You are on page 1of 14

ΕΛΛΗΝΙΚΗ HELLENIC

ΕΠΙΤΡΟΠΗ CHAPTER OF IAH


ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ
CYPRUS
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ASSOCIATION OF
ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΚΑΙ GEOLOGISTS
ΜΕΤΑΛΛΕΙΟΛΟΓΩΝ AND MINING
ΚΥΠΡΟΥ ENGINEERS

8ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ


8th INTERNATIONAL HYDROGEOLOGICAL CONGRESS OF GREECE

3rd MEM WORKSHOP ON FISSURED ROCKS HYDROLOGY

ΠΡΑΚΤΙΚΑ / PROCEEDINGS

ΤΟΜΟΣ 2 / VOLUME 2

Αθήνα 2008 Athens

ΕΚΔΟΤΕΣ: Γ. ΜΙΓΚΙΡΟΣ, Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ. Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ


EDITORS: G. MIGIROS, G. STAMATIS, G. STOURNARAS
ISDN 978-960-88816-3-1 (SET)
ISDN 978-960-88816-4-8 (VOLUME 1)
ISDN 978-960-88816-5-5 (VOLUME 2)

© THE GEOLOGICAL SOCIETY OF GREECE


(THE HELLENIC COMMITTEE OF HYDROGEOLOGY)

CONTACT: G. Migiros, Agricultural University of Athens, Department of Sciences,


Iera Odos 75, 11855 Athens-GR, e-mail: bagm@aua.gr

ii
8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 443

ΓΕΩΘΕΡΜΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΗ ΛΕΚΑΝΗ ΤΗΣ ΑΛΜΩΠΙΑΣ


(ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ)
1
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ Α., 2ΚΟΛΙΟΣ Ν., 2ΚΟΥΤΣΙΝΟΣ Σ.
1
Ι.Γ.Μ.Ε. - ΔΙ.ΓΕ.ΘΜ.Υ., Μεσογείων 70, 11527, Αθήνα
2
Ι.Γ.Μ.Ε. - Περιφ. Μονάδα Κ. Μακεδονίας, Φράγκων 1 & Μοσκώφ, 54626, Θεσσαλονίκη

Λέξεις Κλειδιά: γεωθερμική έρευνα, Αλμωπία, Αριδαία, θερμές πηγές, Ελλάδα


Key words: geothermal exploration, Almopia, Aridea, thermal springs, Greece

Περίληψη
Η λεκάνη της Αλμωπίας απετέλεσε αντικείμενο συστηματικής γεωθερμικής έρευνας τόσο
παλαιότερα (1984-88) όσο και πρόσφατα (2002-2003). Καλύπτεται από σημαντικού πάχους
αποθέσεις και ηφαιστειοκλαστικά ιζήματα. Οι ελάχιστες θερμές πηγές εκδηλώνονται στα ΒΔ
περιθώριά της. Μεγάλες ποσότητες ψυχρού νερού εμπλουτίζουν τους ρηχούς υδροφορείς
καλύπτοντας τη θερμική ανωμαλία. Βαθιά, ανοιχτά ρήγματα επιτρέπουν την ταχεία άνοδο
θερμών νερών προς την επιφάνεια ή σε μικρότερα βάθη. Θερμοκρασίες των 20,2-34,9οC
καταγράφηκαν στο εσωτερικό 4 ερευνητικών γεωτρήσεων, βάθους 320-488 m, με μεγαλύτερη
τιμή της γεωθερμικής βαθμίδας (4,59οC/100 m) στη γεώτρηση ΑΛΜ-1. Πρόσφατα (2002-03)
κατασκευάσθηκε η παραγωγική γεώτρηση ΑΛΜ-1Π, βάθους 785 m, που δίνει νερά Τ=38οC με
παροχή 160 m3/h. Στον πυθμένα της καταγράφηκε Τ=42οC και η μέση τιμή της γεωθερμικής
βαθμίδας για όλο το μήκος της γεώτρησης είναι 3,55οC/100 m. Το νερό της γεώτρησης ΑΛΜ-
1Π είναι Na-HCO3CI τύπου με Σ.Δ.Α. 1,66 g/l, ενώ τα άλλα νερά της περιοχής είναι Ca(Mg)-
HCO3 τύπου. Με τη βοήθεια χημικών γεωθερμομέτρων εκτιμάται ότι η θερμοκρασία του
βαθιού γεωθερμικού ρευστού είναι της τάξης των 60-80οC. Το θερμικό φορτίο της γεώτρησης
ΑΛΜ-1Π, ισχύος 1,8 MWth, μπορεί να αξιοποιηθεί ορθολογικά για θέρμανση θερμοκηπίων,
καλλιέργεια σπαραγγιών, θέρμανση σχολείου και λειτουργία υδροθεραπευτηρίου, εξοικονομώ-
ντας σημαντική ποσότητα ενέργειας και αποφέροντας οικονομικά οφέλη.

GEOTHERMAL EXPLORATION IN THE ALMOPIA BASIN


(MACEDONIA, NORTHERN GREECE)

ARVANITIS A., KOLIOS N., KOUTSINOS S.

Abstract
The Almopia basin has been the target of systematic geothermal exploration in the past (1984-
88) as well as recently (2002-2003). It is covered with deposits and volcanoclastic sediments of
a significant thickness. A small number of warm springs are located at its NW margins. Large
amounts of cold water enrich shallow aquifers covering the thermal anomaly. Deep, open faults
permit the fast rise of hot waters from depth towards the surface or shallow aquifers.
Temperatures of 20.2-34.9οC were recorded in 4 exploration wells of 320-488 m depth. The
highest value of geothermal gradient (4.59οC/100 m) was calculated for well ALM-1. Recently
(2002-03), production geothermal well ALM-1P has been constructed at a depth of 785 m. This
well discharges 160 m3/h of water with temperature of 38οC. The temperature of 42οC was
measured at the bottom of this borehole and the mean value of geothermal gradient is calculated
to be 3.55οC/100 m (for the entire depth). The water of well ALM-1P is classified in the Na-
HCO3CI type with T.D.S. 1.66 g/l, whereas the other waters of the area are of the Ca(Mg)-
HCO3 type. With the aid of chemical geothermometers the deep temperature is estimated to be
60-80oC. The thermal energy of well ALM-1P, with capacity of 1.8 MWth, can be orthologically
used for heating greenhouses and school facilities, for off-season asparagus cultivation and
balneary function, saving a large amount of energy and yielding financial profits.

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 444

1. Εισαγωγή
Η λεκάνη της Αλμωπίας, που βρίσκεται βόρεια της Έδεσσας και ορίζεται από βορρά και
ανατολικά από το ορεινό συγκρότημα του Βόρα και ανατολικά από το Όρος Πάικο, αποτελεί
Τεταρτογενές βύθισμα, τυπικού ασύμμετρου σχήματος με γεωθερμικό ενδιαφέρον. Οι θερμές
εκδηλώσεις στη λεκάνη αυτή είναι πολύ λίγες και εντοπίζονται στα ΒΔ περιθώριά της. Στην
παρούσα εργασία παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της γεωθερμικής έρευνας που
πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.)
κατά την περίοδο Ιουλίου 2002 - Δεκεμβρίου 2003, η οποία περιελάμβανε εκτός από την
αξιολόγηση αποτελεσμάτων παλαιότερης αναγνωριστικής γεωθερμικής έρευνας του Ι.Γ.Μ.Ε.
κατά τα έτη 1984-1988 (Μπαρμπαρούσης και Σημαιάκης 1989), πρόσθετες γεωλογικές
παρατηρήσεις, καταγραφή πηγών και γεωτρήσεων και, τέλος, την κατασκευή της πρώτης
ερευνητικής - παραγωγικής γεωθερμικής γεώτρησης (ΑΛΜ-1Π) στην περιοχή. Οι εργασίες
αυτές ήταν στα πλαίσια του έργου «Μελέτη Καταγραφής, Αποτίμησης, Προσομοίωσης και
Αξιολόγησης των Γεωθερμικών Πεδίων της Χώρας» του Ι.Γ.Μ.Ε., ενταγμένο στο Γ΄ Κ.Π.Σ.

2. Γεωλογικές, Τεκτονικές και Υδρογεωλογικές Συνθήκες της περιοχής


Η ευρύτερη περιοχή γεωτεκτονικά ανήκει στη Ζώνη Αλμωπίας και στο δυτικό περιθώριο της
Ζώνης Πάικου (Σχήμα 1). Οι γεωλογικοί σχηματισμοί της Ζώνης Αλμωπίας είναι κυρίως
οφιόλιθοι του Ιουρασικού και συνοδά ιζήματα βαθιάς θάλασσας (Τηθύος), επικλυσιγενή
ιζήματα του Άνω Κρητιδικού, καθώς και προ-οφιολιθικά μεταμορφωμένα πετρώματα
(γνεύσιοι) του Τριαδικού-Ιουρασικού. Η Ζώνη Πάικου, θεωρούμενη είτε ως ύβωμα μεταξύ
αύλακας Παιονίας και αύλακας Αλμωπίας είτε ως νησιωτικό τόξο του Άνω Ιουρασικού με
έντονη ηφαιστειακή δράση, αποτελείται από Άνω Παλαιοζωικά-Τριαδικά έως Άνω Κρητιδικά
μεταμορφωμένα (σχιστόλιθοι, σιπολίνες, μάρμαρα, κρυσταλλικοί ασβεστόλιθοι) και ημι-
μεταμορφωμένα πετρώματα. Οι σχηματισμοί της Ζώνης Αλμωπίας βρίσκονται υπό μορφή
τεκτονικών λεπίων, τα οποία από Α ως Δ εφιππεύουν ή επωθούνται το ένα πάνω στο άλλο και
στο σύνολό τους επωθούνται προς Δ πάνω στην Πελαγονική Ζώνη. Στο σχηματισμό των
λεπίων συνέβαλε μεγάλος αριθμός ανάστροφων επιμήκων ΒΔ-ΝΑ ρηγμάτων με κλίση προς ΒΑ
(τέλος Πριαμπονίου-Κ. Ολιγοκαίνου).
Η τεκτονική εξέλιξη της ευρύτερης περιοχής περιλαμβάνει συμπιεστικές και εφελκυστικές
φάσεις (Pavlides et al. 1990): (α) συμπιεστική φάση Κρητιδικού-Ολιγοκαίνου (σχηματισμός
λεπίων), (β) διεφελκυστική φάση με δεξιόστροφες κινήσεις μετατόπισης του Μειοκαίνου, (γ)
πρώτη εφελκυστική φάση μετα-Μέσου Μειοκαίνου και (δ) εφελκυστική φάση του Πλειο-
Τεταρτογενούς. Τα μετωπικά ρήγματα που ορίζουν το βύθισμα της Αλμωπίας είναι πολύ
μεγάλα σε μήκος, με τεράστια άλματα και σχεδόν κατακόρυφη κατοπτρική επιφάνεια. Στην
αρχή του Μειόκαινου δημιουργήθηκε πυκνό δίκτυο ΒΔ-ΝΑ και ΒΑ-ΝΔ ρηγμάτων. Τα ΒΔ-ΝΑ
ρήγματα αφορούν τις διευθύνσεις των επωθήσεων - τεκτονικών λεπίων και αργότερα έδρασαν
ως κανονικά ρήγματα και ρήγματα αποκόλλησης. Τα ΒΑ-ΝΔ ρήγματα είναι μεγάλα εγκάρσια,
οριζόντιας μετατόπισης ρήγματα, δεξιόστροφης κυρίως συνιστώσας (ρήγματα Κ. Λουτρακίου,
Νησίου). Ο εφελκυσμός του Πλειο-Τεταρτογενούς διακρίνεται σε (Pavlides et al. 1990,
Παυλίδης 1998): (α) φάση Αν. Μειοκαίνου-Πλειοκαίνου (δημιουργία ή επαναδραστηριοποίηση
ΒΔ-ΝΑ ρηγμάτων) και (β) φάση του Τεταρτογενούς (μέχρι σήμερα), ΒΔ-ΝΑ έως ΒΒΔ-ΝΝΑ
διεύθυνσης, με επαναδραστηριοποίηση ή δημιουργία μεγάλων κανονικών ρηγμάτων ΒΑ-ΝΔ
έως Α-Δ διεύθυνσης, που έπαιξαν κύριο ρόλο στη διαμόρφωση της λεκάνης Αλμωπίας. Τα
ρήγματα στους ηφαιστίτες του ορεινού όγκου είναι κυρίως πλαγιοκανονικά με μεγάλες γωνίες
κλίσεων, μεταπτώσεις από 2 έως δεκάδες m και επικράτηση ΒΑ-ΝΔ διευθύνσεων
(παρατηρούνται και Α-Δ, Β-Ν και ΒΔ-ΝΑ ρήγματα). Στις πεδινές εμφανίσεις των ηφαιστιτών
(Τούμπα Σωσάνδρας και Ν της Αριδαίας) επικρατούν κανονικά ή πλαγιοκανονικά, ΒΑ-ΝΔ έως
Α-Δ διεύθυνσης ρήγματα (τα πλέον ενεργά στην περιοχή), με μεγάλες γωνίες κλίσης και
άλματα 1-10 m.

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 445

Σχήμα. 1. Γεωλογικός χάρτης περιοχής Αλμωπίας.


[1: Σύγχρονες αλλουβιακές αποθέσεις & ποταμολιμναία ιζήματα, 2: Κώνοι χειμαρρωδών αποθέσεων, 3:
Αλλουβιακές ποτάμιες αποθέσεις, 4: Κορήματα, 5: Τραβερτίνης, 6: Ηφαιστειοκλαστικοί σχηματισμοί
(Πλειόκαινο), 7: Κόκκινη ιλύς & λευκοί ασβεστόλιθοι (Ανώτ. Μειόκαινο - Κατ. Πλειόκαινο), 8: Φλύσχης,
9: Κρυσταλλικοί ασβεστόλιθοι, 10: Σιπολίνες & μάρμαρα (Τριαδικό - Ιουρασικό), 11: Φλύσχης, 12: Ασβε-
στόλιθοι, 13: Φλυσχοειδείς σειρές (Κρητιδικό), 14: Ηφαιστειοϊζηματογενείς & ιζηματογενείς (ασβεστόλι-
θοι, ηφαιστειοκλαστικά, ψαμμίτες) σχηματισμοί, 15: Οφιολιθικά κροκαλοπαγή (Κ. Κρητιδικό), 16: Οφιόλι-
θοι Ενότ. Λουτρών Πόζαρ (Α. Ιουρασικό - Κ. Κρητιδικό), 17: Ασβεστιτικοί φυλλίτες - μεταϊλυόλιθοι (Ανώ-
τερο Ιουρασικό), 18: Σχιστόλιθοι, μεταβασίτες, πρασινοσχιστόλιθοι, πρασινίτες, σχιστογνεύσιοι, σιπολινο-
μάρμαρα & γνεύσιοι, 19: Μετακροκαλοπαγή Εν. Άννας (Πέτερνικ), 20: Σερπεντινίτες, 21: Δολομίτες,
ασβεστόλιθοι με ορίζοντες φλύσχη & μάρμαρα, 22: Ακολουθία σπιλιτών - κερατοφύρων (Α. Ιουρασικό),
23: Μεταηφαιστειοϊζηματογενής σειρά Γυμνού (Ιουρασικό), 24: Γνεύσιοι, σχιστόλιθοι & χαλαζίτες, 25:
Δολερίτες, μεταδολερίτες, pillow λάβες, μεταλάβες & υαλοκλαστίτες, 26: Ρυόλιθοι & γρανοφύρες, 27:
Ρήγμα, 28: Πιθανό ρήγμα, 29: Φωτογράμμωση, 30: Επώθηση, 31: Εφίππευση].
Figure 1. Geological map of the Almopia area
[1: Recent alluvial deposits & fluviolacustrine sediments, 2: Torrent cones, 3: Alluvial fluvial deposits, 4:
Scree, 5: Travertines, 6: Volcanoclastic formations (Pliocene), 7: Red silt & white limestones (Upper
Miocene-Lower Pliocene), 8: Flysch, 9: Crystalline limestones, 10: Cipolins & marbles (Triassic -
Jurassic), 11: Flysch, 12: Limestones, 13: Flyschoid series (Cretaceous), 14: Volcanosedimentary &
sedimentary (limestones, volcanoclastics, sandstones) formations, 15: Ophiolitic conglomerates (Lower
Cretaceous), 16: Ophiolites of the Loutra Pozar Unit (Upper Jurassic - Lower Cretaceous), 17: Calcitic
phyllites - metasiltstones (Upper Jurassic), 18: Schists, metabasites, greenschists, prasinites, schist-
gneisses, cipolin-marbles & gneisses, 19: Meta-conglomerates of the Anna (Peternik) Unit, 20:
Serpentinites, 21: Dolomites, limestones with horizons of flysch & marbles, 22: Sequence of spilites -
keratophyres (Upper Jurassic), 23: Meta-volcanosedimentary series of Gymno (Jurassic), 24: Gneisses,
schists & quartzites, 25: Dolerites, metadolerites, pillow lavas, metalavas & hyaloclastites, 26: Rhyolites
& granophyres, 27: Fault, 28: Probable fault, 29: Photolineation, 30: Overthrust, 31: Thrust].

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 446

Στην περιοχή της Αλμωπίας εμφανίζονται ηφαιστειακά οικοδομήματα. Η ηφαιστειότητα


εκδηλώνεται στα όρια Μειοκαίνου-Πλειοκαίνου, ενώ οι τελευταίες δράσεις φθάνουν στα όρια
Πλειοκαίνου-Τεταρτογενούς (γεωχρονολογήσεις ηφαιστιτών στην Ελλάδα δίνουν ηλικίες 6-1,8
Ma, ενώ στην F.Y.R.O.M. η παλαιότερη φθάνει 6,5 Ma). Η θέση και η διάταξη των ηφαιστιτών
ελέγχεται από τεκτονικές γραμμές ΒΑ-ΝΔ διεύθυνσης, εγκάρσιες στην κύρια γεωλογική δομή
του χώρου, ως αποτέλεσμα τεκτονικού καθεστώτος διεφελκυστικού τύπου με αριστερόστροφη
κίνηση και εφελκυσμό Δ-ΒΔ διεύθυνσης (Βουγιουκαλάκης 2002).
Η λεκάνη χαρακτηρίζεται από μια περιοχή απότομου βυθίσματος, στα βόρεια περιθώριά της, σε
βάθος 2200 m κάτω από τη στάθμη της θάλασσας, με ΒΑ διεύθυνση. Το υπόβαθρο βυθίζεται
σταδιακά από ΝΑ προς ΒΔ. Στο κεντρικό τμήμα της λεκάνης εντοπίζεται τεκτονικό κέρας ΒΔ-
ΝΑ διεύθυνσης, με βάθος υποβάθρου 1000-1200 m κάτω από τη στάθμη της θάλασσας
(Βουγιουκαλάκης 2002). Τα υλικά πλήρωσης της λεκάνης (άμμοι, κροκάλες, μικροκροκάλες
κλπ) προέρχονται από το μεταμορφωμένο υπόβαθρο, ενώ συναντώνται σημαντικού πάχους
ηφαιστειοκλαστικά ιζήματα (πυροκλαστίτες, τοφφίτες, επικλαστίτες), αργιλικές ενστρώσεις
καθώς και προ-ηφαιστειακά ιζήματα, όπως ψαμμίτες και πηλίτες.
Οι σχηματισμοί συμπεριφέρονται υδρογεωλογικά ως εξής: (α) οι επικλαστίτες έχουν γενικά
υδροφορία (εκτός από ορίζοντες με στρώσεις τοφφικού-αργιλικού ή εξαλλοιωμένου υλικού),
(β) οι ασβεστόλιθοι, τα μάρμαρα και οι τεκτονισμένοι σερπεντινίτες εμφανίζονται υδροπερατοί,
(γ) οι φλυσχοειδείς σχηματισμοί δεν παρουσιάζουν υδροφορία, (δ) οι σχιστόλιθοι είναι
αδιαπέρατοι (δευτερογενής διαπερατότητα λόγω έντονου τεκτονισμού) και (ε) τα υλικά
πλήρωσης της λεκάνης (από το υπόβαθρο) έχουν υδροφορία, εκτός από λίγες θέσεις αργιλικών
στρωμάτων. Η λεκάνη Αλμωπίας δέχεται μεγάλες ποσότητες μετεωρικών, επιφανειακών και
υπόγειων, ψυχρών νερών από την πλευρική τροφοδοσία των ορεινών όγκων που την
περιβάλλουν (παρουσία υδροπερατών ανθρακικών πετρωμάτων). Οι κρύοι υδροφόροι είναι
πλούσιοι σε νερό και η υδροστατική τους στάθμη είναι συνήθως ψηλά (λίγα cm, λίγα m ή και
αρτεσιανισμός, ανάλογα με τη θέση) (Μπαρμπαρούσης και Σημαιάκης 1989).

3. Γεωθερμική κατάσταση της λεκάνης Αλμωπίας


Η παρουσία ηφαιστειακής δραστηριότητας, που φτάνει μέχρι τα όρια του Τεταρτογενούς (αν
και η ηφαιστειότητα του χώρου δεν είναι τέτοιου τύπου που να επιτρέπει την ανάπτυξη υψηλών
θερμικών ανωμαλιών σε μικρά βάθη) καθώς και η ενεργός τεκτονική εφελκυστικού τύπου της
περιοχής (Τεταρτογενής λεκάνη με αξιόλογο πάχος ιζημάτων) είναι καταρχήν ευνοϊκά
δεδομένα για την ύπαρξη γεωθερμικού πεδίου στη λεκάνη Αλμωπίας.
Οι θερμές εκδηλώσεις είναι λίγες και εντοπίζονται στα ΒΔ περιθώριά της, όπου αναβλύζουν οι
εξής θερμές και υπόθερμες πηγές: (α) οι πηγές των Λουτρών Αριδαίας (Λουτρά Πόζαρ-
Λουτρακίου, Π-25 στο Σχήμα 2) με θερμοκρασίες Τ=34-35οC και μεγάλη παροχή (συνολικά
>900 m3/h), (β) η υπόθερμη πηγή ΒΑ των Προμάχων (Π-10 στο χάρτη Σχήματος 2) με μικρή
παροχή και Τ=24,7-27,9οC και (γ) η πηγή «Τοπίλο» (Π-23 του Σχήματος 2) με θερμοκρασία
νερού Τ=20,2-23οC και παροχές 12-57 m3/h (Τζιμούρτας 1986). Οι πηγές των Λουτρών Πόζαρ
αναβλύζουν από ρήγματα ΒΔ-ΝΑ και ΒΑ-ΝΔ διεύθυνσης, ενώ οι μεγάλες παροχές θερμού
νερού αποδίδονται στην παρουσία ενός αρκετά καρστικοποιημένου και ρηγματωμένου θερμού
ανθρακικού υδροφορέα, κάτω από τα λέπια της Αλμωπίας (Πάτρας 1990).
Στη λεκάνη Αλμωπίας πραγματοποιήθηκε, τόσο κατά την περίοδο 1984-88 (Μπαρμπαρούσης
και Σημαιάκης 1989) όσο και πρόσφατα, συστηματική αναγνωριστική γεωθερμική έρευνα με
θερμομετρήσεις νερών σε υδρογεωτρήσεις και πηγές, δειγματοληψίες και χημικές αναλύσεις
νερών. Με εξαίρεση τις 3 πηγές, που προαναφέρθηκαν, οι θερμοκρασίες νερού των άλλων
πηγών είναι 9,8-17oC, ενώ στις γεωτρήσεις βάθους 30-200 m η θερμοκρασία δεν υπερβαίνει
τους 16oC. Η κατάσταση αυτή όμως είναι αναμενόμενη, αν ληφθεί υπόψη ότι πρόκειται για μία
κλειστή λεκάνη, που τροφοδοτείται με μεγάλες ποσότητες ψυχρών νερών και
κατακρημνισμάτων από τους ορεινούς όγκους που την περιβάλλουν. Μια τέτοια κατάσταση
προκαλεί υδροδυναμική σάρωση και μπορεί να καλύψει και πιθανή θερμική ανωμαλία. Μόνο
σε ειδικές περιπτώσεις, όπως η παρουσία μεγάλων ενεργών ρηγμάτων (ή μεγάλων γεωλογικών
ασυνεχειών περατών και στεγανών σχηματισμών), είναι δυνατή η ταχεία άνοδος θερμού νερού

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 447

προς την επιφάνεια, χωρίς η ανάμειξή του με τα άφθονα ψυχρά επιφανειακά νερά να μειώσει
αισθητά την αρχική του θερμοκρασία. Οι υπόθερμες και θερμές πηγές βρίσκονται κατά μήκος
μεγάλων ρηξιγενών ζωνών στα βόρεια περιθώρια της λεκάνης και κυρίως σε διασταυρώσεις
ρηγμάτων. Συνεπώς, οι γεωθερμικοί υδροφορείς είναι πιθανότατα περιορισμένου πλάτους κατά
μήκος των ζωνών διάρρηξης, αφού η τεκτονική είναι έντονη και καθοριστική για την περιοχή.
Με τη βοήθεια γεωφυσικών διασκοπήσεων, αναμένεται σε μεγάλα βάθη (>1000 m) η παρουσία
θερμών υδροφορέων με αξιόλογη παροχή τόσο για τεκτονικούς λόγους (ύπαρξη ρηγμάτων,
διαρρήξεων) όσο και λόγω της παρουσίας ανθρακικών πετρωμάτων (ασβεστόλιθοι, μάρμαρα).
Στα πλαίσια της γεωθερμικής έρευνας της περιόδου 1984-88 κατασκευάσθηκαν 4 ερευνητικές
γεωτρήσεις (Σχήμα 2): (α) Η ΑΛΜ-1, βάθους 453 m, διέτρησε αλλουβιακές (0-40 m) και ηφαι-
στειοκλαστικές (40-439 m) αποθέσεις και ψαμμίτες-πηλίτες (439-453 m), ενώ διαπιστώθηκε
θερμοκρασία Τ=34,9οC στα 453 m. (β) Η ΑΛΜ-2, βάθους 320 m, συνάντησε Τεταρτογενείς
αποθέσεις (0-300 m) και μάρμαρα του υποβάθρου, με καταγραφή θερμοκρασίας Τ=20,2οC στα
320 m. (γ) Η ΑΛΜ-3, βάθους 468 m, διέτρησε Τεταρτογενείς αποθέσεις (κροκαλοπαγή, λατυ-
ποπαγή, άργιλοι σε εναλλαγές) και με Τ=30,1οC στα 468 m. (δ) Η ΑΛΜ-4, βάθους 488 m, διέ-
τρησε συνεχώς ηφαιστειοκλαστικά ιζήματα και μετρήθηκε Τ=25,4οC στα 443 m (Μπαρμπα-
ρούσης και Σημαιάκης 1989).
Η υψηλή τιμή της γεωθερμικής βαθμίδας στη γεώτρηση ΑΛΜ-1 (4,59oC/100 m) σε συνδυασμό
με το υποδεικνυόμενο, από γεωηλεκτρικές διασκοπήσεις, μικρότερο βάθος του υποβάθρου
στην περιοχή της Σωσάνδρας, την αυξημένη τιμή του ραδονίου στον αέρα του εδάφους (420
pCi/l) και την παρουσία της υπόθερμης πηγής «Τοπίλο» οδήγησαν στην κατασκευή της πρώτης
παραγωγικής γεωθερμικής γεώτρησης ΑΛΜ-1Π, κοντά στην ερευνητική γεώτρηση ΑΛΜ-1.

Σχήμα 2. Τοπογραφικός χάρτης της περιοχής Αλμωπίας με τις θέσεις πηγών και γεωτρήσεων και
θέσεων δειγματοληψίας.
Figure 2. Topographic map of the Almopia area showing the locations of the springs, wells and
sampling sites.

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 448

4. Κατασκευή παραγωγικής γεωθερμικής γεώτρησης ΑΛΜ-1Π


Η παραγωγική γεωθερμική γεώτρηση ΑΛΜ-1Π (Συντ.: 40ο59΄57΄΄, 22ο01΄58΄΄), βάθους 785 m,
κατασκευάσθηκε κατά την περίοδο Αυγ. 2002-Μαρ. 2003 σε απόσταση 7,2 m από την ΑΛΜ-1
και σε υψόμετρο 162 m. Διατρήθηκαν πλευρικά κορήματα (χάλικες, κροκάλες, λίγες άργιλοι)
του Τεταρτογενούς (0-40 m), εναλλαγές πυροκλαστικών υλικών, τοφφιτών, επικλαστιτών και
άλλων αδιαίρετων ηφαιστειοκλαστικών σχηματισμών (40-380 m), σκληρές λάβες (380-414 m),
μαλακοί τόφφοι (414-432 m), τεφροπράσινες, πλαστικές άργιλοι και ασβεστιτικοί ψαμμίτες σε
εναλλαγές (432-608 m), αργιλικοί σχιστόλιθοι (608-618 m), χαλαζίτες ανοιχτού πράσινου
χρώματος με φλέβες ασβεστίτη (618-658 m) και αμφιβολίτες είτε εξαλλοιωμένοι (658-712,
766-785 m) είτε συμπαγείς (712-766 m). Η διάτρηση έγινε με κοπτικά άκρα διαμέτρων 15΄΄ (0-
379 m) και 9 7/8΄΄ (379-785 m). Η γεώτρηση σωληνώθηκε με σωλήνες γαλβανισμένους εν
θερμώ διαμέτρου 10 3/4΄΄ (0-379 m) και 6 5/8΄΄ (371-785 m). Φίλτρα τοποθετήθηκαν σε βάθη
629-653, 677-683, 707-713, 731-737 και 743-779 m, συνολικού μήκους 78 m. Τσιμέντωση
πραγματοποιήθηκε σε βάθη 0-50 m και 270-379 m. Η λιθολογική στήλη της γεώτρησης με τα
τεχνικά - κατασκευαστικά χαρακτηριστικά της και τη μεταβολή της θερμοκρασίας με το βάθος
(από εκτέλεση loggings στο εσωτερικό της) παρουσιάζονται στο Σχήμα 3.

Σχήμα 3. Παραγωγική γεωθερμική γεώτρηση ΑΛΜ-1Π (λιθολογική στήλη, κατασκευαστικά


χαρακτηριστικά, μεταβολή θερμοκρασίας με το βάθος).
Figure 3. Production geothermal well ALM-1P (lithological column, construction features,
temperature vs. depth curve).

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 449

Στον πυθμένα της γεώτρησης (785 m) καταγράφηκε η θερμοκρασία των 42oC. Θεωρώντας ως
μέση ετήσια θερμοκρασία αέρα της περιοχής αυτή των 14,1oC (σταθμός Ε.Μ.Υ. στην Έδεσσα),
η μέση τιμή της γεωθερμικής βαθμίδας για όλο το μήκος της γεώτρησης υπολογίζεται σε
3,55οC/100 m.
Στη γεώτρηση ΑΛΜ-1Π έλαβαν χώρα δοκιμαστικές αντλήσεις, τόσο κατά βαθμίδες (στις
20/3/03) όσο και με σταθερή παροχή (στις 21-23/3/2003). Η στάθμη ηρεμίας πριν την έναρξη
των αντλήσεων ήταν 12,75 m. Η κατά βαθμίδες άντληση περιελάμβανε 6 στάδια: Q1=45 m3/h
(διάρκειας t1=2 h), Q2=85 m3/h (για t2=2 h), Q3=120 m3/h (για t3=2 h), Q4=170 m3/h (για t4=30
min), Q5=185 m3/h (για t5=15 min) και Q6=210 m3/h (για t6=15 min). Η κύρια δοκιμαστική
άντληση, διάρκειας 48 h, έγινε με σταθερή παροχή Q=160 m3/h και με παρατήρηση της πτώσης
στάθμης τόσο στην αντλούμενη γεώτρηση όσο και στην ερευνητική γεώτρηση ΑΛΜ-1 καθώς
και με μετρήσεις της θερμοκρασίας του αντλούμενου νερού και δειγματοληψίες σε
συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Διαπιστώθηκε πτώση στάθμης κατά 28,03 m στην ΑΛΜ-1Π
στο τέλος της άντλησης και σταδιακή άνοδος της θερμοκρασίας από τους 36,5 στους 38οC. Από
τις μετρήσεις της πτώσης στάθμης (για t<50000 sec) στη γεώτρηση αυτή και με εφαρμογή του
1ου νόμου του Jacob προσδιορίσθηκαν οι υδραυλικές παράμετροι της μεταβιβαστικότητας
Τ=3,5 x 10-3 m2/sec, της υδραυλικής αγωγιμότητας Κ=4,49 x 10-5 m/sec, της διαπερατότητας
k=3,157 x 10-12 m2=3,157 darcy και του γινομένου k.H=2,46 x 10-10 m3 (για πάχος υδροφόρου
Η=78 m). Η εφαρμογή του λογισμικού Aquifer Test στην επεξεργασία των αποτελεσμάτων της
άντλησης και η επιλογή της μεθόδου Cooper-Jacob έδωσε: Τ=2,32 x 10-3 m2/sec, Κ=2,98 x 10-5
m/sec και αποθηκευτικότητα S=2,11 x 10-3.
Μετά το πέρας της 48ωρης δοκιμαστικής άντλησης με σταθερή παροχή έγινε μέτρηση της
επαναφοράς της στάθμης στην ΑΛΜ-1Π και διαπιστώθηκε επαναφορά κατά 16,62 m σε χρόνο
100 min. Με τη μέθοδο επαναφοράς στάθμης υπολογίσθηκαν οι υδραυλικές παράμετροι
Τ=5,03 x 10-3 m2/sec και Κ= 6,45 x 10-5 m/sec.

5. Γεωχημική έρευνα των νερών της λεκάνης Αλμωπίας


Στα πλαίσια της γεωθερμικής έρευνας πραγματοποιήθηκαν δειγματοληψίες νερών από πηγές
και γεωτρήσεις της Αλμωπίας καθώς και σε διάφορες χρονικές στιγμές κατά τη διάρκεια των
δοκιμαστικών αντλήσεων στη γεώτρηση ΑΛΜ-1Π. Τα αποτελέσματα των χημικών αναλύσεων
παρουσιάζονται στον Πίνακα 1. Κατ’ αρχήν διαπιστώνεται ο σχεδόν αμετάβλητος χημικός
χαρακτήρας του αντλούμενου γεωθερμικού νερού από τη γεώτρηση ΑΛΜ-1Π, ενώ ως
αντιπροσωπευτικό θεωρείται το δείγμα νερού ΑΛΜ-1Π(γ) κι αυτό χρησιμοποιείται στην
περαιτέρω επεξεργασία και συγκρίνεται με τα νερά πηγών και υδρογεωτρήσεων της ευρύτερης
περιοχής.
Από τη μεταφορά των αποτελεσμάτων των αναλύσεων σε τριγωνικό διάγραμμα Piper (Σχήμα
4) και χρησιμοποιώντας την ταξινόμηση κατά Davis & DeWiest (1966) προκύπτει ότι το νερό
της ΑΛΜ-1Π, με Σ.Δ.Α. (T.D.S.) 1,66 g/l, ανήκει στην κατηγορία των Na-HCO3CI νερών, ενώ
τα υπόλοιπα νερά είναι Ca,Mg-HCO3 (Π-25, Π-27) και Ca-HCO3. Το νερό της ΑΛΜ-1Π δια-
φοροποιείται από όλα τα άλλα νερά (ακόμη κι από αυτά των θερμών και υπόθερμων πηγών
Λουτρών Αριδαίας και Προμάχων) και είναι εμπλουτισμένο σε ιόντα Na+, K+, Mg2+, HCO3- και
SiO2. Χαρακτηριστική είναι η υψηλή περιεκτικότητα σε SiO2 (64,9 mg/l) του νερού της ΑΛΜ-
1Π, ανάλογη με αυτή της πηγής «Τοπίλο» (Π-23: 61,5 mg/l). Στα υπόλοιπα νερά η παρουσία
του SiO2 είναι στα φυσιολογικά πλαίσια. Η αυξημένη παρουσία Mg2+ στο νερό της ΑΛΜ-1Π
(84,1 mg/l) μπορεί να αποδοθεί στην παρουσία αμφιβολιτών, οφιολίθων κ.ά. πυριτικών
πετρωμάτων [άλλωστε ο λόγος Mg/Ca είναι 3.458 (>>0,9)]. Για τα άλλα νερά της περιοχής ο
λόγος Mg/Ca είναι 0,082-0,516, υποδηλώνοντας την προέλευσή τους από πλούσιους σε ορυκτά
του Ca2+ υδροφόρους (ασβεστολιθικοί υδροφόροι ή με ασβεστιτική συνδετική ύλη των ιζημά-
των). Διαπιστώνεται πολύ χαμηλή συσχέτιση των ιόντων με τη θερμοκρασία.
Με τη βοήθεια του θερμοδυναμικού μοντέλου Wateq-f (Truesdell and Jones 1974) προσδιορί-
σθηκαν οι τιμές της pCO2 και του δείκτη κορεσμού (Is) ως προς τον ασβεστίτη, τον χαλαζία,
τον τάλκη κ.ά. ορυκτά. Για το νερό της γεώτρησης ΑΛΜ-1Π είναι pCO2=10-1,689 (= 2,05 x 10-2)
atm, για το νερό της θερμής πηγής Λουτρών Πόζαρ (Π-25) είναι pCO2=10-1,1434 (=7,19 x 10-2)

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 450

atm, ενώ τα ψυχρά και υπόθερμα νερά παρουσιάζουν τιμές μεταξύ 10-2,0096 (=9,78 x 10-3) και
10-1,0132 (=9,7 x 10-2) atm. Οι τιμές αυτές των νερών, τόσο της ΑΛΜ-1Π όσο και των ψυχρών
και θερμών νερών, βρίσκονται στο εύρος τιμών που δικαιολογούν τη βιογενή προέλευση του
CO2 (10-0,5-10-3,5 atm). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πηγές των Λουτρών Πόζαρ και των
Προμάχων παρουσιάζουν μικρή σχετικά έκλυση αερίου, κυρίως CO2 (Minissale et al. 1989). Τo
νερό της γεώτρησης AΛΜ-1Π εμφανίζεται ελαφρώς κορεσμένο ως προς τον ασβεστίτη
(Is=0,747) και είναι το πιο κορεσμένο ως προς το ορυκτό αυτό σε σύγκριση με τα άλλα νερά.
Κατά ανάλογο τρόπο, το νερό αυτό παρουσιάζει το μεγαλύτερο δείκτη κορεσμού και ως προς
τον αραγωνίτη (Is=0,61) και ως προς το δολομίτη (Is=2,29). Ως προς τον χαλαζία, όλα τα νερά
είναι κορεσμένα, με υψηλότερους δείκτες κορεσμού τα νερά της πηγής «Τοπίλο» (Is=1,09) και
της ΑΛΜ-1Π (Is=0,86). Ως προς τον τάλκη, το νερό της ΑΛΜ-1Π παρουσιάζει θετική τιμή του
δείκτη κορεσμού (Is=5,135), πιθανολογώντας υψηλές θερμοκρασίες, σε αντίθεση με τα
υπόλοιπα δείγματα, όπου είναι αρνητικός (-2,28 έως -7,27).

Πίνακας 1. Αποτελέσματα χημικών αναλύσεων νερών από πηγές και γεωτρήσεις της λεκάνης
Αλμωπίας (οι συγκεντρώσεις σε mg/l)
Table 1. Results of chemical analyses of waters from springs and wells from the Almopia basin
(the concentrations are expressed in mg/l)
Πηγές & T.D.S.
Τ(οC) pH Na+ K+ Ca2+ Mg2+ Fe Li+ Sr2+ NH4+
Γεωτρήσεις (mg/l)
Π-25 35,1 617,1 6,3 33,6 5,5 143,5 39,4 0,11 0,15 0,22 0,50
Π-24 14,8 237,8 8,2 3,7 2,0 61,9 13,0 0,11 --- 0,08 0,50
Π-11 14,8 262,8 7,3 8,1 1,5 61,3 19,2 0,12 0,03 0,01 0,10
Π-23 20,2 329,5 6,7 17,2 9,4 63,3 12,2 0,11 0,04 0,30 0,50
Γ-18 14,1 302,2 --- 6,0 1,6 91,4 7,8 0,09 0,02 0,19 0,50
Π-27 14,8 311,4 --- 17,7 2,0 64,9 19,0 --- 0,04 0,20 0,50
Π-10 24,7 542,4 6,7 20,7 2,0 150,7 18,0 0,15 0,06 0,03 0,10
Π-9 16,4 698,4 6,5 35,9 2,0 184,4 32,1 0,15 0,15 0,02 0,10
Π-5 14,9 227,6 7,3 3,0 1,5 66,5 8,0 0,16 --- 0,01 0,10
Π-2 14,5 188,7 7,1 3,0 0,9 63,7 3,2 0,10 --- --- 0,10
Π-13 14,1 332,3 7,1 6,0 2,5 85,0 19,9 0,17 --- 0,01 0,10
ΑΛΜ-1Π(α) 31,5 1563,7 7,5 396,5 20,6 40,1 84,1 <0,05 1,19 1,15 ---
ΑΛΜ-1Π(β) 37,0 1597,5 7,6 406,1 19,0 43,3 82,1 <0,05 1,23 1,17 ---
ΑΛΜ-1Π(γ) 37,0 1661,6 7,7 431,1 19,2 40,1 84,1 <0,05 1,26 1,18 ---
Πηγές &
Τ(οC) CI- HCO3- CO32- SO42- F- NO3- SiO2 B
Γεωτρήσεις
Π-25 35,1 24,8 673,6 0,0 19,3 0,08 --- 16,0 4,0
Π-24 14,8 1,8 245,9 0,0 19,3 --- --- 15,0 ---
Π-11 14,8 8,9 266,0 0,0 21,6 --- 3,1 8,0 0,5
Π-23 20,2 14,2 282,5 0,0 12,3 --- --- 61,5 ---
Γ-18 14,1 3,5 305,1 0,0 9,7 --- 15,5 16,5 ---
Π-27 14,8 14,2 244,7 0,0 54,8 --- --- 18,0 0,2
Π-10 24,7 14,2 523,5 0,0 57,6 --- --- 22,0 0,3
Π-9 16,4 31,9 739,5 0,0 24,0 --- --- 23,0 2,4
Π-5 14,9 5,3 228,8 0,0 15,9 --- --- 15,0 ---
Π-2 14,5 5,3 181,2 0,0 12,5 --- 3,1 8,0 ---
Π-13 14,1 14,2 336,8 0,0 21,2 --- 6,2 12,0 ---
ΑΛΜ-1Π(α) 31,5 319,5 976,0 0,0 158,4 2,23 0,0 61,7 ---
ΑΛΜ-1Π(β) 37,0 355,0 960,1 0,0 153,6 2,06 0,0 63,4 ---
ΑΛΜ-1Π(γ) 37,0 355,0 979,7 0,0 182,4 2,36 0,0 64,9 ---
Στα δείγματα νερού της γεώτρησης ΑΛΜ-1Π είναι:
<0,01 mg/l Cu, <0,125 mg/l Ba2+ και <0,50 mg/l Al3+

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 451

Σχήμα 4. Παρουσίαση των αποτελεσμάτων των χημικών αναλύσεων νερών (ψυχρών, υπόθερμων,
γεωθερμικών) της περιοχής Αλμωπίας σε τριγραμμικό διάγραμμα Piper (1944).
Figure 4. Presentation of the values of chemical analyses of the waters (cold, sub-thermal and
geothermal) from the Almopia area on a trilinear diagram according to Piper (1944).

Η εφαρμογή των χημικών γεωθερμομέτρων SiO2 (Fournier 1981), Na/K (Arnorrson et al.
1983), Na-K-Ca (Fournier and Truesdell 1973), Νa-Li (Fouillac and Michard 1981), K-Mg
(Giggenbach et al. 1983) και Li-Mg (Kharaka and Mariner 1989) στο νερό της γεωθερμικής
γεώτρησης AΛΜ-1Π έδωσε τις τιμές του Πίνακα 2.

Πίνακας 2. Εκτίμηση της θερμοκρασίας (οC) του βαθιού ταμιευτήρα με τη χρήση γεωθερμομέτρων
στο νερό της γεώτρησης ΑΛΜ-1Π
Table 2. Estimation of the temperature (οC) of the deeper geothermal waters by the use of
chemical geothermometers applied to the water sample of well ALM-1P

Τ(οC) Τ(οC) Τ(οC) Τ(οC) Τ(οC) Τ(οC) Τ(οC)


Δείγμα
εξόδου SiO2 Na/K Na-K-Ca Na-Li K-Mg Li-Mg
AΛΜ-1Π 37,0 114,4 124,8 149,5 142,9 58,2 74,4

Οι τιμές των γεωθερμομέτρων SiO2, Na/K, Νa-K-Ca και Na-Li θεωρούνται υπερβολικές, ενώ
αυτή του εμπειρικού γεωθερμομέτρου Li-Mg είναι 74,4οC και θεωρείται ότι είναι κοντά στην
πραγματικότητα. Από την προβολή του νερού της ΑΛΜ-1Π πάνω στο τριγωνικό διάγραμμα
του Giggenbach (1988) προκύπτει ότι αυτό κατατάσσεται στην κατηγορία των «ανώριμων

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 452

νερών» και προτείνεται η μη χρησιμοποίηση του γεωθερμομέτρου Na-K, ενώ θεωρείται


ευνοϊκή η χρήση του γεωθερμομέτρου K-Mg, το οποίο δίνει θερμοκρασία 58,2οC. Από τη
συνεκτίμηση των τιμών που δίνουν τα παραπάνω χημικά γεωθερμόμετρα και λαμβάνοντας
υπόψη τη θερμοκρασία των 42οC που μετρήθηκε σε βάθος 785 m στην ΑΛΜ-1Π, η πιθανότερη
θερμοκρασία του βαθιού γεωθερμικού ρευστού εκτιμάται ότι είναι της τάξης των 60-80οC.

6. Ενεργειακή αξιοποίηση της γεώτρησης ΑΛΜ-1Π


Με την ολοκλήρωση της γεώτρησης ΑΛΜ-1Π στη λεκάνη Αλμωπίας αποδείχθηκε η ύπαρξη
γεωθερμικού πεδίου, κατάλληλου για ενεργειακή αξιοποίηση. Θεωρώντας Δt=13oC και παροχή
Q=120 m3/h, το θερμοενεργειακό φορτίο αυτής της γεώτρησης ανέρχεται στα 1.551.000 kcal/h
ή 1.804 kW/h, που ισοδυναμεί με 0,155 T.I.Π./h (η ισχύς της γεώτρησης είναι 1,8 MWth). Αυτή
η ενέργεια μπορεί να αντληθεί με ηλεκτρικό υποβρύχιο αντλητικό συγκρότημα ισχύος 35 Hp
καταναλώνοντας ηλεκτρική ενέργεια 26 kW/h. Με την ιπποδύναμη αυτή και με πίεση στην κε-
φαλή 3 atm το θερμικό φορτίο μπορεί να αξιοποιηθεί ορθολογικά σε νέες δραστηριότητες.
Με βάση την χημική ανάλυση του νερού της ΑΛΜ-1Π, υπολογίσθηκαν ο δείκτης κορεσμού
Langelier LSI=+0,82 (ελάχιστα θετικός) και ο δείκτης σταθερότητας Ryznar Sti=6,1, δηλ. αυτό
εμπίπτει σχεδόν στην ουδέτερη ζώνη (ζώνη σταθερότητας), γεγονός που σημαίνει ότι από τη
χρήση του ρευστού είτε απευθείας είτε σε εναλλάκτες θερμότητας δεν θα προκύψουν προβλή-
ματα επικαθήσεων αλάτων ή και διαβρώσεων στο σύστημα εκμετάλλευσης. Με δεδομένη τη
χαμηλή θερμοκρασία του νερού μπορούν να χρησιμοποιηθούν δίκτυα μεταφοράς πλαστικού
(PVC ή PE) χαμηλού κόστους.

Σχήμα 5. Σχήμα εκμετάλλευσης της γεωθερμικής ενέργειας από την παραγωγική γεώτρηση ΑΛΜ-
1Π.
Figure 5. Exploitation scheme of the geothermal energy from production well ΑLM-1P.

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 453

Στο Σχήμα 5 απεικονίζεται ένα σύστημα εκμετάλλευσης του νερού της ΑΛΜ-1Π,
θερμοκρασίας 38οC και παροχής 120 m3/h, το οποίο περιλαμβάνει θερμοκήπιο, καλλιέργεια
σπαραγγιών, κέντρο υδροθεραπείας και το σχολείο της Σωσάνδρας. Ένα μέρος των γεω-
θερμικών ρευστών (50 m3/h) χρησιμοποιείται για τη θέρμανση 5 στρεμμάτων θερμοκηπίων, με
θερμοκρασία εξόδου Τεξ=25οC. Θεωρώντας ότι η εσωτερική θερμοκρασία του θερμοκηπίου
είναι 15-18oC, η συνολική ποσότητα θερμότητας είναι Qtotal=600.000 kcal/h και εξοικονομείται
ενέργεια 108 x 107 kcal για περίοδο 150 ημερών με θέρμανση 12 h ανά ημέρα, η οποία αντι-
στοιχεί σε 96.000 kg προπανίου/περίοδο ή 50.000 €/περίοδο. Εκτός από τη θέρμανση θερμοκη-
πίου, ένα δεύτερο μέρος (70 m3/h) νερού με Τ=38οC μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλλιέργεια
σπαραγγιών 50 στρεμμάτων. Θεωρώντας θερμοκρασία εξόδου του νερού Τεξ=25οC, καλλιεργη-
τική περίοδο 110 ημερών και 24ωρη θέρμανση, εξοικονομείται ενέργεια 2,6 x 109 kcal, που
αντιστοιχεί σε 230 τόνους προπανίου/έτος ή 130.000 €/περίοδο. Τα νερά θερμοκρασίας 25οC,
μετά τη θέρμανση τόσο του θερμοκηπίου όσο και της καλλιέργειας σπαραγγιών, μπορούν να
συλλεχθούν και με τη βοήθεια αντλιών θερμότητας να χρησιμοποιηθούν τόσο σε κέντρο υδρο-
θεραπείας 2.000 m2 όσο και για τη θέρμανση του σχολείου της Σωσάνδρας 400 m2. Για το
υδροθεραπευτήριο, θεωρώντας περίοδο 150 ημερών με θέρμανση 12 h/ημέρα, εξοικονομείται
ενέργεια 54 x 107 kcal, που αντιστοιχεί σε 40.000 kg προπανίου/έτος ή 20.000 €/περίοδο.
Συνολικά, με αυτό το σχήμα εκμετάλλευσης εξοικονομούνται ετησίως 200.000 €.

Βιβλιογραφία
Arnorrson S., Gunnlaugsson E. and Svavarsson H. 1983. The chemistry of geothermal waters in
Iceland III. Chemical geothermometry in geothermal investigations. Geochim. Cosmochim.
Acta 47: 567-577.
Βουγιουκαλάκης Γ. 2002. Πετρολογική, γεωχημική και ηφαιστειολογική μελέτη των
Πλειοκαινικών ηφαιστειακών σχηματισμών της Αλμωπίας. Συσχετισμός τους με τις
γεωθερμικές εκδηλώσεις της περιοχής. Διδακτορική διατριβή, Τμήμα Γεωλογίας, Α.Π.Θ.
Davis S.N. and DeWiest R.J.M. 1966. Hydrogeology. John Willey & Sons, New York.
Fouillac C. and Michard G. 1981. Sodium lithium ratio in water applied to geothermometry of
geothermal reservoirs. Geothermics 10: 55-70.
Fournier R.O. 1981. Application of water geochemistry to geothermal exploration and reservoir
engineering. In: Geothermal Systems: Principles and Case Histories. Ryback L. and Muffler
L.J.P. (eds), Wiley, New York.
Fournier R.O. and Trusdell A.H. 1973. An empirical Na-K-Ca geothermometer for natural
waters. Geochim. Cosmochimica Acta 37: 1255-1275.
Giggenbach W.F, Gonfiantini R., Jangli B.L. and Truesdell A.H. 1983. Isotopic and chemical
composition of Parbati Valley geothermal recharges, NW Himalaya, India. Geothermics 12:
199-222.
Giggenbach W.F. 1988. Geothermal solute equilibria. Derivation of Na-K-Mg-Ca
geoindicators. Geochim. Cosmochimica Acta 52: 2749-2765
Kharaka Y.K. and Mariner R.H. 1989. Chemical geothermometers and their application to
formation waters from sedimentary basins. In: Thermal History of Sedimentary Basins,
Naeser N.D. and Mc Collon T.H. (eds), Springer-Verlag, New York, pp 99-117.
Minissale A., Duchi V., Kolios N. and Totaro G. 1989. Geochemical characteristics of Greek
thermal springs. Journal of Volcanology and Geothermal Research 39: 1-16.
Μπαρμπαρούσης Γ. και Σημαιάκης Κ. 1989. Τελική έκθεση – Η γεωθερμική έρευνα στη
λεκάνη Αλμωπίας - Αριδαίας Ν. Πέλλας, Ι.Γ.Μ.Ε..
Πάτρας Δ. 1990. Υδρογεωλογικές και υδροχημικές έρευνες στην περιοχή των θερμο-
μεταλλικών πηγών Λουτρακίου Αριδαίας (Λουτρά Πόζαρ), Σε: Πρακτικά 2ου Συνεδρίου για
τα θερμο-μεταλλικά νερά (Θεσ/νίκη, 7-9/10/1988), Θεσσαλονίκη, σελ. 167-185.
Παυλίδης Σ.1998. Συμβολή στη χρονολόγηση της νέας τεκτονικής δράσης στη νότια Αλμωπία.
Δελτ. Ελλην. Γεωλ. Εταιρ. 27/1:189-197.

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454


8 t h In terna tiona l H ydrog eo log ica l Congress o f G r eece -
3 r d MEM Wo rkshop on Fissu red Rocks H ydro log y 454

Pavlides S., Mountrakis D., Kilias A. and Tranos M. 1990. The role of strike-slip movements in
the extensional area of Northern Aegean (Greece). A case of transtensional tectonics.
Annales Tectonicae Special Issue IV-2: 196-211.
Τζιμούρτας Σ. 1986. Θερμομεταλλικές πηγές γεωτεκτονικής ζώνης Αλμωπίας, Σε: Πρακτικά
1ου Διεθνούς Συνεδρίου για τα θερμομεταλλικά νερά και την ανάπτυξη των Λουτροπόλεων
(Θεσ/νίκη, Οκτώβριος 1985), Θεσ/νίκη, σελ. 103-112.
Truesdell A.H. and Jones B.F. 1974. WATEQF a computed programme for calculating
chemical equilibria of natural waters. U.S. Geol. Surv. Journ. Res. 2: 233-248.

Ed s. G. Migiro s, G. S tama tis , G. S tou rnara s Ath en s 2008, 2: 443-454

You might also like