Professional Documents
Culture Documents
Ο Αλμπέρ Καμύ στη Στοκχόλμη, το 1957, κατά την τελετή της απονομής του Βραβείου
Νομπέλ
μικρό μέγεθος
μεγάλο μέγεθος
Ο Σαρτρ και ο Καμύ συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1943 στο Παρίσι,
στην πρεμιέρα του θεατρικού έργου του πρώτου Οι μύγες, εμπνευσμένου από την
Ορέστειακαι με ποικίλους συμβολισμούς όσον αφορά την αντίσταση στους γερμανούς
κατακτητές. Ο Σαρτρ, σύμφωνα με τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, βρισκόταν στο λόμπι του
θεάτρου όταν τον πλησίασε ένας νέος μελαχρινός άντρας που του συστήθηκε:«Είμαι ο
Καμύ»είπε. Ο Σαρτρ ήταν τότε 38 και ο Καμύ 30 ετών. Και οι δύο πασίγνωστοι. Ο
Σαρτρ για το μυθιστόρημά τουΗ ναυτίακαι οΚαμύ για το μυθιστόρημά τουΟ ξένος,που
είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά προκαλώντας τεράστια εντύπωση, όπως
συνέβη και με το αμέσως επόμενο βιβλίο του, έξι μήνες αργότερα, το φιλοσοφικό
δοκίμιοΟ μύθος του Σισύφου.
Οι δύο άντρες συμπάθησαν ο ένας τον άλλον από την πρώτη στιγμή. Ετσι η συνάντηση
αυτή σηματοδότησε την απαρχή μιας φιλίας, η οποία εν τούτοις θα γνώριζε διακυμάνσεις
και επτά χρόνια αργότερα θα κατέληγε σε ανοιχτή σύγκρουση. Η αρχική συμπάθεια
εξελίχθηκε σε θερμή φιλία λίγους μήνες αργότερα, όταν ο Καμύ θα αναλάμβανε
σύμβουλος (αναγνώστης) στον εκδοτικό οίκο Gallimard που εξέδιδε τόσο τα δικά του
όσο και τα βιβλία του Σαρτρ. Οι δυο τους ωστόσο ήταν διαφορετικοί χαρακτήρες. Ο
Σαρτρ, θορυβοποιός εκ συστήματος, περιστοιχιζόταν από έναν εσμό αυλοκολάκων και
ανάμεσα στην παρισινή διανόηση υπήρχαν πλήθος «μουτζαχεντίν» έτοιμοι να
υπερασπιστούν με πάθος τις ιδέες του και σε ένα νεύμα του να επιτεθούν εναντίον των
αντιπάλων του δημοσιεύοντας βιτριολικά άρθρα στα περιοδικά και στις εφημερίδες. Ο
Καμύ, μολονότι συμμετείχε ενεργά στην πολιτική και πολιτιστική ζωή, δεν είχε αυλή
γύρω του. Στο Αλγέρι, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, ανήκε στους κύκλους της
Αριστεράς αλλά ποτέ στις ιδέες του δεν επέδειξε τον σαρτρικό φανατισμό.
Απλοποιώντας τα πράγματα, θα λέγαμε ότι για τον Σαρτρ το πολιτικό ζήτημα ήταν
πάντοτε το μείζον, ενώ στον Καμύ προείχε η ηθική πλευρά. Μολονότι ουδείς αμφισβητεί
το σημαντικό λογοτεχνικό έργο και των δύο, ο Καμύ ήταν περισσότερο συγγραφέας και
λιγότερο φιλόσοφος, ενώ ο Σαρτρ υπήρξε το ακριβώς αντίθετο. Γι΄ αυτό άλλωστε στο
λογοτεχνικό πάνθεον, όπως διαμορφώνεται με τα σημερινά δεδομένα, η θέση του Καμύ
είναι αναμφισβήτητα σημαντικότερη. Παρά την κοινοτοπία ότι ο χρόνος έχει τα δικά του
κριτήρια (και άρα ενδέχεται το ενδιαφέρον για το σαρτρικό έργο να αναζωπυρωθεί στο
μέλλον), είναι αμφίβολο αν έπειτα από κάποια χρόνια το έργο αυτό θα προκαλεί έστω
και το ένα τρίτο του ενδιαφέροντος που προκαλούσε ο συγγραφέας του όσο ζούσε.
Αναπόφευκτη σύγκρουση
Ο Σαρτρ και ο Καμύ ήταν σχεδόν αναπόφευκτο να συγκρουστούν, ενώ η τρίτη μεγάλη
φυσιογνωμία του γαλλικού ανθρωπισμού στον 20ό αιώνα, ο Αντρέ Μαλρό, αμέσως μετά
τον πόλεμο εντάχθηκε στην γκωλική Δεξιά και τράβηξε τον δικό του, μοναχικό όπως
αποδεικνύουν τα μεγάλα έργα του, δρόμο.
Ο Καμύ εκτιμούσε τον Σαρτρ αλλά δεν τον θαύμαζε. Ο σύγχρονός του γάλλος
συγγραφέας που θαύμαζε ήταν ο Μαλρό. Τα μεγάλα παραδείγματα όμως για τον ίδιον-
και κατ΄ εξοχήν όσον αφορά τη λογοτεχνία- υπήρχαν εκτός Γαλλίας. Οι μείζονες
συγγραφείς που τον επηρέασαν δεν ήταν λ.χ. ο Μπαλζάκ ή ο Φλομπέρ αλλά ο
Ντοστογέφσκι και ο Κάφκα. Ο Κάφκα άσκησε μεγάλη επίδραση και στον Σαρτρ στην
πρώιμη συγγραφική του περίοδο (ιδιαίτερα στο κορυφαίο λογοτεχνικό του έργο,
τηΝαυτία), αλλά ο τελευταίος γρήγορα στράφηκε αλλού. Στη μεταπολεμική του
μυθιστορηματική τριλογία (που είναι μια ημιτελής τετραλογία βέβαια), τουςΔρόμους της
ελευθερίας, το πρότυπό του (ο Τζον Ντος Πάσος) βρίσκεται στην άλλη πλευρά του
Ατλαντικού, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις οποίες ο Σαρτρ απεχθανόταν. Το ερώτημα όμως
τι- και αν- αγαπούσε ο Σαρτρ πέρα από τον εαυτό του παραμένει ένα μυστήριο. Ο Σαρτρ
ανακάλυψε τον Ντος Πάσος όταν ο τελευταίος είχε αρχίσει να στρέφεται προς τα δεξιά,
όπως «ανακάλυψε» την Κίνα στην περίοδο της Πολιτιστικής Επανάστασης, τέσσερις
δεκαετίες μετά τον Μαλρό, ο οποίος γνώριζε την Κίνα απέξω κι ανακατωτά και άρχισε
να γράφει γι΄ αυτήν στη δεκαετία του ΄20, στην περίοδο του Κουομιντάνγκ, όταν
ελάχιστοι στη Δύση γνώριζαν τι ακριβώς συνέβαινε εκεί, προβλέποντας τη νίκη της
επανάστασης. Ο Σαρτρ σαράντα και πλέον χρόνια μετά τον Μαλρό αναλύθηκε σε
ύμνους για την Κίνα, όχι όμως για την Ουράνια Αυτοκρατορία αλλά για τη θερμιδωριανή
Κίνα της δεκαετίας του ΄60, στην περίοδο της κινεζικής Τρομοκρατίας, δηλαδή της
Πολιτιστικής Επανάστασης.
Στο σπίτι του συγγραφέα Μισέλ Λερίς, στις 19 Μαρτίου 1944. Καθισμένοι ο Ζαν Πολ
Σαρτρ (αριστερά), ο Αλμπέρ Καμύ, ο Μισέλ Λερίς, ο Ζαν Αμπιέ. Ορθιοι ο Ζακ Λακάν
(αριστερά), η Σεσίλ Ελυάρ, ο Πιερ Ρεβερντύ, η Λουίζ Λερίς, ο Πάμπλο Πικάσο,η Φανί
ντε Καμπάν (πίσω από τον Πικάσο),η Βαλεντίν Ουγκό, η Σιμόν ντε Μποβουάρ Ενώ ο
Σαρτρ ήταν γάλλος μέχρι μυελού οστέων, ο Καμύ συμπεριφερόταν πρωτίστως ως
Ευρωπαίος. Ηταν επιπλέον μεσογειακός ως ευαισθησία και σε μεγάλο βαθμό
κεντροευρωπαίος ως συνείδηση. Γι΄ αυτό και στονΞένοκατάφερε κατά εκπληκτικό
τρόπο- και σε ένα πολύ μικρό βιβλίο- να μεταφέρει την κληρονομιά του φροϋδικού
Αngst μέσα στο μεσογειακό φως και να δημιουργήσει κάτι το πρωτοφανές: έναν ήρωα
που σκοτώνει από άγχος, ομόλογο του οποίου είναι η αδιαφορία.
Αλλά στο παρισινό πολιτισμικό και ιδεολογικό τοπίο, όπου ο Σαρτρ κυριαρχούσε
μεταπολεμικά, ήταν αδύνατον να ανεχθεί αναστήματα που θα αμφισβητούσαν την
κυριαρχία του ή που φανταζόταν ότι θα έθεταν σε κίνδυνο την πρωτοκαθεδρία του. Η
θεαματική άνοδος του Καμύ στο λογοτεχνικό και φιλοσοφικό στερέωμα, ο συνδυασμός
καλλιτέχνη και διανοουμένου που ήταν το ιδεωδέστερο πρότυπο του συγγραφέα αιχμής
κατά τα γαλλικά πρότυπα, δεν μπορούσε να είναι ανεκτά από τον Σαρτρ ή από το ζεύγος
Σαρτρ- Μποβουάρ. Τότε ο Μαλρό βρισκόταν στην άλλη όχθη, οι φιλελεύθεροι
διανοούμενοι χλευάζονταν στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα από τους οπαδούς του
ζευγαριού και άρα μόνον ο Καμύ ήταν ο αντίπαλος που ο Σαρτρ φοβόταν. Οσο για τη
στάση της Μποβουάρ, τα πράγματα ανάγονται σε πιθανές φροϋδικές ερμηνείες,
δεδομένου ότι η ηγερία του Σαρτρ εί χε πει στον Καμύ ότι αν ήθελε να του δοθεί, εκείνη
θα το έκανε πολύ ευχαρίστως. Ωστόσο ο Καμύ, γόης και περιζήτητος ανάμεσα στις
γυναίκες της εποχής που συναναστρέφονταν την παρισινή ιντελιγκέντσια, αρνήθηκε-
ευγενικά, λέγεται, αλλά ποιος μπορεί να ξέρει; Λέγεται μάλιστα ότι ο Σαρτρ δεν
ενοχλήθηκε από την πρόταση της Μποβουάρ αλλά προσεβλήθη από την άρνηση του
Καμύ! Πέραν εν τούτοις των φημολογιών με τις οποίες το ζεύγος Σαρτρ- Μποβουάρ
φρόντιζε να τρέφει τους διανοούμενους, τους διανοουμενίζοντες και τους
παρατρεχάμενους που τους περιτριγύριζαν στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα,
χρειάζεται να προσθέσουμε ότι και ο ίδιος ο Καμύ δεν αισθανόταν καλά με τη σκέψη
πως πολλοί τον θεωρούσαν προέκταση του σαρτρικού υπερεγώ. Αντιλαμβανόταν ότι η
ιδέα πως μπορούσε να εκληφθεί ως δημιούργημα του Σαρτρ θα επιδρούσε αρνητικά στο
έργο και στην προσωπικότητά του. Γι΄ αυτό και σχετικά νωρίς σε συνέντευξή του είχε
σπεύσει να δηλώσει πως η θεωρία του για το παράλογο ουδεμία σχέση είχε με τον
υπαρξισμό του Σαρτρ.