You are on page 1of 3

Λατινικά Ενότητα 14-Ένα φοβερό όνειρο

Post bellum Actiacum Μετά από τη ναυμαχία στο Άκτιο


Cassius Parmensis, Ο Κάσιος από την Πάρμα
qui fuerat ο οποίος είχε υπηρετήσει
in exercitu στο στρατό
Marci Antonii, του Μάρκου Αντώνιου
confugit Athenas. κατέφυγε στην Αθήνα.
Ibi vix dederat Εκεί, πριν καλά καλά παραδώσει
sollicitum animum την ταραγμένη ψυχή του
somno, στον ύπνο,
cum apparuit repente εμφανίστηκε ξαφνικά
ei horrenda species. σε αυτόν μια φρικτή μορφή.
Existimavit venire Νόμισε ότι ερχόταν
ad se hominem προς το μέρος του άνθρωπος
ingentis magnitudinis πελωρίου μεγέθους
et squalida facie, και με βρόμικο πρόσωπο,
similem effigiei mortui. όμοιος με εικόνα νεκρού.
Quem simul aspexit Cassius, Μόλις τον είδε ο Κάσιος,
concepit timorem τον έπιασε φόβος
cupivit audire και θέλησε να μάθει
nomenque eius. το όνομά του.
Ille respondit se Εκείνος απάντησε
esse Orcum. ότι ήταν ο Πλούτωνας.
Tum terror concussit Cassium Τότε τρόμος συντάραξε τον Κάσιο
et eum excitavit e somno. και τον ξύπνησε από τον ύπνο
Cassius inclamavit servos Ο Κάσιος φώναξε τους δούλους
et eos interrogavit de homine. και τους ρώτησε για τον άνθρωπο.
Illi viderant neminem. Εκείνοι δεν είχαν δει κανέναν.
Cassius dedit se Ο Κάσιος παραδόθηκε
iterum somno για δεύτερη φορά στον ύπνο
somniavit eandemque speciem. και ονειρεύτηκε την ίδια μορφή.
Paucis post diebus Λίγες μέρες αργότερα
res ipsa η ίδια η πραγματικότητα
confirmavit επιβεβαίωσε
fidem somnii. την αξιοπιστία του ονείρου.
Nam Octavianus Γιατί ο Οκταβιανός
eum adfecit του επέβαλε
supplicio capitis. την ποινή του θανάτου.

Ουσιαστικά Α΄ κλίση
Athenae – Athenarum (θηλ. = η Αθήνα)
Β΄ κλίση
servus - servi (αρσ. = δούλος)
animus - animi (αρσ. = ψυχή)
somnus - somni (αρσ. = ύπνος)
mortuus - mortui (αρ. = νεκρός)
bellum - belli (ουδ. = πόλεμος)
somnium - somnii (ουδ. = όνειρο)
Orcus - Orci (αρ. = ο θεός του κάτω κόσμου, ο Πλούτωνας) [Δεν έχει πληθυντικό]
Octavianus - Octaviani (αρ. = Οκταβιανός) [Δεν έχει πληθυντικό]
Cassius - Cassii / Cassi (αρσε. = Κάσσιος) [Κλητική σε –i] [Δεν έχει πληθυντικό]
Antonius - Antonii / Antoni (αρσε. = Αντώνιος) [Κλητική σε –i] [Δεν έχει πληθυντικό]
supplicium - supplicii / supplici (ουδ. = τιμωρία) supplicia - suppliciorum (ικεσίες, προσευχές, λατρεία)
Γ΄ κλίση
terror - terroris (αρσ. = τρόμος)
homo - hominis (αρσ. = άνθρωπος)
timor - timoris (αρσ. = φόβος)
magnitudo - magnitudinis (θηλ. = μέγεθος)
nomen - nominis (ουδ. = όνομα)
caput - capitis (ουδ. = κεφάλι, θανατική ποινή)
Δ΄ κλίση
exercitus - exercitus (αρ. = στρατός)
Ε΄ κλίση
res - rei = πράγμα
dies - diei = ημέρα
fides - fidei = εμπιστοσύνη [Δεν έχει πληθυντικό]
species - speciei = θέαμα, μορφή [Στον πληθ. μόνο Ονομ. – Αιτ. – Κλητική]
facies - faciei = πρόσωπο [Στον πληθ. μόνο Ονομ. – Αιτ. – Κλητική]
effigies - effigiei = εικόνα, μορφή, «είδωλο» [Στον πληθ. μόνο Ονομ. – Αιτ. – Κλητική]
Ρήματα
1η συζυγία
confirmo - confirmavi - confirmatum - confirmare (επιβεβαιώνω)
do - dedi - datum - dare (δίνω)
excito - excitavi - excitatum - excitare ((ξε)σηκώνω)
existimo - existimavi - existimatum - existimare (νομίζω)
interrogo - interrogavi - interrogatum - interrogare (ρωτώ, ζητώ τη γνώμη κάποιου)
inclamo - inclamavi - inclamatum - inclamare (φωνάζω)
somnio - somniavi - somniatum - somniare (ονειρεύομαι)
2η συζυγία
aparreo - aparrui - apparitum - aparrere (εμφανίζομαι)
respondeo - respondi - responsum - respondere (απαντώ, αποκρίνομαι)
video - vidi - visum - videre (βλέπω)
3η συζυγία
aspicio - aspexi - aspectum - aspicere (κοιτάω)
concipio - concepi - conceptum - concipere (συλλαμβάνω, πιάνω)
concutio - concussi - concussum - concutere (συνταράζω)
cupio - cupivi - cupitum - cupere (επιθυμώ)
adficio & afficio - adfeci & affeci - adfectum & affectum - adficere & afficere (περιβάλλω) [ad + facio]
morior - mortuus sum - mortuum - mori (πεθαίνω) [αποθετικό]
confugio - confugi - ---- - confugere (καταφεύγω)
4η συζυγία
audio - audivi - auditum - audire (ακούω, πληροφορούμαι)
venio - veni - ventum - venire (έρχομαι)
Βοηθητικό
sum - fui - --- - esse

You might also like