You are on page 1of 4

DT/2011/ENGLISH/UNIT 01

UNIT 01: GENERAL TRANSLATION

For information only, not to be translated: the following text is an edited extract from
an article in which Decca Aitkenhead reports on her interview with Clay Shirky, an
‘internet guru’. The article was published in the Guardian in July 2010. Translate into
your target language for publication in a quality daily newspaper.

TRANSLATION TO BEGIN HERE:

If you are reading this article on a printed copy of the Guardian, what you have in
your hand will, just 15 years from now, look as archaic as a Western Union telegram
does today. In less than 50 years, according to Clay Shirky, it won’t exist at all. The
reason, he says, is very simple, and very obvious: if you are 25 or younger, you are
probably reading this on your computer screen. “And to put it in one bleak sentence,
no medium has ever survived the indifference of 25-year-olds.”

You have probably never even heard of Shirky, and until this interview I hadn’t
either. When I ask him to define what he does, he laughs, and admits that often when
he’s leaving a party someone will say to him, “What exactly is it you do?” His
standard reply – “I work on the theory and practice of social media” – is not just
wilfully opaque, but crushingly dreary, which is funny, because he is one of the most
illuminating people I’ve ever met.

The people who know about Shirky call him an “internet guru”. He winces when I say
so – “Oh, I hate that!” – and it’s easy to see why, for he is the very opposite of the
techie stereotype. Now 46, his first career was in the theatre in New York, and he
didn’t even own a computer until the age of 28, when he had to be introduced to the
internet by his mother. Arrestingly self-assured and charismatic, his conversation is
warm and discursive, intently engaged yet relaxed – but it’s his rhetorical fluency
which bowls you over: were he to tell you the sun actually sets in the east, you might
almost believe him. At the very least, you’d probably want to – and if a guru is
defined by the credulous deference he commands from others, then Shirky
unquestionably qualifies.

Shirky has been writing about the internet since 1996. In 2000, following “an intuition
that the internet was turning social”, Shirky turned to the fledgling phenomenon of
online social networking – an obscure concept back then, but which has since evolved
into MySpace, Facebook and Twitter, to become the web’s primary purpose for
billions of people all over the world. Shirky now teaches new media at New York
University, and in 2008 published his first book, Here Comes Everybody: How
Change Happens When People Come Together, which celebrated individuals’ new
power to communicate, organise and change the world via the web.

His predictions for the fate of print media organisations have proved unnervingly
accurate; 2009 would be a bloodbath for newspapers, he warned – and so it came to
pass. Dozens of American newspapers closed last year, while several others moved
their entire operation online. The business model of the traditional print newspaper,
according to Shirky, is doomed; the monopoly on news it has enjoyed ever since the
invention of the printing press has become an industrial dodo. Rupert Murdoch has
just begun charging for online access to The Times – and Shirky is confident the
experiment will fail.

Unfortunately, I am precisely the sort of cynic Shirky’s new book scorns – a techno-
luddite bewildered by the exhibitionism of online social networking (why does
anyone feel the need to tweet that they’ve just had a bath, and might get a kebab
later?), troubled by its juvenile vacuity (who joins a Facebook group dedicated to
liking toast?), and baffled by the amount of time devoted to posting photos of cats that
look amusingly like Hitler. I do, however, recognise that what I like to think of as my
opinions are really emotional prejudices.
Εάν διαβάζετε αυτό το άρθρο σε ένα τυπωμένο αντίτυπο της βρετανικής
ειδησεογραφικής εφημερίδας The Guardian, αυτό που κρατάτε στα χέρια σας, σε 15
μόλις χρόνια από τώρα, θα μοιάζει τόσο απαρχαιωμένο όσο μοιάζει και ένα
τηλεγράφημα της Western Union σήμερα. Σε λιγότερο από 50 χρόνια, σύμφωνα με
τον Αμερικανό συγγραφέα Κλέι Σέρκι, δεν θα υπάρχει καθόλου. Ο λόγος, αναφέρει,
είναι πολύ απλός και προφανής: εάν είστε 25 ετών ή νεότεροι, το πιο πιθανό είναι
πως διαβάζετε αυτό το κείμενο μέσα από την οθόνη του υπολογιστή σας. «Και για να
το θέσω με μια ζοφερή πρόταση, κανένα επικοινωνιακό μέσο δεν έχει επιβιώσει ποτέ
από την αδιαφορία των εικοσιπεντάρηδων».

Πιθανότατα δεν έχετε ακούσει ποτέ για τον Σέρκι, και μέχρι αυτήν τη συνέντευξη δεν
είχα ακούσει ούτε εγώ. Όταν του ζήτησα να μου εξηγήσει τι είναι αυτό με το οποίο
ασχολείται, γέλασε, και παραδέχτηκε πως συχνά όταν φεύγει από ένα πάρτι κάποιος
θα τον ρωτήσει, «Τι ακριβώς είναι αυτό που κάνεις;» Η συνήθης απάντησή του –
«ασχολούμαι με τη θεωρία και την πρακτική των μέσων κοινωνικής δικτύωσης» –
δεν είναι μόνο σκόπιμα ασαφής, αλλά αφόρητα στερεοτυπική, πράγμα αστείο, αν
αναλογιστεί κανείς πως είναι ένας από τους πιο διαφωτιστικούς ανθρώπους που έχω
συναντήσει ποτέ.

Οι άνθρωποι που γνωρίζουν τον Σέρκι τον αποκαλούν «γκουρού του διαδικτύου». Ο
ίδιος μορφάζει όταν το αναφέρω – «Ω, το μισώ αυτό!» – και μπορεί εύκολα να
καταλάβει κανείς το γιατί, καθώς είναι το ακριβώς αντίθετο του κλασικού
κομπιουτερά. Σήμερα στα 46 του, είχε ξεκινήσει την επαγγελματική του
δραστηριότητα στο θέατρο στη Νέα Υόρκη, και δεν είχε καν υπολογιστή μέχρι την
ηλικία των 28, όταν αναγκάστηκε να μυηθεί στο διαδίκτυο από τη μητέρα του.
Εντυπωσιακά σίγουρος για τον εαυτό του και χαρισματικός, η συζήτησή του είναι
ζεστή και παρεκβατική, προσηλωμένη αλλά και χαλαρή – αυτό όμως που σε γοητεύει
είναι η ρητορική του ευχέρεια: αν σου έλεγε ότι ο ήλιος δύει πραγματικά στην
ανατολή, θα μπορούσες σχεδόν να τον πιστέψεις. Τουλάχιστον, πιθανότατα θα το
επιθυμούσατε – και αν ένας γκουρού καθορίζεται από την πειθήνια υποταγή που
απαιτεί από τους άλλους, τότε ο Σέρκι αναμφισβήτητα πληροί τις προϋποθέσεις.
Ο Σέρκι γράφει για το διαδίκτυο από το 1996. Το 2000, ακολουθώντας «μια
διαίσθηση ότι το διαδίκτυο μετατρεπόταν σε κοινωνικό», ο Σέρκι στράφηκε στο
νεοσύστατο φαινόμενο της διαδικτυακής κοινωνικής δικτύωσης – μια ασαφής έννοια
τότε, η οποία όμως από τότε εξελίχθηκε στο MySpace, το Facebook και το Twitter,
για να καταστεί ο πρωταρχικός σκοπός του διαδικτύου για δισεκατομμύρια
ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Σέρκι σήμερα διδάσκει νέα μέσα ενημέρωσης
στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, και το 2008 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο με
τίτλο, Here Comes Everybody: How Change Happens When People Come Together,
το οποίο εξυμνεί τη νέα δυνατότητα των ατόμων να επικοινωνούν, να οργανώνονται
και να αλλάζουν τον κόσμο μέσω του διαδικτύου.

Οι προβλέψεις του για την τύχη των οργανισμών έντυπων μέσων ενημέρωσης
αποδείχθηκαν εξαιρετικά ακριβείς, καθώς είχε προειδοποιήσει πως το 2009 οι
εφημερίδες θα βίωναν τη χαριστική βολή – και έτσι κι έγινε. Δεκάδες αμερικανικές
εφημερίδες έκλεισαν πέρυσι, ενώ αρκετές άλλες μετέφεραν ολόκληρη τη
δραστηριότητά τους στο διαδίκτυο. Το επιχειρηματικό μοντέλο της παραδοσιακής
έντυπης εφημερίδας, σύμφωνα με τον Σέρκι, είναι καταδικασμένο· το μονοπώλιο των
ειδήσεων που απολάμβανε από την εφεύρεση του τυπογραφικού πιεστηρίου έχει
μετατραπεί σε βιομηχανικό θάνατο. Ο Ρούπερτ Μέρντοχ, ο Αυστραλοαμερικανός
μεγιστάνας των ΜΜΕ, μόλις άρχισε να χρεώνει τη διαδικτυακή πρόσβαση στη
βρετανική ημερήσια ειδησεογραφική εφημερίδα The Times – και ο Σέρκι είναι
πεπεισμένος πως το πείραμα θα αποτύχει.

Δυστυχώς, είμαι ακριβώς το είδος του κυνικού που περιφρονεί το νέο βιβλίο του
Σέρκι – ένας τεχνο-λουδίτης σαστισμένος από την υπέρμετρη αυτοπροβολή της
διαδικτυακής κοινωνικής δικτύωσης (γιατί κάποιος αισθάνεται την ανάγκη να
αναρτήσει στο Twitter ότι μόλις έκανε μπάνιο και ίσως να φάει ένα σουβλάκι
αργότερα;), προβληματισμένος από την παιδαριώδη ανοησία (ποιος γίνεται μέλος σε
μια ομάδα του Facebook που είναι αφιερωμένη στην αγάπη για το φρυγανισμένο
ψωμί;), και έκπληκτος από τον χρόνο που αφιερώνεται στην ανάρτηση φωτογραφιών
με γάτες που μοιάζουν όλως περιέργως με τον Χίτλερ. Αναγνωρίζω, ωστόσο, ότι
αυτό που μου αρέσει να θεωρώ ως απόψεις μου είναι στην πραγματικότητα
συναισθηματικές προκαταλήψεις.

You might also like