You are on page 1of 10

Digitally signed by

Thanos Petkakis

Thanos DN: cn=Thanos Petkakis,


o=Anatolia College,
ou=Class,

Petkakis email=thanospet@gmail.
com, c=GR
Date: 2010.04.12 23:50:11
+03'00'

Η Δολοφονία του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας


Μπισμπινά Βίκυ και Πετκάκης Θάνος

Ποιος προκάλεσε την δολοφονία του Φιλίππου Β’, Βασιλέα της Μακεδονίας από το 355 μέχρι το 336 π.Χ.; Ήταν η πρώην γυναίκα του
Ολυμπιάς, και ο γιός της Αλέξανδρος, ή κάποιο άλλο άτομο ή ομάδα; Η απάντηση είναι κρίσιμης σημασίας, επειδή διαμορφώνει την
σύγχρονη παγκόσμια κατανόηση του Αλεξάνδρου Γ’ περισσότερο από κάθε άλλο ζήτημα. Μήπως ο Αλέξανδρος εκμεταλλεύτηκε τις
εσωτερικές Μακεδονικές συγκρούσεις, οργανώνοντας την δολοφονία του πατέρα του για να γίνει Βασιλιάς ή ήταν απολύτως αθώος,
δημιουργώντας συμβιβασμούς μεταξύ των εθνικών και πολιτικών παρατάξεων στη Μακεδονία; Αυτή η εργασία θα απαντήσει στο
ερώτημα της δολοφονίας του Φιλίππου με βάση τόσο κείμενα αρχαίων συγγραφέων όσο συγχρόνων. Τελικά θα συμπεράνει ότι
υπεύθυνος για την δολοφονία του Φιλίππου είναι ο ανιψιός του, Αμύντας, ο οποίος ήταν και γιός του Βασιλιά Περδίκκα Β’. Ωστόσο,
αυτό δεν θα αγνοήσει και τα κίνητρα του ίδιου του δολοφόνου, Παυσανία ή την πιθανή συνενοχή άλλων ανθρώπων στο έγκλημα.

1. Το Ιστορικό Πλαίσιο
1.1. Η Μακεδονία κατά την Αρχαιότητα
Προς το τέλος της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. εμφανίστηκαν οι Μακεδόνες, φυλές που μιλούσαν μια Ελληνική
διάλεκτο και εγκαταστάθηκαν στην Βορειοδυτική ή Άνω Μακεδονία. Την εποχή του Περδίκκα Α’ (7ος αι.), μια
Μακεδονική φυλή, οι Ορέστες, με επικεφαλής την οικογένεια των Τημενιδών κατέλαβαν διαδοχικά τις
περιοχές της Κάτω Μακεδονίας, υποτάσσοντας ή απωθώντας προς τα ανατολικά τους παλιότερους κάτοικους.
Ίδρυσαν το Βασίλειο της Μακεδονίας με πρωτεύουσα τις Αιγές και τον επόμενο αιώνα επέκτειναν το κράτος
τους μέχρι το Στρυμόνα.

1.2. Η Καταγωγή των Μακεδόνων


Κατά την περίοδο της αρχαιότητας η Ελληνικότητα των Μακεδόνων δεν αμφισβητήθηκε καθώς
συναντάμε συγγραφείς όπως ο Ησίοδος, ο Ηρόδοτος, ο Ελλάνικος και ο Θουκυδίδης που συνδέουν
γενεαλογικά τους Μακεδόνες με Δωρικά ή Αιολικά φύλα που αργότερα μετακινήθηκαν νοτιότερα. Άλλωστε
πειστήριο της Ελληνικότητας τους αποτελούν και δυο πολύ γνωστά επεισόδια που λαβαν χώρα στην
αρχαιότητα. Το πρώτο αφορά τον πρώτο Βασιλέα της Μακεδονίας, τον Αλέξανδρο Α’, ο οποίος υπέβαλε
γενεαλογικά πειστήρια για να του επιτραπεί να στείλει αθλητές στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπου
επιτρέπονταν αυστηρά μόνο Έλληνες. Το δεύτερο επεισόδιο λαμβάνει χώρα, στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. όταν
μια κωμωδία που ονομαζόταν «Οι Μακεδόνες», ανέβηκε στην Αθήνα· το κείμενο δεν μας διασώζεται πλήρες,
αλλά ορισμένα αποσπάσματα του έργου αποδεικνύουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της σάτιρας αφορούσε
λογοπαίγνια με βάση τον τρόπο που οι Μακεδόνες πρόφεραν ορισμένες λέξεις. Εξ’ άλλου ας μην ξεχνάμε
άλλωστε ότι την ίδια περίοδο το Μακεδονικό ανάκτορο, το οποίο είχε σημαντικές ομοιότητες με αυτό της
Αθήνας, εγκαταστάθηκε στην Πέλλα μετά από υπόδειξη του ίδιου του Πλάτωνα, η οποία υλοποιήθηκε τελικά
από τον Ευριπίδη.
Τα γεγονότα που έδωσαν λαβή για αμφισβήτηση της Ελληνικότητας των Μακεδόνων ξεκίνησαν αρχικά
από την πολεμική που είχε αναπτύξει ο αρχαίος ρήτορας Δημοσθένης κατά του Φιλίππου Β’- τον οποίο
αποκαλούσε βάρβαρο- την περίοδο όμως που ο τελευταίος εξάπλωνε την εξουσία προς τον νότο και
απειλούσε τα συμφέροντα των Αθηναίων. Ωστόσο, είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι με τον όρο βάρβαρο
αναφερόταν σε έναν άνθρωπο που υστερούσε πολιτισμικά και όχι σε έναν αλλόφυλο. Επιπλέον, μερίδα
ερευνητών υποστήριξαν μια ακόμα νέα θεωρία σύμφωνα με την οποία οι Βασιλείς της Μακεδονίας και η
άρχουσα τάξη είχαν βέβαια Ελληνική καταγωγή, ωστόσο ο λαός ήταν ένα συνονθύλευμα Ελλήνων, Ιλλυριών
και Θρακών. Μια τέτοια θεωρία είναι όμως ακόμη πιο αβάσιμη και ατεκμηρίωτη καθώς κανένα αντίστοιχο
παράδειγμα δεν είχε υπάρξει στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο. Εξ’ άλλου το περιορισμένο γλωσσικό υλικό που
έχει διασωθεί από την αρχαία Μακεδονική γλώσσα οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για
λεξιλόγιο καθαρά Ελληνικό. Ας μην ξεχνάμε ότι η ίδια η λέξη Μακεδόνας-Μακεδνός είναι Ομηρική λέξη
(Οδύσσεια, η 106) και σημαίνει ψηλός, λυγερός, μεγαλόσωμος. Άλλωστε, ούτε και στις εκατοντάδες
περιπτώσεις οι οποίες έχουνε καταγραφεί σε διάφορες ιστορικές πηγές στις οποίες συναντιούνται, συζητούν,
συνεργάζονται ή ακόμη και συγκρούονται οι Μακεδόνες με άλλους Έλληνες δεν καταγράφηκε επεισόδιο
γλωσσικής ασυνεννοησίας ή ανάγκη διερμηνείας.

1.3. Η Οργάνωση της Μακεδονικής Κοινωνίας


Οι κάτοικοι της Μακεδονίας ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, αλλά ήταν
υποχρεωμένοι να ζουν σχεδόν μόνιμα σε κατάσταση πολεμικού συναγερμού, γιατί αντιμετώπιζαν επιδρομές
από επικίνδυνους γείτονες, τους Ιλλυριούς και διάφορες Θρακικές φυλές. Αυτή η κατάσταση τους υποχρέωσε
να διαμορφώσουν το πολίτευμα τους ως βασιλεία ώστε αφ’ ενός να υπάρχει η δυνατότητα γρήγορων
αποφάσεων και σύντομης στρατιωτικής δράσης και αφ’ ετέρου να παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα
απομονωμένοι από τους υπόλοιπους Έλληνες, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται πολιτιστικά και πολιτικά
καθυστερημένοι.
Αντίθετα με την πλειοψηφία των Ελληνικών κρατών, των Μακεδόνων ηγείτο ένας Βασιλιάς ο οποίος
επιβάλλονταν να ήταν απόγονος του οίκου των Τημενιδών, και άρα απόγονος του Ηρακλή. Σε αντίθεση με ότι
συνέβαινε στις υπόλοιπες μοναρχίες, τότε άλλα και σήμερα, ο Βασιλιάς της Μακεδονίας εκλέγονταν. Αν και
στη θεωρία οποιοσδήποτε άνθρωπος βασιλικής καταγωγής θα μπορούσε να αναλάβει το θρόνο, συνήθως η
διαδοχή γινόταν από τους γιούς τους, και όχι από άλλους συγγενείς. Λόγω των κινδύνων που μπορούσε να
αντιμετωπίσει ένα μικρό ορεινό βασίλειο όπως η Μακεδονία σε περίπτωση που υπήρχε πρόβλημα στην
διαδοχή, ήταν απαραίτητο για τον Βασιλέα να έχει το μεγαλύτερο πιθανό αριθμό γιών για να είναι σίγουρο
ότι όταν πεθάνει ο Βασιλιάς θα υπάρχει ένας διάδοχος και ένας αντικαταστάτης αυτού. Αυτό οδήγησε
μοιραία στο να γίνει η πολυγαμία μέρος της ζωής κάθε Μακεδόνα μονάρχη. Επίσης, η παρουσία ενός μεγάλου
αριθμού εχθρικών φυλών κοντά στα σύνορα του Βασιλείου καθιστούσε την πολυγαμία διπλά ωφέλιμη. Εκτός
από την χρήση των πολλαπλών γάμων για την διασφάλιση της διαδοχής του θρόνου από μέλος της Βασιλικής
οικογένειας, ο Βασιλιάς πάντρευε τους γιούς και τις κόρες του με απογόνους γειτονικών Βασιλέων και
αρχόντων για να τους κάνει συμμάχους του. Όπως ήταν φυσικό, οι Βασιλείς έκαναν ευρεία χρήση αυτού του
διπλωματικού εργαλείου. Ο Φίλιππος Β’, ο με διαφορά πιο πολυπαντρεμένος Βασιλιάς της Μακεδονίας, είχε
τουλάχιστον επτά και πιθανώς οκτώ συζύγους στη ζωή του.
Οι μεγάλοι αριθμοί γυναικών που είχαν οι Μακεδόνες Βασιλείς πέρα από τα πλεονεκτήματα που τους
προσέφεραν, τους προκαλούσαν και προβλήματα. Φυσικά, το σημαντικότερο από αυτά ήταν και η σειρά
διαδοχής. Αν και δεν υπήρχε κανένας επίσημος κανόνας, οι σύζυγοι που είχαν γεννήσει γιούς πάντα
υπερείχαν εκείνων που είχαν κάνει μόνο κόρες, οι οποίες με τη σειρά τους ξεπερνούσαν αριθμητικά εκείνες
που δεν είχαν κάνει κανένα παιδί με το Βασιλέα. Στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονταν η Μητέρα
Βασίλισσα, η οποία είχε σημαντική επιρροή στην αυλή αλλά και εκτός των τειχών. Επειδή με τον θάνατο της
Μητέρας Βασίλισσας θα εμφανιζόταν ένα κενό δυνάμεως, παρόλο που η θέση αυτή θα μπορούσε να
παραμείνει κενή για αρκετό χρόνο, αυτό ήταν αρκετά σπάνιο, καθώς ο Βασιλιάς έπρεπε να ορίσει έναν
διάδοχο κατ’ επέκταση μια μέλλουσα Μητέρα Βασίλισσα.
Αναφορικά με την εκλογή των Βασιλέων της Μακεδονίας, αυτή γινόταν ανεπίσημα μετά από την
έγκριση του στρατού. Οι προϋποθέσεις για την θέση ήταν λίγες. Ο εκλεγμένος Βασιλιάς, αν δεν ήταν γιός του
προηγούμενου Βασιλιά, θα ήταν τουλάχιστον ένας κοντινός συγγενής του. Το πόσο κοντινός δεν ορίζονταν·
ούτε υπήρχε περιορισμός για την ηλικία του νέου Βασιλιά και έτσι είχαμε πολύ συχνά Βασιλείς σε παιδική
ηλικία. Πιο συχνά, όμως, υπήρχε μόνο ένας ισχυρός υποψήφιος για το χρίσμα. Αυτός ήταν ο υπεύθυνος του
γραφείου του πρίγκιπα του στέμματος, κάτι που δεν ορίζεται επίσημα, αλλά αναγνώριζαν παντού. Οι τρόποι
για να ορίσει ο Βασιλιάς τον διάδοχο του ήταν πολλοί, ο πιο κοινός εκ των οποίων ήταν ο Βασιλιάς να
αναθέσει σε αυτόν την διοίκηση ενός τμήματος του στρατού. Όμως, δεν όριζαν όλοι οι Βασιλείς διάδοχο, έτσι
κάποιες διαδοχές ήταν εξαιρετικά περίπλοκες. Για παράδειγμα, μετά τον θάνατο του Βασιλιά Περδίκκα Γ’, και
χωρίς ορισμένο διάδοχο, η Συνέλευση εξέλεξε ως Βασιλιά τον ανήλικο γιό του, Αμύντα Δ’ και ανάθεσε στον
ενήλικο αδερφό του, Φίλιππο, την κηδεμονία του νεαρού Βασιλιά. Μετά από περίπου δύο χρόνια, άλλαξαν
γνώμη, ξεφορτώθηκαν τον νεαρό ηγέτη, και εξέλεξαν τον Φίλιππο Βασιλέα στη θέση του. Αντίθετα, η διαδοχή
του Φιλίππου από τον Αλεξάνδρου Γ’ (του Μέγα), τον πρίγκιπα του στέμματος ήταν μια από τις πιο ξεκάθαρες
στη Μακεδονική Ιστορία. Έκτος του γεγονότος ότι ο Αλέξανδρος οδήγησε έναν ολόκληρο στρατό σε νίκη στη
Μάχη της Χαιρώνειας, ο Φίλιππος του είχε εμπιστευτεί, επίσης, και την διοίκηση του Μακεδονικού κράτους
κατά την διάρκεια της εκστρατείας του το 340 π.Χ., όταν δηλαδή ο Αλέξανδρος ήταν μόλις 16 ετών.
Οι δυνάμεις της Συνέλευσης των Μακεδόνων, όμως, δεν περιορίζονταν στην εκλογή και την
τοποθέτηση Βασιλέων αλλά είχαν επίσης την ικανότητα να διεξάγουν δίκες για προδοσία, και να επιβάλλουν
την ποινή του θανάτου ακόμα και την επόμενη ημέρα. Εκτός από αυτό, διεξήγαγαν και δίκες και για άλλα
ζητήματα που αφορούσαν το κράτος, όπως η εξωτερική πολιτική και η σύναψη ειρήνης ή πολέμου. Αντίθετα
με τον κυβερνητικό ρόλο της Συνέλευσης, τα μέλη της δεν ήταν καθόλου φιλικά προς τους πολίτες. Ήταν
βαθειά συντηρητικοί, απόλυτα πιστοί στον Βασιλιά και πρόθυμοι να ακολουθήσουν τις αποφάσεις που
επέβαλαν. Σε μια αξιοσημείωτη συγκυρία κατά την διάρκεια της Βασιλείας του Αλεξάνδρου του Μέγα, τα
μέλη της Συνέλευσης κατηγόρησαν για προδοσία και εκτέλεσαν άμεσα τον κατηγορούμενο μαζί με τους
δορυφόρους του.

2. Η Ιστοριογραφία
Η μελέτη των σύγχρονων πηγών είναι εξαιρετικά σημαντική για τους ιστοριογράφους, ιδιαίτερα
μάλιστα όταν οι τελευταίοι πρόκειται να μελετήσουν την ιστορία της Μακεδονίας των Αρχαίων χρόνων.
Δυστυχώς όμως, έχουμε μόνο δύο κύριες, και ιδιαίτερα σύντομες, πηγές από την περίοδο εκείνη. Η πρώτη
πηγή είναι μια μικρή παράγραφος στα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη, όπου, αφού περιγράφει την δολοφονία
του Φιλίππου, αποδίδει τα κίνητρα του δολοφόνου σε προσωπικά συμφέροντα μόνο. Το περιεχόμενο της
άλλης πηγής είναι το ίδιο ατεκμηρίωτο, αφού πρόκειται για μια Βαβυλωνιακή αστρονομική καταγραφή, η
οποία αναφέρεται μόνο στην ημερομηνία του θανάτου του Φιλίππου και σημειώνει ότι συνέβη κατά την
διάρκεια συννεφώδους εβδομάδας.
Ωστόσο μεταγενέστεροι ιστορικοί της εποχής του θανάτου του Φιλίππου έχουν καταγράψει τις απόψεις
και τα πορίσματα των ερευνών τους σε ποικίλα έργα. Αρκετοί φίλοι του Αλεξάνδρου έχουν συγγράψει
εκτεταμένες ιστορίες και για τις εκστρατείες του ιδίου αλλά και του Φιλίππου, οι οποίες αποτέλεσαν το
απαραίτητο συμπλήρωμα για την ολοκλήρωση ενός λεπτομερούς και ευρέως διαβασμένου χρονικού της
Βασιλείας του Αλεξάνδρου, γραμμένο από τον αυλικό ιστορικό του, τον Καλλισθένη. Μια από τις
δευτερεύουσες πηγές που επέζησε στους αιώνες ήταν η “Αλεξάνδρου Ανάβασις” του Αρριανού, ενός Ρωμαίου
που έγραψε την ιστορία του στα Ελληνικά, βασιζόμενος αποκλειστικά στα χαμένα απομνημονεύματα των
συντρόφων του Αλέξανδρου στην εκστρατεία, του Πτολεμαίου και του Αριστόβουλου. Παρόλο που ο
Πτολεμαίος και ο Αριστόβουλος ήταν προσωπικοί φίλοι και στρατηγοί του Αλεξάνδρου και τον συνόδεψαν
στην εκστρατεία, συνέγραψαν τα απομνημονεύματα τους μετά τον θάνατο του και έτσι δεν υπήρχε φόβος για
όποιες συνέπειες λόγω των όχι και τόσο κολακευτικών γεγονότων που καταγράφονταν.
Πέρα από τον Αρριανό, όλες οι υπόλοιπες πηγές είναι τριτογενείς. Η ευρύτερα χρησιμοποιημένη πηγή
ήταν η ιστορία του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου συγγεγραμμένη από τον Κλείταρχο, κάτοικο της
Αλεξανδρείας της Αιγύπτου ο οποίος αν και ήταν σχεδόν σύγχρονος με τα γεγονότα που περιγράφει,
βασίζονταν στο ημερολόγιο του αυλικού Καλλισθένη. Ωστόσο ακόμα και οι αρχαίοι συγγραφείς, όταν
χρησιμοποιούν κείμενα του Καλλισθένη, τον κατηγορούν για κιτρινισμό και αδιαφορία για την αλήθεια. Μια
ακόμη πηγή που αναφέρεται στην ιστορία του Φιλίππου είναι αυτή που έγραψε ο Θεόπομπος, ένας Ίωνας
που έζησε στην αυλή του Φιλίππου στην Πέλλα γύρω στο 340 π.Χ., όμως δεν τον ακολούθησε σε καμία
εκστρατεία και επίσης το έργο του Μαρσύα του Μακεδόνα, στο οποίο χρονολόγησε όλη την Μακεδονική
ιστορία από τον Περδίκκα τον Α’ (700 π.Χ.) ως της έξοδο του Αλεξάνδρου από την Αίγυπτο το 311 π.Χ.. Και οι
δύο αυτές πηγές είναι μερικώς αξιόπιστες, αφού με το έργο του Θεόπομπου αντιμετωπίζουμε προβλήματα
μεροληψίας, καθώς ο ίδιος υποστήριζε τους Έλληνες του νότου, όπως κυκλοφορούσε στην αρχαιότητα, ενώ
στο λόγο του Μαρσύα εντοπίζονται θραύσματα του Μακεδονικού σωβινισμού.
Όμως, η σημαντική διαφορά του Αρριανού έναντι των υπόλοιπων συγγραφέων δεν προκύπτει λόγω της
ποιότητας ή του είδους των πηγών που χρησιμοποίησαν αλλά, αντίθετα, λόγω της αξιοπιστίας των δύο
πλευρών. Ο Αρριανός απ’ τη μια, αν και χρησιμοποιεί πληθώρα πηγών, εκτός του Πτολεμαίου και του
Αριστόβουλου, συχνά αναφέρεται με απροσδιόριστο τρόπο σε αυτές –χρησιμοποιεί χαρακτηριστικά το ρήμα
“λένε”- και με αυτόν τον τρόπο πολλές φορές εκφράζει τις προσωπικές του αμφιβολίες όσον αφορά την
αλήθεια μιας ιστορίας η οποία φαινόταν απίθανη. Αν και κάνει το επισφαλές βήμα να επαναλαμβάνει τις
ομιλίες σε ευθύ λόγο, δήθεν κατά λέξη, η ιστορική του μέθοδος είναι αυστηρή. Αυτό φυσικά δεν ισχύει και για
τις υπόλοιπες πηγές: Διόδωρος, Πλούταρχος, Ιουστίνος και Curtius. Εκτός από τον Πλούταρχο, κανένας δεν
αναφέρεται τακτικά σε άλλους συγγραφείς, και όλοι έχουν ένα έντονο ενδιαφέρον για ξενόφερτα ανέκδοτα. Ο
Πλούταρχος, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι όταν οι Μακεδονικές δυνάμεις έφτασαν στην Τροία σ την αρχή
της Περσικής Εκστρατείας, ο Αλέξανδρος διέταξε το στρατό να ξεκουραστεί μια ημέρα, έτσι ώστε αυτός και οι
σύντροφοι του να μπορέσουν να τρέξουν έναν αγώνα γύρω από τον τάφο του Αχιλλέα, κάτι που δεν αναφέρει
ο Αρριανός.
3. Η Δολοφονία
Το καλοκαίρι του 336 π.Χ., ο Φίλιππος οργάνωσε τον γάμο της κόρης του, Κλεοπάτρας με τον Αλέξανδρο
των Μολοσσών, τον Βασιλιά της Ηπείρου. Η χρονική στιγμή που επέλεξε ήταν εξαιρετική καθώς εκείνη την
περίοδο ο Φίλιππος είχε ήδη στείλει μια στρατιωτική δύναμη στη Μικρά Ασία με προθέσεις εισβολής στην
Περσική Αυτοκρατορία, επομένως, ήταν ζωτικής σημασίας να διαφυλαχθεί η ασφάλεια των βορείων και
δυτικών συνόρων της Μακεδονίας. Το Βασίλειο του Αλεξάνδρου των Μολοσσών, ήταν το δυτικό του μέτωπο,
και το πιο επικίνδυνο και ο Φίλιππος είχε ήδη πολεμήσει για μεγάλο διάστημα τα Θρακικά φύλα που ζούσαν
εκείνη την εποχή στα σύνορα κοντά στην Ήπειρο. Ωστόσο, δεν περίμενε να χρειαστεί να σφραγίσει τη
συμμαχία με τον Αλέξανδρο τότε, αλλά είχε προνοήσει να δημιουργήσει μια πιο στερεή συμμαχία με την
Ήπειρο παίρνοντας ως γυναίκα του την αδερφή του Αλεξάνδρου, την Ολυμπιάδα, μετέπειτα μητέρα του
Αλεξάνδρου Γ’(του Μέγα). Αυτή η συμμαχία, όμως, είχε υποστεί το 337 π.Χ. ένα πλήγμα από τον Φίλιππο ο
οποίος παραβαίνοντας τόσο τη δική του πρακτική, όσο και των υπολοίπων Μακεδόνων μοναρχών,
παντρεύτηκε την κατά πάρα πολύ νεότερη του Κλεοπάτρα, μια Μακεδονίτισσα αριστοκρατικής καταγωγής και
κόρη του στρατηγού Αττάλου. Η ρήξη με την Ολυμπιάδα επήλθε επειδή εφόσον ο Αλέξανδρος είχε ηγηθεί του
Μακεδονικού στρατεύματος στην Μάχη της Χαιρώνειας, η Ολυμπιάδα υπέθεσε πως έστω και άτυπα είχε
οριστεί διάδοχος του θρόνου κατ’ επέκταση και η ίδια μέλλουσα Βασίλισσα Μητέρα, όταν όμως η νεαρή
σύζυγός του έμεινε έγκυος και την μετονόμασε από Κλεοπάτρα σε “Ευρυδίκη” -δυναστικό όνομα που
παραδοσιακά είχε μόνο η Βασίλισσα Μητέρα- και τον γιό της Ευρυδίκης τον ονόμασε Κάρανο - όνομα του
μυθολογικού ιδρυτή της δυναστείας- , παρόλο που ο γάμος ήταν από μόνος του αποδεκτός σύμφωνα με τα
ήθη της εποχής, προκάλεσε την οργή της Ολυμπιάδας. Έτσι, η ίδια αποχώρησε εξαγριωμένη για την πατρίδα
της την Ήπειρο, ενώ ο Αλέξανδρος αποφάσισε να πάει σε εκστρατεία κατά των Ιλλιρίων, σε μια εξαιρετικά
απομακρυσμένη περιοχή του κράτους. Αργότερα, όμως, μετά την σταθεροποίηση των πραγμάτων, ο
Αλέξανδρος επέστρεψε στην πρωτεύουσα για τον γάμο της αδερφής του, Κλεοπάτρας, παρόλο που η
Ολυμπιάδα αρνήθηκε να παραβρεθεί.
Ο Φίλιππος πρέπει να αισθάνθηκε πολύ ανακουφισμένος που είχε την δυνατότητα να επιβεβαιώσει την
συμμαχία του με την Ήπειρο. Στην πραγματικότητα, ήταν τόσο χαρούμενος που για την περίσταση αποφάσισε
να προσκαλέσει στις Αιγές όλους τους εκπροσώπους των Ελληνικών πόλεων που αποτελούσαν τον
μελλοντικό πολιτικό του στόχο. Οι εορτασμοί δεν περιορίστηκαν στο γάμο, αντίθετα, σχεδιάστηκαν να
διαρκέσουν πολλές ημέρες και να περιλαμβάνουν θρησκευτικούς, αθλητικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες.
‘Όμως, μόνο η πρώτη ημέρα της γιορτής ολοκληρώθηκε. Την ανατολή της επόμενης ημέρας, ο Φίλιππος είχε
κανονίσει να παρακολουθήσουν οι καλεσμένοι του στο θέατρο των Αιγών μια πομπή με τα αγάλματα των 12
Ολυμπίων θεών και ένα ακόμη που απεικόνιζε τον ίδιο.
Μετά το τέλος της πομπής, ο Φίλιππος εισήλθε στην σκηνή θριαμβευτικά με λευκό ιμάτιο μετά το
άγαλμα του, μόνος του. Αν και συνήθως ένα μέλος της Βασιλική Φρουράς ακολουθούσε τον Φίλιππο, ο ίδιος
ο Φίλιππος τους είχε απομακρύνει λίγο πριν μπει στο θέατρο. Δικαίως ο Διόδωρος πιστεύει ότι ο Φίλιππος
ενώ «παρέλαβε τη μοναρχία με τις λιγότερες προϋποθέσεις, δημιούργησε τη σημαντικότερη Ελληνική
μοναρχία» κι ο ίδιος ο Φίλιππος ασφαλώς πίστευε ότι μπροστά του είχε ακόμη περισσότερη εξουσία, ακόμη
περισσότερη δόξα επομένως δεν είχε ανάγκη από δορυφόρους, διότι “τον προστάτευε η αγάπη των
Ελλήνων”. Επειδή όμως γνώριζε ότι οι υπόλοιποι Έλληνες θα εκλάμβαναν την δημόσια προβολή όπλων ως
σύμβολο απολυταρχικής επιβολής και τυραννίας, μπήκε στο θέατρο άοπλος και ασυνόδευτος. Κατά την
είσοδό του λοιπόν στο θέατρο, και προτού να προλάβει να συγκεντρωθεί πλήθος, ένας νεαρός άνδρας, ο
Παυσανίας, πήδησε πάνω στον Φίλιππο, τον μαχαίρωσε στην καρδιά με ένα κέλτικο μαχαίρι και μετά διέφυγε
τρέχοντας. Μόλις συνήλθαν από την έκπληξη τρείς από του Βασιλικούς σωματοφύλακες, ο Λεοννάτος, ο
Περδίκκας και ο Άτταλος, καταδίωξαν τον Παυσανία, το σανδάλι όμως, του δολοφόνου μπλέχτηκε σε ένα
κλήμα και οι περί τον Περδίκκα σωματοφύλακες τον πρόλαβαν και τον έσφαξαν χωρίς να προηγηθεί
ανάκριση.
Άμεσα συγκλήθηκε η Συνέλευση των Μακεδόνων και εξέλεξε τον Αλέξανδρο Βασιλιά. Αβέβαιος για την
ασφάλεια του θρόνου του, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε τη Βασιλεία του διεξάγοντας μια σειρά από δίκες
προδοσίας οι οποίες όμως επισήμως θεωρούνταν άσχετες με τον θάνατο του Φιλίππου. Αρχικά δικάστηκαν
για προδοσία τρείς αδερφοί, οι γιοί του αριστοκράτη Αέροπου, ο Ηρωμένης, ο Αρραβαίος και ο Αλέξανδρος
της Λίκνου, μέλη του παράπλευρου κλάδου του Βασιλικού οίκου. Ο Ηρωμένης και Αρραβαίος τελικά
καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν, ο Αλέξανδρος της Λίκνου όμως, καθώς ήταν ο πρώτος που χαιρέτησε τον
Αλέξανδρο ως Βασιλιά στη Συνέλευση των Μακεδόνων αφέθηκε ελεύθερος. Στη συνέχεια οι υποψίες
βάρυναν τον Αμύντα, ο πρώην διεκδικητής του θρόνου και ξάδερφος του Αλεξάνδρου καθώς και τους Άτταλο
και Παρμενίωνα, οι οποίοι όμως βρισκόντουσαν με τις Μακεδονικές δυνάμεις στην Ασία ανήμποροι να
απαντήσουν στις κατηγορίες. Τελικά όμως ο Παρμενίωνας έγινε ένας από τους πιο έμπιστους συμβούλους
του Αλεξάνδρου, ο Άτταλος δολοφονήθηκε από τον Εκαταίο, υποχείριο του Αλεξάνδρου. Ο Αμύντας ωστόσο
ήταν λιγότερο τυχερός, παρόλο που ο Αλέξανδρος δεν τον δίκασε το 336 π.Χ., βρέθηκε ένοχος και εκτελέστηκε
για προδοσία το 334 π.Χ..
Στην περίπτωση του Παυσανία τώρα, πιστεύεται από πολλούς ερευνητές ότι εάν η Συνέλευση τον είχε
δικάσει μπορεί να είχαν δείξει επιείκεια στον δολοφόνο. Ο Βασιλιάς δημιούργησε μια επίλεκτη ομάδα
υπηρετών οι οποίοι αρχικά ήταν οι ερωτικοί του σύντροφοι και στη συνέχεια εξελίχθηκαν ως σύμβουλοί του
και μέλη της στρατιωτικής ελίτ. Ο Παυσανίας, ως νεότερος, ήταν ο πιο διακεκριμένος, αργότερα όμως,
αντικαταστήθηκε από κάποιον άλλον με το ίδιο όνομα, στον οποίο ο Παυσανίας φερόταν τόσο άσχημα στον
ώστε να τον οδηγήσει στην αυτοκτονία. Ο Άτταλος ο στρατηγός, ο οποίος συμπαθούσε τον νεαρό, για
αντίποινα κάλεσε τον Παυσανία σε συμπόσιο, τον μέθυσε και ο ίδιος μαζί με τους καλεσμένους τον βίασαν.
Μετά από αυτό το γεγονός ο Παυσανίας ζήτησε από τον Φίλιππο να του αποδώσει δικαίωση, όμως εκείνος
προσπάθησε να τον κατευνάσει δίνοντάς του χρήματα και αξιώματα, χωρίς όμως να καταφέρει έτσι να τον
ικανοποιήσει. Πέρα όμως από τους προσωπικούς λόγους ο Παυσανίας είχε πολιτικά κίνητρα που μπορεί να
τον οδηγούσαν στην δολοφονία του Φιλίππου, καθώς καταγόταν από την Ορεστιάδα, μια μικρή ορεινή
περιοχή στη δυτική Μακεδονία, πρόσφατα προσαρτημένη από τον Φίλιππο, επομένως τόσο ο ίδιος όσο και
πολλοί άλλοι ήταν δυσαρεστημένος με την επεκτατική πολιτική που του Φιλίππου και των συμβούλων του,
Άτταλου και Παρμενίωνα. Πίστευε δηλαδή ότι τα στρατεύματα που νικήθηκαν στα Βαλκάνια και στη νότια
Ελλάδα θα έπρεπε να χρησιμοποιούνταν για να πλουτίσει το κράτος και όχι για να συντηρηθούν και νέες
εκστρατείες στο Βυζάντιο και στη Περσική Αυτοκρατορία. Αυτή λοιπόν η πολιτική θέση, σε συνδυασμό με τη
προσωπική προσβολή που δέχτηκε από τον Άτταλο, είναι ένα αρκετά ισχυρό κίνητρο για να οδηγηθεί ο
Παυσανίας στη δολοφονία του Βασιλιά.
4. Οι ένοχοι.
Παρόλο που ο Παυσανίας ήταν ο μοναδικός δράστης στη δολοφονία πολλοί πιστεύουν ότι δεν την
αποφάσισε μόνος του. Σύμφωνα με τους ερευνητές ο ίδιος ήταν μέλος της στρατιωτικής ελίτ, της Βασιλικής
Φρουράς, και αναγνωρίζονταν ως ένας από τους πιο πιστούς ακόλουθους του Βασιλέως. Προσωπικά, λοιπόν,
παρόλο, που ήταν ιδεολογικά αντίθετος, το πιθανότερο είναι ότι θα αποκτούσε δύναμη, κύρος και λάφυρα
από τη Περσική εκστρατεία του Φιλίππου και εκτός αυτού εκεί ενδεχομένως να του παρουσιαζόταν και μια
ιδανική ευκαιρία να εκδικηθεί προσωπικά τον Άτταλο. Εάν επομένως τα κίνητρά του ήταν πολιτικά, επέλεξε τη
λάθος στιγμή, ενώ εάν ήταν προσωπικά επέλεξε το λάθος πρόσωπο. Αξιολογώντας λοιπόν, αυτές τις
αντιφάσεις καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο Παυσανίας πρέπει να δέχθηκε κάποια εξωτερική επιρροή ή
ακόμα και βοήθεια. Το ζήτημα είναι επομένως όχι εάν όντως ισχύει η ύπαρξη συνομωσίας, αλλά ποιοι
εμπλέκονταν. Όπως ήταν αναμενόμενο, από πολύ νωρίς αναπτύχθηκε έντονη παραφιλολογία γύρω από τους
πιθανούς συνωμότες της δολοφονίας του Φιλίππου. Μέσα από μια σειρά αναφορών που γίνονται σε
διάφορες στις αρχαίες πηγές φαίνεται ότι ο Αλέξανδρος δεν ήταν ο αδιαμφισβήτητος διάδοχος του Φιλίππου.
Ο Πλούταρχος λέει ότι «η Μακεδονία προσέβλεπε στον Αμύντα και στα παιδιά του [Λυγκηστή] Αερόπου», δύο
από τα οποία, ο Ηρομένης και ο Αρραβαίος, εκτελέσθηκαν ως συνωμότες αμέσως μετά τη δολοφονία του
Φιλίππου. Ο τρίτος γιος, ο Αλέξανδρος, έπεισε τον διάδοχο ότι δεν είχε συμμετάσχει στη συνωμοσία, ενώ την
ίδια στιγμή έστελνε επιστολή στο Μέγα Βασιλέα, με την οποία ζητούσε τη βοήθειά του για να καταλάβει το
θρόνο της Μακεδονίας και προσέφερε τα απαραίτητα ανταλλάγματα. Την επιστολή επέδωσε στο Δαρείο ο
αυτόμολος εταίρος Αμύντας του Αντιόχου, ο οποίος μάλλον είναι ο Αμύντας του Πλούταρχου, που πριν τη
Μάχη της Ισσού εμφανίζεται να συμβουλεύει το Δαρείο να παραμείνει στους Σώχους και να μην μπει στην
Κιλικία.

4.1 Η Ολυμπιάδα
Η μεγαλύτερη υποψία στρέφεται πάνω στη γυναίκα του Φιλίππου, την Ολυμπιάδα. Ενώ ο Αρριανός
και ο Πλούταρχος αναφέρονται με συντομία σε αυτή τους την υποψία, ο Ρωμαίος ιστορικός Ιουστίνος, που
όμως δεν διακρίνεται τόσο για την αξιοπιστία του όσο για την ιδιαίτερη κλίση του στη συνωμοσιολογία,
αφιερώνει πολλές σελίδες στις ενέργειες της Ολυμπιάδας αμέσως μετά τη δολοφονία. Η υποτιθέμενη
εμπλοκή της πιστοποιείται και από άλλες πηγές πέραν αυτής του Ιουστίνου.
Ο Ιουστίνος, λοιπόν, υποστηρίζει ότι μόλις η Ολυμπιάδα άκουσε για τη δολοφονία αμέσως επέστρεψε
από τη Ήπειρο στη Μακεδονία για τη κηδεία του Φιλίππου, αντί όμως να θρηνήσει τον άντρα της, άρχισε να
δοξάζει το δολοφόνο του. Την ημέρα μάλιστα της κηδείας του Φιλίππου, λέγεται ότι τοποθέτησε ένα χρυσό
στεφάνι στο κεφάλι του σταυρωμένου πτώματος του το οποίο και «αποτέφρωσε πάνω στα υπολείμματα του
συζύγου της». Εν συνεχεία η Ολυμπιάδα φέρεται να ανήγειρε τάφο για τον Παυσανία και έπεισε τους
Μακεδόνες, ώστε εφεξής να του προσφέρουν όλες τις νεκρικές τιμές, ενώ η ίδια με το αρχικό της όνομα,
Μυρτάλη, αφιέρωσε το φονικό όπλο στον Απόλλωνα. Ακόμη, η Ολυμπιάδα διέταξε να σκοτώσουν την κόρη
της Κλεοπάτρας μέσα στην αγκαλιά της και υποχρέωσε την αντίζηλό της να αυτοκτονήσει δι’ απαγχονισμού,
αν και σε άλλο σημείο ο ίδιος ιστορικός υποστηρίζει ότι ο Αλέξανδρος ήταν εκείνος που διέταξε τη δολοφονία
του παιδιού της Κλεοπάτρας, που ήταν αγόρι και λεγόταν Κάρανος. «Όλα αυτά [η Ολυμπιάδα] τα έκανε τόσο
απροκάλυπτα, σαν να φοβόταν μήπως η δολοφονία δεν θεωρηθεί δικό της έργο».
Αυτές οι διηγήσεις είναι διασκεδαστικές αλλά ολοφάνερα παράλογες εφόσον η Ολυμπιάδα ήταν
μάλλον απίθανο να μην είχε παρακολουθήσει καν την κηδεία του Φιλίππου. Την ώρα του θανάτου του αυτή
ήταν απομονωμένη στην Ήπειρο, μερικές μέρες ταξίδι από τη Μακεδονική πρωτεύουσα, τις Αιγές, όπου
πέθανε ο άντρας της. Για να προλάβαινε την κηδεία δύο αρκετά απίθανα γεγονότα θα έπρεπε να είχαν συμβεί
σχεδόν ταυτόχρονα. Πρώτον θα έπρεπε ο Αλέξανδρος να είχε αφήσει το πτώμα του Φιλίππου μη
αποτεφρωμένο τουλάχιστον για μια εβδομάδα πράξη που θα ερχόταν σε αντίθεση όχι μόνο με τη θρησκεία
αλλά και με τη κοινή λογική αφού ο Φίλιππος πέθανε τον Ιούλιο, δηλαδή στα μέσα ενός μεσογειακού
καλοκαιριού, άρα μετά από έξι ή επτά μέρες το πτώμα του θα ήταν ακατάλληλο για μια δημόσια
αποτέφρωση. Δεύτερον, ακόμα και αν ο Αλέξανδρος καθυστερούσε την κηδεία θα έπρεπε η Ολυμπιάδα
πρώτα να πληροφορηθεί το θάνατο του και έπειτα να σπεύσει στις Αιγές. Σε μια εποχή όμως που η ταχύτερη
μορφή επικοινωνίας ήταν οι τρέχοντες αγγελιοφόροι, θα ήταν πρακτικά αδύνατο και να είχε πληροφορηθεί
για τον θάνατο του Φιλίππου και να είχε φτάσει στη Μακεδονία εγκαίρως.
Εάν πράγματι ήταν η Ολυμπιάδα ο νους που κρύβονταν πίσω από τη αποτρόπαιη πράξη του
Παυσανία τότε δεν θα χρειαζόταν αγγελιοφόρος για να ενημερωθεί. Ομολογουμένως ο Παυσανίας επέλεξε
μια πολύ βολική χρονική στιγμή για τη Βασίλισσα. Ο Φίλιππος την είχε παντρευτεί και παρέμενε παντρεμένος
μαζί της μόνο για να επιτύχει την προστασία των συνόρων του με την Ήπειρο και τις καλές σχέσεις του με το
Βασιλικό της οίκο. Τώρα που η κόρη του, η Κλεοπάτρα, παντρευόταν τον Βασιλιά της Ηπείρου, Αλέξανδρο των
Μολοσσών, ο Φίλιππος δεν χρειαζόταν πλέον την οξύθυμη γυναίκα του. Στην ουσία, η Ολυμπιάδα ήταν
περιττή. Και αυτό δεν ήταν το μοναδικό πλήγμα του Φιλίππου εναντίον της Βασίλισσας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο
γάμος του με τη Κλεοπάτρα-Ευρυδίκη ήταν πιο επικίνδυνος για την Ολυμπιάδα απ’ ότι ο γάμος της
Κλεοπάτρας, καθώς ουσιαστικά απειλούσε τη θέση της ως μέλλουσα Βασίλισσα Μητέρα αλλά και τη
δυνατότητα του Αλεξάνδρου να οριστεί διάδοχος του Φιλίππου.
Αυτά τα επιχειρήματα, με τη πρώτη ματιά, φαίνονται να πειστικά ωστόσο δεν υπάρχουν αποδεικτικά
στοιχεία να τα υποστηρίζουν. Η Ολυμπιάδα έφυγε από τη Μακεδονία μόλις ανακοινώθηκε ο γάμος του
Φιλίππου με την Κλεοπάτρα-Ευρυδίκη. Από το 338 π.Χ. ζούσε απομονωμένη στο ανάκτορο του αδερφού της
στην Ήπειρο, χωρίς να επιστρέψει ξανά στη Πέλλα. Ήταν αδύνατο επομένως από τέτοια απόσταση να
συνωμοτήσει ή να επηρεάσει την κατάσταση μέσω του Παυσανία. Επιπλέον, ο Παυσανίας μπορεί να μην είχε
καν αναπτύξει τα εχθρικά συναισθήματα προς τον Βασιλιά μετά τη κακοποίηση του από τον Άτταλο, παρά
μόνο λίγους μήνες πριν τη δολοφονία του.
Αλλά ακόμα και να μπορούσε η Ολυμπιάδα να συνωμοτήσει με τον δολοφόνο, μάλλον δε το έκανε.
Όλα τα συμφέροντα της Ολυμπιάδας στηρίζονταν στη προοπτική του ορισμού του Αλεξάνδρου ως διάδοχου
του θρόνου. Παρά τον γάμο του Φιλίππου και τη γέννηση του Κάρανου δεν υπήρχε κάποια πραγματική
απειλή στη διαδοχή του Αλεξάνδρου και γι’ αυτό δεν υπήρχε λόγος να οργανώσει τη δολοφονία του άντρα της
η Ολυμπιάδα. Παρά τα ονόματα που κληρονόμησαν ο Κάρανος και η Ευρυδίκη, αναγνωριζόταν ο Αλέξανδρος
ως ο στεφανωμένος πρίγκιπας και διάδοχος όχι μόνο από το ανάκτορο της Πέλλας αλλά και γενικότερα από το
λαό της Μακεδονίας. Όταν ο Αλέξανδρος έγινε 16 ετών, ο Φίλιππος του εμπιστεύτηκε την αντιβασιλεία της
Μακεδονίας, κάνοντας το γιό του ουσιαστικά Βασιλιά. Όταν ο πρίγκιπας ήταν 18 ετών, κατέλαβε έναν υψηλό
στρατιωτικό βαθμό, όντας αρχηγός του Συντροφικού Ιππικού, την πιο σημαντική πτέρυγα του Μακεδονικού
στρατού ενάντια στην Ιερή Συνένωση της Θήβας, μια τέως ακατανίκητη δύναμη στη Μάχη της Χαιρώνειας.
Ακόμα και μετά τη σύντομή εξορία του, ο Φίλιππος έδειξε πως ακόμα εμπιστευόταν το γιό του όταν
ανακοίνωσε ότι θα οδηγούσε τις επιθέσεις του ιππικού της Μακεδονίας στην επερχόμενη εκστρατεία του
εναντίον των λαών της Μικράς Ασίας. Επίσης, ο Αλέξανδρος ήταν πολύ δημοφιλής στο Μακεδονικό λαό. Στη
Μάχη της Χαιρώνειας, ο Πλούταρχος λέει, έγινε τόσο αγαπητός στους άντρες του στρατού που οι Μακεδόνες
με ιδιαίτερα φιλικό τρόπο που αποκαλούσαν τον Αλέξανδρο Βασιλιά τους και τον Φίλιππο στρατηγό τους.
Εφόσον οι στρατιώτες του Μακεδονικού στρατού αποτελούσαν το κύριο μέρος της Συνέλευσης των
Μακεδόνων, η υποστήριξή τους ανεπιφύλακτα επιβεβαίωνε τον Αλέξανδρο για την εκλογή του για τη διαδοχή
του θρόνου. Το μόνο έμβλημα της Βασιλείας που του έλειπε ήταν το Βασιλικό στέμμα. Η Ολυμπιάδα θα είχε
συνειδητοποιήσει ότι η δολοφονία του Φιλίππου που θα σχεδίαζε η ίδια δε θα δυνάμωνε τον Αλέξανδρο-
μάλλον, το χάος που θα συνέβαινε ύστερα θα τον αποδυνάμωνε στα σημαντικά αρχικά στάδια της Βασιλείας
του.
4.2 Ο Αλέξανδρος
Όπως και για την Ολυμπιάδα, οι αρχαίες πηγές είναι πρόθυμες να αποδώσουν την ευθύνη για τη
δολοφονία και στον Αλέξανδρο. Όπως και με την Ολυμπιάδα, αφηγούνται μια σειρά εντυπωσιακών ιστοριών
για να τεκμηριώσουν τη θέση τους. Η πρώτη είναι μια φαιδρή και αστήρικτη ιστορία από τον Πλούταρχο η
οποία αφορά την αντίδραση του Αλεξάνδρου στο γάμο του Φιλίππου με τη Κλεοπάτρα-Ευρυδίκη. Στο
συμπόσιο μετά το γάμο, ο θείος της νύφης, ο Άτταλος, έκανε μια ανάρμοστη πρόποση για μέλλοντες
‘νόμιμους διαδόχους’. Ο Αλέξανδρος αντέδρασε άσχημα σε αυτήν την πρόποση και απάντησε οργισμένα.
Καθώς σηκώθηκε, ο Φίλιππος έβγαλε το σπαθί του ενάντια στο γιό του αλλά, ευτυχώς και για τους δύο,
κατέρρευσε λόγο της επίδρασης της άφθονης ποσότητας κρασιού που είχε καταναλώσει και της οργής που
είχε. Τότε ο Αλέξανδρος, με περιφρόνηση είπε: «Κύριοι, ιδού ο άντρας ο οποίος ετοιμάζεται να περάσει από
την Ευρώπη στην Ασία και όμως χάνει την ισορροπία του πηγαίνοντας από ανάκλιντρο σε ανάκλιντρο».
Όσο έξυπνος ήταν να ξεστομίζει τέτοιες ευφυής παρατηρήσεις ενώ ήταν πιωμένος, τόσο έξυπνος ήταν
να καταφύγει στην Ιλλυρία αμέσως μετά το συμπόσιο. Στην επιστροφή του, μας πληροφορεί ο Πλούταρχος, ο
Αλέξανδρος ενέδρευε στα εδάφη του παλατιού μια μέρα όταν ήρθε αντιμέτωπος με τον Παυσανία, ο οποίος
είχε την ελπίδα της εκδίκησης για τη κακοποίηση που δέχτηκε από τον πρίγκιπα, εφόσον από τον Βασιλιά δεν
λάμβανε ανταπόκριση. Ο πρίγκιπας, λέγεται πως έδειξε συμπάθεια και, πάντα το πνεύμα που ήταν, απήγγειλε
έναν στίχο από τη τραγωδία του Ευριπίδη, ‘Μύδια’: ‘Ο δότης της νύφης, ο γαμπρός και η νύφη’. Μέσα από
αυτήν την λογοτεχνική αναφορά, ο Πλούταρχος πιστεύει ότι ο Αλέξανδρος υποκίνησε τον Παυσανία να
επιχειρήσει τριπλή δολοφονία του Άτταλου, του Φίλιππου και της Κλεοπάτρας-Ευρυδίκης.
Όπως και η προπαγάνδα εναντίον της Ολυμπιάδας, αυτές οι ανέκδοτες διηγήσεις είναι
διασκεδαστικές, αλλά ταυτόχρονα και ψευδείς. Η διήγηση του Πλούταρχου έχει ως ξεκάθαρο στόχο να
εμφανίσει τον Αλέξανδρο ως τον τέλεια Ελληνοποιημένο διάδοχο με την ικανότητα να κάνει δεικτικές
παρατηρήσεις όπου και όποτε θέλει καθώς και να τονιστεί το γεγονός πως ο Φίλιππος ήταν ένας μέθυσος
βάρβαρος που δεν μπορούσε να συγκρατηθεί ούτε από το να σκοτώσει τα ίδια του τα παιδιά. Η διήγηση που
αφορά την υποκίνηση του Παυσανία από τον Αλέξανδρο είναι εξίσου αστήρικτη αλλά για διαφορετικούς
λόγους. Ενώ σε αυτή τη περίπτωση ο ευθύς λόγος θα μπορούσε να είναι αξιόπιστος, αυτό το περιστατικό
φυσικά δε θα μπορούσε να καταγραφεί και ο Αλέξανδρος δεν θα μιλούσε για το περιστατικό σε κανέναν
ιστορικό, κάτι που επισφραγίζει το γεγονός ότι ο Παυσανίας εκτελέστηκε κατευθείαν μετά τη δολοφονία
χωρίς καμία ανάκριση.
Τέλος ακόμη και εντάσεις οι οποίες αναφέρονται από τον Πλούταρχο αξίζουν κάποια προσοχή. Ο
Αλέξανδρος, βέβαια, είναι πιθανό να είχε κάποιες αμφιβολίες για την διαδοχή του, όπως επίσης είναι σίγουρο
ότι θα συμμερίζονταν τα αισθήματα της μητέρας του για τον γάμο του πατέρα του με την Ευρυδίκη. Όμως
δύο ισχυρές αποδείξεις αντιτάσσονται στη συνωμοσία του Αλεξάνδρου με τον Παυσανία. Πρώτον, ο
Αλέξανδρος θα αποτελούσε ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο στην εκστρατεία του Φιλίππου στην Ασία και θα
προσδοκούσε να αποκτήσει πλούτο, δύναμη και πολιτική υποστήριξη σε αυτήν την εκστρατεία. Αυτό θα τον
καθιστούσε ικανό να ξεκινήσει μια δικιά του εκστρατεία ενάντια στη Περσία από μια πολύ πιο στερεή
Μακεδονική βάση. Λόγω της δολοφονίας του πατέρα του, όμως, και της δικής του πολιτικής απειρίας, ο
Αλέξανδρος αναγκάστηκε να σπαταλήσει τα πρώτα τρία χρόνια της Βασιλείας του αντιμετωπίζοντας
μικρότερες επαναστάσεις στην Ελλάδα και στα Μακεδονικά σύνορα, ενώ σίγουρα θα προτιμούσε να
βελτιώνει το μερίδιό του στην εκστρατεία. Δεύτερον, ο Αλέξανδρος σε όλη του τη ζωή ήταν πολύ
θρησκευόμενος και αρκετά δεισιδαίμων, είναι γνωστή άλλωστε η γνωστή ιστορία του Γόρδιου Δεσμού που
επικυρώνει το σεβασμό του στη προφητεία. Έτσι η πατροκτονία για τον ίδιο θα ήταν το έσχατο έγκλημα,
καθώς πιστεύονταν πως αυτός που σκότωνε τους γονείς του θα κυνηγιόταν μια ζωή από τις Ερινύες. Ακόμα
λοιπόν, και αν οι φιλοδοξίες του Αλεξάνδρου ξεπερνούσαν τις θρησκευτικές του αρχές, ο Αλέξανδρος θα
αναγνώριζε ότι ένα σχέδιο δολοφονίας του Φιλίππου ήταν καταφανώς αντίθετο με τα συμφέροντα του.

4.3 Οι Γιοί του Αερόπου


Πέρα όμως από τον Αλέξανδρο και την Ολυμπιάδα οι υποψίες πέφτουν και σε τρίτα πρόσωπα εντός
και εκτός της Βασιλική οικογένειας. Αρχικά η τριάδα των γιών του Αερόπου προσέλκυαν με διαφορά το
μεγαλύτερο βαθμό προβληματισμού. Τα ονόματά τους ήταν Ηρωμένης, Αρραβαίος και Αλέξανδρος της Λίκνου
ή Λικνέστης και άνηκαν σε ένα συμπληρωματικό κλάδος της Βασιλικής οικογένειας των Τεμενίδων. Και ενώ οι
άντρες δεν διεκδικούσαν ευθέως το θρόνο, είχαν μια σχετικά καλή πιθανότητα ίδρυσης μια δυναστείας-αλλά
μόνο αν σκοτώνονταν ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος. Και εδώ μπαίνει στο παιχνίδι μια πολύ σημαντική
λεπτομέρεια στην ιστορία της δολοφονίας του Φιλίππου. Όταν η Βασιλική Φρουρά συνέλαβε τον Παυσανία
βρήκαν δύο άλογα, όχι ένα. Επειδή είναι αρκετά δύσκολο ένας άνδρας να ίππευε δύο άλογα, προφανώς ο
Παυσανίας σκόπευε να αποδράσει από το θέατρο στην Αίγα με κάποιον άλλο πλάι του. Ένας μονάχα
δολοφόνος δεν χρειάζεται διπλή έξοδο, και επίσης σίγουρα ο ίδιος και ο συνωμότης του θα είχαν σχεδιάσει
διπλή δολοφονία. Ο πιο πιθανός στόχος για τον δεύτερο δολοφόνο θα ήταν ο Αλέξανδρος, με αυτόν νεκρό οι
γιοί του Αερόπου θα μπορούσαν σχετικά εύκολά να καθιερώσουν τη δυναστεία τους. Οποιοσδήποτε Βασιλιάς
όμως, θα έπρεπε να εξασφαλίσει την εκλογή στη Συνέλευση των Μακεδόνων. Σε αυτό το σημείο η συνωμοσία
των αδερφών συναντά κάποια εμπόδια. Τα μέλη της αποτελούταν αποκλειστικά από στρατιωτικούς και
κυρίως από τα παιδία της Μακεδονίας. Όχι μόνο οι αδερφοί καταγόντουσαν από την Λίκνο στην Άνω
Μακεδονία που βρισκόταν έξω από τη περιοχή από την οποία η Συνέλευση επέλεγε τα περισσότερά της μέλη,
αλλά και κανένας από τους τρεις δεν φαίνεται να ήταν μέρος της ηγεσίας του Μακεδονικού στρατού. Η
αντιδημοτικότητά τους φάνηκε στις δίκες προδοσίας τους. Ο Ηρωμένης και ο Αρραβαίος εκτελέστηκαν
επιτόπου και ο Αλέξανδρος ελευθερώθηκε γιατί έδειξε την υποστήριξή του στην εκλογή του Αλεξάνδρου με
ιδιαίτερα ενθουσιώδη τρόπο.

4.4 Άτταλος
Ενώ ο Άτταλος δεν δικάστηκε ποτέ για προδοσία, ο Αλέξανδρος τον υποπτεύονταν έντονα τις μέρες
που ακολούθησαν τη δολοφονία του Φιλίππου. Ο στρατηγός ήταν στην Ασία το διάστημα που δολοφονήθηκε
ο Βασιλιάς. Η αναχώρησή του ωστόσο, για την Ασία έγινε αρκετά αργά ώστε να μπορέσει να υποκινήσει τον
Παυσανία στην δολοφονία. Εάν όντως έπραξε κατ’ αυτόν τον τρόπο τότε σίγουρα δεν το έκανε για να
βοηθήσει τον Παυσανία. Αυτός ήταν άλλωστε εκείνος που τον είχε κακοποιήσει φρικιαστικά πρόσφατα άρα
δεν ήταν λογικό να περιμένει συνεργασία. Θα μπορούσε όμως δείχνοντας στον Παυσανία, έναν πολιτικά και
σωματικά θυματοποιημένο άνδρα, την αδιαφορία του Φιλίππου και έτσι έμμεσα να υποκινήσει τη
δολοφονία. Ίσως αυτός ήταν ο λόγος για τον ο οποίο ο Αλέξανδρος ήθελε να σκοτώσει τον Άτταλο. Είναι πιο
πιθανό όμως ότι ο Αλέξανδρος απλά να ήθελε να τιμωρήσει τον άνδρα που έκανε τον Παυσανία τόσο
ανισόρροπο ώστε να δολοφονήσει τον Βασιλιά. Σε κάθε περίπτωση ακόμη και αν ο Άτταλος σκόπευε να
βλάψει τον Φίλιππο, η Συνέλευση σίγουρα δεν θα τον δεχόταν ως Βασιλιά, κυρίως λόγω απουσίας.
Επιπρόσθετα, εάν η ιστορία της κακοποίησης του Παυσανία ήταν τόσο γνωστή τη περίοδο του θανάτου του
Φιλίππου ώστε να είναι γνώστη ακόμα και σήμερα, η Συνέλευση σίγουρα θα την ήξερε και θα ήταν απρόθυμη
να τον εκλέξει ως Βασιλιά.

4.5 Αμύντας Περδίκκας (Αμύντας Δ’)


Ο Άτταλος και οι γιοί του Αερόπου ανήκαν σε συμπληρωματικούς κλάδους του Βασιλικού οίκου των
Τεμενίδων. Ο Αμύντας, όμως, ο γιός του Περδίκκα Γ’, ήταν η Βασιλεία με όλη τη σημασία της λέξης. Για την
ακρίβεια, το 357 π.Χ. βασίλεψε ως ανήλικος υπό τον τίτλο Αμύντας Δ’. Η Συνέλευση των Μακεδόνων τον είχε
εκλέξει Βασιλιά αν και ήταν ακόμα βρέφος και όρισε τον Φίλιππο ως Αντιβασιλέα, στη συνέχεια όμως τον
εκθρόνισαν και έστεψαν τον Φίλιππο Βασιλιά. Ο Αμύντας επίσης ήρθε ακόμη πιο κοντά στη Βασιλική
οικογένεια με τον γάμο του στη Κύννα, κόρη του Φιλίππου με τη γυναίκα του την Αυδάτη. Ο ίδιος, ξάδερφος
του Αλεξάνδρου, γαμπρός και ανιψιός του Βασιλιά και πρώην Βασιλιάς, σίγουρα ήταν δεύτερος στη σειρά
διαδοχής και θα μπορούσε να κάνει μια απόπειρα Βασιλείας με τον Αλέξανδρο ζωντανό –αν και προφανώς
αυτός ήταν ο λόγος που τον εκτέλεσε ο Αλέξανδρος το 334 π.Χ. - και θα βασίλευε σίγουρα είτε ως Βασιλέας η
Αντιβασιλέας για κάποιο παιδί, εάν ο διάδοχος πρίγκιπας πέθαινε, καθώς είχε προσόντα διαδόχου, είχε
εμπειρία στους συνωμοτικούς τρόπους της αυλικής πολιτικής, ας μην ξεχνάμε ότι διεύθυνε διπλωματικές
πρεσβείες στην Αθήνα, επίσης είχε ήδη συνάψει ξένη συμμαχία με τον γάμο του Κύννα της οποίας η μητέρα
καταγόταν από μια Ιλλυρική Βασιλική οικογένεια. Ο Αμύντας, λοιπόν, λίγο μεγαλύτερος από τον Αλέξανδρο,
ήταν σε ηλικία Βασιλείας και η Συνέλευση με τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο νεκρούς σίγουρα θα τον
θεωρούσαν τον καλύτερο υποψήφιο για το θρόνο. Παρόλα αυτά, υποψίες ενάντια του δεν βγήκαν στην
επιφάνεια μέχρι την εκτέλεση του για άσχετους όμως λόγους προδοσίας. Μάλλον, ο νεότερος αυλικός, ο
Φιλώτας, αποκάλυψε τα υποτιθέμενα σχέδια του Αμύντα για να δολοφονήσει τον Αλέξανδρο στη δίκη του.
Κάποιες υποψίες ίσως κινήθηκαν όταν ένας συνεργάτης απέδρασε από τη Μακεδονία γιατί ο ίδιος
υποπτεύονταν για προδοσία το 334 π.Χ. και πήγε στη Περσική αυλή. Οι πράξεις αυτού του άνδρα, ο Αμύντας ο
γιός του Αντίοχου (Αμύντας Αντιόχου) θέτει σε καινούργιο φως το θέμα του θανάτου του Φιλίππου και τους
σκοπούς του Αμύντα.

4.6 Αμύντας Περσίας


Από τη Βασιλεία του Αλεξάνδρου Α’ και έπειτα η Περσία με τη Μακεδονία είχαν μια πτητική σχέση. Η
Περσία είχε υποδουλώσει τη Μακεδονία, που τότε στην αρχή του 5ου αιώνα ήταν ένα έθνος γεμάτο
πολεμοχαρείς φυλές. Μετά την ήττα της Περσίας, από τη συμμαχία των Ελλήνων στον Δεύτερο Περσικό
Πόλεμο, όμως η Μακεδονία έγινε και πάλι κυρίαρχη χωρίς όμως να στραφεί ακόμη εναντίον της Περσίας. Όσο
προχωρούσε ο εξελληνισμός της Περσίας η Μακεδονία έτεινε όλο και πιο πολύ εναντίον της. Την περίοδο
Βασιλείας του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου οι Μακεδόνες είχαν τις ίδιες απόψεις με τους νότιους Έλληνες
για τους Πέρσες: με το θράσος τους να κυριεύσουν τις Ελληνικές πόλεις της Ιωνίας, οι Πέρσες είχαν χάσει το
δικαίωμα ύπαρξης. Οι Έλληνες παρακολουθούσαν τη πολιτική της δυναστεία των Αχεμενιδών περιφρονητικά.
Γι’ αυτούς, κανένας στόχος της εξωτερικής πολιτικής δεν ήταν πιο σημαντικός από την ένωση των Ελληνικών
κομματιών της Περσικής Αυτοκρατορίας. Δεν είχαν όμως όλοι οι Μακεδόνες τις ίδιες απόψεις με τους νότιους
Έλληνες, καθώς κάποιοι υπολογίζοντας τη τεράστια έκταση και πλούτο της Αυτοκρατορίας, θεωρούσαν ότι θα
ήταν πιο επικερδής να συμβιβαστούν με τη Περσία παρά να αρχίσουν πόλεμο για χάρη της ιδεολογίας.
Επειδή, στην εποχή του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, τα σύνορα της Μακεδονίας με τη Περσία ήταν
λιγότερο από δύο εβδομάδες ταξίδι από τη κεντρική Μακεδονία οι Μακεδόνες είχαν επίσης δυνατό κίνητρο
να συνάψουν ειρήνη με την Περσία ώστε να πλουτίσουν μέσω του εμπορίου. Ο Αμύντας και ένας Πέρσης
πράκτορας -εφόσον η Περσία ήταν πρόθυμη να τοποθετήσει δολίως κατασκόπους- θα μπορούσαν να είχαν
κάνει έναν συμβιβασμό που θα ωφελούσε και τις δύο πλευρές. Ο Αμύντας θα φρόντιζε για τις δολοφονίες, θα
εκλεγόταν Βασιλιάς και θα ακύρωνε την εκστρατεία του Φιλίππου στη Περσία. Ως αντάλλαγμα θα υπήρχε
ίσως προσωπικό όφελος, μια εμπορική συμφωνία ή ακόμα και μια Περσική εκστρατεία ενάντια στις φυλές της
Ιλλυρίας που ήταν μια συνεχής μάστιγα στα ανατολικά σύνορα τις Μακεδονίας. Παρά τους όρους του
συμβιβασμού, η Περσία θα αποκτούσε τεράστιο όφελος. Ο Αυτοκράτοράς, ο Δαρείος Γ' δεν θα χρειαζόταν να
ανησυχεί για την υπεράσπιση των δυτικών συνόρων, των ανατολικών πόλεων στην ακτή της Μεσογείου. Ούτε
θα υπήρχε λόγος να ανησυχήσει για Ελληνικές επιθέσεις στην Ιωνία και στη πλούσια δυτική περιοχή της Μ.
Ασίας. Ο Αμύντας, ως ηγεμών όλων των Ελληνικών κρατών και του μεγαλύτερου μέρους των Βαλκανίων, θα
επεδίωκε μόνο νομισματικά και όχι πολιτικά οφέλη από την Ανατολή.

5. Συνέπειες
Ποια η σημασία του θανάτου ενός μονάρχη συνολικά για τον κόσμο; Τη στιγμή που ο γιός του
ηγήθηκε της μεγαλύτερης εκστρατείας στην ιστορία, το τέλος του ίδιου του Βασιλιά είναι ζωτικής σημασίας.
Ακόμα και ο Πλούταρχος, ο πιο ενθουσιώδης βιογράφος του Αλεξάνδρου, υπέθεσε ότι ο Αλέξανδρος ήταν
υπεύθυνος για τη δολοφονία του πατέρα του. Ακόμα και να ήταν αθώος, η εικόνα του δραματικά αλλάζει. Δεν
είναι πλέον μακιαβελικό πρόσωπο που θέλει να κατακτήσει τον κόσμο όσο δυνατόν πιο γρήγορα, αλλά ένας
νέος πολιτικός, εγωκεντρικός αλλά όχι κακεντρεχής, αναγκασμένος από τις περιστάσεις να αναλάβει τον
θρόνο πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι περίμενε. Πιο σημαντικό για την υπόλοιπη ιστορία όμως είναι η διαφορά της
κατάκτησης με την ηγεσία ενός ένοχου Αλεξάνδρου και ενός Βασιλιά τα χέρια του οποίου είναι σχετικά
καθαρά. Η έκταση και ταχύτητα της εξάπλωσης της Αυτοκρατορίας θεωρούνται εκπληκτικές όταν γίνονται
από έναν έμπειρο και φιλόδοξο πολιτικό, όταν όμως αξιολογούνται ως κατορθώματα από έναν άνδρα
καινούργιο στην Βασιλική δύναμη και λίγο μεγαλύτερο από έφηβο, γίνονται σχεδόν απίθανες. Το ερώτημα
της δολοφονίας τότε είναι αξιοπρόσεχτο για τις ερωτήσεις που θέτει για τη στρατηγική του Αλεξάνδρου και
ίσως τη διαμόρφωση της αυτοκρατορικής στρατηγικής γενικά: χωρίς αδίστακτη φιλοδοξία άνευ ηθικών
εμποδίων, χωρίς εμπειρία σε πολιτική υψηλής συμμετοχής ακόμα πως ένας νέος πρίγκιπας από μια
περιφερειακή δύναμη μετατράπηκε σε κυβερνήτης του μισού κόσμου;

Πηγές
Αριστοτέλης, «Πολιτικά»
Αρριανός, «Αλεξάνδρου Ανάβασις»
Δασκαλάκης Απ., «Ο Ελληνισμός των Αρχαίων Μακεδόνων»
Διόδωρος ο Σικελιώτης, «Ιστορική Βιβλιοθήκη»
Ιουστίνος, «Επιτομή των ιστοριών του Πομπήιου Τρόγου»
Πλούταρχος, «Βίοι Παράλληλοι: Βίος Αλεξάνδρου»
Curtius, Quintus Rufus, «Historiae Alexandri Magni»
Hammond, Nicholas Geoffrey Lampiere, «Ο Φίλιππος ο Μακεδών»
Hammond, Nicholas Geoffrey Lampiere, «The Macedonian State: Origins, Institutions and History»

You might also like