελλάδας με τις άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες. Όταν η Αντιβασιλεία
ολοκλήρωσε τα σχέδια της ως προς την Εκκλησία ασχολήθηκε με το μοναχισμό.
Με μια σειρά διαταγμάτων κατήργησε μεγάλο μέρος των μονών του
βασιλείου και επέβαλε περιορισμούς στους μοναχούς. Στο διακανονισμό του
μοναστηριακού θέματος καθοριστικό ρόλο έπαιξε όχι μόνο ο οικονομικός
παράγοντας αλλά και η προκατάληψη. Ο μοναχισμός, σύμφωνα με την κοσμική
ιδεολογία που επικρατούσε θεωρήθηκε θεσμός αναχρονιστικός. Παράδειγμα
προκατάληψης για το μοναχισμό είναι η έκφραση προτίμησης προς τον κοσμικό
Κλήρο, που βασιζόταν στο αιτιολογικό ότι ο γάμος τους έκανε να σκέφτονται και να
ενεργούν σύμφωνα με το κοινό συμφέρον, ενώ η αγαμία έκανε τους μοναχούς να
ενδιαφέρονται μόνο για τα προσωπικά τους συμφέροντα.
Η διάλυση όμως είχε και μια πολιτική διάσταση' το φόβο του πολιτικού-
ρόλου που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι μοναχοί ως υποκινητές εξεγέρσεων
κατά της πολιτικής εξουσίας. Η επιτήρηση των μοναχών θα ήταν ευκολότερη αν
βρίσκονταν συγκεντρωμένοι σε λιγότερους χώρους. Απόδειξη των προαναφερομένων
είναι ότι η πρώτη εγκύκλιος που συνέταξε η νεοϊδρυόμενη Ιερά Σύνοδος, το 1834,
αναφερόταν στον έλεγχο των ταξιδιών των μοναχών έξω από τις μονές τους.
Στην εφαρμογή των μέτρων κατά των μονών δημιουργήθηκαν αντιδράσεις και
σε κάποιες περιπτώσεις εξεγέρσεις, οι οποίες όμως στην πραγματικότητα δεν είχαν
ως αιτία το εκκλησιαστικό ζήτημα' αυτό αποτελούσε την αφορμή. Τα βαθύτερα αίτια
των αντιδράσεων, που βρήκαν την έκφραση τους μέσω του εκκλησιαστικού
ζητήματος, ήταν η φορολογία που είχε επιβάλει η Αντιβασιλεία και το γεγονός ότι ο
241

λαός κυβερνιόταν από μια κυβέρνηση ξένων, η οποία δεν είχε επίγνωση των
προβλημάτων του.
Ενέργειες της διοικητικής εποπτείας, που ήθελε να επιβάλλει η κεντρική
εξουσία στην Εκκλησία και ειδικότερα στο μοναχισμό, αποτελούν τα απογραφικά
έγγραφα, οι κατάλογοι την περίοδο του Καποδίστρια και οι αναφορές την περίοδο του
Maurer. Στα έγγραφα αυτά έπρεπε να παρέχονται πληροφορίες στους πολιτικούς
φορείς, για τα περιουσιακά στοιχεία των μονών και για τους μοναχούς τους. Οι
μοναχοί έτσι έρχονται αντιμέτωποι με τις διαθέσεις της Πολιτείας, που τους θεωρεί
εκτελεστικά της όργανα, τα οποία πρέπει ανά πάσα στιγμή να λογοδοτούν για τις
πράξεις τους. Εφαρμόζεται έτσι ένα σύστημα παρακολούθησης των μονών και των
μοναχών, το οποίο βασίζεται όλο και λιγότερο σ' ό,τι θυμάται κάποιος και
περισσότερο σ' ό,τι γράφεται και διαβάζεται.

Εκτός όμως από τη διοικητική εποπτεία της Εκκλησίας, που θέλησε η


εκάστοτε πολιτική εξουσία (1821-1850) να επιβάλει, άξιο σχολιασμού είναι το
γεγονός της εκκοσμίκευσης της πίστης, που αρχίζει να αναπτύσσεται την περίοδο
αυτή. Ήταν μια περίοδος που προκαλούσε σύγχυση στις θρησκευτικές αντιλήψεις
των πιστών. Οι διακηρύξεις του διαφωτισμού έκαναν τους Έλληνες του βασιλείου να
αρχίζουν να διακρίνουν την αληθινή πίστη, την ευλάβεια, τη χρηστότητα από τις
φθαρμένες συνήθειες, τη δεισιδαιμονία, την αμάθεια. Ο συνδυασμός των ανωτέρω με
τις νέες οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές συνθήκες ζωής που δημιουργούνται
στις πόλεις και οι οποίες κάνουν τους αγροτικούς πληθυσμούς να μετακινούνται στα
αστικά κέντρα, είναι οι λόγοι που αποτρέπουν πια κάποιο λαϊκό στο να οδηγηθεί στο
μοναχισμό.
Τέλος αυτό που επισημαίνεται στην παρούσα εργασία είναι ότι η εποπτεία
που ασκήθηκε στα χρόνια αυτά δεν άλλαξε τις αρχές του Μοναχισμού αλλά τον
τρόπο που έπρεπε οι μοναχοί να συμπεριφέρονται απέναντι στο κράτος. Με αφορμή
τα έγγραφα των αναφορών οι μοναχοί έρχονται σε επαφή με τους μηχανισμούς της
πολιτικής κοινωνίας. Πρέπει έτσι να προσαρμοστούν στις νέες μορφές διαχείρισης
και διοίκησης με στόχο την έλλογη οργάνωση και επιβίωση στις νέες συνθήκες της
κοινωνίας που τους περιβάλλει. Αυτό ακριβώς είναι το καινούριο στοιχείο που
εισβάλλει στη ζωή των μοναχών μέσω της διοικητικής εποπτείας. Μέχρι τότε ήσαν
συνηθισμένοι να έρχονται σε επαφή μόνο με αγιολογικά και λειτουργικά βιβλία ενώ
242

τώρα η Πολιτεία τους αναγκάζει να αποδεκτούν και κοσμικούς ρόλους όπως η


σύνταξη διοικητικών εγγράφων. Οι αναφορές και αργότερα το Μοναχολόγιο, ο
Απολογισμός και ο Προϋπολογισμός αποτελούν τη διεύρυνση της γραφειοκρατίας σε
όλες τις εκδοχές της μοναχικής ζωής, μιας γραφειοκρατίας όμως που εγκλωβίστηκε
κάτω από το βάρος των αναλύσεων για τα δόγματα και το σύστημα αξιών της
ορθοδοξίας.
föf\ol Ti^otjb
l0O4fBÖ3^

fcftv,r*
Q*

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ


244

η
ΕΙΚΟΝΑ 3

Ναός Παναγίας, Σκριπού

• · * ' - , '.

Πηγή: Monuments Byzantins en Attigue et Béotie, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1956, σελ. I.
245

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ

ΟΙ Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Ι Π Ο Υ Ε Γ Κ Α Τ Α Β Ι Ω Ν Ο Υ Ν ΣΤΙΣ Μ Ο Ν Ε Σ

Η μονή είναι μια «κοινωνία» σε μικρογραφία και μια μικρή «πόλη» με συγκεκριμένο
τρόπο ζωής και ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία. Σε αυτή εγκαταβιώνουν
μοναχοί ή μοναχές οι οποίοι έχουν λάβει την κουρά, δόκιμοι που αναμένουν την
«απόκαρσή» τους, λαϊκοί, οι οποίοι εργάζονται γι' αυτή. Σε κάποιες περιπτώσεις
μπορεί να παρατηρήσει κανείς και άτομα διαφορετικού φύλου να συνυπάρχουν στο
χώρο της μονής παραβιάζοντας έτσι τους εκκλησιαστικούς κανόνες1.
Όπως οποιοσδήποτε χώρος ο οποίος στεγάζει ανθρώπους ακολουθεί
συγκεκριμένη οικοδομική μορφή έτσι και η μονή έχει τη δική της αρχιτεκτονική
φυσιογνωμία. Σε βίους αγίων, συναξάρια, μαρτυρολόγια, προσκυνητάρια,
οδοιπορικά, έγγραφα, κείμενα χρονογράφων και περιηγητών περιγράφονται συχνά η
μορφή της μονής, τα αρχιτεκτονικά της τμήματα, τα επί μέρους στοιχεία της.
Παρ' όλες τις διαφοροποιήσεις ως προς τα άτομα που στελεχώνουν τις μονές,
τη μορφή και τη δομή που αυτές έχουν, κατά τόπους και κατά περίπτωση,
διαμορφώνεται μια γενική εικόνα για τις μονές του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, που
υπακούει σε θέματα λειτουργικού τυπικού αλλά και οργάνωσης.

9.1 Ο χώρος διαμονής

Πού όμως οικοδομούνται οι μονές και ποια αρχιτεκτονική μορφή παίρνουν


προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες των ατόμων που ζουν σε αυτές; Η Ανατολική

1
Στον κανόνα κ' της ζ' οικουμ. συνόδ. γίνεται λόγος για «διπλά μοναστήρια». Γι' αυτά υπάρχουν δυο
απόψεις, είτε ότι ήταν δύο διαφορετικές μονές πολύ κοντά όμως η μία στην άλλη, είτε ότι ήταν μία και
μόνη μονή, στην οποία συνδιέτριβαν άνδρες και γυναίκες, συγγενείς όμως μεταξύ τους. Η δεύτερη
άποψη είναι και η πιο πιθανή. Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιον..., ό.π., σελ. 178. Κατά τον 19° αιώνα
246

Εκκλησία, λόγω της ενότητας των κανόνων που υπάρχουν στο μοναχισμό,
παρουσιάζει συγκεκριμένη αρχιτεκτονική σύνθεση στον τρόπο με τον οποίο
κατασκευάζεται μια μονή2. Τυχόν παρεκκλίσεις είναι εύλογες λόγω προσαρμογής
των μοναστηριακών κτισμάτων στις τοπογραφικές συνθήκες του περιβάλλοντος,
(μονή Φιλοσόφου, μονή Κανδήλας, κ.λ.π.)3. Έτσι αξιοποιούνταν σπήλαια ή
προσκολλούνταν κτίσματα σε απόκρημνους βράχους, (μονή Μεγάλου Σπηλαίου)4.
Οι μονές, κτισμένες σε αφανείς κατά το πλείστον και απομονωμένες, φυσικά
ή τεχνητά οχυρωμένες θέσεις για το φόβο των ληστών και των πειρατών, έγιναν
σπουδαία καταφύγια και επίκαιρα ορμητήρια των επαναστατών5.
Σε μια κατιούσα κλίμακα αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος μπορεί να διακρίνει
κανείς τις μονές (κοινόβιες ή ιδιόρρυθμες), τις σκήτες, τα κελλιά, τις καλύβες, τα
καθίσματα και τα ησυχαστήρια .
Η συνήθης αρχιτεκτονική διαμόρφωση των μονών χαρακτηρίζεται από μία
εσωτερική αυλή γύρω από την οποία αναπτύσσονται σε τετράγωνο ή ορθογώνιο
σχήμα τα κελλιά, ισόγεια ή πολυόροφα, με μια κεντρική είσοδο και κάποιες άλλες
βοηθητικές7. Στο κέντρο της ευρύχωρης ή στενόχωρης αυλής, ανάλογα με τις
δυνατότητες του χώρου και την κλίση του εδάφους, υψώνεται ο κεντρικός ναός, το
καθολικό, το οποίο αποτελεί το μόνιμο σημείο αναφοράς όλης της μοναστηριακής
ζωής8. Αρχιτεκτονικά το καθολικό ανήκει σε έναν από τους γνωστούς τύπους των
ναών .

παρατηρούνται πάλι γυναίκες μοναχές σε ανδρικές μονές όπως φαίνεται από τα στοιχεία που θα
παρατεθούν. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 146, 148.
2
Α. Ξυγκόπουλος, «Η θρησκευτική τέχνη της Τουρκοκρατίας», Νέα Εστία, Αθήναι 1955, σελ 27. Α.
Ορλάνδος, «Η εν Ελλάδι εκκλησιαστική αρχιτεκτονική επί Τουρκοκρατίας», V Hellénisme
Contemporain, αναμν. τ. 1952-1953, σελ. 205. Ε. Λέκκος, Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995, σελ
8. Μ.Θ. Προβατάκης, Η βυζαντινή Κωνσταντινούπολη και ο Πατριαρχικός οίκος, Αθήνα 1992, σελ.
278. Χ. Μπούρας, «Η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα μετά την άλωση (1453-1821)»,
Αρχιτεκτονικά Θέματα, τ. 3, Αθήνα 1969, σελ. 165.
3
Ε. Λέκκος, ό.π., σελ. 13. Ν. Ψιλλάκης, Μοναστήρια και ερημητήρια της Κρήτης, τ. Β', Ηράκλειο
1993, σελ.185-186.
4
Δ. Κόκορης, Ορθόδοξα Ελληνικά Μοναστήρια, (προσκυνηματικός οδηγός), Αθήναι 1994, σελ. 117. Ε.
Λέκκος, ό.π., σελ. 35.
5
Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία..., ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 951. Α. Ξυγκόπουλος, ό.π., σελ27-32.
6
Κ. Ορλάνδος, ό.π., σελ 122-123. Χ. Μπούρας, ό.π., σελ. 165. Μ. Μυλωνάς, «Η Αρχιτεκτονική του
Αγ. Όρους», Νέα Εστία, Αθήνα 1963, σελ 55-56.
7
Α. Ξυγκόπουλος, ό.π., σελ 29. Κ. Ορλάνδος, ό.π., σελ. 208. Ε. Λέκκος, ό.π., σελ 15. Χ. Μπούρας,
ό.π., σελ. 169. Δ. Κόκορης, ό.π., σελ. 12. Μ. Μυλωνάς, Άθως, Αθήνα 1963, σελ. 67-68. Δ. Καλοκύρης,
Άθως, 1963, σελ 141.
8
Κ. Ορλάνδος Μοναστηριακή Αρχιτεκτονική, Αθήνα 1958, σελ 14.
9
Μ. Μυλωνάς, «Η Αρχιτεκτονική του Αγ. Όρους», Νέα Εστία, Αθήνα 1963, σελ 55-56.
247

Στα οικοδομήματα των μονών εκτός από το καθολικό μπορούν να


εντοπιστούν και άλλα αρχιτεκτονικά και λειτουργικά στοιχεία10. Τέτοια είναι η πύλη,
τα κελλιά, η τράπεζα, η εστία, το φωτάναμα, το μαγκιπείο, ο ξενώνας-αρχονταρίκι",
το γηροκομείο, το λουτρό, η βιβλιοθήκη, η φιάλη, οι κρήνες, το βορδονάρειο, το
κωδωνοστάσιο, τα κτίσματα εκτός μονής.

9.2 Η ανθρώπινη σύνθεση των μονών

Με τον όρο Μονή νοείται το πνευματικό ίδρυμα προσευχής και εργασίας στο οποίο
είναι εγκατεστημένη μία Ορθόδοξη Χριστιανική Αδελφότητα ανδρών ή γυναικών, οι
οποίοι βάσει των εκκλησιαστικών και μοναστηριακών κανόνων, έχουν αφιερωθεί στο
Θεό 13 , υποσχόμενοι να διάγουν τη ζωή τους με αγνότητα, ακτημοσύνη και υπακοή
στον ηγούμενο της μονής και την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία.
Σκοπός των μονών, σύμφωνα πάντα με τις παραδόσεις της Εκκλησίας, είναι η
αδιάλειπτη δοξολογία του Τριαδικού Θεού από τη μοναστηριακή κοινότητα. Με τις
λειτουργικές και τις κατ' ιδίαν προσευχές επιδιώκεται η νέκρωση των παθών, η
τέλεια βίωση της ζωής που προσφέρει ο Χριστός και η σωτηρία των μοναχών 4 .
Αν και οι κρατικοί νόμοι παρείχαν καθοδήγηση15, υπήρχε η δυνατότητα στις
ιδιωτικές κοινότητες των μοναχών να δίνουν διαφορετική έμφαση στα καθημερινά
τους ωρολόγια προγράμματα. Κάθε μονή λοιπόν αποτελούσε μια ξεχωριστή οντότητα

Ιερών. Λιάπης, αρχιμ., Μεσαιωνικά μνημεία Εύβοιας, Αθήνα 1971, σελ. 27-30. Χ. Μπούρας, Η Νέα
μονή της Χίου, Ιστορία και Αρχιτεκτονική, Έκδοση Εμπορικής Τράπεζας, Αθήνα 1981, σελ. 114. Κ.
Ορλάνδος, Μοναστηριακή..., σελ 14.
1
' «Το ίδιο φιλόξενα για τους διακινούμενους είναι και τα χριστιανικά μοναστήρια. Στο μοναστήρι του
Μεγάλου Σπηλαίου, στα Καλάβρυτα, για παράδειγμα, οποιοσδήποτε περαστικός, όποια κι αν είναι η
θρησκεία του, η χώρα και η γλώσσα του, δεν θα χτυπήσει ποτέ μάταια την πόρτα του. Κανένας δεν θα
ερωτηθεί για την προέλευση του, τη θρησκεία ή το όνομα του, προκειμένου να λάβει κάποια βοήθεια,
ενώ ποτέ, κανείς δεν θα ζητήσει να πληροφορηθεί για το άτομο του μετά την αναχώρηση του».
«...Έξω από την πόρτα του μοναστηριού, υπάρχει ένα είδος καταλύματος όπου δέχονται τους
Τούρκους και τους Εβραίους ..., κατασκευασμένο ειδικά για τους ξένους που φθάνουν στο μοναστήρι
μετά τη δύση του ήλιου, οπότε και κλείνει η πόρτα του μοναστηριού... Εδώ οι διαβάτες που φθάνουν
αργά το βράδυ γίνονται δεκτοί από ένα φύλακα, ο οποίος φροντίζει για τη διανυκτέρευση τους». Δ.
Ανωγιάτης-Pele, Δρόμοι και διακίνηση στον ελλαδικό χώρο κατά τον 18° αιώνα, Αθήνα 1993, σελ. 184-
185. M.W. Leake, Travels in Northen Greece, τ. II, Λονδίνο 1835, σελ. 418-419, 603. M.W Leake,
ό.π., τ. Ill, σελ. 178. R. Chandler, Voyage dans l'Asie. Mineure et en Grece, τ. Ill, Παρίσι 1806, σελ.
88-89. J.J. Bjornstahl, Το οδοιπορικό της Θεσσαλίας 1779, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 129.
12
Τ. Γριτσόπουλος, «Μονή Αγίων Αναργύρων Λακωνίας», Λακωνικές Σπουδές, τ. ΣΤ' (1982), σελ.
508. Φ. Κουκούλες, «Αι εν τω πρώην δήμω Οινούντος: Η μονή των Αγίων Αναργύρων», Μαλεβός, έτ.
Δ', (1923-1924), σελ. 291.
13
«Η λέξη «μοναστήρι» προέρχεται από την ελληνική λέξη «μοναχός», που σημαίνει «αυτός που ζει
μόνος του» και χρονολογείται από την εποχή που η ελληνική γλώσσα ήταν η γλώσσα της χριστιανικής
θρησκείας.» Ch. Hellier, ό.π., σελ. 11.
14
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 272.
248

με τους δικούς της κανονισμούς, που καθορίζονταν απο δύο βασικά έγγραφα. Το
16
πρώτο, το «Τυπικόν», καθόριζε τα καθήκοντα και τα δικαιώματα των μοναχών . Το
δεύτερο έγγραφο, το «Λειτουργικόν», έκανε λόγο εκτός των άλλων και για τις
επιθυμίες του ιδρυτή αναφορικά με τη λιτανεία και κατέγραψε όλες τις δωρεές.
Σύμφωνα με τους περιορισμούς αυτού του εγγράφου ο ηγούμενος είχε τον έλεγχο
7
πάνω σε όλα τα ζητήματα .
Όπως έχει ήδη αναφερθεί οι μονές χωρίζονται σε κατηγορίες ανάλογα με το
φύλο των μοναζόντων που διαμένουν σε αυτές, βάσει της διοικητικής τους υπαγωγής,
κ.λ.π. Ο κύριος διαχωρισμός των μονών όμως γίνεται σύμφωνα με το φύλο των
ατόμων που μονάζουν μέσα σε αυτές. Οι μονές λοιπόν του ελληνικού βασιλείου, το
πρώτο μισό του 19ου αιώνα, χωρίζονται πρωτίστως σε ανδρικές και γυναικείες μονές
και βάσει αυτού του διαχωρισμού θα εξεταστούν στη συνέχεια. Τα καθήκοντα και οι
υποχρεώσεις άλλωστε ήταν κοινά για τους μοναχούς και για τις μοναχές. Στα χρόνια
του Ιουστινιανού υπήρχαν κοινές μονές, δηλαδή ανδρικές και γυναικείες, οι οποίες
γειτνίαζαν. Ο Ιουστινιανός όμως απαγόρευσε την ύπαρξη τους1 .
Ποια άτομα όμως συναντούσε κανείς να ζουν και να μονάζουν στις μονές το
πρώτο μισό του 19ου αιώνα; Η μελέτη των απογραφικών εγγράφων που αφορούσαν
τους μοναχούς της περιόδου 1833-1853 δίνει την δυνατότητα να απαντηθεί αυτό το
ερώτημα. Πρόσθετες πληροφορίες επίσης μπορούν να αντληθούν και από τα κείμενα
των περιηγητών οι οποίοι περιδιάβαιναν τον χώρο στον οποίο αργότερα ιδρύθηκε το
ελληνικό βασίλειο.

α. Οι ανδρικές μονές

Στις μονές των ανδρών έβρισκε κανείς, πρώτ' απ' όλα τα άτομα εκείνα που
σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς και μοναστηριακούς κανόνες είχαν απαρνηθεί τα
εγκόσμια και είχαν αφιερώσει τη ζωή του στο θεό, τους μοναχούς.

15
S. Runciman, ό.π., σελ. 147-148. Γ. Καραγιαννόπουλος, ό.π., σελ. 149.
16
Το «Τυπικόν» ειδικά προνοούσε όπως οι μοναχοί προσεύχονται για τον ιδρυτή της μονής. Η
υποτιθέμενη αποτελεσματικότητα των προσευχών των μοναχών ήταν συχνά ο κύριος λόγος που οι
ευεργέτες ίδρυαν νέες μονές ή ενίσχυαν άλλες που υπήρχαν. Ch. Hellier, ό.π., σελ.33. S. Runciman,
ό.π., σελ. 146-147. Γ. Καραγιαννόπουλος, ό.π., σελ. 150.
17
Ch. Hellier, ό.π., σελ.33. S. Runciman, ό.π., σελ. 144.
18
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 177-198.
19
Αργότερα την απόφαση του Ιουστινιανού επικύρωσε η ζ' οικουμενική σύνοδος (καν. κ' της ζ'
οικουμ. συνόδ.) Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 178. Ν. Μίλας, Μ. Αποστολοπούλου, Το εκκλησιαστικόν δίκαιον
της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αθήνα 1909, σελ. 854-855. S. Runciman, ό.π., σελ. 148.
249

Μοναχός θεωρείται όποιος ύστερα από τριετή δοκιμασία έχει αποκτήσει με


θρησκευτική και όχι μυστηριακή τελετή την «κουρά», την ιδιότητα του μοναχού και
αφού έχει δώσει ενώπιον της μοναστηριακής αδελφότητας τη μοναχική επαγγελία
των τριών υποσχέσεων ή ευχών, δηλαδή των υποσχέσεων της παρθενίας, της
ακτημοσύνης και της υπακοής .
Οι μοναχοί διαιρούνται σε χειροτονημένους και μη, δηλαδή σε αυτούς που
έχουν χειροτονηθεί και επομένως μπορούν να τελούν ιεροτελεστίες εντός και εκτός
μονής και σε αυτούς που δεν έχουν το προαναφερθέν δικαίωμα. Στους
χειροτονημένους υπάγονται οι ιερομόναχοι, οι αρχιδιάκονοι, οι ιεροδιάκονοι και οι
διάκονοι. Σε σύνολο 941 ατόμων, τα στοιχεία των εγγράφων που εξετάζουμε έχουν
ως εξής: υπάρχουν 480 ιερομόναχοι, κανένας αρχιδιάκονος, 21 ιεροδιάκονοι, 3
διάκονοι και 437 μη χειροτονημένοι μοναχοί.

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.1

Ο διαχωρισμός των μοναχών βάσει των ιερατικών τους βαθμών

Χειροτονημένοι και μη Αριθμός ατόμων Ποσοστό%


Ιερομόναχοι 480 51
Αρχιδιάκονοι 0
Ιεροδιάκονοι 21 2,2
Διάκονοι 3 0,3
Μοναχοί 437 46,5

Σύνολο 941 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Α. Παπαδόπουλος, Τινά περί..., O.K., σελ. 69-70.


250

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 9.1
Ο διαχωρισμός των μοναχών βάσει των ιερατικών τους βαθμών

600 -,
500 -
ö400 - Ι
ο 300 -
< 200 -
100 -
ο -Ι—Ι—Ι—, 1—•=>—,—• ,—Ι
Ιερομόναχοι Ιεροδιάκονοι Μοναχοί
Εκκλησιαστικοί βαθμοί

Πηγή : Πίνακας 9.1

Ο ιερομόναχος ανήκει σε έναν από τους τρεις ιερατικούς βαθμούς,


(επίσκοπος, πρεσβύτερος, διάκονος). Στα έγγραφα πλάι στον όρο ιερομόναχος
συναντώνται και ο όρος πρεσβύτερος21 εφημέριος, ιερεύς, πνευματικός22. Όλοι αυτοί
οι όροι δηλώνουν ακριβώς τα ίδια καθήκοντα, αφού οι μοναχοί που τους έφεραν
μπορούσαν να εξομολογούν, να ιερουργούν και να καθοδηγούν πνευματικά τους
υπόλοιπους μοναχούς. Ο εφημέριος επιπρόσθετα ιερουργούσε όχι μόνο στο ναό της
μονής αλλά και στο ναό του κοντινού χωριού, αν αυτό κρινόταν αναγκαίο λόγω
έλλειψης ιερέα 23 . Στα έγγραφα των απογραφών των μοναχών σημειώνονται, 16
πνευματικοί, 33 εφημέριοι και 12 ιερείς. Επειδή όμως το σύνολο τους είναι μικρό
(61) και δεν μπορεί να καλύψει τις τελετουργικές ανάγκες όλων των μονών του
βασιλείου συμπεραίνεται πως οι αποδέκτες των εγγράφων δεν ενδιαφέρονταν για
τέτοιου είδους «λεπτομέρειες» και απλά επαφιόταν στους συντάκτες των εγγράφων
αν θα τις κατέγραφαν. Σε συνδυασμό με τα ανωτέρω μπορούμε επίσης να πούμε ότι,
επειδή ίσως υπήρχε ασάφεια στον τρόπο σύνταξης των απογραφών για πληροφορίες
σχετικές με τον ιερατικό βαθμό των μοναχών και επειδή οι μοναχοί δεν είχαν
συνηθίσει να συντάσσουν απογραφές, παρέλειπαν αυτά τα στοιχεία θεωρώντας τα μη
ουσιώδη 24 .

21
Α. Αλιβιζάτος, Ιεροί Κανόνες και οι Εκκλησιαστικοί Νόμοι, Αθήνα 1941, σελ. 31-32.
22
Α. Αλιβιζάτος, Το κανονικόν δίκαιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αθήνα 1941, σελ. 56-57.
23
S. Runciman, ό.π., τ. Α', Β', σελ. 151, 662-663.
24
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177.
251

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.2

Οι όροι που χρησιμοποιούνται για τους ιερομόναχους

Όροι Αριθμός ατόμων


Πνευματικός 16
Εφημέριος 33
Ιερεύς 12
Σύνολο 61

Πηγή:ΓΛ.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Ο όρος αρχιδιάκονος ή πρωτοδιάκονος ή πρώτος των διακόνων είναι τίτλος


τιμητικός, απονέμεται δε από τον οικείο Επίσκοπο σε κάποιον που έχει το βαθμό
ιεροσύνης του διακόνου. Ο τίτλος αυτός δεν προσδίδει καμία ειδική διοικητική
εξουσία στον κάτοχο του, εκτός ίσως από μια απλή προτεραιότητα μεταξύ των
ιερατικά ισόβαθμων με αυτόν διακόνων. Ο όρος δε σημειώνεται σε καμία περίπτωση
μοναχού και έτσι συμπεραίνεται ότι ο τίτλος χρησιμοποιείται τιμητικά μόνο για τους
διακόνους μιας Επισκοπής και όχι για αυτούς της μοναστηριακής αδελφότητας.25
Εν αντιθέσει με τον προηγούμενο όρο στα έγγραφα σημειώνονται οι όροι
διάκονος και ιεροδιάκονος. Διάκονος ονομάζεται όποιος κατέχει τον κατώτερο από
τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης. Μέσα στη μοναστηριακή κοινότητα βρίσκεται
μεταξύ του ιερομόναχου που τελεί τα ιερά μυστήρια και των μοναχών που δεν έχουν
χειροτονηθεί. Όσο για το δεύτερο όρο, του ιεροδιακόνου, χρησιμοποιείται για τους
μοναχούς ώστε να τους διαχωρίσει από τους διακόνους των ενοριών, οι οποίοι δε
μονάζουν . Αυτό πιστοποιείται από τη συχνότητα που συναντάται ο ένας και ο άλλος
όρος. Σε σύνολο 24 ατόμων οι 21 χαρακτηρίζονται ως ιεροδιάκονοι και μόνο σε 3
περιπτώσεις συναντάται ο όρος διάκονος27. Από τα ποσοστά που σημειώνονται σε
αυτόν το βαθμό ιεροσύνης, 24 άτομα σε σύνολο 941 μοναχών, μας επιτρέπεται να
συμπεράνουμε ότι η ύπαρξη στις μονές διακόνων και ιεροδιακόνων δεν κρινόταν
πάντα απαραίτητη, αφού οι τελετουργικές ανάγκες μπορούσαν να καλυφθούν από

25
Μέγα Ευχολόγιον της Εκκλησίας μας, εκδ. Παρασκευόπουλου, Αθήνα 1902, σελ. 198. Γ. Ράμμος,
Στοιχεία Ελληνικού Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήνα 1947, σελ 128.
26
1 . Καμβύσης, Η ενοριακή Νομοθεσία, Αθήνα 1947, σελ. 55.
27
Άγιος Γεώργιος ή Ενδύσσενα ή Αιδέσινα, Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Ορθοκωστά, Άγιος Ιωάννης ο
Πρόδρομος ή Εγκλειστούρι. Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 344, 346, 347.
252

τους άλλους ιερατικούς βαθμούς ή ακόμα και από μη χειροτονημένους μοναχούς. Το


χαμηλό ποσοστό, ως ένα σημείο, ερμηνεύεται και από το γεγονός ότι στοιχεία για
τους ιερατικούς βαθμούς δεν καταγράφονται πάντα.
Οι χειροτονημένοι διακρίνονται επίσης σε ανώτερους και κατώτερους. Στους
ανώτερους εντάσσονται όσοι έχουν λάβει τη χειροτονία μέσα στο Ιερό Βήμα και κατ'
επέκταση έχουν έναν από τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης, του διακόνου, του
πρεσβύτερου και του επισκόπου. Στους χειροτονημένους που χαρακτηρίζονται ως
κατώτεροι, εντάσσονται όσοι έχουν λάβει τη χειροθεσία έξω από το Ιερό Βήμα.
Αυτοί δε μπορούν να τελέσουν το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αλλά μόνο τα
ταπεινότερα διακονήματα του ναού. Υποδιαιρούνται και αυτοί σε βαθμίδες28 όπως
και οι ανώτεροι. Οι κυριότερες, σύμφωνα με το Συμεών το Θεσσαλονίκη, είναι του
αναγνώστη και του υποδιακόνου. Έργο του υποδιακόνου είναι να βοηθά τους
διακόνους στα καθήκοντα τους, να φροντίζει τα κενά ιερά σκεύη, να προπορεύεται
στις λιτανείες με το σταυρό. Ο όρος αυτός συναντάται σε 13 μόνο περιπτώσεις. Οι 11
προέρχονται από τη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου , ενώ οι υπόλοιπες 2 από τη μονή
της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Αγία Λαύρα30.
Ο αναγνώστης κατέχει στην ιεραρχική τάξη τη βαθμίδα πριν από τον
υποδιάκονο. Έργο του είναι η ανάγνωση περικοπών από την Παλαιά Διαθήκη και τον
Απόστολο μέσα στο ναό 3 1 . Ο αριθμός τους στα έγγραφα δεν ξεπερνά τους 26. Επειδή
μάλιστα οι μονές που έχουν αναγνώστες είναι μικρού αριθμητικού δυναμικού
συμπεραίνεται πως η ύπαρξη τους κρινόταν αναγκαία σε τέτοιου είδους μονές απλά
και μόνο για να καλυφθούν λειτουργικές ανάγκες. Οι πολυπληθείς μονές δεν
θεωρούσαν απαραίτητο να έχουν αναγνώστες, γιατί τις αρμοδιότητες τους μπορούσαν
να τις εκτελέσουν οι άλλοι ιερατικοί βαθμοί. Πρέπει να αναφερθεί πως τα άτομα που
σημειώνονται ως αναγνώστες δε φέρουν όλα μοναστηριακά ονόματα. Συγκεκριμένα
από τα 26 άτομα μόνο τα 22 φαίνονται ότι είναι ταυτόχρονα και μοναχοί, ενώ στις
υπόλοιπες 4 περιπτώσεις φαίνεται ότι έχουν λάβει απλά τη χειροθεσία, χωρίς να
έχουν καρεί.
Στους μη χειροτονημένους υπάγονται οι απλοί μοναχοί. Δηλαδή τα άτομα που
έχουν δώσει μόνο την υπόσχεση της μοναστηριακής επαγγελίας και δεν έχουν το

28
Στ. Γιαννόπουλος, Αρχιμ., Συλλογή Εγκυκλίων της Ι.Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος από 1833-
1901, Αθήνα 1901, σελ. 114.
29
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
30
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 300.
253

δικαίωμα να ιερουργούν. Μεγάλο μέρος των ατόμων που μελετάει η εργασία, ανήκει
στην κατηγορία αυτή. Σε σύνολο 941 ατόμων τα 437 (46,5%) είναι απλοί μοναχοί
χωρίς ιερατικό βαθμό.
Έναν άλλο διαχωρισμό των μοναχών πέρα από τον ιερατικό, στον οποίο τα
στοιχεία που διαθέτουμε δίνουν τη δυνατότητα να προβούμε, είναι αυτός που τους
κατηγοριοποιεί σε ρασοφόρους, σε μικρόσχημους και σε μεγαλόσχημους. Ρασοφόροι
καλούνται όλοι όσοι μετά τη θεσπισμένη δοκιμασία στη μονή κρίθηκαν άξιοι να
λάβουν το μοναχικό περίβλημα (ράσο) χωρίς να δώσουν τη μοναχική επαγγελία.
Στην κατηγορία αυτή υπάγονται οι αναγνώστες και οι υποδιάκονοι που δεν ήσαν
μοναχοί. Επειδή από το σύνολο των υποδιακόνων και των αναγνωστών μόνο οι 4
αναγνώστες δεν είναι ταυτόχρονα και μοναχοί συμπεραίνεται πως ο αριθμός των
ρασοφόρων στο μοναχισμό στο α' μισό του 19ου αιώνα ήταν περιορισμένος (39
άτομα) και αυτό γιατί τα εκκλησιαστικά καθήκοντα αυτών των βαθμών εκτελούνταν
από απλούς μοναχούς.
Στους μικρόσχημους ανήκουν όσοι έλαβαν την κουρά και υποσχέθηκαν να
τηρούν σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους αυστηρή σωματική εγκράτεια, υπακοή και
ακτημοσύνη. Εδώ εντάσσονται οι 437 μοναχοί που καταγράφονται στα έγγραφα των
αναφορών. Σύμφωνα με τους μοναστικούς και εκκλησιαστικούς κανόνες οι
μικρόσχημοι δεν επιτρέπεται να αποχωρήσουν από το μοναχικό βίο, εφ' όσον έχουν
λάβει την κουρά.
Στην τρίτη κατηγορία ανήκουν οι μεγαλόσχημοι. Μεγαλόσχημοι ή μοναχοί
του αγγελικού σχήματος καλούνται αυτοί που, ύστερα από εκκλησιαστική τελετή στο
ναό της μονής, ανανεώνουν αυστηρότερα την επαγγελία που είχαν δώσει ως
32
μικρόσχημοι . Οφείλουν να ζουν αυστηρότερη ζωή νηστεύοντας και συνεχώς
προσευχόμενοι. Μεγαλόσχημοι επιτρέπεται να γίνουν ύστερα από άδεια του
ηγούμενου όσοι έχουν διακριθεί τριάντα και πλέον χρόνια για αυστηρή τήρηση των
μοναχικών κανόνων33.
Από τα στοιχεία που έχουμε στην κατοχή μας δεν μπορούν να διεξαχθούν
εύκολα συμπεράσματα για το ποιοι από αυτούς ανήκουν στους μεγαλόσχημους. Ο
αριθμός των μεγαλόσχημων μοναχών μπορεί να υπολογισθεί, με κάποια επιφύλαξη,

31
Κ. Καλλίνικος Πρωτοπρεσβύτερος, Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, Αλεξάνδρεια
1921, σελ. 65-71.
32
Μπορούν να φορούν ως εξωτερικό στοιχείο το «κουκούλιον» αντί του «παρακαμηλαυχίου», που
φορούν οι μικρόσχημοι. Επίσης φορούν ως ένα επιπλέον διακριτικό τον «ανάλαβον ή παραμανδύαν»,
ο οποίος είναι διακοσμημένος με σταυρούς. Θ. Διονυσιάτος, ό.π., σελ. 11-12.
254

αν θεωρηθεί ότι ανήκει στην τάξη αυτή όποιος έχει υπερβεί τα τριάντα χρόνια μέσα
στη μοναστηριακή κοινότητα. Σύμφωνα με αυτό το συλλογισμό και από
υπολογισμούς που έγιναν στην τάξη των ιερομόναχων και των μοναχών προκύπτει
ότι 200 άτομα (21,3%) έχουν υπερβεί το τριακοστό έτος στο μοναχισμό και τυπικά
πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να γίνουν μεγαλόσχημοι ή μοναχοί
του αγγελικού σχήματος. Μόνο σε ένα έγγραφο από τη μονή της Κοιμήσεως της
34
Θεοτόκου ή Τσερνίτσα ή Κερνίκη δίνονται τέτοιου είδους στοιχεία . Στο έγγραφο
της εν λόγω μονής σημειώνεται ότι από τους 5 ιερομόναχους, που ταυτόχρονα έχουν
τον ιερατικό βαθμό του ιερέα, οι 4 είναι μεγαλόσχημοι ενώ ο ένας είναι
σταυροφόρος.
Δόκιμοι

Άλλη κατηγορία ανθρώπων που εγκαταβιώνουν στις μονές μαζί με τους


μοναχούς είναι αυτή των δοκίμων. Στην εκκλησιαστική και μοναστηριακή γλώσσα
δόκιμος σημαίνει το πρόσωπο εκείνο το οποίο έγινε δεκτό σε κάποια μονή για να
υποβληθεί στην καθορισμένη από τους κανόνες της Εκκλησίας δοκιμασία, με την
οποία θα αποδειχθεί αν είναι κατάλληλος να δεχθεί την μοναχική απαγγελία και να
υποστεί την κουρά, για την οποία και προετοιμάζεται. Στην αρχή η δοκιμασία ήταν
εθιμική και δεν υπαγόταν σε κάποιες καθορισμένες διατάξεις. Με την πάροδο των
χρόνων προσέλαβε κανονική μορφή και αποτέλεσε απαραίτητη προϋπόθεση για την
οριστική προσδοχή κάποιου στο μοναχικό βίο. Έτσι καθιερώθηκαν ανάλογοι ιεροί
κανόνες και εκκλησιαστικές διατάξεις 5 .
Η διάρκεια της δοκιμασίας ξεκινάει από την εισδοχή του δοκίμου στη μονή
και θα πρέπει να είναι συνεχής σε αυτή. Τους πρώτους αιώνες ίδρυσης του
μοναχισμού η διάρκεια της δοκιμασίας οριζόταν διαφορετικά ανάλογα με τη
μοναστηριακή αδελφότητα. Στη συνέχεια όμως επικράτησε να είναι τριετής. Κατ'

33
Θ. Διονυσιάτος, ό.π., σελ. 12.
34
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 337.
35
Καν μα' της στ' οικουμ. σύνοδ., καν. ε', της α' & β' οικουμ. σύνοδ. Ο «Δόκιμος» γίνεται δεκτός
κατόπιν εγκρίσεως του αρμόδιου επισκόπου και ύστερα από πρόταση της οικείας μοναστηριακής
αρχής. Για την αποδοχή κάποιου σε μία μονή ως δόκιμου έπρεπε να τηρούνται κάποιες προϋποθέσεις:
α) Να είναι χριστιανός ορθόδοξος και να βρίσκεται σε επαφή με την Εκκλησία, β) Να προσέρχεται στη
μονή εκουσίως, γ) Να υπόσχεται ισόβια παρθενία, δ) Να εκδηλώνει έντονη επιθυμία να μονάσει (καν.
ιη', ιθ' του Μ. Βασιλείου), ε) Να έχει την καθορισμένη ηλικία η οποία ποίκιλε ανάλογα με τη μονή και
την εποχή. Με τον καν. μ' της στ' οικουμ. σύνοδ., ορίζεται αυτή «ουχ ήττων ή δεκαετής», ενώ με τον
ιη' κανόνα του Μ. Βασιλείου ορίζεται ως ηλικία απόκαρσης το 16ο ή 17ο έτος. Με το ΙΔ' άρθρο του
Β.Δ. 28/7/1858 ορίζεται ότι ο δόκιμος θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 21 ετών. Σπ. Κόκκινης, ό.π.,
σελ. 251. Ν. Μίλας, Μ. Αποστολοπούλου, ό.π., σελ. 944.
36
Θεσπίστηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Νεαρ. Ε/2 και ΡΚΓ735 και επικυρώθηκε από τον Ε'
κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου της Κωνσταντινού-πολης. Α. Χριστοφιλόπουλος, ό.π., σελ. 157.
Ί

255

εξαίρεση ορίζεται ότι μπορεί η τριετία να περιοριστεί σε περιπτώσεις βαριάς


ασθένειας και έτσι δεν τίθεται χρονικός περιορισμός37.
Η είσοδος κάποιου στη μονή ως δόκιμου δεν έχει ως συνέπεια τη ρασοφορία,
δηλαδή δεν υποχρεούται να φορά τα μοναστηριακά ενδύματα αλλά μπορεί να φορά
ενδύματα των λαϊκών. Την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας και ειδικότερα στα
χρόνια της Επανάστασης, για λόγους ασφάλειας οι δόκιμοι μπορούσαν να φορούν
ράσο.
Σε έγγραφο αναφοράς του 1838 από τη μονή των Ταξιαρχών Αιγιαλείας
δίνεται ο εξής ορισμός για τους δόκιμους: «Δόκιμοι ονομάζονται οι έχοντες ηλικίαν
είκοσι ετών και επέκεινα, οι οποίοι επιθυμούν να μονάσουν εις το μοναστήριον».38
Όπως όμως παρουσιάζεται σε άλλο κεφάλαιο το όριο ηλικίας των 20 ετών δεν
τηρείται πάντα. Αυτό προκύπτει από την εξέταση των στοιχείων 124 δοκίμων σε
σύνολο 139 που σημειώνονται. Όλοι οι δόκιμοι φέρουν λαϊκά ονόματα εκτός από 6
περιπτώσεις στις οποίες οι δόκιμοι φέρουν μοναστηριακό όνομα. Θα πρέπει να
υποθέσουμε για τα άτομα αυτά πως είχαν περατώσει τη χρονική διάρκεια της
δοκιμασίας και ήσαν έτοιμοι να καρούν μοναχοί γι' αυτό και η μοναστική κοινότητα
τους συμπεριφερόταν και τους προσφωνούσε σαν να ήσαν μοναχοί.
Στα έγγραφα συναντάται ο όρος «υποτακτικός». Ο όρος αυτός
χρησιμοποιείται για να δηλώσει αυτόν που εκτελεί τις μοναστηριακές του
υποχρεώσεις στη μονή και ταυτόχρονα «υπηρετεί» (φροντίζει) κάποιον από τους
ηλικιωμένους μοναχούς της μονής. Ο μοναχός που φροντίζει, το γέροντα του, τον
θεωρεί πνευματικό του πατέρα. Ο υποτακτικός οφείλει σε αυτόν σεβασμό και
υπακοή. Μπορεί μάλιστα, εφόσον το επιθυμεί, να συμβιώνει στο ίδιο κελλί με τον
γέροντα που υπηρετεί39. Η δυσκολία που προκύπτει από τα έγγραφα των αναφορών
από τον όρο αυτό είναι να διακρίνει κανείς κατά πόσο ο χαρακτηρισμός αναφέρεται
σε μοναχό ή σε δόκιμο. Το πρόβλημα όμως επιλύεται από το γεγονός ότι, αν ο όρος
αφορά μοναχό, αυτός θα πρέπει να έχει μοναστηριακό όνομα, ενώ, αν αναφέρεται σε
δόκιμο, θα πρέπει να διατηρεί ακόμα το λαϊκό του όνομα. Από την εξέταση των
στοιχείων προκύπτει πως κανένα από τα άτομα που φέρουν αυτόν τον τίτλο δεν είναι
μοναχός. Έτσι υποτακτικός λογίζεται ο δόκιμος και όχι ο μοναχός. Φαίνεται λοιπόν

37
Καν. μδ', της στ' οικουμ. σύνοδ. Κ. Μωραΐτης, «Δόκιμος», Θ.Χ.Ε., Αθήνα 1934, τ. Β', σελ. 1381-
1382. Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιον..., ό.π., σελ. 174.
38
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 277c.
256

ότι ο δόκιμος, εκτός των άλλων υποχρεώσεων που είχε, έπρεπε να φροντίζει κάποιον
ηλικιωμένο μοναχό της μονής που ζούσε40. Θεωρητικά για να μιμείται το παράδειγμα
της ζωής του, πρακτικά όμως για να τον υπηρετεί. Δεν είχαν όλοι ο δόκιμοι αυτές τις
αρμοδιότητες. Ο αριθμός αυτών που ήσαν ταυτόχρονα δόκιμοι και υποτακτικοί
φτάνει τους 83, ποσοστό της τάξης του 60%. Στη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου αντί
για τον όρο υποτακτικός χρησιμοποιείται ένας άλλος όρος, αυτός του «υπηρέτη».
Αν και σύμφωνα με τους μοναστηριακούς κανόνες ο δόκιμος θα έπρεπε να
έχει συγκεκριμένη ηλικία, γίνεται φανερό πως αυτό δεν τηρείται πάντα. Ως απόδειξη
αυτού αναφέρεται το παράδειγμα της μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, όπου το 1836
έχει 53 δόκιμους. Από αυτούς ένας είναι 12 ετών, ένας 13, δεκαέξι είναι 14, δεκαεπτά
είναι 15, δώδεκα είναι 16, ένας 17 και πέντε 18 ετών41. Από το παράδειγμα αυτό
προκύπτει πως οι Ιεροί κανόνες που είχαν θεσπιστεί για το ζήτημα της ηλικίας των
δοκίμων δεν τηρήθηκαν σε όλες τις περιπτώσεις.

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.3

Οι ηλικίες των δοκίμων στη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου (1836)

Ηλικίες Αριθμός ατόμων Ποσοστό%


12 1 1,9
13 1 1,9
14 16 30,2
15 17 32
16 12 22,6
17 1 1,9
18 5 9,4
Σύνολο 53 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.

39
Π. Παναγιωτάκος, Σύστημα Εκκλησιαστικού Δικαίου, τ. Γ', Αθήνα 1957, σελ. 55-56. Αδελφών Ιεράς
Μονής Παναγίας Ελεούσης, Ο γέροντας μας, Κάλυμνος 1995, σελ.136. Κ. Ράλλης, Εγχεφίδιον..., ό.π.,
σελ. 176-177.
40
Αδελφών Ιεράς Μονής Παναγίας Ελεούσης, ό.π., σελ. 136. Α. Παπαδόπουλος, «Τινά περί της προς
της Μοναχικής κουράς δοκιμασίας κατά τι εν τη Ανατολική Ορθοδόξω Εκκλησία», Νέα Σιών, τ. ΜΗ',
Αθήνα 1956, 10-12.
41
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
257

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 9.2
Οι ηλικίες των δοκίμων στη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου

18 η
16 -
14 -
\
1 2 -
1 0 -
8 -
« -
4 -
2 -
ι — Ι ι—ι , ,
0 -
12 13 14 Ι5 16 17 18
Ε τ ω ν eτω ν ετω ψ ε τ ω (· ετ ω f ετών eτώ ν

Πηγή: Πίνακας 9.3

Τέλος πρέπει να επισημανθεί πως ο αριθμός των δοκίμων (139), τα έτη 1833-
1838, είναι πολύ μικρός ώστε να καλύπτει όλες τις μονές του ελληνικού βασιλείου.
Επειδή μάλιστα δεν έχουν όλες οι μονές δόκιμους αλλά μόνο οι πολυάριθμες και
ταυτοχρόνως φημισμένες μονές του βασιλείου, προκύπτει το συμπέρασμα ότι δεν
εκδήλωναν εύκολα πια νεαρά άτομα την επιθυμία να μονάσουν. Αυτό έχει ως
αποτέλεσμα να αρχίσει να παρακμάζει ο θεσμός αφού δεν υπήρχαν οι λαϊκοί εκείνοι
που θα στελέχωναν τις μονές με νέο δυναμικό4 . Τα στοιχεία αυτά σε συνδυασμό με
όσα έχουν παρουσιαστεί σε προηγούμενο κεφάλαιο αποδεικνύουν την παρακμή του
μοναχισμού και τη μείωση του αριθμού των λαϊκών που κατευθύνονται σε αυτόν.
Μοναχές
Παρ' όλο που σύμφωνα με τους κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων
απαγορεύεται η είσοδος ανδρών σε γυναικείες μονές4 και η συμβίωση ατόμων του
αντίθετου φύλου στις μονές, καταγράφονται περιπτώσεις όπου μοναχές

Αλλά και ο μοναχισμός υπέστη σοβαρή παρακμή, γιατί η Επανάσταση, με την πρόσκληση για
περιπέτεια, με τις ευκαιρίες που πρόσφερε για πλουτισμό, και με την αποτίναξη των παραδοσιακών
περιορισμών, ενθάρρυνε μια κατά τα φαινόμενα μαζική έξοδο από τα μοναστήρια. J. Petropoulos, ό.π.,
σελ. 214-215. G. Finlay, ό.π., τ. VII, σελ. 130-131. Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 952. F.
Thiersch, ό.π., τ. 2, σελ. 184.
43
«Απαγορεύεται η εις τα των ανδρών μοναστήρια είσοδος και εισαγωγή γυναικών, μάλιστα δε το
καθεύδειν αυτάς εν τοις μοναστηρίοις των ανδρών. Τοις παραβάταις ηπειλήθη αφορισμός. Μήτε εν
ανδρώω Μοναστηρίω γυνή, μήτε εν γυναικείω ανήρ, καθευδέτω. Πάντος γάρ προσκόμματος και
σκανδάλου έξω είναι δει τους πιστούς, και προς το εύσμημον και ευπρόσεδρον τω Κυρίω, τον εαυτών
ευθετίζειν βίον. Ει δε τις τούτο πράξοι, είτε Κληρικός είη, είτε λαϊκός, αφοριζέσθω. (καν. μζ' της στ'
οικουμ. συνόδ.). Τοις δ' εισαγάγουσι γυναίκας εις μοναστήριον επιτίμησις, επιμένουσι δε, καθαίρεσις
(καν. ιη' της ζ' οικουμ. συνόδ.). «κατ' εξαίρεσιν επιτρέπεται η είσοδος γυναικών εις τα των ανδρών
μοναστήρια, α) προς περίθαλψιν νοσούντος μοναχού και β) προς ακρόασιν της θείας λειτουργίας κατά
τας κυριακάς και δεσποτικάς ημέρας». Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιον..., ό.π., σελ. 192. Ε. Φιλιπτότης,
Σύστημα Εκκλησιαστικού Δικαίου, τ. Β', Αθήνα 1962, σελ. 310-312.
258

εγκαταβιώνουν σε ανδρικές μονές. Αυτές οι περιπτώσεις παρουσιάζονται μόνο στα


έγγραφα του 1833. Οδηγείται λοιπόν κανείς στο συμπέρασμα ότι στην περίοδο της
οθωμανικής κυριαρχίας ή τουλάχιστον στις τελευταίες δεκαετίες της δεν τηρούνταν
πάντα οι σχετικοί εκκλησιαστικοί και μοναστηριακοί κανόνες. Πρέπει επίσης να
επισημανθεί πως το ποσοστό τέτοιων περιπτώσεων είναι περιορισμένο και δεν έχει
καθολική ισχύ. Η εξήγηση του φαινομένου πρέπει να εντοπιστεί σε ηθικούς-
ανθρωπιστικούς κυρίως λόγους. Επειδή ο αριθμός των μοναζουσών ήταν μειωμένος
σε σχέση με αυτόν των μοναχών και επειδή μια γυναίκα δεν μπορούσε εύκολα μόνη
της να συντηρεί τη μονή που μόναζε ή ακόμα και για λόγους προσωπικής ασφάλειας,
αποφάσιζε να συνεχίσει το μοναχικό της βίο είτε προσερχόμενη σε άλλη γυναικεία
μονή, είτε αν η γυναικεία μονή ήταν μακριά από την περιοχή της να καταφύγει στην
κοντινότερη ανδρική. Οι μοναχοί την αποδέχονταν παραβαίνοντας τους κανόνες,
γιατί διαφορετικά η μοναχή έπρεπε να αποσχηματιστεί. Οι περιπτώσεις που
σημειώνονται αφορούν γυναίκες προχωρημένης ηλικίας. Μάλιστα σε αρκετές από
αυτές τις περιπτώσεις οι μοναχές ήσαν συγγενείς με τον ηγούμενο της μονής. Στην
προκειμένη περίπτωση ο ηγούμενος αποφάσιζε να παραβεί τους κανόνες ώστε να
μπορέσει να φροντίσει και να παρέχει ασφάλεια στο συγγενικό του πρόσωπο. Είναι
πιθανό μάλιστα, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, γυναίκες να παρέμειναν σε
ανδρικές μονές και μετά το 1833 παραβαίνοντας πια και τις διατάξεις της Ιεράς
Συνόδου. Αυτό μπορούσε εύκολα να συμβεί αφού δεν θα καταγράφονταν οι μοναχές
στο δυναμικό των μονών στις μετέπειτα αναφορές-απογραφές. Έτσι θα ήταν σαν να
μην υπήρχαν μέσα στη μονή. Φυσικά ελλείψει στοιχείων δεν μπορούμε να μιλάμε με
ασφάλεια για τον ανωτέρω συλλογισμό.
Λαϊκοί

Τέλος μια άλλη κατηγορία ατόμων που συναντώνται στις ανδρικές μονές είναι
οι λαϊκοί. Προκειμένου να τους χαρακτηρίσουν χρησιμοποιούνται στα έγγραφα οι
όροι υπηρέτης, υπομίσθιος, μισθωτός, δούλος, βουκόλος, ποιμένας. Δηλώνονται έτσι
όλα εκείνα τα άτομα, που είτε μένουν μόνιμα στη συγκεκριμένη μονή χωρίς να έχουν
πάρει το μοναχικό σχήμα είτε ζουν στα κοντινά προς τη μονή χωριά και προσφέρουν
την εργασία τους στη μονή 44 με αμοιβή, σε είδος 5 ή σε χρήμα4 . Οι μονές λόγω των

44
Τ. Γριτσόπουλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 20. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 154-155. Γ.
Καραγιαννόπουλος, ό.π., σελ. 157.
45
«Τα περιθώρια για μισθωτή εργασία στην οικονομία ελληνικών περιοχών πριν από τον
προχωρημένο 19° αιώνα είναι περιορισμένα, αφού στον κυρίαρχο τομέα της παραγωγής επικρατεί το
σύστημα της αγροληψίας με το μοίρασμα της αγροληψίας. Στον αγροτικό τομέα η μισθωτή εργασία
259

αυξημένων περιουσιακών τους στοιχείων και κατ' επέκταση των πολλών αγροτικών
εργασιών μπορούσαν να παρέχουν χειρονακτική εργασία τόσο στους μοναχούς τους
όσο και σε χωρικούς . Αποτελώντας έτσι πια η μονή όχι μόνο θρησκευτικό πόλο
έλξης για την περιοχή της αλλά και οικονομικό.
Δεν πρέπει να λησμονεί κανείς ότι η οικονομία της εποχής ήταν κυρίως
γεωργική και κτηνοτροφική. Σύμφωνα με μεταγενέστερη απογραφή (1879) όταν ήδη
έχει ξεκινήσει η αστικοποίηση της Ελλάδας, ο μισός και πλέον πληθυσμός ασχολείται
αποκλειστικά με τη γεωργία . Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά την Επανάσταση
οι αγρότες βρίσκονταν σε δύσκολη οικονομική θέση αφού δεν είχαν ούτε
καλλιεργήσιμη γη ούτε είχε γίνει η διανομή των εθνικών κτημάτων που οι ακτήμονες
περίμεναν5 . Σύμφωνα με στοιχεία της εποχής το 1830, 100.000 περίπου οικογένειες
δεν είχαν δικό τους κλήρο51, έπρεπε λοιπόν κάπου αλλού να προσφέρουν την εργασία
τους και να βρουν τα προς το ζην. Επειδή οι κάτοχοι της γης ήσαν είτε οι
κοτσαμπάσηδες είτε οι μονές λογικό είναι να επιθυμούν να προσφέρουν την εργασία
τους στις μονές που και περιουσία είχαν και χρειάζονταν εργατικά χέρια με
καλύτερες μάλιστα συνθήκες εργασίας και ίσως καλύτερες αμοιβές.

Όσο πιο μεγάλη ήταν η περιουσία της μονής τόσο περισσότερους εργάτες
απασχολούσε. Σε έγγραφο του 1838 (10/12/1838) που καταγράφει το συνολικό
αριθμό των μοναχών του ελληνικού βασιλείου, δίνονται στοιχεία και για τους
υπηρέτες των μονών. Σε σύνολο 105 μονών ο αριθμός των υπηρετών ανέρχεται σε
1161. Αν μάλιστα συγκριθεί ο αριθμός των μοναχών (1230) με τον αριθμό των
υπηρετών (1161) διαπιστώνεται πως το ποσοστό των τελευταίων είναι αρκετά

είναι κατά κύριο λόγο εποχιακή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι κατά κανόνα μισθωτή: ο εποχιακός
αγροτικός εργάτης αμείβεται συνήθως σε είδος, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιείται στις καλλιέργειες των
δημητριακών». Σπ. Ασδραχάς, Πραγματικότητες από τον ελληνικό IH' αιώνα. Σταθμοί προς την Νέα
Ελληνική κοινωνία, Αθήνα 1956, σελ. 44-47.
46
Οι ημερομίσθιοι γεωργοί και αμπελουργοί αμείβονταν το 1794 με 40 παράδες ημερησίως και
φαγητόν, οι οδηγούντες το άροτρον με 50 παράδες...Οι απλοί εργάται ημείβοντο με το ήμισυ αυτού, οι
δε ποιμένες με το τέταρτον. Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 222.
47
«Εν Πελοποννήσω επετρέπετο και εις τους Έλληνας η κτήσις γαιών πλήρους κυριότητος,
κυρουμένης διά χοτζετίου του καδή της περιφερείας. Και μεταξύ τούτων η μεγαλύτερη έκτασις ανήκεν
εις ολίγας οικογενείας και μονάς». Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 48. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222. Α.
Βακαλόπουλος, Ιστορία..., ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 931.
48
Τ. Γριτσόπουλος, Μονή Αγίων..., ό.π., σελ. 509.
49
Ν. Σβορώνος, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Αθήνα 1985 , σελ. 79.
50
Το αίτημα της διανομής της εθνικής γης στις ασθενέστερες τάξεις ήταν μέσα στις καρδιές των
επαναστατημένων, μια έντονη προσδοκία, που την τροφοδοτούσαν οι συνταγματικές επαγγελίες για τα
ψηφίσματα των Συνελεύσεων. Α. Λιγνάδης, Το πρώτο δάνειο της Ανεξαρτησίας, Αθήνα 1970, σελ. 75.
Π.Β. Δερτιλής, Τα δημόσια οικονομικά κατά την επανάσταση του 1821, Θεσσαλονίκη 1971, σελ. 1 Π­
Ι 13. Ν. Σβορώνος, ό.π., σελ. 79.
51
Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία..., ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 939. Μ. Χουλιαράκης, Ε. Μακρής, Στατιστικαί
μελέται 1821-1971, Αθήνα 1972, σελ. 57-58. G. Maurer, ό.π., τ. Ι, σελ. 46-47.
260

αυξημένο. Πιο συγκεκριμένα στις 73 μονές της Πελοποννήσου οι οποίες έχουν 860
μοναχούς, απασχολούνται 754 υπηρέτες. Στη Στερεά Ελλάδα και σε σύνολο 32
μονών με 370 μοναχούς ο αριθμός των υπηρετών ανέρχεται σε 407 52 . Ο αριθμός των
υπηρετών πιστοποιεί ότι τα περιουσιακά στοιχεία ήταν τόσα και οι εργασίες που
προέκυπταν ανάλογες ώστε δεν επαρκούσαν οι μοναχοί για να τις καλύψουν. Φυσικά
και οι μοναχοί ασχολούνταν σε αγροτικές εργασίες γι' αυτό και δεν είναι σπάνιο το
φαινόμενο να σημειώνονται στα έγγραφα οι ίδιες εργασίες για τους μοναχούς και
τους υπομίσθιους5 . Τέλος από την επεξεργασία των ανωτέρω στοιχείων φαίνεται ότι
οι μονές της Στερεάς Ελλάδας ήταν πλουσιότερες σε σχέση με αυτές της
Πελοποννήσου, καθώς στις μονές της Στερεάς αναλογούν περίπου 12,7 υπηρέτες ανά
μονή ενώ στις μονές της Πελοποννήσου 10,3. Όμως τα αποτελέσματα αυτά είναι
αναλογικά και δεν ανταποκρίνονται στις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η κάθε μία
μονή ξεχωριστά. Άλλωστε έχει ήδη παρουσιαστεί ότι οι πλουσιότερες μονές του
ελληνικού βασιλείου, σε έσοδα και κτηματική περιουσία βρίσκονταν στην
Πελοπόννησο (μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, μονή των Ταξιαρχών κ.λ.π.).
Στις μεμονωμένες αναφορές-απογραφές της περιόδου 1833-1838 και για
σύνολο 31 μονών καταγράφονται 222 υπηρέτες. Αναλυτικά στοιχεία έχουμε μόνο για
τους 143, ενώ αριθμητική αναφορά γίνεται για τους υπόλοιπους 79. Στα έγγραφα
όμως αυτού του είδους φαίνεται ότι δε σημειώνεται πάντα ο αριθμός των υπηρετών
που απασχολείτο είτε γιατί δε θεωρείτο απαραίτητο είτε γιατί η ύπαρξη υπηρετών
πρόδιδε υψηλά εισοδήματα και κατ' επέκταση μεγαλύτερη φορολογία54, είτε τέλος
γιατί δεν προσέφεραν μόνιμες υπηρεσίες στη μονή αλλά μόνο όταν οι ανάγκες το
καθιστούσαν αναγκαίο με αποτέλεσμα να μην αποτελούν μόνιμο δυναμικό. Άγνωστο
παραμένει το γεγονός αν στους υπηρέτες ανήκαν και γυναίκες.
Αν όμως οι μοναχοί δεν ήθελαν να παρουσιάσουν τον πραγματικό αριθμό των
υπηρετών που χρησιμοποιούσαν στις εργασίες της μονής γιατί παρέχουν τέτοιου
είδους πληροφορίες στην κεντρική εξουσία; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει να
κάνει με το γεγονός ότι τα έγγραφα που εξετάστηκαν πιο πριν συντάχτηκαν μετά το
1834, όταν ήδη είχε καταγραφεί η μοναστηριακή περιουσία από τα απογραφικά
έγγραφα των αναφορών του 1833. Επίσης οι μονές που είχαν διατηρηθεί πια ήταν

52
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 2, φ. 97.
53
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.
34
Όπως με την περίπτωση των μοναχών: «...τα δε περισσοτέρους του αριθμού τούτου περιέχοντα
μοναχούς διατηρούνται μεν, θέλουν πληρώνει δε προς το παρόν και μέχρι δευτέρας αποφάσεως
261

λιγότερες από αυτές που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια με αποτέλεσμα να είναι πιο
εύκολο να ελεγχθούν.

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.4

Οι υπηρέτες και οι μοναχοί του ελληνικού βασιλείου σε 105 μονές (1836)

Περιοχή Μονές Μοναχοί Υπηρέτες Υπηρέτες ανά μονή


Πελοπόννησος 73 860 754 12,7
Στερεά Ελλάδα 32 370 407 10,3
Σύνολο 105 1230 1161 11,5

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 9.3
Οι υπηρέτες και οι μοναχοί της Πελοποννήσου (1836)

• ΜΟΝΑΧΟΙ
ΞΥΠΗΡΈΤΕΣ

47% J
153°/ 1

Πηγή: Πίνακας 9.4

διπλοδέκατον...». Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 233-234. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 137. C. Frazee,
ό.π., σελ. 156, 163.
262

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 9.4

Οι υπηρέτες και οι μοναχοί του ελληνικού βασιλείου σε 105 μονές (1836)

1000 -
800 -
600 -


400 -
200 -
Π -
υ
• •
ΜΟΝΑΧΟΙ
Τ
:


ΥΠΗΡΈΤΕΣ
ι

Πηγή: Πίνακας 9.4

Τα ποιοτικά στοιχεία που αφορούν τους λαϊκούς δίνουν τη δυνατότητα να


έχουμε εικόνα των εργασιών που αυτοί προσέφεραν στις μονές. Οι χαρακτηρισμοί
που χρησιμοποιούνται γι' αυτούς λόγω των εργασιών που εκτελούν είναι «ποιμένας»,
«βουκόλος», «δούλος των ζώων», «υπηρέτης των ζώων», «φύλαξ των ζώων»,
«βοσκός των αλόγων», «βοσκός των ίππων», «ιπποβοσκός», «ιπποφύλαξ», «δούλος
εις τα άλογα», «βοσκός εις τα αιγοπρόβατα», «προβατοβοσκός», «αιγοβοσκός»,
«δούλος προβάτων γιδιών και αγελάδων», «υπηρέτης εις την μονή», «υπηρέτης εις το
μετόχι», «υπηρέτης εις τα καματερά», «δούλος εις τα μουλάρια», «δούλος επί των
ημιώνων», «αγροφύλαξ», «υπηρέτης εις τα μελίσσια», «φύλαξ του μύλου»,
«γελαδοβοσκός», ή «αγελαδοφύλαξ», «αγελαδοβοσκός», «βοϊδοβοσκός», «φύλαξ
των βοϊδίων», «φύλαξ των φορτίων ζώων», «δούλος εις τα φορτηγά ζώα», «δούλος
εις τα ζευγάρια», «γεωργός».
Στον πίνακα που ακολουθεί σημειώνονται οι ασχολίες των υπηρετών και ο
αριθμός τους σε καθεμία από αυτές.
263

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.5

Οι ασχολίες των υπηρετών στις μονές

Ασχολίες Άτομα
Ποιμένες, βουκόλοι 41
Δούλος των ζώων, υπηρέτης των ζώων ή φύλαξ των ζώων 13
Βοσκός των αλόγων, βοσκός των ίππων, ιπποβοσκός, ιπποφύλαξ, δούλος εις 17
τα άλογα
Βοσκός εις τα αιγοπρόβατα, προβατοβοσκοί, αιγοβοσκοί, δούλοι προβάτων 26
γιδιών και αγελάδων
Υπηρέτης εις το μετόχι 4
Υπηρέτης εις τα καματερά, δούλοι εις τα μουλάρια, δούλος επί των ημιώνων 11
Αγροφύλαξ 1
Υπηρέτης εις τα μελίσσια 1
Φύλαξ του μύλου 1
Φύλαξ των φορτίων ζώων, δούλος εις τα φορτηγά ζώα 2
Δούλος εις τα ζευγάρια 1
Γεωργός 12
Υπηρέτης εις την μονή 1
Γελαδοβοσκός, αγελαδοφύλαξ, αγελαδοβοσκός, βοϊδοβοσκός, φύλαξ των 8
βοϊδίων

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Το συμπέρασμα που προκύπτει από την παράθεση των ανωτέρω στοιχείων


είναι πως το μεγαλύτερο μέρος των λαϊκών προσφέρει τις υπηρεσίες του στην
κτηνοτροφία, ενώ μέρος μόνο των ατόμων αυτών ασχολούνται με τη γεωργία ή με
άλλες ασχολίες. Όχι ότι οι μονές δεν είχαν αρκετές γεωργικές εργασίες να
εκτελέσουν, αλλά αρκετές από αυτές εκτελούνταν από τους μοναχούς και
συνεπικουρικά από τους υπηρέτες5 . Σε κάποιες περιπτώσεις πάλι οι εργασίες αυτές
δεν ήταν σε ετήσια βάση αλλά μόνο για κάποιο χρονικό διάστημα. Στην τελευταία
περίπτωση η μονή έπαιρνε πρόσθετο εργατικό δυναμικό για όσο χρόνο διαρκούσαν
αυτές οι ασχολίες.

55
Σπ. Κοκκίνης, ό.π., σελ. 222.
264

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.6

Η κατανομή των υπηρετών σε γεωργικές


και κτηνοτροφικές εργασίες

ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΤΟΜΑ
Κτηνοτροφία 121
Γεωργία 12
Σύνολο 133

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 9.5
Οι εργασίες των υπηρετών (γεωργικές-κτηνοτροφικές)

9% • Κτηνοτροφία:
S Γεω ρ γ ί α :

91%

Πηγή: Πίνακας 9.6

Στα έγγραφα που εξετάζουμε εντοπίζονται δύο ενδιαφέροντα στοιχεία, η


μισθοδοσία των υπηρετών και οι γραμματικές γνώσεις που είχαν οι άνθρωποι αυτοί.
Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση σε δύο έγγραφα5 παρουσιάζονται αμοιβές
υπηρετών.
265

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.7

Υπηρέτες των μονών και αμοιβές τους

Ονο ματεπώ νυ μο Υπηρεσία Διάρκεια Μισθός


Θεόδωρος Κουτρούλης Γεωργός 12 μήνες 168 δραχμές
Γιώργος Κακουριώτης Αγροφύλαξ 12 μήνες 168 δραχμές
Γιώργος Βιενούσης Γεωργός 12 μήνες 160 δραχμές
Κώστας Γκίκας Μαρίνης Γελαδοβοςκός 12 μήνες 102 δραχμές
Δημήτριος Γκοβάτσης Βοϊδο βοσκός 12 μήνες 120 δραχμές
Παναγιώτης Ηλιου Μισθωτός 12 μήνες 180 δραχμές

Πηγή: Γ.Α.Κ. Μοναστηριακά, Φ. 221, 284.

Όπως προαναφέρθηκε, στο γεωργικό τομέα η μισθωτή εργασία είναι εποχιακή


χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η αμοιβή είναι κατά κανόνα εγχρήματη. Ο εποχιακός
αγροτικός εργάτης αμείβεται και σε είδος, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιείται στις
καλλιέργειες των δημητριακών, στη συλλογή καρπών, στον τρύγο, κ.λ.π57. Στα
στοιχεία που διαθέτουμε οι περιπτώσεις δεν αφορούν εποχιακούς εργάτες αλλά
εργάτες σε ετήσια βάση οι οποίοι δεν αμείβονταν σε είδος αλλά σε χρήμα. Η
μονιμότητα τους δείχνει τις αυξημένες ανάγκες που είχαν κάποιες μονές σε εργατική
δύναμη λόγω της μεγάλης κινητής και ακίνητης περιουσίας τους.
Οι γραμματικές τους γνώσεις θα μας απασχολήσουν σε επόμενο κεφάλαιο.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τέτοιου είδους ποιοτικά στοιχεία παρατίθενται μόνο στις
μεμονωμένες αναφορές-απογραφές του 1833 και σε κανέναν άλλον τύπο αναφοράς.
Σε σύνολο 36 υπηρετών που διαθέτουμε στοιχεία για τις γραμματικές τους γνώσεις
και οι 36 είναι αγράμματοι. Από τα 36 άτομα οι 29 ασχολούνται με κτηνοτροφικές
εργασίες, οι 6 με γεωργικές και ο 1 είναι φύλακας μύλου. Διαπιστώνεται επομένως
πως όχι μόνο το μορφωτικό επίπεδο των χωρικών, που εργάζονταν στις μονές, ήταν
58
χαμηλό αλλά και ότι το επίπεδο αυτό δεν τους απέκλειε από την αγορά εργασίας,
αφού οι εργασίες που προσέφεραν στη μονή δεν ήταν τέτοιες ώστε να προϋποθέτουν
59
γνώση γραφής και ανάγνωσης .

56
Γ.Α.Κ. Μοναστηριακά, Φ. 221,284.
57
Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 222.
58
«Το σύνολο των χωρικών ήσαν αγράμματοι». Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Ε', ΣΤ', σελ. 30, 939. Σπ.
Κόκκινης, ό.π., σελ. 222. S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 667.
59
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 300, 301, 302, 303, 306, 310, 312.
266

Ασθενείς
Στο χώρο των μονών πραγματοποιείτο εκτός από την υποτιθέμενη σωτηρία
της ψυχής των μοναχών και η περίθαλψη ασθενών και αναπήρων. Οι μονές
προσέφεραν φροντίδα σε ανάπηρους μοναχούς, ορφανούς λαϊκούς και ανήμπορα
γενικά άτομα, κάτι το οποίο ήταν σύμφωνο με τους ιερούς κανόνες, αφού στα
60
καθήκοντα των μοναχών συμπεριλαμβανόταν και η φιλανθρωπία .
Τα έγγραφα παρέχουν στοιχεία που πιστοποιούν τα προλεγόμενα, χωρίς
φυσικά αυτό να σημαίνει ότι όλες οι μονές του ελληνικού βασιλείου είχαν κάποιους
ασθενείς που έπρεπε να φροντίσουν. Τη δυνατότητα αυτή φαίνεται ότι την είχαν
κυρίως οι μονές που διέθεταν αυξημένα έσοδα και ικανό αριθμό μοναχών που θα
μπορούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες τους σε αυτούς τους ανθρώπους. Αυτό που δεν
αναφέρεται στα έγγραφα είναι αν οι ασθενείς για την περιποίηση τους προσέφεραν τα
περιουσιακά στοιχεία που τυχόν είχαν ή αν η φροντίδα τους γινόταν αφιλοκερδώς ως
ένδειξη αγάπης προς τον πλησίον .
Ποιες μονές εκτελούσαν έργο φιλανθρωπίας φαίνονται από τα στοιχεία που
ακολουθούν. Σε έγγραφο συνολικής αναφοράς, που εκδόθηκε στο Ναύπλιο στις
30/12/1834, παρουσιάζονται όλοι οι αόμματοι ορφανοί που ζούσαν σε μονές του
Νομού Αργολίδος και δέχονταν τις υπηρεσίες των μοναχών . Σύμφωνα με τα
στοιχεία του εγγράφου σε 11 μονές του νομού περιθάλπονταν 20 αόμματα και
ορφανά άτομα.
Σε άλλο έγγραφο από τη μονή των Ταξιαρχών της επαρχίας Ναυπλίας
σημειώνεται ότι υπάρχουν τρία άτομα που δέχονται φροντίδα από τους μοναχούς.
Μάλιστα στην παράμετρο παρατηρήσεις δίπλα στα ονόματα τους υπάρχει ο
χαρακτηρισμός «αόμματοι εκ του ορφανοτροφείου της Αιγίνης»63. Αυτό σημαίνει
πως οι μοναχοί πήραν ή αναγκάστηκαν να πάρουν από το ορφανοτροφείο της Αίγινας
τα άτομα αυτά ώστε να τα φροντίζουν.
Η ύπαρξη ασθενών σε μονές του ελληνικού βασιλείου πιστοποιείται και από
δύο άλλα έγγραφα. Το πρώτο προέρχεται από τη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου με
ημερομηνία έκδοσης 15 Ιουλίου 1833. Σε αυτό γίνεται λόγος ότι στη μονή υπάρχουν

60
Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ.370. Τ. Γριτσόπουλος, Μονή Αγίων..., O.K., σελ. 508-509.1. Γεωργούλας,
«Ο κοινωνικοπολιτικός ρόλος του μοναχού κατά την Βυζαντινή περίοδο», Βυζαντιναί Μελέται, τ. Δ',
Αθήνα 1994, σελ. 247-254.
51
Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ.370.
"«Κατάλογος των εν τοις κατά Νομόν Αργολίδος κ.τ.λ. διατηρουμένοις Μοναστηρίοις αόμματων
ορφανών», Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213.
63
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 224.
267

και 5 «φρενόληπτοι». Επειδή ακριβώς δεν σημειώνονται τα προσωπικά τους στοιχεία


64
δεν μπορούμε να επιβεβαιώσουμε αν τα άτομα ήταν λαϊκοί ή μοναχοί . Το δεύτερο
έγγραφο προέρχεται από τη μονή των Ταξιαρχών της επισκοπής Αιγιαλείας και
εκδόθηκε στις 22 Ιουνίου 1836. Χωρίς πάλι να καταγράφονται τα προσωπικά
65
στοιχεία των ατόμων αναφέρεται ότι στη μονή ζουν 5 «πτωχοί και ασθενείς» . Από
όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις φαίνεται ότι η φροντίδα που παρείχαν οι μοναχοί
γινόταν αφιλοκερδώς, χωρίς τα άτομα να είναι αναγκασμένα να προσφέρουν
περιουσιακά στοιχεία. Ήταν όμως πάντα η φροντίδα αφιλοκερδής; Το ζήτημα θα μας
απασχολήσει σε επόμενο κεφάλαιο.

β. Οι γυναικείες μονές

Οι γυναίκες οι οποίες επιθυμούσαν να μονάσουν κατέφευγαν σε γυναικείες


μονές και εκεί όφειλαν να διάγουν ασκητικό βίο όπως και οι μοναχοί .
Όπως ήδη έχει παρουσιαστεί οι γυναικείες μονές το α' μισό του 19ου αιώνα
στο χώρο που εκτείνεται γεωγραφικά στα όρια του ελληνικού βασιλείου δεν ήταν
αρκετές. Αν συγκρίνει κανείς τον αριθμό τους με αυτόν των ανδρικών μονών θα
διαπιστώσει πως είναι ελάχιστες (18). Στον πίνακα που ακολουθεί σημειώνονται οι 8
μονές από τις 18 που υπήρχαν πριν το 1833 και για τις οποίες διαθέτουμε στοιχεία για
τις μοναχές τους.

64
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
65
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 277c.
66
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 146. Κ. Ράλλης, Εγχειρίδιον..., ό.π., σελ. 172-173,178.
268

ΠΙΝΑΚΑΣ 9.8
Γυναικείες μονές στο χώρο του ελληνικού βάσιμου πριν το 1833

Γυναικείες μονές
Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα
Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Αγία Μονή
Άγιος Κωνσταντίνος, εν Καλαμαίς
Άγιος Νικόλαος, Θήρα
Αγία Τριάς, εις Πύργον Θήρας
Παλαιοκαστριανή, Μύκονος
Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Τήνος
Άγιος Βασίλειος, εις Αρκασάδες

Πηγή: Γ.Α.Κ. Μοναστηριακά, Φ.276, 282, 378, 554e,. 562, 616, 619, 410

Μετά το β. διάταγμα που περιόριζε τον αριθμό των γυναικείων μονών (25
Φεβρουαρίου/3 Μαρτίου 1834) οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες μονές
σταμάτησαν να λειτουργούν. Αν και το διάταγμα έκανε λόγο για τη λειτουργία μόνο
τριών μονών, μία στην Πελοπόννησο, μία στη Στερεά Ελλάδα και μία στα νησιά,
στην πραγματικότητα διατηρήθηκαν τέσσερις, καμία όμως από αυτές δε διατηρήθηκε
στη Στερεά Ελλάδα. Συγκεκριμένα παρέμειναν σε λειτουργία δύο στην
Πελοπόννησο, η μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα, η μονή της
Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Αγία Μονή και δύο στις Κυκλάδες, ο Άγιος Νικόλαος
στη Θήρα και η μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο. Ο Χρυσόστομος
Παπαδόπουλος αναφέρει πως τόσο η Αγία Μονή όσο και ο Άγιος Νικόλαος
διατηρήθηκαν προσωρινά, αν και δεν πληρούσαν τους όρους που καθόριζε το
διάταγμα, λόγω της γενικής κατακραυγής που σημειώθηκε .
Μοναχές

Οι μοναχές εν αντιθέσει με τους άνδρες μοναχούς δεν υπάγονται σε


κατηγορίες ανάλογα με τα ιερατικά τους καθήκοντα, γιατί απλά δεν μπορούν να
ασκήσουν ιερατικά ή τελετουργικά καθήκοντα . Όλες είναι ίσες μεταξύ τους
εκκλησιαστικά. Μόνο λόγω ηλικίας κάποιες απολαμβάνουν περισσότερο το σεβασμό

Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 139.


S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 146.
269

και την υπακοή των νεοτέρων. Ιεραρχικά ανώτερη όλων είναι η ηγουμένη, η οποία
έχει τα ίδια καθήκοντα και υποχρεώσεις με τους ηγούμενους των ανδρικών μονών.
Όσο για το τυπικό της κουράς των γυναικών είναι το ίδιο με αυτό των
ανδρών 69 . Η μόνη διαφορά έγκειται στο πρόσωπο που την πραγματοποιεί. Στις
γυναίκες η κουρά πραγματοποιείται από τον οικείο επίσκοπο, ενώ στους άνδρες από
τον ηγούμενο της μονής.
Ποιος όμως είναι ο αριθμός των μοναζουσών που παραμένουν στο μοναχισμό
μετά την εφαρμογή του β. διατάγματος, που περιόριζε το σύνολο των γυναικείων
μονών; Στο θέμα αυτό, όπως ήδη έχουμε παρουσιάσει, έχουν διατυπωθεί πολλές
απόψεις. Επαναλαμβάνοντας τα συμπεράσματα, στα οποία καταλήξαμε σε
προηγούμενο κεφάλαιο, τονίζουμε πως ο αριθμός των μοναζουσών πριν το 1833 70
ήταν 277, από τις οποίες διαθέτουμε στοιχεία για τις 218. Μετά το 1833 ο αριθμός
των μοναζουσών μειώθηκε και έφτασε τις 174. Συγκεκριμένα τα στοιχεία που
διαθέτουμε, από έγγραφα απογραφών των μονών του 1833 και 1834, παρουσιάζουν
την ακόλουθη εικόνα.
ΠΙΝΑΚΑΣ 9.9
Οι μοναχές στο ελληνικό βασίλειο πριν το 1833

Περιοχή Άτομα
Επαρχία Πατρών 3
Επαρχία Κυναίθης 5
Επαρχία Ηλείας 10
Επαρχία Αιγιαλείας 84
Επαρχία Αιτωλίας και Ακαρνανίας 10
Επαρχία Κυκλάδων 103
n
Επαρχία Λακωνίας J

Σύνολο 218

Πηγή: Γ.Α.Κ. Μοναστηριακά, Φ.276, 282, 378, 554e,. 562, 616, 619, 410

w
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 173.
70
Η Εφημερίδα «Σωτήρ», κάνει λόγο για 277 μοναχές. Σωτήρ, έτος 1834, αριθ. 27. Ο Χρυσόστομος
Παπαδόπουλος για 227 μοναχές. Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 133-134. Ο Georg von Maurer
κάνει λόγο για λιγότερες απο 100. G. Maurer, ό.π., τ. II, σελ. 179-180, 470.
270

Η μείωση των μοναζουσών φαίνεται και από το γεγονός ότι το 1836 οι


γυναικείες μονές της επαρχίας Αιγιαλείας παρουσιάζουν να διαθέτουν μόνο 39
71
μοναχές ενώ τρία χρόνια πριν διέθεταν 84 μοναχές. Γίνεται φανερό ότι ο αριθμός
των γυναικών με την πάροδο των ετών παρουσίασε μείωση, πράγμα που επιτρέπει να
διατυπωθεί το συμπέρασμα ότι όντως το β. διάταγμα που αφορούσε τις γυναικείες
μονές, 25 Φεβρουαρίου/3 Μαρτίου 1834, συνέβαλε σε κάποιο βαθμό στη μείωση και
του αριθμού των μοναζουσών. Η κύρια όμως αιτία της μείωσης των μοναζουσών,
όπως όμως έχει διατυπωθεί, είναι ακόμα πιο σύνθετη.
Δόκιμες
Οι δόκιμες μοναχές υπόκεινται στους ίδιους κανόνες, εκκλησιαστικούς και
κανονικούς, με αυτούς που ισχύουν και για τους άνδρες δόκιμους. Έτσι θα πρέπει η
μέλλουσα μοναχή να υποβληθεί στην καθορισμένη δοκιμασία, με την οποία θα
αποδειχθεί αν είναι κατάλληλη να δεχθεί τη μοναχική απαγγελία και να υποστεί την
κουρά. Πρέπει επίσης για την αποδοχή της ως δόκιμης να τηρούνται οι ίδιες
Τ)

προϋποθέσεις με αυτές των ανδρών .


Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σχεδόν σε όλα τα έγγραφα των γυναικείων
μονών δεν καταγράφονται δόκιμες εκτός από μία, αυτή της μονής Κοιμήσεως της
Θεοτόκου στην Τήνο . Στην εν λόγω μονή παρουσιάζονται 19 δόκιμες, από τις
οποίες οι 7 αν και έχουν διαμείνει για μεγάλο διάστημα στη μονή -άνω των τριών
χρόνων- δεν έχουν λάβει την κουρά. Αυτό οφείλεται στο ότι ή ο χρόνος της
δοκιμασίας τους δεν κρίθηκε ικανοποιητικός ή ότι οι ίδιες δεν ήθελαν να καρούν
μοναχές και απλά θεωρούσαν τη μονή ένα χώρο ασφάλειας και φροντίδας. Η
τελευταία υπόθεση κρίνεται ως πιο σωστή, αν σχετιστεί με την παρατήρηση που
υπάρχει στο τέλος της αναφοράς. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή ο επίσκοπος Κυκλάδων
Άνθιμος, στις 8/11/1834, σημειώνει: «Αι υπ' αριθ. 47 48 και 56 ως έχουσαι ικανήν
διαμονήν και ηλικίαν δίκαιον να μείνωσιν εις το Μοναστήριον, αι δε λοιπαί να
εξέλθωσιν ως μη έχουσαι κουράν. Αλλά χρήσιμος η έξωσίς των με την αναβολήν του
χρόνου». Από την παρατήρηση αυτή διαβλέπουμε από τη μία πλευρά μια τάση της
ιεραρχίας να μην εφαρμόζει κατά γράμμα τις διατάξεις γιατί τότε ο μοναχισμός θα
υφίστατο μείωση και από την άλλη πλευρά ότι η μονή όφειλε ως χώρος να παρέχει

71
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 117, 257, 259, 260, 261, 410, 534.
72
Π. Παναγιωτάκος, «Περί κανονικού τρόπου τελέσεως μοναχικής κουράς επί γυναικών. Σύστημα του
Εκκλησιαστικού Δικαίου κατά την εν Ελλάδι ισχύν αυτού», Νέα Σιών τ.52, (1957), σελ. 165-174. Α.
Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 10-12. Κ. Ράλλης, Περί της αναγκαστικής ..., ό.π., σελ. 322-328.
73
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
271

ασφάλεια στα άτομα που κατέφευγαν εκεί . Τα στοιχεία του εγγράφου αυτού, επειδή
δε συναντώνται σε άλλα έγγραφα αναφορών από τις γυναικείες μονές, το καθιστούν
ιδιαίτερα σημαντικό.
Μοναχοί-Ιερείς
Επειδή οι μοναχές δεν επιτρέπεται να εκτελούν ιερατικά καθήκοντα, έπρεπε
αυτά να τα εκτελεί κάποιος ιερωμένος. Έτσι επιτρεπόταν σε ιερέα να εισέρχεται στη
μονή για να τα εκτελέσει. Ο ιερέας, ο οποίος μπορούσε να είναι και ιερομόναχος,
τελούσε εκτός από τη θεία λειτουργία και άλλα εκκλησιαστικά καθήκοντα, όπως την
εξομολόγηση. Ενώ όμως δεν επιτρεπόταν η παραμονή του πέραν της εκτέλεσης των
καθηκόντων του και η συμβίωση του με τις μοναχές, υπάρχουν περιπτώσεις (σε
έγγραφα του 1833) όπου ο ιερέας συνυπολογίζεται στο δυναμικό της μονής. Στη μονή
της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα ανάμεσα στις 27 μοναχές υπάρχουν και
6 άνδρες. Στη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Αγία Μονή συμβιώνει και ένας
άνδρας με τις 57 μοναχές75. Στην πρώτη περίπτωση το έγγραφο δε δίνει περισσότερες
πληροφορίες για το τι είδους άτομα είναι αυτά που ζουν μέσα στη μονή. Μπορούμε
απλά να εικάσουμε πως εκτός από ιερωμένους μπορεί να υπήρχαν στη μονή της
Πεπελενίτσας ασθενείς, ορφανά ή ανήμποροι. Στη δεύτερη περίπτωση είμαστε
σίγουροι ότι πρόκειται για τον εφημέριο (ιερέα) της μονής.

Μετά το 1833 δε σημειώνονται στα έγγραφα των αναφορών η ύπαρξη ανδρών


σε γυναικείες μονές. Οδηγούμαστε έτσι στο συμπέρασμα ότι τα άτομα αυτά θα
πρέπει να δέχτηκαν εντολές για τη μη μόνιμη εγκατάσταση τους στις γυναικείες
μονές. Σύμφωνα με αυτές μετά το πέρας της τέλεσης των καθηκόντων τους οι ιερείς
θα έπρεπε να απομακρύνονται από τη μονή.
Λαϊκοί ως υττηρέτες
Τα έγγραφα από τις γυναικείες μονές δεν επιβεβαιώνουν την ύπαρξη
υπηρετών σε αυτές. Αυτό δε μας προκαλεί εντύπωση και μπορεί να εξηγηθεί τόσο με
τους ιερούς κανόνες όσο και με οικονομικά κριτήρια. Σύμφωνα με την πρώτη
περίπτωση ο κανόνας μζ' της εν Τρούλλου οικουμενικής συνόδου, απαγορεύει όχι
μόνο να κοιμάται άνδρας λαϊκός σε γυναικεία μονή αλλά και να έρχεται σε επαφή με
μοναχή. Από οικονομικής άποψης επίσης, τα έσοδα των γυναικείων μονών ήταν
σαφώς λιγότερα από τα έσοδα των ανδρικών μονών. Η περιορισμένη λοιπόν

Γ. Στογιάγλου, ό.π., σελ. 370.


75
ΠΑ.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 257.
272

κτηματική τους περιουσία δεν υπαγόρευε την ύπαρξη μόνιμων υπηρετών. Οι


μοναχές μόνες τους έπρεπε να περιποιούνται τη μονή τους. Αν πάλι χρειαζόταν να
απασχολήσουν λαϊκούς, αυτοί έπρεπε να έρχονται σε επαφή μόνο με την ηγουμένη.
Δεν καταγράφονται έτσι οι υπηρέτες στα έγγραφα των γυναικείων μονών γιατί
μάλλον δεν προσέφεραν μόνιμες υπηρεσίες σε αυτές. Αυτό όμως δεν μπορεί να
αποκλείσει την παρουσία υπηρετών σε περιόδους που προέκυπταν πρόσθετες
ανάγκες π.χ. γεωργικές εργασίες, συντήρηση των κτισμάτων της μονής.
Ιδιαίτερες περιπτώσεις λαϊκών
Αν και μπορούσαν άνδρες κατ' εξαίρεση να εισέρχονται σε γυναικείες μονές,
σύμφωνα με τους μοναστηριακούς κανόνες,77 επειδή ήταν συγγενείς μοναζουσών78 ή
γιατροί για θεραπεία ασθενούσας μοναχής ή επίσκοποι ή εργάτες για την εκτέλεση
οικοδομικής ή άλλης εργασίας εντός της μονής ή άνδρες προσκυνητές τη μέρα της
γιορτής του καθολικού της μονής, εν τούτοις στα έγγραφα των αναφορών δεν
καταγράφεται καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις. Ακριβώς γιατί δε θεωρούνταν
μέρος του δυναμικού της μονής.
Γυναίκες μπορούσαν επίσης να επισκεφθούν τη μονή, προκειμένου να
εκπληρώσουν κάποιο τάμα ή να εκκλησιαστούν στο καθολικό της μονής ή τέλος να
προσκυνήσουν79. Καμία όμως και από αυτές τις περιπτώσεις δεν σημειώνεται στα
έγγραφα που μελετάμε.
Η μόνη περίπτωση λαϊκού, που σημειώνεται στα έγγραφα των αναφορών να
συμβιώνει με μοναχές, αφορά ηλικιωμένο άνδρα που περιθάλπεται και δέχεται τη
φροντίδα των μοναζουσών. Το στοιχείο αυτό προέρχεται από μονή της Τήνου .
Μέσα στο έγγραφο παρουσιάζεται άτομο να καταφεύγει στη μονή για να δεχθεί
περίθαλψη, αφού πρώτα αφιέρωσε την περιουσία του σε αυτή. Δυστυχώς όμως δεν
αναφέρεται το ύψος της περιουσίας, ούτε αν είναι κινητή ή ακίνητη. Υπάρχουν
επίσης πρόσθετα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι μοναχές φρόντιζαν άλλες
ηλικιωμένες ή ασθενείς μοναχές αλλά όχι λαϊκούς. Επειδή λοιπόν δε διαθέτουμε άλλα
στοιχεία για τυχόν περίθαλψη σε γυναικεία μονή ανδρών ασθενών και αναπήρων ή
ατόμων που χρειάζονται ιδιαίτερη φροντίδα, το στοιχείο είναι πολύτιμο γιατί

76
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 236. Βλ. Παράρ. 1, τ. II, σελ. 7.
77
Κ. Ράλλης, ό.π., σελ. 194-195.
78
Καν. κ' της ζ' οικουμ. συνόδ., «Ούτως ο βουλόμενος ιδείν μονάζουσαν συγγενή δεν δύναται να
διαλέγηται κατ' ιδίαν μετ' αυτής, αλλά παρούσης της ηγουμένης βραχέα να λέγη και παραυτίκα ν'
απέρχηται».
79
S. Runciman, ό.π., τ. Α', Β', σελ. 151, 662.
80
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
273

πιστοποιεί από την μία πλευρά τη μόνιμη συμβίωση ανδρών σε αυτές τις μονές, έστω
και κάτω από αυτές τις συνθήκες, και από την άλλη ότι και οι μοναχές προσέφεραν
φιλανθρωπικό έργο μερικές φορές μάλιστα όχι και τόσο ανιδιοτελές81.

9.3 Ποιοι πηγαίνουν στις μονές;

Οι μονές είναι κτισμένες σε μη εμφανείς τοποθεσίες κατά το πλείστον και


απομονωμένες φυσικά ή τεχνικά. Παρουσιάζουν δε και μια κοινή αρχιτεκτονική
μορφή ενώ τυχόν παρεκκλίσεις θα πρέπει να αποδοθούν στην προσαρμογή των
μοναστηριακών κτισμάτων στις τοπογραφικές συνθήκες του περιβάλλοντος.
Όπως κάθε κοινωνία έτσι και η μονή απαρτίζεται από ξεχωριστές κατηγορίες
ανθρώπων οι οποίοι εγκαταβιώνουν σε αυτή ή απλά προσφέρουν τις υπηρεσίες τους
στις μονές. Οι κατηγορίες διαφοροποιούνται ανάλογα με το φύλο των ατόμων που
μονάζει σε αυτές.
Στις ανδρικές μονές υπάρχουν πρώτα απ' όλα οι μοναχοί οι οποίοι ανάλογα με
τον εκκλησιαστικό βαθμό που φέρουν κατατάσσονται σε χειροτονημένους και μη.
Σύμφωνα με το μοναστηριακό τους σχήμα κατατάσσονται σε ρασοφόρους,
μικρόσχημους και μεγαλόσχημους. Το σύνολο των μοναχών, το α' μισό του 19ου
αιώνα, ανήκει εκκλησιαστικά στους χειροτονημένους ενώ μοναστηριακά στους
μικρόσχημους. Ο αυξημένος αριθμός των χειροτονημένων μοναχών πιστοποιεί ότι οι
μοναχοί ως εφημέριοι-ιερείς προσέφεραν τις εκκλησιαστικές υπηρεσίες τους εκτός
από το καθολικό της μονής στην οποία μόναζαν και στους ναούς των παρακείμενων
χωριών και οικισμών.
Η δεύτερη κατηγορία ατόμων που εγκαταβίωναν στις μονές είναι οι δόκιμοι.
Το νέο αίμα που θα στελεχώσει τις μονές, αφού περάσουν μια τριετή τουλάχιστον
περίοδο δοκιμασίας. Στο σύνολο τους καταφεύγουν ως δόκιμοι σε μικρές ηλικίες (Π­
Ι 6 ετών) παραβιάζοντας συχνά έτσι τους ανάλογους εκκλησιαστικούς κανόνες. Το
μικρό τους δυναμικό δείχνει και αυτό την παρακμή που παρατηρείται στο θεσμό του
μοναχισμού, ο οποίος αρχίζει να παρακμάζει μετά την επανάσταση και κυρίως με τη
δημιουργία του ελληνικού βασιλείου, καθώς αρχίζει να διαφαίνεται η εκκοσμίκευση
της πίστης, η οποία έχει συνέπειες και στο μοναχισμό.

Ϊ ' : \
7. ' 'ί
Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 370.
274

Παραβίαση των εκκλησιαστικών κανόνων παρατηρείται και με τη συμβίωση


γυναικών σε ανδρικές μονές. Τέτοιες περιπτώσεις αν και μεμονωμένες σημειώνονται
στα έγγραφα των αναφορών του 1833. Στα έγγραφα των επόμενων ετών δεν
παρουσιάζονται ανάλογα φαινόμενα, πράγμα που μας κάνει να υποθέσουμε πως είτε
συμμορφώθηκαν με τις διατάξεις και τις εγκυκλίους της Ιεράς Συνόδου, είτε απλά δεν
τις κατέγραφαν πια. Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί στην παραβίαση των κανόνων;
Λόγοι ανθρωπιστικοί, ηθικοί. Σε κάποιο βαθμό μάλιστα και πρακτικοί αφού οι
μοναχές θα φρόντιζαν τη διατροφή και την καθαριότητα των μοναχών. Από τα
στοιχεία που εξετάζουμε προκύπτει ότι οι γυναίκες αυτές ήσαν ηλικιωμένες ή
συγγενείς του ηγούμενου. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση λοιπόν δύσκολα θα
τις άφηναν απροστάτευτες μέσα στη γενικότερη ανασφάλεια της εποχής.
Μία κατηγορία ανθρώπων που καταγράφονται στα έγγραφα των αναφορών
αλλά δε συμβιώνει πάντα με τους μοναχούς στις μονές είναι οι υπηρέτες.
Συναντώνται ποικίλοι όροι προκειμένου να χαρακτηριστούν αυτά τα άτομα, όπως
υπηρέτες, υπομίσθιοι, μισθωτοί, δούλοι. Οι αριθμοί των υπηρετών καταδεικνύουν
πρώτον ότι μόνο οι μεγάλες αριθμητικά μονές και ταυτόχρονα φημισμένες διαθέτουν
υπηρέτες και δεύτερον ότι η παρουσία τους προϋποθέτει αυξημένα περιουσιακά
στοιχεία εκ μέρους της μονής. Αν και οι ασχολίες τους είναι πολλές, μόνιμη εργασία
φαίνεται να έχουν όσοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία. Αυτό συμβαίνει
γιατί οι γεωργικές εργασίες είναι κυρίως εποχιακές. Οι υπηρέτες λοιπόν σε αυτές τις
εργασίες προσλαμβάνονταν όταν χρειάζονταν πρόσθετα εργατικά χέρια για
συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η αμοιβή των υπηρετών ήταν άλλοτε εγχρήματη
και άλλοτε σε είδος. Από τα στοιχεία αυτής της κατηγορίας ατόμων
συνειδητοποιούμε ότι οι μονές αποτελούσαν για τους αγροτικούς πληθυσμούς όχι
μόνο θρησκευτικό πόλο έλξης αλλά και οικονομικό.
Τέλος η παρουσία ανάπηρων και ανήμπορων γενικότερα ατόμων, μοναχών
και λαϊκών, στο χώρο των μονών πιστοποιεί το φιλανθρωπικό έργο που επιτελούσαν
οι μοναχοί. Το κατά πόσο όμως η φιλανθρωπία αυτή υπαγορευόταν από την κεντρική
εξουσία ή από το γεγονός ότι τα άτομα που χρειάζονταν φροντίδα είχαν παραχωρήσει
την περιουσία τους στη μονή ώστε να πραγματοποιείται η περίθαλψη τους, δε
μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, ούτε σε ποιο βαθμό γινόταν ούτε σε ποια έκταση.
Στοιχεία πάντως, έστω και λίγα, έχουμε και για τις δύο περιπτώσεις και για τον
εξαναγκασμό της εξουσίας και για οικονομικές δωρεές.
275

Στις γυναικείες μονές, αν και αισθητά λιγότερες από τις ανδρικές, το σκηνικό
σχετικά με τα άτομα που εγκαταβιώνει σε αυτές δε διαφέρει και πολύ. Συναντάμε
μοναχές οι οποίες όμως δεν διαχωρίζονται εκκλησιαστικά και μοναστηριακά σε
βαθμούς, αφού αυτοί δεν υφίστανται για τις γυναίκες. Οι δόκιμες παρουσιάζονται
μόνο σε ένα έγγραφο και μάλιστα σε αυτό σημειώνονται περιπτώσεις στις οποίες οι
δόκιμες έχουν υπερβεί κατά πολύ την τριετή δοκιμασία που όφειλαν χωρίς να έχουν
καρεί, επειδή πιθανά οι ίδιες το επιθυμούσαν. Στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται
ότι αυτές οι γυναίκες είχαν επιλέξει τη μονή όχι επειδή επιθυμούσαν να μονάσουν
αλλά επειδή η μονή τους παρείχε ασφάλεια κάθε είδους. Αυτό ανάγκασε τον
επίσκοπο Κυκλάδων να ζητήσει την απομάκρυνση τους από το χώρο της μονής. Αυτό
που πρέπει πάντως να επισημάνουμε είναι ότι ο περιορισμένος αριθμός των δοκίμων
γυναικών καταδεικνύει την κάμψη στην οποία είχε επεισέλθει και ο γυναικείος
μοναχισμός.
Τα έγγραφα των αναφορών από τις γυναικείες μονές δε σημειώνουν την
παρουσία υπηρετών επειδή τα περιουσιακά στοιχεία των μονών δεν ήταν ανάλογα με
αυτά των ανδρών ώστε να απαιτούν μόνιμους εργάτες να τα φροντίζουν.
Μόνιμη συμβίωση ανδρών σε γυναικείες μονές, παρά τους εκκλησιαστικούς
κανόνες, έχουμε σε περιπτώσεις χειροτονημένων μοναχών, οι οποίοι εκτελούν τα
λειτουργικά καθήκοντα που δε μπορούν να εκτελέσουν οι μοναχές και σε
περιπτώσεις ανήμπορων ανθρώπων, οι οποίοι περιθάλπονται από τις μοναχές. Στην
πρώτη περίπτωση μετά από εγκυκλίους της Ιεράς Συνόδου (1835-1836) το φαινόμενο
σταματά να υφίσταται, ενώ στη δεύτερη, αν και καταγράφεται μόνο ένα περιστατικό,
συνεχίζει να ισχύει, αφού έτσι οι μοναχές εκδηλώνουν φιλανθρωπικό έργο, όχι πάντα
ανιδιοτελώς, το οποίο εξάλλου είναι μέσα στα καθήκοντα τους.
276

ΕΙΚΟΝΑ 4η

Μονή Οσίου Λουκά

—'jT-'l.ÌJJ-jf* ' "'• I ^

77/777: Monuments Byzantins en Attigue et Béotie, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1956, σελ. 3
277

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ

ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΩΝΥΜΙΑ

Το κεφάλαιο αυτό ασχολείται με τα ανθρωπωνύμια των ατόμων, μοναχών και


λαϊκών, που εντοπίζονται στα έγγραφα των αναφορών είτε να εγκαταβιώνουν στις
μονές είτε να προσφέρουν υπηρεσίες σε αυτές. Θα πρέπει πάντως να επισημανθεί
εξαρχής ότι τα όσα ακολουθούν αφορούν αποκλειστικά στο ανέκδοτο πρωτογενές
υλικό που επεξεργαζόμαστε, εξαιρώντας αυτό που μας δίνει η βιβλιογραφία1.
Από τη μελέτη των ανθρωπωνυμίων μπορούν να παρατηρηθούν τα
μοναστηριακά ονόματα που χρησιμοποιούνται από τους μοναχούς και τις μοναχές, τα
βαπτιστικά ονόματα που έχουν πριν την κουρά τους και τα επώνυμα τους, στο α'
μισό του 19ου αιώνα. Μπορούμε άραγε να αποδείξουμε από την εξέταση των
ανθρωπωνυμίων όχι μόνο αυτά που είναι συνηθέστερα αλλά και τυχόν προσέλκυση
ατόμων στο μοναχισμό από άτομα του οικογενειακού ή συγγενικού περιβάλλοντος
τους που ήδη μονάζουν;
Ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει κανείς κατά τις διερευνήσεις των
ανθρωπωνυμίων σχετίζεται με την ίδια τη μορφή των καταγραφών που χρησιμοποιεί.
Στη περίπτωση των μοναχών, τα ονόματα τους, μοναστηριακά, βαπτιστικά,
οικογενειακά, διαθέτουν ένα μεγάλο ποσοστό προχειρότητας, με αποτέλεσμα να
παρατηρούνται ορθογραφικά λάθη.

1
Φ. Κουκούλες, «Παναγίας και Αγίων νεοελληνικά επίθετα», Ελληνική Δημιουργία, (1952), σελ. 351-
354. Δ.Β. Οικονομίδης, «Όνομα και ονοματοθεσία εις τας δοξασίας και συνήθειας του ελληνικού
λαού», Λαογραφία, τ. 20, (1962), σελ. 446-542. Γ. Χατζιδάκις, Γλωσσολογικοί Έρευναι, τ.2, Αθήνα
1934, ανατύπ. 1980, σελ. 115-123.
278

10.1 Τα μοναστηριακά ονόματα

Η γέννηση ενός μοναχού είναι συμβολική και πραγματοποιείται με την κουρά του. Ο
μοναχός αρχίζει να υπάρχει στους κόλπους του μοναχισμού όταν συντελεστεί η
συγκεκριμένη τελετουργία . Στις κοινόβιες μονές, όπως στις μέρες μας έτσι και στις
αρχές του 19ου αιώνα, πρώτα δινόταν η ρασοευχή, όπου και άλλαζε σε μερικές
περιπτώσεις το όνομα του υποψήφιου μοναχού. Ο δόκιμος έπρεπε να περάσει το
χρονικό διάστημα της δοκιμασίας. Στη συνέχεια να αποφασιστεί από το
ηγουμενοσυμβούλιο της μονής ότι ο δόκιμος μπορεί πια λόγω ηθικής διαγωγής να
καρεί μοναχός και έτσι να πραγματοποιήσουν την κουρά. Την ιεροτελεστία τελούσε
ένας από τους ιερομόναχους της μονής και όχι ο ηγούμενος, ο οποίος ήταν ο
Ανάδοχος, όρος ανάλογος με τον ανάδοχο (νονό) που βαπτίζει το νεογέννητο στο
μυστήριο του βαπτίσματος .

Μετά το πέρας της τελετής της κουράς ο μοναχός θεωρείται μέλος της
συγκεκριμένης μοναστηριακής κοινότητας. Έχει τις ίδιες αρμοδιότητες, τα
4
δικαιώματα και υποχρεώσεις με όλους τους υπόλοιπους μοναχούς .
Το όνομα αλλάζεται για να θυμίσει την αλλαγή της νέας ζωής, μιας ζωής που
είναι ένας αγώνας για την Τελείωση5.

α. Η επιλογή του ονόματος

Ο τρόπος επιλογής το ονόματος του μέλλοντος μοναχού που δίνεται κατά τη


διάρκεια της κουράς δεν είναι συγκεκριμένος, ακριβώς γιατί δεν βασίζεται σε
εκκλησιαστικούς ή δογματικούς κανόνες αλλά στη δύναμη της συνήθειας. Γι' αυτό
και δεν μπορεί κανείς να προβεί σε ένα καθολικό συμπέρασμα καθώς δεν υπάρχει
κάποιο τυπικό να βασιστεί.
Χωρίς να σημαίνει ότι η επιλογή είναι αυθαίρετη και εντελώς τυχαία,
μπορούμε να πούμε ότι βασίζεται σε συνδυασμό παραγόντων. Υπεύθυνοι για το
όνομα που θα έχει ο μέλλων μοναχός είναι ο ηγούμενος ή κατά άλλους ο γέροντας
του μοναχού. Σύμφωνα με κάποιες αντιλήψεις ο ηγούμενος ή ο γέροντας την

2
Α. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ.10-12. Μουρατίδης, ό.π., σελ. 73-74, Δ. Μωραΐτης, ό.π., σελ. 1382, Ν.
Μίλας, Μ. Αποστολοπούλου, ό.π., σελ. 944.
3
Δ. Μωραΐτης, ό.π., σελ. 1382, Ν. Μίλας, Μ. Αποστολοπούλου, ό.π., σελ. 944.
4
Π. Παναγιωτάκος, ό.π., σελ. 69-70. Ι. Χατζηφώτης., Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος, Αθήνα 1995,
σελ. 240-252.
5
Κ. Μουρατίδης, ό.π., σελ. 73.
279

προηγούμενη μέρα επιλέγει ως υποψήφια τρία ονόματα, τα οποία μπορούν να δοθούν


στο μοναχό. Κατά τη διάρκεια της νύχτας στο όνειρο του κάποιος Άγιος ή η Παναγία
του υποδεικνύει το καταλληλότερο. Έτσι κατά τη τελετή ο ηγούμενος ή ο γέροντας
ξέρει ποιο όνομα να δώσει.
Πρόσθετα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη από αυτόν που θα επιλέξει το
όνομα του μοναχού είναι το τάμα που τυχόν έχει κάνει ο μοναχός ή κάποιος συγγενής
του. Επειδή για παράδειγμα γιατρεύτηκε από κάποια ασθένεια. Εξάλλου το όνομα
του Αγίου που τιμάται από την Εκκλησία κατά την ημέρα της κουράς αποτελεί
αφορμή. Επίσης το όνομα κάποιου ασκητή, τη ζωή του οποίου θα πρέπει να μιμηθεί ο
μέλλον μοναχός ή ακόμα τα κοινά στοιχεία του χαρακτήρα του μοναχού με τον
χαρακτήρα του Αγίου ή του ασκητή, το όνομα του οποίου θα φέρει. Τέλος το
μοναστηριακό όνομα που έχει ο γέροντας του μοναχού6.
Πρέπει να γίνει λόγος και για κάποιους άτυπους κανόνες που τηρούνται κατά
τη διάρκεια της επιλογής, όπως τουλάχιστον αυτό προκύπτει από τη μελέτη των
ονομάτων στα έγγραφα. Σε μονές με περιορισμένο αριθμό μοναχών αποφεύγεται η
συνωνυμία των μοναχών. Φυσικά σε μονές με αυξημένο μοναχικό δυναμικό, άνω των
8 ατόμων, συναντώνται περιπτώσεις συνωνυμίας αλλά και πάλι σε περιορισμένη
έκταση, ώστε να αποφεύγονται παρανοήσεις.
Σε δύο έγγραφα αναφορών που σημειώνουν εκτός από το μοναστηριακό
όνομα και το λαϊκό του μοναχού φαίνεται ότι στην επιλογή του μοναχικού ονόματος
λαμβάνονται υπόψη και τα αρχικά γράμματα του λαϊκού ονόματος. Αν και δεν
υπάρχουν επαρκή στοιχεία για τη διεξαγωγή αδιαμφισβήτητων συμπερασμάτων,
καθώς τα στοιχεία αυτά συναντώνται μόνο σε δύο έγγραφα, εντούτοις είναι μια
ενδιαφέρουσα πληροφορία που πρέπει να σημειωθεί. Θα πρέπει πάντως να τονιστεί
ότι στις μέρες μας το φαινόμενο αυτό ισχύει. Τα στοιχεία που ακολουθούν,
παρουσιάζουν το μοναχικό όνομα του μοναχού να αρχίζει από το πρώτο ή τα δύο
πρώτα γράμματα του λαϊκού του ονόματος. Τα στοιχεία προέρχονται από τη μονή του
7
Αγίου Νικολάου στο Διακοφτό και τη μονή της Αγίας Τριάδος στα Κούντουρα .

6
Αδελφών Ιεράς Μονής Παναγίας Ελεούσης, ό.π., σελ. 136. Π. Παναγιωτάκος, ό.π., σελ. 56. Α.
Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 12.
7
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 283, 284.
280

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.1
Συσχετισμός λαϊκών και μοναστηριακών ονομάτων

Λαϊκά ονόματα Μοναστηριακά ονόματα


Γ-εώργιος Γ-ρηγόριος
Στ-αύρος Στ-έφανος
Αν-τώνιος Αν-ανίας
Δ-ημήτριος Δ-ανιήλ
Ι-ωάννης Ι-ερεμίας
Γε-ώργιος Γε-ράσιμος
Γε-ωργάκης Γε-ρμανός
Ιωάννης Γεράσιμος
Σ-ταύρος Σ-αμουήλ
Ν-ικόλαος Ν-εκτάριος
Αν-δρέας Αν-ανίας
Μ-ιχαήλ Μητροφάνης
Δ-ημήτριος Δ-ιονύσιος
Θε-οφάνης Θε-ωνάς

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 283, 284.

Από τα ανωτέρω στοιχεία φαίνεται να προκύπτει αντιστοιχία μεταξύ του


πρώτου γράμματος ή των δύο πρώτων γραμμάτων του λαϊκού ονόματος και του
μοναστηριακού ονόματος σε 13 περιπτώσεις. Σε 6 από αυτές υπάρχει αντιστοιχία στα
δύο πρώτα γράμματα των ονομάτων. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση του
Ιωάννη Κοστόπουλου που πήρε στο μοναχικό όνομα Γεράσιμος. Στην τελευταία
περίπτωση δεν ακολουθείται η αντιστοιχία που περιγράψαμε, αφού φαίνεται ότι θα
συνέβαλε στην επιλογή του ονόματος του ένας από τους λόγους που
προαναφέρθηκαν.
281

β. Τα μοναστηριακά ονόματα των ανδρών και των γυναικών

Για να μπορέσει να διεξαγάγει κανείς συμπεράσματα από τα μοναχικά


ου
ονόματα που έχουν οι μοναχοί στο α' μισό του 19 αιώνα και στη συνέχεια να τα
σχολιάσει, θα πρέπει να παραθέσει πίνακα σχετικός με το σύνολο των ονομάτων,
όπως αυτά προκύπτουν από τη μελέτη των εγγράφων.
8
Στο παράρτημα καταγράφονται 127 μοναστηριακά ονόματα για σύνολο 993
ατόμων. Τα περισσότερα από αυτά προέρχονται από ασκητές που είχαν αγιοποιηθεί
(η Εκκλησία τους είχε ανακηρύξει αγίους) ή από άτομα που ανήκαν στο χώρο της
Εκκλησίας, Επισκόπους, Μητροπολίτες, Πατριάρχες. Η επιλογή ονομάτων από αυτά
τα πρόσωπα γινόταν λόγω της ενάρετης ζωής τους, την οποία ο νέος μοναχός καλείτο
να ακολουθήσει και έτσι να δικαιώσει το όνομα που έφερε.
Υπάρχουν περιπτώσεις επιλογής του μοναστηριακού ονόματος από πρόσωπα
της Παλαιάς ή της Καινής Διαθήκης, π.χ. Βενιαμήν, Γαβριήλ, Γεδεών, Δαβίδ, Δανιήλ,
Ησαίας, Ιερεμίας, Ιωακείμ, Ιωνάς, Σαμουήλ, Συμεών, Ματθαίος. Όμως η επιλογή
τέτοιων ονομάτων δεν ήταν συχνή όπως τουλάχιστον δείχνουν τα αριθμητικά
δεδομένα9.
Συναντώνται επίσης και ονόματα ευθύτερα, ευοίωνα ή ευφημιστικά. Ονόματα
δηλαδή που έχουν προέλθει από δύο συνθετικά και δείχνουν κάποιο χάρισμα το οποίο
είχε ή θα έπρεπε να έχει ο μοναχός. Πολλά από αυτά έχουν ως πρώτο ή δεύτερο
συνθετικό το όνομα του Θεού, ώστε να προστατεύει το μοναχό στη νέα του ζωή.
Τέτοιου είδους μοναστηριακά ονόματα είναι: Αγαθάγγελος, Θεόδουλος, Θεόκλητος,
Θεοφάνης, Θεόφιλος, Ιερόθεος, Καλλίνικος, Νίκανδρος, Νικηφόρος, Νικόδημος,
Παγκράτιος, Πολύκαρπος, Φιλάρετος, Φιλόθεος, Χριστόδουλος, Χριστόφορος10.
Από τον αριθμό των ατόμων που συγκεντρώνει το κάθε όνομα προκύπτει ότι
το μεγαλύτερο ποσοστό των ονομάτων που επιλεγόταν αφορούσε ονόματα που
ανήκαν σε Αγίους ή σε ασκητές, το παράδειγμα των οποίων καλούνταν να μιμηθούν
οι νέοι μοναχοί. Μεγαλύτερο ποσοστό προτίμησης, όπως παρουσιάζεται στον πίνακα

8
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XI. 1, τ. II, σελ. 83.
Κ. Μαντζουράκης, Τα κυριότερα ονόματα των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Με σύντομον ιστορίαν
των και την ετυμολσγικήν και συμβολικήν σημασίαν των, Αθήνα 1951, σελ. 100. Γ. Χατζιδάκις, ό.π., τ.
2, σελ. 406.
10
Φ. Κουκούλες, ό.π., σελ. 351. Κ. Μαντζουράκης, ό.π., σελ. 100. Γ. Χατζιδάκις, ό.π., τ. 2, σελ. 120-
123.
282

που ακολουθεί, συγκεντρώνουν τα ονόματα: Ανανίας, Άνθιμος, Γεράσιμος,


Γρηγόριος, Δανιήλ, Διονύσιος, Καλλίνικος, Πανάρετος, Παρθένιος11.
ΠΙΝΑΚΑΣ 10.2
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναχών

Μοναστηριακά ονόματα Άτομα Ποσοστό %


Ανανίας 24 8,9
Άνθιμος 23 8,5
Γεράσιμος 32 11,8
Γρηγόριος 52 19,2
Δανιήλ 24 8,9
Διονύσιος 34 12,5
Καλλίνικος 24 8,9
Πανάρετος 20 7,4
Παρθένιος 37 13,7
ΣΥΝΟΛΟ 270 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 10.1
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναχών

60 -
50 •
40 -
30 -
20 •

ίο -
I I I ι ι
0 ~

Πηγή: Πίνακας 10.2

Συμπερασματικά λοιπόν μπορεί να ειπωθεί, ύστερα από την παράθεση του


πίνακα (Παράρτημα 2, πίν. XI. 1), πως η επιλογή του ονόματος βασίζεται κυρίως στη
δύναμη της συνήθειας. Η προτίμηση κάποιου ονόματος δεν έχει να κάνει με μια
γενικότερη τάση επιλογής αλλά μοναστηριακά τουλάχιστον με το παράδειγμα της

" Ν. Ανδριώτης, Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, έκδ. 2\ Ινστιτούτο Νεοελληνικών
Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 268.
283

ζωής του προσώπου, το όνομα του οποίου φέρουν και το οποίο παράδειγμα πρέπει να
ακολουθούν.
Ανάλογη εικόνα με αυτή των ανδρικών μοναστηριακών ονομάτων προκύπτει
και από τον πίνακα που δημιουργείται από την παράθεση των γυναικείων
μοναστηριακών ονομάτων12, ο οποίος σχολιάζεται στη συνέχεια.
Οι γυναίκες στο μοναχισμό είναι λιγότερες από τους άνδρες. Σε πίνακα του
παραρτήματος1 σημειώνονται 73 μοναστηριακά ονόματα που αφορούν 137
περιπτώσεις μοναζουσών. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι αναλογικά με τα
ανδρικά μοναχικά ονόματα οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ποικιλία στην επιλογή των
ονομάτων. Η αντιστοιχία που προκύπτει δείχνει ότι στην επιλογή των μοναστηριακών
ονομάτων των ανδρών αναλογούν 7,8 άτομα ανά όνομα, ενώ για κάθε γυναικείο
αναλογούν 1,8 άτομα. Εκτός από τα διαφορετικά ποσοτικά στοιχεία που
συγκρίνουμε, το γεγονός εξηγείται βάσει ενός επιπλέον λόγου. Αυτοί που επέλεγαν
τα ονόματα των μοναζουσών είχαν τη δυνατότητα εκτός των άλλων να δημιουργούν
νέα με τη χρήση δύο συνθετικών. Κάτι ανάλογο γινόταν όπως προαναφέρθηκε και
στους άνδρες μοναχούς, πλην όμως η χρήση του στις μοναχές ήταν πιο συχνή 14 . Έτσι
συναντώνται τα ονόματα: Ευδοξία, Ευθυμία, Ευφρονία, Ευφροσύνη, Θεοδοσία,
Θεοδούλη, Θεοδώρα, Θεονύμφη, Θεοτίμη, Θεοφάνη, Καλλίνικη, Τρισεύγενη,
Φιλαρέτη, Φιλοθέη, Φιλοξενία, Χριστοδούλη, Χριστονύμφη, Χριστοφόρα,
Χρυσοπηγή.
Επιπλέον στοιχείο στα γυναικεία μοναστηριακά ονόματα είναι ότι συχνά
χρησιμοποιούνται ως μοναχικά, ονόματα που είναι λαϊκά ή και υποκοριστικά
βαπτιστικών γυναικείων ονομάτων, π.χ. Αγγελική, Αλεξία, Γεωργίτσα, Γεωργούλα,
Χριστίνα.
Και στην περίπτωση των μοναζουσών η επιλογή γίνεται από ονόματα
γυναικών, που η Εκκλησία ανακήρυξε αγίες ή από ονόματα γυναικών της Παλαιάς
και της Καινής Διαθήκης. Η αιτιολόγηση αυτού του φαινομένου δε διαφέρει από
αυτά που ειπώθηκαν για τους μοναχούς15.

12
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙ.2, τ. II, σελ. 84.
13
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙ.2, τ. II, σελ. 84.
14
Φ. Κουκούλες, ό.π., σελ. 352-353.
284

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.3
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναζουσών

Μοναστηριακά ονόματα Άτομα Ποσοστά %


Αγαθή 4 8
Αθανασία 5 10
Ανθίμη 4 8
Γερβασία 5 10
Ευγενία 4 8
Ευφροσύνη 4 8
Ζηνοβία 4 8
Μαγδαληνή 6 12
Μακάρια 6 12
Μάρθα 4 8
Φιλοξενία · 4 8
ΣΥΝΟΛΟ 50 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 10.2
Τα συνηθέστερα μοναστηριακά ονόματα των μοναζουσών

7 η
6 -
5 -
4 -
3 -
2 -
1 -

Πηγή: Πίνακας 10.3

Φαίνεται επίσης από τον πίνακα και το γράφημα που προηγήθηκαν πως και
στις γυναίκες τα μοναστηριακά ονόματα που υπερτερούν προέρχονται από πρόσωπα
της εκκλησιαστικής και της μοναστηριακής παράδοσης.

15
Κ. Μαντζουράκης, ό.π., σελ. 100. Γ. Χατζιδάκις, ό.π., τ. 2, σελ. 120-123.
285

Πρέπει επίσης να αναφερθεί πως από τα στοιχεία που επεξεργαστήκαμε


προκύπτει ότι όπως στα ανδρικά έτσι και στα γυναικεία μοναστηριακά ονόματα η
επιλογή σε καμία περίπτωση δε γίνεται λόγω «μόδας» ούτε έχει σχέση με ιστορικά
ου 16
γεγονότα του α' μισού του 19 αιώνα . Αυτό γίνεται άλλωστε φανερό και από το
υποκεφάλαιο που ακολουθεί. Εξάλλου μιλάμε για μια εποχή που δεν υπήρχε σχεδόν
καθόλου επικοινωνία μεταξύ των διάφορων μονών της επικράτειας ώστε να μιλάμε
για επηρεασμό και κατ' επέκταση επιβολή μιας κοινής γραμμής στην επιλογή του
ονόματος. Ούτε τουλάχιστον φαίνεται να λαμβάνεται υπόψη το όνομα του αγίου που
είχε η μονή ή το καθολικό της στην ονοματοθεσία του μέλλοντος μοναχού ή της
μοναχής.
Τέλος από τις αναφορές διαπιστώνεται πως λόγω της ανεπαρκούς γνώσης της
γραφής από τους συντάκτες των εκθέσεων υπάρχουν αρκετά ορθογραφικά λάθη και
ασυνέπειες στη γραφή των μοναστηριακών ονομάτων. Συναντώνται έτσι
περισσότερες από μία γραφές για ένα όνομα, π.χ. Παυνούτιος, Παφνούτιος,
Γρηγόριος, Γριγόριος, Καλίνικος, Καλήνικος, Καλλίνικος, Δαυίδ, Δαβίδ.

γ. Πιθανές επιρροές στην επιλογή του ονόματος

Έργο επίσης του ερευνητή είναι να ελέγξει κατά πόσο στην επιλογή των
μοναχικών ονομάτων συνδράμουν και άλλοι παράγοντες, εκτός από τους
προσωπικούς και τη δύναμη της συνήθειας, όπως η χρονολογία εισόδου στη μονή, η
χρονολογία της κουράς, η ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Από την έρευνα που προηγήθηκε και τη δημιουργία πινάκων προέκυψε ότι οι
προαναφερθέντες παράγοντες δε λαμβάνονταν υπόψη στην ονοματοθεσία. Για να
γίνει αυτό κατανοητό δεν παρατίθενται όλοι οι πίνακες, που ούτως η άλλως δεν
παρουσιάζουν κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά ως πιλότος επιλέχθηκε το
μοναστηριακό όνομα Γρηγόριος που συγκεντρώνει και το μεγαλύτερο αριθμό
ατόμων. Σε σύνολο 54 μοναχών που φέρουν το όνομα Γρηγόριος προκύπτει ότι μόνο
τέσσερα άτομα, δύο σε κάθε περίπτωση, προέρχονται από την ίδια γενέτειρα. Δύο
από την Περιστέρα και δύο από τα Τσιπιανά. Στην τελευταία περίπτωση οι μοναχοί
μονάζουν στην ίδια μονή, στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου .

Δε σημειώνονται για παράδειγμα τα ονόματα Ελπίδα, Ελευθερία, κ.λ.π.


17
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
286

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.4
Το παράδειγμα του ονόματος Γρηγόριος και η σχέση του
με τη γενέτειρα των μοναχών που το έφεραν

Γενέτειρα Ατομα
Περιστέρα 2
Τσιπιανά 2

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Όπως προκύπτει από τον πίνακα το ποσοστό είναι σχεδόν μηδενικό για να
μιλά κανείς με ασφάλεια για τυχόν επιρροή της γενέτειρας των μοναχών στην
επιλογή του ονόματος τους. Μόνο ως σύμπτωση μπορεί να ερμηνευτεί το γεγονός
αυτό. Από την άλλη πλευρά συνωνυμίες μέσα σε μία μονή και κυρίως ατόμων από
την ίδια περιοχή αποφεύγονταν για να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις και
παρανοήσεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα στοιχεία
προέρχονται από τη μεγαλύτερη αριθμητικά μονή του ελληνικού βασιλείου. Λογικό
λοιπόν είναι σε 126 άτομα να συναντώνται και κάποιες συνωνυμίες.
Με το ίδιο όνομα (Γρηγόριος) ως πιλότο έγινε σύγκριση με τις χρονολογίες
εισόδου των ατόμων στη μονή της μετανοίας τους. Και εδώ τα συμπεράσματα δεν
ήταν διαφορετικά από αυτά που προέκυψαν από τη σύγκριση με την γενέτειρα των
μοναχών.
ΠΙΝΑΚΑΣ 10.5
Το παράδειγμα του ονόματος Γρηγόριος και η σχέση του
με τη χρονολογία εισόδου στο μοναχισμό των ατόμων που το έφεραν

Χρονολογία εισόδου Άτομα


1808 2
1809 2
1810 3
1814 4
1815 3

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


287

Επειδή οι μοναχοί προέρχονται από μονές του μετέπειτα ελληνικού βασιλείου,


το ποσοστό που παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα είναι πολύ χαμηλό ώστε να
μιλά κανείς με βεβαιότητα ότι η χρονολογία εισόδου των ατόμων στο μοναχισμό
αποτέλεσε παράγοντα στην επιλογή του μοναστηριακού τους ονόματος.
Αποκλείονται έτσι λόγοι ιστορικοί που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη χρονική
στιγμή. Λόγοι όμως θρησκευτικοί ή προσωπικοί, όπως η εκπλήρωση τάματος από τη
μεριά του μέλλοντος μοναχού ή του ηγουμένου της μονής στον Άγιο που ο μοναχός
θα φέρει πια το όνομα του επειδή τους βοήθησε σε κάποια δύσκολη κατάσταση, ή
λόγω ίασης από κάποια ασθένεια, δε μπορούν να αποκλειστούν1 .

Στη συνέχεια επιλέχθηκε ως παράδειγμα η μονή του Μεγάλου Σπηλαίου , για


να ενισχύσει τα συμπεράσματα που διεξήχθησαν από τους δύο προηγούμενους
πίνακες, σε περισσότερα πια από ένα ονόματα. Η επιλογή της μονής έγινε λόγω του
μεγάλου αριθμού των μοναχών που διέθετε. Συγκεκριμένα με τους 126 μοναχούς που
διέθετε ήταν η πιο πολυπληθής μονή του βασιλείου.

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.6
Μοναστηριακά ονόματα από τη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου

Όνομα Ατομα Γενέτειρα Άτομα Χρονολογία Άτομα


Γρηγόριος 4 Περιστέρα 2 1810 2
Γαβριήλ 4 Ζατούνα 2 1816 2
Διονύσιος 4 Διακοφτό 2 —

Ιγνάτιος 2 1822 2
Σωφρόνιος 2 1797 2

Φιλόθεος 3 Βραχνί 2 1814 2

Σύνολο 19 8 10

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Από τα 71 ονόματα, που συναντώνται στο έγγραφο της αναφοράς του 1836,
που αφορούν 126 μοναχούς διαπιστώνεται πως μόνο σε 6 περιπτώσεις υπάρχει

18
«Η δημιουργία τοπικών αγίων προστατών συχνότατη στους χρόνους της Τουρκοκρατίας δείχνει μια
ουσιαστικότερη ανάγκη παρουσίας πολιούχων, που και την πίστη των χριστιανών τόνωναν και τους
αλλόθρησκους συχνά συγκρατούσαν.» Φ. Κουκούλες, ό.π, σελ. 354.
19
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
288

σύμπτωση του ονόματος με τη χρονολογία εισόδου των μοναχών ή την ιδιαίτερη


πατρίδα τους. Μάλιστα ο μοναχός Γρηγόριος Καρζάκος από την Περιστέρα έχει ίδια
πατρίδα με το μοναχό Γρηγόριο Περλάζη και ίδια χρονολογία εισόδου (1810) με το
μοναχό Γρηγόριο Στεφανή. Το ίδιο συμβαίνει και με το μοναχό Φιλόθεο Σπυρόπουλο
από το Βραχνί, ο οποίος έχει την ίδια πατρίδα με το Φιλόθεο Αδαμόπουλο και η
χρονολογία εισόδου του (1814) είναι ίδια με το Φιλόθεο Γιαννόπουλο20.
Από τα δύο παραδείγματα, αυτό του μοναχικού ονόματος Γρηγόριος και αυτό
της μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, ενισχύεται η άποψη πως στην επιλογή του
μοναχικού ονόματος για το μέλλοντα μοναχό δε λαμβανόταν υπόψη ο τόπος
καταγωγής ή η χρονολογία εισόδου του στο μοναχισμό.
Τα στοιχεία των μοναζουσών δεν επιτρέπουν με ασφάλεια τη διεξαγωγή
παρόμοιων συμπερασμάτων, όπως αυτά των μοναχών, λόγω του περιορισμένου
αριθμού τους και των ελλιπών στοιχείων που παρουσιάζονται γι' αυτές. Σε κανένα
έγγραφο αναφοράς δε σημειώνεται η χρονολογία εισόδου των μοναζουσών στο
μοναχισμό. Παρόλα αυτά από τον πίνακα που ακολουθεί γίνεται φανερό πως στην
επιλογή του μοναστηριακού τους ονόματος δεν έπαιξε κανένα ρόλο η γενέτειρα τους.

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.7

Μοναστηριακά ονόματα μοναζουσών και οι σχέσεις τους με τις γενέτειρες των


γυναικών

Όνομα Ατομα Γενέτειρα Άτομα


Αγαθή 4 Τήνος 2
Αθανασία 5 Τήνος 2
Ευγενία 4 Τήνος 2
Μακάρια 6 Τήνος 2
Φιλοξενία 4 Τήνος 3

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Από τη σύγκριση των στοιχείων προκύπτει ότι σε καμία περίπτωση η


χρονολογία εισόδου δεν επηρέασε την επιλογή του μοναχικού ονόματος της
μέλλουσας μοναχής. Όσο για τις περιπτώσεις που φαίνονται στον ανωτέρω πίνακα να

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.


289

παρουσιάζουν κάποια σχέση του ονόματος με τον τόπο καταγωγής αυτό θα πρέπει να
θεωρηθεί τυχαίο γιατί τα στοιχεία των μοναζουσών είναι περιορισμένα και
προέρχονται από την ίδια μονή, τη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο 21 .
Το εν λόγω έγγραφο παρουσιάζει σχεδόν για όλες τις μοναχές ως τόπο προέλευσης
την Τήνο χωρίς να διαχωρίζει αν προέρχονταν από την πρωτεύουσα του νησιού ή από
τα χωριά του. Έτσι δεν είμαστε σίγουροι για το αν έχουν την ίδια γενέτειρα.

10.2 Τα βαπτιστικά ονόματα

Στο υποκεφάλαιο αυτό εξετάζονται τα κοσμικά ονόματα (βαπτιστικά) που είχαν οι


άνθρωποι το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Τα στοιχεία που θα εξεταστούν προέρχονται
από λαϊκούς που εγκαταβιώνουν στις μονές ως δόκιμοι (οι οποίοι στα έγγραφα
έφεραν ακόμα τα κοσμικά τους ονόματα) ή ως υπομίσθιοι.
Το προσωπικό όνομα του καθενός, το βαπτιστικό, συνδέθηκε κυρίως με
δοξασίες και έθιμα, στα οποία υπόκειται η πίστη στη μαγική δύναμη του λόγου, των
λέξεων . Τα ονόματα που δίνονταν στο παιδί κατά τη βάπτιση είχαν ποικίλη
προέλευση. Από τη μελέτη των εγγράφων προκύπτει η προέλευση τους.
Υπάρχει πάντως αξιόλογο ενδιαφέρον ψυχολογικό, κοινωνικό, λαογραφικό,
ακόμα και ποιητικό στη μελέτη και την ερμηνεία της γένεσης των βαπτιστικών
ονομάτων, γιατί είναι ζωντανά σύμβολα της δεισιδαιμονίας, της πίστης, της ελπίδας
και της φαντασίας ενός λαού. Η εξέλιξη της ονοματοποιίας σχετίζεται πάντα με την
ιστορία και τη βαθμίδα του πολιτισμού της εποχής. Πρέπει να διεισδύσει κανείς
βαθιά στην ιστορία και τη ζωή, στη νοοτροπία μιας εποχής, για να εξηγήσει σωστά τη
γένεση των ονομάτων.

α. Τα βαπτιστικά ονόματα των ανδρών

Συγκεντρώνοντας τα βαπτιστικά ονόματα των ανδρών, που καταγράφονται


στα έγγραφα των αναφορών, δημιουργείται ο ακόλουθος πίνακας.

21
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619, φ. 20.
22
Δ.Β. Οικονομίδης, ό.π., σελ. 446-549. Γ. Χατζιδάκις, ό.π., τ. 1, σελ. 55-62.
290

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.8

Βατπιστικά ονόματα λαϊκών

ΟΝΟΜΑ ΑΤΟΜΑ ΟΝΟΜΑ ΑΤΟΜΑ


Αγγελής 3 Θεοδόσης 1
Αδάμ 1 Θεόδωρος 1
Αθανάσιος 16 Θεοφάνης 1
Αναγνώστης 3 Κανέλλος 1
Αναστάσιος 10 Κωνσταντίνος Κωνσταντής Κώστας 17
Ανδρέας 9 Λευτέρης 1
Αντώνης 5 Μανόλης 2
Απόστολος -ης 2 Μήτρος 2
Αργύρης 3 Μιχαήλ -Μιχάλης 5
Ασιμάκης 2 Νικόλαος 15
Βασίλειος 8 Παναγιώτης Παναγής Πανάγος 27
Γεράσιμος 1 Πέτρος 1
Γεώργ(ι)ος -ης 42 Σττυ ρίδων-Σττύ ρος 2
Γιάννης -άκης 25 Σταμάτης 1
Δημήτριος -ης 20 Σταύρος 3
Δήμος 2 Σωτήριος 4
Διαμαντής 1 Τάσςος 2
Διονύσιος 1 Χαράλαμπος -ης 3
Ευθύμιος 1 Χρήστος 7
Ευστάθιος 4 Χριστόδουλος 4
Ηλίας 5 Σύνολο 264

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στον πίνακα που προηγήθηκε σημειώνονται 41 διαφορετικά κοσμικά ονόματα


που αφορούν 264 άτομα. Σύμφωνα με τα στοιχεία των ατόμων αυτών φαίνεται ότι τα
περισσότερα από τα βαπτιστικά τους ονόματα προέρχονται από αγίους ή από
ονόματα προσώπων που συναντώνται σε εκκλησιαστικά βιβλία . Συγκεκριμένα από
τις 41 περιπτώσεις βαπτιστικών ονομάτων οι 26 έχουν αυτή την προέλευση. Σε
απόλυτο αριθμό οι περιπτώσεις αυτές αφορούν τα 224 από τα 264 άτομα, ποσοστό
της τάξης του 85%.

23
Κ. Μαντζουράνης, ό.π., σελ. 100. Αθ. Μπούτουρας, ό.π., σελ. 161. Ελ. Νικολαΐδου, «Διαλυτήρια
μνηστείας και διαζύγια στη μητροπολιτική επαρχία των Ιωαννίνων-Βελλάς (1840-1855)». Τιμητικό
αφιέρωμα στον καθηγητή Δημήτριο Σ. Δουκάτο από παλαιούς μαθητές του στη Φιλοσοφική Σχολή
Ιωαννίνων (1964-1969), Ιωάννινα 1988, σελ. 208. Κ. Οικονόμου, Τοπωνυμικό της περιοχής Ζαγορίου,
Ιωάννινα 1991, σελ. 209. Γ. Χατζιδάκις, ό.π., τ. 1, σελ. 405-406.
291

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.9

Αγιωνυμικά ονόματα λαϊκών

Όνομα Άτομα Όνομα Άτομα


Αδάμ 1 Ηλίας 5
Αθανάσιος 16 Θεοδόσης 1
Ανδρέας 9 Θεόδωρος 1
Αντώνης 5 Κωνσταντίνος Κωνσταντής Κώστας 17
Απόστολος -ης 2 Λευτέρης 1
Αργύρης 3 Μανόλης 2
Βασίλειος 8 Μιχαήλ -Μιχάλης 5
Γεράσιμος 1 Νικόλαος 15
Γεώργ(ι)ος -ης 42 Παναγιώτης Παναγής Πανάγος 27
Γιάννης -άκης 25 Πέτρος 1
Δημήτριος-ης 20 Σπυρίδων - Σπύρος 2
Διονύσιος 1 Χαράλαμπος -ης 3
Ευστάθιος 4 Χρήστος 7

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Η εξήγηση αυτής της «προτίμησης» θα πρέπει να αναζητηθεί σε σχετικό τάμα


που είχαν οι γονείς να εκπληρώσουν,24 στη θρησκοληψία της εποχής. Στην πίστη ότι
ο Άγιος, το όνομα του οποίου θα έφερε το παιδί, θα το προστάτευε στην υπόλοιπη
ζωή του. Σε σχετικό όνειρο που είχε δει κάποιος από τους γονείς και το οποίο τους
προέτρεπε να δώσουν το συγκεκριμένο όνομα. Τέλος στο γεγονός ότι η μέρα της
γέννησης του παιδιού ή της βάπτισης συνέπιπτε με την ημέρα γιορτής κάποιου Αγίου.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε πόσο ση μαντικό ρόλο έπαιζε το θρησκευτικό
αίσθημα στους ανθρώπους του 19ου αιώνα, το οποίο τους οδηγούσε συχνά σε
δεισιδαιμονίες και προλήψεις25. Τέλος στην επιλογή των βαπτιστικών ονομάτων
λαμβάνονταν υπόψη τα ονόματα των προγόνων πεθαμένων ή μη και κυρίως του
παππού ή της γιαγιάς 26 .
Από την εξέταση των στοιχείων προκύπτει ότι στην προτίμηση των
βαπτιστικών ονομάτων υπερισχύουν 6 ονόματα: α) Αθανάσιος ή Θανάσης, (16
άτομα), β) Γεώργιος ή Γιώργος ή Γιωργής, (42 άτομα), γ) Ιωάννης ή Γιάννης, (25
άτομα), δ) Δημήτριος ή Δημήτρης, (20 άτομα), ε) Κωνσταντίνος ή Κωνσταντής ή

" «Δεν είναι σπάνια εις την Ελλάδα τα παραδείγματα Μοναστών, τους οποίους έταξαν ως τοιούτους αι
μητέρες των, εν ω τους εκυοφόρουν.» Χρυσ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 83.
25
Γ. Χατζιδάκις, ό.π., τ. 1, σελ. 63.
26
Δ.Β. Οικονομίδης, ό.π., σελ. 451.
292

Κώστας, (17 άτομα), στ) Παναγιώτης ή Παναγής ή Πανάγος (27 άτομα).


Χαρακτηριστικό είναι ότι τα ονόματα αυτά συναντώνται κατά τόπους με κάποιες
παραλλαγές, όπως φαίνεται και από την παράθεση τους.
Τα υπόλοιπα βαπτιστικά ονόματα (15), που συναντώνται στα έγγραφα, έχουν
την προέλευση τους στη βυζαντινή παράδοση π.χ. Αναγνώστης (3), σε διάφορες
γιορτές και θρησκευτικές έννοιες π.χ. Αναστάσιος ή Τάσ(σ)ος (12), Θεοφάνης (1),
Σταύρος (3), Σωτήριος (4), σε ευθύτερα ευοίωνα ή ευφημιστικά ονόματα π.χ.
Χριστόδουλος (4). Τέλος σε ονόματα που πλάστηκαν από πολύτιμους λίθους ή
μέταλλα ή πολύτιμες ύλες π.χ. Ασημάκης (2), Διαμαντής (1).
Είναι γνωστό πως στα χρόνια πριν την Επανάσταση, λόγω του Νεοελληνικού
Διαφωτισμού παρατηρείται μία στροφή των διανοούμενων προς την ελληνική
αρχαιότητα με αποτέλεσμα να συνηθίζουν να δίνουν και αρχαία ελληνικά ονόματα,
μη χριστιανικά, π.χ. Δημοσθένης, Αθηνά, Θεμιστοκλής κ.λ.π. στα παιδιά τους. Η
αρχαιολατρεία αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μόνο μελέτης και θαυμασμού των αρχαίων
συγγραφέων, αλλά περισσότερο συνέπεια της αναγεννητικής ορμής του έθνους, που
μόλις αφυπνίζεται είναι φυσικό να ζητά να στηριχθεί στα κλασικά πρότυπα . Στα
έγγραφα όμως δε συναντάμε ούτε ένα αρχαιοελληνικό όνομα. Θα πρέπει λοιπόν να
επισημανθεί πως η χρήση αρχαίων ονομάτων γινόταν από άτομα που ήταν
επηρεασμένα από τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό, δηλαδή διανοούμενους ή
ανθρώπους που ζούσαν σε αστικές περιοχές, και όχι από άτομα που δεν είχαν τη
στοιχειώδη παιδεία και τα οποία κατοικούσαν κυρίως στην ύπαιθρο . Επειδή λοιπόν
όλα τα κοσμικά ονόματα που παρατέθηκαν προέρχονται κυρίως από αγροτικούς
πληθυσμούς που κατοικούσαν σε μη αστικές περιοχές φαίνεται πως τα άτομα αυτά
δεν είχαν επηρεαστεί καθόλου από τα κηρύγματα του Διαφωτισμού.

β. Τα βαπτιστικά ονόματα των γυναικών

Τα γυναικεία βαπτιστικά ονόματα που διαθέτουμε και εξετάζουμε είναι πολύ


λιγότερα από τα ανδρικά. Προέρχονται όλα από μία μονή, τη μονή της Κοιμήσεως
της Θεοτόκου στην Τήνο2 και αφορούν γυναίκες απο την περιοχή των Κυκλάδων.

" Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Δ', σελ. 662-663.


28
Κ. Θ. Δημαράς, ό.π., σελ. 53-55. Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Ε', σελ. 939.
29
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619, φ. 20.
293

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.10

Βαπτιστικά ονόματα γυναικών

Όνομα Ατομα Όνομα Ατομα


Αγγελικά 1 Μαργαρίτα 1
Αικατερίνη 1 Μαργέτα 3
Ανέζα 2 Μαρία 1
Ειρήνη 1 Μαρούλα 1
Ελένη 1 Σταματική 2
Ευγενία 1 Φραντσέσκα 1
Ζαμπέτα 1 Χρυσή 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.

Αν και το ποσοστό των περιπτώσεων είναι μικρό, καθώς καταγράφονται μόνο


14 ονόματα που αφορούν 18 άτομα, μπορούμε να πούμε ότι τα βαπτιστικά ονόματα
αυτών των γυναικών έχουν δημιουργηθεί απο ψυχικές ιδιότητες και αρετές π.χ.
Ευγενία, Ειρήνη, από μέταλλα ή πολύτιμες ύλες π.χ. Χρυσή, από ονόματα φυτών ή
λουλουδιών π.χ. Μαργαρίτα .
Συναντάται επίσης και ευοίωνο ή ευφημιστικό όνομα, σύμφωνα με τη μαγική
άποψη για τη δύναμη των λέξεων. Σημειώνεται λοιπόν το όνομα Σταματική, το οποίο
έχει σε αρκετές περιπτώσεις προέλθει από την προσδοκία να σταματήσει η περαιτέρω
θηλυγονία σε μία οικογένεια '.
Παρατηρούμε όμως γυναικεία βαπτιστικά ονόματα των εγγράφων να έχουν
την προέλευση τους και στα εκκλησιαστικά βιβλία, στο αγιολόγιο ή σε διάφορες
γιορτές και θρησκευτικές έννοιες π.χ. Αικατερίνη, Ελένη, Μαρία.
Τέλος πρέπει να επισημανθεί η παρουσία καθολικών βαπτιστικών ονομάτων
σε γυναίκες των Κυκλάδων. Αυτό μπορεί να ερμηνευτεί όχι μόνο στην ύπαρξη
καθολικών στις Κυκλάδες αλλά και στη μακρόχρονη παράδοση της φραγκοκρατίας
και της Ενετοκρατίας που γνώρισαν τα νησιά αυτά 32 Έτσι συναντάμε ονόματα
καθολικά ή με δυτικές ρίζες π.χ. Αγγελικά, Ανέζα, Μαργέτα, Φραντσέσκα. Από τα 18
άτομα τα 8 φέρουν τέτοια ονόματα. Στα βαπτιστικά ονόματα των ανδρών δε
σημειώνονται ανάλογες περιπτώσεις.

30
Στ. Κυριακίδης, «Μνημεία του Λόγου», Ελληνική Λαογραφία, Μέρος Α', Αθήναι 1965, σελ. 353-
360.

Δ. Οικονομίδης, «Όνομα και ονοματοθεσία εις τας δοξασίας και συνήθειας του ελληνικού λαού»,
Λαογραφία, τ. 20 (1962), σελ. 446-542.
294

10.3 Τα οικογενειακά ονόματα

Ο όρος επώνυμο ή επίθετο δηλώνει το πρόσθετο όνομα που προσδιορίζει το άτομο


και δηλώνει την οικογένεια από την οποία κατάγεται, γι' αυτό λέγεται και
οικογενειακό. Στην προσθήκη του επωνύμου στα κύρια ονόματα (βαπτιστικά)
οδήγησε κυρίως η ανάγκη της διάκρισης των ατόμων μεταξύ τους σε μια ευρύτερη
κοινωνία και η κατοχύρωση δικαιωμάτων περιουσιακών και κληρονομικών33.
Πρόκειται για γλωσσικά μορφήματα με διαφορετική κατά περίπτωση
ανθεκτικότητα στο χρόνο, άλλοτε ρευστά και πρόσκαιρα, άλλοτε παγιωμένα-
αποτυπώνουν πραγματικότητες του παρελθόντος, αναφερόμενες τόσο στις υπό
έρευνα τοπικές κοινωνίες όσο και στις σχέσεις τους με τον γεωγραφικό περίγυρο 34 .
Αναλυτικότερα, η ερμηνεία τους οδηγεί στην αποκάλυψη παραμέτρων, όπως
οι συγγενικές σχέσεις (στα πατρωνυμικά-μητρωνυμικά ονόματα ή παρωνύμια), η
οικονομική ζωή (στα επαγγελματικά ονόματα), οι νοοτροπίες (κυρίως στα
παρωνύμια) και οι πληθυσμιακές μετακινήσεις (στα πατριδωνυμικά ή στη διασπορά
συγκεκριμένων ονοματικών μορφών)35.

α. Οι τύποι των οικογενειακών ονομάτων

Τα οικογενειακά ονόματα (επώνυμα) δημιουργούνται από βαπτιστικά


ονόματα, τις γενέτειρες των ατόμων, το επάγγελμα τους, κάποιο ιδιαίτερο στοιχείο
τους.
Αυτά που προέρχονται από βαπτιστικά, μπορεί να είναι πατρωνυμικά,
μητρωνυμικά ή και ανδρωνυμικά. Τα πατρωνυμικά είναι τα επώνυμα που
προέρχονται από το όνομα του πατέρα, είναι δε τα συνηθέστερα. Έτσι για
παράδειγμα πρώτα ειπώθηκε ο Αντώνης του Θοδωρή ή Θεόδωρου και έπειτα έγινε
επώνυμο Θοδωρής, Θεοδώρου, Θεοδωρόπουλος (γιος του Θεοδώρου). Στα

32
Αικ. Ασδραχά, Σπ. Ασδραχάς, «Βαπτιστικά και οικογενειακά ονόματα σε μια νησιωτική κοινωνία:
Πάτμος ια'-ιθ' αι.», στο Σπ. Ασδραχάς, Οικονομία και νοοτροπίες, Αθήνα 1988, σελ. 211-212.
33
Αθ. Μπούτουρας, Τα νεοελληνικά κύρια ονόματα ιστορικώς και γλωσσικώς ερμηνευόμενα, Αθήνα
1912, 14-21. Α. Σιγάλας, «Συρίων βαπτιστικά -παρωνύμια-επώνυμα», Λεξικογραφικόν Αρχείον, τ. 6
(1923), σελ. 160-209. Δ. Κυριακίδης, ό.π., τ. Α', σελ. 372-374. Δ. Βαγιακάκος, «Βυζαντινά ονόματα
και επώνυμα», Πελοποννησιακά , τ. 3, Αθήνα 1959, σελ. 204-206. Γ. Σταμνόπουλος, Βόλτες
Ονοματολογικές, Αθήνα 1929, σελ. 31-34.
34
Σπ. Ασδραχάς, «Τα ονόματα», στο Σπ. Ασδραχάς, Ιστορικά απεικάσματα, Αθήνα 1995, σελ. 155. Αγ.
Σταμούλη -Ρόδη, «Ο αναλφαβητισμός στην Πρέβεζα κατά τον 18° αιώνα (1742-1784)», Ο Ερανιστής,
τ. 17(1981), σελ. 98-99.
35
Αικ. Ασδραχά, Σπ. Ασδραχάς, ό.π., σελ. 216.
295

πατρωνυμικά εντάσσονται και όσα επώνυμα σχηματίστηκαν με τη σύνθεση του


βαπτιστικού ονόματος του πατέρα ή και του οικογενειακού με το όνομα του γιου π.χ.
Μαρογιώργης, ο Γιώργης Μαρής, Κωστομανώλης, ο Μανώλης του Κώστα.
Μητρωνυμικά είναι τα επώνυμα που σχηματίστηκαν από το βαπτιστικό όνομα
της μητέρας. Είναι κυρίως επώνυμα νόθων και συνηθέστερα ορφανών που έχασαν
τον πατέρα τους σε μικρή ηλικία π.χ. Μήτραινας ο γιος της Μήτραινας. Το ίδιο ισχύει
αν ο πατέρας λείπει συχνά από την οικογένεια του ή είναι ξενιτεμένος για χρόνια36.
Δεν είναι όμως σπάνιο η μητέρα λόγω του δυναμικού της χαρακτήρα να επισκιάζει
τον άνδρα με την προσωπικότητα και την καταγωγή της και έτσι να σχηματίζεται το
όνομα της οικογένειας από το όνομα της. Στις περιπτώσεις αυτές τα μητρωνυμικά
επώνυμα προέρχονται από τις νεότερες κοινωνίες και δε θα πρέπει να αναζητήσουμε
σε αυτά κατάλοιπα μητριαρχίας37.
Ανδρωνυμικά είναι τα επώνυμα που σχηματίζονται από το όνομα του πατέρα
σε συνδυασμό με γυναικεία κατάληξη π.χ. Δημήτραινα λέγεται στα χωριά η γυναίκα
του Δημήτρη. Αντί λοιπόν να έχουμε επώνυμο Δημητρίου, έχουμε Δημήτραινας
δηλαδή ο γιος της Δημήτραινας. Σχηματίζονται συνήθως με την προσθήκη στο όνομα
no

ή στο επώνυμο του συζύγου των καταλήξεων -αινα και -ινα .


Τα πατριδωνυμικά ή εθνικά είναι τα επώνυμα που προέρχονται από
τοπωνύμια, από την πατρίδα του ατόμου. Δεν φανερώνουν όμως πάντοτε καταγωγή
αλλά και τον τόπο όπου έζησε, εργάστηκε ή ταξίδευσε κανείς, ή ακόμα και το μέρος
από όπου μετοίκησε3 .
Ένας άλλος τύπος επωνύμων είναι τα επαγγελματικά, δηλαδή τα επώνυμα που
δηλώνουν επάγγελμα, τίτλους ή αξιώματα π.χ. Ράπτης, Έξαρχος, κ.ά. Η μελέτη των
επαγγελματικών παρουσιάζει ιδιαίτερο ιστορικό και λαογραφικό ενδιαφέρον, γιατί
επιτρέπει την αναδρομή σε παλαιότερες κοινωνικές δομές και φανερώνει
διαφορετικές ασχολίες και συνθήκες ζωής.

Ο μητρωνυμικός τύπος του επωνύμου περιγράφει συνήθως μη «κανονικές» συγκυρίες ή μονιμότερες


καταστάσεις, συνδεδεμένες με τοπικούς παράγοντες, όπως η μακροχρόνια ανδρική μετανάστευση ή η
βιολογική εξέλιξη, εξαιτίας των οποίων προκαλείται μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον γυναικείο
πληθυσμό. Σπ. Ασδραχάς, «Τοπωνύμια, Ανθρωπωνύμια και ιστορία», στο Σπ. Ασδραχάς, Σχόλια,
Αθήνα 1993, σελ. 169-170.
37
Σπ. Λάμπρος, «Μητρωνυμικά οικογενειακά ονόματα», Νέος Ελληνομνήμων, τ. 2, (1905), σελ. 286-
288.
38
Γ. Σταμνόπουλος, «Ονοματολογικά», Λαογραφία, τ. 6, (1917), σελ. 424-451. Γ. Αναγνωστόπουλος
«Περί των Ελληνικών Ανδρωνυμικών», Λεξικογραφικόν Αρχείον, τ. 6, (1923), σελ. 121-122.
39
Κ. Αμαντος, Γλωσσογραφικά. Οικογενειακά ονόματα εξ Εθνικών, Αθήναι 1954, σελ. 118-120.
296

Πάρα πολλά είναι και τα επώνυμα που προέρχονται από παρωνύμια. Στην
αρχή όπως και στα επαγγελματικά χρησιμοποιείται το παρωνύμιο από κοινού με το
επώνυμο, σχγά-σιγά όμως παραμερίζεται, λησμονείται και μένει το παρωνύμιο ως
40
οικογενειακό .
Επώνυμα όμως δημιουργούνται και από ψευδώνυμα. Και σε αυτή την
περίπτωση το ψευδώνυμο πολλές φορές παραμερίζει το πραγματικό όνομα.
Τέλος υπάρχουν και ξενικά επώνυμα. Ανάλογα με την προέλευση τους
ταξινομούνται σε βυζαντινά, βενετσιάνικα, τούρκικα, αρβανίτικα κ.λ.π. .

β. Τα οικογενειακά ονόματα των μοναχών και των μοναζουσών

Η μελέτη των επωνύμων των μοναχών και των μοναζουσών παρέχει τη


δυνατότητα στον ερευνητή να αποκτήσει εικόνα των οικογενειακών τους ονομάτων
αλλά και μέρους των λαϊκών την περίοδο που δημιουργήθηκε το ελληνικό βασίλειο.
Μπορεί έτσι κάποιος να διακρίνει την προέλευση των επωνύμων τους και τις
καταλήξεις που αυτά είχαν. Από τη μελέτη των εγγράφων παρουσιάζονται 634
επώνυμα τα οποία φέρουν 980 άτομα42.
Σχεδόν σε όλα τα έγγραφα παρατίθενται τα επώνυμα των ανθρώπων που
βρίσκονται στις μονές. Μόνο στον τύπο των μεμονωμένων αναφορών του 1833 δε
σημειώνονται, γιατί από τη μία πλευρά δεν ενδιέφεραν άμεσα την κεντρική εξουσία
και από την άλλη η συμπλήρωση τέτοιων εγγράφων, ως κάτι καινούριο, λογικό είναι
στην αρχή να παρουσιάζει ασάφειες ή κάποιες ασυνέπειες στην γραφή των
ονομάτων43 . Με την πάροδο των ετών η εξοικείωση των μοναχών με τη σύνταξη των
εγγράφων-αναφορών είναι τέτοια ώστε τους κάνει να μειώνουν τις ασάφειες. Έτσι σε
μεταγενέστερα έγγραφα είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που παραλείπεται το επώνυμο
κάποιου μοναχού. Στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να αποκλειστεί η περίπτωση της
άγνοιας του από το συντάκτη του εγγράφου και να αναζητηθούν λόγοι απόκρυψης
του, όπως ότι τα άτομα καταζητούνταν από τις αρχές. Σημειώνονται άλλωστε στα
έγγραφα των αναφορών περιπτώσεις λιποτακτών οι οποίοι κατέφευγαν στις μονές.

40
Μ. Κριαράς, «Συμβολή εις τα νεοελληνικά παρωνύμια», Αθηνά 44, (1932), σελ. 181-183. Κ.
Λορετζάτος, «Συμβολή εις τα Νεοελληνικά Παρωνύμια», Λεξικογραφικόν Αρχείον, τ. 6, (1923), σελ.
40-71.
41
Δ. Οικονομίδη, ό.π., σελ. 446-448. Ν. Ανδριώτης, «Συμβολή στη μελέτη του νεοελληνικού
επωνύμου», Ελληνικά , τ. 28, Αθήνα 1975, σελ. 394.
42
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙ.3, τ. II, σελ. 85-89.
43
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177.
297

Περνώντας στο σχολιασμό των στοιχειών που διαθέτουμε για τα οικογενειακά


ονόματα των ατόμων που ζουν και εργάζονται στις μονές θα πρέπει να κάνουμε
κάποιες επισημάνσεις. Στους πίνακες που καταρτίστηκαν πολλά από τα επώνυμα
χρησιμοποιούνται μόνο από ένα άτομο , δημιουργήθηκαν έτσι και άλλοι πίνακες,
στους οποίους εμπεριέχονται μόνο τα οικογενειακά ονόματα που χρησιμοποιούνται
από δύο ή και περισσότερα άτομα 45 . Στην πρώτη περίπτωση, των επωνύμων που
συναντώνται σε ένα μόνο άτομο, εντοπίστηκαν 634 επώνυμα. Στη δεύτερη
περίπτωση τα επώνυμα είναι 154.
Διαπιστώνουμε λοιπόν κάποιες διαφορές μεταξύ των πινάκων. Συγκεκριμένα
τα 154 επώνυμα προέρχονται από 497 άτομα. Ποσοτικά λοιπόν αυτά τα επώνυμα
καταλαμβάνουν το 50,3% του συνόλου των ατόμων που εξετάζουμε. Σύμφωνα με
τους τύπους των επωνύμων, που προαναφέρθηκαν, τα περισσότερα είναι
πατρωνυμικά και παρωνύμια (παρατσούκλια), ενώ μικρό είναι το ποσοστό τους σε
πατριδωνυμικά -εθνικά και επαγγελματικά.

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.11
Η κατανομή σε κατηγορίες των συνηθέστερων επωνύμων

Κατηγορίες επωνύμων Αριθμός Ποσοστό %


Πατρωνυμικά 70 45,5
Πατριδωνυμικά - Εθνικά 16 10,3
Παρατσούκλια 56 36,4
Επαγγελματικά 12 7,8
Σύνολο 154 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

44
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙ.3, τ. II, σελ. 85-89.
45
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙ.3.α, τ. II, σελ. 90-91.
298

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 10.3
Η κατανομή των συνηθέστερων επωνύμων

8%
D Πατρωνυμικά

9 Πατριδωνυμικά -
146% Εθνικά
36% à
D Παρατσούκλια

D Επαγγελματικά

10%

Πηγή: Πίνακας 10.11

Στο σύνολο όμως των επωνύμων (634) υπερτερούν τα παρωνύμια


(παρατσούκλια) σε σχέση με τα πατρωνυμικά, όπως φαίνεται στον πίνακα και στο
διάγραμμα που ακολουθούν.
ΠΙΝΑΚΑΣ 10.12
Η κατανομή των επωνύμων επί συνόλου 634 περιπτώσεων

Κατηγορίες επωνύμων Αριθμός Ποσοστό %


Πατρωνυμικά 172 27,1
Πατριδωνυμικά - Εθνικά 45 7
Παρατσούκλια 273 43
Επαγγελματικά 67 10,6
Μητρωνυμικά 3 0,5
Άγνωστης Προέλευσης 74 11,8
Σύνολο 634 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


299

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 10.4
Η κατανομή των επωνύμων επί συνόλου 634 περιπτώσεων

700
600
500
400
300
200
100

J
^ ί>* J? /• jr# „#" ^
J- ^y fry .j
Λ

<*
/ </y <P r
-

Πηγή: Πίνακας 10.12

Από τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν διαπιστώνει κανείς ότι στα


οικογενειακά ονόματα των ατόμων, που εξετάζουμε, χαμηλό ποσοστό
καταλαμβάνουν τα επώνυμα που σχετίζονται με τους τύπους των πατριδωνυμικών-
εθνικών, των επαγγελματικών και των μητρωνυμικών επωνύμων. Κύρια πηγή
δημιουργίας των επωνύμων αποτελούν τα πατρωνυμικά επώνυμα και τα παρωνύμια.
Τέλος διαπιστώνεται από την εξέταση των ίδιων των επωνύμων ότι λόγω της
ανεπαρκούς γνώσης της ορθογραφίας από τους συντάκτες των εγγράφων, τα επώνυμα
καταγράφονται με κάποιες ασυνέπειες, με περισσότερους από έναν τρόπο γραφής ή
και εντελώς ανορθόγραφα.
Τα πατρωνυμικά οικογενειακά ονόματα λοιπόν είναι ο πιο άμεσος τρόπος για
να χαρακτηριστεί ένα άτομο. Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι η πολυτυπία τους,
δηλαδή το πλήθος των τύπων που προέρχονται από την ίδια ρίζα που παρουσιάζουν
τα αντίστοιχα βαπτιστικά. Δεν έχουν μόνο τον τύπο που καθιερώνει στο χαρτί η
επίσημη γλώσσα αλλά και τύπους που παρουσιάζονται στην καθημερινή ζωή και οι
οποίοι έχουν μεγάλη ποικιλία. Τέτοια επώνυμα από τους πίνακες των
παραρτημάτων είναι: Αβραμόπουλος (Αβραάμ), Αγγελόπουλος (Άγγελος-Αγγελής),
Γεωργακόπουλος, Γεωργιάδης, Γεωργίου (Γεώργιος, Γιώργος), Γιαννακόπουλος,
Γιαννάκης, Γιαννακόπουλος (Γιάννης),47 Δημητρακόπουλος, Δημητριάδης
(Δημήτρης), Κωστόπουλος (Κώστας), Μανολόπουλος (Μανώλης), Νικολάου,

46
Μ. Τριανταφυλλίδης, Τα οικογενειακά μας ονόματα, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 11-13.
47
Σπ. Πέρρης, ό.π., σελ. 450-451.
300

Νικολόπουλος (Νικόλαος), Πιπινάκης (Σπύρος), Σταθόπουλος (Στάθης),


Σταματόπουλος (Σταμάτης), Χρήστου (Χρήστος) .
Από τα στοιχεία που παρατίθενται δεν φαίνεται να συνηθιζόταν αρκετά αυτή
η επιλογή επωνύμου το οποίο να βασιζόταν σε μητρωνυμικό όνομα, καθώς
καταγράφονται μόνο τρεις περιπτώσεις, Παυλίνας, Ειρήνης, Παγώνης50,
Όσο για τα πατριδωνυμικά ή εθνικά αυτά δεν φανερώνουν πάντοτε την
καταγωγή αλλά και τον τόπο όπου έζησε, εργάστηκε ή ταξίδευσε κανείς ή και το
μέρος από όπου μετοίκησε. Λόγω των οικονομικών συνθηκών που επικρατούσαν την
εποχή αυτή δεν ήταν σπάνιο το φαινόμενο της μετοίκησης. Οι μετοικεσίες γίνονταν
συνήθως από τους μικρότερους συνοικισμούς και τα χωριά προς τις κωμοπόλεις και
τις πόλεις. Έτσι δεν παρουσιάζονται συχνά οικογενειακά ονόματα που να
προέρχονται από ονόματα πόλεων ή χωρών, εκτός όταν πρόκειται για ομόγλωσσους
που ξενιτεύτηκαν51 σε αυτές ή μετοίκησαν από αυτές, π.χ. Πολίτης, Βυζάντιος52. Τα
στοιχεία από τα έγγραφα πιστοποιούν τα προλεγόμενα. Τέτοια επώνυμα είναι:
Αγιορίτης, Καραμάνος (κάτοικος Καραμανίας, Μικρά Ασία), Μαζαράκης,
Μαζαράκος (Μαζαράκι), Μονεμβασίτης, Πολίτης, Πολιτόπουλος, Ρομανός (όνομα
έποικου από την άλλη Ελλάδα στην Τσακωνία), Ρούσ(σ)ος (Ρωσία), Τσάκονας,
Χιώτης, Λακόνιος53.
Ανήκουν επίσης στα πατριδωνυμικά και περιπτώσεις όπου το επώνυμο του
μοναχού έχει την προέλευση του από τον τόπο καταγωγής του. Έτσι συναντάμε:
Σκρηπαινιώτης-Σκριπού, Μελισινειός-Μελισίνα, Λεβίδης-Αργος, Λακόνιος-
Λακωνία, Πάτμιος-Πάτμος, Καρακαλάς-Κόρινθος, Στεφανίτης-Στεφάνι, Κρής-
Κρήτη, Κύπριος-Κύπρος, Μαζαρακιώτης-Μαζαράκι, Ολύμπιος-Όλυμπος,
Σουδενίτης-Καλάβρυτα, Μολαΐτης Μολάοι, Καμαρινός-Καμάρα, Μονεμβασίτης-
Μονεμβασιά, Αργείος-Άργος.
Τα επαγγελματικά, δηλαδή τα επώνυμα που προέρχονται από επάγγελμα,
τίτλους ή αξιώματα ανήκουν και αυτά στα παρανόματα που αρκετά νωρίς
χρησιμοποιήθηκαν για να ξεχωρίσουν τους συνονόματους. Όταν μάλιστα συλλογιστεί
κανείς πως με τη συνήθεια να δίνεται και στα εγγόνια για βαπτιστικό το όνομα του

48
Χ. Παπαχριστοδούλος, «Πατρωνυμικά-Μητρωνυμικά», Δωδεκανησιακό αρχείο 2, 1956, σελ. 167-
171.
49
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙ.3, τ. II, σελ. 85-89.
50
Μ. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σελ. 18-19. Ν. Ανδριώτης, «Συμβολή..., ό.π., σελ. 394-396.
51
Κ. Κόμης, Οι δημογραφικές.., ό.π., σελ. 199.
52
Μ. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σελ. 36-38.
301

παππού, πολλές φορές οι συνονόματοι σ' ένα χωριό δεν ξεχώριζαν ούτε με το
πατρωνυμικό. Το επαγγελματικό όμως ήταν πρόχειρο διακριτικό μέσο στη ζωή του
χωριού γιατί στα παλαιότερα χρόνια κληρονομούνταν συχνά το επάγγελμα από
πατέρα σε παιδί . Τα επαγγελματικά όμως δεν είναι τόσο άφθονα όσο τα άλλα είδη
των παρανομάτων. Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα εξής: Γούναρης (γουναράς),
Καλαντζής (γανωματής), Οικονομίδης, Οικονομόπουλος, Οικονόμου (βοηθά τον
αρχιερέα, φροντίζει τα κτήματα της εκκλησίας) Σχηνάς, Τερζάκης (τούρκικα ο
ράπτης), Τζαρούχας (τσαρούχι) .
Πάρα πολλά είναι τα επώνυμα που προέρχονται από τις άλλες κατηγορίες των
παρωνυμιών. Στην αρχή όπως στα επαγγελματικά έτσι και στα υπόλοιπα είδη
χρησιμοποιείται το παρωνύμιο από κοινού με το επώνυμο, σιγά-σιγά όμως
παραμερίζεται, λησμονείται και μένει μόνο το παρωνύμιο ως οικογενειακό. Τα
παρωνύμια εκφράζουν ορισμένες ιδιότητες σωματικές ή πνευματικές ή και ηθικές του
παρονομασμένου, ή έδωσαν αφορμή να σχηματισθούν από το ντύσιμο του, τις
συνήθειες ή τις πράξεις του, τις λέξεις ή τις φράσεις που συνήθιζε. Οι ιδιότητες, οι
πράξεις δεν εκφράζονται πάντοτε με κάποια κυριολεξία, αλλά συχνότατα με
μεταφορές παρμένες από τον κόσμο των ζώων και των φυτών, από την άψυχη φύση
και από πρόσωπα ιστορικά ή άλλα56. Τα παραδείγματα και εδώ είναι αρκετά,
ενδεικτικά αναφέρονται: Δεληγιάννης, Δηλιγιάννης (ντελής, τούρκικα ο τρελός)
Εξηντάρης (αριθμητικό), Κάβουρας, Κοζιάς (Koca τούρκικα ο μεγαλόσωμος),
Κόρακας, Μακρής, Μπεκρής, Σπανός, Τζελίκας (τσελίκι, τούρκικα το ατσάλι),
κ.λ.π.57
Συναντώνται επίσης σύνθετα οικογενειακά ονόματα τα οποία έχουν συνήθως
για πρώτο συνθετικό ένα επίθετο και σπανιότερα ουσιαστικό, που προσδιόριζε το
δεύτερο συνθετικό, και που συχνά, όταν μάλιστα το πρώτο συνθετικό απαρχαιώθηκε,
κατάντησε για το γλωσσικό μας αίσθημα σαν πρόθεμα π.χ. Δελιγιάννης, Δηλγιάννης
(ντελή: τουρκ. deli τρελός, παλικαράς).

53
Δ. Βαγιακάκος, «Βυζαντινά ονόματα και επώνυμα», Πελοποννησιακά, τ. 3 (1959), σελ. 219. Γ.
Σταμνόπουλος, ό.π., σελ 38.
54
Μ. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σελ. 51-52.
55
Χ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη, Κρητικά επώνυμα από παρωνύμια Α' Α-M, Αθήνα 1972, σελ 47-48. Χ.
Τσικριτσή-Κατσιανάκη, «Κρητικά επώνυμα εξ ονομάτων φυτών και ζώων», Κρητικά χρονικά τ. ΚΓ'
(1971), σελ. 133-134 . Χ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη, Κρητικά επώνυμα επαγ/ελματικά, Αθήνα 1981, σελ
75-78. Χ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη, «Μερικά διορθωτικά στα «Οικογενειακά μας ονόματα» του Μ.
Τριανταφυλλίδη», Λεξικογραφικό Δελτίον ΙΕ' (1985), σελ. 271-272.
56
Μ. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σελ. 53.
57
Δ. Βαγιακάκος, «Σχεδίασμα...», ό.π., σελ. 145-148. Δ. Βαγιακάκος, «Νεοελληνικών...», ό.π., σελ.
177-178.
302

Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται και τα επώνυμα που έχουν ως πρώτο


συνθετικό-πρόθεμα «παπά». Ενώ το «παπά» είναι συχνότατο για πρώτο συνθετικό,
έχουμε σπανιότατα σχετικά και το δεύτερο θέμα «παπαδο-». Τότε όμως το «παπάς»
προσδιορίζει το γιο και όχι τον πατέρα. Η τόσο μεγάλη διαφορά στη συχνότητα της
χρήσης των δύο αυτών θεμάτων είναι εύκολα ερμηνεύσιμη. Όταν κάποιος είναι
παπάς, είναι σχεδόν αναπόφευκτο να παρονομαστεί με το λειτούργημα του, κι έτσι
απομένουν σπανιότατες οι περιπτώσεις που τα παιδιά του δεν θα έχουν κληρονομήσει
το πατρωνυμικό από τον πατέρα, παρά θα το εγκαινιάσουν αυτά. Οι περιπτώσεις που
καταγράφονται στις αναφορές είναι οι εξής: Παπαντήλιος, Παπαδημητριού,
Παπαμιχαήλ, Παπαχρίστου, Παπαγιαννόπουλος, Παπαδημητρίου, Παπαδιάς,
Παπαδόπουλος, Παπαϊωάννου, Παπαμεντζής, Παπαμηχαλόπουλος, Παπανδρό-
πουλος, Παπαντωνόπουλος, Παπαπαναγιώτου, Παπαχρυσανθόπουλος .
Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι εμφανής ο επηρεασμός του «εκκλησιαστικού»
οικογενειακού περιβάλλοντος το οποίο οδηγεί κάποια μέλη της οικογένειας στο
μοναχισμό.
Από τη μελέτη των επωνύμων λοιπόν προκύπτει ότι δύο είναι οι πηγές από τις
οποίες επιλέγονται τα επώνυμα. Η πρώτη είναι το βαπτιστικό του πατέρα και η
δεύτερη τα παρατσούκλια, τα οποία προέρχονταν από κάποιες ιδιότητες θετικές ή
αρνητικές των ατόμων. Πολλά επίσης από τα παρατσούκλια προέρχονται από
τούρκικες ή αρβανίτικες λέξεις59.
Σε συνδυασμό και με τον τόπο καταγωγής τα επώνυμα βοηθούν τον ερευνητή
να διακρίνει κατά πόσο υπήρχαν συγγενείς στην ίδια μονή. Το γεγονός αυτό
αποδεικνύει την παρότρυνση κάποιου συγγεντχού ή μη προσώπου στο άτομο να
μονάσει, ακολουθώντας το παράδειγμα του. Στον πίνακα που ακολουθεί
σημειώνονται οι περιπτώσεις συγγένειας που εντοπίστηκαν.

Δ. Βαγιακάκος, «Βυζαντινά...», ό.π., σελ. 204-205. Γ. Σταμνόπουλος, ό.π., σελ. 45.


Γ. Σταμνόπουλος, ό.π., σελ. 124-125.
303

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.13
Συγγενικές σχέσεις των μοναχών της μονής βάσει των επωνύμων τους

ΕΠΩΝΥΜΑ ΑΤΟΜΑ ΓΕΝΕΤΕΙΡΑ


Μελλισάριος 2 Ζάχουλη
Αγγελής 2 Σαραντάπηχον
Φούφας 2 Σολυγεία
Παπαγεωργακόπουλος 2 Ποριτζό
Εξηντάρης 2 Ασλάναγα
Κόγκας 2 Βασσαρά

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 231, 241, 288, 396, 432.

Μπορεί να σημειώνονται μόνο έξι περιπτώσεις συγγένειας, αλλά αυτό δε


σημαίνει ότι η παρότρυνση ατόμων στο να μονάσουν καταλάμβανε τόσο μικρό
ποσοστό στους λόγους που ωθούσαν κάποιον στο μοναχισμό. Για παράδειγμα μπορεί
η προσέλκυση κάποιου στο μοναχισμό να γίνεται από συγγενή δεύτερου ή τρίτου
βαθμού, με αποτέλεσμα σε αυτή την περίπτωση να μην ταυτίζεται το επώνυμο τους.
Στην περίπτωση των οικογενειακών ονομάτων των μοναζουσών διαθέτουμε
108 επώνυμα τα οποία φέρουν 127 γυναίκες60. Από την ταξινόμηση των επωνύμων
προκύπτει ότι και στις γυναίκες υπερτερούν τα πατρωνυμικά επώνυμα (30,5%) καθώς
και αυτά που προέρχονται από παρατσούκλια (35,1%). Ο πίνακας που ακολουθεί
τεκμηριώνει ακριβώς αυτή την άποψη.
304

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.14
Η κατανομή των επωνύμων των μοναζουσών

Κατανομή Αριθμός Ποσοστό %


Πατρωνυμικά 33 30,5
Πατριδωνυμικά 10 9,3
Επαγγελματικά 15 13,9
Παρωνύμια 38 35,1
Μητρωνυμικά 7 6,6
Ξενικά 4 3,7
Αταξινόμητα 1 0,9
Σύνολο 108 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 10.5
Η κατανομή γυναικείων επωνύμων

40 -
30 -
20 π
10 -
Π Π π
υ -
& & 4L & 4r ·&. "t,

χ
χ \ \ Χ

Πηγή: Πίνακας 10.14

Η εικόνα που αποκομίζει κανείς από τα επώνυμα των μοναζουσών είναι


σχεδόν η ίδια με αυτή των ανδρικών επωνύμων. Οι μόνες διαφορές έγκεινται σε δύο
σημεία. Το πρώτο είναι η χρησιμοποίηση ξένων επωνύμων, πράγμα που δε συμβαίνει
με τα ανδρικά. Αυτό όμως έχει να κάνει με τον τόπο προέλευσης των μοναζουσών.
Τα άτομα που φέρουν αυτά τα επώνυμα προέρχονται από τις Κυκλάδες, που όπως
έχει προαναφερθεί, η μακρόχρονη παράδοση της Φραγκοκρατίας και της
Ενετοκρατίας στα νησιά αυτά άφησε όχι μόνο τα κατάλοιπα της στα επώνυμα και στα

Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙ.4, τ. II, σελ. 92.


305

βαπτιστικά ονόματα των ατόμων αλλά και οικογένειες δυτικών . Πρόκειται για
επώνυμα δυτικών οικογενειών οι οποίες είχαν μετοικήσει στα νησιά όταν αυτά ήταν
κάτω από ξενική κυριαρχία. Έτσι σημειώνονται τα επώνυμα: Αρμάζου, Βιτάλη,
Μπόν, Σινέ.
Το δεύτερο ενδιαφέρον σημείο είναι η χρήση μητρωνυμικών επωνύμων.
Αναλογικά με τα ανδρικά επώνυμα διαπιστώνεται πως το ποσοστό στις γυναίκες είναι
αρκετά πιο μεγάλο. Στα 108 επώνυμα τα 7 είναι μητρωνυμικά. Οι περιπτώσεις
μητρωνυμικών που σημειώνονται είναι: Ασημιτζίτζα, Ασιμίνας, Κοκώνενα,
Λαμερίνα, Λεμονιάς, Σίμηνα, Σοφιανοπούλα. Πιθανές αιτίες των περιπτώσεων αυτών
είναι είτε ότι τα παιδιά ήταν ορφανά είτε ότι ο πατέρας ήταν ξενιτεμένος για χρόνια -
πράγμα που το ενίσχυαν οι οικονομικές συνθήκες της εποχής 2- είτε ότι τα παιδιά
ήταν νόθα. Επειδή όμως στο έγγραφο από τη γυναικεία μονή της Τήνου σε δύο
άτομα αντί για επώνυμα χρησιμοποιείται ο όρος «ορφανή» συμπεραίνεται ότι το
μητρωνυμικό δε δινόταν κυρίως λόγω ορφάνιας αλλά για άλλους λόγους πιο πολύ
κοινωνικούς 4 . Αν μάλιστα σημειωθεί ότι τα περισσότερα μητρωνυμικά επώνυμα
προέρχονται από γυναίκες των νησιών, συμπεραίνουμε ότι οι κάτοικοι των
Κυκλάδων όντας ναυτικοί απουσίαζαν για μεγάλο χρονικό διάστημα από τον τόπο
τους 65 .
Σημειώνονται περιπτώσεις, όπως στους μοναχούς, όπου το επώνυμο είναι
πατριδωνυμικό. Οι περιπτώσεις αυτές παρατίθενται στον πίνακα που ακολουθεί.
ΠΙΝΑΚΑΣ 10.15

Σχέσεις επωνύμων και γενετειρών των μοναζουσών

Επώνυμα Γενέτειρα Ατομα


Ντερ βεκιστιάνου Ντερβέκιστα 1
Ραχοπούλα Ράχος 1
Ακρατοπούλα Διακοπτόν 1
Λαγωβουνοπούλα Λαγωβίτι 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 117, 282.

61
Αικ. Ασδραχά, Σπ. Ασδραχάς, Βαπτιστικά..., ό.π., σελ. 211-212.
62
Αικ. Ασδραχά, Σπ. Ασδραχάς, Βαπτιστικά..., ό.π., σελ. 216. Κ. Κόμης, Δημογραφικές.., ό.π., σελ.
199.
63
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
64
Σπ. Ασδραχάς, Τοπωνύμια..., ό.π., σελ. 169-170.
65
Χ. Παπαχριστοδούλος, ό.π., σελ. 170-171.
306

Τέλος από το συνδυασμό των παραμέτρων, επωνύμων και γενετειρών, μπορεί


να δει κανείς τις συγγενικές σχέσεις που μπορεί να είχαν οι μοναχές μέσα σε μία μονή
και έτσι να συμπεράνει κατά πόσο επηρεάστηκαν στην απόφαση τους να οδηγηθούν
στο μοναχισμό. Από τις δύο περιπτώσεις που καταγράφονται και σε συνδυασμό με
την ηλικία τους φαίνεται ότι η συγγενική σχέση που προκύπτει ήταν μεταξύ αδελφών.

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.16
Συγγενικές σχέσεις των μοναζουσών της μονής βάσει των επωνύμων τους

Επώνυμο Γενέτειρα Ηλικία


Σοφιανοπούλα Διακοπτόν 55 ετών/ διαμονή 48 έτη
Σοφιανοπούλα Διακοπτόν 37 ετών/ διαμονή 35 έτη
Ηλιου Γανόχωρα 62 ετών/ διαμονή 40 έτη
Ηλιου Γανόχωρα 65 ετών/ διαμονή 40 έτη

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 282, 619.

Το ποσοστό και σε αυτή την περίπτωση είναι μικρό για να μπορούμε να μιλάμε
τουλάχιστον για επηρεασμό του ατόμου από το άμεσο οικογενειακό του περιβάλλον.
Φυσικά δε μπορούμε να αποκλείσουμε επηρεασμό από το έμμεσο συγγενικό
περιβάλλον που δυστυχώς όμως δεν μπορούμε να ανιχνεύσουμε.

10.4 Οι καταλήξεις των οικογενειακών ονομάτων

Συνυφασμένη με την μελέτη των επωνύμων είναι και η μελέτη των καταλήξεων τους.
Από τις διαφορετικές καταλήξεις έχει προκύψει το πλήθος των επωνύμων που
συναντώνται στον ελλαδικό χώρο.
Οι περισσότερες προέρχονται από τα αρχαία χρόνια. Με το πέρασμα των
αιώνων υπέστησαν αλλαγές στη μορφή τους, στη χρήση τους, στη σημασία τους, στη
συχνότητα τους. Μερικές αχρηστεύτηκαν, άλλες εμφανίστηκαν πυκνότερα σε μια
ορισμένη περιοχή και σε μια ορισμένη εποχή, ενώ νέες παρουσιάστηκαν. Έτσι η
307

γενική συνθετική μελέτη τους παρουσιάζει προβλήματα, ονοματολογικά, ιστορικά,


6
γλωσσολογικά, σημασιολογικά και άλλα .
Τα επώνυμα δίνουν τη δυνατότητα στον ερευνητή να καταγράψει τις
ου
καταλήξεις που χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι στα επώνυμα τους το α' μισό του 19
αιώνα. Έτσι, άσχετα αν αυτά αφορούν πατρωνυμικά επώνυμα, μητρωνυμικά,
πατριδωνυμικά, επαγγελματικά, παρωνύμια, εντοπίζονται οι καταλήξεις, οι οποίες
σημειώνονται στον πίνακα που ακολουθεί:

ΠΙΝΑΚΑΣ 10.17
Οι καταλήξεις των ανδρικών επωνύμων επί συνόλου 634 περιπτώσεων

Καταλήξεις Αριθμός Καταλήξεις Αριθμός


-άδης 8 -ίνης 1
-αίος 1 -ίνος 4
-άκας 2 -ίος 10
-άκης 13 -ίου 11
-άκος 9 -ίτης 9
-άνης 1 -ιώτης 13
-άνος 1 -λ 2
-άρης 8 -όδης 1
-ας 85 -όπουλος 146
-έλης 1 -ος 57
-ένος 1 -ου 39
-ές 4 -ούδης 1
-ης 157 -ούκας 1
-ιάδης 7 -ούκος 3
-ιανός 1 -ούλης 4
-ίας 16 -ούλιας 1
-ίδης 8 -ούρης 3
-ίκης 2 -ούρος 1
-ίκος 1 -ούσης 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στα 634 επώνυμα συναντώνται 38 καταλήξεις. Ο πίνακας δίνει τη δυνατότητα


να διαπιστώσουμε ποιες από αυτές είναι οι πιο συνηθέστερες. Οι καταλήξεις λοιπόν
με τη συχνότερη χρήση είναι: -ας (85), -ης (157), -όπουλος (146), -ος (57), -ου (39).
Οι κυριότερες καταλήξεις που συναντώνται σε όλες τις κατηγορίες επωνύμων
είναι οι -ος, -ης, -ας και η -ου. Οι τρεις πρώτες αφορούν την ονομαστική πτώση του

I.A. Θωμόπουλος, ό.π., σελ. 59-61.


308

ονόματος ή του ουσιαστικού από την οποία έχει προέλθει το επώνυμο . Η τέταρτη
και πέμπτη προέρχονται από τη γενική του ονόματος ή του ουσιαστικού και
προσδιορίζουν κυρίως στα πατρωνυμικά τον πατέρα του κατόχου του επωνύμου 68 .
Η κατάληξη -όπουλος αν και είναι συνηθέστερη στην Πελοπόννησο δεν
αποτελεί αποκλειστικότητα, αλλά συναντάται τόσο στη Στερεά Ελλάδα όσο και στα
νησιά του Αιγαίου. Αυτό πιστοποιεί μετανάστευση που είχε συντελεστεί στις
προηγούμενες δεκαετίες ή ακόμα και αιώνες. Όσο για τη σημασία της κατάληξης -
όπουλος στο επώνυμο αυτή δηλώνει το παιδί κάποιου π.χ. Παρασκευόπουλος, το
παιδί του Παρασκευά 9 . Φυσικό λοιπόν είναι η κατάληξη αυτή να συναντάται κυρίως
στα πατρωνυμικά επώνυμα.
Τα πατριδωνυμικά-εθνικά οικογενειακά έχουν καταλήξεις που συνηθίζονται
και στα εθνικά κοινά ουσιαστικά. Έτσι καταγράφονται οι καταλήξεις: -ίτης, -ιώτης, -
ανός, -ιανός, -άνος, -ίος, -ούσης70.
Τα επαγγελματικά οικογενειακά ονόματα καταλήγουν συχνά σε καταλήξεις
παραγωγικές, όπως είχαν σχηματιστεί τα επαγγελματικά κοινά από τα οποία
δημιουργήθηκαν. Έτσι υπάρχουν οι καταλήξεις: -άρης, -ας ή -άς, -ίτης, -ίδης. Στα
παρωνύμια χρησιμοποιούνται όλες οι προαναφερθείσες καταλήξεις .
Αξιοσημείωτη είναι η ποικιλία των καταλήξεων που προέρχονται από ξενική
επίδραση, φραγκοκρατία, ενετοκρατία και οθωμανική κυριαρχία. Σε ορισμένα μέρη
επιχωριάζουν ιδιαίτερες καταλήξεις από τις οποίες μπορεί να γίνει κατανοητός ο
τόπος καταγωγής κάποιου: -άκης Κρήτη, -άκος Μάνη, -έλης Μυτιλήνη, -ίδης Πόντος.
Καταγράφεται και περίπτωση κατάληξης η οποία είναι άκλιτη: -λ π.χ. Εμμανουήλ,
77

Παπαμιχαήλ .
Συχνός είναι και ο υποκορισμός των επωνύμων, ο οποίος συχνά παρατηρείται
με διαφορετικές ή και με περισσότερες καταλήξεις στο ίδιο όνομα. Σχηματίζεται όχι

Γ. Κολλέκα, «Οικογενειακά επώνυμα σε -ούσης», Ονόματα, τ. 11 (1987), σελ. 83-84. Α.


Μπούτουρας, ό.π., σελ. 161.
Γ. Κολλέκα, ό.π., σελ. 84. Μ. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σελ. 39-40
69
Κοντοσόπουλος, «Les suffixes ethniques en grec moderne», Bulletin de la société. Linguistique de
Paris 68, 1973, σελ. 105-127.
70
Φ. Κουκούλες Φ., «Περί των καταλήξεων -έας, -βρόχι, αίος», Λεξικογραφικόν Αρχείον, τ. 6, (1923),
σελ. 269-270.
71
Δ. Οικονομίδης, «Επώνυμα Ποντιακά», Αρχείον Πόντου , τ. 6, (1934-35), σελ. 226-227.
72
Χ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη, Κρητικά..., ό.π., σελ. 53. Χ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη, «Μερικά
διορθωτικά...», ό.π., σελ. 277.
309

μόνο από την κοινή αλλά και από τα διάφορα ιδιώματα. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε
τα : Θανασιάδης, Θανασόπουλος, Θανασούλιας, Θανόπουλος73.
Οι καταλήξεις που χρησιμοποιούνται στα γυναικεία επώνυμα παρατίθενται
στον πίνακα που ακολουθεί. Πρόκειται για 21 καταλήξεις που προέρχονται από 108
επώνυμα
ΠΙΝΑΚΑΣ 10.18
Οι καταλήξεις των γυναικείων επωνύμων

Καταλήξεις Αριθμός Καταλήξεις Αριθμός


-άδου 1 -ίτου 1
-άνου 1 -ιώτη 2
-ας 3 -ιωτου 3
-ας 14 -ος 1
-ε 1 -ου 25
-(ε)ιου 9 -ούρη 1
-ένα 13 -ούρου 1
-η 14 -πούλα 9
-ίδου 1 -πούλου 5
-ίνα 1 -ώνη 1
-ίτη 1 Σύνολο 108

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Οι κυριότερες καταλήξεις, όπως προκύπτει από τον ανωτέρω πίνακα, είναι οι


εξής: -ας, -ένα, -η, -ίου, -ου, πούλα, -πούλου. Τονίζεται πάλι μέσα από τις καταλήξεις
η γενική που δηλώνει ότι αυτή που φέρει το επώνυμο ανήκει σε κάποιον, στην
προκειμένη περίπτωση στον πατέρα της .
Συγκρίνοντας τις καταλήξεις των ανδρικών και των γυναικείων επωνύμων
διαπιστώνεται πως δεν παρατηρούνται διαφοροποιήσεις, αλλά ισχύουν όσα
σημειώθηκαν προηγουμένως για τις καταλήξεις των ανδρικών.

10.5 Γενική θεώρηση για τα ανθρωπωνύμια

Η «γέννηση» του μοναχού είναι συμβολική και πραγματοποιείται με την κουρά του.
Πρόκειται για συγκεκριμένη τελετουργία στη διάρκεια της οποίας αλλάζει και το

Δ. Βαγιακάκος, «Σχεδίασμα...», ό.π., σελ. 360-361. Δ. Βαγιακάκος, «Νεοελληνικών...», ό.π., σελ.


176-178.
74
Γ. Κολλέκα, ό.π., σελ. 84. Μ. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σελ. 39-40. Δ. Βαγιακάκος,
«Νεοελληνικών...», ό.π., σελ. 159.
310

λαϊκό όνομα του ατόμου. Το νέο του όνομα σύμφωνα με τις εκκλησιαστικές και
μοναστηριακές αντιλήψεις θα του θυμίζει την αλλαγή της νέας του ζωής που είναι ο
αγώνας για την Τελείωση. Η ονοματοθεσία του μοναχού βασίζεται στη δύναμη της
συνήθειας και δεν ακολουθεί κάποιους θεσπισμένους κανόνες. Το όνομα επιλέγεται
από ασκητές και άτομα από το χώρο της Εκκλησίας που είχαν αγιοποιηθεί, ώστε ο
μοναχός να ακολουθεί το παράδειγμα της ενάρετης ζωής τους. Σε ορισμένες
περιπτώσεις συμπίπτει το πρώτο γράμμα του λαϊκού ονόματος με το πρώτο γράμμα
του μοναστηριακού, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί γενικευμένο κανόνα. Επηρεασμό
στην επιλογή του ονόματος των μοναχών από παράγοντες που σχετίζονται με τις
γενέτειρες των ατόμων και τη χρονολογία εισόδου τους στις μονές δεν
παρατηρήθηκε.
Από τα κοσμικά ονόματα των δοκίμων και των υπηρετών φαίνεται πως οι
αγροτικοί πληθυσμοί δεν είχαν καθόλου επηρεαστεί από το νεοελληνικό διαφωτισμό.
Έτσι δεν επιλέγουν αρχαιοελληνικά ονόματα για τα παιδιά τους όπως οι αστικοί
πληθυσμοί του ελλαδικού χώρου αλλά κοινότυπα τα οποία προέρχονταν από αγίους
της Εκκλησίας.
Στα επώνυμα αυτών των ανθρώπων βλέπουμε να υπερτερούν τα πατρωνυμικά
και τα παρωνύμια (παρατσούκλια) σε ποσοστό πάνω από 85%. Επειδή μάλιστα οι
περιπτώσεις των ατόμων, που εξετάστηκαν, προέρχονται από όλη την επικράτεια
μπορούμε να πούμε ότι η εικόνα που διαμορφώνεται από τους μοναχούς δεν πρέπει
να διαφέρει και πολύ από ότι ίσχυε στον πληθυσμό ολόκληρου του βασιλείου.
Μπορούμε επίσης να διαγνώσουμε βάσει των επωνύμων τον άμεσο ή τον
έμμεσο επηρεασμό των μοναχών και των μοναζουσών από το οικογενειακό τους
περιβάλλον. Άμεσος επηρεασμός προκύπτει από τα επώνυμα που έχουν ως πρώτο
συνθετικό-πρόθεμα «παπά» ή σπανιότατα το «παπαδο-» καθώς και από τις
συνωνυμίες επωνύμων που συναντόνται μέσα στις μονές. Το «εκκλησιαστικό»
λοιπόν περιβάλλον της οικογένειας είναι λογικό να επηρεάζει σε κάποιο βαθμό την
επιλογή κάποιου στο μοναχισμό βοηθώντας τον να διαμορφώσει την ανάλογη
βιοθεωρία.
Διαφοροποιήσεις δεν παρατηρούνται στα επώνυμα των γυναικών. Η μόνη
επισήμανση έχει να κάνει με την ύπαρξη ξενικών επωνύμων. Αυτό παρατηρείται στις
Κυκλάδες που η μακροχρόνια κυριαρχία των δυτικών λογικό είναι να έχει αφήσει
κατάλοιπα της.
311

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ

Ο ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΟΥ


ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΙΣΟ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ*

Η μελέτη του χώρου και της οικιστικής του συγκρότησης επιτρέπει να ανασυντεθεί
το γεωγραφικό παρελθόν και να εξιχνιαστούν οι σχέσεις του ανθρώπου με το έδαφος
και το κλίμα1. Στην παρούσα εργασία η μελέτη του γεωγραφικού χώρου, μέσα από τις
γενέτειρες των μοναχών αλλά και των τόπων όπου έχουν οικοδομηθεί οι μονές,
βοηθά στην απάντηση ερωτημάτων που σχετίζονται με τις μετακινήσεις των ατόμων
που επιθυμούν να μονάσουν, με τις μονές στις οποίες επιλέγουν τα άτομα να
εγκαταβιώσουν, με την αναλογία μοναχών και πληθυσμού των περιοχών προέλευσης
τους καθώς και με την επιρροή που τυχόν μπορούσε να ασκήσει ο χώρος
(οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες, ιστορικά γεγονότα) στην επιλογή για το
μοναχισμό.

11.1 Χώρος και οικισμοί

Τα εδάφη που τελικά ενσωματώθηκαν στην απελευθερωμένη Ελλάδα το 1832


αποτελούνταν από τρεις βασικές γεωγραφικές ενότητες, την Πελοπόννησο, τη
Ρούμελη ή Στερεά Ελλάδα, που χωριζόταν από τη Θεσσαλία και την Ήπειρο με μια
συνοριακή γραμμή που άρχιζε από την Άρτα και έφτανε στο Βόλο. Στη Στερεά
Ελλάδα εμπεριέχεται και η Εύβοια, ένα νησί που λόγω της εύκολης πρόσβασης του
θεωρήθηκε αναπόσπαστο τμήμα της απέναντι ηπειρωτικής χώρας. Τέλος την τρίτη
γεωγραφική ενότητα αποτέλεσαν τα πολυάριθμα νησιά του Αιγαίου, που

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου προσδιορισμού Ελληνικό


Βασίλειο, για τα έτη 1800-1832 γίνεται καταχρηστικά, καθώς δεν υπάρχει ανάλογος όρος στην
βιβλιογραφία, ο οποίος να χρησιμοποιείται για να περιγράψει μόνο τα συγκεκριμένα εδάφη που
συμπεριελήφθησαν αργότερα στα σύνορα του.
312

περιλαμβάνουν τις Βόρειες Σποράδες, τις Κυκλάδες, και τα επονομαζόμενα ναυτικά


νησιά, Ύδρα και Σπέτσες2.
Γενικά οι προαναφερθείσες περιοχές, τόσο πριν όσο και μετά την
απελευθέρωση τους, ήταν αραιοκατοικημένες3. Μόλις το 1845 η Ελλάδα ισοστάθμισε
τις απώλειες του πολέμου, χάρη στους Έλληνες που έφτασαν από παντού και εν μέρει
στη φυσική πληθυσμιακή αύξηση4. Το 1848, σε σχέση με το 1828, ο πληθυσμός ήταν
κατά 30% μεγαλύτερος5. Η αύξηση, ειδικότερα στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, δεν
ήταν αποτέλεσμα τόσο της φυσικής πληθυσμιακής αύξησης, αλλά της επιστροφής
των Ελλήνων από περιοχές εκτός Βασίλειου και της επανεγκατάστασής τους κυρίως
στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Αθήνα και ο Πειραιάς6.
Βασιζόμενοι στο διαχωρισμό των εδαφών που κάνει σήμερα η Εθνική
Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, προβαίνουμε και εμείς σε μια ανάλογη
κατηγοριοποίηση τους7. Οι τρεις κατηγορίες που προκύπτουν προέρχονται από τον
χαρακτηρισμό μιας κοινότητας ως ορεινή, ημιορεινή ή πεδινή. Η κατάταξη αυτή είναι
τυπική και δε λαμβάνει υπόψη της το υψόμετρο, αλλά μονάχα τη μορφολογία του
εδάφους. Θα χρησιμοποιηθούν λοιπόν οι όροι ορεινή, ημιορεινή, πεδινή και
παραθαλάσσια περιοχή για να μπορεί να διακρίνει κάποιος την επίδραση που
ασκούσε ο γεωγραφικός χώρος στις συμπεριφορές των ανθρώπων.
Με την κατάληψη της βαλκανικής χερσονήσου από τους Οθωμανούς τον 15°
αιώνα άρχισαν αλλαγές σε όλα τα επίπεδα της ζωής των κατοίκων που επηρέασαν και
την οικιστική συγκρότηση της περιοχής9.
Το ελληνικό στοιχείο αντιμετώπισε ιδιαίτερα συνθήκες. Μπροστά στη διαρκώς
ανανεούμενη μουσουλμανική εξάπλωση οι Έλληνες κάτοικοι, ιδίως των πεδινών
χώρων, έπρεπε να ακολουθήσουν δύο κυρίως δρόμους για τη φυσική τους επιβίωση:
ή να μετακινηθούν ομαδικά προς ασφαλέστερους τόπους, ορεινές περιοχές, αστικά

1
Ασδραχάς Σπ., Ζητήματα Ιστορίας, Αθήνα 1983, σελ 38-43.
2
J. Petropuloç, ό.π., σελ. 27-28.
3
Ν. Τοντόροφ, Η Βαλκανική πόλη Ι$*-Ι&* αιώνας, Αθήνα 1986, σελ. 457
4
Μ. Χουλιαράκης, Γεωγραφική, διοικητική και πληθυσμιακή εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-1971, τ. 1°,
Αθήνα 1973, σελ. 19-20.
5
Μ. Χουλιαράκης, ό.π., σελ. 20.
6
Ν. Τοντόροφ, ό.π., σελ. 455-457. D. Dakin, ό.π., παράρτημα Δ', σελ. Γ. Σιάμπος, ό.π., σελ. 24.
7
Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, Κατανομή της εκτάσεως της χώρας κατά βασικός κατηγορίας χρήσεως,
Αθήναι 1962,8-10.
8
Β. Παναγιωτόπουλος, ό.π., σελ. 174-182.
9
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Β', σελ.218.
313

κέντρα, νησιά ή να ασπασθούν τη θρησκεία των κυριάρχων με πιθανό αποτέλεσμα


την απώλεια της εθνικής τους ταυτότητας10.
Στα πλαίσια αυτά παρατηρούνται μετατοπίσεις πληθυσμών από τις πεδινές
περιοχές προς τις ορεινότερες. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μη έχοντας τη
δυνατότητα να αναζητήσει λιγότερο ασφυκτικές συνθήκες σε μακρινούς τόπους
περιορίζεται σε μετακινήσεις τοπικού χαρακτήρα.11
Από την άποψη της οικιστικής οργάνωσης ο 18ος αιώνας δεν παρουσιάζει κανένα
καινούριο φαινόμενο. Αντίθετα συνεχίζεται και ολοκληρώνεται συμμετρικά η μορφή
που είχε πάρει από τα τέλη του 16ου αιώνα. Η δυσαναλογία δηλαδή στην ανάπτυξη
του ορεινού με του πεδινού οικισμού1 .
Το φαινόμενο της μετακίνησης προς τον πεδινό χώρο, συνδεδεμένο με την
εμφάνιση πληθυσμιακών περισσευμάτων στον ορεινό και με τη δημιουργία
οικονομικών προϋποθέσεων για την αξιοποίηση της πεδιάδος, κάνει την εμφάνιση
του προς το τέλος του 18ου αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Η
μεταβολή του όμως σε κυρίαρχο δημογραφικό φαινόμενο πραγματοποιείται
αποκλειστικά μέσα στις νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που
δημιουργήθηκαν μετά την ίδρυση του ελληνικού βασιλείου13.
Στις αρχές του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα στα χρόνια της Επανάστασης, τα
περισσότερα χωριά της ηπειρωτικής Ελλάδας ήταν χτισμένα σε απότομες πλευρές
βουνών, σε θέσεις γραφικές αλλά απομονωμένες από τον κόσμο και σε κάποια μικρή
ή μεγάλη απόσταση από τις πεδιάδες, όπου βρίσκονταν τα χωράφια τους. Εκεί ψηλά
σπάνια έφθανε η εξουσία των Οθωμανών. Ο πόλεμος της ανεξαρτησίας κατέστρεψε
εξ ολοκλήρου τα περισσότερα από αυτά και ανάγκασε τους κατοίκους τους να τα
εγκαταλείψουν14.
Εξετάζοντας οικιστικά τις τρεις βασικές γεωγραφικές ενότητες του ελληνικού
βασιλείου μπορούμε να σημειώσουμε τα εξής: Η Στερεά Ελλάδα, παρά το άγονο του
εδάφους της, δεν έχει μεταναστευτική κίνηση εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις και
συγκεκριμένα ύστερα από πολεμικά γεγονότα. Οι αποδημίες αυτές, όταν συνέβαιναν,

Α. Βακαλόπουλος, Νέα ελληνική..., ό.π., τ.Δ', σελ. 26.


11
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Δ', σελ. 49-50.
12
Χρ. Ευελπίδης, «Οικονομική και κοινωνική ιστορία της Ελλάδος», Αθήνα 1950, σελ. 74-81.
1
Σπ. Ασδραχάς, Πραγματικότητες από τον ελληνικό IH' αιώνα. Σταθμοί προς την Νέα Ελληνική
Κοινωνία, Αθήνα 1956, σελ. 40-43.
14
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 866-867.
314

είχαν χαρακτήρα προσωρινό . Σε γενικές γραμμές μπορεί κανείς εύκολα να


χαρακτηρίσει τη Στερεά Ελλάδα αραιοκατοικημένη ακόμα και ως τις παραμονές της
επανάστασης,16 ενώ το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ζούσε σε ορεινά χωριά και
οικισμούς17.
Στην Πελοπόννησο οι μετακινήσεις του πληθυσμού σε ορισμένες περιοχές σε
συνδυασμό με την αγροτική οικονομία οδήγησε στο γεγονός να χαρακτηρίζεται η
περιοχή οικιστικά από την ύπαρξη μικρών οικισμών ως και το 1700 . Μετά το 1715
διαμορφώθηκαν νέες οικονομικές και διοικητικές συνθήκες που επηρέασαν
αποφασιστικά τη δημογραφική και την κοινωνική εξέλιξη της Πελοποννήσου. Με
την αύξηση του πληθυσμού δημιουργούνται ή ενισχύονται πληθυσμιακά αστικά
κέντρα, όπως η Πάτρα,.το Αργός, η Κόρινθος, το Ναύπλιο κ.ά..19
Η διασπορά του πληθυσμού της Πελοποννήσου σε πολύ μικρούς οικισμούς
συμβαδίζει προφανώς με τη χαμηλή πυκνότητα της. Σε μια χώρα με αποκλειστικά
αγροτική οικονομία20, η διασπορά των κατοίκων δεν μπορεί παρά να είναι
συγκεκριμένη εκδήλωση μέσα στο χώρο της αριθμητικής ισχνότητας του
πληθυσμού .
Η οικιστική συγκρότηση των νησιών του Αιγαίου χαρακτηρίζεται τέλος από την
ύπαρξη μικρών πληθυσμιακά χωριών και ελάχιστων πόλεων . Οι κάτοικοι των
νησιών λοιπόν διέμεναν κυρίως σε χωριά μεσαίας ή μικρής οικιστικής
δυναμικότητας.

15
Οι φυγάδες αυτοί συχνά ξαναγύρναγαν στις εστίες τους και στον προηγούμενο τρόπο ζωής τους. Η
φυσική γεωγραφία του χώρου καθώς περιστοιχίζεται από βουνά εμπόδισε τους κατοίκους να
αναπτύξουν εμπορικές δραστηριότητες και να ιδρύσουν σημαντικά εμπορικά κέντρα. Τα μόνα κέντρα
που αναπτύχθηκαν ήταν όσα βρίσκονταν σε παραθαλάσσιες περιοχές και σε περάσματα δρόμων από
την Πελοπόννησο προς τη Μακεδονία.Γ. Σιάμπος, ό.π., σελ. 30-31.
16
Beaujour F., Tableau du commerce de la Grece d' apres une année moyenne depuis 1787 jusqu' en
1797,2 vol. Paris, an VIII.
17
Δ. Δημητρακάκης, Ta οικονομικά του Μεσολογγίου (1740-1826), Αθήναι 1939, σελ. 101-103. Κ.
Στασινόπουλο, Το Μεσολόγγι, Αθήναι 1926, σελ. 63.
18
Με αυτή τη μορφή φτάνει στον 18° αιώνα, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς και από τις
απογραφές που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή από τους βενετούς, απογραφή Corner (1689) και
απογραφή Grimani (1700). Θ. Κρίμπας, ό.π., σελ. 317-320.
19
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 807.
20
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 938.
21
Β. Παναγιωτόπουλος, ό.π., σελ. 183.
22
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 890 892.
315

11.2 Ο χώρος προέλευσης των μοναχών

Ο πληθυσμός κατατάσσεται σε οικιστικές μονάδες ανάλογα με τον πληθυσμό που


διαθέτει η κάθε μία από αυτές. Έτσι έχουμε τις πόλεις, τις κωμοπόλεις, τα χωριά και
τους οικισμούς. Ενώ δεν είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τις πόλεις και τις
κωμοπόλεις από τα μικρά χωριά και τους οικισμούς, η διάκριση ανάμεσα σε πόλη
και σε κωμόπολη ή ανάμεσα σε κωμόπολη και μεγάλο χωριό δεν είναι εμφανής.
Ως βοηθητικό στοιχείο στην εξέταση των περιοχών από τις οποίες
προέρχονται οι μοναχοί θα πρέπει να κάνουμε το διαχωρισμό τους βάσει ποσοτικών
στοιχείων. Ανάλογα δηλαδή με τον αριθμό των κατοίκων που διαθέτει η κάθε
οικιστική μονάδα. Κατηγοριοποιούμε λοιπόν τις περιοχές σε οικισμούς, χωριά,
κωμοπόλεις, πόλεις χωρίς να συνυπολογίζουμε τυχόν οικονομικούς, γεωγραφικούς ή
ιστορικούς λόγους, οι οποίοι κάνουν συχνά μια περιοχή να χαρακτηρίζεται πόλη,
κωμόπολη ή χωρίο, αλλά μόνο τον αριθμό των κατοίκων τους. Έτσι τοποθεσίες μέχρι
100 κατοίκους θα θεωρούνται οικισμοί ή μικρά χωριά. Περιοχές από 101 ως 1000
κατοίκους θα θεωρούνται μέσης και μεγάλης οικιστικής συγκρότησης χωριά.
Περιοχές με αριθμό κατοίκων από 1001 ως 2000 θα θεωρούνται κωμοπόλεις. Τέλος
τοποθεσίες με πληθυσμό πάνω από 2000 κατοίκους θα θεωρούνται πόλεις. Όσο γι'
αυτές που ξεπερνούν τους 10.000 κατοίκους θα πρέπει να τις θεωρήσουμε ως
σημαντικά αστικά κέντρα τα οποία συνδυάζουν εκτός των άλλων εμπορικές και
διοικητικές αρμοδιότητες.
Ο αριθμός του πληθυσμού των περιοχών αυτών προήλθε από τα στοιχεία που
παρουσιάζονται στην απογραφή που πραγματοποιήθηκε στο ελληνικό βασίλειο το
1844 αλλά και από άλλες προγενέστερες πηγές που παρουσιάζουν πληθυσμιακά
στοιχεία25.
Δημιουργούνται λοιπόν τρεις κατηγορίες περιοχών οι οποίες θα εξεταστούν
στη συνέχεια. Αυτές που διαθέτουν μέχρι 100 κατοίκους. Αυτές στις οποίες ζουν από
101 ως 1000 κάτοικοι και τέλος αυτές οι περιοχές με αριθμό κατοίκων που ξεπερνά
τους 1000.

23
«Οι κωμοπόλεις και οι πόλεις στην επαναστατημένη ηπειρωτική Ελλάδα, κτισμένες σχεδόν χωρίς
κανένα σχέδιο, δεν είχαν πολλές χιλιάδες κατοίκους, γιατί ο πληθυσμός είχε μειωθεί ιδίως μετά την
αποχώρηση ή εξόντωση των Οθωμανών. Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 889-890.
24
Ι. Σταματάκης, Πίναξ Χωρογραφικός της Ελλάδος, Περιέχων τα Ονόματα, τας Αποστάσεις και τον
Πληθυσμό των Δήμων, Πόλεων, Κωμοπόλεων και Χωρίων, Αθήνα 1946, σελ. 1-96.
25
Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 282-285. «Renseignements statistiques sur la Grece», 4 mars 1856, σελ.
45-60. D. Dakin, ό.π., παράρτημα Δ', σελ. 112. Γ. Σιάμπος, ό.π., σελ. 38-42.
316

α. Οι γενέτειρες των μοναχών

Ξεκινώντας την παρουσίαση των ιδιαίτερων πατρίδων (γενέτειρες) των


μοναχών, όπως αυτές εμφανίζονται μέσα από τα έγγραφα των αναφορών, πρέπει να
πούμε ότι πρόκειται για 322 περιοχές από όλο το ελληνικό βασίλειο. Ο αριθμός των
26
ατόμων από αυτές τις περιοχές ανέρχεται σε 1016 .
Πριν προχωρήσουμε στην παράθεση και στο σχολιασμό των επιμέρους
27
κατηγοριών μπορεί κανείς να παρατηρήσει, σε πίνακα του παραρτήματος στον
οποίο παρουσιάζεται ο αριθμός των μοναχών από τον συγκεκριμένο χώρο και ο
αριθμός των κατοίκων του, το ποσοστό που κατέχουν οι μοναχοί στο σύνολο των
κατοίκων της περιοχής από την οποία έχουν προέλθει.
Από την εξέταση του πίνακα προκύπτει ότι το ποσοστό των ατόμων που
οδηγούνται στο μοναχισμό σε σχέση με τους κατοίκους των 322 περιοχών φτάνει το
0,88%. Η αυξομείωση των επιμέρους ποσοστών από το μέσο όρο (0,88%) θα πρέπει
να θεωρηθεί τυχαία ή να αναζητηθεί σε τοπικού επιπέδου αίτια. Το ποσοστό όμως
(0,88%) είναι πλασματικό και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Έτσι
είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε πρόσθετους υπολογισμούς ώστε να μπορέσουμε
να φτάσουμε στο πραγματικό ποσοστό των μοναχών στο ελληνικό βασίλειο.
Κάνοντας αυθαίρετα μια διαίρεση των μοναχών (3000) με το σύνολο των κατοίκων
του βασιλείου (750.000)29 το ποσοστό του μοναστικού δυναμικού θεωρητικά
ανέρχεται περίπου σε 0,4%. Αν επίσης υπολογίσουμε, με βάση τα στοιχεία που
ακολουθούν, τα ποσοστά των μοναχών που προέρχεται από πόλεις (0,16%) και
μεσαίας οικιστικής ανάπτυξης περιοχές (0,75%) προκύπτει ότι ο μέσος όρος είναι
0,45%. Υπολογίζουμε μόνο τα ποσοστά των πόλεων και των χωριών γιατί σχεδόν το
σύνολο των μοναχών προέρχεται από αυτές τις περιοχές.
Τα ποσοστά που προκύπτουν από τους υπολογισμούς μας (0,4%-0,45%)
πρέπει να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Αναλογικά όμως με προγενέστερες
εποχές έχουμε να παρατηρήσουμε πως είναι μειωμένα30. Δεν πρέπει άλλωστε να
ξεχνάμε ότι μετά την επανάσταση ο μοναχισμός ως θεσμός έχει αρχίσει να υφίσταται
κάμψη ηθικά και ποσοτικά.

26
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XII. 1, τ. II, σελ. 93-95.
27
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XII. 1, τ. II, σελ. 96-99.
28
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XII. 1, τ. II, σελ. 96-99.
29
R.A.H. Bickford-Smith, ό.π., σελ. 41. Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 930.
317

ΠΙΝΑΚΑΣ 11.1

Οι γενέτειρες των μοναχών με πληθυσμό μέχρι 100 κατοίκους

Γενέτειρες Άτομα Πληθυσμός Γενέτειρες Άτομα Πληθυσμός


Βαλάτουνα 2 70 Κρημπάτσι 1 68
Βάχλια 2 15 Λουκά 2 84
Βελίζι 82 Λυγιά 1 58
Γεράκιον 75 Μπουλιάρι 1 15
Δημητρόπουλου 26 Πορετζό 4 94
Δραγάνου 82 Πυργάκι 2 30
Δρεστενά 40 Πυργιάλι 1 83
Καμινίτσα 65 Ρουπακιά 1 94
Κούντουρα 81 Τέρνοβα 1 15

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Οι περιοχές που προαναφέρονται ανήκουν στην πρώτη κατηγορία δηλαδή των


μικρών χωριών και οικισμών. Σε σχέση με το σύνολο των περιοχών (322), που
εξετάζουμε, διαπιστώνεται ότι μοναχοί προέρχονται μόνο απο 18 περιοχές με
πληθυσμό κάτω των 100 κατοίκων. Καταλαμβάνουν μάλιστα το 5,6% του συνόλου
των περιοχών. Όσο για το ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο προέρχεται από αυτές τις
περιοχές, είναι 25, ποσοστό δηλαδή 2,4% επί του συνόλου των μοναχών. Προκύπτει
σύμφωνα με τον πίνακα (11.1) πως οι μικροί πληθυσμιακά χώροι δεν «παρείχαν» στο
μοναχισμό αξιόλογο ποσοτικά ανθρώπινο δυναμικό. Αυτό όμως είναι αβάσιμο, γιατί
αν κάποιος συγκρίνει το ποσοστό του ελληνικού βασιλείου (0,45%) με το ποσοστό
(2,4%) που «παρέχουν» οι οικισμοί, θα διαπιστώσει ότι είναι μεγάλο. Την εξήγηση
του αυξημένου αριθμού ατόμων από αυτές τις περιοχές θα πρέπει να την αποδώσουμε
στο γεγονός ότι σε μικρές πληθυσμιακά περιοχές μπορεί τα εργατικά χέρια να είναι
πολύτιμα, από την άλλη πλευρά οι γεωργικές εκτάσεις είναι περιορισμένες, με
αποτέλεσμα πολλές φορές τα έσοδα από την καλλιέργεια της γης να μην επαρκούν
για να καλύψουν τις ανάγκες όλου του πληθυσμού. Έτσι δεν υπήρχε αντίδραση από
την οικογένεια αν το άτομο εξεδήλωνε την επιθυμία να μονάσει. Δεν πρέπει να
ξεχνάμε ότι αυτές οι περιοχές σχεδόν γειτνιάζουν με τις μονές, με αποτέλεσμα συχνά
τα άτομα να έρχονται σε επαφή με τους μοναχούς και τον τρόπο ζωής τους και να
εντυπωσιάζονται από αυτόν όταν μάλιστα υπήρχε έλλειψη των προς το ζην από την
πλευρά των λαϊκών.

30
«Έχει εκτιμηθεί ότι περί το έτος 1000 υπήρχαν πάνω από 7000 μοναστήρια μέσα στα σύνορα της
αυτοκρατορίας. Περίπου 1% του πληθυσμού ήσαν πιθανόν μοναχοί και κάθε μοναστήρι είχε περίπου
πάνω από είκοσι σε αναλογία μοναχούς...». Ch. Hellier, ό.π., σελ. 33.
318

Για τα άτομα από τις περιοχές που προαναφέραμε, θα πρέπει να υποθέσουμε


τις αιτίες που τους οδήγησαν στο μοναχισμό, αφού δεν υπάρχουν οι πληροφορίες για
κάθε μία περίπτωση που να τεκμηριώνουν τους προσωπικούς λόγους του κάθε
ατόμου 31 . Αιτίες μπορεί να είναι ο ζήλος του ατόμου για το μοναχικό σχήμα, η
επιρροή των μοναχών λόγω της γειτνίασης του οικισμού με τη μονή, η εκπλήρωση
προσωπικού ή οικογενειακού τάματος, η οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια του
λαϊκού λόγω ορφάνιας, η αδυναμία της οικογένειας να συντηρήσει τα μέλη της.

ΠΙΝΑΚΑΣ 11.2
Οι γενέτειρες των μοναχών με πληθυσμό άνω των 1000 κατοίκων

Γενέτειρες Ατομα Πληθυσμός Γενέτειρες Ατομα Πληθυσμός


Άγιος Πέτρος '4 2418 Κέρτεζι 2 1031
Αθήναι 1 25109 Κόρινθος 6 1096
Άμφισσα 1 3758 Κουτσοπόδι 1 1015
Αράχωβα Βοιωτίας 3 2302 Λεβάδεια 5 3049
Αργός 7 9834 Λεβίδιον 1 1199
Αχλαδόκαμπος 6 1019 Λεονίδιο 9 3916
Βέρβαινα 5 1438 Λεχαινά 1 1300
Βίλλια 3 2085 Λειβάρτζι 4 1434
Βυτίνα 2 2147 Μαγούλιανα 3 1711
Γαργαλιάνοι 1 1350 Μυστράς 3 1136
Γεωργίτσιον 1 1162 Πάτραι 3 11337
Γύθειον 1 1096 Περαχώρα 5 1371
Δεσφίνα 20 1382 Πόριος 1 5071
Δημητσάνα 2 1903 Πύργος 2 3341
Διακοπτόν 20 1564 Σκύρος 2 2244
Δίβρη 7 1237 Σοφικόν 20 1770
Ερμιόνη 1 1277 Στρέζοβα 8 1014
Ζάτουνα 8 1079 Σοττωτόν 10 1288
Θήβαι 10 2641 Τσιτπανά 8 1108
Καλάβρυτα 2 1185 Τρίκκαλα 1 2615
Καλάμαι 2 4960 Τρίττολις 8 5466
Καστανιά 1 1125 Ύδρα 1 11564
Καστρί 21 3360 Χρυσόν 5 1454

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

31
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 159. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 220.
Λ
«Την πιο φυσική και την πιο σίγουρη υποστήριξη τη βρίσκει κανείς στην οικογένεια που τα μέλη
της, ακόμα και οι συγγενείς μέχρι β βαθμού, πουθενά δεν ήταν τόσο δεμένα όσο στην Ελλάδα. Κατά
δεύτερο λόγο ο απομονωμένος άνθρωπος πρέπει να πάρει θέση ανάμεσα στους άλλους. Εφόσον
αισθάνεται τον εαυτόν του αδύνατο, κυρίως, ή δυνατό, γίνεται οπαδός κάποιου ανθρώπου με επιρροή.»
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Ε', σελ. 306.
319

Στον πίνακα που παρατέθηκε (11.2) παρουσιάζονται οι τοποθεσίες που έχουν


πληθυσμό άνω των 1000 κατοίκων. Φυσικά κάποιες από αυτές επειδή είναι εμπορικά
και διοικητικά κέντρα έχουν πολύ μεγαλύτερο αριθμό κατοίκων απ' όσους έχει η
συνηθισμένη πόλη στο ελληνικό βασίλειο. Τέτοιες περιπτώσεις είναι η Αθήνα, το
Άργος, η Πάτρα, ο Πόρος, η Τρίπολη, η Ύδρα, η Σύρος. Το μεγαλύτερο ποσοστό των
πολυπληθέστερων περιοχών του Βασιλείου, όπως παρουσιάζεται στον πίνακα (11.2),
έχει αριθμό κατοίκων που κυμαίνεται από 1001-3500. Θα χρησιμοποιήσουμε λοιπόν
γι' αυτές τις περιοχές καταχρηστικά το επίθετο αστικές.
Οι αστικές περιοχές, από τις οποίες και προέρχονται οι μοναχοί, είναι 46.
Αριθμός πάλι μικρός αν σκεφτούμε ότι το σύνολο των τοποθεσιών που
παρουσιάζονται στις αναφορές είναι 322. Το ποσοστό των περιοχών αυτών επί του
συνόλου είναι 14,3%. Όσο για τους μοναχούς που προέρχονται από τις αστικές
τοποθεσίες είναι 238, (23,5%). Σε σχέση με την προηγούμενη κατηγορία περιοχών
(πίνακας 11.1), τα άτομα που καταφεύγουν στο μοναχισμό φαίνεται να είναι
περισσότερα, το ποσοστό τους όμως δεν είναι ανάλογο με τον πληθυσμό των
περιοχών από τις οποίες προέρχονται οι μοναχοί καθώς καταλαμβάνουν μόνο το
0,16% του πληθυσμού τους. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι λαϊκοί των αστικών
περιοχών δεν καταφεύγουν τόσο συχνά στο μοναχισμό, όσο θα περίμενε κανείς .
Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι επιλογές που είχε κάποιος στις αστικές περιοχές
ήταν περισσότερες απ' ότι στις αγροτικές ή μη αστικές περιοχές και επομένως η
επιθυμία για το μοναχισμό περιορισμένη. Οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες
λοιπόν που προσμετρούνται στην επιλογή του μοναχισμού είναι διαφορετικές στις
αστικές34 από τις μη αστικές περιοχές, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται αυτό το
ποσοστό (0,16%) στις αστικές περιοχές.
Από την άλλη πλευρά έχει ειπωθεί πως το μοντέλο της οικιστικής ανάπτυξης
του βασιλείου είναι περιοχές μεσαίας οικιστικής συγκρότησης, διαθέτουν δηλαδή
πληθυσμό 101-1000 κατοίκους. Από αυτές οι περιοχές μάλιστα προσέρχεται στο
μοναχισμό ο κύριος όγκος των μοναχών το α' μισό του 19ου αιώνα. Θα πρέπει λοιπόν
να επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας όχι τόσο στους μοναχούς που προέρχονται
από τις αστικές περιοχές αλλά στους μοναχούς από τις μεσαίας οικιστικής ανάπτυξης
περιοχές.

33
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 159. Ch. Hellier, ό.π., σελ. 50.
34
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 963-967.
320

Στο παράρτημα παρουσιάζεται το σύνολο των περιοχών μεσαίας οικιστικής


συγκρότησης. Διαπιστώνεται από τη μελέτη του πίνακα πως το μεγαλύτερο μέρος
των περιοχών που σημειώνονται στα έγγραφα των αναφορών ανήκει στην κατηγορία
των 101-1000 κατοίκων. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι στο σύνολο των
περιοχών (322), από τις οποίες προέρχονται οι μοναχοί, οι 237 περιοχές ή το 75,1%
κατατάσσονται στην κατηγορία αυτή. Το ανθρώπινο δυναμικό που «διαθέτουν» στις
μονές είναι αρκετά υψηλό και φτάνει τα 749 άτομα, δηλαδή το 73,7% του συνόλου
των μοναχών. Γίνεται φανερό λοιπόν πως το μεγαλύτερο μέρος των μοναχών
προέρχεται από μεσαίας οικιστικής συγκρότησης περιοχές37. Αυτό μπορεί να
ερμηνευθεί κατ' αρχήν από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των περιοχών του
βασιλείου ανήκαν σε αυτή την κατηγορία38. Είναι φυσικό να παρέχουν υψηλότερα
ποσοστά από τις άλλες κατηγορίες περιοχών αφού σε αυτές κατοικεί το μεγαλύτερο
μέρος του πληθυσμού του ελληνικού βασιλείου. Σε δεύτερη φάση θα πρέπει να
τονίσουμε πως οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες των περιοχών αυτών
επιδρούν πιο έντονα στους κατοίκους τους απ' ότι οι αντίστοιχες συνθήκες στις
αστικές περιοχές. Αυτό δε σημαίνει ότι οι λόγοι επιλογής του μοναχισμού των
ατόμων από τις μεσαίας οικιστικής συγκρότησης περιοχές διαφέρουν από τους
λόγους που αναφέρθηκαν για τις υπόλοιπες περιοχές. Έτσι θα πρέπει πάλι να
τονίσουμε τους προσωπικούς, τους κοινωνικούς και τους οικονομικούς λόγους που
ωθούν κάποιο λαϊκό στο μοναχισμό. Ο βαθμός που επέδρασε ο κάθε ένας λόγος
ξεχωριστά στην τελική επιλογή των λαϊκών, οι οποίοι προέρχονται από όλες τις
κατηγορίες περιοχών, θα πρέπει να ειδωθεί κατά περίπτωση, πληροφορίες όμως τις
οποίες δεν μας παρέχουν τα έγγραφα.
Συμπερασματικά λοιπόν προκύπτει ότι ποσοστιαία οι περιοχές με 1-100
κατοίκους καταλαμβάνουν στα άτομα που καταφεύγουν στο μοναχισμό ένα ποσοστό
της τάξης του 2,4% του πληθυσμού. Στις περιοχές με 101-1000 κατοίκους το
ποσοστό είναι 0,75%, ενώ τέλος στις περιοχές με πάνω από 1000 κατοίκους το
ποσοστό είναι 0,16 %.

35
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.2.0, τ. Π, σελ. 100-101.
36
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.2.0, τ. II, σελ. 100-101.
37
«Εκτός από μερικές πόλεις, τα επαρχιωτόπουλα είχαν λίγες εκπαιδευτικές ευκαιρίες και ήσαν οι
φτωχότερες τάξεις, εκείνες οι έβγαζαν τους περισσότερους μοναχούς και τους ιερείς των χωριών.» Ch.
Hellier, ό.π., σελ. 50. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 151, 159.
321

Μοναχοί από περιοχές εκτός ελληνικού βάσιμου


Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι στο σύνολο των μοναχών υπάρχουν και
κάποιοι οι οποίοι επιθυμούν να μονάσουν σε μονές του ελληνικού βασιλείου αν και
δεν είναι κάτοικοι του βασιλείου. Σε μονές δηλαδή οι οποίες βρίσκονται δεκάδες ή
και εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο τον οποίο προέρχονται αυτά τα
άτομα. Θα πρέπει να τονίσουμε ένα πρόβλημα που προκύπτει με αυτές τις
περιπτώσεις καθώς δεν είμαστε σίγουροι αν οι τόποι προέλευσης των ατόμων αυτών
είναι ταυτόχρονα και οι γενέτειρες τους. Στη συνέχεια πάντως θα προσπαθήσουμε να
δώσουμε λύση στο πρόβλημα.
Ο πίνακας που ακολουθεί (11.3) καταγράφει τα στοιχεία των ατόμων που
προέρχονται από μέρη εκτός του βασιλείου.

ΠΙΝΑΚΑΣ 11.3
Οι περιοχές εκτός ελληνικού βασιλείου από τις οποίες προέρχονται οι μοναχοί

Περιοχή Ατομα Περιοχή Ατομα


Λάρισα 1
Κων/πολη 5 Μακεδονία 2
Ζαγορά 1 Όλυμπος 2
Ζάκυνθος 6 Πάτμος 2
Ήπειρος 1 Σέρρες 1
Θεσσαλονίκη 1 Σκύρος 2
Κασσάνδρα 1 Σμύρνη 1
Κεφαλληνία 1 Χίος 2
Κρήτη 4 Ψαρά 1
Κύπρος 2 Σύνολο 39

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Τα άτομα που προέρχονται από περιοχές εκτός του βασιλείου είναι 39. Ο
αριθμός τους πολύ μικρός σε σχέση με το σύνολο των μοναχών, πράγμα που
αποδεικνύει ότι δεν ήταν σύνηθες το φαινόμενο να καταφεύγει κανείς σε μονή πολύ
μακριά από τον τόπο γέννησης του και αυτό γιατί κατά την επιλογή της μονής, στην
οποία επιθυμούσε να εγκαταβιώσει κάποιος, έπρεπε να συνυπολογίσει τους κινδύνους
που δημιουργούνταν από το ταξίδι.39. Για ποιο λόγο όμως αυτά τα άτομα παρά τους

38
R.A.H. Bickford-Smith, ό.π., σελ. 45.
39
Δ. Ανωγιάτης-Pele, ό.π., σελ. 91-134.
322

κινδύνους επιλέγουν μακρινές προς αυτούς μονές; Η εξήγηση θα πρέπει να


αναζητηθεί τόσο στους προσωπικούς λόγους καθενός από τα άτομα αυτά όσο και στη
φήμη, λόγω ιερότητας του χώρου αλλά και των οικονομικών εσόδων της μονής, που
είχε αποκτήσει κάποια μονή εντός και εκτός ελληνικής επικράτειας. Μάλιστα οι
περισσότερες περιοχές του πίνακα (11.3) δεν απέχουν πολύ από τα σύνορα του
ελληνικού βασιλείου, με αποτέλεσμα σχετικά εύκολα να μπορεί κανείς να ταξιδέψει
στη μονή που ήθελε. Στις περιπτώσεις που οι περιοχές αυτές δεν απέχουν πολύ από
τις μονές που επιλέγουν οι λαϊκοί να μονάσουν θα πρέπει να υποθέσουμε ότι είναι οι
γενέτειρες τους.
Κάποια άτομα προέρχονται και από την Κωνσταντινούπολη, στοιχείο που μας
κάνει να υποθέτουμε ότι ίσως είχαν σταλεί από τον Πατριάρχη ως τοποτηρητές σε
σταυροπηγιακές μονές, δηλαδή σε μονές που ανήκαν στο πατριαρχείο. Αυτό
τεκμηριώνεται από το γεγονός ότι οι μετακινήσεις αυτές έχουν πραγματοποιηθεί πριν
το 1833, πριν από την έκδοση των διαταγμάτων, οπότε οι σταυροπηγιακές μονές του
βασιλείου δεν είχαν αποκοπεί από την αρμοδιότητα του Πατριαρχείου. Παρέμειναν
λοιπόν τα άτομα αυτά και μετά το 1833 στις συγκεκριμένες μονές. Θα πρέπει τέλος
να πούμε ότι ίσως στις περιπτώσεις των ατόμων που προέρχονται από την
Κωνσταντινούπολη, η Πόλη δεν είναι η γενέτειρα τους αλλά ο τόπος στον οποίο
είχαν μείνει για κάποιο χρονικό διάστημα.
Επειδή σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε τα άτομα που προέρχονται
από τα μέρη που ακόμα κατείχαν οι Οθωμανοί είναι λίγα στο σύνολο τους,
οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η μετακίνηση των ατόμων αυτών σίγουρα δεν
έγινε για λόγους θρησκευτικών διώξεων από τους Οθωμανούς, αλλά για λόγους που
σχετίζονται με προσωπικές και οικονομικοκοινωνικές παραμέτρους.

β. Οι γενέτειρες των μοναζουσών

Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τα στοιχεία που αφορούν τις γενέτειρες


των μοναζουσών. Η παράθεση και η επεξεργασία των στοιχείων των γυναικών

40
«Η χερσαία επικοινωνία στον ελλαδικό χώρο κατά τον 18° αιώνα είχε να αντιμετωπίσει ένα βασικό
εμπόδιο στην ομαλή διεξαγωγή της: την ανασφάλεια. Άλλοτε ανθρώπινη, ηθελημένη, άλλοτε
απρόοπτη και αναπάντεχη, μερικές φορές ξαφνική και ανεξέλεγκτη, έξω από τα ανθρώπινα όρια
αντιμετώπισης της, η ανασφάλεια, στιγμιαία ή διαρκής, πάντα ήταν παρούσα στη σκέψη του
διακινουμένου». Δ. Ανωγιάτης-Pele, ό.π., σελ. 91.
323

γίνεται προκειμένου να δούμε κατά πόσο ισχύουν και γι' αυτές όσα ειπώθηκαν
προηγουμένως για τις γενέτειρες των μοναχών.
ΠΙΝΑΚΑΣ 11.4
Οι γενέτειρες των μοναζουσών

Γενέτειρες Ατομα Γενέτειρες Άτομα


Άγιος Νικόλαος 1 Λεβάδεια 1
Αγρίδι 1 Λουμπίτσα 2
Αθήναι 1 Μεθώνη
Ανατολικόν 1 Μεσσήνη
Άρτα 1 Μοστίτσι
Αρφαρά 1 Μπαμπίνι
Βάλμη 4 Μύκονος 11
Βάλτζη 1 Δερβέκιστα
Βερσοβά 1 Πάτραι
Βισωκά 1 Πελοπόννησος 2
Βραχώριον 2 Περιστέρα 2
Βυλιβίνα 2 Πετσάκοι 2
Γαλατά 1 Πετροχώρι
Γανόχωρα 2 Ποταμιά
Γουρζούμισα 3 Ράχες
Διακοπτόν 12 Σμύρνη
Δρομίστα 1 Σόλος
Ζαχλωρού 1 Σουδενά
Καλάμαι 2 Συλίβαινα
Κέρτεζι 1 Σωποτόν 3
Κλαμττατσούνα 1 Τσίβλός 2
Κουνινά 1 Τήνος 53
Κούτελη 1 Τριφυλίας 1
Κουκουλίστα 1 Ύδρα 1
Κρήτη 1 Χίος 1
Κύθηρα 1
Λαγοβούνι 1 Σύνολο 141

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Οι περιοχές του βασιλείου από τις οποίες προσέρχονται οι μοναχές στο


μοναχισμό το α' μισό του 19ου αιώνα είναι 52. Όσο για τον αριθμό των μοναζουσών
που σημειώνονται από αυτές τις περιοχές είναι 78.
Ο συνδυασμός που προκύπτει, όπως και στους μοναχούς, από τον αριθμό των
μοναζουσών της κάθε περιοχής και του αριθμού των κατοίκων των περιοχών αυτών
324

μας δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε πίνακα στον οποίο να παρουσιάσουμε


το ποσοστό που καταλαμβάνουν οι μοναχές στον πληθυσμό της περιοχής τους. Ο
μέσος όρος λοιπόν του ποσοστού των μοναζουσών, σύμφωνα με τους υπολογισμούς
του πίνακα 4 2 , είναι 0,33%. Το ποσοστό τους είναι μικρότερο από το αντίστοιχο των
ανδρών (0,45%), μας βοηθά όμως και αυτό να συμπεράνουμε την περιορισμένη
κίνηση των λαϊκών στον μοναχισμό, την περίοδο 1800-1850. Ειδικότερα από το
ποσοστό των μοναζουσών (0,33%) φαίνεται ότι οι γυναίκες δεν επέλεγαν τόσο
εύκολα το μοναχικό σχήμα όπως οι άνδρες. Οι κοινωνικοί και οικονομικοί λόγοι που
οδηγούσαν τους άνδρες στις μονές δεν είχαν την ίδια βαρύτητα στις γυναίκες. Η
συγκεκριμένη επιλογή κάποιας κοπέλας ίσως συχνά έβρισκε αντίθετους τους γονείς ή
τους κηδεμόνες της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι η γυναίκα ήταν απαραίτητη
για εργασίες όχι μόνο εντός σπιτιού αλλά και εκτός 43 . Μόνο όταν οι γυναίκες ήσαν
ορφανές44 χωρίς κηδεμόνες και περιουσιακά στοιχεία ή χήρες μπορούσαν
ανεμπόδιστα να καταφύγουν σε κάποια μονή για προστασία και ασφάλεια43.
Οι πίνακες που ακολουθούν (11.5-11.6) κατηγοριοποιούν τις γενέτειρες των
γυναικών ανάλογα με τον αριθμό των κατοίκων των περιοχών αυτών, ώστε να φανεί
αν οι μοναχές προέρχονται από αστικές ή μη περιοχές. Στον πρώτο πίνακα (11.5)
εντάσσονται οι περιοχές με πάνω από 1001 κατοίκους ενώ στον δεύτερο (11.6) οι
περιοχές μέχρι 1000 κατοίκους.

41
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.3, τ. II, σελ. 102.
42
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.3, τ. II, σελ. 102.
43
Χ. Πατρινέλης, «Κατανομή ελληνικών πληθυσμών σε φύλα και σε ομάδες ηλικιών (τέλη 160υ-αρχές
19ου αιώνα)», Ελληνικά, τ. 34 (1982-1983), σελ. 410-411. Μ. Τομαρά-Σιδέρη, Ν. Σιδερής, Συγκρότηση
και διαδοχή των γενεών στην Ελλάδα του 19°" αιώνα. Η δημογραφική τύχη της Νεότητας, Αθήνα 1986,
σελ. 33-34. Μ. Todorova, Balkan Family Structure and the European Pattern. Demographic
Developments in Ottoman Bulgaria, The American University Press 1993, σελ. 22-23.
44
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
45
Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 370.
325

ΠΙΝΑΚΑΣ 11.5

Η αναλογία των μοναζουσών σε σχέση με τον πληθυσμό των γενετειρών τους


(άνω των J 000 κατοίκων)

Γενέτειρες Ατομα Πληθυσμός Αναλογία %


Αθήνα 1 25109 0,003
Ανατολικόν 1 2018 0,04
Διακοτττόν 12 1564 0,76
Καλάμαι 2 4960 0,04
Κέρτεζι 1 1031 0,09
Λεβαδεία 1 3049 0,03
Πάτραι 1 11337 0,008
Σοπωτόν 3 1288 0,23
Ύδρα 1 11564 0,008

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Οι αστικές περιοχές από τις οποίες προέρχονται οι μοναχές είναι λιγότερες σε


σχέση με το σύνολο των γενετειρών των μοναζουσών. Από τις 52 τοποθεσίες μόνο οι
9 μπορούν να χαρακτηριστούν ως αστικές. Ειδικότερα για τα άτομα που προέρχονται
από αυτές τις περιοχές, διαπιστώνουμε ότι είναι μόνο 23 στο σύνολο (78) των
μοναζουσών, ποσοστό δηλαδή 29,4% του συνόλου τους.
Το ποσοστό αυτό (29,4%) σε σχέση με τον πληθυσμό των αστικών περιοχών,
από τις οποίες προέρχονται οι μοναχές, κυμαίνεται από 0,003% ως 0,76%. Τα
ποσοστά μάλιστα αυτά πλησιάζουν τα αντίστοιχα ποσοστά των ανδρών, τα οποία
κυμαίνονται από 0,003% ως 1,16%. Η ταύτιση των ανωτέρω ποσοστών ενισχύει την
άποψη ότι γενικά οι αστικές περιοχές δε «στελεχώνουν» το μοναχισμό με ανάλογο
προς τον πληθυσμό τους αριθμό ατόμων, όπως ίσως να περίμενε κανείς. Αυτό
συμβαίνει γιατί οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες είναι διαφορετικές από τις
αγροτικές ή ημιαστικές περιοχές.
Στον ακόλουθο πίνακα σημειώνονται οι περιοχές οι οποίες έχουν λιγότερους
από 1000 κάτοικους και από τις οποίες προέρχεται, το μεγαλύτερο μέρος των
μοναζουσών.
326

ΠΙΝΑΚΑΣ 11.6

Η αναλογία των μοναζουσών σε σχέση με τον πληθυσμό των γενετειρών τους


(μέχρι 1000 κατοίκους)

Γενέτειρες Ατομα Πληθυσμός Αναλογία % Γενέτειρες Ατομα Πληθυσμός Αναλογία %


Άγιος Νικόλαος 1 200 0,5 Λουμπίστα 2 398 0,5
Αγρίδι 1 387 0,25 Μεθώνη 1 767 0,13
Αρφαρά 1 473 0,21 Μεσσήνη 1
Βάλμη 4 581 0,68 Μοστίτσι 1 355 0,28
Βάλτσα 1 225 0,44 Μπαμπίνι 2 442 0,44
Βερσοβά 1 404 0,24
Βισωκά 1 607 0,16 Δερβέκιστα 1 250 0,4
Βραχώριον 2 Πελοπόννησος 2
Βυλιβίνα 2 339 0,58 Περιστέρα 2 731 0,27
Γαλατά 1 193 0,51 Πετσάκοι 2 593 0,33
Γανόχωρα 2 Πετροχώρι 146 0,68
Γουρζούμισα 3 541 0,55 Ποταμιά 459 0,21
Δρομίστα 1 128 0,78 Ράχες
Ζαχλωρού 1 366 0,27 Σαμττρίκι 177 0,56
Κλαμττατσούνα 1 565 0,17 Συλίβαινα 242 0,41
Κουνινά 1 354 0,28 Σόλος 523 0,19
Κούτελη 1 486 0,2 Σουδενά 621 0,16
Κουκουλίστα 1 425 0,23 Τσιβλός 2 334 0,59
Λαγοβούνι 1 190 0,52 Σύνολο 50

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Το ανθρώπινο δυναμικό από τις περιοχές αυτές (πίνακας 11.5) είναι υψηλό
και φτάνει τα 50 άτομα, δηλαδή το 64,2% του συνόλου των μοναζουσών. Και στην
περίπτωση των μοναζουσών αποδεικνύεται ότι ο κύριος όγκος τους προέρχεται από
μεσαίας οικιστικής συγκρότησης περιοχές. Μπορούμε λοιπόν με βεβαιότητα πια να
συμπεράνουμε ότι οι ιδιαίτερες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν
στις περιοχές αυτές σε συνδυασμό με προσωπικούς παράγοντες είναι οι κύριοι λόγοι
που ωθούν τα άτομα στο μοναχισμό.
Πριν ασχοληθούμε με τις περιπτώσεις των μοναζουσών που προέρχονται από
περιοχές εκτός ελληνικού βασιλείου, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στην
επεξεργασία των μέχρι τώρα στοιχείων δεν συμπεριλάβαμε τις μοναχές από τα νησιά
της Τήνου και της Μυκόνου λόγω της ιδιαιτερότητας των στοιχείων τους.
Συγκεκριμένα στα έγγραφα σημειώνονται 53 γυναίκες να προέρχονται από την Τήνο
και 11 από την Μύκονο. Δεν μπορούμε να εντάξουμε ούτε τις μεν ούτε τις δε σε μία
από τις ανωτέρω κατηγορίες και αυτό γιατί οι πληροφορίες είναι αόριστες και
αφορούν γενικά τα νησιά και όχι συγκεκριμένες περιοχές τους. Δε μπορούμε λοιπόν
327

να ξέρουμε ακριβώς τη γενέτειρα τους, πόσες δηλαδή από τις μοναχές προέρχονται
από τις πρωτεύουσες των νησιών ή από χωριά τους. Έτσι η οποιαδήποτε
κατηγοριοποίηση τους θα κρινόταν λανθασμένη και θα έδινε στοιχεία που θα
αλλοίωναν τα πραγματικά ποσοστά. Υπεύθυνοι για αυτή την ασάφεια είναι οι
συντάκτες των συγκεκριμένων αναφορών, οι οποίες επειδή ανήκουν στις
συλλογικές αναφορές δεν υπεισέρχονται σε τέτοιες λεπτομέρειες.
Καταγράφοντας τις περιπτώσεις των γυναικών, οι οποίες προέρχονται από
περιοχές που δεν ανήκαν στα όρια του Βασιλείου και τα άτομα που προέρχονται από
αυτές συνειδητοποιούμε ότι αυτές οι περιπτώσεις είναι περιορισμένες.

ΠΙΝΑΚΑΣ 11.7

Οι περιοχές εκτός ελληνικού βασιλείου από τις οποίες προέρχονται οι μοναχές

Περιοχή Άτομα
Άρτα
Κρήτη
Κύθηρα
Σμύρνη
Χίος
Σύνολο 5

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Το ποσοστό αυτών των περιπτώσεων είναι πολύ μικρό και φτάνει το 3,5% επί
του συνόλου των γυναικών (141). Επιβεβαιώνει έτσι αυτά που ειπώθηκαν για τους
μοναχούς (3,7%), δηλαδή ότι η μετακίνηση κάποιου σε μονή, με μεγάλη απόσταση
από τον τόπο γέννησης του, δε συνηθιζόταν. Στην προκειμένη περίπτωση το ποσοστό
περιορίζεται επειδή τα άτομα είναι γυναίκες των οποίων η μετακίνηση τους κρινόταν
ακόμα πιο δύσκολη, καθώς λόγω φύλου πολλαπλασιάζονταν οι κίνδυνοι του
ταξιδιού 47 . Στις περισσότερες πάντως των περιπτώσεων η μονή που επιλέγεται δεν
απέχει πολλά χιλιόμετρα από τις γενέτειρες των μοναζουσών.

Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177.


328

γ. Γενέτειρες των μοναχών ως προς την είσοδο τους στο μοναχισμό

Μπορεί άραγε τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίζονται σε μια περιοχή ή


οι γενικότερες ιστορικές συγκυρίες π.χ. η Επανάσταση, να αναγκάσουν τους λαϊκούς
να προσέλθουν στο μοναχισμό κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή;
Η επεξεργασία των στοιχείων αποδεικνύει πως όταν συναντάμε περιπτώσεις
μοναχών από μια περιοχή να προσχωρούν στο μοναχισμό, σε συνεχόμενες
χρονολογίες ή σε αυξημένο ποσοστό μια συγκεκριμένη χρονολογία, οι μοναχοί, στο
μεγαλύτερο ποσοστό τους, κατευθύνονται στην ίδια μονή. Χαρακτηριστικά
παραδείγματα είναι η περιοχή της Αγόριανης από την οποία το 1795 προσέρχονται
στη μονή του Προφήτη Ηλία Παρνασσού 2 μοναχοί. Η περιοχή της Κανδήλας από
την οποία, τα έτη 1800-1804, προσέρχονται στη μονή της Κανδήλας 4 μοναχοί. Η
περιοχή Βραχνί από την οποία τα έτη 1814-1816 προσέρχονται στη μονή του
Μεγάλου Σπηλαίου 3 μοναχοί. Η περιοχή της Δεσφίνας από την οποία τα έτη 1800-
1806 και 1811-1820 προσέρχονται στη μονή της Δεσφίνας 5 και 6 μοναχοί
αντίστοιχα. Η περιοχή του Διακοφτού από την οποία τα έτη 1799-1814 προσέρχονται
στη μονή του Μεγάλου Σπηλαίου 14 μοναχοί. Η περιοχή της Περαχώρας από την
οποία τα έτη 1810-1811 προσέρχονται στη μονή Επάνω Χώρας 3 μοναχοί. Τέλος η
περιοχή Σόλος από την οποία τα έτη 1818-1822 προσέρχονται στη μονή του
Μεγάλου Σπηλαίου 7 μοναχοί.
Τα παραδείγματα αυτά δεν αποδεικνύουν σχέση μεταξύ της επιλογής των
λαϊκών να μονάσουν με ιστορικά, τοπικιστικά ή μη γεγονότα, καθώς οι περιπτώσεις
που σημειώνονται στα έγγραφα να σχετίζονται με συγκεκριμένες χρονολογίες είναι
περιορισμένες. Οι οικονομικοκοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες που
επικρατούσαν σε αυτές τις περιοχές ήταν που οδηγούσαν κάποιο λαϊκό στο
μοναχισμό. Μέσα όμως από τα παραδείγματα που προαναφέρθηκαν μπορούμε να
διακρίνουμε τον επηρεασμό που υπήρχε ως προς την επιλογή της μονής της
μετανοίας του που θα έκανε ο μέλλων μοναχός. Ο επηρεασμός είναι είτε έμμεσος είτε
άμεσος. Έμμεσος λόγω του ότι το άτομο ήξερε ότι στη μονή θα έβρισκε κάποιον
συγχωριανό ή και συγγενή του με αποτέλεσμα να μην αισθάνεται ξένο με τους
υπόλοιπους μοναχούς της μονής. Άμεσος λόγω κάποιας φιλικής ή συγγενικής σχέσης

47
Κ. Σιμόπουλος, Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1800-1810, τ. Γ 2, Αθήνα 1985, σελ. 492-493.
329

που υπήρχε μεταξύ των δύο ανθρώπων ή λόγω επιρροής που ασκήθηκε στο μέλλοντα
μοναχό, για να οδηγηθεί σε συγκεκριμένη μονή.
Φυσικά δεν πρέπει να αποκλείσουμε και περιπτώσεις όπου η επιλογή δεν είχε
καμία σχέση με τα προηγούμενα αλλά γινόταν είτε γιατί η μονή γειτνίαζε με την
περιοχή από την οποία προερχόταν ο μοναχός είτε γιατί τα έσοδα και η περιουσία της
μονής προσέλκυαν τον μέλλοντα μοναχό.
Σημειώνονται στη συνέχεια και συγγενικές σχέσεις που εντοπίστηκαν, πράγμα
που ενισχύει την υπόθεση για άμεσο επηρεασμό του υποψήφιου μοναχού. Οι
περιπτώσεις αυτές σημειώνονται στις ακόλουθες μονές. Στη μονή των Αγίων
Αναργύρων προσέρχονται το 1807 τρεις μοναχοί από την περιοχή Βασσαρά από τους
οποίους οι δύο είναι συγγενείς. Πρόκειται για τον Γρηγόριο Κόγκα, ο οποίος ήταν 20
ετών όταν εισήλθε στη μονή και τον Κωνστάντιο Κόγκα, 16 ετών. Στη μονή της
Επάνω Χώρας προέρχονται από την περιοχή της Περαχώρας, το 1810-1811, 3
μοναχοί. Πρόκειται για τον Σάββα Ιωάννου, 21 ετών το 1811 και τον Ναθαναήλ
Ιωάννου, 23 ετών το 1810. Τέλος στη μονή του Προδρόμου Δεσφίνας προέρχονται
από την περιοχή της Δεσφίνας, τα έτη 1800-1806, 5 μοναχοί. Οι δύο πάλι από αυτούς
είναι συγγενείς μεταξύ τους. Πρόκειται για τον Νεόφυτο Ιωάννου, 15 ετών το 1803
και τον Δωρόθεο Ιωάννου, 20 ετών το 1800. Οι πληροφορίες που διαθέτουμε δεν
αφήνουν τη δυνατότητα να διερευνήσουμε το είδος των συγγενικών σχέσεων που
έχουν τα άτομα αυτά. Οι υποθέσεις που μπορούν να γίνουν στηρίζονται στην ηλικία
των ατόμων αυτών. Επειδή λοιπόν τα άτομα είναι σχεδόν συνομήλικα εικάζουμε ότι
είναι αδέλφια ή ξαδέλφια.
Από το σύνολο των μοναζουσών διαθέτουμε χρονολογικά στοιχεία για ένα
μόνο μέρος τους. Αν και μπορούμε να προχωρήσουμε σε κάποιους συσχετισμούς
παρόλα αυτά επειδή ο αριθμός τους είναι περιορισμένος σε σχέση με των ανδρών, πιο
ασφαλή στοιχεία θα προέκυπταν αν είχαμε τις χρονολογίες εισόδου το συνόλου του
ου
γυναικείου μοναστικού δυναμικού, του α' μισού του 19 αιώνα.
Τα στοιχεία48 όπως ειπώθηκε είναι περιορισμένα και προέρχονται μόνο από
49
δύο μονές της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Αγία Μονή και της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου στην Τήνο 50 . Βέβαια είναι και οι δύο πολυάριθμες καθώς διαθέτουν 41 και
64 άτομα αντίστοιχα. Έχουμε δηλαδή προς μελέτη περίπου το 60% των μοναζουσών.

Βλ. Παράρ. 2, πίν. XIII. 1, τ. II, σελ. 125-127.


Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 282.
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
330

Από την επεξεργασία των στοιχείων, που αφορούν τις μοναχές, φαίνεται ότι
δεν υπάρχει σχέση μεταξύ τοποθεσιών προέλευσης και χρονολογιών εισόδου των
μοναζουσών. Οι λίγοι συσχετισμοί που προκύπτουν οφείλονται στο γεγονός ότι οι
μονές γειτνιάζουν με τις περιοχές προέλευσης και επομένως είναι λογικό να
προσελκύουν το ενδιαφέρον αυτών που ήθελαν να μονάσουν. Άλλωστε όπως θα
παρουσιαστεί στη συνέχεια, στις γυναικείες μονές κατά κύριο λόγο έγκατα βιώνουν
άτομα από την κοντινή προς τη μονή περιοχή. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα
της Τήνου όπου στη μοναδική μονή που διατηρείται στο νησί καταφεύγει ο ντόπιος
γυναικείος πληθυσμός από το 1794 ως το 1833. Στη συγκεκριμένη περίπτωση
τηρείται κάποια επιφύλαξη στο κατά πόσο όλο το δυναμικό της μονής προέρχεται
από το ίδιο το νησί ή απλά στο έγγραφο από την εν λόγω μονή σημειώθηκε σχεδόν
σε όλες τις μοναχές η Τήνος ως χώρος προέλευσης γιατί απλά η υποδήλωση του
ακριβούς τόπου προέλευσης, δεν έπαιζε ιδιαίτερη σημασία. Το έγγραφο δεν αναφέρει
αν μετά τη διάλυση των υπολοίπων γυναικείων μονών του νησιού οι μοναχές
κατέφυγαν σε αυτήν.
Ως προς τη γειτνίαση της μονής με τη γενέτειρα των γυναικών και άρα της
επιρροής που ασκούσε η μονή στην περιοχή της, μπορεί να σχολιασθεί το παράδειγμα
του Διακόπτου το οποίο βρίσκεται κοντά στη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή
CT

Αγία Μονή και το οποίο της «προμηθεύει» κατά καιρούς μοναστικό δυναμικό.
Συγκεκριμένα από το 1786 μέχρι το 1806 12 γυναίκες από την περιοχή του
Διακοφτού προσέρχονται στη Αγία Μονή.
Τα στοιχεία που προέρχονται από το Διακοφτό παρουσιάζουν υψηλό ποσοστό
του πληθυσμού της περιοχής (0,76%) να επιλέγουν τη συγκεκριμένη μονή ως τόπο
εγκαταβίωσής τους. Το ποσοστό όμως αυτό δεν πρέπει να μας προβληματίζει καθώς
το Διακοπτό είναι ένας πολυπληθής τόπος που μπορεί να παρέχει αυτό το δυναμικό
σε μια μονή. Η μονή εξάλλου είναι κοντά και η πρόσβαση σε αυτή εύκολη.
Υπάρχει άραγε σχέση της γενέτειρας των ατόμων με την ηλικία που οι λαϊκοί
επιλέγουν να προσχωρήσουν στο μοναχισμό; Σε αυτό ακριβώς το ερώτημα θα
προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στη συνέχεια.
Πριν προχωρήσουμε στο σχολιασμό των στοιχείων που διαθέτουμε θα πρέπει
να κάνουμε μια επισήμανση σχετικά με τα άτομα, με τα οποία θα ασχοληθούμε στη
συνέχεια. Καθώς ο λαϊκός με την είσοδο του στη μονή δε γίνεται κατευθείαν μοναχός
51
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
52
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 282.
331

αλλά περνά περίοδο δοκιμασίας, θα μελετήσουμε τις σχέσεις γενέτειρας και ηλικίας
στο δυναμικό των δοκίμων.
Ο κύριος όγκος των δοκίμων προσέρχεται στις μονές σε μικρές κυρίως
ηλικίες, 12-17 ετών. Βέβαια σημειώνονται και περιπτώσεις ατόμων που
κατευθύνονται στο μοναχισμό σε ηλικίες πάνω από τα 30, το ποσοστό τους όμως
είναι μικρό. Το γεγονός ότι οι μικρές ηλικίες καταγράφονται κυρίως σε μέτριες
πληθυσμιακά μονές δεν πρέπει να μας προβληματίζει. Αφού αυτές οι μονές από τη
μια πλευρά γειτνίαζαν με τις γενέτειρες των μοναχών και η επίδραση που ασκούσαν
στους πληθυσμούς της περιοχής τους ήταν άμεση, και από την άλλη οι μονές είχαν
ανάγκη στελέχωσης για να μην ερημώσουν.
Τα στοιχεία που αποκομίζουμε από τα έγγραφα των αναφορών αποδεικνύουν
ότι δεν υπάρχουν περιοχές με πληθυσμό κάτω των 100 κατοίκων, οι οποίες να
«παρέχουν» λαϊκούς στις μονές σε μικρή ηλικία. Η μόνη περίπτωση είναι αυτή της
περιοχής Βάχλια (15 κάτοικοι) όπου και οι δύο μοναχοί έχουν προσέλθει στο
μοναχισμό στο 13° έτος της ηλικίας τους. Το γεγονός δε θα πρέπει να θεωρηθεί
τυχαίο αλλά να συσχετιστεί με τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στην
οικογένεια αυτών των ατόμων αλλά και στη συγκεκριμένη περιοχή, οι οποίες
ανάγκασαν τα άτομα να στραφούν στο μοναχισμό.
Αν και στις μονές προσχωρούν όλες οι ηλικίες, το σύνολο των ατόμων
προσέρχεται σε μικρή ηλικία. Μονές όμως που συναντάμε αποκλειστικά μικρές
ηλικίες είναι, η μονή των Εισοδείων της Θεοτόκου ή μονή Ομπλού,53 η μονή των
Ταξιαρχών,54 η μονή Μπαμπιώτου,55 η μονή των Αγίων Αναργύρων,56 η μονή των
en co

Αγίων Αποστόλων, η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου .


Σε σχέση με το σύνολο των μονών του Βασιλείου το ποσοστό των
προαναφερθέντων είναι μικρό για να μιλάμε με ασφάλεια για τυχόν ύπαρξη
κανονισμού στο καταστατικό των μονών ο οποίος να επιτρέπει την «είσοδο» μόνο
στις μικρές ηλικίες. Τις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να τις αποδώσουμε στους
προσωπικούς λόγους που ώθησαν τους μέλλοντες μοναχούς να προσέλθουν σε αυτές
τις ηλικίες. Εκπλήρωση τάματος, έλλειψη κηδεμόνων, οικονομική ανέχεια59; Κανείς

53
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 273.
54
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 277e.
55
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 275.
56
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 301.
57
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 361.
58
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 312.
59
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 220. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 159.
332

δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποιοι ήταν οι λόγοι κατά περίπτωση. Πάντως το
φαινόμενο των μικρών ηλικιών αποκλειστικά και μόνο σε κάποιες μονές θα πρέπει να
συσχετιστεί και με τις ιδιαίτερες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που
επικρατούσαν στις περιοχές από τις οποίες προέρχονται τα άτομα των μικρών
ηλικιών καθώς η προσχώρηση κάποιου στο μοναχισμό κάτω από το 17° έτος της
ηλικίας του ήταν κάτι που απαγόρευαν οι εκκλησιαστικοί κανόνες °.
Επίσης δεν προκύπτουν ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ ηλικιών και συνόλου
ατόμων που προέρχονται από έναν συγκεκριμένο τόπο. Κάποιες μεμονωμένες
περιπτώσεις που σημειώνονται αφορούν τις μονές της Γενέσεως της Θεοτόκου, ή
μονή Αιμυαλών,61 της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ή Επάνω Χρέπας,62 των Αγίων
Αναργύρων . Σε δύο^ από αυτές τις περιπτώσεις, Άγιοι Ανάργυροι και Επάνω
Χρέπας, τα άτομα φαίνεται να έχουν συγγένεια μεταξύ τους λόγω επωνύμου, αλλά οι
ηλικίες τους είναι διαφορετικές. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις οι σχέσεις που
προκύπτουν είναι τυχαίες και δεν αποτελούν γενικευμένο φαινόμενο, αλλά θα πρέπει
να αναζητηθούν στις συνθήκες που επικρατούν στις συγκεκριμένες περιοχές από τις
οποίες προέρχονται τα άτομα.
Ιδιάζουσα περίπτωση αποτελούν δύο μονές, των Αγίων Αναργύρων και της
Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή μονή Κοιλάδος , στις οποίες οι ηλικίες των δοκίμων δεν
είναι οι συνηθισμένες 12-17 ετών, αλλά πολύ μεγαλύτερες. Όλοι οι δόκιμοι φαίνεται
ότι κατέφυγαν σε αυτές τις μονές μετά το 31 ° έτος της ηλικίας τους. Άραγε σε αυτή
την ηλικία επέλεξαν το μοναχισμό; Θα πρέπει να υποθέσουμε λοιπόν είτε ότι αυτοί οι
μοναχοί είχαν καρεί σε άλλες μονές και «στελέχωσαν» στη συνέχεια τις εν λόγω
μονές επειδή σύμφωνα με το β. διάταγμα (1833) δεν πληρούσαν τους όρους
λειτουργίας, είτε ότι εσπευσμένα εκάρησαν για να δείξουν ότι έχουν τον απαιτούμενο
αριθμό μοναχών, είτε ότι όντως εκάρησαν σε προχωρημένη ηλικία, αφού
θεσπίστηκαν αυστηρότεροι κανόνες για την αποδοχή των δοκίμων. Όλες οι
πιθανότητες θεωρούνται λογικές, γιατί οι δύο πρώτες, της άμεσης στελέχωσης της

60
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 177-178. S. Runciman, ό.π.,τ. Α', σελ. 147.
61
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 330.
62
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 322.
63
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 432.
64
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 248.
65
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 250.
66
«...Διορίζομεν προσέτι να μην εμβαίνη εις το εξής κανείς εις Μοναστήριον επί σκοπόν να γενή
μοναχός προ του τριακοστού της ηλικίας του έτους...» «Έκθεση για την κατάσταση των
μοναστηριών», 7/19/Ιουνίου/1833. Αθ. Κόκορης, ό.π., σελ. 222-223. Λίγο αργότερα το όριο της
ηλικίας διαφοροποιείται πάλι «η δε κουρά αυτού δεν γίνεται προ του 25 έτους της ηλικίας του». Σπ.
Κόκκινης, ό.π., σελ. 251.
333

μονής, βασίζονται σε ηθικούς και οικονομικούς λόγους προκειμένου να μη διακόψει


τη λειτουργία της η μονή, ενώ η τρίτη στην εφαρμογή των εγκυκλίων της Ι.Σ. Επειδή
όμως η χρονολογία εισόδου των περιπτώσεων αυτών βασίζεται μάλλον σε ασυνέπεια
των συντακτών των εγγράφων, αφού είναι αδύνατον όλοι οι μοναχοί να εισήλθαν την
ίδια μέρα στη μονή, περισσότερο λογικές φαίνονται οι δύο πρώτες υποθέσεις.
Συνοψίζοντας τα όσα προαναφέρθηκαν μπορούμε να πούμε ότι γενικά οι
υποψήφιοι μοναχοί κατευθύνονται στις μονές της μετανοίας τους σε μικρές κυρίως
ηλικίες. Η απόφαση τους αυτή θα πρέπει να αναζητηθεί σε αίτια οικονομικά
κοινωνικά αλλά και στους προσωπικούς λόγους του κάθε ατόμου. Εκτός από τις
περιπτώσεις όπου κάποιος μεγαλώνει στη μονή εκπληρώνοντας κάποιο οικογενειακό
τάμα ή ελλείψει γονιών, στο σύνολο των μοναχών, η απόφαση για την προσχώρηση
στο μοναχισμό φαίνεται ότι προήλθε και από τη σύμφωνη γνώμη του οικογενειακού
τους περιβάλλοντος. Τυχόν αντιρρήσεις των συγγενών τους φαίνεται ότι κάνει τα
άτομα να αναβάλλουν την απόφαση τους γι' αργότερα με αποτέλεσμα να
κατευθύνονται στο μοναχισμό σε μεγαλύτερες ηλικίες. Μπορούμε έτσι να
καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που
επικρατούσαν στις ιδιαίτερες πατρίδες των μοναχών καθόριζαν και την ηλικία που
αποφάσιζαν τα άτομα να προσέλθουν στις μονές.
Ποιες είναι όμως οι σχέσεις των ηλικιών των μοναζουσών με τον τόπο
προέλευσης τους; Διαφέρουν από αυτές που προαναφέρθηκαν για τους μοναχούς; Τα
στοιχεία που διαθέτουμε μας επιτρέπουν να τις διερευνήσουμε.
Σε σχέση με τις ηλικίες των μοναχών, ο μέσος όρος των ηλικιών των
γυναικών είναι μικρότερος. Συναντώνται έτσι στις μοναχές ηλικίες 3-7 ετών. Πολύ
μικρές αν αναλογιστεί κανείς ότι ο κύριος όγκος των μοναχών κατευθύνεται στις
μονές σε ηλικίες, 12-17 ετών. Όμως ενώ μειώνεται η ηλικία προσέλευσης, σε σχέση
με αυτή των ανδρών, αυξάνεται και το ποσοστό των μεγάλων ηλικιών, πάνω από τα
25. Τα στοιχεία που διαθέτουμε προέρχονται κυρίως από τη μονή Κοιμήσεως της
Θεοτόκου στην Τήνο και όχι από το σύνολο των γυναικείων μονών. Πρέπει μάλιστα
να επισημανθεί ότι στην Αγία μονή που βρίσκεται στην Πελοπόννησο οι ηλικίες των
μοναζουσών είναι σαφώς πιο μικρές από αυτές της μονής στην Τήνο. Το γεγονός
πρέπει να ερμηνευθεί βάσει των κοινωνικοπολιτιστικών συνθηκών που επικρατούσαν
στη μία και στην άλλη περιοχή αντίστοιχα.
Οι μικρές ηλικίες που παρατηρούνται στην μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή
Αγία Μονή προέρχονται κυρίως από μέτριες αλλά και αυξημένες πληθυσμιακά
334

περιοχές όπως ο Τζηβλός, η Βαλμή, η Ποταμιά, το Σωποτό, και το Διακοπτό. Έτσι


πρέπει να αναζητηθούν οι προσωπικοί λόγοι που ώθησαν τις γυναίκες στις μονές,
όπως περιπτώσεις τάματος από τους γονείς τους στη συγκεκριμένη μονή, περιπτώσεις
ορφάνιας, έλλειψης ή αδυναμίας των συγγενών να τις φροντίσουν. Κατά περίπτωση
μπορούμε να υποθέσουμε κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους όπως την αντίληψη
της εποχής ότι οι γυναίκες αποτελούσαν βάρος στην οικογένεια και γενικότερα ότι τα
κορίτσια ήταν ανεπιθύμητα σε σχέση με τα αγόρια67.
Οι μεγαλύτερες ηλικίες που παρατηρούνται στη μονή της Τήνου θα πρέπει να
αιτιολογηθούν κύρια στην οικονομική και κοινωνική ασφάλεια που αναζητούσε η
μέλλουσα μοναχή στη μονή. Έτσι σε περιπτώσεις χηρείας , παρέλευσης ηλικίας
γάμου, έλλειψης φροντίδας από συγγενικά πρόσωπα, η μονή φάνταζε ως λύση στα
προβλήματα που προέκυπταν.
Αυξημένες ηλικίες προκύπτουν, σε μικρότερο ποσοστό, για τις μοναχές που
προέρχονται από άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα και από περιοχές εκτός Βασιλείου.
Σε αυτές τις περιπτώσεις οι γυναίκες κατευθύνονται στις μονές σε ηλικίες πάνω από
τα 25 έτη. Παραδείγματα μοναζουσών, που κατευθύνονται στις μονές σε μεγαλύτερες
από το γενικό κανόνα ηλικίες, αποτελούν: μοναχή από την Άρτα η οποία προσχωρεί
στη μονή σε ηλικία 46 ετών, μοναχή από τα Κύθηρα προσχωρεί στο μοναχισμό σε
ηλικία 35 ετών, μοναχή από τη Μυτιλήνη προσχωρεί σε ηλικία 27 ετών, μοναχή από
τη Σμύρνη εισέρχεται στο μοναχισμό σε ηλικία 25 ετών. Σε όλες αυτές τις
περιπτώσεις οι γυναίκες επιλέγουν το μοναχισμό πάλι με τα ίδια κριτήρια αλλά ίσως
στα κριτήρια αυτά να συνυπολογίζονται περισσότερο πια οι κοινωνικοί λόγοι.
Και στις δύο μονές που εξετάζουμε συναντώνται όλες οι ηλικίες, ασχέτως αν
στην Αγία μονή επικρατούν οι μικρές ενώ στη μονή της Τήνου οι μεγαλύτερες
ηλικίες. Επειδή όμως δεν έχει διασωθεί το καταστατικό τους δεν μπορούμε να πούμε
με σιγουριά αν η διαφορά αυτή των ηλικιών οφείλεται και σε αυτόν το λόγο ή μόνο
σε αυτούς που προαναφέρθηκαν.
Συνοψίζοντας λοιπόν τονίζουμε ότι οι υποψήφιες μοναχές κατευθύνονται στις
μονές από τις γενέτειρες τους σε ηλικίες 3-25 ετών. Η απόφαση τους, σε ηλικίες
τουλάχιστον 3-10, δεν φαίνεται να είναι οικειοθελής αλλά να βασίζεται και σε άλλους

67
Σεβ. Λάζαρη, ό.π., σελ. 232. Χ Πατρινέλης, ό.π., σελ. 410-411. Μ. Τομαρά-Σιδέρη, Ν. Σιδερής, όπ.,
σελ. 34.
68
Θ. Βασιλείου, Ν. Σταματάκης, Λεξικό Επιστημών του Ανθρώπου, Αθήνα 1992, σελ. 328. Δ.
Τσαούσης, Λεξικό Κοινωνιολογίας, Αθήνα 1984, σελ. 232. Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 370.
69
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 282, 619.
335

παράγοντες που έχουν να κάνουν με το οικογενειακό τους περιβάλλον. Όσο


μεγαλώνουν οι ηλικίες προσέλευσης τόσο καθαρότερα η επιλογή γίνεται συνειδητή
καθώς οι μοναχές μέσα από αυτή την επιλογή εξασφαλίζουν οικονομική και
κοινωνική ασφάλεια. Οφείλουμε τέλος να επισημάνουμε ότι και στις μοναχές οι
κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους
ανάγκαζαν να δουν τη μονή ως λύση στα προβλήματα τους.

11.3 Η επιλογή της μονής της μετανοίας και οι γενέτειρες των μοναχών

Οι μονές, όπως έχει προαναφερθεί, είναι κτισμένες σε μη εμφανείς περιοχές κατά το


πλείστον και απομονωμένες φυσικά ή και τεχνικά οχυρωμένες70.
Η τοποθεσία λοιπόν που επιλέγεται έχει να κάνει με τη μορφολογία της
περιοχής. Μάλιστα συμβαίνει μία μονή να αλλάζει τοποθεσία και να μετακινείται σε
πιο ορεινές περιοχές, όταν δεν είναι κατάλληλα προστατευμένη, ή σε καλύτερες
κλιματολογικά περιοχές71. Σε αρκετές περιπτώσεις η περιοχή αυτή είναι ορεινή για
ευνόητους λόγους και δεν οικοδομείται μέσα σε αστικές περιοχές72. Σύμφωνα με
στοιχεία των εγγράφων η πλησιέστερη σε πόλη μονή απέχει περισσότερες από 2 ώρες
με τα πόδια.
Στο παράρτημα73 σημειώνονται όσα στοιχεία εντοπίστηκαν στα έγγραφα, και
τα οποία σχετίζονται με τις τοποθεσίες που οι μονές έχουν κτισθεί. Τμήμα της
διδακτορικής διατριβής αποτελεί η δημιουργία χαρτών με τις διατηρούμενες μονές,
αφού για πρώτη φορά παρουσιάζεται η χαρτογράφηση τους .

Α. Ξυγκόπουλος, «Η θρησκευτική...», ό.π., σελ 27. Α. Ορλάνδος, «Η εν Ελλάδι...», ό.π., σελ. 205.
Ε. Λέκκος, ό.π., σελ 8. M. Raybaud, ό.π, τ.1, σελ. 346-347, 359, 359-360.
71
«Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της μονής Βουρκάνου στη Μεσσηνία. Είχε αρχικά χτιστεί
στην κορυφή του βουνού Ιθώμης, σε υψόμετρο πάνω από 800 μέτρα. Το 1625 έχτισαν τη σημερινή
μονή, λίγο χαμηλότερα, σε υψόμετρο 600μέτρων, σε μία θαυμάσια πλαγιά, καλά προστατευμένη και
ηλιόλουστη.» Β. Παναγιωτόπουλος, ό.π, σελ. 134. Γ. Αναπλιώτης, «Βουρκάνο, το ιστορικό μοναστήρι
της Μεσσηνίας», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, τ. Γ" (1959), σελ. 181.
72
«Τα αγροτικά μοναστήρια φαίνονται να επιζούν ευκολότερα από τα αστικά. Τούτο σε ένα βαθμό,
προεπαναστατικά, οφειλόταν στη στάση των Τούρκων και στην πολιτική που ακολούθησαν έναντι των
Ελλήνων... Αν ένα μοναστήρι μπορούσε να διατηρήσει τις εκτάσεις του, τότε είχε τη δυνατότητα να
επιζεί, αλλά αν το μοναστήρι εστερείτο από τις δωρεές του, τότε εξαφανιζόταν πολύ γρήγορα.» Ch.
Hellier, ό.π, σελ. 46. Α. Bryer, «The Later Byzantine Monastery in Town and Countryside», Studies in
Church History, 16 (1971), σελ. 240-241.
73
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.4, τ. II, σελ. 103-105.
336

Οι επιλογές των μοναχών


Οι πληροφορίες των εγγράφων, για τις τοποθεσίες των μονών και τις
γενέτειρες των μοναχών, δίνουν τη δυνατότητα στους μελετητές να παρατηρήσουν
την κίνηση των μοναχών από τις ιδιαίτερες πατρίδες τους προς τη μονή που
75 76
επιλέγουν να μονάσουν. Από τον πίνακα και τους ενδεικτικούς χάρτες που
δημιουργούνται μπορούμε να έχουμε σαφή εικόνα της κατάστασης που επικρατούσε
ου
στην επιλογή της μονής της μετανοίας των μοναχών στο α' μισό του 19 αιώνα.
Τα στοιχεία που επεξεργαστήκαμε δεν αφορούν όλες τις διατηρούμενες
μονές του ελληνικού βασιλείου αλλά μόνο αυτές που εντοπίστηκαν στα έγγραφα των
μεμονωμένων αναφορών. Επισημαίνεται επίσης πως δεν παρουσιάζονται όλοι οι
χάρτες 78 με την κινητικότητα των μοναχών, αλλά ένα ενδεικτικό μέρος τους, γιατί
πολλοί από αυτούς όχι μόνο δεν παρουσιάζουν αξιόλογο επιστημονικό ενδιαφέρον
αλλά επαναλαμβάνουν την ίδια κατάσταση.
Από τον πίνακα και τους χάρτες γίνεται φανερό ότι ο λαϊκός που ενδιαφέρεται
να μονάσει κατευθύνεται σε κοντινή προς αυτόν μονή, σε πολλές περιπτώσεις
μάλιστα στην πλησιέστερη. Υπάρχουν έτσι περιπτώσεις μονών που στελεχώνονται
αποκλειστικά από άτομα και μόνο της περιοχής ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο
ποσοστό προέρχεται από συγκεκριμένη περιοχή. Παραδείγματα των όσων ειπώθηκαν
ανωτέρω αποτελούν οι μονές της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Μονή Ταλαντίου , του
Προφήτη Ηλία , του Αγίου Δημητρίου ή Μονή Στεφανίου , της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου ή Μονή Σολυγείας ή Σοφικού , της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Άνω
Δίβρης ή Παναγίας Χρυσοπηγής , της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Παναγίας
or Of.

Πλατανιώτισσας , του Αγίου Νικολάου και Αγίου Βλασσίου , του Αγίου


Αθανασίου87, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου ή Ευαγγελιστρίας , των Αγίων

74
Βλ. Παράρ. 4, χάρτες 3-5, τ. II, σελ. 330-334.
75
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.5, τ. II, σελ. 106-124.
76
Βλ. Παράρ. 4, χάρτες 6-17, τ. II, σελ. 335-346.
77
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.5, τ. II, σελ. 106-124.
78
Βλ. Παράρ. 4, χάρτες 6-17, τ. II, σελ. 335-346.
79
Βλ. Παράρ. 2, πίν. ΧΙΙ.5, τ. II, σελ. 106-124.
80
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 229.
81
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 231.
82
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 232.
83
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 241.
84
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 289.
85
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 306.
86
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 309.
87
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 310.
88
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 311.
337

Αποστόλων , της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Γοργοεπήκοος ή Μονή Κοιμήσεως της


Θεοτόκου ή Μονή Κανδήλας90, της Γενέσεως της Θεοτόκου ή Μονή Αιμυαλών91, της
Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Τσερνίτσας ή Κερνίτζης 2 , του Αγίου Δημητρίου ή Μονή
Ρεοντίνου 3 , του Αγίου Ιωάννης του Προδρόμου94, των Αγίων Αναργύρων95, της
Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Μονή Σκριπού 96 , του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου,
Δεσφίνης97, της Παλαιοκαστριανής98, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο 99 .
Στις περισσότερες από τις μονές οι μοναχοί προέρχονται από την κοντινή
προς τη μονή περιοχή, από τοποθεσίες δηλαδή που απέχουν ελάχιστα χιλιόμετρα από
τις γενέτειρες τους. Δεν συμβαίνει πάντα αυτή η τάση καθώς εμφανίζονται και
εξαιρέσεις. Στη μετακίνηση των μοναχών από μακρινές προς τη μονή περιοχές δύο
είναι οι κατηγορίες των περιπτώσεων που συναντώνται. Η πρώτη αφορά μονές
μικρού δυναμικού (6 ως 15 μοναχούς), που είναι και το σύνολο των διατηρούμενων
μονών του ελληνικού βασιλείου. Σε αυτές τις περιπτώσεις η μετακίνηση γίνεται από
περιοχές εντός και εκτός βασιλείου, αν και οι περιπτώσεις εκτός των ορίων της
επικράτειας δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο όπως πιστοποιείται από τον αριθμό των
μοναχών που στελεχώνουν τις μονές αυτές. Αυτό συμβαίνει γιατί οι μονές αυτής της
κατηγορίας (6-15 μοναχοί) σπάνια ήταν γνωστές σε πανελλήνιο επίπεδο ή και πέρα
από αυτό. Αποτέλεσμα αυτού είναι να μην προσελκύουν το ενδιαφέρον ατόμων από
άλλες περιοχές, οι οποίοι συχνά αγνοούσαν την ύπαρξη τους. Ακόμα και όταν τις
γνώριζαν, στην τελική τους επιλογή συνυπολογίζονταν και οι αντικειμενικοί λόγοι
που έχουν να κάνουν με τους φόβους και την ανασφάλεια που προέκυπταν κατά τη
διάρκεια του ταξιδιού . Ή ακόμα και πιο πρακτικοί λόγοι, κατά πόσο μπορούσε η
μονή να τους συντηρήσει ή τι αντιμετώπιση θα είχαν από τους υπόλοιπους μοναχούς.
Όταν ξεπερνούσαν αυτούς τους παράγοντες τότε σήμαινε ότι οι λόγοι που τους
οδηγούσαν στη συγκεκριμένη μονή ήταν προσωπικοί και γι' αυτό θα πρέπει να
εξεταστούν κατά περίπτωση.

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 312.


90
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 328.
91
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 330.
92
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 337.
93
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 345.
94
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 361.
95
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 432.
96
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 50.
97
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 113.
98
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 616.
99
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
100
Δ. Ανωγιάτης-Pele, ό.π., σελ. 91.
338

Η δεύτερη κατηγορία μονών περιλαμβάνει τις μεγάλες πληθυσμιακά και


ταυτόχρονα φημισμένες μονές της επικράτειας, δηλαδή τις μονές με πάνω από 20
μοναχούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, η οποία
διαθέτει, το 1833, 186 μοναχούς. Σε αυτές τις μονές είναι φυσιολογικό να υπάρχουν
μοναχοί από την ευρύτερη προς αυτές περιοχή. Το ποσοστό σε αυτές τις μονές των
περιπτώσεων, που άτομα επιλέγουν τη μονή της μετανοίας τους χιλιόμετρα μακριά
από τη γενέτειρα τους, είναι μεγαλύτερο σε σχέση με το αντίστοιχο των μικρών
μονών. Αυτό συμβαίνει γιατί οι μονές λόγω ιστορίας, λόγω φήμης, λόγω
θαυματουργικών και θεραπευτικών ιδιοτήτων, συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον
μεγάλου αριθμού λαϊκών που θέλουν να μονάσουν. Πίσω όμως από τους λόγους που
προαναφέρθηκαν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει και ένα σημαντικότατος
παράγοντας, ο οικονομικός. Οι μονές αυτές λόγω της φήμης που είχαν αποκτήσει
διέθεταν μεγάλη περιουσία1
χ
αλλά και προνόμια από τους Οθωμανούς 102 , με
αποτέλεσμα οι μοναχοί να αισθάνονται οικονομική 103 και πολιτική ασφάλεια 104 .
Επιπρόσθετα θα πρέπει να εντάξουμε στην επιλογή της μονής και τους προσωπικούς
λόγους, δηλαδή η προσφυγή κάποιου στη συγκεκριμένη μονή να γίνεται λόγω των
προσωπικών σχέσεων, φιλικών ή συγγενικών, που έχει με κάποιον μοναχό.
Οι επιλογές των μοναζουσών

Η ίδια κινητικότητα, που σημειώνεται προς τις ανδρικές μονές, ισχύει και για
τις γυναικείες. Το σύνολο των μοναζουσών τους προέρχεται από την κοντινή προς τις
μονές περιοχή. Έτσι στη μονή της Αγίας Τριάδας ή Αγία Μονή στο Διακοπτό και οι
41 μοναχές έρχονται από περιοχές που δεν απέχουν πολύ από τις μονές. Από την
άλλη πλευρά στη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο μπορεί να
συναντώνται μοναχές από μακρινές περιοχές, αλλά το μεγαλύτερο μέρος (74%) του
πληθυσμού της προέρχεται από το ίδιο το νησί. Έτσι από τις 46 μοναχές που διαθέτει
η μονή οι 34 προέρχονται από την Τήνο και 12 μόνο από τον ευρύτερο χώρο. Αυτές
οι περιπτώσεις (26%), που προέρχονται από περιοχές εκτός της Τήνου, εξηγούνται

1
«Οι προσφορές αποτελούσαν το κυριότερο εισόδημα των μονών» Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Γ',
σελ. 503. «Αυτά τα μοναστήρια εκτός από μερικά εισοδήματα, έχουν άφθονες δωρεές των πιστών και
τυχερά.» Φρ. Πουκεβίλ, Το ταξίδι στο Μοριά, Ξένοι περιηγητές στον ελλαδικό χώρο, τ.6, Αθήνα 1980,
σελ. 260. Γ. Κονιδάρης, ό.π., σελ. 86-90. Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 370. Γ. Καραγιαννόπουλος, ό.π.,
151, 157.
102
E. Zachariadou, ό.π., σελ. 9-11.
103
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 185.
104
«Οι εκκλησιαστικοί λειτουργοί εξακολουθούν και κατά τους νεώτερους αιώνες της τουρκοκρατίας
να είναι πυρήνες της κοινοτικής οργανώσεως, ίσως μάλιστα οι σπουδαιότεροι», Α. Βακαλόπουλος,
Ιστορία..., ό.π., τ. Ε', σελ. 295.
339

και από το γεγονός ότι οι γυναικείες μονές έχουν μειωθεί σημαντικά, σε τέσσερις,
είναι λοιπόν φυσικό οι διατηρούμενες μονές να προσελκύουν άτομα εκτός της
περιοχής που έχουν οικοδομηθεί.

11.4 Επιδρά ο γεωγραφικός χώρος στην κίνηση των λαϊκών προς τις μονές;

Ο γεωγραφικός χώρος στον οποίο δημιουργήθηκε το ελληνικό βασίλειο οριζόταν


οικιστικά κυρίως από ορεινά χωριά και οικισμούς, ενώ οι λίγες πόλεις
αναπτύσσονταν σε παραθαλάσσιες περιοχές και σε περάσματα δρόμων από την
Πελοπόννησο προς τη Μακεδονία. Το οικιστικό αυτό σκηνικό άρχισε να
δημιουργείται τον 15° αιώνα και συνέχισε να υπάρχει ως τις πρώτες δεκαετίες του
19ου. Πληθυσμιακά οι περιοχές αυτές χαρακτηρίζονται αραιοκατοικημένες.
Αφού λοιπόν το οικιστικό μοντέλο του 19ου αιώνα στο χώρο του βασιλείου
ορίζεται από χωριά και οικισμούς με μέτριο και μικρό αριθμητικό δυναμικό, λογικό
είναι το μεγαλύτερο μέρος των μοναχών και των μοναζουσών να προέρχεται από
τέτοιες περιοχές. Οι αριθμοί των μοναχών από τις μεσαίας οικιστικής συγκρότησης
περιοχές καθώς και τα ποσοστά, που προκύπτουν από την αναλογία των μοναχών με
τον πληθυσμό της κάθε περιοχής, αποδεικνύουν το συλλογισμό μας. Στις αστικές
περιοχές το ποσοστό των μοναχών καταλαμβάνει το 0,16% των κατοίκων τους ενώ
στις αγροτικές το 0,75%. Από τα δύο προαναφερθέντα ποσοστά υπολογίζεται και το
ποσοστό που καταλαμβάνουν οι μοναχοί και οι μοναχές στο σύνολο του πληθυσμού
του ελληνικού βασιλείου, το οποίο δεν ξεπερνά το 0,45%. Το γεγονός ότι το ποσοστό
(0,45%) ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα επιβεβαιώνεται και από τη διαίρεση
του συνόλου των μοναχών με τον αριθμό των κατοίκων του Βασιλείου, οπότε και
προκύπτει ποσοστό 0,44%. Μπορεί το δυναμικό των μοναχών να μην είναι μεγάλο σε
σχέση με προηγούμενους αιώνες, είναι όμως σαφώς μεγαλύτερο από το σημερινό.
Αυτό μας κάνει να επαληθεύσουμε για άλλη μια φορά τους ισχυρισμούς μας ότι ο
μοναχισμός ως θεσμός άρχισε από τον 19° αιώνα τη φθίνουσα πορεία του, η οποία
κατέληξε στα σημερινά ποσοστά του.

Κάποιο μικρό μέρος του μοναστικού δυναμικού (5%) προέρχεται από


περιοχές που με τη δημιουργία του Βασιλείου βρέθηκαν εκτός συνόρων. Το μικρό
τους ποσοστό αποδεικνύει πως σπάνια επέλεγαν μονή η οποία βρισκόταν χιλιόμετρα
μακριά από τη γενέτειρα τους. Όταν γινόταν αυτό η επιλογή είχε να κάνει με την
ιστορικότητα της μονής και τη φήμη που είχε αποκτήσει, αποτέλεσμα των οποίων
340

είναι τα αυξημένα έσοδα και τα μεγάλα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία φαίνεται ότι
δεν αγνοούν οι μοναχοί. Έτσι δε συναντάμε τέτοιου είδους κινήσεις σε μικρές και
άσημες μονές.
Οι μονές μπορεί να κτίζονται σε ορεινές ως επί τω πλείστω τοποθεσίες και
μακριά από αστικές περιοχές γειτνιάζουν όμως με χωριά και οικισμούς, οι οποίοι και
«τροφοδοτούν» τις μονές με ανθρώπινο δυναμικό. Εξαίρεση αποτελούσαν οι
γυναικείες μονές οι οποίες δεν απείχαν και πολύ από αστικά κέντρα, για ευνόητους
λόγους, που έχουν να κάνουν με το φύλο τους.
Από το συσχετισμό των γενετειρών των μοναχών και των θέσεων των μονών
φαίνεται καθαρά πως οι μοναχοί δε διένυαν μεγάλες αποστάσεις για να φτάσουν στη
μονή της μετανοίας τους. Στο σύνολο τους κατευθύνονται στην πλησιέστερη προς
αυτούς μονή, γι' αυτό και παρουσιάζονται περιπτώσεις όπου μονές στελεχώνονται
αποκλειστικά και μόνο από άτομα του κοντινού χωριού. Αυτό αποδεικνύει την
επιρροή, άμεση ή έμμεση, που ασκούσαν οι μοναχοί στους κατοίκους της περιοχής
τους. Αν κάποιο άτομο επιθυμεί να μετακινηθεί σε μονή μακριά από τη γενέτειρα του
συνυπολογίζει και τους κινδύνους της μετακίνησης, γι' αυτό και η μονή που τελικά
επιλέγει είναι η πιο κοντινή. Στις περιπτώσεις που η γενέτειρα του ατόμου απέχει
δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιόμετρα από τη μονή θα πρέπει να πούμε πως στην
απόφαση του έπαιζε ρόλο η φήμη της μονής και η οικονομική της επιφάνεια.
Η επεξεργασία των στοιχείων καταδεικνύει πως η απόφαση των ανδρών και
των γυναικών να μονάσουν σχετίζεται με τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες
που επικρατούσαν στις γενέτειρες τους. Μπορεί επίσης οι χρονολογίες εισόδου των
δοκίμων να μη σχετίζονται με ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στις
ιδιαίτερες πατρίδες τους, οι ηλικίες εισόδου τους όμως σχετίζονται με τις γενέτειρες
τους άμεσα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα άτομα αυτά προέρχονται από αγροτικές
κυρίως περιοχές. Όσο αθλιότερες οικονομικά συνθήκες επικρατούν στην οικογένεια
και στην ευρύτερη περιοχή τόσο οι ηλικίες εισόδου των δοκίμων μικραίνουν. Στις
μικρότερες ηλικίες (5-15 ετών) η απόφαση να στραφούν τα άτομα στο μοναχισμό
φαίνεται ότι προήλθε από το οικογενειακό τους περιβάλλον, το οποίο είτε θέλει να
μειώσει τα οικονομικά του βάρη είτε λόγω της θρησκοληψίας που επικρατούσε έταζε
το νεαρό άτομο στη μονή για ορισμένο χρονικό διάστημα. Σε μεγαλύτερες ηλικίες,
άνω των 16 ετών, η επιλογή είναι προσωπική υπόθεση, και αποβλέπει στην
οικονομική του εξασφάλιση, την οποία δεν μπορεί να του παρέχει η οικογένεια του.
341

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ

Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟ (1800-1840)

Μέσα από τους τύπους της μοναχικής ζωής είναι ευανάγνωστη η διάκριση του
χρονολογημένου από το θεολογικό χρόνο. «Η διάκριση δηλαδή του καθημερινού
βίου της εργασίας από το χρόνο της περισυλλογής, της προσευχής, της αέναης
επανάληψης των τελετουργιών στον ετήσιο κύκλο του εορτολογίου»1. Ενώ όμως οι
ίδιοι οι μοναχοί δεν «συλλαμβάνουν» το χρόνο ως διαιρεμένη έννοια, η διοικητική
εποπτεία θέλει να τους το θυμίζει. Έτσι στα έγραφα των αναφορών πρέπει να
καταχωρούν στοιχεία που σχετίζονται με τον ημερολογιακό υπολογισμό του χρόνου
και τα οποία έχουν να κάνουν με την ηλικία τους, τη χρονολογία εισόδου τους στις
μονές, τη χρονολογία απόκαρσή τους.
Οι πληροφορίες λοιπόν που αναφέρονται στις χρονολογίες και στις ηλικίες
εισόδου των μοναχών θα μας απασχολήσουν στο κεφάλαιο αυτό. Η μεταξύ τους
σχέση αλλά και η σχέση τους με τις γενέτειρες των μοναχών μπορούν να δώσουν
απάντηση σε ερωτήματα που σχετίζονται με την προσχώρηση των ατόμων στο
μοναχισμό την περίοδο 1800-1840. Βάσει αυτών μπορούμε να ανιχνεύσουμε κατά
πόσο τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν σε τοπικό ή ευρύτερο επίπεδο
συνετέλεσαν στο να δει το άτομο τη μονή ως χώρο ασφάλειας και κάλυψης των
βιοτικών του αναγκών. Ή ακόμα αν οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που
επικρατούσαν σε συγκεκριμένες χρονολογίες στην ιδιαίτερη πατρίδα τους συνέβαλαν
στο να κατευθυνθεί το άτομο στο μοναχισμό. Τέλος μπορούμε να ερευνήσουμε και
σε κάποιο βαθμό να απαντήσουμε σε ερωτήματα που σχετίζονται με τις ηλικίες
αυτών των ατόμων.

1
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 144-145.
342

12.1 Οι χρονολογίες εισόδου

Οι χρονολογίες που σημειώνονται στα έγγραφα των αναφορών μας δίνουν τη


δυνατότητα να παρατηρήσουμε χρονολογικά την κίνηση των ατόμων, ανδρών και
γυναικών, προς τις μονές της μετανοίας τους. Το χρόνο δηλαδή που εισήλθαν ως
δόκιμοι στο μοναχισμό. Έτσι διερευνούνται οι σχέσεις που μπορεί να προκύπτουν
μεταξύ της απόφασης για προσχώρηση στο μοναχισμό και κάποιων γεγονότων που
συνδέονται στενά με συγκεκριμένες χρονολογικές περιόδους.
Οι χρονολογίες εισόδου των μοναχών
Τα στοιχεία που διαθέτουμε καταγράφουν 910 περιπτώσεις μοναχών οι
οποίοι καταφεύγουν στο μοναχισμό από το 1755 ως το 1837. Για τα έτη 1838-1850
τα στοιχεία δεν είναι επαρκή ώστε να έχουμε πληρέστερη εικόνα της κατάστασης του
μοναχισμού για όλο το α' μισό του 19ου αιώνα. Όσο για τις πληροφορίες που
αφορούν την περίοδο πριν το 1800 είναι εξίσου ελλιπείς. Δίνουν όμως τη δυνατότητα
να σχηματίσει κανείς μια άποψη για αυτή την περίοδο (1755-1799). Την ακριβή
λοιπόν κατάσταση του δυναμικού του μοναχισμού μπορούμε να τη δούμε μεταξύ των
ετών 1800-1840.
Η κίνηση των ατόμων προς τις μονές αρχίζει να αναπτύσσεται μετά το 1794
και η διάρκεια της φτάνει μέχρι το 1824. Μετά καταγράφεται ύφεση με εξαίρεση την
περίοδο 1830-1836. Σύμφωνα με τα στοιχεία που επεξεργαζόμαστε ο κύριος όγκος
των μοναχών εντοπίζεται σε δύο περιόδους. Η πρώτη που είναι και η κυριότερη
εκτείνεται χρονικά από το 1804 ως το 1816. Ο αριθμός των μοναχών αυτή την
περίοδο ανέρχεται σε 331 άτομα, πάνω δηλαδή από το 1/3 του συνολικού αριθμού
(910). Η δεύτερη εκτείνεται από το 1820 ως το 1824 με σύνολο 108 ατόμων.
Παρατηρείται όμως ότι οι περίοδοι αύξησης του μοναχισμού δεν αφορούν
τους μοναχούς όλου του Βασιλείου, αλλά κυρίως τους μοναχούς της Πελοποννήσου.
Δεν πρέπει να μας προβληματίζει το γεγονός γιατί το μεγαλύτερο ποσοστό των
μοναχών εγκαταβιώνει σε μονές της Πελοποννήσου. Θα πρέπει λοιπόν να δούμε
αναλογικά τα στοιχεία αυτά και να μην προσπαθήσουμε να τα συγκρίνουμε μεταξύ
τους, γιατί διαφορετικά θα αποκομίσουμε εσφαλμένα αποτελέσματα.

2
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XIV. 1, τ. II, σελ. 128.
343

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.1
Χρονολογίες που παρατηρούνται αυξημένα ποσοστά μοναχών
Ϊ

Έτη Στερεά Ελλάδα Πελοπόννησος Σύνολο


1794 4 16 20
1800 3 18 21
1804 2 26 28
1805 1 26 27
1808 4 25 29
1809 5 15 20
1810 1 22 23
1811 2 25 27
1813 3 21 24
1814 5 38 43
1815 3 24 27
1816 1 29 30
1820 4 22 26
1821 1 27 28
1822 1 22 23
1830 6 21 27
1834 8 20 28
1835 9 26 35

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Ο πίνακας (12.1) τεκμηριώνει την παραπάνω σκέψη και αποδεικνύει ότι η


έξαρση συντελείται τοπικά και δεν ταυτίζεται με γενικότερα ιστορικά γεγονότα, π.χ.
η Επανάσταση. Όπως έχει άλλωστε παρουσιαστεί σε προηγούμενο κεφάλαιο η
κίνηση προς το μοναχισμό είναι προσωπική υπόθεση που ταυτίζεται με κοινωνικές
και οικονομικές συνθήκες του λαϊκού, που θέλει να μονάσει, και της ιδιαίτερης
πατρίδας του και σπάνια με ιστορικές συγκυρίες.
Πρέπει να επισημανθεί ότι την περίοδο 1820-1823 παρατηρείται μια έξαρση
των μοναχών η οποία μπορεί σε κάποιο βαθμό να οφείλεται στο γενικότερο
επαναστατικό κλίμα, στην ανασφάλεια δηλαδή που δημιουργούσε η Επανάσταση
στους λαϊκούς, δεν είναι όμως ιδιαίτερα αυξημένη όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Σε
κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις που προαναφέρθηκαν ίσως τα άτομα θυμούνταν
τις συνέπειες που είχαν τα Ορλωφικά στη ζωή των κατοίκων της Πελοποννήσου
καθώς και το τίμημα των διαφόρων αποτυχημένων επαναστατικών κινημάτων.

3
Κ. Κόμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ. 148-149. Κ. Σάθας, ό.π., σελ. 480-503. Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ.
120, 199. Τ. Γριτσόπουλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 140-146.
344

Λογικό λοιπόν είναι μπροστά σε επερχόμενους κινδύνους κάποιοι λαϊκοί να


επέσπευσαν την επιλογή τους να μονάσουν, όχι όμως και να επέλεξαν έναν τρόπο
ζωής διαφορετικό προς αυτούς για να αποφύγουν τυχόν συνέπειες από την αποτυχία
της Επανάστασης.
Έξαρση παρατηρείται και την περίοδο 1834-1835 η οποία έχει σχέση με τα
διατάγματα που καταργούσαν τις μονές. Κάποιοι λοιπόν όντας μοναχοί
κατευθύνονται σε μικρές μονές που κινδύνευαν να κλείσουν, κάποιοι άλλοι
επέσπευσαν την επιθυμία τους, ώστε να μπορέσουν όσο το δυνατόν περισσότερες
μονές να πληρούν τους όρους ύπαρξης και λειτουργίας και έτσι να διατηρηθούν.
Οι εξάρσεις όμως αυτές είναι περιορισμένες και για συγκεκριμένες χρονικές
στιγμές, υποκινούμενες σε μικρότερο βαθμό, από όσο θα περίμενε κανείς, από τις
ιστορικές συγκυρίες. Και αυτό γιατί σε γενικές γραμμές ο μοναχισμός είχε αρχίσει να
υφίσταται παρακμή, τόσο από το γεγονός ότι η Επανάσταση με την αποτίναξη των
παραδοσιακών περιορισμών, ενθάρρυνε άλλες επιλογές4 όσο και από την αποξένωση
των πιστών από το θρησκευτικό δόγμα που άρχιζε να παρατηρείται στη
συμπεριφορά των ανθρώπων. Τα ιστορικά λοιπόν γεγονότα φαίνεται ότι δεν έπαιξαν
τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην επιλογή του μοναχισμού, και αυτό γιατί μετά το
1832, όταν πια το πολιτικό κλίμα έχει σταθεροποιηθεί, δεν παρατηρούμε αποχώρηση
από τις μονές αλλά έλλειψη προσχώρησης σε αυτές.
Οι πίνακες που ακολουθούν κατατάσσουν και σχηματοποιούν την κίνηση στο
μοναχισμό σε πενταετίες (12.2) και δεκαετίες (12.3) αντίστοιχα.

4
G. Finlay G.A., ό.π., τ. VII., σελ. 130-131. Fr. Thiersch, De L' Etat actuel de la Grece, Λειψία, 1833,
τ. Π., σελ. 184.
5
T. Bottomore, ό.π., σελ. 179-180. Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 143.
345

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.2
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών ανά πενταετίες

Χρονολογίες Μοναχοί
175-1758 2
1759-1763 1
1764-1768 2
1769-1773 4
1774-1778 9
1779-1783 14
1784-1788 32
1789-1793 28
1794-1798 62
1799-1803 80
1804-1808 112
1809-1813 103
1814-1818 135
1819-1823 108
1824-1828 63
1829-1833 76
1834-1838 79

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.3
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών ανά δεκαετίες

Χρονολογίες Μοναχοί
1754-1763 3
1764-1773 6
1774-1783 23
1784-1793 60
1794-1803 142
1804-1813 215
1814-1823 243
1824-1833 139
1833-1843 79

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Οι πίνακες (12.2-12.3), που προαναφέρθηκαν, σε συνδυασμό με το διάγραμμα


(12.1) παρουσιάζουν την κατάσταση που ήδη σχολιάστηκε. Στον πρώτο πίνακα (12.2)
η έξαρση εντοπίζεται στις πενταετίες: 1804-1808 (112 μοναχοί), 1809-1813 (103
μοναχοί), 1814-1818 (135 μοναχοί), 1819-1823 (108 μοναχοί). Στο δεύτερο πίνακα η
346

«κινητικότητα» αφορά τις δεκαετίες: 1804-1813 (215 μοναχοί) και 1814-1823 (243
μοναχοί).
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 12.1
Κατάταξη των χρονολογιών εισόδου ανά δεκαετίες

300 -ι
250 - ^^^
200 - yf \
150 - / \
100 - / \^
50 - . ^ ^
0 J— - ^ ^ , , • , . ,
Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ
% % % % Χ % % % %
Πηγή: Πίνακας 12.3

Οι χρονολογίες των μοναζουσών


Στα έγγραφα των αναφορών που προέρχονται απο τις γυναικείες μονές δε
σημειώνονται πάντα οι χρονολογίες εισόδου των μοναζουσών. Αυτό έχει ως
αποτέλεσμα την αδυναμία ακριβούς μελέτης της κινητικότητας των γυναικών
χρονολογικά. Παρόλα αυτά μπορούμε έστω και με τα στοιχεία που διαθέτουμε να
προχωρήσουμε σε κάποια συμπεράσματα.
•η

Στα παραρτήματα σημειώνονται οι περιπτώσεις 103 μοναζουσών οι οποίες


κινούνται προς το μοναχισμό την περίοδο 1760-1839. Όπως και στους άνδρες δεν
υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την περίοδο 1840-1850 ώστε να έχουμε μια εικόνα του
γυναικείου μοναχισμού για όλο το α' μισό του 19ου αιώνα. Το ίδιο παρατηρείται και
για τα στοιχεία της περιόδου πριν το 1800 καθώς και αυτά είναι περιορισμένα .
Κινητικότητα προς τις γυναικείες μονές παρατηρείται μετά το 1792 και με
μικρές αυξομειώσεις συνεχίζεται ως το 1833. Υπάρχει δηλαδή μεγαλύτερη συνοχή

6
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XIV.2, τ. II, σελ. 129.
7
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XIV.2, τ. II, σελ. 129.
8
«Αν βρίσκει κανείς ακόμα μερικά ανδρικά μοναστήρια στο Μοριά δεν υπάρχουν πια σ' αυτή την
περιοχή παρά πολύ λίγα μοναστήρια καλογραιών. Κατείχαν άλλοτε τις πιο ευχάριστες τοποθεσίες της
περιοχής. Αλλά οι Αλβανοί, στον τελευταίο πόλεμο, τα έκαψαν αφού έσφαξαν ή πούλησαν τις
καλόγριες που τα κατοικούσαν...» Φρ. Πουκεβίλ., ό.π., τ.6, σελ. 260-261.
347

της κίνησης των μοναζουσών από την αντίστοιχη των ανδρών. Ο κύριος όγκος τους
όμως επικεντρώνεται στην περίοδο 1794-1833. Ο αριθμός τους αυτή την περίοδο
φτάνει τα 82 άτομα, δηλαδή ποσοστό 87% των στοιχείων που μελετούμε.
Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν καταγράφεται διαφορετική κινητικότητα στις
κατά τόπους γυναικείες μονές. Αυτό προκύπτει από τη μελέτη δύο από τις τέσσερις
γυναικείες μονές, τις πιο πολυπληθείς, που διατηρήθηκαν μετά το 1834.
Παρουσιάζονται στη συνέχεια (πίνακας 12.4) οι χρονολογίες εισόδου των
μοναζουσών στις μονές Αγίας Μονής και Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο.

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.4

Χρονολογίες εισόδορ των μοναζουσών: Αγίας Μονής, Κοιμήσεως της Θεοτόκου


(Τήνος)

Χρονολογία Αγία Μονή Θεοτόκος* Χρονολογία Αγία Μονή Θεοτόκος*


1794 0 6 1814 1 1
1795 1 0 1815 1 1
1796 1 2 1816 0 1
1797 0 0 1817 2 2
1798 2 0 1818 0 0
1799 0 2 1819 0 1
1800 2 1 1820 1 1
1801 0 0 1821 Q 5
1802 0 0 1822 0 1
1803 2 0 1823 0 3
1804 1 1 1824 2 3
1805 2 0 1825 1 2
1806 1 1 1826 0 3
1807 1 2 1827 1 1
1808 0 1 1828 0 0
1809 0 3 1829 0 0
1810 0 0 1830 0 2
1811 0 1 1831 0 0
1812 1 0 1832 0 3
1813 2 2 1833 0 5
Θεοτόκος* : Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 278, 619.

Η κινητικότητα των μοναζουσών, που παρατηρείται από το 1794 ως και το


1827, και στις δύο μονές είναι συνεχής. Αυτή όμως η κατάσταση δε θα πρέπει να
ταυτιστεί με γενικότερα ιστορικά γεγονότα, αλλά να αποδοθεί σε προσωπικούς
λόγους και στις επιλογές που έκανε η κάθε γυναίκα. Δεν μπορεί άλλωστε οι
υποτιθέμενες επικείμενες επιπτώσεις από μια επαναστατική ενέργεια να ωθούν 35
348

χρόνια γυναίκες στο μοναχισμό. Οι γυναικείες μονές εξάλλου είναι περιορισμένες σε


σχέση με τις ανδρικές με αποτέλεσμα οι γυναίκες να μην έχουν το πλήθος των
επιλογών που έχουν οι άνδρες. Αν σε κάποιες περιπτώσεις τα ιστορικά γεγονότα
επηρέασαν την απόφαση τους, η επιρροή θα πρέπει να έπαιξε ρόλο στο ότι μείωσε το
χρόνο κατεύθυνσης των γυναικών προς το μοναχισμό και όχι ότι τους άλλαξε την
άποψη που είχαν γι' αυτόν και η οποία είχε διαμορφωθεί από τις κοινωνικές,
οικονομικές και πολιτιστικές συνθήκες της εποχής.
Επίσης στα ποσοστά των μοναζουσών, δεν παρατηρείται έξαρση την περίοδο
1833-1836 η οποία να σχετίζεται με το β. διάταγμα που περιόριζε τον αριθμό των
γυναικείων μονών. Και αυτό γιατί το διάταγμα αφενός ήταν σαφές ότι θα παρέμεναν
μόνο 3 γυναικείες μονές, μία σε κάθε γεωγραφικό διαμέρισμα, και αφετέρου γιατί η
κάθε μονή για να διατηρηθεί θα έπρεπε να έχει πάνω από 30 μοναχές. Αριθμός
δηλαδή αρκετά υψηλός, ώστε να μπορεί εύκολα κάποια μονή να τον πληροί. Εν
αντιθέσει λοιπόν με τους άνδρες το διάταγμα δε βοήθησε στη διατήρηση
περισσότερων γυναικείων μονών και κατ' επέκταση στην αύξηση του ποσοστού των
μοναζουσών, με την εσπευσμένη προσχώρηση περισσότερων γυναικών στο
μοναχισμό. Το μόνο που μπορεί να σημειωθεί είναι ότι μετά το διάταγμα κάποιες
μοναχές μετακινήθηκαν σε κάποιες από τις διατηρούμενες μονές, τα στοιχεία όμως
που διαθέτουμε δε μας επιτρέπουν να ανιχνεύσουμε το ποσοστό τους.
Όπως κατατάξαμε τις χρονολογίες εισόδου των μοναχών στις μονές της
μετανοίας τους σε πενταετίες και δεκαετίες έτσι και στην περίπτωση των μοναζουσών
δημιουργούνται ανάλογοι πίνακες (12.5, 12.6). Στους πίνακες αυτούς και στο
διάγραμμα (12.2), που ακολουθούν, σημειώνονται και τα στοιχεία των ανδρών ώστε
να υπάρχει άμεση σύγκριση.

9
25/2 (9/3) 1834. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ.236-237.
349

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.5
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζουσών ανά πενταετίες

Πενταετίες Μοναχοί Μοναχές


1754-1758 2 0
1759-1763 1 1
1764-1768 2 0
1769-1773 4 0
1774-1778 9 2
1779-1783 14 3
1784-1788 32 6
1789-1793 28 1
1794-1798 62 12
1799-1803 80 7
1804-1808 112 10
1809-1813 103 9
1814-1818 135 9
1819-1823 108 12
1824-1828 63 13
1829-1833 76 10
1834-1838 79 5

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στον πίνακα (12.5) η έξαρση στις μοναχές σημειώνεται στις πενταετίες: 1794-
1798 (12 μοναχές), 1804-1808 (10 μοναχές), 1819-1823 (12 μοναχές) και 1824-1828
(13 μοναχές). Τα αυξημένα ποσοστά των μοναζουσών στις συγκεκριμένες
χρονολογίες δεν ταυτίζονται, όπως κανείς μπορεί να παρατηρήσει, με τα αντίστοιχα
των ανδρών. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις που τα ποσοστά των γυναικών είναι
αυξημένα τα αντίστοιχα των ανδρών παρουσιάζουν μείωση (1824-1828). Η σύγκριση
λοιπόν των στοιχείων μας επιτρέπει να πούμε πως τα ιστορικά γεγονότα δεν
διαδραμάτισαν ιδιαίτερο ρόλο στην απόφαση των λαϊκών να μονάσουν.
350

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 12.2
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζουσών ανά πενταετίες

160 Μ οναχοί
140 Μ οναχές
120
100
80
60
40
20
0
?> ?> ?> ?> ?> ?Α ?Α ?Α ?Α

% \ % \ \ % % % %

Πηγή: Πίνακας 12.5


ΠΙΝΑΚΑΣ 12.6
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζουσών ανά δεκαετίες

Δεκαετίες Μοναχοί Μοναχές


1754-1763 3 1
1764-1773 6 0
1774-1783 23 5
1784-1793 60 7
1794-1803 142 19
1804-1813 215 19
1814-1823 243 21
1824-1833 139 23
1833-1843 79 8

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στο δεύτερο πίνακα (12.6) η κίνηση εντοπίζεται στις δεκαετίες: 1794-1803


(19 μοναχές), 1804-1813 (19 μοναχές), 1814-1823 (21 μοναχές) και 1824-1833 (23
μοναχές). Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την παράθεση του πίνακα
ενισχύουν όσα ειπώθηκαν ανωτέρω για τις πενταετίες (πίνακας 12.5).
351

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 12.3
Κατάταξη χρονολογιών εισόδου των μοναχών και των μοναζονσών ανά δεκαετίες

Μοναχοί
Μοναχές

7 7
> ?> ?> ?> > ÏQ
"\ "\ "Λ '% % ν\ \ *v ^
<<· ^>ο < * <ο Γα Cin
Vs. Vs. Vs Vs. V# Vp Λ

% % % % % % % ^

Πηγή: Πίνακαζ 12.6

12.2 Οι ηλικίες εισόδου

Η διάσταση του ημερολογιακού υπολογισμού του χρόνου γίνεται στα έγγραφα των
αναφορών και μέσα από τις ηλικίες των μοναχών, των ηλικιών δηλαδή που έχουν τα
άτομα κατά το χρόνο σύνταξης των εγγράφων. Από τα στοιχεία λοιπόν των
χρονολογιών εισόδου των ατόμων και των ηλικιών τους προκύπτουν πληροφορίες
που αφορούν πια την ηλικία εισόδου τους στις μονές της μετανοίας.
Οι ηλικίες εισόδου των μοναχών
Τα έγγραφα των αναφορών παρέχουν πληροφορίες για τα ηλικιακά στοιχεία
910 μοναχών από το 1755 ως το 1838. Προκύπτει λοιπόν ότι η πιο συνηθισμένη
ηλικία για να κατευθυνθεί κάποιος στο μοναχισμό είναι από το 9ο ως το 23ο έτος της
ζωής του. Τα 549 άτομα από τα 910 ανήκουν σε αυτές τις ηλικίες. Ποσοστό που
αγγίζει το 60% του συνόλου τους.
Μέσα όμως και σε αυτό το όριο ηλικιών (9-23 ετών) συναντώνται ηλικίες με
αυξημένα ποσοστά. Αυτές είναι οι ηλικίες από 12 ως 15 ετών. Ο αριθμός των
μοναχών που εντοπίζεται σε αυτές τις ηλικίες είναι 228 άτομα. Ποσοστό 25% επί του
συνόλου ή 41,5% επί των 549 ατόμων, ποσοστό πολύ υψηλό αν αναλογιστεί κανείς
ότι ένα στα τέσσερα άτομα ακολουθεί σε αυτές τις όντως μικρές ηλικίες το
μοναχισμό.

Βλ. Παράρ. 2, πίν. XV. 1, τ. II, σελ. 130.


352

Σύμφωνα με τα ανωτέρω ποσοστά δημιουργούνται δύο ερωτήματα. Γιατί


επιλέγουν το μοναχισμό σε τόσο μικρές ηλικίες; Η αποδοχή τους ως δόκιμους από τις
μονές δεν κρίνεται παράνομη σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς και
μοναστη ριακούς κανόνες ; s

Το πρώτο ερώτημα μπορεί να απαντηθεί αν ανατρέξει κανείς στους


προσωπικούς λόγους των λαϊκών, οι οποίοι δημιουργούνται μέσα από τις κοινωνικές,
οικονομικές και πολιτιστικές συνθήκες που ζουν τα άτομα. Αν σε κάποιες
περιπτώσεις μέτρησαν ως έναν βαθμό και άλλοι παράγοντες, αυτές δεν μπορούμε να
τις ελέγξουμε αφού δε διαθέτουμε στοιχεία για την προσωπική ζωή του καθενός. Οι
αναφορές, ως τυπικό δείγμα γραφειοκρατικών εγγράφων, δεν παρέχουν αυτή τη
δυνατότητα.
Μέρος των προσωπικών λόγων στη λήψη της απόφασης τους μπορούμε να
θεωρήσουμε τη θρησκοληψία της εποχής, την κλίση κάποιου για τα εκκλησιαστικά
και το μοναχισμό ιδιαίτερα, την επιρροή, άμεση ή έμμεση, που άσκησε κάποιο
συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο ή και ο τρόπος ζωής των μοναχών στο μέλλοντα
μοναχό, την προτροπή των γονιών ή των κηδεμόνων του να προσχωρήσει στο
17

μοναχισμό, την εκπλήρωση κάποιου προσωπικού ή οικογενειακού τάματος κ.λ.π. . Η


άποψη ότι στην πλειοψηφία τους οι λόγοι είναι προσωπικοί ενισχύεται από το
γεγονός ότι οι μοναχοί καταφεύγουν σε γειτονικές και όχι σε μακρινές και άγνωστες
προς αυτούς μονές.
Στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση είναι πιο σύνθετη και εμπεριέχει
συνδυασμό παραγόντων.
Οι λαϊκοί με την είσοδο τους στη μονή δεν δέχονται κατευθείαν το μοναχικό
σχήμα αλλά περνούν περίοδο δοκιμασίας. Η δοκιμασία αυτή ποικίλει και διαρκεί

11
S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 147.Δ.Σ. Γκίνης Ν.Ι. Πανταζόπουλος, Νομοκανών Μανονήλ Νοταρίου
του Μαλαξού του εκ Ναυπλίου της Πελοποννήσου μετενεχθείς εις λέξιν απλήν δια την των πολλών
ωφέλειαν, Θεσσαλονίκη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 1985, σελ. 216. Ε. Πρόντζας,
ό.π., σελ. 177-178. Ν. Μίλας, Μ. Αποστολοπούλου, όπ., σελ. 944. Δ. Μωραΐτης, ό.π., σελ. 1381-1382.
Α. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 10-12.
12
«Εισαγόμενοι εις τα Μοναστήρια ως επι το πλείστον εις παιδικήν ηλικίαν, συνειθίζοντες την
αμέριμνον και ακίνδυνον βιοτήν του Μοναστηρίου, βιασμένοι πολλάκις, και τούτον παράδειγμα
λυπηρόν παριστάνει η νήσος Άνδρος, να εύρουν πόρον ζωής εις τα Μοναστήρια, δεν συμβουλεύονται
παρά την στιγμιαίαν διάθεσίν των. Δεν είναι σπάνια εις την Ελλάδα τα παραδείγματα μοναστών, τους
οποίους έταξαν ως τοιούτους αι μητέρες των, εν ω τους εκυοφόρουν. Οι περισσότεροι λογίζονται
ιεροσυλίας έγκλημα το ν' αποσπάσουν εαυτούς ηλικιωθέντες από τον βίον, εις τον οποίον οι γονείς
των τους αφιέρωσαν έμβρυα, τοιαύτην ισχύν προστάται η δεισιδαιμονία, εύρουσα σύμμαχον την
αμάθειαν» Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 220.
353

τουλάχιστον τρία και πλέον χρόνια . Αυτή η παράταση είναι σύμφωνη με τους
εκκλησιαστικούς κανόνες που ορίζουν ότι η δοκιμασία είναι το λιγότερο τριετής,
αλλά όταν ο δόκιμος δεν πληροί τις μοναχικές ιδιότητες μπορεί να παραταθεί για όσο
χρόνο κρίνεται αναγκαίο. Άρα οι δόκιμοι μπορεί να κατευθύνονται σε μικρές ηλικίες,
αλλά δε γίνονταν αμέσως μοναχοί. Εξάλλου δεν είναι γνωστός ο χρόνος
πραγματοποίησης της κουράς τους, ώστε να γνωρίζουμε ακριβώς το χρονικό
διάστημα που διήρκεσε η δοκιμασία καθενός, αφού τα έγγραφα δεν δίνουν αυτή την
πληροφορία.
Δεύτερον την εποχή την οποία εξετάζουμε υπήρχε μια γενικότερη αναταραχή,
με αποτέλεσμα να μη λαμβάνονται υπόψη οι μοναστηριακοί και οι εκκλησιαστικοί
κανόνες που απαγόρευαν την αποδοχή κάποιου ως δόκιμου σε μικρές ηλικίες. Επί
οθωμανικής κυριαρχίας άλλωστε οι Οθωμανοί δεν ενδιαφέρονταν για τόσο
εξεζητημένα θέματα, όπως ο έλεγχος των κανόνων, αφού κύριο μέλημα τους ήταν η
φορολογία14. Ούτε όμως και οι επίσκοποι ή οι μητροπολίτες ενδιαφέρονταν για
τέτοιες «λεπτομέρειες» αφού από τη μία πλευρά έπρεπε οι μονές συνεχώς να
στελεχώνονται με καινούρια άτομα και από την άλλη το ενδιαφέρον για τις μονές
περιοριζόταν στις οικονομικές απολαβές που απέρρεαν από αυτές. Μονές που δε
στελεχώνονταν με νέο δυναμικό κινδύνευαν με την πάροδο των ετών να ερημώσουν
με αποτέλεσμα να χάνονται τα εισοδήματα από αυτές.
Αργότερα με τη δημιουργία του ελληνικού βασιλείου η γενική αναρχία που
επικρατούσε δεν επέτρεπε να δοθεί βαρύτητα στο κατά πόσο τηρούνται οι ιεροί
κανόνες και οι αποφάσεις των οικουμενικών συνόδων. Μόνο με την ίδρυση της Ιεράς
Συνόδου άρχισαν να ενδιαφέρονται για τέτοια θέματα και να εκδίδονται εγκύκλιοι για
την εύρυθμη λειτουργία των μονών, υποχρεώνοντας τες να ακολουθούν παλαιούς και
νέους κανόνες της Εκκλησίας15. Η μη τήρηση των κανόνων επιβεβαιώνεται και από
κείμενα περιηγητών της εποχής που μιλούν για την «αμάθεια» των μοναχών .

° Παρθ. Πολάκης, «Το δίκαιον του εθίμου και η κουρά των κληρικών», Εκκλησιαστικός Κήρυξ, τ. Ι
(1919), σελ. 17. Α. Αλιβιζάτος, «Η κουρά των κληρικών και των μοναχών κατά το κανονικόν δίκαιον
της Εκκλησίας», Ε.Ε.Β.Σ. τ.Β'(1925), σελ. 184. Α. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 10-12.
14
Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 371.
15
«Διορίζουμε προσέτι να μην εμβαίνη εις το εξής κανείς εις Μοναστήριον επί σκοπώ να γενή
μοναχός προ του τριακοστού της ηλικίας του έτους, και εισερχόμενος προς τούτον τον σκοπόν, δεν
κείρεται μοναχός πριν συμπλήρωση τρία έτη εις δοκιμασίαν, ούτε χωρίς ρητής εγγράφου αδείας του
κατά τόπον Επισκόπου. Εις τοιαύτην ηλικίαν πράττει εν γνώσει και κατά συνείδησιν. Αξιοκατάκριτος
συνήθεια ήτο μέχρι τούδε να εμβαίνωσιν εις τα μοναστήρια παιδία εις τρυφεροτάτην ηλικίαν, και να
γίνονται μοναχοί πριν έτι μάθωσιν να διακρίνωσι το καλόν και το κακόν...Εν Ναυπλίω τη 7 (19)
Ιουνίου 1833.» Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.
16
S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 662-663, 686-687.
354

Επανερχόμενοι στην απάντηση του δεύτερου ερωτήματος αναφέρουμε ως


τρίτο λόγο τη γενικότερη ολιγομάθεια των μοναχών. Οι γνώσεις τους περιορίζονταν
στην ανάγνωση κυρίως λειτουργικών εκκλησιαστικών βιβλίων. Είναι λοιπόν πολύ
πιθανό να αγνοούνταν παλιότεροι κανόνες οι οποίοι απαγόρευαν την αποδοχή
δοκίμων σε μικρές ηλικίες. Τέλος η παραβίαση των κανόνων έχει και πρακτικούς
λόγους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η μονή είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας και
ι η

ως τέτοια έχει πολλές εργασίες να επιτελέσει . Χρειάζεται λοιπόν εργατικά χέρια για
να μπορούν να εκτελέσουν τις διάφορες ανάγκες που προκύπτουν στη μονή. Έτσι η
αποδοχή κάποιων σε μικρές ηλικίες, χωρίς φυσικά να τους προσφέρει κατευθείαν το
μοναχικό σχήμα, δίνει στη μονή πρόσθετο ανθρώπινο δυναμικό, με αυξημένες
μάλιστα σωματικές δυνάμεις και αντοχές. Στην τελευταία περίπτωση συνειδητά
παραβιάζονται οι σχετικοί κανόνες αφού διαφορετικά το δυναμικό των μονών δε θα
επαρκούσε για να καλυφθούν οι εργασίες με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται οι ήδη
υπάρχοντες με περισσότερες υποχρεώσεις, σε βαθμό μάλιστα που να επηρεάζονται τα
μοναστηριακά τους καθήκοντα και η προσευχή τους.
Παρατηρείται επίσης η τάση, μέχρι και την τρίτη δεκαετία του 19ου αιώνα, να
μειώνεται ο αριθμός των λαϊκών που καταφεύγει σε κάποια μονή, για να μονάσει,
όσο αυξάνεται η ηλικία τους. Οι αριθμοί των νεοεισερχόμενων στο μοναχισμό με
ηλικία άνω των σαράντα είναι πάντα μονοψήφιοι. Συγκεκριμένα στις αναφορές
καταγράφονται από το 40ο έτος μέχρι και το 83ο έτος 116 περιπτώσεις, δηλαδή
ποσοστό 12%. Αυτό σημαίνει ότι δεν προσχωρούσε εύκολα κανείς στο μοναχισμό σε
μεγάλη ηλικία. Αν γινόταν αυτό θα πρέπει να συνέτρεχαν άλλοι λόγοι, όχι και τόσο
θρησκευτικής φύσης, όπως η ανάγκη περίθαλψης και φροντίδας των ανθρώπων
1 S

αυτών . Σε αυτές τις περιπτώσεις ο μέλλων μοναχός παραχωρούσε στη μονή τα


τυχόν περιουσιακά του στοιχεία. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το έγγραφο της
αναφορά της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο 19 στην οποία καταγράφεται η
παρουσία και η περίθαλψη άνδρα στη μονή. Στη στήλη «Παρατηρήσεις» αναφέρεται
χαρακτηριστικά: «τυφλός, αφιέρωσε την περιουσία τον εις το Μοναστήριον».
Πρόκειται για τον Ιωάννη Εσπερινό, κάτοικο Τήνου, ο οποίος εισήλθε στη μονή σε
ηλικία 52 ετών, το έτος 1821. Ο προαναφερόμενος δεν έχει λάβει την κουρά, άρα δεν
είναι μοναχός, απλά διαμένει στη μονή. Ανάλογες περιπτώσεις σίγουρα θα υπήρχαν

17
Τ. Γριτσόπουλος, Μονή Αγίων..., ό.π., σελ. 508. Σπ. Κοκκίνης, ό.π., σελ. 222.
18
Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 370.
19
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
355

και σε ανδρικές μονές αλλά για ευνόητους λόγους δεν σημειώνονται στα έγγραφα
των αναφορών, αφού έτσι θα πρόδιδαν τα περιουσιακά στοιχεία της μονής.
Στη συνέχεια παρατίθενται πίνακες (12.7, 12.8) στους οποίους κατατάσσονται
οι ηλικίες σε πενταετίες και δεκαετίες.

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.7
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναχών ανά πενταετίες

Πενταετίες Μοναχοί Πενταετίες Μοναχοί


0-4 6 45-49 19
5-9 44 50-54 17
10-14 250 55-59 19
15-19 · 192 60-64 13
20-24 124 65-69 5
25-29 84 70-74 0
30-34 53 75-79 3
35-39 41 80-84 2
40-44 38 85-89 0

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στο πίνακα (12.7) ο κύριος όγκος των μοναχών εντοπίζεται σε τρεις


πενταετίες: στις ηλικίες 10-14 (250 μοναχοί) με ποσοστό 27,5%, 15-19 (192 μοναχοί)
με ποσοστό 21%, 20-24 (124 μοναχοί), με ποσοστό 13,6%. Από τα στοιχεία
διαφαίνεται ότι καθοριστική πενταετία για τους άνδρες στο να κατευθυνθούν στο
μοναχισμό είναι 10-14 ετών, κοντά δηλαδή στο όριο ηλικίας που βάζουν ως όρο οι
εκκλησιαστικοί κανόνες. Το σύνολο των ατόμων στις τρεις αυτές πενταετίες φτάνει
τα 566 ή 62% του συνολικού αριθμού τους (910 άτομα).

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.8
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναχών ανά δεκαετίες

Δεκαετίες Μοναχοί Δεκαετίες Μοναχοί


0-9 50 50-59 36
10-19 442 60-69 18
20-29 208 70-79 3
30-39 94 80-89 2
40-49 57 90-99 0

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


356

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 12.4
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναχών ανά δεκαετίες

500 -,
400 -
300 -
200 -
100 -
0 -
0-9 10- 20- 30- 40- 50- 60- 70- 80- 90-
19. 29 39 49 59 69 79 89 99

Πηγή: Πίνακας 12.8

Η ίδια εικόνα που παρατηρήθηκε και στον πίνακα (12.7) παρατηρείται στον
πίνακα (12.8) και στο διάγραμμα (12.4) αφού η καθοριστική δεκαετία ηλικιών είναι
10-20 ετών, το ποσοστό της οποίας είναι 48,5%. Σύμφωνα με τα ανωτέρω
καταδεικνύεται ότι οι άνδρες κατευθύνονται στο μοναχισμό στις πιο παραγωγικές
ηλικίες, όπως είναι αυτές των 15-20 ετών.
Οι ηλικίες εισόδου των μοναζουσών
Με τα ίδια στοιχεία, χρονολογία και ηλικία εισόδου, που εργαστήκαμε στους
μοναχούς, ασχολούμαστε και με τις μοναχές . Πρέπει και πάλι να επισημανθεί ότι τα
στοιχεία των ηλικιών των μοναζουσών δεν αφορούν το σύνολο του γυναικείου
μοναστικού δυναμικού στο ελληνικό βασίλειο αλλά περίπου το 60% του.
Τα ηλικιακά στοιχεία αφορούν τις περιπτώσεις 103 μοναζουσών από το 1774
ως το 1838. Από αυτά προκύπτει ότι οι συνηθέστερες ηλικίες των γυναικών είναι από
3 ως 17 ετών. Σε αυτές τις ηλικίες καταγράφονται 50 από τις 103 γυναίκες, ποσοστό
48,5% επί του συνολικού αριθμού τους (103 μοναχές).
Παρατηρείται όμως και ένα αξιοπρόσεκτο ποσοστό, της τάξης του 18%, στις
ηλικίες 22 με 30 ετών. Τα αριθμητικά όμως δεδομένα δεν είναι αρκετά για να μιλήσει
κανείς με βεβαιότητα για την αιτία αυτού του γεγονότος. Παρόλα αυτά μπορούμε να
υποθέσουμε ότι σε αυτές τις ηλικίες, αυτεξούσιες πια οι γυναίκες μπορούν να
προβούν σε κάποιες ενέργειες δίχως τη σύμφωνη γνώμη των γονιών ή των συγγενών
τους. Επίσης ότι οι γυναίκες αυτές επειδή βρίσκονται σε ηλικία γάμου, η αδυναμία
357

τέλεσης του ή η πιθανή πρόωρη χηρεία τις αναγκάζουν να βρουν στο μοναχισμό
διέξοδο σε προβλήματα που προκύπτουν από κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους
91

καθώς η μονή τους παρέχει την ασφάλεια που χρειάζονται. Η ανδρική θνησιμότητα
άλλωστε της εποχής αυτής είναι αυξημένη και δεν οφείλεται μόνο στη γενικότερη
προεπαναστατική και μεταεπαναστατική αναταραχή αλλά και σε διατροφικούς και
99

επιδημικούς λόγους .
Προκαλεί επίσης εντύπωση το γεγονός ότι οι ηλικίες 3 με 7 ετών
«καταλαμβάνουν» στις μοναχές ένα σημαντικό ποσοστό (32%). Ο αριθμός τους
φτάνει τα 33 άτομα. Υψηλό ποσοστό αν αναλογιστεί κανείς ότι ένα στα τρία άτομα
κατευθύνεται σε αυτές τις πολύ μικρές ηλικίες στο μοναχισμό και αν το συγκρίνει με
το αντίστοιχο των ανδρών το οποίο δεν ξεπερνά το 2,6%. Η εξήγηση στο γεγονός
αυτό πρέπει να αναζητηθεί σε λόγους κοινωνικούς και πολιτιστικούς-θρησκευτικούς,
όπως έλλειψης κηδεμόνων ή εκπλήρωσης κάποιου οικογενειακού τάματος, κατά την
οποία το «ταμένο» πρόσωπο έπρεπε να παραμείνει σε μονή για μικρό ή μεγάλο
χρονικό διάστημα ανάλογα με το τάμα . Ίσως μάλιστα στην τελευταία περίπτωση οι
γονείς επέλεγαν πιο εύκολα σαν «τάμα» ένα κορίτσι από ένα αγόρι.
Δημιουργούνται επίσης τα ίδια ερωτήματα με αυτά των ανδρών. Γιατί
παρατηρούνται τόσο μικρές ηλικίες; Η αποδοχή τους από τις συγκεκριμένες μονές
είναι νόμιμη ή παράνομη σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες;
Στο πρώτο ερώτημα η απάντηση βρίσκεται, όπως και στους μοναχούς, στους
επιμέρους προσωπικούς λόγους που ωθούν τα άτομα αυτά να προσχωρήσουν στο
μοναχισμό. Ελλείψει πληροφοριών για τους ιδιαίτερους λόγους, που αφορούν
ξεχωριστά την κάθε περίπτωση, μας κάνει να καταφεύγουμε σε υποθέσεις.
Στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση είναι και πάλι ίδια με αυτή που αναφέραμε
στην περίπτωση των ανδρών. Δεν εξυπακούεται ότι με την είσοδο τους στις μονές
παίρνουν το μοναχικό σχήμα αλλά περνούν περίοδο δοκιμασίας, η οποία ποικίλει
χρονικά και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι λιγότερη από τρία χρόνια .
Μάλιστα, αν και δεν υπάρχουν στοιχεία, μπορεί να υποθέσει κανείς με σιγουριά ότι

zu
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XV.2, τ. II, σελ. 131.
21
Φρ. Πουκεβίλ, ό.π., τ. 6, σελ. 228. Θ. Βασιλείου, Ν. Σταματάκης, ό.π., σελ. 328. Δ. Τσαούσης, ό.π.,
σελ. 232. Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 370.
22
Κ. Κωστής, «Χρονογραφία της πανώλης στην ελληνική χερσόνησο 14ος-19ος αιώνας. Μέρος
πρώτο», Ίστωρ, τ. 6 (1993), σελ. 71-120. Κ. Κώμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ. 141-147. Β.
Παναγιωτόπουλος, ό.π., σελ. 130-133.
23
Σπ. Κοκκίνης, ό.π., σελ. 220.
24
Παρθ. Πολάκης, ό.π, σελ. 19. Α. Αλιβιζάτος, ό.π., σελ. 185.
358

όσο μικρότερη ηλικιακά είναι κάποια δόκιμη τόσο αυξάνεται ο χρόνος της
δοκιμασίας της.
Στη μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο παρουσιάζονται 7 γυναίκες
ως δόκιμες οι οποίες αν και έχουν διαμείνει για μεγάλο διάστημα στη μονή -άνω των
τριών χρόνων- δεν έχουν λάβει την κουρά. Αυτό οφείλεται στο ότι ή ο χρόνος της
δοκιμασίας τους δεν κρίθηκε ικανοποιητικός, ή ότι οι ίδιες δεν ήθελαν να γίνουν
μοναχές και απλά θεωρούσαν τη μονή ως χώρο που τους κάλυπτε τις βιοτικές τους
ανάγκες και τους προσέφερε φροντίδα. Το έγγραφο αυτό είναι το μόνο από τις
αναφορές των γυναικείων μονών που παρουσιάζει γυναίκες δοκίμους και αυτό το
καθιστά ιδιαίτερα σημαντικό. Επειδή μάλιστα στο τέλος του κάνει λόγο για
αποχώρηση όσων γυναικών δεν έχουν λάβει την κουρά συνειδητοποιούμε ότι οι ίδιες
οι «δόκιμες» δεν ήθελαν να προχωρήσουν στην τέλεση της κουράς.
Επιπρόσθετα αίτιο θεωρείται η γενικότερη αναταραχή της εποχής κατά την
οποία δε λαμβάνονταν υπόψη οι μοναστηριακοί ή εκκλησιαστικοί κανόνες που
όριζαν συγκεκριμένα όρια ηλικίας για την αποδοχή των ατόμων. Επίσης η άγνοια των
κανόνων αυτών, είναι κάτι πολύ πιθανό αν αναλογιστεί κανείς το πνευματικό επίπεδο
των ανθρώπων της εποχής.
Ο αριθμός και των γυναικών μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία τους. Σε
αντίθεση όμως με τους άνδρες που το ποσοστό μειώνεται πάνω από τα σαράντα, η
μείωση των γυναικών παρατηρείται μια δεκαετία αργότερα, πάνω από τα πενήντα.
Πιο συγκεκριμένα στα έγγραφα καταγράφονται από το 50ο έτος μέχρι και το 79ο
έτος 11 περιπτώσεις, ποσοστό 10,6%. Αυτό σημαίνει ότι δεν προσχωρούσε εύκολα
μια γυναίκα στο μοναχισμό σε μεγάλη ηλικία. Η ηλικιακή αύξηση των γυναικών
εξηγείται, όπως έχουμε προαναφέρει, από λόγους χηρείας καθώς έβλεπαν τη μονή ως
διέξοδο στα προβλήματα που προέκυπταν . Πάνω από το πεντηκοστό έτος τα
ποσοστά μειώνονται γιατί αν υποθέσουμε ότι χήρευαν σε αυτές τις ηλικίες, σίγουρα
θα είχαν συγγενείς πρώτου βαθμού που μπορούσαν να τις φροντίσουν.

2
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619.
26
«Σπάνια, μετά το θάνατο του συζύγου, που υπήρχε η εκλογή της καρδιάς της, βλέπει κανείς μια
Ελληνίδα του Μοριά να κάνει καινούριο γάμο. Οι τρυφερές ψυχές τους δύσκολα υπομένουν το θάνατο
εκείνου που αγάπησαν και συχνά περνούν την υπόλοιπη ζωή τους κλαίγοντας τον. Φρ. Πουκεβίλ, ό.π,
τ.6, σελ. 228. Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ. 370.
359

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.9
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναζουσών ανά πενταετίες

Πενταετίες Μοναχές Πενταετίες Μοναχές


0-4 14 45-49 5
5-9 22 50-54 4
10-14 5 55-59 2
15-19 11 60-64 1
20-24 9 65-69 1
25-29 10 70-74 2
30-34 7 75-79 1
35-39 4 80-84 0
40-44 5 Σύνολο 103

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στον ανωτέρω πίνακα (12.9) ο κύριος όγκος των μοναζουσών εντοπίζεται στις
πενταετίες: 0-4 (14 μοναχές) με ποσοστό 13,5%, 5-9 (22 μοναχές) με ποσοστό 21,3%,
15-19 (11 μοναχές) με ποσοστό 10,6%, 20-24 (9 μοναχές) με ποσοστό 8,7% και 25-
29 (10 μοναχές) με ποσοστό 9,7%. Από τα στοιχεία που παρατέθηκαν φαίνεται ότι η
καθοριστική πενταετία ηλικιών για τις γυναίκες είναι 5-9 ετών. Όσο για το σύνολο
του ποσοστού των πέντε προαναφερομένων πενταετίων φτάνει το 63,8% του
συνολικού αριθμού (103) των γυναικών.

ΠΙΝΑΚΑΣ 12.10
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναζουσών ανά δεκαετία

Δεκαετίες Μοναχές Δεκαετίες Μοναχές


0-9 36 50-59 6
10-19 16 60-69 2
20-29 19 70-79 3
30-39 11 80-89 0
40-49 10 Σύνολο 103

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στο δεύτερο πίνακα (12.10) όπου η


καθοριστική δεκαετία πια είναι 0-9 ετών, η οποία και καταλαμβάνει ποσοστό 35% επί
του συνόλου των μοναζουσών. Τα στοιχεία αυτά μας επιτρέπουν να κάνουμε μια
επισήμανση καθώς φαίνεται ότι οι γυναίκες καταφεύγουν στο μοναχισμό σε
360

μικρότερες ηλικίες από τις αντίστοιχες των ανδρών. Μπορούμε έτσι να


συμπεράνουμε ότι σε αυτές τις περιπτώσεις ηλικιών (0-9 ετών) η επιλογή για το
μοναχισμό δεν ανήκει στα άτομα αλλά στο οικογενειακό και συγγενικό περιβάλλον
τους. Θα μπορούσαμε να μιλάμε για άμεση επιλογή αν παρουσιάζονταν αυξημένα
ποσοστά στις δεκαετίες 10-19 ετών ή καλύτερα 20-29 ετών.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 12.5
Κατάταξη ηλικιών εισόδου των μοναζουσών ανά δεκαετίες

40 -,
30 - \
20 - V^——Ν.
10 - ^ - - ^ ^
0 Τ 1 1 1 1 1 1 1 Ι * 1

^ J* f? </ </ / / ^ J*

Πηγή: Πίνακας 12.10

12.3 Η σχέση ηλικίας και χρονολογίας εισόδου

Εκτός από την παράθεση μεμονωμένα των στοιχείων, χρονολογίες και ηλικίες
εισόδου των ατόμων στο μοναχισμό, μπορεί να γίνει και συσχετισμός τους. Αυτό
δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει κανείς την αυξομείωση του μοναχισμού
ηλικιακά και χρονολογικά. Για παράδειγμα το ποιες ηλικίες παρατηρούνται σε
συγκεκριμένες χρονολογίες ή αν οι μικρές ηλικίες έχουν σχέση με κάποιες
χρονολογίες.
Οι περιπτώσεις των μοναχών
Οι πληροφορίες που μελετώνται27 αφορούν τις περιπτώσεις 704 μοναχών, από
τους οποίους οι 641 μοναχοί κατευθύνονται στο μοναχισμό από το 1800 ως το 1836
και σε ηλικίες από 2 ετών μέχρι και 49 ετών. Οι υπόλοιποι 63 μοναχοί έχουν ηλικίες
από 50 μέχρι και 84 ετών, όμως επειδή σε αυτές δεν προκύπτει κάποια ιδιαιτερότητα

27
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XIV.l, XV.l, XV.3,x. II, σελ. 128, 130, 132-134.
361

δεν παρουσιάζονται. Εξαίρεση αποτελούν τα έτη 1836 και 1837 στα οποία
παρατηρείται αυξημένη «κίνηση» σε μεγάλες ηλικίες. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν
είτε μοναχούς που μετακινούνται σε άλλες μονές είτε ηλικιωμένους λαϊκούς που
επιλέγουν το μοναχισμό για να καλύψουν ανάγκες τους. Η «κινητικότητα» στα έτη
1836-1837 δε θα πρέπει να αποδοθεί στη βεβιασμένη προσχώρηση στο μοναχισμό
λαϊκών προκειμένου να αντιμετωπίσουν το β. διάταγμα που καταργούσε τις μονές,
και αυτό γιατί ήδη έχουν περάσει τρία χρόνια από την εφαρμογή του. Όπως εξάλλου
έχουμε αναφέρει όσο περνούσαν τα χρόνια τόσο το διάταγμα όσο και οι αντιδράσεις
σε αυτό είχαν αρχίσει να ατονούν.
ΠΙΝΑΚΑΣ 12.11
Οι ηλικίες εισόδου των λαϊκών στο μοναχισμό άνω των 40 ετών (1836-1837)
Ηλικίες Έτος 1836 Έτος 1837
41
42 2
43 1 1
44 1 2
45 2
46 1
47 3
48 2
49
50
51 1
52
53 1
54 3
55 1
56 1
57 1 2
58 1
59 3
60
61 1
62
63 1
64 2
65 2
66
67
68 1
Σύνολο 12 24

Πηγή; Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

25/7 (7/10)/1833. Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 233.


362

Επειδή ακριβώς έχει αναφερθεί σε άλλο μέρος του κεφαλαίου ότι οι δόκιμοι
κατευθύνονται σε μικρές ηλικίες στις μονές, αυτές οι μεγάλες ηλικίες μόνο με την
ανάγκη στελέχωσης μονών με μετακίνηση υπαρχόντων μοναχών από μεγαλύτερες
μονές, μπορεί να αιτιολογηθεί ή με την αποδοχή ατόμων προχωρημένων ηλικιών
προκειμένου να δεχτούν τη φροντίδα και την περίθαλψη των μοναχών. Στην πρώτη
περίπτωση τα άτομα αυτά δεν έρχονται στις μονές ως δόκιμοι αλλά ως μοναχοί που
έχουν λάβει την κουρά και απλά «μεταναστεύουν» σε άλλη μονή. Επειδή μάλιστα οι
άνθρωποι αυτοί δεν έρχονται από μονές εκτός βασιλείου, συμπεραίνεται ότι οι λόγοι
της κινητικότητας αποδίδονται στην ανάγκη κάλυψης των αναγκών που προέκυπταν
καθώς και στην ανάγκη να διαμένουν στη μονή τουλάχιστον έξι μοναχοί, ώστε να
πληροί η μονή τους όρους λειτουργίας. Στη δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να
εξηγηθεί η κινητικότητα των λαϊκών προς τις μονές βάσει των νέων δεδομένων που
προκύπτουν με τη δημιουργία του οργανωμένου κράτους, καθώς πια σε κάποιες
ηλικίες ο μοναχισμός λειτουργεί ως δύναμη έλξης ενώ σε κάποιες άλλες ως δύναμη
«άπωσης».
Ο κύριος όγκος του ανδρικού μοναστικού δυναμικού εντοπίζεται μεταξύ των
χρονολογιών 1784-1824 και περυλαμβάνει ηλικίες κατά κύριο λόγο 10 με 26 ετών.
Υπάρχει όμως και διαφοροποίηση, οι χρονολογίες 1784-1797 «παρέχουν» ηλικίες 10
με 22 ετών. Μάλιστα την ίδια χρονική περίοδο παρουσιάζονται και μικρότερες
ηλικίες όπως αυτές μεταξύ 4 και 9 ετών, ενώ σπανίζουν οι ηλικίες πάνω από τα 25
έτη. Η εξήγηση έχει να κάνει με τους ιδιαίτερους λόγους της κάθε περίπτωσης των
ατόμων αυτών. Στις χρονολογίες αυτές (1784-1797) τα άτομα των πολύ μικρών
ηλικιών κατευθύνονται στις μονές όχι αναγκαστικά για την εκπλήρωση κάποιου
τάματος αλλά από την έλλειψη κηδεμόνων ή και την απόφαση του οικογενειακού
περιβάλλοντος να οδηγήσει τα νεαρά άτομα του στις μονές, ώστε να απαλλαγεί
οικονομικά από αυτά.
Από το 1800 μέχρι και το 1824 τα πράγματα αλλάζουν και αυξάνονται οι
ηλικίες των μοναχών από τα 22 στα 26 έτη. Η αύξηση αυτή των ηλικιών προς το
μοναχισμό κάνει την επιλογή να φαίνεται όλο και πιο συνειδητή από τα άτομα και
δεν υπαγορεύεται πια από το οικογενειακό τους περιβάλλον. Εξίσου αξιοπρόσεκτο
είναι το γεγονός ότι μετά το 1811 παρουσιάζονται όλο και περισσότεροι λαϊκοί να
καταφεύγουν στις μονές πάνω από το 26ο έτος της ηλικίας τους, χωρίς το ποσοστό
τους όμως να είναι ιδιαίτερα υψηλό. Η αιτιολόγηση θα πρέπει να συσχετιστεί σε
κάποιο βαθμό με τη γενικότερη ανασφάλεια της εποχής που θέλει τα άτομα να έχουν
363

κουραστεί ψυχικά από τις συνεχείς αναταραχές (Ορλωφικά, ληστοκρατία) αλλά και
30
τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες που τις ακολούθησαν . Αυτή η διαπίστωση
ενισχύεται και από το ότι το ποσοστό αυτό πάλι αυξάνεται στα έτη 1822-1834, κατά
τη διάρκεια δηλαδή της επανάστασης όσο και μετά.
Οι περιπτώσεις των μοναζουσών
Δίνεται η δυνατότητα από τις πληροφορίες που διαθέτουμε για τις μοναχές,
χρονολογίες και ηλικίες εισόδου στις μονές ', να παρακολουθήσουμε την
αυξομείωση τους ηλικιακά βάσει των χρονολογιών εισόδου τους (1800-1839) και να
σημειώσουμε ποιες ηλικίες παρατηρούνται ιδιαίτερα σε κάποιες χρονολογίες. Η
επεξεργασία των στοιχείων βασίζεται στις περιπτώσεις 63 μοναζουσών. Δεν γίνεται
σχολιασμός των υπόλοιπων 13 μοναζουσών, οι οποίες έχουν ηλικίες από 47 ετών
μέχρι και 82 ετών, επειδή δεν παρουσιάζουν κάποια ιδιαιτερότητα.
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των γυναικών
κατευθύνεται στις μονές στις χρονολογίες 1800-1824, η χρονική περίοδος ταυτίζεται
σχεδόν με την αντίστοιχη περίοδο των ανδρών, αν και τα στοιχεία που διαθέτουμε για
τις μοναχές είναι σαφώς λιγότερα. Σε αυτή λοιπόν την περίοδο (1800-1824) οι πιο
συνηθισμένες ηλικίες είναι μεταξύ των 3 και των 15 ετών και όχι όπως οι ηλικίες των
ανδρών που ο ηλικιακός μέσος όρος τους είναι σαφώς μεγαλύτερος.
Σημειώνεται όμως η εξής διαφορά: στις χρονολογίες 1794-1797 οι ηλικίες που
παρουσιάζονται δεν είναι όπως αυτές της επόμενης περιόδου, 1800-1824, δηλαδή 3
με 15 ετών, αλλά μεταξύ 6 και 22 ετών. Η αύξηση του ηλικιακού ορίου θα πρέπει να
αποδοθεί στην έλλειψη στοιχείων και όχι σε κάποιες άλλες αιτίες όπως καθένας θα
μπορούσε να υποθέσει. Και αυτό γιατί τα αριθμητικά δεδομένα που διαθέτουμε, 23
μοναζουσών, δεν μας επιτρέπει να συμπεράνουμε οτιδήποτε. Σε αυτή επίσης την
χρονική περίοδο, από έλλειψη στοιχείων, δεν παρουσιάζονται περιπτώσεις που να
αφορούν δόκιμες πάνω από το 22ο έτος της ηλικίας τους.
Τα στοιχεία αυξάνονται μετά το 1800 και μέχρι το 1824, επομένως τα
συμπεράσματα είναι πιο αξιόπιστα. Πιο συγκεκριμένα την περίοδο 1800 μέχρι και
1824, όπως προαναφέρθηκε, μειώνονται οι ανώτερες ηλικίες «προσέλευσης» των
μοναζουσών από τα 22 στα 15 έτη. Η μείωση αποδεικνύει ότι η κίνηση προς το
γυναικείο μοναχισμό συντελείται επειδή επιδρούν κυρίως κοινωνικοί παράγοντες,

29
Κυρ. Σιμόπουλος, O.K., τ.Π, σελ. 493-494. Κ. Κόμης, Πληθυσμός.... O.K., σελ. 147-148, 159, 161.
30
Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 196-199,282-283. Τ. Γριτσόπουλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 140-
146.
364

που έχουν ήδη προαναφερθεί, και όχι η προσωπική επιλογή των ατόμων. Ακριβώς
επειδή ένα παιδί τριών ετών δεν μπορεί να προαποφασίσει για όλη την υπόλοιπη ζωή
του με τι θα ασχοληθεί. Από τις 63 γυναίκες που σημειώνονται την περίοδο 1800-
1839 οι 44 βρίσκονται ηλικιακά μεταξύ των 3 και 15 ετών, ένα δηλαδή μεγάλο
ποσοστό που φτάνει το 48,8%.
Πρέπει επίσης να καταγραφεί το γεγονός ότι σε όλη αυτή την περίοδο
σημειώνονται και περιπτώσεις γυναικών που πηγαίνουν να μονάσουν σε ηλικία πάνω
από 25 ετών. Οι περιπτώσεις είναι λιγότερες αριθμητικά είναι όμως αναγκαίο να
σημειωθεί ότι και στις γυναίκες εκτός από τους κοινωνικούς λόγους που ανάγκαζαν
κάποια να ακολουθήσει το μοναχισμό επιδρούσε και η προσωπική επιθυμία, η οποία
είχε διαμορφωθεί από τις πολιτιστικές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες του α'
μισού του 19ου αιώνα στο ελληνικό βασίλειο. Το ποσοστό σε αυτές τις περιπτώσεις
φτάνει το 37,8%.
Η επεξεργασία των πληροφοριών από τα έγγραφα των γυναικείων μονών δεν
παρουσιάζει την ενιαία εικόνα που παρατηρήθηκε στους μοναχούς, αλλά δύο
διαφορετικές καταστάσεις. Η πρώτη εμφανίζει τις δόκιμες να κατευθύνονται στο
μοναχισμό σε μικρότερες ηλικίες από τις αντίστοιχες των ανδρών και η άλλη
παρουσιάζει την κίνηση να σημειώνεται σε μεγαλύτερες ηλικίες, πάνω από τα 25 έτη.
Θα πρέπει να υποθέσουμε ότι δεν αποτελούν δύο διαφορετικές καταστάσεις αλλά ότι
ισχύουν και οι δύο περιπτώσεις. Όταν δηλαδή η επιλογή είναι συνειδητή οι δόκιμες
καταφεύγουν στις μονές σε μεγάλες ηλικίες, ενώ όταν η επιλογή προέρχεται από το
οικογενειακό τους περιβάλλον καταφεύγουν σε πολύ μικρές ηλικίες. Ένα ορφανό
αγόρι είχε περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσει από ένα κορίτσι.

12.4 Ανασκόπηση

Η παράμετρος «χρόνος» ορίζεται και εξετάζεται από δύο στοιχεία, τις χρονολογίες
προσχώρησης στις μονές και τις ηλικίες των ατόμων κατά την είσοδο τους στο
μοναχισμό.
Σύμφωνα με τις χρονολογίες διαπιστώνουμε μια κινητικότητα κατά τα έτη
1794 ως 1824, η οποία για τις γυναίκες συνεχίζεται μέχρι το 1833. Η ενέργεια αυτή
δεν πρέπει να εξηγηθεί μόνο βάσει των ιστορικών συγκυριών γιατί έτσι διεξάγονται

31
Βλ. Παράρ. 2, πίν. XIV.2, XV.2, XV.4, τ. II, σελ. 129, 131, 135-137.
365

λανθασμένα συμπεράσματα, όπως ότι τα άτομα καταφεύγουν στο μοναχισμό λόγω


της προεπαναστατικής ανασφάλειας και των συνεπακόλουθων επιπτώσεων σε
περίπτωση αποτυχίας της επανάστασης. Στις περιπτώσεις που συνυπολογίζονται
ιστορικοί λόγοι αυτοί απλά επισπεύδουν την επιθυμία των ατόμων να μονάσουν.
Στους άνδρες παρατηρείται μια μικρή «έξαρση» την περίοδο 1834-1835.
Αυτή ερμηνεύεται ως τρόπος αντιμετώπισης των επιπτώσεων των β. διαταγμάτων
από μέρους των μοναχών. Προσπαθώντας δηλαδή να πετύχουν τη διατήρηση
περισσότερων μονών μικρού δυναμικού, είτε ασκούν άμεση επιρροή σε λαϊκούς
μεγαλύτερων ηλικιών, είτε μετακινούν άτομα από μονές με αυξημένο δυναμικό σε
μικρότερες. Το δεύτερο είναι και το πιο πιθανό, γιατί μετά το 1835 η κινητικότητα
αυτή γίνεται μηδενική. Όσο για την πρώτη υπόθεση έχει ήδη επισημανθεί ότι ο
θεσμός βρίσκεται σε κάμψη και δεν προσελκύει πια νεαρά άτομα. Στις γυναικείες
μονές αντίθετα δεν συναντάται κάτι ανάλογο, καθώς το β. διάταγμα ήταν σαφές:
έπρεπε να παραμείνουν σε λειτουργία μόνο τρεις. Είτε λοιπόν κινητοποιούνταν τα
ενδιαφερόμενα μέρη είτε όχι το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο.
Ενδιαφέρον έχουν και οι ηλικίες που έχουν τα άτομα όταν εισέρχονται στο
μοναχισμό. Άξιες σχολιασμού είναι δύο κατηγορίες ηλικιών, οι «μικρές» (60%) και
οι «προχωρημένες» (12%). Στην πρώτη συναντώνται ηλικίες 10 με 24 ετών
ειδικότερα για τις ηλικίες 10 με 14 ετών (27,4%), πρέπει να επισημανθεί πως η
επιλογή δεν ήταν προσωπική αλλά συνυπολογίστηκαν παράγοντες ηθικοί,
ανθρωπιστικοί, θρησκευτικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί. Στις μεγαλύτερες ηλικίες 15
με 24 ετών (34,7%) η απόφαση έχει να κάνει με την άμεση επιλογή των λαϊκών'
γίνεται συνειδητά επειδή ο μοναχισμός ταιριάζει στον τρόπο ζωής που οι ίδιοι
επιλέγουν αλλά και στα οφέλη που απορρέουν από αυτόν.
Στις γυναίκες αυτή η κατηγορία διαφοροποιείται. Οι ηλικίες τους κυμαίνονται
από 3 μέχρι 17 ετών, πολύ μικρότερες δηλαδή από αυτές των ανδρών. Οι αποκλίσεις
από τα ποσοστά των ανδρών έχουν να κάνουν τόσο με τον περιορισμένο αριθμό των
στοιχείων όσο και με λόγους περισσότερο κοινωνικούς, θρησκευτικούς και
ανθρωπιστικούς από ό,τι στους άνδρες. Συνειδητή επιλογή του μοναχισμού μπορούμε
να διαγνώσουμε στα έτη 15 με 17, τα οποία και καταλαμβάνουν ποσοστό της τάξης
του 12% του συνόλου των μοναζουσών.
Αυτές οι μικρές ηλικίες δεν αντιβαίνουν στους εκκλησιαστικούς κανόνες, οι
οποίοι ορίζουν συγκεκριμένο κατώτατο όριο ηλικίας αποδοχής; Η «παραβίαση» τους
εξηγείται από το συνδυασμό παραγόντων, οι οποίοι αφορούν προσωπικούς λόγους,
366

άγνοια των κανόνων, ανοχή των επισκόπων ή των μητροπολιτών καθώς και
προσπάθεια προστασίας του θεσμού με στόχο να μειώσουν την κάμψη που
παρατηρείτο.
Στις «προχωρημένες» κατατάσσονται οι ηλικίες των ετών 40 με 83. Σε αυτές
τις περιπτώσεις διαφαίνεται η τάση των λαϊκών όχι μόνο να εκπληρώσουν την
επιθυμία τους για αναχωρητισμό αλλά και να εξασφαλίσουν μέσω της μονής
περίθαλψη, φροντίδα και ασφάλεια. Φυσικά ή αποδοχή τους δεν γινόταν πάντα μόνο
για εκδήλωση φιλανθρωπίας, αφού η προσχώρηση στη μονή συνοδευόταν και από
την παραχώρηση σε αυτή της προσωπικής περιουσίας του προσερχόμενου,
παρεπόμενο και της υπόσχεσης ακτημοσύνης του μοναχού.
Η εκκοσμίκευση της πίστης και η προσδοκία ότι το Κράτος που δημιουργείται
θα φέρει περισσότερες δυνατότητες σε όλους τους τομείς της ζωής των ανθρώπων,
φέρνουν κάποια διαφοροποίηση στις ηλικίες των λαϊκών που επιθυμούν να
μονάσουν. Αυτό φαίνεται από την προσέλευση μοναχών προς τις μονές μετά το 1826.
Αρχίζει να παρατηρείται μια ηλικιακή γήρανση των ατόμων που εγκαταβιώνουν στις
μονές καθώς αυξάνονται οι ηλικίες άνω των τριάντα ετών, ενώ μειώνονται σταδιακά
οι μικρές ηλικίες.
Τέλος επισημαίνεται σύμφωνα με τις ηλικίες, ότι τουλάχιστον στο 54% η
επιλογή του μοναχικού σχήματος είναι αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης τους.
Για το υπόλοιπο ποσοστό, εκτός από τη θετική αντίληψη που είχαν για το θεσμό,
προσμετρήθηκαν και άλλοι παράγοντες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σε όλες τις
περιπτώσεις οι παράγοντες αυτοί ήταν πάντοτε ιδιοτελείς.
367

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΙΚΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ

Η ιδιότητα του μοναχού μαρτυρεί ότι ο μοναχός διατηρεί τη σχέση του με το Θεό
αλλά ταυτοχρόνως έρχεται σε επαφή με τις ανάγκες της καθημερινότητας. Δεν είναι
λοιπόν τολμηρό να σκεφτούμε ότι πρακτικά θέματα «εμπλέκονται» με το μεταφυσικό
στον καθημερινό βίο του μοναχισμού . Ο μοναχός δεν έχει να ασχοληθεί μόνο με την
προσευχή του στον κανόνα (στο κελί του) και στο καθολικό της μονής, με την
περισυλλογή, με την τέλεση τελετουργιών αλλά και με εργασίες εντός και εκτός
μονής2, με επαφές με τους λαϊκούς3 κ.λ.π.
Η καθημερινότητα των μοναχών στις μονές της μετανοίας τους στο α' μισό
ου
του 19 αιώνα, οι εργασίες, χειρονακτικές ή μη, που ασχολούνταν, το μορφωτικό
τους επίπεδο και η γραμματοσύνη τους, η περιουσιακή τους κατάσταση, η ηθική τους
διαγωγή εντός και εκτός μονής, οι ασθένειες και αναπηρίες που ταλαιπωρούσαν τους
μοναχούς, οι σχέσεις των μοναχών με τους λαϊκούς, είναι μερικά από τα ερωτήματα
που καλούμαστε να δώσουμε απάντηση στο κεφάλαιο αυτό. ·

13.1 Ο καθημερινός βίος των μοναχών στις μονές

Οι πηγές, (περιηγητικές και εκκλησιαστικές), παρέχουν στοιχεία για το πώς


κατένειμαν το χρόνο τους οι μοναχοί στις μονές τους καθημερινά . Σύμφωνα με

1
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 142-143.
2
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222. Τ. Γριτσόπουλος, Μονή Αγίων..., ό.π., σελ. 508.
3
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 142, 152.
4
P. Belon, Les Observations de plusieurs singlaritez e choses mémorables trouvées en Grèce, Asie,
Indie, Arabie et autres pays estranges, Παρίσι 1853, σελ. 70. G. Waddington, The Present Condition of
the Greek or Oriental Church, Λονδίνο 1829, σελ. 77-78. W.M. Leake, ό.π., σελ. 250. J. Pittonde
Toumefort Relation d' un voyage du Lenant, fait par ordre du roi, τ. Ι, Παρίσι 1717, σελ. 62-63. J.
Spon, Voyage d'Italie, de Dalmatie, de Grèce.et du Lenant, χ. Π, Λυών, 1678, σελ. 170-172. P. Ricaut,
368

αυτές ολόκληρο το ημερονύκτιο διαιρείται σε τρία οκτάωρα, που είναι αφιερωμένα


το καθένα στην προσευχή, την εργασία (διακονία) και την ανάπαυση5.
Η προσευχή των μοναχών διακρίνεται σε κοινή-ομαδική και ιδιωτική. Η κοινή
γίνεται από όλους μαζί κατά τις διάφορες ακολουθίες στον ναό της μονής (στο
καθολικό). Οι πιο συνηθισμένες είναι ο εσπερινός, το απόδειπνο, το μεσονύκτιο, ο
όρθρος και η θεία λειτουργία, στις οποίες ο χρόνος αυξάνεται κατά τις διάφορες
γιορτές και ιδίως στις αγρυπνίες. Σχεδόν όλες οι ακολουθίες πραγματοποιούνται τη
νύκτα, όταν οι λαϊκοί ξεκουράζονται. Η ιδιωτική προσευχή πραγματοποιείται
ατομικά από το μοναχό στον κανόνα του (στο κελί).
Έχει καλλιεργηθεί η άποψη από ορισμένους, ότι οι Ορθόδοξοι μοναχοί,
αντίθετα προς εκείνους της δυτικής Εκκλησίας που αναπτύσσουν κοινωνικό έργο,
ακολουθώντας τον δρόμο του αναχωρητισμού δεν προσφέρουν έργο ατομικό ή
συλλογικό. Αυτό όμως είναι λάθος γιατί όπως και σήμερα μεγάλο μέρος των
λειτουργικών αναγκών μίας μονής καλυπτόταν από τις εργασίες -διακονήματα- των
μοναχών της.
Οι όροι διακονία, διακονείν, διάκονος, απαντώνται σε διάφορα χωρία της
Καινής Διαθήκης. Ως είδη και μορφές της διακονίας αναφέρονται: 1) η θρησκευτική
και πνευματική διακονία με την έννοια του κηρύγματος του ευαγγελίου και 2) η
υλική διακονία, σύμφωνα με την οποία εξυπηρετούνταν οι ανάγκες της μοναστικής
κοινότητας και των πιστών.
Σε μεταγενέστερους χρόνους ο όρος «διακονία» χρησιμοποιήθηκε ως δήλωση
είτε των ειδικών υπηρεσιών του λειτουργήματος των μοναχών κυρίως των

The Present State of the Greek and the Armenian Churches, Anno Christi, 1678, Λονδίνο 1680, σελ.
12-13. Ε. Κινέ, Η Ελλάδα του 1830 και οι σχέσεις της με την Αρχαιότητα , μετ. Λ. Γκινάκα, εκδ. Τολίδη,
Αθήνα 1988,σελ. 56. Σ. Καδάς, Το Άγιον Όρος, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε, 1986, σελ. 22-30. Χ. Κ.
Παπαστάθης, Οι κανονισμοί των Ορθόδοξων Ελληνικών Κοινοτήτων του Οθωμανικού Κράτους και
της Διασποράς, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 109-110. Ι. Μ.. Χατζηφώτης, ό.π., σελ. 252-259, 267-275.
«Σ' αυτούς τους τόπους απομόνωσης (μονές) οι μοναστικοί κανόνες διεκδικούν όλες τις δυνάμεις και
όλο το χρόνο των κληρικών που κατοικούν εκεί... . Τέλος μοιράζουν το χρόνο τους ανάμεσα στη
χειρονακτική εργασία και στο διάβασμα της θείας λειτουργίας ή στην εκκλησία ή στο κελί.» Φρ.
Πουκεβίλ, ό.π., τ.6, σελ. 260. «Η μέρα ενός μοναχού ήταν μακράς διαρκείας και τα καθήκοντα του
ήσαν επαναλαμβανόμενα. Η κάθε μέρα του άρχιζε με προσευχή μιας ώρας προτού ξημερώσει. Μετά
την ανατολή του ήλιου, θεία λειτουργία και στο διάστημα της ημέρας οι Ακολουθίες των Ωρών. Το
βράδυ ετελούνταν ολονύκτιες λειτουργίες, όταν ήταν παραμονή εορτών επιφανών Αγίων ή άλλων
μεγάλων εορτών. Η πειθαρχία ήταν αποκλειστική ευθύνη του ηγούμενου. Οι πατριάρχες εξέδιδαν
κώδικες τιμωριών, αλλά τελικά ο ηγούμενος ήταν υπεύθυνος για την ερμηνεία και την εφαρμογή τους.
Θρασείς μοναχοί που παρέβαιναν τους μοναστικούς κανονισμούς, υποβάλλονταν σε αυστηρές
νηστείες ή αποκλείονταν από τη λιτανεία. Οι παραβάτες πιο σοβαρών κανονισμών έπρεπε να
περιμένουν ότι θα κατέληγαν σε απομονωτικό περιορισμό, που φαινόταν σαν μια εξαιρετική τιμωρία,
για όσους επιδίωκαν την απομόνωση». Ch. Hellier, ό.π., σελ. 23-24.
369

χειροτονημένων, είτε γενικά των ασχολιών των μοναχών που σχετίζονται με τις
καθημερινές τους ανάγκες.
Στις διακονίες των ιερατικών και πνευματικών καθηκόντων, συναντώνται οι
όροι: Εφημέριος, πνευματικός, ιερέας-ιερομόναχος6, αρχιδιάκονος, ιεροδιάκονος,
διάκονος, υποδιάκονος, αναγνώστης.
Οι χειρονακτικές εργασίες στις μονές, από την άλλη πλευρά, είναι οι ίδιες με
αυτές που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν οι λαϊκοί στην καθημερινή τους ζωή. Εκτός
όμως από τις εργασίες που αφορούν την καλλιέργεια της γης ή την κτηνοτροφία,
υπάρχουν εργασίες συντήρησης της μονής και φροντίδας των μοναχών που ζουν σε
αυτές7.
Όπως λοιπόν οι λαϊκοί είναι επιφορτισμένοι με την παραγωγή συγκεκριμένου
έργου επαγγελματικού ή μη για να μπορέσουν να καλύψουν τις ανάγκες τους έτσι και
οι μοναχοί είναι αναγκασμένοι να καλύπτουν τις ανάγκες που προκύπτουν με τον
προσωπικό τους μόχθο8.
Ο χρόνος που μένει στο μοναχό, αν αφαιρεθεί ο χρόνος των θρησκευτικών
καθηκόντων, της προσευχής, τις περισυλλογής, των τελετουργιών, καθώς και της
ανάπαυσης, πρέπει να αναλωθεί σε συγκεκριμένο έργο. Οι εργασίες που μπορεί ο
επισκέπτης σήμερα να παρακολουθήσει σε μία μονή δε διαφέρουν από αυτές που
γίνονταν και στις αρχές του 19ου αιώνα. Σίγουρα στις μέρες μας η τεχνολογία έχει
βοηθήσει ώστε οι εργασίες αυτές να γίνονται με λιγότερο κόπο ή πάλι πολλά από τα
καταναλωτικά είδη να αγοράζονται και όχι να παράγονται. Για το λόγο αυτό μπορεί
να συναντήσει κανείς στα έγγραφα των αναφορών και εργασίες που δεν
πραγματοποιούνται σήμερα.

6
«Όταν ένας μοναχός χειροτονηθεί διάκονος και στη συνέχεια ιερέας, ονομάζεται ιερομόναχος, ειδεμή
παραμένει απλός μοναχός, αναλαμβάνει στη μονή διακόνημα που πρέπει να επιτελεί, παράλληλα με
την άσκηση, τις λατρευτικές υποχρεώσεις του.» Ι. Χατζηφώτης, ό.π., σελ. 252-265.
7
«Η αυστηρή ζωή εκείνων που ζούνε κλεισμένοι εκεί μέσα, αξίζει να προσεχθεί, πολύ περισσότερο,
που είναι ελεύθεροι να ξεφύγουν από αυτή την αυστηρότητα. Εκεί, βρίσκει κανείς ερημίτες ντυμένους
με τρίχινα ράσα, που τρέφονται με χοντροκομμένες τροφές, σε ένα χώρο γεμάτο απολαύσεις, και που
ζουν μόνο με τη χειρονακτική τους δουλειά. Ανάμεσα τους δεν υπάρχουν καθόλου μορφωμένοι
άνθρωποι. Όλες οι ζωντανές ιδιότητες τους σβήνουν και φθείρονται στις αγροτικές εργασίες, με τις
οποίες είναι καταδικασμένοι από ανάγκη να εξασφαλίζουν τις πρώτες ανάγκες της ζωής... .» Φρ.
Πουκεβίλ, ό.π., τ.6, σελ. 259-260.
8
Τ. Γριτσόπουλος, Μονή Αγίων..., ό.π., 508.
370

α. Οι μοναχοί

Πρέπει να σημειωθεί ότι ο σχετικά μικρός αριθμός των μοναχών σε σχέση με


τις αυξημένες ανάγκες που προέκυπταν στις μονές ήταν δυσανάλογος, με αποτέλεσμα
να είναι συχνό το φαινόμενο ένας μοναχός να εκτελεί περισσότερες από μία
υπηρεσίες. Πολλές μάλιστα από τις αγροτικές εργασίες αναγκάζονταν να τις
9
παραχωρούν σε λαϊκούς έμμισθα .
Οι αρμοδιότητες και οι εργασίες, εκκλησιαστικές και χειρονακτικές, που
σημειώνονται στα έγγραφα να ασχολούνται οι μοναχοί, εντός και εκτός μονής, ήταν:
αλμπάνης (πεταλωτής), αρτοποιός, αρχιποιμήν, βηματάρης, βιβλιοδέτης,
βυρσοδέψης, βοηθός οικονόμου, γεωργός, γραμματέας, διαβαστής, δοχειάρης,
εκκλησιάρχης, επιστάτης-επιτηρητής. Στους προαναφερόμενους όρους συναντώνται
οι εξής διευκρινήσεις: επιστάτης εις μετόχι, επιστάτης του ελαιώνος, επιστάτης του
κελαριού, επιστάτης των ζευγαριών, επιστάτης των προβάτων, επιστάτης των
φορτηγών ζώων. Άλλες εργασίες ήταν: ζευγάς, ηγούμενος, θυρωρός ή πορτάρης,
κανδηλάπτης, κελάρης, κηπουρός ή περιβολάρης, κλειδούχος, μάγειρας, μάγκιπας
(φούρναρης), μουσικός ή ψάλτης, ξενοδόχος, οικονόμος, οινοδόχος, πνευματικός,
ποιμήν, σύμβουλος, σκευοφύλακας, σκουτάρης, σχοινάς, τραπεζάρης, τυπικάρης,
φροντιστής, φύλακας των ελαιώνων ή των αμπελώνων, χαλκεύς ή χαλκάς.
Οι ανωτέρω εργασίες κάνουν τον ερευνητή να θεωρεί τη ζωή των μοναχών
αρκετά σκληρή, αφού αυτή καταναλώνεται όχι μόνο σε θρησκευτικά καθήκοντα
αλλά και σε χειρονακτικές ασχολίες αρκετά κοπιαστικές . Ο Pouqueville αναφέρει
χαρακτηριστικά: «Εκεί, βρίσκει κανείς ερημίτες ντυμένους με τρίχινα ράσα, που
τρέφονται με χοντροκομμένες τροφές και που ζουν μόνο με τη χειρονακτική δουλειά
τους. ...Όλες οι ιδιότητες τους σβήνουν και φθείρονται στις αγροτικές εργασίες, με τις
οποίες είναι καταδικασμένοι από ανάγκη να εξασφαλίσουν τις πρώτες ανάγκες της
ζωής. Σ' αυτούς τους τόπους απομόνωσης, οι μοναστικοί κανονισμοί διεκδικούν όλες
τις δυνάμεις και όλο το χρόνο των κληρικών που κατοικούν εκεί. ...Τέλος μοιράζουν
το χρόνο τους ανάμεσα στη χειρονακτική εργασία και στο διάβασμα της θείας
λειτουργίας ή στην εκκλησία ή στο κελλί»11.

9
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 220. Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 222. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 154.
10
Ι. Χατζηφώτης, ό.π., σελ. 268-270.
11
Φρ. Πουκεβίλ, ό.π., τ.6, σελ. 259-260.
371

β. Οι λαϊκοί

Είτε γιατί η μονή διέθετε μεγάλη ακίνητη περιουσία με αποτέλεσμα η


φροντίδα της να δημιουργεί επιπρόσθετες ανάγκες είτε γιατί οι μοναχοί της μονής δεν
επαρκούσαν να ανταπεξέλθουν στις απαιτούμενες ανάγκες, κατέφευγαν συχνά, όπως
12
πιστοποιείται από τις αναφορές, σε λαϊκούς , οι οποίοι προσέφεραν την εργατική
1
τους δύναμη έμμισθα .
Σε προηγούμενο κεφάλαιο έχουν σχολιασθεί οι εργασίες, με τις οποίες οι
λαϊκοί ασχολούνταν. Ανακεφαλαιώνονται λοιπόν όσα ήδη έχουν αναφερθεί. Για να
τους διαχωρίζουν από τους μοναχούς, τα έγγραφα χρησιμοποιούν τους όρους
«υπομίσθιος», «μισθωτός». Με τους όρους αυτούς νοούνται όλα εκείνα τα άτομα,
που είτε μένουν στην μονή, χωρίς να έχουν πάρει το μοναστηριακό σχήμα, είτε
μένουν σε κοντινά χωριά και προσφέρουν την εργασία τους στη μονή με αντάλλαγμα
αγαθά σε είδος ή σε χρήμα.
Τα στοιχεία που μας παρέχουν τα έγγραφα καταγράφουν τις εργασίες που τα
άτομα αυτά προσέφεραν στις μονές. Από τις εργασίες που επιτελούσαν
χαρακτηρίζονταν ως ποιμένες, βουκόλοι, δούλοι των ζώων ή υπηρέτες των ζώων ή
φύλακες των ζώων, βοσκοί των αλόγων ή βοσκοί των ίππων, ιπποβοσκοί,
ιπποφύλακες, δούλοι εις τα άλογα, βοσκοί εις τα αιγοπρόβατα, προβατοβοσκοί,
αιγοβοσκοί, ή δούλοι προβάτων γιδιών και αγελάδων, υπηρέτες εις την μονή,
υπηρέτες εις το μετόχι, υπηρέτες εις τα καματερά, δούλοι εις τα μουλάρια ή δούλοι
επί των ημιώνων, αγροφύλακες, υπηρέτες εις τα μελίσσια, φύλακες του μύλου,
γελαδο βοσκοί ή αγελαδοφύλακες ή αγελαδοβοσκοί ή βοϊδο βοσκοί ή φύλακες των
βοϊδίων, φύλακες των φορτίων ζώων ή δούλοι εις τα φορτηγά ζώα, δούλοι εις τα
ζευγάρια, γεωργοί.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί το σύνολο των ατόμων αυτών προσφέρουν τις
υπηρεσίες τους σε εργασίες της κτηνοτροφίας, ενώ μέρος μόνο αυτών ασχολούνται
με τη γεωργία ή άλλες ασχολίες. Αυτό δε σημαίνει ότι οι μονές δεν είχαν αρκετές
γεωργικές εργασίες να εκτελέσουν, αλλά αρκετές από αυτές εκτελούνταν από τους
μοναχούς των μονών ή προσλαμβάνονταν λαϊκοί μόνο για συγκεκριμένο χρονικό

12
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 220. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 154.
13
«Στον αγροτικό τομέα η μισθωτή εργασία είναι κατά κύριο λόγο εποχιακή, χωρίς αυτό να σημαίνει
ότι είναι κατά κανόνα μισθωτή: ο εποχιακός αγροτικός εργάτης αμείβεται συνήθως σε είδος, ιδιαίτερα
όταν χρησιμοποιείται στις καλλιέργειες των δημητριακών». Μ. Σακελλαρίου, ό.π., σελ. 222.
372

διάστημα, όσο δηλαδή διαρκούσαν οι εργασίες, χωρίς να αποτελούν μόνιμο


προσωπικό.

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.1
Οι γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες των υπηρετών

Εργασίες Άτομα Ποσοστό %


Κτηνοτροφία 121 90,9
Γεωργία 12 9,1
Σύνολο 133 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

γ. Οι μοναχές

Τα έγγραφα των αναφορών δε μας παρέχουν πληροφορίες για τις


χειρονακτικές εργασίες και τα καθήκοντα των μοναζουσών. Αυτό δε σημαίνει πως
δεν υπήρχαν εργασίες να επιτελέσουν, απλά η καταγραφή τους δεν κρίθηκε
απαραίτητη. Θα πρέπει έτσι να υποθέσουμε πως οι εργασίες αυτές περιορίζονταν σε
συγκεκριμένα έργα, όπως της αρτοποιού, του βηματάρη, της γραμματέας, της
δοχειάρισσας, του εκκλησιάρχη, της ηγουμένης, της θυρωρού-πορτάρισσας, της
κανδηλάπτισσας, της κλειδούχου, της μαγείρισσας, της τραπεζάρισσας.
Πληροφορίες για τις εργασίες που επιτελούσαν αντλούμε και από το διάταγμα
(25/2 9/3/1834) που περιόριζε τον αριθμό των γυναικείων μονών, και σύμφωνα με το
οποίο υποχρεώνονταν: να ασχολούνται με γυναικεία εργόχειρα, να δέχονται και να
περιθάλπουν φτωχούς, ασθενείς και παράφρονες, να διδάσκουν ορφανά και φτωχά
κορίτσια.
Σύμφωνα πάλι με το β. διάταγμα14 η κινητή και ακίνητη περιουσία των
γυναικείων μονών περιερχόταν στο εκκλησιαστικό ταμείο εκτός από 4-6 στρέμματα
γης τα οποία έπρεπε να βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από τη μονή. Αφηνόταν
αυτή η μικρή καλλιεργήσιμη γη για να μπορούν οι μοναχές να καλύπτουν τις ανάγκες
της διατροφής τους. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα να προκύπτουν περιορισμένες
εργασίες σχετικές με τη γεωργία. Εξηγείται έτσι το γεγονός γιατί δεν καταγράφονται
373

στις αναφορές των γυναικείων μονών υπηρέτες. Αν κάποια στιγμή προέκυπτε η


ανάγκη ανδρικών εργατικών χεριών αυτό γινόταν για περιορισμένο χρονικό
διάστημα, όσο χρειαζόταν δηλαδή για να καλυφθούν οι ανάγκες, κατά κανόνα
γεωργικές και συντηρήσεις μονών.

δ. Οι ασθένειες και οι αναπηρίες

Στα πλαίσια της γνωριμίας των μοναχών και των μοναζουσών του α' μισού
ου
του 19 αιώνα εντάσσονται και τα στοιχεία που αφορούν τις ασθένειες και τις
αναπηρίες τους. Έτσι αποκτά κανείς εικόνα των ασθενειών και των αναπηριών που
ταλαιπωρούσαν τους μοναχούς.
Ο πίνακας (13.2) που ακολουθεί παρουσιάζει τις ασθένειες-αναπηρίες και τον
αριθμό των μοναχών που υποφέρουν από τις συγκεκριμένες ασθένειες-αναπηρίες.
Όπως διαπιστώνεται όλες οι περιπτώσεις αφορούν αναπηρίες χρόνιες, ανίατες και όχι
παροδικές.
ΠΙΝΑΚΑΣ 13.2
Ασθένειες και αναπηρίες ατόμων που εγκαταβιώνουν στις μονές

Ασθένειες και αναπηρίες Άτομα


Φρενόληπτος - Αφελής - Βεβλαμμένος τον νουν 7
Χωλός 2
Γηραλαίος (ανίκανος εις το έργον) 5
Αόμματος - Τυφλός 26
Κλινήρης 2
Βραδύγλωσσος 1
Ποδαλγός 1
Κουφός 2
Ασθενείς 5
Σύνολο 51

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στον πίνακα παρουσιάζονται οι αναπηρίες που είχε μέρος των μοναχών καθώς
και των λαϊκών, που ζούσαν στις μονές. Στα έγγραφα σημειώνονται οι ακόλουθοι
όροι για να δηλώσουν τις αναπηρίες των ατόμων: Φρενόληπτος, Βεβλαμμένος τον
νουν, αφελής, με όλους αυτούς τους χαρακτηρισμούς δηλώνονται ψυχικά νοσήματα

14
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 235-236.
374

που είχαν τα άτομα. Με τον όρο χωλός, δηλώνεται η αναπηρία στα κάτω άκρα
(κουτσός). Κάποια από τα άτομα χαρακτηρίζονται γηραλέα (γηραλαία), υπονοώντας
έτσι κάποιες ασθένειες που έχουν σχέση με την ηλικία τους. Μεγάλο ποσοστό (51%)
των αναπήρων, που ζουν στις μονές, καταλαμβάνουν οι αόμματοι-τυφλοί. Ως
κλινήρες, χαρακτηρίζεται το άτομο που είναι κατάκοιτο και δεν μπορεί ούτε να
σταθεί όρθιο ούτε να παράγει έργο. Δε διευκρινίζεται όμως αν σε αυτές τις
περιπτώσεις η κατάσταση τους είναι χρόνια και μόνιμη ή παροδική. Βραδύγλωσσο
χαρακτηρίζεται το άτομο που πάσχει από τραυλισμό, ενώ με το όρο κουφός, το άτομο
που παρουσιάζει ακουστικά προβλήματα χωρίς όμως να φαίνεται ο βαθμός του
προβλήματος. Ένας τελευταίος όρος που χρησιμοποιείται στα έγγραφα είναι αυτός
του ασθενή, επειδή ο χαρακτηρισμός είναι γενικός δεν μπορούμε να υποθέσουμε το
είδος της ασθένειας.
Από την ύπαρξη στις μονές αναπήρων που είναι λαϊκοί και της περίθαλψης
και φροντίδας που δέχονται από τους μοναχούς διαπιστώνεται ο φιλανθρωπικός
χαρακτήρας των μονών . Έτσι σε έγγραφο των Μοναστηριακών σημειώνεται
κατάλογος των ατόμων που δεν είναι μοναχοί αλλά περιθάλπονται σε μονές του
νομού Αργολίδος. «Κατάλογος των εν τοις κατά τον Νομόν Αργολίδος κ.τ.λ.
διατηρουμένοις Μοναστηρίοις αόμματων ορφανών»1 . Στο συγκεκριμένο έγγραφο
παρουσιάζονται 20 λαϊκοί, οι οποίοι ταυτόχρονα είναι και ορφανοί, να διαμένουν στις
μονές του νομού.

15
Γ. Στογιόγλου, ό.π., σελ.370. Τ. Γριτσόπουλος, Μονή Αγίων..., ό.π., σελ. 508-509. Ι. Γεωργούλας,
ό.π., σελ. 247-254.
16
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213.
375

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.3
Μονές του νομού Αργολίδος που περιθάλπουν ασθενείς και αναπήρους

Μονές Ασθενείς Ατομα


Φανερωμένη Αόμματοι 2
Λέχοβα Αόμματοι 2
Βράχου Αόμματοι 2
Στεφάνι Αόμματος 1
Προφήτης Ηλίας Αόμματος 1
Άγιος Γεώργιος Αόμματοι 2
Άγιος Δημήτριος Αόμματος 1
Ταξιαρχών Αόμματοι 2
Καρακαλά Αόμματοι 3
Ταλαντίου Αόμματοι 3
Αγνούντος Αόμματος 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213.

Πρέπει να σημειωθεί πως τη φροντίδα αυτών των ατόμων ανέθεσαν στους


μοναχούς οι διοικητικές αρχές καθώς δίπλα στο όνομα του κάθε ατόμου αναγράφεται
και η «διατάξασα αρχή», η οποία απέστειλε συγκεκριμένη διαταγή για το κάθε άτομο
ξεχωριστά. Έτσι μπορεί να διακρίνει κανείς εκτός από τη φιλανθρωπία των μονών
και την επιβολή της Πολιτείας, προκειμένου να παίξουν οι μονές ρόλο κέντρου
περίθαλψης ασθενών και αναπήρων17.
Το έγγραφο δεν αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση όπου καταγράφεται
περιποίηση και φροντίδα ασθενών από μοναχούς και μάλιστα οι πρώτοι να μην
ανήκουν στη μοναχική κοινότητα. Στις αναφορές του 1833 προκύπτουν και άλλες
τέτοιες περιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα καταγράφονται 5 φρενόληπτοι στη μονή του
Μεγάλου Σπηλαίου, οι οποίοι επειδή δεν υπολογίζονται μέσα στο συνολικό αριθμό
των μοναχών. Αυτό μας κάνει να υποθέτουμε πως είναι λαϊκοί . Επίσης στη Μονή
των Ταξιαρχών Αιγιαλείας σημειώνεται η ύπαρξη 5 λαϊκών οι οποίοι
χαρακτηρίζονται ως «πτωχοί και ασθενείς»1 .

' Ι. Λασκαράτος, Σ. Μαρκέτος, «Η εκκλησιαστική συμβολή στην περιστολή των επιδημιών στα
Επτάνησα επί Ενετοκρατίας και Αγγλοκρατίας», Materia Medica Greca, τ. 11 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος
1983), σελ. 548. Ι. Λασκαράτος, «Η ψυχιατρική στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών
(1837-1935). Ανέκδοτες αρχιακές πληροφορίες.», Ψυχιατρική, τ. 11 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2000), σελ.
32-34.
18
Γ.Α.Κ, Μοναστηριακά, Φ. 304.
19
Γ.Α.Κ, Μοναστηριακά, Φ. 278.
376

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα έγγραφα δεν παρέχουν πληροφορίες για τυχόν


επιδημίες που παρατηρούνταν την εποχή αυτή ή αν τα άτομα αυτά είχαν αρρωστήσει
επειδή προσβλήθηκαν από επιδημία . Πρέπει να τονιστεί πως ο αριθμός των
αναπήρων μοναχών (21 άτομα) είναι περιορισμένος σε σχέση με το σύνολο (910) των
μοναχών. Έτσι μπορεί να υποθέσει κανείς ότι ο συνδυασμός της καλής διατροφής21
και της διαβίωσης των μοναχών, τους έκανε ανθεκτικούς στις ασθένειες.
Τέλος στα έγγραφα δεν παρουσιάζεται το είδος της φροντίδας που
απολάμβαναν ή η φαρμακευτική αγωγή 22 που ακολουθούσαν οι ασθενείς. Γι' αυτό θα
πρέπει να περιοριστούμε σε αναφορές που κάνουν οι περιηγητές που επισκέπτονται
τις μονές2 . Χαρακτηριστικά ο Α. Riley, περιηγητής του 19ου αιώνα, αναφέρει μια
από τις πρωτόγονες μεθόδους ίασης και τις παραδοσιακές θεραπείες που
ακολουθούσαν οι μοναχοί: «Ενώ επισκεπτόμουν τη Μονή Κουτλουμουσίου στο Άγιο
Όρος, ο διερμηνέας μου άρχισε να παραπονιέται για πόνο στο αυτί του. Ένας
ηλικιωμένος μοναχός εκλήθη και κοίταξε προσεκτικά μέσα στο αυτί του διερμηνέα.
Μετά πήγε να ψάξει για φάρμακο και γύρισε αμέσως μ' ένα μπουκάλι παχύρρευστο
κίτρινο υγρό, ένα γερό κλαδάκι κι ένα κομμάτι απορροφητικό βαμβάκι. Συνέβη δε
τούτο, ότι το φάρμακο ήταν ποντικόλαδο, το οποίο, με βάση τον οδηγό,
χρησιμοποιούταν παντού στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον «ιατρό» παίρνεις ένα
νεογέννητο ποντίκι από τη φωλιά του και το βάζεις σ' ένα μπουκάλι από λάδι και το
αφήνεις στον ήλιο. Σε λίγες εβδομάδες θα δεις ότι το ποντίκι εξαφανίστηκε, γιατί
διαλύθηκε μέσα στο λάδι. Μετά βουλώνεις το μπουκάλι και φυλάς το λάδι για
«χρήση». Το λάδι προφανώς ήταν αποτελεσματικό και για τη θεραπεία άλλων
4
ασθενειών.»
Επηρεάζουν όμως οι αναπηρίες των μοναχών τις μοναστηριακές ασχολίες
τους;

20
Κ. Κωστής, ό.π., σελ. 71-120. «...Ωστόσο, αξίζει να επισημανθεί, κατά την περίοδο αυτή (1815)
παρατηρείται πως οι κάτοικοι των χωριών στα οποία είχε ενσκήψει πανώλη κατέφευγαν στη μονή
Ζωοδόχου Πηγής, στην οποία έναντι ασύλου, παραχωρούσαν την κινητή και ακίνητη περιουσία
τους...». Κ. Κώμης, Πληθυσμός..., ό.π., σελ. 125, 141-147. Β. Παναγιωτόπουλος, ό.π., σελ. 130-133.
21
Ε. Κινέ, ό.π., σελ. 212. S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 686.
22
«7ο υπερικόν, το διάτρητον ή διαμτζερές (γνωστό από την αρχαιότητα), χρησιμοποιόταν ευρύτατα
από το λαό για την επούλωση των πληγών και για τη θεραπεία τραυμάτων και δερματικών νόσων». Μ.
Στεφανίδης, «Δημώδη φυσιογνωστικά», Λαογραφία, τ. Γ (1929), σελ. 197. «Η θεραπεία του
καταρράκτη με καταβύθιση του φακού ύστερα από δακτυλική κρούση». Η.Β. Stallarci, Eye surgery,
Λονδίνο 1965, σελ. 519.
23
Θεριακή είδος ναρκωτικού: «Οπιώδες έκλεγμα, υγρόν και σύνθετον από διαφόρους βοτάνας
διαλεγμένος, ετοιμασμένος και κοπανισμένος εις κόνιν, και συνδεδεμένος με καθαρόν μέλι. Ωνομάσθη
δε ούτω, διότι η κυριωτέρα χρήσις της επενοήθη ως αντιφάρμακον εις το φαρμάκι των θηρίων». Κ.
Αλεβιζάτος, «Ο Ambroise Paré και η εποχή του», Παρνασσός, τ. ΙΕ', (1973), σελ. 378.
377

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.4
Συσχετισμός των ιερατικών και μοναστηριακών βαθμών με τις ασθένειες και τις
αναπηρίες τους
(1) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9)
Ηγούμενος
Προηγούμενος
Συνάτωρ
Σύμβουλος 1 1 1
Ιερομόναχος 1 1
Εφημέριος
Πνευματικός
Αρχιδιάκονος
Ιεροδιάκονος
Διάκονος
Υποδιάκονος
Μοναχός 1 2 1 6 1 5
Δόκιμος
Αναγνώστης
Σύνολο 2 3 1 1 2 6 1 5
( 1 ) Ιερατικοί και μοναστηρ ιακοί 3αθμο ι. (2) Χωλός. (3) Κληνήρης και πόδα
Βραδύγλωσσος. (5) Αφελής. (6) Κουφός. (7) Αόμματος. (8) Βεβλαμμένος τον νουν. (9)
Αργός δια το γήρας.

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Διαπιστώνεται από τον πίνακα (13.4) πως τα περισσότερα άτομα, που έχουν
κάποιο σωματικό ελάττωμα, προέρχονται από την τάξη των μοναχών, πράγμα που
δείχνει ότι λόγω της αναπηρίας τους ήταν αποκλεισμένοι από κάποια εκκλησιαστικά
καθήκοντα και μοναστηριακές ασχολίες, π.χ. ηγούμενος, εφημέριος, πνευματικός.
Σημειώνονται όμως και περιπτώσεις όπου σύμβουλος είναι χωλός, βραδύγλωσσος,
«κουφός». Αυτό μας κάνει να συμπεραίνουμε πως το είδος της αναπηρίας τους ήταν
τέτοιο που δεν τους στερούσε τη δυνατότητα να ασκούν κάποια καθήκοντα καθώς οι
ασχολίες αυτές δεν επηρεάζονταν από το ελάττωμα τους.
Οι μοναχές
Οι ασθένειες-αναπηρίες των μοναζουσών είναι αρκετά ενδιαφέρουσες γιατί
παρατηρούνται και περιπτώσεις που δεν συναντώνται στους μοναχούς.
Εκτός από τις ασθένειες που είναι συνυφασμένες με το προχωρημένο της
ηλικίας κάποιας καταγράφονται επίσης οι αναπηρίες: «Ετερόφθαλμος», με τον όρο
δηλώνεται ότι η μοναχή διαθέτει μόνο έναν οφθαλμό. «Παράλυτον το δεξιόν μέρος
του σώματος της», «παράλυτος κατά το δεξιόν χέρι», «παράλυτος εις κλίνην». Στην

24
Α. Riley, Athos, or the Mountain of the Monks, Λονδίνο 1887, σελ. 123-124.
378

πρώτη περίπτωση διαφαίνεται περίπτωση ημιπληγίας, ίσως εγκεφαλικό, ενώ στη


δεύτερη περίπτωση παράλυση στο δεξί χέρι. Στην τρίτη περίπτωση διαφαίνεται
παραπληγία ή τετραπληγία, πιθανόν δηλαδή νευρολογικό νόσημα. Οι υπόλοιπες των
περιπτώσεων είναι όμοιες με αυτές των ανδρών.

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.5
Ασθένειες των μοναζουσών

Ασθένειες Άτομα
Ασθενής διά το γήρας - Υπέργηρη 3
Ασθενής εις τους οφθαλμούς 1
Ασθενής 3
Ετερόφθαλμος 1
Παράλυτον το δεξιόν μέρος του σώματος της 1
Παράλυτος κατά το δεξιόν χέρι 1
Κλινήρης 2
Παράλυτος εις κλίνην 1
Σύνολο 13

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Η εικόνα που παρουσιάζουν οι αναπηρίες των μοναζουσών δεν είναι και πολύ
διαφορετική από αυτή των μοναχών. Όσο για το ποσοστό (7,4%) των αναπήρων
γυναικών είναι περιορισμένο σε σχέση με αυτό των υγιών και αρκετά υψηλότερο από
το αντίστοιχο των ανδρών (2,3%).

ε. Οι ιδιαιτερότητες των μονών και των μοναχών μέσα από τα έγγραφα

Σε έγγραφα των μονών συναντώνται κάποια ιδιαίτερα στοιχεία τα οποία


τραβούν την προσοχή του ερευνητή και αξίζουν σχολιασμό. Τα στοιχεία αυτά
κατατατάσσονται σε δύο κατηγορίες. Σε αυτά που αφορούν το σύνολο των μοναχών
της μονής και σε αυτά που αφορούν μεμονωμένες περιπτώσεις ατόμων.
Στην πρώτη κατηγορία σημειώνονται γενικές πληροφορίες για τη μονή και
τους μοναχούς της.
Σε έγγραφο από τη μονή της Σκαφιδιάς, με ημερομηνία έκδοσης 11/3/1836,
καταγράφεται ένσταση που έγινε κατά τη διάρκεια της εκλογής
379

ηγουμενοσυμβουλίου . Παρατήρηση που αξίζει να προσεχτεί, αν και μεμονωμένη,


γιατί παρουσιάζει περίπτωση όπου μοναχοί της μονής δε συμφωνούν με το
αποτέλεσμα και έμμεσα δηλώνουν νοθεία στην εκλογική διαδικασία.
Σε έγγραφο από τη μονή του Αγίου Γεωργίου, επισκοπής Λακεδαίμονας,
εγκωμιάζονται οι μοναχοί για το «φίλεργον και φιλήσυχον» έργο που επιτελούν στη
μονή. Στη συνέχεια γίνεται σχόλιο για την κακή οικονομική της κατάσταση η οποία
επιδεινώνεται από το γεγονός ότι τα κτήματα της απέχουν από τη μονή 12 ώρες.
Προτείνεται ως λύση η παραχώρηση στη μονή κτημάτων που ανήκαν σε διαλυμένες
μονές και τα οποία βρίσκονται κοντά στη συγκεκριμένη μονή. 26
Από την ίδια επισκοπή προέρχεται έγγραφο της μονής Έλωνας που σημειώνει
την τοποθεσία της μονής, η οποία λόγω του δυσπρόσιτου της περιοχής κάνει τους
μοναχούς να ταλαιπωρούνται κατά τη μεταφορά των τροφίμων τους. Γίνεται πάλι
λόγος για την άσχημη οικονομική της θέση και τονίζεται ότι το κύριο έσοδο της είναι
«η ελεημοσύνη των χριστιανών». Πρόταση του ηγουμενοσυμβουλίου της μονής είναι
η παραχώρηση σε αυτή των κτημάτων της διαλυθείσης μονής του Προδρόμου που
βρίσκεται στο Γεράκων. 27
Σε άλλο έγγραφο από τη μονή Καστριού, τονίζεται ότι οι μοναχοί «ζώσιν βίον
ήσυχον και ενάρετον κατά τους μοναχικούς τύπους» εργαζόμενοι στα κτήματα της
μονής. Συνεχίζει αναφέροντας για τους μοναχούς ότι είναι «ευπειθέστατοι» στις
βασιλικές διατάξεις τις οποίες και δεν αντιβαίνουν.
Αξιοσημείωτη είναι η παρατήρηση που προέρχεται από έγγραφο της μονής
Ζερμπίτσας και η οποία φαίνεται ότι σημειώνεται από τον επίσκοπο Λακεδαίμονας.
Σε αυτή καταγράφονται τα εξής: «Η μονή αύτη είναι πλουσιωτέρα πασών των υπό
την δικαιοδοσία μας διατηρηθεισών Μονών, τα δε κτήματα της είναι πλησίον αυτής,
διά τούτο οι εν αυτή μονάζοντες ζώσιν εν ανέση και ησυχία και αφού αποδίδουν τους
βασιλικούς φόρους, απαντούν και όλας τας ανάγκας των με άνεσιν, μένουν και εις το
Ταμείον της Μονής τόσα χρήματα ώστε δύνανται ν' απαντήσουν και τας του
ερχομένου έτους ανάγκας, αν τυχόν δεν ήθελον φέρει τα κτήματα την συνηθισμένην
επικαρπίαν των». Το έγγραφο φέρει χρονολογία 8/2/1836 («Εν Σπάρτη την 8
Φεβρουαρίου 1836»). Το ενδιαφέρον έγκειται στο γεγονός ότι είναι η μοναδική
περίπτωση μονής, από τα στοιχεία που διαθέτουμε, η οποία δε φαίνεται να

25
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 286.
26
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 358.
27
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 359.
380

παρουσιάζει οικονομικά προβλήματα. Από την άλλη πλευρά την παρατήρηση την
κάνει ο επίσκοπος και όχι ο ηγούμενος της μονής. Τέλος γίνεται λόγος για την
καταβολή των φόρων που έπρεπε να αποστείλει η μονή προς την κεντρική
διοίκηση2 .
Σε έγγραφα των μονών Αγίων Αναργύρων και Αγίων Τεσσαράκοντα
Μαρτύρων, της επισκοπής Σελλασίας, γίνεται λόγος για την τοποθεσία που
βρίσκονται οι μονές, για τις αγροτικές ασχολίες των μοναχών, για το γεγονός ότι
«είναι ενδεδυμένοι κατά το έθιμον του τόπου», χωρίς να αναφέρουν όμως ποια ήταν
η ενδυμασία τους.
Επιπλέον για την μονή Αγίων Αναργύρων αναφέρεται ότι έχει 600
αιγοπρόβατα από τα οποία δεν έχουν τα αναμενόμενα έσοδα αλλά πληρώνουν γι'
αυτά τον «ποιμενικόν διπλούν φόρον», με αποτέλεσμα να σκέφτονται να τα
περιορίσουν στο μισό. Σημειώνεται επίσης ότι ένα μικρό μετόχι στην περιοχή της
Σμύρνης καταπατήθηκε από τους Οθωμανούς το έτος 1830. Οι μοναχοί που
στάλθηκαν στην περιοχή, Ανανίας και Γρηγόριος, όχι μόνο δεν κατάφεραν να κάνουν
κάτι αλλά «εκείνοι δε θέλουσιν επιστρέψουσιν εις την μετανοίαν των». Σημειώνεται
έτσι περίπτωση απείθειας μοναχών προς τις αποφάσεις του ηγουμενοσυμβουλίου.
Όσο για τη μονή των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, αναφέρεται πως η
μονή πυρπολήθηκε από τον «εχθρό» (Οθωμανούς) και ότι οι μοναχοί αναγκάστηκαν
να πολεμήσουν για να υπερασπιστούν τη μονή και τη ζωή τους. Τέλος γίνεται λόγος
για το πλήθος των προσκυνητών που καθημερινά φιλοξενούνται στη μονή μ'
αποτέλεσμα να μη μπορεί οικονομικά να ανταπεξέλθει στους φόρους που πρέπει να
πληρώσει, «του διπλού δεκάτου» και του «ποιμενικού διπλού φόρου» .
Αρκετά είναι τέλος τα έγγραφα που επισημαίνουν τον τρόπο ζωής των
μοναχών χρησιμοποιώντας πλήθος επιθέτων. Με όλα αυτά θέλουν ακριβώς να
επισημάνουν την ενάρετη ζωή που οι μοναχοί διάγουν. Σε πολλές από αυτού του
τύπου τις παρατηρήσεις αναφέρεται ότι «οι μοναχοί επιμελούνται με ζήλο τη
βελτίωση της μονής» . Τονίζεται έτσι η φροντίδα που δείχνουν οι μοναχοί για την
καλή οικοδομική κατάσταση, την καθαριότητα και την ευπρέπεια των μονών τους.

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 431.


29
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 441.
30
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 411.
31
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 411.
32
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 251, 224, 248, 255.
381

Στην δεύτερη κατηγορία καταγράφονται στοιχεία για μεμονωμένα άτομα


καθώς παρατηρούνται σε αυτά κάποιες ιδιαιτερότητες. Πιο συγκεκριμένα
αναφέρονται περιπτώσεις λιποταξίας μοναχών που είτε αποσχηματίστηκαν είτε
κατέφυγαν σε άλλη μονή με ή χωρίς τη σύμφωνη γνώμη επισκόπου και ηγουμένου.
Τέτοιες περιπτώσεις προέρχονται από τη μονή Τσιπιανών όπου ο Ιάκωβος Αλβανός,
«ελιποτάκτησεν εις του Καρακαλά διαμένων τον 8βριον : 1833» 4 , από τη μονή
Βαρσών, όπου ο Σωφρόνιος Κωνσταντίνου, «ελιποτάκτησε την 28 Οκτωβρίου και
If

αγνοείται που διαμένει» , από τη μονή Στεφανίου, όπου ο Μελέτιος Κόκαλης,


«αναχώρησεν κατόπιν αδείας του παρελθόντα Μαρτίου, και αγνοείται ήδη που
ευρίσκεται» .
Καταγράφονται επίσης η μετάβαση μοναχών σε άλλες περιοχές για σπουδές ή
ο αιφνίδιος θάνατος κάποιου μοναχού. Σε έγγραφο από τη μονή Αιμυαλών
σημειώνεται: «Ο Ιωαννίκιος Δημητρίου εκ Ζυγοβιστίου, μοναχός ετών 60 προσελθών
εις την μονήν κατά το έτος 1798, ετελεύτησε κατά τας 26 του παρελθόντος
Δεκεμβρίου» . Σε άλλο έγγραφο από τη μονή Νοτενών, ο Σωφρόνιος Ανδρέου,
«σπουδάζει εις την εν Άργω Ελληνικήν Σχολήν» .
Στο έγγραφο από τη μονή Βαρσών (χρονολογία σύνταξης 1836)
καταγράφεται η περίπτωση μοναχού που είναι «φυγάς εκ της φυλακής δι' έγκλημα
ληστείας την 10 Μαρτίου 1835». Ο μοναχός αυτός, Διονύσιος Καραμπάτσος, εισήλθε
στη μονή το 1830. Επομένως, αν συγκρίνουμε την παρατήρηση αυτή με τις
χρονολογίες που σημειώνονται στο έγγραφο της αναφοράς, από τη συγκεκριμένη
μονή, και κάποια από τις δύο χρονολογίες (εισόδου και φυλάκιση του) που
σημειώνονται δεν είναι λανθασμένη, αυτό σημαίνει ότι διέπραξε τη ληστεία όταν ήδη
ήταν μοναχός και ότι αφού απέδρασε από τη φυλακή, όπου είχε καταδικαστεί,
κατέφυγε πάλι στη μονή της μετανοίας του 3 9 . Το κατά πόσο η αποδοχή του στη μονή
έγινε λόγω των διαπροσωπικών σχέσεων που είχε αναπτύξει ή λόγω της πραγματικής
μεταμέλειας που αυτός επέδειξε δεν μπορεί να διευκρινιστεί.

8βριον: Οκτώβριον
34
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 326.
35
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 325.
36
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 232.
37
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 330.
38
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 269.
39
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 325.
382

13.2 Εκπαίδευση και γραμματοσύνη

Όταν αναφέρεται κάποιος στην παιδεία των Ελλήνων κατά τον 18° και 19° αιώνα το
μυαλό του περιορίζεται μόνο στο Νεοελληνικό Διαφωτισμό. Έτσι μιλά για αύξηση
του μορφωτικού επιπέδου των υπόδουλων Ελλήνων καθώς παρατηρείται αύξηση
σχολείων, εκδόσεων βιβλίων και περιοδικών. Όλες αυτές όμως οι επισημάνσεις έχουν
να κάνουν μόνο με συγκεκριμένες αστικές περιοχές του ελληνικού βασιλείου. Το
μεγαλύτερο όμως μέρος του πληθυσμού ζούσε σε μη αστικά κέντρα, σε ορεινά χωριά
και οικισμούς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να μην επηρεαστούν οι κάτοικοι
των περιοχών αυτών από το Νεοελληνικό Διαφωτισμό αλλά να παραμένουν στο
επίπεδο που είχαν αιώνες πριν .
Οι μοναχοί
Οι περισσότεροι από τους περιηγητές του 18ου και 19ου αιώνα έχουν μιλήσει
τόσο για την ελληνική θρησκεία όσο και για τους λειτουργούς της. Συχνές είναι
λοιπόν οι αναφορές τους και για το μορφωτικό επίπεδο των κληρικών και των
μοναχών της εποχής 41 .
Εκτός όμως από τις πληροφορίες που αποκομίζουμε από τους περιηγητές, τα
έγγραφα των αναφορών δίνουν τη δυνατότητα στους ερευνητές να διαμορφώσουν
άποψη για το μορφωτικό επίπεδο και τη γραμματοσύνη των ανθρώπων που
σχετίζονται με τις μονές του ελληνικού βασιλείου στο α' μισό του 19ου αιώνα,
μοναχών και λαϊκών.
Πρέπει να αναφερθεί πως μόνο τα έγγραφα των αναφορών που συντάχτηκαν
το 1833 κάνουν λόγο για τις γραμματικές γνώσεις των μοναχών και πάλι όχι σε όλα
τα έγγραφα αυτού του τύπου. Επιπρόσθετο στοιχείο που μας βοηθά να αποκτήσουμε
εικόνα της κατάστασης είναι οι ιερατικές ασχολίες των μοναχών. Έτσι συναντώντας
κανείς τους όρους «εφημέριος» και «πνευματικός» θα πρέπει να θεωρήσει ότι οι

Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 939.


41
«Ο ελληνικός κλήρος δεν μπορεί να διαβάσει πραγματικά τα λειτουργικά βιβλία και δεν
καταλαβαίνει εκείνα που επαναλαμβάνει.» και «...δεν είναι σε θέση να εκφωνήσει κηρύγματα». J.
Pittonde Tournefort, ό.π., σελ. 62-63. «Οι άγγλοι τεχνίτες ήταν πιο μορφωμένοι και ήξεραν
περισσότερα από τους δόκτορε και τους κληρικούς της Ελλάδας». P. Ricaut, ό.π., σελ. 28. W.M.
Leake, ό.π., σελ. 250-255. R. Curson, Visits to Monasteries in the Levant, Λονδίνο 1849, σελ. 65-72.
A. Davidson, Life of Edward Lear, εκδ. Penguin, Λονδίνο 1950, σελ. 98. G. Waddington, ό.π., σελ.
108. «Είναι αλήθεια πως εκεί (στις μονές) η μόρφωση είναι ολότελα παραμελημένη». Φρ. Πουκεβίλ,
ό.π., σελ. 259. «Η στάση έναντι της μάθησης ήταν διαφορετική από μέρος σε μέρος και από τη μια
γενιά μοναχών στην άλλη....Αλλά, μια ικανότητα στο διάβασμα, δεν έκανε ένα μοναχό μορφωμένο
και φαίνεται ότι πολλοί μοναχοί, ιδιαίτερα σε μικρά μοναστήρια, παρέμειναν αγράμματοι.» Ch.
Hellier, ό.π., σελ.44. S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 661-665, 686.
383

άνθρωποι αυτοί λόγω των καθηκόντων τους ήξεραν τουλάχιστον στοιχειωδώς


ανάγνωση και γραφή. Τα στοιχεία, τα οποία σχολιάζουμε στη συνέχεια, προέρχονται
από έγγραφα του 1833 και από τις πρόσθετες υποθέσεις που προβήκαμε και αφορούν
173 μοναχούς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να κατατάξουμε τους όρους που
χρησιμοποιούνται σε τρεις κατηγορίες. Στην κατηγορία των αγράμματων, στην
κατηγορία της μέτριας γνώσης της ελληνικής γλώσσας και στην κατηγορία της καλής
γνώση της. Έτσι προκύπτει ο πίνακας 13.6.

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.6
Οι γραμματικές γνώσεις στις περιπτώσεις 173 μοναχών

Γραμματικές γνώσεις Άτομα Ποσοστό %


Αγράμματος 14 8
Μέτρια γνώση της γλώσσας 125 72
Επαρκής γνώση της γλώσσας 34 20
Σύνολο 173 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 13.1
Οι γραμματικές γνώσεις 173 μοναχών

α ΑΓΡΆΜΜΑΤΟΣ

• ΜΕΤΡΙΑ ΓΝΩΣΗ ΤΗΣ


ΓΛΩΣΣΑΣ.

D ΕΠΑΡΚΗΣ ΓΝΩΣΗ ΤΗΣ


ΓΛΩΣΣΑΣ.

72%

Πηγή: Πίνακας 13.6


384

Στην πρώτη κατηγορία συναντάται μόνο ο όρος «Αγράμματος» (8%). Στη


δεύτερη κατηγορία (72%) εντάσσονται οι όροι: «Μέτρια», «μέτρια γνώση της
42 43
Ελληνικής», «γνωρίζει μέτρια τα κοινά γράμματα», «ανάλογος του επαγγέλματος
του». Στην τρίτη κατηγορία (20%) υπάγονται οι όροι: «γραμματεύς», «διαβαστής»,
«ικανός», «ιξεύρει την ελληνικήν γλώσσαν», «καλή», «μαθητής Γενναδίου
Διδακτηρίου», «εφημέριος-πνευματικός», «υπότροφος».

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.7
Το μορφωτικό επίπεδο σε 173 μοναχούς

Μορφωτικό επίπεδο μοναχών Ατομα


Αγράμματος 14
Διαβαστής 2
Ικανός 12
Καλή 2
Μαθητής Γενναδίου Διδακτηρίου 1
Μέτρια 68
Μετρία Γνώση Ελληνικής γλώσσας 2
Γνωρίζει Μετρία τα κοινά γράμματα 4
Υπότροφος 2
Ανάλογος με το Επάγγελμα 51
Εφημέριος και πνευματικός 15
ΣΥΝΟΛΟ 173

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Όπως φαίνεται από τους πίνακες (13.6, 13.7) το μεγαλύτερο μέρος (72%) των
μοναχών έχει μέτριες γνώσεις στη γραφή και την ανάγνωση. Ένα μόνο μέρος (20%)
των μοναχών μπορεί να διατείνεται ότι γνωρίζει καλά τον γραπτό λόγο, ενώ πολύ
μικρό ποσοστό (8%) των μοναχών είναι αγράμματο. Τα ποσοστά αυτά εξηγούνται
από το γεγονός ότι οι μοναχοί δεν ενδιαφέρονταν να γνωρίζουν τέλεια την ελληνική
γλώσσα, αλλά τους αρκούσε να μπορούν να διαβάζουν θρησκευτικά και λειτουργικά
βιβλία, έστω και στοιχειωδώς. Σε ένα μοναχό εξάλλου δεν προσέθετε τίποτα

" «Η ελληνική γλώσσα διδάσκεται με την εκκλησιαστική της μορφή, αλλά με την αρχαία γραμματική,
γι' αυτό με τη λέξη ελληνική εννοείται η αρχαία κατ' αντίθεση προς τη «ρωμαίικη» ή «κοινή» που
χρησιμοποιείται για να δηλωθεί η δημοτική, η νέα ελληνική.» Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Δ', σελ. 310.
43
«Κοινά σχολεία» τα σχολεία που έδιναν τη στοιχειώδη μόρφωση. Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Β', σελ.
221.
385

περισσότερο το να μπορεί να γράφει και να διαβάζει τέλεια, αν δεν ενδιαφερόταν να


ανελιχθεί στην εκκλησιαστική ιεραρχία.
Στη σχετική αδιαφορία που δείχνουν οι μοναχοί για την παιδεία και
γενικότερα για το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των μοναχών αναφέρονται συχνά οι
44
περιηγητές που επισκέπτονταν την εποχή αυτή μονές του ελλαδικού χώρου . Θα
πρέπει να επισημανθεί, κάνοντας μια θεώρηση όλων αυτών των πληροφοριών, ότι
όλοι σχεδόν οι επικριτές του πνευματικού επιπέδου των μοναχών τους έκριναν με
κριτήρια «δυτικοευρωπαϊκά» αγνοώντας τη μακραίωνη παράδοση της Ανατολής,
όπου ποτέ η παιδεία δεν θεωρήθηκε απαραίτητη προϋπόθεση ή καθήκον για τον καλό
μοναχό και γενικότερα για τον καλό χριστιανό.
Με τη δημιουργία του ελληνικού βασιλείου η γενική παιδεία των μοναχών
αρχίζει να υπαγορεύεται όλο και περισσότερο από τις οικονομικές και διαχειριστικές
αναγκαιότητες της νεώτερης εποχής και τη θέση της Εκκλησίας στη νεοελληνική
κοινωνία και οικονομία45. Τα έγγραφα των αναφορών άλλωστε το αποδεικνύουν.
Μέσα από τα έγγραφα αυτά καθώς και από το μοναχολόγιο και το κτηματολόγιο της
μονής 46 δημιουργείται ένα σύστημα παρακολούθησης, το οποίο οι μοναχοί οφείλουν
να σέβονται προκειμένου να υπερασπίσουν το μοναχικό βίο και να διατηρήσουν τις
παραδοσιακές σχέσεις του με την πολιτική εξουσία. Ο μοναχός δεν είναι πλέον
αντιμέτωπος με την ισχυρή μνήμη για τη ρύθμιση των καθημερινών πράξεων αλλά με
το γραπτό αίτημα, την απαίτηση, τη συμφωνία, το διοικητικό έλεγχο πάνω σε
έγγραφες μαρτυρίες. Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν την ύπαρξη μορφωτικού
επιπέδου κα καλής παιδείας.
Οι δόκιμοι

Η ίδια εικόνα που επικρατεί στους μοναχούς παρατηρείται και στους


δόκιμους, στους μελλοντικούς δηλαδή μοναχούς.

«Η λατρεία τους θα ήταν ίσως ακόμα σε ακμή, αν οι λειτουργοί της (οι παπάδες), αμαθείς στην
πλειοψηφία τους και αγροίκοι, δεν έχαναν καθημερινά το κύρος τους με τη συμπεριφορά τους που
βρίσκεται πάντοτε σε αντίθεση με τις αρχές που διακηρύσσουν δημόσια.» Φρ. Πουκεβίλ, ό.π., τ. 6,
σελ. 257. S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 661-665, 686.
45
Ε. Πρόντζας, ό.π., σελ. 168.
386

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.8
Γραμματικές γνώσεις των δοκίμων

Δόκιμοι Άτομα Ποσοστό %


Αγράμματος 2 4,9
Διδάσκεται Ιερ. Γραμ. 4 9,8
Ιξεύρει 3 7,3
Μέτρια 32 78
Σύνολο 41 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Από τις 41 περιπτώσεις δοκίμων που καταγράφονται στα έγγραφα των


αναφορών, το σύνολο τους γνωρίζει σε μέτριο βαθμό ανάγνωση και γραφή. Δύο μόνο
είναι εντελώς αγράμματοι, ενώ τρεις γνωρίζουν καλά την ελληνική γλώσσα. Από τον
όρο που συναντάται «διδάσκεται τα ιερά γράμματα» υποθέτει κανείς πως οι ίδιοι οι
μοναχοί μέσα στη μονή αναλάμβαναν να μορφώσουν τους μέλλοντες μοναχούς ώστε
να μπορούν να ασχολούνται αργότερα με τα λειτουργικά τους καθήκοντα, όπως την
ανάγνωση την ώρα της θείας λειτουργίας ιερατικών κειμένων. Όπως θα σχολιαστεί
στη συνέχεια, η μονή αποτελούσε το μοναδικό τόπο μόρφωσης των αγροτικών
πληθυσμών, αφού δεν υπήρχαν στις αγροτικές περιοχές σχολεία που να καλύπτουν
τις μαθησιακές ανάγκες των ανθρώπων47.
Οι μονάχες
Τα έγγραφα δεν παρέχουν τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε το μορφωτικό
επίπεδο των μοναζουσών. Κάποια ελάχιστα στοιχεία που θα αναφερθούν (πίνακας
13.9) προέρχονται από έγγραφα αναφορών του 1833 ανδρικών μονών στις οποίες
υπάρχει γυναικεία παρουσία. Δεν πρέπει λοιπόν να βασιστεί κανείς με ακρίβεια στα
στοιχεία αυτά, αλλά τα συμπεράσματα θα πρέπει να διεξαχθούν από πληροφορίες για
τη θέση της γυναίκας το α' μισό του 19ου αιώνα.

Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 250.


47
Α. Βακαλόπουλος, Επίλεκτες βασικές ιστορικές πηγές της ελληνικής επαναστάσεως (1813-1825), τ.
Α', Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 20-21. Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία..., ό.π., τ. Ε', ΣΤ', σελ. 308-309, 952.
Τ. Γριτσόπουλος, Τα Ορλωφικά..., ό.π., σελ. 20. S. Runciman, ό.π., τ. Α', σελ. 151.
387

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.9
Περιπτώσεις αγράμματων μοναζουσών
που εγκαταβιώνουν σε ανδρικές μονές

Μοναχές

Ευγενία

Ζηνοβία

Ανθίμη

Πανάρετη

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 302,306, 308.

Όλες οι μοναχές που αναφέρονται στα έγγραφα παρουσιάζονται ως


αγράμματες. Δεν μπορεί όμως μόνο από τέσσερις περιπτώσεις να ειπωθεί ότι όλες οι
μοναχές ήσαν αγράμματες. Αυτό που μπορεί πάντως να ειπωθεί είναι πως το
μορφωτικό τους επίπεδο ήταν κατώτερο από το αντίστοιχο των ανδρών. Πρέπει
κάποιες από αυτές να ήξεραν ανάγνωση και γραφή αλλά όχι σε βαθμό που να
ξεχωρίζουν από τον υπόλοιπο γυναικείο πληθυσμό, για τον οποίο ο Pouqueville
αναφέρει: «Στερημένες από κάθε είδος μόρφωσης, είναι ανίκανες να κάνουν μια έστω
και λίγο ενδιαφέρουσα συζήτηση και δεν εξαγοράζουν την έλλειψη αγωγής με την
ευθυμία ... Μπορούμε, λοιπόν, να βεβαιώσουμε πως οι Ελληνίδες γενικά δεν ξέρουν
48

τίποτα...» .
Η θέση της γυναίκας, λοιπόν, όντας κατώτερη του άνδρα σύμφωνα με τις
αντιλήψεις της εποχής, δεν της επέτρεπε να μορφωθεί και να μάθει να γράφει και να
διαβάζει αφού ο προορισμός της ήταν να γίνει μητέρα και νοικοκυρά4 . Σε μία εποχή
όπου η μόρφωση δεν ήταν ανάγκη ούτε για τους άνδρες, οι γυναίκες δεν μπορούσαν
να ξεχωρίζουν σε αυτόν τον τομέα 50 . Η παρουσία τους εξάλλου στις ανδρικές μονές
ήταν συνυφασμένη με την προετοιμασία του φαγητού, την καθαριότητα της μονής
και των μοναχών, πράγμα που δεν προϋπέθετε μόρφωση. Από την άλλη πλευρά στις
γυναικείες μονές, επειδή οι μοναχές δεν εκτελούσαν ιερατικά καθήκοντα, δε

48
Φρ. Πουκεβίλ, ό.π., τ. 6, σελ. 228-229.
49
Θ. Βασιλείου, Ν. Σταματάκης, ό.π., σελ. 328. Δ. Τσαούσης, ό.π., σελ. 232.
50
Αλ. Μπακαλάκη, Ελ. Ελεγμίτου, Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα ,
Αθήνα 1987, σελ. 26-30.
388

χρειαζόταν να γνωρίζουν ανάγνωση αφού δεν επρόκειτο να τη χρησιμοποιήσουν


τουλάχιστον εκκλησιαστικά.
Οι λαϊκοί
Παρόλο που τα έγγραφα αφορούν μοναχούς μπορούν να διεξαχθούν κάποια
συμπεράσματα για τους λαϊκούς της περιόδου αυτής. Έτσι μέσα από τα στοιχεία που
δίνονται για τους ανθρώπους που παρέχουν έμμισθα τις υπηρεσίες τους στη μονή
μπορεί να δει κανείς το μορφωτικό τους επίπεδο. Επειδή μάλιστα οι άνθρωποι αυτοί
πρώτον προέρχονται από περιοχές ολόκληρου του ελληνικού βασιλείου και δεύτερον
είναι χωρικοί, οι οποίοι μένουν κοντά στις μονές, σε συνάρτηση πάντα με τις
πληροφορίες των περιηγητών, μπορούμε να υποθέσουμε πως δεν αποτελούν εξαίρεση
στο γενικό κανόνα ως προς τις γραμματικές γνώσεις του αγροτικού ελληνικού
πληθυσμού 51 .

Τα στοιχεία που παρατίθενται προέρχονται από 43 λαϊκούς, οι οποίοι


καταγράφονται στις μονές ως έμμισθοι υπηρέτες. Προκύπτει έτσι ο πίνακας (13.10).

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.10
Οι γραμματικές γνώσεις των λαϊκών-υττηρετών

Λαϊκοί Ατομα Ποσοστό %


Αγράμματος 41 95
Μέτρια 2 5
Σύνολο 43 100

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

51
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Δ', σελ. 308-309. «Στο σύνολο, οι Έλληνες δεν ήτα περισσότερο
αγράμματοι από οποιονδήποτε άλλον ευρωπαϊκό λαό εκείνης της εποχής. Στα χωριά, μόνο ο παπάς, ο
δάσκαλος και ένας-δύο γεωργοί μπορούσαν να διαβάσουν, αλλά στις πόλεις, μεγάλες ή μικρές, οι
εγράμματοι ήταν πολλοί. S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 667.
389

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 13.2
Οι γραμματικές γνώσεις των λαϊκών-υπηρετών

Π Αγράμματος
• Μέτρια

_/ 95%

Πηγή: Πίνακας 13.10

Η εικόνα που παρουσιάζεται είναι ενδεικτική του μορφωτικού επιπέδου των


ανθρώπων της υπαίθρου. Το σύνολο των ατόμων είναι αγράμματοι52 και αυτό γιατί οι
γραμματικές γνώσεις δεν απασχολούσαν τους ανθρώπους αυτούς53. Στην πλειοψηφία
τους ήσαν άνθρωποι που ασχολούνταν με γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες με
αποτέλεσμα το μορφωτικό τους επίπεδο να μη τους προσφέρει τίποτα στην εργασία
τους 54 . Από την άλλη πλευρά δεν είχε αναγνωριστεί η σημασία της παιδείας-
εκπαίδευσης στη ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου. Από τα στοιχεία που αφορούν τις
γραμματικές γνώσεις των λαϊκών σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι μοναχοί
προέρχονται κατά κύριο λόγο από αγροτικές περιοχές προκύπτει ότι και οι μοναχοί
όταν εισέρχονταν στις μονές ήσαν αγράμματοι ή σχεδόν αγράμματοι. Η μονή ήταν ο
χώρος στον οποίο μπορούσαν να αποκτήσουν στοιχειώδεις γνώσεις και να
αναπτύξουν το μορφωτικό τους επίπεδο. Η μονή λοιπόν εκτός από θρησκευτικό και
οικονομικό κέντρο της περιοχής της αποτελούσε και μορφωτικό κέντρο.

52
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 939. S. Runciman, ό.π., τ. Β', σελ. 667.
53
«Το δικαίωμα των παιδιών στην εκπαίδευση κατοχυρώνεται συνταγματικά το 1827, ενώ το 1834 η
δημοτική εκπαίδευση γίνεται υποχρεωτική για αγόρια και κορίτσια. Παρά όμως τις πρώιμες εξαγγελίες
τα ποσοστά της φοίτησης κυρίως των κοριτσιών στο δημοτικό παρέμεναν πολύ χαμηλά, ενώ τα
κορίτσια αποκλείστηκαν από τη δημόσια εκπαίδευση». Α. Δημαράς, Η Μεταρρύθμιση που δεν έγινε
(1821-1894), τ. Α', Αθήνα 1983, σελ. 29.
>4
Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.
390

α. Οι ασχολίες των ατόμων ως προς το μορφωτικό τους επίπεδο

Έχει όμως το μορφωτικό επίπεδο των ατόμων, μοναχών και λαϊκών, σχέση με
τις ασχολίες και τις εργασίες που εκτελούν; Αποκλείονται από κάποιες εργασίες
επειδή είναι αγράμματοι; Ή πάλι κατά πόσο κάποιες εργασίες υπαγόρευαν σε
μοναχούς κυρίως να μάθουν γραφή και ανάγνωση. Για την απάντηση αυτών των
ερωτημάτων θα πρέπει να γίνουν κάποιοι συσχετισμοί. Πρέπει λοιπόν να γίνει
συσχέτιση των γραμματικών γνώσεων των μοναχών και των λαϊκών που βρίσκονταν
στις μονές με τις εργασίες που αυτοί ασχολούνταν.

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.11
Οι γραμματικές γνώσεις των μοναχών και οι ασχολίες τους

Ασχολίες Αγράμματος Γνωρίζει καλά Γνωρίζει μέτρια


Γεωργός 1
Εφημέριος 3 5
Ζευγάς
Ηγούμενος 8
Πνευματικός 3
Ποιμήν 2
Προηγούμενος 3
Σύνολο 3 3 19

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Όπως φαίνεται από τον πίνακα (13.11), η συσχέτιση αφορά κυρίως


λειτουργικές ασχολίες και όχι χειρονακτικές. Οι μόνες χειρονακτικές που
παρουσιάζονται είναι αυτές του γεωργού και του ποιμένα. Και οι τρεις μοναχοί που
ασχολούνται με αυτές είναι αγράμματοι. Σε αυτή την περίπτωση δεν πρέπει να
θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός ότι οι μοναχοί αυτοί ασχολούνται με εργασίες που δεν
προϋποθέτουν μορφωτικό επίπεδο .
Πιο «ευανάγνωστη» είναι η κατάσταση που παρουσιάζεται στον πίνακα
(13.12). Στον πίνακα που ακολουθεί σημειώνεται το μορφωτικό επίπεδο των λαϊκών
και οι εργασίες που προσέφεραν στις μονές. Στο σύνολο τους (41 άτομα) είναι

55
«Τα κτήματα των μοναστηριών καλλιεργούνται παρά λαϊκών ανθρώπων, ..., και παρά μοναχών της
κατωτέρας τάξεως, δηλ. των κοινών, αμαθών και αγραμμάτων και απλήν μόνην κουράν εχόντων». Σπ.
Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.
391

αγράμματοι ενώ οι εργασίες τους περιορίζονται μόνο σε αγροτικές ασχολίες,


κτηνοτροφικές (83%) και γεωργικές (17%).
ι
ΠΙΝΑΚΑΣ 13.12
Οι γραμματικές -γνώσεις των λαϊκών και οι ασχολίες τους

Ασχολίες Αγράμματοι
Ποιμήν 21
Δούλος των ζώων 12
Γεωργός 6
Φύλαξ του μύλου 1
Βοσκός αλόγων 1
Σύνολο 31

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

β. Το μορφωτικό επίπεδο ως προς την καταγωγή και τις χρονολογίες προσέλευσης

Αυτό που πρέπει να εξεταστεί στη συνέχεια είναι κατά πόσο οι μοναχοί είχαν
γραμματικές γνώσεις πριν την είσοδο τους στο μοναχισμό ή ης απέκτησαν αργότερα,
όντας πια μέσα στη μονή. Έτσι πρέπει να μελετηθούν οι ιδιαίτερες πατρίδες και οι
γραμματικές γνώσεις των ατόμων ώστε να δειχθεί κατά πόσο τα άτομα από κάποιες
συγκεκριμένες περιοχές διαθέτουν γνώσεις ανάγνωσης και γραφής 56 .
Από τη μελέτη των στοιχείων που επεξεργαζόμαστε γίνεται κατανοητό πως οι
γραμματικές γνώσεις που έχουν οι μοναχοί δεν εξαρτώνται από τον τόπο που
προέρχονται. Και αυτό γιατί από τοποθεσίες με πάνω από 500 κατοίκους ή και από
πόλεις, όπως η Πάτρα και η Κόρινθος δεν συναντώνται οι όροι «ικανός» ή «ιξεύρει
την ελληνακήν γλώσσαν». Ή πάλι αν κάποιος ξέρει καλά την «ελληνική» δεν
αποτελεί στοιχείο γενικευμένης κατάστασης για τα άτομα που προέρχονται από τη
συγκεκριμένη περιοχή. Έτσι στο παράδειγμα της τοποθεσίας Βυσσωκά σημειώνονται
6 άτομα από τα οποία τα 3 χαρακτηρίζονται ότι έχουν μέτρια γνώση, 2
χαρακτηρίζονται ως ικανοί ενώ το ένα είναι αγράμματο. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι
αστικές περιοχές που όντως έχουν μεγαλύτερη πνευματική ανάπτυξη απ' ότι οι
αγροτικές περιοχές, δεν παρουσιάζουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η παιδεία
ήταν διευρυμένη σε όλες τις κοινωνικές τάξεις.
392

Προκύπτει λοιπόν το συμπέρασμα, όπως έχει προαναφερθεί, ότι οι γνώσεις


των μοναχών αποκτήθηκαν μετά την είσοδο τους στη μονή, κατ' επέκταση οι μονές
λειτουργούσαν και ως «εκπαιδευτικά ιδρύματα». Οι μοναχοί φαίνεται επίσης πως
πριν ασχοληθούν με το μοναχισμό ή δεν είχαν καθόλου γραμματικές γνώσεις ή είχαν
κατώτερες από αυτές που απόκτησαν αργότερα.
Τα προαναφερόμενα συμπεράσματα διαφαίνονται και από τη μελέτη των
στοιχείων που αφορούν τους δοκίμους-υποτακτικούς των μονών (πίνακας 13.13).

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.13
Οι γραμματικές γνώσεις των δοκίμων και οι γενέτειρες τους

Γενέτειρες Άτομα Γνώσεις Γενέτειρες Ατομα Γνώσεις


Βαρσίτσι 1 Δ. Ιερ. Γρ.*Μοστίτσι 1 Μέτρια
Βλοβοκά 1 Μέτρια Ρεκούνιον 1 Μέτρια
Βισωκά 3 Μέτρια Σαβανοί 1 Μέτρια
Γαστούνη 1 Μέτρια Σαραντάπηχον 1 Μέτρια
Δεσίνον 2 Μέτρια Σελιάνα 2 Μέτρια
Καμενιάνοι 1 Μέτρια Σκιαδά 1 Μέτρια
Καστρί 3 Ιξεύρει Σόλος 2 Μέτρια
Κλαμπατσούνα 1 Δ. Ιερ. Γρ. Στρέζοβα 1 Μέτρια
Κόκοβα 1 Μέτρια Σοπωτόν 1 Δ. Ιερ. Γρ.
Κούτελη 1 Ανράμ. Τσερωβά 1-1 Μετρία-Αγράμ.*
Λεχαινά 1 Μέτρια Φίλια 2 Μέτρια
Λεχούρι 3 Μέτρια Χαλανδρίτσα 1 Μέτρια
Μάνεσι 1 Μέτρια Χαλκιάνικα 1 Μέτρια
Δ. Ιερ. Γρ.*: Διδάσκεται τα Ιερά Γράμματα. Μετρι'αΑγράμ.*: Μέτρια-Αγράμματος.

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Στον πίνακα παρουσιάζονται οι περισσότεροι δόκιμοι να έχουν μέτριο


μορφωτικό επίπεδο. Το σημαντικό όμως στοιχείο είναι το γεγονός ότι παρουσιάζεται
ο όρος «διδάσκεται τα ιερά γράμματα», πράγμα που ενισχύει την άποψη ότι στις
μονές πραγματοποιείτο εκπαιδευτικό έργο ή ότι οι μονές παρείχαν στα μέλη τους τη
δυνατότητα να μορφωθούν ενισχύοντας τα οικονομικά για τη μετάβαση τους σε
περιοχές που διέθεταν σχολεία. Σε συνδυασμό μάλιστα με το ότι οι δύο μόνο
περιπτώσεις δοκίμων που καταγράφονται στα έγγραφα ως αγράμματοι δεν έχουν
μεγάλο χρονικό διάστημα στη μονή της μετανοίας τους ενώ όλοι οι υπόλοιποι δόκιμοι

Βλ. Παράρ. 2, πίν. XVI, τ. 2, σελ. 138.


393

που διαμένουν τουλάχιστο για ένα χρόνο παρουσιάζονται να έχουν μέτριο μορφωτικό
επίπεδο μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μονή ήταν αυτή που τους παρείχε τις
γνώσεις αυτές.
Το γεγονός ότι ο τόπος προέλευσης των μοναχών δεν έπαιζε ρόλο στο επίπεδο
των γνώσεων τους προκύπτει και από τα στοιχεία που διαθέτουμε για τις γραμματικές
γνώσεις των λαϊκών που δούλευαν στις μονές έμμισθα. Όλα τα άτομα αυτά
παρουσιάζονται στα έγγραφα ως αγράμματοι. Ανήκαν μάλιστα στον αγροτικό
πληθυσμό που έμενε σε κοντινά προς τη μονή χωριά και οικισμούς. Από τον
πληθυσμό δηλαδή που «τροφοδοτούσε» τις μονές με μοναχούς. Δεν μπορεί λοιπόν οι
υποψήφιοι μοναχοί να αποτελούν εξαίρεση στο μορφωτικό επίπεδο που επικρατούσε
στην περιοχή τους. Εξάλλου τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο η σημασία της
παιδείας δεν είχε γίνει κατανοητή από όλες τις κοινωνικές τάξεις της επικράτειας
ούτε είχε επεκταθεί σε μη αστικές περιοχές .

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.14

Οι γραμματικές γνώσεις των υπηρετών και οι γενέτειρες τους

Γενέτειρες Ατομα Γνώσεις Γενέτειρες Άτομα Γνώσεις


Αγριοι 1 Αγράμματος Κραστική 1 Αγράμματος
Αλέσταινα 1 Αγράμματος Λαπαναγοί 1 Αγράμματος
Αναστάσοβα 4 Αγράμματος Λυκούρια 1 Αγράμματος
Μπαρδικώστα 1 Αγράμματος Μάζη 1 Αγράμματος
Βεσίνη 1 Αγράμματος Μουζιάκι 2 Αγράμματος
Τσαροίιχλι 1 Αγράμματος Πετσάκοι 1 Αγράμματος
Καλάβρυτα 1 Αγράμματος Σαραντάπηχον 2 Αγράμματος
Καρνέσι 2 Αγράμματος Συρμπάν 2 Αγράμματος
Καστρί 1 Αγράμματος Σούβαρδον 4 Αγράμματος
Κέρτεζι 2 Αγράμματος Τσεροβά 2 Αγράμματος
Κλαμπατσούνα 2 Αγράμματος Φίλια 5 Αγράμματος

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Σε όλες τις περιπτώσεις που παρουσιάστηκαν στον πίνακα (13.14) οι υπηρέτες


είναι αγράμματοι. Αυτό δείχνει πως η έλλειψη γνώσεων δεν τους στερούσε τη
δυνατότητα να προσφέρουν την εργατική τους δύναμη στις μονές. Εξάλλου όπως έχει

«Έξω από μερικές κυρίως πόλεις, τα επαρχιωτόπουλα είχαν λίγες εκπαιδευτικές ευκαιρίες και ήσαν
οι φτωχότερες τάξεις...» Ch. Hellier, ό.π., σελ. 50.
394

ήδη αναφερθεί οι εργασίες που εκτελούσαν δεν απαιτούσαν γραμματικές γνώσεις .


Για τους αγροτικούς πληθυσμούς η έλλειψη γνώσεων, ανάγνωσης και γραφής, δεν
είχε καμία σημασία.
Στη συνέχεια πρέπει να διερευνηθεί το κατά πόσο η απόκτηση γραμματικών
γνώσεων από τους μοναχούς έχει σχέση με τις συγκεκριμένες χρονολογίες που τα
άτομα αυτά εισήλθαν στο μοναχισμό. Επίσης με το αν η ηλικία που είχαν οι δόκιμοι
όταν εισήλθαν στη μονή τους έκανε πιο δεκτικούς στην μάθηση.
Στον πίνακα (13.15) που ακολουθεί παρουσιάζονται οι ιδιαίτερες πατρίδες
των μοναχών, η ηλικία που είχαν όταν εισήλθαν στο μοναχισμό, η χρονολογία
εισόδου και οι γραμματικές γνώσεις που είχαν τη χρονική στιγμή που έγιναν οι
αναφορές.

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.15
Οι γραμματικές γνώσεις των μοναχών και οι χρονολογίες εισόδου τους στις μονές

Γενέτειρες Ηλικίες Έτος Γνώσεις Γενέτειρες Ηλικίες Έτος Γνώσεις


Αγριοι 11 1806 Μέτρια Κλαμπατσούνα 16 1801 Μέτρια
Αλέσταινα 10 1807 Μέτρια Κλαμπατσούνα 33 1821 Αγράμ
Αναστάσοβα 16 1801 Μέτρια Κόρινθος 55 1830 Κοινά
Αναστάσοβα 23 1821 Αγρα μ Μορόχοβα 12 1775 Μέτρια
Αργός 43 1833 Κοινά Πάτμος 55 1830 Κοινά
Βάχλια 13 1806 Μέτρια Ρωγοί 43 1831 Μέτρια
Γουμένιτσα 26 1807 Μέτρια Σέρρες 59 1834 Μέτρια
Δερβιτσελεπή 10 1778 Μέτρια Σοφικόν 50 1829 Κοινά
Δεσίνον 10 1810 Μέτρια Σοφικόν 23 1833 Μέτρια
Καλέτζι 10 1808 Μέτρια Σοπωτόν 10 1801 Μέτρια
Καστέλλι 25 1773 Μέτρια Σοπωτόν 10 1814 Μέτρια
Κλαμπατσούνα 13 1818 Μέτρια Σοπωτόν 17 1805 Αγράμ

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

Όσον αφορά τις ηλικίες εισόδου οφείλουμε να επισημάνουμε πως μεγάλο


μέρος των προαναφερθέντων λαϊκών εισήλθαν στο μοναχισμό σε μικρή ηλικία (10-17
ετών). Εντούτοις αν και έχουν περάσει αρκετά χρόνια από την είσοδο τους μέχρι τη
σύνταξη των απογραφικών εγγράφων των αναφορών (1833-1842), οι γνώσεις τους
φαίνεται ότι παρέμειναν σε μέτριο επίπεδο, πράγμα που δείχνει πως οι γνώσεις αυτές

Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 222.


395

αποκτήθηκαν μέσα στις μονές και μάλιστα δεν ενδιαφέρονταν να τις τελειοποιήσουν
καθώς το ενδιαφέρον τους περιοριζόταν μόνο στην ανάγνωση θρησκευτικών και
λειτουργικών κειμένων59.
Οι χρονολογίες εισόδου δε φαίνεται να επηρέαζαν τη διάθεση κάποιου για
μόρφωση, καθώς στο χρονικό διάστημα που παρουσιάζει ο πίνακας 13.15 (1773-
1834) διαπιστώνεται η ίδια εικόνα. Σε καμία συγκεκριμένη χρονολογία δεν
παρατηρείται τάση αύξησης ή μείωσης του επιπέδου των γραμματικών γνώσεων.
Μόνη εξαίρεση το έτος 1821 που και οι δύο περιπτώσεις που καταγράφονται
φαίνονται να είναι αγράμματοι. Το δείγμα όμως είναι μικρό ώστε να μιλάμε με
βεβαιότητα ότι η επανάσταση έκανε τους μοναχούς να παραμελήσουν την επιθυμία
για μάθηση.

13.3 Στοιχεία του μοναχικού ιδεώδους

Παρά τη μεγάλη γεωγραφική τους διασπορά και τις ποικίλες άλλες διαφορές στη
διοικητική τους οργάνωση, στην οικονομική τους κατάσταση και στις σχέσεις τους με
τον «κόσμο» και την κοσμική εξουσία, οι ορθόδοξες μονές παρουσίασαν πνευματική
ομοιογένεια και αδιατάρακτη εσωτερική ενότητα μεταξύ τους, αφού οι σκοποί και τα
μοναχικά ιδεώδη που υπηρετούσαν ήταν κοινά και αποδεκτά από όλους.
Οι σκοποί και τα ιδεώδη αυτά, όπως περιγράφονται στα μοναστηριακά
τυπικά 60 και στα έργα των ασκητικών συγγραφέων την περίοδο της οθωμανικής
κυριαρχίας, ήταν εντελώς ταυτόσημα με εκείνα που ανέκαθεν πρόβαλλε ο ανατολικός
μοναχισμός: η «άρνησις του κόσμου», η «νέκρωσις της σαρκός», η «ιερά ησυχία», ο
«θεωρητικός και απράγμων βίος». Κατά την επιγραμματική διατύπωση του
πατριάρχη Ιερεμία Β', οι μοναχοί «έργον εν έχουσιν, το εξυμνείν Θεόν και την αυτών
εμπόνως ζητείν σωτηρίαν».
Οι θεωρητικοί και υπερβατικοί αυτοί στόχοι, ανεξάρτητα από το αν και κατά
πόσο στην πράξη ο βίος των μοναχών και η εγκόσμια δραστηριότητα των μονών
εναρμονίζονταν με αυτούς, πρέπει να αποτελούν γνώμονα για την κατανόηση, την
ορθή ερμηνεία και την αποτίμηση της προσφοράς του ανατολικού μοναχισμού.

5
Α. Βακαλόπουλος, ό.π., τ. Δ', σελ. 308-309.
60
Κ. Μανάφης, Μοναστηριακά Τυπικά-Αιαθήκαι, Αθήνα 1970, σελ. 14-17. Ch. Hellier, ό.π., σελ. 33. Γ.
Καραγιαννόπουλος, ό.π., σελ. 150-151.
396

α. «Ιδιαιτέραν κατάσταση δεν έχει»

Κατά τη διάρκεια της τελετής της κουράς ο μέλλοντας μοναχός δίνει τις
υποσχέσεις περί παρθενίας, ακτημοσύνης και υπακοής. Τις υποσχέσεις αυτές οφείλει
να τις διατηρεί σε όλη τη μετέπειτα ζωή του.
Ο όρος που συναντάται στις αναφορές του 1833 «Ιδιαιτέραν κατάσταση δεν
έχει» αφορά μία από αυτές τις υποσχέσεις, την ακτημοσύνη. Σύμφωνα λοιπόν με την
υπόσχεση που ο μοναχός είχε δώσει, έπρεπε να μην έχει προσωπική περιουσία, ώστε
ανεμπόδιστα να προσφέρει το έργο που προκύπτει από την ιδιότητα του. Τα έγγραφα
παρουσιάζουν τους μοναχούς να μην έχουν προσωπική περιουσία και κατ' επέκταση
να είναι σύμφωνοι με τις αρχές του μοναχισμού.
Στον πίνακα 13.16 προκύπτει ότι από τα 297 άτομα που καταγράφονται
κανένας από αυτούς δεν είχε ιδιαίτερη οικονομική κατάσταση ή περιουσία.

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.16

Η οικονομική κατάσταση των ατόμων που εγκαταβιώνουν στις μονές

Οικονομική Μοναχοί Δόκιμοι Μοναχές Υπηρέτες Μονές


κατάσταση
"Ιδιαίτερη 6 2 Χρυσοποδαρίτισσα
κατάστασιν 6 2 Ευαγγελίστρια
δεν έχει 27 16 9 Αγία Λαύρα
14 12 13 Άγιοι Θεόδωροι
9 Μακελλαριά
3 2 Άγιος Γεώργιος
3 1 1 2 Πλατανιώτισσα
2 2 1 1 Φανερωμένη
6 2 4 Άγιοι Απόστολοι
2 2 1 Ευαγγελίστρια
8 3 8 Άγιος Αθανάσιος
75 54 Μέγα Σπήλαιο
ΣΥΝΟΛΟ 161 94 4 38

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 272, 274, 300-304, 306, 308, 310-312.


397

Το σύνολο των ατόμων (297) που εγκαταβιώνουν στις μονές του ελληνικού
βασιλείου (1800-1835), μοναχοί, μοναχές, δόκιμοι, φαίνεται ότι τηρούν το ιδεώδες
του μοναχισμού περί ακτημοσύνης. Για τους λαϊκούς-υπηρέτες των μονών δεν
μπορούμε να μιλάμε για τήρηση των ιδεωδών του μοναχισμού αφού αυτοί άλλωστε
δεν υπόκεινταν σε τέτοιου είδους περιορισμούς, αλλά ότι η οικονομική κατάσταση
που παρουσιάζουν είναι αποτέλεσμα της κακής οικονομίας των αγροτικών
πληθυσμών της εποχής, γι' αυτό και προσφέρουν την εργασία τους στις μονές61.
Αξίζει να σχολιασθεί πληροφορία από έγγραφο της μονής του Μεγάλου
Σπηλαίου , στο οποίο σημειώνονται: «Η κατάσταση πεντήκοντα πέντε πατέρων
συνίστατο εις ενενήκοντα τέσσερα στέμματα σταφίδας τα οποία έχουν αγορασμένα
εξ ιδίων τους, άλλος από ένα, άλλος από δύο, άλλος από τρία και μετά την αποβίωσή
τους, θέλουν μένουν εις την Μονήν. Ομοίως και ό,τι χρηματικήν κατάστασιν είχον
όλοι οι πατέρες διά τας περιστάσεις, την εκατάθεσαν εις την μονήν δι' ομολογιών, ως
γνωστόν τοις πάσιν και όπου ελυτρώσαμεν δέκα χιλιάδες ψυχάς από τον Ιμβραίμ
Πασάν».
Το ενδιαφέρον, της πληροφορίας αυτής, έγκειται σε δύο σημεία. Το πρώτο
έχει να κάνει με την περιουσία που ορισμένοι μοναχοί φαίνεται ότι διαθέτουν
καταπατώντας έτσι την υπόσχεση περί ακτημοσύνης που είχαν δώσει. Συγκεκριμένα
από τους 130 μοναχούς που είχε η εν λόγω μονή το 1833 οι 55 μοναχοί διαθέτουν
περιουσιακά στοιχεία ενώ οι 75 δεν έχουν καμία περιουσία, κινητή ή ακίνητη. Η
αιτιολόγηση αυτής της κατάστασης έγκειται στο γεγονός πως οι μοναχοί μπορεί και
να μην καταπατούν την υπόσχεση τους, αφού τα έσοδα από τα κτήματα αυτά
διατίθενται για τις ανάγκες της μονής και των μοναχών, ενώ μετά το θάνατο τους η
ι*

περιουσία αυτή περιέρχεται στη μονή. Για να αντιμετωπίσουν οι μοναχοί


οποιαδήποτε κατηγορία ότι δήθεν καταπατούν την υπόσχεση περί ακτημοσύνης,
αναφέρουν στο έγγραφο τη σωτηρία ανθρώπων από τον Ιμπραϊμ ώστε να φανεί ότι τα
χρήματα των μοναχών αξιοποιούνταν σωστά, για φιλανθρωπικούς σκοπούς, για το
κοινό καλό και όχι για προσωπικούς σκοπούς. Από την άλλη πλευρά, όπως έχει
επισημανθεί, με την αύξηση των ιδιόρρυθμων μονών δινόταν η δυνατότητα στους
μοναχούς των ιδιόρρυθμων μονών να έχουν προσωπική περιουσία.
Το δεύτερο σημείο είναι το κοινωνικό έργο που επιτελούν οι μοναχοί και το
οποίο φροντίζουν να τονίζουν. Μέσα λοιπόν από το έγγραφο διακρίνεται η τάση να
61
Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία..., ό.π., τ. ΣΤ', σελ. 939.
62
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 304.
398

βοηθήσουν οι μοναχοί τους συνανθρώπους τους, όταν οι περιπτώσεις το επέτρεπαν


και οι μοναχοί είχαν την οικονομική κυρίως δυνατότητα.

β. Η συμπεριφορά των μοναχών- η ηθική τους διαγωγή

Εκτός από την υπόσχεση της ακτημοσύνης οι μοναχοί έδιναν άλλες δύο
υποσχέσεις, αυτές της παρθενίας και της υπακοής. Από την τήρηση των υποσχέσεων
αυτών στην καθημερινή τους ζωή αλλά και από τη γενικότερη συμπεριφορά τους
προκύπτει ένα επιπλέον στοιχείο, που συναντάται στα έγγραφα των αναφορών του
1833, το οποίο φέρει τον τίτλο «ηθική διαγωγή».
Η διαγωγή που όφειλε ο μοναχός να έχει στη μονή έπρεπε να είναι σύμφωνη
με τα ιδεώδη του μοναχισμού τα οποία και ακολουθούσε. Για να δειχθεί λοιπόν ότι
όλοι οι μοναχοί που καταγράφονται στα συγκεκριμένα έγγραφα είχαν διαγωγή
σύμφωνη με το λειτούργημα τους χρησιμοποιούνται τα επίθετα ή οι εκφράσεις:
«καλή», «σεμνή», «σύμφωνη με το επάγγελμα του», «ποιμενική». Μέσα από τους
όρους αυτούς είναι σαφής η πρόθεση των συντακτών των εγγράφων να
παρουσιάσουν μια διαφορετική κατάσταση από αυτή που είχε σχηματίσει η
Αντιβασιλεία και οι περιηγητές, οι οποίοι μιλούσαν για ανήθικους, άξεστους και
συμφεροντολόγους μοναχούς.
Στον πίνακα (13.17) καταγράφεται η συχνότητα με την οποία συναντώνται οι
όροι αυτοί* στα έγγραφα. Συγκεκριμένα τα στοιχεία προέρχονται από 12 μονές της
Πελοποννήσου και σε αυτά παρουσιάζονται 272 άτομα. Τα 216 είναι μοναχοί, τα 25
δόκιμοι-υποτακτικοί, τα 4 μοναχές και τα 27 υπηρέτες.
399

ΠΙΝΑΚΑΣ 13.17
Η ηθική διαγωγή των ατόμων που εγκαταβιώνουν στις μονές

Ηθική διαγωγή Μοναχοί Δόκιμοι Μοναχές Υπηρέτες


Καλή 6 2
Καλή 6 2
Σεμνή 27 Καλή 16 Ποιμενική 9
Σεμνή 14 12 13
Σεμνή 9
Σύμφων. Επαν.* 3 2
Σεμνή 3 1 1 Ποιμενική 2
Σεμνή 2 1 1 1
Σεμνή 6 2 4
Σεμνή 2 2 1
Σεμνή 8 3 8
Σύμφων. Επαν:* 130
ΣΥΝΟΛΟ 216 25 4 27
Σύμφων. Επαγ·*: Σύμφωνος με το επάγγελμα του.
Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 272, 274, 300-304, 306, 308, 310-312.

Αν και τα έγγραφα συντάχτηκαν την ίδια χρονική περίοδο (1833) οι όροι που
χρησιμοποιούνται δεν είναι ίδιοι για όλες τις μονές, παρόλο που με όλους αυτούς
τους όρους εννοούν το ίδιο πράγμα, δηλαδή την ηθική ζωή των ατόμων. Θα πρέπει
επίσης να επισημανθεί ότι σε δύο περιπτώσεις χρησιμοποιείται για τους υπηρέτες
της μονής διαφορετικό επίθετο για να χαρακτηριστεί η διαγωγή τους. Σε αυτές τις
περιπτώσεις χρησιμοποιείται ο όρος «ποιμενική». Σε συνδυασμό μάλιστα με την
περίπτωση μοναχού που χαρακτηρίζεται η διαγωγή του ποιμενική και που
ασχολείται με ποιμενικές εργασίες υποθέτουμε πως, για τον συγκεκριμένο
χαρακτηρισμό, έπαιζε ρόλο όχι μόνο το κατά πόσο ζούσε μια ηθική ζωή αλλά και το
κατά πόσο εκτελούσε σωστά τις χειρονακτικές εργασίες που είχε αναλάβει. Έτσι
λοιπόν και στους υπηρέτες, επειδή ασχολούνται με αγροτικές εργασίες, δίνοντας τους
το επίθετο αυτό υπονοείται ότι εκτελούν σωστά τις εργασίες τους.
Τέλος υπάρχουν και περιπτώσεις όπου τα διαφορετικά επίθετα δίνονται
ανάλογα με τον εκκλησιαστικό και μοναστηριακό βαθμό που έχει το κάθε άτομο. Στη
μονή της Αγίας Λαύρας65 η διαγωγή των μοναχών (27 μοναχοί) χαρακτηρίζεται
σεμνή, ενώ των δοκίμων (16) καλή. Με αυτόν ακριβώς το διαχωρισμό θέλουν να
δηλώσουν τις διαφορετικές προϋποθέσεις που πρέπει να τηρεί η μια ομάδα ατόμων

Γ.Α.Κ, Μοναστηριακά, Φ.300, 306.


Γ.Α.Κ, Μοναστηριακά, Φ.308.
400

από την άλλη. Επειδή οι υποχρεώσεις των μοναχών είναι περισσότερες και
διαφορετικές από των δοκίμων γι' αυτό και στους δεύτερους υπήρχε ελαστικότητα, η
οποία αποτυπώνεται μέσα από τη χρήση του συγκεκριμένου επιθέτου.

13.4 Συνοπτική απεικόνιση του μοναστικού τρόπου ζωής

Ο χρόνος των μοναχών μέσα στις μονές κατανέμεται καθημερινά σε τρία οκτάωρα,
που είναι αφιερωμένα το καθένα στην προσευχή, την εργασία-διακονία και την
ανάπαυση.
Ο όρος «διακονία» χρησιμοποιείται ως δήλωση είτε των ειδικών υπηρεσιών
του λειτουργήματος των χειροτονημένων κυρίως μοναχών, είτε γενικά των ασχολιών
που σχετίζονται με τις καθημερινές τους ανάγκες. Επειδή ο αριθμός των μοναχών
στις περισσότερες μονές ήταν περιορισμένος αναλογικά με τις εργασίες που
προέκυπταν, οι μοναχοί ήταν αναγκασμένοι όχι μόνο να εκτελούν περισσότερες από
μία υπηρεσίες αλλά και να καταφεύγουν στη βοήθεια λαϊκών από τις κοντινές
περιοχές.
Αν και τα έγγραφα αναφέρονται ως επί τω πλείστω σε μοναχούς, δίνουν τη
δυνατότητα να μελετήσουμε το μορφωτικό επίπεδο και των πλησιόχωρων προς τη
μονή, αγροτικών πληθυσμών της εποχής. Οι μοναχοί και οι μοναχές είναι άτομα που
προέρχονται κυρίως από την ύπαιθρο και όχι από τις αστικές περιοχές. Σε συνδυασμό
ιδιαίτερα με το επίπεδο γνώσεων των έμμισθων ατόμων μπορούν να διεξαχθούν
συμπεράσματα. Σύμφωνα με αυτά οι αγροτικοί πληθυσμοί είναι αγράμματοι,
αγνοώντας τη γραφή και την ανάγνωση. Η μονή λοιπόν είναι αυτή που δίνει τη
δυνατότητα μόρφωσης σε άτομα που προσχωρούν στο μοναχισμό καθώς πριν την
κουρά τους φαίνεται ότι είναι αγράμματα. Αποτελεί έτσι η μονή, εκτός από
οικονομικό και θρησκευτικό κέντρο και πνευματικό κέντρο της περιοχής στην οποία
βρίσκεται. Φυσικά οι γνώσεις που λαμβάνουν είναι στοιχειώδεις και περιορίζονται
στην ανάγνωση και τη γραφή ώστε να μπορούν να εκτελούν τα τελετουργικά τους
καθήκοντα. Αυτό τεκμηριώνεται και από το χαρακτηρισμό που καταγράφεται στις
αναφορές για το σύνολο σχεδόν των ατόμων, «γνωρίζει μέτρια τα κοινά γράμματα».
Οι μονές παρουσιάζουν πνευματική ομοιογένεια και αδιατάρακτη εσωτερική
ενότητα, αφού οι σκοποί και τα μοναχικά ιδεώδη ήταν κοινά και αποδεκτά από
όλους. Έπρεπε λοιπόν να τηρούνται οι υποσχέσεις της παρθενίας, της ακτημοσύνης

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 300.


401

και της υπακοής. Τα έγγραφα σχολιάζουν αυτές τις υποσχέσεις δίνοντας για καθεμία
διαφορετικούς όρους. Έτσι για την ακτημοσύνη σημειώνεται ο όρος «ιδιαιτέραν
κατάσταση δεν έχει». Οι περισσότεροι μοναχοί φαίνεται ότι τηρούν αυτή την
υπόσχεση και δεν έχουν προσωπικά περιουσιακά στοιχεία, πράγμα που μας κάνει να
σκεφτούμε πως όταν αυτά υπήρχαν θα πρέπει να είχαν παραχωρηθεί στη μονή με την
αποδοχή του μοναχού στη μοναστηριακή κοινότητα.
Η τήρηση των υποσχέσεων της παρθενίας και της υπακοής περιγράφεται με
τον όρο «ηθική διαγωγή». Η τήρηση τους και η γενικότερη συμπεριφορά τους, τους
κάνει να χαρακτηρίζονται «καλοί», «σεμνοί», «σύμφωνα με το επάγγελμα τους».
Μέσα από αυτούς τους χαρακτηρισμούς είναι σαφής η πρόθεση των συντακτών των
εγγράφων να παρουσιάσουν μια διαφορετική κατάσταση από αυτή που είχε
σχηματίσει η Αντιβασιλεία και οι περιηγητές, οι οποίοι μιλούσαν για ανήθικους,
άξεστους και συμφεροντολόγους μοναχούς.
Οι «ασθενείς» που καταγράφονται στα έγγραφα δίνουν τη δυνατότητα να
επισημάνουμε εκτός από την εκδήλωση φιλανθρωπίας, οικειοθελώς ή μη, των
μοναχών προς τους συναδέλφους τους ή τους λαϊκούς και τις παθήσεις που είχαν. Οι
περισσότερες παθήσεις ήταν χρόνιες αναπηρίες, οι οποίες δεν εμπόδιζαν στην τέλεση
ορισμένων εργασιών, στο μέτρο φυσικά του δυνατού. Δεν σημειώνεται στις
περιπτώσεις που μελετήθηκαν καμία επιδημική ή μεταδοτική ασθένεια πράγμα που
σημαίνει ότι οι μοναχοί φρόντιζαν να μην περιθάλπουν τέτοιες περιπτώσεις ασθενών
για να διαφυλάξουν την υγεία και την ασφάλεια της υπόλοιπης αδελφότητας.
402

ΕΙΚΟΝΑ 5η

Μονή Οσίου Μελετίου

Πηγή: Monuments Byzantins en Attigue et Béotie, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1956, σελ. 5.
403

ΑΝΤΙ Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Ω Ν

Στη μακραίωνη ιστορία του μοναχισμού οι λόγοι που ωθούν τους λαϊκούς στις μονές
είναι σε γενικές γραμμές οι ίδιοι. Είναι όμως οι κοινωνικοοικονομικές και
πολιτισμικές συνθήκες που αλλάζουν και δημιουργούν νέα δεδομένα και ως εκ
τούτου, αναδεικνύουν κάποιους εξ αυτών σε πρωτεύοντες ενώ άλλοι φθίνουν σε
δευτερεύουσας σημασίας ή γίνονται εντελώς ασήμαντοι.
Βάσει των ανθρωπολογικών χαρακτηριστικών του μοναχισμού, που
εξετάστηκαν στο τρίτο μέρος της διατριβής, στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα και στο
χώρο που δημιουργήθηκε αργότερα το ελληνικό βασίλειο, μπορούμε να αναλύσουμε
τους λόγους που οδηγούσαν τους λαϊκούς στο μοναχισμό. Οι αιτίες που οδηγούν
κάποιον να εγκαταλείψει το λαϊκό βίο και να στραφεί στο μοναχισμό είναι πολλές και
διαφέρουν ανά περίπτωση και αυτό γιατί σε μια τόσο σημαντική απόφαση για την
υπόλοιπη ζωή του ατόμου συνυπολογίζεται ο ατομικός παράγοντας και οι ειδικότερες
συνθήκες ζωής του. Θα πρέπει πάντως να επισημανθεί πως τα ιστορικά γεγονότα του
πρώτου μισού του 19ου αιώνα δεν έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στην απόφαση επιλογής της
μοναστηριακής ζωής από τους λαϊκούς. Παρ' όλα αυτά μπορούμε να εντοπίσουμε
από τα στοιχεία που σημειώνονται στα απογραφικά έγγραφα της περιόδου 1833-1838
των μονών και των μοναχών, κάποιους παράγοντες, που έστρεψαν τα άτομα στο
μοναχισμό.

Ως πρωταρχικό παράγοντα, μπορούμε να αναφέρουμε τους προσωπικούς


λόγους του κάθε ατόμου. Σε αυτούς εντάσσονται οι απόψεις που έχει ο λαϊκός για τη
θρησκεία, τη σχέση του με το Θείο και το μοναχισμό ειδικότερα. Η θρησκευτική
πίστη και η προσήλωση στα ιδανικά και στους στόχους του μοναχισμού είναι κάτι
που ενισχύεται από το οικογενειακό ή το συγγενικό περιβάλλον του ατόμου. Από τα
επώνυμα των μοναχών μάλιστα προκύπτει ότι δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που
404

παιδιά ή εγγόνια ιερέων στρέφονται στο μοναχισμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα


πρέπει να σημειώσουμε ότι το άτομο από νεαρή ηλικία μέσα από το οικογενειακό του
περιβάλλον γαλουχείται με ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής, ο οποίος εμπεριέχει
συνεχή παρακολούθηση εκκλησιαστικών ακολουθιών και μυστηρίων, προσευχή,
νηστείες.
Στους προσωπικούς λόγους εντάσσεται και το παράδειγμα της ζωής των
μοναχών που σε κάποιες περιπτώσεις λειτουργεί ως πρότυπο για τα νεαρά κυρίως
άτομα. Η μίμηση της ζωής των μοναχών έρχεται ως απόρροια των συχνών
συναναστροφών μοναχών και λαϊκών μέσα και έξω από τη μονή. Για τις περιπτώσεις,
εντός μονής, σημειώνουμε ότι λαϊκοί εγκαθίστανται σε μονές, για μικρό ή μεγάλο
χρονικό διάστημα προκειμένου να εκπληρώσουν κάποιο τάμα, προσωπικό ή
οικογενειακό. Αποτέλεσμα αυτού είναι η βίωση από τους λαϊκούς του τρόπου ζωής
των μοναχών.
Οι επαφές όμως με τους μοναχούς δεν περιορίζονται μόνο σε περιπτώσεις
συμβίωσης αλλά και στο γεγονός ότι πολλές φορές οι κάτοικοι των κοντινών προς τη
μονή περιοχών προσέρχονται σε αυτή ζητώντας εργασία ή και ελεημοσύνη. Η
παροχή εργασίας στους λαϊκούς από τις μονές, τεκμηριώνεται άλλωστε από τα
έγγραφα, αφού σημειώνονται γι' αυτούς οι όροι υπηρέτης, δούλος, υπομίσθιος. Άλλες
πάλι φορές οι λαϊκοί προσέρχονται στο καθολικό της μονής για να εκκλησιαστούν.
Αυτό συμβαίνει όταν το καθολικό της λειτουργεί και ως ναός του κοντινού χωριού ή
του οικισμού. Ελλείψει λοιπόν άλλου ναού οι άνθρωποι καταφεύγουν για τον
εκκλησιασμό τους στη μονή.
Άμεση επαφή με τη μοναχική ζωή προκύπτει και από τις επισκέψεις των
μοναχών στα κοντινά χωριά και τους οικισμούς. Μπορεί οι μονές να μην
οικοδομούνται μέσα σε κατοικημένες περιοχές δεν απέχουν όμως πολύ από αυτές.
Συχνά οι μοναχοί επισκέπτονται την ευρύτερη προς τη μονή περιοχή και έρχονται σε
επαφή με τους κατοίκους της για να καλύψουν ανάγκες της μονής, να
πραγματοποιήσουν εράνους (ζητεία) ή και να τελέσουν λειτουργίες στους ναούς των
χωριών. Η εκτέλεση των εκκλησιαστικών τους καθηκόντων φαίνεται και μέσα από
τον ιερατικό βαθμό, που δηλώνεται στις απογραφικά έγγραφα των μοναχών, με τους
όρους πνευματικός, πρεσβύτερος, ιερέας.
Πέρα από τους προσωπικούς λόγους που ώθησαν κάποιον στο μοναχισμό,
στην επιλογή του αυτή παρεμβάλλονται και οι οικονομικοί λόγοι. Η μονή αποτελεί
εκτός από χώρο άσκησης κατά τα μοναχικά ιδεώδη και χώρο που παρέχει οικονομική
405

ασφάλεια στη μοναστηριακή αδελφότητα. Εκεί μπορεί να καλύψει κανείς τις βιοτικές
του ανάγκες, τη σίτιση, τη στέγαση, την ένδυση του. Τα εισοδήματα μάλιστα της
μονής, που προέρχονται πρωτίστως από τις εργασίες των μοναχών, από δωρεές,
κληροδοσίες, έσοδα από την ακίνητη περιουσία της, συχνά επαρκούν για να
προσφέρουν οικονομικές δυνατότητες, να καλύψουν δηλαδή οι μοναχοί τις ανάγκες
τους και ταυτοχρόνως να αποτελέσει η μονή οικονομικό παράγοντα στην περιοχή
της.
Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις εκτός από την εργασία που προσέφερε η μονή
στο μοναχό έδινε τη δυνατότητα σε συγγενείς του, όχι μόνο να βρουν εργασία αλλά
και να νέμονται κάποια περιουσιακά στοιχεία της (νομότυπη ενοικίαση κτημάτων
που ανήκουν στη μονή σε συγγενείς των μοναχών). Οι παροχές αυτού του είδους
συνυπολογίζονταν στη λήψη της απόφασης κάποιου στο να μονάσει. Όσο για το
οικογενειακό του περιβάλλον, όταν μάλιστα ευνοείτο οικονομικά από την
προσχώρηση κάποιου στο μοναχισμό, κι αν ακόμα δεν τον ενθάρρυνε στην επιλογή
του σίγουρα δεν τον απέτρεπε.
Οι οικονομικοί λόγοι που οδηγούν τους λαϊκούς στο μοναχισμό σχετίζονται
και με τις οικονομικές συνθήκες ζωής των ίδιων και των οικογενειών τους. Σε τέτοιες
περιπτώσεις η οικογένεια, με την είσοδο του λαϊκού στο μοναχισμό απαλλάσσεται
από το πρόσθετο βάρος να καλύπτει τις ανάγκες ενός επιπλέον μέλους της. Τα
περιορισμένα έσοδα της και η μικρή έκταση γης που μπορεί να καλλιεργούσε δεν
επαρκούσαν για να καλύψουν τις ανάγκες όλων των μελών της. Ίσως μάλιστα
κάποιες φορές πίσω από ένα προσχηματικό τάμα να κρύβεται η επιδίωξη απαλλαγής
της οικογένειας από τα έξοδα ενός μέλους της για κάποιο χρονικό διάστημα.
Η οικογένεια επίσης με την απόφαση του μέλους της να μονάσει ήξερε ότι δεν
θα έχανε τις επαφές μαζί του. Εξάλλου η επιλογή της μονής της μετανοίας του τις
περισσότερες φορές βρισκόταν κοντά στη γενέτειρα του μοναχού και τελικά κοντά
στην οικογένεια του. Έτσι δινόταν η δυνατότητα στο άτομο να βρίσκεται σε συχνή
επικοινωνία με το οικογενειακό του περιβάλλον.
Η απόφαση κάποιου να μονάσει ίσως έχει να κάνει ως ένα βαθμό και με τις
φορολογικές απαλλαγές που συνόδευαν το σχήμα του μοναχού. Με αυτόν τον τρόπο
ο λαϊκός απαλλασσόταν από φόρους που κάτω από άλλες συνθήκες θα έπρεπε να
καταβάλει στην εκάστοτε εξουσία.
Μια άλλη σημαντική κατηγορία παραγόντων που ωθούσαν τα άτομα στο
μοναχισμό ήσαν οι κοινωνικοί παράγοντες. Σε αυτούς εντάσσεται η αδυναμία του
406

λαϊκού να φροντίσει μόνος του τον εαυτόν του. Η άποψη αυτή ενισχύεται από τις
ηλικίες εισόδου στο μοναχισμό. Οι ηλικιακές περίοδοι που παρατηρούνται και οι
οποίες σχετίζονται με την κοινωνική ασφάλεια που παρέχει η μονή στα μέλη της είναι
δύο. Η πρώτη αφορά νεαρές ηλικίες (3-17 ετών) ενώ η δεύτερη ηλικίες άνω των 50
ετών. Η έλλειψη οικογένειας και η αδιαφορία ή η ανικανότητα των συγγενών να
φροντίσουν το νεαρό άτομο, είναι από τις αιτίες που κάνουν κάποιον να επιλέξει τη
μονή ως τόπο που του καλύπτει τις βιοτικές του ανάγκες και συγχρόνως του παρέχει
ψυχολογική στήριξη. Η επιλογή αυτή, σε ηλικίες 12 με 15 ετών, γίνεται συνειδητά
και υποκινείται από την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών. Στις μικρότερες ηλικίες (3-
11 ετών) η προσχώρηση στο μοναχισμό αποφασίζεται από τους κηδεμόνες του
ατόμου προκειμένου να απαλλαγούν από τις υποχρεώσεις προς αυτό. Σε αυτές τις
περιπτώσεις θα πρέπει να εντάξουμε και τα νόθα παιδία, που λόγω των κοινωνικών
συνθηκών που επικρατούσαν, οι μητέρες ίσως τα εγκατέλειπαν σε κάποια μονή.

Σε πιο προχωρημένες ηλικίες, άνω των 45 ετών, όταν δεν υπάρχει οικογένεια
ή συγγενείς να φροντίσουν τα άτομα αυτά, η επιλογή προς το μοναχισμό είναι
συνειδητή. Έτσι ο γινόμενος μοναχός κερδίζει εκτός από την εξασφάλιση των
βιοτικών του αναγκών, περίθαλψη, περιποίηση, συναισθηματική κάλυψη. Η έλλειψη
φροντίδας από συγγενικά πρόσωπα, σε συνδυασμό με κάποια τυχόν αναπηρία
επιτείνουν ή και καθιστούν αναγκαία την προσχώρηση στο μοναχισμό. Σε αυτές όμως
τις ηλικίες η αποδοχή του μέλλοντος μοναχού δε γίνεται πάντα με πνεύμα
φιλανθρωπίας εκ μέρους της μονής, αφού κατά κανόνα το άτομο προσφέρει σ' αυτή
τα περιουσιακά του στοιχεία.
Η διαβίωση στη μονή δίνει επίσης τη δυνατότητα σε κάποιους μοναχούς να
αποκτήσουν επιρροή στον πληθυσμό της ευρύτερης περιοχής και να ασκήσουν
ρόλους που δεν τους αφήνουν ασυγκίνητους. Οι μοναχοί εκτός από οικονομικοί
παράγοντες (εργοδότες, διαχειριστές κτημάτων των μονών), λάμβαναν συχνά μέρος
στα κοινοτικά συμβούλια και έπαιρναν πολιτικές αποφάσεις που αφορούσαν την
περιοχή τους. Ένας λοιπόν φτωχός αγρότης που κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα
μπορούσε ούτε να ανέβει κοινωνικά ούτε και να ασχοληθεί με τα κοινά, είχε τη
δυνατότητα χάρη στην ιδιότητα του μοναχού και στην οικονομική επιφάνεια της
μονής, να διαδραματίσει τέτοιο ρόλο στην περιοχή.

Ένας επιπλέον κοινωνικός λόγος που κάποια άτομα συνυπολόγισαν στην


απόφαση τους να στραφούν στο μοναχισμό, ήταν η μόρφωση που μπορούσαν να
λάβουν στο χώρο της μονής καθώς και η δυνατότητα να μορφωθούν σε κάποια άλλη
407

περιοχή της επικράτειας με έξοδα της μονής. Έτσι η μονή, εκτός από οικονομικό
κέντρο, αποτελούσε και εκπαιδευτικό κέντρο για τις αγροτικές περιοχές. Σε μια
αγροτική κοινωνία που η εκπαίδευση ή ακόμα η γραφή και η ανάγνωση θεωρούνταν
περιττά, η μονή αποτελούσε πόλο έλξης για κάποιον που επιθυμούσε να μορφωθεί
έστω και στοιχειωδώς. Στα απογραφικά έγγραφα (αναφορές) άλλωστε φαίνεται ότι το
σύνολο των μοναχών του βασιλείου είχε γνώσεις ανάγνωσης και γραφής, γνώσεις τις
οποίες απέκτησε με την είσοδο του στη μονή.
Τέλος υπάρχουν και περιπτώσεις λαϊκών (αν και τα στοιχεία που διαθέτουμε
δε μας δίνουν πληροφορίες για τη συχνότητα τους) που ενεδύθησαν το μοναχικό
σχήμα προκειμένου να ανέβουν στην κλίμακα της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Αυτό
πάντως που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι πως άτομα με τέτοιες φιλοδοξίες
κατέφευγαν σε πλούσιες και φημισμένες μονές της επικράτειας, καθώς μόνο μέσα
από αυτές είχαν τις ευκαιρίες να πραγματοποιήσουν τα σχέδια τους.
409

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ύστερα από την εξέταση των παραμέτρων του καθημερινού βίου των μοναχών και
των εν γένει επαφών των Μονών με τη Διοίκηση στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα και
στο γεωγραφικό χώρο που, μετά το 1832, αποτέλεσε το Ελληνικό Βασίλειο, σε
συνδυασμό με την αντίστοιχη παραγωγή νομικού πλαισίου περί μονών και την
εφαρμογή του από την Κρατική εξουσία, μπορούμε να συνοψίσουμε σε τρία τα
ερωτήματα στα οποία η έρευνα που προηγήθηκε επιχείρησε να απαντήσει:
Πρώτο: υπάρχει συνέχεια του μοναχισμού μετά την εμφάνιση του νεοελληνικού
Κράτους και ποια στοιχεία προκύπτουν από την έρευνα;
Δεύτερο: πώς υλοποιείται και ποια τα αποτελέσματα της διοικητικής εποπτείας,
η οποία ασκήθηκε στις μονές από το νεοελληνικό κράτος;
Τρίτο: ποιο το πνεύμα για τη συντήρηση και την επιρροή του μοναχισμού στην
προσέλκυση λαϊκών που επιθυμούν να μονάσουν;
Ο μοναχισμός διέπεται από βασικές αρχές και κανόνες. Φορείς των ιδεών του
είναι οι μοναχοί και τόπος άσκησης των καθηκόντων τους είναι η μονή. Η μελέτη του
μοναχισμού οδηγεί στην ανάλυση ατομικών συμπεριφορών και ταυτοχρόνως στη
σύνδεση των συμπεριφορών με τις ρυθμίσεις που επιβάλλει ο μοναχισμός σε εκείνους
τους λαϊκούς, που συγκινούνται από την βιωματική και πνευματική ενσωμάτωση τους
σε αυτόν. Ενόψει της σύμπλεξης βιωματικού και πνευματικού στοιχείου, είναι
φυσικό, όσο περισσότερο εμβαθύνει η έρευνα του πρώτου τόσο, αντίστοιχα, να
πρέπει να προχωρήσει και η έρευνα του δευτέρου. Και ακόμη η ανάλυση αυτή δεν
μπορεί να παρακάμψει τη σχέση Μονής και περιβάλλουσας κοινωνίας, όπως μας
έχουν δείξει οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες που αναλαμβάνουν οι μοναστηριακές
αδελφότητες στην Ευρωπαϊκή ιστορία των Εκκλησιών και των θρησκευτικών
οργανώσεων, και μάλιστα στους πλησιόχωρους προς τις μονές πληθυσμούς.
Οι σχέσεις που αναπτύσσουν καθημερινά οι μοναχοί με τους γειτονικούς
πληθυσμούς βασίζονται στην κάλυψη αναγκών, που προκύπτουν στις μονές ή στους
410

λαϊκούς, στο πνευματικό λειτούργημα που επιτελούν οι μοναχοί ή και στα προνόμια
που απολαμβάνουν οι μονές και τα οποία δεν αφήνουν αδιάφορους μοναχούς και
λαϊκούς. Ποιες όμως ήταν οι δυνατότητες τις οποίες είχαν οι μονές και οι οποίες τις
καθιστούσαν παράγοντες των περιοχών τους;
Στη μακραίωνη ιστορία του θεσμού οι μονές απέκτησαν προνόμια και αυτά με
τη σειρά τους έδωσαν στις μονές δύναμη, εξουσίες και ρόλους στη περιοχή τους. Ο
πρώτος ρόλος τους είχε να κάνει με το θρησκευτικό στοιχείο και την πνευματική
λειτουργία που επιτελούσαν. Με τη δύναμη του θρησκευτικού τους ρόλου οι μονές
προσέλκυσαν δωρεές και κληροδοτήματα πιστών, με αποτέλεσμα να γίνουν ισχυροί
οικονομικοί παράγοντες. Για να καλύψουν μάλιστα τις ανάγκες, οι οποίες
προέκυπταν από τη φροντίδα των κτημάτων και των περιουσιακών τους στοιχείων,
αρχίζουν σιγά σιγά να προσφέρουν εργασία στους γειτονικούς αγροτικούς
πληθυσμούς. Παράλληλα οι μονές αναπτύσσουν φιλανθρωπικό έργο καθώς
περιθάλπουν ασθενείς ή ανήμπορους λαϊκούς. Η οικονομική τους δύναμη, σε
συνδυασμό με τα προνόμια που απολάμβαναν την περίοδο της οθωμανικής
κυριαρχίας τις είχε ήδη καταστήσει πολιτικούς παράγοντες της περιοχής τους. Ας
προστεθεί τέλος ο εκπαιδευτικός ρόλος, αφού μπορούσαν να μορφώσουν, έστω και
στοιχειωδώς, τους μέλλοντες μοναχούς και λαϊκούς των περιοχών τους,
συμβάλλοντας σε μία ιδιότυπη διαιώνιση της ελληνικής παιδείας .
Οι ρόλοι και τα προνόμια των μονών σε συνδυασμό με τις πολιτισμικές,
κοινωνικές, οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στο χώρο όπου δημιουργήθηκε
αργότερα το ελληνικό βασίλειο, αποτελούν ουσιώδεις παράγοντες για τη διατήρηση
του ορθόδοξου μοναστικού φαινομένου, ανεξαρτήτως των αριθμητικών μεταβολών
που σημειώνονται στο θεσμό. Το τελευταίο, είναι όμως ένα από τα ζητήματα που μας
απασχόλησαν.
Ο μηχανισμός προσέλκυσης μοναχών βασίζεται σε διαφορετική βάση μέχρι
ου
και τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 19 αιώνα. Η μετεπαναστατική περίοδος του
νεοελληνικού κράτους μεταβάλλει στοιχεία του θεσμού τα οποία συνδέονται
περισσότερο με τις πρακτικές συνθήκες διατήρησης του θεσμού και πολύ λιγότερο με
τον πνευματικό ρόλο του μοναχισμού. Κατά την περίοδο συγκρότησης του Κράτους
αλλαγές επέρχονται στο ρόλο των μονών, στον τρόπο που η Διοίκηση αντιμετωπίζει
την Εκκλησία και ειδικότερα το μοναχισμό, στη ζωή των μοναχών, στον τρόπο
σκέψης των λαϊκών για το θεσμό και στη διάθεση τους να στραφούν στο μοναχισμό.
411

Ας συνοψίσουμε το γενικό κλίμα μέσα στο οποίο εκδηλώνονται αυτές οι


αλλαγές. Τα νέα κοινωνικά δεδομένα που δημιουργούνται, η απελευθέρωση από την
οθωμανική κυριαρχία και η συγκρότηση του κράτους, διαμορφώνουν μια νέα
κατάσταση η οποία λειτουργεί σαν δύναμη «άπωσης» από το θεσμό και αποτρέπουν
έτσι το λαϊκό από τη σκέψη του μοναχισμού. Το νέο κράτος που οργανώνεται
δημιουργεί εύλογες ελπίδες αποκατάστασης και διασφάλισης στους πολίτες του
καθώς και την διάθεση από τους πολίτες να το στηρίξουν και να το ενδυναμώσουν.
Όλα αυτά τα στοιχεία κάθε άλλο παρά αφήνουν περιθώρια ανάπτυξης στο μοναχισμό.
Το πνεύμα προσέγγισης των λαϊκών προς τις μονές αλλάζει καθώς πρέπει να
στηριχτεί στα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει. Τα ερείσματα που έχουν πλέον να
προσφέρουν οι μονές είναι περιορισμένα. Οι μονές βασίζονται λοιπόν για την
ανατροφοδότηση τους με νέο δυναμικό μόνο στη κλίση κάποιων ατόμων προς τον
αναχωρητισμό ή στις φροντίδες που μπορούν να προσφέρουν σε ηλικιωμένα άτομα,
ευελπιστώντας ίσως, στην τελευταία περίπτωση, πως τα άτομα αυτά θα προσέφεραν
στη μονή και τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Η πολιτική ιστορία του νεοελληνικού Κράτους αποτελεί τον δεύτερο πόλο της
μεγάλης αμφίδρομης κίνησης μας στην ανάλυση του μοναστικού βίου. Στις
εθνοσυνελεύσεις και αργότερα στην περίοδο του Καποδίστρια, χάθηκαν για την
Εκκλησία και κατ' επέκταση για τις μονές αρμοδιότητες σε θέματα που παραδοσιακά
τους ανήκαν, όπως οι δικαστικές και οι εκπαιδευτικές. Περιορίστηκε επίσης και ο
πολιτικός ρόλος των μονών, καθώς η πολιτική ηγεσία επιθυμούσε μια συγκεντρωτική
εξουσία, που θα περιόριζε το ρόλο των τοπικών παραγόντων. Με τους περιορισμούς
που επιβλήθηκαν στις δραστηριότητες των μονών στην περίοδο της Αντιβασιλείας
επιτεύχθηκε η αποδυνάμωση των οικονομικών τους δραστηριοτήτων, καθώς αρκετές
από τις μονές έκλεισαν και τα περιουσιακά τους στοιχεία περιήλθαν στο Κράτος,
ενώ, όσες παρέμειναν, έπρεπε να υπόκεινται σε φορολόγηση και συνεχείς ελέγχους
της Πολιτείας. Διατήρησαν όμως το φιλανθρωπικό τους χαρακτήρα, ο οποίος συχνά
επιτασσόταν από την πολιτική ηγεσία. Στην τελευταία μάλιστα περίπτωση, της
φιλανθρωπίας, το Κράτος όχι μόνο μεταβίβαζε ευθύνες -ηθικές και οικονομικές- που
κάτω από άλλες συνθήκες θα έπρεπε το ίδιο να επωμισθεί, αλλά και εξασφάλιζε
σίτιση και στέγαση για ένα μέρος της κοινωνίας, όπως ήταν οι ανάπηροι, οι γέροντες,
οι φρενοβλαβείς και εν γένει μέλη της κοινωνίας ανήμπορα να προσφέρουν στη
συγκρότηση του ελεύθερου Κράτους.
412

Η πολιτική ηγεσία, την περίοδο των εθνοσυνελεύσεων, του Καποδίστρια και


πιο εμφανώς την περίοδο της Αντιβασιλείας και του Όθωνα ασκεί διοικητική
εποπτεία τόσο στην Εκκλησία, όσο και στις μονές. Η αντίληψη που κυριαρχεί σης
πολιτικές αποφάσεις που ελήφθησαν για το χώρο της Εκκλησίας είναι πως αυτή θα
έπρεπε να υπαχθεί στον έλεγχο του Κράτους και να συμπεριφέρεται ως ένας από τους
υπόλοιπους φορείς που το αποτελούσαν.
Έτσι και οι μοναχοί εκ των πραγμάτων υπέστησαν τις συνέπειες αυτής της
αντίληψης: οφείλουν να συμπεριφέρονται ως υφιστάμενοι της Πολιτείας και να
αιτιολογούν τις ενέργειες τους, κυρίως δε όταν οι ενέργειες αυτές δεν έχουν σχέση με
τις αξίες του θεσμού, αλλά με οικονομικά και διοικητικά θέματα. Αυτό ακριβώς είναι
το νέο στοιχείο που εισβάλλει στη ζωή τους. Μέχρι τότε ήσαν συνηθισμένοι να
ασχολούνται με τη μελέτη αγιολογικών και λειτουργικών κειμένων και λιγότερο με
τη σύνταξη κοσμικών εγγράφων. Αποκτούν συνείδηση των ευθυνών που έχουν
απέναντι στο Κράτος και της ανάγκης διοικητικής οργάνωσης, καθώς η παραβίαση
των επιταγών της Πολιτείας συνεπιφέρει κυρώσεις -και όχι φυσικά εκκλησιαστικές.
Συνειδητοποιούν επίσης ότι η Πολιτεία τους αντιμετωπίζει με τα ίδια μέτρα
και σταθμά όπως τους κοσμικούς. Η καταγραφή των επωνύμων των μοναχών στις
αναφορές κάνει σαφές ότι οι μοναχοί αντιμετωπίζονται όχι ως σχήμα και πνευματικό
λειτούργημα, αλλά με κοσμικά κριτήρια, όπως είναι τα προσωπικά τους δεδομένα. Η
πολιτική εξουσία δεν αρκείται πια στην καταγραφή ενός μόνο επιλεγομένου
μοναστηριακού ονόματος, το οποίο δεν σημαίνει τίποτα γι' αυτήν, αλλά απαιτεί την
καταγραφή ενός επωνύμου, το οποίο θα ξεχωρίζει το άτομο από την υπόλοιπη
μοναστηριακή αδελφότητα. Ο μοναχός θεωρείται μονάδα και όχι μέλος ενός
θρησκευτικού συνόλου. Το επώνυμο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα των ατόμων
της οργανωμένης κοινωνίας. Αυτό ενδιαφέρει πια την Πολιτεία και γι' αυτό δεν
πρέπει να παραλείπεται ή να σημειώνονται λάθη στην καταγραφή του, σε αντίθεση με
την ηλικία των μοναχών, που επειδή ακριβώς δεν ενδιαφέρει τον διοικητικό έλεγχο
που τους ασκείται, μπορεί να είναι λανθασμένη. Η ενδεχόμενη άλλωστε επιβολή
κυρώσεων δεν έχει σχέση με το στοιχείο της ηλικίας των ατόμων αλλά με την
πιστότητα του επωνύμου τους.
Τα νέα αυτά δεδομένα επιφέρουν αλλαγές στον τρόπο που οι ίδιοι οι μοναχοί
πρέπει να βλέπουν το μοναχισμό αλλά και τον εαυτόν τους. Δεν είναι πια φορείς μόνο
του θρησκευτικού τους λειτουργήματος αλλά και άτομα που πρέπει να ενεργούν
σύμφωνα με κοσμικές επιταγές και ως ανήκοντες σε κρατική οντότητα συγκεκριμένη
413

πλέον (και όχι μεταφυσικώς επιτεύξιμη). Πρέπει να ανασύρουν από το μυαλό τους
στοιχεία που είχαν ξεχάσει αφού δεν σχετίζονταν άμεσα με το σχήμα τους. Η έννοια
του κοσμικού χρόνου εισβάλλει στη ζωή τους και τους θυμίζει ότι πρέπει, σύμφωνα
με τον ημερολογιακό χρόνο, να διεκπεραιώνουν συγκεκριμένες εργασίες καθώς και
να θυμούνται ημερομηνίες που σχετίζονται με τη γέννηση τους, την απόκαρσή τους,
την ηλικία τους.
Οι αλλαγές όμως δεν σταματούν εδώ. Αλλαγές επέρχονται και στον τρόπο
που οι λαϊκοί αντιμετωπίζουν το θεσμό του μοναχισμού. Το πνεύμα κριτικής που
ασκείται είναι απόρροια των ιδεών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης.
Η εκκοσμίκευση της πίστης που κυριαρχεί στη Δύση έρχεται και στο Ελληνικό
Κράτος επηρεάζοντας τον τρόπο σκέψης των ατόμων και τις συμπεριφορές τους. Για
την αλλαγή αυτή στη στάση των λαϊκών απέναντι στο θεσμό δεν ευθύνονται μόνο οι
ιδέες που έρχονται από το εξωτερικό, αλλά και η ύπαρξη ενός Κράτους, το οποίο για
πολλούς από τους Έλληνες αποτελεί τη δικαίωση των θυσιών τους κατά τη διάρκεια
της Επανάστασης. Το νέο αυτό στοιχείο τους συγκινεί πολύ περισσότερο από την
Εκκλησία, στην οποία τόσους αιώνες στηρίζονταν και η οποία όμως δεν τους είχε
προσφέρει ουσιαστικές βελτιώσεις στον τρόπο ζωής τους.
Οι ανωτέρω περιγραφόμενες νέες ιδεολογίες δυτικής προέλευσης και οι
αποφάσεις της υπό σύσταση και αργότερα υπαρκτής Κρατικής εξουσίας
αποθαρρύνουν προοδευτικά την επιθυμία κάποιου να μονάσει. Παραδοσιακά η
συντήρηση του μοναχισμού στηριζόταν στην επιρροή που ασκούσαν οι μονές στους
λαϊκούς με την έντονη και επιτυχή δραστηριοποίηση τους και την απήχηση των
ενεργειών τους στον γύρω από αυτές γεωγραφικό και κοινωνικό χώρο. Η ανάδειξη
τους σε ισχυρές οικονομικές μονάδες και σε παράγοντες όχι μόνο θρησκευτικούς,
αλλά παράλληλα πολιτικούς, εκπαιδευτικούς και φιλανθρωπικούς, είχε σαν
αποτέλεσμα να αναπτύσσονται δυνάμεις έλξης προς αυτές. Επιπλέον τα προνόμια
που είχαν εξασφαλίσει οι μονές τους επέτρεπαν να προβάλλουν, έμμεσα ή άμεσα, τα
θετικά στοιχεία του μοναστικού τρόπου ζωής, σε συνδυασμό με τις παροχές που
μπορούσαν να υποσχεθούν σε όσους εγκαταβίωναν σ' αυτές. Με αυτόν τον τρόπο
διασφάλιζαν τη συνεχή ανανέωση και ενδυνάμωση τους με χρήσιμα και ενεργά μέλη,
τα οποία θα προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στις ανάγκες της μονής. Αυτά τα
εξωτερικά στοιχεία προσέγγισης και προσέλκυσης των λαϊκών στο μοναχισμό
αποδυναμώνονται πλέον και ο αριθμός των νέων μοναχών βαίνει μειούμενος μετά
τον περιορισμό του ρόλου των μονών.
414

Οι μοναχοί με τις πολιτικές αποφάσεις που εφαρμόζονται στο μοναχισμό και


τις κοσμικές ιδέες που επικρατούν για το θεσμό μετά την τρίτη δεκαετία του 19ου
αιώνα, συνειδητοποιούν πως η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το σχήμα τους
δεν άπτεται μόνον θεμάτων διοικητικού και αστικού δικαίου π.χ. καταπάτηση
κάποιου κτήματος από λαϊκούς για την οποία θα πρέπει να μεριμνήσουν, αλλά έχει
αντίκτυπο σε αυτήν την ίδια τη διατήρηση του θεσμού και την ανατροφοδότηση του
με νέα μέλη, ώστε να μη μαραζώσει. Αποκτούν συνείδηση πως πρέπει να
προστατεύσουν, όχι μόνο τον εαυτόν τους, αλλά και τον ίδιο το μοναχισμό. Στην
καινούρια γι' αυτούς κατάσταση που δημιουργείται ξέρουν ότι δεν μπορούν να
στηρίζονται στην ανώτατη εκκλησιαστική ιεραρχία του Βασιλείου (Ιερά Σύνοδος),
αφού η τελευταία ελέγχεται από την Πολιτεία και εξυπηρετεί τα συμφέροντα της
Αντιβασιλείας και όχι συμφέροντα που να προασπίζουν το θεσμό.
Αναπόφευκτα αισθάνονται δυσαρέσκεια για τις ενέργειες της Πολιτείας αλλά
και της Εκκλησίας. Σύμφωνα με τους μοναχούς η Πολιτεία όχι μόνο δεν αναγνώρισε
τις προσφορές τους στους πληθυσμούς του ελλαδικού χώρου πριν και κατά τη
διάρκεια της Επανάστασης, αλλά περιόρισε και τις αρμοδιότητες τους, οδηγώντας σε
κίνδυνο την ύπαρξη του θεσμού. Η Εκκλησία πάλι ενδιαφερόταν περισσότερο για τη
διοικητική της οργάνωση και τον κοσμικό κλήρο και όχι για τη στήριξη του
μοναχισμού. Είχαν δει άλλωστε ότι δεν μπόρεσε η Ιερά Σύνοδος να αποτρέψει τη
διάλυση των 3/4 των μονών του Βασιλείου. Το μόνο στήριγμα στο οποίο μπορούν οι
μοναχοί να ελπίζουν είναι ο απλός λαός και κυρίως ο αγροτικός, αφού τόσους αιώνες
με αυτόν έρχονταν σε επαφές καθημερινά και αυτόν επηρέαζαν.
Αποφασίζουν να δράσουν μόνοι τους και να προασπίσουν τη συνέχιση του
μοναχισμού με ενέργειες που στρέφονται προς την Πολιτεία, προς τους λαϊκούς και
στον τρόπο που αντιλαμβάνονται πλέον το θεσμό, αλλά και προς μέρος των λαϊκών,
προκειμένου να τους προσελκύσουν να εγκαταβιώσουν στις μονές, συνεχίζοντας και
διαιωνίζοντας το μοναχισμό.
Οι ενέργειες όμως των μοναχών για την προάσπιση του θεσμού από την
Πολιτεία έπρεπε να είναι νομιμοφανείς και να μην παραβιάζουν τις επιταγές της
Κρατικής Αρχής. Στο κλίμα της προστασίας του θεσμού εντάσσονται μετακινήσεις
μοναχών (1833-1835) από πολυπληθείς σε μικρότερες μονές, οι οποίες κινδύνευαν να
κλείσουν επειδή δεν πληρούσαν τους αριθμητικούς όρους λειτουργίας που έθεταν τα
διατάγματα της Αντιβασιλείας. Η διατήρηση όσο γινόταν περισσότερων μονών
κρινόταν απαραίτητη, όχι μόνο για τα οικονομικά συμφέροντα που θα προέκυπταν
415

από τη διατήρηση των μονών, αλλά, κυρίως, από το γεγονός ότι περισσότερες μονές
θα σήμαιναν πιο έντονη παρουσία των μοναχών σε ολόκληρη την επικράτεια του
Βασιλείου. Περισσότερα κέντρα μοναχισμού σήμαιναν ευκολότερο έλεγχο των
αγροτικών πληθυσμών και, κατ' επέκταση, επιρροή τους στο να αντισταθούν οι
τελευταίοι στις νέες ιδέες που εισάγονταν από τη Δύση και οι οποίες έκαναν λόγο για
ένα θεσμό ξεπερασμένο και αναχρονιστικό.
Οι μοναχοί στρέφονται και με άλλες ενέργειες προς τους λαϊκούς προκειμένου
να παρουσιάσουν εντονότερα όσες από τις δραστηριότητες τους τους είχαν απομείνει
και έτσι να αυξήσουν την προσέλευση μέρους των λαϊκών στο μοναχισμό. Η
αποδοχή λοιπόν ηλικιωμένων μοναζουσών σε ανδρικές μονές παρουσιάζεται από
τους μοναχούς ως επιτακτική ανάγκη, η οποία βασίζεται σε ηθικούς και κοινωνικούς
λόγους. Μπορεί, σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς και μοναστηριακούς κανόνες, η
ενέργεια αυτή να απαγορεύεται, οι μοναχοί όμως την προβάλλουν στους αγροτικούς
πληθυσμούς της περιοχής τους, ως αποτέλεσμα της φιλανθρωπίας τους, η οποία είναι
παρεπόμενο του σχήματος τους. Άμεσα τονίζουν το κοινωνικό έργο που επιτελούν.
Δίνουν λοιπόν την εντύπωση πως θα πρέπει και οι λαϊκοί να βασίζονται στο
φιλανθρωπικό χαρακτήρα των μονών, αφού οι μονές, λόγω της γειτνίασης με τους
πληθυσμούς της περιοχής τους, μπορούν ακόμα να τους προσφέρουν ηθική και υλική
βοήθεια, όταν οι πληθυσμοί τη χρειαστούν.
Η δήλωση όμως της παρουσίας τους στην πλησιόχωρη προς τη μονή περιοχή
γίνεται και με την τέλεση των ιεροτελεστιών στους ναούς των χωριών. Οι μοναχοί,
ως ιερείς και πνευματικοί των αγροτικών πληθυσμών, μπορούν να επηρεάζουν άμεσα
τη σκέψη των λαϊκών, όχι για να τους προσελκύσουν στο μοναχισμό, αλλά για να
τους στρέψουν κατά της Πολιτείας, όταν θεωρούν εαυτούς απειλούμενους από αυτήν,
δυσφημίζοντας τις νέες ιδέες που επικρατούν περί Θρησκείας. Η ύπαρξη τόσων
ιερομόναχων στο χώρο μιας μονής, όπως αυτή προκύπτει από τα απογραφικά
έγγραφα, αυτό φανερώνει, αφού η τέλεση των ιεροτελεστιών στο καθολικό της μονής
θα μπορούσε να γίνει και με ένα ή το πολύ δύο ιερομόναχους.
Επειδή μάλιστα η αντιμετώπιση ενός κινδύνου βασίζεται στη γνώση του και
όχι στην άγνοια του, οι μονές αποφασίζουν να στρέψουν το ενδιαφέρον τους και
στους ίδιους τους πληθυσμούς τους. Πρέπει να μορφώσουν τους μοναχούς τους, όχι
πια μαθαίνοντας τους στοιχειωδώς γραφή και ανάγνωση στο χώρο της μονής, αλλά
στέλνοντας τους σε σχολεία και ιερατικές σχολές εκτός μονής. Η ανάγκη της
μόρφωσης γίνεται συνείδηση των μοναχών, αφού μέσω αυτής μπορούν να
416

προστατεύσουν τον ίδιο το μοναχισμό. Μόνο αν τα άτομα που απαρτίζουν το θεσμό


είναι μορφωμένα μπορούν να «χτυπήσουν» την εκκοσμίκευση της πίστης, αφού
πρώτα γνωρίσουν αυτές τις ιδέες ώστε να τις αντικρούσουν.
Σε συνδυασμό με τα ανωτέρω, αλλαγές επέρχονται και στους λόγους για τους
οποίους οι λαϊκοί επιλέγουν το μοναστικό σχήμα. Οι γινόμενοι μοναχοί, μετά το
1830, συνεχίζουν να προέρχονται από γειτονικές προς τη μονή περιοχές, αλλά οι
ηλικίες τους πια είναι διαφορετικές' παρατηρείται υψηλότερος μέσος όρος ηλικίας
των ατόμων που επιλέγουν το μοναχισμό. Ενώ μέχρι και την τρίτη δεκαετία του 19ου
αιώνα κατευθύνονται στις μονές μικρές κυρίως ηλικίες, στη συνέχεια τα ποσοστά
αλλάζουν, με αποτέλεσμα να επικρατούν μεγαλύτερες ηλικίες. Τα πολιτισμικά και
οικονομικά κίνητρα που παρατηρήσαμε την περίοδο 1800-1830 αρχίζουν να
εξασθενούν στη σκέψη των λαϊκών που επιθυμούν να μονάσουν και να δίνουν τη
θέση τους σε όλο και περισσότερο κοινωνικά προκρίματα. Έτσι άτομα τα οποία ήσαν
ηλικιωμένα και κατ' επέκταση είχαν περιορισμένες δυνάμεις ή ήταν αποκλεισμένα
από τις δραστηριότητες του Κράτους έπρεπε να βρουν κάποιο χώρο για να νιώσουν
ασφάλεια, να βρουν περίθαλψη, και να καλύψουν τις βιοτικές τους ανάγκες. Αυτός
ακριβώς ο χώρος ήταν γι' αυτούς η μονή. Ένα νέο άτομο είχε πια περισσότερες
επιλογές και δυνατότητες στο Κράτος απ' ότι κάποιο ηλικιωμένο.
Το πρώτο μισό του 19ου αιώνα αποτελεί μια σημαντική περίοδο για το θεσμό
του μοναχισμού στον ελλαδικό χώρο, καθώς παρατηρούνται αλλαγές τόσο στην
αντιμετώπιση του θεσμού από την πολιτική ηγεσία, τους λαϊκούς, ακόμα και την ίδια
την Εκκλησία, όσο και στις ενέργειες των μοναχών που προσπαθούν όχι ma μόνο να
προσελκύσουν στις μονές νέο δυναμικό, αλλά να προασπίσουν τον ίδιο το θεσμό. Ο
μοναχισμός, χωρίς να χάσει τη θέση του ως θεσμός και πνευματική αναζήτηση,
συνέχισε να αποτελεί παράγοντα επηρεασμού του απλού λαού σε βαθμό όμως
αισθητά μικρότερο από αυτόν των αρχών του 19ου αιώνα. Οι νέες συνθήκες που
παρουσιάστηκαν άλλαξαν όχι μόνο τη στάση των λαϊκών απέναντι στο μοναχισμό
αλλά και τους ίδιους τους μοναχούς, οι οποίοι έπρεπε να συμπεριφέρονται ως
υπήκοοι ενός οργανωμένου κράτους. Τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου διαπότισαν
τον μέσο κάτοικο του Βασιλείου με νέες συναρπαστικές ιδεολογίες και οράματα, η δε
επιτυχία της Επανάστασης και η απελευθέρωση έδωσε στους λαϊκούς νέες επιλογές,
πράγμα που λειτούργησε αποτρεπτικά για την επιλογή της αφοσίωσης στο Θείο και
ανάγκασε τους μοναχούς να προσαρμοστούν, ώστε να συνεχίσει να ζει ο θεσμός που
είχαν επιλέξει.
417

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Ελληνόγλωσση

Αγγέλου Αλ., Ο Pouqueville και η εποχή του. Περιηγήσεις στον Ελλαδικό χώρο,
Αθήνα 1968.
Αγριαντώνη Χριστίνα, Οι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19° αιώνα,
Ιστορικό Αρχείο, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1986.
Αδελφών Ιεράς Μονής Παναγίας Ελεούσης, Ο γέροντας μας, Κάλυμνος 1995.
Αθηναγόρας Μητροπολίτης Παραμυθίας, Αι Ιεραί Μοναί της Ηπείρου και της
Ελλάδος εν γένει και αι προς το Έθνος ανεκτίμητοι υπηρεσίαι αυτών, Αθήνα 1927.
Αλβανάκης Δ., Ιστορία των ιερών μονών του κράτους, τ. Α'-Β', Αθήνα 1905-6.
Αλεβιζάτος Κ., «Ο Ambroise Paré και η εποχή του», Παρνασσός, τ. ΙΕ', (1973), σελ.
370-385.
Αλεξάκης Ε., Τα γένη και η οικογένεια στην παραδοσιακή κοινωνία της Μάνης, Αθήνα
1980.
Αλεξανδράκος Δ., Ιστορία της Μάνης, Αθήνα 1892.
Αλεξανδρής Κ., Η αναβίωση της θαλάσσιας μας δυνάμεως κατά την Τουρκοκρατίαν,
Αθήνα 1960.
Αλιβιζάτος Αμ., Η κουρά των κληρικών και των μοναχών κατά το κανονιστικόν
δίκαιον της Εκκλησίας, τ. Β', Αθήνα 1925.
Αλιβιζάτος Αμ., Η εν τω ελληνικώ κράζει εκκλησιαστική πολιτική, Αθήνα 1932.
Αλιβιζάτος Αμ., Η κοινωνική αποστολή της Εκκλησίας, Αθήνα 1920.
Αλιβιζάτος Αμ., Η κοινωνική και διοικητική οργάνωσις και δράσις της Εκκλησίας,
Αθήνα 1920.
Αλιβιζάτος Αμ., Οι Ιεροί Κανόνες και οι Εκκλησιαστικοί Νόμοι, Αθήνα 1941.
Αλιβιζάτος Αμ., Το κανονικόν δίκαιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αθήνα 1941.
Άμαντος Κ., Γλωσσικά μελετήματα, Αθήνα 1964.
Άμαντος Κ., Γλωσσογραφικά. Οικογενειακά ονόματα εξ Εθνικών, Αθήνα 1954.
Άμαντος Κ., «Οι προνομιακοί ορισμοί του μουσουλμανισμού υπέρ των Χριστιανών»,
Ελληνικά, 9 (1936), σελ. 103-166.
Άμαντος Κ., «Οικογενειακά ονόματα εξ εθνικών», Γλωσσικά Μελετήματα (1964),
σελ. 241-273.
Άμαντος Κ., «Περί των καταλ. -ίτης, -ούσης, -ανός.», Γλωσσικά Μελετήματα (1964),
σελ. 318-325.
Άμαντος Κ., «Σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων από του ενδεκάτου αιώνος μέχρι του
1821», τ Α', Οι πόλεμοι των Τούρκων προς κατάληψιν των ελληνικών χωρών 1071-
1571, Αθήνα 1955.
418

Αναγνωστόπουλος Γ., «Περί των νεοελληνικών ανδρωνυμικών», Λαογραφία, τ. 7,


(1923), σελ. 121-126.
Αναπλιώτης Γ., «Βουρκάνο, το ιστορικό μοναστήρι της Μεσσηνίας»,
Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, τ. Γ', 1959, σελ. 178-188.
Ανδρεάδης Α., «Εθνικά δάνεια και ελληνική δημόσια οικονομία», Α. Ανδρεάδης
Έργα, τ. 2, Αθήνα 1939, σελ. 297-575.
η
Ανδριώτης Ν.Π., Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, έκδ. 2 , Ινστιτούτο
Νεοελληνικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1983.
Ανδριώτης Ν., «Συμβολή στη μελέτη του νεοελληνικού επωνύμου. Επώνυμα από
ρήματα», Ελληνικά, τ. 28 (1975), σελ. 394-400.
Ανδρούτσος Χρ., Εκκλησία και Πολιτεία εξεπόψεως Ορθοδόξου, Αθήνα 1920.
Αντωνόπουλος Ευγ., Ιερομόναχος, Η Ι. Μητρόπολις Πέτρας και οι Μονές της,
Θεσσαλονίκη 1991.
Ανωγιάτης-Pele Δ., «Δημογραφικές πληροφορίες για την Ελλάδα από περιηγητές
1800-1820», Μνήμων, τ. 10 Αθήνα 1985, σελ. 232-272.
Ανωγιάτης-Pele Δ., Δρόμοι και διακίνηση στον ελλαδικό χώρο κατά τον 18° αιώνα,
Αθήνα 1993.
Ανωγιάτης-Pele Δ., «Σχέσεις δρόμου και χωριών στη βαλκανική χερσόνησο τον 18°
αιώνα», Τα Ιστορικά, τ.2/4 (1985), σελ. 405-422.
Ασδραχάς Σπ., Ελληνική κοινωνία και οικονομία, ιη' και ιθ' αιώνες, Ερμής, Αθήνα
1988.
Ασδραχάς Σπ., Η οικονομική δομή των Βαλκανικών χωρών. (150ς-19ος αιώνας),
Αθήνα 1979.
Ασδραχάς Σπ., Ζητήματα Ιστορίας, Θεμέλιο, Αθήνα 1983.
Ασδραχάς Σπ., Ιστορικά απεικάσματα, Αθήνα 1995.
Ασδραχάς Σπ., Μηχανισμοί της αγροτικής οικονομίας στην Τουρκοκρατία (ΙΕ'-ΙΣΤ'
αιώνας), Αθήνα 1978.
Ασδραχάς Σπ., Οικονομία και νοοτροπίες, Αθήνα 1988.
Ασδραχάς Σπ., Πραγματικότητες από τον ελληνικό IH' αιώνα. Σταθμοί προς την Νέα
Ελληνική Κοινωνία, Αθήνα 1956.
Ατέσης Β., Επίτομος Επισκοπική Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος από του 1833
μέχρι σήμερον, τ. Ι-ΙΠ, 3 έκδοση, Αθήνα 1969.
Ατέσης Β., Η Εκκλησία των Αθηνών από το 1833 μέχρι σήμερον, Αθήνα 1957.
Βαγιακάκος Δικ., «Βυζαντινά ονόματα και επώνυμα», Πελοποννησιακά, τ. 3 (1959),
Αθήνα 1959, σελ. 185-221.
Βαγιακάκος Δικ., «Ειδήσεις περί Μάνης εκ γαλλικού υπομνήματος του 1780»,
Λακωνικέ Σπουδές, τ.3 (1977), σελ. 185-201.
Βαγιακάκος Δικ., «Μελισσηνοί και Κοντόσταυλοι εκ Μάνης εις Ζάκυνθον», ΕΜΑ, τ.
3 (1950), σελ. 141-166.
Βαγιακάκος Δικ., «Μεσσήνιοι εις την Ζάκυνθον», Μεσσηνιακά Γράμματα, τ.1 (1956),
σελ. 88-116.
Βαγιακάκος Δικ., «Νεοελληνικών τινών επωνύμων ετυμολογία», Αθηνά 70 (1968),
Αθήνα 1968, σελ. 45-82.
Βαγιακάκος Δικ., «Συμβολή εις την εκκλησιαστικήν ιστορίαν της Μάνης», Θεολογία,
τ.27 (1956), σελ. 545-566.
Βαγιακάκος Δικ., «Σχεδίασμα περί των τοπωνυμικών και ανθρωπωνυμικών σπουδών
εν Ελλάδι», Αθηνά 67, Αθήνα 1963-1964, σελ. 25-38.
Βαγιακάκος Δικ., Σχεδίασμα περί των τοπωνυμικών και ανθρωπωνυμικών σπουδών εν
Ελλάδι 1833-1962, Αθήνα 1967.
Βαγιακάκος Δικ., «Σχέσεις Ζακύνθου και Μάνης», Αιξωνή, τ.3 (1953), σελ. 123-127.
419

Βακαλόπουλος Α., Επίλεκτες βασικές ιστορικές πηγές της ελληνικής επαναστάσεως


(1813-1825), τ. Α', Θεσσαλονίκη 1990.
Βακαλόπουλος Α., Η Επαναστατημένη Ελλάδα μεταξύ 1826-1829, Θεσσαλονίκη
1976.
Βακαλόπουλος Α., Ιστορία του νέου ελληνισμού, τ. Α'-Η', Θεσσαλονίκη 1961-1988.
Βακαλόπουλος Α., «Προβλήματα της ιστορίας του παιδομαζώματος», Ελληνικά, τ. 13
(1954), σελ. 274-293.
Βακαλόπουλος Α., Πρόσφυγες και προσφυγικόν ζήτημα κατά την επανάστασιν του
1821. Ιστορική μελέτη, Θεσσαλονίκη 1939.
Βακαλόπουλος Α., Σύγχρονα βαλκανικά εθνολογικά προβλήματα. Η πορεία του
γένους: από το Βυζάντιο στο Νέο Ελληνισμό, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1992.
Βασδραβέλλης Ιω. Κ., «Αι εξισλαμίσεις των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατίαν»,
Σερραϊκά Χρονικά, τ. Δ' (1963), σελ. 35-46.
Βασιλείου Θ., Σταματάκης Ν., Λεξικό Επιστημών του Ανθρώπου, Αθήνα 1992.
Βασιλείου Π., Το μοναστήρι της Τατάρνας Ευρυτανίας, Αθήνα 1970.
Βατοπεδινός Ιακ., «Ο μοναχικός βίος εν σχέσει προς την κοινωνίαν», Εκκλησιαστική
Αλήθεια, περίοδ. α', Δ',' (1883-84), Αθήνα 1883, σελ.464-470.
Βαφειάδης Φιλ., «Εκκλησιαστική Ιστορία από του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού
μέχρι των καθ' ημάς χρόνων», τ. III, Νέα Εκκλησιαστική Ιστορία (1453-1908),
Κωνσταντινούπολη 1912, σελ. 374-389.
Βαφειάδης Φιλ., Εκκλησιαστική ιστορία, τ. 1-3, Αλεξάνδρεια 1928.
Βαφείδης Φιλ., Μα εκκλησιαστική ιστορία (1453-1700), τ. 3, Κωνσταντινούπολη
1912.
Βέης Ν., Τα χειρόγραφα των Μετεώρων: Κατάλογος Περιγραφικός των χειρογράφων
κωδίκων των αποκειμένων εις τας μονάς των Μετεώρων, εκδιδόμενος εκ των
καταλοίπων, επιμέλεια Δ. Σοφιανός, τ. Α', Αθήνα 1967-1993.
Βέης Ν., Τα χειρόγραφα της Μονής Μεταμορφώσεως, Προλεγόμενα Λ. Βρανούσης,
Δ. Σοφιανός, τ. Α', Αθήνα2 1998.
Βελανιδιώτης Ε., Εκκλησία και Πολιτεία, Αθήνα 1968.
Βελανιδιώτης Ε., Ιωσήφ ο Ανδρούσης, όμηρος δεσμοφόρος εν Τριπολιτζά, μίνιστρος
της Θρησκείας και του Δικαίου κατά τον Αγώνα, Αθήνα 1906.
Βελέλης Λαζ., Ο Καποδίστριας ως θεμελιωτής της δημοτικής εκπαιδεύσεως, Αθήνα
1908.
Βερναδάκης Δ., Καποδίστριας και Όθων, Αθήνα 2, 1962.
Βισβίζης LT., «Η κοινοτική διοίκησις των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατίαν». L '
Hellénisme contemporain 1453-1953. Η πεντακοσιοστή επέτειος από της αλώσεως της
Κωνσταντινουπόλεως, Αθήνα 1953, σελ. 135-151.
Βλασσόπουλος Χρ. Ημερολόγιον του Αγώνος 1814-1830, Αθήνα 1940.
Βλαχογιάννης Γ., Κλέφτες του Μωρηά, Αθήνα 1935.
Βοβολίνης, Κ., Η Εκκλησία εις τον αγώνα της Ελευθερίας, Αθήνα 1952.
Βολανάκης Μ.Δ., Συμβολαί εις την Ιστορίαν της Νεοτέρας Ελλάδος, Αθήνα 1925.
Βουραζέλη Ελ., Ο βίος του Ελληνικού λαού κατά την Τουρκοκρατίαν επι τη βάσει των
ξένων περιηγητών, τ. Ι, Αθήνα 1939.
Γαλανός Μ., Κωδικοποίησης ισχυουσών διατάξεων περί καταστατικού χάρτου της
Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1961.
Γεδεών Μ., Κλήρος και Παιδεία, Αθήνα 1921.
Γεδεών Μ., Ιστορία των του Χριστού πενήτων, Αθήνα 1939.
Γεδεών Μ., Παιδεία και πτώχεια παρ' ημίν κατά τους τελευταίους αιώνας,
Κωνσταντινούπολη 1883.
420

Γεδεών Μ., «Τα οικονομικά της Μεγάλης Εκκλησίας από των μέσων της ΙΕ' μέχρι
των αρχών του IH' αιώνος», Οικονομική Επιθεώρησις, τ. V, 60 (1878), Αθήνα 1878,
σελ. 55-68.
Γερομίχαλος Α., Ο μοναχικός βίος, Θεσσαλονίκη 1960.
Γερομίχαλος Α., «Ο μοναχικός βίος. Ιστορικής αυτού εξέλιξης», Επιστημονική
Επετηρίς της Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τ. 5, (1960), σελ. 46-
74.
Γεωργούλας Ι., «Ο κοινωνικοπολιτικός ρόλος του μοναχού κατά την Βυζαντινή
περίοδο», ΒυζαντιναίΜελέται, τ. Δ', Αθήνα 1994, σελ. 247-254.
Γιαννακοπούλου Ε., «Το εμπόρων εις την Πελοπόννησον κατά την β' πενταετία του
ου
19 αιώνος», (κατ' ανέκδοτα γαλλικά έγγραφα εκ των Αρχείων του Υπουργείου
Εξωτερικών Γαλλίας-Quai (Γ Orsay)», Πελοποννησιακά, τ. 12 (1976-1977), Αθήνα
1977, σελ. 115-131.
Γιανναράς Χρ., Η Ελευθερία του Ήθους, Αθήνα2 1979.
Γιανναράς Χρ., Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα, Αθήνα 1992.
Γιαννόπουλος LT., Η διοικητική οργάνωσις της Στερεάς Ελλάδος κατά την
Τουρκοκρατίαν (1393-1821). Συμβολή εις την μελέτην της επαρχιακής διοικήσεως του
κυριάρχου Οθωμανικού κράτους, Αθήνα 1971.
Γιαννόπουλος Στ., Αρχιμανδρίτης, Συλλογή των Εγκυκλίων της Ιεράς Συνόδου της
Εκκλησίας της Ελλάδος από 1833-1901, Αθήνα 1901.
Γιούλτσης Β., Θέματα Κοινωνιολογίας της Ορθοδοξίας, επιμέλεια Γ. Μαντζαρίδης,
Θεσσαλονίκη 1975.
Γκίνης Δ.Σ., Πανταζόπουλος Ν.Ι., Νομοκανών Μανουήλ Νοταρίου του Μαλαξού του
εκ Ναυπλίου της Πελοποννήσου μετενεχθείς εις λεξιν απλήν δια την των πολλών
ωφέλειαν, Θεσσαλονίκη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 1985.
Γριτσόπουλος T., «Βαπτιστικά ονόματα εκ Πελοποννήσου των χρόνων της
Τουρκοκρατίας», Λαογραφία, τ. 19 (1956), σελ 337-374.
Γριτσόπουλος T., Η Μονή Φιλοσόφου, Αθήνα 1960.
Γριτσόπουλος T., «Η υπό του Καποδίστρια διορισθείσα πενταμελής Εκκλησιαστική
επιτροπή και το έργον αυτής», Εκκλησία, τ. Λ'-ΛΑ', Αθήνα 1954, σελ. 40-48.
Γριτσόπουλος T., «Μονή Αγίων Αναργύρων Λακωνίας», Λακωνικές Σπουδές, τ. ΣΤ'
(1982), σελ. 456-518.
Γριτσόπουλος T., Τα Ορλωφικά ή εν Πελοποννήσω επανάστασις του 1770 και τα
επακόλουθα αυτής, Αθήνα 1967.
Γούναρης Γρ., Εγχειρίδιον Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη 1898.
Γουσίδης Αλ., Οι Χριστιανικές Οργανώσεις-Η περίπτωση της Αδελφότητας θεολόγων η
«Ζωή», Θεσσαλονίκη 1989.
Δαμασκηνίδης Αντ., Κοινωνική Οικονομία και Οικονομική Πολιτική κατά τους
χρόνους της επαναστάσεως, Θεσσαλονίκη 1966.
Δαμβέργης Ι.Μ., Οι αφανείς ήρωες και μάρτυρες, Αθήνα 1931.
Δανιηλίδης Δ. Ι., Ελληνική κοινωνία και Οικονομία, Αθήνα 1934.
Δασκαλάκης Α., Ο Ελληνικός λαός κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μέρος Α'.
Εκκλησία και γένος. Κοινοτικός βίος και αυτοδιοίκησις. Αριστοκρατία του γένους,
κοινότητες εξωτερικού. Οικονομική ζωή, Αθήνα, 1965-67.
Δασκαλάκης Α., Η Μάνη και η Οθωμανική Αυτοκρατορία 1453-1821, Αθήνα, 1923.
Δασκαλάκης Α., Οι τοπικοί οργανισμοί της επανάστασης του 1821 και το πολίτευμα
της Επιδαύρου, Αθήνα 1966.
Δασκαλάκης Α., «Τα τοπικά πολιτεύματα κατά την επανάστασιν του 1821»,
Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, 15 (1964-1965),
Αθήνα 1965, σελ. 125-142.
421

Δερτιλής Γ.Β., Τα δημόσια οικονομικά κατά την επανάσταση του 1821, Θεσσαλονίκη
1971.
Δημαράς Κ.Θ., Περιηγητισμός στον Ελλαδικό χώρο. Περιηγήσεις στον Ελλαδικό χώρο,
Αθήνα 1968.
Δημαράς Κ.Θ., Η Μεταρρύθμιση που δεν έγινε. 1821-1894, τ. Α', Αθήνα 1983.
Δημαράς Κ.Θ., Νεοελληνική εκπαίδευση, (ιστορικόν σχεδίασμα), Αθήνα 1966.
Δημαράς Κ.Θ., Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Αθήνα 1985.
Δημητρακάκης Δ., Τα οικονομικά του Μεσολογγίου (1740-1826), Αθήνα 1939.
Διαμαντής Κ., Τα περιεχόμενα των Γενικών Αρχείων του Κράτους, τ. 1, Αθήνα 1972.
Διονυσιάτος Θεοκλ., Ο μοναχικός βίος, Θεσσαλονίκη 1960.
Δραγούμης Κ.Ν., Δικαιοσύνη, Παιδεία, Εκκλησία, Αθήνα 1873.
Δραγούμης Κ.Ν., Ιστόρικαί αναμνήσεις, εκδ. Β, τ. Α', Αθήνα 1879.
Δραγούμης Στ., Χρονικών Μορέως: Τοπωνυμικά, τοπογραφικά, ιστορικά, Αθήνα
1921.
Δρακάκης Α., Κούνδουρος Στ., Αρχεία περί συστάσεως και εξελίξεως των Δήμων και
Κοινοτήτων 1836-1936 και της διοικητικής διαιρέσεως του Κράτους, τ. 1-2, Αθήνα
1939-1940.
Δρανδάκης Μ., Καλοπίση Σ., Παναγιωτίδη Μ., «Έρευνα στη Μάνη», ΠΑΕ 1979,
Αθήνα 1981, σελ. 156-214.
Δυοβουνιώτης Κ.Ι., «Η κατά το έτος 1834 διάλυσις των μοναστηριών εν τη ελευθέρι
Ελλάδι», Ιερός Σύνδεσμος, αρ. 83, (1908), Αθήνα 1908, σελ.4-6, αρ. 84 (1908) σελ. 1-
3.
Δυοβουνιώτης Κ.Ι., Θεοδόσιος Ζυγόμαλάς, Αθήνα 1923.
Δυοβουνιώτης Κ.Ι., Σχέσις Εκκλησίας και Πολιτείας εν τη Ελευθέρα Ελλάδι, Αθήνα
1916.
Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, Κατανομή της εκτάσεως της χώρας κατά βασικάς
κατηγορίας χρήσεως, Αθήνα 1962.
Ελευθεριάδης Ν.Π., Τα προνόμια του Οικουμενικού Πατριαρχείου υπό ιστορικήν,
θρησκευτικήν, πολιτικήν νομικήν έποψιν κρινόμενα, και η κατ' αυτά πολιτική,
θρησκευτική, νομική κατάστασις των εν Τουρκία, Χριστιανών, Σμύρνη 1909.
Ευαγγελίδης Τρυφ., Η ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Αθήνα 1894.
Ευαγγελίδης Τρυφ., Η ιστορία του Όθωνος, Βασιλέως της Ελλάδος, Αθήνα 1893.
Ευαγγελίδης Τρυφ., Η Παιδεία επί Τουρκοκρατίας, Ελληνικά σχολεία από της
αλώσεως μέχρι Καποδιστρίου, τ. 1, Αθήνα 1936.
Ευαγγελίδης Τρυφ., Ιστορία του Ιωάννη Καποδίστρια, Κυβερνήτου της Ελλάδος
(1828-1831), Αθήνα 1894.
Ευελπίδης Χρ., Οικονομική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, Αθήνα 1939.
Ευελπίδης Χρ., Οικονομική και κοινωνική ιστορία της Ελλάδος, Αθήνα 1950.
Ζακυθηνός Δ.Α., Η Τουρκοκρατία: Εισαγωγή εις την Νεωτέραν Ιστορίαν του
Ελληνισμού, Αθήνα 1957.
Ζακυθηνός ΔΑ., Η πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, Αθήνα 1962.
Ζαμπάκης Α. «Χωρογραφική και νοσολογική έκθεσις της Επαρχίας Οιτύλου»,
Ασκληπιός, τ. 3 (1859), σελ. 509-514.
Ζαφειρόπουλος Ιωσ. Οι αρχιερείς και οι προύχοντες εντός της εν Τριπόλει φυλακής εν
έτει 1821, Αθήνα 1852.
Ζιούτος Γ.Δ., Οδοιπορικό στην Ελλάδα πριν και μετά την επανάσταση του 21, Αθήνα
1994.
Ζιώγου-Καραστέργιου Σ., Η μέση Εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-
1893). Ιστορική εξέλιξη της εκπαιδευτικής θεωρίας και πράξης. Κυριότερες τάσεις και
προβλήματα, Θεσσαλονίκη 1983.
422

Ζωγράφος Δ.Λ., Ιστορία της Ελληνικής Γεωργίας, τ.3, Αθήνα 1921-1924.


Θωμόπουλος I.A., Τα Πατριδωνύμιά μας, Αθήνα 1991.
Θωμόπουλος I.A., Τα τοπωνύμια μας, Αθήνα 1958.
Καδάς Σ., Το Αγιον Όρος, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1986.
Καιροφύλας Κ., Ιστορικαί σελίδες Τήνου, Φραγκοκρατία, Βενετοκρατία 1207-1821,
Αθήνα 1930.
Καιροφύλας Κ., Ξένοι περιηγηταί εις την Ελλάδα από του φ'αιώνος μέχρι το 1820,
Αθήνα 1931.
Καλλιγάς Π., Οι τρεις ιερατικοί βαθμοί της Εκκλησίας κατά τον Πρεσβύτερον και
Οικονόμον Κωνσταντίνον τον εξ Οικονόμων, Αθήνα 1841.
Καλλίνικος Κ, Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, Αλεξάνδρεια 1921.
Καλοκύρης. Α., Άθως, 1963.
Καλονάρος, Π., Ηθικογραφικά της Μάνη, Αθήνα 1934.
Καλονάρος, Π., Μάνη, κάστρο της παράδοσης, Αθήνα 1981.
Καλοπίση-Βέρτη Σ., «Η Σπηλιά της Αγίας Μαρίνας στη Λαγκάδα της Έξω Μάνης»,
Αμητός στη μνήμη του Φώτη Αποστολόπουλου, Αθήνα 1984, σελ. 162-190.
Καμβύσης Ι., Η ενοριακή Νομοθεσία, Αθήνα 1947.
Κανδηλώρος T., Η Φιλική Εταιρία 1814-1821, Αθήνα 1926.
Καπελούζος Ι., «Η μετανάστευση στη Μάνη», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ.
36-37(1979), σελ. 262-283.
Καπετανάκης Στ., «Τα σύνορα της Μάνης κατά την ιστορική της πορεία», Πρακτικά
του Γ' Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Καλαμάτα, 8-15 Σεπτεμβρίου
1985), τ. 3 (1987-1988), σελ. 386-406.
Καππαής Δ., Τα μοναστήρια της Κύπρου, Κύπρος 1994.
Καραγιαννόπουλος Γ., Το βυζαντινό κράτος, τ. Α', Αθήνα 1988.
Καρανίκας Δ., Εγχειρίδιον ποινικού δικαίου, τ. Β' Αθήνα 1955.
Καρολίδης Π., Η Εκκλησία του Βασιλείου της Ελλάδος, Αθήνα 1921.
Καρολίδης Π., Ιστορία της Ελλάδος από της υπό των Οθωμανών αλώσεως της
Κωνσταντινουπόλεως μέχρι της βασιλείας Γεωργίου του Α ', Αθήνα 1925.
Καρολίδης Π., Ιστορία του Ιθ' αιώνος, τ. Ι-ΙΠ, Αθήνα 1892-1893.
Καρολίδης Π., Ποιες υπηρεσίας πάρεσχεν η Εκκλησία εις το Ελληνικόν Εθνος, Αθήνα
1921.
Καρολίδης Π., Πως εκυβέρνησεν η Εκκλησία το Γένος μετά την άλωσιν, Αθήνα 1921.
Κασομούλης Ν., Ενθυμήματα στρατιωτικά της επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-
1833, τΛ, Αθήνα 1940.
Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους Άθω, Άγιον'Ορος 1931.
Κατσικάρος Ν., Ηβεντέττα εν Μάνη, Αθήνα 1933.
Κατσούλης Γ., Νικολινάκος Μ., Φίλιας Β., Οικονομική Ιστορία της νεώτερης
Ελλάδας. Από το 1453 μέχρι το 1830, τ. 1, Αθήνα 1985.
Καυταντζόγλου P., «Η ιστορία της οικογένειας στην Ελλάδα. Μερικά προβλήματα
μεθόδου», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 69 (1988), σελ. 225-242.
Καυταντζόγλου P., Οικογένειες του παρελθόντος. Μορφές οικιακής οργάνωσης στην
Ευρώπη και τα Βαλκάνια, Αθήνα 1996.
Κιτρομηλίδης Π., Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες,
Αθήνα 1996.
Κοζύρης Ν.Θ., «Το μετόχιον εις το βυζαντινόν δίκαιον», Βυζαντινοί Μελέται, τ. Δ'
Αθήνα 1994, σελ. 255-262.
Κόκκινης Σπ., Τα Μοναστήρια της Ελλάδος, Αθήνα 1986.
Κόκκινος Δ.Α., Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος 1800-1945, τ.Ι, Αθήνα 1970.
423

Κόκορης Αθ. Δημ., Ορθόδοξα Ελληνικά Μοναστήρια, (προσκυνηματικός οδηγός) ,


Αθήνα 1994.
Κόκκοτας Av., Τα ιερά μας προσκυνήματα, Πάτρα 1974.
ου
Κολιόπουλος Γ., Ληστές. Η κεντρική Ελλάδα στα μέσα του 19 αιώνα, Αθήνα 1978.
Κολλέκα Γ., «Οικογενειακά επώνυμα σε -ούσης», Ονόματα, τ. 11 (1987), σελ. 83-89.
Κόλιας Γ.- Χριστόπουλος Π., «Το κτηματολόγιο της μονής Προυσού Ευρυτανίας»,
Επετηρίς Επιστημονικών Ερευνών, τ. Β' (1970), σελ. 306-472.
ος ος
Κόμης Κ., Δημογραφικές όψεις της Πρέβεζας 16 -18 αιώνας, Ιωάννινα 1999.
Κόμης Κ., Ιστορικοδημογραφικά. Μελέτες ιστορίας και ιστορικής δημογραφίας του
ελληνικού χώρου, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1999.
0ΐ ς
Κόμης Κ., Πληθυσμός και οικισμοί της Μάνης, 15 -19° αιώνας, εκδ. Δωδώνη,
Ιωάννινα 1995.
Κονδηλώρος T., Ο Αρματωλισμός της Πελοποννήσου 1500-1821, Αθήνα 1924.
ης
Κονιδάρης, Γ., «Αντίκειται το Β.Δ. της 23 Ιουλίου 1850 προς τον Καταστατικόν
χάρτην της εκκλησίας της Ελλάδος; Το ζήτημα της αποδοχής του συνοδικού τόμου»,
Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τ. 13 (1938), σελ. 535-540.
Κονιδάρης Γ., Η Ελληνική Εκκλησία ως πολιτική δύναμις εν τη ιστορία της
Χερσονήσου του Αίμου, Αθήνα 1948.
Κονιδάρης Γ., Εκκλησιαστική Ιστορία της Ελλάδος, τ. 1, Αθήνα 1954-1960.
Κονιδάρης Γ., «Πολιτεία και πολιτειακός βίος εν τη λατρεία του ορθόδοξου
χριστιανισμού», Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής, τ. 14 (1963), σελ. 425-428.
Κονιδάρης Γ., Συμβολή εις την εισαγωγή της εκκλησιαστικής ιστορίας της Ελλάδος,
Αθήνα 1938.
Κονόρτας Π., «Η οθωμανική κρίση του τέλους του ΙΣΤ' αιώνα και το Οικουμενικό
Πατριαρχείο», Τα Ιστορικά, 2/3 (1985), σελ. 45-76.
Κονόρτας Π., Οθωμανικές θεωρήσεις για το Οικουμενικό Πατριαρχείο 17°ς αρχές
20ού αιώνα, Αθήνα 1998.
Κονόρτας Π., «Σύντομο σχεδίασμα μιας συγγραφής της ιστορίας του Οικουμενικού
Πατριαρχείου από την Άλωση ως τις αρχές του 20ου αιώνα, με αφορμή τη μελέτη του
Gunnar Hering, "Οικουμενικό Πατριαρχείο και Ευρωπαϊκή πολιτική"», Σύγχρονα
Θέματα, 18/56 (1995), σελ. 75-86.
Κοντογόνος Κ., «Περί του μοναχικού βίου και των πρώτων μοναχών», Ευαγγελικός
Κήρυξ, Α' (1857), Αθήνα 1857, σελ. 465-472.
Κορύλλος Χ., Χωρογραφία της Ελλάδος. Α 'Νομός Αχαίας, Πάτρα 1903.
Κοτσώνης Ιερ., «Αι περί κοινοβιακής ζωής αντιλήψεις του Μ. Βασιλείου», Αθωνική
Πολιτεία, Θεσσαλονίκη 1963.
Κουγέας Σ., «Ιστορικοί πηγαί δια την ηγεμονίαν της Μάνης», Πελοποννησιακά, τ. 5
(1962), Αθήνα 1962, σελ. 55-64.
Κουγέας Σ., :Νικήτα Νηφάκη: Μανιάτικα ιστορικά -στίχουργήματα εκδιδόμενα εκ
χειρογράφων κωδίκων με προλεγόμενα και σημειώσεις, Αθήνα 1964.
Κουγέας Σ., Το Ταξίδι του Villoison εις την Ελλάδαΐ 784-1786, Αφιέρωμα στη μνήμη
του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 189-203.
Κουγέας Σ., «Συμβολαί εις την ιστορίαν της υπό τους Ορλώφ πελοποννησιακής
επαναστάσεως (1770)», Πελοποννησιακά, τ. 1 (1956), σελ. 50-107.
Κούκκου Ελ., Διαμόρφωσις της ελληνικής κοινωνίας κατά την Τουρκοκρατίαν, Αθήνα
1971.
Κούκκου Ελ., «Ο Καποδίστριας και η ελληνική παιδεία 1803-1832», Α', Η
Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης, Αθήνα 1958.
Κουκούλες Φ., «Αι εν τω πρώην δήμω Οινούντος: Η μονή των Αγίων Αναργύρων»,
Μαλεβός, έτ. Δ', (1923-1924), σελ. 282-315.
424

Κουκούλες Φ., Aia της Ελληνικής Ιστορίας και του Ελληνικού λαού, Αθήνα 1922.
Κουκούλες Φ., «Παναγίας και Αγίων νεοελληνικά επίθετα», Ελληνική δημιουργία,
(1952), σελ. 349-357.
Κουκούλες Φ., «Περί των καταλήξεων -έας, -βρόχι, αίος», Λεξικογραφικόν Αρχείον,
6, (1923), σελ. 237-270.
Κουριλάς Λαυριώτης Ε., Μητροπολίτης Κορυτσάς, Πατριαρχική Ιστορία, τ. Α',
Αθήνα 1951.
Κουρίλας Ε., Ιστορία του Ασκητισμού, Αθωνίται, Θεσσαλονίκη 1929.
Κοφινιώτης Ε., Η εν Ελλάδι Εκκλησία, Αθήνα 1897.
Κρεμμυδάς Β., «Δημογραφικά της Μάνης», Αμητός στη μνήμη του Φώτη
Αποστολόπουλου, Αθήνα 1974, σελ. 73-78.
Κρεμμυδάς Β., Εισαγωγή στην Ιστορία της νεοελληνικής κοινωνίας (1700-1821),
Αθήνα 1988.
Κρεμμυδάς Β., Συγκυρία και εμπόριο στην προεπαναστατική Πελοπόννησο 1793-1821,
εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1980.
Κρεμμυδάς Β., Το εμπόριο της Πελοποννήσου στο 18° αιώνα 1715-1792. (Με βάση τα
γαλλικά αρχεία), Αθήνα' 1972.
Κρέμος Γ., Φωκικά. Προσκυνητάριον της εν τη Φωκίδι μονής του οσίου Αουκά
τουπίκλην Στειριώτου, τ.1, Αθήνα2 1958, σελ.39-46.
Κριαράς Μ., «Συμβολή εις τα νεοελληνικά παρωνύμια», Αθηνά, τ. 44-45 (1933), σελ.
171-183.
Κριμπάςς Θ.Δ., «Η Ενετοκρατούμενη Πελοπόννησος. 1685-1715.», Πελοποννησιακά,
τ. 1 (1956), σελ 315-346 και τ. 2 (1957), σελ. 247-255.
Κυριακίδης Επ., Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού από της ιδρύσεως του ΒασιΜου
της Ελλάδος μέχρι των ημερών μας 1832-1892, τ. 1, Αθήνα 1892.
Κυριακίδης Στ., «Μνημεία του Λόγου», Ελληνική Λαογραφία, Μέρος Α', Αθήνα
1965, σελ. 353-362.
Κυριάκος Γ., Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 1881.
Κωσταρίδης Ευγ., Η σύγχρονη Ελληνική Εκκλησία, Αθήνα 1921.
Κωστής Κ., «Κοινότητες, Εκκλησία και Μιλλέτ στις "ελληνικές" περιοχές της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά την περίοδο των μεταρρυθμίσεων», Μνήμων, 13
(1991), σελ. 57-75.
ος ος
Κωστής Κ., «Χρονογραφία της πανώλης στην ελληνική χερσόνησο 14 -19 αιώνας.
Μέρος πρώτο», Ίστωρ, τ. 6 (1993), σελ. 71-120.
Λαιμός Α., Εκκλησία και 21, Αθήνα 1971.
Λαΐου-Θωμαδάκη Α., Η αγροτική κοινωνία στην ύστερη βυζαντινή εποχή, Αθήνα
1987.
Λαμπροπούλου Av., Ασκητισμός στην Πελοπόννησο κατά τη Μέση Βυζαντινή
Περίοδος, Αθήνα 1995.
Λάμπρος Σπυρ., «Μητρωνυμικά οικογενειακά ονόματα», Νέος Ελληνομνήμων 2,
(1905), σελ. 281-288.
Λασκαράτος Ι., Μαρκέτος Σ., «Η εκκλησιαστική συμβολή στην περιστολή των
επιδημιών στα Επτάνησα επί Ενετοκρατίας και Αγγλοκρατίας», Materia Medica
Greca, τ. 11 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1983), σελ. 544-550.
Λασκαράτος Ι., «Η ψυχιατρική στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών
(1837-1935). Ανέκδοτες αρχειακές πληροφορίες.», Ψυχιατρική, τ. 11 (Ιανουάριος-
Μάρτιος 2000), σελ. 17-36.
Λάσκαρης Κ., Αυτοβιογραφία Ιωάννου Καποδίστρια, Θεσσαλονίκη 1940.
Λάσκαρης Κ., Διπλωματική Ιστορία της Ελλάδος, Αθήνα 1947.
425

Λαυριώτης Κ., «Περί του ετυμολογικού της λέξεως «Λαύρα»», Εκκλησιαστική


Αλήθεια, περίοδ. β', IB', (1892-93), σελ. 39-40,46-47.
Λέκκος Ευαγ., Τα Ελληνικά Μοναστήρια, Αθήνα 1995.
Λιάπης Ιερώνυμος, αρχιμανδρίτης, Μεσαιωνικά μνημεία Εύβοιας, Αθήνα 1971.
Λιάτα Ευτ., Φλωρία δεκατέσσερα στένουν γρόσια σαράντα. Η κυκλοφορία των
ος ος
νομισμάτων στον ελληνικό χώρο, 15 -19 αιώνας, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών
Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Αθήνα 1996.
Λιγνάδης Α., Το πρώτο δάνειο της Ανεξαρτησίας, Αθήνα 1970.
Λιθοξόου Δ., «Η Δημογραφική ανάπτυξη των χωριών της Κεντρικής και Δυτικής
Στερεάς στα μέσα του ΙΘ' αιώνα», Τετράδια, τ. 8 (1984), σελ. 51-65.
Λέκκας Π., Η εθνική ιδεολογία. Πέντε υποθέσεις εργασίας στην ιστορική
κοινωνιολογία, Αθήνα, Μνήμων, 1992.
Λορετζάτος Κ., «Συμβολή εις τα Νεοελληνικά Παρωνύμια», Λεξικογραφικόν
Αρχείον, 6, (1923), σελ. 40-71.
Λουκάτος Δ.Σ., «Αργίαι και άγιοι τιμωροί.», Επετ. Κέντρου Ερεύνης Ελλ. Λαογρ., 20
(1969), σελ. 17-31.
Λουκόπουλος Δ., «Γεωργικά της Ρούμελης», (Σ.Δ.Ω.Β.), Αθήνα 1938.
Λουκόπουλος Δ., «Ποιμενικά της Ρούμελης», (Σ.Δ.Ω.Β.), Αθήνα 1927.
Λούκος Χ., Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Καποδίστρια 1828-1831, Αθήνα
1988.
Μακρυγιάννης Ι., Αρχείον του στρατηγού Ιωάννου Μακρυγιάννη, έκδοση
Βλαχογιάννη, τ. Π, Αθήνα 1907.
Μάμουκας Α., Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος κατά την Ε' Εθνικήν Συνέλευσιν,
Αθήνα 1843.
Μάμουκας Α., Τα κατά την Αναγέννησιν της Ελλάδος, τ. II, Αθήνα 1839-52.
Μάμουκας Α., Τα μοναστηριακά. Ήτοι οδηγίαι, νόμοι, βασιλικά διατάγματα,...,και του
καταστατικού της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1859.
Μαναφής Κ., Μοναστηριακά Τυπικά-Διαθήκαι, Αθήνα 1970.
Μανούσακας Μ.Ι., «Ελληνικά χειρόγραφα και έγγραφα του Αγίου Όρους.
Βιβλιογραφία», Ε.Ε.Β.Σ., 32 (1963), σελ. 377-419.
Μαντζουράκης Κ., Τα κυριώτερα ονόματα των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Με
σύντομον ιστορίαν των και την ετυμολογικήν και συμβολικήν σημασίαν των, Αθήνα
1951.
Μαριαλόπουλος Η., Το κλίμα της Ελλάδος, Αθήνα 1938.
Ματθαιάκης T., Ο όσιος Νεκτάριος Κεφάλας, Αθήνα 1975.
Μαυράκης Ε., Ο Καποδίστριας και η εποχή του, Αθήνα 1927.
Μαυροειδή Φ., «Τα ονόματα των Ελλήνων το 16° αιώνα», Ονόματα, τ. 9 (1984), σελ.
145-155.
Μέγας Γ.Α., Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας, Αθήνα 1956.
Μέγα Ευχολόγιον της Εκκλησίας μας, εκδ. Παρασκευόπουλου, Αθήνα 1902.
Μέξας Β., Οι Φιλικοί, Αθήνα 1937.
Μέξης Δ., Η Μάνη και οι Μανιάτες, Αθήνα 1977.
Μέρτζιος Κ.Δ., «Η επανάστασις Διονυσίου του Φιλοσόφου», Ηπειρωτικά Χρονικά,
13(1938), σελ. 55-64.
Μεταλληνός Γ., Ελληνισμός Μετέωρος-Η Ρωμαίικη Ιδέα και το όραμα της Ευρώπης,
Αθήνα 1992.
Μεταλληνός Γ., «Το «εξομολογητήριον» του Αγίου Νικόδημου», Επιστημονική
Επετηρίς της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τ. ΛΔ' (Αθήνα 1999),
σελ. 191-208.
426

Μεταλληνός Γ., Σχέσεις και Αντιθέσεις. Ανατολή και Δύση στην πορεία του Νέου
Ελληνισμού, Αθήνα 1998.
Μίλας Ν., Αποστολοπούλου Μ., Το εκκλησιαστικόν δίκαιον της Ανατολικής
Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αθήνα 1909. <
Μομφεράτος Γ. Α., Το κληρονομικόν Δίκαιων των κληρικών και μοναχών εν Ελλάδι
και Τουρκία, Αθήνα 1890.
Μοσκώφ Κ., Η Εθνική και Κοινωνική συνείδηση στην Ελλάδα (1830-1909),
Θεσσαλονίκη 1972.
Μοσχονάς Ν., «Δημογραφικά Επαρχίας Οιτύλου 1821-1971», Λακωνικές Σπουδές, τ.
5 (1980), Πρακτικά του Α' Συνεδρίου Λακωνικών Σπουδών (Σπάρτη-Γύθειον, 7-11
Οκτωβρίου 1977), τ. 2 (1980), σελ. 220-226.
Μόσχου Α., «Μια αγροτική περιοχή της Ανατολικής Λακωνικής Μάνης στον Κώδικα
Ambrosianus Trotti 373», XVI. Internationaler Byzantinistenkongress (Wien 4-9 Okt.
1981), τ. Π/4 (Βιέννη 1982), σελ 640-654.
Μουτζούρης Ι., Ο Μοναχισμός της Λέσβου, Μυτιλήνη 1989.
Μουρατίδης Κ., Η μοναχική υπακοή εν τη αρχαία Εκκλησία, Αθήνα 1956.
Μουτσόπουλος Ν., Η αρχιτεκτονική των εκκλησιών και των μοναστηριών της
Γορτυνίας, Αθήνα 1956.
Μπακαλάκη Αλ., Ελεγμίτου Ελ., Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία
καθήκοντα, Αθήνα 1987, σελ. 2-30.
Μπαλάνος Δ., «Αι θυσίαι του κλήρου υπέρ της Εθνικής Αποκαταστάσεως μέχρι του
1821», Ημερολογίω της Μεγάλης Ελλάδος, Αθήνα 1922, σελ. 185-194.
Μπαλάνος Δ.Σ. Αι θρησκευτικαί ιδέαι του Αδαμαντίου Κοραή, Αθήνα 1920.
Μπαλάνος Δ.Σ., Θεόκλητος Φαρμακίδης 1784-1860, Αθήνα 1933.
Μπαλάνος Δ.Σ., Πολιτεία και Εκκλησία, Αθήνα 1920.
Μπαλάνος Δημ., Πατρολογία, Αθήνα 1930.
Μπέγζος Μ., Η Μεταφυσική της Ουσιοκρατίας στον μεσαίωνα και η εκκοσμίκευση
(φιλοσοφική κριτική στη θρησκεία της Ευρώπης), Αθήνα 1989.
Μπούρας Χ., «Εκκλησιαστική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα μετά την Άλωση (1453-
1821), Αρχιτεκτονικά θέματα, 3, (1969), σελ. 154-172.
Μπούρας Χ., Η Νέα μονή της Χίου, Ιστορία και Αρχιτεκτονική, έκδοση Εμπορικής
Τράπεζας, Αθήνα 1981.
Μπούτουρας Αθαν., Τα νεοελληνικά κύρια ονόματα ιστορικώς και γλωσσικώς
ερμηνευόμενα, Αθήνα 1912.
Μπρατσιώτης Π., «Κράτος, έθνος, εκκλησία εξ επόψεως ορθοδόξου», Ανάπλασις, τ.
49 (1946), σελ. 50-58.
Μυλωνάς Μ., Άθως, Αθήνα 1963.
Μυλωνάς Μ., Η Αρχιτεκτονική του Αγ. Όρους, Νέα Εστία (1963), Αθήνα 1963, σελ.
42-56.
Μωραΐτης Κ., «Δόκιμος», Θ.Χ.Ε., τ. Β', Αθήνα 1934, σελ. 1381-1382.
Νεαμονιτάκης Χρυσ., «Αι περιουσιακαί συνέπειαι της μοναχικής κουράς κατά το
ιουστινιάνειον Δίκαιον», Εκκλησία, τ. ΙΣΤ' (1938), σελ. 268-339.
Νικολαΐδης Ευαγ., Περί της μοναχικής ακτημοσύνης εν τω κοινώ και τω ελληνικώ
Εκκλησιαστικώ Δικαίω, Αθήνα 1901.
Νικολαΐδου Ελ., «Διαλυτήρια μνηστείας και διαζύγια στη μητροπολιτική επαρχία των
Ιωαννίνων-Βελλάς (1840-1855)». Τιμητικό αφιέρωμα στον καθηγητή Δημήτριο Σ.
Λουκάτο από παλαιούς μαθητές του στη Φιλοσοφική Σχολή Ιωαννίνων (1964-1969),
Ιωάννινα 1988, σελ. 185-212.
Νιτσιάκος Β., Παραδοσιακές δομές, Αθήνα 1991.
Νουχάκης Ι., Ελληνική χωρογραφία, 3 η έκδ., Αθήνα 1901.
427

Νταβαρίνος Γ., Ιστορία της εν Ευρυτανία ιεράς μονής Προυσού, Αθήνα 1957.
Ντελόπουλος Κ., Συμβολή εις την Μοναστηριακήν Βιβλιογραφίαν, Αθήνα 1974.
Ντόκος Κ., «Η εν Πελοποννήσω εκκλησιαστική περιουσία κατά την περίοδο της Β'
Ενετοκρατίας. Ανέκδοτα έγγραφα εκ των Αρχείων της Βενετίας», Byz. Neugr. Jahrb.,
τ. 21 (1971-1974), σελ. 43-168 και τ. 22 (1977-1984), σελ. 287-374.
Ξανάλατος Δ., Ανέκδοτα έγγραφα εν Δωρίδι Ιεράς μονής Βαρνάκοβας, Αθήνα 1939.
Ξυγγόπουλος Α., «Η θρησκευτική τέχνη της Τουρκοκρατίας», Μα Εστία, τ. 18
(1955), Αθήνα 1955, σελ. 48-64.
Οικονομίδης Δ., «Επώνυμα Ποντιακά», Αρχείον Πόντου 6, (1934-35), σελ. 206-227.
Οικονομίδης Δ., «Όνομα και ονοματοθεσία εις τας δοξασίας και συνήθειας του
ελληνικού λαού», Λαογραφία 20 (1962), σελ. 446-542.
Οικονόμος ο εξ Οικονόμων Κ., Τα σωζόμενα εκκλησιαστικά συγγράμματα του
Κωνσταντίνου Πρεσβυτέρου και Οικονόμου του εξ Οικονόμων, εκδ. Σοφοκλής ο εξ
Οικονόμων τ. Ι-ΙΠ, Αθήνα 1862-1866.
Οικονόμου Κ., Τοπωνυμικό της περιοχής Ζαγορίου, Ιωάννινα 1991.
Ορλάνδος Α.Κ., Μοναστηριακή Αρχιτεκτονική, Αθήνα 1958.
Ορλάνδος Α.Κ., «Η εν Ελλάδι εκκλησιαστική αρχιτεκτονική επί Τουρκοκρατίας», L'
Hellénisme Contemporain, αναμν. τ. 1952-1953, σελ. 198-245.
Παναγιωτάκος Π., «Περί κανονικού τρόπου τελέσεως μοναχικής κουράς επί
γυναικών. Σύστημα του Εκκλησιαστικού Δικαίου κατά την εν Ελλάδι ισχύν αυτού»,
Νέα Σιών τ.52, (1957), σελ. 165-174.
Παναγιωτάκος Π., «Περί της από του Ιουστινιανού μέχρι της του Λέοντος Στ' του
Σοφού νομοθεσίας περί της μοναχικής ακτημοσύνης», Akten d. XI. Int. Byzant.
Kongress (1960), σελ. 430-437.
Παναγιωτάκος Π., Σύστημα Εκκλησιαστικού Δικαίου κατά την εν Ελλάδι ισχύν αυτού,
τ. Δ', Αθήνα 1957.
Παναγιωτάκος Π., Το δίκαιο των μοναχών, Αθήνα 1957.
Παναγιωτόπουλος Β., «Αρχείο Μονής Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου», Ο Ερανιστής, 3
(1956), σελ. 145 κ.ε.
Παναγιωτόπουλος Β., «Η "αποχώρηση" πληθυσμών από την πεδιάδα στο βουνό στα
χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ένας εξηγηματικός μύθος σύνθετων δημιουργικών
φαινομένων», Ο Αγροτικός Κόσμος στον Μεσογειακό χώρο. Πρακτικά Συνεδρίου
Ελληνογαλλικού Επιστημονικού και Τεχνικού Συνδέσμου (Αθήνα 4-7 Δεκ. 1984),
Αθήνα 1988, σελ. 203-205.
Παναγιωτόπουλος Β., Πληθυσμός και Οικισμοί της Πελοποννήσου. Ι3ος-18ος αιώνας,
Αθήνα 1987.
Παναγιωτόπουλος Β., «Ο ειδικός ρόλος της γεωργίας στη διαμόρφωση των σχέσεων
πόλεως υπαίθρου τον 18° αιώνα.», Ο Πολίτης, αρ. 7, (1976), σελ. 30-36.
Παναγιωτοπούλου-Γαβαθά Α., «Ένα υπόμνημα του Μ. Σχινά για την κατάσταση της
Πελοποννήσου στα 1830», Ο Ερανιστής, 11 (1974), σελ. 333-362.
Παναγόπουλος Γ., Η μυστική συνέλευση της Βοστίτσας, 26-30 Ιανουαρίου 1821.
Συμβολή εις την ιστορίαν της πόλεως Αιγίου Βοστίτσας, Αθήνα 1983.
Πανταζόπουλος Ν., Εκκλησία και δίκαιον εις την Χερσόνησον του Αίμου κατά την
Τουρκοκρατίαν, Θεσσαλονίκη 1960.
Πανταζόπουλος Ν., «Τα «προνόμια» ως πολιτιστικός παράγων εις τας σχέσεις
χριστιανών μουσουλμάνων. Συμβολή εις το Εθιμικόν Κοινοδίκαιον της εγγύς
Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης», Επιστημονική Επετηρίς Νομικών και
Οικονομικών Επιστημών Αριστοτε&ίου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τ. Θ' (1976),
σελ. 813-κ.έ.
428

Παντελεήμονος Χίου, Ο μοναχικός βίος εν τω συγχρόνω εκκλησιαστικό έργω,


Θεσσαλονίκη 1961.
Παπαδόπουλος Α., Ο Άγιος Λεόντιος Παλαιολόγος Μαμωνάς (1377-1452). Η μονή
Ταξιαρχών Αιγιαλείας (1620-1940). Συμβολή εις την ιστορίαν, Θεσσαλονίκη 1940.
Παπαδόπουλος Α., «Τινά περί της προς της Μοναχικής κουράς δοκιμασίας κατά τι εν
τη Ανατολική Ορθοδόξω Εκκλησία», Νέα Σιών, τ. ΜΗ', Αθήνα 1956, σελ. 10-12.
Παπαδόπουλος Χρυσ. Η θέσις της Εκκλησίας και του Ελληνικού Έθνους εν τω
Τουρκικώ κρατεί, Αθήνα 1935.
Παπαδόπουλος Χρυσ. «Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος», Ίδρυσις και οργάνωσις
της αυτοκέφαλου Εκκλησίας της Ελλάδος, τ. Α', Αθήνα 1920.
Παπαδόπουλος Χρυσ. «Οι εισηγηταί της ιδρύσεως Αυτοκέφαλου Εκκλησίας εν
Ελλάδι κατά το 1833», Πάνταινος, Αλεξάνδρεια Ζ2, 1915 αρ. 44-45., Η' αρ. 1-2.
Παπαδόπουλος Χρυσ., Η Εκκλησία Αθηνών, Αθήνα 1928.
Παπαδόπουλος Χρυσ., Η εξωτερική κατάστασις της εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως
από της αλώσεως μέχρι του 18°" αιώνος, Αθήνα 1949.
Παπαδόπουλος Χρυσ., Η θέσις της Εκκλησίας και του Ελληνικού Έθνους εν τω
Τουρκικώ κρατεί, Αθήνα 1935.
Παπαδόπουλος Χρύσ., «Περί της Ελληνικής Εκκλησιαστικής χρονογραφίας του ΙΣΤ'
αιώνα», Εκκλησιαστικός Φάρος, τ. IX, Αλεξάνδρεια 1912.
Παπαζήσης Δ.T., «Τιμαί αγαθών και αμοιβαί εργασίας επί Τουρκοκρατίας (εις τον
ελληνικόν χώρον), Ηπειρωτική Εστία, τ. KB', (Απρίλιος-Μαΐος 1973), σελ. 204-208.
Παπαϊωάννου Δ., Η πολιτική των επισκόπων στην Τουρκοκρατία, ιστορικοκανονική
προσέγγιση, Αθήνα 1991.
Παπαρρηγόπουλος Κ., Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 5, Αθήνα 1887.
Παπαστάθης Χ.Κ., Οι Κανονισμοί των Ορθοδόξων Ελληνικών Κοινοτήτων του
Οθωμανικού Κράτους και της Διασποράς, Θεσσαλονίκη 1984.
Παπαταξιάρχης Ε., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και Παρελθόν. Συμβολές
στην Κοινωνική Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας, Αθήνα 1993.
Παπαχατζής Ευαγ., Περί της Χριστιανικής Θρησκείας και της Ελληνικής Παιδεία ως
αιτιών της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, Αθήνα 2 1975.
Παπαχριστοδούλου Χ., «Πατρωνυμικά-Μητρωνυμικά», δωδεκανησιακό αρχείο 2,
(1956), Αθήνα 1956, σελ. 167-181.
Παπαχρυσάνθου Διονυσία, Αθωνικός Μοναχισμός. Αρχές και οργάνωση, Αθήνα 1992.
Παρασκευαΐδης Χριστόδ., Ο Μοναχισμός εις την νεωτέραν Ελλάδα, Αθήνα 1977.
Πασπάλη-Παπαδοπούλου Ι., Αι περί ακτημοσύνης των μοναχικών, παραδόσεις του Μ.
Αντωνίου. Αρχείον Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου, τ. Δ', (1946), σελ. 154-
165.
Πασχάλης Δ.Π., «Περιηγηταί εν Ελλάδι από του ιδ' μέχρι κ'αιώνος», Επετηρίς
Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, 4 (1964), σελ. 231-324.
Πατρινέλης Χ., «Κατανομή ελληνικών πληθυσμών σε φύλα και σε ομάδες ηλικιών
(τέλη 16ου-αρχές 19ου αιώνα)», Ελληνικά, τ. 34 (1982-1983), σελ. 369-411.
Πατσουράκος Ι., Η Μάνη και οι Μανιάτες, Πειραιάς 1910.
Πέρρης Σπ., «Η εξέλιξις του ονόματος Ιωάννης εις τα οικογενειακά ονόματα»,
Αθηνά, τ. 23 (1911), σελ. 450-461.
Πετρακάκος Δ., «Εκκλησίαν και δίκαιον κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν»,
Εκκλησιαστικός Φάρος, τ. 35 (1936), Αθήνα 1936, σελ.439-457 .
Πετρακάκος Δ., «Εκκλησίαν και δίκαιον κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν»,
Εκκλησιαστικός Φάρος, τ. 36 (1937), Αθήνα 1937, σελ. 38-42.
Πετρακάκος Δ., Οι μοναχικοί θεσμοί εν τη Ορθοδόξω Ανατολική Εκκλησία, Αθήνα
1907.
429

Πετρίδης Π., Νεοελληνική πολιτική Ιστορία, τ. Α', Αθήνα 1948.


Πετρονώτη Μ., «Κοινωνικοποίηση και κοινωνικός έλεγχος», Κοινωνιολογία , Αθήνα
1988, σελ. 172-190.
Πετρόπουλος Ι., Κουμαριανού Αικ., Η θεμελίωση του Ελληνικού Κράτους. Οθωνική
περίοδος 1833-1843, Αθήνα 1982.
Petropoulos J., Πολιτική και συγκρότηση κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο. (1833-
1843), Αθήνα 1985.
Πιζάνιας Π., «Η αγροτική παραγωγή στον ελληνικό 19° αιώνα», Τα Ιστορικά, τ. 3
(1985), σελ. 149-168.
Πιπινέλης Π., Η Μοναρχία εν Ελλάδι 1833-1843, Αθήνα 1932.
Πολάκης Παρθ., «Το δίκαιον του εθίμου και η κουρά των κληρικών»,
Εκκλησιαστικός κήρυξ, τ. Γ (1919), σελ. 17-19.
Πολίτης Α., Η μονή Ταξιαρχών Αιγίου, Αθήνα 1940.
Πολυζωΐδης Α., Τα νεοελληνικά ήτοι τα κατά την Ελλάδα κυριότερα συμβάντα και η
κατάστασις της Ελληνικής Παιδείας, τ. 2, Αθήνα 1875.
Προβατάκης Μ.Θ., Η βυζαντινή Κωνσταντινούπολη και ο Πατριαρχικός οίκος, Αθήνα
1992.
Πρόντζας Ε., «Συστήματα αξιών στον ορθόδοξο μοναχισμό: Το καθημερινό και το
αργοσάλευτο στη νεώτερη περίοδο της Μονής Ξενιάς», Αχαιοφθιωτικά Β '. Πρακτικά
του Β' συνεδρίου αλμυριώτικων σπουδών, τ. α', Αλμυρός 1997, σελ. 137-184.
Πρωτοψάλτης Εμ., Η Φιλική Εταιρεία, Αθήνα 1964.
Πρωτοψάλτης Εμ., «Περί του πληθυσμού και της εγγείου κτήσεως εν Πελοποννήσω
προ και μετά την Επανάστασιν 1821», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, τ. 6 (1962),
σελ. 145-148.
Ραγκαβής Ι.P., Τα Ελληνικά, ήτοι περιγραφή γεωγραφική, ιστορική, αρχαιολογική και
στατιστική της αρχαίας και νέας Ελλάδος, τ. Ι-ΙΠ, Αθήνα 1853-1854.
Ράδος Ν., Η εν Άστρει Β' Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις, Αθήνα 1900.
Ράλλης Γ.Α., Ποτλής Μ., Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων των τε αγίων και
πανευφήμων αποστόλων και των ιερών οικουμενικών και τοπικών συνόδων και των
κατά μέρος αγίων πατέρων, τ. 1-6, Αθήνα 1859.
Ράλλης Κ., Εγχειρίδιον του εκκλησιαστικού δικαίου, τ.1, Αθήνα 1927.
Ράλλης Κ., «Περί της των μοναστηριακών συμβουλίων καταστάσεως κατά το
Δίκαιον της ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας», Επιστημονική επετηρίς του
Πανεπιστημίου Αθηνών, τ. IH', (1923), σελ. 101-151.
Ράλλης Κ., «Περί της αναγκαστικής μοναχικής κουράς εν πρακτικά της Ακαδημίας
Αθηνών», Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 12, Αθήνα 1937, σελ. 322-328.
Ράλλης Π., «Περί της ποινής της από της μονής αποβολής», Πρακτικά Ακαδημίας
Αθηνών, τ. 10 (1935), σελ. 88-96.
Ράλλης Κ., «Περί της των μονών διαιρέσεως», Επιστημονική Επετηρίς της Νομικής
Σχολής του Αθήνησι Πανεπιστημίου, τ. 1 (1926), σελ. 105-119.
Ράλλης Κ., «Περί των συνοδικών τόμων», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τ. 8 (1933),
σελ. 335-348.
Ράλλης Κ., «Σχέσις πολιτείας και εκκλησίας», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τ. 4
(1929), σελ. 227-232.
Ρόκου Β., «Μεταναστεύσεις στον ορεινό χώρο», Ο Αγροτικός Κόσμος στον
Μεσογειακό χώρο. Πρακτικά Συνεδρίου Ελληνογαλλικού Επιστημονικού και Τεχνικού
Συνδέσμου (Αθήνα 4-7Δεκ. 1984), Αθήνα 1988, σελ. 251-252.
Ρόκκος Π., «Η ζωή και η δράση του Μεγάλου Αντωνίου», Γρηγ. Παλαμάς, τ. ΚΓ'
(1939), σελ. 34-37.
Ράμμος Γ., Στοιχεία Ελληνικού Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήνα 1947.
430

Ραπτάρχης Κ.Π., Ιστορία της οικονομικής ζωής της Ελλάδος. (Τουρκοκρατία-


Επανάστασις), τ. Α', Αθήνα 1934.
Ρωμανού Κ., Μελέτη δια τον Αρχιμανδρίτην εν γένει, Αθήνα 1930.
Σαΐτας Γ., Η Μάνη, Αθήνα 1987.
Σάθας Κ., Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, Αθήνα 1869.
Σακελλαρίου Μ., Τουρκοκρατία και Ελληνισμός,, Θεσσαλονίκη 1962.
Σακελλαρίου Μ., Η φιλική Εταιρία, Οδησσός 1909.
Σακελλαρίου Μ., Η Πελοπόννησος κατά την δευτέραν Τουρκοκρατίαν, 1715-1821,
Αθήνα 1939.
Σβορώνος Ν., Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Αθήνα 1985.
Σβώλος Αλ., Τα ελληνικά συντάγματα 1822-1952, τ. 2, Αθήνα 1985.
Σγουρίτσας Χρ., Συνταγματικόν δίκαιον, τ. Β', Αθήνα 1964.
Σιάμπος Γ., Δημογραφική εξέλιξις της Νεωτέρας Ελλάδας Ελλάδος 1821-1985, Αθήνα
1973.
Σιγάλας Α., «Συρίων βαπτιστικά -παρωνύμια-επώνυμα», Λεξικογραφικόν Αρχείον, τ.
6 (1923), σελ. 160-209.
Σκανδάμης Α., Η τριακονταετία της βασιλείας του Όθωνα 1832-1862, Αθήνα 1961.
Σιμόπουλος Κυρ., Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1800-1810, τ. Γ 1-2, Αθήνα 1985.
Σούτσος, «Κιθάρα», Αθήνα 1875.
Σοφιανός Δ., «Ιστορική αναδρομή εις την Βενετοκρατούμενη και
Τουρκοκρατούμενην Τήνον», Επετηρίς της Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τ. θ'
(1971), σελ. 114-136.
Σπηλιάδης Α., Απομνημονεύματα, τ. Α', Αθήνα 1851.
Σταματάκης Ι., Πίναξ Χωρογραφικός της Ελλάδος, Περιέχων τα Ονόματα, τας
Αποστάσεις και τον Πληθυσμό των Δήμων, Πόλεων, Κωμοπόλεων και Χωρίων.
Ερανισθείς εκ διαφόρων επίσημων εγγράφων της Β. Κυβερνήσεως, εκδοθείς υπό
Σταματάκης Ι., Αθήνα 1846 (Βάσει απογραφής 1844).
Σταμνόπουλος Γ., Βόλτες Ονοματολογικές, Αθήνα 1929.
Σταμνόπουλος Γ., «Ονοματολογικά», Λαογραφία, τ. 6 (1917), Αθήνα 1917, σελ. 424-
451.
Σταμούλη -Ρόδη Αγ., «Ο αναλφαβητισμός στην Πρέβεζα κατά τον 18° αιώνα (1742-
1784)», Ο Ερανιστής, τ. 17 (1981), σελ. 85-99.
Στασινόπουλος Κ., Το Μεσολόγγι, Αθήνα 1926.
Στεφανίδης Β., Εκκλησιαστική Ιστορία, απ' αρχής μέχρι σήμερον, τ. II, Αθήνα 1948.
Στεφανίδης Β., Συμβολαί εις την εκκλησιαστικήν ιστορίαν και το εκκλησιαστικόν
δίκαιον, Κωνσταντινούπολη 1921.
Στεφανίδης Β., «Τα όρια της εκκλησιαστικής νομοθεσίας των βυζαντινών
αυτοκρατόρων», Επετηρίς της Εταιρείας βυζαντινών σπουδών, τ. 25 (1955), σελ. 19-
27.
Στεφανίδης Μ., «Δημώδη φυσιογνωστικά», Λαογραφία, τ. Γ (1929), σελ. 175-202.
Στογιόγλου Γ., Η εν Θεσσαλονίκη πατριαρχική μονή των Βλατάδων, Θεσσαλονίκη
1971.
Στούρτας Α., Βιογραφία του Καποδίστρια, Αθήνα 2 1984.
Συνοδινός Π., «Πλάναι περί του μοναχικού βίου και των μοναχών», Πάνταινος, Η'
(1916), σελ. 585-560.
Σωτηρίου Γ., Η μονή του Μεγάλου Σπηλαίου. Ιστορία και τέχνη, Αθήνα 1918.
Τεάζη-Αντωνακοπούλου Ηλ., «Η μελέτη της οικογένειας από κοινωνικοϊστορικής και
ανθρωπολογικής σκοπιάς», Ελληνική Κοινωνία. Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της
Ελληνικής Κοινωνίας της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 1 (1987), σελ. 49-58.
431

Τζουμελέας Σ., Παναγόπουλος Π., Η εκπαίδευση μας στα τελευταία 100 χρόνια,
Αθήνα 1933.
Τομαρά-Σιδέρη Μ., Σιδερής Ν., Συγκρότηση και διαδοχή των γενεών στην Ελλάδα του
ου
19 αιώνα. Η δημογραφική τύχη της Νεότητας, Αθήνα 1986.
Τρεμπέλας Π., Δογματική της Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας, τ. Β', Αθήνα 1959.
Τριανταφυλλίδης Μ., Τα οικογενειακά μας ονόματα, Θεσσαλονίκη 1995.
Τριαντάφυλλου Κ., Ιστορικόν Λεξικόν των Πατρών, εκδ.3, Πάτρα 1994.
Τρικούπης Σπ., Ιστορία Ελληνικής Επανάστασης, τ.1-2, Αθήνα 1993.
Τσαούσης Δ., Κοινωνική Δημογραφία, Αθήνα 1986.
Τσαούσης Δ., Η κοινωνία του ανθρώπου. Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία, Αθήνα
1987.
00
Τσαούσης Δ., Όψεις της ελληνικής κοινωνίας του Ι9 αιώνα, Αθήνα 1985.
Τσαούσης Δ., Χρηστικό Λεξικό Κοινωνιολογίας, Αθήνα 1984.
Τσικριτσή-Κατσιανάκη Χ, Κρητικά επώνυμα επαγγελματικά, Αθήνα 1981.
Τσικριτσή-Κατσιανάκη Χ., Κρητικά επώνυμα από παρωνύμια Α' Α-M, Αθήνα 1972.
Τσικριτσή-Κατσιανάκη Χ., «Κρητικά επώνυμα εξ ονομάτων φυτών και ζώων»,
Κρητικά χρονικά τ. ΚΓ' (1971), σελ. 134-176.
Τσικριτσή-Κατσιανάκη Χ., «Μερικά διορθωτικά στα «Οικογενειακά μας ονόματα»
του Μ. Τριανταφυλλίδη», Λεξικογραφικό Δελτίον ΙΕ', (1985), σελ. 32-67.
Τσοποτός Δ.Κ., Γη και γεωργοί της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατίαν επί τη βάσει
ιστορικών πηγών, Βόλος 1912.
Τσοτσορός Στ., Οικονομικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί στον ορεινό χώρο (Γορτυνία
1715-1829), Αθήνα 1986.
Φειδάς Βλ., Βυζάντιο. Βίος- Θεσμοί - Εκκλησία - Παιδεία - Τέχνη, Αθήνα 1991.
Φειδάς Βλ., Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α'-Β', Αθήνα 1995.
Φειδάς Βλ., «Τάσεις του Ορθόδοξου Μοναχισμού, 9ος-20ος αιώνας», [Εθνικό Ίδρυμα
Ερευνών / Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών], Μοναχισμός και Κόσμος, ΕΙΕ/ΚΒΕ,
Αθήνα, 1996, σελ. 39-50.
Φιλιππίδης Δ., Κωνσταντάς Γ., Γεωγραφία νεωτερική, περί Ελλάδος. Πρώτη έκδοση
Βιέννη 1791, επανέκδ. Ερμής, Αθήνα 1970.
Φιλιππότης Ε., Σύστημα Εκκλησιαστικού Δικαίου, τ. Β', Αθήνα 1962.
Φυκιλίδης Ιωάν., «Περί Μοναχισμού», Εκκλησιαστικός Φάρος, τ. ΙΘ' (1920), Αθήνα
1920, σελ. 250-254,270-273.
Φυτράκης Ανδρ., Οι μοναχοί ως κοινωνικοί διδάσκαλοι και εργάται, Αθήνα 1950.
Φυτράκης Ανδρ., Ο μοναχικός βίος εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσσαλονίκη 1960.
Φυτράκης Ανδρ., Τα ιδεώδη του μοναχικού βίου κατά τον Δ ' αιώνα, Αθήνα 1945.
Χασιώτης Ι., «Ελληνικοί εποικισμοί στο Βασίλειο της Νεάπολης κατά τον δέκατο
έβδομο αιώνα», Ελληνικά, τ. 22, 1969, σελ.
Χασιώτης Ι., «Η Πελοπόννησος στο πλαίσιο της μεσογειακής πολιτικής του Καρόλου
Ε'», Πελοποννησιακά, τ. 15 (1982-1984), σελ. 187-240.
Χατζιδάκις Γ., ΓλωσσολογικοίΈρευναι, τ.2, Αθήνα 1934, ανατύπ. 1980.
Χατζηφώτης Ι., Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος, Αθήνα 1995.
Χουλιαράκης Μ., Γεωγραφική, διοικητική και πληθυσμική εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-
1971, τ. I-m, Αθήνα 1973-1976.
Χουλιαράκης Μιχ., Μακρής Ε., Γριτσόπουλος T., Γκεβέτσης Μ., Στατικαί μελέται
1821-1971, Αθήνα 1972.
Χρήστου Π., «Το Άγιον Όρος εν τω παρελθόντι και εν τω παρόντι», Αθωνική
Πολιτεία, Θεσσαλονίκη 1963, σελ. 16-24..
Χρήστου Π., Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 1963.
Χριστοφιλόπουλος Α., Ελληνικόν Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, έκδοση β', Αθήνα 1966.
432

Χριστοφιλόπουλος Α., Η οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1949.


Χριστοφιλόπουλος Α., Θέματα εκκλησιαστικού βυζαντινού δικαίου, Αθήνα 1953.
Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος Φ., Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής
Επαναστάσεως, Αθήνα 1899.
Χρυσανθακόπουλος Γ., Η Ηλεία επί Τουρκοκρατίας, Αθήνα 1950.
Χρυσοστόμου Επισκόπου Θαυμακού, Περί νεωκόρων, Αθήνα 1959.
Χρυσοχοΐδης Κρ., Πολιτιστικές διαδρομές: Οι δρόμοι του ορθόδοξου μοναχισμού της
Ελληνικής. «Πορευθέντες Μάθετε». Μονές της Ελλάδος, [Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών /
Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών], ΕΙΕ/ΚΒΕ, Αθήνα 1997.
Ψιλλάκης Ν., Μοναστήρια και ερημητήρια της Κρήτης, τ. Α'-Β', Ηράκλειο 1992-1993.
Ψιλλάκης Ν., Τα Μοναστήρια της Κρήτης, Αθήνα 1986.
Ψυχογιός Δ., Καυταντζόγλου Ρ. Ο οικονομικός και κοινωνικός μετασχηματισμός των
αγροτικών κοινοτήτων, Αθήνα 1987.
Ψυχογιός Δ., Προίκες, φόροι, σταφίδα και ψωμί. Οικονομία και οικογένεια στην
ου
αγροτική Ελλάδα του 19 αιώνα, Αθήνα 1987.

2. Ξενόγλωσση

Allatios 1., The Newer Temples of the Greeks, trans, and intro. Anthony Cutler,
Φιλαδέλφεια 1969.
Angelomatis-Tsougarakis H., «Greek womens 16' -191 century: The Travellers
view», Ακαδημία Αθηνών, τ. IV, 1992, σελ. 322-403.
Anderson M. S., The Eastern Question 1771-1923, Λονδίνο 1956.
Antoniadou Bibicou H., «Villages désertes en Grece: un bilan provisoire», Villages
désertes et histoire économique, Xf-XVIIf siècles, (École Pratique des Hautes, Études
-VI e Section. Centre de Recherches Hisoriques,), Παρίσι 1965, σελ. 343-417.
Antoniadou Bibicou H., Guillou Α., «Problems d' histoire de la communauté
villageoise byzantine et post byzantine», Ο Αγροτικός Κόσμος στον Μεσογειακό χώρο.
Πρακτικά Συνεδρίου Ελληνογαλλικού Επιστημονικού και Τεχνικού Συνδέσμου (Αθήνα
4-7Δεκ. 1984), Αθήνα 1988, σελ. 44-61.
Attwater D., The Christian Churches of the East, τ. II: «Churches not in Communion
with Rome», Geoffrey Chapman, Λονδίνο 1961.
Beaujour F., Tableau du commerce de la Grece d' après une année moyenne depuis
1787 jusqu' en 1797, τ. I-II, Παρίσι 1797.
Belon P., Les Observations de plusieurs singlaritez e choses mémorables trouvées en
Grèce, Asie, Indie, Arabie et autres pays estranges, Παρίσι 1853.
Bétant Ε.Α., Correspondance du Comte J. Capodistrias, Président de la Grèce, x. 1,
Γενεύη 1839.
Botzaris N., Visions balcaniques dans la preparation de la revolurion greques,
Γενεύη-Παρίσι 1962.
Bryer An., «The Later Byzantine Monastery in Town and Countryside», Studies in
Church History, 16 (1971), σελ. 234-241.
Bulgakov S., The Orthodox Church, Λονδίνο 1935.
Campbell J., Sherrard Ph., Modern Greece, Λονδίνο 1968.
Cauter T., Downham J.S., The communication of ideas, Λονδίνο 1954.
Chandler R., Voyage dans Γ Asie. Mineure et en Grece, τ. Ill, Παρίσι 1806.
ChrousT Α., Gesandtschaftsberichte aus München, 1814-1848, Abteilung I. Die
Berichte der französischen Gesandten, τ. 2, Μόναχο 1935.
Clogg R., (ed. and trans.), The Movement for Greek Independence 1770-1821. A
Collection of Documents, Λονδίνο 1976.
433

Cregg R.C., Athanasius: The life of Anthony and the letter to Marscellinus, Νέα
Υόρκη 1980.
Creusen J., Religious Men and Women in Church Law, Νέα Υόρκη 1953.
Curzon R., Visits to Monasteries in the Levant, Λονδίνο 1848.
Dakin Douglas, The unification of Greece 1770-1923, Λονδίνο 1972.
Davidson Α., Life of Edward Lear, εκδ. Penguin, Λονδίνο 1950.
Dodwell Ed., Classical and topographical tour through Greece during the years
1801, 1805 and 1806, x. 1-2, Λονδίνο 1819.
Diehl, P., «The Greek Church and Hellenism», Greece in Evolution, έκδοση G. F.
Abbott, Λονδίνο 1910, σελ. 145-162.
Dvornik F., The ecumenical councils, Νέα Υόρκη 1961.
Eliot C.W.J., Turkey in Europe, Λονδίνο 1906.
Emerson J., The History of Modern Greece, from its conquest by the Romans to the
Present time, χ. I-II, Λονδίνο 1830.
Emerson J., Count P., Humphreys W. H., A picture of Greece in 1825, χ. Ι, Λονδίνο
1826.
Failler Α., «Le monachisme byzantin aux Xle-XIIe siècles: Aspects sociaux et
économiques», Cahiers d'Histoire 20,1975, σελ. 210-254.
Fermor P.L., Roumeli: Travels in Northern Greece, Λονδίνο 1966.
Festugiere A. J., Les Moines d' Orient, Παρίσι 1961.
Festugiere A. J., History of Monks inAegypt, Βρυξέλλες 1961.
Fey W.N., The art of religiouw profession: a brief historrical synopsis and
commentary, Ουόσικτον 1931.
Finlay G.A., History of Greece, H.F.Tozer, τ. I- VII, Οξφόρδη 1877.
Finlay G. A, The Hellenic Kingdom and the Greek Nation, Λονδίνο 1836.
Finlay G.A, The History of Greece under Ottoman and Venetian Domination,
Λονδίνο 1856.
Forster E., A short History of Modern Greece 1821-1956, (3th ed.) Λονδίνο 1958.
Fortescue Α., The Orthodox Eastern Church, Λονδίνο 1907.
Garitte G., Lettres de S. Antoine: version géorgienne et fragments coptes, Λουβέν
1955.
Gell W., Narrative of the Journey in the Morea, Λονδίνο 1823.
Georgacas D.J., McDonald W.A., «Place Names of Southwest Peloponnesus. Register
and indexes», Πε^οννησιακά, χ. 6 (1963-1968), Αθήνα 1968, σελ. 185-232.
Gordon Th., History of the Greek Revolution, x. I-II, Λονδίνο 1832.
Grasset Saint-Sauveur Α., Voyage historique, littéraire et pittoresque dans les isles et
possessions ci-devant vénitiennes du Levant, x. 3, Παρίσι 1801-1802.
Halkin T., Le corpus athénien de Saint Pachome, Γενεύη 1982.
Hasluk F.W., Christianity and the Islam under the Sultans, χ. Ι, Οξφόρδη 1929.
Hasluk F.W., Athos and its Monasteries, Λονδίνο 1924.
Holland Η., Travels in the Ionian Islands, Albania, Thessaly, Macedonia etc, during
the years 1812 and 1813, by Henry Holland M.D.F.R.S. etc. etc., Λονδίνο 1815.
Höre Η., Eighteen Centuries of the Orthodox Greek Church, Λονδίνο 1899.
Hunt P., «Mount Athos: An Account of the Monastic Institutions and Libraries»,
Memoirs relating to European and Asiatic Turkey., Edited from manuscript journals,
by Robert Walpole, Λονδίνο 1818, σελ. 198-229.
Hussey J.M., The Orthodox Church in the Byzantine Empire, Οξφόρδη 1986.
Hussey J.M., «Byzantine Monasticism», The Cambridge Medieval History, x. 4,
Κέϊμπριτς 1967, σελ. 161-184.
434

Käser Κ., Halpern J.M., «Contemporary Research on the Balkan Family.


Anthropological and Historical Approaches», Septème Congrès International d'
Etudes du Sud-Est Européen, (Θεσσαλονίκη, 29 Αυγ. -4 Σεπτ. 1994), Rapports, Αθήνα
1994, σελ. 103-132.
Jorga, Ν., Byzance apres Byzance, Βουκουρέστι 1935.
Kidd Β. J., The Churches of Eastern Christiandom, Λονδίνο 1927.
Klapisch-Zuber Ch., «Villagi addandonati ed emigrazioni interne», Storia d' Italia,
τ.5 (I documenti), Einaudi 1973, σελ.310-316.
Kolodny E. Y., La population des îles de la Grece. Essai de géographie insulaire en
Mediterranee orientale, x. 3, Άαχεν 1974.
Κοντοσόπουλος Π., «Les suffixes ethniques en grec moderne», Bulletin de la société.
Linguistique de Paris, 68 (1973), σελ. 105-127.
Laiou -Thomadakis Α., Peasant Society in the Late Byzantine Empire. A Social and
Demographic Study, Princeton New Jersey 1977.
Leake, W.M. Travels in Northern Greece, by William Martin Leake, late lieutenant
colonel of the Royal Artillery Hon. D.C.L., τ. I-IV, Λονδίνο1835.
Leake W.M., Travels in the Morea, with a map and plan, τ. I-II, Λονδίνο 1830.
Leake W.M., Peloponnesiaca: supplement to travels in the Morea, Λονδίνο 1846.
Lefort L.T., Oeuvres des Pachome et de ses disciples, τ. 1-2, Λουβέν 1956.
Legrand E., Notice biographique sur Jean et Thèodose Zygomalas, Παρίσι 1889.
Malakis E, French travellers in Greece (1770-1820), Φιλαδέλφεια 1925.
Mango C, «Saints», Guglielmo Cavallo, The Byzantines, Σικάγο 1997, σελ.25-37.
Marin D., «Abba, Pater», Hommages a Leon Herrmann (=Collation Latomus, 44),
Βρυξέλλες 1960, σελ. 503-508.
Maurer G.L. Von, Das griechischer Volk in öffentlicher, Kirchlicher und
privatrechtlicher Beziehung vor und nach dem Freiheitskampfe, τ. Ι, Χαϊδεμβέργη
1835.
Mavrokordatos J., Modern Greece 1800-1931, Λονδίνο 1931.
Me Gowan Β., Economic life; in ottoman Europe. Taxation, Trade for land, 1600-
1800, Cambridge University Press 1981.
Mendelssohn-Bartholdy K., GrafJohan Kapodistrias, Βερολίνο 1864
Mylonas P.M., «Le plan initial du catholicon de la Grande Lavra au Mont-Athos et la
genese du type du catholicon athonite», Cahiers Archéologiques 32 (1984), σελ. 89-
112.
Morison E.F., St Basil and his Rule; a Study of Early Monasticism, Λονδίνο 1912.
Mure W., Journey of a Tour in Greece, τ. II, Λονδίνο 1842.
Nicol D., The Last Centuries of Byzantium, 1261-1453, Λονδίνο 1972.
North R., «Highly Unorthodox Behaviour», Word Magazine, January 1991, 25-32.
Orlandos An., «L'architecture religieuse en Grece pendant la domination turque», I '
Hellénisme contemporain, 1952-1953, σελ. 179-191.
Ostrogorsky G., History of the Byzantine State, 2 nd edn., Οξφόρδη 1986.
Papadakis Α., «Byzantine Monasticism Reconsidered», Byzantine Studies, 47 (1986),
σελ. 34-46.
Papadopoulos-Vretos Α., Mémoires sur le President Jean Capodéstria, τ. Ι, Παρίσι
1837-1838.
Papadopoulos T., Studies and Documents Relating to the History of the Greek Church
and People under Turkish Domination, Βρυξέλλες 1952.
Patlagean E., «Ancienne hagiographie byzantine et histoire sociale», Annales:
Economies, sociétés, civilisations, 23 (1968), σελ. 106-127.
435

Pittonde Tounefort J., Relation a" un voyage du Levant, fait par ordre du roi, τ. 1,
Παρίσι 1717.
Pouqueville F. C. H. L., Voyages de la Grece, τ. IV, Παρίσι 1827.
Raybaud M., Mémoires sur la Grece pour servir a l'histoire de la guerre de Γ
independence, τ.1 Παρίσι 1824.
Ricaut P., The Present State of the Greek and the Armenian Churches, Anno Christi,
1678, Λονδίνο 1680.
Rice D.T., Byzantine Art, Οξφόρδη 1935.
Rice D.T., The Appreciation of Byzantine Art, Οξόρδη 1972.
Riley Α., Athos, or the Mountain of the Monks, Λονδίνο 1887.
Rinvolucri M , Anatomy of a Church: Greek Orthodoxy Today, Λονδίνο 1966.
Russell, N., Ward B., The lives of the Desert Fathers, Λονδίνο 1981.
Schmitt Η., Kritische Geschichte der neugriechischen und der russischen Kirche,
Μάιντ, 1854.
Sieur de la Groix, Etat present des nations et églises Greque, Arménienne et Maronite
en Turquie, Παρίσι 1695.
Spon J., Voyages d'itdlie, de Dalmatie, de Crece et du Levant, χ. Π, Λυών 1678.
Stallard H.Β., Eye surgery, Λονδίνο 1965.
Steidle Β., «Antonius magnus eremita», Studia Anselmiana, 38 (1956), Ρώμη 1956,
σελ. 112-125.
Stoianovich Τ, «The Balkan Family: Geography, Commerce, Demography», Revue
des Etudes Sud-Est Européen, τ. 14/3 (1976), σελ. 465-475.
Strong Fr, Greece as a Kingdom; or a Statistical Description ofthat Country from the
Arrival of King Otho in 1833 to the Present Time, Λονδίνο 1842.
Theocharides P., Foundas P., Stefanou St., Mount Athos: Greek Traditional
Architecture, Αθήνα 1992.
Thiersch F., De L ' Etat actuel de la Grece, Λειψία, 1833, II.
Todorova M., Balkan Family Structure and the European Pattern. Demographic
Developments in Ottoman Bulgaria, The American University Press 1993.
Turner, W., Journal of a Tour in the Levant, x. Ill, Λονδίνο 1820.
Veilleux Α., Pachomian Koinonia, x. 2-3, Μίτσιγκαν 1981-1982.
Waddington G., The Present Condition of the Greek or Oriental Church, Λονδίνο
1829.
Waddington G., The Condition and Prospects of the Greek or Oriental Church,
Λονδίνο 1854.
Walpole R., Memoirs relating to European and Asiatic Turkey and other countries of
the East from manuscript journals, by R. Walpole, Λονδίνο 1818.
Walpole R., Travels in the various countries of the East, Λονδίνο 1820, σελ. 33-55.
Ward Β., The Desert Christian. Sayings of the Desert Father: The Alphabetical
Collection, Νέα Υόρκη 1980.
Ware T., «The Church: A Time of Transition», Clogg R. (ed.), Greece in the 1980s,
Λονδίνο 1983.
Ware T., Argenti Eustr., A Study of the Greek Church under Turkish Rule, Οξφόρδη
1964.
Ware T., The Ortodox Church, Harmondsworth 1963.
Weber Shirley Howard, Voyages and Travels in the Near East made during the XIX
Century, being a Part of the Larger Catalogue of the Worrks on Geografy,
Cartografi/, Voyages and Travels, in the Gennadius Library in Athens, Πρίνστον
1952.
436

Williams G., The Orthodox Church of the East in the Eighteenth Century, Λονδίνο
1868.
Woodward Α., Some English Travellers in Greece 1600-1821, (The Glory that is
Greece), Λονδίνο 1944, σελ. 112-119.
Χρήστου Παν. The monastic life in the easier Orthodox Church, Οξφόρδη 1964.
Zachariadou E., «Early Ottoman Documents of the Prodromos Monastery (Serres)»,
Südost-Forschungen, 28 (1969), σελ. 1-12.
Zakythinos D., The making of Modern Greece, Λονδίνο 1976.
Zhisman J., Die Synoden und die episcopal-Aemter inder Morgenlandischen Kirche,
Βιέννη 1867.

3. Μεταγράφεις

Bjornstahl J.J., To οδοιπορικό της Θεσσαλίας 1779, Θεσσαλονίκη 1979.


Bottomore Τ.Β., Κοινωνιολογία. Κεντρικά προβλήματα και βασική βιβλιογραφία,
εισαγωγή, μετάφραση επιμέλεια Δ.Γ. Τσαούσης, εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 1983.
Cazeneuve J., Βασικά Θέματα κοινωνιολογίας και κοινωνιολογικό λεξικό, Αθήνα
1988.
Dakin, Douglas, Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923, Αθήνα 1982.
Dakin, Douglas, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, μετάφρ.
Ρένας Σταυρίδη-Πατρικίου, 2 η έκδοσ., Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνική Τραπέζης, Αθήνα
1989.
Finlay G.A, Ιστορία της Τουρκοκρατίας και της Ενετοκρατίας στην Ελλάδα,
μετάφραση Γαρίδη Μ., επιμέλεια Βουρνάς T., Αθήνα 1958.
Florovski G., «Οι βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί πατέρες», (μετάφρ.
Παναγιώτης Κ. Πάλλης), Θεσσαλονίκη 1992.
Frazee C, Ο ορθόδοξος εκκλησία και η ελληνική ανεξαρτησία 1821-1852, Αθήνα
1987.
Hellier Ch., Μοναστήρια της Ελλάδας, Αθήνα 1997.
Istria D., Περί των εν τη Ανατολή Γυναικών, μετάφρ. Αιμ. Σκουζέ, Αθήνα 1860.
Κινέ Ε., Η Ελλάδα του 1830 και οι σχέσεις της με την Αρχαιότητα , μετάφρ. Λ.
Γκινάκα, εκδ. Τολίδη, Αθήνα 1988.
Maurer G.L. Von, Ο Ελληνικός Ααός- δημόσιο, ιδιωτικό και εκκλησιαστικό δίκαιο από
την έναρξη του αγώνα για την ανεξαρτησία ως την 31 Ιουλίου 1834., Μετάφραση Όλγα
Ρομπάκη, εισαγωγή, επιμέλεια, σχολιασμός Τ. Βουρνά, Αθήνα 1976.
Miller W., Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα (1204-1566), Αθήνα 1960.
Pouqueville F.G.H.L., Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1890.
Pouqueville F.G.H.L., Ταξίδι στο Μοριά. Ξένοι περιηγητές στον ελλαδικό χώρο,
Τολίδης, Αθήνα 1980.
Runciman S., Η μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία, τ. Ι-ΙΙ, Αθήνα 1979.
Stoianovich Τ, «Αγρότες και γαιοκτήμονες των Βαλκανίων και οθωμανικό κράτος:
οικογενειακή οικονομία αγοράς και εκσυγχρονισμός», Εκσυγχρονισμός και
Βιομηχανική Επανάσταση στα Βαλκάνια τον 19° αιώνα, Αθήνα 1980, σελ. 158-198.
Τοντόροφ Ν., Η Βαλκανική πόλη 15ος-19ος αιώνας, Αθήνα 1986.
437

ΠΗΓΕΣ
1. Ανέκδοτες πηγές

Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.), αρχείο Μοναστηριακά.

2. Κυβερνητικές εκδόσεις

Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, Αίγινα, 1827-1829, Ναύπλιο, 1829-1831.


Εφημερίς της Κυβερνήσεως, Ναύπλιο, 1833-1834, Αθήνα 1834-1850.

3. Εφημερίδες

Αθηνά, Ναύπλιον και Αθήνα, 1835-1850.


Αιών, Αθήνα, 1832-1850.
Courier de Smyrne, Σμύρνη, 1829-1831.
Ευαγγελική Σάλπιξ, Ναύπλιο, 1834-1835.
Σωτήρ, Αθήνα, 1834-1838.
438

INDEX1

Αβορόνιτσα Αταύτιστο
Άγ. Ανδρέας Άγιος Ανδρέας
Αγ. Βλάσιδες Αγιοβλασσίτικα
Αγγελόκαστρον Αγγελόκαστρον
Αγια Παρασκευή Αγία Παρασκευή
Αγία Σοφία Αγία Σοφία
Αγιάνη Αγιάννης
Άγιο Βλάση, άγιοβλάσης, Άγιον Βλάσην, Άγιος Άγιος Βλάσιος
Βλάσης, Άγιος Βλάσης, Άγιος Βλάσσης,
Αϊ Βλάσις, Αϊβλάσσης
Άγιοι Θεόδωροι Άγιοι Θεόδωροι
Άγιοι ΓΤ'αντες Άγιοι Πάντες
Αγιονόρι, Αγιονόριον, Αγιονορίου, Αγιονορίω Αγιονόριον
Άγιος Βασίλειος Άγιος Βασίλειος
Άγιος Γεώργιος, Άγ. Γεώργιος Άγιος Γεώργιος
Άγιος Ιωάννης, Άγιος Ιωάνης, Άγ. Ιωάννης Άγιος Ιωάννης
Άγιος Νικόλαος Άγιος Νικόλαος
Άγιος Πέτρος, Ά: Πέτρος, Άγ. Πέτρος Άγιος Πέτρος
Αγλικώστα Αγλαβίστα
Αγόριανη Αγόριανη
Αγράλη Αγρίλιον
Αγρήδη, Αγρήδι, Αγρίδη, Αγρίδι, Αγρίδιον Αγρίδι
Αγριάνους Αγριάνοι
Αδριανομονάστηρον Ανδρομοναστήρι
Αθήνα, Αθήναι Αθήναι
Αίγινα Αίγινα
Αίγιον, Αιγίου Αίγιον
Αϊδάμπεϊ Αυδήμπεη
Αιλιάδες, Αϊλιάδα Αηλιάδες
Αιμιαλών, Αιμυαλοί Αίμυαλλοι

' To INDEX αποκαθιστά τα τοπωνύμια κυρίως με τη γραφή που χρησιμοποιεί γι' αυτά ο Μ.
Χουλιαράκης στο έργο του Γεωγραφική, διοικητική και Πληθυσμιακή Εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-
1971, τ. Α, Αθήνα 1974. Σε όσα από τα τοπωνύμια των εγγράφων δεν υπήρχε αντιστοιχία στο
προαναφερθέν έργο, χρησιμοποιήθηκε ο Πίνας Χωρογραφικός της Ελλάδος, Περιέχων τα Ονόματα, τας
Αποστάσεις και τον Πληθυσμόν των Δήμων, Πόλεων, Κωμοπόλεων και Χωρίων, του Ι. Σταματάκη
(Αθήνα 1846). Τέλος μικρό μέρος των τοπωνυμίων έμεινε αταύτιστο, καθώς αφορούσε μικρούς
οικισμούς που δεν ήσαν καταγραμμένοι από την κεντρική εξουσία ή χρησιμοποιούνταν περιορισμένα,
μόνο από τους κατοίκους τους.
439

Αϊνόρι, Αϊνόριον Αγιονόριον


Ακαρνανία Ακαρνανία
Ακρατα, Ακράταν, Ακράτας Ακρατα
Ακρέφνιον Ακραιφνίου Δήμος -
Αλάσταινα, Αλέστενα Αλέσταινα
Αλεποχώρι, Αλεποχωρίου Αλεποχώρι, Αλεποχώριον
Αλίζαγα Αλήαγα
Αλμποχώρι, Αλποχώρι Αλποχώρι
Αλτομυρά Αλτομηρά
Αλυκά Άλικα
Αμοργός, Α μούργος Αμοργός
Αμπελιώνων Αμπελιώνα
Αμυκλάς Αμύκλαι
Αμφιόνης Αταύτιστο
Άμφισσα Άμφισσα
Αναστάσοβα, Αναστάσοβαν, Αναστάσοβας Αναστάσοβα
Ανατολικόν Ανατολικόν
Ανάφη Ανάφη
Άνδρος Άνδρος
Ανδρου βιστα Ανδροβίστα
Αντίνισσα Αντινίτσα
Άνω Δίβρη Άνω Δίβρη
Αραχναίο, Αραχναίον, Αραχναίου Αραχναίον
Αράχοβα Αράχωβα
Άργος, Αργείος, Άγρος Άργος
Αρεβονήτζα Αραβωνίτσα
Άρεια· - Άρεια
Αρκαδία Αρκαδία
Αρκασάδες Αρκασάδες
Αρμυριώτης Αρμυρός
Άρτα Άρτα
Αρφαρά Αρφαρά
Ασίνην Ασίνι
Ασλάναγα Ασλάναγα
Άστρος Άστρος
Ατζουμπαβίτζα Ανδρουμπιβίτσα
Αττική Αττική
Αυγό Αυγόν
Αχαίας Αχαΐα
Αχαρναίς Αχαρνών Δήμος
Αχλαδόκαμπος Αχλαδόκαμπος

Βάθειαν Εύβ Βάθεια


Βάΐδενίτζα, Βαϊδενίτσι Βαϊδενίτσα
Βαλατούνα Βαλατούνα
Βαλιμή Βαλιμή
Βαλμή Βάλμη
Βαλτεσινίκο, Βαλτεσινίκον Βαλτεσινίκον
Βαλτζη, Βάλτζια Βάλτσα
440

Βαμβακού Βαμβακού
Βάνουκα Βάλτουκα
Βαρδικώστα Μπαρδικώστα
Βαρδίτζα Βαρβίτσα
Βάριανη Βάριανη
Βαρνάκοβα, Βαρνάκοβας Βαρνακώβης (Μονή)
Βαρσενίκος Βαρσινίκος
Βαρσίτζιο Βερσίτσι
Βαρσών Βαρσών (Μονή Αγίου Νικολάου)
Βασσαρά Βασαράς
Βάχλια Βάχλια
Βελά, Βελλά Βελλά
Βελανιδιάς Βελανιδιά
Βελειμάχι, Βελημάχει, Βελημάχι, Βελιμάχι Βελιμάχι
Βελίζι Βελίζιον
Βελωνάς Βελωτά
Βενέτικον Βενετικό
Βέρβενα Βέρβαινα
Βέρροια Βέρροια
Βερσοβά, Βέρσοβα, Βεροβά, Μπερτζοβά Βερσοβά
Βεσίκη, Βεσσηνι Βεσίνη
Βετεντού Ρετεντού
Βήλια, Βίλια Βίλλια
Βηλιβήνα, Βιλβήνα, Βυληβήνα, Βυλιβήνα Βυλιβίνα
Βητίνα, Βιτίνα, Βυτήνα, Βυτίνη Βυτίνα
Βίδι Βίδι
Βιλιόβου Βιλιόβου (Μονή)
Βλάση, Βλάσης Βλάση
Βλαχέρναι, Βλαχερνού Βλαχέρνα-Μονή Βλαχερνών
Βλαχοκατούνα Βλαχοκάτουνον
Βλοβοκά Βλοβοκά
Βοϊδιανός Βοδιάς
Β όλα, Βώλα Β όλα
Βολάνεζα Βολάντζα
Βορβώνια Βορδώνια
Βουνάκη Βουνάκι
Βούναργο, Βούναργου Βούναργον
Βούρβουρα Βούρβουρα
Βούργαρις Βουλγάρα
Βούστρι Βούστριον
Βρανά Βρανά
Βραχνή, Βραχνί Βραχνί
Βραχώρι Βραχώριον (Αγρίνιον)
Βρέσθενα Βρέσθενα
Βυζάντιος Κωνσταντινούπολη
Βυσσωκά, Βησοκά Βισωκά

Γαβαλού Γαβαλού
Γαϊτζαίς Γαϊτσά, Χώρα Γαϊτσών
441

Γαλατάκι, Γαλατάνη Εύβ Γαλατάκη (Μονή Αγίου Νικολάου)


Γαλατάς Γαλατά
Γανόχωρα Γανοχώρα
Γαργαλιάνοι Γαργαλιάνοι
Γαρδίκι Γαρδίκιον
Γαρζενίκου Γαρζενίκος
Γαστούνη Γαστούνη
Γατιζέ Γαϊτσά
Γελήνη, Γελίνη Γελλήνη
Γεράκιον Γεράκιον
Γέρια Τέρια
Γερμιτζάνη, Γερμοτζάνη, Γερμοτζάνι Γερμοτζάνι
Γέρνον Τέρνος
Γεωργίτζι, Γεωργίτσι Γεωργίτσιον
Γηροκομείον Μονή Γηροκομείου
Γιάνιτζα Καλαμών, Γιάννιτζα, Παννιτζάνικα Γιάνιτσα
Γκαγκανιά, Γλαγκανία Γκαγκανιάς
Γκέρμπεση, Γκέρμπεσι Γκέρμπεσι
Γκλιάτα Γλιάτα
Γκορτόγλη Γκορτζόγλι
Γκούρα Γκούρα
Γλαρέντζα, Γλαρέντζαν Γλαρέντσα
Γόλα, Γώλα Γόλας (Μονή)
Γόρτυνα Γορτυνία
Γουζούμισα, Γουρζούμισα Γουρζούμισα
Γουμένιτζα Γουμένιτσα
Γούμερον Γούμερον
Γούραν Γκούρα
Γουρίτζα Γουρίτσα
Γούρνιτζα Γούρνιτσα
Γουρώτο Γουρώτο (Μονή Αγίου Νικολάου)
Γρανίτζα, Γρανίτσας, Γρανίτση, Γρανίτσης Γρανίτσα
Γρεβενά, Γρεβενά» Γρεβενόν
Γύθειον Γύθειον
Γυμνόν Γυμνόν

Δ τζελεπή, Δερβί Τσελεπή, Δερβίς τζελεπή Δερβιτσελεπή


Δαδή, Δαδί Δαδίον
Δαμούζαν Δάμιζα
Δάσος Δορίδος Δάσος
Δαύλεια, Δαύλια Δαύλεια
Δεκουλιάνων Δεκουλιανοί
Δελφούς Δελφοί
Δεμέστικα, Δεμέστιχα, Δομέστιχα Δεμέστιχα
Δερβενοσάλησι Θήβαι Δερβενοσάλεσι
Δεσίνος Δεσίνον
Δέσκελον Διάσελον
Δεσφήνα, Δεσφίνα, Δεσφίνας, Δεσφίνη, Δεσφίνην Δεσφίνα
Δημητρόπλου Δημητρόπουλον
442

Δημητσάνα, Δημιτσάνα Δημητσάνα


Δήμοβας Μονή Δημιόβας
Διαβολίτζη Διαβολίτσι
Διακοπτό, Διακοπτόν, Διακόπτου Διακοπτόν
Δίβρη, Δίβρης Δίβρη
Διποταμίαν Αταύτιστο
Δίστομον, Δίστομος Δίστομον
Δολούς Δολοί
Δομπόν, Δομπού Δομπούς (Μονή)
Δομπρένα, Δομπρένις, Δωβρένης, Δεμπρένα Δομβραίνα, Δομβραίνης
Δουμενά, Νδουμενά, Ντουμενά, Τουμενά Δουμενά
Δούσια Δούσια
Δραγαμέστο Δραγαμέστον
Δραγάνου Δραγάνου
Δράσταν Δράστα
Δρεπανοχώρια Δρεπανοχώρια
Δρέστενα Δρεστενά
Δριμίστα Βάλτου Δρομίστα
Δρύ Δρυ
Δρυ μία Δρυμίας Δήμος
Δωρίς Δωρίδος Επαρχία

Εγκλαιστούρι Εγκληστήριον
Ελεούσα Ελεούσα
Ελευσίνας, Ελευσίς Ελευσίς
Ελίκη, Ελικήν Ελίκη
Έλωνας Έλωνας (Μονή)
Ενδολίας Αιτωλίας Νομός
Επάνω δόλη Άνω Δολοί
Επάνω Χρέπα Επάνω Χρέπα
Επίδαυρον, Επίδαυρος Επίδαυρος
Επιδαύρου Λιμηράς Επιδαύρου Λιμηράς Επαρχία
Ερμιόνη Ερμιόνη
Ερμιονίς Ερμιόνης Δήμος
Εύβοια Εύβοια
Ευζήρι, Ευτήρι Στήριον
Ευπισιάν Αταύτιστο
Εύρηπος Εύριπος
Ευρύσθενα Βρώσθενα
Ευτοβενίκου Στεβενίκιον

Ζάβιτζα Ζαβίτσα
Ζαγορά Ζαγορά
Ζαγόριανη Αγόριανη
Ζακίνθιος, Ζάκυνθος Ζάκυνθος
Ζαρούχλα Ζαρούχλα
Ζατούνα, Ζάτουνα, Ζαγούνα Ζάτουνα
Ζαχλωρού Ζαχλωρού
443

Ζάχολη, Ζάχολιν, Ζάχωλη, Ζαχώλης Ζάχολη


Ζέλα Ζέλη
Ζερ βίτσα, Ζερμπίτσα Ζερμπίτσα
Ζέρμα Γέρμα
Ζευγολατειό Ζευγολατειόν
Ζήρια Ζήρια
Ζιντσάφι, Σιντζάφι, Σιντσάφη, Σινσάφι Σιντσάφι
Ζυγοβίστη, Ζυγοβίστι, Ζυγοβιστίου, Ζυγοβύ Ζυγοβίστι
Ζυγού Ζυγός

Ηλεία, Ηλείας Ηλείας Επαρχία


Ήλια, Ήλιαν Ήλια (Μονή)
Ήλις Ήλις
Ήπειρος, Ηπείρου Ήπειρος

Θεσσαλονίκη Θεσσαλονίκη
Θήβα, Θήβαι, Θηβαίος, Θήβες, Θήθα Θήβαι
Θήρα Θήρα
Θράκη Θράκη

Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ (Μονή)


Ιθώμη Ιθώμης Δήμος
Ίσαρι Ίσαρι
Ιωανινα, Ιωάννενα, Ιωαννίτης Ιωάννινα

Κάβαλον Κάβαλον
Καβελάρης Κάβαλον
Καίσαρη, Καίσσαρι Καίσαρι
Κακοβούνι Κακοβούνι (Μονή Προφήτου Ηλιου)
Κακού ρι Κακούρι-Πικέρνη
Καλάβρυτα, Καλαύριτα Καλάβρυτα
Καλαί Νήσοι Περαχώρας, Καλανησιά Καλαί Νήσοι ή Μονή Αγίου Νικολάου
Καλάμαι, Καλαμαίς, Καλαμάτα Καλάμαι
Καλαμάνι Καλαμάνη
Καλάμι Καλάμιον
Καλάμιση Καλαμίτσι
Κάλαμος Κάλαμος
Καλαμών Καλαμών Δήμος
Καλάνιστρα Καλάνιστρα
Κάλανος Κάλανος
Καλαυρία Καλαυριάς (Μονή)
Καλέντζι, Καλέτζη Καλέτζι
Καλλιδρόμη Καλλίδρομον
Καλολιβάδι Καλό Λειβάδι
Καλτεζάς, Καλτεζιά, Καλτεζία, Καλτεζιάς Καλτεζαί
Κάλυβαις Καλύβαις
444

Καλύβια Καλύβια
Καμάρα Καμάρα
Καμενιάνους Καμενιάνοι
Καμενίτζα Καμινίτσα
Καμίνια Καμίνια
Καμπινάρι Καμινάρη
Κάμπος Κάμπος
Κανδήλα, Κανδήλας Κανδήλα
Κάνταλον, Κάντηλον Κάνδαλος
Κάπρο βίτζα Αταύτιστο
Καραγιούζι Καραγιούζη
Καρακαλά Καρακαλά
Καρακοβούνι Καρακοβούνι
Καράτουλα Καράτουλα
Καρδενίτσα Μαρδίνιτσα
Καρηά, Καριά, Καρυά Καρυά
Καρνέσι Καρνέσι
Κάρυστος Κάρυστος
Καρύταινα Καρύταινα
Κασάνδρα της Μακεδονίας Κασσάνδρα
Κασκαβέλη Κασκαβέλι
Καστανιά Καστανιά
Καστανιά Καστανιά
Καστάνιτσα Καστάνιστα
Καστέλι, Καστήλι Καστέλλι
Καστόριον Καστόρειο
Καστρί Καστρί
Καταστάρι Καταστάριον
Καταφύγιον Καταφύγιον
Κατζαφάη, Κατζαφάρι ίσως Τζαφέρι
Κατζίγκρι Κατσίγκρι
Κατζώνα της Διποταμίας Αταύτιστο
Κάτω δόλη Κάτω Δολοί
Κάτω Χώρα Κάτω Χώρα
Κελεφά Κελεφά
Κελίον Κελί
Κέρμπεση Γκέρμπεσι
Κερνίκη Κερνίτσης (Μονή)
Κερπηνή Κερπινή
Κέρτεζη Κέρτεζι
Κεφαλάρι Κεφαλάρι
Κεφαληνία, Κεφαλληναίος Κεφαλληνίας Νομός
Κεχροβούνι Τήνου Κεχροβουνίου (Μονή)
Κηργιάννη Αγιάννης
Κιθαιρών, Κυθαιρώνος Κιθαιρών
Κιπαρίσι Κυπαρίσσι
Κλαπατζούνα, Κλαπατζούναν, Κλαπατσούνα Κλαμπατσούνα
Κλένια Κλένια
Κλίβανος Κλιβάνου (Μονή)
Κλίμα Κλήμα
445

Κοζίτζα, Κολίτζα, Κουζίτσας Κοζίτσα


Κοζνά Κόζια
Κοιλάδος, Κοιλάς Κοιλάς
Κοίμησις Κοιμήσεως Θεοτόκου
Κόκκινον, Κόκκινου, Κόκκινου Κόκκινον
Κόκκοβα Κόκοβα
Κόκλα Κόκλα
Κολοβάταις, Κολοβάτης Κολοβάταις
Κομπιγάδη, Κομπιγάδι, Κονπηγάδι Κομπηγάδι
Κομποτάτος Κομποτάδες
Κονίδιτσα Κουνιδίτσα
Κοντολινά Κοντολινή
Κοριθίου Δήμος Κορυθίου Δήμος
Κόρινθος Κόρινθος
Κόρτζιαις Γκορτζιά
Κοσμά, Κοσμάς Κοσμάς
Κότρονας, Κότρωνα Κότρωνας
Κούμαρη, Κουμάρι Κούμαρης
Κουμεντιάνικα Αταύτιστο
Κούμη Κώμη
Κούμουστα Κουμούστα
Κούμπερη, Κούμπερι Κούμπερι
Κουνινά Κουνινά
Κουνούπια, Κουνουπιαί Κουνούπια
Κούντουρα Κούντουρα
Κουρήτη, Κουρίτις Αταύτιστο
Κουρταούσι, Κουρτσαούση Κουρτσαούσι
Κουρτέσι Κουρτέσης
Κουσάντασι Κουσάντασι
Κουτέλη, Κούτελη Κούτελη
Κουτζαβά Λαδά Κουτσαβά Λαδά
Κούτζουρος Κουτσουρούς (Μονή Παναγίας)
Κουτίφαρη, Κουτούφαρη Κουτήφαρη
Κουτολίστια Κουκουλίστα
Κουτρουλομετόχι Κουτουρλομετόχι ή Μονή Αγίου
Νικολάου
Κουτσοπόδι Κουτσοπόδι
Κραμποβόν Κραμποβός
Κρανήδι, Κρανίδι Κρανίδιον
Κραστηούς Κραστική
Κρεκούνη Κριεκούκι
Κρεμαστή Λάρισσα Κρεμαστή Λάρισσα
Κρεμπάτζη Κρημπάτσι
Κρής, Κρήτη Κρήτη
Κρινόφυτα, Κρυνόφυτα Κρινόφυτα
Κυδωνιαί, Κυδωνιάτης, Κυδωνίς Κυδωνιά
Κύθηρα Κύθηρα
Κύθνος Κύθνος
Κυλκοβούνι Αταύτιστο
Κυλλίνη Κυλλήνη
446

Κύμη Κύμη
Κυναίθα, Κύναιθα Κύναιθα
Κυνουρία Κυνουρία (Επαρχία)
Κυπάρισος Κυπάρισσος
Κύπρο, Κύπρος Κύπρος
Κυριακή Κυριάκιον
Κωνσταντινούπολη Κωνσταντινούπολη
Κωνσταντίνους Κωνσταντίνοι

Λαγκαδά Λαγκάδα
Λαγκάδες Λαγκάδας
Λαγκάδια Λαγκάδια
Λαγωβίτι Λαγοβούνι
Λακεδαίμον, Λακεδαίμων Λακεδαίμονος Επαρχία
Λακόματα, Λακώματα Λακώματα
Λακονία, Λακωνία Λακωνία
Λαμία Λαμία
Λάνθη Λάνθη
Λαπάθης Λάπαθων Δήμος
Λαπαναγοί, Λαπαναγούς, Λαπαναγών Λαπαναγοί
Λαπάτας Λάπατα
Λάρισσα Λάρισα
Λαύκα Λαύκα
Λεαδία, Λεβαδιά, Λειβαδία, Λιβάδια Λεβάδεια
Λεβίδι Λεβίδιον
Λειβάδι Ακαρνανίας, Λιβάδι Λειβάδι
Λειβάρζη, Λειβάρτσι, Λιβάρτζι, Λιβάρτη, Λυβάρτζη Λειβάρτζι
Λεονίδιον, Λεωνίδι, Λενίδι Λεωνίδιον
Λεοντάρι Λεοντάριον
Λεπτή Συκιά Λεπτή Συκιά
Λεχαινά, Λεχαινών, Λεχενά Λεχαινά
Λέχοβα, Λέχοβας Λεχόβης (Μονή)
Λεχούρη, Λεχούρι Λεχούρι
Λήσα, Λήσσην, Λήσσης, Λύσση Λήσσης Δήμος
Λιγουριό Ληγουριόν
Λικοχόρι Λυκοχώρι
Λιμένι Λιμένιον
Λίμναι Λίμναις
Λιόπεση, Λιόπεσι Λιόπεσι
Λογγάνικος, Λογκάνικον Λογκανίκος
Λογγουβάρδης Λαγκοβάρδον - Λογκο£
Λογιά Ηλείας, Λυγιάς Λυγιά
Λουκά Λουκά
Λουκάκη, Λουκάκι Λουκάκι
Λουμπίστα Λουμπίτσα
Λουμπούτενα Λομποτινά
Λυκούρα, Λυκούρια Λυκούρια
447

Μαγουλιάνα, Μαγούλικα Μαγούλιανα


Μαζαράκι Μαζαράκι
Μάζη Μάζη
Μάζι Μάζι
Μαινάλου Μαίναλον
Μακεδονία, Μακεδωνία Μακεδονία
Μακρύ μάλη Μακρύ μάλλης (Μονή)
Μαλεβριάνικα Μαλευριάνικα
Μαλέρμο Αταύτιστο
Μαλεσίνα, Μαλεσίνη, Μαλεσίνην Μαλεσσίνα ή Μαλεσίνης
Μαλευή Μαλεβή (Μονή)
Μαλτίτζα Μαλτίτσα
Μαμουσά, Μαμουσιά Μαμουσιά
Μάνεση Μάνεσι
Μαντινεία Μαντινεία Μεγάλη
Μαντινεία, Μαντεία, Μαντινείας Μαντινεία Δήμος
Μαρδάκι Μαρδακίου (Μονή)
Μαρί Μαρί
Μαριολάταις Μαργιολάτα
Μαρούσι Μαρούσιον
Μάσης της Ερμιονίδος, Μάσιτης Μάσης
Μαυρομάτι Μαυρομμάτι
Μεγαλόβρυση Μεγάλη Βρύση
Μεγαλόπολιν, Μεγαλούπολις Μεγαλόπολις
Μεθώνη Μεθώνη
Μελές Μερζές
Μελεσίνα, Μελισίνα Μαλεσσίνα
Μελιγού, Μελιγούς Μεληγού
Μέντζαγρά Ματσαγρά
Μέντζενα, Μέντσενα Μέντζενα
Μερδενίκου, Μεζενίκου Μερδενίκος
Μέρμπανου Μέρμπακα
Μεσολόγγιον Μεσολόγγιον
Μεσορούγη, Μεσορούγι Μεσορούγι
Μεσσήνη Μεσσήνη
Μεσσηνία Μεσσηνία (Νομός)
Μηδεία, Μηδείαν Μιδέα- Μιδέας Δήμος
Μηλαία Μηλέα
Μηστρά, Μιστράς Μυστράς
Μικρομάνην Μικρομάνη
Μισούγα Μεσορούγι
Μόβρη Αταύτιστο
Μοναστηράκι Μοναστηράκιον
Μονεμβασιά Μονεμβασία
Μορόχοβα Μορόχοβα
Μοσά Μοσιά
Μοστίτζη, Μοστίτσι Μοστίτσι
Μουζακιά Μουζιάια
Μουρά Μουρλά
Μπαμπίνη Μπαμπίνι
Μπαρδικώστα Μπαρδικώστα
Μπαρμπάσενα Βαρβάσαινα
Μπαρπάτι, Μπερπάτι Μπερμπάτι
Μπάστα Μπάστα
Μπεγουλάκι Μπεγουλάκι
Μπεκήρι Μπεσίρι
Μπενδονίτζα Μανδενίτσα
Μπιλιανών Μπίλιοβα
Μπίσια Μπίσια
Μποζηκά Μποζικά
Μποκοβίνου Μπουκοβίνα
Μπολιάνα Πολιάνα
Μπουλαρί Μπουλαργοί
Μπουλιάρι Μπουλιάρι
Μπού μπούκα Μπού μπούκα
Μπράη, Μπράι Μπράτι
Μπρίκι Βρίκιον
Μπρίντα Πρίντα
Μύκονος, Μύκωνος Μύκονος
Μυσία Μυσίας Δήμος
Μυτιλίνη Μυτιλήνη
Μωρίκι Μωρίκι

Ν. Επίδαυρος, Νέα Επίδαυρος Νέα Επίδαυρος


Ναυπακτία, Ναυπακτίας Ναυπακτίας Επαρχία- Ναύπακτος
Ναυπλίας, Ναύπλιο, Ναύπλιον Ναύπλιον
Νεζερά Νεζερά
Νεμέα, Νεμέας Νεμέα
Νεμνίτζα Νεμνίτσα
Νεοχόρι, Νεοχώρι, Νεοχώριον Νεοχώρι
Νησάκι Νησί ο ν
Νήσος Πόρου, Πόρος Πόρος
Νιάτα Νιάτα
Νικλότερα Αταύτιστο
Νομιτζή, Νομίτζιον Νομιτσή
Νοτε»>ά Νοτενών (Μονή)
Νουσά Νουσά
Ντερβέκιστα Δερβέκιστα
Ντόριζα Δόριζα

Ξαθιάνικα Ξανθιάνικα
Ξένιον Ξενιαίς
Ξερονομή, Ξερονομής Ξηρονομή
Ξηροκαστέλι Ξηροκαστέλλι
Ξυλοκαίρας Ξυλοκέρα

Οίτυλο, Οίτυλος Οίτυλο ν


449

Όλ.υμπος Όλυμπος
Ολυμποχώρια Ολυμποχώρια
Ορνήθιον Ορνήθιον
Ορχομενός Ορχομενός
Οσικήνος Αταύτιστο
Όσιος Λουκάς Όσιος Λουκάς
Οχιά Οχιά

Πάγγια Παγγιά
Παγκράτει Παγκράτι
Παλ. Παναγιά, Παλαιοπαναγιά Παλαιοπαναγιά
Παλαιόκαστρον Παλαιόκαστρον
Παλαιοχώρα Παλαιοχώρα
Παλαιοχώρι Παλαιοχώρι
Παληοτάρη Παλαιοξάριον
Παναγούλα Παναγούλα
Παναρίτι Παναρίτι
Παραδείσιον Παραδείσι
Παραδισιώτισα Παραδεισιώτισσας (Μονή)
Παρνασσίς Παρνασσίδος Επαρχία
Παρνασσού Παρνασσός
Πάρος Πάρος
Πασαρά, Πασερά Πασαβάς
Πατάρνα, Τατάρνα Τατάρνα
Πάτμος Πάτμος
Πάτρα, Πάτραι, Πάτρας Πάτραι
Παυλόκαστρον Παυλόκαστρον
Πελοπονήσιος Πελοποννήσιος
Πεντάδα Πεντάδα
Πεντέλη, Πεντέλης Πεντέλη
Πέπα, Πέτα Πέτα
Πέπο Πέπων
Πέρα χώρα, Περαχώρα, Περαχώραν Περαχώρα
Περιγιάλι Περγιάλι
Περιθόρι, Περιθορίου, Περιθώρι Περιθώρι
Περιστέρα Περιστέρα
Πετενίου Μπεντένι
Πετζάκη, Πετζάκοι, Πετζάκους, Πετσάκοι Πετσάκοι
Πέτρο βούνι Πετροβούνι
Πετροχώρι Πετροχώρι
Πηδανούλια Πήδημα
Πήργος, Πύργον, Πύργος Πύργος
Πητζά Πιτσά
Πικέρνι Πικέρνη
Πιργάκης, Πυργάκη, Πυργάκης, Πυργάκι Πυργάκι
Πλάτανον, Πλάτανος Πλάτανος
Πλάτζα, Πλάτζη, Πλάτσα Πλάτσα
Πλέσα Πλέσσα
Πολιανά Πολιάνα
450

Πορετζό, Ποριτζό, Ποριτσού Πορετζό


Ποροβίτζα, Ποροβίτσι Ποροβίτσα
Πόρος, Πόριος Πόρος
Ποταμιά ' Ποταμιά
Πούμδα Πούμπα
Πράρθι Πίσσας Πραθίου Μπίσσας
Πρασιά, Πρασιαί, Πρασιάς, Πρασιού Περαχώρας Πρασιαί
Πραστίον Προάστειον
Πραστός Πραστός
Πρίπιτζα Πρίπιτσα
Προστίμνη Προσυμναίων Δήμος
Προύσος, Προυσού Προυσσός
Πυργιάλι Πυργιάλι
Πύργος Πύργος

Ράχος Ράχες
Ράχωβα Αράχωβα
Ρεκίτζα, Ρεκίτσα Ρεκίτσα
Ρεκούνι Ρεκούνιον
Ρεματιανή Ρεματιανή (Μονή Θεοτόκου
Γεννήσεως)
Ρεμήρα Ρομήρι
Ρητό, Ρητόν, Ρυτόν Ρητό
Ριόλο Ριόλος
Ρογοζάνα Ρεγκόζενα
Ρογούς, Ρωγούς Ρωγοί
Ροεινόν Ροϊνόν
Ροίτσα Ρεκίτσα
Ροσία Ρωσία
Ρούμελη Ρούμελη
Ρουπακά Ρουπακιά
Ρούστινη Ρούστιανη ή Ρούσθενη (Μονή)

Σαββανούς Σαβανί
Σάγκα Σάγκα
Σαγμπάζικα Σαμπάριζα
Σαγρατά Σαγματά (Μονή)
Σαιδώνα Σαϊδών
Σαίταγα Σαΐτας
Σαλαμίνα, Νήσος Σαλαμήν, Σαλαμίνος, Σαλαμίς Σαλαμίς- Σαλαμίνος Δήμος
Σαλμενίκο Σαλμενίκον
Σαμουήλ Σαμουήλ
Σαπρίκι Σαμπρίκι
Σανταμέρι Σανταμέρι
Σαραβάλι, Σεραβέλη Σαραβάλι
Σαράνταπηχ., Σαραντάπυχο, Σαραντάπυχον Σαραντάπηχον
Σελά Σελλά
Σεληάνα, Σελιάνα, Σελιάνας Σελιάνα
451

Σέλιτζα Σέλιτσα
Σέρρας Σέρρες
Σηγούνν Σιγούνι
Σηκιονής Σηκιώνα
Σηπιανών Τσιπιανά
Σιάθος, Σκιάθος Σκιάθος
Σιγδίτζαν Σιγδίτσα
Σιδερόπορτα Σιδηρόπορτα
Σίκηνος Σίκινος
Σιλίβενα, Συλήβαινα Συλίβαινα
Σίντζα Σύντζια (Μονή Αγίου Νικολάου)
Σίντσοβα, Σίτσοβα Σίτσοβα
Σιρμπάνη, Σιρμπάνι Συρμπάνι
Σίφνος, Σίφνου Σίφνος
Σκάλα Γέρακος, Σκάλα Μάνις Σκάλα
Σκαρδαπούλα Σκαρδαμούλα
Σκαφηδιά, Σκαφιδιά Σκαφιδιά
Σκιαδά Σκιαδά
Σκουροχώρι Σκουροχώρι
Σκριπού Σκριπού
Σκύρος Σκύρος
Σμύρνη Σμύρνη
Σοληγεία, Σολυγεία, Σολυγείας Σολυγείας Δήμος
Σόλλον, Σόλος Σόλος
Σοποτόν, Σοπωτόν, Σωποτόν Σοπωτόν
Σούβαρδο, Σούβαρδον, Σούβαρδος Σούβαρδον
Σουδενά Σουδενά
Σουλεϊμάν Αγά Σουλεϊμάναγα
Σουλούμπεη Σουλίμπεη
Σοφικόν, Σωφηκόν, Σωφικόν Σοφικόν
Σπάθαρι Σπάθαρι
Σπάρτη, Σπαρτιά, Σπαρτιάτης Σπάρτη
Σπηλαιότιςσα Σπηλαιώτισσα
Σποδιάνα Σποδιάνα
Στάνου Στάνον
Σταϋλία Αηλιάδες
Σταυρί Σταυρίον
Στενήν, Στενώ Στενόν
Στερεοελλαδίτης Στερεά Ελλάδα
Στεφάνι, Στεφάνων, Στεφανίω Στεφάνι
Στεφανιάνικον Στεφάνια
Στεφανοπούλου Στεφανοπούλου
Στιμάγκα, Στίμαγκα Νεμέας Στιμάγκα
Στρέζοβα, Τρέζοβα Στρέζοβα
Στρετίτζι, Στριτίτσι, Στριτίτζη Στριτσιτιού (Μονή)
Στρέφη, Στρέφι Στρέφι
Συβήστα, Σύβηστα Συ β ί στα
Σωτηριάνικα Σωτηριάνικα
452

Τανία Τανίας Δήμος


Τατάρινα Τατάρνα
Τερζοβά Τέρνοβα
Τζάϊλος, Τσάϊλον Τσάίλος
Τζαρούχλι Τσαρούχλι
Τζατζούλη, Τσατσούλη Τσατσουλαίϊκα
Τζαφέριμη Τζεφερεμίνι
Τζέρια Τσέρια
Τζερνοτά, Τζερωτά Τσεροβά
Τζηβλός, Τζιβλός Τσιβλός
Τζίντζια, Τζιτζιβά Τζίτζινα
Τζιρωβοτού Αταύτιστο
Τζιτάλια Τσιτάλια
Τήνος Τήνος
Τιπάρηθη Αταύτιστο
Τοπόλια Τοπόλια
Τουρλιανής Τουρλιανής (Μονή)
Τουρνίκη, Τουρνίκι Τουρνίκι
Τρεστενά Τρεστενά
Τρίκαλα, Τρικάλων, Τρίκκαλα Τρίκκαλα
Τρίπολη, Τρίπολις, Τριπολιτζά, Τριπολιτσά Τρίπολις
Τριφυλία Τριφυλίας Επαρχία
Τροιζήν, Τροιζηνία Τροιζήν - Τροιζηνίας Επαρχία
Τρύπη, Τρύ7την Τρύπη
Τσάμης Τσαμαίϊκα
Τσερνίτσα, Τσερνίτσης Τσερνίτσα
Τσήμοβα, Τσίμοβα Τσίμοβα
Τσηπιανάς, Τσιπιανά, Κηπιανά Τσιπιανά
Τσίντσινα Τζίντζινα
Τσάπα Τσίπα
Τυρίνθου Τύρινς

Ύδρα, Υδραίος Ύδρα


Υπάτη Υπάτη

Φανερωμένη Φανερωμένη
Φενεός, Φενεού, Φενεώ Φενεού Δήμος, Φονιάς
Φήλια, Φήλιαν, Φίλια Φίλια
Φιλοκάλιον Φιλοκάλι (Μονή)
Φόκλια Αταύτιστο
Φουτζέλα Φρουτζάλα
Φύκτονα Φύκτονα

Χαλανδρίτζα Χαλανδρίτσα
Χάλια Χάλια
Χαλκηάνικα, Χαλκιάνικα, Χαλκιάνα Χαλκιάνικα
Χάμακου Χαμακού
453

Χάρακας Χάραξ
Χαρβάτι Χαρβάτι
Χαρούδα Χαρούδα
Χασιά, Χάσια, Χασιών ' Χασιά
Χέλη, Χέλι Χέλι
Χήος, Χίος Χίος
Χιλιάδων Χιλιαδού ή Χιλιαδούς (Μονή)
Χλομούτζη Χλεμούτσι
Χορμοβήτης Χορμοβίτης
Χόστια, Χώστια Χώστια
Χοτάσια Χοτάσια
Χρησό, Χρυσού Χρυσόν
Χρύσαφα Χρύσαφα
Χρύσοβα Χρύσοβα
Χωμάτισσα Χωμάτισσα Παναγία (Μονή
Θεοτόκου)
Χώμορη Χώμορη Παναγία (Μονή Θεοτόκου)

Ψαρά Ψαρά
Ψάρι Ψάρι
454

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

Αρχιτεκτονικά μέρη της μονής

Βιβλιοθήκη: Η βιβλιοθήκη ανάλογα με το μέγεθος της μονής μπορεί να ήταν ένας


ιδιαίτερος χώρος ή κάποια συγκεκριμένα κελλιά που χρησιμοποιούνταν τόσο για τη
φύλαξη χειρογράφων και λειτουργικών βιβλίων όσο και για την αντιγραφή
παλαιότερων χειρογράφων. Υπεύθυνος για τη σωστή λειτουργία της βιβλιοθήκης
ήταν ο βιβλιοφύλακας.

Βορδοναρείο: Με τον όρο βορδοναρείο εννοείται ο στάβλος, ο οποίος ήταν


αναπόσπαστο τμήμα της μονής. Λόγω της ιδιαιτερότητας του το βορδοναρείο
στεγαζόταν σε ανεξάρτητο κτίριο κοντά στην κεντρική πύλη, έξω από το τείχος, ή
στο πίσω μέρος της μονής κοντά στη δευτερεύουσα πύλη, όπως στον Όσιο Λουκά και
στον Όσιο Μελέτιο, για την χωρίς προβλήματα περιποίηση των ζώων αλλά και για
την ανενόχλητη μεταφορά των φορτίων.

Γηροκομείο: Είναι χώρος συνήθως μέσα στον περίβολο της μονής, αλλά πολλές
φορές και έξω από τα τείχη, σε κάποιο κοντινό σημείο. Στη δεύτερη περίπτωση
εξυπηρετεί τους λαϊκούς. Γνωστό είναι το γηροκομείο της μονής Πεντέλης, το οποίο
βρίσκεται έξω από τον κυρίως περίβολο.

Δοχεία: Δοχεία ονομάζονται οι διάφοροι χώροι για τη φύλαξη των τιμαλφών και των
πολύτιμων σκευών, των προϊόντων και των τροφίμων. Την ευθύνη όλων είχε ο
δοχειάριος, που έπαιρνε εντολές από τον ηγούμενο. Ανάλογα με τα προς φύλαξη
αντικείμενα οι ειδικοί αυτοί χώροι έχουν και τα αντίστοιχα ονόματα. Στο
σκευοφυλάκιο φυλάσσονται με ασφάλεια έπιπλα, ιερά σκεύη, άμφια, εικόνες και
άλλα πολύτιμα λειτουργικά και καλλιτεχνικά αντικείμενα. Την ευθύνη έχει ο
455

σκευοφύλακας. Σε ιδιαίτερη θέση φυλάσσεται το ταμείο, όπου τα χρήματα και τα


αντίστοιχα παραστατικά εισπράξεων και πληρωμών, ενώ η ιματιοθήκη τοποθετείται
σε ξεχωριστό χώρο για τη φύλαξη ιερατικών στολών, αμφίων. Σε αποθηκευτικούς
χώρους με χαμηλή θερμοκρασία υπάρχει το «δοχείον», το λεγόμενο κελάρι, όπου
συγκεντρώνονται σε πιθάρια τα τρόφιμα (ωρεία), το λάδι. Ειδικός χώρος διατίθεται
για το βαγεναρείο, δηλαδή για το χώρο που βρίσκονται τα μεγάλα βαρέλια, τα
βαγένια, για το κρασί.

Εστία: Η εστία ή το μαγειρείο βρίσκεται κοντά στην τράπεζα. Σε μικρές μονές είναι
ακριβώς δίπλα της ή συχνά αποτελεί μέρος αυτής. Παράλληλα, στις μεγάλες μονές
διαμορφώνεται ανεξάρτητο κτίριο με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική δομή στην κάτοψη και
την άνοψη. Ανάμεσα στην εστία και στην τράπεζα μεσολαβεί το σκευοφυλάκιο, ο
χώρος δηλαδή που φυλάσσονται τα μαγειρικά σκεύη.

Κελλιά: Στις εσωτερικές πλευρές του τείχους αναπτύσσονται τα κελλιά, ισόγεια και
συχνά πίσω από στοές ή σε ορόφους και στο πλάι διαδρόμων. Μικρά ορθογώνια
δωμάτια με λιτή επίπλωση, όπου μένει ο μοναχός τις ώρες που δε συμμετέχει στις
κοινές απασχολήσεις από τη λατρεία μέχρι τα διακονήματα, δηλαδή τις υπηρεσίες
που πρέπει να εκτελεί στη μονή.

Κινστέρνες και κρήνες: Οι κινστέρνες συναντώνται κυρίως στις μονές της βυζαντινής
περιόδου. Κατασκευάζονταν σε μονές που δε διέθεταν πηγαίο νερό. Ήταν υπόγειες
δεξαμενές νερού, με ορθογώνιο σχήμα, καμαροσκέπαστες, με τόσες καμάρες όσες
και ο αντίστοιχος αριθμός των στηριγμάτων. Συγκέντρωναν το νερό της βροχής από
τις στέγες με τη βοήθεια αγωγών. Οι κινστέρνες βρίσκονταν στον περίβολο της
μονής.
Οι κρήνες αποτελούν το γραφικό και χρήσιμο στοιχείο κάθε μονής, αφού
υπάρχουν μέσα και έξω από τη μονή, ακόμα και στο δρόμο προς τη μονή για την
εξυπηρέτηση των οδοιπόρων. Της δίνουν διάφορα αρχιτεκτονικά σχήματα, αλλά η
βασική διάταξη εμφανίζει ημικυκλική καμάρα με μικρό βάθος, στη μέση του οποίου
είναι ο κρουνός απ' όπου τρέχει το νερό. Το νερό ή έρχεται στην κρήνη με τη
βοήθεια σωλήνων από δεξαμενή που βρίσκεται σε ψηλότερο μέρος ή έρχεται από
φυσική πηγή. Τα σχέδια των προσόψεων των κρηνών είναι πολλά και ποικίλα και το
456

υλικό κατασκευής επίσης ποικίλει. Συνήθως χρησιμοποιείται πελεκητή πέτρα, πλίνθοι


και μάρμαρο. Σε πολλές κρήνες διασώζονται κτητορικές ή παραινετικές επιγραφές.

Κτίσματα εκτός μονής: Έξω από τον περίβολο της μονής βρίσκεται το κοιμητήριο,
στο οποίο υπάρχει μικρό οστεοφυλάκιο. Άλλα βοηθητικά κτίσματα είναι οι μύλοι, τα
ελαιοτριβεία, τα πλυντήρια. Αν η μονή βρίσκεται κοντά σε θάλασσα έχει το νεώριο ή
αρσανά ή ταρσανά. Το νεώριο είναι ο χώρος δίπλα στο λιμανάκι της μονής στον
οποίο φυλάσσονται τα αλιευτικά και τα άλλα πλοία. Η χρήση τους είναι διπλή.
Προστατεύουν τα πλοία τη χειμερινή περίοδο ή όταν δεν υπάρχει λόγος να
βρίσκονται στη θάλασσα. Παράλληλα χρησιμοποιούνται ως αποθηκευτικοί χώροι
των προϊόντων της μονής, ιδιαίτερα ξυλείας. Επίσης και των αναγκαίων αγαθών, που
η μονή προμηθεύεται σε ποσότητες για τη συντήρηση της.

Κωδωνοστάσιο: Το κωδωνοστάσιο ως πύργος προϋπήρχε στην Ανατολή πολύ πριν οι


Σταυροφόροι φέρουν από τη Δύση τις καμπάνες. Πριν από τις καμπάνες η εκκλησία
χρησιμοποιούσε τους «λαοσυνάκτες» (παλαιοχριστιανική περίοδος) και στη
βυζαντινή εποχή τα ξύλινα ή χάλκινα σήμαντρα, τα οποία κρεμούσαν στους πύργους.
Οι πύργοι-κωδωνοστάσια κατά κανόνα χτίζονται κοντά στο ναό, ανατολικά ή δυτικά
(μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας) ή πάνω στο νάρθηκα ή εφαπτόμενοι αυτού.

Λουτρό: Ήταν ανεξάρτητο κτίριο μέσα στον περίβολο της μονής, αν και συχνά οι
ίδιοι οι μοναχοί έχτιζαν λουτρά για τους λαϊκούς έξω από τα τείχη.

Μαγκιπείο: Το μαγκιπείο είναι το αρτοποιείο της μονής. Συνήθως στεγάζεται στο


ισόγειο των κελλιών. Είναι μεγάλος ορθογώνιος χώρος, ο οποίος διαθέτει ζυμωτήριο,
κλίβανο και αποθήκη για τα ξύλα και τα άλευρα. Σπάνια το μαγκιπείο αποτελεί
ανεξάρτητο κτίσμα.

Νοσοκομείο: Το νοσοκομείο ήταν απαραίτητο λειτουργικό στοιχείο της μονής. Στις


μικρές μονές χρησιμοποιούνταν κελλιά ειδικά διαρρυθμισμένα για τις ανάγκες αυτές.
Στις μεγάλες κατασκευάζονταν ανεξάρτητα κτίρια μέσα στο αρχιτεκτονικό
σύμπλεγμα του περιβόλου. Η αρχιτεκτονική του νοσοκομείου ήταν προσαρμοσμένη
στις επιταγές της παλαιάς ιατρικής και στους τρόπους θεραπείας της κάθε εποχής.
457

Όταν έπρεπε οι μοναχοί να περιθάλψουν έναν ασθενή από τις τάξεις των λαϊκών,
αυτό γινόταν έξω από τον περίβολο της μονής. Για το λόγο αυτό χτιζόταν ιδιαίτερο
κτίσμα.
Ξενώνας και αρχονταρίκι: Οι ξενώνες φιλοξενούσαν επισκέπτες της μονής. Η
υποδοχή τους γινόταν στο αρχονταρίκι της μονής και αφού τους προσφέρονταν
κάποια κεράσματα τους οδηγούσαν στους ξενώνες. Οι περιηγητές συχνά αναφέρουν
τη φιλοξενία που δέχτηκαν κατά τη διάρκεια της διαμονής τους στις διάφορες μονές
που επισκέφτηκαν.

Πύλη: Η κεντρική πύλη της μονής «βλέπει» κατά κανόνα προς το δρόμο. Υπάρχουν
δύο παραλλαγές. Στην πρώτη η πύλη τοποθετείται κάτω από τον ισχυρό πύργο ή την
πτέρυγα των κελλιών, που σημαίνει ότι ο εισερχόμενος περνάει κάτω από τον θολωτό
διάδρομο, το διαβατικό. Στη δεύτερη, η οποία είναι και η πιο συνηθισμένη, η πύλη
διατρυπά το τείχος του περιβόλου και οδηγεί στο εσωτερικό της αυλής. Έχει διάφορα
σχήματα, ορθογώνια, τοξωτή και στο υπέρθυρο δημιουργείται προστώο ή πρόπυλο με
κίονες ή πεσσούς για λόγους μεγαλοπρέπειας, αλλά και για να προστατεύονται οι
μοναχοί και οι προσκυνητές από τις καιρικές συνθήκες. Η θύρα της πύλης είναι
συνήθως διπλή, από σκληρό ξύλο αντοχής, επενδυμένο συχνά με σιδερένια ελάσματα
και με σειρές καρφιών, που έχουν μεγάλες κεφαλές. Πάνω από την πύλη σε αβαθή
κόγχη τοποθετείται σε ζωγραφική η εικόνα του Χριστού, της Παναγίας, ή του Αγίου
στον οποίο είναι αφιερωμένη η μονή. Υπεύθυνος της πύλης είναι ο πορτάρης, που
διαμένει κατά κανόνα σε κελλί κοντά στην είσοδο, υποδέχεται και ξεπροβοδίζει.

Τράπεζα: Η συνηθισμένη θέση της βρίσκεται απέναντι από το νάρθηκα του


καθολικού για λόγους λειτουργικούς, αφού μετά την αγρυπνία οι μοναχοί, καθώς
βγαίνουν από το ναό, κατευθύνονται προς την τράπεζα. Όπου η διάταξη του χώρου δε
διευκολύνει, η τράπεζα τοποθετείται σε άλλη πτέρυγα, πάντως κοντά στο καθολικό.
Ως χώρος είναι μια στενόμακρη αίθουσα. Στη μία στενή πλευρά της τράπεζας κάθεται
ο ηγούμενος με τους συμβούλους της μονής. Ανάλογα με το μέγεθος της μονής και
τον αριθμό των μοναχών και των επισκεπτών που η μονή προσελκύει, η τράπεζα
μπορεί να αποτελεί ανεξάρτητο κτίσμα με μεγάλες διστάσεις, για να εξυπηρετεί
ακριβώς τις αυξημένες ανάγκες της. Στην τράπεζα απαραίτητο στοιχείο είναι ο
άμβωνας, απ' όπου ο αναγνώστης διαβάζει ιερά κείμενα όση ώρα διαρκεί το γεύμα.
458

Φιάλη: Η φιάλη του αγιασμού βρίσκεται στην αυλή μπροστά στην είσοδο του
νάρθηκα, και αποτελεί κατάλοιπο της φιάλης ή του περιρραντηρίου των αίθριων στις
παλαιοχριστιανικές βασιλικές. Είναι κατά κανόνα κομψό, περίκεντρο κτίριο με
κιονοστήρικτο θόλο. Στο κέντρο τοποθετείται φιάλη ή αναβρυτήριο και χρησιμεύει,
όπως είναι γνωστό από την λειτουργική πράξη αλλά και το τυπικό της μονής του
Στουδίου, για τον αγιασμό των υδάτων την παραμονή των Φώτων και κάθε πρώτη
του μήνα.

Φωτάναμα: Είναι μικρό κτίριο που τοποθετείται κοντά στο καθολικό, επειδή τις
κρύες νύχτες του χειμώνα ανάβει εκεί συνεχώς η φωτιά. Οι μοναχοί κατά τις
αγρυπνίες μεταβαίνουν εκ περιτροπής από το ναό στο φωτάναμα για να ζεσταθούν
και να πιουν κάποιο αφέψημα. Ο χώρος αυτός δεν υπάρχει σε όλες τις μονές. Σήμερα
έχουν εντοπιστεί στην Ελλάδα δύο δεκάδες φωτανάματα με πιο αξιόλογα αυτά του
Οσίου Λουκά, του Αγίου Ιερόθεου στα Μέγαρα, στη μονή Βαρσών της Αρκαδίας.

Ασχολίες των μοναχών

Αλμπάνης: Ο μοναχός που ασχολείται με σιδηρουργικές εργασίες και κυρίως με το


πετάλωμα των αλόγων (πεταλωτής).
Αρτοποιός: Ο υπεύθυνος για την προετοιμασία του ψωμιού.
Αρχιποιμήν: Ο υπεύθυνος για τους ποιμένες και τα κοπάδια της μονής.
Βηματάρης: Ο επιμελημένος να φροντίζει το ιερό βήμα του καθολικού με τα ιερά
λείψανα, σκεύη, άμφια κ.λ.π.
Βιβλιοδέτης: Ο μοναχός που ασχολείται με το δέσιμο των βιβλίων.
Βυρσοδέψης: Ο μοναχός που κατεργάζεται τα δέρματα.
Βοηθός οικονόμου: Ο μοναχός που βοηθάει τον οικονόμο να εκτελεί σωστά τα
καθήκοντα του.
Γεωργός: Ο μοναχός που ασχολείται με τις γεωργικές ασχολίες που έχει η μονή,
συνήθως με χωράφια ή κτήματα που βρίσκονταν κοντά στη μονή.
Γραμματέας: Ο υπεύθυνος να ασχολείται με τη γραμματεία, αλληλογραφία κ.λ.π. της
μονής.
Διαβαστής: Ο μοναχός που διαβάζει ιερά κείμενα την ώρα που πραγματοποιείται στην
τράπεζα η συνεστίαση.
Δοχειάρης: Ο υπεύθυνος του δοχείου (αποθήκη τροφίμων).
J?

459

Εκκλησιάρχης: Ο υπεύθυνος για την προετοιμασία του ναού πριν από τις ακολουθίες.
Εταστάτης: Ο μοναχός ή ιερομόναχος που επιβλέπει συγκεκριμένες εργασίες ή που
αποστέλλεται σε κάποιο μετόχι της μονής για να επιβλέπει τις εργασίες που
πραγματοποιούνται εκεί. Συναντώνται οι εξής περιπτώσεις: α) επιστάτης εις μετόχι,
β) επιστάτης του ελαιώνος, γ) επιστάτης του κελαριού, δ) επιστάτης των ζευγαριών,
ε) επιστάτης των προβάτων, στ) επιστάτης των φορτηγών ζώων. Σε αναφορά μονής
χρησιμοποιείται και ο όρος «επιτηρητής».
Ζευγάς: Ο μοναχός που ασχολείται με γεωργικές εργασίες που αφορούν το όργωμα.
Ηγούμενος: Ο πνευματικός ηγέτης της μονής, ο πατέρας όλων των μοναχών.
Επιφορτισμένος με πλήθος καθηκόντων που αφορούν την εύρυθμη λειτουργία της
μονής και την ηθική διαγωγή των μοναχών.
Θυρωρός ή Πορτάρης: Ο φύλακας του πυλώνα της μονής.
Κανδηλάπτης: Ο υπεύθυνος για την φωταγώγηση του καθολικού ή των άλλων
κοινόχρηστων χώρων της μονής.
Κελάρης: Ο υπεύθυνος για τη φροντίδα του κελαριού της μονής.
Κηπουρός ή Περιβολάρης: Ο μοναχός που ασχολείται με τα οπωροκηπευτικά.της
μονής, συνήθως ο χώρος των οπωροκηπευτικών βρισκόταν μέσα στη μονή ή κοντά
σε αυτή.
Κλειδούχος: Ο υπεύθυνος να φυλάει τα κλειδιά της μονής.
Μάγειρας: Ο μοναχός που ετοιμάζει το φαγητό για τους μοναχούς.
Μάγκιπας: Ο φούρναρης που ασχολείται με το ψήσιμο του ψωμιού στο μαγκιπείο
(φούρνο).
Μουσικός ή Ψάλτης: Ο μοναχός που ψάλει στις ακολουθίες τα τροπάρια και τα
ανάλογα αναγνώσματα.
Ξενοδόχος: Ο υπεύθυνος να φροντίζει τους ξένους προσκυνητές, παρέχοντας τους
τροφή και χώρο να κοιμηθούν.
Οικονόμος: Ο υπεύθυνος για τους εργάτες και τις γενικές εργασίες της μονής. Σε
μονές με μικρό αριθμό μοναχών εκτελεί και χρέη δοχειάρη.
Οινοδόχος: Ο υπεύθυνος για το κρασί.
Πνευματικός: Ο εξομολόγος της μονής.
Ποιμήν: Ο μοναχός που ασχολείται με τα κοπάδια που υπάρχουν στη μονή.
Σύμβουλος: Ο μοναχός όπου μαζί με τον ηγούμενο φροντίζει στη διαχείρηση των
υποθέσεων της μονής.
Σκευοψύλαξ: Ο υπεύθυνος για το σκευοφυλάκειο (κειμηλαρχείο) της μονής.
460

Σκουτάρης: Υπεύθυνος των ζώων που χρησιμοποιούσαν για το όργωμα.


Σχοινάς: Ο μοναχός που κατασκευάζει τα κάθε είδους σχοινιά.
Τραπεζάρης: Ο υπεύθυνος για την τράπεζα και την ετοιμασία της.
Τυπικάρης: Ο αρμόδιος για το τυπικό της μονής. Υπηρετεί ως τελετάρχης μέσα στο
ναό και υποδεικνύει στους ψάλτες τα τροπάρια και τα αναγνώσματα της ημέρας.
Φροντιστής: Ο υπεύθυνος για μια συγκεκριμένη ασχολία.
Φύλαξ: Ο επιφορτισμένος να επιτηρεί συγκεκριμένες περιοχές. Συναντώνται οι όροι:
1) φύλαξ ελαιώνων, 2) φύλαξ αμπελώνων.
Χαλκεύς ή Χαλκάς: Κατασκευάζει τα χαλκωματένια σκεύη.
(MD,9 1 3 0 3 7 - -.,

«V. *
^

ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ

TA ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ


ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΙΣΟ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
2

ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ

αρ., Αριθ., Αριθμ. Αριθμός


Αρ. Πρ., Αρ. Πρωτ. Αριθμός Πρωτοκόλλου
Β. Γραμματείαν Βασιλική Γραμματείαν
Β. Διάταγμα Βασιλικό διάταγμα
Γ.Α.Κ. Γενικά Αρχεία του Κράτους (Αθήνα)
Γραμμ. Γραμματέας
Γραμ. Εκκλησ. Γραμματεία Εκκλησιαστικών
Διοικ. Κορίνθου Διοικητής Κορίνθου
Εκκλ. Γραμματ. Εκκλησιαστικών Γραμματεία
Επ. Έπαρχος
Μοναστηριακά Αρχείο Μοναστηριακά (Γ.Α.Κ.)
Νομ. Αργολίδος Νομός Αργολίδος
Πίν. Πίνακας
Πρωτ. αρ. Πρωτοκόλλου Αριθμός
Στοιχ. Στοιχείο
Φ. Φάκελος
φ. Φύλλο
χ·αρ· Χωρίς αρίθμηση
χ. χρον. Χωρίς χρονολόγηση (αχρονολόγητο)
+ Μοναστήριον
3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το παράρτημα χωρίζεται,σε τέσσερα μέρη. Στο πρώτο (Παράρτημα Ι),


παρουσιάζονται βασιλικά διατάγματα και εγκύκλιοι, οι οποίοι σχετίζονται με τη
διάλυση των μονών (ανδρικών και γυναικείων) την περίοδο 1833-1834. Στο δεύτερο
μέρος (Παράρτημα II), παρατίθενται οι πίνακες που δημιουργήθηκαν από την
επεξεργασία των πηγών. Στο τρίτο μέρος (Παράρτημα III), σημειώνεται το αρχειακό
υλικό, στο οποίο στηρίχτηκε η παρούσα μελέτη. Τέλος στο τέταρτο μέρος
(Παράρτημα IV), παρουσιάζονται χάρτες των διατηρούμενων μονών, οι οποίες
υπήρχαν στο ελληνικό βασίλειο μετά το 1834 καθώς και ενδεικτικά παραδείγματα
μονών σε σχέση με τις γενέτειρες των μοναχών που εγκαταβιώνουν στις μονές.
Τα ανέκδοτα τεκμήρια δημοσιεύονται ως έχουν στο πρωτότυπο' χωρίς καμία
παρέμβαση στην ορθογραφία, τη σύνταξη ή τη στίξη. Τα ανθρωπωνύμια
(μοναστηριακά ονόματα, βαπτιστικά ονόματα, επώνυμα) και τα τοπωνύμια
παρατίθενται ακριβώς όπως εμφανίζονται στις πηγές. Σε πολλούς από τους πίνακες,
οι οποίοι αφορούν ανθρωπωνύμια και γενέτειρες των ατόμων (Παράρτημα II),
ακολουθείται η ορθογραφία των πηγών. Στο τέλος του παραρτήματος παρουσιάζεται
INDEX με τα τοπωνύμια*.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου
προσδιορισμού Ελληνικό Βασίλειο, στους τίτλους των πινάκων, για τα έτη 1800-1832
γίνεται καταχρηστικά, καθώς δεν υπάρχει ανάλογος όρος στην βιβλιογραφία, ο
οποίος να χρησιμοποιείται για να περιγράψει μόνο τα συγκεκριμένα εδάφη που
συμπεριελήφθησαν αργότερα στο ελληνικό βασίλειο.

To INDEX αποκαθιστά τα τοπωνύμια κυρίως με τη γραφή που χρησιμοποιεί γι' αυτά ο Μ.


Χουλιαράκης στο έργο του Γεωγραφική, Διοικητική και Πληθυσμιακή Εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-
1971, τ. Α, Αθήνα 1974. Σε όσα από τα τοπωνύμια των εγγράφων δεν υπήρχε αντιστοιχία στο
προαναφερθέν έργο, χρησιμοποιήθηκε ο Πίναξ Χωρογραφικός της Ελλάδος, Περιέχων τα Ονόματα, τας
Αποστάσεις και τον Πληθυσμόν των Δήμων, Πόλεων, Κωμοπόλεων και Χωρίων, του Ι. Σταματάκη
(Αθήνα 1846). Τέλος μικρό μέρος των τοπωνυμίων έμεινε αταύτιστο, καθώς αφορούσε μικρούς
4

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι: Β. ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ

Β. Διάταγμα 1

Περί των εν τω Βασιλείω μοναστηριών1


ΟΘΩΝ
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Επί τη προτάσει του επί των Εκκλησιαστικών και της Παιδείας Γραμματέως Ημών
28 Αυγούστου (9/7βρίου) 1833, περί φορολογίας και μισθώσεως των
μοναστηριακών,
διαττάτομεν.
Α'. Κατά την αναφορά της Συνόδου, όλα τα εγκαταλελειμένα ήδη και έρημα
μοναστήρια και μοναστηριακά κτήματα θέλουν εισοδεύεσθαι από του νυν δια των
Γενικών Εφόρων εις λογαριασμόν του δημοσίου και προς την σκοπούμενην
βελτίωσιν των Εκκλησιαστικών και της Παιδείας.
Β'. Υπό την αυτήν κατηγορίαν υπάγονται και τα εν τω υπό γράμμα Β' καταλόγω
της Συνόδου σημειούμενα μοναστήρια, εν οις ολίγοι τινές μονάζουν ακόμη και του
νυν, όχι πλέον των 6 μοναχών, αφού ούτοι μεταθώσιν εις άλλα μοναστήρια.
Γ'. Προς τούτο θέλουν προσκληθή οι Νομάρχαι να αναφέρωσιν εις ποίον των
διατηρουμένων μοναστηριών επιθυμούσιν να μετατεθούν οι μοναχοί ούτοι, και κατά
την αναφορά τούτων η Γραμματεία συνενοηθείσα μετά της Συνόδου, θέλει ενεργήσει,
όσον ένεστι τάχιον και καταλληλότερον, την ποθουμένην ενός εκάστου μετάθεσιν.
Δ'. Όλων τούτων των μοναστηριακών (κτημάτων) και των αυτοίς
προσανηκόντων δικαιώματα και κινητών θέλουν εκτεθεί και διευθυνθή εις την
Γραμματείαν ακριβείς περιγραφικοί κατάλογοι μετά περιληπτικών αναφορών περί
της επωφελεστέρας χρήσεως των, αλλ' άνευ τινός αναβολής πρέπει να διαταχθή η
απόπειρα της επί ωρισμένω χρόνω μισθώσεως περί την διαρρήδην επιφύλαξιν του

οικισμούς που δεν ήσαν καταγραμμένοι από την κεντρική εξουσία ή χρησιμοποιούνταν περιορισμένα,
μόνο από τους κατοίκους τους.
' Α. Μάμουκας, Τα μοναστηριακά. Ήτοι οδηγίαι, νόμοι, βασιλικά διατάγματα,...,και του καταστατικού
της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1859, σελ. 77-79.
5

δικαιώματος της ανωτάτης εγκρίσεως, προς επιτυχίαν της οποίας πρέπει να τεθώσιν
υπ' όψιν αι από τας υπαλλήλους Αρχάς γενόμεναι διαπραγματεύσεις.
Ε'. Αι περί των μισθώσεως αυτής συνθέσεις θέλουν αφεθή κατ' ανάγκην εις τας
εξωτερικάν Αρχάς (τους Νομάρχας), επειδή ούτε το ποσόν και ποιόν των πραγμάτων
τούτων, ούτε αι τοπικαί σχέσεις είν' ακριβώς γνωστά, ούδ' εκ των προκειμένων
πρακτικών δυνατόν να εξακριβωθούν, αλλ' εν τούτοις δεν πρέπει να παραμεληθή η
δια των σχετικών αξιόχρεων εγγυήσεων εκ μέρους των μισθωτών εξασφάλισις του
δημοσίου, καθόσον αι μισθωταί ούτοι δεν είναι ικανώς γνωστά, μ' όλα τα δικανικά
χαρακτηριστικά εφοδιασμένα, υποκείμενα.
ΣΤ'. Ως προς την μίσθωσιν των μοναστηριών (υπό αριθμ. 2), εν οις μονάζουσα
κατά το παρόν ολίγοι τινές ακόμη μοναχοί, θέλουν προτιμηθή αυτοί ούτοι ως
μισθωταί, και αφεθή ως τοιούτοι εις την κάρπωσιν των μοναστηριακών, εάν τυχόν
δεν προκρίνουν, ως ανωτέρω ερρέθη, να μεταβώσιν εις άλλα διατηρητέα μοναστήρια.
Ζ'. Τα προς το παρόν, και μέχρι ου διατάξωμεν άλλο τι, διατηρητέα μοναστήρια
θ' αποδίδουν από το καθαρόν προϊόν των κτημάτων το δεκατημόριον προς τον
ανωτέρω (αρθρ. Α') ειρημένον σκοπόν ως φόρον.
Η'. Όλων τούτων των προϊόντων (φόρων) η είσπραξις θέλει αφεθή καταλλήλως
εις τους Νομάρχας, δι' ων θέλουν αποστέλλεσθαι εις το ταμείον της Επικρατείας το
οποίον θέλει κρατεί ιδιαίτερον περί τούτων λογαριασμών.
Θ'. Η διαχείρισις των προς βελτίωσιν των Εκκλησιαστικών και των σχολείων
προσδιορισμένων τούτων εισοδημάτων ανήκει αποκλειστικώς εις την Ημετέραν επί
των Εκκλησιαστικών και της Παιδείας Γραμματείαν.

Εν Ναυπλίω τη 25 Σεπτεμβρίου (7 Οκτωβρίου) 1833


Εν ονόματι του Βασιλέως
Η Αντιβασιλεία
ΑΡΜΑΝΣΠΕΡΓ, ΜΑΟ YEP, ΕΪΔΕΚ.
6

Β. Διάταγμα 2

Περί γυναικείων μοναστηριών2


ΟΘΩΝ
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Κατά πρότασιν της Ιεράς Συνόδου, ακούσαντες και την γνώμην της Ημετέρας επί
των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Γραμματείας της Επικρατείας,
αποφασίσαμεν και διαττάτομεν τα εξής.
1) Εις το μέλλον θέλουν υφίστασθαι μόνο τρία γυναικεία μοναστήρια, εν κατά
τας νήσους, εν κατά την Πελοπόννησον, και εν κατά την Στερεάν Ελλάδα.
Όλα τα λοιπά μέχρι τούδε υπάρχοντα καταργούνται.
Αν τα τρία ταύτα μοναστήρια δεν επαρκούν δια τον αριθμό των μοναζουσών,
επιφυλαττόμεθα το δικαίωμα να διατηρήσωμεν και τέταρτον μοναστήριον, αλλά
προσωρινώς μόνον.
2) Η Ιερά Σύνοδος θέλει προσδιορίσει τα διατηρησόμενα μοναστήρια,τα οποία
θέλουν γνωστοποιηθή παρά της Κυβερνήσεως δι' ιδιαιτέρου διατάγματος.
3) Έκαστον γυναικείον μοναστήριον θέλει περιέχει τριάκοντα τουλάχιστον
μοναχάς. Αν εις εν των κατά τα άρθρα 1 και 2 διατηρηθησόμενων δεν ευρίσκεται ο
ειρημένος αριθμός, το μοναστήριον τούτο διαλύεται, και αι μοναχαί μεταβαίνουσιν
εις τα άλλα δύο.
4) Αι μη υπερβαίνουσαι τα 40 έτη της ηλικίας των μοναχαί θέλουν προσκληθή
παρά του κατά τόπου Επισκόπου να παρατήσωσι την μοναστικήν ζωήν και να
επανέλθωσιν εις τον κόσμον. Τον Επίσκοπον θέλει επιφορτίσει η Σύνοδος να
κοινοποίηση προς αυτάς εν ονόματι της, ότι δύνανται να πράξωσιν τούτο
ακατακρίτως. Αλλ' αν τις αυτών, ούσα ομολογουμένως αμέμπτου διαγωγής, έχη
κλίσιν ιδιαιτέραν προς τον μοναχικό βίον, θέλει λαμβάνει παρά του Επισκόπου την
άδεια να μεταβαίνη εις εν των διατηρουμένων μοναστηριών.
5) Μοναχαί έχουσαι ηλικίαν υπέρ τα 40 έτη, είναι ελεύθεραι ή να παύσωσι να
μονάζουσαι, ή να μεταβώσιν εις εν των διατηρουμένων μοναστηριών.

2
Σπ. Κόκκινης, Τα μοναστήρια της Ελλάδος, Αθήνα 1986, σελ. 235-236.
7

Την περί τούτου απόφασίν των θέλουν εμφανίσει άνευ αναβολής εις τον κατά
τόπον Επίσκοπον. Ταις δίνεται διορία εξ μηνών δια την εις τα διατηρηθησόμενα
μοναστήρια μετάβασίν των.
6) Τα προς παραδοχήν των μοναζουσών εις τα μοναστήρια, τα περί του βίου
αυτών, και της εσωτερικής πειθαρχίας και τάξεως, θέλει κανονίσει η Σύνοδος κατά τα
ανέκαθεν περί μοναστηριών παραδεδεγμένα.
Ιδίως υποχρεούνται αι μοναχαί.
α) Να ενασχολώνται εις γυναικεία εργόχειρα.
β) Να δέχωνται και να περιθάλπωσιν τους παρά της κυβερνήσεως εις τα μοναστήρια
στελλομένους πτωχούς, ασθενείς και παράφρονες.
γ) Να διδάσκουν αμισθί τα παρά της κυβερνήσεως εις αυτάς στελλόμενα ορφανά και
πτωχά κοράσια.
7) Τα μοναστήρια ταύτα τελούσιν υπό διπλήν επιστασίαν.
α) Ως προς τις πνευματικός υποθέσεις, υπό την επιστασίαν του κατά τόπον
Επισκόπου και της Συνόδου.
β) Ως προς τας κοσμικός υποθέσεις του μοναστηρίου, υπό την επιστασίαν του
Νομάρχου και επί των Εκκλησιαστικών κ.λ.π. Γραμματείας της Επικρατείας.
8) Όλη η κινητή και ακίνητος περιουσία των γυναικείων μοναστηριών, εκτός 4-6
στρεμμάτων γης περί το μοναστηρίον, αφινομένων εις τας μοναχάς προς φυτοκομίαν,
θέλει ληφθή κατά τους υπάρχοντας νόμους, εις λογαριασμόν του εκκλησιαστικού
ταμείου.
9).... 3

19) Εις την επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως
Γραμματείαν της Επικρατείας ανατίθεται η εκτέλεσις και δημοσίευσις του παρόντος
διατάγματος.

ΕνΝαυπλίω τη 25 Φεβρουαρίου (9 Μαρτίου) 1834


Εν ονόματι του Βασιλέως
η Αντιβασιλεία
ο κόμης ΑΡΜΑΝΣΠΕΡΓ, Πρόεδρος, ΜΑΟΥΡΕΡ, ΕΪΔΕΚ

Τα άρθρα από 9 έως και 18 αφορούν το διορισμό Οικονόμου, σε κάθε μία από τις γυναικείες μονές,
καθώς και τα καθήκοντα και τα χρέη αυτού. Παραλείφθησαν όμως, ως μη υφισταμένης θέσεως, με το
επόμενο Βασιλικό Διάταγμα (30 Νοεμβρίου 1845), για τις γυναικείες μονές.
8

ο επί των Εκκλησιαστικών κ.λ.π. Γραμματεύς της Επικρατείας


Κ.Δ. ΣΧΙΝΑΣ.

Β. Διάταγμα 3

«Τα εν τη Ελλάδι υφιστάμενα μοναστήρια και μετόχια κατά τον καιρόν της
εκδόσεως του περί των μοναστηριών Βασιλικού Διατάγματος 25 Σεπτεμβρίου (7
Οκτωβρίου) 1833 ηριθμούντο εις 593, κατά τον κατάλογον, τον οποίον η Ιερά
Σύνοδος, δια του από 19 Αυγούστου 1833 και υπ' αριθμού 23 εγγράφου αυτής, είχε
διευθύνει προς την τότε επί των Εκκλησιαστικών και της δημοσίας εκπαιδεύσεως
Γραμματείαν της Επικρατείας. Εξ αυτών,
α) 412, μονήδρια εγκαταλελειμένα και έρημα, ή μη έχοντα τον προς διατήρησιν
απαιτούμενον αριθμόν των μοναχών, διελύθησαν κατά το 1834, δυνάμει του
μνημονευθέντος Βασιλικού Διατάγματος.
β) 3, ήτοι έν εν Ύδρα, έτερον εις Σπέτζας και άλλο εις Πάρον, αναγνωρισθέντα
επισήμως ότι καταχρηστικώς ετιμώντο δια της σεμνής προσηγορίας Μοναστηριών,
ενώ κυρίως ήσαν κεντρικοί ενοριακαί εκκλησίαι των Κοινοτήτων των ειρημένων
νήσων, απεδόθησαν εκάστη εις τον οικείον δήμον.
γ) 1, ο εν Τήνω ιερός ναός της Ευαγγελιστρίας εξηρέθη ωσαύτως του αριθμού των
μοναστηριών, ως ουδένα μοναχόν, ουδέ κάν τύπον, μοναστηρίου, έχων, αλλ' από της
ανεγέρσεως αυτού ων, και διατελών, ιερόν προσκύνημα όλων των απανταχού
Ορθοδόξων.
δ) 2, ανεγνωρίσθησαν ως ιδιόκτητα, κατά το 1 άρθρον του περί ιδιοκτήτων
μοναστηριών και εκκλησιών Βασιλικού Διατάγματος 26 Απριλίου (8 Μαίου) 1834,
έχοντος επί λέξεως ούτως4.

ΟΘΩΝ
ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ.

Ακούσαντες την γνώμην της επί των Εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματείας της
Επικρατείας περί των ναών και των καταχρηστικώς καλουμένων μοναστηριών, των

4
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 148-149.
9

ανεγερθέντων παρ' ιδιωτών, και διαμεινάντων εις αυτούς ως ιδιοκτησιών των,


απεφασίσαμεν και διατάττομεν.
1. Όλα τα ιδιωτικά μοναστήρια και οι ναοί, επί των οποίων έχει τις αποδεδειγμένα
δικαιώματα ιδιοκτησίας, μένουν εις αυτόν ανενοχλήτως.
Εξ εναντίας τα κτήματα, δι' όσα δεν υπάρχουσιν αποδείξεις ότι ανήκουσιν ιδίως εις
τον πρώτον κτίτορα ή τους απογόνους του, αλλ' αφιερώθησαν παρ' άλλων εις το
μοναστήριον ή την εκκλησίαν, να παραλαμβάνωνται εις το εκκλησιαστικόν ταμείον
ως αφιερώματα.
2 Δεν επιτρέπεται του λοιπού εις ουδένα ν' αφιέρωση εις ένα των ιδιοκτήτων τούτων
ναών, ή των λεγομένων μοναστηριών, οποιονδήποτε αφιέρωμα.
3 Όσα τοιαύτα μοναστήρια ή εκκλησίαι αφωσιώθησαν εις δημοσίαν, χρήσιν, και ή
κατέστησαν ενοριακά, ή έπαυσαν οπωσδήποτε να διοικλωνται και διαχειρίζονται
αμέσως παρά των εχόντων επ' αυτοίς αξιώσεις ιδιοκτησίας, θέλουν λογίζεσθαι και εις
το εξής δημόσια και συμπεριλαμβάνεσθαι εις το περί μοναστηριών του Βασιλείου
μέτρον. Όλαι δε αι περί αυτών περαιτέρω αξιώσεις είναι απαράδεκτοι.
4 Αι ιδιόκτηται εκκλησίαι τότε μόνον δύνανται να χρησιμεύουν ως ενοριακαί, όταν
αγορασθώσι παρά της ενορίας, ή χαρισθώσιν εις αυτήν παρά του ιδιοκτήτου.
5 Τα ιδιώκτητα μοναστήρια δεν θέλουν φέρει του λοιπού το όνομα τούτο, ουδέ
θέλουν χρησιμεύει προς ενοίκησιν μοναχών, αλλά ως ιδιαίτερα ευκτήρια και
ησυχαστήρια αυτού μόνου του ιδιοκτήτου των.
β Εις την επί των Εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματείαν της Επικρατείας ανατίθεται η
εκτέλεσις και κοινοποίησις του παρόντος Διατάγματος.

Εν Ναυπλίω την 26 Απριλίου (8 Μαίου) 1834.


Εν ονόματι του Βασιλέως
Η Αντιβασιλεία
Ο Κόμης ΑΡΜΑΝΣΠΕΡΓ Πρόεδρος, ΜΑΟΥΡΕΡ, ΕΙΔΕΚ.
Ο επί των Εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματεύς της Επικρατείας
Κ.Δ. ΣΧΓΝΑΣ.

τα ειρημένα, λέγομεν, δύο μονήδρια ανεγνωρίσθησαν κατ' αυτό το Διάταγμα ως


ιδιόκτητα, και απεδόθησαν εις τους απογόνους των κτιτόρων αυτών και
ε) 23, ανήκον ως μετόχια εις μονάς εκτός της Ελλάδος υφισταμένας, και απεδόθησαν
εις αυτάς δυνάμει του ΝΖ' νόμου 7 Μαρτίου 1847.
10

Όθεν, κατελείφθησαν διατηρούμενα εκ της εποχής εκείνης 151 μοναστήρια.


Εις αυτόν δε τον αριθμό προσετέθη και το κατά την Επισκοπήν Φθιώτιδος εν τω
δήμω Δαφνησίων νεωστί ιδρυθέν επί τω ονόματι του Αγίου Κωνσταντίνου εις
Γράδον, όπερ, μετά γνωμοδότησιν της Ιεράς Συνόδου, συνετάχθη μετά των λοιπών,
αναγνωρισθέν ως διατηρούμενον δυνάμει του από 7 Μαρτίου 1845 Βασιλικού
Διατάγματος».

Εγκύκλιος 1

«ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ.


Αρ. Πρ. 882
Αρ. Διεκ. 553
Εν Ναυπλίω, την 17 Ιουλίου 1833.

Η ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ


ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ5.

Προς τους Νομάρχας.

Διά της από 15 Ιουνίου προσκλήσεως της Γραμματείας ταύτης προσεκλήθειν να


μας πληροφορήσετε την περί της καταστάσεως την εντός του Νομού του υπό την
Διευθυνσίν σας ακατοίκητων και κατερειπωμένων Μοναστηριών και να φροντίσετε
συγχρόνως περί της εξασφαλίσεως της από των κτημάτων αυτών προόδου.
Επειδή όμως ειδοποιήθημεν έκτοτε ότι διάφοροι των ηγουμενευόντων εις τα
Μοναστήρια του Βασιλείου, διαθέτουσιν αυθαιρέτως την κινητήν περιουσίαν,
εκποιούντες στρέμματα, μελίσσια και διάφορα άλλα των Μοναστηριών τούτων
κτήματα, προσκαλείσθε να κοινοποιήσετε αμέσως και με τον εμφαντικώτερον
τρόπον εις όλους των Μοναστηριών τους ηγουμένους, ότι οποιαδήποτε
απαλλοτρίωσις κτήματος μοναστηριακού απαγορεύθη μεν και πρότερον,
απαγορεύεται δε και ήδη. Δεν έχουσιν επομένως την άδειαν καμμίαν τοιαύτης
φύσεως πράξιν να ενεργήσωσι, χωρίς προηγουμένης εγγράφου αδείας κατά τόπους
Κυβερνητικής Αρχής, επιστηριζομένης εις ανάγκην αιτιολογημένην και
οδηγούμενης από εξετάσεις επανειλημμένος και όσον ένεστιν ακριβείς. Η δε κατά

5
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3, φ. 2.
11

τόπους Κυβερνητική Αρχή, ουδ' αυτή θέλει δώσει άδειαν, πριν, ειδοποιήσασα περί
του προκειμένου την γραμματείαν, λάβη τας διαταγάς της. Θέλετε δε επιβάλει εις
τους ηγουμένους των Μοναστηριών την ευθύνην πάσης ενδεχομένης του μέτρου
τούτου παραβάσεως εκ μέρους των.
Ταύτα ενεργήσαντες με την απαιτουμένην ταχύτητα, θέλετε μας διευθύνει χωρίς
αναβολή και τον προζητηθέντα κατάλογον της καταστάσεως των Μοναστηριακών
κτημάτων, με τον οποίον θέλετε συμπεριλάβει και τα Μοναστήρια, όσα έχουν
ολιγότερους των πέντε Μοναχών, και θέλετε μας πληροφορήσει πόσα των κτημάτων
τούτων εκαλλιεργήθησαν εφέτος, κατά ποίον τρόπον και παρά τινάς, πότε είναι ο
καιρός της συγκομιδής των καρπών, και πόση ως έγγιστε η προσδοκώμενη
επικαρπία, απαγορεύοντες εν τοσούτω την διαχείρισιν αυτών παρ' οποιουδήποτε
μέχρις ότου λάβετε δευτέραν περί του αντικειμένου τούτου πρόσκλησίν μας.

Ο επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας


Εκπαιδεύσεως Γραμματεύς της Επικρατείας.

Σπυρ. Τρικούπης.
12

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Π: ΠΙΝΑΚΕΣ

ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Ι. Απεικόνιση των μονών του ελληνικού βασιλείου (διατηρούμενων και


διαλυμένων) βάσει της βιβλιογραφίας και των αρχειακών πηγών

Πίν Ι: Κατάλογος των μονών του ελληνικού βασιλείου από τα περιεχόμενα των
Γενικών Αρχείων του Κράτους. Περιλαμβάνει 520 μονές, οι οποίες παρουσιάζονται
στα περιεχόμενα των Γ.Α.Κ. Οι μονές ταξινομούνται βάσει του νομού και της
επαρχίας, στην οποία βρίσκονταν. Στην καταγραφή των μονών και των τοπωνυμίων
του πίνακα, χρησιμοποιείται η ορθογραφία των πηγών.

Πίν II: Μονές προκύπτουσες από έγγραφα του αρχείου των Μοναστηριακών (1833-
1838). Από τη μελέτη των εγγράφων του αρχείου Μοναστηριακά (Γ.Α.Κ.) προκύπτει
ότι εκτός από τις 520 μονές (Πίν. Ι), στο χώρο του ελληνικού βασιλείου υπήρχαν
άλλες 59 μονές. Ο εντοπισμός των 59 μονών, ανεβάζει το συνολικό αριθμό τους πριν
το 1833, σε 579. Στην καταγραφή των στοιχείων του πίνακα, χρησιμοποιείται η
ορθογραφία των πηγών.

Πίν III. 1: Οι διαλυμένες μονές του ελληνικού βάσιμου βάσει των περιεχομένων των
Γ. Α. Κ. Σημειώνονται στον πίνακα 313 μονές, οι οποίες, σύμφωνα με τα περιεχόμενα
των Γ. Α. Κ, διαλύθηκαν μετά την εφαρμογή των β. διαταγμάτων (25/9-7/10/ 1833,
25/2-9/3/1834).

Πίν III.2: Οι διατηρούμενες μονές του ελληνικού βασιλείου βάσει των περιεχομένων
των Γ. Α. Κ. Καταγράφονται οι 207 μονές, οι οποίες είχαν τις προϋποθέσεις που
όριζαν τα β. διατάγματα (25/9-7/10/ 1833, 25/2-9/3/1834) και μπορούσαν να
συνεχίσουν τη λειτουργία τους.

Πίν III. 3: Τα αριθμητικά δεδομένα των διαλυμένων και των διατηρούμενων μονών.
Στον πίνακα συνοψίζονται αριθμητικά τα όσα καταγράφηκαν στους πίνακες III. 1 και
III.2. Από την ταξινόμηση των μονών κατά νομό και επαρχία, φαίνεται επίσης το
ποσοστό της μείωσης που δέχτηκαν οι μονές λόγω των β. διαταγμάτων.

Πίν IV: Των κατά το Κράτος υπαρχόντων μοναστηριών ανδρώων τε και γυναικείων.
Περιλαμβάνει 152 μονές, οι οποίες σύμφωνα με τον Α. Μάμουκα διατηρήθηκαν στο
ελληνικό βασίλειο μετά το 1834.

TJzv IV.Ι: Ανακεφαλαίωση των στοιχείων του Α. Μάμουκα. Συνοψίζονται αριθμητικά


τα στοιχεία που σημειώνει ο Μάμουκας για τις μονές, ταξινομημένα κατά νομό και
επισκοπή.

Πίν V: Οι διατηρούμενες μονές της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοποννήσου. Οι


πληροφορίες που σημειώνονται στον πίνακα αυτό, προέρχονται από αχρονολόγητο
έγγραφο του αρχείου Μοναστηριακά των Γ.Α.Κ. Καταγράφονται στο έγγραφο 119
διατηρούμενες μονές της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου, ταξινομημένες
κατά επισκοπή. Στις περισσότερες μονές σημειώνεται και ο αριθμός των μοναχών
13

τους. Από τα στοιχεία των μοναχών, μπορούμε να χρονολογήσουμε το έγγραφο, αφού


οι αριθμοί που αναφέρονται αφορούν τα αριθμητικά δεδομένα των μοναχών του
1836. Στην καταγραφή των στοιχείων του πίνακα, χρησιμοποιείται η ορθογραφία των
πηγών.

Πίν VI: Κατάλογος καταστατικός των κατά την επαρχίαν Οιτύλου Μοναστηριών. Τα
στοιχεία προέρχονται από έγγραφο του αρχείου Μοναστηριακά των Γ.Α.Κ. Στο
έγγραφο καταγράφονται οι 64 μονές που υπήρχαν στην επαρχία Οιτύλου στις
31/12/1834. Η παρουσίαση των στοιχείων του πίνακα, ακολουθεί την ορθογραφία
των πηγών.

Πίν VII: Κατάλογος των διατηρούμενων μονών της Στερεάς Ελλάδος και της
Πελοποννήσου. Τα στοιχεία του πίνακα αυτού προέρχονται από αχρονολόγητο
έγγραφο του αρχείου Μοναστηριακά των Γ.Α.Κ. Στο έγγραφο παρουσιάζονται 105
διατηρούμενες μονές της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου, ταξινομημένες
κατά νομό. Στην καταγραφή των στοιχείων του πίνακα, χρησιμοποιείται η
ορθογραφία των πηγών.

Πίν νΐΗ:Κατάλογος των διατηρουμένων Μοναστηριών της Στερεάς Ελλάδος και


της Πελοποννήσου του 1838. Οι πληροφορίες για τις μονές προέρχονται από
έγγραφο του αρχείου Μοναστηριακά των Γ.Α.Κ. που φέρει χρονολογία 30/11/1838.
Καταγράφονται στο έγγραφο 105 διατηρούμενες μονές της Στερεάς Ελλάδας και της
Πελοποννήσου, ταξινομημένες κατά επαρχία. Σε πολλές μονές σημειώνεται και ο
αριθμός των μοναχών τους. Στην καταγραφή των στοιχείων του πίνακα,
χρησιμοποιείται η ορθογραφία των πηγών.

Πίν VIII. 1: Ανακεφαλαίωση πίνακα VIII. Στον πίνακα αυτό σημειώνονται τα


αριθμητικά δεδομένα των μονών και των μοναχών της Στερεάς Ελλάδας και της
Πελοποννήσου το 1838.

Πίν IX: Αυξομειώσεις του μοναστηριακού δυναμικού σε επαρχίες του ελληνικού


βάσιμου. Περιλαμβάνει το μοναστηριακό δυναμικό των διατηρούμενων μονών στις
επαρχίες Πατρών, Ηλείας, Κυναίθης, Αιγιαλείας στα έτη 1833 και 1836.
Παρατηρείται στις περισσότερες περιπτώσεις μείωση του δυναμικού των μονών, για
την οποία δεν θεωρούνται υπεύθυνα τα διατάγματα. Η παρουσίαση των μονών που
σημειώνονται στον πίνακα, ακολουθεί την ορθογραφία των πηγών.

II. Οι μονές, οι μοναχοί και οι υπηρέτες των μονών της επαρχίας Οιτύλου

Πίν Χ.Ι: Οι μονές της επαρχίας Οιτύλου σύμφωνα με τον κατάλογο των Γ.Α.Κ.
Πρόκειται για πίνακα που σημειώνει τις 17 μονές, που υπήρχαν σύμφωνα με τα
περιεχόμενα των Γ.Α.Κ. στην επαρχία Οιτύλου.

Πίν Χ. 2: Οι μονές του Οιτύλου σύμφωνα με τον κατάλογο του Μάμουκα. Πρόκειται για
πίνακα, που σημειώνει τις 17 διατηρούμενες μονές, που παρέμειναν σε λειτουργία
σύμφωνα με τον Α. Μάμουκα στην επαρχία Οιτύλου.

Πίν Χ. 3: «Ονομα χωρίου όπου κείται». Δανειζόμενοι τον τίτλο που υπάρχει σε
παράμετρο του εγγράφου από την επαρχία Οιτύλου, χρησιμοποιούμε τον τίτλο αυτό
για να παρουσιάσουμε τις περιοχές του Οιτύλου, οι οποίες είχαν στην περιφέρεια
14

τους μονές. Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα, οι 64 μονές του Οιτύλου


κατανέμονταν σε 42 περιοχές. Στην καταγραφή των τοπωνυμίων του πίνακα,
χρησιμοποιείται η ορθογραφία των πηγών.

Πίν Χ.4: «Όνομα Αγίου». Σημειώνονται τα ονόματα των μονών της επαρχίας
Οιτύλου. Σύμφωνα με τα στοιχεία, προκύπτει ότι τα ονόματα που χρησιμοποιούν 61
μονές του Οιτύλου, είναι 22.
Πίν Χ. 5: Περιοχή οικοδόμησης και όνομα της μονής. Συσχετίζονται στον πίνακα οι
τοποθεσίες που είχαν στην περιφέρεια τους μονές και τα ονόματα των μονών.

Πίν Χ. 6:«Όνομα τοπικόν». Καταγράφονται 45 τοπωνύμια της επαρχίας Οιτύλου, στα


οποία είχαν οικοδομηθεί μονές. Στα τοπωνύμια του πίνακα, χρησιμοποιείται η
ορθογραφία των πηγών.

Πίν Χ. 7: Οι μοναχοί, οι υπηρέτες των μονών του Οιτύλου και η σχέση τους με το
«όνομα του χωρίου όπου κείνται» οι μονές Στον πίνακα σημειώνονται ο αριθμός των
μοναχών (103) και των υπηρετών (54) της επαρχίας Οιτύλου και οι γεωγραφικές
περιφέρειες (44), που βρίσκονταν οι μονές. Στις περιοχές που παρουσιάζονται στον
πίνακα, χρησιμοποιείται η ορθογραφία των πηγών.

Πίν Χ. 8: Περιοχές του Οιτύλου που διαθέτουν μονές και η οικοδομική κατάσταση των
μονών. Η οικοδομική κατάσταση των μονών, χαρακτηρίζεται με τους όρους «καλή»,
«μέτρια», «κακή» και «έρημη».

Πίν Χ. 9: Οι μονές του Οιτύλου και το μοναστηριακό δυναμικό τους. Πρόκειται για
πίνακα στον οποίο καταγράφεται το μοναστηριακό δυναμικό, που διαθέτει η κάθε μία
μονή της επαρχίας Οιτύλου.

Πίν ΧΙΟ: Οι μονές του Οιτύλου και οι υπηρέτες τους. Πρόκειται για πίνακα στον
οποίο καταγράφονται οι υπηρέτες που διαθέτει η κάθε μία μονή της επαρχίας
Οιτύλου.

Πίν Χ. 11: Οι μονές του Οιτύλου και η οικοδομική τους κατάσταση. Στον πίνακα αυτόν
σημειώνεται η οικοδομική κατάσταση που έχει η κάθε μία μονή της επαρχίας
Οιτύλου.

III. Τα ανθρωπωνύμια του μοναστηριακού δυναμικού του ελληνικού βασιλείου


(1800-1840)

Πίν XI. 1: Τα μοναστηριακά ονόματα των μοναχών. Πρόκειται για συγκεντρωτικό


πίνακα των 127 μοναστηριακών ονομάτων, που αναφέρονται στις πηγές από το 1754
ως το 1840. Τα ονόματα αυτά χρησιμοποιούνται από 993 μοναχούς. Η ορθογραφία
των ονομάτων που χρησιμοποιείται στον πίνακα, ακολουθεί την ορθογραφία των
πηγών.

Πίν XI.2: Τα μοναστηριακά ονόματα των μοναζουσών. Πρόκειται για συγκεντρωτικό


πίνακα των 73 μοναστηριακών ονομάτων, που αναφέρονται στις πηγές από το 1754
ως το 1838. Τα ονόματα χρησιμοποιούνται από 137 μοναχές. Η ορθογραφία των
ονομάτων που χρησιμοποιείται στον πίνακα, ακολουθεί την ορθογραφία των πηγών.
15

ΠίνΧΙ.3: Τα επώνυμα των μοναχών. Πρόκειται για συγκεντρωτικό πίνακα στον οποίο
καταγράφονται 634 επώνυμα 680 μοναχών αλλά και λαϊκών, οι οποίοι προσφέρουν
έμμισθα υπηρεσίες στις μονές. Τα επώνυμα αυτά αναφέρονται στις πηγές από το
1836 ως το 1842. Η ορθογραφία των επωνύμων που χρησιμοποιείται στον πίνακα,
ακολουθεί την ορθογραφία των πηγών.

Πίν XI. 3.α: Τα συνηθέστερα επώνυμα των μοναχών. Επειδή πολλά από τα επώνυμα
του πίνακα XI.3 συναντώνται σε ένα μόνο άτομο, δημιουργείται ο συγκεντρωτικός
πίνακας XI.3.α, στον οποίο σημειώνονται τα επώνυμα που φέρουν δύο ή και
περισσότερα άτομα. Στον πίνακα αυτόν, καταγράφονται 154 επώνυμα 497 μοναχών
αλλά και λαϊκών. Τα επώνυμα αναφέρονται στις πηγές από το 1836 ως το 1842. Η
ορθογραφία των επωνύμων που χρησιμοποιείται, ακολουθεί την ορθογραφία των
πηγών.

Πίν XI.4: Τα επώνυμα των μοναζουσών. Στο συγκεντρωτικό αυτό πίνακα


καταγράφονται 108 επώνυμα 127 μοναζουσών και δοκίμων γυναικών. Τα επώνυμα
αυτά σημειώνονται στις πηγές του 1836. Η ορθογραφία των επωνύμων των
μοναζουσών, ακολουθεί την ορθογραφία των πηγών.

IV. Οι γενέτειρες-περιοχές προέλευσης του μοναστηριακού δυναμικού. Οι


τοποθεσίες οικοδόμησης των μονών

Πίν XII. 1: Οι γενέτειρες και περιοχές προέλευσης των μοναχών. Πρόκειται για
συγκεντρωτικό πίνακα 323 περιοχών του ελληνικού βασιλείου, από τις οποίες
προσέρχονται στο μοναχισμό 1016 άτομα Οι γενέτειρες ή οι περιοχές προέλευσης
των μοναχών, προέρχονται από στοιχεία που καταγράφονται στις πηγές από το 1780
ως το 1844. Η ορθογραφία των τοπωνυμίων που σημειώνονται στον πίνακα,
ακολουθεί στις περισσότερες των περιπτώσεων την ορθογραφία των πηγών.

Πίν XII. 2: Οι γενέτειρες των μοναχών και ο αριθμός των κατοίκων τους. Στον πίνακα
αυτό σημειώνονται πάλι τα στοιχεία που παρατίθενται στον πίνακα XII. 1. Η διαφορά
του πίνακα αυτού, έγκειται στο γεγονός ότι παρουσιάζεται παράλληλα και ο αριθμός
των κατοίκων των περιοχών αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν προέλθει από
απογραφές της περιόδου 1829-1844. Μπορεί έτσι να φανεί το ποσοστό των μοναχών
σε σχέση με τον αριθμό των κατοίκων μιας συγκεκριμένης περιοχής. Η ορθογραφία
των τοπωνυμίων του πίνακα, ακολουθεί την ορθογραφία των πηγών.

Πίν XII2. α: Οι γενέτειρες των μοναχών με πληθυσμό μέχρι 1000 κατοίκους. Πρόκειται
για συγκεντρωτικό πίνακα 239 τοπωνυμίων με πληθυσμό μέχρι 1000 κατοίκους του
ελληνικού βασιλείου, από τις οποίες προσέρχονται στο μοναχισμό το μεγαλύτερο
ποσοστό των μοναχών Οι γενέτειρες ή οι περιοχές προέλευσης των μοναχών,
προέρχονται από στοιχεία που καταγράφονται στις πηγές από το 1780 ως το 1844. Ο
αριθμός των κατοίκων των περιοχών αυτών προέρχεται από απογραφές των ετών
1829-1844. Τέλος η ορθογραφία των τοπωνυμίων που σημειώνονται στον πίνακα,
ακολουθεί την ορθογραφία των πηγών.

Πίν XII. 3: Οι γενέτειρες των μοναζουσών και ο αριθμός των κατοίκων τους. Ο πίνακας
σημειώνει 52 περιοχές του ελληνικού βασιλείου, από τις οποίες προέρχονται οι
μοναχές. Οι γενέτειρες ή οι περιοχές προέλευσης των μοναζουσών, αναφέρονται στις
16

πηγές από το 1754 ως το 1836. Η ορθογραφία των τοπωνυμίων, ακολουθεί την


ορθογραφία που συναντάται στις πηγές.

Πίν XII. 4: Μονές του ελληνικού βασιλείου και οι περιοχές οικοδόμησης τους. Στον
πίνακα αυτόν σημειώνονται οι τόποι οικοδόμησης των μονών. Παρέχονται στοιχεία
για 85 μονές του ελληνικού βασιλείου, οι οποίες βρίσκονται στη Στερεά Ελλάδα και
την Πελοπόννησο. Σε κάποιες περιπτώσεις παρέχονται πληροφορίες για την ώρα που
χρειαζόταν κάποιος να φτάσει στη μονή από την πλησιέστερη κατοικημένη περιοχή.
Τα στοιχεία αυτά αναφέρονται στις πηγές από το 1833 ως το 1836. Η ορθογραφία
που χρησιμοποιείται, ακολουθεί τη διπλωματική έκδοση των πηγών.

Πίν XII. 5: Η στελέχωση μονών του ελληνικού βασιλείου βάσει των γενετειρών των
μοναχών. Περιλαμβάνονται στον πίνακα αυτό περιπτώσεις 90 μονών, στις οποίες
σημειώνεται ο τόπος προέλευσης των μοναχών τους. Σε κάποιες μονές, η στελέχωση
γίνεται αποκλειστικά από άτομα μιας μόνο περιοχής. Τα στοιχεία που σημειώνονται
προέρχονται από πηγές του 1833 και 1836. Η ορθογραφία των γενετειρών, ακολουθεί
την ορθογραφία που συναντάται στις πηγές.

Πίν XIII. Ι .Χρονολογίες εισόδου των μοναζουσών και οι σχέσεις τους με τις γενέτειρες
τους. Παρουσιάζεται στον πίνακα ο συσχετισμός των χρονολογιών εισόδου των
μοναζουσών (από το 1754 ως το 1834) με τις γενέτειρες τους (30 περιοχές). Από τον
πίνακα, μπορεί να επισημάνει κανείς το βαθμό που επέδρασαν τα ιστορικά γεγονότα
στην επιλογή του μοναχισμού από τις γυναίκες. Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από
πηγές της περιόδου 1833-1836. Όσο για την ορθογραφία που χρησιμοποιείται στον
πίνακα, ακολουθεί την ορθογραφία των πηγών.

V. Οι χρονολογίες και οι ηλικίες εισόδου του μοναστηριακού δυναμικού του


ελληνικού βασιλείου (1800-1839)

Πίν XIV. Ι: Οι χρονολογίες εισόδου των μοναχών στο μοναχισμό. Περιλαμβάνονται οι


περιπτώσεις 910 μοναχών, οι οποίοι κατευθύνονται στο μοναχισμό από το έτος 1755
ως το 1837. Πρόκειται για συγκεντρωτικό πίνακα των χρονολογιών εισόδου των
μοναχών στο μοναχισμό, που αναφέρονται στις πηγές από το 1833 ως το 1838.

Πίν XIV.2: Οι χρονολογίες εισόδου των μοναζουσών στο μοναχισμό. Στον πίνακα
αυτόν σημειώνονται οι περιπτώσεις 103 μοναζουσών, οι οποίες κατευθύνονται στο
μοναχισμό από το έτος 1760 ως το 1839. Πρόκειται για συγκεντρωτικό πίνακα των
χρονολογιών εισόδου των μοναζουσών στο μοναχισμό, που αναφέρονται στις πηγές
από το 1833 ως το 1839.

Πίν XV. 1: Οι ηλικίες εισόδου των μοναχών στο μοναχισμό. Πρόκειται για
συγκεντρωτικό πίνακα στον οποίον καταγράφονται οι περιπτώσεις 910 μοναχών, οι
οποίοι βρίσκονται να εγκαταβιώνουν στις μονές από τη γέννηση τους ως και το 83°
έτος της ηλικίας τους. Τα στοιχεία του πίνακα, προέρχονται από πηγές της περιόδου
1833-1838.

Πίν XV. 2: Οι ηλικίες εισόδου των μοναζουσών στο μοναχισμό. Στο συγκεντρωτικό
πίνακα σημειώνονται οι περιπτώσεις 103 μοναζουσών, οι οποίες βρίσκονται να
εγκαταβιώνουν στις μονές από ενός έτους ως και το 75° έτος της ηλικίας τους. Τα
17

στοιχεία του πίνακα, προέρχονται από πηγές των γυναικείων μονών της περιόδου
1833-1839.

Πίν XV. 3: Οι σχέσεις μεταξύ ηλικιών και χρονολογιών εισόδου των μοναχών στο
μοναχισμό. Καταγράφεται στον πίνακα ο συσχετισμός των χρονολογιών εισόδου των
μοναχών στο μοναχισμό, με τις ηλικίες προσέλευσης τους στις μονές. Από τον πίνακα
μπορεί να επισημάνει κανείς αν οι επιπτώσεις συγκεκριμένων ιστορικών γεγονότων
επέδρασαν σε κάποιες ηλικίες ώστε να επιλέξουν το μοναχισμό. Οι πληροφορίες
αντλήθηκαν από πηγές της περιόδου 1833-1838.

Πίν XV. 4: Οι σχέσεις μεταξύ ηλικιών και χρονολογιών εισόδου των μοναζουσών στο
μοναχισμό. Στο συνοπτικό αυτό πίνακα, γίνεται συσχετισμός των χρονολογιών
εισόδου των μοναζουσών στο μοναχισμό, με τις ηλικίες προσέλευσης τους στις
μονές. Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από πηγές της περιόδου 1833-1838.

VI. Το μορφωτικό επίπεδο των μοναχών

Πίν XVI: Η επίδραση των γενετειρών των μοναχών στο μορφωτικό τους ετάπεδο.
Εξετάζεται το μορφωτικό επίπεδο 95 μοναχών, οι οποίοι προέρχονται από 57
διαφορετικές περιοχές του ελληνικού βασιλείου, ώστε να φανεί κατά πόσο επέδρασε
στο μορφωτικό επίπεδο των ατόμων η γενέτειρα τους. Για να δειχθεί ο βαθμός του
μορφωτικού τους επιπέδου, χρησιμοποιούνται οι όροι «ικανός», «γνωρίζει μέτρια τα
ελληνικά γράμματα», «αγράμματος». Τα στοιχεία προέρχονται από πηγές της
περιόδου 1833-1839. Η ορθογραφία των τοπωνυμίων, ακολουθεί την ορθογραφία που
συναντάται
18

ΠίνΙ

Κατάλογος μονών από τα περιεχόμενα των Γενικών Αρχείων του Κράτους

(1833)6

Νομός Αττικής και Βοιωτίας

Μοναί Επαρχίας Αττικής


1) Αικατερίνη (Αγία), εν Αθήναις. (Ναός εις την συνοικίαν Πλάκας. Μετόχιον του
Όρους Σινά)
2) Ανάργυροι (Άγιοι), εν Αθήναις. (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
3) Ανδρέας (Άγιος), ή Οσία Φιλοθέη, ή Μονή Καλογρέζας, εν Αθήναις
4) Απόστολοι (Άγιοι), εν Αθήναις. (Μετόχιον της εν Άθωνι Λαύρας)
5) Θεοτόκου Εισόδια, ή Καισαριανή
6) Θεοτόκου Κοίμησις; ή Μονή Δαφνίου
7) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Πεντέλης
8) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Κυνηγός
9) Ταξιάρχαι (Άγιοι), ή Ασώματοι, ή Μονή Πετράκη, εν Αθήναις
10) Σπυρίδων (Άγιος) εις Πειραιά
11) Θεοτόκου Κοίμησις. ή Παναγία Χελιδονού
12) Τριάς (Αγία), εις Μαρκόπουλον
13) Άννα (Αγία), εις Καπαντρίτι
14) Γεώργιος (Άγιος) Βρανά
15) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Κλειστών
16) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος εις Χασιάν
17) Ζωοδόχος Πηγή, παρά το Μαρκόπουλον
18) Θεοτόκου Ευαγγελισμός, ή Καλολιβάδι

Μοναί Επαρχίας Αιγίνης

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Λεόντιος, εις Αίγιναν

2) Κυριακή (Αγία), εις Αίγιναν

Μοναί Επαρχίας Θηβών

1) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Πελαγίας


2) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Μονή Σαγρατά
3) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος ή Μονή Μαζαράκη (ή Μαζαρακίου)
4) Χαράλαμπος (Άγιος), εις Ερημόκαστρον
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μακαριώτισσα
6) Ταξιάρχαι (Άγιοι)
7) Τριάς (Αγία)

8) Ηλίας (Προφήτης) Τζάτζαρη, εις Δερβενοσάλεσι. (Μετόχιον του Όρους Σινά)

Μοναί Επαρχίας Λεβαδείας

1)Γ.Α.Κ.,
6 Γεώργιος (Άγιος) Γρανίτσας
Τα περιεχόμενα των Γενικών Αρχείων του Κράτους, τ. 1, Αθήνα 1972, σελ. 312-371.
19

2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Λυκούρεση, ή Παναγία Μύρου


3) Λουκάς (Όσιος) Στηριώτης
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Σκριπού
5) Θεοτόκου Ευαγγελισμός, ή Ευαγγελίστρια Ζαγαρά
6) Νικόλαος (Άγιος) Βρασταμιτών
7) Σεραφείμ (Οσιος), ή Μονή Δομπού
8) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Ιερουσαλήμ
9) Νικόλαος (Άγιος) Κάμπιων

Μοναί Επαρχίας Μεγαρίδος

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Άγιος Ιερόθεος, ή Κυπαρίσσι εις Έλικα


2) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Μονή Μακρυνού
3) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Σωτηράκι
4) Μελέτιος (Όσιος)
5) Τριάς (Αγία) Μυρίνη
6) Ηλίας (Προφήτης)
7) Θεοτόκου Κοίμησις εις Σαλαμίνα
8) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Φανερωμένη εις Σαλαμίνα

9) Νικόλαος (Άγιος) εις Σαλαμίνα

Νομός Φθιώτιδος και Φωκίδος

Μοναί Επαρχίας Φθιώτιδος

1) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Αντινίτσης (Μετόχιον)


2) Παλαιοπαναγιά
3) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Δαμάστας
4) Παναγία Δελφινιώτισσα
5) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Μονή Αλποσπίτων
6) Ταξιάρχαι (Άγιοι) εις Κομποτάδες
7) Ταξιάρχαι (Άγιοι) Ομιλαίων
8) Γεώργιος (Άγιος) εις Γαρδίκι
9) Γεώργιος (Άγιος) εις Γαρδίκι Λαμίας (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
10) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Βαβρινή, ή Βαύρενη
11) Λαύρας (Αγίας), της εν Άθωνι, Μετόχιον εις Γαρδίκι Λαμίας
12) Ηλίας (Προφήτης) εις Γαρδίκι Υπάτης
13) Ρούστιανη, ή Ρούσθενη
14) Τάφου (Αγίου) Μετόχιον εις Σούρπην
15) Αθανάσιος (Άγιος) εις Μαυρίλλον
16) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Αγάθωνος
17) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος εις Μεξιάτες
18) Βλάσσιος (Άγιος) εις Στυλίδα
19) Γεώργιος (Άγιος) Μυγδαλιάς
Μοναί Επαρχίας Δωρίδος

1) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, εις Αρτοτίναν


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Βαρνάκοβας
3) Γεώργιος (Άγιος) Ξυλογαϊδάρας
20

4) Ελεούσα

5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Κούτσουρου

Μοναί Επαρχίας Λοκρίδος

1) Ανάργυροι (Άγιοι)
2) Ηλίας (Προφήτης) εις Κάρκαρα, ή Μονή Κακάρας
3) Κωνσταντίνος (Άγιος)
4) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Μονή Βιλιόβου
5) Ηλίας (Προφήτης) εις Γλούνισταν
6) Θεοτόκου Γέννησις ή Μονή Δαδίου
7) Χαράλαμπος (Άγιος) παρά το Δαδί (Μετόχιον της Μονής Μετεώρων)
8) Γεώργιος (Άγιος) εις Μώλον
9) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Αγια, ή Μονή Καρυάς
10) Γεώργιος (Άγιος) ή Μονή Μαλεσίνης
11) Τριάς (Αγία)
12) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Αγίας Μαρίνης. (Μετόχιον της Μονής Δομπού)
Μοναί Επαρχίας Παρνασσίδος

1) Μετόχιον της Μονής Παντοκράτορος του Αγίου Όρους, εις Άμφισσαν


2) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, Δεσφίνης
3) Γεώργιος (Άγιος) ή Νικόλαος (Άγιος), εις Καστέλλι
4) Ηλίας (Προφήτης)

5) Νικόλαος (Άγιος) εις Κολοβάτες

Νομός Αιτωλίας και Ακαρνανίας

Μοναί Επαρχίας Μεσολογγίου

1) Γεώργιος (Άγιος) Χούνιστας


2) Συμεών (Άγιος)
3) Γεώργιος (Άγιος) Σύβιστας
4) Παρασκευή (Αγία), εις Αιτωλικόν.
5) Σινά (Όρους) Μετόχιον, εις Αιτωλικόν
6) Τριάς (Αγία) Αιτωλικού
7) Γεώργιος (Άγιος) Μποτίνου
8) Θεοτόκου Γέννησις, ή Κατερινού
9) Θωμάς (Άγιος), εις Παππαδάτες
10) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος, εις Δόβρον
11) Παρασκευή (Αγία) Κερασόβου
12) Πηγή (Ζωοδόχος), εις Καστανόραχον
13) Ταξιάρχαι (Άγιοι), ή Μονή της Γουριάς
14) Ταξιάρχαι (Άγιοι), ή Σκοπά και Θολή
15) Αγάθη (Αγία)
16) Ασώματοι (Άγιοι)
17) Παναγία Υψηλή
18) Παντελεήμων (Άγιος) Σταμνά
19) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Παντοκράτωρ
21

Μοναί Επαρχίας Βάλτου

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Αγρίλου


2) Παρασκευή (Αγία), Σαρδίναινα
3) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Αρέθα, ή Μονή Ρέθας
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Δρυμονερίου ή Δρεμονιάρη
5) Θωμάς (Άγιος), εις Σακαρέτσι
6) Νικόλαος (Άγιος), εις Χαλκιοπούλους
7) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Βαρετάδες

Μοναί Επαρχίας Βονίτσης και Ξηρομέρου

1) Βαρβάρα (Αγία), εις Περατιάν


2) Δημήτριος (Άγιος), εις Ζαβέρδαν
3) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Πλαγιάς
4) Θεοτόκου Κοίμησις, Άγιον Βασίλειον
5) Παρασκευή (Αγία), εις Βαρκόν
6) Παρασκευή (Αγία), ή Μυρτάρι
7) Δημήτριος (Άγιος), εις Δραγαμέστον (ή εις Αστακόν)
8) Ηλίας (Προφήτης), εις Αστακόν
9) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εις Δραγαμέστον
10) Δευτέρα (Αγία) Κατούνας
11) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Αχυρα
12) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Λιγοβιτσίου
13) Θεοτόκου Κοίμησις, εις Παππαδάτες
14) Νικόλαος (Άγιος), εις Αετόν
15) Τάφου (Αγίου) Μετόχιον, εις Μπαμπίνι
16) Γεώργιος (Άγιος), ή Πόρτες
17) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Λεσινίου
18) Παναγούλα Κατοχής
19) Πηγή Ζωοδόχος, εις Κατοχήν
20) Απόστολοι (Άγιοι), ή Μονή Κανδήλας
21) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Ρόμβου
22) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Βροχωτίνου
23) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Ζαμπατίνας, ή Ζάβιτσας

Μοναί Επαρχίας Ευρυτανίας

1) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Κουμασίων


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Μεσαμπελιάς
3) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Στάνας ή Σίκας
4) Θεοτόκου Γέννησις, ή Τατάρνα
5) Θεοτόκου Κοίμησης, ή Μονή Φραγκίστας
6) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Απότομη του Προδρόμου, ή Πρόδρομος
Αγράφων
7) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Μονή Κερασόβου
8) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Κουφάλα
9) Τριάς (Αγία), ή Μονή Παρκιού
10) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Τροβάτου
11) Τριάς (Αγία), ή Σάϊκα
22

12) Θεοτόκου Εισόδια, ή Μονή Γρανίστας


13) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Προυσσού
14) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Σπινάσας
15) Ηλίας (Προφήτης), ή Αγία Τριάς (Αγιατριάδα)
16) Θεοτόκου Γέννησις, ή Παλαιά Μούχη
17) Πελεκητή Παναγιά
18) Πηγή Ζωοδόχος, ή Μονή Φουρνά
19) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Μονή Βράχας

Μοναί Επαρχίας Ναυπακτίας

1) Θεοτόκου Κοίμησις, Νεοκάστρου, ή Μονή Φιλόθεου


2) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Βομβοκούς
3) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Παναγία η Αμπελακιώτισσα, ή Μονή Κοζίτσης
4) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, Αμώρανης, ή Σωτήρω
5) Ηλίας (Προφήτης), εις Αράχωβαν Κραββάρων
6) Δημήτριος (Άγιος), εις Κουτουλίσταν Κραββάρων
7) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Καβαδιώτισσα, ή Παναγία Χώμορη

Μοναί Επαρχίας Τριχωνίας

1) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, Σπολάϊτας


2) Καταφύγιον (Μονή Καταφυγίου)
3) Ζακωνίνων Μονή
4) Θεοτόκου Ζώνη, (η τιμία Ζώνη της Θεοτόκου), ή Λυκούρεσσα
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Άγιος Γεώργιος, ή Μονή Βλοχού
6) Γεώργιος (Άγιος) ή Φωτεινού
7) Θεοτόκου Εισόδια, ή Μονή Μυρτιάς
8) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Δερβέκιστας
9) Παρασκευή (Αγία)

10) Απόστολοι (Άγιοι). (Μετόχιον της Μονής Προυσσού)

Νομός Αργολίδος και Κορινθίας

Μοναί Επαρχίας Ναυπλίας

1)Δημητριός (Άγιος), ή Αυγό


2) Δημήτριος (Άγιος), ή Μονή Καρακαλά
3) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Σωτήρ
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Αγνούντος
5) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εν Επιδαύρω
6) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Καλάμι
7) Μερκούριος (Άγιος)
8) Θεοδόσιος (Άγιος) εις Παναρίτι
9) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Μέρμπακα

10) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Ταλαντίου

Μοναί Επαρχίας Άργους

1) Θεοτόκου Εισόδια, ή Κατακεκρυμμένη


23

Μοναί Επαρχίας Κορινθίας

I ) Ηλίας Προφήτης Ηλίας εις Ζαχόλην


2) Δημήτριος (Άγιος), ή Μονή Στεφανίου <
3) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Φανερωμένη
4) Αθανάσιος (Άγιος) εις Στιμάγκαν
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Βράχου
6) Θεοτόκου Κοίμησις, εις Καίσαρι, ή Κλημεντοκαίσαρι
7) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Πραρθίου, εις Πράρθι Μπίσσας (Πίσσας)
8) Νικόλαος (Άγιος), ή Καλαί Νήσοι, ή Μονή Περαχώρας
9) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Λέχοβας
10) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, εις Ζεμενόν
11) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Σολυγείας, ή Σοφικού
12) Πάντες (Άγιοι) εις Κόρφον Σοφικού
13) Βλάσιος (Άγιος) εις Τρίκαλα Σικυώνος
14) Θεοτόκος, ή Παναγία Κορυφής
15) Κωνσταντίνος (Άγιος) εις Γελλήνην
16) Γεώργιος (Άγιος) ο Φονιάς, ή Μονή Φενεού

Μοναί Επαρχίας Σπετσών και Ερμιονίδος

1) Νικόλαος (Άγιος) εις Σπέτσας


2) Ανάργυροι (Άγιοι) παρά το Καστρί
3) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, (Απότομη Προδρόμου) εις Ίλια, ή εις
Σταϊλιοκαρακάσην
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Κοιλάδος

Μοναί Επαρχίας Ύδρας και Τροιζηνίας

1) Ηλίας (Προφήτης) ενΎδρα


2) Τριάς (Αγία) ενΎδρα
3) Δημήτριος (Άγιος) εις Δαμαλά
4) Θεοτόκου Κοίμησις, εις Βίδη
5) Πηγή Ζωοδόχος εις Πόρον

Νομός Αχαίας καιΉλιδος

Μοναί Επαρχίας Πατρών

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Γηροκομείον


2) Σωτήρος Ανάληψις εις Παυλόκαστρον
3) Σωτήρος Ανάληψις εις Χλομούτσι
4) Σωτήρος Μεταμόρφωσις
5) Θεοτόκου Γέννησις, ή Φιλοκάλι
6) Μαρίνα (Αγία), ή Μονή Μαρίτσης
7) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Ελεούσα
8) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Νοτενών
9) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος, των Γρεβενών
10) Πάντες (Άγιοι)
II ) Θεοτόκου Γέννησις, ή Χρυσοποδαρίτισσα
24

12) Θεοτόκου Εισόδια, ή Ομπλού


13) Θεοτόκου Ευαγγελισμός, ή Ευαγγελίστρια εις Νεζερά
14) Ταξιάρχαι (Άγιοι), ή Μονή Μπαμπιώτου

Μοναί Επαρχίας Αιγιαλείας

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Πεπελενίτσα. (Μονή γυναικεία )


2) Παναγία Τρυπητή εις Αίγιον.
3) Ταξιάρχαι (Άγιοι)
4) Τριάς (Αγία) Ακράτας
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Αγία Μονή
6) Νικόλαος (Άγιος) Διακοφτού
7) Τριάς (Αγία) Διακοφτού εις Κούντουρα

Μοναί Επαρχίας Ηλείας

1) Διονύσιος (Άγιος), ή Μονή Στροφάδων (Μετόχιον του εν Ζακύνθω Αγίου


Διονυσίου)
2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Σκαφιδιάς
3) Νικόλαος (Άγιος), ή Φραγκοπήδημα. (Μετόχιον της Μονής Σκαφιδιάς)
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Γερμοτσανίου, ή Πορετσού
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Άνω Δίβρη, ή Χρυσοπηγή
6) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Κάτω Δίβρη
7) Αθανάσιος (Άγιος) εις Λεχαινά. (Μετόχιον της Μονής Βλαχερνών)
8) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Βλαχερνών
9) Νικόλαος (Άγιος)
10) Θεοτόκος, ή Παναγούλα εις Στρέφη
11) Αθανάσιος (Άγιος) εις Καραγιούζι
12) Θεοτόκος Υπεραγία, ή Παναγία Αηλιάδα, ή Επανωχωρίτισσα εις Αηλιά
(Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
13) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Μονή Μπουρδάνου
14) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Κρεμαστής
15) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Νίκαβας. (Μετόχιον του Αγίου
Τάφου)

Μοναί Επαρχίας Καλαβρύτων

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Αγία Λαύρα


2) Θεόδωροι (Άγιοι)
3) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Φανερωμένη εις Σοπωτόν
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μακελλαριά
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Μεγάλου Σπηλαίου
6) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Παναγία Πλατανιώτισσα εις Κλαπατσούναν
7) Θεοτόκου Κοίμησις εις Άρμπουνα (Μονύδριον ιδιωτικόν του Χριστόφορου
Παναγιωτοπούλου, ή Παππουλάκου)
8) Γεώργιος (Άγιος) εις Μάνεσι
9) Νικόλαος (Άγιος), ή Μονή Βλάσιας
10) Αθανάσιος (Αθανάσιος) εις Φίλια
11) Θεοτόκου Ευαγγελισμός, ή Ευαγγελίστρια εις Στρέζοβαν
12) Απόστολοι (Άγιοι) εις Χάσια, παρά το Περιθώρι
25

13) Τριάς (Αγία) εις Λειβάρτζι

Νομός Αρκαδίας

Μοναί Επαρχίας Μαντινείας

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Επάνω Χρέπας


2) Τάφου (Αγίου) Μετόχιον εις Τρίπολιν
3) Νικόλαος (Άγιος), ή Μονή Καλτεζών
4) Νικόλαος (Άγιος), ή Μονή Βαρσών
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Γοργοεπήκοος, ή Μονή Τσιπιανών
6) Νικόλαος (Άγιος) εις Πικέρνη
7) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Κανδήλας
8) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Μπεζενίκου

Μοναί Επαρχίας Γορτυνίας

1) Θεοτόκου Γέννησις, ή Μονή Αιμυαλών


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Φιλοσόφου
3) Καλάμι
4) Παρασκευή (Αγία) εις Βάχλια
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Βαλτεσινίκου
6) Νικόλαος (Άγιος) εις Βαλτεσινίκον
7) Θεόδωροι (Άγιοι)
8) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Τσερνίτσα, ή Κερνίκη
9) Δημήτριος (Άγιος)
10) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος
11) Πηγή Ζωοδόχος, ή Χρυσοπηγή
12) Μαρίνα (Αγία)

Μοναί Επαρχίας Κυνουρίας

1) Νικόλαος (Άγιος), ή Μονή Καρυάς


2) Νικόλαος (Άγιος), ή Σύντζια
3) Γεώργιος (Άγιος), ή Ενδύσσενα, ή Αιδέσινα
4) Δημήτριος (Άγιος), ή Ρεοντινόν
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Ορθοκωστά
6) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Εγκλειστούρι
7) Νικόλαος (Άγιος), ή Κοντολινά
8) Θεοτόκος, ή Παλαιοπαναγιά
9) Ταξιάρχαι (Άγιοι), ή Μουρά
10) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Παλαιοπαναγιά
11) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος
12) Πηγή Ζωοδόχος, ή Μονή Αρώματος
13) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Λουκού
14) Τριάς (Αγία)
15) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μαλεβή
16) Γεώργιος (Άγιος) εις Άγιον Γεώργιον
17) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Έλωνας
18) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μαρή
26

19) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος εις Καστρί

Μοναί Επαρχίας Μεγαλουπόλεως

1 ) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Αγία Μονή


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Παναγία Κραμποβού
3) Δημήτριος (Άγιος), ή Μονή Τουρκολέκα
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μπούρα
5) Νικόλαος (Άγιος), ή Μονή Χοντάλου
6) Σολομωνή (Αγία) εις Άκοβον

Νομός Μεσσηνίας

Μοναί Επαρχίας Καλαμών

1) Ηλίας (Προφήτης) εις Καλάμας


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Δήμιοβας
3) Κωνσταντίνος (Άγιος) εν Καλάμαις (Μονή Γυναικεία)
4) Πηγή Ζωοδόχου, ή Μονή Βελανιδιάς
5) Τριάς (Αγία)
6) Αντώνιος (Άγιος) Σίτσοβας
7) Απόστολοι (Άγιοι) εις Μικρήν Αναστάσοβαν
8) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Μαρδακίου
9) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Σιδερόπορτα
10) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος, Σίτσοβας
11) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Μελές
12) Πηγή Ζωοδόχος εις Κουτσαβά Λαδά
13) Γεώργιος (Άγιος) εις Ασλάναγα, [αναφέρεται και ως Αγία Αικατερίνη],
(Μετόχιον του Όρους Σινά)
14) Θεοτόκος εις Αΐζαγα (Μετόχιον της Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους)
15) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος του Σουλούμπεη

Μοναί Επαρχίας Μεσσήνης

1) Μετόχιον Γρηγοριάτικον, ειςΝησίον


2) Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής Ξηροποτάμου, εις Νησίον
3) Μετόχιον του Όρους Σινά, εις Νησίον
4) Μετόχιον του Αγίου Τάφου, εις Νησίον
5) Ταξιάρχαι (Άγιοι) εις Κωνσταντίνους
6) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Βουλκάνου
7) Σωτήρος Μεταμόρφωσις, ή Ανδριανομοναστήριον, ή Ανδρομονάστηρον

Μοναί Επαρχίας Ολυμπίας

1) Θεοτόκου Κοίμησις, εις Σεπετόν, ή Μονή Σεπετού


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Παναγούλα εις Βολάντζαν
3) Σωτήρος Μεταμόρφωσις εις Αγουλινίτσαν
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Ζούρτσας
27

Μοναί Επαρχίας Πυλίας

1) Νικόλαος (Άγιος)
2) Θεοτόκος, ή Παναγία Κριβιτσανή
3) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Χρυσόκελλαριά

Μοναί Επαρχίας Τριφυλίας

1) Θεοτόκου Γέννησις, ή Κατσιμικάδος


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Αγρίλι
3) Νικόλαος (Άγιος) εις Φιλιατρά (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
4) Γεώργιος (Άγιος), ή Αγια (Μετόχιον της Μονής Αγίων Θεοδώρων Γόρτυνος)
5) Κυπαρισσίας (Μητρόπολις). (Μετόχιον της Μητροπόλεως)

Νομός Λακωνίας

Μοναί Επαρχίας Λακεδαίμονος

1) Θεόδωροι (Άγιοι) εις Σπάρτην. Μετόχιον του Αγίου Τάφου


2) Θεοτόκος, ή Παντάνασσα
3) Θεοτόκου Κοίμησις, εις Αλαΐμπεη. Μετόχιον του Αγίου Τάφου
4) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Παλαιόχωρα, εις Λογκάστραν
5) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, εις Τρύπην
6) Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής Ιβήρων, εις Άγιον Ιωάννην
7) Πηγή Ζωοδόχος, ή Μονή Μπαρσενίκου ή Βαρσινίκου
8) Δημήτριος (Άγιος), ή Μονή Αναβρυτής
9) Θεοτόκου Εισόδια, ή Ζαγούνα, εις Αναβρυτήν
10) Ηλίας (Προφήτης), ή Μονή Δάφνης, εις Γεράκι
11) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, εις Γεράκι
12) Θεοτόκου Γέννησις, ή Κελλίον, εις Τσίντσινα
13) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Σιντζάφη
14) Τεσσαράκοντα (Άγιοι) Μάρτυρες
15) Κοίμηση Θεοτόκου, ή Καστρίον
16) Ανάργυροι (Άγιοι)
17) Θεοτόκου Γέννησις, ή Βαρβίτσα
18) Θεοτόκου Γέννησις, ή Ρεματιανή
19) Θεοτόκου Κοίμησις εις Βρέσθενα, ή Βρεσθενίτικη Παναγία
20) Γεώργιος (Άγιος), ή Λογκανίκος
21) Γεώργιος (Άγιος), ή Ρεκίτσα
22) Ηλίας (Προφήτης) Χειμάρρου, εις Γεωργίτσι
23) Θεοτόκου Κοίμησις εις Αγόριανην
24) Βασίλειος (Άγιος) εις Αρκασάδες
25) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Ζερμπίτσα
26) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Κούμαρη
27) Πηγή Ζωοδόχος, ή Παναγία Καταφυγιώτισσα
28) Πηγή Ζωοδόχος, ή Γόλα

Μοναί Επαρχίας Γυθείου

1) Γεώργιος (Άγιος), ή Λεφτή Συκιά


28

2) Ταξιάρχαι (Άγιοι)
3) Θεοτόκου Κοίμησις εις Αχίλλειον
4) Σωτήρος Μεταμόρφωσης εις Πιόντες
5) Γεώργιος (Άγιος) εις Κόζια
6) Γεώργιος (Άγιος), ή Πηλαλοκονάκια

Μοναί Επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς

1) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Παραδεισιώτισσα


2) Γεώργιος (Άγιος), ή Γέρακας, ή Πύλα του Γέρακα
3) Θεόδωρος (Άγιος), ή Χάρακας
4) Θεοτόκος ή Παναγία Χωμάτισσα, ή Χειματίσσα
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Τεριών

Μοναί Επαρχίας Οιτύλου

1) Ηλίας (Προφήτης). Μετόχιον του Αγίου Τάφου


2) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Κουσκουνίου των Χρυσικάκηδων (Μονή ιδιωτική)
3) Πηγή Ζωοδόχος, ή Παναγία Τσέπα
4) Θεοτόκου Κοίμησις εις Άνω Δολούς, ή Γεράνικα, ή Μονή Γερανιάνων (Μονή
ιδιωτική)
5) Θεοτόκου Κοίμησις, ή Μονή Χελμού
6) Νικόλαος (Άγιος), ή Μονή Βελανιδιάς
7) Νικόλαος (Άγιος), ή Γκουνέκια, εις Αλτομυρά
8) Νικόλαος (Άγιος), ή Μαρβινίτσα, ή Μαρδίνιτσα (Μονή ιδιωτική)
9) Ταξιάρχαι (Άγιοι)
10) Τεσσαράκοντα (Άγιοι) Μάρτυρες
11) Τριάς (Αγία), εις Κάμπον
12) Θεοτόκου Γέννησις, ή Βαϊδενίτσα (Μονή ιδιωτική)
13) Δημήτριος (Άγιος), ή Κάτω Χώρα, εις Κρημνόν
14) Ηλίας (Προφήτης), ή Κακοβούνι, εις Λαγκάδαν (Μονή ιδιωτική)
15) Θεοτόκου Γέννησις εις Ρήγκλια. Μετόχιον του Αγίου Τάφου
16) Κωνσταντίνος (Άγιος) εις Καστανέαν
17) Νικόλαος (Άγιος), ή Γουρώτο

Νομός Ευβοίας

Μοναί Επαρχίας Καρυστίας

1) Γεώργιος (Άγιος) ή Κούτσουρο


2) Γεώργιος (Άγιος) ή Μερνάγι
3) Δημήτριος (Άγιος) ή Μονή Καταρράκτου
4) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος (Γενέσιον του Προδρόμου), ή Μονή Καρνών
5) Σωτήρος (Μεταμόρφωσις) ή Μονή Γερμανού
6) Χαράλαμπος (Άγιος), ή Μονή Λευκών
7) Νικόλαος (Άγιος), ή Μονή Κορακιών
8) Γεώργιος (Άγιος) Μαύρου
9) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Μονή Κλιβάνου
10) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Μονή Μάντζαρη
11) Λαύρα (Άθωνος). Μετόχιον εις Κύμην
29

12) Σωτήρος (Μεταμόρφωσης) ή Σωτήρ


13) Γεώργιος (Άγιος) εις Σκύρον (Μετόχιον της εν Άθωνι Λαύρας)
14) Δημήτριος (Άγιος) εν Σκύρω
15) Χριστού (Γενέσιον), ή Μονή Μαυρουνά, εν Σκύρω

16) Τριάς (Αγία), εις Στύρα

Μοναί Επαρχίας Ξηροχωρίου

1) Γεώργιος (Άγιος) ή'Ηλια

Μοναί Επαρχίας Σκοπέλου

1) Γεώργιος (Άγιος), εις νησίδα Αγίου Γεωργίου


2) Θεοτόκου (Γέννησις), εις Κυρά-Παναγιάν
3) Θεοτόκου (Κοίμησις) εις Αλόννησον
4) Θεοτόκου (Ευαγγελισμός), εις Σκάντζουρα
5) Πηγή Ζωοδόχος, ή Κοίμησις της Θεοτόκου, εις Γιούρα
6) Πηγή Ζωοδόχος, εις Πεπάρηθον (Μετόχιον της Μονής Ευαγγελισμού Σκιάθου)
7) Απόστολοι (Άγιοι), εις Γλώσσαν Σκοπέλου
8) Θεοτόκου (Ευαγγελισμός), εις Γλώσσαν Σκοπέλου
9) Νικόλαος (Άγιος), εις Αιγιαλόν ή Λουτράκι
10) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εις Σκόπελον (Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής Ξηροποτάμου)
11) Θεοτόκου (Εισόδια), ή Κουνίστρα
12) Θεοτόκου (Ευαγγελισμός) ή Αγαλιανού
13) Θεοτόκου (Κοίμησις), εις Σκίαθον (Μετόχιον της Μονής Ευαγγελιστρίας
Σκιάθου)
14) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Κεχρεαί, εις Σκίαθον (Μετόχιον της Μονής
Ευαγγελιστρίας Σκιάθου)
15) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, εις Σκίαθον (Μετόχιον της Μονής Ευαγγελιστρίας
Σκιάθου)
16) Χαράλαμπος (Άγιος), εις Σκίαθον
17) Αρτέμιος (Άγιος), εις Σκόπελον
18) Ευστάθιος (Άγιος), εις Σκόπελον
19) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Αγία Μονή, εις Σκόπελον
20) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Επισκοπή, εις Σκόπελον (Μονή ιδιωτική)
21) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, ή Κουτρονάκι, εις Σκόπελον
22) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος εις Σκόπελον
23) Νικόλαος (Άγιος), εις τους Κήπους (Μονή ιδιωτική)
24) Πηγή Ζωοδόχος, εις Σκόπελον, (Μετόχιον του Όρους Σινά)
25) Σάββας (Άγιος), εις Σκόπελον (Μετόχιον της εν Σκοπέλω Ζωοδόχου Πηγής των
Σιναϊτών)
26) Σταυρού (Τιμίου) Μονή, εν Σκοπέλω (Μονή ιδιωτική)
27) Σωτήρος (Μεταμόρφωσις), εις Σκόπελον (Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής
Ξενοφώντος)
Μοναί Επαρχίας Χαλκίδος

1) Δαυίδ (Όσιος), ή Μονή Γέροντος


2) Νικόλαος (Άγιος) ή Γαλατάκη
3) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Μονή Χιλιαδούς
30

4) Νικόλαος (Άγιος), ή Κουτουρλομετόχι


5) Γεώργιος (Αγιος), ή Αρμα
6) Δημήτριος (Άγιος), εις Στενήν
7) Θεοτόκου (Εννεαήμερα), ή Έρια
8) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Θεολόγος
9) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Μονή Μακρυμάλλης
10) Νικόλαος (Άγιος), ή Βάθεια

Νομός Κυκλάδων

Μοναί Επαρχίας Άνδρου

1) Ειρήνη (Αγία), εν Άνδρω


2) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Παναγία έξω του Κάστρου
3) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Πανάχραντος, εν Άνδρω
4) Μαρίνα (Αγία), εις Άνδρον
5) Νικόλαος (Άγιος), εν Άνδρω
6) Πηγή Ζωοδόχος ή Αγια και Αγια Μονή, εν Άνδρω
7) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Μονή Τρομαρχίων

Μοναί Επαρχίας Θήρας

1) Γεώργιος (Άγιος), εν Αμοργώ (Μετόχιον Αγίου Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου)


2) Θεοτόκου (Εισόδια), ή Χοζοβιώτισσα
3) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Καλαμιώτισσα
4) Παναγία (Τρανή), εις Μεγαλοχώρι Θήρας (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
5) Νικόλαος (Άγιος), εν Θήρα. (Μονή Γυναικεία)
6) Σταυρού (Τιμίου) Μονή, Μονή Αγ. Ιωάννου Θεολόγου και Μονή Σωτήρος
(Μετόχιον Αγίου Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου)
7) Διονύσιος (Άγιος), εν Ίω
8) Γεώργιος (Άγιος), εις Πύργον Θήρας
9) Ηλίας (Προφήτης), εν Θήρα
10) Τριάς (Αγία), εις Πύργον Θήρας

Μοναί Επαρχίας Κέας

1) Θεοτόκου (Γέννησις), ή Παναγία Στρατολάτισσα, εις Κύθνον


2) Ιωάννης (Άγιος), ο Πρόδρομος, εις Δρυοπίδα Κύθνου
3) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εις Βελίδι. (Θερμιά - Κύθνος)
4) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εις Μηλιές Κύθνου
5) Άννα (Αγία), εις Κέαν
6) Δάφνης (Μονή), εις Κέαν
7) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Καστριανή, εις Κέαν
8) Μαρίνα (Αγία)
9) Παντελεήμων (Άγιος), εις Κέαν (Μετόχιον Αγίου Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου)
10) Γεώργιος (Άγιος), Κατακέφαλα, εις Κύθνον
11) Ηλίας (Προφήτης), εν Κύθνω
12) Θεοτόκου (Γέννησις), ή Κανάλι, εις Κύθνον
13) Ιωάννης (Άγιος) ο Πρόδρομος, εις Χωριδάκι Κύθνου
14) Νείκους (Παναγία), εις Κύθνον
31

15) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εις Σέριφον

Μοναί Επαρχίας Μήλου

1) Γεώργιος (Αγιος), εις Μήλον


2) Ελένη (Αγία), Άγιος Ιωάννης Θεολόγος και Χριστός, εν Μήλω (Μετόχιον Αγίου
Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου)
3) Μαρίνα (Αγία), εις Μήλον
4) Σάββας (Άγιος), εις Μήλον
5) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εις Μήλον (Μετόχιον Ταξιαρχών Σερίφου)
6) Πηγή (Ζωοδόχος), εις Σίκινον
7) Αρτέμιος (Άγιος), εν Σίφνω (Μετόχιον της Μονής Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους)
8) Ηλίας (Προφήτης), εν Σίφνω
9) Ιωάννης (Άγιος), ο Θεολόγος ή Μονή Μουγγού, εν Σίφνω
10) Θεοτόκου (Γέννησις) ή Βρύσις, εν Σίφνω
11) Ιωάννης (Άγιος) Χρυσόστομος ή Φυτειά, εν Σίφνω
12) Θεοτόκου (Κοίμησίς), εις Φολέγανδρον

Μοναί Επαρχίας Νάξου

1) Καταστάσεως, (Φωτοδότης), ενΝάξω


2) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εις Νάξον
3) Χριστού (Υπαπαντή) ή Υψηλότερα, εν Νάξω
4) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Φανερωμένη, εν Νάξω
5) Αντώνιος (Όσιος), εν Πάρω
6) Γεώργιος (Άγιος), εις Πάρον (Μετόχιον της εν Νάξω Μονής Φανερωμένης)
7) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος ο Σπηλαιώτης, εν Πάρω (Μετόχιον της διαλελυμένης
Μονής του εν Πάρω Οσίου Αντωνίου)
8) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Ξεχωριανή, εν Πάρω (Μετόχιον Ιωάννου Θεολόγου
Πάτμου)
9) Κυριακή (Αγία), εν Νάξω. (Μετόχιον της εν Νάξω Μονής Φανερωμένης)
10) Τεσσαράκοντα (Άγιοι), εν Νάξω. (Μετόχιον της Μονής Ξηροποτάμου)
11) Ανδρέας (Άγιος), εν Πάρω (Μονή ιδιόκτητος)
12) Γεώργιος (Άγιος), Ημεροβίγλης, εν Πάρω (Μονή ιδιόκτητος)
13) Ιωάννης (Άγιος) ο Θεολόγος, εν Πάρω
14) Πηγή Ζωοδόχος ή Λόγγο βάρδα, εν Πάρω
15) Ταξιάρχαι (Άγιοι), εν Πάρω (Μετόχιον Μονής Λογγοβάρδας)
16) Ανάργυροι (Άγιοι), εις Πάρον
17) Θαψανών (Υπαπαντή), εν Πάρω (Μετόχιον της Νέας Μονής Χίου)
18) Θεοτόκου (Ευαγγελισμός), εν Πάρω (Μετόχιον της εν Πάτμω Μονής του
Θεολόγου)
19) Μηνάς (Άγιος), εν Πάρω
20) Σωτήρος (Μεταμόρφωσις), ή Χριστός του Δάσους, εν Πάρω (Μετόχιον
Εκατονταπυλιανής)
21) Σταυρού (Τιμίου) Μονής, εν Νάξω
22) Χριστού (Γέννησις), ή Καληωρίτισσα, εν Νάξω

Μοναί Επαρχίας Σύρου

1) Γεώργιος (Άγιος), εις Δήλον


32

2) Γεώργιος (Άγιος), εις Μύκονον (Μονή ιδιωτική)


3) Θεοτόκου (Κοίμησις), ή Τουρλιανή
4) Παλαιοκαστριανή, εις Μύκονον (Μονή Γυναικεία)

Μοναί Επαρχίας Τήνου

1) Δυτικού Δόγματος Μοναστήριον


2) Θεοτόκου (Γέννησις) ή Καταπολιανή ή Εκατονταπυλιανή, εν Τήνω
3) Θεοτόκου (Κοίμησις), εν Τήνω (Μονή Γυναικεία)
4) Μονή (Αγία), εν Τήνω
5) Παρασκευή (Αγία), εις Τήνον

ΠίνΙΙ

Μονές προκύπτουσες από έγγραφα του αρχείου των Μοναστηριακών


(1833-1838)

Επαρχία Φθιώτιδος

Γέννησις της Παναγίας Ξένιας ή Ξυνιάς, χωρίον Γαρδίκι, Δήμος Κρεμαστή Λάρισα,
(τούτο είναι Μετόχι, το δε Μοναστήρι, κείται εκτός της οροθετικής Γραμμής)7

Επαρχία Κορινθίας
ο

Κοιμήσεως της Θεοτόκου Καλανησιά (Καλαί Νήσοι), Περαχώρα

Επαρχία Γόρτυνος

Αγιοι Θεόδωροι, Πυργάκι9

Επαρχία Πατρών

Θεολόγου Τζετζεβού
11
Επαρχία Επιδαύρου Λιμηράς
Θεοτόκου Γκαγκανίας, χωρίον Μολάους
Παναγία, χωρίον Ξένιον
Ι9
Επαρχία Γυθείου

Άγιος Σπυρίδων, χωρίον Σκουτάρι


Ζωοδόχος Πηγή, Κότρωνας χωρίον Σκουτάριον
Κοιμήσεως Θεοτόκου, Κότρωνας, χωρίον Φωκάς

7
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, αριθ. Πρωτ. 24550.
8
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213, 228 αριθ. Πρωτ. 13549,457.
9
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 228 αριθ. Πρωτ. 13549.
10
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3 αριθ. Πρωτ. 1629, 1873.
11
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
12
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
33

Άγιος Γεώργιος, χωρίον Πηλάλα (Πιλάλα)


Ο Σωτήρ, χωρίον Κολοκύθιον
Αγία Τριάς, Κουρνόν
Κοιμήσεως Θεοτόκου, χωρίον Πόρτο Κάγιο

Επαρχία Οιτύλου1

Ζωοδόχος Πηγή, Δεκουλιανών, χωρίον Οίτυλον


Άγιος Νικόλαος, Κατζαφάρι, χωρίον Οίτυλον
Κοιμήσεως, Χοτάσια. χωρίον Οίτυλον
Άγιος Νικόλαος, Ζέριια χωρίον Κελεφά
Ζωοδόχος, Λουκάκι, χωρίον Αιμένιον
Μάλερμο, χωρίον Τσίμοβα
Άγιος Φίλιππος, Τσατσούλη, χωρίον Τσίμοβα
Άγιοι Πάντες, χωρίον Τσίμοβα
Ταξιάρχης, Χαρούδα, χωρίον Πύργος
Αγία Τριάς, Πεντάδα, χωρίον Μπρίκι ή Βρίκιον
Σωτήρ, χωρίον Καρδενίτσα
Οδηγίτρια, Κάτω Πάγκια, χωρίον Σταυρί
Πρόδρομος, Κάτω Πάγκια, χωρίον Δρυ
Άγιος Νικόλαος, Κάτω Πάγκια, χωρίον Οχιά
Παναγία Πέπο, χωρίον Μπουλαριοί
Παναγία, Κυπάρισσος, χωρίον Άλικα
Ζωοδόχος Πηγή, Κουμεντιάνικα, χωρίον Πλάτσα
Άγιος Νικόλαος, Καμπινάρι, χωρίον Πλάτσα
Άγιος Δημήτριος, Πολιανή, χωρίον Πλάτσα
Άγιοι Πάντες, χωρίον Πλάτσα
Παναγία, Μπιλιανών, χωρίον Πλάτσα
Κοιμήσεως, χωρίον Νομιτσής
Μεταμορφώσεως, χωρίον Νομιτσής
Γενέθλια, Καβελάρης, χωρίον Λαγκάδα
Πρόδρομος Ξανθιάνικα, χωρίον Μηλέα
Κοιμήσεως ΣτριτίτΟι, χωρίον Πετροβούνι
Κοιμήσεως, Αγία Σοφία, χωρίον Γούρνιτσα
Κοιμήσεως, Λιάκη, χωρίον Καλύβαις
Μεταμορφώσεως, Μπογίνιος, χωρίον Τσέρια
Ζωοδόχος Φανερωμένη, χωρίον Πετροβούνι
Άγιος Γεώργιος, χωρίον Προάστειον
Άγιος Θεόδωρος, χωρίον Προάστειον
Κοιμήσεως, Νησάκι, χωρίον Σκαρδαμούλα
Κοιμήσεως, Σαμουήλ, χωρίον Σαϊδών (Σαϊδόνα)
Κοιμήσεως, Νικλότερα, χωρίον Πρίπιτσα
Άγιος Γεώργιος, Αβορόνιτξα, χωρίον Αλτομυρά
Προφήτης Ηλίας, Κρεντίστε, χωρίον Μπρίντα
Κοιμήσεως, Ανδρουπεδίτζα, χωρίον Μαλτίτσα
Ευαγγελίστρια, χωρίον Κάμπος
Άγιος Νικήτας, χωρίον Επάνω Δολοί
Μεταμορφώσεως Σωτήρος, χωρίον Κάτω Δολοί

13
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
34

Κοιμήσεως, Φανερωμένης, χωρίον Δολοί


Αγία Παρασκευή, χωρίον Κάτω Δολοί
Κοιμήσεως, Πουλολόγου, χωρίον Κάτω Δολοί
Προφήτης Ηλίας, Ροσκίνα, χωρίον Βελωνάς '
Αγία Παρασκευή, χωρίον Σέλιτσα

Πίν III. 1

Οι διαλυμένες μονές του ελληνικού βασιλείου βάσει των περιεχομένων των

Γενικών Αρχείων του Κράτους14

Νομός Αττικής και Βοιωτίας

Μονές Επαρχίας Αττικής

1) Άγιος Ανδρέας, ή Οσία Φιλοθέη, ή Μονή Καλογρέζας, εν Αθήναις


2) Εισόδια Θεοτόκου, ή Καισαριανή
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Δαφνίου
4) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Κυνηγός
5) Άγιος Σπυρίδων εις Πειραιά
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Παναγία Χελιδονού
7) Αγία Τριάς, εις Μαρκόπουλον
8) Αγία Άννα, εις Καπαντρίτι
9) Άγιος Γεώργιος Βρανά
10) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος εις Χασιάν

11) Ζωοδόχος Πηγή, παρά το Μαρκόπουλον

Μονές Επαρχίας Αιγίνης

1) Αγία Κυριακή, εις Αίγιναν

Μονές Επαρχίας Θηβών

1) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ή Μονή Μαζαράκη (ή Μαζαρακίου)


2) Άγιος Χαράλαμπος, εις Ερημόκαστρον

3) Αγία Τριάς

Μονές Επαρχίας Λεβαδείας

1) Άγιος Γεώργιος Γρανίτσας


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Λυκούρεση, ή Παναγία Μύρου
3) Ευαγγελισμός Θεοτόκου, ή Ευαγγελίστρια Ζαγαρά
4) Άγιος Νικόλαος Βρασταμιτών

5) Άγιος Νικόλαος Κάμπιων

14
Μονές Επαρχίας Μεγαρίδος
Γ.Α.Κ., ό.π., σελ. 312-371.

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Άγιος Ιερόθεος, ή Κυπαρίσσι εις Έλικα


35

2) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Μονή Μακρυνού


3) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Σωτηράκι
4) Αγία Τριάς Μυρίνη
5) Προφήτης Ηλίας
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου εις Σαλαμίνα

7) Άγιος Νικόλαος εις Σαλαμίνα

Νομός Φθιώτιδας και Φωκίδος

Μονές Επαρχίας Φθιώτιδος

1) Παλαιοπαναγιά
2) Γεννήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Δαμάστας
3) Παναγία Δελφινιώτισσα
4) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Μονή Αλποσπίτων.
5) Άγιοι Ταξιάρχαι εις Κομποτάδες
6) Άγιοι Ταξιάρχαι Ομιλαίων
7) Άγιος Γεώργιος εις Γαρδίκι
8) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Βαβρινή, ή Βαύρενη
9) Προφήτης Ηλίας εις Γαρδίκι Υπάτης
10) Ρούστιανη, ή Ρούσθενη
11) Άγιος Αθανάσιος εις Μαυρίλλον
12) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος εις Μεξιάτες
13) Άγιος Βλάσσιος εις Στυλίδα
14) Άγιος Γεώργιος Μυγδαλιάς
Μονές Επαρχίας Δωρίδος

1) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, εις Αρτοτίναν


2) Άγιος Γεώργιος Ξυλογαϊδάρας
3) Ελεούσα
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Κούτσουρου

Μονές Επαρχίας Λοκρίδος

1) Άγιοι Ανάργυροι
2) Προφήτης Ηλίας εις Κάρκαρα, ή Μονή Κακάρας
3) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Μονή Βιλιόβου
4) Προφήτης Ηλίας εις Γλούνισταν
5) Άγιος Γεώργιος εις Μώλον
6) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Αγια, ή Μονή Καρυάς
7) Αγία Τριάς

Μονές Επαρχίας Παρνασσίδος

1) Άγιος Γεώργιος ή Νικόλαος, εις Καστέλλι


2) Άγιος Νικόλαος εις Κολο βάτες
36

Νομός Αιτωλίας και Ακαρνανίας

Μονές Επαρχίας Μεσολογγίου

1) Άγιος Γεώργιος Χούνιστας


2) Άγιος Συμεών
3) Άγιος Γεώργιος Σύβιστας
4) Αγία Παρασκευή, εις Αιτωλικόν
5) Αγία Τριάς Αιτωλικού
6) Άγιος Γεώργιος Μποτίνου.
7) Άγιος Θωμάς, εις Παππαδάτες
8) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, εις Δόβρον
9) Αγία Παρασκευή Κερασόβου
10) Ζωοδόχος Πηγή, εις Καστανόραχον
11) Άγιοι Ταξιάρχαι, ή Μονή της Γουριάς
12) Άγιοι Ταξιάρχαι, ή Σκοπά και Θολή
13) Αγία Αγάθη
14) Άγιοι Ασώματοι
15) Παναγία Υψηλή
16) Άγιος Παντελεήμων Σταμνά

Μονές Επαρχίας Βάλτου

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Αγρίλου


2) Αγία Παρασκευή, Σαρδίναινα
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Αρέθα, ή Μονή Ρέθας
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Δρυμονερίου ή Δρεμονιάρη
5) Άγιος Θωμάς, εις Σακαρέτσι
6) Άγιος Νικόλαος, εις Χαλκιοπούλους
7) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Βαρετάδες

Μονές Επαρχίας Βονίτσης και Ξηρομέρου

1) Αγία Βαρβάρα, εις Περατιάν


2) Άγιος Δημήτριος, εις Ζαβέρδαν
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Πλαγιάς
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, Άγιον Βασίλειον
5) Αγία Παρασκευή, εις Βαρκόν
6) Αγία Παρασκευή, ή Μυρτάρι
7) Άγιος Δημήτριος, εις Δραγαμέστον (ή εις Αστακόν).
8) Προφήτης Ηλίας, εις Αστακόν
9) Άγιοι Ταξιάρχαι, εις Δραγαμέστον
10) Αγία Δευτέρα Κατούνας
11) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Αχυρα
12) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Λιγοβιτσίου
13) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Παππαδάτες
14) Άγιος Νικόλαος, εις Αετόν
15) Άγιος Γεώργιος, ή Πόρτες
16) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Λεσινίου
17) Παναγούλα Κατοχής
37

18) Ζωοδόχος Πηγή, εις Κατοχήν


19) Άγιοι Απόστολοι, ή Μονή Κανδήλας
20) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Βροχωτίνου
21) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Ζαμπατίνας, ή Ζάβιτσας

Μονές Επαρχίας Ευρυτανίας

1) Γέννησης Θεοτόκου, ή Μονή Κουμασίων


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Μεσαμπελιάς
3) Γέννησης Θεοτόκου, ή Μονή Στάνας ή Σίκας
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Φραγκίστας
5) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Απότομη του Προδρόμου, ή Πρόδρομος Αγράφων
6) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Μονή Κερασόβου
7) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Κουφάλα
8) Αγία Τριάς, ή Μονή Παρκιού
9) Γέννησης Θεοτόκου, ή Μονή Τροβάτου
10) Αγία Τριάς, ή Σάϊκά
11) Εισόδια Θεοτόκου, ή Μονή Γρανίστας
12) Γέννησης Θεοτόκου, ή Μονή Σπινάσας
13) Προφήτης Ηλίας, ή Αγία Τριάς (Αγιατριάδα)
14) Γέννησης Θεοτόκου, ή Παλαιά Μουχή
15) Παναγιά Πελεκητή
16) Ζωοδόχος Πηγή, ή Μονή Φουρνά
17) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Μονή Βράχας

Μονές Επαρχίας Ναυπακτίας

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, Νεοκάστρου, ή Μονή Φιλόθεου


2) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Βομβοκούς
3) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, Αμώρανης, ή Σωτήρω
4) Προφήτης Ηλίας, εις Αράχωβαν Κραββάρων
5) Άγιος Δημήτριος, εις Κουτουλίσταν Κραββάρων
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Καβαδιώτισσα, ή Παναγία Χώμορη

Μονές Επαρχίας Τριχωνίας

1) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Σπολάϊτας


2) Καταφύγιον (Μονή Καταφυγίου)
3) Μονή Ζακωνίνων
4) Ζώνη Θεοτόκου, (η τιμία Ζώνη της Θεοτόκου), ή Λυκούρεσσα
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Γεώργιος (Άγιος), ή Μονή Βλοχού
6) Άγιος Γεώργιος (Άγιος) ή Φωτεινού
7) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Δερβέκιστας
8) Αγία Παρασκευή

9) Άγιοι Απόστολοι. (Μετόχιον της Μονής Προυσσού)

Νομός Αργολίδος και Κορινθίας

Μονές Επαρχίας Ναυπλίας

1) Άγιος Δημήτριος, ή Αυγό


38

2) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Σωτήρ


3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Καλάμι
4) Άγιος Μερκούριος
5) Άγιος Θεοδόσιος εις Παναρίτι

7) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Μέρμπακα

Μονές Επαρχίας Άργους

1) Εισόδια Θεοτόκου, ή Κατακεκρυμμένη

Μονές Επαρχίας Κορινθίας

1) Άγιος Αθανάσιος εις Στιμάγκαν


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Καίσαρι, ή Κλημεντοκαίσαρι
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Πραρθίου, εις Πράρθι Μπίσσας (Πίσσας)
4) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, εις Ζεμενόν
5) Άγιοι Πάντες εις Κόρφον Σοφικού
6) Θεοτόκος, ή Παναγία Κορυφής
7) Άγιος Κωνσταντίνος εις Γελλήνην
Μονές Επαρχίας Σπετσών και Ερμιονίδος

1) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, (Απότομη Προδρόμου) εις Ίλια, ή εις


Σταϊλιοκαρακάσην

Μονές Επαρχίας Ύδρας και Τροιζηνίας

1) Άγιος Δημήτριος εις Δαμαλά.

2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Βίδη.

Νομός Αχαΐας καιΉλιδος

Μονές Επαρχίας Πατρών

1 ) Ανάληψις Σωτήρος εις Παυλόκαστρον


2) Ανάληψις Σωτήρος εις Χλομούτσι
3) Μεταμορφώσεως Σωτήρος

4) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, των Γρεβενών

Μονές Επαρχίας Αιγιαλείας

1) Παναγία Τρυπητή εις Αίγιον. (Μονή διαλελυμένη και είτα ενοριακός ναός)

Μονές Επαρχίας Ηλείας

1) Άγιος Νικόλαος
2) Θεοτόκος, ή Παναγούλα εις Στρέφη
3) Άγχος Αθανάσιος εις Καραγιούζι
4) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Μονή Μπουρδάνου
39

Μονές Επαρχίας Καλαβρύτων

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Φανερωμένη εις Σοπωτόν


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παναγία Πλατανιώτισσα εις Κλαπατσούναν
3) Γεώργιος (Άγιος) εις Μάνεσι
4) Αγία Τριάς εις Λειβάρτζι

Νομός Αρκαδίας

Μονές Επαρχίας Μαντινείας

1) Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Καλτεζών


2) Άγιος Νικόλαος εις Πικέρνη.
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Μπεζενίκου

Μονές Επαρχίας Γορτυνίας

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Φιλοσόφου


2) Καλάμι
3) Αγία Παρασκευή εις Βάχλια
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Βαλτεσινίκου
5) Άγιος Νικόλαος εις Βαλτεσινίκον
6) Άγιος Δημήτριος
7) Ζωοδόχος Πηγή, ή Χρυσοπηγή
8) Αγία Μαρίνα

Μονές Επαρχίας Κυνουρίας

1) Άγιος Γεώργιος, ή Ενδύσσενα, ή Αιδέσινα


2) Άγιος Δημήτριος, ή Ρεοντινόν
3) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Εγκλειστούρι
4) Άγιος Νικόλαος, ή Κοντολινά
5) Θεοτόκος, ή Παλαιοπαναγιά
6) Άγιοι Ταξιάρχαι, ή Μουρά
7) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος
8) Ζωοδόχος Πηγή, ή Μονή Αρώματος
9) Αγία Τριάς
10) Άγιος Γεώργιος εις Άγιον Γεώργιον
11) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μαρή

Μονές Επαρχίας Μεγαλουπόλεως

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Αγία Μονή


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παναγία Κραμποβού
3) Άγιος Δημήτριος, ή Μονή Τουρκολέκα
4) Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Χοντάλου
5) Αγία Σολομωνή εις Άκοβον
40

Νομός Μεσσηνίας

Μονές Επαρχίας Καλαμών

1) Προφήτης Ηλίας εις Καλάμας


2) Αγία Τριάς
3) Άγιος Αντώνιος Σίτσοβας
4) Άγιοι Απόστολοι εις Μικρήν Αναστάσοβαν
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Σιδερόπορτα
6) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, Σίτσοβας
7) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Μελές
8) Ζωοδόχος Πηγή εις Κουτσαβά Λαδά
9) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος του Σουλούμπεη

Μονές Επαρχίας Μεσσήνης

1) Άγιοι Ταξιάρχαι εις'Κωνσταντίνους

2) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Ανδριανομοναστήριον, ή Ανδρομονάστηρον

Μονές Επαρχίας Ολυμπίας

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Σεπετόν, ή Μονή Σεπετού


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παναγούλα εις Βολάντζαν
3) Μεταμορφώσεως Σωτήρος εις Αγουλινίτσαν

4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Ζούρτσας

Μονές Επαρχίας Πυλίας

1) Άγιος Νικόλαος
2) Θεοτόκος, ή Παναγία Κριβιτσανή

3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Χρυσοκελλαριά

Μονές Επαρχίας Τριφυλίας

1) Γέννησις Θεοτόκου, ή Κατσιμικάδος


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Αγρίλι

3) Κυπαρισσίας. (Μετόχιον της Μητροπόλεως)

Νομός Λακωνίας

Μονές Επαρχίας Λακεδαίμονος

1) Θεοτόκος, ή Παντάνασσα
2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παλαιόχωρα, εις Λογκάστραν
3) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, εις Τρύπην
4) Ζωοδόχος Πηγή, ή Μονή Μπαρσενίκου ή Βαρσινίκου
5) Άγιος Δημήτριος, ή Μονή Αναβρυτής
6) Εισόδια Θεοτόκου, ή Ζαγούνα, εις Αναβρύτην
7) Προφήτης Ηλίας, ή Μονή Δάφνης, εις Γεράκι
8) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, εις Γεράκι
41

9) Γέννησις Θεοτόκου, ή Κελλίον, εις Τσίντσινα


10) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Σιντζάφη
11) Γέννησις Θεοτόκου, ή Βαρ βίτσα
12) Γέννησις Θεοτόκου, ή Ρεματιανή
13) Κοιμήσεως Θεοτόκου εις Βρέσθενα, ή Βρεσθενίτικη Παναγιά
14) Άγιος Γεώργιος, ή Λογκανίκος
15) Άγιος Γεώργιος, ή Ρεκίτσα
16) Προφήτης Ηλίας Χειμάρρου εις Γεωργίτσι
17) Κοιμήσεως Θεοτόκου εις Αγόριανην
18) Άγιος Βασίλειος εις Αρκασάδες
19) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Κούμαρη
20) Ζωοδόχος Πηγή, ή Παναγία Καταφυγιώτισσα

Μονές Επαρχίας Γυθείου

1) Άγιος Γεώργιος, ή Αεφτή Συκιά


2) Άγιοι Ταξιάρχαι
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου εις Αχίλλειον
4) Μεταμορφώσεως Σωτήρος εις Πιόντες
5) Άγιος Γεώργιος εις Κόζια
6) Άγιος Γεώργιος, ή Πηλαλοκονάκια

Μονές Επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παραδεισιώτισσα


2) Άγιος Γεώργιος, ή Γέρακας, ή Πύλα του Γέρακα
3) Άγιος Θεόδωρος, ή Χάρακας
4) Θεοτόκος ή Παναγία Χωμάτισσα, ή Χειματίσσα
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Τεριών

Επαρχία Οιτύλου

1) Ζωοδόχος Πηγή, ή Παναγία Τσέπα


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Χελμού
3) Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Βελανιδιάς
4) Άγιος Νικόλαος, ή Γκουνέκια, εις Αλτομυρά
5) Άγιοι Ταξιάρχαι
6) Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες
7) Αγία Τριάς, εις Κάμπον
8) Άγιος Δημήτριος, ή Κάτω Χώρα, εις Κρημνόν
9) Άγιος Κωνσταντίνος εις Καστανέαν
10) Άγιος Νικόλαος, ή Γουρώτο

Νομός Ευβοίας

Μονές Επαρχίας Καρυστίας

1) Άγιος Γεώργιος ή Κούτσουρο


2) Άγιος Γεώργιος ή Μερνάγι
3) Άγιος Δημήτριος ή Μονή Καταρράκτου
42

4) Μεταμορφώσεως Σωτήρος ή Μονή Γερμανού


5) Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Κορακιών
6) Άγιος Γεώργιος Μαύρου
7) Άγιος Δημήτριος εν Σκύρω
8) Γενέσιον Χριστού, ή Μονή Μαυρουνά, εν Σκύρω

9) Αγία Τριάς, εις Στύρα

Μονές Επαρχίας Ξηροχωρίου

Μονές Επαρχίας Σκοπέλου

1) Άγιος Γεώργιος, εις νησίδα Αγίου Γεωργίου


2) Γέννησις Θεοτόκου, εις Κυρά-Παναγιάν
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου εις Αλόννησον
4) Ευαγγελισμός Θεοτόκου, εις Σκάντζουρα
5) Ζωοδόχος Πηγή, ή Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Γιούρα
6) Άγιοι Απόστολοι, εις Γλώσσαν Σκοπέλου
7) Ευαγγελισμός Θεοτόκου, εις Γλώσσαν Σκοπέλου
8) Άγιος Νικόλαος, εις Αιγιαλόν ή Λουτράκι
9) Εισόδια Θεοτόκου, ή Κουνίστρα
10) Άγιος Χαράλαμπος, εις Σκίαθον
11) Άγιος Ευστάθιος, εις Σκόπελον
12) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Αγία Μονή, εις Σκόπελον
13) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος εις Σκόπελον
Μονές Επαρχίας Χαλκίδος

1) Άγιος Νικόλαος, ή Κουτουρλομετόχι


2) Άγιος Γεώργιος, ή Αρμα
3) Θεοτόκου Εννεαήμερα, ή'Ερια
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Θεολόγος

Νομός Κυκλάδων

Μονές Επαρχίας Άνδρου

1) Αγία Ειρήνη, εν Άνδρω

2) Αγία Μαρίνα, εις Άνδρον

Μονές Επαρχίας Θήρας

1) Άγιος Διονύσιος, εν'Ιω


2) Άγιος Γεώργιος, εις Πύργον Θήρας

3) Αγία Τριάς, εις Πύργον Θήρας. (Μονή Γυναικεία)

Μονές Επαρχίας Κέας

1) Γέννησις Θεοτόκου, ή Παναγία Στρατολάτισσα, εις Κύθνον


2) Άγιος Ιωάννης, ο Πρόδρομος, εις Δρυοπίδα Κύθνου
3) Άγιοι Ταξιάρχαι, εις Βελίδι. (Θερμιά - Κύθνος)
43

4) Άγιοι Ταξιάρχαι, εις Μηλιές Κύθνου


5) Αγία Αννα, εις Κέαν
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Καστριανή, εις Κέαν
7) Αγία Μαρίνα
8) Άγιος Γεώργιος, Κατακέφαλα, εις Κύθνον
9) Προφήτης Ηλίας, εν Κύθνω
10) Γέννησις Θεοτόκου, ή Κανάλι, εις Κύθνον
11) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, εις Χωριδάκι Κύθνου
12) Παναγία Νείκους, εις Κύθνον

Μονές Επαρχίας Μήλου

1) Άγιος Γεώργιος, εις Μήλον


2) Αγία Μαρίνα, εις Μήλον
3) Ζωοδόχος Πηγή, εις Σίκινον
4) Άγιος Ιωάννης, ο Θεολόγος ή Μονή Μουγγού, εν Σίφνω
5) Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος ή Φυτεία, εν Σίφνω
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Φολέγανδρον

Μονές Επαρχίας Νάξου

1) Καταστάσεως, Φωτοδότης, εν Νάξω


2) Άγιοι Ταξιάρχαι, εις Νάξον
3) Υπαπαντή Χριστού ή Υψηλότερα, εν Νάξω
4) Όσιος Αντώνιος, εν Πάρω
5) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ο Σπηλαιώτης, εν Πάρω. (Μετόχιον της διαλελυμένης
Μονής του εν Πάρω Οσίου Αντωνίου)
6) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, εν Πάρω
7) Άγιοι Ταξιάρχαι, εν Πάρω. (Μονή διαλελυμένη. Μετόχιον Μονής Λογγοβάρδας)
8) Άγιος Μηνάς, εν Πάρω
9) Μονή Τιμίου Σταυρού, εν Νάξω
10) Γέννησις Χριστού, ή Καληωρίτισσα, εν Νάξω

Μονές Επαρχίας Σύρου

1) Άγιος Γεώργιος, εις Δήλον

2) Παλαιοκαστριανή, εις Μύκονον. (Μονή Γυναικεία)

Μονές Επαρχίας Τήνου

1) Γέννησις Θεοτόκου ή Καταπολιανή ή Εκατονταπυλιανή, εν Τήνω


2) Αγία Μονή, εν Τήνω
3) Αγία Παρασκευή, εις Τήνον
44

Πίν ΙΙΙ.2

Οι διατηρούμενες μονές του ελληνικού βασιλείου βάσει των περιεχομένων των

Γενικών Αρχείων του Κράτους15

Νομός Αττικής και Βοιωτίας

Μονές Επαρχίας Αττικής


1) Αγία Αικατερίνη, εν Αθήναις. (Ναός εις την συνοικίαν Πλάκας. Μετόχιον του
Όρους Σινά)
2) Άγιοι Ανάργυροι, εν Αθήναις. (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
3) Άγιοι Απόστολοι, εν Αθήναις. (Μετόχιον της εν Άθωνι Λαύρας)
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Πεντέλης
5) Άγιοι Ταξιάρχαι, ή Ασώματοι, ή Μονή Πετράκη, εν Αθήναις
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Κλειστών

7) Ευαγγελισμός Θεοτόκου, ή Καλολιβάδι

Μονές Επαρχίας Αιγίνης

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Λεόντιος, εις Αίγιναν

Μονές Επαρχίας Θηβών

1) Γέννησις Θεοτόκου, ή Μονή Πελαγίας


2) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Μονή Σαγρατά
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μακαριώτισσα
4) Άγιοι Ταξιάρχαι
5) Προφήτης Ηλίας Τζάτζαρη, εις Δερβενοσάλεσι. (Μετόχιον του Όρους Σινά)
Μονές Επαρχίας Λεβαδείας

1) Όσιος Λουκάς Στηριώτης


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Σκριπού
3) Όσιος Σεραφείμ, ή Μονή Δομπού
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Ιερουσαλήμ

Μονές Επαρχίας Μεγαρίδος

1) Όσιος Μελέτιος
2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Φανερωμένη εις Σαλαμίνα

Νομός Φθιώτιδας και Φωκίδος

Μονές Επαρχίας Φθιώτιδος

1) Γέννησις Θεοτόκου ή Μονή Αντινίτσης. (Μετόχιον)


2) Άγιος Γεώργιος εις Γαρδίκι Λαμίας. (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)

Γ.Α.Κ., ό.π., σελ. 312-371.


45

3) Αγίας Λαύρας, της εν Άθωνι, Μετόχιον εις Γαρδίκι Λαμίας


4) Αγίου Τάφου Μετόχιον εις Σούρπην

5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Αγάθωνος

Μονές Επαρχίας Δωρίδος

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Βαρνάκοβας

Μονές Επαρχίας Λοκρίδος

1) Άγιος Κωνσταντίνος
2) Γέννησις Θεοτόκου ή Μονή Δαδίου.
3) Άγιος Χαράλαμπος παρά το Δαδί. (Μετόχιον της Μονής Μετεώρων)
4) Άγιος Γεώργιος ή Μονή Μαλεσίνης
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Αγίας Μαρίνης. (Μετόχιον της Μονής Δομπού)
Μονές Επαρχίας Παρνασσίδος

1) Μετόχιον της Μονής Παντοκράτορος του Αγίου Όρους, εις Άμφισσαν


2) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Δεσφίνης

3) Προφήτης Ηλίας

Νομός Αιτωλίας και Ακαρνανίας

Μονές Επαρχίας Μεσολογγίου

1) Μετόχιον Όρους Σινά, εις Αιτωλικόν


2) Γέννησις Θεοτόκου, ή Κατερινού
3) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Παντοκράτωρ
Μονές Επαρχίας Βάλτου

Μονές Επαρχίας Βονίτσης και Ξηρομέρου

1) Μετόχιον Αγίου Τάφου, εις Μπαμπίνι

2) Γέννησις Θεοτόκου, ή Μονή Ρόμβου

Μονές Επαρχίας Ευρυτανίας

1 ) Γέννησις Θεοτόκου, ή Τατάρνα


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Προυσσού

Μονές Επαρχίας Ναυπακτίας

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παναγιά η Αμπελακιώτισσα, ή Μονή Κοζίτσης

Μονές Επαρχίας Τριχωνίας

1) Εισόδια Θεοτόκου, ή Μονή Μυρτιάς


46

Νομός Αργολίδος και Κορινθίας

Μονές Επαρχίας Ναυπλίας

1) Άγιος Δημήτριος, ή Μονή Καρακαλά


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Αγνούντος
3) Άγιοι Ταξιάρχαι, εν Επιδαύρω

4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Ταλαντίου

Μονές Επαρχίας Άργους

Μονές Επαρχίας Κορινθίας

1) Προφήτης Ηλίας εις Ζαχόλην


2) Άγιος Δημήτριος, ή Μονή Στεφανίου
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Φανερωμένη
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Βράχου
5) Άγιος Νικόλαος, ή Καλαί Νήσοι, ή Μονή Περαχώρας
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Λέχοβας
7) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Σολυγείας, ή Σοφικού
8) Άγιος Βλάσιος εις Τρίκαλα Σικυώνος
9) Άγιος Γεώργιος ο Φονιάς, ή Μονή Φενεού
Μονές Επαρχίας Σπετσών και Ερμιονίδος

1) Άγιος Νικόλαος εις Σπέτσας


2) Άγιοι Ανάργυροι παρά το Καστρί
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Κοιλάδος

Μονές Επαρχίας Ύδρας και Τροιζηνίας

1) Προφήτης Ηλίας ενΎδρα


2) Αγία Τριάς εν Ύδρα

3) Ζωοδόχος Πηγή εις Πόρον

Νομός Αχαΐας καιΉλιδος

Μονές Επαρχίας Πατρών

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Γηροκομείον


2) Γέννησις Θεοτόκου, ή Φιλοκάλι
3) Αγία Μαρίνα, ή Μονή Μαρίτσης
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Ελεούσα
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Νοτενών
6) Άγιοι Πάντες
7) Γέννησις Θεοτόκου, ή Χρυσοποδαρίτισσα
8) Εισόδια Θεοτόκου, ή Ομπλού
9) Ευαγγελισμός Θεοτόκου, ή Ευαγγελίστρια εις Νεζερά
10) Άγιοι Ταξιάρχαι, ή Μονή Μπαμπιώτου
47

Μονές Επαρχίας Αιγιαλείας

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Πεπελενίτσα. (Μονή Γυναικεία)


2) Άγιοι Ταξιάρχαι
3) Αγία Τριάς Ακράτας
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Αγία Μονή. (Μονή Γυναικεία)
5) Άγιος Νικόλαος Διακοφτού
6) Αγία Τριάς Διακοφτού εις Κούντουρα

Μονές Επαρχίας Ηλείας

1) Άγιος Διονύσιος, ή Μονή Στροφάδων. (Μετόχιον του εν Ζακύνθω Αγίου


Διονυσίου)
2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Σκαφιδιάς
3) Άγιος Νικόλαος, ή Φραγκοπήδημα. (Μετόχιον της Μονής Σκαφιδιάς)
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Γερμοτσανίου, ή Πορετσού
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Άνω Δίβρη, ή Χρυσοπηγή
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Κάτω Δίβρη
7) Άγιος Αθανάσιος εις Λεχαινά. (Μετόχιον της Μονής Βλαχερνών)
8) Γέννησις Θεοτόκου, ή Μονή Βλαχερνών
9) Υπεραγία Θεοτόκος, ή Παναγία Αηλιάδα, ή Επανωχωρίτισσα εις Αηλιά.
(Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
10) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Κρεμαστής
11) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Πρόδρομος Νίκαβας. (Μετόχιον του Αγίου
Τάφου)

Μονές Επαρχίας Καλαβρύτων

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Αγία Λαύρα


2) Άγιοι Θεόδωροι
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μακελλαριά
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Μεγάλου Σπηλαίου
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου εις Άρμπουνα. (Μονύδριον ιδιωτικόν του Χριστόφορου
Παναγιωτοπούλου, ή Παππουλάκου)
6) Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Βλάσιας
7) Άγιος Αθανάσιος εις Φίλια.
8) Ευαγγελισμός Θεοτόκου, ή Ευαγγελίστρια εις Στρέζοβαν
9) Άγιοι Απόστολοι εις Χάσια, παρά το Περιθώρι

Νομός Αρκαδίας

Μονές Επαρχίας Μαντινείας

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Επάνω Χρέπας


2) Μετόχιον Αγίου Τάφου εις Τρίπολιν
3) Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Βαρσών
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Γοργοεπήκοος, ή Μονή Τσιπιανών
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Κανδήλας
48

Μονές Επαρχίας Γορτυνίας

1) Γέννησις Θεοτόκου, ή Μονή Αιμυαλών


2) Άγιοι Θεόδωροι
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Τσερνίτσα, ή Κερνίκη
4) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος

Μονές Επαρχίας Κυνουρίας

1 ) Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Καρυάς


2) Άγιος Νικόλαος, ή Σύντζια
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Ορθοκωστά
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παλαιοπαναγιά
5) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Λουκού
6) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μαλεβή
7) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Έλωνας

8) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος εις Καστρί

Μονές Επαρχίας Μεγαλουπόλεως

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μπούρα

Νομός Μεσσηνίας

Μονές Επαρχίας Καλαμών

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Δήμιοβας


2) Άγιος Κωνσταντίνος εν Καλάμαις. (Μονή Γυναικεία)
3) Ζωοδόχος Πηγή, ή Μονή Βελανιδιάς
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Μαρδακίου
5) Άγιος Γεώργιος εις Ασλάναγα, [αναφέρεται και ως Αγία Αικατερίνη]. (Μετόχιον
του Όρους Σινά)
6) Θεοτόκος εις Αί'ζαγα. (Μετόχιον της Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους)
Μονές Επαρχίας Μεσσήνης

1) Μετόχιον Γρηγοριάτικον, εις Νησίον


2) Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής Ξηροποτάμου, εις Νησίον
3) Μετόχιον του Όρους Σινά, εις Νησίον
4) Μετόχιον του Αγίου Τάφου, εις Νησίον

5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Βουλκάνου

Μονές Επαρχίας Ολυμπίας

Μονές Επαρχίας Πυλίας

Μονές Επαρχίας Τριφυλίας

1) Άγιος Νικόλαος εις Φιλιατρά. (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)


2) Άγιος Γεώργιος, ή Αγια. (Μετόχιον της Μονής Αγίων Θεοδώρων Γόρτυνος)
49

Νομός Λακωνίας

Μονές Επαρχίας Λακεδαίμονος

1) Άγιοι Θεόδωροι εις Σπάρτην. Μετόχιον του Αγίου Τάφου


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Αλαΐμπεη. Μετόχιον του Αγίου Τάφου
3) Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής Ιβήρων, εις Άγιον Ιωάννην
4) Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Καστρίον
6) Άγιοι Ανάργυροι
7) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Ζερμπίτσα
8) Ζωοδόχος Πηγή, ή Γόλα

Μονές Επαρχίας Γυθείου

Μονές Επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς

Μονές Επαρχίας Οιτύλου

1) Προφήτης Ηλίας. Μετόχιον του Αγίου Τάφου


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Κουσκουνίου των Χρυσικάκηδων. (Μονή
ιδιωτική)
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου εις Άνω Δολούς, ή Γεράνικα, ή Μονή Γερανιάνων. (Μονή
ιδιωτική)
4) Άγιος Νικόλαος, ή Μαρβινίτσα, ή Μαρδίνιτσα. (Μονή ιδιωτική)
5) Γέννησις Θεοτόκου, ή Βαϊδενίτσα. (Μονή ιδιωτική)
6) Προφήτης Ηλίας, ή Κακοβούνι, εις Λαγκάδαν. (Μονή ιδιωτική)
7) Γέννησις Θεοτόκου εις Ρήγκλια. Μετόχιον του Αγίου Τάφου

Νομός Ευβοίας

Μονές Επαρχίας Καρυστίας

1) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (Γεννέσιον του Προδρόμου), ή Μονή Καρνών


2) Άγιος Χαράλαμπος, ή Μονή Λευκών
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Κλιβάνου
4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Μάντζαρη
5) Λαύρα (Άθωνος). Μετόχιον εις Κύμην
6) Μεταμορφώσεως Σωτήρος ή Σωτήρ

7) Άγιος Γεώργιος εις Σκύρον. (Μετόχιον της εν Άθωνι Λαύρας)

Μονές Επαρχίας Ξηροχωρίου

1) Άγιος Γεώργιος ή Ήλια

Μονές Επαρχίας Σκοπέλου

1) Ζωοδόχος Πηγή, εις Πεπάρηθον. (Μετόχιον της Μονής Ευαγγελισμού Σκιάθου)


2) Άγιοι Ταξιάρχαι, εις Σκόπελον. (Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής Ξηροποτάμου)
3) Ευαγγελισμός Θεοτόκου ή Αγαλιανού
50

4) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εις Σκίαθον. (Μετόχιον της Μονής Ευαγγελιστρίας


Σκιάθου)
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Κεχρεαί, εις Σκίαθον. (Μετόχιον της Μονής
Ευαγγελιστρίας Σκιάθου)
6) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, εις Σκίαθον. (Μετόχιον της Μονής Ευαγγελιστρίας
Σκιάθου)
7) Άγιος Αρτέμιος, εις Σκόπελον. (Μονή ιδιωτική)
8) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Επισκοπή, εις Σκόπελον. (Μονή ιδιωτική)
9) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ή Κουτρονάκι, εις Σκόπελον. (Μετόχιον της
Μεγίστης Λαύρας του Άθωνος)
10) Άγιος Νικόλαος, εις τους Κήπους. (Μονή ιδιωτική)
11) Ζωδόχος Πηγή, εις Σκόπελον, (Μετόχιον του Όρους Σινά)
12) Άγιος Σάββας, εις Σκόπελον. (Μετόχιον της εν Σκοπέλω Ζωοδόχου Πηγής των
Σιναϊτών)
13) Μονή Τιμίου Σταυρού, εν Σκοπέλω. (Μονή ιδιωτική)
14) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, εις Σκόπελον. (Μετόχιον της εν Άθωνι Μονής
Ξηροποτάμου)

Μονές Επαρχίας Χαλκίδος

1) Όσιος Δαυΐδ, ή Μονή Γέροντος


2) Άγιος Νικόλαος ή Γαλατάκη
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Χιλιαδούς
4) Άγιος Δημήτριος, εις Στενήν
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Μακρυμάλλης
6) Άγιος Νικόλαος, ή Βάθεια

Νομός Κυκλάδων

Μονές Επαρχίας Άνδρου

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Παναγία έξω του Κάστρου. (Μετόχιον του Όρους Σινά)
2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Πανάχραντος, εν Άνδρω
3) Άγιος Νικόλαος, εν Άνδρω
4) Ζωοδόχος Πηγή ή Αγια και Αγια Μονή, εν Άνδρω. (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
5) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Μονή Τρομαρχίων

Επαρχία Θήρας

1) Άγιος Γεώργιος, εν Αμοργώ. (Μετόχιον Αγίου Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου)


2) Εισόδια Θεοτόκου, ή Χοζοβιώτισσα
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Καλαμιώτισσα
4) Παναγιά Τρανή, εις Μεγαλοχώρι Θήρας. (Μετόχιον του Αγίου Τάφου)
5) Άγιος Νικόλαος, εν Θήρα. (Μονή Γυναικεία)
6) Μονή Τιμίου Σταυρού, Μονή Αγ. Ιωάννου Θεολόγου και Μονή Σωτήρος.
(Μετόχιον Αγίου Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου)
7) Προφήτης Ηλίας, εν Θήρα
51

Μονές Επαρχίας Κέας

1) Άγιος Παντελεήμων, εις Κέαν. (Μετόχιον Αγίου Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου)
2). Άγιοι Ταξιάρχαι, εις Σέριφον

Μονές Επαρχίας Μήλου

1) Αγία Ελένη, Άγιος Ιωάννης Θεολόγος και Χριστός, εν Μήλω. (Μετόχιον Αγίου
Ιωάννου θεολόγου της Πάτμου).
2) Άγιος Σάββας, εις Μήλον
3) Άγιοι Ταξιάρχαι, εις Μήλον. (Μετόχιον Ταξιαρχών Σερίφου)
4) Άγιος Αρτέμιος, εν Σίφνω. (Μετόχιον της Μονής Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους)
5) Προφήτης Ηλίας, εν Σίφνω
6) Γέννησις Θεοτόκου ή Βρύσις, εν Σίφνω

Μονές Επαρχίας Νάξου

1) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Φανερωμένη, εν Νάξω


2) Άγιος Γεώργιος, εις Πάρον. (Μετόχιον της εν Νάξω Μονής Φανερωμένης)
3) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Ξεχωριανή, εν Πάρω. (Μετόχιον Ιωάννου Θεολόγου
Πάτμου)
4) Αγία Κυριακή, εν Νάξω. (Μετόχιον της εν Νάξω Μονής Φανερωμένης)
5) Άγιοι Τεσσαράκοντα, εν Νάξω. (Μετόχιον της Μονής Ξηροποτάμου)
6) Άγιος Ανδρέας, εν Πάρω. (Μονή ιδιωτική)
7) Άγιος Γεώργιος, Ημεροβίγλης, εν Πάρω. (Μονή ιδιόκτητη)
8) Ζωοδόχος Πηγή ή Λογγοβάρδα, εν Πάρω
9) Άγιοι Ανάργυροι, εις Πάρον
10) Υπαπαντή, Θαψανών, εν Πάρω. (Μετόχιον της Νέας Μονής Χίου)
11) Ευαγγελισμός Θεοτόκου, εν Πάρω. (Μετόχιον της εν Πάτμω Μονής του
Θεολόγου)
12) Μεταμορφώσεως Σωτήρος, ή Χριστός του Δάσους, εν Πάρω. (Μετόχιον
Εκατονταπυλιανής)

Μονές Επαρχίας Σύρου

1) Άγιος Γεώργιος, εις Μύκονον (Μονή ιδιωτική)

2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Τουρλιανή

Μονές Επαρχίας Τήνου

1) Μονή Δυτικού Δόγματος


2) Κοιμήσεως Θεοτόκου, εν Τήνω. (Μονή Γυναικεία)
52

Πίν ΙΠ.3
Τα αριθμητικά δεδομένα των διαλυμένων και των διατηρούμενων μονών
Νομός / Επαρχία Μονές Διαλυμένες Διατηρούμενες Ποσοστό %
Αττικής και Βοιωτίας 46 27 19 59
Αττικής 18 11 7 61
Αιγίνης 2 1 1 50
Θηβών 8 3 5 37,5
Λεβαδείας 9 5 4 55,5
Μεγαρίδος 9 7 2 78
Φθιώτιδος και Φωκίδος 41 27 14 66
Φθιώτιδος 19 14 5 73,6
Δωρίδος 5 4 1 80
Λοκρίδος 12 7 5 58
Παρνασσίδος 5 2 3 40
Αιτωλίας και Ακαρνανίας 85 76 9 89,4
Μεσολογγίου 19 16 3 84
Βάλτου 7 7 0 100
Βονίτσης και Ξηρομέρου 23 21 2 91
Ευρυτανίας 19 17 2 89,4
Ναυπακτίας 7 6 1 85,7
Τριχωνίας 10 9 1 90
Αργολίδος και Κορινθίας 36 17 19 47
Ναυπλίας 10 6 4 60
Αργούς 1 1 0 100
Κορινθίας 16 7 9 43,8
Σπετσών και Ερμιονίδος 4 1 3 25
Ύδρας και Τροιζηνίας 5 2 3 40
Αχαΐας και'Ηλιδος 49 13 36 26,5
Πατρών 14 4 10 28,5
Αιγιαλείας 7 1 6 14,2
Ηλείας 15 4 11 26,6
Καλαβρύτων 13 4 9 31
Αρκαδίας 45 27 18 60
Μαντινείας 8 3 5 37,5
Γορτυνίας 12 8 4 66,6
Κυνουρίας 19 11 8 58
Μεγαλουπόλεως 6 5 1 83
Μεσσηνίας 34 21 13 61,7
Καλαμών 15 9 6 60
Μεσσήνης 7 2 5 28,5
Ολυμπίας 4 4 100
Πυλίας 3 3 100
Τριφυλίας 5 3 2 60
Λακωνίας 56 41 15 73
Λακεδαίμονος 28 20 8 73
Γυθείου 6 6 100
Επιδαύρου Λιμηράς 5 5 100
Οιτύλου 17 10 7 53
Ευβοίας 54 26 28 48
Καρυ στιας 16 9 7 56
Ξηροχωρίου 1 1
Σκοπέλου 27 13 14 48
Χαλκίδος 10 4 6 40
Κυκλάδων 74 38 36 51,3
Ανδρου 7 2 5 28,5
Θήρας 10 3 7 30
Κέας 14 12 2 85,7
Μήλου 12 6 6 50
Νάξου 22 10 12 45,5
Σύρου 4 2 2 50
Τήνου 5 3 2 60
Σύνολο 520 313 207 60,2

6
Βλ. Πίν. III.1, ΙΙΙ.2. Γ.Α.Κ., ό.π., σελ. 312-371.
53

Πίνΐν

Των κατά το Κράτος υπαρχόντων μοναστηριών ανδρώων τε και γυναικείων

Νομός ΑΤΤΙΚΗΣ και ΒΟΙΩΤΙΑΣ

Επισκοπή Αθηνών

1) Πεντέλη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Αθηνών


2) Πετράκη, Ασώματοι »
3) Κλειστά, η Κοίμησις της Θεοτόκου Φυλής
4) Καλολειβάδι, ο Ευαγγελισμός Περαίας
5) Όσιος Μελέτιος Ελευσίνος
6) Φανερωμένη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Σαλαμίνος
7) Η Κοίμησις της Θεοτόκου Αιγίνης

Επισκοπή Θηβών και Λεβαδίας

1) Σαγματά, η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος Ακραιφνίου


2) Πελαγία, το Γενέσιον της Θεοτόκου »
3) Αγία Τριάς Πλαταιών
4) Μακαριώτισσα Θίσβης
5) Ταξιάρχαι Θίσβης
6) Δομπού, Όσιος Σεραφείμ Πέτρας
7) Ιερουσαλήμ, η Κοίμησις της Θεοτόκου Χαιρώνειας
8) Όσιος Λουκάς »
9) Σκριπού, η Κοίμησις της Θεοτόκου Ορχομενίων

10) Γρανίτζα, άγιος Γεώργιος Λεβαδίας

Νομός ΕΥΒΟΙΑΣ

Επισκοπή Χαλκίδος

1) Γέροντος, ο Όσιος Δαβίδ Αιγαίων


2) Γαλατάκη, Άγιος Νικόλαος Αιγαίων
3) Μακρυμάλλη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Χαλκιδέων
4) Άγιος Νικόλαος »
5) Άγιος Δημήτριος Ληλαντίων
6) Χιλιαδού, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
7) Ήλια, άγιος Γεώργιος Αιδηψίων
8) Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου Σκιάθου
Επαρχία Καρυστίας

1) Σωτήρ, (η Μεταμόρφωσις) Κυμαίων


2) Μάντζαρη, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
3) Κλιβάνου, η Κοίμησις της Θεοτόκου Κονιστρίων
4) Καρυών, το Γενέσιον του Προδρόμου Αυλώνος
17 2
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 148-161. Σπ. Κόκκινης, Τα μοναστήρια της Ελλάδος, Αθήνα 1999,
240-248.
54

5) Λευκών, άγιος Χαράλαμπος »

Νομός ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ και ΦΩΚΙΔΟΣ

Επαρχία Φθιώτιδος

1) Αγάθωνη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Υπάτης


2) Αντίνιτζα, το Γενέσιον της Θεοτόκου Λαμίας
3) Μαλεσίνης, ο άγιος Γεώργιος Λαρύμνης
4) Δαδίου, η Κοίμησης της Θεοτόκου Δρυ μίας
5) Άγιος Κωνσταντίνος Δαφνησίων
Επετράπη η ίδρυσις αυτού δια του από 7 Μαρτίου 1845 Βασιλικού Διατάγματος.

Επισκοπή Φωκίδος

1) Προφήτης Ηλίας Παρνασσίων


2) Πρόδρομος Αντικίρρας
3) Βαρνάκοβα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Ποτιδανείας

Νομός ΑΚΑΡΝΑΝΊΑΣ και ΑΙΤΩΛΙΑΣ

Επαρχία Ακαρνανίας και Αιτωλίας

1) Μυρτιά, τα Εισόδια της Θεοτόκου Παμφίας


2) Κατερινού, το Γενέσιον της Θεοτόκου Μακρυνείας
3) Ρόμβου, το Γενέσιον της Θεοτόκου Σολίου
4) Παντοκράτωρ, η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος Ωλενείας

Επισκοπή Ναυπακτίας και Ευρυτανίας

1) Κοζίτζα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Αποδοτίας


2) Πρωσσός, η Κοίμησις της Θεοτόκου Αρακυνθίων
Αγραίων
3) Τατάρνα, το Γενέσιον της Θεοτόκου

Νομός ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ και ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ

Επισκοπή Αργολίδος
Επιδαυρίων
1) Αγνούντος, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
2) Ταξιάρχαι Ναυπλιέων
3) Καρακαλλά, άγιος Δημήτριος Μήδειας
4) Ταλαντίου, η Κοίμησις της Θεοτόκου
Επισκοπή Κορινθίας

1) Φανερωμένη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Κλεωνών


2) Στεφάνι, άγιος Δημήτριος »
3) Σοφικού, η Κοίμησις της Θεοτόκου Σολυγείας
4) Άγιος Γεώργιος Φενεού
5) Προφήτης Ηλίας Ζαχόλης
55

6) Βράχος, η Κοίμησις της Θεοτόκου Νεμέας


7) Λέχοβα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Σικυώνος
8) Περαχώρα, άγιος Νικόλαος Περαχώρας

Επισκοπή Ύδρας και Σπετζών

1) Προφήτης Ηλίας Ύδρας


2) Ζωοδόχος Πηγή Τροιζήνος
Κρανιδίου
3) Κοιλάδος, η Κοίμησις της Θεοτόκου

Νομός ΑΧΑΪΑΣ και ΗΛΙΔΟΣ

Επισκοπή Πατρών και Ηλείας


1) Γηροκομείον, η Κοίμησις της Θεοτόκου Πατρών
2) Μαρίτζα, αγία Μαρίνα Δύμης
3) Φιλοκάλι, το Γενέσιον της Θεοτόκου »
4) Ομλού, τα Εισόδια της Θεοτόκου Φαρών
5) Μπαμπιώτου Ταξιάρχαι »
6) Ευαγγελίστρια, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου »
7) Χρυσοποδαρίτισσα, το Γενέσιον της Θεοτόκου »
8) Νοτενών, η Κοίμησις της Θεοτόκου Τριταίων
9) Άγιοι Πάντες »
10) Ελεούσα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Εριναίων
11) Σκαφιδία, η Κοίμησις της Θεοτόκου Λετρίνων
12) Βλαχέρναι, το Γενέσιον της Θεοτόκου Μυρτουντίων
13) Πορετζού, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
14) Άνω Δίβρη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Λαμπείων
15) Κάτω Δίβρη, το Γενέσιον της Θεοτόκου »
16) Κρεμαστή, η Κοίμησις της Θεοτόκου Ωλένης

Επισκοπή Καλαβρύτων και Αιγιαλείας

1) Λαύρα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Καλαβρύτων


2) Άγιοι Θεόδωροι Αροανείας
3) Μεγασπήλαιον, η Κοίμησις της Θεοτόκου Κερπινής
4) Μακελλαρία, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
5) Άγιος Αθανάσιος Κλειτορίας
6) Άγιοι Απόστολοι Φελλόης
7) Βλάσια, άγιος Νικόλαος Λάπαθων
8) Ταξιάρχαι Αιγίου
9) Πεπελενίτζα, η Κοίμησις της Θεοτόκου » (Γυναικείον)
10) Αγία Τριάς Αιγείρας
11) ΑγίαΤριάς Βουρών
12) Άγιος Νικόλαος »
13) Αγία Μονή, η Κοίμησις της Θεοτόκου » (Γυναικείον)
56

Νομός ΑΡΚΑΔΙΑΣ

Επισκοπή Μαντινείας και Κυνουρίας

1 ) Κηπιανά, η Κοίμησις της Θεοτόκου Μαντινείας


2) Επάνω Χρέπα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Τριπόλεως
3) Βάρσαι, ο άγιος Νικόλαος Κορυθίου
4) Κανδήλα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Ορχομενού
5) Πρόδρομος Τανίας
6) Μαλεβή, η Κοίμησις της Θεοτόκου Πάρνωνος
7) Λουκού, η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος Θυρέας
8) Παλαιά Παναγία, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
9) Ορθοκωστά, η Κοίμησις της Θεοτόκου Βρασιών
10)Έλωνη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Σελληνούντος
11) Καρυά, ο άγιος Νικόλαος Λιμναίου
12) Σίντζα, ο άγιος Νικόλαος »

Επισκοπή Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως

1) Αιμυαλοί, το Γενέσιον της Θεοτόκου Θεισόας


2) Κερνίκη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Νυμφασίας
3) Άγιοι Θεόδωροι Νυμφασίας
4) Πρόδρομος Τρικολώνων
5) Μπούρα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Φαλαισίας

Νομός ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ

Επισκοπή Μεσσηνίας

1) Βουλκάνος, η Κοίμησις της Θεοτόκου Ιθώμης


2) Βελανίδια, η Ζωοδόχος Πηγή Καλαμών
3) Δήμοβα, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
4) Μαρδακίου, η Κοίμησις της Θεοτόκου Αλαγωνίας
5) Χρυσοκελλαρία, η Κοίμησις της Θεοτόκου Κολωνίδων

Επισκοπή Τριφυλίας και Ολυμπίας

Νομός ΛΑΚΩΝΙΑΣ

Επισκοπή Μονεμβασίας και Σπάρτης

1) Ζερμπίτζα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Φάριδος


2) Γόλα, η Ζωοδόχος Πηγή Φελλίας
3) Καστόριον, η Κοίμησις της Θεοτόκου Καστορίου
4) Άγιοι Τεσσαρόκοντα Μάρτυρες Θεραπνών
5) Άγιοι Ανάργυροι Οινούντος

Επισκοπή Γυθείου

1) Πηλαλοκονάκια, ο άγιος Γεώργιος Μαλευρίου


57

2) Γωνία, η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος Κολοκυνθίου


3) Κότρων, η Κοίμησις της Θεοτόκου Καρυουπόλεως
4) Βερίτζα, ο άγιος Γεώργιος »

Επισκοπή Οιτύλου

1) Άγιος Γεώργιος Αβίας


2) Μαραβινίτζα, άγιος Νικόλαος »
3) Άγιος Νικήτας »
4) Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος »
5) Γριντίστη, ο προφήτης Ηλίας »
6) Λυκάκη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Καρδαμύλης
7) Στρίτιτζι, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
8) Βαϊδενίτζα, το Γενέσιον της Θεοτόκου »
9) Σαμουήλ, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
10) Φανερωμένη, η Ζωοδόχος Πηγή »
11) Μπογονίτζα, η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος »
12) Άγιος Δημήτριος Λεύκτρου
13) Πρόδρομος »
14) Προφήτης Ηλίας »
15) Σπηλαιώτισσα, το Γενέσιον της Θεοτόκου Οιτύλου
16) Αγία Τριάς »
Μέσσης
17) Άγιος Σπυρίδων

Νομός ΚΥΚΛΑΔΩΝ

Επισκοπή Σύρου και Τήνου


1) Τουρλιανή, η Κοίμησις της Θεοτόκου Μυκόνου
2) Προφήτης Ηλίας Σίφνου
3) Βρύσις, το Γενέσιον της Θεοτόκου »
4) Η Κοίμησις της Θεοτόκου Τήνου (Γυναικείον)

Επισκοπή Άνδρου και Κέας

1 ) Πανάχραντος, η Κοίμησις της Θεοτόκου Άνδρου


2) Αγία, η Ζωοδόχος Πηγή Γαυρίου
3) Άγιος Νικόλαος Άνδρου
4) Τρομάρχια, η Κοίμησις της Θεοτόκου »
5) Ταξιάρχαι Σερίφου

Επισκοπή Νάξου

1) Λόγκο βάρδα, η Ζωοδόχος Πηγή Ναούσης


2) Φανερωμένη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Απειρανθίας

Επισκοπή Θήρας

1) Προφήτης Ηλίας Καλλίστης


2) Χοζοβιώτισσα, τα Εισόδια της Θεοτόκου Αμοργού
58

3) Καλαμιώτισσα, η Κοίμησις της Θεοτόκου Ανάφης


4) Άγιος Νικόλαος Θήρας (Γυναικείον)

Πίν IV.1

Ανακεφαλαίωση των στοιχείων του Α. Μάμουκα

Επισκοπή Μονές Ποσοστό %


Αθηνών 7 4,6
Θηβών και Λεβαδίας 10 6,5
Χαλκίδος 8 5,2
Καρυστίας 5 3,2
Φθιώτιδος 5 3,2
Φωκίδος 3 2
Ακαρνανίας και Αιτωλίας 4 2,6
Ναυπακτίας και Ευρυτανίας 3 2
Αργολίδος 4 2,6
Κορινθίας 8 5,2
Ύδρας και Σπετσών 3 2
Πατρών και Ηλείας 16 10,5
Καλαβρύτων και Αιγιαλείας 13 8,5
Μαντινείας και Κυνουρίας 12 7,9
Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως 5 3,2
Μεσσηνίας 5 3,2
Μονεμβασίας και Σπάρτης 5 3,2
Γυθείου 4 2,6
Οιτύλου 17 11,2
Σύρου και Τήνου 4 2,6
Άνδρου και Κέας 5 3,2
Νάξου 2 1,2
Θήρας 4 2,6
Ανδρικές μονές 148 97,3
Γυναικείες μονές 4 2,7
Σύνολο 152 100

Πηγή: Πίν. IV
59

Πίνν

Οι διατηρούμενες μονές της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοποννήσου.

Όνομα μονής Τόπος Μοναχοί


Επισκοπή Αττικής 58
της Θεοτόκου Πεντέλης Μαρούσι 9
των Ταξιαρχών. (Πετράκη) Αθήνα 12
της Ευαγγελίστριας Καλολιβάδι Κάλαμος 12
της Θεοτόκου Κλειστών Αχαρναί 8
του Οσίου Μελιγού Ελευσίς 17
Επισκοπή Βοιωτίας 115
της Θεοτόκου Μακαριωτίσσης Θήβα 13
των Ταξιαρχών Λεβαδία 12
του Οσίου Σεραφείμ, Δομπού Λεβαδία 18
της Θεοτόκου, Ιερουσαλήμ Λεβαδία 26
της Θεοτόκου, Δαδί Λεβαδία 9
της Θεοτόκου, Σκριπού. Λεβαδία 8
του Αγίου Γεωργίου, Γρανίτσας Λεβαδία 6
της Μεταμορφώσεως, Σαγρατά Θήβα 9
Αγίας Τριάδος, Κυθαιρώνος Θήβα 7
της Θεοτόκου Πελαγίας Θήβα 7
Επισκοπή Αιγίνης 23
της Θεοτόκου, Λεοντίου Αίγινα 9
της Θεοτόκου, Φανερωμένης Σαλαμίς 14
Επισκοπής Αργολίδος 70
της Θεοτόκου, Αγνούντος Επίδαυρος 12
των Ταξιαρχών Επίδαυρος 13
της Θεοτόκου, Ταλαντίου Αραχναίο 10
Αγίου Δημητρίου, Καρακαλά Ναυπλίας 9
της Θεοτόκου, Κοιλάδος Ερμιονίς 8
των Αγίων Αναργύρων Ερμιονίς 7
Ζωοδόχου Πηγής Καλαυρία 11
Επισκοπή Ύδρας 16
Προφήτη Ηλιου Ύδρα 16
Αγίου Δημητρίου Στεφάνι
Επισκοπή Κορινθίας
της Θεοτόκου Σοφικόν
της Φανερωμένης
της Θεοτόκου του Βράχου
της Θεοτόκου Λέχοβας
του Αγίου Γεωργίου Φενεού
του Προφήτη Ηλιου Ζάχολη

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1.
60

Όνομα μονής Τόπος Μοναχοί


Επισκοπή Αχαΐας 123
Της Θεοτόκου, Χρυσοπηγής 10
Της Θεοτόκου Νοτενών Νοτενά 8
Του... Σκαφιδιάς Ηλείας 8
Της Θεοτόκου, Πορετσού 6
Του Αγίου Νικολάου Φραγκοπήδημα 6
Των Αγίων Πάντων Βελιμάχι 10
Της Αγίας Μαρίνας, ή Μαρίτσας Τσάϊλος 6
Του Αγίου Αθανασίου, εις Φίλια Διποταμία 8
Της Θεοτόκου, Ελεούσης Τζετζεβού 6
Της Θεοτόκου, Μπαμπιώτου Μέντζενα 5
Των Αγίων Θεοδώρων Αναστάσοβα 20
Της Θεοτόκου, Φιλοκάλι 6
Της Θεοτόκου, των Βλαχερνών Ηλεία 5
Της Θεοτόκου, Ομπλού , Πάτρα 6
Της Θεοτόκου, του Γηροκομείου Πάτρα 7
Της Θεοτόκου Ευαγγελίστριας Νεζερά 6
Επισκοπή Κυναίθης 179
Των Αγίων Αποστόλων 7
Της Θεοτόκου, Μακελαρίτισσας 8
Θεοτόκου, Χρυσοποδαρίτισσας 6
Του Αγίου Νικολάου Αγ. Βλάσηδες 7
Της Θεοτόκου, Λαύρας Κυναίθα 28
Της Θεοτόκου, Μεγάλου Σπηλαίου 123
Επισκοπή Αιγιαλείας 94
Της Αγίας Τριάδος Κούντουρα 6
Του Αγίου Νικολάου Διακοπτόν 7
Της Αγίας Τριάδος Ακράταν 10
Των Ταξιαρχών Αίγιον 61
Επισκοπή Μαντινείας και Μεγαλουπόλεως 57
Της Θεοτόκου, του Μπούρα Μεγαλούπολις 7
Της Θεοτόκου, Επάνω Χρέπας Μαντινεία 9
Του Αγίου Νικολάου, Βαρσών 21
Της Θεοτόκου, Τσιπιανών Μαντινεία 10
Της Θεοτόκου, Κανδήλας 10
Επισκοπή Γορτύνης 21
Της Θεοτόκου, Τσερνίτσης 9
Της Θεοτόκου, Αιμυαλών 12
Επισκοπή Μεσσήνης. 27
Της Θεοτόκου, Μαρδακίου 6
Της Ζωοδόχου Πηγής, Βελανιδιάς 7
Της Θεοτόκου, Βουλκάνου 14
Επισκοπή. Λακεδαίμονος 35
Της Θεοτόκου Καστρί 7
Του Αγίου Γεωργίου Πρασιάς 7
Της Θεοτόκου, Έλωνας Πραστός 11
Της Θεοτόκου, Ζερμπίτσα 10
61

Όνομα μονής Τόπος Μοναχοί


Επισκοπή Κυνουρίας 63
Της Ορθοκωστάς Πραστός 15
Της Καρυάς Πραστός 11
Της Σίντσας Πραστός 11
Του Προδρόμου Καστρί 7
Της Μαλεβής 7
Της Παλαιοπαναγιάς 12
Επισκοπή Σελλασίας 21
Των Αγίων Αναργύρων Λακεδαίμων 9
Των Αγίων Τεσσαράκοντα Λακεδαίμων 12
Επισκοπή Ακαρνανίας 37
Της Θεοτόκου, του Ρομβού Ακαρνανίας 7
Της Μυρτιάς Κουρήτη 16
Της Θεοτόκου, Αμπελακιώτισσας Ναυπακτίας 7
Της Θεοτόκου, Κατερίνης 7
Επισκοπή Φωκίδος 150
Της Θεοτόκου, Βαρνάκοβας Δωρίδος 11
Του Προδρόμου Δεσφίνη 23
Του Προφήτου Προδρόμου Παρνασσού 26
Της Θεοτόκου, Μακρυμάλι 12
Του Αγίου Δημητρίου Στενή 15
Του Αγίου Νικολάου Βάθεια 7
Του Αγίου Νικολάου Γαλατάκι 8
Της Θεοτόκου Χιλιαδού 7
Του Αγίου Γεωργίου Ήλιαν 25
Του Οσίου Δαβίδ Γέροντα 16
Επισκοπή Καρυστίας 38
Της Καρυάς Κάρυστος 6
Του Μάνταρη Κύμη 7
Του Κλειβάνου Κάρυστος 9
Της Μεταμορφώσεως Κύμη 9
Των Λεύκων 7
Επισκοπή Σκοπέλου 26
Του Ευαγγελισμού Σκιάθος 26
Επισκοπή Κυκλάδων 10
Της Θεοτόκου Κύκλο βούνι
Της Θεοτόκου Τουρλιανή 10
Μύκονος
Επισκοπή Νάξου 11
Της Ζωοδόχου Πηγής Λογγουβάρδη 11
Πάρος
Επισκοπή Μήλου 28
Της Βρύσεως Σίφνος 13
Του Προφήτου Ηλιου Σίφνος 15
Επισκοπή Θήρας 50
Του Προφήτου Ηλιου Θήρα 13
Της Θεοτόκου, Καλαμιωτίσσης Ανάφη 7
Της Θεοτόκου, Χοζαβιώτισσας Αμοργός 30
62

Όνομα μονής Τόπος Μοναχοί


Επισκοπή Ανδρου 205
των Τρομαρχίων 6
της Πανάχραντου 113
του Αγίου Νικολάου 35
της Ζωοδόχου Πηγής 51
Επισκοπή Λοκρίδος
του Αγίου Γεωργίου Μαλεσίνα
Επισκοπή. Φθιώτιδος
Αγάθωνος Υπάτη
Επισκοπή Καλλιδρόμη
της Θεοτόκου του Προυσού
της Θεοτόκου,ή Τατάρναν
Επισκοπή Οιτύλου
της Θεοτόκου Στριτίτσι
της Θεοτόκου Βαϊδενίτσι
Σύνολο 119 1457

Πίννΐ
Κατάλογος καταστατικός των κατά την επαρχίαν Οιτύλου Μοναστηριών

Ζωοδόχος Πηγή, Δεκουλιανών, χωρίον Οίτυλον


Άγιος Νικόλαος, Κατζαφάρι, χωρίον Οίτυλον
Κοιμήσεως Θεοτόκου, Στεφανοπούλου, χωρίον Κελεφά
Παναγία, Σπηλαιώτισσα, χωρίον Κελεφά
Κοιμήσεως, Χοτάσια. χωρίον Οίτυλον
Άγιος Νικόλαος, Ζέρμα χωρίον Κελεφά
Ζωοδόχος, Λουκάκι, χωρίον Λιμένιον
» χωρίον Τσίπα
Μάλερμο, χωρίον Τσίμοβα
Άγιος Φίλιππος, Τσατσούλη, χωρίον Τσίμοβα
Άγιοι Πάντες, χωρίον Τσίμοβα
Ταξιάρχης, Χαρούδα, χωρίον Πύργος
Αγία Τριάς, Πεντάδα, χωρίον Μπρίκι
Σωτήρ, χωρίον Καρδενίτσα. Έρημον
Οδηγήτρια, Κάτω Πάγκια, χωρίον Σταυρί
Πρόδρομος, Κάτω Πάγκια, χωρίον Δρυ
Άγιος Νικόλαος, Κάτω Πάγκια, χωρίον Οχιά
Παναγία Πέπο, χωρίον Μπουλαριοί
Παναγία, Κυπάρισσος, χωρίον Άλικα
Ζωοδόχος Πηγή, Κουμεντιάνικα, χωρίον Πλάτσα
Άγιος Νικόλαος, Καμπινάρι, χωρίον Πλάτσα
Άγιος Δημήτριος, Πολιανή, χωρίον Πλάτσα Έρημη
Άγιοι Πάντες, χωρίον Πλάτσα
Αγίου Κωνσταντίνου, χωρίον Πλάτσα

19
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.
63

Παναγία, Μπιλιανών, χωρίον Πλάτσα


Κοιμήσεως, χωρίον Νομιτσής
Μεταμορφώσεως, χωρίον Νομιτσής
Άγιος Νικόλαος, Γουρωτό, χωρίον Κουτίφαρη
Άγιοι Σαράντες, » » Έρημος
Προφήτης Ηλίας, Κακοβούνι, χωρίον Άαγκάδα
Γενέθλια, Καβελάρης, χωρίον Λαγκάδα Έρημος
» χωρίον Κοζνά
Πρόδρομος Ξανθιάνικα, χωρίον Μηλέα
Άγιος Δημήτριος, Κάτω χώρα, χωρίον Μηλέα
Φανερωμένης, χωρίον Καστανιά
Άγιος Κωνσταντίνος, »
Κοιμήσεως Στριτίτζη, Χωρίον Πετροβούνι
Κοιμήσεως, Αγία Σοφία, χωρίον Γούρνιτσα
Κοιμήσεως, Λιάκη, χωρίον Καλύβαις
Μεταμορφώσεως, Μπογίνιος, χωρίον Τσέρια
Ζωοδόχος Φανερωμένη, χωρίον Πετροβούνι
Άγιος Γεώργιος, χωρίον Προάστειον.
Άγιος Θεόδωρος, χωρίον Προάστειον
Κοιμήσεως, Βαϊδενίτζι, χωρίον Σαϊδών
Κοιμήσεως, Νισάκι, χωρίον Σκαρδαμούλα
Κοιμήσεως, Σαμουέλ, χωρίον Σαϊδών
Κοιμήσεως, Νικλότερα, χωρίον Πρίπιτζα
Άγιος Νικόλαος, Μαρδινίτζα, χωρίον Σωτηριάνικα
Άγιος Γεώργιος, Αβορόνιτζα, χωρίον Αλτομυρά
Άγιος Νικόλαος, Γκουνέκια, » »
Προφήτης Ηλίας, Κρεντίστε, χωρίον Μπρίντα
Κοιμήσεως, Χελμός, χωρίον Γαϊτζαίς
Αγία Τριάς, χωρίον Κάμπος
Άγιος Νικόλαος, Βελανιδιά, χωρίον Μαλεβριάνικα
Κοιμήσεως, Ανδρουπεδίτζα, χωρίον Μαλτίτσα
Ευαγγελίστρια, χωρίον Κάμπος
Κοιμήσεως Γεράνικα, χωρίον Επάνω Δολοί
Άγιος Νικήτας, χωρίον Επάνω Δολοί
Μεταμορφώσεως Σωτήρος, χωρίον Κάτω Δολοί
Κοιμήσεως, Φανερωμένης, χωρίον Δολοί
Αγία Παρασκευή, χωρίον Κάτω Δολοί
Κοιμήσεως, Πουλολόγου, χωρίον Κάτω Δολοί
Προφήτης Ηλίας, Ροσκίνα, χωρίον Βελωνάς
Αγία Παρασκευή, χωρίον Σέλιτσα
64

Πίν VII

Κατάλογος των διατηρούμενων μονών της Στερεάς Ελλάδος και της


Πελοποννήσου

Νομός Αττικής

1) Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αγίου Λεοντίου Αίγινα


2) Δομπού Λεβαδία
3) Οσίου Λουκά »
4) Σκριπού Λεβαδία
5) Φανερωμένης Σαλαμίνα
6) Ταξιαρχών Λεβαδία
7) Σαγματά Θήβαι
8) Μακαριωτίσσης »
9) Ιερουσαλήμ Λεβαδία
10) Αγίας Τριάδος Θήβαι
11) Γρανίτζης Λεβαδία
12) Πελασγίας Θήβαι
13) Θεοτόκου Δαδίου Λεβαδία
14) Οσίου Μελετίου Αττική
15) Πεντέλης »
16) Κλειστών »
17) Καλολιβαδίου »
18) Κοιμήσεως της Θεοτόκου Περαχώρα

Νομός Αργολίδος

1) Αγίου Γεωργίου Φενεός


2) Αγνούντος Ναύπλιον
3) Ταξιαρχών Επίδαυρος
4) Καρακαλά Ναύπλιον
5) Ταλαντίου Αραχναίον
6) Αγίων Αναργύρων Ερμιόνη
7) Κοιλάδος Μάσιτης
8) Ζωοδόχος Πηγή Καλαυρία
9) Κοιμήσεως της Θεοτόκου Σολυγεία
10) Προφήτου Ηλιου Ζάχολη

Νομός Λακωνίας

1) Ορθοκωστάς Πρασίαι
2) Καρυάς »
3) Έλωνας Λακεδαίμων
4) Ζερμπίτζης »
5) Κατρίου (Καστριού) »
6) Αγίου Γεωργίου »
7) Αγίων Αναργύρων Λακωνία

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1.
65

Νομός Αρκαδίας

1) Κανδύλας Μαντινεία
2) Παναγίας Μαλεβής Κυνουρία
3) Προδρόμου »
4) Παναγίας Παλαιοπαναγιάς »
5) Παναγίας Ορθοκωστάς »
6) Αιμυαλών Γόρτυνα
7) Τσερνίτσης »

Νομός Ακαρνανίας

1) Αμπελακιωτίσσης Ναυπακτίας
2) Μαρτίας (Μυρτιάς) Κουρίτης
3) Κατερινού Μεσολόγγιον
4) Προυσσού Καλλιδρόμη
5) Κοιμήσεως της Θ. Φανερωμένης Αϊνόριον
6) Ρομβού Ακαρνανία

Νομός Φωκίδος

1) Αγίου Γεωργίου Μαλεσίνα


2) Τιμίου Προδρόμου Δεσφίνα
3) Αγαθώνης Υπάτη

Νομός Ευβοίας

1) Κλειβάνου Εύβοια
2) Λάκκων »
3) Μαντάρι »
4) Καρυών »
5) Μεταμορφώσεως Κούμη (Κύμη)
6) Αγίου Νικολάου, Γαλατά Εύβοια
7) Αγίου Γεωργίου Ήλονα »
8) Κοιμήσεως της Θ. Χιλιαδούς »
9) Αγίου Νικολάου Βαθώας »
10) Κοιμήσεως της Θ. Μακρυμάλλης »
11) Οσίου Δαβίδ Γέροντος »
12) Αγίου Δημητρίου

Νομός Λακωνίας

1) Αγίων Μαρτύρων Λακωνία


2) Σίντζας Πρασιαί

Νομός Μεσσηνίας

1) Κοιμήσεως της Θεοτόκου Λέχοβα<:; Μεσσήνη


2) Αγίου Δημητρίου Στεφάνιον
3) Θεοτόκου Μαρδακίου Μεσσήνη
66

Νομός Αχαΐας

1) Ταξιαρχών Αίγιον
2) Αγίου Αθανασίου Κύναιθα
3) Λαύρας »
4) Χρυσοποδαρίτισσας »
5) Μακελλαριάς. »
6) Αγίων Αποστόλων »
7) Ευαγγελιστρίας »
8) Αγίων Θεοδώρων »
9) Μ. Σπηλαίου »
10) Αγίου Νικολάου »
11) Ελαιούσης Πάτρα
12) Φιλοκάλι »
13) Πορετζού Ηλεία
14) Αγίων Πάντων Πάτρα
15) Σκαφιδιάς Ηλεία
16) Φραγκοπήδημα »
17) Ομπλού Πάτρα
18) Μαρίτζης »
19) Νοτενών Ηλεία
20) Επάνω Χρέπας »
21) Μπαμπιώτου Πάτρα
22) Βλαχερνών Ηλεία

Νομός Αρκαδίας

1) Επάνω Χρέπας Μαντινεία


2) Βαρσών »
3) Σηπιανών »
4) Μπούρα Μεγαλούπολις

Νομός Κυκλάδων

1) Θεοτόκος Κεχροβούνι Τήνου


2) Θεοτόκος Τουρλιανής Μύκονος
3) Αγίου Νικολάου Ανδρος
4) Πανάχραντου »
5) Ζωοδόχος Πηγή »
6) Τρομαρχίων »
7) Προφήτη Ηλιου Σίφνος
8) Παναγία Βρύσεως »
9) Χοζοβιωτίσσης Α μούργος (Αμοργός)
10) Παναγία Καλαμιωτίσσης Ανάφη
11 ) Προφήτου Ηλιου Θήρα

Σύνολο μονών: 105


67

Πίν Vili

Κατάλογος των διατηρουμένων Μοναστηριών της Στερεάς Ελλάδος και της


Πελοποννήσου του 183821

Όνομα μονής Μοναχοί Επαρχία


Στερεάς Ελλάδος 241
Κοιμήσεως της Παναγίας Ναυπακτίας
Αμπελακιωτίσσης
Γέννησις » Κατερινού Αιτωλίας
Εισώδια » Μυρτιάς Τριχωνίας
Γέννησις » Ρομβού Ακαρνανίας
Γέννησις της Παναγίας Τατάρινας »
Κοιμήσεως Προυσού Ευρυτανίας
» Αγάθωνος Φθιώτιδος
Γέννησις » Αντινίσσης »
» » "Ξενιάς »
Προφήτης Ηλίας Σαλώνως Παρνασσίδος
Ιωάννης Πρόδρομος Δεσφίνας 22 »
Κοιμήσεως της Θεοτόκου Βαρνάκοβας 9 »
Όσιος Λουκάς 41 Βοιωτίας
Όσιος Σεραφείμ, Δομπού 18 »
Κοιμήσεως της Παναγίας Ιερουσαλήμ 27 »
» » Δαδίου »
» » Σκριπούς 8 »
Άγιος Γεώργιος Γρανίτζας 5 »
» » Μαλεσίνης 12 Λοκρίδος
Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Σαγματά 8 Θήβας
Γέννησις της Παναγίας, Πελασγίας 7 »
Κοιμήσεως » Μακαριωτίσσης 12 »
Ταξιάρχαι Χώστιων 11 »
Αγία Τριάς Κυθαιρώνος 6 »
Όσιος Μελέτιος Κουντούρων 18 Μεγαρίδος
Φανερωμένη Σαλαμίνος 15 »
Κοιμήσεως της Παναγίας Λεοντίου Αιγίνης
Ασώματοι Ταξιάρχαι Πετράκη Αττικής
Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης 9 »
Ευαγγελίστρια Καλολιβάδι 13 »

21
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1,3.
68

Όνομα μονής Μοναχοί Επαρχία


Πελοποννήσου 468
Άγιος Γεώργιος Φονιά Κορινθίας
» Δημήτριος Στεφανίου »
» Νικόλαος Καλανησιά 8 »
Προφήτης Ηλίας Ζάχολης 8 »
Κοιμήσεως της Παναγίας Βράχου 7 »
» » Λέχοβας 8 »
» » Σοφικού 10 »
Φανερωμένης Αγιονορίου 23 »
Ταξιάρχαι Επιδαύρου 13 Ναυπλίας
Κοιμήσεως της Παναγίας Αγνούντος 11 »
» » Αταλάντης 8 »
Άγιος Δημήτριος Καρακαλά 7 »
Άγιοι Ανάργυροι Καστριού 4 Ερμιονίδος
Κοιμήσεως της Παναγίας Κοιλάδος 5 »
Προφήτης Ηλίας Ύδρας
Ζωοδόχος Πηγή 9 Πόρου
Άγιος Νικόλαος Βαρσών 8 Μαντινείας
» » Κάκου ρίου »
» » Καλτεζιών »
Κοιμήσεως της Παναγίας, Τσιπιανών 9 »
» » Κανδήλας 10 »
» » Επάνω Χρέπας 8 »
» » του Μπούρα 6 Μεγαλουπόλεως
Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Λουκούς 4 Κυνουρίας
Κοιμήσεως της Παναγίας Παλαιοπαναγιάς 8 »
» » Μαλεβής 9 »
» » Ορθοκωστάς 12 »
» » Έλωνας 10 »
Ιωάννης Πρόδρομος Καστρί 9 »
Άγιος Νικόλαος Καρυάς 11 »
» » Σίντζιας 10 »
» Γεώργιος Δρομαίος 7 »
Κοιμήσεως της Παναγίας Κερνίτζης 9 Γορτυνίας
Γέννησις » Αιμυαλών 12 »
Άγιοι Θεόδωροι, Πυργάκι 7 »
Κοιμήσεως της Παναγίας Καςτρί 7 Λακεδαίμωνος
» » Ζερμπίτσας 10 »
Ζωοδόχος Πηγή Γόλας 6 »
Άγιοι Ανάργυροι Σταματήρας 10 »
» Τεσσαράκοντα Μάρτυρες 16 »
Ζωοδόχος Πηγή Βελανιδιάς 8 Μεσσηνίας
Κοιμήσεως της Παναγίας Δήμιοβας 6 »
» » Μαρδακίου 7 »
» » Βουλκάνου 14 »
69

Όνομα μονής Μοναχοί Επαρχία


Κοιμήσεως της Παναγίας Γηροκομείου Αχαΐας
» » Μπαμπιώτου »
» » Νοτενών »
Γέννησις » Φιλοκαλίου »
Αγία Μαρίνα Μαρίτσας »
Εισώδια της Παναγίας Ομπλού »
Ελεούσα Τζετζεβού »
Άγιοι Πάντες Βελιμάχι »
Γέννησις της Παναγίας Βλαχέραινας Ηλείας
» » Χρυσοπηγής »
Κοιμήσεως » Σκαφιδιάς »
» » Κρεμαστής »
» » Ποριτζού »
Άγιος Νικόλαος Φραγκοπηδήματος »
Μεγάλοι Ταξιάρχαι 65 Αιγιαλείας
Κοιμήσεως της Παναγίας Πεπελενίτσα 10 »
Αγία Τριάς Κούντουρα 6 »
Άγιος Νικόλαος 6 »
Αγία Μονή »
Αγία Τριάς Ακράτας 10 »
Κοιμήσεως της Παναγίας Μ. Σπηλαίου Κυλληνίας
» » Λαύρας »
» Μακελαριωτίσσης »
» Χρυσοποδαριτίσσης »
Άγιος Νικόλαος Αϊβλάσης »
» Αθανάσιος Φίλια »
» Θεόδωροι »
Ευαγγελίστρια »
Άγιοι Απόστολοι Χασίων 7 »
Σύνολο 709

Πίν VIII. 1

Ανακεφαλαίωση του πίνακα VIII

Περιοχή Μονές Μοναχοί


Στερεά Ελλάδα 32 241
Πελοπόννησος 73 468
Σύνολο 105 709

Πηγή: Πίν VIII


70

ΠίνΙΧ

Αυξομειώσεις του μοναστηριακού δυναμικού σε επαρχίες του ελληνικού


βασιλείου (1833-1836)22

Επαρχία Μονές 1833 1836 Μείωση %


Πατρών 7 62 46 25,8
Αγίων Πάντων, Βελιμάχι 11 10 9
Αγίας Μαρίνας, Τσάϊλος 12 6 50
Θεοτόκου, Ελεούσης 13 6 53,8
Θεοτόκου, Μπαμπιώτου 5 5
Θεοτόκου, Φιλοκάλι 8 6 25
Θεοτόκου,' Ομπλού 8 6 25
Θεοτόκου, Γηροκομείου 5 7
Ηλείας 6 49 44 10,2
Θεοτόκου Νοτενών 8 8
Σκαφιδιάς 8 8
Θεοτόκου, Πορετσού 11 6 45,5
Αγίου Νικολάου, Φραγκοπήδημα 7 6 14,2
Θεοτόκου, των Βλαχερνών 5 6
Θεοτόκου, Χρυσοπηγής 10 10
Κυναίθης 9 339 213 37,1
Αγίων Αποστόλων 12 7 41,7
Θεοτόκου, Μακελαρίτισσας 9 8 11
Θεοτόκου, Χρυσοποδαρίτισσας 8 6 25
Αγίου Νικολάου, Αγ. Βλάοτδες 8 7 12,5
Θεοτόκου, Αγίας Λαύρας 52 28 46,1
Θεοτόκου, του Μεγάλου Σπηλαίου 184 123 33,1
Αγίου Αθανασίου, Φίλια 19 8 57,9
Αγίων Θεοδώρων, Αναστάσοβα 39 20 48,7
Θεοτόκου Ευαγγελίστριας, Νεζερά 8 6 25

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, αριθ. Πρωτ. 1629 (1833), 1873 (1836).


71

Επαρχία Μονές 1833 1836 Μείωση %


Αιγιαλείας 4 129 84 34,8
Αγίας Τριάδος, Κούντουρα 11 6 45,5
Αγίου Νικολάου, Διακοπτόν 12 7 41,7
Αγίας Τριάδος, Ακράταν 13 10 23
Ταξιαρχών, Αίγιον 93 61 34,5
Σύνολο 26 579 387 33,2

Πίν Χ.1

Οι μονές της επαρχίας Οιτύλου σύμφωνα με τον κατάλογο των Γ.Α.Κ.

Μονή Παρατηρήσεις Δήμος


Ηλίας (Προφήτης) Μετόχιον Αγίου Τάφου Οιτύλου
Θεοτόκου Κοιμήσεως, ή Μονή Κουσκουνίου των Μονή ιδιωτική Οιτύλου
Χρυσικάκηδων
Πηγή Ζωοδόχος, ή Παναγία Τσέπα (Μονή διαλελυμένη) Οιτύλου
Θεοτόκου Κοιμήσεως εις Ανω Δολούς, ή Μονή (Μονή ιδιωτική) Αβίας
Γερανιάνων
Θεοτόκου Κοιμήσεως, ή Μονή Χελμού (Μονή διαλελυμένη) Αβίας
Άγιος Νικόλαος, ή Μονή Βελανιδιάς (Μονή διαλελυμένη) Αβίας
Άγιος Νικόλαος, ή Γκουνέκια, εις Αλτομυρά (Μονή διαλελυμένη) Αβίας
Άγιος Νικόλαος, ή Μαρβινίτσα, ή Μαρδίνιτσα. (Μονή ιδιωτική) Αβίας
Άγιος Ταξιάρχαι (Μονή διαλελυμένη) Αβίας
Τεσσαράκοντα Μάρτυρες (Μονή διαλελυμένη) Αβίας
Αγία Τριάς, εις Κάμπον (Μονή διαλελυμένη) Αβίας
Θεοτόκου Γέννησις, ή Βαϊδενίτσά (Μονή ιδιωτική) Καρδαμύλης
Άγιος Δημήτριος, ή Κάτω Χώρα, εις Κρημνόν (Μονή διαλελυμένη) Λεύκτρου
Προφήτης Ηλίας, ή Κακοβούνι εις Λαγκάδαν (Μονή ιδιωτική) Λεύκτρου
Θεοτόκου Γέννησις, εις Ρήγκλια Μετόχιον Αγίου Τάφου Αεύκτρου
Άγιος Κωνσταντίνος εις Καστανέαν (Μονή διαλελυμένη). Λεύκτρου
Άγιος Νικόλαος, ή Γουρώτο (Μονή διαλελυμένη). Λεύκτρου

23
Κ.Α. Διαμαντής, ό.π., σελ. 347-348.
72

Πίν Χ.2

Οι μονές του Οιτύλου σύμφωνα με τον κατάλογο του Μάμουκα'

Μονή και όνομα αυτής Δήμος εν ω κείται


1 .Άγιος Γεώργιος Αβιας
2.Μαραβινίτζα Άγιος Νικόλαος »

3.Άγιος Νικήτας »

4.Μεταμόρφωσις του Σωτήρος »

5.Γριντίστη, ο Προφήτης Ηλίας »

ό.Λυκάκη, η Κοίμησις της Θεοτόκου Καρδαμύλης


7.Στριτίτζι, η Κοίμηςις της Θεοτόκου »

δ.Βαϊδενίτζα, το Γενέσιον της Θεοτόκου »

9.Σαμουήλ, η Κοίμηςις της Θεοτόκου »

10.Φανερωμένη, η Ζωοδόχος Πηγή »

11 .Μπογονίτζα, η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος »


12.Άγιος Δημήτριος Λεύκτρου
13.Πρόδρομος »

14.Προφήτης Ηλίας »

15.Σπηλαιώτισσα, το Γενέσιον Θεοτόκου Οιτύλου


16. Αγία Τριάς »

17.Άγιος Σπυρίδων Μέσσης

24
Α. Μάμουκας, ό.π., σελ. 158-159, Σπ. Κόκκινης, ό.π., σελ. 246-247.
73

Πίν Χ.3

«Όνομα χωρίου όπου κείται»

Περιοχές Περιοχές Περιοχές


Οίτυλον Νομιτσή Πλάτσα
Κελεφά Κουτήφαρη Σαϊδών
Λιμένιον Λαγκάδα Πρίπιτσα

Τσίπα Κόζια Σωτηριάνικα


Τσίμοβα Μηλέα Αλτομηρά
Πύργος Καστανιά Μπρίντα
Βρίκιον Ανδροβίστα Γαϊτσά
Μαρδίνντςα Πετροβούνι Κάμπος
Σταυρίον Γούρνιτσα Μαλευριάνικα

Δρύ Καλύβαις Μαλτίτσα

Οχιά Τσέρια Επάνω Δολοί

Μπουλαργοί Πετροβούνι Κάτω Δολοί

Άλικα Προάστειον Βελωτά

Ζυγός Σκαρδαμούλα Σέλιτσα

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Πίν Χ.4

«Όνομα Αγίου»

Όνομα μονής Μονές Όνομα μονής Μονές Όνομα μονής Μονές Όνομα μονής Μονές
Ζωοδόχου 5 Αγίου Δημητρίου 2 Προφήτ. Ηλιου 2 Αγίας Τριάδος 2
Άγ. Νικολάου 8 Αγ. Παρασκευής 2 Αγίου Γεωργίου 2 Προδρόμου 2
Κοιμήσεως Θεοτόκου 15 Άγ. Κων/ντίνου 2 Αγ. Θεοδώρου 1 Φανερωμένης 1
Παναγίας 4 Μεταμορφώσεως 3 Ταξιάρχη 1 Αγίου Νικήτα 1
Αγίου Φιλίππου 1 Αγίων Σαράντα 1 Σωτήρος 1
Αγίων Πάντων 2 Γενέθλια 2 Οδηγήτριας 1 Σύνολο 61

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


74

Πίν Χ.5

Περιοχή οικοδόμησης και όνομα της μονής

Όνομα Χωρίου Όνομα Αγίου Όνομα Χωρίου Όνομα Αγίου


Οίτυλον Ζωοδόχου Πλάτσα Ζωοδόχου
» Αγ. Νικολάου » Αγ. Νικολάου
» Κοιμήσεως » Αγίου Δημητρίου
» » Πλάτσα Αγίων Πάντων
Κελεφά Παναγίας » Αγίου Κωνσταντίνου
» Αγ. Νικολάου » Παναγίας
Λιμένιον Ζωοδόχου Νομιτσή Κοιμήσεως
Τσίπα » » Μεταμορφώσεως
Τσίμοβα Κουτήφαρη Αγ. Νικολάου
» Αγίου Φιλίππου » Αγίων Σαράντα
» Αγίων Πάντων Λαγκάδα Προφήτου Ηλιου
Πύργος Ταξιάρχη » Γενέθλια
Βρίκιον Αγίας Τριάδος Κόζια »

Μαρδίνιτσα Σωτήρος Μηλέα Προδρόμου


Σταυρίον Οδηγήτριας » Αγίου Δημητρίου
Δρύ Προδρόμου Καστανιά Φανερωμένης
Οχιά Αγ. Νικολάου » Αγίου Κωνσταντίνου
Μπουλαργοί Παναγίας Ανδρο βίστα
Άλικα » Πέτρο βούνι Κοιμήσεως
Ζυγός Γούρνιτσα »
75

Όνομα Χωρίου Όνομα Αγίου Όνομα Χωρίου Όνομα Αγίου


Καλύβαις Κοιμήσεως Σωτηριάνικα Αγ. Νικολάου
Τσέρια ι Μεταμορφώσεως Αλτομηρά Αγίου Γεωργίου
Πέτρο βούνι Ζωοδόχου » Αγ. Νικολάου
Προάστειον Αγίου Γεωργίου Μπρίντα Προφήτου Ηλιου
» Αγίου Θεοδώρου Γαϊτσά Κοιμήσεως
Σαιδών Κοιμήσεως Κάμπος Αγία Τριάδος
Σκαρδαμούλα Κοιμήσεως Μαλευριάνικα Άγιος Νικολάου
Σαϊδώνα Κοιμήσεως Μαλτίτσα Κοιμήσεως
Πρίπιτσα Κοιμήσεως Κάμπος
Επάνω Δολοί Κοιμήσεως Κάτω Δολοί Κοιμήσεως
» Αγίου Νικήτα Βελωτά Προφήτου Ηλιου
Κάτω Δολοί Μεταμορφώσεως Σέλιτσα Αγίας Παρασκευής
» Κοιμήσεως Κάτω Δολοί Αγίας Παρασκευής

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.

Πίν Χ.6
«Όνομα τοπικόν»
Τοπωνύμια Τοπωνύμια Τοπωνύμια
Δεκουλιανοί Κουμεντιάνικα Φανερωμένη
Κατζαφάρι Καμινάρη Βαϊδενίτσα
Χοτάσια Πολιάνα Νησίον
Στεφανοπούλου Μπίλιοβα Σαμουήλ
Σπηλαιώτισσα Κοιμήσεως Νικλιάνοι
Γέρμα Γουρωτό Μαρδίνιτσα
Λουκάκι Κακό βούνι Αβορονίτσα
Μαλέρμο Κάβαλον Γκουνέκια
Τσατσουλαίϊκα Ξανθιάνικα Κρεντίστε
Άγιοι Πάντες Κάτω Χώρα Χελμός
Χαρούδα Στριτσιτίου Βελανιδιά
Πεντάδα Αγία Σοφία Ανδροβίτσα
Κάτω Παγγιά Λάκκος Ευαγγελίστρια
Πέπων Μπογίνιος Γεράνικα
Σωτήρ Πουλολόγου Ροσκίνα

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


76

Πίν Χ.7

Οι μοναχοί, οι υπηρέτες των μονών του Οιτύλου και η σχέση τους με το «όνομα
του χωρίου όπου κείνται» οι μονές

Όνομα Χωρίου Αριθμός Αριθμός


Οίτυλον 6 -
Κελεφά 1 -
Λιμένιον - -
Τσίπα 2 -
Τσίμοβα 1 -
Πύργος 1 -
Βρίκιον 3 -
Μαρδίνιτσα - -
Σταυρίον - -
Δρύ - -
Οχιά 1 -
Μπουλαργοί 1 2
Άλικα 1 -
Πλάτσα 3 2
Νομιτσή ·•
2
Κουτήφαρη 1 3
Λαγκάδα 4 2
Κοζιά 1
Μηλέα 4 5
Καστανιά 4 ··
Ανδρόβιστα
Πέτρο βούνι 5 3
Γούρνιτσα 2 2
77

Όνομα Χωρίου Αριθμός Αριθμός


Αλτομηρά 6 1
Βελωτά
Γαϊτσά 2 4
Επάνω Δολοί 2 4
Καλύβαις 3 1
Κάμπος 3
Κάμπος ·• ·•

Κάτω Δολοί 5
Μαλευριάνικα 2
Μαλτίτσα 4 5
Μπρίντα 1 4
Πετροβούνι 2 2
Προάστειον 6
Πρίπιτσα 2
Σαιδώνα 10 3
Σάίδών 5 5
Σέλιτσα 1 1
Σκαρδαμούλα 2 ·•

Σωτηριάνικα 4 1
Τσερια 2 2

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


78

Πίν Χ.8

Περιοχές του Οιτύλου που διαθέτουν μονές και η οικοδομική κατάσταση των

μονών

Όνομα περιοχής Κατάσταση οικοδομής Όνομα περιοχής Κατάσταση οικοδομής


Οίτυλον Καλή Πλάτσα Καλή
» » » Καλή
» » » Έρημη
» » Πλάτσα
Κελεφά » »

» » »

Λιμένιον » Νομιτσή Μετρία


Τσίπα » » Μετρία
Τσίμοβα » Κουτήφαρη Καλή
» » » Έρημος
» Μετρία Λαγκάδα Καλή
Πύργος Καλή » Έρημος
Βρίκιον Μετρία Κόζια Μετρία
Μαρδίνιτσα Έρημον Μηλέα Μετρία
Σταυρίον Καλή » Μετρία
Δρύ Καλή Καστανιά Καλή
Οχιά Καλή » Καλή
Μπουλαργοί Καλή Ανδρο βίστα
Άλικα Μετρία Πέτροβούνι Καλή
Ζυγός Γούρνιτσα »
79

Όνομα περιοχής Κατάσταση οικοδομής Όνομα περιοχής Κατάσταση οικοδομής


Καλύβαις » Σωτηριάνικα Κακή
Τσέρια » Αλτομηρά Κακή
Πετροβούνι » » Κακή
Προάστειον Μετρία Μπρίντα Μετρία
» » Γαϊτσά Μετρία
Σαιδών » Κάμπος Κακή
Σκαρδαμούλα » Μαλευριάνικα Μετρία
Σαϊδών Μετρία Μαλτίτσα Μετρία
Πρίπιτσα Κακή Κάμπος
Επάνω Δολοί Κακή Κάτω Δολοί Μετρία
Επάνω Δολοί Κακή Κάτω Δολοί Κακή
Βελωτάς Μετρία Κάτω Δολοί Μετρία
Σέλιτσα Μετρία Κάτω Δολοί Κακή

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


80

Πίν Χ.9
Οι μονές ταυ Οιτύλου και το μοναστηριακό δυναμικό τους

Μονές Μοναχοί Μονές Μοναχοί


Ζωοδόχου - Αγίου Νικολάου 1
Αγ. Νικολάου 2 Αγίου Δημητρίου 1
Κοιμήσεως 1 Αγίων Πάντων
» 3 Αγ. Κωνσταντίνου •
Παναγίας 1 Παναγίας
Αγ. Νικολάου - Κοιμήσεως ··
Ζωοδόχος - Μεταμορφώσεως ··
» 2 Αγίου Νικολάου .1.
Αγίας Παρασκευής 1 Αγίων Σαράντα
Αγίου Φιλίππου - Προφήτου Ηλιου 4

Αγίων Πάντων 1 Γενέθλια


Ταξιάρχη 1» 1
Αγίας Τριάδος 3 Προδρόμου 3
Σωτήρος - Αγίου Δημητρίου 1
Οδηγήτριας - Φανερωμένης 2
Προδρόμου - Αγ. Κωνσταντίνος 2
Αγίου Νικολάου 1 2
Παναγίας 1 Κοιμήσεως 5
» 1» 2
Ζωοδόχου 1» 3
Μεταμορφώσεως 2 Αγίου Νικολάου 4
Ζωοδόχου 2 Αγίου Δημητρίου 5
Αγίου Γεωργίου 3 Αγίου Νικολάου 1
Αγίου Θεοδώρου 3 Προφήτου Ηλιου 1
Κοιμήσεως 10 Κοιμήσεως 2
Κοιμήσεως 2 Αγίας Τριάδος 3
Κοιμήσεως 5 Αγίου Νικολάου 2
Κοιμήσεως 2 Κοιμήσεως 4
Αγίας Παρασκευής
Κοιμήσεως 1 Κοιμήσεως 1
Μεταμορφώςεως 4 Αγίου Νικήτα 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


81

Πίν Χ.10
Οι μονές του Οιτύλου και οι υπηρέτες τους

Μονές Υπηρέτες Μονές Υπηρέτες


Ζωοδόχου - Αγίου Νικολάου -

Αγίου Νικολάου - Αγίου Δημητρίου -

Κοιμήσεως - Αγίων Πάντων -


» - Αγ. Κωνσταντίνου
Παναγία - Παναγίας
Αγίου Νικολάου - Κοιμήσεως 2
Ζωοδόχου - Μεταμορφώσεως
» - Αγίου Νικολάου 3
Αγίας Παραςκευής - Αγίων Σαράντα

Αγίου Φιλίππου - Προφήτου Ηλιου 2


Αγίων Πάντων - Γενέθλια

Ταξιάρχη -»

Αγίας Τριάδος - Προδρόμου 2


Σωτήρος - Αγίου Δημητρίου 3
Οδηγήτριας - Φανερωμένης
Προδρόμου - Αγ. Κωνσταντίνου
Αγίου Νικολάου - Κοιμήσεως

Παναγίας 2 Κοιμήσεως 3
» -» 2
Ζωοδόχου 2» 1
Μεταμορφώςεως 2 Αγίου Νικολάου 1
Ζωοδόχου 2 Αγίου Γεωργίου 1
Αγίου Γεωργίου Αγίου Νικολάου
Αγίου Θεοδώρου Προφήτου Ηλιου 4
Κοιμήσεως 3 Κοιμήσεως 4
Κοιμήσεως Αγίας Τριάδος
Κοιμήσεως 5 Αγίου Νικολάου
Κοιμήσεως Κοιμήσεως 5
Αγίας Παρασκευής 1 Κοιμήσεως 1
Κοιμήσεως Αγίου Νικήτα 3
Προφήτου Ηλιου Μεταμορφώσεως

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


82

ΠίνΧ.11
Οι μονές του Οιτύλου και η οικοδομική τους κατάσταση

Μονή Οικοδομική κατάσταση Μονή Οικοδομική κατάσταση


Ζωοδόχου Καλή Αγίου Νικολάου Καλή
Αγ. Νικολάου » Αγίου Δημητρίου Έρημη
Κοιμήσεως » Αγίων Πάντων
» » Αγ. Κωνσταντίνου
Παναγίας » Παναγίας
Αγ. Νικολάου » Κοιμήσεως Μετρία
Ζωοδόχου » Μεταμο ρφώσεως Μετρία
» » Αγίου Νικολάου Καλή
Προφήτου Ηλιου Μετρία Αγίων Σαράντα Έρημος
Αγίου Φιλίππου Καλή Προφήτου Ηλιου Καλή
Αγίων Πάντων Μετρία Γενέθλια Έρημος
Ταξιάρχη Καλή » Μετρία
Αγίας Τριάδος Μετρία Προδρόμου Μετρία
Σωτήρος Έρημον Αγίου Δημητρίου Μετρία
Οδηγήτριας Καλή Φανερωμένης Καλή
Προδρόμου Καλή Αγ. Κωνσταντίνου Καλή
Αγίου Νικολάου Καλή Κοιμήσεως Κακή
Παναγίας Καλή Κοιμήσεως Καλή
» Μετρία » Καλή
Αγίας Παρασκευής Μετρία » »

Μεταμορφώσεως » Αγίου Νικολάου Κακή


Ζωοδόχου » Αγίου Γεωργίου Κακή
Αγίου Γεωργίου Μετρία Αγίου Νικολάου Κακή
Αγίου Θεοδώρου » Προφήτου Ηλιου Μετρία
Κοιμήσεως » Κοιμήσεως Μετρία
Κοιμήσεως » Αγίας Τριάδος Κακή
Κοιμήσεως Μετρία Αγίου Νικολάου Μετρία
Κοιμήσεως Κακή Κοιμήσεως Μετρία
Μεταμορφώσεως Μετρία Κοιμήσεως Κακή
Κοιμήσεως Κακή Αγίου Νικήτα Κακή

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410.


83

Πίν ΧΙ.1
Τα μοναστηριακά ονόματα των μοναχών

Όνομα Άτομα Όνομα Άτομα Όνομα Άτομα


Αβάρκιος 1 Εφραίμ 1 Νεκτάριος 14
Αβέρκιος 5 Ζαχαρίας 2 Νεόφυτος 17
Αβράμιος 3 Ζυνόβιος 1 Νήλος 1
Αγαθάγγελος 11 Ζωσιμάς 3 Νίκανδρος 2
Αγάθων 2 Ηλίας 1 Νικηφόρος 15
Αγάπιος 13 Ησαΐας 4 Νικόδημος 19
Άγγελος 1 Θεοδόσιος 8 Νικόλαος 1
Αζαρίας 5 Θεόδουλος 3 Παγκράτιος 13
Αθανάσιος 8 Θεοδώρητος 1 Παίσιος 17
Ακάκιος 3 Θεόκλητος 3 Πανάρετος 20
Αμβρόσιος 5 Θεοφάνης 3 Παντελέων 1
Αμφιλόχιος 1 Θεόφιλος 3 Παρθένιος 37
Αναθόλιος 1 Θεωνάς 3 Πατάπιος 1
Ανανίας 24 Ιάκωβος 20 Παύλος 1
Αναστάσιος 1 Ιγνάτιος 9 Παφνούτιος 5
Ανατόλιος 2 Ιερεμίας 8 Παχώμιος 2
Ανθέμιος 1 Ιερόθεος 6 Πελάγιος 2
Άνθιμος 23 Ιλαρίων 1 Πολύκαρπος 7
Αρσένιος 13 Ισαίας 1 Πορφύριος 1
Αυξέντιος 2 Ιωακείμ 8 Προκόπιος 10
Βαρθολομαίος 6 Ιωαννίκιος 18 Ραφαήλ 2
Βενέδικτος 9 Ιωάσαφ 13 Σάββας 9
Βενιαμήν 5 Ιωνάς 7 Σακκελάριος 1
Βησσαρίων 5 Ιωσήφ 13 Σαμουήλ 8
Βλάσιος 2 Καισάριος 1 Σεραφείμ 16
Γαβριήλ 14 Καλίςτρατος 1 Σπυρίδων 1
Γαλακτίων 2 Καλλίνικος 24 Στέφανος 6
Γεδεών 2 Καλλιόπιος 1 Συλβέστρος 3
Γεννάδιος 3 Κάλλιστος 2 Συμεών 17
Γεράσιμος 32 Κλήμης 2 Συνέςιος 2
Γερβάσιος 3 Κοσμάς 3 Σωφρόνιος 12
Γερμανός 15 Κυπριανός 15 Τιμόθεος 7
Γεώργιος 1 Κύριλλος 8 Τρύφων 1
Γρηγόριος 52 Κωνσταντίνος 4 Φιλάρετος 1
Δαβίδ 5 Κωνστάντιος 14 Φιλόθεος 7
Δαμασκηνός 12 Λαυρέντιος 7 Χάριτος 2
Δαμιανός 21 Λεόντιος 5 Χριστόδουλος 1
Δανιήλ 24 Μαγνέτιος 2 Χριστόφορος 14
Διονύσιος 34 Μακάριος 15 Χρύσανθος 15
Δομέτιος 9 Ματθαίος 1
Δοσίθεος 11 Μεθόδιος 2 Σύνολο
Δωρόθεος 4 Μελέτιος 10 ονομάτων 127
Ευγένειος 5 Μητροφάνης 4
Ευθύμιος 7 Ναθαναήλ 13 Σύνολο ατόμων 993
84

Πίν ΧΙ.2

Τα μοναστηριακά ονόματα των μοναζουσών

Όνομα Άτομα Όνομα Άτομα Όνομα Άτομα


Αγαθαγγέλη 1 Ευθυμία 2 Μελανθία 3
Αγαθή 3 Ευττραξία 2 Μελεία 1
Αγαπία 1 Ευφρονία 2 Μελετία 1
Αγγελική 2 Ευφροσύνη 4 Παϊσία 2
Αθανασία 4 Ζακυνθία 1 Παναγούλα 1
Αθηναδώρα 1 Ζηνοβία 3 Πανάρετη 2
Αικατερίνη 1 Ζωσιμίνα 1 Παρασκευή 1
Αλεξία 1 Θέκλα 1 Παρθενία 1
Αναστασία 2 Θεοδοσία 3 Ρωμανή 1
Ανθέ μ ία 1 Θεοδούλη 1 Σωφρονία 3
Ανθίμη 4 Θεοδώρα 1 Τιμοθέα 1
Βενεδίκτη 2 Θεονύμφη 1 Τρισεύγενη 1
Γερβασία 4 Θεοτίμη 1 Φεβρονία 2
Γερμανή 1 Θεοφάνη 1 Φιλαρέτη 2
Γεωργίτσα 1 Ιερεία 1 Φιλοθέη 3
Γεωργοίιλα 1 Καλλίνικη 2 Φιλοξενία 4
Δαμασκηνή 1 Κασιανή 2 Φωτεινή 1
Δαμιανή 1 Καταφυγή 2 Χαριτίνη 1
Διονυσία 1 Κηνοδώρα 1 Χριστίνα 2
Δοματιανή 1 Λεοντία 1 Χριστοδούλη 1
Ελένη 2 Μαγδαληνή 5 Χριστονύμφη 1
Ελισάβετ 2 Μακαρία 5 Χριστοφόρα 1
Εξακούστη 1 Μάρθα 4 Χρυσοττηγή 1
Ευγενία 4 Μαρία 1 Ονόματα 73
Ευδοξία 2 Μελάνη 3 Άτομα 137

Πηγή Πίν XI. 1, XI. 2: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.

>'
85

Πίν ΧΙ.3
Τα επώνυμα των μοναχών
Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα
Αβραμόπλος 3 Άστοχης 1 Γκηνής 1
Αγγελακόττουλος 1 Βάθης 1 Γκί(ή)κα(ς) 5
Αγγελατόπουλος 5 Βαλσαμόπουλος 1 Γκινόπλος
Αγγελής 2 Βαρδάκας 1 Γκιούρας
Αγγελίδης 1 Βαρελόπουλος 1 Γκοβάτσης
Αγγελόπουλος (πλος) 3 Βαρνακιότης 1 Γκολφινόπουλος
Αγιορίτης 2 Βασιλακόπουλος 2 Γκότσης
Αγρογιανόπλος 1 Βασίλας 1 Γκούζας
Αδάμης 1 Βασιλειάδης 2 Γκούμας 2
Αδαμόπουλος 4 Βασιλείου 3 Γολεγός
Αθανασάκης 1 Βασιλικόπλος 1 Γούδας
Αθανασίου 3 Βασ(ε)ιλόπουλος 3 Γουλεγός 2
Αθανασόπουλος 4 Βενέρης 1 Γουμπούρας 3
Αλβανιταίος 1 Βερδινιώτης 4 Γούναρης 9
Αλβανός 1 Βερμέζης 1 Γράμψας
Αλεβράς 1 Βέσιος 1 Γυμνιώτης
Αλεξάνδρου 1 Βιενούσης 1 Δασκαλογιάννης
Αλεξίου 1 Βλαχάκης 1 Δάφνης
Αλεξόπουλος 1 Βλαχανδρέας 1 Δελιγιάνης 2
Αλευριτόπουλος 1 Βλαχοκωνσταντής 1 Δεσποτόπουλος
Αλιπραύτης 1 Βόρλας 1 Δηλγιάνης
Αναγνο(ω)στόπουλος 5 Βούργαρης 1 Δημακόπουλος
Αναγνώστου 1 Βουργίδης 1 Δημαρέσης
Αναστασίου 1 Βρετός 1 Δημητρακόπουλος 4
Αναστόπουλος 2 Βροντιάς 1 Δημητριάδης 3
Ανδρέου 3 Βυζάντιος 1 Δημητρίου 8
Ανδριάδης 1 Γαλανόπουλος 1 Δημητρόπ(ου)λος 4
Ανδριανόπουλος 1 Γγιόκας 1 Δημόπ(ου)λος 4
Ανδριόπουλος 1 Γεγές 3 Διαμαντόπ(ου)λος 6
Αντρικόπουλος 1 Γενάρης 1 Δημακόπουλος
Αντωνακόπουλος 1 Γεράκης 1 Δόντης
Αντωνάκου 1 Γεροντάκης 1 Δουγάνης
Αντωνοκοτζίρης 1 Γερωμήχου 1 Δουκάκης
Αντωνόπουλος 5 Γεωργακόπουλος 3 Δούμουρας
Αποστολάκος 1 Γεωργιάδης 2 Δούρος
Αποστολόπουλος 2 Γεωργίου 10 Δρόσος
Αρβανίτης 1 Γεωργόπουλος 6 Ειρήνης
Αργείος 1 Γιαν(ν)ακόπουλος 7 Εμμανουήλ
Αργέντος 1 Γιαννάκης 1 Εξηντάρης 2
Αργιρόπουλος 1 Γιαννάκος (ου) 4 Ευαγγελής
Αργύρης 1 Γιαννιός 3 Ευμαθόπουλος
Αργυριάδης 1 Γιαν(ν)όπουλος(πλος) 8 Ευσταθιάδης
Αρπόπουλος 1 Παχιά 1 Ζαβάκος 3
Αρτίκης 2 Γιοργακόπουλος 2 Ζαμάντος
Ασημακόπουλος 2 Γκέλας 1 Ζαμενέλης
Ασιμακίδης 3 Γκέλης 2 Ζαρακάς
86

Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα


Ζαφειρόπουλος 2 Καμπάτης 3 Κλουκινιώτης
Ζαχαρόπουλος 2 Καμπέρος Κλώσσας
Ζελιώτης Καμπύλης Κόγκας 2
Ζετζές Καναλής Κοζ(η)ιάς 2
Ζηογκόπουλος Κανέ(λ)λος 3 Κοκορέλλος
Ζόγκας Κανελόπουλος 4 Κολιόπουλος
Ζορμπάς Καττίνος Κολοφούτης 2
Ζορπαλάς Κάπος Κονσταντίνου
Ζώγκος Καπογιοργόπουλος Κοντογιάνης
Ηλιάδης Καραβασιλόπουλος Κοντοδημήτρης
Ηλιόπουλος Καραγιάννης Κοντός
Θανασιάδης Καρακαλάς Κοττρολογιάννης
Θανασόπουλος Καράλλης 3 Κόρακας 3
Θανασούλιας 3 Καραμάνος 3 Κορακόπλος 2
Θανόπουλος 3 Καραμπάτος Κοράλλης
Θεοδωρακόπουλος Καράμπελας Κορολόγος
Θεοδωρόπουλος Καραντζάς Κοσερόπουλος
Θεοδώρου Καραπαναγιώτου Κοσταντίνου
Θεοφιλάκος Καραπαύλου Κοστόπουλος 2
Θεοχαρόπουλος Καράς Κουβέλης
Ιωαν(ν)όπουλος 2 Καρατζάς Κουγέας
Ιωάν(ν)ου 11 Καρατζής Κουκκινιώτης
Ιωαννούσης Καργιανός Κουκούλης
Κάβουρας 4 Καρδιασμένος Κουκουρής
Καζάκος Καρζάκος Κούκουρης
Καζάνος Καρι μπάκας 2 Κουμάντο ς
Κακογιάννης Καρίμπας Κουμπουρόπλος
Κακανάρης Καριτζιώτης Κουταβάκης
Κακαρούκας 2 Καρναβάς 3 Κουτζιούκος
Κακλής Καρώνης Κουτζογιάννης 2
Κακουριώτης Κατζάνος Κουτζοπέρτης
Καλαγιάννης Κάτζικος Κουτζούκος 2
Καλαμάδης Κατζιμπούρης Κουτζούρης 2
Καλαντζής 2 Κατζούλας Κουτουλής
Καλαπόδης Κατσαράκης Κουτρεσόπουλος
Καλαράς Κατσαρός Κούτρης
Καλατζής Κατσινόπουλος Κουτρούλης
Καλεντζής Κατσούλης Κράβαρης
Καλκάνης Κεραμέτζης Κρής
Καλκουμής Κεριάδης Κριμίτζος 2
Καλκούνος Κεφαλινός Κριτζέλης
Καλλής Κεφαλόπουλος Κρουσταλούπης
Καλογραίης Κηπουριάρης Κρούτζης
Καλογράνης Κιαζής Κτήτης
Καλπάκης Κίσκινας 2 Κυδωνίτης 2
Καλυμάρχης 3 Κιτζήλης Κύπριος
Καμαρινός 1 Κλιδαράκος Κυράτζης
87

Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα


Κυριαζόπουλος 3 Μαρίνος Μπεζεργιανός 1
Κυριακόπουλου 1 Μαρίνου Μπεκρής 3
Κυριακού 4 Μάρκελλος 3 Μπελαρδής 2
Κυριακούλης 1 Μάρκος Μπελήρης
Κυρίλου 1 Μαρκούζης Μπελιλής
Κυριτσόπουλος 1 Μαρκούτζης Μπέρδος
Κύρου 1 Μαρουσέλης Μπικίνης
Κώκαλη 1 Μασουκόστας Μπιλόπουλος
Κωλοφούτης 1 Μαστρογιάννης Μπίστας 2
Κωλυβήρας 1 Μαστροθανάσης Μπογιατζόπουλος
Κωνσταντινίδης 1 Μαυραϊδής 2 Μποζίκης
Κωνσταντίνου 4 Μαχαίρας Μπούκας
Κωνσταντόπουλος i Μεγάλου Μπουλούκος
Κωσταβέργης 1Μεϊτάνης Μπούπας
Κωστάκης . 1 Με(λ)λησ(σ)άριος 4 Μπούρας
Κωστούρος \ Μεμίτσας Μπούρσης
Λαβιδιώτου 1Μεντζελόπουλος Μπουρτζούλης
Λαγκαδινός 1 Μεντζέλος Μπούτος
Λαγός 1Μεντζέλου Μπουτσούλης
Λαδιάς 1 Μετζόπουλος Μπράβος
Λαζαρόπουλος i Μητρόπουλος Μπρούμπας 2
Λακόνιος 1Μη(ι)χαλόπ(ου)λος 6 Μυλόπλος
Λαλαντώνης 1 Μιλάκας Νικητόπουλος
Λαμπάδης 1 Μιτόπλος Νικολός
Λαμπαρδιάς 1 Μιχαήλ 2 Νικολακόπουλος 2
Λαμπρός 1 Μιχαήλλου Νικολάου 9
Λαμπρόπ(ου)λος 3 Μιχαλούρος Νικολόπουλος 3
Λάμπρου 1 Μολαίτης Νικόπουλος
Λαμψιάδης 1 Μονεμβασίτης 2 Νόθος
Λάρδης 3 Μουζέας Νόνης
Λάψας 3 Μουριζίνη Νταλακούρας
Λεκού 1 Μούρτζης Νταρλέπης
Λέου 2 Μουσουλάκης Ντελάπος
Λιακομόσης 1 Μούχλος 2 Ντοκόπουλος
Λουμπαρδιάς 1 Μπαβέλος Ντορολός
Μαζαράκης 2 Μπάβου Ντουσμάνης
Μαζαρακιώτης 1 Μπακογιάνη Ντουφεξής
Μαζαράκος 2 Μπακόπουλος 2 Οικονομήδης 3
Μακρί(ή)ς 2 Μπαλαλόπουλος 3 Οικονομόπουλος 5
Μακρογένης 1 Μπαλάφας Οικονόμου 5
Μακρόπουλος 1 Μπαμπάκος Ολύμπιος
Μαμουνάς 1 Μπαναρδόπουλος Πάγλιος
Μανολάκης 1 Μπάνος Παγουλής
Μανολόπουλος 2 Μπαρδάκας Παγώνης
Μανοσιάδης 1 Μπάρκουλης Παλαιολόγου
Μανούσος 3 Μπαρκούσης Παλαρόπουλος
Μαράς 1 Μπαχάς 3 Παλούμης
88

Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα


Παμινόπλος Πνευματικός Σιμοτάς 1
Πράπας Ποδόλη Σιοκαρέλος 1
Παναγιζόπουλος Ποληδωρόπουλος Σκειδάς 1
Παναγιωτακόπλος Πολίτης 2 Σκλαβάκης 1
Παναγιωτόττ(ου)λος 6 Πολιτόπουλος 2 Σκολαρικόπουλος 1
Παναγόπουλος 2 Πολυδορόπλος Σκορτσινόπλος 1
Παναγούλης Πουλόπουλος Σουδενίτης 1
Πάνιας Πούπουκας Σούκουπης 1
Πανόττουλος Πουρναζής Σουρέδας 1
Πανουσιάδης Πουρναμιλόπουλος Σοφιανός 1
Πανταζόπλος 3 Πραστόπουλος Σπανός 3
Παπαντήλιος Πράτζης 2 Σπυλιοτόπουλος 1
Παπαδημητρίου 2 Πρηνήας Σπυλιοκαραγίζης 1
παπαμηχαήλ Πριλλιάς Σπ(η)(οι)υρόπλος 8
Παπαχρίστου Προβατάρης Σταθάς 1
Παπαγιανόπουλος Προσίγγης Σταθόπουλος 3
Παπαδημητρίου 3 Προτζόνης Σταλακούρης 1
Παπαδιάς Π ροτοπαπαδόπουλος Σταματόπ(ου)λος 7
Παπαδόπουλος 2 Πρωτοπαπάς Σταυροθανάσης 1
Παπάίωάννου Πύρας Σταυρόπλος 3
Παπαμεντζής Ραδόπλος 2 Στεφανής 1
Παπαμηχαλόπουλος Ραλόπουλος 2 Στεφανίτης 1
Παπανδρόπουλος Ραντίτζας 2 Στεφανόπουλος 1
Παπαντονόπουλος Ραχιώτης 3 Στρατής 3
Παπάπαναγιώτου Ρεκλήτης 2 Στρατούλιας 1
Παππαγιαννόπουλος Ρεντήρης 1 Στρόλογκας 1
Παπαχρυσανθόπλος Ρετσίνας 1 Σχηνάς 4
Παρασκευάς Ρ(ι)ηγόπουλος 2 Σωτηρόπ(ου)λος 2
Παρασκευόπουλος Ροβίλος 3 Ταλακούρης 1
Πασχόπουλος Ρογοζιανίτης 1 Ταλόπουλος 1
Πάτμιος Ροδιάδης 1 Ταμπάκης 1
Παυλίνας Ροδόπλος 4 Τελής 1
Παυλόπουλος 3 Ρομανός 2 Τερζάκης 2
Περλάζης Ρούβαλης 6 Τέσης 1
Περλέπης Ρουμπής 1 Τζάκας 1
Πετρόπ(ου)λος 8 Ρούσης 1 Τζάκονας 2
Πέτρου 2 Ρουσόπουλος 1 Τζακούρδης 1
Πετρούλιας 4 Ρού(σ)σος 2 Τζαλκάνης 3
Πιέτρης 1 Σάκαρης 1 Τζαμούρης 1
Πίπηλος 1 Σακελαρόπουλος 1 Τζαρουκάς 4
Πιπινάκης 2 Σακελλάρης 1 Τζάρπας 2
Πιρπάκης 1 Σαρής 1 Τζαρτόλιας 1
Πίτας 1 Σαρλής 1 Τζελίκας 6
Πίτζης 1 Σαρματόπουλος 1 Τζετζές 1
Πιτζολόπουλος 1 Σατριλής 1 Τζεψές 1
Πιτόπουλος 1 Σγουρίτζας 1 Τζηλίκος 1
Πλευρίτης 1 Σεράτης 1 Τζιλιγκάρης 1

i
89

Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα


Τζιμπίδης 1 Τσαμαλής 2 Φωτεινόπουλος
Τζιπουργιάρης 2 Τσαμούρης 1 Φωτόπουλος
Τζιπουργιάς 1 Τσούρης 1 Χαϊκάλης
Τζιρίκου 1 Φαράκης 1 Χαϊνόπουλος
Τζιχλής 1 Φαρλέκας 1 Χαμμένος
Τζόκας 1 Φαρμακίδης 1 Χαρβάτης
Τζουκαλάς 1 Φαρμακόπουλος 1 Χαρβατιώτης
Τζουκάρας 1 Φίλης 1 Χείλαρης
Τζουκάτος 3 Φιλιπάτος 1 Χιώτης 2
Τζούκος 1 Φιλιπόπλος 1 Χοντροθανάσης
Τζουρτζάνης 1 Φιλιππακόπλος 1 Χουλιάρας 4
Τζουτζάνης 1 Φιλίππου 1 Χρησανθακόπουλος
Τηριώτης 1 Φιλόπουλος 1 Χρήστου 2
Τηροβολάς 1 Φλόκας 1 Χρισάφης
Τόγιας 1 Φούφας 2 Χριστοδουλόπουλος
Τουλουπόπουλος 1 Φιλόπουλος 1 Χριστοδούλου
Τούμπουρης 1 Φλόκας 1 Χριστόπ(ου)λος 4
Τραγαλιάς 1 Φούφας 2 Χριστοφίλης
Τραϊφόρος 2 Φουφούνης 2 Χριστοφίλου
Τραχάνης 2 Φράγγος 1 Χρυσανθόπουλος 2
Τριανταφύλ(λ)ου 2 Φράγκου 1 Χρύσανθου
Τριβέλας 1 Φρεσούρας 1 Χρυσικού
Τριπολιτζ(σ)ηώτης 2 Φρυγανάς 3 Ψαρός
Τροχάνης 1 Φυταμπάσης 1 Ψυλόπουλος
Τσάκονα(ς) 3 Σύνολο επωνύμων 634 Σύνολο ατόμων 680

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


90

Πίν ΧΙ.3.α
Τα συνηθέστερα επώνυμα των μοναχών

Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα


Αβραμόπλος 3 Διαμαντόπ(ου)λος 6
Αγγελατόπουλος 5 Εξηντάρης 2
Αγγελή 2 Ζαβάκος 3
Αγγελόπουλος (πλος) 3 Ζαφειρόπουλος 2
Αγιορίτης 2 Ζαχαρόπουλος 2
Αδαμόπουλος 3 Θανασούλιας 3
Αθανασίου 3 Θανόπουλος 3
Αθανασόπουλος 4 Ιωάν(ν)ου 11
Αναγνο(ω)στόπουλος 5 Κάβουρας 4
Αναστόπουλος 2 Κακαρούκας 2
Ανδρέου 3 Καλαντζής 2
Αντωνόπουλος 5 Καλυμάρχης 3
Αποστολόπουλος 2 Κανέ(λ)λος •3
Αρτίκης 2 Κανελόπουλος 4
Ασημακόπουλος 2 Καράλλης 3
Ασιμακίδης 3 Καραμάνος 3
Βασιλακόπουλος 2 Κα ρι μπάκας 2
Βασιλειάδης 2 Καρναβάς 3
Βασιλείου 3 Κίσκινας 2
Βασιλόπουλος 2 Κόγκας 2
Βερδινιώτης 3 Κοζ(η)ιάς 2
Γεγές 3 Κολοφούτης 2
Γεω(ιο)ργακόπουλος 5 Κόρακας 2
Γεωργιάδης 2 Κορακόπλος 2
Γεωργίου 10 Κοστόπουλος 2
Γεωργόπουλος 6 Κουτζογιάννης 2
Γιαν(ν)ακόπουλος 7 Κουτζούκος 2
Γιαν(ν)όπουλος (πλος) 8 Κουτζούρης 2
Γιαννάκος (ου) 4 Κριμίτζος 2
Γιαννιός 3 Κυριαζόπουλος 3
Γκέλης 2 Κυριακού 4
Γκίκα(ς) 5 Κωνσταντίνου 4
Γκούμας 2 Κωνσταντόπουλος 3
Γουλεγός 2 Λαμπρόπ(ου)λος 3
Γουμπούρας 3 Λάρδης 3
Γούναρ(η)ις 9 Λάψας 3
Δελιγιάνης 2 Λέου 2
Δημητρακόπουλος 4 Μαζαράκης 2
Δημητριάδης 3 Μαζαράκος 2
Δημητρίου 8 Μακρί(ή)ς 2
Δημητρόπ(ου)λος 4 Μανολόπουλος 2
Δημόπ(ου)λος 4 Μανούσος 3
91

Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα


Μάρκελλος 3 Ροβίλος 3
Με(λ)λησ(σ)άριος 4 Ροδόπλος 4
Μ(ι)ηχαλόπ(ου)λος 6 Ρομανός 2
Μιχαήλ 2 Ρούβαλης 6
Μονεμβασίτης 2 Ρού(σ)σος 2
Μπακόπουλος 2 Σπανός 3
Μπαλαλόπουλος 3 Σπ(η)(οι)υρόπουλος 8
Μπαχάς 3 Σταθόπουλος 3
Μπέκρις 3 Σταματόπ(ου)λος 7
Μπελαρδής 2 Σταυρόπλος 3
Μπίστας 2 Στρατής 3
Μπρούμπας 2 Σχηνάς 4
Νικολακόπουλος 2 Σωτηρόπ(ου)λος 2
Νικολάου 9 Τερζάκης 2
Νικολόπουλος 3 Τζάκονας 2
Οικονομήδης 3 Τζαλκάνης 3
Οικονομόπουλος 5 Τζαρουκάς 4
Οικονόμου 5 Τζάρπας 2
Παναγιωτόπ(ου)λος 6 Τζελίκας 6
Πανταζόπλος 3 Τζιπουργιάρης 2
Παπαδημητρίου 5 Τζουκάτος 3
Παπαδόπουλος 2 Τραϊφόρος 2
Παυλόπουλος 3 Τραχάνης 2
Πετρόπ(ου)λος 8 Τριανταφυλ(λ)ου 2
Πετρούλιας 4 Τριπολιτζ(σ)ηώτης 2
Πιπινάκης 2 Τσάκονα(ς) 3
Πολίτης 2 Τσαμαλής 2
Πολιτόπουλος 2 Φούφας 2
Πράτζης 2 Φουφούνης 2
Ρ(ι)ηγόπουλος 2 Φρυγανάς 3
Ραδόπλος 2 Χιώτης 2
Ραλόπουλος 2 Χουλιάρας 4
Ραντίτζας 2 Χρήστου 2
Ραχιώτης 3 Χριστόπ(ου)λος 4
Ρεκλήτης 2 Χρυσανθόπουλος 2

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


92

Πίν ΧΙ.4

Τα επώνυμα των μοναζουσών

Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα Επώνυμα Άτομα


Αγγελή Καζάνη Παναγιώτου
Αθανασίου Κανέλλου Παπαδειά
Ακρατοπούλα Κακελάρενα Παπαδοπούλα
Αλεξάνδρου Κακουλοπούλου Παπαευσταθίου
Αλεξίου Κάλκου Παπαϊωάννου
Αναγνώστενα Καλουμένου Παπαμάρκου 2
Αναστασίου Καρλάκενα 2 Παπαναστασοπούλου
Αργύρη Καρύκενα Παπανικολάου
Αργυροπούλα Κατςούλενα Παπασάβενα
Αρεθιώτου Κιχλίδενα Παραμενάκενα
Αρμάζου Κοκώνενα Πεζάρου
Ασημιτζίτζα Κόρου Πιατίνη
Ασι μίνας Κουτρογώνα Ραχοπούλα
Βαλμοπούλα Κουφουλοπούλα Σαμουταλίνα
Βασιλείου Κυριακόπουλου Σασάδενα
Βασινά Κωνσταντή Σίμηνα
Βερώνας Κωνσταντίνου 3 Σινέ
Βιτάλη Λαγωβουνοπούλα Σκυλίτη
Γενάρενα Λαδιά Σοφιανοπούλα
Γεωργαντά Λαζάρου Σπούρα
Γεωργίου 6 Λαμερίνα Σταμνά
Δαμιανού Λεβαδίτου Στάμνου
Δασκάλα Λεμονιάς Στέλιου
Δημητρίου 2 Λούβαρη 2 Σωτήρη
Δικουρεγιώτη Μάκρυνα Τάβιου
Δρακοπούλου Μανιάτη Ταβυρώνη
Εσπερινού Μενετίνα Ταγιάδου
Ευσταθίου 3 Μοναστηριώτη Τεσίπρη
Ζαβαλίδενα Μπόν Τομάζου
Ζαμπλά Νικολάου 2 Φωτιμιώτου
Ζένου Νικολοπούλου Χαβελοπούλα
Ηλία Νικολούρη Χαραλάμπη
Ηλιου 2 Ντερβεκιστιάνου Χελιδογένη
Θεοδώρου 3 Ξένη Χριστοδούλου
Ιωάννου 3 Οικονόμου
Καδίδενα 1 Παλαμίδου Επώνυμα 108
Καζάλη 1 Παλτεσσάρου Άτομα 127

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


93

Πίν X I I . 1
Οι γενέτει ρες και περιοχές προέλευσης των μοναχών
Γενέτειρες Άτομα Γενέτειρες Άτομα Γενέτειρες Άτομα
Αγγελόκαστρον 4 Βισωκά 6 Δούσια 1
Αγιάννη 4 Βυτίνα 2 Δραγαμέστον 3
Αγιονόριον 3 Βλαχέρνα 2 Δραγάνου 1
Άγιος Βασίλειος 2 Βλοβοκά 4 Δρεστενά 1
Άγιος Βλάσιος 5 Βολάντζα 1 Εττιδ. Λιμηρά 1
Άγιος Γεώργιος 1 Βορδώνια 1 Ερμιόνη 1
Άγιος Ιωάννης 7 Βουνάκι 1 Εύβοια 3
Άγιος Πέτρος 4 Βούναργον 1 Στήριον 2
Αγλαβίστα 1 Βούρβουρα 1 Εύριπος 1
Αγόριανη 2 Βούργαρης 1 Στεβενίκιον 2
Αγρίδι 14 Βούστριον 1 Ζάβιτσα 1
Αγριανοί 1 Βραχνί 8 Ζαγορά 1
Αθήναι 1 Βυζάντιος 5 Ζάκυνθος 6
Αυδήμπεϊ 1 Βυλιβίνα 1 Ζαρούχλα 21
Αλέσταινα 2 Γαργαλιάνοι 1 Ζατούνα 8
Αλμυριώτης 1 Γαρζενίκος 1 Ζάχολη 5
Αμπελιώνα 1 Γελλήνη 1 Ζέλη 1
Άμφισσα 1 Γεράκιον 1 Ζευγολατειόν 2
Αναστάσοβα 9 Γερμοτζάνι 2 Ζήρια 3
Αραχναίον 11 Γεωργίτσιον 1 Ζυγοβίστι 12
Αράχωβα Αιγίου 3 Γιάνιτσα 1 Ήλις 1
Αράχωβα Βοιωτ. 4 Γκέρμττεσι 1 Ήπειρος 1
Άργος 7 Γκλιάτα 1 Θεσσαλονίκη 1
Αραβωνίτσα 1 Γκορτζόγλι 1 Θήβα 10
Αρκαδία 1 Γκούρα 2 Ίσαρι 1
Αρφαρά 3 Γουρζούμισα 2 Ιωάννινα 3
Ασλάναγα 2 Γουμένιτζα 1 Καλάβρυτα 2
Αχαΐα 1 Γούμερον 1 Καλάμαι 2
Αχλαδόκαμπος 6 Καλανίστρα 1
Βαλάτουνα 2 Γρανίτσα 5 Καλαυριάς 5
Βαλιμή 1 Γρεβενόν 1 Καλέτζι 8
Βάλτσα 1 Γύθειον 1 Καμάρα 1
Βάλτουκα 1 Γυμνόν 1 Καμινίτσα 1
Βάριανη 4 Δαρβιτζελεπή 2 Κανδήλα 7
Βασαράς 10 Δοβραίνα 1 Καρακοβούνι 3
Βάχλια 2 Δεμέστιχα 2 Καράτουλα 1
Βελλά 5 Δεσίνον 4 Καρυά 8
Βελίζιον 1 Δεσφίνα 23 Καρνέσι 1
Βελιμάχι 2 Δημητρόπουλου 1 Καρύταινα 3
Βέρβαινα 5 Δημητσάνα 2 Κασσάνδρα 1
Διαβολίτσι 1 Κασκαβέλι 2
Βέρσοβα 5 Διακοπτόν 21 Καστέλλι 1
Βεσίνη 1 Δίβρη 7 Καστανιά 1
Βίλλια 3 Δίστομον 9 Καστρί 2
Βυλιβίνα 1 Δοβραίνης 5 Καταστάριον 1
94

Γενέτειρες Άτομα Γενέτειρες Άτομα Γενέτειρες Άτομα


Κέρτεζι 2 Λομποτινά 1 Ολυμποχώρια 1
Κεφαλληνία 1 Λειβάρτζι 3 Ορνήθιον 5
Αγιάννης 1 Λυγιά 1 Παγκράτι 1
Κλαπατζούνα 9 Λυκούρια 2 Παλαιοχώρι 1
Κλήμα 1 Λυκοχώρι 1 Παλαιοξάριον 1
Κοζίτσα 1 Μαγούλιανα 3 Πάτμος 2
Κόκκινον 3 Μαζαράκι 1 Πάτραι 3
Κολοβάταις 1 Μάζι 1 Πελοποννήσιος 5
Κομπηγάδι 2 Μακεδονία 2 Περαχώρα 5
Κόμπο τάδες 1 Μαλεσσίνα 5 Περιθώρι 1
Κουνιδίτσα 1 Μαμουσιά 1 Περιστέρα 12
Κόρινθος 6 Μάνεσι 1 Μπεντένι 1
Γκορτζιά 1 Μαργιολάτα 1 Πετσάκοι 3
Κοσμάς 12 Μάσης 3 Πιτσά 1
Κουνινά 1 Μαυρομμάτι 1 Πλάτανος 6
Κουνούπια ' 4 Μεγαλόπολις 1 Πλέσσα 1
Κούντουρα 1 Μεληγού 7 Πολιάνα 1
Κουρτσαούσι 1 Μαλισσίνα 1 Πόριος 1
Κουρτέσης 1 Μέντζενα 3 Πορετζό 4
Κούτελη 1 Μερδενίκος 1 Ποροβίτσα 1
Κουτσαβά Λαδά 2 Μεσορρούγι 9 Ποταμιά 8
Κουτσοπόδι 1 Μιδέα 2 Πούμπα 1
Κριεκούκι 1 Μονεμβασία 2 Πραστός 14
Κρημπάτσι 1 Μωρίκι 1 Πυργάκι 2
Κρήτη 4 Μορόχοβα 2 Περγιάλι 1
Κρινόφυτα 3 Μοσιά 2 Πύργος 2
Κυδωνιά 3 Μοστίτσι 4 Ρεκούνιον 2
Κυναίθα 1 Βαρβάσαινα 1 Ριόλος 1
Κύπρος 2 Μπάστα 1 Ρεγκόζενα 1
Κυριακή 1 Μπεγουλάκι 1 Ρωγοί 2
Λαγκάδια 1 Μπερμπάτι 1 Ροϊνόν 1
Λακκώματα 4 Βέρσοβα 1 Ρούμελη 3
Λακωνία 3 Μπίσια 1 Ρουπακιά 1
Λαπαναγοί 5 Μποζικά 1 Ρητό 4
Λάρισα 1 Μπουκοβίνα 1 Σαβανί 1
Λαύκα 1 Μπουλαργοί 1 Σάγκα 1
Λεβάδεια 5 Μυστράς 3 Σαλμενίκος 2
Λεβίδιον 1 Νεμέα 1 Σανταμέρι 1
Λεωνίδιον 10 Νεμνίτσα Γορτύνης 1 Σαραντάπηχον 4
Λεοντάριον 5 Νεοχώριον 6 Σελιάνα 4
Λεχαινά 1 Νιάτα 3 Σαραβάλι 1
Λεχούρι 6 Νουσά 3 Σέρρες 1
Λήσσης 4 Δόριζα 2 Σίφνος 1
Λειβάρτζι 1 Τουμενά 12 Σκάλα 4
Λίμναις 2 Ξηρονομή 2 Σκιαδά 3
Λιόπεσι 1 Οίτυλον 1 Σκουροχώρι 5
Λουκά 2 Όλυμπος 1 Σκριπού 8
95

Γενέτειρες Άτομα Γενέτειρες Ατομα Γενέτειρες Άτομα


Σκύρος 2 Τέρνοβα 1 Φύκτονα 1
Σμύρνη 1 Τζερνοτά 1 Χαλανδρίτσα 1
Σόλος 21 Τζερωτά 3 Χάλια 1
Σολυγεία 9 Τσιβλός 11 Χαλκιάνικα 2
Σούβαρδον 5 Τζίντζινα 1 Χαλκιάνικα 4
Σουδενά 1 Τσιπιανά 9 Χαρβάτι 1
Σουλεϊμάν Αγά 1 Τζιρωβοτού 1 Χέλι 1
Σοφικόν 20 Τσιτάλια 2 Χίος 2
Σπαρτιάτης 2 Τοπόλια 8 Χορμοβίτης 1
Σποδιάνα 1 Τουρνίκι 5 Χοτάσια 3
Στάνος 1 Τρίκκαλα 1 Χρυσόν 6
Στενόν 1 Τρίπολις 8 Ψαρά 1
Στεφάνι 7 Τσαμαίι'κα 1 Ψάρι 1
Στρέζοβα 8 Υδραίος 1
Συβίστα 3 Φενεός 1
Σοπωτόν '14 Φίλια 10
Τανία 7 Φρουτζάλα 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


96

Πίν ΧΙΙ.2
Οι γενέτειρες των μοναχών και ο αριθμός των κατοίκων τους

Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό% Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό%


Αγγελόκαστρον 4 585 0,68 Βισωκά 6 607 0,98
Αγιάννης 4 177 2,25 Βυτίνα 2 2147 0,09
Αγιονόριον 3 124 2,4 Βλαχέρνα 2 237 0,8
Άγιος Βασίλειος 2 376 0,5 Βλοβοκά 4 379 1
Άγιος Βλάσιος 5 536 0,93 Βολάντζα 1 524 0,2
Άγιος Γεώργιος 1 943 0,1 Βορδώνια 1 795 0,12
Άγιος Ιωάννης 7 396 1,76 Βουνάκι 1 222 0,45
Άγιος Πέτρος 4 2418 0,1 Βούναργον 1 404 0,24
Αγλαβίστα 1 Βούρβουρα . 1 303 0,33
Αγόριανη 2 764 0,2 Βουλγάρα 1
Αγρίδι 14 387 3,6 Βούστριον 1 231 0,43
Αγριάνοι 1 Βραχνί 8 628 1,2
Αθήνα 1 25109 0,003 Βυζάντιος 5
Αυδήμπεη 1 135 0,7 Βυλιβίνα 2 339 0,58
Αλέσταινα 3 218 1,3 Γαργαλιάνοι 1 1350 0,07
Αλυρος 1 Γαρζενίκος 1 639 0,15
Αμττελιώνα 1 373 0,26 Γελήνη 1 722 0,13
Άμφισσα 1 3758 0,02 Γεράκιον 1 75 1,33
Αναστάςοβα 9 234 3,8 Γερμοτζάνι 2 165 1,21
Αραχναίον 11 Γεωργίτσιον 1 1162 0,08
Αράχωβα Αιγίου 3 400 0,75 Γιάνιτσα 1 520 0,19
Αράχοβα Βοιωτίας 4 2302 0,17 Γκέρμττεσι 1 128 0,78
Άργος 7 9834 0,07 Γλιάτα 1 390 0,25
Αραβωνίτσα 1 117 0,8 Γκορτζόγλι 1 252 0,39
Αρκαδία 1 Γκούρα 2 573 0,34
Αρφαρά 3 473 0,6 Γουρζούμισα 2 541 0,33
Ασλάναγα 2 967 0,2 Γουμένιτσα 1 368 0,27
Αχαϊά 1 244 0,4 Γούμερον 1 249 0,4
Αχλαδόκαμπος 6 1019 0,5
Βαλατούνα 2 70 2,8 Γρανίτσα 5 938 0,5
Βαλιμή 1 581 0,17 Γρεβενόν 1 183 0,5
Βάλτσα 1 225 0,4 Γύθειον 1 1096 0,09
Βάλτουκα 1 Γυμνόν 1 520 0,19
Βάριανη 4 355 1,12 Δαρβιτζελέττη 2 609 0,32
Βασαράς 10 769 1,3 Δοβραίνα 1 843 0,11
Βάχλια 2 15 13,3 Δεμέστιχα 2 137 1,45
Βελλά 5 391 1,27 Δεσίνον 4 286 1,4
Βελίζιον 1 82 1,21 Δεσφίνα 23 1382 1,6
Βελιμάχι 2 126 1,58 Δημητρόττουλου 1 26 3,8
Βέρβαινα 5 1438 0,34 Δημητσάνα 2 1903 0,1
Διαβολίτσι 1 420 0,23
Βερσοβά 5 404 0,99 Διακοτττόν 21 1564 1,3
Βεσίνη 1 Δίβρη 7 1237 0,5
Βίλλια 3 2085 0,14 Δίστομον 9 926 0,98
97

Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό% Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό%


Δοβραίνης 5 843 0,59 Κέρτεζι 2 1031 0,19
Δούσια 1 498 0,2 Κεφαλληνία 1
Δραγαμέστον 3 385 0,77 Αγιάννης 1
Δραγάνου 1 82 1,2 Κλαμπατσούνα 9 565 1,59
Δρεστενά 1 40 2,5 Κλήμα 1 395 0,25
Επιδ. Λιμηρά 1 Κοζίτσα 1 376 0,265
Ερμιόνη 1 1277 0,07 Κόκκινον 3 194 1,5
Εύβοια 3 Κολοβάταις 1 457 0,21
Στήριον 2 Κομπηγάδι 2 157 1,27
Εύριπος 1 Κομποτάδες 1
Στεβενίκιον 2 Κουνιδίτσα 1 162 0,6
Ζάβιτσα 1 696 0,14 Κόρινθος 6 1096 0,54
Ζαγορά 1 Γκορτζιά 1
Ζάκυνθος 6 Κοσμάς 12
Ζαρούχλα 21 700 3 Κουνινά 1 354 0,28
Ζατούνα 8 1079 0,75 Κουνούπια 4 660 0,6
Ζάχολη 4 380 1,05 Κούντουρα 1 81 1,2
Ζευγολατειόν 2 285 0,7 Κουρτσαούσι 1 868 0,11
Ζήρια 3 390 0,76 Κουρτέσης 1
ΖυγοβΙστι 12 955 1,2 Κούτελη 1 486 0,2
Ήλις 1 Κουτσαβά Λαδά 2 402 0,5
Ήπειρος 1 Κουτσοπόδι 1 1015 0,09
Θεσσαλονίκη 1 Κριεκούκι 1
Θήβα 10 2641 0,37 Κριμπάτσι 1 68 1,47
Ίσαρι 1 254 0,39 Κρήτη 4
Ιωάννενα 3 Κρινόφυτα 3 260 1,15
Καλάβρυτα 2 1185 0,16 Κυδωνιά 3
Καλαμών 2 4960 0,04 Κύναιθα 1
Καλάνιστρα 1 258 0,38 Κύπρος 2
Καλαυριάς 5 Κυριάκιον 1
Καλέτζι 8 338 2,36 Λαγκάδια 1 183 0,5
Καμάρα 1 484 0,2 Λακώματα 4 372 1,07
Καμινίτσα 1 65 1,5 Λακωνία 3
Κανδήλα 7 782 0,89 Λαπαναγοί 5 622 0,8
Καρακοβούνι 3 613 0,48 Λάρισα 1
Καράτουλα Ì 227 0,44 Λαύκα 1 620 0,16
Καρυά 8 228 3,5 Λεβάδεια 5 3049 0,16
Καρνέσι 1 536 0,18 Λεβίδιον 1 1199 0,08
Καρύταινα 3 873 0,34 Λεωνίδιον 9 3916 0,22
Κασσάνδρα 1 Λεοντάριον 10 275 3,6
Κασκάβελη 2 283 0,7 Λεχαινά 1 1300 0,07
Καστρί 1 316 0,31 Λεχούρι 6 707 0,84
Καστανιά 1 1125 0,08 Λήσσης 4
Καστρί 2 3360 0,05 Λειβάρτζι 4 1434 0,27
Καταστάριον 1 Λίμναις 2 796 0,25
98

Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό% Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό%


Λιόπεσι 1 225 0,4 Οίτυλον 1 923 0,1
Λουκά 2 84 2,3 Όλυμπος 1
Λομποτινά 1 Ολυμποχώρια 1
Λυγιά 1 58 1.7 Ορνήθιον 5
Λυκούρια 2 885 0,22 Παγκράτι 1 489 0,2
Λυκοχώρι 1 277 0,3 Παλαιοχώρι 1
Μαγούλιανα 3 1711 0,17 Παλαιοξάριον 1
Μαζαράκι 1 325 0,3 Πάτμος 2
Μάζι 1 112 0,9 Πάτρα 3 11337 0,02
Μακεδονία 2 Πελοποννήσιος 5
Μαλεσσίνα 6 459 1,08 Περαχώρα 5 1371 0,36
Μαμουσιά 1 Περιθώρι 1 462 0,21
Μάνεσι 1 247 0,4 Περιστέρα 12 731 1.6
Μαριολάτες 1 Μπεντένι 1
Μάσης 3 Πετσάκοι 3 593 0,5
Μαυρομάτι 1 232 0,43 Πιτσά 1 485 0,2
Μεγαλούπολη 1 416 0,2 Πλάτανος 6 250 2,4
Μεληγού 7 464 1,5 Πλέσσα 1 405 0,24
0,2 Πολιάνα 1 148 0,67
Μέντζενα 3 Πάριος 1 5071 0,01
Μερδενίκος 1 Πορετζό 4 94 4,2
Μεσορρούγι 9 785 1,14 Ποροβίτσα 1 149 0,67
Μιδέα 2 488 0,4 Ποταμιά 8 459 1,7
Μονεμβασιά 2 688 0,29 Πούμπα 1
Μουρίκι 1 117 0,85 Πραστός 14 437 3,2
Μορόχοβα 2 198 1 Πυργάκι 2 30 6,6
Μοσιά 2 298 0,67 Περγιάλι 1 83 1,2
Μοστίτσι 4 355 1,12 Πύργος 2 3341 0,05
Βαρβάσαινα 1 Ρεκούνιον 2 458 0,4
Μπάστα 1 144 0,69 Ριόλος 1 310 0,3
Μπεγουλάκι 1 250 0,4 Ρεγκόζενα 1
Μπερμπάτι 1 335 0,29 Ρωγοί 2
Μπερτζοβά 1 Ροϊνόν 1 482 0,2
Μπίσια 1 498 0,2 Ρούμελη 3
Μποζικάς 1 181 0,5 Ρουπακιά 1 94 1,06
Μποκοβίνου 1 113 0,88 Ρητό 4 407 0,98
Μπουλιάρι 1 15 6,7 Σαβανί 1 297 0,33
Μυστράς 3 1136 0,26 Σάγκα 1 362 0,27
Νεμέα 1 943 0,1 Σαλμενίκον 2 398 0,5
Νεμνίτσα 1 451 0,22 Σανταμέρι 1 810 0,12
Νεοχώρι 6 Σαραντάπηχον 4 378 1,05
Νιάτα 3 651 0,46 Σελλά 1 134 0,7
Νουσά 3 541 0,55 Σελιάνα 4 560 0,71
Δριζα 2 Σαραβάλι 1 213 0,4
Τουμενά 12 418 2,8 Σέρρες 1
Ξηρονομή 2 243 0,8 Σίφνος 1
99

Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό% Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό%


Σκάλα 4 364 1 Τσιττιανά 9 1108 0,81
Σκιάδα 3 456 0,65 Τζιρωβοτού 1
Σκουροχώρι 5 314 1,5 Τσιτάλια 2 203 0,98
Σκριπού 8 404 1,9 Τοττόλια 8 866 0,92
Σκύρος 2 2244 0,08 Τουρνίκι 5 445 1,12
Σμύρνη 1 Τρίκκαλα 1 2615 0,03
Σόλος 21 523 4 Τρίπολις 8 5466 0,14
Σολυγείας 9 ΤσαμαιΊ'κα 1
Σούβαρδον 5 314 1,5 Ύδρα 1 11564 0,008
Σουδενά 1 621 0,16 Φενεός 1 316 0,31
Σουλεϊμαναγά 1 371 0,26 Φίλια 10 686 1,45
Σοφικόν 20 1770 1,12 Φρουτζάλα 1 583 0,17
Σπαρτιάτης 2 245 0,8 Φύκτονα 1 686 0,14
Σποδιάνα 1 217 0,46 Χαλανδρίτσα 1 509 0,19
Στάνον 1 325 0,3 Χάλια 1
Στενόν 1 262 0,38
Στεφάνι 7 223 3,1 Χαλκιάνικα 6 549 0,72
Στρέζοβα 8 1014 0,78 Χαρβάτι 1 121 0,82
Συβίστα 3 400 0,75 Χέλι 1 917 0,1
Σοττωτόν 14 1288 1,08 Χίος 2
Τανία 7 Χορμοβίτης 1
Τέρνοβα 1 15 1,3 Χώστια 3 796 0,37
Χρυσόν 6 1454 0,41
Τσεροβά 4 300 1 Ψαρά 1
Τσιβλός 11 334 3,29 Ψάρι 1 287 0,34
Τζίντζινα 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621. Γ. Σιάμπος, Δημογραφική εξέλιξις της Νεωτέρας Ελλάδος,
Αθήνα 1973, σελ. 6-134. Ι. Σταματάκης, ΠίναξΧωρογραφικός της Ελλάδος, Περιέχων τα Ονόματα, τας
Αποστάσεις και τον Πληθυσμό των Δήμων, Πόλεων, Κωμοπόλεων και Χωρίων. Ερανισθείς εκ διαφόρων
επίσημων εγγράφων της Β. Κυβερνήσεως, εκδοθείς υπό Σταματάκης Ι., Αθήνα 1846 (Βάσει απογραφής
1844), σελ. 1-96.
Πίν ΧΙΙ.2α

Οι γενέτειρες των μοναχών με πληθυσμό μέχρι 1000 κατοίκους

Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι


Αγγελόκαστρον 4 585 Βλοβοκά 3 379 Στήριον 2
Αγιάννης 4 177 Βολάντζα 1 524 Εύριπος 1
Ayiovópiov 3 124 Βορδώνια 1 795 Στεβενίκιον 2
Άγιος Βασίλειος 2 376 Βουνάκι 1 222 Ζαβίτσα 1 696
Άγιος Βλάσιος 5 536 Βούναργον 1 404 Ζαρούχλα 21 700
Άγιος Γεώργιος 1 943 Βούρβουρα 1 303 Ζάχολη 4 380
Άγιος Ιωάννης 7 396 Βουλγάρα 1 Ζευγολατειόν 2 285
Αγλαβίστα 1 Βούστριον 1 231 Ζήρια 2 390
Αγόριανη 2 764 Βραχνί 8 628 Ζυγοβίστι 12 955
Αγρίδι 14 387 Βυλιβίνα 2 339 Ίσαρι 1 254
Αγριανοί 1 Γαρζενίκος 1 639 Καλανίστρα 1 258
Αυδήμττεη 1 135 Γελλήνη 1 722 Καλέτζι 8 338
Αλέσταινα 2 218 Γερμοτζάνι 2 165 Καμάρα 1 484
Αλμυρός 1 Γιάνιτσα 1 520 Κανδήλα 7 782
Αμττελιώνα 1 373 Γκέρμττεσι 1 128 Καρακοβούνι 3 613
Αναστάσοβα 9 234 Γλιάτα 1 390 Καράτουλα 1 227
Αραχναίον 11 Γκορτζόγλι 1 252 Καρυά 8 228
Αράχωβα 4 400 Γκούρα 2 573 Καρνάσι 1 536
Αραβωνίτσα 1 117 Γουρζούμισα 2 541 Καρίταινα 3 873
Αρκαδία 1 Γουμένιτσα 1 368 Κασκάβελη 2 283
Αρφαρά 2 473 Γούμερον 1 249 Καστέλι 1 316
Ασλάναγα 2 967 Γρανίτσα 5 938 Κανδήλα 7 782
Αχαΐα 1 244 Γρεβενόν 1 183 Καρακοβούνι 3 613
Βαλιμή 1 581 Γυμνόν 1 520 Καράτουλα 1 227
Βάλτσα 1 225 Δερβιτζελεπή 2 609 Καρυά 8 228
Βάλτουκα 1 Δομβραίνα 1 843 Καρνέσι 1 536
Βάριανη 4 355 Δεμέστιχα 2 137 Καρύταινα 3 873
Βασαράς 10 769 Δεσινόν 4 286 Κασκαβέλι 2 283
Βελλά 5 391 Δεσφίνα 20 1382 Καστέλλι 1 316
Βελημάχι 2 126 Διαβολίτσι 1 420 Καταστάριον 1
Δίστομον 9 926 Αγιάννης 1
Βερσοβά 4 404 Δοβραίνης 5 843 Κλαμττατσούνα 9 565
Βεσίνη 1 Δούσια 1 498 Κλήμα 1 395
Βισωκά 6 607 Δραγαμέστον 3 385 Κοζίτσα 1 376
Βλαχέρνα 2 237 Κόκκινον 3 194
101

Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι


Κολοβάταις 1 457 Μωρίκι 1 117 Σάγκα 1 362
Κομπηγάδι 2 157 Μορόχοβα 2 198 Σαλμενίκον 2 398
Κομποτάδες 1 Μοσιά 2 298 Σανταμέρι 1 810
Κουνιδίτσα 1 162 Μοστίτσι 4 355 Σαραντάπηχον 4 378
Γκορτζιά 1 Βαρβάσαινα Σελλά 1 134
Κοσμάς 12 Μπάστα 144 Σελιάνα 4 560
Κουνινά 1 354 Μπεγουλάκι 250 Σαραβάλι 1 213
Κουνούπια 4 660 Μπερμπάτι 335 Σκάλα 4 364
Κουρτσαούσι 1 868 Βερσοβά Σκιαδά 3 456
Κουρτέσης 1 Μπίσια 498 Σκουροχώρι 5 314
Κούτελη 1 486 Μποζικά 181 Σκριπού 8 404
Κουτσαβά Λαδά 2 402 Μπουκοβίνα 113 Σόλος 21 523
Κριεκούκι 1 Νεμέα 943 Σολυγείας 9
Κρινόφυτα 3 260 Νεμνίτσα 451 Σούβαρδον 5 314
Κύναιθα 1 Νεοχώρι 6 Σουδενά 1 621
Κυριάκιον 1 • Νιάτα 3 651 Σουλεϊμάναγα 1 371
Λαγκάδια 1 183 Νουσά 3 541
Λακώματα 4 372 Δόριζα 2 Σποδιάνα 1 217
Λακωνία 3 Τουμενά 11 418 Στάνον 1 325
Λαπαναγοί 5 622 Ξερονομή 2 243 Στενόν 1 262
Λαύκα 1 620 Οίτυλον 1 923 Στεφάνι 7 223
Λεοντάριον 5 275 Ορνήθιον 5 Συβίστα 3 400
Λεχούρι 6 707 Παγκράτι 1 489
Λήσσης 4 Παλαιοχώρι 1
ΛΙμναι 2 796 Παλαιοξάριον 1 Τσερωβά 4 300
Λιόπεσι 225 Περιθώρι 1 462 Τσιβλός 11 334
Λομποτινά Περιστέρα 12 731 Τζίντζινα 1
Λυκούρια 2 885 Μπεντένι 1 Τζιρωβοτού 1
Λυκοχώρι 277 Πετσάκοι 3 593 Τσιτάλια 2 203
Μαζαράκι 325 Πιτσά 1 485 Τοττόλια 8 866
Μάζι 112 Πλάτανος 6 250 Τουρνίκι 5 445
ΜαλεσσΙνα 5 459 Πλέσσα 1 405 Φενεός 1 316
Μαμουσιά Πολιάνα 1 148 Φίλια 10 686
Μάνεσι 247 Ποροβίτσα 1 149 Φρουτζάλα 1 583
Μαργιολάτα Ποταμιά 8 459 Φύκτονα 1 686
Μάσης 3 Πούμπα 1 Χαλανδρίτσα 1 509
Μαυρομμάτι 232 Πραστός 41 437 Χαλία 1
Μεγαλόπολις 416 Ρεκούνιον 2 458
Μελιγού 7 464 Ρίολος 1 310 Χαλκιάνικα 6 549
Μαλεσσίνης 459 Ρεγκόζενανα 1 Χαρβάτι 1 121
Μέντζενα 3 Ρωγοί 2 Χέλι 1 917
Μερδενίκος Ροϊνόν 1 482 Χορμοβήτης 1
Μεσορούγι 9 785 Χοτάσια 3 796
Μιδέα 2 488 Ρητό 4 407 Ψάρι 1 287
Μονεμβασία 2 688 Σαβανί 1 297

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621. Γ. Σιάμπος, ό.π., σελ. 6-134.1. Σταματάκης, ό.π., σελ. 1-96.
Πίν ΧΙΙ.3

Οι γενέτειρες των μοναζουσών και ο αριθμός των κατοίκων τους

Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό % Τοποθεσίες Άτομα Κάτοικοι Ποσοστό %


Άγιος Νικόλαος 200 0,5 Λαγοβούνι 1 190 0,52
Αγρίδι 387 0,25 Λεβάδια 1 3049 0,03
Αθήναι 25109 0.003 ΛεμττΙστα 2 398 0,50
Ανατολικόν 2018 0,04 Μεθώνη 1 767 0,13
Άρτα Μεσσήνη 1
Αρφαρά 473 0,21 Μοστιτσι 1 355 0,28
Βάλμη 4 581 0,68 Μπαμττίνι 1 442 0,22
Βάλτσα 225 0,44 Μύκονος 11 5072 0,21
Βερσοβά 404 0,24 Δερβέκιστα 1 250 0,4
Βισωκά 607 0,16 Πάτραι 1 11337 0,008
Βραχώριον 2 Πελοπόννησος 2
Βυλιβίνα 2 339 0,58 Περιστέρα 2 731 0,27
Γαλατά 1 193 0,51 Πετσάκοι 2 593 0,33
Γανόχωρα 2 Πετροχώρι 1 146 0,68
Γουρζούμισα 3 541 0,55 Ποταμιά 1 459 0,21
Διακοπτόν 12 1564 0,76 Ράχες 1
Δρομίστα 128 0,78 Σαμττρίκι 1 177 0,56
Ζαχλωρού 366 0,27 Συλίβαινα \ 242 0,41
Καλαμάτα 2 4960 0,04 Σμύρνη 1
Κέρτεζι 1031 0,09 Σόλος 1 523 0,19
Κλαμπατσούνα 565 0,17 Σουδενά 1 621 0,16
Κουνινά 354 0,28 Σωττοτόν 3 1288 0,23
Κούτελη 486 0,20 Τσιβλός 2 334 0,59
Κουκουλίστα 425 0,23 Τήνος 53 7006 0,75
Κρήτη Ύδρα 1 11564 0,008
Κύθηρα Χίος 1

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621. Γ. Σιάμπος, ό.π., σελ. 6-134.1. Σταματάκης, ό.π., σελ. 1-96.
103

Πίν ΧΙΙ.4

Μονές του ελληνικού βασιλείου και οι περιοχές οικοδόμησης τους 25

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

1) Όσιος Σεραφείμ Δομπού -εις την επαρχίαν Λεβαδίας εις την θέσιν Ελικήν
2) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος -Δεσφίνα
3) Προφήτης Ηλίας -κατά τους πρόποδες του Παρνασσού
4) Γέννησης Θεοτόκου, ή Μονή Ρόμβου -εις λειβάδι της Ακαρνανίας

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

1) Άγιος Δημήτριος, Καρακαλά -Ναύπλιον


2) Θεοτόκου Κοίμησις, Αγνούντος -Επίδαυρος
3) Ταξιάρχαι -Επίδαυρος
4) Κοίμησης Θεοτόκου Ταλαντίου -Αραχναίον (Χέλι)
5) Ιερά Μονή του Προφήτη Ηλιου εν Ζαχόλη
6) Άγιος Δημήτριος -εν Στεφανίω
7) Κοίμησης Θεοτόκου η Φανερωμένη -εν Αγιονορίω
8) Άγιος Αθανάσιος -εις Στιμάγκαν
9) Κοίμησης Θεοτόκου ήτοι το Μοναστήριον επονομαζόμενον του Βράχου -εν
Νεμέα (Άγιος Γεώργιος)
10) Κοίμησης της Θεοτόκου (Άγιος Νικόλαος) -εν Πέρα χώρα
11) Κοίμησης Θεοτόκου Λέχοβας -εν Καλαί Νήσοι (Λόπεσι)
12) Κοίμησης Θεοτόκου -εν Σολυγεία
13) Άγιοι Πάντες -εις Κόρφον Σοφικόν
14) Άγιος Βλάσιος -εις Τρίκαλα Σικυώνος
15) Θεοτόκος Παναγία Κορυφής -Καισάριον
16) Μονή Αγίου Γεωργίου -εν Φενεώ (Γκούρα)
17) Άγιοι Ανάργυροι -Ερμιόνη (παρά το Καστρί)
18) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, (Απότομη Προδρόμου) -εις Ίλια ή εις
Στάΐλιοκαρακάσην
19) Κοίμησης Θεοτόκου, Κοιλάδος -Μάσης της Ερμιονίδος
20) Προφήτης Ηλίας -Κατά το όρος, ήτοι κορυφήν του βουνού
21) Ζωοδόχος Πηγή -Καλαυρία
22) Κοίμησης Θεοτόκου, ή Γηροκομείον -απέχει ημίσειαν ώραν εκ της πόλεως
Πατρών κατά δυσμάς
23) Ανάληψη Σωτήρος -συνορεύει με το χωρίον Παυλόκαστρον. Και το χωρίον Βόλα
24) Μεταμόρφωση Σωτήρος -απέχει εκ της πόλεως Πατρών 2 ώρας και έχει πλησίον
το παλαιόκαστρον
25) Γέννηση Θεοτόκου Φιλοκάλι -απέχει εκ της πόλεως Πατρών 8 ώρας συνορεύει
με το χωρίον Ριόλον και Πέτα
26) Αγία Μαρίνα, ή Μονή Μαρίτσας -απέχει εκ της πόλεως των Πατρών 8 ώρας και
συνορεύει με το χωρίον Μπράδι
27) Ελεούσα -απέχει από την Πάτραν 5 ώρας κείται εις το χωρίον Λογιά
28) Κοίμησης Θεοτόκου Νοτενών -εις το τέλος του όρους Σκιαδά κατά το νότιον
μέρος εις το πλάγιον

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


104

29) Θεολόγος Γρεβενών -απέχει εκ της πόλεως Πατρών 10 ώρας συνορεύεται με τα


χωρία Γρεβενό και Αλποχώρι
30) Αγιοι Πάντες -απέχει εκ της πόλεως Πατρών 8 ώρας συνορεύεται με τα χωρία
Βελιμάχι και Αλποχώρι
31) Παναγία Χρυσοποδαρίτισσα -κατά τα Νεζερά
32) Εισόδια Θεοτόκου Ομπλού -απέχει από την πόλιν Πατρών 2Vi ώρας, συνορεύεται
με τα χωρία Μπαρδικώστα και Σαραβάλι.
33) Παναγία Ευαγγελίστρια -κατά τα Νεζερά
34) Παναγία της Κοιμήσεως του Μπαμπιώτου -απέχει 3 ώρας εκ Πατρών
συνορεύεται με τα χωρία Κάνταλον και Μπαρδικώστα. (Μέντζενα)
35) Κοίμησης Θεοτόκου, ή Πεπελενίτσα.- Συνορεύεται με το χωρίον Κουνινά και τον
Ποταμόν
36) Παναγία Τρυπητή -Συνορεύεται με την Μητρόπολιν Αιγίου
37) Ταξιάρχης -2 ώρας μακράν του Αιγίου Μεσημβρινοδυτικώς
38) Αγία Τριάς -Ακράτας
39) Κοίμησης Θεοτόκου, ή Αγία Μονή -σύνορον Διακόπτου
40) Άγιος Νικόλαος -συνορον Διακόπτου
41) Αγία Τριάς Διακοφτού -εις Κούντουρα
42) Σκαφιδιά. -Κατά το χωρίον Σκαφιδιά της Ηλείας, παρά τη θαλασσή δυτικώς
43) Άγιος Νικόλαος Φραγκοπηδήματα -Μεταξύ των ορίων των κοινοτήτων
Ξυλοκαίρας, Βουνάργου, Αλουποχωρίου και του Δήμου Δερβί Τσελεπή εις ον και
υπάγεται
44) Παναγία Ποριτζού -κείται μεταξύ του χωρίου Γερμοτζάνι και Πορετζού
45) Παναγία Χρυσοπηγή -Πηδιανούλια
46) Κοίμησης Θεοτόκου- κείται εις την κωμόπολιν Δίβρης
47) Άγιος Αθανάσιος -εις Λεχαινά
48) Το γενέσιον της Παναγίας επιλεγομένου των Βλαχερνών -εις την Κυλλήνη της
Ηλίδος
49) Άγιος Αθανάσιος -κείται εις το χωρίον Καραγιούζι
50) Κοίμησης Θεοτόκου Κρεμαστή -κείται ένδον του χωρίου Λάνθη εις τους
πρόποδας ενός κρημνού
51) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος Νίκοβας -κείται εις το χωρίον Γούμερον
52) Κοίμησης.και Λαύρα -κατά τα Καλάβρυτα (Κυναίθα)
53) Άγιοι Θεόδωροι Τύρωνος και Στρατηλάτου -εις την περιφέρειαν Αναστάσοβας
54) Παναγία Φανερωμένη -εις Σοπωτόν
55) Μονή Μακελλαρίτισσας -κατά τους Λαπαναγούς
56) Παναγίας Πλατανιώτισσας -εις Κλαπατσούναν
57) Άγιος Γεώργιος -εις Λαπάτας
58) Άγιος Νικόλαος -κείται εις τον Άγιον Βλάσσιον
59) Άγιος Αθανάσιος -εις Φίλια
60) Ευαγγελίστριας -εις Στρέζοβας
61) Άγιοι Απόστολοι -μεταξύ Σελιάνας και Περιθωρίου
62) Αγία Τριδος -εις Λιβάρτζι
63) Της Θεοτόκου Επάνω Χρέπας -Περιθώρι δήμος Τριπόλεως
64) Άγιος Νικόλαος. Βάρσαι -Δήμος Κορυθίου
65) Της Θεοτόκου Τσιπιανών -δήμος Μαντινείας
66) Της Θεοτόκου Κανδήλας -κατά τον δήμον Καρυών
67) Το Γενέσιον της Θεοτόκου επονομαζόμενης των Αιμυαλών -πλησίον της κώμης
Ζυγοβυστίου
68) Κοίμησης Θεοτόκου επονομαζόμενη Τσερνίτση -πλησίον της κώμης Γρανίτσας
105

69) Σίντζα -η Σίντζα κειμένη εις το δυτικομεσημβρινόν του Λεωνιδίου (Λεωνίδι)


70) Παλαιοπαναγιά -Μελιγού
71)Μαλεβή -κείται εις τους αρκτικούς πρόποδες του Μαλεβού, απέχουσα του Αγ.
Πέτρου ώρας 1. (Άγιος Πέτρος)
72) Άγιος Γεώργιος -Πρασιάς
73)Έλωνα -Πρασιαί
74) Πρόδρομος κατά το Καστρί -Καστρί
75) Της Θεοτόκου Μπούρα -εις Μεγαλόπολιν
76) Ζωοδόχος Πηγή Βελανιδιά -εν Καλαμαίς εις τόπον ορεινόν, απέχον μία ήμισυ
ώρα
77) Κοίμησης Θεοτόκου Μαρδακίου -εντός του ορίου του χωριού μεγάλης
αναστάσοβας, απέχον εξ αυτού δύο τέταρτα
78) Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες -εις το όριον Χρύσαφας
79) Κοίμηση Θεοτόκου Καστρί -Λακεδαίμων
80) Άγιοι Ανάργυροι -εις το όριον Βερροίων και Βασσαρά
81) Κοίμηση Θεοτόκου Ζερμπίτσα -Αιμυαλών
106

Πίν ΧΙΙ.5

Η στελέχωση μονών του ελληνικού βασιλείου βάσει των γενετειρών των

μοναχών26

Ι) Νομός Αργολίδας και Κορινθίας

α) Επαρχία Ναυπλίας

1) Μονή Άγιος Δημήτριος ή Μονή Καρακαλά_-Ναύπλιον (Μοναχοί: 15 )


Αϊδάμπεη (ι) ή Προστίμνη
Κουτσοπόδι ή Μυσία
Λήσα ή Λύσση
Μηδεία
Γαργαλιάνοι
Άργος
Τσιπιανά
Θήβα
Τουρνίκη
Μαινάλου
Οσίκηνος
Αραχναίου
Τύρινθα
Ρωσία

2) Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Μονή Αγνούντος -Επίδαυρος (Μοναχοί: 12)

Ορνήθιο 4
Σοφικόν 8
Μηδεία 1

3) Αγιοι Ταξιάρχες -Επίδαυρος (Μοναχοί:27)

Σολυγεία
Πυργιάλι ή Περιγιάλι 1
Σοφικό 6
Δούσια 1
Αραχναίον 2
Ορνήθιο 4
Θήβα
Ρυτόν
Σπάρτη
Άρτα
Αθήνα
Επίδαυρος

ΠΑ.Κ.., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


107

4) Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Μονή Ταλαντίου -Αραχναίον (Μοναχοί: 10)

Αραχναίον : 7
Σοφικόν ·' : 1
Λίμναι : 2

β) Επαρχία Κορινθίας

1 ) Προφήτης Ηλίας -Ζάχολη (Μ<}ναχοί:8)

Ζάχουλη : 5
Σαραντάπυχον 2
Γαστούνη : 1

2) Αγίου Δημητρίου ή Μονή Στεφανίου -Στεφάνι (Μοναχοί: 14)

Μπερπάτι * : 1
Αγιος Βασίλειος : 1
Στεφάνι : 8
Θήβα : 1
Εύρηπος : 1
Σοφικόν : 1
Βαλτεσινίκο 1

3) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Φανερωμένης -Αγιονόριον (Mo

Σωποτόν : 2
Αλάσταινα : 2
Βερσίτζιο : 1
Πάτρας 1
Αγιονόριον : 2
Αγγελόκαστρον : 4
Χέλι : 1
Ρητό : 4
Φύκτονα : 1
Στεφάνι : 3
Ήπειρος : 1
Αγιάννη : 4
Μπίσια : 1

4) Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Πάναγία Βράχου -Νεμέα (Μοναχοί:7)

Χαλκιάνικα : 2
Σκινοχώρι : 1
Ζαρούχλα : 1
Πύργος : 1
Άγιος Γεώργιος : 1
Γκούρα : 1
108

5) Αγιος Νικόλαος ή Καλαί Νήσοι -Περαχώρα (Μοναχοί: 8 )

Περαχώρα : 5
Μυστρά : 2 '
Χρύσοβα : 1

6) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Λέχοβας -Λιόπεσι (Μοναχοί:8)

Νεμέα : 1
Μποζικά : 1
Γελίνη : 1
Αράχοβα : 1
Λιόπεσι : 1
Βάλτζη : 1
Καρύα : 1
Πητζάκοι : 1

7) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Σολυγείας ή Σοφικού -Σολυγεία (Μοναχοί:9)

Σολυγεία : 8
Αθήναι : 1

8) Άγιος Γεώργιος ο Φονιάς ή Μονή Φενεού -Φενεού (Μοναχοί:23)

Αγρίδιον 6
Ζαρούχλα 11
Χαλκιάνικα 1
Σόλλον 1
Βουνάκχ 1
Στενώ 1
Φενεών 1
Λαύκα 1

γ) Επαρχία Σπετσών και Ερμιονίδος

1) Άγιοι Ανάργυροι-Ερμιόνη (Μοναχοί:! 1)

Σοφικόν : 2
Σύρρας : 1
Πάτμος : 1
Άργος : 1
Κόρινθος : 2
Ψαρά : 1
Μάσης : 2
Ερμιόνη : 1

Κοίμησης Θεοτόκου ή Μονή Κ 31)

Ζαρούχλα ; 1
Μακεδονία : 1
109

Χαρβάτι : 1
Στεφάνι : 1
Τσιτηανά ή Κηπιανά : 1
Ζέλα : 1
Κρήτη : 1
Μάσης : 1

δ) Επαρχία Ύδρας και Τροιζήνας

1) Προφήτης Ηλίας (Μοναχοί: 16)

Βυζάντιος : 4
Πελοποννήσιος : 4
Σπαρτιάτης
Πόριος
Αρμυριώτης
Κυδωνιάτης
Θεσσαλονίκης
Θηβαίος
Υδραίος
Κρής

2) Ζωοδόχος Πηγή -Καλαυρία (Μοναχοί: 11)

Καλαυρία
Κυναίθα
Κύπρος
Κρήτη
Κόρινθος
Θήβα
Λακωνία

Π) Νομός Αχαίας και'Ηλιδος

α) Επαρχία Πατρών

1) Μονή Φιλοκάλι Θεοτόκου Γέννησις -Μεταξύ Ριόλου και Πέτα (Μοναχοί:6)

Δραγανού
Καμένιτζα
Αχαίας
Ψάρι
Ρούπακα
Ριόλο

2) Αγία Μαρίνα ή Μονή Μαρίτζα -Μπράδι (Μοναχοί: 6)

Δρέστενα : 1
Καλέντζη : 1
Μπεγουλάκι : 1
110

Σόλος : 1
Σανταμέρι : 1
Μαζαράκη : 1

3) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Παναγία Ελεούσα -Λογιά (Μοναχοί:6)

Ζήρια : 2
Σαλμενίκο : 2
Μοστίτζι Κυναίθης : 1
Αράχοβα Αιγίου : 1

4) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Νοτενών -Σκιάδα (Μοναχοί:8)

Σκιάδα : 2
Γερμοτζάνι :
Καλέντζη :
Δίβρη :
Καράτολα :
Μποκοβίνου
Παγκράτει :

5) Άγιοι Πάντες -Μεταξύ Βελιμάχι και Αλποχώρι (Μοναχοί: 10)

Καλέντζη : 4
Βελιμάχι : 2
Γρεβενό : 1
Άγιος Βλάσης : 1
Ζαρούχλα : 1
Ίσαρι : 1

6) Θεοτόκου Γέννησις ή Μονή Χρυσοποδαρίτησα -Νεζερά (Μοναχοί:8)

Πλάτανος : 2
Κομπιγάδι : 2
Άγιος Βλάσης : 1
Λακώματα : 1
Καλανίστρα : 1
Σποδιανά : 1

7) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Ομπλού -Μεταξύ Μπαρδικώστα και Σαραβάλι


(Μοναχοί: 6)
Μέτζενα : 3
Πάτρα : 1
Βελίζι ή Βελβίτζι : 1
Βελεστενα : 1

8) Θεοτόκου Ευαγγελισμός ή Ευαγγελίστρια -Νεζερά (Μοναχοί:8)

Χαλαντρίτζα : 3
Γκέρπεση : 1
πι

Σκιαδά
Λακώματα
Χίος
Κομπιγάδι

9) Ταξιάρχαι ή Μονή Μπαμπιώτου -Μεταξύ Κάνταλου και Μπαρδικώστα


(Μοναχοί:5)
Πάτρα :
Άγιος Βλάσης :
Πούμδα :
Λακώματα :
Βαλατούνα :

β) Επαρχία Αιγιαλείας

1) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Πεπελίντζα -Κουνινά (Μοναχές: 12)

Γουζαίμιστρα Πατρών :3
Κουνινά Αιγιαλείας 1
Λούμπιστα Πατρών :1
Βαλιβίνα 1
Βέρσοβα 1
Κάντελι : 1
Πετζέκοι : 1
Βεσοκά 1
Λουμπίστα : 1

Άγιοι Ταξιάρχαι -Αίγιον (Μ(>ναχ<

Μεσορούγι : 3
Βλοβοκά 3
Βυλιβήνα : 2
Σωποτόν : 2
Αρφαρά : 1
Αγρίδι : 6
Τζηβλός : 7
Βέρσοβα : 5
Γυμνόν Κορίνθου : 1
Βελά : 4
Πετζάκοι : 2
Συβήστα : 3
Σελιάνα : 1
Αράχοβα : 2
Χαλκιάνικα : 1
Αυβάρτζη : 3
Ρογοζάνα : 1
Κουνινά : 1
Τουμενά : 1
Χαλκιάνα : 1
Κλαπατζούνα : 1
112

Δεμέστιχα 1
Μα μούσια 1
Καρνέσι 1
Αρεβονίτζα 1
Λεχούρι
Ποταμία
Δημητρόπουλου
Κεφαλονιά
Σούβαρδο

3) Αγία Τριάδα -Ακρατα (Μοναχοί: 10)

Κυνέθα
Πύργος
Χαλκιάνικα
Ποταμιά

4) Αγία Τριάδα ή Αγία Μονή -Διακοπτόν (Μοναχές:41)

Σλίβενα : 2
Τζιβλός 2
Διακοπτόν 11
Ποταμιά 5
Βάλτζα 1
Αγρίδι 1
Σούδενα 1
Σωποτόν 2
Βαλμή 4
Άγιος Νικόλαος 1
Σόλος 3
Μοστίτσι 1
Κλαπατζούνα 1
Ράχος 1
Βιλβήνα 1
Περιστέρα 1
Αρφαρά 1
Ζαχλωρού
Λαγωβίτι

5) Άγιος Νικόλαος -Διακοπτόν (Μοναχοί:9)

Διακοπτόν
Βαλυμή
Βελά
Ποταμιά
6) Αγία Τριάς -Κούντουρα (Μοναχοί:6)

Σοπωτό 2
Διακοπτόν 1
Αρφαρά 2
113

Καρύτεννα : 1

γ) Επαρχία Ηλείας

1) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Σκαφηδιάς -Σκαφηδιά (Μοναχοί: 8)

Βολάνεζα : 1
Ιωάννενα : 1
Σκουροχώρι : 4
Πύργος : 1
Ζάκυνθος : 1

2) Άγιος Νικόλαος ή Φραγκοπιδήματα -Μεταξύ Βούναργο και Δερβί Τσελεπή


(Μοναχοί: 6)
Ήλις
Μαγουλιάνα
Μπαρμπάσενα
Βούναργο
Κρεκούνη
Ζάκυνθος 1

3) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Γερμοτσανίου ή Μονή Πορετσού -Μεταξύ


Γερμοτζάνι και Πορετζού (Μοναχοί:6)

Ποριτζό
Λιβάρτζη
Γερμοτζάνι

4) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Άνω Δίβρη ή Παναγία Χρυσοπηγή -Δίβρη


(Μοναχοί: 10)

Δίβρη
Νάουσα
Ιωαννίτης
Στερεοελλαδίτης
Γούμερον

5) Το Γενέσιον της Θεοτόκου ή Μονή Βλαχερνών -Κυλλήνη (Μοναχοί:6)

Σίφνος
Λυγία
Σουλεϊμάν Αγά
Αιβαδιά
Καταστάριτα
Κουρτέοι

6) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Κρεμαστής -Λάνθη(Μοναχοί:6)

Μπαρμπάσενας : 1
114

Λαμπέτι : 1
Τζυγία : 1
Αρβανίτης : 1
Λάνθη : 2

δ) Επαρχία Καλαβρύτων

1 ) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Αγία Λαύρα -Καλάβρυτα (Μοναχοί:31 )

Στρέζοβα : 3
Τζηβλός 2
Κούτελη : 1
Σόλος 5
Μπούλιαρη 1
Μεσσήνι : 1
Βυσσωκά 7
Κρυνόφυτα 2
Σαββανούς 1
Βαμβακού • 1
Ποταμιά 2
Κέρτεζη : 1
Καμενιάνος : 1
Βυτήνα : 1
Μπούμπουκα : 1
Λεχενά : 1

Άγιοι Θεόδωροι Τύρωνος κα ι Στ|

Δαρβί Τζελέπη : 1
Μορόχοβα : 1
Καστέλι : 1
Αναστάσοβα 2
Σωποτόν : 4
Βάχλια : 1
Αγρίδι 1
Αλέσταινα : 1
Καλέντζι 1
Δεσινός 1
Γουμένιτζα : 1
Άγιος Βλάσις 1
Μοστίτζι : 1
Νούσα : 1
Ζαρούχλι : 1
Λεχούρι : 2
Ρεκούνι : 1

3) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Παναγία Μακελαρίτισσα -Λαπαναγούς (Μοναχοί:9)

Κερπήνη : 1
Λαπαναγών : 4
115

Δεμέστιχα : 1
Λακώματα : 1
Γουρζούμισα : 1
Πετζάκοι : 1

4) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Μεγάλου Σπηλαίου (Μοναχοί: 186)

Μεσορούγι :8
Σόλος : 17
Περιστέρα :9
Διακοπτόν :28
Ζάτουνα :5
Δουμένικα : 19
Βραχνί : 12
Σούβαρδον :8
Καρυά : 5
Σαραντάπυχος :1
Κλαπατζούνα :2
Ποταμιά :7
Ζαρούχλα :8
Τριπολιτσά :3
Ρωγούς :1
Καρύταινα :1
Ζάκυνθος : 4
Τζηβλός : 4
Βέλλα : 2
Σμύρνη : 1
Μεσσηνία Σκάλα ( Μάνης) : 1
Σουδενά : 5
Αρφαρά 3
Τρίκαλα : 1
Ποροβίτζα 1
Καλάβρυτα : 3
Τρέστενα 3
Συλήβαινα : 4
Ιωάννινα : 1
Μεντζαγρά : 1
Σπαρτιάτης : 2
Κόρινθος : 2
Κεφαλληναίος : 1
Μαμούσα : 1
Κωνσταντινουπολίτης : 1
Βυληβήνα : 1
Βερσοβή : 1
Χαληκάνικα : 1
Αγρίδι : 1
Σηγούρι 2
Βέρσοβα : 1
Βυτήνα 1
Δαδί : 2
116

Ζαχλωρού : 1

5) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Παναγία Πλατανιώτισσα -Κλαπατζούνα (Μοναχοί: 5)

Κλαπατζούνα : 4
Ρωγούς 1

6) Άγιος Γεώργιος (Μοναχοί:5)

Γουρζούμισα
Πάτρα
Λαπαναγούς
Εγλικάδα
Μάνεση

7) Άγιος Νικόλαος και Άγιος Βλάσσης -Άγιος Βλάσσης (Μοναχοί: 8)

Πλάτανος : 1
Άγιος Βλάσσης : 6
Νεζερά

8) Άγιος Αθανάσιος -Φήλια (Μοναχοί: 11)

Φήλια
Καρύταινα 1
Τζερωτά 2
Σόλος 1
Αυκούρια 1
Κρυνόφυτα 1

9) Θεοτόκου Ευαγγελισμός ή Ευαγγελίστρια -Στρέζοβα (Μοναχοί:5)

Στρέζοβα : 5

10) Άγιοι Απόστολοι -Μεταξύ Σελιάνας και Περιθωρίου (Μοναχοί: 10)

Σεληάνα
Περιθώρι
Γκούρα
Σαραντάπυχον
Βλοβοκά

III) Νομός Αρκαδίας

α) Επαρχία Μαντινείας

1) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Επάνω Χρέπας -Περιθώρι (Μοναχοί:9)

Τρίπολη 4
Κανδήλα 1
117

Τουρνίκη
Καρύταινα
Δημιτσάνα
Σάγκα

2) Άγιος Νικόλαος ή Μονή Καλτεζών (Μοναχοί: 9)

Κολίνας : 2
Λογκάστρι : 2
Ζευγολατειό
Κονίδιτσα
Καμάρι
Λογκάνικο
Μπερτσιβά

3) Αγιος Νικόλαος ή Μονή Βαρσών -Δήμος Κορυθίου (Μοναχοί:22)

Νεοχώριον : 5
Τουρνίκη : 2
Ζευγολατειό : 2
Αχλαδόκαμπος : 6
Λουκά : 2
Τέρζοβα
Αρκαδία
Τουρνίκι
Τρίπολις
Ρίζες

4) Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Γοργοεπήκοος ή Μονή Τσιπιανών -Δήμος Μαντινείας


(Μοναχοί:21)
Τσιπιανά 10
Πιργάκης 2
Νεμνίτζα
Βουκουρέστιον
Ύδρα
Τρίπολη
Νεοχώρι
Κυπαρισσία
Κολγίνης
Καλτεζά
Ροϊνόν

5) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Κανδήλας -Δήμος Καρυών (Μοναχοί: 13)

Κανδήλα 8
Ρούμελη 2
Μοσά 2
Στεμνίτσα
118

β) Επαρχία Γορτυνίας

1) Θεοτόκου Γέννησις ή Μονή Αιμυαλών -πλησίον Ζυγοβυστίου (Μοναχοί: 12)

Ζυγοβύστι : 11

Δημητσάνα : 1

2) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Τσερνίτσα ή Κερνίτζη πλησίον Γρανίτσας (Μοναχοί:9)

Βυτίνα : 1
Μαγούλικα : 2
Γρανίτση : 5
Λεβίδι : 1
γ) Επαρχία Κυνουρίας

1) Αγιος Νικόλαος ή Μονή Καρυάς (Μοναχοί: 13)

Λεωνίδι 3
Πραστός 5
Τύρος : 3
Καρακοβούνι : 1
Μονεμβασιά : 1

Άγιος Νικόλαος ή Μονή Σίντ ζα-

Λεωνίδι 7
Κουνούπια : 2
Τζιτάλια : 2
Κοσμάς : 2
Νιάτα : 1
Δημητσάνα : 1
Άργος 1
Στεμνίτσα 1

3) Άγιος Γεώργιος ή Μονή Ενδύσσενα ή Αιδέσινα (Μοναχοί: 1)

Καρακοβούνι : 1

4) Άγιος Δημήτριος ή Μονή Ρεόντινον -Πραστός (Μοναχοί: 11)

Πραστός : 6
Άργος : 3
Κυδωνίς : 1
Μονεμβασιά : 1

5) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Ορθοκωστά (Μοναχοί:24)

Πραστός : 19
Καρακοβούνι : 3
119

Βέρβενα : 2

6) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ή Εγκλειστούρι (Μοναχοί:6)

Πραστός : 5
Άγιος Βασίλειος : 1

Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Μονή Π

Μελιγού : 5
Άγιος Ιωάννης : 2
Σκύρος : 1
Πλάτανος : 3
Άργος : 1
Μπερτζοβά : 1
Βέρβενα : 2
Κόρινθος : 1

8) Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ( Μοναχοί:2)

Άγιος Ιωάννης : 1
Κύπρος : 1
9) Ζωοδόχος Πηγή ή Μονή Αρώματος (Μοναχοί:5)

Σκύρος
Πλάτανος
Αρκαδία

10) Σωτήρος Μεταμόρφωσης ή Λουκούς (Μοναχοί: 10)

Άγιος Ιωάννης : 4
Μελιγού : 2
Λεβαδιά : 1
Καστάνιτσα :1
Κακούρι : 1
Καρυά : 1

11) Αγία Τριάς (Μοναχοί:3)

Άγιος Ιωάννης :1
Κόρινθος :1
Μελιγού :1

12) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μαλεβή -όρος Μαλεβού πλησίον Άγιου Πέτρου


(Μοναχοί: 13)
Άγιος Πέτρος : 3
Βέρβενα : 1
Καστρί : 2
120

Μελιγού
Αγιος Ιωάννης
Αραβία
Κωνσταντινούπολις
Όλυμπος
Καρακοβούνιον
Πλάτανος

13) Άγιος Γεώργιος Δρομαίος -Πρασιάς (Μοναχοί:6)

Κοσμά
Εύβοια
Καρύταινα

14) Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Μονή Έλωνας -Πρασιαί (Μοναχοί: 19)

Κασάνδρα της Μακεδονίας 1


Κοσμάς 8
Νεοχώρι 1
Λεωνίδι 3
Κνουπιά ή Κουνουπιαί 2
Παλαιοχώριο 1
Καλάβρυτα 1
Επίδαυρος Λιμηρά
Μιλάσι

15) Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος -Καστρί (Μοναχοί: 10)

Καστρί : 9
Τανία : 1

δ) Επαρχία Μεγαλουπόλεως

1) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μπούρα -Μεγαλόπολιν (Μοναχοί:7)

Άεοντάρι 4
Κονιδίτσα 1
Βούρβουρα 1
Καμάρα 1

IV) Νομός Μεσσηνίας

α) Επαρχία Καλαμών

1) Ζωοδόχος Πηγή ή Μονή Βελανιδιάς-πλησίον Καλαμών (Μοναχοί:7)

Κουτζαβά Λαδά : 2
Λαγκαδιά : 1
Πολιάνα : 1
Καλαμών :2
121

Γιάννιτζα 1

2) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Μαρδάκη ή Πρόδρομος -πλησίον Μεγάλης


Αναστάσοβας (Μοναχοί: 6)
Μεγάλη Αναστάσοβα : 2
Ζυγοβίστι : 1
Τζφοβωττού : 1
Πετενίου : 1
Έξ Αμπελιώνων της Ολυμπίας : 1

β) Επαρχίας Μεσσήνης

1) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Βουλκάνου (Μοναχοί:14)

Σκάλα
Φουρτζέλα
Διαβολίτζη
Μαυρομάτι
Γκορτζόγλι
Μπάστα
Γκλιάτα
Ασλάναγα
Κουρτζαούσι
Μιστράς
Γαρζενίκου 1

V) Νομός Λακωνίας

α) Επαρχία Λακεδαίμονος

1) Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες -Χρύσαφα (Μοναχοί: 12)

Γεράκιον
Αγριάνους
Βασσαρά
Βάνουκα
Ντόριζα
Νιάτα
Θήβα
Γεωργίτζι
Αγιονόριον
Ολυμποχώρια

2) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Καστριού -Λακεδαίμων (Μοναχοί:7)

Μεγάλη Αναστάσοβα : 3
Καστρί 1
Βορδώνια
Λεοντάρι
122

Κυδωνιαί : 1

3) Άγιοι Ανάργυροι -πλησίον Βασσαρά (Μοναχοί:9)

Βασσαρά 8
Τζίντζια 1

4) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Ζερμπίτσα -Αιμυαλών (Μοναχοί: 10)

Ζαγορά της Ηπείρου


Οιτύλου
Καστανιά Καρδαμύλης
Λάρισσα
Χίος
Μακεδονία
Κρήτη
Θράκη
Μεγαλούπολις
Γύθειον

ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

Ι) Νομός Αττικής και Βοιωτίας

α) Επαρχία Θηβών

1) Μονή των Γενεθλίων της Θεοτόκου επιλεγόμενης Πελασγίας. (Μοναχοί:7).

Μωρίκι
Βίλια
Κούντουρα
Κρεμπάτζη
Κόκκινου
Κασκαβέλη

2) Σωτήρος Μεταμορφώσεως ή Μονή Σαγματά. (Μοναχοί: 10)

Δερβενοσάλεσι
Θήβαι
Εύβοια
Βίλια
Δέμπρενα
Ξηρονομή
Χάλια
Κόρτιαις

3) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μακαριώτισσα. (Μοναχοί: 16)

Δοβρένης : 5
Πελοποννήσιος : 1
123

Θήβα
Κηργιάννη
Ξερονομής
Χώστια
Βούργαρις
Νεοχώρι

β) Επαρχία Λεβαδείας

1) Θεοτόκου Κοιμήσεως ή Μονή Σκριπού. (Μοναχοί:8)

Λειβαδία
Σκριπού
Λακωνία 1

2) Όσιος Σεραφείμ Δομπού. Εις την Επαρχίαν Λεβαδιάς εις την θέσιν Ελικήν.
(Μοναχοί:21)
Δίστομος : 9
Χώστια : 1
Κυριακή : 1
Ευζήρι : 2
Ευτοβενίκου : 2
Αράχωβα : 1
Λεβαδιά : 2
Χορμοβήτης : 1

Κομποτάτος : 1

II) Νομός Φθιώτιδος και Φωκίδος

α) Επαρχία Δωρίδος
1) Η Κοιμήσεως της Παναγίας Βαρνάκοβας. Εις την Επαρχίαν Δωρίδος εις θέσιν
δάσος. (Μοναχοί: 11).
Καρυά : 4
Βλαχερνού : 2
Λυκοχώρι :
Κλίμα :
Λουμπούτενα :
Σεραβέλη :
Παληοτάρι :

β) Επαρχία Παρνασσίδος

1) Προφήτης Ηλίας, κατά τους πρόποδας Παρνασσού. (Μοναχοί:26)

Χρυσού 5
Τοπόλια 8
Αμφισσα 1
Αράχοβα 2
Αγόριανη 2
124

Μαριολάταις 1
Βάριανη 4
Κοζίτζα 1
Δεσφήνα 1
Κολοβάταις 1

2) Ιωάννης ο Πρόδρομος, Δεσφίνης, εις Δεσφίνα (Μοναχοί:23)

Δεσφήνα 22
Πλέσα 1

III) Νομός Αιτωλίας και Ακαρνανίας

α) Επαρχία Βονίτσης και Ξηρομέρου

1) Ιερά Μονή Ρόμβου, εις λειβάδι της Ακαρνανίας (Μοναχοί:7)

Μερδενίκου : 1
Ζάβιτζα : 1
Βούστρι
Δραγαμέστο : 3
Στάνου : 1

IV) Νομός Κυκλάδων

α) Επαρχία Σύρου

1 ) Παλαιοκαστριανή, εις Μύκονον. (Μοναχές: 11 )

Μύκονος : 11

β) Επαρχία Τήνου

1) Θεοτόκου Κοιμήσεως, εις Τήνος (Μοναχές:46)

Τήνος : 34
Σμύρνη
Κύθηρα
Αθήνα
Γανόχωρα
Άρτα
Ύδρα
Μυτιλήνη
Πελοπόννησος
Κρήτη
Χίος
Πίν. ΧΠΙ.1

Χρονολογίες εισόδου των μοναζουσών και οι σχέσεις τους με τις γενέτειρες τους
126

IV
α τ—
co
CO
Ο
co - τ—
τ—

ο
co τ— -

ο
OO - -
m
ο
CO -
CN
Ο
co

ο
co

ο
ο
00 - τ—

05
OS
-
co
CD
h- -

CD
Is»

CO
CD
1*. - CN

m
co
-
•e-
CD
Ι". CM <*
co

CN
CD τ-
Γ-

CD

o
CD

CD
00

CO
OO

S
CO t—
s- -

o w
H
α ο
·< D
LLI •ο Ο > cr α
> ο σ er > D >
•α • <
> > Q>— . •σ •ο
I

ö g
σ
> α
ο. •e
1—
•cr
CT ο
1ο χ
ι—
α
ο.
3 'Ρ
•CT •ο
Ο D ο
CT
> LO
Ο. Ο
> >•O
ω D ι - •o LT
Ο CO. Ο -c Ο α
Q. 9- -< ο σ
•< Q- ω >- Ö
<. < Q. X ο <. 1= co. > Q . Ο
L"
o < < > • CD *- Q. α •D η > σ α. ο ο u) ω
O •σ Ο Ο <. 3 •er Ο
< Q. m ca σ < Ν <
= = C α. ΙΛΙ h- Ι ­ > • Χ
<<
Z3
h 1_ ^1
Έ
127

co
CO
co ΙΟ
co
Τ­
ΟΝ)
CO
CO
co
τ—
T—
CO
co
τ-
Ο
CO
CO CM
τ—

CM
co
τ—
CO
CM
00

CN
τ—
CO

CD
CM
CO - • CM

IO
CM
co - CN

•vT
CN
03 - - ro

CO
CM
CO CN
\—
CM
CM
co -

CM
00 f -
Ο
CM
00 - -
σ>
τ—
CO

CO

CO
τ­
ι--
CO - - CM

co
CO -
Χ­
ΙΟ

CO -
•vT
τ—
CO -
τ­

ο ο
ετ α
Ι­ D
ΟΙ >
•ο σ α ο > σ
> > >
s
CL ο ·< ο. σ 3»

I
1
•σ Ι— •α > •Ο
D 3 χ Ο •α
ö CL CO- Η; Η-
> σ ιΟ- Ο
ο σ π *— ο ιω- 3 ι - •er α. i y >
Ο D α ο ο . Ο υ CO.
Ο α. > σ θ­
3.
< cr > ο α . Ο.
C-
ω >- Ο ex χ α •< Ο •< t
Ο
ο
α.
Ο >· > • CD οy- . α . •<
•α ζ> σ σ •ω D Ο W
ω SΌ
• <
η. Ο ο
SI ο
•CT
< <<<< en CO _ σ Ν
< Έ Έ C C e 0. /Μ
Ο
ί~Ι
3 - - Κ
<
128

Πίν XIV. 1

Οι χρονολογίες εισόδου των μοναχών στο μοναχισμό


ι
Χρονολογίες Μοναχοί Χρονολογίες Μοναχοί Χρονολογίες Μοναχοί
1754 0 1786 9 1818 19
1755 1 1787 2 1819 18
1756 1 1788 6 1820 26
1757 0 1789 7 1821 28
1758 0 1790 6 1822 23
1759 0 1791 3 1823 13
1760 0 1792 8 1824 18
1761 1 1793 4 1825 9
1762 0 1794 20 1826 12
1763 0 1795 13 1827 12
1764 0 1796 11 1828 12
1765 0 1797 4 1829 11
1766 0 1798 14 1830 27
1767 0 1799 17 1831 10
1768 2 1800 22 1832 11
1769 1 1801 14 1833 17
1770 1 1802 12 1834 28
1771 1 1803 15 1835 35
1772 0 1804 28 1836 11
1773 1 1805 27 1837 5
1774 3 1806 17 1838 0
1775 2 1807 11 1839 0
1776 2 1808 29 1840 0
1777 1 1809 20 1841 0
1778 1 1810 23 1842 0
1779 2 1811 27 1843 0
1780 5 1812 9 1844 0
1781 3 1813 24 1845 0
1782 3 1814 43 1846 0
1783 1 1815 27 1847 0
1784 10 1816 30 1848 0
1785 5 1817 16 1849 0

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


Πίν XIV 2

Οι χρονολογίες εισόδου των μοναζουσών στο μοναχισμό

Χρονολογίες Μοναχές Χρονολογίες Μοναχές Χρονολογίες Μοναχές


1754 0 1786 3 1818 0
1755 0 1787 2 1819 1
1756 0 1788 0 1820 2
1757 0 1789 0 1821 5
1758 0 1790 0 1822 1
1759 0 1791 0 1823 3
1760 1 1792 1 1824 5
1761 0 1793 0 1825 3
1762 0 1794 6 1826 3
1763 0 1795 1 1827 2
1764 0 1796 3 1828 0
1765 0 1797 0 1829 0
1766 0 1798 2 1830 2
1767 0 1799 2 1831 0
1768 0 1800 3 1832 3
1769 0 1801 0 1833 5
1770 0 1802 0 1834 0
1771 0 1803 2 1835 0
1772 0 1804 2 1836 0
1773 0 1805 2 1837 3
1774 1 1806 2 1838 2
1775 0 1807 3 1839 3
1776 1 1808 1 1840 0
1777 0 1809 3 1841 0
1778 0 1810 0 1842 0
1779 0 1811 1 1843 0
1780 1 1812 1 1844 0
1781 1 1813 4 1845 0
1782 1 1814 2 1846 0
1783 0 1815 2 1847 0
1784 1 1816 1 1848 0
1785 0 1817 4 1849 0

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


130

Πίν XV. 1

Οι ηλικίες εισόδου των μοναχών στο μοναχισμό

Ηλικίες Μοναχοί Ηλικίες Μοναχοί Ηλικίες Μοναχοί


0 1 31 17 62 3
1 0 32 12 63 2
2 0 33 10 64 2
3 2 34 4 65 2
4 3 35 11 66 0
5 6 36 3 67 1
6 8 37 14 68 2
7 5 38 8 69 0
8 14 39 5 70 0
9 11 40 9 71 0
10 40 41 5 72 0
11 37 42 11 73 0
12 68 43 6 74 0
13 52 44 7 75 0
14 53 45 4 76 1
15 55 46 4 77 1
16 39 47 4 78 1
17 44 48 4 79 0
18 33 49 3 80 1
19 21 50 4 81 0
20 33 51 2 82 0
21 24 52 3 83 1
22 28 53 2 84 0
23 22 54 6 85 0
24 17 55 3 86 0
25 20 56 3 87 0
26 19 57 4 88 0
27 13 58 4 89 0
28 19 59 5 90 0
29 13 60 3 91 0
30 10 61 3 92 0

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


Πίν XV.2

Οι ηλικίες εισόδου των μοναζουσών στο μοναχισμό

Ηλικίες Μοναχές Ηλικίες Μοναχές Ηλικίες Μοναχές


0 0 31 1 62 0
1 1 32 0 63 1
2 2 33 0 64 0
3 9 34 2 65 0
4 2 35 2 66 0
5 1 36 1 67 0
6 8 37 1 68 1
7 13 38 0 69 0
8 0 39 0 70 0
9 0 40 0 71 0
10 2 41 1 72 2
11 0 42 0 73 0
12 * 3 43 1 74 0
13 0 44 3 75 1
14 0 45 0 76 0
15 5 46 3 77 0
16 1 47 0 78 0
17 3 48 1 79 0
18 1 49 1 80 0
19 1 50 0 81 0
20 3 51 2 82 0
21 1 52 0 83 0
22 4 53 0 84 0
23 1 54 2 85 0
24 0 55 1 86 0
25 4 56 0 87 0
26 0 57 0 88 0
27 5 58 1 89 0
28 0 59 0 90 0
29 1 60 0 91 0
30 4 61 0 92 0

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


132

Π ί ν XV. 3
Ο ι σ χ έ σ ε ι ς ιιεταξ ύ η λ ι κ ι ώ ν κ α ι χ ρονολογιών ε ι σ ό δ ο υ τ ω ν μ ο ν α χ ώ ν σ τ ο μ ο ν α χ ι σ μ ό
Ηλικίες 1800 1801 1802 1803 1804 1805 1806 1807 1808 1809 1810 1811 1812 1813 1814 1815
0
1
2 1
3 2 1
4 1
5 1 1
6 1 1 1 1 1 1
7 1 1 1 1
8 1 1 1 1 1 1
9 1 1
10 2 2 2 1 1 1 3 1 2 2 2 2 1 3 1
11 4 1 2 1 1 1 2 4 2 1
12 4 1 1 3 3 4 3 2 2 2
13 1 2 1 1 2 1 1 1 1 2
14 2 1 2 1 2 1 1 3 4 1 4 1 1
15 1 7 1 1 2 1 7 4 2 6 4 1
16 3 3 1 2 2 4 2
17 2 1 1 5 1 1 3 1 1 5
18 1 2 1 1 1 4 2 1
19 1 1 1 1
20 1 4 1 3 1 1 1 1
21 1 2 1 1 2 3
22 1 2 1 1
23 1 1 2 2 2 1 1 2 1
24 1 1 1 1 2 1
25 1 2 1 3 2 1
26 1 1 1 1 2 1
27 1 1 1 1 1 1
28 1 1 1
29 1 1
30 1 1 1 2
31 1 1 1
32 1 1
33 1
34
35 1 1 1
36 1
37 1
38 1
39 1
40 1 1
41
42 2 1
43
44 1
45 2
46 1 1
47
48
133

Ηλικίες 1816 1817 1818 1819 1820 1821 1822 1823 1824 1825 1826 1827 1828 1829 1830
0
1
2
3
4
5 1
6 1
7 1
8
9 1
10 1 2 1 1
11 2 1 2 1
12 2 3 1 4 7 1 1 2
13 2 1 2 1 2 3 2 2
14 2 2 5 1 2 1
15 1 1 5 1 1 1 1
16 3 1 3 1 1 1
17 3 1 1 1 1 2
18 3 2 1 2 1 1 1
19 1 1 2 1 1 2
20 1 3 4 1 1 1 1 1
21 4 3 1 1 1 1
22 1 1 3 2 1 1
23 1 1 1 2 2 1 1
24 1 2 1
25 1 1 2 3 1 1 1 1
26 3 1 3 1
27 1 1 1
28 2 1 1 1 1
29 1 3 2
30 1 1 1
31 1 1
32 2 1 3
33 1 1
34 1 1
35 2 1
36 1 1
37 1 1
38 1 1
39 1 1 1
40 1 1 1 1
41 1 1 1
42 1 1
43 1 1
44 1 1 1
45 1 1
46 1 1
47 1 1
48
49 2 1
134

Ηλικίες 1831 1832 1833 1834 1835 1836 1837 1838 1839 1840 1841 1842 1843 1844 1845 1846
0
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12 1 1
13
14 1 •
15 1
16 1 1
17 1
18 1
19 1
20
21
22 1 1
23 2 1
24 1
25 1
26 1 1
27 2
28 1 1 1
29
30 1
31 1 1 1
32 2
33 1 2
34 1 2
35 1
36 1
37 2 2
38 1 1 1 1
39 1 1 1
40 1 1
41
42 1 1
43 1 1 1 1
44 2
45 2
46 1
47 3
48 1 2
Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.
135

Πίν XV.4

Οι. σχέσεις μεταξύ ηλικιών και χρονολο^( ι ώ ν ίΐΐσόδου των μοναζουσών στο
μοναχισ μό
Ηλικίες 1800 1801 1802 1803 1804 1805 1806 1807 1808 1809 1810 1811 1812 1813 1814 1815
0
1 1
2 1 1
3 2 2
4 1
5 1
6 1 1
7 1 1 1
8
9
10 1
11
12 1
13
14
15 1 1
16
17 1 1
18
19
20 1
21 1
22
23
24
25
26
27 1
28
29
30 1 1
31
32
33
34
35 1
36
37
38
39
40
41 1
42
43
44
45
136

Ηλικίες 1816 1817 1818 1819 1820 1821 1822 1823 1824 1825 1826 1827 1828 1829 1830
0
1
2
3 1
4
5
6
7 A

8
9
10 1
11
12 1
13
14
15 1
16
17
18
19 1
20
21
22 1
23 1
24
25 2
26
27 1 1 1
28
29 1
30
31 1
32
33
34 1 1
35 1
36 1
37 1
38
39
40
41
42
43
44 1
45
46 1 1 1
137

Ηλικίες 1831 1832 1833 1834 1835 1836 1837 1838 1839 1840 1841 1842 1843 1844 1845 1846
0
1
2
3 1 1
4
5
6 1 1 1
7 1 1 2
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
36
37
38
39
40
41
42
43 1
44 2
45
46

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


138

Πίν XVI

Η επίδραση των γενετειρών των μοναχών στο μορφωτικό τους επίπεδο

Γενέτειρες Άτομα Γνώσεις Γενέτειρες Άτομα Γνώσεις


Άγιος Βλάσσιος 2 Μέτρια Λακκώματα 3 Μέτρια
Αγρίδι Μέτρια Λαπαναγών 3/1/ Μέτρια-Αγράμ.
Αλάσταινα Μέτρια Λυκουρία 1 Αγράμματος
Αναστάσοβα 1/1/ Μέτρια-Αγράμματος Μορόχοβα 1 Μέτρια
Αργός Μέτρια Μοστίτζι 1 Μέτρια
Βαμβακού Μέτρια Μπουλιάρη 1 Μέτρια
Βάχλια Μέτρια Μπούμπουκα 1 Μέτρια
Βεσσήνη Μέτρια Νουσσά 1 Μέτρια
Βυτήνα Μέτρια Πάτμος 1 Μέτρια
Βησοκά 3/2/1/ Μέτρια-Ικανός-Αγραμ. Πάτρα 1 Μέτρια
Γκούρα Αγράμματος Περιθώρι 1 Μέτρια
Γουμένιτζα Μέτρια Πλάτανος 1 Ικανός
Γουρζούμισα 1/1/ Μέτρια-Αγράμματος Ποταμιά 1 Μέτρια
Δεμέστιχα Μέτρια Ρογούς 1 Μέτρια
Δερβ( Τζελέπη Μέτρια Σαββανούς 1 Μέτρια
Δεσινός Μέτρια Σαραντάττυχον 1 Αγράμματος
Καλέντζι Μέτρια Σελιάνα 3 Μέτρια
Καμενιάνους Μέτρια Σέρρες 1 Μέτρια
Καρίταινα Μέτρια Σκιαδά 1 Μέτρια
Καστέλι Μέτρια Σόλος 6 Μέτρια
Καστρί Ιξεύρει Σοφικόν 2 Μέτρια
Κέρμττεση Ικανός Στρέζοβα 2/1/ Μέτρια-Ικανός
Κερπηνή Μέτρια Σωττοτόν 5 Μέτρια
Κέρτεζη Μέτρια Τζερωτά 1 Μέτρια
Κλαπατζούνα Μέτρια Τσιβλός 2 Μέτρια
Κομπιγάδι Μέτρια Φίλια 3 Μέτρια
Κόρινθος Μέτρια Χαλανδρίτσα 1 Ικανός
Κουτέλη Μέτρια Χίος Μέτρια
Κρυνόφυτα 1/1/ Μέτρια-Αγράμματος Σύνολο 95

Πηγή: Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1-621.


139

Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α III: Π Η Γ Ε Σ

ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Χρησιμοποιούμε τον όρο «αναφορά» για να χαρακτηρίσουμε εκείνα έγγραφα


που σημειώνουν απογραφικά στοιχεία, αναλυτικά ή συγκεντρωτικά, της περιόδου
1833-1846 για τον αριθμό των μονών και των μοναχών. Δανειζόμαστε τον όρο
αναφορά από τη χρησιμοποίηση του σε έγγραφα των περιοχών Αγίου Πέτρου και
Πραστού, της επαρχίας Κυνουρίας. Οι αρχειακές πηγές προέρχονται από το αρχείο
Μοναστηριακά των Γ.Α.Κ. Στις πηγές καταγράφονται πληροφορίες για το
ανθρώπινο δυναμικό και τα περιουσιακά στοιχεία των μονών, τις οποίες οι μονές, οι
Επίσκοποι, οι Έπαρχοι ή οι Νομάρχες όφειλαν να αποστέλλουν στο Υπουργείο των
Εκκλησιαστικών και κατ' επέκταση στην κεντρική εξουσία σε τακτά χρονικά
διαστήματα.
Οι αναφορές ταξινομούνται ανάλογα με το περιεχόμενο τους και το
συντάκτη τους σε τρεις κατηγορίες: α) στις μεμονωμένες αναφορές, στις οποίες
καταγράφονται αναλυτικά τα στοιχεία των μοναχών μιας μονής, β) στις συλλογικές,
οι οποίες περιέχουν στοιχεία για περισσότερες από μία μονές και συντάσσονταν στις
Επισκοπές και γ) στις συνολικές, οι οποίες παρέχουν συγκεντρωτικά στοιχεία για
όλες τις μονές μιας Επισκοπής, ενός Νομού ή ακόμα και για όλη την επικράτεια του
βασιλείου.

Ι. Μεμονωμένες αναφορές

Παρουσιάζονται 97 έγγραφα διατηρούμενων μονών από ολόκληρο το


ελληνικό βασίλειο, της περιόδου 1833-1846. Ο κύριος όμως όγκος των πηγών
εντοπίζεται στην περίοδο 1833-1838. Στα έγγραφα καταγράφονται στοιχεία που
σχετίζονται με το ονοματεπώνυμο των μοναχών, τη γενέτειρα τους, την ηλικία τους,
τον ιερατικό τους βαθμό, κ.λ.π.

Π. Συλλογικές αναφορές

Εντοπίζονται 4 έγγραφα τα οποία καταγράφουν αναλυτικά τα στοιχεία των


μοναχών της επαρχίας Κυνουρίας του έτους 1834.
140

III. Συνολικές αναφορές

Παρουσιάζονται 32 έγγραφα, στα οποία σημειώνονται συγκεντρωτικά


στοιχεία μονών και μοναχών από ολόκληρο το ελληνικό βασίλειο (1833-1838).
Κάποια από τα έγγραφα είναι αχρονολόγητα γι' αυτό και η ένταξη τους στη
συγκεκριμένη περίοδο (1833-1836) έγινε βάσει των πληροφοριών που αυτά
παρέχουν.
141

Ι. Μεμονωμένες αναφορές

> •e·
>
3 3

> g
*ο - < Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
σ >5 Ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
> S
ο
α
α
><
ci co
κ. co
co > ν«
«Μ w e-
•- Q-5 ο. Λ
> > ω Ο ω Λ
Ο Π. * H.
< 3
ο
5
•D
α.
ΙΟ W
b
•α
CO ω ι-
Ζ D σ
α b >
> «a α
α.
ο 3 H
ο. α •ω 5 §
t b a α
s ο. a
Ο -ω
D a
co io ω α
< χ co ο > W N O i n f f l i n w o
Tj-TriococoTT-r-CNj
00 È
δ ο &
b
ο 3 >
a ο
b χ Ξ u» α
SB
ο ν* σ _ co
>- Ό δ. •>-
σ ο .< £ > "Ο
ο. σ i o w>
ο
co
co
< »-
c- >α α. c
•ο > σ -£ &
> ο - iT-3-σ » F ô
3
Ο
wό ·< >· α 0 Ë ο
u υ •ς- ^ · ο
ί s 1= -< 5 W O
C 3
Η Ο
S σ Q-
u» b üi
co C" ι- t n
> υ> υ · υ> w »- fz- ö
00 ο Ο Ο Ο Ο W Q. Q.
d Ξ χ χ χ χ CT
ο σ ο
ö ο Ö α α ΐΛ ι «
ο
3
a. •ο
•Ο
3.
Ο
-Ο Ό
3. 3.
Ο Ο
Ο
3.
Ο
If Ιϊ
>
Ο Ο Ό
* iÄ
>
>
> Ι Ο

Ill
ο.

c a. α. α. ο. ΙΟ ΙΟ LU
ω ω ω ω ο χ
α

Ο
ο
ο >
>
ο
<<

•-
Ρ
fi«81 l i t
ο X Z < < < L l < C
142

*r
>
3
>
ο •< Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Μ5 D Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ

>
3 CD
> CT
•ο
σ>
ο CT
Ξ •Ο
> "i Λ S- Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
d 3 D 6Λ 5
Ο * η.
co
co >
w
TT Τeo
"
>
CM
3
Ο
3 V» >
ω
< δ • ΙΟ
é 3
ο
ο
*
σ
>
>
Ο Λ Λ Λ Λ Λ
'β *ο •ο σ α Λ Λ Λ Λ Λ
CM α
•Γ­
SJ>
Ι­ •tω · 5 >3
a Ο σ
ΙΟ ω >£ α ι- ο
Q. Ζ
cr α.. \s> ë 3#
h- α
b Τ" Ο UI ^ο
W
Ö co CM CO CO Ο
5. ι- ( N O O C M
> Ι­ > "2
Χ CO
co •q- CO C\J 00 τ τ co CN τ ­
ο Ο Ο Ο -<
3 <ο
Ο >
Ο
* b α
ο
< ο 3 •rr Ο
α >-
LU NJ> _ co σ
> 3 α. J= C I O
Ο . Ο <3
co
Ι­ co
3 α Ο Ο ω g; •α ° ΙΟ Λ
τ— Ο
< > > Ë F ΙΟ a > 3
•Ο α W 5 =• Ë α '3 m σ Ο
<-Λ ίο
•er κ-ι>
È?
>
> > ο <
·Χ*> ο* χ. > ω •ο
^<
l·- α Ö χ b -< χ χ
3 Ο 2
Ο 5 υ. Ο
α.
CT ω
^co ο ^c?
co w> w» ο
«Γ IS ο" g. ι-
α.
Μ > ο
χ οχ ω
α.
ο ο
«
£ 5
<-ο υ > υ ι .. ,. 2
ο 3.-< •σ
>
•ο -^ο ΌΧ ο οχ οχ ^9. ί ο
3
ε χ
3. 3. π D ο ο
>
3- 3- > ο
LT
ο ο > Ο > > * bi
α α. α. ο ο ο -ο ·ο >
>ο U3 CJ - ι η . Π. 3 . ΙΟ ΙΟ Ο LU
e LU
σ
5
ο
ι-
Ο Ο
3.
ο
Ο ν*
ο
>
ο
> u) Ο ^ >
<
>ο ρ •er α ο ς. ο
-σ ο. ä •g £ | "8.
D ο co. g- Ο
ί£ e: < ιΖ ^ 2 2 l Z <
143

m
Μ

«^
d
e
d
d <
ο
χ
« •

>-
ο
Β»
3
> ο
ο ο >
3.
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
ο ίδ ω
• >£Γ
Ö
β *
CD
^ Ε­


ο
ν/« ' >-"
Ο
5.
fr" er Π Ι-Ο • α
KJ> Ι-Λ t—
α
ι- OL Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ 'S Ο­ Λ
> α Λ Λ Λ Λ 1 Λ σ Λ Ο. Λ
Ο > Î3 Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
ΛΟ G Λ α G Λ Λ Λ Λ & Λ 5" Λ Λ S Λ
α
ο •™
3. * 3. 3. 3.

ο
> ««ο > >-
S 3 σ
m co
3 •>
O ι
Ο α •σ
.< •< > Ο σ
3 ο σ
Η- *> ω>
ì_! Ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Ξ b Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Ci
α ιο
τt - >ο
Τ"
3
Η
D
°- > >
ì= D 3
(Ο Ο σ σ Ο
^ χ
d > io £ •ω
ω
α
τ-
> Ό
3
Η Η
ιο ιο Ν Λ Β Ο Ο Ι Ο Ο Ο CM Ι Ο Ο Ι Ο CO Ι Ο Ο Ο Ο ΙΟ Ο Ο ΙΟ ΙΟ Ι Ο CM
Ζ
δ «ο
CO
5 >
Ο
C"
•<τ co co io ιο -«τ Tf CO CO CO CO CO CO CO CM - ϊ CO •^- CO ^ f -sr Τ ΙΟ VO CO CM

b co
τ—

3 ο >
Ο
α 5 σ
ββανούς

3
e Ι­
υνόφυτα

3 •3 3
ο. -σ
σσωκά

Ο α. •σ ο -σ
3έζοβα

_0 ο Ο Ο
< Ο ί­
ιταμιά
ουλιά

σσωκ
σσήνι
σσωκ
ύτελη

cr
τζηβλός
στρέζοβ
τζηβλός

CM α > α >ο4
λος
λος

Ο CO. Ο IO
Ι­
> W -< 3 . - < Ο. 3. ο
Ο Ο Ρ ω 3 Ο. ι - Λ α 3 •Ο Ο Ο σ = 3 -Ο p
C"
5 S ·° .5 vul
»

H y w α.αι m * b Λ b CD Ν C I N ρ w m ϋ
* co m w α
Η
μένος

1~0
αχός
πκός

α
νος

Ο
•«t > η 1-" >
Ο -< •Ο Ο
W Χ Λ Λ .g Λ
H se« Λ
Λ
Λ
Λ
σ
3.
> Λ
"Ο Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ Λ S Λ
3
Q. C" %
σ # °
5. ="
3
ω
3.
Ο
§ Λ
Ο
3.
ΙΟ
Ο
t Γ
ο. Ρ &
Ρ

d >ο Ρ
α
α
g
Dκ-
α D
^ ^
2.
θάγγελο

Ο Ο
ο -<
Κάλλιστρος
Προκόπιος

κόπιος
Σωφρόνιος

Βενέδικτος
ριανός

ρόσιος
/όριος

> Ο ^ ω
ένειος

> * <_« u< 9


ένιος

ουήλ
Ιάκωβος

ο
πιος

ν^ > ο ο b > •
>-
-< ρ
ιήλ

9 -er Ρ Ρ -α ^ σ "δ CDΌ


Β "3
^ -ς -ω ·ω >
> > ΐΓ
α
π­ Ρ
3 ο. •α
ο s
-s -< -< Ο
Η ω u) m er >- >
α. ·σ σ co.
α >- n • α
•D > Ρ α
>•
ω
'S
> ^3 Sο . 3 . >•
α 3
Χ. * ο ι_ σ < σ α α C Will

σ
144

CM
«ο
Q.
τζ
ά.
<
«e-
>
3
> •Ο
<_Ρ
σ > , Λ
> Λ Λ
ιδ Λ Λ Λ
b Ο
1=

LP
ο Ο Ο
C α & Ξ α α α
ο. Λ =|- ο . 3- Λ
> 3- Ο.
Ö Λ 3
3. α. · - α.
>- >-
co Q. =J
- ο α
co

0_
b
3
α
Η Λ Λ
Ο
Λ Λ
CM
ϋ
Ό
α 1^
CO Ο
>
Ο. ω
Ο 3.
3
Ο
ω >—
Χ ιη c o c o o o c o o m o i o i o o o io io >-
C N T - T - T - T - C M C N T - C N I - T - CM τ­ C7
Κ^ Ι­
T-T-cNCNCNincjMT-Trco^ CD

ε? Ό
> —
σ
3
Ο
•< S >
3 α 3
•3 ο •3 >
3 α. •σ Ο Ο •ο
_ο <§. σ > > _ Ό Ο >
5 3 •α ^ ·3 „-. 5 > -α α.
α. s> α- £- Ή _ > οΌ · α
CM
τ-
>
Ε-
si α« ο er ^S 3Ο •5
•ω * * > ö > 3 Ö ω Ο
α . J<Î •< ft S. g
!- Ό σ •σ 3 tO κ > 3 α -Ρ
D Ϊ Ο ΐ ( 2 . ξ ο ΰ
3 D * Q ο α 2-9-D
Ρ-
- Β 3 OCT
ο ο.Λ.ω ο
α.
ο 1=
Η *: Χ 3.CQ. .< CO. * W Q . L N ^ N N * b *ÌÌ y•: CO.
οο. bb
ο
>
CM
3
(Ο g ο •3
>
Λ Λ Λ Λ 3 Λ Λ Λ
3 • Λ Λ Λ Λ Λ Λ CD
Ι­ ι- Λ D
Q. Ο Ο
·< >
1= 1= •3
3 Ο
Q. Κ3
Ο σ
α.
•3
α
<
σ
Ο ο ο
Ο KJ· ο tfU> -<
> ·=>= ö cr
>
fi
3
Ο ^ Ο > -3 V δ Ι_Λ ο 2 CD Ρ
3 ° Ο 2 W ο CT
^ α. 5 ο ο 2 ο. ö ^
Ρ §.3
5. α
σ -α b
*^ IO

<5!g
<=- - 3
3 . CD
ο. -e > α
•3 =J. σ b
2 g
σ β
b °- 2- ber
σ
> >
ο
< CD < ILI
er 3
< * gèl e < L- < < Χ
3
ο.
•<
1=
σ
e < IP
<
>
L_
α. σ
-3 Χ C CD ÎÊ (Ζ-
< Ζ <
ce*
145

έχει ο καθείς εις


πόσους χρόνους
•Ο

την Μονήν
-<
θ-
l O C O O C N C O C M r - h - C O l O C O £ Ο) CM t-- t·-
miOCOCOCMCOCMCMCMCMCM _ T - C O T - T - ! 2 £ ! c o c o - < a - < o c o c o - r -
σ
to
CM

Ì>·
Αρ. Πρ. 1629

Ο ^ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
κ5 ^ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
b
d OD
α
χ

ο Ο
co e σ α σ
Ό Ο - Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ ΛΛ 3 - Ο . Λ ΛΛ Λ ΛΛ ΛΛ Λ
Λ ΛΛ
ë > » ^ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ . § - ΐ 3
Κατάλογος Καταστατικός της Μονής Αγίων Θεοδώρων και των εν αυτή Μοναζόντων

Ο 3. 3
Ο. -
>-
σ
α >
CS
co b ω
b 00
Υ" ο KD
b > Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
> 3Ο >a > b Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Ο ν­ & α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
'·< α °- t
•ω b >
£•0 3
3 α t- ο
ο ιδ σ Χ
< «ο
Οι εν αυτή Μονάζοντες

L Ì IO
ο inOH)(OlO(NOOO!Oinf)(NO>tNSO ^ r w o N ( û t o s ( O N
IO ·< cor-.oo'<a-^rTi--<3-corococoiocNjLOCNco Μ ( 0 ( Μ τ - τ - τ - τ - τ - τ -
e
3
α
α.
Πρωτ. αρ. 831 την 5 αυγούστου 1833

σ t= σ c- D
y „ ci n o CQ.
ίο '5. tS <§. 8> > > •S<>'5> S
β *• x 3 "2 ^ ^ σ ,5 2 ^ · § 5 Î O Î V ? ? 5 . 5 . ÖL V 5 ·§ •§
χ
5_ -Ο £ S ° ° J? £ - £ ?", ?- "^ O <_Λ Ο f= β t - 3 - 3 - 3 - p - 3 > >
δ ο θ α > 3 3 - σ > - - < α ω ο 3 > - 3 θ ο > χ Χ χ θ ω ω ω
ο < S y < w w c û < < ^ < u w < w 5 z < < - < - < 5 o - < <

ο
y υ> Ι Λ u» i j i u* υ*
ύ θ ο ο ο ο ο ο ο ο ° ° ° Ό Ο *0 Ό *0 Ό Ό
a x « χ χ χ χ χ χ χ δ > > 1<1 * ÌÉ * Si * *
ο α ρ : α σ σ α α σ σ 8 8 9
-α σ
ρ: >-·ο § . · ο · ο · ο · ο · ο · ο ο ' 2 * 2 ' ο ο ο ° χ α σ α α α α α
to c - 3 . 3 i m a . o . 3 . i o i o i o 3 . 3 . 0 . 3 . n t - t — 1— I— »— I— Η-
C D O t o O O O O O O O O O O ^ ^ S 2 > o o o o o o o
o o t = t t = t = t = t t
α ο. > α α α α α ο . α α α α ο < 3 · ο I 0 3 . 3 3 3 3 3 3 3

D
3.
Ο
Παναγιώτης

>
Γεράσιμος
Βασίλειος

Νικόλαος

Πανάγος

Ρ
Πανάγος

Ιωάννης
Ηλίας

Ηλίας

α. 5 0 ω - < * 2 ; S s r > · ο - ,Q « Γ «g

σ
146

<£>

α
e
d
<

3
> •
α
ΙΟ

<5

co
co
ο
οο ί­
τ- α
Ό
3 >
α 3· ΛΛ
5-
.2 •ο
> α.
·< >-
3 D
3 h·
ο >
>o ν/»
m α
Τ" > Ö
ο D
ΙΟ Ι­
ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
•ο Ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Ι­
3 3 Ο
ο. α
{= 3
> Ο
d > W •<

σ 3 I- O L O o m o o m i n o i o w m o c N
3
ίο co ι­ > • < COTj-h-Ta-cOCNJcOCOrO-^rCMCNOOT- Ο

co ό Ο e· LO
00 >ο
δ > >
3 ο
5 α. α σ CD
b -3 t- CO. caco. α σ
io
Ο ο α. a s -< ο en. >
> w α >: ö g -σ -σ 2 > >
s Ο 3 e- £ 3
D
m
>
>
3
>öfc»ο
9- ο. σ II < ^ N ^ 2 2 S ο <
LU a.
•3
io
ο
m^ <
£

>
3 3
Ο
ω
Ο
•ο 3 > >
co > 3 3
00 ο IS > to
d 3
Λ =L Λ ΐ=; Λ <
02. U< W Λ
ο tv 2 f1
Ο Ο
Ι
t—
ο­
ί­ ο υυ< > - > -
ο· Ο Ο· Ο-
3 >ο -< <2 3ω3ω (-
α. 9-ι_ι_
e 3
Ο
9- 3 •er
>
ο IO ο
ε
ο 1.Λ
ο CI υ»
1-0 > ο
υ» Ο w >
ο
> ο ο ο •_) Si)
CD
> Ο Ο
ο
-<
Ρ 5 5 CD Ο u* o 2 ο ο ο >Q
CD a.
υ OL
>- σ
•Ο ·ω
»ο ο.·σ èt-< et et tf b CT
Π

3g| Β3 "S
Ο IO CD
ο
sc LU
ί · ω3 · 3 | >
• >a·ω3.= *
C- ο
LU <
147

^Sf

ει ο καθείς ε
σους χρόνο
•CT
-< σ

την Μονήν
ω
3 *:
χ rr
00 co δ COL
ω
> OD.
Ο
5 Q.
ο£ χ
Η·)
*
ο σ
CO

τ
>
3
•e·
& > Λ Λ Λ Λ Λ
ΙΟ Λ Λ Λ Λ Λ
•C G
κ
οC -

> D σ LO
3 \j> ι- ι-
σ Ο
Y- ι-
Ι­ Ο Ο α. Ο
>
Ό Ό Q. Λ Η-
ω •σ Λ 3. Λ
Ο > Λ
g α. Λ
3- Λ
Β
> Ο.
Ο KD Ό >-
S KD α. α
>-
3 ^
Ο
•σ ü)
Χ
>
UI
5
Β
D
X.
HA)

> > ω Λ Λ Λ Λ Λ
3 α KD Λ Λ Λ Λ Λ

I- Q. > LO
σ> ^ Β ι- Ö ο
M σ id σ α
<o Ίά ί- >-
σ
1-^
3
>
ο fcf Ο
KD Ο
ι«
α
5^ S> <
W O e·
Κ IO
"<f
Is»
CO
m
τ -
CD ΙΟ
τ - ΙΟ
Ο
-*Τ fi
ο 3
Ο.
α (J» ' Β 2 w ^
Lo Lo ο
r-. =δ F n
§
cL £S >£
α CO £ =" ^
CO
«c a oo •ta) |_ Ο ο S > t=
"™ Τ™
3- 3 "5.
ί­ Ο>
> ο > >
3 ο α S Kf "2 y α
ο •3 3
X
1 -
σ
α. > t Ο
ο
Ο
UI ta« (= Ο
•α
Ο
ο. ε
•α
Ο Ο-

s 3
< (TL 3 2
χ >
Ο β
Ο
>- a
3 Β
ID D a.
d >
O
> TS
ο e- Β ο Lo
E
Μοναχό

Μοναχή
δόκιμος

>
δόκιμος

χ: -Β LO CO
c\T ω ο CO
ο co > tal Ο. •< co
co co ο -3 >3
Ο Ο 3
e d
D
ε >- KD
ο
υ» 3
»ο C Ο
3
CL
rz a
α σ a.
er
h-
ο LO Lo
LO
b > er
ο co
b 0 > Χ· 8. D α
ο Β
ι- σ Ι—
•α >
> Β 8 3 ί- 3
ο Ο-
1=
•ω KD
•5 ο >< > Ο
ο
(»Λ 3 > >
S Ο ^ 2 n UJ
> <
* ο
<
•Β
< Β
ι_! Si
148

•CT
>
3
ο" ο
> ΛΛ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
ΙΟ ω Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ

>er b
*
> CS
CT
3
>
>o
ΚΛ
S ET w υ>υ<
> ο ιο
f- ο
— π­
Ο α σ ο
ο. S >
D
η. η.
3. η.
3 .
3 .
ο ο
1-
3 £ Q.
I—
•Ο Ό
CL CL
Ό
CL
χ ω Λ
Λ Λ Λ Λ
α 3 . Λ Λ Λ Λ Λ >·>->-
co α Ο α
ο
co co > >
CO
3
Η
5 ΙΟ
β co ο >
ο b > b
=3
>o α α
CL
Ο > ο" >
ί­
ο
••
'•<
3 3 o •σ 3
id α μ­ ΧΟ
ο. ο > >9. α
CT D
Η Γ­ > l/>
b ιο f ν> a
ο α
b
Ö ο α w \n ο co Ο co m Ι-- τ - ·*£ Ν. b
> < >
1-
co ν m co co CN i n t N
ο > ο << ET
>—
•cr
3 5 Q.
ex
α > σ
* Q.
3
χ
Ο
3
ω

> > b S
< Ο co > ζ σ
co 1- v ^
σ α -3 •3 ^ 3w'3 co
co S
u er Tco- 3
"ô. *CT •3
>- χ fc >- >-
α Ο
u> ι-
> 5- ο =- co u»
Ο er σ b Ο3 ο> D 3 α •C7
X
Ο
3
b >
W 1= α •3 Ρ
> >
O
W
-O
5 b CL
ω α b 3-VË ->
Ι­
Ο
b
»3
Ο
Ρ <5
ο.
U)
Ι< < < α
ο ω Β ο
•<
5 χ
u> >
c -o3
>
3 α < < •Ο
cy υ f-
u< 3
r^ ο ä
Ö *5 Ο
-<
u> * s. 9- ez > ω
e er
ο 3ι—
>
er
3 •o
Li« ο> > ι
ο
c
•8 *
S £ ί­
α
ο
ο
α. σ α
ο
CD
Π
>- ^
^/» >σ α «
τ—
>ΕΓ
>
α. -ω
3 3. ι3 «
C T UI π. α.
·° "°_ >
^ Ι Ο x £"·£τ
σ 9-3^
> Π CD
co ο ω
er er ο > ^ σ­
co θ- Ê 8- S- CL sä δ LU ο t
d.
S
wo
ê ω 3.1- |=
ο CT
μ-
ι-ί
3 •Ο
CL
Ο
σ π V-0
ι- ο
ωνστάντιο
αγκράτιος

1^
>
υττριανός

Ο Ο
D ρ ο
Ο
Ι­
Ο
ω > •er ςα·3 ^
ω •ω
CD
ο ω ο.
Η 3-·ω
V* b
ο α Ο.
JS 3 co.
ο
> < LZ 3 5 W < ^ tz ^
ο
-<
^3
Ι­
Ο
*
149

SfSf 1
ο W
>

χρόν
αθείς
>
ο m ο m co i o ο co IO Ο Ι Ο ΙΟ 00 CO TT CN ο ο ο ο ο
οε
TT CO I O τ τ τ τ «Ο ω TT TT "ST TJ- TJ- * *
ο» * *τ *τ ττ -^ Τ TT Τ
2 > Γ
ο
b _ω 1-
•ο
Η
χ
-W

> ο
•- 3
ω Ο
3
>- ZL >-
α LO-O Λ Λ Λ Λ Λ
ο η . ΛΛÎ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
ιό > -< Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
•CT 3 8.
2 ©· £
3-<3
£Ε ­
D ω
ατός
του

LO
ν/« LO Ό
C •Ο ^·
Η :3
Ο - <-
>Γ χ: Ρ ^ α ^ Ρ
>ο > - -ω
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ 5 α ο -< Λ Λ Λ Λ 5 Ο
Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ 3 3.
> Ο >-
5 ω •< >-
•α σ ε > "5 σ
Ο co σ υ LZ

αποβίωσίν τους,
άλλος από δύο,
άλλος από τρία
υ»
πέντε πατέρων

όλοι οι πατέρες
σέρα στρέμμα­

χρηματικήν κα-
αγορασμένα εξ

Ομοίως και ό,τι


εις την Μονήν.
ιδίων τους, άλ­
εννενήντα τέσ-

θέλουν μένουν
>

τάστασιν είχον
τα σταφίδα τα
συνίστατο εις
η κατάστασις

b
λος από ένα,

δια τας περι­


3
οποία έχουν

στάσεις, την
και μετά την
α
πεντήκοντα

> b

D ι-
> Ο
Ο
ε
-c· LO Ο
3 W
σ a Η Ο ΙΟ ο ο τ ­ CN Ο Ο ΙΟ 00 Ο ΙΟ 00 00 ο m m m CM m
> >Ο <
co r— Γ-- ω ω ιο ω r~ r-- ω ω ω io io co I O I O IO IO IO

ω CT
> >α
>
co 3
co
00
h- ο >
τ— 5 ε ο Ο
αντάπυ)

CO
Κλαπατζούν

3 1
•Η
σορούγι

σορούγι

ορούγι

CO 1-
ριστέρα
ριστέρα

ιστέρα

Ο
βάρδο
Διακοπτόν

Περιστέρα
ζαρούχλα

00 3 3 Ο.
Ζάτουνα

D •Ό
Δουμενά
τ—
>
Ποταμιά

ί­
χνί

υά

3 >
υά

ω
λος

Ο
3 C w
α
Ρ 3
™" o
S *< 3 α ο ο . α . α . OL Ο
IO " -Ο ω Ο α. ο ω σ D σ ω
Ö
ET
c ε ι= <3 m w e i l i ρ * : ε
T— ο
ο t=
ε w
3
>
3 Ο .
D α 1-0 LO LO LO U » LO LO >
U)
>
3> a.
IS ω ω
ο ο
> > > > >
ω ω ω >
ο ο
ω >
ω
ο Ο Ο •3
öLO
•Ο
3 . ZL 3 . ZL 3 . Ο. 3 .
er εν/» Ζ -3 '3 Ο ο ο •3 ·3 ο. >
Ρ*: ο- Q. Q. Q. Q . Q. α. α. α. α. α.
προηγο
Καθηγο

συνάτω
συνάτω

συνάτω

3
προηγο
προηγο

προηγο
προηγο
προηγο

συνάτω

συνάτω

F
3 BL - 3 3 3 3 3
CO > w
t—
•σ 3 -α
t- Ι—
•α · σ
•-
·σ
t- V-
-α · α
00 ο > ω > > > > > >
d
a ε 3
Ο
3
b
3
ö
3
ö
3
ö b
3

LO
h-
c* LT
κ ^Ί
Μουσικός

3 LO
3 3
ς. Ιερομ.

νός Ιερ.

ίλος Ιερ.

α
ιος Ιερ.

νός Ιερ.
Ιερ.

ος Ιερ.

U
ις Ιερ.
ις Ιερ.

ω
Ιερ.

ci
ς Ιερ.
ς Ιερ.

D
ς Ιερ.
ς Ιερ.

; Ιερ.

Ρ •σ
Ιερ.
Ιερ.

ο 3P I- 1-
Ιερ.

Ο
b > c
Lf LO
Ο
C
α ρ Η ο y y 1- =• LO α -< >- . Ο LO CD Q LO
εκτάρι<
υθύμιο
φάσιμ
κάκιος
υμεών

ρύσαν
ρόθεο
αμασκ

μόθεο

3
αφνοιί

γαθάγ

α ^3 i= > > Κ CD ° > Ο


3 >ω -ω 3 Ο
Q 9 - CD CD ω Ο
Ι U
Λ > Ι Ό )
ν/» Ρ <3 α . Q. < •ο 3- % J3 α >·
ω D Ο ω
cn ο Z C C c w < .ϋ ω< < ι _ Η - χ ζ ι υ <Β < .<3 ιCT)Ζ α
ΛΤ ι ^1
>
ο
-< s
•-
»D σ
*
150

πόσους χρόνους
έχει ο καθείς εις
την Μονήν

ininajeoNUiwniflOOOOio c o o o o o N s e i o i O N i o t o n
oococococococococococo^coco CNOICOCOCOCOC\ICN)CNC\IC\IC>JC\IC\I

3
•e·
> 2
^ ο
3
>
α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ ο ^ " Λ Λ Λ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ > ω Λ Λ Λ
3
>=
Φ 9--0

S6

επαγγέλματος
επαγγέλματος
επαγγέλματος

επαγγέλματος
ανάλογος του

ανάλογος του

ανάλογος του
ανάλογος του

Τυπικάρης
Μουσικός

ανάλογος
Μουσικός

Μουσικός

Μουσικός
Μουσικός

ε*
Ι­
Ο

»
»
»
»
»
»
»
»
»
»
»
»

>
σ

ν/» 3 ιδ 3 -S ° · 3 x - o ä >
5
α Ä > > 6 Ξ 2-° XCOL-O
R ^ S a ^ S - i ì o 3 " - Ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
< 5 . 2 : > - ζ . ' 2 ω \ Ζ < ^ 2 Ε Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
σ
Si

,ο
*5 o i o c N o o g f ^ - ^ r m o o o i o m w u o L o r - i o o m T r o o o c M r o o o o
·<
ε­
Μεσορούγι

Διακοπτόν

Διακοπτόν
Καρύταινα

Διακοπτόν
Τριπολιτζά
Περιστέρα
Τριπολιτζά

Διακοπτόν
Ζαρούχλα
Διακοπτόν

ζαρούχλα
Ζάκυνθος

Δουμενά
Ζάτουνα

Ποταμιά

υ'
Τζηβλός
ρωγούς
Βραχνί

ΒραχνΙ

ΒραχνΙ

Σόλος
Καρυά
Σόλος

Σόλος
Σόλος

Βελλά

α
»

ί­
α

ο CO
3.
S Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
> Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
- Ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
ζ
1
w
= 1 ι
Χριστόφορος Ιερ.

Πολύκαρπος Ιερ.
Παφνούτιος Ιερ.
Σωφρόνιος Ιερ.

Σωφρόνιος Ιερ.

Ο
Τρίτης Τάξεως
Στέφανος Ιερ.

a.
Κύριλλος Ιερ.
Δαμιανός Ιερ.

Δαμιανός Ιερ.
Διονύσιος Ιερ
Σαμουήλ Ιερ.

ο
>
Δανιήλ Ιερ.
Ιωνάς Ιερ.

Ιωνάς Ιερ.

Ρ ο-ο 2 2 .§ ί- , , 2Q.COQ.5Q-O

£ -ο -σ ·= -<ο *§ ·= σ > ö * ο -ω
- ^ S 2 d o w 2 c - > c - Q c - Q .
ζ 5 ι _ < ^ Η ΐ ! : < α ι < ω [ : ο ΰ <

L
151

£tf j
ς χρόνο
καθείς ε
Μονήν

ο m m LO Ο Ο CO TT CO co co co i o ^ r τ - Ο LO O l LO L O 0 co CM ( Ί τ - Ο ί Ο Ο Ο Λ Ο Ο Ο
eg co co CM CM CM CM CM CM CM CM CM CM CM CM CO CO CM -"T CM CM CM CM C M C N T - T - C O C M T - T - C O
S ο>
Ο ** C -

b Sχ ·-
>ο
Η *W

Τ ο
> I-
ω ο
3
3
> 3 . ·-
ο Χ ^ ΛΛ Α Λ Λ
Α Λ Λ
Α Λ Λ
Α Λ Λ
Α Λ Λ
Α Λ Λ
Λ
Λ
A
A
Α
Λ
Λ Α Λ Α
Λ Λ Λ Λ
Α Λ Λ
Α Λ Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
IÖ >-<
3 £
<5- 9-. ·£
3 σ
e "S F
Ο ω
W 3 V
w - i_n W> W» U» W Ly» < 3
e* Ο -Ο Ο Ο c Ο ii
y 3.
Λ Α Λ Α Λ Λ - α - Q.
α S.
ι ΟE
Q. CL
Α Λ Λ Ο .< 3 Λ A Λ Λ Λ Λ Λ Λ ·ω -ω Λ
>ο
> ο3 ο Α Λ Λ
Λ

Λ
ö
3
b
3 >-Î3 Ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ 3. n. Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ » Γ 3 . 3 .
α 9 >• Ο ο
ο >- i-
CT
9- 9-
CT
Ο S- ω
-s >• U) U) Ρ co 2
"§ F
>i
to
b
α Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ A A A Λ A Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
b
•α Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Λ A Α Λ Α Λ Α Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ

σ
*

^
"2 ΙΟ Ο Ο Ο Ι Ο TT CO I O CO σ ι oo L O r^- 0 Ι Ο Ι Ο Ο Ο Ο Ο LO f Γ-- L O C M ^ - L f J L O L O T f ^ - L O
CO CO Ι Ο Τ CO CO CO CO CO co co co CO TT co •sf i o ^ r co •sr co co CO n n t o n ^ n n o f
<Ε ­

ν/» >
D > in >
α α. ο e α R sQ . o-<
"S 0 «-g f-3 a 0
Ι­ •b
> c-
·<,
χ H- W ^ C P" > "χ g g ' S . - §'S
Ο
g • "g Φ Ε ω > ·3 Ρ CD > Ρ
a b2 sS
3.
3 α.
>3 Οο. £s 1
Q- e- P, ω
2 KD
Q. 3 9-
1 _ Λ · 3 ί / > ' ί 5 3 θ > 3 ΐ 0
2 È Ο Α Λ Λ
Α Λ Λ
Ο 3. D ω
2 &>i>b ω ο Λ 2 -ë ο 5 Λ .•< ο CσL ·- <ο ο
2É. ·£ α ' ο
3 οb . · £σ ο3
Cω Ν
-α <
2
< W Ν C= 1 - 2 LZ W < Ν Λ < < σ 2 < Λ W N W H N w m N <

α
3.
TS Ο
Χ Λ
.
Λ Α Λ Λ Α Λ Λ A A A Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ A A A Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
£ Ο Λ Α
> Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
•Ο
Ρ 3.
ω Ο
Q.

D υ»
3. Ο
Ο L/> σ
L/. ο 0 -< w >Γ ο
> .2-^2 ν_Λ W Ο o o ρ -er ο 2 WW CD

11* S >-·5 ο α. Ο Ο
α. ο. • σ α > fc -< -< ο ο .< >
Ρ
5 Β
α. 3 "^
>
ω ο 2 ô - c r X •ο -ο
> • > •
asti-i Ο CDQ *. O Q. a. ig g Q. b
•3 GL Ό Q. — Ο CT C" 2- 0 α.-α ω
CL CU 3 D σ 0 3 D
^ 2-·ω
Ο Η
> - CD
Ο σ σ α
r o r o ? ^ f O - 3
. ^ ^ : α .
w Sω Ι_ Ζ J5
uzic: L_ L_ ^ W L C W Η raw C Z C C L L & e i ï X
σ σ σ
152

Sfa«
Ο W ^
Μονήν
ςχρόν
καθείς

\
ο m i f in M
£ £ οο CO CO CN CN C O T - C M C M C O C N O C N τ- τ - CM CN τ - Ο œ
CM -τ-
S ο >
2 - E"
b w Ρ
>o χ
È

»er
>
3
Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
IO Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
ΈΓ
3
cs
e-

cr
>o
ο
α. .
IIΓ" °
^ 5- Λ Α Λ Λ A
cr
X
°- A Λ
° * 5a σ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
> •ω
=L Λ 9 -< Λ Α Λ Λ A "Ο A Λ Λ Κ* 9--α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
A g A
α
cr ° ?" CT A ° - Î S R A A A A

I> t ifϊ
• < > •
θ- Ο > - er-
•ο α
ω a Ü
Ο F
ω ω Ο (Λ) ω


b
α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
b Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
«α
ί­
α

α
'S m σ » Ο ( D 1 ^ CO t o I O I O LO •*r c D - ^ r - ' i - i o c o - ^ ' ^ r i o ^ OJ Ο ) < ί ( Μ Ο Ο
co co CN CO CM CM CM CN CO CN CN CN C N C N C N C M C M C M C N C N CM CM CM CM CM CM CM
<er

α
ο > D > σ
Q. •O <=> §
κ- ι— σ
α >
>
χ <3-
ο
1° 3
ο g Ο 3 . Ό 9 -ο Ο sill«Ι
Q- α -< er Ö - < h-
slit I«
α
α θ­ £
α. ο Q. Ο ω - < Ο ls-Γ O - - O A •α 9 · ο ο σ 2 α α . Λ
ω ι= men: 2 w h m IN A Ν < Μ < ^ < ^ : Ι - Λ W < < Ν < C W
•Ο Q. 2 Ο Ο Ο 3

D (-Λ u<
ο ο
a.
ο
3>- ο
Χ Λ > Λ Λ Λ Λ
Α Λ Λ
Λ
λ -s ftΛΛ Λ
Λ
Λ Λ
Λ Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Ç σ Λ 9
χ
Λ Λ io ΙΟ
« > Ό ο Ο
•ο
3. ΙΟ
w Ο Ο 1
3= t=
3
α
ω
. α.
ω

lisi
g -ω .2 > > 3
2-°t
. S 3
3 >• Ο
Ο
S
CD
3
ο
Ο g
•= 3-
3 g =L ο . σ 3 - 3 CD 3 "5 Q. t S *>
Ο Cd ' S Ο Ο Q . ·ω i o 3 UJ g o '= g- ^
a.
ο •α
> Η υ» 9 c - w > o z C 3 . 3
ιν Ο
Ρ rr
Ο ^
S 3 i 1-0 •5 -σ 9 5 ^ ^Jg S
CD »-
ί­
α
α
Β Ι ν ιSδ — —
ο. > S S e ΟΡ α 5 S ' 2 2 ο-°·σ
σ a g g f S ο o%
5^
\^ CO •ω •ο g- α >U> NJ<
D Ö
> ω ö
•δ ^ > n 9" ϊίί ä <*>
α >
ω Να D
e 5 Η 1_ Χ
ot x S ω < < © e *: w w < c = < c < < [ z *O: L3 : r. 23 <o <> : >c aa £ b
_ > •

io»
153

πόσους χρόνους
έχει ο καθείς εις
την Μονήν

ιο ο ο m O ^ - O l O O l O l O l O i O l O T f i O O O O l O l O O i O
IO IO CO CO • ^ • C M C O C O C v J C N - i - e N C O C N C M C J C M C O T - C N j T - C M C N
σύμφωνος με το

>
3
g-
επάγγελμα

Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
»
»

ΙΟ
κ
S
Γ
αγράμματος

e· 0 0 1 0
Ρ « 2 È cL ^ Π · ! / , -
δοχιάρης

> s-α ^ 3 . § . u» ο 3 S > α α- α b α -< ° Q- >


ο c r 9 - 3 c - ^ ' S 9 - c - y Q - Î i a r < o <5 "£ 3
ί = ω ^ Ι = · σ ϊ ω ι ο Ε ω 3 ω H S S * 3 >-
· ε - > - - < · Ε - ο . ο > - > α > - ο > - -e- *• α . 3 θ · ο
^ < 3 σ ^ > - χ · σ α θ - · σ ^ Λ · σ ^ Λ ω Λ ο * - <
»

Ö 3 - X & Ö Ö 3 . * ! — 3 . 0 Λ 3- Ο Λ t=A C£LÖÖ

S
σ
»- Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
b Λ Α Λ Α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
>o
ί­
α

S Ο ΙΟ ΙΟ Ο Ο Ο Ο Ο Ι Ο Ο Ι Ο Ο Ο Ο Ο Τ Ο Ι Ο Ι Ο Ο Ι Ο Ι Ο Ι Ο Ι Ο
-<- r-- CO ·*Τ IO c o c o i o i O T r - < s - c o i o i O ' « i - ' < 3 - i o ^ i o i O T r c O ' ^ - T r
e
κεφαλληναίος
σπαρτιάτης

Σούβαρδον

Καλάβρυτα
Σούβαρδος

Σούβαρδον
Μέντζαγρά

Μεσορούγι
Τριπολιτζά
Διακοπτόν

Διακοπτόν
Διακοπτόν

Κόρινθος

Δουμενά
Δουμενά

Δουμενά

ί­
Ποταμιά
ήπειρος

σπάρτη

α
Βραχνί
Σόλος
»

α
=L •ο
15 α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
> Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Ο
S
ω

Ο
1= Ό
Π •ο
f- Q
•ω
α ο
Q
C I α
Χρηστόφορος

a χ
1= > ä
ο σ
> > 3 3
Θεοδόσιος

ο h- a
> >
^§.δ| ^& | Ì j U f * § alias ο
Δομέτιος

Ρ
Σαμουήλ

2
α ΟQ ί­
α

ö
ω
L_
1 3.
3
ο •σ
O a 3 0 = a & ' ^ c Q . 3 . u j 3 3 > - L j ! 3 0 D o j >
I C ^ L i < ] W < < Z ï y < W i X N L . <
3. > •ο
io
a
S 3 IO 1 _
•Ο ι-
<
ι
154

LO
b
α
b Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
*α Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
π­
α
it:

α
ιη^ιη^η^ιοιο^ιο^ιιχοιοιοιο^ΐΝίοιη^ιηιοαίΝίοιηιοαχοιηω
·<

CT

ι> 5-σ δ
ιο -π "Ρ
> >
•Ο
b
* D b
>
Ο
> ο. > -α ιο -σ α
-< ^
b Ë
ουμενι
ιακοτπ

ιακοτπ
ούβαρ

α
Ι §• ^ hl ^ — *Γ· •eoa - « "tf ο 5 2 - > ι-ο οx"5
ραχνί

CT £ CO. οhl ca
σ 3.-C
α
> * hl ο b
2 ° 3Ο hl 3 Η- Ο
3 σ •< ο--< 2- => Ό 3 Ο . Ο- 9 "
Ο. Ο Ο Ο. Λ = ω Ο Ö Λ Λ Λ
ri" D
< Η- < c m
V < A ( O C Q N ^ Α
w < < Λ
ω < Λ χ d n nο nο <ο O
>-Na Q.
Ο

LO
ο
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ

LO LO
Ο Ο Ο LO
LO
> LO '
Ο
>> Lr> i-o
LO Lo
Ο LO LO LO Ο LO Κ
ο > LO LO
CT
ς ^ LO 3 . Ο_ LO
LO
LO
• « \c u» yLO L O ^
Ρ
-Ι o e
b JS
- < "b
er 3 •o g- b a •3
LO
5 2 25 6 2 5
> a. O.Î3 > ο. ο
-3 > b ·3 b
§.£§
ο.-e- b
•3^3

Ο

α.
3
Ο2 '2 2 Ο Ό Ο ο LO
>- >-
Ο. > -
a.
•3
D
>
X - ^ - S "b
Ο.Ό b > •ο 2
*·§ 2-3 Ι;
ο g 2 2 *" ^Ç " -***J
>- > —
0
. b
-J*

< * < Χ < ι _LOι _ω ^.Ο< CDι _Q< -ι _ < * 3 " 3 b a CD


L C X <
. a CD CT 3
J2 m < < ai
si
b a 3. b < < 2

H
155

LO
5
ο
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
b Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
«α
α

α
^roocooooovo-«a-iOTi-ioio(o^-tf)-«ioo-<4-if)Ti--<s-Ti-
<
e*

5 ο σ ο
Ι­ — S-σ-σ-σ 2 _ ιο -α ._ -σ ^LOS-O
Ο > <3-> > > σ > α. > Ώ > οο §·>
Ο Ο ω ω ui L/< Lo CQ. >3 • <·> 2L ω σs û . < 3 ω
Ο Ö l O l O t O Ο O T 0 0 . 1 Q n.^-<j-C--C-^7CQ.-< 3.
c - u i o o o o - 0 3 c - o o o o 3 w 0 0 i j > v j < a o

D
3. LO
Ο
3 - Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
Ο
ΙΟ

σ
a.
ο LO
> LO C" LO LO
L o L o ^ ^ ^ ^ o £ LO Lo , - LO . . LO L O O LO I_O Ο
Ρ 2°.c-oc-oo5'3oog:oLno 0 5 0 0 5
o . y > a >-•< >->--c > - > - 5 O-S-ω >- Lo >-·σ Ο- »-•Ο-
Έ" ΐ ϊ ì i °- 'S 0 _ 0 - > Ö Ο. ;< ο ^ Q.0-0 α. > -e- α. >
§ g σ ·3 g -3 ·3 g g >3 ^ >; S 0 -3 =i ·3 ° q >3 <g
i-jmwi_Si_i_<[Zi_2<Z<i_<i_<wi_<

ι«
156

lo"
ω
3 CL
ο
α
-< •>α
e 3
Ο
3
Q
α
L/>
Ο
I-
3
Ο
θ-
•Ο
Ι­ ω
Ο»
•CT Ζ
> 3
ο Ο
Ν α
co in «2 co ^
CNJ -<
cr
α. r^- h« co CO -<J- 1=
.ω . CM (N in
=
<-^ Q.
Ο. Λ Λ Λ Λ α. 3
D Λ Λ Λ Λ Ο
D
Λ
σ -<
> Λ Λ Λ •α
3
CL
•ω co 3
h- co Ο
σ ο
σ co
(= LP
Ο -< >
> > •α •3 3 >
3 ω3_ ιο
Ο
ο
ι— •3 > •

> g σ
*: 5 •α
CD - ο. LO Ο-
9- ξ.
σ
•to α >
3.
Γ? α. 3
£ο
α ο­
CT
θ- •ο •σ
ι- C co. ο W
σ _
LU •u) -< ο
ο
* σ •
CL
3 •
> * cr Ο ίο Ρ >
• <
C" >
ω
3
σ ω
^ 3
1°2 Si 3
ΙΟ
Usi
η.
•3
ο

Μ sf
CT Ï J
-< _ » ο •Ο α >-T
C
ο a. ο ο .-< >-
•Ο) CD
IO i o
> -< 5 -^ Έ α
> 8 S ο ο ο ω ο
>•
ω χ:
•ο ο °- t
b
C1 3 Q.
-ϋ! 5 5 < °- ° ^5 <
5 •<
σ
ζ>
LU Ο
Ρ α
C T * e <
157

3 ^ ^
Ο ω «,

Q-cS >
CM
Χ ο | c^^CVi

S ο>
2 - c
b w Ρ
>ο χ

>
3
>
s Λ
Λ
> IO
3 •Ο
> > >
> 3.
ω
α.
ω Ο
-Ο CO Ö b Ρ
α
> e
ο α Ë
ET Pou»
ι­ α er - a. ο
e ο 3. Ε ΛΛ
Η ο Ο- Λ ο Ρ JÎ ο
α ϋ Λ
Ö
3
Ο g 3. l i %| Λ
ν»
α
χ: > ο
Ο ΙΟ ϋί ο b
to co >
ο co
co 00 3
α b α
α
ι-
ο >
σ
Ξα *ιο Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
α
-<
b > >o e
ο
Ö Ο >3
Ο
ί­
α °- > u»
t ο = α
Ö. > ί­ α ο οχ
>-
CT 3
b Ο
Ρ
α
α
gι ο
>
σ
α CM
τ- 00 CO IO IO CVI 00 ΙΟ
> ΟΙ > " ί CN Τ ""Τ τ - CN CM >
ο CO Ο ο
U)
Η
3
α Ο ο
Ό
> Ψ>
Ρ b F ο
ο. b Ο ο
>
< σ CO
co
00 •3 o.
ί­
> •3
& Λ Λ Λ
>Ι Ο
3.
> α
ι- Λ Λ Λ CD
>
3 ο Ο Ο
δ
ι-
Ο
Ο Η·
D
*<
F Ρ
ο
3
II >-
Ό

ο
>
3 σ
σ 3.
-e >
ΙΟ
> •Ο 3
ω
> D -3
> σ ^
α ιο > -Ο -CT *
> ^ CO
Ρ 3 . "Ο χ χ ö co
co > ut 3 3.σ
ο ι­ I T O co
τ—
Ο * ^
co ο ο > > ο 3
g ο Ο
ri ν/» >t}oofc Ρ ιο
α CT Ü2 3 . 3 . 3 -<
3
3 >ο
Ο
α co
π: Ρ
CM

α er
ο
b > V/1
e Ο 1_Λ
γ­
α
Ρ ° 5^ ϋί -^ ο
* m "5 Ό- =*»· «Ο ' 3 ΙΟ
ο
> "^ 5· 3 *
.< θ· Ι- UJ ζ
>
>- LU
ο
<
i
158

> ο
Ι- 3
3 ω ο •e
> 3 . Ι ­ * -er
α Ο» Ό > > Λ
»ο Ο 3 . η. ω Α
> • <
«e· 3 £. Ο Ö
S Β- £ Ρ
α> 3.-Ο
r Ο ω

LO LO
LO Ο Ο
*
σ ι— ι -
> Ο α
Ο- Λ 3. 3. Λ
ci 3 > =1- 3 . Λ
•σ -α
ι- D 3. CL Ο .
ö» >
>ο > - > •
Χ κ«τ α α
com
σ
ο
>
ο 3
co Ξ LO •ά Ο
ί­
• »er 5 α CL
D
e 3
Ο Ö α KD
Λ
Λ
Λ
Λ
3

ν: > ΚΑ) ^ > 3
α > α £ Ο 3 ο
is: Ο
Q. 3 KαD σ
5 Χ
•ω
e- co
ί-
ί­
3
Ο co 2 LO ο
ö oo α ω ^ ο m co σ m
ι-
> ο 1-
> .< •sr co (<) 1ί) T f
LO
ο 3 Ο
•CT
>
στο>ιχ. 5 12 Ιουλίο

5 Ρ •α
c ο
> 5
α ο
< Ξ σ LO Lo
αναγούς

< ο
την 5 αυγούστι ou 1833

Ο Ο
W
"a
κώστα

h-
u 3 3
Ο
3.
•3
>
uj
ω
3. Ο
^
ι-
U1
Q.
ρ
εση

ι-
3.
> Ο Κ_Γ Ö
> (= Q. Ο.
"11
•3
3 Ö
W
ι_
II .< ο 3 .
Ο ν
Ο ω

3
>
α
ρ>
C 3. LO 1-0
π.
ο
3 IS Ο Ο
Ο
1-
ν/<
£:

Ρ
ϊϊ> >
<0 Ό Χ

1=
•Ο - C
3. 3. α α
Χ
-
Λ
Λ

co
co > ω Ο Ο >
ο Ο. Ο. ο ο
> 00
00
d Ξ ω ω 3. 3.
3
α ν/* Ο
-
e
Η
•<.
κ 3
3 >ο
Ο
οο
Cα Η
Ο
3.
D Ο
Η
b > L0 CT
OD
Ο LO
σ ρ t3 σ
ί­
α Q.
LO
D "5 2
^ "5 > i S-1 >
V/»
Ο IΡ >α <g -Νi Ç«Ο 3
ili
>
>.
Ο
LU
<
Ό
Ρ
σ
'> *
159

>
ο > Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
3 . Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ

CS

L0 L0
to Ο Ο
er ι-
ι- α Ο σ α
«ο Ο. ΛΛ Λ Λ Λ 3- Λ α. Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
α > >
ϋ Λ Λ Λ J3- Λ Λ Λ 9-
3- Λ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
ο •α
ο 3
ι- IL
•σ
α>-
3. CL
3
>
χ >ο α Ο
ο co
CO
Ο 6
> σ
C0
00
Ο >
σ
δ CD
α >
ο
·< ο >ϊ =3
Ο
χ
<
3
3 •ο OL Ο
>- t ι- ο
_ο ο
03 Ο ο <
Γ-
3
Ο
>
3 σ ο
α. α
l o m o o o o o o c o m m o i o o i f l i n o o m
LO
·< er
ο. ì—
Ö LO
ο
>
ω U1
<
Ι_" 00 Ο D
W ^
É -σ S Ξ •a
to
?i
CL
α Q. β-
> S -S S 3 tf 3g'Rgr-g3ggg
•3

s° σ ·< Q.-C £•·<


= 8.Ì4 o.-< s -< *-o-< 9--<-<-<
< Θ-s s-3 e
9- 3 . 9 - ^ 9-9-9- ο χ
ο .< * 9- 9-
>
3 >
> 3
α
•ο
>
ο
3
LO
Ο !^
> Χ Χ ^ LO LO u> §1
Ο 3. °i 8- Sr S- <3 * «Ο
! •3 25
Ο 25 ^ 25 ν ^ ν ο > g
>- •y. -<
"2. ν . ^ χ χ χ α σ D co
> W er co
CO
ο CD
> > > > ^ LO-O «α co
00
Ο 2 2 2 2 ° ° ω ω
d ω ω ω ω ^ 3 . 3 . 3 3 3 3
Ο
α
-<
3
3 ν/» Ο
α.
Lo
π: LO LO
Ο Ο
LO ο {J* L/< > -<
LO
CD 2 LO Ο LO LO 9 l-o LO ο
CD
σ ο ο § θ-1 '3, y
ο a . g Q io ο
(-0
α
^ ο
S -< LO >D a. ο Ο Ο a >-
V-
> • >- Q.-0 >- >
D •a
-3 -O > -1 •3 •8 s > a>
·σ
> •cr 3 . 3 3. c- ο
•σ
>
CX ω Π è ο ^•c^ a a D a. er ω er Q. > σ
Χ Ο < 3 1= < X 1= X < - < χ >
a < 1= LU
Ο
>
ο
•<
•α
Ι­
Ο

ί
160

ν/» w>
3
Ο ** —
>
α Hi >
3
Ss
Ο
b
° £
w •-
Χ
ο >W
1=
»e-
>
3
>- 1_Λ 1_Ρ
Ο -Ο
α > >
(Ö ω ω
•ίΤ Ο Ö
Μ
Φ
C


VJ»
W 1/>
'CT -CT
- e •<
α. > σ σ
α > Ο ^ ^
>< 3
1-
>
-ο
CO co α u<
>
ο b
5 D
Ι­
ΈΓ Ο
Ι­ •α
* ο α ί­
α α
α— > w *
C"co > >
1-
Η- Τ ο
3 ^ο
b ^
5 > %5 Ο Ο [•*- CN Ο
23 •χ ο .<
σ S £Γ
co m τ - τ - CM

Q. CO. >er
D ο 3
•ω D
α.
< α. co
co
1-> Wo %

σ co ν> Ö '5.
ί­ α σ σ D α co
t~ CO. CO. CO. CO. CQ.
3
U)
α Ο Ο Ο Ο Ο co
U 1
1= Κ-Γ Κ-Λ Κ-Γ KJ* Κ.Γ co
>< ο Ο <ω -ω ·ω -ω ·ω
Ι­ Ο. Ο. α . α . Q.
ο 3
Ο
>3
α t— ι-
Ο Ο Ο Ο 5
ι— ι - ι-
ο
>
Ο 5
3 3 α
Ο
Ö a.
LO
σ τ- u» ο
m χ
>
3
111 3 Ο
FS α
>
Ε -
•ο
α.
<ο
co
>
ο
•3 Ο =J-
ω ω ν
α. α.·ο
3.
οt
is ο
Ο.
Ξ 3 ω W
d " ω Ο 3
α \s
ι-! e-
Η
3 vy
α.
Ε Ρ Ö
α η.
ο
ε >
Ρ
!=Γ ί ^
g 3 ο
α
Ο
ι- θ-COL "3 Ό £
*: •C-ω t > "Ο
ο ο > ο> CD
ο. u> σ >ο
> ^2 ω t= ο >-
ο
• <

•α
ι-
α
^
161

>=·
>
3
> •
LO
α •Ο
> Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
IO 3 . Λ
ω
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
>£Γ D
S
CD
C
>
3
•<

LO
LO
Ο
LO
Ο
LO
Ο
ο
CT ι— ι- ι-
" 2 δ s σ σ Ο

ι
Ι­
Ο
Ό Ο. Λ Λ Λ Λ Λ Λ
9- Ο- Λ 3 . 3.
> £ Λ Λ Λ g Λ fc Λ Λ Λ •α -α 3 . 3.
Ο a
> 3. Ο. α. α. >
d 3 έτ >- >· 3
ι— D D
>< co
CO
> <
οο •Ο ι LO
of Ο LO
•α
•er
> ι- >> >
co 3
Ο 6 σ ω > ο
5
ο 2 α
Ι­ * ιο LO
-< >cr LO Ο
ë^ .Ο
3 3
Ο
•α 2- Ö ><
»ο D ί­
χ. CO α ι- Ö
Ο > ΙΟ
α.- co > ω Ο
e ci 3
h- 3. Ο­
ι- σ Ο ω
Ο Ό
Τ" Ι te ο » W s ΙΟ Ο ΙΟ Ο LO
Ο
> "Τ *2 IO co co co CO ~ CO CM τ- •«τ co CD
D
3-
CD
ο Q.5 C
1
Η!
Λ
3 CD ^ Ο
ο. Q. >
*£ io Ο > > > >
ο ο Ο ο
< ό. •^=• c5r Χ
3
Χ
3
χ χ co
α co \£ 3 3
ti .α co to 1-
"ο. α α α ö- „ · | «α "5 α α t t
CO
co
- co > °s
3 ί­
α ö >F 2
> > > ·3 α t- "* 3 •>σ •α
ο2 < >
Ι— -σ
Ι—
χ ^ •< > É •3 5 5 ο - CT > > 3
ο α. α. ο ,< < α. ο. Ο
° 2 Bö ω ω ω ω * D σ •< ω •er ω σα σα -<
w
ö ο N W M ρ ι_ ο ο ω w H Ö Ö 3
t Ο
ο <
3
>-
Ο > ο
3.
LO
3 ο
ΙΟ
>
>-
<
3 LO LO
•ο -Ο
CT
Η-
> £
•Ö
•=§22 LO
CD

α
3 Ρ
i : ω3. -ω
Q . ·ω
Q . O O LO Lo * ^ > >-
Τ— b £^•3 3. 3. χΟ Β χ c- er σ D >
W t t S Οh-
CO 1-0
g Ο c CT > > ·3 ·3 2^ - 3 3
co > 9->- θ- θ- ο ο ^ Ξ t Χ.
t= c- ω ω 3. 3 . · 2 *2 3 3 2 ω
t L_
ci Ο >
D LU
2L O
3 I—
α. LO
C •ο ο LO
ι— 3.
Ο Ο LO LO L0
D > L0 LO t r £ Ο
CT

O > LO LO 2 L0O 2 g" 3 -<


ο 2 '3
α
ρ •ω ο σ ο Ξ ä jy ·< >· 5 :<
ω 3-> ·? σ
ι-
*:
σ σ > > 2 •α 3. ο α. > ο D >
LO >- ο α ο σ t= α ο
Ο C < < < ο < ω χ er < m e
ί-
Ο
• <

•Ο
Η-
o
^
162

ο m
00 co

ο ο ο ο ο ο ο σ Ο Ο
α.
L O O O L O L O L O L O W CN Ο LZ
. LO CO CM CM Τ - Τ - Τ -
ο Ο.
LO
^ " Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ ο <
Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ co
> ο.
LP ο
•ο ö
•3
3 3 3 3 3 3 3 3 3 3
co ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο
b α
S > ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο
co
>
•Ο
Φ
Ο

• § 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 co
C Q . O O O O O O O O O O CO
3 . 3 . 3 - 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 .
α ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο <
•<

LO LT >
Ο Ο 3
— LO LO LO C " LO — LO LO C"
Q-33^S.3cl33ça. Ο
S ο Ο ο
3. -<
α ο •co
> > Ο
> 8-
α α
CD
Q.
α
LO LO >
Ο α o
LO LO
Ο LO
> ο. ω
LO Ο
> LO L O , Q LO
W LO
W 5έ
— LO
V LO
VI ιο Ο
Ό
η. ω -5 3 χ 3 3 £ 3 3 -io > >
9 ο ο α ο ο 9= •§-"< 3 LO
s Ο
α ο 2
m g.a ο δ =>. ^ £ 3- 3· F
>- >
LO
Ο
>ο χ y ο ο ο ο ο t - 1 - CD χ
ο. -1 t= =5 LO O L
Φ. C •σ
ΙΟ
ο
ω g> > ο.
ο
ο. UJ 3 S-
C Ο <
3
Ο
(- α
LO
»CT 'Ζ c o c N - ^ f C N o o r - ' ^ - o ^ r o Q
> CD-<TCOCOC"O.O0.CMCNCMCO
•<
ο

— LOLOLOLOLOLOLOLOLO
Q. 2- 3 3 3 3 3 3 3 3 3
ο ί­ ο -ο ο ο ο ο 0 0 0
χ α α. 3 . α. 3. 3. 3 . 3 .
σ C ο ο ο ο ο ο Ο Ο
>
ο
α LO
•a
> LO >
Ο •σ •3 3 α b
i-
w

DU
=S
LO

σ
LO Ο o
ΙΟ
α.
•co ri >
e r CL
> 5 -.
•3
* ο '3
^ â
ω 2, co
"8.
10
0
«2
-,
ri
α =>
£ io => 3 3
5
25 Ο-
> ο ο f li •5σ i? <
> - l Ö οΪ- Q-8
e 0 -.§
ist
Ο. Ο. Γ"
LO LO «Τ­
2 ο Ο "ω
> "L_
lai
ο

>
LOO

LO
LO O
•e- o
> >- if g.
Ο JS t
ρ CD b LO r LO
Ο
CO ° 3
5 <
<5- 3

α s 2
33 α ο
Q. t «Γ
5 S ·3 2 ο
•co ö > ω i-
ο. ö >- Γ< Ö
-<
•Ο Λ
*: £. Ο
LO CD
α
2 F
ο
f*-

- α co. Q.
ο > o 3 3 * *-
e ϋ e D X < ω ^ Ο 2 1= LU <
< m
L«>
«o "3
= •
x
LO
β ο T-cNco^ruocDN-eocn2llD!S22
CD
Q. <
< S
163

KJ> LO
LP u »
ν» ο W ο Ο ο
Ο > >
ω χ8 . ω χ χ LO LP
m >
ω 3. D 3. ο α Ο Ο
•3 > Ο > > Χ χ
ο 3. Ο Ο Ο ο ο
00

Ο
Ο Γ
>- 3 . >-
Ο C-
3.
Ο
3.
Ο
5g
> •>•
Ο Q. Ο Ο Ο
Ο. ω α. ο. α.
3
Η ρ - ρ 2 2
>
>3 3 «C7
>
CNI
CM >π •- ο τ- Ο τ- m ττ σι en
COI
Ρ Ό> 3.
ιο co co CM CN
KJ> α
1- D
> >
Ο
31 - S > * α
>3
3 3 co σ m m m co io ο
χ IO r^- -*r ·*τ co co co co
> Ο
ο «Ο α
•<
> >
ο 3
S
>Ö ο S
α. Ο 5 LP
ο
\* *
Ε" α > LP Ο.
a •ο
> >· 3 >-
er
ο χ Ο­ η
Q.O Ο 1_
> ω > y •a -a π
3 Ρ ο > > > > > .2 > LP
Η 3 3. Q. LP g a Ο
Ο Ι­ g a g Ρ
WP ν/>
Ο Ρ Ρ o» Ρ 3 • >)
U
ο Γ" Ο. Ë Ë Ë α 3.
> 1- ω N-P KO- Ν-Γ y •3
ο _ > Ο
< }- > ο > • > -
C"
>Ηπ υ
3. ο
3. Ο ·*
σ Ο 0. co
00
U.
ν Ο> τ— Ρ
ν/» ο
•ο Έ η
κ: LP U» ι
ο
Ι­ U1 w >

Ο »- UI 13 CT C O
> »ν_Ρ Ο
^ Ci
α
σ
3.
CS • α
Ο π Ρ o 2 t -s ,ο α ·< οα
Ol C ί= •*• ο ο-
> ι_ α
Ο §3 Ρ
D LP LO LP
3. ο 2 Ο Ο
Ο
LP
ο -< α.
> ο cao έ­ ä
σ ω Q. a ο *
α α
< S
D e
to
CN
CO

D
Ö.
c-
b
α
>
ο

<
164

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619, φ. 020


Αριθ. Πρωτ. 607 9247
α'
Κατάλογος των εν Τήνω Γυναικείου Μοναστηρίου Μοναζουσών
αύξων Όνομα και Εττώνυμον Πατρίς Ηλικία Διαμονή Ηθική Παρατηρήσεις
αριθμός Κατάστασις
1 Μελανθία Παλαμιδού Τήνος 55 34 καλή
2 Φιλοξενία Καρλάκεναα Τήνος 70 54 καλή
3 Αθανασία Καρλάκενα Τήνος 68 50 καλή
4 Φιλοξενία Μενέτινα Τήνος 65 35 καλή
5 Ευπραξία Γενάρενα Τήνος 67 40 καλή
6 Μελετία Σίμηνα Τήνος 60 40 καλή
7 Μελετία Λαμέρινα Τήνος 80 58 καλή
8 Φιλοθέη Κυριακόπουλου Σμύρνη 60 35 καλή
9 Ζηνοβία Θεοδώρου Κύθηρα 56 21 καλή
10 Αγαθαγγέλη Καδίδενα Τήνος 67 60 καλή
11 Ευδοξία Ν. Λούβαρη Τήνος 50 13 καλή
12 Αθανασία παπα Νικολάου Τήνος 43 26 καλή
13 Παρθενία Κουτρογώνα Τήνος 55 38 καλή
14 Μακαρία Κουτρογώνα Τήνος 60 38 καλή
15 Αλεξία Σταμνού Τήνος 40 13 καλή
16 Αθηνοδώρα Κάλκου Αθήνα 42 8 καλή
17 Ευγενία Μάκρυνα Τήνος 42 15 καλή
18 Αθανασία Ηλιου Γανόχωρα 62 40 καλή
19 Ζωσιμίνα Ηλιου Γανόχωρα 65 40 καλή
20 Αγαθή Τομάζου Τήνος 65 53 καλή
21 Ιερεία Δ. Δασκάλα Άρτα 60 14 καλή
22 Θέκλα Γ. Λαζάρου Ύδρα 46 10 καλή
23 Μελάνη Κοκώνενα Τήνος 66 25 καλή
24 Μάρθα Χελιδογένη Τήνος 55 9 καλή
25 Μαγδαλινή Καλουμένου Τήνος 60 9 καλή
26 Μακαρία Κακελάρενα Τήνος 80 17 καλή
27 Ευθυμία Αρμάζου Τήνος 75 27 καλή
28 Θεοφάνη Οικονόμου Μυτιλίνη 45 18 καλή
29 Φιλοθέη Καζάλη Τήνος 40 28 καλή
30 Μάρθα παπά Μάρκου Τήνος 40 23 καλή
31 Καλλίνικη Παλτεσσάρου Τήνος 85 13 καλή
32 Φεβρονία Κοκώνενα Τήνος 65 7 καλή
33 Κηνοδώραπαπαδόπουλου Πελοπ. 65 11 καλή
34 Αγαθή Αλεξάνδρου Τήνος 60 30 καλή
35 Ευγενία Ξένη Κρήτη 60 - καλή
36 Θεονύμφη Γεωργίου Πελοπ. 41 21 καλή
37 Τιμοθέη παπα Μάρκου Τήνος 70 40 καλή
38 Ευγενία Ν. Πιατίνη Τήνος 45 10 καλή
39 Μακαρία Ν. Τεσίπρη Τήνος 40 25 καλή
40 Ελισάβετ λαδιά Τήνος 42 17 καλή
165

".A.K., Μοναστηριακά, Φ. 619, φ. 020


λριθ. Πρωτ. 607 9247

Κατάλογος των εν Τήνω Γυναικείου Μοναστηρίου Μοναζουσών


αύξων Όνομα και Εττώνυμον Πατρίς Ηλικία Διαμονή Ηθική Παρατηρήσεις
αριθμός Κατάοτασις
41 Χριστοδούλη Σασάδενα Χίος 40 13 Καλή
42 Ανθεμία Ν. Τεσίπρη Τήνος 60 9 Καλή
43 Μελανθία παπά Σάβενα Τήνος 80 8 Καλή
44 Αναστασία παπά Ιωάννου Τήνος 35 12 Καλή
45 Φιλοξενία Ασιμίνας Τήνος 25 13 Καλή
46 Θεοδοσία Πεζάρου Τήνος 27 25 Καλή

Αι υπ αριθ. 44 45 46 ήσαν και εισίν ασθενείς διό και εισήλθον εις την Μονήν
η ζωή των εστάθη αξία των επαγγέλματος των μέχρι τούδε. Περί δε της εις
το εξής διαγωγής των εγγυάται εγγράφως η ηγουμένη, των οποίων η θέλησις
είναι αμετάτρεπτος εις τον μοναδικόν τούτον βίον.
166

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 619, φ. 020


<\ριθ. Πρωτ. 607 9247
L
Κατάλογος των μη εχόντων κουράν εις το εν Τήνω Γυναικείον Μοναστήριον
αύξων Όνομα και Εττώνυμον Πατρίς Ηλικία Διαμονή Ηθική Παρατηρήσεις
αριθμός Κατάστασις
47 Ανέζα Καρύκενα Τήνος 55 40 Καλή
48 Μαργέτα Σινέ Τήνος 55 11 Καλή
49 Ανέζα Σταμνά Τήνος 25 19 Καλή
50 Στοματική Βασινά Τήνος 56 1 Καλή
51 Μαργαρίτα Λούβαρη Τήνος 45 2 Καλή
52 Ειρήνη Στέλιου Τήνος 35 4 Καλή
53 Μαργέτα Νικολούρη Τήνος 40 11 Καλή
54 Μαρία Ταβυρώνη Τήνος 21 20 Καλή
55 Ζαμττέτα Τάβιου · Τήνος 25 Καλή
56 Ευγενία Δημητρίου Τήνος 55 9 Καλή
57 Φραντσέσκω Μττόν Τήνος 55 1 Καλή
58 Μαρούλα Κατσούλενα Τήνος 70 2 Καλή
59 Αγγελικά Καζάνη Τήνος 80 4 Καλή
60 Στοματική Αναγνώστενα Τήνος 45 1 Καλή
61 : Χρυσή Κιχλίδενα Τήνος 45 1 Καλή
62 Μαργέτα Ορφανή Τήνος 8 2 Καλή
63 Αικατερίνη Ορφανή Τήνος 11 8 Καλή
64 Ελένη Κωνσταντή Τήνος 50 1 Καλή
65 Ιωάννης Εσπερινός Τήνος 65 13 Καλή τυφλός, αφιέρω­
σε την περιουσί-
αν τον εις το
Μοναστήριον

Αι υπ' αριθ. 47 48 και 56 ως έχουσαι ικανήν διαμονήν και ηλικίαν δίκαιον


να μείνωσιν εις το Μοναστήριον, αι δε λοιπαί να εξέλθωσιν ως μη έχουσαι
κουράν. Αλλά χρήσιμος η έξωσίς των με την αναβολήν του χρόνου.

τη 8 Νοεμβρίου 1834 εν Σύρα.


Ο Κυκλάδων
Άνθιμος
ο Αρχιδιάκονος της
Επισκοπής των
Κυκλάδων
Ν. Νικητόπλος
167

ο*
ο >
α. Ό
»ω
α. CO

>
ω
b
>ο
«AJ»
Ι 'S
α
ω u» >
ιο er "2 s *"ο
Ό
CT U< Q

3 α
Ι ο Γ»
ί| 2 w: 5=2 £
ö §| 3 g" g" 3
α 1=
του Ι

κλην
κλην
παρ
παρ
παρ

Χέρι
E
>
ο >
S 3
3
ΙΟ
.2
ω
* 3 (_Λ
α > Ο * Ο
> ο > U« 3-
3 3-
L·. 3 Ο CD
CM «7» σ Ο
CD Ο <3 2
σ> Η-
co b
>
Q. CD
3 LU
1=
3
<ci ΙΟ
3 σ fc^H

> *
>3 ο m CN I O CD CO i o co CM co h-
en co CO h - CO CD CO CD CD I s - CO
<
3 Χ
ν^ υ* \j> Kj* \s> v_o (-Λ V-Λ v y w vy
CD > ^α ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο
CO s > > > > > > > > > > >
Ο 3
ί­ 3 3 3
^
3
^
3
^
3
Vi
3 3 3 3 3
·*. χ. ϋ •*. *:
CN ο α ^ >3^
"3 >3 «3 Ο Ο >3 " 3 >3 Ο ' 3
e
> 2 2 2 22 2 2 222 2
>3
b σ
3 ο.
Θεοδούλη της Λεμονιάς
Φιλοξενία Σαμουταλίνα

co >
ÄΟ
Χριστονύμφη Σκυλίτη

•3
Μακαρία Ζαβαλίδενα

ο
Φεβρονία Βερώνας
Σωφρονία λ Βιτάλη

ο
Φιλοθέη ταγιάδου

3.
Ζηνοβία Σπούρα
Φιλαρέτη Ζενού

Ανθίμη Μανιάτη
Ευθημία Κόρου

θ-
> 3 •«a- )=C w
ο > co ο ο
co" 3 . >3 co ο -<
τ-
τ­
α
> t= 3 S£
»α ο
3 w Ο
ΙΟ e
θ ^-
. Νικ

5 α.
Αρχι

co.
s U»
Ο
>
ο
σ
3.
Ο ο Ζ
ο 3.
Ο
α β > σ>
Η
er <Jì *:
0
ο Ο
σ CO
> ^ ^/>
ο
Αύξων
Αριθμό

Q.
5 tz τ - CN co •*• m co Ν co σ> ° ί
< ci
<
168

ο
ο δ
3.
•ο Ο
ο 3.
•< & Ο
3 5
Ο QCOlQQOOçgiO
9-
ο
α.
C Uο» VJ» l^< KJ<
ο ο ο
1= 3. χ χ χ χ
CT
< ί S Κ Κ δ Ό -Ο Ό -Ο
•g >ο -ο -ο Si 3Ì; 5 < ϋ
3
Ο
Χ Ι 3 . 3 . 3 - · 3 . Π ö ö C5
-π 1= Q . Q . O . Q . O Ο Ο Ο
10 ΰ
c r!cί-ίcϋ- «ϋ55 .>3 c-c--5
.5.5
> "5. 3 3 = ï à 0 3 3 S
ο α o o o 5 £ - o o Q
Έ. 1= Χ x x 9- 5 χ χ 9 -
KJ· ^J· KJ· Ό > - KJ- tsj· Ο
Ε"
μελλισσάριος

μελλισσάριος

δημητριάδης

>
κοκορέλλος
καραντζάς

> 3 >
μεντζέλου

τζάκονας

α. ο
Κυριάκου

Ο
α ν«
σ ϋ
χ CD

> Ί=
3 (0
α Η­
σ ν
Ο
χ >
ο
βαρθολομαίος

co co
αγαθάγγελος

PO ί­ 00
α
s
σωφρόνιος
κυττριανός

CM
διονύσιος

δωσίθεος
δαμιανός

CM
α
Σιμεών

3,
Ο
>
*0
Ö

ί-
Ο

<
169

Ν.
CO u»
CM
co w
b
α χ
e-
H >
U)
η.
ο D
α ο
CM α ο
>-
cd. e CT


*r
tr a
&•
* a X
>
er Q. O-
• < a ί­
Π
n.
•s iO
~< ο
e- α ο ο m 2
>o
CT
^υ>
~ ι—
ο
>-
a.
^8
t τ- cr Ο
η. <
>D 3. Ο» 3 u»
ο € «ο
α.
-cr
t=
-u) Ο
ο TI
Ul >.r
JO •3 ο °- 5a
•>
ο δ­ •XL a co 3.
CD
Ξ. α b 3.
si
α. ο "~
'α. 3 ο * ο ο ο Ο
LU π­ •< 3 - Ο 3 . 3 - 3 -
ω
»- > L_
<
> >- ο Ρ ο ο ο cr
s F
1
D •a KD
CL
τοςδ
ονής

α co ϊ5 in CM m CN Ö
1=
α > w>
ο
3 >W 3.
α -δ
οο
>
α 5 CO ο ο io ο m
CD

D "2 m CO CO \ f CD CM
CN > < a
< e io
> ZJ

3 Q.
3*: Ο
»—
y:
Ο
> α e- et Όt= >· α- Θ- >-
α ο ao Q . »q Ο
Ό
3 er w W C -Ο ^ W

> > b *
b ο ο χ 5
ο α a. α Ο ο
> •er > >
-ο
ο
D
>
Ο
•3
5
3.
ο
CL trill
lim
w CO
*: "*"
·*> 3

5 a .2
ω a
< α
3. κ ρ: σ θ - 5
CM
ο α.
>
•ο Ό
Q.
ί­
> •
Ι § Ρ 8.1
0 3 2 Ζ W <
>
cr
CT -< « b it >
W
> *2
3<§- CSI CO T f I O CO

Ο Ο.
Ο ο
170

είναι κρατημένος
είναι γηραλαίος
είναι γηραλαίος

είναι εφημέριος

είναι εφημέριος
είναι εφημέριος

είναι εφημέριος
g

είναι μισικός
α

Σύμβουλος
Σύμβουλος

Σκουτάρης
Σκουτάρης
οικονόμος
εφημέριος

οικονόμος
ο

υπηρέτης
κελλάρης
>
5 ω
3.
α Ο
α Ο
c > •

-6
Μοναστήριον
b >
χών εις το

w ο
•^OTj-^ococncncocncjiCNjT-cocnoT-iocMco
> φ c o o o œ o o o o o - t - i - t - c n o c J O c o c M c o c o c o
Η h-t^r»-r~-cocooooococoooi^oocooococococoeo
>C
Χ 3
ο Η3
UJ ο
ΙΟ V./» ^J> 1»Λ \_Λ \J* \_Λ V ^ W \J* KJ* C
υ» ο
χ X X X X X X X X X X X X X X . O X < O ^ U » < - P >

> α α σ σ σ σ α σ σ σ ο 2 5 5 2 5 § ο ο ο
ω «ο : : : : : :
3. o o o < o o o « o « o » o > o « o § § 5 > > > 2 5 5
m Ο
α. 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . Q Ο Ο Ο Ο Ο Ό »Ο »Ο
ω Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο ^ ^ ^ ^ ^ ^ ί ο ν ο ί ο
ο , ο _ ο . ο _ ο _ ο _ ο _ θ - ο _ ο . ο _ ^ ^ ^ < 2 : ^ ^
t O U U U I t I U U U U U U
.S
Ο cOCMOh~Tf'«^CMCD<DCOOCMCMCMCO'«tiOOmm
-< tDCOiO'*-<i-TfTi-cOcOCOCOr^CO(OCOCOTrCDCOCN
Χ
3 3 <_Λ *_Ρ
ο ο er ο
α o „ o o o * =
=.2 3 . 3 . 3 . *
- o o o * O O *
3.3.=Lö_3.=.;röwca.
> > b >ö Έ5 S" ^
^ ^ Ο Ο
α o i - o o o b o o o s ^ o o Q : c a c û . q "SS S H
ο ιζ b o b b b S - b b b ^ b b t S S x co.co.Q.3.

ο
θεοδώσιος αναστασίου

δημήτριος χορμοβήτης
< Γρηγόριος Δημητρίου

Γεώργιος Θεοδώρου
Ησαίας Παναγιώτου

υ»
Γεράσιμος Λονάρος

Πανάρετος Ιωάννου

3
Νικόδημος Ιωάννου
Άνθιμος Δημητρίου
Παρθένιος Λουκάς

Ιερόθεος λαμπρού
Γρηγόριος Λουκάς
Γρηγόριος Λουκάς

'CT
ο
Γερμανός Λουκάς

> >
Σεραφείμ Δήμου

Ιωακείμ Ιωάννου

ο
Ιωνάς Νικολάου

0 σ CD
Ιωσήφ Ιωάννου

3.
Ιωακείμ Δήμου

S ö
3.
Ο i 3
>
1—

b
3
Νεκτάριος

> CO
> LU Θ-
i
α.
Χ
ö
b
χ σ 3
>
ο
των Μο­
ναχών
Αύξων

S 3.
> ω - c M c o ^ m < D h - » o > ° ; : £ ! £ 2 : ! £ £ £ : » 2 8 ^
CM
Ο 5.
Ο > <
ο
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 53, φ

>
χίαν Λε-

Θέσιν Ε-

ο
επαρ-

βαδιάς
εις την

εις την

ο ο 5
λικήν

> ω
3
οι Σύμβουλ' 31

Ι­
των Μο­ του Μονα­
13918

Ο»

ι
>
Γρηγόριος
Σεραφείμ
ναστη­ στηρίου

Δομπού

ο 0
Όσιος

σ ω
Ιωακήμ

ä CD
ο
-< >
>ο
ο ηγούμε\ Ός

D
3072

Αύξων

Ιωάσαφ

3.
ριών

Φ
1

α
<
171

υ»
ω ο Ρ > ο i o »ο
ο--<
b er ο» ι - »er *
b ο 3
»er
>
3 3
»«: O * 5?
ο »er i o Q.
ö
α ίο
»ο δ 45 σχ.
D > 3
- S
*
·> > 3 3.
CZ
Ο
CO I O

2 > ο 2
U) O g Q:
'Φθί0Γ000<0-*·^-'^·Ο>«ί·Γ*.<0Ο·«ί-(Ν<0Γ»-'^·ιΟ
N - c O o j O O T - c O f O T - c n c n a i c o o o o o o · » - ^
£Γ > w g hoh^cQOOcococooooor^h-h^^oocooocooooooo
3
e EM I
•2? g § χ |
Ιο
ο 3 v/» <-* \JS ^ \S »-/> »_Λ
b O
x 3 . ο ·< ο o Ο ^ν_Λ<»/»1«/»»-'»»~Λ*«/»ν-Λ»-Λ<«/»»ν
•<
>
2. -o
< C" CT
Êω3. a 3
ο 3 ω Q Q" 3 Q. Q. ^ 3 3 3 3 3 3 3 3 3
O O «co »CO
ω ο £ ο caca o -t c a 3 . 3 . ö o o o o o ' o o o o o
> 3.3.3.3.3.3.3.3.33
Ο 3. 3.
Ο O 3 3. 3 3 2 0 Ο 0 Ο Ο Ο Ο 0 0 0
ν/» CQ »3 ' 3 - θ- θ-
ο. a b b cr g b co ω
CT
> σ
>cr S Ο) Ο 00 O N ^ t O O i O t O ^ N S ' t O t M T - S O
θ- CD CD LO TT • ^ - C O ' » i - ' > i l - ' * C O C O C D t D l f ) - « Ì - l O ^ Ì - l O ' > 4 - t O
b
ω

>
a ö ö a a a b b a a ö b a a a ö b ö
3 > > > > > > > > > > > > > > > > > bw >
Q. «e- ^ «c- >c - «c- > c r >£Γ· »er »er »er »er »er »er »er »er »er »er b *cr '
ο
3 θ · θ · 9 - θ · θ - 9 - θ - θ - θ - θ - 9 - θ · θ - θ - θ - θ · θ · » ω 9- ^
»Ο b b b b b b b b b b b b b b b b b - £ b b
α ι ο ω ω ο ο ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ι υ ω Ρ ω ω
to v o t o t o i o i o i o i o i o i o t o i o i o t o t o i o i o i o IO IO
ο
α »ν »_Λ vy
^9 δ 3 ο υι^ »_o ïV» o O
<ν» »v» 3 ^ - O o »v»
o o vv»»b cr Q. o
ai. Q.
»cr
*
Ό
> *=" Ο Ο Q. 3 to
£ S- °-
Q- 3
'b VQ «b o
Q.
O.
ο
11 =ΪΙ 1= t= •< Q. > - C2- » 3 CO »co
3. ω Q. b Ό o_ c r Ο »3 t=
CO o
α 3 »b S- Ό
ω η . Q. > • "- ^r
?b CD XL »_o
α ο α > 1 1
b
Ö »-0 > • «ν b Q. »v» α O
er -3 u» ö Οo CO »-Λ
»ο ^: b ω
ο
3 »•Λ
1= O £ Q. *o »-Λ Q. CD o
o b Ο
cr cr
O
»V» cr 3.
b Χ.
3 *° cr
Ο
>
ο
LU ©-
ο
ν/> >
b 3
»CT
3
w
o b
3 . »cr
cr >o »o
It 3
b
»cr » § ^ o
b
»O 3 .

i
Q. cr
b
o »b
cr o Q. >
CD
>
cr
>
»ω V%
3
3
»α bÖ
3 α ΙΟ
θ - s . CD
'S b io —
ω S . t=
»b h- Q.
ω
»b
>-
3
CO
ai
Ο
>
»w O >
>5 CO > >-
CD
3 ^ C M C O ^ L O C O r - O O C D ^ ^ I ^ ^ ^ ^ - Î ^ ^ ^ C N
Ο
<
Q. »3
< I b
α
D
K5 Ό
3 b >
o »O »o ω CO

>
o
S. s S g: li
io g^
o o S •s. δ
»o 1=
g-IO
_: > O
o
»* il
172


ω
b
τ
α
er
Η
0
α \
α
e
A t r-(MO)

ο ω Ο Η
I
Q.
τ— τ ~ τ—
co co co

JO υ* 2 υ*
£Γ > w b
3 c 3 > α
χ p '3 >
e O 3
ν/* fc ο
χ ο
ω Κ) 2
1=
ο CD
κ
b y* ,
CO
CO

Β -ο 3 V<
ω φ3 . w u > Ο Ο
ν δ 3 3 3
m ο ο ο α Β
3. 3. a. § =•£
ο ο ο Ο S ω
> s
»er fcSS
CO h -
co co co
CD &*£*
—©· ν_ο
θ- M Ο 3. Ο
b << co <ζ {θ
ω
< m er > 3*
> 0
ω
3 ^ ο Ο
ο α
•-
3.
α ö σ ο
Ö
> > > Q.
Ό «er *cr >cr 3
Q. θ- θ- θ ·
ΙΟ
ο
b b b
co co co
tO IO IO
vy»
Ο
ω ο
If - LU
eο
3
ο v^»
§ i IS
< co. 2 cr
3 > ο u»
§ b 2 b
ο b g. s->" ^
ο.
α °
Ε"
5s
y r> Ä
•Ο Q -Ο
Q. £.
•3 2 o
b ο S
o
ο
3.5
ο 3 cr
If
>· c-to
w Ι Λ *-"
χ
σ
>
LU
-< °_-<
ο. sc-
α Ε =
t Θ-
3
3 Ο >· w
CD ö CD
Ο
1 τ - CM CO
>
3. _: > Ο > CM CN CM
CT
3 © 3 2 >3
ι·» ο S. V ξ χ
CM α b CO ^ 3.
e- < < 3 > co g >o
ο 0 0
io Q-
Oî ^* 3 M

IM
•r- « tO
CD -4 > Ο
3
•3 u r
ο Q. o
Η-
0
>f
I
b >
ο «"
« «Ρ 5
3
α > JO

βα ο SE
s α
ί­ •SB 1 b > -
cr *:
H- CO

-t > ο
HC
< .
CD 3
Ô.O
2
>

ι - ca. < < 3 g α
173

ν_Λ yj* b
ν» Ο ο Έ=

b «ω 2
»£Γ
α ο3 2
•-
Φ t= u*
ο -5 ° ο.
e
Η
1 1 α 2 Ζ -e
α. 3 ΐ Ο ^ ! :
σ ίο
α
ο §t £ 3 = 3
e

ι
-Ι 2
Ο
*
- Ο
b i r
ω -S
3
Ο
ι-

>
b > ο ο
ü ο t-
α co ο co · * co co •«*· ιο ο ο co
σ er 5> w Μ
»er co σ> ο ο τ - τ— co CO CO CO i -
ca. l~ b Γ«· Ι"»- 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 CO co
ο ^C 3 -
Τ™ Χ " • "
-
τ — Τ " Τ™ •" tr· ^" V" ^r—
Η > ο
X
3 >3 >
> ο
1= Ο
χ ο
α
ο ill
ΙΟ s
m
^ ι « ι » ^ ^ W
ν» ν^ >ο y* ^ ο ο ο
σήμβουλο
ηγούμενο

σήμβουλΰ
πνευματικ

ερομόναχ
ερομόναχ

ερομόναχ
W
ν? CD
ο α
S m
*
3 Ι — . • — —mm

θ 5
ΊΖ CO Ν •* Ν τ - ( Ν Ο co c\J r^· r^-
" * Ι Ο co co CO CO -"fr W CO ( Ο ( N
1= <
ο X
ουμπούτενα

b
τταληοτάρη

ο ο
σεραβέλη

^ ο ?ς ο
καρηά

> Ο Jg
Q.
K- c c a e · * 0 , ο. Η
^ D b ö >< σ S 2?-S ο £ b
> U M! Ö *
•ca
<

- <
Ö
«c<a
*
cS S O
.3 • < > a
ο b χ
α
C" -ι
3
Ο
Χρήσανθος γεωργίοι
αλίστρατος παναγιότ
Παρθένιος ζογράφο

V^> >-Λ (^»


5
ανατόλιος ασκητού

ηοάσαφ δημητρίου

^ >ο %ο Ο
Κλήμη Θεοχάρη

σ ο χ Χ η.
>
ο > < ö g r
ο
2δ il
ηάκοβος

S 0
> Ο σ 3> > - = L 3 . £ b
θ-
3ανήκηο
ρηγόριο

ημήτριο
αγάθων

^ V-Λ w KJ>
3 > * -3
> LU
3
Ο
α >- £Ζ·Ό co
co
C
Η- ^ co
Ο ι
> Ο > 3
Ο
> 3 : -3 co ο ι ° JI Q.
3 Ö. 03» > χ • - CM co ·*• m co ι^
b
< < 3
G 3
Ο
> Ο >
ο
αν δορί-

b
επαρχί-

δος εις

Ο
εις την

δάσος

Ο 3 ι—
θέσιν

5
Ο * co 3θ-
ω
Ρ Ξ- ω
UJ Ρ Ζ
ι
•C > 3 - δ-^ ο
σ Ο
κ- >
Ο .2
D Ö > ^ S
3.
ω α
C" >
a ö
Ο.
o
Ö
ca
"2
Ο S e - e ρ ca ο 3
> 3 2
^ ^ «
2
b er c-σ e
των Μο-
ναστη-
Αύξων

•«ί­ 3.
ριών

ο Φ
Ö.
<
174
ξ ν>Λ 2 3 >
> •> ^ > wο
_
χ *3 ο 3
«o ο χ ο «3
3
O
3 . >- «o o g. α
Si O Q, 1—
Q. 5 ω
3 Ο. >ω ω O > • «ω
• '3 α . σ F
Ο
Jü t-o w IS
b σo. . 2v^» ^ 2
α >s
oo o y ω s/» ^ 5. ^ > = > 3 >
> ω σ w 3 2 3 2 3
e*
5 M >3 O
v-n
Fa => £ ιV-Λ- .<-0. t-U» *~ *-

I
Ι­ ^ i£
α α Ό
Ό s/*
a o. c3 ·< >
α b 2 F
•S 3 t: °
3
O
3
O
1= E § *< σ b
t
g gε 5 g
e ο Ρ I - £Ë 5
υ» >
> O
v/» >
3 Q.
ο Λ r- to (D m oo ^ o(MO)inioiflifliflT-ooo)i-
co ο σ> σ> ο ο ι ι -
b χ θ
o •b
E S Ν Ν Ν OO CO CO
C O C O C O 0 > O O ) G ) O O O O T -
O D S N N S N N ^ C O C O O O C O
Ο ω
F t Ό o
ω >
υ» ω o
e ΚΑ {j\ <y \~fl \j\ KJ\ \*s>
Η Ο
υ»
-< =•£ω 53 2 ο ο
b 3_ 3
Q-
3, ο *
ω
Q- Ο .

**»>
£ Ε* 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3
ο Ο Q. *o Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο
> Ο CO. Ο 3 - £; er er 3- 3 . 3 . 3. 3 . 3 . 3. 3 . 3 . 3.
α m
σ Ο
W
3.
ω χ> - usi
ο luθ - nθi· UJ
Θ- ί·2 Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο

5 co io co τ - co σ> co CD τ - t D
^MOiflifliniOTf •<fr Ι Ο Ι Ω
(ο m m m m η η
Χ

3 w
ο
α
'3 b o b . «a Ä S
: Ο Κ g Οg oo --<
&S
-<
α
Ό
i" > >s -<a > s
ί- g< g sili
Ο δ
b ο
b Ό s 2 ο ν"θ
>o
Q . O o >· *1
Q· Q. Q. 1=
o
a

ο g. 1= g . Θ- g _ c t= < Ι ­ Ι ­ < at« ^ m h-


·<
χ
9-
Ο
α
e >
a à
5 o b >
α
LU 5 · 9- Q_ α
b *q * 5
-
3 -2 δ "
3
_: > Ο >
s« co 3 S -3
χ r CM co TT m co r» co σ> S. H ™ £2 Ξ i 2 S5 ΪΞ S? 2
3 α ο > σ
Ο >
< < 3
α ^ b O
b V 3 « VO b

2
Ml δ ασ
Q.
α
>

s/»
o a
>
o B 2 > o ^<
a. X
^cSI e-
o
a.
^ gi
_: > O
o
et 3 S
Q. o >
II
< < 3 g a
175
<-o
>er
>
— o
^ > α α. α 3. α -
w '3 ä f a ^ a S ·
b ö >a ο »ο Ε" ^ 3
α Ö 3 5 3 U» 3 ^5
CT >• ω g ω π ω 5?
W 1
>-( - »-< Ö M O
b
α ^a 0 a g.o £
ο α Q W< Γ"Λ U« "2 <-Λ ^
e Ξ w - ω * ω ω
3 *^ to er
ω
ι—
e >
«e*
υ»
> o
1=
ο
k
fi '33
Ρ«- Ο Ο CO Ο Ο IO
C" •«- CS τ - τ - CM ( Ν τ-
b X \j\ b C0 co co co co co 00

1 ο 'S te v O
b ω b
>
O
O
co
ö
ω s i£ v-o u< u» \s u» v^<
co
co
IO • E^ er er er er er cr ^-
3
b a. Ό * i i r * ) io >u to Ο ^0
α Φ t Q.3 0 . 0 . 0 . 0 . Ο
> e b cr "5 er er er cr Q.
Ο 3
α m E E 'S
ω 3 * 3E 3
ϊ= 3Ι Ρ3 3 er Θ-
b Ο b »ο
|-
>
M
è b ω
9-2
H * τ- ( Û co co τ - to m ο
-b < t o i o co i o -χΐ- c o co co ^* ΙΟ
X >
b er
3
3 u* σ 0
Ο w i—
t-
α 2 jz >o b e L g b
>3
Ο ο
o H a.
3
ο Ö «a ο o ci· S S Q.
^
C m * H Χ < ο Χ 1=
<
X ^
»3 LU
θ- Ο
ο => 3 3 -c
α 3
ο
3 Ο
ο tr »a t
U» Ο ο
9- Ο
3 X
3 Θ-
> o
ο ο Q.
b
h- 3 cz
JO
3 ο b > 3
> * Ο — — UI ί Ο
α -ο ^|^5a-2<
•-

er
>-
b
b
LU
fltf*.£*
2 a. g- 2 σ s S
*r
>
ο
Έ
>
ο :2 L_ ω< <ι •σ vy> <-0
ω 3 v-o ο
S a o >
© W J2 ω ο >
3 1 > LO 10
0 > CT ω
ο
> I— 3-
3. 3-
Ο Ο
CD
α ο
Ο
s> \3 ο T - (M co •* m «o
CM CM CM CM CM CM CM
>
ω
>3 Γ - Ο Ο
Ο -< >- > ·
b er er
3
ο < < 3 >
>- 3
CT Ο ο ο
α CO co.
ο 3.
Q . Q.
co
co >— >
b b •σ b •er
to 3
Q. er 3- 3.
3 «O vQ
w Ο >- cr >
Ο a. σ ο ω
a L Κ-Λ
m
3
I Ο
>• b 3 >
IΗ·
b
ο
h >
S So
3
α
c
g
a
ö
co
>
b Ό
w 0
Ì-

_· > ό
)
co" 3 5
< < 3
il
b α
176


ω
0
-CT ο> ο<
α 0> ^ >0 Ό
Γ
ι-
Ο
ο ο °
ω 3 3 ;
*
α :
*
σ
>
η . ·Ο
5 · 'S
Ο : >—
π. :. >—
3.
α Ο Cica ; 3 ζ)
ο Ο 3. 3. : ω
:
: ω
e >- -3 ο > >
r b Ο É É

,_ Ν Ν Ν S N
CM τ- τ- τ- τ- τ-
Ο g> 3 3 3 3 3
> ο Ν ο Ο Ο Ο Ο
> "Q. 3 " Q . Q. "ο. 'θ. Q.
υ·
C"
I-
3 ο οÖ. co Ο co. c a ca. co. co.
3
3- - 3 3 3 3 3
CO Ü-
χ ϊ3 Ο ο
Ο ο •—^ t—
^ *—
^ >— *~
^ ^
ΙΟ Ζ S Ο Ο Ο Ο Ο
ο > α
É »ο >3 > m σι in io io in io
ILI ο τ—
co
CN co co co co
co co co co co
co
co
LU Ο 2
>
Ο σ a a a a a a
1— 1— *— •— 1— H-1 1—
l/1 W W U1 W L/ w
ω ω ω ω ω ω co

**Λ Ο» *•>* *•>» ^ Ο* W*


u» Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο
ο χ χ χ χ χ χ χ
3. σ σ ο ο α α α
CD > Ό> >
"Ο Ό >Ό >«Ο >Ό >"Ο
. Ο 3. 3. 3. 3. 3. 3. 3.
VJ» OD Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο
ja α
oj α
ω αω αω ω
α ω α ωα
>
> ja
ο. 2 CO CO CO Ο CD CO Ν.
α -< co co co i o ^ r co io

<
Χ
υ» > 3 Ο Ο Ο
«er Ο υ» 9 Β 5 Β
δ *C0 CU *<A)
V
JC
Ο α '> a a. 3. 3 . 3. _,
ίέ «Ο Γ" w Kj« ι- σ σ σ ο
ο -<
Ο Cο
ω -Ο ο α . ο . ex ti
Ε
ω ο
ω 5 Ν ω < < < w
W» Ξ U> 3
ομαίος Ζαβογιάννη

ος Γεροπαναγιώτο

e ΙΟ >
CM ο
ος Βροχοξιώτης

ο
ιος Κουμούτζης
ς Παπαστάμου

3 3.
ος Θεοφάνους

Ο
CO. 3
ja >
2. α
ς Σαρδελής

Ο ο •3
0. 3
3 0 LU
ο > Ö
α ο
CD
CT
ε
ο
co
CO
^
Ο
=L
Ο
2 ·< ο. ο -ο Ο. α.
> > •ω CO > - ο . 2 > .
-< g . j^CQ. 3 . er
>.
cr
ο ja Ρ ω α ο. 3 . Ο ο. ο.
> S ω ι_ < < ι_ ι_
3 ο
ο > > ι
α >
> ο 3 CD ο >3 τ- CN CO ^ LO CD h-
CM η. * Ä <Ì > χ
3 < < < 3 α
Ο
ο Ο
α > >
C"
ι- χ
co Ο α υ»
Ο Ο 5
3
ο κ5 ο 3 - Q-
3 ω ω
Ι ­ *ο
-3- > U) CQ. < >
Ο ι
Η
Ιερά Μονή

Ο
> 3
Ρομβού

Ό ο
ο Ο ι- Ο U1 Ο J0
Ο
α 00 !
3 . CD
Ο
α
CD ι- 3 3
CD Ο Ο > ω Ο CT
σ ID Ρ 0
> Η
ο > >
S > 3 Ο 3
3
W>» 3 . >
>
CL Ο CD ο α
CT ^—
< α < α s Β
< ο
177

ν/» ν/«
Ο Ο ο ο ο
> •< > -< -<
U) 3 ω 3 3
3. Ο 3. Ο ο
«3 ca O d CQ.
2. - =• Ο 3. 3.
>- Ο -3
Ζ> αΧ Μ
ο Χ H W

ο
Η
> ν/> >
ο
χών ει
ίου τω

ΙΟ T f •* Ο CO Ο •* CM -Ί-
ή της

Q. Ή CO CO CO CO co C0 co co
'CT oo co oo oo oo co 00 co 00
s Τ" χ— τ - τ— τ - τ— ν- τ - τ-

ο ^ > ο>
È δ ο ο
LU LU S
s
\Jt \J* C"
.1—
ο
χ οχ .*-

ιτουσία του Μηι ροπο;


D D <-" W» <-0 ^ U> LO <*0

ω τη 22 Φεβροιjplou
w* > > Ο Ο Ο Ο •ο ο ο
Ό ο ο χ χ χ χ X X X
3. 3. α σ α σ W
a. ο ο > > > >
σ ο σ C"
co > ο
> > co

Μαθάς
ο Αρχιδ ιάκονος
α ο. ο. ο ο ο ο ο ο oo •ο
m ω ω 5 Έ Έ Έ 5 2 5 00 ο ίο
5 , 3 ο 9-
οα
ω
χ σ> io CN co τ - co τ - τ - OO ο ^ -σ 3 -<

ςΜπεβ
ο-

Σιμεόν ακελαρίο
ηγούμε
co τ •<* co ^f ττ •Ί- CO CO

κυπριαν ς πάνου
χ α
3

ύται
Ο

οι Σύμβ JÀ0I
ιό" δ >
ο
: •ο > •σ cr CO
ο 9 ο -< α
ü> t= "2 5 ο ο -9
W0 Ë 2 σ ·< > JÉ CN •3 Ρ 3 ω

«älf
K

Εν Ναι
ι
Επικ
α > >
D i - SÌ ° ο ο
C Ο £δ Η
•er ο <
e *8£t§-o:
<: <s ° <
Lo
CT
1
> (_Λ W> U» OQ. -<
•3
ο
3. O ^ 3 er cr ω ο
ρσένιος Ζορμπαλά

υπριανός Πάνου Λ
αρθένιος Τσακμάκ
ιονύσιος Μπεβάρδ

αλλίνικος Μπουρτζ
αϊσιος Μουσουλάκ
ημεών Σακελλαρίο

3
ικωβος Αρβανίτης

>
»/ανίας Μπράβος

•3
LU
5
α
ωτης

SL
ο
> .
Ρ < < w c c ^ ö s * <
> >
> 3-3
ύξω

ναχ
ιθ.τ

τ- CN CO TT I O CD s co ο
< ο. ο
< 2
ο
•<
ν/» t=
είται

•3
που
όπο

α
ά. ζ
ο Η- Ό S
χ u>
^ 3 ο
Μ Ο Ο- ·α
Άγιος Δημήτ
επίθετο του

CS
Μοναστηρί

Καρακαλ

θ
Όνομα ή

*
Ο
5.
Ε"
>
5ο> 3
. > =α
ο
S
£
§? 'ί
ριθμ.
ονασ
ύξων

<
α
!_' < S
178

ο ο ο
> •< ο ο -<
W _ 3 > -<
ω 3 3
3 bi co. 3. Ο ο
'3 ca CO.
Ο 3. 3.
X M •3

Ο
I—
•**"o<oocM<0"3-co-<a-T4-Trco
Τ O r - CM CM τ - Ο τ— Ο Ο τ - c n
Ocooooocooocooocococor·-
° 'S ΟΟτ— T — T - T - T — T - T — T - T - T - T -

LU 2
LU

ο ο Ο
Ο ^χ χ χ
3. Ο α α υ,υ>ι/ιι/|υ>υιυ<υ'υ'
CO
α > > >-ο·ο·ο·ο·ο·ο·ο-ο·ο
•ο-ο-ο χ χ χ χ χ χ χ χ χ
m 3.3.3.οσασσοαασ
ο ο ο > > > > > > > > >
0.0.0.000000000
α
•<
χ tOCDCMlOCMCOCOCOOlT-T-CT)
io co τ»· CM ^r -Ί- •** CM co co co •sr

α > > > > > >g > > Ο


Ι­
Ο
ο
CT
>
¥
>
* Ϊ
gΤ •Ο
Ì :
"Ο O CD Ό Ό g CD
* 5£ •£- * 5É üj-C"
> "Ο9- "Οθ-CD> θ- θ- θ- > θ- θ - ; ° >
CD
ο - ο ο , ο - ο ο ο , ί - ο ο ^,2-

>
ο
3.
3
>
•3
LU
ö

ο
> Ό > 5
Ρ * α 8"
ζ e w

• 14
«ι 3 ·- Χ CMCO"^-l«CDt---C0CT>T2TIT^

PI
yJt
3 S Ο.
3
α
vg
Q. LU
Ο
Χ 3
co 3 Ο Li»

£ α ^B ο
CM
CM
σ υ* *: • 3
=L ο ,
ο Β "S Ο
>
Ο
<£§ 1 2 >
Ρ s> ΌΟ<
t ο
ta) s

ο
>
ο

ε >5.6
3 β §
< < °s
179

ν/» \J>
ο ο Ο ο ο
> -C
> ·< -<
W 3 ω 3 3
3. Ο 3. Ο Ο
- οΟ caca
α
'2 3. 3-
9_
>• -
Ö =-
>3 >• · 3 >3
Χ Κ 1*1 Χ Μ Ν

3
ο Ο*
χ Ο
Η 3 .ι—
> W» > tf Ο -<
s Ο
^ 3 Ο 3. Χ ο.
<o 3 t=
Η
er > •-
»- = «3 »ω co ο§ ο ο υ«υ<
en 00 ο. a. g -α
5*5 ff en Ο- ο οα ^ ο α
Επο;

Movi
Εισό

•s-'<frCMO<oioco<D''tfior--or-- 3 ^ £ 2»
^-COCO't-COtNCNCMCNCMCMCOCM Ο § 0 = 90
ococoooh-coaoaocococococo Q. 3..2-CQ.-0 Ο CM ο « ni
CM
σ •3 ^ 3. ο-- -α >- χ
3 ο α '= S ο.
u> w u» Ο
<J* > 3 Ο
ο ο ο σ ο
•ο
a.
X X X
a a σ wu,w»L/»>_A^/>ww,vy>u*
° " ο -< Ο
CS

m
σ
>

> > · ο · ο · ο · ο · ο · ο · ο - ο · ο · ο
ο -ο -ο x x x x x x x x x x
3 . 3 . 3 . 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
o

0 .o 0 o. >
0 >
. 0>0 >0 >
0 >
0 0> 0>0 >0 >
0 * ο
±>±>»^ΈΈΈΈΈΈΈΈΈ LU >
2 , LU
κ «DiocM-sj-T-comcgooooowco
-< lOinto^rcofu'foisNTrcon
χ


Ο.
a τ= .9 5 £
Ρ -a ο ο ο a -ο -ο -ο S § m
S
-e a. Θ- θ- θ- ο s-θ-θ-α σ > co.
0 3 0 0 0 0 0 0 0 0 - 0 . 0 · ^
Ν Π Μ Ν Μ < Ι Λ Ι Ν Μ < < 0 0

3
> Ο
ο
3.
3
>
>3
Il ïu. tf*
t π ί υ> 2 e r ι^>!Ρ SÌ
UJ

s
31 8-δ!Airi 8.51 f i
•-1= w ^ j B N f J 0-W.0
ö !9 ^ o^ 9> ° cLf §
^ ir- σ. ^c «a "o^ 9θ >ο <£
3. 9
Ο
>
Ρ i S 3 S î i I I Ι § §-3ct
> >
> 3>3
ιθ.τ
ναχ
ύξω

τ - ( Μ η ^ · ι ί ) ( Ο Ν ( 0 0 ) ° ^ ^ 5 2

«SI
u<
ο
Τόπος

CL
κείται
όπου

3
a
KD

α. LU
ο
3
χ 3 Ο
es «=•2 5. ο
_ C7 Χ
νομό
ίθετο
ναστ

CL
•a
•a P tWo
a
H
ο S
ο.
>
ο 3
s £ °-
3 =•
ριθμ.τ
οναστ
ύξων

< ο S
180

Σύμβουλος
Ηγούμενος

Σύμβουλος
Σύμβουλος
Ηγούμενος
και
Μοναχών εις το ο»
ο
Μοναστήριον
Εισόδου των

l/>
^•srcgcMOTcocNiT-cocn
Εποχή της

C N I T - C 3 5 0 ' « - C \ I C M T - T - T -
Ο
χ
π 3
ooooh-cooooooocoooco Ο
>
•ο 1—
er 3 . •ο
3
•<
ί­ Ο
Ο χ Ο
ο ο α.
co
> α_ σ 3 t
1— er > ο ο -ο
co χ. ο Ο
a.
co 3 3.
Q.
ι—
Ο Ο ca er ο α
3. ο
ο ο 3 π Έ •S 2
3. Χ Χ Ο
> g
3
Ο θ­
ω α. e 3
Φ > >·ο·ο·οο·ο·ο·ο·ο
CL
ω GO. α ν CN Ο
ξι.Ι
α Ο -Ο Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ
π
3 3 - -ο
Ο
_L
•3 ω σ
CN
er σ ο.
m 3 . 3 . α σ ο α σ σ σ σ
ο ο > > > > > > > >
Ο
>- >-
er 3 . σ ι— D <
Q . Q . O O O O O O O O
> er Q. δ
t—
•3 3 3 ο
ο Ι­ Ο
Ο
ο α.
3 -<
|- 1=
CN ο
-)
π
•>
CT ->
\= 7 ω
•< LU
Χ ( Ο τ - τ - τ - N t D T - S O ) ^ - >
LU

ν/» > > > > > > >


α ο ο ο ο ο ο ο
ί­ "ο ,§ σ ο ο α α α
α χ * χ χ χ χ θ χ θ χ
C α θ - α π σ σ > α > σ
Q.O Q-Q-O-Q-^-Q-^-Q.
< w < < < < < < < <
>
ο
Κωνστάντιος Κωστούρος
Γρηγόριος Κουκκινιώτης

3.
Αγαθάγγελος Ζορμττάς

3
Αναθόλιος Μτταβέλος
Αρσένιος Μτταρδάκας

>
Σεραφείμ Πιττινάκης

Αθανάσιος Μάρκος
Μακάριος Γκότσης

«3
Ανανίας Τσούρης
Άνθιμος Σατριλής

ω
5
α
3.
Ο
>
ρ
Μοναχών
Αριθ. των
Αύξων

•<-cN(OTrm(ûsooo)°

>
ο
Τόπος

κείται
όπου

σ
χ
σ
α.
α <
ο
><
Μοναστηρίου
επίθετο του

Κοίμησις της

σ>
Ταλαντίου
Θεοτόκου
Όνομα ή

α
ο.
Μοναστηρίων

α
αριθμ.των

>
Αύξων

ο
co

<
<
χ

b
>
e
α
α

co
CM

σ
ο


er
ÖL
<
Φ

WH

>
D
C
3

Ρ
w
C

D
α
α

5
ο

Ο
>
ο

5
>
s
&

>3
3.

1=
er

3.
m
εποχή της
•CT
α.

er

3.
τόπος αύξων

υ»
Ο.
αύξων όνομα και
αριθμός επίθετο του όπου αριθμός εισόδου των
των Μονα­ Μοναστηρίου κείται των Μοναχών εις
στηριών Μοναχών το Μοναστή-
ριον

Ν
Η-
Ιερά Μονή του εν Διονύσιος Καρατζάς Ζάχολη Ιερομόναχος ηγούμενος

Η-
προφήτου Ζαχόλη Αγαθάγγελος Μελησάριος Ζάχολη Ιερομόναχος προηγούμενος
Ηλιου Βαρθολομαίος μελησάριος » » Κ-
Η- Σύμβουλος
Δαμιανός Αγγελή σαραντάπυχο Ιερομόναχος Σύμβουλος
*-

Δοσίθεος τζάκονας Ζάχολη Μονάχος


^

Σωφρόνιος Αγγελή οαρανιαιιυχο Μονάχος


Μονάχος
ι—

Συμεών σιοκαρέλος Ζάχολη

lOiococowcocoöS
3 3 3 3 3 3 3 3
r^-cocooocooococo

•.-cNco-tfioior-co
Η-

κηπριανός Λακόνιος Λακονία Μονάχος


181

3
3

3
Ο
Ο
ο
>3

α
co
οο
CO
•—

m
CM
-<

θ-

ο»
*=
-er

*cr
ci
l·»

<
ο

ο
*3
5

ω
>.
δ

'3"
Ο»
u<

3
C E L
ο
-< 3σ
Ö £

ο g
Ο»

^erw"^ e'­
α α
ο ο co <J
3.
- u»

Ρ ' 3 < S er
1

_
ο

h-
3
3

δ
8
•er

Ο.
1=

3
3
Ο

ο
>
3

co
CD

CO

CO
CO
τ—

>
>
CL

cr
ω
v:
?

-<
ο»

ή της
ο.

6fi
Ë 3

F Ό

H
γγελα
IS
3
u
ω

Q
•O

S < Ρ
>

Q.

>

b
σ

b
3. >

3. 3
3
» KD

>
U*
cr

θ-
Ο -cr
182

υλος
υλος
ενος
ο ο
> -<
3
3. Ο 3. Ο ο
-3 CO. •3 co. on.
Ο _ 3. Ο 3. 3.
iΧ " ÖΚ ΟΜ >-·3
Ζ Μ
»3
w

Ο
h-
> U» ^ 0 O r - ^ \ f co σ> co
w ο σ> ο τ- CM Ο CM CO ο
-Γ g > co
τ—
Is-
τ -
co
τ"~
co
τ™
οο
τ-
oo co co
τ— τ— τ - -<
Η" 3 «3 3 3 3 3 3 3 3 3 ο ο
χ Ι— •— fr— »— >— Ρ· Ρ- ι- U< CO.
χ » D ο •33 . -)
ο'S > * Ι/Μ «ηθ-
1= & Ο •α
Κ) ι·)
Ol UJ S vy>
ο. Ο >
Π
u CO.
U» <•/» ω ΙΛ
Ο Ο >
3
ο»
«ο Χ χ •3 ο
3. α <-" ν/> (-ο Ό
u» ΙΛ U> Ö Ο ο η
ο > -Ο Ο Ο •ο οΧ > >• θ-
•ο χ χ χ χ Χ Ο er •ο
α
m 3. σ D α α α α 3. Ο
ο > > > > > > ο
α. ο ο ο ο ο ο α. ο α
« Σ Σ Σ Σ 2 5 ω + χ
CD
ja '—
3 " >
CM Ο 1- α.
"5 h - CM CO CM CM
m i o i o <o co •<j- r - m
Ο ο
Ζ. > *
χ σ
θ- •er­
•- ti
l~J
^ ρ
2 ο ο
•er
>
εο
α.
Η-
_ ·σ _ _
> 5(:. - >
•σ >
0 -σ
ω Ρ «
yj, •< Π er- c r
Ο 1=
c
σ 9 - ω θ- &• ο :> ω
u> t u» ω — er
h i : »- h > α -Ç--3 3
w 5 w w < m © i j j w 1—
>
ω •CT

>
ο
3 ν-ο l= 2
> •O Ç"
«3 3. - _· "5 * JO
Ο. 2 C" ö CD ρ >
ο α α m cr α
LU σ .3
co ο -σ £
> >ì£ ο
Q. co
00
*2 ω σ3 . ΐ=>
5 1 *:
U) >-
>- 3 Ο

ο
3.
α. c^ ο . ~ι
3
Ο
Π
=5 g l •c -
ω [-

>
Ρ
Ο
f f Bf* .δ1tS §"II Έ
CM
CM
σ
>
ο
CD
(_Λ
Ο *
Ο. θ"
£ ö
3

^ -ο -α * CD < Έ w er α S 3
χ ζ 3 3. 3
> >
> 3 «3
χ
3 ~i
ù3» ·" ο τ - CM co •* m co r~- co
ο
< <2 >
Q- ο
< 5
*>
σ
Τόπος
όπου

5 θ-
ω
Χ3 ι—
*
α >
ο Μ-"
χ
3
ri s Ο
<ο ««r g α.
ν—4
1_Ρ
«Μ ο
Ο Ο ο &
> 2 α
5 > - · = •

'S Ρ É ο >
< <§
ο tal S
ο.
Ε-
>
C > .3
>
Ο >
3
2| C OL
-

1_
νυ< CD
Ο 3. b
σ
< α
< α >ο
S
183

LO L/> LO
LO LO LO
Ο Ο ο g •ο ο LO
> •< -<
3 > ^ ν­ 3 σ
Ο ω 3 α Ο
ca. 3. Ο 3. (Π. CD
3 3.
_ a. •3 α . ω •3
>
α ο ο.
°-.§-
Χ W 5
ä ^ δτ- CD τ- in τ- T- Tf<-ioi-TrT-i-io(0(uws (N CO CO
T- co i^- ο OTT-OT-OT-T-OT-T-OCN co co CO CO CO
CO CO co co r»· CO S-oooooooocooooococococo co co co co oo

«c-o χ b 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 33 3 3 3
Ρ
ο 'S > > ο
•XL
p ° ° ο Ο
Ρ
m tu 5 ? LU
LO LO LO LO
LO Ο Ο Ο Ο
Ο Χ Χ Χ χ
α σ σ σ LO ^ V^LOLOLOLOLOLOLOLOLOLOLO LOLO LOLOLO
> > > > Ο *0 0 0 * 0 * 0 * Ο Ό * 0 0 * 0 Ό Ο Ο Ο Ο Ό Ό Ό
σ •ο -ο •ο -ο X X Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ X X X X X
m 3. 3. 3. 3.σ α σ σ σ σ σ σ σ σ σ σ σ σ σσ σ σ σ
Ο Ο Ο Ο > > > > > > > > > > > > > > > > > > >
α.
ω
ο.
ω α. α.Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο
ω ω 2 2 2 2 2 2 2 2 2 2 2 2 2 2 22 2 2 2
α
CO !*- TT Ι Ο -sf Ο • Î N N N C f K O N O N O i r m c o o <j> co r -
·< •^- co M O « (Ο ( o i f l i n i n i n t r m i o n o i n n coco CN CN <N 3
Χ CD
>
Q.
> >
g g > cr
Q. > σ — — V > _
• > •
•C δ io
κ- δ %• -6 ο > > > Ο Ο > .— ,— .— ( — ο
σ ο. ο ·σ ·σ >
C lì ο. 3 -ς
σ > • •*>> Ρ " >•
D » u u
σ ?
-:
t
J
9 - θ - · σ · σ - σ · σ
%- %• 5 ·
^. ο
α. > •< σ Ρ" Ρ ο
ο a> s-s >
σ
§ < Χ α . < ^ e- o o Q.X n M < < < < < σ e r >-•S α. 3.W
Ö ι - >
ν: ο . < >
> 3
ο LO
3. LO ç-
3 3
Lo co ' θ -
> > ο £
Ο
LO LO CT
•σ ο
3 >-
ο
ο
α
>
>- ο
α.-<
3 ο
ο
α.
LO

α Ρ" S Ρ3 > Q.
-σ σ
fi LO
CT
\7 t -
LO J t I -
θ- o 3 3
Ν
LO LO >
σ o t ·<
ο Q . ο -<
1 Η CD
<
u> Χ .
> - LO
S •e- > *
Ο . CO.
3 . £ h L O ·5<§ •g
ω σ È ο
3 . * α ^-ο g|
•σ
S =
Ρ
·&
t

ο
LO
Ο ν/Λ
"
LO

9 LO
LO Ο
Ο Ρ
Ρ
Ο Ο.
>
•σ -σ
<
θ-
σ
cfo Ρ χ
Ρ
t ο & <
> ·< > ^ o σ
Lo > >
* G*
α σ 3 . iα .
s
43 io
t
h
LO
Ο
Q-
X o
LO
o
iT-o
>
ω *
o. b
II
ο σ
5. g "§-·§ >ω -ω
?3 α. 3 .

II
b ο g
> •σ 3. Ο 3 . 3 . ω -ω > b
Ισ ?σ ä t= 3
li
•Ο ι - Ο Ο. σ α σ σ Q. CO. σ o.
3
Ρ BS < < < ν: -G -y
o Q-
>o <
< < •ίί < < <
Ρ
σ £ Ρ
Ρ >ο > LO
2 ^ Ο Ο
3 Γ. g= COLLOCO r--coa)0r:CNro'*incDN-e0 σ> ο τ - CM CO
CM CN CN ££
τ - CM
11
•α ο
ο. a -
>
σ
^ 3 S CL

fil •ω g
>-
S o
_ -<
< •δ g
P
3 •o
Ο LO
CT 3 >
a
•erg Ο. •<
·- Ο t o > ω
ο ο 3. Ο LO >-
1
6 'S 3
CL er * )
>•
η ρ· ο ω Ρ 3 .
> σ
LO
If > ο Ο > 3
CO α
•α
>-
ο
Ο -$
•<J π
h—
η
•<.
tr
σ
>
Ρ Ρ ο σ
? S- § Ö IΟ-)
O 0
LO
CD
> σ
>J
> 3 ο.
3
Ο
* - 3
. « Ü? Ο-π Κ»)
b^ ° οα 6 3 .
α > Ο. 3 . ο
•ρ. -^ κ ω - ο · 3 h KJ
s "5 b 3 . > -- UM
< δ. 5 ο 3 Ρ
Ο Ο- Ο
-
CM

ο δ
ω
184

ο ο IJ» u» ο»
ο> ·<
ο -<
ο
> -< ω 3 3
3. Ο Ο
•3 c a c a
Ο 3. 3.
Ö ο >-»3 ·3
Χ Uvl W

Τ­ m ο m CM m m
.1 > £
Ε- Ο χ
Ο en CM ο
co ι^- 0 0 co

b 3 3 3 3
CM co
co ω
3 3
co
co

α ο
χ·ο > >
ο ο
Ρ 5 SS
ILI ILI
ι^>
υ« ο ο ο Ο Ο
Ό X X X Χ χ
3. ά σ σ ο » U» D α
CB > > > Ό Ό > >
Ο •ο ο ο χ ο
3. 3. 3. α α 3. 3.
m ο ο ο
α. α. α.
>
ο £ ο.
ο S Ο
Q-
<~Λ
Ο
ω ω ω •> 5 ω ω
>U) <^»
3. Ο
α -3 Χ
m m i n CM Ο D
co ο ο
Tf <D co ^r Τ TT CD >-
e r o>
χ Ο 3.
Ο. ο
Ρ ο-
a _ a ω
V "Γ
- S— ο ο
•<
σ £, x.g ό i-o 2 a 3 •S D
Ο
12
^
ο ·σ
ο IÌ
a.
3 -
Ο . _ >- Q.
> ^ a o ca 3
_L Ο
SωT
-< a . •< ο 2-0-2-3 ο •3
a a a S - 3 t r > - 3 ë W ^ ω
α
Χ Ν Χ Μ χ E < iZ ι _ CD
LP
Ο
>
l_P
ο.
ο -< iy
er
> -< 3 Q.
•3 Ο
•σ ι-ο •er
Ρ ο t=
ILI 1= -ο
-ο ö -< Ο κ-τ 3
5 •a p δ a α cy<
χ
•α b
> irci ο ο.
ο ο. m Ρ
U» ο -χ. ^ cy ο ρ 3 ω
•Ο *:
ο ο θ- L/>

si li ti
3. ^
ο •ο Ο ο.
> ί­
α
Ρ α. D
*= s S if
ω > LP
χ Π οχ
UJ ι -
> > ω < ·η> σ 3 3 S °
5 >
> 3 3 •ο *- ο t 3 LP LP
Ο er
3 * ί?
Si<2 >
τ- CM CO -<J- m co >
ω
co
CO
LP
Ο
3.
Ο
Q.
ω
Π Ρ
C
* io
ρ
°
li
00

-1
>
ω
3.
LP
•Ο
>
fa F 5"b * 3 a
a ω t-
a η •3 Ο
Ο -ι
3. σ Ο
LP
>-
er ω > a Ο
> 1_ ο > CL θ -
J2 Ό κ CO Ο
b a
> CM CD •σ -er
α •ω a
D °, 3
3
IO 3 Ο
η er J=- Q. 3 . Χ
Ρ ^ - c r -ο Ό
ι - κ-ρ α.
Ο Ο F κ ô b a m
ο S g b * ο
<3 er ο > ο >-
σ Ρ Ρ ο .2- £ °
*© ο
>
β
>
ο
•* -. Ι­
VJ>
Ο
< 9-Î
<
η
χ

<
ο
ο

ο
α

co
Χ

Ρ
α
ο
α

>
>
03

ο
α

>
>ο

«3

5
LU
3.

m
Αύξων Όνομα ή Τόπος Αύξων Εποχή της

a.
a.
ν/»
αριθμ.των επίθετο του όπου Αριθ. των Εισόδου των
Μοναστηρίων Μοναστηρίου κείται Μοναχών Μοναχών εις το
Μοναστήριον

LU
Κοίμησις της έν πέρα Γρηγόριος Νικολάου Ηγούμενος τω 1810

α.
Θεοτόκου χώρα Νεόφυτος Ιωάνου Σύμβουλος τω 1784
Κωνστάντιος Αναγνώστου Σύμβουλος τω 1814

σ α
Διονύσιος Νικολάου Οικονόμος τω 1806

α. α.
Πολήκαρπος Κυριάκου Ποιμήν τω 1796
Σάβας Ιωάνου Εκκλησιάρχης τω 1811

α α
Ναθαναήλ Ιωάνου Ζευγάς τω 1810

α. α.

cSczcScrcx
inosoiinoifflo

•c-CNJCO'finCDN-00
•3 -α -3 -3 « -3 -3 .
'<rr--co^i-'sr-^-'si--<t

χ 9- χ χ ο. χ χ - ο
Q.2.Q.Q.2.Q.Q.C-
Νεόφυτος Ιωάνου ττνευματικός τω 1821

ω £Γ ω ω ÇT ω ω Q.
185

ο
a

3
ο
>
S
w

·<
.g

>
CO
ω

CO

•a
5 ^
3

Ο
Ο
Ι­

>3

of
Q.
3
Ο
J§ ^ 3

ca-σ t-
11 ο

£
h

ο
-<
li

a
σ

b
ο
>
·-
S3

Ο
I 3
ο ex
D

ω
D
>

g
CD

CL

•cr

σ
* |t r
J? co c- a
11 ê·^
ö li
S ο
£ if

ω >-
* >·
Ό

σ ìi
σ ο
G t= *Ι -

ö
σ

3
>
ι-
>
ΙΟ

S 3
Ο
•χ.

> α. 9-
C

CD Ό -cr­
186

Σύμβουλος
Ηγούμενος

Σύμβουλος
Σύμβουλος
Ηγούμενος
u>

και
ο ο
-< LO
3 Ο ff
ο Χ >
c a b> •ο

Μοναχών εις το
3 . •ο 1-0
3.
'3 3. Ο α

Μοναστήριον
Εισόδου των
θ ) τ - ι - ο ο σ ι η ( θ ο α. CD
ο.
>
Εποχή της

f~-cocococor--coco ο α.
<~ρ
Ο ο
3 3 3 3 3 3 3 3 ο
>
1-
•U) •CT
•<
ω D
Ε
ο
b
3 3 t=
ο» Ο Ο Ο Ο D CD tu

3.
CD
χ
α σ
χ
> > > >
α
χ
D
χ
ι/> »-» «-ο u»
-ο ο -ο ο
ca
ο
χ
Ι >
Q.
>3 Ο ι— -
er
α •ο-οο-ο χ χ χ χ •co Ο
ι- •e
ω < Ο
α
ι -.
ο ο ο ο > > > > •er > 8 ο
O . Q . Q . Q . O Ο Ο Ο >
ο 3
ι/> Ο
3
5
2 CI Ρ 2
ω t
>
ο ·3>
•b er

γελακό
> s2 io

κκλησ.
ο ο ω ω ι ο ι ο ο ' ί ο Ö
Ο
-< TCOCO^J-COLOCOCO •Ζ) t— ι- >
U)
ΙΟ ο
>
ο
&
σ CO
b
3.
ρ
>
Χ CO •< Γ- b
m •σ
• >
CO U) ι- U) > - Lu
13 1 1 Ö
ο. b

α. •α α
Ο •3
Π
Ο
ο
>
ω
(=
α
*5•cr b> >
ί­ e ?«· 5 e- 2 C- _L > b 3
α •3 ο a. 8-
C "c0 Ο .> £?· t ·~ S Κ-Ρ r- ο Ü b >
b •b -cr­
CD ì i 5
3 . ^ ^ · σ Ε - < ο . κ- >-
c b a 3
=LJ2
ζ 2 ι _ < < ο α ί τ : ι ζ
>
ο
Μακάριος Κοστόπουλος
Μακάριος Α. Οικονόμου

3.
3
>
Γεράσιμος Κυριακού
Διονύσιος Αργέντος

'3
Θεοδόσιος Καλλής
Καλλίνικος Τελής
Μελέτιος Σαρλής

LU
Δανιήλ Σκειδάς

5
κ
α
=L
Ο
>
Ρ
Αριθ. των
Μοναχών
Αύξων

T-C\ICO-»J-mCDr--CO

>
Τόπος
όπου
κείται

ο
S
c-
H
α >
e UJ
Μοναστηρίου
επίθετο του

Κοίμησις της

co
Θεοτόκου
Όνομα ή

Λέχοβας

CN

e
Μοναστηρίων
αριθμ.των

α
Αύξων

ί-
Η
<
187

u» ν/»
Ο ο Ο
>
tal
•<
3
>
LO
3. ο 3.
Ο ca. •3
3. Ο
Ο _
2r ο "Μ3 >-
χ
χ *
Ο L/>
*· a
> coooio'i-i-cn'srr--·^·
s? ?£
CD
T - ( O i - W f f l e O T - r Ο
ooh~cooo[^~r~-oooooo >
Η δ^ 3
3 3 3 3 3 3 3 3 3
£ε
ο ο
CL
> > W-OCD
Ε 5 ο ο L/>
UJ uj ε s ö < z >cr
\y

3.
CS
(-0
Ο
Χ
a - w0 o0
>
u*
Ο
χ
» a> -Ο
u< Οiy» Οw -Ο
L/< Όvy
L/»
II
a o.
o
D

D •ο χ χ ο χ χ χ χ χ Ο

3
ο
Q ..>O
σ>Oσ οQη >
.. Oσ>Oα>Oο >
Oο O

> LO 55 s °
ϋ 5 Σ ϋ 5 Σ Σ Σ 5 o
•iË
Ö
'S L O Ò C O T - C N O C M C D I O
COCOCO'*rh»l,-lOCOC0 o 3 11 t= •o cr
•o
ocr *: si to
• 1- >
«<
I"
CD σ Ρ
χ CO >-W *£ ω 3 . >
CO
cr *ω >- 3 σ
>- ω ι-
3 ο Q. ι-
.Ο È
,w>
"ο. £Ì O LSì 2 °ω °ω 'bω αω α σ
Ο l
•- O L O — ω 2 >
O
a
> ο. S-
Ö >->-;>- α >•>->•>-•>-
er e r e r > e r c e c O σ •α -er
e σι
• < • < - < "£·.< - < - < . < - <
O O O C D O O O O O
U N I U \ I L / N I < W H H 1 / V J I - J
τ—
Ε­
Ι—
CD
a
£
Ξ 3°
>
ο L/> a
3.
3
ω
>-
; πιπινάκης

ωργόπουλο
υταμπάσης

>
CT
-3
Γγιόκας

•<
ο
ωργίου

ούφας
ούφας
(έλης

οι >
ί>σος

LU
δ
ω
α ο θ -< ι LÌ! Ο. Θ· 9- C
Σημεών Ι

s.
Ναθαναή

Ιωακήμ £
σεραφήμ
Δομέτιος
ΙάκοβοςΙ

δομέτιος
Αγάπιος
σωφρόνι

ο
>
Ρ
> >
> 33
ιθ.τ
ύξω

χ i - C N C < ) i f l O ( O N C O O )
ο
< α. >
ο
< S
α
ω
vy« -,
— >-
Τόπο

CT
όποι

D -<
Ο
w
>
α. LU
ο 3
£ 3 (^
S «•Β α
CT -1_ΛSϋ
α ο Ι­
3. Η Ο 6 -g
> S 5" ο
'S >
Ρ ο ο Ο
* ^ f=
W Ü:
g 5
α. >
e- > 3
b
ο
> > 2 ο. CT
ο 35 b <
ι*Λ 3 .
Ο CD
< α α
α >
ο
<
S
188

W
b

πνευματικός
•C"

Σύμβουλος

Σύμβουλος
Ηγούμενος
α if υ
CT >
α -< 3 .
•CTO
•α
α D Ο cT
ο
C > >· cö χ
ο
< >
§8 •ο
το Μοναστή-
Μοναχών εις

3.
εισόδου των

Ζ t= Ο
εποχή της

ού μένος
μβουλοι
O O f - O f f l O ï l Û T - O l û M f i i O t J l T - O O ç O i n r - O e O Ο.
( D O O l f f l l O O O O r r r T - T - i - r O l O U Ö O ' - N r - ΙΟ
h-l^-r^-i^-r^-eocooocooocooooooooON-coòoi^ooooooeo
3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 3 1
ριον

>-ο a.
χ w Π
ο ο <

-ο δ δ °< °< a Sc 1 & a £ δ §c δ Ι δ δ §=#####·<?


•Ο · 0 ·0 ·0 ·0 Ό · 0 Ό ·0 · 0 νΟ ·0 ·0 ·0 ·<3 ·0 «Ο S 9 9 9 9 9
Ό
m α α α ο . α α α α α α α α α α α α ο . 5 2 2 2 2 2
ο.· ω ω ω υ ω ω υ ω ω w ω ω ω w ω ω (-0
J3
Ό ο
χ. CM<or-TfCvj0OCN0Or~-COCMT-Tt^OÎ(QO)CN00-<îlOI^-'^- •ο
< o)<Dii)inio^^-coco<on'>r(0(OMiniocDininfOM(o δ α
-<
er ω
Χαλκιάνικα

-< ^ 3
Ζαρούχλα

Ζαρούχλα

Ζαρούχλα

Ζαρούχλα

Ζαρούχλα
'δ. ¥£*
Βουνάκη

Αγρίδιον
Αγρίδιον
Αγρίδιον

Αγρίδιον

ί­
»

»
»
»
σόλλον

Φενεώ

Λαύκα
S ο. θ-
στενώ
α
»
»
»

C m 'S Έ"
»

σ α 5
Ζ a i
Ναθαναήλ Αγγελατόπουλος

Βενηαμήν αγγελατόπουλος
Στέφανος Αγγελατόπουλος

>
Πανάρετος Σπυληοτόπλος

Νικόδημος πραστόπουλος
Ζακημάς Αγγελατόπουλος

ο
Σαμουήλ ζηογκόπουλος

a.
Συλβέστρος καλαπόδης
Νεκτάριος Ευσταθιάδης
Ιακτήφ βαλσαμόπουλος
Αθανάσιος καλαμάδης

Αγάπιος κοστόπουλος

KJ>
>
Γρηγόριος Τραγαλιάς

Αγαθάγγελος ρούσος

παυνούτιος κεριάδης
Δαμιανός Ζαμενέλης
Χρίσανθος χαμμένος

a
•3
Διονύσιος τζάρπας
συνέσιος μπελήρις

$
Δορόθεος καπίνος

Άνθιμος Γεωργίου
Γερμανός σταθάς

t= Q.
Ιωσήφτζάρπας

ω Ο

S w
ö •cr
3. 1=
α >
Ο ο
ο M
b
χ Ρ t=
ω
«ο ν
Μοναχών

3 F
αριθμός
αύξων

Ιοο "E
των

t=
é - c N c o T j - t ß t o r - c o o i O ^ i i ^ ^ ^ ^ ^ S ^ S c J ^ ^
*
ο
2-
iο -3
Ο
ο
δ ωξ
b
τόπος

α
κείται
όπου

ω > er
-<
3 l-C 2
ω
α δ > Χ
> Ο
ο
των Μονα­ Μοναστηρίου

2
επίθετο του
όνομα και

του Αγίου


Γεωργίου

cr
Μονή

*— 3
V
u>
-cr
Ι­
co Ο (Ο
co
*— co
3
ο
a
8.
1=
στηριών
αριθμός

3 Ο
αύξων

5 >
> £3
χ co
cr I
•Ο
CO

ι-
189

ν/»

υλος
υλος
ενός
ο Ο
>
w
«<
3
3. Ο 3. Ο Ο
Ο ο caca
ca.
3. Ο 3. 3 •ο
ο _ •3 >• ·3 ·3 χ
£"
χ κ
ο Μ X WW iy Ο
ο >
Ο
*-
> _ 3.
vi
ου τω
ο
ή της

ο CL Q .
-< ^ a
>>3 5. co
<ε CM
ο^- l ia ©"
ο ο σ σ °° co •*!• σ> CM co io
* ~ CM CO CM CO CO CO w ca b
t :
Ι 2 ο> >ο Ο co co co co co co — D o
ο i_ J3
S S ι— τ— τ— ι — τ - τ— τ -
CD

ν» Ο Ο ο S
τ—
3. X
a iXy ο υ Ί ρ υ Ό Ί äΐ 3
CD > 0 > · 0 · 0 · 0 0 ' 3 Ο 3
α •ο χ - ο χ χ χ χ >- ο οX
Q. υ
m 3 . 0 3 . 0 0 0 0 9 - Π
ο
Q .> O οQ >. 0
> 0> 0 >0 σ5 δ -»
Ο ο
• <

" 2 « 2 Σ Σ 5 < co =• § CL
1=
CO "=» Ο ca ο
ja 3 co
ω
S- ω n
χ T— β
ο CM co οο CM ο ι ο 5 · 3. Ο
3 •3 CL CM
<. <0(OMcoio^in< Ο Ο ω CM 5
χ >
'S CL CT 3 iy
Ο
ι—
•CT 3
Ο

CL
!° α 3
>— -<
σ
D
Ο
>
Ο
ir
-a
CD
a
CL > 1Λ Ο CT "è; ca ° Ο. 3 3
Ι­
Ο
LZ
•Ο ο CD U> >
* 2 -o > e r o er ^ I O
S -"fa
Β ^ S ö- <Q3-<S3 3Q.. Ö
W C 3 - ^ 5 U J 2 L U er
iy«2

"Ο ι-
>
ω •ο n
Ο
3

I-
ο
1= ζi»
ι
Ο

?
>
io
ΧΜ.
<~»
t- > LU ο
LU LU
>
Ο
3. w>
3 CT 3 3
> -< ο ο
'3
ω
ο 3. 2 α £ _ a ζ
5
Ο
3 O w>^ S < Ο -Ό
Ο 5. Ο · £ . * 3 . 3 . &•
ο> - · ωΡ ^Q.-CT
9 · ΐ* -Ο S
Ρ> cr-< ca Ö
α α.
D OL Ρ-
i— 2 i _ J 2 J 2 I _ ÏE
> >
> 3 «3
ύξω

χ
ιθ.τ

Ό T - CM co TT io co r--
>
Ο
< <°- S
cr
>
Τόπος
όπου

Ό •o
w 3.
CL
LU
α
D
3
co 3 ,Ο
TT 'δ. Ö
*Γ2 CL
ο ο e ö Ρ
Ο
> 2 α
> < -a
Ο Ρ £ ο <>
w S

>
Ο > ν3
>
ο >ι '5.
3 | CT
Ο CD
ι-
5
< 5. ο
< D >
ο
S
ο
α

ι
•s
3
Χ
ο

C
•<

Η
α

Ρ
>
>
>

UJ

α
ο

«3

Ο
Ηγούμενος

3.

3.
η.
Αύξων Όνομα ή Τόπος Αύξων Εποχή της
αριθμ.των επίθετο του όπου Αριθ. των Εισόδου των και
Μοναστηρίων Μοναστηρίου κείται Μοναχών Μοναχών εις το Σύμβουλος
Μοναστήριον

Χ
ο
ο

I—
ι—

VO
Ζαρούχλα Ηγούμενος
Ν-0

Κοίμησις της Μάσης της Σεραφείμ

•Ο Ο
ο ο
Σύμβουλος

Χ
Θεοτόκου Ερμιονίδος Βλάσιος Κτήτης Μακεδωνία
Κοιλάδος Ιωαννίκιος Χαρβάτης Χαρβάτι Σύμβουλος
Σεραφείμ Στεφανίτης Στεφάνι
Παϊσιος Μαχαίρας Κηττιανα
Αμβρόσιος Ζελιώτης Ζέλα
Ιάκωβος Κρής Κρήτη
C L Q . O O O O O O

( D ( Û N ( D W < D ( O C O
ÇNCOCOCOCOCOCOCO

3 . : ι α σ α α σ α
ο ο > > > > > >
•«-COCNICOCNCOCOCO

T-CNCOTflOCOr-CO
omoiooior-csi
> > Ο Ο -Ο -Ο -Ο -Ο
Χ Χ Χ Χ Χ Χ

Ιάκωβος Νόνης Μάσης


α σ w υ>υ> υ> ^ υ>
190

Εν τη Μονή της Κοιλάδος


τη α'Φεβρουαρίου 1836

ο ηγούμενος Σεραφείμ Ιερομόναχος


οι Σύμβουλοι
Βλάσιος Ιερομόναχος
Ιωαννίκιος Μοναχώς

Επικυρούται
Εν Ναυπλίω τη 22 Φεβρουαρίου 1836
Εν απουσία του Μητροπολίτου
ο Αρχιδιάκονος
Ξ. Μαθάς
19i

y/» ly»
ο ο
> «<
U) 3
3. Ο
ο ca.
2. - =•
> ö ο
Χ 2 Μ

ο
I-
co co co co co C O C O C O L O L O C N C N > ! f ' 4 - O C O
τ— T " τ ~ T~ T~T - T - 1 - 1 - 1 - C N C N C N C N C O C N
co co co co oo C O C O 0 O C 0 0 0 C O 0 O G O 0 0 C O C O
Ρ 2 \3 Η
ο ο ο ο ο o o o o o o o o o o o
χ £ α ο
ο ^ > > «Ο Ό Ό *0 Ό Ό Ό · 0 * ϋ * Ο Ό Ό * Ο Ό Ό * 0
t b o o t . •— ·— t— ί­ • — • - • - • - ' - » — ι— κ— 1— )— »—
α σ σ α ο
ili tu S S ^ ^ ^ ^ ^ iπ cα ^ ο ^ α ^ σ^ σy σ^ σ ^ α^ ^σ ^ο

a ly cy>
υ», w»
>o •C Ο
< 3. ο 'iC S? ο , _
X
c-
φ
Ο
ω ο. δ. => S2
=J-i, -ω Ο 2-
E -è
â
1-
*C" m ο o.atQ.3
9 c" c" ^ Q.
>• g . g . «3 3
S
CL
Es-
'3
9-
o Χ ω u Μ φ θ- W
Q. LO
D LO ,
E3
Ο
"s >
«3
Ρ τ - ( Ν LO CO• « Î C M S t M C M N O i O S N O )
Vy» ω Tj- L O TJ- CO• « i L o c o T j - L o c o T r T r c o c o c M

> ly> l_o


ο «¥* iy> . iv« iy>L-0 .· μ- |— • >
"5.
o
° S e gQ 45 >3 "2 .o" 9 !=r u>

C" F
Ό C
Ο fcî
Ο P Ό
Ο t·
> C N_r
> -Ρ< -tC sy«
> ivy«
> s_r . < ρ < - J - 3 . i O - < h 4 ά Œ ' C
»w 3 U u 3 3 3 L j p - o a . 3 < » > C j i r i O a L
3. m C c m m m c w c π !<: c œ © s !<:
=)
Ο
α.
CT >
1- ο ky» ly«
σ a.
IO > ο S? ο 5;
3
σ
ο. Ρ
IO Ul
ο ο Q- ο ο. κ ·
5 Ο. ω ο. ω ξ
> M Lv ω Co Ο
1= α υ> Ο ^ ο 1

ο 3. 2 Ö Ο ω vy,
Ο 3.-0 > $Ç Ο
ο > ο io ·ω "Ο co.— -ω ° 5 -3 > h CD to ' 3 •-,
CD Ο Ο °-CQ.
Ρ θ 3 9 - 2 σ ο . ^ 3 > - 3 3 Π
ρ
Ul
>
3 ω
LL1 Ο
α. 3 -σ
< < H < < LU < LZ ι _ 2 < w LU c
.^
£ ä
κ > 3 «3
•Ο 3 *- £ • · CN CO TT LO
c o r » o o c n
0 ,
"
c s | r O T l
"
u n < D

ι-
Ο >3 <5 > co
*
«$•§
• * -

«-Λ
1- 3
ν/« 5= S
ο ο -c- *- ·=>
> ""->,> ο

i
ο

ι-
σ
« S E « · »
H
•π -

^
σ ο s
·*=" >
ο
ο. ο , ο α
•<*) ο
* ^
3
3 O
cy
r„ g_ aC" Ρ «y
ö O K -C" Ο

lis
P i o
&
c
1

w g

>

>
> J
3 Q.
3 •"- F
«3»3 S
< 5.5
ο ο
S
192

Σύμβουλος
Ηγούμενος

Σύμβουλος
Σύμβουλος
Ηγούμενος
και
Μοναχών εις το
ο

Μοναστήριον
Εισόδου των
»-0
Εποχή της

• COTj-T-<0-<tTj-'<4-'<J-^-lO
rtt-COCMCMCOCOCOCOCOCO
£4cocococooocococococo

ο 3
1- co Ο
co . 1 —
co • <
Ο
u> w* w u» w LO 3
ο ο ο ο •cr Ο Ο ο
Ό χ χ χ χ
a. α «-/»α t-Λο α w w υ ι υ > υ < >-
CT
Χ
σ a. Q.
CD > ο > ο > > ο ·ο ·ο -ο ο C >
Ο •Ο Χ Ό χ ο ο χ χ χ χ χ
3 ο D
m 3 . σ π . σ 3 . 3 . σ σ σ σ ο ZL 3 ο
ο > ο > ο ο > > > > > Ο Ο Ο
Q . O Q . O Q . Q . O O O O O χ CD Ο. y . a. Ο Ό
•η
ιο CO Ο IS* co. •ο a
ja ϋ Σ ϋ 2 ϋ ϋ 2 2 2 Σ Σ Ο co cfx
3 τ— g > 5 •2 Έ
S BS
•<
ι ο ί ο ο ι Ο Ν Φ ο ο ι α ο ι ο
co^fcoh-iocoiomcor«-co
Ν 3
Ο
Γ- ο.
ι-
Ό
•° S
£...
χ .

Χ 1— ο > §•3 >


ι— 3
u>ca * -< LU
•CT ο
ο
ο.
ί­
α
ο
α.
3
ο
α. J2
3 2
^
α ν/» α σ
α. ° α. "δ.
ο , - ?CD 3 3 „
_
-S
>
> co
υ

ι.)
2 3
>-
•σ -Ό
•<
ω
ÌÌ

fil
coo Ρ β
-< -< > t ·<=--; ο.-e < a . 2
a >
e σ σ 3· 3 α. α ο σ σ * ^ ο
ι— ^~
> C7 LU
Ο ο
LU
>
ο
a.
3
Καισάριος Δ. Μιλάκας

>
Νικηφόρος Γεωργίου

Νικόδημος Καρατζή
Ιωσήφ Πρωτοπαπά
Πελάγιος Ιωάννου
Ιγνάτιος Παγώνης

Ιάκωβος Κύπριος

ω
Σπυρίδων Κάπο
Ν ήλος Χρήστου

5
Λαυρέντιος

σ
Καλλίνικος

a.
ο
>
Ρ
Αριθ. των
Μοναχών
Αύξων

•»-CMCOTj-loajl^-COCO^^;

α
ο.
Τόπος

κείται
όπου

3
σ
Μοναστηρίου
επίθετο του

Ζωοδόχος
Όνομα ή

Πηγή
Μοναστηρίων
αριθμ.των
Αύξων

Ν
<
χ
οι

χ.
>
α
α

ο
D
«Γ
α

<ο

ο.
Ο

Ο
e
Χ

3
m

>
>
ο
Ο

>

Ρ
Ηγούμενος

>3

ο
α
Αύξων

£5
Όνομα ή Τόπος Αύξων Εποχή της

-ο

*-
ν»

3.
3.
3.

ο.
αριθμ.των επίθετο του όπου Αριθ. των Εισόδου των και
Μοναστηρίων Μοναστηρίου κείται Μοναχών Μοναχών εις το Σύμβουλος
Μοναστήριον

τ-

•Ο
CO

r-

GL
Το γενέσιον της Γρηγόριος Πακανικολόπου- Ιερομόναχος Ηγούμενος

•*r
Δραγάνου

Q.

a.
Θεοτόκου λος
ονομαζόμενον Χρύσανθος Αντρικόπουλος ΚαμενΙτζα Ιερομόναχος Σύμβουλος
Φιλοκάλι ΦιλόθεοςΔημητρακόπουλος αχαΐας Ιερομόναχος
Δανιήλ Σταματόπουλος ψάρι μοναχός Σύμβουλος
Γαβριήλ Δημητρακόπουλος ρουπακά μοναχός

LO co co co m
Tf τ- (Ο τ- (Ο

CM CO TT IO CO
Κυπριανός Μηχαλόπουλος ριόλο μοναχός

en r- ο) r*- C D
193

D
CO
co
co

CL

•o
χ

la
e
ο
ο

-3
Ο
3.

>-
ω ο
> _

I *
Il w
LTCQ. Ο
Ο W X
V> - 3 Q.
>
<

χ
α

<
IO

Ο
>
ο
•g

•α
LO

Q.
ill*

£
< "ο
194

ν/» W
ο ο
3. Ο
ο ei
S. - 3"
> α β
m
ο οο
h-

ν/»
1 =2 ο CO · * τ - Ν . CO
Ο) τ - ( Ν Ο I N
ι— Ν - CO CO CO CO
3 «3 κ •ω

Χ
ο σχ 5ο Ο
ΙΟ M 1-f
> >
ο
ο ο
S S
LU
Ο ο
ι/» >
ω > W W
»ο 3. ω .. ο ο
a. Ο
3 . SÇ χ χ
co Ο •α S α Ό u>
ο >- ο ω > > -ο
m er > • τ . -Ο Ο ;<
ο
Ο. er.§" a. 3. g CD
ο g ο ο 5 CO
ο. >. α. ο. ο CO

CO t= er
co CM
ω
CM
ϋί 3 .
r-- CM ο 3
χ Ο
Χ ι-
Ο.
ö
> γ-
Q. w
a •ο
3. 3.
Ο
α ο
3- 1=
Ό Q. - •er a. Γ-- ο
α ο > ω
mam •τ- * W»
> HT S 3.-0 ο
3. KJ>
α ω
Ι­ •U) > - Ο ι- D CO
ο w > "Ρ Ι
Ο
CO
a.
Ό
ο er Ε σ
•U) ö Ë ο α σ >- >
/ούμε

co · - LU Χ
αχός

α. * 3. Ο Ö 3. er
IO 3 O- ο
> •ο Ο >- ο
ο CD a. Ε
3.
=5
>
α
ο
cf ° CT i Î £ σ
3
ο
>
u> ο
8Ì ω
> S 3 •< .c Ο 3.
3 3 ο -<

II > •3 3 w <*>
•3 Q. a Ο ο ο —
Χ > οt= aa. >· CT).
LU σ
Q. 3 .
3
Ο
> a ο
CM er
Ο
3.
•3 S
•y -ο
D * CO.
D M CD a >
er __ ω η
ne
1= 3. >— υ
(-ο Ο Ο
Ο g
Ο
α. £ a. S CD
D
> •σ Q. > ·
ca cr >
•3

Ρ Si σ a. 3 a. Ο
Ö x <

> 3 -3
3
": & τ- CM CO T f I O CO er
ι—
Sf<2 > ·<
W Ο
§"=
ο
is •s ê-
IO *:
>< S
α ο. σ
D
χ 3
^O
< 3-
eg α 5 ο
α οer °3
> ffi
ι-
Ο !ï
3. °-
ο Ρ ι= D 3.

S*7
>
ο
>
ο il
CD Ο
< 5.
< α
<
195

\j* u»
Ο ο
>
w ·<
3
3- Ο
'2 «•
9. - =•
> Ö «3
Ι Μ Μ
to
Ο CN
Η CO

τήριον
υ των
ών εις
της
Ο
ι—
•U1
>£Γθ Χ Ο
Ο Η-
x>S β Ο LO
ο "Ç > > flT-no M O
É S ο ο ι— Ο CO
Ο Μ CO
CO CJ5 τ—
CO Ν CO
αι tu S S 2 τ- τ- τ- τ- t - •<
\JÌ ο

>ο w< !=Γ !*f S-


3.
CD 2 ° ° ^>ΓΧ Ι ê-
α ο i o *:
m .5^ co. co. 3. α ο •3
5. ο ο ο. Ο Ο Ο CD
Q. D
ο
Êrw w ϋ S 5 -< Ο ço g < 3;
ο LU <-ο
-<
°3

όπουλο
3
'Ξ •cr
τ- τ - τ - CD τ - CD
>
Ο
1 Ι

υλος
•< LO · ^ ο- ^ οο ^r (=
χ ο
•ο Ο- υ» -Ο
V-Λ ο
-ι ο. οË
ο ο
CT
5 KD t^ ο ^
if * — -χί α »— > ·ο
"δ. ^ω σ σ >
_
>
υ _
V > α-
vC: ο -.
<-0 1= σ>-
D er Ë D
σ ω
CD
ο
1= ο--< Ο. Ö - <3 .2 Q. 1= ο. "- LU Χ
co •ο U» ρ.χ
<=•
Ν w ο cΝ- 2
o W
ο <
ο. >•
α >- ο
3
er χα >α ο
ΙΛ \J> Ο
ο.
> >- > "2 D
θύμιος παπανδρόπουλο
ηγόριος Ασημακόπουλο

α.
νάρετος Γιαννόπουλος

ο
γκράτιος παλαιολόγου

σ ο
·°οα.3·aΡ­
S- t=
3αναήλ αδαμόπουλος
νιήλ Γιαννακόπουλος

3. Ζ) IO
3 Ο >
ω ο ω
> α.
α >3 -<
3 — Ον
•3 ο CI U»
co. •Ο
Ν: >- 3. α. 1=
tu er
3. ο
ο ο ο -σ>
5 > (/"J CD
cr
ι— __ ω=> {=
σ
• ο
3.
Ο
>
Ρ α. σ => σ σ
L_ t= UJ (= σ> <
> >
> 3 3
ιθ.τ
ύξω

ναχ

τ- CN CO ->ί· I O CO

< α «a
< 2
Ι-Λ
•Ο _ Ο
Τόπος
όπου

> α ο
κείται

α lea.
τμή
Βοϊδι

τμιμ

α
α
χ
3
co 3 Ο
<ο
CS -δ! €§
Ο Ο Η
|1
πίθε
οναι
Ονο

2 •<
ο 1= LU
w S
>
Ό > 3
(Ο > 3 "5.
δ r». 3 ρ> F
„_
Ο CD Ο
ö.
<
< 0.°
Q.
< οδ
S
196

o ^ o o n N S f i -
0 ) Ο τ - ( Μ ι - Ν ( Μ ( » )
NOOÛOQOCOCOOOCO
>
ο ο ο ο ο ο ο ο
ι— >- ι- »- ι- ι— ι— >- Ο
α
> > > > > > > > η.
ο
ο > ο ο ο ο ο ο ο ο <
Η Ο
Fl ¥ δ. > > > > > > > >
ο
>
ο
χ ο ω »Γ ω ω ω ω ω ΰ ϊ ω ω
°S > > > > > > > > -ο
W
ι= 'S
ni ο

11 ζ
ω ω ω ο ο ω ω ω ω
CDCDCDCDCDCDCDCD
Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο
ΙΟ

< ο
ο
ω ω ω ω ιο ω ω ω Ο C
1
W w ι/> υ vy 1-Λ
Ο Ο Ο Ο ο ο
ο χ χ χ χ χ χ
3.
α> o b a o ^ D ^ b
α <3 Ο Ο Ο ν Ο
3.3.3.3.R3.R3.
y·«
m
3 3 3 3 > 3 > 3
Q.Q.O.Q.O Q.O Q.

D CD Ο
cb co co co οο CM •*-- ί**-
-< IOIOCOCOCOCO-<J-CO
CO
CO -<
χ 3
3 Ο
Ο t=
ι - •Ο
> ο 3 Ο . •—
-α ο
IV -< > ω-
ο. - C" 3 —
> ι-
Ο >
ί­ •α
ο
ΙΟ - .τ, ο α. ο οα-σ 3
τζ α. ο ^ S
2 Q " 3 - < < Ο.1
σ 0= >- τ- Ο
•χ ω i i ο ^ ^ χ
W l_ W Ο ^ ω
>
ο
Ώ. -< Ο ο
-<
S 3 -<
> Ο 3
ο Ο
=}
ο
3
α
·< i= ? =>
-<
>3
3 •ο <_r •δ χ · S
Ο- ο 3
Ê
m Ο •g. Ι a -e 2 >ο
ο ο ο w ΚΓ > α Ä >
ÌÌ ο er (= V α
-< ο
α. -< Ο. co
ο
υ. ο ^ ο
co
3. 2 >• g 00
Ο
-Ο Ό ίο ο fc ^ £
> •ο -ο • ο ο - ο
3
ο
Ρ er ο δ >• * -ä α.
ο- 5- α ο. Ο
3 vy» ο ^
L- < ο© ? Ο ο •5 9
II 9- 5
osi co - t i n co r- co
3
σ
>
co
ω
3.
> ο y ο
υ» ca. fc ^
ι- χ •3
^ W.^--σ
φ -ο
ο S >
CN Ο

12 α _
>•

D Ο Ο >-
LO > χ
1.0 Ο
ο w CL
-< 3
Ili •ω
Ο -Ο Ό
ο
.,
>
Ο
; ο «Ο * *- 3 5 £ i=
OL
Ο y ο * ο -Ο
Χ
σΓ r> Ο
«ο
CM 2
-3
σ ο Η

Ό Ρ t= ο
w S
IS
α.
>
ο J
>2 α.
e-
Q. β œ b
Ζ <α ο
>
< Q. α ο
S
197

>ο>
vy» 3 " 2
O O C O O C M C O C N C N I O C O •ο
>
cr
b
α
ÙJ g S 3.
Ο
<
ο
ν« >
ο ο ο
Ό χ χ it
3. Ο Ο (,Λ L/1 ^ W* Ι Λ L i 1 U» •α
œ > > - 0 · 0 · 0 · 0 · 0 · 0 · 0
α >2 } ^
m 'S, "S. χ χ χ χ χ χ χ
ο ο > > > > > > >
X i
Ο - Ο - Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο < ^
Sii y 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 .

o m o o o d j ^ i O N O
• <

α _ _ χ _ ö S co
ί­ N_r κ^· ·α KJ> -<· ρ · α "S, •a ^ CO
α ca 25 _ 3. >
ι- -io
*U) !r ={ t- r>n -<
u) H*> co
C ο
-< •< -< -< ω !=! Q.
Ο. c r - ω • * —

M M M 3
* bi ca. ϋ > · σ C > 5 ca Ο
h-
Q.
Q" U* W D
LO
ο ο 3.
Ο 3 = -<
=>
11* 3 Γ^-

mM
Ο
ο Ι0 "- ν>

tll
ω > Ο
ι— Ο ' cr-<
t - =>
•ο ο •ο -> ο
er
Κωντόπο
io a >- 3. χ. L" ττισκοπής
c j a 9- t
>-"S ο •CT Ο
-< σ ο
2 io >- SI»
ο. g.
σ ο ο ο
> 5 >ο
>- ο
χ
σ
> LP
ο •α Ο
j ( g ο σ Ε ϋ" I— CT •3 χ
ο - > î£
O ^ si Ss > •σ ο
CO
IM ο
3.
Οα ω u>
> 5^ -ω > Ο 9 - ι - Q. > >
ο
Ρ
> S2 ^
σ Ο Ο
3
η ω ο ω
e D
3 2° Ο CD
3. Ο
t
^
> >- 3.
α. •3 -< W
3.
U> >- Χ
D ÇL > • a δ- Ο
Q. α Ο _ > Ο •Ο •ο <
ο
>- CO. >
> > ία ω ο
>- Ο > σ
er 3 . -< σ
> 3.
> 33 D Ο '3
Ö
Π
Ισ
Ο
cNco^wcDr^cocn ^
3 *: x co
Γ0
Ο

S* <2 > co
< Q. Ο
< S χ

ill •α
3.

α οα
α
χ 3
3 Ο
«Ν •eg a
Ο Ο t
>
•ο
β S
w b
», 1=
g
g Ρ t ο >-
α
er >
h-
b
α (Ο > 3 Q.
> Ν­ 3 ^ F
ο a <x> b
< Sα Ρ
<
α
<
198

W
ο
b Ι- ο
?2 W Q.
C3 Έ Γ t^- ο τ- Ο ΙΟ (Ο
"Ε 2
lì τ- Ο
Q. Τ— Χ— Τ— Τ—
Ο χ co οο οο οο co οο
ΙΟ 5
ο "2 Τ?" τ ­
ο t "2
χ >
ρ m ο α ο
ο UJ
ο
3
Ss
S
Ο­
Χ
ο
ι-
ν/» ο« U» LP »3
CT W .rC„ ο Ο Ο Q.
V- Ό Χ χ χ ca
3. 9 Ο σ σ u» ι/> a
3 Ο > > Ό Ο •<

'S.
Ε*
σ
ο. CO 3-t •Ο -Ο χ
3. 3. α σ
S οδ. ο£
χ

sο
a
>
Ι­
Ο
|ο âω Q.
_ω _ω *5 5
ω
co
Ο co
> ja co
Ο σ> ι^- ίο S Ο (Ο
3. S •sr •<!· TI V"
ιο οο ·<τ τ
3 2
3 ο
χ 5 p
Ο Ο- Ο
σ
α £
ο ^ cr er
> 3 £
<_Λ> Ι Ο ο α 9- α
> "ο. •3 § ρ
ir
ο Ο Ό Ό ρ ο >
g- a ω
3 ο
C
σ
Q.C0
— ο
Ι­
Ο Ό
-< 3
Ο. >- τ-
c: * < -< ^ 6
ι
in-
3 Ρ
> ο
Ρ >
ο er 3
3. ο
Ρ h- W

ο Ρ
>
0« «3
3 KJ\

i I flit
ο •o -er
ι
ι-

b
•CT
2 ο. ^ >
ο tu 2
> 5 ·—
ο
ο.
<-Λ Q
Ο
w,
ο
lai|< -3
o
3 -* S Ο 3.
ν/» σ 5- θ--< c o σ ο ο.
»CT 3. "Ο «Ο 3 > > 5 . ^
ρ ο θ· t ο α ο g-Q-
Ο > C 5 Ρ < < < L_
κ: Ρ > > * Q.-0
Ο > ΧΙΟ
Ë
υ
> 3 3χ
3 Ζ τ - CM co ^ r io CD
>
Î3*<5
1-
< ο. ο
> < 2
ν
3
α
CT •η
W 3 α -α
h-
b
Ο ^ ο. £-1- °-
ο ω
Θ- -ο ö
> * >
α. ο * 2 2
3.
α
χ > CT
>
Ο-KD
χ
CM" 3 3

Ν. > 3
Μ a. «er S Ο. 3 ο
u>
3 ο ο 0
CT °- Ξ"
Χ Jr.
3. Ι­ * * Ο. ω 3 3
ο. Ο Ja ο
ο σ σ 3. Ο Ο
>
Ε­
>a >·ΙΟ ο cam.
α
5. κ>
>
Ι— Ρ Ρ ο
Ο
s 1^
τζ
α ο
Ο =L 3 .
> - · 3 -3
er b Ο
er 3 > ο ο ο
b Ι­
> 3
α Ο«
>
ο ο > 2 CT
> \ΛΛ
α.
3 S
ο Ο β3 b
•<
ο
Ι ­ < δ. >
< Ο ο ο
* S
199

ν* W»
ο ο
>
UI -<
3
3. Ο
>3 ca
Ο _ 3.
> Ο Ο
Μ Μ
τ
«Ο
Ο CO
Κ r~-
£
3 iωi ο
? y>n m Ν ra m

στήρ
ίου Τι
er ο Ο Ο Ο 00 ο
χών ^3 οο οο οο r~- οο
τ- τ- τ- τ- τ-

ϊb>o >o
Χ 1—

ο •σ
ι-
Ο
U J S S u> Ο
-<
( ^ ν υ> § c
«ο Ο Ο ο S-ο"
3.
Ι Λ
χ*
>
ω
χ χ χ
5 5
ä 3 55 -ο
V» y β Ι
σ 3. -ο -Ο -ο >< -ο
5< IO ίί
ο 3 - 3- 3 . α α
m ο ο ο ο > >
•3
>< s
>.
e-
α. α. Ο. ο ο
ω ω ω 3. 3.
ο ο. a
co
α 1 co Ο < 3-
ο -<
*2
•<
Ι
Ο 1^- OJ h- 1^- Ι--
<ο -*f CO τ τ <D CO
3.
>
Ο
Ο
χ
a
>
3
ο Ο °3
•ο (=
η- Q. Vy Ό
er Ο
^> σ 1—
Ο. ° ο>
"5. σ α α ο Ü
ω rv. ο *
κ- > > > Ο
ο ο ·» .2 σ
ο. e- 1= σ
ομόναχος
CO
3μόναχος
•ω ·ω ç ω -ω Ο 00 ο ·- LU Χ
>-
3 . 3 . (= 02. 3 . CO. er -crO«
3 ο.
V . Ο ο
> ο.
>-
ο
3.
y -<
Q ο -<
9 3
ο ·<
3 J<
-< Π
3
ο ο
-< 3 3 [- Ο ^ > ο ο- α- Id
> ο 3.
a ο 2·δ t t α •3 ·<
3 ω — er
>3 > Ο Ο •ο 2 ι-
ca > ω
ο. · >-
Ë •Ρ ΙΟ > Ρ ^ Π 3 . a ex Ο
er
άρετος αντα
ιανός Κωνσι
φόρος θεοδι
ένιος αντωνι
γόριος Γιανν
javoç παπα

αι CM ο •3 3 . - α 1=
1/-J
ο. > σ
5 >
Ε­ ω Ο
Π­ _Ο "- fc
σ
3.
Ο
>
Ρ e- ο. > α. ς · ο
α ϊ α ο ΐ α
ι _ ι _ ρ to > α
> >
> 3 3
3 t- χ
•3 ® >
< α ο
<ε τ - CN CO -*Γ m «Ο

a
όπου
κείται

Ο a.
1= •σ
1-
α
ο
χ 3
ο" 3 Ο
Ν.
Γ* •C
α
-

°1:
ο ÏÏ
a w<
>-S
3.
πανό
επίθετ

ομπ
Μονασ

Ο
'S >
Ρ
α
>
D > 3
> (Ο > 3 ο.
ο Γ«»
3 *-. e-
Τ"
3. £
α ο< œ Ο
β
< ο. ο
< ε
200

ο« υ»
ο Ο
δ «<
3. 3
Ο
«3 ca.
Ο _ 3.
•2" ο >3
χ * Μ

Ο
Η

si f-
Ο
TT CD h - Ν- τ *
τ - τ - τ - CN CN
co co co co oo oo
.2 (- 3
α. ο ο
b Χ » > >
Ρ 5 ο ο
•s UJ u j 5 S !^
ο
•-
ο w
3 ν« ο ο
ω «ο
3. ο >< Q.
3 > Ç U» t/> U * KJi CO.
β
Ο ω jî -Ο Ο Ο -Ο Ο
Ο.
α 3 . ^
β 3- α
χ χ χ
σ α
χ
α -c
m ο S > > > > >
er
Η ω
:»-<-{• ο ο ο ο
b C-ϋί H 3. 3. 3. CO
CO
>
D
ο S »a- ι^- c\i CM m co co
3. ^ M (D t to (Ν
3 < 3 ο
χ 5 Ρ
Ο (./-
Ü
ο. ο
D
ι/> KJ> σ
£
(l) η
u
ο & O-
ίο­
•< '5.
α
.Ρ b ο io
•o tQ.
>
u
o
CO.
>
π
•< ill
S ä α -g u> θ- σ ω
Ρ σ *:
Ι­ Ρ
Ο < ώ Si ^ G 2
σ - ο
Γι
d
X S> Ì- O
Ï
-α< XÎ T O
* Q.05

> >
ο 3
η. Cy. 3 ly>
3 α ο —
·
>β > ω 3 a >
2 a. ο ο ο
3 •3 ο ο^ ^υ« ^a. t£ u»
a , 3 caca >
> •
'3 Ρ 5 Q. «a μ a ο a. ZL
α.
UJ •^ -< co. g 5 «a. >. ο ο
ca. ο α ω -< ο ?t C O Ο
ο 5 Ρ 9-^ S ° Q. ο ο ο
υ. [S ° Ρ υ, &
'S ο 3.
ω ο Ì£
Λ

y y- V
Ο
Ο
Ο α.
>tr > Q- 2 > a - 3 g
ρ Ρ Ü 3 Sis-
ο ρ σ * > > >•
> >
b
Ë > 33
w 3 ζ χ
er ο τ- CM co -*r m co
Η < ο- >
ο
> < S
.3
α.
ΕΓ y 3 Μ
D -o
»
b-
σ
>
11 α · - Q.
Ρ K-r
σ ω
^ >
ο
α 3.

α >
χ 3 3
3
O
σ
ι». >
•W
s

^2 Q.

M
3. Q.
CT
3 α ο

"8
Ο
α > S σ
Η
CT
D Ρ
>
ρ ο
I*
Ρ α
σ IÖ U1S LU

5. >
3 >
•-
> 3
Ι ο»
ο >ι α
3 3^ . CT
> uy>
ο >3 CD κ>

< 5. ο >
α Ο ο
y: S
201

vy U»
Ο Ο
>
ω -<
3
3. Ο
>3 ca.
Ο _ 3.
'3
£
χ ο
2 Μ

ιςτο
ριον
co
W >£Τ <-Λ
•c 2
ο 'S
HI Ο

χ > ο
ο

.g to «- en i o
LU ο a
μ τ - Ο Ο Ο τ -
Ο 0 0 Γ"— 00 0 0
S ^ τ— τ— τ— τ—


Ό w 2 ο
3.
<D ω 3 . , 3 -Ο -Ο
σ 3. Ο S X X ι_ο
m •ο
οΟ ri
b >
9 >
σ α > >
er
>
C · ° ^- ο3 . 3
ο. ο3 .
Ο
5 D ν/1
<3 CO CM ^ CSI
's
.< Τ CM Ρ- CO TT 3. er
X α Jr.
< -£
w — ο C
>
δ. Ο ι- .? ο
Ό Ο ö 3 ν:
ο Ο •< ΙΟ 3. 2 •2
ο- α - 3. ·3 α χ
^ 9 '3 ί ·< α.
ΐ3 >- Ρ Ö α <
1= -σ Ρ •<. co. ο
>_Λ
> (S> Ο
ο ο ·< ^ ο
3. J«£ 3 Ο
3 3 ^ Ο -< •3
>
/νάκοπουλε
Γεωργακόπ
αλιπραύτης

Δημακόπου
Κυριαζόπο

Ρ
•3 3.
Ρ σ
LU Ρ
5
>
Ο ο
3.
Ο
L0
> §• > ΙΟ 3 .*
Ρ Ο. CD <£·.δ D
M B S a g •ο
χ
> > CD
CO τ -< 5
> 3 >3 co — •er ο CD u>
ύξω
ιθ.τ

χ •τ- <*> α 3. co ο


σ
>
ο
S
ι- CM co -sr m
ι!
Ο. ω
α S2
CD c a
α ο
oo
τ-
=>
.<
3
2
D Ο > KD •ρ -Ο
D ο if ο
-< Si 3
Τόπος

•Β
> 15
όπου

σ ut 3
Ο
ω
1—
α δ ca. .3 ο ^
>
α •U)
h- ο
CM
3.

Ο
ο
^Ρ^ —
ω χ
°
ο 3 > e- ^ ο
•cr
<
9
£Ö.
3
χ U» ι «
t=
ΙΟ «c-g ^3 § Ο
5 ° t-
0 |g 1 Ο
Ρ
ω
ο | ä- - e P
α Ρ> S
ρ
>
ο ΙMδ°l
w ε
5.
>
α > 3
<ο
> 3. "5.
τ­
3 Ι5 Η „_
α. > 3 CD
< 5. ο>
"ο. Ο ο
S
<
α
α
α
e

Φ
C
D

3
<

0
ΜΑ
α

D
u
α
6

Ρ
Ο
»π­

ω
Χ

>
>

>
ρ
εποχή της

Ο
3,

^3
3.
1=

3.
αύξων όνομα και τόπος αύξων

1
αριθμός επίθετο του όπου αριθμός εισόδου των
των Μονα­ Μοναστηρίου κείται των Μοναχών εις
στηριών Μοναχών το Μοναστή-
ριον

!
δ
Ρ

Ό
X

<
α
3.
*—«
εις Παφνούτιος ρούβαλης μεσορούγη

Ρ.
wo
C-
Αίγειον προκόπιος ζαβάκος Βλοβοκά
Γεδεών φουφούνης Βυλιβήνα
Θεωνάς στρατής Σοπωτόν
Άνθιμος μπέκρις αρφαρά
- 3 * 3 <9 «3 Ο

£· Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ
ω ω Q ω G

Γερβάσιος μπαχάς αγρίδη

1= Ë f= É t=
\J\ υ* \jt \^Λ V-Λ

Χριστόφορος σχηνάς τζηβλός


μελέτιος ροβίλος Βλοβοκά
202

Διονύσιος μηχαλόπλος τζηβλός


Κυπριανός σταυρόπλος τζηβλός
Προκόπιος χριστόπλος βεροβά
Δοσίθεος γυμνόν
αθανάσιος κίσκινας Βελά
Βενέδικτος αγρίδη
Ναθαναήλ ραχιώτης Βέρσοβα
Αρσένιος γούναρις τζηβλός
ευλόγιος τζελίκας Βελά
Χριστόφορος μπρούμπας Βέρσοβα
Κωνστάντιος γούναρις μεσορούγη
Παρθένιος θανασούλιας Βέρσοβα
Πανάρετος καρναβάς τζηβλός
Βαρθολομαίος Πετρόπλος Σωποτόν
5 . ç - ç - ç - c - c " o p p p p p p p p p p p p p p p p p

Ανανίας Κάβουρας
(QT-oegto^oNtpinniOi-^-ptopsoiOin'iNi·

Πετζάκοι
< > > > > > Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ
3 . 3 . 3 . 3 . 3 . σ α ο σ σ α σ α α σ σ α σ σ α σ ο α
^:r>-N-i^-h~œoocoooooooh-oùcooocooocococoeoooooco

^cMco^m<or--»OT2:£2"2!2££"2°c5(Nl?33i
> > > > > > > > > > > > > > > > > >

δανιήλ Πετρούλιας
Q.P.Q.Q.P.a.Q.Q.P.Q.P.CLOLQ.P.Q.Q.CL

Σύβηστα
χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ

> - > : > : > : > : 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 .


Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ *Ρ *Ρ »Ρ Ό Ό Ό * θ Ό "Ο "Ο *Ρ *Ρ MO · ο *Ρ *Ρ *Ρ *Ρ
203

3
Ο
α.
ο
α
α
C
το Μοναστή-
Μονάχων εις
εισόδου των
εποχή της

Ν<οοοοοσ>οιο<θ'*ιοΐΛ'ίθ)σ)3|θΐοοο(θ^(οιοο)οθτ-ρσ)
T - T - T - T - T - 1 - N ( N ( N N O ) C ) f l l O ) Q Ö O O O ' r T - r - T - N N N M O
oooooocoeocoeooocooor^h-N-i^eoòooooooooooooococotoeooooq
ριον

-ο
a.

iiliiilllfiiiiilliiìiiilìiii
β
σ
m

ο
lOT-rOCNT-T-tNIlQOigiÇOOOOOT-COOi^-'r-QOOr-^^ÇDrl-CJ'^OO
< « Γ θ ο θ Γ θ Γ θ ( θ ( θ ^ Γ \ ι ^ ω ΰ 5 ( ο α ΐ ΐ η ^ ^ ^ ^ ( Ό ^ < ο Λ σ 5 < η · « Γ Λ ι ο

σ
σ er β 4| ιδ.
α
ο
C
ιϋΜϊΙ filifflllfItillιsfi
^-α.^<3 OL ·< οα. >• ·< ca = 3 c r - < Q - b c o . c Q . - < - < < g : g ο a . 3- °- °-"
w w c a o x ^ < ä.cn .< ii£ Η T = m a = L - < w ><CO "if CQ * I O n * m a
Συλβέστρος τζιπουργιάρης

>
πολύκαρπος βερδινιώτης
μητροφάνης οικονομήδης

ο
SL Γρηγόριος Πανταζόπλος
Τιμόθεος Καλυμάρχης
Γερμανός γιαννόπλος

καλλίνικος τζαλκάνης
Συμεών αβραμόπλος
Δοσίθεος ασιμακίδης

Γαβριήλ βασιλειάδης

>
Δανιήλ γουμπούρας

Αγαθάγγελος γεγές
Νεκτάριος ρομανός
Πατάπιος Κάτζικος

Κοσμάς Ροδόπλος
Γεράσιμος λάρδης
Ιωνάς κουτζούρης
Αγάπιος γούναρις

«3
ακάκιος τζελίκας

μακάριος Κάψας

1=
Δαβίδ τζετζές

tal

Χρύσανθος
5
Θεοδόσιος
κάλλιστος

Λεόντιος

*
Αζαρίας
Ανανίας
ραφαήλ

s
a.
ο
>
Ρ
Μοναχών
αριθμός
αύξων

των

iCnMçcp5rc^v-j cc o
M cCnMOo 'o. c- o
c cs oi cr oQc- o^c- oi n
coç cDor c^oeoooo^j' Q
< i--^- *c' v< ir Q
' ^^- -' *Q^^^ef ^t Ç
F ^QrSmOi o' -i o
^
τόπος

5
όπου

3
3
επίθετο του
όνομα και

α.
ο­
ί­
ο
σ
>
ο
των Μονα­
στηριών
αριθμός
αύξων
204

3
Ο

o
α
D
c

S S σ
Ντ- ο
s coco οCO enCMCOco
t. «ο
* ! XZ CM CM
ijy V i *CO
J v^
eocoeococococoeor:
*ι ν ^^ rf\
ìli
>• α ο
5 P

-o Ό * 0 Ό Ό Ό *0 Ό Ό Ό
χ Χ
3.
CD SS99S > > > > 18=
D
m
li Ο Ο Ο Ο
S S 2 5 ο ο
ο
α
•<
er
S c o c M c o c M i n ^ " -co
θ-
(3
fi
§ ο
1= © 8.
3
ο
t= J2 ο
Is * Ι
Ι- ° ι
Q. ο
ί­ Ο ο
α (TL
Ο Ό =1- £. £ S S Ο
C ο -e- α ^ ! 2 g co. >3
CD ο 2
C? > : o c- >: ΣΤ ο α. D Q. Q.
α ο ο
1= Χ

α
S α.
D
•Χ. -α 'S-
3 α

8 ^ 3
er
CD
co if
MO
ω >- >
b
> Ο ö «
Q. ο
> X '3 t=
3 8. £ & V_/>
ioiÄLOiomioir5cDco Ο
Aœ 3 ξ
ο
ο
α
g g£ H-
3
fe Ρ ω

-gl
* 2g
ο 5ο
I
>
3
α
Q. >
3D
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 278, χ.αρ.
916
Ονομαστικός Κατάλογος της εν Αιγιαλεία Ιεράς Μονής των Ταξιαρχών

αύξων όνομα και επώνυμον Πατρίς ηλικία Βαθμός


αριθμός
1 Γεδεών φουφούνης Βηλιβήνα 70 Ιερομόναχος
2 Προκόπιος Ζαβάκος Βλοβοκά 71 Ιερομόναχος
3 Θεωνάς στρατής Σοπωτόν 58 Ιερομόναχος
4 Παφνούτιος ρούβαλης μεσορούγη 55 Ιερομόναχος
5 Ανθιμος μπέκρη αρφαρά 68 Ιερομόναχος
6 Γερβάσιος μπαχάς αγρίδη 51 Ιερομόναχος
7 Χριστόφορος σχηνάς τζηβλός 53 Ιερομόναχος
8 Μελέτιος ροβίλος Βλοβοκά 47 Ιερομόναχος
9 Διονύσιος μηχαλόπλος τζηβλός 45 Ιερομόναχος
10 Κυπριανός σταυρόττλος τζηβλός 45 Ιερομόναχος
11 Προκόπιος χριστόττλος βεροβά '43 Ιερομόναχος
12 Δοσίθεος Κόρινθος γυμνόν 58 Ιερομόναχος
13 αθανάσιος κίσκινας Βελά 41 Ιερομόναχος
14 Βενέδικτος αγρίδη 41 Ιερομόναχος
15 Ναθαναήλ ραχιώτης Βέρσοβα 40 Ιερομόναχος
16 Αρσένιος γούναρις τζηβλός 38 Ιερομόναχος
17 ευλόγιος τζελίκας Βελά 40 Ιερομόναχος
18 Χριστόφορος μπρούμπας Βέρσοβα 37 Ιερομόναχος
19 Κωνστάντιος γούναρις μεσορούγη 39 Ιερομόναχος
20 Παρθένιος θανασούλιας Βέρσοβα 38 Ιερομόναχος
21 Πανάρετος καρναβάς τζηβλός 35 Ιερομόναχος
22 Βαρθολομαίος Πετρόπλος Σοπωτόν 34 Ιερομόναχος
23 Ανανίας Κάβουρας Πετζάκη 37 Ιερομόναχος
24 δανιήλ Πετρούλιας Σύβηστα 34 Ιερομόναχος
25 ραφαήλ Σελιανα 35 Ιερομόναχος
26 Δοσίθεος ασιμακίδης Πετζάκοι 33 Ιερομόναχος
27 Δανιήλ γουμττούρας αράχοβα 32 Ιερομόναχος
28 κάλλιστος αγρίδη 31 Ιερομόναχος
29 μητροφάνης οικονομήδης χαλκιάνικα 31 Ιερομόναχος
30 Γαβριήλ βασιλειάδης λυβάρτζη 32 Ιερομόναχος
31 Ανανίας ρογοζάνα 45 Ιερομόναχος
32 Γερμανός γιαννόπλος Βελά 29 Ιεροδιάκονος
33 Συμεών αβραμαπλος λυβάρτζη 29 Ιεροδιάκονος
34 ττολύκαρττος βερδινιώτης Κουντνά 63 Μοναχός
35 Τιμόθεος Καλυμάρχης Τουμενά 58 Μοναχός
36 καλλίνικος τζαλκάνης τζηβλός 68 Μοναχός
37 ακάκιος τζελίκας Βελά 51 Μοναχός
38 Αζαρίας αγρίδη 53 Μοναχός
39 Νεκτάριος ρομανός μεσορούγη 49 Μοναχός
μακάριος λάψας λυβάρτζη 41 Μοναχός
41 Αγαθάγγελος γεγές Συβήστα 41 Μοναχός
42 Συλβέστρος τζιπουργιάρης χαλκιάνικα 40 Μοναχός
43 Ιωνάς κουτζούρης. Βηλιβήνα 38 Μοναχός
44 Αγάπιος γούναρις τζηβλός 41 Μοναχός
45 Γεράσιμος λάρδης Βλοβοκά 34 Μοναχός
46 Δαβίδ τζετζές δεμέστικα 36 Μοναχός
206

αύξων όνομα και επώνυμον Πατρίς ηλικία Βαθμός


αριθμός

47 Γρηγόριος Πανταζόπλος κλαπατζούνα 34 Μοναχός


48 Λεόντιος μαμουσιά 34 Μοναχός
49 Θεοδόσιος καρνέσι 42 Μοναχός
50 Κοσμάς Ροδόπλος Βέρσοβα 34 Μοναχός
51 Χρύσανθος λαμπάδης αρεβονήτζα 58 Μοναχός
52 Παρθένιος ραδόπλος λεχούρη 53 Μοναχός
53 Νίκανδρος λαμττρόπλος αγρήδη 31 Μοναχός
54 Ιωάσαφ μπελαρδής ποταμιά 27 Μοναχός
55 Αβράμιος Ταλακούρης Δημητρόττλου 31 Μοναχός
56 Σάββας κορακόπλος αγρίδη 27 Μοναχός
57 Ιωακείμ Κεφαληνία 59 Μοναχός
58 Ιωαννίκιος σούβαρδο 45 Μοναχός
59 Σεραφίμ 48 Μοναχός

35 δόκιμοι και υποτακτικοί


8 δούλοι μισθωτοί
8 ποιμένες μισθωτοί
5 πτωχοί και ασθενείς

15

τη 22 Ιουνίου 1836 εν Ταξιάρχης


Καθηγούμενος Γεδεών
Προηγούμενος Παφνούτιος
οι Σύμβουλοι Βενέδικτος Ιερομόναχος
207

CL
•to
η.
er

ω

5 = 3

>
«Ο
Φ
3. Η ili
9. 9
>:<η.
3- Ο 3 .
Ό CO. »a

Ϊ3
Q.
er
If 8 α- -
•3 o
ω w
»ο <cf
«g ο Ο
ω > >
3 ctX«
ο. 3. ο. δ ο
5 S 8 a 3L3
CD Ο CO CO CO t o co m co
co ο ο ο τ - -^· •«- co co
> h- co co co οο οο ω co co
«3
χ
α El
>
ο
Έ CN co σ> cn *- co co Ο
IO NT co co co CN
ο
α
its CO τ -

3
Ο
5
ο
-I >
•o Ό >
> '2
>
ω

Ο
Ο
h- Ο.
2 3
ο
eο 2I as-i s-
. f= a .
io 2
3 1=
ο ο
3.
13
Ο
*σ g b io α ο ο b b KD
>
5.
α ö
α
σ
>
χ
ο.
Ö 3. 2 2
g w u C
2
ω
Φ α s
α
υ»
Ο
1=
ω
|
KD ο *8 Ό *•= ~Β
ο α α > α

«5 Ε
«3

y: KD

> >
ο ο"
Ο Ο.
Ο
α
χ
KD
>-
.2 ·< S 6
>
Μ
CT
Q.
>- b Ι δ Ιϊ
δ
ω
Ο.

>
α 3
α Ο >
Ο
* ο
3.
χ 3 ci
οο Ê >
3 fc= VJ«
CM 3
β Ι
b
to

3
Ο
C D
Ο. O
θ· 3 -<
σ •e 3 Ο O
α ο£Η
> D, 3 hS | i È
σ ο g o E '3
> D ö o — c 3 ο
ο Χ. > ω o . b cr
-<
LA
ο ω χ Ό io
ο ο»
•<
Ο ω 3
< ο
If >-
α. b

σ
•o &
ä Ο­
Χ

11 τ- CN CO -Ί- IO CO r*- οο σ>


uj> CD
208

>
ο
^ ο. Έ: a. > > S
2 en. ο ca 2 > 5 2
ο > > > > g - i 5 ' 3 >

> 2 2 Ρ £ ? 5 ° ο
Ο Μ τ - ^ β τ Τ Ο Ο ο
3
ν/>
CT κ > â CO ( Μ ( Μ Τ - Τ - Τ - Μ ( \ | Η
CO 0 0 CO CO CO 0 0 3
3
Ο o o o o o o o o
χ Ι Ο Ο D Η - I — H· H- H- 1— »— 1 -
ο *ο
θ
>
Ο
> •α^-σ-αΌ-ο-α-α
Ο feEfetfefefel""
UI IÜ S S σ σ α α σ σ α σ
Q. Q.
ω Ι_Λ ω Ι_Λ
«Ο ο ο Χ ο Χ
3. > -< α .< ο ν>
OB
Ο
m >3
0
CO. 3 -
3 . 0
GO. 3 .
^ . 0
· 3 -3 Ö
0 0 ^
g
>- ο ο. ο q- ä α. 5 D
Χ w ±ί W ω ο ο S <
5 er
h- C M C M C M h - C N J O O O C M
2 *W • ^ • « O l O C O C O O O f S l T t
<
Ι

ο
Ö. Q. Q. Q.
^Q. α η '3 · 3 · 3 ν/« ' 3 δ
ω 3 ο ^ ο o œ ο •a
•τ
> > Ο . Ο θ . Ο - > 0 . 10
a · 0 5 3 > - 3 3 3 3
e ·θ <5 ·1αί οΟ 9ί ί- ί οί ο
χ
· θ* ! οί Q.
<
Ο
LP η
ο > co
τ-
ο
ZL
9
•^
Ο w»
-< c-
-<
ü
Οa 3 3 3 Q . u > 1Λ 1=

<
> 2
£
ο i c c i > < u . i
£ "=" δ ·< *=" D - σ ο.
•ο -ο 3 . -ο 3 .< S . O .
•3 a
3
(J»
_D τ- co
> J2
SO
9- ο s 0 υ>^
-ο < £ £ • . >
υ « ; Q-S
ο | · ο - <
υ» ο ο
σ 5.S aus 3 . a. ©:CD <^ f= 5
> co
t ο "2
Ρ ο _ ο ο . α > ο * = α
co
° Κ >
l _ < U i i > i < W Z C Û 3
Ο
> > > ω
Ο > 3 «3 a. ο α
S 3 h- ο X ö £ ο
r - C N t 0 ^ f l O ( D S ( 0
> » 3 ÇB >
α Ο. ο •ο ^
ω < < S
Χ
> •ο
Ο­ 3 io
Ι- Ο Ο Ρ

Ι ι— er
«Ο •ο 9- a
I x S U.S1S σ Ο vy<
ω o>χ ο ο
α
ο υ» »- Q- O
> 5
χ
<ο
e
ΟΙ ­
s ^o3
3
> ill
aft Ο ^ •ο >
00 >c-ο 'S.
C"
•σ
IO
Ο
W ^_ ο
S R
ff
3
b
ο. ο
3
Ο
ι- b
U
> φ >
t-
ο
cr
9-
a ω ni II if ifΟ OL
Ο Ja!
> : Ln
°- S a
— ω co.
3 ο
>
ο
ο ρ Êlai ο
11 χ
M
σ ο.
3
S
>-io ^ 3 i^
Ι
ο -σ ο > •S δ
Ο >
ο κ > J IO 3 .
> > 3 "ο.
ο 0 ι«- 3
Η Γ
Πρ:1
άστο

Ο
Ο b
< Ε. α
>
< Ο Ο. ο ο
* < S
209

er
b
α
3.
α
> ο > > <

χών εις τ
ναστήριο
er 3 α •α •3 3 ο
•CT ι— >
> ω •3
«e - 1- 3. Ρ vu» ιο ο
3 Ο > ω ω
χ
Ο >- Ο Ο ο •α
ο χ.
ρ
ΙΟ ι - <D
Ο •e- α. •α 3Ι ­ ω w
ίί
ω
ο ιο y:
UJ b Ι*Λ ι - Ο)
e- ω Ο 3
to
ο
> 3 ιο ??^
•3 ο
ζ ο
LU ο θ ­ >- Ο . ο. 3. α. 9-1 < ο
α ω Ρ ΙΟ Ρ ω ο ο e
s Ρ Ρ ω

•ο LO
«Ο ο Ο V
Ο
3.
OD
ί­ > ·<
3 ·<
3
ο
ο.
w
Ο α
3. 3. Ο
•ο
χ
3 -3 ο •ω
3. σ
m Ο 3. ex er >
•3 3. ο
> •
> 3 9-
CT W L-J UI 3.
D
Ο
χ eg cvj 1^ h» eg r-- -<
ίο co 00 co 3
.< * * •
co
χ
y«!
α Ι CD
ο >
> •α
CO
^ •α Ρ
Ο CT w» 00
£ 3
"ο.
ί­ 3. >-
Ο. >
'3 ο
CD
·<
3 Ο. σ Ο 3 ο ^
α Ο α > > &4 >
3 Ο
e u>
-< >-
σ Ρ Ο
ω •3 Ο. •ο

ο­ •5 δ
•CT 3. D CQ. ^ Ν α ο <
> τ-
ο
3. >
3 Ο ο Ο»
ο
> ο χ χ ο χ
>3 χ α α Ο w Χ α

α > > χ ο σ > α
Ρ > •ο •ο
-< > •ο α.
m •ο 3. 3. σ ι-
3 -Ο
~1
S 3.
Ο
ο
α. ο οl y •ο
> 2=-
3
ο Ό
α.
ο -< 3ο. ρ Sα. d
-< 3 Q. •Ο Ο-
UI >
ράμιος ι
βριήλ Ιε
παντον

α ω 3
Ο ο Ο
ϊκάλης

3. ο Ρ
ο ο Ρ 3 00
Ο Ο •ο ι— ο •<
ο
> Ρ
ω ο.
ο. 3θ - -< •CT
ο >
co
ω
Ρ •α α . -α
t—
LO •ο
ω Ο σ $ m ο
3
>-
σ m Ζ Ζ ζ < eο ιζ αχ Ο
c ο­
> > α
3 ι_ρ Ο
> 3 \3 Ο vy<
3 Η χ τ CN CO ΙΟ (Ο
> Ο Χ^
«Α/» CD ο
"3
~ τ α
Χ
α ο
_

< Ο. ο
< S
>
> > en 3
ι
5. "-" ι

CM Ξ
Ι.Λ

ν^ 3-5 ο θ­
e α Ο5 Ο
> -<
•Ο 3
li:
Ο- 3.α. ω
CQ.
3 > Ο ο Ο. 3 α_ ω •α
ι ­ 3 3 Q.
ο. 3
Ο

ι! li
δήμου Δε

Ρ Ρ u/> ω ω ο
3
5 -< 2
Τσελεπή

> •
Ο Ο ο
1-
Ο χ ι- 3 5
1- δ
μ.
Ρ
If
ΙΑ.Λ
Ρ tri α > >— Mi α οΡ δ α ω
Ό ο >-
ω 3 § -<
1-
1- ο > ω 3
ο.
ο
χ 3
Ο 3
Q.
Ο
'3
Ο
οα
•δ Ο >
ο
IS °f
UJ
er * ΙΟ ω
>
3 ο I >
00 Ο
ο Ο α
α Η Ία •< 3
Ο •Ο -CT
3. κ e· SÉ I O

•5
Ο w
>
Ρ 'ρ
w
α
>
ο
ζ:
>-
ο SÉ
α
i
α S α.
>-
Ό θ­
Ο

>
ο > 3
> (Ο > 3 "5.
ο
3 3 . e-
Q. Ο CS 0
C < 5. D>
< σ Ο
< S
210

•Ο
>
er­
si
D
Π
a
s
( Ο I - CO τ— CO CD σ
<

Μοναχών εις το
Μοναστ ήριον
Εισόδουι των
τ- CM 0 0
Εποχή της co co ο CO
r- h- οο οο r-
Ο
χ—
1/
τ—
U O <
^
L/> W» Ι.Λ >
Ο
Ο Ο Ο ο ο ο
ι— ι— 1- ι— t- ι— Si
•ω ·*») t») •ω to to •α
Ο Ο Ο Ο Ο Ο ig )£
>- ι- t- 1- ι- ι- Ο
Χ
•σ -σ -α •σ Ό -σ α
Η- t - Ι— >- ί­ > < ο
σ
Si σi Sαi
S σ
Si α
Si αi
S •ο
a ο ε=
ο
Ο-
v/> ι/ι ι/> u> ι_Λ ω
ο

ούμενο
•ο ο

Ίνηκος
X X n χ χ
3. D ι/»
OD α α 9
Ο •>Ο -o
> -ωt ο> "° "Ο
^
Χ
m a. a - o a.
ο 3- α
Ο Ο ο α. 9
α. >
ο *$
α.
ω α.
ω >.
J3- ω y a Ο si
5 CO ο
L/1

•^Τ CO 0 0 ο co
Ξ en m co
00
CO co ι·*·
CO J<
-< 00 3
Χ . t- Ο

α •ο - ο -ο •ο
>er
•α
CO
CM
3
Ο
ι!
a.*
γερμοι

Κ^Γ Κ-Γ Ν^Γ ls-Λ


λιβάρτ

1- α.
σ •—*—»— Ι­
σ h- _α
er ο. α. α. Ο. 3
ο ο ο
t t t
ο
(=
Ο
>
α
co
ÌÌ
ι CO
> • ο
'ός παπαγεωργο
λλήνικος παπαγεωργα

ο 00
χ ο
θόδιος μανολόπο υλος

3. α <-r> Si Ο
χαρίο μπιλόπουλος

•3 > ο
> Ο •ο χ ö
-3 ι- a α ω Ο
S £
ρίτος ζουκαλάς

si
κτάριος κακλής

Ο. W Ο
LU Ο Q.-0
ω a. Ft
5 _ 2
er= α.
°
Si •er
>
if ι
| - = •
ς
πουλος

α
ZX =2 Ο ν/> (- ο
ο g 3 a.
> a" ο ο.
Ρ ω to
a. >
Ο

Ο II
α Sοi ι σ
SÌ Ι Ο ^ τ σχ
er
t—
Si
to
ο
ρ:
Ο
=
Ο
œ
ω
a,
Ό
ι-
S
ω
>
> >
> 3*3
ύξω
ιθ.τ
ναχ

τ- CM CO τ Ι Ο CD

<£|
>
s •=>
Τόπος

9- tο
κείται
όπου

Ο sj·
οριτ
σύν

d y Ë
α ω
χ
3
co 3 Ο
Μοναστηρί
επίθετο το

co
ποριτζού
Όνομα ή

Παναγία

CM

ë
•ο"
ο
S.
er
ε <ο
>
> 3
1
ο
Πρ:17

θμ.τω
στηρί
ύξων

S
*Γ ö
< < ο
u
211

\j\ <^
ο ο ο ο ο
»_Λ

> -< > -< -<


w 3 ω 3 3
n. ο 3. Ο
• 3 CO.
Ο
CO.
οΟ _
ca.
3. Ο 3. 3.
.£• ο Ο >-·3 ·3
χ * M
Χ Μ Η
Ο» W
•Ο - ο
°Ι - ίϊο
ισόδου των
Εποχή της * *

Μοναστήρι
»— ί­

Μοναχών εις
α D
3. 3.
3 3

il
(O NO CO nJ cO MT T- C- TN -T O- O C O ^ f T - CM
CN
οι N S O O C O C O O O N C O C O
C O C O C M
CO
CD
CO
U» V ^ Ι Λ U» U * Ι Λ L/» *-Λ oo
\J*
Ό o
χ oχ o χ oχ oχ oχ: oχ οχ ο ο
3.
CD ο α α α ο α σ ^ α W
•Ο ι- -< -e
D Ο> Ο>Ο >- >
Ο -> Ο >Ό >Ο · οΧ >-Ο Χ Ο. 3
ο
m 3 - 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 0 3. α
> α 1=
o o o o o o o > o ο
α
ω α
ω α
ω α
ω α
ω α
ω α
ω ο
^ ω ο.
Ο -Ο

ο
2 t1> :«: >
•ο er

>8J •ë £
κ lI ^o- InO Ii OnC w o o o o u ) ο
-2 O T J - C O I O ^ - C D (Ο
u« ωp α x •
°τ ^-
Χ "Ε σ σ σ
Ρ ο χ
ο < ο <
ο
«¥" w J- >
"5. Ρ
•α
h ω
·=? ο
,
Ι_Λ α. ο ω
ο c - c c c T h er > ω e- ω
e a a a a a g a . g CL ±: 3 .
CQ.CQ.CQ.CQ.CQ.OCQ-S ω ΙΟ · 3
D ,Ο
- < L_ ω
w
•o I
>
ος Π. Λαγκάδι ν

3
Ν. Παναγούλης

ο
>uiç Οικονόμου

Ο
1=
; Γ. Τριβέλας

3.
3 •ο
Καργιανός

ς Ι. Λαδιάς

> Q.
>3 ΙΟ
>
. Γιαχιά
Γούδας

1=
UJ <
5 Ο
ης

-<
α 3
£-οω^5°ι= χ£
3.
Ο s - > 3."9·σ > <^ § 9- ο
t
Χριστό

>
Ρ Sfsigg i la
λος

> >
> 3 >3
Χ LO
3 ·: ο » - N n ' i i o œ s o o o ) ο Ο
!^<D
< >
CL ο
> >< ^
< S •Ο Ο Ο
α ™ 31
.£ χ
·< ο ·ο σ
Τόπος

α
όπου

•3
£ Ο
> Q- 3- >
ω Ο Ό
α Γ« ωΟ- =L
IO
c- *ìC Ο
α -< L/> g·
ω ο —
D ^ > 3·
χ 3
3
ο»"
co
JO
> r g α. D
g" 1= 3
e* W Ο
α ο
5 §3
•s
D
Η
> ss
>
Ρ wι= ο
α
c
83
S CL
ω 0
Χ
>
>
α
<o > 3. JΉ.
5 3 i c
τ™
Ο Ο

Q. » 3 CD D
Ο
c < α >
Ö. Ο
ο S
<
212

•ο
>
ε­
υ
Ο
σ
3
ο D
ι- <
> if δ ο
>
Ο» 3 (~~ CO ττ m τ - co ο
CT Ν Ο τ - CNJ CO C\J
1- %
y- 3 3 t
οο co co 00 00 co •ο
-er Ο χ ϋ ΙΟ )£.
χ IO ο α
ο •ο > > < ο
fc ö ο
UJ LÜ S
ο co
S CO ο ι=
00
τ—
w< w» W» Ι_Λ 3
in Ο Ο Ο Ο Ο
η ο
§ Χα σΧ χ
D σχ ι« ι-
Ο. -<
3 > >ο > > -Ο
σ τ.-ο •ο -ο χ Ο ο
3
Ο 3. 3. 3 Ρ
m ο 2. α.
°
3.
ο
3
ο
α
> [ν- •ο
1-
>. α α. ο. ο
ór y y U U 3. >
CT
>
3
α I-
τ - CO ΙΟ <j> <_0
'* " CO 00 00
m io "ί •* •* τΤ •CT σ
χ Ρ σ
Ο χ
b <
> σ ο
^ > ι— Ρ
ω
'3
> "ο.
•σ „ • Οo b
α -, 3
μ­ gif ω Ö Η- ΚΑ) er
UI α B Ö S ι-
Χ α σ Q- Ο
Ο
·< e θ - >• 2 Ό
α- 6 ο Ρ
fl -<
w => b
S >•
σ -<*:*: σ
CU
> w
3
Η
> w» ο
ο ο 3
3 η 3 ^ Ο
•e-
> >
ο
3. ^3 ° |5
3
•Ο
5 ο "5
<-"

>-Λ F Ρ 3 9-^ ο
LU >
C Ρ >• t
1-
Ε 3 °-
*ci ρ-
° Ρ>-
Ρ
•3
>
>3 ο
•s I f ο . ο» u>
>
α.
ω
Χ
ο ο ο α
χ
β
3. 3 σ α -<
Ο
> > m
ο
ρ
g b°£ ^ -σ
b δ
y ο
Ό
ο
ο
>
3. •ero g 3
Q. CD ω
> L_ <=•
CO. > C-2= χ σ CD 1- ο»
•er ο
3 > > χ
> 3 «3 <°
00 3Ι.
Η- D U<

3
3.
3 H- χ τ - CM 00 Τ «Ο CD τco
- >° -<
•CT
S ο
•ο χ
Ο -3 ο.
Ο. < α o ίξ οο.
α
ο >
Ο.Ό
ω 3.
Ο
Ο
< ε ι -L Ο. ω
ι_
U» ο ο ο-
ο
Ο
Ο ο .<
ο Ο« 3 ^ Χ ^ 3
> > 3 •Ο W
Ο 5 * _α

α
3
εο
F
-ο
1-
Ο
Ρ
•ο
ω
•*• ν ^ W»
> ero
er ι - to
co
CN
>
·=
§.·=
3:
ι!
θ- ο

α
χ
ο. ω ^ CT
ι— ο Ο 5Ι
ci
3
3
3 i£ . >
σ> Ο α
F-È 3 >
>cr
Ι ­ Ρ­
> 5 - ·3
D ο Ο Ι­ ο υ>2 >
1- Ο
C
3.
Ο α > 8-Χ
3> €δ"^
"S > >
Ρ ο >- δ 9 ·<
ο 1*1
Ξ Ο Γ - ω '•"
5. Ι - *" <

Ι
ο
>
> 3
ί? > 3 α
ρ·
£ 3 3. ^
Q. ' 3 Ο b
e < 5. ο
< Q. σ ο
>
< S
213

Μοναστήριον
Μοναχών εις το
Εισόδου των
Εποχή της C O T t C O C O C O C O T - C M l O C O t - C M ' ^ - T l - C O C O O O ^ C O l O L O O ' f l - C O f - l O T r
C O C O C O O O O T - T - T - T - t - T - T - T - T - ' ï - C V J C M C N T - T - O O O C N O O t -
rs.r^r^-cocoaococococococococococococococococococococococo

e
ο. W U> Ι-Λ ^,
α ω ω ω Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο O O g ι»ι«
•<
ν/»
ο 3 . 3 . 3 . X X X X X X X X X X X X X X > > X X 3.OO
3.
e- Φ 0 0 0 > > > > > > > > > > > > > > i i i É o - 0 0 > > O n 3 3
D > · > > < 3 { 1 · 0 · 0 0 0 0 { ) 0 0 · 0 0 0 0 ? · 0 & & & 0 0 5 Ï . O ο
> c r c r c - n . a 3 . a . a . 3 . 3 . a . 3 . 3 . m 3 . i o o n n n ^ ^ n c r c a c Q .
Ο m 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 > > > 0 0 5 < D 3 . 3 .
0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 - 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 - 1 - t Ο Ο Ο 8 - CL fi Η a β
α. ^ ^ ^ ω ι ο ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω 5 5 3 . 3 . 3 . ω ω 3 . ϊ ί ΰ 3 ρ > 3
Τ
5
σ 's o o o c o T - M ^ - T - N T r œ N N h - ^ - w o n ^ T r t D N o œ n i o s e o o
> •< CDt^inTfTtTi^j-cocococococococococococNjio^rcD'C'V'^-u5'<i^r
ο I
η.

ν/»
2 0 a 0 2 Q- a
§• wer ÎJ r--a-a<-'<3>ca<3 ca -σ -σ er S O -a ea · Ο
σ o-< ^ * c- K_r 5. s,: 0 θ- ο ο * u» w u» A u< * * KJ> α 3- 5 . ·σ ·< ο *
£ £ o g ^ ω a o < o a i f o ο ο ο £f ο g ο ω ,> -ο α > = ^ ο
ν/» Ε S ο ο e r t j ^ t o cr?>o_a t ^ o o o t ο c c i j - c a o J t ί=^ cr
£Γ t f ^ w m m * t m Η ^ ο bCQwwi/si 5 w m m Ì2 co * t - < a b m
α>
Αρσένιοςπαπμανολόπουλος

προκόπιος φαρμακόπουλος
ανανίας χρησανθακόπουλος
α Σωφρόνιος διαμαντόπουλος

Αθανάσιος μπαλαλόπουλος
αγαθάγγελος βασιλικόπλος
ΙωαννΙκιος π'διαμαντόπλος

πανάρετος πιτζολόπουλος
>

παρθένιος Ζαφειρόπουλος
αμβρόσιος αντωνόπουλος

Ιερόθεος μπαλαλόπουλος
Δανιήλ κωνοταντόπουλος
> ο
Θεοφάνης πουλόπουλος

Αγάπιος Γιανακόπουλος
Γρηγόριος ντοκόπουλος
Ακάκιος Παλαρόπουλος

s 3.
Δανιήλ ζαφειρόπουλος

παίσιος σπυρόπουλος
Βενέδικτος Οικονόμου
προκόπιος κουμάντος
αγαθάγγελος ιωάννου
Καλλίνικος οικονόμου

XL >
Μελέτιος λαμψιάδης

Κυπριανός Ιωάννου
Ιγνάτιος μαρκούζης
>3
Ιάκωβος μεντζέλος

•ET

Συμεών Ζαμάντος

μελέτιος σιμοτάς
Ο LU
b 5
M ο
3.
er Ο
>
> Ρ
3
Κατάλογοςτων δ ιατηρουμένων μοναστη

"5.
Μοναχών
Αριθ. των
Αύξων

0 , r , | n , , , l 0 i D S ( D O ) 0 , r i M , ; i n < N 0 0
T - ( M P ) ^ U ) ( O S ( 0 0 ) " " l f 0
Καλαύριτα
κατά τα
Τόπος

κείται
όπου

τη 19 Ιανουαρίου ' 836


ηριακά, Φ. 300, χ αρ.

Μοναστηρίου
επίθετο του

κήμισηςκαι
Όνομα ή

Κυπριανός Β ασιλόπουλος
ιερομόναχος
λαύρα.

εν Καλαβρύτοις ιD επίσκοπος
επηκυρώθη το γι/ήσιων των
τη 13: Ιανουαρ DU 1836

ο σύμβουλος αθ 3νάσιος
ο σύμβουλος κυιτριανός
ο ηγούμενος μελέτιος

5
Μοναστηρίων

ο
αγία λαύρα
αριθμ.των

>
υπογραφών
Αύξων

ο
Αρ: Πρ:48

S
Β'

<
L."
Αρ: Πρ:301

Χ
<
Ο

3
Ε

3
>
ο

>
σ

ο
m
Εποχή της

Ρ
>
Ο
tu
3.

5
υ»

t=
3.

3.
Τόπος Αύξων

'S.
Αύξων Όνομα ή
αριθμ.των επίθετο του όπου Αριθ. των Εισόδου των
Μοναστηρίων Μοναστηρίου κείται Μοναχών Μοναχών εις το
Μοναστήριον
2

Χ
-0
ΙΟ

X
ΙΟ

•ω

χ—
Ο­

άγιοι Θεόδωροι . εις την Παρθένιος Αθανασ. ποδόλη Δ τζελεπή Ηγούμενος


σ>

τύρωνος και περιφέρειαν Ιωανίκιος θεοδ. χουλιάρας μορόχοβα Ιερομόναχος


co

στρατηλάτου Αναστάσο- Ιερεμίας παρασκευόπουλος Αναστάσοβα Σύμβουλος


ιο

τ-cMco^·
(D S Κ) Tf
^ ΙΟ CO CO

Ι*- CM τ - CO
βας πολύκαρπος Γ: ασημακό- Σωποτόν πνευματικός
πουλου
μακάριος Αθαν. καλεντζή Σωποτόν Ιερομόναχος
φιλόθεος Ιωάννη, ροδιάδης Αγρίδι Σύμβουλος
Χριστόφορος Γ: τζαρτόλιας Βάχλια Ιερομόναχος
TJ-CVIO)!^-
CO CO CM OJ

ΙΟ CO CM DJ
-Sf Τ Τ CO Ιερομόναχος

10 <ο ι-- co
Παίσιος Αν. Θεοδωρακό­ Αλέστενα
πουλος
πανάρετος παναγιωτόπουλ. Καλέντζι Ιερομόναχος
214

Γρηγόριος Κων: αδαμόπλου Δεσίνος Ιερομόναχος


Χρύσανθος βασιλακόπουλο Σωποτόν Ιερομόναχος
Αγάπιος Σπύλιου καραγίζη Σωποτόν Ιεροδιάκονος
Γρηγόριος Αντωνίου κοτζίρι Αϊ Βλάσις μοναχός
Διονύσιος παναγ: πράπα τζαρούχλι μοναχός
γεράσιμος θπαναγοπούλου Αναστάσοβα μοναχός
Ιερόθεος Γ Κυριακόπουλου μοστίτζη υποδιάκονος
Πελάγιος Νικολακόπουλος Νουσά υποδιάκονος
βαρθολομαίος σωτηρόπλο λεχούρι υποδιάκονος
Ισαίας παναγιωτόπουλος λεχούρι υποδιάκονος
Ο Ο Ι Λ Ν Ο Μ Ο Ν Ο Ν Ι Λ Ο τ -
COCOCOCOIOIOCOCMCMCMCNCM
I O O O O O O C O I O C N C O I O C O T - O
CNCMCMT-^cacMT-T-T-T-T-

Ιωάννης αποστολόπλος

c n ° ^ : ^ f 2 ^ ^ ^ ^ : » 5 c N
ρεκούνι δόκιμος
0
Ο

b
*sC

ΐύμενος παρθέν
<D .
215

\

> CO
μ-
3 ·- Ο
ν» 5_ ο
1- Ο CO
3 ΰ -c co co co τ - α m
cn *Ρ" Ο
"2 X ΙΟ II τ-
co co
Ο ^ τ— t - t -
GO CO 0 0 OO
3 , 00
n Ν
ο. ο
Ρ »ο
α 111 b
LU li
Ο Ä
τ— τ — ^— ^— τ- τ - ο ί­
α
ω
ο
CO
α ε
3.
<»0 Co CO co co
ο ο ο
Ε" co
μόναχο
ύμενος

χ χ
3 3. s 3 >y co co co
Φ S Ä -Π Ο Ό Ο
Ο "Ο "Ο — 5< i < i<
ο. m 3. 3 . « ff ff ff
ρ- Ο Ο ο > > >
ι- ο g ο- α. Ο- ο ο ο
>- 9-
ρ- y y y ω 3. 3. 3.
ο
> ja
σ
ο 5 CO τ - Ο ( ^ ο co co co
a. -<ί Ι Ο TT CO CO ν ΙΟ s
3 ·<
Χ
Ο
h"
co >
Ο ο α α ο •3 co
> ^α. O D O
ετσάκοι
απαναγ

αρίου 1836 εν Καλαβρύτοι


η γνησιότης των υπογραφ
ομέστιχ

ακώμάτ

ουζούμι
απαναγ

απαναγ
απαναγ

Ο

-< C
α -< ΙΟ -< -< -< Ρ >--<
co
>#
ο
-< ΙΛ
•> ο
ο >
5Ο^ ~ο
ιανός κ ατζιμπούρηι

3. CO
ών κυριτσόπουλος

τάντιος κατσινόπου
κιος πολιτόπουλος

s >3 ο
> •3 1 δ: ο
ΙΕ 3.
βος μούρτζης

Ρ
ιάτιος μ ακρίς

ο
3 111 Ό ο • <
ο
CO 5 ω Ρ CD
παρθένιος α
ιωανίκιος κ

Ρ co αο.
σ -< b g QQ
ο 3. ο 9 ο £
,ος

Ο
g 9-σι
>
Ρ D 3 Ο 3. 3 τ- Sa
ω
co ο * 5 " <S- g ο Ë W 3
Ρ-
Ρ -9 ö α ρ * *: Ul l·- Ο Χ.
> > co
Co ο
> > 3 >3 Ο CZ- C0
3 3 χ 3
α. > 3 <Χ> α τ - CVJ CO T f m co r^ οο > - C* CQ.
>C0
ρ- >
ι- < 5. Ο
Ο
σ
>
<ε co ^^^^^™ is- "9 co
ο co-=> ο ο
9 ·<
C" *=Γ
3 . CO 3 Ζ> Ο
> Ο Ο 5 ι- Ο 3. Ο ο
Ρ Ρ Ο 00.00.
3 •Ο Ο 3. 3.
> Η Ο Ρ
ά. 3.
*CJ
* -<
5 er ο ο
α 3 ο ο ο
χ Ο
α.- 3
co ρ 3 Ο Ö
ο C ο '5. ο
CO
IÖ Ο Ι ­ ρ- σ Ρ
θ 1- 5
>
3
3. Ο
Ο W σ
> φ > 1°
?Γ 2-
Ο ω
α ρ Ρ Ο Η
co U1 Sσ
δ. Ο
>-
ε
ρ- ο
•<
>
ο «α >
>
ο D J
> 3 ο.
Hl 3 3. ρ-
ε "3 Ο ο ÜJ
id < α α
α >
ο
ε
216

^5 ° 5
»- ο
(0τ-(0(0(ΜΟ(3),<ί0)(0'Τ'^σΐ(Ν'<ί^·'*(Ν0000Ν(0Γ>-0) ο σ> os -«a- -«a- •^·
ο σ> en ο ο en
N c o o o o o Q o o o s t o o o i o a i c o o i a ï Q o i Q c n o i a i O i O i Œ οο Γ·— Is» οο co Γ—
r— ι— r— r^r— t^-i— ι— ι— !— t^-i~~t— ι— ι— ι— r-i— ι— ι— r—ι— ι^-ι—

III Ο
ILI

υ> i c υ> w
ο ο ο ο ο ο ο
> > > >> > > ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο
ν/» ω υ ω ω ω ω ω χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ χ
σ α σ σ ο α ο σ α α α α σ σ α α σ ο α α σ ο α
3 . 3 . 3 . 3 .3 . 3. 3.
Ο ο > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > >
g »3 »3 ο •3 Ο Ο Ο Ο Ο Ο * 0 Ό * 0 Ο Ο Ο Ο Ο * 0 Ο "Ο Ο Ό * 0 Ό * 0 Ο Ό Ό Ο
α Ο Ο Ο Ο Ο 3 . 3 . 3 . 0 . 0 . 3 . Ο 3 . 3 . 3 . 3 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 0 . 3 . 3 .
> - > - > · is- er er er Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο
m cr er er «τ­ ο ο ο Q.Q.Q.Q.Q.CLQ.Q.a.Q.O.Q.Q.Q.Q.Q.Q.Q.Q.Q.Q.Q.0.
> ο Ο ο ο α α α ω ω ω ω ω ω ω ι ο ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ω
ο α α α α
CT LZ C
D τζ τζ ι= er
< 5
r^CNJCvJfOr^CVJC^^CNlCs)O4lO{NCNh-OJh-00CvlC»^fC\lh--CNJCO00CN(Nror--
·< S O ) ( O ( O W 0 ( O N ( D < O S ( D a ) < D i n U ) l O i O l O l O l O l O m U ) ' * - < J - i O T f W i ß
χ
Χ
ο S -ρ
> 5.
ο ί­
α
sii Q. Ο
ΐ13
111 stili
S α
ο ο 9- 5 S"
α. δ. S -α 5
t- C
σ ui ω w •σ ο ο C α
C S l=
ο
Ι^Λ Ο <_/» ο
er-< -<
Ο ·< IO => ο <-Λ
α ·< 3 •σ ο ρ -ο ο
S > -< 5" > ^ Ο -ο
α S t °-.£
Ë S 3 ·<
°°-S9-
> 3
Ë
LU
Β
•O CD ι- Ο
. α
• 3. iff
οπ
·= §?
οα ο
W> Ο
vy» > ο *

8 > 2-8.
•er KD 3
ο
Ο w
> 2 •5 σ ΡS οΙ tg Ι ο"
ο ο
>
HA) > ο >
CD -ω ξ . · 3
Q. CD
CD . 3
•o Ä3
u) -
II 3-1 •ο Μ

Ρ Ο Q.
— σ = .3 s 2-
>
3
α
Μ T -C
oNj cc n^ ^T L 0 M
r LOo(c oD^i o^ cD oi cT» >T _ ^, r^_ T ^
W C D r o o c n o r
_ , r _ , _ ^, _- , r _ , r _' , _" TC_ vC Nj cC No C^ Ni C- NL| Çn Nc | D r » - e o c n o
0 1 0 > 4 c g c g r g c o
er ι- Χ
•-
b S >
σ
> α ο
ο <S
3 ο
>
3
ο
M
Ο *
α.
3
-<
χ
Q. > ο
α •Ο
UI Ν
X Q.
<* ε:
ο >-
«ο

•σ 3
α
κ3
>
οΡ
a5

σ Η
1= ο

Ο Usi
> u. g
ο
< >
•ο
σ
? er
Ö Ο
<
217

nœincMionT-scocoioioeonooonooocDMOonotnotooiofoco^rœco
Ο σ 5 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 τ - 0 τ - < 3 > σ > 0 τ - τ - τ - τ - τ - 0 τ - 0 0 τ - θ σ > 0 0 0 0
coscococococoooooaiconoooooocaoQsscocoooooooaocooocaoococosoosco

o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o o
x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x x
σ σ σ σ α α ο σ ο σ α σ σ α σ α α σ ο σ α ο ο σ ο α ο σ σ ο σ σ α α ο
> > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > >
Ο Ο Ο Ο *0 Ό Ο "Ο Ό Ο Ο Ο Ο Ο Ο *0 • O O O O O O O O Ο Ο Ο *0 Ο Ό Ό Ο Ό Ο "Ο
Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο
α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α α

CO 00 00 οο ο •* 00 h- co co co m co ooc• o^ -•q•-^c•occo oc D
cMcof-ao
io-^-coco
h - CM T - 0 0 O C 0 0 0 0 0 C 0 C 0 C M C 0
CO TT T f c o - « i - ^ - - ^ - T i - i f ) T j - c o ^ r
<τ m ^r ^ ΙΟ -<ί
CM τ •* ^r τ TT -τ
LO
LO a > > > > > > σ
•α ο
-< •Ο
I «"I'll •σ
Ο CD
-< >
•Ο ^
_
•ο -σ x
- <

OQ. 03
« e«? & 5ω Cω
ω
• < ' =

Ο
Ο

lì ι

κ"!
> ι—
Ρ
Ο
•ο
ο
α a
-ο
ο -< g
σ w 2
ο
α
! ^ <g Ρ
-< 0 2 ο Ε
•ο -ο
ο ο •3
cr-<
Ε α.·
* » ffgìfl W
* * li
a a a 2 a Q.
3 *
OL
a
θ-
N
< < < < LT. Ν < < < Ν < C ^ C < Ν Ν > < σ
•σ­
LO ο LO LO

id
3 LO LO
LO LO LO
-< L O ο L O Ο LO

ο ο ο. νδ
·<
LO

^5
Ο
^ Ο
2 er
Ο
•< L
ο ϊ
0 -
Ο
<
LO Ο
LO LO 9 w> LO ο L O - <
LO

ίϊ II
Ο 3

Ι g li
ρ => ^ ^ Ο- O •O 3 > S
3 •er 3 er Ο ·§ Ο 3
2 >ο α ο •< Ü
L" er
il •ο ο
CD
> Ρ - e r
Ό
Ο ο ω -<
Ο .
Ρ
-Ο α -S
2- * >• £
•ο Ε
ο
ο ί ο 2 >α Ρ
5 -ο θ·-ο
ο
Q.-0 2
•σ
ρ
-σ ο
-S Ρ 2 oa
•ο σ α ο Ό er3 δ 2- Ο g
-< -< ο > α KD
Ο­ ο
LO σ Χ CD LO
ο LO LO 2 Ρ 2 3 i o
LO
g
-< 3 . ο " 5
•er e r
u>r-
Ο
•li
Ι
«-ο
3- 3
σ 2 Ο ω 1.3
>
θ - >• ω
Ο Ο LO
S 2" =*-Wω ^ 3 2-·§ 3 Ο - ο ^ σ
ο σ >
σ 2 ο
^ δ
-<
Ο
2 2
σ ω ^
LO t ι= -<
Σ Q. 3 .2 5- LO σ a II i-I
iî ^ S > ^
•3 .^

if IS
D Ο. Ρ Ο
Ο ΙΟ ο !=f ·οi 2, > Ο > Q . ο LO Ο °
tT cl 2 · < ι-
9- σ •οα. -ο I O - < •cil α. -ω Ο > LO ο >-ιο • σ ο- ο. •cr ω
CD < m ο α. ο ο — >-
eΙ 9- ω •a •< 5··° £ °- ϊ-2 σ 5 Ό Ό£ CL ° 2g_ •α 2 L 5ί ^ο ι_ ο. er 3 Ο
ο. w
i3
° ο" > a Ο ω 2 α
W ΙΟ < •ω ω 9 - y: ^ §• 'S->
< < ö 2 δ "- ·3
2 m
m
^-Ν(<3τ)·ιηα)^000)Οτ-ΝΡ5^·Λ(ΟΝ03σ)Οτ-(\1(θνιη<ΟΝ«)0)Οτ-Μ«ι Τΐη
218

, , ,
0 0 ^ ' < f O ( D l i ) ^ i n ( 0 ^ ' ^ 0 ) 0 ) t O Q O t < D T - ( M T - T - O C N ' ^ C N | N S C N ^ ' ! f C M T -
T-^T-T--r-T-0-«-T-T-0-r-T-T-CvJ<NCNCNC>jT-OJCViC>JCslCNCN(N<NC\ICNCNCNlCViCSICVI
oooooooooooooooooooooooooooocooooocooooooooooooocococoooooooeooocoooco

LPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLPLP
o o o o o o o o o o o o o o o o o o > > > > > > > > > > > > > > > > >
e&&&&s&ffff&&ffs&&ffff&liliilililliilill
> > > > > > > > > > > > > > > > > >·σ·σ·σ'σ·σ,σ·σ·α·σ'θ·α·σ·σ·α·σ'θ·α
·00·ΟΌ·0'0·0'0·0'0·0·0·0'0'0'0·0'ΟιοιΟΙΟΙΟΙ010ΙΟΙΟΙΟΙ010ΙΟΟΙΟΙ010ΙΟ
o o o o o o o o o o o o o o uo g
u oui ou)Q u}. Q
u) . u Q . a . a . Q . t : t t t t = t t = t : t t : t
1
u) u u u) u) u u] u u u '-1 ^ ~ ~~ ~~ • " —* —* · ^ —# - * -* -^ •t —* —ι —t

oor-ooomoooooor~-i~-r---oocO'«-0500oooooa>r^o>03c\ioooocDi^-m<Dioio<Da5
cocoTrcncocoxrcococo^rcococococorocoojcNc\icNic\icvjroojcNJCN)CNCv(CNicNicNJtNc\i

>- > > ο σ „ „ ο _ a a 3


ο. ο LP α 2 > aa
a LP ^
a. > ·> LP LP LP
.3 -ο ο y 5<S. 5< 3 •ω b, LP Ο ?» V
Ig l2E26 ο S o<S.° 2 . aa. a.
5- ο a Ο Ο Ρ ο -< S< ο-
a. ;_ F; ^ ·»-> r α Ό
>
ο
.
•-
ο ο
-< -<
ο ο
ο
·< = 0 0
ο
Ο
S £ a. ο *a— οw gt
° ^2
co ο m ο g- g • wο -,5-m w a w w w £ 0 a N N Ρ
3.ΙΟ IO C Ν > C > ίο N D 2 ω
^ io CZ
LP LP LA
ο <_0 LP Ο LP LP ^ LP LP LP
LP LP LP LP Ο ο UP w o O LP Ο
-< ο c
•ο -< 12 1 §
Ρ LP ο
ο ·<
S3 LP
ο -<
LP.<
ο •<o ·<
o -< LP
3 LP t o S. stS -< =S
υIs
Ο 3 3
LP -<
O O ^ 1 cf
Ο O "2
-< Ο Ό -< 3 = Ο Χ .5 ο ο = "2 Ρ =
ti 2II lit •21
ω g S. =3 ο
2 Ρ ο 2 -2 "2 ë Ρ Ρ o
Ρ Ρ a- θ­ 2 > t ρ
>- Ο=L Q
Ο
.
|S
ι^ Ρ 'S. Ο -O -< 3 -
1
CD O <3 o
CL o
α
> •O i i
"I ^
ι>
a ·< P
a > ω •ο > - er y LP ι - Q . Θ-g a ^ S" Ρ o 3 ζ er
LP 5 θ- S . *-Ρ •< α . È LP ω 3 . > ω 3-KD CD Q. Ο
ο • LP «Γ ω !» 9- LP Ο ο 2
ίί Ö •Q- § LP ο ö
Η *:
Ο Ό
a LP D · -
a LP 2 -< t LP LT $-CD LP > Ό Ο * 3 •< • LP
UP > Ο >
ο ο
ο ω °LP LP
ο ^ a
>• LP
u><3- ° LP !=f Ρ
3L > -a
Ο •< 2
• a. •er >
ο Ο
Sä Sä u) Ig o
n Q. σ °
^ a
• a b
LP •ω
ο ο -a LP Q .
- §• ο -σ
LP i i
2 LP
y ω Ν g ω
»1 II
•<
Ο -ω > ω 3
Ο S- * α
CD > 2-5 2<£ D ο CO
ι— α. 5 χ ω A a a Λ
a CL > •
•σ 9- £;•=
a. Ίί & -Î3 L- •σ ca a ca CL
a χ > ca a Ο
CD σ 9- y
m ^•σ
σ e σ a
c

CD N- co en o M C O ^ f i O C D N t O O l O T - r M O T ^ l i X D S O O f f l O CNco-TLocot^-oocn
t D ( 0 ( û ( Û S S N N S N N S S N C O C 0 C O 0 0 0 0 C O ( O C O < O 0 0 O ) 0 ) C » O î O ) C » a 5 r o O ) 0 î
219

•C^,P)<»TfO)'q,COOONWCOCO<J)^-(«)eOCO'VNNOt
C V J 0 0 O 0 > a > O O G 5 O ' r - O 0 > O O ' » - T - O O T - O O C M 0 5
c o s c o N N c o c o N c o c o t O N O c o a o o o c o c o c o a o c o o Q s

Ο •*
CO LO
VJ«
i n U» Ο
> > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > > ο ο ι—
'3 ο σ
α.
• Ö ' O O ' O ' O ' Ö O O ' Ö Ö ' Ö O O O O O O ' O O O O O
x
ο x
α x
σ x
σ x
σ x
σ x
α x
σ x
α x
σ x
σ x
α x
α x
ο x
σ x
α x
α x σx σx σx σx
σ
IL Ο
•a ca.
a
•-
ca.
Ο RÏ
s -<
>
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o >
o> o> o> o ο η. a •ê fe^
3
3 .. Ρ α.
•a
^ ω α
a.
> Ο CG
>-
σ
y~
cN<o^mcD'^tniO'^-coiotnTr,«rio^-'^'3-co'a-'<icoio >
Ο
>
•σ
CD
> > >
S ° ο u> o S ο -σ ο α_ a •3

li »li £
*-" Ό -S< "-> FS ^ 3. θ­
•O IO C .9 Ό
Q. CD Λ
χ vy< α
ο α . CD ο . „ •3 α. L/>
3 δ §• a
>°r ·< σ > a S a o >-
α
*
ίο >
ο
Jiff
D

IO
£ β Ρ
g o w
> IO Ο
ο
w
ca. o c a .
Ο ο -3
ο ^ ο
2 ca. "s/" s- σ
g
^
*- > ( δ
ω
e
X
a
o
>
ο Ο
Ρ •ω
3 (Ο
ZL 00
> 00
ο ο L/l
U> 3
•-
C?J§
11 9 ·< 2 §
e- ο
• <
o ν/> e« Ο
·< ^ ρ Ο L/> Ly Ο ι-"

ετούντα τ
1t
ai μισθω
-< -e- CT Η-

t=
ο ο
ff y E -< CT

I*
υ< ρ -< CD ο a •ο >
ero •ο 3 -< 3 •ο ρ §3
a. a. Ρ > > ·ω Ο ω
D ο •< £ >"
S S X S a. 3 S-i •ο ο
ο. b "Ig- θ " Q. .Ε ·°
If
Ε ca.
ο '3
°- 2
CT
>
>- DCT
ea-<
£ § . •=£
σ >• Oο
ca.
-e
ο
(=
ω
is 'S ο
Ο > t=
2 <^
a ο ö
gl
Ξ «Ο
ω
ω
fc
ιο
ι- α. *
ö F
Ο. >
ZL

li
p t^> X > Q- -< ο Ρ ο σ Ο
Ο
> 2 2*S σ ο
> ο­ -< ο ο -ο -ο 2 θ-
ρ > w» ο 3.1 ι- =>
Ρ Ρ ί-
ο.
ιg S θ"
•σ ο

11
fο οw
<
Q. · 3
Ρ
"E" °-

< ca. σ
•α θ ­ 2 a
α. 3.
ca. D I ξ
i8
•ο °- 5.2
O ω CD
ο
u - 3 33 .
-<
= S
Ο 3
σ

ο CD 3 . 92 «
CL
ω ω Ο.
Ä
^5" α
>
5
ο.

'S
Ο
α.
3
CT
α.
U)
C7
>
i t CD Ig -< > o w χ
σ *— >
Ό

W
CD
α.
θ-
ο
Ρ 5 3
α

C\ICDTj-LOCOf»-COC»0'«-C\|C3
Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο τ - τ-τ-1-T-T-T-T-t-CMrgCMCN
220

CN
> ο ì co
κ* ζ ι- Ο
ΕΡ y ο. ο
•ω
S'il g Ο
·-
j-jCNCOCOCOOCDCD
m LçU ο ο
d C O C O t O C O N C O O O
ο s
Ο Ο
> > W V_/<
>o ω w Ο Ο
Ώ.
ZL ZL Χ Χ
CD
Ο Ο D ö UHi w
α
ο O > > ο -ο ο
>: >:·° -Ç» χ χ χ U·
m C C 3. 3. π α ο •ο
ο >
ο ο ο ο g § g CN CT
Ο . Q . CL Q . Ο Ο Ο η b
5 •π •
toinwcoifloos -ι η.
< η Ο
> <
α ν*
ο
>
u> ο
> co υ •α
ο. •σ σ
5 co
ο ο- 9- co KD
er
α •s Χ h-
^ Q ο > α Ο.
<./··
π
•ο
10 Ο-<
θ-S Θ - ^ S ^ * θ- zt ω co •
Ο cz
η
•α CO
LP κ-
Ο CJ Ο ^
>
ο
c ^ ^ ·< D t= >
ω
13 Ο Ο

Ι >^ ο DL L/·
^ Ο Ο ο •13
kv •α α. Ο
> 1= -< er Ο
>
• <

>3 g ° cr^r ω ί­ -Α­ Ο


s- ο * >- α α
ΕΤ­
Ο
Ο
σ 3 1=
LU Ο Ο. £ Ό = •α α co. -e Ο.
•ο
•Ο Ε- Ο > > -<
M
θ- Ι­ ω
3 - δχ
α
•= ο α ο 1_Λ 1-Λ CD
Ο
ο •3
ο
υ.
er ω
«-ρ Η-
g. Q.CQ- Q. < _ •
ο > «<* h-
δ >
U» Γ ; 1= (Ο
ö w ° Ο
9-
> >
υ ω Π ο
π -> ο u»
•CT ο >
ο S ο ο -ο ÎÔ •ο _ 1 _ _Α • 3 c i . er
ΙΛ Ο ~ι υ
> •

£
ο
ν
η σ
D 'S ,„> α ι- Ο
er >- χ Ο.
> Ο
Ο 1= α
Ο <3
-a α g è
2 «a- e r ι_ρ ι— CT
Ρ Ο , U)
XCD sii zi. Ο. Ο
χ-< χ. ο
ω
δ
1=
3 u>
Ο
χ
<

>Ι| er
t—
•Ο
3 *: Ε CN 0 0 Tt to CD Is·- 0 0
t
^ ® > ο

er w
σ
> 3-
111 S
•3 δ
ci
ο
χ
3 ο
Ό 1-1

JS ^
4 ο
ο- Ι
ο ^ CD
Ο
^ .
*
"Ό Ο 2
Κ ρ t ο >- ο
D «s •α
α
>
ί > 3 α
ÄÄiE
C Q o D
•• rf S ö
<
< °°
221

«τ­
> ο.
3
-<
>o 0 0 ) 0 1 0 ίιοο
Ο Ο τ- τ- - τ - CN
Ο > οο οο οο οο Ö ΟΟ 00
Ρ ο
F* i f Q.
W
ο
w >C —
·
xo
ο 'S •il D
3-

>
3
LU Ο
ÜJ η ο
σ
«3
«ο

> ο
3 CD
ν/» > CO
ω in Ο Ο
Q. •ο ο χ χ CO
a. 3 i σ α υ» ν <-*
ο ο ω > > -ο ο ·ο 3
α >- 3 - 0 -Ο X X X Ο
m ο l a ? Ρ Ι
ο ο ο ο > > > Q.

Ο. > - Ο. Q. Ο Ο Ο α
Τ- to u) 5 5 !5 3
π.
α
W
Β
Ο 00 1Λ οο ο 3 σ
< •«r co co CO 00 Ο
Χ • < σι
•ο τ—
χ Ο >
3 CT
WO ο ι—
c
CD α ö α S- σ •α
Ρ
•: α «
ι ο >

>
ί­
Ο α •g -α <Β -σ α o c a
W b
M
ωl wω W
H
2τ οΟ ο5
•< -< Pr-<- 9-
ω ω Οα Μ <
C UNI H >-tn
ο
3

>-
<
II
ρ-?
-3
θ-
σ
ο.
>-
ο
Ρ
τ 3 •ο 3
Ρ Ο > S
Ο c/< Ρ t j Q.
Η Ο ο •ο co 3 . JO
b > •Ο 3 3 Ό
co
Ο σ 3 00
Ρ 3 3 t= -< ο ·<
Ο
f b"
u
Ρ
LU
>-ο
α ο. •Ο
> α
q
1 "Ι
•5 α m
ο
α
11
Ο
σ
3.
5 ο χ
•= 2
sI >- 3 .
C" Ο ο 3 ST
« b" ο
Ο

«2 Ö
a.
ο
> y*
ν/· LZ u< b α.
δ σ >
ο
> ο
ο
C/< 8-
2 •ο 00 ο
Ö
-<
3
•3 CO.
ο α
Ι*Œ
>
Ρ
•ω ο
CD 3 -
g . CD
α > <
ïî << <
iσ >-I ο
·<
* -

>

P~°
> •

= •
Ο
02.
a.
•3
Ig i Ρ
io
Ρ >
c: < Ul U)
> > 3 |
3 3 *~ Χ τ - CM 00 Τ ΙΟ CO Ν-
>
ο
Ο.
Ε"
ι- -3 π CD
σ " 3 S
»ο α .g S" ο
> J° «Ο * ω < F α
3 . to =
α w α
ο
χ 3
ci 3 Ο
τ-
Ο
σ ο P^ •ο
è ο - S < -<
* Ρ Ρ ο ο
ο
<

>
σ > 3
>
ο
ΙΟ
s < 5. 5
ο ο
S
<
222

u» υ* ν w U» V»
ο ο
X Xο Xο χ ο
5<
U» <»Λ > «-Λο
α σ σ α Η Ό Ό Ο Ο
> Χ χ * χ
> > > >
•Ο -Ο Ό •ο <ο ο ο Ό ο
α. 3 . 3. 3 . 3 . > > ιο >
ο ο ο Ο ο ο ο ·§ Ο 3
α. α. α. Ο . Ο . 3 - ^ - Q. -
jo _ω _ω J J _ω ω

°»- δο
ρ " 3 - Ο« Q.
w »Γ
Έ" 2 ^ κ
χ ο
ο S χ
Ρ "2
11 >
Cu 2 a
( D U 3 N •^Γ τ - ο σ> σ> ιο
tu ο τ - 00 Ο)
(Ο Ν S co
τ - CO ο ο co
co co co co co
s >

3τών βοώ
υματικός

3 «ο
βουλος

βουλος

ύμενος

ΐρέτης
<όρος
3L
ιργός

•<
Ο »
των
Ρ
3 οα
3. ω 3. ο 3 t δ •= >-
ο ο > ο >.ω F u t α
3 b Ρ Ο e r Ι— 3 > ω ω

> ο
ε '2
<
Ο Ss Μ Γ­ m ^ ^ τ- ο
-<ϊ I - CO Ι Ο CO CO CN Ι Ο 0 0
5 Χ
*
^ σ α

vy
5 er
ο.
Ι­
Ο ¥Ii
Ο -CT > ο ο £; ο ρ ο
ε i o α Ρ £ρ ·α3 . £ρ 3t :. >Ü• Ο (_Λ Q
Ut
> .Ε
ο. >σ 3ο ο. α ο a c e
Η ^ Ι - Ι - ö -< 2
Ρ
> > => -S
e2
σ ο w •0 0 -
S > ο 3 . CO. 3.
ο -<
3 -< Q. · 3 b
υ» η. 3
3 ο £. b ^
Ρ > « Ι ° CT . Ul Ο
ο «3 ^ ο x
5 x 5
ωνστάντιος τσα|.
ύριλλος Κωλυβή

αρθένιος σπυρό
ι/έδικτος Αθανα

Q. 2 t F
θιμος Πετρόποι

αρθένιος καλπάι
ηγόριος τσάκον

ιονύσιος μακρής

Ρ α
b 3- ο. > -ο
tu
Ë α ϋ 2 ο
W 5 ι—
y o S"
e- Μ ο
Ο ο ο> ωa. ι_Λ
-
> 3Ο. ν; cj — 5
3 > 3. u» 5
>3 Ο Q.
Ο. ρ > ω α. Q Ο 3.-Ο
CT < ω ι_Γ * 5£ ^ π. α < £tCÖ >-
> > ο -α >-
σ > 3 -3
> co co
>
ο ο 3 * χο "ί io co h - oo co co CO
α. >
τ- <Ν CO
ο ο
χ ε> < <ο- ο5
CN
CN
χ
3
•W
>. •
περιθώρι

3
δήμος τρι
πόλεως

3
Ο δ
α Êp u
CT
ci y-
ο
σ tö
χ >
3
c>i 2 3 Ο 3 σ
Θεοτόκο
ίθετο το

νω χρέπ

CM
"5.
νομα ή

CO vy>
Ο CT
β >Ο b
α
*3 >
Ρ Ρ ο
Ο Η
Ο F lω
δ.
CT
Ι­
* s
Ο >
>
σ
> > 3 ο.
ο
S \κτ 3.
b
og
Ο Ο
«. < α α
< α > ο
ι_ S
223

Ο Ο
> < ο ο *
" _ => •< •< ΐ=
a. α ο 3 3 Π
ο ο α.
ο * ca. 3. 3- ω
'3

S. =• «3 >3 >
ο
W Ι/-4 Ρ >-
χ

*S ·- ο
C O S O ( N l O O O O O O ) C O N i i ( D O O ) ( O H ) i n i f l O

ο 'S •si τ - ι - η Ν τ - η η τ - ο Ν τ - Ο τ - Μ Ν Ν ο ο τ - ο χ ί )
OOOOOOOOCOOOCOCOOOOOCOCOOOCOCOOOSCOSN

ι= 'S
ιϊ] Η
Ο Ä

υ> υ> υ>


Ό
ο ο ο ο ο
χ X X X χ
3. Ly> L/> *_f» *./* D {si \J\ ν»Λ Ο ö Ö y υ ι L/ί U» W* U 1 Ο υ ι υ» I j i
<» • Ο - Ο Ό - Ο ^ - Ο Ο Ό --^.5.5.£·οο·ο·ο·ο·ο>·ο·ο·ο
α
m χ χ χ χ ο Χ Χ Χ 2 , "2 "2. Χ Χ Χ Χ Χ Χ"2.
οσο3-3-3-σααασα3-σοσ
X X X
> >
ο ο o. o Q - o o o Q - Q - Q - o o o o o o Q - o o o
η. υ . η . Ü» 3 . 3 . 3- Ü! Üi ω 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . 3 . «*ί 3 . 3 . 3 .
D
3
<

•ο •g _^.
3 i > a 3.
5.
I l £gg£
u) S ! D
a a g o a
ί-
a. a. 2 5 a. ο 5 -o S a.
Ο •3 -3 > % -3 S ο -g ο <§• ·3 -g I O _ .·33 Iκ5
" > I O "S I O O >~ » Ly> Ly>
C X X Q - > - x 5 ' >- * ° ο> X * a. a Ο Ο
O O
ω
3 3 θ · < . 3 3 - < ο _ θ 3 9-
ω
W w î i U) U) Ο
ο ω ω Χ ω
ο >< a. >< S -
a ι- ο t- ο >
KJ--<
Ο Χ
a
·
H > •< $° χ
a
Λ

ο ο σ
Χ Χ

> > ι - KJ* > Ο ·


g--ο -ο
ο Ο 3
=> Ο Ο
^ • <
ο -< Ο •ί 3 W Ο ο. «
-< Ο ^
ο
>
>3
5 S -<Ο
= £
° "2 Ο ^
Ο

•ο
ο
>
52
2
>- -<
-α 3
Ir ρ
•<

=>• & Ο ξ
3
Ο
Ο ξ
if ΙΒ
I § Ι­
ϊ-
η
co.
CQ.
σ

ω Ο
°
LU

Β •cS5
*
>
vy σ
χ:
>•
3 S
ο α. α.
C > *
α -ο
= ·δ CDS 3^
li
IO <
gJ
CL JC
-
> \C
σ
•a
Ο
Ο §-€
Ο Ο
Ζ 9 ι_ 3 y S s. ·< •<

il 1 *•ο.>-ο α.-ο>-
J2 Ζ -ο
ο ο FC? -<: ^^ 2 LT °-
U 3 3
Ο ο § ο3. caca
ο ο
ι
ο ο
> S 5 co.
^ ^ § i^ ^ *- ο ο 3 . 3.
•σ σ a ο . ο. Œ α = 3 ω Ο
Ρ S 'S CL CL CQ. g"
•α
5
Ε^ « 3 > 3 CE3
£ •σ 3 9- f e· Ο Ο
> ω •α
£3 σ ι _ L. Ι _ Ι Ο < 2 ±2 .2 ^
3 5
D
Ό
ï ω CX
Ο Ο Ο

> en
ο -τ-οΝΓθτ»·ιηωιν.οοσ>°^^$25:!ί2^!^:ΐΕ^^^ co
ο. S u/* ο
χ Ο CM
> <
χ 3
< s
>

υ> ο

181 •CT Ο-
< ο
α
α
><
ιο" 3 Ο
CM ί ? ο. 3 3 U»
«ο Ο Ο ^
Ο Ο ?
σ-< 5
ο « S w
ο ο.
Ρ É ο 3 * -σ
ο S ^ m
5.
>
> 3
Ι ? & CO
O CD Ο
< δ. 5
< ο ο
224

LP U» y
Ο Ο V O L / » LP
>
«ϋ _
<3 Ο *
-c ρ
ο
>
ο
-e
3. 3 α ω 3
«3 S 5 δ α ι ο
Ο Κ G9L
3. COL 3 Ο CO.
> >3 3 . u> Ο 3.
χ Μ -3 > >• ·3
W C Χ W
ιςτο
ριον
των

LT»
C
_ w >ετ o
>tr O )o « s) ro - *O m
O Tn - «0 )) T
T -- No 0
χ S N C O C O 0 O C O N 0 O 0 O 0 O
ο β>3 §
Ρ >2 χ >
ILI b Ö ο
ω o"S
S
LO
LP LP LP LP LP LP LP LP
3
u*
L/»
•Ο
O O O O O
X X X X X
O O
X X
Ο
X
3.
·< CS
ο
Ρ α
>>>>>.x>>.a>
0 0 0 0 0 > ί · 0 0 ί ί . 0
3 m 3 . 3 . 3 . 3 . 3 R 3 3 . R 3 .
Ο Ο Ο Ο Ο 5 Ο Ο 5 Ο
Ο CLQ.Q.CLCLO O - C L o O.
u> oj u) ω ui 3_ ω w g u)
> Ο
W
s
•M
u
•<
Ο χ N i n S M S ( M ( D f g ( 0 0
r-r-co-'j-TfcoiO'Trcvjco

LP
ν—*
•a 5=Co -α -ο « σ « -σ er
,5 ο.
ι- a J É o a o a . t a a - o
> Cσ ι gì11 ilii δ
θ 3 · Ο Ο Ο Ο ω Ο Ο = >
Ι hO-l-i-l-21-l-C
Θεοδόσιος πουρναμιλόπου-
Συμεών Αναγνωστόπουλος

Ο
ΠαΙσιος Παναγιωτόπουλος

>
Γρηγόριος παπά Γεωργίου

S ο
3.
ο ηγού μενος γρηγόριος

LP 3
>
παίσιος ηερομόναχος
Γερμανός Καλκούνος

>ρ-
γαβριή λ ιερομόναχος
ιερομόναχος
Νεόφυτος Δουγάνης

Παρθένιος Καρώνης
Γερμανός Κλώσσας

Ρ «3
Ιάκωβος Αλβανός

ο
F Ρ
Γαβριήλ Κούτρις

Ο UJ
w
LP 5
e- D
a.
> ο
"5. >
ρ- Ρ
λος

Ö
σ
> > >
ο > 3 >3
> S 3 Η öΧ
ο > ν^Ρ « T - C N C O ^ l - l O C O I ^ O O C O ^
CL
χ 3 >3
< <5CL >
Ο
>
χ
a.

3 LP
αντινεΐα

Ο LP

Μ
δήμος

Ο. Ο CO
Ρ­ 00 CO
ί­ Ρ ο 0
ο *ο CN
IO Η «ο tt 3.
d
ο >
χ 3 3
της Θεοτόκου

co LP 3 Ο
επίθετο το

Τσιπιανών
Μοναστηρί

CN Ο 'Ρ­
«ο > α
ο a.
θ | ο
-ο" ί­
>
•χ α
ο Ρ
δ.

5C >
> 3
% >
S
3 3. £ •ο-
ISP CD Ο
»3
Χ. <
<
S-§
° Sο
1-1
225

ν/»

Ηγούμενος
ο
< o w» ο ο χ
3

και
ο S - o i i > > o 1 ÌJ
COL m

co α. ^ i - c o g - 3 3 ^3 o > c -
ο d* ' W
P r"Γ θ-ω
ω >- ω ' iΧr 3g Β-
«η
η μι >-W ω

Μοναοτήριον
Μοναχών εις το
S t
Εισόδου των
Εποχή της

1 3
α
*<
>c- Ο ω
ΙΟ C N J O i n o o o i o c n o w
> O O O C N O O O O T C O C N
α o o o o c o o o o o c o c o h - o o c o

υ»
3 «ο Ο Ο Ο Ο
W a X X χ χ
tj» Ö ^y» Ο \j\ {j* {js Ό *j\ Ό
-< Œ> ·ο>·ο>·ο·ο·ο>ο>
σ χ-ο χ·ο χ χ χ - ο χ-ο
»= m
3 > 0 > 0 > > > 0 > 0
Ο o Q - o Q - o o o Q - O Q -
-< 3_ω 3 . y 3 . ^ - 3 . y s. y
C
δ­ ο
ε «<S T-t^-T-|--T-T-COT-|>-r^
^-'^•r^-'^-iOTtt^iocNjco
χ

α D ö ö O c r c - σ α
ja•- Ο
wο ο io io ο a . 3 . io ? ? ι ο Χ ν>
> C > > > > ο ο > 5 5 >
σ σ σ σ ο ο α ο ο σ
> ^ ^ ^ ^ ο. Œ ^ Σ Σ ^ •
ν.δ σ
ίί-οχ
Ο οο §
S > 9-3- δ
ο
Αζαρίας Αθανασόπουλος

Διονύσιος σπυρόπουλος

Καλλίνικος Πανόπουλος
Γεράσιμος Ταλόπουλος

3.
Χριστόφορος Γεωργίου

y s· ^
ΑνανΙας Κωνσταντίνου

3
ο >
Νικόδημος Γεωργίου
Καλλίνικος Ιωάννου
Διονύσιος αγιορίτης

«3
Δοσίθεος αγιορίτης

b t
Ë αι !>!
w
5 ^ α -s
c- <-n 5=f i=?
1- α g °:Ji3
> a. ω 3
3 ο >
3. Ο
Ο CO-
Ο
CEL
Q .- Ο 3- =«.
C Ο >->3 ·3
1- r b b
b ο ο ο
D
Αριθ. των
Μοναχών

>
o
Αύξων

> S
ο •«-c\icoTLr>cDr--coo>°
CL >
χ 3
χ >
-ut
3.
κατά τον

Καρυών

3
Τόπος

Δήμον
όπου

Ο D co
Q.- οο co
C w ο ο
Ι­ CN CM
Ο *
α ιδ
D >
3 3
της Θεοτόκου
επίθετο του

CO 1- o
Κανδήλας

v
Όνομα ή

«Ο <-Λ
C
Ο >-
> b
ο ο
·< >
«
α ί­ ο
S
α
e -
ο

b >
ο 3
αριθμ.των

>
Αύξων

Q.
ο
ΙΟ
b
D
Χ. >
Ο
<
S
226

W U»
ο ο L/> V/» W>
>
tal _ <3 Ο Ο Ο
3. D Ο >
ω -<
3 -<
3
<3
Κ C2. 3. Ο Ο
Ο 3. -3 c a c=La
> S.
>- ^
Ο ·3
ν/< Χ Χ W H
>
> Ο >
α. ν/» 3 κ
2
ο
1— _, tal >C" τ - Ι Ο CO CO Τ CO r- ΙΟ CO CO LO CM
>c CO CO 1 ^ Ο ) Ο CN Ο CM τ - τ - o> eg
χ ο>3 § h- 1 ^ . t~- h - CO CO co co co co r>- co -<
ω
οχ ο *2 χ > 3
3.
LU b ο ο
b •Π g s <
>
ω
ε·
s 3
t—
Η
LJ» c/> e / 1 cy
> V/»
l e υ« υ> V/1 Ι.Λ
ο ο ο ο ο
f LA ο
U) O O O
U» -<
W 3.
»Ο X X X
a a
Χ
α
Χ
α
χ > >
δ 9 Ul
C" Ο
D
> Ο> >Ο > > a gg ^ 3. IO
>
•W
3.
W
Ο
co
ι/> l i
•3 >3
ω ω
α α α α
Ό
3 .
Ο
3 .
Ο
3 .
Ο
α
•ο
3.
Ο
α. α.
ο
3 .
Ο
•ο -σ -σ - ο - ο
3- 'S
ο ο 'Sο σ5 σ
Q. a . CL ο ο
> iî
•^ U)
s S. S
_
LO Ι ­ •o< CD σ
5 - CD
Κ ω ω u u u ω ω ω ω ω -ι -ι
Ο >
3 -a D
> -

σ >
•3

o
Ν » (Μ Ο (Ο Ο ca
"2 IO LO "co Ο LO co
3.
< LO r- LO LO ττ co co CN co r— co >-
Χ LO
CO
>
•3
TS σ
3
α. 1— 1— >— 1— )— •- ι— (~ *- > ι-
>~ Ό
3.
ί­ 5 D O O O Ο Ο Ο Ο Ο ο Ö
< α c a c a oa ca c a
ο ο ο ο ο
caca
ο ο
ca ca ca t^ ca
ο ο ο Ç o
> e >
>->->->->-
3 3 3 3 3 >- >-
3 3 3 ->
3 - >3- 3
C T; >•
3
3
•-
ν/> σ
CT > a
> ο ο ο Ο W ,
ο g- >
tal 3. 3 2 ·ο -< 1? cy •a
3. 3
-Ο ο Ο η 3 ί
α > 2
•ο -ο

2 1= 3
" Ο
2 CL ω gì
3 > ο 3 & ϋ §•
3.
•3 $ 3 . 0 -ο - < .8 'S -ς w "ο. 2
Ο
>
Ο
111
5
g § 5 g-S
5 δ -
σ J§ w E ο
^
|
° 11 α
tr
ξ
ϊ ero
a =J- ο .
α ς τ
5 ^ 3 ω w
tat S" Ö Ζ ^ Ο w ë b" 3 KJ> u, 3 3. Q..3
V/<D l n
C/> i - cf ο , ^ w ο o
er 3.
3
Ο
Ο
>
Ρ
lït« l ^ -5" £
u» ο -σ ^ >
ο g . ο . = Äi
w
o
Ο 3. w
Ä 5 ο

Ό
l·-
> >
ï l f l 5-
'S."?

c ι _ ζ ·ο a
c r S - C D 2 CD &"
Ο > ö
1= a LZ
§ 0 ) 0 ^
Ο
U)
> ίέ *- P.
Ο 3 3 3,
ι- χ LÔ O
τ- CN CO 's}· LO CD Γ­ c o o ) ° ^ 5 !
E"
H
»3
< β 5Ο
CL
3
Ο
< S
b w ζ,
tal F ο
>
ta) ο
1_
3
° ^^
5; <=~ 5
τ ^ ο ca
>ο D ·3 ο
Ο
CL 1- "ί 3
Ο >-
Ly (= Κ-Γ

Χ > 3 U» , ι
ο Ο 3 Ο er ώ ω
η
η S
OL
ο
3.
lì > S Ä ^
9 2 V < >
Ο "2 ° > >3
*
_UI

L/> > ^s
Ο
εO
Ο

1= >
toi S
D
OJ U )
| _ CD
>
Ο
)-
^,
σ CT Ρ ta. g
ο. ν/» 2 £r
ο
> >
α ο
> <
ο -α > 3
H
Q.
. ET
D 3 3 . ί- τ
~
•3 Ο b
<
<
S
227

ν/» wo
ο ο WO WO wo
> -<
3
Ο ο ο
ta)
3.
>
U)
-<
3
-<3
Ö Ο
-3 ii ca. 3. Ο ο
Ο a. •3 caco.
> *3 Ο 3. 3.
Χ Μ >- •3 - 3
Χ

WO
> ο
Ι-
£
Ο
er 3 w« δ .
w *er en ττ
Χ Ο
Ο
t
LU b
3
ΙΟ
Ό
ιΐ
25 >

h~
^~
00

wo X en co CN co ^r -<*· es
ill ο 2
ο 2 en ο v- ο σ> τ - σ>
Q. p : h- 00 00 00 s co s
5 - 1 - 1 - T- τ - τ - τ— τ -
9- b
wo o •o wo
CT wo Q
3. •<
Ö WO
ο ο
b >ο Ο
ι- ω
>-
ci
χ >
a. Ο 3. >
ii wo wo wo
> CS
cl
a. ο WO wo wo wo · ο fl
^ οχ οχ οχ
ω »3 Ο ο ο 3. ω
m 'S α α σ Ο wo
b ω
α.
ω ω ω Ο 9 > > >
Ο . Ο . Q. Ο . Ο - Ο Ο Ο Η

If
1- co
_UJ _ω _ω j j ϋ 3. 3. 3.
wo
CT
>
w
3,
5M
.<
Ο
οο
ΙΟ
r*-
Ο Ο ίο
CD -»t co
Ο ΙΟ Ο
•»τ οο οο co
Ο
fi
wo ω ς ω
«O X
α
3. wo Ο 2 ω
ο -< tS O-ο
D
Ο wo σ σ >
> * er * er er er er ω
"5. 3 Ό .<
ς Θεοτόι »υ της εττο
πτισκοπ Γορτύνης

G O G O 3. Ο
ί­
ο
er 3 £ ^ 1— t— I — t—
•3
Ο οα -< θ ­
> > > > >-
e: ι—
3
5. > e S. ο a a a 3.
•3
a. a. a . a.
ω l_ L_ l _ Ι ­ Ο
Ο
S «ε­ > WO -<
ο ι
•ο wo^-ό O ^ WO
3.
3
-< wo ο 3 * Ρ J? °
σ <> r i Q . v>
> χ S = g S.
er
>3 3. S t 'S er £ ο a "3
f e r
wo •"
ρ
LU

3 α lîil
2 £ >• 3 . G tr χ
> 2 a 3.
>

3 £
g w
*
D
1=
WO
er
M2y S g-CO L.
2 Ό Ο Ο

2f» HA) >
3.
Ο
>
Ό
9-
^ ο R > σ
J§ | g £ £
WO t 9- >
ο ·ο α ·£ >
V

*δ a
w
Ρ Ο
ω l ^ r= 3ο
äΡ £| 9-1= ο .g Q- π
ο. 5 σ 2,
WO i E Ο α
CT
1- > > >
w» > 3 •3 b 3 <-ο
'CT
> 3 1- χ
co h- co σι
ο ν>«0
> 3 OD ο •""
CM C 0 -<i IO
3. Q.-3
3
swo < δ.
< >
οS < S-
r
> WO
Sâ£o
ω er WO
3. _ >-
S
Ο
WO 3
ο Ο D > erf ο en g ^
Ρ ο
Q. ρ w Ο •3 > 3-ε>5
C
ί­
er 1 ci S ·- Ρ
α. α
•<
Ρ Ρ ω
α <
ω Ο
χ wo 3 wo 1
h."
c
CT 3 er
co 1- Ο ρ3.
co WO wo
CT
ο σ ο 1- 3
>
ο
3.
Ο
Η­
ώ b
ο
ω
Ο
•e s. g
> > ο ο ο
•er
Ο 1- Ρ Ρ ο ω > Ι­
3.
ω S ο Ο 2 ^
ο
£ Ρ CT
> ω >
b
σ > 3
> > 3 Q.
ο Η er
S 3 3. τ-
» 3 CO b
< Q. α >
< α ο
S
228

ν/» KJ>
ο ο U» · Ο» ι_Λ
>
W
<3 Ο 3· ο ο
3. Ο ο
> "2 -< ·<
Ο CO.
ω
3. ο 3 Ο
>· Ο 3
Ο 3. •3 crea.co.
> •
Ο 9L S =•>> · 3
> - Q. Ο 3
"
Χ
Χ Ρ W W

> ° 5
CT 3 ι- ο ΙΟ
CO
°° CD τ - τ - co LO _fc. co co co co

il
»C" 3 w -CT τ"" Ι Ο τ - CM Ο ( O ^ O O O M
χ ΙΟ
Ο
s
α τI —- τοο οο οο co 2 oo co co co
Η- — τ~~ τ~" T~ ^* T~" x~~ T™ τ~~
ο Ό
ρ 5ί > y ~
IU b W
υ] ο a
S
U 1 Ο* υ > υ> ν ^ u»
ν/« Ο Ο Ο Ο Ο ο
X Ο
Ό
3.
χ
α χα χσ χσ αχ
LO CS > > > > >
Ο (_/, \_f* (_n y_f, <_n ο
ö • β. -Ο Ο -Ο -Ο -Ο •3
Ό Ο *0 Ό Ο β Χ Χ Χ Χ Χ
3. 3. 3. 3. 3. S- ο D ο ο α >
Q.
3 m Ο Ο Ο Ο Ο ο > > > > > ο
Ο α. α. α. α. ο. R- ο ο ο ο ο ΙΟ
> ϋ 3. 3. 3. 3. 3. υ»
3
υ u u u υ σ
a
ο
*2 00 CO CO CD CM ΙΟ ΙΟ τ - ΙΟ Ο Ο ο
•er •< -<Τ CO -*t CO -"ί co r·- CD ·<3- -*r io > >
3
Ρ Χ CD
ο io" <
>
b •ο LU
Λ° CO
<&
Κουνουπ

E '5. co
Κοσμάς
τζιτάλια

τζιτάλια
λεωνίδι

λεωνίδι
λεωνίδι

λεωνίδι

λεωνίδι
λεωνίδι

ί­ 0> 3 . co
ω α Ο Ο ^3—
νιάτα

1_Λ>
ν/» c
ε­
κ if ° Ο
-< Ο

> | χ -)
Ο
• <

α.
3 ο ξ ca. ορ
e > °-·ο •33. σ
ο Ό ^ 3. (35
ρ i n Ο r>w CM
D 33 . ο ο ο. cr >
> >
Ο ^ζ to > c- h-
- Ό
5 «3 ^ -σ σ * ο α. D
ρ CD ι-" Χ —
Ο u
> LU 3. > -a t y -< Q.
5 °- 1 -
Ματθαίος Α. Μ

Μακάριος Τρο;
Νικόδημος Γο>
Γεράσιμος χιώ

Τιμόθεος Ιωάν

3 σ ο
> w ο n
CT
3. C > • ι_ i i
Γρηγόριος
Μαγνέντιο
δαμασκην

su ο
διονύσιος
νεόφυτος
Ιωανίκιος

3 3. ΙΛ
Ιωάννου

Ο Ο Ο Ë
α > | | ο. ω
er
Η Ρ
α
Ι«
ο >
•ο
*:
α
> > >
3 > 3 '3
Αριθ. τ
Μοναχ

1- 3 τ- CM co -<r m CD Ι"» CO CD ° ^Ι
»Α/»
ο
> <
ο
ί­
α W« 3 _ _
* Ο Ο ο IO
Ε: Ρ W >
co
•ο
Ι­ * ·<
d
α
>< 3
CO 3 ρ
Ο α
co Τ
Η a
}-
Ο ls_P
ο
è 3. ω b >
h-

ο CD σ
>
α > Ρ" ο
Ο
Q. S
CT
S >
α > 3
> > 3 α.
o
S 3 3 . »-
1*Λ CO b co
κ Ο
SC < α σ
< α >ο
L ε
229

υ»

Σύμβουλος

Σύμβουλος
ο

Σύμβουλος
από11 μαρτίου 1835 ηγούμενος
>
ω
3. D
'3
Ο

χ

από 11 μαρτίου 1835


από 11 μαρτίου 1835
από 11 μαρτίου 1835
από 11 μαρτίου 1835
από το έτος 1814
>

Μοναστήριον
Μοναχών εις το

11 μαρτίου 1835

11 μαρτίου 1835
11 μαρτίου 1835
11 μαρτίου 1835

11 μαρτίου 1835
από 2 Ιαν. 1835
L/«

από έτος 1800


CT
3
>C" 1-

την φεβρουαρίου 1836 εν τη μονή Ορθοκωστά


χ 3
Ο
ο ΙΟ

1805
1776
Ρ Ό
LU
0

s>» o o o o o o o g o
Χ Χ Χ Χ Χ Χ Χ > >
c-
ì=
<ο
3.
CD o-o-o-o-o-o-o'S-g-S.'S.-g.-a-g.'l
σ 3.3.3.3.3.3.3.1010 Π Π Π Π Π >-
m ο ο ο ο ο ο α ο ο > > § 5 § α
Q.CLC3.CXQ.Q.CLQ.O.oOOOO>
D

Κυνουρίας διονύσιος
CDooeor^cooocDioooooocMcoiooo
< •^•io-^-^rco-^-toiocNco^-co-^r<o»o

Κύριλλος κανέλος
Χ

1836 εν Αθήνης
>
σ •3
Ο
Q.
3 ί­ ι ^ u< u 1 υ> υ> u< W m w υ< n ui u> Ι Λ υ 1
Ο α 0 · 0 < 3 0 - 0 · 0 · Ο ο " Ό Ο ·> Ο -Ο Ο Ο
> c ι— ι— h Ι- Η Η ι- S h >- Ci •- >— I— •-

ο ηγούμενος παρθένιος Γιαννιός


D Ö b O O O O n Ö O c o . t ) b O O

οι σύμβουλοι ιωσήφ τζουκάτος


α α α α α α α π Ο - α ^ α α α α
c i r c c c c c : y c c û i c c c i : 3
> Ο
3 ο -<
Κωνστάντιος Δούμουρας
Θεόκλητος Κωλοφούτης

a.
Γρηγόριος Μπουλούκος

α.
Γεράσιμος Προβατάρης

3 t=
>
Μακάριος Χουλιάρας

α
Νικόδημος Χρήστου
Κύριλλος Κανέλλος
Παρθένιος Γιαννιός

«3 σ>
Σάββας Μανούσος
Ιάκωβος Καλατζής
Ιωσήφ Τζουκάτος

Γεώργιος Αρτίκης
Μακάριος Πέτρου

Σάββας λαμπρού

Ρ CN
Νικόδημος Λέου

>Γ LU
>
5 >-
ο
b κ 5
σ •3
g a. Ο
ο α.
£Γ
1-
>
3
> Ρ Ρ
ω
J
Μοναχών
Αριθ. των

α >

ι­
3 T-cMco-<rio<oi*-coc»°j:Çi$2'<1"!n.
ό β
σ <
>
ο
S
> •σ
3 Ο
3
Ο 5 ο
Ρ W
σ
> -Ο α.
α.
3
ο
ο.-
Ε 3
σ 3 Ο
Ο
•σ
> Ι ­ "α
3 ο >- Ο ε
ο» 3. ω ο 3
ο Ο CD ο
> > > ο
Ρ ΐ<*> Sο
ο
-< CD
-α α.
ί­ Ο
α
>
> 3
> 3 α
3 3.
-3 β g
Ö. ο
< Ο >
ο
S τ—
230

Wf» υ»
Ο ο u» vy U»
>
UI
•<
Β
ο -<ο
>
ο
•<
3.
α
β Ο ω 3 3
>3 Μ α. 3. Ο Ο
Ο 3_ οΟ ca. οα
> • Ο 3. 3.
Χ Μ >-*3 ·3
Χ W Μ

ν/>
> ° 5
e- 3 Ι- ο
1 - ¥ δ.
μ-
"Ο­ 3 w »τ co
Χ Ο
Ο ΙΟ
£
li
en

ο * > τ- ky>
UJ b Ö Ο 2 ^ · * · * Ρ 5 ( Ν ΐ η τ - τ Γ τ - · < ί ι ί cr
UJ ^ C O C O C O O O T - O J C O C N I C O C O >
^COCOCOCOCOCOCOCOCOCOCO •cr­
eo
<
>

V/> ο ο ο ο Ç CD
>ο
3. χ χ χ χ > CO
CO
CD
D
m ο ο ο ο | ° ο σ α σ σ ο ο
·<
ω ω ω ω 3. 3. " 3.3.3.3.3. CL
5 > •
• (=
*2 ^ιηιηοι~--*·«-θτ-^-οσ> u> σ <-p
< mcococo'«f^fcof~-cocNcocM
Χ eg b

ν/> CT Ό
1 5 lì
Τ3 ^ν> > ly» co. w , „ vy>
*5. 'S. .-1 > Ο .-> .-s Ο Ο Π r\ Ο ο
3
Ο
> Ö
I l eg*.!|^> i|g
>
ο •<.

D 1
ι °=
3 2 ^ J 2 a.C >-
Χ 5
-< < W S0 -5'^<5^ -HC
. - 3 · <σ >
- t - c a' J. —
< :C^ ·Ûσ ο . α: . C
£
·σ ο 3
3
Ο 55
>
«^
3
2 ω
>

Ρ
CD
vy» ο CO 3.
-CT 3. •§ .§ co •3
3 Ο
> ^ * 0 çf u; >-
c
" ο iy
ο 3 <-f» -< w· ο
«3 1 1 =» § # a^§-^ ο Ο 3 ο χ
b a. 3 ο >< σ
UJ | g c t - S | S 0 g f 0 > 3 σ e - co. α >
U 3 ΙΟ 3 . > ο
5 3 0 3 - c C u ^ a. £ .3 t - a Ο
Q. U> Ό -3 · ο_ ο
* b ο a.
* ca ο Ζ ;=; Ο. ω
ω —
> ο ω >
9- ω — ν/>
3 Ο
3. S-E^o.a-P_3.cD 3 9-O-Ç- m ο -< α
Q. > fä
Ρ ï a 9>IJ<B a i o D ϊ φ 0 > b κ_ρ
z < < < < L _ " c w z ! a < Fo < <
o > >
> > 3 3
ο
S 3 ι- χ T - C M P ) ^ I O ( O S 0 0 O ) ° ^ J 1
> wy>
>3 ο. ο
3 <
>
a. <ε
3 •3
ο ο
3 5 Ο
α
Ε­
Ο >•

Κ
Ο >ο £ Ίο -<
α. ο ω
ο IO
χ
>
3 3 •σ
κ»7» 3
JO >-
ΙΟ
CO ο «π­ Ο ' ο . a
>- α ΟΙ­ Γ
Η >
σ
ο
Ι
im
Ό
ο
>
1- b
3. W
ο
> ÇD
£
0
a
Ο Ρ £ ο
δ. ε
b >
α >
>
ο > 3 Jα
Η e·
3 3. CD
• 3 CD b
α
< α >
< • ο
ε
231

ν/· u»
Ο Ο
> ο α ο
w _ ·< 3 > 3 -<
Ο
a- αS CS. ϋί ο 2
ο" 3.
»3
χ> 1*1
S.-3 3-
ο
Ο > >
ω
Ι- Ο 3-
'3
F2 ν» δ.
>-
ω »er co er
Ο

τ- ο
° S •3 αο α.
β
tili 'S Î? > *- t ι/·
2 β
2 CM co co •"if 0 0 I O
lì] ο |~ en CM T -
<-Λ|»- CO 0 0
τ - CM CO
co co co
Ο
S l ü τ— τ - τ - τ— τ - τ - Ö
5 »3
>
Ο
w
u » vj» c o (-ο > ΙΟ
Ό
ο ο ο οχ
χ χ χ ω
3. KS> <-Λ (_Λ
φ α σ α α •ο
CO
co α.
> Ο> ο> >
-ο ο. X -ο
X X·ο co
σ 3. η. α. 3 α α α 3
m ο ο ο ο > > > Ο Ο
α. α. α. ο. ο ο ο ^< >
ω ω ω ω 5 S 5 a. 3
,g t=
ο
'S τ - CM co σ> (Ο Ο) ο
-^r CM CD
σ>
·< •«J- co r-- co •CT- CM
X CO­
LO
w w <-Λ> -<
ν/» ο ο CT σ
α >y α. ο . er > u>
"α. a. •σ •3

ill
3 ί­ π: η ϋ > > Ο
Ο α ο ex
> 9 9 > 'S
3
D :>-.< 3
ÌC < < ν: ω
* < ο >

ο
> 00 -< LO
en 3
ν/» ο •ο ο CT Ο
*ετ 3. co
3 "»u>£ • ί ­ t=
Ο > ο •σ _ u» ο>

sill
Ο <_Λ
>3 e- σ
ο
1=
ès s α. ο
Ι— ο
ρ

e-
LU
5
a
•US co g
•" y ^ u>
·- 9 2 ο
^ S ο
υ
σ
Ζ) >
U.
αι.
ω

'-)
η
ί>
a 3.
- g'g
ti
\jy CO.

w« ο
>
3
"δ.
3.
ο
>
Ρ
>
D < O
,<
α
* CD sis! y-
LO
Ο 3 δ ο >

CT > ο α. σ a ο
< Ï C C
ο ^ LT
> >
> > 3 >3
ο 3 ". χ
S α τ- CM CO TT ίο ω Ν
> >
3 <$i
>
a. Ο
3
ο 5 α.
α. ι—
er
•-
β
gl W
•io
e:
α. <
>
ο 3 3
h" 3 Ο.
ΙΟ LV»
co Ο ^a 2ο Ο.
CT
Η
•CT
ca.
Ο
b LO

«ο > S ο
> 5
D α Ρ w
Ê ο
^ ε
Ο >
Ο
> > 3
Ο >3 2| ο. Γ

> 3 CD b
< ä α>
<
ο Sο m
232

\J> > ο >


:2 Ι- ο
•<ι- LO <M IO ο co CN

° 5
ijj Ο
•lì ου r-
<J> CN
CO r>- ο ο
r^· co co
CN
CO

1-0 Ο
>
§ | Ο
lü a ι- ο
ο Ο •σ LV
Ο CT
χ: KD
ο ο Ι—
2 y ο _ ο.
•ο !=? σ ο ω
§ ·<- Q
2 :<
·< g8 Ο 9 ο-
α>
ο S 2 a. 5 -σ .§-·§<!
m 3. Ο *j Ο ΐ CD 0 _ . <
ο ca. a. ca. KD ο σ .3-
ο i c i o g θ- α
>- ο ο. ο α. Ο KD Ο
et) u P ü t= KD
α
m to co
CO
τ- τ- LO CO
O) LO ·<ί Tf
•*r ι^-
ο
> ο
ο α ο ιο
α 'ο. υ< υ<ιο ϊ
KD ί­ •σ α

ω α 5- ° 3. ο =L :χ -σ 3
b ca ö ο. ο D D . . υ»
α ο ο ο σ ο ο D ^ α
* LU
·<
> ο
ν» ο >
σ ο
»e- 3.
> h- (-ΓΙ cr
ο «3 D KS -< σ
Si 1= •Ο ι_/ι
•ω
Ο "^ KD
^ er ο ο -g
b
ω
ω
δ
ο ·—
b ·"
·<
β
α.
π
ί^ *
^8 ο σ
2^
I>
g

< a
iy

e- S Ο. <_/*
^,οy o^σ
-
> Ο * ο ο <
ικόδημ
ρηγόρι

> -< >


ο CD ! |
D -er
Q.
tr
>
Ρ
3.
ο
>
σ
Ο.
σ 1_ ζ
il
< <
< < ι_
ο
>
ο
CM •<r LO co r~-
>
3
<2à
>
•Οω *"" 3 = a
Q. D
Ο
e-
ΐιΐ a
a.
α κ5
e >
χ 3 3
co >- 3 Ο Ο
ΙΟ
CO \* > •
Q.
ο Ο Ο κ
> 3
ο
ο « δ co
α σ Ρ t ο <y
o
<
b
α >
>
ο
>3 œ ο
< 3. g
<
CN
233

ν/>
> ο
ι-
5
ο
er
Η-
3 W» Q.
CO τ } -
* Γ
Η
S 3 »e co co h* •* TT -<j- CN ο co
Ο co ο ο σ CM ο ο τ - CM co co
ο ΙΟ h» co co co co co co co CO co co
•ο
111 b
ft δ
a
ili ο
S


ν»
>ο
a.
ο g
> -< 3 b"l
σ 3 . Ο
2 ciL-σ
Vj <4»1 —
' 3 CO. C O . 3 . K 3
m Ο 3 . 3.CS
• 3 «a. O -
>-o Ö a "
X Ö

ο ky>
CO Ό co r-~ σ ο 2 co co α
<s
Ο <D
co -<r •ί η CM (ο m ° •t LO CO

ο
>
ο
χ

> -3
Q. ö
5
Β vy»
ο

h-
Ρ
2 CD
1> ^ o c i
^3.

ΙΟ
'S.
Η- * Ο α «^>
f-S'a a g
w -ο


α u» ο ^ cy> ο . S "> * 3.
Ο Ö g Ο 0 -< 3 ο ο E =ì- c? S ο α α.
ω
• <
° LZ
-< α it:ο -<
Β ^q ^ο ^α ic: ( j j ic: ILI
ο -< < ο Ο ο 3 ,
>
Ι»ί» ο
=> W* W V-0 ι η
> c y c o r
ο er ο u»
«3 9 cr-o > -σ -ο ·3=
•Q.
ο >cr
-
ο g -α -5 9- ω •3
οι Ο .9-Β
> J- > ^ 3
σ
5 5 tS 5 £• ο
CT D
og
(-
crw
Ö
α. Η " !
3
1-
3. ο ο
> Ο >
3 > S "5. Ό io Ό Ο» 3
ο. Ρ 2 α ω α . - ω Co •< D
Q.

Ο 3 L U Z O C Û I ·< ιΖ LT ο
ο > > >
α ο
> > 3 -3 _3.
ο
S
3 φ1 - χα τ- CN ( Ο \f if) (Ο Ν OO σ>
Ο i - D
ΙΟ

> < Ο. >


ο
3
>
< S Ι>
U» ^
•Ml
3.
3
3 α t Ö
Ο σ
Ο Ο
Q.
1=
D c5<
ο
e* » Ο 1= w CL
ÌÌ
D
α α Η cz
α
χ
IO
>
5
Ο) 3
κ 3
3
ρ
Ο
m »e- Ö.
Ο r >
ο Ο ι-
>-
Ο 3 . 1-
Ο 3
•< Ο CD α -<
•Ό
ί­ > > LU
σ α Ρ w Ο
5. S
>
ο > .3
> 3 α.
e
3 3. ι- co
Ο <D Ο
< Ο.
σ
>
α Ο
S
234

ο ο >
> Ul ο b"
^ Ο ô
ο 2 = ^
>: 3. ο ο
Μ
9 Ο 3. 3.
t c1 Ö G
>
\J* ο
5.
"" '" Ü
ss > co
οο·3
2 « ) fil Ν τ - O t
111 2 S , Ο τ - τ - CM τ - CM
w> co co co co co oo
Ul τ— τ - t — τ— τ— τ—

V-Λ U^ KJ>
Ό ο ο ο o
X X X
3.
œ 5 5 5 w w w w
D •ο .ο -ο Ο Ο Ο Ο >
m g
^ χ ^ χ χ χ χ io
Ο Ο Ο 5» :> :> ^> LO
2- 9- 2- ο ο ο ο a
ο a.
to - ^ <ο ·* ο σ> ο 3
O
• < CO Τ CO co CO CM TT
>
cr
3 >
O •cr
3. ω
"ο. •O <
ι- σ a. >
σ a 2 σ 2 ο KD Ul
σ > > > > > > • > O CD
α α σ α α σ ο Q. co
Ι - Η- Η Η Ι - Ι - I - co
tr
3 3
> O ο
ο 3 -σ -<
3. O KD QL
: < CL
> Ο Ο
o
en
>3
αϊ
:» Ο -<
S »SÌ ω ° 'S S I
ö a O
CM

>
ä.< *έ
Ö
Ιϊ§ ο x
χ u>
«j> ο
Ό
Q.
a _ '3

ti
Ο ί=
L. ^ σ CD >
3
O
ο KO
•3 Β >
o Ks O Q.

li -a Q.O
>
CD °-5
ο -ο- UJ
Q- (ζ S
CT * 3

σ 3 a
U) Q.
•3 3. Q O
Ρ 3- 3 > '3 >• K_r

ο > > c * c: 3 σ
w •<
a. 3
X * Io a Ö
&I
U)

° > 3>3 ca >. CT _


β 3 Η Χ
S ο <2 >
τ- C M « \f in I O N * o a. o 3 S
<-* 2
Ο. Ο
s Q -3
3 < o "
> σ ο
•-"ss
Sog σ
a.
I E«
e
><
3 Ο
O D
co 3. D
σ ο H
ο « §
Q.-0
Ο Ρ Ê ο
«= δ
5. Si
e-
Η >
Ο
D
>
Ο 3 ?&
»s CD Ο
< 5.°
< οδ
235

u> \J>
ο ο ι/ w i e
> <<
ta» . 3 ο ο Ο
ο >-<-<:
ta» 3 3
3· α ca.
·=
ο 3 Ο3
α. ο ο
>
οο caca
η. 3.
χ UJ >- · 3 Ο
χ w w
° Ζ
Sfiì
Fe
ι- ο
¥ 5. Ly>
tal > C τ - evi -<r οο io ^ · m
χ ο η τ- ο τ- ο τ- η Χ W

ο 'S χ > Ì6 00 00 00 00 00 00 00
τ™ ν™ ^~ ^"" τ ~ Τ " ^~ 3 χ ^
(= "2 •s οa
uj b Ö
LU
δ5
ε
Ι I-I
a g. a.
»_Λ W Ι_Λ U L/i
3 vy» ο οχ c- 2 er
tat -ο χ ÌÌ * ^
-< 3 . ο> (-Λ ο W O L/> *-"
Ο •> ö
*o ΦD •ο α s σ
Χ οΧ - Ο
> -ο > ο X-οX
Χ-Ο 3. α =L
3 ω ο ο ι σ ι σ σ σ ο α
Ο > Ο
ο > Q.ο Ο> CL
ο ο> > ο ίο J2 KD
Σ Σ ϋ Σ ϋ ί Σ Σ Λ Λ Λ
> Ό Λ Λ Λ
ut
'S co en οο
s < m m Ν-
'CD CD CN CO
I O co LO CD
5 X
*
a
vy< >bf _ _ _ _
_
a
CL
3
^ut Q.
a. a. a. a. ο ο σ
C3 •σ -σ -a -a t ca a.
>
c ο ο ο ο > 2 3-
>
D ω ω ω
•<•<•<•< ut Ο CLJ
*: D Ì ο
£

S Ly
δαμασ κηνός σκορτσινόπλο

>
Ιωαννίι(ΐος Κυριαζόπουλος
Καλλίν ικος Γεωργόπουλος
Δαμασ κηνός φωτόπουλος

ο
ο a.
3
b >
Ανανία ς σκλαβάκης

λεόντιοις Καμαρινός

«3
Γαβριή λ φλόκας

ut ILI
5
H
> S
a.
'S. ο
>
b Ρ
ο
> > >
ο
> 3 «3
χ
>
ο > 3 -. σ τ - cN co ^r io co I s -
α. Ο CD >
χ 3 < o. ο
χ > < 2
•ut
3 1
Ο •ο
α
εις Μεγαλ

c- 5
πολιν

t-
D JO £ tal

ci >
ο 3
Χ
ΙΟ
L/< 3
3
ο
to
CO >
Ο
α
CT
Ια
α ο 1- ο α. Π
ë I b S ο CO
Ο
-â ö 3-> S ο
> CD Ρ CN
: *
ö ο 1ο CT
1-
Q.
er
ta» s
b >
D > 3
> ο.
Ο >2
ε
< a
i CT

ο
>
*-

< ο
il ο S
236

<•/»
> ο
Η
£ο
C 3 ¥ 5.
•CT 3 w »c

ο
χ

t ο
ΙΟ
Ο • Il
ϊ< >
UJ b
LU >ε •*

CO
co co CM Ο 00 τ -
CN Ο ) CO CO CN co
Ο Ä co r^· οο co oo co

ε u» w»
(-Ρ u>
w ο ο ο
•ηο. χ χ οχ >
α α α
œ > > > ο ·σ ο ο
α ο ο ο
m 3- 3.
Ο Ο
3.
Ο
ο "ο α ο
α. α. ο.
> S ο
ο ,9- > >
ο
CO
co
co
β 3
Ο
"2 co σ>
t-B
τ- ο SB CO
co 's* ^r CO 0 0 Γ » CD ο.
5
Χ •σ <3
ο
3
Ο
σ σ >
ο
-< -<
«^ •σ ο
5. ca. :3 ΰ · 3 & CN
'S δ aΟ o^ ο a >t
ί­
σ
KJ·
α >—
3 >··3
*ο -<
σ t=
2 1 §ΐ!
i» 1=
C ο
v/» •σ
u> LP w W
«C" > ο1 ο Ο ο ο
t ο η. ο Ο ο
-< ·<
3 -< ·<
3 ·<
3 3 3 ο
ω 9-
ο
à«: > Ο Ο <~f Ο Ο W» - Χ
< > α
b 3
Ο t t 5" t= t c · ο
U)
«3
LU
t o o * -ο ο α.
« ' S §• •σ > .> -σ
>Jο
ω Ο
·< -ο ο
3-g
•α
θ­
•σ
3
3. 3. α
c· 5 ^ < ο a 3 Β g. •3 Ο > (=
> ο Ο Ο 2
ο α. b
3 3. *" ϋ ö 9t=
2 ο
3.
Ì 2 CO
IO 00
•3
ο b
Q. Ο
ET >
1-
b
α
>
Ρ
•3 °-·3
>.·σ *
£r > ο
ο. σ α.
ι _ != c L C
mι χ >
° 2
ο.
ο

II
>
σ
ω δ.
•"""
3
α.
3

1=
U)
ο > > CT
ε> >3 3Η
Œ>
3
χ
α "^ CN CO •sr m co r-
Q.
>- Î?
3 ΙΑ/« ο σ
> ><3 α
•tel
β
> 3 . —
c-cn
3.
3
<ε > 1
ι - «~
> ε-
Ο ω ι-
α. •3 3
3
er Ο Ο σ 3.
Ο ο " Ö
Ε > 3.
σ
KD Ο ο ΙΟ -<
σ ο ο •er σ
> Η ι -1 > >
α > u ο.
ο 3 ω u) Ο
° 3
χ vy» 3 •er x\3
σί Ο 3
5 >-
Ν. > Ο 'S. 1= •α
CO ο 'CT
α ο er ο ΙΟ
cr
Ι­ 3. U b >
Ο Ο β ο Ο
«Ο > > ο -<
D 1= ο
Ρ W
ο ω
3 co.
S. ε Ν
er
>
b > 3
D > 3 α.
> CO
3 3 . er
ο <o
to CD 5
< 5. ο
ΙΑ

< σ >ο
ε
237

> •- ο Ν CM ( Ο Ν T - T -
er 3 σ> O CO τ - CM CM
s
V- •-
>c- 3 2 wer
^ 5. IÏ—- co oo oo oo oo
τ— ν- τ— τ— τ ­
X Ο ο ο σ o a a
ο ΙΟ
Ρ •il Κ- t- t-
•Ο -Ο Ό -Ο Ό -O
ι— ι— ι- ι— ι— ι -
Ο a ο ο a o
t- t- I—

m UJ

ο
ζ
Si Si Si * Si *

o
ν/» >
«ο y o o u»
3. 3. ^ oQ. -< -< -o
CD 3 3 O.
σ •ω Ο O 3
m »r -3 3.caca CD
Ο o C- 3 . 3 . CO
00
2- ^ θ- ·= -g
α Ρ cr ω Ö Ö 3
Ο
'si • * ·<!• r— ο o
• < ΙΛ t •^r τ io CL
D
3
Ο
a σ >
caca 3«^ a
o o
Ή. ö ö B
•a -a -s o >2 ρ^ CM
ι-
Ο
2 2
b ö
D a Ȕff*
> . Ο- ι - Ρ <^
CT

33 5
3
O p" 3-
a Ρ
ο
> cr cr Ο
D
ο K_T ls_r Ό
l— Ι ­ -< ο o
3. Ό -a Ο •< -< Ρ
3
> a . a. Si ο
Ρ Ρ > cr
> I—
3 > > > •σ -ο 3
ο -ο •Ο CD •σ Q. ö •σ
1= a.
a o.
3. 3. ο.
Ο Ο 3. σ
Ili Ο. Ο. Ο
ai. ο" Ρ Ρ S ο. Ρ
5 U) α) Ο .
ω S3
Si ^ y» y* s o ^2 Ο
Ο Ο Ο ο -ο ο ao ω •3 Ö
ι- & t > οg
JÎ il
Q. > Ο ω
ο •Ο ^ ί o c a ΙΟ
* σ
'
Ρ
& cavo ο. 3.
> £τ <α ο . •§ •ω
> 2- Ο
> >
-ω 3
Si
Ρ Ρ
ο
I s
=
3 Μ o. cr w δ
§ o
Ny ο α
ω
α. o
Ο­
κ­
ά
>Ι1 οα^ Β >
3 *" χ τ- CM CO Μ" I O CD
CM ΙΟ
> ο «S > Ο.

3
Ι­
Ο« -, - ι ϋί 5 \j*\KT 3
Ο ο
>- S o g
Ο
2 °ο3 ^ìr
< e S
a **
> o3 a
-< jO ^
•σ
ί­ 6I1 •ο o a 5 «
Q- 3 3 ?
-ω 2 o
Ρ S .g
α α
O X > Ö Ο ο ΐ
D
Χ 3
co
co
5 u«
ο ^
co Η 9:
Ο Ο ^
Ο& Ι cr * -n
*
w
S ο o S-
σ si ω σ
α >
er© 5
e
b
σ , > >3
> 00 Q 3a
ο 8
κ e
3 CD b

< ° o
S
238

>
ο
pi u)
Q.
•e
° s >3> b _4- ^ · ^ ΙΛ τ * « Ì f\l ^ Μ 1vo
Λ ,— Γ** MJ *• *
χ.S •*r τι- -»a- m rr ro CM CN
ο
χ >
É "S α ο
> E
ai b ο
LU
U> Ι Λ ^ Λ V-Λ U * Ι Λ
ν/» Ι Ο Ι Λ Ι Λ Ο Ο Ο Ο Ο Ο
ο ο Ο ο Χ Χ Χ Χ Χ Χ
3. LO
3Ο Ο> Ο> Ο> Ο> Ο> Ο> ^ LP
α
m
ΙΟ
Ο $tf £ *
Ο Ο >< Ο

0 3 - 3 _ 0 0 0 0 0 0 > £ 2 > S
>• Ο Ο 0 . 0 - 0 . 0 . 0 - 0 . 0 0 0 Ο Ο
Χ ΐ ^ Ι ^ ω ω ω ω ω ω 3. Ο Ο Ι Ο

α
Μ η ι η ο η ι ο ω ι η ο ο ο ο ο Β Ο ΐ η
·< i n m i n N W T f n n c o s c M C M t o c N
χ

LO b 3
α σ •a ο
> α σ y o >• -< > - Ο L P *
.< .Ρ 3 . >- Ρ σ ο α σ ο >
'CT σ
α α -ω Ί < Ο - , -Ο = > > Ρ CL U)
b ι— ο ο
b
ω •σ ο ς co. D ^ Ο9 - 0 •α .< ö
-<
ö
Ο- i _ κ_τ
2Ο Μ ο­
ο Ό
ο S 3 2 ι_ α σ ^
3
LP
Ο
Ι
-< ο ο
u» 3
LO ο
S3 LP Ο
1=
CD Ρ

H
Ρ Lo CO (Λ)
Ρ ο
Ο > Ο er
LO -Ο
>
00
ο
b
•3
Ρ
^ ο
-etc
ο η.
Ο
σ
Ο­
s—
3 •σ 3
Ρ 3 α §. ο > Ο Ο α.
Ρ
LU -<
•S
D
h-
Lo
S-δ Er'S
ζ ° > Ο. σ
w
Ö ^O
LP Q.
gÖ fS >< 2 ο > U.P Ο ω
LP
σ
Lo
σ
3
Ρ
b
Ο li *)
3S
3- b ο «HF LP Ο Ο ο
> Ο
> LP > ο
3 2 ω Lo — CO ^ α ο.
3 > 6 2 1 £«· Ρ O.
Ο. Ο
ο
α. Ο t ^ 1 5 ^ "5 2-
ii£ Ο
3

β-S. α >- σ σ b > co. CN


Ρ °- 5. 2 Ρ
•< e r Ρ C LO
σ ο­ σ α α
.SI
ι ι
3 ο CÛ |= ί ­

Η
3 Χ Ο CD U < u i n N l Q - Ο CO I — <

3 3 > 5. σ
ο LO 3 -
- 3 * $
ο.
e- ig£ w gisti
- "8. •
ο. ΙΟ S £ tö - ^ ·3 g ω
^ -3- Ο —
σ >
χ
3 3 Ο
(Ο 3 Ο -<
ο> LO
·- ο 3
Ρ» ο
> •81 3 £ Ο
02. LO
ο ο ο ^ >-"8 α. Ο
•< ο - < LO
> = w LO 3 ο

ο
ί­
α
a5 2 ο
Ρ α.
Ο Ο ^
CO
Ρ ο σ CO
ο.
ω s y:
•3 Ο
>
LO
Ο >• vr
ο > er ο ο S-δ
> ω
=L •^ > Ο
Lo
ο co
<ο
«ο
! ? & •3 Ç α
Ο ο. ο -α
S 3

s ΙΩ
« 3 CD
< 5. S
β >- CQ.-3 >
œ L_ο Χο. >-
CT
-
1 s
Q . CO
α
o S § >
< ο
ω

>
σ
239

εις το
ήριον
ι των
της
<ο

fllì
f g ><>
°0c0COI^i-cgt-CMO4CMC0
τ
"<οοοΝ«)<χ)(οωα)οοοο
h-
CNJ
00
ν—

υ ΟΟ Ο
ιϋ S s
Ξ

Ο
3.
OD S 3 =
θ 3. Ο Ο
Ol ο ca co.
Ο 3. 3. Ξ ο
>-·3 ·3 D
c-
a J< °-
χ (Ν
-3-co-<a-r-cocoin<oinco'<a- 00
<
Χ O bi
O

^ο-. J - "3
b "5. σ
ο h« 5 > a s Μ 1
^-o a t
ο α.
c ä.Q.ö > o - S$. 3 9 ο 5 " „ •ο
L _ < C 0 C Û Z Z © l _ < C Û O a. Ζ»-

> > ο ο -er • ο


ο ^ • ω ^ fc t Ι_Λ2
y*
a. ο 3.·σ σ > a t <-"
3 ιο ο - < 3. σ S i ° o
t
> X
ο »3 3 a
ο >
•o
b ILI
'α. 3.
O
Ul
5 ο Q.U) 3-1— > . 3 . α > < 9 ω >-
CT a.
ο - ω — a 7 η α 3 < a S °- ca.
α ϋ ~ ^ ^ ^ < O C D < 3 ±ί ~ <3C . jj
3. o. — U»
> ο ο π OO O
> σ ^ · σ 8 > ο ^ - 2 β- S " S " > S -< χ
g 3 σ
•a o > w
3
Q.
C
1-
Ρ ο · = » ω > - ο θ α > * 3 3 α ο
£ y Z < j 2 C < > - J 0 Q D L *
II
§3
3

CQ.-0 <3
3. 3. χ
<_Λ >3 o o
o
Q.
b >> o w o- >
> - " 3
D > 3 '3
> 3 Χ Η
CN
3. u
l^> 3 .
O T-cMco-^-mcoi^oocj>5^I •3 Ο ^

î «
O -5 O
S
>
3 <£| Ο s«/; C

>
3.

3 *-" 3 « ag­
O
io g
Q.
C- j2 Ό s ο Β
*- Ο.
Ι­
α. Ο
IO
D O
Χ
> 3 ι O.
3 3 â s-
Ο

= £ - βIs
α
co 3
O
TT
ο Ο Ο ο «=
ι- Q.
>-
ο & § £ CO.
ω
ο - >
Ο Ο
ο 3 pfco e
ί­ w *«· ο . α . CO CD
Q.
CT
I-
α
* s 3
1

*- co
t-OO

b >
α
>
ο > >
3Jο.
3 · F* CM
ο o b
< α5
< ο Ο
S
240

>5 ° ·" i ° S "S


\J>
Ι" Ρ ut- Ä
*_, _

ο » '3 δ
<C I C O
O r
oo oo oo
N
M
h- σ» CM co
τ - CSI co co
oo oo oo oo -I i 1-0
•Ο
fc^X? 3 ζ rz >
fi 6 B O Ö

li
Ο V» (J»
ÛJ g s 3.
•Ο
•η.
ο
E > <
u»°
Ο
I> IV»
ο
>
ο
«Ο ο
ν/» i_o u»
ο Ο
ο
> ο
ν» Is α.
α
a
m
a.
CO >
ω
α.
•3
Ο 3.
-<
3 -<
ο ο
3
co.cn.
3.
Ι* _

Ο u
Ο- CL

u
ιο
α
<
ω

ja
Χ
>"·3
Ο D
Ο
li· càia
er σ
*2 Ο Ο
IO - t
ΙΟ
CO
ο I O LO
03 co co -*r
ο ο CZ 5 S-"S
·< Ο Ι— >
χ •
ο
> α α α
ο οα. οο. ci
3. «ìf ο ο α ο _
Ö *cL

D ο
ΙΟ
σ •α -ρ; -α
ω
e co. ο ς 3
α £J ο>
> .Ç
ο
·< σ * σ m α -< ^
ι υ»
> 3
m ο ^ Ο υ» ο .<·
»e- a. ο t ο ·< $•
3 * => π
ο > S 3 "Ο >• 2 3 χ
>3
ο
^-
?? »-
2 3 ° t ο |τ
^"2 -<
ο °-< J-.
S
Ο
tu ο »=. α *~ α. ρ t
5 * §
W 5 °fc υ>£0 a f:
er α π ο ο ο jy 36 Ο
> a.
ο
3 > 2-δ^ -ο g ο -g
"ο. Ρ
Γ ο ω ± ο ο . α . 5 —
ι- cz ι_ ζ: ^ χ χ < ζ
ϋ > >
α
>
ο >
3
3*3
. ο τ- CM CO TT io co e -
>
3
>
η. >
3 3
ο y 3 « 3.

α
ο.
er

Ο
IM
jo S s σ
D
ΙΟ
U)

ο IÖ <
>
3 3
*- 3 O
co «• g £ _
ο Ο­
> Ö Ο H Ι­
ο Ο
< ο & g σ
* Ο
Ο
*
Ρ wt ο s
Ö.
C
•- >
ο > 3
ο > 3 α
>
ο 3 *". c·
_
S »3 eo Ο τ

< a 5
<
ο sδ
241

W LA '
Ο Ο LA ν* ' V
>
w «<
3 ο ο ο
3. Ö Ο >
ω -<
3 .<3
-3 Μ 3. Ο Ο
Ο ca. οΟ a3 . co.
*a.
3 3.
χ> Μ >• Ο
Χ W W
ο

LA
> °Η 5Ο
3 LA Q . • ^

>C" 3
S *£Γ <^ ?Cτ τ3 ι Ì^ -O ι > -Γ^.<ο·Ί-σ>'*-
O O C N T - T - C N

ο
ρ
χ ΙΟΟ
Ό •il
χ
""h-cococococococo

UJ b >a
IÏJ ο
S
l^A ΐ^Α *^/* t^A LA LA ^
LA Ο Ο Ο Ο Ο 2 Ο
χ χ χ χ χ
•ο
3. σ α α σ σ •«
CD >
ο
>
-ο
>
-ο
>

>

Χ
5«.
σ 3. 3. 3. 3. 3. if ^ -3
m Ο Ο Ο Ο Ο i ω io
W ο
Q. Q . Q . Q . Q . η
_ω j j _ω _ω _ω g Ο ω
Ο
5
*2 C O C O O O C M C O T - C M O O
i o i o c o T t T r > - c o c o c o
5
χ

LA
ν
ο ài •ο -α
*5 ο. α A A A A Ä R ο. LA
σ α R A A
2 § Λ Λ Λ Λ ^ θ Λ Λ g
Ο
LA
> LA Ο
Ο.
ο Ο -< LA
V/* 3 . -< 3 LA Ο
Χ
-er 3 2 ο e- LA σ
>
Ρ >3
Ο
Ρ

Ο
>
>
ο
KJ* LA θ- Ο >
υ «< •ο ^ a
Ο
Μ Ρ
ο w α.
ιοίΐΐα
LA-α ± : C-
ο > . α. α. LA U . -)
ο
b αϊ ο ·>Γ χ ^ * a => - c S CQ. S χ >
t 2 n a > - J < o t - Q . 3 cr
5 ω >
IC =LA2 L Ν £g J ^ S ' g
A - Ο , „ - * - , „ CL £
Ι Α >3
Ο Η
c
Ο
LA 3 .
3
Ο
L/>
α > ο 2
ω LA a.
CT
3. g o^ ^ ^ £ > £ 3. U)

> > Ο " > o Sias a > ^


Q-
ο
χ
ti
d Ρ ω Sa ο
3 5
> erα .ο2 .Q.
ωωc t·oσa Β-*
tr I * J < W < L _ < 3 L _ I _ W
»- > >
b
ο > y·3 >3
> 3 χ
ο ω σ
u/t
t-Nco\rw(osooo) 3
s β
> Ο
< α. ο ο.
> < S σ
3
3 Ο
ο.
> LA 3 5 CQ.
3. Ο Ο ^ ο a ω
3 Ρ Ρ W 0
Ο
Ε ­ Ο Ό
O O-CQ
Κ 1- * ΙΑ ω CN <ο
α Ο.
Ο
M

ο IO
Π CQ g -a *- co
C-CO
> 3
3
JO
CM
3
1- I
CO
"C Ο 5.
ν/» ΕΓ 3
ο α ο b •- >-
CL
3 . 1-
>•
w •a
ο ο
> CD ο
> >
3 Ρ ο <
ο Ρ w
α. α S δ
er ict <
>- οQ .
b >
D > 3
> > 3 'S.
Ο
3 Ι-;
3.
CT
„_
•3 CD b
< Ξ. ο
< α > ο
S
242

vy» 2 ι - Ο
=" ί Si 5.
_ _ W >CT I O Μ- Γ>- CO CM CM f- h- CO m

fill
f g X >
co
oo
• ^
τ - CM CM
CO CO 0 0
T~ ^ " ^ ~
CM
co
Τ™
CM
co
τ—
CM
co
τ—
CM
oo
^™
CO
co
τ""
co
co
τ~
3
u3 ö α ο Ο
ÛJ S S ο. >
S D a
3
<
Ο
Q. ο
>
-ο οα ο
ο ο ο w 3.
3. Ο
ω
CS >
h) -<
3 -<
3 Q. 0 D
IO
Ο 3. Ο ο •ω co ω
m •3
Ο caca. 3 CD *
3. 3. C" CO Ο
>· Ο ·3 9- •co •<
Χ
b b ω Ο.
5 •σ
in ο IO ο S O W O U 1 IO
S B O O N co •«ΐ- · Μ · i o co •<r
<2
Χ
-«J-
>
υ» 111
ο
> 1
ο
3. «υ Β 9 Ι
Ό α
ΙΟ Ο α.
ο life S erffΙ
>
ο
ω

<
w
D
C
lilt
χ Ο *: ^
£ σ ο. ο- δ" u
Χ 2 Μ Ο 3.-<
•8
1_
1
> 3 w ,. w
Ο Ο ο ^ ο
3.
3 ο W 3 "< 3
1= > KJ>
Ε οSο
ο
sc
•3 α Ι_Λ e. er
3
D
tu 3
σ "g 3 -^ a •α
ο 3 Ivi t ο.
5 α. Ο 3 ^ σ
•3 iti Ο "= Θ-
vy»
e -
α iti

3 χ u, j-f-c ι_ρ
a. ο
ΐ ° ο ο -e- Ο
> ο Q.-0 ο 8- ξ 3 3- σ >
.3 > •ο ί α •ω
CD
>: b θ­
α. Ρ
α. ο.
»3 α! 3 3 D
tr iti ι _ Ν w .< J2 iti ι _ ι _ Ζ C
b >>
D
> > 3*3
Ο 3 *- Χ
S
>
3
«Ι
<£|
*-- CM co τ m to s co οι Ο

>
a.
•w
3
«y
if
ο Ü 3 =. σ
ci Ι
ο.
Ι­
?Μ w
•3
3.
σ
>S >-
Ο «ο
I— E < •ο ^
α.
ο
χ
KD
> 3
âω §l
τ-
3
1- 3 Ο ο -
3 ^ Ο
Ο V» 3
α. Ο Ο Ο
5 Ο
«SÌ
Ο Ο l··
Ö
giti -<
5
CT Ο.
α. ω
> 1=

•ο IΟ

Ι­
ag g
α.
ω
3.
u) ι_/» Ο , ο —
3 . Ο ca. 5 «-f*
3 >:·σ
α
5.
Ο pio Ν •g I G
>: b
w
S O iti ö 3
> Ν
α > 3
> > 3 ο.
ο 3 *~· ="
•Τ
«3 β 5
< S. 5
<
s
243

επιστάτης προβάτων
χ

βοηθός οικονόμου

φύλαξ των ζώων

φύλαξ των ζώων


to

σκευοφύλακας
>
5

Σύμβουλος
Σύμβουλος
Οικονόμος
ηγούμενος

καλλάρης
>

ομοίως

ομοίως
ποιμήν
ο 0
>
Ö e t-
ΜΙ w»
ν/» ω
b
s«»
Θ
w
φ
<
b > CM
τ—
W > co
ο
υ » ο θ) · * ι - 3 c O T f < û 3 1 s - 3 3
S ocncMCMco»=rocococ{ico*=»=
> fr h- co co co 0 co co co ο co 0 0
ö er ^ T - T - T - T - 3 . Τ - Ί - 1 - 3 . T -3 . 3 .
MJ 1- Ο Ο O O O
Hü 1—
*C" b v^
X ω CO

Ο
X
Ό
ν» >
»Γ Ο
> 3.
Ο Ο vy<
Ξ 0-0^^(ι_/<ν_^(>_/1ν«Λν>>
ν* — i f 0 >o 0 »0 0 >o i ^ ^ i £ ^ i £
•Ό 3 .
Φ
se- 3 χ χ χ χ χ χ Ε Ε Γ Ε Ε Γ Ε Γ
α ö Ξ 'θ > > > > > > 3 \3 >3 \3 *3
CQ G Ο 5 O O O O O ^ t o v o i o ^ Q
Ο ö Q. S S ^ ,«> S S
Βa
Ο. CT
ω
>
ν»
5 *
S c o N N ^ - n o m n o o o o m
«<
X
ë α ο σ ο »3 Ö ο «ο ο ο ν, σ ο
3
b α ο
ο 1- <=2- α. <3- 5. α. * α. α. α. α. %5 -< ο. ο
α O È
τζ < Μ < Ι ^ Ι Λ 1 < Μ Μ Ι Λ Ι Ι Λ 1 Ι — 2 W
α
Δαμασκηνός Παπα Παναγιώτη

. *
Δομέτιος Δροσόπουλος

co ^
Ανανίας Χρυσοβέργης

Παγκράτιος Γεωργίου

>
Γεώργιος Μωραίτης
Ιερεμίας Σκρηπαίτης

CO
Δαμιανός αυγερίκος

ο
Ιωάννης Σκόπουλος

τ
" >
Δήμος Μελισινειός
Άνθιμος Γεωργίου

Αβέρκιος Ιωάννου

Γεώργιος Τσάμης

ο 3 Ο <-Λ
3.
Αδάμ Κούκης

Ο 3 . «Ο
> -< U* £- -
ο «3
ΙΟ
o i - ö ο ^ ι
hl τ - ν-Λ 3 . ς α 3 . C-
5 j-C-ö 3 - F CD
* *
σ ö Ρ § δ
δ. ο Ë 1
ο. .=,
> W >.
α > er
> LU Ο
ο
Αριθμός

CO
Αύξων

CO
CM
-α­ -<-CMrO'<i-irî<or--coo°Tl£ÎT2
<
244

•A.K., Μοναστηριακά, Φ. 38, φ. 004

17201
Κατάλογος του προσωπικού, ήτοι των Μοναζόντων, και υπηρετών, της εν Θήβαις
Ιεράς Μονής των Γενεθλ ίων, της Θεοτόκου επιλεγουμένης Πελασγίας.
Αύξων όνομα και επώνυμον εποχή Παρατηρήσεις
αριθ­ των Μοναζόντων πατρίς ηλικία εισελεύσεως
μός
1 Άνθιμος Γεωργίου Μωρίκι 60 1799
2 Κωνσταντίνος Δημητρίου Βίλια 30 1830
3 Κωνσταντίνος Ιερομόναχ. Κούντουρα 60 1834
4 Γεράσημος Ιωάννου Κρεμττάτζη 50 1786
5 Δαμιανός του Λίτζου Κόκκινου 55 1832
6 Λαβρέντιος Μοναχός Κασκαβέλη 40 1835
7 Τιμόθεος Μοναχός Κασκαβέλη 25 1835

οι υπηρέται
1 Κωνσταντίνος Παύλου Μαλεσίνα εις τα φόρτια ζώα
2 Κωνσταντίνος Καραγιάνη Κοκκίνου - - εις τα φόρτια ζώα
3 Μιχαήλ αικαταιρήνας Μαλεσίνα - - εις τα αιγίδια
4 Ιωάννης Ζαγαριώτης Κοκκίνου - - εις τα αιγίδια
5 Αθανάσιος Μπακατάσης Μαλεσίνα - - εις τα πρόβατα
6 Γεώργιος Πανταζής Μαλεσίνα - - εις τα πρόβατα
7 Αναστάσιος Μαλκάζας Μαλεσίνα ~ " εις τα αγελάδια

Πελασγία τη 20 Αυγούστου 1837


ο ηγούμενος
άνθιμος οι Σύμβουλοι
παπα Κωνσταντίνως
γεράσιμος
245

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 42, φ. 031

Κατάλωγως προσοπικού της Μωνής μακαριωτίσις του έτοικ ; 1837.


Αύξων ώνωμα εποχή Παρατιρίσις
αριθ­ και ττατρίς ηλικήα κατατάξεος
μός εττόνημον
1 παήσιος δημητρίου δωβρένης 45 1800 ττρωηγούμενος- σύμβουλος
2 κλίμης δημητρίου πελοπονή- 60 1780 ττρωηγούμενος- σύμβουλος
CHOÇ
3 αυξέντιως δημητρίου Θήβες 55 1787 ττρωηγούμενος
4 Ιωάσαφ στάμου δωβρένης 32 1813 ηγούμενος
5 ναικτάριος ττατταηωάνου κηργιάννη 30 1820 εφημέριως
6 γεράσιμος κωσταντίνου δομπρένις 30 1814 επί τον ελεόνων
7 κωστάντιως παναγιώτου .... 30 1820 επιστασία αμπελουργίας
δ άνθιμος κονσταντίνου Θήβες 35 1814 επί τον ήπων
9 βενηαμήν γεωργίου δωβρένης 50 1812 ηπερέτις
10 βενηαμήν ηωάνου δωβρένης 32 1825 επί τον πιμένον
11 δανηήλ δημητρίου ξερονομής 28 1826 ηπερέτις
12 καλίνικος μελετίου χόστια 27 1828 ηπερέτις
13 γιώργιως αθανασίου βούργαρις 30 1836 δόκημος
14 μηχαήλ ευσταθίου νεοχόρι 45 1836 δόκημος
15 κωσταντής αντρίνου χώστια 18 1836 δόκημος
16 γεώργιως παναγιώτου 18 1836 δόκημος

τη 1 αυγούστου 1837

ο ηγούμενος
ιωάσαφ ηερωμόναχως

η σύμβουλι
παησιος
κλίμις ιερομόναχος
246

w
ο
χ
σ
> 1-Λ
ο
•ο > co
η.
ο
α
ö
α. ο
>- s
ω >-
>< D
Ο.
CM

=3
Ο α
00 3.
CN α
CNJ
Ο ί­
χ α
D
> >
α
ο Ο
Q.
•Ο
>
ο
e

C" •ο ο
b iy> ο Ο
> ΙΟ L" "ο.
•-
ο ο ο ο
χ
CM σ er
ι— 3.
> •σ
Q. α ι Η-0 CT
ο

ο> >
ο
Ι
α.<
C "g. «Ο ο ο Ë LV»
α. ο. *2 >
Ο CT
ο >
θ- 2 Ο.
-Ο k/>
< tr ο I 0
ί- Ο D
t—
Ο­ 3 D
Χ ο cr
> χ χ co Œ
Ο
> 2 •σ
•COO
fc ^- ^· ο > - ^
ö
D ο Ο Ο CM
•η t CD CM CD «D
* α. ο. ιο 21_Λ 2 Ö
U» - < ο i^ >
°-ο 5οπ
Ο -Ç-
• CL Ο
Ο.
Ο u>
>- σ
Ο _ ^ _
•α Ο Ö ο

•Ο •α t- Χ ^jj -<
£ : <χD <~^ θ- d.to
ο •D a 9z ο ο α ο.-ο
;άρης, Π
<ροί υπΓ

5?·° > α. ο. ο 1=
ζ: u) ω
£ ° 3
Ο Q.
3. ω
Ο —
Q. 1-Λ σ =L
ω Ο
!=Γ >
Ο 1Λ)
CD
U. LU
> >- Eg
<
&2
247

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 277c, χ.αρ.


α'
Καταγραφή του προσωπικού της κατά την Αιγιαλείαν Μονής των Ταξιαρχών

Αύξων Όνομα και επώνυμον επάγγελμα υπηρεσίαν


Αριθμός

1 μελέτιος ροβίλος ιερομόναχος ηγούμενος


2 προκόπιος ζαβάκος ιερομόναχος προηγ. τυπικάρης
3 Θεωνάς στρατής ιερομόναχος προηγούμενος
4 παφνούτιος ρούβαλης ιερομόναχος προηγ. Σύμβουλος
5 Άνθιμος μπέκρις ιερομόναχος προηγούμενος
6 Γερβάσιος μπαχάς ιερομόναχος προηγούμενος
7 Χριστόφορος σχηνάς ιερομόναχος βηματάρης
8 Διονύσιος μηχαλόπλος ιερομόναχος
9 Κυπριανός σταυρόπλος ιερομόναχος Σκευοφύλαξ
10 Προκόπιος χριστόπλος ιερομόναχος
11 Δοσίθεος ιερομόναχος βιβλιωδέτης
12 Βενέδικτος κιτζήλης ιερομόναχος Σύμβουλος
13 Ναθαναήλ ραχιώτης ιερομόναχος επιστάτης Δημητρόπ
14 Αρσένιος γούναρις ιερομόναχος εφημέριος
15 ευλόγιος τζελίκας ιερομόναχος πνευματικός
16 Κωνστάντιος γούναρις ιερομόναχος εφημέριος αγίου Ιωάννη
17 Παρθένιος θανασούλιας ιερομόναχος επιστάτης άκολης
18 Πανάρετος καρναβάς ιερομόναχος
19 Βαρθολομαίος Πετρούλιας ιερομόναχος
20 Ανανίας Κάβουρας ιερομόναχος Γραμματεύς
21 δανιήλ Πετρούλιας ιερομόναχος μαθητής γεναδίου Διδα
22 ραφαήλ ιερομόναχος εφημέριος εις χελιδώνι
23 Δοσίθεος ασιμακίδης ιερομόναχος υπότροφος
24 Δανιήλ γουμπούρας ιερομόναχος εφημέριος
25 κάλλιστος παπά μηχαήλ ιερομόναχος επιστ. μελισσιών και πύργου μετο
26 μητροφάνης οικονομήδης ιερομόναχος υπότροφος
27 Γαβριήλ χρυσάνθου ιερομόναχος ψάλτης
28 Ανανίας ρογοζιανίτης ιερομόναχος εφημέριος
29 Γερμανός γιαννόπλος ιερομόναχος εφημέριος
30 Συμεών αβραμόπλος ιερομόναχος εφημέριος
31 Νικηφόρος τριαντάφυλλου ιερομόναχος εφημέ: εις δεγδήτζαν
32 Δαυίδ τζεψές ιερομόναχος μουσικός
33 αβρόσιος γεωργίου ιεροδιάκον καντιλάπτης
34 στέφανος αργυριάδης ιεροδιάκον μουσικός
35 Πατάπιος ιεροδιάκον
36 πολύκαρπος βερδινιώτης μοναχός
37 Τιμόθεος Καλυμάρχης μοναχός μελισσουργός
38 καλλίνικος τζαλκάνης μοναχός αόμματος
39 ακάκιος τζελίκας μοναχός οικονόμος
40 Αζαρίας κόρακας μοναχός επιστ: αγελαδίων και ίππων
41 μακάριος λάψας μοναχός επιστάτης μανολάδας
42 Αγαθαγγελος γεγές μοναχός οινοδόχος
43 Συλβέστρος τζιπουργιάς μοναχός επιστ. εις δεγδήτζα μετοχίου
44 Ιωνάς κουκουρής μοναχός αρχηποιμήν
45 Αγάπιος γούναρις μοναχός φύλαξ ελαιών
46 Γεράσιμος λάρδης μοναχός επιστάτης Ακολης
248

β'
Αύξων Όνομα και εττώνυμον επάγγελμα υπηρεσιαν
Αριθμός

47 Γρηγόριος Πανταζόπλος μοναχός μουσικός


48 λεόντιος μοναχός σχοινάς
49 θεοδώσιος μοναχός κλειδούχος
50 παχώμιος μοναχός βιρσοδέτης
51 Δαυίδ μοναχός αλμάνης
52 Νίκανδρος δημητρίου μοναχός θυρόρος
53 Θεόφιλος Ιωάννου μοναχός διαβαστής
54 ΣάΒβας κόρακας μοναχός
55 διονύσιος δημητρίου μοναχός διαβαστής
56 Χρύσανθος λαμπρό μοναχός επιστ. ελαίων αγίου Νικολάου
57 Ευγένιος μοναχός επιστάτης Αιγίου
58 αβράμηος νταλακούρας μοναχός ξενοδόχος
59 Ιωσήφ μοναχός διαβαστής
60 Σεραφίμ μοναχός ποιμήν προβάτων
61 κοσμάς ροδόττλος μοναχός αρτοποιός
62 Ιωάσαφ μοναχός μάγειρας

Υ'
Αύξων Ονόματα των δοκίμων Παρατηρήσεις
Αριθμός
δόκιμοι ονομάζοντες η έχοντες
1 Ιωάννης κοσμά ηλικίαν είκοσι ετών και επέκηνα οι
2 Νικόλαος Ανανίου οποίοι επιθυμούν να μονάσωσιν
3 Παναγιώτη προηγούμενου Προκοπίου εις το μοναστήριον
4 Αναστάσιος προηγούμενου Θεωνά
5 αντώνιος προηγούμενου παφνουτίου
6 Δημήτριος αγαθαγγέλου
7 Ιωάννης Βενεδίκτου
8 αντώνιος Δανιήλ
9 αργυρής προηγούμενου Γερβασίου
10 χαράλαμπος ευλογίου
11 γεώργιος Διονυσίου
12 ευστάθιος προκοπίου
249

δ'
15 υπηρέτας των πατέρων
4 υπηρέτσς ας τα μουλάρια
1 υπηρέτας εις τα άλογα
7 υπηρέτας εις τα πρόβατα
1 υπηρέτας εις τα λακινιάρικα άλογα
2 εις τα γελάδια υπηρέτας
1 υπηρέτας εις τα μελίσσια
5 πτοχοί και ασθενείς

τη 21 φεβρουαρίου 1838
εν ταξιαρχών

Καθηγούμενος μελέτιος

οι σύμβουλοι προηγούμενος
παφνούτιος δια τον βενέδικτον ο
ίδιος Προ: Παφ.
250

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 39, φ. 011 χ. χρον.

4099
Κατάλογος των μενόντων εις το μοναοτήριον του Σαγματά
Μοναστηρίου εις την απεβίωσιν του Ιωάννου Ιερομόναχου
και των τιροστεθέντων επεί του
Αύξων όνομα και επώνυμον Βαθμός Παρατηρήσεις
Αριθμός
1 Αβέρκιος Αθανασίου ηγούμενος
2 Γρηγόριος παπαδημητρίου ιερομόναχος αυτοί ευρέθησαν
3 Αρσένιος Ιωάννου ιερομόναχος όταν ο ιερομόνα­
4 Σαμουήλ Ιωάννου Μοναχός χος Ιωάννης
5 Κυπριανός Αθανασίου Μοναχός Απεβίωσε
6 Ιωσήφ Ιωάννου Μοναχός
7 Ναθαναήλ Ρούσσης Μοναχός ήταν δόκιμος και
8 Λεόντιος Πέτρου Δόκιμος προ ολίγου εκου-
9 Τιμόθεος Ιωάννου Δόκιμος ράθη
251

.A.K., Μοναστηριακά, Φ. 39, φ. 013

Κατάλογος των Συναδέλφων της εν Θήβαις Ιεράς Μονής της Μεταμορφόσεως


του Σωτήρος επιλεγόμενης Σαγματά.
<\ύξων Μονάζοντες Πατρίς Ηλικία Εποχή της Παρατηρήσεις
λριθ. Όνομα και Επώνυμον Εισόδου των
Μο- Μοναχών εις
/αχών το Μοναστήριον
1 Αβέρκιος Αθανασίου δερβενοσά- 40 1809 ηγούμενος
λησι - Θήβαι
2 Σαμουήλ Ιωάννου Θήβαι 42 1799 ποιμήν των αιγιδοπροβάτων
3 Γρηγόριος παπά Δημητρίου εύβοια 26 1808 εφημέριος
4 Αρσένιος Ιω τζαούσι βήλια 37 1830 τυπικάρης
5 Κυπριανός Αθανασίου δεμπρένα 35 1832 επί των ίππων
6 Ιωνάς στάμου αδάμ ξερονομή 35 1834 οικονόμος των αμπελιών
7 λεόντιος μήτρο πιτός χάλια 55 1834 κελάρης
8 Γεράσιμος Ιω. κόρτζιαις 25 1834 δόκιμος
9 Κυπριανός Γεωργίου Ανά­ εύβοια 55 1837 τυπικάρης
σταση
10 αναγνώστης δήμου νερού- βήλια 22 1837 δόκιμος
τζου.

Οι υπηρέται της Μονής

Βοσκοποιμένες των αιγιδοπροβάτων της Μονής οκτώ 8


όπου βόσκουν τους ίππους δύο 2
βουκόλος ένας 1
εις τα φορτηγά ζώα όπου υπερετούν τας δουλδάς δύο 2
υπηρέτης της μέσης ένας 1
αναγνώστιδες της εκκλησίας δύο 2

οι ευπειθέστεροι πατέρες της Ιεράς Μονής Σαγματά

τη 19 Ιανουαρίου 1838 ο Ηγούμενος Αβέρκιος


οι Σύμβουλοι Γρηγόριος Ιερομόναχος
Αρσένιος ιερομόναχος
252

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 282, χ.αρ.


Κατάστασις του προσωπικού του εν τη Αγ ία μονή μοναζουσών

αύξων όνομα και επώνυμον Πατρίς ηλικία Βαθμός


αριθμός
1 Αθανασία αργυροπούλου Σιλίβενα 60 έχει εις την μονήν έτη 45
2 Ευπραξία Αναστασίου τζιβλός 40 » » » 36
3 εξακούστη Ιωάννου Σιλίβενα 30 » » » 20
4 χριστίνα σοφιανοττούλα διακοπτόν 55 » » » 48
5 Γερμανή παπαδεία » 100 » » » 80
6 ευδοξία σοφιανοπούλα » 37 » » » 35
7 Ελένη κουφουλοπούλα ποταμιά 10 » » » 3
8 Ανθίμη Ηλία τζιβλός 50 » » » 46
9 Γεωργούλα Νικολάου ποταμιά 28 » » » 23
10 Ευφρονία Α. Νικολόπλου βάλτζια 30 » » » 27
11 Αγγελική Σωτήρι · αγρίδη 5 » » » 2
12 Μαγδαληνή Κωνσταντίνου Σουδενά 60 » » » 54
13 Ευφροσύνη Θεοδώρου Σωποτόν 50 » » » 40
14 Τρισεύγενη Γεωργίου Βαλμή 35 » » » 13
15 Θεοδώρα Γεωργίου Άγιος Νικόλαος 9 » » » 2
16 Μελανθία Αλεξίου διακοπτόν 60 » » » 54
17 Ζακινθία Κωνσταντίνου » 40 » » » 34
18 Γεωργίτσα τταττα Ευσταθίου ποταμιά 8 » » » 1
19 Δομετιανή Ευσταθίου διακοπτόν 60 » » » 53
20 Θεοτίμη Βασιλείου Βαλμή 30 » » » 23
21 Αγγελική Γεωργίου Σόλος 8 » » » 1
22 Παϊσία Γεωργαντά διακοπτόν 40 » » » 37
23 Ευφροσύνη Νικολάου μοστίτσι 30 » » » 27
24 Χαριτίνη Ιωάννου διακοπτόν 65 » » » 58
25 Βενεδίκτη Χαραλάμπη Κέρτεζη 45 » » » 42
26 Μελεία ραχοπούλα ράχος 9 » » » 3
27 Γερβασία Κανέλλου διακοπτόν 60 » » » 54
28 Χριστοφόρα Αθανασίου Βιλβήνα 45 » » » 42
29 Ελένη Κωνσταντίνου Βαλμή 30 » » » 25
30 Παρασκευή Αργύρη Βαλμή 6 » » » 3
31 Ευφρονία Γεωργίου Σόλος 70 » » » 40
32 Ελισάβετ Ευσταθίου περιστέρα 50 » » » 35
33 Καστανή Αγγελή Σόλος 50 » » » 16
34 Διονυσία Γεωργίου αρφαρά 60 » » » 53
35 Γερβασία Θεοδώρου Σωποτόν 40 » » » 33
36 Καταφυγή Δημητρίου ποταμιά 35 » » » 28
37 Παναγούλα Παναγιώτου διακοπτόν 33 » » » 26
38 Ανθίμη ακρατοπούλα » 35 » » » 16
39 Παϊσία χριστοδούλου ποταμιά 30 » » » 15
40 Χριστίνα Ευσταθίου Ζαρούχλα 40 » » » 37
41 Μαρία λαγωβουνοπούλα λαγωβίτι 7 » » » 1
τη 17 Ιουνίου 1840 εν τη μονή ο Επίσκοπος
( Τ: Σ )+ Κυναίθης Βαρθολομαίος
Διά το ακριβές της αντιγραφής εν Αθήναις την 23 Αυγούστου 1840
ο Β. Γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου
253

3 IO

οιλάδα
σε και
CD

στάθη
Ο
ω Η- CO
b ω CD
b σ CM
et CL
Ε­ er

>
Π­
Ο
α.
&°*
•3 b > •3 σ
Q.

χ
3 ο ω ι- Ρ
> 5 w > >
α. Ρ Ο Ο ω σ CT
I—
•V)
Ο ν/»
Ρ 3
tal
> y^
3 CM CO CM - f Μ" τ - CO ο ο ,_ ,- τ- Ο
τ — co τ - CO CO CO co τ Μ" Μ" Μ- Μ" -«3-
>
10
θ-
Ο 0 0 co 0 0 CO 00 CO co CO co co οο 00 co
3. >Ε"
Ο Χ .
Ο ι_ο
ο 3
Ρ Ο
α tal
•ω
W
u» χ—
M"
> ο CO
b ^ o ο
3 ο ο L" χ U* ly> Χ
Ο
w> ιν»
ω > •o D Ο Ο
ω ·<
3 -<
3 α^ -ο
Χ οΧ οχ -οχ
Π
Ό
Ι­ α X Χ Χ > Ο
e- 3-
co. ca. i^ > > σ •>ο σ α •ο ο σ
ο -3
π. > > h-
Ρ
3 Ο
>- 3. =L ο Ο Ο ο ZL
> ο ο
> ο ο ο 3
-3 η. ο η. >
3. α. 3. 3 . Ο
σ Ι»Λ CT
3 °- ^ ^ α. ω
CL ο
ΙΟ
σ
"3
ν/» _
ργαλιάνο

er
^αχναίου

3
Ιαινάλου

>
υρίνθου

>
\ήσσης
Μηδεία

2- er ο Ο
Μυσία

άργος

ο
ροσία
Θήβα

b
b b
> >•
α
ε δ. ο -3 •CT
•XL
CL
Ι­
Ο D 2:
Ο
Ο Π­
S
Ρ 1_ •
•σ
ο
* ο
τ— CM co en -^ co Μ· co ο Ο ιο en
Ρ 'S •<t M- CO •<- Τ IO
CT)
^r Μ­ co Π CO τ - CO
•χ
σ
3 -< α.
cl b e- σ
ο
ο
α Ι-" ι
χ Ρ > ^ ι er
α Ο >
ο ^ inCO.
•< er CQ.
L"
ο
Παρθένιος Τσακμάκι-

αγαθάγγελ ος ρετσίνα

3
Παίσιος μουσουλάκη

Ο •3
Κυπριανός πάνου λα

3. η.
σ •α Ο
Αρσένιος Ζορπαλάς

CM Ο KD
o Ο
Γρηγόριος ρούσσος

S α.
CM Η- > CL
b ι— ο. er
•α CL
b σ ι—
θ 5 >3 co.
α ο
3
Ο α
b er
α Ρ Ρ t
ί­
α
α. Ο >
tal t= ω •ω ω
1- ZL CD
1-0 Π >
παπα δοσί'

b ω
5
Γρηγόριος

<~o Ο Ρ

τόπουλος

Ό Ο Ο CQ.
Ο

ο >
Ο. Ι­ LO
e- Ο ο •Ώ > σ
•3 •3
Ο
3. >
5Ο ο > ω »—
λάς

> Ο 3- •3 σ
> IM
Ο
>
Ο Ρ < Κ3 D

S υ*
ριθμό
ύξων

* τ— CM co Μ· i o co Ρ» co en Ο - CM co

<
L· ο ο
254

m
co
co
co
CN

3
Ο
κ
b
Ό >
ta» Ö
ο
Ö Χ
Q.
•σ

»ι
b "*
Ö
•3
Ο _
τΞ . V/> Ο
« Χ
•5 2 co co Ο CM Ο
CO CD CO Ο CM
2" 3-
_ Ο
> τ- τ- τ- τ- τ- Ο Ο
ο
S ,- Q.
-to
^ο .s~°°
>σ τ
=L
c- ·
tal 3 σ
~Ζ ο
"Ο •-
tal
Χ
"S 3 α. >
Ο >2 CN CM CM CN CM
•δ ε τ— τ— τ— τ— τ—
σ σ
α 3 CD
σ ο w
3 „• CM
^ 5 tal > 3 CD CD CD CO
Ο >ö \κτ er Ο CM CM CM CM
9- =• Q.

li Ο CO­
*c CO

* -ο ο ο ο α o

C ο
Ê2
tal Sal
"*· ' C -ή- • *
CO co co co co
T- t - Τ— Τ-
^f
T—

> >c-
>3 ><
έτος αρχομ ιένης της επο
συμφωνημ;ένων υπηρετ

LO
>

.3- b Ό «Ο Ο ο" Ο
tal W δ-
Œ θ" >-ιο *3-
ο ο. n ,S
If
D 3
U > β
ι _ α ι_ ι _ co.
Μ Ο

3
.^ e- c-*5 -a er
Q.
Ι­
Ο D D x ο ο
•eco 3-r
•< · < Q. Ο - <
σ
,0

ÎJ *z co r- io co -c-
CO CO CO CO I O
«2
α
ο II
ö
er
X

>
ο er cr <_o fc cr
Ι­
ΟΙ
PU fc 3
του αγίο

«M
στασις του

t=
ω

ο 1
α
a.

ο
>
ι-
ο
ο
>
Ρ •otti sì U t
ο 2 cωD co
i _ iut_ *ο: <c^ Œ
α Μο ΧCL ι=
ο
ν
>ο 3
=• 5?
Χ. CD Ο τ-CMcoTißcor^co
<
< ε
255

3
> Ο
•3 ω
8-
σ Ο Ο
>- α.
> ι-
Ο
>
>
er

>
Ι
α.
S
α Ο
ο Q. ο
ο ω ω 3
υ*
u) ι- ο
Ο
ο ο ν>» α. . ι-
Ο _ er
Ο­
ΊΟ 5" δ. >- > α ο .>
er >3 3 "S ο ^ §.<
Ο 5
e- * Ώ •»/· > · - - 5- υ»
Ο ν: •3 •σ 3 Ji ° "2 <="
ω 5 5 α. > -5 <3 Ο « •» •
5
> > ο ο
>cr er Π. W

> S u c coTj-cocor--co<ocooocoo O O t ^ t ^ - C D v - T - T l - O
3 rr^iococococon^r
co co co co co co co co co co co cococococococococo
ν
3 >£Γ<5,—
Ο
ΙΟ οΈ
> ω ω
> > >
W 3 Ο
ο σ > D 3
• < > • 3 ">- •3 3 lO Ο
Q . >- Q. I- •σ
5 1-^ •σ -<
2! . 3 D 3 Q . co.
id U< 3 . W CO
>· > lu O ο •O
bi
> Ο ο ο ' &• ο. i-o
> ο -< 3 >- >
Ö > 3 > > > Q.
>3
χ
σ
>
ο
X* Q.
io f S
w £ w
b
f fi
il« u» •
I—

o u* v£
3
O
C2. tIOo
O
>2
Ό
d « ·ω ·ω
•5 IO IO IO
w S er er er
CT Ο
ι-
ir
g
2
=«• =«• =»• e r
Si
cr Q. Ο
ca
Ι ·3 n cr Q. •3
> Q. cr§" Q.
>
3 cr > •
a
>
1= ËE 00 1= 1=
>
a
Ό ω
L0

Ë 2 -< ° Ο Ο ,_ > 2 S er - Ο
2 ω
3 a. 2 > >-œ ο. g > 2
ξ" >- ξ" ca. > ξ " - i Λ Λ -a o.-^ σ
ο
ο
α
ι-
σ
1=
Ο ω Ο <D S Ο ο "> Ι Λ
> S -S >
o . Q- o Q . , ^
t -σ <D ë
^ < ·=
ο. ο
Ο W

C N c o L O i o c M c n - < - L n c o r - c o COCOCMh-COCOrOOCD
C M T - C O T - T - C J C N r 0 l O

O (s·
·3< O 3
u» 2 .< o
O •a a
0 3 -<
£ O
1=
»-Ο X
cr o v-f cr
o Q.

o w („ο O ^; ^" ="
55 3
5 a
&i
° 5-
"S
O
Ό O *
>
O 13-
< Q. Ρ
•σ »if
es.
3
cr o
CD Q.
S "§
O 2 v^
5
2
t
>• Ν t=
3
Q.
O o
ο Α
·=
> oi=f« LP
•3
LZ ^:
cr
|2 g° § 2 e1-r -yy
o O D 3 =•
•o > <e •a 5 u> O JE 3
> o. a
§• 3.
3
!=f > 'S
g. 3
CD 3.
9-III
3
2 i=
Ö 'τ'
3a o
Ο
>
•ω
Q- >>
>•
σ o
>
σ -er
> >
>•
«S 1-2-
> 3
3 < H d < < ^ i«i < < > 3-
σ cr 34
> 1= <
3 <S t\intifl(OMOoio
T-cNn^mtosooo)
•s ° t - t - T - T - r - T - T - T - C N
256

Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
α ο CD Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
w >
* -c
Q. a.
IO u»

Ο
\J> ο " ^ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
3 S ° ° Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ
a **>»
θ·
ο 3
e Ο
χ . CL Λ Λ Λ Λ Λ Λ ο
* | CO. Λ
00 Λ
Λ Λ Λ Λ Λ Λ
ω a. α. ο
·ζ> >
Ο Ο υ»
> ο >- Q. •ο
> 3•- Χ Θ- Χ U»
•3 3 > α ο
fr- u)
uì D 3. ο 3 ο
Q. σ Ο
-< a χ
e· b b
Ul
ο σ
> Q. a g Ο 2
cz- ο >α 3-
2 > w Q. CD
> - α ^ - — ω >
ο >- ·σ
οδ
t: c§ ?"
3
b 5.
0 3

?
Λ ;
IQ > rï > η
s3- £I
ο Ç g· α. g- cl
Q. Ö g- LU °? <α °| α<| > ω CN
•σ =L co
α
σ Ζ)
ο
ιη en
ci •<
ο. α CL
οι cz- cr ο
> "5 > > > Ο Ο 1 Ο
CM > ο >= ο 00
1-0
S. ρ- •g m 2
> u) > •
ι— >
-<

kyi
Ό -CT
Q. Ö cz- Q. •ο ω
ο S Ο-
α LU Ο ζ>
Ο >
ο. m Ο W Ë* l_0 ι— 2% ο
CT CZ" ty ο 2
> ο ο
. > •
Q.
b

Ο
>
> b *z-
Ό Q.
>
•σ ° -3
a.
Q. Sii" >
> Ρ h- X -3 < L- X Η L- <
ο

> ^ CN co •<-
3 5" c\joo-<a-iocoh-coo
< Uk/>
Ο

Q.
Ο Ο
257

2 D
•o σ α
•< •2 χ >
3
χ 4 s· 0
CT ι#
- •3
>-
α fi
Ι
vy»
-cr

ν* ω es
g
CL
•o
u-r
σ
•<
5 ο >
cr D ο
> •s s
<j*r ι - ω 1— 2
s >ο >- '3 ο
ο Ο H- a U » <-T> ηΠ ι η
Ο > *— ι — O
-<. cr ε­ •ο ι— π. w
ui lO ι- t- ο . 1-
ι- 5 Π a· -ω ·ω D
y:
£T
Ε­
Hai
CO
Ο
> •
t SI«SS Λ
^ s •-
y W A
fi
5-
ο Q. Q L
F cr
t= cr
t Λ A
o
>- S
•O Ξ
D
·-
*w
Q.
C7
00 l^JA ^ V b Ο ω ω Λ ui ω A α E 3 3 Λ A ο U) ω 3
Τ"
3 > ο
Ο
•e- ι - >
OB — Q.
'S. o ^ T T f o i o o m n i n

ι-
* > I-
S C O T - O T - O ^ - T f l f T i o O
Noooocooooocooooxe
S5™ > >
1= b o
Ό _
ö
Ο 3-
Ο Ό
D £ >
α α
Sit
«Γ
> vy> 8^9^ isT-C"
Ο «O
S φ
α
a. χ Q. χ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
9 χ
a. α
*
•ο b
5 Its LT
Ό m io a. co. ω Ο
Q. Ä 3 . -*
O " •3 >
Q. L-sl Ο • C
ω
Ο Ο CD
> ίο
3
9-
ut
W
Ο g
ω
"> •σ -< > >
ο
α Ö (= b Ό
ο. α 9 -
* 5 *° Λ
9- Λ co. 9 - Λ
ί­ Λ CO- Q. Λ Λ Ο- ω Λ
Si α
ί—
-<: α αχ UI Λ ω
1= b £" ω χ b
D
DD
a. g CD £- 6 CD

> •ο 00

•3
χ ο
D ο.
> CQ.
Ο
α Ο
un
-< co oo->ï-h~r~-LocococNCNCo
3 η
>
er ο
ο 3 •<
Ο 3
U» ι- I_0 Ο
ο
Ο o ο.
3 <-0
ο -< •Ο
b b D
> -<
ο ^ o
3 o y •<
ο b < Λ> •α
Ο 3 ο 3
Q.
Ο
ο. D Ö > Ο 1./1 t Ο < D
>
il
•Ο Χ (-0 Ο •ο d .
α m rj

Ιϊ α o ο
π Ο. Ό 3
3 o. a. ο
ο ο.|—
•CT Ο
'3 c f l 9- -<· £ s α.
D ο
ü
ο
D ο α (-ο ο ° ο
3. ο.
·< "χ Ι. 3 9 •ü X CD g ο
>- σ
ILI o Ό CO.
ο σ σ σ. ο υι
f^ ·σ "1è
y
·< ι_ α.
Ο D O u * y» b 3 8. 5 ο χ ο = ηr t 3& 3- o
(— I—
3
° δ ο
ill
> ly, U» Ο a.
ο CD o ο V-Λ
k- Ο ΙΟ u , ο
3 a. 9- 9 5 °-"2.
2 9- °- \=
u»- ι ν σ S =
• SιÄ a.\rcr o V./' (-Λ
5" i f Ο Ι_Λ
o 9
χ
^ s
•<
>ω^ sb >^ e -e e- t Q . - i e 4J J >•
s li
α >
Ο

ill
9-
•ο
ζ
<
3
ω
η
σ α.
b
3
Ό
σ


a
ο
9 g α. Ο Ο-
< ι_ χ < Χ F?
. tW
οr
t:
C
-<
σ
- -<
•π •o
χ >< 3
η. 3 . ^
b
^
3
fi CT

-σ •σ -)
o b <
s: CD o b
b co. Z |z
§ >
3 g ω* o Χ
> • >- ω
Ρ b

> ^ C N ^ ^ L O o r - o D O T O ^ ^ ^ ^ ^ ^ i ^ c o c n o ^ c s j c o ^
303-
ι»/· —
ο α
ο ο
258

Π. Συλλογικές Αναφορές
ο
co

LU

LO >

ο
>-
-<
ω

> LO

ü> σ
•σ
t= 3
D
δ'S L0
LU « D
ο α
I >
Ρ
3- > Ο
CO
ο ο m ο 00 ΙΟ
co m
S Ol 3
b !
Ö

LO
LU Ο
> > ο •3
CD LO Ο
3 3 α Λ > ο
ι- ο
ι- b Λ Q. >-
Ό b •ο CL

b >w
-< χ. <
1=
• rz >
>3 >
1.1
LO

I- ο LO
•CT
D
*
3 3. LO LO

ï R
< >
Lr
b
D
>3
3 Ο

3.
•Ο
>
σ
θ-
II
ο.-3
KO
>
α α
Ο
CL

-ο ο U^O ii
s > m α.
1= s
b
'D δ >- LO 15 LO
H
ο
D
>
Ο
Η-
>
Lo°
Ο < 9 i
•H
Ö
3. LO
3. •3 Ο.
Ο 3 er =οL cr 9"
> 3 σ 'S LO CL 3
> > < •g (5 σ i— w
Ρ
3 > ο
b co
ο ο ο m co co co
IO
>3 δ α 111 3 co co co
co
> C " Ö
2" " LO
α 5. LO LO ο
ο α 9 Ο ο. σ >
9- t= ο.-3 9- > y-
α •ω
Λ > 3 •3
Ι- I- * ti Λ ω Ο
α σ
3
LO CO. LO

ιο
^r

>
. -< ο
>-
.<
Q.
•ω
£Q I-
<α. >
-<
ω

> LO
ο LO •ο
> •ζ)
σ
α CD 3. CT
σ ο
σ Q. 3 LO C L •3
> > LO Ο ·3 LO Ο
χ
Ο
>3 3
Ο
> 5
>
ω
Ο
3 . • °> 9-
α
"t= > 3. σ »-ο
00 t J? σ ω Χ.

μ
U] η.-α •3 ι^ο Ο
τ—

co
3
>
C
LU *» η.
•3
ο
§.·- .3- t=
Ér W S LO
•Ι-Ι 3. σ
•3 *
§. υ>
t- δ ο >• LO
oα g± gίί Ο
>- b
θ LO
σ α. -1- LO LO Χ 2 I I
Χ
9 LO >
W
ο"-S ο .g ° ο 2
ο
5. >
> °- σ
>
α
>
ο 5 Ο.
α ο
3 >
5 °b
L0
•ο
ui ο < α <
Ε" Ρ l= t=
ι-
Ο LO
< <
α > es
> LO 3 - 2 -er-
ο
S
ο 3 s-cq.
b ω
Lo
•σ
ι-
Ι>
< Ο
^ <
ai li CL
Ι­
α
χ e
259

>
e--3
.•:
UJ 3
s
1
D
'

W« >
α-3
H t-
D 3
C Ο
>
3 >
Ο
α a.
C 3
Η-
0 >
ο
>
'§ >
ο
Ë
6 3
>
Ξ § 2
Έ. « s
É
LU
â<
ο
> > -
3 ρ
υτών

>
Ετη

CM co h -
Ο
3.
CO CN CN
Ö ο
Ο. <-Λ
3 CT
υτών
ατρίς

γ.Ιωάνν

LU
ύπρος

> CL
3 3 t Λ Λ
»

"- ο C α g Λ Λ
> ο. M < ^
b <UJ
παρ χίαν του Αγίου Π

> >
ροσ ωπικήν Κατάστα

er
«3 ο -<
ινθος Χ ριστοφί
ντιος Φ ράγκου
a και Επώνυμ

ιν Κουτ ζούκου

3
< c/>
L/>
CT
ι—
οναχώ ν

b •3
τρουφιι

Ο
πριος

ο
3-5
»C
-
ο
>
ω α. Ο
3. 3
3 Ο
·3
CL
UJ3
Ξ * >·
Ρ ui u ρ W < Χ - Ι- <
> > t
c- Ρ 3 >
ατά τ

Ε"2
ώντ

b co CM m
ο co τ co
Q.
> C
α. α.
ο ö L/» >
ο Ρ α «3
> Ι - 1- ρ Λ Λ Λ
0 Λ
< 2 Ο
Ο
Λ Λ
m C
tv. m
τ-

3. > 1-0
ο. œ ο
er
>
α ö. 3. •Ο
3 (-0 S -ο ο
ö >·
ο Ηγούμενο

Κυπριανός Μαζαρ
Παρθένιος Παννάι

Παίσιος Καριμπάκ

χ Ο
> >
Όνομα και Επώ

Γρηγόριος Κουτζ
Ιερομονάχω

«ο "ρ
3
co
>
er
^-
'S W
Ö
α
νης

w
Ε
«ο ν»
α > •CT
>
er
3 (-0 > ν>
S
s
<
ο
S
σ
ο
3
Ο.
Q.
Ι3 °°
Χ 3. ΙΟ <-Λ Ο
5 ο •Ο
> ο. >.©
Μ LT
Ρ <
260

>
F'3
H Κ­
ω 3
(
α

V/· >

αI.
ι - •-
σ 3
e α
>
>
ο
• . _

α. 3.
er 3

5 >
D
>
Ο
'3·=; >3
w J
S § *
"2 « α
Ε §.<
tu ο
> >
3
ρ >
a. F'3Ρ
ο
Μ
Jr.
UI 3
Ö ' α
α
3
UJ vy» >
>
3 3 5 =
Ρ ο e ° >
> α LO ο
Ö »w 3.
CD
e > >
2 «3 ο
h- 3 .
Ο
UV S
α.
α
3 3 •er α. h
I? < >
«3
^ ο
Ε 3
°-
« !
b
α Di
Ι>
CD

il Ö
ir >
•3
CD

ai
3
σ ι-- α ω
ο g IO
α. uËj
É
> >
ο
-ET
>
* ρ SI
1-0 "VJ
t-o

IO
Ë
3 > •er
(_Λ
ΡvF b (Ο m
^ — co"
— U) CO
> 5 ο
•3 S α. UJ 3 co η
§.•3 co
> e er ω 3
Ο
w
ο. CL
ο Ο >
2 § > <-0
> «-ο b 3 ο
9- 1= α. «3 •α Λ Ο
>
D ι- ι- 3 F w co Ο­
Ι­
< ο ° 3 V-O- CN
"— α
KJ\ Ο
^2 Λ •cr CD

Ιι
ΙΟ
>-
θ- σ CD
σ> g
'CV <
Ν. E .<
Τ­
ι ο 3. >
ν UJ 1-0
3. CT
> ϋ- °
α
σ
<ο
α ο
li si
Ιι
Q. .
χ ο Ο Ö- Ι αm co 2
13= fc ^ ri ο
ι=>αχ > ° 8
co"
τ· 3. , . σ
22 5 F ^ >
co > αϊ l-o iy>
Ο g Η VX W
θ 5οΧ > ο δ 3 F S 3 3
er
•α Β ο χ·ο >S LO
ο ω
5 ο —
b KD
> ο
S b b -3 È*
α Η
> 3 * ω Ο
F £. t=
er ρ ν: ζ _ Ι­
1-0 Α Ο > ω > ^
b Ό τ-
α
>
>
> δ Ρ * t= CD
3
ο Ο 3 g σ es
S <
ili χ
ε
3.
•Ο 3
3. ο
σ
Ο
< δ
κ
2
ω <
w Ρ> 5
261

CO
CN

UJ

b
a
m
LO LO
ëo O Ο
>-
<
Ι
Q.
F
b
> o
α S >
É 3 1=
5 LO
Ο
Q.
ÌKf Ο
Ul 9-
V Ο
>
3 Ρ
> > ο ο ιο σ co ο co ο ο ο ο
•«»ι t> CD -*r ^ *r co co CN
3.
Ο F* LO I O CD CO

b UJ 3
C
UJ LO > LO LP LO w ι LO LO LO LO
>
•σ σ
3 . >=
•α ο Ο ο ο •Ο Ο •Ο
t—
3 b "2 b α > b ο ο ο b
a
ο ζ
Se α
α.
cz
Q.O σ
σ ο ο-
:*: CQ.C
Λ
Λ
α
ο.
[=
ο. α
>• ο .
< LZ
ο.
> LO
ι- Ο >3 > Ο
LO Lo
I- ο LO ο C-7
ο S 3 3. LO
e
c-
Q. LO
ο.
> Q.
σ α < 3> ξ" w Q. (_o •a

Χ. e <^ ο" • >< Ο LO I—


5 3 5 -2 •3 2
2 g ω Ο b
ex
> LO α ο w LO LO b ο. t o
q -ω :< ο a.
s* TT
hl
Ο.
!"
b

•51 •_•§ * < X
•sf σ >
Ο
_> 1= < 3.
LO LO Ό c=
W ι- 5 * L O !=f !=f > 2- Ο Ο < LO
§· Ο * > cf Ξ ο 2 2 LO
α LO
LO Ο
Ο Lo 3.
Ο. Ο
W
ο 2 σ Ο V > S ° > ΙΟ ΙΟ ΟΩ.
Ο -ω
b
•a
t> 3 ca o.
> ο σ •3 .£ y ω
< < < L- 2 | 3 8*1 ζ m Ό
w
3 Ρ < 2 > ν: Ν S O
b 3 . 1CD
*
Ό ο Ο I O 0 0 IO Ο CO VO Ο CD IO CO i o -«t -^r
> α UJ ( Ο ( Ο < ί CO Ι Ο -"S" TT T f 0 0 CO • < Ì 00
W
> b
•o 5. •σ
α D LO >
LO
ο
ο 3 LO LO LO
9- Ο Λ Ό Λ Λ Λ Λ Λ
2
σ •ο •o
Ο

m
α
>
Ιο >
3
Ο
ο.
Λ t
α
Ο.
Λ Λ Λ Λ Λ
S Λ
•«r 1=
Π.

LO LO LO LO
ω ο 30 w» •3

ff
L0 •Ο LO
5. LO Ο
α > > -.§ LO LO Ο
Q.-CT

ì= "2 3
u j >α '3 g 11 IIf l ο >s
Ο -ο

'S. Ο
II 2
O
1—
•O -<
3 >
o s?
D
y: O -<
3 Χ 2 3- θ­ L ^ 3 X b
> 5 ξ ^ y
LO α ο * :*:
α. ο LO LO O
NO V A *
ο W
3. ^ 3. 2 3 * O. LO Ο LO LO
2 2 1- Ο LO
1-
LO Ι*. > e-
κωβο
ακάρ

b -α C" Q.

θ - ^ Ο2 Ο e-
w
•σ ί­ io -σ È° ^— '-SΟ3 . •Ει-σ <£•
ο ^3
CD ^
Ο- Ό , „
> ο. * •ο *: b
| * σ _3 ^ _0 ^ _>>- Ό ίί g ο F 3 «S Ό

Ë
ΙΡ gI
•α ο
> > 3 °
3 • 2
W ο Ο κ_Γ Q.
> •3
CD S | > Ο
•σ •ο
X 3
ο Ο. >
δ
M > •Ε ° σ h-
>
Ρ < -< Ο
Q.
262

to ο
> CM ΙΟ

c-^3
•- »-
Ul 3
α
ι
•3
ν/» > Ο
l-O CO.
Q.«3 •Ο ο
»- ί­ ί­ *ί
α 2 α
α σ
ο.
c « α. α
LZ ^ >
> > <-0
Ο
3 ο S
Q. 3.
3 ο
F > -<
3
b >3 > Ο
α t 3 1=
>
ο S
S öS <-0
Ο
LO
ο
* α 3.
Όνομα
Δι

•ο α.
>- •α
> C-
3
α. α

i
1_
Έ
> CM
CM
=-•3
ο
Ü .*Γ. e
UJ 3
b
α
α
3
UJ ν< > KJ>
•Ο
> α.·3
3 t- Ι­ 0
i= Ο 2 α >Ο
> C σ α. LO
c
5
ο <β > 5#
3) δι' ής διευθύνθη η υττ'αι
ειώσεις έκαμ αν οι Ηγ ούμεν

ο >3 > Ο S
ηματικής και Πρόσω-Γτικής

b
•a 1- ο «-Ο
ί­ α 3 3,
α α < 3
Ο

it: > •3
Ο
> b >3 -<
α D 1= > 3
b UJ 3
ω Ο
α. >a α= αχ
ω 2
3 9- H * >
Ο
Mo

b α. θ­
Όνομα

ο tal α
CL ο
LZ •σ
3
>
c : er 3 > ο ο
b •*r co »- -τ. co

>
>
>3 >
tat
ο
Q.
C
ηα
LU 3
*
C
c=co
m Ο τ"
^ 3
b »- α .2
*α Q. LO- >
OL Ο •CCD 3 LO
Ο <-0 > Β- α ο Ο
όν 96 (23 Ι


υ Καταγρα
Πατρί
αυτώ

στηρίων, κ

1-0
Ο Ο­
-ο Ι­
μαρχίας

α ö
α
Λ
Ο
Λ <
ΙΩ ο. >
E e LU

> ο α 3. ο Lo
αττάντησιν της υττ' αριθ
Ότι εξήχθη εκ του ΙΒιβλΙ
Καταστάσεως των Μον

261 εγκύκλιος της Β. Ν

3, ο LO
d
ο
CD
Ci
3.
3
Ο
> s |
Νεόφυτος Καραμά
Όνομα και Επών

«2 ο
Κύριλλος Κανέλος
Ιερομόναχων

Ο
χ ^ >
co" 3 3
Τ" 3
η >
e ° χ
er
•ο U3

ο w >^
e- 5
UJ

«Ο ν 1-0
α >c- ο
> >
3 > •ί σ £r <-ο
ο M ο Ο
-
9- σ
S m S •3 >
" D 3 1_ 3.
Ενδύ

>< 3. ο
Άγιος

Ο
< δ >
CD
α.
1*1 Ρ Ο
263

ο
LO to LO

ss CN
LO
Ο
Q.
3

Ρ
io α. Ώ.
α α σ
3
11 Ο LO
α
σ
Ζ Μ ο
d ζ χ
LO
00 •Ο co
ΙΟ CN
Ο
^ ΙΟ
i o CO
ν Ο Ό
> CM .
w
LO U*"C ΙΟ ν* α co ο CM
8-
χ
α.
=> S ΙΟ
ω
£ ο α
.-j > iff Ο
ο
Usi
θ ·
3
LO
Ο

b>ο >
Ρ χ-3
> Ö I-
11 co
>

ω
3
LO
ο
>
ρ > 5
3 -CO ^
LO
Ο
°Ο. δ.
h -Ε3
3< 3
Ρ

LO
3 >ο W
>
•Ο
ε
< w u II D-
3
Usi
•co

σ
Q.
3
Ο
X. axX
. ο
Q. Ο-
5._3
g ο < w < Χ
C
u» CO.
Q. D ο
u LO co
9- Ο Lo
α.
Ρ
CT
w Vi
•α
Ζ D
LO

U» s ω
Ο­
2 2 ΙΟ

%£ >
CO
<ο CO CN
er «ω > CO co ·>ϊ·

II
ο >.
5
3
Ο
LO
ο
Χ
Ο
LO
LO
co
LO
CT
LO io
ç-co
ί Lo
•Π •Ο
Ο. 3VI
3

Ζ gf!
L O LO
Ο çz-co •σ
>-
ο
ε < χ α
LO

vi
b
Q.
Ο Ο t—
α ο. ω '3 β co £ Q. C σ ο. 3
Ο
ο ο
> > Ρ
α σ
Ο
α.
Ο
Ρ
LO

g a«
>
Π h-
Ο
8^3
ο u> 3 > ο y ο.
=L Vi •ο
α.
χ
9 - CD
Ο
Ο
α D α
> Q-
κ> iò
<>
vi
•co —
CD
α p 5
CL
ο
= >-
w o ο 3
i«i Ζ
α 3 σ
e 5JÌ LZ
< <
>
ΙΟ
Ο
Ο > 2- LO
• Η
Q.CD 2
ε Ρ# Ο
ΙΟ LO 3
ν > L O * •σ Ο Ο 3
σ α 3 LO er α. LO 3. ο
χ ° ο •Ο
'CT ι- I- >3
O ο. >·
•3 ιο •Ο

II
L0
co Ρ
™ => S"
ο
Vi
3 ο -<
α Ο.
ο. Ο
Ο ω
co > Ρ Q.
ο ο. < α < LZ Ο
β Ε" «g α I f LO
3
Ο
3 3 3
- LO >
ΙΟ > 2. CT
I— ι— α ο ο
? = - Ρ < Vi Vi
IO
Vi
CO
cu>
co
1- ι—
Vi
2 5 LO
ω Vi
co
α. Ψι co
Ε*

1 II α
>-
α
>
α
LZ
ca
co
•<
σ
·±. χ
<S
1° •α
α
L- Ιοί
Ρ β
264

>

b
ο
ΙΟ CO ο co m
> Ν.
•Ό
*
•3
Ο

ι
=L

II
Ο * 1*- r·»- m ω CO
Η 3

οm
b ^Λ

s2
υ» 3
σ
vy ίο b
Ο α b 3.
α sc: 3
Ο
CL ο. 5»
> ο.
ο < < 3
Ο
•é
Κασσιαν
ετών 55

* CL
ω θ-
α -<
ω
ΙΟ
< σ
υτών

— τ —
Ετη

S s S CM CM
•* ο -«t
CM CM CM
' α
u<
<~Ρ { ^
ο
ωάννι
τρίς
τών

ο.
γού

*3
δ ι— Ο *Q_
α s c >-
c ο -σ -<
ΙΑ>
.
>-«îî
• < εα Λ Λ

-< > •

Χ.
Λ Λ
e < S < 5
Ι
>
3
α. ο 2 ri
Κωνσταντ ίνος Ανδρέο
Νικόλαος Σακελαρίου
Όνομα κ αι Επώνυμ

Ιωάν. παιτα Δημητρκ

ο»
με ιδέαν κ οινών γραμ

Αναγνώσι Γης Πάντης

ο
Βασίλειος Γιαννάκης

tr­
Αναγ νωοτών

Πέτρος Ni κολαίδης

io
>< er s«:
00
ι— α
τ-
θ·
•σ V/<
CT
e •2.
σ •3
>-
α σ
|
των

α g δ
χ
Ε »WC α U»
α
> >
ηγή Άρρωμ

Παναγία

er Ι
Ζωοδόχος

Παναγία
Μαλεβή

Ιν
Παλαιά

ο ο cf
S 2 *σ
3.
ο ο.
3. ί­ & 3J
< >
U Ρ
Ο
Χ LZ
α
<>-
ΙΟ

•8.
e <
si
265

Ο)
co
>
«Ο
Ö

C
ο
> co
»ο
Μ
<
Ο

ι
3.
ο 5
Ê «<
*_ «ο CO
ο
Η 3
*
3 CÛ
œ 5
b ν/. » >
ir •ο
S S ω 3_
CD
5 Q.
•e- 3 . σ
* >3
w» "t
α
ο
α
Ι ° 3
CD
>
> s ° •3
ο
• <
CD
3
σ Ι3" > u>
*: C- Ο KD
17»
"S" £
— ω KD

> δ .8 en
co
IO oo
m ζ CN
s
ο F wo
f" α >
\J> > •CCD 3 o
α'3
Η Η
>3
Ο
Ο
9- α co Q.


ι-
Ο 3 >- CN wi Ο
C σ -< <
ω
*-" σ >
CD -ςν
2 5 g; £· ai
> ι °
ά.
ο 3
ο
3.
> >
'3
Ο
α.
D
3

δ >3
Ο Q.
o m xf
« o
>< >3 >3 σ
3
m •=
>
3 3
co ι- t- \; >
Iji W Ui
1
O ^
Τ­
Ο er 3 F 2
w
>ί II
Αναγν

θ 5

ö
α.
>
Ρ
•3
>
Ο
>-
< *
ο»
ω

Ρ
D

^
I*
Ö

•σα CN
'3
ω ï*l
.C" o

5 ν/> ο»
ρφωσι

D
>
κούς

>
Ο ο
S S
D
* 3Ο. D <
< > U)
!_' Ρ s
266

>
ο
•<
Ρ CN CN
ο

CT o
CT Ο m
Η
&*·
S 3
CO L^

Ö ω • ^ o ="
C m £
a.
> • to •3 W "3. <
3 > ο. 7=
O.CÎ2
ω 3 >-
σ σ
Ö 3
5<z Q.
«3
- < < ω
Ο-
i<: Ï"C CD ο m
"* co CO O
D •ή- CO
o c- Ι-Λ Ι-Λ
* 2- * o. m ο ο CT
CD · Ο ι- *£ Ρ Ό m CL
Ν- ο > co <· -< m m
^ c o -^ co £ Ό 1_Λ Ο ι_Λ \j> ο •σ
g *> Q o t ο ο co ί­
° i=C M y ι-1 α
χ>3 C. bΟ Q. •O C"o en.
α Η
.1 ° >15 •o -y IO MD -S

il
O-tO o ο
> w ο η. S--0 iT ο.
ο > ^ X
° g« ^3 3£.
<
O
<3
D
<
3 —
w Ζ ^ •s l i [Ζ
ZCQN
Ç m
ω CM
α. i_o
w o
9- ο •3
_ > > o CO
5. S ο >3 ·< CN
UI 3
υ» O Ο
•ο
>- 1=

o
> CO
Ο
> .2 2 o
ο > "* > CD
O 3. CO
ε < >
w
Χ
> m
CD
•<
•ω
a
Q.
CN -^ ο
ο 3*1 Ο <-Λ
in c-
>
•ο
>
io g "ί
υ»
^ ω
m ^co
co
co
co o •o 5
Is fi
υ<·σ ι /
ο α.·_

1111
Ο ι- O <vJ>
ο.
ο
Ο Q.
er —
w ». ο ^r ο o iw δ" "5
9- ί­
α
α
g
jy
2
s--ζ ο
^ ^ Ρ
ο
co. •Oo A ^ Q. O
σ
C
ο
* all
κ5 •ο Ο D ο-·σ g •3 ω
α χ
ιΖ Ζ * Ζ CI Q
3 J 3 g g--ο
ιο
ΙΟ > &
1^.
œ > Ff νD/>
α . >3 W (^ σ '3 3
σ Ο U» c · >

n ο
'IT H o > > Ο
ο ι— Ο.
α. X I— Χ >
Ο 3
c
CL > α. ω Ο σ
β
«=• v>•o ο"
ο α . ο fc 3
α.
3 ω >
Ο
Ο 3 Ι.Λ Ο •3
1-Λ •ύ ΙΟ
> Ρ < > 3
ο ι— >• >
O ω LU LU
w
ω

>
ÉÎ
i-
3 σ u*
1*1 Ο
< >
3
Χ
Ö 1° •O
3
Q.
O
3
CD
W § g- Ο.
Ρ CD Ο
θ
it

b
ο
d

co

α
Ό

\-
Ο.
CT
-ο"
>c
'
e

<
b

S
>
ο

ο
»Ο
>

>
ο
ο
«ο

Ο
> >

ο
ο
ο ο

>
LU
Όνομα και Επώνυμον Πατρίς Μισθωτοί ποιμέ­

α.

a.
>
3
Ο
Αναγνωστών αυτών νες Βουκόλοι

ο
δ

Ο

w

α
b

b
·<

>
CN

»—
CN


-ο

'CT
<-0
Αγίου Νικο­

vy>
ο.
λάου Σίντζια

3

Μακάριος Γκηνής Πραστός CO

α.
co ο
τ - CN
Γεράσιμος Μονεμβα­ Μονεμβα­
σίτης σιά
σ>

co
Αγγελής Ντουσμάνης Πραστός
267

Παναγιώτης Χρυσικού »

iο
>
>

Cl-
-ο
Ιωάννης Κυδωνίτης Κυδωνίς
Δημήτριος Μονεμβασίτης Μονεμβασιά
Ιωάννης Καριτζιώτης Αργείος

CN -<- CN *- co in
m m in s ο ο
Αθανάσιος Αργείος »

ο
ω
τ­

α
CO

ο
CO
G
•ο
Γεώργιος Αρτίκης

α.

α.
Λ
Ι Λ
ο
Μανόλης Καλκάνης
1^

co

ΠαρθένιοςΚουτζοπέρτης Πραστός

n f
»

CM CN
Αντώνιος Κυδωνίτης

Ο
ω
ο
b
Ιδιώται

α.
Σωφρόνιος Μτπκίνης καρακοβούν U) S
Νικόδημος Λέου Πραστός
^
m ο eg

κωνσταντίνοςτούμπουρης Βέρβενα
268

ιο
<35
>
Ό
Ö
ο
e
>
ο
κ
<
ο

3.
2 ö
r= <
Ο * • ^ ·

£ 3 "
3 ο
C3 CO
Ò vj^ >
-ο
i2 π.
CD
Q.
Ο
ν/> "1=
ρ α 3
ja 3
α b -?•
^ CT
Ε­
α. Φ
>
>
ο as >3
CD
3
*: "Ξ *δ 3
ΙΟ

α b ιο
>
c3
.Τ Ρ­
il
ο; §"
co
co
co
τ—
ω 3 3
' σ ο
gif •>
w» >
α -3 f>-°> 3
_o
>-
ο s
ί­
ö
ε
<
C ö 2 3 s> Χ >

α
>
ο
Ρ Ό 3.
3. Ο
ω ζ
CL
ö LU

σ π.
3
> > i-I Ο.
Ο CO al
χ >3 3 2 "F ο»
co 3 iZ
co
si
ο ?
il er
ω-
e
ω
er
ο
§-°
θ 8
Β" χ >-i v
$
ο
£3 *ω 2 -F£
è^
b 3
>
α. ο D ω
σ e»
e <-Λ ί_Λ
ί- Ο
Ο *r >- ο»
s >
> ο 9- α
S
ο
ο.
3
Ι1_ δ3-
Ο θ"«
< >
Ο
269

Ι Π . Συνολικές Αναφορές

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ ΜΟΝΩΝ ΤΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Αύξων Όνομα Όνομα και επίθετον τόπος όπου αριθμός Παρατηρήσεις


Αριθμός Επισκοπής του μοναστηρίου κείται μοναχών
1 της Θεοτόκου Πεντέλης Μαρούσι 9
Αττική
2 των Ταξιαρχών ( Πετράκη ) Αθήναι 12

3 της Ευαγγελίστριας Κάλαμος 12


Καλολιβάδι
4 της Θεοτόκου κλειστών Αχαρναίς 8

5 του οσίου Μελιγού Ελευσίς 17


58
6 της Θεοτόκου Μακαριωτίσ- Θήθα 13
Βοιωτία σης
7 των Ταξιαρχών Λεβαδία 12

8 του οσίου Σεραφείμ Λεβαδία 18


Δομττού
9 της Θεοτόκου Ιερουσαλήμ Λεβαδία 26

10 της Θεοτόκου Δαδί ΑζβαδΙα 9

11 της Θεοτόκου Σκριττού Λεβαδία . 8

12 του Αγίου Γεωργίου Λεβαδία 6


Γρανίτσας
13 της Μεταμορφώσεως του Θήβα 9
Σαγρατά
14 της Αγίας Τριάδος του Θήβα 7
Κυθαιρώνος
15 της Θεοτόκου Πελαγιάς Θήβα 7
115
16 της Θεοτόκου του Λεοντίου Αίγινα 9
Αιγίνης
17 της Θεοτόκου Φανερωμένης Σαλαμίς 14
23
18 της Θεοτόκου Αγνοούντος Επίδαυρος 12

19 των Ταξιαρχών Επίδαυρος 13

20 της Θεοτόκου Ταλαντίου Αραχναίον 10


Αργολίδος
21 του Αγίου Δημητρίου Ναυπλίας 9
Καρακαλά
22 της Θεοτόκου Κοιλάδος Ερμιονίς 8

23 των Αγίων Αναργύρων Ερμιονίς 7

24 της Ζωοδόχου Πηγής Καλαυρία 11


η
270

25 Ύδρας του Προφήτου Ηλιου ύδρα 16


:
του Αγίου Δημητρίου εις
Στεφάνι
Κορινθίας της Θεοτόκου εις Σοφικόν

της Φανερωμένης

της Θεοτόκου του Βράχου

της Θεοτόκου Λέχοβας

του Αγίου Γεωργίου εις


Φενεού
του Προφήτου Ηλιου εις
Ζάχολιν
του Αγίου Γεωργίου εις
Γούραν
της Θεοτόκου Χρυσοττηγής 10

της Θεοτόκου Νοτενών 8

του Σκαφιδιάς Ηλεία 8


Αχαίας της Θεοτόκου Ποριτσού 6
του Αγίου Νικολάου εις 6
Φραγκοπήδημα
των Αγίων Πάντων εις 10
Βελιμάχι
της Αγίας Μαρίνας ή Μαρί- 6
τσας εις Τσάϊλον
του Αγίου Αθανασίου Διποταμίαν 8
εις Φίλια
της Θεοτόκου Ελεούσης 6

της Θεοτόκου Μτταμττιώτου 5


εις Μέντσενα
των Αγίων Θεοδώρων εις 20
Αναστάσοβαν
της Θεοτόκου Φιλοκάλι 6

της Θεοτόκου των Βλαχερ- Ηλεία 6


νών
της Θεοτόκου Ομττλού Πάτραι 6

της Θεοτόκου του Γηροκο­ Πάτραι 7


μείου
117
της Θεοτόκου Ευαγγελί­
στριας εις Νεζερά 6

των Αγίων Αποστόλων 7

της Θεοτόκου Μακελαρί- 8


271

Κυναίθης τισσας

της Θεοτόκου Χρυσοποδα- 6


ρίτισσας
του Αγίου Νικολάου εις 7 \
Αγ. Βλάσιδες
της Θεοτόκου εις Κυναίθα 28
Λαύρας
της Θεοτόκου του Μ. Σπη­ 123
λαίου
185
της Αγίας Τριάδος εις 6
Κούντουρα
Αιγιαλείας του Αγίου Νικολάου εις 7
Διακοτπόν
της Αγίας Τριάδος εις 10
Ακράταν
των Ταξιαρχών εις Αίγιον 61
84
της Θεοτόκου του Μττούρα Μεγαλούπολι 7

της Θεοτόκου Επάνω Χρέ- Μαντεία 9


Μαντείας πας
και του Αγίου Νικολάου Βαρ- 21
Μεγαλου- σών
πόλεος της Θεοτόκου Τσηπιανάς Μαντεία 10

της Θεοτόκου Κανδήλας 10


57
της Θεοτόκου Τσερνίτσης 9
Γορτύνης
της Θεοτόκου των Αιμιαλών 12
21
της Θεοτόκου Μαρδακίου 6
Μεσσήνης
της Ζωοδόχου Πηγής 7
Βελανιδιάς
της Θεοτόκου Βουλκάνου 14
27
της Θεοτόκου εις Καστρί Λακεδαίμον
Λακεδαίμο­ 7
νος του Αγίου Γεωργίου εις
Πρασιάς 7
της Θεοτόκου Έλωνας Πραστός
11
της Θεοτόκου Ζερμπίτσας 10
35
της Ορθοκωστάς Πραστός 15

Κυνουρίας της Καρυάς Πραστός 11

της Σίντσας Πραστός 11

του Προδρόμου εις Καστρί 7


272

της Μαλεβής

της Παλαιοπαναγιάς _12


63
των Αγίων Αναργύρων Λακεδαίμων 9
Σελλασίας
των Αγίων Τεσσαράκοντα » 12
21
της Θεοτόκου του Ρόμβου Ακαρν. 7

της.... Μυρτιάς Κουρήτη 16


Ακαρνανίας
της Θεοτόκου αμπελακιώ- Ναυπακτίας 7
τισσας εις Κουζίτσας
της Θεοτόκου Κατερίνης _7
37
της Θεοτόκου Βαρνάκοβας Δωρίς 11
Φωκίδος
του Προδρόμου εις Δεσφί- 23
νην
του Προφήτου Προδρόμου Παρνασσίς 26
εις Παρνασσού
"ëô
της Θεοτόκου Μακρυμάλι
12
του Αγίου Δημητρίου εις
Στενήν 15
του Αγίου Νικολάου εις
Βάθειαν 7
του Αγίου Νικολάου εις
Γαλατάκι 8
της Θεοτόκου Χιλιαδού
7
του Αγίου Γεωργίου εις
Ήλιαν 25
του Οσίου Δαβίδ Γέροντα J6
Κάρυστος 90
της Καρυάς
Κύμη 6
Καρυστίας του Μάντζαρη
Κάρυστος 7
του Κλειβάνου
Κύμη 9
της Μεταμορφώσεως
των Λεύκων 9
_7
38

Σκοπέλου του Ευαγγελισμού Σιάθος 26

της Θεοτόκου εις Κυλκο- Τήνος


βούνι
Κυκλάδων της Θεοτόκου εις Τουρλια- Μύκονος 10
νής
273

Νάξου της Ζωοδόχου Πηγής εις Πάρος 11


Λογγουβάρδης
της Βρύσεως Σίφνος
Μήλου
του Προφήτου Ηλιου » 15
28
του Προφήτου Ηλιου Θήρα 13
Θήρας
της Θεοτόκου Καλαμιωτίσ- Ανάφη 7
σης
της Θεοτόκου Χοζαβιώτισ- Αμοργός 30
σας
~5Ö
του Τομαρχίων
Άνδρου 6
της Πανάχραντου
113
του Αγίου Νικολάου
35
της Ζωοδόχου Πηγής
51
Λοκρίδος του Αγίου Γεωργίου εις 205
Μαλεσίνην
Φθιώτιδος της Αγάθωνης υπάτη

της Θεοτόκου του Προυσού


Καλλιδρόμη
της Θεοτόκου ή Τατάρναν

της Θεοτόκου εις Στριτίτσι


Οιτύλου
της Θεοτόκου εις Βαϊδενίτσι
274

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 2, χ. αρ. χ. χρον.

Όνομα και Επίθετον της Μονής Τόπος όπου κείται Παρατηρήσεις

Νομός Αττικής

Κοίμησις της Θεοτόκου Αγίου Λεοντίου Αίγινα


Δομπού Λεβαδία 3
Όσιου Λουκά » 1
Σκρηπούς » 2
Φανερωμένης Σαλαμίνα
Ταξιαρχών Λεβαδία 4
Σαγματά Θήβαι 1
Μακαριοτίσσης » 2
Ιερουσαλήμ Λεβαδία 5
Αγίας Τριάδος Θήβαι 3
Γρανίτζης Λεαδία 6
Πελασγιάς Θήβαι 4
Θεοτόκου Δαδίου Λεβαδία 7
Οσίου Μελετίου Αττική
Πεντέλης »
Κλειστών »
Καλολιβαδίου »
Κοιμήσεως της Θεοτόκου Περαχώρα

Νομός Αραγολίδος

Αγίου Γεωργίου Φενεός3


Αγνούντος Ναύττλιον 1
Ταξιαρχών Επίδαυρος 7
Καρακαλά Ναύπλιον 2
Ταλάντιου Αραχναίον 5
Αγίων Αναργύρων Ερμιόνη 6
Κοιλάδος Μάσιτης 8
Ζωοδόχος Πηγής ΚαλαυρίαΙΟ
Κοιμήσεως της Θεοτόκου Σολυγεία 9
Προφήτου Ηλιου Ζάχωλη 4

Νομός Λακωνίας

Ορθοκωστής Πρασίαι 1
Καρυάς » 2
Έλωνας Λακεδαίμων 4
Ζερμττίτζης » 5
Κατρίου » 6
Αγίου Γεωργίου » 7
Αγίων Αναργύρων Λακωνία 8
275

Όνομα και Εττίθετον της Μονής Τόπος όπου κείται Παρατηρήσεις


;

Νομός Αρκαδίας

Κανδύλας Μαντινεία 4
Παναγίας Μαλεβής Κυνουρία 6
Προδρόμου »
Παναγίας Παλαιοπαναγιάς »
Παναγίας Ορθοκωστής »
Αι μυαλών Γόρτυνα
Τσερνίτσης »

Νομός Ακαρνανίας

Αμπελακιωτίσσης Ναυττακτία
Μαρτιάς Κουρίτις
Κατερινού Μεσολόγγιον
Π ρούσου Καλλιδρόμη
Κοιμήσεως της Θ. Φανερωμένης Αϊνόριον
Ρομβού Ακαρνανία

Νομός Φωκίδος

Αγίου Γεωργίου Μαλεσίνη


Τιμίου Προδρόμου Δεσφίνη
Αγαθώνης Υπάτη

Νομός Ευβοίας

Κλειβάνου Εύβοια 1
Λακκών »2
Μαντάρι »3
Καρίων » 4
Μεταμορφόσεως Κούμη12
Αγ. Νικολάου Γαλατά Εύβοια 5
Αγίου Γεωργίου Ήλονα »6
Κοιμήσεως της Θ. Χιλιαδούς »7
Αγίου Νικολάου Βαθώας »8
Κοιμήσεως της Θ. Μακρυμάλλης »9
Οσίου Δαβίδ Γέροντος »10
Αγίου Δημητρίου »11
276

Όνομα και Επίθετον της Μονής Τόπος όπου κείται Παρατηρήσεις

Νομός Λακωνίας

Αγίων Μ. Μαρτύρων Λακωνία 9


Σίντζας Πρασιαί 3

Νομός Μεσσηνίας

Κοιμήσεως της Θεοτόκου Λέχοβας Μεσσήνη 1


Αγίου Δημητρίου Στεφάνιον 3
Θεοτόκου Μαρδακίου Μεσσήνη 2

Νομός Αχαίας

Ταξιαρχών Αίγιον 22
Αγίου Αθανασίου Κύναιθα13
Λαύρας »14
Χρυσοττοδαρίτισσας »15
Μαγκαιλαριάς »16
Αγίων Αποστόλων »17
Ευαγγελίστριας »18
Αγίων Θεοδώρων »19
Μ. Σπηλαίου »20
Αγίου Νικολάου »21
Ελαιούσης Πάτραι 1
Φιλοκάλι »2
Πορετζού Ηλεία 7
Αγίων Πάντων Πάτραι 3
Σκαφιδιάς Ηλεία 8
Φραγκοπηί Νομός Ευβοίας »9
Ομπλού Πάτραι 4
Μαρίτζης » 5
Νοτενών Ηλεία 10
Επάνω Χρέπας »11
Μπαμπιώτου Πάτραι 6
Βλαχερνών Ηλεία 12

Νομός Αρκαδίας

Επάνω Χρέπας Μαντινεία 1


Βαρσών »2
Σηπιανών »3
Μπούρα Μεγαλούπολις 5
277

Όνομα και Επίθετον της Μονής Τόπος όπου κείται Παρατηρήσεις

Νομός Κυκλάδων

Θεοτόκος Κεχροβούνι Τήνου


Θεοτόκος Τουρλιανής Μύκωνος
Αγίου Νικολάου Άνδρος
Πανάχραντου »
Ζωοδόχου Πηγής »
Τρομαρχίων »
Προφήτου Ηλιου Σίφνος
Παναγίας Βρύσεως »
Χοζοβιωτίσοης Αμουργός
Παναγία Καλαμιωτίσσης Ανάφη
Προφήτου Ηλιου Θήρα
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 2, χ. αρ. χ. χρον.

Κατάλογος των διατηρουμένων Μοναστηριών

Νομός αριθ. Μο­ Όνομα ή Επώνυμον


ναστηριών του Μοναστηρίου Τόπος όπου Κείται

1 Ζωοδόχος Πηγή Πόρος


Αργολίδος 2 Άγιος Δημήτριος Τροιζήν Τροιζηνία
και λοιττ.
3 Προφήτης Ηλίας Ύδρα

4 Παναγία Αγνούντος Ν. Επίδαυρος


5 Ταξιάρχης » »
6 Παναγία Ταλάντη Χέλι
7 Η Κοίμησις Σοφικόν
8 Φανερωμένη Αϊνόρι
9 Άγιος Δημήτριος Στεφάνι Κορινθία
10 Παναγία Βράχου Άγ. Γεώργιος
11 Προφήτης Ηλίας Ζάχολη
12 Άγιος Γεώργιος Γκούρα

13 Φιλοκάλι
14 Ομττλού
15 Τσετσεβών (του Θεολόγου) Π. Πάτραι
16 Αγία Ελεούσα
17 Μαρίτσα
18 Άγιοι Πάντες

19 Φραγκοττήδημα
Αχαίας και 20 Κοίμησις της Θεοτόκου Ηλεία
Ήλιδος 21 Σκαφιδιά
22 Επάνω Μονή

23 Χρυσοποδαρίτισα
24 Ευαγγελίστρια
25 Άγιοι Θεόδωροι
26 Άγιος Αθανάσιος Κυναίθα
27 Άγ. Νικόλαος
28 Μακελλαρίτισα
29 Αγία Λαύρα
30 Άγιοι Απόστολοι

31 Μέγα Σπήλαιον
32 Ταξιάρχαι
33 Αγία Τριάς Αιγιαλεία
34 Αγία Τριάς
35 Παναγία Πεπελενίτσα*
36 Άγιος Νικόλαος
Νομός αριθ. Μο­ Όνομα ή Επώνυμον
ναστηριών του Μοναστηρίου Τόπος όπου Κείται

Φωκίδος 37 Προφήτης Ηλίας Παρνασσίς


Κ.Τ.Α. 38 Ιωάννης ο Πρόδρομος Δεσφίνα
39 Η Παναγία Βαρνάκοβα Δωρίς
40 Άγιος Γεώργιος Λοκρίς

Μεσσηνίας 41 Βουλκάνου

42 Άγιος Νικόλαος Βαρσών


43 Κανδήλα Μαντινεία
44 Παναγία Επάνω Χρέπα

Αρκαδία 45 Αιμυαλών Γορτύνη


46 Κερνίτσα

47 Τίμιος Πρόδρομος Εγκλαιστούρι


48 Καρυά Κυνουρία
49 Άγιος Νικόλαος Σίντζα
50 Τίμιος Πρόδρομος Καστρί

51 Ο Πρόδρομος Μαρδάκι
52 Η Παναγία Καστρί
53 Κοίμησις της Θεοτόκου Ζερμπίτσα Λακεδαίμων
Λακωνία 54 Άγιοι Τεσσαράκοντα Χρύσαφα
55 Άγιοι Ανάργυροι βέρροια πασσαρά
56 Άγιος Γεώργιος Άγ. Γεώργιος
57 Η Παναγία Έλωνας

58 Στριτίτσι η Κοίμησις
59 Η Παναγία Βαιδενίτσι Οίτυλον
60 Άγιος Γεώργιος Αβορόνιτσα

Ακαρνανία 61 Η Θεοτόκος Προύσος Καλλιδρόμη


κ.τΑ 62 Η Γέννησις Πατάρνα

63 Άγιος Δημήτριος
64 Μακρύ μάλλι
65 Άγιος Γέρων Χαλκίς
66 Ήλια
67 Άγιος Νικόλαος

Ευβοίας 68 Σωτήρος
69 Μάτζαρη Καρυστία
70 Λεύκα
71 Κλίβανος

72 Άγιος Γεώργιος Σκύρος Bop. Σποράδων


73 0 Ευαγγελισμός Σκιάθος
280

Νομός αριθ. Μο­ Όνομα ή Επώνυμον


ναστηριών του Μοναστηρίου Τόπος όπου Κείται

74 Χοζεβιώτισα Αμοργός
75 Καλαμιώτισα Ανάφη Θήρα
76 Προφήτης Ηλίας Θήρα
77 Άγιος Νικόλαος( γυναικείο) * Θήρα

Κυκλάδων 78 (γυναικείο) * Σίκηνος Μήλος


79 Τρομαρχίων Άνδρος Άνδρος

80 Κοίμησ της Θεοτόκου (γυν.) * Τήνος


81 Γενέσιον της θεοτόκ (γυν.) * Τήνος Τήνος
82 Παλαιοκαστριανή (γυν.) * Μύκονος
83 Τουρλιανή Μύκονος

84 0 Πρόδρομος (γυν.) * Κύθνος Κύθνος


281

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 3, χ. αρ.


Εττ. 27349 του 1844

a
Κατάλογος των εν τη Ελλάδι υφισταμένων Μοναστηριών
και Μετοχιών κατά τον Σεπτέμβριον του έτους 1833 ότε
διεκρίθησαν από των διατηρητέων τα διαλυτέα.

Αύξων Επαρχίας Μοναστήρια Παρατηρήσεις


αριθμός
Κορίνθου
1 Φανερωμένης
2 Στεφανίου
3 Βράχου
4 Άγιος Γεώργιος Φενεού
5 Προφήτης Ηλίας
6 Κορυφή
7 Λέχοβα
8 Άγιος Βλάσιος
9 Καλαί Νήσοι Περαχώρας
10 Πράρθι Πίσσας
11 Άγιοι Απόστολοι εις χάσια
12 Αγία Τριάς
13 Άγιος Γεώργιος ή παναγία
(του Γυμνού)
14 Άγιος Κωνσταντίνος
15 Καίσαρη Παναγία
16 Άγιος Αθανάσιος εις την Μάγκαν
17
Δαμαλών
18 Ταξιάρχαι
19 Άγιος Δημήτριος
20 Αγνών
21 Καλάμιον
22 Άγιος Μερκούριος
23 εις Σοφικόν
24 Ταλάνηον εις Χέλι
25 Παναγία εις Βίδι
Ναυπλίου
26 Λουκάς
27 Ξηροκαστέλιον ή Καρακαλά
28 Αγία Τριάς
29 Παλαιά Παναγία
30 Μαλευή
31 Πρόδρομος
282

b
Αύξων Επαρχίας Μοναστήρια Παρατηρήσεις
αριθμός
Ναυπλίου
32 Άγιοι Ανάργυροι
33 η Αρια
34 εις Πλάτανον
35 Θεολόγος
36 Αυγού
37 Κατακεκρυμμένη
38 Κοιλάς
39 Πρόδρομος εις Κρανήδι
40 Άγιος Αδριανός εις Κατζίγκρι
41 Άγιος Νικόλαος εις Κεφαλάρι Μετόχιον της εν Τριπόλεως
του Άργους μονής Κηπιανών
42 Άγιος Θεόδωρος
43 Σωτήρ
44 Αγία Μονή
Τριπόλεως
45 Βαρσών
46 ' Κανδήλα
47 Επάνω Χρέττα
48 Κηττιανά
49 Μεζενίκον
50 επιλεγόμενη Μπεκήρι
51 επιλεγόμενη Κακού ρι
Ρέοντος
52 Καρυάς
53 Εγκλειστη ριον
54 Ορθοκωστά
55 Ρεοντινόν
56 Άγιος Γεώργιος
57 Άγιος Νικόλαος Σίντσας
58 'Ελωνη
59 Μωρά
60 Ενδύσσενα
61 Κωδωνολίνα ή Κοντολίνα
62 Παλαιοπαναγία
63 Μαρί
64 Χάρακας
Λακεδαιμόνιας
65 Ζερμπίτσα
66 Γόλα
67 Κούμαρη
283

e
Αύξων Επαρχίας Μοναστήρια Παρατηρήσεις
αριθμός
Λακεδαιμόνιας
68 Καταφιλιώτισσα
69 Αναβρυτή \
70 Πρόδρομος εις Τρύπην
71 Καστόριον
72 ΓεωργΙτζι
73 Ζαγόριανη
74 Λογκανίκον
75 Ρεκίτζα
76 Καλτεζάς
77 ΖαγοΟνα
Μονεμβασίας
78 Ζωοδόχος Πηγή
79 Παναγίτσα εις Λαδά
80 Άγιοι Απόστολοι
81 Αγία Σολομονή εις Σαγμττάζικα
82 Άγιος Αντώνιος
83 Θεολόγος Σίντσοβα
84 Πρόδρομος εις Κουρτσαούση Μετόχιον της μεγίστης Λαύρας
85 Αγία Αικατερίνη εις Ασλάναγα Μετόχιον Σιναίτικον
86 Βατοπέδι εις Σαίταγα Μετόχιον βατοττεδίου εν Άθω
87 Θεοτόκος εις Μικρομάνην Μετόχιον της μεγάλης Λαύρας
88 Παραδείσιον
89 Γλαγκανία Μετόχιον
Ανδρούσης
90 Γρηγοριάτικον Μετόχιον αγιορείτικο του Γρηγορίου
91 Μετόχιον Μετόχιον αγιορείτικο του ξηροττοτάμου
92 Βουλκάνου
93 Αγια
94 Ταξιάρχας εις Κωνσταντίνους
Ο Μεταμόρφωσις Αδριανομονά-
στηρον
Ζαρνάτας
95 Κοίμησις της Θεοτόκου
96 Άγιος Νικόλαος Μαρδινίτζας
97 Άγιος Νικόλαος Βελανιδιάς
98 Κοίμησις εις Δολούς
99 Άγιος Νικήτας εις Δολούς
100 Προφήτης Ηλίας εις Γατιζέ
101 Άγιος Γεώργιος εις Αλτομυρά
102 Άγιος Νικόλαος
103 Αγία Παρασκευή
104 Θεοτόκοςεις Ατζουμτταβίτζα
105 Θεοτόκος εις Δολούς
106 Σωτήρ
d
Αύξων Επαρχίας Μοναστήρια Παρατηρήσεις
αριθμός
Ζαρνάτας
107 Αγία Παρασκευή
108 Θεοτόκος Φανερωμένη
109 Προφήτης Ηλίας του Ρουσιάνου
Ανδρούβιστας
110 Αγία Σοφία
111 Λουκάκη
112 Άγιος Γεώργιος Μετόχιον του Αγίου Τάφου
113 Φανερωμένη
114 Μεταμόρφωσις εις Μττενδονίτζα
115 Κοίμησις της Θεοτόκου Στρετίτζι
116 Άγιοι Θεόδωροι
117 Γενέσιον της Θεοτόκου Βαϊδενίτζα
118 Κοίμησις της Θεοτόκου Σαμουήλ
119 Νικλότερα
120 Νησάκι
Καλαμάτας
121 Άγιος Κωνσταντίνος
122 Ζωοδόχος Πηγή ή Βελανιδιά
123 Προφήτης Ηλίας
124 Κοίμησις της Θεοτόκου Δήμοβας
125 Κοίμησις της Θεοτόκου εις Γιαννι-
τζάνικα
126 Αγία Τριάς
127 Θεοτόκος Βλαχέρνα ειςΔέσκελον
128 Κοίμησις ή Σιδηρόπορτα
129 Κοίμησις ή Μαρδάκι
130 Γαρδίκι (Μετόχιον Μαρδικίου)
131 Πρόδρομος επιλεγόμενος του
Σουλούμπεη
132 Θεοτόκος ή Αλίζαγα
133 Θεοτόκος εις Μικρομάνην
Μαίνης
134 Ζωοδόχος Πηγή
135 Ταξιάρχαι Χαρούδι εις Πύργον
136 Αγία Τριάς
137 Άγιος Σπυρίδων
138 Μεταμόρφωσις του Σωτήρος εις
Κότρωνα
139 Άγιος Φίλιππος επιλεγόμενος του
Τζατζούλη
140 Άγιος Νικόλαος εις Κατζαφάη
141 Παναγία Λουκάνου
142 Παναγία Τσίμισα
143 Παλέρμα (κατά την Τσίμοβα)
285

e
Αύξων Επαρχίας Μοναστήρια Παρατηρήσεις
αριθμός
Μαίνης
144 Άγιοι Πάντες
145 Παναγία Πέττα
146 Άγιος Πέτρος
147 Μεταμόρφωσις
148 Παναγία Κυπαρίσου εις Ελίκη
149 Αγία Τριάς εις Κάβαλον
Βρεσθένης
150 Άγιοι Τεσσαράκοντα
151 Άγιοι Ανάργυροι
152 Σιντσάφη
153 Ευρύσθενα
154 Μεγάλη Βρύσις
155 Βαρδίτζα
ΛαγΙας και
Ζυγού
156 Προφήτης Ηλίας εις Λαγκάδες
157 Καπροβίτζα
158 δύο μονήδρια επιλεγόμενα του
159 Παπαγάλη εις του Αντωνίου Μο-
γάκη
160 Άγιος Νικόλαος εις Κουτούφαρη
161 Άγιοι Τεσσαράκοντα
162 Κοίμησις της Θεοτόκου κατά το
Νομίτζιον
163 όμοιον επιλεγόμενον του Ατζαλή
164 Σωτήρ
165 Κοίμησις της Θεοτόκου Πλάτζη
166 όμοιον επιλεγόμενον του παπά
Χατζή
167 Άγιος Γεώργιος επιλεγόμενον της
Λοσάς
168 Το Γενέσιον της Θεοτόκου κατά
τα Φόκλια
Μηλέας και
Καστανιάς
169 Άγιος Κωνσταντίνος
170 Φανερωμένη
171 Πρόδρομος
172 Κάτω χώρα εις Κρημνόν
286

f
Αύξων Επαρχίας Μοναστήρια Παρατηρήσεις
αριθμός
Χριστιανουπό-
λεως
173 Άγιος Νικόλαος Λουντάδον
174 Κοίμησις της Θεοτόκου ήΜττούρα •
175 Κοίμησις της Θεοτόκου εις Κρα-
μποβόν
176 ΑγιοταφΓτικον Μετόχιον του Αγίου Τάφου
177 Αγία Μονή
178 Κοίμησις της Θεοτόκου εις Σοπω-
ΤΠ\/

179 Κοίμησις της Θεοτόκου εις Πανα-


γούλα
180 Κοίμησις εις Αγράλη
181 Μητρόπολης (κτήμα της Μητροπόλεως)
182 Ευαγγελισμός (Λομπάρδα)
183 ΤοΤενέσιον της Θεοτόκου (Κα-
τζαμικάτος)
Κορώνης και
Μεθώνης
184 Παναγία Κρυβατζανή
185 Παναγία Σακκελλαριά
186 Άγιος Νικόλαος
187 κατά το Ρεμήρα
Κερνίτζης
188 Μέγα Σπήλαιον
189 Λαύρα
190 Άγιος Αθανάσιος εις Φίλια
191 Άγιος Νικόλαος εις Βλάση
192 Μακελλαριά
193 Ταξιάρχαι
194 Άγιος Νικόλαος Διακόπτου
195 Αγία Τριάς
196 Αγία Μονή (Γυναικείον)
Ωλένης
197 Σκαφηδιά
198 Άνω Δίβρη
199 Κάτω Δίβρη
200 Φραγκοπήδημα
201 Κρεμαστή
202 Άγιοι Θεόδωροι
203 Πρόδρομος Νόκοβας
204 Άγιος Αθανάσιος Καραγιούζη
205 Παναγούλα εις Στρέφη
206 Σωτήρ επιλεγόμενος του Μπουρ-
δάνου
207 Άγιος Βλάσιος εις Δαμούζαν Μετόχιον Αγιορίτικον
208 Παναγία Αϊλιάδα Μετόχιον Αγιορίτικον
209 Αγία Τριάς εις Λειβάρζη
287

g
Αύξων Επαρχίας Μοναστήρια Παρατηρήσεις
αριθμός
Ωλένης
210 Παναγία Τριποτάμου
211 Κοίμησις εις Σοττωτόν
212 Ανάληψις εις Τρέζοβα
213 Αγία Παρασκευή εις Βάχλια
214 Άγιος Νικόλαος εις Μοναστηράκι (Εκκλησία)
Πατρών
215 Παναγία Ομπλού
216 Μτταμττιότη
217 Χρυσοττοδαρίτισσα εις Νεζερά
218 Ευαγγελίστρια
219 Παναγία εις Νοτενά
220 Φιλοκάλιον
221 Γερμοτζάνι
222 Γηροκομείον
223 Βλαχέρναι
224 Ελεούσα
225 Πεττελίτζη (Γυναικείον)
226 Άγιος Αθανάσιος εις Λεχαινά
227 Ανάληψις εις Χλομούτζη
228
Δημητζάνης
229 Άγιος Θεόδωρος
230 Βαλτεσινίκον
231 Πρόδρομος
232 Καλάμι
233 Χρυσοττηγή
234 Αιμυαλοί
235 Κερνίκη
Ευρίπου
236 Ήλια
237 Όσιος Δαβίδ ή του Γέροντος
238 Άγιος Νικόλαος Γαλατάνη
239 Μακρυμάλη
240 Άγιος Δημήτριος
241 Χιλιάδων
242 Άγιος Νικόλαος Κουτρουλομετόχι
243 Άγιος Νικόλαος
244 Κλίβανος
245 Μεταμόρφωσις
246 Αέρια
247 Αγία Παρασκευή
237 Όσιος Δαβίδ ή του Γέροντος
238 Άγιος Νικόλαος Γαλατάνη
239 Μακρυμάλη
240 Άγιος Δημήτριος
241 Χιλιάδων
242 Άγιος Νικόλαος Κουτρουλομετόχι
243 Άγιος Νικόλαος
244 Κλίβανος
245 Μεταμόρφωσις
246 Αέρια
247 Αγία Παρασκευή
η

<
χ

Η
b
C

α
>
>

Ö
Ο

ο
Ο.
α.

Ο.
<

<
α
Η

ί­
3
3
3

α
α
ο

>

α
>
>
>
>

Ο
ο
>
>

>
U*
3
3

<
<

»ω

<
α

α
C

σ
Ο

1-

LU
D

3
Ο
ω

>
>
>
>

3.
e-

-s
=L

er

α.
">ί
α.

ο.

α.

>
α

ο
CD
Άγιος Γεώργιος Φενεού Παναγία Κορυφή Τρικάλων

α.
Προφήτης Ηλίας Ζαχώλης Άγιος Βλάσσης
Παναγία του Βράχου Νεμέας Παναγία Καίσαρη Κάτω Πελλήνης
» Λέχοβας Κιλεών Άγιος Αθανάσιος Στίμαγκα Νεμέας
Άγιος Δημήτριος Στεφάνι Παναγίας Πρασιού Περαχώρας
Φανερωμένη ΑγιονορΙου Άγιος Κωνσταντίνος Γελήνη
ΚοΙμησις Σολυγείας Άγιοι Πάντες Σολυγείας
Παναγία Καλανησιά εις
Περαχώραν

3
σ
>
Άγιος Αθανάσιος Φίλια Στρέζοβα

er
288

Άγιοι Θεόδωροι Αναστάσοβα Κλαπατζούνα


» Λαύρα Κύναιθα Λιβάρτζι
Παναγία Μέγα Σπήλαιον Σοποτόν
Άγιοι Απόστολοι Χασιών
Παναγία Μακελαρίων
Άγιος Νικόλαος Βλάσης
Παναγία Χρυσοποδαρίτισα
Νεζερά
Ευαγγελίστρια

<
ω

σ
σ
-<
Μεγάλοι Ταξιάρχαι

>-
Άγιος Νικόλαος Διακοπτόν
Αγία Τριάς Κούντουρα ομοίως
Αγία Τριάς Ακράτας
>
α
ω

σ
σ

hl

+
•-

α
3.

Αγία Μονή Διακόπτου +


•ο
9-
=>

α.
>-

Παναγία Πεπελενίτζα +
^

2
<

3
r

C
D

*
Ρ
S
h-
ο

ο
>

ω
ίέ

α
IO

>


Ο

α
α
ο
δ

Ρ
•Ο

"t3

ι—

,ο
-<
h—

-<

•3
9-
CT
γιος

(—

e-

α.

>-
w>

ο σ

^
ροφ

α. w
t/> l-Λ

α. -<
Ι

Ο
ω

3
>
Ι­

ο
>
σ
ι—
m

CD
Χ5

e- er V»
3.
Ο­
ο.

< -ά­ ο.
ι

ΙΟ
•α w

ω
> σ

ω
ο

>
>

>
ω

.< C w .<
ο

3
ΕΖ
•ω

ο.
LO

CT
•ο

(_0
σ CQ.

ο.
ο.
w>

Ρ
>- ν:
3

3
ö
ii

Ο
e
Ο
Ο

α
ο
ο

>
α

ο
3

^ • ^

CD
CD
co

•ω
ι—

CT
e-

>-
m

i. ° β-< •3Χ
Ι
σ -ς
Ο
ω
ο

ο
Ο -ω

3.
έδικτον

er
cr
α.
ω KS>
ι— ι—

CD
>

"Ü3
ο
Ρ Q S
> β §
> Ρ.
ζίτζα

3.
ε­

α
S

Η
S·!

·<
3
>
α
α
3

Ο
>
>
>

α
ο

3
>

κ-
>
>

>ο
>-
-<

er
er
=L
α.

\^»
3

<
<

χ
3
b

Ο
C
ö

α
α
α
-ft»
W


α

LU
σ

3
3

3.
>
>
>
>

IS
<.

CL
3.

CT
<tr

1=
C-
Q-

ο
>
α
σ
Προφήτης Ηλίας Αμφιόνης Άγιος Γεώργιος Καστήλι

α.
Ιωάννης Πρόδρομος Δεσφίνας » Νικόλαος Κολοβάτης
289

» » Δεσφίνας να διατηρηθεί ως μετόχι


της Δεσφίνας

Ζ
3
t
σ

Ο
Άγιος Δημήτριος Καρακαλά Αυγό εις Ασίνην
Παναγία εις Αραχναίον Άγιος Μερκούριος εις Λήσσην
Ταξιάρχαι εις Επίδαυρον Καλάμιση
. Αγνούντος ομοίως Άγιος Θεοδόσιος εις Μηδείαν
Μεταμόρφωσις Ασίνην

5
ω
σ
Φανερωμένη Σαλαμίνος Άγιος Ιερόθεος Κιπαρίσι

α.
>-
Άγιος Μελέτιος Κούντουρα Πρόδρομος εις Μάζι
Άγιος Νικόλαος Σαλαμίνος
Αγία Τριάς Μυρίνι Ελευσίνας
Προφήτης Ηλίας Ενδολίας
Μεταμόρφωσις Σωτηράνη
290

μένου
ατού
V
ο
3 ·§ κ5 ?
8-3
> >
6
Φ
α
ο
3.
β
f
β
-to
IS
-ο χ ζ < e s
L/>
ο
h- co
5 *
• *
> MO.
Ο. CM
er
Ρ
ρ 3
3
b
ο Ο _
α * Ο
CO CM co CO
e Ι ?? CM -^ CM CM
> >
ο ο
Ö ο
* s CO co •«Τ
ι ΟΟ CM CM
*c co Γ>- h·
, -
00 δ = *" '" '
«^ ο
er ι-
ο *- u«
έτος
σεώ

S3 v/<
Μοναστ ηρίου

S3
ΙΟ
κτήτωρ του

3 >
Ο
Όνομ ια

2 Φ > Ο
b 3.
«ο α. y b > ο
>
> -3 |
ο IO >-
3
Ρ P b S3 3. ω
ο > W
ο
Μ

D 5. cL
3 ο
S3
>
W >
to
ω >
Ο. •ο > >
ω **Α α£ S3 S3
-Ο β *έ Si
W > a σ
3.
09 er ·>•
>-
> α er
Ρ er
Ρ
m 0
Q. ο ο
J 3
Ο
3
Q. Q.
3
α α
α. ε Β Β
er
ο
Β •.—»
b
σ 3
03

°!
Χ 3
ο
Ρ
ο
ο
ig
ο.

·:ι Μ0 ο
5 '3 « Ή Φ
σ σ

II
Β 5 S * b >
> '3
s *2 <
Χ.
Ο ο >
2< Ë '>< er
•ο
α> α
σ 1 I CD
σ
>
Ρ 3

Ι? UJ
3
s 1
ο
α. Ρ 3.

3 'S. >-
Ιοναστη
νομα το

'3 ο
ι_ b |
Ι— ο α
ο
>-
g 1 OD
'S
GL
'3
b
>ο Ä rf < ο <
*- CM co •«Τ
> #
3 5-
«*/· —
ο α
σ ο
291

IO
00

μένου
α του
• < cf cf cf

II i
IO
co
Ό
δ
ω
• <

>cr
g
-er
ο
3
3.
α
-<
•CT

g
Ο
3.
CD
6
»3
>
Ο
Β
'3
>
Ο
Q.
•Ο
>-
er
; •Ο Ι Ι­ < < Μ <1 < < 1CL
_

w
e
1- Ο "3· <ο to •t <ο IO
> α. m
5 CO
ο
3

ο
3
Ο
Κανονικοί

ο
Μοναχοί

α.
Ε to (Ο (Ο ο r>~ ω co CO
CM

δ
<o 5
η
00 Ι
^F "C
3
Ο
Ο
ε=
«J» Ο

ι ι
Γοςτη
εώςτ

Ι—
«er
> Β b
>
0
t= •ω β Ό >σ
ο
3 3
Μοναστηρίο
Στερεάς και Π

κτήτωρ του

Παλαιολόγοι

»-0
Δημήτριος

Ι
Θωμάς και

CO.
3.
37

<
vyt 00 >
W ο
ρ * " ννΟ
> Ο χ3 ο . ο. Λ Λ Λ Λ Λ
3 5. ο. 3 • 3 Λ 1
Λ Λ Λ Λ ι

1
^ 1=
Ö >
>
>

Ό > >
11 \Α
C
>
•ο
σ
>-
•ο
α
>-
er er

ÎÏ
er
•Ο ο t= t= Λ
ο ι Ι ο ι co
3. α
CO 3
α.
3
Ι ! α.
3
! i i ι
Λ
co
D
α D
ε α
Θεωρηθ

3
Διατηρου

-ω > m Ο
a. -ω ε ε Q.
Γ.Α.Κ ., Μοναστ ηριοικά, Φ. 3, αρ.

ο σ
3 b 5
Τ"
Ο ω
>< > '5. CD
Ο È-
υνέχεια τ ου Καταστα τικού Πίνακος τω

\-0 κ-
εσ Ο
ί­
ω
Ο
3
ιακοπτόν
ιακοπτόν

α s σ Ο.
3 δ.
-<

δ α χ Ο α >3
er α δ. 3
Η Q. •< Ό α
S Ό
• —

> -α CD ο CO. >


α -3 ο. CL χ ο Ο •ζ.
3 α -α χ
Ο ö
CO Ο ω
*co
>- >
Η CZ * < < < Π. Ν -< α LU
»-
ν^>
β Ό .Ο α
χ ω
δ α.
ο
-<
σ
er
-<
CD
>
«ω >>
•< ο.
Ο Λ Λ Λ Λ 3 ο Λ Λ
ai < Λ Λ Λ Λ *: χ. Λ Λ

3
Ο ο" ό
ΙΑ ο> \J-
σ
Εννησις τηι

·< α
ανερομέντ
Μοναστηρ
όνομα του

CT
•ο
γία Τριάς

α ·<
αναγίας
αναγίας

σ •g
χ ι— ο. χ
α. ζ < δ
h-
•θ CT
<& ο* δ $
α δ >- >- >- δ °-
3.
Ο
1*1 Η C 5-ζζ α •σ σ -σ -< C χ. C θ-
r- co σι ο ,_ CO •<r LO
vy τ— <Μ CM CM CM CM CM
> "2
3 «§•
WJ» —
ο α
ο ο
292

b" £ cf ϊ b*

lì 6
•3
*ο
SL
α.
Q.

>-
er
α.
cf
I
*ο

3. 1 ι
Ι ^
s.
SD
>-

-ο X 1—
(Ο ι_ 3 σ < w Ier
_
< < Q.
υ«
5
H CN Ο co
>
Ό »0
α.
OÌ •>ϊ
t « CO
M e
t
i
b 3
V - β

ο Ο _
* ο
Cα. h- Ν- co IO co τ- Ο co

si t*~
• LO
<e « c co—
Γ»
00 sLy» > '" -<
^ν/* =Ο ο
PJ Ε Λ
«3
ο
J3 «W
ο Π 0
Ι

Λ
Λ
,
Λ α

co ο»
ο co σ
3 τ - •<
IÖ D «2 -> Ό
3 ο Q- u< Ο ^
Ο H C !=2 <-« > Ο
σ co
5 Ο
ν-
3- — > -<
> ω S3 -er S u»
> 3H- D> ο- α2- VU)
θ- 9- b π Q. α.
co.
ο <£ ο ο
ω Ο2 3
S-o 3
α
ο S S Ο s •ο W Ζ
σ
< ι_ I·?
>
•δ V/ ο
1

C ρ *
5 "5
κ α
X
ο
Ι
>
1
ο.
3
δ
Λ
Λ
CL
>3
>

α. >
w Ό > >
W Ό •ο
Ο
υ« 5- Ό α
V-- C- >- >-
er
> •ο Ο t= Λ
3 3. α. ο ι ο
α. Λ Ä Ä
α. 03 3 CL ι 3
3
e- Ο
σ σ σ
βm Ε Ε E
s
d | ο
ö5 ρ "δ
• >
α.
ο
c*
CO -it» ο
b -< CT
. a. ο •ω Ö > υ» >
σ Ε Ο
β g >ο «3
α ο
α.
'3
3. α. α Ο
σ
3
ιατηι

•38
:κά,

D χ α.
S Ο od Λ
3 S:
5 α.
er
3.
ω g. > σ
α.
2 < Ο ΙΟ IH Ζ C θ­ Ί=
LU
Ο
H <
α
Êi l»0 χ
,σ Ό
•<
?
σ
>
3.
α
-<
α
CD
α
•S οα 1=
3 CL σ 3
Λ
Λ
> ΐ3
Θ 1= ζα
Ο Λ
Μ
σ
α
8- α
Ω r- αι *: Λ ζ ^ ζ
Γ.Α.Κ., Mi
Καταστατικός 1

cy> 1
er 3
ο α. er ι •<
> CL
•σ
Ο
3
3.
α w 2 *-*» ο< Ο

il 2 α.
>- σ
J2- ο
ο ω α. ο ν»
δ
3
ο.
ω
I-
>- -Sil £ δ

σ 3 - -<
•ζ s < * * Ο co * 3 e S αχ *ο >-ο
<>- ο^ Ώ ^ αΗ
co co τ- CN co
V CN CN CN S 8 CO co co
> >o
«3 m
UJ* —
Ο Q.
α α
293

γουμένου
νομα του
ο
> θ- θ­
ο
ΙΟ
if
α IO

-< g
i
0D
1= b
15 >ö >-
• δ α
ο ζ S ili 1 <
3
rz <
3
LU

WO
5
>- ο CD LO CM LO -ί- Ο
> CM CO
«ο α
CT
1=
3 3

b
ο Ο w
α ιέ Ο οο CM CM
e CO i^
CO
5- CM CM
ö
Ο
> >
ο ο
Μ: S
Ν.
CO co ο r^
00 ι CM co
τ™ ^—
CO co
3
^c
f—
CM

ο 5 3
G w ο ><
»CT
>
>
3 .
Ο
ε
2 οΙ ο 3
£
i ,ιο

3
«— Ό CM
CO

ο 3
Ο 3
'S Q.
c 2 er VJ» > 3
Ο
>
3
5 ο Ο 3- Ο

Ul
§•5
3 ο

Ο
ι-
-ω b
3
'<o
Θ- i
ο
Ό

g -1
IO
α.
ω
ι-
#5 b
•ο
io
S


s.
U-J
IO
a.
3
σ C3L
3. 3 .
3
L-J
W Ο
>
ν ο
Μ
io
£ ci
ο ο. ci
> χ
ο. 3
ι
Q. cL IO

3 3 3
> 3 <
α > > <o > >
CT ω LU
LU
>
α Ό > > > >
> ¥ •ο -Ο -O Ό
ο α ϋ
^ Si
D *
> σ α a
ir­ >- >· >- >-
> VAis CT cr cr tr
3 •ο ο
α g ι
1=
ο
1=
ο
Λ
Λ
1
1=
ο
3 Ι CL CL 1 CL
3 CL
Φ 3 3 3
3. 3
3 α ο α
Η-
σ
h-
α Ο
m
Ο
ε b b ε ε
α.
ο
α α 3 b
< ο w
Ö > QL
ο
CS

χ 3 er 1= L/>
μ
b· Ο 3.
co ο ο ο
CL > D 3
-<
> 0α 3 •δ > Ο α
ο ο -ω Ο •3 CL α < >
α α
α. Ό b «ο
S ί­ > Η-
> σ b (=
3.
Θ- 3 -<
* 3
Ο α Ο
CD
3.
Ο Ο
Ο
6
α 1- ΙΟ s •ζ < <
<
to
ϋ <
S. Ö
w
'3
ω α b
C

ö
δ α CL ο io
σ
> ο
*ο
Ο
ο α
>-
CO
5
0Q.
Λ Λ
σ
02.

Λ
Λ
I σ
co.
LT. οOI-I •<
ο οι 2 OD Λ Λ < σ IO
5 3 3.
3
Ο
Ο £
»—
A
io
.
Ο
'ιΟ
θ­ Ι»Λ
υ»
ο L/1
3 α
χ. 2 »ω α 3-

ί -< CD *
»α Β CL SÌ

< w
Χ σ 2
ω
α.
1-
b
ET
2

3
Ο
b -2
OL Μ
ΙΟ

<
3
Ο a
*o
b $i
•W
> 3- Ι Ο 5
>-
3 . Ο
•2 ö
£ IC
OL
5- ο
3 b b Λ

α>
W
ΙΟ
ο

5 -ο
•Ί-
CO
σ
LO
co
II
co
co
C L H
1^-
co
co
co
Λ
co
CO §
2 Ο
,_
•^
to
co . > -ο
3•
ο
α. ο
Ιωα
**Α —

< Ο D
294

3 ι
•ο u»
oê Χ> >•
er ο
=:


er
α 3.
Ο
b
c?
tf
£
-3 β 3- ^
Q.
ο >Ι
> >
Ο 3.
b 1 3*
-to
CO.
-ο χ ΙΟ < 3 -6 <
<-Λ
ο
Η· ο CM -tf
> L0 IO h-
-ο CL
a er
F 1= 3

α *5
* ο
_
C ΙΟ co σι τ- ^ h~ CO

> !
SI CM
ι CO
-CT CO
h-
« 3
W ο ><
er Ρ
»- UN 3.
Ο
ο oo
& b co
τ—

CO 3 Ο
T*
a -2 1

s Ο Q. ·< -3
ο " er E Ο
b 1_Λ α >-
-er ο 03 b
> 3 α> Λ <
> ι- -ιο
-< > 3 ft Α Λ
ο ω 3 tf
1= 5 to Ό -b

I w> >
c ,ο ο
Μ
-< Χ.
-<
-to
5 D 5. ci Q.
^ χα. 3 3 Λ
Λ
ι
3 >
ο > δ S LU
W
9
GL
>

SÌ >
Ν Ο -ο
b
>
fm
er >-
C"
> •ο ο Λ Λ
3 3 . α.
α CD 3
£Γ D σ
ι
Ι I
3
Ο
Λ Λ
I
Λ
Λ

CD
6 5 E
α £
öS 3 'S g
• > 10
><3 "5. Ο
CD b
er ο.
co -w 6 ο -b
·<
. a. σ
> sα.
t-Λ
-Ο -er b
β >
ο
θ g Έο α
1 'iI -g-
g > Λ
Γ.Α.Κ., Μ(^ναστηρ ιακά,
Καταστατικός ΙΙίναξ των Διατη

3. α. Λ
ο. s Ο
ο
χ 3
OL to IO
ο ΙΟ α. Ο
α. α.
β

κ­ 5 ι_ <
χ b
α
ι-«»

δ
β

ρ
LU
ΙΟ
α
ca.
tu
-c
Λ
Λ
Λ
Λ
i 1
€CD
• <
ο
b
ça
-er
Ο
Λ
Λ

.to
Θ cf
ο S b 2
2
3

ί
α.
ί­
α.
« A
ν/»
er
lì» ιI ο»

if 3
cf. S u»
-b
11
'=> c ο" - 1β

ι_ t i 6g ο Β S JfT^ -
α σ w
H-


b
ο. 3 - α. ω > 2 3.
> - Q. "S W 3 >-
-ο Σ •σ
οί
ι­ II W XL CO. β·0ί/--σ 2
Τ
L (D
c 5 2 5
> Ό
W» 9 Sr 3 s §
3 d"
UJ> —
ο α.
α α
295

μένου
ατού
u>
Ο
(-e
ο
ο" b" Ο CT if
5Γ σ g b" α. > >

α
3 b •ο er IÖ
·<
t
>3 a. 3. 3. 3. •p CD
et g
- Ι
>-
Ο
> ω er -< a.
3 a. >cr a
^a
Q.
JO
•ο χ ζ <
Ζ 6
* rf ι_
2 Ο 3 l_
c

S
^ in Ο co ο ,_ ο CN
> »τ-
io t^- ΙΟ CN τ- LO
τ—
•ο Q.
C
*
Ë 3
α
b
ο S^Ô
Cο. Ο co σ> ο Ο) r>- CN
> if O ) CO Ο) OJ 00 τ~ 1^-

4o
er
κ >I
α ο
I«. 5S io ^_ ιο r- (^ CN
00 CN (D CN
τ-

>cr
S
co
^—
CO
V-·
•^
T~
CN
^"™
?
^~
S
τ™
« 3
U» Ο >:
tt
3.
«ο
00
τ- If I LO

Ο •ω b
ο
Η·
3 j. cr 1
C

li

3
Ο

ο

Ό 3
5"
ω CD ~ vy> Ο
cr c? ο
ti
b CD οΛ > 2
•c •o W IO S 5" h-
er ι— v_/» to b
a . cr b
3- a b Λ Λ Λ •ο
•!£o 3 e· b
ι- ο 3 Λ Λ Λ 3. 3 ο ^ 3
'g.-s IO
ο
t=
ο
1- >

>
>-
5 >•

ω
Ο
5-
•a 1
•er
§1
•a
# cf 1
< -< -a
II ©
8

ti l ο
Λ Λ Q. Λ
5 ο
C
χ
5.
α 3
>
ο
>
C0
Λ Λ Λ
Ι Λ

«ο σ w
h)
QL
W
>
•o
D > > >
> Ο Ο ο
)•• C" >- >- >-
•CT •er •cr
>
3 »ο o 1= Λ Λ Λ
3 . Q. ο Λ ο Λ Λ Λ
ο. Φ 3 a. Λ α.
3 3 3
er α Ο σ α Ö

gm 5 ε ε b
ν Movo

Ο α
.αρ.

3 b ca.
u) ο
.2 φ b
α ο
><3 CT 'S
. 3.
ο b
Ο U»
ο
α.
1
Ι
Καταστατικός ΙΙίναξ των Διατηρου
Γ.Α.Κ., Μ«^ναστηρ ιακά, Φ

ο <
> a.
Ι
•ω Cu
CT Ο ο. er
ο •w 'ο. -3 >
•<
ca. ·<

Ι ί
3. •3 •er
S ί­ CD χ Q.
•ω io 5 >• ο •ö
σ
3
Ο α δ
-< 5
b a.
ω
ο
ω
ξ. I .>
tz
Q.
3
>-
3 |
Ι
IO Ζ
c: < < Ν
β β σ
*x α.
1 a. σ
> 3
>

Θ
ο
UJ
•er
CD
<
Λ
Λ
:*
3 Λ
Λ
Λ
5
S
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
I «
l_
Λ
Λ !
s
3 •CT ci
er
Ο
α.
• un CO. •ο
a.
ι
le α
-<
Ο
5
ι
a
-< 5
ι
•vr 3 ^ 3
>
er >-
a
ο 5 IO c
>- Ο
S u5 ..ο •ο

Il
> Ό t 3
u» * .
g* >3 H1
II El-
CL *>
2
ί fi
b u< ο

cr
| £ •W (_ρ
Ο. ο
er
3. cfl ο 5 g. 3

>ι V*
O)
•<r
ω
C

S
3
LU
τ-
io
CN
io
co
IO
IO
^r
^
> <
ιο
ιο
£2

ιο
r^
io
5
co
io
fe
5
Λ
Λ
en
ιο
>-
<
Q
δ
si tfl
—. CN
CO
> Ό m co
•Οο 03
5
WJ< —
Ο Ο.
S S
296

er if
S. -<
-ΣΤ­
Ο.
g a
id
3
-α GO. σ
π. >- Q.
g ο
Ι­
σ '3
tz < c *

CN Ο CN Ol CO

CO "* CO f» Ο

.1
Κ
μ-

ö Λ Λ Λ Λ
Λ Λ Λ Λ
3
^

Λ
Ο Λ
>
ω

>
Ο
> •
•CT
Λ Λ t=
Λ Λ ο
Q.
3
σ
ε

Ö δ. α
a. CT
3. 'α. ZL
-< •3 8 ι—
5 5
er
> >ο D
-CT
Λ
Λ g ω Ο ι-ι ΙΑ
3-
^ S £ -<
*<r-
·<,
χος Πηγ

rj ο σ
ο
m 1=
διάς

Ο·
b
3 ε 3.
Q.
UI
>
ο
3 α
Ci­ 3* £ Ν
Ν m α *
>
•α Λ
Λ aft Λ
Λ
co Τ m CO Ι-»
(Ο CO CD CO CO
297

Κωνστάντιος

Θεοδώρητος
Ηγουμένου

Μαρτσέλος
όνομα του

Βεσσαρίων
Κρεμέτσης
Γρηγόριος

Παρθένιος
Πετσάλης

Ματθαίος
3.

Κοράλης

Μπάρδα
Αγάπιος

Ιωάσαφ
ω ο

Τσάκας
Γιανιός
Ιωσήφ
• <
'CT
θ­ ca.
α 3
> ο.
a ω -Ό
IO L-J

IS
5
Ν "ί- r- Ο
> *0 CM 03 CO ^_
s
I» CO CM ω co
CL
*ο
Μ! er
t=
| -<
3
κ-
η
3 •ο
N-r
b
00 ο Ο _ 3
Τ™ α ÌÉ Ο
m
\* ^ Ν Γ- ο Ο Ο <ο ω
e m ^ CO 1^- (Ο ο»
Ο
43
ο
π­

*
α ο
Ξ *ο
3
α r- οο
κ> ι
(Ο S
3 h-
Ο 3 *
b Ο <J» ><
»er er Ρ
3.
ο


ο ο | ο
CN
43 b
3
rz _ Ο
3 «^
5 2 |
*
Ο
b
iff*
ο « a
ω 3 σ
α.
ω fi 1 3 -< -< ·ο
•Ο
5É ι= a
Ζ Έ 5
ω *

00
co
(»Λ > co
er w» ο ;«: x. ύ
> £"5 α
α.
Ό Ό 3
Ο
3 χa. 3 3 3 3 -<
ö > > > > Q.
'S.
er W ω ω hl
t=
<t w
S >
α >ο > > > > > > > > >
> ä£ Ό •ο Ό Ό Ό Ό Ό -ο •ο
α * ii ^ * i£ Μ ^Ö ^ id
Sο > σ σ α α α ο ο σ w CU
er s-
CT
>

£^

> - > - > - > · >- > • > •
a w»
> 1= er er er er er er er 3. fr
3 »o t= 1= (= f= 1= t= (= 1= 1= a 5
> 3. 8. Ο ο ο Q Ο ο ο ο
a.
3
ο
S
σ
co
3
D
Ο.
3
σ
8.
3
α
ο.
3
a
b
a.
3
a
δ.
3
a
a.

ε
3
a
b ε
ο.
3
σ
ο.
3
σ
ο.
3
σ si
CT
Β Ε Ε Ε Ε Ε s
. κ- β
α ο 3 "b
σ « ο cow >
•3
'S. Ο
* 3 CT 3 Ο 3.
ο α
g.
Sir a
>
ο
σ
ο. CT
-ο
ι/* Ό u>
-3
ι
Ο.
ω •α
ο.
α
ca.
-<
ο
ού Πίν

M»)
ιδ > o tr -a •α
ιακά,

α 5
3
Ο
h-
Η
5
*
δ
α.
»ο
Ο.
LU
g
'CT
Ζ
b
<
a.
1=
a
X.
g
·<
3.
b
^ο
ο
>-
<
σ

c
b
ο
δ

'S-
χ
J2
1
e
Ι
ί­

as α
"χ >
α
α.
σ
CL
α
b
3.
D
α
>
er
b α. ο ca. 3
Λ Λ
α Λ
'S b
Ο A Λ Λ
a Ο σ 3. b
0
> fi tu
Q.
LU
Λ
Λ
1 > Λ Λ Λ Λ Λ
<0
Λ ^
σ
-<
ω
Συνέχεια του Η
Γ.Α.Κ., Μι

σ •er
3 ι >- C O Ο Ο > Ο 6
3
Ο
Ο.
3
>-
α.
CT
LI 3 3 .M · < ·<
ο
-<

-3
>-
Ο.
Ο.
3 i
Ο li u > w
I <
3.
Ο c£< ^ b ί * ο"£
sflf
Q--a ω Ο
ι _ »2 -ο
lì M Ι
χ

s
•ο . 5 3 Ζ Ζ
« >£r cr 5£ w« *β ν/> 2 er
σ
5

tifi 2 3&
5

II
•ο Ξ
3- ο
ο ω
* Ο
OD
11 _
Ο)
ο
ο3 •«-
2

ΈΛ £ 2 ο- 2
ω 3 q ο. >- σ >-
2 w ~2. < < *
co ·*τ
< il io
> •
< < <

§-<
ο. >-
b co
h- 5 en
Ν ο
U» (Ο <ο Ν
1^- f«. f» κ t*. h» 1^- IS r- r- co
> Ό 5£8.
3 5
UJ\ >ϋ '
ο α
α α
298

_ - VA
CL>e·
tr 3.

3 VA
^ ir­
b lo *
•er io ?
α

ö
α
si
ο
e Ig
8.
α
ca.
co. Ο
io

CL Ό
Li­
if υ*
3 »3 Kt
Ο
> 3 α Ο <·» α.
Ö Ν g m 3
»e- <
g
ο α.
•α
ο VA < >
ο > S ^ θ"
2 > X VA <D b
3. ο σ α
5 9- 2 ο σ 5 2 £
VA
ΙΟ 1 I^â3 8. ca.
.b α
•<
>
>-
ι= 5 h- w α < S < < ^ «d < -< ·σ Ο Ο Λ Ο LU W <
s
VA
ο α 3.
> D
α -<
IO α
>
WA α -13
σ α = 2-2 ο ζ> α α > α CL α
Ο > α Ο σ ι— ο »tf . > Ο
ILI Κ5
VA " ^ -< J= ι δ >
a g r 2 •<
•ο M ° S -. > VA
ο α
IO

Ο
O
VA
w
w
ΟΙ Μ 5
»ω

.9 α ο α.
α
\= .S Ο 3 . "Ρ 2
ο &• Χ Ο Ρ - <
b ° 5 ο"'
_
3 Κ}
°
q. b -S
W 2 o -3 *ο
< Χ
ο
b >
>-
<
Iß VA
VA
Ι Ο CQ Î Ô < I Ö ""

δ « w
α. ο
> CT _ VA VA 3. VA
3 •- o
'2 VA o VA er VA VA cr 3
Q. 2 VA -, α ο çr b >3 ^Ο
^ ^σ ο ä b ä b > b 2
3 ^2
Ο
> >
g- ;= co. o- 2 3 "S VA Q. b* 3 Ο
«g •< «3 α
σ < ω
O- VA 15 ι
CL a. ω

ri
σ > «ϋ δ Ä β VA '£"1= a .
2 5 Ρ C VA<
>
3 g:
CL
£< n i VA Ê VA > 3 VA§ Ο VA

il
ο ° a .> σ
b w
>
·=
LU bt Λ Λ Λ £ Λ iff o.
3 >-
σ α
s % k Λ Λ ^ Λ I_
"δ δ
3
if
Λ
VA O VA
C VA ω i — '3
a.
ο
I?
11 VA1-
VA Ό " θ - VA
FS b
CL "-
cr
I
O
^Λ aI i£
cr
Θ-
Χ
σ
§ I cr
•δ
VA
F

II
W VA

Ι|
^ VA α VA VA VA VA Ο CL VA VA χ Mi)
ο. Ρ
h
6 b 5 < W b >3
U) if-<
ο
IO η 3 *
o
So
b
Q
i_
VA
O Λ
>- Λ 2
«
es
, .o. S
e >-o
H < ο
If
>
3 <
w > w g
VA °. 3 Ö VA ^ m m O r - M n t m i O Q f n c i > o o - « - 5 : < , 2 < N ' C D œ r ^ - ç o h > L O ' ^ r c i >CN
H
if 1* 1
Il ssi VA
er5
VA -
>
CN co oo <o m CN T-
CN

2 « t=
F w ui
«ο

5 s a VA Ö
.VA
3 *><
3
H VA
F
Έ j ^ — CL Ö
b"
ο
α
ο
t= -S cl
3 3 >< σ
5 CL a > CL
O t u s i 3
S? σ o >- CD
LU ζ O h- <
LU Θ-
c
m
< Q
5
Θ
ποσόν αριθμός εκά­ Όνομα και Επώνυμον

ο
b

ο
α

α
C
σ

ΙΟ
S
•c
er

3.
εκάστης στου Μονα­ του Μοναστηρίου χωρίον ή

5
ο
Χ

οι
t=
α.
επαρχίας στηρίου εις ιδιαιτέραν
τους Καταστ. θέσις
Πίνακες

CN
τα όπισθεν

W
Αττική Ασώματοι Ταξιάρχαι Πετράκη Αθήναι
Χασιά

S
Μαρούσι
Κάλαμος

O O S Î Q S
cD03-bb
Βρανά το αντιποιείται ως ιδιόκτητον ο Γαβριήλ

< χ < e: 5
Siti!

£j
το όλον
Της Πελοποννήσου

Άγιος Γεώργιος Φονιά Καλύβια


» Δημήτριος Στεφανίου Στεφάνι
» Νικόλαος Καλανησιά Περαχώρα
Κορινθία Προφήτης Ηλίας Ζάχολης Ζάχολη Ο

CO
299

Κοίμησις της Παναγίας Βράχου άγ. Γεώργιος


» » Λέχοβας Λέχοβα
» » Σοφικού Σοφικόν
Φανερωμένης αγιονορίου αγιονόρι
> if

Ναυπλία Ταξιάρχαι Επιδαύρου Νέα Επίδαυρος

TT
Κοίμησις της Παναγίας Αγνούντος »
» » Αταλάντης
>

Χέλι
ω-<ω>αω-<ο>-^=Λα.3

άγιος δημήτριος Καρακαλά Κατζίγκρι


Ερμιονίς άγιοι Ανάργυροι Καστρίου

CN
Ερμιόνη
Κοίμησις της Παναγίας Κοιλάδος Κρανίδι
ι
Ύδρα Προφήτης Ηλίας Νήσος Ύδρα
α

Πόρος Ζωοδόχος Πηγή

τ -τ -
» Πόρος
Άγιος Νικόλαος Βαρσών Νεοχώρι
» » Κακουρίου κακούρι


Μαντινεία » » Καλτεζιών Καλτεζιάς
Κοίμησις της Παναγίας Σηπιανών Σηπιανών
» » Κανδήλας Κανδήλα
» » Επανωχρέπας Περιθώρι
a.;g £ > α ο σ σ ο ο α . ο
e2cNz2wauiÂ<i-iii5?-yii:!<:^:s^i-e

^ ( o a j p N t c M i o o T - n i D c n c g r o m s S œ i O T f m
Μεγαλού­ » » του Μπούρα
f Iff fitti ifilätitti-sfi

Λεοντάρι
πολης

CO

άθροισμα
Θ
b

ττοσόν αριθμός εκά­ Όνομα και Εττώνυμον

e
D
b

α
α
α

IO
w

sr
•c
χωρίον ή

a.
εκάστης στου Μονα­ του Μοναστηρίου

α
α
α
tu
ετταρχίας στηρίου εις ιδιαιτέραν

1=
τους Καταστ. θέσις
Πίνακες

£3
ι'άθροισμα

=
a

ξ"
Μεταμόρφωσις του Σωτήρος Λουκούς

>- a
Κοίμησις της Παναγίας Παλαιοπαναγιάς
» » Μαλεβής

3 SIS
» » Αρτοκωστάς

u<

>->-q


Κυνουρία » » Έλωνας

δ. H l

σ
Λ ·α .2- tS b
Ιωάννης Πρόδρομος Καστρί
Άγιος Νικόλαος Καρυάς

._ #
a. S
» » Σίντζιας

q
a. S- Î3
» Γεώργιος Δρομαίος

TO
Κοίμησις της Παναγίας Κερνίτζης

tz s
Γορτυνία γέννησις » Αιμιαλών

σω

=
Άγιοι Θεόδωροι Πυργάκι

a
f S\_
Κοίμησις της Παναγίας Καστρί
300

σ
» » Ζερμττίτσας

αω-α

u>
λακεδαίμων Ζωοδόχος Πηγή , Γώλας

σ
Άγιοι Ανάργυροι Σταματήρας Σελλασία
»
ffud
» Τεσσαράκοντα Μάρτυρες
Ζωοδόχος Πηγή Βελανιδιάς
§ § 1 i l S 1 3 a | g. 5
Λ

^f
Μεσσηνία Κοίμησις της Παναγίας Δίμιοβας
Ο

» » Μαρδακίου Ι «α Ε-I ο f ί
» » Βουλκάνου
Κοίμησις της Παναγίας Γεροκομείου ο. a -6 § ι 3 * > σ ^

» » Μπαμπιώτου
δ. "3 >α α ^

» » Νοτενών
g„
ο

ω
Αχαία γέννησις » Φιλοκαλίου
2 *o g

Αγία Μαρίνα Μαρίτσας


Εισώδια της Παναγίας Ομπλού
a A

Ελεούσα τζεβζεβού

T-T-MMIO<On^tD(3)T-0(ONO)Nœ(OOCN^^N(DO«l(0<ûli3in
N-u5ior>-r^ior^h-i^-m<D<o(D(Dt^-i^-r^<Doo(0<oo)Oìooo)Cv40>0)cD

Άγιοι Πάντες Βελημάχη


δ. α αϊ α.

f i « .§=
S" 1 S-8.3 E 2 8.5-i-

άθροισμα
301

-3
Q.
u» Ρ
w Ο
G
>£Γ α
α.
CT *:
σ
i
Ö
C
lo
S
CO. 5
ο
α 3 > >
g
-<
Q . ts
. 'ω ΙΟ

£3 D
> α
§-3 3 >
b io

b
>
Ο 3
er
> ^_ α er α α > •

•e- .5" Ό Ö Q. ω « η CT CM
*Ε JE 'S t _Ε δ ο. - 3 slS-fó
ΙΟ

3 a-2- σ =. b * >.«3
·=• Ρ δ ~- ω
* α. κ>-<
Λ ί * ι ' 3 1 u ·< 3 Ο «3 ω
-ο S Ι b

σίοο.σ-<-<«οΛ m < < 2 θ-


< < < < U J U J 5 •cr
C Û
3
Λ
Λ < ^ 5«ί w ζ
ίο
FE-
CT ω
Ο. 5 ._, o o« S. •s §
«8 Π CO. CT - <
ω
>
•5 V S.'S Ο 3 v^> ι » fc- h S3
|t
KJ> Κ3 ' Ö
<-* S-.9- =" o 2 ·§
αφιδ

H £
άνω

> ο. «δ er
«2 1 - yj, θ­ η . co. Ρ Ο ο 3 <Ώ-α> 5 b ^ 5 · Q.
α Q. Q- •a £ '3 1 2 io
α 2 δ £ -< H£ Ε-ϋ rz iZ ΓΖ u< co τ ­
α
D < >
3 3
«y
O «_p
cr σ O
σ Ό y. b < Ο CO
> o w· -< cr
I - oo
CO
a I— cr cr c b
Q. a I—
1= ·" w>
> n. i~j o
1= # 4 * £ 5.
1*
•40
X •=>io -< 3 Ό
>- ·§
Ο o
O σ 2 "H- O
-< 3 b 1= -< w S- of= u» ^ ca
g to
•b 3
ta I
co θ- σ >- b 5 O
3 a 3. Q. § U>
Ö a ω δ i" I Ö -ÜJ Q.
c2 &>·
ja a. CL
3 o- >- X > •
ci.
3 ο ο 3 ·σ «"= >&£= 3.
S S. < S Xo - - <S β
a ω
σ OL
ö > O O
§ F Λ
Λ
Λ *
O- r~ »3 *->»
•v >-
ο. σ Λ Λ χ e- ο> ο2 Öή o > £ 2
Λ
iu ε b* «a *-
O O
Λ Λ b «a
Ο ω

5 § a
-< KD
S
ο-
•o — u» _ S >o 1
* o
6 6 Q-2 Ζ < ω | | Ι 3.
5 6
>I er er o S>- o>- 5 2 3-
Λ
Λ
Λ
Λ
i. A Λ b 2
5*°
•44


< Ì1 < <
its
Λ 3
UJ <
>-
3
Ο
b 'b
O
Ό

b
•g ά U N* b v
3 LU
g b -b
S > w g ^ C J l C 0 C 0 Q ^ C 0 C n O O T T - , _ . ' t - 5 v N v i Ç 0 r > l
-< ω
Ο-
•^ 2 s o ^ r i i
u ,
f f O
! N
b
Θ- u5
ω
COfl03o)C0r-T-T-(NO)«N ^e0«)C0 "(O(N
ill*3 α
>
u> r—
XL '—

er
§•§5
t i £=S e? < I-

> E h-* rt
Q . h· «S
CM (D
«S* co (D en
o« 2
2 * Ρ
Ρ w 5w >
σ b
>
a
*><
a. IΡ ο

-<
b
er a.
b
D
IO Ρ -ο
b

-<
<
>-
y:
3
a
UJ CD
Ι •b
302

b <-*
Ρ •<ο

Z5 »cd
ο ι-
ο =
> χ
ο 2
b .
ο co
-< co <«Λ
ω
L=
co
t- Ο
LT 3 »W "ί r-- co
er ο 0
Ο. ΙΩ TJ-
- Q. er r-- —
α co. t
>-
S h- ζ
^ÇN _
α ^ ο a
ο ·Ρ * Ο
on. t= C Ο. CD 1 co
3 σ 'Çf
LU > α ο ^
<-^.° Μ -<
cr ω
μ- ι- ο
^ ο3. ο. ^ο
> 3.
α "ί­
er 0
> • co
*0 σο CO ^
>'S
ω - τ- <ö
*
2-E Q.
£-<# Ι

^
=L
δ ο co C\J
IO
co
u» ^ 3 - Ο α π CO 0 co
§• > * Q. <5
Q. < ο Ν- co
C"
3 Ε. α
v-< ag-b ι­ • s g
'5.
ω
c-
h- :r
Ö 3 ό τ v
"ci
ca.
ένων Μονασ

~ "
των Εκκλησ

Ö W
Μοναστήρια

C F 3.
> — * ω
Ο Si
> <
2 >3
*
0 CM 1

Ο > 3
5 l_
ο. ο -ο > a

3. >
ο
t > Ό < >3 Ο «er
CD
2 ter
κ? - α* α. t^.
ΙΟ CO <
9- > ωif ν > >
•» 3 ω < LU
CM Η- > νο
β

>
3 t3 >ο \J*
Ο
*ö Ό α> 5 b
* > > =Jca. e-
Ö E = -
-ο >
Q. > 3 -< 0
3
1 .3 ω
* <
ω
< 0 LU "Ο
< Ο
-<
Γων κατάστατ

Ιβρίου 1 838.
ης Λακωνίας

Ο
ι-
s
<

C35
303

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 217, χ. αρ.


2019

Καταστατικός Πίναξ των κατά την Επαρχία Κορινθίας Ιερών Μοναστηριών


Τμήμα Αριθμός Κωμόττολις ή Μοναστήριον οι εν τω Μοναστηρίω
χωρίον πατέρες υπηρέτες

1 Ν. Επίδαυρος Παναγία Αγνούντος 13 17

Επίδαυρος 2» Ταξιάρχης 18 19

3 Χέλι Παναγία Ταλαντίου 12 27

4 Σοφικόν » Κοίμησις 10 10

Σοφικό 5» Άγιοι Πάντες 2 1

6 Αϊνόρι φανερωμένη 24 44

7 Στι μάγκα Άγιος Αθανάσιος 1 3


Κόρινθο
8 Στεφάνι Άγιος Δημήτριος 8 17

9 Άγιος Γεώργιος Παναγία Βράχου 6 12


Άγιος
Γεώργιος 10 Λιόπεοη Παναγία Λέχοβας 5 9

11 Τρίκκαλα Άγιος Βλάσιος 1 4

Τρικκάλων 12 » Παναγία Κορυφή 3 17

13 Καίσσαρι » Κοίμησις 1 3

Ζάχολης 14 Ζάχολη Πρ: Ηλίας 7 12

Φενιώ 15 Γκούρα Άγιος Γεώργιος 21 28

132 223

την 21 Δεκεμβρίου 1833


Εν Κορίνθω
Ο Έπαρχος Κορινθίας

( Τ.Σ.) Ν. Αλεξόπουλος

Διά το ακριβές της Αντιγραφής Έν Ναυπλίω


την 23 Δεκεμβρίου 1833

Ο Γραμματεύς της Νομαρχίας Αργολίδος


304

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά,Φ. 217, χ. αρ. χ. χρον.


Καταστατικός Πίναξ των κατά την Επαρχία Κορινθίας Ιερών Μοναοτηρίων
Τμήμα Κωμόπολις ή Μοναστήριον οι εν τω 1^ οναστηρίω
χωρίον πατέρες υπηρέτες

Ν. Επίδαυρος Παναγία Αγνούντος 13 17

Επίδαυρος » Ταξιάρχης 18 19

Χέλι Παναγία Ταλαντίου 12 27

Σοφικόν » Κοίμησις 10 10

Σοφικόν » Άγιοι Πάντες 2 1

Αϊνόρι φανερωμένη 24 44

Στιμάγκα Άγιος Αθανάσιος 1 3


Κορίνθου
Στεφάνι Άγιος Δημήτριος 8 17

Άγιος Γεώργιος Παναγία Βράχου 6 12


Άγιος
Γεώργιος Λιόπεση Παναγία Λέχοβας 5 9

Τρίκκαλα Άγιος Βλάσιος 1 4

Τρικκάλων » Παναγία Κορυφή 3 17

Καίσσαρι » Κοίμησις 1 3

Ζάχολης Ζάχολη Πρ: Ηλίας 7 12

Φενεώ Γκούρα Άγιος Γεώργιος 21 28

132 223

Την 21 ΙΟβρίου
Εν Κορίνθω
Ο Έπαρχος Κορινθίας

Ν. Αλεξόπουλος

Ο Γραμματεύς της Νομαρχίας Αργολίδος


305

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.

Στοιχ. Α' Αρ. Πρωτ. 1629


Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες
Επαρχίας το Μοναστήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

Πατρών απέχει εκ της πόλεως Φιλοκάλι 8


Πατρών 8 ώρας συνο­
ρεύει με το χωρίον
Ριόλο και Πέτα
απέχει τρείς ώρας εκ Μπαμπιώτη 5
Πατρών συνορεύεται
με τα χωρία Κάνταλον
και Μπαρδικώστα
Απέχει από την Πόλιν Ομπλού 8 2
Πατρών 2 ΛΑ ώρας συ­
νορεύεται από τα χω­
ρία Μπαρδικώστα και
Σαραβάλι
Απέχει από την Πόλιν Θεολόγου 8
Πατρών 8 ώρας συνο­ τζετζεβού
ρεύει με τα χωρία τζε-
τζεβού και απέχει μίαν
ώρα
απέχει εκ της πόλεως Ιω. Θεολόγου 2
Πατρών 10 ώρας συνο­ Γρεβενών
ρεύεται με τα χωρία
Γρεβενώ και Αλποχώρι
Απέχει από την Πάτραν Αγία Ελεούσα 13
5 ώρας

απέχει της πόλεως Μαρίτζα 6 1


Πατρών 8 συνορεύει με
το χωρίον Μπράη

απέχει εκ της πόλεως Σωτήρος 3


Πατρών 2 ώρας έχει
πλησίον το παλαιόκα-
στρον
απέχει 8 ώρας εκ Πα­ Αγίων Πάντων 11
τρών συνορεύει με τα
χωρία Βελιμάχι και
Αλποχώρι
Συνορεύει με το χωρίον της Αναλήψεως 2
Παυλόκαστρον και το
χωρίον Βόλα

απέχει ημίσειαν ώραν Γεροκομείου 5


εκ της πόλεως Πατρών
κατά δυσμάς

κείται εντός του χωρίου Αγίου Νικολάου


κούμπερη
306

ΠΑ.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.


Αιγιαλείας 1833
1629 Αχαίας Νομαρχία Στοιχ. β'
Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες
Επαρχίας το Μοναστήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

α' Αιγιαλεία 2 ώρας μακράν του Ταξιαρχών 93


Αιγίου Μεσημβρινο-
δυτικώς
β' Σύνορον(5 Αγίας Τριάδος Αγίας Τριάδος 11
Διακόπτου

3 Σύνορον Διακόπτου Αγίου Νικολάου 12

4 εις Ακράταν Αγίας Τριάδος 13

1 Σύνορον Διακόπτου Αγίας Μονής 1 57

2 Συνορεύεται με τα Παναγίας 6 27
χωρία Κουνινά και Πεπελενίτζας
τον Ποταμόν
6 Συνορεύεται από την Της Θεοτόκου 3
Μητρόπολιν Αιγίου Τρυπητής
307

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. Χ· Xpov.


Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες
Επαρχίας το Μοναστήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

Κυναίθης κείται εις Νεζερά Παναγία Χρυσο- 8


ττοδαρήτισσα
κείται εις Νεζερά Παναγία Ευαγ­ 8
γελίστρια
κείται εις Στρέζοβα Ευαγγελίστρια 5

εις Αναστάσοβα αγίων Θεοδώρων 39

κείται εις Φίλια αγίου Αθανασίου 19

κείται εις Λαπάτας αγίου Γεωργίου 3 2

κείται εις τον άγιον άγιος Νικόλαος 8


Βλάσην
κείται εις το χωρίον Μακελλαρήτισσα 9
Λστταναγών
κείται εις Κλαττατζού- Πλατανιώτισσας 6 1
ναν
κείται εις Καλάβρυτα αγία Λαύρα 52

κείται εις Σωττοτόν Παναγία Φανερω­ 5 1


μένη
κείται εις το Περιθώρι αγίων Αττοστόλων 12

184
Μέγα Σττήλαιον

κείται εις Λειβάρτσι


αγίας Τριάδος
308

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.

Θ' Αρ. πρωτ. 1629


Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες
Επαρχίας το Μοναστήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

Ηλείας Μεταμόρφωσις 3 1

Συνορεύεται με το χωρί­ Φραγκοπήδημα 7 1


ον αλεττοχώρι της επαρ­ άγιος Νικόλαος
χίας Ηλείας

του αγίου Βλασίου 1

κείται μεταξύ του χωρί­ Πορετζό η Κοίμηστς 11


ου Γερμοτζάνη και Πο- της Θεοτόκου
ρετζό

κείται εις το χωρίον του αγίου Αθανα­


Καραγιούζι σίου

κείται εντός του χωρίου Κρεμαστή η Κοίμη- 7 1


Λάνθη εις τους πρόττο- σις της Θεοτόκου
δας ενός κρημνού

Σκαφηδιάς 8

Μετόχιον των αγίων 2


Θεοδώρων

Ιεράς Μονής Ελαι- 6 1


ουσης

επάνω Μονή της 10


κωμοπόλεως Δίβρης

κείται εις το χωρίον Βλαχέρνης 5


Στρέφι

κείται εις το χωρίον Τα Γενέθλια της 2 1


Στρέφι υπεραγίας Θεοτόκου
309

ΓΛ.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.

Κάτω Μονή Δίβρης 7


Κοίμησις της Θεοτό­
κου

Νίκαβας 6 1

κείται εις το Νότιον μέρος Νοτενά 8 2


του όρους Σκιάδα

Μετόχιον αγίας λαύ­


ρας

..
310

οι Μαυ ουδαίοι
γεωργ καρος
οι Δεκο λιάνοι
un Ln
cr ω
•α Κ3
ii un
ω 2 π -σ ο. α ±? •Ο IV

καρυδιά!
ι οι Δουρ
ι 6 κ ρυδιαίς
ι 50 ελανιδι
b Π­
ω •a S
α 2- 5 ig »

εται ο Σ:

•ζουριάν
<Ο &*

ιολάνοι
ιϊλιάνοι
α = co. σ ο —
OVTC

OVTC
α σ «ο

Καο Γκανές
εται

έχει και 17
Το ν έμεται
σ > •"""

3. α α Ώ. 3. ^ ο- 2 α ° 5

το νέ
Γ-ί- ^

έχει ι
Το ν
Τον

Τον
έχει
έχει

Ι— ο ο ο
ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ι ο ο σ ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο
3. g «C o( Οwτ -o ι o- ι oΧ )i αo ) LΜ oτ - oτ -c o mCMoτ -i oCMoCO Ο Μ Ο Ι Μ Ο C O C N O O O ο ^ m CO Ο CO ( D ο ο ο ο
CO τ - CO ι - τ - τ- τ- τ- τ- τ- ^f ο co tn io
τ_
•ο b x
•O > C D

ο g SA
b >C" o o m o i o o o o o o o o o Ο Ο Ο Ο Ο m co io r·» CNCOCO ο m ο ο m io
3 M O m C N O C N i n m - r - T - l O C M l O C N CD CN ΙΟ CO ν - τ- τ - CM •^ -^ CM CM
Ο τ- τ- τ-
Q.
ο. C-
W UJ»
ΟΙ τ - τ - CO

>
ÇN
τ _

ö °
3 EËâ
Q. l·· >k)

ε §5
D w (J«
>
Ο b *£•
E α 5· > 1_Λ Un
3 h-
>o ο
Ο α σ CT Ο Ο Ο Ο Ο σ α
Ο b io
t- ^ •c- ο . -er 'α. ο σ
3; -c- -er -c- -er 'CL •C--C" 3 : Ο- O - - C " 3 : - C " 3 ; Ο. 'ο. ο. -er -er
" < Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ > - - , ί , ~ -< -< ST ! - ! - - < CT-< Ç" ,_ 1- 1 - •< - <
N
3 Ο Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ Λ ^ Ο ω S- σ σ α D ^
ι- u-i ^ * * :*; 2 £ £ μ Ξ 2 * w :* tu s 2 2 £ £
Ο > CM • CM ' ' CN CO CM : CM co : :
> «3
"χ <Ξ C
ο. α α. Ι Ι Ι 1 ι ι ι ι ι ι ι ι ι I I I 1
D
1= >-
νιος Καζανέα<
νιος Σαξώνης

ω
3. Δεσποτέας
ανάγ.Μαστές
Κατζαφάρης

Καπουτζίνος
tr Μακάριος l_n Q.
e-io
Ηγουμένων

»ς Λαπά κ
Πολύκαν
•σ

Νικήτας
ζανέτος
Όνομα

ικωβος
ικωβος

μ­
α
οαίας

ριος

νιος
>
μος

μος
μος

μος

3
1- H ο ο Ü I Z ^ ^ P : 3.-3 ^ & u
3-9-

ÇD
ω ο . ^ ·° οα % Ë ξ ο°-Ίer 3£ s -g"
b fe
•ο
> σ α ω α ω
Ρ GL Q
ο ω uj α α > a. ·< ο œ ο
> ω
2-
Ο
* c c y: iz <q ιΖ C L L c c : c : c < c i _ χ .3 < ζ rz
Ο 1
> CM t - CO τ - ' ' C M ' ' τ - τ - C O • , ι τ- τ- τ- τ— τ— τ— : χ— * xj· * τ— CO τ - CM CM

b
Ö <έΙ
0.^0
ι-
Ο

τζ 3
Ο Ο Ο
> •

•<
Ο
W W> W O
un >
7=
> UA Un i n
un
Ο
<-"
Ο
>

>
O ο Ο Fi Ο Κ Ο ω ^
ι- σ
σ 3- ο ο ο E Si i n -<
σ £ · un fr g α £ :< un ^ - > Ö
Δημι
ρωμέ
Νικό

ρομο
ρομο

^ ο >^ l^n Ö D Ui t l— in W un -Ο Ξι tr > s-'0'? w


Κων
ίτρια

Β$
ι Πάν
άρχη>
Τριά
ςΦίλ
Μικόλ
δόχο
δόχο

ιησις

γία
αγία

Χ -^ « Ί !2 ν .2 c r - o ' T ' ο ι- ϋ
Ρ

c r
c > ΰ U> Ö ΙΟ ΐ-ην/ι_ 3 Η n W — Θ-CD Ο V u Ιί
h- c - o ο > » Ο Ο Ο Ο Ο ^ ^ - ^ Ο Ο Ο - ^ Λ -ο ο > ο
3 > - Ο Λ Ο > - 3 Λ >- >- σ >- 3 Ό α. a- σ Λ
N < i ^ C < Ν < < ( - < W O C < C Ν3 <><- >
< -<> ·[ >=- ^ο 2 o. ^<i < >[ - _> :· οΙ -Ζ2 Λ
Ο- > - Ό
e < e <
>.
:φανοπούλου

ουμεντιάνικα
ηλαιότισσα

γιοι Π'αντες
κουλιάνων

τω Πάγγια
τοπικόν
Όνομα

τω Χώρα
πάρισος

αβελάρης
σατσούλη

Ιπιλιανών

ακοβούνι
τζαφάρι

αμπινάρι
Ιπολιάνα

θιάνικα
Ιαλέρμο

αρούδα

ουρώτο
οίμησις
εντάδα
τάσια

υκάκι
ομα

πο
>
>

ω σ Ο ι- ρ -ω ο Ό Λ Λ -ω 3 σ -ο · ·
< ^ X W W N < ä h < X C Χ. " C ^ * Ì * : S Sic: c ^ ^ m *:
όττου κείται

ο —
2
Χωριού

° — 9- •= g Ä S % S -o i ,
Όνομα

•σ — n CO. ^ 5 2
X > A A A § - A 5 t O A A g. -a
§ • € A A SB Λ Α 5.Λ | " Λ £Λ ^ "ί- Λ Λ

3 W < L
_ ^ 0 5
"5 S-a-al'S
ω « ο. χ 3 3 ο Λ -σ
Έ.
£ Λ
α

O H
5 2
311
lO
ω
_ α
—> ·- 3
g χ _ b o ο.
ο
u» = · 2 = > 3 σ > 3 ·3 ί­ 9-
w ο
b 9- •%- 9 - Θ - Ό £- § tf £ ο.
er
Q. Ό > Ε"-Ρ Ό ο * "SÌ -ω 2 -<
Ρ
c· W

>-
=> Ρ- 3 Ζ> Γ*- , 5 g x F >
ω
a
>- Ο. ω >- >- Ο . 2 - CT Ο π
Q. Ρ -ω ^ Ρ Ρ "£ * > ö "
Ö
Ρ
ca
C
32 3 3 3 £> Ë. £§ •ρ
α . α . α . ω P" t ω •<
Q.O ο . ω
ϋί > -ω -a "isî 5 ϊ : -^ σ α
θ- er 9 - 9 - 9- > S g > ρ >
Ol— α Ο Ο ω ΙΟ ι- ω w KD
ο ο ο ο ο ο σ σ ο σ Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο ο Ο O O ο ο ο ο ο
ο ο ο ο ι ο ο ο ο ο ο Ο ΙΟ ο ο ο ο ο ο Ο o m Ι Ο Ο CO Ο ΙΟ
er 2 a. cMOT-cnooh-h-TrcNjif) CO CM co co ο ο co i n CO τTTτ I O CO CO τ - CO ν -
io b x τ- τ- τ- CM τ- τ - CO τ- τ- τ _
>0 *c" Ο
b Η α
Π - ίο
D C0
CO
b >ΕΓ Ν Ο Ν Ο Ο Ι Ο Ο Μ ^ Ί - Ο Ο CO Ι Ο Ο T f τ Τ ο m O CD CM Ι Ο CD CM Ο U*
3 * CM-sfCMCOCNi-OOCM CM ΙΟ -«J- τ - CO CO CM CM co CM CM τ- τ - CO
Ο Ο. θ- 5 υ»
e ο ο Ρ
5. Ι λ Λ
w Q.
>-
ο. >
Ρ
C CN)T— τ— CM τ— τ— τ- τ­ CM 3
«• Ö CM * " CM CM W
* Ι­ T— ΊΓ- α > Si ι/>
ο 5"
Ε ο ^~ ι_0 Ρ < !2
£ *h *äl ι
2"ο u> >
w»co CT CL
ο t KO >
t= ° co. c- •
ö. >-
P U

Vy v^l SÌ er o
Ζ
5 >=" o S-
α =-
1- ο ο ~α
b io Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ Ρ P D D O S w
>α ο •er
- S A A A A J
ο.
- A A A J - *
Q.-C- •CT 'CT -C" Ο . Q. ΈΓ ' θ . α. .• -cr
b«;
•cr o. *cr a . - c o . QJ > Ό >
SÌ SÌ SÌ ι_ ι_ ^ ι_ >- ii ι - ίέ ι- *: >- Η- ο
SS Ρ Λ Λ Λ Λ ^ Λ Λ Λ ^ Ρ · Ρ Ρ Ρ ω ω ο ω U1
^ :*ί i«i Έ Έ ^ Έ
Ρ Ο " π ω π ω cu Si ω

> CO CM τ - CM CM : CO : IO τ- τ - : ττ ττ ΙΟ ; ^_ co 5: 2: 5: s: τ—
s D
'S.
.3 LJ
«2 13
ο. α
< >
ί
> •
ω
>
ω
•<
O ν_Λ

> c?^
?
3- >
>W
s S
KD b
Όνο
Ηγουμ

ο > -ρ
Ο V^ Ο Ο 5 ο ο
CD 3 'S
Ë R-o-o ^ g § O
Ρ ° . ο ο ^
•g . § 9 - 9 - 2 g > •ο ex b 3.
: οα. α. ο
O > C C -S si S ο 3 •3 ω
; 3
ί 3 S g Ρ Β 3 3 > & Q. 2 * * Ώ ρ § ο. : SÌ ·= £
z w O i _ 2 ^ i « : w < c : C < Z Z C < i CZ 2 Χα. ο.
ω : . ^Q
: ι τ— : τ- § ·2
> lOCMCOCMCMCOCOOCNlOCM •vT m τ - τ - CM CO CM •st : τ— τ - τΤ
2 νο
»Ι
Q.>W
"~
*~ ο
^3 · <
< Cδ ο . CT
Ρ 5
ο
f- Οπ
Si
3
Ι.Λ o
Ο Ο
LT s/ 1
•er i^r· •er Ρ Si •D
U* 1_Λ> O <-o V U1 Π Ι-Λ u> =3 Ρ => Ο >
R Ο Q- Ο Ο Ο ~i ο ω -y ω
Όνομα
Αγίου

§ >- 3 D > Ο τ
-C £ • < - I -
Ρ
-< b
SÌ :< ^
Χ b °- 5"
•3 . Q- I O ι- 3
c- ω o
Œ υ -3 S - ^ c "^
- gS
9 - ο · 3 -ο "5" θ-
ÎÉ 3 ÎS c 1 ^ 'S ÎÊ w> <-o 5ί . CD ω X
ö "S -ο ι - Ο 6 5 6 6 ζ £ ζ £ - 5 ο-ζ b b Ζ -Ο κ Ο κ ^ ο •3 CD CO Ο­
1 1
cr cr e r — er 9 - - Ο.-ο Λ Ρ
3.Λ 2 0 0 0 3 . 3 . 3 . 2 . ο ο ο ο Ρ- α ο , 3 . 3. 3 · Ρ 3. Ο Ρ y C- 00
Ο Λ
Λ
Λ ^ 3 > - > · 0 0 0 0 9-Ό Ρ .„
>->->-Q-o >->-ο 0 > - " o > - 0 0 . > .
o f Ο <-"
τ— ·ω
ο
p
Ρ ο -3
ο. „_
ο >
O Ο.
S«S cr
ο
>— Q.
IO Ι ­
£f
> 3
Ο
-3
Ο

te
Ρ wüj Ρ ω Ο •ω ι_ < w o
tf tf Ρ ω •Ρ t=
Ο.
>- >
tf -co-
SJ< Ο > 3
^ ίο ω
IO 3 =5 S 3 ω

Ρ g
J= W «— ^ - Ο-
2- > - · Ρ 1= α
δ J g -Ο
Ρ 2 α" *
t i - ^"â >
ο
-<
ω >
Ο
α.
ΙΟ Ρ o.
α. ο .
•er >
ι— Ρ
Ο
-< *
2
ο ö
ο
^ CD
ο
Ρ
> d
w < < 5 θ- ω ζ Λ ζ 2 < ι _ Χ. Χ ω < LU Ι Ζ W
3 θ- ' e α. Ο 3
•w -<
ΙΟ
ρ _ _ Ρ ο p S ·< 5"
Λ
Λ
Β* Ι ~5 O tf Ρ Ρ Ο .2 > 0 > Ν - Ρ -e
ξ Ή. α u* ^ > Ρ u< -o ^ Λ
Λ
Λ
Λ
Λ vy>
Λ -0 Ρ.
η Λ 2
<3 -^" Λ
3 ·-
> Ρ τ ; Ο
Η J-I O KD Ι Ο >
Ö• ο
ο Q. s* Λ •3 π "3 ρ 1= Q. Η- LU
Ό ö \ο Ε ο
Ρ α -c 3- α •p .£ Λ 3
3 L<
> 3 J-2-'g 3 ^ 2-§L σ
w
ο.
ο
Ό
w
Q-
C
ο
2
F t
3 ^ Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ
Λ aw
Ρ X
F * α
5 L Ï Ρ
LU
Usi •""
312

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410, χ. αρ.


ΠΙΝΑΞ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑ TON NOMON ΛΑΚΩΝΙΑΣ

Χωρίον πλησίον Μονή Εττώνυμον Όνομα αριθμ. πατέρων αρ. των εν τη μονή
του οποίου κεί­ ονομαζομένην τοπικόν αυτής Ηγουμένου συμπεριλαμβανομένου άλλων προσώπων,
ται η Μονή και του ηγουμένου δοκίμων και υπηρετών

Κατά την Επαρχίαν Λακεδαίμονος

Μεγ. Αναστάσοβα ο Πρόδρομος Μαρδάκι Γρηγόριος 7 11


Καστρί η Παναγία Καστρί Παγκράτιος 6 7
Γοράνους η Κοιμ.της Θεοτόκου Ζερμπίτσα Γρηγόριος 6 21
Χρύσαφα οι Αγ. Τεσσαράκοντα Σεραφίμ g 21
Βέρροια & πασαρά οι Αγ. Ανάργυροι Σεραφίμ g 13
Άγ. Γεώργιος ο Αγ. Γεώργιος Δαμιανός 6 δ
Κοσμάς η Παναγία Έλωνας Θεοδώρητος 15 16
Άγ. Νικόλαος η Ζωοδ. Πηγή Ροίτσα Καλλίνικος 1 1
Σωτήρα η Παναγία Καταφυγιώτισσα Ναθαναήλ 1 4
Αρκασάδες ο Αγ. Βασίλειος Γερβασία 1 3
Παλ. Παναγιά η Παναγία Κουμάρι Ανατόλιος 2 12
Κουμουστά η Ζωοδ. Πηγή Γόλα Βησσαρίων 5 19
Ανάβρυτη ο Αγ. Δημήτριος Έρημον
» Τα εισόδ.της Θεοτόκ. Ζαγούνα »
Μπαρσενίκος η Ζωοδ. Πηγή Παρθένιος 6
Τρύττη ο Πρόδρομος Καλλίνικος 3
Σίτσοβα ο Αγ. Αντώνιος Γεράσιμος
» ο Άγ. Ιω.ο Θεολόγος Βαρθολομαίος
Κουτσαβά Λαδά η Ζωοδ. Πηγή Δανιήλ 3
Κουτσαβά Καρβέλι η Παναγία Σιδερόττορτα Ιωακίμ 1
Τσερνίτσα ο Πρόδρομος Μελές Δαβίδ •3
Μικρή Αναστάσοβα οι Άγ. Απόστολοι Νεόφυτος
Λογκανίκος ο Άγ. Γεώργιος Ρεκίτσα Παρθένιος 3 7
Λογκάστρα η Παναγία Παλαιοχώρα Παρθένιος
Λογκανίκος ο Άγ. Γεώργιος Λεόντιος
Καλτεζιά ο Άγ. Νικόλαος Καλτεζιά Σακκελάριος 3 7
Μεγάλη Βρύση η Θεοτόκος Ρεματιανή Γρηγόριος 2 4
Βρέσθενα η Κοιμ.της Θεοτόκου Σωφρόνιος 2 4
Χρύσαφα ο Πρόδρομος Ζιντσάφι Ιάκωβος 3 7
Τσίντσινα η Γεν. της Θεοτόκου Κελίον Διονύσιος 1 1
Καστάνιτσα η Παναγία Κοντολινά Νεόφυτος 5 5
Αγ. Βασίλειος η Παναγία Παλ. Παναγιά Γερμανός 3 5
Παλαιοχώρι ο Ταξιάρχης Μουρά Νεκτάριος 4 8
Γεωργίτσι ο Αγ. Ηλίας Καλλίνικος 4 6
Κουνούπια Μαρί
Γεράκι ο Αγ. Ιωάννης
Αγόριανη η Παναγία Δαμασκηνός 1
313

ορίον πλησίον Μονή Επώνυμον Όνομα αριθμ. πατέρων αρ. των εν τη μονή
υ οποίου κεί- ονομαζομένην τοπικόν αυτής Ηγουμένου συμπεριλαμβανομένου άλλων προσώπων,
ι η Μονή και του ηγουμένου δοκίμων και υπηρετών

Κατά την Επαρχίαν Επιδαύρου Λιμηράς

3εμαστή ο Άγ. Γεώργιος σκάλα Γέρακος Κυριάκος 3 3


ολάους η Θεοτόκου Γκαγκανιά Τιμόθεος 1 2
αρακλόν η Κοιμ. της Θεοτόκου Παραδισιώτισα χατζή Θεόφιλος 1 2
(. Νικόλαος η Παναγία Χωμάτισσα Έρημον
» Ξένιον »
οεμαστή ο Άγ. Θεόδωρος Χάρακας »
πτ" Αλτί η Κοιμ. της Θεοτόκου Γέρια »

Κατά την Επαρχίαν Γυθείου

ωυτάρι ο Άγιος Γεώργιος λεπτή Συκιά


» ο Άγ. Σπυρίδων
» η Ζωοδ. Πηγή Κότρονας
Ιθειον ο Άγιος Γεώργιος
Jήμα Φωκάς η Κοιμ. της Θεοτόκου Κατσφύγιον Ιωαννίκιος 1
» » » Κότρονας Καλίνικος 1
άζια ο Άγιος Γεώργιος
ηλέλας » » Κύριλλος 2
» » » Γρηγόριος 1
j . Κολοκυθίου ο Σωτήρ
ουρνόν η Αγία Τριάς
όρτο Κάγιο η Κοιμ. της Θεοτόκου
ιόντες ο Σωτήρ
» η Γεν. της Θεοτόκου Σπηλαιώτισσα
» » Στεφανιάνικον
ο Άγιος Νικόλαος Γέρνον

Τα περισσότερα εκ των Μοναστηριών


τούτων κατακρατούνται ως Ιδιόκτητα
από τους Μανιάτες

Εν Σπάρτη την 31 Ιανουαρίου 1834


Ο Νομάρχης Λακωνίας
Πραίδης

ο Γραμμ.
Μ. Οικονόμου
314

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 410, χ. αρ. χ. χρον.


Πίναξ Καταστατικός των μοναστηριών της Λακεδαίμονος

Χωρίον όπου το Μονασττ|ριον Ηγούμενος Πατέρες Υττηρέται

Άγιος Γεώργιος Άγιος Γεώργιος Δαμιανός 6 8


Παναγία Καταφυγιώτισα Ναθαναήλ 2 4
Παλαιοτταναγιά Παναγία Κούμαρη Ανατόλιος 3 7
Μικρή Αναστάσοβα Άγιοι Ανάργυροι Παγκράτιος 6 10
Μικρή Αναστάσοβα Άγιοι Αττόστολοι Νεόφυτος 4 17
Καστρί Παναγία Παγκράτιος 4 10
Σίτσοβα Ιωάννης Θεολόγος Βαρθολομία 4 4
Ζερβίτσα Κοίμησις της Παναγίας Γρηγόριος 9 25
Τρύτιη Πρόδρομος Καλλίνικος 3 6
Μεγαλόβρυση Θεοτόκος Γρηγόριος 2 5
Τσερνίτσα Πρόδρομος Δαυίδ 3 5
Γόλα Ζωοδόχος Πηγή Βησσαρίων 6 11
Κουτζαβά Λαδά Ζωοδόχος Πηγή Δανιήλ Δούβας 2 3
Σινσάφι Πρόδρομος Ιάκωβος 3 7
Γεωργίτσι Προφήτης Ηλίας Καλλίνικος 7 5
Χρύσα<ρα Άγιοι Τεσσαράκοντα Σεραφείμ 10 20
Καστάνιτσα Κοντοληνά Ναθαναήλ 2 7
Αρκασάδες Άγιος Βασίλειος Γερβασία 4 1
Μαρδάκι Πρόδρομος Γρηγόριος 7 13
Βρέσθενα Κοίμησις Ιγνάτιος 2 4
Άγιος Βασίλειος Παναγία Γερμανός 3 6
Βαρσενίκος Ζωοδόχος Πηγή Παρθένιος 1 2
Καλτεζία Άγιος Νικόλαος Σακκελάριος 3 5
Λογγάνικος Ρεννίτσα Παρθένιος 4 9
Τσίντσινα Γενέσιον της Θεοτόκου Διονύσιος 4 1
Λογγάνικος Άγιος Γεώργιος Λεόντιος 2 3

Ο Νομάρχης Λακωνίας
Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 213, χ. αρ.
Καταστατικός Πίναξ των εν τω Νομώ Αργολίδι Μοναστηριών

Επαρχία Αριθμός Πόλις, Χωρίον, Μοναστήριον οι έν τω Μοναστηρίω


Νήσος ή όρος, Πατέρες υπηρέται
όπου το +

1 Αυγό Άγιος Δημήτριος 1 3


Ναυπλία
2 Καρακαλά Άγιος Δημήτριος 5 6
3 Λιγουριό Άγιος Μερκούριος 1 5
4 Καλαμάνι Κοίμησις της Θεοτόκου 1 2
5 Δρεπανοχώρια Μεταμόρφωσις 1 1
6 Παναρίτι Άγιος Θεοδόσιος 1
7 Μισούγα Άγιος Νικόλαος 2 1

Αργός 1 Άργος Η Κατακεκρυμένη


2 Μέρμπανου η Κοίμησις της Θεοτόκου

Τροιζηνία 1 Πόρος Η ζωοδόχος Πηγή 10


2 Τροιζηνία Άγιος Δημήτριος 6 11
3 Βίδι Παναγία 1

Ύδρα 1 Ν. Ύδρα Κοίμησις της Θεοτόκου 5 1


2 » Προφ. Ηλίας 18 3
3 Αγία Τριάς 1 3
4 » Άγιος Νικόλαος 1 1
5 » Γέννησις της Θεοτόκου 1 2

Ερμιονίς 1 Τιπάρηθη Άγιος Νικόλαος 1


2 Ερμιονίς » Ανάργυροι 11 11
3 Κοιλάς του Κρανιδίου Κοίμησις της Θεοτόκου 2 15
4 Σταϋλία ο Πρόδρομος 1 2

Ανακεφαλαίωσις ή Άθροισμα Ολικόν

Ναυπλία 7 12 18
Άργος 2
Τροιζηνία 3 17 11
Ύδρα 5 26 10
Ερμιονίς 5 8 28
21 63 67

Εν Ναυπλίω 1834
316

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.


Αριθμ. Πρωτ. 1873
Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες
Επαρχίας το Μοναοτήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

Πατρών απέχει εκ της πόλεως Φιλοκάλι 8


Πατρών 8 ώρας συνο­
ρεύει με το χωρίον
Ριόλο και Πέτα
απέχει τρείς ώρας εκ Μπαμπιώτη 5
Πατρών συνορεύεται
με τα χωρία Κάντηλον
και μπαρδικώστα
Απέχει από την Πόλιν Ομπλού 8
Πατρών 2 ΛΛ ώρας συ­
νορεύεται από τα χω­
ρία μπαρδικώστα
σαραβάλι
Απέχει από την Πόλιν Θεολόγου 8
Πατρών 8 ώρας συνο­ τζετζεβού
ρεύει με τα χωρία τζε­
τζεβού και απέχει 1
ώρα
απέχει εκ της πόλεως Ιω. Θεολόγου 2
Πατρών 10 ώρας συνο­ Γρεβενών
ρεύεται με τα χωρία
Γρεβενώ και αλποχώρι
Απέχει από την Πόλιν Αγία Ελεούσα 13
Πατρών 5 ώρας

απέχει της πόλεως Μαρίτζα 12


Πατρών 8 συνορεύει με
το χωρίον Μπράι

απέχει εκ της πόλεως Σωτήρος 3


Πατρών 2 ώρας έχει
πλησίον το παλαιόκα-
στρον
απέχει 8 ώρας εκ Πα­ Αγίων Πάντων 11
τρών συνορεύει με τα
χωρία Βελιμάχι και
αλποχώρι
συνορεύει με το χωρίον της Αναλήψεως 1
Παυλόκαστρον εν το
χωρίον Βώλα

απέχει ημίσειαν ώραν Γεροκομείου 5


εκ της πόλεως Πατρών
κατά δυσμάς

κείται εντός του χωρίου Αγίου Νικολάου


κούμπερι
317

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.


αρ. πρωτ. 1873

Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες


Επαρχίας το Μοναστήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

Αιγιαλεία 2 ώρας μακράν του Αι­ Ταξιαρχών 93


γίου μεσημβρινοδυτικώς

Σύνορον Διακόπτου Αγίας Τριάδος 11

+ Σύνορον Διακόπτου Αγίου Νικολάου 12

+ ειςΑκράταν . Αγίας Τριάδος 13

+ Σύνορον Διακόπτου Αγίας Μονής 1 57

+ Συνορεύεται με τα Παναγίας 6 27
χωρία Κουνινά και Πεπελενίτζας
τον Ποταμόν
+ Συνορεύεται από την Της Θεοτόκου 3
Μητρόπολιν Αιγίου Τρυπητής
318

ΓΛ.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.


Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες
Επαρχίας το Μοναστήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

Κυναίθης κείται εις Νεζερά Παναγία Χρυσο- 8


ποδαρήτισσα
κείται εις Νεζερά Παναγία Ευαγ­ 8
γελίστρια
κείται εις Τρέζοβα Ευαγγελίστρια 5

αγίων Θεοδώρων 39

κείται εις Φήλιαν αγίου Αθανασίου 19

κείται εις Λαττάτας αγίου Γεωργίου 3 2

κείται εις τον άγιον άγιος Νικόλαος 8


Βλάσην
κείται εις το χωρίον Μακελλαρήτισσα 9
Λατταναγών
κείται εις Κλαττατζούνα Πλατανιώτισσας 6 1

αγία Λαύρα 52

κείται εις το Περιθώρι αγίων Αποστόλων 12

κείται εις Σωττοτόν Παναγία Φανερω­ 5 1


μένη
Μέγα Σπήλαιον 184

κείται εις Λειβάρτσι αγίας Τριάδος


319

Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά, Φ. 1, χ. αρ. χ. χρον.


Β' Αρ. Πρ. 1873

Όνομα θέσεις όπου κείται όνομα του Πόσοι οι εν αυτώ μονάζοντες


Επαρχίας το Μοναοτήριον Μοναστηρίου Μοναχοί Μοναχαίς

Ηλείας Εις την Κωμόπολιν Μεταμόρφωσις 3 1


Λεχαινών

Συνορεύεται με το χωρί­ Φραγκοττήδημα 7 1


ον Αλμττοχώρι της εττ. άγιος Νικόλαος
Ηλείας

Κείται εις το χωρίον του αγίου Βλασίου 1


Αιλιάδες

Κείται μεταξύ του χωρί­ Πορετζό η Κοίμησις 11 1


ου Γερμοτζάν και Πορε- της Θεοτόκου
τζό

Κείται εις το χωρίον του αγίου Αθανα­


Καραγιούζι σίου

Κείται εντός του χωρίου Κρεμαστή η Κοίμη- 7 1


Λάνθη εις τους πρόττο- σις της Θεοτόκου
δας ενός κρημνού

Κείται εις το χωρίον λε- Σκαφιδιάς 8 2


γόμενον Σκαφιδιά

Κείται εις το χωρίον Βε- Μετόχιον των αγίων 2


τεντού Θεοδώρων

Κείται εις το χωρίον Λο­ Ιεράς Μονής Ελαι- 6 1


γία ούσης

Κείται εις την κωμόπολιν εττάνω Μονή της 10


Δίβρης κωμοττόλεως Δίβρης

κείται εις την Γλαρέντζαν Βλαχέρνης 5

κείται εις το χωρίον Τα Γενέθλια της 2 1


Στρέφΐ Θεοτόκου
320

Κείται εις την κωμόττολιν Κάτω Μονή Δίβρης 7


Δίβρης Κοίμησις της Θεοτό­
κου

Κείται εις το χωρίον Νίκαβας 6 1


Γούμερον

Κείται εις την κωμόττολιν Μετόχιον αγίας λαύ­ 1


Λεχαινών ρας

κείται εις το μέρος του ό­ Νοτενά 8 2


ρους Σκιάδα
321

α co οο CM Π co i o ™ Ο co
er CM

w
CM
IO

•Mi
X
ο CO CM
>
ο

+
^ ω CM CM • * CM τ - CM •<*• CM CM
*
ΙΟ

ο
>
ο
«G
IO
Ο
α
ω
Ο
Χ
Ö
>
> CM IO

a
χ
3.
Ο
α
CM CM CM

Ο
> Ο
\—
θ­
ω
3 3.
α
b
Ο
>
9-
ο
ω Ι b
ο
«
3
CM IO
Ο
Ο

3
σ> § >
co
IO
^ v-0 en "CO
b •-

σ α *_>
Ο
e s >• 9- θ- bπ
'S
bd
η
> ο»
Q.
Π
c

>
,9-w b
3 Q.
U)
<
*
Ι
< if
ω
α Ο
α
CT
t-
5X
α
ο
-<
X
S* 3
Ο
*3
CO

α >-
3
Ο LO
α
b c Ο >- α. 3 Φ
0
>
ο
S
·*
fc
111
ill Ζ
3
Ο
π 3
*
π
£3
Ο
<
χ
e
α
et 10

* £- >• er >- ν»Λ


Γ" >-
α χ «M0

σ α
< e: < h- < Κ < α
CM co η - m CD 111 τ - M (O • * « ) (D Ν LU co Tf m (D Ν οο ο
322

υ»
ω
Η
*>
α
Ε -

1=
>-
ν
ω
»
Η
«3

^™

Λϋ
ν
χ
Ό
>
Ο
S
*_
ο
χ
> (Ο τ- ^·
ο
Ξ
β
0
>
ο
*

*5
ο
>
α
ω — •

^
0
Χ
σ
>
>
Ο ο σ>
>3.
α
χ Ο
α
ω
^m * >
Ζαχαρόγιαννο
Παπά Γεώργκ
Κωνστάντιος
Λαυρέντιος

«•Λ
Παρθένιος

Ο
Δομέτιος

>
ω
«β
0
>
Χ
οι
ο

-. ^
3
co. S>•
co ο <
u> •< w
ϋ*
β α m F
vy vy
ο ν/» 3 3
σ < >
Ο 5 b b
δ. χ
O Ui>3 θ· Ο Θ-
er
α 2
>- Q.Ο.
Ο >- *3>.=> Q.*3
Η Ö ο-'S 9- 2 α °
b UJ
α «— r— ^* ω Ι— ω
>
ο ο ο 3 , ο ,A
>—
i" .— ?f w>
ï" .— v,/>A
.— cr
c >•
< < < I- < H
τ- <N CO ·*· If) <D
323

ο >
•è ι- ο •3 "So
er σ
ο ·- Q.
er 5 -
ii
1
s g>αι-
ω —
ο

2 του
αποδ
w Ο ο.
b LO
»er ο. > 5 ο >-
ο
Q. ο t—
tr α. > er
3
2 2
ί­
α 5f
Q. _ α. Ο
>· •3 2^ê <

DU επικυ
συνάπτε

D σ ο 3 α — *ο •er
er α. ω ^
< ω •α t
> ΧQ . Ο
α <Γ
•χ.
> ω t-
α 2 => u>
er
ο t -ο" 1= > »—
αι ^ ο ο (= - CO
ι - >— ω τ-
><
co" ι
co «tr
Ο
co t~
Τ" * b -α ω
^Τ > π­ D 9- <~Λ>
CO ΙΟ
>3 α
LO
Ο
α.
d δ
Q.
3.

Ly>
•er er •er
ö e• > 3 κ-
b α
>
ω • Ο (^ ω
> >-
ex
>
U1
CD ο. ·~ ο CD •ω CD
Q- ο *
α < Ο •er w ο b 1= Ο
< α Ο >- ω 3 ö 3 α
ΣΤ
ö >
ο «3 g ΙΟ ΙΟ LO LO ο
> > '2 CD ΙΟ CO 00 co
ο tu
CS -<
b CT
ο
5
*
< > ^ 1

3 er
er > D
Q. ο > •er ο '•<
•3 3 CD 3
>
Q.
w
ω
ω
g

α
α
·<
Ο
1-
·Ζ>
θ­
Έ 2 σ α.
1= 1-
>
3
>tr
ι
ο
α
3 >
ο °ϋ Ξ.
ο.
3
> Θ-
-<
3. io 2 3 -< >
O α χ D -3 Ο
ο. 5Γ
δ.
> 3 b
Ο 10 > > •ο ξ > α 3 *- b
α
Καλάμι
Παννιτ

< ω α x * n.
ο 3 ο σ
α Ο | 3 Ο CL σ LO
Ι­ t- t— Π
Ο -< w b Ë
Ό ο * w 6 Z) ->
1- LO CO. Ο LO * M er
Ο Ö • > b
D 1 LO
b
> -< Ó
WO
ο Ο
3
•Ζ>
Ο εa ι— >
Ο
Ζ)
Ο CO 2
LO
Ευπρα ξ(α Παπαν

S t Ι— fc 00 Ι.Λ
•Ο t -
b
> ο 3
er 3 -< v-
~) Χ
•3 σ Ο 3
Ο IX
b α. b ο -α
< -<
1= ΙΟ
σοπού-\ou

S σ α er er α co. 3η
W
ι—
ie: 3
-ζ.
Dι ο. > Ο -3
οα •er C3>
Ο 3 3 ο
=L Ο α >- Ο ο. CD LO
ο > > 5- 2 >
α Ο. er er
ζ Ο Ν < -<
> .
ι_ ε
3.
3 CS r- CN co • * LO
β
α 5.
ο
324

3 b > *-Λ
u» κ> ο b
«cr _ 3 Q.IO
> 5 £ 3
"5 b ^
ο 2 §•&• Q .
Ο Ο b Ο b ο 3
Ö « £ 'S Ο
< >o «O b * b «O " 5
-< Ρ ω
ο «ίο 2!
* · -<
ο <ο "6»
M b
¥ h- b w

H t> & & b b ο b


Ι/* ω co Ό co co 3 v2 ô. •= 32
=J-«3 «2 «ω
>
b
2 5 52»5ί§ o x ^ < co,
5- S 2 Q.
co
3b h- •- b
LZ
< O . fc
LZ *
•—
2
ω ο
ν_Λ ν^Λ
&
b «~o
Ο
>
Ο b S
«co
3
Φ
Q.
ο vy
s> σb H· b

3 *b 6 fc
>
>·*%
«CO
e r ®" e r e r
> > "Ö
O L «CO — _
w
«CO «CO «co
SA)
1 £J er
> b «-* -<
3
> c ρ π. b a a g Ο 3 L 3 . 3L ι—
M») * 3 3 3 > ο b

1
b £
5 3
vi
£ t=
α. 5
»C" e- e- -
ω 3

ω *g fe
α. 3
ο. ^Sf
çr çr > Cer Q-
co p
ω 3.
s
ο £2 Ε co Ρ
ο. ο.
<=" = " CT
co ω
fc
2- θ­
α α. b
^
VQ < 1=
S. σ S ι= ι= fc
Ο >
s a. co >- cr
>
LA 3 ω
ta)
.S <b£ ο
to
fc φ
^ b
Q.
b
b b b
>
> ο
α
σ 5 co
»3
Ο
« > co ο ο ο ο m m ο τί-
< -< «3 W S «D < û c o <o *t m IO Ο
X 2
t= 3
"* 3
Ο CO ι-
e- >
o b
b •— 3 b
b Ο V
W
F α b 3. b χ: χ ο 0
32 Q. b
w co. α -< b b 2 2 ο «co ca 3.
CT
σ « t : ,b α α b «— CO Λ
CO.
Q.
3. 3.

ia­
< | l _ 0 O C Q ^ co
> c h—
co
ta) 2
> < co to o
3 C" 3 >
ν*
Η­ ,ο ET
3 Ί 3 α.
«ο ι- b ω M 3 3
Ο ca
> 3. 9-
Ö Ό
Η ς ο ο ρ ο Β
_
Ο
Ο
ι-
Ο
ι- 1 co O
Ο a.
3 . ta) 5- co. ο t
b ω e E Ì=Ì3 "b .s >3 -3 ο I— 2 >-
b Φ Φ 3. b b
> •^ *si ο « < ^ ω
co o
co t=
b 1= < f 3 b CO, > 3
ta) 2 ο ·< co_ >c: α
«er >. b b Q. Q- 5-β x< α. er «-0
Η-
S > Q[CQ X ca b > cr çr (Λ)
cr
b | 3 C Ö , Ö C :
•—
3 1—>w0
CT "Ì > -
b 2
a. b , w
^ Q. £ to
κ-
α b
> tal Iff Ο ι — -τ >
Ο
b
VVMI

Q.
ο ca
-< Q.
ο b
b
ω o
b ^ < θ- 5 1—
b 3 > <3
2 LU <
v/>
*b
3.
Φ τ- (M f i τί m (D S CO Ο ) Φ
Τ"™

Ö.
b
325

co cö
ο _ d 3
g£ ? er
•ω ^ ω 9- 2 CD
Χ

< -, · 3 g-x
τ - 3ο χ°
ω

\j>
^ •er
>- co
CO --s
< >•
3 3 t 0 >• r-- CM
> ο < < τ- σ 0
fδ ì= ο. ο ^ CD
σ — en — CD r»- οο ο
> ν>» Α
K J
Ο Ν Ο CO O CN co 0 , s 04 s co cn co
α ex C" 3 . CO I O CO •^r co co rι -f *-> CO Ο τ - CM CO
CT Ο τ - τ - -q- τ— τ— τ— C T - O ) •* i - N
ο. e
•-

Q. 3 > 3 in 3 . (-Λ O» . . .
Ο o IJ\ ·σ ui ° 3
D φ ο 3 α Φ σ
> b
Ο
ex
•è Φ
3 D
uy> Β
Ό •O ex >
3
3 .. α * 3 3 w <§• ο ^^ u<
3 ο^ · - si 2 2 3 . Z· L si -5 -5 F \ξ ο
Ο ιδ χ
2 g. t= t2i2i2§.o 2Ì1' E 3 σ
σ α < Ο Ο LU Ο XL < Ο LU
VJ» c · ο Xl< O O l _ 2 < L U L U Ö b XI
ο •<r τ- __ CO CO Ο ._
^r co "S-corr-r-cococo
ο. ά. ex-< co 0 0 roooSçocooococo 00n
•CT 00 τ - Λ ΟΟτ— ~ 0 0 τ — τ— τ— CO ,—
*r > τex >3 Λ
σ X ο τ - . 2 τ - •<!· Ο τ- τ - t ο < < f i | ο ο < , ^ ^ ·<
> ο 3. co o co co co c
ο Ο co co 5 — Λ Λ c
|= 00
τ-
3 . 0 0 CO 0 0
Ο τ- τ- τ- co
τ - oo
τ - **· ο
T f CO 5 T - C M ^ T - C N O J Ü 0 α
Sw> ω ι δ
t/· 3 3
5 er ο
>
3. >
>
•u)
fi-i.Λ ο. .ξ 3 -σ ο" c

3
Ο
ex σ
Ο
3.
3.
3
α. σ
ca. 2
ο ist
w< ^ o
er α
Λ 3 . Q-
α π
>
ο
< ] V Â > V - ' , - < υ< υ> α υ> υ> >
* ·3
<
tr < ο 3 -ω 3 °- ^ ° - 3 Ö 3 3 Ö 3 3 > 1- <
α e ο < ô ω 3 w
•g " C
Q- <>-Λ < ι ο ^ ο ο - ^ ο ο * * c
Λ
ιδ Έ ο 2 ο S o S S 2 l a o 2 o o 5 o o S
Ο 6
ΙΟ
<
„ δ 2 D
1-
>
2 & σ !^ D
ο Q- b > «-
> fi cfol 3 §
3> „σi *>- §ö
-• t - .=ίS D^ ot- ^— 1 °!
.
ο. y— ex 5 - σ cx-cr 3. >- ω 3 ο • c 0 c a i 0 ca
< ο D ex ex o ζι. :>-cx— Q. 3 . u a 1 u 1
> É < -σ 5 ^ Ο < < < * ο • a < 2 Ü : O < I - O <

3. g b b b b b ï
ο Μ CO ( Ν CO CM 0 0 O CO 0 0 I O τ 3 3 3 o o o i o 3 3 . 2 c o
τ— τ— τ— CM τ™ CN CNJ t - T - τ— > > > C M C M C M > > O T -
<ΕΓ >->->- •>- >• 3 .
> •Ο Ό Ό Ό Ό Ο
ο er
cr
>
σ •α
Μ > ex ς 3 t r <r
χ 5 0 ë 2
δ α >ο μΐ
g * ex ^ O O 3 •a 10 3 9 > " S 3 «5 S
> ìi 3 .
'S ' 3 3 r= S ex ·= o αSi
U) Ό 3 -< ι- ex >
α > 2- Ο Ο •=
> 3 . -3 »3
α
χ
ci
3 Ο
ν/»
Ο
> ILI I IP
ο 2 ν/» ο ·3
0
S
J 2 ·§ 20α 2ex-a5 fc j2^ gtfG. g > v^2
> o b ° 0 b

lifts I si .ili 11
τ—
CM ο
<
ex ex 5
2 >3 α
.3 -<
£ •ο
Si
*-B
θ Ë iZ
W ω <> >
< 2 < < 2 X Z N < ^ ; X <
α 2 < J2 iZ [=
Ü:
> Ό
Ο 3 0
3.
τ - <N CO TT I O CD I s » 0 0 (33
0 1-CN coTiocor-oocno
ex •3
ex
c- σ α

b σ
ο Ό α α O
> χ > > -<
ο CD
ex > 3
3
NJ< 1=
< ο ex Si
0 3
t ο ex σ
ω * w H ζ
326

>
α
ο
er­
as
•3
a.
CT
-<
1=
ω
> > q in
ο ο ^3
«•S
£ > °
Ο -ο η. CO
co a. a. ο 3 ·«- co
£ CO £ <g CO CD nCO
S <o ^ 2 " °° °S
™ ,_ CO CO CO CO 0 0
CD T -
£ g ÌD « "~ "" ""CO
CO
CO CO CO

> CD
a •3
ο CL
er er
CD
-< er
•3
Q. 1= >
> ο
er •a >
-< >- ο σ ο
t= ο cr
u> -< »— g. α.
Ö
Ο D
X Ö
a -3 IO· ω S Ε­
•Ο l·-
t_0
a
<
LT
-< cy»
Ο *_/> Ο
Ι 1 1ο
Ο
σ Ο Ë 2 5 5 ο ο Ο
-< •a. Q. Q.-0 > σ σ Ο
•ο 3 ^* Ο <3 >
σ
>— Ο.
Ι­
ti
C N C O T j - l D C DΡ
er >
3 ί^
Ζ Ζ <
r ^ -5
- C O O O
ν
Ο

X < <
327

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV: ΧΑΡΤΕΣ


328

Χάρτης 1

Τοποθεσίες της επαρχίας Οιτύλου στις οποίες εντοπίζονται μονές

>ομα χωρίου

Οίτυλο
Κελεφά
Τσίμοβα
Πύργος
Σταυρί
Δρύ
Μπουλαριοί
Άλικα
Πλάτσα
Ι) Κουτίφαρης
) Λαγκάδα Ο 11
0 Μηλέα km
Ι) Καστανέα
l·) Πραστίον
>) Σαϊδόνα
5) Αλτομιρά
1) Κάμπος
5) Μαλτίτσα
)) Επάνω Δολοί
)) Κάτω Δολοί
ΟΣέλιτζα
329

Χάρτης 2

Μονές της επαρχίας Οιτύλου

Ονόματα Μονών

1) Ζωοδόχος 23) Γενέθλια


2) Αγ. Νικόλαος 24) Πρόδρομος
3) Κοίμησις 25) Άγ. Δημήτριος
4) Κοίμησις
26) Φανερωμένης
5) Παναγία
27) Αγ. Κωνσταντίνος
6) Αγ. Νικόλαος 28) Άγιος Γεώργιος
7) Κοίμησις 29) Άγιος Θεόδωρος
8) Άγιος Φίλιππος 30) Κοίμησις
9) Άγιοι Πάντες 31) Κοίμησις
10) Ταξιάρχης
32) Άγιας Γεώργιος
11) Οδηγήτρια 33) Άγιας Νικόλαος
12) Πρόδρομος 34) Αγία Τριάς
13) Παναγία Ο 11
35) Ευαγγελίστρια
14) Παναγία 36) Κοίμησις km
15) Ζωοδόχος 37) Κοίμησις
16) Άγιος Νικόλαος 38) Άγιας Νικήτας
17) Άγιος Δημήτριος 39) Μεταμόρφωστς
13) Άγιοι Πάντες 40) Κοίμησις
19) Αγ.Κωνσταντίνος 41) Αγία Παρασκευή
20) Μετομόρφωσις 42) Καίμησις
21) Άγιος Νικόλοος 43) Αγία Παρασχευή
22) Προφήτης Ηλιος
330

Χάρτης 3

Οι διατηρούμενες μονές της Πελοποννήσου


331

Οι διατηρούμενες μονές της Πελοποννήσου

1. Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Άγιος Νικόλαος) -εν Πέρα χώρα


2. Αγίων Πάντων -εις Κόρφον Σοφικόν
3. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Αγνούντος -Επίδαυρος
4. Ταξιάρχαι -Επίδαυρος
5. Ζωοδόχου Πηγής -Καλαυρία
6. Αγίων Αναργύρων -Ερμιόνη
7. Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Μονή Κοιλάδος -Μάση
8. Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου-εις Τλια
9. Αγίου Δημητρίου, Καρακαλά -Ναύπλιον
10. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ταλαντίου -Αραχναίον
11. Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Φανερωμένη -εν Αγιονορίω
12. Αγίου Δημητρίου -εν Στεφανίω
13. Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Μονή του Βράχου -εν Νεμέα
14. Αγίου Αθανασίου -εις Στιμάγκαν
15. Θεοτόκου Παναγίας Κορυφής -Καίσσαρι.
16. Μονή του Προφήτου Ηλιου εν Ζαχόλη
17. Κοιμήσεως Θεοτόκου Λέχοβας
18. Προφήτου Ηλιου
19. Αγίου Βλασίου -εις Τρίκαλα Σικυώνος
20. Προφήτου Ηλιου
21. Αγίων Αποστόλων
22. Αγίας Τριάδος -Ακράτας
23. Αγίας Τριάδος -Διακόπτου εις Κούντουρα
24. Μονή Αγίου Γεωργίου -εν Φενεώ (Γκούρα)
25. Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Αγία Μονή -σύνορον Διακόπτου
26. Αγίου Νικολάου -σύνορον Διακόπτου
27. Μονή Μεγάλου Σπηλαίου
28. Παναγίας Πλατανιώτισσας -εις Κλαπατσούναν
29. Μονή Μακελλαρίτισσας -κατά τους Λαπαναγούς
30. Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα.- Κουνινά
31. Μονή των Ταξιαρχών
32. Μονή Αγίας Λαύρας
33. Αγίου Γεωργίου -εις Λαπάτας
34. Κοιμήσεως Θεοτόκου, ή Γηροκομείον - Πατρών
35. Εισόδια Θεοτόκου Ομπλού -Μπαρδικώστα και Σαραβάλι
36. Παναγίας της Κοιμήσεως του Μπαμπιώτου -Κάνταλον και Μπαρδικώστα
37. Παναγίας Χρυσοποδαρίτισσα -κατά τα Νεζερά
38. Παναγίας Ευαγγελίστρια -κατά τα Νεζερά
39. Αγίου Νικολάου κείται εις τον Άγιον Βλάσην
40. Αγίων Πάντων -Βελιμάχι και Αλποχώρι
41. Αγίου Νικολάου Φραγκοπηδήματα -Βουνάργου και του Δήμου Δερβί Τσελεπή
42. Γεννήσεως Θεοτόκου Φιλοκάλι-Ριόλον και Πέτα
43. Μονή Ελεούσας -Λογιά
44. Αγίας Μαρίνας, ή Μονή Μαρίτσας -Μπράδι
45. Κοιμήσεως Θεοτόκου Νοτενών -εις το τέλος του όρους Σκιαδά
46. Παναγίας Ποριτζού -κείται μεταξύ του χωρίου Γερμοτζάνι και Πορετζό
47. Αγίας Τριάδος εις Λειβάρτζι
332

48. Παναγίας Χρυσοπηγής -Πηδιανούλια


49. Κοιμήσεως Θεοτόκου- κείται εις την κωμόπολιν Δίβρης
50. Αγίων Θεοδώρων Τύρωνος και Στρατηλάτου -εις την περιφέρειαν Αναστάσοβας
51. Παναγίας Φανερωμένης -εις Σοπωτόν
52. Αγίου Αθανασίου -κείται εις το χωρίον Καραγιούζι
53. Ευαγγελίστριας -εις Στρέζοβας
54. Της Θεοτόκου Κανδήλας -κατά τον δήμον Καρυών
55. Το γενέσιον της Παναγίας των Βλαχερνών -εις την Κυλλήνη της Ηλίδος
56. Σκαφιδιάς. -Κατά το χωρίον Σκαφηδιά της Ηλείας, παρά τη θαλασσή δυτικώς
57. Κοιμήσεως Θεοτόκου Κρεμαστή -κείται ένδον του χωρίου Λάνθη
58. Κοιμήσεως Θεοτόκου επονομαζόμενη Τσερνίτση -πλησίον της κώμης Γρανίτσας
59. Της Θεοτόκου Τσιπιανών -Δήμος Μαντινείας
60. Το Γενέσιον της Θεοτόκου επονομαζόμενης των Αιμυαλών-Ζυγοβύστι
61. Της Θεοτόκου Επάνω Χρέπας -Περιθώρι δήμος Τριπόλεως
62. Αγίου Νικολάου. Βάρσαι -Δήμος Κορυθίου
63. Μαλεβής -πρόποδες του Μαλεβού, Αγίου Πέτρος
64. Αγίου Νικολάου Καλτεζών
65. Της Θεοτόκου Μπούρα -εις Μεγαλόπολιν
66. Της Θεοτόκου Λουκού
67. Παλαιοπαναγιάς -Μελιγού
68. Αγίου Νικολάου ή Μονή Καρυάς
69. Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου ή Εγκλειστούρι
70. Αγίου Δημητρίου ή Μονή Ρεοντίνου, Πραστός
71. Πρόδρομος κατά το Καστρί -Καστρί
72. Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Μονή Ορθοκωστά
73. Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Μονή Καστριού
74. Αγίων Αναργύρων, Βασσαρά
75. Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων -εις το όριον Χρύσαφας
76. Σίντζα -η Σίντζα κειμένη εις το Λεωνίδιο
77. Αγίου Γεωργίου Δρομαίος, Πρασιάς
78. Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή ΜονήΈλωνας
79. Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Μονή Βουλκάνου
80. Κοιμήσεως Θεοτόκου Μαρδακίου -Μεγάλη Αναστάσοβας
81. Ζωοδόχου Πηγής Βελανιδιά -εν Καλαμαίς
82. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ζερμπίτσα -Αιμυαλαί
333

Χάρτης 4

Οι διατηρούμενες μονές της Στερεάς Ελλάδας

1)Μονή του Οσίου Μελνγού. 20)Μονή της Θεοτόκου, Βαρνάκοβας.


2)Μονή της Θεοτόκου Κλειστών. 21 )Μονή της Μυρτιάς.
3)Μονή της Θεοτόκου Πεντέλης. 22)Μονή της Θεοτόκου ή Τατάρναν.
4)Μονή των Ταξιαρχών (Πετράκη). 23)Μονή της Θεοτόκου του Προυσού.
5)Μονή της Ευαγγελίστριας Καλολιβάδι. 24)Μονή της Θεοτόκου του Ρόμβου.
6)Μονή της Θεοτόκου Φανερωμένης. 25)Μονή της Αγάθωνης.
7)Μονη της Θεοτόκου, Λεοντίου. 26)Μονή της Θεοτόκου, Πελαγίας.
8)Μονή της Αγίας Τριάδος, Κυθαιρώνος. 27)Μονή Οσίου Δαβίδ, Γέροντα.
9)Μσνή της Θεοτόκου Μακαριωτίσσης. 28)Μονή του Αγίου Νικολάου, Γαλατάκι.
10)Μονή της Μεταμορφώσεως, Σαγρατά. 29)Μονη του Αγίου Δημητρίου, Στενήν.
11)Μονή της Θεοτόκου, Σκριπού. 30)Μονή της Θεοτόκου, Χιλιαδού.
12)Μονη του Αγίου Γεωργίου, Γρανίτζας. 31)Μονή του Μάνταρη.
13)Μονή της Θεοτόκου, Ιερουσαλήμ. 32)Μονή της Μεταμορφώσεως.
14)Μονή του Οσίου Σεραφείμ, Δομπού. 33)Μονη του Αγίου Γεωργίου Αρμα.
15)Μονή Προφήτη Προδρόμου,Παρνασού. 34)Μονή Αγίου Νικολάου, Βαθείαν.
16)Μονή του Αγίου Γεωργίου, Ήλιαν. 35)Μονή του Κλειβάνου.
17)Μονή Προφήτη Προδρόμου, Δεσφήνας. 36)Μονή της Καρυάς.
18)Μονή της Θεοτόκου, Δαδί. 37)Μονή του Ευαγγελισμού, Σκιάθος.
19)Μονή της Θεοτόκου Αμπελακιώτισσας.
334

Χάρτης 5

Οι διατηρούμενες μονές του κεντρικού και νότιου Αιγαίου

ί^τΡ

Ο ÖΌ

ï f e
.) Μονή των Τρομαρχιών, Ανδρος
>) Μονή της Πανάχραντου, Ανδρος
>) Μονή του Αγίου Νικολάου, Ανδρος
i·) Μονή της Ζωοδόχου Πηγής, Ανδρος
5) Μονή της Θεοτόκου εις Κυκλοβούνι, Τήνος
5) Μονή της Θεοτόκου εις Τουρλιανής, Μύκονος · 15
7) Μονή της Ζωοδόχου Πηγής εις Λσ-ρ/ουβάρδης, Πάρος km
Ì) Μονή της Β ρύσεως, Σίφνος
?) Μονή του Προφήτου Ηλιου, Σίφνος
10) Μονή της Θεοτόκου Χοζαβιώτισσας, Αμοργός
11 ) Μονή του Προφήτου Ηλιου, Θήρα
12) Μονή της Θεοτόκου Καλαμιωτίσσης, Ανάφη
335

Χάρτης 6

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: Μονές του νομού
Αργολίδος και Κορινθίας

Ο 20
km

1) Κοίμηση της Θεοτόκου ή Μονή Αγνούντος.


2) Κοίμηση της Θεοτόκου ή Μονή Ταλαντίου.
336

Χάρτης 7

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: Μονές του νομού
Αργολίδος και Κορινθίας

1) Άγιος Νικόλαος ή Καλαί Νήσοι, Περαχώρας.


2) Κοίμηση της Θεοτόκου ή Μονή Σολυγείας ή Σοφικού.
3) Αγίου Δημητρίου ή Μονή Στεφανίου.
4) Αγιος Γεώργιος ο Φονιάς ή Μονή Φενεού.
337

Χάρτης 8

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών. Μονές του νομού Αχαΐας
καιΉλιδος

Q 6,5
km

1) Γέννηση της Θεοτόκου Φιλοκάλι.


2) Κοίμηση της Θεοτόκου Νοτενών.
3) Κοίμηση της Θεοτόκου ή Πεπελενίτσα.
338

Χάρτης 9

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: Μονές του νομού Αχαΐας
καιΉλιδος

1) Αγία Λαύρα.
2) Κοίμηση της Θεοτόκου, Δίβρη.
3) Αγία Τριάδα, Λεχβάρτζι.
4) Μονή Σκαφηδιάς.
339

Χάρτης 10

Η στελέχωση μονών βάσει των γενέτειρων των μοναχών: μονή Γέννησης της
Θεοτόκου, Αιτωλοακαρνανίας
340

Χάρτης 11

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: Μονές του νομού
Φθιώτιδος και Φωκίδος

1) Προφήτης Ηλίας, Παρνασσού.


2) Ιωάννης ο Πρόδρομος, Δεσφίνης.
341

Χάρτης 12

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: μονή Ζωοδόχου Πηγής,
Μεσσηνίας
342

Χάρτης 13

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: μονή Κοιμήσεως της
Θεοτόκου, Μεσσηνίας

10
km


343

Χάρτης 14

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: Μονές του νομού Αρκαδίας

Ο 16
ζ=
1) Κοίμηση της Θεοτόκου ή Μονή Κανδήλας km
2) Μονή Παλαιοπαναγιάς, Μελνγ(
ιγου.
344

Χάρτης 15

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: Μονές του νομού Αρκαδίας

1) Κοίμηση της Θεοτόκου ή Επάνω Χρέπας ~


2) Αγιος Νικόλαος ή Μονή Καρυάς. ? —
km
345

Χάρτης 16

Η στελέχωση μονών βάσει των γενέτειρων των μοναχών: μονή των Ταξιαρχών,
Αιγιαλείας
346

Χάρτης 17

Η στελέχωση μονών βάσει των γενετειρών των μοναχών: μονή του Μεγάλου
Σπηλαίου
347

INDEX 27

Αβορόνιτσα Αταύτιστο
Άγ. Ανδρέας Άγιος Ανδρέας
Αγ. Βλάσιδες Αγιοβλασσίτικα
Αγγελόκαστρον Αγγελόκαστρον
Αγια Παρασκευή Αγία Παρασκευή
Αγία Σοφία Αγία Σοφία
Αγιάνη Αγιάννης
Άγιο Βλάση, άγιοβλάσης, Άγιον Βλάσην, Άγιος Άγιος Βλάσιος
Βλάσης, Άγιος Βλάσης, Άγιος Βλάσσης,
Αϊ Βλάσις, Αϊβλάσσης
Άγιοι Θεόδωροι Άγιοι Θεόδωροι
Άγιοι Πάντες Άγιοι Πάντες
Αγιονόρι, Αγιονόριον, Αγιονορίου, Αγιονορίω Αγιονόριον
Άγιος Βασίλειος Άγιος Βασίλειος
Άγιος Γεώργιος, Άγ. Γεώργιος Άγιος Γεώργιος
Άγιος Ιωάννης, Άγιος Ιωάνης, Άγ. Ιωάννης Άγιος Ιωάννης
Άγιος Νικόλαος Άγιος Νικόλαος
Άγιος Πέτρος, Ά: Πέτρος, Άγ. Πέτρος Άγιος Πέτρος
Αγλικώστα Αγλαβίστα
Αγόριανη Αγόριανη
Αγράλη Αγρίλιον
Αγρήδη, Αγρήδι, Αγρίδη, Αγρίδι, Αγρίδιον Αγρίδι
Αγριάνους Αγριάνοι
Αδ piavo μονάστη ρον Ανδρομοναστήρι
Αθήνα, Αθήναι Αθήναι
Αίγινα Αίγινα
Αίγιον, Αιγίου Αίγιον
Αϊδάμπεϊ Αυδήμπεη
Αιλιάδες, Αϊλιάδα Αηλιάδες
Αιμιαλών, Αιμυαλοί Αίμυαλλοι

To INDEX αποκαθιστά τα τοπωνύμια κυρίως με τη γραφή που χρησιμοποιεί γι' αυτά ο Μ.


Χουλιαράκης στο έργο του Γεωγραφική, Διοικητική και Πληθυσμιακή Εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-
1971, τ. Α, Αθήνα 1974. Σε όσα από τα τοπωνύμια των εγγράφων δεν υπήρχε αντιστοιχία στο
προαναφερθέν έργο, χρησιμοποιήθηκε ο Πίναξ Χωρογραφικός της Ελλάδος, Περιέχων τα Ονόματα, τας
Αποστάσεις και τον Πληθυσμόν των Δήμων, Πόλεων, Κωμοπόλεων και Χωρίων, του Ι. Σταματάκη
(Αθήνα 1846). Τέλος μικρό μέρος των τοπωνυμίων έμεινε αταύτιστο, καθώς αφορούσε μικρούς
οικισμούς που δεν ήσαν καταγραμμένοι από την κεντρική εξουσία ή χρησιμοποιούνταν περιορισμένα,
μόνο από τους κατοίκους τους.
348

Αϊνόρι, Αϊνόριον Αγιονόριον


Ακαρνανία Ακαρνανία
Ακρατα, Ακράταν, Ακράτας Ακρατα
Ακρέφνιον Ακραιφνίου Δήμος
Αλάσταινα, Αλέστενα Αλέσταινα
Αλεποχώρι, Αλεποχωρίου Αλεποχώρι, Αλεποχώριον
Αλίζαγα Αλήαγα
Αλμποχώρι, Αλποχώρι Αλποχώρι
Αλτομυρά Αλτομηρά
Αλυκά Άλικα
Αμοργός, Αμουργός Αμοργός
Αμπελιώνων Αμπελιώνα
Αμυκλάς Αμύκλαι
Αμφιόνης Αταύτιστο
Άμφισσα Άμφισσα
Αναστάσοβα, Αναστάσοβαν, Αναστάσοβας Αναστάσοβα
Ανατολικόν Ανατολικόν
Ανάφη Ανάφη
Άνδρος Άνδρος
Ανδρου βιστα Ανδροβίστα
Αντίνισσα Αντινίτσα
Άνω Δίβρη Άνω Δίβρη
Αραχναίο, Αραχναίον, Αραχναίου Αραχναίον
Αράχοβα Αράχωβα
Άργος, Αργείος, Άγρος Άργος
Αρεβονήτζα Αραβωνίτσα
Άρεια Άρεια
Αρκαδία Αρκαδία
Αρκασάδες Αρκασάδες
Αρμυριώτης Αρμυρός
Άρτα Άρτα
Αρφαρά Αρφαρά
Ασίνην Ασίνι
Ασλάναγα Ασλάναγα
Άστρος Άστρος
Ατζουμπαβίτζα Ανδρουμπιβίτσα
Αττική Αττική
Αυγό Αυγόν
Αχαίας Αχαΐα
Αχαρναίς Αχαρνών Δήμος
Αχλαδόκαμπος Αχλαδόκαμπος

Βάθειαν Εύβ Βάθεια


Βαϊδενίτζα, Βαϊδενίτσι Βαϊδενίτσα
Βαλατούνα Βαλατούνα
Βαλιμή Βαλιμή
Βαλμή Βάλμη
Βαλτεσινίκο, Βαλτεσινίκον Βαλτεσινίκον
Βαλτζη, Βάλτζια Βάλτσα
349

Βαμβακού Βαμβακού
Βάνουκα Βάλτουκα
Βαρδικώστα Μπαρδικώστα
Βαρδίτζα Βαρ βίτσα
Βάριανη Βάριανη
Βαρνάκοβα, Βαρνάκοβας Βαρνακώβης (Μονή)
Βαρσενίκος Βαρσινίκος
Βαρσίτζιο Βερσίτσι
Βαρσών Βαρσών (Μονή Αγίου Νικολάου)
Βασσαρά Βασαράς
Βάχλια Βάχλια
Βελά, Βελλά Βελλά
Βελανιδιάς Βελανιδιά
Βελειμάχι, Βελημάχει, Βελημάχι, Βελιμάχι Βελιμάχι
Βελίζι Βελίζιον
Βελωνάς Βελωτά
Βενέτικον Βενετικό
Βέρβενα Βέρβαινα
Βέρροια Βέρροια
Βερσοβά, Βέρσοβα, Βεροβά, Μπερτζοβά Βερσοβά
Βεσίκη, Βεσσήνι Βεσίνη
Βετεντού Ρετεντού
Βήλια, Βίλια Βίλλια
Βηλιβήνα, Βιλβήνα, Βυληβήνα, Βυλιβήνα Βυλιβίνα
Βητίνα, Βιτίνα, Βυτήνα, Βυτίνη Βυτίνα
Βίδι Βίδι
Βιλιόβου Βιλιόβου (Μονή)
Βλάση, Βλάσης Βλάση
Βλαχέρναι, Βλαχερνού Βλαχέρνα-Μονή Βλαχερνών
Βλαχοκατούνα Βλαχοκάτουνον
Βλοβοκά Βλοβοκά
Βοϊδιανός Βοδιάς
Β όλα, Βώλα Βόλα
Βολάνεζα Βολάντζα
Βορβώνια Βορδώνια
Βουνάκη Βουνάκι
Βούναργο, Βούναργου Βούναργον
Βούρβουρα Βούρβουρα
Βούργαρις Βουλγάρα
Βούστρι Βούστριον
Βρανά Βρανά
Βραχνή, Βραχνί Βραχνί
Βραχώρι Βραχώριον (Αγρίνιον)
Βρέσθενα Βρέσθενα
Βυζάντιος Κωνσταντινούπολη
Βυσσωκά, Βησοκά Βισωκά

Γαβαλού Γαβαλού
Γαϊτζαίς Γαϊτσά, Χώρα Γαϊτσών
350

Γαλατάκι, Γαλατάνη Εύβ Γαλατάκη (Μονή Αγίου Νικολάου)


Γαλατάς Γαλατά
Γανόχωρα Γανοχώρα
Γαργαλιάνοι Γαργαλιάνοι
Γαρδίκι Γαρδίκιον
Γαρζενίκου Γαρζενίκος
Γαστούνη Γαστούνη
Γατιζέ Γάίτσά
Γελήνη, Γελίνη Γελλήνη
Γεράκιον Γεράκιον
Γέρια Τέρια
Γερμιτζάνη, Γερμοτζάνη, Γερμοτζάνι Γερμοτζάνι
Γέρνον Τέρνος
Γεωργίτζι, Γεωργίτσι Γεωργίτσιον
Γηροκομείον Μονή Γηροκομείου
Γιάνιτζα Καλαμών, Γιάννιτζα, Γιαννιτζάνικα Γιάνιτσα
Γκαγκανιά, Γλαγκανία Γκαγκανιάς
Γκέρμπεση, Γκέρμπεσι Γκέρμπεσι
Γκλιάτα Γλιάτα
Γκορτόγλη Γκορτζόγλι
Γκούρα Γκούρα
Γλαρέντζα, Γλαρέντζαν Γλαρέντσα
Γόλα, Γώλα Γόλας (Μονή)
Γόρτυνα Γορτυνία
Γουζούμισα, Γουρζούμισα Γουρζούμισα
Γουμένιτζα Γουμένιτσα
Γούμερον Γούμερον
Γούραν Γκούρα
Γουρίτζα Γουρίτσα
Γούρνιτζα Γούρνιτσα
Γουρώτο Γουρώτο (Μονή Αγίου Νικολάου)
Γρανίτζα, Γρανίτσας, Γρανίτση, Γρανίτσης Γρανίτσα
Γρεβενό, Γρεβενώ Γρεβενόν
Γύθειον Γύθειον
Γυμνόν Γυμνόν

Δ τζελεπή, Δερβί Τσελεπή, Δερβίς τζελεπή Δερβιτσελεπή


Δαδή, Δαδί Δαδίον
Δαμούζαν Δάμιζα
Δάσος Δορίδος Δάσος
Δαύλεια, Δαύλια Δαύλεια
Δεκουλιάνων Δεκουλιανοί
Δελφούς Δελφοί
Δεμέστικα, Δεμέστιχα, Δομέστιχα Δεμέστιχα
Δερβενοσάλησι Θήβαι Δερβενοσάλεσι
Δεσίνος Δεσίνον
Δέσκελον Διάσελον
Δεσφήνα, Δεσφίνα, Δεσφίνας, Δεσφίνη, Δεσφίνην Δεσφίνα
Δημητρόπλου Δημητρόπουλον
351

Δημητσάνα, Δημιτσάνα Δημητσάνα


Δήμοβας Μονή Δημιόβας
Διαβολίτζη Διαβολίτσι
Διακοπτό, Διακοπτόν, Διακόπτου Διακοπτόν
Δίβρη, Δίβρης Δίβρη
Διποταμίαν Αταύτιστο
Δίστομον, Δίστομος Δίστομον
Δολούς Δολοί
Δομπόν, Δομπού Δομπούς (Μονή)
Δομπρένα, Δομπρένις, Δωβρένης, Δεμπρένα Δομβραίνα, Δομβραίνης
Δουμενά, Νδουμενά, Ντουμενά, Τουμενά Δουμενά
Δούσια Δούσια
Δραγαμέστο Δραγαμέστον
Δραγάνου Δραγάνου
Δράσταν Δράστα
Δρεπανοχώρια Δρεπανοχώρια
Δρέστενα Δρεστενά
Δριμίστα Βάλτου Δρομίστα
Δρύ Δρυ
Δρυμία Δρυ μίας Δήμος
Δωρίς Δωρίδος Επαρχία

Εγκλαιστούρι Εγκληστήριον
Ελεούσα Ελεούσα
Ελευσίνας, Ελευσίς Ελευσίς
Ελίκη, Ελικήν Ελίκη
Έλωνας Έλωνας (Μονή)
Ενδολίας Αιτωλίας Νομός
Επάνω δόλη Άνω Δολοί
Επάνω Χρέπα Επάνω Χρέπα
Επίδαυρον, Επίδαυρος Επίδαυρος
Επιδαύρου Λιμηράς Επιδαύρου Αιμηράς Επαρχία
Ερμιόνη Ερμιόνη
Ερμιονίς Ερμιόνης Δήμος
Εύβοια Εύβοια
Ευζήρι, Ευτήρι Στήριον
Ευπισιάν Αταύτιστο
Εύρηπος Εύριπος
Ευρύσθενα Βρώσθενα
Ευτοβενίκου Στεβενίκιον

Ζάβιτζα Ζαβίτσα
Ζαγορά Ζαγορά
Ζαγόριανη Αγόριανη
Ζακίνθιος, Ζάκυνθος Ζάκυνθος
Ζαρούχλα Ζαρούχλα
Ζατούνα, Ζάτουνα, Ζαγούνα Ζάτουνα
Ζαχλωρού Ζαχλωρού
352

Ζάχολη, Ζάχολιν, Ζάχωλη, Ζαχώλης Ζάχολη


Ζέλα Ζέλη
Ζερβίτσα, Ζερμπίτσα Ζερμπίτσα
Ζέρμα Γέρμα ·
Ζευγολατειό Ζευγολατειόν
Ζήρια Ζήρια
Ζιντσάφι, Σιντζάφι, Σιντσάφη, Σινσάφι Σιντσάφι
Ζυγοβίστη, Ζυγοβίστι, Ζυγοβιστίου, Ζυγοβύστι Ζυγοβίστι
Ζυγού Ζυγός

Ηλεία, Ηλείας Ηλείας Επαρχία


Ήλια, Ήλιαν Ήλια (Μονή)
Ήλις Ήλις
Ήπειρος, Ηπείρου Ήπειρος

Θεσσαλονίκη Θεσσαλονίκη
Θήβα, Θήβαι, Θηβαίος, Θήβες, Θήθα Θήβαι
Θήρα Θήρα
Θράκη Θράκη

Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ (Μονή)


Ιθώμη Ιθώμης Δήμος
Ίσαρι Ίσαρι
Ιωανινα, Ιωάννενα, Ιωαννίτης Ιωάννινα

Κάβαλον Κάβαλον
Καβελάρης Κάβαλον
Καίσαρη, Καίσσαρι Καίσαρι
Κακοβούνι Κακοβούνι (Μονή Προφήτου Ηλιου)
Κακούρι Κακούρι-Πικέρνη
Καλάβρυτα, Καλαύριτα Καλάβρυτα
Καλαί Νήσοι Περαχώρας, Καλανησιά Καλαί Νήσοι ή Μονή Αγίου Νικολάου
Καλάμαι, Καλαμαίς, Καλαμάτα Καλάμαι
Καλαμάνι Καλαμάνη
Καλάμι Καλάμιον
Καλάμιση Καλαμίτσι
Κάλαμος Κάλαμος
Καλαμών Καλαμών Δήμος
Καλάνιστρα Καλάνιστρα
Κάλανος Κάλανος
Καλαυρία Καλαυριάς (Μονή)
Καλέντζι, Καλέτζη Καλέτζι
Καλλιδρόμη Καλλίδρομον
Καλολιβάδι Καλό Λειβάδι
Καλτεζάς, Καλτεζιά, Καλτεζία, Καλτεζιάς Καλτεζαί
Κάλυβαις Καλύβαις
353

Καλύβια Καλύβια
Καμάρα Καμάρα
Καμενιάνους Καμενιάνοι
Καμενίτζα Καμινίτσα
Καμίνια Καμίνια
Καμπινάρι Καμινάρη
Κάμπος Κάμπος
Κανδήλα, Κανδήλας Κανδήλα
Κάνταλον, Κάντηλον Κάνδαλος
Κάπρο βίτζα Αταύτιστο
Καραγιούζι Καραγιούζη
Καρακαλά Καρακαλά
Καρακοβούνι Καρακοβούνι
Καράτουλα Καράτουλα
Καρδενίτσα Μαρδίνιτσα
Καρηά, Καριά, Καρυά Καρυά
Καρνέσι Καρνέσι
Κάρυστος Κάρυστος
Καρύταινα Καρύταινα
Κασάνδρα της Μακεδονίας Κασσάνδρα
Κασκαβέλη Κασκαβέλι
Καστανιά Καστανιά
Καστανιά Καστανιά
Καστάνιτσα Καστάνιστα
Καστέλι, Καστήλι Καστέλλι
Καστόρων Καστόρειο
Καστρί Καστρί
Καταστάρι Καταστάριον
Καταφύγιον Καταφύγιον
Κατζαφάη, Κατζαφάρι ίσως Τζαφέρι
Κατζίγκρι Κατσίγκρι
Κατζώνα της Διποταμίας Αταύτιστο
Κάτω δόλη Κάτω Δολοί
Κάτω Χώρα Κάτω Χώρα
Κελεφά Κελεφά
Κελίον Κελί
Κέρμπεση Γκέρμπεσι
Κερνίκη Κερνίτσης (Μονή)
Κερπηνή Κερπινή
Κέρτεζη Κέρτεζι
Κεφαλάρι Κεφαλάρι
Κεφαληνία, Κεφαλληναίος Κεφαλληνίας Νομός
Κεχροβούνι Τήνου Κεχροβουνίου (Μονή)
Κηργιάννη Αγιάννης
Κιθαιρών, Κυθαιρώνος Κιθαιρών
Κιπαρίσι Κυπαρίσσι
Κλαπατζούνα, Κλαπατζούναν, Κλαπατσούνα Κλαμπατσούνα
Κλένια Κλένια
Κλίβανος Κλιβάνου (Μονή)
Κλίμα Κλήμα
354

Κοζίτζα, Κολίτζα, Κουζίτσας Κοζίτσα


Κοζνά Κόζια
Κοιλάδος, Κοιλάς Κοιλάς
Κοίμησις Κοιμήσεως Θεοτόκου
Κόκκινον, Κόκκινου, Κόκκινου Κόκκινον
Κόκκοβα Κόκοβα
Κόκλα Κόκλα
Κολοβάταις, Κολοβάτης Κολοβάταις
Κομπιγάδη, Κομπιγάδι, Κονττηγάδι Κομπηγάδι
Κομποτάτος Κομποτάδες
Κονίδιτσα Κουνιδίτσα
Κοντολινά Κοντολινή
Κοριθίου Δήμος Κορυθίου Δήμος
Κόρινθος Κόρινθος
Κόρτζιαις Γκορτζιά
Κοσμά, Κοσμάς Κοσμάς
Κότρονας, Κότρωνα Κότρωνας
Κούμαρη, Κουμάρι Κούμαρης
Κουμεντιάνικα Αταύτιστο
Κούμη Κώμη
Κούμουστα Κουμούστα
Κούμπερη, Κούμπερι Κούμπερι
Κουνινά Κουνινά
Κουνούπια, Κουνουπιαί Κουνούπια
Κούντουρα Κούντουρα
Κουρήτη, Κουρίτις Αταύτιστο
Κουρταούσι, Κουρτσαούση Κουρτσαούσι
Κουρτέσι Κουρτέσης
Κουσάντασι Κουσάντασι
Κουτέλη, Κούτελη Κούτελη
Κουτζαβά Λαδά Κουτσαβά Λαδά
Κούτζουρος Κουτσουρούς (Μονή Παναγίας)
Κουτίφαρη, Κουτούφαρη Κουτήφαρη
Κουτολίστια Κουκουλίστα
Κουτρουλο μετόχι Κουτουρλομετόχι ή Μονή Αγίου
Νικολάου
Κουτσοπόδι Κουτσοπόδι
Κραμποβόν Κραμποβός
Κρανήδι, Κρανίδι Κρανίδιον
Κραστηούς Κραστική
Κρεκούνη Κριεκούκι
Κρεμαστή Λάρισσα Κρεμαστή Λάρισσα
Κρεμπάτζη Κρημπάτσι
Κρής, Κρήτη Κρήτη
Κρινόφυτα, Κρυνόφυτα Κρινόφυτα
Κυδωνιαί, Κυδωνιάτης, Κυδωνίς Κυδωνιά
Κύθηρα Κύθηρα
Κύθνος Κύθνος
Κυλκοβούνι Αταύτιστο
Κυλλίνη Κυλλήνη
355

Κύμη Κύμη
Κυναίθα, Κύναιθα Κύναιθα
Κυνουρία Κυνουρία (Επαρχία)
Κυπάρισος Κυπάρισσος
Κύπρο, Κύπρος Κύπρος
Κυριακή Κυριάκιον
Κωνσταντινούπολη Κωνσταντινούπολη
Κωνσταντίνους Κωνσταντίνοι

Λαγκαδά Λαγκάδα
Λαγκάδες Λαγκάδας
Λαγκάδια Λαγκάδια
Λαγωβίτι Λαγοβούνι
Λακεδαίμον, Λακεδαίμων Λακεδαίμονος Επαρχία
Λακόματα, Λακώματα Λακώματα
Λακονία, Λακωνία Λακωνία
Λαμία Λαμία
Λάνθη Λάνθη
Λαπάθης Λάπαθων Δήμος
Λαπαναγοί, Λαπαναγούς, Λαπαναγών Λαπαναγοί
Λαπάτας Λάπατα
Λάρισσα Λάρισα
Λαύκα Λαύκα
Λεαδία, Λεβαδιά, Λειβαδία, Λιβάδια Λεβάδεια
Λεβίδι Λεβίδιον
Λειβάδι Ακαρνανίας, Λιβάδι Λειβάδι
Λειβάρζη, Λειβάρτσι, Λιβάρτζι, Λιβάρτη, Λυβάρτζη Λειβάρτζι
Λεονίδιον, Λεωνίδι, Λενίδι Λεωνίδιον
Λεοντάρι Λεοντάριον
Λεπτή Συκιά Λεπτή Συκιά
Λεχαινά, Λεχαινών, Λεχενά Λεχαινά
Λέχοβα, Λέχοβας Λεχόβης (Μονή)
Λεχούρη, Λεχούρι Λεχούρι
Λήσα, Λήσσην, Λήσσης, Λύσση Λήσσης Δήμος
Λιγουριό Ληγουριόν
Λικοχόρι Λυκοχώρι
Λιμένι Λιμένιον
Λίμναι Λίμναις
Λιόπεση, Λιόπεσι Λιόπεσι
Λογγάνικος, Λογκάνικον Λογκανίκος
Λόγγου βάρδης Λάγκο βάρδον - Λόγκο β
Λογιά Ηλείας, Λυγιάς Λυγιά
Λουκά Λουκά
Λουκάκη, Λουκάκι Λουκάκι
Λουμπίστα Λουμπίτσα
Λουμπούτενα Λομποτινά
Λυκούρα, Λυκούρια Λυκούρια
356

Μαγουλιάνα, Μαγούλικα Μαγούλιανα


Μαζαράκι Μαζαράκι
Μάζη Μάζη
Μάζι Μάζι
Μαινάλου Μαίναλον
Μακεδονία, Μακεδωνία Μακεδονία
Μακρύ μάλη Μακρύ μάλλης (Μονή)
Μαλεβριάνικα Μαλευριάνικα
Μαλέρμο Αταύτιστο
Μαλεσίνα, Μαλεσίνη, Μαλεσίνην Μαλεσσίνα ή Μαλεσίνης
Μαλευή Μαλεβή (Μονή)
Μαλτίτζα Μαλτίτσα
Μαμουσά, Μαμουσιά Μαμουσιά
Μάνεση Μάνεσι
Μαντινεία Μαντινεία Μεγάλη
Μαντινεία, Μαντεία, Μαντινείας Μαντινεία Δήμος
Μαρδάκι Μαρδακίου (Μονή)
Μαρί Μαρί
Μαριολάταις Μαργιολάτα
Μαρούσι Μαρούσιον
Μάσης της Ερμιονίδος, Μάσιτης Μάσης
Μαυρομάτι Μαυρομμάτι
Μεγαλό βρύση Μεγάλη Βρύση
Μεγαλόπολιν, Μεγαλούπολις Μεγαλόπολις
Μεθώνη Μεθώνη
Μελές Μερζές
Μελεσίνα, Μελισίνα Μαλεσσίνα
Μελιγού, Μελιγούς Μεληγού
Μέντζαγρά Ματσαγρά
Μέντζενα, Μέντσενα Μέντζενα
Μερδενίκου, Μεζενίκου Μερδενίκος
Μέρμπανου Μέρ μπάκα
Μεσολόγγιον Μεσολόγγιον
Μεσορούγη, Μεσορούγι Μεσορούγι
Μεσσήνη Μεσσήνη
Μεσσηνία Μεσσηνία (Νομός)
Μηδεία, Μηδείαν Μιδέα- Μιδέας Δήμος
Μηλαία Μηλέα
Μηστρά, Μιστράς Μυστράς
Μικρομάνην Μικρό μάνη
Μισούγα Μεσορούγι
Μόβρη Αταύτιστο
Μοναστηράκι Μοναστηράκιον
Μονεμβασιά Μονεμβασία
Μορόχοβα Μορόχοβα
Μοσά Μοσιά
Μοστίτζη, Μοστίτσι Μοστίτσι
Μουζακιά Μουζιάκι
Μουρά Μουρλά
Μπαμπίνη Μπαμπίνι
Μπαρδικώστα Μπαρδικώστα
Μπαρμπάσενα Βαρβάσαινα
Μπαρπάτι, Μπερπάτι Μπερμπάτι
Μπάστα Μπάστα '
Μπεγουλάκι Μπεγουλάκι
Μπεκήρι Μπεσίρι
Μπενδονίτζα Μανδενίτσα
Μπιλιανών Μπίλιοβα
Μπίσια Μπίσια
Μποζηκά Μποζικά
Μποκοβίνου Μπουκοβίνα
Μπολιάνα Πολιάνα
Μπουλαρί Μπουλαργοί
Μπουλιάρι Μπουλιάρι
Μπού μπούκα Μπούμπουκα
Μπράη, Μπράι Μπράτι
Μπρίκι Βρίκιον
Μπρίντα Πρίντα
Μύκονος, Μύκωνος Μύκονος
Μυσία Μυσίας Δήμος
Μυτιλίνη Μυτιλήνη
Μωρίκι Μωρίκι

Ν. Επίδαυρος, Νέα Επίδαυρος Νέα Επίδαυρος


Ναυπακτία, Ναυπακτίας Ναυπακτίας Επαρχία- Ναύπακτος
Ναυπλίας, Ναύπλιο, Ναύπλιον Ναύπλιον
Νεζερά Νεζερά
Νεμέα, Νεμέας Νεμέα
Νεμνίτζα Νεμνίτσα
Νεοχόρι, Νεοχώρι, Νεοχώριον Νεοχώρι
Νησάκι Νησίον
Νήσος Πόρου, Πόρος Πόρος
Νιάτα Νιάτα
Νικλότερα Αταύτιστο
Νομιτζή, Νομίτζιον Νομιτσή
Νοτενά Νοτενών (Μονή)
Νουσά Νουσά
Ντερβέκιστα Δερβέκιστα
Ντόριζα Δόριζα

Ξαθιάνικα Ξανθιάνικα
Ξένιον Ξενιαίς
Ξερονομή, Ξερονομής Ξηρονομή
Ξηροκαστέλι Ξηροκαστέλλι
Ξυλοκαίρας Ξυλοκέρα

Οίτυλο, Οίτυλος Οίτυλον


358

Όλυμπος Όλυμπος
Ολυμποχώρια Ολυμποχώρια
Ορνήθιον Ορνήθιον
Ορχομενός Ορχομενός
Οσικήνος Αταύτιστο
Όσιος Λουκάς Όσιος Λουκάς
Οχιά Οχιά

Πάγγια Παγγιά
Παγκράτει Παγκράτι
Παλ. Παναγιά, Παλαιοπαναγιά Παλαιοπαναγιά
Παλαιόκαστρον Παλαιόκαστρον
Παλαιοχώρα Παλαιοχώρα
Παλαιοχώρι Παλαιοχώρι
Παληοτάρη Παλαιοξάριον
Παναγούλα Παναγούλα
Παναρίτι Παναρίτι
Παραδείσιον Παραδείσι
Παραδισιώτισα Παραδεισιώτισσας (Μονή)
Παρνασσίς Παρνασσίδος Επαρχία
Παρνασσού Παρνασσός
Πάρος Πάρος
Πασαρά, Πασερά Πασαβάς
Πατάρνα, Τατάρνα Τατάρνα
Πάτμος Πάτμος
Πάτρα, Πάτραι, Πάτρας Πάτραι
Παυλόκαστρον Παυλόκαστρον
Πελοπονήσιος Πελοποννήσιος
Πεντάδα Πεντάδα
Πεντέλη, Πεντέλης Πεντέλη
Πέπα, Πέτα Πέτα
Πέπο Πέπων
Πέρα χώρα, Περαχώρα, Περαχώραν Περαχώρα
Περιγιάλι Περγιάλι
Περιθόρι, Περιθορίου, Περιθώρι Περιθώρι
Περιστέρα Περιστέρα
Πετενίου Μπεντένι
Πετζάκη, Πετζάκοι, Πετζάκους, Πετσάκοι Πετσάκοι
Πέτρο βούνι Πέτρο βούνι
Πετροχώρι Πετροχώρι
Πηδανούλια Πήδημα
Πήργος, Πύργον, Πύργος Πύργος
Πητζά Πιτσά
Πικέρνι Πικέρνη
Πιργάκης, Πυργάκη, Πυργάκης, Πυργάκι Πυργάκι
Πλάτανον, Πλάτανος Πλάτανος
Πλάτζα, Πλάτζη, Πλάτσα Πλάτσα
Πλέσα Πλέσσα
Πολιανά Πολιάνα
359

Πορετζό, Ποριτζό, Ποριτσού Πορετζό


Ποροβίτζα, Ποροβίτσι Πόρο βίτσα
Πόρος, Πόριος Πόρος
Ποταμιά ' Ποταμιά
Πούμδα Πούμπα
Πράρθι Πίσσας Πραθίου Μπίσσας
Πρασιά, Πρασιαί, Πρασιάς, Πρασιού Περαχώρας Πρασιαί
Πραστίον Προάστειον
Πραστός Πραστός
Πρίπιτζα Πρίπιτσα
Προστίμνη Προσυμναίων Δήμος
Προύσος, Προυσού Προυσσός
Πυργιάλι Πυργιάλι
Πύργος Πύργος

Ράχος Ράχες
Ράχωβα Αράχοβα
Ρεκίτζα, Ρεκίτσα Ρεκίτσα
Ρεκούνι Ρεκούνιον
Ρεματιανή Ρεματιανή (Μονή Θεοτόκου
Γεννήσεως)
Ρεμήρα Ρομήρι
Ρητό, Ρητόν, Ρυτόν Ρητό
Ριόλο Ριόλος
Ρογοζάνα Ρεγκόζενα
Ρογούς, Ρωγούς Ρωγοί
Ροεινόν Ροϊνόν
Ροίτσα Ρεκίτσα
Ροσία Ρωσία
Ρούμελη Ρούμελη
Ρουπακά Ρουπακιά
Ρούστινη Ρούστιανη ή Ρούσθενη (Μονή)

Σαββανούς Σαβανί
Σάγκα Σάγκα
Σαγμπάζικα Σαμπάριζα
Σαγρατά Σαγματά (Μονή)
Σαιδώνα Σαϊδών
Σαίταγα Σάΐτάς
Σαλαμίνα, Νήσος Σαλαμήν, Σαλαμίνος, Σαλαμίς • Σαλαμίς- Σαλαμίνος Δήμος
Σαλμενίκο Σαλμενίκον
Σαμουήλ Σαμουήλ
Σαπρίκι Σαμπρίκι
Σανταμέρι Σανταμέρι
Σαραβάλι, Σεραβέλη Σαραβάλι
Σαράνταπηχ., Σαραντάπυχο, Σαραντάπυχον Σαραντά7τηχον
Σελά Σελλά
Σεληάνα, Σελιάνα, Σελιάνας Σελιάνα
360

Σέλιτζα Σέλιτσα
Σέρρας Σέρρες
Σηγούνι Σιγούνι
Σηκιονής Σηκιώνα
Σηπιανών Τσιπιανά
Σιάθος, Σκιάθος Σκιάθος
Σιγδίτζαν Σιγδίτσα
Σιδερόπορτα Σιδηρόπορτα
Σίκηνος Σίκινος
Σιλίβενα, Συλήβαινα Συλίβαινα
Σίντζα Σύντζια (Μονή Αγίου Νικολάου)
Σίντσοβα, Σίτσοβα Σίτσοβα
Σιρμπάνη, Σιρμπάνι Συρμπάνι
Σίφνος, Σίφνου Σίφνος
Σκάλα Γέρακος, Σκάλα Μάνις Σκάλα
Σκαρδαπούλα Σκαρδαμούλα
Σκαφηδιά, Σκαφιδιά Σκαφιδιά
Σκιαδά Σκιαδά
Σκουροχώρι Σκουροχώρι
Σκριπού Σκριπού
Σκύρος Σκύρος
Σμύρνη Σμύρνη
Σοληγεία, Σολυγεία, Σολυγείας Σολυγείας Δήμος
Σόλλον, Σόλος Σόλος
Σοποτόν, Σοπωτόν, Σωποτόν Σοπωτόν
Σούβαρδο, Σούβαρδον, Σούβαρδος Σούβαρδον
Σουδενά Σουδενά
Σουλεϊμάν Αγά Σουλεϊμάναγα
Σουλούμπεη Σουλίμπεη
Σοφικόν, Σωφηκόν, Σωφικόν Σοφικόν
Σπάθαρι Σπάθαρι
Σπάρτη, Σπαρτιά, Σπαρτιάτης Σπάρτη
Σπηλαιότιςσα Σπηλαιώτισσα
Σποδιάνα Σποδιάνα
Στάνου Στάνον
Σταϋλία Αηλιάδες
Σταυρί Σταυρίον
Στενήν, Στενώ Στενόν
Στερεοελλαδίτης Στερεά Ελλάδα
Στεφάνι, Στεφάνιον, Στεφανίω Στεφάνι
Στεφανιάνικον Στεφάνια
Στεφανοπούλου Στεφανοπούλου
Στιμάγκα, Στίμαγκα Νεμέας Στιμάγκα
Στρέζοβα, Τρέζοβα Στρέζοβα
Στρετίτζι, Στριτίτσι, Στριτίτζη Στριτσιτιού (Μονή)
Στρέφη, Στρέφι Στρέφι
Συβήστα, Σύβηστα Συβίστα
Σωτηριάνικα Σωτηριάνικα
361

Τανία Τανίας Δήμος


Τατάρινα Τατάρνα
Τερζοβά Τέρνοβα
Τζάϊλος, Τσάϊλον Τσά'ύλος
Τζαρούχλι Τσαρούχλι
Τζατζούλη, Τσατσούλη Τσατσουλαίϊκα
Τζαφέριμη Τζεφερεμίνι
Τζέρια Τσέρια
Τζερνοτά, Τζερωτά Τσεροβά
Τζηβλός, Τζιβλός Τσιβλός
Τζίντζια, Τζιτζιβά Τζίτζινα
Τζιρωβοτού Αταύτιστο
Τζιτάλια Τσιτάλια
Τήνος Τήνος
Τιπάρηθη Αταύτιστο
Τοπόλια Τοπόλια
Τουρλιανής Τουρλιανής (Μονή)
Τουρνίκη, Τουρνίκι Τουρνίκι
Τρεστενά Τρεστενά
Τρίκαλα, Τρικάλων, Τρίκκαλα Τρίκκαλα
Τρίπολη, Τρίπολις, Τριπολιτζά, Τριπολιτσά Τρίπολις
Τριφυλία Τριφυλίας Επαρχία
Τροιζήν, Τροιζηνία Τροιζήν - Τροιζηνίας Επαρχία
Τρύπη, Τρύ7την Τρύπη
Τσάμης Τσαμαίϊκα
Τσερνίτσα, Τσερνίτσης Τσερνίτσα
Τσήμοβα, Τσίμοβα Τσίμοβα
Τσηπιανάς, Τσιπιανά, Κηπιανά Τσιπιανά
Τσίντσινα Τζίντζινα
Τσίπα Τσίπα
Τυρίνθου Τύρινς

Ύδρα, Υδραίος Ύδρα


Υπάτη Υπάτη

Φανερωμένη Φανερωμένη
Φενεός, Φενεού, Φενεώ Φενεού Δήμος, Φονιάς
Φήλια, Φήλιαν, Φίλια Φίλια
Φιλοκάλιον Φιλοκάλι (Μονή)
Φόκλια Αταύτιστο
Φουτζέλα Φρουτζάλα
Φύκτονα Φύκτονα

Χαλανδρίτζα Χαλανδρίτσα
Χάλια Χάλια
Χαλκηάνικα, Χαλκιάνικα, Χαλκιάνα Χαλκιάνικα
Χάμακου Χαμακού
362

Χάρακας Χάραξ
Χαρβάτι Χαρβάτι
Χαρούδα Χαρούδα
Χασιά, Χάσια, Χασιών Χασιά
Χέλη, Χέλι Χέλι
Χήος, Χίος Χίος
Χιλιάδων Χιλιαδού ή Χιλιαδούς (Μονή)
Χλομούτζη Χλεμούτσι
Χορμοβήτης Χορμοβίτης
Χόστια, Χώστια Χώστια
Χοτάσια Χοτάσια
Χρησό, Χρυσού Χρυσόν
Χρύσαφα Χρύσαφα
Χρύσοβα Χρύσοβα
Χωμάτισσα Χωμάτισσα Παναγία (Μονή
Θεοτόκου)
Χώμορη Χώμορη Παναγία (Μονή Θεοτόκου)

Ψαρά Ψαρά
Ψάρι Ψάρι
363

You might also like