Professional Documents
Culture Documents
ΤΕΧΝΙΚΗ Ο∆ΗΓΙΑ
ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΛΛΑ∆ΑΣ
Τ.Ο.ΤΕΕ 20702-5/2010
A΄ Έκδοση
Ονοματεπώνυμο Ειδικότητα
Προϋπόθεση για την εφαρμογή του Νόμου υπήρξε η έκδοση του Κανονισμού Ενεργειακής
Απόδοσης Κτηρίων (Κ.Εν.Α.Κ) και το Προεδρικό ∆ιάταγμα που θα καθόριζε τις
προδιαγραφές και τις διαδικασίες εφαρμογής του συστήματος των Ενεργειακών
Επιθεωρητών των Κτηρίων.
Η προσπάθεια έκδοσής τους διήρκησε συνολικά τρία χρόνια και έχει πια ολοκληρωθεί. Σε
αυτήν τη μακρά πορεία δοκιμάστηκαν πολλά διαφορετικά μοντέλα επιστημονικής
μεθοδολογίας και άλλαξαν αμέτρητες φορές οι επιμέρους διατάξεις. Είναι αξιοσημείωτη η
μεγάλη καθυστέρηση, ενώ η Χώρα, αρκετά χρόνια πριν την έκδοση της Κοινοτικής Οδηγίας,
είχε ανενεργή πλήρη πρόταση και κανονισμό (ΚΟΧΕΕ).
Το ΤΕΕ, ως τεχνικός Σύμβουλος της Πολιτείας και εκπροσωπώντας τα 106.000 πλέον Μέλη
του, συνέβαλε καθοριστικά στη σύνταξη του Κ.Εν.Α.Κ και των Τεχνικών Οδηγιών του ΤΕΕ
(ΤΟΤΕΕ), οι οποίες εξειδικεύουν τα πρότυπα των μελετών και των επιθεωρήσεων της
ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων στα ελληνικά κλιματικά και κτιριακά δεδομένα. Για τον
λόγο αυτόν, ενεργοποίησε πάνω από εκατό επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων οι οποίοι
ανέπτυξαν και ολοκλήρωσαν τις παραπάνω οδηγίες και έθεσαν τις βάσεις, ώστε τα οφέλη
του εγχειρήματος εξοικονόμησης ενέργειας να είναι πολλαπλά, δηλαδή
να είναι η ενεργειακή επιθεώρηση μια ουσιαστική επιθεώρηση αναβάθμισης του
κτιριακού αποθέματος και όχι μια γραφειοκρατική, τυπική διαδικασία και
να αλλάξει η ενεργειακή μελέτη τις ως σήμερα διακριτές μελέτες αρχιτεκτονικών,
στατικών και ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων και να εισαγάγει στην εκπόνηση
των μελετών την ουσιαστική συνεργασία και το κοινό σχεδιασμό, τη συμφιλίωση,
δηλαδή, της σύγχρονης αρχιτεκτονικής με την τεχνολογία.
Οφείλω να ευχαριστήσω όλους τους συναδέλφους, και τους υπόλοιπους επιστήμονες άλλων
ειδικοτήτων, που με όραμα και επιμονή και κυρίως εθελοντική εργασία συνέβαλαν
καθοριστικά στη διαμόρφωση του Κ.Εν.Α.Κ και των ΤΟΤΕΕ.
Ιδιαίτερα, θα ήθελα να ξεχωρίσω τη συμβολή των παρακάτω συναδέλφων, τους οποίους και
αναφέρω αλφαβητικά:
Γαγλία Αθηνά, ΜΜ, που καθ’ όλη τη διάρκεια της προσπάθειας αυτής του ΤΕΕ
κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες
Γιδάκου Λία, ΧΜ, στέλεχος του ΥΠΕΚΑ που στήριξε πολύπλευρα την προσπάθεια
του ΤΕΕ
Ευθυμιάδη Απόστολο, ΜΜ, και την Επιτροπή Κ.Εν.Α.Κ του ΤΕΕ, που εισήγαγαν και
στήριξαν τη μέθοδο του κτηρίου αναφοράς
Λάσκο Κώστα, ΠΜ
Μαντά ∆ημήτρη, ΜΜ
Μπαλαρά Κώστα, ΜΜ, ∆ιευθυντή Ερευνών Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών
και
τον Αραβαντινό ∆ήμητρη, αναπληρωτή Καθηγητή του ΑΠΘ,
τα στελέχη του ΚΑΠΕ
τα στελέχη του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών
Το ΤΕΕ, υπερήφανο για την έως σήμερα συμβολή του, δεσμεύεται για τη συνέχιση της
έκδοσης νέων ΤΟΤΕΕ και την αναβάθμιση των υπαρχόντων.
Χρήστος Σπίρτζης
Περιεχόμενα
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ........................................................................................................................................ 4
1. ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΟΣ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ .................................................................................................... 6
1.1. Εισαγωγή ................................................................................................................................. 6
1.2. Περιβαλλοντικές παράμετροι ................................................................................................... 6
1.2.1. Το κλίμα του τόπου .......................................................................................................... 7
1.2.2. Το φυσικό περιβάλλον ..................................................................................................... 7
1.3. Αρχές βιοκλιματικού σχεδιασμού............................................................................................. 7
1.3.1. Το κτήριο ως φυσικός ηλιακός συλλέκτης ....................................................................... 8
1.3.1.1. Χωροθέτηση του κτηρίου στο οικόπεδο – Προσανατολισμός ................................. 8
1.3.1.2. Σχήμα κτηρίου ......................................................................................................... 9
1.3.1.3. Μέγεθος ανοιγμάτων συναρτήσει του προσανατολισμού ..................................... 10
1.3.1.4. ∆ιάρθρωση των εσωτερικών χώρων ..................................................................... 10
1.3.2. Το κτήριο ως παγίδα θερμότητας .................................................................................. 11
1.3.2.1. Προστασία από ψυχρούς ανέμους ........................................................................ 11
1.3.2.2. Θερμική προστασία - Θερμομόνωση .................................................................... 11
1.3.3. Το κτήριο ως αποθήκη θερμότητας ............................................................................... 12
1.3.3.1. Θερμική μάζα - θερμοχωρητικότητα ...................................................................... 12
1.3.4. Το κτήριο ως αποδέκτης και αποθήκη φυσικής ψύξης.................................................. 13
1.3.4.1. Ηλιοπροστασία κτηρίου και ανοιγμάτων................................................................ 13
1.3.4.2. Χρώμα και υφή εξωτερικών επιφανειών ................................................................ 13
1.3.4.3. Επάρκεια θερμικής μάζας ...................................................................................... 13
1.3.4.4. Θερμομόνωση ....................................................................................................... 13
1.3.4.5. Φυσικός αερισμός .................................................................................................. 14
1.3.4.6. Νυχτερινή ακτινοβολία ........................................................................................... 14
1.3.4.7. Μικροκλίμα............................................................................................................. 14
1.4. Βιβλιογραφία .......................................................................................................................... 14
1.5. Πηγές σχημάτων .................................................................................................................... 15
2. ΗΛΙΑΣΜΟΣ ΚΤΙΡΙΟΥ ..................................................................................................................... 16
2.1. Ηλιακή ακτινοβολία ................................................................................................................ 16
2.2. Υπολογισμός Ηλιακών Γωνιών.............................................................................................. 17
2.3. Ηλιακοί χάρτες ....................................................................................................................... 20
2.3.1. Παράδειγμα εφαρμογής ................................................................................................. 24
2.4. Βιβλιογραφία .......................................................................................................................... 25
2.5. Πηγές σχημάτων .................................................................................................................... 25
3. ΠΑΘΗΤΙΚΑ ΗΛΙΑΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ ....................................................................... 26
3.1. Εισαγωγή ............................................................................................................................... 26
3.2. Βασικές αρχές λειτουργίας των παθητικών ηλιακών συστημάτων ........................................ 26
3.3. Υλικά παθητικών ηλιακών συστημάτων ................................................................................ 27
3.3.1. Υλικά συλλογής της ηλιακής ακτινοβολίας..................................................................... 27
3.3.2. Υλικά αποθήκευσης της θερμότητας ............................................................................. 29
3.4. Κατηγορίες παθητικών ηλιακών συστημάτων θέρμανσης..................................................... 30
3.4.1. Σύστημα άμεσου κέρδους.............................................................................................. 30
3.4.1.1. Κριτήρια σχεδιασμού για το άνοιγμα ..................................................................... 31
3.4.1.2. Κριτήρια σχεδιασμού για τη θερμική αποθήκη ...................................................... 33
3.4.2. Τοίχος θερμικής αποθήκευσης ή τοίχος μάζας ή ηλιακός τοίχος .................................. 34
3.4.3. Θερμοκήπιο ή ηλιακός χώρος ....................................................................................... 36
3.4.4. Θερμοσιφωνικό πανέλο ή αεροσυλλέκτης..................................................................... 40
1
3.4.5. Τοιχοποιία με διαφανή μόνωση ..................................................................................... 41
3.5. Επιλογή παθητικού συστήματος θέρμανσης ......................................................................... 42
3.5.1. Σύστημα άμεσου κέρδους.............................................................................................. 44
3.1.1. Τοίχος θερμικής αποθήκευσης ...................................................................................... 44
3.1.2. Προσαρτημένο θερμοκήπιο ........................................................................................... 45
3.1.3. Θερμοσιφωνικό πανέλο ................................................................................................. 45
3.1.4. Τοιχοποιία με διαφανή μόνωση ..................................................................................... 45
3.6. Απαιτήσεις Κ.Εν.Α.Κ. για τα Παθητικά Ηλιακά Συστήματα Θέρμανσης ............................... 45
3.7. Βιβλιογραφία .......................................................................................................................... 47
3.8. Πηγές σχημάτων και εικόνων ................................................................................................ 48
4. ΦΥΣΙΚΟΣ ∆ΡΟΣΙΣΜΟΣ................................................................................................................. 49
4.1. Εισαγωγή ............................................................................................................................... 49
4.2. Τεχνικές φυσικού δροσισμού ................................................................................................. 49
4.2.1. Ηλιοπροστασία .............................................................................................................. 49
4.2.1.1. Ο σκιασμός του κτηρίου και των ανοιγμάτων ........................................................ 50
4.2.1.2. Ο σχεδιασμός της ηλιοπροστασίας ....................................................................... 53
4.2.2. Χρώμα και υφή εξωτερικών επιφανειών ........................................................................ 57
4.2.3. Επάρκεια θερμικής μάζας .............................................................................................. 58
4.2.3.1. Ημιϋπόσκαφες κατασκευές.................................................................................... 58
4.2.3.2. Υπεδάφιοι αγωγοί .................................................................................................. 59
4.2.4. Θερμομόνωση ............................................................................................................... 59
4.2.4.1. Θερμική μάζα και θερμομόνωση ........................................................................... 60
4.2.5. Φυσικός Αερισμός ......................................................................................................... 60
4.2.5.1. Η κίνηση του αέρα μέσα στο κτήριο ...................................................................... 60
4.2.5.2. Κατασκευαστικές ρυθμίσεις στο κέλυφος του κτηρίου........................................... 62
4.2.5.3. Η θέση και το μέγεθος των ανοιγμάτων ................................................................ 66
4.2.5.4. Η χρήση του κτηρίου.............................................................................................. 68
4.2.6. Νυχτερινή ακτινοβολία ................................................................................................... 68
4.2.6.1. Μεταλλικός ακτινοβολητής ..................................................................................... 68
4.2.7. Μικροκλίμα - Φύτευση ∆ωμάτων ................................................................................... 69
4.2.7.1. Φύτευση δωμάτων ................................................................................................. 69
4.2.7.2. Εξάτμιση άμεση ή έμμεση ..................................................................................... 71
4.3. Βιβλιογραφία .......................................................................................................................... 72
4.4. Πηγές σχημάτων και εικόνων ................................................................................................ 74
5. ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ - ΜΙΚΡΟΚΛΙΜΑ........................................................................................ 75
5.1. Εισαγωγή ............................................................................................................................... 75
5.2. Φύτευση ................................................................................................................................. 75
5.2.1. Έλεγχος της ανεμορροής .............................................................................................. 76
5.2.2. Προστασία από την ηλιακή ακτινοβολία ........................................................................ 78
5.2.3. Εξατμισοδιαπνοή ........................................................................................................... 80
5.2.4. Οπτική άνεση ................................................................................................................. 80
5.2.5. Ηχοπροστασία ............................................................................................................... 81
5.2.6. Ποιότητα περιβάλλοντος ................................................................................................ 81
5.3. Υλικά επίστρωσης υπαίθριων χώρων ................................................................................... 81
5.3.1. Ψυχρά υλικά .................................................................................................................. 83
5.4. Σύνοψη .................................................................................................................................. 83
5.5. Βιβλιογραφία .......................................................................................................................... 84
5.6. Πηγές σχημάτων και πινάκων ............................................................................................... 84
2
6. ΦΥΣΙΚΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ ................................................................................................................... 85
6.1. Εισαγωγή ............................................................................................................................... 85
6.1.1. Βασικές έννοιες .............................................................................................................. 85
6.2. Στρατηγικές σχεδιασμού ........................................................................................................ 86
6.2.1. Αρχικές επιλογές σχεδιασμού........................................................................................ 87
6.2.1.1. Προσανατολισμός .................................................................................................. 87
6.2.1.2. Το σχήμα του κτηρίου ............................................................................................ 88
6.2.1.3. ∆ιατάξεις ενσωματωμένες στον πυρήνα του κτηρίου ............................................ 89
6.2.1.4. ∆ιάταξη εσωτερικού χώρου και επιλογή υλικών .................................................... 90
6.2.1.5. Περιβάλλων χώρος ................................................................................................ 91
6.2.2. Ο σχεδιασμός των διαφανών στοιχείων του κελύφους ................................................. 92
6.2.2.1. Πλευρικά ανοίγματα ............................................................................................... 92
6.2.2.2. Ανοίγματα οροφής ................................................................................................. 95
6.2.2.3. ∆ιαφανείς τοίχοι και οροφές ................................................................................... 99
6.2.3. ∆ιαφανή υλικά ανοιγμάτων .......................................................................................... 100
6.2.4. Ηλιοπροστατευτικές και φωτοενισχυτικές διατάξεις..................................................... 103
6.2.4.1. Ράφια φωτισμού .................................................................................................. 103
6.2.4.2. Ανακλαστήρες ...................................................................................................... 104
6.2.4.3. Κανάλια φωτισμού ή φωτεινοί αγωγοί ή φωτοσωλήνες ...................................... 106
6.3. Βιβλιογραφία ........................................................................................................................ 107
6.4. Πηγές σχημάτων, εικόνων και πινάκων............................................................................... 108
3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το σημερινό μοντέλο ανάπτυξης βασίζεται, κυρίως, στην υπερκατανάλωση αγαθών και στην
αλόγιστη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Ως εναλλακτική λύση προτείνεται η βιώσιμη ή
αειφόρος ανάπτυξη, η οποία στοχεύει στη συνετή διαχείριση του φυσικού χώρου, στην
αξιοποίηση των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών
του δομημένου χώρου, στη χρήση ήπιων τεχνικών και υλικών, μη επιβλαβών για την υγεία
των ανθρώπων. Με άλλα λόγια, στοχεύει στην καθιέρωση προδιαγραφών οικολογικής
προσέγγισης για το σχεδιασμό και τη χρήση των χώρων ζωής, εσωτερικών και υπαίθριων.
Η βιοκλιματική αντίληψη για τον σχεδιασμό οικιστικών συνόλων και κτηρίων εντάσσεται στη
στρατηγική αυτή: μιας ήπιας, δηλαδή συμβιωτικής διαχείρισης του φυσικού και δομημένου
χώρου και του περιβάλλοντός του, με επιλογές που συντείνουν στη διατήρηση των
οικοσυστημάτων. Επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει την αρχιτεκτονική με αρχές και
κατευθύνσεις που βασίζονται στην αρμονική συνύπαρξη φυσικού και ανθρωπογενούς
περιβάλλοντος, χρησιμοποιεί τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κυρίως την αδάπανη ηλιακή
ενέργεια για τη θέρμανση και τον φυσικό φωτισμό των κτηρίων, τους δροσερούς ανέμους για
την φυσική τους ψύξη, αποκαθιστώντας έτσι, σε μεγάλο βαθμό, την διαταραγμένη ισορροπία
ανάμεσα στον δομημένο και τον φυσικό χώρο.
Ο βιοκλιματικός σχεδιασμός του αστικού χώρου είναι μια συνειδητή ενεργειακή προσέγγιση
για τη διαχείριση του δομημένου περιβάλλοντος. Αποσκοπεί στην επίλυση των
προβλημάτων, τα οποία συνδέονται με την ενέργεια, μέσω μιας προσεκτικής και μελετημένης
διαμόρφωσης του αστικού ιστού και των χαρακτηριστικών του μεγεθών, ώστε να βελτιώνεται
το μικροκλίμα και η θερμική άνεση στο φυσικό περιβάλλον, ενώ παράλληλα να περιορίζεται η
κατανάλωση ενέργειας των κτηρίων.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια εμπλουτισμένη άποψη για τον σχεδιασμό του δομημένου
χώρου –υφιστάμενου ή νέου, γιατί εμπεριέχει πιο έντονα την περιβαλλοντική διάσταση και
την αντίστοιχη ευαισθησία. Η προκύπτουσα αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται φιλική τόσο προς
το περιβάλλον, όσο και προς τους χρήστες, γιατί διασφαλίζει πιο υγιεινές συνθήκες
κατοικησιμότητας, με τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση στο φυσικό χώρο.
O όρος "βιοκλιματικός σχεδιασμός" ή "βιοκλιματική αρχιτεκτονική" συχνά προκαλεί απορία
στους αρχιτέκτονες. Από ορισμένους διατυπώνεται ως ενεργειακός σχεδιασμός ή ως
παθητικός ηλιακός σχεδιασμός. Όμως, τα τελευταία χρόνια, ο όρος βιοκλιματικός σχεδιασμός
έχει καθιερωθεί διεθνώς και θεωρείται επιστημονικά δόκιμος, επειδή η ονομασία αυτή
ανταποκρίνεται πληρέστερα στην αντίληψη εναρμόνισης των κτηρίων με το κλίμα και το
περιβάλλον, διασφαλίζοντας παράλληλα βιολογικά άνετη διαβίωση του ανθρώπου μέσα στα
κτήρια, αλλά και στον υπαίθριο χώρο.
Η παρούσα Τεχνική Οδηγία «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός Κτηρίων», ανταποκρινόμενη στις
απαιτήσεις εφαρμογής του Κ.Εν.Α.Κ., παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για το σχεδιασμό των
κτηρίων και του άμεσου περιβάλλοντός τους. Σκοπός της είναι να διευκολύνει το μελετητή
στη σύνταξη της αρχιτεκτονικής μελέτης, βάσει αρχών σχεδιασμού εναρμονισμένων με τις
τοπικές κλιματικές συνθήκες, έτσι ώστε να τεκμηριώνονται οι συνθετικές επιλογές του και
στην συγκρότηση της αιτούμενης Τεχνικής Έκθεσης.
Οι προτεινόμενες κατευθύνσεις - προδιαγραφές σχεδιασμού αφορούν τόσο τα νέα κτήρια,
όσο και τα υφιστάμενα - ανακαινιζόμενα, καθώς επίσης και τα παλαιά κτήρια στα οποία
πραγματοποιούνται συνολικές επεμβάσεις επανάχρησης ή/και αποκατάστασης.
Η Τεχνική Οδηγία διαρθρώνεται σε έξι (6) κεφάλαια, στα οποία αναλύονται διεξοδικά τα
ποιοτικά στοιχεία, βάσει των οποίων πρέπει να σχεδιάζονται τα κτήρια. ∆εν περιλαμβάνει
αριθμητικούς υπολογισμούς και διαστασιολογικά δεδομένα, διασφαλίζοντας έτσι ελευθερία
στους αρχιτεκτονικούς χειρισμούς και στην προκύπτουσα σύνθεση του κτηρίου, αρκεί να
αποδεικνύεται η αποτελεσματική ενεργειακή του απόδοση.
Τα περιεχόμενα της Τεχνικής Οδηγίας διαρθρώνονται στις ακόλουθες ενότητες:
4
Στο Κεφάλαιο Ένα (1) αναπτύσσονται ζητήματα που αφορούν τις περιβαλλοντικές
παραμέτρους, δηλαδή τα τοπικά κλιματικά δεδομένα και του περιβάλλοντος φυσικού χώρου,
βασικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή τού βιοκλιματικού σχεδιασμού των κτηρίων.
∆ιατυπώνονται οι βασικές αρχές σχεδιασμού και οργάνωσης των κτηρίων, σε σχέση πάντα
με το κλίμα, προκειμένου να διασφαλίζονται άνετες συνθήκες διαβίωσης των ενοίκων με την
μικρότερη δυνατή κατανάλωση ενέργειας.
Στο Κεφάλαιο ∆ύο (2) παρέχονται πληροφορίες που αφορούν τον ηλιασμό των κτηρίων,
καθώς και τα εργαλεία –υπολογισμοί των γωνιών του ήλιου, ηλιακοί χάρτες- έτσι ώστε οι
αρχιτέκτονες, κατά τη διαδικασία του σχεδιασμού, να μπορούν να εκτιμήσουν την προς
εκμετάλλευση διαθέσιμη ηλιακή ακτινοβολία το χειμώνα.
Στο Κεφάλαιο Τρία (3) περιγράφονται αναλυτικά οι βασικές κατηγορίες των Παθητικών
Ηλιακών Συστημάτων, τα οποία συνεπικουρούν τη λογική του βιοκλιματικού σχεδιασμού, οι
αρχές λειτουργίας τους και οι σχεδιαστικοί χειρισμοί για την προσαρμογή τους στα κελύφη
των κτηρίων, προκειμένου η ενεργειακή τους απόδοση να είναι αποτελεσματικότερη. Επίσης
διατυπώνονται τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα εκάστου συστήματος, καθώς και τα
καταλληλότερα προς χρήση υλικά.
Στο Κεφάλαιο Τέσσερα (4) επισημαίνονται οι τεχνικές Φυσικού ∆ροσισμού των κτηρίων, οι
οποίες αφορούν την θερινή περίοδο. Αναλύονται διεξοδικά οι μέθοδοι ηλιοπροστασίας των
κτηρίων, αλλά κυρίως των ανοιγμάτων τους, ο ρόλος του χρώματος και της υφής των
εξωτερικών επιφανειών, καθώς επίσης η σημασία της θερμικής μάζας, προκειμένου τα
κτήρια να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά την έντονη ηλιακή ακτινοβολία και τις υψηλές
θερμοκρασίες του περιβάλλοντος. Επίσης, διατυπώνονται οι τεχνικές και τα συστήματα
φυσικού ή/και εξαναγκασμένου αερισμού των εσωτερικών χώρων, προκειμένου αυτά, κατά
το σχεδιασμό των κτηρίων, να εντάσσονται λειτουργικά και αισθητικά στα κελύφη τους.
Το Κεφάλαιο Πέντε (5) πραγματεύεται το μικροκλίμα, τον σχεδιασμό του περιβάλλοντος το
κτήριο χώρου, τις δυνατότητες φύτευσης για προστασία από ψυχρούς ανέμους ή από την
έντονη ηλιακή ακτινοβολία το καλοκαίρι, καθώς και τα καταλληλότερα υλικά επίστρωσης των
υπαίθριων χώρων, έτσι ώστε ο συνδυασμός των ανωτέρω να δημιουργεί πιο άνετο
μικροκλίμα.
Στο Κεφάλαιο Έξι (6) διατυπώνονται οι στρατηγικές σχεδιασμού για τη διασφάλιση ποσοτικής
και ποιοτικής επάρκειας φυσικού φωτισμού μέσα στα κτήρια. Αναλύονται οι αρχικές επιλογές
που αφορούν την αρχιτεκτονική σύνθεση, καθώς επίσης και οι σχεδιαστικοί χειρισμοί
καθορισμού των ανοιγμάτων στο κέλυφος του κτηρίου, τόσο ως προς την θέση, όσο και ως
προς τα μεγέθη, προκειμένου να διασφαλίζεται επάρκεια φυσικού φωτισμού στους
εσωτερικούς χώρους. Τέλος παρέχονται πληροφορίες για τις διαθέσιμες τεχνικές βελτίωσης
της ποιότητας του φωτισμού –αποφυγή της θάμβωσης, καθώς και τις σύγχρονες τεχνολογίες
που σχετίζονται με τα διαφανή υλικά.
5
1. ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΟΣ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ
1.1. Εισαγωγή
Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του ευνοϊκού κλίματος και των φυσικών, ανανεώσιμων πόρων
που διαθέτει η χώρα μας οφείλουμε να τα αξιοποιήσουμε, προκειμένου να αναβαθμιστεί η
ενεργειακή μας πολιτική στον κτιριακό τομέα. Οι πόλεις μας και τα κτήρια πρέπει να
καταστούν βιώσιμα ως προς την ενεργειακή τους συμπεριφορά, αξιοποιώντας τις διαθέσιμες
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όχι μόνον για την εξοικονόμηση ενέργειας, αλλά και για τον
περιορισμό της ρύπανσης της ατμόσφαιρας, συνεπώς για λόγους υγιεινής διαβίωσης των
κατοίκων.
Η βιοκλιματική αντίληψη για το σχεδιασμό κτηρίων και οικιστικών συνόλων εντάσσεται στην
στρατηγική της βιωσιμότητας, μιας ήπιας, συμβιωτικής διαχείρισης του περιβάλλοντος,
φυσικού και δομημένου. Ο βιοκλιματικός σχεδιασμός αποσκοπεί στην προσαρμογή των
κτηρίων στο περιβάλλον και στο τοπικό κλίμα, διασφαλίζοντας παράλληλα συνθήκες
θερμικής άνεσης στο εσωτερικό τους. Η υιοθέτηση του βιοκλιματικού σχεδιασμού των
κτηρίων εξυπηρετεί τέσσερις (4) βασικούς στόχους:
α. Την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας και της
υποκατάστασής τους από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), άρα την εξοικονόμηση
συμβατικής ενέργειας.
β. Την εξοικονόμηση χρήματος. Η χρησιμοποίηση της αδάπανης ηλιακής ενέργειας για την
θέρμανση των κτηρίων ή/και των δροσερών ανέμων για τον δροσισμό τους αποτελούν
πρόκληση οικονομική, μια και η προκύπτουσα εξοικονόμηση χρημάτων είναι της τάξης
του 50%, ενδεχομένως και μεγαλύτερη.
γ. Την προστασία του περιβάλλοντος, λόγω του περιορισμού στη χρήση συμβατικών
καυσίμων και ηλεκτρισμού, συνεπώς τη μείωση των εκλυόμενων ρύπων στην
ατμόσφαιρα.
δ. Τη βελτίωση του εσω-κλίματος των κτηρίων με τη διασφάλιση συνθηκών βιολογικής
άνεσης –θερμικής και οπτικής, ποιότητας αέρα– και τη δημιουργία υγιεινών συνθηκών
κατοικησιμότητας.
Ουσιαστικά η βιοκλιματική αντίληψη διατυπώνει μια εμπλουτισμένη άποψη για τον
σχεδιασμό του δομημένου χώρου, η οποία εμπεριέχει την περιβαλλοντική διάσταση και την
αντίστοιχη ευαισθησία. Πρόκειται για μια αρχιτεκτονική φιλική προς το περιβάλλον και τους
χρήστες, για μια εναλλακτική θεώρηση της δόμησης του χώρου -αναπόφευκτης
δραστηριότητας του ανθρώπου- η οποία οφείλει να επιφέρει τη μικρότερη δυνατή
επιβάρυνση στο φυσικό χώρο, με το μικρότερο δυνατό ενεργειακό και περιβαλλοντικό
αποτύπωμα.
Συνεπώς, η στόχευση του Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων (Κ.Εν.Α.Κ.), όντας
μακροπρόθεσμη, επιδιώκει την ενεργειακή βιωσιμότητα των κτηρίων και των πόλεων, με την
εφαρμογή των αρχών του βιοκλιματικού σχεδιασμού και των οδηγιών που παρατίθενται στην
παρούσα Τεχνική Οδηγία.
6
1.2.1. Το κλίμα του τόπου
Το σύνολο των μετεωρολογικών δεδομένων συνθέτει το κλίμα κάθε τόπου ή περιοχής. Τα
στοιχεία του κλίματος επηρεάζουν την ανταλλαγή θερμότητας ανάμεσα στο κτήριο και το
εξωτερικό περιβάλλον, συνεπώς καθορίζουν την αίσθηση της άνεσης – ευεξίας στους
ανθρώπους. Επίσης καθορίζουν την ποσότητα και ποιότητα του παρεχόμενου φυσικού
φωτός και κατά συνέπεια την αίσθηση οπτικής άνεσης.
Οι βασικές παράμετροι του κλίματος, οι οποίες κρίνονται απαραίτητες για το βιοκλιματικό
σχεδιασμό των κτηρίων, είναι:
Η θερμοκρασία του αέρα (μέση, μέγιστη, ελάχιστη) και οι διακυμάνσεις της χειμώνα και
καλοκαίρι,
Η ηλιακή ακτινοβολία, ηλιοφάνεια και ένταση σε μηναία βάση,
Οι άνεμοι –χειμερινοί, ψυχροί θερινοί, δροσεροί– κατεύθυνση και ένταση,
Η σχετική υγρασία (μέση, μέγιστη, ελάχιστη) και οι διακυμάνσεις της χειμώνα και
καλοκαίρι.
Οι κλιματικές συνθήκες επηρεάζουν το σχεδιασμό του κτηρίου στη φάση των αρχικών
επιλογών, δηλαδή στα προσχέδια, με την έννοια της χωροθέτησής του στο οικόπεδο, έτσι
ώστε να αξιοποιούνται οι θετικές παράμετροι –ήλιος το χειμώνα, δροσεροί άνεμοι το
καλοκαίρι– με παράλληλη αποφυγή των ψυχρών ανέμων και της υγρασίας.
Στην περίπτωση που δεν είναι διαθέσιμα τα τοπικά κλιματικά δεδομένα, λαμβάνονται υπόψη
αυτά του πλησιέστερου μετεωρολογικού σταθμού.
7
1.3.1.2. Σχήμα κτηρίου,
1.3.1.3. Μέγεθος ανοιγμάτων συναρτήσει του προσανατολισμού,
1.3.1.4. ∆ιάρθρωση των εσωτερικών χώρων.
8
Σχήμα 1.1. Έλεγχος του ηλιασμού μιας ανεγειρόμενης και μιας προτεινόμενης θέσης της
οικοδομής
Σχήμα 1.3. Κτήριο επίμηκες κατά τον άξονα βορρά-νότου, σε κλιμακωτή διάταξη
9
1.3.1.3. Μέγεθος ανοιγμάτων συναρτήσει του προσανατολισμού
Οι γυάλινες επιφάνειες των ανοιγμάτων ενός κτηρίου αποτελούν τον οικονομικότερο,
αποδοτικότερο και απλούστερο ηλιακό συλλέκτη το χειμώνα, αρκεί να έχουν
προσανατολισμό νότιο ή ± 30ο ανατολικά ή δυτικά του νότου.
Προτείνονται μεγάλα μεγέθη ανοιγμάτων προς το νότιο προσανατολισμό, μέτριου μεγέθους
στην ανατολική και δυτική όψη και μικρότερα ανοίγματα στο βορρά. Τα τελευταία, παρά το
προτεινόμενο μικρό μέγεθός τους, πρέπει οπωσδήποτε να προβλέπονται στο σχεδιασμό
των κτηρίων, διότι πέραν της διασφάλισης φυσικού φωτισμού στους εσωτερικούς χώρους,
παρέχουν τη δυνατότητα διαμπερούς αερισμού το καλοκαίρι, συνεπώς και φυσικού
δροσισμού του κτηρίου.
Σχήμα 1.4. Εσωτερική διάταξη χώρων κατοικίας - ∆ιαγραμματική κάτοψη και τομή
βιοκλιματικού κελύφους
10
1.3.2. Το κτήριο ως παγίδα θερμότητας
Για την αποτελεσματική λειτουργία του κτηρίου, ως φυσικού ηλιακού συλλέκτη, είναι ανάγκη
η θερμότητα, που προέρχεται από την ηλιακή ακτινοβολία, να παγιδεύεται στο εσωτερικό
του. Προς τούτο συνιστάται αφενός προστασία του κτηρίου από τους ψυχρούς χειμερινούς
ανέμους και αφετέρου θερμομόνωση του κελύφους του.
α
1
7
h
/
4
1
5
h
/
4
5
h
h h h
h
/
2
h
/
8
h
3
h
3
h
4
h
h h h
h
2
h
β
2
5
-
3
0
%
6
0
%
4
0
%
h h h
h
h
h
2
m m
5
, 5
,
1 1
γ
Σχήμα 1.5. Εκτροπή ψυχρού ανέμου με την χρήση ανεμοφράκτη, δέντρων ή θάμνων:
(α) οι συμπαγείς φράκτες προκαλούν στροβιλισμούς, ενώ οι διάτρητοι -συνδυασμός θάμνων
και δέντρων- αυξάνουν τη ζώνη ηρεμίας.
(β) Ζώνη επίδρασης ανεμοφράκτη, ανάλογα με τη μορφή και το πάχος του.
(γ) Ικανότητα μείωσης της διείσδυσης του ανέμου από ανεμοφράκτες διαφόρων τύπων.
11
απόδοσης κτηρίων και την έκδοση του πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης».
Ωστόσο, επισημαίνεται ότι για να λειτουργήσει το κτήριο αποτελεσματικότερα, ως
αποθήκη θερμότητας, πρέπει η θερμομόνωση των συμπαγών δομικών του στοιχείων
να τοποθετείται στην εξωτερική τους πλευρά (Σχήμα 1.6). Έτσι περιορίζονται και οι
θερμογέφυρες. Η περίπτωση κατασκευής διπλού τοίχου από τούβλο με την
θερμομόνωση στον πυρήνα, αποτελεί λύση αποδεκτή, αρκεί το πάχος κάθε παρειάς
του τοίχου να είναι τουλάχιστον 9 εκ.
β) Eπιλογή κατάλληλων κουφωμάτων, ανάλογα με την κλιματική ζώνη, με διπλά ή
πολλαπλά τζάμια με χαμηλό συντελεστή θερμοπερατότητας και εξώφυλλα με
θερμομόνωση ή όχι.
γ) Καλή αεροστεγάνωση των αρμών των κουφωμάτων.
Σχήμα 1.6. ∆ιαγραμματική τομή κελύφους για την αποθήκευση της θερμότητας
12
1.3.4. Το κτήριο ως αποδέκτης και αποθήκη φυσικής ψύξης
Το καλοκαίρι η έντονη ηλιακή ακτινοβολία και οι υψηλές θερμοκρασίες επιβαρύνουν το
κτήριο, με αποτέλεσμα να προκαλείται κίνδυνος υπερθέρμανσης στους εσωτερικούς χώρους.
Για την επίτευξη του φυσικού δροσισμού απαιτείται τόσο η προστασία του κτηρίου από τον
ήλιο, ιδιαίτερα των ανοιγμάτων του, όσο και η μεταφορά της περίσσειας θερμότητας προς το
ύπαιθρο, με φυσικό αερισμό και άλλες τεχνικές που παρατίθενται κατωτέρω.
Συνεπώς οι ρυθμίσεις στο κέλυφος του κτηρίου, που προτείνονται για την επίτευξη του
φυσικού δροσισμού, είναι οι εξής:
1.3.4.4. Θερμομόνωση
Η θερμομόνωση του κελύφους του κτηρίου είναι αναγκαία, γιατί μειώνει το ψυκτικό του
φορτίο.
13
1.3.4.5. Φυσικός αερισμός
Η κίνηση του δροσερού αέρα μέσα στο κτήριο απομακρύνει την πλεονάζουσα θερμότητα
προς το ύπαιθρο. Οι παράμετροι που επηρεάζουν τις συνθήκες φυσικού αερισμού είναι:
α) Η διεύθυνση και η ένταση των δροσερών ανέμων στην περιοχή τη θερινή περίοδο,
β) Η θέση και το μέγεθος των ανοιγμάτων στο κτήριο,
γ) Η χρήση του κτηρίου.
1.3.4.7. Μικροκλίμα
Η εξάτμιση του νερού από υδάτινα στοιχεία, καθώς και η εξατμισοδιαπνοή από τα
φυλλώματα των δέντρων ή/και της βλάστησης προκαλούν πτώση της θερμοκρασίας του
αέρα. Ως χρόνος καλύτερης απόδοσης της εξάτμισης ορίζονται οι μεσημβρινές ώρες, γιατί
τότε η υγρασία του αέρα είναι χαμηλή.
1.4. Βιβλιογραφία
1. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη, Ε., «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός – Περιβάλλον και Βιωσιμότητα»,
University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006.
2. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη, Ε., Ερευνητικό Πρόγραμμα: «Aplication of RES in Saint John's
Settlement Renewal - ECO TOWN», ALTENER II Programme, Directorate General
XVII for Energy, 1999-2001.
3. Colombo, R., Landabaso, A., Sevilla, A., «Passive Solar Architecture for
Mediterranean Area», Joint Research Centre, Commission of the European
Communities, 1994.
4. Fathy, H., «Natural Energy and Vernacular Architecture», The University of Chicago
Press, Chicago, 1986.
5. Grapsas, K., «Considering Microclimate in Building Design, a Design Study in Lefkada,
Hellas». MPhil Dissertation, Department of Architecture, University of Cambridge,
2001.
6. Grapsas, K., «The Use of Transitional Spaces in Environmental Control – a Study
through History and Different Climates». Proceedings of Passive and Low Energy
Architecture Conference (PLEA), Santiago, Chile, 2003.
7. Goulding J.R, Lewis J.O., Steemers T,C. (Επιμ), «Energy in Architecture, The
European Passive Solar Handbook», Commission of the European Communities,
1994. Ελληνική έκδοση: «Ενέργεια στην Αρχιτεκτονική. Το Ευρωπαϊκό εγχειρίδιο για τα
Παθητικά ηλιακά κτήρια», μεταφρ. Ε. Τσίγκας, Μαλλιάρης Παιδεία για την Ευρωπαϊκή
Ένωση, 1996.
8. Huet,O., & Celaire, R., «Bioclimatisme en Zone Tropicale», GRET, Paris, 1986.
9. Mazria (Ed.), «The Passive Solar Energy Book», Rodale Press, Emmaus, Pa., 1979.
14
10. Παπαδόπουλος, Μ., & Αξαρλή, Κ., «∆ομική Φυσική ΙΙ, Ενεργειακός Σχεδιασμός –
Παθητικά Ηλιακά Συστήματα», Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1982.
11. Rapoport, A., «House Form and Culture|», New Jersey, 1969.
12. Roaf, S., et al «Adapting Buildings and Cities for Climate Change», Elsevier,
Amsterdam, 2005.
13. Szokolay, S.V. «Introduction to Architectural Science, The Basis for Sustainable
Design», Elsevier, Amsterdam, 2008.
14. Yannas, S., «Solar Energy and Housing Design: Principles, Objectives, Guidelines»,
Architectural Association Publications, 1993.
15
2. ΗΛΙΑΣΜΟΣ ΚΤΙΡΙΟΥ
2.1. Ηλιακή ακτινοβολία
Η ακτινοβολία που εκπέμπεται από την επιφάνεια του ήλιου περιλαμβάνει όλα τα μήκη
κύματος του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος, από τη μεγάλου μήκους θερμική ακτινοβολία,
μέχρι την πολύ μικρού μήκους υπεριώδη ακτινοβολία. Το ορατό φως, στο οποίο το
ανθρώπινο μάτι είναι ευαίσθητο, αποτελεί το 46% της συνολικής ηλιακής ακτινοβολίας και
εμπεριέχει όλο το φάσμα των χρωμάτων. Το 49% της ακτινοβολίας ανήκει στην υπέρυθρη
ζώνη, την οποία αισθανόμαστε ως θερμότητα, ενώ η υπόλοιπη ποσότητα (5%) ανήκει στην
υπεριώδη και κοσμική ακτινοβολία, την οποία δεν αντιλαμβανόμαστε.
Προκειμένου να προσδιοριστεί ο ηλιασμός ενός κτηρίου ή ενός οικοπέδου υιοθετείται η
παραδοχή των φαινόμενων τροχιών του ήλιου, δηλαδή θεωρείται ότι η γη παραμένει
σταθερή, ενώ ο ήλιος κινείται. Αυτή η παραδοχή διευκολύνει στη γεωμετρική απεικόνιση των
φαινόμενων τροχιών του ήλιου, οι οποίες ακολουθούν μια μεγάλη συνεχή σπείρα (Σχήμα
2.1). Οι φαινόμενες τροχιές του ήλιου ταυτίζονται ανά δύο μήνες εκτός του ∆εκεμβρίου και
του Ιουνίου. Ο μήνας ∆εκέμβριος έχει τη χαμηλότερη τροχιά, ενώ ο Ιούνιος την υψηλότερη.
Για να συσχετιστούν οι φαινόμενες τροχιές του ήλιου με τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά των
κτηρίων, κατά το σχεδιασμό τους, πρέπει να είναι γνωστή η θέση του ήλιου στον ουρανό και
στον ορίζοντα αντίστοιχα.
Η θέση αυτή προσδιορίζεται από τη στερεά γωνία, η οποία αναλύεται σε δύο επίπεδες
γωνίες: τη γωνία ύψους, που ορίζεται από τη θέση του ήλιου στον ουρανό ως προς το
οριζόντιο επίπεδο και τη γωνία αζιμουθίου, η οποία ορίζεται από την ορθή προβολή της
θέσης του ήλιου στο οριζόντιο επίπεδο σε σχέση με την πραγματική κατεύθυνση του νότου
(Σχήμα 2.2). Ο προσδιορισμός του ηλιασμού βασίζεται στη συσχέτιση των γεωμετρικών
δεδομένων του κτηρίου με τα γεωμετρικά δεδομένα της εκάστοτε θέσης του ήλιου.
16
Σχήμα 2.2. Οι γωνίες ύψους και αζιμουθίου ορίζουν τη θέση του ήλιου.
Ορθή προβολή των φαινόμενων τροχιών του ήλιου στον ηλιακό χάρτη
A N
γs
B ∆
Σχήμα 2.3. Γωνία ύψους (α) και αζιμουθίου του ήλιου (γs)
Ο σκιασμός ή ο ηλιασμός ενός κτηρίου ή ενός στοιχείου του μπορεί να υπολογιστεί,
γνωρίζοντας τη γεωμετρία του ήλιου, το γεωγραφικό πλάτος όπου βρίσκεται το κτίριό μας και
17
τον προσανατολισμό των επιφανειών, με τη βοήθεια της οριζόντιας (HSA) και της
κατακόρυφης γωνίας σκίασης (VSA) της επιφάνειας.
Η οριζόντια γωνία σκίασης (HSA) (σε μοίρες) είναι η γωνία που σχηματίζεται μεταξύ του
αζιμουθίου της επιφάνειας (γ) και του ηλιακού αζιμουθίου, ενώ η κατακόρυφη γωνία σκίασης
(VSA) (σε μοίρες) είναι η γωνία μεταξύ της διεύθυνσης του ηλίου, σε σχέση με το επίπεδο
της επιφάνειάς μας και το οριζόντιο επίπεδο και εξαρτάται από το ύψος του ήλιου και την
οριζόντια γωνία σκίασης.
Το αζιμούθιο της επιφάνειας (-180ο≤γ≤180ο) είναι η γωνία που σχηματίζεται μεταξύ του
μεσημβρινού που περνά από το επίπεδο αναφοράς και την προβολή σε οριζόντιο επίπεδο
της καθέτου επί του επιπέδου. Σύμφωνα με την παραδοχή, για τους υπολογισμούς του
ηλιασμού / σκιασμού για επίπεδο με νότιο προσανατολισμό ισχύει γ=0ο, για δυτικό
προσανατολισμό γ=90ο, για ανατολικό προσανατολισμό γ=-90ο και για βόρειο
προσανατολισμό γ=180ο.
Έτσι, η οριζόντια γωνία σκίασης (HSA) δίνεται από τη σχέση:
HSA s 90 o
Και η κατακόρυφη γωνία σκίασης (VSA) δίνεται από τη σχέση:
tan a
VSA tan 1
cosHSA
Για παράδειγμα, για γεωγραφικό πλάτος 38οΒ, στις 12:00 το μεσημέρι, το ύψος του ήλιου τον
Ιούνιο είναι α=77ο και το ∆εκέμβριο α=29ο, ενώ και στις δύο περιπτώσεις το αζιμούθιο ισούται
1
με το μηδέν (γs=0ο) , όπως φαίνεται από το ηλιακό διάγραμμα του παραρτήματος Γ της
ΤΟΤΕΕ 20701-3/2010 ή όπως υπολογίζεται από τις σχέσεις 4.11 και 4.12 της ΤΟΤΕΕ 20701-
3/2010. Για ένα επίπεδο με απόκλιση 10ο από το νότο προς τη δύση (γ=10ο), η οριζόντια και
η κατακόρυφη γωνία σκίασης στις 12:00 το μεσημέρι, είναι αντίστοιχα:
tan 77 o
VSA tan 1 77.19 o
Για τον Ιούνιο:
HSA 0 10 10
o o o o
cos 10
tan 29 o
29.37
VSA tan 1 o
cos10
HSA 0 o 10 o 10 o o
Για το ∆εκέμβριο:
Γνωρίζοντας την κατακόρυφη γωνία σκίασης, μπορεί εύκολα να οριστεί ο ηλιασμός και ο
σκιασμός από την άμεση ηλιακή ακτινοβολία των επιφανειών του κτηρίου ή/και στοιχείων
του, σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Για το παράδειγμα του Σχήματος 2.4, όπου φαίνεται
το σκαρίφημα του τοπογραφικού ενός κτηρίου του οποίου ζητείται να υπολογισθεί η σκίαση,
του οποίου η νότια επιφάνεια έχει 10ο απόκλιση προς τη ∆ύση, μπορούν να ορισθούν
σχηματικά (στις τομές που φαίνονται στα Σχήματα 2.5 και 2.6) ο ηλιασμός και η σκίαση του
κτηρίου, το μεσημέρι, τόσο από τον περιβάλλοντα χώρο της, όσο και από τις αρχιτεκτονικές
προεξοχές για τον Ιούνιο και το ∆εκέμβριο αντίστοιχα, με τις γωνίες που υπολογίσθηκαν
παραπάνω. Παρατηρείται ότι τον Ιούνιο, που ο ήλιος βρίσκεται ψηλά, η νότια πλευρά του
κτηρίου μπορεί να σκιασθεί κυρίως από οριζόντιες προεξοχές. Το ∆εκέμβριο, που ο ήλιος
βρίσκεται χαμηλά, τα ψηλά γειτονικά κτήρια μπορεί να εμποδίσουν τον ηλιασμό της νότιας
πλευράς του κτηρίου σε μεγάλο βαθμό. Όπως αναλύεται και στην παράγραφο 2.3.1, ο
χειμερινός ηλιασμός του κτηρίου είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπ’όψη κατά τη χωροθέτηση
του κτηρίου στο οικόπεδο. Για τη διαστασιολόγηση των αρχιτεκτονικών προεξοχών που
προσφέρουν σκιασμό σε νότια ανοίγματα τη θερινή περίοδο, λαμβάνεται υπ’όψη ο θερινός
ηλιασμός (Σχήμα 2.5).
1
Ο τρόπος ανάγνωσης των γωνιών από τον ηλιακό χάρτη αναλύεται στην επόμενη παράγραφο.
18
Επισημαίνεται, τέλος, ότι στην αγορά διατίθεται πληθώρα λογισμικών για τον υπολογισμό της
σκίασης / ηλιασμού στοιχείων του κτηρίου καθώς και κτιριακών συνόλων.
+3.00 +0.00
- +0.00
- +0.00
- +6.00
B
+9.00
+3.25
+2.75
+9.30
+12.00
Ιούνιος
7
7
.
1
9
°
Ηλιασμός
Σκιασμός
Σκιασμός
Σχήμα 2.5. Ηλιασμός και σκιασμός κτηρίου από τον περιβάλλοντα χώρο και από προεξοχές,
για νότια προσανατολισμένη επιφάνεια με 10ο απόκλιση προς τη ∆ύση, στις 12:00 το
μεσημέρι τον Ιούνιο, για γεωγραφικό πλάτος 38ο Β.
19
∆εκέμβριος
2
.9
3
7
°
Σκιασμός
Ηλιασμός
Σκιασμός
Σχήμα 2.6. Ηλιασμός και σκιασμός από τον περιβάλλοντα χώρο και από προεξοχές, για
νότια προσανατολισμένη επιφάνεια με 10ο απόκλιση προς τη ∆ύση, στις 12:00 το μεσημέρι
το ∆εκέμβριο, για γεωγραφικό πλάτος 38ο Β.
20
Σχήμα 2.7. Ηλιακοί χάρτες για Βόρεια γεωγραφικά πλάτη 36ο και 40ο αντίστοιχα
Σε κάθε ηλιακό χάρτη απεικονίζονται επτά (7) φαινόμενες τροχιές του ήλιου, από τις οποίες
αυτή του ∆εκεμβρίου έχει τη χαμηλότερη τροχιά (την 21η ∆εκεμβρίου παρατηρείται το
χειμερινό ηλιοστάσιο), ενώ του Ιουνίου έχει τη μεγαλύτερη (την 21η Ιουνίου παρατηρείται το
θερινό ηλιοστάσιο). Οι υπόλοιπες φαινόμενες τροχιές ανήκουν σε δύο μήνες (Ιανουάριος και
Νοέμβριος έχουν την ίδια φαινόμενη τροχιά, αντίστοιχα Φεβρουάριος και Οκτώβριος,
Απρίλιος και Αύγουστος, Μάιος και Ιούλιος). Την 21η Μαρτίου και Σεπτεμβρίου παρατηρείται
η ισημερία, εαρινή και φθινοπωρινή, αντίστοιχα. Η εκάστοτε θέση του ήλιου ορίζεται από τη
γωνία αζιμουθίου και τη γωνία ύψους. Στην κάτω οριζόντια ευθεία του ηλιακού χάρτη
καταγράφονται οι γωνίες αζιμουθίου ως προς τον ηλιακό νότο, που βρίσκεται στο κέντρο, με
γωνία 0ο. Αριστερά του νότου, στη γωνία των 90ο ορίζεται η ανατολή και δεξιά, πάλι στη
γωνία των 90ο, ορίζεται η δύση. Η κάθετη ευθεία (τεταγμένη) προσδιορίζει τις γωνίες ύψους
του ήλιου, για όλες τις ώρες της ημέρας και για όλους τους μήνες. Οι διακεκομμένες
καμπύλες προσδιορίζουν τις ηλιακές ώρες, από την ανατολή μέχρι τη δύση.
Για παράδειγμα, για να προσδιοριστεί η θέση του ήλιου την 21η Ιανουαρίου, στις 10:00 π.μ.,
σε ένα τόπο με 40ο γεωγραφικό πλάτος (Θεσσαλονίκη), ακολουθείται η εξής πορεία:
επιλέγεται ο ηλιακός χάρτης που αντιστοιχεί σε 40ο Β.Γ.Π.
βρίσκεται η τροχιά του ήλιου που αντιστοιχεί στην 21η Ιανουαρίου και η καμπύλη της
10ης πρωινής ώρας.
στο σημείο όπου τέμνονται η τροχιά του ήλιου και η καμπύλη της ώρας, χαράζεται μία
ευθεία κάθετη προς την οριζόντια και διαβάζεται η γωνία αζιμουθίου, η οποία είναι 31ο
ανατολικά του νότου.
με τρόπο ανάλογο προσδιορίζεται και η γωνία ύψους του ήλιου, χαράζοντας μία
παράλληλη προς την οριζόντια ευθεία και διαβάζεται το ύψος του ήλιου, το οποίο
προκύπτει 23ο επάνω από τον ορίζοντα.
Ο μετρητής σκιασμού (Σχήμα 2.8) χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της σκιάς που
δημιουργούν τα απέναντι ή τα κάθετα προς το κτήριο ή το οικόπεδο εμπόδια, για τα οποία
αναζητείται ο ηλιασμός τους σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Οι γωνίες ύψους απεικονίζονται
με τις καμπύλες, από 0ο-80ο και ορίζουν τη γωνία ύψους του/των απέναντι εμποδίων ως
προς την οριζόντια ευθεία.
21
Σχήμα 2.8. Μετρητής σκιασμού για τον προσδιορισμό της σκίασης από τον περιβάλλοντα
χώρο -κτήρια, δέντρα
Με βάση το τοπογραφικό και τους όρους δόμησης που ισχύουν για την περιοχή,
προσδιορίζεται η γωνία ύψους των εμποδίων που περιβάλλουν το οικόπεδο, είτε επί της
οικοδομικής γραμμής είτε σε υποχώρηση από την οικοδομική γραμμή σε θέση της επιλογής
μας.
Πιο αναλυτικά ακολουθούνται τα εξής βήματα:
α) Προσανατολίζεται το οικόπεδό μας ή το κτήριο στον ηλιακό χάρτη. Εάν είναι νότιο,
ταυτίζεται η γωνία αζιμουθίου του οικοπέδου με τη γωνία 0ο του ηλιακού χάρτη, η οποία
αντιστοιχεί στον ηλιακό νότο. Εάν είναι ανατολικό ταυτίζεται με τη γωνία των 90ο στα
αριστερά του νότου, ενώ αν είναι δυτικό με τη γωνία των 90ο δεξιά του νότου. ∆ηλαδή, ως
παρατηρητές βλέπουμε προς το νότο, οπότε αριστερά μας είναι η ανατολή και δεξιά η
δύση.
β) Στην περίπτωση που το οικόπεδο ή κτήριο έχει άλλο προσανατολισμό -όχι ακριβώς νότιο,
ανατολικό ή δυτικό- χαράζεται η κάθετη στην οικοδομική γραμμή του οικοπέδου και
προσδιορίζεται η γωνία απόκλισης από το νότο, η οποία σημειώνεται στον ηλιακό χάρτη
με ένα βέλος (Σχήμα 2.9).
γ) Στη συνέχεια ορίζονται τα αζιμούθια των απέναντι εμποδίων και υψώνονται κάθετες προς
την οριζόντια ευθεία. Τα σημεία τομής των γωνιών που αντιστοιχούν στη γωνία ύψους
των εμποδίων με τις κάθετες που υψώθηκαν (γωνίες αζιμουθίου), ορίζουν σημειακά τα
απέναντι εμπόδια (Σχήμα 2.10).
δ) Η ίδια διαδικασία ακολουθείται για κάθε εμπόδιο, οπότε προκύπτουν πολλά σημεία τομής
(Σχήμα 2.10). Το αποτέλεσμα είναι μία τεθλασμένη γραμμή, η οποία καθορίζει τη σκιά του
περιβάλλοντος χώρου. Η επιφάνεια που βρίσκεται κάτω από την τεθλασμένη βρίσκεται
στη σκιά, ενώ η επάνω από την τεθλασμένη δέχεται ήλιο.
ε) Εάν τα απέναντι κτήρια είναι ισοϋψή, λόγω ισχύοντος οικοδομικού κανονισμού, τότε η
γραμμή σκιασμού είναι μια καμπύλη, η οποία αντιστοιχεί στη γωνία ύψους των απέναντι
εμποδίων σε σχέση με το υπό εξέταση οικόπεδο ή κτήριο και μπορεί να προσδιοριστεί
άμεσα με την χρήση του μετρητή σκιασμού, στον οποίο απεικονίζονται οι γωνίες ύψους
των απέναντι εμποδίων.
Στο Σχήμα 2.11 φαίνεται ο έλεγχος ηλιασμού κατοικιών από τα γύρω κτήρια για το
∆εκέμβριο, με τη διαδικασία που αναλύθηκε παραπάνω.
22
Σχήμα 2.9. Ταύτιση ηλιακού χάρτη με τον μετρητή σκιασμού για γωνία 45ο δυτικότερα του
νότου
Σχήμα 2.10. Η χρήση του ηλιακού χάρτη για τον προσδιορισμό του σκιασμού από το
περιβάλλον κτήρια, δέντρα.
Σχήμα 2.11. Έλεγχος ηλιασμού κατοικιών, τον ∆εκέμβρη για ύψος ήλιου 30ο
23
2.3.1. Παράδειγμα εφαρμογής
Σε συγκεκριμένο οικόπεδο, που ορίζεται από τα σημεία (Α) και (Β) (Σχήμα 2.12), πρόκειται
να κατασκευαστεί τετραώροφη οικοδομή. Το οικόπεδο βρίσκεται απέναντι από υφιστάμενο
κτήριο (4 ορόφων), ύψους 13,50 μ., σε απόσταση ίση με το πλάτος του δρόμου, δηλαδή
12,00 μ. Ο προσανατολισμός του οικοπέδου δίνεται από την κατεύθυνση Βορρά –Νότου στο
τοπογραφικό διάγραμμα.
Για τον προσδιορισμό της καταλληλότερης χωροθέτησης του νέου κτηρίου στο οικόπεδο με
βάση την ερριμένη σκιά του υφιστάμενου γειτονικού κτηρίου, ακολουθούνται τα εξής βήματα:
α) Προσδιορίζεται ο ακριβής προσανατολισμός του Οικοπέδου. Προς τούτο χαράσσεται
η κάθετη προς την οικοδομική γραμμή στο σημείο (α) του οικοπέδου (Σχήμα 2.12).
β) Προκύπτει γωνία απόκλισης από το Νότο ίση με 30ο προς τα δεξιά, που σημαίνει ότι
το οικόπεδο είναι νοτιοδυτικό.
γ) Στη συνέχεια σχεδιάζεται η τομή (Σχήμα 2.13) κάθετα προς το οικόπεδο, με
καθορισμό της θέσης του υπό ανέγερση κτηρίου (με διακεκομμένη γραμμή), το
υφιστάμενο και ο δρόμος.
δ) Ορίζεται η γωνία των 30ο ως προς την οριζόντια, η οποία αντιστοιχεί στο ύψος του
ήλιου την 21η ∆εκεμβρίου, στις 12 το μεσημέρι, για 36ο Β.Γ.Π.
ε) το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι: το υπό ανέγερση κτήριο, στη θέση της
οικοδομικής γραμμής, σκιάζεται μέχρι το ύψος των 6,60 μ., που σημαίνει ότι το
ισόγειο (ύψους 4,50 μ.) δε δέχεται ήλιο, ενώ ο 1ος όροφος έχει ήλιο επάνω από 1,10
μ. ύψος (4,50+1,10=6,60 μ.)
στ) Στην περίπτωση που η χωροθέτηση του νέου κτηρίου υποχωρήσει κατά 4,00 μ., στο
οικόπεδο, ο ηλιασμός του διασφαλίζεται από το ύψος των 4,25μ.
24
Σχήμα 2.13. Τομή εγκάρσια: Υφιστάμενο κτήριο-δρόμος-οικόπεδο
2.4. Βιβλιογραφία
1. Ανδρεαδάκη, Ε., «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός – Περιβάλλον και Βιωσιμότητα», University
Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006.
2. Colombo, R., Landabaso, A., Sevilla, A., «Passive Solar Architecture for Mediterranean
Area», Joint Research Centre, Commission of the European Communities, 1994.
3. Dimoudi, A., Mantas, D., «Solar Control in. Passive Cooling of Buildings», Στο:
Santamouris, M., and Asimakopoulos, D., (Eds), Argiriou, A., Balaras, C., Dascalaki, E.,
Dimoudi, A., Mantas, D., Tselepidaki, I., «Passive Cooling of Buildings», James & James
(Sciences Publishers) Ltd, London, 1996.
4. Mazria (Ed.), «The Passive Solar Energy Book», Rodale Press, Emmaus, Pa., 1979.
5. Duffie, J. A., & Beckman, W. A., «Solar Engineering of Thermal Processes», Second
Edition, John Wiley & Sons, Inc., 1991.
6. Gevorkian, P., «Solar Power in Building Design», Mc Graw Hill, New York, 2008.
7. Muneer, T., «Solar Radiation and Daylight Models», Elsevier, Amsterdam, 2004.
25
3. ΠΑΘΗΤΙΚΑ ΗΛΙΑΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ
3.1. Εισαγωγή
Για την εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας για τη θέρμανση και την ψύξη των κτηρίων
έχουν αναπτυχθεί τρεις κατηγορίες τεχνικών συστημάτων, ανάλογα με το αν παρεμβάλλονται
ή όχι μηχανολογικά συστήματα: τα ενεργητικά ηλιακά συστήματα και τα παθητικά ηλιακά
συστήματα, ενώ μία τρίτη κατηγορία είναι τα υβριδικά συστήματα.
Παθητικά ηλιακά συστήματα είναι εκείνα που εκμεταλλεύονται την ηλιακή
ακτινοβολία για θέρμανση ή ψύξη και δεν κάνουν χρήση μηχανικών μέσων για τη
μεταφορά της θερμότητας προς το χώρο. Βασίζονται στη φυσική ροή της θερμικής
ενέργειας, εκμεταλλεύονται τις φυσικές ιδιότητες των υλικών του κτηρίου και
χρησιμοποιούν, για τη συλλογή της ηλιακής ενέργειας και την αποθήκευση της
θερμότητας, τα δομικά στοιχεία του κελύφους (τοίχους, δάπεδα, οροφές, δώμα).
Τα ενεργητικά ηλιακά συστήματα απαιτούν τη χρησιμοποίηση μηχανικών μέσων –
απλών μέχρι υψηλής τεχνολογίας (αντλίες θερμότητας, εναλλάκτες θερμότητας, κλπ)-
και προϋποθέτουν σύνθετους μηχανισμούς συλλογής, μεταφοράς και αποθήκευσης
της θερμότητας που έχει προέλθει από την ηλιακή ακτινοβολία που δεσμεύτηκε.
Ηλιακοί συλλέκτες που θερμαίνουν νερό ή αέρα, το οποίο στη συνέχεια διοχετεύεται
στο σύστημα διανομής της θερμότητας στο χώρο με τη μεσολάβηση εναλλάκτη
θερμότητας αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Τα υβριδικά είναι συστήματα που συνδυάζουν τη φυσική και τη μηχανική ροή
θερμότητας. Βασίζονται στην παθητική εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας,
παρεμβάλλοντας συγχρόνως μηχανικά συστήματα χαμηλής κατανάλωσης και απλής
κατασκευής. Για παράδειγμα, η προσθήκη ενός ανεμιστήρα σε ένα παθητικό
σύστημα, για να υποβοηθήσει τη μεταφορά θερμότητας στους πίσω χώρους του
κτηρίου ή ενός θερμοστάτη για να υπάρχει έλεγχος της θερμότητας που αποδίδεται,
μετατρέπουν ένα παθητικό ηλιακό σύστημα σε υβριδικό.
26
Όπου: g: διαπερατότητα, ρ: ανακλαστικότητα, και α: απορροφητικότητα
Το ορατό τμήμα του φάσματος της ηλιακής ακτινοβολίας, που ανάλογα με τη διαπερατότητα
του υαλοπίνακα, διέρχεται στον εσωτερικό χώρο είναι μικρού μήκους κύματος (0.4-0.8 μm).
Η ακτινοβολία προσπίπτει στα δομικά στοιχεία και τα αντικείμενα που βρίσκονται στον
εσωτερικό χώρο και, αλλάζοντας μήκος κύματος, μετατρέπεται σε θερμική ακτινοβολία
(ακτινοβολία μεγάλου μήκους κύματος). Ο υαλοπίνακας και τα διαφανή εν γένει υλικά είναι
αδιαπέραστα στη μεγάλου μήκους κύματος ακτινοβολία που εκπέμπεται από τα σώματα. Η
με αυτό τον τρόπο προερχόμενη θερμότητα, δεν μπορεί να διαπεράσει ως θερμική
ακτινοβολία τον υαλοπίνακα, εγκλωβίζεται στον εσωτερικό χώρο, απορροφάται από τα
δομικά στοιχεία ή από ειδικά διαμορφωμένη «αποθήκη θερμότητας» και πλέον μεταδίδεται
στο χώρο με αγωγή, συναγωγή και ακτινοβολία, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση του
θερμικού ισοζυγίου του χώρου (Σχήμα 3.1).
Σχήμα 3.1. Συμμετοχή της ηλιακής ακτινοβολίας στο θερμικό ισοζύγιο του κτηρίου
27
Η αισθητική , που είναι καθοριστικός παράγοντας για τη διαμόρφωση των όψεων του
κτηρίου και η οποία συνδέεται και με τις θερμοφυσικές ιδιότητες του διαφανούς
υλικού, (π.χ. συντελεστής ηλιακής ανακλαστικότητας, απορροφητικότητας).
Η αντοχή, που πρέπει να είναι ικανή να παραλαμβάνει τις μηχανικές καταπονήσεις
από θερμοκρασιακές μεταβολές και ανεμοπιέσεις.
Το βάρος που μπορεί να φέρει το στοιχείο στο οποίο εφαρμόζεται το διαφανές υλικό.
Το κόστος αγοράς, τοποθέτησης και συντήρησης που πρέπει να είναι όσο το δυνατόν
μικρότερο για να μην επιβαρύνεται η κατασκευή.
Τα συνηθέστερα διαφανή υλικά που χρησιμοποιούνται σε κτιριακές κατασκευές είναι:
Οι υαλοπίνακες
Τα σκληρά πλαστικά (ακρυλικά, πολυεστερικά και πολυκαρβονικά)
Η διαφανής θερμομόνωση
Οι υαλοπίνακες είναι άκαμπτοι, εμφανίζουν αντοχή στις καιρικές μεταβολές, στο φως και
στις χημικές αντιδράσεις. Μειονέκτημα είναι το βάρος και η μικρή αντοχή τους σε μηχανική
κρούση, εκτός εάν έχουν υποστεί ανάλογη επεξεργασία (π.χ. υαλοπίνακες ασφαλείας -
τύπου "securit"). Το κοινό γυαλί έχει διαπερατότητα στην ηλιακή ακτινοβολία από 0,78 - 0,91,
ανάλογα με την ποιότητα και το πάχος του. Εάν χρησιμοποιηθούν πολλαπλοί υαλοπίνακες,
μειώνεται η διαπερατότητα του συστήματος, αλλά βελτιώνεται σημαντικά ο συντελεστής
θερμοπερατότητας. Ανακλαστικοί και απορροφητικοί υαλοπίνακες με υψηλό συντελεστή
ανακλαστικότητας και απορροφητικότητας αντίστοιχα, πρέπει να χρησιμοποιούνται με
σύνεση στα παθητικά ηλιακά συστήματα, γιατί μειώνουν το ποσοστό της ηλιακής
ακτινοβολίας που εισέρχεται στο χώρο. Αντίθετα, ενδείκνυνται υαλοπίνακες χαμηλής
εκπεμψιμότητας (low emissivity ή low-e), κατάλληλα τοποθετημένοι, οι οποίοι περιορίζουν τη
διαφυγή της θερμικής ενέργειας με ακτινοβολία προς το εξωτερικό περιβάλλον.
Η επιλογή του κατάλληλου υαλοπίνακα εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής
και ειδικότερα τις θερμικές και ψυκτικές απαιτήσεις του κάθε κτηρίου, καθώς και από τις
απαιτήσεις του κτηρίου σε φυσικό φως.
Τα σκληρά πλαστικά ανήκουν στα θερμοπλαστικά πολυμερή. Ανάλογα με την επεξεργασία
και τη χημική σύσταση διακρίνονται σε ακρυλικά, σε πολυεστερικά, σε πολυκαρβονικά και σε
προϊόντα πολυαιθυλενίου. Εμφανίζουν μεγάλη αντοχή σε μηχανική κρούση και έχουν
μικρότερο βάρος από το κοινό γυαλί. Μειονέκτημά τους είναι ότι έχουν, συγκριτικά με το
κοινό γυαλί, μικρότερο συντελεστή ηλιακού θερμικού κέρδους και μικρότερη αντίσταση στη
φωτιά.
Τα πολυκαρβονικά (polycarbonate-PC) είναι σκληρά και διαφανή, με αντίσταση στη φωτιά
και χαρακτηρίζονται από ευκολία στη διεργασία τους για να σχηματίζουν καμπύλες μορφές.
Ο συντελεστής της θερμικής τους αγωγιμότητας κυμαίνεται από 0,190 έως 0,220 W/mK και η
διαπερατότητά τους στο ορατό φως κυμαίνεται από 0,40 έως 0,80, αναλόγως με το
χρωματισμό τους. Είναι σχετικά ελαφρά υλικά (με πυκνότητα τάξης μεγέθους των 1200
kg/m3). Χαρακτηρίζονται από χαμηλή αντοχή σε ρηγμάτωση -η οποία μπορεί να συμβεί λόγω
μηχανικών καταπονήσεων, έκθεση σε οργανικά υγρά και σε περιβαλλοντικούς παράγοντες-
που μπορεί όμως να περιορισθεί με την κατάλληλη διεργασία. Όταν δέχονται αρκετά
αυξημένη ηλιακή ακτινοβολία αλλοιώνεται η χρωματική τους εμφάνιση και η ρητίνη τους
μπορεί να διαβρωθεί, σε βάθος 25μm από την εκτιθέμενη επιφάνεια (Legrand & Bendler,
2000).
Τα πολυακριλικά PMMA (γνωστά ως πλεξιγκλάς) ανήκουν επίσης στα θερμοπλαστικά
πολυμερή. Πρόκειται για σκληρά, διαφανή και αρκετά ελαφριά υλικά (πυκνότητα της τάξης
μεγέθους των 1150-1190 kg/m3). Η διαπερατότητά τους στο ορατό φως είναι της τάξης του
0.92 και η θερμική τους αγωγιμότητα της τάξης των 0,200 W/mK. Έχουν μεγαλύτερη
σταθερότητα στους περιβαλλοντικούς παράγοντες, σε σχέση με τα πολυκαρβονικά, και μικρή
αντίσταση σε διαλύτες και σε αρκετές χημικές ενώσεις (Mc Keen, 2008).
28
Τα πολυεστερικά χαρακτηρίζονται από την ανθεκτικότητά τους στις κλιματικές μεταβολές και
στη γήρανση. Εμφανίζουν καλή συμπεριφορά στην υπεριώδη ακτινοβολία και δεν
επηρεάζονται σε θερμοκρασιακό εύρος από - 40°C έως +100°C. Όταν ενισχύονται με
υαλοΐνες (fiber glass) αυξάνεται η αντοχή τους, αλλά μειώνεται η διαύγειά τους.
Η διαφανής μόνωση (TIM – Transparent Insulation Material) είναι ημιδιαφανές
θερμομονωτικό υλικό, κυψελωτής δομής, κυρίως πολυκαρβονικής προέλευσης. Λόγω της
δομής του επιτρέπει στην ηλιακή ακτινοβολία και το φυσικό φως να εισέλθει στο εσωτερικό
του χώρου, παράλληλα όμως μειώνει τις θερμικές απώλειες. Αναλόγως με τη δομή του
θερμομονωτικού, την τοποθέτηση των κυψελών σε σχέση με τη διατομή του τοίχου, η
διαπερατότητα του ΤΙΜ στο ορατό φως κυμαίνεται από 0,73 έως 0,82, με αντίστοιχες τιμές
συντελεστή θερμοπερατότητας από 0,800 έως 1,100W/m2K (Platzer & Goetzberger, 1996;
Kerschberger & Binder, 2006). Περισσότερες πληροφορίες για αυτό το υλικό παρατίθενται
στο κεφάλαιο 6.
29
Επισημαίνεται ότι σε κτήρια με εξωτερική τοιχοποιία από εμφανή λιθοδομή, η οποία
χαρακτηρίζεται από μεγάλη θερμοχωρητικότητα, η θερμομόνωση, για αισθητικούς λόγους
τοποθετείται εσωτερικά, ακυρώνοντας τη θερμοχωρητικότητα του υλικού. Στην περίπτωση
αυτή πρέπει είτε να προστίθενται στοιχεία μεγάλης θερμοχωρητικότητας στο εσωτερικό του
κτηρίου (εσωτερικές τοιχοποιίες, δάπεδα κοκ με υλικά μεγάλης θερμοχωρητικότητας), είτε η
λιθοδομή να μετατραπεί σε τοιχοποιία με πυρήνα. Το υλικό της εσωτερικής τοιχοποιίας
πρέπει να έχει επίσης ικανή θερμοχωρητικότητα (π.χ. οπτόπλινθοι), ενώ στο διάκενο
τοποθετείται η θερμομόνωση.
30
Η διαφορά ενός κτηρίου σχεδιασμένου να θερμαίνεται με το παθητικό σύστημα του «άμεσου
κέρδους» από ένα κτήριο με συμβατικό σχεδιασμό, εντοπίζεται στη θερμική απόδοση των
ανοιγμάτων του και στα δομικά στοιχεία που είναι κατασκευασμένα από υλικά με ικανή
θερμοχωρητικότητα.
Ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής, το σχεδιασμό του κελύφους του κτηρίου,
τον προσανατολισμό, το μέγεθος και τη θέση των ανοιγμάτων, τις θερμοφυσικές ιδιότητες
του διαφανούς υλικού καθώς και τη θέση, το μέγεθος και το υλικό της θερμικής αποθήκης, η
εξοικονόμηση ενέργειας για θέρμανση μπορεί να κυμαίνεται από 30% έως και 100%.
Γενικά, όσο μεγαλύτερα είναι τα ανοίγματα στο νότιο προσανατολισμό και ικανοποιητική σε
μέγεθος η επιφάνεια αποθήκευσης, τόσο μειώνεται η κατανάλωση ενέργειας για θέρμανση.
31
Τα ανοίγματα που είναι προσανατολισμένα στο Νότο (ή ±30ο) δέχονται περίπου το 90% της
ημερήσιας ακτινοβολίας, αλλά απαιτούν ηλιοπροστασία για την αποφυγή της
υπερθέρμανσης τη θερινή περίοδο. Ανοίγματα σε ανατολικό, δυτικό προσανατολισμό
συνεισφέρουν επίσης, αλλά σε μικρότερο βαθμό, στη θέρμανση του χώρου. Και σ’ αυτούς
τους προσανατολισμούς απαιτείται ηλιοπροστασία για τον έλεγχο των θερμικών κερδών τη
θερινή περίοδο.
Με τη χρήση εξωτερικών ανακλαστήρων (υλικά με υψηλό συντελεστή ανακλαστικότητας, βλ.
και κεφ. 6), η ποσότητα της ηλιακής ακτινοβολίας που προσπίπτει στο άνοιγμα μπορεί να
αυξηθεί έως και 40%. Ανακλαστικές επιφάνειες ή επιστρώσεις μπορεί επίσης να
τοποθετηθούν στο εσωτερικό του κτηρίου για να κατευθύνουν την ηλιακή ακτινοβολία στις
θέσεις όπου υπάρχει θερμική μάζα.
Σε σχέση με την κλίση, το κατακόρυφο νότιο υαλοστάσιο είναι προτιμότερο από το κεκλιμένο,
γιατί το καλοκαίρι σκιάζεται ευκολότερα, ενώ το χειμώνα δέχεται εξίσου με το κεκλιμένο
σημαντική ποσότητα ηλιακής ακτινοβολίας.
Γενικά η κατανομή των ανοιγμάτων επιλέγεται έτσι ώστε να διανέμεται η θερμότητα σε όλο
τον εσωτερικό χώρο του κτηρίου. Επίσης τα ανοίγματα διατάσσονται με τέτοιο τρόπο στην
όψη ώστε η θερμική μάζα για την αποθήκευση να δέχεται άμεσα την ηλιακή ακτινοβολία.
∆ε θα πρέπει να παραβλέπεται και η συμβολή του ανοίγματος στην ποσότητα και
ομοιόμορφη κατανομή του φυσικού φωτισμού. Στοιχεία για τη χωροθέτηση και το μέγεθος
του ανοίγματος με κριτήριο το φυσικό φωτισμό που παρέχεται στο χώρο, περιέχονται στο
κεφάλαιο 6: φυσικός φωτισμός.
32
κουφώματος συμβάλλουν σε θετικό θερμικό ισοζύγιο, με το θερμικό όφελος από την ηλιακή
ακτινοβολία να υπερκαλύπτει τις θερμικές απώλειες από το άνοιγμα.
Για την αύξηση της απόδοσης του συστήματος το χειμώνα εφαρμόζεται στα ανοίγματα
νυχτερινή κινητή θερμομόνωση, που περιορίζει τις θερμικές απώλειες το βράδυ.
Ενδείκνυνται ειδικά θερμομονωμένα φύλλα ασφαλείας και θερμομονωτικά πετάσματα. Ακόμη
και η χρήση συμβατικών ρολών μειώνει τις θερμικές απώλειες από το άνοιγμα περίπου κατά
30%, και τα βενετικά στόρια και οι κουρτίνες κατά 5%. Όσο μεγαλύτερο είναι το άνοιγμα τόσο
πιο επιτακτική είναι η εφαρμογή νυχτερινής μόνωσης. Στην αντίθετη περίπτωση, το άνοιγμα
μπορεί να αποδώσει αρνητικά στο σύνολο του 24ωρου, καθώς επιτρέπει, λόγω μεγέθους,
αυξημένες θερμικές απώλειες τη νύχτα. Η χρησιμοποίηση συστημάτων αυτόματου ελέγχου
βελτιώνει τη λειτουργία της κινητής μόνωσης των ανοιγμάτων, ιδιαίτερα σε κτήρια του
τριτογενούς τομέα.
στην απαίτηση για φυσικό φωτισμό του κτηρίου με σύγχρονη αποφυγή θάμβωσης,
ανάλογα με τη χρήση του κτηρίου. Η χωροθέτηση και διαστασιολόγηση των ανοιγμάτων σε
σχέση με το βάθος του φωτιζόμενου χώρου, η προστασία των ανοιγμάτων και η λαμπρότητα
των περιβαλλουσών επιφανειών του φωτιζόμενου χώρου πρέπει να συνυπολογίζονται.
Επίσης για την επιλογή του υαλοπίνακα, εκτός από το συντελεστή θερμοπερατότητας θα
πρέπει να παίρνεται υπόψη διαπερατότητά του στη φωτεινή ακτινοβολία και να
συνεκτιμώνται το επίπεδο του φυσικού φωτισμού που παρέχεται και οι συνθήκες οπτικής
άνεσης.
33
το παθητικό σύστημα του «άμεσου κέρδους» αποτελείται αφενός από νότια ανοίγματα ή
μέχρι 30ο απόκλιση από το Νότο προς την Ανατολή ή τη ∆ύση, κατασκευασμένα έτσι ώστε
να περιορίζουν τις θερμικές απώλειες προς το περιβάλλον (σύμφωνα με τις προδιαγραφές
για τη θερμική διαπερατότητα των διαφανών στοιχείων που ορίζει ο Κ.Εν.Α.Κ.) και
εφοδιασμένα με νυχτερινή κινητή μόνωση για τον περιορισμό των θερμικών απωλειών και με
ηλιοπροστατευτικό σύστημα για τη μείωση της υπερθέρμανσης και αφετέρου από επαρκή
θερμική μάζα στο εσωτερικό του κτηρίου για την αποθήκευση της θερμότητας, συνήθως στα
ίδια τα δομικά στοιχεία του κτηρίου.
Ο τοίχος θερμικής αποθήκευσης είναι ένα σύστημα που περιλαμβάνει έναν τοίχο χωρίς
θερμομόνωση, με νότιο προσανατολισμό ή με απόκλιση έως 30ο, προς την Ανατολή ή τη
∆ύση, κατασκευασμένο από υλικά μεγάλης θερμοχωρητικότητας που λειτουργεί ως αποθήκη
και διανομέας της θερμότητας, και ένα διαφανές υλικό τοποθετημένο σε μια ελάχιστη
απόσταση 10 εκ. προς την εξωτερική του πλευρά, που χρησιμεύει για τη δέσμευση της
ηλιακής ακτινοβολίας.
Στον τοίχο μπορεί να ενσωματώνονται θυρίδες για την κυκλοφορία του αέρα (τοίχος Trombe-
Michelle).
34
Μια παραλλαγή του συστήματος είναι ο τοίχος Trombe-Michelle. Είναι ένας τοίχος θερμικής
αποθήκευσης κατασκευασμένος από υλικά τοιχοποιίας, με θυρίδες στο επάνω και κάτω
τμήμα του συμπαγούς τμήματος, οπότε η μετάδοση της θερμότητας προς την πλευρά του
εσωτερικού χώρου γίνεται -εκτός από την αγωγιμότητα- και με φυσικό θερμοσιφωνισμό. Ο
αέρας, που βρίσκεται μεταξύ του υαλοστασίου και του τοίχου, θερμαίνεται καθώς εφάπτεται
στο θερμό τοίχο κι από τις θυρίδες που βρίσκονται στο επάνω μέρος του τοίχου εισέρχεται
στον κατοικήσιμο χώρο, ενώ συγχρόνως εισέρχεται από την κάτω θυρίδα στο διάκενο
ψυχρός αέρας από το εσωτερικό του κτηρίου, ο οποίος και θερμαίνεται. Με αυτόν τον τρόπο
αποδίδεται πρόσθετη θερμότητα στο χώρο στις περιόδους της ηλιοφάνειας και η θέρμανση
του χώρου αρχίζει αμέσως με τη θέρμανση του τοίχου και συνεχίζεται έως 2 με 3 ώρες μετά
το σκιασμό του.
Κατά τις νυχτερινές ώρες της χειμερινής περιόδου οι θυρίδες πρέπει να κλείνουν (αρκεί
μόνον το κλείσιμο των επάνω θυρίδων), ώστε να μην προκαλείται αντίστροφη κυκλοφορία
του αέρα. Οι θυρίδες μπορεί να κλείνουν χειροκίνητα ή με αυτοματισμό, με χρονομετρητή ή
με θερμική ή οπτική διέγερση (όταν μειωθεί η εξωτερική θερμοκρασία ή το επίπεδο
φωτισμού).
Οι θυρίδες τοποθετούνται κατά μήκος όλου του τοίχου και όσο το δυνατόν πιο κοντά στην
οροφή και στο δάπεδο. Η απόσταση μεταξύ των επάνω και κάτω θυρίδων δεν πρέπει να
είναι μικρότερη από 2.0m και η συνολική επιφάνεια των θυρίδων να μην υπολείπεται του 2%
της συνολικής επιφάνειας του τοίχου.
Το πάχος του τοίχου, ιδίως αυτού που λειτουργεί χωρίς θυρίδες, είναι καθοριστικό. Το
βέλτιστο πάχος ενός τοίχου με υλικά τοιχοποιίας αυξάνεται καθώς αυξάνεται και ο
συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας των υλικών. Η χρησιμοποίηση των θυρίδων γίνεται
απαραίτητη όσο αυξάνει το πάχος του τοίχου, γιατί τότε η κυκλοφορία του θερμού αέρα
παίζει μεγαλύτερο ρόλο στη γρήγορη θέρμανση του εσωτερικού χώρου, παρά η μετάδοση
θερμότητας με αγωγιμότητα από την εξωτερική στην εσωτερική επιφάνεια του τοίχου.
Το πάχος του τοίχου επηρεάζει και τη διακύμανση της θερμοκρασίας του αέρα στο
θερμαινόμενο χώρο. Γενικά, όσο μεγαλύτερο είναι το πάχος του τοίχου τόσο μεγαλύτερη
είναι η χρονική υστέρηση στη μετάδοση της θερμότητας και μικρότερες οι θερμοκρασιακές
διακυμάνσεις της επιφανειακής θερμοκρασίας της εσωτερικής παρειάς του τοίχου και κατά
συνέπεια και του αέρα στο εσωτερικό του κτηρίου.
Σε σχέση με τις θερμικές απώλειες που εμφανίζονται, η χρησιμοποίηση διπλού υαλοπίνακα
κρίνεται ικανοποιητική. Η νυχτερινή κινητή μόνωση είναι απαραίτητη στις ψυχρότερες
περιοχές. Επίσης για να βελτιωθεί η απόδοση του συστήματος, ο τοίχος πρέπει να μονωθεί
από όλα τα δομικά στοιχεία με τα οποία εφάπτεται, για να περιοριστούν οι θερμογέφυρες.
Για το καλοκαίρι, θα πρέπει να προβλεφθεί ηλιοπροστασία και να ανοίγουν τμήματα του
υαλοστασίου (φεγγίτες ή θυρίδες στο επάνω και κάτω τμήμα του υαλοστασίου) για να
επιτρέπεται η διαφυγή του θερμού αέρα, που υπάρχει στο χώρο μεταξύ υαλοστασίου και
τοίχου προς το εξωτερικό περιβάλλον και να εξασφαλίζεται αποφόρτιση της θερμότητας και
δροσισμός του τοίχου.
Όταν πρόκειται για τοίχο Trombe, πέραν της εξωτερικής σκίασης, πρέπει να κλείνουν οι
εσωτερικές θυρίδες προς το χώρο, ώστε να μη λειτουργεί το σύστημα και μεταφέρει θερμό
αέρα στο εσωτερικό του κτηρίου.
Στον τοίχο Trombe υπάρχει επίσης η δυνατότητα, με την ύπαρξη αντιδιαμετρικών
ανοιγμάτων στο χώρο, σε συνδυασμό με τις θυρίδες του τοίχου και ανοιγμάτων (φεγγιτών)
στα υαλοστάσια να δημιουργείται διαμπερής αερισμός που θα συμβάλλει στο δροσισμό του
χώρου. Συγκεκριμένα, μπορεί να ανοίγει ένας φεγγίτης στο επάνω μέρος του υαλοστασίου
και σε συνδυασμό με άνοιγμα της βόρειας όψης του κτηρίου, διατηρώντας κλειστή την επάνω
θυρίδα αερισμού του τοίχου και ανοιχτή την κάτω, να δημιουργείται κίνηση αέρα στο χώρο
35
(με το φαινόμενο της καμινάδας). Ο δροσισμός του χώρου επιτυγχάνεται με το δροσερό αέρα
που μπαίνει από το βορινό άνοιγμα και την κίνηση του αέρα στο χώρο.
Σε κάθε περίπτωση, για τον καθαρισμό του συστήματος θα πρέπει να προβλέπεται κινητό
υαλοστάσιο ή υαλοστάσιο που μπορεί εύκολα να αποσυναρμολογηθεί, ιδιαίτερα στην
περίπτωση του τοίχου με θυρίδες.
Καλοκαίρι
Χειμώνας
Καλοκαίρι
Χειμώνας
Σχήμα 3.5. Χειμερινή και θερινή λειτουργία τοίχου θερμικής αποθήκευσης με θυρίδες
(τοίχος Τrombe-Michelle)
36
να διαθέτει θυρίδες για τη μεταφορά του θερμού αέρα από το θερμοκήπιο στον κύριο χώρο
(Σχήμα 3.6.)
Ανάλογα με την αρχιτεκτονική λύση, ο ηλιακός χώρος συνδέεται με έναν κοινό τοίχο με το
κτήριο ή ενσωματώνεται σ’ αυτό και συνδέεται με το κτήριο με περισσότερους κοινούς
τοίχους, συμπαγείς ή με συνδυασμό τοιχοποιίας και υαλοστασίου.
Ευνόητο είναι ότι οι γυάλινες όψεις του θερμοκηπίου πρέπει να έχουν τον κατάλληλο
προσανατολισμό για τη μεγιστοποίηση της συλλογής της ηλιακής ακτινοβολίας. Η
επιστέγαση του ηλιακού χώρου μπορεί να είναι συμπαγής ή διαφανής. Επίσης, το
θερμοκήπιο μπορεί να ενσωματωθεί στο κτήριο, ώστε να έχει τρεις κοινούς τοίχους και έναν
υάλινο τοίχο προς το Νότο. Θερμοκήπια θεωρούνται και τα αίθρια στον πυρήνα των κτηρίων,
σκεπασμένα με γυάλινη επιστέγαση, που είναι ανεξάρτητοι μη θερμαινόμενοι χώροι.
Ο ηλιακός χώρος συμβάλλει στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην εξασφάλιση συνθηκών
άνεσης, βοηθά στην ανάπτυξη των φυτών, διευκολύνει την παραγωγή αγροτικών προϊόντων
για οικιακή χρήση και προσφέρει χρηστικό χώρο στους ενοίκους.
Ο χώρος του θερμοκηπίου θερμαίνεται απευθείας από την ηλιακή ακτινοβολία και λειτουργεί
όπως το παθητικό σύστημα του «άμεσου κέρδους». Συγχρόνως η ηλιακή ενέργεια
απορροφάται από τον πίσω συμπαγή τοίχο του θερμοκηπίου ή/και το δάπεδο, μετατρέπεται
σε θερμότητα και ένα ποσοστό μεταφέρεται στο κτήριο. Από αυτή την άποψη, το
προσαρτημένο θερμοκήπιο είναι ένα εκτεταμένο σύστημα τοίχου θερμικής αποθήκευσης, με
τη μόνη διαφορά ότι το υαλοστάσιο είναι τοποθετημένο σε αρκετή απόσταση από τον τοίχο,
ώστε να δημιουργείται κατοικήσιμος χώρος για την ημέρα ή ένας χώρος όπου καλλιεργούνται
φυτά.
Το θερμοκήπιο χαρακτηρίζεται από έντονη θερμική διαστρωμάτωση, με τις πιο θερμές μάζες
του αέρα να ανυψώνονται προς την ανώτατη στάθμη του. Έτσι, τοποθέτηση θυρίδων στα
υψηλότερα σημεία του στοιχείου που συνδέει το θερμοκήπιο με το κτήριο είναι ικανές να
προσάγουν θερμό αέρα στους θερμαινόμενους χώρους του κτηρίου.
Το θερμοκήπιο-ηλιακός χώρος, επίσης, λειτουργεί ως φράγμα θερμικών απωλειών του
κτηρίου προς το εξωτερικό περιβάλλον (χώρος θερμικής ανάσχεσης, tampon espace, buffer
zone). Σχεδόν όλες τις ώρες της ημέρας ο ηλιακός χώρος έχει υψηλότερη θερμοκρασία από
τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος κι έτσι συμβάλλει στη μείωση των θερμικών απωλειών
από το κτήριο. Σε ψυχρά όμως κλίματα, κατά τις νυχτερινές ώρες, μπορεί να συμβάλλει σε
αύξηση θερμικών απωλειών, όταν ο ενδιάμεσος τοίχος δεν είναι επαρκώς μονωμένος. Σε
ημέρες χωρίς ηλιοφάνεια, η εσωτερική θερμοκρασία σ’ ένα θερμοκήπιο με διπλό υαλοστάσιο
φθάνει τουλάχιστον στους 10οC όταν η εξωτερική είναι 0οC.
Η θερμική συνεισφορά του ηλιακού χώρου εξαρτάται από το γεωμετρικό σχήμα και τον
τρόπο σύνδεσής του με το κτήριο. Η απόδοσή του είναι συγκρίσιμη και πολλές φορές
καλύτερη από την απόδοση ενός τοίχου θερμικής αποθήκευσης, που έχει την ίδια επιφάνεια
υαλοστασίου. Οι επί πλέον θερμικές απώλειες μέσω της οροφής και των τοίχων που
περιβάλλουν έναν ηλιακό χώρο αντισταθμίζονται από το γεγονός ότι το υαλοστάσιο έχει τη
βέλτιστη κλίση. Υπολογίζεται ότι κατά τους χειμερινούς μήνες 10% έως 30% από την
θερμότητα που προέρχεται από τη δέσμευση της ηλιακής ακτινοβολίας από έναν ηλιακό
χώρο μεταφέρεται στους παρακείμενους χώρους του κτηρίου.
37
Υπάρχουν πέντε βασικές μέθοδοι μεταφοράς θερμότητας από τον ηλιακό χώρο στους
εσωτερικούς χώρους του κτηρίου:
Με απευθείας είσοδο της ηλιακής ακτινοβολίας στο εσωτερικό του κτηρίου (στην
περίπτωση που υπάρχουν διαφανή στοιχεία στον ενδιάμεσο τοίχο).
Με μεταφορά του θερμού αέρα από το θερμοκήπιο στο χώρο με θερμοσιφωνισμό (στην
περίπτωση που υπάρχουν ανοίγματα ή θυρίδες στον ενδιάμεσο τοίχο) ή με βεβιασμένη
μεταφορά (θυρίδες ενισχυμένες με ανεμιστήρες).
Με αγωγιμότητα μέσω των διαχωριστικών τοίχων θερμοκηπίου-κτηρίου (σε αυτή την
περίπτωση ο ενδιάμεσος τοίχος δε διαθέτει θερμομόνωση κατά τη διάρκεια της ημέρας).
Με τη χρήση απλών μηχανικών μέσων (π.χ. ανεμιστήρας) και αποθήκευση της
θερμότητας στον εσωτερικό χώρο απ’ όπου και μεταδίδεται με ακτινοβολία ή μεταφορά.
Σ’ αυτή την περίπτωση, η θερμότητα μπορεί να μεταφερθεί και σε χώρους που δεν
δέχονται απευθείας την ηλιακή ακτινοβολία.
Με συνδυασμό των ανωτέρω.
Ανάλογα με τη θερμική σύνδεση και τον επιθυμητό τρόπο μεταφοράς, αποθήκευσης και
διανομής της θερμότητας, ο διαχωριστικός τοίχος και το διαχωριστικό υαλοστάσιο μεταξύ
θερμοκηπίου και κατοικήσιμου χώρου, θερμομονώνεται ή όχι και εφαρμόζεται νυχτερινή
μόνωση (η οποία εφαρμόζεται και τη θερινή περίοδο).
- Στη μέθοδο της απευθείας εισόδου της ηλιακής ακτινοβολίας στο κτήριο, τμήμα του κοινού
τοίχου μεταξύ του θερμοκηπίου και του κτηρίου αποτελείται από υαλοστάσιο. Ένα σημαντικό
ποσοστό της ηλιακής ακτινοβολίας που προσπίπτει στο υαλοστάσιο του θερμοκηπίου
εισέρχεται στο κτήριο απευθείας μέσα από ενδιάμεσα ανοίγματα, ενώ το υπόλοιπο
παραμένει στο θερμοκήπιο και το θερμαίνει. Σ’ αυτήν την περίπτωση το σύστημα λειτουργεί
όπως το παθητικό σύστημα του «άμεσου κέρδους». Το πλεονέκτημα σε σχέση με το
σύστημα του άμεσου κέρδους είναι ότι μειώνονται οι θερμικές απώλειες από το υαλοστάσιο
του θερμαινόμενου χώρου, επειδή μεσολαβεί το θερμοκήπιο, όπου αναπτύσσεται υψηλότερη
θερμοκρασία από το εξωτερικό περιβάλλον.
- Η μεταφορά του θερμού αέρα από το θερμοκήπιο στον εσωτερικό χώρο (είτε ο
διαχωριστικός τοίχος διαθέτει ανοίγματα είτε όχι) βασίζεται στο φυσικό θερμοσιφωνισμό ή
υποστηρίζεται από ανεμιστήρες.
Για τη φυσική μεταφορά της θερμότητας απαιτούνται ανοίγματα (παράθυρα ή πόρτες ή
θυρίδες) στον κοινό τοίχο θερμοκηπίου – κτηρίου, που ανοίγουν αυτόματα ή χειροκίνητα και
έτσι δημιουργείται φυσική κυκλοφορία του θερμού αέρα. Όσο υψηλότερα είναι τοποθετημένα
τα ανοίγματα στο διαχωριστικό τοίχο και όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία στο
θερμοκήπιο, τόσο μεγαλύτερη είναι η ροή της θερμότητας από το θερμοκήπιο στον κυρίως
χώρο. Η θερμότητα που αποδίδεται στον εσωτερικό χώρο μπορεί, στη συνέχεια, να
αποταμιευθεί στα εσωτερικά δομικά στοιχεία όπως και στην περίπτωση του άμεσου κέρδους.
Αν χρησιμοποιηθούν ανεμιστήρες, με χειροκίνητη ή αυτόματη λειτουργία, η θερμοκρασία
μπορεί να διοχετευθεί και στους βορινούς χώρους, που δεν δέχονται ηλιακή ακτινοβολία, και
να αποταμιευθεί σε ειδικά στοιχεία αποθήκευσης, ή στα δομικά τους στοιχεία.
- Η μετάδοση της θερμότητας με αγωγιμότητα μέσα από τους κοινούς τοίχους θερμοκηπίου
– κτηρίου είναι ο πιο συνηθισμένος και αποτελεσματικός τρόπος για τη θερμική σύνδεση του
κτηρίου με το θερμοκήπιο. Σ’ αυτή την περίπτωση ο διαχωριστικός τοίχος δεν έχει θερμική
μόνωση και ουσιαστικά λειτουργεί όπως το παθητικό σύστημα του τοίχου θερμικής
αποθήκευσης.
Η αποτελεσματικότητα του συστήματος εξαρτάται από τους ίδιους παράγοντες όπως και στο
σύστημα του τοίχου θερμικής αποθήκευσης: από το μέγεθος του υαλοστασίου, τον
38
προσανατολισμό, την κλίση και τις ιδιότητες του υαλοστασίου του ηλιακού χώρου κι από την
επιφάνεια, το πάχος, το υλικό κατασκευής και το χρώμα του διαχωριστικού τοίχου.
Το πάχος του μη θερμομονωμένου διαχωριστικού τοίχου (από σκυρόδεμα ή συμπαγή
πλινθοδομή) κυμαίνεται από 20-35 εκ. Όταν υπάρχει υδάτινος τοίχος μεταξύ του
θερμοκηπίου και του κτηρίου, ο όγκος του νερού προσδιορίζει τη διακύμανση της
θερμοκρασίας στο θερμοκήπιο και στους παρακείμενους κατοικήσιμους χώρους. Όσο
μεγαλύτερος είναι ο όγκος του νερού τόσο μικρότερες είναι οι θερμοκρασιακές διακυμάνσεις.
Στην περίπτωση που η κατασκευή του θερμοκηπίου γίνεται σε περιοχή που χαρακτηρίζεται
από χαμηλές θερμοκρασίες το βράδυ, επιβάλλεται η κινητή νυχτερινή θερμομόνωση του
διαχωριστικού τοίχου, τόσο του διαφανούς όσο και του αδιαφανούς τμήματος όταν δεν είναι
θερμομονωμένο.
- Η μετάδοση της θερμότητας με τη χρήση απλών μηχανικών μέσων (π.χ. ανεμιστήρας)
μπορεί να συνδυαστεί και με σύστημα σωληνώσεων που οδηγεί τον θερμό αέρα σε χώρο με
θραυστό υλικό (rock bed, lit de pierres), όπου και αποθηκεύεται η θερμότητα και αποδίδεται
στον εσωτερικό χώρο με ακτινοβολία ή μεταφορά. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται κυρίως
σε εύκρατα κλίματα, όπου την ημέρα συλλέγεται πολύ περισσότερη θερμότητα από όση είναι
αναγκαία για τη θέρμανση του χώρου.
Για την αποδοτική λειτουργία του θερμοκηπίου, ανεξάρτητα από τον τρόπο θερμικής του
σύνδεσης με το κτήριο, πρέπει να αποφεύγεται η υπερθέρμανση, η οποία εύκολα μπορεί να
προκύψει ακόμη και το χειμώνα, λόγω της μεγάλης επιφάνειας των υαλοστασίων. Για την
αποφυγή της υπερθέρμανσης απαιτείται ηλιοπροστασία το καλοκαίρι και συνιστάται να
προβλέπονται αποσπώμενες γυάλινες επιφάνειες.
Η ηλιοπροστασία του θερμοκηπίου είναι απαραίτητη και μπορεί να συνδυαστεί και με τα
συστήματα νυχτερινής μόνωσης. Η ηλιοπροστασία αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο, όπως
και στο σύστημα του άμεσου κέρδους και η μεθοδολογία υπολογισμού αναφέρεται στο
Τεχνική Οδηγία «Αναλυτικές εθνικές προδιαγραφές παραμέτρων για τον υπολογισμό της
ενεργειακής απόδοσης κτηρίων και την έκδοση του πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης»
και στο κεφάλαιο 4 της παρούσας τεχνικής οδηγίας.
Επίσης είναι απαραίτητος ο αερισμός του θερμοκηπίου, ο οποίος λειτουργεί και ως μέσο
ελέγχου της υπερθέρμανσης και της υγρασίας αλλά και για την απομάκρυνση του CO2 που
παράγεται το βράδυ, στην περίπτωση που ο ηλιακός χώρος χρησιμοποιείται και για την
καλλιέργεια των φυτών. Για να δημιουργηθεί ρεύμα αέρα πρέπει να τοποθετηθούν περίπου
ίδιου μεγέθους ανοίγματα στους απέναντι τοίχους, ή ανοιγόμενες θυρίδες στο άνω τμήμα του
θερμοκηπίου.
Για τον υπολογισμό του μέσου συντελεστή θερμοπερατότητας του κτηρίου σύμφωνα με τον
Κ.Εν.Α.Κ., το διαχωριστικό δομικό στοιχείο μεταξύ του κυρίως χώρου του κτηρίου και του
προσαρτημένου θερμοκηπίου, θεωρείται ως εξωτερική επιφάνεια του κελύφους προς μη
θερμαινόμενο χώρο.
39
Σχήμα 3.6 Χειμερινή και θερινή λειτουργία θερμοκηπίου, με ανοιγόμενα υαλοστάσια
40
Σε περίπτωση που τοποθετείται κεκλιμένα, το θερμοσιφωνικό πανέλο έχει καλύτερη
απόδοση αλλά χρειάζεται περισσότερο ελεύθερο χώρο. Προσαρτημένο κατακόρυφα στον
τοίχο μπορεί να εναρμονισθεί αισθητικά με το κτήριο πιο εύκολα.
Χειμώνας
41
Το εμβαδόν της συλλεκτικής επιφάνειας του τοίχου, την απορροφητικότητα και την
θερμοπερατότητα.
Καλοκαίρι
Χειμώνας
Εικόνα 3.1. Το ηλιακό χωριό στη Λυκόβρυση Αττικής (αρχιτεκτονική μελέτη: Α. Τομπάζης,1984).
Εφαρμόστηκε πληθώρα ηλιακών συστημάτων με στόχο την αξιολόγησή τους.
42
Εικόνα 3.2. Κατοικία στη Θέρμη Θεσσαλονίκης. Μεγάλα ανοίγματα , τοίχος θερμικής αποθήκευσης
και προσαρτημένος ηλιακός χώρος διαμορφώνουν τη νότια όψη (αρχιτεκτονική μελέτη: Κ. Αντωνίου,
Κ. Αξαρλή, 1991)
Εικόνα 3.3. Κατοικία στη Λευκάδα. Μεγάλα ανοίγματα, έλεγχος ηλιασμού (βάση εποχής) μέσω
προβόλων, θερμική μάζα, φυσικός αερισμός (αρχιτεκτονική μελέτη: Κ. Γράψας 2007)
Εικόνα 3.4. Συγκρότημα κατοικιών στο Λουγκάνο της Ελβετίας. Η νότια όψη διαμορφώνεται με
κατακόρυφους αεροσυλλέκτες
43
3.5.1. Σύστημα άμεσου κέρδους
Πλεονεκτήματα
Το χαμηλό κόστος: τα υαλοστάσια είναι ένας σχετικά οικονομικός τρόπος δημιουργίας
ηλιακού συλλέκτη
Η ευκολία κατασκευής: Στις περισσότερες περιπτώσεις αρκεί η σωστή χωροθέτηση των
ανοιγμάτων. ∆εν απαιτείται πρόσθετη μάζα θερμικής αποθήκευσης, για συμμετοχή έως
25% της ηλιακής ενέργειας στη θέρμανση του χώρου. Ο έως σήμερα τρόπος
κατασκευής των κτηρίων στην Ελλάδα παρέχει την απαραίτητη θερμική μάζα για τη
λειτουργία του συστήματος.
Τα συνδυασμένα οφέλη: Τα γυάλινα ανοίγματα συμβάλλουν σε πολλές ταυτόχρονα
λειτουργίες, επιτρέποντας την είσοδο του φυσικού φωτός στο κτήριο και την οπτική
επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον.
Μειονεκτήματα
Ο κίνδυνος θάμβωσης από τα μεγάλα ανοίγματα.
Η είσοδος υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας, η οποία μπορεί να αλλοιώσει υφάσματα
και αντικείμενα.
Οι σχετικά μεγάλες διακυμάνσεις της εσωτερικής θερμοκρασίας που εμφανίζονται εάν
δεν υπάρχει επαρκής θερμική μάζα.
Η μείωση της ιδιωτικότητας.
Η μεγάλη επιφάνεια θερμικής μάζας που απαιτείται, όταν προβλέπεται ηλιακή
συμμετοχή μεγαλύτερη από 50% (ιδιαίτερα σε ψυχρά κλίματα).
Το κόστος της νυχτερινής μόνωσης που απαιτείται για τη μείωση των θερμικών
απωλειών.
44
3.1.2. Προσαρτημένο θερμοκήπιο
Πλεονεκτήματα
∆ημιουργείται πρόσθετος κατοικήσιμος χώρος με μικρό κόστος.
∆ημιουργείται χώρος για την καλλιέργεια φυτών.
Λειτουργεί ως φράγμα θερμικών απωλειών του κτηρίου κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Ενσωματώνεται εύκολα σε υφιστάμενα κτήρια.
Οι θερμοκρασιακές διακυμάνσεις στον κατοικήσιμο χώρο είναι μικρές.
Μειονεκτήματα
Η θερμική απόδοση επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από το σχεδιασμό και γι’ αυτό είναι
δύσκολο να προβλεφθεί.
Υπάρχει κίνδυνος υπερθέρμανσης, ιδίως για το καλοκαίρι, εάν δε ληφθούν τα
απαραίτητα μέτρα ηλιοπροστασίας και αερισμού.
45
Στο άρθρο 8: Ελάχιστες προδιαγραφές κτηρίων: απαιτείται στο σχεδιασμό των νέων
κτηρίων η «ενσωμάτωση τουλάχιστον ενός εκ των Παθητικών Ηλιακών
Συστημάτων (ΠΗΣ), όπως: άμεσου ηλιακού κέρδους (νότια ανοίγματα), τοίχος μάζας,
τοίχος Trombe, ηλιακός χώρος (θερμοκήπιο) κ.ά.»
Στο Άρθρο 11: Περιεχόμενα μελέτης ενεργειακής απόδοσης κτηρίου: Το τεύχος της
μελέτης ενεργειακής απόδοσης κτηρίου όσον αφορά το σχεδιασμό του κτηρίου
περιλαμβάνει (παράγραφος 2.6) «Περιγραφή λειτουργίας των παθητικών
συστημάτων για τη χειμερινή και θερινή περίοδο: υπολογισμός επιφάνειας παθητικών
ηλιακών συστημάτων άμεσου και έμμεσου κέρδους (κάθετης / κεκλιμένης / οριζόντιας
επιφάνειας), για τα συστήματα με μέγιστη απόκλιση έως 30ο από το νότο, καθώς και
του ποσοστού της επί της αντίστοιχης συνολικής επιφάνειας της όψης.
Όσον αφορά στον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης των παθητικών συστημάτων:
Σύμφωνα με το άρθρο 9 του Κ.Εν.Α.Κ., τα παθητικά ηλιακά συστήματα που πιθανώς
ενσωματώνονται στο εξεταζόμενο κτήριο δεν λαμβάνονται υπόψη στους
υπολογισμούς της ενεργειακής απόδοσης για το κτήριο αναφοράς, εκτός από το
σύστημα άμεσου ηλιακού κέρδους.
∆ηλαδή δεν ελέγχονται ως προς τη θερμομονωτική τους επάρκεια:
• ο τοίχος Trombe, ο τοίχος θερμικής μάζας και γενικώς οποιοσδήποτε τοίχος ή άλλο
στοιχείο θερμικής συσσώρευσης,
• το διαχωριστικό δομικό στοιχείο μεταξύ του κυρίως χώρου του κτηρίου και του
προσαρτημένου θερμοκηπίου, που θεωρείται ως εξωτερική επιφάνεια του κελύφους
προς μη θερμαινόμενο χώρο, καθώς το προσαρτημένο θερμοκήπιο λογίζεται ως
χώρος που δεν θερμαίνεται.
Σ’ αυτήν την περίπτωση, στο κτήριο αναφοράς τα ιδιαίτερα δομικά στοιχεία των
παθητικών ηλιακών συστημάτων που δεν διαθέτουν ικανοποιητική θερμομόνωση
(τοίχος Τrombe, τοίχος θερμικής μάζας, διαχωριστικός τοίχος κτηρίου-ηλιακού χώρου
κλπ) αντικαθίστανται με αντίστοιχα συμβατικά δομικά μη διαφανή στοιχεία με θερμικά
χαρακτηριστικά που ανταποκρίνονται σε συντελεστή θερμοπερατότητας UV-W (W/(m²K))
τον μέγιστο επιτρεπτό για την αντίστοιχη θερμική ζώνη (όπως ορίζονται στον πίνακα
3.3α. της ΤΟΤΕΕ 20701-1/2010: «Αναλυτικές εθνικές προδιαγραφές παραμέτρων για
τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης κτηρίων και την έκδοση του πιστοποιητικού
ενεργειακής απόδοσης»)).
Σύμφωνα με τον Κ.Εν.Α.Κ. και την ΤΟΤΕΕ 20701-1/2010 «Αναλυτικές εθνικές
προδιαγραφές παραμέτρων για τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης κτηρίων και
την έκδοση του πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης», (άρθρο 3.5): για τον
υπολογισμό της συνεισφοράς των παθητικών ηλιακών συστημάτων στην ενεργειακή
απόδοση των κτηρίων, είναι απαραίτητος ο προσδιορισμός και καταγραφή
διαφόρων παραμέτρων που σχετίζονται με τα τεχνικά χαρακτηριστικά των παθητικών
ηλιακών συστημάτων και αναφέρονται αναλυτικά στη μελέτη σχεδιασμού που
περιλαμβάνεται στην ενεργειακή μελέτη του κτηρίου.
Θα πρέπει ο μελετητής να λαμβάνει υπόψη στους υπολογισμούς τις εξής παραμέτρους:
o Τον τύπο του παθητικού ηλιακού συστήματος: άμεσου ηλιακού κέρδους και
έμμεσου κέρδους, όπως το προσαρτημένο θερμοκήπιο (ηλιακός χώρος), ο τοίχος
Trombe, ο τοίχος μάζας κ.ά.
o Τη διαφανή επιφάνεια του παθητικού ηλιακού συστήματος σε m2. Ανάλογα με το
παθητικό ηλιακό σύστημα, προσδιορίζεται η διαφανής επιφάνεια (υαλοστάσιο),
τόσο ως προς τη γεωμετρία της [m2], όσο και ως προς τις θερμοφυσικές ιδιότητες
των υλικών όπως τη θερμοπερατότητα, την ηλιακή διαπερατότητα, την
46
ανακλαστικότητα και τη διείσδυση του αέρα (m3/sec). Επίσης καταγράφεται ο
συντελεστής σκίασης, ο προσανατολισμός, η κλίση της επιφάνειας και η νυχτερινή
προστασία.
o Για τα παθητικά ηλιακά συστήματα άμεσου κέδρους: τον προσδιορισμό των
τεχνικών χαρακτηριστικών και της γεωμετρίας των εσωτερικών επιφανειών του
χώρου, η οποία λαμβάνεται υπόψη ως επιφάνεια υψηλής θερμικής μάζας που
αποθηκεύει τη θερμική ενέργεια από τον ήλιο. Γι’ αυτές τις επιφάνειες
προσδιορίζεται το πάχος τους [m], η θερμοχωρητικότητα τους [kJ/kg·K], η
θερμοπερατότητά τους [W/(m2·K)] και η απορροφητικότητα τους στην ηλιακή
ακτινοβολία.
o Για τα παθητικά ηλιακά συστήματα έμμεσου κέρδους: τον προσδιορισμό των
τεχνικών χαρακτηριστικών του αδιαφανούς δομικού στοιχείου που
χρησιμοποιείται ως στοιχείο αποθήκευσης (τοίχου Τrombe, τοίχου μάζας κ.ά.). Γι'
αυτές τις επιφάνειες προσδιορίζεται το πάχος τους (m), η θερμοχωρητικότητα
τους [kJ/kg·K], η θερμοπερατότητά τους [W/(m2·K)] και η απορροφητικότητα τους
στην ηλιακή ακτινοβολία και η εκπεμπτικότητα τους στη θερμική ακτινοβολία.
o Για τα παθητικά ηλιακά συστήματα έμμεσου κέρδους με τοίχο Τrombe ή τοίχο
θερμικής μάζας: τον προσδιορισμό επίσης της απόστασης διακένου (cm) μεταξύ
κουφώματος και αδιαφανούς αποθηκευτικής επιφάνειας (τοίχου Τrombe ή τοίχου
μάζας), την κυκλοφορία αέρα αν εφαρμόζεται μεταξύ του διακένου του παθητικού
ηλιακού συστήματος και του εξωτερικού περιβάλλοντος, καθώς και την
κυκλοφορία αέρα μεταξύ του διακένου του παθητικού ηλιακού συστήματος και του
εσωτερικού χώρου του κτηρίου μέσω κατάλληλων θυρίδων κυκλοφορίας αέρα.
Για τις θυρίδες αερισμού προσδιορίζεται και η επιφάνειας τους (m2).
Για τους υπολογισμούς της ενεργειακής απόδοσης κτηρίων, προς το παρόν δεν
λαμβάνονται, υπόψη τα παθητικά ηλιακά συστήματα έμμεσου κέρδους με τοίχο
Τrombe ή/και τοίχο θερμικής μάζας, μέχρις επιλύσεως υπολογιστικών διαφορών που
έχουν δημοσιευθεί στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά
πρότυπα. Ο τελικός καθορισμός των τεχνικών χαρακτηριστικών των Π.Η.Σ. όπως θα
λαμβάνονται στους υπολογισμούς θα γίνει με επικαιροποίηση των τεχνικών οδηγιών.
Προς το παρόν στην περίπτωση που ένα κτήριο ή τμήμα κτηρίου διαθέτει τοίχο
Τrombe ή/και τοίχο θερμικής μάζας, τότε στους υπολογισμούς λαμβάνεται υπόψη ότι
η επιφάνεια του Π.Η.Σ. είναι μια συμβατική αδιαφανής επιφάνεια, με συντελεστή
θερμοπερατότητας UV-W (W/(m²K)) το μισό του μέγιστου επιτρεπτού για την
αντίστοιχη θερμική ζώνη (όπως ορίζονται στον πίνακα 3.3α. της ΤΟΤΕΕ 20701-
1/2010: «Αναλυτικές εθνικές προδιαγραφές παραμέτρων για τον υπολογισμό της
ενεργειακής απόδοσης κτηρίων και την έκδοση του πιστοποιητικού ενεργειακής
απόδοσης»). Τα υπόλοιπα τεχνικά χαρακτηριστικά, συντελεστής σκίασης,
απορροφητικότητα και συντελεστής εκπομπής στη θερμική ακτινοβολία λαμβάνονται
όπως οι αδιαφανείς επιφάνειες του κτηρίου αναφοράς.
3.7. Βιβλιογραφία
1. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη, Ε., «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός – Περιβάλλον και Βιωσιμότητα»,
University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006.
2. Aξαρλή, Κ., Αραβαντινός, ∆., «Μετρήσεις και αξιολογήσεις εσωκλιματικών συνθηκών και
έλεγχος σχηματισμού δρόσου σε πειραματικούς χώρους εξοπλισμένους με ηλιακά
παθητικά συστήματα», πρακτικά 7ου Εθνικού Συνέδριου ΙΗΤ για τις Ήπιες Μορφές
Ενέργειας, ΙΗΤ, Πάτρα 6-8 Νοεμβρίου 2002, τόμος Α΄, ISSN 1108-3603, σελ. 241-251.
47
3. Αxarli K., Demetriou M., “The impact of shading on the thermal performance of a passive
solar heating system: Experimental evaluation and Simulation analysis”, Int conference
proceedings - PLEA 2005 “Environmental Sustainability: The Challenge of Awareness in
Developing Societies”, Beirut, Lebanon, 13-16 November, 2005, pp 57-63.
4. Crosbie, M., (Ed.), “Τhe passive solar design and construction handbook”, John Wiley
and Sons, 1997.
5. Darvey, P., «Engineering for a Finite Planet», Birkhäuser, Basel, 2009.
6. Eicker, U., «Solar Technologies for Buildings», Wiley, Chichester, 2003.
7. Gallo, C., «Architecture, Comfort and Energy», Pergamon, Amsterdam, 1988.
8. Galloway, T., «Solar House, A Guide for the Solar Designer», Architectural Press,
Elsevier, Amsterdam, 2004.
9. Goulding J.R, Lewis J.O., Steemers T,C. (Επιμ), «Energy in Architecture, The European
Passive Solar Handbook», Commission of the European Communities, 1994. Ελληνική
έκδοση: «Ενέργεια στην Αρχιτεκτονική. Το Ευρωπαϊκό εγχειρίδιο για τα Παθητικά ηλιακά
κτήρια», μεταφρ. Ε. Τσίγκας, Μαλλιάρης Παιδεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση, 1996.
10. Kerschberger, A., & Binder, M., «Transparent Wärmedämmung im Vergleigh.» RK-
Stuttgart, Fachartikel TWD, 2006.
11. Legrand, D. G., & Bendler, J. T., (Eds), «Handbook of Polycarbonate Science and
Technology.» Markel Dekker Inc, New York, 2000.
12. Mazria (Ed.), «The Passive Solar Energy Book», Rodale Press, Emmaus, Pa., 1979.
13. McKeen, L. W., «The Effect of Temperature and Other Factors on Plastics and
Elastomers.» William Andrew, New York, 2008.
14. Norton, B., & Probert, S. D., «Solar-Energy Stimulated, Open-Looped Thermosyphonic
Air Heaters.» Applied Energy, Vol. 17, pp 217-234, 1984.
15. Παπαδόπουλος, Μ., & Αξαρλή, Κ., «∆ομική Φυσική ΙΙ, Ενεργειακός Σχεδιασμός –
Παθητικά Ηλιακά Συστήματα», Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1982.
16. Platzer, W. J., & Goetzberger, A., «Recent Advances in Transparent Insulation
Technology», EUROSUN 1996, pp 5-10.
17. Yannas, S., «Solar Energy and Housing Design: Principles, Objectives, Guidelines»,
Architectural Association Publications, 1993.
48
ΦΥΣΙΚΟΣ ∆ΡΟΣΙΣΜΟΣ
3.9. Εισαγωγή
Η στρατηγική του φυσικού δροσισμού αποσκοπεί στην αποτροπή της υπερθέρμανσης του
κτηρίου. Πρώτο βήμα για την επίτευξή της είναι η προστασία του κτηρίου, ιδιαίτερα των
ανοιγμάτων του, από την πρόσπτωση της έντονης ηλιακής ακτινοβολίας.
Το επόμενο βήμα είναι η απομάκρυνση της πλεονάζουσας θερμότητας από τον
εσωτερικό χώρο προς το εξωτερικό περιβάλλον.
Ο βιοκλιματικός σχεδιασμός επιχειρεί με τεχνικές και νέες τεχνολογίες να αποκαταστήσει το
φυσικό δροσισμό των κτηρίων, για τους εξής κυρίως λόγους:
για μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας ή τουλάχιστον τη σταθεροποίησή
της σε περιόδους αιχμής -καύσωνα,
για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα,
για περιορισμό των εκπομπών χλωροφθορανθράκων από τη διαρκώς αυξανόμενη
τάση χρήσης κλιματιστικών,
για τη διασφάλιση συνθηκών θερμικής άνεσης μέσα στα κτήρια.
3.10.1. Ηλιοπροστασία
Το καλοκαίρι οι εξωτερικές θερμοκρασίες είναι υψηλές και η ηλιακή ακτινοβολία έντονη, με
αποτέλεσμα το κτήριο να απορροφά θερμότητα, πολύ περισσότερη μάλιστα όταν είναι
εκτεθειμένο στον ήλιο, με άμεσες επιπτώσεις στο εσωτερικό του (κίνδυνος υπερθέρμανσης).
Για τα ελληνικά κλιματικά δεδομένα, ο σκιασμός του κτηρίου, ιδιαίτερα των ανοιγμάτων του,
είναι αναγκαίος για τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο, ενώ για τους μήνες Μάιο,
Σεπτέμβριο και Οκτώβριο είναι επιθυμητός κατά κανόνα τις μεσημβρινές ώρες.
49
Κατά συνέπεια, τα συστήματα σκίασης πρέπει να παρέχουν αποτελεσματική προστασία από
τον ήλιο το καλοκαίρι, χωρίς όμως να παρεμποδίζουν τον ηλιασμό του κτηρίου το χειμώνα ή
να περιορίζουν τον φυσικό του φωτισμό.
°
4
4
5
5
5
5
4
4
°
:Υ
X
ΕΑ
υν
ε
ρπ
γ
ε
τ
ι
κμ
ήη
θ
εη
ρ
νε
ι
ήμ
σρ
κ
ι
άή
:
ε
ι
θ
ύ
τ
χ
ι
ε
ι
ν
σ
κ
ι
ά
X1
X2
Y1
Y2
Σχήμα 4.1. Σκίαση με δέντρα. Το ύψος του δέντρου και η ερριμένη σκιά του
Τα βασικά κριτήρια για την επιλογή του καταλληλότερου συστήματος ηλιοπροστασίας των
ανοιγμάτων είναι:
ο προσανατολισμός της όψης,
η χρήση του χώρου (κατοικία, σχολείο, εργασιακός χώρος),
η μορφή των ανοιγμάτων - ανοίγματα συνεχόμενα ή διακοπτόμενα από τοίχους,
50
η αισθητική του κτηρίου,
ο παράγων οικονομία, ως αρχική επένδυση και ως κόστος λειτουργίας του κτηρίου.
Σχήμα 4.2. Μορφές οριζόντιων σκιάστρων σταθερών ή κινητών για νότια όψη
51
γ) για προσανατολισμό νοτιανατολικό και νοτιοδυτικό, τα ηλιοπροστατευτικά στοιχεία,
για να είναι αποτελεσματικά, πρέπει να είναι συνδυασμός οριζόντιων και κατακόρυφων
περσίδων, υπό μορφή εσχάρας (Σχήμα 4.4). Η διάταξη αυτή των περσίδων καθορίζεται από
το ύψος και το αζιμούθιο του ήλιου, για τους μήνες του καλοκαιριού.
52
κελύφους αποτελούν ζητήματα συνθετικής οργάνωσης. Η διαφοροποιούμενη μορφή της
ηλιοπροστασίας, συναρτήσει του προσανατολισμού της όψης, προσφέρει δυνατότητες
σχεδιαστικών χειρισμών και μπορεί να αποτελέσει βασικό στοιχείο σύνθεσης και αισθητικής
των όψεων του κτηρίου.
Τέλος, ως προς το οικονομικό σκέλος, παρά το γεγονός ότι η κινητή εξωτερική
ηλιοπροστασία είναι πιο ακριβή σε σχέση με τη σταθερή ή τα εσωτερικά σκίαστρα, όμως
είναι πιο αποδοτική, άρα και πιο οικονομική στη λειτουργία της, γιατί απαλλάσσει τα κτήρια
από την υπερβολική ζέστη του καλοκαιριού και συνεπώς από τη συνεχή χρήση του
κλιματισμού.
53
Σχήμα 4.6. Ταύτιση ηλιακού χάρτη και μετρητή σκιασμού για προσανατολισμό όψης 45ο
προς την δύση
54
Εάν για λόγους αισθητικής δεν είναι επιθυμητή μια ενιαία προεξοχή, μπορούμε να έχουμε
μικρότερες περσίδες -ελάχιστα προεξέχουσες- αρκεί η κατακόρυφη γωνία (α) ή (β) να
παραμένει σταθερή. ∆ηλαδή το τέλος της προεξοχής της κάθε περσίδας και η αρχή της
επόμενης να σχηματίζουν την ίδια γωνία, πράγμα που σημαίνει ότι οι ευθείες είναι
παράλληλες μεταξύ τους (Σχήμα 4.9).
Από μελέτες έχει προκύψει ότι για να είναι τα σκίαστρα αποτελεσματικά πρέπει:
για 32ο και 36ο Β.Γ.Π. η κατακόρυφη γωνία (α) να είναι ίση με 60ο ως προς την
οριζόντια,
για 40ο Β.Γ.Π. η κατακόρυφη γωνία (α) να είναι ίση με 55ο ως προς την οριζόντια.
Για τις κατακόρυφες προεξοχές, στην περίπτωση σκιασμού ανατολικών ή δυτικών όψεων,
χρησιμοποιείται η κάτοψη του ανοίγματος-υαλοστασίου, ακολουθώντας τα παρακάτω
βήματα:
55
Συνδέεται η απόληξη της προεξοχής (κάθετη στην κάτοψη) με τις αντίστοιχες
παραστάδες του ανοίγματος. Προκύπτουν οι γωνίες (α) και (β) αντιστοίχως, οι οποίες
ανταποκρίνονται σε σκίαση 100% του ανοίγματος (Σχήμα 4.10).
Στην περίπτωση που ενδιαφερόμαστε για σκίαση μειωμένη, κατά 50%, η σύνδεση
των απολήξεων γίνεται με το μέσον του παραθύρου, οπότε προκύπτουν οι γωνίες (γ)
και (δ) αντιστοίχως (βλ. Σχήμα 4.10).
Μεταφέρονται οι οριζόντιες προσδιορισθείσες γωνίες στο μετρητή σκιασμού και
χαράζονται κατακόρυφες ευθείες. Πέραν από τα όρια αυτών των κατακόρυφων
ευθειών (αριστερά και δεξιά) υπάρχει σκιά, ενώ το υπόλοιπο τμήμα παραμένει
εκτεθειμένο στον ήλιο. Με αυτό τον τρόπο διακόπτονται οι χαμηλές τροχιές του ήλιου,
που αντιστοιχούν σε ανατολή και δύση.
Όταν οι κατακόρυφες προεξοχές δεν είναι κάθετες στο άνοιγμα, αλλά υπό κεκλιμένη
γωνία, ακολουθείται η ίδια διαδικασία για τον προσδιορισμό της μάσκας σκιασμού
(Σχήμα 4.11). Το πλεονέκτημα στην περίπτωση αυτή είναι ότι για το ίδιο αποτέλεσμα
σκιασμού οι κεκλιμένες προεξοχές είναι μικρότερες σε σχέση με τις κάθετες στην
κάτοψη του ανοίγματος.
Σχήμα 4.10. Χάραξη των γωνιών για πλήρη ή 50% σκίαση, για κατακόρυφα, κάθετα
σκίαστρα
Για τα γεωγραφικά πλάτη του ελληνικού χώρου έχει προκύψει από μελέτες ότι: οι γωνίες (α)
και (β) πρέπει να αντιστοιχούν σε 55ο (γωνία αζιμουθίου), προκειμένου να διασφαλίζεται
πλήρης σκίαση των ανοιγμάτων τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο.
56
Για προσανατολισμό νοτιο-δυτικό ή νοτιο-ανατολικό, ακολουθείται η διαδικασία που ήδη
περιγράφηκε για τον προσδιορισμό τόσο των οριζόντιων, όσο και των κατακόρυφων
σκιάστρων, προκειμένου να επιτευχθεί πλήρης σκιασμός του ανοίγματος (Σχήμα 4.12).
Κρίσιμο σημείο είναι η αποσαφήνιση του προσανατολισμού του ανοίγματος (Σχήμα 4.13). Για
τον προσδιορισμό του σκιασμού θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η γωνία απόκλισης από το
Νότο, ώστε να τοποθετηθεί η μάσκα σκιασμού στην κατάλληλη θέση επί του ηλιακού χάρτη.
Για παράδειγμα, για επιφάνεια με 30° απόκλιση από το Νότο προς τη ∆ύση, η μάσκα
σκιασμού τοποθετείται 30° δυτικά του Νότου.
Σχήμα 4.12. Χάραξη των γωνιών για οριζόντιες και κατακόρυφες προεξοχές
Ειδικά η σκίαση των ανοιγμάτων με δυτικό, ανατολικό και ενδιάμεσο προσανατολισμό είναι
προτιμότερο να είναι κινητή, έτσι ώστε το μεν χειμώνα να επιτρέπει το φωτισμό και
ενδεχομένως τον ηλιασμό του χώρου, το δε καλοκαίρι να εξασφαλίζει την πλήρη προστασία
του χώρου από τη διείσδυση του ήλιου και κατ’ επέκταση την προστασία του από
υπερθέρμανση.
57
αέρα. Αντίθετα, η επιφανειακή θερμοκρασία ενός δώματος βαμμένου με ασβέστη, μόλις
ξεπερνά τον 1οC σε σχέση με την θερμοκρασία του περιβάλλοντος.
Επισημαίνεται ότι οι επιφάνειες του κελύφους, οι προσανατολισμένες προς την δύση, καθώς
και οι οριζόντιες –τα δώματα– υποφέρουν ιδιαίτερα από την έντονη ηλιακή ακτινοβολία το
καλοκαίρι. Συνεπώς συνιστάται η βαφή τους με ανοιχτά χρώματα. Ειδικά για τα δώματα
αποτελεσματική είναι η επικάλυψή τους με ανακλαστική επιφάνεια, όπως για παράδειγμα η
επίστρωση με φύλλο αλουμινίου, ψυχρά χρώματα ή γενικότερα με ψυχρά υλικά (βλ. πιο
αναλυτικά κεφ. 5), καθώς και με φυτά (μετατροπή σε φυτεμένα δώματα, § 4.2.7.1).
Επίσης, η υφή των εξωτερικών επιφανειών –αδρή ή λεία– επηρεάζει την ανακλαστική τους
ικανότητα και κατά συνέπεια την απορρόφηση ή μη της θερμότητας.
58
3.10.3.2. Υπεδάφιοι αγωγοί
Αγωγοί ενσωματωμένοι μέσα στο έδαφος αποτελούν ένα σύστημα παθητικό, το οποίο
μπορεί να τροφοδοτεί το κτήριο με δροσερό αέρα το καλοκαίρι, είτε με φυσικό τρόπο –σε
συνδυασμό με καμινάδα αερισμού, είτε και με μηχανικό –εξαναγκασμένη κίνηση του αέρα
μέσα στους αγωγούς με τη λειτουργία ανεμιστήρων.
Η λειτουργία του υπεδάφιου αυτού συστήματος βασίζεται στην ψύξη του εισαγόμενου στους
αγωγούς ζεστού αέρα, λόγω της χαμηλής θερμοκρασίας του εδάφους σε σχέση με εκείνη του
εξωτερικού περιβάλλοντος. Χαρακτηριστικά παραδείγματα παρατηρούνται στα κτήρια της
Μέσης Ανατολής (Σχήμα 4.15). Εξέλιξη του παθητικού αυτού συστήματος αποτελούν οι
εφαρμογές της αβαθούς γεωθερμίας.
3.10.4. Θερμομόνωση
Το καλοκαίρι, όταν οι εξωτερικές θερμοκρασίες είναι υψηλότερες από τις εσωτερικές,
δημιουργείται ροή θερμότητας από το εξωτερικό περιβάλλον στον εσωτερικό χώρο. Η
εφαρμογή θερμομόνωσης στο κέλυφος περιορίζει τη διείσδυση θερμότητας και αποτρέπει,
ως ένα βαθμό, την υπερθέρμανση του εσωτερικού χώρου.
Για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, η θερμομόνωση πρέπει να τοποθετείται στην εξωτερική
πλευρά του κελύφους του κτηρίου, η οποία λειτουργεί εξίσου ικανοποιητικά και το χειμώνα.
Έτσι επιτυγχάνεται διπλή προστασία του κελύφους, αλλά και προστασία από φθορές και
βλάβες της κατασκευής από τις μεταβαλλόμενες καιρικές συνθήκες.
Επισημαίνεται ότι η εξωτερική θερμομόνωση πρέπει να μην είναι εκτεθειμένη άμεσα στο
εξωτερικό περιβάλλον, γιατί υφίσταται φθορές, κυρίως από την υπεριώδη ακτινοβολία.
Συνεπώς η θερμομονωτική στρώση πρέπει να επικαλύπτεται είτε με επίχρισμα είτε με άλλο
προστατευτικό υλικό.
59
3.10.4.1. Θερμική μάζα και θερμομόνωση
Η ποσότητα της θερμικής μάζας και ο βαθμός θερμομόνωσης ενός κτηρίου είναι συνάρτηση
του κλίματος.
Για την εύκρατη ζώνη, από 35ο-42ο Β.Γ.Π., κλιματική περιοχή στην οποία ανήκει και ο
Ελλαδικός χώρος, η θερμομόνωση και η θερμική μάζα αποτελούν περίπου ισοδύναμους
παράγοντες της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων. Τονίζεται, ειδικότερα, ότι η θερμική
προστασία είναι απολύτως αναγκαία για τη βορεινή πλευρά, ενώ η απαίτηση για μεγάλη
θερμική μάζα εντοπίζεται στη δυτική πλευρά και τα δώματα, γιατί επιβαρύνονται με μεγάλη
ποσότητα θερμότητας το καλοκαίρι και λόγω της προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας.
60
Σχήμα 4.16. Η βλάστηση διευκολύνει τη διείσδυση ή εκτροπή του ανέμου από το κτήριο
Σχήμα 4.17. Η θέση των δέντρων ή/και θάμνων καθορίζει την κατεύθυνση του δροσερού
ανέμου
61
Σχήμα 4.18. Ο ρόλος των εξωτερικών στοιχείων στον αερισμό του εσωτερικού χώρου
62
Εικόνα 4.1. Ηλιακές καμινάδες στο Building Research Establishment, Watford, United
Kingdom (Feilden Clegg Architects, 1996)
63
Εικόνα 4.2. IONICA, Κτήριο Γραφείων στο Cambridge - καμινάδες αερισμού (Αρχιτ: R. H.
Partnership, 1994)
γ) Η διπλή επιδερμίδα (ή διπλό κέλυφος) αποτελεί μια νέα τεχνική, η οποία εφαρμόζεται σε
κτήρια κατασκευασμένα από γυαλί. Χρησιμοποιείται είτε για την ανανέωση του εσωτερικού
αέρα είτε για την απαγωγή της θερμότητας από το εσωτερικό του κτηρίου (Σχήμα 4.21). Η
διπλή επιδερμίδα αποτελείται από δύο γυάλινες επιφάνειες με ενδιάμεσο κενό, στο οποίο
κινείται αέρας. Η λειτουργία της βασίζεται στο φαινόμενο Venturi, όπως και η ηλιακή
καμινάδα. Για την ενεργειακή απόδοση του συστήματος είναι αναγκαία η ύπαρξη θυρίδων
στην βάση του ανοίγματος για την είσοδο φρέσκου αέρα και στην κορυφή του για την
απαγωγή του ζεστού αέρα.
Πρέπει, ωστόσο, να τονιστεί ότι απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή για την σκίαση του εσωτερικού
χώρου, προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα θάμβωσης ή απευθείας πρόσπτωσης του
ήλιου σε επιφάνειες που χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους (κτήρια γραφείων). Προς
τούτο επιβάλλεται η πρόβλεψη σκιάστρων/περσίδων στο κενό, ανάμεσα στις δυο γυάλινες
επιφάνειες, σε επαφή με την εσωτερική παρειά του γυαλιού.
Σχήμα 4.21. Φυσική κυκλοφορία του αέρα –θερμού, δροσερού- στο ενδιάμεσο κενό της διπλής
επιδερμίδας
64
Εικόνα 4.3. Κτήριο γραφείων με διπλό κέλυφος στη Λυών και λεπτομέρειά του.
Αρχιτέκτονας: Renzo Piano
δ) Αεριζόμενο κέλυφος
Πρόκειται για κατασκευή διπλού κελύφους, είτε στο δώμα είτε στους εξωτερικούς τοίχους του
κτηρίου με ενδιάμεσο κενό, μέσα στο οποίο κυκλοφορεί εξωτερικός αέρας. Κατά τη διάρκεια
του καλοκαιριού, το αεριζόμενο κέλυφος συμβάλλει στη μείωση της θερμικής επιβάρυνσης
της πλάκας της οροφής ή του τοίχου από την έντονη ηλιακή ακτινοβολία.
Το αεριζόμενο κέλυφος μπορεί να συνεισφέρει και στην αυξημένη θερμική προστασία του
κτηρίου κατά τους χειμερινούς μήνες, γιατί περιορίζονται οι θερμικές απώλειες προς το
εξωτερικό περιβάλλον.
Ως προς την κατασκευή του αεριζόμενου δώματος απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην
τοποθέτηση της θερμομόνωσης, η οποία πρέπει να βρίσκεται σε επαφή με την πλάκα του
οπλισμένου σκυροδέματος (Σχήμα 4.22). Το κενό, στο οποίο κυκλοφορεί ο αέρας,
δημιουργείται επάνω από τη θερμομόνωση και ακολουθούν οι στρώσεις στεγάνωσης.
65
3.10.5.3. Η θέση και το μέγεθος των ανοιγμάτων
Η θέση και το μέγεθος των ανοιγμάτων του κτηρίου, σε σχέση με την κατεύθυνση του
δροσερού ανέμου, αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για τη διασφάλιση επαρκούς φυσικού
αερισμού στον εσωτερικό χώρο.
α) Ως γενική κατεύθυνση ισχύει η τοποθέτηση ανοιγμάτων σε περισσότερους από έναν
τοίχους και μάλιστα αντιμέτωπους, έτσι ώστε να δημιουργείται αερισμός σε όλο τον
χώρο. Ο τύπος αυτός αερισμού χαρακτηρίζεται ως διαμπερής. Καλύτερες συνθήκες
αερισμού επιτυγχάνονται όταν η ροή του αέρα ακολουθεί κίνηση μεταβαλλόμενη μέσα
στο χώρο, γιατί έτσι έχουμε πιο ομοιόμορφη διανομή της ταχύτητας του αέρα και φυσικό
δροσισμό σε όλους τους χώρους διαβίωσης (Σχήμα 4.23).
β) Το μέγεθος των ανοιγμάτων εισόδου και εξόδου πρέπει να είναι περίπου το ίδιο, αρκεί η
θέση τους στην τομή του κτηρίου να μη βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο. ∆ηλαδή, όταν το
άνοιγμα εισόδου είναι χαμηλά, το άνοιγμα εξόδου πρέπει να είναι σχετικά ψηλά (Σχήμα
4.24) ή το αντίστροφο, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται δροσιά στο επίπεδο ζωής. Στην
περίπτωση αερισμού του κτηρίου μέσω αιθρίου ή μέσω υπερυψωμένου χώρου στο
εσωτερικό του, τότε η μορφή του αερισμού χαρακτηρίζεται ως ανοδική (Σχήμα 4.25).
Σχήμα 4.23. Η διάταξη των ανοιγμάτων και η ροή του αέρα στο εσωτερικό του κτηρίου
66
Σχήμα 4.24. ∆ιαφορετικές καθ’ ύψος θέσεις ανοιγμάτων εισόδου και εξόδου του αέρα
Σχήμα 4.25. Φυσικός αερισμός αιθουσών διδασκαλίας – ανοδική πορεία του ζεστού αέρα
Λύκειο στη Lyon, Γαλλία, Αρχιτέκτονες: Sir Norman Foster and Associates
67
3.10.5.4. Η χρήση του κτηρίου
Η χρήση του κτηρίου και κατά συνέπεια η δραστηριότητα των ενοίκων καθορίζουν σε μεγάλο
βαθμό τις ανάγκες σε φυσικό αερισμό. Για παράδειγμα, σε ένα καθιστικό η καλύτερη
κατανομή της κίνησης του αέρα, σε όλα τα σημεία του χώρου, είναι στο ύψος των 0,70-1,20
μ., δηλαδή στο επίπεδο ζωής. Για χώρους γραφείων, εφόσον συγκεντρώνονται πολλά
άτομα, ο φυσικός αερισμός πρέπει να εξασφαλίζει 3 m3/h/m2, σύμφωνα με την ΤΟΤΕΕ
20701-1/2010, ενώ το βράδυ ο αερισμός πρέπει να αυξάνεται, έτσι ώστε να δροσίζεται ο
χώρος και τα δομικά στοιχεία του, προκειμένου την επόμενη ημέρα να έχουν την δυνατότητα
αποθήκευσης της θερμότητας για πολλές ώρες, περιορίζοντας έτσι την χρήση του
κλιματισμού.
Συνεπώς, ο μελετητής πρέπει κατά τον σχεδιασμό του κτηρίου γραφείων, ή άλλων δημόσιων
κτηρίων, να προβλέπει φεγγίτες στα ανοίγματα –μικρού μεγέθους, οι οποίοι να παραμένουν
ανοιχτοί τη νύχτα το καλοκαίρι, υπό τον όρο ότι το κτήριο είναι ασφαλές.
68
Σχήμα 4.27. Σύστημα δροσισμού δώματος, με τη χρήση ακτινοβολητή
69
Τέλος, στη θέση των αχρησιμοποίητων, απρόσωπων δωμάτων διαμορφώνονται χώροι
αισθητικά ευχάριστοι, υγιεινοί, χρήσιμοι για επικοινωνία ή/και ψυχαγωγία των ενοίκων του
κτηρίου (Εικόνα 4.3).
Ως προς την κατασκευή των φυτεμένων δωμάτων απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην
διάστρωση των αναγκαίων διαδοχικών στρώσεων. Συγκεκριμένα:
Επάνω από την θερμομόνωση στρώνεται ειδική μεμβράνη για επιπλέον προστασία
από το νερό και την υγρασία (Σχήμα 4.28).
Επάνω από την μεμβράνη, απλώνεται ένα δίχτυ για την προστασία του ριζικού
πλέγματος των φυτών, αλλά και για να εμποδίζονται οι ρίζες να διεισδύσουν στην
θερμομόνωση και να την καταστρέψουν.
Στη συνέχεια, επάνω από ένα υπόστρωμα συγκράτησης υγρασίας και θρεπτικών
συστατικών, τοποθετείται ένα σύστημα από μικρές συνδεδεμένες μεταξύ τους
πλαστικές θήκες, για να συγκρατείται το νερό της βροχής ή το νερό άρδευσης τους
θερινούς μήνες.
Επάνω από αυτές τις κυψέλες στρώνεται ένα διηθητικό φύλλο (γεωύφασμα) που
αφήνει μεν το νερό να περνάει, αλλά όχι το χώμα και άλλα ανεπιθύμητα σωματίδια.
Ως τελική στρώση τοποθετείται ειδικό εδαφικό υλικό, αρκετά ελαφρύ, πορώδες και
πλούσιο σε συστατικά απαραίτητα για την ανάπτυξη των φυτών. Όλα αυτά
δημιουργούν ένα στρώμα πάχους από 10 έως 20 εκατοστών. Τέλος γίνεται η επιλογή
των φυτών.
Μια πολιτική μέτρων και κινήτρων για τη φύτευση των δωμάτων αποτελεί στρατηγικής
σημασίας συμβολή για τον περιορισμό των αερίων ρύπων και μικροσωματιδίων στην
70
ατμόσφαιρα, τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας –κυρίως του κλιματισμού- την ανάκτηση
ενός υγιούς και αισθητικά ευχάριστου περιβάλλοντος για τους κατοίκους των πόλεων.
Σχήμα 4.30. Φυσική ψύξη κτηρίου μέσω εξάτμισης νερού την ημέρα και ακτινοβολία
θερμότητας τη νύχτα
Σχήμα 4.31. ∆ροσισμός με εξάτμιση από πύργο ψύξης, που ενδείκνυται για φυσικό δροσισμό
σε ξηρά κλίματα
71
Σχήμα 4.32. Φυσικός αερισμός μέσω εξάτμισης νερού και χρήση ηλιακής καμινάδας για την
επιτάχυνση του αερισμού
β) Η βλάστηση
Η βλάστηση –δέντρα, θάμνοι, ακόμη και καλλωπιστικά φυτά- συμβάλλει στην απορρόφηση
της ηλιακής ακτινοβολίας, ενώ παράλληλα με τη διαδικασία της εξατμισοδιαπνοής μειώνει
την θερμοκρασία του αέρα το καλοκαίρι.
Η χρήση της βλάστησης στον εξωτερικό χώρο ρυθμίζει το μικροκλίμα του άμεσου
περιβάλλοντος, μειώνοντας σημαντικά τις υψηλές εξωτερικές θερμοκρασίες.
Η σύγχρονη αρχιτεκτονική, ανταποκρινόμενη στις ανάγκες των ανθρώπων, επιχειρεί να
εισαγάγει την φύση και μέσα στα κτήρια. Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. κεφ. 5.
3.11. Βιβλιογραφία
1. Alexandri, Ε., «Investigations into Mitigating the Heat Island Effect through Green
Roofs and Green Walls», ∆ιδακτορική ∆ιατριβή, Welsh School of Architecture, Cardiff
University, Cardiff, 2005.
2. Alexandri, Ε., and Jones, P., «Sustainable Urban Future in Southern Europe - What
about the Heat Island Effect?» ERSA2006, Βόλος, 2006.
3. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη, Ε., «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός – Περιβάλλον και Βιωσιμότητα»,
University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006.
4. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη, Ε., «Βιοκλιματική Προσέγγιση της Υπόσκαφης Κατοικίας. Η
εμπειρία της Σαντορίνης», ∆ιδακτορική ∆ιατριβή, Επιστημονική Επετηρίδα
Πολυτεχνικής Σχολής, Α.Π.Θ., Αρ. 13, Τόμος Ι, Θεσσαλονίκη 1985.
5. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη, Ε., Ερευνητικό Πρόγραμμα ''Monitoring of Two Passive Solar
Houses'', 1988-92.
6. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη, E., Σύνταξη - επιμέλεια ''Φυσικός ∆ροσισμός στα Ξενοδοχεία-
Κυκλάδες''. Έκδοση του Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ), Πρόγραμμα
SAVE, 17η Γενική ∆ιεύθυνση για την ενέργεια.
7. Ανδρουτσόπουλος, A., ΚΑΠΕ «Τεχνολογίες κελύφους».
8. Αξαρλή, Κ., «Φυσικός δροσισμός: ο ενεργειακός σχεδιασμός των κτηρίων το
καλοκαίρι», περιοδικό ΚΤΙΡΙΟ, Νο 129, Αύγουστος 2009, - αφιέρωμα «Αρχιτεκτονική
και Ενέργεια», σελ. 41-48.
72
9. «Architectural Review», Περιοδικό, Τεύχος July 10999.
10. «Architectural Review», Περιοδικό, Volume July, 1997.
11. Cofaigh E.O., Olley J.A., Lewis J.O., Energy Research Group, Univ. College Dublin,
“The climate Dwelling: An introduction to climate responsive residential architecture”,
Published by James and James Ltd., 1996.
12. Colombo R., Landabaso A., Sevilla A., “Passive Solar Architecture for Mediterranean
Area”, Joint Research Centre, Commission of the European Communities, 1994.
13. ∆ιαδίκτυο: www.ac-nice.fr/etabs/camus/
14. ∆ιαδίκτυο: www.battlemccarthy.com/.../doubleskinanalysis.htm
15. ∆ιαδίκτυο: www.coolroofs-eu.eu
16. ∆ιαδίκτυο: www.richard rogers.co.uk
17. Dimoudi, A., «Solar chimneys in buildings - State of the art», J. of Advances in Building
Energy Research (ABER), Τεύχ. 3, σελ. 21-44, 2009.
18. Dimoudi, A., Androutsopoulos, A., Lykoudis, S., «CRES Final Technical Report,
ΑIRinSTRUCT - Integration of Advanced Ventilated Building Components and
Structures for Reduction of Energy Consumption in Buildings», EC JOULE-CRAFT,
Contract N° JOE3-CT97-7003, 2000.
19. Eiker, U., «Low energy cooling for sustainable buildings», Wiley, Chichester, 2009.
20. Ευμορφοπούλου, Α., «Οι Κήποι στα ∆ώματα των Κτηρίων. Η Συμβολή τους στο
Οικοσύστημα των Αστικών Κέντρων. Κατασκευαστικές Λύσεις και ∆υνατότητες
Εφαρμογής στον Ελληνικό Χώρο», ∆ιδακτορική ∆ιατριβή στον Τμήμα Πολιτικών
Μηχανικών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 1992.
21. Grapsas, K., «Considering Microclimate in Building Design, a Design Study in Lefkada,
Hellas». MPhil Dissertation, Department of Architecture, University of Cambridge,
2001.
22. Grapsas, K., «Intermediate Space in Architecture». Proceedings of Passive and Low
Energy Architecture Conference (PLEA), Santiago, Chile, 2003.
23. Herzog Thomas, with contribution by Kaiser N., and Volz M., “Solar Energy in
Architecture and Urban Planning”, Prestel Verlag, Munich and New York, 1996.
24. Huet,O., & Celaire, R., «Bioclimatisme en Zone Tropicale», GRET, Paris, 1986.
25. Jones, D. L., “Architecture and the Environment”, Laurence King Publishing, 1996
26. Mazria, Ed., “The Passive Solar Energy Book”, Rodale Press, Emmaus, Pa., 1979.
27. Olgyay, V., and A., “Design with Climate, a Bioclimatic Approach to Architectural
Regionalism”, Princeton University Press, Princeton, N. Jersey, 1963.
28. Pilar Alberich Sotomayor - Jaime Lopez de Asiain, Architects, «Architecture
Climatique», E.C. External spaces, World's Fair, ES-Sevilla.
29. Santamouris, M., (Ed). «Advances in building energy research», Earthscan, London,
2009.
30. Santamouris, M., (Ed). «Advances in Passive Cooling», Earthscan, London, 2007.
31. Santamouris, M., and Asimakopoulos, D., (Eds), Argiriou, A., Balaras, C., Dascalaki,
E., Dimoudi, A., Mantas, D., Tselepidaki, I.. «Passive Cooling of Buildings». London:
James & James (Sciences Publishers) Ltd, 1996.
32. Yannas, S., et al «Roof Cooling Techniques, A Design Handbook», Earthscan,
Sterling, 2006.
73
3.12. Πηγές σχημάτων και εικόνων
4.4.2 Πηγές σχημάτων
Σχήμα 4.2. Olgyay V., and A., «Design with Climate, a Bioclimatic Approach to Architectural
Regionalism», Princeton University Press, Princeton, N. Jersey, 1963, σελ. 81.
Σχήμα 4.3. όπ. π.: σελ. 82.
Σχήμα 4.4. όπ. π.: σελ. 82.
Σχήμα 4.5. Ανδρεαδάκη Ε., «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός – Περιβάλλον και Βιωσιμότητα»,
University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006, σελ. 61.
Σχήμα 4.6. Mazria Ed., «The Passive Solar Energy Book», Rodale Press, Emmaus, Pa.,
1979, σελ. 306.
Σχήμα 4.7. Ανδρεαδάκη Ε., «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός – Περιβάλλον και Βιωσιμότητα»,
University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006, σελ. 93.
Σχήμα 4.9. όπ. π., σελ. 94
Σχήμα 4.10. όπ. π., σελ. 95.
Σχήμα 4.11. όπ. π.
Σχήμα 4.13. όπ. π.
Σχήμα 4.14. Ανδρεαδάκη-Χρονάκη Ε., «Βιοκλιματική Προσέγγιση της Υπόσκαφης Κατοικίας.
Η εμπειρία της Σαντορίνης», ∆ιδακτορική ∆ιατριβή, Επιστημονική Επετηρίδα
Πολυτεχνικής Σχολής, Α.Π.Θ., Αρ. 13, Τόμος Ι, Θεσσαλονίκη 1985. σελ. 246.
Σχήμα 4.15. όπ. π., σελ. 63.
Σχήμα 4.18. Colombo R., Landabaso A., Sevilla A., «Passive Solar Architecture for
Mediterranean Area», Joint Research Centre, Commission of the European
Communitieς, 1994, σελ. 114.
Σχήμα 4.19. Επανασχεδιασμός σύμφωνα με σχέδιο της πηγής: «Φυσικός ∆ροσισμός στα
Ξενοδοχεία - Κυκλάδες». Έκδοση του ΚΑΠΕ, Πρόγραμμα SAVE, 17η Γενική
∆ιεύθυνση, σελ. 21.
Σχήμα 4.20. Επανασχεδιασμός σύμφωνα με σχέδιο της πηγής: όπ. π., σελ. 21.
Σχήμα 4.21. ∆ιαδίκτυο battlemccarthy.com/.../doubleskinanalysis.htm
Σχήμα 4.22. Επανασχεδιασμός σύμφωνα με σχέδιο και της πηγής: Ανδρουτσόπουλος Α.,
ΚΑΠΕ, «Τεχνολογίες κελύφους».
Σχήμα 4.23. Colombo R., Landabaso A., Sevilla A., «Passive Solar Architecture for
Mediterranean Area», Joint Research Centre, Commission of the European
Communitieς, 1994, σελ, 112, 114.
Σχήμα 4.24: Ανδρεαδάκη-Χρονάκη Ε., «Βιοκλιματική Προσέγγιση της Υπόσκαφης Κατοικίας.
Η εμπειρία της Σαντορίνης», ∆ιδακτορική ∆ιατριβή, Επιστημονική Επετηρίδα
Πολυτεχνικής Σχολής, Α.Π.Θ., Αρ. 13, Τόμος Ι, Θεσσαλονίκη 1985. σ. 63.
Σχήμα 4.25. ∆ιαδίκτυο: www.ac-nice.fr/etabs/camus/
Σχήμα 4.32. Ανδρεαδάκη Ε., «Βιοκλιματικός Σχεδιασμός – Περιβάλλον και Βιωσιμότητα»,
University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006, σελ. 103.
74
4. ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ - ΜΙΚΡΟΚΛΙΜΑ
4.1. Εισαγωγή
Η χρησιμοποίηση των κατάλληλων υλικών, ιδιαίτερα των ψυχρών υλικών και η χρήση της
βλάστησης –δέντρων, θάμνων, φυτών– στη διαμόρφωση των υπαίθριων χώρων καθώς και
στις επιφάνειες των κτηρίων (δώματα και εξωτερικές τοιχοποιίες) συμβάλλει αφενός στη
βελτίωση των συνθηκών θερμικής και οπτικής άνεσης του άμεσου περιβάλλοντος και
αφετέρου στη δημιουργία ευνοϊκού μικροκλίματος, που συνεισφέρει στην εξοικονόμηση
ενέργειας για τη θέρμανση και την ψύξη των κτηρίων και στη βελτίωση των συνθηκών
διαβίωσης των κατοίκων. Η συμβολή αυτή εξειδικεύεται στα κατωτέρω:
Στην προστασία των κτηρίων από τους ψυχρούς ανέμους το χειμώνα και κατά συνέπεια
στον περιορισμό των απωλειών θερμότητας.
Στον απρόσκοπτο ηλιασμό του υπαίθριου χώρου και των κτηρίων το χειμώνα για την
εκμετάλλευση της ηλιακής ακτινοβολίας για θέρμανση.
Στη μείωση της θερμοκρασίας του υπαίθριου χώρου το καλοκαίρι, και κατ’ επέκταση στη
μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης για το δροσισμό των κτηρίων, όπως αναπτύχθηκε
και στο προηγούμενο κεφάλαιο.
Στο σκιασμό των κτηρίων το καλοκαίρι.
4.2. Φύτευση
Ο άνεμος και η ηλιακή ακτινοβολία είναι οι δύο σημαντικότεροι φυσικοί παράγοντες που
αντιμετωπίζονται με τη διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου, τα φυτά και τον αστικό
εξοπλισμό. Η κατάλληλη γεωμετρική τοποθέτηση της βλάστησης και των δομικών στοιχείων
στους ανοιχτούς χώρους δημιουργεί συνθήκες σκίασης τη θερινή περίοδο και ηλιασμού τη
χειμερινή περίοδο, με παράλληλη διοχέτευση ή χειραγώγηση των ανέμων. Αναλυτική
μέθοδος υπολογισμού του ηλιασμού ενός οικοπέδου αναφέρονται στο κεφάλαιο 2.
Ειδικότερα, ο σχεδιασμός της φύτευσης με δέντρα ή θάμνους ή χαμηλή βλάστηση στους
υπαίθριους χώρους λειτουργεί αποτελεσματικά σε σχέση με τα κτήρια στις ακόλουθες
περιπτώσεις:
ως ανεμοφράκτης για το χειμώνα, προστατεύοντας τα κτήρια,
ως στοιχείο ελέγχου της ανεμορροής, κατευθύνοντας το δροσερό άνεμο το καλοκαίρι,
ως στοιχείο σκιασμού από την ηλιακή ακτινοβολία των ανοικτών χώρων και των κτηρίων,
ως πηγή δροσισμού το καλοκαίρι, παρέχοντας δροσιά μέσω της εξατμισοδιαπνοής,
ως ρυθμιστής της θερμικής άνεσης, με τον έλεγχο της θερμοκρασίας, της υγρασίας και
της ηλιακής ακτινοβολίας,
ως φίλτρο του φυσικού φωτός όλο το χρόνο,
ως φίλτρο της σκόνης και των μικροσωματιδίων.
Επίσης:
προστατεύει από τη διάβρωση,
μειώνει το θόρυβο από τον περιβάλλοντα χώρο,
βελτιώνει την ποιότητα του αέρα και μειώνει τη μόλυνση της ατμόσφαιρας,
μειώνει την οπτική όχληση και δημιουργεί ιδιωτικότητα.
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στην επιλογή της κατάλληλης φύτευσης. ∆ηλαδή για την
προστασία των υπαίθριων χώρων και των κτηρίων από τους ψυχρούς ανέμους το χειμώνα
επιλέγονται δέντρα ή φυτά αειθαλή. Αντίθετα, για τη διευκόλυνση του ηλιασμού των
υπαίθριων χώρων το χειμώνα επιλέγονται δέντρα και φυτά φυλλοβόλα.
Το είδος του φυτού (θάμνοι, δένδρα, αναρριχόμενα, κλπ), το μέγεθος και το σχήμα του
φυτού, όταν αυτό είναι πλήρως αναπτυγμένο, η αναλογία μεταξύ κορμού και κόμης, η
75
πυκνότητα του φυλλώματος, η ταχύτητα της ανάπτυξης, η δυνατότητα διατήρησης ή όχι του
φυλλώματος όλες τις εποχές (αειθαλή, φυλλοβόλα), ο χρόνος έναρξης ανάπτυξης του
φυλλώματος, είναι μερικοί από τους παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε
σχέση και με τον κύριο σκοπό της φύτευσης, για την επιλογή των πλέον κατάλληλων
φυτικών ειδών. Η ποιότητα του εδάφους και οι ιδιαίτερες απαιτήσεις για την ανάπτυξη και
διατήρηση της φύτευσης (ανάγκες σε νερό, ευκολία συντήρησης κοκ) πρέπει επίσης να
αξιολογούνται. Πάντως τα τοπικά φυτικά είδη που ευδοκιμούν στην περιοχή θα πρέπει να
είναι η βάση για την οποιαδήποτε επιλογή.
Σχήμα 5.1. ∆ιοχέτευση θερινών ανέμων στο κτήριο, με τη βοήθεια σχηματισμού φυλλοβόλων
δέντρων
76
α β
Σχήμα 5.2. (α) ελαχιστοποίηση της επίδρασης του χειμερινού ανέμου (β) βελτιστοποίηση της
επιρροής του καλοκαιρινού αερισμού-δροσισμού
Η αποτελεσματικότητα της φύτευσης εξαρτάται από το σχήμα, την πυκνότητα, τη δομή, το
ύψος και άλλα χαρακτηριστικά των φυτών, καθώς και από την απόσταση της φύτευσης από
το κτήριο ή από τον προς χρήση υπαίθριο χώρο (Σχήμα 5.3). Ως “βέλτιστη πυκνότητα”,
θεωρείται η αναλογία των φύλλων, κλαδιών, κορμού κλπ να είναι 50-60% στο σύνολο της
συστάδας των φυτών. Επίσης ο συνδυασμός φυτών ή φυτών και σταθερών στοιχείων
διαμόρφωσης των υπαίθριων χώρων επηρεάζει τη μορφή της ανεμορροής. Ένας εμπειρικός
κανόνας αναφέρει ότι «τα δέντρα πρέπει να φυτεύονται σε απόσταση από τα κτήρια ίση με το
ύψος τους» (Brown et al, 1995).
α β
γ δ
Σχήμα 5.3. ∆ημιουργία υπήνεμων περιοχών: (α) επιμήκης δασική συστάδα δένδρων
δημιουργεί μικρή προστατευόμενη περιοχή (β) μια μικρή συστάδα δένδρων προστατεύει μια
μεγαλύτερη περιοχή (γ, δ) μια συστάδα με κεκλιμένη κώμη είναι λιγότερο αποτελεσματική
από τη συστάδα δένδρων με επίπεδη κώμη
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα ερευνών (Brown et al, 1995, Lechner, 1991, Boutet, 1987,
Givoni, 1994):
Η πυκνή βλάστηση, όταν βρίσκεται κοντά στο κτήριο, είναι αποτελεσματική για τη
δημιουργία ανεμοφράκτη σε μικρά οικόπεδα, ενώ η ενδιάμεσης πυκνότητας φύτευση
ενδείκνυται για μεγαλύτερες αποστάσεις από το κτήριο, όσο 4 φορές το ύψος της
φύτευσης, ή και μεγαλύτερη.
Οι θάμνοι εμποδίζουν τον αέρα κοντά στο έδαφος, ενώ μεμονωμένα δέντρα με ψηλή
κώμη βελτιώνουν τον αερισμό κοντά στο έδαφος, κάτω από το φύλλωμα.
Οι φράκτες από πυκνά δέντρα ανακόπτουν τον άνεμο και μειώνουν την ταχύτητα.
Όσο υψηλότερη είναι η συστάδα της βλάστησης, τόσο μεγαλύτερη υπήνεμη περιοχή
δημιουργείται. Επίσης μια συστάδα δένδρων με κεκλιμένη κώμη είναι λιγότερο
αποτελεσματική από τη συστάδα δένδρων με επίπεδη κώμη (Σχήμα 5.3 γ, δ).
Μια επιμήκης δασική συστάδα δένδρων δημιουργεί μικρή προστατευόμενη περιοχή, ενώ
μια μικρή συστάδα δένδρων προστατεύει μια μεγαλύτερη περιοχή (Σχήμα 5.3, α, β).
77
Για τη βέλτιστη δημιουργία υπήνεμης περιοχής θα πρέπει το μήκος του ανεμοφράκτη να
είναι τουλάχιστον 10 φορές το ύψος του.
Η πυκνότητα της φύτευσης προσδιορίζει το μέγεθος της υπήνεμης περιοχής και τη
μείωση της ταχύτητας του ανέμου.
Μια ανομοιογενής συστάδα δέντρων (αποτελούμενη από διάφορα είδη) είναι πλέον
αποτελεσματική για τη μείωση της ταχύτητας του ανέμου, από μια ομοιόμορφη συστάδα
δέντρων.
Οι συμπαγείς φράκτες προκαλούν στροβιλισμούς, ενώ οι διάτρητοι αυξάνουν τη ζώνη
ηρεμίας. Οι πορώδεις φράκτες (δέντρα και θάμνοι) δημιουργούν μια ευρύτερη ζώνη
ηρεμίας και περιορίζουν τους στροβιλισμούς στο ελάχιστο, επειδή επιτρέπουν τη
διέλευση ενός μέρους του αέρα (Σχήμα 5.4).
Οι φράκτες με ξυλώδεις θάμνους λειτουργούν με διπλό τρόπο. Ο αέρας που περνά πάνω
από το φύλλωμα επιταχύνεται, ενώ η ποσότητα του αέρα που περνά μέσα από το
φύλλωμα, φιλτράρεται και επιβραδύνεται. Στο επίπεδο του κορμού, ο αέρας απλώς
διαπερνά το φράκτη της φύτευσης. Την ίδια συμπεριφορά με τους ξυλώδεις θάμνους
εμφανίζουν και τα δέντρα, μόνον που το ύψος τους διαφέρει. Η χαμηλή φύτευση
εμφανίζει τη μικρότερη αντίσταση στον άνεμο και συμβάλλει στον καλό αερισμό.
Οι καλύτεροι ανεμοφράκτες από την άποψη του περιορισμού της ταχύτητας του ανέμου
είναι στοιχεία των οποίων το πορώδες τμήμα κυμαίνεται από 25-60%.
α β
Σχήμα 5.5. Τα δέντρα (α) εκτρέπουν τον αέρα και (β) τον διευθύνουν προς το κτήριο
78
καλοκαίρι, τα φυλλοβόλα φυτά είναι τα πλέον κατάλληλα. Για παράδειγμα, ένα μεγάλο
φυλλοβόλο δέντρο που σκιάζει το νότιο τοίχο τη θερινή περίοδο συνεισφέρει στο δροσισμό
του κτηρίου το καλοκαίρι, χωρίς να επηρεάζει σημαντικά τον ηλιασμό του το χειμώνα (Σχήμα
5.6). Επίσης τα ψηλά δέντρα με ψηλή πυκνή κόμη (αειθαλή ή φυλλοβόλα), φυτεμένα κοντά
στη νότια όψη προστατεύουν το κτήριο από το θερινό ήλιο, ενώ δεν εμποδίζουν το χαμηλό
χειμερινό ήλιο. Συγχρόνως δεν εμποδίζουν τον καλοκαιρινό αερισμό. Αν τα δέντρα είναι
χαμηλά (με κώμη στο ύψος των νότιων ανοιγμάτων) θα πρέπει οπωσδήποτε να είναι
φυλλοβόλα.
Στην ανατολική και δυτική όψη προτείνονται φυλλοβόλα ή αειθαλή δέντρα μικρού ύψους και
μικρής πυκνότητας, φυτεμένα κοντά στο κτήριο. Φιλτράρουν τον ήλιο το χειμώνα και
συγχρόνως προσφέρουν ολοκληρωμένη ηλιοπροστασία το καλοκαίρι.
Επίσης η απόσταση της φύτευσης από το κτήριο είναι καθοριστικής σημασίας (Σχήμα 5.7).
Για τη βέλτιστη τοποθέτηση των δέντρων πρέπει να προηγείται μελέτη ηλιασμού-σκιασμού
(Κεφάλαιο 2). Στον πίνακα 5.1. δίνονται στοιχεία που αφορούν στο σκιασμό που παρέχουν
ορισμένα δέντρα του ελληνικού χώρου.
Ο σκιασμός των συμπαγών τμημάτων του κελύφους των κτηρίων επιτυγχάνεται επίσης με
την εφαρμογή φυτεμένων δωμάτων και τη χρησιμοποίηση αναρριχώμενων φυτών ή με
υδροπονικούς φυτεμένους τοίχους (κατακόρυφοι κήποι). Επιπλέον, οριζόντιες προεξοχές για
τη σκίαση νοτίων ανοιγμάτων μπορεί να καλυφθούν με φυτά, αποτρέποντας έτσι την
αποθήκευση θερμότητας στα δομικά υλικά της προεξοχής (Σχήμα 5.8).
Πίνακας 5.1. Ποσοστό σκιασμού δέντρων του ελληνικών χώρου ανάλογα με το σχήμα, και τα
χαρακτηριστικά της κόμης
Λατινική Σχήμα Ύψος ∆ιάμε- Ανάπτυ- Χειμερι- Θερινός Φθινοπω- Εαρινή
ονομασία περίοδος τρος ξη νός σκια- ρινή ανάπτυξη
δέντρου ωρίμαν- κώμης σκιασμός σμός φυλλορροή φυλλώματος
σης (m) (m) (%) (%)
Acer Στρογγυλό 15 12 Μέτρια 37 69 Μέση Πρόωρη
platanoides
Quercus Πυραμι- 23 12 Μέτρια 53 55 Όψιμη Όψιμη
palustris δοειδές
Robinia Επίμηκες 21 9 Μέτρια/ 60 62 Πρόωρη Όψιμη
pseudoacacia γρήγορη
Tilia cordata Στρογγυ- 21 12 Μέτρια/ 43 83 Πρόωρη Όψιμη
λεμένη αργή
πυραμίδα
Σχήμα 5.6. Σκίαση νότιας όψης κτηρίου από φυλλοβόλο δέντρο τη θερινή περίοδο, χωρίς να
παρεμποδίζεται σημαντικά ο ηλιασμός του τη χειμερινή περίοδο
79
Σχήμα 5.7. Προτεινόμενα ύψη φύτευσης, αναλόγως με την απόσταση, για νότιο
προσανατολισμό
4.2.3. Εξατμισοδιαπνοή
Η σχετική υγρασία του αέρα κάτω από το φύλλωμα των δέντρων ή σε επαφή με αυτά
αυξάνεται λόγω της εξατμισοδιαπνοής, ενώ συγχρόνως μειώνεται η θερμοκρασία του αέρα.
Σε ζεστά και ξηρά κλίματα η αύξηση της υγρασίας βελτιώνει περαιτέρω την αίσθηση της
θερμικής άνεσης το καλοκαίρι.
Γενικά τα φυτά με το παχύ φύλλωμα απορροφούν μεγάλες ποσότητες θερμότητας και ο
αέρας γίνεται πιο δροσερός. Παράλληλα η επικάλυψη με φυτά, αντί της επίστρωσης με
σκληρά υλικά, μειώνει σημαντικά την άμεση απορροή των ομβρίων, με αποτέλεσμα τη
βελτίωση του μικροκλίματος λόγω βραδείας εξάτμισης του νερού και συγχρόνως συνεισφέρει
στον εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα και στην αποφόρτιση του δικτύου
ομβρίων.
Ενδείκνυται επιλογή τοπικών φυτών, προσαρμοσμένων στο μικροκλίμα της περιοχής, για
αποφυγή αλόγιστων ποσοτήτων νερού για άρδευση.
80
θάμβωση από την οπτική επαφή με τον έντονα φωτεινό ουράνιο θόλο ελαττώνεται με τη
χρήση δέντρων.
Ο έλεγχος της φωτεινής ακτινοβολίας από τα φυτά που βρίσκονται κοντά στα κτήρια ή στον
περιβάλλοντα χώρο ή διαμορφώνουν ηλιοπροστατευτικές διατάξεις, επιτρέπει στο μελετητή
να αυξήσει το μέγεθος των ανοιγμάτων των κτηρίων, χωρίς να προκαλούνται προβλήματα
στην οπτική άνεση (Σχήμα 5.8).
4.2.5. Ηχοπροστασία
Η ικανότητα των φυτών να ρυθμίζουν τον ήχο (με απορρόφηση, ανάκλαση και διάχυση)
καθορίζεται από την ένταση, τη συχνότητα και την κατεύθυνση του ήχου, όπως επίσης κι
από τη θέση, το ύψος, το πλάτος και την πυκνότητα των φυτών.
Η βλάστηση αποκόπτει ευκολότερα ήχους υψηλής συχνότητας. Φυτικές μάζες με ποικιλία
φυτικών ειδών είναι αποτελεσματικότερες ως στοιχεία ηχοπροστασίας, λόγω της
διαφορετικής ικανότητας των διαφόρων ειδών στη μείωση χαμηλών, μέσων και υψηλών
συχνοτήτων. Γενικά ενδείκνυνται δέντρα που το φύλλωμά τους αρχίζει χαμηλά από τη βάση
του κορμού και είναι σχετικά πυκνό.
Οι φράκτες πρέπει να έχουν πλάτος τουλάχιστον 7 μέτρα και αρκετό ύψος ώστε να
περιορίζεται η διάδοση του ήχου πάνω από τις κορυφές τους. Πολλές φορές φυτικοί φράκτες,
οι οποίοι δεν επιτρέπουν οπτική επαφή με την πηγή του θορύβου, ελαττώνουν ψυχολογικά
τις επιπτώσεις του θορύβου, παρόλο που δε μειώνουν ουσιαστικά την ένταση του ήχου.
Εκτός από τα δέντρα και τους θάμνους, η παρουσία χλοοτάπητα μειώνει επίσης το θόρυβο,
σε σύγκριση με τις επιστρωμένες με σκληρά οικοδομικά υλικά επιφάνειες.
81
Η επικάλυψη των επιφανειών του υπαίθριου χώρου με βλάστηση παρεμποδίζει τις
ανακλάσεις, ενώ ταυτόχρονα συνεισφέρει στο δροσισμό του αέρα μέσω της
εξατμισοδιαπνοής του φυλλώματος. Έρευνες σχετικά με την αναπτυσσόμενη επιφανειακή
θερμοκρασία υπαιθρίων χώρων σε αστικές περιοχές στην Αθήνα τη θερινή περίοδο
αναφέρουν διαφορά στην επιφανειακή θερμοκρασία των επικαλύψεων με γρασίδι και
άσφαλτο έως και 35,7οC ενώ για γρασίδι και πλάκες πεζοδρομίου έως και 27,6οC (Alexandri,
2001 και Χατζηδημητρίου et al, 2008) (Σχήμα 5.9). Όταν η επιφάνεια που καλύπτεται με
πράσινο είναι σημαντικού μεγέθους, τότε παρατηρούνται διαφορές της θερμοκρασίας του
αέρα, έως και 8οC ανάμεσα σε φυτεμένες περιοχές και περιοχές με συμπαγή δομικά υλικά
(Givoni, 1994).
Επιφάνειες νερού, όπως λεπτά στρώματα τρεχούμενου νερού, καταρράκτες, λίμνες ή
σιντριβάνια, συνεισφέρουν επίσης στην μείωση της θερμοκρασίας του αέρα και κατά
συνέπεια στο δροσισμό του χώρου.
Επιφανειακές
θερμοκρασίες: 28,3°C 64,0°C
Γρασίδι 'Ασφαλτος
Στον πίνακα 5.2. καταγράφονται η ανακλαστικότητα και η εκπεμψιμότητα των πιο συνήθων
οικοδομικών υλικών που χρησιμοποιούνται ως επιστρώσεις υπαίθριων χώρων.
Επίσης, αντί για επίστρωση με ενιαίες επιφάνειες, καλό είναι να προτιμούνται πλάκες που
επιτρέπουν τη διείσδυση του νερού και την ανάπτυξη βλάστησης στους αρμούς ή
82
τουλάχιστον να χρησιμοποιείται υδατοπερατή στρώση αδρανών (Βλαστός & Μπιρμπίλη,
2001). Είναι πολύ θετικό, τόσο από θερμικής πλευράς, όσο κι από πλευράς εμπλουτισμού
του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα και παράλληλης αποφόρτισης του δικτύου ομβρίων.
Η χρήση συμπυκνωμένου χώματος, είτε στη φυσική του κατάσταση, είτε με σταθεροποιητές
αδρανών (κατά προτίμηση φυσικής προέλευσης) ή κεραμικών δαπέδων τύπου «κουρασάνι»,
εκτός από αυξημένη ανακλαστικότητα σε σχέση με τις ασφαλτικές επικαλύψεις έχουν επίσης
και αυξημένη υδατοπερατότητα, μειώνοντας την αστική θερμοκρασία όπου εφαρμόζονται
(πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι, αθλητικές εγκαταστάσεις, κηπευτικές επιφάνειες κοκ).
Σε μονοπάτια, θέσεις στάθμευσης κ.ο.κ. καλό είναι να τοποθετούνται διάτρητα υλικά
(διάτρητες τσιμεντόπλακες, κυβόλιθοι με οπές κοκ). Με αυτό τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα
ανάπτυξης της τοπικής χαμηλής χλωρίδας στο χώμα μεταξύ των οπών καθώς και η
απορρόφηση του νερού.
4.4. Σύνοψη
Η ανάπλαση ενός υφιστάμενου ή ο σχεδιασμός ενός νέου υπαίθριου χώρου με βιοκλιματικά
κριτήρια συμβάλλει στη διαμόρφωση συνθηκών θερμικής και οπτικής άνεσης αφενός στον
ίδιο τον υπαίθριο χώρο και αφετέρου στη διαμόρφωση μικροκλιματικών συνθηκών που
83
συνεισφέρουν στην εξοικονόμηση ενέργειας και στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης
μέσα στα κτήρια.
Συνοψίζοντας, δεν υπάρχουν μονοσήμαντες λύσεις, καθώς κάθε επιλογή προς μια
κατεύθυνση επηρεάζει άλλες παραμέτρους της θερμικής και οπτικής άνεσης. Ουσιαστικά ο
σχεδιασμός του υπαίθριου χώρου προκύπτει από το συνδυασμό των επί μέρους
επιδιώξεων, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραμέτρους άνεσης, καθώς και τα ιδιαίτερα
μορφολογικά και κλιματικά χαρακτηριστικά της τοποθεσίας.
4.5. Βιβλιογραφία
1. Alexandri, E., «The Effect of Green Roofs on the Urban Climate. Case Study: Athens».
MPhil Dissertation, Department of Architecture, University of Cambridge, 2001.
2. Βλαστός, Θ., Μπιρμπίλη, Τ. «Φτιάχνοντας Πόλεις για Ποδήλατο. Στοιχεία Αισθητικής και
Κατασκευής». Ε.Ε. Γ∆ Περιβάλλοντος, Αναπτυξιακή Εταιρεία ∆ήμου Αθηναίων,
Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας, Mbike, 2001.
3. Brown, R., & Gillespie, T., «Microclimatic Landscape Design». John Wiley and Sons,
1995.
4. Gartland, L., «Heat Islands, Understanding and Mitigating Heat in Urban Areas»,
Earthscan, London, 2008.
5. Givoni, B., «Passive and low energy cooling of buildings», Van Nostrand Reinhold, New
York, 1994.
6. Grimmond, C.S.B. Cleugh, H.A., & Oke, T.R., «An Objective Urban Heat Storage Model
and its Comparison with Other Schemes». Atmospheric Environment Vol. 25B (1991),
No. 3, σελ. 311-326, 1991.
7. Hogan, K., et al «Reducing Urban Heat Islands: Compendium of Strategies, Cool Roofs».
Environmental Protection Agency Office of Atmospheric Programs, 2008. [∆ιαθέσιμο
από: http://www.epa.gov/heatisld/resources/pdf/ CoolRoofsCompendium. pdf.
Πρόσβαση: 25.08.2010]
8. Santamouris, M., (Ed.), «Energy and Climate in the Urban Built Environment», James &
James, London, 2001.
9. Thompson, J.W., & Sorvig, K., «Sustainable Landscape Construction», Islandpress,
Washington, 2008.
10. ΥΠΕΧΩ∆Ε «Προσωρινές Εθνικές Προδιαγραφές – ΠΕΤΕΠ 03-11-20-00 Εφαρμογές
ψυχρών υλικών (cool materials)», Έκδοση 3, Αθήνα, 2010.
11. Χατζηδημητρίου, Α., Αξαρλή, Κ., Γιάννας, Σ., «Επίδραση των υλικών επίστρωσης των
αστικών υπαίθριων χώρων στη διαμόρφωση του μικροκλίματος», Πρακτικά του 1ου
Πανελλήνιου Συνεδρίου του ΤΕΕ «∆ομικά Υλικά και Στοιχεία», σελ. 877-889, Αθήνα, 21-
23 Μαΐου 2008.
84
5. ΦΥΣΙΚΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ
5.1. Εισαγωγή
Η βελτίωση της ενεργειακής συμπεριφοράς ενός κτηρίου δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την
παράλληλη μελέτη του φωτισμού του.
Η αξιοποίηση του διαθέσιμου φυσικού φωτός επηρεάζει την κατανάλωση ενέργειας ενός
κτηρίου άμεσα και έμμεσα: Άμεσα, όταν το φυσικό φως αντικαθιστά τον τεχνητό φωτισμό,
μειώνοντας τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας και έμμεσα, όταν με την αύξηση του μεγέθους
των ανοιγμάτων αυξάνεται και η θερμική ροή από και προς το κτήριο (μεγαλύτερες θερμικές
απώλειες το χειμώνα και περισσότερα θερμικά κέρδη το καλοκαίρι).
Τα κριτήρια για το σχεδιασμό του φυσικού φωτισμού πρέπει να ανταποκρίνονται τόσο σε
ποσοτικές όσο και σε ποιοτικές απαιτήσεις. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός καθορίζει την
ποσότητα του φυσικού φωτός που εισέρχεται στο κτήριο και την κατανομή του.
Η απαιτούμενη ποσότητα φωτισμού εξαρτάται από τη λειτουργία του χώρου και τις
συγκεκριμένες εργασίες που πραγματοποιούνται μέσα σ’ αυτόν. Οι ποσοτικές απαιτήσεις
δίνονται από ∆ιεθνή ή Ευρωπαϊκά Πρότυπα.
Πέραν της απαιτούμενης ποσότητας, πρέπει να εξασφαλίζεται επίσης κατάλληλη κατανομή
του φωτισμού στο χώρο, ούτως ώστε να αποφεύγεται η θάμβωση. Θάμβωση είναι η αίσθηση
που προκαλείται όταν η λαμπρότητα στο οπτικό πεδίο είναι σημαντικά μεγαλύτερη από τη
λαμπρότητα στην οποία είναι προσαρμοσμένα τα μάτια και προκαλεί ενόχληση, δυσφορία ή
μείωση της απόδοσης ή και της ορατότητας. Θάμβωση μπορεί να προκύψει από την άμεση
θέαση του ήλιου ή τμήματος του ουρανού μεγάλης φωτεινότητας, δια μέσου των ανοιγμάτων
ή από την πρόσπτωση άμεσης ηλιακής ακτινοβολίας στο επίπεδο εργασίας.
Επομένως, ένα σωστά σχεδιασμένο σύστημα φυσικού φωτισμού:
- παρέχει στο κτήριο την αναγκαία ποσότητα φωτισμού για την εκτέλεση των
συγκεκριμένων εργασιών
- συνεισφέρει στη σωστή κατανομή του φωτισμού στο χώρο ώστε να δημιουργούνται
συνθήκες οπτικής άνεσης
- συμβάλλει στην θέρμανση των χώρων με την εκμετάλλευση της ηλιακής ακτινοβολίας και
συγχρόνως αποτρέπει την υπερθέρμανσή τους
85
γ. η εσωτερική ανακλώμενη συνιστώσα (IRC) αντιστοιχεί στη φωτεινή ακτινοβολία που
προέρχεται από διαδοχικές ανακλάσεις στις εσωτερικές επιφάνειες του χώρου και
εξαρτάται από τη γεωμετρία του εσωτερικού χώρου, και την ανακλαστική ικανότητα αυτών
των επιφανειών.
SC
ERC
IRC
Σχήμα 6.1. Οι συνιστώσες της φωτεινής ακτινοβολίας που φτάνει σε ένα σημείο στον
εσωτερικό χώρο
Λόγω της συνεχώς μεταβαλλόμενης έντασης του εξωτερικού φωτισμού, είναι πολύ δύσκολο
να υπολογιστεί ο εσωτερικός φυσικός φωτισμός με φωτομετρικούς όρους (lm/m2 ή lux), για
κάθε χρονική στιγμή.
'Όμως, ο λόγος του φωτισμού που δέχεται ένα σημείο στον εσωτερικό χώρο –συνήθως στο
επίπεδο εργασίας– προς τον αντίστοιχο φωτισμό στην ύπαιθρο είναι σταθερός, γιατί όσο
αυξάνει ο εξωτερικός διαθέσιμος φωτισμός, τόσο αυξάνει και ο αντίστοιχος εσωτερικός,
συνεπώς ο λόγος των δύο αυτών τιμών παραμένει σταθερά ο ίδιος.
Αυτός ο σταθερός λόγος, εκφρασμένος σε ποσοστό επί τοις %, ονομάζεται συντελεστής (ή
παράγοντας) φυσικού φωτός ΣΦΦ (ή DF - Daylight Factor) και ορίζεται από την σχέση:
E1
DF 100%
E2
Όπου:
Ε1 ο φωτισμός σε συγκεκριμένο σημείο του εσωτερικού χώρου,
Ε2 ο αντίστοιχος φωτισμός στην οριζόντια επιφάνεια στο ύπαιθρο.
86
- ο προσανατολισμός, η θέση, το σχήμα και το μέγεθος των ανοιγμάτων και των εν γένει
διαφανών στοιχείων
- τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά των μόνιμων ή κινητών στοιχείων που εφαρμόζονται στα
ανοίγματα και εν γένει όλων των διατάξεων που ρυθμίζουν την είσοδο και την κατανομή
του φωτός
- οι οπτικές ιδιότητες και τα θερμικά χαρακτηριστικά των υαλοστασίων και των διαφανών
εν γένει στοιχείων.
Από αυτούς τους παράγοντες, ο προσανατολισμός και το σχήμα του κτηρίου, η οργάνωση
των χώρων, η γεωμετρία των εξωτερικών εμποδίων και οι ιδιότητες των εσωτερικών και
εξωτερικών επιφανειών, σε σχέση με την ανακλαστικότητά τους, αφορούν κρίσιμες
αποφάσεις για τον ικανοποιητικό φυσικό φωτισμό του κτηρίου, οι οποίες πρέπει να
λαμβάνονται στο αρχικό στάδιο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού (προμελέτη).
Στην επόμενη φάση της σχεδιαστικής διαδικασίας γίνεται η επιλογή των διαφανών στοιχείων
–βασικών ρυθμιστών του εισερχόμενου φυσικού φωτός– ως προς τον προσανατολισμό, τη
θέση, το μέγεθος, το πλήθος, τις γεωμετρικές αναλογίες. Η επιλογή των ανοιγμάτων
καθορίζεται από το μέγεθος και τη λειτουργία του κτηρίου καθώς και από την εξωτερική του
εμφάνιση.
Η τελική απόφαση, όσον αφορά το φυσικό φωτισμό, εστιάζεται στην επιλογή των
υαλοπινάκων και των πρόσθετων ηλιοπροστατευτικών ή φωτοενισχυτικών στοιχείων των
ανοιγμάτων.
Στη συνέχεια αναφέρονται τα κρίσιμα στάδια του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, όσον αφορά:
α) στις αρχικές αποφάσεις σχεδιασμού: προσανατολισμός, σχήμα κτηρίου, διαμόρφωση
εσωτερικών χώρων, διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου
β) στο σχεδιασμό των ανοιγμάτων: πλευρικά ανοίγματα, ανοίγματα οροφής και διαφανείς
τοίχοι και οροφές
γ) στην επιλογή των υαλοπινάκων και των διαφανών εν γένει υλικών, σε συνδυασμό με τα
συστήματα ελέγχου της ακτινοβολίας.
87
μικρότερη το χειμώνα). Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα είναι ότι η χαμηλή θέση του
ήλιου στον ανατολικό και δυτικό προσανατολισμό δημιουργεί έντονα προβλήματα
θάμβωσης.
Σχήμα 6.2. Τρεις περιπτώσεις επίλυσης της κάτοψης πολυώροφων κτηρίων, και η επίδρασή
τους στο φυσικό φωτισμό των χώρων
Σε γενικές γραμμές:
Βάθος 13m θεωρείται το βέλτιστο βάθος κτηρίου για να γίνει πλήρης εκμετάλλευση του
φυσικού φωτός με αντιδιαμετρικά ανοίγματα. Κτήρια με πτέρυγες εκμεταλλεύονται
περισσότερο το φυσικό φως, Η ύπαρξη αιθρίου διευκολύνει τον φυσικό φωτισμό.
88
5.2.1.3. ∆ιατάξεις ενσωματωμένες στον πυρήνα του κτηρίου
Η ύπαρξη αιθρίου είναι θετικό στοιχείο για το σχεδιασμό κτηρίων με μεγάλο όγκο και
περίμετρο κάτοψης. Τα αίθρια συνήθως καλύπτονται με γυάλινη οροφή και λειτουργούν ως
χώροι θερμικής ανάσχεσης, ως αρχιτεκτονικές ρυθμίσεις, που αυξάνουν την ποσότητα του
φυσικού φωτός και ως χώροι που διευκολύνουν το φυσικό αερισμό στα μεγάλα και
πολύπλοκα κτιριακά συγκροτήματα. Τα κτήρια που αναπτύσσονται γύρω από ένα
σκεπασμένο αίθριο έχουν μειωμένες θερμικές απώλειες και συγχρόνως έχουν μεγάλη
διαθέσιμη επιφάνεια για φωτισμό, τόσο στο εξωτερικό τους περίβλημα, όσο και στο
εσωτερικό τους περίβλημα προς το αίθριο (Σχήμα 6.3). Ωστόσο, η χωροθέτηση των
εσωτερικών χώρων πρέπει να στοχεύει ώστε να διασφαλίζεται κύριος φωτισμός από τα
ανοίγματα των εξωτερικών όψεων και επικουρικά από το αίθριο.
Η γεωμετρία του αιθρίου έχει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των επιπέδων φωτισμού
στο εσωτερικό του. Αίθρια με ορθογωνική κάτοψη εμφανίζουν έως και 10% υψηλότερες τιμές
συντελεστή φυσικού φωτός στη βάση τους, σε σχέση με αίθρια ίσης επιφάνειας αλλά
τριγωνικής ή πολυγωνικής μορφής. Ικανοποιητικά επίπεδα φωτισμού επιτυγχάνονται στο
εσωτερικό του αιθρίου όταν το ύψος του δεν υπερβαίνει το πλάτος του. Η κλιμακωτή διάταξη
των ορόφων που περικλείουν το αίθριο συνεισφέρει στη βελτίωση των επιπέδων φωτισμού
στη βάση του. Για την καλύτερη αξιοποίηση του αιθρίου ενδείκνυται η χωροθέτηση χώρων με
μικρό βάθος και μεγαλύτερο ελεύθερο ύψος στους χαμηλότερους ορόφους.
ανακλώμενη
ακτινοβολία από τους
διάχυτη τοίχους και τα
ακτινοβολία ανοίγματα του αιθρίου
διάχυτη
ανακλώμενη ακτινοβολία
ακτινοβολία από το
δάπεδο του αιθρίου
Η ποσότητα του φυσικού φωτός, που φτάνει στους χώρους που αναπτύσσονται γύρω από
ένα αίθριο, εξαρτάται, εκτός από τη γεωμετρία του αιθρίου, από τη διαπερατότητα στο φως
της οροφής του αιθρίου και από την ανακλαστικότητα των πλευρικών τοίχων και του
δαπέδου του αιθρίου.
Η επιρροή της ανακλαστικότητας των πλευρικών τοιχωμάτων είναι μεγαλύτερη όσο αυξάνει
το ύψος του αιθρίου. Τα ανώτερα τμήματα των περιμετρικών επιφανειών του αιθρίου, από
όπου αρχίζουν οι πρώτες ανακλάσεις, καθορίζουν την κατανομή του φωτισμού. Για το λόγο
αυτό ενδείκνυται ο περιορισμός των ανοιγμάτων στους υψηλότερους ορόφους και αντίστοιχα
η αύξηση της ανακλαστικότητας των συμπαγών τμημάτων. Με τον τρόπο αυτό βελτιώνεται ο
φωτισμός στους χαμηλούς ορόφους και παράλληλα μειώνεται ο κίνδυνος θάμβωσης στους
υψηλότερους. Επίσης για την αύξηση του φωτισμού στους χαμηλούς ορόφους δεν θα πρέπει
να χρησιμοποιούνται σκουρόχρωμα υλικά επίστρωσης του δαπέδου.
89
Τα αίθρια μπορεί να έχουν εξολοκλήρου γυάλινη οροφή ή να φέρουν παράθυρα οροφής ή
και να συνδυάζουν γυάλινη οροφή και κατακόρυφα παράθυρα. Οι επικαλύψεις των αιθρίων
μειώνουν το εισερχόμενο φώς κατά 20% έως 50%, ανάλογα με τις οπτικές ιδιότητες της
επικάλυψης και την κατασκευή του σκελετού στήριξης, που πρέπει να δημιουργεί τις
ελάχιστες δυνατές σκιάσεις.
Όταν τα εσωτερικά αίθρια είναι πολύ μικρά για να είναι χρήσιμοι εκμεταλλεύσιμοι χώροι,
μετατρέπονται σε στενούς φωταγωγούς, που φέρνουν το φως βαθιά και πολλές φορές και
την ηλιακή ακτινοβολία στον εσωτερικό χώρο. (Σχήμα 6.4)
Ο φωταγωγός καταλαμβάνει μικρότερο εμβαδόν σε σχέση με το αίθριο και συχνά δεν είναι
στεγασμένος.
90
Κατακόρυφες επιφάνειες: 40-70%
∆άπεδο: 15-40%
Σχήμα 6.5. Κατανομή του φυσικού φωτισμού σε χώρο γραφείου. Ο συντελεστής φυσικού
φωτισμού υπολογίστηκε για διαφορετικό μέγεθος ανοίγματος και ανάλογα με την
ανακλαστικότητα της τοιχοποιίας. Είναι σαφής η πτώση της έντασης του φωτισμού όσο
απομακρυνόμαστε από το άνοιγμα.
91
Πίνακας 6.2. Ανακλαστικότητα ορισμένων χρωμάτων και έγχρωμων οικοδομικών υλικών
Xρώμα Συντελεστής Xρώμα Συντελεστής
ανάκλασης (%) ανάκλασης (%)
Μαύρο χρώμα 3 Κόκκινη λαδομπογιά 26
Μαύρο χρώμα (ματ) 5 Κόκκινα τούβλα 30
Μαύρη λαδομπογιά 9 Φυσικό σκυρόδεμα 35
Μαύρο σκυρόδεμα 10 Πράσινο 41
Σκούρο γκρί 9 Πορτοκαλί 42
Σκούρο πράσινο (λαδί) 11 Κίτρινο 43
Σκούρο καφέ 12 Ανοιχτό πράσινο 53
Καφέ σκυρόδεμα 15 Άσπρο 75
Σκούρο μπλε-γκρι 12 Ασημί 75
92
ενώ προκαλεί δυσανάλογα μεγάλη αύξηση του θερμικού και ψυκτικού φορτίου του
χώρου.
Σύμφωνα με τον ελληνικό Κτιριοδομικό Κανονισμό, το μέγεθος των ανοιγμάτων πρέπει
να είναι τουλάχιστον το 10% της επιφάνειας του δαπέδου του φωτιζόμενου χώρου, για να
επιτυγχάνεται ο ελάχιστος φωτισμός και αερισμός. Βέβαια αυτή η προδιαγραφή δεν είναι
αρκετή, γιατί δε λαμβάνεται υπόψη η αυξομείωση της έντασης του φυσικού φωτισμού, σε
σχέση με τα υπάρχοντα εξωτερικά εμπόδια, τον όροφο που βρίσκεται αυτός ο χώρος
κλπ.
Σε γενικές γραμμές η επιφάνεια του ανοίγματος είναι ανάλογη με τα επίπεδα φυσικού
φωτισμού στο χώρο και αύξηση του μεγέθους του ανοίγματος κατά 10% συμβάλλει στην
αύξηση του μέσου συντελεστή φυσικού φωτός κατά περίπου 1%.
Η θέση του ανοίγματος στον τοίχο. Όσο πιο ψηλά είναι τοποθετημένο ένα άνοιγμα, τόσο
πιο βαθιά φτάνει το φυσικό φως στο χώρο. Με την τοποθέτηση των ανοιγμάτων υψηλά,
σε συνδυασμό με την αύξηση της ανακλαστικότητας του πίσω τοίχου του φωτιζόμενου
χώρου, επέρχεται ομοιόμορφη κατανομή του φωτισμού σε όλο το βάθος. Εάν το βάθος
του χώρου ξεπερνά κατά 2,5 φορές το ύψος του ανοίγματος μέχρι το ανώφλι, τότε ο
φωτισμός στο πίσω μέρος του χώρου δεν είναι ικανοποιητικός, τόσο ως προς την
ποσότητα, όσο και ως προς την ποιότητα (Σχήμα 6.6).
Σχήμα 6.6. Επίδραση της θέσης του παραθύρου στην κατανομή του φυσικού φωτισμού
Το σχήμα του ανοίγματος επηρεάζει την κατανομή του φωτός στο χώρο. Με ανοίγματα
μεγάλου πλάτους (αναλογίες πλάτους προς ύψος περίπου 2:1), ο φωτισμός του χώρου
διαμορφώνεται σε ζώνες διαφορετικής έντασης, παράλληλες προς τον τοίχο που φέρει το
άνοιγμα. Η ένταση του φωτισμού παραμένει σχεδόν σταθερή όλη την ημέρα και
εμφανίζεται μικρός κίνδυνος θάμβωσης. Με κατακόρυφα ανοίγματα (αναλογίες πλάτους
προς ύψος περίπου 1:2), ο φωτισμός διανέμεται σε μια ζώνη κάθετη προς τον τοίχο του
ανοίγματος, με αποτέλεσμα τη διαφορετική ένταση του φωτισμού στη διάρκεια της
ημέρας. Αυτός ο τύπος του ανοίγματος προσφέρει καλύτερο φωτισμό σε περιοχές
απομακρυσμένες από το άνοιγμα, αλλά προκαλεί και μεγαλύτερη θάμβωση.
Πολλά μικρότερα ανοίγματα αντί για ένα άνοιγμα μεγάλου μεγέθους συμβάλλουν σε
καλύτερη κατανομή του φυσικού φωτός στο χώρο. (Σχήματα 6.7 και 6.8).
Εάν ο χώρος έχει μεγάλο βάθος, δεν επαρκεί ο μονόπλευρος φωτισμός. Απαιτείται
συμπληρωματικός φωτισμός από πλευρικά παράθυρα, φεγγίτες και ανοίγματα στην
οροφή. Με τα διαμπερή ανοίγματα επιτυγχάνεται καλύτερη κατανομή του φωτός και
μειώνεται η θάμβωση. Ιδιαίτερα όταν τα ανοίγματα τοποθετούνται σε παρακείμενους
τοίχους μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος θάμβωσης, επειδή εξομαλύνεται η διαφορά
λαμπρότητας μεταξύ των τοίχων και του ανοίγματος.
Τοποθέτηση των ανοιγμάτων κοντά στους εσωτερικούς τοίχους. Με τη βοήθεια των
διαδοχικών ανακλάσεων της φωτεινής ακτινοβολίας όλοι, οι τοίχοι φωτίζονται κι έτσι
μειώνεται η διαφορά λαμπρότητας των επιφανειών και ο κίνδυνος θάμβωσης (Σχήμα
6.9).
∆ιαμόρφωση των παραστάδων ή του ανωφλίου ή και της ποδιάς των παραθύρων με
κλίση ή με στρογγυλεμένες γωνίες, για να διευκολυνθεί η μετάβαση από τη φωτεινή
93
περιοχή του παραθύρου στη μη φωτιζόμενη ζώνη της τοιχοποιίας, έτσι ώστε να
αποφευχθεί η θάμβωση και να βελτιωθεί η οπτική άνεση (Σχήμα 6.10).
Σχήμα 6.7. Μεταβολή του φυσικού φωτισμού σ’ ένα χώρο σε σχέση με την ύπαρξη και το
μέγεθος δεύτερου ανοίγματος (διαμπερής φωτισμός)
5% 4% 3% 2% 1% 5% 4% 3% 2% 1%
4%
3%
5% 4% 3% 2% 2% 1%
5% 4% 3% 2%
1%
Σχήμα 6.8. Κατανομή φυσικού φωτισμού (συντελεστής φυσικού φωτισμού) στο χώρο για
τέσσερις διαφορετικές διατάξεις ανοιγμάτων
94
Σχήμα 6.9. Η ποσότητα και η κατανομή του φυσικού φωτισμού επηρεάζεται από την
ανάκλαση του φωτός από τους παρακείμενους στα ανοίγματα τοίχους
Σχήμα 6.10. ∆ιαμόρφωση του ανωφλίου και του κατωφλίου των παραθύρων, για να
αποφευχθεί η θάμβωση
95
Σχήμα 6.11. ∆ιάφορες διατάξεις ανοιγμάτων οροφής
96
περιοχή που μπορεί να προκαλέσει θάμβωση από ανάκλαση (Σχήμα 6.12α) ή να
προστατεύονται με περσίδες για να αποτραπεί και η θάμβωση από τη θέαση του ουρανού
(Σχήμα 6.12β). Μπορεί να συνδυάζονται με αδιαφανείς υαλοπίνακες, με διαχυτικά
φωτοδιαπερατά υλικά και με σκίαστρα / ανακλαστήρες τοποθετημένα υπό κλίση.
Μειονέκτημα επίσης είναι ότι συλλέγουν περισσότερη ηλιακή ενέργεια κατά τους
καλοκαιρινούς μήνες, όταν αυτή δεν είναι επιθυμητή.
επικίνδυνη περιοχή
για πρόκληση θάμβωσης
α β
Σχήμα 6.12. Κατάλληλος σχεδιασμός και προστασία του οριζόντιου ανοίγματος οροφής για
να αποφευχθεί η θάμβωση από αντανάκλαση
97
α
°
5
4
γ δ
Σχήμα 6.13. Προτεινόμενη τοποθέτηση οριζόντιων ανοιγμάτων οροφής:
α) χώρος χωρίς πλευρικά ανοίγματα
β) χώρος με πλευρικά ανοίγματα
γ) άνοιγμα οροφής κοντά σε βορινό τοίχο συμβάλλει σε καλύτερη κατανομή του φυσικού φωτός
δ) άνοιγμα οροφής σε χώρους με μεγάλο ύψος, αποτρέπει τη θάμβωση από τη θέαση του ουρανού
98
Σχήμα 6.14. Τυπικές διατάξεις κατακόρυφων ανοιγμάτων οροφής
Σχήμα 6.15. Νότιο κατακόρυφο άνοιγμα οροφής, τοποθετημένο κοντά στο βορινό τοίχο
99
Συχνά κατακόρυφα στοιχεία από γυαλί ή πλαστικό, διαφανή ή ημιδιαφανή, διαμορφώνουν
ολόκληρη την όψη του κτηρίου. Η σύγχρονη αρχιτεκτονική των μεγάλων ειδικών κτηρίων
στρέφεται στη χρησιμοποίηση του «δομικού υαλοστασίου» (structural glazing) για τη
διαμόρφωση των εξωτερικών όψεων. Το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μεγάλοι χώροι με
υψηλό επίπεδο φωτισμού. Απαιτείται όμως τα υαλοστάσια να κατασκευαστούν από υλικά με
ειδικές θερμικές ιδιότητες, προκειμένου να μειωθεί το θερμικό και ψυκτικό φορτίο των
κτηρίων (Εικόνα 6.1.α, β).
α β
Εικόνα 6.1. Κατασκευή με δομικό υαλοστάσιο στο κτήριο City of Sciences et Technologie,
Parc de la Villette, Paris (αρχ. Αdrien Fainsilber, 1986).
Άποψη (α) από το εξωτερικό και (β) το εσωτερικό
Αντίστοιχα, οι οροφές -επίπεδες, κεκλιμένες ή θόλοι- μπορεί να κατασκευαστούν από
υαλοπίνακες, υαλόπλακες ή άλλα πλαστικά υλικά ή μεμβράνες –διαφανείς ή ημιδιαφανείς.
Πολλές φορές διαφανείς ή ημιδιαφανείς κατασκευές καλύπτουν εξολοκλήρου ένα χώρο.
Οι ημιδιαφανείς καλύψεις πλεονεκτούν έναντι των συμπαγών, επειδή διαχέουν το φως και
μειώνουν τον κίνδυνο της απευθείας θάμβωσης για τους χρήστες. Η πλήρης επικάλυψη
όμως των χώρων με διαφανή-ημιδιαφανή υλικά δεν παρέχει ικανοποιητική θερμομόνωση,
εκτός αν πρόκειται για διαφανή θερμομόνωση και, ως εκ τούτου, οι θερμικές απώλειες
αυξάνονται εξουδετερώνοντας έτσι τα οφέλη από το φυσικό φωτισμό.
Τοιχοποιίες και οροφές μπορεί να κατασκευαστούν και από διαφανή θερμομόνωση (TIM –
Transparent Insulation Material). Πρόκειται για ημιδιαφανές θερμομονωτικό υλικό,
κυψελωτής δομής, κυρίως πολυκαρβονικής προέλευσης, που τοποθετείται στο διάκενο
δίδυμου υαλοπίνακα με πλαίσιο. Λόγω της δομής του επιτρέπει στην ηλιακή ακτινοβολία και
το φυσικό φως να εισέλθει στο εσωτερικό του χώρου, παράλληλα όμως μειώνει τις θερμικές
απώλειες. Αναλόγως με τη δομή του θερμομονωτικού, την τοποθέτηση των κυψελών σε
σχέση με τη διατομή του τοίχου, το πάχος του, καθώς και τον τύπο των υαλοπινάκων, η
διαπερατότητα του ΤΙΜ στο ορατό φως κυμαίνεται από 0,73 έως 0,82, με αντίστοιχες τιμές
συντελεστή θερμοπερατότητας από 0,800 έως 1,100W/m2K, χωρίς να αποκλείονται
μεγαλύτερα εύρη τιμών με την εξέλιξη της τεχνολογίας, όπως αναφέρθηκε και στο κεφάλαιο
3. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνονται ηλιακά κέρδη μικρότερα σε σχέση με εκείνα του
διαφανούς υαλοπίνακα και διάχυτος φυσικός φωτισμός, αλλά πολύ μικρότερες θερμικές
απώλειες. Το πάχος της διαφανούς θερμομόνωσης με κεκλιμένες προς τη διατομή κυψέλες
κυμαίνεται από 12 έως 50mm, ενώ για κάθετες προς τη διατομή κυψέλες έχει μεγαλύτερο
πάχος.
100
υπόψη το μέγεθος, τη χρήση του κτηρίου και τη θέση των ανοιγμάτων. Λανθασμένη επιλογή
μπορεί να μειώσει ή και να ακυρώσει τα πλεονεκτήματα του φυσικού φωτισμού.
Τα συνηθέστερα διαφανή υλικά που χρησιμοποιούνται σε κτιριακές κατασκευές
αναφέρθηκαν στο Κεφάλαιο 3, §3.3.1.
Η αξιολόγηση των διαφανών υλικών σε σχέση με την ηλιακή ακτινοβολία, γίνεται με βάση
τους τρεις συντελεστές: ανακλαστικότητας (α), απορροφητικότητας (φ) και διαπερατότητας (τ)
της συνολικής ηλιακής ακτινοβολίας, δεδομένης φασματικής σύστασης, που προσπίπτει στο
διαφανές μέσο:
1
Τα διαφανή υλικά, ανάλογα με τις οπτικές ιδιότητες που έχουν, επιτρέπουν τη διέλευση
διαφορετικού ποσοστού της άμεσης και της διάχυτης ακτινοβολίας, διασκορπίζουν το φως,
ανακλούν την ακτινοβολία με κατοπτρικό τρόπο ή τη διαχέουν ή τέλος μεταβάλλουν το
χρώμα του φωτός, λόγω αλλαγής της θερμοκρασίας του φωτός. Στο Σχήμα 6.16
διακρίνονται οι τέσσερις βασικές κατηγορίες υλικών, όσον αφορά τη διαφορετική
συμπεριφορά τους στη διαπερατότητα της φωτεινής ακτινοβολίας.
Οι υαλοπίνακες είναι τα πλέον συνηθισμένα διαφανή υλικά που χρησιμοποιούνται στα
ανοίγματα των κτιριακών κατασκευών. Γενικά η διαπερατότητα των υαλοπινάκων εξαρτάται
από την καθαρότητα του υλικού, από τον αριθμό, τον τύπο και το πάχος των
υαλοπετασμάτων καθώς και από το πάχος του διακένου και του υλικού πλήρωσής του.
Σχήμα 6.16. ∆ιαπερατότητα στη φωτεινή ακτινοβολία των διαφανών υλικών: Α. κάθετη
πρόσπτωση / κάθετη διαπερατότητα, Β. κάθετη πρόσπτωση / ημισφαιρική διαπερατότητα
(συναντάται στα γυαλιά που διαχέουν το φως), Γ. ημισφαιρική πρόσπτωση / ημισφαιρική
διαπερατότητα, ∆. ανάκλαση
Για τη βελτιστοποίηση του φυσικού φωτισμού χρησιμοποιούνται με αρκετή επιτυχία, αλλά
υψηλό κόστος, ειδικού τύπου υαλοπίνακες, οι οποίοι αλλάζουν την πορεία του φωτός και το
κατευθύνουν προς το εσωτερικό του χώρου. Τέτοιοι υαλοπίνακες είναι οι πρισματικοί, τα
ειδικά πετάσματα επεξεργασμένα με λέιζερ και οι ολογραφικοί υαλοπίνακες.
Οι πρισματικοί υαλοπίνακες είναι λεπτές, επίπεδες, πριονωτές διατάξεις κατασκευασμένες
από καθαρό ακρυλικό υλικό, οι οποίες τοποθετούνται μεταξύ δύο απλών υαλοπινάκων για να
προστατεύονται από τη σκόνη. Συνήθως είναι σταθερές, αλλά μπορεί να είναι και κινητές
υπό μορφή περσίδων. Χρησιμοποιούνται για να ανακατευθύνουν το φως στο βάθος του
χώρου, ενώ παράλληλα μειώνουν το ενδεχόμενο θάμβωσης, καθώς το άνοιγμα εμφανίζεται
λιγότερο φωτεινό. Υπάρχει η δυνατότητα, ανάλογα με την κατασκευή της πριονωτής
διάταξης, να επιτρέψουν τη διέλευση ακτινοβολίας με συγκεκριμένη γωνία πρόσπτωσης,
παρέχοντας ηλιοπροστασία τους καλοκαιρινούς μήνες χωρίς να περιορίζεται η διέλευση της
χειμερινής ηλιακής ακτινοβολίας (Σχήμα 6.17 και Εικόνα 6.2).
Οι πρισματικοί υαλοπίνακες ενδείκνυνται για ανοίγματα οροφής και για πλευρικά ανοίγματα
σε υψηλή στάθμη, επειδή διαταράσσουν τη θέα προς το εξωτερικό περιβάλλον, παρόλο που
είναι διαφανή. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθούν και σε ηλιοπροστατευτικές διατάξεις.
101
Εικόνα 6.2. Οι πρισματικοί υαλοπίνακες ανακατευθύνουν το φως
102
Οι ολογραφικοί υαλοπίνακες αξιοποιούν το φαινόμενο της διάθλασης του φωτός για να
μεταβάλλουν την κατεύθυνσή του προς συγκεκριμένες περιοχές και συνήθως προς την
οροφή του χώρου. Ειδική πολυμερής μεμβράνη που φέρει λεπτές λωρίδες ανακατευθύνει
μόνον την ακτινοβολία που προσπίπτει υπό συγκεκριμένη γωνία, ενώ δεν αλλοιώνει την
ακτινοβολία που προσπίπτει από άλλες κατευθύνσεις. Τα ολογραφικά στοιχεία δεν είναι
αποτελεσματικά ως προς την άμεση ακτινοβολία και γι’ αυτό εφαρμόζονται στις βορεινές
όψεις και σε ανοίγματα που σκιάζονται, τα οποία δέχονται μόνο διάχυτη ακτινοβολία.
Λειτουργούν καλύτερα υπό κλίση 45ο επειδή λαμβάνουν περισσότερο διάχυτο φως από τα
ανώτερα τμήματα του ουράνιου θόλου. Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως
«επιλεκτικά» σκίαστρα τα οποία αποτρέπουν την άμεση ακτινοβολία, ενώ επιτρέπουν τη
διέλευση της διάχυτης ακτινοβολίας (Σχήματα 6.19 και 6.20).
α β
Σχήμα 6.20. Οι ολογραφικοί υαλοπίνακες μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως «επιλεκτικά»
σκίαστρα
103
του ουρανού από το εσωτερικό και λειτουργούν ως ηλιοπροστατευτική διάταξη για το τμήμα
του παραθύρου που βρίσκεται κάτω από αυτά.
Η κάτω πλευρά τους ανακλά επίσης τις φωτεινές δέσμες τις προερχόμενες από το έδαφος
και αυξάνει την ποσότητα του φωτός που εισέρχεται στο χώρο.
Τα ράφια φωτισμού κατασκευάζονται στην εσωτερική ή εξωτερική πλευρά ή εκατέρωθεν του
υαλοστασίου (Σχήμα 6. 21) και αποτελούν συγχρόνως στοιχείο της αρχιτεκτονικής σύνθεσης.
Καλοκαίρι
Χειμώνας
φεγγίτης
παράθυρο
α β
Σχήμα 6.21. Ανακλαστικά ράφια (α) εξωτερικά ή (β) εκατέρωθεν του ανοίγματος
5.2.4.2. Ανακλαστήρες
Εξωτερικές ή εσωτερικές περσίδες με ανακλαστική την άνω παρειά τους αυξάνουν την
ποσότητα του φωτισμού φωτός που δέχεται ο χώρος, παρέχοντας συγχρόνως σκιασμό και
προστασία από τη θάμβωση (Σχήμα 6.22). ∆εν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι το
καλοκαίρι ή κατά τη διάρκεια ημερών με μεγάλη ηλιοφάνεια, οι πολύ στιλπνές επιφάνειες των
περσίδων μπορεί να προκαλέσουν θάμβωση. Περισσότερες πληροφορίες για τα θέματα της
ηλιοπροστασίας με περσίδες, μπορείτε να αντλήσετε από το κεφ. 2.
Επίσης, με τη χρησιμοποίηση ανακλαστήρων στην οροφή ή με τη βαφή της οροφής με υλικό
με μεγάλη ανακλαστικότητα αυξάνεται η διείσδυση της απευθείας φωτεινής ακτινοβολίας
βαθιά στο χώρο, ενώ με τη χρησιμοποίηση εσωτερικών ανακλαστήρων, που διαχέουν το
φως, εξασφαλίζεται καλύτερη κατανομή του φωτός στο χώρο. Ο Louis Kahn, η αρχιτεκτονική
του οποίου βασίζεται στο φυσικό φως, χρησιμοποίησε τέτοιους ανακλαστήρες στο Kimbell
Art Museum στο Texas για να αποφύγει τη θάμβωση και να αναδείξει τα έργα τέχνης. Στο
Σχήμα 6.23 παρουσιάζεται το σκίτσο του Louis Kahn, που δείχνει τις αρχικές σκέψεις του για
την εφαρμογή των ανακλαστών.
Εάν χρησιμοποιηθούν οι κατάλληλες διατάξεις ακόμη και τα μικρά ανοίγματα παρέχουν
ικανοποιητική ποσότητα φυσικού φωτισμού.
104
Καλοκαίρι
Χειμώνας
ανακλαστική επιφάνεια
κεκλιμένο παράθυρο,
στιλπνή επιφάνεια
Σχήμα 6.22. ∆ιάφορες διατάξεις περσίδων με ανακλαστική την άνω παρειά τους που
συμβάλλουν στο να οδηγηθεί το φυσικό φως στην οροφή του χώρου
105
Σχήμα 6.23. Σκίτσο του Louis Kahn για το Kimbell Art Museum
Καλοκαίρι
Χειμώνας
106
Εικόνα 6.4: Φωτοσωλήνας τοποθετημένος υπό κλίση σε στέγη
5.3. Βιβλιογραφία
1. Ander, D.G., «Daylighting Design and Performance», Van Norstrand Reinhold, 1995.
2. Αξαρλή, Κ., «Μέθοδοι και συστήματα εξοικονόμησης της ενέργειας με βιοκλιματικό
σχεδιασμό-η συμβολή του φυσικού φωτισμού», στο «Βιοκλιματικός σχεδιασμός κτηρίων
και περιβάλλοντος χώρου», Τόμος Α, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2001.
3. Aravantinos D., Tsikaloudaki Aik. «A comparative analysis on the parameters
determining the indoor daylight levels for the region of Thessaloniki, Greece»,
proceedings of the PLEA 2002 International conference “Design with the environment”,
Toulouse, Γαλλία, 22-24.07.2002.
4. Axarli K., Tsikaloudaki Aik., “Enhancing visual comfort in classrooms through daylight
utilization” proceedings of the 9th REHVA World Congress Clima 2007 «WellBeing
Indoors», Helsinki, Finland, 10-14 June 2007
5. Axarli K., Meresi Aik. “Objective and subjective criteria regarding the effect of sunlight
and daylight in classrooms”, proceedings of the 25nd PLEA 2008 International
conference on Passive and Low Energy Architecture “Towards zero energy architecture”,
Dublin, Ireland, 22-24 October, 2008.
6. Baker, N., Fanchiott A., Steemers K., (Eds), «Daylighting in Architecture-A European
Reference Book», Commission of the European Communities Directorate-General XII for
Science Research and Development, Brussels, James &James Ltd, 1993.
7. Brownlee, B. D., De Long G. D., «Louis I. Kahn: In the Realm of Architecture», The
Museum of Contemporary Art,1992.
8. Budde, F., Theil, H.W., «Schulen», Munchen, Germany, Verlag, 1969.
9. IEA (International Energy Agency), «Daylight in buildings: a source book on daylighting
systems and components», a report of IEA Task21, 2000.
10. Lechner, N., «Heating, Cooling, Lighting: Design methods for architects», John Wiley &
Sons, 1991.
11. Littlefair P., «Daylight prediction in atrium buildings», Solar Energy, Τόμος 73, Τεύχος 2,
σελ.105-109, 2002.
12. Kerschberger, A., & Binder, M., «Transparent Wärmedämmung im Vergleigh.» RK-
Stuttgart, Fachartikel TWD, 2006.
13. Μερεση Αικ. «Εξοικονόμηση ενέργειας σε σχολική αίθουσα μέσω του φυσικού
φωτισμού», διδακτορική διατριβή, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη
2010.
14. Muneer, T., «Solar Radiation and Daylight Models», Elsevier, Amsterdam, 2004.
107
15. Παπαδόπουλος, Μ. Aξαρλή, Κ, «∆ομική Φυσική ΙΙ: Ενεργειακός σχεδιασμός και παθητικά
ηλιακά συστήματα κτηρίων», Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1982.
16. Platzer, W. J., & Goetzberger, A., «Recent Advances in Transparent Insulation
Technology», EUROSUN 1996, pp 5-10.
17. Rice, P., Dutton, H., “Structural Glass”. E & FN Spon, 1995.
18. Τσαγκρασούλης, Α., «Φυσικός Φωτισμός». Στο: Κοσμόπουλος, Π., (Επ.), «Κτήρια,
Ενέργεια και Περιβάλλον», University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2008.
19. Τσικαλουδάκη Αικ., «Ανάπτυξη μαθηματικών μοντέλων για την εκτίμηση των επιπέδων
φυσικού φωτισμού στο εξωτερικό περιβάλλον και στο εσωτερικό των κτηρίων και τη
μελέτη των κύριων παραμέτρων επιρροής του φωτισμού», ∆ιδακτορική ∆ιατριβή, Τμήμα
Πολιτικών Μηχανικών Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2003.
108
6.4.3 Πηγές πινάκων
Πίνακας 6.1. Πηγή: Lechner, N., «Heating, Cooling, Lighting: Design methods for architects»,
John Wiley & Sons, 1991.
Πίνακας 6.2. Πηγή: Παπαδόπουλος, Μ. Aξαρλή, Κ, «∆ομική Φυσική ΙΙ: Ενεργειακός
σχεδιασμός και παθητικά ηλιακά συστήματα κτηρίων», Αφοι Κυριακίδη,
Θεσσαλονίκη, 1982.
109