You are on page 1of 8

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

Διδάσκουσα: Μαίρη Μικέ


Εργασία: Ουρανία Θεοδωρίδου
Ραφαηλία Θεοδωρίδου

Σπουδές φύλου και ανθρωπιστικές επιστήμες

Μαντάμ Μποβαρύ
«η πλήξη της πιστής επιτέλεσης»
Ένα από τα κατ’ εξοχήν κλασικά μυθιστορήματα της παγκόσμιας
λογοτεχνίας, που δημιούργησε πολλές αντιδράσεις και σκανδάλισε την
κοινωνία της εποχής είναι η «Μαντάμ Μποβαρύ», του Γκυστάβ Φλωμπέρ.
Εκδόθηκε το 1856 σε συνέχειες στη Revue de Paris και τάραξε τη κοινή
γνώμη για την προκλητικότητα του, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί ο
συγγραφέας στο δικαστήριο για προσβολή της δημόσιας αιδούς. Ο
Φλωμπέρ στο μυθιστόρημα του αγγίζει φλέγοντα ζητήματα της εποχής
του (θρησκεία, θέση των δύο φύλων) και σατιρίζει τις ρομαντικές
πεποιθήσεις και την επαρχιακή αστική τάξη του 19ου αιώνα στη Γαλλία.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

Με έναν αριστουργηματικό τρόπο ξεδιπλώνει τους χαρακτήρες και


απεικονίζει με μια έντονη ρεαλιστική ματιά τις συμβάσεις μιας
πατριαρχικής κοινωνίας.

Εισαγωγή στην υπόθεση του έργου: Ο τίτλος του έργου, μας


παρουσιάζει το κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου. Η Μαντάμ Μποβαρύ
είναι η Έμα, κόρη ενός μικροκτηματία που παντρεύεται έναν επαρχιακό
γιατρό, τον Σαρλ Μποβαρύ, πιστεύοντας πως μέσα από αυτό το γάμο θα
βιώσει τον έρωτα, όπως διάβαζε άλλοτε στα ερωτικά μυθιστορήματα σε
νεαρή ηλικία. Σύντομα όμως, θα απογοητευτεί, ο σύζυγος της
αποδεικνύεται κατώτερος των προσδοκιών της και πλήττει αφόρητα στην
κλειστή επαρχιακή κοινωνία. Έτσι, θα αναζητήσει διέξοδο σε αγκαλιές
εραστών και σε εξωφρενικές αγορές. Στο τέλος, προδομένη από αυτούς
που αγάπησε και πνιγμένη στα χρέη, θα αυτοκτονήσει με αρσενικό.

Κατά την Σιμόν Ντε Μποβουάρ «γυναίκα δε γεννιέσαι, αλλά γίνεσαι». Το


να είσαι δηλαδή γυναίκα δεν αποτελεί ένα φυσικό γεγονός άλλα μια
εδραιωμένη ιστορική κατάσταση. Η Μποβουάρ κάνει μια διάκριση
ανάμεσα στο βιολογικό φύλο (sex) και στο κοινωνικό (gender). Η
αμερικανίδα φιλόσοφος Τζούντιθ Μπάτλερ, πραγματεύοντας τις ιδέες της
Μποβουάρ, διατύπωσε τη θεωρία της επιτελεστικότητας.1 Η έμφυλη
ταυτότητα για την Μπάτλερ είναι μια κατασκευή που δομείται μέσα από
μια σειρά επαναλαμβανόμενων κοινωνικών κινήσεων. Έτσι, η
πρωταγωνίστρια του βιβλίου αλλά και κάθε γυναίκα αποτελεί ένα
πολιτισμικό σημείο μέσα στο οποίο εγγράφεται ο ρόλος που της έχει
δοθεί και οφείλει να επιτελέσει. Ο Φλωμπέρ, γράφοντας τη Μαντάμ
Μποβαρύ, καλλιέργησε ένα πρόσφορο έδαφος για τις απόψεις της
Μποβουάρ και της Μπάτλερ καθώς αναδύονται οι έμφυλοι ρόλοι μέσα
στο πατριαρχικό περιβάλλον Η Μαντάμ Μποβαρύ συνθέτει το πορτραίτο
μιας γυναικάς που δεν υπακούει πιστά στις επιβεβλημένες, κοινωνικές
αξίες. Η Έμα Μποβαρύ, ανήκει σε μια κοινωνία που οι γυναίκες
πράττουν συγκεκριμένους ρόλους, τον ρόλο της συζύγου, της μητέρας
και τίποτε άλλο. Όμως δεν μπορεί να συμμορφωθεί με αυτές τις αστικές
αξίες, θέλει να νιώσει την ελευθερία, τον έρωτα όπως παρουσιάζεται στα
μυθιστορήματα που διάβασε. Και το καταφέρνει, έστω και για λίγο, να
νοιώσει τη χαρά της ελευθερίας μέσα από εραστές, που την
εγκαταλείπουν την κρίσιμη στιγμή.

Κοινωνικό και βιολογικό φύλο: Το φύλο για την Μπάτλερ δεν


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

1
Judith Butler, 1998, μετάφραση της Μαργαρίτα Μηλιώρη. «Παραστασιακές
επιτελέσεις και συγκρότηση του φύλου: Δοκίμιο πάνω στη φαινομενολογία και τη
φεμινιστική θεωρία. »

είναι κάτι που προϋπάρχει αλλά κάτι που κατασκευάζεται. Μέσα στο
κοινωνικό φύλο (gender) εμβολιάζονται οι ρόλοι που πρέπει να
ακολουθεί κάποιος, πως πρέπει δηλαδή να συμπεριφέρεται και ως εκ
τούτου πως πρέπει να είναι. Πρόκειται όπως υπογραμμίζει η ίδια για ένα
«πράττειν». Το σώμα έτσι είναι ένας ρόλος, ένα δρώμενο μέσα στη
κοινωνία και φορέας του κοινωνικού, ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο
εντάσσεται. Από τη στιγμή που γεννιέται ένα σώμα, ξεκινά και η
κοινωνική του συγκρότηση. Όσο για το βιολογικό φύλο επίσης
τροφοδοτείται από το κοινωνικό. Δεν είναι το υπόβαθρο του αλλά το
αποτέλεσμά του. Όπως ειπώθηκε προηγουμένως, η 'Εμα ζει σε μια
κοινωνία όπου ο ρόλος της γυναίκας περιοριζόταν μονάχα ως συζύγου
και μητέρας. Το κοινωνικό φύλο της γυναίκας παρουσιάζεται
υποταγμένο στο ανδρικό, αδύναμο με περιορισμένες δυνατότητες. Η
μειονεκτική θέση της γυναίκας αποδεικνύεται και από το θεσμό της
προίκας. Η κοινωνία της Έμας επιτάσσει τις γυναίκες να δίνουν προίκα
στον άντρα πριν παντρευτούν. (σελ.14 έκρινε καλό να ωφεληθεί από τα
προσωπικά του πλεονεκτήματα, για να αδράξει στο διάβα μια προίκα
εξήντα χιλιάδων φράγκων, που θα του έφερνε η θυγατέρα ενός καπελά,
γιατί την είχε τραβήξει το καλοκαμωμένο κορμί του, σελ.21 Ήταν η χήρα
ενός δικαστικού κλητήρα από τη Διέπη, που ήταν σαράντα πέντε χρονών κι
είχε ένα ετήσιο εισόδημα από χίλια διακόσια φράγκα. σελ.38 Η δεσποινίς
Ρουό ασχολήθηκε με την προίκα της.) Οι γυναίκες οφείλουν να κινούνται
όπως ορίζουν οι κανόνες της κοινωνίας. Στο σημείο αυτό γίνεται ένα
σχόλιο για τις γυναίκες, που κατά τον Ομέ, τον φαρμακοποιό της Γιονβίλ
οι γυναίκες είναι ευαίσθητες εκ φύσεως. (σελ.155 ξέρετε τις γυναίκες, ένα
τίποτα τις ταράζει.. επειδή ο οργανισμός τους είναι πολύ πιο ευκολολύγιστος
από τον δικό μας) Παρόμοια παραδείγματα εμφανίζονται στη σελ.121 η
γυναίκα του δημάρχου δήλωσε πως η κυρία Μποβαρύ εκτίθεται, σελ.237
έκαμε μάλιστα την απρέπεια να περπατήσει με τον κύριο Ροδόλφο, έχοντας
ένα τσιγάρο στο στόμα, έτσι, για να περιφρονήσει τον κόσμο. Αντιθέτως ο
άνδρας είναι εξουσιαστής, ανώτερος της γυναικείας φύσης (σελ.118 ένας
άνδρας, τουλάχιστο, είναι ελεύθερος, μπορεί να διατρέξει τα πάθη και τις
χώρες, να πηδήσει τα εμπόδια…) Η γυναικεία φύση λοιπόν είναι
ανίσχυρη έναντι της αντρικής. Περιβάλλεται από την ισχύ του άνδρα ο
οποίος την ορίζει. Ο Φλωμπέρ καταδεικνύει αυτή την αμετάβλητη αρχή
που καθορίζει τα δυο φύλα. Καταφέρνει όχι μόνο να προβάλλει τις
πτυχές και τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε φύλου αλλά και να ασκήσει
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

κριτική, εμπαίζοντας το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο χτίζονται οι


έμφυλοι ρόλοι. Οι γυναίκες ανίσχυρες αλλά και οι άντρες του Φλωμπέρ
εμφανίζονται ρηχοί και επιφανειακοί.

Επιτελέσεις της Έμα: Με βάση το ιδιωτικό και δημόσιο περιβάλλον η


Έμα Μποβαρύ πραγματώνει διαφορετικές επιτελέσεις. Είναι μητέρα και
σύζυγος αλλά και ερωμένη. Ως προς το δημόσιο χώρο προβάλλει την
εικόνα της πιστής συζύγου αλλά και της τρυφερής μητέρας που
ενδιαφέρεται για το παιδί της. Παράλληλα, αν και καταπιέζει τα ερωτικά
αισθήματα που τρέφει για τον Λεόν και μέσα της η λύπη και η δυστυχία
της καθημερινότητας την κουράζουν, η ίδια εμφανίζει ένα πρόσωπο
γλυκό ως προς το κοινωνικό περιβάλλον. Ως προς τον ιδιωτικό χώρο, δεν
αντέχει τον ρόλο της συζύγου και της μητέρας. Αδιαφορεί για τον γάμο
και το παιδί της και βρίσκει διέξοδο στις ερωτικές απολαύσεις, αρχικά με
τον Ροδόλφο και αργότερα με τον Λεόν.

Ο ρόλος ως συζύγου: Μπορούμε να πούμε πως κάθε φορά που η Έμα


ασφυκτιά από ένα περιβάλλον αναζητά διέξοδο σε μια άλλη κατάσταση
που στην αρχή της δίνει την αίσθηση της ευτυχίας γρήγορα όμως
καταλήγει να είναι δυστυχισμένη. Αρχικά, το περιβάλλον της εξοχής έχει
κουράσει την Έμα (σελ. 27, Η δεσποινίς Ρουό δε διασκέδαζε καθόλου
στην εξοχή), η οποία βρίσκει διέξοδο στον Κάρολο πιστεύοντας μάταια
πως κάποια στιγμή θα αισθανθεί τον έρωτα και τον πόθο για αυτό τον
άνθρωπο (σελ. 50, Πριν παντρευτεί νόμιζε πως ήταν ερωτευμένη αλλά η
ευτυχία που έπρεπε να προκύψει από αυτή την αγάπη δεν είχε φανεί). Τα
όνειρά της για έναν μυθιστορηματικό έρωτα δεν εκπληρώνονται ποτέ και
όσο ο καιρός περνάει συνειδητοποιεί πως ο Κάρολος δεν είναι αυτό που
επιθυμούσε (σελ. 59, αλλά όσο η οικειότητα μεταξύ τους γινόταν
μεγαλύτερη, τόσο πλήθαινε και μια εσωτερική αποξένωση που τη χώριζε
από κείνον, η ομιλία του Κάρολου ήταν άχαρη ...δεν είχε σταθεί ποτέ του
περίεργος ..δεν είχε πάει ποτέ του να δει τους θεατρίνους που έρχονταν
από το Παρίσι. Δεν ήξερε ούτε να κολυμπήσει ούτε να ξιφομαχεί ούτε να
τραβά το πιστόλι και δεν είχε μπορέσει να της εξηγήσει μια ημέρα έναν όρο
ιππασίας ...ένας άντρας, το εναντίο, δεν έπρεπε να ξέρει τα πάντα; ...αλλά
εκείνος δε δίδασκε τίποτα, δεν ήξερε τίποτα...) Μέσα σε αυτή την ανίερη
και άχρωμη σχέση η Έμα πλήττει (σελ. 62, Θε μου! Γιατί λοιπόν
παντρεύτηκα), γίνεται ιδιότροπη και δύσκολη (σελ 88, Η Έμα γινόταν
δύσκολη, ιδιότροπη ...την έπιανε ασφυξία, σελ. 84, τι μικρός άνθρωπος, τι
μικρός άνθρωπος!, σελ. 134, και έβρισκες επάνω στη ρεντιγκότα του όλη
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

του ανθρώπου την ανοστιά) και καταφεύγει σε άσκοπες αγορές(σελ.160,


είχε δικαίωμα να και κάνει τα κέφια της... διάλεξε από τον Λερέ, την
ωραιότερη του σάρπα). Για την Έμα, στο πρόσωπο του συζύγου
καθρεφτίζεται ένας άνδρας δειλός και αξιολύπητος που δε μπορεί να
αντιληφθεί τη θλίψη και την δυστυχία της. Για αυτό τον παρακινεί να
χειρουργήσει το πόδι ενός υπαλλήλου, αυξάνοντας έτσι την υπόληψη του
και την περιουσία της. (σελ. 216, δε ζητούσε παρά να στηριχτεί σε κάτι
ποιο σταθερό από τον έρωτα και σελ.219, ήταν ευτυχισμένη που
ξανάνιωνε μέσα σ’ ένα καινούριο αίσθημα, καλύτερο, πιο γερό, και που
ένιωθε κάποια τρυφερότητα για το φτωχό αυτό άνθρωπο, που τη λάτρευε.)
Όταν όμως η επέμβαση αποτυγχάνει απογοητεύεται για άλλη μια φορά
(σελ 227, το ότι δηλαδή είχε φανταστεί πως ένας τέτοιος άνθρωπος
μπορούσε να αξίζει κάτι, σαν να μην είχε δει αρκετά, είκοσι φορές πριν, τη
μετριότητα του.) Η ίδια η Έμα δεν ανέχεται ούτε τα φιλιά του (σελ 229,
άφησε με).

Ο ρόλος ως μητέρα: Η μητρότητα δεν άλλαξε την Έμα, ποτέ δεν βρήκε
την ευτυχία στα μάτια του παιδιού της. Όντας η ίδια σε μια
καταπιεστική για τις γυναίκες κοινωνία επιθυμούσε να γεννήσει ένα
αγόρι (σελ. 118, Θα ήτανε δυνατό και μελαχρινό και θα το έκραζε Ζωρζ κι
αυτή η ιδέα, να 'χει ένα αρσενικό παιδί, ήτανε σαν την ονειρεμένη
ανταπόδοση για κάθε της περασμένη αδυναμία) Νιώθοντας την
μειονεκτική θέση της γυναίκας εκείνη την εποχή η Έμα επιθυμεί όσο
τίποτε άλλο να γεννήσει ένα αγόρι, που θα όριζε τη μοίρα του μόνος του
και θα ήταν ανεξάρτητος. Η υποβαθμισμένη και περιορισμένη θέση της
γυναίκας φαίνεται και από το σχολιασμό του Φλωμπέρ παρακάτω (σελ.
118, ένας άντρας, τουλάχιστον είναι ελεύθερος, μπορεί να διατρέξει τα
πάθη και τις χώρες, να πηδήσει τα εμπόδια, να δοκιμάσει και τις πιο
απομακρυσμένες ευτυχίες. Μα, οι γυναίκα είναι ακατάπαυστα
εμποδισμένη. Αδρανής και ευκολολύγιστη μαζί, έχει εναντίον της τις
αδυναμίες της σάρκας και την εξάρτηση του νόμου.) Η Έμα γέννησε
τελικά ένα κοριτσάκι, στο οποίο έδωσε το όνομα Μπέρτα. Η απροθυμία
της να παρέχει φροντίδες στη μικρή φαίνεται ήδη από την αρχή, όταν
επιλέγει να την στείλει σε μια φτωχή παραμάνα με σκοπό να την
φροντίσει (σελ. 121, πήγαινε να δει το παιδί της). Η προσοχή και οι
στιγμές τρυφερότητας που δείχνει η Έμα απέναντι στη μικρή είναι λίγες
σε αντίθεση με την αδιαφορία που εισπράττει η μικρή (σελ. 214, πόσο σ'
αγαπώ φτωχό μου παιδί ,πόσο σ' άγαπώ!). Μάλιστα, μπροστά στους
επισκέπτες η Έμα έδειχνε την τρυφερή της πλευρά ως μητέρα λέγοντας
πόσο πολύ αγαπάει τα παιδιά και πως κοντά τους έβρισκε παρηγοριά
και χαρά (σελ. 139, Η Ευτυχία την έφερνε, όταν έρχονταν επισκέπτες και
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

η κυρία Μποβαρύ την έγδυνε για να δείξει τις σάρκες της. Δήλωνε πως
λάτρευε τα παιδιά. Ήτανε η παρηγοριά της, η χαρά της, η τρέλα της). Ένα
έντονο περιστατικό ανάμεσα στη Έμα και το παιδί έχει ως αποτέλεσμα να
πληγωθεί η μικρή, όταν πηγαίνοντας κοντά στη μητέρα του, εκείνη το
διώχνει σπρώχνοντας το με αποτέλεσμα να κόψει το μάγουλό της. Αλλά
και αργότερα όταν την κοίταζε να κοιμάται συλλογίστηκε πόσο άσχημο
είναι το ίδιο της το παιδί (σελ.148, αυτό το παιδί είναι άσκημο!). Συνεπώς,
για την Έμα τίποτε δεν είναι τόσο ισχυρό μέσα της όσο οι έρωτες που
επιθυμεί και που γνωρίζει στο πρόσωπο του Ροδόλφου και του Λεόν.

Ο ρόλος ως ερωμένη: Ο ερωτισμός κυριαρχεί στον ψυχισμό της Έμα


και είναι δυνατότερος ακόμα και από την μητρότητα. Η ίδια ζει και
αναπνέει για τον έρωτα και το πάθος και όταν συνειδητοποιεί πως ο
Κάρολος δεν αντιπροσωπεύει το ιδανικό του έρωτα βυθίζεται στη θλίψη
της επιζητώντας όλο και περισσότερο αυτό που δεν έχει. Όταν γνωρίζεται
λοιπόν με τον Λεόν έλκεται από την ρομαντική φύση του και στο
πρόσωπό του βλέπει να ενσαρκώνονται τα χαρακτηριστικά ενός
μυθιστορηματικού ήρωα.(σελ.125, αισθάνονταν το ίδιο ερωτικό πάθος να
τους κυριεύει και τους δυο). Η στενή σχέση ανάμεσα στην Έμα και στον
Λεόν όμως, προκαλεί τα επικριτικά σχόλια της κοινωνίας(σελ.121, η
γυναίκα του δημάρχου δήλωσε μπρος στην υπηρέτριά της πως η κυρία
Μποβαρύ εκτίθεται, σελ.131, και συλλογίστηκαν τελικά, πως δίχως άλλο
ήτανε φιλενάδα του). Μέσα σε αυτή τη κλειστή κοινωνία η Έμα
αντιστέκεται στον έρωτα της για τον Λεόν καθώς τα στερεότυπα και η
μειονεκτική θέση της γυναίκας, της απαγορεύουν να συνάψει σχέση με
τον Λεόν. Ακόμα και η ιδέα ενός παράνομου έρωτα της προκαλεί φόβο
και ντροπή. Όταν ο Λεόν αποχωρεί από τη Γιονβίλ, η Έμα βυθίζεται σε
απέραντη θλίψη. Με το πέρασμα του χρόνου όμως, συνηθίζει στην
απουσία του και τελικά με την καινούργια γνωριμία της με τον Ροδόλφο
τον ξεχνάει. Η ίδια παρασύρεται από το έντονο ενδιαφέρον του και
υποκύπτει στις ερωτικές της επιθυμίες. Παθιάζεται με τον έρωτά της και
αρρωσταίνει όταν ο Ροδόλφος την εγκαταλείπει. Και αφού γλιτώσει από
το θάνατο, είναι έτοιμη για ένα νέο έρωτα και καινούργια πάθη όταν πια
επανασυνδέεται με τον Λεόν. Η Έμα Μποβαρύ δεν ακολουθεί το μοντέλο
της πιστής συζύγου, δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τις καθιερωμένες
αξίες της κοινωνίας και ακολουθεί τις δικές τις επιθυμίες, οι οποίες όμως
δεν συμβαδίζουν με αυτές τις πεποιθήσεις.

Γλωσσικοί χαρακτηρισμοί που επιλέγονται: Από τις δυο ελληνικές


μεταφράσεις που υπάρχουν, του Κωνσταντίνου Θεοτόκη και του
Μπάμπη Λυκούδη χρωματίζεται γλωσσικά ο έμφυλος ρόλος της Έμας,
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

και σκιαγραφείται η κοινωνική της θέση. Μπορεί να διακριθεί δηλαδή


πως αναπαριστάται η θέση της Έμας σύμφωνα με τις γλωσσικές
εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν. Όταν ο Θεοτόκης ονομάζει την Έμα
ερωμένη αντί του βεβαρυμμένου χαρακτηρισμού μοιχαλίδα του δεύτερου
μεταφραστή διατηρεί μια μετριοπαθή και ουδέτερη θέση απέναντι της. Ο
ίδιος ο Θεοτόκης στο προσωπικό του έργο προβάλλει την περιορισμένη
θέση της γυναίκας, το πάθος του έρωτα μέσα στα αυστηρά ήθη της
κοινωνίας καθώς και τη καταδίκη της παρονομούσας γυναίκας. Ο
συγγραφέας του διηγήματος Ακόμα αλλά και άλλων αντιπροσωπευτικών
έργων περιγράφει ήθη και συμπεριφορές μια κοινωνίας που σμιλεύει τη
ταυτότητα των δυο φύλων. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα
αποτελεί με ποιο τρόπο επιλέγουν οι προαναφερθέντες συγγραφείς να
περιγράψουν την απιστία της Έμας. Σε αντίθεση με τον Θεοτόκη που
επιλέγει την λέξη απιστία, ο Λυκούδης τη χαρακτηρίζει μοιχεία, μια λέξη
αρκετά έντονη και φορτισμένη αρνητικά.

Μέσα σε μια πατριαρχική κοινωνία ο Φλωμπέρ δίνει φωνή σε μια


γυναίκα που τολμά να σκέφτεται και να δρα διαφορετικά από τις
επιταγές και τις συμβάσεις που κυριαρχούσαν. Ο συγγραφέας
καταφέρνει να διεισδύσει και να αποκωδικοποιήσει τον ψυχισμό των
γυναικείων σκέψεων της Εμας ακόμα και να ταυτιστεί μαζί της. Η
Μαντάμ Μποβαρύ εκφράζει προκαταλήψεις, στερεότυπα χαραγμένα στις
συνειδήσεις αλλά και την ταραγμένη ψυχολογία των γυναικών.
Παρατηρεί και καταγράφει μια κοινωνία που χωρίζει τα φύλα και
μοιράζει ρόλους. Μια κοινωνία όπου η γυναίκα αποτελεί το αδύναμο
φύλο και υπηρετεί το ανδρικό. Ο Γκυστάβ Φλωμπέρ επαναστατεί,
καταγγέλλει τις αξίες της εποχής του και παρουσιάζει μια γυναίκα που
ξεστρατίζει από την καθιερωμένη και επιβεβλημένη μοίρα που οφείλει να
ακολουθήσει. Ωστόσο, δεν κατορθώνει να ικανοποιήσει και να γεμίσει
την συναισθηματική της κενότητα. Έτσι, αποφασίζει να αυτοκτονήσει και
να βρει επιτέλους την ηρεμία της. Ο Φλωμπέρ επιλέγει αυτό το τέλος όχι
διότι η ηρωίδα του ως γυναίκα είναι αδύναμη και ασθενής, μα γιατί μέσα
από αυτό το άδοξο τέλος θα βρει τη σωτηρία της.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Butler Judith, Παραστασιακές επιτελέσεις και συγκρότηση του φύλου:


Δοκίμιο πάνω στη φαινομενολογία και τη φεμινιστική θεωρία, 1988
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΓΣΓ/ΓΛΩ 400

Φλωμπέρ Γουσταύος, Μαντάμ Μποβαρύ, Μετφρ. Κωνσταντίνος Θεοτόκης.


Αθήνα: Γράμματα, 1991

Σαμπάνη Βασιλική, Αναπαραστάσεις φύλου και σεξουαλικότητας, 2013

You might also like