You are on page 1of 508

ΙΣΤΟΡΙΑ

Τ Η Σ

ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ Ε Σ Σ Δ
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΓΚΟΡΚΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ
Τ Η Σ

ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ:
Σ. I. ΣΟΜΠΟΛΙΕΦΣΚΗ, Μ. Ε. ΓΚΡΑΜΠΑΡ - ΠΑΣΣΕΚ,
Φ. Α. ΠΕΤΡΟΦΣΚΗ.

ΕΚΔΟΣΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ Ε Σ Σ Δ


Μ Ο Σ Χ Α 1 9 5 5
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗ Σ Ε Σ Σ Δ
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΓΚΟΡΚΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Τ Ο Μ Ο Σ ! II

ΙΣΤΟΡΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΡΗΤΟΡΙΚΗ


ΣΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ

ΕΚΔΟΣΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗ Σ Ε Σ Σ Δ


Μ Ο Σ Χ Α 1 9 5 5
Copyright „Κ Ε Δ Ρ Ο Σ “ - 1957
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗ Σ Ε Σ Σ Δ

ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΤΟΜΟΣ II

Θεώρηση τής Ολης: Δ Η Μ Η ΤΡ Η Σ Φ Ω ΤΙΑΔΗΣ


Μεταφραστής: Α Ν ΤΡ Ε Λ Σ Σ Α Ρ Α Ν ΤΟ Π Ο Υ Λ Ο Σ
Μεταφραστική συνεργασία: Σ. Π Ρ Ω ΤΟ Π Α Π Α
'Επιστημονική
καί γλωσσική έπεξεργασία
ΔΙΟΝ. Μ Π ΙΤ Ζ ΙΛ Ε Κ Η , Φ ι λ ό λ ο γ ο ?
Εκδοτική ίπιμίλεια: Μ. Μ. Π Α Π Α ΊΏ Α Ν Ν Ο Υ

ΚΕΔΡΟΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 44 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ. 615.783
Ι ΣΤΟΡΙ Α
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο I

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

1. Γένεσ η τής έλληνίκης πεζογραφίας στις ιω νικές π όλεις της Μ ι­


κρός 'Ασίας.— 2. Ή έμφάνιση τής γραφής στην Ε λλά δ α καί τά αρ­
χαιότατα μ νημεία της.— 3. *Η άρχαιότατη Ιστοριογραφία στους
"Ε λλη νες καί ο ΐ λογογράφοι. Κάδμος ό Μ ιλήσιος.— 4. Έ κατα ΐος ό
Μ ιλήσιος.— 5. Ά κουσίλαος ό 'Α ργείος.— 6. Χάρωνας ό Λαμψακη-
νός.— 7. Λογογράφοι τής νεότερης όμάδας. Ξάνθος ό Λυδός. Ε λ ­
λάνικος ό Μ υτιληναΐος.— 8. Φ ερεκύδης.— 9. Γ εν ικ ή έπισκόπηση
των λογογράφων.

1. ΓΕΝΕΣΙΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ Σ ΤΙΣ ΙΩΝΙΚΕΣ


ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ παρουσιάστηκε γιά πρώτη φορά στήν Ε λλά δ α

Η τδν 6. αI. π. X . δταν, μέ τήν άνάπτυξη τής δουλοκτησίας,


άρχισαν νά έξελίσσονται οΐ έμπορευματοχρηματικές σχέσεις. Ό ρυθμός
αυτής τής εξέλιξης ήταν έξαιρετικά Ιντονος στις ελληνικές πόλεις τής
Μικράς 'Ασίας. Οί οικισμοί των Ε λλήνω ν -Ίώνων, καί πρώτα - πρώτα
ή Μίλητος, έπαιζαν έκείνη τήν Ιποχή πρωτοποριακό ρόλο.
Ή άκμή τών μικρασιατικών πόλεων όφείλεται βασικά στήν πλεο­
νεκτική γεωγραφική τους θέση άνάμεσα στήν ηπειρωτική Ε λ λ ά δ α
καί στις χώρες τής ’Ανατολής. Έ γεωγραφική τους θέση καί ταυτό­
χρονα ή ύπαρξη πλωτών ποταμών, πού στις όχθες τους ήταν χτισ μ έ­
νες, εκανεν τις πόλεις αύτές έμπορικούς μεσάζοντες άνάμεσα στήν
Ανατολή καί στή Δύση. Ή ’ Ιωνία άπό τά πανάρχαια χρόνια διατη­
ρούσε σχέσεις μέ τά πολιτιστικά κέντρα τής αρχαίας ’ Ανατολής. Τά
επιτεύγματα τών χωρών τής ’Ανατολής στόν τομέα τής έπιστήμης
12 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

βοήθησαν τούς *Ίωνες στοχαστές νά ξεπεράσουν σημαντικά τους Ε λ ­


ληνες τής ήπειρωτικής Ελλάδας. Οί πρώτοι έπιστήμονες - φιλόσοφοι
πού μελετούσαν, παράλληλα μέ τήν άστρονομία καί τά μαθηματικά,
τά προβλήματα τής γένεσης καί τής έξέλιξης του κόσμου, καί γενικά
τό πρόβλημα τής φύσης, ήταν "Ιωνες. θεμελιωτής τής ιωνικής φιλο­
σοφίας ήταν ό Θαλής δ Μιλήσιος *, ό πρώτος Έ λληνας όλιστής
φιλόσοφος, πού Ιζησε τόν 6. αί. π. X . Στήν ’Ιωνία διαμορφώνεται η
πρώτη έλληνική πεζογραφία μέ τά έργα μιας σειράς συγγραφέων, πού
ή έπιστήμη συνηθίζει νά τούς όνομάζει λογογράφους.
Μέ τήν έξέλιξη τών νέων παραγωγικών σχέσεων στις έλληνικές
πόλεις τής Μικράς ’Ασίας καί μέ τήν έξάπλωση του έμπορίου καί του
άποικισμοϋ — καί σ’ αύτό τον τομέα ό βασικός ρόλος τόν 8 .- 6 . αI.
άνήκε καί πάλι στή Μίλητο2 — ήταν πολύ φυσικό νά άναπτυχθεϊ καί
δ γραφτός πεζός λόγος. Έ Ιμπορική δραστηριότητα άπαιτοΟσε τή
σύνταξη γραφτών Ιμπορικών πράξεων. Καί ή άνάπτυξη τής έπιστήμης
υποβοήθησε παράλληλα τή διαμόρφωση τής πεζογραφίας. Ό ποιητι­
κός λόγος παρουσιάστηκε στή λογοτεχνία πολύ νωρίτερα άπό τόν
πεζό. Τό φαινόμενο αύτό δέν είναι δύσκολο νά έξηγηθει. Γιά τή δια­
μόρφωση τής πεζογραφίας ήταν άπαραίτητη ή γνώση τής γραφής,
ένώ τά ποιήματα, χάρη στό ρυθμό, μπορούσε σχετικά εύκολα νά τά
μαθαίνει κανείς άπέξω καί νά τά διατηρεί γιά καιρό στή μνήμη του.
*Όχι μονάχα οί άοιδοί τών άρχαίων χρόνων άλλά καί οί μορφωμένοι
άνθρωποι τής Ιστορικής έποχής μπορούσαν νά θυμούνται άπέξω δλη
τήν Ίλιάδα καί τήν ’ Οδύσσεια, δπως καυχιόταν δ Νικήρατος στό
Συμπόσιο τού Ξενοφώντα ( I I I , 5 ). Τόν πεζό λόγο δμως ήταν πολύ
δύσκολο νά τόν άπομνημονεύουν οί άνθρωποι, γ ι’ αύτό μονάχα δταν
έμφανίστηκε καί άναπτύχθηκε ή γραφή άρχισε νά χρησιμοποιείται
στή λογοτεχνία.

2. Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ

Λ ε ν ξέρουμε ποιά άκριβώς έποχή παρουσιάστηκε ή γραφή στήν


Ελλάδα®. Πρέπει νά ύποθέσουμε πώς ή τέχνη τής γραφής ήταν άπό
τά άρχαιότατα χρόνια γνωστή στούς "Ελληνες. Είναι δύσκολο νά
φανταστούμε πώς ένώ ήξεραν τούς Φοίνικες έμπορους καί τό άλφά-

1. Βλ. πιό κάτω, κεφ. VI.


2. Στό δεύτερο μισό τοΟ 7. αI. π. X. ή έμπορική δραστηριότητα τής Μιλήτου Απλω­
νόταν άπό τή Μαύρη θάλασσα στό Βορρά, ώς τήν Αίγυπτο στό Νότο καί ώς τήν Ιτα λία
στή Δύση.
3 Βλ. τόμ. I, σελ. 19.
Ot ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ IS

βητό τους, δεν έβαλαν στδ νού τους νά τδ χρησιμοποιήσουν καί γ ιά τ ή


δική τους γλώσσα. Καί πριν δμως άπδ τή χρήση αότού του άλφάβη-
του, ενα μέρος τουλάχιστο άπδ τούς "Ελληνες γνώριζε τήν τέχνη τής
γραφής. Τα γραφτά σημεία ( συλλαβογράμματα) πού άνακαλύφτηκαν
σέ διάφορα κυπριακά μνημεία είναι τόσο χοντροειδή ώστε πρέπει νά
θεωροϋμε τή χρήση τους προγενέστερη άπδ τήν εισαγωγή του πιδ εύ­
κολου σημιτικού άλφάβητου. Βγαίνει λοιπδν τδ συμπέρασμα πώς οί
"Ελληνες έμαθαν τή χρήση του σημιτικού άλφάβητου μονάχα ύστερα
άπδ τδν άποικισμό τής Κύπρου1. Είναι βέβαια άπίθανο νά τδ χρησι­
μοποιούσαν πριν φθάσουν σ’ αότδ τδ νησί καί νά τδ άντικατάστησαν
ύστερα με μιά τόσο άτελή γραφή. Τά σήματα λνγρά πού άναφέρονται
στον "Ομηρο (Ίλιάδα, Ζ, 1 6 8 ), άν ήταν κάποια ιερογλυφικά ή γράμ­
ματα, δείχνουν πώς οΕ "Ελληνες έκείνης τής έποχής μεταχειρίζονταν
κιόλας κάποια τέχνη γραφής, ήξεραν μάλιστα καί βρισμένη γραφική
ύλη — πίναξ πτυκτδς (Ίλιάδα, Ζ, 1 6 9 )*.
ΟΕ έπιστήμονες δεν λύνουν με τδν Γδιο τρόπο τδ πρόβλημα τής
πρώτης έμφάνισης τού άλφάβητου στήν Ε λλά δα . Οί περισσότεροι π ι­
στεύουν πώς ή χρήση του πρέπει νά τοποθετηθεί στδν 9. αί. π. X .
'Ωστόσο οί έπιγραφές πού Ιφθασαν ώς έμάς δεν είναι παλιότερες άπδ
τδν 7. αί. π. X ., άν κι αότδ δεν μπορεί βέβαια νά χρησιμεύσει σάν
άπόδειξη πώς οι "Ελληνες δεν ήξεραν νά γράφουν πριν άπδ αότή τήν
έποχή. Σύμφωνα μέ μιά μαρτυρία του Ίώσηπου Φλάβιου (Κατ
*Απίωνος, I, 4 ) οί "Ελληνες δεν είχαν όπόψη τους άρχαιότερα επί­
σημα στοιχεία άπδ τούς νόμους τού Δράκοντα (6 2 1 περίπου π. X .).
Στήν άρχή ή καινούργια τέχνη χρησιμοποιούνταν μονάχα γιά έμπο-
ρικές υποθέσεις. Τά άρχαιότερα μνημεία γραφής πού διασώθηκαν, ή
μάς είναι γνωστά άπδ πληροφορίες άρχαίων συγγραφέων, χωρίζονται
σέ τρείς κατηγορίες:
1. Έπιγραφές σέ πέτρα ή σέ χαλκό. ΟΙ άρχαιότερες έπιγραφές
πού διασώθηκαν — οί έπιγραφές τής Θήρας, τής Μήλου, τής Τέω
κ. ά.— σύμφωνα μέ τή γνώμη των ειδικών, δέν είναι παλιότερες άπδ
τήν 40ή Όλυμπιάδα ( 6 2 0 περίπου π. X .). Έ πιδ άρχαία γνωστή μας
άττική έπιγραφή χρονολογείται άπδ τούς άρχαιολόγους στις άρχές
τού 7. ή στδ τέλος τού 8. αI. Έ χουν διασωθεί άρκετές έπιγραφές τού
7. αί. Στδν 7. ή στις άρχές τού 6. αί. πρέπει νά τοποθετηθεί καί ή έπι­
γραφή πού χάραξαν οί "Ελληνες μισθοφόροι στά βάθρα δυδ άγαλμά-
των στή Νουβία. "Αλλοι έπιστήμονες υποστηρίζουν πώς αότή ή έπι-

1. Βλ. τόμ. I, σελ. 255.


2. *Έ χει διατυπωθεί ή δπόθεση πώς ή φοινικική γραφή είναι παρμένη άπό τήν κρη-
τικ ή. Βλ. Γ. Αουριέ, Ποοελληνικές έπιγραφές τής Κρήτης ( Μ ηννιω ρ τής άοναΐας Ιστο­
ρίας, 1947, No 4, σελ. 79). *
14 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

γραφή Ιγ ινε τήν έποχή του βασιλιά ^'αμμήτιχου Α ' (στά 6 35 περί­
που ) και άλλοι τή θεωρούν μεταγενέστερη τοποθετώντας τη χρονικά
στδν καιρό τής βασιλείας του Ψαμμήτιχου Β ' (γύρω στά 5 3 0 π. X .).
2. Τά άρχαιότερα μνημεία γραφής πού άναφέρουν διάφοροι συγ­
γράφεις : κατάλογοι νικητών στούς διάφορους έθνικούς άγώνες ( π.χ.
ατούς ’ Ολυμπιακούς άγώνες — οΕ κατάλογοι αύτοί άρχιζαν άπό τά
776 π. X .), κατάλογοι δημοσίων λειτουργών (π .χ . τών έφόρων σΐή
Σπάρτη άπό τά 7 5 5 π. X ., τών έπωνύμων άρχόντων στήν ’Α ττική
άπό τά 6 82 π. X .), κατάλογοι ίερέων καί ιερειών περίφημων ναών
(π.χ. τών Εερειών τής *Έρας στό "Αργος, τών ίερέων του Ποσειδώνα
στήν Αλικαρνασσό). Σ ε πολλές πόλεις ύπήρχαν καί διάφορες τοπι­
κές άναγραφές ή χρονικά (άναγραφαί), δπως π.χ. στή Λακωνική,
δπου κατέγραφαν, τόν καιρό τοϋ ’Α γησίλαου1 άκόμα, τά όνόματα
τών βασιλέων, τών νικητών στά Κάρνεια κ. ά., καί στή Σικυώνα, δπου
χάραζαν τά όνόματα τών ίερειών τοΟ "Αργους, τών ποιητών καί τών
μουσικών2.
3. Νόμοι καί συνθήκες. Ά πό τούς νόμους τοϋ Ζάλευκου στους
Έπιζεφόριους Λοκρούς (γύρω στά 6 64 π. X .) δέν διασώθηκε τίποτα.
Περισσότερα στοιχεία έχουμε γιά τούς νόμους τοϋ Δράκοντα (γύρω
στά 621 π. X .) καί τοϋ Σόλωνα (5 9 4 π. X .) στήν ’Αθήνα. ΟΕ νόμοι
τοϋ Σόλωνα ήταν γραμμένοι σέ τετράγωνους ξύλινους άξονες ή κυρ-
βεις. Μονάχα έλάχιστα άποσπάσματα διασώθηκαν άπό αύτούς τούς
νόμους. Σάν πρότυπο άρχαίας συνθήκης μπορεί νά μάς χρησιμεύσει
μιά έπιγραφή πού διασώθηκε καί περιέχει τή συνθήκη είρήνης πού
Ιγινε άνάμεσα στήν "Ηλιδα καί στήν άρκαδική. πόλη Έ ραία. Αύτή
τήν έπιγραφή άλλοι φιλόλογοι τή χρονολογούν στήν 50ή ’ Ολυμπιάδα
( 5 8 0 - 5 7 7 π. X . ) καί άλλοι σέ πολύ μεταγενέστερη έποχή. Ό Παυ­
σανίας άναφέρει ( V , 20, 1 ) πώς είδε γραμμένο πάνω σ’ ενα δίσκο
τό κείμενο τής ίερής έκεχειρίας πού κήρυτταν οΕ Ή λεΐοι στή διάρ­
κεια τών ’Ολυμπιακών άγώνων. ’Επειδή 6 δίσκος αύτός λεγόταν δί­
σκος τοϋ Ίφίτου καί ό Ίφ ιτος, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, ήταν σύγ­
χρονος τοϋ Λυκούργου, ή έπιγραφή αύτή πρέπει νά χαράχτηκε τήν
έποχή τής καθιέρωσης τών ’Ολυμπιακών άγώνων, δηλαδή τόν
8. αI. π. X .
"Ολα αύτά τά μνημεία πού άναφέραμε δέν μποροΰν βέβαια νά όνο-
μαστοϋν λογοτεχνικά καί γ ι’ αότό δέν ένδιαφέρουν τήν Εστορία τής
λογοτεχνίας, άλλά τήν έπιγραφική8. Λογοτεχνική παραγωγή μπό­

ι. Πλούταρχος, 'Άγης, 19.


2. Πλούταρχος, Πβρ'ι μουσικής, 3.
* * * " * φ ΐν } 0γ01 «°0 19* θεωρούσαν τήν έπιγραφική σάν κλάδο τής Ιστορίας
τής λογοτεχνίας. Σήμερα δμως αύτοί ot δυό τομείς έχουν πιά δλότελα χω ριστεί!
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 15

ροϋσε νά δημιουργηθεί μονάχα δταν οί "Έλληνες άπόχτησαν κατάλ­


ληλο όλικδ γιά γραφή, δπου ήταν δυνατό νά κυκλοφοροΟν σχετικά
μακροσκελή Ιργα σέ άπεριόριστο άριθμό *. Τέτοιο ύλικό ήταν ό πά­
πυρος που Ιφερναν άπό τήν Αίγυπτο.
Ό ‘ Ηρόδοτος άναφέρει γιά πρώτη φορά (V , 5 8 ) τή χρήση παπύ­
ρου άπό τούς *Ίω νες: ,,ΟΕ "Ιωνες άπό πολύ παλιά τά βιβλία τά λένε
διφθέρες για τί κάποτε πού σπάνιζε ό πάπυρος έγραφαν πάνω σέ δέρ­
ματα άπό γίδια και πρόβατα ’Από αύτά τά λόγια του 'Ηρόδοτου
συμπεραίνουμε πώς στήν έποχή του ό πάπυρος ήταν τό συνηθισμένο
υλικό πού μεταχειρίζονταν οί "Ιωνες γιά νά γράφουν, και μάλιστα
πώς τον ήξεραν άπό πολύ παλιότερα, μά τότε ήταν σπάνιος.
Τό πιθανότερο είναι πώς ό πάπυρος έγινε προσιτός στούς *Ίωνες
τόν 7. αί. π. X ., τήν έποχή τοΰ Αιγύπτιου βασιλιά Ψ αμμήτιχου Α '
( 6 7 1 - 6 1 7 ) . ΟΕ στενές έμπορικές σχέσεις πού άρχισαν τότε άνάμεσα
στήν Ιω ν ία καί στήν Αίγυπτο, έκαναν δυνατή τήν είσάγωγή του πα­
πύρου στις έλληνικές πόλεις τής Μικράς Α σία ς. Χάρη στά πλεονε-
κτήματά του, ό πάπυρος έκτόπισε πολύ γρήγορα δλα τά άλλα ύλικά
γραφής. ΟΕ "Ελληνες καί οΕ Ρωμαίοι τόν χρησιμοποιούσαν ώς τό τέ­
λος του 4 . αί. μ. X ., άργότερα δμως έπικράτησε ή περγαμηνή. ΟΕ
ποιητές του 8. καί 7. αί. π. X . — ‘ Ησίοδος, ’Αρχίλοχος, ’Αλκμάν —
φαίνεται πώς έγραφαν τά έργα τους, πού ήταν σχετικά μικρά σέ
έκταση, πάνω σέ ξύλο, μολύβι, δέρματα κ.τ.λ., δέν άποκλείεται δμως
νά μήν τά έγραφαν καί καθόλου.
Μονάχα δταν έπεκτάθηκε ή χρήση τού παπύρου άρχισαν νά πα­
ρουσιάζονται σχετικά μακροσκελή έργα σέ πεζό λόγο, πού ήταν άδύ-
νατο νά κυκλοφορούν προφορικά *. Έ τ σ ι τά πρώτα πρότυπα τής γρα­
φής ήταν ταυτόχρονα καί τά πρώτα πρότυπα τής πεζογραφίας.

1 . Είναι αλήθεια πώς λογοτεχνικά έργα, ποιήματα, έπιτύμβια Αφιερώματα, έχουν χα­
ραχτεί καί σέ ογκώδη ύλικά — πέτρα, μέταλλα κ .τ.λ.
2. Μερικοί έπιστήμονες, δπως π. χ. οί Κρουαζέ, θεωροΟσαν άβάσιμη τήν άποψη πώς
ή δψιμη έμφάνιση τής πεζογραφίας στούς "Ελληνες οφείλεται στήν άγνοια τής γραφής
καί στήν έλλειψ η τοΰ παπύρου. Υποστήριζαν πώς οί "Έλληνες ήξεραν άπό πολύ νωρίς τή
γραφή, φέρνοντας σάν Απόδειξη τήν έπιγραφή τών μισθοφόρων πού Αναφέραμε πιό πάνω.
Μπορούσαν, λένε οί Κρουαζέ, νά τά καταφέρνουν νά γράφουν καί χωρίς πάπυρο, χρησι­
μοποιώντας γ Γ αύτό τό σκοπό κατεργασμένα δέρματα ( Κρουαζέ, Ιστορία τής 'Ελληνικής
Αογοιβχνίας, ρωσική μετάφραση, Πετρούπολη, 1916, κεφ. IX, σελ. 199 - 200. Β λ. καί μ ε ­
γάλη Ίαιορία τής 'Ελληνικής Αοχοτβχνίας τών Κρουαζέ, Παρίσι, 1887 -1 8 9 9 , τόμ. II,
σελ. 469 - 4 7 0 ).
Οί Απόψεις αύτές δέν είναι Αρκετά πειστικές. Καί άν Ακόμα οί πιό πάνω λόγοι δέν ήταν
οί μοναδικοί πού έμπόδιζαν τήν έμφάνιση μεγάλων έργων σέ πεζό λόγο, ήταν Ασφαλώς οί
βασικότεροι. Καί πραγματικά, άν ή χρήση τού φοινικικού Αλφάβητου γενικεύτηκε στήν
'Ελλάδα τόν 7. αί. π. X., ήταν φυσικό στήν Αρχή νά περιορίζεται μονάχα γιά έμπορικούς
σκοπούς καί γιά έπιγραφές σέ σκληρά καί όγκώδη ύλικά. Τά έκατό χρόνια πού μεσολά­
βησαν Από τήν όλοκληρωτική Αφομοίωση τοΰ Αλφάβητου ώς τή χρήση του γιά λογοτε­
χνικά έργα, δέν είναι καί πολύ μεγάλο διάστημα. Ή σπανιότητα τού παπύρου σ* αύτά τά
έκατό χρόνια θά ήταν Ασφαλώς μεγάλο όμπόδιο γιά νά γραφούν μεγάλα λογοτεχνικά έργα.
16 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

3. Η ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ


ΚΑΙ ΟΙ ΛΟΓΟΓΡΑΦΟΙ. ΚΑΔΜΟΣ Ο ΜΙΛΗΣΙΟΣ

Τ Α ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΑ Ιστορικά κείμενα των Ελλήνω ν ήταν διάφορα λα ϊ­


κά τραγούδια τής όμηρικής και τής προομηρικής έποχής, άν φυσικά
περιορίσουμε τό νόημα τής λέξης ,,Εστορία" στήν άφήγηση περασμέ­
νων γεγονότων. Τά πρόσωπα και τά περιστατικά πού άνάφέραν αύτά
τά λαϊκά τραγούδια, έκείνη τήν έποχή θεωρούνταν άπόλυτα ιστορικά.
’Ακόμα και ό Θουκυδίδης, αύτός ό μεγάλος Ιστορικός νους, θεω­
ρούσε τον Τρωικό πόλεμο σάν ένα καθαρά Εστορικό γεγονός. Διόρ­
θωσε μονάχα μερικές λεπτομέρειες πού έγραψε ό "Ομηρος. Καί σέ
σχετικά μεταγενέστερες Ιποχές διάφορα κράτη πού άντιδικοΟσαν με­
ταξύ τους, δεν δίσταζαν νά Αντλούν έπιχειρήματα άπό τά όμηρικά έπη
θεωρώντας τα σάν έγκυρη και γενικά Αναγνωρισμένη ιστορική πηγή.
Τό ίδιο συνέβαινε και με τά κυκλικά έπη, μέ τά ποιήματα του 'Ησίο­
δου και με τα γενεαλογικά ποιήματα. *0 Εδμηλος στό ποίημά του
Κορινθιακά άφηγοϋνταν τήν άρχαιότατη, δπως τήν είχ ε κληροδο­
τήσει ό θρύλος, Ιστορία τής Κορίνθου. „ Αύτό τό ποίημα άργότερα
διασκευάστηκε σε πεζό λόγο και ή διασκευή του αύτή άναφέρεται άπό
τόν Παυσανία “ ι. Ό έλεγειακός ποιητής Ξενοφάνης είχ ε γράψει ένα
ποίημα γιά τήν ίδρυση τής γενέτειράς του Κολοφώνας καί γιά τήν
Αποστολή άποίκων της στήν πόλη Έ λέα τής ’ Ιτα λία ς2.
01 Ελληνες θεωρούσαν τούς μυθικούς χρόνους σάν Εστορία καϊ μά­
λιστα οχι πολύ μακρινή. Ο Τρωικός πόλεμος π.χ.,- σύμφωνα μέ τή
δική τους χρονολόγηση, είχε γίνει τόν 12. αI π. X ., δηλαδή 6 - 7 αί-
ώνες πριν γραφούν τά έργα τών λογογράφων καί τού ‘ Ηρόδοτου
( 6 . - 5 . αI. π. X . ). Δέν είναι καθόλου παράδοξο πού οΕ Αρχαίοι Έ λ ­
ληνες έβλεπαν στούς μύθους · τό Εστορικό, παρελθόν τού λαού τους,
άφοΰ καί σήμερα άκόμα οΕ έπιστήμονες πςρτεύουν πώς πίσω άπό αό-
τους τους μυθους κρύβονται κάποια σπέρματα Εστορίας.
Τό παράδειγμα τού Στράβωνά, ένός άπό τούς πιδ μορφωμένους Αν­
θρώπους τής έποχής του (1. αί. μ. X .), μάς δείχνει γιά πόσο μεγάλο
χρονικό διάστημά ό Ομηρος και ό 'Ησίοδος θεωρούνταν άπό τούς
Ελληνες σαν Αξιόπιστοι Εστορικοί. ‘ Ο Στράβωνας ισχυρίζεται πώς ή

Τά δέρματα τής έποχής έκείνης ήταν, δπως φαίνεται, πολύ ακατάλληλο δλικό γιά γραφή,
αλλιώς δ πάπυρος δέν θά τά είχε δποκαταστήσει τόσο γρήγορα. *Ακόμα καί δταν έφευ*
ρέθηκε καλύτερος τρόπος κατεργασίας των δερμάτων καί παρουσιάστηκε ή περγαμηνή,
στην αρχή χρησιμοποιούνταν γιά πρόχειρες δουλειές καί μονάχα Οστερα άπό πολλούς «16-
ς D; 5· f · Χ ; } £ ϊ όπισε Ολοκληρωτικά τόν πάπυρο.
1. Βλ. τόμ. I, σελ. 288.
2. Διογένης Ααέρτιος IX, 2, 20.
οτ ΑΠ A Ρ X Ε 2 ΤΗ Σ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Σ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 17

Ίλιάδα καί ή 'Οδύσσεια έχουν ιστορική βάση καί μάλιστα προσπαθεί


νά τήν άποκαταστήσει χρησιμοποιώντας τις μέθοδες τών άρχαιότα-
των Ε λλήνω ν ιστορικών. „ Πρέπει νά πιστεύουμε περισσότερο τούς
ήρωικούς ποιητές, τύν 'Ησίοδο καί τύν Ό μηρο, παρά τούς' άλλους συγ­
γραφείς, τούς τραγικούς, τύν Κτησία, τύν 'Ηρόδοτο, τύν Ε λλά νικ ο
καί άλλους παρόμοιους “ , λ έει ( X I , 6, 3 ).

Ε ί χ. 1 . Μάχη άμαζόνων μΑ γρύπο. Ερυθρόμορφη 1W-


λ ίχ η . Α τ τ ικ ή , 4 . α ΐ. π. X . Μουσβίο Έρμιχάζ.

Τύ πέρασμα άπύ τύ έπος στύν Εστορικύ πεζύ λόγο γινόταν άργά -


άργά καί έντελώς νομοτελειακά τύν 6. αί. π. X . Δύν άλλαζε τύ πε-
ριεχόμενο μά μονάχα ή μορφή.
'Ακόμα καί τήν έποχή πού ε ίχ ε άρχίσει ή πεζογραφική Ιστορική
άφήγηση Ιξακολουθοδσαν ο£ άπόπειρες έμμετρης έξιστόρησης Ιστό-
3 ΊακρΙα τή( Έ ϋ η „ χ ή ( ΛογοιιχνΙας
18 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

ρικών γεγονότων. Ό Χοιρίλος ό Σάμιος π.χ., σύγχρονος μά νεότε­


ρος στήν ήλικία άπό τόν ‘ Ηρόδοτο, στό ποίημά του Περσψς αφη­
γήθηκε τό μεγαλύτερο ιστορικό γεγονός του καιρού του — τή νίκη
των Αθηναίων *ατά του Πέρση βασιλιά Ξέρξηι. Έ τ σ ι για κάμποσο
διάστημα ή Ιστορία γραφόταν καί σε πεζό λόγο καί σέ στίχους. Τό
Γδιο παρατηρούμε και στή φιλοσοφία. Ό Ε μ π εδο κ λή ς8 έγραψε τή
φιλοσοφική του διδασκαλία σέ στίχους (5 . αί. π. X . ), ένώ άπό πολύν
καιρό είχ ε πια έπικρατήσει στή φιλοσοφία ό πεζός λόγος.
*ΑφοΟ ή έλληνική άποικία Ναύκρατις στήν Αίγυπτο ιδρύθηκε άπό
τούς *Ίωνες τής Μικράς 'Ασίας, ήταν φυσικό ό πάπυρος να περάσει
πρώτα σ’ αδτούς. Στήν ’ Ιωνία γεννήθηκε ό έλληνικός λογοτεχνικός
πεζός λόγος. Ε κ ε ί, τον 6. αI. π. X ., παρουσιάστηκαν τα πρώτα πεζο-
γραφικά Ιστορικά Ιργα. Οί Ιστορικοί πού έζησαν πρίν άπό τον ‘ Ηρό­
δοτο, ή πού ήταν σχεδόν σύγχρονοί του, καθιερώθηκε νά όνομάζονται
λογογράφοι8.
“Οταν λέμε „ ιστορικοί τής προηροδότειας έποχής “ δεν άποδίδου-
με άκριβώς τό νόημα τής λέξης „ λογογράφοι “ . *Η λέξη αύτή χρησι­
μοποιήθηκε πρώτα άπό τον Θουκυδίδη, στο άπόσπασμα πού άναφέραμε
πιό πάνω, με τήν Ιννοια „ αότοί πού γράφουν σέ πεζό λόγο “ , οί „ πε-
ζογράφοι1* — σέ άντίθεση μέ έκείνους πού „ γράφουν σέ στίχους “ ,
τούς „ ποιητές “ — άνεξάρτητα άπό τό περιεχόμενο τών Ιργων τους.
Ό Θουκυδίδης δέν έδινε άκόμα στούς „ λογογράφους “ τήν έννοια
„ Ιστορικοί “ . 'Ωστόσο, στό συγκεκριμένο άπόσπασμα πού άναφέραμε,
ό Θουκυδίδης μονάχα αύτούς τούς Ιστορικούς μπορούσε νά ύποδηλώνει
( μαζί τους καί τόν ‘ Ηρόδοτο ) καί όχι όποιουσδήποτε άλλους πεζο-
γράφους, δπως π.χ. τούς φιλόσοφους ’Αναξίμανδρο, Ά ναξιμένη καί
‘ Ηράκλειτο4.

1. Βλ τόμ. I, σελ. 292.


2. Βλ. τόμ. I, σελ. 294.
3. Αύτή τή λέξη τή συναντδμε γιά πρώτη φορά στόν Θουκυδίδη (1 , 21, 1 ) . Στήν έπι-
στήμη τή λέξη „ λογογράφος “ τή χρησιμοποίησε στίς άρχές του 19. αί δ F r ie d r ic h
C reu ze r στό έργο D ie historisch e ICunst d e r Griechen in ih r e r E n tsteh u n g u n d
F o rtb ild u n g έκδ 2η, 1 *4 5 , σελ. 140. Ή πρώτη έκδοση είχ ε γ ίν ει στά 1803.
4. Ή έννοια τής λέξης „ Ιστορικός “ Αποδίδεται στά ελληνικά μέ τίς λέξεις συγγρα­
φέας, Ιστορικός, ίοιοριονράφος. Ή λέξη ονγγραφενς σημαίνει δχι μονάχα είδικά τόν Ιστο­
ρικό, άλλά καί τόν πεζογράφο γενικά.
*0 Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας χρησιμοποιεί τή λέξη ονγγροφεύς μέ τήν έννοι
„ Ιστορικός** στήν πραγματεία του Ηερι θονχνδίδον, κεφ. 9. ( ' Ηρόδοτός ιε χοΐ *Ελλά·
ήχος χαι diXoi τινες ιών προ ουιοΰ ξνγγροφεων ). Μέ τή λέξη ξνγ)'ρ<·φέων εννοεί αύτούς
άκριβώς τούς Ιστορικούς πού έμείς τούς ονομάζουμε λογογράφους. *0 Θουκυδίδης ( 1 , 9 7 )
ονομάζει τήν * Ατϋΐδα του Ελλάνικου ‘ Αττική συγγραφή.
*Η λέξη ίοΌρία Αρχικά είχ ε τήν άφηρημένη έννοια „ έρευνα** (δπω ς καί τό ρήμα
Ιοιορεϊν σημαίνει „ έρευναν **) κάποιου γεγονότος μέ βάση τήν Ατομική παρατήρηση καί
τήν πείρα. Χρησιμοποιούνταν ταυτόχρονα γιά τίς έρευνες τών φυσικών έπιστημών καί
τής γεωγραφίας καθώς καί γιά τήν Ιστορική έρευνα. “Ύστερα πήρε τή συγκεκριμένη έν-
ονια „ έρευνα**, „ Αφήγηση“ , „ Ιστορία“ . *0 Ηρόδοτος όνόμασε στήν Αρχή τό έργο του
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 19

Τά Ιργα τών λογογράφων δεν Ιφθασαν ώς Ιμάς. Ε λά χ ισ τα μικρά


άποσπάσματά τους διασώθηκαν μονάχα στά Ιργα διαφόρων άρχαίων
συγγραφέων, πού δεν μάς έπιτρέπουν φυσικά νά σχηματίσουμε μιά
καθαρή Εδέα γ ι’ αύτούς. Παρουσιάζουν λοιπόν Ιξαιρετικό ένδιαφέρον
οΕ γνώμες πού'διατύπωσαν γιά τούς λογογράφους ό Στράβωνας και δ
Διονύσιος δ *Αλικαρνασσέας.
Νά ή γνώμη του Στράβωνα: „ ‘ Ο πεζός λόγος, τουλάχιστο δ Ιντε-
χνος, είναι μίμηση του ποιητικού. Πρώτα παρουσιάστηκε καί δοξά­
στηκε ή ποιητική άφήγηση. "Γστερα, μιμούμενοι τήν ποίηση, χωρίς
νά καταφεύγουν στο στίχο, άλλά διατηρώντας δλες τΙς άλλες ποιητι­
κές ιδιομορφίες, Ιγραψαν τά Ιργα τους ό Κάδμος, δ Φερεκύδης καί
δ Έκαταίος. ΟΕ μεταγενέστεροι συγγράφεις, άφαιρώντας όλοένα καί
κάτι άπό τόν ποιητικό χαρακτήρα, κατέβασαν τό λόγο, σάν άπό κά­
ποιο ψηλό βάθρο, στή σημερινή του μορφή “ ( I, 2, 6 ).
Ό Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας, μιλώντας γιά τούς άρχαιότατους
ίστορικούς - πεζογράφους, παρατηρεί : „ Α ρχ α ίο ι Ιστορικοί ύπήρχαν
πολλοί πριν άπό τόν Πελοποννησιακό πόλεμο σε διάφορα μέρη τής
Ελλά δας. ’Ανάμεσα σ’ αύτούς ήταν : δ Εύγέων ό Σάμιος, δ Δηϊό-
χος ό Προικοννήσιος, ό Εύδημος ό Πάριος, ό Δημοκλής ό Φυγελεύς,
δ Έκαταίος ό Μιλήσιος, δ Άκουσίλαος δ ’Αργείος, δ Χάρων δ Ααμ-
ψακηνός, δ Άμελησαγόρας δ Χαλκηδόνιος καί έκείνοι πού ήταν κά­
πως νεότεροί τους — Ιζησαν δηλαδή λίγο πριν άπό τόν Πελοποννησια-
κό πόλεμο και ώς τήν έποχή τού Θουκυδίδη — δ Ε λλά νικος δ Λέ-
σβιος, δ Δαμάστης δ Σιγεύς, δ Ξενομήδης δ Χ ίος, δ Ξάνθος δ Αυδός
καί πολλοί άλλοι. "Ολοι αύτοί οΕ ιστορικοί στήν έκλογή του θέματος
καθοδηγούνταν άπό τις ίδιες σχεδόν άπόψεις καί λίγο ξεχώριζαν δ
Ινας άπό τόν άλλο στήν ικανότητα. "Α λλοι Ιγραφαν έλληνικές ιστο­
ρίες καί άλλοι βαρβαρικές [ ξένες ]. Τ ις Ιστορίες αύτές δεν τις συν­
δέανε τή μιά μέ τήν άλλη, μά τις διαιρούσαν κατά λαούς καί πόλεις.
Τ ις άφηγούνταν Ιτσι χωριστά άκολουθώντας βλοι τόν ίδιο σκοπό : νά
κάνουν γνωστές τις παραδόσεις πού είχαν διασωθεί ατούς διάφορους
λαούς καί πόλεις άπό τά γραφτά μνημεία πού φυλάγονταν τόσο στούς
ναούς δσο καί σε μή ιερά μέρη [ άρχεια ], νά δημοσιεύουν τά στοι­
χεία αύτά στή μορφή πού είχαν, χωρίς νά προσθέτουν ή νά άφαιρούν
τίποτα. Ανάμεσα σ’ αύτά τά στοιχεία ύπήρχαν καί δρισμένοι μύθοι
πού οί άνθρωποι τούς πίστευαν άπό τά πανάρχαια χρόνια καθώς καί
μερικά Ινδιαφέροντα, άσυνήθιστα γεγονότα πού φαίνονται άπίθανα

* Ηροδότου ΙατορΙης άτιόδειξις ( δηλ. δκθεση τών έρευνών τοΟ Ηρόδοτου ). *Αργότβρα ακόμα
καί τά Ιργα τών λογογράφων άρχισαν νά όνομάζονται ίσζυρίαι
ΤΙς λέξεις Ιστορικός καί Ιστοριογράφος τΙς συναντάμε μονάχα σέ μεταγενέστερους
"Ελληνες συγγραφείς ( στόν Διόδωρο, στόν Πλούταρχο κ .ά .).
20 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

στούς συγχρόνους μας. ΤΙς περισσότερες φορές αύτοί οί ίστορικοί χρη­


σιμοποιούσαν έναν ένιαίο τρόπο έκφρασης. "Ολοι έγραφαν στδ ΐ'διο
δφος — σαφέστατο, άπλό, καθαρό, σύντομο — πού άνταποκρινόταν στα
γεγονότα χωρίς νά διακρίνεται καθόλου γιά τήν τέχνη του. Ωστόσο
στά έργα τους όπάρχει κάποια όμορφιά καί χάρη, άλλου σέ μεγάλο
βαθμό καί άλλού σέ μικρό. Γ ι’ αύτδ άκριβώς τό λόγο έξακολουθοϋν
νά διαβάζονται ώς σήμερα άκόμα “ ι.
Ό Διονύσιος διαιρεί τούς λογογράφους σέ δυδ όμάδες : άρχαιότε-
ρους και νεότερους.
Πρώτος λογογράφος, σύμφωνα μέ τις μαρτυρίες των άρχαίων, ήταν
δ Κάδμος δ Μιλήσιος ( δεύτερο μισό του 6. αI. π. X . ), συγγραφέας
τού Ιργου Κτίσις Μιλήτου καί δλης 9Ιωνίας. 'Ωστόσο άκόμα καί στήν
άρχαιότητα, δπως λέει δ Διονύσιος, έκφράζονταν άμφιβολίες άν τδ
έργο πού κυκλοφορούσε μέ τδ όνομά του άνήκε πραγματικά σ’ αύτόν.
Σήμερα πολλοί θεωρούν τήν προσωπικότητα τού Κάδμου, τού πρώτου
λογογράφου, σάν μυθική καί πιστεύουν πώς στήν άρχαιότητα γινόταν
κάποια σύγχυση άνάμεσα σ’ αότή τή μορφή καί στή μορφή τού Φ οί­
νικα Κάδμου, τού θρυλικού έφευρέτη τού έλληνικού άλφάβητου. Τδ
πρόβλημα στή δοσμένη περίπτωση δέν έχ ει σημασία, για τί άπδ τδ
έργο τού Κάδμου, έστω καί άν ύπήρχε τέτοιος συγγραφέας, δέν σώ­
θηκε τίποτα.

4. ΕΚΑΤΑΙΟΣ Ο ΜΙΛΗΣΙΟΣ

Ο ΠΙ Ο μεγάλος άπδ τούς προδρόμους τού 'Ηρόδοτου ήταν δ Έ κα-


ταίος δ Μιλήσιος. Ό Έκαταίος Ιζησε τήν έποχή πού οί ίωνικές πό­
λεις έξεγέρθηκαν κατά των Περσών, έπαιξε μάλιστα σημαντικό ρόλο
σ’ αύτά τά γεγονότα. Ξέροντας τίς δυνάμεις πού διέθεταν οί Πέρσες,
προσπάθησε νά άποτρέψει τούς συμπατριώτες του άπδ τήν έξέγερση
πού σχεδίαζαν, όταν όμως οί έξορκισμοί του δέν έφεραν κανένα άπο-
τέλεσμα, άρχισε νά τούς συμβουλεύει — καί πάλι τού κάκου — νά
χρησιμοποιήσουν τουλάχιστο τούς θησαυρούς τού Ιερού τού ’Απόλλωνα
στούς Βραγχίδες, πιστεύοντας πώς ήταν καλύτερα νά ξοδευτούν αύτοί
οί θησαυροί γιά τήν ένίσχυση τού στόλου παρά νά πέσουν στά χέρια
τών Περσών2. Αύτδ καί μόνο είναι άρκετδ γιά νά χαρακτηρίσει τδν
Έκαταΐο καί τίς άπόψεις του. Ά ν καί είχ ε προβλέψει τδ τραγικό
τέλος τής έξέγερσης, δέν έγκατέλειψε τούς συμπατριώτες του, ύπάρχει

1. Διονύσιος 6 *Αλικαρνασσέας, Πβρι ΘονχυδΙδον και τών Ιδιωμάτων αδτοΰ, κβφ. 5,


δκδ. R e isk e , σελ. 818 - 820, §κδ. U sen er - R ad e rm ac lie r, σελ. 3 3 0 -3 3 1 .
2. Ηρόδοτος, V , 36.
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 21

μάλιστα μιά πληροφορία πώς μετά τήν καταστολή της στάλθηκε σάν
πρέσβυς στον Πέρση σατράπη Άρταφέρνη καί τδν κατάφερε νά ξανα-
δώσεί τήν αύτονομία στις Ιλληνικές πόλεις..
Τά έργα του Έκαταίου δεν διασώθηκαν. ΟΕ άρχαίοι συγγράφεις
άναφέρουν δυδ άπδ αύτά — Γενεαλογίαι καί Γης περίοδος ή Περιή-
γησις. ΟΕ Γενεαλογίες άφηγούνταν τή μυθική Εστορία τής ήρωικής
περιόδου πού εΐχ ε άποδοθεί με μορφή γενεαλογίας των άπογόνων του
Δευκαλίωνα και άλλων μυθικών γεναρχών του έλληνικου λαού. Στδ
έργο είχαν προστεθεί καί διάφοροι θρύλοι γιά τίς περιπλανήσεις καί
τά κατορθώματά τους. 'Όσο μπορούμε νά κρίνουμε άπδ τά άποσπά-
σματα πού διασώθηκαν, οΕ Γενεαλογίες χωρίζονταν σε τέσσερα β ι­
βλία. Ό Έκαταίος δεν έδινε καμιά προσοχή στή θεογονία καί στήν
κοσμογονία άντίθετα μέ άλλους λογογράφους ( Φερεκύδης, Ά κουσί-
λαος), πού άσχολοΰνταν μέ αύτά τά θέματα σάν είσαγωγή στήν Εστο­
ρία τών ήρώων. "Α ρχιζε τήν άφήγησή του άπδ τδν Δευκαλίωνα, δη­
λαδή άπδ τήν έποχή πού θεωρούνταν σάν άφετηρία τής πραγματικής
Εστορίας. Δεν διαθέτουμε θετικά στοιχεία γιά νά καθορίσουμε σέ ποιά
έποχή τέλειωνε τδ έργο τού Έκαταίου. Μπορούμε δμως νά ύποθέ-
σουμε πώς σάν τέτοιο τέρμα είχ ε διαλέξει τδν άποικισμδ τής Μικράς
’Ασίας άπδ τούς "Ελληνες. Τά άποσπάσματα άπδ τίς Γενεαλογίες πού
περιλαμβάνονται στήν έκδοση Fragmenta Historicorum Graecorum 1
είναι 37. Άνάμεσά τους υπάρχουν καί μερικά άρκετά σημαντικά σέ
έκταση, πού μάς δίνουν δμως έλάχιστα στοιχεία δχι μονάχα γιά τήν
Εστορία, άλλά καί γιά τή μυθολογία.
Στδ έργο Γης περίοδος δ Έκαταίος έδινε μιά περιγραφή τής Εύ-
ρώπης, τής ’Ασίας καί τής Α φ ρικής καθώς καί έναν γεωγραφικέ
χάρτη τελειοποιώντας έκείνον πού είχ ε συντάξει παλιότερα δ ’Ανα­
ξίμανδρος. Στή Μίλητο, πού ήταν τότε ένα άπδ τά μεγαλύτερα κέντρα
τού παγκόσμιου έμπορίου καί τού έλληνικοΰ πολιτισμού, ό Έκαταίος
μπορούσε νά προμηθεύεται άπδ τούς έμπορους καί τούς ναυτικούς
άφθονες πληροφορίες γιά τίς ξένες χώρες. Καί ό ίδιος δμως ταξίδευε
πολύ. ΤΗταν άνήρ πολνπλανής, δπως τδν δνομάζει δ άρχαίος γεω ­
γράφος Άγαθήμερος. Αότδ μπορούμε άλλωστε νά τδ συμπεράνουμε
άπδ τή μαρτυρία τού 'Ηρόδοτου, πώς ό Έκαταίος, συμβουλεύοντας
τούς συμπολίτες του νά μήν έξεγερθοΰν κατά τών Περσών, „ άπαρι-
θμούσε δλα τά έθνη πού βρίσκονταν κάτω άπδ τήν έξουσία τού Δα-
ρείου “ *. Είναι άναμφισβήτητο πώς είχ ε έπισκεφθεί τήν Αίγυπτο. Στά
FHG ύπάρχουν 331 άποσπάσματα άπδ τδ έργο Γης περίοδος. Τά

1. *Από fiffi καί πέρα τό έργο αύτό θά άναφέρεται FH G .


2. Ηρόδοτος, V , 36.
22 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

περισσότερα άποτελούνται άπδ μια μονάχα λέξη — δνομα περιοχής,


λαοΟ, πόλης. Στά γεωγραφικά δμως δνόματα δ Έκαταΐος πρόσθετε
καί σύντομες σημειώσεις μέ ποικίλο περιεχόμενο. Πολλές φορές προσ­
παθούσε νά τά έρμηνεύσει καί έτυ-
μολογικά, αύτές του δμως οΕ άπό-
πειρες είναι πολύ άπλοΐκές : Τύ δ­
νομα τής πόλης προέρχεται άπδ
τδ δνομα τού ιδρυτή της, τδ δνομα
τής χώρας άπδ τδν πρώτο βασι­
λιά της, τδ δνομα ένδς λαού άπδ
τδν γενάρχη του. Έ τ σ ι π.χ. ή Χ ίος
δνομάστηκε άπδ τδν Χ ίο , γιδ τού
’Ωκεανού, ή άπδ τή χιόνα πού πέ­
φτει άφθονη έκεΐ, ή άπδ τδ δνομα
τής νύμφης Χιόνης (άπόσπ. 9 9 ).
Ή Τένεδος είναι τάχα Τέννου
ίόος (κατοικία τού Τέννου, άπόσπ.
139 ) κ.τ.λ.
Πολύ μεγαλύτερο ένδιαφέρον πα­
ρουσιάζουν τά άποσπάσματα, πολύ
λίγα δυστυχώς, πού περιλαμβάνουν
διάφορες σημειώσεις γιά τδ χα­
ρακτήρα τών χωρών, τήν πανίδα,
τή χλωρίδα ή τή ζωή τών κατοί­
κων. *0 Έκαταΐος, δπως καί ό ’ Η­
ρόδοτος, όνομάζει τήν Αίγυπτο δώ­
ρο τού Νείλου (άπόσπ. 279 ), έξη-
γ ε ΐ γιά ποιούς λόγους πλημμυρίζει
αΰτδ τδ ποτάμι (άπόσπ. 2 7 8 ), π ε­
ριγράφει διάφορα σπάνια ζώα πού
ζούν έκεΐ, τδ πτηνδ φοίνικα (άπόσπ.
292), τδν Ιπποπόταμο (άπόσπ. 293)
καί τδν κροκόδειλο (άπόσπ. 294).
Πολλές λεπτομέρειες μάς δίνει ό
Έκαταΐος γιά τή ζωή διαφόρων
λαών. Ά φ η γεΐτα ι πώς οΕ Παίονες
τής Θράκης πίνουν ένα ποτδ άπδ E ix . 2. „ , λαν4μορφο άλαΜ„ ρινο άγ-
κριθαρι καί κάποιο άλλο άπδ κεχρί r>Co. ·Αρχ»{ 5. α1. πχ Mooo,to «Ερμ,^ς.
καί πώς άλείβονται μέ λίπος (ίλαίφ
άπδ γάλακτος — άπόσπ. 1 2 3 ). „ Γιά τούς πυγμαίους λένε — γράφει ό
Έ καταΐος— πώς κολλάνε κέρατα καί βελάζουν σάν κριάρια γιά νά
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΊΑΣ

άποκρούσουν τούς γερανούς πού χυμάνε άπάνω τους περιφρονώντας τό


κοντό τους άνάστημα“ (άπόσπ. 2 6 6 ).
Στόν Έκαταΐο συναντάμε κιόλας κάποιον δρθολογισμό καί τά
πρώτα σπέρματα Ιστορικής κριτικής. Πολύ σημαντικά άπό αύτή τήν
άποψη είναι τά πρώτα λόγια άπό τΙς Γενεαλογίες του : ,, Ό Έ κα -
ταΐος ό Μιλήσιος λ έ ε ι: Αύτά τά γράφω δπως μου φαίνονται άληθινά,
για τί οί άφηγήσεις τών Ε λλήνω ν είναι πάμπολλες καί κωμικές, σύμ­
φωνα μέ τή γνώμη μου “ ( άπόσπ. 3 3 2 ). Ό ΈκαταΓος προσπαθεί δσο
μπορεί νά παραμερίσει τό ύπερφυσικό στοιχείο, νά κάνει τούς μύθους
καί τις παραδόσεις του άληθοφανεις. Μιλώντας π.χ. γιά τόν Κέρβερο
έξηγεΐ πώς είναι „ ένα φοβερό φίδι πού ζοΟσε στο Ταίναρο καί δνο-
μαζόταν σκύλος του "Αδη, για τί δ ποιον δάγκωνε, πέθαινε άμέσως άπό
τό φαρμάκι του. Αότδ τό φίδι τό κουβάλησε ό 'Ηρακλής στόν Εύρυ-
σθέα“ (άπόσπ. 3 4 6 ). ,,Ό Γηρυόνης, πού ό ’Αργείος 'Ηρακλής είχ ε
σταλεί νά του άρπάξει τις άγελάδες καί νά τις πάει στις Μυκήνες,
δεν είχ ε καμιά σχέση μέ τή χώρα τών Ίβήρων. Ό 'Ηρακλής δέν
στάλθηκε σέ κάποιο νησί Έρύθεια, πού βρίσκεται στά πέρατα τοΟ με­
γάλου Ωκεανού, για τί ό Γηρυόνης ήταν βασιλιάς στήν ήπειρο, κοντά
στήν Ά μβρακία καί στούς Ά μφίλοχους. Ά πό έκ εί ό 'Ηρακλής άρ­
παξε τις άγελάδες του Γηρυόνη. Κ ι αύτό βέβαια τό κατόρθωμα δέν
ήταν καθόλου άσήμαντο “ ( άπόσπ. 3 4 9 ).
'Ωστόσο ό όρθολογισμός δέν έμπόδισε τόν Έκαταίο στή γενεαλο­
γική του άφήγηση ,, νά συνδέσει τή δέκατη έκτη γενεά τών προγόνων
του μέ τή θεότητα “ ι.
"Οπως βγαίνει άπό τά παραδείγματα πού άναφέραμε πιό πάνω, ή
κριτική τού Έκαταίου είναι καθαρά ύποκειμενική. Κριτήριό του είναι
ή άληθοφάνεια, τό ένδεχόμενο καί τό φυσικό, κι αύτές δμως τις άρ-
χές δέν τις τηρεί μέ συνέπεια, δπως φαίνεται π.χ. στήν έξιστόρηση
τής δικής του γενεαλογίας. Παρ* δλα αύτά δμως σέ σχέση μέ τήν
απλοϊκή πίστη στούς πατροπαράδοτους μύθους καί στις παραδόσεις γιά
τούς θεούς καί τούς ήρωες, τήν πίστη στό ύπερφυσικό καί θαυματουρ-
γικό στοιχείο πού κυριαρχούσε έκείνη τήν έποχή, οϊ άπόψεις τοϋ
Έκαταίου ήταν ένα μεγάλο βήμα στήν έξέλιξη τής Ιλληνικής κ ρ ιτι­
κής σκέψης.
*0 Έκαταίος προσπαθούσε νά βάλει στήν ιστορία του καί κάποια
χρονολογική σειρά μετρώντας τό χρόνο μέ γενεές καί ύπολογίζοντας
4 0 χρόνια γιά κάθε γενεά. Σ* αύτόν διαφαίνεται, τέλος, καί κάτι σάν
πέρασμα άπό τήν καθαρά τοπική Ιστορία στή γενικότερη.
Σ ’ δλη τή διάρκεια τής άρχαιότητας ή φήμη τού Έκαταίου ήταν

1. ’Ηρόδοτος, II, 148.


ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

μεγάλη. *0 'Ηρόδοτος μονάχα αύτόν άναφέρει όνομαστικά άπό όλους


τούς λογογράφους καί με τήν πολεμική πού κάνει έναντίον του άνα-
γνωρίζει Ιμμεσα τή μεγάλη άξία του σαν Ιστορικού.
Ό συγγραφέας του 2. αI. μ. X . Έρμογένης, μιλώντας γιά τόν
Θεόπομπο, τόν Έφορο, τόν Ε λλά νικο, τον Φίλιστο και άλλους συγ­
γραφείς αύτοΰ τοϋ είδους, τοποθετεί τόν Έκαταίο στην ίδια σειρά με
τούς μεγάλους Ιστορικούς, τόν 'Ηρόδοτο, τόν Θουκυδίδη καί τον ώε-
νοφώνται.
Ό Στράβωνας κάνοντας λόγο γιά τούς „ άξιους μνείας “ Μιλήσιους
άναφέρει, μαζί με τόν Θαλή, τον ’Αναξίμανδρο καί τόν Ά ναξιμένη,
καί τόν Έκαταίο ( X I V , 6 3 5 ).
Ό Σολίνος (3 . αI. μ. X .) άποκαλεί τόν Έκαταίο τιμ ή καί στολίδι
δλης τής Μικράς ’Ασίας ( P o ly h is t 4 3 ).
Μονάχα ό 'Ηράκλειτος ύψώνει τή φωνή του κατηγορώντας τόν
Έκαταίο γιά Ιλλειψη σοφίας. ,,'Η πολυμάθεια — λέει — δεν προσθέ­
τει μυαλό. ’Αλλιώς θά έκανε άσφαλώς έξυπνους τόν 'Ησίοδο, τόν Πυ­
θαγόρα, τόν Ξενοφάνη και τον Έκαταίο “ 2.
01 γνώμες πού διατύπωσαν ό 'Ηρόδοτος καί ό 'Ηράκλειτος γιά τό
έργο τοϋ Έκαταίου έχουν μεγάλη σημασία, για τί βαθαίνουν στήν ού-
σία του καί δεν περιορίζονται μονάχα στό συγγραφικό ϋφος τών λο­
γογράφων, δπως έκανε ό Έρμογένης. Ά πό τά λόγια αύτών τών δυό
συγγραφέων μπορούμε νά συμπεράνουμε πώς ό Έκαταίος ήταν πρα­
γματικά σπουδαίος ιστορικός, δεν μεταχειριζόταν δμως συνεπή κρι­
τική μέθοδο στήν έκτίμηση τών γεγονότων πού έξιστοροϋσε.
Χρειάζεται νά πούμε λίγα λόγια καί γιά zb ϋφος τοϋ Έκαταίου.
’Από τά μικρά άποσπάσματα πού διασώθηκαν δέν μποροΰμε φυσικά
νά σχηματίσουμε μόνοι μας κάποια γνώμη γ ι’ αύτό. *0 Έρμογένης
δμως, δπως είπαμε πιό πάνω, τόν είχε τοποθετήσει δίπλα στόν Θου­
κυδίδη, στόν 'Ηρόδοτο καί στόν Ξενοφώντα. Ε ίχ ε άκόμα άφιερώσει στό
έργο του μιά πλατιά άνάλυση, δπου άναφέρει πώς zb ϋφος τοϋ Έ κ α ­
ταίου είναι άδρό καί καθαρό. Ό Έ καΐαίος έγραφε στήν ιωνική διά­
λεκτο χωρίς προσθήκες έπικών στοιχείων, ή γλώσσα του δμως δέν
έχει τήν τέχνη καί τήν όμορφιά πού βρίσκουμε στόν 'Ηρόδοτο.
Συμπεραίνουμε λοιπόν πώς τό ϋφος τοϋ Έκαταίου ήταν άτεχνο,
ίσως καί κάπως ξερό καί άποσπασματικό, δέν τοϋ έλειπε δμως οϋτε ή
χάρη ούτε ή ζωηρότητα κάπου - κάπου. Σύμφωνα μέ μιά μαρτυρία τοϋ
Ψευδό - Αογγίνου μεταπηδοϋσε συχνά άπό τήν άπρόσωπη άφήγηση στό

1. R h etores graec i, τόμ. II, Ικδ. S p e n g e l, σελ. 424, 1 0 - 1 9 .


2. Διογένης Ααέρτιος, IX, 1, 1.
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 25

πρώτο πρόσωπο ( δηλαδή άπδ τδν πλάγιο λόγο στδν εύθύ ), δπως π.χ.
στο. άπόσπασμα 353 πού παραθέτουμε στδ παράρτημα.
Ό ΈκαταΓος ήταν άμεσος πρόδρομος του ‘ Ηρόδοτου. "Αν καί
υστερούσε σημαντικά άπδ αύτόν, τδν πλησίαζε περισσότερο άπδ δλους
τούς άλλους λογογράφους καί στδ περιεχόμενο καί στή μορφή. Τδ
έργο του είναι ένας μεταβατικός κρίκος άνάμεσα στήν έξιστόρηση τών
τοπικών γεγονότων καί στήν παγκόσμια Ιστορία — αύτή είναι καί ή
βασική προσφορά του.

5. ΑΚΟΥΣΙΛΑΟΣ Ο ΑΡΓΕΙΟΣ

2 τ ο υ ς λογογράφους τής παλαιότερης όμάδας άνήκει καί ό Ά κου-


σίλαος ό ’Αργείος. Μάς είναι άγνωστο ποιά πόλη "Αργος όποδηλώνει
τδ δνομά του. "Α λλοι έπιστήμονες ύποθέτουν πώς καταγόταν άπδ τδ
περίφημο "Αργος τής Πελοποννήσου, άλλοι πάλι, με βάση μιά μαρ­
τυρία τοϋ Σουίδα, λεξικογράφου τού 10. αί. μ. X ., ύποστηρίζουν πώς
πατρίδα του ήταν μιά μικρή πόλη τής Βοιωτίας. Ε π ειδ ή δεν ξέρουμε
νά υπήρχε καμιά τέτοια πόλη στή Βοιωτία, πρέπει νά θεωρούμε πιδ
πιθανή τήν πρώτη έκδοχή.
Δέν υπάρχουν θετικές πληροφορίες γιά τήν έποχή πού έζησε ό
Άκουσίλαος. Μπορούμε νά τήν τοποθετήσουμε μονάχα κατά προσέγ­
γιση στδ δεύτερο ή στδ τρίτο τέταρτο τού 6. αί. ( 5 7 5 - 5 2 5 π. X .).
Τδ έργο τού Άκουσίλαου Γενεαλογία!, άποτελοΰνταν τουλάχιστο
άπδ τρία βιβλία. "Α ρχιζε, δπως καί ή Θεογονία τού ‘ Ησίοδου, άπδ τή
δημιουργία τού κόσμου: ,,Ό ‘ Ησίοδος λέει πώς στήν άρχή γεννήθηκε
τδ Χάος, ύστερα άπδ τδ Χάος γεννήθηκαν ή Γή καί ό "Ερως. Μέ τδν
‘ Ησίοδο είναι σύμφωνος καί ό Άκουσίλαος “ ( άπόσπ. 1 ). Δέν μπο­
ρούμε νά συμπεράνουμε θετικά ώς ποιά γεγονότα έφτανε ή άφήγηση
τού Άκουσίλαου. Υποθέτουμε δμως πώς τελείωνε μέ τδν Τρωικδ πό­
λεμο καί μέ τούς λεγόμενους „ νόστους “ , δηλαδή μέ τίς περιπέτειες
τών ήρώων καθώς γύριζαν άπδ τδ "Ιλιο στήν πατρίδα τους. Ε ίνα ι βέ­
βαιο δμως πώς δέν προχωρούσε πέρα άπδ τδ τέλος τής ήρωικής έπο-
χής» τής Αποχής δηλαδή πού πιστεύεται πώς έγινε ή κάθοδος τών Δω­
ριέων στήν Πελοπόννησο.
ΟΕ βασικές πηγές άπδ δπου άντλοΰσε τδ υλικό του ό Άκουσίλαος
ήταν τά γνήσια έργα τού ‘ Ησίοδου ή έκείνα πού άποδίδονταν σ’ αύτόν :
Θεογονία, Γυναικών κατάλογος, Ή οΐαιι. Ό Κ λήμης ό Άλεξανδρέας *

1. Βλ. τόμ. I, σελ. 279.


2. Στρωματβΐς, V I, 629 Α, 1x8. Σίλμπουργκ, Κολωνία, 1638 καί εκδ. Πόττερ, Β εν ε­
τία, 1757, σελ. 752.
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

ισχυρίζεται μάλιστα πώς δ Άκουσίλαος διασκεύασε μονάχα σέ πεζδ


λόγο τις άφηγήσεις του 'Ησίοδου. Πιο σωστή είναι ή άποψη του Ίώ -
σηπου Φλάβιου ( Κατ’ Άπίωνος, 1 0 3 4 ), πώς δ Άκουσίλαος ,, διόρ­
θωνε τδν 'Ησίοδο “ , για τί Ιστω κι άπδ αύτά τά λίγα άποσπάσματα πού
διασώθηκαν άπό τδ έργο του φαίνεται πώς 6 λογογράφος δεν συμφω­
νούσε πάντα με τδν ποιητή. Πότε συμπληρώνει τά κενά πού άφησε ό
Ησίοδος, πότε πάλι παρουσιάζει μιά καινούργια παραλλαγή ένδς
ήσιόδειου μύθου, παρμένη άπδ διαφορετική πηγή. Φαίνεται άκόμα
καθαρα πως δ λογογράφος κατέγραψε τις συλλογές των μύθων του μέ
περισσότερη πληρότητα καί συνέπεια.
Ά πδ τή μελέτη τών άποσπασμάτων του Άκουσίλαου συμπεραίνουμε
πως ήταν μανιώδης συλλέκτης μύθων καί πώς τούς άπέδιδε άπλά καί
μέ άφελή πίστη. Αύτο δεν μειώνει καθόλου τήν άξία του έργου του,
για τί μάς βοηθάει να σχηματίσουμε μιά πιδ ξεκάθαρη ίδέα γιά τούς
μύθους αύτούς. Οί Γενεαλογίες του Άκουσίλαου είναι μιά συλλογή
άπο κοσμογονικές, θεογονικές καί γενεαλογικές παραδόσεις. Διασώθη­
καν δμως τόσο Ιλάχιστα άποσπάσματά του, ώστε δέν έχουμε τή δυ­
νατότητα νά κρίνουμε συνολικά αύτύ τδ έργο.

6. ΧΑΡΩΝΑΣ Ο ΛΑΜΨΑΚΗΝΟΣ

Σ τ η ν ίδια παλαιότερη όμάδα τών λογογράφων άνήκει καί ό Χά-


ρωνας. Γεννήθηκε στή Λάμψακο, ίωνική άποικία στις άκτές τοϋ 'Ε λ ­
λήσποντου. Δέν ξέρουμε πότε άκριβώς έζησε. 'Γποθετικά μονάχα το­
ποθετούμε τή ζωή του στδ τελευταίο τέταρτο του 6. καί στδ πρώτο
μισδ του 5. αI. (5 2 5 - 4 5 0 π. X . ) Κ
Στδν Χάρωνα άποδίδονται πολλά καί ποικίλα έργα, πού άναφέρον-
ται στήν ίστορία τόσο του έλληνικου δσο καί του βαρβαρικου κόσμου.
Τά περισσότερα δμως φαίνεται πώς δέν άνήκουν πραγματικά σ’ αύτόν.
Σάν γνήσια πρέπει νά θεωρούνται μονάχα τά Περοικά ( δυδ β ιβλία )
καί οί ΤΩροι Λαμψακψών ( τέσσερα β ιβ λία ). '
, Τά n *Q°i*<* άρχιζαν άπδ τήν έποχή του βασιλιά Νίνου. Έ να άπδ
τά τελευταία γεγονότα πού άναφέρανε ήταν, πιθανότατα, ή συνάντηση
του Θεμιστοκλή μέ τδ βασιλιά Άρταξέρξη λίγο μετά τήν άνάρρησή
του στδ θρόνο (465 π. X .). Ό Χάρωνας λοιπδν είχε άφηγηθεΐ τήν
ίστορία τής Περσίας ώς τήν έποχή του. Ά πδ τά έλάχιστα άποσπά­
σματα τών έργων του διαπιστώνουμε πώς έξιστοροΟσε μέ συντομία τά
ίδια γεγονότα πού άφηγήθηκε καί δ ‘ Ηρόδοτος. Ένώ δμως δ 'Ηρόδο­
τος σταματάει στήν κατάληψη τής Σηστοϋ άπδ τδν έλληνικδ στόλο
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 27

(4 7 8 π. X .), δ Χάρωνας συνεχίζει τήν Ιστορία του θίγοντας καί γ ε ­


γονότα πού έ'γιναν μετά τδ 4&5.
Ά π δ τδ έργο του νΩροι Λαμψακηνών διασώθηκαν έξι άποσπά-
σματα. Μερικά άπδ αότά παρουσιάζουν πολύ ένδιαφέρον με τδ μυθι-
στορηματικδ χαρακτήρα τους.
Ό Χάρωνας είναι άμεσος πρόδρομος τοΟ 'Ηρόδοτου. Προτιμάει
κι αύτδς τήν πραγματική Εστορία άπδ τή μυθολογία. Πρώτος αύτδς
άφηγήθηκε, σάν αύτόπτης μάρτυρας, τούς έλληνοπερσικούς πολέμους
καί διάφορα άλλα γεγονότα. Σ* αύτδν χρωστάμε καί τήν πρώτη Από-
πειρα ιστορικής κριτικής. Παρ’ δλα αύτά δμως έδινε μεγάλη θέση στις
γενεαλογικές παραδόσεις καί στούς μυθικούς θρύλους. Πίστευε μέ παι­
διάστικη άφέλεια τούς μύθους. Μεγάλη ήταν ή άδυναμία του γιά τούς
κάθε λογής οιωνούς, τά άνέκδοτα καί τις μισοϊστορικές παραδόσεις.
Καί ό 'Ηρόδοτος βέβαια δλα αύτά τά άγαπουσε μέ πάθος, μπόρεσε
δμως νά σταθεί ψηλότερα άπδ τδν Χάρωνα, για τί κατανόησε καλύτερα
τά Ιστορικά γεγονότα, τήν άλληλουχία τους καί τήν αιτιοκρατική
τους έξάρτηση. Ό Χάρωνας άρκέστηκε σε μιά ξερή άπαρίθμησή τους.
Τδ έργο του Βέν είναι ιστορία, είναι χρονικό.
Αύτδς ό χαρακτήρας τής άφήγησης καθρεφτίζεται καί στδ σύντομο
καί άποσπασματικδ ύφος του. Δέν μεταχειρίζεται σχεδδν καθόλου δευ-
τερεύουσες προτάσεις. ΟΕ φράσεις του συνδέονται μέ τδ Sk ή τδ καί.
ΟΕ σκέψεις του δέν άπορρέουν φυσικά ή μιά άπδ τήν άλλη. Κυλάνε
χωρίς τάξη, δπως γίνεται στδν προφορικδ λόγο. Σάν παράδειγμα τ έ­
τοιου ύφους μπορεί νά χρησιμεύσει τδ άπόσπασμα 9 πού παραθέτουμε
στδ παράρτημα.
Ό Χάρωνας γράφει στήν ιωνική διάλεκτο, δπως καί ό Ηρόδοτος.
Μεταχειρίζεται τούς ίδιους γραμματικούς τύπους, άλλάζοντάς τους
συχνά μέ άττικούς. Αύτή δμως ή Αντικατάσταση μπορεί νά έγινε άπδ
τούς συγγραφείς ή τούς Αντιγράφεις πού παραθέτουν τά άποσπάσματα
των έργων του.

7. ΛΟΓΟΓΡΑΦΟΙ ΤΗ Σ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΟΜΑΔΑΣ.


ΞΑΝΘΟΣ Ο ΛΥΔΟΣ, ΕΛΛΑΝΙΚΟΣ Ο ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ

Α π ο τούς λογογράφους τής νεότερης όμάδας πρέπει νά άναφέ-


ρουμε τδν Ξάνθο τδ Αυδδ καί τδν 'Ελλάνικο τδ Μυτιληναίο.
*0 Ξάνθος καταγόταν άπδ τή Λυδία. Ό Σουίδας καί ό Διονύσιος δ
Άλικαρνασσέας μάς άφησαν βρισμένες πληροφορίες γιά τήν εποχή
πού έζησε. *Όσα γράφει β Σουίδας „ ζοϋσε [ή γεννήθηκε] τδν καιρδ τής
άλωσης τών Σάρδεων “ δέν είναι ξεκάθαρα, για τί δέν ξέρουμε ποιά
28 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

άλωση των Σάρδεων ύπονοοΰν — τήν άλωσή τους άπό τούς Πέρσες (546
π. X .) ή άπό τούς *Ίωνες (4 9 8 π. X .). Δεν ξέρουμε άκόμα ποιο νόημα
πρέπει νά δώσουμε στή λέξη γεγονώς — γεννήθηκε ή ζοϋσε. Πιό ση­
μαντική είναι ή μαρτυρία του Διονύσιου. Ό Ξάνθος, λέει δ Διονύσιος,
ήταν ένας άπό τούς Ιστορικούς πού Ιζησαν λίγο πριν άπό τον Πελο-
ποννησιακο πόλεμο ώς τήν έποχή του Θουκυδίδη. Ό ίδιος ό Ξάνθος,
σ* Ινα άπόσπασμα τοϋ Ιργου του, μάς ύπενθυμίζει πώς τον xatpo τής
βασιλείας τοϋ ’Αρταξέρξη Α ' ( 4 6 4 - 4 2 5 π. X .) είχε πέσει μεγάλη
ξηρασία. Μέ βάση αύτά τά στοιχεία μπορούμε νά τοποθετήσουμε τή
ζωή τοϋ Ξάνθου άνάμεσα στά 5 0 0 καί στά 4 4 0 π. X .
Ό Ξάνθος είχ ε γράφει το Ιργο Λυδιακά, σέ τέσσερα βιβλία. ’Από
αύτό διασώθηκαν 27 άποσπάσματα. ΟΕ φιλόλογοι άμφισβητοϋν τή
γνησιότητα τών περισσότερων άπό αύτά τά άποσπάσματα. Ε π ειδ ή
δμως τά Ιπιχειρήματα πού προβάλλουν δέν είναι άρκετά πειστικά, ή
γνησιότητά τους, άν καί δέν είναι άπόλυτα διαπιστωμένη, πρέπει νά
θεωρείται πιθανή.
Μέ βάση αύτά τά άποσπάσματα μπορούμε νά σχηματίσουμε κάποια
ίδέα γιά τό περιεχόμενο τοϋ Ιργου τοϋ Ξάνθου. 'Γπάρχουν άποσπά­
σματα γεωγραφικοΰ, έθνογραφικοΰ, ήθογραφικοΰ, μυθολογικού, μισο-
θρυλικοΰ καί μισοϊστορικοΰ χαρακτήρα (σέ βρισμένα π.χ. γίνεται λό­
γος γιά τούς μυθικούς βασιλιάδες τής Λυδίας, τόν Ά τ υ , τόν Αυδό,
τόν Τορρέβη κ. ά.).
Για να χαρακτηρίσουμε τόν Ξάνθο σάν Ιστορικό, πρέπει νά στη­
ριχτούμε βασικά στή γνώμη τοϋ Διονύσιου τοϋ Άλικαρνασσέα. Ό Διο­
νύσιος Ιγραψε (Ρωμαϊκή 3Αρχαιολογία, I, 2 8 ) πώς ό Ξάνθος „ ήταν
περισσότερο άπό δλους κατατοπισμένος στήν άρχαία Ιστορία καί θεω­
ρείται άξιόπιστος μάρτυρας γιά τήν Εστορία τής πατρίδας του, χω­
ρίς νά ύστερει άπό κανέναν στό σημείο αύτό“ . Τά περισσότερα άπο-
σπασματα άπο τό έργο τοϋ Δανθου είναι άσήμαντα σέ περιεχόμενο καί
γ ι’ αύτό δέν μπορούμε νά κρίνουμε τά άτομικά του γνωρίσματα σάν
συγγραφέα καί τήν κριτική του Ικανότητα. Τά μεγαλύτερα μάλιστα
Ιχουν ύποστεί πιθανότατα βαθιές άλλοιώσεις άπό τούς μεταγενέστερους
συγγραφείς πού τά παραθέτουν. Ό Ιστορικός Νικόλαος Δαμασκηνός
( 1 . αί. π .Χ .), πού δανείστηκε πολλά στοιχεία άπό τόν Ξάνθο, θ ά ΐχ ει
άσφαλώς άλλάξει πολύ τό κείμενο τοϋ πρωτότυπου. Ό Ξάνθος, δσο
μπορούμε νά κρίνουμε, ήταν έξαιρετικά εύπιστος. Ή Ιλλειψη κριτικού
πνεύματος σε συνδυασμό μέ τή βαθιά του θρησκευτικότητα τόν Ικαναν
να πιστεύει καί να μεταδίνει μέ άφέλεια δλους τούς λαίκούς μύθους
και θρύλους, χωρίς νά καταβάλλει Ιστω καί τήν ελάχιστη προσπάθεια
για όρθολογική έρμηνεία ή κριτική άνάλυση, δπως παρατηρούμε συ­
χνά στόν Έρόδοτο.
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 29

Ό Ελλά νικο ς δ Μυτιληναίος εΐναι δ νεότερος άπδ όλους τούς


λογογράφους. Ούτε κάν λογογράφος δέν μπορεί νά δνομαστεΐ, για τί
δεν είναι προγενέστερος άπδ τον Έρόδοτο, άλλά σύγχρονός του.
Οί πληροφορίες πού μάς δίνουν οΐ άρχαίες πηγές σχετικά με τήν
εποχή πού έζησε, είναι άντι φατικές. Έ Παμφίλη π.χ., μιά γυναίκα,
λόγια τής έποχής του Νέρωνα, άναφέρει πώς στίς άρχές τοΟ Πελο-
ποννησιακοΰ πολέμου ( 4 Β 1 ) ό Ε λλάνικος ήταν 65 χρονών1. Σ ύμ­
φωνα λοιπον μ’ αότή τή μαρτυρία, πρέπει νά γεννήθηκε στά 4 9 6 /9 5
π. X . Σ ε μιά βιογραφία του Εόριπίδη άναφέρεται πώς δ Ε λλά νικος
γεννήθηκε τήν ίδια ήμέρα μέ τδν Εδριπίδη, καί συγκεκριμένα τήν
ήμερα πού έγινε ή ναυμαχία τής Σαλαμίνας, δηλαδή στά 4 8 0 π. X .
"Αν πιστέψουμε τή μαρτυρία τής Παμφίλης (πού βασίζεται σέ μιά
ένδειξη των Χρονικών τοΰ ’Απολλόδωρου, ίστορικοΰ του 2. αί. π. X .)
δ Ε λλά νικος ήταν μεγαλύτερος άπδ τδν Έρόδοτο, πού γεννήθηκε στά
4 8 4 π. X . Καί δ Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας τδν κατατάσσει στήν
κατηγορία των ιστορικών πού έζησαν πριν άπδ τδν Έρόδοτο. "Αν πι­
στέψουμε τή μαρτυρία τής βιογραφίας του Εδριπίδη, δ Ε λλά νικος
ήταν νεότερος άπδ τδν Έρόδοτο. Σύμφωνα μέ μιά άλλη μαρτυρία, του
Ψευδό - Αουκιανου, δ Ελλά νικος έζησε 85 χρόνια ( Μακρόβιοι, 2 2 ).
Στήν περίπτωση αδτή πρέπει νά πέθανεήστά 4 1 1 /1 0 ή στά 3 9 5 π. X .
Ά π δ τά σχόλια στούς Βάτραχους τοΰ Αριστοφάνη (σ τίχ . 6 9 4 καί
7 2 0 ) συμπεραίνουμε πώς δ Ελλά νικος εξιστόρησε γεγονότα τοΰ 407/6
π. X . Ά ν είναι έτσι, ή χρονολόγηση τής Παμφίλης εΐναι έντελώς
λαθεμένη. Γενικά δμως καμιά άπ* αότές τίς μαρτυρίες δέν είναι άπό-
λυτα άξιόπιστη, σύμφωνα μέ τή γνώμη τών νεότερων έπιστημόνων. Τδ
μόνο σίγουρο είναι πώς δ Ελλάνικος έζησε μεγάλο διάστημα τοΰ 5.
αί. καί ήταν σύγχρονος τοΰ Ηρόδοτου καί του Θουκυδίδη.
Ά π δ τά έργα τοΰ Ελλάνικου, όπως καί άπδ τά έργα όλων τών άλ­
λων λογογράφων, διασώθηκαν μονάχα άποσπάσματα, συνολικά 179.
Ό Ελλά νικος ήταν πολυγραφότατος — άπδ τά άποσπάσματά του μάς
είναι γνωστοί 30 περίπου τίτλοι έργων του. Εΐναι πολύ δύσκολο σή­
μερα νά άποκαταστήσουμε τδν άκριβή τους κατάλογο καί νά καθορί­
σουμε τή σχέση πού ύπήρχε άνάμεσά τους, για τί συχνά διάφοροι τ ί­
τλοι άναφέρονται στδ ίδιο έργο ή στά διάφορα μέρη του.
Τά έργα τοΰ Ελλάνικου μποροΰμε νά τά κατατάξουμε στίς παρα­
κάτω τρεις δμάδες: 1) γενεαλογικά, 2) χωρογραφικά καί 3) χρονο­
λογικά.
1. Γ ε ν ε α λ ο γ ι κ ά έ ρ γ α : Φορωνίς, σέ δυδ βιβλία , Δευκαλιω-
νεία, σέ δυδ βιβλία, 9Ατλαντιάς, σέ δυδ βιβλία, Τρωικά, σέ δυδ βιβλία .

1. Α. Γέλλιος, XV, 23.


30 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

Στά Ιργα αύτά είχαν συγκεντρωθεί διάφορες μυθικές γενεαλογίες με


τούς σχετικούς θρύλους τοψς. Ό Ελλάνικος, δπως καί οί προκάτοχοί
του, ένδιαφερόταν περισσότερο γιά τούς μύθους παρά για τήν ιστορική
έποχή. Έ Φορωνις π.χ. είναι ή μυθική Ιστορία του Ά ργους, ή Δεν-
καλιωνεία τής Θεσσαλίας. Γιά τό περιεχόμενο του Ιργου Άτλαντιας
τίποτα θετικό δεν μπορούμε νά πούμε. Στά Τρωικά γινόταν λόγος για
τόν Τρωικό πόλεμο. ’Από αύτό τό έργο ό Διονύσιος παραθέτει τήν
άφήγηση γιά τή φυγή τού Α ίνεία άπό τήν Τροία ( Ρωμαϊκή Αρχαιο­
λογία, I, 46).
2. Χ ω ρ ο γ ρ α φ ι κ ά Ι ρ γ α : Αιολικά ή Λεσβιακά, σέ δυό β ι­
βλία, Περσικά, σέ δυό βιβλία, Ά τϋίς, σέ τέσσερα βιβλία. Στά έργα
αύτά ό συγγραφέας έξιστορούσε τήν ίδρυση πόλεων καί τήν ιστορία
τους άπό τούς άρχαιότατους χρόνους ώς τήν έποχή του. Έ ΆτϋΊς
ήταν ή Ιστορία τής ’Αττικής, σέ μορφή χρονικού, &ς τό τέλος τού
Πελοποννησιακοΰ πολέμου. Μέ τό Ιργο αύτό ό Ελλάνικος άνοίγει τή
μακριά σειρά των λεγομένων „ άτθιδογράφων “ , συγγραφέων τής ιστο­
ρίας τής ’Α ττικής1.
3. Χ ρ ο ν ο λ ο γ ι κ ά Ι ρ γ α : Καρνεονϊκαι, Ίέρειαι *Ηρας ή *Ιε-
ρειαι αί εν *Αργεί ή άπλούστερα *Ιέρειαι, σέ τρία βιβλία. Τό πρώτο
άπ* αύτά περιλάμβανε κατάλογο τών νικητών στά Κάρνεια ( έθνική
γιορτή τών Δωριέων προς τιμήν τού Απόλλωνα), τό δεύτερο κατά­
λογο τών ίερειών τής "Ηρας στό Ά ργο ς καί ταυτόχρονα έξιστορούσε,
σέ μορφή χρονικού, τά γεγονότα δλης τής Ε λλά δας. Κάθε χρόνος
σημειωνόταν μέ τό δνομα τής Ιέρειας ( δπως στούς Ρωμαίους μέ τά
δνόματα τών ύπάτων ) καί σέ συνέχεια άναγράφονταν τά γεγονότα πού
είχαν γίνει στή διάρκειά του. Τά όνόματα τών ίερειών χρησιμοποιούν­
ταν σάν βάση τής χρονολογίας, για τί σέ δλη τήν Ε λλά δα σέβονταν
πολύ τό ναό τής *Ήρας. *Όχι μονάχα στήν ’Αργολίδα μά καί σέ
πολλά άλλα μέρη τά χρόνια ύπολογίζονταν μέ βάση τίς ίέρειές του.
Καί ό Θουκυδίδης στήν ίστορία του λέει πώς ό Πελοποννησιακός πό­
λεμος άρχισε τόν 48ο χρόνο πού ήταν ίέρεια ή Χρυσίδα ( επί Χρυσί-
δος εν *Αργεί τότε πεντήκοντα δυοΐν δέοντα έτηίερωμένης — II, 2 ).
Σ ’ αύτό τό χρονικό ό Ελλάνικος άφηγοΰνταν, έκτός άπό τά γεγο­
νότα τής Ελλάδας, καί διάφορες μυθικές Ιστορίες τής Σικελίας καί
τής ’ Ιταλίας. Ό Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας, μέ βάση τήν άφήγηση
τού Ελλάνικου, γράφει πώς „ ό σικελικός λαός έγκατέλειψε τήν ’ Ιτα­
λία τρεις γενιές πρίν άπό τόν Τρωικό πόλεμο, στόν 26ο χρόνο τής ίε-
ρατείας τής ’Αλκυόνης στό Ά ργο ς “ ( Ρωμαϊκή 9Αρχαιολογία, 1 ,22 ).
Ά πό τό Ιργο αύτό ό Διονύσιος εχ ει πάρει καί τήν άφήγηση πώς „ δ

1. Βλ. πιό κάτω, κβφ. V.


Β Ι Ε . I. Γερανοί έναντίον άνθρώπου. 'Ερυθρόμορφη πελίκη.
'Αττική, 4. αΙ. π.Χ. ΜουοεΤο Έρμιτάζ.
ΟΙ’ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

Α ινείας, φτάνοντας μαζί με τον Όδυσσέα άπδ τή χώρα τών Μολοσσών


στήν “Ιταλία, ίδρυσε μιά πόλη καί τήν άποκάλεσε Ρώμη άπδ τδ όνομα
μιας Τρωαδίτισσας “ (στδ ίδιο, I, 7 2 ).
Ό Ε λλά νικος συγκέντρωσε και ταξινόμησε τεράστιο σέ όγκο ύλικδ
άπδ τή μυθική ιστορία τής Ε λλά δας. *Η άφήγησή του δμως ήταν ξερή
καί πεζή. "Ολη ή ποίηση τών μύθων είχ ε χαθεί άπδ αύτήν. Οί θεοί
καί οΐ ήρωες είκονίζονταν σάν συνηθισμένοι βασιλιάδες. Ό Ε λ λ ά ν ι­
κος παραμέριζε τδ θαυματουργικδ στοιχείο. Για νά έξαλείψει καί νά
συμβιβάσει" τις άντιφάσεις πού βρίσκονταν στις διάφορες παραλλαγές
των μύθων, χρησιμοποιούσε πολύ συχνά τά πιδ αύθαίρετα μέσα. Μιά
άπδ τις συνηθισμένες του μεθόδους ήταν π.χ. ή μετατροπή μιας προσω­
πικότητας σέ κάμποσες συνώνυμες.
Οί μεταγενέστεροι Ιστορικοί μέμφονται πολλές φορές τδν Ε λ λ ά ­
νικο. Ό Θουκυδίδης τδν κατηγορεί πώς στήν Ιστορία τής “Α ττικής
(δ η λ. στήν ΆτΰΊδα) περιγράφει τά γεγονότα των χρόνων 4 7 8 - 4 3 1
μέ μεγάλη συντομία καί κάνει λάθη στή χρονολόγησή τους ( I, 97, 2 ).
Ό “Έφορος ισχυρίζεται πώς δ Ε λλάνικος λέει ψέματα σέ πολλά ση­
μεία. Ό Στράβωνας τδν άναφέρει πολλές φορές, άλλά μονάχα γιά νά
άνασκευάσει τούς ισχυρισμούς του.
Καί πραγματικά, τά χρονολογικά στοιχεία του Ελλάνικου ( δπως
καί των άλλω; λογογράφων) δέν μπορούσαν νά είναι άκριβή. Βασί­
ζονταν άποκλειστικά στή γενεαλογία, ύπολογίζοντας 1 0 0 χρόνια γιά
τρεις γενεές, δηλαδή 33 χρόνια γιά κάθε γενεά.

8. ΦΕΡΕΚΥΔΗΣ

β^τίο τούς 12 λογογράφους πού άναφέρει όνομαστικά ό Διονύσιος,


μονάχα γιά τούς πέντε πού έξετάσαμε πιδ πάνω διασώθηκαν βρισμέ­
νες πληροφορίες. Γιά τούς ύπόλοιπους τίποτα σχεδδν δέν ξέρουμε.
“Απδ άλλους άρχαίους συγγραφείς (π .χ . άπδ τδν “Αθήναιο) μαθαί­
νουμε τά όνόματα μερικών άκόμα ιστορικών. Ό σπουδαιότερος άπδ
αύτούς είναι ό Φερεκύδης.
Στή Ρωμαϊκή ’Αρχαιολογία ό Διονύσιος χαρακτηρίζει τδν Φ ερε-
κύδη σάν ένα των άρχαίων συγγραφέων... γενεαλόγων ούδενός δεύτε­
ρον ( I , 1 3 ,1 ) . Ό σχολιαστής στδν “Απολλώνιο τδ Ρόδιο τδν άναφέ-
ρει τόσες φορές δσες δλους τούς άλλους λογογράφους μαζί.
Οί άρχαΐες πηγές κάνουν λόγο γιά δυδ Φερεκύδες — έναν λογο­
γράφο καί έναν φιλόσοφο. * 0 Φερεκύδης - λογογράφος όνομάζεται
πότε Αέριος καί πότε “Αθηναίος. Αύτή τή διπλή προσωνυμία τήν έξη-
γουν ύποθέτοντας πώς καταγόταν άπδ τή Αέρο, άλλά έγραψε τδ βα-
σικδ έργο του στήν “Αθήνα, τήν πιδ άγαπημένη του πόλη.
3 'Ιστορία τής 'Ε λληνικής Λογοτβχνίας
34 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

Τδν Φερεκόδη - φιλόσοφο τδν θεωρούν γέννημα καί θρέμμα τήζ


Σόρας — Σύριος. Μερικοί δμως ισχυρίζονται πώς ή λέξη Σύριος σημαί­
νει πώς καταγόταν άπδ τή Συρία. Οί άρχαίοι πίστευαν πώς δ Φερεκυ-
δης - φιλόσοφος ήταν προγενέστερος άπδ τον Φ ε ρ ε κ ό δ η -λογογράφο,
ισχυρίζονταν μάλιστα πώς αύτδς καί ό Κάδμος δ Μιλήσιος ήταν of
πρώτοι συγγραφείς - πεζογράφοι. *0 Φερεκόδης - φιλόσοφος εζησε^τδν
6. cd. π. X . Τδ κοσμογονικό του Ιργο (τδ μοναδικό του ίσως) λεγόταν
ΙΙεντέμνχος άπδ τδν άριθμδ των πέντε στοιχείων — αίθέρας, φωτιά,
άέρας, νερό, γη.
Ό Σουίδας άναφέρει τρεις Φερεκύδες, γιατί θεωρεί τδν Λέριο καί
τδν ’Αθηναίο διαφορετικά πρόσωπα. Ωστόσο ή νεότερη επιστήμη δεν
παραδέχεται αύτδ τδ διαχωρισμό.
*0 Εόσέβιος μάς πληροφορεί πώς ή έποχή τής άκμής1 του Φ ερε­
κόδη - λογογράφου, δηλαδή περίπου τα 35 με 40 του χρόνια, πρέπει
νά τοποθετηθεί στά 454/3 π. X . Μέ βάση αυτή τή μαρτυρία συμπεραί­
νουμε πώς θά γεννήθηκε περίπου στά 500 - 4 9 0 2. ΤΗταν λοιπδν σύγ­
χρονος του 'Ηρόδοτου καί του Θουκυδίδη.
Ό Σουίδας άποδίδει στδν Φερεκόδη άρκετά έργα, μονάχα άπδ ένα
δμως διασώθηκαν άποσπάσματα. Τδ έργο αύτδ οί άρχαίοι τδ άναφέ-
ρουν μέ διάφορους τίτλους: ‘Ιστορίαι, Γενεαλογίαι, Αντόχϋονες. Ό
πιδ γνωστδς τίτλος του είναι ' Ιστορίαι. Άποτελουνταν άπδ δέκα β ι­
βλία πού έξιστορουσαν τήν καταγωγή των θεών καί τών άριστοκρατι-
κών γενών ( στδ βιβλίο I γινόταν λόγος γιά τή θεογονία καί τή γ ι­
γαντομαχία, στδ βιβλίο I I γιά τδν Προμηθέα, στδ βιβλίο I I I γιά τδν
'Ηρακλή, στά βιβλία IV - V είχαν συγκεντρωθεί διάφοροι θρύλοι γιά
τδ νΑργος καί τήν Κρήτη, τά βιβλία V I, V I I καί V I I I άφηγοϋνταν
αιολικούς θρύλους καί τήν άργοναυτική έκστρατεία καί τά βιβλία I X -
X άρκαδικοός, λακωνικούς καί άττικούς θρύλους).
Είναι πολύ δύσκολο νά άποκαταστήσουμε τή διάταξη τοΰ έργου
* Ιστορίαι, για τί έλάχιστα άπδ τά άποσπάσματά του πού διασώθηκαν
μπορούν νά τοποθετηθούν σίγουρα σέ ένα συγκεκριμένο βιβλίο του.
Συνολικά τά άποσπάσματα πού διαθέτουμε είναι 118.
Είναι άγνωστο ώς ποιά έποχή έφτανε ή άφήγηση τοϋ Φερεκόδη.
Φαίνεται πάντως πώς δεν είχε θίξει σύγχρονά του γεγονότα. Τδ πι­
θανότερο είναι πώς δεν καταπιάστηκε καθόλου μέ γεγονότα μεταγε-

1. 01 λέξεις Ακμή, ή*μα σε, ουνηκμαοε είναι πολύ αόριστες. Ή έποχή τής ανθρώπι­
νης ζωής πού καθορίζουν βρίσκεται ανάμεσα στά νιάτα καί στά γερατειά ( βλ. Πλάτωνας”
Πολ>τεΐα, 459 B J . Ωστόσο ή ,,άκμή “ πρέπει νάναι πιό κοντά στά νιάτα. Στόν Ισοκρά­
τη π .χ . τό έ * ανχοΐς ταΐς Αχμαϊς άντιπαρατάσσεται στό παίδβκ δνιες ( \ II, 57). Ρ
2. *0 Φευδο - Λουκιανός στό Ιργο Μακρόβιοι ( 2 2 ) λέει πώς δ Φερεκύδης δ Σύριος
έζησε 85 χρόνια. "Αν έννοεί τόν λογογράφο Φερεκόδη ( γιατί πολύ συχνά τούς μπβο-
δεύουν τούς δυό Φερεκύδες) πρέπει νά ύποθέσουμε πώς πέθανε στά 410 περίπου. Ρ Ρ~
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 35

νέστερα άπδ τήν κάθοδο τών Δωριέων στήν Πελοπόννησο καί τή μ ε­


τανάστευση τών Ελλήνω ν στις άκτές τής Μικράς ’Ασίας. Διασώθη­
καν άρκετά άποσπάσματα πού άναφέρονται σ’ αύτήν άκριβώς τήν Εστο-
ρική περίοδο, όπως είναι π. χ. τδ άπόσπασμα πού άφηγεΐται τδν ήρωι-
κδ θάνατο του βασιλιά Κόδρου (άπόσπ. 1 1 0 ), τδ άπόσπασμα πού πε­
ριγράφει τούς πρώτους κάτοικους τής ίωνικής άκτής — τούς Κάρες
καί τούς Α έλεγες πού διώχτηκαν άπδ τούς μετανάστες — ( άπόσπ.
1 1 1 ) κι ένα άλλο πού κάνει λόγο γιά τήν ίδρυση τής Τέω ( άπόσπ.
112 ) .
Μελετώντας τα άποσπάσματα του έργου του Φερεκύδη διαπιστώ­
νουμε πώς ή άξία του όφείλεται βασικά στδ έξαιρετικά πλούσιο όλικό
του καί στή μεγάλη άφηγηματική του άπλότητα. Ό Φερεκόδης δεν
προσπαθεί να ερμηνεύσει άλληγορικά τις διάφορες παραδόσεις, δπως
έκαναν ό πρόδρομός του Έκαταΐος καί ό σύγχρονός του 'Ηρόδοτος.
Περιορίζεται στήν άπλή τους άφήγηση.
Τδ ύφος του Φερεκύδη είναι άπλό, ξερό, σύντομο καί άποσπασμα-
τικό. Ό λόγος του δεν χρωματίζεται καθόλου. Σ ’ αύτδ τδ σημείο δέν
διαφέρει άπδ τούς άλλους λογογράφους.
Τδ έργο του είναι γραμμένο στήν ιωνική διάλεκτο, διανθίζεται
δμως με σωρεία άττικών τύπων. Αύτδ είναι πολύ φυσικό, άν λάβουμε
ύπόψη τή μακρόχρονη παραμονή του συγγραφέα στήν Α θήνα. Δέν
πρέπει δμως καί έδώ να άποκλείσουμε κάποια έπέμβαση των άντιγρα-
φέων ή των συγγραφέων πού παραθέτουν τά άποσπάσματά του.
Τδ έργο ‘Ιστορίαν διαβαζόταν γιά πολύ μεγαλύτερο χρονικδ διά­
στημα άπδ τά έργα των άλλων λογογράφων. Αύτδ άποδείχνεται άπδ
τά πολυάριθμα άποσπάσματά του πού παραθέτουν οΕ βυζαντινοί συγ­
γραφείς, μά κι άπδ ένα άλλο χαρακτηριστικδ γεγονός : Κανείς δέν
διατύπωσε ύποψίες γιά τή γνησιότητά του.
θ ά ήταν εύτύχημα νά σωζόταν όλόκληρο αύτδ τδ έργο, για τί οΕ
παραδόσεις πού έξιστοροΰσε μάς είναι γνωστές μονάχα άποσπασμα-
τικά καί μάλιστα άπδ δεύτερο χέρι — άπδ άφηγήσεις μεταγενέστε­
ρων συγγραφέων.

9. ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΟΓΡΑΦΩΝ

Ο λ ο ι οΕ λογογράφοι, δπως καί δ Έκαταίος, προσπαθούσαν νά έρμη-


νεύσουν τούς θρύλους σάν γνήσια ιστορικά γεγονότα παραμερίζοντας
κάθε θαυματουργικδ καί ύπερφυσικδ στοιχείο. Πιστεύοντας πώς άπη-
χ ε ί πραγματικά γεγονότα — σάν τέτοιο θεωρούσαν π.χ. τδν Τρωικδ
πόλεμο — ξεκαθάριζαν κάθε συγκεκριμένο μύθο άπδ δλες τίς λεπτο­
μέρειες πού δέν έπιδέχονταν όρθολογική καί φυσική έρμηνεία. Στά
36 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

Ιργα των λογογράφων διαφαίνονται οΕ πρώτες άπόπειρες κριτικής Ιπε-


ξεργασίας των άρχαίων παραδόσεων μέ σκοπό τήν άπόσπαση της γνή­
σιας ιστορικής τους βάσης. Σ ’ αύτή τήν έπεξεργασία των μύθων, άν
και είναι άκόμα άτελής καί άπλοϊκή, ένυπάρχουν κιόλας τά πρώτα
σπέρματα Ιστορικής κριτικής.
Στά Ιργα τών λογογράφων, παράλληλα μ’ αύτή τήν όρθολογική
έπεξεργασία τών παραδόσεων, διαφαίνεται καί μιά τάση συγκέντρω­
σης πληροφοριακών στοιχείων — γεωγραφικών καί εθνογραφικών. Γιά
νά περιγράφει τή ζωή τών ξένων λαών — τών ήθών καί τών έθίμων
τους, τών μνημείων καί τών παραδόσεών τους — ή άρχαιότατη Ιλλη-
νική Εστοριογραφία ήταν όποχρεωμένη νά δρασκελίσει τά δρια τής
μυθικής έποχής καί νά καταπιαστεί μέ σύγχρονά της γεγονότα. Τόν
Γδιο δρόμο άκολούθησε καί ή ,, τοπική “ ιστορία, πού άσχολουνταν μ*
Ινα συγκεκριμένο κράτος ή μέ μιά φυλή, παραμερίζοντας άπό τόν κύ­
κλο τών ένδιαφερόντων της τον όγκο δλων τών άλλων παραδόσεων.
Ο Ιρευνητης, ξεκινώντας άπό πανάρχαια γεγονότα, στήν πορεία τής
δουλειάς του καταπιάνεται μέ τό άμεσο παρελθόν καί σιγά - σιγά μέ
τό παρόν. Τέτοιες τοπικές „ ‘ Ιστορίες “ άρχίζουν νά παρουσιάζονται
άπό τόν 5. κιόλας αίωνα π. X . στις πιό προοδευμένες πολιτιστικά πε­
ριοχές τού έλληνικου κόσμου, στις πόλεις τής Μικράς ’Ασίας, τής Σ ι­
κελίας καί τής Νοτιάς Ιταλίας. Η μορφή αύτών τών ιστοριών είναι
χρονογραφικη. Περιγράφουν με τή σειρά τά πιό άξιοσημείωτα γεγο­
νότα καί τα χρονολογούν μέ τά όνόματα τών έπώνυμων δημοσίων λ ε ι­
τουργών. Έ Εστορική άφήγηση δέν Ιχ ει άκόμα καμιά ζωντάνια, πε­
ριορίζεται στήν ξερή άπαρίθμηση γεγονότων πού πότε παρουσιάζουν
κάποιο ένδιαφέρον, πότε είναι έντελώς άσήμαντα. Τά χρονικά αότά
δνομάζονταν ώρογραφίαι για τί, δπως μάς πληροφορεί ό Διόδωρος ( I
2 6 ), σέ μερικά μέρη τής Ελλάδας τά χρόνια τά Ιλεγαν ώρους.
Τά περισσότερα άποσπάσματα τών λογογράφων πού διασώθηκαν
περιγράφουν γεγονότα τών μυθικών χρόνων καί μάς δίνουν τήν Ιντύ-
πωση πώς δλόκληρα τά Ιργα τους ήταν άφιερωμένα άποκλειστικά
σ αύτούς τούς χρόνους. 'Ωστόσο ενα τέτοιο συμπέρασμα δέν συμφωνεί
μέ τις μαρτυρίες τών άρχαίων συγγραφέων, πού ήξεραν καλύτερα τά
Ιργα των λογογράφων. Γιατί δμως τά άποσπάσματα πού Ιωθασαν ώς
έμάς άναφέρονται βασικά στή μυθική Ιποχή ; Σ ’ αύτό τό.έρώτηιια
μπορούν νά διατυπωθούν τρεις άπαντήσεις : Πρώτο, οί μεταγενέστεροι
συγγραφείς άσχολούνται πάντα πολύ πιό πρόθυμα μέ τά πρώτα παρά
μέ τά τελευταία βιβλία όποιουδήποτε Ιργου. Δεύτερο, οΕ εΕδικές ίστο-
ρίες τών διαφόρων φυλών καί πόλεων δέν ένδιέφεραν καί τόσο τούο
Έλληνες, που προτιμούσαν πάντα τούς γενικούς μυθικούς θρύλουο
για τί τούς θεωρούσαν κοινό κτήμα δλων τών φυλών. Τρίτο, καί οΕ
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 37

ίδ ιο ι οΕ ιστορικοί, ξέροντας τδ γενικδ ένδιαφέρον δλων τ δ ν 'Ελλήνων


γιά τή μυθική ιστορία, ίσως νά Ιπεξεργάζονταν μέ ιδιαίτερη Ιπ ιμέλεια
αϋτδ άκριβδς τδ μέρος τδ ν έργων τους. Γιά νά κρίνει λοιπδν κανείς
τδ χαρακτήρα τής άφήγησής τους ( αδτδ προσπαθοΟσαν νά κάνουν οί

Β ί χ. 3. Αμαζόνα μέ δλογο. Ερυθρόμορφη π *λ ΐκ η . Α τ τικ ή . 4. n . X .


Mouotto *£ρμιτάζ« 1

μεταγενέστεροι Έ λ λ η ν ες συγγραφείς) ήταν πιδ διδακτικέ νά παρα­


θέτει άποσπάσματα άπδ αύτά τά σημεία τδ ν έργων τους. Βλέπουμε
λοιπδν πώς τά συμπεράσματα μερικών (στορικδν τής λογοτεχνίας —
πώς τάχα οΕ λογογράφοι άσχολοϋνταν βασικά μέ μυθικά γεγονότα —
στηρίζονται σέ άρκετά σαθρά έπιχειρήματα.
38 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

Έ άριστοκρατία, δπου άνήκαν μερικοί τουλάχιστο λογογράφοι


( π.χ. 6 Έ κατα ΐος), ένδιαφερόταν βέβαια για τούς μυθικούς της προ­
γόνους, δεν άδιαφορουσε δμως καί γιά τή μοίρα των άριστοκρατικών
γενών στήν Ιστορική έποχή. Τά έργα τών λογογράφων έπρεπε λο ι­
πόν νά άφιερώνουν μεγάλο μέρος καί στήν άφήγηση ιστορικών γεγο­
νότων. Έ μελέτη των Ιστορικών γραφτών μνημείων ( άναγραφαί, γρα·
φαί, πού άναφέραμε πιό πάνω), πού άποτελούσαν μιά άπό τις βασικό­
τερες πηγές τών λογογράφων, τούς όδηγουσε άμεσα στήν Ιστορική
έποχή. Παράλληλα, ή άποικιστική κίνηση τών Ίώνων, πού τήν έποχή
τών λογογράφων είχε φθάσει στό κορύφωμά της, κινούσε το ενδιαφέ­
ρον τους γιά τή γεωγραφία καί γιά τήν έπεξεργασία του έθνογραφι-
κου όλικού πολλών χωρών. Είναι χαρακτηριστικό πώς οΕ περισσότεροι
λογογράφοι ήταν „ περιηγητές “ . Μεγάλο μέρος τών έργων τους ήταν
άφιερωμένο στήν έρευνα ( Ιστορίη)< Οι λογογράφοι ήξεραν πώς οΕ
συμπατριώτες τους διψούσαν νά μάθουν τέτοιου είδους πληροφορίες.
Αν καί, δπως λέει 0 Διονύσιος ( Περί Θονχνδίδον και τών ιδιω­
μάτων αντοϋ, 6 ), προτιμούσαν νά άσχολούνται μέ τούς μύθους, δεν
παραλείπανε να παραθέτουν στά έργα τους καί πολλές πληροφορίες
γιά διάφορες φυλές καί περιοχές μέ βάση τις άναμνήσείς τών κατοί­
κων τους πού μεταβιβάζονταν άπό γενιά σέ γενιά.
Τό περιεχόμενο φαίνεται πώς καθόριζε σέ σημαντικό βαθμό καί τή
μορφή τών έργων τών λογογράφων. Στά μέρη πού άσχολοΰνταν μέ τή
μυθική έποχή, χρησιμοποιούσαν ίσως σάν πρότυπο τή λιγότερο ή πε­
ρισσότερο καλλιτεχνική σύνθεση τών κυκλικών ποιημάτων, ένώ στά
καθαρά ιστορικά μέρη ή διάταξη τού ύλικοΰ βασιζόταν άποκλειστικά
στις γενεαλογίες: οΕ μεμονωμένες γενεές στήν Ιστορία τών γενών τούς
πρόσφεραν τό βασικό νήμα τής άφήγησής τους καί ήταν ταυτόχρονα ό
μοναδικός χρονολογικός πίνακας. Στά ταξιδιωτικά έργα ή διάταξη
τών περιγραφών έξαρτιόταν άπό τή σειρά τών περιοχών πού είχε έπι-
σκεφθει ό περιηγητής. Τά στοιχεία τών μυθικών παραδόσεων ή τγ ς
αύθεντικής ιστορίας τής μιάς ή τής άλλης περιοχής έμπαιναν έντελώς
άποσπασματικά μέσα σ' αύτές τις περιγραφές.
Καί τό δφος είχ ε άμεση σχέση μέ τό περιεχόμενο. Στά μίση nob
άφιερώνονταν στή μυθική έποχή καί πού τό ύλικό τους,σέ μεγαλύτερο
ή μικρότερο βαθμό, είχ ε πιθανότατα άντληθεί άπό τά έπικά ποιήματα
ή ήταν άπλή μεταγραφή αύτών τών ποιημάτων σέ πεζό λόγο, διαφαί-
νεται παντού τό ποιητικό χρώμα — τό δφος είναι καθαρά έπικό συ­
χνά συναντάμε καί όλόκληρες τυποποιημένες επικές έκφράσεις. Στά
καθαρά Εστορικά^ μέρη δμως άφθονοΰν οΕ σύντομες άποσπασματικέο
προτάσεις πού ένώνονται μέ τούς σύνδεσμους τέ, καί, Μ, πολλές φοοέε
μάλιστα παρατάσσονται στή σειρά χωρίς κανένα σύνδεσμο.’ Στά |ρ γ «
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 39

των λογογράφων λοιπόν είναι έκδηλη κάποια προσπάθεια εύθυγράμ-


μισης μέ τό έπος. Παράλληλα δμως, δπως στό περιεχόμενό τους,
διακρίνουμε μιά τάση γιά συσσώρευση δσο γίνεται περισσότερου άνε-
πεξέργαστου διδακτικού όλικου, έτσι καί στό ύφος τής άφήγησης δια-
φαίνεται κάτι τό άποσπασματικό, τό άνολοκλήρωτο, τό τραχύ. Αύτό
τό άνώμαλο ύφος δικαιολογεί τΙς διαφορετικές άπόψεις πού διατύπω­
σαν γιά τό έργο των λογογράφων ό Στράβωνας, ό Διονύσιος, ό Έ ρμο-
γένης καί άλλοι άρχαίοι συγγραφείς. Άφου λοιπόν καί τά Γδια τά
έργα τών λογογράφων δεν ήταν όλοκληρωμένες συνθέσεις, δέν μπο­
ρούμε να σχηματίσουμε καμιά όλοκληρωμένη ίδέα γ ι’ αύτά. Στήν άρ-
χαιότητα χρησίμευαν σάν πηγές κάθε είδους γνώσεων, υποβοηθούσαν
την καλλιέργεια τής πεζογραφίας, σάν καλλιτεχνήματα δμως δέν ε ί­
χαν μεγάλη άξία.
Σχετικά μέ τό πρόβλημα τής προέλευσης των ιστορικών έργων τών
λογογράφων, άνάμεσαστούς έπιστήμονες έχουν έπικρατήσει δυό γνώμες.
Μερικοί ύποστηρίζουν πώς δλη ή πρώιμη ιστοριογραφία είναι εύ-
θύγραμμη προέκταση τής μεταομηρικής ποίησης τών Ελλήνω ν. Παρα­
τηρούν πώς ή έπική αύτή ποίηση, π.χ. ή γενεαλογική ποίηση τοΟ
'Ησίοδου καί τών διαδόχων του καί τά κυκλικά ποιήματα, διατηρού­
σαν μονάχα τή μετρική μορφή ένώ στό περιεχόμενο πλησίαζαν πιά
τόν πεζό λόγο. Υπογραμμίζουν άκόμα πώς καί ή πρώιμη ιστοριο­
γραφία ούσιαστικά Ιπεξεργαζόταν τά ίδια θέματα μέ τό έπος, σέ με­
ρικές μάλιστα περιπτώσεις μετέγραφε άμεσα σέ πεζό λόγο γεγονότα
πού προηγούμενα είχαν καταγραφεί έμμετρα. ’Επισύρουν τέλος τήν
προσοχή μας καί στό παράδειγμα τής πρώιμης φιλοσοφίας, πού κι
αότή ταλαντευόταν γιά πολύν καιρό άνάμεσα στήν ποιητική καί στήν
πεζογραφική άφήγηση.
"Α λλοι δμως δέν παραδέχονται πώς ή πρώιμη ιστοριογραφία είναι
άποκλειστική άπόρροια του έπους. Νομίζουν πώς τήν πηγή της πρέπει
νά τήν άναζητήσουμε στις σύντομες άναγραφές ιστορικού χαρακτήρα,
δπως είναι π.χ. οΐ κατάλογοι τών δημοσίων λειτουργών κ.τ.λ. Τέτοιες
άναγραφές συναντάμε σέ κάθε λαό, άμέσως μόλις μάθει νά γράφει.
’Από αύτές φυσικά γεννιούνται στήν άρχή διάφοροι ξεροί έτήσιοι
κατάλογοι γεγονότων καί ύστερα ή πιό τελειοποιημένη μορφή τής
ιστοριογραφίας.
Είναι πολύ δύσκολο ν* άντικρούσουμε αύτή .τήν έκδοχή μέ όποιο-
δήποτε θεωρητικό έπιχείρημα. ’Εκείνο πού μάς βοηθάει νά τήν άνα-
σκευάσουμε είναι βασικά ή Ιστορία τής γλώσσας τόσο τών πρώιμων
αύτών συγγραφέων, στό μέτρο φυσικά πού τή γνωρίζουμε, δσο καί
τού 'Ηρόδοτου. Τέτοιες άναγραφές διατυπώνονται πάντα σέ κάποια
τοπική διάλεκτο γιά νάναι κατανοητές άπό τόν πληθυσμό τής περιοχής.
40 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ

Ωστόσο οδτε στόν 'Ηρόδοτο οδτε στοδς προκατόχους του υπάρχουν


Ιστω καί έλάχιστα ίχνη κάποιας τοπικής διαλέκτου. Δεν μάς είναι
γνωστό κανένα πρώιμο ιστορικό έργο γραμμένο στή δωρική διάλεκτο.
Οδτε κανένα δείγμα άπό τα τέσσερα ιδιώματα τής ιωνικής διαλέκτου
πού, δπως άναφέρει ό 'Ηρόδοτος, μιλουνταν τότε στήν ’ Ιωνία καί στά
γύρω νησιά, κατορθώθηκε ώς τώρα να διαπιστωθεί στά λογοτεχνικά
Ιργα. *Όλες οί άπόπειρες ποδ έγιναν γιά νά όπαχθοϋν βρισμένοι γραμ­
ματικοί τόποι στό τυπικό κάποιου γνωστού άπό τις επιγραφές γλωσσι­
κού ιδιώματος είναι έντελώς αόθαίρετες.
Ή επική ποίηση, καί ιδιαίτερα τής τελευταίας περιόδου, ήταν ή
πιό φυσική πηγή άπό όπου οί ιστορικοί μπορούσαν νά δανείζονται τοδς
Ικφραστικοδς τρόπους καί τά λογοτεχνικά σχήματα ποδ τοδς χρειά­
ζονταν. Σ αυτή λοιπόν καί κατέφυγαν. Στή γλώσσα των ιστορικών
διαφαίνεται κάποιος συμβιβασμός άνάμεσα σε ένα τοπικό ίδίωμα (τή ς
Μιλήτου, δπως ύποθέτουν) καί στή γλώσσα του έπους. Ό Ά κουσίλαος
μετεγραψε ^σέ πεζό λόγο μερικά έργα του Ησίοδου. Αύτό φανερώνει
οχι τοσο πως άναζητοΟσε μέσα γιά νά τελειοποιήσει τό ύφος του, δσο
πώς τά γενεαλογικά έργα του 'Ησίοδου καί των διαδόχων του,
ταυτίζονταν, άπό άποψη περιεχομένου, μέ τά ένδιαφέροντα των πρώι­
μων Ιστορικών.
Ία άποσπασματα άπό τά έργα τών λογογράφων είναι τόσο σπορα­
δικά καί δλιγάριθμα ώστε δεν μάς έπιτρέπουν νά άποκαταστήσουμε
οδτε ένα έργο σε κάπως πλήρη μορφή. Ωστόσο παρουσιάζουν μεγάλο
ένδιαφέρον κα ίσ ιά τόν ίστορικό καί γιά τόν φιλόλογο, γιατί δείχνουν
τήν εξέλιξη του Ιστορικού στοχασμού, τής λογοτεχνίας καί τής λογο­
τεχνικής γλώσσας ποδ καθορίζονταν άπό τήν οικονομική καί πολιτική
άνάπτυξη τής άρχαίας 'Ελλάδαςι. ' η

1. Γιά τά πεζά Ιργα xffiv φιλοσόφων τής


πρώιμης περιόδου 6λ. πιό κάτω, κεφ. V I.
ΚΕ Φ Α Λ Α Ι Ο II

ΗΡ Ο Δ Ο Τ Ο Σ

1. Ό βίος του 'Ηρόδοτου.— 2. Ή ,,Ίστορί α“ του Η ρό δοτο υ: α) Ε ι­


σαγωγή.- β) Πηγές του 'Ηρόδοτου.— γ) Θέμα καί περιεχόμενο τής
,,Τ σ τορία ς".— δ) Σ ύνθεσ η τής ,,Ίσ τορ ία ς".— ε) Που έγραψε ό Η ρ ό ­
δοτος την „*Ιστορία“ ; — 3. Ό 'Ηρόδοτος σαν Ιστορικός καί σαν
συγγραφέας: α) Π ολιτικές απόψεις του Η ρόδοτου.— β) Κοσμοθεω­
ρία του 'Ηρόδοτου.— γ) Σχέση του Η ρόδοτου μέ τους μύθους.— 4.
JH ,,‘Ιστορία “ του 'Ηρόδοτου σαν ιστορική πηγή καί σαν λογοτε­
χνικό έργο.— 5. Λόγοι καί διάλογοι στον “Ηρόδοτο.— 6. Χαρακτη­
ρισμός των ιστορικών προσωπικοτήτων στον Η ρόδοτο.— 7. Τά
,,έπ εισ ό δ ια 4* στήν ,,Ί σ το ρ ία 4, του Η ρόδοτου.— 8. Πώς έκριναν τον
Η ρόδοτο ο ί σύγχρονοί του καί oi επόμενες γ εν ιές.— 9. “Ο 'Ηρό­
δοτος „ πατέρας τής Ιστορίας “ .

1. 0 ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΗΡΟΔΟΤΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΑ τοϋ ΉρόΒοτου είναι ένα μεταβατικό στάδιο άνάμεσα

Η στά έργα των λογογράφων καί στή γνήσια Ιστορία.


TtA τή ζωή του “Ηρόδοτου, δπως και για τή ζωή πολλών άλλων
“Ελλήνων συγγραφέων, έλάχιστες πληροφορίες μάς μετέδωσε ή άρ-
χαιότητα. ’Ακόμα πιό έλάχιστες είναι οί πληροφορίες πού μπορούν νά
Θεωρηθούν άξιόπιστες. Κ ι αύτές όμως σε πολύ λίγες περιπτώσεις μπο­
ρούμε νά τις συνδέσουμε μέ μιά βρισμένη έποχή ή νά καθορίσουμε τή
χρονολογική τους σειρά.
“Ο ίδιος ό “Ηρόδοτος, στό έργο του, έλάχιστα μιλάει γιά τόν έαυτό
του. Οί βασικές πηγές τών πληροφοριών μας γ ι’ αότόν είναι δυό συν-
42

τομα άρθρα στδ λεξικά τοϋ Σουίδα, πηγή δχι έντελώς άξιόπιστη, μ&*
μαρτυρία τής Παμφίλης πού παραθέτει δ Ρωμαίος συγγραφέας του 2.
αί. μ. X . Αυλός Γέλλιος ( X V , 2 3 ) καί μερικές μνείες που συναντάμε
σποραδικά σέ διάφορους άλλους συγγράφεις τής άρχαιότητας.
Σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τής Παμφίλης, στις άρχές του Ιίελοπον-
νησιακοϋ πολέμου δ 'Ηρόδοτος ήταν 53 χρόνων. ’Αφού δ Πελοποννη-
σιακδς πόλεμος άρχισε στά 4 31, δ 'Ηρόδοτος θά πρέπει νά γεννήθηκε
στά 484. Ή ίδια δμως ή Παμφίλη έξασθενίζει τήν άξία τής μαρτυ­
ρίας της για τί προσθέτει τή λέξη „ φαίνεται “ . ’Απ’ αύτό συμπεραί­
νουμε πώς ή ήλικία του 'Ηρόδοτου πού δίνει, βασίζεται σέ κάποιο
συλλογισμό. 'Η Παμφίλη άντλοϋσε πιθανότατα τΙς πληροφορίες της
άπδ τά Χρονικά του Απολλόδωρου, συγγραφέα του 2. αί. π. X .
Ό ’Απολλόδωρος δμως όπολόγιζε τις περισσότερες φορές τήν ήλικία
των προσώπων πού άνάφερε στά Χρονικά του άπδ τήν „ άκμή “ τους,
δηλαδή άπδ τήν έποχή τής „ ώριμης ήλικίας “ τους, τοποθετώντας
την γύρω στά 3 5 - 4 0 χρόνια τους καί συνδέοντάς την μέ κάποιο ση­
μαντικό γεγονός τής ζωής τους. Φαίνεται πώς τήν ίδια μέθοδο είχ ε
χρησιμοποιήσει και γιά τδν 'Ηρόδοτο. Ή „ άκμή “ του είχε συμπέσει
με τή μετανάστευσή του στούς Θούριους (4 4 4 π. X .) ή, ίσως, μέ τήν
άνάγνωση τής 'Ιστορίας του στήν Α θήνα. Μ* αύτή τή βάση υπολογί­
στηκε καί ή ήλικία πού είχ ε στις άρχές τοϋ Πελοποννησιακοϋ πο­
λέμου.
Είναι άδύνατο λοιπόν νά βασιστούμε στήν άξιοπιστία τής Παμφί­
λης. Ή πληροφορία της είναι μονάχα μιά άπλή ύπόθεση, ύπόθεση
δμως πού πλησιάζει τήν άλήθεια. "Αν στηριχτούμε σέ βρισμένους άλ­
λους συλλογισμούς, μπορούμε νά τοποθετήσουμε τή γέννηση τοϋ Η ρό­
δοτου άνάμεσα στά 4 9 0 - 4 8 0 π. X . Σ ’ αύτά περίπου τά χρόνια τήν
τοποθετεί καί δ Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας: Ό Ηρόδοτος γεννή­
θηκε στήν 'Αλικαρνασσό λίγο πρίν άπό τ>>ν Περσικό πόλεμο καί Ιζησε
ώς τόν Πελοποννησιακδ “ ( Περί Θουκυδίδσυ καί των ιδιωμάτων αυ­
τόν, κεφ. 5 ). "Αν ύποθέσουμε πώς μέ τίς λέξεις „ Περσικός πόλεμος “
δ Διονύσιος ύπονοεί τήν Ικστρατεία τοϋ Ξέρξη, τότε δ 'Ηρόδοτος πρέ­
πει νά γεννήθηκε κάποια χρονιά πού προηγήθηκε άμεσα άπό τό 4 8 0
π. X . Τό ίδιο συμπέρασμα βγαίνει καί άπό τήν άφήγηση τοϋ Ηρόδο­
του. Πουθενά δ Ιστορικός δέν άναφέρει πώς είχε πάρει μέρος στόν πό­
λεμο, άρα πρέπει νά ήταν άκόμα παιδάκι γύρω στά 4 80 π. X . ‘Όπως
φαίνεται, οδτε οί άρχαίοι συγγραφείς είχαν κατορθώσει νά καθορίσουν
μέ άκρίβεια πότε γεννήθηκε δ 'Ηρόδοτος.
Καί γιά τό χρόνο πού πέθανε δ 'Ηρόδοτος δέν ύπάρχει καμιά σί­
γουρη άρχαία μαρτυρία. Πιθανότατα ήταν κι αύτό άγνωστο στούς άρ-
χαίους. ΟΕ νεότεροι έπιστήμονες καθορίζουν τή χρονολογία τοϋ θανά-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 43

του του 'Ηρόδοτου μέ βάση τδ ίδιο τδ Ιργο του. Στήν *Ιστορία του
άναφέρονται μερικά γεγονότα των άρχών του Πελοποννησιακοϋ πολέ ·
μου (π.χ. ή επίθεση των Θηβαίων στίς Πλαταιές στά 4 3 1 — V I I ,
233, ή έκτέλεση των πρέσβεων τών Σπαρτιατών άπδ τούς Αθηναίους
στά 4 3 0 — V I I , 1 3 7 ), δεν γίνεται δμως καμιά μνεία γιά γεγονότα
που έχουν συμβεΐ μετά τδ 4 3 0 . Μπορούμε λοιπδν νά ύποθέσουμε πώς ό
'Ηρόδοτος πέθανε λίγο άργότερα άπ' αύτδ τδ χρόνο.
Ά π δ δυδ άρθρα τοϋ Σουίδα — στίς λέξεις Ηρόδοτος καί Πανύα-
σις — μαθαίνουμε τις παρακάτω βιογραφικές λεπτομέρειες. Ό ‘ Ηρό­
δοτος γεννήθηκε στήν Αλικαρνασσό. Καταγόταν άπδ άριστοκρατική
οικογένεια. ‘ Ο Λύγδαμης, τύραννος τής Αλικαρνασσού, τδν άνάγκασε
νά έγκαταλείψει τήν πατρίδα του καί νά πάει στή Σάμο. "Οταν ξανα-
γύρισε στή γενέτειρά του διώχνοντας τδν τύραννο, οί συμπολίτες του
τδν δέχτηκαν ψυχρά καί γ ι’ αύτδ μετανάστευσε έκούσια στούς Θού­
ριους, μιά άποικία πού είχαν ίδρύσ?ι ο! Α θηναίοι. Σ ’ αύτή τήν πόλη
πέθανε καί τάφηκε στήν άγορά.
Τήν πληροφορία πώς ό ‘ Ηρόδοτος καταγόταν άπδ τήν Άλικαρνασσδ
τήν έπιβεβαιώνουν ό Διονύσιος ό Άλικαρνασσέας1 καί ό Στράβωνας
( X I V , 1 6 ).
Τήν ίδια πληροφορία μάς δίνει, σε ποιητική μορφή, κι ένα έπιτύμ-
βιο·έπίγραμμα πού παραθέτει ό Στέφανος δ Βυζάντιος:

Η ρ ό δ ο το ν Λ ύ ξεω κρύπτει κόνιςήδε ϋανόντα


3ίάδος άρχαίης Ιστορίης πρότυπον
Δωρίδος έκ πάτρης βλαστόν τ* Αστών γάρ Ατλητον
μ ώμον ύπεκφνγών Θονριον $σχε π ά τρ η ν 9.

Αύτές είναι δλες σχεδδν οί βασικές πληροφορίες μας γιά τή ζωή


τοϋ ‘ Ηρόδοτου. Οί νεότεροι έπιστήμονες προσπάθησαν, δσο μπορούσαν,
νά τις συμπληρώσουν μέ διάφορες δικές τους ύποθέσεις.
Γιά νά συλλάβουμε τδν πολιτικδ περίγυρο δπου άνατράφηκε ό Η ρ ό ­
δοτος, πρέπει νά προσθέσουμε στίς παραπάνω μαρτυρίες μερικές διευ­
κρινίσεις ιστορικού χαρακτήρα.
Ή Αλικαρνασσός, ή πατρίδα τοϋ Ηρόδοτου, ήταν πόλη παραθα­
λάσσια χτισμένη σέ μιά χερσόνησο τών νοτιοδυτικών άκτών τής Μι-
κράς ’Ασίας. ΤΗταν δωρική άποικία καί είχ ε ιδρυθεί, σύμφωνα μέ τις

1. Περί Θουκυδιδον x a i τών ιδιωμάτων ανιόν, κεφ. 5, V I , 820 R — 331, U s . R a d .


, 2. „ Αύτή ή τέφρα κρύβει τόν πεθαμένο ‘Ηρόδοτο, τό γιό τού Λύξη, τόν πρύτανη τής
αρχαίας Ιωνικής ιστορίας, πού γεννήθηκε στήν πατρίδα τών Δωριέων. Οί άνυπόφορες δμως
επικρίσεις τών πολιτών τόν άνάγκασαν νά φύγει από έκ εΐ κ ι έκανε πατρίδα του τούς
οουριοος , *
44 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο ^

τοπικές παραδόσεις, τόν 12. αί. π. X .1. Οί Δωριείς όμως αποικιστές


είχαν βρει τή χερσόνησο κατακτημένη κιόλας άπό τούς Κάρες2. Ισως
καϊ τό όνομα „ *Αλικαρνασσός “ νά σημαίνει ,,νησί των ναυτικών Κά­
ρων “ . ΟΙ καινούργιοι οικιστές δέν έδιωξαν τούς παλιούς κατοίκους
τής περιοχές, πού έξακολουθοΰσαν νά ζούν έκεί, άποτραβηγμένοι, όπως
φαίνεται, σέ μιά ξεχωριστή συνοικία τής πόλης.
Στήν ‘ Αλικαρνασσό έμεναν πάρα πολλοί Κάρες, άν κρίνουμε άπό
τόν άριθμό των Αναμφισβήτητα καρικών όνομάτων πού βρέθηκαν έκ εί
σέ διάφορες έπιγραφές. Πολλές φορές στήν ίδια οικογένεια ύπήοχαν
όνόματα έλληνικά καί καρικά — Απόδειξη τής έπιμιξίας τών δυό φυ­
λών. ‘ Ωστόσο τό Ανακάτωμα τών έθνοτήτων στήν ‘Αλικαρνασσό δέν
περιοριζόταν μονάχα σ’ αύτό. Καί οί Δωριείς πού τήν είχαν Αποικίσει
δέν ήταν φυλετικά Αμιγείς. Πολλοί Απ’ αύτούς προέρχονταν Από
τήν Τροιζήνα τής ’Αργολίδας3, πού οί κάτοικοί της συγγένευαν στή
θρησκεία μέ τούς ’Αθηναίους — αύτό υποδηλώνει φυσικά καί κάποια
φυλετική συγγένεια. Οί Δωριείς πού έφθασαν στήν ‘Αλικαρνασσό ήταν
λοιπόν μισοεξιωνισμένοι. ‘ Η έπαφή τους μέ τούς κατοίκους τών ιω νι­
κών πόλεων τής Μικράς ’ Ασίας τούς έκανε τελικά νά συγχωνευτούν
μέ τούς *Ίωνες. Νά για τί στόν 5. αί. π. X . στήν ‘Αλικαρνασσό μιλού­
σαν πιά μονάχα τήν ίωνική διάλεκτο καί χρησιμοποιούσαν τό ιωνικό
Αλφάβητο.
Στήν Αρχή ή 'Αλικαρνασσός Ανήκε στήν όμοσπονδία τών δωρικών
πόλεων τής Μικράς ’Ασίας πού λεγόταν Έξάπολις, Αργότερα όμως
Αποκλείστηκε Απ’ αύτήν. "Οπως λέει δ ‘ Ηρόδοτος ( I, 1 4 4 ) αίτία τού
Αποκλεισμού της ήταν τό θρησκευτικό έγκλημα ΐνός Από τούς κατοί­
κους της, ίσως όμως αύτό νά χρησίμευσε μονάχα σάν πρόσχημα καί ή
πραγματική αίτία νά ήταν δ έξιωνισμός της.
’Από τά μέσα τού 6. αί. π. X ., όπως καί όλες οί Αλλες πόλεις τής
Μικρασιατικής Ακτής, είχε πέσει καί ή ‘ Αλικαρνασσός στήν έξουσία
τών Αυδών στήν Αρχή καί τών Περσών Αργότερα. Τήν έποχή τής
έκστρατείας τού Ξέρξη στήν Ε λλά δα ή ‘Αλικαρνασσός μέ τά γειτο­
νικά νησάκια Αποτελούσε ένα μικρό κρατίδιο ύποταγμένο στήν Ανώ­
τατη έξουσία τού Πέρση βααιλιά καί διοικούνταν Από τή βασίλισσα
’Αρτεμισία, καρικής (ή κιμμεριακής) καταγωγής. Έ ’Αρτεμίσια, μέ
τις ύπηρεσίες πού είχ ε προσφέρει στούς ΙΙέρσες στή ναυμαχία τής Σα­
λαμίνας, είχε έξασφαλίσει τήν εύνοια τού Ξέρξη. Μετά τό θάνατό της

1. Τάκιτος, Χρονικά, IV , 55.


2. ΟΙ αποικιστές είχαν βρεί πιθανότατα έκ εί άρκετά αναπτυγμένο πολιτισμό για τί '
Μικρά *Ασ(α ήταν μιά άπό τΙς περιοχές δπου είχ ε διαδοθεί δ' κρητομυκηναΐκός πολιτΓ™./η
3. 'Ηρόδοτος V II, 99. Στράβωνας X IV , 2, 16. Ψ * πολιτισΙΑ0«·
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 45

έγιναν διαδοχικά τύραννοι στήν'Αλικαρνασσό ό γιος της καί δ έγγο-


νός της Λύγδαμης, πού τόν άναφέρει δ Σουίδας.
Τα άρθρα του Σουίδα δεν μάς έπιτρέπουν να καθορίσουμε μέ άκρί-
βεια τήν πορεία των γεγονότων πού παραθέτουν, για τί καμιά άλλη
πηγή δεν τά άναφέρει. Πιθανότατα κάποια έξέγερση ή έξεγέρσεις
κατά του τύραννου Λύγδαμη άνάγκασαν τον ‘ Ηρόδοτο νά καταφύγει
στη Σάμο γιά νά γλυτώσει, ένώ δ συγγενής του Πανύασης, πού έμεινε
στήν ‘Αλικαρνασσό, δολοφονήθηκε άπό τόν τύραννο.
Είναι άδύνατο άκόμα νά καθορίσουμε πόσον καιρό έμεινε δ ‘ Ηρό­
δοτος στή Σάμο. Οί φιλόλογοι, κρίνοντας άπό τή μεγάλη γνωριμία
του 'Ηρόδοτου μέ τή Σάμο κι άπό τή συμπάθεια πού έκφράζει γ ι’ αύ-
τήν στήν 'Ιστορία του, υποθέτουν πώς έζησε έκεΐ άρκετό διάστημα.
‘ Η πληροφορία του Σουίδα πώς δ ‘ Ηρόδοτος έγκατέλειψε τήν πα­
τρίδα του για τί „ είδε πώς οί συμπολίτες του του φέρνονταν κακό­
βουλα “ , είναι γιά μάς πολύ άσαφής.
Οί άρχαίοι συγγραφείς δεν γράφουν τίποτα γιά τά παιδικά καί
νεανικά χρόνια τοϋ ‘ Ηρόδοτου ούτε γιά τή μόρφωσή του. Μέ βάση
δμως τήν 'Ιστορία του μπορούμε νά συμπεράνουμε πώς γιά τήν έποχή
του ήταν πολύ μορφωμένος άνθρωπος. Γνωρίζει καί άναφέρει διάφο­
ρους ποιητές, όχι μονάχα τόν *Όμηρο — πού τά ποιήματά του ήταν
τότε ή βάση τής έκπαίδευσης τής νεολαίας — μά καί άλλους: τόν
‘ Ησίοδο, τόν ’Αρχίλοχο, τόν ’Αλκαίο, τή Σαπφώ, τόν Σιμωνίδη τόν
Κείο, τόν Πίνόαρο, τόν Αίσχύλο κ. ά. ‘ Η πεζογραφική λογοτεχνία
ήταν άσήμαντη στήν έποχή του. ’Αναφέρει μονάχα τόν Αίσωπο. ’Από
τά έργα των λογογράφων, όσο μπορούμε νά κρίνουμε, μονάχα τοϋ
‘Εκαταίου χρησιμοποιούσε.
Γιά τή ζωή τοϋ ‘ Ηρόδοτου, άφοϋ έφυγε άπό τήν πατρίδα του, μο­
νάχα ένα γεγονός είναι έξακριβωμένο — πώς έγκαταστάθηκε στούς·
θούριους. Οί Θούριοι ήταν άποικία τών ’Αθηναίων στή Νότια ’ Ιτα ­
λία. Ε ίχ ε ίδρυθεί στά 4 4 4 - 4 4 3 π. X ., κοντά στήν καταστραμμένη
πόλη Σύβαρη. Μετανάστες άπό όλη τήν Ε λλά δ α είχαν προσκληθεί
σ’ αύτή τήν πόλη. Ε κ ε ί έγκαταστάθηκε καί δ ‘ Ηρόδοτος, άγνωστο
πότε — τήν ίδια χρονιά πού ίδρύθηκε ή άποικία ( 4 4 4 - 4 4 3 ) ή άρ-
γότερα.
Μάς είναι άγνωστο ποϋ πέρασε ό Ηρόδοτος τά χρόνια πού μεσο­
λάβησαν άνάμεσα στήν άναχώρησή του άπό τήν ‘Αλικαρνασσό καί
στήν εγκατάστασή του στούς θούριους. Γ ι’ αύτό τό ζήτημα μονάχα
ύποθέσεις έχουν διατυπωθεί. Είναι άγνωστο άκόμα τΐ τόν παρακίνησε
νά έγκατασταθεΐ στούς θούριους. Ισ ω ς δμως νά μπορούμε νά τό μαν­
τέψουμε κάπως αύτό. Ό ‘ Ηρόδοτος, έγκαταλείποντας τήν πατρίδα
του, ήταν παντοΰ ξένος, χωρίς πολιτικά δικαιώματα. 'Η θέση τών ξέ­
νων δέν ήταν καθόλου εύχάρισχη τότε στήν Ε λλά δ α 1. Ηταν λοιπδν
Ιολδ
πολύ φυσικό νά θέλει ό 'Ηρόδοτος
Ηρόδοτος στά γεράματά του να Υίν ε ι,π° ^ '
νης
ν η ς μέ πλήρη δικαιώματα
μέ πλήρη δικ αιώ μ ατΓ σέ
“ μιά
- λ καινούργια
-------- Λ" ν " ' *άποικία καί να ρ
έκεί μιά δεύτερη π ατρίδα.
Στήν άρχή τοϋ £ργου — , - — * ------ ^ -
διαθέτουμε, δ ‘ Η ρ όδοτος ό ν ο μ ά ζει τον έαυτό του ‘ Α λ ικ α ρ ν α σ σ ε α .
V /......... .. ..λ
Σύμφωνα t l . r n.nf>-n\n(*r
μέ fάλλες μαρτυρίες S.imr
όμως 5δ ‘ ΗοόδοτΟΟ
Ηρόδοτος luOVOUaLOXaV
έπονομαζοταν κ<ΧΙ
και
θούριος. Έ τσι τδν άποκαλεΐ καί δ ’Αριστοτέλης (Ρητορική, 1409 a,
29). Καί άν δμως δεχτούμε πώς δ ‘ Ηρόδοτος όνόμαζε τον έαυτό του
θούριο, καί πάλι δέν έπιτρέπεται νά συμπεράνουμε πώς άρχισε να
γράφει τδ Ιργο του στούς θούριους, γιατί οί πρόλογοι πολύ συχνά
γράφονται μετά τήν άποπεράτωση του έργου. ‘Ο ‘ Ηρόδοτος λοιπόν
μπορούσε νά Ιχ ει γράψει δλο τό έργο ( ή τό μεγαλύτερο μέρος του)
πρίν έγκατασταθεΐ στούς θούριους καί έκεΐ νά πρόσθεσε μονάχα τον
πρόλογο. ’Εκτός δμως άπό αύτό μπορούσε νά είχε γράψει νωρίτερα
τόν πρόλογο, σέ κάποιο άλλο μέρος, όνομάζοντας τόν έαυτό του *Α λι-
καρνασσέα καί στους θούριους νά άντικατάστησε αύτή τήν προσωνυ­
μία μέ τό „ θούριος “ .
Ό ‘ Ηρόδοτος πέρασε μεγάλο μέρος τής ζωής του ταξιδεύοντας.
“Οπως βγαίνει άπό τήν άφήγησή του είχε έπισκεφθεΐ τά παρακάτω
μ έρη: τή Βαβυλώνα, τήν Άρδέρικκα ( χωριό κοντά στά Σουσα), τήν
Αίγυπτο, τή Σκυθία, τήν Κολχίδα, τή Θράκη, τήν Κυρήνη, τήν ηπει­
ρωτική καί νησιωτική Ελλάδα, τή Μικρά ’Ασία καί τή Νότια Ι τ α ­
λία. Αύτά τά μέρη καταλαμβάνουν έναν τεράστιο χώρο 31° μήκους
( άπό τά άνατολικά στά δυτικά) καί 24° πλάτους ( άπό τό βορρά στό
νότο). “Οσα μέρη δέν είχε δει δ ίδιος τά περιγράφει μέ βάση τις
πληροφορίες άνθρώπων πού κατάγονταν άπό έκεΐ. Δέν μάς είναι γνω-
• στό πότε άκριβώς καί μέ ποιά σειρά Ικανέ αύτά τά ταξίδια. Πολλές
υποθέσεις έχουν διατυπωθεί πάνω σ’ αύτό, χωρίς νά καταλήξουν σέ
καμιά δμόφωνη γνώμη. ’Ελάχιστα μονάχα ταξίδια του μπορούμε, μέ
κάποια σχετική βεβαιότητα, νά τά καθορίσουμε χρονικά. Ξέρουμε
π.χ. πώς ή παραμονή του στήν Αίγυπτο είναι μεταγενέστερη άπό τή
μάχη πού έγινε στήν πόλη Πάπρημι άνάμεσα στούς Πέρσες καί στούς
Αίγόπτιους (Α ίβ υ ε ς ;) στά 4 6 0 - 4 5 9 π. X . Έ τσ ι δ term inus post
q u em είναι καθορισμένος γιά τό ταξίδι αύτό. Μένει δμως άκόμα άξε-
διάλυτο πόσα άκριβώς χρόνια μετά τή μάχη αύτή πραγματοποιήθηκε

1. Στά *Α πομνημονενματα. τού Ξενοφώντα δ Σωκράτης, κουβεντιάζοντας μέ τδν *Α.ρί


στιππο, περιγράφει πολύ καθαρά τή θέση του ξένου (I I , 1, 14). ,,Σ έ δποια πόλη κι άν
π δς, θά είσ α ι κατώτερος άπό δλους τούς πολίτες. Κάθε άδικος άνθρωπος θά μπορεί έλεύ-
θερα νά σοΟ κάνει κακό... Νομίζεις, άλήθεια. πώς ή πόλη προστατεύει τήν άσφάλειά σου
καί όταν π ηγα ίνεις καί όταν φεύγεις άπό έ κ ε ΐ; “
Ε ΙΚ . II. Ηρόδοτος καί Θουκυδίδης.
Ρωμαϊκό όντίγραφο όπό πρωτότυπο τοΟ 4. at. n. X. Νεάπολη.
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 49

το ταξίδι του ‘ Ηρόδοτου. Οί Ιπιστήμονες διαφωνούν σ’ αύτό τδ


σημείο.
Οί άρχαΤες πηγές μάς πληροφορούν πώς δ 'Ηρόδοτος είχ ε διαβά­
σει τήν *Ιστορία του, ή ένα μέρος της, σε διάφορες πόλεις της ‘Ε λ ­
λάδας — στήν ’Ολυμπία1, στήν Κόρινθο *. Οί νεότεροι κριτικοί έκ-
φράζουν πολλές άμφιβολίες γιά τήν άξιοπιστία αύτών τών πληροφο­
ριών, δέν μπορούν ώστόσο νά τΙς άντικρούσουν μέ πειστικά έπ ιχειρή-
ματα. Ίσω ς μερικές λεπτομέρειες τους νά είναι φανταστικές, τό γ ε ­
γονός όμως πώς ό 'Ηρόδοτος διάβαζε τήν 'Ιστορία του σέ διάφορες
πόλεις τής Ε λλά δας δέν είναι καθόλου άπίθανο, για τί ή άνάγνωση
λογοτεχνικών έργων άπδ τούς συγγραφείς τους ήταν συνηθισμένο
φαινόμενο στήν άρχαία Ε λλά δα .
Περισσότερο έξακριβωμένη είναι ή άνάγνωση της 'Ιστορίας τού
‘ Ηρόδοτου στήν ‘Αθήνα. Ό Εύσέβιος στδ Χρονικό άναφέρει πώς ό
ιστορικός διάβασε τό έργο του στήν ‘Αθήνα στά 4 47 ή στά 4 4 5 π .Χ .,
προσθέτει μάλιστα πώς „ τιμήθηκε άπό τήν άθηναϊκή Βουλή για τί
τούς διάβασε τά βιβλία του“ . Αότή τήν άνάγνωση ( ή κάποια άλλη)
ίσως νά είχ ε ύπόψη του καί ό Πλούταρχος: „ Κατηγορούν τόν ‘ Ηρό­
δοτο πώς μέ τις κολακείες του άπέσπασε πολλά χρήματα άπό τούς
’Αθηναίους... ‘Ωστόσο καί ό Δίυλλος8, άνθρωπος πού έχ ει μεγάλη
σημασία γιά τήν ίστορία, άναφέρει πώς ό 'Ηρόδοτος πήρε σάν δώρο
άπό τήν ’Αθήνα 10 τάλαντα ύστερα άπό πρόταση πού είσηγήθηκε
[ στήν ’Εκκλησία του δήμου ] ό νΑνυτος “ ( Περί τής 'Ηροδότου κα-
κοη&είας, 26 = 1 0 5 0 ).
Πρέπει νά ύποθέσουμε πώς τήν άνάγνωση του ‘ Ηρόδοτου (ή μιά άπό
τίς άναγνώσεις του, αν είχ ε διαβάσει κι άλλες φορές άποσπάσματα
άπό τήν 'Ιστορία του), παράλληλα μέ τίς άναγνώσεις τών λογογρά­
φων, τήν είχ ε ύπόψη του καί ό Θουκυδίδης για τί μιλάει ,,γ ιά πε-
ζογράφους πού έγραψαν τίς άφηγήσεις τους φροντίζοντας όχι τόσο
γιά τήν άλήθεια, δσο γιά τήν εύχάριστη έντύπωση πού θά προκαλέ-
σουν στήν άκοή, άφηγήσεις πού μέ τίποτα δέν έπαληθεύονται καί πού
έπειδή άπέχουν πολύ χρονικά άπό τά γεγονότα, έχουν γίνει πιά έντε-
λώς άπίθανες καί μυθώδεις “ ( I, 20, 1 ).
Σήμερα ή πληροφορία αύτή ύποβάλλεται σέ αύστηρό κριτικό έλ εγ ­
χο. Οί φιλόλογοι πιστεύουν πώς „ τό ποσό τών δέκα ταλάντων είναι

1. Λουκιανός, * Ηρόδοτος ή Ά βτίω ν.


2. Δίων δ Χρυσόστομος X X X V I I , τόμ. II, σβλ. 295, D in d o rf. *0 λόγος αύτός π ι­
στεύουν πώς δέν άνήκει στόν Δίωνα. Ά λλω στε σ* αύτόν δέν άναφέρεται πώς δ Ηρόδοτος
διάβασε τό Ιργο του, άλλά μονάχα πώς Ιφθασε στήν h0ptv0o δχοντάς το μαζί του.
3. Ό Δίυλλος έζ η 38 γύρω στά 300 π .Χ . καί έξιστόρησε σέ 27 βιβλία τά γεγονότα
άπό τά 357/56 ώς τά 297/96. Τό δργο του ήταν συνέχεια τής 'Ιστορίας τοδ Έ φορου
σχεδόν τίποτα δμως δέν διασώθηκε άπ* αύτό. ’
4 Ιστορία τής Ε λ λ η ν ικ ή ς Λογοτεχνίας
50 Η

Ιντελώς άπίθανο νά πληρώθηκε γιά μιά λογοτεχνική έργασία. Ό


Πίνδαρος είχε πάρει γιά τδ διθύραμβο πού Ιγραψε πρδς τιμήν τής
’Αθήνας μονάχα χίλιες δραχμές ( 76 τού ταλάντου), δηλαδή εξήντα
φορές λιγότερα! Γ ι’ αύτδ πιδ πιθανή φαίνεται ή ύπόθεση πώς 6 'Ηρό­
δοτος πήρε τά δέκα τάλαντα σάν άποζημίωση γιά τά Ιξοδά του ή
γιά τΙς διπλωματικές διαπραγματεύσεις πού Ικανέ μέ τήν Περσία ή
γιά τήν ίδρυση τής άποικίας στούς θούριους “ *.
Στήν πληροφορία αύτή βέβαια μπορεί νά είναι λαθεμένη ή λέξη
„ δέκα “ , γιατί στά χειρόγραφα πολλές φορές ύπάρχουν λάθη στούς
άριθμους. Μερικοί ύποθέτουν πώς άντί γιά δέκα, γιά λόγους παλαιό -
γραφικούς, πρέπει νά διαβάζουμε „ τέσσερα “ ( ό ') ή άκόμα καί „έ'ν α “
(ταλαντο). Ωστοσο τδ πρόβλημα πού άναφέραμε πιδ πάνω δέν λύνε­
ται ούτε μέ αύτές τις είκασίες, γιατί τδ ενα τάλαντο, καί πολύ περισ­
σότερο τα τέσσερα, είναι και πάλι τεράστια ποσά σέ σύγκριση μέ τίς
χίλιες δραχμές πού είχε πάρει δ Πίνδαρος.
Παρ δλα αυτά, άν ό 'Ηρόδοτος είχε διαβάσει στούς ’Αθηναίους τδ
άπόσπασμα άπδ τήν 'Ιστορία του, δπου Ικανέ λόγο γιά τδ ρόλο πού
Ιπαιξαν στους Περσικούς πολέμους, αύτδς ό ύμνος τών ύπηρεσιών τους
ήταν άσύγκριτα σπουδαιότερος άπδ τδ διθύραμβο του Πίνδαρου. Μπο­
ρούσε λοιπδν και ή άμοιβη του νά ήταν άσύγκριτα μεγαλύτερη.
Μερικοί έπιστήμονες θεωρούν Ιντελώς άβάσιμη τήν πληροφορία τού
Πλουτάρχου, μαζί μέ τή μαρτυρία τού Δίυλλου. Δέν Ιχουμε δμως κα­
νένα ^λόγο νά μήν τούς πιστέψουμε, καί μάλιστα τδν Δίυλλο, πού
γ ι ^αυτδν ^κανένας άρχαίος δέν έκφράστηκε ποτέ άσχημα — καί ή
γνώμη τού Πλούταρχου είναι έπιδοκιμαστική. Φυσικά έμείς δέν απο­
ρούμε να κρίνουμε τδν Δίυλλο, γιατί μονάχα δυδ άποσπάσματα άπδ τά
Ιργα του διασωθήκαν Ικτδς άπδ αύτδ πού, δπως άναφέραμε, παραθέ-
τει δ Πλούταρχος. Είναι λοιπδν άδύνατο νά διαμορφώσουμε κάποια
ιδέα γι. αυτόν τδν συγγραφέα. r
Σχετικά με τις Αναγνώσεις τοϋ 'Ηρόδοτου στήν Ε λλά δα ύπάρχουν
και έρισμένες άλλες πληροφορίες. Διάφοροι μεταγενέστεροι συγίρα-
Αναφέρουν «ως τάχα σέ μιά άπδ αύτές ήταν παρών καί δ θου-
w m f · U μαρτυρία αύτή θεωρείται σήμερα άναξιόπιστη. Τδ U -
τημα έξεταζεται πιο λεπτομερειακά στδ I I I κεφάλαιο „ Θουκυδίδης».

2 · Η * ΐ ,^ 0υΡΐέ’ 4^ ^ ° ™ * ' Μ(5σχα * Λένινγχραντ, 1947, σελ 1 8 -1 9 .


2. Η πληροφορ α πως δ Ηρόδοτος διάβασε τδ 6ργο του στήν *Ολυιιπ£α a
ρων χαΐ 4 βοοχυΜ ης, S vap ip ew , d «4 τόν Μπ,ίτώϊσχωφ οτό π α ρ α Ά f 'T 'u * ?
τιουσκωφ, Απαντα, τόμ. II, §κδ. Ιμυρντίν, 1850, σελ. 1 3 5 ) 7 ? ^ (Μπά-

Ό τ α ν ατούς *Ολυμπιακούς αγώνες


χαρμόσυνους ΙπαΙνους καρτερό)ντας
τής Ιστορίας διάβαζε 6 πατέρας,
Λ&ς 6 *Ελληνας ζοΐό&ρευε σιή μάχη
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 51

Δεν ξέρουμε πόσον καιρό έμεινε στήν ’Αθήνα ό 'Ηρόδοτος, είναι


τόσο πολλές όμως οί γνώσεις του γιά τήν 'Αθήνα καί τήν ’Α ττική,
ώστε πρέπει άσφαλώς νά όποθέσουμε πώς ή παραμονή του έκ εί θά
παρατάθηκε πολύ.ΊΙιθανότατα στήν ’Αθήνα είχ ε σχετιστεί μέ μ ερ ι­
κούς έξέχοντες άνθρώπους, τίποτα θετικό δμως δεν μπορούμε νά πούμε
γ ι’ αύτές του τις γνωριμίες.
Ό Ηρόδοτος θά ήξερε φυσικά καί τόν Περικλή, άν και δεν όπάρ-
χει κανένα βάσιμο στοιχείο γιά νά συμπεράνουμε πώς άνήκε στό π ε­
ριβάλλον του μεγάλου πολίτικου.
Ή άποψη πώς δ 'Ηρόδοτος είχ ε συνάψει φιλικούς δεσμούς μέ τόν
Σοφοκλή, βασίζεται σέ δυο στοιχεία: Πρώτο, στήν ’Αντιγόνη (σ τ ίχ .
905 κ. έ.) όπου ή ήρωίδα τής τραγωδίας έκφράζει τις ίδιες ίδέες πού
υποστηρίζει καί ή γυναίκα τοϋ'Ινταφέρνη στόν Έρόδοτο ( I I I , 1 1 9 ).
Δεύτερο, δ Πλούταρχος παραθέτει τήν άρχή ένός ποιήματος τοΟ Σο­
φοκλή πού είναι άφιερωμένο στόν Ηρόδοτο ( An sent gerenda sit
respublica, 3 = 9 5 9 ).
Ή γυναίκα τοΟ Ίνταφέρνη στόν Ηρόδοτο, δταν τή ρωτάει δ Δα-
ρεΐος, πού είχ ε πιάσει τούς δικούς της, σέ ποιόν άπ' αύτούς προτι­
μάει νά χαρίσει τή ζωή — στόν άντρα της, στά παιδιά της ή στόν
άδελφό της — άπαντάει πώς θέλει νά σωθεί δ άδελφός της. Τήν προ­
τίμησή της τήν έξηγεί μ' αύτά τά λ ό γ ια : „ νΑντρα μπορώ νά βρώ καί
άλλον, αν θέλει δ θεός. Μπορώ νά κάνω καί άλλα παιδιά, άν χάσω
αύτά πού έχω. Μέ κανέναν δμως τρόπο δέν μπορώ ν' άποχτήσω άλλον
άδελφό, για τί καί δ πατέρας μου καί ή μητέρα μου Ιχουν πεθάνει “ .
Έ ’Αντιγόνη του Σοφοκλή προβάλλει τό ίδιο άκριβώς έπ ιχείρημ α :
„ ΜΑν πέθαινε δ άντρας μου, θά μπορούσα νά βρώ άλλον καί θ' άπο-
χτοϋσα παιδί άπό άλλον άντρα, άν έχανα τό παιδί αύτό [ ή „ τόν άν­
τρα αύτόν44 ]. Ά φου δμως δ πατέρας μου καί ή μητέρα μου είναι κά­
τοικοι τοΟ "Αδη, ποτέ κανένας άδελφός μου δέν μπορεί νά γ εν ν η θ εί<4.
Ή δμοιότητα αύτών τών άποσπασμάτων είναι καταπληκτική. Δέν
όπάρχει καμιά άμφιβολία πώς κάποια σχέση τά συνδέει. Τό κείμενο

τούς αλαζόνες *Ασιάτες βασιλιάδες,


τότβ 6 λαός τη δόξα πού άγάπονο8
αγώνες, γλεντοχόπια λησμονώντας
τόν άκονβ μ ε κομμένη την άνάοα.

Μά μέσα στον λαοΰ τό μέγα πλή&ος


τό γέροντα πώς παραχολου&οΰαε,
μ έ τ ΐ λαχτάρα, μ έ τ ΐ δίψα ό Θουχρδίδης,
ό αγαπημένος γιος τών *Αονίδων,
τον ευγενικόν τον αίματος ή ελπίδα !
Π ώ ς άχονβ τών πατέρων τον τονς άΰλονς
και πόσα δάχρνα κυλούσανε ποτάμι
στά χαταφλογισμένα μάγουλά του /
52 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο *

δμως τού Σοφοκλή, στό σημείο αύτό, οί κριτικοί δεν τό θεωρούν γνή­
σιο. Τά λόγια τής ’Αντιγόνης είναι τόσο παράταιρα ώστε έπικρατεί
ή γνώμη πώς Ιχουν παρεμβληθεί άργότερα ή άπό τόν ίδιο τον Σοφο­
κλή ή άπό κάποιον, άλλο μ=τά τό θάνατο του δραματουργού \ "Αν ή
παρεμβολή αύτή έγινε άπό κάποιον άλλον, τότε φυσικά τό άπόσπασμα
τής ’Αντιγόνης δεν έχει καμιά σχέση μέ τό πρόβλημα άν οί δυό συγ­
γραφείς ήταν ή όχι φίλοι. "Αν Ιγινε άπό τόν Ιδιο τόν Σοφοκλή, καί
πάλι δεν άποδείχνει τή φιλία του μέ τόν 'Ηρόδοτο. Ό Σοφοκλής
μπορεί νά είχε άκούσει τόν 'Ηρόδοτο όταν διάβαζε τό έργο του στήν
Αθήνα, άντλώντας μ* αύτόν μονάχα τόν τρόπο τά στοιχεία που χ ρ η ­
σιμοποίησε στούς στίχους του.
Τό δεύτερο έπιχείρημα πού προβάλλουν γιά νά άποδείξουν τή φι­
λία του Σοφοκλή καί τοΟ Ηρόδοτου δεν είναι περισσότερο πειστικό,
"ίσως μάλιστα νά μήν Ιχ ει καμιά σχέση μέ τό δοσμένο πρόβλημα.
Ό Πλούταρχος παραθέτει τήν άρχή άπό κάποιο ποίημα του Σοφοκλή :
,,Ό Σοφοκλής, σέ ήλικία πενηνταπέντε χρονών, έγραψε ένα τραγούδι
γιά τόν Ηρόδοτο “ . Οί έπιστήμονες πού στηρίζονται σ’ αύτό τό στοι­
χείο θεωρούν βέβαια άναμφισβήτητο πώς ό Ηρόδοτος πού άναφέρεται
έδώ είναι ό Ιστορικός. 'Ωστόσο δέν μπορούμε νά είμαστε σίγουροι.
Τίποτα περισσότερο δέν ξέρουμε γ ι’ αύτό τό ποίημα καί φυσικά μάς
είναι άγνωστο άν ήταν άφιερωμένο στον ίστορικό 'Ηρόδοτο. Τό όνομα
'Ηρόδοτος δέν ήταν σπάνιο στήν άρχαιότητα. Καί άν άκόμα ύποθέ-
σουμε πώς ήταν άφιερωμένο στόν ίστορικό 'Ηρόδοτο, είναι άδύνατο,
χωρίς νά ξέρουμε τό περιεχόμενό του, νά τό θεωρήσουμε σάν άπόδει-
ξη φιλίας τοΟ ποιητή καί του ιστορικού.
Γιά νά άποδείξουν τή φιλία των δυό συγγραφέων στηρίζονται άκόμα
καί στήν όμοιότητα τού τρόπου τής σκέψης τους*. Τό έπιχείρημα
αύτό δέν έχει καμιά άξια. Δυό άνθρωποι πού σκέφτονται μέ τόν ίδιο
τρόπο δέν είναι άπαραίτητο νά είναι πάντα φίλοι. ’Εκτός άπό αύτό,
ούτε τήν ψυχική όμοιότητα αύτών των συγγραφέων είναι δυνατό νά
άποδείξουμε, γιατί καί των δυό μάς είναι άγνωστος ό χαρακτήρας.
%Μονάχα κατάπληξη δοκιμάζουμε βλέποντας σέ Επιστημονικά έργα
νά χρησιμοποιούνται τόσο άμφίβολα έπιχειρήματα καί μάλιστα νά
βγαίνουν άπό αύτά κατηγορηματικά συμπεράσματα γιά φιλία, άκόμα
καί γιά „ στενούς δεσμούς φιλίας “ πού ένωναν „ τούς δυό σπάνιους
άντρες “ ! *

Χ* ? Λπαρεμβολί3 αύχή Οφείλεται σέ κάποιον άλλον, τότε θά έγινε 8υ ι πολλά


νια μετά τό θανατο του Σοφοκλή γιατί δ Αριστοτέλης παραθέτει σ τ ή / ^ *Τ τ ο υ τ ο ί
^ ο 4 υτ338°π.Χ.ΧΟϋ5 τ°Β 0*17 *· 32 - 33)
1. S te in , Ε1σαγωγή οτήν ξχδοση τον "Ηρόδοτου, Βερολίνο, 1901.
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 53

Έ ν α άλλο πρόβλημα πού ένδιαφέρει τούς επιστήμονες είναι ποιά


άποσπάσματα άπό τό έργο του διάβαζε ό 'Ηρόδοτος στήν Ε λ λ ά δ α
( ή στήν ’Α θήνα). "Α λλοι ισχυρίζονται πώς διάβαζε τά τρία τελευ­
ταία βιβλία τής 'Ιστορίας του, άλλοι τά πρώτα βιβλία καί άλλοι πώς
διάλεγε τά πιο ένδιαφέροντα άποσπάσματά της. Τό πρόβλημα αύτό
δεν μπορεί βέβαια νά λυθεί, ούτε καί έχ ει μεγάλη σημασία ή λύση
του. Οί φιλόλογοι πού διατύπωσαν τΙς παραπάνω όποθέσεις πίστευαν
πώς άπό τή μιά ή τήν άλλη λύση αύτοΰ τοϋ προβλήματος έξαρτιέται
καί ό καθορισμός τής χρονολογικής σειράς πού γράφηκαν τά διάφορα
μέρη τής *Ιστορίας. 'Ωστόσο τό ζήτημα δεν μπορεί νά λυθεί έτσι.
Καί αν ήταν δυνατό νά άποδείξουμε πώς ό 'Ηρόδοτος διάβασε κάποτε
το δείνα άπόσπασμα, μήπως θά μπορούσαμε νά συμπεράνουμε πώς
ένα άλλο π.χ. άπόσπασμα δεν τό είχ ε γρ ά ψ ει;
Πόσον καιρό έζησε ό 'Ηρόδοτος μετά τή μετανάστευσή του στούς
Θούριους; Έ μ ειν ε άραγε εκεί ώς τό θάνατό του ( χωρίς νά ύπολογί-
ζουμε ίσως τά ταξίδια του στή Νότια ’Ιταλία καί στή Σ ικ ελία ), ή
ταξίδεψε προσωρινά στήν 'Ελλάδα ή μήπως έγκαταστάθηκε ύστερα
όριστικά στήν ’Α θήνα; *Όλα αύτά τά προβλήματα δεν μπορούν γιά
τήν ώρα νά λυθούν, για τί δεν ύπάρχουν στοιχεία.

2. Η „ ΙΣΤΟΡΙΑ “ ΤΟΥ ΗΡΟΔΟΤΟΥ

Α) ΕΙΣΑΓΩ ΓΗ

Μ * τό όνομα τοϋ 'Ηρόδοτου διασώθηκαν δυδ έργα — 'Ιστορία καί


Βίος ' Ομήρου. Τό δεύτερο αύτό έργο ή σημερινή έπιστήμη δέν τό
παραδέχεται σάν γνήσιο δημιούργημα τοϋ ιστορικού καί γ ι’ αύτό έξε-
τάζει μονάχα τήν 'Ιστορία του.
Στις σημερινές έντυπες έκδόσεις τό έργο αύτό παρουσιάζεται μέ διά­
φορους τίτλους: 'Ηρόδοτος,'Ιστορίαν τον * Ηροδότου, Μονσαι τον *Ηρο­
δότου. Ή διαφορά αύτή παρατηρεΐται για τί στά περισσότερα χειρόγρα­
φα πού διασώθηκαν δέν ύπάρχει κανένας γενικός τίτλος γιά όλο τό
έργο, άλλά μονάχα τίτλοι των διαφόρων βιβλίων του. Ο ί τίτλοι πού άνα-
φέραμε πιό πάνω δόθηκαν άπό τούς νεότερους Ικδότες τοϋ 'Ηρόδοτου.
Τό έργο τοϋ Ηρόδοτου, στά χειρόγραφα καί στις έντυπες.έκδόσεις,
χωρίζεται σέ Ιννιά βιβλία. Κάθε βιβλίο φέρνει τό όνομα μιας Μού­
σας : I — Κλειώ , I I — Εύτέρπη, I I I — θάλεια , IV — Μελπομένη,
V — Τερψιχόρη, V I — Ερατώ , V II — Πολύμνια, V I I I — Ούρανία,
I X — Καλλιόπη. Αύτή ή διαίρεση σέ βιβλία καί τά όνόματα των
Μουσών πού τούς δόθηκαν, δέν όφείλονται στόν ίδιο τόν συγγραφέα.
*0 Ηρόδοτος, όταν άναφέρεται σέ κάποιο προηγούμενο ή έπόμενο
51 Η P Ο Δ Ο T Ο 2

μέρος τού Ιργοο του, τό όνομάζει μέ τή λέξη λόγος προσθέτοντας καί


κάποιο χαρακτηρισμό του. Μέ τή λέξη λόγος δεν έννοεΐ ενα βιβλίο
τοΟ Ιργου του, σύμφωνα μέ τή δική μας σημερινή διαίρεση, άλλά γ ε ­
νικά ένα μέρος του, περίπου μιά „ά φ ήγησ η“ ή ενα „ τμήμα
.,,'Οπως είπα στδν πρώτο μου λόγο “
(V , 86 — έννοεΐ στδ I, 9 2 ), ,,γιά
τήν αιτία πού θά έξηγήσω στοές έπό-
μενους λόγους “ (I, 75 — έννοεΐ στδ
I , 107), ,,τήν .αίτια θά τήν έκθέσω
λεπτομερέστερα στοές λόγους γιά τή
Λιβύη “ ( I I , 161 — έννοεΐ στέ IV ,
1 5 9 ).
*0 πρώτος συγγραφέας ποέ άναφέ-
ρει τή διαίρεση τής 'Ιστορίας τοΟ
Ηρόδοτου σέ έννιά βιβλία είναι δ Διό-
δωρος: „ *0 Ηρόδοτος άφηγήθηκε
τά γεγονότα, 8λης σχεδόν τής οι­
κουμένης, σέ έννιά 'βιβλία " (X I, 37).
Σ έ πιδ μεταγενέστερους συγγραφείς
— τής αδτοκρατορικής περιόδου — τά
άποσπάσματα τού 'Ηρόδοτου ταξινο­
μούνται κιόλας κατά βιβλία: Καί στά
χειρόγραφα ποέ διαθέτουμε ή Ίοτο·
<?ία τΟΟ Ηρόδοτου είναι χωρισμένη
σέ βιβλία.
Ό Λουκιανός άναφέρει πρώτος τά
βιβλία τού Ηρόδοτου μέ τά όνόματα
τών έννιά Μουσών (*Ηρόδοτος ή Άβ-
τίων). Ό Λουκιανός άφηγ&ΐται πώς
ό Ηρόδοτος διάβασε τήν 'Ιστορία του
στοές Όλυμπιακοές άγώνες καί γοή­
τευσε τόσο πολέ τό άκροατήριο ώστε
τά βιβλία του βαφτίστηκαν μέ τά B lx . 4. Καλλιόπη. Μαρμάρινο άγαλμα.
3 · 2. αΐ. π. X. Mooeeto Έρμιχάς.
όνόματα τών Μουσών, ποέ ήταν κι αδ-
τές έννιά. Τά ίδια λέει καί σ’ ενα άλλο βιβλίο του (Πώς δεϊ Ιστορίαν
Ινγγράφτιν, 4 2 ).
Μέ βάση αδτές τίς μαρτυρίες μπορούμε νά ύποθέσουμε πώς 4 W -
ρ εσ η τή ς Ιστορίας σέ βιβλία καί τά όνόματα τών Μουσών ποέ τοές
δόθηκαν είναι έργο τών Αλεξανδρινών λογίων*. °ς

1. Τά όνόματα τβν Μουρβν οάν τίτλοος |ργ»ν τά «ναντάμ.


θέ άλλους οογγρα-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 55

Ωστόσο μονάχα στήν ύστεροβυζαντινή έποχή τά βιβλία τής Ίστο·


ρίας άρχίζουν να άναφέρονται όχι πια μέ άριθμοός, άλλα μέ τά όνό-
ματα των Μουσών. Ό Θωμάς Μάγιστρος π.χ., σοφός του 14. αί., γρά­
φοντας γιά τόν ΈρόΒοτο λ έ ε ι: ,,Ό ΈρόΒοτος στήν Π ολύμνια“ , Βη-
λαΒή στό V I I βιβλίο.
Στις έντυπες έκΒόσεις του ΈρόΒοτου καί στά Ιργα τών συγγρα­
φέων τών νεότερων χρόνων, τά βιβλία τής 'Ιστορίας άναφέρονται
πολύ συχνά μ* αύτό τον τρόπο. Στήν έκΒοση τοϋ ’Αριστοφάνη πού
έγινε άπό τόν Γιούντα, σέ μιά παρατήρηση στό στίχο 4 8 8 τής κωμω-
Βίας Πλούτος, σημειώνεται Ό ΈρόΒοτος στή Θάλεια “ , ΒηλαΒή
στο βιβλίο I I I . Σέ μερικές παλιές έκΒόσεις τά βιβλία τοϋ ΈρόΒοτου
άναφέρονται καί μέ τόν άριθμό και μέ τό όνομα τής Μούσας.

Β) ΠΗΓΕΣ ΤΟΫ ΗΡΟΔΟΤΟΥ

Ό ΈρόΒοτος γιά τις ιστορικές καί γεωγραφικές πληροφορίες πού


μάς Βίνει, χρησιμοποίησε βασικά σάν π η γές: 1 ) Τ ις προσωπικές πα­
ρατηρήσεις άπό τά ταξίΒια του, τά συμπ*ράσματα καί τις μελέτες του,
2 ) τις πληροφορίες πού πήρε προφορικά άπό Βιάφορα πρόσωπα, καί
3 ) οιάφορα γραφτά μνημεία.
Οί γεωγραφικές πληροφορίες του βασίζονται προπάντων στίς προ­
σωπικές του παρατηρήσεις, ο\ Ιστορικές βασίζονται στίς άφηγήσεις
Βιαφόρων προσώπων — Ιερέων, Βιερμηνέων, συνοΒών, άτόμων πού ε ί­
χαν πάρει μέρος στά γεγονότα ή είχαν παραβρεθεί σ’ αύτά, τών άπο-
γόνων ή των συγγενών τους — καθώς καί γενικά στις λαϊκές παραΒό-
σεις, στούς θρύλους, στά άνέκΒοτα, στούς λόγους πού άναφέρονταν σέ
κατορθώματα τοϋ παλιοΰ καιροϋ κ.τ.λ. Έ ν α άπό τά πιό σπουΒαϊα
μέρη τοϋ έργου του — ή ιστορία τών έλληνοπερσικών πολέμων —
γράφηκε μέ βάση τήν προφορική παράΒοση.
Σέ μερικές περιπτώσεις ό ΈρόΒοτος άναφέρει όνομαστικά τά
άτομα πού τοϋ έΒωσαν Βιάφορες πληροφορίες. Έ περιγραφή π.χ. τοϋ
Βείπνου πού ΙΒωσε ό Θηβαίος Ά τταγήνος πρός τιμήν τοϋ ΜαρΒόνιου
έγινε μέ βάση τήν άφήγηση τοϋ Όρχομένιου ΘέρσανΒρου ( I X , 16 ).
Έ να ς 'Αθηναίος έξόριστος, ό Δίκαιος, πού βρισκόταν στόν περσικό
στρατό, πληροφόρησε τόν ΈρόΒοτο γιά τό θαϋμα πού έγινε όταν τό
στράτευμα τοϋ Ξέρξη έρήμωνε τήν ’Α ττική.
Πολλές άφηγήσεις τοϋ ΈρόΒοτου βασίζονται σέ λαϊκές παραΒόσεις.

φβίς. Τά έννιά βιβλία τοδ ρήτορα Βίωνα Ονομάζονταν Μοϋααι ( Διογένης Ααέρτιος I V ,
7 , 11, 5 8 ) . Ό Ρωμαίος συγγραφέας Δύρήλιος Ό πίλιος έδωσε κ ι αύτός στά έννιά βιβλία
τοΟ Ιργου του τδ δνομα Μοϋααι ( Σουητώνιος, I)e g r a m m a t ic i* , 6, Δ. Γέλλιος, 'Λ τιικ ες
ννχιβς, I, 25, 1 7 ).
56

Τά γραφτά μνημεία πού χρησιμοποιούσε δ ‘ Ηρόδοτος ήταν λογο­


τεχνικά έργα, έμμετρα καί πεζά, χρησμοί μαντείων, έπίσημα έγγραφα
καθώς καί έπιγραφές.
Όπως είπαμε κιόλας, δ ‘ Ηρόδοτος ήξερε καλά τήν άρχαία ποίηση.
Πολλές φορές άναφέρει τά ποιήματα του ‘Ομήρου, πού τά λεγόμενά
του τά θεωρεί, δπως οί περισσότεροι Έ λληνες τής έποχής του, σάν
ιστορικές μαρτυρίες. Δέν περιορίζεται δμως μονάχα στδν 'Όμηρο, μ ι­
λάει καί γιά άλλους ποιητές.
Ό ‘ Ηρόδοτος, πού είχε άποχτήσει Ιξαιρετική μόρφωση, ήξερε
δπωσδήποτε τά έργα των λογογράφων, άλλά, δσο μπορούμε νά κρί­
νουμε, μοναχα τδν Έκαταίο χρησιμοποιούσε. Σέ δυδ σημεία τον κα­
τονομάζει (II, 143, V I, 137), ένώ σέ άλλα άντικρούει άπότομα, μέ
ειρωνεία καί περιφρόνηση, τις άπόψεις του, χωρίς νά άναφέρει τδ
ονομα του ( I I , 21, IV , 3 6 ). Παρ* δλα αύτά δ ‘ Ηρόδοτος δανείστηκε
πολλά άπδ τδν Εκαταίο, προπάντων στδ μέρος δπου περιγράφει
τήν Αίγυπτο. Είναι σίγουρο π.χ. πώς στδ σημείο πού άναφέρει
τον ιπποπόταμο, τδν φοίνικα καί τδ κυνήγι των κροκοδείλων (I I, 70,
71, 7 3 ) βασίζεται στις πληροφορίες τού Έκαταίου. Ακόμα καί εκ εί
δπου, δπως δηλώνει, Ικθέτει δικές του „ παρατηρήσεις, συμπεράσματα
καί έρευνες<β, στήν πραγματικότητα έχει άντλήσει πολλά στοιχεία
άπο τον Εκαταίο. Γ ι’ αύτδν άκριβώς τδ λόγο δ "Αγγλος συγγραφέας
ώεις (1 9 . α ί.) κατηγορεί τδν ‘ Ηρόδοτο πώς άπόκρυψε σκόπιμα τις
λογοτεχνικές του πηγές καί πώς έκθειάζει τις δικές του ύπηρεσίες σέ
Βάρος του έργου των προκατόχων του: ,,Έ τα ν άντίπαλοί του — γρά­
φει δ Αγγλος συγγραφέας — καί ήθελε νά τούς πάρει τή θέση “ ‘ Η
κατηγορία αύτή είναι άδικη. Οί άρχαίοι Έ λληνες όταν δανείζον­
ταν κάτι άπο άλλους συγγραφείς, δέν πίστευαν πώς ήταν ύποχρεωμέ-
νοι να άναφερουν τα δνόματά τους. Κάθε συγγραφέας μπορούμε έλεύ-
θερα να χρησιμοποιεί ξένα έργα, άκόμα καί νά παραθέτει κατά λέξη
διάφορά άποσπασματα τους. ^
Μ(ά ini τις mb άγαπημένες πηγές τοΟ Ηρόδοτου ήταν οί νρησιχοί
ί 1 ν μΤ ν Τ ’ Τ Γ Τ f 5 μαντ^ ϋ Χδν Δελ? δ ν, χ« 1 τώ ν μ ά ν -
τεων. Εκείνη τήν έποχή οί χρησμοί 8έν κυκλοφοροΟσαν ιιονάνα ά,τλ
0τ°μ“ π ° τ0μα’ άλλά ΕίΧαν σογκεντρωθεΐ καί σέ συλλογές *
υ Ηρόδοτος άντλησε άσφαλώς όρισμένες πληροφορίες του καί in-λ
ΪΡ*φτά μνημεία, ποί, είχαν λίγο-πολί, ^ σ η μ ο 'Ρχ Ι ρ ^ τ ήοα « Τ τ ο η
έτΧο Γ * ί άρχετ* ά>κριβεΓς άνα^ έε ϊ « Μ Γ ^ * 3 5
J ς^ μπορει ν* ^ Ρ 6 π·Χ· στοιχεΐα γιά τήν άπαρίθμηση τών

3τ<^ στράτευμα XoD Ξέρξη (V II, W , V I I I , 90^. ^ δ ( ΤΡαμματισχαΙ) πού 6πτ)ρχαν


Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 57

περσικών σατραπειών καί γιά τούς φόρους πού άπέδιδαν ( I I I , 89 κ.έ.),


για τήν περιγραφή του βασιλικού δρόμου άπδ τις Σάρδεις στά Σουσα
(V , 52 - 5 3 ), γιά τήν έθνολογική άπαρίθμηση τών διαφόρων τμημά ­
των του στρατού του Ξέρξη καί γιά τά όνόματα τών άρχηγών τών μο­
νάδων του ( V I I , 61 κ .έ.).
Πολλές φορές ό ‘ Ηρόδοτος παραθέτει καί έπιγραφές πού είχ ε δια­
βάσει σέ στήλες, σέ άγάλματα, σέ γλυπτές παραστάσεις καί σέ άλλα
άντικείμενα. Λ έει π .χ .: „ Τά είδα 6 ίδιος τά γράμματα του Κάδμου
στο ναό του Ίσμηνίου ’Απόλλωνα στή Θήβα τής Βοιωτίας, χαραγμένα
πάνω σέ τρίποδες... Σ ’ έναν άπδ αύτούς τούς τρίποδες βρίσκεται ή
έπιγραφή: Μέ άφιέρωσε ό ’Αμφιτρύωνας γυρίζοντας άπδ τούς Τ η λ ε­
βόες “ ( V , 5 9 ). Γιά τούς Έ λλη νες πού έπεσαν στις Θερμοπύλες, λέει
ό 'Ηρόδοτος, γράφηκε τδ Ιπίγραμμα:

Μ υριάαιν ποτέ rfjde τριηχοσίαις έμάχοντο


9Ε κ Πελοποννάσον χιλιάδες τέτορες.

Τδ Ιπίγραμμα γιά τούς Σπαρτιάτες έλεγε :

9Ω ξ ε ΐν *, άγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, δτι τχ\δε


Κ ιίμ ε & α τοις κείνω ν ρήμασι η ε ιΰ ό μ ε ν ο ι . (V I I, 228.)

Γ) ΘΕΜΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ „ΙΣΤΟΡΙΑΣ“

Σάν βάση τής 'Ιστορίας του ό ‘ Ηρόδοτος έβαλε τήν Ιδέα τής πανάρ-
χαιης έχθρας άνάμεσα στούς Έ λλη νες καί στούς άνατολικούς λαούς,
ανάμεσα στήν Εύρώπη καί στήν ’Ασία. Ό σκοπδς του έργου του κα­
θορίζεται πολύ καθαρά άπδ τήν ά ρ χή: „ Γιά νά μή σβήσει ό χρόνος
τά έργα τών άνθρώπων καί γιά νά μή μείνουν χωρίς δόξα τά μεγάλα
καί θαυμαστά κατορθώματα πού έκαναν τόσο οΐ Έ λλη νες δσο καί οΐ
βάρβαροι, προπάντων δμως γιά νά μήν ξεχαστει ή αίτια πού τούς
άνάγκασε νά πολεμήσουν μεταξύ τους “ ( I, 1 ).
Σύμφωνα μέ τά λόγια τών Περσών λογιών, δπως γράφει ό ‘ Ηρόδο­
τος, οί ‘Έ λληνες καί οί λαοί τής ’Ασίας ήταν άπδ άμνημόνευτα χρό­
νια έχθροί. ‘ Η έχθρα αύτή είχ ε άρχίσει άπδ τήν έποχή πού οί Φ ο ί­
νικες άρπαξαν τήν Ίώ άπδ τήν Ε λλά δα . Οί ‘Έ λληνες άπάντησαν
σ’ αύτή τους τήν πράξη άρπάζοντας τήν Εύρώπη καί τή Μήδεια άπδ
τήν ’Ασία. Σέ συνέχεια ό ’Αλέξανδρος (Π ά ρης) άρπαξε τήν Ε λ έ ν η
άπδ τήν Ε λλά δ α . *Ύστερα άπδ αύτές τις μεμονωμένες έχθρικές πρά­
ξεις, οί Έ λλη νες είσβάλανε μέ στρατδ στήν ’Ασία. *Η Ικστρατεία
τους τελείωσε μέ τήν καταστροφή τής Τροίας ( I , 1 - 5 ) .
58

Στβ σημείο αύτβ β ‘ Ηρόδοτος τελειώνει τήν άφήγησή του για τήν
Ιχθρα άνάμεσα στούς Έ λληνες καί στούς Άσιάτες στους μυθικούς
χρόνους καί περνάει στούς Ιστορικούς χρόνους. ‘Ο Αυδδς βασιλιάς
Κροίσος, πού είχε όποτάξει τούς Έ λληνες τής Μικράς ’Ασίας, είναι
ό πρώτος άνθρωπος πού, σύμφωνα με έξακριβωμένες πληροφορίες,
διέπραξε σοβαρές άδικίες σέ βάρος των Ελλήνων. Στο σημείο αύτδ
ό συγγραφέας βρίσκει εύκαιρία νά άφηγηθεί τήν Ιστορία των προη­
γούμενων Αυδών βασιλιάδων καί τούς άγώνες τους έναντίον των ελ ­
ληνικών πόλεων. Άναφέροντας πώς ό Κροίσος ήθελε νά συνδεθεί μέ
φιλικές σχέσεις μέ τις πιύ ισχυρές έλληνικές φυλές καί ήξερε πώς
τέτοιες φυλές είναι οί Σπαρτιάτες καί οί ’Αθηναίοι, ό ‘ Ηρόδοτος βρί­
σκει άφορμή για ν’ άφηγηθεί τήν Ιστορία τής Αθήνας, άρχίζο^τας
άπδ τβν Σόλωνα, καί τής Σπάρτης, άρχιζοντας άπδ τβν Αυκοϋργο,
ώς τήν Ιποχή τοϋ Κροίσου ( I , 6 - 7 0 ) . ’Εξιστορώντας τήν κατάχτηση
του λυδικοϋ κράτους άπδ τύν Πέρση βασιλιά Κύρο, ό 'Ηρόδοτος βρί­
σκει καί πάλι άφορμή κι άρχίζει νά άφηγεΐται τή γέννηση καί τήν
άνατροφή του Κύρου, τή διαμόρφωση καί τήν έξάπλωση τής περσι­
κής κυριαρχίας σέ δλη τήν ’Ασία. Μιλάει λεπτομερειακά γιά τις έκ-
στρατείες τοϋ Κύρου — έναντίον τών Ελλήνων τής Μικράς ’Ασίας,
τών Βαβυλωνίων, τών Μασσαγετών ( σ’ αύτή τήν τελευταία έκστρατεία
ό Κύρος σκοτώθηκε). Περιγράφοντας τις έκστρατείες τοϋ Κύρου, ό
‘ Ηρόδοτος μιλάει ταυτόχρονα καί γιά κάθε λαό πού ύπέτασσε ό Πέρ-
σης βασιλιάς, γιά τή χώρα του, γιά τά Ιθιμά του κ.τ.λ. ( I, 71 - 216 ).
Έδώ τελειώνει τύ πρώτο βιβλίο τής * Ιστορίας.
Μετά τβ θάνατο τοϋ Κύρου 0 γιβς καί διάδοχός του Καμβύσης
όργανώνει μιά έκστρατεία γιά νά ύποτάξει τήν Αίγυπτο ( I I , 1 ).
'Εξιστορώντας τήν έκστρατεία του, ό ‘ Ηρόδοτος παραθέτει μιά λ ε­
πτομερειακή περιγραφή αύτής τής χώρας. Δίνει πληροφορίες γιά τή
φύση, γιά τά μνημεία, γιά τά ήθη, τά έθιμα καί τή θρησκεία τών
Αιγυπτίων. ‘ Η περιγραφή αύτή πιάνει δλο το δεύτερο βιβλίο.
Στο τρίτο βιβλίο ό Ηρόδοτος συνεχίζει τήν άφήγησή του γιά τήν
έκστρατεία τοϋ Καμβύση στήν Αίγυπτο καί γιά τήν κατάγτηση τής
χωράς αύτής. Μιλάει γιά το θάνατο τοϋ Καμβύση ( I I I 1 - 6 6 ) γιά
τύ διάδοχό του Ψευδοσμέρδη καί γιά τήν άνάρρηση τοϋ Δαρείου στο
θρονο. Αναφέροντας πώς ό Δαρείος χώρισε τβ κράτος του σέ 20 σα­
τραπείες καί παραθέτοντας τά ποσά πού βρίστηκε νά πληρώνουν σάν φό­
ρους αυτές οί σατραπείες, β συγγραφέας παίρνει άφορμή γ ι* νά περι­
γράφει τις άχανεϊς έκτάσεις καί τούς άνεξάντλητους πόρους αύτοϋ
του κράτους πού γειτόνευε άμεσα μέ τήν εύρωπαϊκή Ε λλά δα . Τβ
τρίτο βιβλίο τελειώνει μέ τήν άφήγηση τής κατάχτησης τής Σάμου
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 69

άπύ τούς Πέρσες καί με τήν καταστολή τής έπανάστασης πού ξέσπασε
στή Βαβυλώνα.
Σ ιύ τέταρτο βιβλίο δ Έρδδοτος κάνει λόγο γιά τήν έκστρατεία
τοϋ Δαρείου στή Σκυθία. Οί Σκόθες είχαν εισβάλει παλιδτερα στήν
’Ασία, Ικμηδένισαν τή δύναμη τών Μήδων καί κυριάρχησαν έκεΤ 28
δλόκληρα χρόνια. Ό Δαρεΐος άποφάσισε νά τούς τιμωρήσει γ ι’ αύτό
( I V , 1 ). ΠρΙν δμως άρχίσει τήν έξιστόρηση τής έκστρατείας του, δ

m.-.-ϊ ■*- ·'


Elx. 5. Χρυσό άγγ·Ιο Από τό Κούλ - "Ομπα. Είχονίζονται 2χι)9«ς.
Τόλος τοΟ 5. α ΐ. π .Χ . Mouoslo Έρμιτάζ.

‘ Ηρόδοτος περιγράφει λεπτομερειακά τΙς. χώρες πού βρίσκονται στά


βόρεια τού Πόντου (Μαύρης θάλασσας), τούς λαούς πού ζούσαν έκ ε ΐ
καί ιδιαίτερα τύ λαό πού ϊμ εν ε στύ νοτιότερο τμήμα τους — τούς
Σκύθες — τήν καταγωγή τους, τή διαίρεσή τους σέ φυλές, τ ίς κατοι­
κίες, τά ήθη καί έθιμά τους ( I V , 2 - 8 2 ) . Ή περιγραφή τής Σκυθίας
έχ ει ιδιαίτερη σημασία γιά μάς τούς Ρώσους, για τί Αποτελεί τήν
Αρχαιότερη Ιστορία τοΟ νότιου τμήματος τής χώρας μας.
"Ύστερα δ "Ηρόδοτος περιγράφει τήν έκστρατεία του Δαρείου. Αν
καί δ Δαρεΐος δεν πέτυχε τδ σκοπό του — τήν κατάχτηση τής Ε λ ­
λάδας — Ιδειξε στούς Πέρσες τδ δρόμο γιά τήν Εύρώπη καί τούς
εδωσε τή δυνατότητα νά έγκατασταθούν σταθερά στή Θράκη ( I V ,
8 3 - 1 1 4 ) . Ε π ειδ ή ταυτόχρονα με τήν έκστρατεία αύτή οΐ Πέρσες
έτοιμάζονταν νά έκστρατεύσουν γιά νά ύποτάξουν τους λαούς πού ζοΰ-
σαν στή Βόρεια Λιβύη (’Αφρική), ό συγγραφέας βρίσκει εύκαιρία γιά
νά άφηγηθεΐ τήν Ιστορία τών έλληνικών άποικιών τής Λιβύης, καί
ιδιαίτερα τήν Ιστορία τής Κυρήνης, καί παραθέτει δσες πληροφορίες
είχε συγκεντρώσει γιά τούς λαούς τής χώρας αύτής ( IV , 145 - 2 0 5 ).
Στδ σημείο τούτο τελειώνει τδ τέταρτο βιβλίο.
Στήν άρχή του πέμπτου βιβλίου δ ‘ Ηρόδοτος άφηγεϊται πώς ό
Πέρσης στρατηγός Μεγάβαζος, πού 0 Δαρεΐος τδν είχε άφήσει με
στρατό στή Θράκη, ύπόταξε, γυρίζοντας άπδ τήν έκστρατεία του στή
Σκυθια, δλη τήν παραθαλάσσια περιοχή τής Θράκης. Ταυτόχρονα
περιγράφει καί τα ήθη τών Θρακών ( V, 1 - 1 1 ). Τδ μεγαλύτερο μέ­
ρος τοϋ βιβλίου αυτού άφιερώνεται στήν Ιξέγερση τών Ίώνων τής Μι-
κράς Ασιας καί άποτελεΐ ένα είδος προλόγου γιά τήν έζιστόρηση τών
ελληνοπερσικών πολέμων. Ο ‘ Ιστιαΐος, τύραννος τής Μιλήτου, είχ ε
προσφέρει σπουδαίες υπηρεσίες στδν Δαρεΐο στή διάρκεια τής έκστρα-
τείας του στή Σκυθία. Αργότερα δμως ό Δαρεΐος τδν ύποπτεύθηκε
γιά προδοσία καί τδν κρατούσε ούσιαστικά αιχμάλωτο στήν Αόλή του,
παρ’ δλες τις τιμές πού τού άπέδιδε. Ό ’Αρισταγόρας, γαμπρός τού
Ιστιαίου καί διάδοχός του στή διοίκηση τής Μιλήτου, ύστερα άπδ τις
προτροπές τού αιχμάλωτου τύραννου, πού έφερνε βαριά τήν άναγκα-
στική παραμονή του στά Σοΰσα, ύποκίνησε τις ιωνικές πόλεις νά έξε-
γερθούν κατά τών Περσών (V , 2 6 - 3 8 ) . ‘Ο ’Αρισταγόρας Απευθύν­
θηκε στή Σπάρτη καί στήν 'Αθήνα ζητώντας βοήθεια. Ό 'Ηρόδοτος
έδω σταματάει καί πάλι τήν άφήγησή του γιά νά παρεμβάλει τήν
Ιστορία αύτών τών δυδ κρατών Αρχίζοντας Απδ τδ σημείο πού τήν είν ε
διακόψει στδ πρώτο βιβλίο (V , 3 9 - 4 8 καί 5 5 - 9 6 ). Ή Σπάοτη
Αρνηθηκε κάθε βοήθεια στούς «Ιωνες, ένώ ή ’ Αθήνα, πού μόλις ε ίν ε
ελευθερωθεί Απδ τήν τυραννίδα τών Πεισιστρατιδών, καί ή Έοέτοια
(πόλη τής Εύβοιας) έστειλαν ενα μικρδ στόλο καί πήραν μέρος στίιν
κατάχτηση τών Σάρδεων. 'Ωστόσο ό πόλεμος συνεχιζόταν αέ όλέθοΐΕ<·
συνέπειες γιά τοδς «Ελληνες. Πολλές πόλεις τής ΐικ ρ ά ς
σαν στα χέρια των Περσών. Τότε ό 'Αρισταγόρας πρότεινε ατούς
ομόφρονες του να έγκαταλείφουν τή Μίλητο, δίνοντας πρώτος τδ π « !
ράδειγμα. Μαζί με τους έθελοντές πού τδν Ακολούθησαν, έφυγε γιά
τή Θράκη, οπού καί έγκαταστάθηκε. Στήν πολιορκία δμως J a c θοα
κικής πόλης σκοτώθηκε κι αδτδς καί δλοι ο[ Αντρες τοΟ Αποσπάσμα-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 61

τός του. Αύτό είναι τό τελευταίο έπεισόδιο πού περιγράφει zb πέμπτο


βιβλίο.
Στο έκτο βιβλίο συνεχίζεται ή περιγραφή τοϋ άγώνα των Ε λ λ ή ­
νων τής Μικράς ’Ασίας πού κατέληξε στήν όλοκληρωτική συντριβή
τους καί στήν καταστροφή τής Μιλήτου (V I, 1 - 20). "Ύστερα 61 Πέρ-
σες καταχτήσανε τήν Καρία ( V I , 2 5 ). Ό "Ιστιαίος, πού είχ ε στό
μεταξύ δραπετεύσει, προσπάθησε νά τούς πολεμήσει μαζί μέ τούς
Αέσβιους πού τόν βοήθησαν, μά πιάστηκε αιχμάλωτος καί σταυρώ­
θηκε ( V I , 3 0 ). 01 Πέρσες μετά τή νίκη τους προωθήθηκαν δυτικό­
τερα. Ό περσικός στόλος κατέλαβε μερικά νησιά κοντά στις άκτές τής
ηπειρωτικής ’Ασίας ( V I , 3 1 ). Μετά τήν καθυπόταξη τής ’ Ιωνίας, ό
Δαρείος, γιά νά έκδικηθεί τούς "Έλληνες, όργάνωσε δυό έκστρατείες
έναντίον τους. Ή πρώτη, μέ άρχηγό τόν Μαρδόνιο, κατευθυνόταν στήν
’Αθήνα καί στήν Ε ρέτρια . ' Ο περσικός στόλος δμως καταστράφηκε
άπό θύελλα κοντά στόν νΑθω, ένώ ό στρατός ταλαιπωρήθηκε φοβερά
περνώντας τή Μακεδονία. Τά ύπολείμματα του στρατού καί του στό­
λου άναγκάστηκαν νά ξαναγυρίσουν ντροπιασμένα στήν ’Ασία ( V I ,
4 3 - 4 5 ) . "Ο Μαρδόνιος παύθηκε άπό άρχιστράτηγος ( V I , 9 4 ). Στή
δεύτερη έκστρατεία διορίστηκαν άρχηγοί ό Δάτις καί ό Άρταφέρνης.
Οί ΙΙέρσες πήγαν κατευθείαν με στόλο στήν Ε ρ έτρια . Ά φου τήν
κυρίευσαν, άποβιβάστηκαν στήν Α τ τικ ή . 01 ’Αθηναίοι, μέ άρχηγό
τόν Μιλτιάδη, τούς νίκησαν στήν περίφημη μάχη τοϋ Μαραθώνα ( V I,
9 4 -1 2 0 ).
"Ύστερα ό "Ηρόδοτος ύπερασπίζεται τούς Ά λκμεω νίδες, πού είχαν
κατηγορηθεί πώς σκόπευαν νά παραδώσουν τούς ’Αθηναίους στούς
Πέρσες καί στόν "Ιππία. Παραθέτει τήν ιστορία τής γενιάς τους φθά-
νοντας &ς τόν Κλεισθένη καί τόν Περικλή ( V I , 1 2 1 - 1 3 1 ). Τό τ έ­
λος τοϋ έκτου βιβλίου άφιερώνεται στήν έξιστόρηση τής κατοπινής
μοίρας τοϋ Μιλτιάδη ( V I , 1 3 2 - 1 4 0 ) .
Στά τρία τελευταία βιβλία ( V I I , V I I I , I X ) περιγράφεται λεπτο­
μερειακά ή έκστρατεία τοϋ Ξέρξη στήν "Ελλάδα.
Στήν άρχή τοϋ έβδομου βιβλίου ό ‘ Ηρόδοτος άφηγείται τό θάνατο
τοϋ Δαρείου καί τήν άνάρρηση στό θρόνο τοϋ γιοϋ του Ξέρξη. "Ύστερα
κάνει λόγο γιά τό στρατιωτικό συμβούλιο των Περσών, γιά τις τερά­
στιες προετοιμασίες τής έκστρατείας, γιά τήν πορεία τοϋ άμέτρητου
περσικοϋ στρατοϋ άπό τήν ’Ασία στήν Εύρώπη, γιά τούς λαούς πού
έπαιρναν μέρος στήν έκστρατεία, γιά τά διάφορα είδη τοϋ όπλι-
σμοΰ τους.
01 "Έλληνες, κάτω άπό τήν ήγεμονία τής Σπάρτης, τοϋ κάκου
προσπάθησαν νά κλείσουν συμμαχία μέ τούς "Έλληνες τής Νότιας
’ Ιταλίας καί τής Σικελίας. Στό σημείο αύτό δ "Ηρόδοτος άφηγείται
τούς άγώνες τών Ελλήνω ν τής Νότιας Ιτα λία ς καί τής Σικελίας,
τόσο τους Εσωτερικούς δσο και τούς Εξωτερικούς — μέ τήν Καρχη^0-
να. “Ύστερα ξαναγυρίζει στήν έκστρατεία των Περσών περιγραφοντας
τήν πορεία τους μέσα άπδ τή Θράκη, τή Μακεδονία και τή Θεσσαλία
( V I I , 179 - 2 0 1 ). Τδ έβδομο βιβλίο τελειώνει μέ τήν περιγραφή τής
μάχης τών Θερμοπυλών ( V I I , 202 - 2 3 9 ).
Τδ όγδοο βιβλίο άρχιζει μέ τή ναυμαχία πού Ιγινε κοντά στδ Α ρ ­
τεμίσιο. Μετά τή μάχη τών Θερμοπυλών οί Πέρσες πέρασαν τή Φω­
κίδα, τή Βοιωτία, έφθασαν στήν Α ττικ ή καί κατέλαβαν τήν Α θήνα.
Στδ μεταξύ 6 έλληνικδς στόλος, πού είχε συγκεντρωθεί στή Σαλαμί­
να, έτοιμαζόταν, υστέρα άπδ πρόταση τών Πελοποννησίων, νά φύγει
γιά τδν Ισθμό. Ό Θεμιστοκλής όμως παρέσυρε μέ πονηριά τούς ΙΙέρ-
σες νά δώσουν τή μάχη στή Σαλαμίνα, όπου και νικήθηκαν άπδ τούς
Έ λληνες. Ό Ξέρξης ξαναγύρισε στήν Ά σ ία άφοΰ άφησε στή Θεσσα­
λία τδν Μαρδόνιο μέ στρατό. Ό Μαρδόνιος, μέ τή μεσολάβηση του
’Αλέξανδρου, γιου του βασιλιά τής Μακεδονίας, προσπάθησε νά πα­
ρασύρει τούς ’Αθηναίους νά κλείσουν συμμαχία μέ τούς Πέρσες. Οί
Σπαρτιάτες συμβούλευσαν τούς ’Αθηναίους νά μή δεχτούν τέτοια συμ­
μαχία. Οί ’Αθηναίοι τήν άπέκρουσαν και μήνυσαν στούς Σπαρτιάτες:
„ Πουθενά στή γή δέν όπάρχει τόσο χρυσάφι, ούτε καμιά χώρα τόσο
όμορφη και τόσο άνώτερη στήν άρετή, ώστε γιά χάρη τους νά μηδί­
σουμε καί νά παραδώσουμε τήν Ελλά δα στή δουλεία “ ( V I I I , 1 4 4 ).
Μ' αύτή τήν άπάντηση τών ’Αθηναίων τελειώνει τδ όγδοο βιβλίο.
Στδ ίνατο βιβλίο δ ‘ Ηρόδοτος άφηγειται τδ τέλος τού πολέμου τών
Περσών στήν Ελλάδα. Στδ μεγαλύτερο μέρος περιγράφει τΙς μάχες
πού έγιναν στίς Πλαταιές καί στή Μυκάλη και πού είχαν σάν άποτέ-
λεσμα τήν άπελευθέρωση τών Ελλήνω ν τής Μικράς ’Ασίας άπδ τούς
Πέρσες. Τδ τελευταίο γεγονδς πού άναφέρει στήν ‘Ιστορία του είναι
ή κατάληψη τής Σηστου άπδ τούς “Έλληνες στά 478 π .Χ . — έληξε
τότε ό δεύτερος πόλεμος άνάμεσα στούς “Έλληνες καί στούς Πέρσες.
“Ύστερα μιλάει γιά τή συμβουλή πού έδωσε ό Κύρος στούς Πέρσες
όταν τού είπαν πώς θέλουν νά έγκαταλείψουν τή χώρα τους, γιατί ε ί­
ναι μικρή καί αδχμηρή, καί νά Εκμεταλλευθοΰν τήν Ιξουσία πού Εξα­
σφάλισαν πάνω σ’ ένα σωρδ λαούς γιά νά Εγκατασταθούν σέ μιά άλλη
καλύτερη χώρα. Ό Κύρος τούς έδωσε τήν άδεια νά φύγουν, ταυτό­
χρονα όμως τούς συμβούλευσε „ νά Ετοιμάζονται όχι γιά νά Εξουσιά­
ζουν, άλλά γιά νά Εξουσιάζονται άπδ άλλους, γιατί στίς εύφορες χώ­
ρες οί άνθρωποι γίνονται μαλθακοί. “Η ίδια χώρα ποτέ δέν μπορεί
νά παράγει θαυμαστούς καρπούς καί γενναίους πολεμιστές Οί Πέρ­
σες προτίμησαν νά Εξουσιάζουν καί νά ζοΰν σέ μιά φτωχική χώρα
παρά νά καλλιεργούν τίς πεδιάδες καί νά λυγίζουν κάτω άπδ ξένο
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 63

ζυγό. Με τήν παράξενη αύτή άφήγηση, έντελώς άσχετη μέ τόν πό­


λεμο πού έξιστοροϋσε προηγούμενα, ό 'Ηρόδοτος τελειώ νει τήν
*Ιστορία του.
Αύτό είναι, σε γενικές γραμμές, τό περιεχόμενο της 'Ιστορίας
τοϋ 'Ηρόδοτου. 'Ωστόσο τδ βασικό νήμα της άφήγησής του ( ή Ιχθρα
και ό άγώνας άνάμεσα στήν ’Ανατολή καί στή Δύση) διακόπτεται
διαρκώς (ιδια ίτερα στα πέντε πρώτα β ιβ λία ) με διάφορες παρεκβά­
σεις, τα λεγόμενα έπεισόδια. Πολλές φορές αύτά τά έπεισόδια πιάνουν
μεγάλο μέρος τής άφήγησης. 'Η περιγραφή τής Αίγυπτου π.χ. πιάνει
ολόκληρο τό δεύτερο βιβλίο. Ό 'Ηρόδοτος παραθέτει τά έπεισόδιά του
βρίσκοντας, τις περισσότερες φορές, κάποια άφορμή. Άναφέροντας
π.χ. κάποιο πρόσωπο, άντικείμενο, μέρος ή γεγονός, δίνει στά πεταχτά
διάφορες πληροφορίες πού έχουν πότε άμεση και πότε έμμεση σχέση
μέ καθένα άπό αύτά. Καθώς μιλάει, στό πρώτο βιβλίο, γιά τήν έπιθυ-
μία τοϋ Κροίσου νά πιάσει φιλίες μέ τούς ’Αθηναίους καί τούς Σπαρ­
τιάτες, παραθέτει τήν ιστορία τής ’Αθήνας καί τής Σπάρτης, άν καί
δεν έχ ει καμιά σχέση μέ τή συγκεκριμένη πράξη του Κροίσου.
’Απαριθμώντας τις σατραπείες τοϋ περσικού κράτους, δπως τις είχ ε
καθορίσει ό Δαρειος, καί ύπενθυμίζοντας ( I I I , 9 4 ) πώς οί ’ Ινδοί πλή­
ρωναν σιόν Δαρείο φόρο σέ χρυσόσκονη, ό συγγραφέας κάνει μιά με­
γάλη παρέκβαση περιγράφοντας τή χώρα καί ιόν τρόπο ζωής αύτοϋ τοϋ
λαοϋ ( I I I , 98 - 1 0 6 ) . Μέ τόν ίδιο τρόπο, ύπενθυμίζοντας ( I I I , 97) πώς
οί ’"Αραβες πρόσφεραν θεληματικά λιβανωτό στόν Δαρειο, παραθέτει
τήν περιγραφή τής ’Αραβίας ( I I I , 107 - 1 1 3 ) .
Ό ίδιος ό Ηρόδοτος όμολογεί τήν άδυναμία πού είχ ε γ ι’ αύτές
τις παρεκβάσεις: „ Ά π ’ τήν άρχή μοΰ άρεσε νά’ βάζω προσθήκες
[παρεκβάσεις, έπεισόδια] στό λόγο μου“ ι ( I V , 3 0 ). Ό Διονύσιος
ό 'Αλικαρνασσέας επιδοκιμάζει τή μέθοδο τοϋ Ηρόδοτου : „ Ό 'Ηρό­
δοτος ήξερε πώς κάθε μακροσκελής άφήγηση άφήνει εύχάριστες έν-
τυπώσεις στήν ψυχή τοϋ άκροατή όταν τοϋ προσφέρει ξεκουραστικές
άνάπαυλες. Ό ταν όμως, όσο τέλεια κι άν είναι, δέν άπομακρύνεται
άπό τό ίδιο θέμα, τόν κουράζει καί γίνεται βαρετή. Γ ι’ αύτό ό 'Ηρό­
δοτος μιμείτα ι τόν 'Όμηρο θέλοντας νά προσδώσει ποικιλία στό έργο
του. Παίρνοντας στά. χέρια μας τό βιβλίο του, τό άπολαμβάνουμε ώς
τήν τελευταία του λέξη καί έπιθυμοΰμε όλοένα πιό πολύ [νά τό
διαβάζουμε ] “ ( Epist . ad Cn. Pompejum. κεφ. 3 = p. 71 — 2 R =
p. 54 U s .) .

1. Προο&ήχας μοι ό λόγος έξ αρχής εδίζητο. Στό σημείο αύτό ή λέξη λόγος Ισως
νά μήν άναφέρεται σέ δλη τήν άφήγηση μά μονάχα στό άπόσπασμα γιά τή Σκυθία.
64 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο 2,

Δ) ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Μέ τήν πρώτη ματιά λοιπόν ή 'Ιστορία φαίνεται σαν έργο χωρίς


συνοχή — ή βασική άφήγηση διακόπτεται συνεχώς μέ παρεκβάσεις.
Ά ν τήν άναλύσουμε δμως πιό προσεχτικά, βλέπουμε πώς είναι γραμ­
μένη με βάση ένα βαθιά μελετημένο σχέδιο. “Αν καί ή διαίρεση σε
έννιά βιβλία δεν άνήκει στόν ‘ Ηρόδοτο, άνταποκρίνεται στό σχέδιό
του καί Ιγινε μέ πολλή σύνεση. Κάθε βιβλίο άποτελει, από άποψη
περιεχομένου, ένα μικρό ολοκληρωμένο σύνολο. Βασικό θέμα του β ι­
βλίου I είναι ή ζωή τοϋ Κύρου, του βιβλίου I I ή περιγραφή τής Α ί-
γύπτου, τοϋ βιβλίου IV ή περιγραφή τής Σκυθίας, του βιβλίου V ή έξι-
στόρηση τής Ιξέγερσης των Ίώνων, του βιβλίου V I ή μάχη τοϋ Μα­
ραθώνα, τοϋ βιβλίου V II ή Ικστρατεία τοϋ Ξέρξη ώς τή νίκη του στις
Θερμοπύλες, τοϋ βιβλίου V I I I ή νίκη των Ελλήνων στή Σαλαμίνα,
τοϋ βιβλίου I X ό τελικός θρίαμβος τών Ελλήνων στίς Πλαταιές καί
στή Μυκάλη. Μονάχα στό βιβλίο I I I δεν είναι τόσο αισθητό ένα ε ι­
δικό θέμα καί σ’ αύτό δμως τό Ινδιαφέρον τοϋ συγγραφέα έχει συγκεν­
τρωθεί στήν έπανάσταση πού έγινε στήν Αόλή τοϋ Πέρση βασιλιά καί
πού είχ ε σάν άποτέλεσμα τήν άνάρρηση τοϋ Δαρείου στό θρόνο.
Ωστόσο οί μικρές αδτές διαιρέσεις μπορούν νά συμπτυχθοΰν σέ
τρεις μεγάλες. ‘ Η 'Ιστορία χωρίζεται σε τρία μεγαλύτερα μ έρ η: Τό
πρώτο μέρος, πού άποτελείται άπό τά τρία πρώτα βιβλία τής καθιερω­
μένης διαίρεσης, άγκαλιάζει τήν Ιποχή τής βασιλείας τοϋ Κύρου καί
τοϋ Καμβύση ώς τήν έκλογή τοϋ Δαρείου στό θρόνο. Τό δεύτερο μέ­
ρος άγκαλιάζει τήν Ιποχή τής βασιλείας τοϋ Δαρείου καί τό τρίτο τή
βασίλεια τοϋ Δερξη. Ετσι στό πρώτο μέρος δίνεται ή είκόνα τής άνά-
πτυξης τής δύναμης και τοϋ μεγαλείου τής Περσίας. .Στό τρίτο μέρος,
πού ό Ιστορικός τό άντιπαραθέτει άμεσα στό πρώτο, είκονίζεται ή ήττα
τής Περσίας άπό τήν Ελλάδα. Τό μεσαίο μέρος τής Ιστορίας, πού
χρησιμεύει σάν πέρασμα άπό τό πρώτο στό τρίτο, είναι ένας πολύμορ­
φος πίνακας: Ά πό τή μιά μεριά περιγράφεται ή άποτυχία τών Περ-
σών στή Σκυθία καί άπό τήν άλλη ή άποτυχία τής Ιξέγερσης τών
Ελλήνω ν στήν ’Ιωνία.
*Όπως βγαίνει άπό αύτή τήν άνάλυση, τό έργο τοϋ ‘ Ηρόδοτου είναι
γραμμένο σύμφωνα μέ ένα καλλιτεχνικό,· αύστηρά μελετημένο σχέδιο
μέ βάση τή διαίρεση σέ τρεις τριάδες. Φυσικά γεννιέται άμέσως τό
Ιρώ τημα: Ε ίχ ε ύπόψη του άραγε ό ‘ Ηρόδοτος άπό τήν άρχή τό σχέ­
διο αύτό ή διαμορφώθηκε μόνο του άργότερα στήν πορεία τής έργα-

Πάνω ο* αδτδ τδ πρόβλημα στδ 19. α.1. διατυπώθηκαν δοδ δποθέ-


σεις, ή μιά άπδ τδν Δ . Κίρχωφ, ή άλλη άπδ τδν Α. Μπάουερ. Σόμ-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 65

φωνα μέ τήν πρώτη ύπόθεση, δ ‘ Ηρόδοτος έγραψε τήν 'Ιστορία του


σιγά - σιγά σέ διάφορα χρονικά διαστήματα, άκριβώς μέ τή σειρά πού
έφθασε ώς έμάς, έχοντας καταστρώσει άπδ πριν τδ σχέδιό της. Σύμ­
φωνα μέ τή δεύτερη ύπόθεση, τδ έργο τοϋ 'Ηρόδοτου άποτελοϋνταν
στήν άρχή άπδ έντελώς αδτοτελή κομμάτια καί άργότερα δ συγγρα­
φέας τά συναρμολόγησε σ’ ένα σύνολο, κάνοντας καί δρισμένες Απα­
ραίτητες προσθήκες.
Πολλοί έπιστήμονες ύποστηρίζουν τή μιά ή τήν άλλη άπδ αδτές τΙς
ύποθέσεις, ώστόσο τδ πρόβλημα μένει Ακόμα άλυτοι.
Περισσότερη άληθοφάνεια παρουσιάζει ή δεύτερη ύπόθεση. "Αν
είναι σωστή, πρέπει νά συμπεράνουμε πώς τά μέρη ποδ συγκρότησαν
τήν 'Ιστορία δέν είναι άλλα άπδ εκείνους τοδς λόχους ποδ Αναφέρει δ
ίδιος δ συγγραφέας ( βλ. πιδ πάνω ).
Νά ένας ύποθετικδς κατάλογος αότών τών λόγων, ποδ άντιστοιχοΰν
στά παρακάτω βιβλία καί κεφάλαια σύμφωνα μέ τή σημερινή διαί­
ρεση: Πρώτος λόγος: I, 1 - 1 , 94. Δεύτερος: I, 9 5 - 1 , 2 16. Τρίτος:
I I , 1 - 1 1 ,1 8 2 . Τέταρτος: I I I , 1 - Ι Ι Ι , 160. Πέμπτος: IV , 1 - I V ,
144. "Ε κτος: IV , 1 4 5 - I V , 205. "Εβδομος: V , 1 - V , 97. "Ογδοος:
V , 9 8 - V I. 9 3 ."Ενατος: V I, 9 4 - V I , 1 4 0 - V I , 140, Δέκατος: V I I ,
1 - V I I , 177. Ενδέκα το ς: V I I , 1 7 8 - V I I I , 129. Δωδέκατος: V I I I ,
1 3 0 - I X , 122.

Ε) Π Ο Υ Ε Γ Ρ Α Ψ Ε Ο Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ Τ Η Ν „ ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ “ .

Τδ πρόβλημα μέ ποιά σειρά καί πότε γράφηκαν τά διάφορα μέρη


τής 'Ιστορίας τοϋ 'Ηρόδοτου συνδέεται άμεσα μέ τδ πρόβλημα ποϋ
γράφηκε τδ καθένα. Ό Σουίδας, στδ άπόσπασμα ποδ άναφέραμε πιδ
πάνω, ύποστηρίζει κατηγορηματικά πώς δ ‘ Ηρόδοτος έγραψε καί τά
έννιά βιβλία τοϋ έργου του τδν καιρδ ποδ έμενε στή Σάμο. ΟΕ νεότε­
ροι έπί στήμονες άπορρίπτουν αύτή τήν άποψη τονίζοντας πώς άπδ μ ε­
ρικές έκφράσεις τοϋ ίδιου τοϋ συγγραφέα βγαίνει τδ συμπέρασμα πώς
ή 'Ιστορία γράφηκε πολδ άργότερα. Δέν είναι δμως καθόλου άδύ-
νατο, φαίνεται μάλιστα πολδ πιθανό, δρισμένα μέρη τοϋ έργου του δ
Ηρόδοτος νά τά έγραψε στή Σάμο, νά τά πήρε μαζί του στήν ήπ ει-
ρωτική Ε λλά δ α καί νά τά διάβαζε έκεί, κι άν Ακόμα δέν τοδς ε ίχ ε
δώσει τήν τελική μορφή τους*. 'Ορισμένα ώστόσο σημεία τής ‘Ιστο­

ί . "Οπως θά δοΟμε πιο κάτω, οδτβ τό πρόβλημα τής σύνθεσης τής * Ιστορίας τοδ Θουκυ­
δίδη έχ ει λυθεί άκόμα.
2. Καί δ Λουκιανός στό έργο Ηρόδοτος ή *Α *ιίω ν, κεφ. 1, λ έει πώς δ Ηρόδοτος
διάβασε στήν 'Ολυμπία έννιά βιβλία.
5 Ιστορία τής * Ελληνικής Αογοτβχνίας
ρίας1 είναι φανερό πώς γράφηκαν άργότερα, άλλα στήν ’Ιταλία καί
άλλα σε μεταγενέστερη πάντως περίοδο της ζωής τοϋ συγγραφή·
Μπορεί τά σημεία αύτά νά προστέθηκαν άργότερα άπό τόν 'Ηρόδοτο,
άπό αύτό δμως άποδείχνεται πώς ή 'Ιστορία πήρε τήν τελική της μορ­
φή — δπως μάς είναι γνωστή σήμερα — μόλις στά τελευταία χρόνια
τής ζωής του.
Έ πιθανότερη έκδοχή είναι πώς ή 'Ιστορία τοϋ 'Ηρόδοτου γρά­
φηκε στήν άρχή πρόχειρα (όλόκληρη ή zb μεγαλύτερο μέρος της),
πριν 0 ιστορικός μεταναστεύσει στους Θούριους, δπου τής έδωσε τήν
τελική της μορφή.
Αύτή ή έκδοχή έπαληθεύεται, ώς ένα σημείο τουλάχιστο, καί άπδ
ένα άλλο στοιχείο: Στδν 'Ηρόδοτο έμειναν άγνωστα μερικά περιστα­
τικά πού έγιναν στήν Ελλά δα μετά τό ’4 44 π. X . Γράφει π.χ. στο β ι­
βλίο V I ( 9 8 ) πώς στά 4 9 0 „ έγινε στή Δήλο ένας σεισμός, δπο)ς έλ ε­
γαν οΐ Δήλιοι, γιά πρώτη καί τελευταία φορά ώς τήν έποχή μας
Ό Θουκυδίδης δμως άναφέρει ( I I , 8 ) πώς στά 431 έγινε στή Δήλο
καί άλλος σεισμός, πού ό 'Ηρόδοτος δεν τδν είχε μάθει άσφαλώς2.
Καί δμως ό 'Ηρόδοτος στά τέσσερα τελευταία βιβλία του άναφέρει
μερικά γεγονότα των άρχών τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου, δπως π.χ.
τήν έπίθεση των Θηβαίων στις Πλαταιές, πού έγινε τήν άνοιξη τοϋ
431 ( V I I , 2 3 3 ), τή θανάτωση τών Σπαρτιατών πρέσβεων άπό τούς
’Αθηναίους τό καλοκαίρι τοϋ 4 30 ( V I I , 1 3 7 ) καθώς καί τή λεπτομέ­
ρεια πώς οί Σπαρτιάτες, έρημώνοντας τήν ’Αττική στά πρώτα χρόνια
τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου, άφησαν άθικτη μονάχα τή Δεκέλεια
( I X , 7 3 ). Σ αυτα τα στοιχεία στηρίζουν οί φιλόλογοι τήν ύπόθεσή
τους πώς ό 'Ηρόδοτος είχε γυρίσει γύρω στά 432 στήν ’Αθήνα.
‘ Ωστόσο αύτές οί πληροφορίες ( έλάχιστες άλλωστε) γιά γεγονότα τών
άρχών τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου δεν μάς δίνουν άκόμα τό δι-

1. Τέτοια σημεία π.χ. είν α ι: 1 , 1 4 5 : .......δ ποταμός Κράθις, πού άπό αύτόν πήρε τό
δνομα του δ ποταμός ποο βρίσκεται στήν ’Ιτα λία “ — IV , 99, δπου δ ’ Ηρόδοτος πεοινοά-
φει τήν Ταυρική ( σημερινή Κριμαία) συγκρ νοντάς την μέ τήν Α τ τ ικ ή : ,,Γ ιά έκεΐνον
που δέν έχει ταξιδέψει στήν Αττική, θά δώσω μιά άχλη έξήγηση *Δ ς φανταστεί πώς τήν
Ιαπυγα, αρχίζοντας από τό λιμάνι τοϋ Βρινδησ ου ώς τόν Τάραντα, τήν κατάχτησε §νας
\V*ailK*Xl| °!r δγΐν? κύρΐος τοδ άκρωτηρΌυ“ Στά βιβλία 1, 167,
Ιταλία ’ ^ * * V 44, * Α ρ κ το ς «Φηγβΐται διάφορα περιστατικά πού έγιναν στήν
2. Ul μαρτυρίες τοϋ ’ Ηρόδοτου καί τοδ θουκυδ'δη είναι άντιφατικές: *0 «Ηρόδοτος
όνομάζει τό σεισμό τοϋ 490 μοναδικό, ένώ δ Θουκυδίδης γράφει πώς οί "Ελληνες δέν θυ-
μοϋνται νά έγινε άλλος σεισμός στη Δή/.ο πρίν άπό τό 481, δηλαδή δέν ξέρει ή δέν πιστεύει
• S μαρτυρί* τ,00. Ηρόδοτου. Ωστόσο ή άντ φάση αύτή δέν μειώνει τήν άξιοπιστ'α τοϋ
Ηρόδοτου σ αύτο το σημείο, ο Θουκυδίδης μπορεί νά μήν ήξερε ή νά μήν πίστευε πώς
πϊιΥ ? η . ? 1£ λ0ς °Αΐσμ\ζ ·σο ϊ 4Η^’ 6Ι ε αΐ άδύνατο δμωδ νά έπινόησε αύθαίρετα τό σει-
.σμο 431' Τ * σε1σμδ “ ύχο θά τον ήξερε άσφαλώς καί δ «Ηρόδοτος, άν ήταν στήν
έλλαδα αυτή τη χρονιά ή αργότερα. Πρέπει λοιπόν νά ύποθέσουμε πώς, ζώντας στήν
1ταλ “ : δέν άκουσε τίποτα γ ι’ αύτόν ή, κι άν άκουσε, πώς δέν θεώρησε απαραίτητο νά
μεταβάλει τό κε μενο πού είχε κιόλας γράψει. ραιτητο
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 67

καίωμα νά συμπεράνουμε πώς ό 'Ηρόδοτος ήταν άδόνατο νά τά μάθει


μένοντας στούς Θούριους και νά τά προσθέσει έκ εί στήν 'Ιστορία του.
’Αντίθετα ό τρόπος πού τά γράφει δίνει τήν έντύπωση πώς παρακο­
λουθούσε άπό μακριά τήν πορεία τού πολέμου, άδιάφορος γ ι’ αύτόν
καί κρίνοντας τον μέ δλη του τήν ήρεμία. "Ολες αύτές τις λεπτομέ­
ρειες τις παραθέτει μέ σκοπό νά δείξει τήν Απόλυτη έξουσία τής θεό­
τητας, πού παρεμβαίνει γιά νά τιμωρήσει τούς φταίχτες ή γιά νά Αν­
ταμείψει τούς καλούς Ανθρώπους.
Δέν υπάρχουν λοιπόν βάσιμα έπιχειρήματα γιά νά ύποθέσουμε πώς
ό Ηρόδοτος έφυγε άπό τούς Θούριους καί έγκαταστάθηκε ξανά στήν
’Αθήνα ( ή σε κάποιο άλλο μέρος τής Ε λλά δα ς). Ή πιό φυσική άποψη
είναι πώς έμεινε στούς θούριους ώς τό τέλος τής ζωής του δπου καί
πέθανε, δπως Αναφέραμε κιόλας, λίγο μετά τό 4 3 0 π. X . Τήν έποχή
αύτή είχ ε τελειώσει τή συγγραφή τής 'Ιστορίας του στή μορφή Ακρι­
βώς πού έφθασε ώς έμάς.

3. Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΣΑΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΣΑΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Α ) Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Ε Σ Α Π Ο Ψ Ε ΙΣ Τ Ο Υ Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Υ

καί δέν Ινδιαφερόταν πολύ γιά τήν πολιτική, ό Ηρόδοτος φαί­


νεται γενικά πώς ήταν όπαδός τής δουλοκτητικής δημοκρατίας τής
σύγχρονής του Α θήνας καί έχθρός τής τυραννίδας.
Τή γνώμη του γιά τήν τυραννίδα καί τή δημοκρατία τήν Ικφράζει
είτε άμεσα ό ίδιος είτε μέ τούς λόγους διαφόρων προσώπων πού πα­
ραθέτει στήν 'Ιστορία του. ,,Έ Α θήνα — λέει — ήταν καί πριν ισχυρή,
άπό τότε δμως πού Απαλλάχτηκε άπό τούς τύραννους έγινε Ακόμα
ισχυρότερη “ (V , 6 6 ). Μιλώντας γιά τόν Κλεισθένη καί γιά τήν Απο­
καταστημένη Αθηναϊκή δημοκρατία, πού Αναγκάστηκε νά Αντιμετωπί­
σει όλόκληρο συνασπισμό κρατών κάτω άπό τήν ήγεσία του Σπαρ­
τιάτη βασιλιά Κλεομένη, ό Ηρόδοτος παρατηρεί: „ Σέ δλους είναι
φανερό πόσο σπουδαίο πράγμα είναι ή ίσοπολιτεία. *Όσο οί ’ Αθηναίοι
Εξουσιάζονταν άπό τυράννους, καθόλου δέν ξεπερνοϋσαν στήν πολεμική
τέχνη τούς γειτονικούς λαούς. "Όταν δμως Απαλλάχθηκαν Από αύτούς,
έγιναν πρώτοι Απ’ τούς πρώτους. Αύτό δείχνει πώς δταν ύπηρετοϋσαν
έναν Αφέντη, έκαναν έπίτηδες τούς δειλούς, μά μόλις Απελευθερώθη­
καν, ό καθένας, γιά χάρη τού έαυτοΟ του, έκτελοϋσε μέ ζήλο τό κα­
θήκον του“ (V , 7 8 ).
Στό σημείο πού άφηγείται τήν Απόπειρα τών Σπαρτιατών νά άπο-
καταστήσουν στήν ’Αθήνα τήν έξουσία τού έξόριστου τύραννου Ιπ π ία ,
68 H t Ο Δ Ο Τ ό

i 'Ηρόδοτος έχφράζει πολύ έντονα τό μίσος του γιά τήν τυραννίδα.


ΤΙς Απόψεις τοο δμως τις βάζει στό στόμα ένός τρίτου προσώπου.
Οί Σπαρτιάτες, βλέποντας πώς οί ’ Αθηναίοι γίνονται Αδιάκοπα πι
ισχυροί καί δέν ίχουν καμιά διάθεση νά ύποταχθοδν σ’ αδτους, κα­
τάλαβαν πώς δ λαός της ’ Α ττικής, βταν είναι έλεύθερος, γίνεται ισο­
δύναμος μέ τόν σπαρτιατικό κ α ί μονάχα κάτω άπό τό ζυγό της τυραν-

Β Ι * . 6. Χρυοός κάλαθος άπό τ ή Μβγάλη Μπλιζνίτσα. ’Αριμασποί καί γρύπος.


4. el. i c . X. Μουσ«ο Έρμιχάζ.

νίδας μένει άδύναμος καί ύπάκουος. Γ ι’ αδτό κάλεσαν τόν ‘ Ιππία καί
τούς Αντιπρόσωπους των συμψάχων τους καί τούς πρότειναν νά άπο-
καταστήσουν άπό κοινού τήν τυραννίδα τοδ Ιπ πία στήν ’Αθήνα. Αδτή
ή πρόταση δέν άρεσε στοδς τπερισσότερους συμμάχους τους. Ό Κορίν-
θιος πρέοβυς Σωσιχλής τοδς Απάντησε: „ 'Ο οδρανός θά πέσει σίγουρα
κάτω άπό τή γή καί ή γη θά κρέμεται μετέωρη πάνω άπό τόν οδοανό,
ΐΓ ο ϋ ί , βν άνθΡώπων θά γ ίν ε ι ή θάλασσα καί τά ψάρια θά έγκατα-
»Μΐθο0ν έκεΤ 3που Ιμεναν π ρώ τα οί άνθρωποι, άν έσεΐς, ώ Λακεδαι-
• m e , 0νταί τ^ν ίσοστολιτεία, έτοιμάζεοτε νά Ιγκαθιδρόσετε
τίν ϊ ιατΙ τίποτα 1tti δδιχο κα1 « ‘δ αίμοβόρο άπό
i j K K * δ* άρχεΐ cr' CiV Χ0Τ ' "Αν νο**ίζετβ πώ5 6^ α ι καλό
toJ S sit οί *ό ?-6 ΐς ^ραννους, τότε έγκαταστήοετε
Ρ ν Ιιχή σας κ α ί δστερα πηγαίνετε νά έπιβάλετε
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 69

τύραννους καί στίς άλλες. 'Εσείς &ς τώρα δεν έχετε δοκιμάσει τήν
έξουσία των τυράννων καί Ινώ προσπαθείτε μέ κάθε θυσία νά μήν zb
όποστείτε αυτό στή Σπάρτη, τούς συμμάχους σας τούς περιφρονείτε.
"Αν δμως είχα τε δοκιμάσει κάτι τέτοιο, όπως Ιμείς, θά μάς δίνατε
άσφαλώς τώρα καλύτερες συμβουλές "Ύστερα δ Σωσικλής άφηγεί-
ται πώς κάποτε στήν Κόρινθο ή τυραννίδα τοϋ Κύψελου άντικατά-
στησε τήν όλιγαρχία. Ό Κύψελος, μόλις κατέλαβε τήν έξουσία, έξό-
ρισε πολλούς πολίτες, δήμευσε περιουσίες καί θανάτωσε πλήθος άν-
θρώπους. Ό διάδοχός του Περίανδρος δείχτηκε άκόμα πιό αίμοβόρος.
Γιά νά εδραιώσει τήν έξουσία του άποφάσισε νά έξοντώσει δλους τούς
έπιφανείς πολίτες. Γ ι’ αύτό τό λόγο, ό ρήτορας έξορκίζει τούς Σπαρ­
τιάτες, στο δνομα των θεών, νά μήν έφαρμόσουν τά σχέδιά τους γιά
τήν άποκατάσταση τοϋ 'Ιππία στήν ’Αθήνα. "Ολοι οί σύμμαχοι τής
Σπάρτης ένωσαν τΐς ικεσίες τους μέ τή φωνή του (V , 9 1 - 9 2 ).
Μεγάλο ένδιαφέρον παρουσιάζει καί ή άπάντηση πού έδωσαν οί
Σπαρτιάτες Βούλης καί Σπερθίης στόν Πέρση στρατηγό Ύδάρνη.
Σ ’ αύτό τό άπόσπασμα, είναι άλήθεια, δεν γίνεται λόγος γιά τή δη­
μοκρατία, άλλά γενικά γιά τήν έλευθερία σε άντίθεση μέ τή μοναρ­
χία : ,,‘ Η δουλεία σου είναι γνωστή — έλεγαν οί Σπαρτιάτες — δέν δο­
κίμασες δμως άκόμα τήν έλευθερία, άν είναι ή δχι γλυκιά. "Αν τήν
είχες δοκιμάσει, θά μάς συμβούλευες νά πολεμάμε γ ι’ αύτήν δχι μο­
νάχα μέ δόρατα μά καί μέ τσεκούρια “ ( V I I , 1 3 5 ).
Στο έργο τοϋ Ηρόδοτου παρεμβάλλεται καί ένα είδος πραγματείας
γιά τις διάφορες μορφές διακυβέρνησης, δπου δ συγγραφέας άναφέρε,
τόσο τά πλεονεκτήματα δσο καί τά μειονεκτήματα τής δημοκρατίας!
τής όλιγαρχίας καί τής μοναρχίας. Είναι οί λόγοι τών Περσών μ εγ ι­
στάνων πού είχαν άνατρέψει τόν Ψευδό - Σμέρδη ( I I I , 80). Είναι άλή-
θεια πώς οί περισσότεροι άπ* αύτούς έγκρίνανε τό λόγο τοϋ Δαρείου
γιά τά πλεονεκτήματα τής μοναρχίας, όί γνώμες δμως αύτές, άφοΰ
άποδίδονται σέ Πέρσες καί δχι σέ "Ελληνες, δέν μποροΰν νά θεωρη-
θοϋν σάν γνώμες τοϋ ‘ Ηρόδοτου.
‘Ωστόσο δ 'Ηρόδοτος έκφράζεται μερικές φορές άρκετά εύνοϊκά γιά
βρισμένους τύραννους, π.χ. γιά τήν Ά ρτεμισία, βασίλισσα τής ‘ Α λ ι­
καρνασσού ( V I I , 9 9 ).
Στήν ίστορία τών έλληνοπερσικών πολέμων, οί συμπάθειες τοϋ ‘ Η ­
ρόδοτου στρέφονται, σχεδόν άποκλειστικά, στούς ’Αθηναίους. Τούς
προβάλλει στήν πρώτη γραμμή, παντοΰ σχεδόν τούς παραχωρεί τόν
κυριότερο ρόλο καί έκθειάζει τις ύπηρεσίες τους. Διατυπώνει άπροκά-
λυπτα τή γνώμη του, τή „ μισητή “ , είναι άλήθεια, γιά τούς περισσό­
τερους "Ελληνες έκείνης τής έποχής, πού αύτός δμως τή νόμιζε σω­
στή — ύποστηρίζει δηλαδή πώς άπό τούς ’Αθηναίους έξαρτήθηκε ή
70 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο

έκβαση τοϋ άγώνα καί πώς „ δποιος θά έλεγε πώς αυτοί ήταν ^ οω
ti}pec της Ελλάδας, δεν θά άμάρτανε σε βάρος τής Αλήθειας “ ( V I I ,
139 ) \
Ωστόσο δεν μπορούμε νά πούμε πώς δ 'Ηρόδοτος ετρεφε γενικά
Ιχθρικά αισθήματα γιά τή Σπάρτη. ’Αντίθετα στδ έργο του βρίσκουμε
και άπόψεις κάπως εύνοϊκές γιά τούς Σπαρτιάτες (π.χ. V II , 1 02, 1 0 4 ,
IX , 7 1 ). Πολύ χειρότερα έκφράζεται γιά τούς Κορίνθιους ( V I I I ,
61, 9 4 ) καί άκόμα χειρότερα γιά τούς Θηβαίους, πού ή προδοσία τους
στδν άγώνα των 'Ελλήνων καί ή συμμαχία τους με τούς Πέρσες περι-
γράφονται στήν 'Ιστορία τον χωρίς ούτε ίχνος οΓκτου ( V I I , 132, 2 0 5 ,
IX , 16 κ .ά .). Ή στάση του αύτή έρχεται σέ άντίθεση μέ τή συγκα­
τάβαση πού δείχνει γιά τή συμπεριφορά του "Αργους. Ή αύστηρότητά
του στήν πρώτη περίπτωση καί ή έπιείκειά του στή δεύτερη έξηγοϋνται
κυρίως άπδ τις σχέσεις των ’Αθηναίων μέ τή Θήβα καί τό "Αργος τήν
έποχή πού 6 'Ηρόδοτος έγραφε τήν 'Ιστορία του *.

Β) Κ Ο Σ Μ Ο Θ Ε Ω Ρ ΙΑ ΤΟΥ Η ΡΟ ΔΟ ΤΟ Υ

'Ολόκληρο τδ Ιργο τού 'Ηρόδοτου είναι διαποτισμένο άπό τήν ίδε-


αλιστική πίστη πώς ή Ιστορία είναι' άποτέλεσμα τής παγκόσμιας τά­
ξης, πού Ιχ ει έπιβληθεΐ άπό τή θεότητα πού κατευθύνει τά πεπροιμένα
τής άνθρωπότητας. Ό 'Ηρόδοτος δεν τολμάει νά άπορρίψει τό λαϊκό
πολυθεϊσμό, τις συνηθισμένες δμως έλληνικές δοξασίες γιά τή γέννηση
των θεών, γιά τούς συγγενικούς τους δεσμούς καί γιά τις ίδιότητές
τους, τις θεωρεί έπινοήματα τών ποιητών — του "Ομηρου καί του 'Η ­
σίοδου ( I I , 5 3 ). Γενικά πιστεύει σταθερά στήν άδιάκοπη παρέμβαση
τής θεότητας στά άνθρώπινα, πιστεύει στά προφητικά όνειρα, στούς
οιωνούς καί στά θαύματα, είναι βέβαιος πώς οί θεοί τιμωρούν τούς
έγκληματίες καί πώς ή θεότητα μπορεί νά παρουσιάζεται στούς άν-
θρώπους. Γράφει π .χ . πώς 6 Πάνας συνάντησε τδν ’Αθηναίο κήρυκα

1. ‘Ολόκληρο τό κεφάλαιο 139 είναι Εξαιρετικά Ενδιαφέρον άπό αύτή τήν άποψη
2. *0 Πλούταρχος, στήν πραγματεία του Π ερ ί τής Ήροϊότον χοχοηΰε(ας (κεφ 3 1 )
κατηγορεί τόν Ηρόδοτο πώς παρουσιάζει τούς Θηβαίους άπό τήν άσχημη πλευρά γ ια τ ί
τούς μισεί καί τούς Εχθρεύεται. 1
Μ’ όλο τό μεγάλο του πατριωτισμό, 6 Ηρόδοτος είναι άπαλλαγμένος άπό τό στενό
έθνικιστικό πνεύμα. Δέν περιφρονεϊ τούς βάρβαρους. ’Αντίθετα στήν Ίοιορία του είναι
αίσθητά τά άνθρωπιστικά αισθήματα πού νιώθει γ ι* αύτούς. *υ Πλούταρχος τόν μέμφεται
γ ι* αύτό άποκαλώντας τον φιλοβάρβαρο ( Π ερί τής Ή , οόόιον χαχοηϋείας, κεφ 12 Τ Ή
ιστορία, τά ήθη καί τά Εθιμα τών λαών τής ’Αρχαίας ’Ανατολής καθώς καί τών Σκυθών
Ενδιαφέρουν πάρα πολύ τόν ’Ηρόδοτο. Εκφράζεται εύνοϊκά καί γιά διάφορους Άνατολί-
τες βασιλιάδες. Άφηγεΐται π.χ πώς δ Κροίσος Ενιωσε οίκτο άκόμα καί γιά τό ωονιά
τού γιου του — άθέλητα, είναι άλήθεια ( I , 4 5 ). Μιλάει καί γιά μεναλόώιιν^ ί
Δαρείο. ( V I , 4 2 - 4 4 , 119). Ά χ φ α « Λ γ * τ έ , ίχ θ Ρ6 τ *
δοτος δέν Εκφράζε, αίσθήματα μ σους Κ ι αύτός, δπως πιστεύει, μπορεί καμιά α>οοά
δείξει μεγαλοψυχία καί άνθρωπιά ( V I I , 1 3 6 ). Ρ μ<* φορά ν*
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 71

πού πήγαινε γιά τή Σπάρτη ( V I , 1 0 5 - 1 0 6 ). Σ ’ ένα άλλο σημείο


λέει πώς δταν οί Πέρσες πήγαν νά λεηλατήσουν zb ναb τής Προ-
ναίας ’Αθήνας στούς Δελφούς, τά άφιερωμένα όπλα βγήκαν μόνα τους
άπό zb Ιερό καί παρατάχθηκαν μπροστά στό κατώφλι. Οί βάρβαροι
πλησίασαν zb ναό και τότε έπεσαν άμέσως πάνω τους κεραυνοί άπό
τόν ούρανό, δυο κορφές τοϋ Παρνασσού γκρεμίστηκαν καί σκότωσαν
πολλούς, ένώ μέσα άπό τό ναό τής Προναίας ’Αθήνας άντήχησε βουή
και άλαλαγμός. Of βάρβαροι πανικοβλήθηκαν. Τόβαλαν στά πόδια
καί οί κάτοικοι των Δελφών έξόντωσαν πάρα πολλούς ( V I I I , 3 5 -
3 9 ). Τήν ήττα των Περσών στις Πλαταιές ό 'Ηρόδοτος τήν άποδίδει
στη βοήθεια πού έδωσε ή Δήμητρα στούς Έ λλη νες ( I X , 6 5 ).
Ό 'Ηρόδοτος παραθέτει μέ ιδιαίτερη προθυμία τούς χρησμούς των
μαντείων καί των μάντεων καθώς και τις περιπτώσεις πού πραγματο­
ποιήθηκαν διάφορες προφητείες, όνειρα καί παράξενοι οίωνοί. „ Συνή­
θως ή θεότητα — λέει — στέλνει προειδοποιήσεις όταν μιά πόλη ή ενα
έθνος άπειλουνται μέ μεγάλα δεινά “ ( V I , 2 7 ).
'Όταν ό Κροισος, θέλοντας νά κηρύξει τόν πόλεμο στούς Πέρσες,
συμβουλεύτηκε τά μαντεία, τοΟ δόθηκε ό γνωστός ( διφορούμενος )
χρησμός, πώς άν άρχίσει τόν πόλεμο, θά καταστραφεϊ ένα μεγάλο
κράτος1 ( I, 53 ).
Νά πώς έξηγεί ό Ηρόδοτος τή στάση του άπέναντι στούς χρησμούς
τών μάντεων : ,, Δέν μπορώ νά φέρνω άντιρρήσεις στούς χρησμούς
λέγοντας πώς δέν είναι άληθινοί, γιατί δέν θέλω νά άπορρίπτω χρη­
σμούς πού μιλάνε καθαρά, όπως ό παρακάτω . . . “ ( V I I I , 77 ). Σέ
συνέχεια παραθέτει τό χρησμό του Βάκη, πού τελειώνει μέ τά λόγια :
„ Τότε ό όξυδερκής Κρονίδης καί ή σεπτή Νίκη χαρίζουν στήν Ε λ ­
λάδα τήν ήμέρα τής έλευθερίας “ .
Ό 'Ηρόδοτος, πιστεύοντας πώς ή παγκόσμια τάξη έχ ει καθιερωθεί
άπό τή θεότητα, έπιμένει πώς ή θεότητα τιμωρεί τούς άνθρώπους γιά
κάθε έγκλημα πού διαπράττουν. Παίρνοντας άφορμή τήν καταστροφή
τής Τροίας, λέει : „ 'Η γνώμη μου είναι πώς αύτό έγινε άπό θεία
βούληση, έτσι ώστε ή πανωλεθρία τους νά φανερώσει στούς άνθρώ­
πους πώς γιά τά μεγάλα έγκλήματα μεγάλες τιμωρίες στέλνουν οί
θεοί “ ( I I , 120 ).
Έ ν α άπό τά άδικήματα πού μισοΟν οί θεοί είναι καί ή όπερβολική
εκδικητικότατα. *Η Κυρηναία Φ ερετίμη Ικδικήθηκε σκληρά τούς κα­
τοίκους τής Βάρκης γιά τό θάνατο τοΟ άντρα της, του Βάττη. ΙΙρό-
σταξε νά παλουκώσουν τούς κύριους ύπεύθυνους γύρω άπό τά τ ε ίχ η ?

1. Στόν ‘Ηρόδοτο αύτός δ χρησμός άναφέρεται μέ έμμεση μορφή. *0 ‘Αριστοτέλης τόν


παραθέτει κατά λέξη ( Γηχο&χή, 111, 5 = 1407a, 3 8 ) .
72 Η

νά κόψουν τά στήθη των γυναικών τους καί νά τά καρφώσουν στα τ ε ί­


χη τής πόλης."Ομως υστέρα άπό λίγον καιρό πέθανε κι αυτή άπό φρι­
χτό θάνατο. Τό κορμί της, ένώ ζοϋσε άκόμα, τό καταφάγανε τα σκου­
λήκια. „ Γιατί πραγματικά ή ύπερβολική έκδίκηση σε βάρος των άν-
θρώπων είναι μισητή στούς θεούς “ — λέει δ ‘Ηρόδοτος (IV , 202, 20 5 ).
Ό έγκληματίας ποτέ δεν άποφεύγει τήν τιμωρία. Ό "Ιππαρχος
είδε στόν ύπνο του έναν άντρα πού τοϋ είπε : „ "Οποιος άνθρωπος
άδικήσει, θά πληρώσει γ ι’ αύτό “ ( V , 56 ). "Αν δεν τιμωρηθεί δ ίδιος
δ έγκληματίας, θά τιμωρηθούν οΕ άπόγονοί του. Τήν ίδια Εδέα τή δια­
τύπωσε, πολύ σύντομα καί καθαρά, δ Εύριπίδης: ,, Τά έγκλήματα
των γονιών οΕ θεοί τά ρίχνουν στά παιδιά “ ( άπόσπ. 980 ).
"Οταν δ Κροίσος νικήθηκε άπό τόν Κύρο καί κατηγορούσε τό μαν­
τείο τών Δελφών γιατί τόν εΐχε προτρέψει νά κηρύξει τόν πόλεμο
στούς Πέρσες, ή Πυθία δήλωσε πώς μ* αύτή τήν ήττα πραγματοποιή­
θηκε, στήν πέμπτη γενεά, ή έκδίκηση γιά τό έγκλημα του προγόνου
τοϋ Κροίσου, τοϋ Γύγη, πού είχε σκοτώ’σει τόν κύριό του, τό βασιλιά
Κανδαύλη, καί τοϋ άρπαξε τό βασίλειο χωρίς νάχει κανένα νόμιμο
δικαίωμα ( I , 9 1 ). "Ετσι έπαλήθευσαν τά λόγια τής Πυθίας πού, μό­
λις άνέβηκε στό θρόνο δ Γυγης, εΐχε προφητέψει πώς οί Έ ρακλείδες,
άπό δπου καταγόταν δ δολοφονημένος βασιλιάς Κανδαύλης, θά έκδι-
κηθοΰν στήν πέμπτη γενεά τούς άπόγονους τοϋ Γυγη ( I , 13 ).
Σαν παράδειγμα τιμωρίας τών άπογόνων γιά προγονικά έγκλήματα
μπορεί νά χρησιμεύσει καί ή τιμωρία τοϋ Σπερθίη καί τοϋ Βούλη,
δπως άναφέρει σ’ ένα άλλο σημείο δ ‘ Ηρόδοτος (V II, 133 - 137 ).
Οί Σπαρτιάτες είχαν πετάξει κάποτε σ’ ένα πηγάδι τούς κήρυκες
τοϋ Δαρείου. Αύτή ή πράξη έξόργισε τόν κήρυκα τοϋ Άγαμέμνονα,
τόν Ταλθυβιο, πού εΐχε άνακηρυχθεί θεός. ΟΕ Σπαρτιάτες δεν μπορού­
σαν πιά· νά πάρουν εύνοϊκές συμβουλές άπό τό ναό τοϋ Ταλθύβιου
Αποφάσισαν λοιπόν νά έξιλεωθοΰν άπό τό παλιό τους Ιγκλτ,υα καί
έστειλαν στδν Ξέρξη δυδ Σπαρτιάτες, τδν Σπερθίη χαΐ τδνΒοόλη, πού
δέχτηκαν να έξαγορασουν μέ τδ θάνατό τους τδ έγκλημα τών συμπα­
τριωτών τους. Ο Περσης βασιλιάς άρνήθηκε νά τούς σκοτώσεικαί
τοδς έστειλε ξανα στήν πατρίδα τους.Ή δργή τοΟ Ταλθόβιου ξεθόμανε
για λιγον καιρό, μα ύστερα άπδ πολλά χρόνια, στή διάρκεια τού Π ελο-
ποννησιακου πολέμου, φούντωσε καί πάλι. Of γιοι τοΒ C >
τοΟ Βοόλη στάλθηκαν άπδ τούς Σπαρτιάτες σ ά Γ 1 ° λι^ \ 1
Ασία. Οταν περνούσαν άπό τή Θράκη, ό βασ'λιάΐ V 1 ° X^ V
Ιπιασε καί τούς παράδωσε στούς 'Αθηναίους, πού τούς θανάτωσαν ° '0
Ηρόδοτος πιστεύει πώς ό Ταλθόβιος τιμώρησε έτσι τ Ζ Ι Ϊ
τών ΰπαιτίων γιά τδ έγκλημα πού είχαν κάνει οί Σ π α ρ τ ι ά τ ^ ίΤ 0^
νωντας τούς Ηέρσες κήρυκες. ρχιατες δολοφο-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 73

Ή θεότητα, σύμφωνα μέ τή γνώμη τοϋ 'Ηρόδοτου, τιμω ρεί τούς κα­


κούς καί άμείβει τούς καλούς άνθρώπους. Ή ιδέα όμως της άμοιβής
των καλών εκφράζεται άσόγκριτα άσθενέστερα άπύ τήν ιδέα της τ ι­
μωρίας των κακών. Σάν παράδειγμα άναφέρουμε τήν άφήγηση γιά
τύν Σεθώνα ( I I , 1 4 1 ). Ό Σεθώνας, ιερέας τοϋ "Ηφαιστου, έγινε βα­
σιλιάς της Αίγύπτου. "Εδειξε δμως μεγάλη περιφρόνηση στή στρα­
τιωτική κάστα τών Αιγυπτίων όποθέτοντας πώς ποτέ δεν θά τοϋ χρεια­
ζόταν, και τούς άφαίρεσε τούς γεωργικούς κλήρους. Κάποτε εισέβαλε
στήν Αίγυπτο ό Σαναχάριβος, βασιλιάς τών Άσσυρίων καί τών ’Αρά­
βων. Οί Αίγόπτιοι πολεμιστές άρνήθηκαν νά πολεμήσουν έναντίον του.
Ό Σεθώνας πήγε τότε στο ναό κι έ'κλαψε πικρά μπροστά στύ άγαλμα
τοϋ θεοΰ γιά το κακό πού τύν άπειλοΰσε. θρηνώντας τύν πήρε ό ϋπνος.
Στύ όνειρό του παρουσιάστηκε ό θεός, τύν παρηγόρησε καί τοϋ ύποσχέ-
θηκε νά τοϋ στείλει βοήθεια. "Εχοντας πίστη στά λόγια τοϋ θεοϋ, ό
Σεθώνας ξεκίνησε καί στρατοπέδευσε άπέναντι στούς έχθρούς. Κανέ­
νας άπύ τούς πολεμιστές δέν τύν άκολούθησε. Μονάχα μικρέμποροι, τε­
χνίτες καί κάθε λογής άλλοι άνθρωποι πήγαν μαζί του. Τ ή νύχτα δμως
κοπάδια άρουραΐοι είχαν πέσει στύ στρατόπεδο τών έχθρών κι είχαν
ροκανίσει τύν όπλισμό τους. Έ τσ ι τήν άλλη μέρα οί έχθροί, άοπλοι,
τδβαλαν στά πόδια καί λίγοι γλύτωσαν τύ θάνατο. „ Καί σήμερα —
κλείνει τήν άφήγησή του ό 'Ηρόδοτος — στύ ναύ τοϋ "Ηφαιστου δρ-
θώνεται τύ πέτρινο άγαλμα αύτοΰ τοϋ βασιλιά κρατώντας στύ χέρι
ένα ποντίκι καί λέγοντας μέ τά γράμματα πού είναι σκαλισμένα: Ε Σ
ΕΜΕ Τ Ι Σ ΟΡΕΩΝ Ε Γ Σ Ε Β Η Σ Ε Σ Τ Ω ι “ . Σ ’ ένα άλλο σημείο ό
'Ηρόδοτος τονίζει πώς ,,ή θεία πρόνοια, δπως είναι φυοικό, έπειδή
είναι σοφή, δσα ζώα είναι δειλά καί τύ κρέας τους τρώγεται, τά έκανε
πολύ καρπερά γιά νά μή λείπουν ποτέ κι έκανε λιγόγονα τά βλαβερά
κι ένοχλητικά ζώ α“ ( I I I , 1 0 8 ).
Ό 'Ηρόδοτος λοιπύν πιστεύει πώς ή θεότητα είναι τρομερή καί
μονάχα σπάνια δείχνει κάποια εόσπλαχνία. Τιμωρεί τούς άνθρώπους
δχι μόνο γιά έγκληματικές πράξεις, άλλά καί γιά τήν ύπερβολική
τους έπαρση, τήν νβρι. Ό Αιγύπτιος βασιλιάς Ά πρίης π.χ. νικήθηκε
σέ μιά μάχη για τί ήταν ύπερβολικά άσεβής καί άλαζόνας — „ δπως
λένε, πίστευε πώς κανένας θεύς δέν θά μποροϋσε νά τοϋ άφαιρέσει
τήν έξουσία* τόσο σταθερή τοϋ φαινόταν ή θέση του“ ( I I , 1 6 9 ).
Σ έ παρέμβαση τής θεότητας άποδίδει ό 'Ηρόδοτος καί τήν ήττα
τοϋ τεράστιου στρατοΰ τών Περσών άπύ τις μηδαμινές δυνάμεις τών
Ε λλήνω ν. „ Αύτύ δέν είναι δικό μας έργο — λέει ό Θεμιστοκλής —
άλλά έργο τών θεών καί τών ήρώων. Τούς ήταν μισητύ νά βλέπουν

1. Βλέποντάς με δ καθένας άς είναι εύσεβής.


U Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο

έναν άνθρωπο άνόσιο καί έγκληματία νά βασιλεύει στήν Ασία καί


στήν Εύρώπη, έναν άνθρωπο πού δεν έκανε καμιά διάκριση άναμεσα
στους ναούς καί στά σπίτια των θνητών, πού έκαιγε καί γκρέμιζε
τά άγάλματα των θεών, πού μαστίγωσε τή θάλασσα καί της περασε
δεσμά» ( V I I I , 1 0 9 ).
ΣΤ όλες τις περιπτώσεις πού άναφέραμε πιύ πάνω ή δργή της θεό­
τητας μπορεί ν’ άποκληθεί,, νέμεσις", δηλαδή έκδίκηση. Αύτή τή
λέξη χρησιμοποιεί δ 'Ηρόδοτος δταν άφηγεϊται τήν τιμωρία του Κροι-
σου για τήν όπέρμετρη άλαζονεία του (I, 34). Ό 'Ηρόδοτος όμως πα­
ρουσιάζει καί άλλες περιπτώσεις δπου ή θεότητα τιμωρεί άνθρώπους
πού δέν εύθόνονται γιά άλαζονεία, άλλά πού είναι έξαιρετικά εύτυχι-
σμένοι, πράγμα πού δέν ταιριάζει στον άνθρωπο γιατί παραβιάζει τήν
ισορροπία τής φύσης. Στις τέτοιες περιπτώσεις τήν ένέργεια τής θεό­
τητας δέν έπιτρέπεται νά τήν όνομάζουμε „ νέμεση " , γιατί σ’ αύτές
φανερώνεται ό „ φθόνος “ της. Τδ νόημα τής λέξης „ φθόνος “ συγγε­
νεύει μέ τδ νόημα τών λέξεων „ ζηλοτυπία " , „ άντιπάθεια “ , „ μίσος
Τήν ιδέα αύτή του „ φθόνου " τής θεότητας τή συναντάμε καί σέ άλ­
λους Έ λληνες συγγραφείς. ΤΗταν μιά λαϊκή δοξασία, πολύ διαδομένη
στήν άρχαία έλληνική μυθολογία. Στδν 'Ηρόδοτο εκφράζεται μέ εξαι­
ρετική ένάργεια. Οί άπόψεις του 'Ηρόδοτου γιά τή θεότητα προβάλ­
λονται τις περισσότερες φορές μέσα άπδ τά λόγια διαφόρων προ­
σώπων που παραθέτει, κάπου-κάπου όμως τις διατυπώνει άμεσα καί
δ ίδιος. Ό Σόλωνας π.χ., στή συνομιλία του μέ τδν Κροϊσο, έκφράζει
τήν παρακάτω σκέψη σαν πασίγνωστη άλήθεια: „ Ξέρεις πώς κάθε
θεότητα είναι φθονερή καί προξενεί καταστροφές “ ( I , 3 2 ). Γιά τδ
ίδιο ζήτημα μιλάει καί δ "Αμασης στδ γράμμα πού έστειλε στδν Πο­
λυκράτη: ,, Δέν μου άρέσει ή μεγάλη σου εύτυχία, γιατί ξέρω πώς ή
θεότητα είναι φθονερή" ( I I I , 4 0 ). Ό Άρτάβανος, θειος του Ξέρξη,
προσπαθώντας νά τδν άποτρέψει άπδ τήν έκστρατεία στήν Ε λλά δα ,
του λ έ ε ι: „ Βλέπεις πώς δ θεδς κεραυνοβολεί τά ζώα πού είναι άνώ-
τερα άπδ τά άλλα καί δέν τούς έπιτρέπει νά περηφανεύονται. ’Αν­
τίθετα τά μικρά ζώα καθόλου δέν τδν έξομγίζουν... Γ ι’ αότδ καί ένας
μεγάλος στρατδς μπορεί νά καταστραφεϊ άπδ έναν μικρδ μέ τούτο τδν
τρόπο: "Οταν δ θεδς άπδ φθόνο ένσπείρει σ’ αύτδν τδν πανικδ ή τδν
κεραυνοβολήσει, τότε θά καταστραφεϊ άδοξα. Γιατί δ θεδς δέν άφήνει
κανέναν άλλον νά ύψηλοφρονεϊ έκτδς άπδ τδν έαυτό του" ( V I I , 1 0 )
Σ ’ ένα άλλο σημείο δ Άρτάβανος λέει π ά λι: „ Σ ’ αύτή τήν τόσο λι-
γόχρονη ζωή κανένας άνθρωπος δέν είναι τόσο εύτυχισμένος ώστε νά
μήν του ήρθε στδ νου, όχι μιά άλλά πολλές φορές, πώς καλύτερα
είναι νά πεθάνει παρά νά ζ ε ϊ" . ,,Ό θεός, ένώ μάς δίνει τή γλυκιά
ζωή, δείχνεται ταυτόχρονα φθονερός" (V II, 4 6 ).
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 75

Τήν προσωπική του γνώμη, πώς οί θεοί δεν άνέχονται τίποτα ύπερ-
βολικό στόν κόσμο, ό ‘ Ηρόδοτος τήν Εκφράζει Εξιστορώντας τήν κατα­
στροφή Ενός μέρους τοϋ περσικού στόλου, όπου λέει συμπερασματικά:
„ "Ολα αύτά έγιναν άπό τό θεό γιά νά Εξισωθεί δ περσικός στόλος μέ
τον Ελληνικό καί νά μήν είναι πολύ μεγαλύτερος του “ (V I T I , 1 3 ).
Σαν λαμπρό παράδειγμα τής Εμπάθειας των θεών γιά τήν όπέρμε-
τρη εύτυχία Ενός ανθρώπου μάς παρουσιάζει τήν τύχη τοϋ Πολυκράτη.
Ό ίδιος ό Πολυκράτης, πού ήξερε τό φθόνο των θεών κι είχ ε άκού-
σει τις φιλικές συμβουλές τοϋ "Άμαση, προσπάθησε νά κατευνάσει
τούς θεούς μειώνοντας θεληματικά τήν εύτυχία του μέ τήν άπώλεια
Ενός άγαπημένου του άντικειμένου (τοϋ δαχτυλιδιοϋ του). *Η θυσία
του δμως άποδείχτηκε μάταιη — οί θεοί δέν τή δέχτηκαν. Τό πολύ­
τιμο δαχτυλίδι, πού τό είχ ε πετάξει στή θάλασσα, βρέθηκε ξανά στά
χέρια του καί τελικά ό Πολυκράτης πέθανε μέ ταπεινωτικό θάνατο.
Eivat πολύ περίεργο πού ό Πολυκράτης, άν καί είχ ε σκοτώσει εναν
άδελφό του κι είχ ε Εξορίσει εναν άλλον ( I I I , 3 9 ), δέν τιμω ρείται
γ ι’ αύτές του τις πράξεις. Ό *Άμασης δέχεται νά κλείσει μαζί του
φιλική συμμαχία καί άργότερα ( στό γράμμα του) δέν τόν κατηγορεί
γ ι’ αύτά τά Εγκλήματα, μά μονάχα στήν όπέρμετρη εύτυχία τοϋ Πο­
λυκράτη διαβλέπει κάποιο κίνδυνο πού τόν άπειλεί κι αύτόν καί τόν
Εαυτό του, άφοϋ ήταν φίλος του ( I I I , 4 0 - 4 3 , 1 2 5 ).
Είπαμε κιόλας πιο πάνω πώς ό Ηρόδοτος δέν άπορρίπτει τό λαϊκό
πολυθεϊσμό. 'Ωστόσο, δπως φαίνεται καθαρά άπό τά άποσπάσματα πού
παραθέσαμε, μιλώντας γιά τή θεότητα, τις περισσότερες φορές χρησι­
μοποιεί γενικές Εκφράσεις — „ θεός “ , „ θειον “ κ.τ.λ. — καί όχι τά
δνόματα τών διαφόρων θεών. Μ’ αύτές τις λέξεις χαρακτηρίζει γενικά
τήν υπερφυσική δύναμη, χωρίς νά τολμάει νά καθορίσει ποιος θεός
άκριβώς ήταν ύπεύθυνος γιά τή μιά ή τήν άλλη πράξη1.
Σέ μερικά σημεία ό 'Ηρόδοτος άναφέρει καί τή μοίρα. Οί ίδ ιο ι οί
θεοί ύποτάσσονται σ’ αύτήν καί τό μόνο πού μποροϋν νά κάνουν είναι
νά άναβάλουν καί όχι νά άνατρέψουν μιά άπόφασή της ( I , 9 1 ).
'Η ιδέα πώς ή θεότητα είναι κακόβουλη, κάνει τόν ‘ Ηρόδοτο άπαι-
σιόδοξο. Σέ δλο του τό Εργο διαφαίνεται ή άποψη πώς ή εύτυχία είναι
άσταθής, πώς κάθε γήινο — ή ζωή τών κρατών, τών λαών, τών ατό­
μων — φέρνει τή σφραγίδα τής προσωρινότητας. ’Α λλεπάλληλα δεινά
καί άτυχίες Επισωρεύονται πάνω στούς άνθρώπους.

X. Αύτή eivat μιά άπό τΙς διαφορές πού παρουσιάζει ή θεολογία τοΟ 'Ηρόδοτου άπό
τή θεολογία τοΟ ‘Όμηρου. Ό "Ομηρος είκονίζει συχνά πολλούς θεούς. Ε έρ ει τ ί κάνει δ
καθένας τους δ Ποσειδώνας καταδιώκει τόν ’υδυσσέα, ή Άθηνά παίρνει τό μέρος του. *0
"Ομηρος ξέρει άκόμα πώς στή συνέλευση τών θεών (στήν Α ραψωδία τής Ό ό ισ σ δία ς) δ
Ποσειδώνας δέν ήταν παρών, άλλά είχ ε πάει στους Αίθίοπες κ .τ .λ . 2τόν Η ρόδοτο δέν
δπάρχουν τέτοιες λεπτομέρειες.
76

Στή συνομιλία τοΟ Σόλωνα μέ τδν Κροΐσο ( I , 3 0 - 3 2 ) 6 'Ηρόδοτος


διατυπώνει καθαρά, μέ τδ στόμα του Σόλωνα, τήν άπαισιόδοξη θεω­
ρία του γιά τή ζωή. Άφοϋ άφηγειται τή μεγάλη άγάπη τοϋ Κλέοβη
καί τοϋ Βίτωνα γιά τή μητέρα τους, Ιέρεια τής Ήρας, καί πώς έσυ­
ραν οΕ Γδιοι τήν άμαξά της στδ ναό, 6 Ηρόδοτος καταλήγει: ,, *Αφου
έκαναν αύτή τήν πράξη μπροστά στά μάτια τοϋ πλήθους ποί> πανηγύ­
ριζε, οΕ νέοι βρήκαν τδν ώραιότερο θάνατο. Ό θεδς έδειξε μέ τδ πα­
ράδειγμά τους πώς γιά τδν άνθρωπο δ θάνατος είναι καλύτερος άπδ
τή ζωή... Ή μητέρα τους, καταχαρούμενη γ ι’ αύτδ πού έκαναν οΕ
γιο ί της καί γιά τή δόξα πού άπόχτησαν, στάθηκε μπροστά στδ άγαλμα
τής θεάς καί τήν παρακάλεσε νά χαρίσει στούς γιούς της, τδν Κλέοβη
καί τδν Βίτωνα, πού τόσο πολύ τήν είχαν τιμήσει, τήν καλύτερη άν-
θρώπινη μοίρα. "Γστερα άπδ αύτή τήν προσευχή, οΕ γιοί της πρόσφε-
ραν θυσία, πήραν μέρος στδ γιορταστικδ συμπόσιο καί κοιμήθηκαν μέσα
στον ίδιο τδ ναό. Ποτέ πιά δέν ξαναξύπνησαν. Αύτδ ήταν τδ τέλος τής
ζωής τους “ ( 1 , 3 1 ) . ' 1 '
Συνεχίζοντας τή συνομιλία του μέ τδν Κροισο 6 Σόλωνας λέει :
” μακρόχρονη ζωή του 6 άνθρωπος βλέπει πολλά πράγματα πού
δέν θά ήθελε νά τά δει καί πολλά τυχαίνει νά δοκιμάσει “ . Καί κατα­
λήγει πώς είναι άδύνατο νά δνομάσει εύτυχισμένον έναν άνθρωπο δσο
βρίσκεται άκόμα στή ζω ή: „ Γιατί σέ πολλούς άνθρώπους 6 θεδς χά­
ρισε τήν εύτυχία, μά δστερα τούς γκρέμισε στή δυστυχία “ ( I , 3 2 ).
Ό ’Αρτάβανος λέει στδν Ξέρξη: ,,ΟΕ συμφορές πού μάς βρίσκουν
καί οΕ άρρώστιες πού μάς βασανίζουν είναι τόσες πού καί λίγη νά
είναι ή ζωή μας, μάς κάνουν νά τή νιώθουμε άτέλειωτη. Γ ι’ αύτδ 6
θανατος, έπειδή ή ζωή είναι βαριά, έχει γίνει γιά τδν άνθρωπο τδ πιδ
επιθυμητδ καταφύγιο “ ( V I I , 4 6 ). Γ
Έ κοσμοθεωρία τοϋ 'Ηρόδοτου Ιχ ει πολλά κοινά σημεία μέ τήν
κοσμοθεωρία τδν τραγικδν *. Ό Αισχύλος καί δ Εδριπίδης άποδίδουν
στους θεούς τήν άνωτατη έποπτεία τής τάξης πού υπάρχει στή φύση
και στίς άνθρωπος κοίνωνίες. Άπδ αύτούς έκπορεύονται δλα τά
άγαθα καί τα δείνα, τοσο για τά άτομα δσο καί γ ιά δλόκληρους λαούς.
Ο νόμος της άνταπόοοσης είναι δ γενικός κανόνας πού ρυθμίζει τίς
σχεσεις της θεότητας με τδν άνθρωπο. Ό νόμος αύτός λειτουργεί ον!
μοναχα για τόν ίδιο τον υπευθυνο, μά καί γιά δλη τή γενιά του Έ
άλαζονεια και ή έπαρση χαρακτηρίζονται άπδ τούς τραγικούς σάν
βαρια αμαρτήματα Η προσβολή, καί μάλιστα ή άρνηση^ής L Z
τας, σαν ή πηγή δλων τδν δεινδν τοϋ άνθρώπου. ’Αντίθετα I X
τοϋ μέτρου ( οωφροαύνη) θεωρείται σάν ή άνώτατη άρετή. ΜηδΙν

1. Γι& τήν κοσμοθεωρία τοΟ ΑΙσχυλου 6λ. τόμ. 16', σελ. 109-124.
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 77

άγαν — νά ή άρχή δπου συγκλίνουν οί ήθικές ίδέες καί τοΟ Ηρόδοτου


καί τοϋ Αισχύλου καί του Σοφοκλή. Έ ήττα καί ή έκμηδένιση τοΟ
Ξέρξη, ή θανάσιμη μονομαχία τοϋ Ε τεο κ λή καί τοϋ Πολυνείκη, δ
χαμός τοϋ ΑΓαντα, δ βίαιος θάνατος τοϋ Άγαμέμνονα, τοϋ ΑΓγισθου
καί τής Κλυταιμνήστρας, ή συντριβή τοϋ Κρέοντα κ.τ.λ. — νά ή δ ί­
καιη τιμωρία για τά έγκλήματα πού διέπραξαν τά ί'δια τά θύματα ή
οί πρόγονοί τους, δπως μάς παρουσιάζονται στήν ‘Ιστορία τοϋ 'Ηρό­
δοτου.
Γ) Σ Χ Ε Σ Η ΤΟ Υ Η ΡΟ ΔΟ ΤΟ Υ ΜΕ Τ Ο Υ Σ Μ ΥΘΟΥΣ

Ό 'Ηρόδοτος πιστεύει στους μύθους. Βάζει στήν ίδια μοίρα τά σύγ-


χρονά του Ιστορικά πρόσωπα μέ τούς μυθικούς τους προγόνους καί μ !
τούς θεούς. "Αν καί παραδέχεται πώς όπάρχει κάποια διαφορά άνά-
μεσα στούς θεούς, στούς .ήρωες καί στούς άπλούς θνητούς, άνάλογα μέ
τό ρόλο πού παίζουν στά πεπρωμένα τοϋ κόσμου, τούς θεωρεί δλους
τό ίδιο πραγματικούς. Έ αρπαγή τής Ίώς, τής Εύρώπης, τής Μή­
δειας, τής Ε λ έν η ς, τό ταξίδι τοϋ Κάδμου πού ψάχνει νά βρει τήν
Εύρώπη, ό πόλεμος των 'Ελλήνων μέ τούς Τρώες γιά χάρη τής
'Ελένης, ή Άργοναυτική Ικστρατεία, ή πολιορκία τής Θήβας, ή εισ­
βολή των ’Αμαζόνων στήν ’Α ττική, ή προστασία πού έδωσαν στούς
Ή ρακλείδες οι κάτοικοι τής ’Αττικής, ή ήττα καί ό θάνατος τοϋ Εύ-
ρυσΟέα, τά δεινά τοϋ "Αδραστου καί τοϋ Άμφιάραου σέ συνδυασμό μέ
τούς θηβαϊκούς πολέμους — δλα αύτά γιά τόν 'Ηρόδοτο είναι πρα­
γματικά γεγονότα, πού άπέχουν μονάχα χρονικά άπό αύτόν καί τούς
συγχρόνους του. Τούς έπώνυμους ήρωες — πόλεων, τόπων, ποταμών,
φυλών κ.τ.λ. — τούς άναγνωρίζει άδίσταχτα σάν άτομικά, συγκεκρι­
μένα οντα. Παραδέχεται π.χ. τήν ύπαρξη τοϋ Δευκαλίωνα, τοϋ "Ε λ ­
ληνα, τοϋ Δώρου, τοϋ "Ιωνά καί τών τεσσάρων γιών του (πού ήταν
έπώνυμοι τών ίωνικών φυλών), τοϋ Άγαμέμνονα, τοϋ Κάλχαντα,
τοϋ Μενέλαου, τοϋ Όρέστη, τοϋ Νέστορα καί τοϋ γιοΰ του Πεισίστρα-
του, τοϋ Ταλθύβιου, τών Τυνδαρίδων καί τής Ε λ έν η ς, τοϋ Δαναοϋ,
τοϋ Αυγκέα, τοϋ Περσέα, τοϋ ’Αμφίλοχου, τοϋ Δέκελου, τοϋ Ά μ φ ι-
τρύονα, τής Α λκμήνης, τοϋ 'Ηρακλή, τοϋ Έ ρεχθέα, τοϋ Κέκροπα,
τοϋ θησέα, τής Σεμέλης, τής ΑΓγινας, τοϋ "Ινάχου, τής Πηνελόπης,
τοϋ Α ίήτη, τοϋ Ίάσονα κ.ά.
Ό Μίνωας, δ Μενέλαος καί ό Τρωικός πόλεμος άναφέρονται άπό
τόν 'Ηρόδοτο σάν άπόλυτα ιστορικές προσωπικότητες καί γεγονότα.
Τ ή μυθική ιστορία τών Ε λλήνω ν τήν άφηγείται δπως άκριβώς καί
τά κοντινά του άπό χρονική άποψη περιστατικά.
Ό 'Ηρόδοτος χρησιμοποιεί τήν ίδια μέθοδο χρονολόγησης μέ τούς
προηγούμενους ιστορικούς καί κυκλικούς ποιητές, δηλαδή τή γενεά-
78 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ε

λογική. Υπολογίζει τό χρόνο μέ βάση τΙς γενεές καί τά μυθικά όνό-


ματα. Μέ τρεις γενεές συμπληρώνει μιά έκατονταετία!.
Ωστόσο δ Ηρόδοτος δέν δείχνει πάντα άπόλυτη πίστη στις μυθικές
παραδόσεις. -Συχνά τις άντιμετωπίζει μέ σκεπτικισμό καί έρμηνευει
όρθολογικά τούς μύθους8. "Αλλωστε σ’ δλες τΙς περιπτώσεις των μύ­
θων δ 'Ηρόδοτος είναι πάντα προσεχτικός. Οί άπλοϊκές δοξασίες τοϋ
παλιού καιροϋ έχουν κα'ι σ’ αύτόν παραχωρήσει τή θέση τους στο λο­
γικό. Σάν παράδειγμα άναφέρουμε τόν τρόπο πού ερμηνεύει τΙς πα­
ραδόσεις γιά τόν Τρωικό πόλεμο. ’Αντί γιά τήν δμηρική έκδοχή προ­
τιμάει τήν έκδοχή πού άκουσε από τούς Αιγύπτιους ίερεΐς, πού είναι
περισσότερο σύμφωνη μέ τις άπαιτήσεις τοϋ δικοϋ του λογικοϋ ( I I ,
1 1 2 - 1 2 0 ) . Σύμφωνα μέ τήν αιγυπτιακή έκδοχή ή 'Ελένη, τον καιρό
τής πολιορκίας τής πόλης, δέν βρισκόταν έκεΐ άλλά στήν Αίγυπτο.’Αν­
τίθετοι άνεμοι είχαν δδηγήσει σ’ αύτή τή χώρα τό καράβι τοϋ ΙΙάρη
καί δ εύγενής βασιλιάς Πρωτέας τήν είχε κρατήσει κοντά του γιά νά
τή δώσει πίσω στον νόμιμο άντρα της. Οί "Ελληνες λοιπόν μονάχα
άπό πλάνη πολιορκοϋσαν τήν Τροία, γιατί οδτε ή Ε λένη οΰτε οί αρπα­
γμένοι θησαυροί βρίσκονταν έκεΐ, δπως διαπίστωσαν μετά τήν άλωσή
της. Ό 'Ηρόδοτος πιστεύει πώς ή άφήγηση των Αιγυπτίων ιερέων
είναι αύθεντική μέ βάση τούς παρακάτω συλλογισμούς: Ούτε δ ΪΙρία-
μος ούτε οί συγγενείς του θά μπορούσαν νά είναι τόσο άνόητοι ώστε
να διακινδυνεύσουν τή ζωή τους, τή ζωή των παιδιών τους καί τήν εύ-
τυχία ένός δλόκληρου κράτους μόνο καί μόνο γιά νά ζεΐ δ Α λέξα ν­
δρος (Π άρης) μέ τήν Ε λ έν η . "Αν πραγματικά ή ‘Ελένη βρισκόταν
στήν Τροία, οί Τρώες, είτε τό ήθελε είτε δχι δ ’Αλέξανδρος, θά τήν
παραδιναν στους Ελληνες. ,, Και αν άκόμα στήν πρώτη περίοδο τοϋ
πολέμου δ Πρίαμος καί οί δικοί του είχαν διάθεση νά τήν κρατή­
σουν, άργότερα, δταν ένα σωρό Τρώες είχαν πέσει στις μάχες μέ τούς
"Ελληνες, δταν σέ κάθε σύγκρουση δ Πρίαμος έχανε δυό, τρεις ή καί
περισσότερους άκόμα γιούςτου — άν πρέπει νά πιστέψουμε κάπως
τό έπος άφοϋ μεσολάβησαν τέτοια γεγονόνα, είμαι βέβαιος πώς
καί άν άκόμα δ ίδιος δ Πρίαμος συζοϋσε μέ τήν Ε λένη, θά τήν ξα­
νάδινε στούς 'Αχαιούς γιά νά άπαλλαγεΐ άπό αύτά τά δεινά Ούτε ή
βασιλική έξουσία θά έρχόταν στά χέρια τοϋ ’Αλέξανδρου, δταν θά
γερνοΰσε δ Πρίαμος. Τήν έξουσία, μετά τό θάνατο τοϋ Πρίαμού θά
τήν έπαιρνε δ Έκτορας, πού ήταν μεγαλύτερος κα1 πιό άνδρεΐος
Δεν ταίριαζε λοιπόν στόν "Εκτορα νά έπιτρέπει τις άδικες πράξεις τοϋ
άδελφοϋ του, άφοϋ έξαιτίας του είχαν πέσει φοβερά δεινά καί σ’ αύτόν

1. Β λ. κεφ. I „ 01 Απαρχές τής έλληνικής πεζογραφίας “ οελ.


2. Παραδείγματα ’ Λ'
είγματα ορθολογικές “ έρμηνείας
' βρίσκουμε κιόλας ατούς* λ ο ν ο ν ^ ™ ,.
στόν ‘ ίικαταΓο.
:ο. Βλ. κεφ. I „ 01 απαρχές τ^ς έλληνικ^ς πεζογραφίας", σ β λ ?2 3 Φ "*Χ
ΕΙΚ. IV. Π ο λ ε μ ι σ τ ή ς κ α ί ‘Α μ α ζ ό ν α
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 81

τόν Γδιο καί σέ δλους τούς άλλους Τρώες. Έ λ εγ α ν λοιπόν τήν άλή-
θεια οΕ Τρώες δταν ισχυρίζονταν πώς δέν μπορούν νά παραδώσουν τήν
'Ελένη, άλλά οΕ Έ λ λ η ν ες δέν τούς πίστευαν. Ή γνώμη μου είναι πώς
αύτύ ήταν θέλημα τού θεού — έπρεπε νά πάθουν πανωλεθρία γ ιά νά
γίνει φανερύ ατούς άνθρώπους πώς τά μεγάλα άδικήματα οΕ θεοί τά
πληρώνουν μέ βαριές τιμωρίες
Ένώ λοιπύν δ ‘ Ηρόδοτος παραδέχεται πώς αδτή ή παράδοση βα-

Ε t χ . 7. Χρυσό χ τένι άπό * τόν τύμβο Σόλοχ. 6. cel· W.X.


ΜουσιΤο Έ ρμιτάζ.

σίζεται σ’ Ινα πραγματικό γεγονός, άπορρίπτει, σάν ίπινόηση τού


ποιητή, τή μιά έκδοχή της καί δέχεται τήν άλλη άπό λόγους καθαρά
δποκειμενικοός, πού πιστεύει πώς έπρεπε νά Εσχόουν καί γ ιά τούς άν­
θρώπους τοΟ Τρωικού πολέμου. Τού φαίνεται άπίθανο νά δέχτηκαν οΕ
Τρώες νά ύποστοΰν τόσες στερήσεις καί τόσες καταστροφές έξαιτίας
μιάς έγκληματικής πράξης ένός γιού τού βασιλιά τους, καί μάλιστα
τού νεότερου καί δχϊ τού διάδοχου τού θρόνου. η;
Έ ν α άλλο παράδειγμα αδτής τής μισοϊστορικής μεθόδου είναι: *αΕ
6 'lameta ιήα Έϋηιηκήί ΛαγοηχαΛκ
Η

ή έρμηνεία πού δίνει δ 'Ηρόδοτος στίς παραδόσεις για


τού μαντείου τής Δωδώνης ( 1 1 , 5 4 - 5 8 ) . Απο τρεις *
μαντείου της Δωδώνης καί άπδ τούς κατοίκους της περιοχής Ρ
δοτος άκουσε πώς κάποτε είχαν πετάξει άπδ τή Θήβα της Υυ<
δυο μαύρα περιστέρια. Τδ ένα έφθασε στή Λιβύη καί τους
κατοίκους νά Ιδρύσουν τδ μαντείο του Δία-*Αμμωνα. Το αλ *ο Φτε
ρούγισε ώς τή Δωδώνη, κάθησε πάνω σέ μιά βαλανιδιά κα ^ ν6Υε
με άνθρώπινη λαλιά πώς σ’ αύτδ τδν τόπο έπρεπε νά χτιστεί το μαν
τείο του Δία. Ή άπαίτηση τοϋ πουλιού πού μιλούσε τή γλώσσα των
άνθρώπων, έγινε σεβαστή. Ό 'Ηρόδοτος άναφέρει καί μιά άλλη σχε­
τική άφήγηση πού ακούσε άπδ τούς Ιερείς στή Θήβα τής Α ίγύπτου.
"Όλα τά μαντεία, τόσο τά έλληνικά δσο καί τά λιβυκά, προέρχονται
άπδ δυδ Αίγύπτιες ίέρειες πού τίς άρπαξαν κάποτε Φοίνικες έμποροι
καί τίς πούλησαν, τή μιά στήν'Ελλάδα καί τήν άλλη στή Λιβύη. Σύμ­
φωνα με τά λόγια των ίερεών τής Θήβας, μέ μεγάλη δυσκολία μαθεύ­
τηκε τι άπόγιναν οί άρπαγμένες γυναίκες. Ό 'Ηρόδοτος έχει μεγαλύ­
τερη Ιμπιστοσύνη στούς Αιγύπτιους ιερείς καί προσπαθεί νά έρμηνευ-
— .....- λ .. — ο . .... χο παρακάτω
j φωνή ·:να πε-
w ...w»wVw. w.j j v εί χε φθαοει άπδ
τή Θήβα, τήν όνόμασαν περιστέρι, γιατί στήν άρχή μιλούσε μιά
γλώσσα άκατανόητη στούς κατοίκους τής Δωδώνης, πού τούς φαινόταν
σάν λάλημα πουλιού. Όταν άργότερα έμαθε τή γλώσσα τους, είπαν
πώς τδ περιστέρι άρχισε νά μιλάει άνθρωπινά. Ή παράδοση όνόμασε
τδ περιστέρι μαύρο, άπδ τδ μαύρο χρώμα τού δέρματος τής Αιγύπτιας.
Ό 'Ηρόδοτος μερικές φορές προσπαθούσε νά άπομακρύνει άπδ τήν
άφήγησή του τήν παρέμβαση τής θεότητας έρμηνεύοντας τά γεγονότα
μέ βάση φυσικές αίτιες. Άναφέροντας π.χ. τήν παράδοση πώς ό Πο-
σειδώνας δημιούργησε τά στενά των Τεμπών ( V I I , 1 2 9 ), έρμηνεύει
μέ πολλή τέχνη τδ θεσσαλικδ μύθο καί, χωρίς νά άπαρνιέται τήν πί­
στη του στή θεότητα, άποδίδει τδ σχηματισμδ των Τεμπών σέ φυσικά
αίτια — σέ κάποιο σεισμό.

4. Η „ ΙΣΤΟΡΙΑ “ ΤΟΥ ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΣΑΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΗΓΗ


ΚΑΙ ΣΑΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΟ

Τ ° &ν καί * ° ιδ οημεϊο πρέπει νά Ιχουμε έμπιστοσύνη σχίς


πληροφ'-ρίες χοδ Ήρόδοχου χωρίζεχαι σέ δοδ διαφορεχικά προβλή-
μαχα: Ερώχο, άν 6 Ήρόδοχος ήθελε νά μεχαδώοει σωσχές, σύμφωνες
μέ χήν πραγμαχικόχηχα πληροφορίες, καί, δεόχερο, άν μποροΟσε νά χδ
κάνει αύτό.
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 83

Μια πρέπει νά είναι ή άπάντηση και στά δυβ έρωτήματα: Ό 'Ηρό­


δοτος προσπαθούσε πάντα νά βρίσκει τήν άλήθεια, μά δέν ήταν πάντα
σέ θέση ή δέν μπορούσε νά τβ κά νειι.
Δέν ύπάρνει καμιά άμφιβολία πώς έπιζητοϋσε πάντα τήν άλήθεια.
Παρ’ δλες τις δυσκολίες των μέσων συγκοινωνίας, έπιχείρησε μακρινά
ταξίδια. Π ηγαίνει στήν πόλη Τύρο τής Φοινίκης γιά νά συγκεντρώσει
άκριβείς πληροφορίες γιά τή λατρεία του 'Ηρακλή ( I I , 4 4 ). Ταξι­
δεύει στή Βόρεια 'Αραβία θέλοντας νά μάθει τ ί άκριβώς είναι τά φτε­
ρωτά φίδια ( I I , 7 5 ) . Ρωτάει τούς κατοίκους τής περιοχής, έξετάζει
τά μνημεία, κάνει δ ίδιος καταμετρήσεις, συγκρίνει τά κρανία των
πεσόντων στή μάχη του Πηλουσίου κ.τ.λ. Ή εύ^υνειδησία του φαί­
νεται καθαρά για τί πάντα θεωρεί καθήκον του νά άνακοινώνει δλα
δσα ακούσε, άκόμα καί τις εκδοχές πού δέν τις πιστεύει καί έρχον­
ται σέ άντίθεση μέ τις γνώμες πού διατυπώνει. Παραδέχεται τήν
άγνοια του γιά βρισμένα ζητήμα τα — γεγονότα, περιοχές, πρόσω­
πα — καί δέν διστάζει νά χαρακτηρίσει μερικές πληροφορίες του σάν
άδέσποτες φήμες.
Ή ευσυνειδησία του 'Ηρόδοτου σάν παρατηρητή άποδείχνεται κυ­
ρίως στις περιπτώσεις πού παραθέτει βρισμένα στοιχεία άνακριβή,
δπως πιστεύει, καί πού σήμερα έχουν έπαληθευθεί άπβ νεότερες γεω­
γραφικές, ιστορικές καί έθνογραφικές έρευνες. Δέν πίστευε π. χ; πώς
οί Φοίνικες στή διάρκεια τοϋ περίπλου τής Α φρικής έβλεπαν τβν
ήλιο άπβ τή δεξιά πλευρά ( I V , 42 ) 2. Καί δμως αύτβ ήταν άληθινό.
Το έθιμο τής μητριαρχίας στή Λυκία φαινόταν πολύ παράξενο στβ
Ηρόδοτο. 'Ωστόσο τβ παρακολούθησε προσεκτικά καί μάς άφη^ε ( I ,
1 7 3 ) μιά πολύ λεπτομερειακή περιγραφή του: ΟΕ κάτοικοι τής Λυ-
κίας „ παίρνουν τβ δνομα τής μητέρας τους καί δχι τοϋ πατέρα τους.
"Αν κάποιος ρωτήσει τον γείτονά του ποιβς είναι, έκεΐνος θά τοϋ πεί
τήν καταγωγή του άπο τήν πλευρά τής μητέρας του καί θά άπαριθμή-
σει τις μητέρες τής μητέρας του. "Αν μιά πολίτισσα - γυναίκα συζή-
σει μέ έναν δοϋλο, τά παιδιά τους θεωροϋνται έλεύθεροι πολίτες, άν
δμως ένας άντρας - πολίτης, άς είναι καί β πρώτος άπ’ δλους, παν-?

1. Τή φιλαλήθεια τού 'Ηρόδοτου τήν δποστήριξε τόν τελευταίο καιρό 6 άκαδημαϊκός


Β . Β. Στρουβέ. Στό άρθρο του „ * 0 'Ηρόδοτος καί τά πολιτικά ρεύματα στήν Περσία
τής έποχής τοϋ Δαρείου Α' “ κατέληξε στό παρακάτω συμπέρασμα μέ βάση τΙς περσικές
έπιγραφές: „ Σ έ τελευταία άνάλυση μπορούμε μέ άπόλυτη πεποίθηση νά διατυπώσουμε
τήν άποψη πώς τό πρόβλημα άν οί πληροφορίες τού Ηρόδοτου γιά τήν Ιστορία τής
Εγγύ ς ’Ανατολής τοΟ 7. — 5. αί. π. X. είναι αύθεντικές, ύστερα άπό αύτή τήν Ιρευνα
λύνεται πιά καταφατικά “ (Μ ηνύτω ρ τής άρχαίας Ιστορίας, 1948, No 3, σελ. 3 5 ) .
2. *0 Ηρόδοτος, πού δέν είχ ε Ιδέα ούτε γιά τόν ’Ισημερινό ούτε γιά τήν έκ λ ειπ τ ικ ή ,
ήταν φυσικό νά θεωρεί άπίθανη αύτή τήν πληροφορία. »·ί Φοίνικες δμως, παρακάμπτον *
τας τό νότιο άκρο τής ’Αφρικής μέ κατεύθυνση άπό τήν ’Ανατολή πρός τή Δύση, μπο­
ρούσαν νά βλέπουν τόν ήλιο μονάχα στή βόρεια, δηλαδή στή δεξιά τους πλευρά. *
τ ο 2
Η Ρ Ο Δ ο

τρευτεί μιά ξένη ή μιά παλλακίδα [ δούλα], τά παιδια τους ν X


δικαίωμα νά είναι πολίτες “ . Πολλές πληροφορίες τοϋ Ηροοοτου, γ
τους Σκόθες, γιά τις πασσαλόπηκτες κατοικίες τών Παιονων (V » )
καί γιά τΙς άποικίες του Φοινίκων, έπαληθεύτηκαν άπδ τΙς άνασκαφες
και άπό έπιγραφικά μνημεία. "Αλλες πάλι πληροφορίες του επα η -
θεόονται άπό τά καινούργια δεδομένα τί}ς έρευνας των αιγυπτιακών
καί άσσυριακών μνημείων.
Ό 'Ηρόδοτος προσπαθεί νά μήν παραπλανήσει τόν άναγνωστη του
σχετικά μέ τήν άλήθεια των πληροφοριών πού τοϋ άνακοινωνει. Πάντα
τόν κατατοπίζει γιά το βαθμό τής αύθεντικότητας των στοιχείων που
παραθέτει. Τονίζει πώς οί πηγές του δεν είναι πάντα οί ίδιες, κάνει
μάλιστα τόν παρακάτω διαχωρισμό τους : προσωπική παρατήρηση
(δψις), συμπέρασμα (γνώμη), έρευνες μέ έρωτήματα πού θέτει (ισ το -
ρίη) καί, τέλος, μετάδοση πληροφοριών πού άκουσε άπό άλλους
(κατά τά ηκουον) (IT , 9 9 ). Ωστόσο δέν άκολουθεί πάντα αύστηρά
τόν κανόνα νά ξεχωρίζει τίς πηγές αύτές.
Πολλές φορές ό 'Ηρόδοτος λέει πώς παραθέτει μονάχα δσα άκουσε,
και δέν ύποχρεώνει ούτε τόν έαυτό του ούτε τόν άναγνώστη νά π ι­
στέψει σ* αύτές τίς πληροφορίες: „*Έ χω ύποχρέωση νά γράφω δσα
άκ'-υσα, άλλά δέν έχω καμιά ύποχρέωση νά τά πιστεύω. Αύτό ισχύει
γιά δλ»( μ>υ τήν άφήγηση“ ( V I I , 1 5 2 ). Σ ’ ένα άλλο σημείο δηλώ­
ν ε ι: „ Δέν ξέρω άν αύτά είναι άληθινά. Γράφω δσα άκουσα“ ( I V ,
1 9 5 ). ,,Τ ίς άφηγήσειςτών Αίγυπτίων — έπαναλαμβάνει άλλου — άς
τίς πιστέψει δποιος νομίζει πώς είναι σωστές. Έγώ τηρώ παντού τόν
κανόνα νά γράφω δσα άκούω“ ( I I , 12 3 ).
Ή θρησκευτική του θεωρία γιά τήν παρέμβαση τής θεότητας ή τής
μοίρας στά άνθρώπινα καί γιά τήν άνταπόδοση τών έγκλημάτων έμπό-
διζε πολλές φορές τόν Ηρόδοτο νά έκτιμήσει σωστά τά ιστορικά γ ε ­
γονότα, κυρίως δταν έπρεπε νά καθορίσει τά αίτιά τους. ’Αντί νά έρευ-
νάει τήν Ισωτερική άλληλουχία τών γεγονότων, συχνά τά έξηγεΐ προ­
βάλλοντας διάφορα ύπερφυσικά αίτια. Οί Σπαρτιάτες π. χ. πίστευαν
πώς ό βασιλιάς Κλεομένης άπό τότε πού συναναστράφηκε μέ τούς Σκύ-
θες είχε γίνει μπεκρής καί γ ι’ αύτό τρελλάθηκε τελικά. „ Αύτά λένε
οί Σπαρτιάτες γιά τόν Κλεομένη — καταλήγει διαφωνώντας ό Η ρ ό ­
δοτος — έγώ δμως πιστεύω πώς ό Κλεομένης πλήρωσε γιά τό κακό
πού έκανε στόν Δημάρατο “ ( V I , 75, 8 4 ) 1.

κράτη (111, 39 * 43) κ. ί .


Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 85

Ό τρόπος πού έρμηνεύει τά γεγονότα 6 ‘ Ηρόδοτος δέν πρέπει νά


μάς παραξενεύει, άν λάβουμε όπόψη πώς οί θεολογικο - ηθικές ίδέες
ήταν πολύ διαδομένες στήν άρχαία έλληνική κοινωνία καί πώς οί έκ-
πρόσωποι τής λογοτεχνίας ήταν πάντα έπηρεασμένοι άπό αύτές δταν
μελετούσαν τά Εστορικά φαινόμενα. Έ άγνοια των ξένων γλωσσών
( περσικής, αιγυπτιακής κ. ά .) έμπόδιζε τόν ‘ Ηρόδοτο νά βγάλει σω­
στά συμπεράσματα γιά τΙς ξένες χώρες. Ήταν όποχρεωμένος νά άν-
τλ εί τΙς πληροφορίες του μονάχα άπό τούς ξεναγούς ή άπό τούς διερ­
μηνείς και συχνά έπεφτε θύμα τής άμορφωσιάς ή τής άπάτης τους.
Γιά τήν έξιστόρηση τών έλληνοπερσικών πολέμων ό Έρόδοτος
στηρίχτηκε βασικά στήν προφορική παράδοση. Ωστόσο ούτε αότή ή
παράδοση ήταν γνήσια Εστορική πηγή.. ΟΕ άφηγητές προσπαθούσαν
πάντα νά παρουσιάζουν τό παρελθόν δσο μπορούσαν πιό μεγαλόπρεπο
καί ένδοξο. Μεγάλωναν τις διαστάσεις τού άγώνα, έσβηναν κάθε τι
πού ήταν δυνατό νά ντροπιάσει τούς Έ λλη νες. Στή διαμόρφωση τής
προφορικής παράδοσης έπαιξαν μεγάλο ρόλο καί οΕ τοπικές συμπά­
θειες ή αντιπάθειες, οί έριδες τών Ιλληνικών πόλεων καθώς καί ή
άγάπη γιά κάθε άνεκδοτολογικό στοιχείο. Ε κ τό ς άπό αότά, ή προ­
φορική παράδοση θά είχ ε άσφαλώς ύποστεί μεγάλες μεταβολές μέσα
στό μισό περίπου αιώνα πού μεσολάβησε άπό τήν άπόκρουση τών
Περσών ώς τήν έποχή πού ό ‘ Ηρόδοτος έγραψε τήν *Ιστορία του.
“Ένα άλλο στοιχείο πού, παράλληλα μέ τις θρησκευτικές του
ίδέες, έμπόδιζε τόν ‘ Ηρόδοτο νά έκτιμήσει σωστά τά ίστορικά γεγο­
νότα καί νά διαβλέψει τά αίτιά τους ήταν ή κοινή σέ δλους τούς άρ-
χαίους τάση νά τά άναζητοΰν στά αισθήματα, στις παρορμήσεις καί
στό χαρακτήρα τόσο τών άτόμων δσο καί όλόκληρων κρατών. Τήν
άπελευθέρωση τών Περσών άπό τήν κυριαρχία τών Μήδων ό Ηρόδο­
τος τήν άποδίδει μονάχα στό πανούργο σχέδιο τού Κύρου ( I , 1 2 6 -
1 2 8 ). Μέ άτομικά κίνητρα έξηγεί καί τήν έκστρατεία τού Καμβύση
στήν Αίγυπτο ( I I I , 1 ) καί τό σχέδιο τού Δαρείου νά έκστρατεύσει
στήν Ε λλά δ α ( I I I , 134, 1 3 5 ) καί τήν έξέγερση τών Ε λλήνω ν τής
Μικρας ’Ασίας (V , 35, 3 6 ) κ. ά.
'Η σοβιετική επιστήμη πιστεύει πώς 6 'Ηρόδοτος ήταν ένας φιλα­
λήθης ιστορικός, μ’ δλο πού αύτή ή άποψη έρχεται σέ άντίθεση μέ τή
γνώμη πού επικρατούσε στήν άρχαιότητα.
Τόν καιρό πού ζούσε · άκόμα ό ‘ Ηρόδοτος πολλοΓθεωροΰσαν άπί*-
θανη τήν πληροφορία του πώς ό Πέρσης μεγιστάνας Ό τάνης ε ίχ ε
προτείνει σέ κάποιο λόγο του νά καταργηθεί ή μοναρχία στήν Π ερ­
σία καί νά έγκαθιδρυθεί ή δημοκρατία ( I I I , 80 ) ι . Μ’ αύτή τήν εύ-

1. Καί μερικοί έπιστήμονες τών νεότερων χρόνων ΘεωροΟν απίθανους αύτούς τούς λό-
86 Η P Ο Δ Ο T Ο 2

καιρία δ Ηρόδοτος τονίζει πώς οί λόγοι αύτοι Απαγγέλθηκαν πρα


γματικά, μ* δλο πού φαίνονται άπίθανοι σέ μερικούς "^ λη ν ες.
άλλη μιά φορά δ 'Ηρόδοτος μιλάει γ ι’ αύτή τή δυσπιστία των
ληνών ( V I, 4 3 ). , Λ -
Ό σύγχρονος τοϋ 'Ηρόδοτου Θουκυδίδης, μιλώντας για του5 °.
γογράφους ( I , 21, 2 2 ), φαίνεται πώς συγκαταλέγει καί τόν
δοτο άνάμεσα στούς συγγράφεις πού δεν έπιζητουν τήν ιστορική άλή-
θεία, άλλά προσπαθούν μονάχα νά ψυχαγωγήσουν για μιά στιγμή
τούς άκροατές. "Αν καί δεν τον άναφέρει δνομαστικα, Ιπικρινει τον
τρόπο πού παρουσιάζει δρισμένα σημεία τής άρχαίας ιστορίας των
'Ελλήνων \
Ό Κτησίας, σύγχρονος τοϋ Ξενοφώντα (βλέπε γ ι’ αύτόν στό κεφ.
V ), στά Περσικά του προσπαθεί ν* άποδείξει πώς δ ‘ Ηρόδοτος λ ε ει
ψέματα σέ δρισμένα σημεία τοϋ έργου του. Ό ‘Αριστοτέλης συγκα­
ταλέγει καί τόν 'Ηρόδοτο άνάμεσα στούς λογοποιονς ( μυθογράφους )*
Ό Μανέθων, δ Θεόπομπος, δ Άρποκρατίων, δ Κικέρωνας καί δ Αυ­
λός Γέλλιος δεν δίνουν καί μεγάλη πίστη στις πληροφορίες τοϋ
'Ηρόδοτου. Ό Στράβωνας ήταν άπροκάλυπτα έχθρός του. Ό Λουκια­
νός τόν άποκαλεΐ καθαρά καί ξάστερα ψεύτη καί τόν τοποθετεί στή
,,Νήσο των κακών Ό Ίώσηπος Φλάβιος, άνακεφαλαιώνοντας
δλες τις κρίσεις των άρχαίων γιά τόν 'Ηρόδοτο, μάς πληροφορεί
πώς δλοι άνεξαίρετα πιστεύουν πώς γράφει άνακρίβειες. Τέλος ό
Πλούταρχος Ιγραψε μιά ειδική πραγματεία Περί τής *Ηροδότου κα-
χοη&είας, δπον προσπαθεί νά άποδείξει πώς δ ‘ Ηρόδοτος παραμόρ­
φωνε συνειδητά τήν άλήθεια.
’Από τότε πού άρχισαν οί άρχαιολογικές έρευνες στήν ’Ανατολή,
οΕ άντιλήψεις γιά τόν ‘Ηρόδοτο άλλάζουν ριζικά. Ό έπιπόλαιος,
φλύαρος καί συνειδητός ψεύτης μεταβάλλεται στόν πιο εύσυνείδητο
καί σίγουρο μάρτυρα. 'Ωστόσο οί άλλεπάλληλες έπιτυχίες τών άρ-
χαιολογικών καί ιστορικών έρευνών άνατρέψανε κάπως τά άρχικά

γοος τών Περσών μεγιστάνων, πού παρεμβάλλονται στήν άφήγηση τοϋ 'Ηρόδοτου. *£>στόσο
δ ακαδημαϊκός Β. Β. Στρουβέ διαβλέπει σ' αύτούς άπηχήσεις τής πολιτικής λογοτεχνίας
τής Περσίας. „ Είναι άλήθεια — λέει — πώς δ Ηρόδοτοςδέν μεταδίδει μέμεγάλη ακρίβεια
τά στοιχεία πού άντλησε άπό τούς Πέρσες πληροφοριοδότες του. Οί βασικές άρχές τ ή ς
Ιστορικής κοσμοθεωρίας του, καθώς καί τής έλληνικής σκέψης, έχουν έπηρεάσει τήν άπό-
δοση τών ιδιότυπων περσικών όρων, πού είχαν διαμορφώσει οί πολίτικο - θρησκευτικές δο­
ξασίες τοϋ Δυτικού 'Ιράν στό δεύτερο μισό τοϋ 6. αί. π. X. Υποθέτω δμως πώς στά κεφά­
λαια πού άναφέραμε πιό πάνω— 80, 81 καί 82 — τοϋ III βιβλίου τοϋ Ηρόδοτου καθρεΓ
φτίζοντας κάπως οί θέσεις τής έπιγραφής τοϋ Ναξιρουστέμ, πού άπηχεϊ τόν π ο λιτικ ό
άγώνα πού σπάραζε τό Δυτικό Ιράν τήν έποχή τοϋ Δαρείου Α '“ . ( ,/Ο Ηρόδοτος καί τώ.
πολιτικά ρεύματα στήν Περσία τής έποχής τοϋ Δαρείου Α '“ , Μηνύιωρ τής dgynlac ίσιο
ρίας, 1948, No 3, σελ. 2 1 0 ). ' είμ ια ς ιο το .
1. Τά στοιχεία πού διαθέτουμε δέν είναι άρκετά γιά νά άποδείξουμε πώς δ Θ ουκυδίδη
είχ ε διαβάσει τό έργο τοϋ Ηρόδοτου Ωστόσο καί άν δέν τό είχε διαβάσει δημοσιευμένο
πιθανότατα θά είχ ε άκούσει τήν άνάγνωσή του στήν Αθήνα. ^ »
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 87

συμπεράσματα. ’ Αρκετές άνακρίβειες καί κενά άνακαλύφθηκαν στδ


Ιργο του 'Ηρόδοτου καί άρχισε νά μειώνεται ή αύθεντικότητα των
μαρτυριών του όχι μονάχα για τήν Αίγυπτο καί τήν ’Ασσυρία άλλα,
σέ μεγάλο βαθμό, και γιά τήν Ε λλά δα .
Οί κατηγορίες τόσο των άρχαίων. όσο καί τών νεότερων συγγρα­
φέων γιά συνειδητή παραποίηση της άλήθειας άπδ τδν 'Ηρόδοτο Απορ­
ρίπτονται σήμερα στδ μεγαλύτερο μέρος τους.
Ε κ είν ο πού έχ ει περισσότερη σημασία γιά μάς τούς Ρώσους είναι
νά έξετάσουμε τΙς πληροφορίες τοΰ 'Ηρόδοτου γιά τή Σκυθία, πού
Ιχουν συγκεντρωθεί στδ IV βιβλίο τής *Ιστορίας του. Αύτές οί πληρο­
φορίες είναι ή βασική πηγή γιά τήν ίστορία τών φυλών πού ζοΰσαν
στίς νοτιορωσικές στέππες τον 6. - 5. αί. π. X . Ό 'Ηρόδοτος είχ ε έπι-
σκεφθεί τίς νότιες περιοχές τής χώρας μας, δεν είναι όμως άπόλυτα
έξακριβωμένο ποιά μέρη είχ ε δει ό ίδιος καί γιά ποιά μιλάει μέ βάση
τά όσα ακούσε άπό άλλα πρόσωπα. Ό 'Ηρόδοτος δεν περιορίζει τδ
ένδιαφέρον του στίς έλληνικές ίωνικές άποικίες τών άκτών τής Μαύ­
ρης Θάλασσας, τον τραβάει περισσότερο τδ βασίλειο τών Σκυθών καί
σ’ αύτδ προσανατολίζει τήν έρευνά του έχοντας σάν άφετηρία τήν
Ό λ β ία \ πού ίσως νά τήν είχ ε έπισκεφθεϊ καί προσωπικά. "Αν ύπο-
θέσουμε πώς ό 'Ηρόδοτος γιά τήν περιγραφή τής Σκυθίας χρησιμο­
ποίησε τδ έργο του Έκαταίου,’ πρέπει νά συμπεράνουμε πώς άλλαξε
όλο τδ σύστημα τής περιγραφής του μέ βάση τίς έντυπώσεις πού σχη­
μάτισε ό ίδιος έχοντας σάν άφετηρία τήν Ό λβία. *Όσα βρίσκονται έξω
άπδ τά όρια τής Σκυθίας* πού γ ι’ αδτδν έφθανε ώς τδν Ντόν, έλάχι-
στα τδν ένδιαφέρουν καί μονάχα στά πεταχτά τά άναφέρει.
Ό 'Ηρόδοτος παρεμβάλλει στήν άφήγησή του πολλές μυθικές καί
μισομυθικές λεπτομέρειες. Δέν μπορούμε πάντα νέ έξακριβώσουμε αν
καί πόσο αύτές άνταποκρίνονται στήν πραγματικότητα. ’Ασφαλώς οί
κρίσεις του γιά τούς Σκύθες θά έπηρεάστηκαν ώ ; ένα βαθμδ άπδ τίς
ίδέες πού κυριαρχούσαν κιόλας στήν 'Ελλάδα τδν 5. αί. π. X . — πώς
οί βάρβαροι ζούν μέ πιδ δίκαιο τρόπο άπδ τούς Έ λλη νες, πού έχουν
διαφθαρεί άπδ τδν πλούτο καί τδν πολιτισμό. Στήν άφήγηση τού
'Ηρόδοτου βρίσκουμε άφθονες άκριβείς γεωγραφικές καί έθνογραφικές
πληροφορίες, πού σέ πολλές περιπτώσεις έπαληθεύτηκαν άπδ τίς νεό­
τερες Αρχαιολογικές έρευνες. 'Η γενική είκόνα τών πολιτικών καί κο ι­
νωνικών σχέσεων στή Σκυθία, τά ήθογραφικά γνωρίσματα τών κυριό-
τερων σκυθικών φυλών καθώς καί ή τοπογραφική τους κατανομή,
όπως παρουσιάζονται άπδ τδν 'Ηρόδοτο, συμφωνούν άπόλυτα μέ τά

1. Τά λείψανα τής Ό λβίας βρίσκονται στήν δχθη τοΰ Μπούγκ, Ανάμεσα σ τίς ίζ6-
λβις Ν ικ ολά γιεβιτς κα ί Ότσάκωφ.
88 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο

πορίσματα τών άνασκαφών πού έγιναν στούς σκυθικούς τυμβους καί


στά έρείπια των περιοχών τοϋ Δνείστερου, του Δνείπερου, του t v
και τών παραποτάμων τους. Αύτδ μάς όποχρεώνει νά δίνουμε ΡΥ ® "
λη προσοχή καί νά έχουμε έμπιστοσύνη στις πληροφορίες^ τοϋ xipo-
δοτου, άκόμα καί σε κείνες πού μέ τήν πρώτη ματιά μάς φαίνον­
ται μυθικές καί μισομυθικές για τί, δστερα άπδ μιά καλύτερη έρευνα,
μπορεί νά μάς άποκαλύψουν άναπάντεχα πίσω άπδ τδ μυθικό τους
κάλυμμα κάποιο άπλδ καί ξεκάθαρο νόημα. Είναι άλήθεια πώς ό^ Ηρό­
δοτος πουθενά δεν λέει άμεσα πώς είχε έπισκεφθεΐ τή Σκυθια, στδ
έργο του δμως όπάρχουν πολλές έκφράσεις πού δέν άφήνουν καμία
άμφιβολία πώς τίς πληροφορίες του μάς τις δίνει είτε σάν αύτόπτης
μάρτυρας είτε σάν ένδιάμεσος άνάμεσα στούς άναγνώστες καί στούς
αύτόπτες μάρτυρες — τούς Έ λληνες πού ζουσαν στις βόρειες ακτές
τής Μαύρης θάλασσας, κυρίως στήν Ό λβία. Ό Ηρόδοτος, σύμφωνα
μέ τά λεγόμενά του, είχε υπολογίσει δ ίδιος τήν έκταση τής Μαύρης
θάλασσας καί τοϋ στενοϋ τής Κωνσταντινούπολης ( IV , 85, 8 6 ). Κά­
που άνάμεσα στον Μπούγκ καί στον Δνείπερο είχε δει ένα τεράστιο
χάλκινο κοζάνι. Τδ μέτρησε καί τδ σύγκρινε μέ τδν κρατήρα πού είχ ε
τοποθετήσει δ Παυσανίας στήν είσοδο τοϋ Βόσπορου (I V , 8 1 ). Στήν
δχθη τοϋ Δνείστερου τοϋ είχαν δείξει ένα χνάρι άπδ τδ πόδι τοϋ Έ ρ α -
κλή ( I V , 8 2 ). Πλάι στδ ίδιο ποτάμι φαινόταν δ τάφος τών Κ ιμμ ε-
ρίων βασιλιάδων ( IV , 1 1 ). Γιά τδν ποταμδ Τέαρο τής Θράκης μ ι­
λάει μέ βάση δσα άκουσε άπ* τούς γύρω κατοίκους ( IV , 9 0 ). Π ολ­
λές πληροφορίες πού μάς δίνει γιά διάφορα ποτάμια άποδείχνουν πώς
είχ ε έπισκεφθεΐ προσωπικά έκεΐνα τά μέρη ( IV , 52 - 5 7 ).
Σ* ένα σημείο δ 'Ηρόδοτος άφήνει καθαρά νά έννοηθεΐ πώς οί πλη­
ροφορίες του προέρχονται κυρίως άπδ τούς κατοίκους τής Ό λβίας καί
τών άλλων έλληνικών πόλεων τοϋ Πόντου (IV , 2 4 ). Σ ' ένα άλλο άνα-
φέρει πώς είχ ε άκούσει δ ίδιος τδν Τίμνο, έναν σύμβουλο τοϋ βασιλιά
Ά ριαπείθη, νά μιλάει γιά τδν Άνάχαρση (IV , 7 6 ). Ή περιγραφή
τής Ύλαίας, μιάς δασωμένης περιοχής τοϋ κάτω Δνείπερου, μποροϋσε
νά γράφει μονάχα άπδ αύτόπτη μάρτυρα (I V , 18, 76 ) ι.
Έ περιγραφή τής Σκυθίας άποδείχνει δχι μονάχα τήν δξύτατη πα­
ρατηρητικότητα τοϋ ίδιου τοϋ 'Ηρόδοτου, άλλά καί τήν άξιοπιστία πολ­
λών άλλων πληροφοριών πού παραθέτει, μέ βάση τά λεγόμενά δια­
φόρων προσώπων, γιά μέρη πού δέν μπορούσε νά τά έπισκεφθεΐ δ ίδιος.

1. *Η περιοχή αδτή ήταν παραθαλάσσια καί έκτεινόταν άπό τον Βορυσθέν-η ( Δνβί
π ε ρ ο ) δ ς τό σημερινό Καρκινίτη κόλπο. Τά βόρεια σύνορα τής "Γλαίας είν α ι άδύ
νά τά καθορίσουμε μ έ . ακρίβεια. "Οπωσδήποτε πρέπει νά βρίσκονταν δχι κ α κ ο ύ ™
άπό δυό - τρ εις μέρες πορεία πάνω στήν άριστερή δχθη τοϋ Βορυσθένη Σήαεοα * ^
ριο χή αϋτή είν α ι γυμνή στέππα, δια τηρ είτα ι δμως άκόμα ή παράδοση ΧΓ π*Γ
υπήρχαν άλλοτε έ κ ε ι. ' °™ πο°
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 89

0£ πληροφορίες του 'Ηρόδοτου γιά τή διαρρύθμιση των τάφων τών


Σκυθών βασιλιάδων, γιά τίς Επικήδειες καί Επιμνημόσυνες τελετές των
Σκυθών, γιά τά πολεμικά καί τά διάφορα άλλα Εθιμά τους Επαλη­
θεύονται άπόλυτα σχεδόν από τις άρχαιολογικές άνακαλύψεις καθώς
καί μέ τή μέθοδο των Εθνογραφικών άναλογιών.
Γιά ολους αύτούς τούς λόγους οΕ Εμπειροι άρχαιολόγοι, Εστορικοι
καί φιλόλογοι θεωρούσαν πάντα σάν γεγονός άναμφισβήτητο τήν Επί­
σκεψη του 'Ηρόδοτου στή Σκυθία. Εξετάζοντας τόν τρόπο πού περι­
γράφει ό 'Ηρόδοτος τά διάφορα μέρη πού είχ ε Επισκεφθεί, ό Εστορι-
κός I. Ε . ΖαμπΕλιν γράφ ει: ,,Ά π ό τίς άφηγήσεις του άναδίνεται μιά
άσυνήθιστη άπλότητα καί ειλικρίνεια. Ή φύση τής χώρας καί οΕ άν­
θρωποι μέ τά ήθη, τά Εθιμα καί τά Εργα τους είκονίζονται τόσο ζων­
τανά πού μάς φαίνεται σάν νά τά βλέπουμε. Διαβάζοντάς τα θαρρείς
πώς ζείς ό ίδιος Εκείνη τήν Εποχή, σ’ Εκείνη τή χώρα, μ’ αύτούς τούς
ίδιους άνθρώπους “ ι.
Καί στήν Εκλογή τοΟ θέματος τής άφήγησής του ό 'Ηρόδοτος δεί­
χνεται μεγάλος τεχνίτης. Ένώ οΕ σύγχρονοί του, ό 'Ελλάνικος δ Μυτι-
ληναίος (β λ . κεφ. I ) καί ό Ά ντίοχος ό Συρακούσιος, συνεχίζοντας
τίς πατροπαράδοτες μέθοδες τών λογογράφων, συγκεντρώνουν δλη τήν
προσοχή τους στις μυθικές παραδόσεις πού άναφέρονταν στήν ίδρυση
τών διαφόρων Ελληνικών πόλεων ή στίς γενεαλογίες, ό 'Ηρόδοτος,
πράγμα εντελώς άσυνήθιστο γιά τήν Εποχή του2, Εξετάζει τά γεγονότα
του πρόσφατου παρελθόντος πού, χωρίς άμφιβολία, είχαν κάνει Εντύ­
πωση σέ ολους τούς συγχρόνους του τόσο γιά τίς τεράστιες διαστάσεις
τους δσο καί γιά τίς σοβαρές τους συνέπειες, πού δ άντίχτυπός τους
άπλώθηκε σέ δλη τήν Ε λ λ ά δ α 8. Διαλέγοντας δμως γιά τήν άφήγησή
του γεγονότα γενικού καί δχι τοπικού Ενδιαφέροντος — τόν άγώνα
δλων τών 'Ελλήνων κατά τών Περσών — μπόρεσε νά καταλάβει πώς
κιαδτοί οΕ πόλεμοι, παρ’ δλες τίς διαστάσεις τους, Εχουν περιορισμένη
σημασία, πώς πρέπει νά τούς βλέπουμε σάν μεμονωμένα Επεισόδια
τής πανάρχαιας Εχθρας άνάμεσα στήν ’Ανατολή καί στή Δύση, άνά-

1. I. Β. Ζαμπέλιν, *Ιστορία τής ρωσικής ζο)ής από τά αρχαιότατα χρόνια, τόμ. I,


οβλ. 217.
2. Πόσο συνηθισμένα ήταν στά χρόνια του 'Ηρόδοτου (ή άχόμα κ α ί Αργότερα) τά
θέματα τών λογογράφων, μπορούμε νά τό κρίνουμε Από όσα λ έ ε ι ό σοφιστής ‘ Ιπ π ία ς
(στον Πλάτωνα) για τ ις διαλέξεις πού έκανε στή Σπ ά ρτη: Μέ Ιδ ια ίτερη Ικανο­
ποίηση Ακοΰν αυτοί [ οί Σπαρτιάτες ] όταν τούς μιλάνε γιά τή γενεαλογία τών ήρώων
καί τών Ανθρώπων, γιά Αποικίες, γιά το πώς Ιδρύονταν στήν Αρχή οί π ό λ εις κ α ι γ ε ­
νικά γιά όλη τήν Αρχαία Ιστορία. ’ Εμένα μέ έξανάγκαααν [ οί Σπαρτιάτες ] νά μ ε λ ε ­
τήσω καί νά έρευνήσω κάθε σχετικό στοιχείο “ (*/ππ/ας ΜζΙζων, 286 D ).
3. ‘ Ωστόσο τόν Η ρόδοτο δέν πρέπει ίσως νά τ ιν όνομάσουμε άπ* αύτή τήν άπο­
ψη καινοτόμο. Ό Φρύνιχος ε ίχ ε κιόλας νρησιμοποιήσει. στον τομέα τής τραγω δίας,
γεγονότα τοΰ πρόσφατου παρελθόντος ( Μιλήτου αλωαις). Τό Ιδιο ε ίχ ε κ ά νει κ α ί ό
Αισχύλος (Π έρσ βς).
μέσα στδ δεσποτισμδ καί στήν έλευθερία— μιας δχθροες ποδ δεν
έσβησε οδτε μ’ .αδτδν τδν πολυαίμακτο άγώνα. Προσπάθησε άκόμα νά
εισχωρήσει καί στά μυθικά δπόβαθρα τής Ιχθρας αδτής, μονάχα ποδ
δδν στάθηκε γιά πολδ, άντίθετα άπδ τοδς λογογράφους, σ’ αδτές τΙς μυ­
θικές άναμνήσεις. Ά π δ τδ πέμπτο κιόλας κεφάλαιο καταπιάνεται μέ
τήν έποχή τοΟ Κροίσου, μιά έποχή άπόλυτα ιστορική. ’Αργότερα, κάθε
φορά ποδ άναφέρεται ατοδς μυθικοδς χρόνους, παραθέτει διάφορα δια-
σκεδαστικά έπεισόδια, ποδ δεν άσκοδν καμιά έπίδραση στή γενική πο­
ρεία τής άφήγησής του.
Έ να άπδ τά βασικά προτερήματα όποιουδήποτε καλλιτεχνικοί) έρ­
γου είναι ή ένότητα τοΟ σχεδίου. Ή Ίοτορία τοΟ 'Ηρόδοτου ικανο­
ποιεί άπόλυτα αδτδ τδ αίτημα. Όπως είπαμε κιόλας πιο -άνω,

Β Ι *. 1. Kappoxaixt. ΒΙίώλιο in i ίητή γή. 2. αΐ. «.X. Moooeto Έρμιχάζ.

TOP βλα τά πολυάριθμα πρόσθετα έπεισόδιά της, είναι γραμμένη


σδμφωνα μ Ινα βαθιά μελετημένο σχέδιο. Σάν βάση της Ιχ ε^ τ εθ ε!
1 JJJ? ^ « * · * * “ * ίχθραζ άνά^εσα οτοί>ί Έ λληνες καί στοδς
^ατολικοδς λαούς. Διαβάζοντάς την καταλαβαίνουμε πώς είναι κάτι
S t ^ T peXlXb f h Τά δργ“ Τ&ν λοϊ°Υ Ρ V o v /ποδ κομμάτιαζαν
«Ρήγηοή τους μ* §να σωρό άσόνδετα μικροεπεισόδια. Είναι Ι ο υ ο

ζ
* · · τ · · ^ λ

assess
- * * » >“ * £ £ £

τημ* το° Ά ρ ίο το τέλη γιά τήν άνάγκη τής ένότητας τοΟ σχε-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 91

δίου στδ καλλιτεχνικά Ιπος ( Ποιητική, V I I I καί X X I I I ) Εφαρμό­


ζεται άπόλυτα στήν 'Ιστορία τοϋ 'Ηρόδοτου.
“Ένα άλλο προτέρημα τοϋ 'Ηρόδοτου σάν συγγραφέα είναι ή άφη-
γηματική του τέχνη. Αύτδ τδ παραδέχονται άκόμα καί οί κριτικοί
πού δεν τδν άναγνωρίζουν σάν ιστορικό.
Στδν άναγνώστη κάνει Εντύπωση ή συγγένεια τής 'Ιστορίας μέ τδ
Ιπος. “Όπως καί οί Επικοί ποιητές, 6 'Ηρόδοτος κατορθώνει νά δια τη­
ρεί τδ άπλδ καί άτεχνο ϋφος των λαϊκών άφηγήσεων. "Ολες οί μέθο­
δοι των λαϊκών άφηγητών, δπως π.χ. ή πληρότητα καί ή Επιβράδυνση
της άφήγησης, οί Επαναλήψεις διαφόρων λέξεων ή όλόκληρων προ­
τάσεων, τά προοίμια καί οί περιληπτικές άναδρομές στά προηγού­
μενα, χαρακτηρίζουν καί τδ δικό του έργο. Ό 'Ηρόδοτος, άντίθετα
άπδ τούς μεταγενέστερους ιστορικούς, δεν ξέρει άκόμα τή δομή τοϋ
λόγου κατά περιόδους. Δεν τοϋ άρέσουν οί άφηρημένες Εκφράσεις,
χρησιμοποιεί δμως πολύ πρόθυμα τίς λαϊκές μεταφορικές Εκφράσεις
καί παρεμβάλλει μέ τέχνη στήν άφήγησή του διάφορες παροιμίες. Οί
προτάσεις του συνδέονται τίς περισσότερες φορές κατά παράταξη, σπά­
νια μεταχειρίζεται δευτερεύουσες προτάσεις. Τοϋ άρέσει άκόμα νά
δανείζεται άπδ τδ Ιπος, αύτδ τδ θησαυροφυλάκιο τής λογοτεχνικής
γλώσσας, διάφορους Εκφραστικούς τύπους καθώς καί ολόκληρα σχή­
ματα λόγου ( αύτδ γίνεται στούς λόγους πού παρεμβάλλει στήν άφή­
γησή του). Γ ι’ αύτά του τά συγγραφικά γνωρίσματα, 6 Ψευδό - Λογ-
γίνος άποκαλεϊ τδν 'Ηρόδοτο „ μεγάλο μιμητή τοϋ 'Ομήρου “ ( Περί
νψους, 1 3 ).
Οί άρχαϊοι κριτικοί κατανοούσαν βέβαια καλύτερα άπδ μάς τά άφη-
γηματικά χαρίσματα τοϋ 'Ηρόδοτου καί μελετούσαν προσεχτικά τίς
μεθόδους του. Τδν θεωρούσαν σάν τδ καλύτερο πρότυπο τοϋ „ ίωνικοϋ
ύφους “ *, ύπονοώντας μέ αύτδ δχι τδν ίωνικδ χαρακτήρα τών γραμ­
ματικών τύπων καί τοϋ λεξιλογίου του, άλλά κυρίως τδν τρόπο συναρ-
μογής τών προτάσεών του καί γενικά δλη τήν ιδιότυπη άπόχρωση τοϋ
λόγου του. Γιά νά καθορίσουν τήν Εντύπωση πού προκαλεϊ ή άφήγησή
του, οί ρήτορες Εκείνης τής Εποχής καταφεύγανε συχνά στις παρο­
μοιώσεις : Συγκρίνανε τήν άφήγησή του μ’ ενα ποτάμι πού κυλάει
ήρεμα χωρίς νά συναντάει Εμπόδια στδ δρόμο του8. "Α λλοτε άντιπα·?
ραθέτανε τήν άφηγηματική του μέθοδο μέ τή μέθοδο τοϋ Θουκυδίδη
τονίζοντας τή γλυκύτητα, τή σαφήνεια καί τήν εύρύτητα τής άφήγη­
σης τοϋ 'Ηρόδοτου8. Μερικές φορές προσπαθοΰσαν νά χαρακτηρίσουν

1. Διονύσιος, Επιστολή προς Πομπήιον, κβφ. 3 = V I , 77 5 R = 57 U s .


2. Βλ. Κικέρωνας, Περί ρήτορος, XII, 39.
3. Β λ. Κοϊντιλιανός, D e in stitu tion e o r a t o r ia t X , 1, 73 καί IX , 4, 18.
92 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο

καί λετήομερέστερα τΙς ιδιομορφίες του σάν άφηγητή. Τονίζανε κυ­


ρίως τήν τάση του — καί στήν έκλογή τών έκφράσεων καί στή οομη
τών προτάσεων — να μιμείται τά ιδιόμορφα γλωσσικά ίδιώματα τών
διαφόρων λαών πού περιγράφει, δηλαδή να μιμείται όχι τις τυχαίες
συγκινήσεις (ττά$ος), άλλά τις τυπικές καί μόνιμες ιδιότητες του
χαρακτήρα (ή # ο ς ), πού άποδίδουν καλύτερα τήν έσωτερική φυσιο­
γνωμία ένδς λαού. *0 ρήτορας θέων παρατηρεί πολύ σωστά πώς δ
‘ Ηρόδοτος μιλάει συχνά σάν βάρβαρος, παρ’ όλο πού μεταδίδει τά λό­
για των βαρβάρων στήν έλληνική γλώσσα *.
Έ τ σ ι έξηγείται ή μανία του ‘ Ηρόδοτου γιά τις παροιμίες, πού
χαρακτηρίζουν καλύτερα άπδ κάθε άλλο τήν κοσμοθεωρία ενός λαού,
ή άγάπη του γιά τις άπλές, μερικές φορές χοντροκομμένες έκφρά-
σεις, παρμένες άμεσα άπό τή γλώσσα του λαού, ό απλοϊκός τόνος βρι­
σμένων άφηγήσεών του καί πολλά άλλα στοιχεία τής ζωντανής γλώσ­
σας πού χρησιμοποιεί προσδίνοντας στο έργο του Ιναν ιδιόμορφο καί
κάπως παρδαλό χαρακτήρα.
Έ να άλλο γνώρισμα τής άφήγησης τοϋ ‘ Ηρόδοτου πού τονίζανε οί
άρχαίοι κριτικοί είναι ή προτίμησή του γιά τήν είρομένην ή διηρη-
μένην λέξιν*> δηλαδή γιά τόν άπερίοδο καί άτεχνο λόγο, όπου μιά
πρόταση συνδέεται έλεύθερα μέ μιά άλλη, χωρίς αύστηρό λογικό
ειρμό καί χωρίς καμιά ολοκλήρωση τής σκέψης σέ μιά σύνθετη πρό­
ταση. Α ντίθετη στήν είρομένην ή διηρημένην λέξιν είναι ή κατε­
στραμμένη λέξις ή ή εν περιόδοις λέξις 8. 01 ρήτορες καταλάβαιναν
πώς αυτός β τρόπος του γραψίματος συγγενεύει περισσότερο μέ τόν
προφορικό λόγο καί παρατηροΟσαν πώς ό ‘ Ηρόδοτος δέν ξεφεύγει σχε­
δόν ποτέ άπό αύτή τή φυσική διάταξη τών λέξεων* Διαπίστωναν άκόμα
πώς β ‘ Ηρόδοτος δέν χρησιμοποιεί ποτέ σύνθετους συνδυασμούς δλό-
κληρων προτάσεων. Ά πό αύτή τήν άποψη δέν άπομακρύνεται καθό­
λου άπό τούς προκατόχους του λογογράφους, πού κι αύτοί χρησιμο­
ποιούσαν τήν είρομένην λέξιν (β λ . κεφ. I, ,,Ο ί άπαρχές τής έλληνι-
κής πεζογραφίας “ ). Είναι άλήθεια πώς ό ‘ Ηρόδοτος προσπαθεί κάπου -
κάπου νά συνθέσει περιόδους, δέν τό πετυχαίνει όμως καλά.
Αύτές οί ίδιομορφίες τού ‘ Ηρόδοτου κάνουν τήν άφήγησή του αι­
σθητά διαφορετική άπό τήν άφήγηση τών μεταγενέστερων ιστορικών
καί τοποθετούν τήν 'Ιστορία του, άπό τήν άποψη τού ύφους σέ ιηά
έντελώς ιδιαίτερη θέση. ’ ^
Νά ένα παράδειγμα άποσπασματικ'οΰ λόγου: „ Αύτός λοιπόν ό Καν­

ί . R h etores G raeci, 6κδ. Σπένγκελ, τόμ. II, σελ. 116, 7.


2. ΕΙρομένη, άπό τό ρήμα βίρω ( συνάπτω, άρμαθιάζω), όιηοημέν* ά«Α Τλ *
διαιρώ { χω ρίζω ). Μέ τή σημερινή όρολογ'.α θά λέγαμε „ Αποσπασματικός “ ^
3. Κατβαιραμμέγη, άπό τό ρήμα χατασιρέφω ( στρέφω, αναποδογυρίζω). Τ 5 *
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 93

δαύλης Ερωτεύθηκε τή γυναίκα του καί άφοΰ τήν Ερωτεύθηκε νόμιζε


πώς ή γυναίκα του είναι ή ώραιότερη άπδ δλες τίς άλλες. Καί καθώς
τδ νόμιζε αύτό, άπδ τούς σωματοφύλακές του τοΟ άρεσε περισσότερο
ό Γύγης, & γιδς τοϋ Δασκύλου, σ* αότδν τδν Γύγη Εμπιστευόταν &
Κανδαόλης καί τίς σπουδαιότερες ύποθέσεις καί του Επαινούσε τήν
δμορφιά τής γυναίκας του “ ( I, 8 ).
Χάρη σ’ αύτές τίς ιδιότητες, ό λόγος του 'Ηρόδοτου μάς θυμίζει
τίς άπλές άτεχνες άφηγήσεις. Στήν πραγματικότητα δμως αύτή ή
φαινομενική κακοτεχνία είναι καρπός μεγάλης τέχνης ( δπως λέει καί
ή παροιμία: a r s e st celare artem — ή τέχνη είναι νά κρύβεις τήν
τέχ νη).
Τδ ύφος του 'Ηρόδοτου δείχνει άνθρωπο μέ μεγάλη μόρφωση. Αύτδ
φαίνεται άπδ τίς μεταφορές, τα ρητορικά σχήματα, τήν τεχνική διά­
ταξη των λέξεων καί τίς άλλες μέθοδες τής ρητορικής πού χρησιμο­
ποιεί. Οί άρχαϊοι κριτικοί Εσφαλαν μάλλον πού δεν τδν κατατάξανε
άνάμεσα στούς πεζογράφους πού βρίσκονταν κάτω άπδ τήν Επίδραση
τής σοφιστικής.
Νά μερικά παραδείγματα μεταφορών: Όνομάζει τά τείχ η „ θώ­
ρακα τής πόλης “ ( 1 , 1 8 1 ) , τίς όχυρώσεις „ χιτώνες φτιαγμένους
άπδ τείχ η “ ( V I I , 1 3 9 ), γιατί προφυλάσσουν τήν πόλη, δπως οί χ ι­
τώνες προφυλάσσουν τδ σώμα. Μιά παρόμοια μεταφορά χρησιμοποίησε
καί δ ρήτορας Δημάδης: „ Τά τείχη είναι τδ Ενδυμα τής πόλης “ ,
(Atfien. I l l , 99 d ). Τ ίς ώραίες γυναίκες τίς όνομάζει „ πόνους
τών ματιών “ (V , 1 8 ). Ό Ψευδό - Λογγίνος μέμφεται τδν 'Ηρόδοτο
γ ι’ αύτή τή σύγκριση, δικαιολογώντας την, ώς ενα βαθμό, μονάχα
για τί ειπώθηκε άπδ βάρβαρους καί μάλιστα μεθυσμένους (Π ερί
ϋψους, IV , 7 ).
Οί άρχαΐοι κριτικοί χαρακτήριζαν τδ ύφος τοϋ Ηρόδοτου εύχάρι-
στο καί ώραίο, άνώτερο καί άπδ τδ ϋφος τοϋ Θουκυδίδη.
Πολύ Ενδεικτική είναι ή άποψη τοϋ Διονύσιου γιά τδ ϋφος τοϋ
'Ηρόδοτου: „ Ό 'Ηρόδοτος ξεπέρασε δλους τούς άλλους στδ ζήτημα
τής Εκλογής τών λέξεων, στή διάταξή τους καί στήν ποικιλία τών ρη­
τορικών σχημάτων. Μέ τήν πειστική του δύναμη, μέ τή χάρη καί μέ
τδν ϋψιστο βαθμδ τής καλλιτεχνικής άπόλαυσης πού προσφέρει, άνέ-
βασε τήν πεζογραφία στδ ίδιο Επίπεδο μέ τήν καλύτερη ποίηση “ ι.
Ό Θουκυδίδης, σύμφωνα μέ τή γνώμη τών άρχαίων κριτικών, ε ί ­
ναι ιδιαίτερα ίκανδς νά άποδίδει τά ηάΰ'η, Ενώ ό 'Ηρόδοτος διαπρέ-
πει δταν περιγράφει τίς ήρεμες Εκδηλώσεις τής ψυχής — τά ή&η.

1. Πβρι θονχνδίδου και τών Ιδιωμάτων οντον, χβφ. -6 = τόμ. V I, 866 R = τόμ
I, 860 U s. e t R a d .
94 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο

Ή^γλώσσα τού 'Ηρόδοτου είναι ή ιωνική διάλεκτος πού χρησίμο-


ποιοΟν καί οί λογογράφοι. *Όπως είπαμε κιόλας, στήν πατρίδα του
'Ηρόδοτου, τήν 'Αλικαρνασσό, μιλούσαν τήν ίωνική διάλεκτο, άν και
ή πόλη ήταν δωρική. Για τόν 'Ηρόδοτο λοιπόν ή ίωνική διάλεκτος
ήταν ή μητρική του γλώσσα. Μπορούμε να πούμε πώς και ή γλωσσά
τών λογογράφων καί ή γλώσσα τής 'Ιστορίας του Ηρόδοτου ήταν ή
ζωντανή γλώσσα έκείνης τής έποχής. Πρέπει μονάχα νά έχουμε
ύπόψη πώς σ* αύτή τή ζωντανή γλώσσα είχαν προστεθεί μερικές λ έ ­
ξεις καί έκφράσεις παρμένες άπό τήν έπική ποίηση καθώς καί βρι­
σμένοι μορφολογικοί τύποι πού είναι δύσκολο νά καθορίσουμε άν άνή-
καν στή ζωντανή γλώσσα έκείνης τής έποχής ή είναι κι αύτοί παρμέ­
νοι άπό τή γλώσσα του έπους.

5. ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΣΤΟΝ ΗΡΟΔΟΤΟ

Ο πως εΓπαμε, οί κατηγορίες πώς 6 'Ηρόδοτος διαστρεβλώνει συνει­


δητά τήν άλήθεια είναι άδικες. Βέβαια ot λόγοι καί οί συνομιλίες
διαφόρων προσώπων πού παρεμβάλλονται στήν άφήγησή του είναι κα­
θαρές επινοήσεις. Δεν πρέπει δμως νά κατηγορούμε γι* αύτό τόν 'Η ­
ρόδοτο. Σύμφωνα μέ τις δικές μας άπόψεις, ή παρουσίαση ιστορικών
προσώπων νά έκφωνούν λόγους πού δέν τούς είχαν έκφωνήσει στήν
πραγματικότητα, δέν συμβιβάζεται μέ τό αίτημα τής άλήθειας πού
πρέπει νά καθοδηγεί κάθε ιστορικό. Οί άρχαΐοι δμως δέν τά έβλεπαν
έτσι τά πράγματα. "Οπως έμεΐς μπορούμε νά φανταστούμε πολύ εύ­
κολα τ ί σκεφτόταν ένας άνθρωπος σέ μιά συγκεκριμένη περίσταση
καί θεωρούμε έπιτρεπτό γιά έναν λογοτέχνη νά συμπεριλάβει στήν
άφήγησή του αύτά τά ύποθετικά κίνητρα τών ήρώων του, μέ τήν Γδια
εύκολία ο\ άρχαιοι, πού είχαν συνηθίσει στήν άμιλλα τών λόγων, φαν­
τάζονταν τί έπρεπε νά πει ένα Ιστορικό πρόσωπο σέ μιά δοσμένη
στιγμή. r 1
Ή συνήθεια νά παρεμβάλλονται στήν ιστορική άφήγηση λόγοι καί
διάλογοι τών δρώντων προσώπων ξεκίνησε πιθανότατα άπό τόν 'Ηρό­
δοτο1. Φαίνεται πώς ή σοφιστική έπηρέασε σημαντικά τή σύνθεση
τών λόγων πού παρεμβάλλονται στά έργα τών Ιστορικών. Ή άμιλλα
στόν τομέα τού λόγου είχ ε εισχωρήσει τότε καί στή θεατρική σκηνή
— στήν τραγωδία καί στήν κωμωδία. Σ ’ δλες τις μορφές πού έπαιρνε
αύτή ή άμιλλα ύπήρχαν μερικά πολύ συνηθισμένα καί άγαπημένα θέ-

1. Ορισμένες τέτο ιες προσπάθειες είχ α ν γ ίν ει καί άπό τους λονονο/W »


Ψευδό - Δογγίνος Ισχυρίζεται πώς πρώτος 6 Έ καταΐος Ιδωσε τό π α ρ ά δ εινα α ^ί?0* ’ °
σματος της άφήγησης άπό τό τρίτο στό πρώτο πρόσωπο. Βλ. στό xe® I nt α πβρα“
τής ελληνικ ής πεζογραφ ίας" καί στό άπόσπασμα 863 του Έκαταίου ( Π α ρ ά ρ χ η *)Χ4ς
ΕΙΚ. V. ’Α τ τ ι κ ό άγγβΤο.
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 97

ματα ( τόποι κοινοί). Τέτοια βρίσκουμε καί στδν ‘ Ηρόδοτο. Σ ’ αύτά


άνήκει π.χ. ή συζήτηση των τριών Περσών μεγιστάνων σέ ένα μυστι­
κοσυμβούλιο γιά τήν άξιολόγηση των τριών μορφών διακυβέρνησης
— τής μοναρχίας, τής όλιγαρχίας και τής δημοκρατίας ( I I I , 8 0 -
8 2 ). Τα Επιχειρήματα πού άναπτύσσει δ Ότάνης ύπερασπίζοντας τή
δημοκρατία είναι ένας καθαρός ύπαινιγμδς γιά τδ καθεστώς τής άθη-
ναϊκής δημόσιας ζωής, δπως τδ είχ ε διαμορφώσει ό Κλεισθένης. Έ τ σ ι
6 ‘ Ηρόδοτος μεταφέρει στδ περσικό μυστικοσυμβούλιο συζητήσεις πού
ήταν πολύ άγαπητές στήν ’Αθήνα τής έποχής του. Δεν ξέρουμε άν ε ί­
χαν πραγματικά εκφωνηθεί στήν Περσία λόγοι πάνω σ* αύτδ τδ ζή­
τημα. "Οπως και νάναι δμως, ή φραστική μορφή τους άνήκει άναμφι-
σβήτητα στδν ‘ Ηρόδοτο.
Σ ’ αότου του είδους τά θέματα άνήκουν καί οΕ στοχασμοί του Σό-
λωνα, στή συζήτησή του μέ τδν Κροίσο, γιά τούς βαθμούς τής άνθρώ-
πινης εότυχίας ( I, 3 2 ).
Διαμάχη άπόψεων άπηχούν καί οί λόγοι του Άρτάβανου καί του
Ξέρξη πριν άπό τήν έκστρατεία στήν Ε λλά δα ( V I I , 46 - 5 2 ). Ό
Άρτάβανος προσπαθεί νά άποτρέψει τδν Πέρση βασιλιά άπδ τήν έκ­
στρατεία πού σχεδιάζει, τονίζοντάς του πώς 6 άνθρωπος, πριν επ ιχ ει­
ρήσει κάτι, πρέπει νά σταθμίζει προκαταβολικά δλα τά ένδεχόμενα.
*0 Ξέρξης στήν άρχή απορρίπτει αύτούς τούς γενικούς συλλογισμούς
του άντιπάλου του. Ισχυρίζεται πώς είναι άδύνατο νά τά προβλέψει
κανείς δλα καί πώς άπδ τδ παράδειγμα τών ίδιων τών Περσών βασι­
λιάδων φαίνεται καθαρά πώς ή τόλμη μπροστά στδν κίνδυνο βοηθάει
τήν προκοπή του κράτους. Ό Άρτάβανος βρίσκει ακόμα πώς καί ή
ξηρά καί ή θάλασσα είναι έχθρικές γιά τδν Ξ έρ ξη: ‘ Η θάλασσα για τί
δεν ύπάρχουν λιμάνια πού νά μπορούν νά χωρέσουν τδν τεράστιο περ­
σικό στόλο καί νά τδν προστατέψουν άπδ τις θύελλες, ή ξηρά για τί
δεν ύπάρχουν έφόδια γιά τδ στράτευμα. Ό βασιλιάς, άπαντώντας του,
τονίζει πώς ή έποχή είναι πολύ κατάλληλη γιά τήν έκστρατεία, γ ια τί
δεν προβλέπονται φουρτούνες στή θάλασσα, πώς έχουν συγκεντρωθεί
άφθονα έφόδια καί πώς θά προμηθευθοΰν καί άλλα περνώντας άπδ τά
έδάφη τών διαφόρων λαών. Μέ τδν ίδιο τρόπο ό Ξέρξης άπορρίπτει
καί μιά άλλη παρατήρηση τού Άρτάβανου — πώς δεν πρέπει νά στη­
ρίζεται σέ τίποτα στούς ύποτελεΐς του νΙωνες.
"Οπως είπαμε κιόλας, οί λόγοι καί οί διάλογοι πού παρεμβάλλει
ό ‘ Ηρόδοτος είναι έπινοημένοι. Βέβαια δέν μπορούσε νά ξέρει δ συγ­
γραφέας τ ί λόγους είχαν έκφωνήσει άνθρωποι μακρινών έποχών καί
διαφόρων έθνικοτήτων. 'Ωστόσο αύτδ δέν τδν έμπόδισε νά παραθέσει
τέτοιους λόγους στήν 'Ιστορία του. Γιά τδν ‘ Ηρόδοτο, δπως καί γ ιά
τούς έπικούς ποιητές, οί λόγοι καί οί διάλογοι χρησιμεύουν μονάχα
7 *Ιστορία τής *Ελληνικής Αογοτβχνίας
98 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο *

γιά νά ζωντανέψουν τήν είκόνα τοΰ Απόμακρου παρελθόντος. Σ τή


φαντασία του ή σκηνή τής συζήτησης τών Περσών μεγιστάνων στδ
μυστικοσυμβούλιο προβάλλει μέ τήν ίδια Ινάργεια δπως οί συζητή­
σεις στήν άθηναϊκή άγορά. Στούς λόγους τών δρώντων προσώπων τής
*Ιστορίας βρίσκουμε άκόμα διάφορες άπόψεις γιά τή ζωή, καθώς και
γεωγραφικές και [στορικές πληροφορίες πού πίσω τους διαβλέπουμε
τδν ίδιο τδν συγγραφέα. Ό Κορίνθιος Σωσικλής π.χ., στο λόγο πού
έκφωνεΐ μπροστά στούς Σπαρτιάτες (V , 9 2 ), Αφηγείται όλόκληρη τή
γενεαλογική Ιστορία των τυράννων τής Κορίνθου. Έ Ιστορία αύτή δεν
διαφέρει σέ τίποτα Από παρόμοιες έπεισοδιακές άφηγήσεις πού Ανα­
πτύσσει δ ίδιος ό Ιστορικός σέ άλλα σημεία του Ιργου του.
Τδ ίδιο συμβαίνει κα'ι στή σκηνή πού ό ’Αρισταγόρας, ό τύραννος
τής Μιλήτου, παρουσιάζεται μπροστά στδ Σπαρτιάτη βασιλιά Κλεο-
μένη, ζητώντας του νά βοηθήσει τούς Έ λληνες τής Μικράς ’Ασίας
( V , 49 ). Καί έδώ ό ‘ Ηρόδοτος βάζει στδ στόμα του ’Αρισταγόρα μα­
κροσκελείς Ιξηγήσεις γιά τις γεωγραφικές ίδιομορφίες τής Μικράς
Ασίας πάνω σ’ ενα χάρτη χαραγμένο σέ χάλκινη πλάκα. Αυτές οί
Εξηγήσεις μάς κανουν νά ξεχνάμε τδ σκοπδ τής έπίσκεψης του ’Α ρι­
σταγόρα. Μοιάζουν σάν έξιστόρηση μιάς γεωγραφικής εκδρομής τοϋ
ίδιου τοϋ συγγραφέα. ’Ε κ εί δμως πού δ ‘ Ηρόδοτος θά μπορούσε νά
μας μεταδώσει κάτι πραγματικό — τά έπιχειρήματα των ρητόρων —
δέν τδ κάνει. Οί ρήτορες δέν είχαν τραβήξει τήν προσοχή του. Τό λό­
γο τοϋ Θεμιστοκλή πριν άπδ τή ναυμαχία τ ψ Σαλαμίνας, τδν παρα­
θέτει μέ μεγάλη συντομία ( V I I I , 8 3 ), άν καί τδν χαρακτηρίζει σάν
εξαιρετικό. Δίκαια παρατήρησε δ Διονύσιος πώς δ ‘ Ηρόδοτος σπάνια
καταχωρεί λόγους πού Απευθύνονται στδ λαό καί λόγους μέ πραχτική
σημασία (ΙΙερΙ Θονκυδίδου και τών ιδιωμάτων αυτόν, 2 3 ).

6. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΩΝ


ΣΤΟΝ ΗΡΟΔΟΤΟ

Ο Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ δεν παραθέτει στδ Ιργο του λεπτομερειακούς χαρα­


κτηρισμούς ιστορικών προσώπων (δπως κάνει π.χ. δ Ξενοφώντας στών
Κυρου Αναβαση, δπου χαρακτηρίζει τούς πεσόντες Έ λληνες άρχL
γους ). Κάπου - κάπου μονάχα άναφέρει μιά γενική καί σόντοιι* πα­
ρατήρηση γιά κάποιον — λέει π. χ . πώς δ Δηιόκης ήταν σοφδς ( I ,
9 6 ) πως δ Κυαξάρης ήταν πολύ γενναιότερος άπδ τούς προγόνους τοΰ
( I , 1 0 3 ), πως δ Κύρος ήταν δ πιδ άνδρεΤος καί δ πιδ άγαπητδς άπδ
δλους τους συνομηλίκους του ( I , 1 2 3 ). Ό άναγνώστης γιά νά σ ν *-
ματισει μια ιδέα γιά κάποιο πρόσωπο, πρέπει νά βασιστεί στών ά ί ί
γηση τών πράξεών του ή στις κρίσεις τών άλλων ποδ άναφέρονται άπδ
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 99

τδν 'Ηρόδοτο. Τδν Ά ρπα γο π.χ. τδν χαρακτηρίζει 6 Ά στυάγης άπο-


καλώντας τον πάνω στδ θυμό του σκαιότατο και πολύ άδικο άνθρωπο
( I , 1 2 9 ). Γιά τδν Κύρο, τδν ΔαρεΤο καί τδν Καμβύση ό 'Ηρόδοτος
δέν έπ ιχειρ εί νά διατυπώσει δική του γνώμη, μάς πληροφορεί δμως
πώς οί Πέρσες όνόμαζαν ,,τδν ΔαρεΤο κάπηλο, τδν Καμβύση δεσπότη
καί τδν Κύρο πατέρα, για τί ό πρώτος άντίκρυζε δλα τά ζητήματα άπδ
συμφεροντολογική σκοπιά, ό δεύτερος ήταν αύστηρδς καί άλαζόνας
καί ό τρίτος ήταν πολύ έπιεικής καί φρόντιζε πάντα νά κάνει τδ κα-
λ δ “ ( I I I , 8 9 ). Αύτή τή μέθοδο τοΟ χαρακτηρισμού ό 'Ηρόδοτος δέν
τήν έφαρμόζει μονάχα γιά πολιτικούς του μακρινού παρελθόντος ή
ξένων χωρών, άλλά καί γιά άνθρώπους πού έζησαν λίγο πριν άπδ τήν
έποχή του. Άποφεύγοντας νά διατυπώσει τή δική του γνώμη γιά τά
δρώντα πρόσωπα, ό 'Ηρόδοτος δέν δίνει στδν άναγνώστη τή δυνατό­
τητα νά καταλάβει πάντα άν ήταν δυσμενής ή εόνοϊκή. Ά φ η γ είτα ι
τά γεγονότα καί παραθέτει διάφορες άντιφατικές άπόψεις χωρίς νά
προσπαθεί νά τις έναρμονίσει. Είναι άδύνατο νά καταλάβουμε π.χ. τ ί
πραγματικά πιστεύει γιά τδν Θεμιστοκλή, άν παραβάλουμε δσα γρά­
φει γ ι’ αύτδν στά κεφάλαια 5, 19, 22, 109, 111 - 112, καί 123 -
124 του V I I I βιβλίου.
Καί ό χαρακτηρισμδς του Ξέρξη είναι αισθητά ά,ντιφατικός. Ό Η ­
ρόδοτος δέν διατυπώνει γ ι’ αύτδν μιά τελειω τική κρίση, άλλά άναφέ-
ρει μονάχα ποιά έλατήρια, σύμφωνα με τή γνώμη του, καθοδηγούσαν
τις πράξεις του Ξέρξη. Τά έλατήρια αύτά ήταν : ή μεγαλοφροσννη,
ή έπιθυμία νά δείξει τή δύναμή του καί νά διαιωνίσει τή μνήμη του
( V I I , 24, κάνει λόγο γιά τή διάνοιξη τής διώρυγας στδν Ά θ ω ), ή
μεταμέλεια ( V I I , 54, για τί είχ ε προστάξει νά μαστιγώσουν τδν Ε λ ­
λήσποντο), ή δειλία ( V I I I , 103, για τί χάρηκε δταν ή Ά ρτεμισία τδν
συμβούλεψε νά γυρίσει στήν πατρίδα του) καί ή φοβερή μανία πού
Ινιωθε γιά τούς έχθρούς ( V I I , 2 3 8 , για τί είχ ε προσβάλει τδ πτώμα
του βασιλιά Αεωνίδα, άν καί τά έθιμα έπιβάλλανε τδ σεβασμδ τών
γενναίων πολεμιστών).
Παράλληλα όμως ό 'Ηρόδοτος τονίζει καί τά καλά σημεία τού χα ­
ρακτήρα τοϋ Ξέρξη. ’Αναφέρει πώς ό Ξέρξης, άκούγοντας κάποτε μιά
γνώμη τοΟ Άρτάβανου, δργίστηκε καί παραφέρθηκε. Τδ ίδιο βράδυ
δμως μετάνιωσε καί άναγνώρισε τδ σφάλμα του δχι μονάχα μπρο­
στά στδν προσβλημένο Άρτάβανο, άλλά καί μπροστά σ’ δλους τούς
συγκεντρωμένους Πέρσες. ,,*Όταν άκουσα τή γνώμη τού Ά ρτάβανου
— είπε — σάν νέος πού είμαι, ένιωσα μέσα μου νά βράζει ό θυμδς καί
πέταξα σ’ έναν άντρα μεγαλύτερό μου λόγια λιγότερο εύπρεπή άπδ
δσο ταίριαζε. Τώρα δμως κατάλαβα τδ σφάλμα μου καί θά ύπακούσω
στή γνώμη το υ“ ( V I I , 11 - 1 5 ).
100 Η Ρ ο Δ o A

Ό Ά χαιμένης, άδελφ&ς τοδ Ξέρξη, προσπαθεί νά διαβάλει τδν Δ η-


μάρατο. Ό Ξέρξης δμως του άπαντάει άπότομα : ,, Σέ προστάζω
σταματήσεις νά συκοφαντείς τον Δημάρατο, γιατί είναι φιλοξενούμε
νός μου" ( V I I , 236 - 237 ).
Ό Ξέρξης ήξερε νά έκτιμάει τούς άνθρώπους πού τού ήταν ΧΡή^ι
μοι, δπως π.χ. τήν ’Αρτεμίσια ( V I I I , 69, 8 8 ), τδν Μασκάμη ( V I ,
1 0 6 ), τδν Βόγη ( V I I , 1 0 7 ) καί τδν Άρταχαίη ( V I I , 1 1 7 ). ^ ι ­
στορώντας πώς δ Ξέρξης δεν θέλησε νά έκδικηθεί τούς^Σπαρτιατες
θανατώνοντας τούς άπεσταλμένους τους Σπερθίη καί Βουλή, ο^ IIρο-
δοτος λέει πώς τούς είπε μεγαλόψυχα πώς δεν θέλει νά μοιάσει με
τούς Λακεδαιμόνιους: ,,Αύτοί, θανατώνοντας τούς κήρυκες, παρα­
βίασαν τούς νόμους δλων των ανθρώπων, έγώ δμως έκείνα πού κατη­
γορώ σ’ αύτούς δεν θά τά κάνω, ούτε θά άπαλλάξω τούς Λακεδαιμό­
νιους άπδ τήν ένοχή τους σκοτώνοντας τούς άπεσταλμένους τους ‘
( V I I , 1 86).
Αυτές οί άντιφάσεις στούς χαρακτηρισμούς των προσώπων εξηγούν­
ται μάλλον με τήν άρχή πού τηρούσε πάντα ό ‘ Ηρόδοτος — νά μετα­
φέρει διάφορες έκδοχές των γεγονότων: „ Είμαι υποχρεωμένος νά με­
ταφέρω έκείνα πού λένε, άλλά δεν είμαι καθόλου υποχρεωμένος νά τά
πιστεύω

7. ΤΑ ΕΙΙΕΙΣΟΔΙΑ “ ΣΤΗΝ „ ΙΣΤΟΡΙΑ " ΤΟΥ ΗΡΟΔΟΤΟΥ

ΠΩΣ άναφέραμε κιόλας, το βασικό νήμα τής άφήγησης τού ‘ Ηρό­


δοτου ( ή εχθρα καί ό άγώνας άνάμεσα στήν ’Ανατολή καί τή Δύση )
διακόπτεται διαρκώς (ιδιαίτερα στά πέντε πρώτα βιβλία ) άπδ πα­
ρεκβάσεις, τά λεγόμενα „ έπεισόδια". Αύτάτά έπεισόδια μερικές φο­
ρές είναι άρκετά μακροσκελή. Έ άφήγηση γιά τήν Αίγυπτο π.χ. πιά­
νει όλόκληρο τδ I I βιβλίο. Γιά νά παραθέσει ένα έπεισόδιο, ό ‘ Ηρόδο­
τος βρίσκει τίς περισσότερες φορές κάποια άφορμή. *Όταν π.χ. άνα-
φέρει ένα πρόσωπο, κάποιο άντικείμενο, μιά πράξη ή έναν τόπο, παρα­
θέτει ταυτόχρονα καί διάφορες πληροφορίες πού έχουν άμεση ή έμμεση
σχέση μ* αύτό.
Στήν *Ιστορία ύπάρχουν τόσο άφθονα έπεισόδια, ώστε ή βασική
άφήγηση πολύ συχνά χρησιμεύει μονάχα σάν πλαίσιο γιά άλλες άφη-
γήσεις πού δέν έχουν άμεση σχέση μέ τδ ούσιαστικδ νήμα της.
Ό ‘Ηρόδοτος ένδιαφερόταν γιά τήν ιστορία καί τή γεωγραφία τών
χωρών πού περιγράφει, γιά τά πρόσωπα καί τά γεγονότα, γιά τά
μνημεία καί τίς παραδόσεις, γιά τή φύση καί τά ζώα, γιά τούς κατοί­
κους, τίς δοξασίες, τά ήθη, τά έθιμα, τίς κατοικίες καί τίς ένδυμα-
σίες τους, γιά τήν πίστη τους στά θαύματα καί στούς οίωνούς. "Ολοι
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 101

αύτά τά περιγράφει μέ έπικδ τρόπο, του άρέσει νά σταματάει σέ μι-


κροζητήματα, σέ καθαρά άνεκδοτολογικές λεπτομέρειες.
Μεγάλη σημασία άπό Εστορικο - λογοτεχνική άποψη παρουσιάζουν
τά έπεισόδια πού έχουν χαρακτήρα λαϊκού θρύλου, τά αφηγήματα καί
οΕ μύθοι, για τί δεν μάς είναι καθόλου γνωστή μιά τέτοιου είδους λο­
γοτεχνία στήν άρχαία Ε λλά δ α τής προελληνιστικής περιόδου. Ωστόσο
ύπήρχε άναμφισβήτητα καί τέτοια λογοτεχνία1.
Γιά τή λογοτεχνική διασκευή τής προφορικής λαϊκής δημιουργίας
ύπάρχουν θετικές ιστορικές μαρτυρίες. Ξέρουμε πώς είχαν Ιμφανιστεϊ
λογοτεχνικά άφηγήματα πρώτα-πρώτα στήν ’ Ιωνίακαί στις άποικίες
της — μέρη πού είχαν πολύ περισσότερες δυνατότητες άπύ τήν εύρω-
παϊκή Ε λλά δ α νά έρθουν σέ έπαφή μέ ξένες χώρες.
Στήν άρχαιότητα κυκλοφορούσε μιά συλλογή τέτοιων άφηγημάτων
μέ τον τίτλο Μιλησιακά. Είναι άλήθεια πώς ή συλλογή αύτή ήταν
μάλλον μεταγενέστερη άπό τήν έποχή τού 'Ηρόδοτου *, όμως τύ Α ί·
σωπικόν γέλοιον ή Συβαριτικόν, πού άναφέρει ό ’Αριστοφάνης στίς
Σφήκες (σ τίχ . 1 2 5 9 ), πρέπει νά ήταν περίπου σύγχρονό του. Πιθα­
νότατα άπο αύτδ έχ ει πάρει ό ’Αριστοφάνης τύ άπόσπασμαπού παρα­
θέτει στίς Σφήκες ( στίχ. 143 5 - 1 4 4 0 ). Στύ Συβαριτικόν, άντίθετα
άπύ τούς μύθους του Αίσωπου, δρώντα πρόσωπα δέν ήταν ζώα άλλά
άνθρωποι8.
’Εκείνη τήν έποχή ύπήρχε πραγματικά μιά τάση γιά δημιουργία
τέτοιων άφηγημάτων. Αύτο άποδείχνεται άπύ τήν έμφάνισή τους στύν
τομέα τής ιστορικής παράδοσης, όπου μπορούμε νά τά διακρίνουμε εύ-
κολότατα. "Οπως στδ Μεσαίωνα οί συγγραφείς άφηγημάτων συμπερι-
λάβαιναν στύν κύκλο τών θεμάτων πού διασκεύαζαν καί διάφορες άφη-
γήσεις γιά σπουδαία πρόσωπα έκείνης τής έποχής και γιά τά πιύ ση­
μαντικά της γεγονότα, περιβάλλοντάς τα μέ μιά σειρά έπινοήσεις καί
άνέκδοτα, έτσι καί στήν άρχαία Ε λλά δα τύ άφήγημα είσβάλλει στύν
τομέα τής ιστορίας. "Ολα τά Εστορικά έργα τού 7. καί 6. αI. π. X .
είναι γεμάτα άπο τέτοιες άφηγηματικές προσθήκες. ΟΕ προσωπικότη­
τες τής άρχαίας Εστορίας τής ’Ανατολής, πού οΕ "Ελληνες γιά πρώτη
φορά άρχισαν τότε νά τις γνωρίζουν άπό πιδ κοντά, εύνοούσαν ιδ ια ί­
τερα τή δημιουργία διαφόρων έπινοήσεων. ‘Ωστόσο και ή ιστορία τών
πολιτικών τής άρχαίας ‘Ελλάδας δέν ύστεροΰσε καθόλου σέ τέτοιες
ώραιοποιήσεις άτόμων, όπως φανερώνουν τά άνέκδοτα γιά τύν Σό­

ι . Βλ. τόμος I. σελ. 100 - 103, καί Ιδιαίτερα γιά τοϊ>ς αίγυπτιακο&ς καί λιβυκοί>ς
μύθους, αελ. 109, όποοημ. 1.
2. Τά Μ ιλησιακά γράφηκαν μάλλον τό 2. al. « .X ., τά θύματά τους δμως ήταν
δπωσδήποτε παρμένα άπό τήν άρχαία Ιωνική άφηγηματογραφία,
3* Σχόλια στίς wO q v ite g ( 471) καί στίς Σ φ ή κ ε ς ( 1269 ) του ’Αριστοφάνη,
102 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο

λωνα, πού είναι άπόλυτα ίστορικδ πρόσωπο, γιά τούς διάφορους τυ­
ράννους τής Ελλάδας — αότοί ένδιαφέρανε ιδιαίτερα τούς άφηγημα-
χογράφους — καί γενικά μιά δλόκληρη σειρά άφηγήματα πού πλημ­
μυρίζουν τήν *Ιστορία του ‘ Ηρόδοτου.
Νά Ινας κατάλογος άπδ μερικά έπεισόδια άφηγηματικου χαρα­
κτήρα : ά) Ό Γόγης (I, 8 - 1 3 ) . β) Έ σωτήρια του Άρίονα άπδ το
δελφίνι ( I , 23 - 2 4 ). γ) Σόλωνας καί Κροΐσος ( I , 26 - 5 4 ). δ) Η
παιδική ήλικία τοϋ Κόρου ( I , 108 - 1 2 1 ). ε) Ό Κύρος στους Μασ-
σαγέτες ( I, 2 04 - 214 ). στ) Ό Ψαμμήτιχος θέλει νά μάθει ποιος
λαός είναι ό άρχαιότερος ( I I , 2 ). ζ) ‘ Η Ε λένη στήν Αίγυπτο ( I I ,
113 - 116, 118 - 1 2 0 ). η) Τδ θησαυροφυλάκιο τοϋ βασιλιά Ρ α μψί-
νιτου ( I I , 1 2 1 ). θ) Αίθιοπία, ‘ Ινδίες, ’Αραβία ( I I I , 17 - 24, 1 0 2 ,
1 0 4 - 1 0 5 , 107 - 1 1 3 ). ι) Τδ δαχτυλίδι του Πολυκράτη ( I I I , 39 -
4 3 ). ια) Ό γιδς τοϋ ΙΙερίανδρου ( I I I , 5 0 - 5 3 ). ιβ) Συζήτηση γιά
τδ καλύτερο κρατικδ σύστημα ( I I I , 80 - 8 3 ). ιγ) Ή πανουργία του
Ζώπυρου ( I I I , 1 5 0 - 1 6 0 ). ιδ) ‘ Ο ΔαρεΓος στους Σκυθες ( I V , 1 2 6 -
1 3 6 ). ιε) Σπερθίης καί Βοόλης ( V I I , 1 3 4 - 1 3 7 ).

8. ΠΩΣ ΕΚΡΙΝΑΝ ΤΟΝ ΗΡΟΔΟΤΟ 01 ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ


ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΓΕΝΙΕΣ

Ι^ ΙΠ Α Μ Ε κιόλας πώς είναι άγνωστο πότε καί άπδ ποιδν έκδόθηκε ή


Ιστορία. Εχει διατυπωθεί ή ύπόθεση πώς έκδόθηκε άπδ φίλους τοϋ
συγγραφέα λίγο μετά τδ θάνατό του. ’Εκείνοι πού τδ όποστηρίζουν
βασίζονται σέ βρισμένα άποσπάσματα τοϋ Σοφοκλή, τοϋ Εύριπίδη
καί τοϋ ’Αριστοφάνη, δπου ισχυρίζονται πώς διαβλέπουν άπηχήσεις
τής *Ιστορίας.
Στήν πραγματικότητα δμως ή νοηματική ή μορφολογική βμοιό-
τητα άνάμεσα σ’ αύτά τά άποσπάσματα των δραμάτων καί στά άπο­
σπάσματα τής *Ιστορίας ή είναι άνεπαρκής γιά νά άποδείξει πώς οί
δραματουργοί δανείστηκαν στοιχεία άπδ τδν ‘Ηρόδοτο ή μπορεί νά
έξηγηθεί μέ άλλον τρόπο.
"Αν μελετήσουμε προσεκτικά τά δμοια άποσπάσματα τοδ Η ρόδο­
του καί τδν δραματουργών, θά διαπιστώσουμε πώς μονάχα γιά gva
άπόσπασμα άπδ τδν ΟΙδίποδα έπΐ Κυλωνώ (στίν 337 κ I \ rL.^r „ „ ι
γ .* ί, « Μ * ,» ( „ 1χ. 905
μιλάμε για έξακριβωμένο δανεισμό άπδ τήν *Ιστορία.
Τά δυδ αύτά άποσπάσματα τοΟ Σοφοκλή άποδείχνουν καθαρά πώς
ή Ιστορία του Ηρόδοτου ήταν κιόλας γνωστή στήν ’Αθήνα καί

1. Βλ. ‘ Ηρόδοτο* II, 36 xal III, 119.


Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 103

σ’ όλη τήν Ε λλά δ α γενικά, στό τέλος τοΰ 5. α?. π. X . Αδτό άλλω­
στε θά μπορούσε νά άποδειχτεί καί άπό τήν έμμεση πολεμική του
Θουκυδίδη κατά του 'Ηρόδοτου, άν βέβαια ήταν διαπιστωμένο πώς δ'
Θουκυδίδης είχ ε δε? τήν *Ιστορία τοΰ ‘ Ηρόδοτου στήν τελειω τική
μορφή της, όταν έκδόθηκε.
Έ 'Ιστορία τοΟ ‘ Ηρόδοτου ήταν πολύ γνωστή καί τόν 4. αί. π. X .,
δπως φαίνεται άπό τήν πολεμική τοΰ Κτησία κατά τοϋ [στορικοϋ ( βλ.
πιο κάτω, κεφ. V ) καί άπό μιά έπιτομή της, σε δυό βιβλία, πού σύν-
ταξε δ Θεόπομπος. Ό ιστορικός αύτός δέν διστάζει νά μ ιμηθεί τόν
‘ Ηρόδοτο, μ* δλο πού τόν έπικρίνει σφοδρότατα (β λ . πιό κάτω, κεφ.
V ). Καί στον "Εφορο ή έπίδραση τοϋ ‘ Ηρόδοτου είναι πολύ αισθητή.
Ό ’ Αριστοτέλης, άν καί άποκαλεϊ τόν 'Ηρόδοτο „ παραμυθά “
(μυ&ολόγο) (Π ερί ζώων γενέαεως, I I I , 5 = ρ. 756 b 5 ), χρησιμο­
ποιεί τήν ‘ Ιστορία του σάν μιά άπό τις βασικές πηγές γιά τό Ιργο
του Άϋ'ψαίων Πολιτεία (τόν άναφέρει στό κεφ. X I V ) . Καί στά
έργα πού άφιέρωσε στή φυσική ιστορία δ Α ριστοτέλης χρησιμοποιεί
πολλές πληροφορίες τοϋ ‘ Ηρόδοτου, παραθέτοντάς τις κατά λέξη στό
μεγαλύτερο μέρος τους. Στήν Ποιητική (κεφ. I X = 1451 b 1), μ ι­
λώντας γιά τή διαφορά πού ύπάρχει άνάμεσα σ’ έναν ιστορικό καί
σ’ έναν ποιητή, άναφέρει τόν ‘ Ηρόδοτο σάν τύπο Εστορικοΰ.
Στή φιλολογία τής έλληνιστικής έποχής δ ‘ Ηρόδοτος θεωρείται πιά
„ κλασικός “ .
Καί στούς ρωμαϊκούς χρόνους είναι φανερό πώς ήξεραν τόν ‘ Ηρόδοτο
σάν ιστορικό. Τόν άναφέρουν δ Στράβωνας, δ Διόδωρος, δ Ίώσηπος
Φλάβιος, δ Λουκιανός, δ Α ριστείδης, δ Πλούταρχος κ.ά.
Αύτή άκριβώς τήν έποχή άρχίζουν νά έκτιμοΰν τόν ‘ Ηρόδοτο κυ­
ρίως άπό καλλιτεχνική πλευρά, σάν συγγραφέα. ‘ Η καλλιτεχνική γοη­
τεία τής άφήγησής του δέν ήταν δυνατό νά άξιολογηθει σωστά άπό
τούς συγχρόνους του καί άπό τις άμεσα έπόμενες γενιές. Τήν έποχή
έκείνη τά ιστορικά έργα είχαν ρητορικό χαρακτήρα, δ κόσμος είχ ε
συνηθίσει σ’ αύτό τό ϋφος καί ή άπλότητα τοϋ ‘ Ηρόδοτου δέν μπο-
ροϋσε νά άρέσει. Στήν όστερορωμαϊκή δμως έποχή τό κοινό ε ίχ ε κο-
ρεστεϊ άπό κάθε τ ι τεχνητό καί ρητορικό καί στράφηκε ξανά στίς
άπλοϊκές άφηγήσεις των παλιών καιρών. Οί ρήτορες, δπως π.χ. δ Δ ιο­
νύσιος δ Άλικαρνασσέας, άρχίζουν νά μελετοϋν τό ϋφος τοϋ 'Ηρόδο­
του συγκρίνοντάς το μέ τό ύφος τοΰ Θουκυδίδη. ‘ Η έκτίμηση γ ιά τόν
‘ Ηρόδοτο, σάν καλλιτέχνη, μεγαλώνει άδιάκοπα καί, τέλος, πολλοί
συγγραφείς έπιχειροΰν νά τόν μιμηθοϋν — Παυσανίας, Α ίλιανός. Με­
ρικοί μάλιστα, άκολουθώντας τό παράδειγμά του, γράφουν τά έργα
τους στήν ιωνική διάλεκτο. Σ ’ αύτή τή διάλεκτο είναι γραμμένα π.χ.
δυό άπό τά έργα τοΰ Αουκιανοϋ πού έφθασαν &ς έμάς — Π ερί άστρο-
Ο Σ
104 Η Ρ ο Δ Ο Τ

λογίης καί Περί Συρίης ϋ'εον. Τδν ‘ Ηρόδοτο μιμούνταν, όπως φα νε-
ται, καί δ Κεφαλίωνας σ’ ένα έργο του πού δέν διασώθηκε —- μια συν“
τομή Ιστορία ποί> άρχιζε άπδ τήν εποχή του Νίνου καί τής Σεμίραμης
καί έφθανε ώς τδν ’Αλέξανδρο τδ Μακεδόνα. Έ ιστορία αύτή, ^που
άποτελοϋνταν άπδ έννιά βιβλία γραμμένα στήν ιωνική διάλεκτο, ονο­
μαζόταν, δπως καί τδ έργο του ‘Ηρόδοτου, Μοϋσαι. Καί ο Ευσέ­
βιος 6 Καισαρείας μιμήθηκε τδν ‘Ηρόδοτο (3 . cd. μ. X .) . Φαίνεται
πώς τότε υπήρχαν πάρα πολλοί μιμητές του ‘ Ηρόδοτου, αν κρίνουμε
τουλάχιστο άπδ τδν Λουκιανδ ποδ ειρωνεύεται έναν άπδ αύτους ( Πώς
δει Ιστορίαν συγγράφειν, 1 8 ).
Στή βυζαντινή έποχή δ ‘ Ηρόδοτος ήταν πάρα πολύ γνωστός. Μερι­
κοί βυζαντινοί συγγραφείς προσπαθούν νά μιμηθοΰν τή γλώσσα καί
τδ 5φος του — 6 ’ Ιωάννης Κίνναμος, ό Προκόπιος, ό ’ Ιωάννης Ζωνα-
ράς καί τέλος ό Ααόνικος Χαλκοκονδυλης (1 5 . cd.), ποδ πρόταξε μά­
λιστα στδ βιβλίο του *Ιστορία τής επιδρομής των Τούρκων και τής
τελευταίας περίοδον τον Βυζαντινού κράτους, έναν πρόλογο παρόμοιο
μέ τδν πρόλογο τής Τστορίας. ,Έκτδς άπδ αύτά, τότε άποδόθηκε στδν
‘ Ηρόδοτο καί έφτασε δ>ς έμάς μέ τδ όνομά του τδ έργο Βίος ‘ Ομηρον,
ποδ δεν άνήκει σ' αότόν.
Καί ot λόγιοι τής ρωμαϊκής καί τής βυζαντινής έποχής άσχολήθη-
καν πολδ μέ τδν Ηρόδοτο. Διασώθηκαν διάφορα σχόλια ποδ έγραψαν
στήν *Ιστορία του, πολδ φτωχά βέβαια, καθώς καί δυδ γλωσσάρια.
Άναφέρονται καί μερικές πραγματείες τους ( υπομνήματα) για τδν
‘ Ηρόδοτο, ποδ δέν έφθασαν όμως ώς έμάς.
Ά πδ τδν 16. cd. μ. X . ( 1 5 5 6 ) άρχισαν πιά νά δημοσιεύονται έν­
τυπες έκδόσεις του ‘ Ηρόδοτου καί διάφορες μελέτες γιά τδ έργο του.

9. Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ „ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ “

Ο Κ 1Κ Ε Ρ Ω Ν Α Σ δνομαζει τδν Ηροδοχο „ πατέρα χγ|ς ιστορίας δη­


λαδή θεμελιωτή τής Ιστορίας. Ε ίχ ε άραγε τδ δικαίωμα νά τδν δνο-
μάσει έτσι, μ ’ δλο ποδ είχαν προηγηθεΐ άπδ αδτδν μιά σειρά λογο­
γράφοι ; Ό Κικέρωνας είχ ε δίκιο. Ό Ηρόδοτος, άν καί Ιχ ει πολλά
κοινά σημεία μέ τοδς λογογράφους *, σε άλλα διαφέρει ριζικά άπδ
αύτοός. Είναι άνώτερός τους άπδ τρεις άπόψεις: Πρώτο, για τί διά­
λεξε σάν θέμα τής άφήγησής του τδ κοντινδ παρελθόν, ποδ γ ι' αδτδ

2. *0 Διονύσιος 6 *Δλικαρνα3σέας π ό τε ξ εχ ω ρ ίζ ει τόν *Ηρό


φοος καί π ό τε τόν κατατάσσει στήν ίδια κατηγορία μέ αδιούς.
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 105

μποροΰσε νά συγκεντρώσει λίγο-πολύ θετικές πληροφορίες, Ινώ οί


λογογράφοι καταπιάνονταν κυρίως μέ γεγονότα τοϋ μακρινοϋ παρελ­
θόντος, σέ μεγάλο βαθμό μυθικά. Δεύτερο, για τί ή 'Ιστορία τοϋ * Ηρό­
δοτου έχ ει παγκόσμιο χαρακτήρα, άγκαλιάζει τά γεγονότα όλου τοϋ
γνωστοΰ στούς "Ελληνες έκείνης τής Ιποχής κόσμουι, Ινώ οί λογο­
γράφοι περιόριζαν τό ένδιαφέρον τους στήν ιστορία μιας μονάχα χώ ­
ρας ή πόλης. ’Από τήν άποψη αύτή μάλιστα ή 'Ιστορία τοϋ Θουκυ­
δίδη έχ ει πολύ πιο περιορισμένους σκοπούς Ικθέτοντας γεγονότα μο­
νάχα τής Ελλά δα ς. Τρίτο, για τί ό 'Ηρόδοτος προσπαθεί νά συνενώ­
σει τό άνομοιογενές όλικό του σέ μιά καθολική άρχή — άπό ιστορική
άποψη, στήν ιδέα τοϋ αγώνα άνάμεσα στήν ’Ασία καί στήν Εόρώπη,
καί άπό θρησκευτική άποψη, στήν ιδέα πώς ή θεότητα ρυθμίζει τήν
πορεία τής ιστορίας. Τοποθετώντας σαν βάση τοϋ έργου του ένα αύ-
στηρά μελετημένο σχέδιο, ό 'Ηρόδοτος τό έκανε καλλιτέχνημα. Τ ί­
ποτα τέτοιο δέν βρίσκουμε στούς λογογράφους.
Πολλές πληροφορίες τοϋ 'Ηρόδοτου Απορρίπτονται άπό τούς νεότε­
ρους ερευνητές, πάρα πολλές δμως Ιπαληθεόονται. Μποροϋμε νά ποΰμε
μάλιστα πώς όσο προχωρεί ή μελέτη τής ιστορίας τής άρχαίας Ε λ ­
λάδας καί τής Α νατολής, τόσο περισσότερο άποκαλύπτεται ή εύσυνει-
δησία τοϋ „ πατέρα τής ιστορίας “ .
'Ωστόσο οποία γνώμη κι άν έχουμε γιά τήν αύθεντικότητα τών γ ε­
γονότων πού άναφέρει ό 'Ηρόδοτος, είναι άπαραίτητο νά έλέγχουμε
τό βαθμό τής αύθεντικότητάς τους καθώς καί τήν προέλευση τών πλη­
ροφοριών του, για τί ή άξια τών στοιχείων του παρουσιάζει μεγάλες
διακυμάνσεις στά διάφορα μέρη τής ' Ιστορίας.
Τέλος, <5 Ηρόδοτος είναι θαυμάσιος άφηγητής. Χάρη οτό άπλό,
εδκολονόητο ύφος του, οί άφηγήσεις του, καί ιδιαίτερα τά έπεισόδια,
πλουτίζουν θεματικά τή λογοτεχνία. 'Η άφήγηση γιά τό δαχτυλίδι
τοϋ Πολυκράτη χρησιμοποιήθηκε άπό τόν Σίλλερ στό γνωστό ποίημα,
πού μεταφράστηκε στψ ρωσικά άπό τόν Ζουκόφσκη. Μερικές άφηγή-
σεις του έχουν διασκευαστεί και σέ παιδικά άναγνώσματα.
Γενικά ή σημασία της'Ιστορίας είναι έξαιρετικά μεγάλη. Ό 'Η ρό­
δοτος διαφύλαξε άπό τή λήθη τεράστιο σέ όγκο καί πολύμορφο ύλικό
γιά τήν πολιτική καί πολιτιστική Ιστορία, γιά τό φολκλόρ, γ ιά τή
γεωγραφία καί τήν έθνογραφία πολλών λαών τοϋ άρχαίου κόσμου. Τό
έργο του είναι μιά ιδιότυπη ίστορικο - γεωγραφική καί έθνογραφική

1. Αδτό τό τονίζει κιόλας ό Διονύσιος ( Π ε ρ ί Θ ονχυδίδον χ α ιτ ώ ν ιδ ιω μ ά τ ω ν ανχου


κβφ. V = V I, 820R = I, 331 U s. et R a d .) : ..Ό Ηρόδοτος δέν περιορίστηκε.στήν
Ιστορία μιας πόλης ή ενός λαοί), μά προτίμησε νά συνθέσει σέ μιά Ιστορική άφήγηαγι
τά γεγονότα τής Εύρώπης καί τής. Ασίας Τήν ίδια γνώμη διατυπώνει καί ό Διόδω-
106 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο *

έγκυκλοπαίδεια, ένας άνεξάντλητος θησαυρός πληροφοριών για τους


άρχαίους καιρούς. Χωρίς τδν 'Ηρόδοτο οί γνώσεις μας για τους άρ-
χαίους λαούς, ιδιαίτερα γιά τούς Έ λληνες καί γιά τούς άγώνες τους
με τούς Πέρσες, θά ήταν φτωχές, μ* δλα τα λαμπρά έπιτεύγματα των
νεότερων άρχαιολογικών έρευνών. ’Ακόμα καί στίς άδυναμίες τοϋ
'Ηρόδοτου — νά μήν τηρεί αύστηρά τήν ένότητα τοΟ θέματος καί τήν
άρμονικότητα τοϋ σχεδίου και νά κάνει άφθονες παρεκβάσεις — χρω-
στάμε άπειρες πολύτιμες πληροφορίες. Είναι εύτύχημα πού δ 'Ηρόδοτος
έγραφε δλα δσα έβλεπε καί άκουγε, τις περισσότερες φορές „ χωρίς νά
εύφυολογεΤ πάνω σ’ αύτά “ , καί πού δέν άπέρριπτε σάν άχρηστη δποια
άφήγηση έφθανε στ’ αύτιά του, δσο άπίθανη κι άν του φαινόταν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

1. Ό βίος του Θουκυδίδη. — 2. Τό ιστορικό έργο του Θ ουκυδίδη:


α) Π εριεχόμενο τής ,/Ιστορία ς “ . β) Πότε κα ί με ποια σειρά γρά­
φηκε ή „ Ιστορία γ) Ή έκδοση τής ,/Ισ τ ο ρ ία ς ".— 3. Ό Θουκυ­
δίδης σαν Ιστορικός καί σαν συγγραφέας: α) Εισαγωγή, β) Π ο λιτι­
κές απόψεις του Θουκυδίδη, γ) 'Ορθολογισμός του Θουκυδίδη, δ)
* 0 Θουκυδίδης σαν συγγραφέας.— 4. Πώς έκριναν τον Θουκυδίδη
οί σύγχρονοί του και οι έπόμενες γενιές.

1. Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ

δ συγγραφέας τής 'Ιστορίας πού άφιερώνεται

Ο
Θ Ο Υ Κ Υ Δ ΙΔ Η Σ ,
στήν έξιστόρηση των γεγονότων τοΟ Πελοποννησιακοϋ πολέ­
μου *, ήταν σύγχρονος μά νεότερος στήν ήλικία άπό τδν 'Ηρόδοτο. Γιά
τή ζωή τοϋ Θουκυδίδη, δπως καί γιά τή ζωή των περισσότερων άρ-
χαίων Ελλήνω ν καί Ρωμαίων συγγραφέων, δεν έχουμε σχεδόν καθό­
λου θετικές πληροφορίες. Τά μόνα άξιόπιστα στοιχεία γιά τή ζωή του
είναι έκεινα πού άναφέρει ό Γδιος στδ έργο του. Καί έκει ώστόσο ό
Θουκυδίδης έλάχιστα μιλάει γιά τδν έαυτό του. Ό πατέρας του λεγό ­
ταν "Όλορος ( I V , 104, 4 ) . Ό Θουκυδίδης έζησε σ' δλη τή διάρκεια
τοϋ ΠελοποννησιακοΟ πολέμου. ’Αμέσως μόλις ξέσπασε ό πόλεμος,
κατάλαβε τή σημασία του καί άρχισε νά συγκεντρώνει όλικό γ ιά νά
τδν περιγράφει ( I , 1, 1 ), προσπαθώντας πάντα νά παίρνει άκριβεις
πληροφορίες γιά τήν πορεία του ( V , 26, 5 ). Στό δεύτερο χρόνο τοϋ

1. Γιά τή σχέση άνάμβσα στήν Ισ τ ο ρ ία τοδ Θουκυδίδη καί στήν Ί α χοο ία του
’ Ηρόδοτου, βλ. τόμ. 16', σολ. 140.
108 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η *

πολέμου (4 3 0 π. X .) δ Θουκυδίδης προσβλήθηκε άπό τδ λοιμό που


είχε ένσκήφει τότε στήν ’Αθήνα κι έτσι μπόρεσε άργότερα νά μας
δώσει μιά πλήρη περιγραφή του ( I I , 48, 3 ). 'Ύστερα άπό έξι χρόνια
(στο τέλος του 42 4 π .X .) ό Θουκυδίδης ήταν στρατηγός και βρισκό­
ταν έπικεφαλής μιας μοίρας άπό επτά πλοία, κοντά στή Θάσο,
άπέναντι στις άκτές τής Θράκης. Τότε άκριβώς ό Σπαρτιάτης στρα­
τηγός Βρασίδας είχ ε παρουσιαστεί εξω άπό τήν Ά μφιπολη γιά νά
τήν κυριεύσει. 01 όπαδοί των ’Αθηναίων στήν Άμφιπολη μέ έπικε­
φαλής τον Εδκλή, έναν άλλο ’Αθηναίο στρατηγό, έστειλαν άγγελιο-
φόρο στόν Θουκυδίδη ζητώντας του νά τρέξει σε βοήθειά τους όσο
μπορούσε γρηγορότερα. Ό Θουκυδίδης έσπευσε άμέιως μέ τό στολί­
σκο του στήν Ήιόνα, μιά πόλη στ'ις άκτές τής Θράκης (έπτά χ ιλ ιό ­
μετρα περίπου άπό τήν Ά μφ ιπ ολη) καί τήν έσωσε άπό τόν Βρασίδα.
Τήν Ά μφ ιπολη όμως δέν κατόρθωσε νά τή σώσει, γιατί ό Βρασίδας
πρότεινε τόσο δελεαστικούς όρους στούς πολιορκημένους κατοίκους
της ώστε είχαν δεχτεί νά παραδοθοϋν πρίν φθάσει δ Θουκυδίδης ( IV ,
104, 2 - 1 0 7 , 1 ). Τό γεγονός αύτό ήταν μοιραίο γιά τή ζωή του Θου­
κυδίδη. Αναγκάστηκε νά περάσει είκοσι δλόκληρα χρόνια έξόριστος
άπό τήν πατρίδα του (V , 26, 5 ). Ωστόσο αύτή ή θλιβερή περιπέτεια
τόν ώφέλησε σάν Ιστορικό. Ζώντας μακριά άπό τήν Αθήνα, βρισκό­
ταν κοντά καί στις δυο άντίμαχες παρατάξεις, κυρίως στούς Πελοπον-
νήσιους, κι έτσι μπορούσε μ’ όλη του τήν ήσυχία νά συγκεντρώνει
πληροφορίες γιά τόν πόλεμο (V , 26, 5 ).
Αυτά μονάχα μάς λέει ό ίδιος δ Θουκυδίδης γιά τή ζωή του. Τ ί­
ποτα άλλο άπό όσα γράφηκαν γ ι’ αότόν δέν μπορεί νά θεωρηθεί έν-
τελώς θετικό.
‘Ωστόσο διαθέτουμε δρισμένες μαρτυρίες πού διευκολύνουν τήν έρευ-
νά μας γιά τή ζωή του. Εκτός άπό μερικές άποσπασματικές μαρτυ­
ρίες πού μάς άφησαν τυχαία οΐ άρχαΐοι συγγραφείς, διασώθηκαν με­
ρικές βιογραφίες του άπό τούς τελευταίους αίωνες τής άρχαιότητας
καί συγκεκριμένα: 1) Μιά βιογραφία του στά σχόλια του Μαρκελλί-
νου Περί του βίου του Θουκυδίδου και της του λόγου ιδέας 2) ένας
Βίος του Θουκυδίδου, άγνωστου συγγραφέα καί 3) ένα σύντομο άρθρο
στο λεξικό του Σουίδα. r r
Έ πιδ λεπτομερειακή είναι ή βιογραφία ποί» Ιγραφε δ Μαρκελλί-
νος. Δέν ξέρουμε ποιδς άκριβώς ήταν αύτδς δ Μαρκελλίνος. Πάνω
σ’ αδτδ τδ ζήτημα έχουν διατυπωθεί άρκετές εικασίες. Σήμερα πι­
στεύουν μάλλον πώς ήταν ένας ρήτορας τοΟ 5. αΐ. μ . χ . 'Ω σΧ($σ ο
δλες οί ύποθέσεις γιά τδ πρόσωπο τοδ βιογράφου δέν έχουν ιδιαίτερη
σημασία. Ε κ είνο πού άξίζει νά τονίσουμε είναι πώς δ Μαρκελλίνος
στήν πραγματεία του στηρίζεται σέ πιδ άρχαίους συγγραφείς - στούς-
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 109

Ιστορικούς Κράτιππο καί Τίμαιο, στούς συγγραφείς τής Εστορίας της


’Α ττικής, τούς λεγάμενους „ άτθιδογράφους “ , Άνδροτίωνα, Φιλόχορο
καί Πραξιφάνη, στον ’Αλεξανδρινά φιλόσοφο "Ερμιππο., στον περιη­
γητή Πολέμωνα καί στούς σχολιαστές Δίδυμο καί "Αντυλλο. Ή έποχή
πού έζησε καθορίζεται άπδ δυδ στοιχεία. Ά π δ τή μιά μεριά για τί
στο έργο του άναφέρει τδν Διονύσιο τδν Άλικαρνασσέα, συγγραφέα
τοϋ 1. π. X ., καί άπδ τήν άλλη γιατί δ πρώτος πού μιλάει γ ι’ αύτδν
είναι δ Σουίδας. Πρέπει λοιπόν νά έζησε άνάμεσα στούς πρώτους αίώ-
νες μ. X . καί στον 10. αίώνα.
Ή βιογραφία αύτή μάς δίνει πολλές πληροφορίες γιά τδν Θουκυ­
δίδη. Ά ν καί δέν έχουμε σοβαρούς λόγους νά άμφισβητήσουμε
τήν άλήθεια τους, τουλάχιστο γιά τις περισσότερες, μάς κάνει άμέ-
σως εντύπωση πώς όλες οΕ πληροφορίες τής βιογραφίας αύτής ή
μπορούσαν νά είναι βγαλμένες σάν είκασίες άπδ τά λόγια του ίδιου
του Θουκυδίδη ( δπως θά δείξουμε πώ κάτω ) ή φαίνονται σάν Ιπινοή-
σεις πού σάν μακρινή πηγή τους χρησίμευσαν καί πάλι κάποιοι ύπαι-
νιγμοί τοϋ ίδιου του Θουκυδίδη, αύθαίρετα έρμηνευμένοι. Έ κριτική,
ύστερα άπο μιά άναλυτική μελέτη τής πραγματείας τοϋ Μαρκελλίνου,
κατέληξε στδ συμπέρασμα πώς όχι μονάχα δ Μαρκελλίνος, άλλά καί of
άρχαιότεροι -συγγραφείς πού άναφέρει στή βιογραφία του, δέν στηρί­
ζονταν σέ άλλες πληροφορίες μά μονάχα σέ όσα γράφει ό ίδιος δ
ΘουκυδίδηςΧ.
Έ βιογραφία τοϋ Θουκυδίδη πού σώζεται μέ τδ όνομα τοϋ Μαρ­
κελλίνου χωρίζεται σέ τρία μέρη. Ά π δ αύτά μονάχα τδ πρώτο άνή-
κει στδν ίδιο τδν Μαρκελλίνο, τά ύπόλοιπα δυδ γράφηκαν άπδ άλ­
λους συγγραφείς μέ βάση αύτδ τδ πρώτο μέρος. Έ βιογραφία τοϋ
άγνωστου συγγραφέα καθώς καί τδ άρθρο τοϋ Σουίδα στηρίζονται
στή βιογραφία τοϋ Μαρκελλίνου καί γ ι’ αύτδ δέν παρουσιάζουν ιδ ια ί­
τερη σημασία.
Άφοΰ λοιπδν ή μοναδική άπόλυτα σίγουρη πηγή γιά τή ζωή τοϋ
Θουκυδίδη είναι of πληροφορίες πού μάς δίνει δ ίδιος — αύτές πού
άναφέραμε πιδ πάνω — δέν μποροΰμε φυσικά νά ξέρουμε πολλά πρά­
γματα γ ι’ αύτόν. Δέν μάς είναι μέ άκρίβεια γνωστδ ούτε πότε γεννή­
θηκε ούτε πότε πέθανε.
Ό χρόνος πού γεννήθηκε δ Θουκυδίδης καθορίζεται μέ βάση τά
παρακάτω σ το ιχ εία : Σύμφωνα μέ μιά μαρτυρία τής Π αμφίλης „ δ

1. Αδτό elvat πολδ πιθανό γιατί ό Θουκυδίδης πέρασε τή σημαντικότερη περίοδο


τής ζωής του μακριά άπό τήν πατρίδα του. Τά νεανικά χρόνια του οί συμπατριώτες
του θά τά είχαν ξεχάσει όσον καιρό ήταν έξόριστος. "Οταν ξαναγύρισε στήν ’Δθγ>να
ή-αν πιά γέρος, δέν έπαιζε κανένα ρόλο στήν πολιτική ζωή καί σέ Α,ίγο πέθανε. Είναι
ζήτημα λοιπόν άν' θά ε ίχ ε ένδιαφερθεί κάποιος γιά τή βιογραφία του.
110 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η ^

Θουκυδίδης, στίς άρχέςτοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου [δηλ. στα 4 3 1


π. X .] φαίνεται πώς ήταν 4 0 χρονών Πρέπει λοιπόν να γεννήθηκε
στά 471 π. X . ‘Ωστόσο ή μαρτυρία αύτή χάνει κάπως τήν άξια της,
άν έπαναλάβουμε τούς συλλογισμούς πού κάναμε πιό πάνω μιλώντας
γιά τό χρόνο πού γεννήθηκε ό ‘ Ηρόδοτος μέ βάση τ'ις ένδείξεις τής
Π αμφίλης1. Ό Σουίδας στό άρθρο του γιά τόν Θουκυδίδη γράφει
πώς ήχμαζε τήν 87η 'Ολυμπιάδα ( 4 3 2 - 4 2 9 π. X .). Αύτή ή πληρο­
φορία δμως ( πού όφείλεται πιθανότατα στόν ’Απολλόδωρο) φαίνεται
πώς είναι άπλή είκασία στηριγμένη στά λόγια του Θουκυδίδη, πώς
„ σ’ δλη τή διάρκεια του Πελοποννησιακοϋ πολέμου ήμουν σε ή λ ι-
κία πού μπορούσα νά καταλαβαίνω τί γίνεται “ . ’Από αύτά τα λόγια
μπορούμε νά ύποθέσουμε πώς ό Ιστορικός ήθελε νά πει πώς δεν ήταν
Ικανός νά άναλάβει ένα τέτοιο έργο πρ'ιν άπό τήν ώριμη ήλικία, δη­
λαδή πρ'ιν άπό τά σαράντα του χρόνια.
Φυσικά κι αύτή είναι μονάχα μιά όπόθεση. "Αν είναι σωστή, τότε
οΐ πληροφορίες του Σουίδα καί τής Παμφίλης δεν έχουν άξια.
Έ μαρτυρία τοϋ Μαρκελλίνου ( § 3 4 ) έρχεται σε άντίφαση μέ αύ-
τές τΙς πληροφορίες. Ό Μαρκελλίνος ισχυρίζεται πώς δ Θουκυδίδης
πέθανε σέ ήλικία πάνω άπό πενήντα χρονών, πρίν τελειώσει τό έργο
του. 01 λέξεις „ πάνω άπό πενήντα χρονών “ είναι πολύ άκαθόρι-
στες — μπορεί νά σημαίνουν 51, μπορεί καί 59 χρόνια. ’Επειδή τό
θάνατο τοϋ Θουκυδίδη δεν μποροΰμε νά τόν τοποθετήσουμε πρίν άπό
τό τέλος τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου (4 0 4 π. X .), άν παραδεχό-
μασταν αύτή τή μαρτυρία, θά έπρεπε νά ύποθέσουμε πώς δ Θουκυδί­
δης γεννήθηκε δχι πρίν άπό τό 4 6 3 - 4 5 5 π. X . Ό Μαρκελλίνος μπο­
ρεί νά βασίστηκε στά ίδια τά λόγια τοϋ ίστορικοΰ, καί νά τά έρμή-
νευσε διαφορετικά άπό τόν Σουίδα όποθέτοντας πώς στό τέλος τοϋ πο­
λέμου δ Θουκυδίδης δεν ήταν άκόμα πολύ γέρος καί πώς ή ώριμη
ήλικία του, στήν άρχή τοϋ πολέμου, δεν ήταν τά 40 άλλά τά 25 πε­
ρίπου χρόνια του.
Καί ή πληροφορία τοϋ ίδιου τοϋ Θουκυδίδη, πώς έκλέχτηκε στρα­
τηγός στά 4 2 4 , πολύ λίγο μάς βοηθάει στον καθορισμό τοϋ χρόνου
τής γέννησής του. Γιατί τό κατώτατο δριο τής ήλικίας πού έπρεπε
νάχει ένας ’Αθηναίος γιά νά γίνει στρατηγός ή δεν ήταν καθορισμένο
μέ νόμο ή πάντως μάς είναι άγνωστο. "Αν λάβουμε δμως ύπόψη πώς
γιά νά έκλεγεί κανείςήλιαστής ( μέλος τοϋ δικαστηρίου τής ‘ Η λια ία ς)2
καί βουλευτής ( μέλος τής Βουλής τών πεντακοσίων) 8 έπρεπε νά είναι

1. Βλ. στό κβφ. I , .’ Ηρόδοτος


2. ’Αριστοτέλης, Ά & η να ίω ν Π ο λ ιτ εία , 68, 8 : „ Δικαστές μπορούν νά γίνουν άτοιια
πάνω άπό 80 χρονών μ
3. Ξανοφώντας, ' Αττομνημοψευμαχα, I, 2, 85.
E I K. V I. Προετοιμασία γιό ΑρματοδρομΙες. Μελανόμορφη υδρία.
.
’Αττική, 6 αΙ. π.Χ. Μουσείο Έρμιτόζ.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 113

τδ λιγότερο τριάντα χρονών, μάς Επιτρέπεται νά ύποθέσουμε πώς καί


γιά στρατηγούς, άν όχι σύμφωνα με τδ νόμο, τουλάχιστο άπδ συνή­
θεια, δεν Εκλέγανε άτομα κάτω άπδ αύτή τήν ήλικία. Στήν περίπτωση
αύτή, άν ό Θουκυδίδης στά 4 2 4 ήταν πάνω άπδ 30 χρονών, δέν θά
πρέπει νά γεννήθηκε μετά τδ 4 5 4 και στίς άρχές του πολέμου δέν θά
ήταν κάτω των 23 χρονών.
Με βάση αδτή τήν ύπόθεση, μπορούμε νά τοποθετήσουμε τδ χρόνο
πού γεννήθηκε ό Θουκυδίδης άνάμεσα στά 471 καί στά 4 5 4 π. X .
‘Ωστόσο οί Επιστήμονες διαφωνούν ριζικά στδν άκριβή καθορισμό τής
γέννησής του και ύποδείχνουν διάφορες χρονολογίες — 4 7 1 ,4 6 4 ,
460, 4 5 4 , άκόμα καί τδ 4 5 0 . Παρ' όλα αύτά δέν είναι καί Εντελώς
άδύνατο ό Θουκυδίδης νά γεννήθηκε πριν άπδ τδ 4 7 1 , για τί μπορεί
νά ήταν καί πάνω άπδ 4 0 χρονών στίς άρχές του Πελοποννησιακού
πολέμου (4 3 1 π. X .). Ά π δ όλα αύτά βγαίνει τδ συμπέρασμα πώς
είναι άδύνατο νά καθορίσουμε με ά^ρ.’βεια τδ χρόνο πού γεννήθηκε.
Πόσο σαθρά, μερικές φορές καί άνόητα, Επιχειρήματα προβάλλουν
βρισμένοι φιλόλογοι ύπέρ ή κατά κάποιας χρονολογίας φαίνεται άπδ
τά παρακάτω παραδείγματα: Ό Κρύγκερ λέει πώς πρέπει νά προτι­
μήσουμε τή μαρτυρία του Μαρκελλίνου καί όχι τής Παμφίλης, για τί
ή ΙΙαμφίλη είναι γυναίκα! Ό Στάλ δέν πιστεύει πώς ό Θουκυδίδης
γεννήθηκε στά 4 7 1 , για τί σ' αύτή τήν περίπτωση στδ τέλος του πο­
λέμου θά ήταν 67 χρονών ,,κ α ί σ* αύτή τήν ήλικία — προσθέτει —
οΕ σωματικές καί διανοητικές δυνάμεις τών άνθρώπων Ιχουν Εξασθενί-
σει “ ! Ό Γκρέντυ Επιδοκιμάζει τήν άποψη αύτή συμπληρώνοντάς την
με τδν Εσχυρισμδ πώς „ στδ ξερδ κλίμα τής Ε λλά δας οΕ άνθρωποι
γερνάνε γρηγορότερα παρά στά ύγρά κλίματα τής Βόρειας καί τής
Κεντρικής Εύρώπης“ ι . Είναι σίγουρο ώστόσο πώς καί στήν Ε λλά δ α
πολλοί άνθρωποι φθάνουν ώς τά βαθιά γεράματα. Για τί ένας άπδ
αύτούς νά μήν ήταν καί ό Θουκυδίδης; Ό Σοφοκλής, όπως ξέρουμε,
καί ό Ξενοφώντας, σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τού Λουκιανού, εζησαν
πάνω άπδ 80 χρόνια κι ώς τδ τέλος τής ζωής τους Εξακολουθούσαν νά
άσχολοΰνται μέ τή λογοτεχνία. Για τί νά μήν ύποθέσουμε πώς τδ ίδιο
Εγινε καί μέ τδν Θουκυδίδη; "Α λλοι συγγραφείς, άντίθετα, άρνούνται
νά παραδεχτούν πώς ό Θουκυδίδης γεννήθηκε ενα άπδ τά τελευταία
χρόνια πού άναφέραμε μέ τδν ίσχυρισμδ πώς μονάχα στήν ή λ ικ ία τών
4 0 περίπου χρονών „ θά μπορούσε, χωρίς νά φοβάται τις άμφιβολίες
ή τίς Αντιρρήσεις, νά λέει πώς ή ήλικία του είναι Εγγύηση γ ιά τδ πώς
μπορεί νά κατανοεί σωστά τά τόσο σημαντικά Εστορικά γεγονότα

1. G . Β . G ru n d y , T h u cyd ides a n d the h isto ry o f h is a g e , Λονδίνο, 1911 oex . 14.15


2. θοοκυδίδης, 'Ιστορία, στή ρωοική μβτάφρα^η τού Φ. Γ. Μιστσένκο, Μόοχα 1887
τόμ. I, σβλ. L X I V . Λ ’ *
8 *Ιστορία τής 'Ελληνικής Λογοτεχνίας
114 θ Ο Υ Κ Υ Δ I Δ Η 2,

Αότό τό έπιχείρημα δεν elvat βέβαια άρκετά πειστικό. Ο Α ρι­


στοφάνης άρχισε τή λογοτεχνική του δράση πολί> νέος καί θεωρούσε
τόν έαυτό του άρκετά ώριμο γιά νά κρίνει τά πολιτικά ζητήματα.
Για τί αύτό θά ήταν άδύνατο γιά τόν Θουκυδίδη;
Οδτε καί ή χρονιά πού πέθανε ό Θουκυδίδης μάς είναι γνωστή μέ
άκρίβεια. Ό ίδιος γράφει πώς έζησε σ’ δλη τή διάρκεια του Πελο-
ποννησιακοϋ πολέμου (V , 26, 3 ). Πέθανε λοιπόν μετά το 4 0 4 π. X .
Άναφέροντας τήν έκρηξη τής Αίτνας, πού έγινε στά 4 25, μάς πλη­
ροφορεί πώς ήταν ή τρίτη άπό τότε πού οΕ "Ελληνες είχαν άποικίσει
τή Σικελία ( I I I , 1 1 6 ). Ά πό αύτό συμπεραίνουμε πώς 6 Θουκυδίδης
δεν ζοΰσε στά 396 π. X , πού έγινε ή τέταρτη έκρηξη τής Αίτνας,
δπως μάς πληροφορεί ό Ιστορικός Διόδωρος. ‘Ωστόσο αυτό τό „ e x
sile n tio “ (έξ άποσιωπήσεως) έπιχείρημα δεν είναι σίγουρο. Ό Θου­
κυδίδης, κι άν άκόμα είχε μάθει αύτό τό γεγονός, μπορούσε νά μή
διορθώσει τήν προηγούμενη άφήγησή του γιά όποιοδήποτε λόγο, άφοΰ
μάλιστα τό έργο του είχ ε πιά πάρει τήν τελειωτική μορφή του. Τό
μόνο λοιπόν πού μπορούμε νά πούμε μέ πεποίθηση είναι πώς ό Ιστορι­
κός πέθανε μετά τό 4 0 4 π. X .
Σύμφωνα μέ μιά παράδοση, πού δλοι σχεδόν τήν παραδέχονται
σάν άληθινή, δ Θουκυδίδης πέθανε άπό βίαιο θάνατο. Μονάχα ή ανώ­
νυμη βιογραφία του άναφέρει ( § 9 ) πώς πέθανε άπό άρρώστια. Οί
πηγές δμως διαφωνούν σχετικά μέ τόν τόπο δπου πέθανε. Ό Μαρκελ-
λίνος (§ § 3 1 - 3 3 ) γράφ ει: „ "Αλλοι λένε πώς ό Θουκυδίδης πέθανε
έκεί δπου ζούσε έξόριστος καί σάν έπιβεβαίωση τονίζουν πώς ή τέφρα
του δέν βρίσκεται στήν ’Α ττική. Σύμφωνα μέ τά λόγια των μαρτύρων
αύτών πάνω στόν τάφο του έχ ει τοποθετηθεί ένα ϊχριον, δηλαδή ένα
σημάδι πού συνηθίζουν στήν ’Α ττική νά βάζουν πάνω στούς τάφους
γιά νά δείξουν πώς είναι κενοί, πώς άνήκουν σέ άτομα πού πέθαναν
στήν εξορία και δέν τάφηκαν έκεί “ . ’Αντίθετα, ό Δίδυμος ισχυρίζεται
πώς ό Θουκυδίδης πέθανε άπό βίαιο θάνατο στήν ’Αθήνα, μόλις γύ­
ρισε άπό τήν έξορία. Προσθέτει μάλιστα πώς καί ό Ζώπυρος έλεγε
πώς οί ’Αθηναίοι, μετά τήν ήττα τους στή Σικελία, έπιτρέψανε σέ
δλους τούς έξόριστους, έκτος άπό τούς Πεισιστρατίδες, νά γυρίσουν
στήν πατρίδα τους. Ό Θουκυδίδης, μόλις γύρισε, πέθανε άπό βίαιο
θάνατο καί τάφηκε στά „ Κιμώνεια μνήματα “ . Ό Δίδυμος θεωρεί
άνόητη τή γνώμη πώς ό Θουκυδίδης πέθανε στήν έξορία άφοΰ ό τά­
φος του βρίσκεται στήν ’Α ττική. Στήν περίπτωση αύτή, συνεχίζει
ό Δίδυμος, ό Θουκυδίδης δέν θά ήταν θαμμένος πλάι στούς τάφους
τής οίκογένειάς του ή, άν είχ ε ταφεί κρυφά, ό τάφος του δέν θά είχ ε
οδτε πλάκα οδτε έπιγραφή πού νά άναφέρει τό όνομά του. Είναι λοι­
πόν φανερό πώς πραγματικά είχ ε δοθεί στούς έξόριστους ή άδεια νά
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 115

γυρίσουν στήν ’ Αθήνα, δπως μάς πληροφορεί καί δ Φ ιλόχορος1 καί δ


Δημήτριος2 στό έργο του ’Αρχόντων άναγραφή (§ § 31, 3 2 ). Ό Μαρ-
κελλίνος παραθέτει καί άλλη μια μαρτυρία — ,,τ ίς διαβεβαιώσεις του
Τίμαιου [ ιστορικού τοϋ 4 . αί. π. X .] καί άλλων πώς δ ιστορικός είναι
θαμμένος στήν ’ Ιταλία “ ( § 3 3 ).
’Από τον κατάλογο των τόπων δπου, σύμφωνα μέ διάφορους άρ-
χαίους συγγραφείς, πέθανε δ Θουκυδίδης, φαίνεται πώς ούτε στήν άρ-
χαιότητα είχαν καμιά σίγουρη πληροφορία πάνω σ’ αύτό. *Όλες αδ-
τες οΐ είκασίες βασίζονται κυρίως στή μαρτυρία πώς πάνω στόν τάφο
του Θουκυδίδη βρισκόταν ένα „ ίκριον “ , δηλαδή κάποιο δοκάρι καρα­
βιού, ένα κατάρτι π.χ.
“Ένα μονάχα είναι άναμφισβήτητο: Στήν οικογενειακή κρύπτη
τοϋ στρατηγού Κίμωνα στήν Α θήνα βρισκόταν ενα έπιτάφιο μνημείο
τοϋ Θουκυδίδη πλάι στόν τάφο τής άδελφής τοϋ Κίμωνα, ’Ελπινίκης.
Πάνω σ’ αύτό ήταν χαραγμένη ή έπιγραφή: Θουκυδίδης Όλόρου
Άλιμούσιος. Τό φυσικότερο άπό δλα είναι να ύποθέσουμε πώς άφοϋ
ό τάφος τοϋ Θουκυδίδη βρισκόταν στήν ’Αθήνα, άσφαλώς έκ εί πρέπει
νά πέθανε.
’Εκτός λοιπόν άπό τις πληροφορίες τοϋ ίδιου τοϋ ιστορικού, πού
παραθέσαμε πιό πάνω, ξέρουμε καί μερικές βιογραφικές λεπτομέρειες
γ ι’ αύτόν άπό τό Ιργο τοϋ Μαρκελλίνου καί άπό άλλες πηγές. Οί
μαρτυρίες δμως αύτές, δπως είπαμε, δεν πρέπει νά θεωρούνται έντε-
λώς άξιόπιστες.
Ό Θουκυδίδης όνομάζει τόν έαυτό του γιό τοϋ *Όλορου ( IV , 1 0 4 ,
4 ) καί ’Αθηναίο ( I, 1, 1 ). Ά πό τήν έπιγραφή πού βρισκόταν πάνω
στόν τάφο του βγαίνει πώς ήταν Α λιμούσιος, δηλαδή άνήκε στό δήμο
Ά λιμοϋντα τής Λεοντίδας φυλής. Ό δήμος αότός ήταν παραθαλάσ­
σιος, κοντά στό Φάληρο, μιάμιση ώρα πορεία άπό τήν ’Αθήνα. Τό
δνομα „*Όλορος “ δεν είναι έλληνικό. "Όπως λέει δ Μαρκελλίνος
( § 2 ) ό πατέρας τοϋ Θουκυδίδη είχ ε πάρει αύτό τό δνομα άπό τόν
ν0λορο, βασιλιά τής Θράκης. Ή θυγατέρα αύτοϋ τοϋ *Όλορου, ή
Έγησιπύλη, είχ ε παντρευτεί τόν Μιλτιάδη, τόν νικητή των Περσών
στό Μαραθώνα. Ά πό τό γάμο τους γεννήθηκε δ Κίμωνας, ό ’Α θ η ­
ναίος στρατηγός, καί μιά κόρη πού δεν ξέρουμε τό όνομά της. Ή κόρη
αύτή παντρεύτηκε κάποιον Α θηναίο άπό τό δήμο Ά λιμο ϋντα καί άπό
τό γάμο τους γεννήθηκε ό πατέρας τοϋ Θουκυδίδη, ό *Όλορος. Ό
Θουκυδίδης λοιπόν ήταν δισέγγονος τοϋ Μιλτιάδη άπό τή μητέρα του.

1. Φ ιλόχορος-’Αλεξανδρινός συγγραφέας, σύγχρονος μέ τόν ’Ερατοσθένη, άλλα νεό-


τερός του στήν ήλικία.
2. Ε ννοεί τόν Δημήτριο τό Φαληρέα, πολιτικό καί συγγραφέα του τέλους τοδ
4. at. π.Χ.
116 θ Ο Υ Κ Υ Δ Δ Η Σ

’Από τούς Θράκες προγόνους χου ή άπό τή γυναίκα του, ποί> ήταν
θρακιώτισσα, ό Θουκυδίδης είχ ε άποχχήσει χρυσωρυχεία στή Θράκη
καί χάρη σ’ αδτό ήταν „ ένας άπό τοδς σημαντικότερους άνθρωπους
τής ήπ είρου", δηλαδή τής ήπειρωτικής Θράκης ( I V , 105, 1 ). Αυτά
τά χρυσωρυχεία δέν ήταν ίδιοχτησία
τοδ Θουκυδίδη. Τά είχ ε νοικιασμένα.
Πάντως είναι φανερό πώς ήταν πολί»
πλούσιος.
Γιά τά νεανικά χρόνια τοΟ Θουκυ­
δίδη τίποτα σχεδόν δέν ξέρουμε. Ό
Ηαρκελλίνος μονάχα άναφέρει (§ 54)
Ινα περιστατικό άπό τήν παιδική του
ήλικία. „ Λένε πώς μιά φορά πού δ
‘ Ηρόδοτος διάβαζε δημόσια τήν 'Ιστο­
ρία του, δ Θουκυδίδης έκλαψε άκού-
γοντάς τον. Ό 'Ηρόδοτος, δπως λένε,
τό παρατήρησε αύτό καί είπε στόν πα­
τέρα του, τόν Ό λο ρο : Ό λορε, ό γιός
σου διψάει γιά μόρφωση “ . Τήν άφή-
γηση αύτή, κάπως παραλλαγμένη, τή
συναντάμε καί σέ άλλους μεταγενέ­
στερους συγγραφείς.
’Ανάμεσα στους φιλόλογους τών
νεότερων χρόνων Ιχουν γίνει πολλές
συζητήσεις γιά τήν αδθεντικότητα αδ-
τής τής άφήγησης. Σήμερα οί περισ­
σότεροι τή ΘεωροΟν καθαρή έπινόηση
καί μάλιστα πολδ μεταγενέστερης έπο-
χής, για τί οδτε ό Διονύσιος ό Ά λ ι-
καρνασσέας ( 1 . αί. π. X .) , οδτε ό
Λουκιανός ( 2. αί. μ. X . ), άκόμα οδτε
καί ό Έδσέβιος ( 3 . - 4 . αί. μ. X . ) στό
Β I χ . 8 . Κ λ e ι ώ.
Χρονικό του τήν άναφέρουν. Καί Μαρμάρινο άγαλμα 8. - 2. α ί. π. X.
όμως ό Διονύσιος δέν θά παράλειπε νά Mogoeto Έ ρ μ ιχ ίζ .
παραθέσει μιά τέτοια παράδοση, άν
τοό ήταν γνωστή, για τί θά δυνάμωνε άσφαλώς τή συμπάθειά του γιά
τόν Θουκυδίδη. Ό Λουκιανός, ποδ έγκωμ άζει τόν Ηρόδοτο καί πρώ­
τος μάς πληροφορεί πώς ε ίχ ε διαβάσει τήν Ιστορία του στοδς ’Ολυμ­
πιακούς άγώνες, δέν θά άποσιωποδσε κ ι αδτός, πιθανότατα, μιά τέτοια
παράδοση γιά τόν Θουκυδίδη. ’Αντίθετα, αδτή ή άφήγηση άναφέρεται
άπδ διάφορους μεταγενέστερους συγγραφείς, άπό τόν Μαρκελλίνο (κ α ί
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 117

μάλιστα όχι στδ βασικό μέρος τοϋ Ιργου του, άλλα στδ τρίτο, τδ πρόσ­
θετο), άπδ τδν Φώτιο (9. αI. μ. X .), άπδ τδν Σουίδα (10. αί.) καί άπδ
τδν Τζέτζη ( 1 2 . α ί.). Είναι άξιοσημείωτο πώς με τδν καιρό γίνεται
δλο καί πιδ κατηγορηματική καί πλουτίζεται με καινούργιες λεπτο­
μέρειες. Στή συλλογή τοϋ Μαρκελλίνου δεν κατονομάζεται δ τόπος
δπου έγινε ή συνάντηση του 'Ηρόδοτου με τδν Θουκυδίδη, δέν άναφέ-
ρεται ή ήλικία τοϋ Θουκυδίδη, προσθέτονται μάλιστα τά ρήματα λέ­
γεται, φασί. Καί ό Φώτιος προσθέτει τή λέξη λέγεται, συμπληρώνει
δμως πώς ό Θουκυδίδης ήταν τότε „ πάρα πολύ νέος “ — κομιδη νέον
δντα. Στον Σουίδα δεν υπάρχει πια ή λέξη „ λέγεται Τδ περιστα­
τικό αύτδ παρουσιάζεται σαν αύθεντικδ γεγονός, με τήν προσθήκη μά­
λιστα πώς έγινε στήν Όλυμπία. "Αν ό 'Ηρόδοτος είχ ε διαβάσει βρι­
σμένα άποσπάσματα άπδ τήν 'Ιστορία του στά 4 4 6 , δεν είναι βέβαια
άπίθανο δ Θουκυδίδης νά ήταν ένας άπδ τούς άκροατές του (φυσικά
πρέπει νά άπορρίψουμε τδ συναισθηματικό μέρος τής άφήγησης).
Τδ βέβαιο είναι πώς ό Θουκυδίδης ήξερε τδ έργο τοϋ 'Ηρόδοτου, δεν
τδ έκτιμοϋσε δμως, όπως συμπεραίνουμε άπδ τά ίδια του τά λόγια
( βλ. πιο κάτω ).
Οί πηγές μας άναφέρουν καί τούς δασκάλους τοϋ Θουκυδίδη καί
συγκεκριμένα τδν υλιστή φιλόσοφο ’Αναξαγόρα καί τδν πολιτικό καί
ρήτορα Άντιφώντα. „"Οσο γιά τούς δασκάλους του — γράφει ό Μαρ-
κελλίνος ( § 22 ) — ξέρουμε πώς ό Θουκυδίδης παρακολουθούσε τά
μαθήματα τοϋ φιλόσοφου Αναξαγόρα καί γ ι’ αύτό, δπως μάς διαβε-
βαιώνει ό Ά ν τ υ λ λ ο ς 1, ήταν γνωστός σάν άθεος. Τόσο είχ ε διαπο-
τιστεΐ άπδ τις ιδέες τοϋ ’Αναξαγόρα. Ό Θουκυδίδης μαθήτευσε καί
κοντά στδν ρήτορα Άντιφώντα, πού ήταν διάσημος γιά τή ρητορική
του τέχνη, τδν άναφέρει μάλιστα στδ όγδοο βιβλίο του σάν όπευθυνο
γιά τήν άνατροπή τής δημοκρατίας καί γιά τήν έγκαθιδρυση τής
Βουλής των τετρακοσίων. Ά π δ συμπάθεια δμως γιά τδν Ά ντιφώ ντα,
άφοϋ ήταν δάσκαλός του, ό Θουκυδίδης δέν άναφέρει πώς μετά τδ
θάνατό του οΐ Α θηναίοι πέταξαν τδ πτώμα του μακριά άπδ τήν πόλη
Καί άλλες πηγές μάς λένε τά ίδια πράγματα γιά τδν Ά ντιφ ώ ντα,
δέν μποροΰμε δμως νά έλέγξουμε άν είναι ή όχι σωστά. Τδ πιθανό­
τερο είναι πώς δέν βασίζονται σέ καμιά αύθεντική παράδοση, μά
είναι άπλές είκασίες των 'Ελλήνων „ γραμματικών “ μέ βάση τά ίδ ια
τά λόγια τοϋ Θουκυδίδη. Γενικά οί άρχαίοι συγγραφείς είχα ν τήν
τάση νά φαντάζονται τήν δπαρξη σχέσεων δασκάλου καί μαθητή άνά-
μεσα σέ διάσημους συγγραφείς πού έζησαν τήν ίδια περίπου έπ οχή.

1. Πρόσωπο άγνωστο. *Ίοως νά είναι έκοΐνος 6 Άντυλλος ποί> δ Σουίδας τδν όνο-
μάζβι ρήτορα.
118 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η

Ή ύπόθεση π.χ. πώς δ Θουκυδίδης ήταν μαθητής τοϋ Αντιφωντα


μπορεί νά στηρίχτηκε στά κολακευτικά λόγια που γράφει γ ι αότδν ο
Εστορικός ( V I I I , 6 8 ). Στό σημείο αύτδ δ Θουκυδίδης, πού γενικά
είναι πολύ έπιφυλακτικδς στις γνώμες του γιά τούς πολίτικους, δη­
λώνει άνοιχτά πώς δ Άντιφώντας δεν ήταν κατώτερος άπό κανένα
σύγχρονό του ’Αθηναίο σέ έντιμότητα, πώς ήταν άνθρωπος μέ γερό
μυαλό και έξοχος ρήτορας.
Ή ύπόθεση πώς ό Θουκυδίδης ήταν μαθητής του ’Αναξαγόρα,
και μάλιστα άθεος, μπορούσε νά στηριχτεί στήν τάση του Θουκυδίδη
νά έρμηνεύει τά Ιστορικά γεγονότα δχι σάν άποτέλεσμα τής παρέμ­
βασης των θεών (δπως Ικανέ ό Ηρόδοτος), άλλά σάν συνέπεια κα­
θαρά ιστορικών αίτίων, στό φυσικό τρόπο πού Ιξηγεί τά μυστηριώδη
φαινόμενα καθώς και στό σκεπτικισμό πού δείχνει μιλώντας γιά τις
προλήψεις, τά μαντεία καί τούς μάντεις.
Φυσικά δεν όπάρχει καμιά άμφιβολία πώς τό φιλοσοφικό σύστημα
του ’Αναξαγόρα πρέπει νά ήταν, Ιστω καί σέ γενικές γραμμές, γνω­
στό στον Θουκυδίδη. Ό 'Αναξαγόρας άνήκε στόν κύκλο του Ηερικλή
και ξέρουμε πώς δ Θουκυδίδης έκδηλώνει μεγάλο ένδιαφέρον γιά τον
διάσημο πολιτικό. Πρέπει λοιπόν νά ήξερε καί τήν κατηγορία κατά
του ’Αναξαγόρα σάν άθεου καί τή διάσωσή του άπό τόν Περικλή στά
482/31, δταν δ Θουκυδίδης βρισκόταν άκόμα στήν ’Αθήνα.
“Ωστόσο δλα αύτά δέν άποδείχνουν άκόμα πώς δ Θουκυδίδης ήταν,
μέ τό πραγματικό νόημα τής λέξης, μαθητής του ’Αναξαγόρα. Μά κι
αν άκόμα δέν ήταν μαθητής του ’Αναξαγόρα καί τού Άντιφώντα,
άσφαλώς εΐχ ε έπηρεαστεί άπό αδτούς. Σχολείο του ήταν ή ’Αθήνα
τής έποχής τοϋ Περικλή μέ τό λαμπρό της πολιτισμό, που δ ίδιος
τήν δνομάζει τής Ελλάδος παίδενοιν ( ’Επιτάφιος, II , 41, 1).
Ό Θουκυδίδης, δπως φαίνεται άπό τό έργο του, είχε έξαιρετική
μόρφωση. “Ό λη ή *Ιστορία του εχ ει έπιστημονικό καί φιλοσοφικό
χαρακτήρα. Είναι βαθύς γνώστης τής ποίησης καί ξέρει δλους τούς
προηγούμενούς του ιστορικούς. ’Αναφέρει πολλές φορές τόν "Ομηρο,
τόν κρίνει άπό ιστορική άποψη (1 , 9* I I , 4 1 ), παραθέτει άποσπά-
σματα άπό τόν δμηρικό ύμνο .προς τόν 'Απόλλωνα ( I I I , 1 0 4 ), μ ι­
λάει γιά τόν Έσίοδο ( I I I , 96) καί γενικά γιά τούς άρχαίους ποιητές
όπονοώντας κυρίως τόν “Όμηρο ( I , 5, 11, 15, 21· V I, 2 ). Τά Ιργα
τών Ιστορικών τά ήξερε πολύ καλά, δπως άποδείχνεται άπό τήν έμ ­
μεση πολεμική πού κάνει στούς λογογράφους, πιθανότατα καί στόν
“Ηρόδοτο ( I , 21 - 2 2 ) καί άπό τή φανερή δυσπιστία του γιά τίς χρο­
νολογικές έρευνες τοϋ Ελλάνικου ( I , 9 7 ).
Έ *Ιστορία του δείχνει καί κάποια έπίδραση τής διδασκαλίας τών
σοφιστών. Αύτδ τό είχαν παρατηρήσει άκόμα καί οί άρχαΐοι συγγρα-
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 119

φεΐς. Ό Μαρκελλίνος λέει καθαρά ( § 3 6 ) πώς δ Θουκυδίδης μιμούν­


ταν τόν Γοργία καί τον Πρόδικο.
Δεν ξέρουμε τ ί ρόλο έπαιξε δ Θουκυδίδης στήν κοινωνική ζωή καί
αν πήρε μέρος σέ καμιά έκστρατεία πριν άτυχήσει σάν στρατηγός στά
424 π .Χ . *0 ίδιος τίποτα σχετικό δεν άναφέρει. Ό Μαρκελλίνος
( § 23 ) δηλώνει κατηγορηματικά πώς „ δεν έπαιρνε μέρος στή δια­
κυβέρνηση του κράτους, ούτε άνέβαινε στό βήμα σάν ρήτορας “ . Ό
Διονύσιος δμως και δ Κικέρωνας γράφουν έντελώς τά άντίθετα. Ό
Διονύσιος ( ’Επιστολή πρός Πομπήιον) λέει πώς οί Α θηνα ίοι θεω­
ρούσαν τον Θουκυδίδη σάν έναν άπό τούς πρώτους πολίτες καί τόν
εΐχαν τιμήσει μέ τή στρατηγία καί μέ άλλα άξιώματα. Ό Κικέρω-
νας μάς πληροφορεί (Π ερί ρήτορος, I I , 13, 56 ) πώς δ Θουκυδίδης
„ άσχολοϋνταν μέ τις όποθέσεις του κράτους “ — est in republdca
versatu s. Καί πραγματικά είναι δύσκολο νά όποθέσουμε πώς δ θου->
κυδιδης πριν άπό τό 4 2 4 δεν είχ ε πάρει καθόλου μέρος στήν πολιτική
ζωή ούτε στον πόλεμο και πώς ίκλέχτηκε μονομιάς στό ύψηλό άξίω-
μα του στρατηγού, πολύ περισσότερο για τί δ κύκλος τής δράσης ένός
στρατηγού δεν περιοριζόταν μονάχα στά καθήκοντά του σάν στρατιω­
τικού ηγ έτη , άλλά έπεκτεινόταν σέ δλες τις πλευρές τής έξωτερικής,
άκόμα καί τής έσωτερικής πολιτικής, &ς ένα σημείο 1. Έ να ς άπό
τούς λόγους πού έκλέχτηκε στρατηγός μπορεί φυσικά νά ήταν καί τά
χρυσωρυχεία πού είχ ε στή διάθεσή του σέ κείνο άκριβώς τό τμήμα
τής Θράκης δπου τόν έστειλαν νά ύπηρετήσει για τί, δπως λέει καί δ
ίδιος, χάρη σ* αδτά ήταν „ ένας άπό τούς σημαντικότερους άνθρώπους
τής ήπείρου “ ( IV , 105, 1 ) .
"Οπως είπαμε κιόλας πιό πάνω, δ Θουκυδίδης δέν κατόρθωσε νά
άποτρέψει τήν κατάληψη τής Άμφίπολης άπό τούς Σπαρτιάτες. Αύτό
τού στοίχισε είκοσι δλόκληρα χρόνια έξορία (V , 20, 5 ) * . '.0 Θουκυ­
δίδης δέν μάς λέει καμιά λεπτομέρεια γιά τήν εξορία του. Δέν ξέ­
ρουμε άν πέρασε άπό δίκη καί ποιά άπόφαση πάρθηκε σέ βάρος του
σέ μιά τέτοια περίπτωση. Δυό έκδοχές είναι πιθανές : Μ -ορεί νά γύ­
ρισε στήν Α θήνα (μ έ κλήση τού δικαστηρίου), νά δικάστηκε καί νά
καταδικάστηκε σέ έξορία ( δπως έγινε π.χ. μέ τούς στρατηγούς Πυ-

1. ΤΗταν σπάνια περίπτωση γιά τήν 'Αθήνα νά έκ λ εγ εΐ στρατηγός ένας άνθρωπος


πού δέν είχ ε καθόδου στρατιωτική πείρα, φυσικά όμως δέν ήταν καί άδύνατο. Έ τ σ ι
π.χ. είχ ε έκ λ εγ εΐ καί ό Κλέωνας ( IV , 28. 6 ). #0 Κλέωνας δμως ήταν περίφημος δη­
μαγωγός καί, όπ<»>ς λ έει ό Θουκυδίδης, τυχαία ε ίχ ε άναλάδει αότό τό άξίοιμα. Β λ. Β.
Β. Λατ'.σβφ, Δ ο κ ίμ ιο έλλην ιχ ώ ν άρχαιοτήτω ν, βκδ. 8η, μέρος 1, Πετρούπολη, 1897*
σελ. 277.
2. *0 Θουκυδίδης δέν λ έει πώς ή έξορία του δφείλεται σ’ αύτό : ,, Κ αί βτοχβ νά
ζήσω έξόριστος άπό τήν πατρίδα μου είκοσι χρόνια μβτά τή στρατηγία μου στήν ’ Αμ-
φίπολη “ . Ωστόσο δέν υπάρχει άμφιβολία πώς ή έξορία του ήταν συνέπεια αύτόσ τό£
άποτυχίας.
120 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η ^

Θόδωρο καί Σοφοκλή, IV , 65 ) \ ή νά μήν ξαναγύρισε καθόλου στήν


'Αθήνα καί νά έμεινε έκούσιος έξόριστος (όπως Ικανέ ό στρατηγός
Δημοσθένης „ φοβούμενος τούς ’Αθηναίους “ , I I I , 9 8 ). Στήν περί­
πτωση αύτή ό Θουκυδίδης μπορεί νά δικάστηκε έρήμην, μπορεί δμως
καί νά μή δικάστηκε καθόλου. Είναι άγνωστο άκόμα καί γιατί κατη-
γορήθηκε — αν φυσικά κατηγορήθηκε. Μονάχα γιά άμέλεια ή για
προδοσία ; Οί πηγές μας διαφωνούν πάνω σ’ αότό. Ό άνώνυμος βιο­
γράφος λ έ ε ι : „ Στόν Πελοποννησιακό πόλεμο κατηγορήθηκε σάν προ­
δότης γιά τήν δλιγωρία καί τήν άμέλεια πού έδειξε". Ό Μαρκελλί-
νος δμως διαφωνεί ( § 5 5 ) : ,,Θ ά ήταν άδύνατο νά θάψουν φανερά
στήν 'Αθήνα έναν άνθρωπο πού είχε κατηγορηθεί γιά προδοσία".
’Από τά λόγια του Κικέρωνα μπορούμε νά συμπεράνουμε πώς πρα­
γματικά ό Θουκυδίδης είχε περάσει άπό δίκη ( Περί ρήτορος, I I , 13,
5 6 ) : „ Τόν παραμέρισαν άπό τις ύποθέσεις του κράτους καί τόν έξό-
ρισαν. Στήν ’Αθήνα ήταν συνηθισμένο φαινόμενο νά έξορίζουν τούς
καλύτερους πολίτες " . Τό ίδιο συμπέρασμα βγαίνει καί άπό τά λόγια
τοΟ Μαρκελλίνου ( § 4 6 ) : ,, Γ ι' αύτό έξορίστηκε άπό τούς ’Αθηναίους
ύστερα άπό καταγγελία του Κ λέω να ". Ό Μαρκελλίνος μάλιστα μάς
δίνει καί ένα καινούργιο στοιχείο — πώς ό Κλέωνας ήταν ύπεύθυνος
γιά τήν έξορία τοϋ Θουκυδίδη. Οί νεότεροι κριτικοί, δπως π.χ. ό Γερ­
μανός Μποϋζολτ ( 1 9 . αί), πού πιστεύουν πώς οί πληροφορίες τοϋ Μαρ­
κελλίνου καί των άλλων βιογράφων δεν είναι γενικά αύθεντικές, υπο­
θέτουν πώς καί αύτή ή μαρτυρία πήγασε άπό τά ίδια τά λόγια τοϋ
Θουκυδίδη, πού δεν Ικρυβε καθόλου τήν Ιχθρα του γιά τόν Κλέωνα.
Ωστόσο στή συγκεκριμένη αύτή περίπτωση ή μαρτυρία τοϋ Μαρκελ­
λίνου δεν φαίνεται άπίθανη. Καί άν άκόμα είναι είκασία, είναι μιά
άπόλυτα βάσιμη είκασία, γιατί ό Κλέωνας ήταν τότε παντοδύναμος
δημαγωγός καί άν δικαζόταν ό Θουκυδίδης, Ιτσι είτε άλλιώς θά
έπαιρνε μέρος στή δίκη. "Αν δμως ό Θουκυδίδης είχε πραγματικά
κατηγορηθεί γιά προδοσία καί είχε τολμήσει νά παρουσιαστεί στό δι­
καστήριο, γιά ενα τέτοιο έγκλημα έπρεπε νά καταδικαστεί σέ θάνατο
καί σέ δήμευση τής περιουσίας του καί δχι σέ έξορία. Πρέπει νά το­
νίσουμε δμως έδώ πώς ή λέξη προδοσία χρησιμοποιοΰνταν τότε γιά νά
χαρακτηρίζει καί βρισμένα πιό ελαφρά άδικήματα, τήν εγκληματική
άμέλεια π.χ., καί γ ι' αύτό δέν είναι άπίθανο ένας κατηγορούμενος γιά
προδοσία νά καταδικαζόταν μονάχα σέ έξορία *. ’Από δλα αύτά βγαί-

1. Κατηγορούσαν τούς στρατηγούς γιατί ,, ένώ μπορούσαν νά καταλάβοον τή Σικβ-


λία, δωροδοκήθηκαν καί Αποχώρησαν άπό έκ εΐ “ ( I V . 66, 3 ) .
2 B u so lt, G riech U ch e G esch ich te, I I I , 2. 626. 1904. Στό λεξικό D arem b erg et
S ag lio ,' D ic tio n n a ir e d e s a n t iq u it έβ, 1908 ( I V , 1, 672) άναφόρεται καθαρά πώς
,, στήν ’Αθήνα ή προδοσία δέν τιμωρούνταν πάντα μέ θάνατο “ καί σάν παράδειγμα
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 121

νει τό συμπέρασμα πώς zb μόνο σίγουρο είναι πώς 6 Θουκυδίδης πλή­


ρωσε μέ έξορία τήν άποτυχία του στήν ’Αμφίπολη. Είναι δύσκολο νά
κρίνουμε άν καί πόσο άνταποκρίνονται στήν πραγματικότητα δλες οΐ
άλλες πληροφορίες.
Ή έπιστήμη δεν έχ ει λύσει δ>ς τώρα τό πρόβλημα άν 0 Θουκυδίδης
κατηγορήθηκε για τί δέν μπόρεσε νά ύπερασπίσει τήν ’Αμφίπολη ή
• για κάτι άλλο. ΟΙ γνώμες διχάζονται καί είναι πολύ φυσικό αύτό άφοΟ
δέν διαθέτουμε κανένα στοιχείο όπέρ ή κατά τής ένοχής του. Ό Γδιος
ό Θουκυδίδης δέν γράφει τίποτα ούτε γιά νά δικαιολογήσει ούτε γιά
νά μεμφθεί τόν Ιαυτό του ( IV , 1 0 6 ). Μάς πληροφορεί μονάχα πώς
μόλις έμαθε τον κίνδυνο πού άπειλοϋσε τ ή ν ’Αμφίπολη, ,, έσπευσε
άμέσως μέ τά έπτά πλοία πού διέθετε “ ( I V , 104, 5 ) καί πώς ,,τό
βράδι τής ίδιας μέρας έφτασε μέ τά πλοία του στήν Ή ιόνα“ ( I V ,
106, 3 ).
Ε ίτε έφταιγε ό Θουκυδίδης είτε όχι, είναι εύνόητη ή δργή τών
’Αθηναίων έναντίον του. Έ άπώλεια τής Ά μφίπολης ήταν γ ι’ αύτούς
βαρύτατο πλήγμα. Έπρεπε όπωσδήποτε νά βρούν έναν ύπεύθυνο κάί
σάν τέτοιο θεώρησαν τόν Θουκυδίδη. „ Τά βασικά κίνητρα τής τιμω ­
ρίας στήν άρχαιότητα ήταν ή έκδίκηση καί ό παραγκωνισμός ένός
άτόμου. Στο ζήτημα του καταλογισμοϋ τών εδθυνών τό βασικό ρόλο­
τόν έπαιζαν ή φύση του άδικήματος καί οί έξωτερικές του συνέπειες
καί όχι τά Ισωτερικά έλατήρια του κατηγορουμένου “ ι. Στήν έξορία
ό Θουκυδίδης έζησε είκοσι χρόνια, δπως λέει ό ίδιος (V , 26, 5 ). Δέν
μάς πληροφορεί όμως ποΟ έμενε δλον αύτό τόν καιρό. Προσθέτει μονάχα
πώς „ ήμουν κοντά στά πράγματα καί τής μιάς καί τής άλλης παρά­
ταξης, καί κυρίως τών Πελοποννησίων, έπειδή ήμουν ίξόριστος. Μπο-
ροϋσα λοιπόν μέ τήν ήσυχία μου νά μαθαίνω πολλά “ ( V , 26, 5).
*Όπως γράφει ό Μαρκελλίνος ( § 4 6 ) καί άλλοι συγγραφείς8, δ
Θουκυδίδης σάν έξόριστος ζοϋσε στή Θράκη. Ό Μαρκελλίνος ( § 2 5 )
όρίζει μάλιστα μέ άκρίβεια τόν τόπο δπου έμενε : „ Έ γρ α φ ε τήν
Ίοτορία του κάτω άπό έναν πλάτανο, στή Σκαπτή δλη Τά ίδ ια
λέει καί ό Πλούταρχος. Αύτό δμως μάλλον δέν είναι σωστό, γ ια τ ί ή
Σκαπτή υλη ( ή Σκαπτησύλη), μιά μικρή πόλη στήν άκτή τής Θρά­
κης άπό δπου, δπως λέει ό Μαρκελλίνος, καταγόταν ή γυναίκα τοϋ
Θουκυδίδη8, άνήκε άπό τά 4 6 3 π. X . ατούς ’Αθηναίους καί φυσικά ό

άναφέρεται ή περίπτωση τοϋ Θουκυδίδη. Έ τσ ι Αναγνωρίζεται σάν Αληθινή ή πληρο­


φορία τών βιογράφων γιά δίκη τοϋ Θουκυδίδη καί γιά καταδίκη του σέ έξορία. Άπό
αύτήν μάλιστα βγαίνει καί τό τελικό συμπέρασμα.
1. Φ. Γ. Μιστσένκο, Πρόλογος στή μετάφραση τοδ Θουκυδίδη, σελ. X L V .
2. Διονύσιος 6 Άλικαρνασσέας, Π ε ρ ί θ ο ν χ ν δ ίδ ο ν κ α ι τής ανχου Ιδέας 41. Πλού­
ταρχος Π ε ρ ί φυγής , 14. '
8. ΟΙ βιογραφίες τοϋ Θουκυδίδη Αναφέρουν συχνά πώς ό Ιστορικός ε ίχ ε δικά τοο
122 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ

Θουκυδίδης δεν θά μπορούσε νά ζεί σάν έξόριστος σε μέρη πού κατε-


χονταν άπδ τούς ’Αθηναίους.
Ό ίσχυρισμδς τού Διονύσιου, πώς 6 Θουκυδίδης ,, έξόριστος άπδ
τήν πατρίδα του έζησε στή Θράκη σ’ δλο τδ έπόμενο διάστημα του
πολέμου “ , είναι μάλλον άπίθανος. Ά πδ τή μαρτυρία του ίδιου τού
Θουκυδίδη (V , 26, 5 ), πού τήν άναφέραμε πιδ πάνω, μπορούμε να
συμπεράνουμε με βεβαιότητα πώς στή διάρκεια τής έξορίας του έκανε
πολλά ταξίδια σε διάφορα μέρη πού ήταν θέατρα των πολεμικών έπι-
χειρήσεων. Στά ταξίδια του έπρεπε νά συγκεντρώνει πληροφορίες κυ­
ρίως γιά γεγονότα πού δεν τά είχ ε παρακολουθήσει ό ίδιος σάν αύ-
τόπτης μάρτυρας. Σ ’ αύτή τήν έποχή πρέπει νά τοποθετήσουμε τΙς
έπισκέψεις του σε διάφορα μέρη τής κυρίως Ελλάδας, τής Σικελίας,
τής Νότιας ’ Ιταλίας καί τής Πρόσω ’Ασίας καθώς καί τίς συζητήσεις
του με αύτόπτες μάρτυρες του πολέμου. Χάρη σ’ αύτούς τούς αύτό-
πτες μάρτυρες καί στις προσωπικές του παρατηρήσεις μπόρεσε νά μάς
δώσει τόσο άκριβείς καί ζωντανές άφηγήσεις γιά τίς πολεμικές συγ­
κρούσεις καί γιά τά πεδία των μαχών στήν ’Ακαρνανία, στήν Αίτω-
λία, στή Σικελία καί στις άκτές τής Μικράς ’Ασίας. *Η περιγραφή τών
Συρακουσών π.χ. είναι τόσο άκριβής ώστε δέν θά μπορούσε νά γραφεί
άν 6 συγγραφέας δέν είχ ε δει ό 'ίδιος αύτή τήν τοποθεσία.
Σύμφωνα μέ μιά μαρτυρία του Ιστορικού Τίμαιου ( Μαρκελλίνος
25, 3 3 ) ό Θουκυδίδης, στή διάρκεια τής έξορίας του ζούσε στήν ’ Ιτα­
λία καί έκεί τάφηκε. Ό Μαρκελλίνος δμως δέν τδ παραδέχεται αύτό.
Μπορεί βέβαια ό Θουκυδίδης νά έπισκέφθηκε καί τή Νότια ’Ιταλία
πηγαίνοντας στή Σικελία ή γυρίζοντας άπδ αύτήν. Τά σχόλια στδ β ι­
βλίο V , (2 6 , 5 ) άναφέρουν πώς ό Θουκυδίδης έμεινε καί στήν Πελο­
πόννησο (περί Πελοπόννησον διέτριβε). Ά ν μ’ αύτές τίς λέξεις έν-
νοεί προσωρινές έπισκέψεις τού Ιστορικού στήν Πελοπόννησο, ό σχο­
λιαστής ίσως νά μήν πέφτει έξω. Είναι δμως έντελώς άνόητη ή
πληροφορία τού άνώνυμου βιογράφου ( § 7 ) πώς τάχα ,,στή διάρκεια
τής έξορίας του, δ Θουκυδίδης ζούσε στήν Α ίγινα καί έκεί, δπως λένε,
έγραψε τήν ιστορία του. Τότε έδειξε τή μεγάλη του άπληστία, για τί
κατάστρεψε τούς Α ίγινήτες μέ τήν τοκογλυφία του “ *. Έ Α ίγινα

χρυσο>ρυχεΐα ( ή τά έκμεταλλευόταν) στή Σκαπτή δλη. Ωστόσο 6 Μαρκελλίνος λ έει


μονάχα ( § 1 9 ) πώς ή γυναίκα τού θουκυδδη, που καταγόταν άπό τή Σκαπτή δλη,
ήταν πολύ πλούσια καί είχ ε μεταλλεία στή Θράκη ( χωρίς νά άναφέρει συγκεκριμένα
τή Σκαπτή όλη).
1. "Αν ή πληροφορία αυτή δέν είναι καθαρή επινόηση, πρέπει νά υποθέσουμε πώς
δέν άναφέρεται στον Ιστορικό Θουκυδίδη, άλλά στον Θουκυδίδη, γιό τοϋ Μελησία. που
πολλές φορές τόν μπερδεύουν μέ τόν Ιστορικό. Τό ίδιο λέει καί ό Μαρκελλίνος (§ 24),
Ισχυρίζεται όμως πώς ό Θουκυδίδης πήγε πραγματικά στήν Αίγινα μετά τήν §ξο-
ρία του.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 123

άνήκε στούς ’Αθηναίους άπό τό 4 3 1 π. X . καί φυσικά άποκλείονταν


νά πάει έκεΐ δ Θουκυδίδης.
Έ τ σ ι ή προσωπική άτυχία του Θουκυδίδη τού Ιδωσε τή δυνατό­
τητα νά τελειώσει σχεδόν τό έργο του καί „ μέ τήν ήσυχία του νά
μαθαίνει πολλά “ ( V , 26, 5 ).
Ό Θουκυδίδης, άφοϋ έζησε είκοσι χρόνια έξόριστος, γύρισε στήν
πατρίδα του. Δεν ξέρουμε άν πέρασε στήν Α θήνα τήν δπόλοιπη ζωή
του. Τό πιθανότερο είναι πώς δέν έφυγε άπό έκει ούτε μετά τήν
κατάληψή της άπό τόν Λύσανδρο. Ό ίδιος γράφει ( I , 93, 5 ) πώς 61
’Αθηναίοι, ύστερα άπό συμβουλή του Θεμιστοκλή, είχαν χτίσει ένα
τείχος τόσο παχύ „ ώστε καί αήμερα ακόμα φαίνεται γύρω άπό τόν
Πειραιά ’Από αύτδ συμπεραίνουμε πώς ό Θουκυδίδης είχ ε ύπόψη
του τά έρείπια του τείχους πού κατεδαφίστηκε μέ διαταγή τού Λύσαν­
δρου μετά τήν παράδοση τής πόλης στά 4 0 4 .
Δεν είναι άπίθανο φυσικά τήν έποχή αύτή νά έφυγε καί πάλι δ
Θουκυδίδης άπό τή γενέτειρά του, γιά λίγο ή πολύ χρονικό διάστημα,
καί νά πήγε π.χ. στή Θράκη, στό χτήμα του.
Πότε άκριβώς δόθηκε στον Θουκυδίδη ή άδεια νά γυρίσει στήν
’Αθήνα άπό τήν έξορία; Είναι δύσκολο νά τό καθορίσουμε. Ά ν πά­
ρουμε κατά γράμμα τά λόγια του — πώς έζησε είκοσι χρόνια Εξόρι­
στος — καί θεωρήσουμε σάν άρχή τής Εξορίας του τό τέλος του 4 2 4
π. X . (β λ . πιό πάνω), πρέπει νά συμπεράνουμε πώς ή έξορία του
έληξε στό τέλος τοΟ 4 0 4 ή έστω καί τούς πρώτους του μήνες. Αύτή
είναι ή πιθανότερη χρονολογία, για τί τήν άνοιξη τού 4 0 4 , δταν οί
’Αθηναίοι έκλεισαν ειρήνη μέ τούς Σπαρτιάτες, ύποχρεώθηκαν, ύστερα
άπό άπαίτηση των νικητών, νά άφήσουν δλους τούς έξόριστους νά γ υ ­
ρίσουν στήν ’Αθήνα *. ’Αργότερα, στά 4 0 3 π. X ., μέ τήν άποκατά-
σταση τής δημοκρατίας άπό τόν Θρασύβουλο, δόθηκε γενική άμνη-
στία. Μέ βάση δμως μιά μαρτυρία τού Παυσανία, περιηγητή τού 2.
αί. μ. X . ( I , 2 3 ,1 1 ) , ύποθέτουμε πώς στήν περίπτωση τού Θουκυδίδη
ύπήρχαν όρισμένα έξαιρετικά έπιβαρυντικά στοιχεία ώστε δέν άρκοϋσε
ή γενική άμνηστία γιά νά άποχτήσει καί πάλι τά πολιτικά του δ ι­
καιώματα, άλλά χρειαζόταν ειδικό ψήφισμα τής ’Εκκλησίας του
δήμου.
Ό Θουκυδίδης, δπως φαίνεται, δέν έζησε πολύ ύστερα άπό τήν έπ ι-
στροφή του στήν ’Αθήνα ( γιά τό θάνατό του βλ. πιό πάνω).

Ι,-Ξβνοφώντάς, Έ Χ Ι η η χ ά , II, 2, 20,


134 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ

2. ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ

Α ) Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Ο Τ Η Σ ,, ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ Σ “

Υ τ ο Ιργο του Θουκυδίδη πού διασώθηκε περιγράφεται δ Πελοπον-


νησιακός πόλεμος. Στά περισσότερα χειρόγραφα καί έκδόσεις τό Ιργο
αύτό όνομάζεται Θονχυδίδου ξνγγραφή ή Θουχυδίδου ίστορίαι. Αυτός
0 τίτλος δεν άνήκει στόν ίδιο τόν συγγραφέα, άλλά σέ κάποιον άπό
τούς μεταγενέστερους "Ελληνες λογίους. Στά χειρόγραφα καί στις Ικ-
δόσεις ποί) διαθέτουμε σήμερα, ή βΙστορία του Θουκυδίδη χωρίζεται
σε 8 βιβλία. Πιθανότατα, ή διαίρεση αύτή Ιγινε άπό τούς ’Αλεξαν­
δρινούς, γιατί τήν ξέρουν κιόλας ό Διόδωρος καί ό Διονύσιος καί φαί­
νεται πώς στήν εποχή τους ήταν ή έπικρατέστερη. Σύμφωνα με μιά
μαρτυρία των αρχαίων (Διόδωρος X I I , 8 7 ) καί με τα σχόλια στο
τέλος του IV βιβλίου, ύπήρχαν καί άλλες διαιρέσεις τής 'Ιστορίας,
σέ 9, άκόμα καί σέ 13 βιβλία. Ό Θουκυδίδης, μέ τά πρώτα του λό­
για, καθορίζει ό Γδιος τό περιεχόμενο του Ιργου του ( I , 1, 1 ) : ,,Ό
Θουκυδίδης ό ’Αθηναίος Ιγραψε τον πόλεμο των Πελοποννησίων καί
τών ’Αθηναίων, πώς αύτοί πολέμησαν μεταξύ τους. "Αρχισε νά γράφει
άμέσως μόλις ξέσπασε ό πόλεμος, για τί κατάλαβε πώς δ πόλεμος αυ­
τός θά ήταν σπουδαίος, ό σημαντικότερος άπό όλους τούς προηγού­
μενους “ .
Νά τό σχέδιο του έργου: Όλόκληρο τό I βιβλίο άφιερώνεται στήν
εισαγωγή. Στά βιβλία II , I I I , IV καί στό μισό V (ώς τό κεφάλαιο
2 4 ) περιγράφεται ό λεγόμενος Ά ρχιδάμειος πόλεμος πού κράτησε
10 χρόνια, ώς τή Νικίεια ειρήνη (4 2 1 π. X .). Στό δεύτερο μισό του
V βιβλίου γίνεται λόγος γιά τήν „ άπατηλή ειρήνη “ πού κράτησε 6
χρόνια καί 10 μήνες μετά τή συνθήκη τοϋ Νικία. Στά βιβλία V I καί
V I I περιγράφεται ή έκστρατεία στή Σικελία καί στό βιβλίο V I I I ό
λεγόμενος Δεκελεικός πόλεμος, ή έξιστόρησή του όμως σταματάει
στόν 21ο χρόνο του όλου πολέμου, στά 4 1 0 π. X . Ό συγγραφέας, αν
καί είχ ε σκοπό νά άφηγηθεί καί τά 27 χρόνια τοΟ Πελοποννησιακου
πολέμου, άφησε τό Ιργο του μισοτελειωμένο. Στό σημείο πού περι­
γράφει πώς ξανάρχισαν οί πολεμικές Ιπιχειρήσεις ύστερα άπό τή Ν ι­
κ ίεια είρήνη, ό Θουκυδίδης μάς λέει καθαρά πώς αύτός ήταν ό σκο­
πός του: „ Τά Ιγραψε αότά ό ίδιος Θουκυδίδης δ ’Αθηναίος, όπως
γινόταν τό καθένα μέ τή σειρά τούς χειμώνες καί τά καλοκαίρια,
ώσπου οΐ Λακεδαιμόνιοι καί οί σύμμαχοί τους κατέλυσαν τήν ήγεμο-
νία τών ’Αθηναίων καί κατέλαβαν τον Πειραιά -καί τά μακρά τείχη “
( V , 26, 1 ). Πιό κάτω θά πούμε γιά ποιούς λόγους, όπως ύποθέτουν,
δέν τελείωσε δ Θουκυδίδης τό Ιργο του.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 125

Πρέπει νά μιλήσουμε λεπτομερειακά γιά τό περιεχόμενο τοϋ I β ι­


βλίου. Στήν άρχή δ συγγραφέας διατυπώνει τή γνώμη πώς αύτός δ
πόλεμος ( δηλαδή δ Πελοποννησιακός, δπως δνομάζεται άπό τήν έπο-
χή του Κικέρωνα καί του Διόδωρου) είναι ό σημαντικότερος άπό
δλους τούς προηγούμενους καί τό άποδείχνει έξετάζοντας τά περα­
σμένα γεγονότα τής έλληνικής ιστορίας ώς τούς Περσικούς πολέμους.
Τό μέρος αύτό τοϋ I βιβλίου, πού άποτελείται άπό τά κεφάλαια 2 -
19, δνομάζεται "Αρχαιολογίαι. Ό συγγραφέας μιλάει γιά τούς άρ-
χαιότατους χρόνους, γιά τόν Τρωικό πόλεμο, γιά τούς αίώνες πού άκο-
λούθησαν καί γιά τούς Περσικούς πολέμους καί άποδείχνει πώς &ς
τδν Πελοποννησιακό πόλεμο οΐ πολεμικές συγκρούσεις δεν διεξάγον­
ταν μέ τόση ύπερένταση δυνάμεων, για τί, δπως λέει, τά χρήματα καί
ό στόλος έμφανίστηκαν σχετικά άργά στούς Έ λ λ η ν ε ς 2. Τονίζοντας
τή σημασία τοϋ θέματός του, δ Θουκυδίδης προσθέτει πώς οί άνθρω­
ποι πού είναι πρόθυμοι νά πιστέψουν κάθε πληροφορία, δεν έχουν κα­
θόλου κριτικές ικανότητες. *Ύστερα έξηγεΤ μέ συντομία στούς άνα-
γνώστες μέ ποιόν τρόπο συνθέτει τήν Εστορία του (κεφ. 22 ), ύπογραμ-
μίζοντας πώς σκοπός του δεν είναι νά τούς εύχαριστήσει, άλλά νά περι­
γράφει σωστά τά γεγονότα. Σέ συνέχεια άρχίζει νά άναλύει τά αίτια
τοϋ πολέμου. Τά χωρίζει σέ έπιφανειακά αίτια και σέ αίτια κρυφά,
πού στήν ούσία ήταν τά πραγματικά αίτια τοϋ πολέμου. Ό πόλεμος,
δπως πιστεύει, ξέσπασε για τί οί ’Αθηναίοι είχαν γίνει πολύ ισχυροί
καί έμπνέανε φόβο στούς Σπαρτιάτες (κεφ . 2 3 ). ’Αφορμή του όμως
στάθηκε τό παρακάτω περιστατικό : Στήν Έπίδαμνο, άποικία τών
Κερκυραίων, τό λαϊκό κόμμα είχ ε Ιξορίσει τούς άριστοκράτες. Οί έξό-
ριστοι μαζί μέ τούς γύρω βάρβαρους άρχισαν νά κάνουν έπιδρομές
κατά των άντιπάλων τους, πού άναγκάστηκαν νά ζητήσουν βοήθεια
άπό τή μητρόπολή τους, τήν Κέρκυρα. ΟΕ Κερκυραϊοι δμως άρνήθη-
καν νά τούς βοηθήσουν. Τότε οΕ Έπιδάμνιοι άποτάθηκαν στήν Κόριν­
θο, πού δέχτηκε πρόθυμα νά τούς βοηθήσει. Στούς Κερκυραίους δέν
άρεσε καθόλου ή παράδοση τής άποικίας τους στήν Κόρινθο. ’Έ σ τει­
λαν στρατό στήν Έπίδαμνο καί μαζί μέ τούς έξόριστους άριστο­
κράτες τήν πολιορκούσαν. Στή ναυμαχία πού έγινε οΕ Kopiv0tot
νικήθηκαν, άρχισαν δμως άμέσως νά συγκεντρώνουν στόλο καί στρα-

1. Έ τσ ι τό όνομάζουν τά σχόλια στό βιβλίο I. 12. 1.


2. Ό Θουκυδίδης άναπτύσσει τή σκέψη που προσπαθούσε νά έμπνεύσει 6 Π ερ ικ λ ή ς
στοϋς συμπολίτες του, δηλαδή πώς ή βάση τής δύναμής τους δέν πρέπει νά είνα ι ή
γή. άλλά τά χρήματα καί τά πλοία. *0 Θουκυδίδης πιστεύει πώς α ύ ιή ή γνώμη τού
Περικλή έπαληθεύτηκε θαυμάσια στον Πελοποννησιακό πόλεμο, για τί οί Πελοποννή-
σιοι, παρ* όλη τήν υπεροχή τους σέ έδάφη καί σέ άριθμό έλεύθερων άνθρώπων δέν κα
τόίθωσαν νά νικήσουν τούς ’ Αθηναίους παρά μονάχα όταν οί σύμμαχοί τουί n to a a r
τούς έδωσαν πολλά χρήματα καί σημαντικό στόλο. Λ *
126 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ

τό. Τότε οί Κερκυραίοι, έντρομοι, ζήτησαν βοήθεια άπό τούς^ Α θη­


ναίους. Ταυτόχρονα Ιστειλαν καί οΐ Κορίνθιοι πρέσβεις στήν Αθήνα
γιά νά φέρουν Εμπόδια στούς Κερκυραίους, δεν κατόρθωσαν δμως τ ί­
ποτα. ΟΙ 'Αθηναίοι πήραν τό μέρος των Κερκυραίων και έκλεισαν
μαζί τους άμυντική συμμαχία. Τότε οί Κορίνθιοι έστειλαν στόλο στήν
Κέρκυρα. Οί ’ Αθηναίοι τούς μιμήθηκαν στέλνοντας κι αότοί μερικά
πλοία γιά νά βοηθήσουν τούς καινούργιους συμμάχους τους, άπαγό-
ρευσαν δμως στούς στρατηγούς τους νά έμπλακοϋν σέ άγω να μέ τούς
Κορίνθιους, άν δεν Επιτεθούν έναντίον τών Κερκυραίων. ‘Ωστόσο τ ε­
λικά δέ άποφεύχθηκε ή σύγκρουση. Σ ’ αότήν πήραν μέρος και οί ’Α ­
θηναίοι. ΤΗταν ή πρώτη Εχθροπραξία άνάμεσα στούς Κορίνθιους καί
στούς ’Αθηναίους. Δεύτερη αίτια τής ρήξης τους ήταν ή Ποτίδαια. ‘ Η
πόλη αύτή, πού βρισκόταν στον ’ Ισθμό τής Παλλήνης, ήταν άποικία
των Κορινθίων, αλλά άνήκε στήν άθηναϊκή συμμαχία. Οί ’Αθηναίοι,
Επειδή φοβούνταν μήπως άποχωρήσει από τή συμμαχία, πρόσταξαν
τούς κατοίκους της νά κατεδαφίσουν ένα μέρος άπό τά τείχη, νά τούς
δώσουν όμήρους καί νά μή δέχονται τούς άντιπροσώπους πού έστελναν
Ικ εί κάθε χρόνο οί Κορίνθιοι. Ε π ειδ ή ταυτόχρονα φοβούνταν και Εν­
δεχόμενες Εχθρικές Ενέργειες άπό τήν πλευρά του βασιλιά τής Μακε­
δονίας Περδίκκα, έστειλαν σέ κείνα τά μέρη στόλο καί στρατό. Οί
Ποτιδαιάτες παρακάλεσαν τούς ’Αθηναίους νά μήν άλλάξουν καθόλου
τήν κατάσταση πού Επικρατούσε, Ενώ ταυτόχρονα άντιπρόσωποί τους,
μαζί μέ Κορίνθιους, πήγαν στή Σπάρτη παρακαλώντας τους νά Ετοιμά­
σουν γιά κάθε Ενδεχόμενο μιά επικουρική δύναμη γιά νά Αντιμετωπί­
σει τούς ’Αθηναίους. Οί Σπαρτιάτες τούς τό ύποσχέθηκαν. Τότε οί
Ποτιδαιάτες, μετά τήν άπόρριψη τής αίτησής τους άπό τούς ’Αθη­
ναίους, άποχώρησαν άπό τή συμμαχία τους μαζί μέ άλλες γειτονικές
πόλεις. Έ τσ ι, δταν οί ’Αθηναίοι έφτασαν στήν Ποτίδαια, ή πόλη
βρισκόταν σέ Εξέγερση. Οί Κορίνθιοι έστειλαν βοήθεια στούς Ποτι-
δαιάτες, ώστόσο οί ’Αθηναίοι τούς νίκησαν καί τούς άνάγκασαν νά
κλειστούν στήν πόλη τους. Τότε οί Κορίνθιοι ζήτησαν βοήθεια άπό τή
Σπάρτη καί συγκαλέσανε Εκεί δλους τούς συμμάχους της. Στό συμμα­
χικό συνέδριο κατηγόρησαν τούς ’Αθηναίους γιά παραβίαση τής ειρή­
νης. Οί Σπαρτιάτες έκαναν άμέσως μιά ιδιαίτερη σύσκεψη καί παρ’
δλους τούς Εξορκισμούς τού βασιλιά Άρχίδαμου, πού τούς έλεγε νά
συγκεντρώσουν πρώτα χρήματα καί στόλο, άκουσαν τις προτροπές τού
έφορου Σθενελαΐδα καί άποφάσισαν νά πολεμήσουν. Αύτή ήταν ή
άφορμή τού πολέμου. Ή πραγματική αίτια, του δμως ήταν ό άνταγω-
νισμός τών δυό μεγάλων πόλεων καί ό φόβος τών Σπαρτιατών άπό τήν
όλοένα αύξανόμενη δύναμη τών ’Αθηναίων. Αύτό δίνει άφορμή στόν
ίστορικό νά Εξετάσει τήν αύξηση τής Αθηναϊκής δύναμης άπό τήν Επο-
E I K . V II. Προσφορά θυσίας. ’Ερυθρόμορφος κρατήρας.
’Αττική, μέσα τοΟ 5. αΙ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 129

χή τών Περσικών πολέμων καί νά άναφέρει δλες τις έκστρατείες καί


τά πολιτικά μέτρα, πού χάρη σ’ αύτά οί ’Αθηναίοι, άφοϋ άποσπάσανε
άπό τούς νησιώτες καί τούς ‘"Ελληνες της Μικράς ’Ασίας τήν ήγεμο-
νία στόν πόλεμο κατά τών Περσών, άρχισαν σιγά - σιγά νά έξουσιά-
ζουν όλόκληροτό Α ιγαίο πέλαγος καί τις άκτές του. Αύτό τό μέρος
τής *Ιστορίας του Θουκυδίδη (κεφ . 88 - 1 1 7 ) όνομάζεται στά σχόλια
„ πεντηκονταετία “ .
Στό τρίτο καί βασικό μέρος τοϋ I βιβλίου δ Θουκυδίδης άφηγεί-
ται τις διαπραγματεύσεις τών συμμαχικών Πελοποννησιακών κρατών
άνάμεσά τους καί μέ τούς ’Αθηναίους. Οί Σπαρτιάτες, άφοϋ άποφάσι-
σαν νά πολεμήσουν μέ τούς ’Αθηναίους, κάλεσαν ξανά τούς συμμά­
χους τους καί ζήτησαν τή γνώμη τους. Οι περισσότεροι, άνάμεσά τους
φυσικά καί οί Κορίνθιοι, ύποστήριξαν τήν άπόφασή τους. Οί Πελο-
ποννήσιοι δμως ήταν άπροετοίμαστοί καί δέν μπορούσαν νά άρχίσουν
άμέσως τον πόλεμο. Αποφάσισαν λοιπόν κάθε κράτος νά προμηθευτεί
τό ταχύτερο δλα τά άναγκαια. Έ τ σ ι πέρασε περίπου ένας χρόνος 8>ς
τήν έπισημη κήρυξη τοϋ πολέμου. *Όλο αύτό τό διάστημα οί Πελο-
ποννήσιοι έστελναν στήν ’Αθήνα πρεσβείες μέ παράπονα γιά νάχουν,
σέ περίπτωση μή ικανοποιητικής άπάντησης, ένα πρόσχημα. Πρώτα -
πρώτα άπαίτησαν άπό τούς ’Αθηναίους νά έξορίσουν τούς άπόγονους
Ικείνων πού είχαν βεβηλωθεί δολοφονώντας τούς όπαδούς τοϋ Κύλω-
να άν καί είχαν καταφύγει γιά νά σωθοΰν στό βωμό τής ’Αθήνας. Οί
Σπαρτιάτες, προβάλλοντας αύτή τήν άπαιτηση, ήθελαν νά πετύχουν
τήν έξορία ή τουλάχιστο τή δυσφήμιση τοϋ Περικλή μπροστά στό
λαό, για τί άπό τή μητέρα του ήταν άπόγονος τοϋ Ά λκμέω να, ένός
άπό τούς κύριους ύπεύθυνους αύτοϋ τοϋ έγκλήματος. Οί ’Αθηναίοι δέν
έκαναν τό χατήρι τών Σπαρτιατών, τούς άπάντησαν μάλιστα πώς αύ-
τοί πρέπει νά έξαγνιστοϋν άπό τό έγκλημά τους σέ βάρος τής ’Α θή­
νας, για τί άλλοτε οί έφοροι τής Σπάρτης είχαν άναγκάσει τόν Παυ­
σανία νά πεθάνει άπό τήν πείνα μέσα στό ίερό της. Στό σημείο αύτό 6
Θουκυδίδης άφηγείται λεπτομερειακά τήν ύπόθεση τοϋ Παυσανία κ α ­
θώς καί τήν έξορία τοϋ Θεμιστοκλή άπό τήν ’Αθήνα. Σ έ συνέχεια οί
Σπαρτιάτες άπαίτησαν άπό τούς ’Αθηναίους νά λύσουν τήν πολιορκία
τής Ποιίδαιας, νά παραχωρήσουν άνεξαρτησία στήν Α ίγινα καί νά
άνοίξουν τά λιμάνια τους στους Μεγαρείς. Οί ’Αθηναίοι άπορρίψανε κι
αότές τις άπαιτήσεις. Οί Σπαρτιάτες πρέσβεις ξαναπαρουσιάστηκαν γ ιά
τελευταία φορά στήν ’Αθήνα καί πρότειναν : „ Οί Σπαρτιάτες θέλουν
τήν ειρήνη καί ή ειρήνη θά διατηρηθεί άν άφήσετε αύτόνομους τούς
Έ λλη νες “ ( 1 3 9 ) . Ο ί ’Αθηναίοι, μέ συμβουλή τοϋ Π ερικλή, τούς
άπάντησαν πώς είναι πρόθυμοι νά παραχωρήσουν αύτονομία στις Ιλ -
ληνικές πόλεις, άν καί οί Σπαρτιάτες άφήσουν τις πόλεις πού έξουσιά-
9 ΊοχορΙα τής 'Ελληνικής ΑογοχτχνΙας
130 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η *

ζοον νά διοικοΰνται μέ δποιον τρόπο τούς άρέσει. Στδ σημείο αυτό


σταμάτησαν οΐ διαπραγματεύσεις άνάμεσα στούς Σπαρτιάτες καί τούς
’Αθηναίους.

Β) ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΜΕ ΠΟΙΑ ΣΕΙΡΑ ΓΡΑΦΗΚΕ Η „ ΙΣΤΟΡΙΑ “

"Οταν διαβάζουμε τήν *Ιστορία του Θουκυδίδη, μάς γεννιέται άθέ-


λητα τό έρώτημα: Πότε άκριβώς τήν έγραψε; Τήν έγραψε άραγε
όλόκληρη άφοϋ τέλειωσε ό πόλεμος ή τή συμπλήρωνε σιγά - σιγά
στή διάρκειά το υ; Ό ίδιος ό συγγραφέας στήν άρχή του έργου του
γράφει πώς τήν ,, άρχισε άμέσως μόλις ξέσπασε ό πόλεμος “ ( 1 , 1 ,1 )>
αύτό δμως είναι πάρα πολύ άκαθόριστο. Τ ί άκριβώς άρχισε; Νά συγ­
κεντρώνει τύ όλικό του καί νά κάνει τό προσχέδιο τοϋ έργου του ή νά
καταγράφει τά γεγονότα δίνοντας στήν άφήγησή του τήν τελική, έπε-
ξεργασμένη της μορφή;
Ό Μαρκελλίνος, σέ διάφορα σημεία τής βιογραφίας του Θουκυδίδη,
άφήνει νά ΙννοηθεΓ πώς ή *Ιστορία γράφηκε στή διάρκεια του πολέ­
μου. Α ναφέρει π.χ. ( § 2 5 ) πώς „ έγραφε τήν *Ιστορία του κάτω άπύ
έναν πλάτανο, στή Σκαπτή υ λ η “ . Πιό κάτω (§ § 4 6 - 4 7 ) μάς δίνει
ένα πιύ συγκεκριμένο στο ιχείο : „ Καί άφοϋ άποχώρησε [ άπύ τήν
’Αθήνα μετά τήν έξορία του], δπως λένε, στή Θράκη, συνέθεσε έκει
τήν όμορφιά τής Ιστορίας του [ τήν ώραία 'Ιστορία του ]. Ά πύ τότε
πού άρχισε ό πόλεμος κρατούσε βέβαια σημειώσεις γιά δσα λέγονταν
καί γίνονταν, άλλά γιά τήν όμορφιά [ καλλιέπεια ] δεν φρόντιζε άπύ
τήν άρχή. Ένδιαφερόταν μονάχα νά διασώζει σέ σημειώσεις τά γ ε ­
γονότα [ άπό τή λήθη ]. ’Αργότερα, μετά τήν εξορία του, μένοντας στή
Σκαπτή υλη, ένα χωριό τής Θράκης, έγραψε μέ όμορφιά [ καλλιέ­
πεια ] τίς σημειώσεις πού στήν άρχή κρατούσε μονάχα γιά νά θυ­
μάται “ . Ό Μαρκελλίνος προσθέτει άκόμα ( § 4 5 ) πώς „ πέθανε μετά
τον Πελοποννησιακό πόλεμο στή Θράκη, ένώ έγραφε τά γεγονότα τοϋ
είκοστοϋ πρώτου χρόνου “ . Ό Πλούταρχος ( Περί φυγής, 1 4 ) λέει
πώς ό Θουκυδίδης „ τόν πόλεμο άνάμεσα στούς Πελοποννήσιους καί
στούς Αθηναίους τόν έγραψε στή Θράκη, κοντά στή Σκαπτή υλη
Ό Κικέρωνας ( Περί ρήτορος, I I , 13, 5 6 ) διατυπώνει τήν ίδια
γνώ μη: „ Τά βιβλία αύτά τά έγραψε, δπως λένε, τότε πού ήταν Εξό­
ριστος, άπομακρυσμένος άπό τίς ύποθέσεις τοϋ κράτους “ .
Όπως βγαίνει άπό αότές τίς μαρτυρίες, οί άρχαΐοι συγγράφεις ε ί­
χαν σχηματίσει τή γνώμη (πού βασιζόταν ίσως στά λόγια τοϋ ίδιου
τοϋ Θουκυδίδη, πού τά παραθέσαμε πιο πάνω) πώς ό Ιστορικός τόν
καιρό πού ήταν έξόριστος, δηλαδή στή διάρκεια άκόμα τοϋ πολέμου,
δχι μονάχα κρατούσε πρόχειρες σημειώσεις, άλλά έκεΐ, στή Θράκη,
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 131

έδωσε τήν τελική μορφή στήν *Ιστορία του, πού τελειώ νει μέ τά γ ε­
γονότα τοϋ 4 1 1 π. X .
ΟΙ άρχαιοι δεν είχαν παρατηρήσει πώς βρισμένα μέρη τής 'Ιστο­
ρίας μονάχα μετά τδ τέλος τοϋ πολέμου μποροϋσαν νά γραφοϋν, δπως
π.χ. ή πληροφορία πώς & πόλεμος κράτησε 27 χρόνια καί τέλειωσε
μέ τήν ήττα των ’Αθηναίων (V , 26, 1 — 6 ).
ΟΙ έπιστήμονες των νεότερων χρόνων, μελετώντας αύτά τά στοι­
χεία, ύποθέτουν πώς ό Θουκυδίδης στή διάρκεια του πολέμου άσχο-
λοϋνταν μονάχα μέ τή συγκέντρωση όλικοϋ, μέ τήν προκαταρκτική
καταγραφή του κ.τ.λ., άλλά έδωσε στδ έργο του τήν τελική μορφή,
πού έφτασε δ>ς έμάς, μονάχα μετά τδν πόλεμο. Πιστεύουν μάλιστα πώς
ό θάνατος τον έμπόδισε νά τδ τελειώσει. 'Ωστόσο καί αύτή ή όπόθεση
δέν παραμερίζει δλες τΙς δυσκολίες. Δέν έχ ει λυθεί άκόμα δριστικά
τδ πρόβλημα πότε άκριβώς ό Θουκυδίδης άρχισε νά έπεξεργάζεται τδ
συγκεντρωμένο ύλικό του.

Γ ) Η ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ „ ΙΣΤΟΡΙΑΣ “

Σύμφωνα μέ τήν άποψη πού έχ ει έπικρατήσει, 6 θάνατος έμπόδισε


τδν Θουκυδίδη νά τελειώσει τδ έργο του. Πρέπει λοιπδν ή έκδοσή του
νά έγινε άπδ κάποιον άλλο. Ό Διογένης Λαέρτιος στή βιογραφία τοϋ
Ξενοφώντα ( I I , 6, 13, 5 7 ) μάς άφησε τή μοναδική ένδειξη πού δια­
θέτουμε πάνω σ’ αύτδ τδ θέμα.
Ή ένδειξη αύτή έπαληθεύεται, ώς ένα βαθμό, καί άπδ τδν ίδιο τδν
Ξενοφώντα. Τά *Ελληνικά του άρχίζουν άκριβώς άπδ τδ σημείο δπου
τελειώνει ή 'Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη καί μάλιστα μέ τΙς λέξεις μετά
δε ταϋτα, πού δείχνουν καθαρά πώς αύτδ τδ έργο είναι συνέχεια τής
*Ιστορίας. Τδ στοιχείο αύτδ βέβαια δέν μπορεί νά θεωρηθεί σάν άπό-
δειξη πώς ό Ξενοφώντας ήταν ό έκδότης τοϋ έργου τοϋ Θουκυδίδη,
ώστόσο βαραίνει άρκετά στή διατύπωση αύτής τής έκδοχής. Ε ίν α ι
άλήθεια πώς τήν *Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη τή συνέχισε καί ό ίστορικδς
Κράτιππος, έπειδή δμως δέν ξέρουμε άν ό Κράτιππος ήταν σύγχρονος
τοϋ Θουκυδίδη, δέν μποροϋμε βέβαια νά τδν θεωρήσουμε σάν έκδότη
τής ' Ιστορίας. Κανένα άλλο πρόσωπο πού νά ταιριάζει σ’ αύτδ τδ ρόλο
δέν μάς είναι γνωστό.
Σάν έπιβεβαίωση τής ύπόθεσης πώς ό Ξενοφώντας είναι δ έκδότης
τοϋ έργου τοϋ Θουκυδίδη μποροϋμε νά παραθέσουμε καί τδν παρακάτω
συλλογισμό : "Αν ό Θουκυδίδης, δπως λένε, είχ ε σκοτωθεί στή Θρά­
κη γύρω στά 4 0 0 π. X ., έκεί θά βρισκόταν και τδ έργο του. Ό Ξ ε ­
νοφώντας στή διάρκεια τής παραμονής του στή Θράκη στά 3 9 9 ή
λίγο άργότερα, θά μποροϋσε νά έπισκεφθεί τδ σπίτι τοϋ Θουκυδίδη,
132 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η *

νά πάρει τό Ιργο άπό τήν κόρη του (πού τήν άναφέρει ό Μαρκελλίνος,
§ 43 ) καί νά τό δώσει στή δημοσιότητα. *Όλα αύτά δμως είναι μο­
νάχα ύποθέσεις.
Μπορούμε κατά προσέγγιση νά καθορίσουμε τό χρόνο πού εκδοθηκε
ή 'Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη. Ό Α ίλιος ’Αριστείδης ( 2 αί. μ. X . )
λόγο του Περί των τεσσάρων παραθέτει ένα άπόσπασμα άπό το διά­
λογο 9Αλκιβιάδης τοϋ Αίσχίνη τοϋ Σωκρατικοϋ. Έ κ εΐ δίνεται ένας
χαρακτηρισμός τοϋ Θεμιστοκλή, πού βασίζεται περισσότερο στόν^ Θου­
κυδίδη παρά στδν 'Ηρόδοτο. Ά π * αύτό βγαίνει πώς ή 'Ιστορία τοϋ
Θουκυδίδη ήταν γνωστή στόν Αίσχίνη δταν έγραφε τόν *Αλκιβιάδη
του. Ό διάλογος αδτδς γράφηκε άνάμεσα στά 394/3 καί στά 3 9 1 /0 ι .
Έ 'Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη είχ ε δημοσιευθεί λοιπόν αύτή τήν έποχη.

3. Ο ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΣΑΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ


ΚΑΙ ΣΑΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Α) Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η

Ο πως λέει ό Γδιος ό Θουκυδίδης ( I, 1, 1 ) , σκοπός τοϋ Ιργου του


ήταν ή έξιστόρηση τοϋ πολέμου άνάμεσα στούς Πελοποννήσιους καί
στούς ’Αθηναίους, δηλαδή τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου, δπως όνο-
μάστηκε άργότερα. Ό συγγραφέας διάλεξε αύτό τό θέμα για τί „ κα­
τάλαβε πώς ό πόλεμος αύτός θά ήταν σπουδαίος, ό σημαντικότερος
άπό δλους τούς προηγούμενους “ ( I , 1 ,1 ) καί γ ι’ αύτό „ άρχισε νά
γράφει άμέσως μ ό λις ξέσπασε δ πόλεμος “ ( I , 1, 1 ) .
Τό βασικό πλεονέκτημα κάθε Ιστορίας είναι ή φιλαλήθεια καί ό
κριτικός έλεγχος των γεγονότων πού περιγράφει. Ό ίδιος ό Θουκυδί­
δης μάς λέει ποιες άρχές τηροϋσε γράφοντας τήν *Ιστορία του :
„ Έζησα σέ δλτη τή διάρκεια τοϋ πολέμου αύτοΰ — γράφει — καί
χάρη στήν ή λ ικ ία μου ήμουνα σέ θέση νά προσέχω καλά καί νά κα­
ταλαβαίνω κάθε τ ι πού γινόταν “ (V , 26, 5 ). Μέ δυσφορία τονίζει
( I , 20, 3 ) πώς , , οί περισσότεροι δέν έννοοϋν νά κοπιάσουν άναζητών-
τας τήν άλήθεια καί προτιμούν νά δέχονται έτοιμες άπόψεις “ . Ά πό
τόν έαυτό του, ε ί χ ε πολύ μεγάλες άπαιτήσεις. „ "Οσο γιά τά περι­
στατικά πού έγιναν στή διάρκεια τοϋ πολέμου — λέει (1 ,22, 2 — 3) —
πίστευα πώς δέν Ιχ ω τό δικαίωμα νά γράφω έκεΐνα πού μάθαινα άπό
τόν πρώτο τυχόντα ή δσα μοϋ άρεσαν, άλλά έγραφα έκεΐνα πού είδα
δ ?διος ή. δσα άχουγα άπό τούς άλλους, έλέγχοντας προσεχτικά τό

1. Σ. Δ. Ζβμπβλ«ί>9. Πόχ» και &ηδ ποιον έκδό&ηχβ ή „ Ισ το ρ ία ·· τοΰ Θουκυδίδη


Χαρκοβο, 1914, οβλ. 7 .
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 133

καθένα. 'Η άλήθεια βρισκόταν μέ πολύ κόπο, για τί οί αύτόπτες μάρτυ­


ρες μιλούσαν διαφορετικά γιά τά ίδια γεγονότα μέ βάση τή μνήμη
τους ή τις συμπάθειες τους Ό Θουκυδίδης λοιπόν είναι ό πρώτος
έπιστήμονας Ιστορικός, ό θεμελιωτής έκείνου πού σήμερα όνομάζουμε
ιστορική κριτική. Πριν έξοριστεί (4 2 4 π. X . ) μπορούσε νά παρακο­
λουθεί άπό κοντά τήν πορεία του πολέμου, σάν Ιξόριστος δμως ήταν
άδυνατο πιά νά παραβρίσκεται σ’ αύτόν καί έπρεπε νά συγκεντρώνει
πληροφορίες άπό άλλους.
Βασική πηγή των πληροφοριών του Θουκυδίδη ήταν οί δικές
του παρατηρήσεις καί ή έξέταση άλλων προσώπων. Χρησιμοποιούσε
δμως, αν καί σέ μικρό βαθμό, καί τά έργα τών προκατόχων του. Τοϋ
ήταν γνωστά, έκτός άπό τά δημιουργήματα τών ποιητών, καί τά έργα
τών λογογράφων, τοϋ 'Ηρόδοτου καθώς καί ή Σικελιώτις τοϋ Ά ν τίο -
χου τοϋ Συρακούσιου. Τό έργο αύτό τό χρησιμοποίησε γιά νά άφηγη-
θεί τήν άρχαιότατη ιστορία τής Σικελίας ( V I , 2 — 5 ) καί τόν πρώτο
Σικελικό πόλεμο ( I I I , 90, 1 ).
Πρώτος ό Θουκυδίδης έκτίμησε τήν άξια τών έπίσημων γραφτών
στοιχείων καί καταχώρησε πολλά άπό αύτά όλόκληρα στήν €Ιστορία
του, δπως π.χ. διάφορες συνθήκες: 1) Τό κείμενο τής άνακωχής πού
ύπογράφηκε άνάμεσα στήν ’Αθήνα καί στή Σπάρτη στά 4 2 3 ( IV ,
1 1 8 - 1 1 9 ) , 2) τή συνομολόγηση τής πεντηκονταετούς ειρήνης άνά­
μεσα στήν ’Αθήνα καί στή Σπάρτη στά 421 (V , 18 - 1 9 ) , 3) τή συμ-
μαχία άνάμεσα στήν ’Αθήνα καί στή Σπάρτη στά 421 (V , 2 3 - 2 4 ) ,
4) τή συμμαχία άνάμεσα στήν ’Αθήνα άπό τή μιά μεριά καί στό
"Αργος, τή Μαντίνεια καί τήν "Ηλιδα άπό τήν άλλη ( V , 4 7 ) , καί
διάφορες άλλες. Τό κείμενο τής τελευταίας άπό τις παραπάνω συν­
θήκες διασώθηκε στό πρωτότυπο. ’Από τήν παραβολή του με τό κ ε ί­
μενο τοϋ Θουκυδίδη διαπιστώθηκε πώς ό ιστορικός μετέδωσε τή συν­
θήκη μέ μεγάλη άκρίβεια. Οί έλάχιστες, άσήμαντες διαφορές πού
δπάρχουν στό κείμενό του περιορίζονται μονάχα στήν παράλειψη μ η ­
δαμινών λέξεων, σέ μικρές μετατοπίσεις άλλων λέξεων καί στήν άντι-
κατάσταση ένός σχήματος λόγου ή μιας έκφρασης μέ άλλες παρα­
πλήσιας σημασίας. Αύτές οί διαφορές μπορεί νά όφείλονται σέ σφάλ­
ματα ή τοϋ χειρόγραφου πού διαθέτουμε ή τοϋ άντίγραφου τής συν­
θήκης πού είχ ε προμηθευτεί ό Θουκυδίδης. *Όπως καί νάναι, ή άκρί-
βεια τοϋ Θουκυδίδη στή μετάδοση τών στοιχείων είναι άναμφισβήτητη.
Ό Θουκυδίδης άναπλάθει τήν ίστορία τοϋ μακρινού παρελθόντος
μελετώντας τήν οικονομική έξέλιξη, τά άρχαιολογικά στοιχεία, τά
ήθη καί τά έθιμα πού έπικρατοϋσαν τότε, τά μέσα Επικοινωνίας, τούς
τρόπους τής ναυπηγικής, τήν τοποθεσία τών διαφόρων πόλεων, τά εό-
ρήματα τών άρχαίων τάφων κ.τ.λ. ( I , 2,6* 3 , Γ 6,1* 8 ,1 · 1 1 ,1 ).
134 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η ^
r
Βρίσκει π.χ. πώς ή έκστρατεία στήν Τροία ήταν έντελώς άσημαντη,
πώς λίγοι "Ελληνες είχαν πάρει μέρος σ' αύτήν, όχι για τί δ πληθυ­
σμός τής Ε λλά δ α ς ήταν μικρός, άλλά γιατί τά ύλικά τους μέσα ήταν
πολύ περιορισμένα. Ε π ε ιδ ή δεν διέθεταν τρόφιμα, οί Ελληνες είχαν
στείλει στήν Τροία τόσο στρατό, όσος, σύμφωνα με τούς υπολογισμούς
τους, θά μπορούσε πολεμώντας νά συντηρείται με τά μέσα πού θα
προμηθεύονταν έπί τόπου κ.τ.λ. ( I , 1 0 - 1 1 ).
ΟΙ άρχαΐοι έπαινοϋσαν τήν „ άμεροληψία “ τού Θουκυδίδη. Ο Κ ι-
κέρωνας τόν όνομάζει „ άμερόληπτο καί μεγάλο άφηγητή γεγονότων
( Βρούτος, 8 3 ,2 8 7 ). Ό Μαρκελλίνος „ έραστή τής άλήθειας “ ( § 2 2 ).
* 0 Λουκιανός, στήν πραγματεία του Πώς δει ίατορίαν συγγράφειν
( 3 9 ) , μιλώντας γιά τούς κόλακες ίστορικούς πού παραμορφώνουν τήν
άλήθεια, συνεχίζει: ,, Αύτό δμως δεν το κάνει ούτε δ Ξενοφώντας, δ
τίμιος ιστορικός, ούτε δ Θουκυδίδης. ’Αντίθετα καί αν άκόμα [ δ Θου­
κυδίδης] μισεί κάποιον, έπειδή τον Ινδιαφέρει περισσότερο τδ κοινό
συμφέρον, τοποθετεί τήν άλήθεια πάνω άπό τό μίσος. Καί άν άγαπάει
κάποιον, δεν θά του χαριστεί σέ περίπτωση πού θά διαπράξει ενα
σφάλμα “ . Στήν πραγματεία του Περί Θσυχυδίδον καί των Ιδιωμάτων
αντον (κεφ. 8, σελ. 82 4 R = 3 3 4 U s . R a d .) δ Διονύσιος τονίζει πώς
δλοι γενικά άναγνώριζαν τήν ειλικρίνεια καί τήν άμεροληψία του Ιστο­
ρικού. „ "Ολοι οί φιλόσοφοι καί οί ρήτορες — λέει — κι άν δχι δλοι
τουλάχιστο οί περισσότεροι, πιστεύουν πώς δ Θουκυδίδης ένδιαφερό-
ταν πάρα πολύ γιά τήν άλήθεια... δεν πρόσθετε στά γεγονότα καμιά
άνακρίβεια, δεν άφαιροΰσε καμιά λεπτομέρεια. Δεν Ιγραφε στήν τύχη,
μά τηρούσε πάντα τις άρχές του άμόλυντες, άπαλλαγμένος άπό κάθε
φθόνο καί κάθε κολακεία “ .
Σάν παράδειγμα τής φιλαλήθειας καί τής άμεροληψίας τού Θουκυ­
δίδη δ Μαρκελλίνος άναφέρει ( § 2 6 ) τό παρακάτω χαρακτηριστικό
γεγονός : "Αν καί ήταν έξόριστος „ Ιγραφε χωρίς μνησικακία γιά τούς
'Αθηναίους, με φιλαλήθεια καί τιμιότητα. Δεν κακολογεί ούτε τόν
Κλέωνα, ούτε τόν Βρασίδα, τόν ύπεύθυνο τής δυστυχίας του, δπως θά
Ικανέ Ινας δργισμένος ιστορικός “ .
Αύτή ή γενική πίστη τών άρχαίων στή φιλαλήθεια καί στήν άμε­
ροληψία τού Θουκυδίδη μεταδόθηκε καί στή νεότερη φιλολογία. °Ως
τά μέσα τού 19. αί. αότές του οί Ιδιότητες τοποθετούνταν πάνω άπό
κάθε κριτική. “Ύστερα δμως άρχισαν νά διατυπώνονται δρισμένες άμ-
φιβολίες πάνω σ’ αότό. Διαπιστώνουν μερικές γεωγραφικές ή τοπο­
γραφικές άνακρίβειες καί άσάφειες στήν άφήγησή του. Ή Σφακτηρία
π.χ. δέν Ιχ ει μήκος 15 στάδια, δπως λέει δ Θουκυδίδης ( I V , 8, 6 ),
άλλά τουλάχιστο 24. Ούτε τό πλάτος τού στενού πού χωρίζει τό νησί
αύτό άπό τή στεριά δίνεται σωστά.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 135

■ ο χαρακτηρισμός τοϋ Κλέωνα δίνει άφορμή γιά πολύ πιό σοβαρές


κατηγορίες σέ βάρος τοϋ Εστορικοϋ. „ ΤΗταν γενικά δ βιαιότερος άπό
όλους τούς πολίτες “ — λέει δ Θουκυδίδης ( I I I , 36, 6 ). Άντιδροΰσε
στή σύναψη ειρήνης άνάμεσα στήν Α θήνα καί στή Σπάρτη, για τί
ήξερε πώς „ άν γίν ει ήσυχία, θά φανερώνονταν δλα τά έγκλήματά του
καί δεν θά γίνονταν πιά πιστευτές -οί συκοφαντίες του“ (V , 16, 1 ).
"Όλη ή διαδικασία τής έκλογής τοϋ Κλέωνα σάν στρατηγοϋ γιά τήν
κατάχτηση τής Σφακτηρίας παρουσιάζεται άπό τόν Θουκυδίδη μέ
τρόπο δυσμενή γιά τόν δημαγωγό (I V , 27 - 2 8 ) . Έ νεότερη κριτική
πιστεύει πώς ή άρνητική στάση τοϋ Θουκυδίδη άπέναντι στόν Κλέωνα
όφείλεται σέ προσωπική έχθρα, για τί δ Κλέωνας ήταν Γσως κα­
τήγορός του στήν υπόθεση τής Άμφίπολης στά 4 2 4 π. X . 'Ωστόσο
μάς είναι όλότελα άγνωστο άν ό Κλέωνας ήταν πραγματικά όπεύθυ-
νος γιά τήν έξορία τοϋ Θουκυδίδη. Καθόλου άπίθανο δ χαρακτηρισμός
του άπό τόν Θουκυδίδη νά όφείλεται σέ άλλα έλατήρια, μπορεί κιό­
λας νά έπεσε έξω ό ιστορικός, δεν πρέπει δμως νά ισχυριζόμαστε πώς
συκοφαντοΰσε συνειδητά τόν Κλέωνα.
*0 Γερμανός έπιστήμονας τοϋ 19. αί. Μύλλερ - Στρυμπινγκ διαπί­
στωσε πώς πολλές πληροφορίες γιά τήν έποχή τοϋ Πελοποννησιακοϋ
πολέμου, πού τις άναφέρουν άλλοι συγγραφείς, δέν όπάρχουν στό έργο
τοϋ Θουκυδίδη, όποθέτει μάλιστα πώς δ ιστορικός παρασιώπησε^ συνει­
δητά τήν έσωτερική κατάσταση τής σύγχρονής του Αθήνας. Η κα­
τηγορία αύτή δμως δέν άντέχει στήν κριτική. Ο σκοπός τοϋ Θουκυ­
δίδη ήταν νά άφηγηθει τήν ιστορία τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου
(δπως δηλώνει δ ίδιος στήν άρχή τοϋ έργου του) καί όχι τήν ιστορία
τής Ελλάδας στή διάρκεια αύτοϋ τοϋ πολέμου. Αποσιώπησε λοιπόν
δλες τις λεπτομέρειες τής έσωτερικής ζωής καί τών Ιξωτερικών υπο­
θέσεων των κρατών, δταν δέν είχαν καμιά σχέση μέ τό συγκεκριμένο
πόλεμο, καί άναφέρει μονάχα τά γεγονότα πού σχετίζονταν άμεσα μέ
αύτόν, όπουδήποτε καί άν έγιναν. Ή *Ιαχορια τοϋ Θουκυδίδη είναι
Εστορία πολέμου. Καί άπό τά καθαρά πολεμικά γεγονότα δμως δ
Ιστορικός χρησιμοποίησε μονάχα έκεινα πού θεωρούσε σημαντικά.
„ θά άναφέρω μονάχα τά πιό άξιόλογα“ — γράφει ( I I I , 90, 1 ) .
Μιά άπό τις πιό χαρακτηριστικές ιδιομορφίες τής 'Ιστορίας τοϋ
Θουκυδίδη — γ ι’ αύτήν τόν κατηγόρησαν πολλές φορές στούς νεότε­
ρους χρόνους — είναι οΕ άφθονες παρεκβάσεις. Τά θέματα τών παρεκ­
βάσεων πού ύπάρχουν στά βιβλία I I - V I I I είναι τα παρακατω:
1 ) Έ συνένωση τών πόλεών καί τών χωριών τής άρχαίας Α τ τ ι ­
κής, ό λεγόμενος „ συνοικισμός “ , πού έγινε άπό τόν θησέα ( I I , 1 5 ) .
2 ) Τό βασίλειο τών Όδρυσών στή Θράκη. Ή Μακεδονία τήν έποχή
τοϋ βασιλιά Περδίκκα ( I I , 96 - 9 8 ).
186

Ε l x . 9. Δ ί α ς - *Α μ μ ω ν α ς.

Μάρμαρο (ρωμαϊκό Αντίγραφο Από έλληνικό πρότυπο τοΟ τέλους το9


δ. at. π. X . ) . Μουσαίο ΈρμιτΑζ,

3 ) *Η σύνθεση τοδ άθηναϊκοΟ στύλου καί τά έξοδα τής συντήρησής


του (111,17).
, . 4 ) *Η κάθαρση τής Δήλου καί o f γιορτές ποί> έγιναν τότε έκ εϊ πρδς
τιμήν τοΟ Απόλλωνα (III, 104).
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 137

5 ) *Η έθνογραφία καί ή άρχαιότατη ίστορία της Σικελίας ( V I ,


2 -5 ).
6 ) 'Η συνωμοσία σέ βάρος τών Πεισιστρατιδών ( V I , 54 * 5 9 ).
“Ό λες αότές οί παρεκβάσεις, πού φαινομενικά διασαλεύουν τήν Ινό-
τητα της άφήγησης, στήν πραγματικότητα είναι δργανικά δεμένες μέ
τό βασικό θέμα του έργου καί ή παρουσία τους είναι άπόλυτα δικαιο­
λογημένη άπό λογική άποψη. Σάν παράδειγμα άναφέρουμε τή μεγάλη
παρέκβαση γιά τή συνωμοσία σέ βάρος των Πεισιστρατιδών, πού πα­
ρεμβάλλεται στήν άφήγηση γιά τήν άνάκληση του ’Α λκιβιάδη άπό τή
Σικελία μέ τήν κατηγορία πώς είχ ε βεβηλώσει τις Έ ρμές. Ό Θουκυ­
δίδης θέλει νά άποδείξει πώς αότή ή κατηγορία ήταν μονάχα ένα
πρόσχημα, πού πίσω του κρυβόταν ό φόβος των Αθηναίων γιά τήν
πρόθεση του ’Α λκιβιάδη, πραγματική ή φανταστική, νά άνατρέψει τή
δημοκρατία καί νά τήν άντικαταστήσει μέ τήν όλιγαρχία ή τήν τυ­
ραννίδα.
„ Ό λαός είχ ε άκούσει — λέει ό Θουκυδίδης — πόσο άφόρητη έγινε
στό τέλος ή τυραννίδα του Πεισίστρατου καί των γιων του καί
πώς αύτή δέν καταλύθηκε ούτε άπό τούς ίδιους τούς ’Αθηναίους ούτε
άπό τον 'Αρμόδιο άλλά άπό τούς Λακεδαιμόνιους. Γ ι’ αότό πάντα φο­
βόταν καί δλους τούς υποψιαζόταν “ ( V I , 5 3 ). Στό σημείο αύτό ό
Θουκυδίδης βρίσκει άφορμή νά άφηγηθεί τήν άνατροπή τής τυραννί­
δας. „ Έ χοντας υπόψη αότά τά γεγονότα [τήν τυραννίδα.του Π εισί-
στρατου καί των γιων του ] — συνεχίζει ό Θουκυδίδης — καί φέρνον­
τας στή μνήμη του δσα είχ ε άκούσει, ό άθηναϊκός λαός άνησυχοϋσε
καί ύποπτευόταν τούς κατηγορούμενους γιά τή βεβήλωση τών μυστη­
ρίων. Νόμιζε πώς δλα αότά τά έκαναν συνωμότες όλιγαρχικοί καί
δπαδοί τής τυραννίδας “ ( V I , 6 0 ). Ή παρέκβαση λοιπόν αότή έ χ ε ι
άμεση σχέση μέ τήν περιγραφή τής ψυχολογίας του λαού % κ αί μέ τήν
παραπομπή του Α λκ ιβιά δη στό δικαστήριο. Καί άπό τά λόγια του
’Αριστοφάνη φαίνεται καθαρά πόσο πλατιά διαδομένος ήταν ό φόβος
τής τυραννίδας στήν Α θήνα. Στή Λνσιστράτη (σ τίχ . 6 1 9 ) δ χορός
τών γερόντων λ έ ε ι: „ Νιώθω τή μυρουδιά τής τυραννίδας του Ιπ π ία “ .
Ό Θουκυδίδης μέ τήν άφήγηση αότή ήθελε νά διορθώσει μερικές άνα-
κρίβειες τών διαδόσεων πού κυκλοφορούσαν άνάμεσα στό λαό σχετικά
μ’ αότό τό ζήτημα. „ θ ά άποδείξω — λέει ( V I , 54, 1 ) — πώς ούτε
οί άλλοι Έ λλη νες, ούτε καί οί ’Αθηναίοι άκόμα δέν έχουν σωστές
πληροφορίες γιά τούς τυράννους τους “ . Πρέπει ώστόσο νά παραδε­
χτούμε πώς ή παρέκβαση αότή δέν ήταν όπωσδήποτε άπαραίτητη. Ό
Μαρκελλίνος ( § 1 8 ) , μέ βάση τά λόγια τού Έ ρμιππου (συγγραφέα
τού 2 00 π. X . περίπου), πώς ό Θουκυδίδης „ κατάγεται άπό τή γενιά
τών τυράννων Πεισιστρατιδών “ , πιστεύει πώς αότή είναι ή α ιτία τής
138 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ

παρέκβασης. „ Γ ι’ αύτδ στήν ιστορία του μιλάει μέ μίσος γιά τδν Αρ­
μόδιο καί τον Άριστογείτονα, λέγοντας πώς δεν είναι τυραννοκτόνοι,
γιατί δεν σκότωσαν τδν τύραννο άλλά τδν άδελφό του "Ιππαρχο “ .
Οί παρεκβάσεις δμως του Θουκυδίδη πιάνουν άσήμαντο μέρος μέσα
στδ Ιργο του. Καί αν άκόμα παραδεχτούμε πώς δέν ήταν άπαραίτη-
τες, δέν μπορούμε νά πούμε πώς διασαλεύουν τήν ένότητα τής Ιστο­
ρίας, πού άφιερώνεται άποκλειστικά στήν άφήγηση του Πελοποννη-
σιακοΰ πολέμου. Μέ αύτή τήν ένότητα του θέματος τδ έργο του Θου­
κυδίδη διαφέρει ριζικά άπδ τά Ιργα των προκατόχων του λογογράφων
και του 'Ηρόδοτου.
Μιά άπδ τίς ί.διομορφίες του Θουκυδίδη είναι καί ό τρόπος τής χρο­
νολόγησης. Ή καθιέρωση των ’Ολυμπιάδων σάν βάση τής χρονολόγη­
σης έγινε άπδ τούς ιστορικούς πολύ άργότερα, όχι πριν άπδ τήν έπο­
χή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου (πρώτο μισδ του 3. αί. π. X .).
Τ ή χρονολόγηση μέ βάση τούς άρχοντες, τούς έφόρους καί τούς άλ­
λους δημόσιους λειτουργούς ό Θουκυδίδης τήν άπορρίπτει γιατί νόμιζε
πώς δέν άνταποκρίνεται στίς άπαιτήσεις τής άκρίβειας. „ Πρέπει νά
έξετάζουμε τά γεγονότα μέ βάση τούς χρόνους — λέει — καί νά μήν
καθορίζουμε δσα έγιναν στδ παρελθόν άπαριθμώντας τούς άρχοντες ή
έκείνους πού κάτεχαν τιμητικά άξιώματα στίς διάφορες πόλεις. *Η χρο­
νολόγηση αύτή δέν είναι άκριβής, γιατί ένα γεγονός μπορεί νά έγινε
στήν άρχή, στδ μέσο ή στδ τέλος τής θητείας ένδς προσώπου “ (V ,
20, 2). Μέ τή λέξη „χρόνους“ , δ Θουκυδίδης έννοει έποχές του χρόνου,
δηλαδή τδ καλοκαίρι καί τδ χειμώνα. Ή διαίρεση αύτή του χρόνου σέ
καλοκαιρινές καί χειμωνιάτικες έκστρατείες άνταποκρινόταν στήν κα­
τάσταση τής τότε πολεμικής τεχνικής. Τήν έποχή του Θουκυδίδη οί
πολεμικές έπιχειρήσεις γίνονταν κυρίως στήν περίοδο του καλοκαι­
ριού. Έ Ιναρξη τής καλοκαιρινής έκστρατείας, πού ύποδιαιρειται σέ
άνοιξιάτικη καί σέ φθινοπωρινή, είναι γιά τδν Θουκυδίδη καί ή έναρ­
ξη τοϋ πολέμου. Τήν άρχή του χειμώνα τήν τοποθετεί στίς άρχές τοΟ
δικού μας Νοέμβρη.
Μερικές φορές ό Θουκυδίδης, μέσα στά πλαίσια αύτών τών διαιρέ­
σεων του χρόνου, μάς δίνει καί μιά πιδ άκριβή χρονολόγηση: „ στά
μέσα τοϋ καλοκαιριού “ , ,,τή ν έποχή πού ώριμάζει τδ στάρι “ , ,,τήν
έποχή τοϋ χειμερινοΰ ήλιοστασίου “ , ,,στήν έπιτολή τοϋ Άρκτούρου“
κ.τ.λ.
Περιγράφοντας τά γεγονότα κάθε χρόνου τοϋ πολέμου, δ Θουκυδί­
δης τίς περισσότερες φορές τελειώνει μέ μιά τέτοια τυπική φράση :
,,Αότά έγιναν τδ χειμώνα. Έ τ σ ι τέλειωσε δ δεύτερος νρόνος τοϋ
πολέμου πού έξιστόρησε δ Θουκυδίδης" (11,70,5).
Μονάχα όταν άφηγειται έξαιρετικά σημαντικά γεγονότα δ θουκυ-
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 139

δίδης τά χρονολογεί με βάση δημόσιους λειτουργούς. Μ9 αύτδ τδν


τρόπο ήταν άπαραίτητο νά χρονολογήσει τήν άρχή του πολέμου
και συγκεκριμένα τδ πρώτο του έπεισόδιο, τήν έπίθεση των Θηβαίων
στις Πλαταιές. Ό Θουκυδίδης γράφει πώς ή έπίθεση αότή Ιγινε
,,δταν ή Χρυσίδα ήταν κιόλας σαρανταοχτώ χρόνια Εέρεια στδ ’'Αρ­
γος, ό ΑΕνήσιος έφορος στή Σπάρτη καί ό Πυθόδωρος θά έμενε άκό-
μα τέσσερις μήνες έπώνυμος άρχοντας στήν 9Αθήνα, δεκάξι μήνες
μετά τη μάχη τής Ποτίδαιας" (II, 2 ,1 ).
Τδ χρονολογικδ σύστημα πού έφάρμοσε ό Θουκυδίδης ήταν ένα με­
γάλο βήμα πρδς τά έμπρδς γιά τήν Εστοριογραφία έκείνης τής έπο-
χής. ‘ Ωστόσο αύτδ τδ σύστημα, πού βασίζεται στήν άκριβή χρονολο­
γική κατάταξη τών γεγονότων, διακόπτει τήν άλληλουχία τής άφή-
γησης, για τί πολλές φορές ένα Εστορικδ έπεισόδιο, άν είχ ε κρατήσει
πάνω άπδ μιά έποχή του χρόνου, περιγράφεται σέ διάφορα μέρη τοϋ
έργου. Ό Διονύσιος ό ‘Αλικαρνασσέας μέμφεται τδν Θουκυδίδη γ ι*
αυτό, παραθέτοντας γιά παράδειγμα τήν άφήγηση γιά τούς Μυτιλη-
ναίους (βιβλίο I I I ) πού διακόπτεται άρκετές φορές άπδ άλλες άφη-
γήσεις.

Β) ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ

Ό ίδιος ό Θουκυδίδης πουθενά δέν διατυπώνει τδ πολιτικό του πι­


στεύω. Πρέπει λοιπδν νά τδ βγάλουμε άπδ τδν τρόπο πού κρίνει τά
διάφορα γεγονότα. ΟΕ έπιστήμονες διαφωνούν πάνω στδ ζήτημα τών
πολιτικών του πεποιθήσεων. "Αλλοι πιστεύουν πώς ήταν όλιγαρχικός,
άλλοι τδν ΘεωροΟν όπαδδ τής δημοκρατίας. "Αλλοι πάλι ισχυρίζον­
ται πώς δέν πρέπει νά τοΟ άποδίδουμε καμιά προτίμηση γιά όποιαδή-
ποτε συγκεκριμένη μορφή διακυβέρνησης, γιατί νόμιζε πώς δλα τά
κρατικά συστήματα έχουν δικαίωμα ύπαρξης καί είναι καλά, άν Εκα-
νοποιουν τΙς άνάγκες τής χώρας. Περιγράφοντας π.χ. τή λυσσαλέα
πάλη του δημοκρατικοΟ καί τοϋ όλιγαρχικοϋ κόμματος στήν Κέρκυ­
ρα, χαρακτηρίζει τδ ίδιο άρνητικά και τδ ένα καί τδ άλλο ( I I I , 8 2 ) :
,,ΑΕτία δλων αότών τών κακών είναι ή πλεονεξία καί ή άρχο-
μανία, πού σπέρνουν τδ μίσος άνάμεσα στούς άνθρώπους. Ε κ ε ίν ο ι
πού έπαιρναν τήν έξουσία λέγανε δλοι πολύ ώραία λόγια, άλλοι πώς
ύποστηρίζουν τήν πολιτική ίσονομία γιά τούς πολλούς καί άλλοι πώς
προτιμοΟν τή μετριοπαθή διακυβέρνηση τής άριστοκρατίας... ‘ Ωστόσο
καί ή μιά καί ή άλλη παράταξη τίποτα δέν σέβονταν... Ε κ ε ίν ο ι πού δέν
άνήκαν σέ κανένα κόμμα έξοντώνονταν καί άπδ τις δυδ πλευρές ή γ ια ­
τί δέν έπαιρναν μέρος στδν άγώνα ή για τί, μένοντας άπείραχτοι, κ ι-
νοΟσαν τδ φθόνο".
140 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η ^

Ό Θουκυδίδης, σάν συγγενής τού Κίμωνα, άνήκε φυσικά στήν άρι-


στοκρατία. θ ά Ιπρεπε λοιπδν νά είναι άντίπαλος τής δημοκρατίας.
Πραγματικά δ Θουκυδίδης πολλές φορές διατυπώνει γνώμες κάθε
άλλο παρά κολακευτικές γιά τδ δήμο. Συχνά τονίζει τήν άστάθεια τοΰ
δχλου(II, 6 5 ,4 · IV , 2 8 ,3 · V I, 63, 2* V I I I , 1 ,4 ). 01 δημαγωγοί, δπως
δ Κλέωνας καί δ Τπέρβολος, του είναι μισητοί (V III, 73, 3). Ωστόσο,
μ’ δλο πού χαρακτηρίζει άρνητικά μερικές πλευρές τής άθηναίκής
δημοκρατίας, έξυμνεΐ τδν άρχηγό της Περικλή (II, 65) καί τήν πο­
λιτική του. ,,Στήν έποχή του ή πόλη εφτασε στδ κορύφωμα τής δύ­
ναμής της“ — λέει (II, 65, 5). Δέν μπορούμε δμως νά θεωρούμε τδν
Θουκυδίδη σάν δπαδδ τοϋ δημοκρατικού καθεστώτος. Στήν πραγματι­
κότητα εκείνο πού τονίζει χαρακτηρίζοντας τδν Περικλή είναι πώς
διοικοϋσε μέ μετριοπάθεια, συγκρατοΰσε τδ δήμο, δεν τδν κολάκευε
καί δέν ύποτασσόταν σ’ αύτόν. Τονίζει πώς στήν έποχή αύτοϋ του πο­
λίτικου μονάχα στδ δνομα ύπήρχε δημοκρατία (έγίγνετό τε λόγω μεν
δημοκρατία, εργω δε υπό τοϋ πρώτου άνδρός άρχή). Τοδς μεταγενέ­
στερους δημοκρατικοδς ήγέτες δ Θουκυδίδης τοδς μέμφεται για τί,
έπειδή ήταν ίσοι στήν ικανότητα καί δ καθένας ήθελε νά έξασφαλίσει
τά πρωτεία, κολάκευαν μέ κάθε τρόπο τδ δήμο καί γίνονταν υποχεί­
ριοί του (I I , 6 5 ,1 0 ).
Ά π δ τδν τρόπο λοιπδν ποδ χαρακτηρίζει τή δουλοκτητική δημο­
κρατία τής έποχής τοϋ Περικλή, δέν μπορούμε νά βγάλουμε τδ συμ­
πέρασμα πώς δ Θουκυδίδης ήταν δπαδδς τών δημοκρατικών άρχών.
‘Ωστόσο στήν eΙστορία του όπάρχουν καί δρισμένες ένδείξεις ποδ
φανερώνουν κάπως τις προσωπικές του άπόψεις γιά τή μιά ή τήν άλλη
μορφή διακυβέρνησης.
Περιγράφοντας τήν έγκαθίδρυση στήν ’Αθήνα τής διοίκησης τών
„ Πεντακισχιλίων“ (V I II , 97, 3), δ Θουκυδίδης δμολογεί ξεκάθαρα,
σέ πρώτο πρόσωπο, τή συμπάθειά του γιά τδ μικτδ σύστημα δργάνω-
σης τοϋ κράτους, ενα σύστημα δηλαδή δπου ή έξουσία άσκείται άπδ
τά μετριοπαθή στοιχεία τής δημοκρατίας καί τής όλιγαρχίας. Τδ σύ­
στημα αύτό, μέ διάφορες μορφές, τράβηξε άργότερα καί τις συμπά­
θειες τοΰ Πλάτωνα. ,,Φαίνεται πώς τότε — λέει δ Θουκυδίδης — γιά
πρώτη φορά οί ’Αθηναίοι, δσο θυμάμαι έγώ τουλάχιστο, είχαν ρυ­
θμίσει μέτδν καλύτερο τρόπο τή διακυβέρνησή τους [έννοεΐ τή διοίκη­
ση τών „Π ε;τα κισχιλίω ν“ ]. Γιατί δ συγκερασμός στή διοίκηση τών
λίγων καί τών πολλών [τών όλιγαρχικών καί τών δημοκρατικών] ήταν
συνετδ μέτρο καί γλύτωσε τήν πόλη άπδ τήν άθλια κατάσταση δπου
βρισκόταν “ .
Ό Θουκυδίδης, κυρίως στις δημηγορίες διαφόρων προσώπων πού
παραθέτει, διατυπώνει πάρα πολλές κρίσεις γιά γενικά πολιτικά ζητή-
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 141

ματα — γιά τήν έπίδραση τών πολέμων στδ χαρακτήρα ένδς λαού,
γιά τά προσόντα του καλού άνθρώπου καί πολίτη, γιά τά' πλεονεκτή­
ματα καί τά μειονεκτήματα τής ύπαρξης σταθερών νόμων σ’ ένα κρά­
τος κ.τ.λ. Τ ή μεγαλύτερη δμως προσοχή του, άπό τήν ίδια τή φύ­
ση του θέματος πού διάλεξε, τήν άφιερώνει στά προβλήματα τής πο­
λιτικής τής Α θήνας. Ε ξετά ζει τΙς ιδιομορφίες του άθηναϊκοΟ κρά­
τους (αρχή), τις δυνατότητες έξάπλωσής του, ποιά δικαιοσύνη πρέπει
νά έφαρμόζει καί πώς νά περιφρουρεί τήν άκεραιότητα καί τήν έσω-
τερική είρήνη του.
Έ χοντας ύπόψη τήν κλίση του Θουκυδίδη νά διατυπώνει πολιτικές
άπόψεις, μπορούμε δικαιωματικά νά τδν όνομάσουμε πολιτικό στοχα­
στή. Γεννιέται δμως τδ έρώτημα : πώς ξύπνησε μέσα του τδ ένδια-
φέρον γιά τά πολιτικά προβλήματα ;
Φυσικά είναι άδύνατο νά δώσουμε μιά άπόλυτα συγκεκριμένη
άπάντηση σ’ αότδ τδ έρώτημα. Μονάχα μερικές ύποθέσεις μπορούμε
νά διατυπώσουμε.
Μπορεί νά έπηρεάστηκε άπδ διάφορους δημόσιους λειτουργούς τής
έποχής του, άπδ τδν ΙΙερικλή π. χ., πολύ περισσότερο δμως, δπως
φαίνεται, έπηρεάστηκε άπδ τήν άτμόσφαιρα τής έντονης πολιτικής
ζωής τής σύγχρονής του ’Αθήνας. Αότή ή έντονη ζωή καθρεφτίστη­
κε στδ έργο του Θουκυδίδη, στδν περίφημο χαρακτηρισμό τών ’Α θη­
ναίων πού βρίσκουμε στή δημηγορία τών Κορινθίων(Ι, 70), δπου άνά-
μεσα στά άλλα διαβάζουμε: ,,Οί ’Αθηναίοι δίνουν τή ζωή τους γιά
τήν πόλη τους, σάμπως [αύτή ή ζωή] νά μήν τούς άνήκει κα­
θόλου, διατηρούν δμως σάν άναφαίρετη ιδιοκτησία τΙς πνευματικές
τους δυνάμεις γιά νά ύπηρετοδν μ’ αύτές τήν πόλη". Στδν ’Επιτάφιο
πρδς τιμήν τών ’Αθηναίων πού έπεσαν στδν πόλεμο, δ Π ερικλής λ έει
( 1 1 ,4 0 ,2 ) : ,,Σ έ μάς ό ίδιος άνθρωπος μπορεί νά φροντίζει καί γ ιά
τΙς οικογενειακές του ύποθέσεις καί γιά τά πολιτικά ζητήματα. Οί
άπλοι πολίτες, πού άσχολουνται μέ διάφορα έπαγγέλματα, είναι τδ
ίδιο καλά κατατοπισμένοι καί στήν πολιτική. ’Ε μ είς είμαστε οϊ μόνοι
πού δποιον άνθρωπο δέν ένδιαφέρεται γιά τά κοινά, δέν τδν θεωρούμε
άδιάφορο άλλά άχρηστο". Σέ ένα άλλο σημείο του 'Επιτάφιου δια­
τυπώνεται ή παρακάτω σκέψη (I I, 4 3 , ΐ ) : ,,Πρέπει κάθε μέρα νά
φροντίζετε ένεργά γιά τδ μεγαλείο τής πόλης μας, νά γίνετε έραστές
της “ .
Έ πολιτική σκέψη του Θουκυδίδη μπορεί άκόμα νά έπηρεάστηκε
καί άπδ τήν πολίτικο - φιλοσοφική φιλολογία τής έποχής του, πού
τά δημιουργήματά της έφθασαν ώς έμάς μονάχα άποσπασματικά. Ό
σοφιστής Άντιφώντας είχ ε γράψει κάποια πολιτική πραγματεία. Κ α­
θαρά πολιτικό χαρακτήρα έχ ει καί τδ έργο Ά & ψαίω ν Πολιτεία πού
142 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η *

άποδίδεται στδν Ξενοφώντα. *0 Πρωταγόρας, δπως μάς πληροφορεί


δ Διογένης Λαέρτης (I X , 55), είχ ε γράψει ένα έργο Περί πολιτείας.
’Ακόμα καί γιά τον Πυθαγόρα έλεγαν πώς είχε πραγματευθεϊ τέτοια
θέματα σ’ ένα έργο Πολιτικόν (Διογένης Ααέρτιος, V I I I , 6).^ Στδ
είδος αύτδ άνήκει καί ή συζήτηση των Περσών μεγιστάνων για τήν
όργάνωση τοϋ κράτους ('Ηρόδοτος, I I I , 80 - 82).
Δεν πρέπει νά παραβλέψουμε καί τήν έπίδραση πού ασφαλώς θα
άσκησε τδ δράμα πάνω στον Θουκυδίδη. "Οταν μιλάνε γιά τή σχέση
πού ύπάρχει άνάμεσα σ’ αύτδ τδ είδος τής ποιητικής δημιουργίας καί
στδ έργο τοϋ Θουκυδίδη, τίς περισσότερες φορές έξετάζουν μονάχα τή
γλώσσα καί τήν έξωτερική μορφή του. 'Ωστόσο ή έπίδραση του δρά­
ματος στδν Θουκυδίδη ήταν άσφαλώς πολύ βαθύτερη.
’Εκείνη τήν έποχή τδ έλληνικδ δράμα καθρέφτιζε τούς πολιτικούς
άγώνες πού γίνονταν στήν ’Αθήνα καί θίγοντας τά φλέγοντα προβλή­
ματα τής πολιτικής, έθετε συχνά τδ ζήτημα ποιά μορφή διακυβέρνη­
σης είναι προτιμότερη. 01 Ευμενίδες τοϋ Αίσχυλου, μέ τήν καμου-
φλαρισμένη πολεμική τους κατά των μεταρρυθμίσεων τοϋ ’Ε φ ιά λτη ι ,
δεν ήταν τδ μοναδικδ έργο αύτοΰ τοϋ εΓδους. Στήν *Αντιγόνη τοϋ Σο­
φοκλή έμπαινε καθαρά τδ πρόβλημα ποιά πρέπει νά είναι τά όρια τής
έξουσίας ένδς κράτους ·. Ό Εύριπίδης άπαντάει σέ μιά σειρά πολιτικά
έρωτήματα πού άπασχολοϋσαν τούς συγχρόνους του. Στις Φοίνισσες,
στούς Ήρακλεΐδες, στδν Ό ρεσ τη, στίς ‘Ικέτιδες* καί σέ πολλά άλλα
έργα του υπάρχουν άφθονοι διάλογοι, μονόλογοι ή καί μεμονωμένες
φράσεις πού θυμίζουν έντονα τΙς συζητήσεις πού βρίσκουμε άργότερα
στά έργα των φιλόσοφων. Δέν είναι καθόλου άπίθανο ό Θουκυδίδης νά
άφομοίωσε άπδ τούς δραματουργούς καί διάφορα στοιχεία τής σοφι­
στικής διδασκαλίας, γιατί τδ κοινδ στδ θέατρο βασικά μάθαινε τότε
όλες τΙς καινούργιες θεωρίες. Ό ’Αριστοφάνης έλεγε : ,,Γιά τούς ένή-
λικες δάσκαλοι είναι οϊ ποιητές" (Βάτραχοι, στίχ. 1055).

Γ) ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ

Έ 'Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη διαφέρει αίσθητά στή μορφή άπδ τά


διάφορα Ιστορήματα των προκατόχων του. ’Εκείνο δμως πού τήν κά­
νει νά ξεχωρίζει άπ' δλα τά έργα των προηγούμενων Ιστορικών είναι
βασικά τδ περιεχόμενό της. Ό Θουκυδίδης περιγράφει τά διάφορα
γεγονότα προσπαθώντας νά βρει τΙς αίτίες πού τά προκαλοΰν. Στήν

1. Βλ. τόμ. 16', σβλ. 108.


2. Βλ. τόμ. 16', σβλ. 159.
3. Βλ. τόμ. 16', σβλ. 219, 242, 241, 237.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 148

*Ιστορία τού 'Ηρόδοτου, έκτός άπό τόν άνθρώπινο παράγοντα, παρεμ­


βαίνουν άδιάκοπα καί όπερφυσικές δυνάμεις — ή τυφλή μοίρα, ή θέ­
ληση τής θεότητας, άκόμα καί ό φθόνος των θεών γιά τούς άνθρώ-
πους. Βέβαια ό 'Ηρόδοτος πιστεύει πώς κάποιος νόμος ρυθμίζει τα
ιστορικά γεγονότα, ό νόμος αύτός δμως είναι άποκλειστικά θρησκευ­
τικού χαρακτήρα, έρχεται άπέξω καί άπό ψηλά, δεν άπορρέει άπό τά
‘ίδια τά γεγονότα. Είναι ό παμπάλαιος νόμος τής θρησκευτικής πολι­
τικής ήθικής, ό ,,νόμος τής Νέμεσης**. Σύμφωνα μ’ αύτό το νόμο κά­
θε ένοχή επισύρει τήν τιμωρία. Τόσο πολύ θαυμάζει ό Ηρόδοτος αύ-
τύ τό θρησκευτικό νόμο ώστε διανθίζει τήν ιστορική του άφήγηση μέ
άφθονους χρησμούς μαντείων καί θαύματα. Α ντίθετα, ό Θουκυδίδης
άντικρύζει τά Ιστορικά γεγονότα καί καθορίζει τις σχέσεις τους άνε-
ξάρτητα άπό τή θρησκεία. Σέ δλο του τό έργο είναι άδύνατο νά βρού­
με έστω καί ένα άπόσπασμα δπου οί άντιξοότητες τής μοίρας των
* άτόμων ή των κρατών νά παρουσιάζονται έξαρτημένες άπό κάποια
θρησκευτική δοξασία. Καμιά στρατιωτική άποτυχία, καμιά συμφορά
δεν έξηγείται σάν άποτέλεσμα παρέμβασης κάποιας ύπερφυσικής δύ­
ναμης. Σύμφωνα μέ τή γνώμη του Θουκυδίδη, δλα στόν κόσμο συν-
τελουνται μέ βάση τούς άπαρασάλευτους φυσικούς νόμους, χωρίς τή
μεσολάβηση τής θεότητας. Παρ’ δλα αύτά δμως ό Θουκυδίδης πουθε­
νά δέν έπικρίνει τις θρησκευτικές δοξασίες.
Είναι άλήθεια πώς. σέ. βρισμένες δημηγορίες οί ρήτορες διατυπώ­
νουν διάφορες γνώμες γιά τή δυνατότητα κάποιας παρέμβασης τού
θεοϋ, αύτό δμως δέν σημαίνει πώς β Θουκυδίδης συμμεριζόταν αύτές
τίς άπόψεις. Ό Νικίας π.χ. διαβεβαιώνει μέ πολλή σοβαρότητα τούς
στρατιώτες του πώς πρέπει νά έλπίζουν άποκλειστικά στή βοήθεια
τών θεών, προσθέτει μάλιστα πώς είναι τέτοια τά χάλια τοϋ στρατού
του ώστε μονάχα τή συμπόνια τών θεών μπορεί νά προκαλέσει καί
δχι τό φθόνο τους (V I I, 77,4). Ά πό αύτό δμως δέν έπιτρέπεται νά
βγάλουμε τό συμπέρασμα (δπως κάνουν μερικοί σχολιαστές) πώς β
Θουκυδίδης πίστευε, σάν τόν 'Ηρόδοτο, στή Νέμεση ή παραδεχόταν
πώς ή εύτυχία τών άνθρώπων έ μ π έ ε ι φθόνο στούς θεούς.
Οί κάτοικοι τής Μήλου, στόν περίφημο διάλογό τους μέ τούς Α θ η ­
ναίους ( V , 8 5 - 1 1 3 ) , έκφράζουν τήν έλπίδα πώς θά τούς βοηθήσουν
οί θεοί. „ Μέ τή βοήθεια τών θεών — λένε — ή τύχη μας δέν θά είναι
χειρότερη άπό τή δική σας, για τί είμαστε άνθρωποι θεοφοβούμενοι
καί άγωνιζόμαστε μέ σάς, πού είστε άδικοι “ ( 1 0 4 ) . Οί Α θη ν α ίο ι
δμως δέν τό παραδέχονται αύτό γιατί „ β άνθρωπος έξουσιάζει δταν
είναι άνώτερος, σύμφωνα μέ τίς έπιταγές τής φύσης “ , δηλαδή όπο-
στηρίζουν τό δίκαιο τού ίσχυροτέρου. Ποιά είναι ή γνώμη του Θουκυ­
δίδη ; Ποιά άπό αύτές τίς δυό άρχές κυβερνάει τόν κόσμο; Δέν μάς
144 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ

τό λέει άμεσα, είναι φανερό δμως πώς πιστεύει στήν κυριαρχία τής
δεύτερης άρχής και έχουν άδικο βρισμένοι σχολιαστές ( β Σταλ π .χ .)
πού στηρίζουν σ’ αύτβ το άπόσπασμα τήν άποψή τους πώς ταχα β
Θουκυδίδης παραδεχόταν τήν παρέμβαση των θεών στά άνθρώπινα.
ΟΙ άρχαΐοι συγγράφεις πού, μέ βάση κάτι τέτοια άποσπάσματα,
θεωρούσαν τόν Θουκυδίδη „ άθεο “ , ,, διαποτισμένο άπβ τ'ις θεωρίες
τοϋ ’Αναξαγόρα “ (Μαρκελλίνος, § 22 ), σκέφτονταν πολύ σωστότερα.
Ό Θουκυδίδης δεν πιστεύει στήν ύπαρξη τής θείας πρόνοιας πού
δδηγει τόν άνθρωπο σέ κάποιο συγκεκριμένο σκοπό. Και πάλι δμως
οΕ σχολιαστές, μέ βάση μερικές έκφράσεις του, φαντάζονται πώς β
Ιστορικός πίστευε στή θεία βούληση σαν τόν τελικό ρυθμιστή δλων
των άνθρώπινων. Λένε πώς β Θουκυδίδης ήθελε τόν άνθρωπο ύπεύ-
θυνο γιά τΙς πράξεις του άπέναντι στούς θεούς, πώς από αύτούς
έξαρτάται δλη του ή δράση. Έ άντιπαράθεση π.χ. τής Εδέας τής
τύχης και του άνθρώπινου λογικού ( „ άποκρούσανε τούς βάρβαρους #
χάρη στή σύνεσή τους καί δχι χάρη στήν τύ χ η “ — I, 140, 1 ’ 144,
4 ), ή ύπογράμμιση τών δεινών πού στέλνουν οΕ θεοί, β ισχυρισμός
πώς σάν βασική Ινδειξη τής κατάπτωσης τών κοινωνικών ηθών πρέπει
νά θεωρούμε τήν έξασθένιση τοϋ φόβου τών άνθρώπων γιά τούς θεούς
καί τή χαλάρωση τής έμμονής στούς δρκους — δλα αύτά από βρι­
σμένους φιλόλογους θεωρούνται τεκμήρια τής θρησκευτικότητας τού
Θουκυδίδη. Πρέπει δμως νά τονίσουμε πώς δλες οΕ παραπάνω άπό-
ψεις, στο μεγαλύτερο μέρος τους, διατυπώνονται άόριστα καί δέν μάς
δίνουν τό δικαίωμα νά βγάλουμε τέτοια συμπεράσματα. *Αν μελετή­
σουμε προσεχτικά τό κείμενο τοϋ Θουκυδίδη, θά δούμε πώς μέ τή
λέξη τύχη έννοεί έναν συνδυασμό καθαρά φυσικών αιτίων πού β άν-
θρώπινος νοΰς, άτελής καθώς είναι, δέν μπορεί νά τά προβλέψει. Ό
Θουκυδίδης δέν λέει ούτε λέξη γιά άμεση έκδήλωση τής „ θείας πρό­
νοιας “ . Έ μοίρα λοιπόν είναι γ ι’ αύτόν κάτι βλότελα συμπτωματικό,
τυχαίο.
Πιστεύοντας πώς δλα στόν κόσμο συντελοΰνται σύμφωνα μέ τούς
άπαρ ασάλευτους φυσικούς νόμους, β Θουκυδίδης είναι βέβαιος πώς
καί ή φύση τών άνθρώπων θά μείνει αιώνια ή ίδια ( I I I , 82, 2 ) καί
πώς ,,τό παρελθόν, έξαιτίας τοϋ χαρακτήρα τής άνθρώπινης φύσης,
μπορεί νά έπαναληφθεί κάποτε στό μέλλον μέ τήν ίδια ή μέ παρό­
μοια μορφή “ ( I , 22, 4 ) . Γ ι’ αύτό τό λόγο λοιπόν ύποθέτει πώς τό
έργο του θά είναι χρήσιμο στούς άνθρώπους τοϋ μέλλοντος. Μπορεί,
λέει, ή ιστορία μου „ επειδή δέν έχ ει καμιά σχέση μέ τούς μύθους’
νά φανεί λιγότερο εύχάριστη στήν άκοή. Γιά μένα δμως θά είναι άρ-
κετό νά τή θεωρούν χρήσιμη έκείνοι πού θά θελήσουν νά μάθουν κάτι
άληθινό γιά τό παρελθόν πού, έξαιτίας τοϋ χαρακτήρα τής άνθρώπι-
ΕΙΚ. VIII ΘουκιδΙδης·.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 146

νης φύσης, μπορεί νά έπαναληφθεί κάποτε στό μέλλον μέ τήν ίδια ή


μέ παρόμοια μορφή. Γιατί γράφηκε γιά νά είναι παντοτινό κτήμα και
όχι άντικείμενο άγώνα πού τό άκούει κανείς σέ μιά μονάχα στιγμή “
( I, 22, 4). Αύτή ή πρακτική άποψη, νά θεωρείται ή Ιστορία „ δά­
σκαλος τής ζωής “ , χαρακτηρίζει καί τούς μεταγενέστερους άρχαίους
συγγράφεις.
Ό Θουκυδίδης θεωρεί σάν πρωταρχικό σκοπό του τήν έξιστόρηση
των γεγονότων, γ ι’ αύτό καί δίνει πολύ λιγότερη προσοχή στό ρόλο των
διαφόρων προσωπικοτήτων. Μερικοί φιλόλογοι πιστεύουν πώς ό Θου­
κυδίδης θεωρούσε τό ρόλο τής προσωπικότητας στήν ιστορία μη­
δαμινό. Έ άποψη αύτή μάλλον δέν είναι σωστή. Είναι άλήθεια
πώς στήν *Ιστορία σπάνια χαρακτηρίζεται άμεσα ένα πρόσωπο, έκεί-
νοι όμως πού χάρη στήν άτομική τους ύπεροχή καί στή δύναμη τοΟ
ταλέντου τους άσκησαν άποφασιστική έπίδραση στήν πορεία τών γ ε­
γονότων, περιγράφονται άρκετά συγκεκριμένα. Αύτό γίνεται π. χ . μέ
τόν Π ερικλή ( I I , 65, 5 κ .έ.), μέ τόν Κλέωνα ( I I I , 36, 6* IV , 21,
3· V , 16, 1 ) , μέ τόν Βρασίδα ( I I , 25, 2* IV , 81, 1 κ.έ., 108, 2·
V , 16, 1), μέ τόν Έρμοκράτη ( V I , 72, 2 ) καί μέ τόν ’Αλκιβιάδη
( V , 43, 2* V I , 15, 2 ). Μερικές φορές ό Θουκυδίδης περιορίζεται μο­
νάχα σέ μιά σύντομη παρατήρηση γιά ένα πρόσωπο, γιά τόν Νικία
π. χ., πού „ λιγότερο άπό όλους τούς σημερινούς "Ελληνες ήταν άξιος
ένός τόσο άθλιου θανάτου, γιατί ήταν πάντα άφοσιωμένος στό νόμο
καί στήν άρετή “ ( V I I , 86, 5 ).
Ό άναγνώστης του έργου του Θουκυδίδη τις περισσότερες φορές είναι
άναγκασμένος νά σχηματίζει μόνος του κάποια ιδέα γιά ένα ιστορικό
πρόσωπο μέ βάση τήν περιγραφή τών πράξεών του ή τις γνώμες πού
διατυπώνουν οΕ άλλοι γ ι’ αύτό. Πολλές φορές ό Θουκυδίδης μάς με­
ταδίνει τις παρατηρήσεις του γιά διάφορα άτομα βάζοντάς τα νά έκ-
φωνοϋν δημηγορίες όπου άναπτύσσουν τίς σκέψεις τους.
Ό Θουκυδίδης πιστεύει πώς τό μεγαλύτερο χάρισμα ένός Ιστορικού
προσώπου είναι ή λογική, ή δυνατότητα νά σχηματίζει καθαρές καί
σωστές κρίσεις γιά τήν κατάσταση τών πραγμάτων καί έτσι νά προ­
βλέπει τό μέλλον. “Έναν πολιτικό όμως δέν τόν κρίνει ποτέ άπό τή
σκοπιά τής τελικής έπιτυχίας τών πράξεών του. Τόν Π ερικλή π. χ .
τόν έκθειάζει, χωρίς νά λαβαίνει ύπόψη πώς ό πόλεμος, πού άρχισε
τόν καιρό πού ήταν ήγέτης τής Α θήνας, όδήγησε τελικά τήν πατρίδα
του στήν καταστροφή. ’Αντίθετα τίποτα δέν έμποδίζει τόν Θουκυδίδη
νά θεωρεί έπιπόλαιο καί άλλοπρόσαλλο τόν Κλέωνα, μ ’ δλο πού κα­
τέλαβε τή Σφακτηρία, τηρώντας έτσι τήν ύπόσχεση πού ε ίχ ε δώσει
στούς ’Αθηναίους.
Ό δήμος δέν έχ ει γιά τόν Θουκυδίδη καμιά αύτούσια όπόσταση.
10 *Ιστορία τής *Ελληνικής Λογοτεχνίας
146 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ί Δ Η *

Ή ψυχολογία του σβήνει πίσω άπέ τις πράξεις έκείνου πού καθοδη­
γεί κάθε φορά τήν πολιτική του κράτους. Σαν αύθύπαρκτη φυσιογνω­
μία, σάν σημαντικές Ιστορικές παράγοντας, έ δήμος προβάλλει μέσα
άπέ τέ έργο του Θουκυδίδη μονάχα δταν έρχεται σέ σύγκρουση με
τΙς πράξεις τοϋ καθοδηγητή του. *Η ψυχολογία καί ή συμπεριφορά
του άθηναϊκοΰ δήμου περιγράφονται π. χ. θαυμάσια τή στιγμή πού δ
Περικλής είχ ε χάσει προσωρινά τήν πολιτική του έπιρροή ( I I , 65,
1 - 4 ) ή δταν ό ’Αλκιβιάδης κατηγορήθηκε γιά βεβήλωση των Ερ­
μων καί τών μυστηρίων ( V I , 53, 2* 6 1 ). Ωστόσο αύτές είναι ορι­
σμένες στιγμές όπερέντασης στή ζωή του λαού,· στιγμές μέ μεγάλη
ιστορική σημασία, πού ήταν άδύνατο νά μήν προκαλέσουν τήν προσο­
χ ή του ιστορικού. ’Αντίθετα, κάθε τι πού έπαναλαμβάνεται άδιάκοπα
στή ζωή τοϋ λαού, πού δέν ξυπνάει κανένα ιδιαίτερο ιστορικέ ένδια-
φέρον, ό Θουκυδίδης τέ άντιπαρέρχεται άρκετά άδιάφορα καί ικανο­
ποιείται εύκολα πετώντας κάποια ειρωνική παρατήρηση : „ δπως συνη­
θίζει νά κάνει τέ πλήθος “ ( I I , 65, 4* IV , 28, 3* V I, 63, 2*
V I I I , 1, 4 ) . Ό Θουκυδίδης δίνει έλάχιστη προσοχή στήν έσωτερική
Ιστορία τής άθηναϊκής δημοκρατίας, δέν άναφέρει καθόλου τή γρή­
γορη άντικατάσταση των ’Αθηναίων δημαγωγών κ.τ.λ.

Δ) Ο ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΣΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Στήν άρχαιότητα ένα ιστορικέ έργο τέ έξέταζαν δχι μονάχα άπέ


έπιστημονική άλλά καί άπέ λογοτεχνική άποψη. Γ ι’ αύτέ στήν ιστο­
ρία τής άρχαίας λογοτεχνίας τά Ιστορικά έργα, έκτές άπέ έλάχιστες
έξαιρέσεις, κατέχουν τήν Γδια θέση μέ τά έργα πού άποβλέπουν άπο-
κλειστικά σέ λογοτεχνικούς σκοπούς.
ΟΕ άρχαίοι κριτικοί έκτιμοϋσαν τέν Θουκυδίδη κυρίως σά συγγρα­
φέα. Αύτέ φαίνεται καθαρά στή βιογραφία τοϋ Μαρκελλίνου δπου,
ένώ άναφέρονται Ιλάχιστα χαρακτηριστικά γνωρίσματα τοϋ Εστορικοϋ
Θουκυδίδη, περιγράφονται λεπτομερέστατα οΕ ιδιομορφίες τοϋ συγ­
γραφέα Θουκυδίδη ( § § 35 - 42, 50 - 53, 56 ). Ό Πλίνιος γράφει
πώς „ οΕ ’Αθηναίοι Ιξόρισαν τέ στρατηγέ Θουκυδίδη, τέν άνακάλεσαν
άπέ τήν Ιξορία σάν Εστορικέ καί θαύμαζαν τήν καλλιέπεια έκείνου
πού προηγούμενα είχαν κατακρίνει τήν άνδρεία του “ ( Φυσική ιστο­
ρία, V I I , 111 ). Καί ό Διονύσιος ό ‘Αλικαρνασσέας τέν Θουκυδίδη
τέν κρίνει κυρίως σάν συγγραφέα.
"Ενα άπέ τά κυριότερα προσόντα κάθε λογοτεχνικού έργου είναι ή
ενότητα τοϋ· σχεδίου. Έ 'Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη ικανοποιεί άπόλυτα
αύτέ τέ καλλιτεχνικέ αίτημα. "Οπως είπαμε κιόλας πιέ πάνω, σκο-
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 147

πδς του Θουκυδίδη ήταν νά γράψει μονάχα τήν Εστορία του Πελοπον-.
νησιακου πολέμου καί γ ι’ αύτδ περιορίστηκε στά γεγονότα πού είχαν
άμεση σχέση μ* αδτόν. ’Ακόμα καί οΕ παρεκβάσεις του είναι στήν ού-
σία φαινομενικές, για τί συνδέονται όργανικά μέ τδ θέμα του έργου*
Χωρίς νά παρεκκλίνει καθόλου άπδ τδ σχέδιό του, ό Θουκυδίδης έξα-
κολουθεί νά άφηγείται τά γεγονότα του Πελοπον νησιακου πολέμου
σταματώντας στά 4 1 0 π. X ., Ινώ είχ ε σκοπδ νά περιγράφει καί τά
27 χρόνια τού πολέμου. Τδ έργο του έμεινε άτέλειωτο. Στήν έπιστή-
μη Ιχουν διατυπωθεί άρκετές γνώμες σχετικά μέ τούς λόγους πού
άνάγκασαν τδν Θουκυδίδη νά μήν τελειώσει τήν *Ιστορία του. „ Με­
ρικοί λένε — γράφει ό Μαρκελλίνος — πώς τδ όγδοο βιβλίο είναι
πλαστδ καί δεν άνήκει στδν Θουκυδίδη. "Α λλοι τδ άποδίδουν στήν
κόρη του καί άλλοι στδν Ξενοφώντα. Ε μ ε ίς δμως έχουμε διαφορετι­
κή γνώμη. Eivat όλοφάνερο βέβαια πώς δέν άνήκει στήν κόρη του,
γιατί δέν ταιριάζει σέ μιά γυναίκα νά δημιουργεί τόσο άξια έργα καί
τέτοια τέχνη... Ούτε καί στδν Ξενοφώντα δμως άνήκει, κι αύτδ φαίνε­
ται καθαρά άπδ τδ ύφος του. Γιατί όπάρχει μεγάλη διαφσρά- άνάμεσα
στδ άδύνατο ύφος καί στδ υψηλό ι. Δέν άνήκει σίγουρα καί στδν Θεό­
πομπο 2, δπως ισχυρίζονται μερικοί. "Αλλοι πάλι, πιδ κατατοπισμένοι,
ύποθέτουν πώς τδ βιβλίο αύτδ άνήκει στδν Θουκυδίδη, άλλά δέν έχ ει
όποστεί τήν τελική έπεξεργασία. Γράφηκε μονάχα σέ χοντρές γραμ­
μές καί περιέχει περιληπτικά πάρα πολλά στοιχεία πού θά μπορούσαν
νά άναπτυχθουν πιδ πλατιά καί μέ καλλιέπεια. "Ετσι έξηγείται, δπως
πιστεύω, ή άδυναμία πού παρουσιάζει τδ βιβλίο αύτό. ’Εξηγείται δμως
καί μ’ έναν άλλο λόγο : Ό Εστορικδς ήταν άρρωστος δταν τδ έγραφε
καί κάθε φορά πού τδ σώμα άσθενεί, άδυνατίζουν συνήθως καί οΕ
πνευματικές δυνάμεις, για τί τδ σώμα καί τδ λογικδ βρίσκονται σέ
άμεση άλληλεξάρτηση “ ( § § 43 - 4 4 ).
ΟΕ περισσότεροι μελετητές του έργου του Θουκυδίδη διαπιστώνουν
πραγματικά στδ V I I I βιβλίο μερικές έλλείψεις σέ σχέση μέ τά προη­
γούμενα — στδ ύφος, στδν τρόπο τής άφήγησης κ.τ.λ. 'Ωστόσο ή γνη­
σιότητά του δέν άμφισβητείται σήμερα. Ό ίδιος ό Θουκυδίδης δνομά-
ζει τδν έαυτό του συγγραφέα του ( V I I I , 6, 5* 60, 3 ) . Κ αί ή γλώσ­
σα του άλλωστε, ή ίδια άγαπημένη στδν Θουκυδίδη γλώσσα, μέ τις
χαρακτηριστικές της λέξεις καί φράσεις, μάς πείθει γ ι’ αύτό. Μπορού­
με νά πούμε λοιπδν πώς τδ βιβλίο αύτδ άνήκει στδν Θουκυδίδη, άλλά
έμεινε άτέλειωτο — ή άφήγηση κόβεται στή μέση μιας φράσης. Π οιοι

1· 01 τελευταίες λέξεις τοΟ πρωτότυπου είναι Ασαφείς xal έπιδέχονται διάφορες Ιρ-
μηνεΐες ( πολύ γάρ τό μ έσ ο ν Ισ χν ό ν χ α ρ α κ τή ρ α ς κ α ί ν ψ η λ ο ϋ ) . ν
2. Βλ. πιό κάτω, κεφ. V.
148 Θ 0 Υ Κ Υ Δ Ι δ Η 2 ,

λόγοι έμπόδισαν τδν συγγραφέα νά συνεχίσει zb Ιργο του ; Τίποτα


σίγουρο δεν ξέρουμε — μάλλον δ θάνατος.
Τδ V I I I βιβλίο παρουσιάζει καί μιά σπουδαιότατη ίδ^ιομορφία
δ συγγραφέας δεν παραθέτει άμεσους λόγους άλλων προσώπων (δημη­
γορίες ). Ή ιδιομορφία δμως αύτή έξηγειται άν λάβουμε ύπόψη, δπως
εΓπαμε πιο πάνω, πώς δ Θουκυδίδης δεν πρόφτασε νά δώσει τήν τε­
λική μορφή στδ βιβλίο αύτό. Ωστόσο ύπάρχουν καί άντίθετες γνώμες.
Ό Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας άναφέρει τήν άποψη του Κρατιππου,
πώς τάχα δ Θουκυδίδης παρέλειψε σκόπιμα τις δημηγορίες άπδ τδ
V I I I βιβλίο, για τί είχ ε πεισθεΐ τελικά πώς είναι άχρηστες καί ένο-
χλουν τδν άναγνώστη. Έ έξήγηση αότή είναι άπαράδεκτη. Θά ήταν
παράξενο νά πεισθεί δ συγγραφέας γιά κάτι τέτοιο μονάχα στδ τέλος
του Ιργου του.
Μερικοί νεότεροι φιλόλογοι ΙξηγοΟν αύτή τήν ιδιομορφία άπδ τδ
χαρακτήρα των γεγονότων πού περιγράφονται στδ V I I I βιβλίο. Λένε
δηλαδή πώς οΕ κομματικοί άγώνες, οί πολιτικές μηχανορραφίες καί οί
διπλωματικές διαπραγματεύσεις, πού άποτελοϋν τδ βασικδ θέμα του
βιβλίου αύτοϋ, έλάχιστες άφορμές θά μπορούσαν νά δώσουν στδν συγ­
γραφέα γιά νά παραθέσει δημηγορίες. Ωστόσο ή άποψη αύτή δέν ε ί­
ναι σωστή, γιατί άκριβώς σ’ αύτδ τδ βιβλίο, πιδ συχνά άπδ τά προη­
γούμενα, δ Θουκυδίδης παραθέτει τίς γνώμες διαφόρων προσώπων
δχι δμως σέ εύθύ άλλά σέ πλάγιο λόγο. Υπήρχαν λοιπδν πολλές
άφορμές γιά δημηγορίες. Γιατί δμως στδ βιβλίο αύτδ δέν παρεμβάλ­
λεται κ α μ ιά ; Έ έξήγηση είναι μιά μονάχα — δ συγγραφέας δέν
πρόλαβε νά τδ έπεξεργαστεί τόσο καλά δπως τά προηγούμενα.
Ό Θουκυδίδης άνήκει στήν κατηγορία τών δυσνόητων συγγρα­
φέων. Ό άναγνώστης συναντάει πολλές δυσκολίες στήν κατανόηση
του Ιργου του, κυρίως δταν διαβάζει τίς δημηγορίες, γιατί τά άφη-
γηματικά μέρη είναι σχετικά πιδ εύκολα. Εκείνο πού χαρακτηρίζει
βασικά τήν *Ιστορία του Θουκυδίδη είναι ή συντομία του ύφους/ ή
τάση νά έκφράζονται μέ λίγες λέξεις δσο γίνεται περισσότερες σκέ­
ψεις. Σ ’ αύτδ όφείλεται βασικά ή σκοτεινή καί δυσνόητη γλώσσα του.
Ό Θουκυδίδης, δπως καί οί Άλλοι Έ λληνες πεζογράφοι, χρησιμο­
ποιεί συχνά διάφορα ρητορικά σχήματα. Τδ πιδ συνηθισμένο σχήμα
πού συναντάμε σ’ αύτδν είναι οι άντιθέσεις, δηλαδή ή άντιπαράθεση
άντίθετων λέξεων άπδ δπου άπορρέει ή άντίφαση τών νοημάτων.
Ωστόσο, άν παραβλέψουμε μερικές έλλείψεις τού Θουκυδίδη στδν
τομέα του ύφους καί τής γραμματικής, καί έξετάσουμε μονάχα τά
λογοτεχνικά του σάν προσόντα Ιστορικού άφηγητή, έχουμε κάθε δι­
καίωμα νά χαρακτηρίσουμε τδ Ιργο του θαυμάσιο. Πολλές σελίδες του
είναι άληθινά καλλιτεχνήματα. Όλόκληρη ή περιγραφή τής έκστρα-
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 149

τείας στή Σ ικελία ( βιβλία V I καί V I I ) ξεχειλίζει άπό έντονη δρα-


ματικότητα. Εξα ιρετικά παραστατικά είκονίζεται δ λοιμδς πού θέρισε
τήν Α θήνα ( I I , 47 - 54 ). Ό Λουκρήτιος δεν είχ ε καθόλου άδικο
πού παράθεσε τήν περιγραφή αύτή στδ ποίημα του Be rerum natura
( V I , 1 1 3 8 - 1286 ).
’Αναφέρουμε μερικά άκόμα άπδ τά ώραιότερα άποσπάσματα του
έργου του Θουκυδίδη : 1) Δημηγορία των Κορινθίων ( I , 67 - 71 ).
2) θάνατος του Θεμιστοκλή καί κρίσεις γ ι’ αύτόν ( I , 135 - 138 ). 3)
Επιτάφιος του Π ερικλή ( I I , 35 - 46 ). 4 ) Χαρακτηρισμός του Π ε­
ρικλή ( I I , 6 5 ) . 5) Πολιορκία τών Πλαταιών ( I I , 7 4 - 7 8 ) . 6) ’Ωμό­
τητες των κομματικών άγώνων ( I I I , 81 - 83 ). 7) Κατάληψη τής
Σφακτηρίας ( IV , 29 - 4 1 ) . 8) ’Αναχώρηση του άθηναϊκου στόλου
γιά τή Σ ικελία ( V I, 30 - 32 ). 9) *Ήττα των ’Αθηναίων στό λιμάνι
των Συρακουσών ( V I I , 69 - 7 1 ) . 10) Υποχώρηση τών ’Αθηναίων
στή Σικελία ( V I I , 7 5 - 8 0 ) . 11) Καταστροφή του Νικία καί του
στρατού του ( V I I , 83 - 87 ).
Ή ιστορική άφήγηση του Θουκυδίδη διακόπτεται συχνά άπό λό­
γους τών διαφόρων δρώντων προσώπων, πού μεταδίδονται είτε σε εόθύ
είτε σέ πλάγιο λόγο. Εόθεΐς λόγοι τών δρώντων προσώπων ( δημηγο­
ρίες ) υπάρχουν σέ δλα τά βιβλία τής 'Ιστορίας έκτός άπό τό όγδοο,
πλάγιοι ύπάρχουν σέ δλα έκτός άπό τό πρώτο. Πολυάριθμοι πλάγιοι
λόγοι βρίσκονται στό V I I I βιβλίο. Στά έπτά βιβλία έχουν περιληφθει
40 μεγάλες δημηγορίες, ή κατανομή τους δμως μέσα σ’ αύτά είναι
άνισόμερη. Στούς εύθείς λόγους, παράλληλα μέ τις δημηγορίες, μπο­
ρούμε νά κατατάξουμε καί τις έπιστολές του Παυσανία στόν Ξέρξη
καί τήν άπάντηση του Ξέρξη στόν Παυσανία ( I, 128, 7* 1 29, 3 ) ,
του Θεμιστοκλή στόν Άρταξέρξη ( I , 137, 4 ), του Νικία στούς Α θ η ­
ναίους ( V I I , 11 - 1 5 ) . Τέλος στήν ίδια κατηγορία μπορούμε νά συ-
μπεριλάβουμε καί δυό διαλόγους: τό μεγάλο διάλογο τών ’Αθηναίων
μέ τούς κατοίκους τής Μήλου ( V , 87 - 1 1 1 ) καί τό σύντομο διάλογο
του κήρυκα τών Άμβρακιωτών μέ έναν Άκαρνάνα ( I I I , 1 13, 3 - 4).
ΟΕ δημηγορίες πού παραθέτει ό Θουκυδίδης χωρίζονται στις παρα­
κάτω κατηγορίες: 1) Αόγοι πού έκφωνήθηκαν σέ διάφορες λαϊκές συνε­
λεύσεις, 2) άγορεύσεις στρατηγών, 3) δικανικοί λόγοι — τών Π λα-
ταιέων καί τών Θηβαίων μπροστά στούς Σπαρτιάτες ( I I I , 53 - 59*
61 - 67 ), 4) ό Επιτάφιος πού έκφωνήθηκε άπό τον Π ερικλή στήν
τελετή τής ταφής τών πεσόντων ’Αθηναίων ( I I , 3 5 - 4 6 ). *Ό λες αύ-
τές οί δημηγορίες δέν είναι προσθήκες πού καταστρέφουν τόν εΙρμό
τής άφήγησης, άντίθετα είναι τόσο στενά δεμένες μαζί της ώστε πα­
ρουσιάζονται σάν ένα άδιάσπαστο άρμονικό σύνολο.
Ό Θουκυδίδης, βάζοντας τά δρώντα πρόσωπα νά μιλάνε τά ίδια
160 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η *

μέσα στό έργο του, προσπαθούσε νά έντείνει στό έπακρο τήν έντυπωση
πού προκαλεί ή άφήγησή του στόν αναγνώστη. Γιατί έτσι κατάφερνε
νά μπάζει τόν άναγνώστη του στό Εστορικό κλίμα των γεγονότων, και
του έδινε τή δυνατότητα νά τά ζεί, &ς ένα σημείο. Αδτό ήταν άπαραί-
τητο γιά τόν Θουκυδίδη πού άπόφευγε συνειδητά νά άνακοινώνει τις
προσωπικές του γνώμες στά άφηγηματικά μέρη τής ' Ιστορίας. ’Αφορ­
μές γιά νά παραθέτει τέτοιες δημηγορίες δεν ήταν καθόλου δύσκολο νά
βρεθούν, γεννιόνταν άπό μόνες τους. Ξέρουμε πόσο σπουδαίο ρόλο έπαι­
ζαν στή δημόσια ζωή τών Ελλήνω ν οΕ διάφοροι λόγοι. Το ίδιο γινό­
ταν και στό πεδίο τής μάχης, δπου οΕ ήγέτες έπρεπε πάντα νά έμψυ-
χώνουν τούς πολεμιστές.
ΟΕ δημηγορίες βοηθούσαν τόν Θουκυδίδη νά φωτίζει καλύτερα τήν
πολιτική καί στρατηγική κατάσταση τών διαφόρων πόλεων και νά
χαρακτηρίζει τούς δημόσιους λειτουργούς καί τούς στρατηλάτες. Πρόσ-
θεταν'.έξαιρετική ζωντάνια στήν άφήγησή του, γιατί έπρεπε „ νά κά­
νουν τδν άκροατή [ή τόν άναγνώστη] ένα είδος θεατήc‘ τών γεγο­
νότων ι .
Νά μερικά παραδείγματα : Ή δημηγορία τών Κορινθίων πρέσβεων
στήν πρώτη συνέλευση στή Σπάρτη ( I , 6 8 - 7 1 ) είναι ένας χαρακτη­
ρισμός τών Σπαρτιατών καί τών ’Αθηναίων. Έ άπαντητική δημηγο­
ρία τών ’Αθηναίων πρέσβεων στήν ίδια συνέλευση ( I , 7 2 - 7 8 ) έχ ει
σκοπό νά άποδείξει πώς ή ’Αθήνα κατέχει δικαιωματικά τήν πρωτεύ­
ουσα θέση άναμεσα στά Ιλληνικά κράτη καί νά δικαιολογήσει τήν
πολίτικη τής Αθήνας άπέναντι στούς συμμάχους της. *0 Σπαρτιάτης
βασιλιάς Άρχίδαμος, πού παίρνει τό λόγο ύστερα άπό τούς ’Αθη­
ναίους πρέσβεις, έκφράζει τίς άπόψεις ( I, 80 - 85 ) τών όπαδών του
φιλειρηνικού κόμματος τής Σπάρτης, ένώ ό έφορος Σθενελαΐδας πα­
ρουσιάζεται ( I, 86 ) σάν φορέας τής σπαρτιατικής φιλοπόλεμης πο­
λιτικής.
"Ολες οϊ δημηγορίες του Περικλή έπαληθεύουν άπόλυτα τό χαρα­
κτηρισμό του σάν δημόσιου λειτουργού καί σάν βασικού παράγοντα
τού πολέμου, δπως μάς τόν δίνει 6 Θουκυδίδης σ’ ένα άλλο σημείο
( I I , 65, 5 - 9 ). Στήν πρώτη δημηγορία του ( I, 140 - 144 ) δ Π ερι­
κλής προσπαθεί νά πείσει τούς ’Αθηναίους πώς ό πόλεμος είναι άνα-
πόφευκτος καί νά τούς άποδείξει, με θετικά καί βάσιμα έπιχειρήματα
πώς ή νίκη τους είναι έξασφαλισμένη. Έ δεύτερη δημηγορία τού Π ε­
ρικλή, ό περίφημος ’Επιτάφιος ( I I , 35 - 46 ), είναι ένας ιδεώδης χα­
ρακτηρισμός τής άθηναϊκής δημοκρατίας, δπως τήν δνειρευόταν ό Π ε­
ρικλής καί προσπαθούσε νά τήν πραγματοποιήσει δσον καιρό είχ ε στά

1. Πλούταρχος, De gloria Atheniensiumt κ«φ. 3.


Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 151

χέρια τού τήν έξουσίά. Είναι ένα 'είδος προγραμματικής διακήρυξης


του Π ερικλή. Τέλος, στήν τρίτη δημηγορία του ( I I , 6 0 - 6 4 ), β Π ε­
ρικλής δεν ένδιαφέρεται πιά τόσο πολύ νά δικαιολογήσει τήν πολιτική
του μπροστά στούς ’Αθηναίους. Μοναδικός σκοπός του είναι νά έδραι-
ώσει στήν ψυχή τους τήν πίστη στήν τελική νίκη.
Γεννιέται δμως τό πολύ φυσικό Ιρώτημα : ΟΕ δημηγορίες τών δια­
φόρων προσώπων, δπως δίνονται άπό τόν Θουκυδίδη, άνταποκρίνονται
στούς λόγους πού είχαν έκφωνηθεί στήν πραγματικότητα ; Τήν άπάν-
τηση μάς τή δίνει ό ίδιος β Ιστορικός: ,,'Ό σο γιά τούς λόγους —
γράφει — πού έκφωνήθηκαν άπό διάφορα πρόσωπα ή πριν άρχίσει ό
πόλεμος ή στή διάρκειά του, είναι πολύ δύσκολο νά τούς θυμάμαι μέ
άκρίβεια, τόσο έκείνους πού άκουσα έγώ ό ίδιος, πολύ περισσότερο μά­
λιστα αύτούς πού έκφωνήθηκαν σε άλλα μέρη καί τούς έμαθα άπό τρί­
τα πρόσωπα. Τούς λόγους τούς έγραψα δπως μου φαίνεται πώς θά
τούς έκφωνοϋσε ό κάθε ρήτορας στή δοσμένη περίπτωση, προσπαθών­
τας νά μήν άπομακρύνομαι άπό τό γενικό νόημα έκείνων πού είπε
στήν πραγματικότητα “ ( I, 22, 1 ) .
Ά πό τά λόγια τοϋ Θουκυδίδη είμαστε υποχρεωμένοι νά βγάλουμε
τά παρακάτω συμπεράσματα: 1) 'Ορισμένες δημηγορίες πού παραθέ­
τει τις είχ ε άκοόσει ό ίδιος. Τό περιεχόμενο των άλλων τό είχ ε πλη-
ροφορηθεί άπό τρίτα πρόσωπα. 2) Καμιά δημηγορία του δεν είναι
κατά λέξη έπανάληψη των λόγων τοϋ ρήτορα. 3) *Όλες τις δημηγο­
ρίες τις σύνταξε ό ίδιος δ Θουκυδίδης μέ βάση τήν πολιτική άτμό-
σφαιρα τής συγκεκριμένης περίπτωσης, προσπαθώντας ν’ άποδίδει πάν­
τα δσο μπορούσε τό γενικό νόημα έκείνων πού πραγματικά είχαν εί-
πωθεί. Ό συγγραφέας δεν κάνει καθόλου λόγο γιά βποιαδήποτε γρα­
φτά βοηθήματά του, π. χ . γιά περιλήψεις, άντίθετα δηλώνει πώς με­
ταδίνει τούς λόγους άπό μνήμης. Έ τ σ ι άπαλλάσσει τόν έαυτό του άπό
κάθε εύθύνη γιά τήν άκριβή μετάδοσή τους. Ά δ ικ α λοιπόν μέμφονται
τόν Θουκυδίδη μερικοί κριτικοί λέγοντας πώς στή μετάδοση των λό­
γων δεν τηρεί τούς κανόνες τής Ιστορικής άκρίβειας κανόνες πού
ποτέ δέν ύποσχέθηκε νά τηρήσει.
Εξετάζοντας τις δημηγορίες πού παραθέτει ό Θουκυδίδης διαπι­
στώνουμε πώς βρισμένα νοήματα μέσα σ’ αύτές είναι άδυνατο νά έχουν
διατυπωθεί άπό τόν ίδιο τόν ρήτορα. Ά λλω σ τε καί άπό τά λόγια τοϋ
Θουκυδίδη πρέπει νά συμπεράνουμε πώς στίς δημηγορίες του, μαζί μέ
τίς σκέψεις τών ρητόρων, είχ ε άναμείξει καί δικές του σκέψεις. Ε ίν α ι
άδύνατο δμως νά καθορίσουμε μέ άκρίβεια ποιές σκέψεις άνήκουν κά­
θε φορά στόν ρήτορα καί ποιές προέρχονται άπό τόν Ιστορικό. Μονά­
χα ύποθέσεις μποροΰμε νά διατυπώσουμε σέ βρισμένες περιπτώσεις, μέ
κάποια πιθανότητα έπιτυχίας. Μιά γνώμη τοϋ ρήτορα δμως ποτέ δέν
152 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η · *

είμαστε βέβαιοι πώς έπιδοκιμάζεται και άπδ τδν Θουκυδίδη. Αύτδ


φαίνεται καθαρά δταν δ Θουκυδίδης παρουσιάζει παραλληλα τις ^δημη­
γορίες δυδ άντίθετων παρατάξεων, δπως π. χ. τις δημηγορίες του Κ λε-
ωνα και του Διόδοτου ( I I I , 37 - 40, 42 - 48 ). Ό Κλέωνας υποστη­
ρίζει πώς οί ’Αθηναίοι πρέπει νά τηρήσουν αύστηρή πολιτική άπέ-
ναντι στούς άγανακτισμένους συμμάχους τους, Ινώ δ Διόδοτος διατυ­
πώνει έντελώς άντίθετη γνώμη. Καί στο διάλογο των κατοίκων της
Μήλου με τούς ’Αθηναίους ( V , 85 - 1 1 3 ) δ Θουκυδίδης άντιπαραθέ-
τ ει δυδ διαφορετικές γνώμες, ένώ φυσικά δ ίδιος μονάχα μέ τή μια
θά συμφωνούσε. Τδ μόνο λοιπδν θετικό συμπέρασμα πού μπορούμε νά
βγάλουμε άπδ δλα αύτά είναι πώς δ Θουκυδίδης, στίς δημηγορίες των
διαφόρων προσώπων πού παραθέτει, διατυπώνει πολλές φορές καί δι­
κές του άπόψεις.
Έ έξωτερική μορφή των δημηγοριών άνήκει άναμφισβήτητα στδν
ίδιο τδν Θουκυδίδη. Αύτδ είναι δλοφάνερο, γιατί καί τούς λόγους πού
Ικφωνήθηκαν δπωσδήποτε σέ μιά μή άττική διάλεκτο, στή δωρική
π. χ . — άπδ Σπαρτιάτες, Κορίνθιους, Σικελούς — δ Θουκυδίδης τούς
παραθέτει στήν άττική διάλεκτο καί μάλιστα σέ μιά γλώσσα, άπδ
άποψη ύφους, ενιαία — τή δική του.
Ό Θουκυδίδης πιστεύει πώς δ χαρακτήρας ένδς άνθρώπου πρέπει
νά έκφράζεται στούς λόγους του. Ό ειρηνόφιλος, άναποφάσιστος καί
προληπτικός Νικίας, ζωγραφίζεται θαυμάσια μέ τά ίδια χρώματα καί
στίς δημηγορίες καί στήν έπιστολή του (V I , 9 - 14* 20 - 23* V I I ,
11 - 15 ). Ή φιλοδοξία, ή άσωτεία, δ έγωισμδς καί τά μεγαλεπήβολα
σχέδια τού Α λκιβιά δη προβάλλουν άνάγλυφα μέσα άπδ τις δημηγο­
ρίες του ( V I , 1 6 - 19, 8 9 - 9 2 ). Σέ μιά δημηγορία τού Κλέωνα,
δπου μέμφεται τδ λαδ γιά μικροψυχία καί τδν παρακινεί νά τηρήσει
σχολαστικά τδ καθήκον του τιμωρώντας άμεσα μέ τδ σκληρότερο τρό­
πο τούς ένοχους συμμάχους του, φανερώνεται μ’ όλη του τή ζωντάνια,
δ άπότομος καί άποφασιστικδς χαρακτήρας του ( I I I , 37 - 4 0 ). Μέ
μεγαλύτερη άκόμα ζωντάνια διαφαίνεται μέσα άπδ τή δημηγορία του,
ή φυσιογνωμία τού Συρακούσιου δημαγωγού Άθηναγόρα, πού ξεσκε­
πάζει άνελέητα τις μηχανορραφίες τού δλιγαρχικοΰ κόμματος, στι­
γματίζει τούς έκπρασώπους του καί τούς άπειλεί μέ σκληρή τιμωρία
( V I, 36 - 4 1 ) . Είναι φανερό πώς ή κομματική διαμάχη στίς Συρα­
κούσες είχ ε φτάσει έκείνη τήν Ιποχή στδ κορύφωμά της. Καί οί τρεις
δημηγορίες τού Περικλή, δπως μάς δίνονται άπδ τδν Θουκυδίδη —
πού άσφαλώς πολλές φορές θά τδν είχ ε άκούσει δ ίδιος — καθρεφτί­
ζουν θαυμάσια δχι μονάχα τδν φίλαρχο χαρακτήρα τού ρήτορα, άλλά
καί τήν έξωτερική του πολιτική καθώς καί τήν άγέρωχη συμπεριφορά
του στήν Εκκλησία τού δήμου ( I , 1 4 0 - 1 4 4 * II, 3 5 - 4 6 , 6 0 - 6 4 )
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 153

4. ΠΩΣ ΕΚΡΙΝΑΝ ΤΟΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ


ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΓΕΝ ΙΕΣ

J^ A I οΐ σύγχρονοι του Θουκυδίδη και οί έπόμενες γενιές ένδιαφέρθη-


καν πολύ ζωηρά γιά το έργο του. Καί μόνο τδ γεγονός πώς βρέθηκαν
άνθρωποι πού θέλησαν να τδ συνεχίσουν — δ Ξενοφώντας, δ Θεόπομ­
πος (μαθητής του ’Ισοκράτη) καί ό Κράτιππος — άποδείχνει τή με­
γάλη έπιτυχία του. Ωστόσο διασώθηκε ώς σήμερα μονάχα ή συνέχεια
τής *Ιστορίας του Θουκυδίδη πού έγραψε δ Ξενοφώντας ( Ελληνικά).
’Από τά έργα του Θεόπομπου καί του Κράτιππου μονάχα άποσπάσμα-
τα Ιφθασαν ώς έμάς. Στδ Ιργο του Α ινεία του Τακτικού Τά περί των
στρατηγικών υπομνήματα, πού γράφηκε στά 3 50 περίπου π. X .,
υπάρχουν πολλά στοιχεία παρμένα άπδ τήν *Ιστορία του Θουκυδίδη
( χωρίς νά άναφέρεται τδ δνομά του ). Γενικά δμως ή *Ιστορία του
Θουκυδίδη πολύ σπάνια παίρνεται όπόψη άπδ τούς συγγραφείς πού
άνήκαν στις άμέσως επόμενες γενιές. Ούτε δ Πλάτωνας ούτε ό ’Α ρι­
στοτέλης κάνουν λόγο γ ι’ αότήν. Μονάχα στά Πολιτικά καί στήν 'Α­
θηναίων Πολιτεία ό ’Αριστοτέλης φαίνεται πώς έχ ει όπόψη του ( Ελά­
χιστες φορές, εΐναι ά λήθεια ) τήν *Ιστορία του Θουκυδίδη καί έπικρί-
νει τδν συγγραφέα της, χωρίς νά τδν κατονομάζει δμως. Οί ρήτορες
τής σχολής του ’Ισοκράτη άγνοούσαν τδν Θουκυδίδη σάν στυλίστα,
γιατί τδ γράψιμό του δεν ικανοποιούσε τούς κανόνες τής σχολής τους.
„ Ά πδ τούς ρήτορες — λέει ό Διονύσιος — μονάχα ένας, ό Δημοσθέ­
νης, μιμήθηκε άπδ πολλές άπόψεις τδν Θουκυδίδη “ (Περί θουκυόίδου
καί των ιδιωμάτων αυτόν, 53). Οί άρχαίοι άφηγουνταν πώς ό Δημο­
σθένης είχ ε άντιγράψει όχτώ φορές τδ έργο τού Θουκυδίδη ι.
Τδν 2. αί. π. X ., μέ τήν έπιστροφή στδν άττικισμό, άναζωπυρώθηκε
τδ ένδιαφέρον γιά τδ έργο του Θουκυδίδη καί μάλιστα έναν αίώνα
άργότερα έγινε τόσο έντονο, ώστε δ Διονύσιος νόμισε πώς θά ήταν χρή­
σιμο νά καταστήσει προσεχτικούς τούς συγχρόνους του γ ι’ αύτδ τδ πά­
θος πού τούς είχ ε κυριεύσει.
Τήν ίδια έποχή ό Θουκυδίδης έγινε γνωστός καί στή Ρώ μη. Ό Κά-
των ό Πρεσβύτερος ( 234 - 149 π. X . ) τδν διάβαζε ώς τά βαθιά του
γεράματα *. Ό Κικέρωνας τδν άναφέρει πολλές φορές, δέν βρίσκει
δμως τις δημηγορίες του άξιες γιά μίμηση. „ Τ ις δημηγορίες του —
γράφει — συνήθως τις έπαινώ, άλλά δέν θά μπορούσα νά τδν μιμηθώ ,
έστω καί άν ήθελα, καί ίσως δέν θά ήθελα, άν μπορούσα “ ( Βρούτος,

1. Λουκιανός, Π ρ ο ς τον Ά η α ίδ β υ τ ο ν , κβφ. 4.


2. Πλούταρχος, Β ίο ς Κ ά τω ν α Π ρ β ο β ύ τ β ρ ο ν , κβφ. 2, 6.
154 θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Α 1 1 2 *

83, 287 ). „ Είναι άλήθεια πώς δ Θουκυδίδης — λέει σ’ ένα άλλο ση­
μείο — άφηγείται γεγονότα, πολέμους και μάχες με άξιοπρέπεια και
τέχνη, ώστόσο άπδ αύτόν δεν μπορούμε νά πάρουμε τίποτα κατάλληλο
γιά τή δικανική καί τήν πολιτική εύγλωττία. ’Ακόμα και οΐ περίφη­
μες δημηγορίες του έχουν τόσες πολλές άόριστες καί σκοτεινές έν­
νοιες, ώστε μόλις καί μετά βίας τις καταλαβαίνουμε κι αύτό είναι
πάρα πολί) μεγάλο μειονέκτημα γιά έναν πολιτικό λόγο “ ( Περί ρ ψ
τορος, 9, 3 0 ).
Αίγα χρόνια μετά τό θάνατο του Κικέρωνα έγκαταστάθηκε στή
Ρώμη δ Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας. *Έζησε έκεί άπό τό 30 ώς τό
8 π .Χ . “Όπως είπαμε κιόλας πιο πάνω, δ Διονύσιος άφιέρωσε στόν
Θουκυδίδη τρεις πραγματείες. Οί πραγματείες αύτές είναι γραμμένες
σέ μορφή έπιστολών πού άπευθύνονται σέ τρία Ιντελώς άγνωστά μας
πρόσωπα — στόν Κόιντο Α ίλιο Τουβέρωνα, στον Ά μμα ίο καί στόν
Γναίο Πομπήιο. ’Από αυτό βγαίνει ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα
— πώς στή Ρώμη τής έποχής έκείνης ύπήρχαν άνθρωποι πού δχι μο­
νάχα γνώριζαν τό έργο του Θουκυδίδη, άλλά τό μελετούσαν συστη­
ματικά.
Ό Διονύσιος άναλύει τό έργο του Θουκυδίδη άπό κάθε πλευρά. Ε ­
ξετάζει τό περιεχόμενο, τή διάρθρωση, τό ύφος καί τή γλώσσα του.
’Επειδή πιστεύει πώς δ Ιστορικός πρέπει νά διαλέγει ένα θέμα εύχά-
ριστο στόν άναγνώστη, θεωρεί πολύ άνώτερο, άπό τήν άποψη αύτή,
τόν 'Ηρόδοτο άπό τον Θουκυδίδη, γιατί δ Θουκυδίδης, γράφοντας τήν
Ιστορία του ΠελοποννησιακοΟ πολέμου, πρόβαλε μπροστά στά μάτια
των συμπολιτών του ένα θλιβερό καί ταπεινωτικό θέαμα. ’Αντίθετα, δ
'Ηρόδοτος γοητεύει τούς Έ λληνες περιγράφοντας τό θρίαμβό τους
κατά των βαρβάρων. Ό Διονύσιος επικρίνει τό χρονολογικό σύστημα
του Θουκυδίδη — νά περιγράφει τά γεγονότα τοΟ πολέμου κατατάσ-
σοντάς τα κατά χειμώνες καί καλοκαίρια — γιατί, δπως πιστεύει, κα­
ταστρέφει τήν άλληλουχία τής άφήγησης. Ό Διονύσιος βρίσκει πώς
δ Εστορικός κάνει μεγάλο λάθος έκθέτοντας άπό τήν άρχή ( στό I β ι­
βλίο ) τά είκονικά καί υστέρα τά πραγματικά αίτια του πολέμου. Αύ-
τό θά έπρεπε νά τό κάνει στό τέλος. Έ πειτα, ισχυρίζεται δ Διονύ­
σιος, δ Θουκυδίδης άθετεί τήν ύπόσχεσή του νά περιγράφει δλο τόν
πόλεμο καί σταματάει στόν 22ο χρόνο του1. Μέμφεται άκόμα τόν Θου­
κυδίδη (Π ερί θουκυδίδου καί των Ιδιωμάτων αύτοϋ, κεφ. 18 ) για τί
παρέθεσε στό έργο του ( στό I I β ιβ λ ίο ) τόν περίφημο ’Επιτάφιο του
Π ερικλή, έναν λόγο πού έκφωνήθηκε άπό άφορμή τ& θάνατο άσήμαν-

1 *0 Διονύσιος δπως φαίνεται, δέν πιστεύει πώς δ θάνατος έμπόδισε τόν Θουκυδίδη
τελειώσει τήν Ισ το ρ ία του.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 155

του άριθμού ’Αθηναίων πολεμιστών στις πρώτες συγκρούσεις μέ τούς


Σπαρτιάτες. *0 Διονύσιος θά ήθελε νά χρησιμοποιούσε δ Θουκυδίδης
τόν ώραιότατο αύτό λόγο άργότερα, γιά νά Ιξυμνήσει τούς ’Αθηναίους
πού έπεσαν στήν έκστρατεία τής Πύλου κάτω άπό τήν άρχηγία του
Δημοσθένη. *Όπως φαίνεται, ό Διονύσιος Ιχ ει τή γνώμη πώς ό Ιστο­
ρικός μπορεί νά προσθέτει όπου τού άρέσει κάτι τέτοιους λόγους ί
Παρ’ δλα αύτά ό Θουκυδίδης γιά πολύν καιρό άκόμα θεωρούνταν
σάν πρότυπο γιά τούς ρήτορες. Τό ύφος του πού, δπως λέει ό Διονύ­
σιος, „ είναι θαυμάσιο “ , τό έκτιμούσαν έξαιρετικά ώς τή μεταγενέ­
στερη άρχαιότητα, άκόμα καί στό Βυζάντιο. Τόν Θουκυδίδη τόν θεω­
ρούσαν σάν πρότυπο συγγραφέα.
’Επειδή τό έργο τού Θουκυδίδη ήταν δύσκολο στήν κατανόηση,
άκόμα καί στήν άρχαιότητα πρόβαλε ή άνάγκη νά σχολιαστεί. ΟΕ ’Α ­
λεξανδρινοί λόγιοι, πού διαίρεσαν τήν *Ιστορία του σέ βιβλία, έγρα-
ψαν διάφορες μελέτες γιά τόν συγγραφέα καί σχολίασαν τό έργο του.
Τά σχόλια στόν Θουκυδίδη πού διασώθηκαν είναι, δπως φαίνεται,
άποσπάσματα άπό αύτές τις άρχαίες- έργασίες καί δέν έχουν νά μάς
προσφέρουν τίποτα καινούργιο.
Ή έκτίμηση γιά τόν Θουκυδίδη μεταδόθηκε καί στούς νεότερους
συγγραφείς, καί πρώτα - πρώτα στό γνωστό Γάλλο ούμανιστή Ά ν ρ ί
Έ τιέν (H en ricu s S te p h a n u s, 1531 - 1 5 9 8 ) πού μπόρεσαν νά κατα­
λάβουν τήν άξια του καλύτερα άπό τούς άρχαίους.
Ό Ά γ γ λ ο ς ύλιστής φιλόσοφος Χόμπς ( H o b b es) έκρινε μέ μεγά­
λο ένθουσιασμό τόν Θουκυδίδη σάν Εστορικό. Στά 1629 δημοσίευσε
μιά μετάφραση τής *Ιστορίας.
Τό 19. cd. ή *Ιστορία τού Θουκυδίδη έγινε άντικείμενο προσεκτι­
κής μελέτης καί άπό ιστορικούς καί άπό οικονομολόγους.
Ό Κ. Μάρξ βρίσκει πώς βρισμένες έκφράσεις τού Θουκυδίδη άντι-
στοιχουν, ώς ένα βαθμό, μέ τή δική του θεωρία γιά τήν έμφάνιση τής
έμπορευματικής παραγωγής καί τόν καταμερισμό τής έργασίας.
„ Ό ’Αθηναίος — γράφει ό Μάρξ — σάν παραγωγός έμπορευμάτων
ένιωθε πόσο πλεονεκτική ήταν ή θέση του άπέναντι στούς Σπαρτιάτες,
πού διέθεταν γιά τόν πόλεμο μονάχα άνθρώπους καί δχι χρήματα.
Αύτή τή σκέψη ό Θουκυδίδης βάζει τόν Περικλή νά τή διατυπώσει
στό λόγο πού έκφωνεί καλώντας τούς ’Αθηναίους γιά τόν Πελοποννη-
σιακό πόλεμο : Σώμασί τε ετοιμότεροι οι αυτουργοί των άνΰ'ρώπων
ή χρήμασι πολεμεΐν. (ΟΕ εργαζόμενοι άνθρωποι δίνουν πιό πρόθυμα
τό σώμα τους στόν πόλεμο παρά τά χρήματά τους. ) ( Θουκυδίδης 1
141 ) “ ι . ’

1. Κ. Μάρξ, Κ ε φ ά λ α ιο , τόμ. I, Κρατικές Πολιτικές Έκδόσβις, 1949, σβλ. 373.


156 Θ Ο Υ Κ Υ Λ Ι 4 *1

Ό Κ . Μάρξ, μιλώντας ειδικά γιά τδ ζήτημα τοδ καταμερισμού τής


έργασίας, μας παραπέμπει στο παρακάτω άπόσπασμα του Θουκυ ή
( I, 142 ) : ^ λ
„ Τδ ναυτικό είναι μιά τέχνη σάν δλες τ ις . άλλες και δεν μπορεί
νά καταπιάνεται κανείς μ* αύτδ δταν τό Ιχ ει σάν πάρεργο. Αντίθετα,
αύτό δεν άνέχεται πλάι του κανένα άλλο πάρεργο “
Στόν Θουκυδίδη καταφεύγει και ό Έ νγκελς γιά νά άποδείξει πώς
ή βασιλική έξουσία προήλθε άπδ τό γένος :
„ Ό Θουκυδίδης τήν άρχαία βασιλεία την δνομάζει συγκεκριμένα
πατρική, βασιλεία δηλαδή πού κατάγεται άπδ τά γένη, καί λέει πως
είχ ε βρισμένα καί, κατά συνέπεια περιορισμένα, δικαιώματα
’Από τούς ιστορικούς του 19. καί τοϋ 20. αI. έκτιμούσαν ύπερβολι­
κά τβν Θουκυδίδη β Μακώλεϋ, β Ράνκε καί β Νίμπουρ. Παραθέτουμε
τή γνώμη τοΟ Νίμπουρ σέ μετάφραση του Τ. Ν. Γκρανόφκη : „ Ό
Θουκυδίδης Ιφτασε στβν άνώτατο βαθμό τής τελειότητας πού μπο­
ρούσε νά φτάσει ένας Ιστορικός στόν τομέα τής σταθερότητας, τής
ένάργειας καί τής ζωντάνιας τής άφήγησης. Ά πδ αύτή τήν τελευ­
ταία άποψη μονάχα ό Τάκιτος θά μπορούσε νά συγκριθεί μαζί του,
άν έφταναν &ς έμάς τά χαμένα βιβλία τής Ιστορίας του. Γιατί σέ
κείνα πού διασώθηκαν ό Τάκιτος δεν παρουσιάζεται άκόμα σάν αύτό-
πτης μάρτυρας ή σάν μέτοχος των πράξεων πού περιγράφει, δπως ό
Θουκυδίδης. Ό Τάκιτος δεν Ιχ ει τόση άνεση καί τόση ένάργεια. Ό
Θουκυδίδης γράφει σάν νά βλέπει άκόμα με τά ίδια του τά μάτια τά
διάφορα γεγονότα. Είναι άμίμητος σ’ αύτό τό σημείο. Στά τελευταία
βιβλία τού Αίβιου πολύ πιθανόν νά ύπήρχε μιά τέτοια ένάργεια, δια­
φορετική δμως στό βάθος. Τήν ένάργεια αύτή τή βρίσκουμε καί στούς
λόγους τού Σαλλούστιου, ίσως μάλιστα νά ύπήρχε καί στά βιβλία του
πού χάθηκαν. *Ολες οί μομφές πού διατυπώθηκαν προηγούμενα σέ
βάρος τού Θουκυδίδη δέν έχουν κανένα νόημα. Κάθε λέξη δική του
καί τού Δημοσθένη Ιχ ει μεγάλη βαρύτητα “ 8.
Ό Β . Α. Πούσκιν στό Μήννμα στόν Ντάσχωφ (1 8 1 1 ) λέει :
„ Διάβαζα μέ άπόλαυση τόν Θουκυδίδη “ .
Καί οι δυο Ρώσοι μεταφραστές — ό Φ. Γ. Μιστσένκο καί ό Σ. Α.
Ζεμπελιώφ — στούς προλόγους πού έγραψαν στή μετάφραση τής ‘Ιστο­
ρίας, έκφράζουν τή βαθιά τους έκτίμηση γιά τόν Θουκυδίδη. „ Τό
Ιργο τού Θουκυδίδη — λέει ό Σ. Α. Ζεμπελιώφ — είναι Ινα άπό τά
χαρακτηριστικά πρότυπα των έλάχιστων έκείνων καλλιτεχνικών δη-

1. Κ. Μάρξ, Κ βφ ά Χ α ιο , τόμ. I, Κρατικές Πολιτικές ’Εκδόσεις, 1949 σβλ 374


2. Φ, "Ενγκβλς, Κ α τα γω γή τη ς ο ίκ ο γ έν β ια ς , τή ς Α το μ ική ς Ιδ ιο κ τ η σ ία ς κ α ί τον κοά-
το υ ς. Κρατικές Πολιτικές Εκδόσεις, 1948, σβλ. 122.
3. Τ. Ν. Γκρανόφσκη, "Απ αντα, μέρος II, σβλ. 76, δκδ. 3η, Μόσχα 1892
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 157

μιουργημάτων όπου τδ περιεχόμενο άνταποκρίνεται στή μορφή καί ή


μορφή στδ περιεχόμενο. Ό Θουκυδίδης μάχεται συχνά, καί μάχεται
θαρραλέα, μέ τή μορφή τής λογοτεχνικής έκφρασης, τήν προσαρμό­
ζει με τέτοιον τρόπο ώστε μπορεί μ’ αδτήν νά διατυπώνει δλα τά
νοήματα ποί> θέλει, και μάλιστα μέ τις πιδ κατάλληλες έκφράσεις.
Μέσα άπδ αύτό τδ θαρραλέο άγώνα του συγγραφέα μέ τή μορφή του
έργου του προβάλλει άκόμα σαφέστερα δλο τδ μεγαλείο του περιεχό-
μενου τής ' Ιστορίας. Αύτδς ό άγώνας προσδίδει σ’ όλόκληρο τδ έργο
του Θουκυδίδη μιάν Ιντελώς πρωτόφαντη γοητεία “

1. Θουκυδίδης, ΊοιορΙα, τόμ. 1, ρωσική μβτάφραση Φ. Μιστσένκο, θβώργιστ] Σ . Ζειιπβ-


λιώφ, Μόσχα, 1915, σβλ. V I κ. δ. 11 μ
£ "
2a -oo
I" a w
* 0*
ο f
J-
Κ-Λ
g» a
_ l !
H . ί­o
UK)
ο^ «
i s Ϊ
& ll
e-5 *
0 . >i
•0-0 e
ir- s

•5
* t
ύ .ϊ
OS*

I1
1*
α σ
fcHu>

|1

X
3&Φ·9§Φ3ΒΦΕΦ·Κ#3ΒΦ3ΒΦ3Β

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΞΕΝΟΦΩΝΤΑΣ

1. Βίος του Ξενοφώντα. — 2. Έ ρ γ α του Ξενοφώντα. — 3. Πο­


λιτικές απ όψ εις του Ξενοφώντα. — 4. „ Σωκρατικά έργα “ . — 5.
„ Κύρου Π αιδεία — 6. Ισ τορικά έργα. — 7. Έ ρ γ α του Ξενο­
φώντα πάνω σέ διάφορα ‘θέματα.

1. ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ

ΞΕΝΟΦΩΝΤΑΣ, γιος του Γρύλλου, γεννήθηκε στήν ’Αθήνα. Τδ


πρόβλημα πότε άκριβώς γεννήθηκε δεν εχ ει λυθεί άκόμα όρι-
στικά καί θά τό έξετάσουμε πιδ κάτω μέ βάση τά στοιχεία τής βιο­
γραφίας του.
’Από τά φιλολακωνικά του αισθήματα, πού τά διατήρησε σέ δλη
του τή ζωή, άπδ τήν έξαίρετη μόρφωση πού είχ ε άποχτήσει, άπδ τή
βαθύτατη γνώση πού διέθετε γιά τά στρατιωτικά ζητήματα καί τήν Ιπ­
πευτική, συμπεραίνουμε πώς ό Ξενοφώντας άνήκε στήν άθηναϊκή άντι-
δραστική άριστοκρατία. Τ ή ζωή του, πού είναι γεμάτη μεταπτώσεις
καί πλούσια σέ περιπέτειες, μπορούμε νά τή διαιρέσουμε σε τέσσερις
περιόδους.
I περίοδος. Έ ζωή του στήν ’Αθήνα ώς τή συμμετοχή του στήν
έκστρατεία του Κύρου του Νεότερου κατά του ’Αρταξέρξη ( 4 0 1 π . Χ . )
Σ ’ αύτή τήν περίοδο πρέπει νά τοποθετήσουμε τή γνωριμία του Ξενο­
φώντα μέ τδν Σωκράτη, πού ώστόσο μάς είναι άγνωστη καί ή άρχή
καί ή διάρκειά της.
I I περίοδος. 401 - 387 π. X . Συμμετοχή του Ξενοφώντα στήν έκ­
στρατεία του Κύρου τοϋ Νεότερου κατά του ’Αρταξέρξη, συμμετοχή
U *Ιστορία τής 'Ελληνικής ΑογοιβχνΙας
162 Ξ Ε Ν Ο Φ Ω ν Τ Α

του στήν έκστρατεία τοϋ βασιλιά της Θράκης Σεύθη (3 9 9 /9 8 ), υπη


ρεσία του κοντά στον Σπαρτιάτη στρατηγό θίμβρωνα, συμμέτοχη του
στούς πολέμους του Αγησίλαου κατά των Περσών ( 396 - 3 9 4 ),
κατά των ’Αθηναίων καί των Θηβαίων ( 394, μάχη στήν Κορώνεια )
καί σέ διάφορες άλλες μικρές έκστρατείες τοϋ ’Αγησίλαου ώς τήν
Ά νταλκίδεια είρήνη ( 387 π. X . ).
I I I περίοδος. 387 - 371 π. X . Ειρηνική ζωή,^ μέ τήν ιδιότητα
τοϋ γαιοκτήμονα καί τοϋ συγγραφέα, στδν Σκιλλούντα τής Ηλιδας,
στο κτήμα πού τοϋ παραχώρησε ή σπαρτιατική κυβέρνηση „ άνταμει-
βοντάς τον γιά τις ύπηρεσίες του
IV περίοδος. 371 - 356/5 ( ; ) π. X . Ζωή τοϋ Ξενοφώντα στήν
Κόρινθο, στήν πιδ δύσκολη έποχή τοϋ σπαρτιατο- θηβαϊκοϋ πολέ­
μου ( στά 370 ή Σπάρτη νικήθηκε στά Λεϋκτρα καί στά 362 στή
Μαντίνεια). Ό Ξενοφώντας πέθανε, δπως φαίνεται, στήν Κόρινθο όχι
πριν άπό τδ 356 ( ή τελευταία χρονολογία πού άναφέρεται στά 'Ε λ­
ληνικά του είναι τδ 357 π. X . ).
Τ ίς περισσότερες πληροφορίες γιά τδν Ξενοφώντα τις βρίσκουμε
στή βιογραφία του πού έγραψε ό Διογένης Ααέρτιος. Έ βιογραφία
αύτή στηρίζεται σέ δυδ πηγές : Στδν ’Αθηναίο ρήτορα Δείναρχο
( δεύτερο μισδ τοϋ 4. αί. π. X . ), πού είχε άγορεύσει στδ δικα­
στήριο έναντίον κάποιου Ξενοφώντα, Ιγγονου ίσως τοϋ συγγραφέα,
καί στδν ρήτορα τοϋ 1. αI. μ. X . Διοκλή, πού είχε γράψει, δπως καί
ό Διογένης Ααέρτιος, Βίους φιλοσόφων. Διάφορες άλλες, άλληλο-
συγκρουόμενες δμως, πληροφορίες γιά τδν Ξενοφώντα μάς δίνουν
δ Στράβωνας, ό Παυσανίας, ό Πλούταρχος, ό Αουκιανδς καί ό Ά θ ή -
ναιος — μεταγενέστεροι συγγραφείς πού τά στοιχεία τους είναι παρ­
μένα άπδ τρίτο χέρι.
I. Γιά τήν πρώτη περίοδο τής ζωής τοϋ Ξενοφώντα οΐ πληροφο­
ρίες μας είναι έλάχιστες. Ό Διογένης Ααέρτιος καί ό Στράβωνας
άναφέρουν πώς ό Ξενοφώντας είχε πάρει μέρος στή μάχη κοντά στδ
Δήλιο ( στδν πόλεμο άνάμεσα στούς ’Αθηναίους καί στούς Θηβαίους )
στά 4 2 4 π. X . ’Ε κεί, λένε, έπεσε άπδ τδ άλογο καί τδν έσωσε ό Σω­
κράτης. Σύμφωνα μέ άλλες μαρτυρίες, ό Ξενοφώντας είχ ε ζήσει τότε
κάμποσο καιρδ αιχμάλωτος στή Βοιωτία, δπου παρακολουθούσε τά
μαθήματα τοϋ Πρόδικου.
Τδν καιρδ πού διοικούσαν οΐ Τριάντα τύραννοι ( 4 0 4 - 4 0 3 π .Χ .)
6 Ξενοφώντας ζοοσε στήν ’Αθήνα. Τά γεγονότα αδτής τής Ιποχής τά
περιγράφει με πολλή παραστατικότητα στά ΈλΧψ ικ ά του. Φαίνεται
πώς τότε δεν Ιπαιξε σπουδαίο ρόλο στήν πολιτική ζωή, για τί άργό-
τερα δέν τού Απαγγέλθηκε καμιά κατηγορία. 'Ωστόσο, έπειδή Ανήκε
σέ Αριστοκρατική οικογένεια καί είχε πάρει μέρος στδ στενδ κύκλο
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 163

του Σωκράτη, δεν θά μπορούσε άσφαλώς νά μ ετέχει στή δημόσια ζωή.


μετά τήν άποκατάσταση τής δημοκρατίας, θέλοντας λοιπόν νά δια-
πρέψει με κάθε θυσία, κατατάχθηκε στό μισθοφορικό στρατό του Κό­
ρου του Νεότερου, δπου τόν περίμεναν δόξα, πλούτη καί τιμές. Νά
πώς περιγράφει ό Διογένης Λαέρτιος τή γνωριμία του με τόν Σω­
κράτη : Ό Σωκράτης συνάντησε στό δρόμο τόν Ξενοφώντα και τόν
ρώτησε που πουλάνε τρόφιμα. Ό Ξενοφώντας του άπάντησε καί τότε
έκεινος τόν ρώτησε ξανά που μπορεί νά βρει ένάρετους άνθρώπους.
Ό Ξενοφώντας σάστισε καί δεν ήξερε τ ί νά του άποκριθεί. Ό Σωκρά­
της του είπε : „ Τότε έλα μαζί μου καί θά μάθεις “ .
Δεν ξέρουμε πόσον καιρό ό Ξενοφώντας έμεινε μαθητής καί φίλος
του Σωκράτη. Ά ν πιστέψουμε τις μαρτυρίες του Στράβωνα καί του
Διογένη καθώς καί τήν πληροφορία του ίδιου τοϋ Ξενοφώντα, πώς
είχε πάρει μέρος μαζί με τόν Σωκράτη στό συμπόσιο στό σπίτι του
Καλλία στά 421 ( ή χρονολογία αότή έχ ει καθοριστεί με άκρίβεια,
με βάση τους κατάλογους των νικητών στούς παναθηναϊκούς άγώ νες),
πρέπει νά συμπεράνουμε πώς ή φιλία του Ξενοφώντα μέ τόν Σωκράτη
κράτησε πάνω άπό 20 χρόνια.
Τήν άνοιξη του 401 π. X . ό Ξενοφώντας έφυγε γιά τή Μικρά
’Ασία. Ά ν ήξερε που θά τόν έρριχνε ή στρατιωτική του μοίρα, είναι
ζήτημα άν θά έκανε ένα τόσο Αποφασιστικό βήμα. Ά ν καί έγκατέ-
λειψε τήν πατρίδα του, ό Ξενοφώντας ούσιαστικά ποτέ δέν μπόρεσε
νά ξεκόψει όλότελα άπό τήν ’Αθήνα. Μ’ όλο πού οί πολιτικές του
συμπάθειες ήταν πάντα στραμμένες στή Σπάρτη, τά περισσότερα έργα
του είναι άφιερωμένα στις άναμνήσεις του άπό τήν ’Αθήνα. ’Ακόμα
καί στά βαθιά του γεράματα, δταν είχ ε ζήσει σαράντα όλόκληρα χρό­
νια μακριά άπό τήν ’Αθήνα, ένδιαφέρθηκε γιά τό πρόβλημα τής βελ­
τίωσης τών οικονομικών της.
II. ’Από τό 4 0 1 π. X . άρχίζει γιά τόν» Ξενοφώντα μιά πολυτάραχη
ζωή. *Έφθασε μέ τό στρατό του Κόρου ώς τή Βαβυλώνα καί πήρε μέ­
ρος στή μάχη κοντά στά Κούναξα ( 4 0 1 ) , δπου σκοτώθηκε ό Κύρος.
Κυνηγημένοι άδιάκοπα άπό τούς έχθροός, ό Ξενοφώντας καί οί άλ­
λοι ‘’Ελληνες μισθοφόροι διέσχισαν τή Μεσοποταμία, τήν Α ρ μ εν ία
καί τή Μικρά ’Ασία καί βγήκαν στή Μαύρη θάλασσα. Ποιός ήταν ό
ρόλος του Ξενοφώντα στό πρώτο μέρος τής έκστρατείας αύτής, ώς τό
θάνατο του Κόρου ; Δέν ξέρουμε τίποτα συγκεκριμένο. *Όπως φαίνε­
ται, 6 Ξενοφώντας ήταν ένα είδος στρατιωτικού συμβούλου κοντά
στόν Κόρο, χωρίς νά έχ ει άναλάβει κανένα βρισμένο καθήκον. Στρα-
τΎ)γδς έκλέχτηκε μετά τήν ήττα στά Κούναξα καί άφοϋ δ σατράπης
Τισσαφέρνης έστησε παγίδα στούς Σπαρτιάτες άρχηγούς καί κατά­
φωρε νά τούς δολοφονήσει. Γιά τό ρόλο πού. έπαιξε στή διάρκεια τής
164 Β Ε Κ 0 Φ 0 ν Τ Α 2

ύποχώρησης τοϋ στρατοΰ, μάς άφηγεΐται δ Γδιος πάρα πολλά. Απδ


τά λόγια του βγαίνει πώς στήν δργάνωση αύτής της υποχώρησης
ρόλος του ήταν σχεδόν ό άποφασιστικότερος. ’Αντίθετα, ο Διόδωρος
ό Σικελιώ της στήν άρκετά λεπτομερή του άφήγηση ( στό X I V βιβλίο
τής Βιβλιοθήκης του), δπου έκθέτει τή γενική πορεία του πολέμου,
ένώ συμφωνεί άπόλυτα στα άλλα σημεία με τήν *Ανάβαση τοϋ ώενο-
φώντα, δέν άναφέρει καθόλου τό βνομα αύτοΰ τοϋ ίστορικοΰ. Ο Διό­
δωρος έπαναλαμβάνει πολλές φορές πώς άρχηγός των Ε λλήνω ν που
ύποχωροϋσαν ήταν ό Σπαρτιάτης Χειρίσοφος. Γιά τόν Χειρίσοφο μ ι­
λάει πολύ συχνά και ό Ξενοφώντας, παρουσιάζει δμως παράλληλα
καί τόν έαυτό του νά παίζει στό στράτευμα όχι μικρότερο ρόλο άπό
τόν Χειρίσοφο.
Ή θέση τοϋ έλληνικοϋ μισθοφορικοϋ στρατοΰ μετά τήν άφιξή του
στις νότιες άκτές τής Μαύρης Θάλασσας γιά πολύν καιρό ήταν άκα-
θόριστη και έξαιρετικά κρίσιμη. Ή Ιπιστροφή στήν πατρίδα φαινόταν
φοβερά έπίπονη καί καθόλου άκίνδυνη. Ό Χειρίσοφος, πού είχ ε φύγει
ψάχνοντας νά βρει πλοία γιά νά συνεχίσουν τό ταξίδι τους άπό τή θά­
λασσα, ούτε γύριζε, οΰτε έδινε σημεία ζωής. Οί Έ λληνες άποικοι τής
άκτής, πού στήν άρχή είχαν ύποδεχτει φιλόξενα τούς ταλαιπωρημέ­
νους δμόφυλούς τους, άρχισαν νά δυσανασχετούν άπό τήν παρουσία
τόσο πολυάριθμου στρατοϋ στό έδαφός τους.
Μέσα στό ί'διο τό στράτευμα είχαν άρχίσει οί διαμάχες. Ό άγώ-
νας γιά τήν έξασφάλιση τής ήγεσίας φούντωνε καί ή πειθαρχία χα ­
λαρωνόταν άδιάκοπα. ΤΗταν άνάγκη νά προμηθευτούν τρόφιμα καί
γ ι’ αύτό βρισμένες έξορμήσεις τοϋ έλληνικοϋ στρατοΰ, πού β Ξενοφών­
τας τις παρουσιάζει σάν νά έγιναν γιά τήν ύπεράσπιση των ελληνικών
άποικιών άπό τούς γύρω βαρβάρους, μοιάζουν μάλλον μέ ληστρικές
έπιδρομές.
Τό στράτευμα, χωρίς νά περιμένει τό γυρισμό τοϋ Χειρίσοφου, κ ι­
νήθηκε διασχίζοντας τις άκτές τής Μαύρης θάλασσας. Μιά άπόπειρα
νά περάσουν άπέναντι στή Θράκη άπέτυχε. Έστερα άπό πολλές περι­
πέτειες, οί Έ λληνες μισθοφόροι, πού δ άριθμός τους είχε μειωθεί ση­
μαντικά, μπήκαν άρχικά στήν ύπηρεσία τοϋ βασιλιά τής Θράκης καί
δστερα άπό δυό χρόνια, όταν έφτασε στή Μικρά Ά σία δ Σπαρτιάτης
βασιλιάς ’Αγησίλαος καί άρχισαν άλλεπάλληλες συγκρούσεις μέ τούς
Πέρσες, στήν ύπηρεσία των Σπαρτιατών. Αύτή ή προσχώρηση ήταν
άποφασιστική γιά τήν τύχη τοϋ Ξενοφώντα, γιατί τόν έδεσε γιά πάν­
τα μέ τή Σπάρτη. Ό ’Αγησίλαος έγινε δ άγαπημένος του ήρωας
Οσο ζουσε υποκλινόταν μπροστά του καί μετά τό θάνατό του έγρα­
ψε τή βιογραφία του^ πλέκοντάς του τό Ιγκώμιο. Δέν είναι καθό­
λου δύσκολο να έξηγησουμε τήν άφοσίωση τοϋ Ξενοφώντα στόν ’Α γη
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 165

σίλαο. Ή είσοδός του στήν ύπηρεσία του Σπαρτιάτη βασιλιά Ισωσε


τον ίστορικδ άπδ τή μοίρα του μισθοφόρου στούς μισοβάρβαρους βα­
σιλιάδες της Θράκης. Τα πολεμικά κατορθώματα του ’Αγησίλαου δέν
μπορούσαν παρά νά κάνουν έντύπωση στδν Ξενοφώντα, ένώ τδ διπλω­
ματικό του παιχνίδι είναι ζήτημα άν ήταν σέ θέση νά τδ κατανοήσει,
γιατί ούσιαστικά ποτέ ό Ξενοφώντας δέν ήταν τόσο βαθύς πολιτικός
νους, δπως ήθελε νά παραστήσει τδν έαυτό του. Πολύ καλύτερα κατα­
λάβαινε τά στρατιωτικά ζητήματα παρά τις πολύπλοκες άμοιβαίες
σχέσεις των κρατών. ’Ακολουθώντας τδν ’Αγησίλαο δταν άνακλήθη-
κε στήν πατρίδα του, δ Ξενοφώντας βρέθηκε στις τάξεις Ινδς στρατού
πού πολεμούσε τήν ’Αθήνα — πού στή διάρκεια τής άπουσίας του είχ ε
συμμαχήσει μέ τή Θήβα. Γιά τήν προδοσία του αύτή οί ’Αθηναίοι
τδν καταδίκασαν σέ έξορία. Τότε ό Ξενοφώντας έγκαταστάθηκε στήν
πόλη Σκιλλούντα τής *Τίλιδας.
I I I . Γιά τή ζωή του Ξενοφώντα στδν Σκιλλούντα τίποτα άξιόλογο
δέν ξέρουμε. 'Όπως φαίνεται, τά χρόνια πού έζησε έκ εί ήταν τά πιδ
ειρηνικά τής ζωής του. *Έμενε μέ τήν οίκογένειά του σ’ έ'να χτήμα
πού του είχαν χαρίσει οί Σπαρτιάτες και άσχολουνταν μέ τή γεωργία
καί τδ κυνήγι. Πολύν καιρδ άφιέρωνε καί στις λογοτεχνικές άσχο-
λίες. Έ Κύρου Παιδεία, ή Κύρου 9Ανάβαση, καθώς καί ό Κυνηγε­
τικός γράφηκαν άσφαλώς αύτά τά χρόνια.
IV . Ή ειρηνική ζωή του στδν Σκιλλούντα διαταράχτηκε άπδ τδν
πόλεμο πού ξέσπασε άνάμεσα στή Σπάρτη καί στή Θήβα (371 π. X .).
Ό πόλεμος αύτδς φούντωνε όλο ένα, άγκάλιασε δλόκληρη τήν Πελο­
πόννησο καί τελικά άνάγκασε τδν Ξενοφώντα νά μεταναστεύσει ξανά, αύ­
τή τή φορά στήν ούδέτερη Κόρινθο.Οί γιο ί του πήραν μέρος στδν πόλεμο.
Ό Γρύλλος σκοτώθηκε στή μάχη τής Μαντίνειας στά 362, ένώ ό Διό­
δωρος γλύτωσε καί γύρισε πιθανότατα στήν ’Αθήνα. Μιά πού ή ’Αθήνα
στδν πόλεμο αύτδν ήταν σύμμαχος τής Σπάρτης κατά τής Θήβας, πού
ή αύξανόμενη δύναμή της εΐχ ε άρχίσει νά τήν τρομάζει, ό θάνατος
του Γρύλλου έκανε τούς ’Αθηναίους νά συγχωρήσουν τδν πατέρα του.
Ή άπόφαση γιά τήν έξορία του Ξενοφώντα άκυρώθηκε καί πήρε τήν
άδεια νά γυρίσει στήν πατρίδα του. Ό Ξενοφώντας ώστόσο δέν γύ­
ρισε πιά στήν ’Αθήνα, άλλά εζησε ώς τδ θάνατό του στήν Κόρινθο. Π εν­
τακόσια χρόνια περίπου μετάτή μάχη τής Μαντίνειας, ό Παυσανίας ε ΐχ ε
δει στήν Πελοπόννησο κάμποσα άγάλματα του Γρύλλου. Σύμφωνα μέ
τή μαρτυρία του, σέ μιά μεγάλη τοιχογραφία του Πολύγνωτου στήν
’Αθήνα σάν άρχηγδς τών Θηβαίων στή μάχη τής Μαντίνειας είκονι-
ζόταν δ Επαμεινώνδας καί σάν άρχηγδς τών Σπαρτιατών ό Γρύλλος.
Ά πδ τή δόξα πού άπόχτησε τότε ό Γρύλλος, μπορούμε νά συμπερά-
νουμε πώς αύτδς ήταν ίσως ό όπεύθυνος γιά τδ θάνατο τοΰ Έ π α μ ει-
166 ε ε ν ο φ ω ν τ α 2

νώνδα, ποδ δ χαμός του στή μάχη της Μαντίνειας Ισωσε τή Σπάρτη,
ίσως καί τήν ’Αθήνα, άπδ τήν Ολοκληρωτική υποταγή στους *1
βαίους. Q
Τδ μόνο πού ξέρουμε γιά τή ζωή του Ξενοφώντα στήν^Κορινθο ε ί­
ναι πώς έκεί Ιγραψε τά τελευταία βιβλία των 'Ελληνικών του, πο
διαφέρουν αισθητά άπδ τά πρώτα στδν τρόπο τής άφηγησης. Ε πειδή
τά Ελληνικά τελειώνουν στά 357 π. X ., είναι δλοφάνερο πως
δ συγγραφέας Ιζησε στήν Κόρινθο όχι λιγότερο άπδ 14 χρόνια.^ Αυτή
τήν έποχή Ιγραψε και τδ έργο του Πόροι ή περί προσόδων της Α θη­
ναϊκής πολιτείας και αύξήσεως αυτών, δπου άναλύει τδ θέμα τής βελ­
τίωσης τών οικονομικών του άθηναϊκου κράτους, μ* δλο ποδ δ ίδιος
είχ ε έγκαταλείψει τήν ’Αθήνα πριν 40 περίπου χρόνια. Είναι δύ­
σκολο νά έξακριβώσουμε άν μ’ αύτδ τδν τρόπο δ Ξενοφώντας προετοί­
μαζε τδ Ιδαφος γιά νά ξαναγυρίσει στήν πατρίδα του ή ήθελε μονάχα
νά έκδηλώσει τδ ένδιαφέρον του γ ι’ αύτήν.
Άφου έξετάσαμε τή βιογραφία του Ξενοφώντα, πρέπει νά ξαναγυ-
ρίσουμε σ’ ενα πολδ έπίμαχο ζήτημα— στή χρονολογία που γεννήθηκε.
Οί φιλόλογοι διαφωνοϋν πάνω σ’ αύτό. Οί χρονολογίες ποδ ύποδεί-
χνουν κυμαίνονται άνάμεσα στά 4 44 καί στά 420 π. X . Μιά σειρά
άποδεικτικά τεκμήρια συνοδεύουν τίς διάφορες χρονολογίες ποδ προ­
βάλλονται Γιά τήν πρώιμη χρονολογία τής γέννησής του συνηγορουν
τά παρακάτω στοιχεία: 1) Ή πληροφορία του Διογένη Ααέρτιου καί
του Στράβωνα, πώς δ Ξενοφώντας πήρε μέρος στή μάχη του Δήλιου
στά 4 2 4 , 2) ή δήλωση του ίδιου του Ξενοφώντα γιά τή συμμετοχή
του στδ συμπόσιο ποδ Ιγινε στά 421 στδ σπίτι του Καλλία, καί 3) ή
μαρτυρία του Αουκιανου ποδ άναφέρει τδν Ξενοφώντα σάν παράδει­
γμα μακροζωίας (άν γεννήθηκε στά 444, πέθανε σέ ήλικία 90 περί­
που χρονών).
Έ άποψη αότή άντικροόεται άπδ άλλους έπιστήμονες, ποδ βασί­
ζονται στίς παρακάτω Ινδείξεις :
1) Ό Ξενοφώντας Ιπαναλαμβάνει πολλές φορές στήν Κύρσυ Ανά­
βαση πώς τότε ήταν άκόμα νέος (ετι νέος ών). Φυσικά δέν θά μπο­
ρούσε νά όνομάζει „ νέο “ εναν άντρα 40 χρονών άφου, σύμφωνα μέ
τίς ελληνικές άντιλήψεις, μετά τά 40 χρόνια (άκμή) άρχίζουν τά γ ε­
ρατειά.
2) Ό Ξενοφώντας δέν λέει ούτε λέξη γιά τή δράση του σάν πολί­
της πριν φύγει άπδ τήν ’Αθήνα καί άντιμετωπίζει πολδ έπιπόλαια τήν
πολεμική περιπέτειά του, πράγμα δλότελα φυσικδ γιά Ιναν νέο 25
χρονών. Τδ ίδιο συμπέρασμα βγαίνει καί άπδ τδν ύπολογισμδ της
ήλικίας τών γιών του καθώς καί άπ* τή μ«χρ6τ«τη μαθητεία του
κοντά στδν Σωκράτη (25 χρονιά περίπου).
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 167

3) Ό Α θήναιος είχ ε διατυπώσει κιόλας άμφιβολίες γιά τήν τόσο


πρώιμη χρονολογία τής γέννησής του (X I, 112). Φαίνεται πώς ό ’Α ­
θηναίος τήν πληροφορία του Ξενοφώντα γιά τή συμμετοχή του στδ
συμπόσιο πού έγινε στδ σπίτι του Καλλία τή θεωρεί καθαρά φιλολο­
γική έπινόηση, για τί λέει ειρωνικά πώς ό Ξενοφώντας στά 4 2 1 ήταν
πολύ μικρός γιά νά παίρνει μέρος σε κρασοκατανύξεις.
Χωρίς νά βρεθούν καινούργια άδιάψευστα στοιχεία, τδ πρόβλημα
αύτδ είναι άδύνατο νά λυθεί δριστικά.

2. ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ

Q ΞΕΝΟΦΩΝΤΑΣ ήταν πολυγραφότατος συγγραφέας. Τά έργα του σώ­


θηκαν δλα καί μάλιστα σε καλή κατάσταση. Ά π δ τήν άποψη του πε­
ριεχομένου τους μάς διευκολύνουν νά τά διαιρέσουμε στις παρακάτω
κατηγορίες :
I. Τά λεγόμενα ,,Σωκρατικά έργα“ , δηλαδή έκείνα πού είναι άφιε-
ρωμένα στδν Σωκράτη. Στήν κατηγορία αύτή άνήκουν τά Απομνημο­
νεύματα, ή ’ Απολογία Σωχράτους καί δυδ διάλογοι — Συμπόσιο καί
Οικονομικός.
I I . Τδ μεγάλο ίστορικο - πολιτικό του μυθιστόρημα Κύρου Παιδεία.
I I I . Τά ιστορικά έργα Κύρου *Ανάβαση καί 'Ελληνικά.
IV . Τά έργα πού άφιερώνονται σε διάφορα είδικά θέματα: 9Αγη­
σίλαος (βιογραφία του ’Αγησίλαου, γραμμένη σε Ιγκωμιαστικδ τόνο),
Λακεδαιμονίων Πολιτεία (περιγραφή του κρατικού συστήματος τής
Σπάρτης, υπέρμετρα κι αύτή έγκωμιαστική), Πόροι ή περί προσόδων
(άφιερωμένο όχι στά προβλήματα τής Σπάρτης, άλλά τής ’Αθήνας),
'Ιερών (στοχασμοί γιά τήν τυραννίδα), δυδ έργα στρατιωτικά Π ερί
ιππικής καί 'Ιππαρχικός καθώς καί τδ βιβλίο Κυνηγετικός.
Έκτος άπό αύτά τά έργα, πού άνήκουν άναμφισβήτητα στδν Ξενο­
φώντα, άποδίδονται συνήθως σ’ αύτδν τδ μικρδ έργο ’ Αθηναίων Πο­
λιτεία, πολύ άμφίβολης γνησιότητας, καί μερικές έπιστολές πού ή
πλαστότητά τους θεωρείται άποδειγμένη.
Ή χρονολόγηση τών έργων του Ξενοφώντα είναι ένα έξαιρετικά
πολύπλοκο πρόβλημα. Γύρω άπδ αύτδ έχ ει δημιουργηθεί δλόκληρη
φιλολογία. Τά σχετικά στοιχεία άναφέρονται πιδ κάτω παράλληλα
μέ τήν άνάλυση κάθε έργου.

3. ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ

Ο 1 ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ άπόψεις του Ξενοφώντα φαίνονται άρκετά καθαρά άπδ


τά βιογραφικά στοιχεία του. ΤΗταν έχθρδς τής άθηναϊκής δημοκρα-
168
τίας, φιλολάκωνας δχι μονάχα στή θεωρία, δπως πολλοί Ικπρ σωπ
της άθηναϊκής άριστοκρατίας, άλλα καί στήν πράξη. Ο ώενοφωντας
πρόδωσε τήν πατρίδα του καί γ ι’ αύτό καταδικάστηκε έρημην ο
έξορία. , , .
Ό Ξενοφώντας άναπτύσσει λεπτομερειακά τις πολίτικες του λίζ
ψεις στό 5ο κεφάλαιο τοϋ I I I βιβλίου των *Α π ο μ νη μ ο νευ μ ά τω ν,
δπου παραθέτει μιά συζήτηση τοϋ γιου τοϋ Περικλή, Π ερικλή του
νεότερου, μέ τόν Σωκράτη. Ή συζήτηση αύτή είναι διαρθρωμένη^ με
πολλή τέχνη. Έ όξύτατη κριτική τοϋ άθηναϊκοΰ πολιτεύματος γ ίν ε­
ται μέ τό στόμα τοϋ γιοΰ τοϋ μεγαλύτερου ήγέτη τής δημοκρατίας.
Ό Σωκράτης, πού στή δοσμένη περίπτωση είναι φορέας των σκεψεων
τοϋ ίδιου τοϋ Ξενοφώντα, φαινομενικά προβάλλει σάν υπερασπιστής
τοϋ άθηναϊκοΰ λαοϋ, στήν ούσία δμως διατυπώνει όλότελα συντηρη­
τικές άπόψεις. Στους όξύτατα άρνητικούς χαρακτηρισμούς τοϋ νεα-
ροϋ Περικλή, ό Σωκράτης άπαντάει μέ συμβιβαστικό τόνο σάν νά
υπερασπίζεται τάχα τούς ’Αθηναίους. Μετατοπίζει δλο τό φταίξιμο
στούς κακούς τους ήγέτες, Ινώ παράλληλα συγκρίνει τούς ’Αθηναίους
δχι μονάχα μέ τούς Σπαρτιάτες άλλά και μέ τούς Βοιωτούς. Ό Ξ ε­
νοφώντας ρυθμίζει Ιτσι τή συζήτηση, ώστε τις σκέψεις γιά τήν άνάγ-
κη νά μιμηθοΰν τούς Σπαρτιάτες δέν τις διατυπώνει τελικά ό Σωκρά­
της, άλλά 6 Περικλής. Ό Σωκράτης έγκωμιάζει τούς ’Αθηναίους γιά
τή δύναμη, τήν δμορφιά και τήν εύγενική φιλοδοξία τους καί λ έει
πώς ,,ή άνδρεία ήταν πάντα τό διακριτικό τους γνώρισμα" ( I I I , 5, 8).
’Απαριθμεί τις παλιές τους νίκες καί τονίζει πώς αύτοί σάν αύτόχθονες
άπολάμβαναν είδικό σεβασμό άπό τούς άλλους Έ λληνες καί „ πολλοί
σ’ αύτούς άνάθεταν νά τούς λύσουν τις διαφορές τους γιά ζητήματα
δικαίου, πολλοί σ’ αύτούς έβρισκαν άσυλο άπό τίς πιέσεις των ίσχυ-
ρών “ (§ 12). "Οταν ό Περικλής τον ρωτάει τ ί πρέπει νά κάνουν τώρα
οί ’Αθηναίοι γιά νά ξαναποχτήσουν τον παλιό τους ήρωισμό, ό Σω­
κράτης άπαντάει μέ ύπεκφυγές: „"Α ν μάθουν καλά ποιές παραδόσεις
είχαν οί πρόγονοί τους, άν άρχίσουν νά τίς τηροϋν τό ίδιο αύστηρά,
τότε δέν θά ύστεροϋν πιά ούτε στό Ιλάχιστο άπό αύτούς. "Αν δμως αύτό
δέν μπορεί νά γίνει, τότε οί ’ Αθηναίοι πρέπει νά πάρουν γιά πρότυπο
έκείνους που έχουν Ιξασφαλίσει τώρα τήν πρώτη θέση καί νά έφαρ-
μόσουν τούς κανόνες πού τηροϋν αύτοί. Ζώντας μέ τόν ίδιο τρόπο οί
’Αθηναίοι δέν θά υστερούσαν καθόλου άπ’ αύτούς* άν ζοϋσαν μάλι­
στα μιά ζωή άκόμα αύστηρότερη, θά τούς ξεπερνοΰσαν κιόλας “ (8 14)
Στό σημείο αύτό ό Ξενοφώντας έκφράζεται μέ μεγάλη έπιφύλαξη καί
γιά νά μειώσει τή δυσάρεστη γιά τούς ’Αθηναίους άπάντησγ, τού.
πλέκει σέ συνέχεια τό Ιγκώμιο. 'Ωστόσο ό νεαρός Π ερ ικ λ ή κ α τ *1 „
« « * “ ποιοί>ς έννοεΤ 6 Σωχράχης ·χαί, δργ,αμένος, xoO
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 169

ρες έρω τήσεις: ,,Πότε οΐ ’Αθηναίοι θά μπορούν νά σέβονται τούς μεγα­


λύτερους, όπως κάνουν οί Σπαρτιάτες; ’Ε μ είς κοιτάμε μέ περιφρόνηση
δλους τούς γέροντες καί πρώτα - πρώτα τούς πατεράδες μας. Πότε θ’ άρ-
χίσουν νά άσχολουνται μέ γυμναστικές άσκήσεις ; Αότοί δχι μονάχα
δέν νοιάζονται γιά τήν ύγεία τους, άλλά καί κοροϊδεύουν δσους φρον­
τίζουν γ ι’ αύτήν. Πότε θά όπακοϋνε στούς άρχοντές τους; Αότοί καυ-
χιόνται μάλιστα γιά τήν άσέβεια πού τούς δείχνουν. Πότε θά μονοιά­
σουν ; Αυτοί άντί νά άλληλοβοηθοϋνται γιά τό κοινό συμφέρον, βλά­
πτουν ό ένας τον άλλον". Έ τ σ ι, μέ τά πιό δηκτικά λόγια, χαρακτη­
ρίζει ό νεαρός Περικλής δσα γίνονται στήν ’Αθήνα. Ό Σωκράτης τόν
καθησυχάζει ξανά τονίζοντας τήν πειθαρχία πού έπικρατεί στον άθη-
ναϊκό στόλο καί τό μεγάλο ήθικό κύρος του Ά ρείου Πάγου. Του δί­
νει διάφορες συμβουλές στρατηγικού χαρακτήρα καί καταλήγει προ-
τείνοντας νά όχυρωθοϋν δλες οί όρεινές προσβάσεις τής ’Αττικής.
Στή συζήτηση μέ τόν Γλαύκωνα (*Απομνημονεύματα, I I I , 6) ό
Σωκράτης έξετάζει έ'ναν άλλο τομέα τής δημόσιας ζωής. Κατα­
στρώνει ένα πολύ καθαρό σχέδιο γιά τό ποιές πρέπει νά είναι οί
γνώσεις καί τά ένδιαφέροντα ένός κρατικού λειτουργού, θεω ρεί
πρωταρχική τή μελέτη τών δημοσίων οικονομικών „ γιά νά αόξά-
νει ή άπόδοση τών πηγών πού όπάρχουν καί νά βρίσκονται άδιάκοπα
καινούργιες άνεκμετάλλευτες πηγές " (§ 5). "Οταν δ Γλαύκωνας του
φέρνει άντιρρήσεις λέγοντας πώς ,,ένα κράτος μπορεί νά πλουτίζει καί
σέ βάρος τών έχθρών», δηλαδή μέ τόν πόλεμο, ό Σωκράτης τονίζει
πώς γιά τόν πόλεμο είναι άπαραίτητο νά ξέρουμε μέ άκρίβεια „ πόσο
μεγάλες είναι οί δυνάμεις του κράτους μας " στήν ξηρά καί στή θά­
λασσα (§ 9). Πιό κάτω ρωτάει τόν Γλαύκωνα γιά τά μέτρα άσφαλείας
πού έχουν παρθεί, γιά τήν κατάσταση τών δρυχείων άσημιοΟ καί
άν ύπάρχουν άποθέματα σταριού. "Οταν άποδείχνεται πώς ό Γλαύκω­
νας τίποτε άπό δλα αότά δέν έχ ει σκεφθεί άκόμα, ό Σωκράτης τόν κα­
τακρίνει για τί άγνοεί τά βασικά προβλήματα τής οικονομίας του
κράτους.
Ό Σωκράτης άναφέρει στόν Γλαύκωνα σάν πρότυπο κρατικού λ ε ι­
τουργού δχι τόν Π ερικλή μά τόν Θεμιστοκλή. Τόν προειδοποιεί μά­
λιστα πώς άν μιμ ηθεί τόν Θεμιστοκλή, „ θά δοξάσει τήν πατρίδα καί
θά γίνει διάσημος, στήν άρχή στήν πόλη μας, ύστερα σέ δλη τήν Ε λ ­
λάδα, ίσως καί στούς βάρβαρους, δπως έγινε ό Θ εμιστοκλής" ( I I I ,
6, 22). Σ ’ ένα άλλο σημείο ό Σωκράτης συγκρίνει τόν Θεμιστοκλή μέ
τόν Π ερ ικ λ ή : ,,Ό Περικλής γοήτευε τούς συμπολίτες του έμπνέον-
τάς τους έτσι τήν άγάπη γιά τό άτομό του, ένώ ό Θεμιστοκλής έκανε
τούς συμπολίτες του νά τόν άγαπουν δχι μέ τή γοητεία άλλά μέ γεν­
ναίες πράξεις" (I I , 6, 13).
170 Ξ Ε Ν Ο Φ Ω Ν 1

Ό φιλολακωνισμός του Ξενοφώντα βασιζόταν σέ μεγάλο βαθμό στό


θαυμασμό του για τό πραχτικό σύστημα άγωγής τής σπαρτιατικής
νεολαίας. ’Αντίθετα* στο Συμπόσιό του έκφράζεται αποδοκιμαστικα
γιά τήν κλασική άθηναϊκή ,, μουσική 44 έκπαίδευση. Ενας άπο το ς
συμποσιαστές, 6 Νικήρατος, ειρωνεύεται τον ίδιο τόν εαυτό του ^
γοντας πώς τό βασικό του πλεονέκτημα είναι ή γνώση των ποιημά­
των του "Ομηρου. ’Από τήν άρχική του δήλωση „ ό πατέρας μου,
φροντίζοντας νά γίνω καλός άνθρωπος, με ύποχρέωσε νά μάθω άπέςω
δλα τά έργα τοΰ "Ομηρου 44 φαίνεται καθαρά ό ειρωνικός χαρακτήρας
των λόγων του. Ilto κάτω συνεχίζει στόν ίδιο κοροϊδευτικό τόνο. ,,Ο ι
ραψωδοί είναι τό πιο άνόητο άνθρώπινο γένος “ , „ ό "Ομηρος μιλάει
γιά δλα τά άνθρώπινα ζητήματα. "Ετσι δποιος άπό σάς θέλει νά γίν ει
Ικανός οίκοδεσπότης ή πολιτικός ή στρατιωτικός ήγέτης ή νά μοιάσει
με τόν Ά χ ιλ λ έα , τόν Αίαντα, τον Νέστορα καί τόν Όδυσσέα, πρέπει
νά μέ καλοπιάνει. Γιατί έγώ τά ξέρω δλα “ .
Στήν έρώτηση του ’Αντισθένη : „ Ξέρεις καί νά β α σ ιλ ε ύ ε ις ό Ν ι­
κήρατος άπαντάει μέ ειρωνείες πού υπογραμμίζουν άκόμα περισσότερο
πόσο άχρηστη άπό πραχτική άποψη είναι ή „ κλασική “ αύτή έκπαί­
δευση ( Συμπόσιο, IV , 6 - 7 ).
Ό Ξενοφώντας, μιλώντας μέ τόση άνευλάβεια γιά τόν "Ομηρο,
κοροϊδεύει τό σύστημα τής έκπαίδευσης των νεαρών ’Αθηναίων Αρι­
στοκρατών. Ό Νικήρατος ήταν γιος του πλούσιου καί μέ άριστοκρα-
τικές άρχές Νικία, του άρχηγοΰ του άριστοκρατικοΰ κόμματος στή
διάρκεια του Πελοποννησιακου πολέμου.
Στή συζήτηση του Σωκράτη μέ τόν ’Αρίστιππο, ό Ξενοφώντας πε­
ριγράφει ένα άλλο σύστημα έκπαίδευσης, άπαραίτητο γιά κείνον πού
θέλει νά μάθει νά διοικεί άνθρώπους. Ό ’Αρίστιππος έγκωμιάζει τήν
άνέμελη ζωή πού περνάει ό άνθρωπος πού ούτε διοικεί ούτε είναι δού­
λος, μά „ είναι ξένος παντού44 (II, 1, 13). Ό Σωκράτης άντιπαραθέτει
στήν ήδονιστική αύτή θεωρία τή δική του διδασκαλία γιά τήν ήθική
αύτοτελείωση καί άπαριθμεί τά προσόντα πού, δπως πιστεύει, eivat
άπαραίτητα γιά έναν άνθρωπο πού έτοιμάζεται νά άναλάβει διοικη­
τικά άξιώματα — καρτερία, ύπομονή, έγκράτεια στό πιοτό, στύν ύπνο
καί στις άπολαύσεις. Πρέπει άκόμα νά έχει τήν ικανότητα νά άπο-
χτάει φίλους καί νά τούς κρατάει γερά δεμένους μαζί του (I I, 4, 5).
Τό μυστικό τής άνθρώπινης εύτυχίας, σύμφωνα μέ τή γνώμη τοΰ'Ξε-
νοφώντα, είναι πρώτα - πρώτα ή άγωγή τοΰ χαρακτήρα καί, δεύτερο
ή άπόχτηση ώφέλιμων γνώσεων. Σ ’ αύτές τίς γνώσεις συμπεριλαμί
βάνεται ή ικανότητα στή διαχείριση τών οικονομικών καί στήν πολε­
μική προπαρασκευή. Ό Ξενοφώντας θέλει νά προφυλάξει τόν άνθρωπο
άπό τήν υπέρμετρη μανία γιά τίς έπιστήμες. ’Αναφέρει πώς δ Σωκρά
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 171

της συμβούλευε ,,νά μαθαίνουμε γεωμετρία τόσο μονάχα δσο χρειά­


ζεται γιά νά εΓμαστε σέ θέση νά παραλαβαίνουμε, νά παραδίνουμε,
νά χωρίζουμε ένα χωράφι και νά δίνουμε λογαριασμό γιά μιά δου­
λειά πού εγινε“ . Συμβούλευε ακόμα και τή μελέτη της άστρονομίας,
καί πάλι δμως τόσο μονάχα ώστε νά μπορούμε νά καθορίζουμε ,,ποιά
ώρα είναι τή νύχτα, ποιος μήνας είναι καί νά ύπολογίζουμε τό χρόνο
γιά τά ταξίδια στήν ξηρά καί στή θάλασσα καθώς καί γιά τις στρα­
τιωτικές φρουρές ...“ . ,,Συμβούλευε νά μαθαίνουμε καί άριθμητική καί
μ* αύτήν δμως, δπως καί με τις άλλες έπιστήμες, νά άποφεύγουμε νά
καταπιανόμαστε, δταν δεν ύπάρχει άνάγκη“ (’Απομνημονεύματα, IV ,
7, 2, 4, 8). Α ντίθετα θεωρούσε άπαραίτητο ,,νά φροντίζουμε γιά τήν
ύγεία, νά μαθαίνουμε δ,τι είναι δυνατό άπό τούς ειδικούς καί νά προ­
σέχουμε τον εαυτό μας σ’ δλη μας τή ζωή“ (στο ίδιο, § 9). Πολύ ιδιό­
μορφες είναι οί άπόψεις τοϋ Ξενοφώντα γιά τά κοινωνικά προβλήματα.
Στο σημείο αυτό διαφωνεί μέ τούς άριστοκράτες όμόφρονές του. Που­
θενά δεν έκφράζει τήν άριστοκρατική έκείνη περιφρόνησή γιά τή χ ε ι­
ρωνακτική έργασία πού διαφαίνεται στήν Πολιτεία του Πλάτωνα.
"Οχι μονάχα δεν λέει πώς ή έργασία είναι κάτι ταπεινωτικό, άλλά,
άντίθετα, τονίζει έπανειλημμένα πώς είναι άπαραίτητη. Έ άνάπτυξη
τής σωματικής άντοχής είναι τό πρώτο καθήκον του άνθρώπου καί
άπέναντι στόν έαυτό του καί στήν πατρίδα του. Στά * Απομνημονεύ­
ματα κοροϊδεύει έξυπνα καί χαιρέκακα κάποιον πού είχ ε κουραστεί
άπό τήν πεζοπορία χωρίς νά είναι καθόλου φορτωμένος, Ινώ δ δούλος
του, κουβαλώντας τά στρώματα κι ένα σωρό άλλα πράγματα, τά κα-
τάφερνε πολύ καλύτερα άπ’ αύτόν στό ταξίδι (' Απομνημονεύματα, I I I ,
13, 6 ). Τονίζει μάλιστα πώς ή ύγεία είναι άπαραίτητη ,,κ α ί έκ εϊ
δπου τό σώμα φαινομενικά χρειάζεται λιγότερο “ (δηλαδή στόν τομέα
τής νόησης), για τί „ ή άφηρημάδα, ή μελαγχολική καί άσχημη ψυχο­
λογική διάθεση έπηρεάζουν τή νοητική ικανότητα πολλών άνθρώπων
σέ βαθμό πού διώχνουν άκόμα καί τις γνώσεις “ ( I I I , 12, 7).
Στήν ένδιαφέρουσα καί μέ μεγάλη ζωντάνια γραμμένη άφήγηση
γιά τόν Άρίσταρχο καί τις 14 άπραγες συγγένισσές του πού, ύστερα
άπό συμβουλή τοϋ Σωκράτη, τις είχ ε κάνει πλέχτρες καί υφάντρες, δ
Σωκράτης παρουσιάζεται νά λ έ ε ι: „ Επιτρέπεται, έπειδή είναι έλεύ-
θερες, νά μήν κάνουν τίποτε άλλο παρά μονάχα νά τρώνε καί νά κοι­
μούνται ; “ ( I I , 7, 7 ). Ό συνεταιρισμός πού έφτιαξε δ Ά ρίσταρχος
μέ τή συμβουλή του Σωκράτη άκμάζει τόσο πολύ πού τά 14 γυναι­
κεία μέλη του άρχίζουν νά μέμφονται καί τόν ίδιο τόν Ά ρίσταρχο
γιά τεμπελιά. Τότε δ Σωκράτης άναλαμβάνει τήν ύπεράσπισή του λ έ­
γοντας πώς αύτός είναι δ έπιχειρηματίας, πού άνέλαβε τήν πρωτο­
βουλία καί άφηγείται τό μύθο τοϋ σκύλου - φύλακα, πού δέν παράγει
172 Ξ Ε Ν Ο Φ Ω ν Τ Α

βέβαια οδτε μαλλί, οδτε τυρί, οδτε κρέας, άλλά πού χάρη ο αυτδν υπαρ
χ ει το κοπάδι (1 1 ,7 ,13-14)."Ετσι ή περιγραφή αύτου του έργατικου συν-
εταιρισμού κλείνει μέ μια συνηγορία για τύ νοικοκύρη - έπιχειρηματια.
"Οπως φαίνεται, ό Ξενοφώντας δεν συμπαθεί και τόσο τους ανθρώ­
πους πού καυχιόνται για τα πλούτη ή τήν εύγενική τους καταγωγή.
Προτιμάει έκείνους πού έχουν μέτρια περιουσία, τούς γερούς και πρα-
χτικούς άνθρώπους πού είναι ίκανοί να άναπτόσσουν οικονομική δρα­
στηριότητα καί να ύπηρετοΰν στο στρατό.
Ή άναλογία πού πρέπει να ύπάρχει άνάμεσα στήν ιδιωτική και
στήν κρατική ώφέλιμη οικονομική δραστηριότητα, είναι μια σκέψη
πού μόνιμα άπασχολεί τύν Ξενοφώντα. Και στή μια και στήν άλλη
περίπτωση, δπως πιστεύει, έχουμε νά κάνουμε μέ άνθρώπους. Σέ τ ε­
λευταία λοιπόν άνάλυση, zb πρόβλημα είναι ή διαπαιδαγώγηση των
άνθρώπων. Ό Ξενοφώντας γράφει πώς ή λειτουργία τής οικιακής οι­
κονομίας μονάχα ποσοτικά διαφέρει άπύ τή διαχείριση των κοινών
όποθέσεων — άπύ δλες τις άλλες πλευρές τύ ζήτημα είναι ταυτόσημο.
„ Ε κ είν ο ι πού διευθύνουν τίς κοινές ύποθέσεις έχουν νά κάνουν β έ­
βαια μέ τούς ίδιους άνθρώπους πού χρησιμοποιούν και έκείνοι πού
διαχειρίζονται τύ άτομικό τους νοικοκυριό. "Οποιος μπορεί νά τά κα­
ταφέρνει μέ τούς άνθρώπους, τά βγάζει θαυμάσια πέρα καί στις άτο-
μικές καί στις κοινές ύποθέσεις, ενώ δποιος δέν μπορεί, κάνει σφάλ­
ματα καί στύν ενα καί στον άλλο τομέα “ ( I I I , 4, 12 ). Ό Ξενο­
φώντας, παίρνοντας άφορμή άπύ τήν έκλογή ένος διαχειριστή, διατυ­
πώνει άκόμα πιύ άποφασιστικά τήν ίδια σκέψη στύν Οικονομικό :
„ "Οποιος μπορεί νά κάνει τύν άλλον ίκανύ νά διοικεί, μπορεί νά του
μάθει νά είναι ήγέτης άνθρώπων καί δταν τύ καταφέρει κι αύτό, θά
είναι σέ θέση νά τύν διδάξει νά γίνει καί βασιλιάς “ (13, 5). Έ σκέψη
αύτή συγγενεύει άμεσα πιά μέ τή θεωρία του γιά τή διακυβέρνηση,
δπως άναλύεται λεπτομερειακά στήν Κύρου Παιδεία. *
, Αύτή ή άναλογία άνάμεσα στις ιδιωτικές καί στις κρατικές ύπο-
θέσεις δέν είναι σωστή, γιατί παρουσιάζει τύν κυβερνήτη δχι στήν
υπηρεσία του λαού, άλλά σάν ιδιοκτήτη τής χώρας πού δ ιο ικ εί
'Ωστόσο ή θεωρία το0 Ξενοφώντα, πού παραδέχεται τήν έπίδραση τών
οικονομικών παραγόντων στή ζωή τής κοινωνίας, είναι όπωσδήποτε
ενα βήμα πρύς τά Ιμπρύς σέ σχέση μέ τις ούιοπιστικές άντιδραστι-
κες ίδέες πού άναπτύσσονται στήν Πολιτεία το0 Πλάτωνα.

4. „ Σ Ω Κ Ρ Α Τ Ι Κ Α Ε Ρ Γ A “
Α ΠΟ τά^ργα τοΟ ΞενοφώνταΕλάχιστα μονάχα μπορούν νά χρονολο­
γηθούν με άκρίβεςα (βλ. π(6 κάτω Άγηοίλαος και 'Ε Χ λ ψ Λ ). Μερ!-
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 173

κοι ύποθέτουν πώς δ Ξενοφώντας άρχισε τή λογοτεχνική του Βράση


μόλις μετά τό 387 π. X ., δταν ή πολεμική θύελλα είχ ε κοπάσει γιά
κάμποσο καιρό καί δ ιστορικός, καταδικασμένος έρήμην σέ έξορία.
γιατί είχ ε πάρει μέρος στδ σπαρτιατο - θηβαϊκό πόλεμο καί στή
μάχη τής Κορώνειας, έγκαταστάθηκε στδν Σκιλλούντα. ’Ε κ εί μπο­
ρούσε με δλη του τήν ήσυχία να άρχίσει νά γράφει τις άναμνήσεις
του γιά τδν Σωκράτη καί γιά τις διάφορες έκστρατεϊες πού παρακο­
λούθησε προσωπικά. *Η όπόθεση αύτή είναι άρκετά πιθανή. Δεν είναι
δμως εύκολο νά τή συμβιβάσουμε μέ μιά πλατιά διαδομένη γνώμη,
πώς τά πρώτα έργα του Ξενοφώντα είναι ή 9Απολογία Σωχράτονς καί
τά 9Απομνημονεύματα. Οί έπιστήμονες πού υποστηρίζουν τήν άποψη
πώς δ Ξενοφώντας άρχισε άργά τή λογοτεχνική του δράση, είναι ύπο-
χρεωμένοι νά υποθέσουν πώς δ ιστορικός είχ ε κρατήσει κιόλας κάποιες
σημειώσεις άπό τις συζητήσεις του Σωκράτη, πού τις συμπλήρωσε δταν
συναντήθηκε μέ τόν Έρμογένη, έναν άλλο μαθητή του Σωκράτη, πού
παραβρέθηκε στή δίκη καί στό θάνατο του δασκάλου τους — τό γ ε­
γονός αύτό τό άναφέρει δ ίδιος δ Ξενοφώντας στήν 9Απολογία (§ 2).
Πραγματικά είναι δύσκολο νά φαντασθοϋμε πώς ύστερα άπό 14 χρό­
νια (κι αύτό είναι τό μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα, για τί δ
Ξενοφώντας έγκατέλειψε τήν Α θήνα στά 4 01 καί στόν Σκιλλούντα
έγκαταστάθηκε στά 387) θά μπορούσε δ Ξενοφώντας νά γράψει μέ
τόσες λεπτομέρειες τις σκέψεις τού Σωκράτη πάνω στά πιό διαφορε­
τικά ζητήματα.
Δέν είναι λιγότερο πιθανές, ώστόσο, καί οί άλλες όποθέσεις. Τά
9Απομνημονεύματα μπορεί νά γράφηκαν πολύ πριν άπό τό 3 8 7 , τήν
έποχή τής στρατιωτικής ζωής του Ξενοφώντα. Αύτό δέν είναι καθό­
λου άδύνατο, για τί οί πόλεμοι δπου είχ ε πάρει μέρος δ ιστορικός δταν
γύρισε άπό τήν έκστρατεία τού Κύρου, διεξάγονταν μέ μακρόχρονες
διακοπές καί τό χειμώνα σταματούσαν συνήθως οί στρατιωτικές έπι-
χειρήσεις. Οί πόλεμοι μάλιστα τού Α γησίλαου μέ τούς Πέρσες στήν
ούσία δέν ήταν πραγματικοί πόλεμοι, άλλά μιά σειρά μεμονωμένες συγ­
κρούσεις. “Ά λλωστε έργα σάν τήν 9Απολογία καί τά ' Απομνημονεύ­
ματα θά δημιουργούσαν πολύ διαφορετική έντύπωση αν δημοσιεύονταν
3 - 4 χρόνια μετά τό θάνατο τού Σωκράτη, δταν ή άνάμνηση τής
καταδίκης του ήταν άκόμα έντελώς νωπή, παρά άν δημοσιεύονταν
ύστερα άπό 15 χρόνια. "Έπειτα καί ή άξιολόγησή τους θά ήταν έν­
τελώς διαφορετική άνάλογα μέ τό ποιός ήταν δ συγγραφέας τους τήν
έποχή πού έκδόθηκαν. ’Αλλιώς θά τά δποδεχόταν τό κοινό άν είχα ν
γραφεί άπό έναν μαθητή τού Σωκράτη, άνθρωπο πού μπορούσαν άκόμα
νά τόν θυμούνται στήν 'Αθήνα καί πού δέν είχ ε σηκώσει τό δπλο κατά
τής πατρίδας του, καί έντελώς διαφορετικά θά τά έκρινε άν δ συγγρα-
174 E N Ο Φ Q N T

φέας τους ήταν ένας πολιτικές έγκληματίας, καΐαδικασμένος σέ έξο


ρία γιά προδοσία. χ «,
Τά 9Α π ο μνημ ονεύ μ α τα μπορούν νά θεωρηθούν σαν έργο J α*
κό. Σ 9 αύτδ άναπτυσσονται, άν καί όχι πολύ συστηματικά, ο φι ο
σοφικές καί πολίτικες άπόψεις τού Ξενοφώντα καθώς και το πρ
γραμμά του γιά τήν όργάνωση του κράτους. ,
’ Απδ τδ περιεχόμενο καί τδ χαρακτήρα τους τά 9Α π ο μ νημ ονεύ μ α τα
είναι βιβλίο ,,άθηναϊκό“ . *0 φιλολακωνισμδς είναι άκομα άρκετα με­
τριοπαθής μέσα σ* αύτδ καί δεν ύπάρχουν καθόλου έγκώμια για τους
Πέρσες. Τδ ένδιαφέρον του Ξενοφώντα γιά τήν ώρα στρέφεται άπο-
κλειστικά στή γενέτειρά του καί στδν τρόπο τής διακυβέρνησης της.
9Απδ αύτδ μπορούμε νά βγάλουμε τδ συμπέρασμα πώς ό ώενοφωντας,
τδν καιρδ πού έγραφε τά 9Απομνημονεύματα, δεν θεωρούσε άκόμα
άδυνατη τήν έπιστροφή του στή ’Αθήνα καί γ ι’ αύτδ καταπιάστηκε
μέ τήν κριτική τού κρατικού της συστήματος. Είναι ζήτημα άν ή
έκδοση αύτού τού βιβλίου θά είχε κανένα νόημα μετά τήν καταδίκη
του σέ έξορία
Ό Ξενοφώντας, χρησιμοποιώντας τδ όνομα τού Σωκράτη, άνα-
πτύσσει στά 9Απομνημονεύματα τις δικές του άπόψεις.
*Η μορφή τού Σωκράτη, όπως παρουσιάζεται στά 9Απομνημονεύ­
ματα, είναι άσφαλώς άληθινή, γιατί μοιάζει μέ τή μορφή πού μάς
Ιδωσε δ Πλάτωνας (ιδιαίτερα στούς πρώτους του, τούς „σωκρατικούς“
διαλόγους), πού έτρεφε έχθρικά αισθήματα γιά τδν Ξενοφώντα. ΟΕ
δυδ συγγραφείς δέν διαφωνούν ούτε στήν άπόδοση τής μεθόδου πού
χρησιμοποιούσε στις συζητήσεις του δ Σωκράτης, μ9 όλο πού ό Ξενο­
φώντας είναι πολύ λιγότερο έπιδέξιος άπδ τδν Πλάτωνα στή διάρθρωση
των διαλόγων καί συχνά καταλήγει στήν απλή άφήγηση. *Όσο γιά
τή διδασκαλία πού ό Ξενοφώντας βάζει στδ στόμα τού Σωκράτη, είναι
ζήτημα αν θά Ιξακριβωθεί ποτέ τι άκριβώς άπδ όλα αύτά άνήκει πρα­
γματικά στδν Σωκράτη. Είναι πιδ εύκολο νά ύποθέσουμε τί, δέν άνή-
κει σ’ αύτόν. Σ ’ αύτή τήν κατηγορία συμπεριλαμβάνονται πολλές κρί­
σεις γιά καθαρά τεχνικά προβλήματα, γιά τήν πολεμική τέχνη καί
ταχτική. Οί κρίσεις αύτές Ιπαναλαμβάνονται καί σέ άλλα έργα τού
Ξενοφώντα καί είναι άπδ τά πιδ άγαπημένα του θέματα.
Τά 9Απομνημονεύματα είναι μιά όπεράσπιση τού Σωκράτη, όπως
καί ή 9Απολογία, πολύ πιδ μεγάλη όμως σέ έκταση. Ή *Απολογία
πού διαθέτουμε σήμερα σάν ξεχωριστδ έργο, είναι ζήτημα άν μπορεί
νά άπέχει πολύ χρονικά άπδ τδ θάνατο τού Σωκράτη. Πιθανότατα
ήταν ή πρώτη λογοτεχνική προσπάθεια πού επιχείρησε ό Ξενοφώντας
όταν, μετέχοντας στήν έκστρατεία ή γυρίζοντας άπδ αύτήν, έμαθε τδ
θάνατο τού δασκάλου του. ’Αναστατωμένος άπδ αύτή τήν είδηση
EJIK. X

1. Σ κηνή τ ο υ α λ έ τ α ς. ’Ερυθρόμορφος κύλικας. ’Αττική, πρΟτο μισό


τοΟ 5. αΙ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.

f ' ' '; : ■ 'ι!·ϊ

2. Χορευτής κ α ί κ ι θ α ρ ω δ ό ς . 'Ερυθρόμορφος σκΰφος, Αττική,


μέσα τοΟ S. αΙ. n.X. MouocTo Έρμιτάζ.
Ξ Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 177

άποφάσισε νά προσθέσει και τή δική του φωνή σε δσα, δπως λέει δ


ίδιος, „ είχαν γράψει και άλλοι “ ('Απολογία, § 1). Σέ βρισμένα ση­
μεία ή 'Απολογία είναι πανομοιότυπη με τό τελευταίο κεφάλαιο των
'Απομνημονευμάτων (IV , 8), δπου άναφέρεται ή ίδια συζήτηση του
Σωκράτη μέ τον Έρμογένη.
Στή σύνθεση των 'Απομνημονευμάτων δ Ξενοφώντας δέν κατόρ­
θωσε να τηρήσει ένα σχέδιο καθαρό, όποταγμένο σε ένα μονάχα
σκοπό — τήν όπεράσπιση του Σωκράτη άπό τις κατηγορίες πού είχαν
έκτοξεόσει σε βάρος του. Τό έργο αύτό άποτελείται άπό μιά άρκετά άνα-
κόλουθη σειρά άπό συζητήσεις του Σωκράτη πάνω σέ διάφορα θέματα.
Τα 'Απομνημονεύματα χωρίζονται σέ 4 βιβλία (τό I άποτελείται
άπό 7 κεφάλαια, τό I I άπό 10, τό I I I άπό 14 καί τό IV άπό 8). Τά
θέματα των συζητήσεων του Σωκράτη είναι ποικίλα. Βασικά δια ι­
ρούνται κατά βιβλία μέ τόν παρακάτω τρόπο: Στο I βιβλίο, άφοΟ άν-
τικροόει τις κατηγορίες πού είχ ε άπαγγείλει ή άθηναϊκή δημοκρατία
σέ βάρος του Σωκράτη — γιά άσέβεια στους θεούς πού άναγνωρίζει τό
κράτος καί γιά διαφθορά τής νεολαίας — ό Ξενοφώντας καταπιάνε­
ται μέ γενικά προβλήματα — γιά τήν όργάνωση του κόσμου καί γιά
τή θέση του άνθρώπου μέσα σ’ αύτόν. Στο I I βιβλίο γίνεται λόγος κυ­
ρίως γιά τις σχέσεις των άνθρώπων στήν άτομική τους ζωή — γιά
τήν οικογένεια, τή φιλία κ.τ.λ. Στό I I I βιβλίο θίγονται ζητήματα
δργάνωσης του κράτους, κοινωνικών υποχρεώσεων κ.τ.λ Στό IV β ι­
βλίο έξετάζεται ή άπόκτηση γνώσεων στούς διάφορους τομείς. Τό τε­
λευταίο κεφάλαιο του IV βιβλίου πρέπει νά θεωρηθεί, δπως φαίνεται,
σάν ένα προσχέδιο τής 'Απολογίας. Σέ δλα δμως αύτά τά βιβλία δέν
τηρείται άπόλυτα τό βασικό τους σχέδιο.
Οί ίδέες πού διατυπώνει ό Ξενοφώντας στά 'Απομνημονεύματα δέν
ξεχωρίζουν γιά κανένα ιδιαίτερο βάθος. Είναι, άπό τή μιά μεριά,
μιά άνάπτυξη τελεολογικών άπόψεων γιά τήν όργάνωση του κόσμου
καί τής άνθρώπινης ζωής καί άπό τήν άλλη μιά έρευνα προβλημάτων
πραχτικής ήθικής. Στήν άρκετά πρωτόγονη άνάπτυξη του τελεολογι­
κού συστήματος του κόσμου είναι άφιερωμένο δλόκληρο τό τέταρτο
κεφάλαιο τού I βιβλίου. Σ ’ αότδ ό Σωκράτης άνασκευάζει πρώτα τήν
άποψη πώς ό κόσμος είναι γέννημα τυχαίων αίτιων καί ύστερα τή θεω­
ρία πώς οί θεοί δέν παρεμβαίνουν στήν κοσμική τάξη, πού είναι, δπως
πιστεύει, όρθολογική καί τελεολογική, άκριβώς χάρη σ’ αύτή τήν πα­
ρέμβαση τών θεών. Έ όρθολογικότητα τής δργάνωσης τής φύσης άπο-
δείχνει άναμφισβήτητα πώς οί δημιουργοί τού κόσμου είναι λογικά
δντα.
*0 Ξενοφώντας δανείζεται τις θεωρίες του άπό τή σύγχρονή του
φυσική φιλοσοφία. Τό γεγονός πώς τά αισθητήρια όργανα είναι
12 ΊσχορΙα τής Ελληνικής Λογοτεχνίας
178

προσαρμοσμένα έτσι πού νά μπορούν νά άφομοιωνουν τα φαινόμενα,


τή σημασία του χεριοϋ σάν οργάνου εργασίας, τά πλεονεκτήματα της
όρθής στάσης του άνθρώπινου σώματος πού δίνει στόν άνθρωπο τη
νατότητα για μιά άνώτερη διανοητική άνάπτυξη σέ σύγκριση με τα
ζώα — δλα αύτά τά είχαν κιόλας παρατηρήσει οί φιλόσοφοι πού εζη-
σαν πρίν άπό τόν Ξενοφώντα.
Σημαντικά πιό άδύνατες γίνονται οί άποδείξεις γιά τή σκοπιμότητα
τοϋ κόσμου, δταν ό Ξενοφώντας έξετάζει τό ζήτημα τής έκδηλω ιης
τής θέλησης των θεών δχι πιά στή φύση, άλλά στήν Ιστορία. Τότε
άναγκάζεται νά άνατρέξει σ’ Ινα καθαρά άρχαίο θέμα — στήν ύπαρξη
χρησμών καί μαντείων.
‘ Η πίστη στούς χρησμούς και στά μαντεία καθώς καί ή „ έσωτερική
φωνή“ , χαρακτηριστικό στοιχείο τής διδασκαλίας του Σωκράτη, άπο-
τελοϋσαν τή βάση τής θεωρίας τοϋ Ξενοφώντα, γιατί ήταν όπαδός
τής „ άρχαίας εύσέβειας“ στήν πατροπαράδοτη μορφή της.
‘Ωστόσο ή „ διδασκαλία “ γιά τούς θεούς καί γιά τή φροντίδα πού
δείχνουν στόν κόσμο, δπως τήν άναπτόσσει ό Ξενοφώντας, δεν κατα­
λήγει καθόλου σέ μιάν άβουλη προσμονή καί όποταγή — άντίθετα ό
Ξενοφώντας διαχωρίζει σαφέστατα τ ί πρέπει νά έλπίζει ό άνθρωπος
άπό τούς θεούς καί τ ί πρέπει νά άναλαμβάνει με δική του εύθύνη :
„ Ό Σωκράτης Ιλεγε πώς ό άνθρωπος πρέπει νά μαθαίνει μόνος του
δσα μπορεί νά βρει με τή μέτρηση, τήν άρίθμηση ή τή στάθμιση.
*Ooot ρωτάνε τούς θεούς γιά τέτοια -ράγματα, είναι άσεβεΐς. Οί άν­
θρωποι έχουν καθήκον νά μαθαίνουν καί νά κάνουν μόνοι τους δσα
τούς επιτρέπουν οί θεοί “ (I, 9).
Οί κανόνες τής ήθικής, δπως τούς περιγράφει ό Ξενοφώντας, έχουν
πραχτικό χαρακτήρα. Έ φροντίδα γιά τήν όγεία τοϋ σώματος, ή άν-
τοχή, ή μετριοπάθεια, ή τήρηση τών βασικών κανόνων τής συμβίω­
σης, ό σεβασμός στούς θεούς, στούς γονείς καί στούς μεγαλύτερους,
ή άπόχτηση καλών καί σταθερών φίλων — δλες αύτές οί ιδιότητες
συνθέτουν, σύμφωνα μέ τή γνώμη τοϋ Ξενοφώντα, τήν είκόνα τοϋ
ήθικά άξιου άνθρώπου.
Στά διδακτικά έργα τοϋ Ξενοφώντα άνήκει καί ό Οίκονομικός. Σ ’
αύτόν μποροϋμε νά στηριχτοΰμε γιά νά κρίνουμε τήν οικονομική όρ-
γάνωση τής άρχαίας έλληνικής δουλοκτητικής κοινωνίας, τις σχέσεις
πού ύπήρχαν άνάμεσα στά άφεντικά καί στούς δούλους, άνάμεσα στά
μέλη τής οικογένειας, τή θέση τής γυναίκας κ.τ.λ. Στόν Οίκονομικό
καθρεφτίζεται ή ιδεολογία τών άριστοκρατικών στρωμάτων της άθγ)
ναϊκής κοινωνίας, πού διαπνέονταν άπό όλιγαρχικά φρονήματα Στδ
έργο αύτό ό Σωκράτης άφηγείται στόν μαθητή του Κριτόβουλο * ιά
συζητηση του με τόν εύπορο ’Αθηναίο Ίσχόμαχο σχετικά μέ τήν όρ
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 179

γάνωση της οικιακής οικονομίας. Σ ’ αύτή τή συζήτηση τό πιο έγκυρο


πρόσωπο, πού διδάσκει τόν συνομιλητή του, δεν είναι δ Σωκράτης
άλλά ό Ίσχόμαχος.
Μ* δλο πού δ Οικονομικός, δπως καί τά 3Απομνημονεύματα,
είναι έργο „ σωκρατικό “ , έχουμε πολύ περισσότερους λόγους γιά νά
τό τοποθετήσουμε στην περίοδο τής διαβίωσης του Ξενοφώντα στον
Σκιλλούντα. Είναι τόσο παραφορτωμένο με λεπτομέρειες γιά διάφορα
οίκονομικά μικροζητήματα, ώστε είναι δύσκολο νά φανταστούμε πώς
γράφηκε άπό άνθρωπο πού δεν άσχολουνταν με τήν οικιακή οικονο­
μία. Σ ’ αύτό ό Σωκράτης ούσιαστικά είναι μονάχα ένας „ κομπάρ­
σος “ . Στις σελίδες του ή διαλογική μορφή γρήγορα παραχωρεί τή
θέση της στήν άφήγηση καί μένει μονάχα σάν ένα πλαίσιο πού άρ-
κετά άδύναμα έξασφαλίζει τή γενική πορεία τής δράσης. Στόν ΟΙκο-
νομικό Ικτός άπό τό δνομα του Ίσχόμαχου (ένας πλούσιος ’Αθη­
ναίος μέ τό Γδιο δνομα άναφέρεται καί στόν X I X λόγο του Αυσία)
καί άπό τήν περιγραφή τής διαπαιδαγώγησης των γυναικών στήν
’Αθήνα καί τής κατώτερης θέσης τους μέσα στήν κοινωνία, κανένα
άλλο ειδικά άθηναϊκό στοιχείο δεν ύπάρχει. Α ντίθετα σέ μιά σειρά
όποδείξεις του Ξενοφώντα — γιά τό πώς μπορούν νά διορθωθούν οί
έλλείψεις αύτής τής διαπαιδαγώγησης τών γυναικών — καθώς καί
στις συμβουλές πού δίνει ό Ίσχόμαχος στή νεαρή γυναίκα του — νά
κινείται περισσότερο, νά καταπιάνεται μέ χειρωνακτικές δουλειές, νά
μή φτιασιδώνεται — είναι φανερή ή έπίδραση του σπαρτιατικού τρό­
που ζωής.
’Εκτός άπό τό ήθογραφικό ένδιαφέρον πού παρουσιάζει, τό έργο
αύτό είναι άξιοπρόσεχτο καί άπό λογοτεχνική άποψη, για τί δείχνει
τό πέρασμα του Ξενοφώντα άπό τά 3Απομνημονεύματα, πού βασικά
διατηρούσαν τή διαλογική μορφή, στά μεταγενέστερα καθαρά άφη-
γηματικά έργα του. Στόν Οικονομικό ό Ξενοφώντας στρέφεται πιά
στή ζωντανή άπεικόνιση τών άνθρώπων καί τών χαρακτήρων τους.
Ό Ίσχόμαχος καί ή νεαρή γυναίκα του είναι μορφές άπόλυτα άλη-
θινές, Ινώ οί συνομιλητές τού Σωκράτη στά ' Απομνημονεύματα είναι
άπογυμνωμένοι άπό κάθε άτομικό γνώρισμα.
Στά 3Απομνημονεύματα καί στόν Οικονομικό δ σκοπός τού Ξενο­
φώντα είναι καθαρά διδακτικός. Ωστόσο τό ένδιαφέρον του άρχίζει
κιόλας νά στρέφεται στούς ζωντανούς άνθρώπους, στήν καθημερινή
τους ζωή καί στά διάφορα γνωρίσματα του χαρακτήρα τους.
Τό λογοτεχνικό περιγραφικό ταλέντο τού Ξενοφώντα, πού είχ ε
Κιόλας φανερωθεί στόν Οικονομικό, βρήκε τήν πιό λαμπρή του έ κ ­
φραση στό Συμπόσιο. Στο έργο αύτό δ Ξενοφώντας προσπαθεί, γιά
Ι*ια ακόμα φορά, νά προβάλει τόν έαυτό του στό ρόλο τού φιλόσοφου.
"Ως σήμερα δεν έχ ει λυθεί άκόμα τδ πρόβλημα ποίδς έγραφε πρώτος
τδ Συμπόσιό του — 6 Ξενοφώντας ή δ Πλάτωνας.
Πιθανότατα δ Ξενοφώντας ήθελε νά άντιπαραθέσει τδ ^ικο^ του
Συμπόσιο, ποδ πότε είναι νατουραλιστικδ και πότε καταντάει κάπως
χυδαίο, στδ δμώνυμο έργο τοϋ Πλάτωνα. ^
Και τα δυδ αύτά έργα δεν άναφέρονται στδ Γδιο „ συμπόσιο “ . Ο
Ξενοφώντας μιλάει για μιά λαμπρή γιορτή ποδ όργάνωσε δ πλούσιος
’Αθηναίος Καλλίας, δ Πλάτωνας για ενα γλέντι στδ σπίτι του ποιητή
Άγάθωνα, δπου είχαν συγκεντρωθεί οι φίλοι του για νά πανηγυρίσουν
μιά νίκη του σέ κάποιο άγώνα τραγικών ποιητών.
Τδ περιεχόμενο και τών δυδ διαλόγων είναι παρόμοιο. Οί συγκεν­
τρωμένοι στδ συμπόσιο φίλοι διατυπώνουν τΙς γνώμες τους γιά τήν
όμορφιά και τδν έρωτα. Τδ Συμπόσιο τοϋ Ξενοφώντα έχ ει άρκετά
καλλιτεχνικά προσόντα. Γιά μάς παρουσιάζει μεγάλο ένδιαφέρον κυ­
ρίως γιατί είκονίζει τή ζωή έκείνης τής έποχής καί κατορθώνει νά
περιγράφει χαρακτήρες. Σ ’ αύτές τις περιγραφές φανερώνεται τδ
άναμφισβήτητο λογοτεχνικό ταλέντο τοϋ Ξενοφώντα. Ό συγγραφέας
χαρακτηρίζει πολύ καθαρά δλους τοδς συμποσιαστές. Τδ Συμπόσιο
τοϋ Ξενοφώντα παρουσιάζει καί ενα πρόσθετο ένδιαφέρον, γ ια τ ί
σ’ αύτδ δίνεται ή είκόνα μιας παράστασης μίμων. Πολύ λίγες λεπτο­
μέρειες μάς εΐναι γνωστές γ ι’ αύτοΰ τοϋ εΓδους τίς παραστάσεις, ίδ ια ί-
τερα σέ μιά τόσο πρώιμη έποχή (5 . αί. π. X . ).
"Αν καί τδ περιεχόμενο τών διαλόγων τοϋ Πλάτωνα καί τοϋ Ξ ε ­
νοφώντα είναι βασικά τδ Γδιο — ή έξέταση τοϋ θέματος τής δμορφιας
καί τοϋ έρωτα — ή λύση ποδ δίνουν είναι διαφορετική καί μάλιστα
χαρακτηριστική γιά τδν κάθε συγγραφέα. ’Αντίθετα άπδ τδν Π λά ­
τωνα, ποδ τδ ζήτημα τής δμορφιάς τδ ταυτίζει μέ τήν ύψηλότερη
μορφή τής γνώσης, ό Ξενοφώντας συνδέει τδ θέμα αύτδ μέ τδ πρα-
χτικδ πρόβλημα τής άγωγής τοϋ άνθρώπου ώστε νά γίνει ικανός γι<*
τή ζωή. Πώς πρέπει νά προετοιμάζεται ό άνθρωπος γιά μιά ώ φέλιμη
κοινωνική δράση, ποιά προτερήματα είναι απαραίτητα γ ι’ αότδ κ α ί
πώς μποροΰν νά καλλιεργηθούν — νά οί θέσεις ποδ δ Ξενοφώντας
είχε προσχεδιάσει κιόλας στά „ σωκρατικά “ του έργα καί ποδ τ ίς
έπεξεργάζεται μέ μεγαλύτερη πληρότητα στήν Κύρου Παιδεία. *

5. „ ΚΥΡΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑ,,

^ ■ ε,ετα ζο ν τα ς τδ έργο Κυρου Παιδεία πρέπει πρώτα - πρώτα '


έχουμε δπδψτ, πώς έκ.<νη τήν έποχή δεν είχε άκόμα δι«μορφωθζ *
ένα τέτοιο λογοτεχνικέ άφηγηματικδ είδος. Γ ι’ αύτδ τά καθαρά „
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 181

γοτεχνικά “ έργα τοϋ Ξενοφώντα Συμπόσιο καί Κύρου Παιδεία πρέ­


πει νά εκτιμοΰνται πολύ περισσότερο άπό δσο γίνεται συνήθως.
Ό Ξενοφώντας, γράφοντας τήν Κύρου Παιδεία^ είχ ε καταστρώ-
σει ένα έξαιρετικά πλατύ σ χ έδ ιο : "Ηθελε πρώτα νά άναπτύξει όλες
τΙς πολιτικές του ιδέες καί παράλληλα νά θίξει στά πεταχτά διά­
φορα άλλα φιλοσοφικά καί ήθικά προβλήματα — γιά τή γενναιό­
τητα, τήν έγκράτεια, τήν ύπακοή, τή φιλία καί τήν πίστη, τήν δμορ-
φιά καί τόν έρωτα κ.τ.λ. Ε ίχ ε άκόμα όπόψη του νά δώσει μέσα
σ’ αύτό το έργο καί πολλές καθαρά πραχτικές πληροφορίες γιά τή
στρατιωτική τέχνη — γιά τά είδη όπλισμου, τούς τρόπους διάταξης
των στρατιωτικών δυνάμεων, τήν πολεμική προπαρασκευή, τις μάχες
τών αρμάτων, το ιππικό, τήν ταχτική τής έπίθεσης καί τής όποχώ-
ρησης. Τέλος ήθελε νά δώσει ένα έργο πού νά τραβάει το ένδιαφέρον
του άναγνώστη, δπου, δπως καί στό Συμπόσιο, δλοι οί στοχασμοί
γιά τά ήθικά προβλήματα καί δλες οί τεχνικές πληροφορίες θά πα­
ρουσιάζονταν σέ διαλογική ή άφηγηματική μορφή.
Μετά τον Ξενοφώντα πολλές φορές μπήκε τό πρόβλημα τής συγ­
γραφής ένος διδακτικού μυθιστορήματος. Στήν περίπτωση τής Κύρου
Παιδείας δέν είναι καταπληκτικό πώς ό Ξενοφώντας δέν κατόρθωσε
νά δημιουργήσει ένα τέλειο έργο. Τό καταπληκτικό είναι πώς τό β ι­
βλίο αύτό, πρώτο στό είδος του, παρουσιάζει ώς σήμερα μεγαλύτερο
ένδιαφέρον άπό πολλά διδακτικά μυθιστορήματα του 18. αί. Έ Κύρου
Παιδεία μπορεί έπάξια νά λέγεται μυθιστόρημα. Είναι τό πρώτο ιστο­
ρικό - πολιτικό μυθιστόρημα.
Οι ιστορικοί τής λογοτεχνίας συχνά παρατηρούν πώς ό τίτλος Κύ-
ρου Παιδεία δέν άνταποκρίνεται άπόλυτα στό περιεχόμενο τοϋ έργου,
γιατί σ’ αύτό περιγράφεται δχι μονάχα ή διαπαιδαγώγηση τοϋ
Κόρου, αλλά καί ή μεταγενέστερη πολιτική καί πολεμική του δράση.
Ή μομφή δμως αότή θά ήταν σωστή μονάχα στήν περίπτωση πού μέ
τή λέξη ,, παιδεία “ θά έννοούσαμε άποκλειστικά τή διαπαιδαγώγηση
τοϋ παιδιοΰ ή τοϋ έφήβου τών 1 4 - 1 5 χρονών, ένώ ή Ιλληνική λέξη
παιδεία έχ ει πολύ πλατύτερο νόημα. Α γκα λιά ζει δλο τον τομέα τής
αγωγής τοϋ χαρακτήρα, πού ξεπερνάει τά δρια τής παιδικής άκόμα
καί τής έφηβικής ήλικίας. Έ παιδεία, μ* αύτό τό νόημα τής λέξης,
όλοκληρώνεται στά βασικά της γνωρίσματα τότε μονάχα, δταν ό χ α ­
ρακτήρας έχ ει πιά διαμορφωθεί, δταν μπορούμε νά προσδιορίσουμε τ ί
άνθρωπος βγήκε άπό τό παιδί καί τόν έφηβο. Έ Κύρου Παιδεία άν-
ταποκρίνεται άπόλυτα σ* αύτό τό σκοπό. Σ ’ αύτήν γίνεται λόγος γιά
τον νεαρό Κύρο φτάνοντας ώς τήν ήλικία πού είχ ε στό τέλος τής μ ε­
γάλης του έκστρατείας κατά τής Βαβυλώνας. "Ολη ή μεταγενέστερη
ζωή του περιγράφεται μέ συντομία στό V I I I βιβλίο, πού άποτελεί
182

τόν Ιπίλογο τοϋ Ιργου. Σκοπός αύτοϋ τοϋ έπίλογου είνα^ να πα η


θεόσει τό γεγονός πώς ό Κύρος έμεινε πιστός στόν έαυτό^ του ς τ
θάνατο, πώς τό χαρακτήρα πού είχε διαμορφώσει σάν άποτέλεσμα της
παιδείας του τόν κράτησε σ’ δλη του τή ζωή καί πώς δ χαρακτήρας
αύτός ένσαρκώθηκε σέ δλη τή δημόσια δράση του. %
Έ άληθινή Εστορική βάση τής Κύρου Παιδείας είναι βέβαια πολύ
άσήμαντη. Ό Ξενοφώντας διάλεξε τή μορφή του Κύρου τοϋ Πρεσβυ-
τερου, γιατί είχ ε διατηρηθεί σ’ δλη τήν Περσία ή φήμη Χ<* * α“
τορθώματα καί τή σοφή του διοίκηση. *Η φυσιογνωμία του είχ ε γ ίν ει
θρυλική. Ό Ξενοφώντας μπορεί βέβαια νά παράθεσε στο μυθιστόρημα
του πολλές άπό τις σχετικές άφηγήσεις καί τά άνέκδοτα τών ΙΙερ-
σών γιά τόν Κύρο, τήν τυποποιημένη δμως μορφή τοϋ Εδανικοϋ ήγε-
μόνα και στρατηλάτη τή δημιούργησε βασικά έπιλέγοντας τά κα­
λύτερα γνωρίσματα τών άγαπημένων του πολεμικών ήρώων — τοϋ
Θεμιστοκλή, τοϋ ’Αγησίλαου καί τοϋ Κύρου τοϋ Νεότερου. Σάν πρό­
τυπο γιά τήν παιδική ήλικία τοϋ Κύρου, έτσι δπως περιγράφεται
πολύ ζωντανά, μπορούσε νά τοϋ χρησιμεύσει ένα όποιοδήποτε παιδί
διαπαιδαγωγημένο μέ τό σπαρτιατικό σύστημα, άκόμα καί τά δικά
του παιδιά. Στήν περιγραφή τής μορφής τοϋ ώριμου Κύρου ό Ξενο­
φώντας μεταχειρίστηκε πολλά γνωρίσματα άπό εκείνα πού έγκωμιά-
ζει ατά ,, σωκρατικά “ του έργα.
*Η Κύρου Παιδεία διαιρείται σέ 8 βιβλία. Στό I βιβλίο, μετά τήν
πολιτική εισαγωγή (κεφάλαιο 1 ), γίνεται λόγος γιά τό σύστημα δια ­
παιδαγώγησης τών παιδιών στήν „ Περσία “ (στήν πραγματικότητα
στή Σπάρτη), γιά τά παιδικά χρόνια τοϋ Κύρου, πού τά είχ ε περάσει
κοντά στόν παππού του, τό βασιλιά τών Μήδων Άστυάγη, γιά τό
πρώτο του κυνήγι, γιά τή συμμετοχή του στή σύγκρουση μέ τούς Ά σ -
σύριους καί γιά τήν έπιστροφή του στήν Περσία. Παραλείποντας τήν
περιγραφή τής έξέλιξης τοϋ Κύρου στήν παιδική καί έφηβική του ή λ ι­
κία, ό Ξενοφώντας κλείνει τό I βιβλίο μέ μιά μακροσκελή συζήτηση
τοϋ Κύρου μέ τόν πατέρα του Καμβύση πριν άρχίσει τή μεγάλη του
έκστρατεία κατά τής ’Ασσυρίας. Στά επόμενα βιβλία ( Π ώ ς V I I )
ό Ξενοφώντας μάς έξιστορεί αύτή τήν έκστρατεία. Στά βιβ> ία αύ-
τά ή προσοχή του στρέφεται βασικά δχι τόσο στήν περιγραφή τών
ποΛεμικών έπιχειρήσεων, πού δέν άποτελει βέβαια άκριβή Μ ετ ά
δόση τής Εστορίας τών άληθινών πολέμων τοϋ Κύρου, δσο οτΙν άπει
κόνιση τοΟ χαρακτήρα τοΟ ήρωά τ ο ο - τ ώ ς αύτός 6 χαρακτήρας i Z
δηλώνεται στίς πιδ οιαφορετικες περιπτώσεις καί πώς διαμορφώνεται
ή κοσμοθεωρία του Τό V I I I βιβλίο, βπως είπαμε κιόλας, εΙναΓό Γπ ί
λογος τοο έργου. Α ρχίζει με ενα γενικό χαρακτηρισμό τοδ Κύρου
συνεχίζεται μέ μια σύντομη άφήγηση τοΟ γάμου τοδ Κόρου καΓτοδ
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 183

φίλου καί βοηθοΰ του ‘ Γστάσπη καί τελειώνει μέ τδ θάνατο του K0r
ρου καί μέ τά ήθικά συμπεράσματα 'Λϋ συγγραφέα, όπου έπικρίνεται
όξότατα ή άποσύνθεση τών ήθών στήν Περσία. Ό Ξενοφώντας ισχυ­
ρίζεται πώς αότή ή άποσύνθεση των ήθών δφείλεται στδ δτι οϊ Πέρ-
σες πρόδωσαν τις άρχές πού τούς είχ ε διδάξει δ Κόρος.
‘ Η Κύρου Παιδεία είναι βασικά έργο πολιτικό, μιά άπολογία τής
μοναρχίας. Ό Ξενοφώντας διατυπώνει όλοκάθαρα αότδ τδ σκοπδ του
μυθιστορήματος του στο πρώτο κεφάλαιο του I βιβλίου. Νά μέ λίγα
λόγια ή πορεία τής σκέψης το υ: ’Α ρχίζει μέ μιά παρατήρηση γιά
τήν άστάθεια των διαφόρων πολιτικών συστημάτων — τής δημοκρα­
τίας, τής όλιγαρχίας καί τής τυραννίδας — καί γιά τήν άπροθυμία
τών άνθρώπων νά όποταχθοΰν σέ όποιαδήποτε ήγεσία, Ινώ τά ζώα
υποτάσσονται σ’ αότήν χωρίς άντίσταση ,,κ α ί ποτέ κανένα κοπάδι
δέν τά έβαλε μέ zb βοσκό του “ ( I, 2 ).
Ό Ξενοφώντας, κατεβάζοντας τούς άνθρώπους στδ έπίπεδο τών
ζώων, λέει πό>ς οί άνθρωποι είναι ,,τδ πιδ δύσκολα διοικοόμενο είδος
ζώων“ . ‘ Ωστόσο ισχυρίζεται πώς δ Κόρος, στήν άχανή μοναρχία
του, κατόρθωσε νά συνενώσει όχι μονάχα ένα πλήθος διαφορετικούς
άνθρώπους άλλά καί πολλούς λαούς ,,πού δέν μιλούσαν τήν ίδια
γλώσσα καί δέν καταλάβαιναν ό ένας τδν άλλον “ . “Ολοι αότοί οϊ
λαοί, σύμφωνα μέ τή γνώμη του Ξενοφώντα, δέν άντιστέκονταν στδν
Κόρο όχι για τί τδν φοβόνταν μά για τί τδν άγαποϋσαν. Μ’ αότή τήν
πολύ άμφίβολη άγάπη τών λαών γιά τδν Κόρο έξηγεί δ Ξενοφώντας
τήν ύπακοή τους καί συμπεραίνει πώς ,, τδ νά διοικεί κανείς άνθρώ­
πους δέν είναι βέβαια έντελώς άδύνατο, οδτε κάν πολύ δύσκολο, δταν
καταπιαστεί έπιδέξια μ* αότή τή δουλειά “ . Βασικδς σκοπδς τοϋ Ξ ε­
νοφώντα είναι νά ερμηνεύσει μέ ποιδν τρόπο δ Κύρος άπόχτησε αότή
τήν „έπιδεξιότητα“ . Γ ι’ αότό, λέει, ,,προσπαθήσαμε νά μάθουμε καλά
όλα τά σχετικά μέ τήν καταγωγή του, τά φυσικά του χαρίσματα καί
τή διαπαιδαγώγηση, πού τοϋ Ιξασφάλισαν τήν τόσο μεγάλη τέχνη νά
διοικεί άνθρώπους “ . Μέ λίγα λόγια, βασικδς σκοπδς τοϋ Ξενοφώντα
σ αότδ τδ μυθιστόρημα, όπως καί στδν Οικονομικό, είναι ή λύση τοϋ
προβλήματος τ ί χρειάζεται γιά νά μπορεί κανείς νά διοικεί — άπδ
τή μιά μεριά τδ δικό του νοικοκυριό καί άπδ τήν άλλη τδ κράτος.
’Ανάμεσα στδν κυβερνήτη μιας τεράστιας χώρας καί στδν άνθρωπο
πού διευθύνει τδ νοικοκυριό του, ό Ξενοφώντας, όπως είπε κιόλας στδν
Οικονομικό, δέν βλέπει καμιά βασική διαφορά. “Οπως σ’ ένα νοικο­
κυριό, όλα τά μέλη τής οικογένειας καί οί δοϋλοι πρέπει νά πειθαρ­
χούν στδν οικοδεσπότη, έτσι καί γιά ένα κράτος, σύμφωνα μέ τή γνώ­
μη τοϋ Κύρου, ή καλύτερη μορφή διοίκησης είναι ή μονοπρόσωπη
Εξουσία τοϋ „ συνετοΰ “ μονάρχη.
184 N Ο Φ Ω * τ Α Σ

Ή έπιδεξιότητα αύτή, δπως πιστεύει δ Ξενοφώντας, μπορεί νά άπο-


χτηθεί μέ δυό τρόπους. Στή συζήτηση του Κύρου μέ τόν πατέρα του
— τή μεγαλύτερη συστηματική έκθεση τών πολιτικών άποψεων του
Ξενοφώντα μέσα σέ δλη τήν Κνρον Ιχαώεία — δ Κύρος λ ε ε ι. „ ^ 00
για τήν ικανότητα νά εξαναγκάζει κάνεις τούς πολεμιστές^ νά υπα­
κούνε, μοϋ φαίνεται, πατέρα, πώς Ιχω κάποια πείρα. Από τα
πρώτα μου χρόνια μέ Ιμαθες νά σέ ύπακούω καί δταν μέ παραδωσες
στους δασκάλους, τό ίδιο έκαναν καί αύτοί... Οί περισσότεροι νόμοι
μας, μοϋ φαίνεται, δέν διδάσκουν τίποτε άλλο παρά μονάχα τις δυο
αύτές άρχές — προσταγή και ύπακοή. Υποθέτω πώς τό καλύτερο
μέσο γιά νά κάνεις τούς άνθρώπους νά ύπακοϋνε, είναι νά επαινείς και
νά άμείβεις τήν ύπακοή, νά συντρίβεις καί νά τιμωρείς τήν άνυπα-
κ° ή “ ( !» 6 )· /Λ . , , ,
Ό πατέρας δμως τοϋ Κύρου άπορρίπτει αύτή τή μέθοδο σαν άνα-
ξια και τόν συμβουλεύει νά διαλέξει άλλον τρόπο, πού τον περιγρά­
φει μέ καθαρά σωκρατικά λόγια : „ Χωρίς άμφιβολία — λέει — μέ
αύτό τόν τρόπο (δηλαδή τον τρόπο πού πρότεινε ό Κύρος) μπορείς,
αν θέλεις, νά κάνεις τούς άνθρώπους νά σέ ύπακοϋνε παρά τή θέλησή
τους. *Όμως... γιά νά έξασφαλίσεις τή θεληματική τους ύπακοή, ύπάρ-
χ ει ένας πολύ πιο εύκολος καί μάλιστα πολύ καλύτερος τρόπος: "Οταν
οί άνθρωποι πιστεύουν πώς κάποιος .ξέρει καλύτερα άπό αυτούς τί μπο­
ρεί νά τούς ώφελήσει, τότε τον ύπακοϋνε θεληματικά“ . Πιό κάτω δ
πατέρας τοϋ Κύρου άναφέρει διάφορα παραδείγματα πού βασίζονται
στίς συνηθισμένες γιά τή σωκρατική μέθοδο άναλογίες — γιά τήν ύπα­
κοή στό γιατρό, στον τιμονιέρη, στον όδηγό. "Οταν ό Κύρος τον ρω­
τάει : „ Δηλαδή, πατέρα, έσύ λές πώς δ καλύτερος τρόπος γιά νά κά­
νεις τούς άνθρώπους νά σέ ύπακοϋνε είναι νά φαίνεσαι πιό ίκανός άπό
έκεινους που προστάζεις; “ — ό πατέρας του τοϋ άπαντάει καταφατι­
κά, διορθώνει δμως τήν έκφραση τοϋ Κύρου ,,νά φαίνεσαι πιό ίκα­
νόςu άντικαθιστώντας την μέ ιίς λέξεις ,,νά είσαι πιό ίκανός“ καί
άναφέρει ξανά διάφορα παραδείγματα σωκρατικού χαρακτήρα ( είναι
άδύνατο νά φαίνεται κανείς γιά πολύν καιρό ίκανός ίππέας, γιατρός ή
αύλητής χωρίς νά είναι πραγματικά ίκανός κ .τ .λ .)1. Αποδείχνοντας
στον Κύρο αύτό τον τρόπο γιά τήν έξασφάλιση τής ύπακοήσ, ό πατέ­
ρας του τόν διδάσκει ταυτόχρονα πώς νά πετύχει καί τήν άφοσίωσγι
τών άνθρώπων πού βρίσκονται κάτω άπό τις διαταγές του: „ Γιά νά
σέ άγαποΰν Ικείνοι πού διοικείς, πράγμα πού είναι, μοϋ φαίνεται χ&

1. Αύτός δ τρόπος τής απόδειξης μέ βάση τήν Αναλογία Ανάμεσα σ τ* » ,


χαί στην τίχ νη του γιατροδ τοΟ μουσικοδ ή δποιουδήπϊτε Αλλου έπ α γ γ ελ ^ τία & ί° η
πραγματικά στόν Σωκράτη . Αότό αποδείχνεται άπό τή σύμπτωση τ<ΰν
διατυπώνονται στά Ιργα τοδ Εενοφώντα καί τοΟ Πλάτωνα (β λ . κεφ V I I ) δπως
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 185

σοβαρότερο άπό δλα, πρέπει νά μεταχειριστείς τή μέθοδο πού θά με­


ταχειριζόσουν άν ήθελες νά σέ αγαπούν οί φίλοι σου, δηλαδή νά τούς
κάνεις καλό. Είναι άλήθεια, γιέ μου, πώς είναι δύσκολο νά κάνεις
πάντα το καλό σέ κείνον πού θέλεις. Ωστόσο νά μοιράζεσαι τή χα­
ρά μ* έναν εύτυχισμένο, τή λύπη μ5 έναν άτυχο, νά σπεύδεις νά τούς
βοηθήσεις δταν έχουν άνάγκη, νά καρδιοχτυπάς μήπως δεν πετύχουν
τά σχέδιά τους, νά προσπαθείς νά άποτρέψεις τις άποτυχίες τους —
νά ποιες είναι οί πραγματικές άποδείξεις τής άμοιβαίας αφοσίωσης “
(Μ )·
Άπορροφημένος άπό τό ένδιαφέρον του γιά τήν ήθική του ήγεμόνα,
ό Ξενοφώντας στήν Κυρ ον Παιδεία δίνει σχετικά λίγη προσοχή στό
ρόλο πού παίζουν οί νόμοι στή διακυβέρνηση ένός κράτους. Μονάχα
μιά φορά ή μητέρα του Κύρου Μανδάνη, μιλώντας μέ το μικρό γιό
της, πριν τόν έμπιστευθεί στά χέρια του παππού του Άστυάγη, τόν
προειδοποιεί γιά τή διαφορά των περσικών και των μηδικών νόμων,
έξιδανικεύοντας τή δημόσια δράση τών Περσών μεγιστάνων: ,,Ό
παππούς σου καί οί Πέρσες — λέει ή Μανδάνη — *δέν έχουν τήν ίδια
γνώμη γιά τό τ ί είναι δίκαιο. Ό παππούς σου έγινε άπόλυτος μονάρ­
χης δλων τών Μήδων, οί Πέρσες δμως σάν δίκαιο θεωρούν τήν ισό­
τητα. Ό πατέρας σου πρώτος άπό δλους πειθαρχεί στις προσταγές τοϋ
κράτους καί παίρνει μονάχα όσα τοϋ δίνει τό κράτος. Κανόνας τών
πράξεών του δεν είναι ή έπιθυμία του, άλλά ό νόμος. Γιά νά μήν συν­
τρίβεις λοιπόν κάτω άπό τό μαστίγιο, δταν θά γυρίσεις στήν πατρίδα
σου, πρόσεχε νά μή μάθεις άπό τόν παππού σου τά φερσίματα τών τυ­
ράννων άντί νά διδαχθείς τά καθήκοντα τοϋ βασιλιά. Γιατί οί τύραν­
νοι νομίζουν πώς πρέπει νά έχουν περισσότερα δικαιώματα άπό
δλους “ . Σ' αύτά τά λόγια ό Κύρος δίνει μιά έξυπνη άπάντηση: ,,Ά ν -
τίθετα, ό παππούς μου μπορεί θαυμάσια νά μαθαίνει τούς άνθρώπους
νά έχουν λιγότερα καί δχι περισσότερα δικαιώματα. Μήπως δέν βλέ­
πεις πώς δίδαξε τούς Μήδους νά ικανοποιούνται μέ τά λ ίγ α ; “ ( I, 3 ).
Έ συζήτηση αύτή άνάμεσα σέ μιά μάνα κι ένα έφτάχρονο παιδί,
δπως παρουσιάζεται ό Κύρος στο κεφάλαιο αύτό τοϋ I βιβλίου, είναι
έντελώς άφύσικη. Οί σκέψεις πού άναπτύσσονται σ’ αύτήν χαρακτηρί­
ζουν τις πολιτικές άπόψεις τοϋ ίδιου τοϋ Ξενοφώντα. Στή θέση τοϋ
προβλήματος τής μορφής διακυβέρνησης ό συγγραφέας βάζει ξανά τό
πρόβλημα τής άτομικής αύτοπειθαρχίας τοϋ ήγεμόνα πού ό νόμος, είναι
άλήθεια, τοϋ άπαγορεύει τήν περιττή αύξηση τής περιουσίας.
Ό Ξενοφώντας επαναλαμβάνει τις ίδιες άπόψεις πολλές φορές καί
στό τελευταίο βιβλίο τής Κύρου Παιδείας δπου, διαστρεβλώνοντας τά
γεγονότα, έξιδανικεύει τόν Κύρο: „ Δίνοντας σέ δλους τό καλό παρά­
δειγμα, συνήθισε καί τούς άλλους νά είναι έγκ ρ α τείς“ . ,, Ό Κύρος
186

πίστευε άκράδαντα πώς είναι άνάξιος νά προστάζει δποιος εν


άνώτερος άπδ έκείνους πού διοικεί “ (V I II ) 1 ). Απδ τδ ιδιο^πνευμ
είναι διαποτισμένος καί δ λόγος ποί) έκφωνει δ πατέρας του υρου
στοί>ς Πέρσες γέροντες μετά τήν έπιστροφή του γιου του^: ,, Αν συ,
Κόρο, έπαρμένος άπδ τΙς έπιτυχίες σου, άρχίσεις νά διοικείς τους ^11ερ-
σες φροντίζοντας μονάχα γιά τήν προσωπική σου εύτυχια, άν έσεΐς,
πολίτες, φθονώντας τήν έξουσία του Κύρου, έξεγερθεΐτε έναντίον του,
θά χάσετε καί σεις και αύτδς πολλά άγαθά“ ( V I I I , 5 ). Τέλος^καί
δ Κύρος τίς ίδιες ύποδείξεις κάνει στούς σατράπες του ( V I I I , 6 ), δταν
τούς στέλνει νά διοικήσουν τις επαρχίες.
Γιά νά έξασφαλίσει τήν υπεροχή πάνω στους υπηκόους του — πού
τήν άπαιτει δ Ξενοφώντας θεωρώντας την σάν τδ μοναδικδ σίγουρο
θεμέλιο τής έξουσίας— δ μονάρχης πρέπει, σύμφωνα μέ τή γνώμη του
Ιστορικού, νά είναι άπόλυτα κατατοπισμένος πάνω στά οικονομικά καί
στρατιωτικά ζητήματα τής χώρας. Στήν Κύρον Παιδεία αότή ή άποψη
προβάλλεται άδιάκοπα μέ τδ παράδειγμα τής δράσης του Κύρου καί
άναπτύσσεται θεωρητικά στήν ίδια συζήτηση μέ τδν πατέρα του στδ
I βιβλίο. Σέ μιά συγκεκριμένη περίπτωση, δπου γίνεται λόγος δχι γιά
τή διακυβέρνηση του κράτους στδ σύνολό του άλλά γιά τή διοίκηση
του στρατού, δλη ή προσοχή του Ξενοφώντα στρέφεται στά στρατιω­
τικά ζητήματα. Οί παρατηρήσεις του γιά τδν έφοδιασμδ του στρατού,
γιά τή συμπεριφορά του στρατηγού καί γιά τήν πειθαρχία τών στρα­
τιωτών παρουσιάζουν μεγάλο ένδιαφέρον. Τδ δεύτερο κεφάλαιο τού
I I βιβλίου είναι άφιερωμένο στδ θέμα των στρατιωτικών άσκήσεων.
Ό Ξενοφώντας διατυπώνει τή σκέψη πώς ή καλύτερη προετοιμασία
γιά τδν πόλεμο είναι τδ κυνήγι. „ "Αν μεταφέρεις ατούς άνθρώπους
τά τεχνάσματα πού χρησιμοποιουσεςγιά νά πιάνεις τά μικρά άγρίμια,
δεν νομίζεις πως μπορείς να Ιξασφαλίσεις καλύτερα τήν ύπεροχή σου
άπεναντι στούς έχθρους; Οταν πήγαινες νά κυνηγήσεις πουλιά, σηκω­
νόσουν νύχτα μές στήν καρδιά του χειμώνα... καί είχες γυμνάσει που­
λιά γιά νά σέ υπηρετουν έξαπατώντας τά άλλα πουλιά... Καί γιά νά
κυνηγάς τδ λαγό, πού βόσκει τή νύχτα στδ σκοτάδι καί τήν ήμέρα
λουφάζει, γύμναζες σκυλιά γιά νά τδν ξετρυπώνουν μέ τή μυρουδιά.
Καθώς σοΟ είπα καί πιδ πάνω, άν χρησιμοποιήσει δλα αύτά τά

. / - 5 το^ Ανθρώπους, δ πατέραί του δίνει


τήν παρακάτω Απάντηση: Εκείνο πού είναι Απαράδεκτο>ά τούς φ(-
λους, είναι άπαραίτητο καί έπαινετδ γιά τούς ένθρούζ
Πολλά λέει 6 Ξενοφώντας καί γιά τή συμπεριφορά τοΟ στρατηγού
ατούς μαχητές, για τύ σύστημα τής έπ,6ράβευσης/γιά τή διανομή τής
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 187

λείας άνάλογα μέ τις όπηρεσίες πού πρόσφερε δ καθένας καί γιά τον
καλό έφοδιασμό τοϋ στρατού μέ τρόφιμα καί νερό.
Γενικά, τά δυδ βασικά θέματα αύτοϋ του μυθιστορήματος του Ξ ε-
νοφώντα είναι ή έκθεση των μοναρχικών του πεποιθήσεων καί οί άμέ-
τρητες τεχνικές συμβουλές πού δίνει γιά τήν όργάνωση του στρατού
καί ιδιαίτερα γιά τδ ζήτημα τής στρατιωτικής πειθαρχίας.
’Από λογοτεχνική άποψη τδ μεγαλύτερο ίσως ένδιαφέρον παρου­
σιάζει ή άφήγηση του Ξενοφώντα γιά τή διαμονή τοϋ Κόρου κοντά
στδν Άστυάγη. Σ ’ δλο αύτδ τδ μέρος τοϋ έργου είκονίζεται όλοζών-
τανα καί μέ μεγάλη παρατηρητικότητα ή συμπεριφορά τοϋ έφτάχρο-
νου παιδιοΰ. Ό Κύρος προβάλλει μπροστά μας φιλομαθής, πρόσχαρος,
έξυπνος, φλύαρος, αύθόρμητος, μερικές φορές καί ενοχλητικός. Τά
παιδιάστικα καμώματά του, δταν μιμείται τά φερσίματα τοϋ άρχιοι-
νοχόου γιά νά τδν πειράξει ή δταν ισχυρίζεται πώς 6 κόσμος μεθάει
άπδ κάποιο δηλητήριο ριγμένο μέσα στδ κρασί — δλα αύτά παρουσιά­
ζονται άπόλυτα πειστικά ( I , 3 ). θαυμάσια περιγράφεται καί τδ
πρώτο κυνήγι του. Σ ’ αύτδ ό Κύρος έπρεπε νά είναι μονάχα θεατής,
βλέποντας δμως ένα έλάφι ρίχτηκε ξοπίσω του μέ τόση όρμή πού λίγο
έλειψε νά πέσει άπδ τδ άλογο. Έ τ σ ι προκάλεσε τήν όργή τοϋ παπ­
πού του, πού τοϋ άπαγόρευσε καί νά σκέφτεται άκόμα τδ κ υνήγι;
„ Καλά πού μέ προειδοποίησες πώς έτοιμάζεσαι νά τδ σκάσεις γιά κυ­
νήγι, — τοϋ λέει ό Ά στυάγης — σοϋ τδ άπαγορεύω μιά γιά πάντα.
Αύτδ μοΰ έλειπε, νά χαθεί ό γιδς τής κόρης μου γιά λίγα κομμάτια
κρέας “ ( II , 4 ). Πιδ κάτω ό Ξενοφώντας χαρακτηρίζει άριστοτεχνικά
μέ λίγα λόγια τή μεταβατική ή λ ικ ία : Ό ζωηρός μέ τήν ήχερή φωνή
μικρός γίνεται πιδ συγκρατημένος καί πιδ μετριόφρονας καί άποβάλ-
λει τή συνήθεια νά πειράζει όποιονδήποτε ,,σάν μικρό σκυλάκι “ (11,4).
Ό Ξενοφώντας στήν Κύρου Παιδεία καταπιάνεται άλλη μιά φορά
μέ τδ θέμα πού είχ ε άναπτύξει στδ Συμπόσιο καί πού, δπως φαίνεται,
τδν ένδιέφερε έξαιρετικά — μέ τήν δμορφιά καί τδν έρωτα Τ ή γνώμη
του γιά τή δύναμη τής όμορφιάς μάς τή δίνει πολύ παραστατικά στδ
άφήγημα „ Άβραδάτας καί Π άνθεια'4, δπου έκφράζει τή βαθιά του
έκτίμηση γιά τήν πιστή άγάπη άνάμεσα σέ δυδ συζύγους. Αύτδ τδ
άφήγημα ό Ξενοφώντας δέν τδ εξιστορεί δλο μαζί, άλλά τδ παρεμ­
βάλλει μέ πολλή τέχνη μέσα τά βιβλία V ,V I καί V I I .
*Η όπόθεση αύτοΰ τοϋ άφηγήματος είναι περίπλοκη. Στή διάρκεια
τοϋ πολέμου μέ τούς Άσσυρίους έπεσε αίχμάλωτη στά χέρια τών
Περσών ή γυναίκα τοϋ Άσσύριου στρατηγού Άβραδάτα, ή Πάνθεια,
μιά γυναίκα μέ σπάνια ομορφιά. Έ αιχμάλωτη προοριζόταν νά δοθεί
οάν λάφυρο στδν Κύρο, έκείνος δμως δχι μονάχα δέν έκμεταλλεύθηκε
αδτή τήν εύκαιρία, άλλά άκόμα δέ θέλησε ούτε νά δει τήν Πάνθεια άκρι-
188

βώς έξαιτίας τής δμορφιάς της. "Ορισε γιά φρουρό τηςτδ ν . »


πού διαβεβαίωσε τον Κύρο πώς ,,δ έρωτας έξαρτάται απο τη s η η
μας “ (V , 1). Ό Κύρος του άπαντάει κάπως ειρωνικά πώς είχ ε δει αν­
θρώπους ήλικιωμένους ,,νά κλαΐνε άπδ τούς καημούς του έρωτα... «.ροσ
παθουσαν να άπαλλαγουν άπύ αυτόν σαν άπδ άρρώστια, μα^δέν μπορου
σαν νά θεραπευθοϋν “ . Τότε 6 Άράσπας καυχιέται πώς είδε τήν Παν-
θεια κι δμως τήν παράτησε καί παρουσιάστηκε στήν υπηρεσία του.
Ό Κόρος του ξαναλέει: „ "Ισως νά έφυγες νωρίτερα άπδ δσο χρειά­
ζεται δ έρωτας γιά νά καταχτήσει τδν άντρα. Γιατί καί ή φωτιά, δταν
τήν άγγίξεις, δεν σε καίει άμέσως. Ούτε τδ ξύλο καίγεται μεμιάς.
Έ γώ δμως δεν διακινδυνεύω νά άγγίξω τή φωτιά, ούτε νά άντικρυσω
μιά καλλονή. Κάτι τέτοιο δεν θά σέ συμβούλευα, *Αράσπα, νά τδ κοι­
τάζεις πολλή ώρα. Γιατί ή φωτιά καίει βέβαια μονάχα δταν τήν άγ-
γίζεις, μιά δμορφιά δμως καίει άκόμα καί άπδ μακριά Ικείνους πού
τήν κοιτάζουν4*. Ό Άράσπας καυχιέται ξανά πώς είναι άτρωτος, τ ε­
λικά δμως έρωτεύεται τήν Πάνθεια καί προσπαθεί νά τήν πείσει νά
άπατήσει τδν άντρα της. Ε κ είν η άποκρουει μέ άγανάκτηση τδν έρωτά
του, έπειδή δμως δεν ήθελε νά προκαλέσει μιά ρήξη του Κόρου μέ
τδν φίλο του δεν πηγαίνει στήν άρχή νά παραπονεθεΐ στδν Κύρο. Τδ
κάνει μονάχα δταν ό Άράσπας έπιχειρεΐ νά τή βιάσει. Ό Άράσπας,
ντροπιασμένος μπροστά στδν Κύρο, φεύγει, έξορισμένος τάχα άπδ
αύτόν, στήν πραγματικότητα δμως πηγαίνει σάν κατάσκοπος στή Λυ­
δία. Έ Πάνθεια καλεί κοντά της τδν άντρα της, πού φτάνει μ* ένα
μεγάλο άπόσπασμα καί μπαίνει στήν ύπηρεσία του Κόρου. Πρίν άπδ
τήν άποφασιστική μάχη μέ τούς Λυδοός, ή Πάνθεια ξεπροβοδίζει τδν
άντρα της προτρέποντάς τον νά πολεμήσει ήρωικά. "Οταν τδν φέρνουν
μπροστά της νεκρδ — είχε σκοτωθεί σέ μιά λυσσώδη μάχη — σκοτώ­
νεται κι αύτή μ* ένα μαχαίρι.
"Ενα άπδ τά πιδ ένδιαφέροντα έπεισόδια τής Κύρσυ Παιδείας είναι
καί ή περιγραφή τής καθυπόταξης τής Αρμενίας άπδ τδν Κύρο, πού
είχε σάν έπιστέγασμα τή σύναψη συμμαχίας μέ τδν Ά ρμένη βασιλιά
καί τδ γιό του Τιγράνη. Ό πατέρας του Τιγράνη άποστάτησε άπδ τδν
Κύρο καί όποκίνησε σέ έξέγερση τούς Μήδους. Ό Τιγράνης, παιδικδς
φίλος του Κόρου, τδν παρακαλεί νά συγχωρήσει τδν πατέρα του. "Οταν
ό Κύρος τδν ρωτάει ποιά έγγόηση μπορεί νάχει γιά τήν πίστη τοΰ
Αρμενη βασιλιά, ό Τιγράνης τοϋ άπαντάει μέ μιά έξυπνη ώυνολογη-
μένη παρατήρηση: Εγγύηση είναι δ τρόμος πού δοκιμάζει αύτή Λ
στιγμή δ πατέρας του, γιατί δέν ξέρει τί θά άποφασίσει ή μοίρα του ·
„ ιε ρ ε ίς άπδ πείρα — προσθέτει — πώς λέω τήν άλήθεια. Θά ένει^
παρατηρήσει πώς έκείνος πού φοβάται μήπως έξοριστεί άπδ τ ή ν * ?
πα-
τρίδα του, δ στρατιώτης πού φοβάται μήπως νικηθεί καί έκείνος
πού
Ε Κ Ο Φ ύ Ν ΐ Α ί δ 189

τρέμει τή δουλεία καί τΙς άλυσίδες — δλοι αότοί δεν μπορούν ούτε νά
φάνε ούτε νά κοιμηθούν. "Οταν δμως έξοριστοϋν, νικηθούν ή γίνουν
δούλοι, τότε και τρώνε και κοιμούνται μιά χαρά, δπως οί εύτυχισμέ-
νοι άνθρωποι... Ά π ’ δλα τά συναισθήματα, ό φόβος συντρίβει περισ­
σότερο τήν ψ υ χ ή “ ( T i l , I ) .
*0 Ξενοφώντας κατόρθωσε μέσα στά πλαίσια ένδς άφηρημένου πο­
λίτικου μυθιστορήματος με θέμα τή διαπαιδαγώγηση του ιδεώδους
ήγεμόνα νά είκονίσει μιά σειρά ζωντανές άνθρώπινες μορφές δείχνον­
τας μας έτσι πώς τά βασικά του ένδιαφέροντα, χωρίς νά τό έχ ει
συνειδητοποιήσει κι ό ίδιος, στρέφονται άντικειμενικά στόν ζωντανό
άνθρωπο.
Έ Κύρου Παιδεία είναι ούσιαστικά τό πρώτο έλληνικό μυθιστό­
ρημα πού έφθασε ώς έμάς. ’Από τήν άποψη τής σύνθεσής της παρου­
σιάζει μεγάλο ένδιαφέρον. Ό Ξενοφώντας, συνταιριάζοντας έπιδέξια
τό έξαιρετικά άνομοιογενές όλικό του, έναλλάσσει τή σοβαρή άφή-
γηση, δπως είναι π.χ. ή περιγραφή διαφόρων πολεμικών συγκρού­
σεων (άξίζει νά άναφέρουμε ιδιαίτερα τήν έξιστόρηση τής περίφημης
μάχης πού έγινε κοντά στις Σάρδεις— V I I I , 1) μέ πολλά διασκεδα-
στικά έπεισόδια καί άνέκδοτα. Που καί που παρεμβάλλει καί περι­
γραφές τοπίων καί πόλεων, ό χώρος δμως πού άφιερώνει σ’ αύτές
είναι άσήμαντος. ΟΕ συζητήσεις καί οΕ διάλογοι σοβαρού ή εύτράπε-
λου χαρακτήρα (π.χ. I I , 2) παίζουν σημαντικό ρόλο σ’ αύτό τό μυθι­
στόρημα προσθέτοντάς του μεγάλη ζωντάνια. Μερικές φορές ό Ξενο­
φώντας παραθέτει καί λόγους πού έκφωνεί ό Κύρος στούς στενότε­
ρους φίλους του ή στό στράτευμα. Ωστόσο τή μέθοδο αύτή τή χρη­
σιμοποιεί μέ πολλή έπιφύλαξη καί μάλιστα τήν έπικρίνει. *Όταν π.χ.
ό Πέρσης Χρυσάντας προτείνει στόν Κύρο νά έκφωνήσει ένα λόγο
πρίν άπό τή μάχη τονίζοντάς του πώς καί ό ’Ασσύριος βασιλιάς
είχε κιόλας άπευθύνει „ πολλές ώραιότατες παραινέσεις “ στό στρατό
του, έκείνος του άπαντάει είρωνικά: „ Μή σκοτίζεσαι γιά τούς λό­
γους τοϋ ’Ασσύριου. Καμιά παραίνεση δέν μπορεί νά κάνει παλη-
κάρι έναν άνθρωπο πού δέν ήταν παληκάρι πρίν τήν άκούσει"
( I I I , 3 ). Ωστόσο ό Κύρος έκφωνεί έναν άρκετά μεγάλο λόγο μπρο­
στά στόν Χρυσάντα γιά νά του άποδείξει πώς οί λόγοι είναι άνώφε-
λοι. Α λ λ ά καί άργότερα πολλές φορές παραβιάζει τον κανόνα πού
είχε διατυπώσει. Γενικά δμως ό Ξενοφώντας δέν κάνει κατάχρηση
σέ μακροσκελείς λόγους καί προτιμάει πάντα τούς διαλόγους πού
προσδίδουν μεγαλύτερη ζωντάνια στήν άφήγηση.
Ό Ξενοφώντας μεταχειρίζεται έπιδέξια καί διάφορα ρητά ή παροι­
μίες. Π. χ . : „ Τίποτα δέν μοιάζει περισσότερο μέ τό θάνατο δσο ό
Οπνος “ ( V I I I , 7 ) , ή : „ Είναι ντροπή γιά μάς νά εχοομε λογχοφό-
190 Ξ Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ

ρους για τήν άσφάλειά μας καί νά μήν είμαστε μεΐς οΐ ίδιοι λογχο
φόροι γιά τδν έαυτό μας“ ( V I I , 5 ).

<5. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΕΡΓΑ

Ο ΠΩΣ είπαμε κιόλας, ό Ξενοφώντας μας άφησε δυδ μεγάλα ιστο­


ρικά έργα, τήν περίφημη Κύρου *Ανάβαση και τά Ελληνικά. Και
τά δυδ είναι πολύτιμες Ιστορικές πηγές, παρουσιάζουν δμως ένδιαφέ-
ρον καί άπδ λογοτεχνική άποψη.
Έ Κύρου 9Ανάβαση άποτελείται άπό 7 βιβλία. Έ διαίρεση αυτή
δεν έγινε άπδ τον ίδιο τδ συγγραφέα. Ούτε καί οϊ σύντομες ανακε­
φαλαιώσεις κάθε προηγούμενου βιβλίου, πού χρησιμεύουν σαν εισα­
γωγή γιά κάθε έπόμενο, άνήκουν στδν Ξενοφώντα. Σχετικά μέ τδ
πότε καί μέ ποιά μέθοδο γράφηκε ή Κύρου 9Ανάβαση έχουν διατυπω­
θεί διάφορες ύποθέσεις.
*Όπως φαίνεται, ό Ξενοφώντας είχε στή διάθεσή του κάποιο πο­
λεμικό ήμερολόγιο μέ άκριβή στοιχεία γιά τδ μήκος καί τή διάρκεια
κάθε πορείας του στρατού. Στδ ήμερολόγιο αύτδ έδωσε άργότερα λο­
γοτεχνική μορφή. Στήν Κύρου 9Ανάβαση δ Ξενοφώντας μιλάει γιά
τδν έαυτό του σέ τρίτο πρόσωπο. Παρουσιάζεται γιά πρώτη φορά μο­
νάχα στδ πρώτο κεφάλαιο τού I I I βιβλίου, δηλαδή πριν άρχίσει ή
δριστική ύποχώρηση τών Ελλήνω ν καί πριν δολοφονηθούν οι πέντε
στρατηγοί πού πέσανε στήν παγίδα τού Τισσαφέρνη (τδ γεγονός
αύτδ ό Ξενοφώντας τδ άναφέρει καί στδ τελευταίο κεφάλαιο τής
Κύρου Παιδείας).
Υποθέτουν πώς ό Ξενοφώντας δημοσίευσε τδ έργο αύτδ άνώνυμα
καί άργότερα δέν παραδεχόταν πώς αδτός ήταν δ συγγραφέας του.
Έ ύπόθεση αότή στηρίζεται στά λόγια τού ίδιου τού Ξενοφώντα στά
Έλλψικά ( I I I , 1 ), όπου λέει πώς δέν θά άφηγηθεΐ λεπτομερειακά
τήν έκστρατεία τού Κύρου, γιατί „ όλα αύτά είναι γραμμένα άπδ τδν
θεμιστογένη τδν Συρακόσιο ’Επειδή πουθενά δέν άναφέρεται κανέ­
νας συγγραφέας μέ τέτοιο δνομα, οϊ φιλόλογοι ύποθέτουν πώς ό Ξ ε­
νοφώντας είχε παρουσιάσει τδ έργο του μέ τδ δνομα αότό. Ωστόσο ή
ύπόθεση αύτή δέν είναι άπόλυτα πειστική. *Η Κύρου 9Ανάβαση καί
ή Κύρου Παιδεία έχουν τδ ίδιο μειονέκτημα — τδ περιεχόμενό τους
δέν άνταποκρίνεται άπόλυτα στδν τίτλο τους. Πραγματικά ή περί-
γραφή τής „άνάβασης“ , δηλαδή τής κίνησης πρδςτά έμπρδς (άπδ
τδ ρήμα άναβαίνω = βαδίζω μπροστά, Ανεβαίνω ) πιάνει λιγότερο άπδ
δυδ βιβλία. Ό ίδιος δ Κόρος, δ άρχηγδς τών στρατευμάτων, σκοτώ­
νεται στή μάχη που έγινε κοντά στά Κοόναξα και οΕ Έ λληνες άναγ-
ΕΙΚ. XI

1. Ξύλινος πίνακας άπό σαρκοφάγο τοΟ Κούλ Όμπα (δεξιά γρύπος καί πάνθηρας)
Τύλος τοΟ S. αΙ. π. X.

2. Κιθαρυδύς καί νέος. ’Ερυθρόμορφη πελίκη. ’Αττική,


πρΟτο μισό τοΟ 6. αΐ. π.Χ. Μουσείο Έρμιτάζ.
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 193

κάζονται νά ύποχωρήσουν. Στήν άρχή καταδιώκονται άπό τούς Πέρ-


σες, δστερα διασχίζουν διάφορες έχθρικές χώρες. Του κάκου περιμέ­
νουν κάποια βοήθεια άπό τήν πατρίδα. Τελικά μετατρέπονται σέ
ληστρικά σχεδόν άποσπάσματα, πού άναγκάζονται νά όποστοΰν άμε­
τρες ταπεινώσεις άπό τούς ντόπιους ήγεμονίσκους. Έ φιλολογική
έρευνα δίνει περισσότερη προσοχή στά δυό πρώτα βιβλία. ‘Ωστόσο ή
ίστορία τής άποσύνθεσης τών μισθοφορικών στρατευμάτων παρουσιά­
ζει έξαιρετικό ένδιαφέρον γιά τήν κοινωνική σημασία της. Ή Κνρου
*Ανάβαοη έχ ει καί λογοτεχνική άξία. Είναι γραμμένη τόσο ζωντανά
καί πειστικά πού διαβάζεται σάν μυθιστόρημα. *Η ειλικρίνεια του συγ­
γραφέα τής Κνρου ’Ανάβασης άπέναντι στήν Ιστορία άμφισβητήθηκε
πολλές φορές. Ε κ είν ο ι πού τήν άμφισβητοΰν δμως, φαίνεται πώς σέ βρι­
σμένα μονάχα σημεία έχουν δίκιο (στο ζήτημα του ρόλου του ίδιου του
Ξενοφώντα, στο χαρακτηρισμό τοϋ ’Αγησίλαου κ.τ.λ.). Σέ δλα τά ύπό-
λοιπα πρέπει νά παραδεχτούμε πώς ή Κνρου Ανάβαση είναι ένα
έξαιρετικά πολύτιμο ιστορικό ντοκουμέντοι. *Όπως σέ κάθε ιστορικό
έργο, έτσι καί σ’ αύτήν κυριαρχεί τό καθαρά άφηγηματικό στοιχείο.
Δέν έχει καθόλου διαλόγους. Ό Ξενοφώντας, σέ άντιστάθμισμα, χρη­
σιμοποιεί πολύ συχνότερα παρά στήν Κνρου Παιδεία τή μέθοδο τής
παρεμβολής λόγων, μερικές φορές μάλιστα κάνει κατάχρηση άπό
αότούς ( I I I , 1 - 2 ) . Αυτό έξηγείται ίσως γιατί β Ξενοφώντας, παρα­
θέτοντας πολλούς δικούς του λόγους, ήθελε νά έξυμνήσει τόν έαυτό
του καί νά άπαλλαχτεί άπό τίς κατηγορίες πού του άπέδιδαν γιά
άδράνεια. Τό λογοτεχνικό ταλέντο τοϋ Ξενοφώντα φανερώνεται κυ­
ρίως στά άφηγηματικά μέρη τοϋ έργου του. Τέτοια είναι τά παρα­
κάτω έπεισόδια: Έ παρέλαση τών έλληνικών στρατευμάτων ( I , 2 ),
οί χιονισμένες νύχτες στά βουνά ( IV , 5 ), τό πέρασμα άπό μιά στε­
νωπό, ένώ άπό ψηλά ή φυλή τών Ταόχων πετάει βροχή τίς πέτρες
( IV , 7 ), ή περίφημη σκηνή τοϋ ένθουσιασμοϋ στή θέα τής θάλασσας
(IV , 8 ), ή λεηλασία καί ή πυρπόληση ενός δρεινοΰ χωριοϋ (V , 2 ),
of ταπεινωτικές γιά τήν έλληνική άξιοπρέπεια σκηνές στό συμπόσιο
πού τούς παράθεσε β βασιλιάς τής Θράκης Σεύθης ( V I I , 3 ) καί of
έπιθέσεις έναντίον ένός πλούσιου Πέρση μεγιστάνα μέ σκοπό τό πλιά­
τσικο ( V I I , 8 ).
Στήν άρχαιότητα έκτιμοΰσαν πάρα πολύ τούς λόγους πού παρα­
θέτει β Ξενοφώντας στήν Κνρου ’ Ανάβαση. Στό 2. αί. μ. X . ό Δίων
ύ Χρυσόστομος, καταρτίζοντας έναν κατάλογο άπό συγγραφείς πού
άπρεπε βπωσδήποτε νά διαβάσει καί νά μελετήσει βαθιά ένας μορφω-

1. Βλ. μετάφραση τ?|ς Κνρου ‘ Ανάβασης, δκδ. ‘Ακαδημίας ‘Επιστημών Ε ΣΣΔ , Μόσχα*
Λένινγχραντ, 1951, σβλ. 227, 241 κ. ά.
* Ισ τ ο ρ ία τ ή ς Έ λ λ η ψ ιχ ή ς Α ο γ ο ττχψ ία ς
194 2 Ε Ν 0 Φ Ω Ν Τ

μένος κρατικός λειτουργός ( Λόγος X V I I I ), τοποθετεί τόν -ενο


φώντα στήν πρώτη σειρά, άκριβώς γ ι’ αύτούς τούς λόγους.^ ^
*Όπως φαίνεται, δ ίδιος ό Ξενοφώντας θεωρούσε τήν Κνρου ν
βαοη σάν Ιργο όχι αύστηρά ιστορικό άλλα, ώς ένα σημείο, ^λογοτε
χνικό. Αύτό φαίνεται καθαρά γιατί δ συγγραφέας άφιερωνει ένα
κλήρο κεφάλαιο ( I I , 6 ) γιά νά χαρακτηρίσει τρεις άπό τους στρατη­
γούς πού θανάτωσε δ Τισσαφέρνης — τόν Σπαρτιάτη Κλέαρχο, τ ν
Βοιωτό Πρόξενο (φίλο του Ξενοφώντα) και τόν θεσσαλο Μένωνα.
Ε κ είν η τήν έποχή θεωρούνταν άπαράδεκτο νά άσχολείται κανείς
πολύ μέ διάφορα μεμονωμένα πρόσωπα σ’ ενα σοβαρό ιστορικό Ιργο·
Στά *Ελληνικά μάλιστα ό ίδιος δ Ξενοφώντας σάν νά ζητάει συ­
γνώμη κάθε φορά πού κάνει μιά όποιαδήποτε παρέκβαση άπό τήν αυ­
στηρή άφήγηση (π .χ. στό σημείο πού μιλάει γιά τή θανάτωση του
θηραμένη). Γιά τόν ιστορικό τής λογοτεχνίας όμως άκριβώς αύτές οί
παρεκβάσεις Ιχουν ιδιαίτερη σημασία καί τό έκτο κεφάλαιο του I I
βιβλίου είναι άναμφισβήτητα τό καλύτερο άπό όλη τήν Κύρου 9Ανά­
βαθη. Σ ’ αύτό δ Ξενοφώντας ζωγραφίζει μέ καταπληκτική δεξιοτε-
χνία τρία τυπικά πορτραϊτα τυχοδιωκτών - καταχτητών: Τόν αύστηρό
Κλέαρχο, πού θά μπορούσε νά ζεΐ είρηνικά χωρίς κόπο καί βάσανα,
άλλά προτιμάει τόν πόλεμο, πρόθυμος νά άρκείται έστω καί στά λ ίγ α ,
φτάνει μονάχα νά πολεμάει. Τόν Πρόξενο, τόν φιλόδοξο καί Εκανό
φαντασιοκόπο, πού ήθελε νά έξασφαλίσει τή δόξα „ μονάχα μέ τ ίμ ια
μέσα “ καί δέν κατάφερνε τούς στρατιώτες του νά τόν όπακούνε. Τόν
Μένωνα, πανούργο, σκληρό καί άπληστο, δειλό μπροστά στούς ισχυ­
ρούς καί δολερό άπέναντι στούς άδόνατους καί στούς φίλους του άκόμα.
Ό ρεαλιστικός αύτός χαρακτηρισμός τών στρατηγών είναι πολύ άνώ-
τερος άπό τούς έγκω μι αστικούς χαρακτηρισμούς τού Κόρου του Π ρε-
σβυτερου στήν Κύρου Παιδεία, του Αγησίλαου στό δμώνυμο Ιργο
καί τού Κύρου τού Νεότερου στήν Κύρου 9Ανάβαση. ΟΕ χαρακτηρι­
σμοί αύτοί, οΕ πρώτοι γνήσιοι χαρακτηρισμοί ιστορικών προσώπων σέ
όλη τήν παγκόσμια λογοτεχνία, άξίζει νά προσεχτούν ιδιαίτερα.
Τά 'Ελληνικά, όπως καί ή Κύρου 9Ανάβαση, άποτελοΰνται άπό 7
βιβλία. Είναι βέβαιο πώς δ Ξενοφώντας Ιγραψδ τά δυό τελευταία β ι ­
βλία πολύ άργότερα άπό τά πέντε πρώτα. Τά πέντε πρώτα βιβλία δ ια ­
φέρουν άπό τά άλλα καί στή γλώσσα καί στό χαρακτήρα τής άφήγγ)Ι
σης, πού είναι πολύ πιό ξερός. Στά 'Ελληνικά δ Ξενοφώντας περιγρ I
φει τά Ιστορικά γεγονότα μέ καθαρά φιλολακωνικό χρώμα. 'Ωστόσο"
μ* όλο πού οΕ σχέσεις του μέ τόν Επαμεινώνδα μονάχα έχθρικές α - ’
ρουσαν νά είναι, κατόρθωσε νά έκτιμήσει τή στρατιωτική του άΕία v l ?
δέν είπε γ ι’ αύτόν ούτε μιά δυσφημιστική λέξη. Δέν είναι δύσκολο
έξηγήσουμε τόν έπιφυλακτικό τόνο τού Ξενοφώντα στά σημεία ?
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 195

μιλάει γιά τήν ήττα τών ’Αθηναίων, γιά τήν κατεδάφιση τών μακρών
τειχών καί τή δράση τών τριάντα τυράννων. Άντικρύζοντας αύτά τά
γεγονότα, μέσα του πάλευαν άσφαλώς δυό αισθήματα : Έ προσβλη-
μένη φιλοτιμία του ’Αθηναίου και ή έλπίδα πώς ή διακυβέρνηση της
πατρίδας του μπορούσε να βελτιω θεί, αν έρχόταν στήν έξουσία ή Αντι­
δραστική φιλολακωνική άριστοκρατία. Ή έλπίδα αότή διαψεόστηκε.
ΟΕ τριάντα τύραννοι, πού τόσα' περίμενε άρχικά άπό αύτούς ό
Ιστορικός, κυβέρνησαν τόσο άσχημα τήν ’Αθήνα, πού άργότερα τούς
κατέκρινε καί δ ίδιος στόν 'Ιέρωνα.
Ό Ξενοφώντας, πού συμπαθούσε φανερά τόν Θηραμένη, έναν άπό
τούς μετριοπαθείς έκπρόσωπους τής άριστοκρατίας, δεν τσιγγουνεύε-
ται σέ υβριστικά έπίθετα γιά νά περιγράφει τήν ποταπότητα τοϋ Κρι-
τία, πού είχ ε βάλει δλα του τά δυνατά γιά νά ξεμπερδέψει τόν Θηρα­
μένη καί παραβίασε γ ι’ αύτό το σκοπό άκόμα κα'ι τούς κανόνες τής
ψηφοφορίας. Έ περιγραφή τής δίκης τού Θηραμένη καί τής θανάτω­
σής του ίσως είναι τό ώραιότερο κομμάτι τών 'Ελληνικών ( II , 3 ).
Ό Ξενοφώντας μέ τά Ελληνικά του ήθελε νά συνεχίσει τήν 'Ιστο­
ρία τοϋ Θουκυδίδη. ‘ Ωστόσο ή άφήγησή του δεν άρχίζει άκριβώς άπό
τό σημείο βπου είχ ε σταματήσει ό Θουκυδίδης. Γ ι’ αύτό ή περίεργη
άρχή τών'Ελληνικών — ,, "Οχι πολλές μέρες δστερα άπό αύτά(;)
ήλθε στήν ’Αθήνα ό θυμοχάρης “ — προκάλεσε πολλές όποψίες μή­
πως ή πραγματική άρχή τοϋ έργου ή κάποιος πρόλογός του χάθηκε.
Τίποτα δμως θετικό δέν έχ ει έξακριβωθεί.
Τά 'Ελληνικά τελειώνουν μέ τήν έξιστόρηση τής μάχης τής Μαντί-
νειας, δπου σκοτώθηκε ό γιός τοϋ Ξενοφώντα, δ Γρύλλος. Έ έκβαση
αύτής τής μάχης δέν ήταν άποφασιστική. Καί οΕ δυο άντίπαλοι θεω-
ροΰσαν τόν έαυτό τους νικητή καί έστησαν τρόπαια γιά τή νίκη τους,
ταυτόχρονα δμως έδωσαν καί λύτρα γιά τούς νεκρούς τους, σάν νά
ήταν ήττημένοι. Ό Ξενοφώντας τελειώνει τά 'Ελληνικά του μέ πικρά
λό για : „ Μετά τή μάχη ή ανομία καί ή άναστάτωση μεγάλωσαν
άκόμα περισσότερο στήν Ε λλά δ α “ .

7. ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΑ ΘΕΜΑΤΑ

Ε ™ άπό τά μεγάλα έργα, δπου ό Ξενοφώντας προσπαθούσε νά


άναπτυξει συστηματικά τίς άπόψεις του γιά διάφορα φιλοσοφικά καί
πολιτικά ζητήματα, διασώθηκαν καί διάφορα μικρά έργα του άφιερω-
μενα σέ είδικά πολιτικά καί στρατιωτικά θέματα.
Άπό πολιτική άποψη τά πιό σημαντικά άπό αύτά είναι δ *Αγη-
σιλαος, ό 'Ιερών καί ή Λακεδαιμονίων Πολιτεία, δπου δ Ξενοφώντας
196

διατυπώνει άκόμα μιά φορά τΙς άντιδημοκρατικές του ίδέες ξηΤων^


τας τί θεωρεί ώφέλιμο και έπιθυμητδ γιά κάθε κράτος. Σ αυτ|* τα
Ιργα οί συμπάθειες του γιά τήν άριστοκρατική Σπάρτη δεν εκφράζον­
ται πιά καμουφλαρισμένα, δπως στά ’Απομνημονεύματα και στην
Κνρον Παιδεία, άλλά έντελώς άνοιχτά.
Τδ Ιγκώμιο στδν Α γησίλαο, πού φέρνει καί τδ δνομά του, γράφηκε
μετά τδ θάνατο του Σπαρτιάτη βασιλιά, δηλαδή δχι πρίν άπδ τδ 359
π. X . Ό Ξενοφώντας μ9 αύτδ τδ έργο ήθελε νά τιμήσει τή μνημη του
’Αγησίλαου, πού πριν άπδ σαράντα περίπου χρόνια τδν είχε γλυτώσει
άπδ τήν ταπεινωτική θέση του μισθοφόρου των βασιλίσκων τής Θρά­
κης. Κάτω άπδ τήν ήγεμονία του ’Αγησίλαου ό Ξενοφώντας είχ ε πο­
λεμήσει πολλά χρόνια.
"Οπως γίνεται συνήθως με τούς πανηγυρικούς, τδ πρόσωπο που έγ-
κωμιάζεται, ώραιοποιεΐται πολύ και σ’ αύτδ τδ έργο. Έ μορφή
’Αγησίλαου ώς ένα σημείο μονάχα άνταποκρίνεται στήν πραγματικό­
τητα. Ό Ξενοφώντας μένει πιστδς στήν ίδια έκείνη φυσιογνωμία τοϋ
ιδανικού κυβερνήτη, πού είχε σκιαγραφήσει γιά πρώτη φορά στά
’Απομνημονεύματα. 'Επαινεί τδν ’Αγησίλαο γιά εύσέβεια στους
θεούς, γιά πίστη στούς φίλους, γιά λιτδ τρόπο ζωής, γιά άντοχή,
γιά γενναιότητα στή μάχη, γιά ύπακοή στήν κρατική Ιξουσία κα'ι
στούς νόμους, γιά καλή συμπεριφορά στούς κατωτέρους του, άγάπη
στήν πατρίδα καί θέληση νά μάχεται ώς τήν τελευταία του πνοή.
Πρέπει νά τονίσουμε πώς ό Ξενοφώντας, πού ήταν λαμπρδς ρήτορας,
δεν συγκαταλέγει τή ρητορική τέχνη άνάμεσα στά όποχρεωτικά
χαρίσματα ένδς καλού κυβερνήτη.
Ot άρνητικές πλευρές τής μονοπρόσωπης διοίκησης περιγράφονται
στδ διάλογο 'Ιέρων, πού είναι σάν ό άντίποδας τοϋ πανηγυρικού στδν
'Αγησίλαο. Στδν ’ Αγησίλαο δ Ξενοφώντας υποδείχνει πώς πρέπει νά
είναι, σύμφωνα με τή γνώμη του, δ ιδεώδης κυβερνήτης, Ινώ στδν 7 2 -
ρωνα τδν προειδοποιεί νά προσέχει γιά νά μήν πέσει σε όρισμένα σφάλ­
ματα πού είναι γ ι’ αύτδν πιδ προσιτά άπδ δσο στούς άπλούς ίδ ιώ τες.Ό
διάλογος άνάμεσα στδν τύραννο των Συρακουσών ‘ Ιέρωνα καί στδν
ποιητή Σιμωνίδη χωρίζεται κυρίως σέ δυδ μέρη. Στδ πρώτο ό ‘ Ιέρω-
νας παραπονιέται γιατί ό τύραννος ούσιαστικά μπορεί νά άπολαύσει
λιγότερα πράγματα άπδ έναν κοινδ θνητό, μ’ δλο πού φαινομενικά
μπορεί νά χαίρεται δσα θέλει. Στδ δεύτερο, ό κύριος ρόλος στή διε
ξαγωγή τής συζήτησης δίνεται στδν Σιμωνίδη, πού άποδείχνει στδν
Ιέρωνα πώς οί τύραννοι χρησιμοποιούν δλες τις δυνατότητες ποι\
Ιχουν γ ,« xiv εαυτό τους καί δχι γιά τδ κράτος, ,οί, σφετερίστηκαν
τήν έξουσία του. Πιδ κάτω δ Σιμωνίδης άναπτόσοει στδν Ίέοωνα τλ
γνωστό μας πιά σχέδιο τής ήθιχής τελείωσης τοδ κ υ β ε ρ ν ή τ η !" ^
S E N 0 Φ Ω Ν Τ Α 2 197

πρέπει νά άποχτάει φίλους, νά βοηθάει δσους έχουν άνάγκη, νάύπερα-


σπίζει τούς συμπολίτες του, νά χρησιμοποιεί τά κρατικά έσοδα
όχι γιά τις προσωπικές του άλλά γιά τις δημόσιες άνάγκες. Ε π ιμ έ ­
νει ιδιαίτερα προτείνοντας στον Ίέρωνα έ'να ένδιαφέρον μέτρο — τδ
σύστημα της Ιπιβράβευσης έκείνων πού διακρίνονται σέ δποιοδήποτε
τομέα, δχι μονάχα στδν πόλεμο καί στούς άγώνες, άλλά καί στήν
άγροτική οίκονομία, στδ έμπόριο καί στήν οικονομική διαχείριση.
Είναι περιττό νά πούμε πώς αυτές τις προτάσεις είναι ζήτημα άν θά
τΙς άποδεχόταν όποιοσδήποτε τύραννος.
Στή Λακεδαιμονίων Πολιτεία δ Ξενοφώντας άσχολείται δχι με
τά ήθικά προσόντα ένδς κυβερνήτη, άλλά με τδ σύστημα των νόμων,
πού έπιζοϋν πολλούς αίώνες μετά τδ νομοθέτη. Σάν πιδ τέλειο σύ­
στημα νόμων θεωρεί τδ σπαρτιατικό, πού βασικός σκοπός του είναι
νά καλλιεργήσει στούς πολίτες έκείνες άκριβώς τις ιδιότητες πού έκ-
τιμάει ιδιαίτερα ό Ξενοφώντας — τή λιτότητα, τήν αότοπειθαρχία, τή
γενναιότητα καί τήν ικανότητα νά ύπακουν καί νά προστάζουν.
Ό Ξενοφώντας, με τδν περιορισμένο πολιτικό καί ιστορικό του
δρίζοντα, δεν μπορούσε νά καταλάβει πώς ενα τέτοιο σύστημα ήταν
έφαρμόσιμο μονάχα σέ μιά μικρή καί κλειστή στρατιωτικό - άριστο-
κρατική κοινότητα. Έ β λεπ ε ώστόσο πώς τδ σύστημα αύτό, πού τόσο
συγγένευε μέ τά πολιτικά του ίδεώδη, είχ ε άρχίσει νά παρακμάζει.
Είναι άλήθεια πώς τδ τελευταίο κεφάλαιο τής Λακεδαιμονίων Πολι­
τείας πολλοί έρευνητές δέν τδ θεωρούν έργο του Ξενοφώντα, δέν μπο­
ρούν δμως νά προβάλουν κανένα πειστικό έπιχείρημα πάνω σ' αύτό.
Καί ή Κύρον Παιδεία, δπου ό Ξενοφώντας δέν περιγράφει τδ Ιστο­
ρικά πραγματικό περσικό καθεστώς άλλά τδ έξιδανικευμένο καθεστώς
τής Σπάρτης, τελειώ νει μέ τδν ίδιο τρόπο — μέ ενα κεφάλαιο δπου εί-
κσνίζεται ή κατάπτωση των ήθών τής „ Περσίας “ έκείνης τής έπο-
χής. * Η γνησιότητα αύτοϋ του κεφαλαίου δέν άμφισβητείται, μ' δλο
πού διατυπώνεται ούσιαστικά ή ίδια έπίκριση τών τωρινών σέ
σύγκριση μέ τδ έξιδανικευμένο παρελθόν. Έ λύση λοιπόν τοϋ προ­
βλήματος, σέ ποιόν άνήκει τδ τελευταίο κεφάλαιο τής Λακεδαιμο­
νίων Πολιτείας — στδν Ξενοφώντα ή σέ άλλο συγγραφέα — δέν έπη-
ρεάζει καθόλου τήν κρίση μας γιά τήν ούσία τής κοσμοθεωρίας του
ώενοφώντα. ΤΗταν φλογερός δπαδδς τοϋ σπαρτιατικού κρατικού συ­
στήματος.
Τδ έργο *Αθηναίων Πολιτεία, πού άποδίδεται στδν Ξενοφών-
τα, σύμφωνα μέ τή γνώμη τών περισσότερων σύγχρονων έρευνη-
τών, δέν άνήκει σ' αύτδν άλλά σέ κάποιον άγνωστο πολύ προγενέστε­
ρό του συγγραφέα ( τής έκτης ή πέμπτης δεκαετηρίδας τοϋ 5. αί.
π· Χ · ). Τδ έργο αύτό είναι μιά δξύτατη, καλό μελετημένη καί κακό-
198

βουλή σάτιρα τοΟ άθηναϊχοΟ κρατιχοΟ συστήματος. Δέν μοιάζει κ « -


θόλου μέ τά Ιργα του Ξενοφώντα ούτε στδ χαρακτήρα ούτε σ ^
δφος. * 0 Ξενοφώντας, άν καί ήταν ίκανδς γιά μερικά χιουμοριστικά
ξεσπάσματα, σε κανένα Ιργο του δέν δείχνει σατιρικό ταλέντο. α
ήταν λοιπδν πολύ παράξενο αν δημιουργούσε ενα δλοκληρωμενο κα^
καλομελετημένο Ιργο αύτοΰ του είδους καί μάλιστα στή γλωσσά που
είναι γραμμένη ή 9Αθηναίων Πολιτεία, μιά γλώσσα έντελώς διαφο­
ρετική Απδ έκείνη πού συνήθιζε νά χρησιμοποιεί.
Έξαιρετικδ ένδιαφέρον γιά τδν ίστορικδ τών οίκονομικών^σχέ-
σεων στήν άρχαία Ε λλά δα παρουσιάζει τδ μικρδ Ιργο τοϋ ώενο-
φώντα Πόροι ή περί προσόδων. Σ ’ αύτδ δ συγγραφέας, παραθέτον­
τας συγκεκριμένα στοιχεία καί συμπεράσματα, Αναπτύσσει ενα πρό­
γραμμα βελτίωσης τών οικονομικών τοϋ Αθηναϊκού κράτους. Προ­
τείνει νά Ινταθεΐ ή έκμετάλλευση των δρυχείων Ασημιού, θεωρώντας
σάν Απαραίτητη προϋπόθεση τήν καθιέρωση τής Αγοράς δούλων δ χι
Απδ ιδιώτες εργολάβους Αλλά μέ τά μέσα τοϋ ίδιου τοϋ κράτους. Οί
δοϋλοι αύτοί, σάν σύνολο ζωντανών έργαλείων, πρέπει, μάς λέει δ Ξ ε ­
νοφώντας, νά χορηγοϋνται στούς Ιπιχειρηματίες τών δρυχείων καί
τά Ισοδα τών δρυχείων νά μοιράζονται, μέ βάση βρισμένους κανόνες,
Ανάμεσα στδ δημόσιο καί στον ιδιοκτήτη ή έκμισθωτή τοϋ δρυχείου.
Έ πραγματεία αύτή, γραμμένη σέ καθαρά ύπηρεσιακδ δφος, προκα-
λ ε ϊ βρισμένες Αμφιβολίες σχετικά μέ τήν έποχή πού γράφηκε. Συνή­
θως τήν τοποθετούν στήν τελευταία περίοδο τής ζωής τοϋ Ξενοφώντα
στήν Κόρινθο, δταν δ συγγραφέας είχε πάρει τήν άδεια νά γυρίσει
στήν πατρίδα του καί δέν θεωρούνταν πιά προδότης. Είναι ζήτημα
δμως άν δ Ξενοφώντας, πού Ιλειπε σαράντα δλόκληρα χρόνια Απδ
τήν ’Αθήνα, ήταν σέ θέση νά κρίνει μέ τόσες Αντικειμενικές λεπτομέ­
ρειες τήν κατάσταση τών οικονομικών τοϋ Αθηναϊκού κράτους.

πλοΰτο τήσ ’Α ττικής


Είναι λοιπδν Απίθανο οί Πόροι νά γράφηκαν Απδ άνθρωπο πού ε ίχ ε
χάσει κάθε έπαφή μέ τήν ’Αθήνα καί γ ι’ αύτδ πιθανότερη φαίνεται
ή ύπόθεση πώς αύτή ή πραγματεία ήταν ή πρώτη Απόπειρα τοϋ Ξ ε ­
νοφώντα νά γράψει πάνω σέ οίκονομικο - πολιτικά ζητήματα Τδ πρα
χτικδ ένδιαφέρον τοϋ συγγραφέα γιά τήν οικονομία καί τήν οίκονο"
μολογική πλευρά δποιουδήποτε θέματος — άστικοϋ ή σ τ ρ α τ ιω τ ικ ο ί
πού καθρεφτίζεται καί στδν Οικονομικό καί στήν Κύοου Παιδη'η
μάς δίνε, τ6 δικαίωμα νά υποθέσουμε πώς δ Ξενοφώντας χ«1 πρίν J ’
γε, άπό τήν Αθήνα άσχολοϋνταν χατά προτίμηση us π ο ο β ΐ * . .
πραχτιχής δημόσιας οίχονομίας. ^ V I1 ρ 6 ήματα
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 199

Τά δυο μικρά έργα τού Ξενοφώντα Περί ιππικής καί 'Ιππαρχι-


κός, μ’ δλο τδν στενά είδικό τους χαρακτήρα, καθρεφτίζουν πολύ κα­
θαρά δλο τδ άπόθεμα των σκέψεων τοϋ Ξενοφώντα πού είχ ε διατυ­
πωθεί καί στά μεγάλα του έργα — τδ ένδιαφέρον του γιά τις συγκε­
κριμένες λεπτομέρειες, τήν ικανότητά του να δίνει Ιναργέστατες
περιγραφές, τή γνώση των στρατιωτικών ζητημάτων, τή βαρύτητα
πού άποδίδει σ’ αύτά καθώς καί τά ήθικά αιτήματα πού προβάλλον­
ται σέ κάθε άνθρωπο πού άναλαμβάνει μιά όποιαδήποτε εύθύνη, έστω
καί τήν εύθύνη τού άλογου του ή ένδς στρατιωτικού άποσπάσματος.
Καί στά δυδ αύτά έργα δ Ξενοφώντας άναπτόσσει τδ πρόγραμμα τής
προπαρασκευής πού είναι άπαραίτητη γιά κάθε ίππέα (νά ξέρει τις
ράτσες των άλογων, τις ιδιομορφίες τους, τις άρρώστιες τους, πώς
πρέπει νά τρέφονται, νά γυμνάζονται καί νά άναπαόονται) καί γιά
κάθε διοικητή άποσπάσματος ( νά ξέρει τήν άναγκαία ποσότητα καί
ποιότητα τής χορτονομής, τή στρατιωτική ταχτική, τήν τοπογρα­
φία, τδν έπιτρεπόμενο ρυθμδ τής πορείας του στρατού κ.τ.λ.).
Τέλος άναφέρουμε καί ένα άλλο μικρδ έργο τού Ξενοφώντα, τδν
Κυνηγετικό. Σ ’ αύτδ ό συγγραφέας, βαθύς γνώστης τού ζητήματος,
προσπαθεί νά μυήσει τδν άρχάριο στήν τέχνη τού κυνηγιού. ’Απαρι­
θμεί λεπτομερειακά τις ράτσες τών σκυλιών, τούς τρόπους έκγυμνασής
τους γιά τά διάφορα θηράματα καί τά είδη τού κυνηγιού σέ κάθε
έποχή τού χρόνου. Ό Κυνηγετικός χωρίζεται σέ 13 κεφάλαια.
Ό Ξενοφώντας, άφοΰ άναλύσει στά ένδεκα κεφάλαια δλη τήν τε­
χνική πλευρά τού κυνηγιού, άφιερώνει τά δυδ τελευταία τού β ι­
βλίου του σέ γενικότερες άπόψεις πάνω σ' αύτδ τδ θέμ α : „ ’Εκείνοι
πού άσχολοΰνται μέ τδ κυνήγι — λέει — έχουν νά κερδίσουν πολλά :
θά άποχτήσουν σωματική ύγεία, όξότητα δράσης καί άκοής καί θά
γερνούν άργότερα. Καί γιά τδν πόλεμο τδ κυνήγι τούς γυμνάζει μέ
τδν καλύτερο τρόπο “ ( κεφ. 2 ). Πιδ κάτω άναπτύσσει πώς άσκεΐ πρα-
χτικά τδν άνθρωπο ή άπασχόληση μέ τδ κυνήγι. Στδ δέκατο τρίτο
κεφάλαιο βγάζει καί ήθικά συμπεράσματα, άντικρούοντας έκείνους
πού ισχυρίζονται πώς τδ κυνήγι άπομακρύνει τδν άνθρωπο άπ’ τήν
άπασχόλησή του μέ τις δημόσιες ύποθέσεις. ’Αντίθετα, γράφει ό Ξ ε ­
νοφώντας, τδ κυνήγι άπομακρύνει τούς άνθρώπους μονάχα άπδ τις
βλαβερές άπολαύσεις, άπδ τά κενά λόγια, τδ φθόνο, τδν άνταγωνι-
σμό, τή ματαιοδοξία καί τήν Ιπιθυμία νά βλάψει κανείς τδ γείτονά
του. Μιλάει στά πεταχτά καί γιά τή „ σοφιστική “ διαπαιδαγώγηση
τής νεολαίας, πού διδάσκεται νά έπιζητάει άνώφελα κέρδη καί άσή-
μαντες μικροεπιτυχίες. Βλέπουμε λοιπδν πώς ό Ξενοφώντας, άκόμα
καί στά έργα πού άφιερώνει σέ είδικάπραχτικά ζητήματα, δέν παραλεί-
200 Ξ Ε Ν Ο Φ Q N

πει νά άναφερθεί στούς γενικούς κανόνες τής άγωγής ίδεωδο ς


άνθρώπου, δπως τούς φαντάζεται. * /
Έ συγγραφική πολυμέρεια τοδ Ξενοφώντα δεν χρειάζεται πο
ξεις, μιά καί ή άξία του φανερώθηκε σε διάφορα λογοτεχνικά ε η.
Ξενοφώντας Ιχ ει μιά πολύτιμη για Ινα συγγραφέα ιδιότητα —■ » τ* Γ
αίσθηση του πραγματικού “ . Βλέπει καθαρά μπροστά του έκεινο πο
άφηγείται καί καταλαβαίνει τήν ψυχολογία τοϋ μέσου άνθρώπου.
"Ολες αδτές οί πλευρές τοϋ ταλέντου του δείχνονται καθαρά στά λο­
γοτεχνικά θέματα πού δεν ξεπερνούν τις δυνάμεις του. Σημαντικά
πιό άδόνατος είναι ό Ξενοφώντας δταν προσπαθεί νά άναπτυξει λο­
γικά άφηρημένες Ιννοιες. Τό πραχτικό του μυαλό καί ή προσκόλλη­
σή του στόν πραγματικό κόσμο, δέν τοϋ έπιτρέπουν νά άπομακρυνεται
άπό τά συγκεκριμένα άντικείμενα καί νά παρακολουθεί τόν είρμό καί
τήν άλληλουχία τών σκέψεων πού δέν στηρίζονται σέ άπτά παρα­
δείγματα.
Γι* αύτό οί φιλοσοφικές θεωρίες τοϋ Ξενοφώντα μάς φαίνονται κά­
πως πρωτόγονες σέ σύγκριση μέ τή λεπτεπίλεπτη πνευματική σχοινο­
βασία άλλων φιλοσοφικών σχολών έκείνης τής έποχής (τής Μεγαρι-
κής, τής Κυρηναϊκής κ. ά .). Αύτό έξηγείται, γιατί ό Ξενοφώντας δέν
άπευθυνόταν σέ κύκλους μορφωμένων καί στούς μισητούς του „ σοφι­
στές “ , άλλά στόν μέσο άνθρωπο πού σκέπτεται πραχτικά. "Ενας τ έ ­
τοιος μέσος άνθρωπος ήταν καί ό ίδιος.
Έ τεράστια λοιπόν έπιτυχία πού γνώρισε ό Ξενοφώντας στήν άρ-
χαιότητα όφείλεται πιθανότατα δχι μονάχα στά λογοτεχνικά του
χαρίσματα, άλλά καί στήν άπλότητα καί στο εύκολοκατανόητο τών
Ιργων του.
Έ γλώσσα τοϋ Ξενοφώντα έχει πολλά προτερήματα. Είναι άπλή,
σαφής καί ταυτόχρονα ώραία. ‘Ωστόσο σέ δλα τά έργα του ό Ξενο­
φώντας χρησιμοποιεί πολύ Ιπιδέξια δλες τις μέθοδες τής ρητορικής
τέχνης, πού στήν έποχήτου είχε άναπτυχθεί σέ υψιστο βαθμό — συγ­
κρίσεις, παρομοιώσεις, άντιθέσεις, άποφθέγματα κ.τ.λ. Τά Ιργα τοϋ
Ξενοφώντα, άπό τήν άρχαιότητα άκόμα, είχαν άρχίσει νά θεωρούνται
πρότυπα τοϋ πεζοΰ κλασικοΰ άττικοΰ λόγου. Πολλές γενιές μάθαιναν
τήν έλληνική γλώσσα άπό τήν Κνρου 9Ανάβαση καί τήν Κύρον
Παιδεία. Ό Σουίδας γράφει πώς ό Ξενοφώντας έπάξια δνομάστηκε
,,άττική μούσα “ καί „ άττική μέλισσα “ . Σάν πρότυπα τοϋ άττικοΰ
πεζοΰ λόγου τής κλασικής περιόδου, τά έργα τοϋ Ξενοφώντα πρέπει
νά διαβάζονται καί σήμερα. ‘ Ωστόσο ή σημασία τους δέν έξαντλείται
μέ τά καθαρά ,, λογοτεχνικά “ τοος χαρίσματα. Είναι πολύτιμα
γιατί άπό αύτά μπορούμε νά άντλησοομε τεράστια ποσότητα ίστοοι
χ&ν πληροφοριών καί ήθογραφικού δλιχού. Τέλος άπό τίς προσπά
Ξ Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 201

θείες του Ξενοφώντα νά διαμορφώσει μιά θεωρία διακυβέρνησης του


κράτους, μπορούμε νά γνωρίσουμε τήν ιδεολογία των φιλολακωνικών
κύκλων της άθηναϊκης δουλοκτητικές κοινωνίας, πού μάταια προσπα­
θούσαν νά γυρίσουν πρδς τά πίσω τύν τροχό της ιστορίας καί νά ζων­
τανέψουν ξανά τούς παλιούς άγαπημένους τους καιρούς, πριν άπ’ τδν
Σέλωνα καί τδν Κλεισθένη, δταν ή άριστοκρατία των γενών κυριαρ­
χούσε άπεριόριστα καί άδιαφιλονείκητα.
"Όλα αότά έξηγούν για τί τά Ιργα τού Ξενοφώντα τραβούν καί
στήν έποχή μας τδ ένδιαφέρον τών φιλόλογων καί των ιστορικών.
ryyyyyyyyyyTyyTyyyyyyyyyyyyyyyyTyyyyyyyTm

Κ ΕΦ Α ΛΑ Ι Ο V

ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ

1. Μ εταγενέστεροι Ιστορικοί. — 2. Κτησίας. — 3. Κράτιππος.— 4.


"Ιωνάς. — 5. Στησίμβροτος. — 6. Ό ιστορικός τής Όξυρρύγχου. —
7. Φίλιστος. — 8. Τίμαιος. — 9. Ρητορική κατεύθυνση στην ιστοριο­
γραφία. — 10. Έ φ ορος. — 11. Θεόπομπος. — 12. Σύγκριση του ύφους
των έργων του "Εφορου και του Θεόπομπου. — 13. "Εργα των ιστο­
ρικών τού 4. αί. π. X ., πού δεν ανήκουν στη ρητορική κατεύ­
θ υ ν σ η .— 14. Ά τ θ ίδ ε ς .

1. ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ

Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ , ό Θουκυδίδης καί 6 Ξενοφώντας ήταν οί πιό με­

Ο γάλοι Ιστορικοί τής άρχαίας Ελλάδας. Στήν άλεξανδρινή


έποχή, καί άκόμα περισσότερο στή ρωμαϊκή, είχαν άναγνωριστεϊ σάν
κλασικοί συγγραφείς. Χάρη σ’ αύτό τά έργα τους έφθασαν ώς έμάς
όλόκληρα. Καί πολλοί άλλοι Ιστορικοί είχαν άποχτήσει μεγάλη φήμη
στήν άρχαιότητα, τελικά δμως οί περισσότεροι ξεχάστηκαν καί άπό
τά έργα τους διασώθηκαν μονάχα λίγα άποσπάσματα. Αύτή ήταν ή
τύχη δλων τών ιστορικών του 5. - 2. αί. π. X . ( έκτός άπό τούς τρεις
πού άναφέραμε παραπάνω). Μονάχα τά έργα του Πολύβιου διασώθη­
καν, καί αύτά δχι όλόκληρα. "Ύστερα άπό αύτό τό μεγάλο κενό έφθα-
σαν ίος έμάς ( δχι όλόκληρα τά περισσότερα) τά έργα μερικών Ε λ ­
λήνων Ιστορικών τής ρωμαϊκής έποχής. Τά άποσπάσματα τών άρ-
χαίων Ελλήνω ν ιστορικών πού διασώθηκαν μέσα στά έργα άλλων
συγγραφέων, συγκεντρώθηκαν άπό τόν Κάρολο καί τόν Θεόδωρο Μυλ-
λερ στην έκδοση Fragmenta Historicorum Graecorum, σέ 5 τόμους,
Παρίσι, 1874 κ. I.
χ ο ρ ι κ ο ί
204 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι 1 2

2. ΚΤΗΣΙΑΣ

Ο Κ Τ Η Σ Ι Α Σ ήταν σύγχρονος του Ξενοφώντα. Καταγόταν άπό τήν


πόλη Κνίδο καί ήταν γιατρός. "Οπως λέει ό Διόδωρος ( I I , 3 2 ), ο
Κτησίας πιάστηκε αιχμάλωτος άπό τούς Πέρσες καί έγινε γιατρός
στήν αδλή του βασιλιά Άρταξέρξη του Μνήμονα. *0 Άρταξέρξης τον
έκτιμοΰσε πολύ καί τύν πήρε μαζί του στή μάχη πού έγινε κοντά στα
Κούναξα στά 401 π. X . Στή μάχη αύτή ό Πέρσης βασιλιάς πληγώ­
θηκε καί ό Κτησίας γιάτρεψε το τραύμα του. ’Αφοϋ έζησε 17 χρόνια
στήν Περσία, στάλθηκε άπύ τδν Άρταξέρξη στή Σπάρτη, στά 398
π. X ., μέ διπλωματική άποστολή. "Ύστερα έγκαταστάθηκε στήν πα­
τρίδα του καί άργότερα στή Σπάρτη. Τίποτα δεν ξέρουμε γιά τήν πιδ
πέρα τύχη του.
Ό Κτησίας έγραψε άρκετά Ιστορικά έργα. Τά σπουδαιότερα ήταν
δυό, τά Περσικά καί τά* Ινδικά1, πού γράφηκαν πιθανότατα μετά τήν
έπιστροφή του Ιστορικού στήν πατρίδα του. Κανένα έργο του Κτησία
δεν διασώθηκε. *Έχουμε μονάχα μιά πλατιά έπιτομή των Περσικών
καί των ’Ινδικών πού έγινε άπδ τδν πατριάρχη Φώτιο τδν 9. αί. μ .Χ .
Σέ διάφορους άλλους συγγράφεις ( Διόδωρο, Πλούταρχο κ. ά . ) βρί­
σκουμε πολλές παραπομπές σ’ αύτά τά έργα.
Τά Περσικά άποτελοϋνταν άπο 23 βιβλία. Περιλάμβαναν τήν ιστορία
τής ’Ανατολής άρχίζοντας άπύ τον Νίνο καί τή Σεμίραμη καί τε­
λειώνοντας στά 398 π. X . Τά βιβλία I - I I I ήταν άφιερωμένα στήν
Ιστορία τής ’Ασσυρίας, τά βιβλία I V - V I στήν ιστορία τής Μηδίας,
τά βιβλία V I I - X I I I στήν Ιστορία τής Περσίας ώς τήν έποχή τής
βασιλείας του Ξέρξη καί τά βιβλία X I V - X X I I I στή σύγχρονη τοϋ
Κτησία ιστορία ( 5 . αί. ώςτύ πρώτο μισό τοϋ 4. αί. π. X .) . Ό Φώ­
τιος έκανε μιά έπιτομή άπύ τά βιβλία V I I - X X I I I . Π ηγές τοϋ
Κτησία, δπως λέει ό Γδιος, ήταν τά διάφορα γραπτά στοιχεία τοϋ βασιλι-
κοϋ άρχείου (όιφ&έραι βασιλικοί). ,,Παντοΰ σχεδόν άντικρούει τον
‘ Ηρόδοτο άποκαλώντας τον σέ πολλές περιπτώσεις ψεύτην καί λογο-
ποιόν “ καί „ μερικές φορές μάς δίνει στοιχεία πού έρχονται σέ άντί-
θεση μέ τις πληροφορίες τοϋ Ξενοφώντα “ . Ό Κτησίας λέει πώς είν ε
παρακολουθήσει ό Γδιος τά περισσότερα γεγονότα πού περιγράφει καί
πώς δσα δέν μπορούσε νά δει ό Γδιος, τά έμαθε άπύ αότόπτε<-
μάρτυρες. *
Κάτω άπύ τόσο εύνοϊκές συνθήκες θά νόμιζε κανείς πώς ό Κτησίασ
ήταν σέ θέση νά άφηγηθεΤ τήν Ιστορία τής Ανατολής πολί> πι* σω!
στα άπό τδν Ηρόδοτο. Ιτή ν πραγματικότητα όμως | γ ι ν6 ά κ ρ ιβ & ς τ *>

1. Βλ. στό Παράρτημα, δποο Ιχοον παρατεθεί άποσπάσματα άπό


τά δργα αύτά.
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 205

άντίθετο. ΟΙ άρχαίοι είχαν διαπιστώσει κιόλας πώς δρισμένα στοι­


χεία του ήταν ψεύτικα. Μετά τήν άνάγνωση τής σφηνοειδούς γραφής
άποδείχτηκε πώς οί σφηνοειδείς έπιγραφές διαψεόδουν πολλές μαρ­
τυρίες του Κτησία καί έπαληθεύουν τις άντίστοιχες μαρτυρίες του
'Ηρόδοτου.
Έ Ιστορική παράδοση των έλληνοπερσίκών πολέμων, δπως μετα­
δίδεται άπό τόν Κτησία, δεν μπορεί νά είναι περσικής προέλευσης,
γιατί 61 πληροφορίες του δεν κολακεύουν τόν έγωισμό των Περσών,
βρισμένες μάλιστα είναι δυσμενείς γ ι’ αύτούς. Μπορούμε λοιπόν νά
ύποθέσουμε πώς τουλάχιστο τό μέρος του έργου του πού άφιερώνεται
στήν έξιστόρηση των έλληνοπερσίκών πολέμων δεν γράφηκε στήν Περ­
σία, άλλά μετά τήν έπιστροφή του στήν Ε λλά δα στά 398, άφοϋ ή
έκτίμηση των γεγονότων στηρίζεται δχι στήν περσική άλλά στή σπαρ­
τιατική άποψη. Ό Κτησίας έγκωμιάζει τούς Σπαρτιάτες για τί, δπως
λέει ο Διόδωρος, ήταν ύπέρμαχος τοϋ σπαρτιατικού άριστοκρατικοϋ
συστήματος. Αύτή ή πολιτική του τοποθέτηση καθώς καί ή έπιθυμία
του νά φανεί άνώτερος σάν ιστορικός, έξηγεί τήν πολεμική πού κάνει
δ Κτησίας κατά του 'Ηρόδοτου.
Μ* δλο πού β Κτησίας δεν φημιζόταν γιά φιλαλήθης Ιστορικός, τά
Περσικά του είχαν κυκλοφορήσει εύρύτατα στήν άρχαιότητα. Ά πό
αύτά άντλησε τό ύλικό του δ Διόδωρος γιά τά πρώτα βιβλία τής Β ι­
βλιοθήκης του καί δ Πλούταρχος γιά τή βιογραφία τοϋ Άρταξέρξη.
Έ Παμφίλη έγραψε μιά έπιτομή αύτοϋ τοϋ έργου σέ τρία βιβλία. Τά
Περσικά διασώθηκαν ώς τόν 9. αί. π. X ., ώς τήν έποχή τοϋ Φώτιου,
πού μάς άφησε τή γνωστή έπιτομή τους. Γιά κάμποσο καιρό μάλιστα
τό έργο αύτό διαβαζόταν πολύ περισσότερο άπό τήν *Ιστορία τοϋ
Ηρόδοτου.
*Από λογοτεχνική άποψη τά Περσικά άνήκουν άκόμα στόν παλιό
τύπο άφήγησης. "Αν καί τά είχ ε βάλει με τόν 'Ηρόδοτο, δ Κτησίας
δεν δίστασε νά μ ιμ ηθεί τό ϋφος του. Έ γρα ψ ε τό έργο του, δπως καί
δ Ηρόδοτος, στήν ίωνική διάλεκτο, ένώ στήν έποχή του είχ ε έπι-
κρατήσει σάν λογοτεχνική γλώσσα ή άττική διάλεκτος. 'Ωστόσο δ
Κτησίας δεν τηρούσε αύστηρά τούς κανόνες τής ίωνικής διαλέκτου.
Έ χουμε λόγους νά ύποθέτουμε πώς χρησιμοποιούσε πάρα πολλά
άττικά στοιχεία. ’Αντίθετα, στό άλλο έργο του, τά *Ινδικά, ή
ίωνική διάλεκτος ήταν πολύ πιό άμιγής. Έ γλώσσα τοϋ Κτησία, δπως
λέει δ Φώτιος, ήταν σαφής, άπλή καί γ ι’ αύτό εύχάριστη. Σήμερα
δεν μπορούμε νά κρίνουμε τή γλώσσα καί τό ϋφος του, για τί έλ ά χ ι-
στα μονάχα άποσπάσματα άπό τά έργα του έχουμε στή διάθεσή μας.
Α ντίθετα άπό τόν 'Ηρόδοτο, δ Κτησίας δέν έκανε παρεκβάσεις πού
νά κομματιάζουν τ b νήμα τής άφήγησης. Ό λόγος του άποτελοΟνταν
_ τ ν τ Π Ρ ί Κ Ο ^
206 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι I * 1 ϋ

άπό προτάσεις άσύνδετες, ήταν δηλαδή λεξις είρομένη, καί άπό


άποψη δ Κτησίας συγγένευε δχι μονάχα μέ τον 'Ηρόδοτο, άλλ^ xf 11 r ^
τούς λογογράφους. Ό άνώνυμος συγγραφέας του έργου Περί
νείας (πού έζησε πιθανότατα τόν 1. αί. μ. X .) έκτιμάει πάρα πο υ τ
ύφος του. Τ ις αδιάκοπες έπαναλήψεις των ίδιων σκέψεων μέ διαφορε­
τικά λόγια, πού άφθονοϋν στά έργα του Κτησία, ό άνώνυμος συγγρα­
φέας τις δικαιολογεί μέ τήν έπιθυμία του Κτησία νά φτάσει σέ υψι-
στο βαθμό έκφραστικότητας. Φτάνει μάλιστα στό σημείο νά άποκαλεί
τόν Κτησία ποιητή γιά τήν τέχνη του νά προκαλεί τό ένδιαφέρον τοϋ
άναγνώστη γιά τό ιστορικό πρόσωπο πού περιγράφει.
"Οπως βγαίνει άπό τις γνώμες τών άρχαίων, ό Κτησίας έπιζητούσε
νά κάνει έντύπωση καί γ ι’ αύτό πρόσθετε στήν άφήγησή του άφθο­
νες λεπτομέρειες πού έπινοοΰσε ό ίδιος, παρεμβάλλοντας συχνά φαν­
ταστικούς λόγους καί έπιστολές. ΟΕ άρχαίοι είχαν κιόλας διαπιστώ­
σει πώς ξεφεύγει άπό τήν άλήθεια τείνοντας στή δημιουργία δραμα­
τικών έντυπώσεων. Αύτή ή μέθοδος του Κτησία, νά προκαλεί μέ κάθε
θυσία τό ένδιαφέρον του άναγνώστη, μειώνει βέβαια πολύ τήν άξια
του σάν Ιστορικού.
Ό Κτησίας άντιπροσωπεύει τό μεταβατικό στάδιο άνάμεσα στούς
λογογράφους καί στούς Ιστορικούς τής ρητορικής κατεύθυνσης πού
παρουσιάστηκαν άργότερα. Τά Περσικά του είχαν τά χαρακτηριστικά
τού ιστορικού μυθιστορήματος καί ίσως χάρη σ’ αύτό διασώθηκαν α>ς
τή βυζαντινή έποχή.
Τά 'Ινδικά ήταν άκόμα πιο φανταστικό έργο.Ό καλύτερος χαρακτη­
ρισμός τους βρίσκεται στή γνώμη πού διατύπωσε ό Λουκιανός : „ "Οσα
έγραψε ό Κτησίας γιά τή χώρα τών ’Ινδών ούτε ό ίδιος τά είδε, ούτε
τ ’ άκουσε άπό κανέναν “ ( Πώς δει ιστορίαν σνγγράφειν, I, 3 ). Ό
Αυλός Γέλλιος κατατάσσει τόν Κτησία στήν κατηγορία τών συγγρα­
φέων πού γράφουν έπινοήσεις καί θαύματα. 'Ωστόσο, παρ’ δλες τις
ψευδολογίες τους, τά 'Ινδικά άποτελοΰσαν τήν κύρια πηγή άπ’ δπου
άντλουσαν μυθικά στοιχεία γιά τις ’Ινδίες δχι μονάχα στήν άρχαιό-
τητα άλλά καί σέ πολύ μεταγενέστερες έποχές.

3. Κ Ρ Α Τ Ι Π Π Ο Σ

Ο Κ Ρ Α Τ ΙΠ Π Ο Σ ήταν περίπου σύγχρονος τοΰ Θουκυδίδη *. Τδ ιστορικό


του έργο δέν διασώθηκε. Ε π ειδ ή δέν διαθέτουμε ούτε ενα άπόσπασμα
μέ τδ δνομά του, μπορούμε νά τδν κρίνουμε μέ βάση μονάχα τδς γνώ-

1. Διονύοιος, Πβρι θονχνδίδον και χ&ν Ιδιωμάτων αντοΰ νβ«, i c ντ


3 4» Tie. et R a d . ’ VA» ° 4 7 R = T
ε ι κ. ιιχ
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 209

μες άλλων συγγραφέων, πού κι αύτές είναι έλάχιστες. Ό Διονύσιος δ


Άλικαρνασσέας γράφει πώς δ Κράτιππος „ είχ ε συγκεντρώσει δσα
παρέλειψε δ Θουκυδίδης “ , δηλαδή στό έργο του έξιστορουσε τά γεγο­
νότα ποί) παρέλειψε ( ή δεν άνάφερε) δ Θουκυδίδης. Ό Πλούταρχος
έπιβεβαιώνει αύτή τή μαρτυρία του Διονύσιου λέγοντας πώς δ Κρά­
τιππος, μιλώντας για τόν Ακρωτηριασμό των Έρμων στά 4 1 5 π. X .,
συμπληρώνει, δπως φαίνεται, με μια λεπτομέρεια τή σχετική Αφή­
γηση του V I βιβλίου τής *Ιστορίας του Θουκυδίδη ( Vitae X ora-
torum, I I , 4 = σελ. 1017 D id o t).
Ά πό ένα άλλο δμως Απόσπασμα του Πλούταρχου μαθαίνουμε
πώς ό Κράτιππος Αφηγούνταν καί μεταγενέστερα Εστορικά γεγονότα
σε σύγκριση με τήν 8Ιστορία του Θουκυδίδη, ήταν δηλαδή συνεχιστής
του. Νά τ ί λέει ό Πλούταρχος : „"Α ν δεν ύπήρχαν Εστορικά πρόσωπα,
δεν θά υπήρχαν και Εστορικοί. "Αν βγάλεις Από τή μέση τό κρατικό
καθεστώς του Π ερικλή, τά τρόπαια του Φορμίωνα με τήν εύκαιρία
τής ναυμαχίας του Ρίου... (σε συνέχεια Απαριθμεί διάφορα γεγονότα
πού περιγράφει ό Θουκυδίδης) θά έχεις διαγράψει καί τόν Θουκυ­
δίδη. "Αν βγάλεις Από τή μέση τις τολμηρές πράξεις του ’Αλκιβιάδη
στδν 'Ελλήσποντο, τή δράση του θράσυλλου στή Λέσβο, τήν Ανα­
τροπή τής όλιγαρχίας Από τόν θηραμένη, άν βγάλεις Από τή μέση
τόν Θρασύβουλο, τόν "Αρχιππο, τούς εβδομήντα πού έξεγέρθηκαν στή
Φυλή κατά τής ήγεμονίας των Σπαρτιατών καί τόν Κόνωνα πού ξα-
νάφερε τούς ’Αθηναίους στή θάλασσα, τότε έκμηδενίζεται καί δ Κρά­
τιππος “ ( Be gloria Aifieniensium,y.ey. 1 = σελ. 4 2 2 - 4 2 3 D id o t).
’Από αυτόν τόν κατάλογο των γεγονότων φαίνεται πώς δ Κράτιππος
δχι μονάχα συμπλήρωσε δσα παρέλειψε δ Θουκυδίδης, Αλλά καί συνέ­
χισε τήν *Ιστορία του φτάνοντας ώς τήν έποχή πού οΕ ’Αθηναίοι,
χάρη στόν Κόνωνα, Αποκατάστησαν τή θαλασσοκρατορία τους. Αύτή
ή μεταβολή τής κατάστασης ήταν Αποτέλεσμα τής ναυμαχίας πού
έγινε κοντά στήν Κνίδο, στά 3 9 4 π. X ., δπου οΕ ’Αθηναίοι, με Αρχηγό
τόν Κόνωνα, συντρίψανε τό σπαρτιατικό στόλο.
’Από τά γεγονότα πού, δπως λέει ό Πλούταρχος, είχ ε έξιστορήσει
ό Κράτιππος, ή Ανατροπή τής όλιγαρχίας Από τόν θηραμένη έγινε
στά 411 π. X . Γιά τό ίδιο ζήτημα μιλάει καί ό Θουκυδίδης ( V I I I , 89
κ. έ.). Στά 411 π. X . έδρασε καί δ θράσυλλος στή Λέσβο. *0 Θου­
κυδίδης μονάχα μέ λίγα λόγια είχ ε θίξει τό ζήτημα αύτό ( V I I I ,
1 0 0 ). 'Ο Κράτιππος, δπως φαίνεται, άνέφερε περισσότερες λεπτομέ­
ρειες. Δεν ξέρουμε τ ί Ακριβώς ύπονοείται μέ τή φράση „ τολμηρές
πράξεις του ’Α λκιβιάδη στόν Ελλήσποντο “ . Είναι ζήτημα άν ή
φράση αύτή Αναφέρεται στις ίδ ιες πράξεις πού περιγράφει ό Θουκυδί­
δης ( V I I I , 4 5 ).
1 4 'Ι σ τ ο ρ ία τ ή ς 'Ιζ Χ Χ η ν ιχ ή ς Α ο γο χ βχνία ς
210 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι

ΟΕ πληροφορίες τοΟ Πλούταρχου, παρ’ δλη τή συντομία τους, μ *5


δίνουν πάντως τή δυνατότητα νά σχηματίσουμε μια ίδεα για τ ργ
τοϋ Κράτιππου. Υποθέτουμε πώς δ Πλούταρχος, άφοϋ τοποθετεί
Κράτιππο πλάι στδν Θουκυδίδη, πρέπει νά τδν έκτιμοΰσε πολύ.
Ό Κράτιππος λοιπόν είχ ε περιγράφει στδ Ιργο του τα ιστορικ
γεγονότα 17 χρόνων μετά τδ 411 π. X . δπου είχ ε σταματήσει ή
*Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη. Τήν Γδια χρονική περίοδο άγκάλιασαν και
τά 'Ελληνικά του Θεόπομπουι .

4. ΙΩ Ν Α Σ

ΟΝ 5. αί. π. X . στήν Ε λλά δα άρχίζει νά ξυπνάει τδ Ινδιαφέρον


γιά τήν προσωπικότητα. Έ τσ ι γεννιέται ή λογοτεχνία των άπομνη-
μονευμάτων. Ό ποιητής "Ιωνάς, πού καταγόταν άπδ τή Χ ίο καί είχ ε
συνθέσει λυρικά ποιήματα καί τραγωδίες, παράλληλα μέ τά άλλα του
έργα έγραψε καί άναμνήσεις άπδ τήν παραμονή του στήν Α θήνα, στή
Σπάρτη καί σέ άλλα μέρη (Έπιδημίαι ή * Υπομνήματα).
"Οσο μπορούμε νά κρίνουμε άπδ τά λίγα άποσπάσματα πού έχουμε
στή διάθεσή μας, ό "Ιωνάς στά βΥπομνήματα έδινε μερικές λεπτομέ­
ρειες γιά διάφορους κρατικούς λειτουργούς τής Ελλάδας καί σημαν­
τική ποσότητα πολιτιστικό - ιστορικού υλικοϋ. Τά άποσπάσματα άπδ
τά έργα του έχουν συγκεντρωθεί στά FHGy τόμ. I I , σελ. 4 4 - 5 1 .
Ό "Ιωνάς πέθανε πριν άπδ τδ 421 π. X .
Ό Άθήναιος στδ έργο του ΔειπνοσοφισταΙ παραθέτει τήν άφήγηση
του "Ιωνά γιά τή συνάντησή του μέ τδν ποιητή Σοφοκλή ( βλ. Πα­
ράρτημα ).

5. Σ Τ Η Σ Ι Μ Β Ρ Ο Τ Ο Σ

Ο ΣΤΗΣΙΜ ΒΡΟΤΟΣ καταγόταν άπδ τή Θάσο. ΤΗταν σύγχρονος τοϋ


Περικλή. Πέρασε τδ μεγαλύτερο μέρος τής ζωής του στήν Α θήνα,
δπου, δπως οΕ σοφιστές, άσχολοϋνταν μέ τή διδασκαλία. “Ένας άπδ
τούς μαθητές του ήταν ό ποιητής ’Αντίμαχος πού δημοσίευσε τά ποιή­
ματα του "Ομηρου, πιθανότατα ΰστερα άπδ συμβουλή τοϋ δασκάλου
του, για τί ό Στησίμβροτος είχ ε καταπιαστεί μέ τή μελέτη τοϋ „ όμη-
ρικοϋ ζητήματος “ , έγραψε γιά τήν έποχή τοϋ "Ομηρου καί γιά τά
έπη του έρμηνεύοντας άλληγορικά τδ κείμενο.
Στήν άρχαιότητα ήταν γνωστά τά έργα τοϋ Στησίμβροτου Περί τε-

1. Βλ. πιό κάτω § 11.


Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 211

Χετών καί ΣΓερΙ Θεμιστοκλέους καί Θουκνδίδου1 καί Περικλεούς, Τδ


δεύτερο γράφηκε μετά τδ 4 3 0 , για τί σ’ αύτδ άναφέρεται δ θάνατος του
Ξάνθιππου, γιοΟ του Π ερικλή. ΤΗταν, δπως φαίνεται, ένας πολιτικδς
λίβελλος όπου δ συγγραφέας, πού άνήκε στούς καταπιεζόμενους άπδ
τούς ’Αθηναίους „ σύμμαχους “ , Ικφραζε τδ άσπονδο μίσος του γιά
τδν άθηναϊκδ δήμο καί γιά τούς ήγέτες του — τδν Θεμιστοκλή, τδν
δημιουργδ του άθηναϊκοϋ στόλου, καί τδν Π ερικλή, τδν θεμελιωτή του
άθηναϊκοϋ κράτους. Ό Θουκυδίδης, γιδς του Μελησία, σάν πολιτικδς
άντίπαλος του Π ερικλή, χαρακτηρίζεται εύνοϊκά στδ έργο αύτό. Τδ
ίδιο εύνοϊκά χαρακτηρίζεται καί ό Κίμωνας, για τί μ’ όλο πού είκονί-
ζεται σάν άνθρωπος άμόρφωτος πού είχ ε μεσάνυχτα άπδ έπιστήμες
καί τέχνες, ήταν, λέει ό συγγραφέας, εύγενικός, φιλολάκωνας καί
δεν είχε καμιά σχέση με τήν άττική φλυαρία.
Ό Περικλής ζωγραφίζεται σ’ αύτδ τδ έργο μέ τά μελανότερα χρώ­
ματα. Έ τ σ ι βγαίνει τδ συμπέρασμά πώς ό Στησίμβροτος ήταν δπαδδς
τής άριστοκρατίας.
Ά πδ τά άλλα έργα του Στησίμβροτου έχουν διασωθεί- μονάχα,
μηδαμινά αποσπάσματα πού συγκεντρώθηκαν στά FHG, τόμ. I I ,
σελ. 5 2 - 5 8 .

6. Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΗΣ ΟΞΥΡΡΥΓΧΟΥ

Σ τα 1906 βρέθηκε στήν Όξύρρυγχο, μιά μικρή πόλη τής Αίγύ-


πτου, ένας πάπυρος μέ άποσπάσματα άπδ κάποιο ίστορικδ έργο. Τδ
κείμενο είναι γραμμένο στήν πίσω μεριά άπδ έναν κατάλογο χωρα-
φιών. Σε όρισμένα σημεία οϊ στήλες τών γραμμάτων έχουν διατηρη­
θεί καλά, σε άλλα δμως είναι πολύ φθαρμένες. Στδ κείμενο αύτδ πε-
ριγράφονται τά γεγονότα μικρού μέρους του 396 καί μεγάλου μέρους
τού 395 π. X . Έ άφήγηση άναφέρεται στις σχέσεις τών άθηναϊκών
κομμάτων μέ τή Σπάρτη, στήν πολιτική κατάσταση τής έποχής έκεί-
νης, στδ άντισπαρτιατικδ πνεύμα πού κυριαρχούσε στήν Ε λ λ ά δ α καί
στις αίτίες πού τδ προκάλεσαν, άλλά κυρίως στούς πολέμους — τις Ικ-
στρατείες τού 'Αγησίλαου, τις έπιχειρήσεις του Κόνωνα κ .τ.λ. Τδ
μεγαλύτερο ένδιαφέρον παρουσιάζουν οί πληροφορίες γιά μιά έπανά-
οταση στή Ρόδο καί ιδιαίτερα γιά τήν όργάνωση τής Βοιωτικής συμ-
μαχίας. Έ άφήγηση είναι πολύ λεπτομερειακή, πιδ λεπτομερειακή
καί άπδ τού Ξενοφώντα π. χ ., πού μαζί του διαφωνεί πολλές φορές ό
συγγραφέας. ’Αντίθετα, τά στοιχεία τού Διόδωρου συμφωνούν πολλές

1. Δέν άναφέρεται στόν Ιστορικό, γιό το8 *Όλορου, άλλά στόν πολιτικό άντίπαλο τοΟ
υβρικλί}, τόν Θουκυδίδη, γιό τοΟ Μελησία.
212 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι

φορές μέ τΙς μαρτυρίες χοδ άνώνυμου συγγραφέα. Απδ τήν ίδ ια άφη


γηση βγαίνει πώς δ συγγραφέας ήταν σύγχρονος μέ τα γεγον τα π
περιγράφει και δεν άντλοϋσε τδ ύλικό του άπδ βιβλία, πως
μετά τήν Ά νταλκίδεια είρήνη (387 π. X .), δχι δμως άργότερα π τ
350 π. X ., καί πώς άρχισε τδ έργο του στά 4 1 1 - 4 1 0 π. X ., δηλαοη
άπδ τδ σημείο δπου είχε σταματήσει δ Θουκυδίδης. Ο συγγραφέας
έπικρίνει σφοδρά τούς ‘Αθηναίους δημοκράτες. *Η Αφήγηση του έργου
αύτοϋ είναι άπλή καί σαφής, χωρίς ρητορικούς έξωραϊσμους, χωρίς
παρεμβολές λόγων καί διδακτικές γενικότητες.
Μάς είναι άγνωστο ποιδς έγραψε αύτδ τδ έργο. Οί γνώμες
των φιλόλογων είναι άντιφατικές. Τδ άποδίδουν στδν Κράτιππο,
στδν Θεόπομπο, στδν Έφορο καί σέ άλλους άκόμα ιστορικούς. Ο
Γερμανδς έπιστήμονας Έ δ. Μάγιερ έγραψε μιά δλόκληρη μελέτη γ ι
αύτδ τδ έργο άποδίδοντάς το στδν Θεόπομπο (Theopomps Hellenica,
1909). Ωστόσο ή άποψή του προκάλεσε πολλές άντιρρήσεις. "Όσο
γιά τήν άπόδοσή του στδν Κράτιππο, είναι δύσκολο νά παραθέσουμε
δποιαδήποτε άπόδειξη,. γιατί άπδ τά έργα του Κράτιππου δέν δια­
σώθηκε κανένα άπόσπασμα. "Αν δμως πρέπει νά άποκλειστουν τ ε ­
λείως δ Θεόπομπος καί δ Έφορος, άφοϋ δέν διαθέτουμε στοιχεία γ ιά
άλλους ιστορικούς πού άσχολήθηκαν μ* αύτή τήν ιστορική περίοδο,
πρέπει, σύμφωνα μ’ αύτή τή μέθοδο του άποκλεισμοϋ, νά Αναγνωρί­
σουμε μάλλον τδν Κράτιππο σάν συγγραφέα του έργου πού βρέθηκε
στήν Όξύρρυγχο.

7. Φ Ι Λ Ι Σ Τ Ο Σ

H ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ του Θουκυδίδη δημοσιεύθηκε στις άρχέςτου 4. αI. π. X . 1.


Ε ίχ ε προκαλέσει, δπως φαίνεται, ζωηρδ ένδιαφέρον έκείνη τήν έποχή,
άφοϋ βρέθηκαν ιστορικοί πού θέλησαν νά τή συνεχίσουν (δ Ξενοφών-
τας, δ Κράτιππος, δ συγγραφέας τής Όξυρρύγχου, δ Θεόπομπος).
Α ίγο ι δμως ιστορικοί άκολούθησαν πιστά τδ πνεύμα του Θουκυδίδη.
Τδ έργο του Θουκυδίδη, άμέσως μόλις δημοσιεύθηκε, ήταν κιό ­
λας κάπως άπαρχαιωμένο. , , ‘ Η άρχαϊκή καί αύστηρή όμορφιά“ τοΟ
ϋφους του (σύμφωνα μέ τήν έκφραση του Διονύσιου) δέν μποροΰσε νά
άρέσει στή νέα γενιά. ‘Ωστόσο άπδ τούς Ιστορικούς του πρώτου μισοΟ
του 4. αί. π. X . βρέθηκε κάποιος πού προσπάθησε νά ιιιιιτιθεί τδν Θου­
κυδίδη — δ Φίλιστος.
Ό Φίλιοτος καταγόταν άπδ τις ΣυρακοΟσες. Δέν ξέρουμε πότ8
άκριβώς γεννήθηκε. Ό ταν οί ΣυρακοΟσες, στή διάρκεια τής έκστρα-

1. Βλ. χβφ. III, «Θουκυδίδης**.


Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 213

τείας στή Σικελία στά 4 1 4 , πολιορκήθηκαν άπό τοί>ς 'Αθηναίους, δ


φίλισχος ήταν κιόλας άρκετά μεγάλος γιά να παρακολουθεί τήν πο­
ρεία των γεγονότων. Σχά 4 0 6 βοήθησε τόν Διονύσιο τόν Πρεσβύτερο
νά γίνει τύραννος καί ύστερα έξακολουθούσε νά είναι πιστός δπαδός
του. Ό Διονύσιος δμως έξόρισε τόν Φίλιστο άπό τήν πατρίδα του,
γιατί παντρεύτηκε μιά άνιψιά του χωρίς νά του ζητήσει τήν άδεια.
Ό Φίλιστος πήγε στήν άρχή στούς θούριους καί ύστερα στήν Ά δρ ία ,
μια πόλη κοντά στίς έκβολές τού Πάδου. Στή διάρκεια τής έξορίας
του βρήκε εύκαιρία νά γράψει τήν ιστορία τών Συρακουσών καί του
Διονύσιου τού Πρεσβύτερου. Μετά τό θάνατο τού Διονύσιου, στά 3 67,
ό Φίλιστος γύρισε στήν πατρίδα του ύστερα άπό πρόσκληση του Διο­
νύσιου τού Νεότερου καί άπόχτησε μεγάλη έπιρροή στή διακυβέρνηση
τού κράτους. Θεωρείται ύπεύθυνος γιά τήν έξορία τού Δίωνα, θείου
τού Διονύσιου τού Νεότερου, στά 3 66 π. X . "Όταν ό Διονύσιος με τή
συμπεριφορά του προκάλεσε τό μίσος τού λαού, ό Δίωνας ξαναγύρισε
μ* ενα μικρό άπόσπασμα γιά νά έλευθερώσει τήν πατρίδα του. "Ολες
οΕ πόλεις τής Σικελίας, άκόμα καί οΕ Συρακούσες, τάχθηκαν αόθόρ-
μητα μέ τό μέρος του. Τότε ό Διονύσιος, πού ετυχε νά βρίσκεται
στήν ’ Ιταλία, άνακάλεσε τόν Φίλιστο μέ τό στόλο άπό τήν Ά δρία .
Στή ναυμαχία πού έγινε, ό στόλος τού Φίλιστου καταστράφηκε άπό
τό στόλο των Συρακουσών πού διοικούσε ό Δίωνας καί ό ίδιος, γιά νά
μήν πέσει στά χέρια τών έχθρών, αύτοκτόνησε. Σύμφωνα δμως μέ μιά
άλλη μαρτυρία, ό Φίλιστος αιχμαλωτίστηκε άπό τούς Συρακούσιους
καί θανατώθηκε μέ βασανιστήρια. Αότό έγινε στά 367 π. X ., δταν ό
Φίλιστος ήταν περίπου 8 0 χρονών.
01 άρχαίες πηγές μάς πληροφορούν πώς ό Φίλιστος ήταν όπαδός
τής τυραννίδας (Πλούταρχος, Βίος Διονυσίου, κεφ. 36), κόλακας καί
πολύ καπάτσος. Κατάφερνε νά κρύβει πίσω άπό εύσχημα προσχήματα
τίς πιο άδικες πράξεις καί νά σκεπάζει τά διεφθαρμένα ήθη μέ ώραία
λόγια. Είναι δύσκολο νά κρίνουμε άν αύτές οΕ κατηγορίες ήταν σω­
στές. "Οπως φαίνεται, προέρχονται άπό τόν Ιστορικό Τίμαιο, πασί­
γνωστο γιά τή δηκτικότητά του.
Ό Φίλιστος έγραψε τό έργο Σιχελιχά, πού διαιρούνταν σέ δυό μ έ­
ρη. Στό πρώτο μέρος (άπό 7 βιβ λία ) άφηγοΰνταν τήν Εστορία τής Σ ι­
κελίας άπό τούς άρχαιότατους χρόνους ώς τήν κατάληψη τού Άκρά*·
γαντα άπό τούς Καρχηδόνιους. Στό δεύτερο μέρος· (άπό 6 β ιβ λ ία )
είχε περιγράψει τή διοίκηση τών δυό Διονυσίων — στά βιβλία 1 - 4
τή διοίκηση τού Διονύσιου τού Πρεσβύτερου (4 0 6 — 367 π. X . ) καί
στά δυό τελευταία βιβλία τά πέντε πρώτα χρόνια τής διοίκησης τού
Διονύσιου τού Νεότερου. *0 θάνατος έμπόδισε τόν Φίλιστο νά τελειώ ­
σει τό έργο του. Τό τέλει<οσε ό συμπατριώτης του Άθάνας, πού έξι-
214 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι * 0 *

στόρησε σχδ πρώχο βιβλίο χού Ιργου χου χά έπόμενα χρόνια της ^ιοι
κησης τού Διονύσιου τού Νεόχερου &ς χήν έξορία χου σχα ο π* ’
Σχά άλλα 13 βιβλία πού Ιγραψε, δ Άθάνας περιγράφει χήν έποχη
χοϋ Δίωνα καί χου Τιμολέονχα ώς χδ 337 π. X .
Τδ Ιργο χου Φίλισχου δεν Ιφθασε όλόκληρο δ>ς έμάς. Διασω ηκα
μονάχα άποσπάσμαχά χου ( 6 4 ), πού δημοσιεύθηκαν σχα FH G , χομ·
Ό Φίλισχος δεν είναι δ πρώχος ίσχορικδς πού μελέτησε χήν Ισχο·
ρία χής Σικελίας. Πριν άπδ αύχον είχε γράφει χή Σικελιωτιδα χου,
σχήν ίωνική διάλεκχο, ό Άνχίοχος δ Συρακούσιος (5 . αί. π. X . ), πού
θά μπορούσαμε να χδν καχαχάξουμε σχούς λογογράφους. Η Σικελιώ-
τις Ιφθανε ώς χδ 4 2 4 π. X . Δύχήν χρησιμοποίησε δ Θουκυδίδης για
νά περιγράφει χή Σικελία σχήν άρχή τού V I βιβλίου χής Ισ το ­
ρίας χου.
"Ολοι οΐ άρχαΐοι κριχικοί θεωρούσαν χδν Φίλισχο μιμητή του Θου­
κυδίδη, πού δεν μπορούσε δμως νά συγκριθει με χδ πρόχυπό χου. Ο
Φίλισχος, άν καί Δωριέας, άκολούθησε χδ παράδειγμα χου Θουκυδίδη
και Ιγραψε χδ Ιργο χου σχήν άχχική διάλεκχο, πού χόχε είχ ε άρχίσει
νά έπιβάλλεχαι σάν ή λογοχεχνική γλώσσα δλόκληρης χής Ε λλά δα ς.
Ό Φίλισχος, γιά νά μιμηθεΤ χδν Θουκυδίδη, προσπαθούσε νά τηρεί χίς
παλιές παραδόσεις χής ίσχοριογραφίας.
Γιά νά κρίνουμε χδ Ιργο χού Φίλισχου σχηριζόμασχε άναγκασχικά
σχίς γνώμες χών άρχαίων συγγραφέων, γιαχί χά άποσπάσμαχα πού
διαθέχουμε είναι έλάχισχα καί άσήμανχα. Ά πδ χά λόγια χού Κ ικ έ-
ρωνα συμπεραίνουμε πώς χά Σικελικά χού Φίλισχου ήχαν ενα άπδ χά
πιδ Ιξοχα έργα έκείνης χής έποχής. Ό Κικέρωνας, σέ μιά έπισχολή
πού Ιγραψε σχδν άδελφό χου Κόινχο, συγκρίνονχας χδν Φίλισχο με
χδν Θουκυδίδη, λέει : „ Εκείνος δ Σικελός, δ μεγαλοφυής [ ή Εξαίρε­
τος, Ινδοξος ], δ πλούσιος [σέ νοήμαχα], δ βαθυστόχαστος, πού γρά­
φει σέ συμπυκνωμένο ύφος, είναι, μπορούμε νά πούμε, ένας Θουκυδί­
δης σέ μικρογραφία “ (Epist. ad Quintum fratrem, I I , 11, 4 ) l. Ό
Κοϊντιλιανδς προσθέτει πώς δ Φίλισχος „ είναι βέβαια κατώτερος άπδ
χδν Θουκυδίδη, σέ άντιστάθμισμα δμως σημαντικά σαφέστερος “ ( X ,
1 ). Ό Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας, άναφέροντας καί χά πλεονεκτή­
ματα καί χά μειονεκτήματά του, συμβουλεύει νά χδν διαβάζουμε σάν
στυλίστα πού μπορεί κανείς νά χδν μιμείται παράλληλα μέ χδν Η ρ ό ­
δοτο, τδν Θουκυδίδη, χδν Ξενοφώντα καί χδν Θεόπομπο*. Νά καί μιά
άλλη ένδιαφέρουσα λεπτομέρεια πού δείχνει τή δημοτικότητα τού
Φίλισχου σχήν άρχαιότητα : Ό ’Αλέξανδρος δ Μακεδόνας, τήν έποχή

1. Βλ. ΈπισιοΙες Μάρκου Τνλλιον Κιχερωνα, 1·* Εν* Μ » β\- λ


4*,οτολή C X X X I I I , « λ ! 266. ’ η ‘ * β- ΑκοΛ^ ί« Ε2Σ4,
2. E p is t a d C n. P o m p eju m , κβφ. 3 == σβλ. 767* R = οβλ. 50 U s.
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 215

τής έκστρατείας του στήν Ά σ ία , ζήτησε άπδ τδν Ά ρπα λο νά τού


στείλει βιβλία. Ε κ είνο ς του Ιστειλε, μαζί με διάφορες τραγωδίες καί
διθύραμβους, καί τδ Ιργο του Φίλιστου ( Πλούταρχος, Βίος Άλβξάν-
όρον, κεφ. 8 ).

8. Τ Ι Μ Α Ι Ο Σ

] ^ Ε Τ Α τδν Φίλιστο, δ σημαντικότερος ιστορικός τής Σικελίας ήταν


δ Τίμαιος, γιος του Άνδρόμαχου, ένδς πολύ πλούσιου καί σπουδαίου
πολίτικου. Στά 358/7 δ Άνδρόμαχος συγκέντρωσε δσους κατοίκους
είχαν μείνει ζωντανοί στή σικελική πόλη Νάξο, πού είχ ε καταστρα-
φεΐ στά 4 03 π. X . άπδ τδν τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο τδν
Πρεσβύτερο, ίδρυσε τήν πόλη Ταυρομένιο (στις άνατολικές ακτές τής
Σικελίας) καί τούς έγκατάστηκε έκεί. Ό ίδιος άνέλαβε τή διοίκηση
τής πόλης. Έ κ εί, στο Ταυρομένιο, γεννήθηκε καί ό Τίμαιος άνάμεσα
στά 350 καί στά 34 0 π. X . Έ ζησ ε 96 χρόνια. Διασώθηκαν κάμποσες
άποσπασματικές πληροφορίες γιά διάφορα περιστατικά τής ζωής του,
είναι δύσκολο δμως νά τοποθετήσουμε χρονικά τδ καθένα. "Οπως γρά­
φει δ Σουίδας, δάσκαλος του Τίμαιου ήταν δ Φιλίσκος, μαθητής του
’ Ισοκράτη. Σύμφωνα με τις πληροφορίες τοδ Διόδωρου ( X X I , άπόσπ.
1 7 ), δ Τίμαιος έξορίστηκε άπδ τή Σικελία μέ διαταγή του τύραν­
νου των Συρακουσών ’Αγαθοκλή, δεν ξέρουμε δμως πότε άκριβώς.
Πιθανότατα άνάμεσα στά 317 καί στά 3 1 0 π. X . Ά π δ μιά μαρ­
τυρία του ίδιου του ιστορικού φαίνεται πώς έζησε στήν Α θήνα πε­
νήντα δλόκληρα χρόνια χωρίς διακοπή (Πολύβιος, Χ ΙΤ , 2 5 ). Υ π ο ­
θέτουμε λοιπόν πώς άφοϋ έξορίστηκε, δ Τίμαιος βρήκε άσυλο στήν
’Αθήνα. Είναι άγνωστο δμως άν έζησε στήν Α θήνα ώς τδ θάνατό του
ή ξάναγύρισε άργότερα στή Σικελία. Μάλλον τδ τελευταίο είναι πιθα­
νότερο, άφοϋ δ ίδιος είπε πώς „ έζησε στήν ’Αθήνα πενήντα δλόκληρα
χρόνια χωρίς διακοπή “ . Τά λόγια αότά θά μπορούσε νά τά πεί μο­
νάχα άν ύστερα άπδ τήν ’Αθήνα είχ ε πάει σέ κάποιο άλλο μέρος. Ό
Διόδωρος ονομάζει τδν Τίμαιο Συρακούσιο ( X X I , άπόσπ. 1 6 ,5 ). Ά π δ
αύτό ύποθέτουμε πώς δ ιστορικός άπδ τήν Α θήνα πήγε στις Συρακού­
σες, δπου τότε βασίλευε δ ‘ Ιέρων Β '.
Τδ βασικό έργο τού Τίμαιου δνομαζόταν Ίοτορίαι. Περιλάμβανε
τήν ιστορία τής Σικελίας καί τής ’ Ιταλίας άπδ τούς άρχαιότατους
χρόνους. Άποτελοΰνταν τδ λιγότερο άπδ 38 βιβλία, για τί διασώθη­
καν άποσπάσματα άπδ τδ βιβλίο X X X V I I I . Σ ' αότδ είχ ε προστεθεί
καί ή *Ιστορία των ηολέμων τον ΙΙνρρον άπδ 5 βιβλία . *0 Τ ίμαιος
λοιπόν έξιστοροΰσε γεγονότα ώς τδ 2 6 4 π. X . Τδ έργο τού Τίμαιου
δέν έφθασε ώς έμάς. Διασώθηκαν μονάχα άποσπάσματά του ( 1 4 9 καί
O P I K O I
216 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ

ένα άπόσπασμα άπδ τήν 'Ιστορία των ηολεμων τον Πνρρον)


έχουν συγκεντρωθεί στά FHGt τόμ. I.
Μέ βάση αύτά τά άποσπάσματα καί τις γνώμες τών άρχα ων, κυ^
ρίως του Πολύβιου, μπορούμε νά σχηματίσουμε μιά ίδέα για τον t
μαιο. ΤΗταν ένας σοφδς του γραφείου. Μέ τεράστια φιλοπονια συγκ ^
τρώνε ύλικδ άπδ κάθε είδους πηγές — άπδ προηγούμενα Ιστορικά
Ιργα, χρονικά, έπιγραφές, έπίσημα έγγραφα. ^
Έ μεγαλύτερη υπηρεσία του είναι τδ ένδιαφέρον πού έδειξε για τη
χρονολόγηση. Τά διάφορα χρονολογικά συστήματα των άρχαίων ( με
βάση τούς έπώνυμους άρχοντες, τούς έφορους, τις Ιέρειες κ .τ .λ .) τα
συσχέτισε μέ τις ’Ολυμπιάδες καθιερώνοντας έτσι τή συνήθεια να
χρονολογούνται τά διάφορα γεγονότα μέ βάση τις ’Ολυμπιάδες. Από
τότε δλοι οί Ιστορικοί άρχισαν νά τηρούν αύτό τδ σύστημα.
Τδ έργο τού Τίμαιου είναι διαποτισμένο άπδ θρησκευτικές προλή­
ψεις. Πιστεύει πώς ή μοίρα των άνθρώπων κατευθύνεται άπδ τή θεία
πρόνοια, πώς οί θεοί άνακοινώνουν στούς θνητούς τή θέλησή τους μέ
τά όνειρα καί τούς οίωνούς. Τήν εύτυχία ή τή δυστυχία τήν έξηγεΐ
σάν άνταμοιβή ή τιμωρία άπδ μέρους των θεών. , , ‘ Η άφήγησή του —
λέει δ Πολύβιος — είναι γεμάτη άπδ όνειρα, μυστήρια, άπίθανους μύ­
θους καί γενικά άπδ χοντροειδεΐς δεισιδαιμονίες καί γυναικείες μα-
νίες γιά κάθε μυστηριακδ φαινόμενο “ ( X I I , 2 4 ,5 ). Τήν άπροθυμία
τού Ν ικία νά άναλάβει τήν ήγεσία τής έκστρατείας στή Σικελία, ό Τ ί-
μαιος τήν έξηγεϊ σάν κακδ οίωνδ γιά τούς ’Αθηναίους, για τί τδ
όνομα Νικίας, λέει, παράγεται άπδ τή λέξη νίκη. *Η νίκη λοιπδν δέν
ήθελε νά μπει έπικεφαλής τής έκστρατείας. *0 άκρωτηριασμδς των
Έρμών πριν άπδ τήν έκστρατεία πιστεύει πώς ήταν κακδ προμή-
νυμα. Σήμαινε πώς οί ’Αθηναίοι θά πάθαιναν πολλά δεινά στή διάρ­
κεια τού πολέμου αύτού άπδ τδν Έρμοκράτη, γιδ τού Έρμωνα ( καί
τά δυδ αύτά όνόματα παράγονται άπδ τή λέξη „ Έ ρμης “ ) κ .τ.λ.
( Πλούταρχος, Βίος Νικίου, 1 ).
Τά βασικά μειονεκτήματα τού Τίμαιου σάν ιστορικού ήταν, σύμ­
φωνα μέ τή γνώμη τού Πολύβιου, ή άπειρία του στά στρατιωτικά καί
κρατικά ζητήματα καί τδ γεγονδς πώς γιά νά περιγράφει τις διάφο­
ρες χώρες δέν στηριζόταν στήν προσωπική του πείρα άλλά στά βιβλία
„ Έ ζησε στήν Α θήνα πενήντα όλόκληρα χρόνια χωρίς διακοπή, σάν
ξένος όμως — λέει δ Πολύβιος — γ ι’ αύτδ καί έμεινε, όπως ξέρουν
όλοι, άπληροφόρητος στδν τομέα τών στρατιωτικών προβλημάτων καί
δέν έπισκέφθηκε προσωπικά καμιά τοποθεσία. "Οταν λοιπδν θίγει
στρατιωτικά θέματα ή περιγράφει τοποθεσίες δείχνει άγνοια καί
κάνει λάθη. Καί όταν άκόμα πλησιάζει τήν άλήθεια μάς θυ
μίζει ζωγράφους πού ζωγραφίζουν παραγεμισμένες κούκλες Οί ζω
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 217

γράφοι αύτοί άποδίδουν καμιά φορά πιστά τά Ιξωτερικά χαρακτηρι­


στικά, λείπει δμως ή ζωντάνια άπδ τά έργα τους. Τά χαρακτηριστικά
πού είκονίζουν δέ δίνουν τήν έντύπωση πραγματικών ζωντανών όπάρ-
ξεων, πράγμα πού είναι τδ βασικότερο στή ζωγραφική. Τδ ίδιο πα­
ρατηρούμε καί στδν Τίμαιο καί γενικά στούς συγγραφείς πού κατέ­
χουν μονάχα τή σοφία των βιβλίων. ‘ Η άφήγησή τους δεν Ιχ ε ι έκείνη
τή σαφήνεια πού μονάχα μέ τήν πείρα άποχτοΟν οΕ συγγραφείς “
( X I I , 25 h ). ,,Έ ζ η σ ε στήν ’Αθήνα πενήντα χρόνια — λέει άλλου ό
Πολύβιος — διάβασε τούς προηγούμενους ιστορικούς καί γ ι’ αύτδ φαν-
τάσθηκε πώς διαθέτει και 6 ίδιος δλα τά μέσα γιά νά γράψει Εστορία,
νομίζω δμως πώς έπεσε έξω “ ( X I I , 25 d ).
Πιδ κάτω ό Πολύβιος συγκρίνει τδν Τίμαιο μέ τούς θεωρητικούς
γιατρούς, μέ τούς τιμονιέρηδες πού κυβερνούν τδ πλοίο μέ βάση τά
βιβλία καί μέ τούς ζωγράφους πού, άφοΰ είδαν τούς πίνακες των πα­
λιών άριστοτεχνών, φαντάζονται πώς είναι Εκανοί καλλιτέχνες καί
ξέρουν τή δουλειά τους ( X I I , 25 e).
Ό Πολύβιος καί ό Διόδωρος κατηγορούν τδν Τίμαιο γιά συνειδητή
παραποίηση τών γεγονότων καί γιά μεροληψία στδ χαρακτηρισμό δια­
φόρων προσώπων — άλλους έξυψώνει καί άλλους τούς έξευτελίζει, χω­
ρίς νά νοιάζεται γιά τις άνακρίβειες πού άφηγεΐται. „ Πολλά ψέμα­
τα γράφει ό Τίμαιος — λένε ό Πολύβιος καί ό Διόδωρος — δχι τόσο
γιατί ήταν έντελώς άπληροφόρητος σέ κάτι τέτοια ζητήματα, δσο
γιατί τδν τυφλώνει ή μεροληψία. "Οταν βάλει σκοπό του νά δυσφη­
μήσει κάποιον ή, άντίθετα, νά τδν έξυψώσει, τά ξεχνάει δλα καί άπο-
μακρύνεται άπδ τά δρια τοϋ άνεκτού “ (Πολύβιος, X I I I , 7, 1 = Διό­
δωρος, X I I , 9 0 ).
Εξυψώνει π.χ. τδν Τιμολέοντα „ ψηλότερα άπδ τούς μεγαλύτερους
θεούς“ (Πολύβιος, X I I , 23, 4 ), Ινώ τδν "Ομηρο, τδν ’Αριστοτέλη,
τδν Φίλιστο, τδν Θεόπομπο, τδν Έφορο, τδν θεόφραστο καί άλλους,
καί ιδιαίτερα τδν Α γαθοκλή πού τδν είχ ε έξορίσει ( Πολύβιος, X I I ,
1 5 ), τούς βρίζει μέ τδ χειρότερο τρόπο. „ Πρέπει νά παραδεχτούμε
— λέει ό Πολύβιος — πώς τέτοιες κακόβουλες καί λυσσαλέες έπιθέ-
σεις, σάν τίς έπιθέσεις τού Τίμαιου κατά τού ’Αριστοτέλη, είναι άνό-
ητες καί ά δικες“ (Πολύβιος, X I I , 8, 2 ) .
Αότή ή όξύτατα άρνητική γνώμη τού Πολύβιου γιά τδν Τίμαιο δέν
έμεινε άπαρατήρητη άπδ τούς μεταγενέστερους συγγραφείς. Μέ τδν
ίδιο σχεδδν τρόπο τδν χαρακτηρίζουν καί ό Διόδωρος ( X I I I , 9 0 ), ό
Πλούταρχος ( Βίος Δίωνος, 3 6 ), ό Στράβωνας ( X I V , 2 2 ) καθώς
καί ό Κορνήλιος Νέπως ( 9Αλκιβιάδης, 1 1 ).
Ό Ψευδό - Αογγίνος λέει πώς ό Τίμαιος ήταν μέχρι γελοιότητας
έπικριτής τών ξένων σφαλμάτων καί δέν είχ ε καμιά συναίσθηση τών
I K 0 I
218 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ

δικών του (κεφ. 4 ). Ό Διόδωρος μας πληροφορεί πώς δ Τίμαιος, γ ιά


τδ πάθος πού είχε νά έπικρινει τούς προκατόχους του ^ νομασ^η
Έπιτίμαιος (V , 1, 3* X I I I , 90, 6 ). Αύτδ το παρατσούκλι του το
κόλλησε ό *Ίστρος, ένας άπδ τούς άτθιδογράφους ( Αθηναίος, >
272 8 ). y
ΟΙ λόγοι πού έκφωνοϋν διάφορα πρόσωπα μέσα στα έργα του ^
μαιου, δπως λέει ό Πολύβιος, δεν άνταποκρίνονται ούτε στα γεγονότα
ούτε στδ χαρακτήρα έκείνων πού τούς έκφωνοϋν. Μοιάζουν μέ σχολι­
κά ρητορικά γυμνάσματα. ^ t
Ό Τίμαιος άνήκει στούς Ιστορικούς τής ρητορικής κατεύθυνσης .
Παραθέτουμε καί τή γνώμη του Κικέρωνα γιά τδν Τίμαιο : „ Ο
Τίμαιος, δσο μπορώ νά κρίνω, ήταν εξαιρετικά μορφωμένος. Τά έργα
του διακρίνονται γιά τή μεγάλη πληρότητα του περιεχομένου τους,
γιά τήν ποικιλία τών σκέψεων καί γιά τήν πολύ άρμονική διάρθρωση
του λόγου. Βοήθησαν πολύ τήν άνάπτυξη τής καλλιέπειας στή λογο­
τεχνία “ (Π ερί ρήτορος, I I , 14, 58 ). Ό Κικέρωνας κατατάσσει τον
Τίμαιο άνάμεσα στούς έκπρόσωπους του άσιανου ύφους. „ Τδ άσιανδ
ύφος — λέει — είναι δυδ ειδών : Τδ ένα είναι βαθυστόχαστο καί
πλούσιο σε άποφθέγματα, δχι μονάχα άξιόλογα καί σοβαρά μά ταυ­
τόχρονα καλοδουλεμένα καί εύχάριστα. Έ τσ ι ήταν, στδν τομέα τής
Ιστορίας, τδ ύφος του Τίμαιου... “ ( Βρούτος, 95, 325). Ό Ψευδό -
Αογγίνος δμως, πού γενικά έχει καλή γνώμη γιά τδν Τίμαιο, βρίσκει
τδ ύφος του „ ψυχρό “ 2. „ Ό Τίμαιος είναι γεμάτος ψυχρότητα —
λέει. — Γενικά είναι άνθρωπος ικανός, κάπου - κάπου έχει τή δύναμη
νά φτάνει σε ύψηλδ ύφος, είναι μεγάλος καί προικισμένος σοφός, μο­
νάχα πού έχ ει τήν τάση νά έπικρινει τά σφάλματα τών άλλων χωρίς
νά βλέπει τά δικά του. Έ μανία του νά σοφίζεται άδιάκοπα καινούρ­
γιες σκέψεις, τδν κατεβάζει συχνά στο έπίπεδο τής παιδιάστικης άφέ-
λειας “ . Καί ό Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας όνομάζει τδ ύφος τού Τ ί-
μαιου „ ψυχρό, έκτενές, άόριστο, άφύσικο “ ( Περί Δεινάρχου, κεφ.
8). Αύτδν τδν ,,άνάξιο τρόπο έκφρασης “ δ Ψευδό - Αογγίνος τδν έξη-
γεΓ μέ „ τήν τάση νά καινοτομήσει στή διατύπωση τών σκέώεων 44
(κεφ. 5 ) .
‘ Ωστόσο άργότερα τδ έργο του Τίμαιου άπόχτησε μεγάλη φήμη.
Οί επόμενες γενιές τδ έκτιμοϋσαν πολύ. Κάθε είδους συγγραφείς τδ
μεταχειρίστηκαν σάν βασική πηγή τών πληροφοριών τους γιά τή Σ ι-

1. Βλ. πι ό κάτω, § 9 „*H ρητορική κατεύθυνση στην Ιστοριογραφία “


2 Μέ τΙς λέξβις „ ψυχρός ,,ψυχρίτητα" οΐ άρχαϊο! ρήτορες έ,,οοβ^α, χάβε εΐβουε
ΐΜραλογα οχήματα λίγου ίχίχλαστες χαΐ αφυσ,χες παρομοιώσε* ή μεταφορές, μεΜχέε W-
ρές αχίμα χαΐ χάβε χωρίς ένβιαφερον αφήγηση. Στό άπόσπαομα τού AoYY(vou^oi“ $ !£
θέτουμε θπονοοΟνται οί παράλογες παρομοιώσεις. ™ νου πο° παΡ«·
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι I Σ Τ Ο Ρ I Κ Ο I 219

χέλια. Μόλις δημοσιεύθηκαν τά πρώτα βιβλία των 'Ιστοριών τοϋ Τ ί-


μαιου,ντά χρησιμοποίησε δ ποιητής Λυκόφρονας γιά τδ ποίημά του
' Αλεξάνδρα. Τά τελευταία βιβλία, άμέσως μετά τή δημοσίευσή τους,
χρησιμέυσαν σάν πηγή στδν ιστορικό Δούρη γιά νά γράψει τήν ίστορία
του ’Αγαθοκλή. Οί σχολιαστές το0 *Όμηρού, τοϋ Πίνδαρου, τοϋ Αυ-
κόφρονα, τοϋ ’Απολλώνιου τοϋ Ρόδιου, τοϋ Άθήναιου, διάφοροι γεω ­
γράφοι ( Ά γαθαρχίδης, Ψευδό - Σκύμνος, Ποσειδώνιος, Στράβωνας),
δ Διονύσιος δ ‘ Αλικαρνασσέας κ.ά. άντλησαν πολλά στοιχεία τους
άπδ τδ έργο τοϋ Τίμαιου. ‘ Γλικδ παρμένο άπό τδν Τίμαιο βρίσκουμε
καί στά έργα τοϋ Διόδωρου, τοϋ Πλούταρχου, τοϋ Κορνήλιου Νέπωτα
καί τοϋ ’Ιουστίνου. “Ό λες γενικά οί πληροφορίες πού έφθασαν ώς Εμάς
γιά τήν ίστορία τής Νότιας ’ Ιταλίας καί τής Σικελίας στήν αρχαιό­
τητα προέρχονται, στδ μεγαλύτερο ποσοστό, άπό τδν Τίμαιο.

9. Η ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ο ΚΤΗΣΙΑΣ καί δ Φίλιστος ήταν οί τελευταίοι Εκπρόσωποι τής πα­


λιάς κατεύθυνσης τής ιστοριογραφίας, δπου άνήκαν δ ‘ Ηρόδοτος, δ
Θουκυδίδης καί δ Ξενοφώντας.
Τά έργα τοϋ Κτησία γράφηκαν μετά τδ 398 π .Χ ., τδ μεγαλύτερο
μέρος άπδ τδ έργο τοϋ Φίλιστου γράφηκε πριν άπδ τδ 367 π. X .
Έ τσ ι ή συγγραφική δράση καί των δυδ αύτών ιστορικών τοποθετεί­
ται στδ πρώτο μισδ τοϋ 4. αI. π. X .
Στδ δεύτερο μισδ τοϋ 4. αί., κυρίως κάτω άπδ τήν Επίδραση τής
σχολής τοϋ ’Ισοκράτη, Επικράτησε στήν ίστοριογραφία ή ρητορική
κατεύθυνση. Οί ιστορικοί άρχισαν νά άποβλέπουν σέ καθαρά Εξωτερι-
κές Εντυπώσεις, στήν ώραία καί εόκολόρευστη φράση. ’Επινοούν καί
παρεμβάλλουν λόγους, διαστρεβλώνουν τά γεγονότα. Έ έπιδίωξη τής
πραγματικής καί θετικής γνώσης καί τής άνεύρεσης τής άλήθειας
θεωρείται πιά δευτερεύουσα ύπόθεση. Έ ίστορία γίνεται κλάδος τής
Επιδεικτικής, πανηγυρικής καλλιέπειας, δηλαδή ένα καθαρά λογο­
τεχνικό είδος πού άποβλέπει κυρίως σέ πολιτικούς σκοπούς.
Οί ίστορικοί τής ρητορικής κατεύθυνσης άντλοΰν τις πληροφορίες
τους γιά τδ παρελθόν άπδ τά βιβλία, άντίθετα άπδ τούς ίστορικούς
τής προηγούμενης περιόδου πού συνθέτανε τήν άφήγησή τους μέ βάση
κυρίως τήν προσωπική τους πείρα. *Η ρητορική κατεύθυνση παρου­
σιάζεται όχι μονάχα στδν τρόπο τής έκφρασης, άλλά καί στδ χαρα­
κτήρα τής ίδιας τής άφήγησης πού συγγενεύει μέ τούς Επιδεικτικούς
λόγους. Ό συγγραφέας διατυπώνει τις γνώμες του, πότε έπιδοκιμα­
στικές καί πότε άποδοκιμαστικές, γιά τά γεγονότα καί τά πρόσωπα
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι

πού περιγράφει. Παρεμβάλλει ήθικολογικά διδάγματα, ποτέ δικά του


καί πότε διαφόρων Ιστορικών προσώπων, σέ μορφή λόγων πού *Ρ ι<^ 5^
νοι έλάχιστα άνταποκρίνονται στή συγκεκριμένη περίσταση. Για να
γίνει τδ έργο του ένδιαφέρον, διαστρεβλώνει τά Ιστορικά γεγονότα.
Ά πδ τή ρητορική σχολή του ’ Ισοκράτη προέρχονται οί δυδ κυριο-
τεροι Ιστορικοί του 4. αί. π. X . — ό "Έφορος καί ό Θεόπομπος.

10. ΕΦΟΡΟΣ

Ο ΕΦΟΡΟΣ καταγόταν άπδ τήν Κόμη τής Μικράς ’ Ασίας. Δεν ξέ­
ρουμε οδτε πότε άκριβώς γεννήθηκε ούτε πότε πέθανε. Σύμφωνα μέ βρι­
σμένα στοιχεία, πέθανε άνάμεσα στά 336 καί στά 334 π. X . Τδ μόνο
πού ξέρουμε για τή ζωή του είναι πώς τδν έστειλε ό πατέρας του στήν
’Αθήνα για νά σπουδάσει στή σχολή του ’ Ισοκράτη. Μόλις τελείωσε
τις σπουδές του ξαναγύρισε στήν Κόμη, έπειδή βμως ή ρητορική του
μόρφωση άποδείχτηκε άνεπαρκής για νά άρχίσει μια πραχτική δρά­
ση, δ πατέρας του τδν έστειλε ξανά στδν ’ Ισοκράτη, γιά νά παρακο­
λουθήσει καί άλλα έπιστημονικά μαθήματα. Γ ι’ αότδ τδ λόγο όνομά-
στηκε κοροϊδευτικά Δίφορος (άντί "Εφορος), δηλαδή „ αύτδς πού
εισφέρει^ δυδ φορές [ τήν πληρωμή γιά τή διδασκαλία ] “ . Αότή τή
φορά ό Εφορος πήγε καλά στά μαθήματα, κατόρθωσε μάλιστα νά
πάρει έπανειλημμένα τδ στεφάνι πού έδινε ό ’Ισοκράτης ατούς μαθη­
τές που διαπρεπανε στούς σχολικούς διαγωνισμούς εόγλωττίας. Παρ’
δλα αύτά δμως ό 'Ισοκράτης έκρινε τδν Έφορο άνίκανο γιά νά γίνει
ρήτορας καί τδν συμβούλεψε, καθώς καί τδν άλλο μαθητή του, τδν
Θεόπομπο, νά καταπιαστεί μέ τήν ιστοριογραφία. Ό Ισοκράτης,
πού είχ ε μελετήσει καλά τδ χαρακτήρα των δυδ μαθητών του, έβ ρ ι­
σκε πώς γιά τδν Έφορο χρειαζόταν κέντρον (κεντρί) ένώ γιά τδν
Θεόπομπο χαλινός. Γ ι’ αότδ φαίνεται πώς τδν Έφορο, σάν άνθρωπο
μέ πράο χαρακτήρα, τδν συμβούλεψε νά άσχοληθεΐ μέ τήν άρναία
περίοδο τής έλληνικής ιστορίας. Τδν Θεόπομπο, όρμητικδ καί παρά­
φορο καθώς ήταν, τδν συμβούλεψε νά γράψει τή νέα καί σύγνρονή
του ιστορία, που ήταν γεμάτη πολιτικές άναστατώσεις.
Αότες καθώς καί άλλες παρόμοιες άφηγήσεις έτιινοήθηκαν πιθανό­
τατα άργότερα. 1 1
τ»Λ Ύ ν ρ0> ^ 0μ“ ζ0τ“ ν ΊοτοθΜΥ,'Ι άποτελοΟν-
ταν άπδ 30 βιβλία. Αρχιζε άπδ τ ή ν ,, Κάθοδο τών 'Ηρακλειδών “
χαι Ιφθανε ώς τήν πολιορκία τής Περίνθου άπδ τδν ΦΩιΙ-u, τδν Μ
κεδόνα στά 340 π .Χ . Ό Έφορος δέν πρόλαβε ν ά τ Τ ) Ϊ Γ λ
του. Ι'δ τελευταίο (3 0 δ ) βιβλίο του, ποί> περιλάμβανε τήν L o ?p i°
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι

του ‘Ιερού πολέμου, γράφηκε άπό τό γιό του Δημάφιλο. Κάθε β ι­


βλίο των eΙστοριών του Έφορου'άναφερόταν σέ μιά βρισμένη χρονική
περίοδο καί είχ ε δικό του προοίμιο.
Τό έργο του Έφορου δεν έφθασε ώς έμάς. Διασώθηκαν δμως πολλά
άποσπάσματά του (συνολικά 1 5 7 ) πού έχουν συγκεντρωθεί στά
FHG, τόμ. I.
Το έργο αότό είχ ε τεράστια έπιτυχία. Γιά τις σύγχρονες καί τις
έπόμενες γενιές ήταν ή βασική πηγή γιά τήν ιστορία τής Ε λλά δα ς.
Ό Πολύβιος άνατρέχει πολλές φορές στις πληροφορίες τοϋ Έφορου.
Τόν έκτιμάει πάρα πολύ καί τόν άποκαλεί „ πρώτο καί μοναδικό
ιστορικό πού παρουσίασε ένα δοκίμιο παγκόσμιας ιστορίας “ ( V , 33 ).
Καί ό Στράβωνας έχ ει δανειστεί πολλά στοιχεία άπό τόν Έφορο. Ό
Διόδωρος, σέ μερικά βιβλία τής Βιβλιοθήκης του, παραθέτει άποσπά-
σματα άπό τόν Έφορο. Τήν ιστορία το0 Έφορου τή συνέχισε 6 Δίυλ-
λος, πού ζοΰσε στά 300 περίπου π. X . Τό Ιργο τοϋ Δίυλλου άποτε-
λοϋνταν άπό 27 βιβλία καί περιλάμβανε τά Ιστορικά γεγονότα άπό
τό 357/6 ώς τό* 297/6 π. X . Τήν ιστορία τοϋ Δίυλλου τή συνέχισε ό
Ψάων, σέ 30 βιβλία.
Ό Έφορος έγραψε τήν έποχή πού ό κατακερματισμένος έλληνι-
κός κόσμος είχ ε ένωθεί κάτω άπό τήν έξουσία τής Μακεδονίας. Έ
ιστορία του είχ ε παγκόσμιο χαρακτήρα. Τόν βρο δμως αύτδν δέν πρέ­
πει νά τόν πάρουμε μέ τή σημερινή έννοια. Δέν έγραψε γενική
ίστορία, άλλά μονάχα τήν Εστορία τοϋ έλληνικοϋ κόσμου. Γιά λαούς
πού ήταν ξένοι στούς Έ λλη ν ες έκανε λόγο μονάχα δταν καί δσο ή
Εστορία τους είχ ε σχέση μέ τήν έλληνική. Ό Έφορος συγκέντρωσε
τεράστιο ύλικό, χρησιμοποίησε δχι μονάχα τά έργα των προκατόχων
του, καί ιδιαίτερα τοϋ ‘ Ηρόδοτου, άλλά καί έπιγραφές. Μάς έδωσε
μιά έμπεριστατωμένη σύνοψη τής προηγούμενης έλληνικής ιστοριο­
γραφίας καί μιά συνεχή άφήγηση δλης τής έλληνικής Εστορίας.
Σ ’ αύτό στηρίζεται ή άναμφισβήτητη άξία του.
Ό Έφορος άφιέρωσε μεγάλο μέρος τοϋ έργου του στή γεωγρα­
φία. Α ντίθετα δμως άτιό τούς λογογράφους, δέν περιορίστηκε στήν
ξερή άπαρίθμηση όνομάτων, άλλά προσπάθησε νά ζωντανέψει τήν
άφήγησή του μέ Εστορίες γιά τήν ίδρυση τών πόλεων, γιά τά άξιο-
θέατα τών τόπων κ.τ.λ. Μεγάλη σημασία έδινε καί στά κρατικά συ­
στήματα, στις ιδιομορφίες τοϋ πολιτισμού τών διαφόρων λαών, στά
ήθη καί στά έθιμά τους. Ό Έφορος, δσο μπορούμε νά κρίνουμε άπό
τά άποσπάσματα τοϋ έργου του, ήταν όπαδδς τής άθηναϊκής δημο­
κρατίας.
Ό Έφορος ήταν δρθολογιστής καί κατηγορούσε έκείνους πού πα­
ρεμβάλλουν μύθους στήν Εστορία ( άπόσπ. 7 0 ). Δέν άσχολήθηκε κα-
θόλου με τή μυθική έποχή και άρχισε τήν άφηγηβη xou ^
κάθοδο* των Έρακλειδών, δηλαδή άπδ χήν έποχή Χηζ J
των Δωριέων στήν Πελοπόννησο. "Οταν σε δρισμενες περιπ >
άναγκαζόταν νά άναφέρει μύθους, προσπαθούσε να τοί>^ Ρ ^ νεττ,
όρθολογικά, όπως έκανε και δ λογογράφος Έκαταιος · , V * %
θωνας παρουσιάζεται π. χ. σάν ληστής πού ζοϋσε στή γύρω απ τ
Παρνασσό περιοχή καί τον δνόμασαν φίδι γιά τδν υπουλο χαρακτήρα
του (άπόσπ. 7 0 ).
Οί άπόψεις τοϋ Έφορου πάνω στδ πρόβλημα της Ιστορικής κ ριτι­
κής καί οί διάφορες παρατηρήσεις του είναι πολλές φορές άπολυτα
σωστές καί άξιοπρόσεχτες. Γιά τά σύγχρονα γεγονότα, σύμφωνα μέ τή
γνώμη του, ή λεπτομερέστερη άφήγηση είναι καί ή πιο άξιόπιστη.
Γιά τά πανάρχαια όμως, χρόνια, οί λεπτομερειακές άφηγήσεις είναι
έξαιρετικά έπισφαλεις, γιατί δέν είναι δυνατό νά θυμάται κανείς ούτε
όλα τά γεγονότα τοϋ παρελθόντος, ούτε όλες τις γνώμες πού διατυ­
πώθηκαν πάνω σ’ αύτά ( άπόσπ. 2 ). Ό Έφορος πιστεύει πώς ή κα­
λύτερη άπόδειξη είναι τά λόγια του αύτόπτη μάρτυρα. „ "Αν οί ιστο­
ρικοί — λέει — μπορούσαν νά παρακολουθοϋν προσωπικά όλα τά γ ε ­
γονότα, αύτός θά ήταν ό καλύτερος τρόπος γιά νά άποχτήσουμε σω­
στές πληροφορίες “ ( άπόσπ. 3 ). Στήν πράξη όμως ό "Έφορος δέν κα­
τόρθωσε νά μείνει πιστός στις άρχές του. Νομίζει π.χ. πώς δ Πελο-
ποννησιακός πόλεμος ξέσπασε γιατί δ Περικλής δέν ήθελε νά δίνει
λογαριασμό γιά τή διάθεση των χρημάτων καί προσπαθούσε νά σώσει
τούς φίλους του άπό τήν καταδίωξη (άπόσπ. 1 1 9 ).
Ό Έφορος δέν πήρε ένεργό μέρος στή δημόσια ζωή, ούτε στήν
πολιτική ούτε στό στρατό. ΤΗταν μάλλον σοφός τοϋ γραφείου. *Η μ έ­
θοδός του γιά νά άποκαλύπτει τίς αίτίες των ιστορικών γεγονότων
είναι πολύ άφελής.

11. Θ Ε Ο Π Ο Μ Π Ο Σ

Ο Θ Ε Ο Π Ο Μ Π Ο Σ γεννήθηκε σχή Χ ίο. Είναι ίσχορικδς χοδ δεύτερου


μισοΟ χοδ 4. αί., μαθηχής χοδ Ίσοκράχη καί σύγχρονος χοδ Έφορου.
Ήχαν θανάσιμος έχθρδς χής άθηναϊκής δημοκραχίας, όπαδδς χής
άρισχοκραχίας καί χής Σπάρχης. Τά φιλολακωνικά χου φρονήμαχα τά
είχε κληρονομήσει άπδ χδν παχέρα χου πού, έξαιχίας χοδ ,,φιλολακω-
νισμοδ“ χου, δηλαδή χοδ θαυμασμοδ χου γιά χή Σπάρχη, άναγκά-
σχηκε νά έγκαχαλείψει χή γενέχειρά χου Χίο, δχαν αύχή προσχώρησε
σχή δεόχερη άθηναϊκή συμμαχία. Ό Θεόπομπος, ποί) είχ ε γεννηθεί

1. ΒΧ. χβφ. I, ,,Ο Ι άπαρχές ^ ς έλληνικ^ς πεζογραφίας” .


π ιχ .η ι a
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 225

στά 377/6 π. X ., παιδάκι άκόμα, συνόδεψε τόν πατέρα του στήν έξο-
ρία. Γενικά ή ζωή του ήταν γεμάτη περιπλανήσεις. Τον καιρό πού
ήταν Ιξόριστος βρέθηκε πιθανότατα στήν Α θήνα καί παρακολούθησε
τά μαθήματα του ’ Ισοκράτη. Ό άδελφός του Καόκαλος ήταν κιόλας
νωρίτερα μαθητής του ’ Ισοκράτη. Προικισμένος καί έπιμελής καθώς
ήταν, ό Θεόπομπος κατέλαβε γρήγορα μιά άπό τίς πρώτες θέσεις στή
σχολή του δασκάλου του. Νέος άκόμα, άπόχτησε μεγάλη φήμη γ ια τί
νίκησε σ’ ένα ρητορικό άγώνα πού είχ ε όργανωθεί πρός τιμήν του
πεθαμένου βασιλιά τής 'Αλικαρνασσού Μαυσωλου. "Ύστερα ό Θεόπομ­
πος άρχισε τή ζωή του περιοδεύοντα σοφιστή έκφωνώντας παντού
λόγους, δπως άφηγεϊται ό ίδιος μέ μεγάλη ματαιοδοξία σέ ένα άπό-
σπασμα πού μάς διέσωσε ό Φώτιος. Μ' αυτό τόν τρόπο κέρδιζε τά
χρήματα πού τοϋ ήταν άπαραίτητα γιά νά ζ εί — κέρδιζε μάλιστα
πάρα πολλά, σύμφωνα μέ βρισμένες μαρτυρίες — καί ταυτόχρονα συγ­
κέντρωνε ύλικό γιά τά Ιστορικά του έργα.
Αότή ή ζωή τοϋ περιπλανώμενου σοφιστή ήταν γιά τόν Θεόπομπο
ένα θαυμάσιο σχολείο. Τοϋ έδωσε τή δυνατότητα νά έπισκεφθεί δλες
τίς άξιόλογες πόλεις καί περιοχές τής Ε λλά δας, νά συναντηθεί καί
νά σχετισθεί μέ διάφορους σημαντικούς παράγοντες καί νά συγκεν­
τρώσει άφθονα στοιχεία γιά τά ιστορικά του έργα. Ό ίδιος λέει πώς
δέν ύπήρχε δημόσιος χώρος καί μεγάλη πόλη τής Ε λλά δας πού
νά μήν τά έπισκέφθηκε. ΙΙαντοΰ είχ ε εκφωνήσει πανηγυρικούς λόγους
καί δοξάστηκε σάν ρήτορας. Γενικά ό Θεόπομπος είχ ε πολύ μεγάλη
ίδέα γιά τόν εαυτό του. Καυχιόταν πώς τά κείμενα τών λόγων πού
έγραψε ξεπερνοϋσαν τίς είκοσι χιλιάδες άράδες καί πώς έφτανε στις
έκατόν πενήντα χιλιάδες άράδες ή άφήγησή του γιά τίς πράξεις τών
Ελλήνω ν καί τών βαρβάρων ώς τήν έποχή του ( άπόσπ. 2 6 ).
Μονάχα στά σαρανταπέντε του χρόνια ( 3 3 4 π. X . ), δπως π ι­
στεύουν, ό Θεόπομπος μπόρεσε νά ξαναγυρίσει στήν πατρίδα του, δταν
ό 'Αλέξανδρος διάλυσε τό φιλοπερσικό κόμμα τής Χίου, πού μισοϋσε
τήν οίκογένεια τοϋ ίστορικοΰ. Μετά τό θάνατο δμως τοϋ ’Αλέξανδρου
(3 2 3 π. X . ) άναγκάστηκε νά έγκαταλείψει καί πάλι τή Χ ίο καί νά
πάει στήν Αίγυπτο. "Όπως άναφέρει μιά παράδοση, ό Πτολεμαίος,
πού βασίλευε τότε στήν Αίγυπτο, γιά άγνωστους σέ μάς λόγους Ιτοι-
μαζόταν νά θανατώσει τόν Θεόπομπο. Μονάχα χάρη στίς παρακλή­
σεις τών φίλων του γλύτωσε ό ίστορικός. Ε π ειδ ή είναι γνωστό πώς
ό Πτολεμαίος πήρε τόν τίτλο τοϋ βασιλιά στά 306 π. X ., συμπεραί­
νουμε πώς ό Θεόπομπος ήταν τότε πάνω άπό έβδομήντα χρονών. Γιά
τήν πιό πέρα ζωή του δέν διασώθηκε καμιά πληροφορία. Τό πιό π ι­
θανό είναι πώς πέθανε στήν έξορία.
Ό Θεόπομπος έγραψε τά παρακάτω έργα: 1) *Ελληνικά, σέ 12
15 'Ιστορία τής 'Ελληνικής Λογοτεχνίας
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι

2j αυτό κεντρική μορφή είναι ο ψίΛίπτιν^, ν ν


είχ ε έκτιμήσει τήν Ιστορική σημασία του. Ταυτόχρονα ° μ ωζ ϊ
γραφέας στρέφεται καί στό παρελθόν κάνοντας μεγάλες παρεκ ασ
*Έτσι ή Ιστορία του Φίλιππου διευρύνεται, ώς ενα βαθμό, σε γ ενικ ή
Ιστορία τής Ελλάδας έκείνης τής έποχής. Είδικό μέρος^ της ήταν
άφιερωμένο στούς ’Αθηναίους δημαγωγούς. 3) ’Επίτομη τήζ » 0X0
ρίας“ του Ηροδότου1,
Τά Ιργα του Θεόπομπου δεν Ιφθασαν ώς έμάς. Διαθέτουμε όμως
άρκετά άποσπάσματά τους (20 άπό τά ' Ελληνικά, 250 άπό τά Φιλιπ­
πικά καί 5 άπό τήν ’Επίτομη της Ιστορίας“ του Ήροδοτου) που
Ιχουν συγκεντρωθεί στά FHG, τόμ. I.
Ό Θεόπομπος είναι Ιστορικός με φλογερή ιδιοσυγκρασία. Έ τ α ν
έμπαθής και ιδιαίτερα έπιρρεπής στή δυσφήμηση. Σύμφωνα μέ τά
λόγια τοϋ Κορνήλιου Νέπωτα, δ Θεόπομπος καί ό Τίμαιος ήταν δυό
,,πολύ κακόγλωσσοι συγγραφείς “ (Alcib., 2 ). Ό Θεόπομπος δεν
χαριζόταν ούτε σέ κείνες τίς Ιστορικές προσωπικότητες πού υποκλι­
νόταν μπροστά τους. Άνάφερε δλα τά έλαττώματα καί τίς έλλείψ εις
τους. Έ τ σ ι π.χ. φέρθηκε καί στόν Φίλιππο. Τόν ένδιέφερε πάνω άπ’
δλα ή άνθρώπινη προσωπικότητα. ’Εξέταζε κυρίως τίς ήθικές ιδιότη­
τες των Ιστορικών προσώπων, γιατί σ’ αύτές άποκάλυπτε τά κρυφά κ ί­
νητρα τών πράξεών τους. Πρώτος αύτός μεταχειρίστηκε στήν Ιστορία
στοιχεία ψυχολογίας. ’Αφιέρωσε μεγάλο μέρος του Ιργου του στήν
περιγραφή του πολιτισμού καί τών ήθών. Ζωγράφισε τά ήθη τόσο
όλόκληρων λαών δσο καί μεμονωμένων άνθρώπων. "Οπως ό Έ φορος,
πρόσεχε κι αύτός πολύ τά γεωγραφικά στοιχεία, άναγνωρίζοντας πώς
ύπάρχει στενή σχέση άνάμεσα σ’ αύτά καί στήν Ιστορία.
Ό Θεόπομπος μπορούσε ν’ άντικρύζει κριτικά τό ύλικό του. Π α­
ράλληλα δμως ένδιαφερόταν καί γιά τά κάθε είδους „ μυστήρια “ .
Έ ν α δλόκληρο μέρος του Ιργου του ήταν άφιερωμένο σέ „ καταπλη­
κτικά πράγματα“ . ‘'Οπως λέει ό Κικέρωνας ( De leg,, I, 1, 5 ) ή Ιστο­
ρία του Θεόπομπου, δπως καί τοϋ ‘ Ηρόδοτου, είναι γεμάτη άπό άπει­
ρα πλάσματα τής φαντασίας. Δεν ήταν λίγα καί τά άνέκδοτά του.
Τά Ιργα τοϋ Θεόπομπου, δπως καί τοϋ Έφορου, τά χρησιμοποιού­
σαν πάρα πολύ στήν άρχαιότητα σάν μιά άπό τίς κυριότερες Ιστορικές
πηγές. ΤΗταν άπό τά βιβλία πού διαβάζονταν περισσότερο.

1. Βλ. κβφ. II, „ 'Ηρόδοτος


M E T Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 387

Etx. 10. Τιρψιχάρη. Μαρμάρινο άγαλμα ( ρωμαϊκά Αν­


τίγραφο άπό ίλληνικό π ρ ό τ υ π ο . Διύτνρο μισό τοΟ 4. αί.
π. X.). Moootto Έρμιτάζ.

12. Σ Υ ΓΚ Ρ ΙΣΗ ΤΟΥ ΥΦΟΥΣ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΤΟΥ


ΕΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΕΟΠΟΜΠΟΥ

X Α ε ρ γ α τοΟ 'Έφορου καί τοΟ Θεόπομπού διαφέρουν χαρακτηριστι­


κά. Ό "Εφορος, πού άσχολήθηκε μέ τά γεγονότα τοΟ παρελθόντος,
είναι παντού συνετός καί νηφάλιος άφηγητής. Παρ’ δλες τ ίς προσπά-
θειές του, δέν Ιγ ινε ποτέ μεγάλος δεξιοτέχνης τοΟ δφους. Ο ί άρχαΐοι
κριτικοί τδν χαρακτηρίζουν προχειρολόγο καί άτονο.
T O P I κ ο ί
Μ E Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι 1 2

Στδν Θεόπομπο, άντίθετα, οι άρχαΐοι Ιβρισκαν μεγα η ζων


στήν άπεικόνιση τών χαρακτήρων. Και στδ ύφος ό θεοπομπος
θοΟσε, όπως φαίνεται, πιστά τή μέθοδο του Ισοκράτη. ου ρε ^
νά παρεμβάλλει διάφορους στοχασμούς στήν άφηγηση του, εκανε πο *
λες έπεισοδιακές παρεκβάσεις καί γενικά διάνθιζε τδ λόγο του με ρη
τορικά σχήματα και ποιητικά κοσμητικά στοιχεία. Τδ ύφος του ςε
χωρίζει γιά τδ πάθος καί τδ έντονο χρώμα του. _ ,
Παρ' όλη τή διαφορά πού υπήρχε στδ ύφος των δυο ιστορικών (σή­
μερα είναι δύσκολο νά διαμορφώσουμε μιά δική μας γνώμη πάνω
σ' αύτό), τά Ιργα τους παρουσιάζουν πολλά κοινά σημεία που μάς έπ ι-
τρέπουν νά τά παραλληλίσουμε καί νά τά κατατάξουμε στήν ίδ ια
σχολή.
Τά κοινά γνωρίσματά τους είναι :
1) Καί οϊ δυδ συγγράφεις πίστευαν πώς Ινας Εστορικδς Ιχ ει δ ι­
καίωμα νά παρουσιάζει τά γεγονότα ώς ενα βαθμδ αύθαίρετα.
2) Ξεκινώντας άπδ αύτή τήν άποψη, Ιδιναν ιδιαίτερη προσοχή στή
μορφική έπεξεργασία του Ιργου τους καί κυρίως τών λόγων πού παρέ­
θεταν. Γενικά άρχισαν νά χρησιμοποιούν στήν Ιστοριογραφία τούς κα­
νόνες τής έπιδεικτικής καλλιέπειας, όπως είχαν τελειοποιηθεί άπδ
τδν ’ Ισοκράτη. Ωστόσο σ' αύτή τή ρητορική χροιά πού έδιναν στά
Ιργα τους ol Ιστορικοί τής σχολής του 'Ισοκράτη, τδ καινούργιο ήταν
λιγότερο άπδ όσο πιστεύεται συνήθως.
Καί ό Θουκυδίδης βρισκόταν κάτω άπδ τήν άμεση έπίδραση τής
ρητορικής τής έποχής του. Καί τδ δικό του ύφος είναι κάπως έπιτη-
δευμένο. Στδν Θουκυδίδη όμως οι ρητορικές μέθοδες πουθενά δεν παί­
ζουν πρωτεύοντα ρόλο. Μάς παρουσιάζονται μονάχα σάν μιά ιδιόμορ­
φη διατύπωση τής βαθυστόχαστης σκέψης του. 'Ιδιαίτερα γίνονται
αισθητές στά σημεία όπου, γιά κάποιο λόγο, θέλει νά έπισύρει περισ­
σότερο τήν προσοχή του άναγνώστη. Δέν πρέπει τέλος νά ξεχνάμε
πώς τδ έντατικδ δούλεμα τής μορφής άπδ τδν Θουκυδίδη όφείλεται
μονάχα στήν Ιπιθυμία του νά έκφράσει πιδ άνάγλυφα τή σκέψη του,
ένώ στή σχολή του 'Ισοκράτη οΕ ρητορικές μέθοδες χρησιμοποιούν­
ταν σέ όλα τά μέρη τής άφήγησης, πού πολλές φορές ήταν Φτωχά σέ
νόημα καί άσήμαντα σέ περιεχόμενο. Έ άκαιρη αύτή έφαρμογή τών
κανόνων τής ρητορικής άπδ τούς ιστορικούς τής σχολής του 'Ισοκράτη
προσδίνει στά Ιργα τους εναν Ιπιτηδευμένο καί έπίμοχθο τόνο. Αύτή
τή μονότονη έκφραστική όμοιομορφία τήν Ινοιωθαν, όπως φαίνεται
καί οΕ ίδιοι οί Εστορικοί τής σχολής αύτής, δέν μπορούσαν όμως να’
ξεφύγουν άπδ τά πλαίσια τής ρητορικής πού είχαν άφομοιώσει
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι 229

13. ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΥ 4. ΑΙ. Π .Χ. ΠΟΥ


ΔΕΝ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΗ ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

Ο Υ Σ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Σ της σχολής τοΟ ’ Ισοκράτη δέν τούς έκτιμούσαν


γιά πολύν καιρό στήν Ε λλά δ α . ’Ακόμα καί άνάμεσα στούς συγχρό­
νους τους είχαν άποχτήσει πολύ περισσότερες συμπάθειες, δπως φαί­
νεται, οΕ ΕστορικοΙ πού έβαζαν σάν πρωταρχικό σκοπό τους τήν άκρι-
βη έρευνα των γεγονότων καί, κατατάσσοντας τό υλικό τους σε αύ-
στηρή χρονολογική σειρά, προσπαθούσαν νά έκφράζονται δσο ήταν
δυνατό πιό άπλά και καθαρά. Είναι άλήθεια πώς καί τά θέματα
αύτών των Ιστορικών παρουσιάζουν λιγότερες άπαιτήσεις. Τά περισ­
σότερα έργα τους είναι μελέτες πάνω στήν Εστορία διαφόρων πόλεων
ή μικρές βιογραφικές σκιαγραφίες Εστορικών προσώπων. Είναι φανε­
ρό δμως πώς καί ή ίδια ή έκλογή των θεμάτων αύτών ήταν άποτέλε-
σμα κάποιας δυσαρέσκειας γιά τούς εύρότατους σκοπούς πού έβαζε
μπροστά της ή σχολή του Ισοκράτη, καθώς καί τής πεποίθησης πώς
ή εύσυνείδητη έπεξεργασία τών λεπτομερειών έπρεπε νά προηγηθει
άπό τίς γενικές έπισκοπήσεις.
Αύτή ή άρχαΐζουσα κατεύθυνση διαμορφώθηκε όριστικά τήν έποχή
του ’Αριστοτέλη. Πρωτοπαρουσιάστηκε μέ τά έργα μιας δμάδας ίστο-
ρικών πού λέγονται „ άτθιδογράφοι “ (δηλαδή Ιστορικοί τής Α ττι­
κής) έξαιτίας τοΰ ιδιαίτερου ένδιαφέροντος πού Ικδηλώνουν για τή
μελέτη τής Εστορίας τής ’Αθήνας. Αύτό τόν άρχαϊκό χαρακτήρα είχαν
καί οΕ έργασίες τής περιπατητικής σχολής τοϋ ’ Αριστοτέλη, πού
άσχολήθηκε ιδιαίτερα με τήν έρευνα τών κρατικών συστημάτων τών
διαφόρων Ιλληνικών καί ξένων πόλεων1.

14. A Τ ΘI Δ Ε Σ

Δ / Γ Θ Ι Δ Ε Σ Ονομάζονται τά χρονικά τής 'Α ττικής. Έ χουν γραφεί μ έ


βάση τούς καταλόγους τών άρχόντων, δπου σημειώνονταν ταυτόχρονα
καί τά σπουδαιότερα γεγονότα καί φυσικά φαινόμενα.
ΟΕ Ά τθίδες περιλάμβαναν χρονολογίες καί τοπογραφικές λεπτομέ­
ρειες, τήν πολιτική καί λογοτεχνική Εστορία καί ίδιαίτερα τήν Εστο­
ρία τών κρατικών θεσμών. Ξεχώριζαν γιά τήν τάση τους νά χρονολο­
γούν μέ άκρίβεια τά γεγονότα (γ ιά τή χρονολόγηση χρησιμοποιού­
σαν συνήθως τό δνομα τού επώνυμου άρχοντα). Συχνά παρεθεταν άπό-
οπάσματα άπό διατάγματα καί νόμους. Πολλές πληροφορίες αύτών
ιών χρονικών είναι φανερό πώς προέρχονται άπό άρχαίες έπιγραφές

I . Βλ. κβφ. V III, ‘Αριστοτέλης “ ,


230

σύγχρονες μέ τά γεγονότα πού περιγράφουν. ΣτΙς Ατθίδες κυριαρ


χούσε ή άρχαϊκή ιστορική μέθοδος.
Ό άρχαιότερος άτθιδογράφος είνείναι δ 'Ελλάνικος, ποί> ανήκει δμως
στήν κατηγορία τών λογογράφωνι .
"Από τά Ιργα των άτθιδογράφων διασώθηκαν μονάχα άποσπασμα-
τα πού έχουν συγκεντρωθεί στά FHG, τόμ. I. Μερικοί άτθιδογρ
μονάχα άπύ τύ δνομά τους μάς είναι γνωστοί.
Ό άρχαιότερος άτθιδογράφος ήταν ό Κλείδημος ή Κλειτόδημος,
πού Ιζησε στο τέλος του 5. καί στίς άρχέςτοϋ 4. αί. π .Χ ., δπως συμ­
περαίνουμε άπύ τά λόγια του Παυσανία ( X , 1 5 ). Οί πιο γνωστοί
ήταν ό Άνδροτίωνας και δ Φιλόχορος.
*0 Άνδροτίωνας ίσως νά είναι τύ ίδιο πρόσωπο πού έναντίον του
διασώθηκε ένας λόγος του Δημοσθένη. "Αν αύτύ είναι σωστό, ό Ά ν -
δροτίωνας ήταν σύγχρονος του Δημοσθένη. Ό έπιφανέστερος άτθιδο­
γράφος ήταν ό Φιλόχορος. Έ ζησε άπύ τύ τέλος τού 4. ώς τύ πρώτο
μισύ του 3. αί. π. X . 9Απύ τύ άπόσπασμα 145 βγαίνει πώς στά 3 0 6
π .Χ . ήταν Ιεροσκόπος. Θανατώθηκε μετά τήν κατάληψη τής Α θήνας
άπύ τύν Α ντίγονο τύ Γόνατά (2 6 1 π .Χ .).
Έ Ά τθίδα του άποτελοΰνταν άπύ 17 βιβλία καί άγκάλιαζε δλη
τήν Ιστορία τής ’Αττικής άπύ τούς άρχαιότατους χρόνους &ς τύ 2 6 1 .
Ά πύ αύτήν διασώθηκαν πάρα πολλά (1 5 5 ) άποσπάσματα. Σέ Ιναν
πάπυρο πού περιέχει σχόλια του Δίδυμου στύν Δημοσθένη βρέθηκαν
καί μερικά άλλα άποσπάσματά της.

1. Βλ. **φ. I, „Οί απαρχές τής έλληνικής πεζογραφίας


Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ


ΩΣ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ

1. Γενικός χαρακτηρισμός τής αρχαίας έλληνικής φιλοσοφίας. — 2.


Σχολή τής Μ ιλήτου. — 3. 'Η ράκλειτος ό Έ φέσιος. — 4. Σχολή τών
Πυθαγορείων. — 5. Ε λ ε α τ ικ ή σχολή. — 6. Επίχα ρμος. — 7. Ε μ π ε ­
δοκλής. — 8. Αναξαγόρας. — 9. Ο ί ατομικοί. Λ εύκιππος και Δημό­
κριτος.— 10. Σοφιστές. — 11. Σωκράτης. — 12. Σωκρατικές σχολές.

1. ΓΕΝΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ


ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

ΑΡΧΑΙΑ έ λ λ η ν ικ ή φ ιλ ο σ ο φ ία δ ια μ ο ρ φ ώ θ η κ ε σ τις ά ρ χ έ ς του 6 .

Η α2. π. X . Τήν έποχή αύτή τελειώνει ή λεγόμενη άρχαϊκή πε­


ρίοδος τής άνάπτυξης τής άρχαίας έλληνικής δουλοκτητικής κοινωνίας.
Καθιερώνεται ό δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής μέ τήν ταξική όρ-
γάνωση τής κοινωνίας καί τις χαρακτηριστικές γ Γ αύτήν ταξικές άν-
τιθέσεις. Στούς έλληνικούς συνοικισμούς τής άχαιο - αιολικής, τής
ιωνικής καί τής δωρικής όμάδας διαμορφώνεται κιόλας ή έλληνική
μορφή τής κρατικής όργάνωσης — ή μορφή των κρατών - πόλεων.
Τήν έποχή πού έμφανίστηκε ή έλληνική φιλοσοφία, ή σύνθεση τοϋ
έλεόθερου πληθυσμού τών έλληνικών πόλεων δέν ήταν καθόλου όμοιο-
γενής άπό ταξική άποψη. Στόν 6. αί. π. X . τόσο στις μητροπόλεις δσο
καί στις άποικίες είχ ε άρχίσει κιόλας νά φουντώνει δ άγώνας τών
δημοκρατικών στρωμάτων τοϋ πληθυσμού κατά τής άριστοκρατίας τών
γενών, πού είχ ε σάν άποτέλεσμα τόν περιορισμό τής έξουσίας τής άρι-
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α ΑΠΟ Τ Β
231

στοκρατίας καί Αργότερα τή δημοκρατικότερη μεταρρο ^ ° 1]. _


ρονομημένων Από τδ καθεστώς τών γενών Αριστοκρατικών μ ·
Παράλληλα μ’ αύτδ τδν Αγώνα βαθαίνει καί ή διαφοροποίηση
πληθυσμού σέ φτωχούς καί σέ πλού­
σιους. Στδ τέλος τού 6. αί. π. X .
στήν ’Αθήνα, μετά τήν τυραννίδα
τού Πεισίστρατου καί τίς μεταρρυ­
θμίσεις τού Κλεισθένη, πού είχε
Απαλλάξει τήν πατρίδα του Απύ
τούς Πεισιστρατίδες, καθιερώνεται
ή δημοκρατία. Ή Αθηναϊκή δημο­
κρατία Ιφθασε στή μεγαλύτερη Α­
κμή της μετά τούς έλληνοπερσικούς
πολέμους, δταν ή ’Αθήνα εγινε τύ
πολιτιστικό καί φιλοσοφικό κέντρο
δλης τής ‘ Ελλάδας. Ή ιδεολογική
πάλη τών διαφόρων στρωμάτων τής
Αρχαίας έλληνικής δουλοκτητικής
κοινωνίας καθρεφτίζεται στά βασι­
κά ρεύματα τής Αρχαίας έλληνικής
φιλοσοφίας.
Ή Αρχαία ελληνική φιλοσοφία,
πού γεννήθηκε μέσα στούς κόλπους
τής δουλοκτητικής κοινωνίας, δχι
μονάχα καθρέφτιζε τά χαρακτηρι­
στικά τής κοινωνικής της βάσης, μά
πρόβαλλε ταυτόχρονα καί σάν μιά
δραστήρια δύναμη τής κοινωνίας
πού τήν είχ ε γεννήσει καί τήν είχ ε
θέσει στήν ύπηρεσία της.
„ Τό έποικοδόμημα — δπως το­
νίζει δ I . Β . Στάλιν — γεννιέται
Από τή βάση. Αύτό δμως δεν σημαί-
vet πώς καθρεφτίζει μονάχα τή βά­
ση, πώς είναι παθητικό, ούδέτερο, ΕΙκ. 11 . Πολύμνια. Μαρμάρινο Αγαλμα.
Μ4οα τοΒ 4. αί. it. X. ( ρωμαϊκό Αντί­
Αδιάφορο γιά τή μοίρα τής βάσης γραφο Από όλληνιχό πρότυπο). ΜουαοΙο
του, γιά τή μοίρα τών τάξεων ΈρμιτΑζ.
καί τό χαρακτήρα τού καθεστώτος.
’Αντίθετα, δταν έμφανισθεϊ, γίνεται τεράστια ένεργητική δύναμη
βοηθάει δραστήρια τή βάση γιά νά διαμορφωθεί καί νά έδραιωθεί'
παίρνει δλα τά μέτρα ύποστηρίζοντας τό νέο καθεστώς νά έξαφανί-
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α

σει καί νά έξα λείψ ει. τήν παλιά βάση καί τΙς παλιές τάξεις
Μέσα σέ δλο τόν πλούτο καί τήν πολυμορφία τών φιλοσοφικών ρευ­
μάτων και σχολών τής άρχαίας έλληνικής φιλοσοφίας καί τής φιλο­
σοφίας των μεταγενέστερων χρόνων, νά πώς χαρακτηρίζει δ Αένιν τις
κύριες γραμμές ή τάσεις τής άνάπτυξης του φιλοσοφικοί) στοχασμού :
„ ΤΗταν δυνατό νά γεράσει μέσα στά δυό χιλιάδες χρόνια τής έξέ-
λιξης τής φιλοσοφίας δ άγώνας άνάμεσα στόν ιδεαλισμό καί στόν ύλι-
σμό ; Άνάμεσα στις τάσεις ή κατευθύνσεις τοΟ Πλάτωνα καί τοϋ Δη­
μόκριτου ; Ό άγώνας τής θρησκείας καί τής έπιστήμης ; Τής άρνη­
σης τής άντικειμενικής άλήθειας καί τής άναγνώρισής τ η ς ; Ό άγώ­
νας των όπαδών τής υπεραισθητής γνώσης καί των άντιπάλων τους; “ 8
Αυτά δμως τά φιλοσοφικά ρεύματα άρχισαν νά διαμορφώνονται
καί νά άντιμάχονται πριν άκόμα έμφανιστουν οί θεωρίες τοϋ Δημό­
κριτου καί τοϋ Πλάτωνα, πού μέ τις διδασκαλίες τους συνόψισαν ώς
ένα βαθμό δλη τήν προηγούμενη έξέλιξη τοϋ άρχαίου έλληνικοΰ ύλι-
σμοϋ καί τοϋ άρχαίου έλληνικοΰ ίδεαλισμοΰ. 'Η φιλοσοφία τοϋ Δημό­
κριτου είναι τό έπιστέγασμα τοϋ στοιχειακοΰ όλισμοΰ των Ίώνων, ή
φιλοσοφία τοϋ Πλάτωνα στηρίζεται στήν παράδοση τοϋ άρχαίου πυ-
θαγορισμοΰ καί τής Ε λεα τικ ή ς σχολής. Τό υλιστικό ρεΰμα τής άρ­
χαίας έλληνικής φιλοσοφίας διαμορφώθηκε μαζί μέ τή γένεση τής
άρχαίας έλληνικής έπιστήμης στις ιωνικές πόλεις τής Μικράς Α σία ς.
Πρώτη κοιτίδα τής φιλοσοφίας ήταν ή Μίλητος ( σχολή τής Μιλή­
του ). Οί πρώτες βάσεις τοϋ άντικειμενικοΰ ίδεαλισμοΰ, μέ τή μορφή
τής διδασκαλίας τής Πυθαγόρειας καί τής Ε λεα τικ ή ς σχολής, δη-
μιουργοΰνται στις δυτικές έλληνικές πόλεις, στις άκτές τής Νότιας
Ιτα λία ς ( στή „ Μεγάλη Ε λλά δ α “ ). Ό πυθαγόρειος σύλλογος συγ­
κεντρώνει τούς έκπρόσωπους τοϋ άριστοκρατικοΰ κόμματος καί άρχί-
ζει έντονο άγώνα κατά τής δημοκρατίας, πού είχ ε σάν άποτέλεσμα τή
συντριβή τοϋ ίδιου τοϋ συλλόγου. Ό άντικειμενικός ιδεαλισμός βρί­
σκει άργότερα τήν κλασική έκφρασή του στή διδασκαλία τοϋ Πλάτωνα.
Τήν έποχή τής γένεσης τής φιλοσοφίας οί ιωνικές πόλεις τής μ ι­
κρασιατικής άκτής καί τών γειτονικών νησιών, χτισμένες πάνω στις
έμπορικές άρτηρίες πού συνδέανε τήν Α νατολή μέ τή Δύση, είχαν
φτάσει στό κορύφωμα τής οικονομικής τους άνθησης. Έ γεωγραφική
θέση τών πόλεων τής Μικράς Α σίας ύποβοήθησε άπό τή μιά μεριά
τήν οικονομική τους άνάπτυξη καί άπό τήν άλλη τούς άνοιξε εύρύτα-
τους όρίζοντες γνωριμίας μέ τόν πολιτισμό καί τήν έπιστήμη τών άνα-
τολικών χωρών. Γ ι’ αότό ή γένεση τής έλληνικής φιλοσοφίας στις μ ι-

1. I. Β. Στάλιν, Μ αρξισμός χ α ϊ προβλήματα γλωσσολογίας, Κρατικές Πολιτικές Ε κ ­


δύσεις, 1954, σελ. 7.
2. Β. I. Αένιν, "Α πα ντα, τόμ. 14, οελ. 117.
ΑΠΟ Τ Η
ΕΛ Λ ΗΝ Ι ΚΗ Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α
236 Η

κρασιατικές πόλεις τών Ίώνων καί δχι άλλου δέν είναι^ ™ χ


νόμενο, είναι άποτέλεσμα τών εύνοϊκών συνθηκών τής ο μ
πολιτιστικής άνάπτυξης αύτών των πόλεων. * Qm
Ή λέξη φιλοσοφία (πού παράγεται άπό τις λεξεις φι ος
φία) σημαίνει τήν άγάπη γιά τή σοφία. Οπως λεει 61 .
3,8 ) πρώτος τήν δνόμασε φιλοσοφία ό Πυθαγόρας. Τή λέξη ,, φ
σοφοί “ τή συναντάμε γιά πρώτη φορά στόν Ηράκλειτο τ ν Φε ’
σ’ ένα άπό τά άποσπάσματα του έργου του Περί (ρύσεως (άποσπ. όο )
και τό ρήμα φιλοσοφέω στον 'Ηρόδοτο ( I , 3 0 ).
Ή ένιαία και άδιαίρετη λοιπόν Ιπιστήμη πού άγκάλιαζε δλοος τους
προσιτούς στούς άρχαίους "Ελληνες κλάδους τής έπιστημονικής γνω
σης καί πού είχε σάν σκοπό τήν κατανόηση του κόσμου στό συνο ο
του — τή γένεση και τήν ούσία του — δνομαζόταν στό άρχαιοτατο
στάδιο τής έξέλιξής της φιλοσοφία. ^ _
Ή έπιστήμη αύτή, στή γένεσή της καί στά πρώτα στάδιά τής^έξε-
Χιξής της, ήταν κυρίως μιά Ιρευνα τής φύσης καί γ ι’ αύτό τα έργα
τών πρώτων Ελλήνω ν φιλοσόφων όνομάζονταν συνήθως Περί φύσεως·
Σιγά - σιγά δμως δπεισέρχονταν στή σφαίρα αύτής τής έρευνας καί
προβλήματα θεωρίας τής γνώσης καθώς καί ,, άνθρώπινα ζητήματα “ ,
δηλαδή ζητήματα ήθικής καί πολιτικής. Σε δλες τις προσωκρατικές
φιλοσοφικές διδασκαλίες ή σκέψη του Ιρευνητή άπέβλεπε στή σύλ­
ληψη μιας συνολικής είκόνας τού σύμπαντος. Ό άρχαΐος "Ελληνας
φιλόσοφος, έρευνώντας τήν πραγματικότητα, τήν προέλευσή της, τις
άρχές πού τή διέπουν καί τήν ούσία της, προσπαθούσε νά δώσει μιά
τέλεια είκόνα τοϋ κόσμου στό σύνολό του.
Ό "Ενγκελς, μιλώντας γιά τις θεωρίες τοϋ παρελθόντος πού άπο-
δείχτηκαν ίδιαίτερα γόνιμες γιά τήν άνάπτυξη τής φυσιογνωσίας, χ α ­
ρακτηρίζει τή συγκεκριμένη αύτή „ καθολική έποπτεία “ τής έλληνι-
κής φιλοσοφίας με τά παρακάτω λό για :
^ „ Πρώτη [μορφή φυσιογνωσίας] είναι ή έλληνική φιλοσοφία.
Σ ’ αύτήν ή διαλεκτική σκέψη προβάλλει με μιά άρχέγονη άκό-
μα απλότητα, χωρίς νά προσκόπτει στά χαριτωμένα 'έκεινα έμπό-
δια πού δημιούργησε γιά τον έαυτό της ή μεταφυσική τοϋ 17. καί
τοϋ 18. αί. — ό Βάκων καί ό Λόκ στήν ’Αγγλία καί ό Βόλφ στή
Γερμανία — φράζοντας έτσι τήν πορεία της άπό τή γνώση τοϋ μεμο­
νωμένου στή γνώση τοϋ συνόλου, στήν κατανόηση τών γενικών σχέ­
σεων τών πραγμάτων. Οϊ "Ελληνες — άκριβώς έπειδή δεν είχαν φτά­
σει άκόμα στή διαίρεση, στήν άνάλυση τής φύσης — έξετάζουν τή φύση
γενικά, σάν ενα σύνολο. Έ γενική συνάρτηση τών φαινομένων τής φύ­
σης δεν φανερώνεται στις λεπτομέρειές της — γιά τούς "Ελληνες είναι
άποτέλεσμα άμεσης έποπτείας. Αύτό είναι τό μειονέκτημα τής έλ>ηνι
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 237

κής φιλοσοφίας, πού άργότερα τήν άνάγκασε νά παραχωρήσει τή θέση


της σε άλλες άντιλήψεις. Σ 9 αότό δμως χρωστάει καί τήν ύπεροχή της
πάνω σ9 δλους τούς μεταγενέστερους μεταφυσικούς άντιπάλους της.
Ένώ ή μεταφυσική έχ ει δίκιο άναιρώντας τούς Έ λλη ν ες στίς λεπτομέ­
ρειες, οΕ “Έ λληνες έχουν δίκιο άναιρώντας τή μεταφυσική στό σύνολο.
ΙΥαότό είμαστε όποχρεωμένοι στή φιλοσοφία, δπως καί σέ πολλούς
άλλους τομείς, νά ξαναγυρίζουμε συνεχώς στά έπιτεόγματα του μικρού
αύτού λαού, πού τα πολύπλευρα χαρίσματά του κα'ι ή δραστηριότητά
του του έξασφάλισαν μιά τέτοια θέση στήν Ιστορία τής άνθρωπότη-
τας, ώστε κανένας άλλος λαδς νά μήν μπορεί νά τοΟ τή διεκδικήσει.
Και γιά ένα άλλο λόγο δμω ς: Στίς πολυποίκιλες μορφές τής έλληνι-
κής φιλοσοφίας ύπάρχουν κιόλας „ έν σπέρματι “ , στο προτσές τής
γένεσής τους, δλοι σχεδόν οΕ μεταγενέστεροι τύποι των κοσμο­
θεωριών “ *.
Αύτός ό συγκεκριμένος καί έποπτικδς χαρακτήρας τής φιλοσοφίας
φανερώνεται στήν πολύ συνηθισμένη στούς “Έ λληνες φιλόσοφους ;—
τόσο στούς ιδεαλιστές δσο καί στούς ύλιστές — σύγκριση τής λ ε ι­
τουργίας τής σκέψης μέ τήν αίσθηση τής δράσης, τοϋ άφηρημένου
περιεχόμενου τής σκέψης μέ τήν έποπτική είκόνα, καθώς και μέ τή
φιλοσοφική όρολογία τών Ε λλήνω ν. Πρέπει νά σημειώσουμε πώς
ό δρος ιδέα ( = έξωτερική ό ψ η ), πού παράγεται άπό τή ρίζα του
ρήματος ιδεΐν, δέν δημιουργήθηκε άπό τόν Πλάτωνα — αύτός άλ­
λαξε τό άρχικό του νόημα — άλλά άπό τόν ύλιστή Δημόκριτο, πού
τόν χρησιμοποίησε γιά νά χαρακτηρίσει τά στερεά καί άδιαίρετα σω­
ματίδια— τά άτομα. "Ας θυμηθούμε πώς καί ή λέξη θεωρία σημαίνει
βασικά κοιτάζω. Μ* αύτό τό νόημα χρησιμοποιείται άπό τούς “'Ε λ λ η ­
νες φιλοσόφους.
Χαρακτηρίζοντας τήν άρχαία έλληνική φιλοσοφία, πρέπει άκόμα
νά παρατηρήσουμε πώς ένα άπό τά ιδιαίτερα γνωρίσματά της, πού
τής έξασφάλισε αύτή τήν άσυνήθιστη άκμή τριών αιώνων, είναι έκείνο
πού μπορούμε νά τό άποκαλέσουμε άρχή τής όρθολογικής κατανόη­
σης τού κόσμου. Χάρη σ* αύτή τήν άρχή ή έλληνική φιλοσοφία άπο-
σπάστηκε άπό τόν άρχαΐο μύθο καί άνδρώθηκε μέ τις καταπληκτικές
σέ βάθος καί άκρίβεια παρατηρήσεις της πάνω στή φύση, μέ τΙς μα­
θηματικές έρευνες και τΙς φιλοσοφικές ύποθέσεις της, πού πολλές άπό
αύτές άποδείχτηκαν μεγαλοφυείς προβλέψεις καί πήραν τή θέση πού
τούς άξίζει στο θησαυροφυλάκιο τής έπιστημονικής γνώσης.
“Όπως είπαμε, οΕ φιλοσοφικές διδασκαλίες πού άντιπροσωπεύουν

1. Φ. "Ενγκελς, Δ ιαλβχχιχη %ής φύσης , Κρατικές Πολιτικές Εκδόσεις, 1952,


οελ. 24 - 25. ['Ελληνική έκδοση 1958 σ. 68 - 69 ].
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α Α Π Ο Τ Η
288

τήν πρώτη προσπάθεια υλιστικής έρμηνείας τής ^φύσης, γεννήθηκαν


στίς ιωνικές πόλεις των μικρασιατικών άκτών και Ιχουν γράφει σ η
ιωνική διάλεκτο *, πού Εξακολούθησε νά είναι ή γλώσσα ^τής φι 00 ^
φίας ώς τήν Εποχή πού τδ κέντρο τής πνευματικής ζωής μετατοπί­
στηκε στήν ’ Αθήνα καί ή 2ωνική λογοτεχνική γλώσσα άντικαταστα-
θηκε άπδ τήν άττική λογοτεχνική γλώσσα. #w ,
Στή γένεσή της ή ελληνική φιλοσοφία στηριζόταν σ εναν^ αρκετα
πλατύ κύκλο άστρονομικών, μαθηματικών, γεωγραφικών καί άλλων
γνώσεων, πού οί "Έλληνες είχαν δανειστεί άπδ λαούς μέ πιο άρχαιους
πολιτισμούς ( άπδ τδν αίγαιϊκδ νησιωτικδ πολιτισμό, άπδ τδν πολιτι-
σμδ τής Αίγύπτου, τής Φοινίκης, τής Βαβυλώνας καί άλλων χωρών
τής Α να τολής) ή πού είχαν άποχτήσει οί ίδιοι άπδ τις παρατηρή­
σεις καί τις Ερευνες τους. Τδ άρκετά ύψηλδ Επίπεδο αύτών τών γνώ­
σεων προϋπόθετε μιά σημαντική κιόλας άνάπτυξη τών παραγωγικών
δυνάμεων καί τής οικονομικής ζωής τής κοινωνίας, πού είχ ε ξεπερά-
σει τδ στάδιο του καθεστώτος τών γενών.
Έκτδς άπδ αύτό, στίς ιωνικές πόλεις τδ Εδαφος για τή φιλοσοφία
είχε κιόλας προετοιμαστεί άπδ τή μυθολογία καί τήν ποίηση τών Ίώ -
νων, για τί οί πόλεις τους είχαν γίνει τδ κέντρο του Ελληνικού πολι­
τισμού μετά τήν κατάρρευση του άρχαίου κρητομυκηναϊκου πολι­
τισμού.
Έ Ελληνική μυθολογία, πού βρήκε τήν ποιητική της Εκφραση στδν
"Όμηρο καί στδν "Ησίοδο, πού δ "Ηρόδοτος8 τούς δνομάζει δημιουρ­
γούς τής θεογονίας γιά τούς Έλληνες, δεν ήταν μονάχα θεογονία,
περιλάμβανε ταυτόχρονα — τδ σπουδαιότερο — καί μιά διδασκαλία
δχι μονάχα γιά τήν προέλευση τών θεών άλλά καί του κόσμου — ήταν
δηλαδή καί κοσμογονία. Στοιχεία κοσμογονίας βρίσκουμε κιόλας
στήν IXtada, στούς στίχους δπου 6 "Όμηρος μιλάει γιά τήν καταγωγή
του σύμπαντος άπδ τδν ’Ωκεανό:

......................... ........................ .... δς ή τ α ν ε τ ο υ π ο τ α μ ο ύ τό ρ έ μ α


του *Ω κ ε α ν ο ύ , που ή φ ύτρ α έσ τά & η χ ε σ’ ό λ ά χ ε ρ η τ ή ν π λ ά σ η .
(S . 245. Μετάφρ. Ν . Καζαντζάκη - I . Κακριδή)

Γιά τήν καταγωγή τοΟ κόσμου γίνεται λόγος καί στή θεογονία
τοΟ Ησίοδου. Σ ’ αδτήν σάν πρόγονος τδν προσωποποιημένων δυνά­
μεων τής φύσης καί τδν θεδν παρουσιάζεται τδ Χάος. Ά π δ τδ Χάος
γεννήθηκαν ή Γαία καί ό Έρως, ή Νύχτα καί τδ Έ ρεβος, δστερα ή
Η μέρα καί δ Αίθέρας. Ά πδ τή Γαία γεννήθηκαν δ Ούρανός, τά Ό ρ η

1. Βλ. * Ιστορία τής 'Ελληνικής Λογοτεχνίας, χόμ. χ α-χ on


2. 'Ηρόδοτος, II , 53. *
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α

καί ό Πόντος. ’Από τήν ένωση τής Γαίας μέ τόν Ούρανό, ό ποταμός
’Ωκεανός καί ή Τηθύς, διάφορες στοιχειακές δυνάμεις, οί Τιτάνες, οί
Κύκλωπες καί οί Έ κατόγχειρες. Μετά τή βασιλεία του Ούρανου άκο-
λουθεΐ ή βασιλεία του Κρόνου καί ύστερα ή βασιλεία του Δία. Μέ τή
θεογονία του 'Ησίοδου συγγενεύει καί ή θεογονία των όρφικών. Τόν
'Ησίοδο καί τούς όρφικούς Ιχ ε ι υπόψη του ό ’Αριστοτέλης δταν κά­
νει λόγο για θεολογίες πού γεννάνε τά πάντα άπό τή νύχτα ( Mezd
τά φυσικά, X I I , 6, 1071 b 2 7 ). ’Εντελώς διαφορετική είναι ή θεο­
γονία του Φερεκύδη άπό τή Σύρο (6. αί. π. X .), πού θεωρεί σάν βάση
των πάντων μιά λογική άρχή — τόν Δία. Παράλληλα μέ τις θεογονίες
ή καλύτερα τις κοσμογονίες, Ιχ ει μεγάλη σημασία καί τό διδακτικό
έπος καί ιδιαίτερα τό ποίημα του ‘ Ησίοδου *Εργα και *Ημέρες.
Μ’ δλο δμως πού ή φιλοσοφία, ιδιαίτερα τήν έποχή τής γένεσής
της, άσχολουνταν, δπως καί ή μυθολογία, μέ τό πρόβλημα τής προέ­
λευσης του κόσμου, τό μόνο κοινό· σημείο πού τή συνδέει μέ τή μυθο­
λογική κοσμογονία είναι τό άντικείμενο τής διδασκαλίας. Ή τοποθέ­
τηση του προβλήματος καί ή μέθοδος πού χρησιμοποιούσε γιά τή
λύση του ήταν έντελώς διαφορετικά, για τί ή φιλοσοφία άντικαθιστοϋσε
τις μυθολογικές μορφές μέ έννοιες καί έβαζε σάν σκοπό της νά Ερμη­
νεύσει τήν προέλευση του κόσμου μέ φυσικά αίτια καί νά συλλάβει
τήν άρχή του είναι μέ τά μέσα πού διαθέτει τό λογικό δταν άναζη-
τάει έλεύθερα τήν άλήθεια. Ή έλληνική φιλοσοφία, πού πήγασε άπό
τό μύθο, διέλυσε τελικά τό μύθο.

2. ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΜΙΛΗΤΟΥ

X Α Π Ρ Ω Τ Α προβλήματα πού έθεσε ή έλληνική φιλοσοφία ήταν τά


προβλήματα τής προέλευσης καί τής ούσίας τού κόσμου. Οί πρώτοι
φιλόσοφοι πού άπάντησαν σ’ αύτά είναι οί Ικπρόσωποι τής στοιχεια­
κής ύλιστικής σχολής πού διαμορφώθηκε στή Μίλητο καί γ ι’ αύτό
ονομάστηκε σχολή τής Μιλήτου. Ή σχολή αύτή άντιπροσωπεύεται άπό
τόν Θαλή, τόν ’Αναξίμανδρο καί τόν Ά ναξιμένη, πού λέγονται καί
„ φυσιολόγοι “ . Ό ’Αριστοτέλης μάς πληροφορεί πώς οί περισσότεροι
άπό έκείνους πού άσχολήθηκαν γιά πρώτη φορά μέ τή φιλοσοφία, π ί­
στευαν πώς άρχή δλων τών πραγμάτων είναι ή δλη. 'Ιδρυτή αύτής
τής φιλοσοφίας όνομάζει τόν Θαλή ( Meza ζά φυσικά, I, 3, 9 8 3 a 2 4 b
2 1 ) πού έζησε περίπου άνάμεσα στά 6 24 καί στά 5 7 4 π. X . καί κα­
ταγόταν άπό τή Μίλητο — παραθαλάσσια πόλη στις ιωνικές άκτές τής
Μικράς ’Ασίας.
Ό Θαλής ήταν φιλόσοφος, άστρονόμος, μαθηματικός, φυσικός, πο­
λιτικός καί έμπορος. Κανένα έργο του δεν διασώθηκε. ’Αργότερα τού
310 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. ΑΠΟ ΤΗ

Απέδωσαν χά Ιργα Π ερί άρχών, Π ερί τ ροπής *a l iαημερκκ κα| '^}Χ0~


τική αστρολογία. 'Γπάρχουν πληροφορίες πώς δ Θαλής είχ ε κ 608
χή διδασκαλία χοο σέ σχίχοος καί σέ διάφορα άποφθέγμαχα.
Σύμφωνα με χΐς μαρτυρίες χοΟ Άρισχοχέλη (Μετά τα φοοιχ , >
3, 9 83 b 2 1 ) καί άλλων συγγραφέων χής Αρχαιότητας, δ Θαλής π -
σχευε πώς αρχή καί ούσία χών πάνχων είναι χδ νερό. Δίδασκε, όπως
λ έει δ Άρισχοχέλης, πώς ή γή πλέει πάνω σχά νερά.

Ε1*. 12. Αναξίμανδρος. ·Ελλην.οτιχό Ανάγλυφο. Ρώμη. Μουσείο θερμών.

'Α λ λ η θέση χής διδασκαλίας χοΟ Θαλή ήχ«ν πώς ή οικουμένη είνα,
έμψυχη ( Αέχιος, I , 7 ,1 1 * Αρισχοχέλης, Περί ψυχής, I 5 4 1 1 a 71
Α&χή ή άποψη έδωσε έπιχειρήμαχα γιά νά χ α ρ α ϊ ^ ρ ^ 8 ι ί ^
σκαλία χου σάν ύλοζωισμο (άπδ χίς λέξεις νλη καί ζωή)
Ό Θαλής άποκαλεϊχαι δχι μονάχα πρβχος φιλόσοφος άλλά καί
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 241

πρώτος "Έλληνας έπιστήμονας, πού μετέφερε διάφορες άστρονομικές


και γεωμετρικές γνώσεις άπδ τήν Αίγυπτο καί Ικανέ μιά σειρά άνα-
καλόψεις. Ά ναφέρεται πώς αύτδς διαίρεσε τδ χρόνο σέ 3 6 5 ήμέρες
(Διογένης Λαέρτιος, I, 2 7 ), προείπε τήν έκλειψη του ήλιου στά 5 8 5
π. X . ('Ηρόδοτος, I, 7 4 ), ύπόδειξε τδν τρόπο μέτρησης τών πυραμί-
δων άπδ τδ μήκος τής σκιάς τους (Π λίνιος, X X X V I , 82* Πλούταρ­
χος, Conv. V I I ) καί άνακάλυψε πολλά γεωμετρικά θεωρήματα
( π.χ. πώς οί γωνίες τής βάσης του ισοσκελούς τριγώνου είναι ίσες —
Πρόκλος, Σχόλια στδν Εύκλείδη, 157, 1 0 ).
Καί οί παραδόσεις γιά τούς πρώτους Έ λλη νες σοφούς παραχωρούν
στδν Θαλή τήν καλύτερη θέση. Σύμφωνα μέ μιά άπδ αύτές τις παρα­
δόσεις, οί Μιλήσιοι παράδωσαν στδν Θαλή ένα τρίποδα πού είχαν
βρεί κάτι ψαράδες, για τί ό θεδς τών Δελφών τούς είχ ε ύποδείξει νά
δώσουν τδν τρίποδα στδν σοφότερο άπδ δλους τούς άνθρώπους. Μιά
άλλη παράδοση άναφέρει πώς στδν Θαλή παραδόθηκε ή φιάλη κάποιου
Βαθυκλή, πού είχ ε προστάζει νά τή δώσουν στδν μεγαλύτερο σοφδ
( Διογένης Λαέρτιος, I, 28). Σύμφωνα μέ μιά άλλη παράδοση, πού πα­
ραθέτει ό Πλάτωνας στδ Πρωταγόρα (343 Α Β), ό Θαλής ήταν Ινας
άπδ τούς έπτά σοφούς (Θ αλής δ Μιλήσιος, Ιίιττακδς ό Μυτιληναίος,
Βίας δ Πριηνεύς, Σόλων ό ’Αθηναίος, Κλεόβουλος δ Λίνδιος, Μύσων
δ Χηνεύς καί Χείλω ν δ Λακεδαιμόνιος) πού συγκεντρώθηκαν καί
άφιέρωσαν τά πρώτα στοιχεία τής σοφίας τους στδ Δελφικδ ναδ τοΟ
’Απόλλωνα, άφου έγραψαν τά περίφημα γνώΰι σαύτόν καί μηδέν
άγαν. Καί αν άκόμα αύτές of παραδόσεις δέν είναι άληθινές, έκφρά-
ζουν τήν εκτίμηση πού έτρεφαν γιά τδν Θαλή of σύγχρονοί του.
Όπαδδς καί μαθητής του Θαλή ήταν δ συμπατριώτης του ’Αναξί­
μανδρος ( 6 1 0 / 0 9 - 5 4 7 /4 6 π. X . ), συγγραφέας τοΟ πρώτου σέ πεζδ
λόγο έργου Περί φύσεως. Ά πδ αύτδ διασώθηκε μονάχα ένα άπόσπα-
σμα σέ μετάδοση του Σιμπλίκιου ( Φυσικά, 24, 13, άπδ τδ έργο τού
Θεόφραστου Φυσικών δόξαι, άπόσπ. 2 ). Στδ άπόσπασμα αύτδ δ Α ν α ­
ξίμανδρος, πιστεύοντας πώς δλα τά πράγματα γεννήθηκαν άπδ τδ
άπειρον, τ ο ν ίζ ει: „ "Οταν ένα πράγμα καταστραφεί, είναι άνάγκη νά
ξαναγυρίσει σέ κείνο άπ’ δπου γεννήθηκε. Γιατί τά όντα δίνουν λόγο
καί ικανοποίηση γιά τήν άδικία πού έκαναν τδ ένα στδ άλλο σύμφωνα
μέ τή σειρά τοΟ χρόνου “ \ Μερικές πληροφορίες γιά τις άστρονομικές
καί βιολογικές θεωρίες τοϋ ’Αναξίμανδρου βρίσκονται στά έργα μετα­
γενέστερων συγγραφέων, δπως π.χ. „ τά πράγματα πού άποσπάσθηκαν
άπδ τήν πρώτη πηγή τους, ύστερα άπδ δρισμένο χρονικδ διάστημα

1. Έ ξ ών δβ ή γένβσίς i a u τοΐς ovat, κ α ί χην φ&οράν είς χαΰχα γίγνεοϋαι χατα το


χρεών διδόναι γάρ αυτά δίκην καί τίαιν άλλήλοις της άδιχίας χατά την τον χρόνον τάξιν.

10 Ιστορία της ' Ελληνικής Λογοτεχνίας


Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α ΑΠΟ Τ Η
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η

ξαναγυρίζουν στδ άπειρο. Έ τ σ ι γεννιέται καί χάνεται τ ε


Αριθμός των κόσμων “ (Ά έτ ιο ς , I, 3, 3 1 ). λ #
Σύμφωνα με τήν Αστρονομική θεωρία τοϋ Αναξίμανδρου στ
τρο τοϋ παγκόσμιου συστήματος βρίσκεται ή Γή, πού έχ ει σΧ ή Ι^
λίνδρου. Γύρω Από τή Γή δπάρχει δ Αέρας, πού κι αυτός πόρισα ετ ^
Από μιά πύρινη σφαίρα. Έ σφαίρα αύτή έσκασε και χωρίστηκε σ©
πολλούς τροχοειδείς κύκλους έφοδιασμένους μέ στόμια που, σπρω
γμένα Από τ'ις Αερώδεις μάζες στριφογυρίζουν γύρω Από τή Γή. Η φω­
τιά πού ξεπετάγεται Από αύτά τά στόμια είναι τά Αστέρια, οΕ πλανή-
τεο, ή Σελήνη καί ό "Ηλιος πού βλέπουμε στδν ούρανό. Ψηλότερα
Απ'9 δλα είναι ό ήλιος, ϋστερα ή Σελήνη καί πιδ κάτω οί Απλανείς
καί οί πλανήτες (Ά έτ ιο ς , II , 13, 1 ).
ΤΑ πρώτα ζώα, δπως δίδασκε ό Αναξίμανδρος, γεννήθηκαν Από το
ύγρδ στοιχείο καί περιβάλλονταν μέ Ακανθώδη φλοιό (Ά έτιος, V , 19,
4 ) . Ό Ανθρωπος προήλθε Από τά ζώα καί στήν Αρχή έμοιαζε μέ ψάρι.
Στόν Αναξίμανδρο Αποδίδεται ή Ανακάλυψη τοϋ γνώμονα ( κάθε -
της στήλης πάνω σέ μιά δριζόντια έπιφάνεια) γιά τόν καθορισμό τοϋ
ήλιοστασίου καί τών ισημεριών, ή κατασκευή τοϋ ήλιακοΰ ώρολογίου
καί ή σύνταξη τοϋ πρώτου γεωγραφικού χάρτη.
Τρίτος έκπρόσωπος τής σχολής τής Μιλήτου ήταν δ μαθητής τοϋ
Αναξίμανδρου Άναξιμένης, πού έζησε περίπου Ανάμεσα στα 58 5 καί
στά 528 π. X . καί έγραψε, δπως καί δ Αναξίμανδρος, σέ πεζό λόγο.
"Οπως μας πληροφορεί δ Διογένης Λαέρτιος ( II , 3 ), δ Ά ναξιμένης
χρησιμοποιούσε τόν ίωνικό λόγο, Απλά καί Ατεχνα.
Διασώθηκε μιά μαρτυρία τοϋ Σιμπλίκιου ( Φυσικά, 24 - 2 6 ) πώς
„ δ Μιλήσιος Άναξιμένης, γιός τοϋ Εύρύστρατου καί φίλος τοϋ Α ν α ­
ξίμανδρου, συμφωνεί μέ τόν Αναξίμανδρο πώς ή φύση είναι ή βάση
τοϋ σύμπαντος, πώς είναι ένιαία καί Απεριόριστη. ’Αντίθετα άπ* αύτόν
δμως δ Άναξιμένης πιστεύει πώς δέν είναι Ακαθόριστη, Αλλά καθορι­
σμένη, για τί τήν δνομάζει άέρα“ . Σ* ένα Απόσπασμα πού διασώθηκε
Από τό έργο τοϋ Άναξιμένη άναφέρεται: „ "Οπως ή ψυχή μας, πού
είναι Αέρας, συγκρατεΐ Ιμας, έτσι καί δλο τόν κόσμο τόν περιβάλλει
πνεύμα καί Α έρα ς"1 (Ά έτιος I, 2, 4 ). Έ τσ ι δ Άναξιμένης, διαβε-
βαιώνοντας πώς Αρχή τών πάντων είναι δ αιώνια κινούμενος άήρ,
στήν Ικλογή τοϋ στοιχείου αύτοΰ Από τή μιά μεριά καθοδηγείται Από
τήν ιδέα του Αναξίμανδρου γιά τό Απειρο, Από τήν Αλλη δμως κάνει
ένα βήμα πίσω Αναγνωρίζοντας σάν Αρχή τών πάντων μιά Από τις
καταστάσεις τής ϋλης."Ολα τά πράγματα γεννιούνται Από τήν Αραίωση

1. ΟΙον ή ψυχή ή ήμβίέρα άήρ οΰσα συχκραηΐ ήμας, xai Τ<*„ κόαμον πνεϋμα χ<χί
Αήρ ηβριέχη.
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α

ή τήν πύκνωση του άέρα. “Όταν δ άέρας άραιώνει γίνεται φωτιά, όταν
πυκνώνει γίνεται άνεμος καί ύστερα σύννεφο. "Οταν πυκνώνει άκόμα
περισσότερο γίνεται νερό, ύστερα χώμα, πέτρες καί άπό αύτά γεννιούν­
ται όλα τ ’ άλλα (Σ ιμπ λίκιος, Φυσικά, 2 4 - 2 6 ) . Ή Γ ϋ}, όπως πίστευε
ό Άναξιμένης, έχ ει έπίπεόο σχήμα καί γ ι’ αύτδ κρατιέται στδν άέρα
( πλατεία έπ άέρος όχουμένη). Τά ούράνια σώματα άποτελοΰνται
άπό πύρινη ουσία, μερικά όμως περικλείνουν καί γεώδη σώματα.
Εκπρόσωποι τής ίωνικής φιλοσοφίας στδν 5. αί. π. X . είναι : Ό
"Ιππων ό Σάμιος πού όνομάστγ,κε „ άθεος “ . Ό "Ιππων δεν παραδε­
χόταν άλλο αρχικό στοιχείο παρά μονάχα τδ νερό καί ταύτιζε τήν
ψυχή με τον εγκέφαλο, πού γιά ούσία του δεχόταν τδ ύγρδ στοιχείο.
Ό Ίδαΐος ό 'Ιμεραίος καί ό Διογένης ό Άπολλωνιάτης, πού συγγέ­
νευαν με τδν ’Αναξιμένη. Παραδέχονταν καί οϊ δυδ σάν άρχική οό-
σία τδν άέρα πού έχ ει τή δύναμη του στοχασμού καί ταυτίζεται με
τήν ψυχή του άνθρώπου καί των ζώων.
Ό Διογένης είχ ε γράψει δυδ βιβλία Περί φύσεως, πού άπδ αύτά
μονάχα μερικά αποσπάσματα Ιφθασαν ώς έμάς. ’ Ηταν πάρα πολύ
γνωστδς στή·; ’Αθήνα. Έ διδασκαλία του διακωμωδήθηκε άπδ τδν
’Αριστοφάνη στις Νεφέλες, όπου ό Σωκράτης παρουσιάζεται σάν φο­
ρέας αύτής τής διδασκαλίας καί συζητάει κρεμασμένος ψηλά μέσα σ'
ένα καλάθι, για τί γιά τή σωστή λύση, των πιδ σπουδαίων προβλημάτων
ήταν τάχα άπαραίτητος ό συνδυασμός λεπτού μυαλού με άέρα τδ ίδιο
λεπτό.
01 διδασκαλίες των Ίώνων φιλοσόφων, όπως βγαίνει άπδ τά Ελά­
χιστα άποσπάσματα πού διαθέτουμε, είναι σαφέστατα άντίθετες μέ
τή θεολογική καί ίδεαλιστική έρμηνεία τού κόσμου. Οί φιλόσοφοι
αύτοί, άν καί θεωρούν σάν βάση τού κόσμου ένα άρχέγονο στοιχείο ή
τδ άπειρο τού ’ Αναξίμανδρου, τδ στοιχείο αότδ τδ φαντάζονται ύλικδ
καί όχι ιδεατό. ’Αποκλείουν έντελώς τή θέληση των θεών. Γιά τδν
Άναξιμένη μάλιστα διασώθηκε μιά πληροφορία, μεταγενέστερη είναι
άλήθεια (Αύγουστίνος, De civitate Dei, V I I I , 2), πώς μ ’ όλο πού δεν
άρνιόταν τήν ύπαρξη τών θεών, τούς θεωρούσε κι αύτούς, όπως καί
δλα τά άλλα Ιγκόσμια, σάν δημιουργήματα τού άέρα. Ό Ά να ξίμ α ν-s
δρος προσπαθούσε νά έξηγήσει τήν προέλευση τού άνθρώπου με φυσι­
κό - επιστημονικό τρόπο. Ό ήλιος καί τά άστέρια είναι γιά τδν ’Ανα­
μμένη διάπυρες μάζες καί γιά τδν 'Αναξίμανδρο ρεύματα φωτιάς πού
έξορμοΰν άπδ τά στόμια τών τροχοειδών κύκλων τού άέρα. ,, "Έτσι
βρισκόμαστε μπροστά σ’ έναν έντελώς άρχέγονο στοιχειακό υλισμό,
πού φυσικά στή γένεσή του θεωρεί σάν αύτονόητη τήν ένότητα μέσα
στήν άτέλειωτη πολυμορφία τών φαινομένων τής φύσης καί τήν άνα-
ζήτάει σέ κάτι συγκεκριμένα όλικό... Ό 'Αριστοτέλης λ έει κιόλας
ΑΠΟ ΤΗ
244 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α

πώς οί άρχαίοι αύτοί φιλόσοφοι ψάχνουν νά βρούν τήν άρχική ®υσ'


σέ κάποιο είδος δλης “ 1,

3. ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ Ο ΕΦΕΣΙΟΣ

Ι δ ι α ί τ ε ρ η θέση στήν ιστορία τής άρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, καί


συγκεκριμένα στήν άνάκτυξη τού στοιχειακού ύλισμοΟ τής ίωνικής φι
λοσοφίας, κατέχει δ 'Ηράκλειτος δ Έφέσιος, πού δ Λένιν τον άποκα-
λει έναν άπό τούς θεμελιωτές της διαλεκτικής2. *0 Η ράκλειτος κα­
ταγόταν άπδ άριστοκρατική γενιά. Έ ζησε περίπου άνάμεσα στά^ 5 4 4
και 4 7 5 π .Χ . Σύμφωνα με τδν Διογένη Λαέρτιο ή άκμή του πεφτει
στά 5 0 4 - 501 π .Χ . Ό 'Ηράκλειτος άνάπτυξε τη διδασκαλία του στό
έργο πού ήταν γνωστό με τούς τίτλους Περί φύσεως, Μονοαι, Λό­
γος. ’Από αύτό διασώθηκαν πολλά άποσπάσματα (1 3 7 , μαζί μέ τα
αμφισβητούμενα). "Οπως μάς πληροφορεί δ Διογένης Δαέρτιος ( I X ,
5 ), τό βιβλίο του 'Ηράκλειτου χωριζόταν σε τρία μέρη — „ περί του
παντός καί πολιτικόν καί θεολογικόν “ . Ήταν γραμμένο σέ άλληγο-
ρική γλώσσα. Τά περισσότερα άποσπάσματά του είναι άποφθέγματα.
Ό άποσπασματικός χαρακτήρας καί τό ιδιόρρυθμο δφος αύτών των
άποσπασμάτων δυσκολεύει έξαιρετικά τήν κατανόησή τους, γ ι’ αύτό δ
'Ηράκλειτος στήν άρχαιότητα κιόλας είχε δνομαστεΐ Σκοτεινός.
Ή άσυνήθιστη δμως ζωντάνια των είκόνων πού προβάλλουν μέσα άπό
τά άποφθέγματα του 'Ηράκλειτου καί ή έπιδέξια χρησιμοποίηση τού
άγαπημένου του σχήματος — τής άντίθεσης — προσδίνουν άκόμα καί
σ’ αύτά τά σκόρπια άποσπάσματα πού διαθέτουμε μιά ίδιο μορφή γοη­
τεία. Ή μετάφραση δεν μπορεί νά δώσει μιά πλήρη είκόνα τους, γ ια τί
είναι γραμμένα σέ ρυθμικό πεζό λόγο, ώστόσο διαβάζοντάς τα, Ιστω
καί μεταφρασμένα, μπορούμε νά έκτιμήσουμε τόν 'Ηράκλειτο σάν ένα
μεγάλο άριστοτέχνη τής γλώσσας καί του άποφθεγματικοϋ είδους.
Τόν 'Ηράκλειτο τόν έφερνε κοντά στούς Μιλήσιους φιλόσοφους ή δ ι­
δασκαλία του γιά τή φωτιά, πού πίστευε πώς είναι ή ούσία του κόσμου.
, ,,Α ύτό τόν κόσμο — λέει (άπόσπ. 3 0 ) — δέντόν έφτιαξε ούτε κανέ­
νας θεός ούτε κανένας άνθρωπος, άλλά ήταν πάντα καί είναι καί θά
είναι άθάνατη φωτιά πού άνάβει καί σβήνει σύμφωνα μέ αύστηρούς
νόμους “ 8. Μ’ αύτές τις λέξεις δ φιλόσοφος έκφράζει τήν πίστη του
στήν αιωνιότητα, στό άδημιούργητο τού ύλικου κόσμου καθώς καί
στήν αιωνιότητα τής κίνησης πού ένυπάρχει στόν κόσμο. Ό Λ ένιν

1. Κ. Μ&ρξ x a l Φ. ·Ένγχβλς, * Απαντα, τόμ. X IV , οβλ, 4 9 8 -4 9 9


2. Βλ. Β. I. Λένιν, Φιλοαοφ κά τετράδια, 1947, σβλ. 291.
‘ό. Κόσμον τόνδβ οΰιβ τις ύβων οΰνβ άν&ρώπων εποίηαβν All· λ · »
Ιοται πνρ άεΐζωον, άπτόμενον μέτρο και άποαββνννμβνον μέτρα. *** *** * α *
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 245

είπε πώς αότδ τδ άπόσπασμα είναι μιά θαυμάσια έκθεση των άρχών
του ιστορικού όλισμού1.
,,Ό λ α μεταβάλλονται σε φωτιά — λέει άλλου δ 'Ηράκλειτος
(άπόσπ. 90) — καί ή φωτιά σε δλα, δπως τά έμπορεόματα μεταβάλ­
λονται σέ χρυσάφι καί τδ χρυσάφι σε έμπορεόματα “
Έ τ σ ι γεννιούνται, σύμφωνα μέ τή γνώμη του ‘ Ηράκλειτου, δ άέ-
ρας, τδ νερό, ή γη καί υστέρα πάλι δλα μεταβάλλονται σέ φωτιά.
"Ολα στδν κόσμο βρίσκονται σέ άέναη κίνηση καί άλλαγή. Τίποτα
δέν όπάρχει πού θά μπορούσαμε νά τδ όνομάσουμε άπόλυτα άκίνητο
καί άμετάβλητο. Αότή ή θέση τοϋ ‘ Ηράκλειτου γιά τήν καθολικότητα
τής κίνησης καί τής μεταβολής διατυπώθηκε μέ τις λέξεις: τά πάντα
ρεΐ. Νά τ ί λέει ό ‘ Ηράκλειτος πάνω στδ ίδιο θέμα σ' ένα άλλο άπό-
σπασμά το υ :
„ Στά ίδια ποτάμια μπαίνουμε καί δέν μπαίνουμε, όπάρχουμε καί
δέν όπάρχουμε “ 8 ( άπόσπ. 49 a ).
Καί πιο κά τω :
„ Είναι άδύνατο νά μπούμε δυδ φορές στδ ίδιο ποτάμι καί γενικά
είναι άδύνατο ν’ άγγίξουμε δυδ φορές [τήν ίδ ια ] θνητή οόσία. ’Αλλά
αότή μέ άπότομες καί γρήγορες μεταβολές διασκορπίζεται καί πάλι
συγκεντρώνεται (γ ιά νά πούμε καλύτερα δχι πάλι, ούτε ύστερα, μά
ταυτόχρονα συγκροτείται καί διαλύεται) καί διαμορφώνεται καί χά­
νεται “ 4 (άπόσπ. 91 ).
Ό ‘ Ηράκλειτος καθόριζε τήν κίνηση καί τή μεταβολή σάν άγώνα
έχθρικών άνάμεσά τους άντιθέσεων. Σ ’ αύτδ τδν άγώνα έβλεπε τήν
άρχή τής κίνησης :
,,Ό πόλεμος είναι ό πατέρας δλων καί δλων ό βασιλιάς. Αότδς
έκανε τούς άλλους θεούς καί τούς άλλους άνθρώπους, τούς άλλους δού­
λους καί τούς άλλους έλεύθερους “ 6 ( άπόσπ. 53 ).
,, Πρέπει δμως νά ξέρουμε πώς δ πόλεμος είναι γενικός, πώς ή
παγκόσμια τάξη είναι πάλη καί πώς δλα γεννιούνται άπδ αότή τήν
πάλη μέ βάση τήν άναγκαιότητα “ 6 ( άπόσπ. 8 0 ).
Μέ αότή τή διδασκαλία γιά τήν πάλη τών άντιθέσεων συνδέεται

1. Βλ. Β. I. Λένιν, Φιλοσοφικά τετράδια, 1947, σβλ. 294.


2. Πυράς τε ανταμοιβή τά πάντα χαΐ πΰρ απάντων δχωσπερ χρυσόν χρήματα χα'ι χρη­
μάτων χρυσός.
3. Ποταμοίς τοΐς αντοΐς εμβαΐνομέν τβ χαΐ ούχ εμβαίνομεν, είμ έν τβ και ονχ εϊμ εν.
4. Ποταμφ γάρ ονχ άοτιν ΐμβήνα ι δίς τφ αύτφ, ούδε θνητής ουσίας δίς άψαο&αι χατά
[ τής αυτής]’ <Μλ* όξντητι χαι τάχβι μεταβολής αχίδνησι χαι πάλιν συνάγει (μάλλον
δε ούδε πάλιν ονδ’ ύστερον, άλλ* άμα σννίσταται χσ'ι άπολείπει) χαι πρόσβισι χαι άπεισι.
6. Πόλεμος πάντων μεν πατήρ Sou, πάντων δε βασιλεύς, χαι τούς μεν ϋεούς εδειξε
τούς δε άν&ρώπους, τούς μεν δούλους έποίησε τους δε i λεν ρους.
6. Είδέναι δε χρή τδν πόλεμον έόντα ξυνόν, χαι δίκην ίρ ιν , χα'ι γινόμενα πάντα κατ’
ty v χαι χρεών,
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α Α Π Ο Τ Η
246

άμεσα καί ή θεωρία πώς δλα δσα ύπάρχουν στδν κόσμο άντιπροσ
πεύουν μιά ένότητα άντιθέσεων. , - .
,,Έ να καί τδ αύτδ είναι και ή ζωή καί δ θάνατος και ή
και δ ύπνος και τδ καινούργιο καί τδ γέρικο. Γιατί τδ iv a (Αετα
ζει στδ άλλο και έκείνο πάλι μεταλλάζει στδ πρώτο40 (άποσπ. W )-
Έ πάλη καί ή ένότητα των άντιθέσεων σχηματίζουν τήν αρμόν a .
„ Τα άντίμαχα μονοιάζουν καί άπδ τά άντίθετα διαμορφώνεται η
ώραιότερη άρμονία [ καί δλα γίνονται μέ πάλη ] “ * ( άπόσπ. 8 ).
Έ ροή των πραγμάτων, ή πάλη καί δ άρμονικδς συνδυασμός των
άντιθέσεων είναι δποταγμένα σε μιά νομοτελειακή άρχή που δ Ηρά­
κλειτος τήν όνομάζει Λόγο, λέξη ποδ σημαίνει ταυτόχρονα καί δμι-
λία καί λογικό. Ό δρος „ λόγος “ χρησιμοποιείται γιά πρώτη φορά
στή φιλοσοφία άπδ τδν 'Ηράκλειτο.
Ό ‘ Ηράκλειτος θεωρεί τδ λόγο προσιτό γιά τδν άνθρωπο. Τδν
βλέπει σαν μιά καθολική νοητική άρχή, ποδ μπορεί νά κατανοηθεί
μονάχα μέ τδ νοΟ.
„ *Όσοι θέλουν νά μιλάνε λογικά πρέπει νά στηρίζονται σ’ αότό
τδ γενικό, δπως ή πόλη στηρίζεται στοδς νόμους, καί μάλιστα πολδ
στερεότερα. Γιατί δλοι οΐ άνθρώπινοι νόμοι τρέφονται άπδ εναν, τδ
θεϊκδ νόμο. Ό νόμος αδτδς κυβερνάει δπως του άρέσει, έπαρκεί σέ
δλα καί δλα τά νικά ει“ 8 (άπόσπ. 1 1 4 ).
„ ‘ Η σοφία είναι ενα μονάχα πράγμα — νά γνωρίζει κανείς τή
σκέψη ποδ κυβερνάει τά πάντα μέσα άπδ τά πάντα “ 4 ( άπόσπ. 4 1 ) .
„ Ή σωφροσύνη είναι ή μεγαλύτερη άρετή καί σοφία είναι νά λέει
κανείς τήν άλήθεια καί καταλαβαίνοντας τίς φωνές τής φύσης, νά
ένεργεί σύμφωνα μέ αδτήν “ 5 ( άπόσπ. 1 1 2 ).
"Ετσι δ ‘ Ηράκλειτος, παράλληλα μέ τή διδασκαλία του γ ιά τδ
λόγο, βάζει καί γνωσιολογικά προβλήματα — γιά τή σχέση του νου
μέ τδ γίγνεσθαι, γιά τδ κατανοητό του γίγνεσθαι καί τά μέσα τής κα­
τανόησής του. Πιστεύει πώς ή γνώση δέν είναι ένας τρόπος ύποκειμε-
νικής άνάπτυξης τής σκέψης, άλλά μιά μέθοδος ποδ άκολουθεί τή
φωνή τής φύσης. Γ ι’ αύτδ δχι μονάχα δέν άπορρίπτει τήν κατ’ α ί­
σθηση άντίληψη μά πιστεύει πώς είναι άπαραίτητο νά στηριζόμαστε

Ι . Τ α Ι ή τ ' δνι ζών καί χεΰνηκός κ α ί[ χό] έγρηγορ6ς καί καϋεύδον καί viov καί
γηραιόν* χαδε γαρ μεχαπεοόντα έχει να έστι χάπείνα πάλιν μεχαπεοόνχα χανχα
2 Το άντίξονν συμφέρον καί έκ χών διαφερόντων ή καλλίοτη άρμονία Γκ α ί πάνχα
καχ εριν γινεοϋαι] . L “
3 Ξύν νόω λέγονχας Ισχνρίζεο&αι χρη χφ ξυνφ πάνχων, δκωοπερ νόαω πόλιε καί
πολύ Ισχνροτέρως. Τρέφονται γαρ πόντε ς οΐ άνφρώπειοι νόμοι νπό ενός χοϋΰείον Κ ι ΐ
χ εΤ γαρ χοοον τον όχόσον έϋέλει καί έξαρκεΐ π&οι καί περιγίνεται '
4 . Ε ίν α ι yie lo ti αοφίν Ιηία,αο» m γνώ μη,, Μ η 1 *ν β ίρ *η „ S li „ 4
.
6 Ιω φ ρονειν Αρετή μεγίοχη, και οοφίη άληΰέα λέγειν καί ποιειν κατά ωύοι*
Ιπαΐονχας. φνοιν
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 247

σ’ αύτήν: ,, *Όσα είναι προσιτά στήν δράση, στήν άκοή καί στή μ ε­
λέτη, αύτά τά προτιμώ “ 1 ( άπόσπ. 5 5 ). Σάν πηγή γνώσης θεωρεί κα­
λύτερη τήν δράση: „ Γιατί μ’ δλο πού έχουμε άπό τή φύση δυό δρ-
γανα πού με τή βοήθεια τους τά μαθαίνουμε δλα καί καταπιανόμαστε
μ' ενα σωρό δουλειές, δηλαδή τήν δράση καί τήν άκοή, ώστόσο ή
δράση είναι πολύ πιό άληθινή. Ε π ειδ ή τά μάτια είναι πιό άκριβείς
μάρτυρες άπό τά αύτιά“ 8 (άπόσπ. 101 a ).
‘'Οπως φαίνεται άπό δσα είπαμε πιό πάνω, ή διδασκαλία τοϋ Η ρ ά ­
κλειτου διατύπωσε με παραστατική μορφή κάποιες άρχες άντικειμενι-
κής διαλεκτικής. ΤΗταν μιά άπό τις μεγαλοφυείς εικασίες, πού άφθο-
νουν στήν άρχαία έλληνική φιλοσοφία. Μεγαλοφυής εικασία, πού δεν
παρουσιάζει βέβαια τόν όλόπλευρο Ιλεγχο καί τήν έπιστημονική έπι-
χειρηματολογία πού μάς έδωσε τόν 19. αί. ή έξέλιξη τών έπιστημών
καί τής κοινωνικής ζωής, δταν ό Μάρξ καί ό Έ νγκ ελς δημιούργησαν
τή φιλοσοφία τοϋ διαλεκτικού υλισμοϋ. Έ διαλεκτική τοϋ ‘ Ηρά­
κλειτου, όπως καί οί πολιτικές του άπόψεις, έφερνε τή σφραγίδα
των περιορισμών πού τής έπέβαλλε τό δουλοκτητικό καθεστώς τής
έποχής εκείνης, ή έλλειψη έπιστημονικών γνώσεων καί ή καθαρά
θεωρητικολόγα τάση τής έλληνικής φιλοσοφίας. Αύτό φανερώνεται
μέ τήν άφελή ταύτιση τής άρχής δλων τών ύπαρκτών πραγμάτων με
τή φωτιά, μέ τήν άντίληψη πώς ή πάλη τών άντιθέσεων είναι κάποια
άρμονία καί μέ τις άριστοκρατικές ιδέες τοϋ ‘ Ηράκλειτου πού έκφρά-
ζονται στο παρακάτω άπόσπασμα: „ * 0 ένας γιά μένα άξίζει δέκα χ ι­
λιάδες, άν είναι 6 καλύτερος “ 8 ( άπόσπ. 4 9 ).
Μιλώντας γιά τόν περιορισμένο χαρακτήρα τής διαλεκτικής τοϋ
‘ Ηράκλειτου, πρέπει νά σημειώσουμε πώς, δπως μάς λένε ό 'Αέτιος
( II, 32, 5 - 6 ), ό 'Αριστοτέλης (Π ερί ουρανού, 279 b 1 4 - 1 7 ) κ.ά.,
ό ‘Ηράκλειτος πίστευε στήν κυκλική πορεία τοϋ σχηματισμού καί τής
έξαφάνισης τών κόσμων. “Γστερα άπό βρισμένο χρονικό διάστημα ό
κόσμος μετατρέπεται σε φωτιά, άπό αύτήν γεννιέται &καινούργιος κό­
σμος γιά νά χαθεί κι αότός σε μιά νέα παγκόσμια πυρκαγιά; Κάθε
κοσμικό χρόνο ( διάρκεια τής ύπαρξης τοϋ κόσμου) ό ‘ Ηράκλειτος τόν
έςίσωνε μέ 1 0 .8 0 0 ήλιακά χρόνια.
'Οπαδός τοϋ ‘ Ηράκλειτου ήταν, ό Κρατύλος, σύγχρονος τοϋ Π λά­
τωνα. ‘ Ερμηνεύοντας λανθασμένα τή θεωρία τοϋ ‘ Ηράκλειτου, έφθασε
στό συμπέρασμα πώς ή γενική μεταβλητότητα δεν έπιδέχεται κανένα

1. "Oocor δψις άκοή μά&ησις, χανχα iya> προχιμέω.


2. Δνοΐν γάρ δνχων χαχά φύοιν ώοανβΐ χινχον δργάνων ήμΐν, οϊς πάνχα τχννδανό·
μβ,δα και ποΧνπραγμονονμιν, Ακοής και όράσβως, άΧη&ινωχέρας 6* ονοης ον μιχρφ χής
οράοεως. 'Οφ&αΧμοι γάρ χών ώχων άκριβέοιβροι μάρχνρβς.
3. Ε ις Ιμο'ι μύριοι, iav αρισχος ή.
ΑΠΟ ΤΗ
248 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α

άντικειμενικό καθορισμέ τοϋ ύπαρκτοϋ, πώς δεν μποροϋμΞ νά


πώσουμε καμιά άκριβή κρίση για τό μεταβαλλόμενο και γ ι αυτ , ^
γράφει ό Αριστοτέλης, „ τελικά κατέληξε στή γνώμη πως οεν πρεπε
νά λέει τίποτα, παρά μονάχα κουνούσε το δάχτυλο “ ( Μετά τα φν-
σιχά, III, 5, V II 1010 a -1 3 ).
Στή διδασκαλία του γιά τήν προέλευση τής γλώσσας, 6 Κρατυλος
ισχυριζόταν πώς τά όνόματα των πραγμάτων δεν είναι αυθαίρετα,
άλλά έξαρτιόνται άπό τη φύση των ίδιων των πραγμάτων.

4. ΣΧΟΛΗ ΤΩΝ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΩΝ

Π ατρίδα τοϋ στοιχειακού ύλισμοΰ καί τής διαλεκτικής ήταν, δπως


είδαμε στά προηγούμενα κεφάλαια, οί έλληνικές άποικίες τής Μικράς
Α σίας. ’Αρκετό καιρό μετά τή σχολή τής Μιλήτου γεννήθηκε στήν
άλλη άκρη τοϋ έλληνικοϋ κόσμου, στή Νότια ’Ιταλία, μιά άλλη άρ-
χαιότατη φιλοσοφική σχολή πού άφομοίωσε μερικά γνωρίσματα τοϋ
δωρικοΰ πολιτισμοϋ. Είναι ή σχολή των Πυθαγορείων, πού όνομάστηκε
Ιτσι άπό τόν Ιδρυτή της Πυθαγόρα. Έ σχολή αύτή, πού συγκροτήθηκε
σάν ένας άριστοκρατικός σύλλογος, εβαλε τις βάσεις τοϋ άρχαίου έλ-
ληνικοΰ ίδεαλισμοϋ.
Ό Πυθαγόρας γεννήθηκε στή Σάμο, κοντά στίς ίωνικές άκτές, στά
571 περίπου π. X . καί πέθανε γύρω στά 497 π. X . στο Μεταπόντιο.
Στά 530 περίπου π. X . μετανάστευσε στον Κρότωνα, πόλη τής Νότιας
’ Ιταλίας, δπου ίδρυσε έναν πολίτικο - θρησκευτικό σύλλογο. Ό σύλ­
λογος αύτός άπό θρησκευτική άποψη συγγένευε με τούς δρφικούςι ,
άπό πολιτική δμως άποψη άντιπροσώπευε τήν άντιδραστική συσπεί­
ρωση τών όπαδών τοϋ άριστοκρατικοϋ καθεστώτος.
Πολιτικός σκοπός τοϋ Πυθαγόρειου συλλόγου"ήταν ή έξασφάλιση
τής κυριαρχίας τής άριστοκρατίας στις έλληνικές άποικίες τής Νό­
τιας Ιτα λ ία ς . ‘ Η πολιτική δράση του στον Κρότωνα καί σέ
άλλες πόλεις προκάλεσε τήν άντίδραση τών δημοκρατικών στρωμά­
των τοϋ πληθυσμοΰ. Ξέσπασαν σοβαρές πολιτικές συγκρούσεις πού τέ-
λειωσαν μέ τή συντριβή τοϋ Πυθαγόρειου συλλόγου στό δεύτερο μισό
τοϋ 5. αί. π. X ., δταν τό σπίτι δπου είχαν συγκεντρωθεί οί Πυθαγό­
ρειοι πυρπολήθηκε μαζί μέ τούς συγκεντρωμένους. Οί Πυθαγόρειοι
καταδιώχτηκαν δχι μονάχα στόν Κρότωνα μά και σέ *
άλλες πόλεις
τής Μεγάλης Ελλάδας. Πολλά μέλη τοϋ συλλόγου
θανατώθηκαν.

ί. Μέλη μυστικών θρησκευτικών ένώσεων πού θεωρούσαν προστάτη το», χ ,


καί συγκεντρώνονταν γι& τήν τέλεση μυστηρίων. Ρ ^ τοος τόν Ορφέα
Γ Ε Ν Ε Σ Ι Ι Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ β. Ν Α 249

Ελά χισ το ι μονάχα Πυθαγόρειοι κατόρθωσαν νά διαφύγουν άπδ τήν


’ Ιταλία.
Φιλοσοφικά Ιργα τοϋ Πυθαγόρα και τών άρχαίων Πυθαγορείων δέν
διασώθηκαν, έκτδς άπδ άσήμαντα. άποσπάσματα. Ό ίδιος ό Πυθαγό­
ρας, δπως φαίνεται, δεν Ιγραψε τίποτα. Τήν πρώτη γραφτή άνάπτυξη
τής πυθαγόρειας φιλοσοφίας τήν Ικανέ δ Φιλόλαος, σύγχρονος τοϋ
Σωκράτη, πού Ιζησε τδν 5. αI. π. X . Ό Φιλόλαος Ιγραψε στή δωρική
διάλεκτο τρία βιβλία Περί φνσεως. Ά πδ αότά διασώθηκαν μερικά
άποσπάσματα στά Ιργα του Διογένη Λαέρτιου, του Στοβαίου, τοϋ
Βοήθιου, τοϋ Κλήμη κ. ά.
*Η Ιλλειψ η πηγών δεν μάς έπιτρέπει νά παρακολουθήσουμε τήν
έξέλιξη τής διδασκαλίας των Πυθαγορείων στήν άρχαία περίοδο
(5 . αI. ). Γ ι’ αότδ μονάχα στδ σύνολό της μπορούμε νά τή χαρακτη­
ρίσουμε — δπως διαμορφώθηκε γενικά σ’ δλη αύτή τήν περίοδο.
Τδ περιεχόμενο τής διδασκαλίας τών Πυθαγορείων τδ μαθαίνουμε
κυρίως άπδ μαρτυρίες τοϋ Πλάτωνα, τοϋ Α ριστοτέλη καί τών περι­
πατητικών — τοϋ Θεόφραστου, τοϋ Εϋδημου, τοϋ ’ Αριστόξενου, τοϋ
Δικαίαρχου κ.ά.
Σύμφωνα με τή διδασκαλία τών Πυθαγορείων ό κόσμος είναι άσυνε-
χής. ’Αρχές του είναι οί άριθμοί καί το κενό. Έ μονάδα θεωρείται
σάν άρχή τοϋ άριθμοϋ καί, μέ τήν ιδιότητα τοϋ σημείου, σάν άρχή
τής διαμόρφωσης τών γεωμετρικών σχημάτων καί σωμάτων. Ά πδ
τήν ένωση τών μονάδιον προέρχονται οί άρτιοι καί οί περιττοί άρι­
θμοί. Ά π δ zb άθροισμα τών άρτίων βγαίνουν οί όρθογώνιοι άριθμοί,
άπδ zb άθροισμα τών περιττών οί τετράγωνοι καί άπδ zb άθροι­
σμα άρτίων καί περιττών οί τρίγωνοι άριθμοί. Μέ τά άθροίσματα
τών άριθμών άντιστοιχοΰν καί τά γεωμετρικά σχήματα — γραμ­
μές, έπιφάνειες καί όγκοι. Ό κόσμος καί δσα υπάρχουν μέσα σ' αύ-
τδν δεν έξελίσσονται, είναι δημιουργήματα τών άριθμών. Βασικά στοι­
χεία τοϋ κόσμου είναι τδ πεπερασμένο καί τδ άπειρο, πού άντιστοι-
χοΰν στά βασικά στοιχεία τών άριθμών — στδ άρτιο καί στδ περιττό.
Αύτή ή μεταφυσική άντίληψη τοϋ κόσμου ήταν ή πρώτη ίδεαλιστική
άντιπαράθεση στδ στοιχειακδ ύλισμδ τών Ίώνων. "Αν καί οί πρώτοι
Πυθαγόρειοι, δπως φαίνεται, άπέδιδαν στ^ύς άριθμούς σωματικές
ιδιότητες, στήν οόσία καί αότοί θεωρούσαν σάν πρωταρχικό στοιχείο
καί άρχή τών πάντων κάτι τδ ιδεατό.
*Η συγγένεια τοϋ πυθαγορισμοϋ καί τοϋ πλατωνισμού φανερώνεται
2χι μονάχα στά άφηρη μένα προβλήματα τής κοσμολογίας καί τήςόν-
τολογίας άλλά καί στά πολιτικά ζητήματα. "Οπως είπαμε κιόλας, ό
άρχαίος πυθαγορισμδς ήταν ή ιδεολογική Ικφραση τοϋ άντιδραστικοϋ
πολιτικού συλλόγου πού πάλευε γιά τήν έπικράτηση τής άριστοκρα-
Π Ο Τ Η
250 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α

χίας στίς έλληνικες άποικίες τγ)ς Νοτιάς Ιταλίας. ·« £


mb κάτω (κεφ. V I I ) καί ή ιδ ε α λ ισ τ ή ίιία οχαλια τοΟ 1 ^ « τ ω ν *
ήταν μια άπόπειρα φιλοσοφικής δικαίωσης των άντιδραστικω
πών τής άθην'αϊκής άριστοκρατίας.
Οί έκπρόσωποι τής άρχαίας σχολής τών Πυθαγορείων ΧΡωσ
τή μεγάλη τους φήμη κυρίως στίς έρευνές τους στον τομέα των ε
ρητικών έπιστημών καί ίδιαίτερα των μαθηματικών. ^ ^ ,
Στόν Πυθαγόρα άποδίδεται δχι μονάχα το γνωστό με τό όνομα του
θεώρημα, πώς σέ κάθε όρθογώνιο τρίγωνο τό τετράγωνο τής ύποτεινου
σας είναι ίσο με τό άθροισμα τών τετραγώνων των δυό κάθετων πλευ­
ρών, άλλά καί ή άπόδειξη τής άσυμμετρίας τής διαγώνιου του τετρα­
γώνου μέ τήν πλευρά του. Αύτή ή άνακάλυψη τής άσυμμετρίας ερχόταν
σέ άμεση άντίφαση μέ τή διδασκαλία του ίδιου τοϋ Πυθαγόρα για τήν
άσυνέχεια του κόσμου καί μέ τήν άποψη πώς όλα στόν κόσμο αποτε­
λούνται άπό τούς σύμμετρους άριθμούς καί τις σχέσεις τους. Γ ι αυτό,
όπως λέει ή παράδοση, ή άνακάλυψη τής άσυμμετρίας τηρούνταν μυ­
στική άπό τούς Πυθαγόρειους, έναν μάλιστα μαθητή τοϋ Πυθαγόρα,
τόν "Ιππασο, τόν άπέκλεισαν άπ9 τό σύλλογό τους έπειδή διατυμπά­
νισε αύτό τό μυστικό.
Έ διδασκαλία τής μετεμψύχωσης έφερνε τούς Πυθαγόρειους κοντά
στούς όρφικούς. Μ* αύτή τή διδασκαλία συνδεόταν ή λατρεία, οι τ ε­
λετές καί β „ πυθαγόρειος τρόπος τοϋ βίου “ , πού είχε σάν σκοπό τήν
κάθαρση καί τή σωτηρία τής ψυχής, τήν άπαλλαγή της άπό τόν επό­
μενο κύκλο των γεννήσεων καί τό πέρασμά της στήν άθανασία. Κάθε
μέλος του συλλόγου ήταν ύποχρεωμένο νά άκολουθεΐ βρισμένες εντο­
λ έ ς — άκούοματα ( αύτά πού είχε άκούσει άπό τό δάσκαλο). Έ κτος
άπό τις άρχαιες έντολές, πού άναφέρονταν στόν έξωτερικό τρόπο
ζωής, ό πυθαγόρειος σύλλογος άπαιτοϋσε άπό τά μέλη του ή,θική τ ε ­
λείωση, πού γιά τήν έπίτευξή της ήταν άπαραίτητες βρισμένες άρετές
— ύπακοή, πίστη στούς φίλους, αύτοκυριαρχία, αύστηρή τήρηση των
ύποχρεώσεων, άπασχόληση μέ τή μουσική (μ έ τή λύρα καί τήν κ ι­
θάρα) καί μέ τήν έπιστήμη, ιδιαίτερα μέ τά μαθηματικά. ’Αργότερα
οί Πυθαγόρειοι χωρίστηκαν σέ δυό τάσεις — τούς άκουσματικούς καί
τούς μαθηματικούς.
Ή άρχαία σχολή των Πυθαγορείων διατηρήθηκε ώς το δεύτερο
μισό τοϋ 4. αI. π. X ., ΰστερα άπορροφήθηκε άπό τόν πλατωνισμό. Τό
2. αΐ. μ. X . ξαναγεννιέται μέ τή μορφή τής Νεοπυθαγόρειας σχολής
Στή σχολή αύτή πολλές άρχαίες έντολές, πού άλλοτε έρμηνεύονταν
μέ τήν κυριολεκτική τους έννοια, παίρνονταν σάν σύμβολα, δπως π χ
τό άκουσμα μη καρόίαν έσ&ίειν άρχισαν νά τό έξηγοϋν ’ συμβολικά
,,μ ή βασανίζεις τήν καρδιά σου μέ λύπη“ . Στίς μεταγενέστερες έπο-
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 251

χές δ πυθαγορισμός καί δ πλατωνισμός ύπήρχαν σάν δυδ παράλλη­


λα συγγενικά Ρεαλιστικά ρεύματα πού πότε - πότε συγχωνεύονταν,
ώσπου τελικά άπορροφήθηκαν καί τά δυο άπό τδ νεοπλατωνισμό.

5. Ε Λ Ε Α Τ Ι Κ Η ΣΧΟΛΗ

Σ ΑΝ άντίθεση στή διαλεκτική διδασκαλία του ‘ Ηράκλειτου γιά τή


γενική κίνηση πρόβαλε ή μεταφυσική διδασκαλία γιά τδ άκίνητο δν.
*Η διδασκαλία αύτή διατυπώθηκε άπό μιά άλλη φιλοσοφική σχολή,
τήν Ε λ εα τικ ή , πού όνομάστηκε έτσι άπό τδ δνομα τής πόλης όπου
γεννήθηκε — τήν Έ λέα , άποικία τής Φώκαιας στή Νότια Ιτ α λ ία .
Εκπρόσωποι τής σχολής αύτής ήταν δ Ξενοφάνης, δ Παρμενίδης,
δ Ζήνωνας καί δ Μέλισσος.
ΟΙ άρχές τής έλεατικής διδασκαλίας διατυπώθηκαν άπό τδν Ξε-
νοφάνη πού ήταν ποιητής καί γεννήθηκε περίπου στά 5 65 ή στά 573
π. X . ( σύμφωνα μέ τδν D ie l s ) στήν Κολοφώνα ( Ιωνική άποικία τής
Μικράς Α σ ία ς). Τδν καιρό τής έπιδρομής τών Περσών δ Ξενοφάνης
άναγκάστγ]κε νά έγκαταλείψει τήν πατρίδα του καί νά γίν ει περιπλα-
νώμενος ραψωδός. Στδ τέλος τής ζωής του έγκαταστάθηκε στήν Έ λέα
δπου καί πέθανε περίπου στά 4 7 3 π. X .
Ό Ξενοφάνης έγραψε τδ φιλοσοφικό ποίημα Περί φύσεως καθώς
καί έλεγείες, παρωδίες καί σατιρικούς στίχους (σ ίλλους). Στά έργα
αύτά όμνούσε τήν ίδρυση τής Κολοφώνας καί τής Έ λέας.
Στούς σίλλους δ Ξενοφάνης σατιρίζει τήν έλληνική θρησκεία μέ
τδν πολυθεϊσμδ καί τδν άνθρωπομορφισμό της, έπικρίνει τδν "Ομηρο
καί τδν ‘ Ησίοδο : „ “Όλα τά αίσχη καί τή διαφθορά πού ύπάρχουν
στούς άνθρώπους — λέει δ Ξενοφάνης — τά άπέδωσαν στούς θεούς δ
‘ Ησίοδος καί δ ‘Όμηρος, τήν κλεψιά, τή μοιχεία καί τήν άμοιβαία
άπάτη“ ( άπόσπ. 1 1 ). Κοροϊδεύοντας τδν άνθρωπομορφισμό τής θρη­
σκείας γρ ά φ ει: „ "Αν τά βόδια, τά άλογα καί τά λιοντάρια είχαν χ έ ­
ρια καί μπορούσαν κι αύτά νά ζωγραφίζουν καί νά δημιουργούν Ιργα
[ τέχνης ] δπως οί άνθρωποι, τότε τά άλογα θά ζωγράφιζαν τούς θεούς
τους μέ μορφή άλόγων καί τά βόδια μέ μορφή βοδιών, καί θάφτια-
χναν τά σώματά τους ϊδια κι άπαράλλαχτα μέ τά δικά τους “ ( άπόσπ.
15). Γ ι’ αύτδ τδ άπόσπασμα κάνει λόγο καί δ Αένιν στήν έπιτομή
του τών διαλέξεων τού Χ έγ γ ελ γιά τήν ιστορία τής φιλοσοφίας *.
Στά άποσπάσματα πού διασώθηκαν άπό τδ ποίημα Περί φύσεως,
άναπτύσσεται ή διδασκαλία γιά τδ μοναδικό θεό πού δέν μοιάζει μέ

1. Βλ. Β. 1. Αένιν, Φιλοσοφικά τετράδια, 1947, σβλ. 238.


ΑΠΟ ΤΗ
252 Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

τούς θνητούς, ούτε στήν έξωτερική μορφή °^τε σχή σκεΦΎϊ ( ^π0
2 3 ) ι.
Αυτή ή διδασκαλία για ένα θεό πού δεν ταυτίζεται μέ τύν'
δημιουργήθηκε σάν άντίθεση στον άνθρωπομορφισμό της ε
θρησκείας καί της δμηρικής μυθολογίας και ήταν ή άφετηρια της
λεατικης σχολής.
Ό πραγματικός ιδρυτής τής Ε λεα τικής σχολής ήταν ο Παρμενι ης
άπύ τήν Έ λέα, πού γεννήθηκε στα 540 περίπου π. X ., άν πιστ
φούμε τις μαρτυρίες του Απολλόδωρου καί του Διογένη Λαερτιου.
Ό Παρμενίδης καταγόταν άπύ πλούσια καί άριστοκρατική γενιά, ε ί­
χε άναπτύξει πολιτική δράση καί σύνταξε νόμους γιά τήν πατρίδα
του. Ό Διογένης Λαέρτιος γράφει ( I X , 2 1 - 2 3 ) πώς ό Παρμενίδης
ήταν μαθητής του Πυθαγόρειου Ά μ εινία καί μέλος του πυθαγόρειου
συλλόγου.
Τ ή φιλοσοφική του διδασκαλία δ Παρμενίδης τήν ανάπτυξε στύ
ποίημα Περί φνσεως— γραμμένο σέ δακτυλικό έξάμετρο— πού άποτε-
λείται άπό μια εισαγωγή καί δυο μέρη. Στό πρώτο μέρος — Ά λή-
&εια — περιλαμβάνεται ή διδασκαλία του γιά τό πραγματικό δν,
στό δεύτερο μέρος— Δόξα— ή διδασκαλία του γιά τό φαινομενικό
κόσμο. Ά πό τό ποίημα αύτό διασώθηκαν 155 άποσπάσματα. Στόν
Παρμενίδη άποδίδονται καί άλλα έργα, ιδιαίτερα ό Άχιλλευς δπου
χρησιμοποιείται ή διαλογική μορφή (Διογένης Λαέρτιος, I X , 2 3 ).
Στήν άρχαιότητα άμφισβητοΰσαν τήν καλλιτεχνική άξια του ποιή­
ματος του Παρμενίδη. Ό Πλούταρχος πιστεύει πώς δ Παρμενίδης
χρησιμοποίησε τόν έμμετρο λόγο καί μιά γλώσσα δλο έμφαση μόνο
καί μόνο „ γιά νά άποφύγει τόν πεζό λόγο “ . Αύτή ή άποψη μάλλον
δεν είναι σωστή, κυρίως γιά τήν εισαγωγή του ποιήματος δπου άναμ-
φισβήτητα ύπάρχουν ώραιες ποιητικές εικόνες. Ά λλω στε τήν έποχή
τοϋ Παρμενίδη ήταν συνηθισμένο φαινόμενο νά άναπτύσσονται οΕ
ίδέες σέ έμμετρο λόγο*. Στήν είσαγωγή τού έργου αύιοΟ περιγράφε-
ται ένα ταξίδι τοϋ φιλόσοφου μέ άλογα, πού συμβολίζουν τούς πόθους
τής ψυχής του, καί μέ δδηγούς τις κόρες τοδ "Ηλιου (τις αισθήσεις
άκοή καί δράση) στό βασίλειο τής θεάς Δίκης, πού ένσαρκώνει τή
νόηση καί του άποκαλύπτει τήν άλήθεια.

βΗ πύλη έκει υψώνεται χαταμεσϊς στή στράτα


τής Νύχτας ξεχωρίζοντας τό δρόμο άπ 9 τής βΗμέρας,
μέ τό ψηλό τό ύπέρ&νρο, τό πέτρινο κατώφλι.

Ξβνοφάνη σ*ν ποιητή 6λ. Ιστορία τής Ελληνικής ΛογοτβχΗας, χ6μ. I, κ6φ.
2. Βλ. κβφ. I, ,,Οί άπαρχές τής έλληνικής πεζογραφίας “,
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α

Τ 9 άπέραντα θυρόφυλλα γεμίζουν τόν αΙθέρα,


ή Δ ίκ η ή έκδιχήτρια χρατάει τά κλειδιά τους.
Τ ή ν πιάσαν μέ γλυκόλογα τή Δ ίκ η οί παρθένες
γιά νά τήν καταφέρουνε τούς σύρτες νά τραβήξει.
Στο ύ ς χάλκινους ρεζέδες τους, πού ήτανε στεριω μένοι
γερά μέ σφήνες καί καρφιά, οί δυνατές φτερονγες
τρίξανε τω ν θυρόφυλλων διάπλατα σάν άνοιξα ν .
Π ίσ ω τους πρόβαλε μεμιάς τ' άπύθμενο τδ χάσμα
καί κατά κει όδήγησαν άλογα κ ι άρμα οί κόρες.
( Άπόσπ. 1)

4Η θεά άπευθύνεται στδ φιλόσοφο καί τόν συμβουλεύει νά έρευ-


νάει τά πάντα μονάχα μέ τή βοήθεια του λογικού καί νά μήν ύποκύ-
πτει στούς πειρασμούς των αισθήσεων.
Οί θέσεις δπου στηρίζεται δλη ή φιλοσοφία τοϋ Παρμενίδη είναι ή
ταυτότητα τής νόησης καί του δντος. „ Ή νόηση καί τδ δν είναι ενα
καί τδ αύτδ “ — λέει (άπόσπ. 3 ). ,, Πρέπει νά λέμε καί νά πιστεύου­
με πώς μονάχα τδ δν ύπάρχει, τδ μή δν δεν ύπάρχει “ ( άπόσπ. 6 ).

*Η νόηση είνα ι τδ ίδιο μέ τδ νόημα πού πιά νει.


Χ ω ρ ίς τδ δν πού τή γεννάει γιά νάναι ή νόησή του
δέ θά τή βρεις κ ι αυτήν. Γ ια τ ί ούτε τώρα ύπάρχει
κ ι ούτε ποτέ στδν κόσμο θά υπάρξει τίπ ο τ9 άλλο
παρά μονάχα τδ 0ν, καθώς ή Μ οίρα τδχει δρίσει
νά μ ένει π ά ντ9 άκίνητο κ ι άκέριο. Κ ι άλα έκεΐνα
πού οί θ νητο ί γ ι9 άλήθειες τάχουν στήσει, νά γεννιέσαι,
νά χάνεσαι άπ9 τή ζωή, ν 9 άλλάζεις τόπο ή χρώμα,
είνα ι ξερά δνόματα μονάχα, κούφια λόγια.
( Άπόσπ. 8, στίχ. 34 - 41)

ΆφοΟ δεν υπάρχει μή δν, τδ δν είναι άδιαίρετο, άκίνητο καί συνε­


χές ( άπόσπ. 8). Είναι άκόμα καί ένιαΐο, για τί ή πολλαπλότητα
προϋποθέτει διαχωρισμό τών πραγμάτων.
Τδ δν δμως δέν είναι άπειρο, σχηματίζει μιά σφαίρα:

Γ ια τ ί ώς τά $σχατα τά πέρατά του είναι τέλειο


σφαίρα δμορφόκυκλη ό όγκος του θ υ μ ίζει.
( Άπόσπ. 8, στίχ. 42 - 43)

Αύτδ είναι στήν πραγματικότητα τδ δν σάν άντικείμενο τής νόησης.


Τδ πρώτο μέρος του ποιήματος τελειώνει μέ τούς στίχους:
Τά πλουμισμένα λόγια μου σου τά τελειώνω τώρα,
όσα μου φαίνονται σωστά, καί πρόσεχε ποτέ σου
γνώ μη θ νητώ ν νά μ ήν μπορεί νά αέ παραπλανήσει.
( Άπόσπ. 8 )
Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α
ΑΠΟ ΤΗ
251

Στο δεύτερο μέρος τού ποιήματος του, πού Αφιερώνεται στή


6 Παρμενίδης άναφέρει τις ύποθέσεις πού έξηγούν τδ φαινομενικ κο
σμο, τήν πολλαπλότητα τών πραγμάτων πού τδν συγκροτούν, τις ν-
τιθέσεις, τήν κίνηση καί τΙς μεταβολές τους.
Ένώ ή διδασκαλία τού Ξενοφάνη διατηρούσε άκόμα δρισμένα χα ­
ρακτηριστικά άπδ τδν ύλισμδ τών Ίώνων φιλοσόφων, τδ ποίημα τού
Παρμενίδη είναι μια καθαρά μεταφυσική διδασκαλία πού Αντιμάχεται
δχι μονάχα τή διαλεκτική τού 'Ηράκλειτου, άλλά και τδ στοιχειακδ
όλισμδ των Ίώνων. Έ Ε λεα τικ ή σχολή λοιπδν διαμόρφωσε μέσα στα
πλαίσια τής έξέλιξης τής Ιλληνικής φιλοσοφίας μιά δεύτερη, παράλ­
ληλη με τδν πυθαγορισμό, ίδεαλιστική διδασκαλία. Α ργότερα, με
βάση τήν Ε λ εα τικ ή φιλοσοφία γεννήθηκε ή σοφιστική τής λεγόμενης
Μεγαρικής σχολής ( βλ. πιδ κάτω). Έ να μέρος άπδ τ'ις φιλοσοφικές
άρχές τού Παρμενίδη τού Έ λεάτη Αφομοιώθηκε άπδ τδν Πλάτωνα
στούς τελευταίους διαλόγους του.
Μαθητής καί όπαδδςτού Παρμενίδη ήταν ό Ζήνωνας δ Έ λεάτης, πού
ύποστήριξε τή διδασκαλία τού δασκάλου του προσπαθώντας ν’ Αποδείξει
πώς είναι παράλογο νά φαντάζεται κανείς τδ δν σάν πολλαπλό, δ ια ι­
ρετό, Ασυνεχές και κινούμενο. Ό ’Απολλόδωρος τοποθετεί τήν Ακμή
τού Ζήνωνα περίπου Ανάμεσα στά 4 64 καί στά 4 60 π. X . Ό Πλάτω­
νας κάνει λόγο γιά κάποια συνάντηση τού Ζήνωνα καί τού Παρμενίδη
μέ τδν Σωκράτη, δταν δ Ζήνωνας ήταν 40 χρόνων καί δ Παρμενίδης
65 ( Παρμενίδης, 127 Α ). 'Οπως μας πληροφορεί δ Σουίδας, δ Ζή­
νωνας είχ ε γράψει τά έργα: "Εριδες, Έξήγησις των Έμπεδοκλέονς,
Πρδς τους φιλοσόφους καί Περί φύσεως. Ά πδ τδ έργο Περί φύσεως
διασώθηκαν μερικά Αποσπάσματα πού παραθέτουν δ Σιμπλίκιος καί δ
Διογένης Ααέρτιος.
Ό Ζήνωνας είχε έπινοήσει διάφορες Αποδείξεις γιά ν’ Ανατρέψει
τήν άποψη πώς ή κίνηση είναι δυνατή.
*0 Αένιν στήν έπιτομή των διαλέξεων τού Χ έγγελ γιά τήν ιστορία
τής φιλοσοφίας, στο σημείο οπού Ιξεταζει τά Επιχειρήματα τού
Ζήνωνα κατά τής κίνησης, γράφει: ,,Δέν μπορούμε νά φανταστούμε,
νά έκφράσουμε, νά μετρήσουμε καί νά παραστήσουμε τήν κίνηση νωρίς
νά διακόψουμε τδ συνεχές, χωρίς νά τδ Απλοποιήσουμε, νά τδ κάνουμε
πιδ χοντροκομμένο ή χωρίς νά διαιρέσουμε, χωρίς νά άπονεκρώσουμε
το ζωντανός Η παρασταση τής κίνησης μέ τή σκέψη είναι πάντα μΓά
χοντροκοπια, μια άπονέκρωση δχι μονάχα στδν τομέα τής σκέψης
Αλλα καί της αΓσθησης. Αυτδ ισχύει δχι μονάχα γιά τήν κίνηση Αλλά
και για κ a & ε έννοια. 1 1
A 6xi είναι ή ούσία τής διαλεκτικής. Α υ τ ί , ά χ ρ ι β ώς ή ού_
EIK . XIV

'Ηράκλειτος. ’Ορείχαλκος. ΜουοεΤο Νεάπολης'


Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 257

αί α έκφράζεται μέ τόν τόπο: ενότητα, ταυτότητα άντιθέσεων“ ι.


Ό Ζήνωνας δεν Ιφθασε στό σημείο νά καταλάβει έτσι τή διαλεκτική
καί δεν θά μπορούσε νά τό κάνει μένοντας δπαδός του Παρμενίδη.
Γ ι’ αδτόν ή κίνηση έμεινε άκατανόητη καί κατά συνέπεια, μέ βάση
τΙς άρχές του Παρμενίδη, άνόπαρκτη.
"Αλλος γνωστός μαθητής τοϋ Παρμενίδη ήταν ό Μέλισσος ό Σά-
μιος, φιλόσοφος, πολιτικός καί ναύαρχος τοϋ σαμιακοϋ στόλου πού
νίκησε τόν άθηναϊκδ στά 4 4 1 /4 0 π. X . Ό ’Απολλόδωρος τοποθετεί
τήν άκμή τοϋ Μέλισσου στήν 84η ’Ολυμπιάδα ( 4 4 4 - 4 4 0 ). Ό Μέλισ­
σος είχε γράψει ένα έργο Περί φνσεως ή Περί τοϋ δντος πού διασώ­
θηκαν μερικά άποσπάσματά του σιόν Σιμπλίκιο.
Ό Μέλισσος υποστήριζε τή διδασκαλία τοϋ Παρμενίδη γιά τό
ένιαΐο, ομοιογενές, άμετάβλητο, άκίνητο καί αιώνιο βν, άναπτόσσον-
τας διάφορα έπιχειρήματα. Προσπαθούσε νά άποδείξει τήν άνυπαρξία
τής κίνησης μέ τόν ισχυρισμό πώς δέν όπάρχει κενό ( ’Αριστοτέλης,
Φυαιχά, IV , 6, 213 b, 1 2 ). Πίστευε άκόμα πώς οϊ μαρτυρίες τών αι­
σθητηρίων οργάνων είναι άπατηλές καί πώς τό δν μπορεί νά κατα­
νοηθεί μονάχα μέ τό λογικό.

6. Ε Π Ι Χ Α Ρ Μ Ο Σ

Τ 12 διδασκαλίες τοϋ Ξενοφάνη γιά τό αιώνιο καί ένιαίο δν καί τοϋ


‘Ηράκλειτου γιά τή γενική κίνηση τις άφομοίωσε ό ’Επίχαρμος, φι­
λόσοφος καί ταυτόχρονα κωμωδιογράφος2.
Ό ’Επίχαρμος γεννήθηκε στήν Κώ περίπου στά 5 50 π. X ., έζησε
δμως στή Σ ικελία . Πέθανε σέ ήλικία 90 ή 97 χρονών.
Σύμφωνα μέ τις μαρτυρίες τών άρχαίων, δ Επίχαρμος „ Ιφεΰρε “
τήν κωμωδία, δηλαδή δημιούργησε τή λογοτεχνική μορφή της. „ Ό
Επίχαρμος καί ό Φόρμης άρχισαν νά έπεξεργάζονται ποιητικά [τήν
κωμωδία], πού παρουσιάστηκε γιά πρώτη φορά στή Σικελία “ ( ’Α ρι­
στοτέλης, Ποιητική , V , 1449 b 5 ). ‘Ο Πλάτωνας λέει πώς ό Ε π ί­
χαρμος είναι ό μεγαλύτερος ποιητής στήν κωμωδία καί ό "Ομηρος
στήν τραγωδία (Θεαίτητος, 152 Δ Ε ). Ό ’Επίχαρμος έγραψε στή δω­
ρική διάλεκτο, δπως άναφέρει καί τό έπίγραμμα πού χαράχτηκε στόν
άνδριάντα του στό θέατρο των Συρακουσών: 9Α τε φωνά Δώριος χώ-
νήρ δ τάν κωμωδίαν ευρών ’Επίχαρμος ( Καί στή φωνή ήταν Δωριέας
ύ έφευρέτης τής κωμωδίας, ό Ε π ίχα ρμ ο ς) (Θεόκριτος, έπίγρ. 1 7 ) .
"Οπως μας πληροφοροΰν διάφοροι άρχαίοι συγγραφείς ό Ε π ίχα ρμ ο ς

1. Β. I. Λένιν, Φ ιλ ο σ ο φ ικ ά τ β τ ρ ά δ ι α, 1947, σβλ. 243.


2. Βλ. τ<5μ. 16', σβλ. 289.
17 'Ι σ τ ο ρ ία τ ή ς 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Α ο γ ο ττχ ν ία ς
258 Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗ

είχ ε γράψει 3 5 - 5 2 κωμωδίες. Ά π δ αύτες διασώθηκαν μονάχα άπο-


σπάσματα. %„ „
Έ κτες άπδ τις χωμωδίες στδν Επίχαρμο άποδίδεται και^ ενα ργ
Περί φύσεως καθώς καί Ιργα ιατρικής, κτηνιατρικής καί αγροτικής
οικονομίας. _
Διασώθηκαν καί βρισμένα έμμετρα άποφθέγματα του ^πίχαρμοο
δπως π .χ .: Τών πόνων πωλονσιν ημΐν πάντα % αγαϋ* οι ν'εοί.
πονηρέ, μη τά μαλακά μώσο, μη τα οκληρ έχης1 ( Δενοφωντας,
9Απομνημονεύματα, II, 1, 2 0 ) καί zb έπίγραμμα:

ΕΙμΙ νεκρός· νεκρός dk κόπρος, γη δ9 ή κόπρος εοτίν


εΐ δ* ή γη &εδς Ιοτ*, ον νεκρός, <UId ύεός9.

*Από τά ά-οσπάσματα πού διασώθηκαν, διαπιστώνουμε πώς δ Ε π ί­


χαρμος προσπαθούσε νά συμβιβάσει τις διδασκαλίες τοϋ Ξενοφάνη καί
τοϋ 'Ηράκλειτου.
Σ ’ ενα άπόσπασμα κάποιος άπδ τούς συζητητές άποδείχνει τήν
αίώνια μεταβλητότητα τών -πραγμάτων. *Η άποψη πώς οΕ άνθρωποι
μεταβάλλονται άδιάκοπα, πώς χθες ήταν διαφορετικοί άπο σήμερα
καί αύριο θά είναι πάλι άλλοιώτικοι, δνομάστηκε „ συλλογισμοί περί
τού άναπτυσσομενού άνθρώπου“ . ’Αργότερα τή δανείστηκαν καί οΐ
σοφιστές. Με βάση αύτή τη θεωρία ό Επίχαρμος παρουσίασε σε μ ιά
κωμωδία του δυδ άνθρώπινους τύπους — του πιστωτή, πού άπαιτεΐ νά
τοϋ έπιστραφεί το χρέος, καί τοϋ όφειλέτη, πού ισχυρίζεται πώς δεν
είναι πιά το Γδιο πρόσωπο γιατί κάτι έχ ει προστεθεί καί κάτι έ χ ε ι
άφαιρεθεϊ άπδ αύτόν. "Οταν ό πιστωτής τδν έδειρε καί οδηγήθηκε
στδ δικαστήριο, είπε κι αυτός μέ τή σειρά, του πώς άλλος είναι έκ εί-
νος πού έδειρε καί άλλος κατηγορείται.

7. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ

Η ΔΙΔΑΣΚΔΔΙΔ τοϋ Σικελοΰ Εμπεδοκλή είναι κι αύτή μιά προσπά­


θεια συμβιβασμού τής άντίθεσης πού όπάρχει άνάμεσα στίς διδασκα­
λίες τοϋ Παρμενίδη καί τοϋ 'Ηράκλειτου. Ό Εμπεδοκλής γεννήθηκε
στόν Ακράγαντα κι έζησε περίπου άνάμεσα στά 4 8 4 καί στά 4 2 4
π. X . Καταγόταν άπό άριστοκρατική γενιά, στή διάρκεια δμως τών

,o4t μα{· Η0" " * ·


β«*2· S jT .T S f t t o ή κβπρΐ4 * * “Α’ ίμω! * Tt ·1 ν«
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α

πολίτικων άγώνων μεταπήδησε στό δημοκρατικά κόμμα καί άναδεί-


χθηκε άρχηγός του.
Ό Εμπεδοκλής Ιγραψε δυό φιλοσοφικά ποιήματα, Περί φύσεως
καί Καθαρμοί, πού άποτελοϋνταν άπό πέντε χιλιάδες στίχους. ’Από
αύτά διασώθηκαν 4 5 0 στίχοι. Στόν Εμπεδοκλή άποδίδονται καί τά
έργα Ξέρξου διάβασις ή Περσικά καί Προοίμιον εις 9Απόλλωνα.
Τά ποιήματα τοϋ Ε μπ εδοκλή ήταν πλατιά διαδομένα στήν άρ-
χαιότητα. Σύμφωνα με μιά πληροφορία τοϋ Δικαίαρχου, τούς Καθαρ­
μούς τούς είχ ε άπαγγείλει στούς ’Ολυμπιακούς άγώνες ό ραψωδός
Κλεομένης (’Αθήναιος, X I V , b 20 Δ ). Ό Κικέρωνας έκτιμοΰσε πάρα
πολύ τον Εμπεδοκλή (Π ερί ρήτορος, I, 50, 2 1 7 ). Έ λ ε γ ε πώς τό
ποίημά του είναι έξαιρετικό. Ό Λουκρήτιος έγραψ ε:

Μές &π* τήν έμπνενσμένη τήν καρδιά τον τά τραγούδια


ήχονν τόσο βροντόφωνα καί τόσα άποκαλύπτουν
πού δέν πιστεύεις πώς δνητδς τόν γέννησε πατέρας.
( De rerum natura, I, 731 - 733 )

Εντελώ ς διαφορετικά κρίνει τή λογοτεχνική άξία τοϋ Εμπεδοκλή


δ ’Αριστοτέλης, πού δεν πιστεύει πώς Οποιοσδήποτε έμμετρος λόγος
μπορεί νά Ονομαστεί ποίηση. ,,’Ανάμεσα στόν "Ομηρο καί στόν 'Ε μπ ε­
δοκλή — λέει — δεν ύπάρχει τίποτα κοινό Ικτός άπό τό μέτρο καί
γ ι’ αύτό πρέπει δ πρώτος νά Ονομάζεται ποιητής καί δ δεύτερος μάλ­
λον φυσιολόγος “ (Ποιητική I, 1447 b 1 7 ). Ό ’Αριστοτέλης άναφέ-
ρει καί τά ποιητικά μέσα πού χρησιμοποιούσε δ ’Εμπεδοκλής, τις
παρομοιώσεις π.χ., δπως: „ Ή θάλασσα είναι 6 ιδρώτας τής γής “
( Μετεωρολογικά, 3 57a, 2 4 ), „ άφοϋ άντλησε τήν ψυχή του μέ τό ξί­
φος “ (Ποιητική, 21, 1457 b 1 3 ), ,,ή νύχτα είναι τά γεράματα τής
ήμέρας “ ( Ποιητική , 21, 1457 b 2 2 ). Ό 'Εμπεδοκλής μεταχειριζό­
ταν και πολλά ρητορικά σχήματα καί γ ι' αύτό ό ’Αριστοτέλης τόν
άποκαλεί έφευρέτη τής ρητορικής.
Στήν κοσμολογία του δ ’Εμπεδοκλής συνεχίζει τήν παράδοση τής
ύλιστικής έρμηνείας τοϋ κόσμου. Παραδεχόταν πώς τό δν είναι ένιαίο,
πίστευε δμως πώς μέσα σ’ αύτό Ινυπάρχουν τέσσερα ύλικά στοιχεία
πού τά όνόμαζε „ ριζώματα πάντων “ — ή φωτιά, τό νερό, ή γή καί
δ άέρας — καί δυό κινητικές δυνάμεις — ή Φιλότητα ( άγάπη ) καί τό
Νείκος ( μίσος ) — πού τούς άπέδιδε μορφές μέσα στό χώρο ( Περί φύ-
Μως, άπόσπ. 6 καί 17). Τήν πολυμορφία τοϋ κόσμου, τή γένεση τών
πραγμάτων καί τή μεταβολή τους ό Εμπεδοκλής τά έξηγοΰσε μέ τήν
άνάμειξη τών τεσσάρων βασικών στοιχείων πού μπαίνουν σέ κίνηση
άπό τή Φιλότητα καί τό Νείκος. ’Επειδή δέν ύπάρχει κενό, τά στοι-
ΑΠΟ ΤΗ
260 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α

χεία αύτά ένώνονται στερεά τδ ϊνα με τδ άλλο xat


γίνεται με τδ άνακάτωμα τών μικρών κομματιών τους (Π ρ ψ
άπόσπ. 9 6 ).

Κ α ί κάτι S U o » ά οοΰ η & . M k ατών ΰνητώ * τύν κύαμο


θάνατος τριοολέ&ριος, γέννηση, δέν ύπάρχουν.
Α ν ά μ ε ιξ η xal χωρισμός, αυτή 9ναι ή άλή&εια
πού οΐ άνθρωποι συνήθισαν γέννηση νά τή λένε.
( Π ερ ί φνσεως, άπόσπ. 8 )

Ή πολυμορφία των πραγμάτων όφείλεται στήν ποσοτική σχέση των


στοιχείων πού τα συγκροτούν. ^ x Λ
Ό Εμπεδοκλής δίδασκε πώς ή γνώση γεννιέται άπδ λεπτά υλικά
μόρια πού έκπέμπουν τά άντικείμενα (άπορροαί) (Π ερί φνσεως,
άπόσπ, 8 9 ) καί είσχωροϋν στούς πόρους των αισθητηρίων όργανων,
δπου ενώνονται μέ τίς όμοειδεις ούσίες πού υπάρχουν στα αίσθητηρια
όργανα. "Ετσι κάθε στοιχείο τδ μαθαίνουμε μέ τδ δμοιό το υ:

Τδ χώμα μ έ τδ χώμα έμεϊς τδ βλέπουμε κι άκόμα


βλέπονμε τδ νερδ μέ τδ νερό, τδ $εϊο αΐΰέρα
μ* ald-έρα π ά λ ι, μέ φωτιά καί τή φωτιά, τδ μίσος
μ % ίν α άλλο μ ίσ ο ς θλιβερό, μ * άγάπη την Αγάπη.
( Π ε ρ ί φνσεως, άπόσπ. 109)

Στούς Κα&αρ/ωυς δ Εμπεδοκλής χαιρετάει στήν άρχή τούς κά-


τοικους τού Ά κράγαντα καί περιγράφει τήν πορεία του σαν μια πο­
ρεία άθάνατου θεοδ ποί> τον τιμούν δλοι οΐ άνθρωποι πού βαδίζουν
στδ δρόμο τής σ ωτηρίας.
Ό δρόμος τής σωτηρίας πού προτείνει ό Εμπεδοκλής είναι κ ά τι
άνάλογο με τή διδασκαλία των Πυθαγορείων. Διδάσκει τή θεωρία τ ή ς
μετεμψύχωσης λέγοντας πώς καί ό ίδιος όπήρξε ,,καί νέος καί νέα,
καί θάμνος καί πουλί, καθώς καί άφωνο ψάρι στή θάλασσα “ (Κ α ­
θαρμοί, άπόσπ. 117 ). 'Απαγορεύει τδ φόνο, τις αίματηρές θυσίες κ α ί
τήν κρεωφαγία :

01 φθόνοι ο ΐ Απάρατοι πότε #ά πάρουν τέλος;


"Αφρονες δέν r d βλέπετε πώς τρώτε 6 ένας τδν Αλλον;
( Κα&αρμοί, άπόσπ. 136 )

Στδ ποίημα <*ύτδ δ Εμπεδοκλής άναπτόσσει καί τή διδασκαλία


του γιά τδ θεδ ( δαίμονα ), πού συγγενεύει μέ τή διδασκαλία τοδ Ξ ε
νοφανη του Κολοφώνιο»· Δαίμονα δ Εμπεδοκλής δνομάζει τδ άνέχ.
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 261

φραστο καί ίερό πνεύμα ( φρήν Ιερή ), πού με τή γρήγορη σκέψη του
διαπερνάει δλο τον κόσμο (Καθαρμοί, άπόσπ. 1 3 4 ).
"Αν καί στούς Καθαρμούς δ Εμπεδοκλής δείχνεται φανερά Επη­
ρεασμένος άπό τήν πυθαγόρεια διδασκαλία, αύτό δεν σημαίνει πώς
ήταν μέλος τοϋ συλλόγου τών Πυθαγορείων ή είχ ε κάποια σχέση με
αυτόν. "Οπως είπαμε κιόλας, 5 Εμπεδοκλής είχ ε προσχωρήσει στό
δημοκρατικό κόμμα τής πατρίδας του καί μάλιστα έγινε άρχηγός του.
Γιά τόν Εμπεδοκλή διασώθηκαν πολλές μυθικές παραδόσεις, πού
δ ίδιος ό φιλόσοφος έδωσε άφορμή νά· δημιουργηθοΟν μέ τόν τρόπο
τής ζωής του καί μέ τά άποφθέγματα πού έγραψε γιά τόν Ιαυτό -του.
Έφθασε ώς Εμάς σέ άρκετές παραλλαγές ένας μύθος πώς δ Ε μ π εδ ο ­
κλής έγινε άφαντος στόν κρατήρα τής Αίτνας, δπου πήδησε μόνος του
„ θέλοντας νά Εδραιώσει τή φήμη του πώς έγινε τάχα θεός “ ( Δ ιο γέ­
νης Λαέρτιος, X I I I , 6 9 ). Οί κάτοικοι, δπως λέει ή παράδοση,, τό
έμαθαν αύτό άπό ένα χάλκινο σανδάλι του πού ξέβρασε τό ήφαίστειο.
Στήν πραγματικότητα δ Εμπεδοκλής, δπως φαίνεται, πέθανε Εξόρι­
στος στήν Πελοπόννησο.

8. Α ΝΑΞΑΓΟΡΑΣ

] ^ Ι Α ΑΛ Λ Η υλιστική προσπάθεια γιά νά ερμηνευθεί ή ποιοτική πο­


λυμορφία καί ή κίνηση τοϋ κόσμου μέ βάση αιώνιες καί άναλλοίωτες
άρχές είναι ή διδασκαλία τοϋ ’Αναξαγόρα, πού καταγόταν άπό τις
Κλαζομενές τής Μικράς ’Ασίας (στήν ’Ιωνία, κοντά στή Σμύρνη).
Ό ’Αναξαγόρας γεννήθηκε περίπου στά 5 00 π. X . καί πέθανε στά
428. ΤΗταν άπό άριστοκρατική οικογένεια, άλλά δέν άσχολήθηκε
ποτέ μέ τήν πολιτική, για τί προτιμούσε τήν Επιστήμη. Στά 4 6 4 π. X .
δ Αναξαγόρας μετανάστευσε στήν ’Αθήνα, δπου έζησε 30 χρόνια.
Ε κ ε ί συνδέθηκε φιλικά μέ τόν Περικλή καί τόν Εύριπίδη. Στά 4 3 4
τόν κατηγόρησαν γιά άθεο. ‘ Η κατηγορία στηρίχθηκε βασικά στή δι­
δασκαλία του δτι δ ήλιος είναι μιά διάπυρη μάζα. Χάρη στή μεσολά­
βηση τοϋ Περικλή γλύτωσε άπό τή βαριά τιμωρία καί μετανάστευσε
στή Αάμψακο.
Ό ’Αναξαγόρας έγραψε σέ πεζό λόγο τό έργο Περί φύσεως σέ
γλώσσα εύχάριστη καί ύψηλή, δπως λέει ό Διογένης Λαέρτιος ( I I ,
6). Στήν άρχή τό έργο του δέν διαδόθηκε πλατιά για τί είχ ε άπαγο-
ρευθει καί κυκλοφορούσε κρυφά άπό χέρι σέ χέρι ( Πλούταρχος, Βίος
Νικίου, 2 3 ). Στά χρόνια τοϋ Πλάτωνα ώστόσο έγινε πολύ γνωστό.
Ως Εμάς έφθασαν 22 άποσπάσματά του.
“Όπως ot Έ λεάτες, έτσι καί δ 'Αναξαγόρας πίστευε πώς ύπάρχει
ΦΙ ΛΟΣΟΦΙ Α ΑΠΟ Τ Η
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η

ένα αιώνιο δν, άρνιόταν τδ κενδ καί τή δυνατότητα της f


μιάς ποιότητας σέ άλλη. Α ντίθετα δμως άπδ τούς Ελεατες, Ρ
χόταν τήν άποώη του Εμπεδοκλή για τήν κίνηση και τήν π
πολυμορφία τοΟ κόσμου. Γιά νά έξηγήσει αύτή τήν πολυμορφ α
σκε πώς όπάρχουν άπειράριθμα μικροσκοπικά στοιχεία με ιαφορ
κές ιδιότητες τδ καθένα. Τά στοιχεία αύτά τδ δνόμαζε σπέρμα* I
χρήματα. Ό ’Αριστοτέλης άργότερα τά άποκάλεσε ομοιομερή, Τια
κάθε μέρος τους είναι δμοιο με δλα τά άλλα μέρη πού τα συγκροτο ^
(Μετά τά ψυοτκά, I, 3, 9 8 4 a 11, Φυσικά, I I I , 4, 2 0 3 a 19)·
άλλη ιδιομορφία τοδ ’Αναξαγόρα ήταν ή παραδοχή τής έπ άπειρο
διαιρετότητας του κόσμου καί στδ σύνολό του καί σ’ όποιοδηποτε μ έ­
ρος του. Γ ι’ αδτδ κάθε πράγμα καί κάθε μέρος του είναι άπειρο, μ ε­
γάλο καί μικρδ ταυτόχρονα.
„ Καί γιά τδ μικρδ δεν όπάρχει Ιλάχιστο, πάντα υπάρχει κάτι μ ι­
κρότερο (γιατί ή δπαρξη δεν μπορεί νά καταλήξει σέ άνυπαρξία). Κ α ί
γιά τδ μεγάλο δμως πάντα ύπάρχει μεγαλύτερο. Καί είναι ίσο ποσο­
τικά με τδ μικρό. Αύτδ καθαυτδ κάθε [ πράγμα ] είναι καί μεγάλο καί
μικρδ “ 1 ( άπόσπ. 3 ).
Ό ’Αναξαγόρας πιστεύει πώς στή φύση δεν ύπάρχουν στοιχειακά
άπλά πράγματα, γιατί κάθε πράγμα άποτελείται άπδ άπειρα σέ πο­
σότητα καί διαφορετικά σέ ποιότητα στοιχεία - σπέρματα καί περι­
λαμβάνει μέρη τοΟ δλου.
’Εκείνο πού δνομάζουμε γένεση στήν πραγματικότητα είναι άνά-
μειξη καί έκείνο πού λέμε φθορά είναι χωρισμός. „ Γιατί κανένα πρά­
γμα δέν γεννιέται ούτε χάνεται, αλλά σχηματίζεται άπδ τήν ένωση
καί τδ χωρισμδ των στοιχείων πού προϋπάρχουν“ 2 (άπόσπ. 17 ).
Γιά νά συντελεστεί ή όπεροχή του ένδς ή του άλλου στοιχείου καί
ό άποχωρισμός τους άπδ τδ άρχικδ μείγμα των ποιοτικά διαφορετι­
κών πραγμάτων, δπου „ ύπάρχουν δλα μαζί “ (όμον πάντων δντων),
είναι άπαραίτητη μιά κινητική αίτία — κάποια δύναμη. Τ ή δύναμη
αύτή δ ’Αναξαγόρας τήν όνομάζει Νοϋ. Ό Νους είναι άπειρος, αύτε-
ξούσιος, ,,άνάμεικτος μέ τίποτα“ ( ούδενϊ μέμικτοί χρήματι), αύτδς
προκαλεί τήν κίνηση τής οικουμένης. Σ ' αδτδν τδ Νοΰ ό ’Αναξαγό­
ρας άποδίδει ύλικδ χαρακτήρα δνομάζοντάς τον „ λεπτότερο καί κα­
θαρότερο άπ’ δλα τά πράγματα “ ( εστι λεπτότατόν τε πάντων χρημά­
των καί κα&αρώτατον — άπόσπ. 1 2 ).

1. Ο Ζκ γάρ χον σμιχρον ia u χό γε ίλάχισχον, &W ίλασσον άεί ( νΑο »χν οϋκ i nr.
*6 μη ονχ είν α ι) — a l i a και τον μεγάλου άεί iaxi μεΐζον. Και Ισον £οτί 3-A° T
ηρδς έαυχό δε Ιχαοχόν io u καί μέγα καί ομιχρόν * %Φ "W o e,
2. Ονδεν γάρ χρήμα γίνεται ουδέ άπόλλνχαι, άλλ' άπδ Ιόντων v a n u A ,^ / ,
τε καί διαχρίνεχαι. Ψ ΜίμΑτων σνμμίογεχat
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α

9. ΟΙ ΑΤΟΜΙΚΟΙ
ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ

H Π Ι Ο συνεπής Ολιστική έρμηνεία τής κίνησης και τής πολυμορ­


φίας του κόσμου, μέ βάση τήν άναγνώριση τής αιωνιότητας του καί
τό άμετάβλητο τών στοιχείων του, ήταν ή διδασκαλία τών άτομι-
κών — τοϋ Λεύκιππου καί ιδιαίτερα τοϋ Δημόκριτου, πού ή σημασία
του ξεπερνάει πολύ τά πλαίσια τής έλληνικής φιλοσοφίας.
Γιά τόν Λεύκιππο, πού ήταν σύγχρονος το0 Ε μπεδοκλή καί του
’Αναξαγόρα, δεν διασώθηκαν άξιόπιστες βιογραφικες πληροφορίες, 6
Επίκουρος μάλιστα άμφέβαλλε άκόμα καί γιά τήν ύπαρξή του. Ό
θεόφραστος γράφει πώς καταγόταν άπό τήν Έ λέα ή τή Μίλητο καί
ήταν μαθητής τοϋ Παρμενίδη, στή διδασκαλία του βμως άκολούθησε
έντελώς διαφορετικό δρόμο άπό zb δάσκαλό του. Πίστευε πώς έκτός
άπό τά απειράριθμα, άεικίνητα, στερεά καί άδιαίρετα σωματίδια —
άτομα — πού Ιχουν άναρίθμητες μορφές, ύπάρχει καί τό κενό, πού
τό όνόμαζε μή δν καί zb θεωρούσε σάν κάτι όχι λιγότερο όπαρκτό
άπό zb δν.
Ό 'Αριστοτέλης κάνει συγκεκριμένα λόγο γιά τόν- Λεύκιππο,
μ' δλο πού συνήθως άναφέρει τις διδασκαλίες τοϋ Λεύκιππου καί τοϋ
Δημόκριτου χωρίς νά τίς ξεχωρίζει τή μιά άπό τήν άλλη.
Οί περιπατητικοί άπέδιδαν στόν Λεύκιππο δυό Ιρ γ α : Μέγας διάκο­
σμος καί Περί νοϋ, πού ό θράσυλλος τά έχ ει κατατάξει στόν κατά­
λογο τών έργων τοϋ Δημόκριτου.
Ό Δημόκριτος, μαθητής τοϋ Λεύκιππου, καταγόταν άπύ τά νΑβδη-
ρα, μιά πόλη πού είχαν Ιδρύσει "Ιωνες άποικοι στή Θράκη. Γεν­
νήθηκε περίπου στά 4 7 0 ή στά 4 6 0 π. X . καί πέθανε σέ ήλικία 90 ή
100 χρόνων. "Ολη τή ζωή του τήν άφιέρωσε στήν έπιστήμη, ταξί­
δεψε πολύ, πήγε στήν ’Ανατολή, στήν Αίγυπτο καί στή Βαβυλωνία.
Έζησε πολλά χρόνια στήν ’Αθήνα, δπου δμως, δπως γράφει, κανείς
δεν τόν ήξερε (άπόσπ. 1 1 6 ).
Ό Δημόκριτος Ιγραψε πολλά Ιργα στήν ίωνική διάλεκτο, πού άγ-
καλιάζανε ποικίλους τομείς γνώσης. * 0 Μάρξ όνόμαζε τόν Δημόκριτο
,,έμπειρικό φυσιοδίφη καί πρώτο έγκυκλοπαιδικό μυαλό άπό δλους
τούς Έ λλη νες
"Οπως μας πληροφορεί ό Διογένης Λαέρτιος, τά Ιργα τοϋ Δημόκρι­
του άναφέρονταν στούς πιό διαφορετικούς κλάδους τών έπιστημών —
ήθική, φυσική, λογική, μαθηματικά, μουσική, ποίηση, φωνητική. Μο-

1. Κ. Μάρξ καί Φ . "Ενγκβλς, Άπαντα, τόμ. IV , σβλ. 120.


Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α Α Π Ο Τ 11
361 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η

νάχα μερικά άποσπάσματά τους διασώθηκαν^ μέσα στά


ρων άρχαίων συγγραφέων. Τά έργα του Δημόκριτου ξεχ ρ } χ , τ ε_
μεγάλα τους χαρίσματα, που τά έφερναν πολύ κοντα^ στον ' ,
χνικό λόγο. ΤΗταν γραμμένα σέ πεζό λόγο, άρμονικο, γεμ
ν εί, συγκρίσεις καί παρομοιώσεις. Ό Κικέρωνας τα νομαζε -
ματα. ,, Βλέπω λοιπόν - λέει - πώς δ λόγος του Πλατωνα καί του
Δημόκριτου, δπως πιστεύουν μερικοί, μ’ δλο πού διαφέρει ^ π
στίχο, εΐναι τόσο όρμητικός καί έχει τόσο έξοχες λογοτεχνικές ^
φράσεις ώστε πρέπει αύτόν περισσότερο νά θεωρούμε ποίηση παρα
έργα των κωμωδιογράφων “ (Περί ρήτορος, 20, 67 ). Ο Δημοκριτ °ζ>
δπως παρατηρεί δ Κικέρωνας, διατύπωνε παρα πολύ καθαρα τα
ματά του: „ Ό 'Ηράκλειτος είναι σε μεγάλο βαθμό σκοτεινός, ο Δη­
μόκριτος είναι έξαιρετικά σαφής “ ( Dedivin ., II , 64, 133 ). ^
Στό ζήτημα τής προέλευσης τοΰ κόσμου ό Λεύκιππος και ό Δημό­
κριτός ξεκινούσαν άπό τή θέση των Έλεατών — πώς'το ον είναι αίω-
νιο, σωματικό, ποιοτικό, όμοιογενές καί άναλλοίωτο. Για να έξηγη-
σουν δμως τήν πολλαπλότητά του, τήν κίνηση και τήν ποιοτική αλ­
λαγή, παράλληλα μέ τό δν δέχονταν πώς ύπάρχει καί τό μή ον τό
κενό (β λ . ’Αριστοτέλης, Περί γενέσεως και φ&οράς, I, 3 2 5 a 2 3 -2 9 ).
Αύτό τό κενό χωρίζει τό δν σέ άδιαίρετα, συμπαγή καί ποιοτικά
όμοιόμορφα σωματίδια — τά άτομα. Οί άτομικοί, άναγνωρίζοντας τήν
ύπαρξη του κενού, θεωρούσαν έξηγήσιμη τήν κίνηση.
Τά άτομα, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοΰ Λεύκιππου καί τοΰ Δ η­
μόκριτου, είναι ποιοτικά όμοιογενή καί άπειρα σέ άριθμό καί σχή­
ματα. Ό Δημόκριτος έκτός άπό τή διαφορά στή μορφή παραδεχόταν
πώς ύπάρχει καί διαφορά στό μέγεθος των άτόμων.
Ή γένεση καί ή φθορά των πραγμάτων έξηγεΐται μέ τήν ένωση
καί τόν άποχωρισμό τών άτόμων. 'Η ποιοτική διαφορά καί ή μετα­
βολή τους έξηγεΐται άπό τή μορφή, τή διάταξη καί τή θέση τών άτό­
μων μέσα στό χώρο. „ Γιατί — λέει ό ’Αριστοτέλης — τό δν, σύμ­
φωνα μέ τά λόγια τους [τού Λεύκιππου καί τού Δημόκριτου], διαφέ­
ρει μονάχα στή δομή, στήν έπαφή καί στό στροβιλισμό... πραγμα­
τικά τό Α διαφέρει άπό τό Ν στή μορφή, τό ΑΝ άπό τό ΝΑ στή διά­
ταξη καί τό Ζ άπό τό Ν στή θέση“ (Μετά τά φυσικά, I, 4 , 9 8 5
b 15 - 19 ).
Οί άτομικοί ύποθέτανε πώς ή κίνηση ένυπάρχει αιώνια μέσα στά
άτομα πού βρίσκονται στό κενό καί πώς ή κίνηση αύτή δέν ύποτάσ-
σεταισέ καμιά σκοπιμότητα (Ά έτ ιο ς , I, 4 ). Έ τσ ι δημιούργησαν
μιά καθαρά μηχανιστική κοσμοθεωρία. Δίδασκαν πώς τά άτομα συγ­
κρούονται τό ένα μέ τό άλλο καί σχηματίζουν ένα στρόβιλο (όϊνος).
Τά πιό βαριά σωρεύονται στό κέντρο καί τά έλαφρότερα στήν περιφέ-
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ A Τ Ω Ν A 365

ρεια. Έ τ σ ι στο κέντρο τοϋ κόσμου μας σχηματίζεται ή Γ ύ} καί στήν


περιφέρεια τά άστρα ( Διογένης Λαέρτιος, I X , 3 1 - 3 3 , Ά έτιο ς, I, 4 ).
Τό σόμπαν είναι άπειρο καί Αποτελεΐται άπδ άναρίθμητους κόσμους
(Διογένης Λαέρτιος, I X , 4· Σιμπλίκιος, Περί ουρανού, 2 0 2 , 1 6 ).
Ή γνωσιοθεωρία του Δημόκριτου βασίζεται στή θέση πώς ή πρα­
γματικότητα μπορεί να γίνει άντιληπτή και πώς ή Αντικειμενική
Αλήθεια είναι προσιτή στδν άνθρωπο. Ό Δημόκριτος, πού ήταν σύγ­
χρονος των σοφιστών, είναι ό πρώτος πού άμφισβήτησε τή σχετιστική
θέση τοϋ σοφιστή Πρωταγόρα: Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρω­
πος, των μεν δντων ως εστι, των δε μή δντων ώς ουκ εστι, πού όδη-
γοϋσε στήν παραδοχή κάθε γνώμης σάν άληθινής. Άντικροόοντας
τύν Πρωταγόρα, άπόδειξε πώς αότή ή θέση στρέφεται έναντίον τοϋ
ίδιου τοϋ σοφιστή: „ ”Αν κάθε ίδέα είναι Αληθινή, τότε καί ή γνώ­
μη πώς δεν είναι άληθινή κάθε ίδέα, άφοϋ είναι ίδέα, θά είναι κι
αότή άληθινή. Τότε δμως ή θέση πώς κάθε ίδέα είναι άληθινή,
θά γίνει ψεύτικη “ (Σέξτος ό Εμπειρικός, Πρός μαθηματικούς,
389 κ. έ . ).
Ή ψυχή, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τών άτομικών, είναι όλική
καί άποτελεΐται άπδ στρογγυλά καί εόκίνητα άτομα πού βάζουν σέ
κίνηση το σώμα. Τά άτομα αότά είσχωροΰν εύκολα στύ σώμα, μέ
τή λειτουργία τής άναπνοής.
Γιά νά έξηγήσει τήν αίσθηση ό Δημόκριτος δίδασκε πώς άπδ τά
άντικείμενα Απορρέουν όλικά είδωλα πού είσχωροΰν στδ σώμα. Κάθε
αίσθηση γεννιέται άπύ τήν έπαφή τοϋ είδώλου τοϋ άντικειμένου μέ
τά αίσθητήρια όργανα, για τί κάθε είδος άτόμου άναγνωρίζεται άπδ
τά όμοια πού έχουμε μέσα μας ( θεόφραστος, Περί αισθήσεων, 50).
Στούς Κανόνες δ Δημόκριτος ξεχώριζε τή βασισμένη στή νόηση γνώ­
ση, πού μ9 αύτήν μαθαίνουμε πραγματικά τδ όν, καί τήν όνόμαζε γνή­
σια ( γνώμη γνησίη ) καί τή γνώση πού άπορρέει άπδ τις αίσθήσεις
(γνώμη σκοτίη). 'Ωστόσο, έπειδή έξω άπύ τις αίσθητές άντιλή-
ψεις ή γνώση είναι άδύνατη, ό Δημόκριτος όποχρεώνει τά αίσθήματα
νά .στρέφονται στή νόηση μ9 αότά τά λόγια : „ ’Αξιοθρήνητο λογικό,
θέλεις νά μάς άρνηθεις μέ άποδείξεις πού δανείζεσαι άπύ μάς ; 'Η νί­
κη σου είναι ήττα σου! “ 1 ( άπόσπ. 1 2 5 ).
Σέ πολλά άποσπάσματα πού διασώθηκαν άναπτόσσονται οί άρχές
τής ήθικής τοϋ Δημόκριτου. Σύμφωνα μέ τή διδασκαλία του, ή εότυ-
χία βρίσκεται στήν εόθυμία (εύθυμίη) ή στήν εόδαιμονία (εύδαιμο-
νίη). ,,Τ δ καλύτερο στδν άνθρωπο — έγραφε — είναι νά περάσει τή

1. ΤάΧαινα φρήν, παρ' ήμέων λαβοναα χάζ πΐαχβις ήμίας χαχαβάλλβις ; Πχώμά χοι το
ΧαιάβΧημα.
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α Α Π Ο Τ Η

ζωή δσο μπορεί πιδ εύχάριστα, με Ιλάχιστη θλίψη, καί θά τδ πετύ­


χε t αύτδ άν δεν άναζητάει τΙς ήδονές σέ κείνα πού είναι θνητά ‘
(άπόσπ. 1 8 9 ).
Τήν „ εύθυμία “ αύτή του Δημόκριτου δεν πρέπει νά τήν έννοοϋμε
σάν άπόλαυση, είναι ή εύάρεστη διάθεση, ή ψυχική γαλήνη.
„ Δέν πρέπει νά έπιζητάμε κάθε ήδονή, άλλά έκείνες πού σχετίζον­
ται με τδ ώραίο “ * ( άπόσπ. 207 ).
„ Νά άποφεόγετε τήν ήδονή πού δεν είναι ώφέλιμη “ 8 ( άπόσπ. 74 ).
Κατευθυντήρια άρχή τής ήθικής ζωής είναι τδ μέτρο — άρχή πού
χαρακτηρίζει γενικά δλο τδν άρχαίο έλληνικδ πολιτισμδ καί τή βρί­
σκουμε τόσο στά άρχαία άποφθέγματα ( γνώμαι), πού άποδίδονται
στούς πρώτους σοφούς ( μηδέν άγαν), δσο καί στήν άττική περίοδο
τοϋ 'Αριστοτέλη.
„ Τδ μέτρο σε δλα είναι τδ καλύτερο. Δεν μοϋ άρέσει ούτε ή £λ-
λειψη ούτε ή περίσσεια “ 4 ( άπόσπ. 102 ).
„ Σέ κείνον πού ξεπερνάει τδ κανονικδ μέτρο, τά πιδ εύχάριστα
μπορεί νά γίνουν τά πιδ δυσάρεστα “ 5 ( άπόσπ. 233 ).
Τήν ήθική διδασκαλία του Δημόκριτου δεν μπορούμε βέβαια νά τήν
όνομάσουμε ήθικδ όλισμό. Πρέπει δμως νά τονίσουμε πώς τδ βασικδ
γνώρισμα τής ήθικής τοϋ Δημόκριτου ήταν ή τάση του νά συλλάβει
τούς κανόνες τής άνθρώπινης συμπεριφοράς μέ βάση τις φυσικές κ λ ί­
σεις του άνθρώπου, σέ άντίθεση μέ τδν άκρο ήθικδ ίδεαλισμδ τοϋ
Πλάτωνα.
Μεγάλο ένδιαφέρον παρουσιάζει καί ή διδασκαλία τοϋ Δημόκριτου
γιά τήν προέλευση τής γής, γιά τή φυσική γένεση καί έξέλιξη τής
ζωής πάνω στή γή καί γιά τήν ιστορική πορεία τοΟ άνθρώπινου γ έ­
νους, Αρχίζοντας Από τδν πρωτόγονο άνθρωπο, πού ή ζωή του ήταν
άνοργάνωτη, σάν τή ζωή των θηρίων, και ωτάνοντας & ς τήν πο λιτι­
σμένη διαβίωσή του στίς πόλεις. Σάν κινητήρια δύναμη τής έξέλιξης
τοΟ άνθρώπινου πολιτισμού ό Δημόκριτος θεωρεί τις όλικές άνάγκες
τοΟ Ανθρώπου καί σαν πηγή κάθε δημιουργικής ίου δράσης τήν προσ-
πάθειά του νά μιμηθεί τή φύσηe. ' ' r
Τ ή γένεση τοδ κράτους και τοϋ δικαίου ό Δημόκριτος τήν έξηγεί

1 . "Αρισχον άν&ρώπφ ιό ν βίον διάγειν ώς πλειοχα εν& ιιιιη Αίτ,τ, / .


« * . * · * . γ,, «* - * *ie* ‘era
2. Η 9ο*ην ον naoav άλλα την επί χφ χαλφ α ίρ ειοδα ι χρεών,
ο. Η ου μηδέν άποδεχεοδαι, ην μη ουμφέρη
i . K oU p I p πανιί , i too,· νπ,ρβοΐή S i * « « Β Λ ,,ψ,ς οΰ μο, Soxiu
6. Ε ι tic νχ,ρβαΜ ,ι το μτ,ρ,οο. τά Ιχ,ττρχίστοτα άτ,ρχέοτατα άρ ,Ι,,ο ,τ ο
6. Οπως μ&ς πληροφοροδν οί μεταγενέστεροι ουγγοαα>ε&- α λ 'χ '
ξβι τήν κοινωνιολογική του διδασκαλία* στό έργο Α ίΙΙρό?
του μποροΟμβ νά σχημαχίσουμβ κάποια Ιδέα από τό V βιβλίο x J ? η * * 0 πεΡ«χ<5μενό
Λουκρήτιου (ο τ ίχ . 416 κ. έ .) . 1 ° 0 De re r u m d a t u r a τοΟ
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 267

σάν άποτέλεσμα συμφωνίας άνάμεσα στούς άνθρώπους, πού ήταν


άναγκασμένοι νά συνάψουν μιά τέτοια συνθήκη γιά νά άποφύγουν
τή βία καί τήν αύθαιρεσία πού κυριαρχούσαν στή φυσική κατάσταση
(βλ. Λουκρήτιος, Be rerum natura, V , 1 1 4 3 - 1 1 5 5 * Πλάτωνας,
Νόμοι, X , 889 Ε ) . Ό Δημόκριτος δέν είναι ό μόνος πού διατύπωσε
μιά τέτοια διδασκαλία. *Όπως θά δοϋμε πιό κάτω, 61 θεωρίες γιά τή
δημιουργία του κράτους καί του δικαίου με βάση μιά συνθήκη άνά­
μεσα στούς άνθρώπους, ήταν άρκετά πλατιά διαδομένες στόν κύκλο
των συγχρόνων του σοφιστών. Μερικοί άπό αύτούς συμφωνούσαν
άπόλυτα μέ τον Δημόκριτο σ’ αύτό τό σημείο.
Σέ μιά τέτοια άρχή „ συνθήκης “ ό Δημόκριτος· στήριζε καί τή
γλωσσολογική του διδασκαλία. ‘"Οπως μάς πληροφορεί ό Πρόκλος
(Υπομνήματα στόν Κρατύλο, 16, 5 2 5 ) ό Δημόκριτος, άντίθετα άπό
τόν Κρατύλο καί τον Πυθαγόρα, πού πίστευαν πώς τά όνόματα δεν
δίνονται αύθαίρετα στά πράγματα άλλά έκφράζουν τήν ούσία τους,
δίδασκε πώς τά όνόματα των πραγμάτων είναι άποτέλεσμα συνθήκης.
'Η διδασκαλία του Δημόκριτου διαμορφώθηκε σάν ή πιό ώριμη
καί πιο συνεπής ύλιστική θεωρία πού, μέσα στά πλαίσια τής κλασι­
κής έλληνικής φιλοσοφίας, άντιπαρατάχθηκε στόν έλληνικό ιδεαλι­
σμό. Στις πολιτικές άπόψεις του ό Δημόκριτος ήταν δημοκράτης. Οί
άπόψεις αύτές έκφράζονται σαφέστατα καί συγκεκριμένα σ’ ενα άπό
τά άποσπάσματα των Ιργων του: ,,‘ Η φτώχεια στή δημοκρατία είναι
τόσο προτιμότερη άπό τή λεγόμενη εδημερία στή βασιλεία, δσο ή
έλευθερία είναι καλύτερη άπό τή δουλεία “ 1 ( άπόσπ. 251, βλ. Μα-
κοβέλσκη, ΟΙ αρχαίοι ”,Ελληνες ατομικοί, Μπακού, 19 4 6 , σελ. 319,
No 4 9 4 ) . Σέ μιά σειρά άποφθέγματα ό Δημόκριτος έπιμένει στήν
άνάγκη τής υποταγής τοϋ άτομικοΰ συμφέροντος στό κοινό άγαθό,
τής ύποταγής στους νόμους καί τής αύστηρής τιμωρίας έκείνων πού
παραβαίνουν τούς νόμους καί έπιβουλεύονται τή δικαιοσύνη.
Ό Δημόκριτος έξαιρει άπό τήν τήρηση αύτών τών κανόνων μο­
νάχα τό σοφό, πού πρέπει νά ζεΐ Ιλεύθερα. Αότή ή ύπεράσπιση τοϋ
κράτους καί τής νόμιμης τάξης είναι ύπεράσπιση τής δουλοκτητικής
δημοκρατίας. Ό Δημόκριτος μάλιστα, δπως φαίνεται, όποστήριζε τά
συμφέροντα τών μεσαίων έμπορικών καί βιοτεχνικών κύκλων.
Χαρακτηρίζοντας τόν ύλισμό τοϋ Δημόκριτου στό σύνολό του πρέ­
πει νά τονίσουμε πώς είχ ε καί κάποιες έλλείψεις, πού όφείλονται στό
έπίπεδο τής κοινωνικής άνάπτυξης καί τών έπιστημονικών γνώσεων
τής έποχής έκείνης, καί συγκεκριμένα στήν κυριαρχία τής μηχανι-
οτικής άρχής γιά τήν Ιρμηνεία τών φυσικών φαινομένων. ‘Ωστόσο ή

1. *Η εν δημοκρατία πβνίη τής καρά τοΐς δννάοτησι καλεομένης ενδαιμονίης τοοοντόν


^στι αίρβτωτέρη, δκόοον ελενΰερίη δουλείης.
όπόθεση πώς ή ϋλη άποτελεΐται άπό άτομα, που για πρώτη φ ρ
διατυπώθηκε άπό τον Λεύκιππο καί τδν Δημόκριτο, ήταν πο υ ρ
ποφόρα γιά τήν παραπέρα έξέλιξη τής φυσιογνωσίας.^ _ ,
Μέ τις διδασκαλίες του ’ Εμπεδοκλή, τοϋ ’Αναξαγόρα, τών ατομ- ^
κών καί τών συγχρόνων τους δπαδών της σχολής τής Μιλήτου τε ^ει
ώνει ή πρώτη, ή ιωνική ή, πιο συγκεκριμένα, ή ίωνικο - ιταλιω τική πε­
ρίοδος τής έλληνικής φιλοσοφίας. Κέντρα του φιλοσοφικού στοχασμού
σ’αύτή τήν περίοδο ήταν οί ιωνικές άποικίες τής Μικράς Ασίας και ο
πόλεις τής Μεγάλης Ελλάδας (’Ιταλίας) καί τής Σικελίας.
των φιλοσοφικών έργων ήταν ή ιωνική διάλεκτος καί ώς ενα βαθμό
ή δωρική στους Πυθαγόρειους. Έ λογοτεχνική μορφή μιας^ σειράς
φιλοσοφικών Ιργων (ποιήματα του Ξενοφάνη, τοϋ Παρμενίδη, τοϋ
Ε μ π εδο κ λή ) είχ ε άμεση σχέση μέ τήν ιωνική λογοτεχνική μσρφή
βπου είχαν γραφεί οί θεογονίες καί τδ διδακτικό έπος.
Μετά τήν ιωνική περίοδο, στό λαμπρό αιώνα τής άνθησης τής άθη-
ναικής δημοκρατίας, αρχίζει ή αττική περίοδος τής έλληνικής φιλο­
σοφίας. Κέντρο τοϋ φιλοσοφικοΰ στοχασμοϋ γίνεται ή ’Αθήνα καί
γλώσσα τής φιλοσοφίας ή άττική διάλεκτος. Ό πρώτος φιλόσοφος
πού δίδαξε στήν ’Αθήνα ήταν δ Αναξαγόρας, αύτός όμως, από τδ.
χαρακτήρα τής διδασκαλίας του, άνήκει στήν ίωνική περίοδο. Έ κα­
θαρά άττική περίοδος έγκαινιάζεται μέ τήν έμφάνιση στήν ’Αθήνα
τών „ δασκάλων τής σοφίας “ — τών σοφιστών.

10. ΣΟΦΙΣΤΕΣ

^ P X IK A „ σοφιστή “ όνόμαζαν τδ στοχαστή, τό σοφό ή γενικά τό


μορφωμένο άνθρωπο, τδν ικανό σέ κάποιον τομέα τής γνώσης ή τής
πραχτικής. Μέ τήν πλατιά αύτή έννοια τής λέξης δ 'Ηρόδοτος άποκα-
λοΰσε σοφιστές τον Σόλωνα καί τον Πυθαγόρα. Στά μέσα δμως τοϋ
5. αί. π. X . ή λέξη σοφιστής άποχτησε πιο στενή σημασία. Σοφιστές
άρχισαν νά όνομάζουν κυρίως τούς μισθωτούς δάσκαλους, τούς ‘έπαγ-
γελματίες καθηγητές τής κοσμολογίας, τής ήθικής, τής ρητορικής,
τής γραμματικής, τής μυθολογίας, τής ποίησης, τής ιστορίας, τής πο­
λιτικής — κάθε γνώσης πού ήταν άπαραίτητη γιά νά γίνει κανείς,
δπως έλεγαν οί σοφιστές, „ δεινός στούς λόγους Ή άνάγκη γ ι’
αύτούςτούς „ δάσκαλους τής σοφίας “ γεννήθηκε στήν περίοδο τής
άκμής τής άθηναϊκής δουλοκτητικής δημοκρατίας μετά τούς Πέρσι-
κούς πολέμους — στόν αίώνα τοϋ Περικλή, όταν ή έξασαάλιση κά­
ποιας έπιρροής στήν πολιτική ζωή τής χώρας άρχισε νά' έξαρτιέται
δχι τόσο άπό τήν άριστοκρατικότητα τής καταγωγής δσο άπό τήν έπι-
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 269

τυχία στήν Ε κ κ λη σ ία τοϋ δήμου, όταν ένας καλλιτεχνικός στή μορφή


καί στό περιεχόμενο λόγος μπορούσε νά παίξει άποφασιστικό ρόλο
γιά τήν Ικβαση μιάς όπόθεσης στό δικαστήριο ή. γιά τήν τύχη μιάς
πρότασης στήν Ε κκλη σ ία το0 δήμου.
Αύτές οί άνάγκες προκάλεσαν τήν Ιμφάνιση τών „ δασκάλων τής
έπιστήμης και τής άρετής “ , σύμφωνα με τήν έκφραση τοϋ Πλάτωνα,
δηλαδή τών άνθρώπων πού δίδασκαν τούς άλλους „ νά στοχάζονται,
νά μιλάνε και νά πράττουν “ , για τί ή έλληνική λέξη άρετή σημαίνει
γενικά τήν τελειότητα σε κάτι. ΑύτοΙ οί Γδιοι άρχισαν ν’ άποκαλοΰν
τόν εαυτό τους σοφιστή, όνομα πού τούς Ιμεινε πιά μ’ αύτή τή στενή
έννοια.
Οί σοφιστές με τή δράση τους καινοτόμησαν σε βασικά ζητήματα
τής πνευματικής ζωής τής Ε λλά δας. *Η μυθολογική συνείδηση, πού
είχε κιόλας κλονιστεί άρκετά άπδ τίς φιλοσοφικές διδασκαλίες και
δ φιλοσοφικός άντικειμενισμός, μέ τήν έμφάνιση τών σοφιστών παρα­
χώρησαν τή θέση τους στόν κριτικισμό καί στόν όποκειμενισμό στόν
τομέα τής διδασκαλίας γιά τή γνώση καί τήν ήθική. *Η θρησκευτική
πίστη στούς θεούς, ή πεποίθηση γιά τό άναλλοίωτο καί τό άκλόνητο
τών ήθικών άξιών καθώς καί ή φιλοσοφική έμπιστοσύνη στο λογικό
σάν όργανο γνώσης άντικαταστάθηκαν άπό τή διάδοση τοϋ σκεπτικι­
σμού, άπό τίς διδασκαλίες γιά τή σχετικότητα καί μάλιστα γιά τό
άνέφικτο τής γνώσης.
'Η δράση τών σοφιστών άπό τή μιά. μεριά τραβούσε τούς νέους καί
όσους ήθελαν νά πλατύνουν τόν δρίζοντα τών γνώσεών τους, άπό τήν
άλλη όμως ύπονόμευε τά θεμέλια τής άθηναϊκής δουλοκτητικής κοι­
νωνίας, πού άπαιτοϋσε σεβασμό στούς θεούς, στούς νόμους καί στό
κράτος. Τόν καιρό τοϋ Περικλή, στήν τέταρτη δεκαετία τοϋ 5. αI.
π.Χ ., ή Ε κκλη σ ία τοϋ δήμου πήρε άπόφαση πώς ή άρνηση τών θεών
καί ή Ιρευνα τών ούρανίων φαινομένων είναι έγκλημα κατά τοϋ κρά­
τους. *Όπως είπαμε κιόλας, τότε άκριβώς 6 Αναξαγόρας κατηγορή-
θηκε γιά άθεΐα καί άναγκάστηκε νά έγκαταλείψει τήν ’Αθήνα. Γιά
τό ί'διο ζήτημα κατηγορήθηκε καί δ σοφιστής Πρωταγόρας στά 411
π. X ., μετά τή δημοσίευση τοϋ έργου του ΙΙερΙ Φεών, όπου δήλωνε
πώς „ γιά τούς θεούς δέν μπορώ νά ξέρω ούτε άν υπάρχουν ούτε άν
δέν ύπάρχουν “ ( περί μεν ΰεών ονχ εχοο ειδέναι, ο ν ώ ς είοιν ον&*
ώς ονκ είσϊν ·— άπόσπ.. 4 ). Τό έργο αύτό τό έκαψαν στήν άγορά.
Πραχτικός σκοπός τής δράσης τών σοφιστών ήταν νά κάνουν τούς
μαθητές τους ικανούς νά στοχάζονται, νά μιλάνε καί νά πράττουν. Οί
σοφιστές έστρεψαν τό Ιπιστημονικό Ινδιαφέρον στά „άνθρώ πινα“ ,
δηλαδή στά ζητήματα τής θεωρίας τής γνώσης, τής ήθικής, τής πο­
λιτικής, τής .ρητορικής, τής έριστικής (τέχνη τής συζήτησης), στά
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η ΦΙ ΛΟΣΟ
φI Λ ΑΠΟ ΤΗ
270

προβλήματα τής γλώσσας καί τής γραμματικής. Βασικδ ά ν τ ικ ε ίμ ε ν


τής διδασκαλίας τους έγινε ή ρητορική. Λ %*
Πριν άπό τούς σοφιστές οί φιλόσοφοι δεν πληρώνονταν για τη
δασκαλία. Έ πληρωμή καί ό έπαγγελματισμός τών σοφιστών ητα
μιά καινοτομία γιά τή φιλοσοφική ζωή τής Ελλάδας.
Μ* δλο πού κέντρο τής σοφιστικής είχε γίνει ή Αθήνα, οι περισ­
σότεροι σοφιστές δεν ήταν ’Αθηναίοι, άλλά ξένοι πού πήγαιναν κει
γιά νά διδάξουν, μερικές φορές μάλιστα καί μέ διπλωματική απο­
στολή ( Γοργίας, Πρόδικος). ‘ Ωστόσο οί σοφιστές έγραφαν στήν άττική
διάλεκτο. ’Από τά έργα τους διασώθηκαν Ιλάχιστα άποσπάσματα και
γ ι’ αύτό κύρια πηγή γιά τή μελέτη τής σοφιστικής είναι τα έργα τών
άντιπάλων τους — του ΙΙλάτωνα καί του ’ Αριστοτέλη. Οί διάλογοι του
Πλάτωνα είκονίζουν μέ έξαίσια τέχνη τούς σοφιστές, τις μέθοδες πού
χρησιμοποιούσαν στις συνομιλίες μέ τούς μαθητές τους καί στις φιλο­
σοφικές συζητήσεις καί τόν τρόπο πού άναπτύσσανε τις διδασκαλίες τους.
Παράλληλα δμως είναι καί μιά πολεμική εναντίον τους κι αύτό πρέπει
νά τό έχουμε όπόψη στήν Ικτίμηση των μαρτυριών του Πλάτωνα.
Έ σοφιστική δέν ήταν μιά ένιαία φιλοσοφική σχολή ή κάποιο όλό-
τελα καθορισμένο κοινωνικό - πολιτικό ρεύμα. ’Ανάμεσα στούς σοφι­
στές όπήρχαν καί δπαδοί τής δημοκρατίας ( Πρωταγόρας ) καί άντί-
παλοί της ( θρασύμαχος, Καλλικλής, ό τύραννος Κ ριτία ς), υπήρχαν
άκόμα καί πολέμιοι τού δουλοκτητικού συστήματος ( Ά λ κ ιδ ά μ α ς).
Στά φιλοσοφικά ζητήματα ό Πρωταγόρας ακολουθούσε τούς οπαδούς
τού ‘ Ηράκλειτου, ό Άντιφώντας τή σχολή τού Δημόκριτου καί ό Γορ­
γίας είχε δανειστεί πολλά άπό τούς ’Ελεάτες. Σοφιστές ήταν καί πε­
ρίφημοι ρήτορες (Γοργία ς) καί μεγάλοι έπιστήμονες πού διαπρέψανε
σέ διάφορους κλάδους τής έπιστημονικής γνώσης ( ό Άντιφώντας* καί
ό ‘ Ιππίας στόν τομέα των μαθηματικών, δ Πρωταγόρας στόν τομέα
τής γραμματικής).
Τούς σοφιστές τούς χωρίζουν συνήθως σέ παλιότερους καί σέ νεό­
τερους. Στήν παλιότερη γενιά κατατάσσουν τόν Πρωταγόρα καί τόν
Γοργία καί στή νεότερη τόν ‘Ιππία, τόν Πρόδικο, τόν Κριτία καί πολ­
λούς άλλους.
Ό πιό έξοχος έκπρόσωπος τής σοφιστικής κίνησης καί ό πρώτος
πού όνόμασε τόν έαυτό του σοφιστή — „ δάσκαλο τής έπιστήμης καί
τής άρετής" — ήταν ό Πρωταγόρας ό Αβδηρίτης, συμπατριώτης τού
Δημόκριτου, πού γεννήθηκε περίπου στά 481 π. X . Ασκώντας τό
έπάγγελμα τού σοφιστή, ό Πρωταγόρας ταξίδευε σαράντα δλόκληρα
χρόνια κι έμεινε πολλές φορές στήν ’Αθήνα. Πνίγηκε σέ ήλικία 70
χρονών ταξιδεύοντας γιά τή Σικελία, δταν έγκατέλειψε τήν ’Αθήνα
δπου είχε καταδικαστεί γιά άθεΐα. Έ γραψε τά έργα 9Αλήθεια ή Κα-
® ΙΚ . X V . Δ η μ ό κ ρ ι τ ο ς . Μάρμαρο. ΡυμαΤκό Αντίγραφο τοΟ 2. αΙ. π. X.
όπό' έλλην'κό πρότυπο. Ρώμη! MouocTo Καπιτωλίου.
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 273

ταβάλλοντες, Περί τής εν άρχή καταστάσεως, Μύγας Λόγος, Περί


ΰεών καί δυδ βιβλία 0Αντιλογιών.
Στδν Πρωταγόρα άνήκει δ περίφημος δρισμδς γιά τή σχετικότητα
της άνθρώπινης γνώσης: Πάντων χρημάτων μετρον άνθρωπος, των
μεν δντων ώς εστι, των δε μή δντων ως ονκ ύστι ( Πλάτωνας, Θεαί-
τητος, 152 Α ).
Με τδ γνωσιολογικδ αύτδ σχετικισμό συνδέεται καί δ πολιτικός
σχετικισμός του, ή άρνηση των θεϊκών 3] άπλούστατα τών άντικειμε-
νικών άρχών στήν ήθική καί στά πολιτικά καθεστώτα, δηλαδή ή άρ­
νηση τών άρχών πού χαρακτήριζαν τήν άρχαία κοσμοθεωρία. Σύμ­
φωνα μέ τή διδασκαλία τοΟ Πρωταγόρα „ έκεϊνο πού σέ κάθε πόλη
φαίνεται δίκαιο καί έπαινετό, είναι δίκαιο και Ιπαινετό γ ι’ αύτήν
όσον καιρό τό πιστεύει “ ( Πλάτωνας, Θεαίτητος, 167 C ) . Γ ι’ αύτδ
τήν άρετή μπορεί νά τή μάθει κάθε άνθρωπος ( Πλάτωνας, Πρωταγό­
ρας,, 328 C ). Τ ή θεωρία γιά τδ διδακτό τής άρετής δ Πρωταγόρας
τήν υποστήριζε λέγοντας πώς τά σπέρματα τήςήθικής καί τής δικαιο­
σύνης ένυπάρχουν σέ δλους τούς άνθρώπους.
Ό Πρωταγόρας άσχολήθηκε μέ διάφορες έρευνες στόν τομέα τής
φιλολογίας. Ξεχώρισε τις τέσσερις έγκλίσεις τοΟ ρήματος — „ εύ-
χωλή “ ( εόκτική ), ,, Ιρώ τησις“ ( ύποτακτική), „ άπόκρισις 44 ( δρι-
στική) καί „ έντολή 44 ( προστακτική ) καί ταξινόμησε τά δνόματα σέ
άρσενικά, θηλυκά καί „ σκεύη44 ( ούδέτερα).
"Αλλος έξοχος σοφιστής, διάσημος ιδιαίτερα σάν ρήτορας καί δά­
σκαλος τής ρητορικής, ήταν δ Σικελός Γοργίας δ Αεοντίνος, μαθη­
τής του Εμπεδοκλή. Ό Γοργίας γεννήθηκε στά 4 8 4 π. X ., έμεινε
πολλές φορές στήν Α θήνα, καί είδικά στά 4 27 όταν, Ιπικεφαλής μιας-
πρεσβείας τής πόλης του, πήγε νά ζητήσει βοήθεια κατά τών Συρα­
κουσών. Πέθανε στή Θεσσαλία πολύ γέρος, πάνω άπό 100 χρονών.
Ό Γοργίας έγραψε τό έργο Περί τον μή δντος ή περί φνσεως καί
πολλούς ρητορικούς λόγους. Ά πό τούς λόγους του *Ελένης εγκώ-
μιον καί Παλαμήδονς άπολογία διασώθηκαν μερικά άποσπάσματα.
Ό Γοργίας πίστευε πώς ή τέχνη νά πείθεις έξαρτιέται σέ σημαντικό
βαθμό άπό τήν έπίδραση τοΟ λόγου στά αισθήματα τών άνθρώπων.
Σ ’ αύτδν άνήκει ή χρησιμοποίηση τών ρητορικών σχημάτων, πού δνο-
μάστηκαν „ Γοργίεια σχήματα44, δπως είναι τά ισόκωλα, τά δμοιο-
τέλευτα καί τά άντίθετα. Τόν Γοργία σάν δάσκαλο τής ρητορικής τόν
περιγράφει δ Πλάτωνας στό διάλογο Γοργίας. Στή φιλοσοφία δ Γορ­
γίας όποστήριζε τό σκεπτικισμό.
Κάπως νεότερος άπό τόν Πρωταγόρα καί τόν Γοργία ήταν δ * Ιπ ­
πίας δ Ή λεϊος, πού τόν ζωγραφίζει δ Πλάτωνας στό διάλογο eΙππίας
δ έλάσσων. Ό ‘ Ιππίας ήταν σύγχρονος τοϋ Σωκράτη, περίφημος γ ιά
1 8 Ί ο τ ο ρ ία τ ή ς 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Α ογοχβχνΙα ς
Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ I Λ Ο Σ Ο Φ
ΙΑ ΑΠΟ ΤΗ
274

τήν πολυμάθειά του καί πιό γνωστός σάν δάσκαλος της ρητορ ή >
των μαθηματικών, της άστρονομίας, της γραμματικές κα της
ρίας παρά σαν φιλόσοφος. Τπηρξε μεγάλος μαθηματικός. ^ ε Ρ
σαν ειδικό στό νά ξεχωρίζει τή σημασία των γραμμάτων, των φ ° Υ
γων, τών ρυθμών καί τών άρμονιών (Πλάτωνας, Ιππίας ο μειζων,
2 85 C D ). Ό ‘ Ιππίας διαιρούσε κάθε υπαρκτό σέ κείνο πού ύπαρχει
φύσει καί σέ κείνο πού δημιουργήθηκε νόμφ άπό τούς άνθρωπους κα
ισχυριζόταν πώς 6 νόμος παραβιάζει καί άλλοιώνει τή φύση.
Αύτή ή θεωρία ήταν ή άφετηρία γιά νά διατυπωθούν οί διδασκα­
λίες τών σοφιστών γιά τό φυσικό δίκαιο καί γιά τή φυσική κατάστα­
ση τών άνθρώπων, πού τή θεωρούσαν σάν τό βασίλειο τής δικαιοσύνης.
Ά πό αύτήν ξεκίνησαν καί οί διδασκαλίες άλλων σοφιστών που άπό
τή σκοπιά τού φυσικού δικαίου έπικρίνανε τό κοινωνικό καί πολιτικό
καθεστώς τής έποχής τους καί είδικά τή δουλεία.
Με τή θεωρία τού ‘ Ιππία γιά τά πλεονεκτήματα τού φυσικού δ ι­
καίου σέ σύγκριση μέ τούς νόμους σχετίζεται καί ή διδασκαλία τού
Ά λκιδά μα (μαθητή τού Γοργία), πού άρνιέται τή δουλεία: ,,Ό θεός
άφησε έλεύθερους δλους τούς άνθρώπους. Ή φύση δέν έπλασε κανένα
γιά δούλο“ (Σχόλια στή Ρητορική τού Αριστοτέλη, 1 ,13, 1 3 7 3 b 18).
Έ να ς άλλος σοφιστής, 6 Λυκόφρονας, άρνιόταν πώς μπορούν ορι­
σμένοι άνθρωποι νά γεννιούνται μέ προνόμια καί, δπως λέει δ Α ρ ι­
στοτέλης (Πολιτικά, I I I , 9, 1 2 8 0 b 1 0 - 1 2 ), θεωρούσε τό νόμο μο­
νάχα σάν μιά έγγύηση τού δικαίου. Πίστευε πώς ό νόμος δέν έχ ει τή
δύναμη νά κάνει τούς πολίτες καλούς καί δίκαιους. Σ ’ αύτή τήν άποψη
τού Αυκόφρονα ένυπάρχει ή ίδέα τής „ κοινωνικής συνθήκης “ πού
άνέπτυξε ό σοφιστής θρασύμαχος δ Χαλκηδόνιος.
Ή διδασκαλία γιά τό συμβατικό χαρακτήρα τών νόμων μετατράπηκε
άπό τόν Καλλικλή, σοφιστή τής νεότερης γενιάς, σέ κήρυγμα άκρου
άτομικισμού καί άναρχισμού.
Στούς άνθρώπινους νόμους άντιπαράθετε τή φύση καί δ σοφιστής
Άντιφώντας, συγγραφέας δυό βιβλίων μέ τίτλο *Αλήθεια— δπου Εξε­
τάζει προβλήματα τής γνωσιοθεωρίας, τής ήθικής, τών μαθηματικών
καί τής φυσικής — καί τών έργων Περί όμονοίας καί Περί κρίσεως
δνείρων.
Μεγάλη φήμη στήν Α θήνα είχε άποχτήσει καί δ Πρόδικος δ ΚεΤος
(άπό τήν πόλη Ίουλίδα) πού γεννήθηκε περίπου στά 4 7 0 π. X .
καί δοξάστηκε κυρίως μέ τή διδασκαλία του γιά τά συνώνυμα. ΤΗταν
Ιξαιρετικά ικανός νά ξεχωρίζει τις συγγενικές στό νόημα λέξεις. Στόν
Πρόδικο άνήκει ή γνωστή άλληγορία βΗρακλέους αϊρεσις, πού άπο-
τελούσε τμήμα ένός μεγάλου έργου καί μάς μεταδόθηκε άπό τόν Ξ ε-
νοφώντα στά 'Απομνημονεύματα ( I I , 1, 21 - 3 3 ). Στήν άλληγορία
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 275

αύτή γίνεται λόγος γιά τή συνάντηση του νεαρού ‘ Ηρακλή μέ τήν


Κακία καί τήν ’Α ρετή, πού παρουσιάστηκαν μπροστά του μέ μορφή
γυναικών. Έ Κακία προσπαθούσε νά τδν παρασύρει στδ δρόμο της δε-
λεάζοντάς τον μέ τήν εόχάριστη ζωή πού περνάει οποίος παραδίνεται
στις άπολαόσεις. Ή ’Αρετή, ξεσκεπάζοντας τήν άπατηλή εύτυχία τής
διεφθαρμένης ζωής καί τονίζοντας τήν άνάγκη τής έργασίας καί τών
στερήσεων γιά τήν άπόχτηση πραγματικής άξίας καί δόξας, τοΰ πρό-
τεινε νά άκολουθήσει τδ δικό της δρόμο τής ένάρετης ζωής.
Στούς σοφιστές άνήκει καί δ Κριτίας, ένας άπδ τούς τριάντα τύ­
ραννους, πού έγραψε πολλά ποιητικά (ιδιαίτερα έλ εγ εΐες) καί πε­
ζά έργα.

11. ΣΩΚΡΑΤΗΣ

φ ίΛ Ο Σ Ο Φ ίΚ Ο Σ άντίπαλος τόσο τής σοφιστικής δσο καί τοΰ ύλισμου


τών Ίώνων ήταν δ Σωκράτης. Ό ίδιος δέν έγραψε κανένα έργο. Τίς
φιλοσοφικές άπόψεις του τίς είχ ε διατυπώσει σέ πολυάριθμες συζητή­
σεις κυρίως πάνω σέ θέματα πού προβάλλονταν άπδ τή^ σοφιστική καί
τήν κοινωνική πάλη πού διεξαγόταν στήν ’Αθήνα στδ τέλος του 5.
αί. π. X .
Ό Σωκράτης γεννήθηκε στά 4 6 9 π. X . στδ δήμο ’Αλωπεκής,
κοντά στήν ’Αθήνα. Ό πατέρας του, δ Σωφρονίσκος, ήταν γλύπτης
καί ή μητέρα του, ή Φαιναρέτη, μαμή. Σχεδδν δλόκληρη τή ζωή του
δ Σωκράτης τήν πέρασε στήν ’Αθήνα — έφευγε μονάχα γιά νά πάρει
μέρος σέ διάφορες έκστρατεϊες ή γιά νά έπισκεφθεΐ τδ μαντείο τών
Δελφών.
Στά 399 π. X . δ Σωκράτης μηνύθηκε άπδ τδν τραγικδ ποιητή Μέ-
λητο καί δδηγήθηκε στδ δικαστήριο μέ τήν κατηγορία: 9Αδικεί Σω ­
κράτης ους μ&ν ή πόλις νομίζει ΰ'εους ον νομίζων, έιερα δε καινά
δαιμόνια είσηγονμενος· άδικεΐ δε καί τούς νέους διαφΰείρων τίμημα,
θάνατος (Ξενοφώντας, 9Απομνημονεύματα, I, 1, 1 ). Καταδικάστηκε
άπδ τήν ‘ Ηλιαία — τδ δικαστήριο τών ένορκων — σέ θάνατο καί δταν
γύρισε τδ ίερδ πλοίο άπδ τή Δήλο, άφοϋ τέλειωσαν τά „ Δήλια “ ( στή
διάρκεια αύτών τών γιορτών, πού κρατοϋσαν 30 μέρες, δέν έκτελοΰνταν
θανατικές καταδίκες στήν ’Αθήνα), ήπιε στή φυλακή τδ κώνειο.
Οί βασικές πηγές γιά τή μελέτη τής φιλοσοφίας τοϋ Σωκράτη είναι
τά έργα : 1 ) τοϋ Ξενοφώντα, 2 ) τοΰ Πλάτωνα, πού στούς διαλόγους του
μάς δίνει τόσο τή διδασκαλία τοϋ Σωκράτη — πού μετατρέπεται δμως
σέ άνάπτυξη τής διδασκαλίας τοϋ ίδιου τοΰ Πλάτωνα γιά τίς ίδέες —
δσο καί τή μορφή του άπδ καλλιτεχνική άποψη, καί 3 ) τοϋ ’Αριστο­
τέλη, πού γεννήθηκε 15 χρόνια μετά τδ θάνατο τοΰ Σωκράτη.
S I S . XVI. Σ ω κ ρ ά τη ς. Μάρμαρο, ούμφονα μέ πρότυπο τοΟ
Λύσιππου. Δεύτερο μκ»ά τοΟ 4. at. n. X Ρώμη, Εθνικά Μουσείο.
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 277

Ό Σωκράτης καί δταν ζοΰσε καί μετά τδ θάνατό του είχ ε πολλούς
Ινθουσιώδεις θαυμαστές καί φανατικούς άντίπαλους. Ά ,λλο ι έβλεπαν
σ’ αύτδν τήν προσωποποίηση της φιλοσοφίας (Πλάτωνας, Ξενοφώντας),
άλλοι τον θεωρούσαν σοφιστή πού καταστρέφει τΙς παλιές δοξασίες
καί διαφθείρει τή νεολαία (δ Αριστοφάνης στις Νεφέλες, οί κατή­
γοροί του στή δίκη ), άλλοι πιστδ θεράποντα τών νόμων τής ’Αθήνας,
πού φροντίζει να κάνει καλύτερους τούς πολίτες, άλλοι έχθρδ τής
άθηναϊκής δημοκρατίας, άλλοι κήρυκα τής ήθικής καί άλλοι τέλος
ένοχλητικδ ήθικολόγο πού άραδιάζει κοινοτοπίες.
"Οπως λέει δ Πλάτωνας, δ Σωκράτης διαβεβαίωσε τούς Αθηναίους
στο δικαστήριο πώς όπακούοντας σέ μια έσωτερική του φωνή, άπό-
φευγε πάντα νά άσχολεΐται μέ τήν πολιτική ( Πλάτωνας, 9Απολο­
γία Σωκράτονς, 31 Δ ). Ένώ δμως δέν έπαιρνε άμεσα μέρος στήν
πολιτική ( άν καί δέν άπόφευγε νά έκτελει τίς όποχρεώσεις του σάν
μαχητής ή σάν δημόσιος λειτουργός), οί φιλοσοφικές του συζη­
τήσεις ήταν γεμάτες άπδ είρωνειες καί έμπαιγμούς σέ βάρος τών δη­
μοκρατικών θεσμών τής ’Αθήνας καί τών πολιτικών παραγόντων τής
άθηναϊκής δημοκρατίας πού ή σοφία τους, δπως ισχυριζόταν, ήταν
ψεύτικη καί κατώτερη άπδ τή δική του σοφία, πού βασιζόταν στή
γνώση τής άγνοιάς του. Έ εχθρική καί είρωνική συμπεριφορά του
άπέναντι στήν άθηναϊκή δημοκρατία καί στούς έκπροσώπους της καί
οί άπροκάλυπτες συμπάθειές του γιά τδ άριστοκρατικδ καθεστώς τής
Σπάρτης ( Ξενοφώντας, 9Απομνημονεύματα, I I I , 6, 1 4 ) ήταν δργα-
νικά δεμένες μέ τήν ήθική διδασκαλία του, πώς ή άρετή είναι γνώση,
πώς μονάχα ή γνώση κάνει τδν άνθρωπο καλύτερο καί πώς τούτη τή
γνώση αύτός, δ Σωκράτης, δέν τήν είχ ε άνακαλύψει ούτε στήν πλειο-
ψηφία άλλά ούτε άκόμα καί σέ κείνη τή μειοψηφία πού προσπαθούσε
νά παίξει καθοδηγητικδ ρόλο στήν πολιτική ζωή τής ’Αθήνας. Ή δι­
δασκαλία αύτή, δημοκρατική άπδ πρώτη δψη, για τί δέν άρνιέται
σέ κανέναν τή δυνατότητα νά γίνει, χάρη στήν ένασχόλησή του μέ τή
φιλοσοφία, μορφωμένος καί ένάρετος καί σάν άτομο καί σάν πολίτης,
ούσιαστικά διατύπωνε τδ άριστοκρατικδ ίδεώδες τής διακυβέρνησης
ένδς κράτους δχι άπδ τήν πλειοψηφία του έλεύθερου πληθυσμού, δπως
γινόταν στήν ’Αθήνα, άλλά άπδ τήν έκλεκτή μειοψηφία τών πολιτών.
Αύτές τίς άπόψεις τίς άνάπτυξε άργότερα σαφέστατα δ μαθητής τού
Σωκράτη Πλάτωνας στο διάλογό του Πολιτεία.
Μ* δλο πού δ Σωκράτης δέν δημιούργησε μιά συγκεκριμένη διδα­
σκαλία γιά τδ άριστοκρατικδ σύστημα τής ιδανικής πολιτείας, δπως
£κανε άργότερα δ μαθητής του Πλάτωνας, ή φιλοσοφία του ύπονό-
μευε πάντα τήν έμπιστοσύνη τής νεολαίας στούς δημοκρατικούς θε­
σμούς τής γενέτειράς του καθώς καί στις πολιτικές καί ήθικές παρα-
378 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α Α Π Ο ΤΗ

δόσεις τού άθηναΐχοϋ λαοΟ. Γ ι’ αδτδ τδ στενότερο περιβάλλον τοδ Σω ­


κράτη, άν καί δ ίδιος καταγόταν άπδ δημοκρατική οικογένεια, απο-
τελούνταν άπδ νεαρούς άριστοκρατικών οικογενειών τής Αθήνας
(Πλάτωνας, ’Α λκιβιάδης, Ξενοφώντας, Χαρμίδης, Κριτίας κ .α .) Αο-
τδς ήταν δ λόγος πού οί άντίπαλοι τοΟ Σωκράτη, θεωρώντας τις φι­
λοσοφικές συζητήσεις του σάν προπαγάνδα ιδεών έχθρικών στίς πολι­
τικές, ήθικές καί θρησκευτικές άρχές τής άθηναϊκής δημοκρατίας,
Ιγείρανε έναντίον τοο τήν κατηγορία καί τδν δδήγησαν στδ δικαστή­
ριο. Γιά τδν ίδιο λόγο τδ δημοκρατικδ δικαστήριο τής ’Αθήνας τδν
καταδίκασε σέ θάνατο.

Elx. 13. ϊχηνή ο* παλβίατρ*. Έρυβρόμορφος χύλικχς. ’Αττική, πρδτο μιαό τοθ' 5. αί.
π. X. Μουοείο Έρμιτέζ.

*0 Ξενοφώντας κ α ί ό Πλάτωνας άντιπαραθέτουν τή μορφή τού


Σωκράτη στούς σοφι στές. "Α ν καί δέν μπορούμε βέβαια νά κατατά­
ξουμε τδν Σωκράτη « τ ο ύ ς σοφιστές, δπως γίνεται μερικές φορές, είναι
αδύνατο νά άρνηθούμ ε πώς ή διδασκαλία του παρουσιάζει κοινά στοι­
χεία μέ τΙς διδασκαλίες τών σοφιστών. Τδν Σωκράτη τδν Ιφερνε
κοντά στούς σοφιστές, πρώτο, τδ άντικείμενο τής έρευνας — ή ήθική
ο τομέας τών „ άνθρ-ώπινων “ — καί δεύτερο, τδ πρόβλημα πού ε ϊν ε
θέσει ή σοφιστική— » ν ή πραγματικότητα είναι κατανοητή καί άν ή
αντικειμενική ά λ ή θ εια είναι προσιτή γιά τδν άνθρωπο. Ό πως άναωέ-
ραμε ymb πάνω, δ Δ γη μ *ψ το ς είχ ε άντικρούσει, άπδ τή σκοπιά τής
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 279

δλιστικής φιλοσοφίας, τό φιλοσοφικό σχετικισμό καί τόν ύποκειμε-


νισμό τοϋ Πρωταγόρα. Ό Σωκράτης, Αντίθετα, δέν Αμφισβητούσε τήν
άποψη έκείνων πού θεωρούσαν τή γνώση τής οδσίας τής φύσης —
τών „ θείων “ — άπρόσιτη γιά τόν άνθρωπο. Υποστήριζε πώς ό άν­
θρωπος, μή όντας δημιουργός της φύσης, δέν μπορεί νά συλλάβει τΙς
έννοιες πού Αποκαλύπτουν τήν ούσία τών φυσικών φαινομένων. *Η
γνώση τής φύσης εΐναι προσιτή, σύμφωνα με τή γνώμη του, μονάχα
στή θεότητα. Στό σημείο αδτό 6 σκεπτικισμός και ή θεολογία του
Σωκράτη άλληλοϋποστηρίζονται. Ε ντελώ ς διαφορετική ταχτική Ακο­
λουθεί δ Σωκράτης έξετάζοντας τά „ Ανθρώπινα “ , πού δημιουργός
τους είναι ό ίδιος ό άνθρωπος. Πιστεύει πώς ό άνθρωπος έχ ει στή
διάθεσή του ένα Αντικειμενικό κριτήριο γιά τή συμπεριφορά του. Αδτό
όμως τό Αντικειμενικό κριτήριο τοϋ Αποκαλύπτεται Από κάποια έσω-
τερική φωνή τής συνείδησης, πού ξεχωρίζει τό καλό καί τό κακό, τό
ώραίο καί τό άσχημο καί πού ό Σωκράτης τή χαρακτηρίζει μυστικιστικά
σάν φωνή τής θεότητας (δαιμόνιο). Έ γνώση τών „ Ανθρώπινων “ , πού
στηρίζεται σ’ αδτή τήν έσωτερική φωνή, πραγματοποιείται με τήν
έπαγωγή, μέ τόν όρισμό τών έννοιών— τ ί είναι αδτό καθαυτό τό
ώραίο, τό δίκαιο κ.τ.λ. Έ σύλληψη αδτών τών έννοιών κάνει τόν άν­
θρωπο, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοϋ Σωκράτη, μορφωμένο καί ένά-
ρετο. Αδτές τις ιδιότητες ό Σωκράτης δέν τις βρίσκει στούς συμπο­
λίτες του.
Έ τ σ ι γίνονται κατανοητές οί βασικές Αρχές τής Ρεαλιστικής ήθι-
κής τοϋ Σωκράτη, πού πιστεύει πώς ή σοφία ταυτίζεται μέ τήν Αρετή.
Έ γνώση έξασφαλίζειαι μέ τήν έρευνα τών μεμονωμένων πράξεων
ή παραδειγμάτων καί μέ τή γενίκευση τών γνωρισμάτων τους. Αδτή
τή μέθοδο ό Πλάτωνας τήν όνόμαζε ,,εδρεση τοϋ ένός στά πολλά “ εν
επί τών πολλών), ϋστερα όμως τήν Αποκάλεσαν σωκρατική έπαγωγή.
Πρότυπα αδτής τής έπαγωγικής μεθόδου βρίσκουμε στούς λεγομένους
σωκρατικούς διαλόγους τοϋ Πλάτωνα καί στά σωκρατικά έργα τοϋ
Ξενοφώντα.
Οί έπαγωγικοί συλλογισμοί διαμορφώνονται συνήθως μέ τή συζή­
τηση μέ βάση τά θέματα πού δίνει ό Σωκράτης καί τις Απαντήσεις
τών Αντιπάλων του ή τών συνομιλητών του. Ό Σωκράτης, δίνοντας
τό θέμα, ύποχρεώνει τό συνομιλητή του νά διατυπώσει γενικές θέσεις
καί έννοιες, θέτοντάς του ϋστερα διάφορα έρωτήματα πάνω σε ε ιδ ι­
κές περιπτώσεις έφαρμογής τής συγκεκριμένης έννοιας, τόν Αναγκάζει
νά πέσει σέ Αντιφάσεις καί νά Αναγνωρίσει πώς οί ειδικές περιπτώ­
σεις δέν συμβιβάζονται μέ τή δοσμένη έννοια, πράγμα πού έπισύρει
τήν άρνησή της καί τήν Αντικατάστασή της μέ μιά καινούργια, πού
ύδηγεΐ σέ νέες Αντιφάσεις.
Στις συζητήσεις αύτές δ Σωκράτης παρουσιάζεται συνη ω„
θέλει νά διδαχτεί τή σοφία άπδ κείνους πού θεωρουν τδν ^ αυτ
φορέα της. Έ σκόπιμη ειρωνική ύπογράμμιοη τής άγνοιας του, ης
θέσης του σάν „ διδασκόμενου “ , όνομάστηκε „ σωκρατική ε ρωνε ^
άπέναντι στήν κομπορρημοσύνη καί στήν άλαζονεία του συνομι ητη ·
Τ ή μέθοδο πού περιγράψαμε, ό ί'διος ό Σωκράτης τήν άποκα ουσε
„ μ α ιευτική“ (Πλάτωνας, θεαίτψος , 150 B C ) , τέχνη κληρονομη
μένη άπδ τή μαμή μητέρα του. Ή δική του δμως μαιευτική,^ πως
Ιλεγε, ύποβοηθοϋσε όχι τδν ύλικδ άλλά τδν πνευματικό τοκετο, κα
συγκεκριμένα τή γέννηση τής άλήθειας.

12. ΣΩΚΡΑΤΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ

Μ * ΒΑΣΗ τή φιλοσοφία του Σωκράτη δημιουργήθηκαν, έκτος άπδ


τή σχολή του Πλάτωνα, πού άνάπτυξε δλόπλευρα καί βάθυνε τις αρι­
στοκρατικές άρχές καί τις ίδεαλιστικές διδασκαλίες του δάσκαλου
του, καί οί λεγόμενες Σωκρατικές σχολές — ή Μεγαρική, ή συγγε­
νική της Έ λ ιο - ερετρική, ή Κυνική καί ή Κυρηναϊκή — πού έγκολ-
πώθηκαν τή διδασκαλία του Σωκράτη καί παράλληλα διάφορα στοι­
χεία τής σοφιστικής καθώς καί, ώς ένα σημείο, τής Ε λ ε α τ ικ ή ς
σχολής.
'Ιδρυτής τής Μεγαρικής σχολής ήταν ό μαθητής του Σωκράτη Εύ-
κλείδης άπδ τά δωρικά Μέγαρα (δέν πρέπει νά τδν μπερδεύουμε μέ
τδ γεωμέτρη Εύκλείδη). Ό Μεγαρέας Εύκλείδης ήταν στενδς φίλος
του Σωκράτη καί τδν έπισκεφτόταν συχνά άκόμα καί τδν καιρό πού
οί Μεγαρεΐς πολεμούσαν μέ τούς ’Αθηναίους καί είχαν άπαγορευσει μέ
ποινή θανάτου στούς συμπολίτες τους νά πηγαίνουν στήν ’Αθήνα. Πα­
ραχώρησε τδ σπίτι του στούς φίλους τοΟ Σωκράτη πού καταφόγανε
στά Μέγαρα μετά τδ θάνατο του φιλόσοφου.
Ό Εύκλείδης έγραφε τά έργα του σέ διαλογική μορφή καί ταύ­
τιζε τή σωκρατική έννοια τής εύδαιμονίας μέ τδ μοναδικό δν τών
Έλεατών.
Αργότερα οί Μεγαρικοί, χρησιμοποιώντας τις μέθοδες τής ’Ε λεα ­
τικής διαλεκτικής ( Ζήνωνας), ύποστήριζαν τις άπόψεις τους άνακα-
λύπτοντας άντιφάσεις στις θέσεις των άντιπάλων τους καί γ ι’ αύτδ ή
σχολή τους όνομάστηκε σχολή των διαλεκτικών ή των έριστικών.
Έ Μεγαρική σχολή διατηρήθηκε ώς τδ πρώτο μισό του 2. αί π. X .
Συγγενική μ’ αύτήν ήταν ή Ή λιο - ερετρική σχολή, πού τήν ϊδρυσε ό
άγαπημένος μαθητής τοϋ Σωκράτη Φαίδωνας άπδ τήν Ή λιδα.
'Ιδρυτής τής Κυνικής σχολής ήταν ό ’Αντισθένης, γιδς Ινδς Ά θ η -
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 281

ναίου καί μιας θρακιώτισσας σκλάβας. Ό ’Αντισθένης γεννήθηκε στά


440 π. X . Στήν άρχή ήταν μαθητής τοΟ Γοργία καί δστερα τοδ Σω­
κράτη. Πέθανε στά 37 0 π. X . Ό ’Αντισθένης δίδασκε στό γυμνάσιο
Κυνόσαργες, πού είχ ε γιά προστάτη του τόν 'Ηρακλή. Ό 'Ηρακλής
έγινε και προστάτης τών Κυνικών, για τί ή γεμάτη μόχθους καί στε­
ρήσεις ζωή του καί οϊ άγώνες του με τόσα τέρατα ήταν πρότυπο γ ι’
αύτούς. ’Από τή λέξη „ Κυνόσαργες “ , δπως φαίνεται, όνόμασαν καί
τή σχολή Κυνική ( άν καί μερικοί συνδέουν τό όνομά της μέ τόν „ κυ-
νικό “ τρόπο τής ζωής των όπαδών της, τό παράγουν δηλαδή άπό
τήν ελληνική λέξη χνων).
Ό ’Αντισθένης έγραψε πολυάριθμα έργα (πάνω άπό 7 0 ), πού δια-
• κρίνονται γιά τή ρητορική τους δεξιοτεχνία καί τά περισσότερα είναι
γραμμένα σέ διαλογική μορφή. ’Από τά έργα αύτά διασώθηκαν άσή-
μαντα άποσπάσματα. *0 ’Αντισθένης έγραψε καί πολλά βιβλία άφιε-
ρωμένα στήν έρμηνεία τής έλληνικής μυθολογίας, άπό αύτά δμως τ ί­
ποτα δεν έφτασε ώς έμάς.
Τά ιδεώδη τών Κυνικών ένσαρκώνονται στή ζωή του Διογένη άπό
τή Σινώπη, μαθητή του ’Αντισθένη (πέθανε στήν Κόρινθο στά 323
π. X . ). Στόν Διογένη άποδίδουν πολλά έργα κι άνάμεσα σ’αύτά Ιπτά
δράματα γεμάτα παραδοξολογίες. Τ ή φήμη του δμως τή χρωστάει
κυρίως στόν κυνικό τρόπο τής ζωής του. Ό Διογένης, έξορισμένος άπό
τή γενέτειρά του Σινώπη, μετανάστευσε στήν ’Αθήνα καί έζησε έκειάρ-
κετόν καιρό. Έ ν α μέρος τής ζωής του τό πέρασε στήν Κόρινθο, δπου
τό άγαπημένο του ένδιαίτημα ήταν τό Κράνειον, ένα δάσος άπό κυ­
παρίσσια. Ό Διογένης, πού είχ ε ισχυρότατη θέληση καί μέ τήν
άσκηση κατόρθωσε νά περιορίσει στό έλάχιστο τίς άνάγκες του, ζοϋσε
μέ μεγάλη λιτότητα. Τρεφόταν μέ χόρτα καί ρίζες, μερικές φορές
καί μέ ώμο κρέας, ταξίδευε μέ τό ραβδί καί τό ταγάρι του ζητιάνου
καί διανυκτέρευε στό δπαιθρο ή, δταν είχ ε κακοκαιρία, σ’ ένα παλιο-
βάρελο. Γιά τή ζωή του διασώθηκαν πολλές άφηγήσεις — άνέκδοτα
ώς ένα σημείο — δπου γίνεται λόγος γιά τή σταθερά εδθομη ψυχική
του διάθεση, γιά τίς εύφυολογίες του καί τίς περήφανες άπαντήσεις
του σέ άνθρώπους ταπεινής καί άριστοκρατικής προέλευσης. Πρώτος
ό Διογένης δνόμασε τόν έαυτό του πολίτη τοΟ κόσμου.
'Η Κυρηναϊκή σχολή πήρε τό δνομά της άπό τήν πόλη Κυρήνη —
πλούσια έλληνική άποικία στις βόρειες άκτές τής ’Αφρικής — δπου
ιδρύθηκε άπό τόν ’Αρίστιππο τόν Κυρηναϊο. Ό ’Αρίστιππος έζησε
άνάμεσα στά 4 3 5 καί στά 3 60 π. X . "Οπως φαίνεται, στήν άρχή ε ίχ ε
μάθει στήν πατρίδα του τή διδασκαλία του Πρωταγόρα καί τή δίδα­
σκε μέ πληρωμή ( γ ι ’ αύτό ό Αριστοτέλης τόν έλεγε σοφιστή). ’Α ρ­
γότερα κίνησαν τό ένδιαφέρον του οί άφηγήσεις πού κυκλοφορούσαν
282 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α

γιά τόν Σωκράτη καί πήγε στήν ’Αθήνα δπου Ιγινε μαθητης του.
’Από τή διδασκαλία του Σωκράτη δ ’Αρίστιππος δανείστηκε τήν ίδέα
πώς τό λογικό παίζει τόν κυρίαρχο ρόλο στήν έκτίμηση των διαφόρων
,, άγαθών “ , ταύτιζε δμως τό άγαθό με τήν ηδονή, γι* αύτό καί ή σχο­
λή πού ίδρυσε δνομάστηκε „ ήδονική Ά πό τά £ργα του ’Αρίστιππου
δεν διασώθηκε τίποτα.
gg-®-§g#-§g#ge#-§g#3g'®ge#3g

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI I

ΠΛΑΤΩΝΑΣ

1. Βιος του Πλάτωνα. — 2. "Εργα του Πλάτωνα. — 3. Α ισ θη­


τικές απόψεις του Πλάτωνα. — 4. Κ αλλιτεχνικές μέθοδοι στους
διαλόγους του Πλάτωνα.

1. ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

ΠΛΑΤΩΝΑΣ ά ν ή κ ε κ α ί ά π δ το ύ ς δυο γ ο ν ε ίς του σ τή ν ά ν ώ τ ε ρ η


αθηναϊκή άριστοκρατία. “Όπως μάς πληροφορεί δ Διογένης
Ααέρτιος, άρχικά όνομαζόταν Άριστοκλής πρδς τιμήν του άπδ τή
μητέρα παπποΟ του. Νέο άκόμα άρχισαν νά τδν φωνάζουν Πλάτωνα
γιά τή γερή σωματική του διάπλαση καί γιά τδ πλατύ του στήθος
( άπδ τή λέξη πλατύς).
Οί οικογενειακές παραδόσεις είχαν έμπνεύσει στδν Πλάτωνα έχθρι-
κά αίσθήματα γιά τδ δημοκρατικδ καθεστώς τής ’Αθήνας. Τά δκτώ χρό­
νια πού πέρασε στδ στενδ περιβάλλον του Σωκράτη ( γνωρίστηκε μαζί
του στά 407 π. X . ) καί άργότερα ή καταδίκη καί ό θάνατος του δα­
σκάλου του (399 π .Χ .) μετά τήν άνατροπή τής τυραννίδας καί τήν άπο-
κατάσταση τής δημοκρατίας Ικαναν άκόμα πιδ Ιντονα αύτάτάέχθρικά
του αισθήματα. Αίγο μετά τδ θάνατο τοϋ Σωκράτη ό Πλάτωνας Ιγκα-
τέλειψε τήν 'Αθήνα γιά κάμποσα χρόνια καί πήγε στά Μέγαρα. Στήν
’Αθήνα Ιγκαταστάθηκε πάλι στά 388 π. X . Δεν ξέρουμε άν δλο αύτδ
ιδ διάστημα τδ πέρασε ταξιδεύοντας ή άν είχ ε ξαναγυρίσει άπδ τά
Μέγαρα στήν ’Αθήνα καί άπδ έκεϊ ξεκινούσε γιά τά ταξίδια του στήν
Αίγυπτο, στή Νότια ’ Ιταλία καί στή Σικελία. Οί έρευνητές διαφω­
νούν πάνω σ' αύτό.
Στίς άρχές τής δεύτερης δεκαετίας τού 4. αί. ό Πλάτωνας έζησε
284 Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ

κάμποσο καιρό στήν αύλή τοδ Συρακούσιου τυράννου Διονυσίου τβΟ


Πρεσβύτερου σάν παιδαγωγός τοϋ νεαροϋ γυναικαδέλφου του tco ·
Με τό μαθητή του συνδέθηκε μέ πολύ στενή φιλία πού κράτησε ς
τό θάνατο τοϋ Δίωνα (3 5 4 π. X . )
Οί προσπάθειές του νά κάνει τόν Διονύσιο κυβερνήτη - φιλ σ0Φ°»
πιστό στις άριστοκρατικές παραδόσεις, άπότυχαν όλοκληρωτικα.
Πλάτωνας διαφώνησε μαζί του καί άναγκάστηκε να ξαναγυρίσει στήν
’Αθήνα μέ τρόπο πολύ δυσάρεστο καί ταπεινωτικό, δπως μάς πληρο­
φορεί ή φιλολογική παράδοση. Ό Διονύσιος έδωσε εντολή στους αν­
θρώπους τοϋ καραβιοϋ νά σκοτώσουν τον Πλάτωνα, εκείνοι δμως προ­
τίμησαν νά τόν πουλήσουν γιά δοΰλο στήν Αίγινα, πού τότε βρισκό­
ταν σέ πόλεμο μέ τούς ’Αθηναίους. Έ κ εΐ βρέθηκε ένας πλούσιος φ ί­
λος του καί τόν έξαγόρασε.
Λίγο μετά τήν έπιστροφή του στήν ’Αθήνα ό Πλάτωνας ίδρυσε
δική του σχολή πού δνομάστηκε „ ’Ακαδημία “ ( άπό τόν τάφο τοϋ
μυθικοϋ ’Αθηναίου ήρωα Άκάδημου πού βρισκόταν έκεΐ κοντά).
Είκοσι χρόνια δίδασκε ό Πλάτωνας σ’ αύτή τή σχολή (3 8 7 - 367
π. X .), πού ή φήμη της δσο πήγαινε καί μεγάλωνε. ’Ε κ εί συρρέανε
®Χι μονάχα ντόπιοι μαθητές, άλλά καί κάτοικοι μακρινών πόλεων,
δπως π.χ. ό ’Αριστοτέλης, πού καταγόταν άπό τά Στάγειρα τής Μα­
κεδονίας. Τήν έποχή αύτή ή διεύθυνση τής ’Ακαδημίας, τά φιλοσο­
φικά μαθήματα και ή λογοτεχνική δράση άπορροφοϋσαν, δπως φαί­
νεται, δλη τήν προσοχή τοϋ Πλάτωνα.
Ωστόσο τό ένδιαφέρον του γιά τήν πολιτική καί ή έπιθυμία του νά
προβληθεί στό προσκήνιο τής πραχτικής δημόσιας δράσης δέν είχαν
Ιξασθενήσει. Στά 368 π. X ., σέ ήλικία Ιξήντα χρόνων, άποφασίζει νά
ξαναπάει στή Σικελία, στήν αύλή τοϋ Διονύσιου τοϋ Νεότερου, γιοΰ
τοϋ Διονύσιου τοϋ Πρεσβύτερου, μέ σκοπό, μαζί μέ τόν παλιό του μα­
θητή Δίωνα, πού έπαιζε σημαντικό ρόλο στήν αύλή τοϋ νεαροϋ τύραν­
νου, νά καθοδηγήσει τόν Διονύσιο καί νά πραγματώσει στή Σ ικ ελία
έκεΐνο τό „ κράτος τοϋ λόγου “ , πού τό σχέδιό του τό είχ ε χαράξει
λεπτομερειακά στήν Πολιτεία του. Ωστόσο οΰτε κι αύτό τό σχέδιο πέ­
τυχε, δπως δέν είχ ε πετύχει καί ή συνεργασία του μέ τόν Διονύσιο
τόν Πρεσβύτερο. Ό νεαρός τύραννος, φιλύποπτος καί εύέξαπτος, έξό-
ρισε σέ λίγο τόν Δίωνα, Ινώ τόν Πλάτωνα, άντίθετα, δέν ήθελε νά
τόν άφήσει νά πάει στήν Ε λλάδα, γιατί φοβόταν τή φιλία του μέ τόν
Δίωνα. Τόν άφησε δμως τελικά άφοϋ τόν άνάγκασε νά τοϋ ύποσχεθεΐ
πώς θά ξαναγυρίσει.
Στά χρόνια ποί> Ακολούθησαν αύτό τό ταξίδι, δ Πλάτωνας προσπα-
θοδσε νά συμφιλιώσει τόν Δίωνα καί τόν Διονύσιο. Γ ι' αύτό τό σκοπό
ύστερα άπό εξι χρόνια (3 6 1 π. X . ) έπιχείρησε άλλο Ινα ταξίδι στή
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 285

Σικελία, πού είχ ε δμως σάν άποτέλεσμα δχι τό συμβιβασμό άλλά τήν
πλήρη ρήξη τοϋ Διονύσιου καί τοΟ Δίωνα. Στα 3 6 0 ό Πλάτωνας γύ­
ρισε πιά οριστικά στήν πατρίδα του δπου καί πέθανε ύστερα άπό δε­
κατρία χρόνια.
Οί σχέσεις του Πλάτωνα μέ τήν αδλή τής Σικελίας, ή πολύχρονη
φιλία του μέ τόν Δίωνα καί οί προσπάθειές του νά χρησιμοποιήσει
αύτούς τούς δυό τύραννους — πατέρα καί γ ιό — γιά νά πραγματο­
ποιήσει τά πολιτικά του σχέδια, βαραίνουν πολύ στό χαρακτηρισμό
του. ΤΗταν ένας φλογερός κήρυκας του ίδεαλισμοΰ καί των άντιδρα-
στικών πολιτικών άρχών πού προσπαθούσε άδιάκοπα νά δημιουργήσει
τό ίδανικό του κράτος, έστω καί έξω από τά δρια τής πατρίδας του.
Παράλληλα δμως, δεν χωράει καμιά άμφιβολία, ήταν καί έξοχος καλ­
λιτέχνης, ένας άπό τούς καλύτερους πεζογράφους τής Ε λλάδας.

2. ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Τ Ι υν ο λ ικ α διασώθηκαν 41 έργα τοϋ Πλάτωνα. Στήν άρχαιότητα


τοϋ άποδίδανε άκόμα περισσότερα. Ωστόσο ό Διογένης Λαέρτιος άπορ-
ρίπτει κιόλας διάφορα έργα του σάν νοθευόμενα, πού άπό αότά δια­
σώθηκαν πέντε ( Έρυξίας, Άλκνών, Σίσυφος, 3Αξίοχος, Δημόδοκος)
καί τά υπόλοιπα χάθηκαν. Ό μεγαλύτερος έκδότης τών έργων τοϋ
Πλάτωνα, ό θράσυλλος ( βλ. πιό κάτω), είχ ε άπορρίψει άκόμα δυό
έργα (Περί άρετής καί Περί δικαίου). Έφθασαν λοιπόν ώς έμάς άπό
τήν άρχαιότητα 34 έργα πού θεωρούνταν σάν γνήσια δημιουργήματα
τοϋ Πλάτωνα.
Έ νεότερη φιλολογική κριτική έχ ει άπορρίψει κατηγορηματικά καί
άλλα έξι έργα (Δεύτερος 9Αλκιβιάδης, Έρασταί, Θεάγης, "Ιππαρχος,
Μίνως καί Κλειτοφών).
Ε κτό ς άπό τήν *Απολογία δλα τά έργα τοϋ Πλάτωνα είναι γραμ­
μένα σε διαλογική μορφή. Στήν έκτασή τους διαφέρουν πολύ. Τπ άρ-
χουν μικροί διάλογοι άπό 1 2 - 1 5 κεφάλαια καί πολύ μεγάλα έργα,
πού διαιρούνται σε βιβλία (Πολιτεία, σε 10 βιβλία, Νόμοι, σέ 1 3 ).
*Η διαίρεση δμως αύτή σέ βιβλία δέν έγινε άπό τόν ίδιο τόν Πλάτωνα
άλλά άπό τούς έκδοτες του.
Στή συλλογή τών έργων τοϋ Πλάτωνα περιλαμβάνονται συνήθως
καί 13 *Επιστολές πού άπευθύνονται στόν Δίωνα καί σέ διάφορα άλλα
πρόσωπα.. "Αν καί άμφισβητείται ή γνησιότητά τους, οϊ 'Επιστολές
αύτές είναι πολύτιμες, για τί μάς δίνουν μιά είκόνα τοϋ Πλάτωνα δπως
τήν είχ ε πλάσει ή άρχαία Ιστορία τής λογοτεχνίας. Ε κ τό ς άπό τίς
’Επιστολές άποδίδουν συνήθως στόν Πλάτωνα καί τό έργο "Οροι,
ποί) μάλλον δέν είναι γνήσιο. Μερικοί άπδ τοί)ς „ δροος “ θομί-
ζουν περισσότερο παροιμίες ή άποφθέγματα παρα φιλοσοφικό ς ρ
σμοός. ν
Τά έργα του Πλάτωνα συγκεντρώθηκαν και ταξινομήθηκαν γι^
πρώτη φορά άπδ τδν “Αριστοφάνη τδ Βυζάντιο ( 2. cd. π. Χ · )» π0
κατέταξε σέ τριλογίες. ΟΕ μεταγενέστεροι έκδότες του ( Δερκυλλί-
δας — 1. αί π. X . και θράσυλλος — 1. αί μ. X . ) τά κατέταξαν σε
τετραλογίες. Μάς είναι έντελώς άνεξήγητο μέ ποια βάση έγινε α τη
ή ταξινόμηση, για τί δέν άνταποκρίνεται οΰτε στή μορφή* °&τε στή ν
έκταση, οΰτε σέ καμιά έσωτερική σχέση των διάλογων.
Πάνω στδ ζήτημα της χρονολογικής κατάταξης των διαλόγων τοΟ
Πλάτωνα ( ποΰ έχ ει μεγάλη σημασία γιά τήν Ιστορία της έξέλιξης
των φιλοσοφικών του άπόψεων) έχ ει σχηματιστεί μιά τεράστια β ι­
βλιογραφία. Προσπάθησαν νά έφαρμόσουν διάφορους τρόπους χρονολό­
γησης. Έ λιγότερο θετικά θεμελιωμένη είναι ή άποψη πώς οΕ διά­
λογοι του Πλάτωνα πρέπει νά έξετάζονται άποκλειστικά μέσα στα
πλαίσια ένδς συστηματικού φιλοσοφικοΟ σχεδίου, σάν ή διαδοχική
άνάλυ'ση ένδς φιλοσοφικοί) συστήματος, ποΰ δ Πλάτωνας άρχισε νά τδ
έπεξεργάζεται βαθμιαία συμπληρώνοντάς το στή διάρκεια της φίλο-
σοφικο-λογοτεχνικης του δράσης καί τδ άνέπτυξε σιγά - σιγά στοΰς
διαλόγους του. Δέν χρειάζονται άποδείξεις γιά τδ πόσο άντιϊστορική
είναι ή άποψη αύτή. Ή καθαρά φιλολογική άνάλυση των πλατω­
νικών έργων ( ή έρευνα της χρήσης τών λέξεων κα'ι ιδιαίτερα τών
μορίων καί τών σχημάτων λόγου) μάς πλούτισε μέ πολλά ένδιαφέ-
ροντα συμπεράσματα. Μέ βάση αύτή τήν άνάλυση, ένισχυμένη μέ διά­
φορα ιστορικά δεδομένα, οΕ φιλόλογοι καταλήξανε σέ μιά άρκετά
καλοθεμελιωμένη υπόθεση. 'Ωστόσο καί αύτή άκόμα ή φιλολογική
μέθοδος έχ ει φορμαλιστικό χαρακτήρα καί γι* αύτδ τά άποτελέσματά
της πρέπει νά θεωρούνται όχι σάν πολύτιμα αύτά καθαυτά, άλλά σάν
ένισχυτικά της Εστορικης έρευνας.
Ό μοναδικός σωστός δρόμος είναι ή μελέτη της έξέλιξης της φ ι­
λοσοφίας του Πλάτωνα σέ συνάρτηση μέ τά Εστορικά γεγονότα, τις
πολιτικές θεωρίες καί τά λογοτεχνικά έργα τής έποχής του. Μονάχα
μ* αύτή τή μελέτη έγινε δυνατό νά καθοριστεί ή σχέση ποΰ όπάρχει
άνάμεσα στοΰς διαλόγους τοΰ Πλάτωνα και στά έργα του Λυσία, του
“Ισοκράτη, τοΟ Ξενοφώντα καί τοΟ “Αριστοφάνη. Έ τ σ ι βρέθηκαν ποιά
γεγονότα όπαινίσσονται ταυτόχρονα δλοι αδτοί οΕ συγγραφείς. Μέ
βάση δλες αύτές τις πολυάριθμες έρευνες μπορέσαμε νά καταλή­
ξουμε — δχι βέβαια μέ άπόλυτη πιθανότητα έπιτυχίας — σ* ένα άρ­
κετά δμοιόμορφο σχήμα χρονολογικής κατάταξης τών πλατωνικών
διαλόγων.
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 287

Σύμφωνα μ* αύτδ τδ σχήμα, τά Ιργα τού Πλάτωνα μπορούμε νά


τά διαιρέσουμε σε τέσσερις όμ'άδες ή κύκλους.
Πιδ εύκολα άποχωρίζονται άπδ τδ σύνολο τών έργων του έκεϊνοι
οΕ διάλογοι πού καθιερώθηκε νά δνομάζονται „ σωκρατικοί “ . Δεν
είναι μεγάλοι σέ Ικταση καί άπδ τήν άποψη τής καλλιτεχνικής τους
μορφής παρουσιάζουν αισθητή όμοιότητα. Στδ περιεχόμενο είναι
δραματικές άπεικονίσεις των μεθόδων της σωκρατικής ύποκειμενικης
διαλεκτικής. Οι σωκρατικοί διάλογοι δεν περιλαμβάνουν τή συστημα­
τική άνάπτυξη μιας φιλοσοφικής διδασκαλίας, μ* δλο πού σ’ αύτούς
άναλύονται δχι μόνο ή σωκρατική διαλεκτική σάν μέθοδος έπαγω-
γικου όρισμού των ήθικών έννοιών, άλλά καί οΕ άρχές του ήθικοΰ
ιδεαλισμού τού Σωκράτη. Στούς σωκρατικούς διαλόγους ό Πλάτωνας
δεν Ικθέτει άκόμα συστηματικά ένα συγκεκριμένο φιλοσοφικό σύστη­
μα. Ωστόσο μέσα σ* αύτούς ένυπάρχουν κιόλας τά σπέρματα του δικού
του Εδεαλιστικοΰ συστήματος.
ΟΕ τυπικοί σωκρατικοί διάλογοι είναι οΕ παρακάτω : Λύσις, πού
άφιερώνεται στήν άνάλυση τής φιλίας, *Ιππίας 6 έλάσσων, στήν άνά-
λυση τής άλήθειας καί τής ψευτιάς, Χαρμίδης, στήν άνάλυση τής
καθαρά έλληνικής έννοιας σωφροσύνη, Αάχης, άφιερωμένος στήν
άνδρεία, Ενϋ'ύφρων, στήν εύσέβεια καί Πρώτος ’ Αλκιβιάδης, στή
δικαιοσύνη. Έ 3Απολογία καί ό Κρίτων — πού άναφέρονται στή
δίκη καί στδ θάνατο τού Σωκράτη — διαφέρουν κάπως στδ περιεχό­
μενο άπδ τά άλλα σωκρατικά Ιργα.
Σ ’ αύτή τήν όμάδα διαλόγων άνήκει καί τδ I βιβλίο τής Πολιτείας,
πού είναι άφιερωμένο στήν έρευνα τής έννοιας τής δικαιοσύνης.
Σέ δλους αύτούς τούς διαλόγους δίνεται ξεχωριστή σημασία στήν
καλλιτεχνική διατύπωση. Τδ περιβάλλον τής καθημερινής ζωής καί
οί χαρακτήρες των συνομιλητών ζωγραφίζονται μέ μεγάλη ένάργεια,
ή συζήτηση είναι διαρθρωμένη ζωντανά, άπλά, μέ βάση τδν καθη­
μερινό προφορικό λόγο. Σπάνια διακόπτεται άπδ άστεία. Κάπου - κά­
που ξεφεύγει άπδ τδ άντικείμενό της κι άλλοτε πάλι ξαναγυρίζει στήν
ίδια σκέψη.
ΟΕ διάλογοι Πρωταγόρας, Γοργίας καί Μένων είναι σημαντικά
μεγαλύτεροι καί διαφέρουν κάπως στδ χαρακτήρα άπδ τούς προη­
γούμενους. 'Αποτελούν ένα μεταβατικό κρίκο άνάμεσα στούς διαλό­
γους τού πρώτου καί τού δεύτερου κύκλου.
Στδ δεύτερο κύκλο τών διαλόγων άναπτύσσεται ή διδασκαλία τού
ίδιου τού Πλάτωνα — ή διδασκαλία γιά τις Ιδέες καί γιά τδ άριστο-
κρατικδ Εδεώδες τού κράτους, τδ σύστημα τού άκρου άντικειμενικού
ιδεαλισμού, πού έμεινε γιά πάντα σάν λαμπρό παράδειγμα αύτής τής
φιλοσοφικής τάσης. Γ ι’ αύτδ άκριβώς, βπως είπαμε κιόλας στδ κε-
φάλαιο V I , δ Β . I . Λένιν, καθορίζοντας τδ ύλιστικδ *« 1 τδ
οτιχδ ρεύμα ή τάση τής προηγούμενης έξέλιξης τής Τ Τ ’
μασε τήν τάση τοΟ ιδεαλισμού γραμμή]Πλάτωνα. . κα1
Στδ δεύτερο αδτδ κύκλο Ανήκουν οί διάλογοι Φοϊδ , β

Ε Ιχ . 14. Έ ρ ω τ α ς . Μαρμάρινο άγαλμα.


4. at. « . X . Ρωμαϊκό Αντίγραφο από Ιλληνικό
πρότυπο. Μουοβϊο Έρμιτάζ.

τά I I - X βιβλία τής Πολιτείας. Σ ’ αύτά τά Ιργα βρίσκουμε τήν


Ανάπτυξη τής διδασκαλίας τδν ιδεών, τής γνώσης καί τοΟ ιδανικού
κρατικού συστήματος, πού μπορούμε νά τήν δνομάσουμε καθαρδ πλα­
τωνισμό. *0 ιδεαλισμός καί δ Αντιδραστικός Αριστοκρατισμός τού
Πλάτωνα βρίσκουν πι& τήν κλασική τους Ικφραση φανερώνοντας όλο-
Π Α Α Τ Ω Ν Α Σ 289

κάθαρα τά έλαττώματα αύτοΰ τού συστήματος, πού τά ξεσκέπασε άρ-


γότερα ή κριτική του ’Αριστοτέλη. Γιά τήν κριτική του ’Αριστοτέλη
δ Αένιν έγραψε : „ *Η κριτική πού έκανε δ ’Αριστοτέλης στίς „ ίδέες “
τοΟ Πλάτωνα είναι κριτική του ιδεαλισμού σάν ι δ ε α λ ι σ μ ο υ γε­
ν ι κ ά " 1.
‘ Η διδασκαλία γιά τις „ ίδέες “ ήταν μιά προσπάθεια τού Πλάτωνα
γιά νά δώσει ίδεαλιστική φιλοσοφική βάση σχδ άντιδραστικό του ιδεώ ­
δες γιά τδ άριστοκρατικδ κρατικδ σύστημα καί παράλληλα γιά νά λύ­
σει άπδ τή σκοπιά του ιδεαλισμού τδ πρόβλημα γιά τδ άναλλοίωτο καί
τδ άκίνητο τοΟ „ όντως δντος “ , πρόβλημα πού είχ ε τεθεί άπδ τούς
Έλεάτες καί άπδ τήν άντίπαλή τους διδασκαλία τοΟ 'Ηράκλειτου γιά
τήν αιώνια κίνηση και μεταβολή τής πραγματικότητας.
Σ ' αύτούς άκριβώς τούς διαλόγους ( Πολιτεία, IV , Φαιδρός, 2 4 6 )
βρίσκουμε τή διδασκαλία γιά τήν ψυχή καί τά τρία μέρη της — τδ
λογιστικόν, τδ ΰ'υμοειδες καί τδ επιθυμητικόν. Έ ψυχή συγκρίνεται
με άρμα πού τδ κατευθύνει ένας όδηγδς καί τδ σέρνουν δυδ φτερωτά
άλογα. Τδ ένα είναι ώραιότατο καί ύπακούει στδν όδηγδ (τ ή νόηση),
ένω τδ άλλο είναι άποκρουστικδ καί άπείθαρχο. Στούς διαλόγους
αύτου του κύκλου ό Πλάτωνας άναπτύσσει καί τή διδασκαλία του γιά
τή γνώση. Πιστεύει πώς ή γνώση είναι άνάμνηση τών ιδεών άπδ τήν
ψυχή, πού τις άτένιζε άμεσα στήν προγήινη ύπαρξή της, δταν τδ φτε­
ρωτό της άρμα, άκολουθώντας τδ άρμα του Δία καί τή συνοδεία του,
πού άποτελείται άπδ θεούς καί πνεύματα, κυλούσε στδν ούράνιο χώρο
κι άντίκρυζε πότε - πότε κάτι πού βρισκόταν ψηλότερα άπδ τούς ού-
ρανούς ( τά εξω του ουρανοϋ) — τήν ούσία. Στδ Φαιδρό καί στδ Συμ­
πόσιο ή φιλοσοφική γνώση, δηλαδή ή κατανόηση τής ούσίας, περι-
γράφεται μεταφορικά σάν μεγάλωμα τών φτερών τής ψυχής πού τρέ­
φονται άπδ τήν άλήθεια καί άνυψώνουν τήν ψυχή πρδς τήν ίδέα, πρδς
τδ ώραΐο καί πού, όπως ό "Ερως, τήν δδηγοΰν άπδ τήν άγάπη γιά τά
ώραΐα σώματα καί τις ώραίες ψυχές στήν άγάπη του ώραίου αύτοΰ
καθαυτού. Στδ Συμπόσιο, στήν εισαγωγική άφήγηση τού Σωκράτη,
πού περιγράφει τή συζήτησή του μέ τή σοφή Διοτίμα, άναπτύσσεται
δ μύθος γιά τδ φιλοσοφικδ Έ ρωτα μέ σκοπδ νά εξηγηθεί ή ούσία τής
φιλοσοφικής γνώσης. Ό Έρωτας είκονίζεται σάν ένα μεγάλο πνεύμα
(Δαίμων μέγας) πού τδν συνέλαβε ή Πενία (φ τώ χεια) άπδ τον Πόρο
(πλούτο) ύστερα άπδ ένα συμπόσιο πού είχαν όργανώσει οί θεοί γιά
νά γιορτάσουν τή γέννηση τής Αφροδίτης.
Ό Έρωτας συμβολίζει έκεϊνον πού άγαπάει καί προσπαθεί νά κα­

ί· Β. I. Aiviv, Φιλοσοφικά terράδια, 1947, αβλ. 264.


1 9 * Ισ τ ο ρ ία τ ή ς 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Λ ο γ ο ττχν Ια ς
290 Π

τακτήσει τό Αντικείμενο τής Αγάπης του καί ταυτόχρονα συμβολίζ


τό φιλόσοφο, δηλαδή τόν έραστή τής σοφίας. _
Στό V I I βιβλίο τής Πολιτείας (5 1 4 - 5 1 9 ) ό Πλατωνας μας ^
μιάν άλλη συμβολική είκόνα, δπου άντιπαραθέτει τήν „ ν ^ Υ .
γνώση του όντως όντος, δηλαδή τή γνώση τών Γδιων των ίδεων κα
τή γνώση τής άντανάκλασης τών ίδεών στά αισθητά πραγματα, η^
λαδή όχι τή γνώση του „ είναι “ άλλά του „ φαίνεσθαι Ολα α τα
παρουσιάζονται συμβολικά με τό γνωστό μύθο τής σπηλιάς: Μέσα σε
μιά σπηλιά βρίσκονται άνθρωποι Αλυσοδεμένοι έτσι πού μπορούν να
βλέπουν μονάχα τόν ένα τοίχο της. Ή σπηλιά φωτίζεται Από μια
φωτιά άναμμένη πίσω άπό τούς δεσμώτες. "Αν μπροστά στο στόμιό
τής σπηλιάς όπάρχει ένας τοίχος σάν έκείνα τά διαφράγματα πο
χωρίζουν τούς θεατές άπό τούς θαυματοποιούς καί πίσω άπο τόν τοίχο
άρχίσουν νά περνάνε άνθρωποι κουβαλώντας στούς ώμους τους άγαλ-
ματα καί διάφορα άλλα Αντικείμενα, τότε οί δεσμώτες στό φωτισμένο
τοίχο τής σπηλιάς θά βλέπουν τις σκιές άπό τά Αγάλματα καί τα άλλα
Αντικείμενα, θά ΑκοΟνε πότε - πότε κανέναν ήχο, ποτέ όμως δεν θα
δουν ούτε τά Αγάλματα, ούτε τά Αντικείμενα, ούτε τούς Ανθρώπους
πού τά μεταφέρουν, ούτε καί τήν πηγή πού σκορπάει τό φώς. Αν
όποθέσουμε πώς ένας δεσμώτης έβγαινε άπό τή σπηλιά, θά τυφλω­
νόταν άπό τις φωτερές Αχτίνες καί δέν θά μπορούσε εύκολα νά συνη­
θίσει στή θέα όλων αύτών τών πραγμάτων, πού προηγούμενα έβλεπε
τις σκιές τους μέσα στή σπηλιά. Πολύ περισσότερο θά δυσκολευόταν
νά κοιτάξει τήν έστία πού σκορπάει τό φώς. Αυτός ό δεσμώτης, πού
ξέφυγε άπό τή σπηλιά καί Ατενίζει έλεύθερα τό φώς, μοιάζει μέ τό
σοφό πού γνώρισε τήν Αληθινή ούσία τών πραγμάτων, τις „ ίδέες “ ,
καί προκαλεΤ τή δυσπιστία τών Ανθρώπων πού δέν έχουν τή δύναμη
νά έξαρθοϋν ώς τήν ένατένιση αύτών τών ίδεών.
Ό Πλάτωνας παραθέτει αύτό τό μύθο όχι μονάχα γιά νά συγκε­
κριμενοποιήσει μιά άφηρημένη φιλοσοφική έννοια, Αλλά κυρίως γιά νά
διατυπώσει μιά Αντιδραστική πολιτική θεωρία — νά δείξει τήν υπεροχή
τής Αριστοκρατικής πολιτείας, πού τή διοικούν οί καλύτεροι καί στήν
καταγωγή καί στή διαπαιδαγώγηση άρχοντες, Ικείνοι πού ξέρουν τήν
Αλήθεια, Απέναντι στή δημοκρατική πολιτεία, πού οί άρχοντές της,
όπως πιστεύει ό Πλάτωνας, δέ βλέπουν τήν Αλήθεια άλλά μονάχα τή
σκιά της. Ό μύθος αύτός συνδέεται άμεσα μέ τή λύση τού βασικού προ­
βλήματος πού' έθεσε ό Πλάτωνας στήν Πολιτεία του — νά είκονίσει
τό καλύτερο κρατικό σύστημα καί νά δείξει μέ ποιά μέσα πρέπει νά
διαπαιδαγωγούνται οί πολίτες αύτου του κράτους. Ή παρουσίαση
αύτου τού ιδανικού Αριστοκρατικού κράτους καί ή φιλοσοφική καί
ίδεαλιστική δικαίωσή του είναι τό βασικό περιεχόμενο τών βιβλίω ν
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 291

τής Πολιτείας. Ή διδασκαλία γιά τις ίδέες καί τή γνώση Αναπτύσ­


σεται σ’ αύτδ τδ έργο μονάχα δσο χρειάζεται γιά νά στηρίξει τδ πο-
λιτικδ σχέδιο του συγγραφέα.
Ό Πλάτωνας, περιγράφοντας τήν ίδεώδη πολιτεία και τούς πο­
λίτες της, δλοκληρώνει τήν άρχική διδασκαλία του Σωκράτη, πώς
ένα κράτος πρέπει νά διοικείται άπδ τούς καλύτερους. Στήν ίδανική
μορφή κράτους πού δημιουργεί, τά καθήκοντα τής διακυβέρνησης, τής
άσφάλειας καί τής Απόκτησης τών όλικών άγαθών, πού είναι Απαραί-
τητα γιά τή ζωή δλων των πολιτών, κατανέμονται άνάμεσα σε τρεις
τάξεις : 1 ) τούς φιλόσοφους, 2 ) τούς φρουρούς ή πολεμιστές καί 3 )
τούς έπαγγελματίες καί γεωργούς.
Ό Μάρξ, παίρνοντας άφορμή Απ’ αύτδ τδ σχήμα, γρά φ ει: „ Έ
δημοκρατία του Πλάτωνα, Αφού δ καταμερισμδς τής έργασίας είναι ή
βασική άρχή τής όργάνωσής της, άντιπροσωπεύει μονάχα τήν Αθη-
ναϊκή έξιδανίκευση του αιγυπτιακού συστήματος πού στηρίζεται στίς
κάστες“ . 1
Πώς δμως σχηματίζονται καί πώς ζοΰν αύτές οί τάξεις; Γιά τδν Αρι­
στοκράτη Πλάτωνα, δπως και γιά τδν Σωκράτη, είναι Αναμφισβήτητο
πώς σ’ ένα κράτος άνθρωποι μορφωμένοι, Ανώτεροι καί μάλιστα άρχον­
τες, μπορούν νά είναι μονάχα λίγοι. Ποιοί είναι άραγε αύτοί οί λ ίγ ο ι;
Μπορεί οποιοσδήποτε άνθρωπος νά γίνει ένας άπ’ αύτούς; Σύμφωνα
με τή γνώμη του Πλάτωνα, είναι Αδύνατο, για τί σ' αύτδ τδ ζήτημα ή
κληρονομικότητα παίζει τδν καθοριστικδ ρόλο. Στήν ιδεώδη πολιτεία
τοϋ Πλάτωνα οί φιλόσοφοι ρυθμίζουν τούς γάμους τών νέων, ξεχω­
ρίζοντας καλές καί κακές ράτσες καί φροντίζοντας νά μήν Ανα­
κατωθούν ( Πολιτεία , V , 4 6 0 Α ). Δέν είναι δμως άρκετδ αύτό. Μέ
τήν καλή κληρονομικότητα πρέπει νά συνδυάζεται καί μιά κατάλληλη
Αριστοκρατική διαπαιδαγώγηση. Γιά νά έξασφαλίσει αύτή τή διαπαι-
δαγώγηοη, τδ κράτος διαλέγει τά καλύτερα παιδιά, πού πρέπει στδ
μέλλον νά γίνουν φρουροί καί άρχοντες, καί Αναλαμβάνει νά τά Ανα­
θρέψει. Τά παίρνει Απδ τούς γονείς τους έτσι πού ούτε αύτοί νά γνω­
ρίζουν πιά τά παιδιά τους ούτε τά παιδιά νά ξέρουν ποιοί τά γέννη­
σαν. Στήν κοινωνία τών Αρχόντων καί τών φρουρών έφαρμόζεται ή
άρχή τής κοινοκτημοσύνης τών γυναικών καί τών παιδιών καθώς καί
δλων τών Αγαθών. Ρυθμίζεται αύστηρά ή διαπαιδαγώγηση, οί έπι-
στήμες, οί τέχνες καί ή θρησκεία. Γιά τή ζωή δμως τών έπαγγελμα-
τιών καί τών γεωργών δέν παίρνεται κανένα ρυθμιστικό μέτρο.
Αύτδ είναι τδ Αντιδραστικό Αριστοκρατικό ίδεώδες τού Πλάτωνα,
δπου συνταιριάζεται ή προσήλωση τού έκπρόσωπου τής Αθηναϊκής

1. Κ. Μάρξ, Κ β φ ά λ α ιο , τ ό μ . 1 ,1953, σβλ. 374 - 376.


292 Π Λ A Τ Ω N A

άριστοκρατίας τών γενών σέ πολύ ξεπερασμένους θεσμούς με τις προσ


πάθειες τοϋ φιλόσοφου - ιδεαλιστή νά βρει μιά θεωρητική δικαίωση
του ιδανικού του άριστοκρατικοϋ κράτους. Τό άσπονοο μίσος του 11λα-
τωνα για τή δημοκρατία, πού τόσο ξεκάθαρα έκφράζεται στα τελευ-
ταια βιβλία τής Πολιτείας καί στούς άλλους διαλόγους του, συνδέεται
άδιάρρηκτα μέ τήν έχθρική στάση του απέναντι στο φιλοσοφικό υλι­
σμό. Είναι φανερό, άν καί δεν άναφέρει κανένα δνομα, πως τόν υλι­
σμό τοϋ Δημόκριτου έχ ει όπόψη του δταν λ έ ε ι: ,, Μερικοί κουβαλάνε
τά πάντα από τον ούρανό καί άπό τον άόρατο κόσμο Ιδώ κάτω στή
γή, άγκαλιάζοντάς τα χοντροκομμένα μέ τά χέρ:α τους σαν νάτανε
βράχο: καί βαλανιδιές “ ( Σοφιστής, 246 A ).
Στούς διαλόγους τού δεύτερου κύκλου πού έξετάσαμε, μαζί μέ τό
περιεχόμενο άλλάζει καί ή μορφή τής άφήγησης. Ή γοργή συζήτηση
παραχωρεί τή θέση της σέ μιά συγκροτημένη άνάπτυξη τής σκέψης,
ό διάλογος δέν άποβλέπει πιά μονάχα στήν κατανίκηση των άντι-
πάλων, άλλά στήν άνάπτυξη, μέσα άπό τις έρωτήσεις καί τις άπαν-
τήσεις, μιας συγκεκριμένης φιλοσοφικής διδασκαλίας. Ή λογική άνά-
λυση συχνά συνοδεύεται, ή ακόμα καί ύποσκελίζεται, άπό τον ποιη­
τικό συμβολικό λόγο, πού δέν άπευθύνεται άποκλειστικά στο λογικό
άλλά καί στή δημιουργική φαντασία. Α ν τί γιά τήν άνάπτυξη των
ίδεών προβάλλεται δ μύθος, δημιούργημα τού ίδιου τού συγγραφέα,
πού περιπλέκεται μέ τή φιλοσοφική διδασκαλία. Ή πειθώ στηρίζεται
συνήθως όχι τόσο στή λογική πορεία τής άπόδειξης όσο στή δύναμη
τής ποιητικής εικόνας. Τά έργα αύτής τής περιόδου προπαγανδίζουν
τό φιλοσοφικό ιδεαλισμό καί τά άριστοκρατικά ίδανικά όχι μονάχα
μέ λογικά Ιπιχειρήματα, άλλά καί μέ καθαρά λογοτεχνικά μέσα —
ποιητικές είκόνες, παρομοιώσεις, άντιθέσεις, μεταφορές.
Στόν τρίτο κύκλο τών διαλόγων του δ Πλάτωνας στρέφεται στή
φιλοσοφική άνάπτυξη καί στή θεωρητική θεμελίωση τής διδασκαλίας
του. ΟΕ ποιητικές εικόνες του δεύτερου κύκλου εκτοπίζονται άπό λ ε­
πτομερειακές άναλύσεις τοϋ συνδυασμού καί τής άντιπαράθεσης τών
κατηγοριών καί τών μεθόδων πού μ’ αύτές μπορεί νά βρεθεί τό ένα ή
τό καθολικό μέσα άπό τά πολλά (έν επί τών πολλών).
Σ ’ αύτό τόν κύκλο άνήκουν κυρίως οΕ διάλογοι: Θεαίτητος, Παρ­
μενίδης, Σοφιστής καί Πολιτικός. Έ λογοτεχνική μορφή άλλάζει
πιά χαρακτηριστικά. Τό ρεαλιστικό φόντο, οΕ σκηνές τής καθημερινής
ζωής, ή καλλιτεχνική περιγραφή προσώπων καί καταστάσεων έξαφα-
νίζονται. Τό ένδιαφέρον στρέφεται άποκλειστικά στή διαλεκτική τών
βασικών φιλοσοφικών έννοιών, στις διαιρέσεις καί στούς δρισμούς.
’Αγαπημένη μέθοδος τοϋ Πλάτωνα είναι τώρα ή διχοτομία, πού έφαρ-
μόζεται γιά τήν κατανόηση τής πραγματικότητας, παρ’ όλη τή δια-
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 293
/
λεκτική μορφή τοΟ συλλογισμού. *0 χόχλος αδτός τών διαλόγων Ι χ ε ι
βέβαια μεγάλη άξία γιά τήν ιστορία τής άρχαίας φιλοσοφίας καί γ ιά
τήν ιστορία τής κατανόησης καί τής Ιξέλιξης τών φιλοσοφικών κατη­
γοριών (β λ . Σοψιατής καί Παρμενίδης), είναι 8μως λιγότερο σημαν­
τικός άπό λογοτεχνική άποψη σέ σχέση μέ τούς διαλόγους τής δεύ­
τερης περιόδου. Σ ’ αότό τόν κύκλο άνήκουν καί ο£ διάλογοι ΦίΙηβος
καί Κρατύλος.
Τούς διαλόγους τοΟ τρίτου κύκλου τούς διαδέχονται τά έργα τής

Ε ί κ. 15. "Ε ρ ω τ α ς, ’ Ερυθρόμορφος κύλικας. Α ττική, τύλος τοΟ 5. αΐ. it. X.


Moooeto Έρμιτάζ.

τέταρτης, γεροντικές περιόδου τοΰ Πλάτωνα — δ ΤΙμαιος, δ Κριχίας


καί οί Νόμοι. Σ’ αδτά βρίσκουμε μιά καινούργια έκθεση τής διδα­
σκαλίας του. Στύν Τίμαιο δ ιδεαλισμός τοΟ Πλάτωνα συνδυάζεται μέ
τίς άρχές τής Πυθαγόρειας φιλοσοφίας. Ό συγγραφέας, δπαναχωρεΐ
άπό τήν άρχική του διδασκαλία γιά τίς ιδέες, βπως τήν ε ίχ ε Ανα­
πτύξει στούς διαλόγους τοΟ δεύτερου κύκλου. Στόν Κριχία, σέ μορφή
ιστορικής άφήγησης πού μοιάζει μέ φανταστικό οδτοπιστικό μυθιστό­
ρημα, δ Πλάτωνας έξιστορεΤ τό μύθο τής Αρχαιότατης ιστορίας τής
'Αττικής καί τόν πόλεμό της μέ τό νησί Ά τλαντίδα. Στούς Νόμονς
προσπαθεί νά περιγράφει τό καλύτερο καί, βπως πιστεύει, πραχτικά
294 Π Λ Α Τ Ω Ν Α *

έφαρμόσιμο (σ έ διάκριση άπό τήν Πολιτεία) άριστοκρατικό


κρατικής όργάνωσης, δπου 61 πολίτες δεν ύπαγονται κάτω ^ π τ
έλεγχο των φιλοσόφων, πού ξέρουν τήν άλήθεια για τί τέτοιους
Πλάτωνας δεν βρίσκει — άλλά ύποτάσσονται στούς νόμους. Το περιε^
χόμενο αύτών τών νόμων ό Πλάτωνας τό άναπτύσσει λεπτομερειακά
σ’ αύτό τό διάλογο πού θεωρείται καί ό τελευταίος του.
Τά Ιργα τής γεροντικής περιόδου του Πλάτωνα διαφέρουν αι­
σθητά στήν καλλιτεχνική τους έμφάνιση άπό τούς διάλογους των άλ­
λων κύκλων. Έ διαλογική μορφή χάνει πιά κάθε νόημα καί άσφα-
λώς μονάχα χάρη στή λογοτεχνική συνήθεια διατηρείται άκόμα. Κυ­
ριαρχούν οί μακροσκελείς συλλογισμοί των δρώντων προσώπων, δο­
σμένοι σέ τόνο διδακτικό πού δεν έπιδέχεται άντιρρήσεις. Έ ποιητική
Ιξαρση Ιχ ει όλότελα έξαφανιστεί. Ή γλώσσα γίνεται όλοένα καί πιό
στεγνή καί ταυτόχρονα σκοτεινή καί περίπλοκη.
Χωρίς νά έπιμένουμε φυσικά στήν άπόλυτη χρονολογική άκρίβεια,
μπορούμε νά όποθέσουμε πώς οί κύκλοι των διαλόγων πού άναφέραμε
άντιστοιχούν στις παρακάτω περιόδους τής ζωής τού Πλάτωνα:
*Η πρώτη περίοδος άγκαλιάζει τήν έποχή άπό τό 398 ώς τό 387
π. X ., δηλαδή τά χρόνια των ταξιδιών του. Ό Πλάτωνας αναπτύσσει
τή σωκρατική μέθοδο καί καλλιεργεί τις άναμνήσεις του γιά τόν Σω­
κράτη.
Ή δεύτερη περίοδος — 387 - 368 π. X . — άντιπροσωπεύει τή βα­
σική δουλειά του στήν ’Ακαδημία. Τότε διαμορφώθηκε τό δικό του
φιλοσοφικό σύστημα, τότε έφθασε στο κορύφωμά της ή προσωπική
φιλοσοφική καί καλλιτεχνική δημιουργία του.
Έ τρίτη περίοδος— 3 6 8 - 361 π .Χ .— πρέπει νά τοποθετηθεί άνά-
μεσα στό δεύτερο καί στό τρίτο ταξίδι του στή Σικελία. Τήν έποχή
αύτή ό Πλάτωνας προσπαθεί νά έλέγξει στήν πράξη, νά φωτίσει κρι­
τικά καί νά ύπερασπίσει τό σύστημά του άπό τούς άλλους μαθητές
τού Σωκράτη πού είχαν Ιδρύσει δικές τους σχολές.
Έ τέταρτη περίοδος — 3 6 0 - 347 π. X . — άντιπροσωπεύει τή φ ι­
λοσοφική του δράση μετά τήν όριστική έπιστροφή του στήν ’Αθήνα.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα αύτής τής περιόδου είναι ή προσέγγιση
τής φιλοσοφίας τού Πλάτωνα μέ τή διδασκαλία των Πυθαγορείων.

3. ΑΙΣΘΗΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Ο1 ΑΙΣΘΗΤΙΚΕΣ άπόψεις τού Πλάτωνα συνδέονται όργανικά μ έ τήν


άκρότατα ίδεαλιστική του θεωρία τής γνώσης — τή διδασκαλία γιά
τις „ ίδέες “ — καί μ έ τήν άριστοκρατική του ίδεώδη πολιτεία, πού
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 295

δ πληθυσμός της χωρίζεται χαρακτηριστικά σέ κάστες — σέ κατώτε­


ρους, μεσαίους καί άνώτερους πολίτες. Τδ „ ώραιο “ , σύμφωνα με
τήν πλατωνική διδασκαλία, δεν όπάρχει στδν πραγματικό, όρατδ καί
αίσθητδ κόσμο με τήν πολυμορφία του, άλλα στδν κόσμο τών ίδεών.
’Εκείνος πού θά έξαρθεί ώς τήν Ινατένισή του θά δει „ πρώτα πώς
είναι αίώνιο, πώς δεν γεννιέται οδτε χάνεται, δεν μεγαλώνει καί
δεν φθείρεται... είναι πάντα αότδ καθαυτό ένιαίο στήν ούσία, ένώ δλα
τά άλλα ώραία άντικείμενα μετέχουν σ’ αύτό, με τέτοιον τρόπο δμως
ώστε έκείνο οδτε νά μεγαλώνει οδτε νά λιγοστεύει οδτε νά παθαίνει
τίποτα άπδ τή γένεση καί τήν καταστροφή τους“ (Συμπόσιο,
211, Α Β ).
Τδ πρόβλημα τής „ μέθεξης “ των πολλών στήν αίώνια και άναλ-
λοίωτη ίδέα, δηλαδή στδ ώραίο, ήταν ή άχίλλειος πτέρνα τής ίδεα-
λιστικής γνωσιοθεωρίας του Πλάτωνα, δπως είχ ε τονίσει κιόλας 0
’Αριστοτέλης. Έ άποψη αότή, έφαρμοσμένη στή θεωρία τής τέχνης,
στερούσε άπδ κάθε άξια τά άντικείμενα του πραγματικά όπαρκτοδ
κόσμου — πού μονάχα μ’ αύτδν μπορεί νά έχ ει σχέση ή τέχνη —
καί μετέφερε τήν άξία τους άποκλειστικά στδν άυλο κόσμο τών
„ίδ εώ ν “ .
Ό Πλάτωνας ισχυρίζεται πώς ό μόνος τρόπος πού βοηθάει τδν άν­
θρωπο νά φθάσει σ’ αύτδ τδ άσύλληπτο καί μοναδικό ώραίο καί νά
έπικοινωνήσει μαζί του δεν είναι οδτε ή τέχνη οδτε ή καλλιτεχνική
δημιουργία, άλλά ή γνώση, ή άφηρημένη φιλοσόφηση, ή ένατένιση
με τή βοήθεια τής νόησης. Αύτή ή κατάσταση τής φιλοσοφικής έκ-
στασης, μ* δλο πού περιγράφεται ποιητικά στδν Φαιδρό, στδ Συμπό­
σιο καί στδν Φαίδωνα, δεν παρουσιάζεται σάν μορφή καλλιτεχνικής
δημιουργίας, άλλά σάν μιά φιλοσοφική άνάταση τής νόησης.
Έ έμπνευση πού γεννάει τήν καλλιτεχνική δημιουργία διαφέρει
ριζικά, σύμφωνα μέ τή γνώμη του Πλάτωνα, άπδ αότδ τδ πάθος τής
γνώσης. 'Η έμπνευση του καλλιτέχνη δχι μονάχα δεν είναι λογική
άλλά, δπως σκέφτεται 6 Πλάτωνας, είναι άντιλογική. Αότή τήν
άποψη τήν άναπτύσσει λεπτομερειακά στδν *Ιωνα χρησιμοποιώντας
τδν πολύ παραστατικό μύθο τοδ μαγνήτη δπου προσκολλουνται διά­
φοροι σιδερένιοι κρίκοι. Ό Πλάτωνας ισχυρίζεται πώς ό πιδ κοντινός
στδ μαγνήτη κρίκος είναι ό ίδιος ό ποιητής, τδν έπόμενο κρίκο τδν
συγκρίνει μέ τδ ραψωδό πού άπαγγέλλει τά ποιητικά έργα μπροστά
στοός άκροατές καί σάν πιδ άπομακρυσμένους άπδ τδ μαγνήτη κρί­
κους θεωρεί τούς ίδιους τούς άκροατές. Σ ’ αότοός μεταβιβάζεται ένα
μέρος τής δύναμης τοΰ βασικού μαγνήτη καί τούς κάνει νά έκστα-
σιάζονται. Αότδς ό μαγνήτης είναι ή θεότητα ή ή μούσα. „ Έ θεό­
τητα — γράφει ό Πλάτωνας — μέσα άπδ δλους αότοός [ τοός ποιητές
296

χαΐ τοί>ς ραψωδούς ] τρ*6άει τήν ψυχή τών άνθρώπωνδπου θ έλ ε ι...


Έ να ς ποιητής έξαρτιέται άπό μιά μούσα, άλλος απο άλλη, η^
έξάρτηση αύτή τήν Ονομάζουμε μανία11. Η μούσα κάνει τούς ν
θρώπους θεόπνευστους καί σ’ αύτούς τούς θεόπνευστους προσκο λ
ται μιά άρμαθιά άπό άλλους έκστατικούς ^ ^
’Αναγνωρίζοντας έτσι τούς καλλιτέχνες καί τους^ ποιητές σαν
„ υπηρέτες τής θεότητας “ 6 Πλάτωνας ύποστηρίζει πώς ή έμπνευση
καί ή έκσταση δέν δδηγοΰν τον άνθρωπο στή γνώση τής άληθειας,
άλλα τόν άπομακρύνουν άπό αύτήν, δεν άναπτύσσουν τό νου, τον
„ άφαιροϋν “ . Παίρνει λοιπόν άρνητική στάση άπέναντι σ αυτό το
είδος τής άνθρώπινης δράσης.
Τήν άρνητική του αύτή έκτίμηση τής καλλιτεχνικής δημιουργίας
προσπαθεί νά τή θεμελιώσει καί μέ άλλα άκόμα επιχειρήματα. Ο
καλλιτέχνης πού έμπνέεται άπό τή μιά ή τήν άλλη μούσα δε βυθί­
ζεται, σύμφωνα μέ τή γνώμη του Πλάτωνα, στήν ενατένιση τής άλη-
θειας καί τοϋ ώραίου, δπως κάνει ό φιλόσοφος. Δημιουργεί μονάχα
ένα συγκεκριμένο καλλιτεχνικό έργο όπου, μή μπορώντας νά παρα-
στήσει αύτό καθαυτό τό ώραίο, είκονίζει άναγκαστικά τά άντικείμενα
τοϋ αίσθητοΰ κόσμου. ’Επειδή δμως αύτά τά άντικείμενα έχουν γ ιά
τόν Πλάτωνα πολύ μικρή άξια — τόσο πιό μικρή δσο μακρύτερα βρί­
σκονται άπό τόν κόσμο των ίδεών — ή άναπαράστασή τους στήν
τέχνη έχ ει άκόμα πιό μηδαμινή άξια. Είναι, μπορούμε νά πούμε, μ ί­
μηση τής μίμησης. ,,Έ τέχνη τής μίμησης — λέει ό Πλάτωνας —
άπέχει πολύ άπό τήν άλήθεια, γιατί άπό κάθε άντικείμενο παίρνει
κάτι Ιντελώς άσήμαντο, ενα είδωλο “ ( Πολιτεία, X , 598 Β ).
Ά ν ώστόσο ή τέχνη στρεφόταν μονάχα στήν άναπαράστασή των
άντικειμένων πού, στο μέτρο τοϋ δυνατοΰ, μετέχουν στήν ιδέα τοϋ
ώραίου, τότε μ’ δλο πού θά βρισκόταν σέ χαμηλότερο έπίπεδο άπό τή
φιλοσοφία, δεν θά προξενοΰσε τουλάχιστο φανερή ζημιά. Ή τέχνη
δμως δεν περιορίζεται σ’ αύτό, χρησιμοποιεί „ πολύπλευρη μίμηση “
άναπαρασταίνοντας καί στό γραφτό λόγο καί στή σκηνή καί στις ε ι­
καστικές τέχνες άσχημα, άνάξια καί αίσχρά άντικείμενα. Ό ήθοποιός
όποκρίνεται μεθυσμένους, έγκληματίες καί άποκρουστικούς άνθρώ-
πους, ό ζωγράφος ζωγραφίζει άσχημα πρόσωπα καί πράγματα, ό ποι­
ητής περιγράφει κακές πράξεις καί πάθη, ό μουσικός μέ γλυκιές καί
άπαλές μελωδίες ξυπνάει Ιπιθυμίες καί αισθήματα άποκρουστικά γ ιά
τό λογικό. Ά λλω στε ό καλλιτέχνης ,,πού κατέχεται άπό τή θεότητα “
δέ βρίσκεται Ιξω άπό τό άντικείμενο πού είκονίζει άλλά μετουσιώ-
νεται, μπορούμε νά ποΰμε, καί ό ίδιος μέσα σ' αύτό— έκείνο πού θέλει
νά παραστήσει τό ζεΐ κάπως. "Ολοι οΐ καλλιτέχνες λοιπόν, καί ιδ ια ί­
τερα οί ποιητές καί οί ήθοποιοί, ζοϋν καί οΐ ίδιοι αίσχρά βιώματα
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 297

καί παρασέρνουν σ' αύτά τούς θεατές καί τούς άκροατές τους. * 0
Πλάτωνας καταδικάζει άνελέητα δλην αότή τή „ μ ιμητική τέχνη “
( II , I I I καί X βιβλίο τής Πολιτείας). Κάθε τι πού άπομακρόνει
τούς άνθρώπους άπδ τή γνώση, τή σωφροσύνη, τήν έγκράτεια καί
τήν άνδρεία πρέπει νά ξερριζωθεΐ μιά γιά πάντα άπδ τήν „ ίδεώδη
πολιτεία “ του. Ωστόσο καί σ' αύτδ άκόμα τδ έργο του, πού είναι τδ
πιδ άμείλικτο κατηγορώ κατά τής τέχνης, δ Πλάτωνας παραδέχεται
πώς σέ μερικούς — πολύ λίγους, είναι άλήθεια — τομείς ή τέχνη
μπορεί νά φανεί χρήσιμη. Πρέπει, λέει, νά συνθέτονται καί νά έκτε-
λοΰνται ύμνοι προς τούς θεούς, δχι δμως έκείνοι πού προκαλουν θρη­
σκευτική έκσταση, άλλά ύμνοι πού νά όδηγοΰν σέ θρησκευτικό - φιλο­
σοφικούς στοχασμούς. Ά π δ τις έπτά πλατιά αναπτυγμένες άρμονίες
τής έλληνικής έγχορδης μουσικής 6 Πλάτωνας δέχεται νά διατηρη­
θούν μονάχα ή δωρική καί ή φρυγική, για τί σ’ αύτές τονίζονται τά
τραγούδια πού ξυπνάνε στδν άνθρωπο τήν άνδρεία καί τή συναίσθηση
των καθηκόντων πού έχ ει σάν πολίτης. Στδ X βιβλίο τής Πολιτείας
δ Πλάτωνας άφήνει μάλιστα καί μιά πόρτα άνοιχτή γιά νά ξαναγυ-
ρίσει στήν τέχνη : „ "Αν ή ποίηση, πού είναι στραμμένη στήν ήδονή,
καθώς καί ή τέχνη τής ύπόκρισης μπορούσαν νά μάς παρουσιάσουν
άποδείξεις πώς είναι χρήσιμες σέ μιά εύνομούμενη πολιτεία, θά τις
δεχόμαστε μέ χαρά... "Αν άποδειχτεΐ πώς ή ποίηση δεν είναι μονάχα
εύχάριστη άλλά καί ώφέλιμη, θά είναι, κι αύτδ Ινα κέρδος γιά μάς “
(Πολιτεία, X 607 C ) .
Στδ τελευταίο του Ιργο, τούς Νόμους, δ Πλάτωνας προσπαθεί ό
ίδιος νά βρει άποδείξεις πού νά στηρίζουν αύτή τή θέση του.
Ό άτεγκτος χαρακτήρας τής διδασκαλίας γιά τις ίδέες καί τήν
ίδεώδη πολιτεία μετριάζεται πολύ στούς Νόμους. Ό Πλάτωνας άρ-
χίζει πιά νά παίρνει περισσότερο υπόψη του τις θετικές δυνατότητες
τών κρατικών μεταρρυθμίσεων καί δέν χαρακτηρίζει τόσο άρνητικά
δλη γενικά τήν καλλιτεχνική δημιουργία. Τού ξεφεύγει μάλιστα πώς
„ οί θεοί άπδ οίκτο γιά τδ άνθρώπινο γένος, πού ήρθε στύν κόσμο γιά
νά μοχθεί, δρισαν, σάν άνάπαυλα, τις γιορτές καί τού χάρισαν τις
Μούσες, τύν ’Απόλλωνα, πού τις καθοδηγεί, καί τύν Διόνυσο “ (Νό­
μοι, 653 C ). Ό Πλάτωνας έγκρίνει τήν όργάνωση γιορτών, μέ χο ­
ρούς καί τραγούδια, καί μιλάει λεπτομερειακά γιά τδ πώς άκριβώς
πρέπει νά όργανώνονται. Πρέπει, λέει, νά έχουν ύψηλδ κι άρμονικδ
χαρακτήρα, νά καλλιεργούν τδ αίσθημα τής τάξης, τού μέτρου καί τής
αδτοσυγκέντρωσης. Δέν πιστεύει πιά πώς κάθε ύποταγή στις μούσες
έχει σάν άποτέλεσμα τήν άπώλεια τής νόησης. Ξεχω ρίζει δυδ μού­
σες : „*Η μιά βελτιώ νει τούς άνθρώπους πού έχουν άνατραφεί μαζί
της, ή άλλη τούς χειροτερεύει “ (Νόμοι, 802 D ). Τ ή μούσα πού χ ε ι­
ροτερεύει τούς άνθρώπους τή λέει „ γλυκεΐαν Εξακολουθεί βέβαια
νά πιστεύει, δπως καί πρώτα, πώς ,,έκεΤνος πού κάνει σφάλματά στις
μουσικές τέχνες γίνεται- πρόξενος μεγάλου κακού, για τί ευνοεί τα
θρια ήθη “ , έπιτρέπει όμως τήν καλλιτεχνική δραστηριότητα σε πο
πιύ πλατιά κλίμακα άπύ πρίν. Δέχεται άκόμα καί νά γίνονται παρα­
στάσεις κωμωδίας, μέ τον άπαραίτητο δμως δρο πώς δεν θα παίζουν
σ’ αύτήν οί πολίτες τής ιδανικής πολιτείας του. Μονάχα οι ξένοι καί
οί δούλοι έπιτρέπεται νά κάνουν κάτι τέτοιο. Καί τραγωδίες άκόμα
μπορούν νά άνεβάζονται στύ θέατρο, πρέπει δμως πρώτα νά λογοκρί-
νονται άπύ τύν άνώτατο νομοθέτη ή τούς νομοθέτες. Μέ λίγα λόγια,
δ Πλάτωνας θεωρεί άπαραίτητο τον κρατικό Ιλεγχο στά έργα τής
τέχνης, τήν ίδια δμως τήν τέχνη δέν τή χαρακτηρίζει πιά, στήν κα­
λύτερη περίπτωση, άχρηστη καί, στή χειρότετη, άντιλογική. Θ έλει
μονάχα νά τή συστηματοποιήσει καί νά έχει τή δυνατότητα νά τή
ρυθμίζει. Έ ν α άπύ τά μέτρα πού προτείνει γ ι’ αύτύ τύ σκοπό, μάς
προκαλεί κωμική εντύπωση. ’Επιθυμώντας νά έξασφαλίσει τήν ηθική
άξία τής ποίησης φθάνει στύ σημείο νά ισχυρίζεται πώς οί ποιητές
δέν πρέπει νά είναι κάτω άπύ 50 χρονών καί πώς πρέπει νά τραγου­
διούνται „ έστω δχι καί τόσο εύρυθμα, τά έργα έκείνων τών ποιητών
πού καί οί Γδιοι είναι καλοί άνθρωποι καί στήν πολιτεία τούς έκτι-
μούν γιά τις ώραϊες τους πράξεις “ . Ό Πλάτωνας, είναι άλήθεια, δέν
τρέφει αύταπάτες γιά τήν πλατιά έπιτυχία μιας τέτοιας ποιητικής
δημιουργίας καί προσθέτει, έντελώς μέσα στύ πνεύμα τής άριστοκρα-
τικής θεωρίας του γιά τήν ιδανική πολιτεία, τήν παρακάτω παρατή­
ρηση : ,,Έ μούσα πρέπει νά προσφέρει εδχαρίστηση δχι στύν πρώτο
τυχόντα άλλά στούς καλύτερους άνθρώπους, πού έχουν άποχτήσει άρ-
κετή μόρφωση“ (Νόμοι, 658 Α ).
Ό ίδιος ό Πλάτωνας στήν πράξη έφάρμοζε λιγότερο άπύ κάθε άλ­
λον τις αισθητικές του θεωρίες. Έ κανε άκριβώς τύ άντίθετο άπύ δσα
έλεγε χρησιμοποιώντας στά φιλοσοφικά του έργα δχι μονάχα τά μέσα
γιά τήν καλλιέργεια τής νόησης, άλλά προσφεύγοντας άδιάκοπα καί
στή βοήθεια αύτών τών μουσών πού „ άφαιροΰν άπύ τούς άνθρώπους
τύ νού “ .

4. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΟΓΣ


ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Ο ΠΛΑΤΩΝΑΣ, σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τού Κικέρωνα (Π ερί ρ ψ


τορος, I, 1 4 ), είναι δ πρώτος δημιουργός ( inventor et p rin c e p s)
τού διαλόγου. Αύτή δμως ή πληροφορία δέν είναι σωστή, για τί διά­
λογοι είχαν γραφεί καί πρίν άπύ τύν Πλάτωνα. Έ δική του πρώτο-
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 299

τοπία δέν Οφείλεται στήν „ έπινόηση “ τοϋ διαλόγου γενικά, άλλά στή
χρησιμοποίησή του σάν λογοτεχνικοΟ είδους γιά τήν άνάπτυξη τής
φιλοσοφικής καί πολιτικής του διδασκαλίας.
Ό Πλάτωνας χρησιμοποιεί τή διαλογική μορφή ποικιλότροπα στά
διάφορα έργα του συνδυάζοντάς την με τήν έπική άφήγηση.
Τρεις διάλογοί του — Αύοις, Χαρμίδης καί Πολιτεία — είναι
γραμμένοι σε μορφή άφήγησης του Σωκράτη, πού στήν άρχή άνα-
φέρει κάτω άπδ ποιες συνθήκες καί μέποιά άφορμή άρχισε ή δοσμένη
συζήτηση καί δστερα τήν έπαναλαμβάνει λεπτομερειακά. Τδ πέρασμα
άπδ τήν εισαγωγή στδ βασικδ θέμα τοϋ διαλόγου γίνεται έντελώς φυ­
σικά. Ό Πλάτωνας δείχνει μεγάλη δεξιοτεχνία στδ σημείο αύτό.
Νά π. χ. πώς άρχίζει ό διάλογος Χαρμίδης :
„ Γύρισα τδ προηγούμενο βράδυ άπδ τδ στρατόπεδο τής Ποτίδαιας
καί βιαζόμουν νά ξαναβρεθώ στούς συνηθισμένους τόπους συγκέν­
τρωσης των συνομιλητών. Ανάμεσα στά άλλα πέρασα καί άπδ τήν
παλαίστρα τοϋ Ταυρέου πού βρίσκεται άπέναντι στδ ίερδ τής βασι­
λικής. Ε κ ε ί βρήκα πάρα πολλούς άγνώστους καί άκόμα περισσό­
τερους γνωστούς. "Οταν μέ είδαν νά μπαίνω ξαφνικά, άρχισαν δλοι
άπδ μακριά νά μέ χαιρετάνε. Ό Χαιρεφώντας, ζωηρδς καθώς είναι,
ξέκοψε άπδ τδ πλήθος, Ιτρεξε κοντά μου κι άδράχνοντάς με άπδ τδ
χέρι ε ίπ ε : „ "Α χ, Σωκράτη, πώς τά κατάφερες καί γλύτωσες άπδ τή
μά χη; Λίγο πριν φύγουμε, στήν Ποτίδαια έγινε μάχη καί μείς έδώ
σήμερα μονάχα μάθαμε γ ι’ αυτήν... Έδώ λένε άκόμα πώς ή μάχη
ήταν φοβερή καί πώς πολλοί γνωστοί μας σκοτώθηκαν “ . „ Καί λένε
τήν άλήθεια “ — άπάντησα. „ "Ωστε πήρες καί σύ μέρος στή μ ά χ η ; “
„ Πήρα „ Ά ! κάθησε καί πέστα μας. Γιατί έμεϊς δέν τά ξέρουμε
δλα άκόμα " ...
. . .’Αφού ικανοποιήθηκε ή περιέργείά τους, ρώτησα καί γώ μέ τή
σειρά μου γιά τά νέα τής πόλης, γιά τή φιλοσοφία — σέ ποιά κατά­
σταση βρίσκεται τώρα... “ ( Χαρμίδης, 1 5 3 ).
‘Ωστόσο αύτδς ό τρόπος μετάδοσης τής συζήτησης σέ πρώτο πρό­
σωπο δέν είναι πάντα καί ό πιδ κατάλληλος. Στούς σύντομους δια­
λόγους πού άναφέρονται σέ ένα καί μάλιστα σχετικά άπλδ θέμα, δπως
είναι δ Χαρμίδης (κα ί ό Ανσις), ή έξιστόρηση τών περιστατικών πού
προκάλεσαν τή συζήτηση, καθώς καί ή ίδια ή μετάδοσή της, έχουν
έντελώς φυσικδ χαρακτήρα. Α ντίθετα σ' ένα έργο μακροσκελές, δπως
είναι ή Πολιτεία, ή μετάδοση μιας συζήτησης σέ δέκα βιβλία συνέ­
χεια φαίνεται βέβαια Ικζητημένη καί άφύσικη.
*0 Πλάτωνας δέ συνηθίζει νά χρησιμοποιεί έπικούς προλόγους
στά έργα του. "Ολοι σχεδδν οϊ διάλογοί του είναι γραμμένοι σέ κα­
θαρά δραματική μορφή. Ά π δ τις πρώτες κιόλας λέξεις διαγράφεται
300 Π Λ A Τ Ω N A

τό θέμα πού θά συζητηθεί. Νά πώς άρχίζει δ διάλογος Ιππίας δ


έλάσαων: „ Γιατί σωπαίνεις, Σωκράτη, ένώ δ Ιππίας έπι δείχνει σ
τόσα πολλά τον έαυτό του καί δέν άρχίζεις και σύ μαζί μέ τους α ους
νά παινεύεις κάτι άπό αύτά πού είπε ή νά διαψευδεις κάτι άλ ^ο, ν
νομίζεις πώς δέν ειπώθηκε καλά ; “ ( 'Ιππίας ό ελασσίον, 36^ )·
Μ’ αύτή τή σύντομη άντιπαράθεση του 'Ιππία πού „ Ιπ ιδείχνει σέ τόσα
πολλά τόν έαυτό του “ κα'ι τοΰ Σωκράτη πού σωπαίνει δίνεται κιόλας
τό βασικό θέμα αύτοϋ τοϋ πρώιμου πλατωνικού διαλόγου.^ Ο Πλάτω­
νας έπικρίνει τή φαινομενική παντογνωσία του 'Ιππία, που του άρεσει
νά διατυπώνει κοινές και τετριμμένες άπόψεις χωρίς νά τ'ις έλ εγ χ ει.
Μέ τήν ίδια λογοτεχνική μέθοδο άρχίζουν καί μερικοί άλλοι διά­
λογοι τοϋ Πλάτωνα, π.χ. δ Εύ&ύφρων καί δ Φαίδων.
Ή δραματικότητα τών διαλόγων των δυό πρώτων κύκλων μειώνε­
ται σημαντικά στά έργα τοϋ τρίτου κύκλου — στο Φίληβο, στο Σοφι­
στή, στήν Πολιτεία. *Ύστερα άπό μερικά σύντομα εισαγωγικά λόγια
οί συνομιλητές περνοϋν άμέσως στο κεντρικό θέμα τής φιλοσοφικής
συζήτησης.
Σ ’ αύτή δμως τή σειρά των διαλόγων χρησιμοποιείται καί μιά και­
νούργια μέθοδος. Νά μέ ποιόν τρόπο άρχίζει ό Θεαίτητος: Δυο φίλοι,
δ Ευκλείδης καί δ Τερψίων, άκοΰν τήν άνάγνωση ένός χειρόγραφου
δπου δ Εύκλείδης είχ ε καταγράψει μιά σειρά συζητήσεις πού έκανε
πριν άπό πολλά χρόνια δ νεαρός Σωκράτης μέ έκπρόσωπους τής Ε λ ε α ­
τικής σχολής. Αύτή ή μέθοδος άπαλλάσσει τον Πλάτωνα άπό τήν
υποχρέωση νά κατατοπίζει εισαγωγικά τον άναγνώστη γιά τις συν­
θήκες κάθε διαλόγου χωριστά. Στά τελευταία πλατωνικά έργα —
Τίμαιος, Κριτίας καί Νόμοι — δ ρόλος τοϋ διαλόγου έχ ει περιορι­
στεί σημαντικά. Στούς Νόμους ώστόσο δ Πλάτωνας κάνει ξανά μιά
άπόπειρα νά δώσει πιό φυσική μορφή στο διάλογό του παρουσιάζον­
τας συζητήσεις άνάμεσα σέ γέροντες πού έχουν πείρα των κρατικών
ύποθέσεων. 'Η συζήτηση άργοσέρνεται, σέ διδακτικό τόνο, δπως τα ι­
ριάζει στήν ήλικία καί στό χαρακτήρα τών δρώντων προσώπων.
Πολύ πιό περίπλοκη είναι ή διάρθρωση τοϋ Συμπόσισν. Κάποιος
’Απολλόδωρος, ύστερα άπό παράκληση τών φίλων του, άφηγείται τό
συμπόσιο πού έγινε στό σπίτι τοΰ ποιητή Άγάθωνα. Ό ίδιος δ
’Απολλόδωρος δέν είχ ε πάρει μέρος σ* αύτό, γιατί εκείνη τήν έποχή
ήταν παιδάκι, τοΰ τό είχ ε δμως περιγράφει λεπτομερειακά ένας άπό
τούς συμποσιαστές, δ ’Αριστόδημος. Στήν έξιστόρηση τοϋ συμποσίου
άπό τόν Απολλόδωρο περιλαμβάνονται διάφοροι λόγοι τών συνδαι­
τυμόνων καί ή άφήγηση τοΰ Σωκράτη γιά μιά συζήτηση πού έκανε
κάποτε μέ τή σοφή Διοτίμα. Αύτή ή μετάδοση άπό τρίτο στόμα χα ­
λάει βέβαια τό ρεαλιστικό χαρακτήρα τής άφήγησης, δίνει δμως
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 301

στό συγγραφέα πλατιές δυνατότητες γιά νά προσδώσει άτομικό χα­


ρακτήρα στούς λόγους πού παραθέτει. *Όλοι 61 λόγοι, τοϋ Παυσανία,
τοΟ ’Αριστοφάνη, του Άγάθωνα καί τοϋ μισομεθυσμένου ’Α λκιβιάδη,
είναι γραμμένοι σέ διαφορετικό ύφος καί είκονίζουν όλοζώντανα
αύτά τα πρόσωπα.
Βλέπουμε λοιπόν πώς γιά τόν Πλάτωνα ή διαλογική μορφή τής
.άφήγησης δεν είναι ένα μιά γιά πάντα διαλεγμένο καί άναλλοίωτο
σχήμα δπου προσπαθεί με τή βία νά μπάσει τό περιεχόμενο πού θέ­
λει κάθε φορά. Αύτή ή μορφή τής άφήγησης χρησιμοποιείται ποικι-
λότροπα, κατατοπίζοντας πάντα τόν άναγνώστη μέσα στό κατάλληλο
γιά τό δοσμένο θέμα περιβάλλον.
Φυσικά ό βασικός σκοπός του Πλάτωνα είναι νά άναπτυξει τό φ ι­
λοσοφικό θέμα πού διάλεξε, ή καλλιτεχνική δμως μετάπλαση αύτοϋ
τοϋ θέματος διευκολύνει τόν άναγνώστη στήν κατανόησή του.
Με τή μ·.ά ή τήν άλλη μορφή τοϋ διαλόγου συνδέεται, ώς ένα
βαθμό, και ή παρουσία ή ή άπουσία ήθογραφικών πλαισίων στά διά­
φορα πλατωνικά έργα.
Τις πιο ζωντανές σκηνές τής καθημερινής ζωής ό Πλάτωνας μάς
τίς δίνει ατούς διαλόγους: Πρωταγόρας, Χαρμίόης, Αύσις, Συμπό­
σιο και Πολιτεία.
’Επειδή ή δράση δλων τών διαλόγων ξετυλίγεται στήν πόλη καί
οί συνομιλητές άνήκουν κυρίως στό περιβάλλον τής άθηναϊκής νεο­
λαίας, ή παρουσίαση τοϋ ήθογραφικοϋ φόντου συγχωνεύεται μέ τή
διαγραφή τών χαρακτήρων τών δρώντων προσώπων. Και τά δυο δί­
νονται πότε μέ χιοϋμορ και πότε μέ τσουχτερή σάτιρα.
Γιά νά ζωγραφίσει π.χ. τήν πρωτοτυπία καί τή βαθύνοια τοϋ Σω­
κράτη, και γιά νά τόν είρωνευθεΐ κάπως ταυτόχρονα, ό Πλάτωνας
άφηγειται πώς ό Σωκράτης, πηγαίνοντας στό συμπόσιο, ξέμεινε πίσω
άπό τό σύντροφό του ’Αριστόδημο ,, βυθισμένος στις σκέψεις του “ ,
σταματοΰσε άδιάκοπα, στοχαζόταν άρκετή ώρα, ώσπου τέλος ό οίκο­
δεσπότης άναγκάστηκε νά στείλει κάμποσες φορές νά τόν%φωνάξουν.
’Αντίθετα, δέν έχ ει καθόλου χαρακτήρα καλοπροαίρετου άστείου
ή περιγραφή τής συμπεριφοράς τών περίφημων σοφιστών στόν Πρω­
ταγόρα :
„ Μόλις μπήκαμε, είδαμε τόν Πρωταγόρα νά βαδίζει στό περιστύ­
λιο. Πλάι του περπατούσαν... (Σ τό σημείο αύτό άναφέρονται τά όνό-
ματα πολλών γνωστών Α θηναίω ν)... Πίσω τους έρχονταν, άκούον-
τας τά λόγια του, πολλοί άλλοι πού φαίνονταν ξένοι. "Ολους αυτούς
τούς κουβαλάει μαζί του ό Πρωταγόρας άπό τΙς διάφορες πόλεις πού
κερνάει γοητεύοντάς τους μέ τήν εύγλωττία του, δπως δ Όρφέας.
Έ τσι, μαγεμένοι, τόν παίρνουν άπό κοντά... Βλέποντας, αύτόν τόν
802 Π Α Α Τ Α - Ν Α 2

δμιλο ευχαριστήθηκα πάρα πολύ, γιατί παρατήρησα πόσο πρόσεχαν


νά μήν έμποδίζουν ποτέ τόν Πρωταγόρα μπαίνοντας μπροστά του
δταν έκεΐνος γύριζε, δλοι οΕ γύρω του άκροατές χωρίζονταν μβ ταςη
καί με εύπρέπεια σέ δυδ όμάδες γιά νά περάσει άναμεσα τους και
ϋστερα, κάνοντας μιά κυκλική κίνηση, δμορφα - όμορφα έπαιρναν κα
πάλι θέση άπό πίσω του... Τόν δε μ&τ είσενόησα ( καί υστέρα πήρε
τό μάτι μου), δπως λέει ό "Ομηρος, τόν Ιπ π ία τόν Ηλειο να κά­
θεται σέ μιά ψηλή πολυθρόνα στήν άπέναντι πλευρά του περιστυλίου...
Και μέν δη καί Τάνταλόν γε είσειδον (νά λοιπόν πού είδα καί τόν
Τάνταλο), τόν Πρόδικο τόν Κείο, πού παρεπιδημεί στήν πόλη μας.
Μένει σ' ενα δωμάτιο πού πρώτα ό ‘Ιππόνικος τό χρησιμοποιούσε για
άποθήκη, μά τώρα πού μαζεύτηκαν τόσοι ξένοι, δ Καλλίας τό άδειασε
καί τδκανε κι αύτδ κατάλυμα... Λαχταρούσα ν’ άκούσω τόν Πρόδικο,
για τί θαρρώ πώς είναι πάνσοφος καί θείος άντρας. Έ βαριά του φωνή
δμως προκαλοϋσε τόσο βουητό μέσα στο δωμάτιο, πού δεν μπορούσα
νά ξεχωρίσω τά λόγια του“ (Πρωταγόρας, 3 1 5 ).
"Ολοι οΕ διάσημοι σοφιστές είκονίζονται γελοιογραφικά σ’ αύτδ
τό απόσπασμα. Έ γελοιογραφική έντύπωση τονίζεται άκόμα περισ­
σότερο μέ τά άποσπάσματα τών στίχων τής ’ Οδύσσειας πού παρεμ­
βάλλονται στό κείμενο, παρμένα άπό τό σημείο δπου ό Όδυσσέας
άφηγείται τήν έπίσκεψή του στό βασίλειο τών νεκρών.
’Αντίθετα άπό τις είκόνες τής καθημερινής ζωής τής πόλης, ε ι­
κόνες τής φύσης δίνονται μονάχα στό Φαιδρό καί, μέ μεγάλη συν­
τομία, στούς δόμους. Ό πρόλογος του Φαιδρού, δπου ό Πλάτωνας
μέ τό στόμα τοϋ Σωκράτη περιγράφει ενα ειδυλλιακό τοπίο, είναι μο­
ναδικό πρότυπο αύτοΰ τοϋ είδους :
,,Μά τήν "Ηρα, θαυμάσιο μέρος! — λέει ό Σωκράτης. — Κ ι αύτό
τό πελώριο καί φουντωτό πλατάνι! Πόσο έξαίσια είναι καί τούτη ή
ψηλή καί σκιερή λυγαριά πού σκορπάει παντού τήν εύωδιά τών λου-
λουδιών της. Έ πηγή πάλι άναβρύζει δλο χάρη κάτω άπ’ τό πλα­
τάνι. Τό κατάκρυο νερό της σου δροσίζει τά πόδια. "Οπως φαίνεται
άπό τ ’ άγάλματα, πού παρασταίνουν νέες κοπέλες, αύτός ό τόπος
είναι Εερός, άφιερωμένος σέ κάποιες Νύμφες καί στόν ’Αχελώο. Πόσο
εύχάριστο καί γλυκό τό άεράκι πού φυσάει! Καθώς είναι καλοκαιριά­
τικο κι άνάλαφρο συνοδεύει άπαλά τό χορό τών τζιτζικιών. Μά τή
μεγαλύτερη χάρη τήν Ιχ ει τό γρασίδι έτσι καθώς άνηφορίζει γαλήνια
στήν πλαγιά κι είναι τόσο πλούσιο πού άν ξαπλώσεις, θάχεις εξοχο
προσκέφαλο γιά νά γείρεις τό κεφάλι. Λοιπόν, άγαπητέ Φαιδρέ
έγινες θαυμάσιος ξεναγός μου “ ( Φαιδρός, 230 Β ). ’
‘Ωστόσο ή περιγραφή αύτή πού Ιβαλε ό συγγραφέας στό στόμα τοϋ
Σωκράτη, προκαλεΐ μιά ειρωνική άπάντηση τοϋ Φαίδρου : „ ... "Ε τσ ι
ΕΙ Κ. X V II. Α ΰ λ ω δ ό ς . Μελανόμορφος παναβηνοΤκός Αμφορέας.
’Αττική, Αρχές τοΟ 6. α(. n. X. MouocTo ΈρμιτΑζ.
Π Λ Α Τ 0 Ν Α 2 306

ποί» μιλάς φαίνεσαι σάν ξένος ποί» τοΟ χρειάζεται ξεναγός καί δ χ ι σάν
ντόπιος. Πώς γίνεται νά μή βγαίνεις στά περίχωρα τής πόλης ; θαρρώ
πώς οδτε έξω άπδ τά τείχ η της δεν πάτησες ποτέ“ ( Φαιδρός, 2 3 0 D ).
Φαίνεται πώς δ Πλάτωνας παρέθεσε αδτή τήν περιγραφή μόνο καί
μόνο γιά νά χαρακτηρίσει τδν Σωκράτη καί τδ νεαρό συνομιλητή του.
ΟΕ χαρακτηρισμοί τοΟ Πλάτωνα διακρίνονται γιά τόν ειρωνικό τους
τόνο. Σατιρίζει κυρίως τοδς σοφιστές.

E l x . 16. Η ι * ρ 4 ο ο μ ιτ ό σ ιο . Έροθρέμορφη μικρή


οίνοχόη. ’Αττική, τέλος τοΟ 5. oil. it. X. Moootlo *£ρμιτΑζ.

Νά π. χ . πώς είκονίζεται δ θρασόμαχος στήν Πολιτεία :


„ Πολλές φορές Ινώ κουβεντιάζαμε — λέει δ Σωκράτης — χυ-
μοδσε άνάμεσά μας γιά νά μάς διακόψει, μά τόν συγκρατοδσαν ot
δλλοι ποί» κάθονταν πλάι μας... Μόλις τελειώσαμε, δέν έμεινε ήσυχος.
Όρμησε άπάνω μας σάν θηρίο γιά νά μάς κατασπαράξει. Έ γ ώ καί δ
Πολέμαρχος τρομάξαμε καί κάναμε πίσω “ ( Πολιτεία, 3 3 6 ).
Τό ραψωδό 'Ιω νά δ Πλάτωνας τόν ζωγραφίζει σάν άνθρωπο φοο-
20 ΊοηρΙα τής ΈΙΙρτιχής ΛοτοττχτΙας
σκωμένο άπύ αύτοπεποίθηση καί πολύ άφελή ταυτόχρονα, βαζοντ
του στύ στόμα τα παρακάτω λόγια πού τύν αυτοχαρακτηριζουν .
„ ’ Εγώ νομίζω πώς μπορώ καλύτερα άπύ δλους να μιλάω για τ ν
''Ομηρο, για τί ούτε ό Μητρόδωρος ό Ααμψακηνύς ούτε ό Στησ ιμ-
βροτος ό θάσιος ούτε δ Γλαύκωνας ούτε ποτέ κανένας άλλος
νά διατυπώσει τόσο πολλές καί σωστές σκέψεις γ ι αυτόν... ^ Α ξίζει
τύν κόπο ν* άκούσεις, Σωκράτη, πόσο ώραΐα έχω έξυμνησει τύν
"Ομηρο. Μου φαίνεται πώς οί Ό μηρίδες θά έπρεπε νά μέ στέψουν με
χρυσύ στεφάνι “ ( *Των, 5 30 ).
"Όλες οί λογοτεχνικές μέθοδοι πού άναλύσαμε ώς τώρα διά­
λογοι, ήθογραφικές σκηνές, χαρακτηρισμοί — είναι τυπικά γνωρί­
σματα των διαλόγων του πρώτου καί τού δεύτερου κύκλου. ’Αργότερα
καί οί μορφές τών δρώντων προσώπων καί τύ ήθογραφικύ φόντο
χάνουν τύ ρεαλιστικύ χαρακτήρα τους καί ή καλλιτεχνική άπεικόνιση
παραχωρεί τή θέση της σέ καθαρά φιλοσοφικούς διαλογισμούς.
Στις άρχές τής λογοτεχνικής δράσης του Πλάτωνα αύτή ή έκ-
λογή τής διαλογικής μορφής δέν είναι καθόλου τυχαία. Είναι στενά
δεμένη μέ τή μέθοδο τής συζήτησης μέ βάση τις „ έκμαιευτικές “
έρωτήσεις, πού χρησιμοποιούσε δ Σωκράτης γιά νά έκφράζει τις ίδέες
του. 'Εκείνο πού, ιδιαίτερα στά πρώτα χρόνια, έκανε μεγαλύτερη έν-
τύπωση στύν Πλάτωνα, φανατικό όπαδύ του Σωκράτη, ήταν άκριβώς
αύτή ή μέθοδος καί δχι τά δποιαδήποτε θετικά συμπεράσματα. "Αν
διατύπωνε τις σκέψεις του σέ άφηγηματικύ λόγο, δπως έκαναν οί
προσωκρατικοί φιλόσοφοι, θά απομακρυνόταν άπύ τύ πιύ χαρακτη-
ριστικύ γνώρισμα τού Σωκράτη.
Διαβάζοντας προσεκτικά τις συζητήσεις τού Σωκράτη μέ τούς άντι-
πάλους του είναι άδύνατο νά μήν παρατηρήσουμε πώς πολύ συχνά
τούς ξεφεύγουν σοβαρά λογικά λάθη. Αύτύ δφείλεται σέ δυύ λόγους :
Πρώτο, δ Σωκράτης βάζει τά θέματα μέ τέτοιον τρόπο ώστε ή άπάν-
τηση πρέπει δπωσδήποτε νά είναι ή θετική ή άρνητική. Ό άντίπαλος
δέν έχ ει τή δυνατότητα νά διαλέξει μιά μέση λύση. Ά π ύ αύτή τή
διχοτομία βγαίνουν πολλές φορές έντελώς άφηρημένα συμπεράσματα,
πού έρχονται σέ άντίφαση καί μέ τήν πείρα τής ζωής καί μέ τύν δρθύ
λόγο. Δεύτερο, οί Γδιες λέξεις χρησιμοποιούνται συχνά μέ διαφορε­
τικές έννοιες.
θ ά μπορούσε νά πεΤ κανείς πώς τά λογικά σφάλματα τού Π λά­
τωνα δέν έχουν καμιά σχέση μέ τις λογοτεχνικές του μεθόδους. Στήν
πραγματικότητα δμως συμβαίνει τύ άντίθετο — συνδέονται άδιάρρηκτα
μαζί τους. ’Ακριβώς χάρη σ’ αύτές τις άδιάκοπες διχοτομίες, Ιστω
κι άν δέν άνταποκρίνονται στήν πραγματικότητα, έξασφαλίζεται ή
ζωντάνια τού διαλόγου πού τόση κατάπληξη μας προκαλεΤ, δταν διαβά-
Π Λ Α Τ Ω Ν Α 2 307

ζουμε τά έργα τής πρώτης περιόδου. Ό άναγνώστης, βλέποντας νά


ξετυλίγεται μπροστά του δλος ό πλούτος της Ιλληνικής γλώσσας μέ
τή διπλή καί τριπλή άπόδοση των διάφορων δρων, συνηθίζει στήν
περίτεχνη χρήση της. Ε ν τ είν ει τήν προσοχή του στά συνώνυμα καί
στήν ποικιλόμορφη σημασία των λέξεων, πού ή κατανόησή τους είναι
ή βασική προϋπόθεση κάθε λογοτεχνικής δημιουργίας.
Μιά άπδ τις μεθόδους πού χρησιμοποιεί ό Πλάτωνας γιά νά πείσει
τδν άναγνώστη — καί λογοτεχνική μέθοδος ταυτόχρονα — είναι ή
άναλογία. Ή συχνή δμως χρήση τής άναλογίας τδν δδηγεί τις περισ­
σότερες φορές σέ σφαλερά συμπεράσματα. Μιά τέτοια π. χ. σφαλερή
στήν ούσια άναλογία είναι ό άδιάκοπος παραλληλισμός τής τέχνης
του γιατρού, τοϋ μουσικού, τοΟ γυμναστή, του τιμονιέρη, τοϋ τσα­
γκάρη, του άγγειοπλάστη κ. τ. λ. μέ τήν πολιτική δράση. Ωστόσο ή
ιδιαίτερη προτίμηση τοϋ Πλάτωνα σ' αύτή τήν άναλογία έχ ει τδ σκο­
πό της — θέλει νά ταπεινώσει τδ σύστημα τής άθηναϊκής δημοκρατίας
πού έδινε σέ κάθε έλευθερο πολίτη τδ δικαίωμα νά παίρνει μέρος στή
διακυβέρνηση τοϋ κράτους.
Παράλληλα μέ τις άγαπημένες του άναλογίες, δ Πλάτωνας μετα­
χειρίζεται συχνά καί παρομοιώσεις. Τδ μυαλό του, έξαιρετικά γόνιμο
σέ όπτικές παραστάσεις, μπορεί νά γεννάει παρομοιώσεις γιά κάθε
πράγμα.
Ό Σωκράτης π. χ ., καθισμένος πλάι στδ νεαρδ ποιητή Άγάθωνα
στδ Συμπόσιο, τοϋ λ έ ε ι: „ Τ ί ώραία πού θάταν, Άγάθωνα, άν ή
σοφία μπορούσε νά κυλάει άπδ τδ γεμάτο άνθρωπο στδν άδειανδ μο­
νάχα μέ τήν έπαφή των σωμάτων τους, σάν τδ νέρδ πού μέσα άπδ ένα
μάλλινο νήμα περνάει άπδ τδ γεμάτο στδ άδειανδ κύπελλο... Τότε κι
έγώ θά γέμιζα άπδ τήν άφθονη καί ώραία σοφία σου...“ (Συμπόσιο,
1 7 5 D ). Ά λλοΰ πάλι ό Σωκράτης παραπονιέται: ,,Ό θρασύμαχος,
άφοϋ μάς ξεκούφανε μέ τή φλυαρία του σάν νάταν λουτρατζής, ϋστερα
ήθελε νά φύγει “ (Πολιτεία, I, 3 4 4 ). Πολύ σημαντική είναι καί ή
παρομοίωση των „ φρουρών τής πολιτείας “ μέ τά καλά σπαρτιάτικα
σκυλιά πού ύπερασπίζονται τ ’ άφεντικά τους καί ρίχνονται πάνω στούς
έχθρούς (Πολιτεία).
Όξύτατα ειρωνική διάθεση διαφαίνεται κάτω άπδ τήν παρομοίωση
τών σοφιστών μέ έμπορους τής άγοράς στδν Πρωταγόρα: ,, Μονάχα
πρόσεχε, καλέ μου φίλε, — λέει ό Σωκράτης στδ νεαρδ 'Ιπποκράτη,
πού θέλει νά γίν ει μαθητής τοϋ Πρωταγόρα — μήπως δ σοφιστής,
παινεύοντας έκείνα πού πουλάει, μάς κοροϊδέψει, δπως κάνει δ γυρο­
λόγος καί δ χοντρέμπορας. Γιατί οΐ έμποροι παινεύουν πάντα αύτδ
πού πουλάνε χωρίς νά ξέρουν άν ώφελεί ή βλάπτει... “ ( Πρωταγόρας,
313 D ).
808 Π Λ Α Τ Η Ν a —

Πολύ σπάνια χρησιμοποιεί δ Πλάτωνας τήν προσωποποίηση. Ή


πιδ γνωστή του προσωποποίηση, πού τή μεταχειρίστηκαν πο βς
φορές καί οί μεταγενέστεροι ρήτο­
ρες (δ Κικέρωνας ιδιαίτερα) βρί­
σκεται στδν Κρίτωνα. Στδ διάλογο
αύτδν δ Πλάτωνας προσωποποιεί
τούς άθηναϊκούς νόμους παρουσιά-
ζοντάς τους νά ΙκφωνοΟν μπροστά
στδν Σωκράτη ενα μακροσκελή λό­
γο γιά νά τδν πείσουν νά μή φύγει
άπδ τήν ’Αθήνα, άλλά νά ύποτα-
χ θ εΐ στήν άπόφαση τού δικαστηρίου
καί ν’ άντιμετωπίσει ήρεμα τδ θά­
νατο.
Τέλος, ή πιδ έντυπωσιακή καί
σπουδαία λογοτεχνική μέθοδος τού
Πλάτωνα είναι ή χρησιμοποίηση
εικόνων μυθολογικού χαρακτήρα,
πού ούσιαστικά είναι κ ι αύτές πα­
ρομοιώσεις άναπτυγμένες σε 3ψι-
στο βαθμό.
Οί μύθοι τοΰ Πλάτωνα είναι
δυδ ειδώ ν: Μερικές φορές είναι οί
ίδ ιο ι παλιοί μύθοι πού μπαίνουν
στδ διάλογο χωρίς νά άλλαχτοΟν
σχεδδν καθόλου, άλλά μονάχα έρ-
μηνεύονται σύμφωνα μέ τδ σκοπδ
πού έπιδιώκει ό συγγραφέας. Τ έ ­
τοιος π. χ . είναι δ μύθος γιά τδ
μετά θάνατο δικαστήριο πού άπο-
τελέστηκε άπδ τδν Μίνωα, τδν Ρα­
δάμανθυ καί τδν Αίακδ ( Γοργίας,
5 2 3 ).
Τδ μύθο γιά τδν Ε π ιμ ηθ έα καί
τδν Προμηθέα δ Πλάτωνας τδν
συμπληρώνει καί τδν έρμηνεύει σύμ­
φωνα μέ τδ σκοπό του. Ή συνη­ Ε Ιχ . 17. Χέρωνας. Λευκή λήχυβος,Άττι-
θισμένη έκδοχή τοΰ μύθου αύτού κή, μέοα τοδ 5. αΐ. π.Χ. Μουσείο Έρμιχάζ.
ήταν πώς δ’Επιμηθέας μοίρασε βλες
του τίς ιδιότητες — ταχύτητα, δύναμη, σβελτάδα — στά ζώα καί δέν
άφησε τίποτα γιά τδν άνθρωπο. * 0 Προμηθέας δμως Ικλεψε γιά χάρη
Π Λ Α Τ Ω Ν Α Σ 309

τδν άνθρώπων τή φωτιά καί τΙς τέχνες τί}ς Ά θηνάς καί τοΟ Ή φ α ι­
στου. Ό Πλάτωνας άναπτύσσει περισσότερο αδτδ τδ μύθο: „ Οί άν­
θρωποι, καθώς δεν ήξεραν τήν πολιτική τέχνη, άδικοδσαν δ ένα( :δν
άλλον... Τότε δ Δίας, έπειδή φοβήθηκε μήπως χαθεί 8λο τδ γένος
μας, έστειλε τδν 'Ε ρμή νά φέρει στους άνθρώπους τή ντροπή καί τή
δικαιοσύνη “ και τδν πρόσταζε. „ Νά τά δώσεις σε δλους, γ ια τί δέν
είναι δυνατδ νά ΰπάρχουν πόλεις, άν αύτές τΙς ιδιότητες τίς έχουν
μονάχα μερικοί άνθρωποι, δπως συμβαίνει μέ τΙς άλλες τέχνες.
Όποιος δέν έχ ε ι ντροπή καί δικαιοσύνη, πρέπει νά σκοτώνεται σάν
μίασμα τής κοινωνίας “ (Πρωταγόρας, 322 ). Ό Πλάτωνας δεν κατα·

Ε I κ. 18. Κιθαρωδός. Ερυθρόμορφος σκύφος. *Ατχική, άρχές τοΟ 5. αΐ. π. X.


Houotto Έρμιτάζ.

λαβαίνει πώς αύτή ή θέση του γιά τδ αίσθημα „ τής ντροπής καί τής
δικαιοσύνης “ έρχεται σε άντίφαση με τδ δικό του πάλι παραλλη­
λισμό άνάμεσα στίς διάφορες τέχνες καί στήν πολιτική δράση.
Στοές διαλόγους τοΟ Πλάτωνα ΰπάρχουν καί μύθοι πού δέν βρί­
σκονται πουθενά άλλοΟ καί, δπως φαίνεται, τούς έπλασε δ ίδιος. Τ έ ­
τοιοι είν α ι: Ό μύθος γιά τή γέννηση τοΟ "Ερωτα άπδ τδν Πόρο καί
τήν Πενία, ποί> τδν άφηγείται δ Σωκράτης στδ Συμπόσιο. Ό μύθος
πού λέει δ ’Αριστοφάνης γιά τούς στρογγυλούς άνθρώπους πού ύπήρ-
χαν κάποτε καί πού δ Δίας γιά κάποια άσέβειά τους τούς χώρισε στά
δυδ καί γ ι’ αύτδ „ 6 καθένας άπδ μάς ψάχνει πάντα νά βρεϊ τδ άλλο
310 Π Λ Α Τ 8 ν α Σ

μισό του Ό μύθος γιά τΙς άγέννητες ψυχές πού διαλέγουν τήν έπι-
γεια μοίρα τους, πού κλείνει τύ δέκατο βιβλίο της Πολιτείας, μπορε
νά μήν είναι έπινόηση του ίδιου τοϋ Πλατωνα, άλλα διασκευή κα
ποιας αιγυπτιακής ή πυθαγόρειας διδασκαλίας για τή μετεμυυχωση.
Ό πιύ παραστατικός πλατωνικός μύθος, πού πλησιάζει πια ααην
καθαρή ποιητική δημιουργία, είναι έκείνος πού διαβάζουμε στο αι
όρο — τύν άναφέραμε πιύ πάνω — γιά τήν ψυχή πού πετάει ακολου­
θώντας τύν Δία στύ βασίλειο τών ιδεών καί γιά τύ άρμα τής ψυχήζ
πού τύ σέρνουν δυύ άλογα, τύ ένα εύγενικύ και τύ άλλο μοχθηρό. ^
Μεγάλο ένδιαφέρον προκάλεσε στούς έπιστήμονες καί δ μύθος για
τύ μυστηριώδες κράτος τής Ά τλαντίδας, πού άφηγείται ό Πλάτωνας
στύν Κριτία. Ό μύθος αύτύς Ιγινε άφορμή νά διατυπωθούν ένα σωρύ
ύποθέσεις γιά τύ άν έχ ει καί κάποια ιστορική βάση. Πολλοί προσπά­
θησαν νά τύν μιμηθοϋν πλάθοντας διάφορες κοινωνικές ουτοπίες.
Α ξ ίζ ει νά σημειώσουμε πώς ό Πλάτωνας ξεσπαθώνει άνοιχτά άντι-
κρούοντας μιά πολύ διαδομένη, ιδιαίτερα άνάμεσα στους σοφιστές,
άποδεικτική μέθοδο — νά άναφέρεται κανείς σέ ποιητές, κυρίως στύν
"Ομηρο. Στύν ' Ιππία τόν έλάσοονα καί στύν Πρωταγόρα ειρωνεύεται
αύτή τή συνήθεια: „"Α ς άφήσουμε ήσυχο τύν "Ομηρο — λέει —
άφοϋ είναι άδύνατο νά τύν ρωτήσουμε τί σκεφτόταν δταν έγραφε κάθε
στίχο του “ ( * Ιππίας ό έλάσσων, 365 ). Στύν Πρωταγόρα έκφράζε-
ται άκόμα πιύ δηκτικά : „ Μου φαίνεται πώς οί συζητήσεις γιά τήν
ποίηση ταιριάζουν περισσότερο στά συμπόσια τών φαύλων καί των
άργόσχολων. "Ολοι αύτοί άπύ τύ μεθύσι καί τήν άμορφωσιά τους δέν
είναι σέ θέση νά συζητάνε μέ δικές τους σκέψεις καί με τή δική τους
φωνή καί γι* αύτύ προσκαλοϋν αύλητρίδες στά συμπόσιά τους. Έ τ σ ι
συνεννοούνται μέ τις ξένες φωνές τών αύλών. "Οπου δμως συγκεντρώ­
νονται καλοί, άγαθοί καί μορφωμένοι συνδαιτυμόνες... μπορούν μιά
χαρά νά συνεννοούνται μέ τή δική τους φωνή, χωρίς αύτές τις φλυα­
ρίες καί τά παιδιαρίσματα... Δέν έχουν άνάγκη άπύ ξένες φωνές, ούτε
άπύ τις φωνές τών ποιητών, πού δέν μπορείς νά τούς ρωτήσεις τ ί θέ­
λουν νά πούν μέ τούς στίχους τους... καί πού στά λόγια τους άλλοι
άποδίνουν ένα νόημα καί άλλοι άλλο “ ( Πρωταγόρας, 347 ).
Έ σύντομη αύτή έπισκόπηση μάς δείχνει πώς οί καλλιτεχνικές
μέθοδοι πού χρησιμοποιούσε ό Πλάτωνας ήταν στενότατα δεμένες μέ
τύ περιεχόμενο τού φιλοσοφικού του συστήματος. Έ πληρέστερη λο ι­
πόν άνάλυσή τους είναι έργο τής ιστορίας τής φιλοσοφίας καί δχι
τής Ιστορίας τής λογοτεχνίας. Λ
Ε Ι Ε . X V III. Π λ ά τ ω ν α ς . Μάρμαρο. 4. αΙ. η.Χ.
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο V III

Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ

1. Βίος του 'Α ριστοτέλη· — 2. “Έργα του Α ρισ το τέλη . — 3. Δ ιά ­


λογοι.— 4. Κατάλογοι ιστορικών στοιχείων καί „ Διδασκαλίαι
5. Φιλοσοφία τού 'Α ριστοτέλη.— 6. „ 'Α θηναίω ν Π ολιτεία “ καί
„ Π ολιτικά “ .— 7. *Έργα του Α ρ ισ το τέλη για τή θεω ρία της λογο­
τεχνίας. „ Π οιητική 8. „ Ρητορική “ .— 9. Λογοτεχνικές θεω ρίες
του 'Α ριστοτέλη.

1. ΒΙΟΣ ΤΟΓ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

ΖΩ Η του 'Αριστοτέλη μάς είναι γνωστή κυρίως άπδ τή βιο­

Μ γραφία του που έγραψε δ Διογένης Λαέρτιος. Ό ’Αριστοτέλης


γεννήθηκε στά 3 8 4 π. X . στά Στάγειρα τής Χαλκιδικής. Ό πατέρας
του Νικόμαχος ήταν γιατρός στήν αύλή του βασιλιά τής Μακεδονίας
Άμύντα Β ', παππού του Αλέξανδρου του Μακεδόνα. Δεκαεπτά χρό­
νων (3 6 7 π. X .) , δ ’Αριστοτέλης πήγε στήν ’Αθήνα δπου έγινε φα­
νατικός μαθητής του Πλάτωνα, πού έκείνη τήν έποχή είχ ε γυρίσει
στήν ’Αθήνα άπδ τή Σικελία . "Ως τδ θάνατο του Πλάτωνα, δηλαδή
δεκαοκτώ δλόκληρα χρόνια, δ ’Αριστοτέλης έμεινε άφοσιωμένος μα­
θητής του. ’Επειδή ήταν ξένος, ζοϋσε στήν ’Αθήνα σάν μέτοικος —
πολίτης με περιορισμένα δικαιώματα — καί δεν τάχθηκε με κανένα
άπδ τά άντίμαχα κόμματα, ούτε με τούς άριστοκράτες ούτε με τούς
δημοκρατικούς. Μετά τδ θάνατο του δασκάλου του, δ ’Αριστοτέλης
έγκατέλειψε τήν ’Αθήνα (3 4 7 π. X .) , δέν ξαναγόρισε δμως στά Στά-
γειρα. ’Εγκαταστάθηκε στήν "Ασσο τής Τρωάδας δπου έμεναν πολ­
λοί δπαδοί τού Πλάτωνα κάτω άπδ τήν προστασία του τύραννου Έ ρ -
μεία. Ό ’Αριστοτέλης παντρεύτηκε άργότερα τή θυγατέρα ή τήν άνι-
*Μ Α Ρ Ι 2 Τ ο Τ Β Α Η Ϊ

ψιά τοΟ Έ ρμβίβ. Στήν Άσσο Ιμεινε τρία χράνια, δ ς τ& θάνατο του
Έ ρμεία, πού δολοφονήθηκε προδοτικά άπδ τούς Πέρσες. Ιστερα γ
καταστάθηκε στή Μυτιλήνη δπου Ιμεινε ώς τα 342. Απδ κει π
στή Μακεδονία, μέ πρόσκληση τοϋ βασιλιά Φίλιππου, για ν^ να α
βει τή διαπαιδαγώγηση του γιοΰ του Αλέξανδρου, πού τότε ήταν ε-
κατριώ χρονώ. Στά 335 ό ’Αριστοτέλης γύρισε ξανά στήν Αθήνα,
δπου ίδρυσε φιλοσοφική σχολή στδ Αύκειο — άλσος άφιερωμένο στ ν
Αόκειο ’Απόλλωνα. Ή σχολή αύτή όνομάστηκε „ Περιπατητική
άπδ τή συνήθειά του νά περίπατε Γ τήν ώρα των μαθημάτων στις δεν­
τροστοιχίες τοϋ Αυκείου. Στήν ’Αθήνα 6 ’Αριστοτέλης συγκέντρωσε
μιά μεγάλη φυσιοδιφική συλλογή — σ’ αύτό, σύμφωνα με τήν παρά­
δοση, τδν βοήθησε καί ό ’Αλέξανδρος ό Μακεδόνας — καί συγκρότησε
μιά τεράστια βιβλιοθήκη. Μετά τδ θάνατο τοϋ ’Αλέξανδρου οΐ Ε λ λ η ­
νες κατόρθωσαν γιά λίγο ν* άποτινάξουν τδ μακεδονικδ ζυγό. *Ηταν
πιά έπικίνδυνο γιά τδν ’Αριστοτέλη νά μένει στήν ’Αθήνα. Κατέφυγε
στήν Εύβοια καί τδν άλλο χρόνο πέθανε στή Χαλκίδα.

2. ΕΡΓΑ ΤΟΓ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Τ Α Ε Ρ Γ Α τοϋ ’Αριστοτέλη, πού άντιπροσωπεύουν τδ κορύφωμα τής


έλληνικής φιλοσοφίας, δεν Ιφτασαν δλα ώς Ιμάς. Ά π δ τήν τεράστια
κληρονομιά του μονάχα Ινα μικρδ σχετικά μέρος διασώθηκε. Κ ι αύτδ
δμως είναι τόσο μεγάλο καί πολυσύνθετο, πού δεν μπορεί άκόμα νά
θεωρηθεί όλοκληρωτικά μελετημένο. Ό Διογένης Ααέρτιος άποδίδει
στδν ’Αριστοτέλη τετρακόσια περίπου βιβλία. Σήμερα Ιχουμε στή διά­
θεσή μας πενήντα περίπου Ιργα του καί άποσπάσματα άπδ άλλα έκα-
τό. Σύμφωνα μ’ Ιναν κατάλογο τοϋ Πτολεμαίου, περιπατητικού τοϋ
1. ή 2. αί. μ. X ., ό ’Αριστοτέλης είχε γράψει χίλια βιβλία.
Τά Ιργα τοϋ ’Αριστοτέλη είναι πολυποίκιλα άπδ τήν άποψη τοϋ
περιεχομένου τους. Τά περισσότερα είναι έπιστημονικά καί φιλοσο­
φικά. Αογοτεχνικά Ιργα Ιγραψε σχετικά λίγα. Ό ’Αριστοτέλης ήταν
κυρίως έπιστήμονας - Ιρευνητής καί δάσκαλος. Τδ πρωί δίδασκε τούς
μόνιμους μαθητές του καί τά άπογεύματα Ικανέ διαλέξεις σέ πλατύ­
τερο κοινό.
Τά Ιργα τοϋ ’Αριστοτέλη χωρίζονται σέ δυδ βασικές όμάδες : 1)
σέ έξωτερικοϋς ή έκδεδομένους λόγους, πού άπευθύνονταν σέ πλατύ κύ­
κλο άναγνωστών καί 2) σε ακροαματικούς λόγους η πραγματείας, πού
προορίζονταν γιά τούς άκροατές τής σχολής του, τούς φιλόσοφους.
Τά Ιργα^αύτά έκδόθηκαν γιά πρώτη φορά στά μέσα τοϋ 1. αI. π. X .
άπ’ τδν ’Ανδρόνικο τδ Ρόδιο.
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 316

3. ΔΙΑΛΟΓΟΙ

Ο ι ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΙ ή έκδεδομένοί λόγοι τοϋ *Αριστοτέλη Ιχουν χαθεί


δυστυχώς. Έ άπώλεια αύτών τών Ιργων, κυρίως των διαλόγων του
( μονάχα μερικά άποσπάσματά τους δια σώθηκαν ), είναι μεγάλη για
τόν ιστορικό της λογοτεχνίας. ΟΕ διάλογοι τοϋ ’Αριστοτέλη πρέπει νά
τοποθετηθούν πιθανότατα στήν πρώτη περίοδο της συγγραφικής του
δημιουργίας. "Οπως φαίνεται, ήταν πολύ δουλεμένοι λογοτεχνικά, άν-
τίθετα άπό τις πραγματείες του. Σήμερα δεν είμαστε σε θέση νά σχη­
ματίσουμε μιά πλήρη ίδέα γιά τή λογοτεχνική Ικανότητα τοϋ ’Α ρι­
στοτέλη. ΟΕ άρχαίοι δμως τόν θεωροΰσαν Ιξοχο στυλίστα. Ό Διονύ­
σιος ό Άλικαρνασσέας τόν έκθειάζει καί ό Κικέρωνας λέει πώς „ άπό
τό στόμα του κυλοΰσε Ινα χρυσό ποτάμι εύγλωττίας “ ( Acad . prior a,
II, 33, 119 ). ’Από ενα άπόσπασμα Ιργου του, πού παραθέτει σε με­
τάφραση ό Κικέρωνας (De natwra deorum ', I I , 37, 9 5 ), Ιχουμε κά­
θε δικαίωμα νά υποθέσουμε πώς ό θαυμασμός του γιά τή λογοτεχνική
δεινότητα τοϋ ’Αριστοτέλη είναι άρκετά βάσιμος.
’ Από τις μαρτυρίες τοϋ Κικέρωνα1, πού καί ό ίδιος όμολογεί πώς
μιμούνταν τόν ’Αριστοτέλη, μπορούμε κάπως νά φανταστούμε τή διάρ­
θρωση αύτών τών διαλόγων. ΤΗταν διαφορετικοί άπό τούς διαλό­
γους τοϋ Πλάτωνα, γιατί ό ’Αριστοτέλης, χωρίζοντάς τους σέ τμήμα­
τα, πρόσθετε στό καθένα μιά ειδική εισαγωγή, παρουσίαζε μέσα σ’ αύ-
τούς καί τόν εαυτό του σάν ενα άπό τά δρώντα πρόσωπα καί διατύ­
πωνε τις προσωπικές του γνώμες ( βλ. Κικέρωνας, Περί ρήτορος, I I I ,
18, 67 ).
Δυό διάλογοι τοϋ ’Αριστοτέλη, Π ερί ποιητών καί Περί ρητορικής
ή Γρυλλος, είχαν άμεση σχέση μέ τήν Εστορία τής λογοτεχνίας. ’Από
τό δεύτερο διάλογο, πού όνομάστηκε καί Γρυλλος άπό τό όνομα τοϋ
γιοΰ τοϋ Ξενοφώντα, δέ διασώθηκε κανένα άπόσπασμα. Μονάχα πα­
ραπομπές σ’ αότόν ύπάρχουν στόν Διογένη Ααέρτιο ( I I , 5 5 ) καί στόν
Κοϊντιλιανό (De institutione oratoria, 1 1 ,1 7 ) . Ά πό τό διάλογο
Περί ποιητών διασώθηκαν μονάχα δυό άποσπάσματα, πού παρουσιά­
ζουν μεγάλο ένδιαφέρον σάν πρότυπα άριστοτελικής λογοτεχνικής κρι­
τικής καί παράλληλα γιατί Ιχουν Ιπηρεάσει άμεσα τήν Ποιητική.
Αύτά τά άποσπάσματα, πού τά παραθέτουν ό Μακρόβιος καί ό Ά θ ή -
ναιος, δείχνουν πώς ό Αριστοτέλης μελετούσε προσεχτικά καί λεπτο­
μερειακά τούς "Ελληνες ποιητές καί οΕ κρίσεις του στηρίζονταν άμεσα
πάνω στά Ιργα τους.

1. ‘Επιοτολαι προς ’Αττικόν, IV, 16* XIII, 19, 4. ’Επιοτολαι πρός αδελφόν Κόιντον,
III, 6. Έπιοτολαι πρός φίλους, I, 9, 23. Περί ρήτορος, III, 21, 80 κ. &.
S16

Καί άλλα αποσπάσματα του ’Αριστοτέλη έχουν σχέση μδ τήνΠοιη


τική. Ό Θεμίστιος π.χ., φιλόσοφος του 4. αΖ. μ. X- *
(.1 9 ) H eitz), παραθέτει μια γνώμη του ’Αριστοτέλη για τήν έλληνικη
τραγωδία, δπου τονίζεται ή χρησιμοποίηση του τρίτου υποκριτή
τδν Αισχύλο. Αύτή δμως ή πληροφορία βρίσκεται σέ άντίθεση με ενα
άπόσπασμα της Ποιητικής (κεφ. 4, 1449 a ). Σ^ αύτδ γίνεται ογος
για τή γένεση καί τήν έξέλιξη του έλληνικου δράματος καί η
μοποίηση του τρίτου όποκριτή δεν άποδίδεται στον Αίσχυλο α
στδν Σοφοκλή.
Στδ διάλογο Περί ποιητών 6 ’Αριστοτέλης εθιγε τδ προβλημάτων
λογοτεχνικών ειδών καί των δημιουργών τους, χαρακτήριζε διάφο­
ρους συγγράφεις, τδ δφος τής ποίησης καί του πεζού λογου, εκανε κρι­
τική σέ ποιητές κ.τ.λ. Χ
Έ τ σ ι τδ έργο αύτδ είχ ε άμεση σχέση μέ τήν πραγματεία του για
τήν ποιητική τέχνη — τήν Ποιητική. Μια παρόμοια σχέση υποθέτου­
με πώς υπήρχε καί άνάμεσα στδ διάλογο Περί ρητορικής και στή
Ρητορική πού διασώθηκει .

4. ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ


ΚΑΙ „ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΙ “

Ο Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ κατάρτισε καί πολλούς κατάλογους Ιστορικών στοι­


χείων, πού τά συγκέντρωσε έρευνώντας συστηματικά διάφορα γραφτά
μνημεία. Στήν κατηγορία αύτή άνήκει μιά όλόκληρη συλλογή άπδ
πολιτεύματα έκατδν πενήντα όκτώ πολιτειών καθώς καί τδ έργο του
Διδαοκαλίαι. Ά πδ δλα αύτά τά συγγράμματα διασώθηκε μονάχα ή
’Αθηναίων Πολιτεία, πού βρέθηκε στά 1890 σ’ έναν αίγυπτιακδ πά­
πυρο. "Αν κρίνουμε άπδ τήν Άϋηναίων Πολιτεία, οί κατάλογοι αύ-
τοί δέν ήταν μιά ξερή άπαρίθμηση γεγονότων καί μαρτυριών, άλλά
Ιργα συνθετικά μέ συγκεκριμένη άνάλυση του όλικοϋ πού παρέθεταν.
Στδν κατάλογο τών έργων του ’Αριστοτέλη πού διασώθηκε άναφέ-
ρονται μιά σειρά τίτλοι τέτοιων συγγραμμάτων μέ στοιχεία γιά δρα­
ματικούς ή „ μουσικούς “ άγώνες ( Διογένης Ααέρτιος, V , 26). Έ ρ γ α
μέ παρόμοια θέματα είχαν γραφεί καί πριν άπδ τδν ’Αριστοτέλη. Τδ
άρχαιότερο αύτοϋ του είδους, πού ξέρουμε τδν τίτλο του καί παραπομ­
πές πού γράφηκαν γ ι’ αύτό, είναι τδ έργο του λογογράφου Ε λ λ ά ν ι­
κου * γιά τά „ Κάρνεια “ τής Σπάρτης.

1. Ή Π οιητιχη τοδ ’ Αριστοτέλη μεταφράστηκε έπανειλημμένα στά ρωσικά ΟΙ τελευ ­


ταίες μεταφράσεις της έγιναν άπδ τόν Άππελροτ (μ έ παράθεση καί τοδ έλλγινικοΟ κ ε ι­
μένου) στά 1893 καί άπό τόν Νοβοσάντσκη στά 1927. 1 η Χβι
2. Β λ. κεφ. 1.
A. P I 2 T Ο T B A H 2 317

Εξαιρετικά σημαντικά γιά τήν ιστορία της δραματικής τέχνης


ήταν τδ έργο του 'Αριστοτέλη Διδασκαλίαι, πού χρησιμοποιήθηκε
πλατιά άπδ τούς μεταγενέστερους άρχαίους φιλόλογους. Έ λέξη „ δι­
δασκαλία “ στύν τομέα τής θεατρικής τέχνης σήμαινε άρχικά τδ
„ άνέβασμα στή σκηνή “ και τΙς „ όδηγίες “ πού έδιναν οΕ ποιητές
στούς υποκριτές και στούς χορευτές. 'Αργότερα τδ νόημα αύτής τής
λέξης γινόταν όλοένα πλατύτερο. Χρησιμοποιούνταν καί γιά μιά θεα-'
τρική παράσταση καί γιά τίς τετραλογίες καί γιά τούς δραματικούς
άγώνες. Σήμαινε άκόμα καί τήν άναθεωρημένη έκδοση ένδς θεατρι­
κού έργου.
Μέ τή λέξη „ διδασκαλία “ στδ βιβλίο αύτδ Ιννοοΰμε μονάχα
τά πραχτικά ή τδν Ιτήσιο άπολογισμδ των άγώνων τραγικών
καί κωμικών ποιητών πού γίνονταν στήν ’Αθήνα. Έστερα άπδ
τδ τέλος κάθε άγώνα, δ άρχοντας πού είχε άναλάβει τήν έποπτεία
του κατάρτιζε ( ύπογράφοντάς τον ) τδν έπίσημο κατάλογο τών ποιη­
τών πού είχαν βραβευτεί, τών τίτλων τών έργων πού παίχτηκαν καί
τών όνομάτων τών πρωταγωνιστών. ’Αργότερα σ’ αύτές τίς „ διδα­
σκαλίες “ πρόσθεταν καί στοιχεία γιά τά παλιά έργα πού παίζονταν
γιά δεύτερη φορά. ΟΕ κατάλογοι αύτοί ή τά πραχτικά φυλάγονταν στδ
κρατικδ άρχείο καί, δπως καί τά άλλα έπίσημα έγγραφα, ήταν προ­
σιτοί στον καθένα πού ήθελε νά πάρει πληροφορίες. Ά κόμα άργότερα
( δεν ξέρουμε πότε άκριβώς) τίς διδασκαλίες τίς έκθέτανε στδ Εερδ τού
Διόνυσου ή σέ κάποιο χώρο κοντά στδ θέατρο. Έ χουν διασωθεί με­
ρικά άποσπάσματά τους.
Πρώτος δ ’Αριστοτέλης έπεξεργάστηκε αδτά τά έπίσημα στοιχεία
καί τά δημοσίευσε στδ έργο του Διδασκαλίαι.
Μετά τήν άνακάλυψη τής Ά&ηναίων Πολιτείας, πού χάρη σ’ αύ-
τήν διευκρινίστηκε ή μέθοδος τής δουλειάς τού ’Αριστοτέλη πάνω στά
διάφορα ιστορικά στοιχεία, δέν ύπάρχει πιά καμιά άμφιβολία πώς καί
οΕ Διδασκαλίες δέν ήταν μονάχα μιά άπλή καταγραφή έπίσημου Εστο-
ρικού όλικοΰ, άλλά καί μιά συστηματική έπεξεργασία του.
Τά άλλα έργα τού 'Αριστοτέλη πού χάθηκαν μπορούμε νά τά κρί­
νουμε μονάχα μέ βάση τά λιγοστά τους λείψανα, τίς παραπομπές τού
ίδιου τού συγγραφέα σ’ αύτά καί τίς μαρτυρίες τών μεταγενέστερων
άρχαίων συγγραφέων. Έ κρίση μας δμως γιά τδ έργο τού Α ριστο­
τέλη πρέπει νά βασίζεται κυρίως στά συγγράμματά του πού διασώ­
θηκαν.
δ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΓ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ διδασκαλία τού ’Αριστοτέλη άντιπροσωπεύει, δπως


&εγε ό Μάρξ, τδ κορύφωμα τής άρχαίας φιλοσοφικής σκέψης. Δέν
318 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ

είναι μονάχα ένας έκλεκτικός συνδυασμός τών διδασκαλιών πού είχαν


διαμορφωθεί πρίν άπό αύτόν, άλλά δίνει καί δημιουργικές υσεις στ
προβλήματα πού είχε προβάλει ή προηγούμενη έξέλιξη του στοχα
σμοϋ. „ Είναι φανερό πώς μπορούμε νά πετύχουμε τή γνώση τών πρω­
ταρχικών αίτιω ν“ — λέει ό Αριστοτέλης (Μετά τα φυσικά, , »
9 83a, 2 4 - 2 6 ) . ,,Τ ό τε μονάχα Εξασφαλίζουμε τή γνώση^κάθε πρά­
γματος, δταν, δπως πιστεύω, φτάσουμε στήν πρώτη αίτια
Ό ’Αριστοτέλης ξεχωρίζει τέσσερις άρχές: 1 ) τήν ούσία, 2 ) την
δλη, 3 ) τό κινούν αίτιον και 4 ) τό ου ένεκα ή τό άγαθον. Ανασκευα-
ζει τή θεωρία τών ίδεών του Πλάτωνα. *Όπως τονίζει, δ Πλατωνας
άπόσπασε τήν ούσία άπό τά ,,καθ* έκαστον “ (τά μεμονωμένα πρά­
γματα). Ή διδασκαλία του γιά τις ίδέες είναι άγονη, λέει δ Αριστο­
τέλης, γιατί οί ίδέες διπλασιάζουν μονάχα τόν κόσμο τών πραγμάτων,
χωρίς νά μάς έξηγοϋν τήν πραγματική του κίνηση καί μεταβολή.
Έ τσ ι ή ούσία άποχωρίζεται άπό κείνο πού είναι ή ούσία του.
"Οπως παρατηρεί ό Αένιν στήν έπιτομή τών διαλέξεων του Χ έ γ γ ε λ
γιά τήν Ιστορία τής φιλοσοφίας, „ ή κριτική πού έκανε ό ’Αριστοτέ­
λης στίς „ ίδέες “ τοϋ Πλάτωνα είναι κριτική του ίδεαλισμου σ α ν
Ι δ ε α λ ι σ μ ό ν γ ε ν ι κ ά " 1.
Τό χάσμα πού χωρίζει τήν ούσία καί τά ,,καθ’ έκαστον“ , πού χα ­
ρακτηρίζει τή θεωρία του Πλάτωνα, δ ’Αριστοτέλης προσπαθεί νά τό
γεφυρώσει μέ τή δική του διδασκαλία γιά τό είδος καί τήν υλη, π ι­
στεύοντας πώς τό „ καθόλου“ (τό γενικό) ύπάρχει μέσα στά ,,κ α θ ’
έκαστον“ (τά μεμονωμένα πράγματα).
Ή δλη, σύμφωνα μέ τή θεωρία του ’Αριστοτέλη, δεν άντιπροσω-
πεύει μονάχα τό „ μή είναι “ , άλλά δεν μπορούμε νά τής δώσουμε
καί κανέναν δρισμό, είναι κάτι πού θά γίνει (,,δυνάμει δ ν “ ), μιά δυ­
νατότητα. ’Εκείνο πού μορφοποιεΐ τήν δλη είναι τό είδος ( „ ένεργείφ
δ ν “ ). "Οσα μάς παρουσιάζει ή έμπειρία, άποτελοϋνται άπό δλη καί
είδος, σε μιά άδιάσπαστη ένότητα.
Μέ αύτή τήν „ πρώτη φιλοσοφία “ του ’Αριστοτέλη ( δηλαδή τή
μεταφυσική) συνδέεται άμεσα καί ή διδασκαλία του γιά τό συλλογι­
σμό, πού τή θεωρούσε σάν έπιστημονική μεθοδολογία καί γνωσιοθεωρία
(Μετά τά φυσικά, X I , 1059 b, 18 - 1 9 ). Ό ’Αριστοτέλης έξετάζει
τίς λογικές έννοιες, τίς σχέσεις τους μέ τά πράγματα καί τή σημασία
τους σάν μορφές γνώσης τής πραγματικότητας. „ Στόν ’Αριστοτέλη
γράφει ό Αένιν κρίνοντας τά Μετά τά φυσικά — παντού ή άντι-

1. Β. I. Αένιν, Φ ιλο σ ο φ ικ ά τετ ρ ά δ ια , Μόσχα, 1947 σ·λ. 264.


Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 319

κειμενική λογική περιπλέκεται μέ τήν όποκειμενική, μέ τέτοιον


τρόπο όμως ώστε παντού φαίνεται σάν άντικειμενική “ *.
Αύτή ή άντικειμενικότητα τής λογικής του ’Αριστοτέλη φανερώ­
νεται και στή διδασκαλία του για τΙς κατηγορίες. Στδ έργο του Κα-
τηγορίαι δ ’Αριστοτέλης παραδέχεται δέκα κατηγορίες — ούσία, πο­
σότητα, ποιότητα, τόπο, χρόνο κ.ά. Αύτές τις κατηγορίες δέν πρέπει
νά τις ταυτίζουμε μέ τις υποκειμενικές μορφές τής συνείδησης.
"Εχουν άντικειμενική άξία σάν όρισμοί τής πραγματικότητας.
"Ετσι στή μεταφυσική καί στή λογική του ’Αριστοτέλη συνδυάζον­
ται οΕ υλιστικές καί οΕ Εδεαλιστικές άρχές τής έλληνικής φιλοσοφίας.
ΟΕ υλιστικές άρχές έκφράζονται μέ τή διδασκαλία για τά „ καθ’ έκα­
στον “ σάν πρώτη ούσία, γιά τήν άνεξαρτησία του είναι άπδ τή συνεί­
δηση καί γιά τήν ύλη σάν αύτοτελή άρχή τής πραγματικότητας. ΟΕ
Εδεαλιστικές άρχές έκφράζονται μέ τή διδασκαλία του γιά τδ είδος
σάν μορφοπο ιδ άρχή, γιά τή νόηση σάν πηγή γνώσης καί γιά τή
θεότητα σάν „ πρώτο κινούν “ .
,,Ό Χ έγ γ ελ διαπιστώνει τδν Εδεαλισμδ τοϋ ’Αριστοτέλη στήν Εδέα
του γιά τή θεότητα — γράφει ό Αένιν καί προσθέτει : — Βέβαια
αύτδ είναι ιδεαλισμός, είναι δμως πιδ άντικειμενικός, πιδ απόμακρος
καί πιδ γενικός άπδ τδν Εδεαλισμδ του Πλάτωνα καί γ ι’ αύτδ στή
φιλοσοφία τής φύσης τις περισσότερες φορές ταυτίζεται μέ τδν
όλισμό “ 2.

6. „ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ “ ΚΑΙ „ ΠΟΛΙΤΙΚΑ “

y.THN πολιτική του διδασκαλία, πού βασικά δικαιώνει τδ κράτος,


τή δουλεία καί τήν άτομική ιδιοκτησία, 6 'Αριστοτέλης στηριζόταν
στις γενικές άρχές τής πραχτικής του φιλοσοφίας, πού άναπτόσσον-
ται στά Η θικά, καί παράλληλα σέ μιά γενική μελέτη τής πολιτικής
πείρας τών έλληνικών δουλοκτητικών κρατών. Γ ι' αύτδ άκριβώς τδ
σκοπδ είχ ε συντάξει τις περιγραφές έκατδν πενήντα δκτώ πολιτευμά­
των. Ά πδ τις περιγραφές αύτές διασώθηκε όλόκληρη σχεδδν ή ’Α θη­
ναίων Πολιτεία.
Ή Αθηναίων Πολιτεία βρέθηκε, δπως είπαμε, στήν Αίγυπτο στδ τ έ­
λος τοϋ περασμένου αιώνα®. Ή ύπαρξη ένδς τέτοιου έργου στήν άρχαιό-
τητα ήταν καί άπδ πριν γνωστή στδν έπιστημονικδ κόσμο. ΤΗταν

1. Β. I. Λένιν, Φ ιλ ο σ ο φ ικ ά τ ετ ρ ά δ ια , Μόσχα, 1947, σβλ. 304.


2. Β. I. Αένιν, Φιλοαοφιχά τετράδια, Μόσχα, 1947. σβλ. 264,
Β. Ή πρώτη Ικδοση xfjc Ά&ηναίων Πολιτείας Ιγινβ αχό Λονδίνο άπό τόν Κένυον,
οχ* 1891.
E Λ H 2
3» A P 2 T 0 T

γνωστά μάλιστα καί βρισμένα άποσπασματά της, *κού παραθεταν


Ιργα τους διάφοροι άρχαίοι συγγραφείς. , , . * ,
‘Ορισμένα Ιστορικά γεγονότα πού άναφέρονται σ αυτή τή ρ -
γματεία μάς έπιτρέπουν νά καθορίσουμε μέ άκρίβεια σχε ν τ ΧΡ°
τής συγγραφής της. Μπορούσε νά γραφεί μοναχα άναμεσα στα
καί στά 328 π. X . _ . - ,
‘ Η Ά&ψαίων Πολιτεία, ποί) ή άρχή της έχ ει χαθεί, άφηγειται
τήν Ιστορία των άθηναϊκών θεσμών άπδ τήν έποχή τής Ιξεγερσης το
Εόλωνα (6 3 0 περίπου π. X . ) ώς τδ τέλος του 5. αί. π. X ., κλείνον­
τας μέ τοί>ς „ Τριάντα τύραννους “ και μέ τήν άποκατάσταση τής δη­
μοκρατίας στά 403 π. X . (κεφ. 1 - 4 1 ) . "Ιστερα περιγράφει
άθηναϊκδ πολιτικέ σύστημα δπως είχ ε διαμορφωθεί τήν έποχή του
συγγραφέα, δηλαδή τδν 4. αί. π. X . (κεφ. 42 &ς τδ τέλος). Ετσι,
άπδ τήν άποψη του περιεχομένου της, ή πραγματεία αύτή χωρίζεται
σέ δυδ μ έρ η : τδ Ιστορικέ καί τδ συστηματικό. Σάν ιστορικέ έργο έχ ει
μεγάλη άξία, γιατί βασίζεται στή μελέτη πολλών καί πολύμορφων
πηγών (έπίσημα άρχεία, παραδόσεις, λογοτεχνικά καί έπιγραφικά
μνημεία ).
Πριν άπδ τήν άνακάλυψη τής 9Αθηναίων Πολιτείας δέν είχα με
κανένα είδικδ έργο πού νά μάς δίνει σέ μιά συνεχή άφήγηση τήν
Ιστορία τής άθηναϊκής δημοκρατίας. Οί έπιστήμονες περιορίζονταν
άναγκαστικά στά στοιχεία πού παρέθεταν διάφοροί συγγραφείς καί
στίς έπιγραφές, στοιχεία πολύ σημαντικά βέβαια πολλές φορές, μά
συμπτωματικά καί σκόρπια. Σήμερα διαθέτουμε ένα έργο πού περι­
λαμβάνει μιά λίγο - πολύ πλήρη Ιστορική περιγραφή του άθηναϊκοϋ
κρατικού συστήματος. *Η *Αθηναίων Πολιτεία μάς πλούτισε μέ μιά
σειρά καινούργια στοιχεία καί έτσι μάς βοήθησε νά λύσουμε πολλά
προβλήματα μέ διαφορετικέ τρόπο. Τέτοια στοιχεία είναι οί πληρο­
φορίες γιά τδ πέρασμα άπδ τή μοναρχία στήν άριστοκρατία, γιά τίς
ταραχές πού έγιναν μετά τδν Σόλωνα, γιά τήν άνάδειξη δημόσιων
λειτουργών μέ κλήρο, γιά τδ ρόλο τής Βουλής, έξαιρετικά πολυά­
ριθμες χρονολογίες κ. ά. Έ ’ Αθηναίων Πολιτεία λύνει σχεδδν τδ
πρόβλημα τής σεισάχθειας πού έφάρμοσε ό Σόλωνας, έξηγεί τήν
ούσία τών μεταρρυθμίσεων τού Κλεισθένη πού διαίρεσε τήν ’Α ττική
μέ βάση τήν έδαφική κατανομή τού πληθυσμού ( άντί γιά τήν παλιά
διαίρεση κατά γένη) κ. τ. λ. Μέ τήν άνακάλυψη αύτής τής πραγμα­
τείας ή μελέτη τής ιστορίας τής ’Αθήνας μπήκε σέ καινούργια φάση.
‘ Η άξία της δμως δέν περιορίζεται στά καινούργια ιστορικά στοιχεία
πού μάς δίνει γιά τήν έσωτερική ιστορία τής ’Αθήνας. Ε κ είν ο πού
έ χ ει μεγαλύτερη άξία είναι ή παρουσίαση τής έξελικτικής πορείας τού
άθηναϊκού δημοκρατικού συστήματος.
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 321

"Οσο μεγάλα κι άν είναι δμως άπδ ιστορική άποψη τά πλεονεκτή­


ματα τής 9Αθηναίων Πολιτείας, παρατηρούμε σ’ αύτήν καί κάποια
άνισομέρεια στήν άφήγηση. Περιγράφει π. χ. λεπτομερειακά τή δράση
τού Σόλωνα καί περιορίζεται σε λίγα στοιχεία γιά τή νομοθεσία τού
Κλεισθένη, μιλά ει άναλυτικά γιά τή συνωμοσία τοΟ ‘Αρμόδιου καί
του Άριστογείτονα καί σκόρπια μονάχα χαρακτηρίζει τήν περίοδο
τής „ Πεντηκονταετίας“ ( άνάμεσα στούς Περσικούς πολέμους καί
στδν Πελοποννησιακό). ’ Ιδιαίτερα μάς κάνει Ιντύπωση, σέ σύγκριση
με τή συντομία πού χαρακτηρίζει μερικές φορές αύτή τήν πραγμα­
τεία, ή άφήγηση γιά τήν όλιγαρχία του 4 11 π. X . (κεφ . 2 9 - 3 3 ) ,
δπου άναπτύσσεται μέ τις παραμικρότερες λεπτομέρειες ή δράση τών
δλιγαρχικών καί άναφέρονται άκόμα καί οί προθέσεις τους πού
έμειναν μονάχα στά σχέδια, χωρίς νά πραγματοποιηθούν.
Σ ' αύτή τήν πραγματεία ύπάρχουν άκόμα άνακρίβειες, άσάφειες,
μερικές φορές καί καθαρές παρανοήσεις, δπως είναι π. χ. ή περιγραφή
του πολιτεύματος του Δράκοντα (κεφ. 4 ), πού βρίσκεται σέ άντίφαση
μέ τις μαρτυρίες του ίδιου τού ’Αριστοτέλη στά Πολιτικά του. Καί
πολλές άλλες λεπτομέρειες άναφέρονται καί φωτίζονται λαθεμένα.
Στήν Άϋ'ψαίων Πολιτεία φανερώνονται άρκετά καθαρά οί πολι­
τικές άπόψεις τοΟ ’Αριστοτέλη. Μέ τδν δρο „ πολιτεία “ ό ’ Αριστο­
τέλης έννοεί μιά μορφή δημοκρατίας, δπου ό βασικός ρόλος άνήκει
στά μεσαία εύπορα στρώματα του πληθυσμού. Σάν έκφραστή τών
συμφερόντων αύτής τής τάξης θεωρεί τδν Σόλωνα — τδν παράγοντα
τού ., μέσου “ . ’Αντίθετα, ό ’Αριστοτέλης χαρακτηρίζει άρνητικά τις
ριζοσπαστικό - δημοκρατικές ίδέες τού Θεμιστοκλή. Τδ ίδιο άρνητικά
χαρακτηρίζονται στήν ' Αθηναίων Πολιτεία καί οί άλλοι ήγέτες τού
άθηναϊκού δήμου.
Σ ’ αύτδ τδ έργο του ό ’ Αριστοτέλης ήθελε νά δώσει ένα γενικδ
διάγραμμα τής έξέλιξης τών άθηναϊκών κρατικών θεσμών καί νά φα­
νερώσει συγκεκριμένα τήν τάση τού δήμου γιά αύτοτέλεια, δείχνοντας,
δσο μπορούσε άκριβέστερα, τά στάδια τής πάλης του γ ι’ αύτή τήν αύ-
τοτέλεια.
Ή άφήγηση στήν ' Αθηναίων Πολιτεία ξεχωρίζει γιά τήν άπλό-
τητα καί τή σαφήνειά της, για τί δέν προοριζόταν γιά ειδικούς έπιστή-
μονες, άλλά γιά τδ πλατύ κοινό. *0 συγγραφέας, θέλοντας νά κάνει
τδ έργο του προσιτό στούς πολλούς, έδωσε άσφαλώς μεγάλη προσοχή
οτήν έπεξεργασία τού ύφους του καί τδ δούλεψε μέ βάση τούς ρητο­
ρικούς κανόνες τής σχολής τού ’ Ισοκράτη.
Μονάχα μετά τήν άνακάλυψη τού κειμένου τής Άΰ'ηναίων Πολι­
τείας μπορούμε νά διαπιστώσουμε σέ πόση άπλότητα καί σαφήνεια
δΐχε φτάσει ό ιστορικός πεζός λόγος στούς άττικούς συγγραφείς τού
21 · Ι ο τ ο ρ ία τ ή ς Έ λ λ η η χ ή ς Λ ο γο τβχνΙα ς
Η

τέλους τοΟ 4. αί. π. X . καί Λ « ο ι* βαθμό καθρέφτιζε τις τελειο ­


ποιήσεις ποί> είχαν έπεξεργαστεϊ οί θεωρητικοί τόσο τής ίσοκρατικης
δσο καί τής περιπατητικής σχολής. ..
Τά Πολιτικά, δπου 6 ’Αριστοτέλης άναπτόσσει τή διδασκαλία του
γιά τό κράτος, δεν είναι Ινα θεωρητικό δημιούργημα δπως ή Π ο λ ι τ ε ί α
τοΟ Πλάτωνα, άλλά μιά μελέτη καί έκτίμηση των κρατικών _συστη-
μάτων πού είχαν διαμορφωθεί ιστορικά στις διάφορες πόλεις της
λάδας. Ή πραχτιχή διδασκαλία του Α ριστοτέλη προσπαθεί νά δικα ι­
ώσει βασικά τδ έλληνικδ δουλοκτητικό κράτος και ταυτόχρονα να μ ε­
λετήσει τά μέσα πού θά μπορούσαν νά έδραιώσουν τή θέση του σέ μια
έποχή πού τδ έλληνικδ κράτος - πόλη Ικλινε πιά πρδς τή δύση του.
Στά Ήΰικά του ό ’Αριστοτέλης μάς έδωσε μιά μελέτη γιά την
ιδεώδη άνθρώπινη δράση. Αύτή ή ιδεώδης δράση, και γενικά κάθε
άνθρώπινη δράση, πραγματώνεται, δπως πιστεύει, μονάχα μέσα στήν
κοινωνία. *Άνθρωπος φνοει πολιτικόν ζώον — λέει ( Πολίτικα, 1,
1, 9, 1253 a, 2 - 3 ) . *0 άνθρωπος βρίσκει τδν προορισμό του σέ μια
αυτάρκη κοινωνία.
Σάν τέτοια αύτάρκης κοινωνία δεν μπορεί νά θεωρηθεί ούτε ή οικο­
γένεια ( οικία ) μέ τά τρία της είδη έξουσίας ( τή συζυγική — του
άντρα πάνω στή γυναίκα, τήν πατρική — τοϋ πατέρα πάνω στά παι­
διά καί τή δεσποτική — του άφέντη πάνω στούς δούλους ), ούτε οί
ένώσεις των οικογενειών σέ χωριά ( κώμαι), άλλά μονάχα τδ κράτος
(π ό λ ις ), πού άντιπροσωπεύει μιά ένωση άπδ χωριά καί έ'χει δλες
τις άπαραίτητες προϋποθέσεις γιά μιά αύτάρκη ύπαρξη ( αύτάρκεια );
Έ ξω άπδ τδ κράτος, ό άνθρωπος δέν μπορεί νά έκπληρώσει τδν
προορισμό του. ,,Ό άνθρωπος πού βρήκε τήν όλοκλήρωσή του στδ
κράτος είναι τδ άνώτερο άπδ δλα τά πλάσματα καί, άντίθετα, έκ ει-
νος πού ζεί μακριά άπδ τδ νόμο καί τή δικαιοσύνη είναι τδ πιδ άθλιο
πλάσμα στδν κόσμο “ (Πολιτικά, I, 1, 12, 1253 a, 31 - 33). Γ ι’ αύτδ
6 Α ριστοτέλης άντιμάχεται άποφασιστικά τις διδασκαλίες τών σοφι­
στών, πού Ιλεγαν πώς τδ κράτος είναι ένας τεχνητός θεσμός μέ μονα­
δικό του σκοπό τήν προστασία τών δικαιωμάτων τοϋ άνθρώπου. „ Τ δ
κράτος — λέει ό ’Αριστοτέλης — παρουσιάζεται τότε μονάχα, δταν οί
οικογένειες καί τά γένη σχηματίζουν μιά κοινωνία... μέ σκοπό νά τ ε ­
λειοποιήσουν τήν αύτάρκη τους ύπαρξη“ (Πολιτικά, I I I , 5, 1 3 ,
1280 b, 2 9 - 3 5 ).
'Ωστόσο ό ’Αριστοτέλης, πιστός στήν ιδεολογία τοϋ δουλοκτητικοί)
κόσμου, άπέκλειε άπ* αύτή τήν κοινωνία τούς δούλους, δέν τούς συγ-
κατέλεγε άνάμεσα στούς πολίτες καί στά Πολιτικά του προσπαθούσε
νά δικαιώσει βασικά τή δουλεία χωρίζοντας τούς άνθρώπους σέ προο­
ρισμένους άπδ τή φύση νά έξουσιάζουν καί σέ προορισμένους νά όπο-
Α Ρ Ι Σ Τ 0 Τ Ε Λ Η 2 838

τάσσονται. „ ..Λ ϊν θεωρούσε τή δουλοκτητική οικονομία σάν κάτι


προσωρινό “
Παράλληλα μέ τή δικαίωση τής δουλείας, ό Α ριστοτέλης όπερα-

Ε I κ. 19. Παιδαγωγός μό παιδί. Ειδώλιο άπό


όπτή γΐ}. 5. αί. π. X. UoootTo Έρμιτάζ.

■ σπίζει καί τήν άτομική ιδιοκτησία. Πιστεύει πώς μέ τήν Ικμηδένισή


της έκμηδενίζεται καί τδ ίδιο τδ κράτος, μ* δλο πού, δπως είδαμε,
δεν τδ θεωρεί προϊόν ένδς θεσμού μά Απόρροια τής Ανθρώπινης φύσης.

t Κ. 1ί4ρξ καί Φ. "Ένγκβλς, " A x a v t a , τόμ. X V , σ*λ, 457.


824 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ

’Ανάλογα μΙ χοϊ>ς σκοπούς ποϊ> καθορίζουν οί κυβερνήτες των κρ®


τών δ ’Αριστοτέλης ξεχωρίζει καλά καί κακά πολιτεύματα. Καλώ
πολίτευμα θεωρεί Ικεινο πού άποβλέπει στό γενικό καλό, ανεξάρτητα
άν κυβερνάει ένας, λίγοι ή πολλοί. "Οταν οί κυβερνήτες έπιδιωκουν
άτομικούς σκοπούς, τό πολίτευμα, λέει, είναι κακό, ξεχω ρίζει ακόμα
τά πολιτεύματα καί μέ βάση τόν άριθμητικό συσχετισμό έκείνων πο
κυβερνούν καί έκείνων πού κυβερνιούνται. ’Απαριθμεί τρία καλα κρα­
τικά συστήματα: τή βασιλεία ( διακυβέρνηση άπό έναν άνθρωπο ),
τήν άριστοκρατία ( διακυβέρνηση άπό λίγους ) καί τήν πολιτεία ( δια­
κυβέρνηση άπύ τούς πολλούς ), καί τρία όχι καλά : τήν τυραννίδα,
τήν δλιγαρχία καί τή δημοκρατία, πού άπορρέουν άπό τά άντιστοιχα
καλά κρατικά συστήματα όταν ό ένας, οί λίγοι ή οί πολλοί κυβερνή­
τες, άντί ν’ άποβλέπουν στο γενικό καλό, προσπαθούν νά έξυπηρετη-
σουν τούς άτομικούς σκοπούς τους.
Τό πρόβλημα ποιό πολίτευμα ταιριάζει σέ κάθε κράτος, πρέπει νά
λυθεί, σύμφωνα με τή γνώμη τού ’Αριστοτέλη, όχι άφηρημένα, άλλά
μέ βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες τής ζωής αύτοΰ τού κράτους —
άνάλογα μέ τήν άρετή των πολιτών καί τόν καταμερισμό τού πλούτου
άνάμεσά τους. Έ βασιλεία π. χ. είναι τό καλύτερο πολίτευμα στήν
περίπτωση πού ένας άνθρωπος ξεπερνάει σέ άρετή τούς άλλους, ή άρι­
στοκρατία είναι κατάλληλη γιά τά κράτη όπου ή άρετή είναι κτήμα
λίγων άνθρώπων καί ή πολιτεία είναι άπαραίτητη έκεί όπου όλοι είναι
ίσοι στήν άρετή. Έ διασάλευση τού σωστού συσχετισμού πού πρέπει
νά ύπάρχει άνάμεσα στά κρατικά συστήματα καί στήν ήθική καί οικο­
νομική κατάσταση τών πολιτών προκαλεΐ τόν έκφυλισμό τών πολι­
τευμάτων, έξεγέρσεις καί πολιτειακές άνατροπές. Γιά τήν πρόληψη τών
έξεγέρσεων ό ’Αριστοτέλης συμβούλευε νά άμβλύνονται οί άκρότητες
τών διαφόρων πολιτευμάτων. Αύτό μπορεί νά γίνει, έλεγε, όταν κάθε
πολίτευμα δανείζεται βρισμένες άρχές καί άπό τά άλλα.
Τονίζοντας τήν ούσιαστική σημασία τής περιουσιακής άνισότητας,
ό ’Αριστοτέλης συμβούλευε ώστόσο νά περιορίζεται τό χάσμα άνά­
μεσα στόν μεγάλο πλούτο καί στή φτώχεια μέ τήν ένίσχυση τής μ ε­
σαίας τάξης, πού μονάχα ή έπικράτησή της έξασφαλίζει τή σταθε­
ρότητα τού κρατικού καθεστώτος.
Έ προσπάθεια τού ’Αριστοτέλη νά περιγράφει στά Πολίτικά τό
ιδανικό κράτος έμεινε άτελείωτη. Σάν σκοπό αύτοΰ τού ιδανικού κρά­
τους ό 'Αριστοτέλης θεωρούσε τήν άγωγή τών πολιτών στήν άρετή,
πού πρέπει νά γίνει κτήμα όλων. Τό ιδανικό κράτος χρειάζεται νά
είναι περιορισμένο έδαφικά καί νά μήν έχει ύπερβολικό άριθμό πολι­
τών, γιά νά γίνεται άνετα ή παρακολούθησή του. Τούς έπαγγελματίες
καί τούς γεωργούς ό ’Αριστοτέλης δέν τούς συμπεριλάμβανε στόν άρι-
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 325

θμδ τών πολιτών μέ πλήρη δικαιώματα. Τ ή διακυβέρνηση τοΰ ιδα­


νικού κράτους τήν άνέθετε στούς πιδ ήλικιωμένους πολίτες, άφήνον-
τας γιά τή νέα γενιά μονάχα στρατιωτικά καθήκοντα.
"Οπως βγαίνει άπό δσα είπαμε, ή καθοριστική άρχή τών άπόψεων
τοΰ ’Αριστοτέλη καί στήν πολιτική του διδασκαλία, δπως καί στά
Ή&ικά του, είναι τό μέτρο, δ μέσος δρόμος. "Οπως καί στούς άλλους
"Ελληνες φιλόσοφους, έτσι καί στδν ’Αριστοτέλη ή πολιτική διδασκα­
λία συνδέεται στενότατα μέ τή φιλοσοφική. ’Από δσα γράφει στά
Πολιτικά του συμπεραίνουμε πώς τοϋ ήταν ξένη ή ιδεολογία τόσο των
έκπρόσωπων τής άθηναϊκής άριστοκρατίας δσο καί των πολιτικών ήγε-
τών τής άθηναϊκής δημοκρατίας. Τήν άθηναϊκή δημοκρατία δεν τή
συμπεριλάμβανε άνάμεσα στά σωστά κρατικά συστήματα. Περισσότερο
έκλινε μέ τό μέρος τών συμφερόντων τών μεσαίων στρωμάτων τής έλ-
ληνικής δουλοκτητικής κοινωνίας, πού έχαναν όλοένα έδαφος στήν
περίοδο τής παρακμής τής άθηναϊκής δημοκρατίας τόν 4. αί. π. X .,
άλλά πού άποτελοϋσαν, δπως πίστευε ό ’Αριστοτέλης, zb βασικό θε­
μέλιο τοϋ θεσμοΰ τοϋ άθηναϊκοϋ κράτους.

7. ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ


ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ. „ ΠΟΙΗΤΙΚΗ “

Α π ο τά έργα πού ό Α ριστοτέλης άφιέρωσε σέ λογοτεχνικά ζητή­


ματα διασώθηκαν δυό, ή Ποιητική καί ή Ρητορική. Καί τά δυδ είναι
άποτέλεσμα μεγάλης καί όλόπλευρα μελετημένης προπαρασκευα­
στικής έργασίας, πού δέν στηρίζεται μονάχα σέ προσωπικές του έρευ­
νες, άλλά καί στήν προηγούμενη δουλειά πολλών άλλων μελετητώ ν.1
*Η Ποιητική δμως, τό πιδ σπουδαίο άπό τά έργα τοΰ ’Αριστοτέλη
πού πραγματεύονταν λογοτεχνικά ζητήματα, δέν έφτασε όλόκληρη
ώς έμάς. Στήν ούσία είναι άποσπάσματα διαλέξεων γιά τή θεωρία τής
ποιητικής δημιουργίας. Οί διαλέξεις αύτές ή δέν δουλεύτηκαν άρκετά
άπό τόν συγγραφέα ή δέν διασώθηκαν τά αύθεντικά τους κείμενα
παρά μονάχα ή μετάδοσή τους άπό κάποιον άκροατή. Ίσως νά είναι
μιά σύνοψη τών διαλέξεων.
’Εκείνο πού χαρακτηρίζει τό ϋφος τής Ποιητικής είναι πώς οϊ
σκέψεις πού διατυπώνονται σ’ αύτήν μοιάζουν σάν πρόχειρες καί μά­
λιστα σκόρπιες, οί φράσεις της είναι άποσπασματικές, πολλά μένουν
άσαφή καί μισοειπωμένα. ’Ενδεικτική άπό αότή τήν άποψη είναι ή

1. Γιά κείνους πού μελέτησαν αότόν τόν τομέα, καί ειδικά τόν τομέα τοϋ δφους, πρίν
άπό τόν ‘Αριστοτέλη βλ. τό άρθρο τής Σ. Β. Μελίκοβα - Τολστάγια 'Αρχαίος ΰβωρίβς χαλ­
ί™ χνιχον λόγον στή συλλογή κειμένων *Αρχαΐβς ΰβωρίβς γλώσαας και νφους, Μόσχα -
Αένινγκραντ, 1936.
326 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η ^

άρχή τοϋ κεφαλαίου V I, δπου γίνεται λόγος για τή λεγόμενη „ τρα


γική κάθαρση“ (χά&αροις). Μ* δλο πού στα Πολίτικα του ( V >
7,4, 1 3 4 1 b ) δ ’Αριστοτέλης δίνει τήν ύπόσχεση νά έξηγήσει λεπτο-
μερειακά τί άκριβώς πρέπει νά έννοοΰμε μέ τή λέξη „ καθαρση , στ
κείμενο τής Ποιητικής πού διασώθηκε, ή ύπόσχεση αυτή δεν τη ρ εί­
ται *. 'Απραγματοποίητο στό κείμενό μας έμεινε και τό πρόγραμμα
πού άναφέρεται στήν άρχή τής Ποιητικής : „ θ ά μιλήσουμε γράψει
άρχίζοντας τήν πραγματεία του ό ’Αριστοτέλης — τόσο για τήν
ποίηση γενικά δσο και γιά τά διάφορα είδη της, γιά τό ποιά άξία
Ιχ ει τό καθένα καί πώς πρέπει νά συγκροτείται ό μύθος γιά να είναι
καλό ένα ποιητικό Ιργο. θά ποϋμε άπό πόσα καί ποιά μέρη άποτε-
λείται τό ποίημα καί θ'άναπτύξουμε κάθε άλλο σχετικό ζήτημα “ . Στό
κείμενό μας δμως δεν έξετάζονται δλα αύτά τά θέματα, άλλά γίνεται
λόγος κυρίως γιά τήν τραγωδία καί τό Ιπος. Αύτή ή παράλειψη δέν
έξηγεΐται μονάχα μέ τήν άπώλεια του τέλους τής Ποιητικής. Πολλά
ζητήματα πού θά έπρεπε ν’ άναπτυσσονται καί μέσα στό κείμενο πού
διασώθηκε, λείπουν άπ’ αύτό. *0 σκόρπιος πάλι χαρακτήρας μερικών
σκέψεων — άν καί δέν έχουμε βέβαια τό δικαίωμα ν’ άπαιτοΰμε άπό
τό συγγραφέα τή συνηθισμένη γιά μάς συστηματοποιημένη άφή-
γηση — μάς δημιουργεί τήν Ιντύπωση Ινός μισοεπεξεργασμένου κ ει­
μένου, πράγμα πού προκαλοΰσε καί προκαλεΐ άκόμα πολύ αύθαίρετες
ερμηνείες των σκέψεων τοϋ ’Αριστοτέλη. Φυσικά πολλά σημεία τής
Ποιητικής μένουν άσαφή δχι γιατί φταίει ό συγγραφέας, άλλά για τί
έμείς δέν κατέχουμε άρκετά, ή άκόμα καί καθόλου, τά θέματα πού
μπορούσαν νά κατανοήσουν άμέσως οΕ άκροατές του.
Ή Ποιητική λοιπόν διασώθηκε σέ μιά μορφή πού άσφαλώς δέν
είναι έκείνη πού τής είχε δώσει ό ’Αριστοτέλης. Έφτασε ώς έμάς
μονάχα τό πρώτο βιβλίο της, άπό 26 κεφάλαια, πού τό κείμενό του
είναι πολύ φθαρμένο, καί μερικά μονάχα άποσπάσματα άπό τό δεύ­
τερο βιβλίο, δπου άναλόεται ή κωμωδία.

8. „ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η “

Η ΡΗΤΟΡΙΚΗ τοϋ Αριστοτέλη, πού διασώθηκε, γράφηκε πιθανότατα


γύρω στά 3 3 0 π. X ., στή διάρκεια τής τελευταίας παραμονής τοϋ φ ι­
λόσοφου στήν ’Αθήνα, δηλαδή δστερα άπό τήν Ποιητική. Ξέρουμε

1. ODxe τή μ ε λ έτ η τοΟ αστείου βρίσκουμε στήν Ποιητική. &ν κα> & •AoiaxoTiW «τ *
]8) λέν ”2τ
διαλέγει 6 καθένας τί είναι κατάλληλο “ . Λ’
Χ ΙίΖ Ά ΰνα
ί 4Xi a ταΐρί αζΤ0ϋν στόν Ελεύθερο άνθρωπο καί άλλα δχι, | τσι πού μπορεί νά
μπορεί
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 327

πώς καί πριν άπό τον ’Αριστοτέλη ύπήρχαν έγχειρίδια ρητορικής τ έ­


χνης, ενα μάλιστα άπό αύτά, γραμμένο άπό τόν Ά ναξιμένη τό Λαμ-
ψακηνό, διασώθηκε άνάμεσα στά έργα πού άποδίδονταν στόν ’Α ρι­
στοτέλη *. Παρ’ δλα όμως τά κοινά σημεία πού όπάρχουν άνάμεσα
στή Ρητορική του Ά ναξιμένη καί στή Ρητορική του ’Αριστοτέλη,
στήν ούσία αύτά τά δυδ έργα είναι Ιντελώς διαφορετικά. Έ Ρητορική
του ’Αριστοτέλη, άντίθετα άπό τή Ρητορική του Ά ναξιμένη, δεν είναι
έγχειρίδιο, άλλά έπιστημονί'^ή μελέτη τής θεωρίας τής ρητορικής.
Χωρίζεται σε τρία βιβλία. *0 ’Αριστοτέλης, καθορίζοντας τή ρητο­
ρική σάν ενα βοηθητικό κλάδο τής πολιτικής, στενά συνδεμένο μαζί
της, άναπτύσσει τούς γενικούς κανόνες τής καλλιέπειας, άνεξάρτητα
άπό τό περιεχόμενο του λόγου. Ή ρητορική μέθοδος του Α ριστοτέλη
στηρίζεται στή διάκριση, σέ κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, των προ­
σιτών μέσων πού έξασφαλίζουν τήν πειθώ. Τά μέσα αύτά είναι δυδ
είδών: 1 ) δσα βρίσκονται „ έξω άπό τήν τέχνη “ , δπως π.χ. οΕ κατα­
θέσεις των μαρτύρων ή τά έγγραφα άποδεικτικά στοιχεία, καί 2 ) τά
μέσα πού δίνει ή ίδια ή τέχνη τής ρητορικής. Τά δεύτερα χωρίζονται
μέ τή σειρά τους σέ τρία είδη : α ) λογικά ( λογικοί πίοτεις), δηλαδή
έπιχειρήματα, β ) ήθικά (ηβικοί), δταν ό όμιλητής προσπαθεί νά πεί­
σει τούς άκροατές γιά τήν άξιοπιστία του, καί γ ) συγκινησιακά (πα­
θητικοί), δταν έπενεργεί στά συναισθήματά τους. Τά βιβλία I καί I I
άφιερώνονται στή μέθοδο τής εύρεσης αύτών των μέσων πού Ιξασφα-
λίζουν τήν πειθώ ( εϋρεσις).
Τό I I I βιβλίο άσχολείται κυρίως με τό πρόβλημα του ύφους. 'Α ρ­
χίζει μέ παρατηρήσεις γιά τήν άπαγγελία ( ύπόκρισις), πού έξετάζε-
ται άποκλειστικά άπό τήν άποψη τής χρήαης τής φωνής. "Ύστερα με­
λετάει τήν ικανότητα τής όμιλίας ή τήν προφορική έκφραση ( λεξις)
καί τή δομή τού λόγου, τό σχέδιό του (τάξις).
Ή Ρητορική τού 'Αριστοτέλη χάραξε τό δρόμο πού άκολούθησαν
ώς τήν έποχή μας οΕ περισσότεροι άπό τούς μεταγενέστερους εΕδικούς,
ιδιαίτερα στο ζήτημα τής διαίρεσης τής ρητορικής σέ δικανική, συμ­
βουλευτική καί έπιδεικτική. Παράλληλα μέ τό πρόβλημα τής έπίδρα-
σης τού λόγου πάνω στούς άκροατές, πού είναι ό βασικός σκοπός τής
ρητορικής (β λ . I l l , I ) , ό ’Αριστοτέλης έξετάζει καί προβλήματα γ ε ­
νικής αισθητικής, άπαραίτητα γιά τή βαθύτερη φιλοσοφική τοποθέ­
τηση τού άντικειμένου τής μελέτης του — βαθύτερη άπό τήν τοποθέ­
τηση πού έκαναν οΕ προκάτοχοί του. Στδ κεφάλαιο I X , 1 π.χ. δίνει

1. Γι ά τήν έξέλιξη τής ρητορικής στήν 'Ελλάδα πρίν άπό τόν 'Αριστοτέλη βλ. τό
®ρβρο πού άναφέραμβ πιό πάνα) τής 2!· Β. Μελίκοβα ■ Τολστάγια καί τό IX κεφάλαιο
αύτοδ τοΟ τόμο».
Σ

•civ ίρ ισ μ ϊ του ώραίοο1 , άναλόοντας λεπτομερειακά xty’ *^ ® 1* ^


Έ Ρητορική καταπιάνεται καί μέ μια σειρά άλλα πρ ο^μ
βγουν σγέση μέ τήν ποιητική δημιουργία καί δεν θίγονται σ

ρετική σημασία γιά νά καθορίσουμε τις λογοτεχνικές


χ:ί;«5.fs ρ ί
’Αριστοτέλη.

9. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΓ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Ο ςτο ςο βασική πηγή γιά νά κατανοήσουμε τΙς λογοτεχνικές θεω­


ρίες του μεγάλου Έ λληνα στοχαστή είναι ή Ποιητική του, μ δλες
τ'ις άτέλειες καί τΙς έλλείψεις τοϋ κειμένου που διασώθηκε.
Πρώτα-πρώτα πρέπει ‘νά ξεκαθαρίσουμε τ ί έννοεΐ δ ’Αριστοτέλης
μέ τή λέξη „ ποιητική “ , πού συνήθως τήν ταυτίζει με τούς δρους
„ ποίηση “ και „ ποιητική τέχνη “ . Δέν έννοεΐ τή στιχουργία με τή
δική μας σημασία τής λέξης, άλλά γενικά τή λογοτεχνική δημιουρ­
γία, πού καθόλου δέν τήν περιορίζει στά „ ποιητικά “ ( με τδ σημερινό
νόημα) έργα. Δέν άντιπαραθέτει στίχους καί πεζό λόγο, ούτε στιχουρ-
γούς καί πεζογράφους, άλλά ποίηση καί ιστορία, ποιητές καί πεζο-
γράφους (κεφ. IX , 1451 a ). „ Ά πδ δσα είπαμε, είναι φανερό — γρά­
φει — πώς τδ καθήκον του ποιητή δέν είναι νά λέει δσα Ιγιναν μά
έκεΐνα πού θά μπορούσαν νά γίνουν, τά πιθανά ή τά άναγκαΐα. Γ ια τί
δ ιστορικός καί δ ποιητής δέν διαφέρουν έπειδή δ ένας μιλάει έμ μ ε­
τρα καί δ άλλος χωρίς μέτρο — θά μπορούσε κανείς νά μεταγράψει
σέ στίχους τδ έργο τού 'Ηρόδοτου καί πάλι, είτε μέ μέτρο είτε χωρίς
μέτρο, δέν θά έπαυε νά είναι ιστορία — άλλά διαφέρουν έπειδή δ ένας
γράφει έκεΐνα πού έγιναν καί δ άλλος έκεΐνα πού θά μπορούσαν νά
γίνουν “ . Καί δ ’Αριστοτέλης καταλήγει στδ συμπέρασμα πώς , , ή
ποίηση άσχολεΐται περισσότερο μέ τδ γενικό ( τό καβάλου), ένώ ή
ίστορία μέ τά ξεχωριστά (τά καϋ' έκαστον) “ . Στις ίδιες άπόψεις, γιά
τή διαφορά άνάμεσα στήν Ιστορία καί τήν ποίηση, δ 'Αριστοτέλης ξα-
ναγυρίζει στδ κεφάλαιο X X I I I (1 4 5 9 a ) τονίζοντας πώς ή έπική
ποίηση (πού στδ κείμενο τήν άποκαλεΐ διηγηματική) ,,δέν πρέπει νά
μοιάζει μέ τις συνηθισμένες ιστορίες, πού άναγκαστικά είκονίζουν δχι
μιά πράξη άλλά μιά έποχή, δηλαδή δλα δσα έγιναν άπδ έναν ή πολ­
λούς άνθρώπους καί πού μονάχα τυχαία συνδέονται μεταξύ τους
Ό 'Αριστοτέλης έπιμένει πώς σάν βάση ένδς ποιητικού έργου είναι
άπαραίτητη μιά ορισμένη ούνϋ'εσις πού χρησιμεύει γιά τήν άνάπτυξη

1. ΚαΙον μεν οδν ia ttv δ &ν δ ι * αυτό αιρετόν δν επαινετόν fj. η δ αν άγα&όν δν ήδύ
ϋ· δχι άγαϋόν. ( Ωραίο λοιπόν είναι έκείνο πού, επειδή πρέπει νά τό προτιμάμε γι* αύτδ
τό Ιδιο, είναι αξιέπαινο ή τό άγαθό πού είναι εύχοίριοτο γιατί είναι αγαθό).
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 329

τού θέματος ή μύΰ'ου. Ό μύθος δμως πρέπει νά έχ ει εσωτερική ένό-


τητα, „ νά είκονίζει μιά καί μάλιστα όλόκληρη πράξη καί τα μέρη
του νά είναι Ιτσι συγκροτημένα ώστε άν μετατεθεί ή καταστραφεί
ένα άπδ αύτά, νά καταστρέφεται καί νά μετατοπίζεται τό δλον “ (κεφ.
V I I I , 1 4 5 1 a ) . Έ τ σ ι θά μοιάζει σάν ένα ένιαίο καί Ολοκληρωμένο
δημιούργημα. Ό ’Αριστοτέλης έπαναλαμβάνει πολλές φορές πώς αύτδς
δ „ ποιητικός “ όργανισμδς δέν πρέπει νά είναι άπλή καταγραφή τής
πραγματικότητας άλλά „ ποίηση “ . Στδ κεφάλαιο X X I V (1 4 6 0 a)
π.χ., έξετάζοντας τά Ιπικά έργα, τονίζει πώς „ πρέπει νά προτιμάμε
τά άδύνατα μά πιθανά (άδύνατα είκότα) άπδ τά δυνατά μά άπίθανα
( δυνατά απίθανα)11. Αύτή τήν άποψη τήν έπαναλαμβάνει μέ ιδ ια ί­
τερη έπιμονή στδ τέλος του κεφαλαίου X X V ( 1 4 6 1 b ) λέγοντας πώς
„ και έκείνα πού θεωρούνται παράλογα καμιά φορά δέν είναι παρά­
λογα. Για τί είναι πιθανό — τονίζει — νά συμβαίνει κάπου - κάπου καί
τδ άπίθανο “ .
Τδν καθήκον του ποιητή νά παρουσιάζει τδ πιθανδ συνδέεται άμε­
σα μέ τδ αίτημα τής άναλογίας του έργου, για τί „ οΕ βασικές μορ­
φές του ώραίου είναι ή άναλογία καί ή άκρίβεια “ ( Μετά τά φυσι­
κά, 1 0 7 8 a 36 ), „ τδ ώραίο βασίζεται στδ κανονικό μέγεθος καί στήν'
τάξη “ ( Ποιητική, V II , 1 4 5 0 b ). Ά πδ αύτδν τδν δρισμδ του ώραίου
άπορρέουν καί τά αιτήματα πού προβάλλει δ ’Αριστοτέλης γιά τήν
τραγωδία άπδ τήν άποψη τής πλοκής ( σύστασις ) των πράξεων ή τών
γεγονότων πού διαδραματίζονται σ’ αύτήν, πράγμα πού είναι „ τδ
πρώτο καί τδ σπουδαιότερο σέ μιά τραγωδία “ ( Ποιητική, V I I ).
"Εστιν οϋν τραγωδία — λέει ό ’Αριστοτέλης — μίμησις πράξεως
σπουδαίας καί τελείας, μέγεθος εχούσης, ήδυσμένφ λόγω, χωρίς έκα­
στου τών ειδών εν τοϊς μορίοις, δρώντων καί ου δι απαγγελίας,
δι έλέου καί φόβου περαίνουσα τήν τών τοιούτων παθημάτων κά-
&αρσιν\ „ ΟΕ καλά συγκροτημένοι μύθοι — συνεχίζει πιδ κάτω δ
’Αριστοτέλης — δέν πρέπει νά άρχίζουν καί νά τελειώνουν δπου τύ-
χει, άλλά υά υποτάσσονται στούς κανόνες πού άναφέραμε. Κ ι άκόμα,
τδ ώραίο, είτε είναι έμψυχο πλάσμα είτε όποιοδήποτε άντικείμενο
πού νά άποτελείται άπδ βρισμένα μέρη, πρέπει όχι μονάχα νά είναι
διαρθρωμένο μέ τάξη, άλλά καί νά μήν έχ ει τυχαίο μέγεθος. Για τί τδ
ώραίο βασίζεται στδ μέγεθος καί στήν τάξη. Έ να ύπερβολικά μικρό
πλάσμα δέν μπορεί ποτέ νά είναι ώραίο... ούτε πάλι ενα ύπερβολικά

1. Τραγωδία λοιπόν είναι ή μίμηση μιδς σπουδαίας καί όλοκληρωμένης πράξης, που
δχει [ Αρκετό ] μέγεθος, γραμμένη μέ ήδυσμένο λόγο ( ό ’Αριστοτέλης έξηγεί πιό κάτω πώς
μέ τή λέξη „ ήδυσμένος14 έννοεΓ τό λόγο πού έχει ρυθμό, Αρμονία καί μέλος), μέ χωριστά
κάθε είδος [ ήδύσματος ] στδ διάφορα μέρη της, πού διεξάγεται μέ δράση καί όχι μέ
άπαγγελία καί πετυχαίνει μέ τόν οίκτο καί μέ τό φόβο τήν κάθαρση αότών τών παθη-
μάτων.
Η
830

μεγάλο, για τί 8έν είναι δυνατό νά το 8εΐ κανείς δλο ταυτόχρονα κ ι


Ιτσι ο£ θεατές χάνουν τήν ένότητα καί τήν δλότητα της θ « ς « ο ,
δ-πως θά γινόταν π.χ. μ’ ενα πλάσμα ποί> θά είχ ε μέγε ος εκ χ
λιάδες στάδια. Όπως τά άψυχα καί τά έμψυχα πρέπει να έχουν ένα
μέγεθος ποί» νά τό βλέπει κανείς εδκολα, έτσι καί ή έκταση των μ -
θων πρέπει νά είναι εύκολομνημόνευτη “ *. Λ . ^
Με τήν έννοια τού „ μέτρου “ β ’Αριστοτέλης συνδέει στενά καί την
Ιννοια τής σκοπιμότητας. Αύτβ βγαίνει πολύ καθαρα άπβ μια γνώμη
πού διατυπώνει στά Πολιτικά ( V II, 4, 6 ) δπου, άναπτόσσοντας τον
βρισμβ τού „ ώραίου “ , τονίζει πώς καί γιά τβ μέγεθος του κράτους
καί των ζώων καί τών φυτών καί τών δπλων ύπάρχει ενα βρισμένο
μέτρο, αν θέλουμε δλα αύτά ν’ άνταποκρίνονται στβν προορισμο τους
καί νά είναι ώφέλιμη ή χρήση τους γιά βρισμένους σκοπούς. ^ ^
Βλέπουμε λοιπόν πώς β ’Αριστοτέλης γιά τίς έννοιες „ ωραίο
καί ,, ώφέλιμο “ προβάλλει τίς Γδιες άπαιτήσεις. Καί τβ ενα καί τβ
άλλο φτάνουν στήν τελειότητα μονάχα δταν τηρούν βρισμένο μέτρο.
Σ ’ αύτβ τβ άριστοτελικβ αίτημα, πού ίσχύει γιά δλα τά είδη τής τ έ­
χνης, καθρεφτίζεται καθαρά μιά άπβ τίς γενικές άρχές τής κ α λλιτε­
χνικής δημιουργίας τής κλασικής Ελλάδας. Ό ’Αριστοτέλης συμπε­
ριλαμβάνει στβ αίτημα αύτβ καί τά ποιητικά Ιργα — τήν τραγωδία
καί τβ Ιπος. ,,Έ έκταση τών μύθων — λέει — πρέπει νά είναι εύκο-
λομνημόνευτη, β καθορισμός της δμως σχετικά με τίς άπαιτήσεις τών
δραματικών άγώνων καί τής αισθητικής άφομοίωσης δεν είναι έργο
τής ποιητικής τέχνης... Ή έκταση καθορίζεται άπβ τήν ίδια τήν ού-
σία τής ύπόθεσης. Ωραιότερος είναι πάντα β μεγαλύτερος μύθος,
δταν μπορεί νά γίνει άμέσως κατανοητός μέ τβ μέγεθος του. Γιά νά
δώσουμε έναν άπλβ βρισμό, ή έκταση Ινβς μύθου είναι άρκετή δταν
σ’ αύτβν τά γεγονότα έξελίσσονται βμαλά μέ βάση τήν πιθανότητα ή
τήν άναγκαιότητα έτσι πού νά μπορεί νά συμβεί μεταβολή άπβ τήν
εύτυχία στή δυστυχία ή άπβ τή δυστυχία στήν εότυχία“ (Ποιητική,
V I I , 1 4 5 1 a ).
Στβ δεύτερο μέρος τής Ποιητικής β 'Αριστοτέλης καταπιάνεται
ξανά μέ τβ πρόβλημα τής έκτασης ενός ποιητικού έργου. Μιλώντας

1. Γιά τό „ μέτρο “ δ Αριστοτέλης μιλάει πολλές φορές. Στά ‘Η&ιχά Νιχομάχβια


π.χ. αναρωτιέται: ,/Αραγε πρέπει νά έχουμε δσο μποροΟμε περισσότερους τέτοιους έξαι-
ρετικούς φίλους ( δηλαδή πού ή φιλία τους νά βασίζεται στήν άρετή) ή ύπάρχει κάποιο
μέτρο καί γιά τό πλήθος τών φίλων, δπως συμβαίνει καί στις πόλεις; Γ^ατί δέκα άνθρω­
ποι δέν άποτελοΟν άκόμα μιά πόλη, ένώ έκατό χιλιάδες δέν μπορούν πιά νά συγκροτούν
μιά πόλη. Δέν είναι βέβαια δυνατό νά καθορίσουμε Ακριβώς τόν Αριθμό τών πολιτών
μιάς πόλης, πάντως δμως πρέπει νά έχει βρισμένα δρια“ (IX, 10). Έτσι, δπως
πιστεύει δ ‘Αριστοτέλης, οί πολύ μεγάλες πόλεις παύουν πιά νά είναι πόλεις γιατί
^ τουΚ διαλύεται. *Η Βαβυλώνα γιά τόν Αριστοτέλη δέν ήταν πόλη, Αλλά δλό-
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 331

γιά τό έπος, τονίζει πώς ή σύνθεσή του (σύνϋ'εσις) ,,δέν πρέπει νά


μοιάζει μέ τις συνηθισμένες Ιστορίες, πού άναγκαστικά είκονίζουν δχι
μιά πράξη άλλά μιά έποχή “ — δηλαδή γεγονότα πού δεν συνδέονται
έσωτερικά, άλλά μονάχα έξωτερικά, χρονολογικά.'Απ’ αύτή τήν άποψη
(καθώς καί άπό πολλές άλλες) & Α ριστοτέλης θεωρεί σάν πρότυπο
τελειότητας τόν "Ομηρο, για τί οί πράξεις καί τά γεγονότα τής *Ιλιά-
όας παρουσιάζουν έσωτερική ένότητα, ένώ οί περισσότεροι έπικοί
ποιητές έξιστορούν γεγονότα πού δέν συγκλίνουν σ' έναν κοινό σκοπό.
Καί ή έκταση τής Ίλιάδας γιά τόν ’Αριστοτέλη άντιπροσωπεύει τήν
τελειότητα. ,,Ό "Ομηρος — γράφει — δέν έπιχείρησε νά άφηγηθεί δλον
τόν πόλεμο, μ’ δλο πού είχ ε άρχή καί τέλος. Γιατί σ’ αύτή τήν περί­
πτωση ό μύθος ή θά ήταν πολύ μεγάλος καί δυσκολονόητος ή, άν
έπιανε λιγότερη έκταση, ύπερβολικά πολύπλοκος έξαιτίας τής πολυ­
μορφίας των γεγονότων “ ( X I I I , 1459 a ).
Μ’ δλον δμως πού ό ’Αριστοτέλης άπορρίπτει τόν καθορισμό δια­
στάσεων ένός ποιητικού έργου μέ βάση τίς δυνατότητες αισθητικής
του άφομοίωσης, πιστεύοντας πώς ένας τέτοιος καθορισμός δέν μπορεί
νά είναι καθήκον τής ποιητικής τέχνης, ώστόσο θεωρεί τήν αισθητική
άφομοίωση σάν ένα άπό τά κριτήρια τής τελειότητας των ποιητικών
έργων (δπωςκαί των άλλων έργων τέχνης) τό ίδιο σημαντικό δπως είναι
καί οί άναλογίες τους. Για τί άραγε δέν ταιριάζει στό ώραίο ούτε ή ύπερ­
βολικά μικρή ούτε ή ύπερβολικά μεγάλη έκταση; Γιατί καί τά δυό
έμποδίζουν τήν τέλεια άφομοίωσή του. Στήν πρώτη περίπτωση δέν
μπορούμε νά χωρίσουμε τό έργο στά συστατικά μέρη του καί νά έκτι-
μήσουμε τήν αρμονία τους καί στή δεύτερη τό έργο γίνεται δυσκολο-
παρακολούθητο, ή ένότητα καί ή όλοκλήρωσή του μένουν έξω άπό τόν
όρίζοντα των παρατηρητών.
Έ τσ ι ό ’Αριστοτέλης, στίς αισθητικές του θεωρίες, ξεκινάει άκρι-
βώς άπό τόν παράγοντα τής άνθρώπινης άφομοίωσης ( αϊο&ησις ) καί
σέ δλους τούς όρισμούς πού δίνει γιά ένα τέλειο έργο έχ ει πάντα ύπό-
ψη του τήν έντύπωση πού προκαλεΐ ή πρέπει νά προκαλεί τό έργο
αύτό στούς άνθρώπους. Χωρίς άμφιβολία σ’ αύτό άκριβώς όφείλεται ή
ζωντάνια τής αισθητικής τού ’Αριστοτέλη. Ό φιλόσοφος δέν μάς δ ί­
νει κανόνες βασισμένους σέ άφηρημένα αίτήματα, άλλά θεμελιώνει τήν
αισθητική του σέ ύλικό παρμένο άπό τήν πραγματικότητα — στό πλου­
σιότατο καλλιτεχνικό ύλικό πού είχε συσσωρευτεί έκείνη τήν έποχή
στήν Ε λλά δα . Δέν χρησιμοποιεί μονάχα τήν καλλιτεχνική κληρονο­
μιά, άλλά καί τά σύγχρονά του έργα τέχνης. ’Επειδή δέν είναι δυνατό
φυσικά νά έπεκταθουμε σέ δλες τίς λεπτομέρειες τής αισθητικής του
διδασκαλίας καί νά μελετήσουμε άναλυτικά τήν ποιητική του, θά στα­
θούμε μονάχα σέ βρισμένα θέματα πού άπορρέουν άπό τή μελέτη τής
332 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η ^

ποιητικής καί ποί> ή Ιχοον έρμηνεοθεΤ πολί) στενά καί λαθεμένα ή


έξακολουθοΰν Ακόμα νά προκαλοΟν Αναρίθμητες Αντεγκλήσεις και
σχόλια. ^ , > s f-
,,Θ ά μιλήσουμε τόσο γιά τήν ποίηση γενικά, δσο και για τα οια-
φορα εΓδη της, γιά τό ποιά άξία έχ ει τό καθένα καί πώς πρέπει^να
συγκροτείται δ μύθος γιά νά είναι καλό ένα ποιητικό έργο, θ α πούμε
άπό πόσα καί ποιά μέρη άποτελειται τό ποίημα καί θ άναπτυξουμε
κάθε άλλο σχετικό ζήτημα “ — έτσι άρχίζει τήν Ποιητική τον ο
’Αριστοτέλης. Τό πρόγραμμα αύτό χωρίζεται σε δυό μέρη — τό περι­
γραφικό καί τό κανονοθετικό. Τό δεύτερο άσχολείται ειδικά με τό
θέμα των ποιητικών έργων καί βασίζεται άποκλειστικά στό ύλικό ποί>
προσφέρουν τά καλύτερα έργα τής έλληνικής λογοτεχνίας. Σάν βασικό
πρότυπο γιά νά διατυπώσει τούς κανόνες τής ποιητικής ό ’Αριστοτέ­
λης χρησιμοποιεί τον "Ομηρο, πού τόν θεωρεί όχι μονάχα έπικό άλλά
καί δραματικό ποιητή, για τί ό "Ομηρος „ δέν έκανε μονάχα ώραίους
στίχους, άλλά καί δραματικές εικόνες “ (1 4 4 8 b ). ‘Ωστόσο, μ’ δλο
πού ό ’ Αριστοτέλης πιστεύει πώς ό "Ομηρος είναι ό ίδεώδης ποιητής,
δέν άντλεΐ μονάχα άπ* αύτόν τούς κανόνες τής δραματικής του ποιη­
τικής. Δεν άνακατώνει τήν έπική καί τή δραματική ποίηση, άλλά
προβάλλει μιά σειρά αιτήματα πού ίσχύουν άποκλειστικά γιά τό δράμα.
Τό βασικό αίτημα πού προβάλλει ό ’Αριστοτέλης καί γιά τό έπος
καί γιά τό δράμα είναι ή έσωτερική ένότητα, ή ένότητα τής δράσης. Γ ι’
αύτό ό μύθος, πού είναι ή άναπαράσταση τής δράσης, πρέπει νά είκο-
νίζει μιά Ινιαία καί ταυτόχρονα όλοκληρωμένη δράση. *Έτσι γιά τόν
’Αριστοτέλη ή ένότητα τής δράσης είναι τό άπόλυτο αίτημα, ό άναν-
τίρρητος κανόνας πού άπορρέει άπό τήν ίδια τήν ούσία του ποιητικού
έργου.
Ή ένότητα τοϋ χρόνου δέν είναι τόσο ύποχρεωτικός κανόνας. „ Ή
τραγωδία — γράφει 6 ’Αριστοτέλης — προσπαθεί δσο είναι δυνατό
(δτι μάλιστα) νά περιορίσει τή δράση της στή διάρκεια μιας ήμέρας
ή νά βγεί λίγο μονάχα άπ* αύτό τό δριο “ ( 1 4 4 9 b ).
Γιά τήν τρίτη „ ένότητα “ — τήν ένότητα του τόπου — ό ’Αριστο­
τέλης δέν άναφέρει ούτε λέξη στήν Ποιητική του. Ά πό δσα γράφει
δέν μπορούμε νά συμπεράνουμε πώς πρόβαλλε αύτή τήν ένότητα ούτε
σάν αίτημα, ούτε άκόμα καί σάν εύχή. Καί δέν ήταν δυνατό νά μ ι­
λάει γιά „ ένότητα τόπου “ , γιατί οΐ ποιητικές του θεωρίες βασί­
ζονταν, χωρίς κανένα ενδοιασμό, στό πραγματικό ύλικό πού διέθετε
καί ξέρουμε πώς στό έλληνικό δράμα ό τόπος τής δράσης μπορούσε νά
άλλάζει δπως π. χ. στις Ευμενίδες τού Αισχύλου, στις Φοίνιασες τού
Εύριπίδη^καί σέ άλλες τραγωδίες. ‘ Η ένότητα τού χρόνου, δπως πι­
στεύει ό ’Αριστοτέλης, άφού καθορίζει έσωτερικά καί δχι έξωτερίκά
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 333

δρια γιά τήν έξέλιξη της δράσης τής τραγωδίας, πρέπει νά ύποτάσ-
σεται στήν ένότητα της δράσης. „ Έ έκταση — λέει — καθορίζεται άπό
τήν ίδια τήν ούσία τής όπόθεσης. Ωραιότερος είναι πάντα δ μεγαλύ­
τερος μύθος, δταν μπορεί νά γίνει άμέσως κατανοητός μέ τό μέγεθός
του. Γιά νά δώσουμε έναν άπλό όρισμό, ή έκταση ένός μύθου είναι
άρκετή δταν σ’ αύτόν τά γεγονότα έξελίσσονται δμαλά μ ! βάση τήν
πιθανότητα ή τήν άναγκαιότητα έτσι πού νά μπορεί νά συμβεί μετα­
βολή άπό τήν εύτυχία στή δυστυχία ή άπό τή δυστυχία στήν εύτυχία “
(1 4 5 1 a ).
Ό βασικός λοιπόν κανόνας γιά τόν 'Αριστοτέλη είναι μονάχα ή
ένότητα τής δράσης, δηλαδή τό αίτημα τής έσωτερικής πληρότητας
του δράματος, πού έξασφαλίζεται μέ τόν παραμερισμό κάθε στοιχείου
πού έμποδίζει τήν άρμονική πορεία τής Ιξέλιξής του. Σάν κλασικό
πρότυπο τέτοιου δράματος ό ’Αριστοτέλης θεωρεί τόν ΟΙδίποδα τύραννο
του Σοφοκλή, τήν ώραιότερη, σύμφωνα μέ τή γνώμη του, έλληνική
τραγωδία (βλ. Ποιητική, X I , 1452 a· X V I , 145 5 a* X X I V , 14 6 0 a).
Έ Ποιητική του 'Αριστοτέλη έγινε τό άδιαφιλονείκητο πρότυπο
γιά τή νεότερη εύρωπαϊκή φιλολογία. Σ ' αύτήν στηρίζονται άμέτρητα
βιβλία πού καταπιάνονται μέ τή θεωρία τής ποιητικής τέχνης. Στή
Γαλλία τή μελετοϋσαν μέ ιδιαίτερη έπιμέλεια τόν 1 6 .- 1 7 . αί. Στή
γαλλική δμως ,, κλασική “ ( ή πιο σωστά, δπως πιστεύουμε, ,,ψευτο-
κλασική “ ) ποιητική, πού βρήκε τήν πληρέστερη έκφρασή της στό
πρόσωπο του Γάλλου συγγραφέα Μπουαλώ, ή ζωντανή σκέψη τού
'Αριστοτέλη κατάντησε νεκρό σχήμα, δπου περιλαμβάνονται καί οΐ
ξένοι γιά τόν "Ελληνα φιλόσοφο κανόνες των καθαρά έξωτερικών
„ένοτήτω ν“ χρόνου καί τόπου. Τήν πιό σημαντική ένότητα, τήν ένό­
τητα τής δράσης, οί Γάλλοι τήν έρμήνευαν συνήθως σάν μιά ένωση
γεγονότων πού έχουν σχέση μέ ένα πρόσωπο, έστω κι άν δέν τά συν­
δέει κανένας άλλος δεσμός. Ό 'Αριστοτέλης δμως έλεγε άκριβώς τό
άντίθετο τονίζοντας ρητά πώς ή ένότητα του μύθου δέν άπορρέει άπό
τή συγκέντρωσή του γύρω άπό ένα πρόσωπο *, άλλά άπό τήν άναπα-
ράσταση μιας ένιαίας καί όλοκληρωμένης δράσης ( Ποιητική, V I I I ,
1 4 5 1 a ) 2.
"Ενα άλλο πρόβλημα τής ποιητικής τοΟ ’Αριστοτέλη είναι τό ζή­
τημα τής λεγόμενης „ τραγικής κάθαρσης “ , πού άναφέρεται στήν
άρχή του V I κεφαλαίου τής Ποιητικής (1 4 4 9 b ).

1. „ "Οπως φαντάζονται μερικοί — προσθέτει δ ’Αριστοτέλης.


2. Άπό τούς Γάλλους συγγραφείς τοΟ 17. αί. έκεΐνος πού πλησίασε περισσότερο τόν
'Αριστοτέλη στήν κατανόηση τής ένότητας τής δράσης είναι ό Κορνήλιος. Γιά τήν Ιστορία
τοΟ προβλήματος τών „ ένοτήτων “ βλ. στή μετάφραση τής Π οιητικής άπό τόν Νοβοσάντ-
οχη, σελ. 2U κ. έ.
334 Α Ρ Ι 2 Τ 0 Τ Ε Λ Η 2

Συνοψίζοντας δσα είπε στά προηγούμενα κεφάλαια, δ ’Α ριστοτέλης


δίνει τδν δρισμδ τής τραγωδίας: "Εατιν ονν τραγωδία μίμηαις πρά-
ξεως σπουδαίας καί τελείας, μέγεδος έχούσης, ήδυσμένω λόγω, χωρίζ
έχάατον των ειδών έν τοΐς μορίοις, δρώντων καί ού δι Απαγγελίας, δι
έλέου καί φόβου περαίνουαα τήν τών τοιούιων παθημάτων χάδαραιν.
Τά τελευταία λόγια αδτοδ τοΟ δρισμοΟ δημιούργησαν στούς νεότε­
ρους χρόνους μιά τεράστια φιλολογία. Ωστόσο καί σήμερα άκόμα τδ
πρόβλημα τ ί άκριβδς έννοεΐ ό ’Αριστοτέλης μ ! τή λέξη „ κάθαρση “ ,
μ' δλο πού Απασχολεί Αδιάκοπα τούς φιλόλογους Από τά μέσα τοΟ
16. αί., δέν έχ ει λυθεί όριστικά.

Κ Ι *. 20. Γλ αύ κ α. Έρυθρίμορφοί οχύφος. ’Αττική, μέσα τοδ 5. αϊ. π.


Mouoeto Έρμιτάζ.

ΛΛΤίς *P®01ti9eleS *οί> έγιναν γιά νά λυθεί τδ πρόβλημα τής „χ Α -


J ’ οωσχά> χ®5 περιεχόμενου πού δίνει δ ’Αριστοτέλης
σ *δτη τήν έννοια, μπορούμε νά τίς συνοψίσουμε σέ μερικές γενικές
θεωρίες. ΟΕ θεωρίες αδτές ε ίν α ι: Η· Ρ ^ ες γενικές
» 2 Γ ΗΤ * οί> ^ιετόπωσε δ Μάτζι (Ιδ δ Ο ). Ή Αποψη τοΟ
Τ Ή Γ 'Ρ ίΖ Τ " * Χαθαρίζε1 xhv δνθΡωπο άπδ τίς κακίες

2) Η αίαδψιχο - ηδιχή θεωρία τοΟ Ε . Τσέλερ·. Ή θεωρία αδτή,

t Bd. Zelier, D ie P h U oteph ie d e r G riech en , Bd. II, S. 604-6 » .


Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 335

ξεκινάει άπό τήν άποψη πώς ή Ιπίδραση τής τραγωδίας, πού μέ τήν
τύχη των ήρώων της είκονίζει τήν πανανθρώπινη μοίρα καί ταυτόχρο­
να τό νόμο τής αιώνιας δικαιοσύνης, καθώς και ή Ιπίδραση τής μου­
σικής, πού καταπραδνει τά ταραγμένα αίσθήματα με τό ρυθμό καί
τήν άρμονία, βασίζονται στούς γενικούς νόμους τής τέχνης. ’Αποδίδει
στήν άριστοτελική „ κάθαρση “ τήν έννοια του κατευνασμού των συγ­
κινήσεων πού προκαλει ό „ οίκτος41 καί ό „ φόβος “ , άπό τή μιά μ ε­
ριά είδικά μέ τά μέσα τής τραγωδίας, σάν έργου τέχνης, καί άπό τήν
άλλη μέ βάση τούς πανανθρώπινους νόμους τής ή θική ς1.
3) *Η Ιατρική θεωρία τού ,, Ιρεθισμού “ τού Μπερνάις2, πού ισχυρί­
ζεται πώς ή κάθαρση άπό τις συγκινήσεις τού „ οίκτου “ καί τού
„ φόβου “ χάρη στήν τραγική παράσταση, είναι άποτέλεσμα τής φυ­
σικής άντίδρασης πού γεννιέται στήν ψυχή τού θεατή σάν Ιπακόλουθο
των τεχνητά ένισχυμένων καί άναζωπυρωμένων μέ τήν Ιπίδραση τής
τραγωδίας άντίστοιχων αισθημάτων. *Η αντίδραση αύτή επενεργεί
ανασταλτικά στις παραπάνω συγκινήσεις, τις έξαλείφει δίνοντας έτσι
zb είδικό αίσθημα τής ικανοποίησης — zb ίδιο αίσθημα πού δοκιμά­
ζει κανείς πραΰνοντας τή λύπη μέ τά δάκρυα. Έ τ σ ι 0 Μπερνάις καί
οΐ δπαδοί του πιστεύουν πώς ό δρος κάθαρσις είναι συνώνυμος μέ
τόν δρο κούφισις, πού σημαίνει ξαλάφρωμα άπό τις συγκινήσεις.
4) ΟΙ θρησκευτικές θεωρίες. Σ ’ αύτές άνήκει ή καθαρά διανοου-
μενίστικη θεωρία τού Σ. Χάουπτ8, πού συνδέει τή διδασκαλία τού
’Αριστοτέλη γιά τήν κάθαρση μέ τή θρησκεία καί τά μυστήρια τών
Ελλήνω ν, πιστεύοντας πώς ό δρος „ κάθαρσις “ είναι παρμένος άπό τά
μυστήρια — άπό τή λατρεία τού Διόνυσου άπό δπου γεννήθηκε ή τρα­
γωδία.
Ά πό δλες αύτές τις θεωρίες πού άναφέραμε περιληπτικά, έκείνη
πού διαδόθηκε περισσότερο είναι ή θεωρία τού Μπερνάις, πού ό A . Α.
Γκρούσκα στό άρθρο του *0 Μάξι μ Γκόρκη σάν ερμηνευτής του
’Αριστοτέλη τή χαρακτηρίζει σάν τήν „ πιό φυσική, άπλή, προσιτή
στον έμπειρικό έλεγχο, πού μπορεί ν* άποδειχτεί μέ στοιχεία καί γ ι’
αύτό είναι άπό .κάθε άποψη ή πιό πιθανή “ 4. Ή θεωρία δμως αύτή, μ*
δλη τή βασιμότητα καί τήν άληθοφάνειά της, δέ λύνει τό πρόβλημα
τι άκριβώς Ιννοούσε ό Αριστοτέλης μέ τόν δρο ,, κάθαρσις “ στό
γνωστό όρισμό τής τραγωδίας πού δίνει στό V I κεφάλαιο τής ΙΓοιη-

1. Βλ. A. Α. Γκρούσκα, Ό Μ αξιμ Γχόρχη σάν ερμηνευτής χοϋ 'Αριστοτέλη ( gx9.


'Ακαδημίας 'Επιστημών ΕΣΣΔ, 1980, σελ. 128).
2. Bernays, Zwei A b h an dlu n gen uber d ie A ristotelisch e Theorie d es D r a m a s ,
1880, καί σέ άλλα Ιργα. Βλ. G. Lehnert, Z u r A ristotelischen χά&αρσις. R h e in . M u s.
1900, S. 112. 11ιό λεπτομερειακή βιβλιογραφία βλ. στόν Νοβοσάντσκη.
3. S. Haupt, D ie L o su n g d e r K a th a r sis - Theorie des A ristoteles, 1911.
4. A. Α. Γκρούσκα, στό άρθρο αύτό, σελ. 123.
336 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ

τικής του, δπου μέ δσα λέει γιά τήν „ κάθαρση * δε φανερώνει τήν
προσωπική του άποψη πάνω σιό ζήτημα τ ί πρέπει να είναι η τρα
γωδία ( σε τέτοιες περιπτώσεις ό Αριστοτέλης μεταχειρίζεται παντα
τή λέξη δει — πρέπει — ή άλλες ταυτόσημες έκφράσεις)*, άλλοι μας
λέει μονάχα τ ί είναι. Καί ή όποκατάσταση του δρου „ καθαρσις με
τόν δρο „ κοόφισις “ κάνει έπισφαλή τή θεωρία του Μπερναις. ^
Παράλληλα μέ τις παραπάνω βασικές θεωρίες γιά τήν „ κάθαρση ,
έγιναν καί πολλές άλλες άπόπειρες γιά νά έρμηνευθεϊ αυτός δ ορος
καί νά λυθεί τό σχετικό πρόβλημα. Μεγάλο ένδιαφέρον παρουσιάζει
ή έρμηνεία του Γκαΐτε, ποδ τό πρόβλημα τής „ κάθαρσης “ τόν είχ ε
άπασχολήσει πολό καί τό έξέτασε άναλυτικά στό έργο ποό έγραψε
στά 1827 μέ τίτλο Παρατηρήσεις στην „ Ποιητική ** τον 9Αριστο­
τέλη. Γιά ν* άποφύγουμε τις άσάφειες, ό Γκαΐτε προτείνει μιά δίκη
του, πολό έλεύθερη άλήθεια, μετάφραση τής άρχής του V I κεφαλαίου
τής Ποιητικής: „ Τραγωδία είναι ή άναπαράσταση μιας σημαντικής
καί όλοκληρωμένης πράξης, ποδ έχ ει κάποια διάρκεια καί άναπτόσ-
σεται μέ εδχάριστο δφος άπό πολλά πρόσωπα, ποδ παίζει τό καθένα
τό ρόλο του, καί δχι άφηγηματικά άπό ένα πρόσωπο. Έ έπίδραση
της τερματίζεται μονάχα υστέρα άπό μακρόχρονη έναλλαγή του
φόβου καί τοϋ οίκτου, μέ τή συμφιλίωση των δυο αότών παθών “ .
(Αότό τό κείμενο τοϋ Γκαΐτε μεταφράστηκε πιστά στά ρωσικά άπό
τόν Σ. Β . Γκ ερ ιέ.)
„ Μέ τή βοήθεια μιάς τέτοιας μετάφρασης — γράφει 6 Γκαΐτε — έλ-
πίζω νά ξεκαθαρίσω τήν άσάφεια αότοΰ τοϋ άποσπάσματος. Θά προσ­
θέσω μονάχα τά παρακάτω: Πώς ήταν δυνατό ό ’Αριστοτέλης, ποδ
μιλάει πάντα γιά συγκεκριμένα άντικείμενα καί στό σημείο αότό έξε-
τάζει ειδικά τή δομή τής τραγωδίας, νά είχ ε ύπόψη του, δίνοντας τόν
όρισμό της, τήν έπίδραση, καί μάλιστα τή μελλοντική έπίδραση, ποδ
μποροϋσε νά άσκήσει ή τραγωδία στό θεατή; ’Ασφαλώς δέ συμ­
βαίνει κάτι τέτοιο. Ό ’Αριστοτέλης μιλάει έντελώς ξεκάθαρα καί
σωστά: *Όταν ή τραγωδία έχει πια εξαντλήσει τά μέσα ποδ προ-
καλοϋν τό φόβο καί τόν οίκτο, πρέπει νά όλοκληρώσει τό έργο της
μέ τήν άρμονική συμφιλίωση τών δυό αότών παθών. Μέ τή λέξη „ κά­
θαρση “ έννοεΐ άκριβώς αότή τή γαλήνια όλοκλήρωση ποό άπαιτεΐται
άπό κάθε είδος τής δραματικής τέχνης καί οόσιαστικά άπό κάθε ποιη­
τικό έργο “ *.
Ό Γκαΐτε προσπάθησε νά εισχωρήσει στήν οδσία αότοΰ τοϋ άριστο-
τελικοϋ δρου, τήν έρμηνεία του δμως δέν είναι δυνατό νά τή θεω-

1. Βλ. Π οιητική , 1447 a 9-1451 a 19 1942b, 29, 32 κ. ά.


οβλ2686λ ΓκαΙΧ8’ ’ Αηαντα’ σέ 13 Κρατικές Πολιτικές Εκδόσεις, τόμ. X, 1937,
ΕΙΚ . XIX. 'Αριστοτέλης. Μάρμαρο. Ρώμη. Μουσείο θερμών.
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 337

ροΰμε άπόλυτα σωστή, για τί δ Γερμανός συγγραφέας έξετάζει τδ


νόημα τοϋ δρου „ κάθαρσις “ άνεξάρτητα άπδ τις φιλοσοφικές θεωρίες
του ’Αριστοτέλη.
Τδ νόημα τοϋ δρου „ κάθαρσις “ συνδέεται στενότατα μέ τις άπό-
ψεις τοϋ ’Αριστοτέλη γιά τή βαθιά κοινωνική σημασία τής τέχνης,
άπόψεις ριζικά άντίθετες άπδ τοϋ Πλάτωνα, πού στήν ιδανική πολι­
τεία του δεν παραχωρεί καμιά θέση στούς ποιητές. Ό μόνος τρόπος
γιά νά έξηγήσουμε τήν ούσία αύτοΰ τοϋ δρου είναι νά μελετήσουμε
τις άπαιτήσεις πού πρόβαλλε ό ’Αριστοτέλης γιά τούς ποιητές καί κυ­
ρίως γιά τούς συγγραφείς τραγωδιών, δηλαδή γιά τούς δημιουργούς
των Ιργων πού έπαιζαν σημαντικότατο ρόλο στήν κοινωνική ζωή των
Ελλήνω ν. Ό ποιητής, δπως βγαίνει άπδ δλη τή διδασκαλία τοϋ ’Α ρι­
στοτέλη γιά τήν τέχνη τής ποίησης καί δχι μονάχα άπδ τις μεμονω­
μένες φράσεις καί κρίσεις του, δέν πρέπει νά είκονίζει άπλά τήν πρα­
γματικότητα, άλλά μέ τή μέθοδο τής άνάλυσης τών ξεχωριστών φαι­
νομένων νά γενικεύει καί ν* άποκαλόπτει τήν ούσία τους.
Μονάχα αν λάβουμε υπόψη τήν κοσμοθεωρία τοϋ ’Αριστοτέλη στδ
σύνολό της, θά είμαστε σέ θέση νά κατανοήσουμε τήν „ τραγική κά­
θαρση ”Αν κάποιο φαινόμενο μπορεί νά προκαλεί τδν οίκτο (ελεος) 1
ή τδ φόβο, τότε ή άξιολόγησή του, σάν συνέπεια τής άποκάλυψης
τής ούσίας του, όδηγεί άναγκαστικά στήν κάθαρση ( χά&αρσις) τών
αισθημάτων αύτών ( παθήματα) άπδ τήν άρχέγονη, άσύνειδη, παθο­
λογική μορφή τους. Έ τ σ ι φανερώνονται στδν άνθρωπο τά βαθύτερα
αίτια τών φαινομένων τής πραγματικότητας άναγκάζοντάς τον νά
σκεφθεί σοβαρά τούς νόμους τής ζωής. Γ ι’ αότδ άκριβώς δ ’Αριστοτέ­
λης πίστευε πώς σκοπδς τής τραγωδίας είναι ή άποκάλυψη τών αι­
τίων τών φαινομένων αύτών, πού ή γνώση τους είναι δυνατή, δπως
λέει πολύ σοφά δ Αισχύλος, μονάχα μέσα στή δοκιμασία*. Μέ τδν
Αίσχύλο συμφωνεί άπόλυτα καί δ Πούσκιν: „ θέλω νά ζώ γιά νά
σκέπτομαι καί νά ύποφέρω 8 Αύτή δμως ή δοκιμασία δέν πρέπει νά
καταπιέζει τή συνείδηση μέ τδν πόνο, τδ φόβο κ. τ. λ., άλλά νά όδηγεί
στήν κάθαρση τής σκέψης έκείνους πού γιά χάρη τους δημιουργεί ό
άληθινδς ποιητής4.

1. Νά πώς όρίζει δ ’Αριστοτέλης τδν οίκτο: „ Οίκτος (ίλβο ς) είναι μιά λύπη γιά
κάποιο φανερό κακό πού μπορεί νά καταστρέψει ή νά πικράνει §να πρόσωπο πού δέν
δξιζε τέτοια τύχη, κακό πού θά μπορούσαμε νά πάθουμε καί μείς οί ίδιοι ή κάποιος
ουγγενής μας “ {Ρ η το ρικ ή , II, 8).
2. ‘Α γαμέμνω ν, στίχ. 176 κ. έ.
3. Στήν έλεγεία Τής χρελλής νιότης αβηομένη χαρα...
4. *0 Μάρκος Αύρήλιος (2 . αΐ. μ. X .) . μιλώντας γιά τήν κλασική έλληνική τρα­
γωδία, διατυπώνει άπόψεις παραπλήσιες μέ τόν Αριστοτέλη. Στό έργο του ΕΙς ία νιό ν
(11,6) γράφει- Αρχικά έγιναν οί τραγωδίες γιά νά θυμίζουν στό θεατή πώς όρισμένα
γεγονότα άπό τή φύση τους έπρεπε νά γίνουν έτσι καί δχι άλλιώς, ώστε άφού τόν διά-
22 Ιστορία τής ‘Ελληνικής Λογοτεχνίας
338 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ

*Όσα λέει δ ’Αριστοτέλης γιά τήν „ κάθαρση “ καί τά αίτηματα


πού προβάλλει γιά τόν ποιητή στή άρχή τοϋ I X κεφαλαίου τής Ποιη­
τικής του, δπου τονίζει πώς δ ποιητής είναι ύποχρεωμένος να άναλυει
και νά γενικεύει τά. μεμονωμένα φαινόμενα, άποκαλύ^υοντας έτσι τήν
ούσία τους, δείχνουν πώς θεωρούσε σάν άληθινή ποίηση μονάχα τή
ρεαλιστική. Καί δεν περιορίζεται άποκλειστικά στό γενικό καθορισμό
των καθηκόντων τοϋ ποιητή, πού άναφέραμε πιο πάνω, άλλα εξηγεί
συστηματικά τήν άποψή του τονίζοντας πώς ό ποιητής μπορεί νά
παρουσιάζει στά Ιργα του καί γεγονότα πού έγιναν στήν πραγματι­
κότητα, άν δεν έρχονται σέ σύγκρουση με τό αίτημα τής ρεαλιστικής
γενίκευσης. „ ’Ακόμα και άν ό ποιητής — λέει στο ίδιο I X κεφά­
λαιο — τύχει νά περιγράφει γεγονότα πού έγιναν στήν πραγματι­
κότητα, δεν παύει νά είναι ποιητής. Γιατί τίποτα δεν έμποδίζει με­
ρικά άπό τά γεγονότα πού έγιναν στήν πραγματικότητα νά είναι τ έ­
τοια ώστε νά μπορούσαν νά γίνουν με βάση τήν πιθανότητα ή τή δυνα­
τότητα “ . Καί τό μεμονωμένο λοιπόν μπορεί νά χρησιμοποιηθεί σάν
άντικείμενο ποιητικής δημιουργίας, μονάχα δμως στήν περίπτωση
πού προσφέρει ύλικό γιά κάτι γενικό.
ΟΕ άπόψεις τοϋ 'Αριστοτέλη γιά τήν ποίηση είναι λοιπόν δ ια με­
τρικά άντίθετες άπό τοϋ Πλάτωνα, πού άρνιόταν τή διδακτική άξια
της καί ισχυριζόταν πώς ή ποίηση έξασθενίζει τήν άνθρώπινη ψυχή.
Ό Α ριστοτέλης άποδείχνει πειστικά πώς ή ποίηση έ χ ιι διδακτική
άξία, Ιξαγνίζει τά άνθρώπινα αίσθήματα καί πάθη, δηλαδή έπηρεάζει
εύεργετικά τό άνθρώπινο πνεϋμα καί έχ ει βαθιά κοινωνική σημασία.

σκεδάζουν στή σκηνή, δέν πρέπει νά είναι καταθλιπτικά καί στή μεγάλη σκην* — τ * Γ,*·*
Γ ια τί οί θεατές πείθονται μέ τά Ιδια τους τά μάτια πώς δρισμένα γεγονότα πρέπει νά
γίνονται μ αϋτόν ακριβώς τόν τρόπο καί είναι απαραίτητο νά τά δέχονται άδιαμαρτύοητα
κ ι έκείνοι που αναφωνοΟν: Ίώ Κ ιθ α ιρ ώ ν!" ('Ο Μάρκος Αύρήλιος δχει δπόψη ίο υ τ ή ?
αναφώνηση τοϋ Ο δίποδα στήν τραγωδία τοϋ Σοφοκλή ΟΙόΙπους τύραννος, στίγ 1 3 9 1 -
1ω Κι&αιρων, χΐ μ * έδεχου; Τ ί μ * ον λαβών, ίχτδίνβς βύ& ύς;). Χ* *
ΡΗΤΟΡΙΚΗ
ΚΕΦ Α Λ Α ΙΟ IX

Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

1. Ή αρχαιότατη έλληνική ρητορική. — 2. Ή ανάπτυξη τής ρητο­


ρικής στην 'Α θ ή ν α .— 3. Ά ντιφώ ντας. — 4. 'Ανδοκίδης. — 5. Λυ-
σίας.— 6. 'Ισοκράτης: α ) Ό βίος του, β ) ΟΙ πολιτικές απόψεις
του. γ ) Τά έργα του. δ ) Ό ’Ισοκράτης σαν συγγραφέας. —7. Ίσαΐος.

1, Η ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΗΤΟΡΙΚΗ

Ι Σ Τ Ο Ρ ΙΑ τής ρητορικής συνδέεται πολύ στενά μέ τήν πολι­

Η τική και κοινωνική ιστορία τής Ελλάδας. Στήν κοινωνική ζωή


πού είκονίζεται στά ποιήματα τοϋ "Ομηρου καί πού παρουσιάζει άκό-
μα καθαρά τά γνωρίσματα τοϋ καθεστώτος τών γενών, έκτι μούσαν
πάρα πολύ τύ χάρισμα τοϋ λόγου και τήν Ικανότητα τοϋ άνθρώπου νά
τύ έκμεταλλεόεται κατάλληλα. ΟΕ όμηρικοΐ ήρωες ξέρουν καί άγα-
ποΰν τήν εόγλωττία. Σύμφωνα δμως μέ τή γνώμη τοϋ "Ομηρου, μο­
νάχα οΕ βασιλιάδες καί οΕ άρχηγοί πρέπει νά τή χρησιμοποιοΰν. Αύτή
ή Αριστοκρατική άποψη κάνει τύν "Ομηρο ν’ άποκαλεΐ τά λόγια τοϋ
Θερσίτη, τοϋ „ όβριστή τών βασιλιάδων “ , „ κρωγμούς “ καί τύν Γδιο
„ παλαβόστομο, φαφλατά καί φωνακλά “ ( Ίλιάδα, Β, 2 4 6 ). Τδν
Όδυσσέα, άντίθετα, τύν Ικτιμάει όπερβολικά για τί μποροΰσε νά δ εί­
χνεται μαλακός στούς „ περήφανους καί ένδοξους άντρες “ : „"Α ν
δμως έβρισκε κανένα φωνακλά άνάμεσα στύ λαό, τοϋ τραβοΰσε μιά -
Βυύ ραβδιές καί τύν άποστόμωνε μέ τά φοβερά του λόγια “ (Ίλιάδα,
Β, 198 κ. έ .).
"Αν κάποιος άπ’ αύτούς τούς „ ένδοξους άντρες “ είχ ε τό χάρισμα
τοϋ λόγου καί μιλοϋσε έκει πού έπρεπε καί μέ τδν κατάλληλο τόνο,
342 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤ Η Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ

προκαλοΰσε τό θαυμασμέ των άκροατών. Ό *Ό μ η ρ ^ εκτιμά ει τήν


τέχνη τοϋ λόγου τό ίδιο σχεδόν μέ τήν πολεμική τέχνη. ,, Οποιον
προικίσανε οί θεοί με τή γοητεία τοϋ λόγου “ , οι άνθρωποι „ χαίρον­
ται νά τόν άκοΰνε να μιλάει με σταθερή άνδρεία ή με απαλή χαρ^·
Είναι τό στολίδι των συνελεύσεων “ (*Οδύσσεια, θ , 1 7 0 ).^ Τέτοιος
ρήτορας ήταν ό γέρο - Νέστορας, πού τόσο τόν θαυμάζει ό Ομηροζ ·

......................... . Π ετά χτη τότε όμηρός τους


6 Νέστορας, ό γλυκομίλητος άγορητής τής Πύλος,
που π ιό γλυκά &π* τό μέλι Ανάβρυζαν τά λόγια του άπ τό στόμα .
{Ίλιάδα, Α, 247. Μετάφρ. Ν. Καζαντζάκη - I . Κ ακριδή)

Τόν Όδυσσέα ό ποιητής τόν παρουσιάζει πιο συχνά σαν δεινό ρή­
τορα παρά σάν άφοβο πολεμιστή :

Μ ά ώς 6 *Οδνσσέας ό πολυμήχανος πετάγουνταν άπάνω,


στεκόταν, πά στη γή τά μ ά τια του κρατώντας στυλωμένα,
καί τό ραβδί τον δέν τό σάλευε γιά μηρός γιά πίσω διόλου,
παρά τό χούφτοκνε έτσι άσάλευτο, λές κι άπραγος πώς ήτα ν *
γιά ξεροκέφαλο κ ι άνέμυαλο τον έπαιρνες άλή&εια.
Μ ά κά&ε πού άπ* τά στή&ια του εβγαζε φωνή τρανή, καί πέφταν
£τσι πυκνά πυκνά τά λόγια του σάν του χιονιού οί τουλούπες,
άντρας θνητός κανείς δε δννουνταν νά μετρήσει μ α ζί του ·
{Ίλιά δα , Γ , 216 - 223. Μετάφρ. Ν. Καζαντζάκη - 1. Κ α κριδή )

Ό "Όμηρος ξεχωρίζει κιόλας καί διάφορες μορφές τής ρητορικής.


Μιλώντας π.χ. γιά τούς λόγους τοϋ Σπαρτιάτη βασιλιά Μενέλαου το­
νίζει τή συντομία καί ταυτόχρονα τήν άντικειμενικότητά τους — ιδιό­
τητες πού καί άργότερα χαρακτηρίζανε τις άγορεύσεις των Σπαρ­
τιατών :

*Ασκόνταφτα ό Μενέλαος — τό 'βλεπες — στή σύναξη έμιλοΰσε.


9Αλήθ εια , λιγοστά τά λόγια του, μά χτυπητά · δέν ήταν
πολυλογάς μ η δ ϊ μωρολόγος, κ ι άν πιο μικρός στά χρόνια .
{*1λιάδα, Γ , 2 1 3 - 2 1 5 . Μ ετάφρ. Ν . Καζαντζάκη - 1. Κ α κ ρ ιδ ή )

’Ακόμα καί γιά τόν Ά χ ιλ λ έα , πού είκονίζεται κυρίως σάν πολεμι­


στής, ό "Όμηρος λέει πώς είχ ε τό χάρισμα τοϋ λόγου. Στούς πρέσβεις
τοϋ ’Αγαμέμνονα άπάντησε μέ τέτοιον τρόπο πού

. . . · κ ι δλοι άπόμειναν καί δέν έβγάναν άχνα,


τΐ είχαν σαστίσει πού τούς μίλησε πολύ πεισματωμένα .
( · Ιλιάδα, I , 430. Μ ετάφ ρ. Ν . Καζαντζάκη - 1. Κ α κ ρ ιδ ή )
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛΛΑ ΔΑ 343

Τόσο μεγάλη έντύπωση έκαναν τά λόγια του ώστε καί δ ίδιος δ


Όδυσσέας, πού ήταν μέλος αύτής τής πρεσβείας, δεν μπόρεσε νά του
άπαντήσει. Ό Ό μηρος, κάνοντας λόγο και γιά δευτερεύοντες ήρωες
τής Ίλιάδας, τονίζει τή ρητορική τους δεινότητα. Γιά τόν θόα π.χ.
λ έ ε ι:

. · · · . . . στή αύναξη δμοια λίγοι


τδν ένικούσαν, σάν παράβγαιναν οΐ νιούτσικοι στά λόγια.
(*Ιλιάδα Ο, 283. Μ ετάφρ. Ν . Καζαντζάκη - 1. Κ α κριδή )

Είναι άξιοσημείωτο πώς ό 'Όμηρος θεωρεί κιόλας τή ρητορική


ικανότητα όχι μονάχα σάν φυσικό χάρισμα, άλλά σάν τέχνη πού μπο­
ρεί νά τή μάθει κανείς. Μ’ αύτό τό πνεύμα μιλάει στόν Ά χ ιλ λ έα ό
Φοίνικας, ό παιδαγωγός πού τοδ είχε όρίσει ό πατέρας του Π ηλέας:

Κ ι ήσουν παιδί, κ ι ουδέ άπδ πόλεμο νογοϋσες μανιασμένο


κι ουδέ άπδ σύναξη, πού ξέχωρη τιμ ή στδν άντρα δίνει .
Τ ι * αύτδ μ α ζ ί σου έκεΐνος μ ' ϊστειλε, γιά νά σέ δασκαλεύω,
νά μάάεις νά μιλάς στη μάζω ξη, νά πολεμάς στή μάχη.
( Ίλιάδα, I , 440 - 443. Μ ετάφρ. Ν . Καζαντζάκη - I . Κ α κ ρ ιδ ή )

Ό Έσίοδος, μ’ όλο πού δεν συμμερίζεται τΙς άριστοκρατικές ίδέες


του Όμηρου στά "Εργα και * Ημέρες, στή Θεογονία του παραχωρεί
τό χάρισμα τής εύγλωττίας στούς βασιλιάδες, λέγοντας πώς „ τούς
βασιλιάδες τούς συνοδεύει ή Καλλιόπη, ή άνώτερη άπ* όλες τΙς
Μούσες
„ Οί θυγατέρες τοδ μεγάλου Δία, όποιον Ικτιμοϋν κι όποιον βασι­
λιά, άναθρεμμένο άπό τόν Δία, παρακολουθήσουν στή γέννησή του,
του χύνουν στή γλώσσα γλυκιά δροσιά κι Ιτσι κυλάνε άπαλά τά λό­
για άπό τό στόμα του “ ( Θεογονία, 80 κ. έ . ).

2. Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Μ ετά τήν έποχή τοϋ Ό μηρου καί τοϋ Ησίοδου ή ρητορική,


όπως φαίνεται, άρχισε νά άκμάζει σέ όλη τήν Ε λλά δα . Έ καλύτερη
άπόδειξη γ ι' αύτό είναι ή συνήθεια πού πέρασε άπό τό όμηρικό έπος
στήν Ιστοριογραφία, όπου καί καθιερώθηκε πιά όριστικά — δηλαδή ή
συνήθεια νά παρεμβάλλουν στήν άφήγηση διάφορους λόγους ( οί λόγοι
αδτοί μετέδιναν βέβαια μονάχα τό γενικό περιεχόμενο των πραγματι­
κών άγορεύσεων). Φυσικά όμως ή ρητορική δεν άκμαζε τό ίδιο παντού
καί πάντα. ’Απ* αύτή τήν άποψη είναι σωστό ν* άντιδιαστέλλουμε τούς
344 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛ ΛΑ ΔΑ

’Αθηναίους άπ’ τούς άλλους "Ελληνες, γιατί σέ καμία άπδ τις έλ


ληνικές πόλεις - κράτη ή ρητορική τέχνη δεν έφτασε σέ τόσο υ 4η ^α
έπίπεδα δσο στήν ’Αθήνα.
Τήν ίστορία τής άθηναϊκής ρητορικής μπορούμε νά τή διαιρέσουμε
σέ δυδ μεγάλες περιόδους : Έ πρώτη περίοδος άρχίζει άπδ τους λίγο -
πολύ ιστορικούς χρόνους τής άρχαιότατης ζωής τής ’Αθήνας καί φτά­
νει ώς τδ 462 π. X ., ώς τήν έναρξη δηλαδή του έκδημοκρατισμου τοϋ
άθηναϊκοϋ κρατικού συστήματος, και ή δεύτερη άγκαλιάζει μια έποχή
άπδ τδ 462 ώς τδ 322 π. X . — τδ χρόνο πού πέθαναν οί δυδ^τελευ-
ταΐοι περίφημοι ρήτορες, ό Δημοσθένης καί ό Υπερείδης, καί ή Αθήνα
άναγκάστηκε νά ύποταχθει στήν κυριαρχία τής Μακεδονίας.
Ή ίστορία τής ρητορικής τής πρώτης περιόδου μάς είναι σχεδδν
άγνωστη. Τά λίγα πού ξέρουμε γ ι’ αύτήν δέν τά χρωστάμε σέ γνή­
σια πρότυπα τής ρητορικής τέχνης, άλλα σέ κρίσεις μεταγενέστερων
συγγραφέων. Υποδείγματα ρητορικών λόγων αύτής τής περιόδου δέν
όπάρχουν, ούτε καί είναι δυνατδ νά ύπάρχουν άφοϋ τότε δέν συνήθι­
ζαν νά γράφουν τούς λόγους. Ωστόσο ώς τούς Περσικούς πολέμους,
δηλαδή ώς τις άρχές τοϋ 5. αL, είναι ζήτημα άν είχαν δημιουργηθεί
στήν ’Αθήνα εύνοϊκές συνθήκες γιά τήν άνάπτυξη τής ρητορικής. Μετά
τήν κατάλυση τής μοναρχίας, ή εξουσία πέρασε στά χέρια τής άρι-
στοκρατίας. Οί εύπατρίδες έγιναν οί παντοδύναμοι ρυθμιστές τής
διακυβέρνησης τοϋ κράτους. ’Απδ αύτούς εκλέγονταν οί ίερεις, αύτοί
μονάχα είχαν τδ προνομιούχο δικαίωμα ν’ άναλαμβάνουν τά δημόσια
λειτουργήματα, νά έρμηνεύουν τούς νόμους καί νά διαχειρίζονται αό-
θαίρετα τις δικαστικές ύποθέσεις. Είναι άλήθεια πώς ύπήρχε καί στήν
Α θήνα μιά λαϊκή συνέλευση, θεσμδς πού ϊσχυε στήν Ε λλά δ α άπδ τά
όμηρικά άκόμα χρόνια, όπως φαίνεται δμως συγκαλοϋνταν σπάνια
καί δέν έπαιζε κανένα ρόλο τδν καιρδ πού κυριαρχούσε ή άριστο-
κρατία.
Στά χρόνια τοϋ Σόλωνα ( 7 . - 6 . αί. π. X .) ή Ε κκλησία τοϋ δήμου
άπόχτησε μεγαλύτερη σημασία στήν ’Αθήνα. Ό Σόλωνας έβαλε καί
τις βάσεις τοϋ λαϊκού δικαστηρίου, τής 'Ηλιαίας, πού άργότερα έγινε
ένας άπδ τούς σπουδαιότερους δημοκρατικούς θεσμούς. Ό Σόλωνας
δμως διατήρησε καί τδν Ά ρ ε ιο Πάγο πού έμεινε, δπως ήταν καί πρίν,
ένας καθαρά άριστοκρατικδς θεσμός. Αύτδ τδ μεικτδ κρατικδ καθεστώς
δέν κράτησε πολύν καιρό. Έ διακυβέρνηση τοϋ Πεισίστρατου καί των
γιών του (5 6 1 - 510 π. X . ) άνέκοψε γιά πενήντα χρόνια τήν έξέλιξη
τοϋ άθηναϊκοϋ κράτους - πόλης στδ δρόμο τής δημοκρατικοποίησης.
"Ε τσ ι καθυστέρησε καί ή άνάπτυξη τής ρητορικής. Μονάχα στά 508/7
π. X . δ Κλεισθένης Ιφάρμοσε μιά σειρά μεταρρυθμίσεις πού έδωσαν
στδ πολίτευμα τοϋ Σόλωνα καθαρά δημοκρατικό χαρακτήρα. Ή άξια
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 315

τής Ε κκλησία ς του δήμου μεγάλωσε. "Αρχισε νά συγκαλεϊται πολύ


πιό συχνά καί νά έπηρεάζει άποφασιστικά τήν πολιτική ζωή.
Γιά τούς πολιτικούς τής έποχής των Περσικών πολέμων, άκόμα καί
γιά τόν Θεμιστοκλή, διασώθηκαν μονάχα μερικές σύντομες γνώμες
τών συγγραφέων τής έπόμενης γενιάς. Ό συγγραφέας π.χ. του I I λό­
γου πού άποδίδεται στδν Αυσία ( II , 4 2 ) τόν χαρακτηρίζει σάν έξοχο
ρήτορα, Ινώ δ πιό άξιόπιστος σ’ αύτή τήν περίπτωση Θουκυδίδης δ εί­
χνεται πιό έπιφυλαχτικός ( I , 1 3 8 ) : „ Μπορούσε νά έρμηνεύει [ μέ
λόγια] καί κείνα πού δεν τόν άφοροϋσαν άμεσα Οί άρχαίοι δεν ήξε­
ραν τίποτα γιά τό ρητορικό ταλέντο του ’Αριστείδη.
Μετά τούς Περσικούς πολέμους ( 4 7 9 π. X . ) τό δημοκρατικό καθε­
στώς τής ’Αθήνας άρχισε νά έδραιώνεται με γοργό ρυθμό. Οί άρμο-
διότητες του Ά ρείου Πάγου περιορίστηκαν σημαντικά. “Όλη ή δικα­
στική έξουσία μεταβιβάστηκε στήν ‘ Ηλιαία.
‘ Η άφαίρεση τής δικαστικής Ιξουσίας άπό τόν "Αρειο Πάγο καί ή
άνάθεσή της σ’ ένα λαϊκό δικαστήριο εύνόησε πολύ τήν άνάπτυξη
τής ρητορικής. Μετά τις μεταρρυθμίσεις τοϋ ’Εφιάλτη καί του Π ερι­
κλή ( μέσα του 5. αί. π. X . ) τρεις θεσμοί άρχισαν νά παίζουν τόν κύ­
ριο ρόλο στό άθηναϊκδ κράτος: ή ’Εκκλησία τοϋ δήμου, πού ψήφιζε
τούς νόμους, ή Βουλή τών πεντακοσίων, πού προετοίμαζε καί μελε­
τούσε τις προτάσεις πού είσάγονταν στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου, καί ή
‘Ηλιαία. ’Επειδή καί στά τρία αότά σώματα δλες οί όποθέσεις ύπο-
βάλλονταν σέ δημόσια συζήτηση καί λύνονταν μέ πλειοψηφία, τά κόμ­
ματα στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου καί στή Βουλή καί οί άντίδικοι στό
δικαστήριο άγωνίζονταν σκληρά χρησιμοποιώντας τό λόγο σάν άμυν-
τικό καί έπιθετικδ όπλο. Ό όγκος τών δημόσιων καί ιδιωτικών όπο-
θέσεων πού έπρεπε νά κριθοΰν άπό τήν ‘ Ηλιαία ήταν τεράστιος. "Ετσι
ή ‘Ηλιαία είχ ε χωριστεί σέ δέκα τμήματα πού συνεδρίαζαν κάθε μέρα
ταυτόχρονα σέ διάφορα σημεία τής πόλης.
Οί λόγοι πού έκφωνοϋνταν στήν Εκκλησία τοϋ δήμου, στή Βουλή
καί στήν Η λ ια ία στήν ’Αθήνα — καθώς καί στά άντίστοιχα σώματα
όλων τών άλλων έλληνικών πόλεων - κρατών — είχαν φυσικά έντονο
πολιτικό χαρακτήρα καί καθρέφτιζαν τήν πάλη πού διεξαγόταν άνά-
μεσα στά διάφορα.πολιτικά κόμματα, πάλη πού έντάθηκε ιδιαίτερα
τήν έποχή τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου. Στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου
καί στή Βουλή οί όμιλητές, προσπαθώντας νά πείσουν τούς άκροατές
γιά τήν όρθότητα τών άπόψεών τους, Ικφωνοΰσαν συνήθως μακροσκε­
λείς λόγους. "Ετσι άναπτύχθηκε ή λεγόμενη συμβουλευτική ρητο­
ρική. Γιά τις άγορεύσεις όμως στήν ‘ Ηλιαία δέν ήταν άρκετή ή τέχνη
τής έκφώνησης μεγάλων λόγων. Στόν ίδιο, καί μάλιστα σέ μεγαλύ­
τερο βαθμό, ήταν άπαραιτητη ή ικανότητα διεξαγωγής τής συζήτη-
346 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛ ΛΑ ΔΑ

σης. Ό ρήτορας πού μπορούσε νά άγορεύει συνέχεια δση ώρα δεν τδν
διέκοπταν μά πού ήταν άνίκανος νά άρθρώσει λέξη δταν του άπευθυ-
νανε καμιά έρώτηση, δεν έπρεπε νά περιμένει έπιτυχίες άπό τό δικα­
στήριο, δπου ή ύπόθεση κατέληγε πάντα σε άλλεπάλληλες έρωταπο-
κρίσεις. Ό ρήτορας έπρεπε νά έχ ει τήν Ικανότητα νά άπευθυνει έπι-
δέξια έρωτήσεις καί ν’ άπαντάει μέ Ιπιτυχία στά έρωτήματα του άν-
τιπάλου του. Τά δικαστήρια λοιπόν έγιναν μιά μόνιμη σχολή ρητορι­
κής δεινότητας. Έ τ σ ι δημιουργήθηκε ένα άλλο είδος ρητορικής, ή Λ-
κανική.
Μπορούμε λοιπόν νά ποΰμε πώς άκριβώς άπό τον καιρό τοϋ Π ερι­
κλή ή ιστορία τής ρητορικής μπήκε στή δεύτερη περίοδο τής εξέλιξής
της. ‘ Ωστόσο κανένας αύθεντικός λόγος τοϋ Περικλή, τοϋ πιό περίφη­
μου ρήτορα Ικείνης τής έποχής, δεν διασώθηκε. ΟΙ μαρτυρίες τοϋ Κ ι-
κέρωνα καί τοϋ Πλούταρχου δεν μάς φωτίζουν πάνω στό ζήτημα, άν
στήν άρχαιότητα ύπήρχαν δποιοιδήποτε γραφτοί του λόγοι.
Ά πό τά λόγια τοϋ Κικέρωνα: „ Πριν άπό τόν Περικλή δεν υπάρχει
τίποτα μέ ρητορικά στολίδια, πού νά φανερώνει έργο ρήτορα“ (Βρού­
τος, 7 ,2 7 ), θά μποροϋσε κανείς νά ύποθέσει πώς είχαν διασωθεί κά­
ποιοι γραφτοί λόγοι τοϋ μεγάλου πολιτικοϋ. Ό Πλούταρχος δμως
ισχυρίζεται τό άντίθετο: „ Ε κ τό ς άπό θεσπίσματα τίποτα γραφτό δεν
άφησε “ ( Βίος Περικλεούς, 8 ).
Εΐναι άλήθεια πώς στήν άρχαιότητα κυκλοφορούσαν μερικά έργα
μέ τό δνομα τοϋ Π ερικλή, δ Κοϊντιλιανός δμως ( I I I , 1 ,2 ) τά θεω­
ρούσε κιόλας πλαστά. Ό Θουκυδίδης παραθέτει στήν *Ιστορία του
όλόκληρους τρεις μεγάλους λόγους τοϋ Περικλή. Α π ' αύτούς ό πιό
γνωστός είναι ό περίφημος ’Επιτάφιος πού έκφωνήθηκε στήν ταφή
των Αθηναίων πού έπεσαν στον πρώτο χρόνο τοϋ Πελοποννησιακοϋ
πολέμου. ΟΕ λόγοι αύτοί δμως καθρεφτίζουν μονάχα τό πνεϋμα των
πραγματικών λόγων τοϋ Π ερικλή, χωρίς νά άποδίδουν μέ άκρίβεια
τή λεκτική μορφή τους.
Ε κ τό ς άπό τούς παραπάνω λόγους μάς είναι γνωστές μονάχα με­
ρικές μεμονωμένες έκφράσεις — „ έπεα πτερόεντα “ — τοϋ Π ερικλή,
πού παραθέτει ό 'Αριστοτέλης στή Ρητορική του. Σέ μιά άπ’ αύτές
τό κράτος πού έχασε στον πόλεμο τη νεολαία του παρομοιάζεται μ'
ένα χρόνο πού τοϋ κλέψανε τήν άνοιξη καί σέ μιά άλλη ή Α ίγινα
όνομάζεται „ τσίμπλα τοϋ Πειραιά Δέν ύπάρχει καμιά άμφιβολία
πώς ό Π ερικλής ήταν Ιξαιρετικά εύγλωττος ρήτορας. Σ ’ αύτό συμ­
φωνούν δλοι οί άρχαίοι, φίλοι καί έχθροί του.
*0 Πλάτωνας, άν καί δέν έκφράζεται ευνοϊκά γιά τόν Π ερικλή,
τόν άποκαλεϊ ωστόσο „ τελειότατο στή ρητορική τέχνη “ ( Φαιδρός,
2 6 9 Ε ) καί ό Ξενοφώντας στά ’Απομνημονεύματά του τόν συγκρίνει
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 347

μέ τίς σειρήνες. Τ ίς ίδιες άπόψεις διατυπώνει καί δ Θουκυδίδης, πού


έπιδοκίμαζε τήν πολιτική του Π ερ ικ λή : „ Ό πιδ Εσχυρδς και στδ
λόγο καί στήν πράξη “ — γράφει ( 1 ,1 3 9 ). Ό ’Αριστοφάνης, πού δεν
τδν χώνευε καθόλου, λέει γ ι’ αύτδν μέ τδ στόμα τοΰ Δικαιόπολη:
„ Ό 'Ολύμπιος Περικλής έκσφενδόνισε όργισμένος τούς κεραυνούς του
καί τράνταξε δλη τήν Ε λλά δ α “ ( Άχαρνής, στίχ. 5 3 1 ). ΟΕ άρχαίοι
έξηγοϋσαν μέ διάφορους τρόπους τήν αίτια πού Ικανέ τούς σύγχρο­
νους τοϋ Π ερικλή να του δώσουν τδ έπίθετο „ ’Ολύμπιος“ (ό κωμω­
διογράφος Κρατίνος τδν άποκαλεΐ καθαρά Δ ία ). ΟΕ περισσότεροι άπέ-
διδαν αύτο τδ έπίθετο στήν εύγλωττία του. Ή πιο ένθουσιώδης γνώμη
γιά τή ρητορική δεινότητα του Περικλή διατυπώνεται σ’ ένα άπόσπα-
σμα μιας κωμωδίας (πού δεν διασώθηκε) τοϋ Εΰπολη, σύγχρονου του
'Αριστοφάνη : „ Τούς ξεπερνάει δλους στδ χάρισμα τοϋ λόγου... Στά
χείλη του καθόταν ή θεά Πειθώ, τόσο γοήτευε τούς άκροατές. Ά π ’
δλους τούς ρήτορες αύτδς μονάχα Ιμπηγε τδ κεντρί του βαθιά στή
σάρκα των άνθρώπων “ . Καί άλλοι συγγραφείς έπαινοΰν τή ρητορική
τέχνη τοϋ Περικλή : Προσπαθοΰσε νά έπηρεάζει τδ άκροατήριό του μέ
λογικά επιχειρήματα, λένε, καί δχι ύποδαυλίζοντας αίσθήματα καί
πάθη, δπως έκαναν οΕ μεταγενέστεροι ρήτορες. Έ στάση του πάνω
στδ βήμα ήταν ήρεμη καί άξιοπρεπής. Έ έκφρασή του δέν άλλαζε
καί πολύ στή διάρκεια τοϋ λόγου. Δέν κατάφευγε σέ χειρονομίες. Έ
φωνή του είχ ε πάντα τήν ίδια ένταση. Ποτέ δέν γελούσε καί δέν
έκανε τδ λαό νά γελάει μέ εδθυμες ιστορίες καί έπινοήσεις ( δπως
συνήθως έκαναν οΕ ά λλο ι).
Καί άπδ τούς λόγους τοΰ Κλέωνα, πού ήταν τδ ίδιο δημοφιλής
ρήτορας και διακρίθηκε μετά τδν Περικλή, τίποτα δέν διασώθηκε. Ό
Θουκυδίδης, πού τδν μισούσε, τδν άποκαλεΐ „ αύθαδέστερο άπ’ δλους
τούς πολίτες „ ( I I I , 36) ταυτόχρονα δμως καί „ δημαγωγό πού άσκοΰ-
σε μεγάλη έπιρροή στδ λαδ “ ( IV , 2 1 ). Ό 'Αριστοφάνης, έχθρός
του κι αότός, τονίζει πώς είχ ε ξεπεράσει σέ δύναμη άκόμα και τδν
Περικλή ( 'Ιππής, στίχ. 2 8 3 ) καί άναγνωρίζει τήν ικανότητά του :
,, Είναι παμπόνηρος καί μπορεί νά βρίσκει διέξοδο άπδ κάθε άδιέ-
ξοδο “ ( Τππής, στίχ. 7 5 8 ). Τδ κατηγορητήριο τοΰ Κλέωνα ήταν
φοβερδ καί πειστικό. Στούς άντιπάλους του „ πετοϋσε βράχους και
δέν τδχε σέ τίποτα νά τούς κατηγορήσει γιά άνύπαρχτες πράξεις “
('Ιππής, στίχ. 6 2 6 - 6 2 8 ) . Ό Θουκυδίδης ( I I I , 3 7 - 4 1 ) παραθέτει
£να λόγο του, δπου ό Κλέωνας συμβουλεύει τούς ’Αθηναίους νά θανα­
τώσουν δλους τούς κάτοικους τής Μυτιλήνης πού είχαν έξεγερθεΐ.
Είναι δύσκολο δμως νά ποΰμε αν καί πόσο αύτή ή δημηγορία, δπως
καί δλες οΕ άλλες πού παραθέτει δ Θουκυδίδης, άνταποκρίνεται στδν
πραγματικό λόγο πού είχ ε έκφωνήσει ό Κλέωνας.
348 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗΣ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ

Ή φήμη πού έφτασε ώςέμάς για τή ρητορική μέθοδο τοϋ Κλέωνα


δέν είναι καθόλου καλή, ίσως για τί στηρίζεται στις γνώμες τών
έχθρών του. „ Ε ίχ ε άποβάλει κάθε εύπρέπεια στό βήμα παρατηρεί
ό Πλούταρχος. — Πρώτος αδτός, μιλώντας στό λαό, άρχισε να κραυ­
γάζει, νά βγάζει τό μανδύα του, νά χτυπάει τά πλευρά του, να τρέχει
έδώ καί κεί. Έ τ σ ι έδωσε στούς άνθρώπους πού άσχολοϋνταν μέ τα
κοινά τό παράδειγμα τής αύθαιρεσίας καί τής περιφρόνησης κάθε
εδπρέπειας, πού άργότερα όδήγησε τά πάντα στήν άταξία και στήν
άποδιοργάνωση “ ( Βίος Νιχίου, 8 ).
Ή ρητορική και τοϋ Περικλή καί τοϋ Κλέωνα, καί τών προκα-
τόχων τους φυσικά, ήταν, δπως φαίνεται, καθαρά πραχτική καί δεν
βασιζόταν σε θεωρητικούς κανόνες. Ό Κλέωνας, στή δημηγορία του
πού άναφέρει ό Θουκυδίδης, μιλάει μέ άγανάχτηση γιά „ τούς ρήτορες
πού γοητεύουν μέ τήν εύγλω ττία“ καί θεωρεί το „ πάθος τής εύγλωτ-
τίας “ σάν ενα άπό τά πιο καταστρεπτικά γιά τό κράτος συναισθήματα
(1 1 1 ,4 0 , 2). Είναι δύσκολο φυσικά νά πιστέψουμε πώς ό Περικλής
καί οΕ άλλοι Α θηναίοι ρήτορες δέν είχαν Εδέα άπό τις μεθόδους τής
ρητορικής τέχνης.
Ό Περικλής προετοιμαζόταν γιά νά μιλήσει στήν Ε κ κ λη σ ία τοϋ
δήμου, δπως μάς πληροφορεί ό Πλούταρχος ( Περί παίδων αγωγής,
9), πού προσθέτει μάλιστα πώς πολλές φορές, άν καί τόν καλοϋσε ό
λαός, άρνιόταν νά μιλήσει μέ τή δικαιολογία πώς δέν είχ ε προφτάσει
νά προετοιμασθεί. Δέν ξέρουμε δμως άν ό Περικλής είχ ε σπουδάσει
τήν τέχνη τής ρητορικής, για τί μάλλον δέν πρέπει νά πάρουμε στά
σοβαρά τόν ισχυρισμό τοϋ Σωκράτη στό Φαιδρό, πώς ό Π ερικλής
χρωστοϋσε τό ρητορικό του ταλέντο στό δτι „ είχε χωνέψει τή διδα­
σκαλία τοϋ ’Αναξαγόρα γιά τά ούράνια σώματα “ ( Φαιδρός, 2 7 0 A ).
'Ωστόσο δέν ύπάρχει άμφιβολία πώς μέ τήν έδραίωση τοϋ δημο-
κρατικοΰ καθεστώτος κάθε πολιτικός έπρεπε νά είναι καί καλός
ρήτορας. Γ ι’ αύτόν άκριβώς τό λόγο παρουσιάστηκαν στήν ’ Αθήνα
έπαγγελματίες ρήτορες καθώς καί δάσκαλοι τής ρητορικής — οΕ
σοφιστές. ΟΕ λόγοι πού έκφωνοϋνταν στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου καί
στή Βουλή άπαιτοΰσαν προηγουμένη μαθητεία. Καί γιά τις άγορεύσεις
στήν 'Η λιαία γιά ιδιωτικές ύποθέσεις χρειαζόταν δεινότητα λόγου,
γνώση τών νόμων καί εύστροφία. "Οσοι ήθελαν νά προετοιμαστούν
γιά δημόσια δράση, έπρεπε νά προσφύγουν σέ ειδικούς δάσκαλους.
Έ τ σ ι άπό τό δεύτερο μισό τοϋ 5. αΕ. π. X . παρουσιάστηκαν στήν
'Ελλάδα έπαγγελματίες δάσκαλοι τής τέχνης τοϋ λόγου, πού αύτοα-
ποκαλοϋνταν σοφιστέςι , καί πληρώνονταν γιά τή διδασκαλία τους.

1. "Ος τό δεύτερο μισό τοΟ 5. αI. π. X . μέ τή λέξη „ σοφιστές” έννοοΟσαν άνθρώ-


Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛΛΑΔΑ 349

"Ολοι οί σοφιστές δίδασκαν τή „ δεινότητα του λόγου “ , άλλοι


δμως άπ’ αύτούς άσχολοΟνταν κυρίως μέ τή θεωρητική καί πρα-
χτική έπεξεργασία των γενικών κανόνων τής ρητορικής, άλλοι μά­
θαιναν στούς μαθητές τους πώς νά συντάσσουν καί νά έκφωνοϋν πολι­
τικούς καί δικανικούς λόγους καί άλλοι τούς δίδασκαν τόν τρόπο δ ιε­
ξαγωγής τής συζήτησης (ήταν ,,έ ρ ισ τ ικ ο ί" — άπό τή λέξη ερις).
Τό ένδιαφέρον γιά τήν τέχνη τοϋ λόγου, σάν τέχνη μονάχα, μεγά­
λωνε όλοένα. Έ ν α πραγματικό πάθος γιά λεκτικούς άκροβατισμούς
κυρίευσε τούς ’Αθηναίους. Έ τ σ ι, έκτός άπό τα άλλα δυό είδη τής
ρητορικής, πού έξυπηρετοϋσαν πραχτικούς σκοπούς, γεννήθηκε καί
ένα τρίτο είδος της — ή λεγόμενη επιδεικτική, δηλαδή ή πανηγυρική
ρητορική, πού μοναδικός σκοπός της ήταν ή εύχαρίστηση ή ή δια­
σκέδαση τών άκροατών. Τά θέματα των έπιδεικτικών λόγων δεν είχαν
άμεση σχέση μέ τήν πραχτική ζωή. Ήταν παρμένα άπό τούς μύθους
γιά τούς θεούς (γ ιά τόν Έ ρω τα π. X . ), γιά τούς ήρωες (τόν Ά χ ιλ -
λέα, τόν Η ρ α κ λ ή ), άπό άφηγήσεις γιά ένδοξους άνδρες τής άρχαιό-
τητας (τόν *Όμηρο, τόν ’Α ριστείδη), άπό τήν Ιστορία διαφόρων
πόλεων ή, τέλος, πραγματεύονταν άφηρημένες έννοιες, δπως π.χ. τήν
άνδρεία, τή δικαιοσύνη κ.ά.
Έ έπιστημονική έπεξεργασία τής θεωρίας τής ρητορικής άρχισε
έξω άπό τά δρια τής κυρίως Ελλάδας. Στήν ’Αθήνα έφτασε άπό δυό
πλευρές — άπό τήν ’Ανατολή καί άπό τή Δύση.
’Από τούς σοφιστές τής ’Ανατολής οΐ πιό διάσημοι ήταν & Πρωτα­
γόρας, ό ΙΙρόδικος καί ό Ιπ πίας.
Ό Πρωταγόρας καταγόταν άπό τά Ά βδηρα , μιά μικρή παραθα­
λάσσια πόλη τής Θράκης. Γεννήθηκε περίπου στά 4 8 5 π. X . Σαράντα
δλόκληρα χρόνια ταξίδευε στήν Ε λλά δα καί είχ ε λαμπρές έπιτυχίες
στον τομέα τής παιδαγωγικής δράσης. Π ήγε πολλές φορές στήν
’Αθήνα καί συνδέθηκε μέ τόν Περικλή. 'Ανάμεσα στά μαθήματα πού
δίδασκε ήταν καί ή τέχνη τοϋ λόγου. Έ δ ιν ε μεγάλη προσοχή στόν
γραμματικά σωστό τρόπο έκφρασης ( „ όρθοέπεια “ ).
Ό Πρόδικος ό Κεΐος καί ό Ιπ πίας ό Ή λεΐος ήταν σύγχρονοι τοϋ
Πρωταγόρα, άλλά μικρότεροί του στήν ήλικία. Πήγαν κι αύτοί πολ­
λές φορές στήν 'Αθήνα. Γιά τή ζωή τους δέν ξέρουμε καί πολλές
λεπτομέρειες. Ό Πρόδικος είναι γνωστός γιά τις έρευνές του σχετικά
μέ τήν άκριβή διάκριση τών συνώνυμων. Ό Ιπ π ία ς ήταν κάτοχος
κάθε είδους γνώσεων στόν τομέα των μαθηματικών, τών φυσικών έπι-
στημών, τής ιστορίας καί τής γραμματικής.

ποος προικισμένους μέ έξαιρετικές πνευματικές Ικανότητες. ΟΙ Αρχαιότεροι σοφιστές δέν


είχαν καμιΑ σχέση μέ κείνους πού έκαναν τήν έμφάνισή τους μετά τό πρώτο μισό τοΟ
5. αΐ. π. X. (6 λ . τόμ. 1 6 ' σελ. 141, καί τόμ. II, κεφ. V I ) .
350 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ

Ωστόσο οί σοφιστές τής ’Ανατολής προετοίμασαν μονάχα τύ έδαφος


στήν ’Αθήνα γιά τήν άνάπτυξη τής ρητορικής τέχνης. Οί βάσεις τής
ρητορικής, πού άσκησε άργότερα τεράστια έπίδραση στήν Αθήνα,
μπήκαν στή Σικελία. Οί σοφιστές ή, δπως συνήθως όνομάζονται, ο
ρήτορες αύτής τής δυτικής δμάδας πρέπει νά θεωρούνται θεμελιω τές
τής έπιστημονικής θεωρίας του καλλιτεχνικού πεζού λόγου.
*Η Ιστορία τής γένεσης τής ιταλικής σχολής των ρητόρων είναι
στενά δεμένη μέ τήν πολιτική κατάσταση πού έπικρατουσε στίς Συρα­
κούσες. Μετά τήν άνατροπή του τύραννου Θρασύβουλου ( 4 6 6 π. X . )
έγκαθιδρύθηκε έκεΐ ή δημοκρατία. Έ γινα ν τότε πολλές δίκες γ ια
περιουσιακές διαφορές και γιά τή διεξαγωγή τους χρειάζονταν άν­
θρωποι Ικανοί στήν τέχνη του λόγου. Ό λαός άνάθεσε τή διακυβέρ­
νηση τής πόλης στύν Κόρακα, πού είχ ε χρηματίσει σύμβουλος του
τύραννου 'Ιέρωνα και ήταν έμπειρος πολιτικός. Γρήγορα δμως δ Κό­
ρακας έγκατέλειψε τή δημόσια δράση. "Ιδρυσε μιά σχολή δπου άρχισε
νά διδάσκει τήν „ τέχνη του πείθειν “ . Άργότερα διατύπωσε γραφτά
τούς κανόνες τής τέχνης αύτής, έγραφε δηλαδή ένα έγχειρίδιο ρητο­
ρικής μέ τύν τίτλο Τέχνη.
Μαθητής τοΰ Κόρακα ήταν ό Τισίας, πού γεννήθηκε περίπου στά
4 8 5 π. X . Γιά τις σχέσεις του μέ το δάσκαλό του διασώθηκε ή παρα­
κάτω παράδοση: Ό Τισίας, άφοϋ έμαθε άπύ τύν Κόρακα τήν τέχνη
του λόγου, έγινε καί 6 ίδιος δάσκαλος τής ρητορικής. Έ κμεταλλεύ-
θηκε λοιπόν τήν Ικανότητά του στύ χειρισμό των δικανικών υποθέσεων
γιά νά μήν πληρώσει στο δάσκαλό του τήν άμοιβή πού είχαν συμφω­
νήσει. Ό Κόρακας έφερε τήν ύπόθεση στύ δικαστήριο. „ Πές μου,
Κόρακα, — ρώτησε δ Τισίας τύν άλλοτε δάσκαλό του — τ ί δάσκαλος
δηλώνω πώς ε ίμ α ι; “ „ Τής τέχνης νά πείθεις δποιον θέλεις “ —
άπάντησε δ Κόρακας. „ "Αν δμως μοϋ έμαθες πραγματικά αύτή τήν
τέχνη, έγώ σέ πείθω τώρα πώς δέν πρέπει νά πάρεις καμιά άμοιβή
άπύ μένα. "Αν πάλι δέν μέ έμαθες νά πείθω τύν καθένα, δέν σου χρω­
στάω τίποτα, για τί δέν έκανες έκεινο πού μοϋ είχες ύποσχεθει “ . Ό
Κόρακας δμως είχ ε άντίθετη γνώ μη: „ "Αν μέ πείσεις πώς δέν πρέ­
πει νά πάρω τίποτε άπύ σένα, τότε άκριβώς πρέπει νά μέ πληρώσεις,
για τί αύτύ σημαίνει πώς έμαθες πραγματικά άπύ μένα τήν τέχνη νά
πείθεις, δπως είχαμε συμφωνήσει. "Αν δέν καταφέρεις νά μέ πείσεις,
καί πάλι πρέπει νά μοϋ δώσεις τήν άμοιβή μου, άφοϋ δέν μέ έπεισες
πώς δέν πρέπει νά πληρωθώ “ . Οί δικαστές τότε, άντί νά βγάλουν
άπόφαση, είπαν: „ Έ κ κακοΰ κόρακος κακύν ώόνι. "Οπως τά κορα-

1. Είναι μιά συνηθισμένη έλληνική παροιμία, πού σ' αύτή τήν περίπτωση ταιριάζει
θαυμάσια, άφοδ τό δνομα τοδ δάσκαλου ήταν Κόρακας.
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ Ε Λ Λ Α ΔΑ 361

κόπουλα δεν διστάζουν νά καταβροχθίσουν τούς γονείς τους, έτσι και


σείς έδώ κατασπαράζετε δ 'ένας τδν άλλον
Σύμφωνα μέ τδ παράδειγμα τοϋ δασκάλου του, δ Τισίας ίδρυσε κι
αύτδς μιά σχολή ρητορικής, στήν άρχή, δπως φαίνεται, στίς Συρα­
κούσες, καί άργότερα στούς θούριους, δπου μαθήτευσε καί δ Λυσίας.
"Ύστερα δ Τισίας μετανάστευσε στήν "Αθήνα και άσκησε καί έκεί τδ
έπάγγελμα τοϋ ρητοροδιδάσκαλου. Έ διάρκεια τής παραμονής του
στήν "Αθήνα μάς είναι άγνωστη. Τήν έποχή έκείνη ένας άπδ τούς
μαθητές του ήταν καί δ "Ισοκράτης. Καί δ Τισίας Ιγραψε ένα Εγχει­
ρίδιο ρητορικής, πού πιθανότατα ήταν κάτι άνάλογο μέ τδ Εγχειρίδιο
τοϋ δασκάλου του Κόρακα.
Μέ βάση τις γνώμες τοϋ Πλάτωνα καί τοϋ "Αριστοτέλη μποροΰμε
νά σχηματίσουμε κάποια ίδέα γιά τδ περιεχόμενο τών έγχειριδίων
τοϋ Κόρακα και τοϋ Τισία. Καί τά δυδ άναφέρονταν στδν τρόπο
τής διεξαγωγής μιας δίκης καί δέν περιλάμβαναν όποδείξεις γιά
τή σύνθεση καί τή διάρθρωση τοϋ λόγου. Σ* αύτά διατυπώνονταν
διάφοροι κανόνες γιά τδ πώς ένα γεγονδς μπορεί νά παρουσιάζεται
στδ δικαστήριο σάν πιθανδ ή άπίθανο. Ό Κόρακας καί δ Τισίας π ί­
στευαν πώς ή πιθανότητα μπορεί νά πείσει τούς δικαστές περισσότερο
κι άπδ τήν ίδια τήν άλήθεια. „*Α ν έ'νας άδύνατος — λέει στδ Εγχει­
ρίδιό του δ Κόρακας — κατηγορηθεί πώς έδειρε κάποιον, άθωώνεται
γιατί, έξαιτίας τής άδυναμίας του, είναι άπίθανο πώς μπορούσε νά
δείρει. ’Α ν πάλι ένας δυνατδς άνθρωπος κατηγορηθεί γιά τδ ίδιο άδί-
κημα, άθωώνεται κι αότός, γιατί είναι άπίθανο νά Ικανέ αύτή τήν
πράξη ενώ ήξερε πώς θά φαινόταν πιθανή στδ δικαστήριο “ ι .
Τδ Εγχειρίδιο ρητορικής τοϋ Κόρακα ήταν πλατιά διαδεδομένο στήν
Ελλά δα. Σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες τών άρχαίων, άπδ αύτδ διδά­
σκονταν δ Γοργίας, δ Άντιφώντας καί άλλοι "Αθηναίοι ρήτορες.
Σύγχρονος τοϋ Τισία ήταν δ Γοργίας, άπδ τούς Αεοντίνους τής
Σικελίας (4 8 3 - 375 περίπου), μαθητής τοϋ φιλόσοφου "Εμπεδοκλή.
Ό Γοργίας θεωρείται δημιουργός τοϋ έλληνικοΰ καλλιτεχνικού πεζοϋ
λόγου. Κατέλαβε σημαντική θέση στήν Ιστορία τής άθηναικής ρητο­
ρικής. Στά 4 2 7 , οί συμπολίτες τοϋ Γοργία τδν έστειλαν έπικεφαλής
μιάς πρεσβείας στήν "Αθήνα γιά νά ζητήσει βοήθεια Ιναντίον τών
κατοίκων τών Συρακουσών πού τούς άπειλοΰσαν. "Αγόρευσε στήν
"Εκκλησία τοϋ δήμου μέ τόση πειστικότητα πού οί "Αθηναίοι άποφά-
σισαν άμέσως νά βοηθήσουν τήν πατρίδα του. Αίγον καιρδ άργότερα
δ Γοργίας ξαναπήγε στήν "Αθήνα καί ίδρυσε έκεί μιά σχολή ρη­
τορικής.

1. ‘Αριστοτέλης, Ρητορική, II, 24, 1402 a.


353 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛΛΑΔΑ

Στόν κατάλογο τών πιό άφοσιωμένων μαθητών καί θαυμαστών τοϋ


Γοργία άναφέρονται ό τραγικές ποιητής Άγάθωνας, δ^ Αθηναίος πο­
λιτικός Κριτίας, δ διάσημος άργότερα ρήτορας ’ Ισοκράτης xaijrcoAAOl
άλλοι. Ό Γοργίας έκφωνοΰσε λόγους καί σέ άλλες πόλεις τής Ε λ ­
λάδας (στούς Δελφούς καί στήν ’ Ολυμπία). Έ ζησ ε πολύν καιρό και
στή Θεσσαλία, δπου και πέθανε σέ ήλικία 108 ή 109 χρονών.
Etvat πολύ δύσκολο νά καταλάβουμε σήμερα γιά ποιόν άκριβώς
λόγο ό Γοργίας γοήτευε τόσο τούς 'Αθηναίους. Μονάχα δυό λόγοι μέ
τό όνομά του έχουν διασωθεί: 'Ελένης έγκώμιον καί Παλαμηδονς
άπολογία. Τό θέμα του δεύτερου λόγου τό είχαν κιόλας έπεξεργαστεί
σέ θεατρικά έργα τους ό Σοφοκλής καί ό Ευριπίδης. Ό Ιιαλαμήδης,
πού είχ ε κατηγορηθεί άπό τόν Όδυσσέα γιά προδοσία, άπολογείται
μπροστά στό δικαστήριο τών ’Αχαιών άρχηγών. Έ άπολογία του
στηρίζεται στά παρακάτω έπιχειρήματα: ’Ακόμα και άν ήθελε, δέν
θά μπορούσε νά διαπράξει τήν προδοσία πού τοϋ άποδίδουν. Δέν θά
ήθελε νά τή διαπράξει, άκόμα καί άν μπορούσε.
Στό λόγο 'Ελένης έγκώμιον δ Γοργίας προσπαθεί νά δικαιολογήσει
έκείνη πού προκάλεσε τόν Τρωικό πόλεμο. Στήν είσαγωγή παρα­
θέτει μιά σειρά στοχασμούς γιά τήν ούσία τοϋ έγκώμιου καί τής μομ­
φής. "Γστερα, άφοϋ έξυμνει μέ λίγα λόγια τήν Ε λ έν η , άναπτύσσει τά
δικαιολογητικά τής πράξης της. Σύμφωνα μέ τή γνώμη τοϋ Γοργία, οί
πιθανές αίτιες τής μετάβασης τής Ε λ έν η ς στήν Τροία είναι τέσσερις:
ή μοίρα, ή βία, ή πειθώ καί, τέλος, ό έρωτας. "Οποια άπ' αύτές κι
άν πάρουμε γιά άληθινή, τό συμπέρασμα δέν άλλάζει — ή Ε λ έ ν η
είναι άθώα. Στήν περίπτωση μάλιστα τής βίαιης άπαγωγής της, ή
Ε λ έ ν η άξίζει καί τή συμπάθειά μας. „ Θέλησα — λέει δ Γοργίας —
νά γράψω ενα λόγο — δόξα γιά τήν Ε λ έν η , παίγνιον γιά μένα “ *.
‘ Ωστόσο πολλοί άμφιβάλλουν άν αύτοί οί λόγοι άνήκουν πραγμα­
τικά στόν Γοργία, θ ά ήταν λοιπόν παρακινδυνευμένο νά κρίνουμε άπό
αύτούς τόν ρήτορα. "Ετσι είμαστε άναγκασμένοι νά στηριχτούμε στις
άπόψεις τών άρχαίων συγγραφέων πού είχαν διαβάσει τά γνήσια
Ιργα του.
Ά π ό τά έργα τοϋ Γοργία πού δέν διασώθηκαν, τό πιό περίφημο
ήταν ό ’ Ολυμπιακός λόγος (3 9 2 π. X .) , πού τόν είχ ε έκφωνήσει
μπροστά στό λαό άπό τά σκαλοπάτια τοϋ ναοΰ τοϋ Δία. Σ ’ αύτόν ό
ρήτορας προσπαθούσε νά πείσει τούς "Ελληνες νά πάψουν όριστικά τις
διχόνοιες καί νά μή βάζουν πιά σάν στόχο τών οπλών τους τις ελ­
ληνικές πόλεις, άλλά τή χώρα τών βαρβάρων.

1. Είναι φανερό πώς 6 Γοργίας μέ τή λέξη ηαίγνιον έννοοΟσε πώς ένας τέτοιος λό­
γος, μιά συνηγορία τής Ε λ έν η ς , δέν έξυπηρετοδσε καμιά πραχτική ανάγκη. Ή ταν. Ac
ποδμε, δνα „ πνευματικό παιχνίδι “ . ^
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛ ΛΑ ΔΑ 353

Ε κ είνο πού χαρακτήριζε ιδιαίτερα τούς λόγους του Γοργία ήταν


ή συγγένειά τους μέ τήν ποίηση. Ό παλιός άπλδς καί άτεχνος λόγος
δέν του άρεσε. Ή καινούργια μορφή λόγου πού δημιούργησε ήταν
πλούσια σέ ποιητικά στοιχεία — σπάνιες, Επιτηδευμένες καί πολλές
φορές άσυνήθιστες Εκφράσεις, πομπώδη Επίθετα, εικόνες καί μεταφο­
ρές. Τδ σπουδαιότερο δμως στοιχείο πού είχ ε πάρει ό Γοργίας Από
τήν ποίηση ήταν ή συμμετρική, ώς Ενα βαθμό, διάρθρωση τοϋ λόγου,
πού άποτελουνταν Από άντίθετες, ίσες στδ μάκρος καί μέ τήν ίδια
διάταξη προτάσεις. Οί προτάσεις αύτές συχνά τέλειωναν μέ λέξεις
όμοιοκατάληκτες (σάν τΙς σημερινές ρίμες). Ό λόγος τοδ Γοργία
διανθιζόταν μέ άφθονες παρομοιώσεις, άρκετά περίεργες μερικές φο­
ρές. Τά κοράκια π.χ. πού τρώνε τά πτώματα τά Ελεγε „ ζωντανούς
τάφους “ , τδ βασιλιά Ξέρξη „ Δία τών Περσών “ . Ή άρμονία, ή συμ­
μετρική διάρθρωση και ή γεμάτη Εμφαση γλώσσα τών λόγων τοΟ
Γοργία άρεσαν πολύ καί γοήτευαν τούς άκροατές του. Έ άρχαία
όρολογία αύτές τις ιδιομορφίες τΙς άποκαλοϋσε „ σχήματα λόγου “
ή „ Γοργίεια σχήματα “ 1.
"Ολοι αύτοί οί ρητορικοί τρόποι Εκφρασης ύπήρχαν βέβαια στήν
Ελληνική γλώσσα καί πριν άπδ τδν Γοργία. Έ φήμη πού είχ ε Επι­
κρατήσει στήν άρχαιότητα, πώς ό Γοργίας „ Εφεδρε “ πρώτος αύτά τά
„ σχήματα λόγου “ πού πήραν καί τδ δνομά του, είναι σωστή μονάχα
μέ τήν Εννοια πώς ό Γοργίας άρχισε πρώτος νά τά χρησιμοποιεί
πλατιά καί όμαδικά στούς λόγους του.
Έ παιδαγωγική μέθοδος τοδ Γοργία στηριζόταν βασικά στήν
πεποίθηση πώς ή ρητορική τέχνη Αφομοιώνεται μονάχα μέ Εμπειρικδ
τρόπο. Φαίνεται πώς ό Γοργίας δέν είχ ε συντάξει κανένα συστηματικό
Εγχειρίδιο ρητορικής, δπως ό Κόρακας καί ό Τισίας. Γιά νά διδάσκει
τούς μαθητές του Εγραφε τυπικά πρότυπα λόγων καί τούς συμβού­
λευε νά τά Αποστηθίζουν. Έ μέθοδος αότή περιοριζόταν μονάχα στήν
Επιδεικτική ρητορική καί όχι στή συμβουλευτική ή στή δικανική.
Παρ’ δλα τά μειονεκτήματα τής διδακτικής μεθόδου τοδ Γοργία,
οί Εκφραστικοί του τρόποι κυριαρχοδσαν γιά πολύν καιρό σέ δλα τά
είδη τοδ πεζοδ λόγου, είχαν μάλιστα Επεκταθεΐ καί στήν ποίηση. Τδ

1. Τέτοια „ σχήματα λίγου " ε ίν α ι: 1 ) ή άνχΐ&βοη, δηλαδή δ συνδυασμός τών προτά­


σεων μιάς περιόδου μέ τέτοιον τρόπο ώστβ νά βρίσκονται μεταξύ τους σέ αντιθετική
σχέση, 2 ) τό όξύμωρον — όξεΐα αντιπαράθεση έννοιών πού συνήθως είναι λογικά ασυμ­
βίβαστες, δπως π χ . „ άφοβος φόβος “ , 3 ) τό πάριοον— έΕίσωση τών συντακτικών τμ η ­
μάτων τής περιόδου (τό σχήμα αύτό όνομάζεται καί ισόκωλο*), 4 ) τό παρόμοιον — ή
συνήχηση ή στήν άρχή ( όμοιοχάχαρκχον) ή στό τέλος ( ό/χοιοτέλβνιον) τών προτάσεων
(τό σχήμα αύτό είναι τό συνηθισμένο χοσμητιχό στοιχείο τής άνχίδχοης), 5 ) ή παρονο­
μασία— διάφοροι μορφολογικοΐ σχηματισμοί πού προέρχονται άπό τήν Ιδια ρίζα, 6 ) ή
Μρήχηση — συνδυασμός λέξεων πού μοιάζουν στόν ήχο, μά προέρχονται άπό διαφορετικές
Ρίζες, κ. ά.
23 Ί σ χ ο ρ Ισ χή ς 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Α ο γο τχχ νΙα ς
354 Η. Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛΛΑΔΑ

ποιητικοποιημένο ύφος του δέν έπαψε τελείως νά είναι τής


πολύ άργότερα: „ Καί σήμερα άκόμα — λέει περιφρονητικά ^ Ρ
στοτέλης — πολλοί άγράμματοι νομίζουν πώς κάτι τέτοιοι Ρήτ0Ρ -
μιλάνε θαυμάσια “ ( Ρητορική, Ϊ Ι Ι , 1, 1 4 0 4 a ). Ωστόσο, ίσως πει η
οί άκρότητες τών μαθητών αύτοΰ τού σοφιστή έκαναν τούς
νά προσέξουν τήν έπίπλάστη καί άβάσιμη θεωρία του ^ή επει ή η.
δικανική ρητορική, πού έκείνη τήν έποχή είχ ε άρχίσει ν άναπτυσ-
σεται γοργά στήν ’Αθήνα, ύποχρέώνε τούς ρήτορες νά μήν π ε ρ ι ο ρ ί ­
ζονται στήν τυπική πλευρά του λόγου, άλλά νά έπεξεργάζονται παράλ­
ληλα καί τήνέπιχειρηματολογία τους, οί ’Αθηναίοι δικανικοί ρήτορες
άπδ πολύ νωρίς κιόλας χρησιμοποίησαν τδ πιδ πραχτικδ έγχειρ'-^ι®
τοϋ Τισία. "Αρχισαν νά προσέχουν ταυτόχρονα καί τήν εξωτερική
μορφή καί τδ περιεχόμενο του λόγου.
Ά π δ τά τρία εΐ'δη τής ρητορικής οί πραχτικές άνάγκες τής ζωής
στήν ’Αθήνα προώθησαν στήν πρώτη γραμμή τή δικανική ρητορική.
Οί άμέτρητες δίκες, τόσο άνάμεσα στούς ’Αθηναίους πολίτες όσο καί
άνάμεσα σ’ αύτούς καί στούς ύποδουλωμένους συμμάχους τους, πού
σύμφωνα με τούς άθηναϊκούς νόμους δεν δικάζονταν στήν πατρίδα τους
άλλά στήν Α θήνα, άπαιτοΰσαν βαθιά γνώση τής νομοθεσίας καί πα­
ράλληλα τήν τέχνη νά μιλάει κανείς πειστικά.
Στά άθηναϊκά δικαστήρια οί διάδικοι — κατηγορούμενοι καί μη­
νυ τές— έπρεπε, νά άγορεύουν οί ίδιοι. Μονάχα στις ύποθέσεις -ού
άφοροϋσαν παιδιά ή γυναίκες έπιτρεπόταν νά παρουσιάζεται στό δικα­
στήριο Αντιπρόσωπός τους. Αύτοί οί ρήτορες - βοηθοί δνομάζονταν
συνήγοροι καί οί λόγοι-τους συνηγορίες. Έ τ σ ι δημιουργήθηκε ή
άνάγκη μιας ειδικότητας πού στήν έποχή μας όνομάζεται δικηγορική.
"Οπως όμως ή διαδικασία στά δικαστήρια τής άρχαίας Α θήνας ήταν
όλότελα διαφορετική άπδ τή δική μας, έτσι καί ή άθηναϊκή δικηγο^
ρική δεν έμοιαζε καθόλου με τή σύγχρονη δικηγορική.
Οί σημερινοί δικηγόροι άγορεύουν στδ δικαστήριο γιά νά ύπερα-
σπίσουν τά συμφέροντα τοϋ πελάτη τους. Δικηγόροι μέ αύτή τήν
έννοια δεν ύπήρχαν στήν Αθήνα, έκτδς άπδ έλάχιστες Εξαιρέσεις. Ό
ένδιαφερόμενος ήταν ύποχρεωμένος νά ύποστηρίξει ό ίδιος τήν ύπό-
θεσή του μπροστά στδ δικαστήριο. Τις μικρές ιδιωτικές ύποθέσεις οί
διάδικοι μπορούσαν φυσικά νά τις φέρουν σέ: πέρας, μόνοι τους, χωρίς
ξένη βοήθεια, μ’ όλο πού καί σ’ αύτές τις περιπτώσεις άρκετές φορές
συμβουλεύονταν άνθρώπους έμπειρους καί γνώστες τών νόμων. Σ τις
μεγάλες όμως καί περίπλοκες δίκες δέν ήταν άρκετδ νά παρουσιάσει,
κανείς τά. γεγονότα πού θά φώτιζαν τήν ύπόθεση. "Επρεπε νά συγκεν­
τρωθούν καί νά ταξινομηθούν όλα τά στοιχεία έτσι ώστε νά ξεκαθα­
ριστεί άπδ κάθε πλευρά ή ύπόθεση μπροστά στούς δικαατές, για τί οί
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 355

λόγοι τών διαδίκων άντικαθιστοΟσαν τότε καί τή σημερινή μας άνά-


κριση. Έ τ σ ι οί λόγοι αδτοί άποχτοϋσαν τεράστια σημασία, για τί
κανείς δέν μπορούσε νά ύπολογίζει στήν εδνοϊκή Ικβαση τής όπόθε-
σής του, αν βασιζόταν μονάχα στό δίκιο του. Χρειάζονταν λοιπόν
άνθρωποι με είδικές γνώσεις του δικαίου, τών νόμων καί τών δια­
φόρων ψηφισμάτων τής Ε κκλησίας του δήμου. Μονάχα με τή βοή-
θειάτους οί διάδικοι ήταν δυνατό νά κερδίσουν μιά όπόθεση στό δικα­
στήριο. Ούτε αότό δμως ήταν άρκετό: Ό ίδιος δ λόγος ποδ θά έκφω-
νουσαν στό δικαστήριο Ιπρεπε νά Ιχ ει συνταχθεϊ άριστοτεχνικά γιά νά
κάνει έντόπωση στοδς δικαστές — γεννήθηκε λοιπόν ή άνάγκη άνθρώ-
πων που θά άπαιζαν ενα ρόλο παραπλήσιο με τών σημερινών δικη­
γόρων. Οί Ιπαγγελματίες αδτοί ποδ συντάσσανε λόγους γιά νά έκφω-
νηθοΟν στό δικαστήριο λέγονταν „ λογογράφοι “ *.
Γιά νά γίνει κανείς λογογράφος άπρεπε όπωσδήποτε ν* άποχτήσει
μιά είδική κατάρτιση στις σχολές τών ρητόρων. Βέβαια οί σχολές
αδτές δέν δίνανε ειδική νομική μόρφωση, στόν κύκλο δμως των μα­
θημάτων τους περιλαμβάνονταν δλες οί γνώσεις ποδ χρειάζονταν γιά
νά μορφωθεί όλόπλευρα ένας άνθρωπος εκείνης τής έποχής, άνάμεσά
τους καί στοιχεία νομολογίας. "Γστερα άπό μιά τέτοια μαθητεία, δσοι
φοιτούσαν στις σχολές τής ρητορικής μπορούσαν άργότερα ν' άνοί-
ξουν δικές τους σχολές, νά γίνουν έπιστήμονες, λογογράφοι ή πολι­
τικοί. Στήν τελευταία περίπτωση άνοιγόνταν μπροστά τους εδρότατο
πεδίο γιά νά έφαρμόσουν τις γνώσεις ποδ είχαν άποχτήσει ή τή δεινό­
τητα τοΟ λόγου. Μιά τέτοια δράση δέν ήταν καθόλου εδκολη καί γ ι'
αδτό δίσταζαν νά τήν άποτολμήσουν δλοι οί 'Αθηναίοι ποδ άποφοι-
τοϋσαν άπό τις σχολές τής ρητορικής. *Όσο έξαιρετικός κι άν ήταν
ένας λόγος, δέν θά προκαλοϋσε στοδς 'Αθηναίους τήν άνάλογη έντό­
πωση, άν ό ρήτορας δέν ήταν σέ θέση νά τόν έκφωνήσει άπόλυτα
άψογα. *0 ρήτορας άπρεπε νά εΐναι προικισμένος μέ τήν κατάλληλη
ένταση τής φωνής, νά μπορεί νά κρατάει άξιοπρεπή στάση καί νά
διαθέτει τήν άπαραίτητη ήρεμία. Έ κακή προφορά των διαφόρων
φθόγγων, οί άκαιρες καί περιττές χειρονομίες προκαλοΟσαν τά γέλια
καί μείωναν τή δύναμη τής έπιρροής τοΟ λόγου στοδς άκροατές.
Πόσο μόχθησε ό Δημοσθένης γιά ν* άπαλλαχτεί άπό κάτι τέτοια
έλαττώματα καί ν’ άναγκάσει έπιτέλους τοδς 'Αθηναίους νά τόν
άκοΟνε χωρίς νά σκάζουν στά γέλια ! * Σύμφωνα μέ τό νόμο, στήν

1. Γιά τή χρησιμοποίηση τοΟ Ιδιου δροο „ λογογράφοι “ γιά τούς αρχαιότατους "Ε λλη-
ν«ς Ιστορικούς 6λ. κβφ I.
2. Πόσο βύαίσθητη ήταν ή Ακοή τών Αθηναίων στό ζήτημα τής προφοράς φαίνεται
καθαρά άπό μιά πληροφορία τοΟ Πλούταρχου, πώς δ λαός θορυβούσε όταν ό Δημοσθένης
τύνιζ* τή λέξη *Α σ κληπ ιός στήν προπαραλήγουσα (Πλούταρχος» Β ίο ς Δημοσϋέψονς, 2 0 ) .
356 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

’Αθήνα τδ βήμα ήταν έλεδθερο γιά δλους τοδς πολίτες ποδ είχα ν
πλήρη δικαιώματα, στήν πραγματικότητα δμως ποτέ δεν δπήρχ«ν
ταυτόχρονα πάνω άπδ 3 0 , τδ πολδ 6 0 άτομα ποδ έπαιρναν τδ θάρρος
νά άγορεόσουν. Ε ι άπ’ αδτοδς
τοδς 50 έλάχιστοι ήταν έκεΐ-
νοι ποδ τραβοδααν όλοκληρω-
τικά τήν προσοχή τοΟ δήμου.
Αδτοδς τους έλάχιστους προ-
ωθοΟσαν τά πολιτικά κόμματα
στδ προσκήνιο τοδ σκληρού
πολιτικοΟ άγώνα ποδ είχ ε ξε­
σπάσει στήν ’ Αθήνα τδ δεύτε­
ρο μισδ τοδ 5. αί. π. X .
Οί περισσότεροι μαθητές
τών ρητορικών σχολών ποδ
ήθελαν νά έκμεταλλευθοδν τίς
γνώσεις τους γιά νά ζήσουν,
γίνονταν δάσκαλοι τής ρητο­
ρικής ή λογογράφοι.
Οί δποχρεώσεις τών λογο­
γράφων. άπέναντι στοδς πελά­
τες τους ήταν πρλυάριθμες.'Ο
λογογράφος έπρεπε νά συγ­
κεντρώσει δλο τδ άπαραίτητο
γιά τήν προανάκριση δλικό,
νά δποδείξει τδ δικαστήριο
δπου ύπαγόταν ή συγκεκριμέ­
νη δπόθεση, νά διαλέξει τδν
καλύτερο τρόπο προσφυγής
καί τέλος νά προτείνει τήν
κατάλληλη ποινή, για τί στήν
άντίθετη περίπτωση ύπήρχε
φόβος '.νά άπορριφθεΐ ή πρό­
τασή; του καί νά γίν ει δεκτή
ή πρόταση τοδ άντιδίκου. Τδ
βασικδ δμως έργο τοδ λογο­ E l x . 31. Η ι λ π ο μ ί ν η . Μαρμάρινο δγαλμα.
γράφου ήταν νά γράψει τδ λό­ 3. π, X. Μου 3βto Έ ρ μ ιτά ζ.
γο ποδ-δ πελάτης του άποστή-
θιζε .καί έκφώνοδσε στδ. δικαστήριο. Βλέπουμε λοιπδν πώς δ άρχάϊος
λογογράφος διέφερε όδσιαστικά άπδ τδν σημερινδ δικηγόρο. Έ νώ ό
δικηγόρος άγορεύει ό ίδιος στδ δικαστήριο καί δέν είναι δποχρεωμένος
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

νά παίρνει ύπόψη του τδ χαρακτήρα τοϋ πελάτη του, έκεινος έπρεπε


με κάθε τρόπο νά καμουφλάρει τδ έργο του καί νά τδ παρουσιάζει
αάν δουλειά τοϋ πελάτη του. ΟΙ λόγοι πού έγραφε ήταν άπαραίτητο
νά ταιριάζουν στήν κοινωνική θέση, στδ χαρακτήρα τοϋ πελάτη του,
στις πνευματικές του δυνάμεις κ.τ.λ.Ή δουλειά λοιπόν τοϋ λογογράφου
ήταν κάτι άνάλογο μέ τδ έργο τοϋ δραματουργοΰ, πού βάζει στδ στόμα
τών ήρώων του τά λόγια πού άνταποκρίνονται στδ χαρακτήρα καί
στή θέση τους. ’Ακόμα, Ιπειδή οί δικαστές ήταν φιλύποπτοι άπέ-
ναντι ατούς περίτεχνους ρήτορες γιατί φοβόνταν μήπως έπηρεάσουν
κακά τδ δικαστήριο1, οί λογογράφοι έπρεπε νά συντάσσουν τούς
λόγους μέ τέτοιον τρόπο σά νά γράφηκαν άπδ άνθρώπους άπλούς,
πού δέν άσχολοϋνταν μέ τή ρητορική. Σέ πολλούς λόγους δ δμιλητής
δηλώνει πώς δέν έχ ει ίδέα άπδ τή ρητορική τέχνη και γενικά άπδ τά
δικαστικά ζητήματα. “Ένας πελάτης π.χ. τοϋ Λυσία λ έ ε ι : „ Δέν
είμαι μονάχα άνίκανος νά μιλάω γιά ζητήματα πού δέν έχουν σχέση
μέ μένα, άλλά φοβάμαι κιόλας πώς δέν θά μπορέσω νά πω δσα χρειά­
ζονται άκόμα καί γ ι' αύτή τήν όπόθεση πού πρέπει νά μιλήσω “ (Λυ­
σίας, X V I I , 1). "Ενας άλλος πελάτης του δηλώνει : „ Μ’ δλο πού
είμαι άπειρος άπδ τέτοια πράγματα, πρέπει νά βοηθήσω τδν πατέρα
μου καί τδν έαυτό μου, δπως μπορώ. Βλέπετε τις διαβολές καί τις
προσπάθειες των έχθρών μου. Δέν έχω τίποτα νά πώ πάνω σ’ αύτό,
δλοι οί γνωστοί μου ξέρουν πώς είμαι άπειρος “ ( Λυσίας, X I X , 1 - 2 ).
Ό λογογράφος δμως δέν έπρεπε μονάχα νά παραστήσει τδν πελάτη
του άπλοϊκό. ΤΗταν όποχρεωμένος νά συντάξει τδ-λόγο έτσι πού νά
φαίνεται πώς δέν ήταν προετοιμασμένος άπδ πρίν, άλλά αδτοσχέδιος.
Αύτδ τδ λέει καθαρά σ' ένα λόγο του 6 Ά λκιδάμας ( μαθητής τοϋ
Γο ργία ): ,, Οί συντάκτες δικανικών λόγων μιμούνται τδν τρόπο έκ­
φρασης τών άνθρώπων πού μιλάνε χωρίς προπαρασκευή. Θεωρούνται
καλύτεροι οί λόγοι πού μοιάζουν λιγότερο μέ γραφτά έργα “ ( Ά λ κ ι-
δάμας, Περί οοφιοτών, 1 3 ). Ή τέχνη αύτή τοϋ άρχαίου λογογράφου
νά συντάσσει ένα λόγο δπως θά τδν έλεγε 6 πελάτης του, όποδηλώ-
νεται άπδ τούς άρχαίους μέ τδν δρο ηθοποιία, Ή δυσκολία τής σύν­
ταξης ένδς λόγου μεγάλωνε άκόμα περισσότερο, γιατί μ' αύτή τή φαι­
νομενική απλότητα τοϋ μηνυτή ή τοϋ κατηγορούμενου έπρεπε όπωσ-
δήποτε νά διατυπωθεί καί ή έρμηνεία τοϋ νόμου. ’Επειδή ή άθηναι’κή
νομοθεσία δέν διακρινόταν γιά μεγάλη άκρίβεια καί οί ίϋιοι οί δικα­
στές ήταν κακοί νομικοί, ό ϋδιος νόμος μπορούσε να ερμηνευθει μέ
διάφορους τρόπους — δπως σύμφερε φυσικά τδν ένδιαφερομενο.

1. Αύτό φαίνεται καί από τά παρακάτω λόγια ένός πελάτη τοΟ Λυσία : „ "Αν Αρχίσατε
νά τιμω ρείτε τούς πανούργους ρήτορες, θά σταματήσουν όλες οί άπόπειρες Αδικημάτων
όν^ντίον μ α ς“ ( Λυσίας, X X V II, 6 ).
358 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν Ε Λ Λ Α Δ Α

Έ τσ ι στδ δεύτερο μισό τού 5. καί στύν 4. αι. π. X . ή άττική Ρ7)1^


ρική τέχνη φτάνει στύ κορύφωμά της. Στήν ’ Αθήνα Εκείνης τ<Ί^
Ιποχης, πού οί περισσότεροι πολίτες της είχαν φτάσει σέ υψηλό πνε
ματικύ έπίπεδο καί είχαν γνωρίσει πλατιά τά καλύτερα πρότυπα της
ποιητικής ρητορικής — στύ θέατρο — καί τά καλύτερα πρότυπα της
συμβουλευτικής καί δικανικης ρητορικής — στήν Ε κ κ λη σ ία του^δημο^
καί στή Βουλή — μονάχα ένας ιδιαίτερα Ιξοχος λόγος μπορούσε να
Επηρεάζει τύ άκροατήριο. *Η ρητορική του δεύτερου μισού του 5. α .
αναζητούσε άκούραστα όλοένα καί καινούργια μέσα' γιά νά προκαλει
ζωηρές έντυπώσεις. %
’Από τούς πολυάριθμους ’Αττικούς ρήτορες πού ήταν γνωστοί στην
έποχή τους οί μεταγενέστεροι Έ λλη νες συγγραφείς των Ελληνιστικών
χρόνων άναγνώριζαν σάν καλύτερους μονάχα δέκα καί γ ι’ αύτδ μο­
νάχα τά έργα αδτής της „ δεκάδας “ διασώθηκαν. Ό λεγόμενος Κα­
νών των δέκα 3Αττικών ρητόρων έγινε με βάση τήν Επιλογή πού
έκαναν οΕ λόγιοι τής Περγάμου στδν 2. αί. π. X . και Επικυρώθηκε
όριστικά, σύμφωνα μέ βρισμένες μαρτυρίες, τήν έποχή τού Αόγούστου
άπδ τδν Κ αικίλιο Καλακτίτη. Στδν Κανόνα άνήκουν οί ρήτορες:
’Αντιφώντας, Α νδοκίδης, Αυσίας, ’ Ισοκράτης, Ίσαΐος, Λυκούργος,
Δημοσθένης, Αίσχίνης, Τπ ερείδης και Δείναρχος. Ό Γοργίας δεν
συμπεριλαμβάνεται σ’ αύτόν. Έ μελέτη των έργων των δέκα αύτών
ρητόρων θεωρούνταν άρκετή άσκηση γιά τή ρητορική. Θά προτιμού­
σαμε βέβαια νά Εξετάσουμε τήν άττική ρητορική άσχετα άπδ τδν
Κανόνα, οί πληροφορίες μας δμως βασίζονται κυρίως σ’ αύτόν.

3. Α Ν Τ Ι Φ Ω Ν Τ Α Σ

Ο Α Ρ Χ Α ΙΟ Τ Ε Ρ Ο Σ ρήτορας ποδ μπήκε στδν Κανόνα χών δέχα Α τ ­


τικών ρητόρων είναι & ’Αντιφώντας, ποί) γεννήθηκε περίπου στά 4 8 0
π. X . Καταγόταν, όπως φαίνεται, άπό άριστοκρατική γενιά — δ παπ­
πούς του ήταν δπαδδς των τυράννων. Καί δ ίδιος δ ’Αντιφώντας είχ ε
Αντιδραστικές Αριστοκρατικές ίδέες καί άνήκε στά πιδ άδιάλλακτα
στοιχεία τοΟ όλιγαρχικοδ κόμματος τής ’Αθήνας, ποί> δεν έκαναν κα­
μιά παραχώρηση στή δημοκρατία καί τδν καιρό τοδ Πελοποννησιακοδ
πολέμου προσπαθοΟσαν νά κλείσουν είρήνη μέ τή Σπάρτη. Βιογραφι-
κές πληροφορίες γιά τδν Άντιφώντα, ίδιαίτερα γιά τά νεανικά του
χρόνια, δέν διασώθηκαν σχεδόν. Μονάχα τδ τέλος τής ζωής του μάς
είναι γνωστό, κυρίως χάρη στδν Θουκυδίδη. Όπως λέει δ Θουκυδίδης
( V I I I , 68 καί 90), δ Άντιφώντας έγινε άρχηγδς τοδ δλιγαρχικοδ
κόμματος, πήρε μέρος στδ άντιδημοκρατικδ πραξικόπημα τοδ 4 1 1
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 369

•π. X . καί στή διάρκεια της λιγόχρονης .διοίκησης της Βουλής τών
V, τετρακοσίων “ στάλθηκε σάν μέλος μιας .πρεσβείας στή Σπάρτη γιά
νά διαπραγματευθεΐ τή συνομολόγηση είρήνης. Τόν ίδιο χρόνο (4 1 1
π. X . ), μετά τήν άνατροπή τής Βουλής των „ τετρακοσίων “ , ό Ά ν τ ι-
φώντας κατηγορήθηκε γιά προδοσία κατά τής πατρίδας, Ή άπολογία
του ( Περί μεταστάσεως) δέν έφερε κανένα άποτέλεσμα. *Η περιουσία
του δημεύθηκε, τό σπίτι του ξεθεμελιώθηκε και ό Γδιος καταδικάστηκε
σε θάνατο μέ στέρηση τοϋ δικαιώματος νά ταφεί μέσα στά δρια τής
’Αττικής.
Ό ’Αντιφώντας άρχισε νά μαθαίνει τή ρητορική πιθανότατα άπό
τά νεανικά του χρόνια μέ τή βοήθεια τοϋ πατέρα του Σοφίλου, πού
ήταν σοφιστής. Στήν άρχαιότητα ύπολόγιζαν πώς ό ’Αντιφώντας είχ ε
γράψει έξήντα λόγους, μ’ δλο πού καί τότε άκόμα βρισμένοι άπ’ αύ-
τούς θεωρούνταν πλαστοί. Στόν ρήτορα Άντιφώντα άπέδιδαν άκόμα
και ένα Εγχειρίδιο ρητορικής καθώς καί μιά συλλογή άπύ ρητορικά
„ προοίμια “ καί „ έπιλόγους Ό ’Αντιφώντας είναι ό πρώτος ’Ατ­
τικός ρήτορας πού άρχισε νά δημοσιεύει τούς λόγους του. Σύμφωνα
μέ τΙς μαρτυρίες των άρχαίων, είχ ε Ιδρύσει σχολή ρητορικής, τή
φήμη του δμως δέν τή χρωστάει στή διδασκαλική του δράση, άλλά
στους λόγους του, τόσο στούς δικανικούς— γιά διάφορες ιδιωτικές ύποτ
θέσεις — δσο, ίσως, καί στούς πολιτικούς — δσους έγραφε γιά πρό­
σωπα πού, θέλοντας νά όποβάλουν μιά πρόταση στήν ’Εκκλησία τοϋ
δήμου, δέν είχαν έμπιστοσύνη στήν ικανότητά τους καί κατέφευγαν
στήν πείρα του.
Τή ρητορική δράση τοϋ Άντιφώντα πιθανότατα πρέπει νά τήν
τοποθετήσουμε στή δεκαετία άνάμεσα στά 421 και στά 411 π. X .
Γ ι’ αύτή τή δράση μιλάει καί ό μαθητής του Θουκυδίδης τονίζοντας
πώς ό ’Αντιφώντας ,, μποροΰσε νά βοηθήσει τόν καθένα πού είχ ε κά­
ποια υπόθεση στό δικαστήριο ή στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου κι άπευ-
θυνόταν σ’ αύτόν γιά νά τόν συμβουλευτεί “ ( V I I I , 68, 1 ) .
Τήν ίδια έποχή ό ’Αντιφώντας φαίνεται πώς άσχολοϋνταν καί μέ
θεωρητικά προβλήματα τής ρητορικής. Στήν ’Αθήνα προβαλλόταν τότε
μέ ίδιαίτερη όξύτητα τό πρόβλημα τής σημασίας τής νέας ρητορικής γιά
τήν κοινωνική' ζωή .καί γιά πρώτη φορά τελειοποιοΰνταν οί θεωρητικές
άρχές της καθώς καί ή πραχτική της έφαρμογή. Έ νας άνθρωπος λοι­
πόν πού έγραφε λόγους ήταν άδύνατο φυσικά νά μήν καταπιάνεται καί
μέ τή θεωρητική μελέτη τών προβλημάτων αύτών. Τά άποτελέσματα
αύτής. τής δουλειάς του ό ’Αντιφώντας τά δημοσίευσε σάν ένα είδος
συλλογής άπό χρήσιμους γιά σχολικούς σκοπούς „ κοινούς τόπους “
καί μέ τή μορφή πρότυπων λόγων πού μπορούσαν νά έκφωνηθοΰν στή
μιά ή στήν άλλη κατάλληλη εύκαιρία. Στούς λόγους αύτούς οί μαθη.-
360 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

τές του βρίσκανε μιά σύντομη έπιχειρηματολογία, πού τούς βοηθούσε


ν' άποδείξουν τήν πιθανότητα ή τήν άπιθανότητα κάθε δοσμένης πε
ρίπτωσης. Ό Άντιφώντας τελειοποίησε στούς πρότυπους οώτοηςλ -
γους του τό σύστημα τής έπιχειρηματολογίας πού δίδασκαν ό Κόρα­
κας καί ό Τισίας. ^ _
Διασώθηταν τρεις όμάδες άπό τέτοιους πρότυπους λόγους του ^Αν-
τιφώντα. Κάθε δμάδα άποτελείται άπό τέσσερις λόγους πού άναφερον-
ται σέ μιά είδική περίπτωση (διασώθηκαν δηλαδή συνολικά δώδεκα
λόγοι). Ε ίνα ι οί λεγόμενες „ τετραλογίες “ , μοναδικό παράδειγμα
αύτοϋ τού είδους — κάτι άνάμεσα σέ καθαρά σχολικές άσκήσεις καί σέ
πραγματικούς δικανικούς λόγους. Οί λόγοι αύτοί μάς δείχνουν τό
έπίπεδο τής ρητορικής έκείνης τής έποχής στό πέρασμά της άπό
τό καθαρά τεχνικό στάδιο στό πραχτικό — στούς γνήσιους λόγους που
έκφωνοϋνταν στά άθηναϊκά δικαστήρια καί στήν Εκκλησία του δήμου.
Ό προορισμός αύτών των λόγων — νά χρησιμεύσουν σάν θεωρητικά
πρότυπα — έξηγεί καί τίς ιδιομορφίες τους. Έ φανταστική δικαστική
περίπτωση δίνεται στις πιό γενικές της γραμμές, ή έπιχειρηματολογία
περιορίζεται κι αύτή στό νά έπισημαίνει μέ τόν πιό γενικό τρόπο τά
έπιχειρήματα πού μπορεί νά μεταχειριστεί ό ρήτορας γιά νά υπερα­
σπίσει ή νά κατηγορήσει τόν ύπόδικο. Παρ' δλη τή σοφιστική τους
διάρθρωση οί λόγοι αύτοί Ιχουν μεγάλη πραχτική άξία. *Η έπ ιχειρη-
ματολογία τοϋ 'Αντιφώντα άναπτύσσεται μέ έξαιρετική λεπτότητα καί
όξυδέρκεια.
Ή άνάλυση μιας τέτοιας τετραλογίας φανερώνει μέ τόν καλύτερο
τρόπο τίς ιδιομορφίες τους καί τή μέθοδο πού χρησιμοποιούσε ό ρή­
τορας.
Έ πρώτη τετραλογία άναφέρεται στήν παρακάτω περίπτωση : "Ενας
’Αθηναίος πολίτης, γυρίζοντας νύχτα στό σπίτι του άπό ένα δείπνο,
δολοφονήθηκε άπό άγνωστους. Ό δούλος του, πού βρέθηκε βαριά τραυ­
ματισμένος στό ίδιο μέρος, πριν πεθάνει δηλώνει πώς γνώρισε έναν
άπό τούς δολοφόνους — ήταν ένας παλιός έχθρός τού άφέντη του. Ό
μακαρίτης έτοιμαζόταν ν' άρχίσει έναντίον του δικαστικό άγώνα,
πού οί συνέπειές του θά ήταν πολλές καί βαρύτατες γιά τόν ένοχο. Ό
κατηγορούμενος δέν παραδέχεται τήν ένοχή του γ ι’ αύτό τό φόνο καί
προσφεύγει στον *Ά ρειο Πάγο. Ό συγγραφέας ύποθέτει λοιπόν πώς
κάθε πλευρά θά έκφωνήσει στή δίκη δυο λόγους. Συντάσσει τούς λό­
γους αύτούς παραθέτοντας, άν καί πολύ περιληπτικά, τά έπιχειρήματα
πού θά μπορούσαν νά προβάλουν οί άντίδικοι γιά νά ύποστηρίξουν τήν
άποψή τους.
Στόν πρώτο λόγο, πού άνήκει στόν ένάγοντα, τό προοίμιο άφιερώ-νε
ται στά συνηθισμένα έπιχειρήματα, — πώς ό έναγόμένος είναι τόσο κα-
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 861

πάτσος ώστε καταφέρνει πάντα νά ξεφεύγει τις χειροπιαστές άποδεί-


ξεις καί γ ι’ αδτδ έναντίον του μονάχα έμμεσες ένδείξεις μπορούν νά
προβληθούν. Ωστόσο δ ρήτορας δέν θ’ άπόφάσιζε βέβαια νά κατηγο­
ρήσει έναν άνθρωπο έντελώς ά-
θώο. Στδ λόγο πού έξετάζοομε,
μετά τδ προοίμιο θά έπρεπε βέ­
βαια νά περιμένουμε τή διήγηση,
δηλαδή τδ άφηγηματικδ μέρος,
τήν έξιστόρηση των γεγονότων,
δ ρήτορας δμως περνάει άμέσως
σχήν άπόδειξη. ’Αναπτύσσει τά
συμπεράσματα πού βγάζει άπδ
τίς συνθήκες τού φόνου καί άπδ
τά λόγια τού αύτόπτη μάρτυρα,
τού δούλου. Νά τά έπιχειρήματά
του: 1 ) Είναι άπίθανο νά δολο­
φονήθηκε τδ θύμα άπδ ληστές,
γιατί δέν τού κλέψανε τίποτα. 2)
Δέν μπορεί νά σκοτώθηκε πάνω
σέ καυγά μέ μεθυσμένους· ή ώρα
καί ό τόπος τού Ιγκλήματος τδ
διαψεύδουν αύτό. 3 ) Είναι άδύ-
νατο νά δολοφονήθηκε κατά λά­
θος στή θέση ενδς άλλου. Στήν
περίπτωση αύτή δέν θά χτυπού­
σαν τδ δούλο. 4 ) Τδ πιθανότερο
λοιπδν είναι πώς δολοφόνος ήταν
εκείνος πού είχ ε κιόλας ύποστεί
πολλές δυσαρέσκειες άπδ τδ σκο­
τωμένο και περίμενε νά πάθει
μεγαλύτερα άκόμα κακά άπ’ αύ-
τόν. 5) 'Ο έναγόμενος είναι άκρι-
βδς ένας τέτοιος άνθρωπος —
έπαθε μεγάλες ζημιές άπδ τίς
μηνύσεις πού τού έκανε ό μακα­ Ε Ι χ . 2 2 . θ οί λ ■ ι α. Μαρμάρινο ίγ α λ μ α .
ρίτης καί θά πάθαινε στδ μέλλον 3 .- 2 . β ΐ. π . X . Mooorto Έ ρμιτάζ.
άκόμα μεγαλύτερες. Μονάχα λοι-
πδν μέ τή δολοφονία μπορούσε νά γλυτώσει. 6 ) Ό μοναδικός αύτό-
πτης μάρτυρας, ό δούλος πού ύπόκυψε στά τραύματά του, ε ίχ ε κατα­
θέσει έναντίον του.
•Ύστερα άκολουθεϊ ό έπίλογος, «που ό ρήτορας έπιμένει να έκδοθεΐ
362 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛ ΛΑ ΔΑ

καταδικαστική άπόφαση: "Αν αύτά τά τεκμήρια δέν είναι άρκετά,


λέει, είναι άδύνατο νά όδηγηθει στδ δικαστήριο άλλος δολοφόνος και
^ιδ κράτος θά έπισύρει τήν όργή τών θεών γιά τδ άνεξιλέωτο^ έγκλημα·
Στδ δεύτερο λόγο, πού παραχωρείται στδν έναγόμενο, ό Αντιφων-
τας προτείνει τδν παρακάτω τρόπο υπεράσπισης. Στήν άρχή ό κατη­
γορούμενος πρέπει νά τονίσει πώς είναι άτυχος άνθρωπος, πώς τδν κα­
ταδιώκει παντού ή μοίρα. Ό μακαρίτης ήταν καί έξακολουθεί να είναι
γ ι’ αύτδν ύπεύθυνος γιά ένα σωρδ δυστυχίες. Τώρα δμως δέν είναι
άρκετδ νά άποδείξει μονάχα τήν άθωότητά του — άπ9 αύτον^ περιμέ­
νουν ν* άποκαλύψει τδν πραγματικδ ένοχο του έγκλήματος. Ο μηνυ­
τής, μιλώντας γ ι9 αύτόν, τόνισε τήν καπατσοσύνη πού τάχα τδν χα­
ρακτηρίζει, άκριβώς δμως γ ι9 αύτδ τδ λόγο είναι άπίθανο νά διέπραξε
τδ έγκλημα πού του άποδίδουν. "Γστερα ό έναγόμενος άναπτύσσει τά
έπιχειρήματά το υ: 1 ) Είναι πιθανδ ό μακαρίτης νά δολοφονήθηκε
άπδ ληστές, πού τούς φόβισαν ίσως κάποιοι τυχαίοι διαβάτες καί δέν
πρόφτασαν νά τδν ληστέψουν. 2 ) Μπορεί νά τδν σκότωσε κάποιο πρό­
σωπο πού ό μακαρίτης ήξερε πώς είχ ε διαπράξει ένα έγκλημα καί φυ­
σικά θά μπορούσε νά παρουσιαστεί σάν μάρτυρας έναντίον του. 3 ) *Ίσως
τδ έγκλημα νά τδ έκανε κάποιος άπδ τούς άμέτρητους έχθρούς του,
πού δέν φοβόταν μήπως ένοχοποιηθεΐ ξέροντας πώς ή ύποψία θά
έπεφτε σέ κείνον, τδν έναγόμενο, άφού θεωρείται ό κυριότερος έχθρός
του. 4 ) Ή κατάθεση τού δούλου δέν είναι άξιόπιστη γ ια τ ί: α ) είναι
άπίθανο μέσα στδ φόβο του νά μπορούσε ν9 άναγνωρίσει τδ δολοφόνο,
β ) μπορεί στήν άνάκριση πού τού έκαναν τά άφεντικά του πριν πεθά-
νει νά κατάθεσε δ,τι ήθελαν έκείνοι, γ ) γενικά οΕ καταθέσεις των δού­
λων είναι ύποπτες καί ό νόμος τότε μονάχα τούς έμπιστεύεται, δταν
προηγούμενα έχουν ύποστεί βασανιστήρια. 5 ) "Αν τδ ζήτημα πρέπει
νά λυθεί μονάχα μέ βάση τήν πιθανότητα, τότε : α ) τδ πιδ πιθανδ είναι
πώς ό έναγόμενος θά πλήρωνε ένα φονιά, γιά νά μήν είναι παρών ό
ίδιος στδ έγκλημα, καί δχι πώς ό δούλος άναγνώρισε τδ δολοφόνο, καί
β ) είναι άμφίβολο άν ό έναγόμενος θά έπαιζε κορώνα - γράμματα τή
ζωή του διαπράττοντας έγκλημα, μόνο καί μόνο γιά νά γλυτώσει μιά
χρηματική ποινή.
'Επίλογος: Μ9 δλο πού ό έναγόμενος θεωρείται σάν ό πιθανδς δο­
λοφόνος, είναι άδύνατο νά τού έπιβληθει όποιαδήποτε ποινή πριν
άποδειχθει πώς είναι ό πραγματικός δολοφόνος. Ό μηνυτής διαπράτ-
τει άτιμία κατηγορώντας έναν άθώο καί άν κάποιος θά έπισύρει τήν
όργή των θεών σέ βάρος τής πόλης, θά τήν έπισύρει βέβαια αύτός. ΟΕ
δικαστές πρέπει νά λυπηθούν τδν έναγόμενο.
Ό τρίτος λόγος γράφηκε ξανά γιά λογαριασμό τού ένάγοντα. Νά
τά κύρια σημεία του. Π ροοίμιο: Ό έναγόμενος δέν έχει δικαίωμα νά
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

παραπονιέται γιά τή δυστυχία του. Τδ φταίξιμο είναι δικό του. Ό


πρώτος λόγος είχ ε σκοπό νά δώσει όλικδ γιά τήν κατηγορία, τοϋτος ό
δεύτερος θά άντικρούσει έκείνα πού είπε ό έναγόμενος γιά νά ύπερα-
σπίσει τδν έαυτό του. Ε π ιχ ειρ ή μ α τα : 1 ) "Αν κάποιοι είχαν φοβίσει
τδ δολοφόνο, θά ρωτούσαν άσφαλώς τδν τραυματισμένο δούλο καί τώρα
θά Ικαναν καταθέσεις πού θά δικαίωναν τδν έναγόμενο. 2 ) "Αν δ μα­
καρίτης είχ ε σκοτωθεί άπδ ένα πρόσωπο πού φοβόταν μήπως καταθέ­
σει έναντίον του γιά κάποιο προηγούμενο έγκλημά του, κάτι θά είχ ε
άκουστεί γιά τδ έγκλημα αύτό. 3 ) Οί άλλοι έχθροί του, πού κινδύ­
νευαν λιγότερο μήπως πάθουν κάτι άπδ τδ μακαρίτη, θά είχαν καί
λιγότερους λόγους νά τδν σκοτώσουν άπδ δσους είχ ε ό σημερινός κα­
τηγορούμενος. 4 ) Ό έναγόμενος είπε πώς ή μαρτυρία τοϋ δούλου δέν
είναι άξιόπιστη, για τί δέν τδν βασάνισαν προηγούμενα. Σέ τέτοιες
δμως περιπτώσεις ό βασανισμδς δέν έφαρμόζεται. ( Πρέπει νά σημειώ­
σουμε πώς ό μηνυτής δέν κάνει καθόλου λόγο γιά τδ άλλο έπιχείρημα
του έναγόμενου — πώς ή κατάθεση τοϋ δούλου μπορεί νά τοϋ είχε
υπαγορευθεί άπδ τ* άφεντικά του.) 5 ) Είναι άπίθανο ό έναγόμενος νά
έβαλε κάποιον τρίτο νά κάνει τδ έγκλημα, για τί έτσι κι άλλιώς θά
προκαλοϋσε τις ύποψίες, οδτε άλλωστε θά ήταν σίγουρος πώς ό άντί-
παλός του θά σκοτωνόταν. 6 ) Ή μήνυση τοϋ θύματος, πού άσφαλώς
τδν άπειλοΰσε μέ καταστροφή, μπορεί νά είχ ε γ ι’ αύτδν μεγαλύτερη
σημασία άπδ τήν άγνωστη άκόμα έκβαση αύτής τής δίκης. "Αλλωστε
δέν ήταν σίγουρο πώς θά τδν κατηγοροΰσαν γιά τδ φόνο. "Γστερα ό
μηνυτής ξαναγυρίζει σέ βρισμένα σημεία πού είχ ε θίξει ό έναγόμενος
στήν άρχή καί στδ τέλος τοϋ λόγου του, τονίζοντας άκόμα μιά φορά
τά κίνητρα πού μποροΰσαν νά όδηγήσουν τδν ύπόδικο στδ έγκλημά
του. Υποστηρίζει πώς στήν άπουσία τοϋ φανερού δολοφόνου πρέπει νά
τιμωρηθεί έκείνος πού έναντίον του ύπάρχουν τά πιδ πιθανά στοιχεία.
Στδν έπίλογο προτρέπει τούς δικαστές νά μήν άθωώσουν τδν κατηγο­
ρούμενο.
Ό τέταρτος λόγος παραχωρείται καί πάλι στδν ύπόδικο. Στδ προοί­
μιο έπαναλαμβάνει πώς είναι θύμα σκευωρίας καί κακίας. Ε ίνα ι φα­
νερό πώς προτιμούν νά τοϋ στερήσουν άδικα τή ζωή παρά νά τιμω­
ρήσουν τδ δολοφόνο. Αύτδς δμως, άφοΰ είναι κατηγορούμενος καί δχι
μηνυτής, είναι όποχρεωμένος μονάχα νά ύπερασπίσει τδν έαυτό του
άπδ τήν κατάθεση τοϋ δούλου. Είναι άραγε σωστά τά έπιχειρήματα
τοϋ μηνυτή; 1) Α έει πώς είναι τάχα πιδ πιθανό νά έκαναν άνάκριση
στδ δοΰλο οί διαβάτες πού τρόμαξαν τούς ληστές άπ’ δσο είναι πιθανό
νά τούς φόβισε ή θέα τοϋ πτώματος καί νά τδβαλαν στά πόδια. Αύτός,
δ κατηγορούμενος, νομίζει τδ άντίθετο. 2) Πρέπει άραγε νά θεωρούμε
άποδεδειγμένο πώς τδ άλλο έγκλημα, πού ήξερε ό μακαρίτης καί πού
364 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ ΡΗ ΤΟ ΡΙΚ Η Σ ΣΤ Η Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ

τίποτα δεν άκούστηκε γ ι9 αύτό, δέν Ιγινε στήν πραγματικότητα, 3)


Μήπως δ δούλος, άφοΰ δ θάνατός του άπδ τά τραύματα ήταν αναπό­
φευκτος κα'ι δέν φοβόταν πιά τήν τιμωρία γιά μιά ψεύτικη α>
.δεν θά μπορούσε τάχα νά ένοχοποιήσει άδικα τδν όπόδικο ; 4) ^Τέλος
δ έναγόμενος μπορεί νά αποδείξει τδ άλλοθι του δχι πιά με βάση τις
πιθανότητες, άλλά μέ ενα πραγματικό γεγονός: δλοι οί δικοί του
δούλοι μπορούν νά μαρτυρήσουν πώς τή νύχτα πού Ιγινε τδ Ιγκλημα
βρισκόταν στδ σπίτι του (πρέπει νά σημειώσουμε πώς δ υπόδικος στδν
πρώτο του λόγο δέν είχ ε θίξει καθόλου τδ ζήτημα τοΟ άλλοθι, μά
φύλαξε αύτδ τδ έπιχείρημα γιά τδ τέλος, δταν πιά δ μηνυτής δεν
μπορούσε νά τδν άντικρούσει). 5) Ό μηνυτής θεωρεί πιθανδ να διέ-
πραξε δ κατηγορούμενος τδ Ιγκλημα γιά νά σώσει τήν περιουσία του.
Συμβαίνει δμως έντελώς τδ άντιθετο. Οί εύτυχισμένοι δέν καταφεύγουν
σέ τέτοιες πράξεις άπελπισίας. Μονάχα έκείνοι πού δέν έχουν πιά
τίποτα νά χάσουν δέ διστάζουν νά ίγκληματήσουν. 6) Ό μηνυτής,
κατηγορώντας τδν ύπόδικο μέ βάση μονάχα ύποθέσεις, τδν παρου­
σιάζει δχι σάν πιθανδ άλλά σάν πραγματικό φονιά, Ινώ ύπάρχουν
πιθανά γεγονότα πού μαρτυρούν γιά τήν άθωότητά του. Σύμφωνα λοι­
πόν μ* δλα αύτά τά στοιχεία πρέπει νά αθωωθεί, άλλιώς δέν θά ύπάρ­
χουν πιά έγγυήσεις γιά νά μήν άποδίδονται. καί στδ μέλλον τέτοιες
κατηγορίες σέ κάθε άνθρωπο. Στδν έπίλογο παρακαλεί άκόμα μιά
φορά τούς δικαστές νά μη βγάλουν άδικη άπόφαση.
Ά π δ τούς εξήντα λόγους πού άποδίδονταν στδν Άντιφώντα, δ
άρχαίος κριτικός Καικίλιος ( 1 . αί. μ. X . ) θεωρούσε τούς είκοσιπέντε
πλαστούς. Ά π δ τούς δεκαπέντε λόγους του πού διασώθηκαν οί τρεις
προορίζονταν γιά νά Ικφωνηθούν στδ δικαστήριο, σέ πραγματικές δ ί­
κες — Κατηγορία φαρμακείας κατά τής μητρυιάς, Περί του Ήρώ-
όου φόνος καί Περί του χορευτού. Οί υπόλοιποι δώδεκα λόγοι πού
άναφέραμε άνήκουν στις τετραλογίες. Καί οί δεκαπέντε λόγοι γράφη­
καν γιά ύποθέσεις φόνου.
Εξετάσαμε λεπτομερειακά τις τετραλογίες τού Άντιφώντα για τί
αύτές μάς φανερώνουν καλύτερα τή δεινότητά του, δηλαδή τή λεπτή
του Ιπιχειρηματολογίά καί τις ιδιομορφίες τού ύφους του. Σ 9 αύτές,
χωρίς νά νοιάζεται γιά τις παραχωρήσεις πού άναγκάζεται νά κάνει
στούς άλλους λόγους του γιά χάρη τού κοινού, μένει περισσότερο
προσκολλημένος στδν παλιό τρόπο έκφρασης, πού τδν φέρνει κοντά
στδν Θουκυδίδη. Είναι χαρακτηριστικό πώς δυδ λόγοι πού Ιγραψε δ
Άντιφώντας γιά πραγματικές δίκες — άπ9 αύτούς πού διασώθηκαν
στη συλλογή των λόγων του — μοιάζουν στδ περιεχόμενο μέ τις
φανταστικές περιπτώσεις πού άναλύονται στις τετραλογίες. Ό λόγος
Περί του *Ηρώόον φόνος, πού άναφέρεται στήν περίπτωση ένδς Ά θ η -
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 365

ναίου κληρούχου ( δηλαδή άποικου) στή Μυτιλήνη στά 4 2 7 π. X .


— πού κάποτε ταξιδεύοντας γιά τδν Αίνο τής Θράκης κατέβηκε άπδ
τδ πλοίο καί δέν ξαναγόρισε σ’ αύτδ — μοιάζει πάρα πολύ με τήν
ύπόθεση πού έξετάζεται στήν πρώτη τετραλογία. Ό Μυτιληναΐος Αό-
κινος, πού όπέθεταν πώς ήταν έχθρδς τοϋ ‘Ηρώδη, κατηγορειται γιά
τδ φόνο μέ τά ίδια άσθενή έπιχειρήματα όπως καί 6 φανταστικός
ύπόδικος γιά τδ φόνο του ’Αθηναίου στήν πρώτη τετραλογία. Τδ πε­
ριεχόμενο του λόγου γιά τδ μικρδ χορευτή Διόδοτο πού, Ινώ γυμνα­
ζόταν γιά νά πάρει μέρος στδ χορδ μιας τραγωδίας, πέθανε άπδ κά­
ποιο φάρμακο πού του έδωσε ό χορηγδς γιά νά διορθώσει τή φωνή
του, θυμίζει πολύ τήν περίπτωση πού έξετάζεται στή δεύτερη τετρα­
λογία. Ό λόγος Κατηγορία φαρμακείας κατά τής μητρυιάς, δπου ή
μητρυιά κατηγορειται πώς δηλητηρίασε τδν άντρα της, μέ τή συν­
τομία του μοιάζει μάλλον μέ ρητορικό γύμνασμα παρά μέ πραγματικό
λόγο καί γ ι3 αύτδ δέν μπορεί νά θεωρηθεί σάν πρότυπο του ϋφους του
Άντιφώντα, μερικοί κριτικοί μάλιστα ισχυρίζονται πώς δέν είναι
γνήσιο έργο του.
Είναι άδύνατο νά μήν προσέξουμε πώς δλοι οί λόγοι του Ά ν τ ι­
φώντα άναφέρονται σέ ύποθέσεις φόνων. Ά πδ μιά μαρτυρία τοϋ ρή­
τορα Έρμογένη ( 2 . αί. μ. X . ) συμπεραίνουμε πώς σ3 αύτούς άκριβώς
τούς λόγους οί ίδιομορφίες τής ρητορικής μεθόδου τοϋ Άντιφώντα
προβάλλουν μέ τή μεγαλύτερη ένάργεια. Είναι άκόμα χαρακτηριστικό
πώς άνάμεσα στούς λόγους του δέν όπάρχει κανένας έπιδεικτικός, πού
νά καταπιάνεται μέ γενικά θέματα. Άναφέρονται βέβαια μέ τδ δνομά
ίου τρεις λόγοι αύτοϋ τοϋ είδους, δέν άνήκουν δμως σ3 αύτδν τδν Ά ν ­
τιφώντα, άλλά σέ άλλον — τδ σοφιστή1.
Ό ρήτορας Άντιφώντας λοιπόν, άντίθετα άπδ τδν Γοργία, είχει
συγκεντρώσει δλες του τις προσπάθειες γιά νά δημιουργήσει μιά πρα-
χτική ρητορική. Γ ι3 αύτδ τδ σκοπό, πρώτος αύτδς άπδ τούς ’Αττικούς,
ρήτορες, έπεξεργάστηκε συγκεκριμένες μορφές καί τήν κατάλληλη γιά
τδ πλατύ κοινό γλώσσα. Χάρη στδν ’Αντιφώντα διαμορφώθηκε στή
ρητορική μιά τάση πού άργότερα έξελίχτηκε σέ ιδιαίτερο λογοτεχνικό;
είδος. Οί μεταγενέστεροι θεωρητικοί τοϋ είδους αύτοϋ θεωροϋσαν τδν
Άντιφώντα σάν Ικπρόσωπο τής πιδ άρχαϊκής καί αύστηρής κατεύθυν­
σης τής ρητορικής.
Ό Άντιφώντας προσέχει κυρίως τήν άξιοπρέπεια καί τήν πανηγυ-
ρικότητα τοϋ λόγου, σάν ρήτορας πραχτικδς δμως, πού δποτάσσεται

1. Άπό τά Αποσπάσματα λόγων τοΟ Άντιφώντα πού διασώθηκαν τά πιό ένδιαφέροντα


βΐναι έκείνα πού άνήκουν στόν Απολογητικό του λόγο τοΟ 411 π. X., πού τόν έκχιμοΰοβ
πολύ ό Θουκυδίδης ( VI I I , 6 8 ). 'Ωστόσο αύτά τά Αποσπάσματα, πού βΐναι γραμμένα σέ
παπύρους, δέν δικαιολογούν τούς τόσους έπαίνους τοΟ Θουκυδίδη.
366 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛ ΛΑ ΔΑ

άθέλητα στις άπαιτήσεις τοϋ άκροατηρίου του, δέν μπορεί να κράτη


σει άπόλυτα τόν πανηγυρικό τόνο, δπως κάνει π.χ. ό Θουκυδίδης στις
δημηγορίες του. ‘Ωστόσο οΕ λόγοι του Άντιφώντα, σέ σύγκριση μ
τούς λόγους τών μεταγενεστέρων ρητόρων (4 . α ί.), δεν παρουσιάζουν
άκόμα τήν άνεση και τή φυσικότητα πού είναι τα βασικά πλεονεκτή­
ματα τής ρητορικής τέχνης.
’Από τήν αύστηρή του διάρθρωση έξηγοϋνται καί οΕ άλλες ιδιομορ­
φίες τοϋ λόγου τοϋ Άντιφώντα. ΟΕ ιδιομορφίες αύτές, πού τις άναφε-
ρει καί ό Διονύσιος, ε ίν α ι: 1 ) eH σημασία πού δίνει στις μεμονωμέ­
νες λέξεις καί ή μανία του, άκόμα καί σέ βάρος τής σαφήνειας, να
προωθεί, δπως καί ό Θουκυδίδης, στήν πιό περίοπτη θέση βρισμένες
έκφράσεις, πού θέλει γιά κάποιο λόγο νά υπογραμμίσει, καί ν άντι-
παραθέτει διάφορες έννοιες σέ άντιθετικά σχήματα, πολύ άδέξια διαρ­
θρωμένα μερικές φορές. 2 ) Τβ πάθος του γιά τις τολμηρές μεταφο­
ρικές έκφράσεις, πού ήταν δυσνόητες άκόμα καί γιά τους κάπως με­
ταγενέστερους "Ελληνες, καί γιά τή σύνθεση νέων, άσυνήθιστων λ έ­
ξεων καί παρομοιώσεων, δπως π.χ. ή άναφώνηση τοϋ πατέρα πού άπει-
λοϋν τβ γιό του μέ θάνατο ή μέ έξορία: „ Έξαιτίας τής δυστυχίας
μου θά ταφώ ζωντανός“ (θ έλ ει ν ά π ε ί: „ χάνοντας τό γιό μου θά
είμαι ένα ζωντανό πτώμα “ ). 3 ) Ή άπουσία ρητορικών σχημάτων άπό
τούς λόγους του. Τέτοια σχήματα, τά λεγόμενα „ σχήματα λόγου “
ή „ σχήματα τής διανοίας“ (π .χ. ή „ άναδίπλωση “ , οι „ ρητορικές
έρωτήσεις“ κ. ά .) τά μεταχειρίζονται συχνά οί μεταγενέστεροι ρήτο­
ρες γιά νά προσδώσουν στούς λόγους τους ζωντάνια καί νά τούς φέ­
ρουν κοντά στόν προφορικό λόγο. Έ έλλειψή τους κάνει τούς λόγους
τοϋ Άντιφώντα νά φαίνονται μονότονοι. 4 ) Έ μανία του γιά τό
„ πάθος “ , δηλαδή ή τάση του ν’ άπευθύνεται άμεσα στά αισθήματα
τών άκροατών καί ή άδυναμία του νά προσδίνει πειστικότητα στούς
λόγους διαλέγοντας τις έκφράσεις πού θά ταίριαζαν άπόλυτα στό χα ­
ρακτήρα έκείνου πού θά έκφωνοΰσε κάθε λόγο ( βλ. πιό πάνω γιά τήν
ή&οποιία). "Οπως στις δημηγορίες τοϋ Θουκυδίδη δλοι οι ρήτορες
μιλάνε σχεδόν στήν ίδια γλώσσα, έτσι καί στούς λόγους τοϋ Ά ν τ ι­
φώντα δέν παρατηρείται άκόμα καμιά προσπάθεια άπόδοσης τοϋ χα­
ρακτήρα τοϋ βμιλητή. Στό λόγο γιά τό φόνο τοϋ Η ρώδη μιλάει ένας
νεαρός Μυτιληναίος ύπογραμμίζοντας συχνά τήν άγνοιά του στά δικα-
νΐκά ζητήματα καί τήν άπειρία του στό νά άγορεύει μπροστά στό δι­
καστήριο. Στήν ύπόθεση τοϋ χορευτή άπολογείται ένας ήλικιωμένος
πιά Αθηναίος πολίτης πού είχ ε προσφέρει πολλές ύπηρεσίες στό κρά­
τος καί φυσικά ήταν κατατοπισμένος στά ζητήματα τών δικαστηρίων.
‘Ωστόσο καί οΕ δυό αύτοί βμιλητές χρησιμοποιούν τήν ίδια γλώσσα
έκφράζονται μέ τήν ίδια πεποίθηση καί κατηγορηματικότητα, δπως
Ε ΙΚ . χ χ . Μελανόμορφη ΰδρία. ’Αττική, <. at. n. X.
ΜουοεΤο Έρμιτάζ.
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

0ά Iχάνε δ Άντιφώντας. "Αν τούς λόγους αότούς τούς είχ ε γράψει δ


Λυσίας, δ νεαρός Μυτιληναΐος σύμμαχος, πού ίκετεόει τδ έχθρικά δια-
κείμενο δικαστήριο νά τδν κρίνει μέ έπιείκεια, θά μιλούσε άσφαλώς
πολύ διαφορετικά άπδ τδν κρατικό λειτουργό πού άπευθόνεται στούς
συμπολίτες του. Ό λόγος του θά είχ ε λιγότερη ρητορικότητα καί θά
ήταν γεμάτος σεβασμό γιά τούς δικαστές.
Έ „ οίκονομία “ των λόγων τοΰ Άντιφώντα, δηλαδή ή διάταξη
του υλικού, είναι πολύ άπλή. Σ ’ αύτόν δεν όπάρχει ή τεχνική Ικείνη
διάρθρωση του λόγου πού βρίσκουμε στούς μεταγενέστερους ρήτορες,
στόν Δημοσθένη π.χ. ’Α ρχίζει πάντα μέ ένα σύντομο γενικό προοίμιο
και ύστερα παραθέτει μιά είδική είσαγωγή γιά τή συγκεκριμένη όπό-
θεση, άναφέροντας τΙς συνθήκες πού τήν έφεραν στό δικαστήριο καί
διάφορες παρατηρήσεις γιά τυπικά σφάλματα διαδικασίας. Συνεχίζει
μέ μιά συνοπτική έκθεση των στοιχείων καί άμέσως ύστερα άναπτόσ-
σει, δσο μπορεί πληρέστερα, τήν έπιχειρηματολογία του — πρώτα πα­
ραθέτει τά πιό ίσχυρά τεκμήρια καί σέ συνέχεια τά δευτερεόοντα. Τ ε­
λειώνει μέ τόν έπίλογο, δηλαδή τά συμπεράσματα. Οί λόγοι τού Ά ν ­
τιφώντα δέν ξεχωρίζουν γιά τήν καλλιτεχνική τους διάρθρωση, δπως
οί λόγοι του Αυσία, καί, δ>ς ένα βαθμό, τού Α νδοκίδη. Δέν παρουσιά­
ζουν τή ζωντάνια πού έξασφαλίζει δ Αυσίας παρεμβάλλοντας_τ.ά. άπο-
δεικτικά στοιχεία του μέσα στή διήγηση. Στις τετραλογίες μάλιστα
ή διήγηση παραλείπεται έντελώς. "Ολη ή προσοχή τού Άντιφώντα
συγκεντρώνεται στήν εύρεση τών άποδείξεων κι αύτές δμως είναι μάλ­
λον γενικού χαρακτήρα. Ο! καθαρά θεωρητικές πιθανότητες ή ή άλη-
θοφάνεια παίζουν τεράστιο ρόλο στή ρητορική του. Έ πρώτη τετρα­
λογία πού άναλύσαμε πιό πάνω μάς δίνει ένα θαυμάσιο παράδειγμα
τέτοιων άποδείξεων πού στηρίζονται στήν πιθ&νότητα. *Έτσι έξηγοϋν-
ται καί οί πολυάριθμοι „ κοινοί τόποι “ τού Άντιφώντα, πού άσφα­
λώς τούς είχ ε έπεξεργαστει άπό πριν άσχετα άπό δποιαδήποτε είδική
περίπτωση. Αύτό άποδείχνεται άπό πολλά στοιχεία. Τό έγκώμιο π.χ.
τών άθηναϊκών νόμων γιά τις περιπτώσεις φόνων διατυπώνεται μέ τίς
ίδιες άκριβώς έκφράσεις καί στό λόγο γιά τό χορευτή καί στό λόγο
γιά τό φόνο του 'Ηρώδη. Στόν τελευταίο μάλιστα λόγο οί στοχασμοί
γιά τήν άξία πού έχ ει γιά τόν άνθρωπο ή άναπαυμένη συνείδηση ( §
93) καί ή δήλωση τού ύπόδικου πώς είναι άξιος οίκτου καί δχι τ ι­
μωρίας, είναι „ κοινοί τόποι “ προετοιμασμένοι γιά νά χρησιμοποιηθούν
σέ δποιαδήποτε δίκη. Ά πό αύτή τή συλλογή τών „ κοινών τόπων “
elvat παρμένες καί διάφορες σκέψεις θρησκευτικού χαρακτήρα, παρό­
μοιες μέ τίς άπόψεις πού διατυπώνονται στά δράματα τοΰ Αίσχύλου.
Ή βασική όπηρεσία πού πρόσφερε δ Άντιφώντας στήν άνάπτυξη
τής ρητορικής είναι πώς άπόδειξε τή δυνατότητα νά όπάρχει, παράλ-
24 ΊατορΙα τής Ε λλ η ν ικ ή ς Λογοιβχνίας
370 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛΛΑΔΑ

ληλα μέ τή ρητορική τοϋ Γοργία, καί ένα άλλο είδος ρητορικού πε^
λόγου πού, παίρνοντας βρισμένα στοιχεία άπό τή σοφιστική ρητορ1 w»
μπορεί νά χρησιμοποιείται στά δικαστήρια και στήν Εκκλησ α το
δήμου χάρη στήν καλύτερα άναπτυγμένη έπιχειρηματολογία; του.
Τα έργα του Άντιφώντα δεν προκαλοϋσαν άρ.γοτερα μεγάλο ν ιλ
φέρον. Δεν έπηρέασαν καθόλου τή ρωμαϊκή ρητορική. Αυτό όφειλεται
στις άλματικές έπιτυχίες τής μεταγενέστερης άθηναϊκής ρητορικήζ·
Τόσο ό Γοργίας δσο καί ό Άντιφώντας θεωρήθηκαν πολυ^γρηγ°Ρα
άπαρχαιωμένοι συγγράφεις. Ή εκτίμηση πού έτρεφαν γιά τούς λόγους
τοϋ Άντιφώντα οί λόγιοι τής ’Αλεξάνδρειας καί τής Περγάμου οφεί­
λεται άποκλειστικά στό ιστορικό τους ένδιαφέρον.

4. Α ΝΔ ΟΚΙ Δ ΗΣ

ΙΑ τον ’Ανδοκίδη, πού άναφέρεται δεύτερος στή σειρά στόν Κα­


νόνα των δέκα 'Αττικών ρητόρων, δεν ξέρουμε ούτε πότε άκριβώς
γεννήθηκε οδτε πότε πέθανε. Μέ βάση βρισμένα στοιχεία δμως συμπε­
ραίνουμε πώς γεννήθηκε περίπου στά 4 4 0 π. X . καί πέθανε όχι νωρί­
τερα άπό τό 390 π. X . 1 ΤΗταν λοιπόν κάμποσα χρόνια νεότερος άπό
τόν Αυσία, πού γεννήθηκε περίπου στά 459 π. X ., καί γ ι' αύτδ ή
δεύτερη θέση στή δεκάδα τών ρητόρων δεν τοϋ δόθηκε άπό τούς
άρχαίους λόγιους μέ βάση τή χρονολογία, άλλά, Γσως, χάρη στό πιό
άρχαϊκό άπό τοϋ Αυσία ϋφος των λόγων του.
Ό 'Ανδοκίδης άνήκε σέ μιά άπό τις πιό άριστοκρατικές οικογέ­
νειες τής 'Αθήνας. Νέος άκόμα είχε άναλάβει ύψηλά λειτουργήματα
στήν άθηναϊκή δημοκρατία. Τήν άνοιξη τοϋ 4 1 5 έγινε στήν 'Αθήνα
ένα γεγονός πού έπαιξε μοιραίο ρόλο σέ όλη τή ζωή τοϋ ’Ανδοκίδη.
Μιά νύχτα άκρωτηριάστηκαν οί Έ ρμές, δηλαδή οΕ προτομές τοϋ
Ε ρ μ ή πού ήταν στημένες στούς δρόμους καί στις πλατείες μπροστά
στά ιδιωτικά χτίρια καί στούς ναούς. Ό λαός άνησύχησε. ΟΕ ’Α θη­
ναίοι πίστεψαν πώς δ άκρωτηριασμός των Έρμων ήταν κακός οιωνός
γιά τήν κατακτητική τους έκστρατεία στή Σικελία. Φοβόνταν τήν
όργή καί τήν τιμωρία των θεών. Πίσω άπ' αύτή τήν πράξη έβλεπαν
άκόμα καθαρά καί ένα όργανωμένο σχέδιο, μιά συνωμοσία κατά τής
δημοκρατίας. Δέν κατάφεραν νά βροΰν τούς ύπεύθυνους. Ή ύπόθεσή
έμενε άξεδιάλυτη, μυστηριώδης κι αύτό φούντωνε άκόμα τήν άγωνία
καί τή θλίψη. Πιάστηκαν πολλοί πολίτες σάν ϋποπτοι, κι άνάμεσά
τους καί ό 'Ανδοκίδης. *Η θέση όλων αύτών τών πολιτών ήταν

1. *Η πληροφορία τοΟ Ψευδό - Πλούταρχου, πώς δ ’Ανδοκίδης γεννήθηκε στά 468 « Ύ


δέν είναι Αξιόπιστη. π* Λ,)
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛΛΑΔΑ 371

δεινή — ή φυλάκισή τους παρατεινόταν καί καμιά έλπίδα σωτηρίας


δεν ύπήρχε. Τότε δ ’Ανδοκίδης, γιά νά βάλει τέρμα στήν όπόθεση,
κατάθεσε, ύποχωρώντας στίς παρακλήσεις των συγκατηγορουμένων
του, πώς αύτή ή ιεροσυλία ήταν Ιργο μιάς δλιγαρχικής έτάιρίας
( μυστικής όργάνωσης ). Ά π δ έκείνους πού ύπόδειξε δ ’Ανδοκίδης, δσοι
πιάστηκαν θανατώθηκαν καί of όπόλοιποι καταδικάστηκαν έρήμην σέ
θάνατο. Μ* αύτή τήν καταγγελία δ ’Ανδοκίδης έξασφάλισε τήν άτι-
μωρησία του. ’Αργότερα δμως, ύστερα άπδ μιά καινούργια άπόφαση
τής Εκκλησίας του δήμου, πού σύμφωνα μ’ αύτήν δσοι είχαν δια-
πράξει κάποιο άντιθρησκευτικδ άδίκημα και τδ είχαν όμολογήσει δέν
έπρεπε νά γίνονται δεκτοί στδ ναδ καί στήν άγορά ( αύτδ ούσιαστικά
σήμαινε στέρηση τών πολιτικών δικαιωμάτων), ό ’Ανδοκίδης άναγ-
κάστηκε νά έγκαταλείψει τήν πατρίδα του, μ’ δλο πού τδ διάταγμα
αύτδ δέν τδν άφορουσε, δπως τονίζει δ ίδιος στδ λόγο του Περί τών
μυστηρίων ( § 7 1 ) . Μετά τήν πτώση τών τριάντα τυράννων (4 0 3
π. X . ) ό ’Ανδοκίδης, χάρη στήν άμνηστία πού παραχωρήθηκε σ’
δλους τούς ’Αθηναίους πολίτες, ξαναγύρισε στήν πατρίδα του. Μ* δλο
τδ προηγούμενο σφάλμα του, πήρε καί πάλι μέρος στή διακυβέρνηση
του κράτους καί στή διάρκεια του Κορινθιακού πολέμου ( 3 94 - 3 9 0
π. X . ) στάλθηκε άπδ τούς Αθηναίους στή Σπάρτη γιά νά κάνει δια­
πραγματεύσεις ειρήνης. Ε π ειδ ή δμως οΐ διαπραγματεύσεις αύτές δεν
Ικανοποίησαν τούς ’Αθηναίους, έξορίστηκε ξανά καί πέθανε, δπως.φαί­
νεται, στήν έξορία.
Με τδ όνομα τοϋ ’Ανδοκίδη σώθηκαν τέσσερις λό γ ο ι: 1) Περί τής
έαυτοϋ καϋ'όδσν^ πού γράφηκε άπδ άφορμή τήν πιθανή έπιστροφή του
στήν ’Αθήνα ( έκφωνήθηκε μετά τήν άνατροπή τών „ τετρακοσίων “
στά 411 π. X .). 2) Περί τών μυστηρίων, δπου δ ’Ανδοκίδης άπαντάει
στήν κατηγορία πού είχε άπαγγελθεί έναντίον του γιά άσέβεια (3 9 9
π. X . ). 3 ) Περί τής πρδς Λακεδαιμονίους είρήνης. Σ ’ αύτδν δ Α ν ­
δοκίδης συμβουλεύει τούς συμπολίτες του νά κλείσουν είρήνη με τή
Σπάρτη. Ωστόσο καί δ Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας άκόμα άμφιβάλλει
άν αύτδς δ λόγος άνήκει πραγματικά στδν 'Ανδοκίδη. 4) Κατ Ά λ -
κιβιάδου, δπου δίνεται ή συμβουλή νά Ιξοριστει όχι δ ρήτορας πού
έκφώνησε αύτδ τδ λόγο, άλλά δ 'Αλκιβιάδης. Ό Κατ9 Αλκιβιαδου
λόγος είναι δπωσδήποτε πλαστός.
Τδ ένδιαφέρον πού προκαλοϋν οΐ λόγοι τοϋ Ανδοκίδη δέν Οφεί­
λεται στήν άξια τους σάν έργα τής άθηναι'κής ρητορικής, άλλά στίς
πληροφορίες πού δίνουνγιά τή σύγχρονή του πολιτική Ιστορία τής
"Αθήνας. Ό ’Ανδοκίδης δέν ήταν ποτέ έπαγγελματίας ρήτορας. ΟΕ
άπόψεις τών κριτικών γιά τά ρητορικά του χαρίσματα είναι άντιφα-
τιχέ'ς. ΟΕ άρχαιοι συγγράφεις δέν τδν έκτιμοϋσαν. ’Ακόμα καί. μιά
372 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤ Η Ν ΕΛΛΑΔΑ

πρόχειρη ματιά ατά κείμενα τών λόγων του άποδείχνεί πως ό ρήτορας
αύτύς δεν άνήκε σέ κανένα άπύ τά βασικά ρεύματα πού κυριαρχούσαν
έκείνη τήν έποχή στήν πεζογραφία, πώς δεν είχ ε ^άποχτησει ρητο­
ρική μόρφωση, δεν ήξερε τή θεωρία του λόγου καί ήταν^ έρασιτεχνης
στά Ιργα αότοϋ του εΓδους. Έ κανε τύ ρήτορα άπύ άναγκη, για να
όπερασπίζει τά συμφέροντα του. Οί λόγοι τοϋ ’Ανδοκίδη μας δίνουν
μιά ΐδέα μάλλον γιά τή γλώσσα πού μιλούσαν τότε οί μορφωμένοι
'Αθηναίοι και δχι γιά τήν καλλιτεχνική μορφή της, πού συνδέεται
άδιάσπαστα με τύν άττικδ ρητορικό λόγο.

5. ΛΥ Σ I ΛΣ

Ο Λ Υ Σ Ι Α Σ , σύγχρονος τοϋ 'Ανδοκίδη άλλά μεγαλύτερος του στήν


ήλικία, είναι ένας άπύ τούς πιύ έξοχους ρήτορες τής άρχαίας 'Ε λ ­
λάδας.
Ό πατέρας τοϋ Αυσία, ό Κέφαλος, ήταν ένας πλούσιος έπ ιχειρη-
ματίας άπό τΙς Συρακούσες τής Σικελίας. “Ύστερα άπό πρόσκληση
τοϋ Περικλή, ό Κέφαλος μεταναστέυσε άπύ τή γενέτειρά του στήν
’Αθήνα για τί, δπως φαίνεται, τύν τραβούσαν τά κέρδη τής πλατιάς
άθηναϊκής άγοράς καί ή φιλική συμπεριφορά τής άθηναι’κής δημο­
κρατίας στούς ξένους πού έμεναν έκει, τούς „ μέτοικους “ . Οι έλπίδες
τοϋ Κέφαλου δεν διαψεύστηκαν. Στήν ’Αθήνα άπόχτησε μεγάλη
περιουσία, ζοϋσε εύτυχισμένα και σιγά-σιγά εξασφάλισε τύ προνόμιο
πού μπορούσαν νά πάρουν οί μέτοικόι, τή λεγόμενη „ ίσοτέλεια “ . Ό
μέτοικος πού γινόταν „ ισ οτελής" έπιφορτιζόταν μέ μεγάλες ύπο-
χρεώσεις, ταυτόχρονα δμως άπαλλασσόταν άπύ πολλές άλλες καί
άποχτοϋσε διάφορα δικαιώματα, δπως π.χ. τύ δικαίωμα νά κατέχει
γή καί άκίνητη περιουσία. Πρέπει νά ύποθέσουμε πώς τά δικαιώματα
αύτά τά κληρονόμησαν άπύ τύν Κέφαλο καί οί γιοί του. Ξέρουμε πώς
ό Αυσίας καί τά άδέλφια του είχαν δικό τους σπίτι στύν Πειραιά καί
στήν Γδια τήν ’Αθήνα, δπως φαίνεται. Ό Κέφαλος έζησε τριάντα
χρόνια στήν καινούργια του πατρίδα. Χάρη στά πλούτη του, στήν
προστασία τοϋ Περικλή καί στις ύπηρεσίες πού πρόσφερε, είχ ε έξα-
σφαλίσει τύ σεβασμό καί τήν εκτίμηση των 'Αθηναίων.
Οί βασικές πηγές μας γιά τή ζωή τοϋ Αυσία, έκτύς άπύ τις δικές
του άποσπασματικές πληροφορίες, είναι δυύ έργα μεταγενέστερης
έποχής: Περί των άρχαίων ρητόρων, Αυσίας, τοϋ Διονύσιου τοϋ *Α λι-
καρνασσέα (1 . αI. π. X . ) καί Βίοι των δέκα ρητόρων. Τύ τελευταίο
αύτύ έργο διασώθηκε στή συλλογή των έργων τοϋ Πλούταρχου, δέν
είναι δμως γνήσιο (γ ι’ αύτύ καί όνομάζεται Ψευδό - Πλουτάρχειοι βίοι
των δέκα ρητόρων). Μέ βάση αΰτές τις μαρτυρίες συμπεραίνουμε πώς
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 373
I
6 Αυσίας γεννήθηκε περίπου στά 4 5 9 π. X . Ό χρόνος τοϋ θανάτου
του δεν είναι άκριβώς γνωστός, μέ διάφορους δμως όπολογισμούς
ύποθέτουμε πώς πέθανε λίγο μετά τδ 380 π. X . σέ ήλικία 8 0 περίπου
χρονών.
Ε λά χισ τες λεπτομέρειες ξέρουμε γιά τή ζωή τοϋ Αυσία. Δεκα­
πέντε χρόνια μετά τδ θάνατο του πατέρα τους, ό Λυσίας και ό μεγα­
λύτερος άδερφός του Πολέμαρχος πήγαν στούς θούριους, μιά άποικία
πού είχαν ιδρύσει οί ’Αθηναίοι στά 4 4 4 π. X . στή Νότια ’ Ιταλία, στή
θέση τής άρχαιότερης πόλης Σύβαρης. Ό σκοπδς του ταξιδιού αύτοϋ
μας είναι άγνωστος. Στούς θούριους ό Αυσίας συμπλήρωσε τή μόρφω­
σή του. Σπούδασε ρητορική μέ τήν καθοδήγηση τοϋ γνωστού Ικείνη
τήν έποχή δάσκαλου αότής τής έπιστήμης, του Συρακούσιου Τισία.
Τίποτε άλλο δεν ξέρουμε γιά τή ζωή τοϋ Αυσία στήν καινούργια του
πατρίδα. 'Όπως φαίνεται Ιζησε έκεί πλούσιος καί εύτυχισμένος
τριάντα χρόνια 8>ς τδ 4 1 3 π. X ., δηλαδή δ>ς τήν όλοκληρωτική κατα­
στροφή των ’Αθηναίων στή Σικελία στή διάρκεια τοϋ Πελοποννη-
σιακοϋ πολέμου.
Έ ήττα αύτή των Αθηναίων είχε σάν άποτέλεαμα ν’ άλλάξει ή
πολιτική κατάσταση στους θούριους. Οί δημοκρατικοί, πού προστα­
τεύονταν πάντα άπδ τούς Αθηναίους, άναγκάστηκαν νά παραχω­
ρήσουν τή θέση τους στδ άντίπαλο κόμμα. Οί όλιγαρχικοί έξόρισαν
άμέσως τούς όπαδούς τής δημοκρατίας, κι άνάμεσα σ’ αότούς τδν
Αυσία καί τδν άδερφό του. Στά 4 1 2 π. X . ό Αυσίας καί ό Πολέμαρχος
έγκαταστάθηκαν ξανά στήν 'Αθήνα. Ό Αυσίας ήταν τότε 47 χρόνων.
Καί ή 'Αθήνα δμως περνούσε άνήσυχες μέρες. Στά 411 π. X . τδ δημο-
κρατικδ πολίτευμα άνατράπηκε καί συγκροτήθηκε ή .όλιγαρχική
„ Βουλή των τετρακοσίων “ . 'Ωστόσο οί όλιγαρχικοί δεν έθιξαν τούς
μέτοικους. "Αλλωστε ή έξουσία τους κράτησε μονάχα τέσσερις μήνες
καί υστέρα άποκαταστάθηκε ξανά ή δημοκρατία.
Ό Αυσίας καί ό άδελφός του είχαν τρία σπίτια κι ενα έργοστά-
σιο άσπίδων, δ που δούλευαν 120 δούλοι. *0 πόλεμος των 'Αθηναίων
καί των Σπαρτιατών, πού συνεχιζόταν μέ άμφίρροπες φάσεις, δέν
έθιξε, δπως φαίνεται, τήν περιουσία τους. "Εφτασε δμως καί ή κρί-
σιμη στιγμή τοϋ πολέμου. Ή Σπάρτη νίκησε. *Η Αθήνα πολιορκη-
θηκε καί στά 4 0 4 π. X . άναγκάστηκε νά παραδοθεί. ‘ Η δημοκρατία
καταλύθηκε, ή όλιγαρχία θριάμβευε καί πάλι μέ τήν υποστήριξή των
Σπαρτιατών. Μιά όμάδα άπδ τριάντα άριστοκράτες, οί γνωστοί στήν
ιστορία μέ τδ όνομα „ Τριάκοντα τύραννοι “ , άνέλαβαν τή διακυβέρ­
νηση τοϋ κράτους μέ άπεριόριστα δικαιώματα.
Ή όλιγαρχική αύτή κυβέρνηση έπαιξε σημαντικό ρόλο στή ζωή
τοϋ Αυσία. Έ β λ επ ε μέ κακό μάτι τούς μέτοικους που, δπως ό Αυσίας,
ΗΣ ΣΤ Η Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ
374 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ ΡΗ Τ Ο ΡΙΚ

συμπαθούσαν τή δημοκρατία. Πολλοί μέτοικοι ήταν πλούσιοι καί ol


τριάντα τύραννοι, πού είχαν άνάγκη άπδ χρήματα, ^έν σ£°ταζαν ν
μεταχειριστούν κάθε μέσο γιά να γεμίσουν τδ άδειο ταμείο τοι>ς. #°
άπ* αύτούς πρότειναν νά δημευτεί ή περιουσία τών πιδ σπου αιών
όπαδών τής δημοκρατίας. Στδν πρώτο κατάλογο των Αθηναίων πο
δημεύονταν οί περιουσίες τους περιλήφθηκαν και δέκα μέτοικοι,
άνάμεσά τους δ Λυσίας και 6 Πολέμαρχος.
*0 ίδιος δ Λυσίας άφηγείται πολύ παραστατικά τίς λεπτομερειες
τής „ κακής “ αύτής πράξης. „ Ό θεόγνης καί δ Πείσωνας λ έ ει
στδν X I I λόγο του ( Κατά ^Ερατοοΰ'ένους) — Ιλεγαν στούς τριάντα
πώς μερικοί άπδ τούς μέτοικους δεν είναι εύχαριστημένοι άπδ τδ
πολίτευμα. Έ τ σ ι μάς δίνεται μιά θαυμάσια άφορμή, μέ τδ πρόσχημα
τής τιμωρίας, νά τούς αρπάξουμε τά χρήματα. Τδ κράτος μας είνα ι,
βλέπετε, φτωχδ καί ή κυβέρνηση Ιχ ει άνάγκη άπδ λεφτά. Αύτοί οί
δυδ λοιπδν τά κατάφεραν εύκολα νά πείσουν τούς άκροατές τους, πού
δεν τούς στοίχιζε τίποτα νά σκοτώνουν άνθρώπους κι ήταν συνηθι­
σμένοι νά ληστεύουν. Έ τ σ ι άποφάσισαν νά συλλάβουν δέκα πολίτες
κι άνάμεσά τους καί δυδ φτωχούς, γιά νά μπορούν νά λένε στούς άλ­
λους όκτώ πώς δέν τούς πιάσανε άπδ φιλοχρηματία, άλλά γιά χάρη
τού κράτους. Χωρίστηκαν σέ δμάδες κι άρχισαν νά έπισκέπτονται
τά σπίτια μας ένα -ένα. "Οταν ήρθαν στδ δικό μου, είχα ξένους. Διώ ­
ξανε άμέσως τούς καλεσμένους μου καί μέ παραδώσανε στδν 13 ε ίσωνα.
Οί όπόλοιποι πήγανε στδ Ιργαστήριο κι άρχισαν νά καταγράφουν τούς
δούλους... Έ γ ώ άποφάσισα νά τδ σκάσω... οί τρεις πόρτες, άπδ δπου
μπορούσα νά φύγω, βρέθηκαν ξεκλείδωτες... Τήν άλλη νύχτα πήγα στά
Μέγαρα. *Όσο γ ιά τδν Πολέμαρχο, οί τριάντα τδν διέταξαν, δπως συνή­
θιζαν τότε, νά π ιει τδ κώνειο χωρίς νά τού ποΰν γιά ποιδ λόγο τδν κα­
ταδίκασαν σέ θάνατο. Ούτε λόγος γιά δίκη καί γιά ύπεράσπιση. Κ ι
δταν τδν έβγαλαν νεκρδ άπδ τή φυλακή, οί τριάντα δέν άφησαν νά γ ί­
νει ή κηδεία του άπδ κανένα δικό μας σπίτι, άν καί είχαμε τρία, άλλά
νοίκιασαν μιά παράγκα καί τδν κήδεψαν άπδ έκεί. Μ* δλο πού είχ α μ ε
πολλούς μανδύες, δέν μάς Ιδωσαν κανένα γιά νά τδν θάψουμε καί μο­
νάχα οί φίλοι μας δώσανε γιά τήν ταφή του άλλος ένα μανδύα, άλλος
ένα προσκέφαλο ή δ,τι άλλο έτυχε. "Αν καί πήρανε άπδ τδ έργαστή-
ριό μας έπτακόσιες άσπίδες, άν καί μάς άρπάξανε τόσο άσήμι καί
χρυσάφι καί χαλκό, τόσα κοσμήματα καί έπιπλα καί γυναικεία ρούχα
πού ποτέ δέν θά τδβαζαν στδ νού τους πώς θ’ άποχτούσανε, άν καί
μάς πήρανε άκόμα έκατδν είκοσι δούλους, πού τούς καλύτερους τούς
κράτησαν γιά τδν εαυτό τους καί τούς ύπόλοιπους τούς παράδωσαν
στδ κράτος — ώστόσο έδειξαν τήν άπληστία τους καί φανέρωσαν τήν
ήθική τους ύπόσταση καί μέ τδ παρακάτω περιστατικό : Τήν πρώτη
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 376

φορά πού πήγαν στό σπίτι τοϋ Πολέμαρχου, δ Μηλόβιος έβγαλε άπό
χ* αύτιά τής γυναίκας τοΟ Πολέμαρχου τά χρυσά σκουλαρίκια πού
φορούσε. Δεν σεβάστηκαν τίποτα άπό τήν περιουσία μας καί μάς φέρ­
θηκαν έξαιτίας των χρημάτων μας τόσο σκληρά δσο δεν θά φέρνονταν
σέ άλλους γιά μεγάλες προσβολές, μ* δλο πού δεν άξίζαμε ένα τέτοιο
φέρσιμο, για τί είχαμε προσφέρει στήν πατρίδα μεγάλες ύπηρεσίες.
Έ μεΐς έκπληρώναμε πάντα δλες τις ύποχρεώσεις μας γιά χορηγίες,
δίναμε πολλά λεφτά γιά τις πολεμικές άνάγκες, είμασταν φίλοι τοϋ
νόμου καί τής τάξης καί πειθαρχούσαμε σε δλες τις άπαιτήσεις τής
κυβέρνησης. Δεν είχαμε κανέναν έχθρό καί έξαγοράσαμε πολλούς
'Αθηναίους αιχμάλωτους πολέμου. Καί νά πως μάς άνταμείψανε έμάς
τούς μέτοικους, πού μαζί μας δεν μπορούν νά συγκριθοϋν κάτι τέτοιοι
πολίτες σάν κι αύτούς, πού Ιξόρισαν ενα σωρό πολίτες σέ έχθρικές
χώρες, πού σκότωσαν άδικα πολύ κόσμο στερώντας τους τήν ταφή
πού τούς ταίριαζε, πού άπό άλλους πολλούς άφαιρέσανε τά πολιτικά
δικαιώματα καί πού πολλές θυγατέρες πολιτών, μ' δλο πού ήταν
κιόλας άρραβωνιασμένες, δέν τις άφησαν νά παντρευτούν “ .
*Έτσι άφηγείται ό ίδιος ό Λυσίας τήν άτυχία του. Αύτά Ιγιναν στό
τέλος τοϋ 4 0 4 π. X . "Οσο μεγάλες δμως κι αν ήταν οί ζημιές του,
ό Αυσίας δέν καταστράφηκε δλότελα. "Οταν στις άρχές τοϋ 4 03
π. X . τό δημοκρατικό κόμμα, μέ έπικεφαλής τόν Θρασύβουλο, Ιτοι-
μαζόταν ν’ άγωνιστεΐ κατά των δλιγαρχικών, δ Λυσίας είχ ε άκόμα
τή δυνατότητα νά βοηθήσει οικονομικά τούς έλευθερωτές τής πατρί­
δας του. Τούς έδωσε 20 0 0 δραχμές καί 200 άσπίδες, μίσθωσε μαζί
μέ κάποιον Έρμω να 300 στρατιώτες καί, τέλος, Ιπεισε τό φίλο του
θρασύδαο νά τούς δώσει 2 τάλαντα. Δέν ξέρουμε ποϋ τά βρήκε ό Λυ­
σίας αύτά τά ποσά στά Μέγαρα δπου βρισκόταν τότε. Υποθέτουμε
πώς κι αύτός, καθώς καί άλλοι πλούσιοι μέτοικοι, θά είχε φυλάξει
ένα μέρος άπό τά χρήματά του σέ τραπεζίτες άλλων πόλεων ή θά
διατηρούσε στά Μέγαρα παράρτημα τοϋ έργοστασίου άσπίδων.
Τ b κόμμα τοϋ λαοΰ νίκησε καί ή δημοκρατική κυβέρνηση άποκα-
ταστάθηκε στήν ’Αθήνα τό φθινόπωρο τοϋ 4 03 π. X .
Ό Θρασύβουλος, θέλοντας νά εύχαριστήσει τόν Λυσία γιά τις ύπη-
ρεσίες πού πρόσφερε στή δημοκρατία, πρότεινε στήν Εκκλησία τοϋ
δήμου νά τοϋ παραχωρήσει πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Η πρόταση
του έγινε δεχτή. *0 άθηναϊκός νόμος δμως άπαιτοΰσε κάθε πρόταση
πού είσαγόταν στήν Εκκλησία τοϋ δήμου νά έξετάζεται προηγούμενα
άπό τή Βουλή τών πεντακοσίων. Ε π ειδ ή στήν περίπτωση αύτή δέν
τηρήθηκε αύτός ό τύπος (ή Βουλή τών πεντακοσίων δέν είχε άκόμα
άποκατασταθεΐ μετά τήν άναρχία), ό Άρχίνος, ένας άπό τούς συνερ­
γάτες τοϋ Θρασύβουλου, πρόσβαλε αύτό τό ψήφισμα τής Ε κκλησία ς
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ
876

τού δήμου σάν παράνομο καί έτσι άκυρώθηκε τελικά. 0 Λυσίας δεν
κατόρθωσε νά γίνει ’Αθηναίος πολίτης μέ πλήρη δικαιώματα, μει
δμως, δπως ήταν και πρίν, μέτοικος άνώτερης κατηγορίας ( ,, σοτε^
λ ή ς “ ). Ε π ε ιδ ή ή περιουσία του είχε λεηλατηθεί άπό τούς ολιγαρχι^
κούς καί δ ίδιος είχ ε προσφέρει μεγάλα ποσά στον άγωνα των η μ °
κρατικών, δ Λυσίας βρέθηκε στά 57 του χρόνια άν όχι πάμπτωχοζ»
πάντως κάθε άλλο παρά πλούσιος. Γ ι’ αύτό στράφηκε ξανα στή ρ η ·
τορική. f .
Μετά τήν άποκατάσταση τής δημοκρατίας στήν ’Αθήνα άρχισαν^κα
πάλι νά λειτουργούν τά δικαστήρια. Ό Λυσίας θεώρησε τότε καθήκον
του νά έκδικηθεί τήν παράνομη θανάτωση τού άδερφού του Πολέμαρ­
χου καί κατάγγειλε έναν άπό τούς τριάντα τύραννους, τόν Ερατο­
σθένη, σάν ύπεύθυνο γιά τό θάνατό του. Ό λόγος πού έγραψε γι^ αυτή
τή δίκη (403 π. X .) διασώθηκε (λόγος X I I — Κατά Έρατοσΰ'ένονς)·
Είναι δ μοναδικός λόγος πού έκφώνησε δ ίδιος δ Λυσίας καί μάλιστα
δ πρώτος χρονικά άπό τούς λόγους του πού έφθασαν ώς έμάς. Ποιδ
άποτέλεσμα έφερε, άν καταδικάστηκε ή όχι δ ’Ερατοσθένης, μάς είναι
άγνωστο. 'Ωστόσο, καί άν άκόμα δ Λυσίας δεν κέρδισε τή δίκη, δ λό­
γος αύτός, πολύ προσεχτικά δουλεμένος, μέ μεγάλο ζήλο καί μάλιστα
μέ άσυνήθιστο γιά τον Λυσία πάθος, άσφαλώς δέν θά πέρασε άπαρα-
τήρητος στήν ’ Αθήνα, άφοΰ άλλωστε έκφωνήθηκε σέ μια τόσο πολύ­
κροτη δίκη. Ό Λυσίας γρήγορα έγινε ένας άπό τούς πιο άγαπημένους
λογογράφους, δπως άποδείχνεται άπό τούς Ιξαιρετικά πολυάριθμους
λόγους πού έγραψε άπό έκείνη τήν έποχή ώς τό τέλος τής ζωής του,
δηλαδή σέ διάστημα 20 - 25 χρόνων (4 0 3 - 380 π. X . ).
Έ τ σ ι δ λόγος πού έγραψε δ Λυσίας κατά τού ’Ερατοσθένη άποτέ-
λεσε τήν άρχή τής δράσης του σάν δικηγόρου - λογογράφου. Τό έπάγ-
γελμα αύτό ήταν άρκετά προσοδοφόρο, γιατί οί λογογράφοι πληρώ­
νονταν άδρά.
"Οπως είπαμε κιόλας, δ Λυσίας δέν ήταν άπό καταγωγή ’Αθηναίος
πολίτης μέ πλήρη δικαιώματα, άλλά μέτοικος. Έ θέση του αύτή δέν
τού έδινε τή δυνατότητα νά άγορεύει προσωπικά στα άθηναϊκά δικα­
στήρια καί στήν ’Εκκλησία τού δήμου καί γ ι’ αύτό περιορίστηκε στό
νά γράφει λόγους γιά λογαριασμό άλλων.
Μέ τό δνομα τού Λυσία οί άρχαίοι κριτικοί ήξεραν 4 2 5 λόγους;
Ά πό αύτούς οί 233 είχαν άναγνωριστεί σάν γνήσια έργα του. "Ως
έμάς έφθασαν 34 λόγοι — δλόκληροι ή μεγάλα άποσπάσματά τους.
Άπό μερικούς άλλους σώθηκαν μονάχα οί τίτλοι. Έ χουμε άκόμα στή
διάθεσή μας καί άσήμαντα άποσπάσματα άπό τρεις έπιστολές τού Λυ­
σία. Ά ν σ’ αύτό τόν κατάλογο προσθέσουμε καί τόν ’Ερωτικά λόγο
του, πού τόν παραθέτει δλόκληρο δ Πλάτωνας στό Φαιδρό, διαθέτουμε
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 377

πληροφορίες γιά 165 έργα τού Λυσία. Τά ύπόλόιπα 2 6 0 (άπό τά


4 2 5 ) μας είναι έντελώς άγνωστα. Ά πό τούς 34 λόγους του πού λίγο -
πολύ διατηρήθηκαν, μονάχα οί 23 είναι δλόκληροι.
Τούς λόγους τού Αυσία μπορούμε νά τούς κατατάξουμε σέ πανηγυ­
ρικούς ( „ έπιδεικτικούς “ ), πολιτικούς ( „ συμβουλευτικούς “ ) καί δι-
κανικούς. ’Από τούς έπιδεικτικούς διασώθηκε μονάχα ένα Αναμφισβή­
τητα γνήσιο πρότυπο — τό άπόσπασμα ένός λόγου πού έκφωνήθηκε σέ~
κάποια γιορτή στήν ’Ολυμπία στά 388 π. X . (λόγος X X X I I I — ’Ολυ­
μπιακός). Ό άλλος λόγος έπιδεικτικοΰ χαρακτήρα πού άποδίδεται
στόν Λυσία, ό Επιτάφιος , πού έκφωνήθηκε, ή γράφτηκε μονάχα, άπδ
άφορμή τήν ταφή των ’Αθηναίων πολιτών πού έπεσαν στή μάχη κοντά
στήν Κόρινθο στά 394 π. X ., μάλλον δεν άνήκει σ’ αότδν (λόγος I I ) .
Μονάχα ένα πρότυπο συμβουλευτικού λόγου τού Αυσία διαθέτουμε —
τό άπόσπασμα ένός λόγου του δπου προτρέπει τούς 'Αθηναίους νά μήν
καταλύσουν τό πατροπαράδοτο πολίτευμά τους ( λόγος X X X I V —
Περί τον μη καταλνσαι τήν πάτριον πολιτείαν). Δυό άλλοι λόγοι δεν
μπορούν νά καταταχθοΰν σε κανένα βρισμένο είδος ( ίσως νά μήν άνή-
κουν και στόν Λυσία) : Είναι ένας λόγος πού άναφέρει τά παράπονα
ένός φίλου γιά κάποια συκοφαντία (λόγος V I I I — Κατηγορία πρδς
τούς συνουσιαστάς κακολογιών) καί β ’Ερωτικός πού άναφέραμε πιό
πάνω. 'Ό λοι οί άλλοι λόγοι είναι δικανικοί.
’Από τά ρητορικά γυμνάσματα τού Αυσία, πού πιθανότατα, είχαν
γραφεί στήν πρώιμη περίοδο τής ζωής του, δεν διασώθηκε κανένα καί
γενικά δεν υπάρχει κανένα έργο του γραμμένο πριν άπό τό λόγο Κατά
Έρατοσ'&ένονς (έκτός ίσως άπό τόν V I I I λόγο πού άναφέραμε πιό
πάνω).
Είναι δύσκολο νά κρίνουμε τήν άξία των συμβουλευτικών καί έπιδει-
κτικών λόγων τού Λυσία, γιατί οί λόγοι X X X I I I ( ’Ολυμπιακός) καί
X X X I V (Π ερί του μη καταλνοαι τήν πάτριον πολιτείαν) σώθηκαν
μονάχα άποσπασματικά καί β I I (* Επιτάφιος) είναι άμφίβολης γνη­
σιότητας. ’ Επειδή οί λόγοι X X X I I I καί X X X I V έχουν παρατεθεί
σε μιά πραγματεία τού Διονύσιου γιά τόν Αυσία, ύποθέτουμε πως β
Διονύσιος, μέ τήν πείρα πού είχε, διάλεξε άσφ’αλώς τά πιό διδακτικά
πρότυπα. Καί τά δυό αύτά άποσπάσματα είναι πολύ καλογραμμένα.
’Αφού δμως δεν είμαστε σε θέση νά σχηματίσουμε μιά ίδέα γιά τή
διάρθρωση τού συνόλου — δεν μπορούμε νά καθορίσουμε ούτε άπό ποιό
μέρος τού λόγου είναι παρμένο κάθε άπόσπασμα — είναι δύσκολο να
καταλήξουμε σέ βποιοδήποτε συμπέρασμα γιά τό ύφος αύτών τών
έργων.
Γιά νά κρίνουμε καλύτερα τή ρητορική τού Αυσία, πρέπει νά μ ε­
λετήσουμε τούς δικανικούς του λόγους. Πρίν καταπιαστούμε όμως
378 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο ΡΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ

μ αύτή τή δουλειά είναι άπχραίτητο νά έχουμε ύπόψη τά παρακάτω


δυό στοιχεία: 1 ) ’ Εκτός άπό τό λόγο Χάτά ΈρατοσΗνονς ( X 1 L )
δλοι οί-άλλοι είναι γραμμένοι γιά λογαριασμό τρίτων προσώπων. & )
"Ολοι συντάχθηκαν σέ πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και φυσικ ,
έκτός άπό έλάχιστες έξαιρέσεις, είναι άρκετά προχειρογραμμένοι κα
άνισόμερα δουλεμένοι. Ό λόγος π.χ. *Υπερ του ’Ερατοσ&ενονς φό­
νον ( I ) καί δ λόγος * Υπέρ Μαντι&έου ( X V I ) είναι έξαιρετοαχ
έπιμελημένοι. "Α λλοι πάλι, δπως π.χ. δ εύθυμος λόγος K ara Hay -
κλέωνος ( X X I I I ) , είναι μονάχα προσχέδια.
"Οπως φαίνεται, ό Λυσίας ποτέ δεν ήταν δουλικός μιμητής τών
δασκάλων του τής ρητορικής. "Οταν μάλιστα ή δουλειά του σαν λογο­
γράφου τόν άνάγκασε νά έλθει σέ στενότερη έπαφή μέ τΙς άνάγκες
τής δικανικής ρητορικής, πείστηκε δλότελα γιά τή χρησιμότητα του
προσωπικού του ύφους καί άπαλλάχτηκε σχεδόν άπό τις σοφιστικές
μεθόδους πού παρατηρούμε στούς πρώτους του λόγους. "Οσο μεταγε­
νέστεροι είναι οί λόγοι του, τόσο άπλοόστερα είναι διατυπιομένοι. Ό
Αυσίας άποφεύγει πιά κάθε όπερβολή καί ή διάρθρωση του λόγου του
γίνεται πιό φυσική καί διακριτική.
Οί άρχαίοι κριτικοί έπαινοϋν τήν άττική καθαρότητα του λόγου
τού Αυσία. Ό Διονύσιος ό Άλικαρνασσέας θεωρεί τή γλώσσα του σάν
τό καλύτερο πρότυπο τής άττικής διαλέκτου, δχι δμως τής παλιάς
άττικής διαλέκτου πού έγραφαν ό Πλάτωνας καί δ Θουκυδίδης, άλλά
έκείνης πού χρησιμοποιούσαν στήν έποχή του, δπως άποδείχν=ται καί
άπό τή σύγκριση των λόγων του μέ τούς λόγους του ’ Ανδοκίδη, του
Κριτία κ. ά. Αέγοντας „ καθαρότητα “ τής γλώσσας ό Διονύσιος υπο­
νοεί δυό ίδ ιό τη τες: άπό τή μιά μεριά τήν έλλειψη άπαρχαιωμένων
λέξεων καί άπό τήν άλλη τήν έλλειψη νεολογισμών καί συντακτικών
σχημάτων πού δέν είχαν καμιά σχέση μέ τή σύγχρονή του γλώσσα.
„ Στήν καθαρότητα τής γλώσσας — προσθέτει δ Διονύσιος— δηλαδή
σ’ αύτή τήν ίδιότητα πού τόσο πρωτεύοντα ρόλο παίζει στούς λόγους,
κανένας άπό τούς μεταγενέστερους ρήτορες, Ικτός άπό τόν 'Ισοκράτη,
δέν τόν ξεπέρασε, έλάχιστοι μάλιστα είχαν τήν Εκανότητα νά τόν μ ι­
μούνται “ ( Περί των αρχαίων ρητόρων, Λυσίας, 2).
Ό Διονύσιος έπαινεΐ τόν Αυσία καί γιατί σπάνια χρησιμοποιεί
ύπονοούμενα καί άναπτύσσει τίς σκέψεις του μέ λέξεις πού τό νόημά
τους είναι άπό δλους άναγνωρισμένο (κεφ. 2 ). Σ ' αύτή τήν άκριβο-
λογία του όφείλεται ή σαφήνεια τών γεγονότων πού π εριγρά φ ει:
„ Ό Θουκυδίδης καί δ Δημοσθένης,1 πού είναι τόσο μεγάλοι τεχ νίτες

1. Είναι Αξιοσημείωτο πώς 6 Διονύσιος θεωρεί τόν Δημοσθένη κατώτερο άπό τό


Αυσία στό ζήτημα τής σαφήνειας στή διατύπωση τών σκέψεων. ν τον
Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 379

στήν άφήγηση τών γεγονότων, παρουσιάζουν πολλά αινιγματικά καί


σκοτεινά σημεία, πού άπαιτούν διασάφηση, Ενώ ό Εκφραστικός τρόπος
τοΟ Αυσία είναι πάντα άπλός καί ξεκάθαρος, άκόμα καί γιά κείνους πού
δεν Ιχουν καμιά σχέση μέ τήν Επίσημη γλώσσα των δικαστηρίων *.
Ή σαφήνεια του Λυσία συνταιριάζεται με τή συντομία “ * (κεφ . 4).
Ά π ό τά διάφορα μέρη των λόγων του Αυσία ό Διονύσιος Επαινεί
ιδιαίτερα τά άφηγηματικά ( τή „ διήγηση “ ) : „ Βρίσκουν πώς σ* αύτό
ξεπερνάει δλους τούς ρήτορες“ (κεφ. 1 8 ). Καί πραγματικά, Ελάχι­
στοι συγκρίνονται με τόν Αυσία στήν όμορφιά τής άφήγησης. *Όλοι
οί μεταγενέστεροι ρήτορες προσπαθούσαν νά τόν μιμηθουν. Ό Αυσίας
ήξερε νά καταστρώνει τό σχέδιο των λόγων του τόσο πετυχημένα, μέ
τόση άπλότητα, φυσικότητα καί ζωντάνια, ώστε προκαλούσε άμέσως
τή συμπάθεια τών δικαστών γιά τόν πελάτη του. Παράλληλα κατόρ­
θωνε νά παρεμβάλλει στή διήγηση καί σημαντικό μέρος τής Επιχει­
ρηματολογίας του, Εξουδετερώνοντας Ιτσι προκαταβολικά κάθε άντίρ-
ρηση πού θά μπορούσε νά ΕγερθεΤ κατά τής δικής του Εκδοχής τής
όπόθεσης. Γ ι’ αύτό όί διηγήσεις του είναι πάντα μακροσκελείς. Ό
Αυσίας άνταποκρινόταν άπόλυτα στά αίτήματα πού προβάλλονταν γιά
κάθε διήγηση ρητορικού λόγου άπό τήν άποψη τής σαφήνειας καί τής
πειστικότητας, οί άπαιτήσεις δμως τής μεταγενέστερης ρητορικής γιά
τή συντομία τής διήγησης τού φαίνονταν άσφαλώς τό ίδιο περιττές,
δπως πίστευε καί ό Α ριστοτέλης (Ρητορική, I I I , 16,4, 1416 b ).
Ό Αυσίας ποτέ δεν παραγεμίζει τή διήγησή του μέ άχρηστες λεπτο­
μέρειες. Ε π ιδ ιώ κ ει τή λιτότητα δχι μονάχα στή μορφή άλλά καί στό
περιεχόμενο. "Αν δμως κάποιο Επεισόδιο, κι άς φαίνεται περιττό άπό
πρώτη άποψη, μπορεί νά βοηθήσει στή διαγραφή τού χαρακτήρα τού
δμιλητή ή στή διασάφηση τής υπόθεσης, δέν παραλείπει ποτέ νά τό
άναφέρει. Δέν άποφεύγει νά μεταδώσει καί τις ιδιαίτερες συνομιλίες
τών δρώντων προσώπων, άν ή μετάδοση αύτή μπορεί νά δώσει ζων­
τάνια στήν ύπόθεση καί νά τή φωτίσει καλύτερα στά μάτια τών
άκροατών. Σ ' αύτή τή ζωντάνια καί τήν Ενάργεια τής διήγησης Οφεί­
λεται καί ή γοητεία τών λόγων τού Αυσία.
Σέ σύγκριση μέ τις διηγήσεις τά άλλα μέρη τών λόγων τού Αυσία
είναι σχετικά φτωχά. Τά προοίμιά του άναπτύσσονται άρκετα άναλυ-
τικά καί συνήθως προετοιμάζουν μέ μεγάλη Επιτυχία τόν άκροατή
γιά τή συγκεκριμένη ύπόθεση, οϊ Επίλογοί του δμως είναι συνήθως

1. *0 Κικέρωνας λ έ ε ι: „ Ε κείνο ς είναι πραγματικά εύγλωττος, πού τά συνηθισμένα


πράγματα τά έκφράζει άπλά, τά μεγάλα μέ δψηλό ύφος καί τά μέσα μέ μέτρο ( Π βρι
ρήχορος, § 1 0 0 ). , , , . . r
2. Γιά τή συντομία τοδ Αυσία παρόμοια γνώμη διατύπωσε καί δ άρχαΓος ρήτορας
Φαβωρίνος (2 . αί. μ. X . ) βιαβεβαιώνοντας πώς είναι άδύνατο νά άφαιρεθεϊ έστω καί μιά
λέξη άπό τούς λόγους του χωρίς νά ζημιωθεί τό νόημα.
ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ

πολύ σύντομοι, μερικές φορές μάλιστα περιορίζονται σέ λ γες


Ή έπιχειρηματολογία του ( ,,άπόδειξις “ ), τό σπουδαιότερο μ
δικανικοδ λόγου, είναι συχνά φτωχή και άδέξια διαρθρωμένη.
ό Αυσίας άναγκάζεται νά θίξει πολύπλοκα προβλήματα δίκαιου, φ
νεται καθαρά — άπδ τήν προσπάθεια πού καταβάλλει για να φτια
σύνθετες περιόδους καί άπδ τήν έλλειψη τής συνηθισμένης του^χαρηζ
καί άπλότητας — πώς αύτοΰ του είδους οί συλλογισμοί δέν τοϋ ήταν
πολύ οίκεΐοι. Ό Αυσίας κατόρθωνε άριστοτεχνικά νά έπηρεαζει το ς
άκροατές του μέ τή σκόπιμη άπλοϊκότητα τής άφήγησής τοιί, σπάνια
δμως μπορούσε νά τούς πείσει μέ τή λογικότητα των έπιχειρηματων
του ή νά τούς συναρπάσει μέ τή δεινότητα των συμπερασμάτων τοα.
Παρ* δλα αύτά ό Διονύσιος βρίσκει στούς λόγους του μεγάλη πειστική
δύναμη. Καί πραγματικά, διαβάζοντάς τους νομίζουμε πώς οΐ πελάτες
του δέν ήταν ένοχοι σέ τίποτα. "Αν πιστέψουμε τόν Ψευδό - Πλού­
ταρχο, άπδ τούς 233 λόγους πού θεωρούνταν γνήσια έργα του Αυσία,
μονάχα δυδ δέν είχαν έπιτυχία στδ δικαστήριο ( Βίοι χών δεχα QYJ-
χάρων, Αυσίας, § 1 0 ).
Σύμφωνα μέ τή γνώμη τοϋ Διονύσιου, τδ δφος του Αυσία ξεχω­
ρίζει γιά τήν καταπληκτική χάρη του, πού είναι άδύνατο νά τήν
έκφράσει κανείς μέ λόγια. Εξετάζοντας κριτικά έναν όποιοδήποτε
λόγο γιά νά διαπιστώσει &ν άνήκει ή δχι στον Αυσία, ό Διονύσιος,
δταν δέν βρίσκει κανένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα, θεωρεί σάν
έντελώς Ικανοποιητικό κριτήριο γιά νά τόν άποδώσει στόν Αυσία τήν
δπαρξη αύτής τής „ χάρης “ (κεφ. 2). Και ό Πλούταρχος βρίσκει στόν
Αυσία „ πειστικότητα καί χά ρη“ (Π ερί άδολεσχίας, 5 ). Ό Κικέρωνας
τόν άποκαλει „ σχεδόν δεύτερο Δημοσθένη“ (Π ερί ρήτορος, § 2 2 6 ).
Τό μεγαλύτερο χάρισμα τών λόγων τοϋ Αυσία, πού δέν παρουσιά­
ζεται σέ τέτοιο βαθμό σέ κανέναν άλλο ρήτορα, είναι ή ηθοποιία ( ή
άπεικόνιση τών χαρακτήρων). Ό Αυσίας πίστευε πώς κάθε λόγος πού
γράφεται γιά άλλο πρόσωπο πρέπει νά περιλαμβάνει δχι μονάχα μιά
πλήρη και άκριβή έκθεση τών στοιχείων καί τήν έρμηνεία τών νόμων,
άλλά νά άποδίδει καί τό χαρακτήρα τοϋ όμιλητή. Στή μορφή καί
στήν έπιλογή τών λέξεων πρέπει νά άνταποκρίνεται άπόλυτα στήν
πνευματική άνάπτυξη τοϋ πελάτη. Κανένας άλλος ρήτορας, οδτε πριν
οδτε μετά τόν Αυσία, δέν είχε καθορίσει τέτοιους σκοπούς. Ό προ-
κάτοχος τοϋ Αυσία Άντιφώντας δέν είχε καταπιαστεί μ’ αύτό τό
πρόβλημα και ό Α νδο κ ίδη ; δέν έγραψε ποτέ λόγους γιά άλλα πρό­
σωπα. Οί μεταγενέστεροι λογογράφοι δέν ένδιαφέρονταν καθόλου γιά
τέτοια ζητήματα φροντίζοντας μονάχα νά διαλέγουν τά κατάλληλα
έπιχειρήμαια, νά τά ταξινομοΰν μέ τόν καλύτερο τρόπο καί νά έπεξερ-
γάζονται καλλιτεχνικά τό λόγο.
Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 381

Ό Λυσίας κρίνει άπλά καί καθαρά τά περιστατικά κάθε ύπόθεσης,


χωρίς νά προχωρεί ποτέ μακρότερα. Οί λόγοι του δέν πάλλουν ούτε
άπύ πάθος, δπως οί λόγοι τοϋ Δημοσθένη, ούτε άπύ άγανάκτηση.
Στύ πρόσωπο τού Λυσία βρίσκουμε έναν γνήσιο καλλιτέχνη πού
έκφράζεται με ένάργεια καί άκρίβεια, είκονίζόντας θαυμάσια άκόμα
καί τις λεπτότερες άποχρώσεις τής σύγχρονής του ζωής τής ’Αθήνας.
Γ ι’ αύτύ οί λόγοι του είναι γιά μάς πολύτιμη Ιστορική πηγή.
Ό Λυσίας άσκησε μεγάλη έπίδραση στούς μεταγενέστερους ρήτορες.
Ό Ίσαΐος καί ό Υπερείδης ήταν μιμητές του. Ά κόμα καί στύν Δη­
μοσθένη είναι αίσθητή ή έπίδρασή του.

6. ΙΣΟ Κ Ρ Α Τ Η Σ

Λ) Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ

Q ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ μ ιλ ά ει σ υ χ ν ά γ ι ά τύν έα υ τό του , γ ι ' αύτύ ξέρου μ ε


π ο λ λ έ ς λ ε π τ ο μ έ ρ ε ιε ς γ ι ά τ ή ζ ω ή καί τ ή δ ρ ά σ η του κ α ί μ π ορούμ ε ν ά
σ χ η μ α τ ίσ ο υ μ ε μ ιά ι δ έ α κ α ί γ ι ά τή μ ό ρ φ ω σ ή του κ αί γ ι ά τύ ρ ό λ ο πού
έπαιξε ά ρ γ ό τ ε ρ α σ τή ν άθ η ν α ϊκ ή κ ο ιν ω ν ία .
Ό Ισοκράτης γεννήθηκε στά 4 36 π. X . καί πέθανε λίγο μετά τή
μάχη τής Χαιρωνείας (3 3 8 π. X . ). Πρόφτασε νά δεί τρεις όλόκληρες
γενιές καί μιά άρκετά μακρόχρονη περίοδο τής ιστορίας τής γενέ­
τειράς του — τύν κολοφώνα του μεγαλείου της καί τήν άπώλεια τής
έλευθερίας της. Στά νεανικά του χρόνια ίσως νά ήταν μαθητής τού
Σωκράτη, των παλιότερων σοφιστών (άνάμεσα σ’ αύτούς καί τού
Τισία) καί ιδιαίτερα τού Γοργία. Στά γεράματά του παρακολούθησε τή
δράση τού Δημοσθένη. ‘ Ωστόσο άπύ δλους τούς σύγχρονούς του έκείνος
πού έπηρέασε βαθύτερα τύν 'Ισοκράτη σ’ δλη του τή ζωή ήταν, δπως
φαίνεται, ό Γοργίας — ίσως καί ό Πρόδικος. Πιθανότατα οί πολι­
τικές του πεποιθήσεις διαμορφώθηκαν κάτω άπύ τήν έπίδραση τής
στενής του φιλίας μέ τύν θηραμένη, πού στύ τέλος τού Πελοποννη-
σιακου πολέμου ήταν άρχηγύς τής όμάδας τών μετριοπαθών όλιγαρ-
χικών καί ύποστήριζε, σύμφωνα μέ τά λόγια τού 'Αριστοτέλη ( Α θ η ­
ναίων Πολιτεία, 2 8 ) τή διατήρηση τής „ νομιμότητας “ τοϋ πολιτεύ­
ματος. Στά τελευταία χρόνια τοϋ Πελοποννησιακοΰ πολέμου δ Ίσο-
κράτης έχασε τήν περιουσία του. "Οταν ή 'Αθήνα κυριεύτηκε άπύ
τούς Σπαρτιάτες, οί τριάντα τύραννοι, πού άνέλαβαν τήν έξουσία,
ύποπτεύονταν γενικά τούς φορείς τής νέας σοφιστικής τάσης, πού ένας
άπ’ αύτούς ήταν άσφαλώς καί ό ’Ισοκράτης. Είχαν λόγους νά τύν
θεωρούν έξαιρετικά ύποπτο άνθρωπο, γιατί είχε έπιδείξει σπάνια γιά
τήν έποχή έκείνη άνδρεία: "Οταν ό θηραμένης κατηγορήθηκε άπύ
382 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

τβν Κριτία γιά Ιγχλημα σέ βάρος τοΟ κραχικοδ καθεστώτος καί κατέ-
φύγε στό βωμό γιά νά σωθεί άπό τό θ ά να το μ ο να χ α ό Ισοκράτης,
δπως λέει ή παράδοση, τόλμησε νά ύψώσει τή φωνή του γιά να τ ν
ύπερασπίσει. *Η έχθρική στάση των τριάντα τυράννων άπέναντ του
καθώς καί ή διαταγή πού έβγαλαν άπαγορεόοντας νά διδάσκεται στήν
'Αθήνα ή τέχνη τοϋ λόγου, άνάγκασαν τόν ’ Ισοκράτη, πού τότε ήταν
άκόμα νέος, νά μεταναστεύσει στή Χ ίο ( φθινόπωρο του 4 0 4 π.^ X . )
δπου άνοιξε σχολή ρητορικής. Στήν ’Αθήνα ό ’ Ισοκράτης ξαναγυρισε
ή λίγο πριν ή άμέσως μετάτήν άποκατάσταση τής δημοκρατίας (φ θ ι­
νόπωρο τοϋ 403 π. X . ). Ά πό τότε ή ρητορική του δράση περιορί­
ζεται στήν 'Αθήνα. Τή δράση αύτή μπορούμε νά τή διαιρέσουμε σέ
τρεις περιόδους.
Στήν άρχή ό ’ Ισοκράτης προσπάθησε, δπως φαίνεται, νά έξασφα-
λίσει τή ζωή του γράφοντας, δπως συνήθιζαν τότε, λόγους γιά λογα­
ριασμό τρίτων προσώπων, έγινε δηλαδή λογογράφος. Τήν έποχή αύτή
έγραψε Γσως τό λόγο του Πρός Ευρύνουν καί άλλους δικανικούς
λόγους, πολύ λίγους πάντως. Ό ίδιος ό ’ Ισοκράτης, σέ μεταγενέστερα
έργα του, δπου κάνει λόγο γιά τή ζωή του, δεν άναφέρει καθόλου
αύτή τήν περίοδο τής δράσης του. 'Αντίθετα, μέμφεται έντονα έκείνους
πού άφιερώνονται άποκλειστικά σ' αύτή τή δουλειά καί τονίζει μέ
μεγάλη περηφάνεια πώς αύτός έπεξεργαζόταν πιό εύγενικά θέματα.
Σ ' αύτό βασίζονται μερικοί άρχαίοι σχολιαστές, πού υποστηρίζουν πώς
οΐ δικανικοΐ λόγοι πού διασώθηκαν στή συλλογή των έργων τοϋ ’ Ισο­
κράτη είναι μονάχα ρητορικά γυμνάσματα. ‘Ωστόσο οΐ ύποθέσεις
αύτές είναι άβάσιμες για τί καί ό Διονύσιος, πού είχε στή διάθεσή του
αύθεντικά στοιχεία γράφοντας τό βίο τού ’Ισοκράτη, τΙς άπορρίπτει
κατηγορηματικά, και ό ίδιος ό χαρακτήρας των λόγων αύτών, πού'
άναφέρονται όπωσδήποτε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, τ'ις δια-
ψεύδει. Ά λλω στε και ό 'Ισοκράτης δεν λέει πουθενά πώς δεν έγραφε
τέτοιους λόγους ή πώς, σύμφωνα μέ μιά δική του έκφραση, ,, δεν
έφτιαχνε παιχνιδάκια πρίν νά γίνει Φ ειδία ς“ (X V , 2 -Π ερί άντι-
δόσεως). Διαβεβαιώνει μονάχα πώς τά ένδιαφέροντά του είναι
στραμμένα σέ άλλη κατεύθυνση καί γ ι' αύτό διάλεξε διαφορετικό
δρόμο.
Νάποιό δρόμο διάλεξε : Έ γκ α τέλειψ ε όρισακάτήν πραχτική δράση
σάν δικανικός ή πολιτικός ρήτορας και άφοσιώθηκε άποκλειστικά στή
διδασκαλία. Στά 392 π. X . άρχίζει ή δεύτερη περίοδος τής κοινω­
νικής του δράσης. "Ιδρυσε στήν ’ Αθήνα ρητορική σχολή^ δπου δίδα­
σκε σχεδόν σαράντα χρόνια ( 3 9 2 - 353 π. X .) . Στήν άρχή οϊ μαθη-

1. Ββνοφώντας 'Ε λ λ η ν ικ ά , II, 3,23 - 56.


Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 383

τές του ήταν κυρίως Α θηναίοι, άργότερα δμως ή φήμη τής σχολής
του ξεπέρασε τά δρια τής ’Αθήνας καί άρχισαν νά συρρέουν σ’ αύτήν
νέοι άπό δλη τήν Ε λλά δα . Τά δίδακτρα πού πλήρωναν οΕ μαθητές του
αδξαιναν σιγά - σιγά, ώσπου έφτασαν στό έξωφρενικό γιά κείνη τήν
έποχή ποσό των 1 .0 0 0 δραχμών γιά μιά τρίχρονη ή τετράχρονη, φοί­
τηση. Στή σχολή του ’ Ισοκράτη έκπαιδεύθηκαν δχι μονάχα έπαγγελ-
ματίες ρήτορες, δπως π.χ. β Λυκούργος καί 6 Υπερείδης, άλλά καί
γνωστοί Εστορικοί, δπως 6 Έφορος καί β Θεόπομπος.
Στο λόγο Περί άντιδόσεως (3 5 3 π. X .) δ ’Ισοκράτης άναφέρει μέ
περηφάνεια -τά άποτελέσματα τής ρητορικής καί παιδαγωγικής του
δράσης. Ό λόγος αότός, ώς ένα βαθμό, άντιπροσωπεόει μιά καμπή
τής ζωής του. Τήν έποχή αύτή ό Ισοκράτης είχ ε φτάσει στό κορύ­
φωμα τής όλικής του εύημερίας. Στά τελευταία δεκατρία χρόνια τής
ζωής του (3 5 1 - 338 π. X .) , μ’ δλο πού έξακολουθησε νά διευθύνει
τή σχολή του, δεν άφιέρωνε πιά σ’ αύτήν δλο τόν καιρό του. Αύτά
τά χρόνια ή επιρροή του είχ ε μειωθεί αισθητά. Έ πολιτική άτμό-
σφαιρα τής ’Αθήνας ήταν τότε θυελλώδης κι ένας άνθρωπος άπομα-
κρυσμένος άπό τήν πραχτική ζωή δεν μπορούσε πιά νά έχ ει μεγάλο
κύρος. Τον παλιό θεωρητικό, πού δεν τόν Ικανοποιούσαν οΕ καινούρ­
γιοι κανόνες, τόν άκουγαν ακόμα μέ σεβασμό βέβαια, άλλά χωρίς
προσοχή. Είναι άλήθεια πώς ό ’ Ισοκράτης συνέχισε νά έργάζεται και
νά γράφει μά είχ ε κιόλας έπιβιώσει πέρα άπό τή δόξα του κι ό θά­
νατός του, τόν καιρό τών συνταραχτικών άγώνων κατά του Φιλίππου
τής Μακεδονίας, πέρασε σχεδόν άπαρατήρητος.

Β) ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΙΣΟΚΡΑΤΗ

Ό ’ Ισοκράτης, άν καί δεν ήταν πολιτικός στήν πράξη, προσπα­


θούσε πάντα νά κρίνει τά πολιτικά γεγονότα καί νά δίνει τις συμβου­
λές του. Ωστόσο οΕ λύσεις πού προτείνει γιά τά πολιτικά προβλήματα
βασίζονται σε άφηρημένες ήθικές θέσεις. Ό Ισοκράτης πιστεύει πώς
έκείνοι πού κατέχουν τήν έξουσία μπορούν όποιαδήποτε στιγμή, άν
θέλουν, νά κατευθύνουν τήν πορεία τών Εστορικών γεγονότων σύμφωνα
μέ βρισμένες ήθικές άρχές.
ΟΕ κρατικοί λειτουργοί καί οΕ συγγραφείς πού είχαν φοιτήσει στή
σχολή του, έπρεπε, σύμφωνα μέ τή γνώμη τοϋ .'Ισοκράτη, νά άφιερώ-
νουν τήν πραχτική τους δράση στήν έρμηνεία καί στήν έφαρμογή
αύτών τών ήθικών άρχών. Τά ίδια προβλήματα πραγματευόταν β
’Ισοκράτης στούς λίβελλους πού δημοσίευε μέ μορφή πολιτικών
λόγων. ΟΕ ήθικές άρχές, ισχυριζόταν, σφυρηλατουνται άπό τά χρηστά
ήθη καί πρέπει νά ρυθμίζουν δχι μονάχα τις σχέσεις τών πολιτών
384 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

άλλά καί τών κρατών.Ό Ισοκράτης δέν έβλεπε μέ καλδ μάτι τή volJf
θεσία καί γενικά τούς κανόνες τού δικαίου πού ίσχυανε εκείνη τη
έποχή. "Οπως καί 6 Τάκιτος, πού δήλωσε πώς co rru p tissim a re-
publica plurim ae l e g e s 1 (Annales, III,· 2 7 ), έτσι κι αυτός πίστευε
πώς τό πλήθος και ή άκριβολογία των νόμων είναι μονάχα ji t a
ένδειξη τής κακής κατάστασης ένός κράτους. ‘ Η άρετή δεν μπορεί να
στηρίζεται στό γραφτό δίκαιο. ^ # ,
Με τέτοιες άπόψεις γιά τούς νόμους κα'ι τήν ήθική, 6^ Ισοκράτης
δεν μπορούσε βέβαια νά είναι εύχαριστημένος άπό τή σύγχρονη του
πραγματικότητα. Στή ζωή των σχετικά μεγάλων πόλεων έκείνης τής
έποχής έβρισκε πάρα πολλά άντίθετα μέ κείνα πού θεωρούσε σάν ήθι-
κες έπιταγές καί στις σχέσεις αύτών τών πόλεων διαπίστωνε τόσες
παμπάλαιες παρεξηγήσεις καί φαινομενικά, σύμφωνα μέ τή γνώμη
του, αίτια προστριβών ώστε ήταν άδύνατο νά μήν άγανακτήσει. Νό­
μιζε πώς τό καθήκον τόν ύποχρέωνε νά κάνει δ,τι μπορεί γιά νά έξα-
λείψ ει αύτά τά κακά, χωρίς νά καταλαβαίνει πόσο άνεφάρμοστες ήταν
οί συμβουλές του. Φτάνει μονάχα οί ’Αθηναίοι νά στρέφονταν στό
παρελθόν τους,, καί θά έβλεπαν έκεί τό χρυσό αίώνα δ π ο υ — τό π ί­
στευε άκράδαντα — δεν θά τούς ήταν καθόλου δύσκολο νά ξαναγυρί-
σουν, αν ήθελαν. "Αν οί Σπαρτιάτες καί οί ’Αθηναίοι ξεχνούσαν τις
παλιές τους διχόνοιες καί άρχιζαν μαζί τόν άγώνα κατά τής Περσίας,
αύτοΰ τοϋ προαιώνιου έχθροϋ δλων τών Ελλήνων, θά σταματούσαν
όριστικά οί έσωελληνικές διενέξεις. Καί τά δυό κράτη θά έξασφάλι-
ζαν έτσι έναν άξιο σκοπό ήθικής δράσης, πού νά δικαιώνεται άπό δλη
τήν προηγούμενη ίστορία τους. Ό ’ Ισοκράτης δεν ξεχνούσε βέβαια
πώς ή Ε λλά δα δέν άποτελείται μονάχα άπό τή Σπάρτη καί τήν
’Αθήνα, οτά τελευταία μάλιστα χρόνια τής ζωής του είχε διαπιστώ­
σει καθαρά τήν άπειλητική γιά τήν Ελλά δα άνοδο τής Μακεδονίας.
ΤΗταν δμως τόσο άπορροφημένος μέ τήν ίδέα του πού δέν έδινε ιδ ια ί­
τερη προσοχή σέ κάτι τέτοια „ μικροπράγματα “ — δέν έβλεπε τίποτε
άλλο άπό τήν προοπτική τοϋ άγώνα τών Ελλήνων κατά τών Περσών.
Νόμιζε πώς άν οί ’Αθηναίοι δέχονταν νά παραιτηθοΰν άπό τήν προη­
γούμενη πολιτική πού έφάρμοζαν άπέναντι ατούς συμμάχους τους καί
πού τόση άγανάκτηση ξεσήκωσε στό παρελθόν έναντίον τους, θά συ­
σπειρώνονταν θεληματικά γύρω τους δλα τά μικρά κράτη, πολύ περισ­
σότερο μάλιστα άν προθυμοποιούνταν νά παραιτηθούν καί άπό τήν
ήγεμονία στήν ξηρά γιά χάρη τής Σπάρτης. "Οσο γιά τόν Φίλιππο τό
Μακεδόνα, βέβαια θά ήταν μεγάλη τιμ ή γ ι' αύτόν νά χρησιμοποι­
ούσε δλες τις δυνάμεις του γιά μιά τόσο μεγάλη ίδέα. 'Ασφαλώς καί

1. Στό πιό διεφθαρμένο χράτος δπάρχουν οί περισσότεροι νόμοι.


E I K. X X I . Ι σ ο κ ρ ά τ η ς . Ρωμαϊκά Cpyo άηά Ιλληνικά ηράτυπο
τοΟ 4 αΙ. η. X. ΒΙλλα Άλμηάνι.

26 'Ιστορία trje Λοτοττχτίας


Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 387

δ Φίλιππος θά καταβάλει κάθε προσπάθεια γιά νά δικαιώσει τήν έμπι-


στοσύνη πού θά του δείξουν οί "Ελληνες.
Πολλές άπ' αύτές τις σκέψεις φυσικά θά έκαναν μεγάλη έντύπωση
στους άκροατές καί στούς άναγνώστες των λόγων του Ισοκράτη, πολύ
περισσότερο μάλιστα για τί πολλά σημεία τών λόγων πού άφιερώνει
στό πρόβλημα τού άγώνα κατά της Περσίας ( I V — Πανηγυρικός,
V — Φίλιππος, V I I I — Περί ειρήνης) πάλλουν άπό πηγαίο αίσθημα
καί συναρπάζουν μέ τήν περίτεχνη έπιχειρηματολογία τους. Σ ’ αύτά
τά σημεία στηρίζονται συνήθως έκείνοι πού θέλουν ν’ άποδείξουν όχι
μονάχα τήν όπεροχή τού ’ Ισοκράτη άπέναντι στούς πολιτικούς τής
σύγχρονης του ’Αθήνας, άλλά καί τή μεγάλη του διορατικότητα, πού
δικαιώθηκε, δπως ισχυρίζονται, άπό τή μεταγενέστερη πορεία τής
έλληνικής ιστορίας.
Τά κράτη τής Ε λλά δας δμως δεν είχαν τή δυνατότητα ούτε νά
ξαναγυρίσουν στις έποχές του Σόλωνα καί του Κλεισθένη, ούτε νά
παραιτηθούν άπό τήν πατροπαράδοτη πολιτική τους. Οί ’Αθηναίοι δεν
μπορούσαν νά βλέπουν τόν Φίλιππο παρά μονάχα σάν ένα βάρβαρο,
πού άπειλοΰσε τήν έλευθερία τους — το πιό πολύτιμο άγαθό πού είχαν.
Ούτε ήταν δυνατό νά πιστέψουν έκείνη τήν έποχή πώς ό Φίλιππος θά
τούς φερνόταν μέ σεβασμό, γιατί στις άλλες έλληνικές πόλεις πού
είχε κατορθώσει νά έξουσιάσει δείχτηκε σκληρός καί δόλιος. "Αλλωστε
τά μέσα πού διέθεταν οί Έ λλη νες στόν άγώνα έναντίον του δέν ήταν
καθόλου άξιοκαταφρόνητα. Ό Φίλιππος δυσκολεύτηκε νά νικήσει
άκόμα και τό συνασπισμό τής ’Αθήνας καί τής Θήβας, πού όργα-
νιί>θηκε πρόχειρα άπό τόν Δημοσθένη. "Αν προσχωροϋσε σ’ αύτό τό
συνασπισμό καί ή Σπάρτη, δέν θά ήταν καθόλου εύκολο νά τόν νι­
κήσει. Ό Δημοσθένης δέν κόμπαζε δταν Ιλεγε πώς άν ή Ε λλά δα
είχε περισσότερους πολιτικούς σάν κι αύτόν, ή έλευθερία της θά μπο­
ρούσε νά σωθεί. Γ ι’ αύτό οί συμβουλές τού Ισοκράτη, πού πρότεινε
στούς "Ελληνες νά έκλέξουν τόν Φίλιππο σάν ήγεμόνα ή ή δήλωσή
του πώς „ ή κυριαρχία στή θάλασσα είναι ή αιτία τής δυστυχίας
τους “ — άπόψεις άντίθετες μέ τις βασικές άρχές τής άθηναϊκής δημο­
κρατίας ( Φίλιππος) — ήταν φυσικά άπαράδεχτες γιά τούς περισσό­
τερους "Ελληνες έκείνης τής έποχής καί δέν μπορούσαν νά έχουν
καμιά πραχτική άξία.
Ε π ειδ ή ό ’ Ισοκράτης άνήκε στήν άφρόκρεμα τής άρχαίας δουλο-
κτητικής κοινωνίας, ήταν φυσικό νά έκφράζει στή δημόσια δράση του
τά συμφέροντα αύτών άκριβώς τών στρωμάτων. Στόν 4. αί. π. X ., τήν
έποχή τών σκληρότερων ταξικών άγώνων καί τών άτέλειωτων έσωελ-
ληνικών πολέμων, ή περιουσιακή άνισότητα δξύνεται στό έπακρο, τό
χάσμα άνάμεσα στόν πλούτο καί στήν έξαθλίωση βαθαίνει άλματικά.
ΣΤΗΝ Ε Λ Λ Α Δ Α
888 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ

"Ολα αύτά καθρεφτίζονται θαυμάσια στή λογοτεχνία έκείνο υ το ^


ροϋ. Τ b θέμα τής άντίθεσης άνάμεσα στδν πλούτο και στην εξα t(*> /
είχ ε προβληθεί έντονα στις τελευταίες κωμωδίες του Αριστοφάνη
(Έχχλησιάζουσες, Πλούτος). Έ ίδια κρίση είκονίζεται κα οτ
δημοσιολογικά έργα του 'Ισοκράτη. Ό Ισοκράτης δμως^προσπα ε ι
νά λύσει τδ πρόβλημα αύτδ δχι φυσικά άπδ τή σκοπιά των ,, ταπει
νών “ , άλλ’ άπδ τή σκοπιά τής κυρίαρχης τάξης των δουλοκτητων.·
Ε ίχ ε καταλάβει ώστόσο καθαρά τδν κίνδυνο πού έγκυμονουσε ή κατά­
σταση πού είχ ε δημιουργηθεί — κατάσταση φοβερή δχι μονάχα γ ια
τά θύματα τής έκμετάλλευσης μά και γιά τούς ίδιους τούς έκμετα λ-
λευτές. 'Ακριβώς αύτούς τούς τελευταίους Ιχ ει υπόψη του δ Ισο­
κράτης, δταν π.χ. στήν άνοιχτή έπιστολή πού έστειλε στον Μακεδόνα
βασιλιά έπισύρει τήν προσοχή του στις πιθανές συνέπειες αύτής τής
κρίσης, κάνοντας λόγο γιά τά πλήθη των άνέργων, των „ περιπλα-
νώμενων “ σε κάθε γωνιά τής Ελλάδας, πού γύρευαν του κάκου κά­
ποια δουλειά. „ "Αν δεν μπορέσουμε ν' άπαλλάξουμε αύτούς τούς άτυ­
χους άπδ τή θλιβερή τους κατάσταση — λέει ό 'Ισοκράτης — σιγά -
σιγά θά γίνουν μεγάλη άπειλή καί γιά τούς ίδιους τούς "Ε λληνες “
( Φίλιππος, 5 0 ). Σ ’ αύτή τήν έπιστολή δ 'Ισοκράτης προσπαθεί νά
πείσει τδν Φίλιππο ν’ άναλάβει τήν ήγεσία μιας έκστρατείας κατά
τής Περσίας. Μιά ίσχυρή στρατιωτικό - εμπορική έξάπλωση των Ε λ ­
λήνων στήν 'Ανατολή, ή κατάχτηση καινούργιων έδαφών καί ή έξα-
σφάλιση νέων άγορών γιά τήν τοποθέτηση τών προϊόντων τους — νά
ποιά είναι, σύμφωνα με τή γνώμη τοΟ ’Ισοκράτη, ή μοναδική δ ιέ ­
ξοδος άπ* αύτή τήν Ιπικίνδυνη κατάσταση πού δημιουργήθηκε γ ιά
δλους τούς "Ελληνες καί κυρίως γιά τούς εύπορους.
Τά Ιργα του 'Ισοκράτη είναι μιά πηγή πού δεν έχ ει άκόμα μ ελ ε­
τηθεί άπδ τήν άποψη τής Ιστορίας τών οίκονομικών σχέσεων στή
μεταβατική έποχή τής άρχαιότητας — δηλαδή στά δρια τής „ κλα σι­
κής “ καί τής „ έλληνιστικής ,·, περιόδου.

Γ) ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΣΟΚΡΑΤΗ

Οί άρχαίοι κριτικοί ήξεραν 60 λόγους τού 'Ισοκράτη, δέν τούς


θεωρούσαν δμως δλους γνήσιους. "Ως έμας έφτασαν 21 λόγοι του.
'Απ' αύτούς 6 είναι δικανικοί ( X V I — Περί του ζεύγους, X V I I —
Τραπεζιτιχός, X V I I I — Προς Καλλίμαχον, X I X — ΑΙγινητικόσ
X X — Κατά Λοχίτου, X X I — ΠρδςΕύ&ύνουν), 15 έπ ιδεικτικοί*
πού άπ' αύτούς 9 είναι σχολικού χαρακτήρα ( I — Πρδς Δυοόνικον
I I - Πρδς Νιχοχλέα, I I I - Νιχοχλής ή Κύπριοι, I X - Εύαγόρας,
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 389

X — *Ελένης Έγκώμιον, X I — Βούσιρις, X I I — Παναθηναϊκός,


X I I I — Κατά των σοφιστών, X V — Περί άντιδόσεως) καί 6 πολι­
τικοί ( I V — Πανηγυρικός, V — Φίλιππος, V I — *Αρχίδαμος, V I I
— *Αρεοπαγιτικός, V I I I — Περί ειρήνης, X I V — Πλαταϊκός). Σώ­
θηκαν άκόμα 9 έπιστολές του ’Ισοκράτη καί άσήμαντα άποσπά-
σματα άπδ τδ έγχειρίδιό του τής ρητορικής. Ά π ’ όλα αδτά τά έργα
πού διαθέτουμε σήμερα, ένας λόγος ( I — Πρός Δημόνικον) καί μιά
έπιστολή ( I X — Άρχιδάμω ) θεωρούνται πλαστά άπδ μερικούς φιλό­
λογους.
Οί σημαντικότεροι λόγοι του ’Ισοκράτη είναι 61 παρακάτω: Ό
Πανηγυρικός ( I V ) , 1 πού γράφηκε, δπως ύποθέτουν, στά 3 8 0 π. X .,
στή διάρκεια των ’Ολυμπιακών άγώνων. Στδν λόγο αύτδν ό ’Ισοκράτης
ύμνε! την ’Αθήνα καί άπαιτει ν’ άναλάβει αύτή τήν ήγεμονία στδν
πόλεμο κατά των Περσών. Ό λόγος Περί ειρήνης ( V I I I ) , γραμμένος
στά 355 π. X ., δπου άναπτόσσονται 61 άπόψειςτοϋ συγγραφέα γιά τή
θαλασσοκρατορία τής ’Αθήνας. Ό ’Αρεοπαγιτικός ( V I I ) , πού γρά­
φηκε άνάμεσα στά 356 καί στά 3 50 π. X . Σ ’ αύτδν ό ’ Ισοκράτης
ζητάει ν’ άποδοθει στδν *Άρειο Πάγο τδ άρχαΐο ήθικδ κόρος, του. Ό
’Αρχίδαμος ( V I ) (3 6 6 π. X .) , δπου ό ’ Ισοκράτης παρουσιάζει τδν
Σπαρτιάτη βασιλιά Ά ρχίδαμο ν’ άπευθύνεται στή γερουσία λέγοντας
πώς δεν είναι άνάγκη νά ταπεινωθοϋν μπροστά στή νικήτρια Θήβα.
Ό λόγος Περί άντιδόσεως ( X V ), δπου ό ρήτορας προσπαθεί νά πείσει
τδν Μακεδόνα βασιλιά Φίλιππο ν* άναλάβει τήν ήγεσία τοϋ πολέμου
κατά των Περσών (3 5 3 π. X .) . Ό Παναθηναϊκός ( X I I ) , γραμμέ­
νος στά 339 π. X . Σ ’ αύτδν ό ’ Ισοκράτης Ιγκωμιάζει καί πάλι, δπως
είχε κάνει καί στδν Πανηγυρικό, τήν ’Αθήνα.

Δ) Ο ΙΣ Ο Κ Ρ Α Τ Η Σ ΣΑΝ Σ Υ ΓΓ Ρ Α Φ Ε Α Σ

Ό Εστορικδς ρόλος του 'Ισοκράτη καθορίζεται σέ μεγάλο βαθμδ


άπδ τή δουλειά του σάν δημοσιολόγου. Τά πολιτικά του έργα είναι
γραμμένα σέ μορφή λόγων καί διαρθρωμένα σύμφωνα μέ τούς κανόνες
τής ρητορικής. Ό 'Ισοκράτης τά δημοσίευε ή σάν άνοιχτές έπιστολές
(Φίλιππος, Ευαγόρας) ή σάν λόγους (Πανηγυρικός, Πλαταϊκός
κ. τ. λ . ), πού ή άπεραντολογία τους δμως άπέκλειε κάθε πιθανότητα

1. Πρέπει νά σημειώσουμε πώς ή λέξη „ πανηγυρικός “ ( δηλαδή λόγος μπροστά σέ


παλλαϊκή συγκέντρωση) στήν κλασική γλώσσα δέν είχε τή σημασία πού άπόχτησε άργό-
ΤβΡα καί πού τή διατηρεί άκόμα σήμερα. Ή λέξη τότε σήμαινε ( αύτή τήν Ιννοια δχει
δ τίτλος τού λόγου τοδ ’Ισοκράτη) τό λόγο πού έκφωνούσε 6 ρήτορας σέ μιά από
μεγάλες έλληνικές γιορτές — στούς ’Ολυμπιακούς άγώνες, στά Πύθια, στά Ίσθμια καί
° * * Μεγάλα Παναθήναια.
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤ Η Ν Ε Λ Α ΑΔ
390

νά έκφωνηθοϋν. Συνεχιστής τής ρητορικής τεχνικής τοΟ ^


’ Ισοκράτης δίνει ιδιαίτερη προσοχή στήν έξωτερική μορφή του ΊΓ
χρησιμοποιώντας πλατιά τά λεγόμενα „ Γοργίεια σχήματα , *
τελειοποιεί καί τά άναπτόσσει. Διαφέρει λοιπδν ριζικά άπδ το ς
κούς ρήτορες, κυρίως τούς λογογράφους, πού προσπαθούσαν, π ς
Ικανέ π.χ. δ Λυσίας, νά πλησιάσουν τήν καθομιλουμένη απλή ττικ η
διάλεκτο. ^ .
Τδ πρόγραμμα τής δράσης του, σάν ρήτορας καί σάν θεωρητικές
τής ρητορικής, δ ’ Ισοκράτης τδ άναπτύσσει στδ λόγο του Κατα των
σοφιστών (3 9 1 περίπου π. X . ) Πρώτα άντιπαραθέτει τΙς άποψεις του
στίς ίδέες των σοφιστών καί τών έριστικών και υπόσχεται πώς αυτός,
άντίθετα άπδ έκείνους, θ’ άποφόγει δλα τά περίτεχνα, κενά καί άγονα
σοφίσματα. "Γστερα έπικρίνει τούς δασκάλους τής ρητορικής, πού
μονάχα άπδ δολιότητα μεγαλοποιούν τή σημασία τών τεχνικών μεθό­
δων γιά τήν έκμάθηση τής τέχνης τού λόγου. Σε συνέχεια άπορρίπτει
τΙς παιδαγωγικές συμβουλές έκείνων πού γράφανε πριν άπ' αδτδν
Εγχειρίδια ρητορικής, για τί ή προσοχή τους στρέφεται βασικά στδ
λιγότερο άξιο, σύμφωνα μέ τή γνώμη του, κλάδο αύτής τής τέχνης
— στή δικανική ρητορική. Ό ’ Ισοκράτης ύποστηρίζει πώς ή ρητο­
ρική πρέπει βέβαια νά έπιδιώκει καί πραχτικούς σκοπούς, πριν άπ*
δλα δμως είναι άπαραίτητο νά καταπιάνεται μέ τά θεωρητικά προ­
βλήματα τής ήθικής καί τής πολιτικής.
'Ωστόσο δ ’ Ισοκράτης, γιά δποιο κοινδ κι άν προόριζε τούς λ ιβέλ-
λους του, δέν ξεχνούσε ποτέ πώς κάποια στιγμή θά μπορούσαν νά
έκφωνηθοϋν μπροστά σέ άκροατήριο, γ ι’ αύτδ καί τούς έγραφε σέ
μορφή λόγων. ’Επειδή τότε τά τεχνικά μέσα δέν επιτρέπανε νά
κυκλοφορούν τά διάφορα Ιργα σέ πολλά άντίτυπα, ή διάδοσή τους
γινόταν κυρίως μέ τήν άνάγνωση. 01 κάτοχοι τών λίγων άντιτύπων
τά διάβαζαν μπροστά σέ λίγο ή πολύ κοινό. Γ ι’ αύτδ καί δ ’ Ισοκρά­
της έπαιρνε πάντα ύπόψη του δλες τις έκφραστικές μεθόδους πού θεω-
ροϋνταν προσιτές γιά τήν άναπτυγμένη άπ’ αύτή τήν άποψη άκοή τών
Ελλήνω ν. Προσπαθοϋσε μάλιστα νά τις τελειοποιήσει δουλεύοντας
δσο μπορούσε πιδ έπιμελημένα τούς λόγους του καί χρησιμοποιώντας
κάθε στοιχείο πού θά τόνωνε τήν εύνοϊκή έντύπωση τών σκέψεών του
στδ άκροατήριο. Σ ιγ ά -σ ιγ ά δμως τδ ένδιαφέρον του γιά τή μορφή
άποχτάει κυρίαρχη θέση. Ή μορφική έπεξεργασία του λόγου γίνετα ι
σέ βάρος του περιεχομένου του.
Ή μορφή τών λόγων τοΟ ’ Ισοκράτη είναι πραγματικά άριστοτε-
χνική. Γ ι’ αύτδ καί ή πρώτη θέση ποί» τοδ παραχωρεΐται άνάμεσα
στούς τελικούς διαμορφωτές τής άττικής λογοτεχνικής γλώσσας τοΟ
άνήκει έπάξια. ’
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

'0 Διονύσιος όνομάζει τόν ’ Ισοκράτη έκπρόσωπο έκείνου toD τρόπου


διάρθρωσης τού λόγου πού τύν χαρακτηρίζει „ γλυκό “ , „ λαμπερό “ ,
„ άνθηρό “ , άντιπαραθέτοντάς τον στδν άρχαΐο τραχύ τρόπο τοϋ Ά ν -
τιφώντα καί στύν μέσο τρόπο
τών μεταγενέστερων ρητόρων.
Νά ποιύς είναι σέ γενικές γραμ­
μές ό χαρακτηρισμός αύτού τού
τρόπου διάρθρωσης ένός λόγου :
Ό ’Ισοκράτης συνεχίζει τήν πα­
ράδοση τοΰ δασκάλου του Γορ­
γία, πού είχ ε ξυπνήσει μέσα
του τό Ινστιχτο γ ιά τή μορ­
φή, άπομακρύνεται δμως άπό
τά καθαρά θεατρικά έντυπωσια-
κά στοιχεία πού χρησιμοποιούσε
ό Γοργίας, θέλοντας νά προσδώ-
σει στδ λόγο του περισσότερη φυ­
σικότητα καί άπλότητα.
Αύτή ή επιδίωξη τού ’ Ισο­
κράτη φανερώνεται κυρίως στήν
προσεχτική έκλογή των λέξεων.
’Από τήν άποψη αύτή ή γλώσσα
του είναι σημαντικά άπλούστερη
άπό τή γλώσσα τού Θουκυδίδη
ή τού Άντιφώντα, πλησιάζει
μάλιστα σέ άπλότητα καί ζων­
τάνια τή γλώσσα τού Αυσία.
"Αν καί μεταχειρίζεται πιό
άφθονα άπό τόν Δυσία ρητορικά
σχήματα, ό ’ Ισοκράτης άποφεύ-
γει, δπως άκριβώς καί ό Αυ-
σίας, τή χρήση των λέξεων μέ
μεταφορική έννοια. ’Εκτός άπό
έλάχιστες έξαιρέσεις, οί λέξεις
του έχουν πάντα τό καθαρό Ε I * ' ■ Ερ ατ ώ. Μαρμάρινο Αγαλμα.
τους νόημα. ’Απορρίπτει τόσο 8 - 2 α ΐ. « . X . ΜοοοιΙο ‘Βρμιτάζ.
τίς άπαρχαιωμένες έκφράσεις,
δσο καί τίς καινούργιες πάρα πολύ ποιητικές ρήσεις. Μέ μεγάλη τ έ ­
χνη καί μέ τήν αίσθηση τού μέτρου πού τόν χαρακτηρίζει, χρησι­
μοποιεί καί τά „ σχήματα τής διανοίας “ καί τά „ σχήματα λο-
γου “ , 1 σύμφωνα μέ τά πρότυπα πού είχαν δοθεί άπδ τόν Γοργία. ^
Ό 'Ισοκράτης εδινε ιδιαίτερη προσοχή στήν κατασκευή τής ,, περιό­
δου “ . Στδ σημείο αύτό Ιφτασε πραγματικά τήν τελειότητα. Δουλεύει
κάθε φράση ώσπου ν’ άποδώσει καθαρά τή σκέψη του, χωρίς να κατα­
στρέψει τή συμμετρία καί τή μουσικότητα τής περιόδου. Ταυτόχρονα
δμως προσπαθεί μέ κάθε τρόπο νά μή μειώσει τή σαφήνεια καί τή
διαφάνεια δλης τής όμάδας τών προτάσεων.
Ή μουσικότητα τής περιόδου τοϋ πεζοϋ λόγου Ιφτασε μέ τόν Ισο­
κράτη σέ μεγάλη τελειότητα. Χωρίς νά μιμείται τόν Γοργία, πού
είχε ύπερβολικές άπαιτήσεις γιά τή μουσικότητα τοϋ πεζοϋ λόγου
φέρνοντάς τον πολύ κοντά στδ ρυθμό καί στά μέτρα τής ποίησης,
ό 'Ισοκράτης προσδίδει στδ λόγο του μονάχα μιά γενική μελω­
δική ροή καί δέν τόν δεσμεύει μέ κανένα αύστηρά καθορισμένο μέ­
τρο. Αύτήν τήν ίσοκρατική άρχή τής μελωδικής διάρθρωσης τοϋ
πεζοϋ λόγου, πού δέν μετατρέπεται ποτέ σέ ποίημα, τήν τηρούσαν καί
όί μεταγενέστεροι μεγάλοι ρήτορες τής Ελλάδας καί τής Ρώμης.
Ό 'Ισοκράτης καί οί συνεχιστές του έπεξεργάστηκαν καί άρκετά
άύστηρού ς νόμους ρυθμικής διάρθρωσης τοϋ λόγου. 'Ιδιαίτερα απαι­
τούσαν τήν ύπαρξη μιας σειράς συλλαβών μέ τήν ίδια προσωδία στήν
άρχή καί στδ τέλος τών περιόδων. "Οπως μάς πληροφορούν οί άρχαίοι
συγγραφείς, οί ίσοκρατικές περίοδοι προκαλοϋσαν έξαιρετικά ευχά­
ριστη έντύπωση στούς άκροατές. Τό μοναδικό μειονέκτημα τών λόγων
τοϋ 'Ισοκράτη ήταν ή κάποια μονοτονία τους. 'Ενώ ό Δημοσθένης,
πού ήταν μεγάλος άριστοτέχνης στήν ποικιλόμορφη δομή τοϋ λόγου,
και ό Λυ σιας άκόμα, είχαν Ιπίγνωση πόσο κουράζει τόν άκροατή μιά
άτέλειωτη σειρά όμοιόμορφα διαρθρωμένων προτάσεων, ό ’Ισοκράτης
φαίνεται πώς δέν τό καταλάβαινε αύτό. Χρησιμοποιεί πολύ συχνά
μακροσκελείς προτάσεις πού άραδιάζονται όμοιόμορφα ή μιά μετά
τήν άλλyj. Αυτό τό κάνει ή συνειδητά, θεωρώντας άναγκαίο νά ξεχω­
ρίσει τόν έπιδεικτικό του λόγο άπό τό δικανικδ καί νά τοϋ προσδώσει
ιδιαίτερη, πανηγυρικότητα, ή γιατί ή μακρόχρονη άσκησή του στήν
κατασκευή τέτοιων περιόδων άπέκλειε πιά άπ’ αύτόν τή δυνατότητα
μιας φυσβκής πολυμορφίας. "Οπως φαίνεται, ό 'Ισοκράτης δέν μπο­
ρούσε κ ά * νά σκεφτεί άλλον τρόπο έκφρασης. Πολύ σωστά λοιπόν οί
άρχαίοι σογκρίνανε τό λόγο του μέ λάδι πού άργοκυλάει καί, παρ’
ΟΛη τήν ©μορφιά του, δέν τόν θεωρούσαν χρήσιμο γιά πραχτικούς

μ 2χήμ^ατοι λόγου ** Ονομάζονται οΐ Ιδιόρρυθμος μορφές τοΟ λόνοιι ( ■ >


αναφορά, άνί^ίθέση x .S .) χαΐ „ οχήματα τής ίιανοΐας " ot !8?όρρυβμΒς μοραίς τ μ ' 1 '1’1? '
οχίψης οέ σονηβιομένη ίχφραοη (ρητορική έρώτηοη, άκοοιώπηοη,
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

'Ωστόσο, δουλεύοντας έξονυχιστικά τήν τέχνη τοϋ λόγου, ό ’ Ισο­


κράτης δεν έπιδίωκε μονάχα τήν έξωτερική, τυπική τελειότητα. Ή
διάρθρωση των λόγων του, καί στδ σύνολο καί στά διάφορα μέρη τους,
ή έκλογή τών λέξεων, ή διάταξή τους μέσα στή φράση καθώς καί
δλες οΕ άλλες ρητορικές μέθοδοι πού χρησιμοποιεί, συνδέονται στενά
καί άδιάσπαστα μέ τδ περιεχόμενο των έργων του. Ή κατά περιόδους
διάρθρωση των λόγων του ’ Ισοκράτη έχει μεγάλη καλλιτεχνική άξια,
γιατί οΕ περίοδοί του περιλαμβάνουν πάντα μιά όλοκληρωμένη σκέψη
καί διαιρούνται Εσόμερα άνάλογα μέ τις ύποδιαιρέσεις τής δοσμένης
έννοιας. *Η Εσομέρεια τών λόγων τοϋ ’ Ισοκράτη είναι τόσο αδστηρή
ώστε οΕ περίοδοί του έχουν ίσο άριθμδ συλλαβών στά διάφορα άντί-
στοιχα μέρη ένδς λόγου. Έ τάση του γιά τή μουσικότητα τοϋ λόγου
όδήγησε τδν ’ Ισοκράτη στή διατύπωση αύστηρών κανόνων γιά νά
άποφεύγονται οΕ χασμωδίες, δηλαδή ή συσσώρευση φωνηέντων στδ
τέλος μιας λέξης καί στήν άρχή τής γειτονικής της, γιατί αύτδ ήταν
πολύ δυσάρεστο στή λεπτή άκοή τών Ελλήνω ν καί μείωνε τήν έντύ-
πωση πού έπρεπε νά προκαλεί ό λόγος.
Παρ’ δλη τή μονοτονία τών λόγων του, τά μεγάλα πλεονεκτήματα
τής τέχνης τοϋ Ισοκράτη άναγνωρίστηκαν άπύ τούς μεταγενέστερους
Εστορικούς καί ρήτορες, πού δλοι, σέ μεγάλο ή μικρό βαθμό, έπηρεά-
στηκαν άπύ τδν καλλιτεχνικό του λόγο. Καί οΕ θεωρητικοί τής ρητο­
ρικής μελετούσαν προσεχτικά τδν ’ Ισοκράτη. Ό ’ Αριστοτέλης, στά
έργα πού έγραψε γιά τή ρητορική, χρησιμοποιεί άδιάκοπα διάφορα
παραδείγματα άπύ τδν Ισοκράτη. Τδ ίδιο κάνουν καί οΕ άλλοι έρευ-
νητές τής τέχνης τοϋ λόγου.
*Η Ικτίμηση τών άρχαίων συγγραφέων γιά τδν ’ Ισοκράτη δσο
πήγαινε καί μεγάλωνε. Έ να ς λόγιος τής όψιμης άρχαιότητας, ό
Έρμιππος άπδ τή Σμύρνη ( 3. αί. π. X . ), έγραψε είδικδ έργο άφιερω-
μένο στή δράση τών μαθητών τοϋ Ισοκράτη. Ό Κικέρωνας έκτιμάει
πολύ τδν ’ Ισοκράτη καί τονίζει (Περί ρήτορος, II, 9 4 ) πώς πολλοί
γνωστοί συγγραφείς καί πολιτικοί τής Ελλάδας είχαν βγει άπδ τή
σχολή του. Ό Διονύσιος τδν θεωρεί μέγιστο παιδαγωγό.
Παρ’ δλη δμως τή μεγάλη, ή καλύτερα τήν έξαιρετική σημασία
τοϋ ’ Ισοκράτη στδν τομέα τής έπιδεικτικής ρητορικής, παρ’ δλο πού
ό ρήτορας αύτδς τελειοποίησε τις μεθόδους τής ρητορικής τέχνης, ή
δικανική καί ή συμβουλευτική ρητορική έπρεπε νά τραβήξουν διαφο­
ρετικό δρόμο. Ή άνάπτυξη τών δυδ αύτών ρητορικών εΕδών έπηρεά-
οτηκε περισσότερο άπ’ άλλους έκπρόσωπους τής ρητορικής άπ τδν
Αυσία καί τδν ’ Ισαίο.
394 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η tT Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤ Η Ν Ε Λ Λ Α Δ Α

7. Ι Σ Α Ϊ Ο Σ

Σ ύ γχ ρο ν ο ς τοϋ Αυσία, μά νεότερος του στήν ήλικία , ή ταν *


ρήτορας Ίσαΐος, πού ol άρχαϊοι τόν θεωρούσαν σαν εναν απ το
δέκα καλύτερους ’Αττικούς ρήτορες. β , x
Γιά τή ζωή τοϋ Ίσαίου τίποτα δέν μας είναι γνωστό. Ακόμα κα
οί άρχαϊοι συγγραφείς δέν ήξεραν τίποτα θετικό. Μπορούμε μοναχα
νά υποθέσουμε κατά προσέγγιση τό χρόνο πού γεννήθηκε, με βάση
βρισμένους λόγους του πού είμαστε σέ θέση νά τούς χρονολογήσουμε.
Ό πιό παλιός λόγος του (V — Περί τοϋ Διχαιογενους κλήρου) ΥΡα2
φηκε πιθανότατα στά 390 π. X . καί β τελευταίος ( V I I — Π ε ρ ί τον
' Απολλοδώρου κλήρου) στά 3 53 π. X ., Τποθέτουμε λοιπόν πως β
Ίσαΐος γεννήθηκε γύρω στά 4 2 0 π. X .. ήταν δηλαδή 39 ή 2 4 χρόνια
νεότερος άπό τόν Αυσία ( άνάλογα με τό άν δ Αυσίας γεννήθηκε στα
459 ή στά 4 4 4 π. X .) .
Καί ή καταγωγή τοϋ Ίσαίου μάς είναι άγνωστη. Οί άρχαϊοι δια-
φωνοΰσαν άκόμα καί γιά τό άν έπρεπε νά τόν δνομάζουν ’Αθηναίο
πολίτη. "Αλλοι Ιλεγαν πώς είχε γεννηθεί στή Χαλκίδα κι άργότερα
μετανάστευσε στήν ’Αθήνα, άλλοι πάλι ύποστήριζαν πώς, μ’ όλο πού
δέν γεννήθηκε στήν Α θήνα, καταγόταν άπό οικογένεια ’Αθηναίων
κληρούχων, δηλαδή στατιωτικών άποίκων πού είχαν έγκατασταθεϊ
στά έδάφη των Χαλκιδαίων „ ίπποβοτών “ ( μεγάλων γαιοκτημόνων )
γύρω στά 509 π. X . ( ‘ Ηρόδοτος, V , 7 7 ) καί γ ι’ αύτό, όπως όλοι οί
Ά θηναϊοι κληρούχοι, δέν είχ ε χάσει τό δικαίωμα τοϋ ’Αθηναίου πο­
λίτη. Έ διαφωνία αύτή δέν έχ ει λυθεϊ άκόμα.
Οί άρχαϊοι συγγράφεις διαφωνούσαν άκόμα καί γιά ένα άλλο ζή­
τημα : "Αν β Ίσαϊος μπορεί νά θεωρηθεί μαθητής βποιουδήποτε ρη-
τοροδιδάσκαλου καί στήν περίπτωση αύτή, άν δηλαδή σπούδασε τή
ρητορική στήν 'Αθήνα, ποιός ήταν β δάσκαλός του — β Ισοκράτης ή
β Αυσίας. Οί νεότεροι φιλόλογοι μέ βάση μιά μαρτυρία τοϋ Διονύσιου,
πώς 6 Ίσαΐος „ μιμούνταν τό ύφος τοϋ Αυσία “ , ύποθέτουν πώς β ρή­
τορας αύτός δέν ήταν κυριολεκτικά μαθητής τού Αυσία, άλλά μονάχα
μιμητής του. Φαίνεται λοιπόν πώς πρέπει νά πιστέψουμε καί μιά άλλη
πληροφορία τοϋ Διονύσιου, πού βασίζεται στό έργο τοϋ Έρμιππου γ ιά
τή δράση τών μαθητών τοϋ Ισοκράτη, καί πού σύμφωνα μ’ αδτήν δ
Ίσαΐος ,,ήταν άκροατής τοϋ Ισοκράτη καί δάσκαλος τοϋ Δγ/αο-
σθένη “ ι.
Τ4 χρόνο ποί> πέθανβ 6 Ίσαΐος ( με βάση πάντα τή χρονολογία τοΟ

οβλ^ ον^ ’ Πβ6 1 τών ρητόρων, Ίοαΐος, κ*φ . 1 - 2 , 1x9. Ράιοκβ, τόμ. V ,
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 395

τελευταίου λόγου του — 353 π. X . ) μπορούμε νά τόν τοποθετήσουμε


γύρω στά 35 0 π. X .
Στή βιογραφία τοϋ Ίσαίου πού Ιφθασε ώς Ιμάς άνάμεσα στά Ιργα
τοϋ Πλούταρχου μά πού, σύμφωνα μέ τή γνώμη των νεότερων συγ­
γραφέων, δεν άνήκει πραγματικά σ’ αύτόν *, άναφέρονται τά παρα­
κάτω γιά τά Ιργα του ’ Ισαίου: „ Έ γραψε 64 λόγους, πού άπ’ αύτούς
50 είναι γνήσιοι, καί ενα έγχειρίδιο ρητορικής “ — δηλαδή άπό τούς
64 λόγους πού ήταν γνωστοί στήν άρχαιότητα μέ τό όνομα τοϋ Ίσαίου,
μονάχα οΐ 50 θεωρούνταν αύθεντικά Ιργα του. "Ως Ιμάς Ιφτασαν 11
λόγοι τοϋ Ίσαίου καί Ινα μεγάλο άπόσπασμα άπό τόν δωδέκατο λόγο
του. Μάς είναι άκόμα γνωστά διάφορα μικρά άποσπάσματα ή τίτλοι
άπό 4 4 άλλους λόγους του. Έ χουμε λοιπόν πληροφορίες συνολικά
γιά 56 λόγους του, πιθανότατα γιά όλους τούς 50 πού θεωρούνταν
γνήσιοι καί γιά 6 άπό τούς άμφισβητούμενους.
Μέ βάση αύτό τό ύλικό μποροϋμε νά σχηματίσουμε μιά άρκετά κα­
θαρή ϊδέα γιά τό χαρακτήρα τής ρητορικής δράσης τοϋ Ίσαίου. Δυό
συμπεράσματα είναι άναμφισβήτητα :
1 ) Ό Ίσαϊος άπόφευγε έντελώς τήν πολιτική δράση. Αύτό είναι
φανερό όχι μονάχα άπό τούς λόγους του πού διασώθηκαν, άλλά καί
άπό τ’ άποσπάσματα' καί τούς τίτλους έκείνων πού χάθηκαν καθώς
καί άπό άμεσες μαρτυρίες τής άρχαιότητας. Ό Διονύσιος π.χ., πού
είχε τή δυνατότητα νά γνωρίσει τήν πλήρη συλλογή τών Ιργων του,
λέει καθαρά πώς δέν ξέρει άν ό Ίσαϊος άσχολοΰνταν μέ τήν πολιτική
οϋτε ποιες ήταν οί πολιτικές πεποιθήσεις του (κεφ. 1 ).
2 ) Ό Ίσαϊος ήταν ειδικευμένος λογογράφος, δηλαδή άσχολοΰνταν
άποκλειστικά μέ ιδιωτικές ύποθέσεις. "Ολοι οί λόγοι του πού διασώ­
θηκαν άναφέρονται σέ κληρονομικά ζητήματα. Υποθέτουμε πώς ή
πλήρης συλλογή τών λόγων τοϋ Ίσαίου ήταν χωρισμένη σέ κατηγο­
ρίες άνάλογα μέ τό περιεχόμενο τών λόγων καί διασώθηκαν μονάχα
οί λόγοι — άν καί όχι όλοι — πού γράφηκαν γιά τέτοιου είδους ύπο-
θέσεις (ό X I λόγος — Περί τοϋ * Αγνίου κλήρου — δέν Ιχ ει τέλος,
ίσως για τί καταστράφηκε τό χειρόγραφο σ' αότή τή σελίδα).
Αύτή ή περιορισμένη ειδικότητα τοϋ Ίσαίου ίσως νά είναι ή αιτία
πού δέν σώθηκαν καθόλου βιογραφικά στοιχεία του. Δέν ήταν δημό­
σιος παράγοντας καί φυσικά κανείς δέν ένδιαφερόταν γιά τή ζωή ένός
άπλοΰ λογογράφου πού πληρωνόταν γιά νά γράφει λόγους τών πελα­
τών του. Υποθέτουμε ώστόσο πώς ό Ίσαϊος είχε άποχτήσει φήμη
έκείνη τήν έποχή σάν λογογράφος, άφοϋ ήταν δάσκαλος τοϋ Δημο­
σθένη ( αύτός είναι ό λόγος πού τόν συμπεριλάβανε στόν κανόνα τών

1. Πλούταρχος, ‘ΗΦιχά, τύμ. II, lied. Ντιντό, σ·λ. 1023.


δέκα ρητόρων) κι άφοΰ τόν άνέφερε σ’ ένα έργο του ό κωμικός εο
πομπος (όπως μας λέει ό Ψευδό - Πλούταρχος). Δεν ξέρουμε τι ακρι
βώς έγραφε γ ι’ αδτόν ό Θεόπομπος. "Ισως ή κρίση του να ήταν απο-
δοκιμαστική. Τόν Ίσαΐο δεν τόν εκτιμούσαν στήν έποχη του, όπως
τονίζει ό Διονύσιος: „ Οί σύγχρονοί του θεωρούσαν τόν Ισαιο άπα-
τεώνα, Ικανό να γοητεύει τούς άκροατές καί νά γράφει μέ καπατσο-
σύνη τούς λόγους του γ ιά νά κερδοσκοπεί. Αύτό τό άναφέρει κι ένας
άπό τούς άρχαίους ρήτορες, ό Πυθέας νομίζω, στόν κατηγορητήριο
λόγο του κατά τού Δημοσθένη “ ( κεφ. 4 ). Αύτή ή φήμη γιά τδν Ισαιο
έπιβεβαιώνεται καί άπό μιά φράση τής βιογραφίας του (πού έχ ει κα-
ταχωρηθεΐ στά χειρόγραφα πριν άπό τό κείμενο των λόγων του
Γένος 9Ισαίου) καί πού άναφέρει: „ *0 Αυσίας έπειθε άκόμα καί
όταν μιλούσε γιά άδικες ύποθέσεις, Ινώ ό ΊσαΓος ήταν ύποπτος και
όταν άκόμα μιλούσε γιά υποθέσεις καλές [ τίμιες ] “ .
"Οπως βγαίνει άπ’ αότές τΙς πληροφορίες οί σύγχρονοι του Ίσαίου
τόν θεωρούσαν σάν καπάτσο λογογράφο πού δεν δίσταζε νά μ ετα χει­
ριστεί κάθε μέσο γιά νά έπιβάλει τήν έπιχειρηματολογία του.
Οί νεότεροι [στορικοί, ίσως έξαιτίας του πολύ ειδικού χαρακτήρα
των λόγων τού Ίσαίου, δεν έχουν σε μεγάλη έκτίμηση τήν τέχνη του.
'Αμφιβάλλουν καί γιά τό άν άκόμα πρέπει νά παίρνουν υπόψη τή
δράση του όταν γράφουν τήν Ιστορία τής άττικής ρητορικής. Τόν θεω­
ρούν σάν άπλό συνεχιστή τού Αυσία, κακό μάλιστα συγγραφέα ( σύμ­
φωνα μέ τή γνώμη τού Νίμπουρ) πού άπόχτησε φήμη μονάχα γ ια τί
ήταν, όπως έλεγαν, δάσκαλος τού Δημοσθένη. Σ' αότές τις άπόψεις
όμως ύπάρχει μεγάλη δόση άνακρίβειας καί ύπερβολής.
Δέν έπιτρέπεται νά λέμε πώς ό Ίσαίος δέν έχει καμιά άξία καί
είναι μονάχα μιμητής τού Αυσία. Χωρίς νά λάβουμε ύπόψη τήν έπί-
δραση τού Ίσαίου, μένει Ιντελώς άκατανόητη γιά μάς ή πρώιμη δράση
τού Δημοσθένη. Καί στή μεταγενέστερη όμως ρητορική δέν είναι λίγα
τά ίχνη τής έπιρροής αότού τού μονόπλευρου, είναι άλήθεια, μά πολύ
πρωτότυπου συγγραφέα.
Σύμφωνα μέ τή γνώμη τοϋ Διονύσιου ( κεφ. 1 ), 5 Ί σαϊος άπόχτησε
τή φήμη του για τί ήταν δάσκαλος τοϋ Δημοσθένη. * 0 Διονύσιος, δια­
λέγοντας τούς συγγραφείς πού θά συμπεριλάμβανε στύν κανόνα το υ ’ ,
έξέταζε κυρίως άν αύτοί οί συγγραφείς μπορούσαν νά θεωρηθούν τυ­
πικοί έκπρόσωποι δποιασδήποτε κατεύθυνσης τής ρητορικής. „ "Αν a s
ρωτούσε κανείς — λ έει — για τί μετά τύν Ισοκράτη καί τύν Αυσία
διάλεξα τύν Ίσαΐο, τύ μιμητή τοϋ Αυσία, θά τού άπαντοϋσα πώς τύ
Ικανα αύτύ για τί πιστεύω πώς τά σπέρματα καί τά έμβρυα τής δεινό-

X. *0 κανόνας τοό Λιονύοιου δέν περιλαμβάνει όίχα, αλλά Ιξι μονάχα ρήτορες.
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 397

τητας τοϋ Δημοσθένη, πού δλη τή θεωρούν σάν τήν πιό τέλεια, έχουν
τις ρίζες τους άκριβώς στά έργα τοϋ Ίσ α ίου " (κεφ. 2 0 ).
"Οπως είπαμε κιόλας, ό Ίσαίος ήταν ό μοναδικός άπό τούς γνω­
στούς μας 'Αττικούς ρήτορες πού άπόφευγε τήν πολιτική δράση καί
είχε διαλέξει τήν περιορισμένη ειδικότητα τοϋ λογογράφου.
Καί τά δυό αύιά στοιχεία είναι πολύ ένδιαφέροντα. "Αν ό Ίσαίος
ήταν 'Αθηναίος πολίτης, ή άποχή του άπό τήν πολιτική ζωή τής γ ε­
νέτειράς του θά ήταν μοναδική έξαίρεση. 'Ακόμα καί ό Αυσίας, παρ’
δλη τή σικελική του καταγωγή καί τή θέση του σάν μέτοικου, είχ ε
ξεκαθαρισμένες πολιτικές πεποιθήσεις καί, έμμεσα έστω, έπαιρνε μέ­
ρος στούς πολιτικούς άγώνες. *Όσο γιά τό δεύτερο στοιχείο — τήν
περιορισμένη ειδικότητά του — αύτό δείχνει καθαρά τόν έπαγγελμα-
τικό χαρακτήρα πού σιγά - σιγά είχε άρχίσει νά παίρνει ή ρητορική,
Μάς είναι άγνωστο αν ό Ίσαίος ήταν πραγματικά μαθητής ή μιμ η­
τής τοϋ Ισοκράτη και τοϋ Αυσία. Ξέρουμε δμως πώς μελετούσε προ­
σεκτικά τά έργα τους. Αύτό φαίνεται καθαρά γιατί καί στούς Ελάχι­
στους λόγους του πού διαθέτουμε άποφεύγει έπίμονα τις χασμωδίες r—
έφαρμόζει δηλαδή έναν κανόνα πού μεταχειρίστηκε γιά πρώτη φορά
στή ρητορική ό ’ Ισοκράτης. Παρατηροΰμε μάλιστα πώς σ' έναν άπό
τούς πρώτους λόγους τοϋ Ίσαίου (V — Περί τον Δικαιογένους κλψ
ρου) δέν υπάρχει άκόμα κανένα ίχνος αύτοϋ τοϋ κανόνα, ένώ σε έπτά
άλλους ( I I — Περί τοϋ Μενεκλέους κλήρου, I I I — Περί τοϋ Ώύρ-
ρον κλήρου, IV — Περί τοϋ Νικοστράτου κλήρου, V I — Περί τοϋ
Φιλοκτήμονος κλήρου, I X — Περί τοϋ 9Αστυψίλου κλήρου, X —
Περί τοϋ Άριστάρχου κλήρου, X I I — ‘ Υπέρ Εύφιλήτον) δ κανόνας
αύτός έφαρμόζεται, άλλά σπάνια. Στούς λόγους δμως V I I I (Π ερί τοϋ
Κίρωνος κλήρου — 375 π. X . ), X I ( Περί τοϋ ‘Αγνίου κλήρου — 359
π. X .) καί I (Π ερί τοϋ Κλεωννμου κλήρου) καθώς καί στά άποσπά-
σματα 7ο (σύμφωνα με τήν έκδοση Ζάουππε) καί 10ο δ Ίσαίος τη ­
ρεί κιόλας αύτόν τόν κανόνα, χωρίς ώστόσο νά τόν έφαρμόζει τόσο
αύστηρά δπως δ Ισοκράτης.
Έ επίδραση πού άσκησαν στο έργο τοϋ Ίσαίου δ Αυσίας καί δ
Ισοκράτης φαίνεται καί άπό τή μελετημένη καί λεπταίσθητη γλώσσα
του — τήν ίδια δηλαδή γλώσσα πού είχαν έπεξεργαστεί οί δυό μεγά­
λοι ρήτορες γιά τόν πεζό άττικό λόγο. *0 Ίσαίος συνθέτει καί τα διά­
φορά μέρη τών λόγων του σύμφωνα με τα πρότυπα τοϋ Αυσία καί τοϋ
Ισοκράτη. Τά προοίμια καί οί διηγήσεις του είναι δπωσδήποτε αι­
σθητά έπηρεασμένα άπό τόν Αυσία, άν καί δ Ίσαίος γράφει γενικά
πιό σύντομα, πιό πυκνά καί πιό άντικειμενικά, φροντίζοντας δχι τόσο
νά έξασφαλίσει τή συμπάθεια τών δικαστών γιά τόν πελάτη του, δσο
νά τούς παρουσιάσει μέ τόν άκριβέστερο καί σαφέστερο τρόπο δλα τά
περιστατικά καί τΙς f t ιομορφίες της συγκεκριμένης ύπόθεσης. 01 Απο­
δείξεις δμως του Ίσαίου ( ή έπιχειρηματολογία του) καί^ ως ενα
βαθμό, οΕ έπίλογοι του άναπτόσσονται περισσότερο άπβ τοϋ^Λυσια.
Στούς έπιλόγους του άνακεφαλαιώνει συνήθως τούς προηγούμενους
συλλογισμούς του καί άπευθυνεται στούς δικαστές ύπενθυμίζοντας τους
τβ χρέος τους.
* 0 Ίσαιος μεταχειρίζεται γενικά δλα τά καλλιτεχνικά μέσα του
παραστατικού καί πλούσιου σέ σχήματα ύφους του ’ Ισοκράτη. Τα
„ σχήματα τής διανοίας“ , π.χ. οΕ „ ρητορικές έρω ιήσεις“ , άφθονοϋν
περισσότερο σ’ αύτβν παρά στβν Λυσία (β λ . π.χ. λόγος V I I , 28 —
Περί τοϋ Κίρωνος κλήρου). Δυβ μέθοδοι δμως τού Ίσαίου προκαλουν
κυρίως τβ ένδιαφέρον μ α ς: ή „ οίκονομία “ ( σύνθεση, διάρθρωση) των
λόγων του καί ή ιδιομορφία τής Ιπιχειρηματολογίας του.
Οί άρχαιοι συγγραφείς μέμφονται τή σχηματικότητα τής διάρθρω­
σης των λόγων του Αυσία. Πραγματικά 6 Αυσίας τηρούσε πολύ αύ-
στηρά τήν άρκετά πρωτόγονη συγκρότηση τοϋ ύλικοϋ του σέ τέσσερα
μ έρ η : προοίμιον, διήγησις, άπόδειξις, επίλογος. Βέβαια καί σέ βρι­
σμένους λόγους τοϋ Αυσία δέν χρειάζεται καθόλου διήγηση μέ τβ κυ­
ριολεκτικό της νόημα. Ά ρκετά συχνά ή διήγησή του συγχωνεύεται
μέ τήν άπόδειξη (τά έπιχειρήματά του). "Οπου δμως χρησιμοποιεί
καί τά τέσσερα αύτά μέρη τοϋ ρητορικού λόγου, συνήθως άκολουθοΰν
διαδοχικά zb ένα zb άλλο καί μάλιστα χωρίζονται μέ είδικές μετα­
βατικές φράσεις. Στούς λόγους τοϋ Ίσαίου δέν βρίσκουμε τίποτα πα­
ρόμοιο. Κάθε φορά πού συμφέρει τβν πελάτη του, β Ίσαιος ανακα­
τεύει πρόθυμα αύτά τά τέσσερα μέρη. Καλύπτει βρισμένες πλευρές
τής άπόδειξης μέ φράσεις πού θά ταίριαζαν στβ προοίμιο ή μέ μιά
διήγηση, πού τήν παραθέτει τεχνικά καί μάλιστα Ιπανέρχεται σ’ αύ-
τήν πολλές φορές. Στις άποδείξεις του άναπτύσσει λεπτομερέστερα καί
στβ τέλος, πάντα, τά Ιπιχειρήματα πού θεωρεί πιβ πειστικά καί άπο-
τελεσματικά. Α ντίθετα , β Αυσίας δείχνει λιγότερη τέχνη σ’ αότβ τβ
σημείο μεταπηδώντας άπβ τά δυνατά στά άδύνατα έπιχειρήματα.
Καί στήν ίδια τή μέθοδο τής Ιπιχειρηματολογίας διαφέρουν άκόμα
πιβ αίσθητά οΕ λόγοι τοϋ Ίσαίου καί τοϋ Αυσία. Εξετάζοντας αύτή
τή διαφορά, β Διονύσιος, άφοΰ τονίζει μέ ποιβν τρόπο χρησιμοποιεί β
ΊσαΙος τά τέσσερα μέρη τοϋ ρητορικού λόγου, παρατηρεί πώς β Αυ­
σίας μεταχειρίζεται σάν άποδείξεις τά „ Ινθυμήματα “ , ένω δ Ίσαιος
τά „ έπιχειρήματα “ (κεφ . 1 6 ). Ό Διονύσιος θέλει νά πει πώς β Αυ­
σίας άποδείχνει συνοπτικά καί γενικά ένω β Ίσαιος μέ άκρίβεια καί
μέ λεπτομέρειες. Πραγματικά β Ίσαιος ποτέ δέν περιορίζεται σέ μιά
σύντομη παράθεση ένβς στοιχείου, έστω κι άν αύτβ Ιχ ει άναφερθει
καί προηγούμενα, καί σ' ένα άπλβ συμπέρασμα πού βγάζει, άλλά
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

προσπαθεί συστηματικά καί άναλυτικά ν* άναπτόξει δλα τά έπ ιχει-


ρήματά του.
ΟΙ λόγοι τοϋ Ίσαίου πού διασώθηκαν μάς δίνουν τή δυνατότητα
νά κρίνουμε σέ ποιδ βαθμό τελειότητας είχ ε φτάσει ή άθηναϊκή δικα-
νική ρητορική στά μέσα τοΟ 4. αI. π. X . Στδν Ίσαίο ή έξαιρετική
γνώση τής άθηναϊκής άστικής νομοθεσίας συνδυάζεται μέ μιά Ιξοχη
Ικανότητα νά χρησιμοποιεί δλα τά μέσα πού παραχωρούσε ό νόμος
στήν όπεράσπιση. Έ μεγάλη τέχνη τής διάρθρωσης των λόγων του,
ή χάρη τής γλώσσας του και ή βαθιά γνώση των ρητορικών μεθόδων
πού μεταχειριζόταν, μάς έξηγοϋν γιατί Ικτιμουσαν τόσο πολύ τδν
#Ισαΐο οϊ μεταγενέστεροί του ρήτορες καί θεωρητικοί, άκόμα καί ο!
κριτικοί τής Ιποχής του Αδγούστου. Είναι λοιπόν πολύ φυσικό πού
τά μαθήματα του *Ισαίου έπαιξαν τόσο σπουδαίο ρόλο στή διαμόρ­
φωση τής ρητορικής τέχνης τοϋ Δημοσθένη.
EIK. X X I I . Γυναίκες κοντά οτήν πηγή. Μελανόμορφη ύδρία.
’Αττική, ί . αΙ. π. X. ΜουοεΤο Έρμιτόζ.

3® 'Ισ τ ο ρ ία τ ή ς Έ ΙΑ η η κ ή ς Α ο γ σ τ ιχ ν ία ς
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο X

Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ

1. Δημοσθένης: α) Ό βίος του Δημοσθένη καί οί λόγοι του, β)


Πολιτικές απόψεις του Δημοσθένη, γ) Λόγοι πού άποδίδονται στον
Δημοσθένη, δ) Γλώσσα και ύφος του Δημοσθένη. — 2. Α ίσχίνη;.—
3. Υπερείδης. — 4. Λυκούργος. — 5. Δείναρχος. — 6. Δημήτριος
Φαληρέας.

1. Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ

ε τούς λόγους τού Ίσαίου ή άθηναϊκή δικανική ρητορική

Μ έφτασε στήν τελειότητα άπό τεχνική πλευρά. Ό άττικός πεζός


λόγος άπόχτησε άρκετή καθαρότητα καί εύστροφία καί μπορούσε νά
έκφράζει όλες τις άφηρημένες έννοιες του δικαίου, στό μέτρο φυσικά
πού τις είχαν συλλάβει οί ’Αθηναίοι. Καί τά άλλα είδη του ρητο­
ρικού λόγου είχαν άναπτυχθει στδν ίδιο βαθμό. Ά π * αύτή τήν άποψη
λοιπόν ό δρόμος ήταν άνοιχτός γιά τούς μεταγενέστερους ρήτορες.
Τό μόνο πού είχαν νά κάνουν ήταν νά μελετουν προσεχτικά τά προη­
γούμενα πρότυπα τής ρητορικής τέχνης όχι τόσο γιά ν' άνακαλύπτουν
καινούργιους δρόμους, δσο γιά νά τελειοποιούν καί νά προσαρμόζουν
στίς άπαιτήσεις τού άκροατηρίου τους τις μεθόδους πού είχαν έπε-
ξεργαστεΐ κιόλας οί προκάτοχοί τους, άφοΰ αύτοί δρούσαν δχι πιά
μονάχα στό δικαστήριο, άλλά καί στήν 'Εκκλησία τού δήμου.
Και πραγματικά, διαβάζοντας τούς δικανικούς άκόμα καί τούς
πανηγυρικούς λόγους τών μεταγενέστερων ρητόρων, μένουμε κατά­
πληκτοι μέ τήν κοινοτοπία τους όχι μονάχα στή γλώσσα μά και στή
^άρθρωση των μερών καί τής έπιχειρηματολογίας. Οί ίδιοι οί
άρχαΐοι είχαν παρατηρήσει πολλές φορές αύτό τό φαινόμενο. Μ’ δλο
404 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ

πού Ιπιθυμοΰσαν νά ξεχωρίσουν τις ιδιομορφίες


τόπου των δικανικών λόγων, π.χ. τοΟ Δημοσθένη, του Γ·.ερει ^
Δείναρχου κ. ά., άναγκάζονταν τελικά νά παραδεχτούν την μοι ί
των λόγων αότών των ρητόρων με τούς λόγους είτε του Λυσια ει ε
τού Ίσαίου εΓτε τού Ισοκράτη, έξηγώντας αότή τήν όμοιοτητα με η
συνειδητή έπιθυμία τών μεταγενέστερων ρητόρων να μιμηθουν τους
προκατόχους τους. Σέ μερικούς λόγους του Δημοσθένη π.χ., ει ικα °
κείνους πού άναφέρονται σέ ζητήματα κηδεμονίας, διαβλέπουν μ μηση
του δασκάλου του Ίσαίου, στδ λόγο του Κατά τον Κονωνος και σε
διάφορους λόγους του Υπερείδη μίμηση του Λυσία, στούς λόγους τού
Λυκούργου διαπιστώνουν άμεση Ιπίδραση του Ισοκράτη. Σέ άλλες
περιπτώσεις οϊ άρχαΐοι δέν μπορούν νά ύποδείξουν άμεσα τδ συγγρα­
φέα ένδς λόγου, δταν π.χ. δέν διαθέτουν χρονολογικά δεδομένα, και
πιστεύουν πώς αότδς ό λόγος θά μπορούσε θαυμάσια νά άποδοθεί στους
πιο διαφορετικούς ρήτορες. Αότδ τδ γεγονός, έκτδς άπδ τις άλλες
Βυσκολίες πού προκάλεσε, δημιούργησε σύγχυση καί στούς άλεξαν-
δρινούς καταλόγους, καί στις δικές μας συλλογές φυσικά, γ ια τί οϊ
συγγράφεις μερικών λόγων δέν μά; δίνονται μέ τρόπο έντελώς αδιά­
βλητο. Σέ κάθε συλλογή λόγων ένδς ρήτορα έχουν καταχωρηθεΤ καί
λόγοι πού δέν θεωρούνται γνήσια έργα του. Αότδ τδ φαινόμενο δέν
πρέπει βέβαια νά τδ εξηγήσουμε σάν συνειδητή μίμηση των έργων
ένδς παλιότερου ρήτορα άπδ έναν μεταγενέστερο. Ε κ είν η τήν έποχή
οί τόποι των λόγων ήταν πιά τελειωτικά καθορισμένοι καί οί ρήτορες
χρησιμοποιούσαν πρόθυμα τά επεξεργασμένα πρότυπα, παρουσιάζοντας
μονάχα πού καί πού τή δική τους πρωτοβουλία.
Οί δικανικοί λόγοι τών μεταγενέστερων ρητόρων δέν παρουσιάζουν
λοιπδν κανένα ιδιαίτερο Ινδιαφέρον. Γιά μάς πολύ πιδ σημαντικοί
είναι οί πολιτικοί λόγοι, πού τούς ξέρουμε δμως άποκλειστικά σχεδδν
άπδ τά έργα τού Δημοσθένη.

Α) Ο Β ΙΟ Σ ΤΟΥ Δ Η Μ Ο ΣΘ ΕΝ Η ΚΑ Ι Ο Ι Λ Ο ΓΟ Ι Τ Ο Υ

Έ ζωή τού Δημοσθένη μάς είναι άρκετά καλά γνωστή. Οί πληρο­


φορίες μας προέρχονται άπδ τούς ίδιους τούς λόγους του καθώς καί
άπδ τούς λόγους τών συγχρόνων του (Α ισχίνη, Υ περείδη), άπδ τή
μεγάλη του βιογραφία πού έγραφε ό Πλούταρχος μέ βάση άρχαιό-
τερες πηγές (στήν Ικδ. τού Ντιντό, σελ. 1 0 1 0 - 1 0 2 7 ), άπδ μιά σύν­
τομη βιογραφία του στούς Βίους τών δέκα ρητόρων, πού άποδί δεται
κι αότή στδν Πλούταρχο ( στά Ή&ιχά τού Πλούταρχου, έκδ. Ντιντό
σελ. 1 0 2 8 - 1 0 3 3 ) , άπδ τή συνοπτική βιογραφία του πού έγραφε δ
Λιβάνιος, άπδ μερικές άλλες μικρές βιογραφίες του καί άπδ σημειώ
0 Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ 405

οεις στδ Λεξικά του Σουίδά καί στά έργα διάφορων άλλων συγγρα­
φέων (π.χ. του Κικέρωνα).
Ό χρόνος πού γεννήθηκε ό Δημοσθένης έντοπίζεται άνάμεσα στά
385 καί στά 381 π. X . Τδ πιθανότερο είναι πώς γεννήθηκε τδ 3 8 4
ή τδ 383 π. X . Ό πατέρας του λεγόταν κι αύτός Δημοσθένης, ήταν
'Αθηναίος καί εύπορος.
Ό πατέρας Δημοσθένης πέθανε δταν ό γιός του ήταν έπτά χρόνων
χαί ή κόρη του πέντε. "Αφησε μεγάλη περιουσία: δυδ Ιργαστήρια,
σπίτι, χρήματα σέ διάφορες έμπορικές Ιπιχειρήσεις — συνολικά δεκα­
πέντε τάλαντα. "Ολην αύτή τήν περιουσία, σύμφωνα μέ τούς άθηναϊ-
κούς νόμους, έπρεπε νά τήν κληρονομήσει μονάχα ό Δημοσθένης. Ό
πατέρας του, πρίν πεθάνει, είχ ε κάνει διαθήκη δ'που δριζε τρείς κηδε­
μόνες των δρφανών: τδν "Αφοβο ( γιδ τής άδελφής του), τδν Δημο-
φώντα ( γιδ τοϋ άδελφοϋ του) καί τδν Φηριππίδη ( έναν παλιό του
φίλο). Παρ’ δλους δμως τούς συμφέροντες δρους πού τούς είχ ε έξα-
σφαλίσει, οΐ κηδεμόνες διασπάθισαν τήν κληρονομιά πού τούς Ιμπι-
στεόθηκαν, δπως λέει ό ίδιος ό Δημοσθένης (στδν πρώτο λόγο του
Κατά 9Αφοβου επιτροπής, 1 5 ), δπου τονίζει πώς „ κανένας κληρο­
νόμος δεν λήστεψε περιουσία όρφανών τόσο άσυνείδητα καί τόσο
ξετσίπωτα “ . "Ενας θείος του Δημοσθένη, ό Δημοχάρης, προσπάθησε
νά υποστηρίξει τά ορφανά κι Ικανέ κάτι διαπραγματεύσεις μέ τούς
κηδεμόνες, μά χωρίς άποτέλεσμα. Έ τ σ ι ή περιουσία πού κληρονόμησε
ό Δημοσθένης καί πού μέσα σε δέκα χρόνια, μέ μιά καλή διαχείριση,
θά Ιπρεπε νά είχ ε διπλασιαστεί, βρέθηκε τελικά σέ κατάσταση άπο-
σόνθεσης.
Ό Δημοσθένης τά έβλεπε αύτά καί πρίν λήξει ή κηδεμονία καί γ ι’
αδτδ μόλις ένηλικιώθηκε (1 8 χρόνων) κι έγινε πολίτης μέ πλήρη
δικαιώματα, ζήτησε λογαριασμό άπδ τούς κηδεμόνες. "Γστερα άπδ
άκαρπες διαπραγματεύσεις, πού κράτησαν δυδ χρόνια, άναγκάστηκε
ν* άρχίσει Αναντίον τους δικαστικό άγώνα. Μήνυσε μονάχα τδν
^Αφοβο γιά ύπεξαίρεση 10 ταλάντων. Αύτδ έγινε στά 364/3 π. X .,
δταν έπώνυμος άρχοντας ήταν ό Τιμοκράτης καί ό Δημοσθένης έκλεινε
ΐά είκοσι χρόνια του. Κέρδισε τήν ύπόθεση, μά ό "Αφοβος μέ διά-
9°ρα νομικά τεχνάσματα καθυστερούσε τήν πληρωμή τών χρημάτων..
Τελικά, δπως φαίνεται, ό Δημοσθένης άρκέστηκε νά πάρει ένα άσή-
Ι^ντο μέρος τής πατρικής κληρονομιάς (τδ σπίτι μέ 14 δούλους καί
Μ τάλαντο μετρητά — δηλαδή συνολικά τδ */« τής περιουσίας πού
Vjlae ό πατέρας του).
^ Η μόρφωση πού είχ ε πάρει ό Δημοσθένης δέν ξεπερνοϋσε τά δρια
ΐδν συνηθισμένων σχολικών μαθημάτων, πού σ’ αύτά φυσικά δέν συμπε-
Ρώαμβάνεται ούτε ή φιλοσοφία ούτε ή ρητορική. 'Ωστόσο σέ βρισμένες
406 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ θ Υ

άρχαίες πηγές άναφέρονται δάσκαλοι τοϋ Δημοσθένη καί σ ^


έπιστήμες. Λένε π.χ. πώς δ Δημοσθένης διδάχτηκε φιλοσοφία π^
Πλάτωνα, αύτή ή πληροφορία δμως είναι μάλλον άοάσιμη, γιατι^ ε
στηρίζεται σέ κανένα θετικέ στοιχείο. Στους Βίους των δέκα ρητορω
σαν δάσκαλος τοϋ Δημοσθένη στή ρητορική άναφέρεταί δ Ισοκράτης,
ώστόσο άκόμα καί οί άρχαίοι συγγράφεις διατυπώνουν άμφιβο ιες
πάνω σ* αύτό. Καί πραγματικά, δ γενικές χαρακτήρας των λόγων το
Δημοσθένη δεν φανερώνει καμιά έπίδραση άπέ τέν ’Ισοκράτη κα
κάποια δμοιότητα πού διαπιστώνουμε ποϋ καί που στα νοήματα και
στις έκφράσεις των δυέ ρητόρων πρέπει νά θεωρηθεί σάν καθαρα
συμπτωματική.
Σύμφωνα με τούς άθηναϊκούς νόμους, κάθε πολίτης έπρεπε νά υπο­
στηρίζει προσωπικά στέ δικαστήριο τήν όπόθεσή του. Ό άγωνας
λοιπέν πού άρχισε με τούς κηδεμόνες του, έδωσε στέν Δημοσθένη τήν
πρώτη ώθηση γιά νά γίνει ρήτορας. Πολλές παραδόσεις έχουν δια­
σωθεί σχετικά μέ τήν προπαρασκευή τοϋ Δημοσθένη γιά τέ ρητορικέ
στάδιο καί τήν ένασχόλησή του μέ τήν τέχνη τοϋ λόγου. Είναι πολύ
δύσκολο σήμερα νά έξακριβώσουμε τήν άξιοπιστία δλων αότών των
παραδόσεων. Λένε π.χ. πώς δ Δημοσθένης παρακολουθώντας κάποτε
στέ δικαστήριο τή θαυμάσια άπολογία τοϋ ρήτορα Καλλίστρατου,
πού κατηγοροϋνταν γιά προδοσία, είδε πώς δ Καλλίστρατος μέ τή
δεινότητα τοϋ λόγου του άλλαξε τις διαθέσεις των δικαστών άπέ-
ναντί του καί βγήκε τελικά νικητής, ένώ δλοι τέν έπαινοϋσαν καί τέν
συγχαίρονταν. Τόσο πολύ επηρεάστηκε άπ* αύτέ δ Δημοσθένης, ώστε
πήρε τήν άπόφαση νά γίνει ρήτορας. Ή παράδοση λέει άκόμα πώς δ
Δημοσθένης δανείστηκε άπέ κάπου τις ρητορικές πραγματείες του
’Ισοκράτη καί τοϋ Ά λκιδάμα (σύγχρονου τοϋ ’Ισοκράτη καί μαθητή
τοϋ Γοργία) καί τις μελέτησε χωρίς νά πει τίποτα σέ κανέναν. Π ρέπει
δπωσδήποτε νά θεωρήσουμε άξιόπιστη μιά πληροφορία τών άρχαίων,
πώς δ Δημοσθένης διδάχτηκε τή ρητορική άπέ τέν Ίσαίο, μ’ δλο πού
κι αότή διανθίζεται μέ μιά σειρά άρκετά άμφίβολες λεπτομέρειες.
Λένε π.χ. πώς τάχα δ Ίσαίος γιά νά διδάξει τέν Δημοσθένη έκλεισε
τή σχολή του τής ρητορικής, εγκαταστάθηκε στέ σπίτι του μαθητή
του καί τέσσερα δλόκληρα χρόνια άφοσιώθηκε άποκλειστικά σ’ αύτόν
Παρ’ δλες αύτές τις ύπερβολές, ή βάση τής πληροφορίας αύτής είναι
σωστή. Τήν έπιβεβαιώνουν καί δ Πλούταρχος καί δ Διονύσιος πού
προσθέτει μάλιστα πώς ή φήμη τοϋ Ίσαίου δφείλεται άκριβώς στέ
γεγονές πώς ήταν δάσκαλος τοϋ Δημοσθένη. Τήν δμοιότητα πού
έβρισκε δ Διονύσιος άνάμεσα στούς λόγους τοϋ Δημοσθένη καί τοϋ
Ίσαίου, μπορούμε κι έμείς νά τή διαπιστώσουμε. Μερικοί άρναίοι
συγγραφείς πίστευαν πώς οί λόγοι πού έγραψε δ Δημοσθένης γιά τούς
ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι 0 1 Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ 407

κηδεμόνες του ήταν έργα τοϋ Ίσαίου ή τουλάχιστο διορθωμένοι άπδ


αύτόν. βΗ πληροφορία πώς δ Δημοσθένης διδάχτηκε τή ρητορική άπδ
τδν Ίσαΐο έπιβεβαιώνεται καί άπδ Ιναν άκδμα λόγο — δ Ίσαίος τήν
έποχή αύτή ήταν γνωστδς λογογράφος, ειδικευμένος άκριβώς στά
κληρονομικά ζητήματα.
Ό δικαστικός άγώνας πού άρχισε δ Δημοσθένης μέ τούς κηδεμόνες
του, κράτησε πέντε χρόνια καί είχ ε βέβαια γιά τδν Δημοσθένη θλιβε­
ρές συνέπειες άπδ ύλική άποψη, άσφαλώς δμως θά του έδωσε μεγάλη
ικανοποίηση. Νεαρότατος άκόμα, κατάφερε νά νικήσει τδν "Αφοβο,
πού ήταν, δπως φαίνεται, άνθρωπος μέ μεγάλη έπιρροή. Στήν πορεία
αύτής τής δίκης δ Δημοσθένης είχ ε έκφωνήσει πέντε λόγους (τρ εις
έναντίον τοϋ "Αφοβου καί δυδ έναντίον τοϋ Όνήτορα, πού ύποστήριζε
τδν "Αφοβο). "Ισως νά άρχισε δικαστικδ άγώνα καί μέ τούς άλλους
κηδεμόνες του καί νά τδν κέρδισε κι αύτόν1. ‘ Οπωσδήποτε μετά άπ*
αύτές τις δίκες δ Δημοσθένης θά είχ ε άποχτήσει φήμη καλοϋ νομικοϋ
καί δμιλητή. "Οπως λ έει δ Πλούταρχος στή βιογραφία του, δ Δημο­
σθένης μποροΰσε πιά νά έκφωνεΐ θαρραλέα λόγους, πλούτισε τήν πείρα
του καί κέρδισε δόξα καί κύρος στά δικαστικά ζητήματα (κεφ . 6 ).
Τδ μεγαλύτερο μέρος τής πατρικής του περιουσίας είχ ε πιά χαθεί καί
δ Δημοσθένης, δπως καί δ Αυσίας, βρέθηκε στήν άνάγκη νά χρησι­
μοποιήσει τήν τέχνη τοϋ λόγου γιά βιοποριστικό έπάγγελμα. "Ε γ ινε
λογογράφος. Στδ έπάγγελμα αύτδ άφιέρωσε δλόκληρη τήν τρίτη δε­
καετία τής ζωής του, κι άργότερα δμως καταπιανόταν κάπου-κάπου
μ’ αύτή τή δουλειά. Ωστόσο οί περισσότεροι δικανικοί λόγοι τοϋ Δη­
μοσθένη πού διασώθηκαν είχαν έκφωνηθεί σέ δίκες ιδιωτών άνάμεσα
στά 362 καί στά 354 π. X . Σ έ μερικές άπ* αύτές τις δίκες ίσως νά
είχε άγορεύσει καί δ ίδιος μέ τήν ιδιότητα τοϋ βοηθοϋ (συνήγορος)*,
δπως κάνουν περίπου οί σημερινοί δικηγόροι. Μάς είναι άγνωστο πό­
σους άκριβώς δικανικούς λόγους είχ ε γράψει δ Δημοσθένης. Μέ τδ
δνομά του διασώθηκαν 4 2 . ’ Απ’ αύτούς άλλοι έκφωνήθηκαν σέ ιδιω ­
τικές καί άλλοι σέ δημόσιες δίκες. Στήν πρώτη κατηγορία περι­
λαμβάνονται 30 λόγοι ( μαζί μέ κείνους πού εΐχ ε έκφωνήσει δ ίδιος
δ Δημοσθένης έναντίον τών κηδεμόνων του) καί στή δεύτερη 1 2 . Με­
ρικοί άπδ τούς δικανικούς λόγους τοϋ Δημοσθένη θεωρούνται πλαστοί.
’Αντίθετα, πιθανότατα άκόμα καί στήν άρχαιότητα νά είχαν χαθεί

1. Φευ δο - Πλούταρχος, 844 D .


2. ”Δν χαΐ δ νόμος απαιτούσε κάθε διάδικος νά χ ειρ ίζετα ι δ Ιδιος τήν δπόθεσή του
οτδ δικαστήριο, στήν πράξη καί οΐ δυδ πλευρές χαλούσαν σέ βοήθειά τους Ιναν ( ή καί
μερικούς) άπδ τους φίλους τους, άν δέν είχαν έμπιστοσύνη στίς δυνάμεις καί στήν εύ-
γλωττία τους. Σ τίς περιπτώσεις αύτές δ μηνυτής ή δ κατηγορούμενος περιοριζόταν σέ
μ-ιά σύντομη είσαγωγή καί τόν κύριο λόγο τδν έκφωνοδσε δ συνήγορος.
Ο Ι Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι
ΤΟΥ
408 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ . ΚΑΙ

βρισμένοι γνήσιοι δικανικοί λόγοι του. ’Αξίζει να σημειωσο μ


δλοι σχεδόν οί δικανικοΐ λόγοι τοϋ Δημοσθένη ποί> άναφ ρο
δημόσιες ύποθέσεις είναι έγκλητικοί. ,
Έ δράση του σάν λογογράφου δεν ίκανοποιοΰσε τον Δημοσ^ J·
*Ήθελε νά γίνει πολιτικός. Τό πέρασμα δμως άπό τή , * τ0^ ,
γογράφου, δουλειά γραφείου, στό ρόλο τοϋ ρήτορα στήν Εκκ ησ
τοϋ δήμου ήταν πολύ δύσκολο. Γιά νά άγορεύει κανείς στο παι ρ^
μπροστά σε έξι χιλιάδες άνθρώπους έπρεπε νάχει δυνατή φωνή, ευ­
γλω ττία, τόλμη καί παράστημα, νά είναι άπόλυτα κατατοπισμένος
στά προβλήματα τής έσωτερικής καί έξωτερικής πολιτικής, στά οικο­
νομικά καί στά στρατιωτικά ζητήματα και σέ άλλα πολλά. Γενικά, ο
πολιτικός ρήτορας στήν “Αθήνα δεν άρκοΰσε νά είναι μοναχα ένας
εδγλωττος άνθρωπος, έπρεπε νά είναι ικανότατος πολιτικός, μέ τό
σημερινό νόημα τής λέξης. Χωρίς νά κατέχει έπίσημα κανένα άξίωμα,
παραβρισκόταν στις συνεδριάσεις τής Βουλής τών .πεντακοσίων και
τής Εκκλησίας τοϋ δήμου, έπαιρνε μέρος στις συζητήσεις καί πρό-
τεινε σχέδια άποφάσεων. Γιά δλα αύτά βέβαια ή εύγλωττία δεν ήταν
άρκετή. Χρειαζόταν νά διαθέτει ώριμη σκέψη, νά ξέρει καλά πρόσωπα
καί πράγματα. Έ τσ ι δ άριθμδς των ρητόρων - πολιτικών (δημα γω ­
γών ) 1 δεν ήταν μεγάλος. Μ’ δλο πού στήν Εκκλησία τοϋ δήμου κάθε
’Αθηναίος είχε δικαίωμα νά άγορεύσει, έλάχιστοι δραστήριοι ρήτο-·
ρες όπήρχαν. Κ ι αύτοί οί έλάχιστοι δμως δεν μιλοΰσαν γιά δλα τά
θέματα — άλλος ήταν είδικός γιά τά οικονομικά, άλλος γιά τά διεθνή
ζητήματα, άλλος γιά τά έμπορικά κ.τ.λ. Χάρη στήν έπιρροή πού
άσκοϋσαν στή Βουλή τών πεντακοσίων καί στήν Εκκλησία τοϋ δήμου,
οι ρήτορες αύτοί ήταν ένα είδος ύπουργοί γ ιά τό άθηναϊκδ κράτος.
Αύτοί διατύπωναν τις άποφάσεις (ψηφίσματα) τών δυο σωμάτων καί
οί έπίσημοι λειτουργοί τό μόνο πού είχαν νά κάνουν ήταν νά τις έκτε-
λοΰν. ’Ανάμεσα στά 352 καί στά 322 (μ έ μιά μικρή διακοπή) ό Δ η ­
μοσθένης ήταν ένα είδος υπουργού τών Εξωτερικών τής “Αθήνας.
“Επειδή τά καθήκοντα τοϋ ρήτορα ήταν τόσο πολύπλοκα, λ ίγ ο ι
’Αθηναίοι τολμούσαν νά άναλάβουν αύτό τό ρόλο. “Ενδεικτική άπό
αύτή τήν άποψη είναι ή συζήτηση τοϋ Σωκράτη μέ τόν Χαρμίδη στά
’Απομνημονεύματα ( I I I , 7 ), δπου ό Χαρμίδης δικαιολογεί τήν άπρο-
θυμία του νά γίν ει ρήτορας λέγοντας πώς στήν “Εκκλησία τοϋ δήμου
άκόμα καί τούς Ικανούς ρήτορες πολύ συχνά τούς κοροϊδεύουν Τούς
άποτυχημένους ρήτορες δχι μονάχα τούς κορόιδευαν μά καί τούς κα­
τέβαζαν άπό τό βήμα οί τοξότες “ (άστυνομικοί στήν “Αθήνα ) δπω
άναφέρει. πολλές φορές, ό “Αριστοφάνης. Στόν ΙΙρωταγόρα W ’ Π λά ­

ι. Στήν αρχή ή λέξη ,, δημαγωγός11 δέν είχ ε τήν κο»ςή §vvotqc π0* άπ<5χτηόβ άργότερα
ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι .01 Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ 409,

τωνα ό'Σωκράτης περιγράφει τή θλιβερή θέση των κακών ρητόρων :


„ Ά ν έπιχειρήσει νά συμβουλεύσει τούς 'Αθηναίους κάποιος πού ίκ ε ϊ-
νοι δεν τδν θεωρουν γνώστη τής ύπδθεσης, και άν άκδμα είναι καλδς
άνθρωπος και πλούσιος καί γενναίος, δεν άποδέχονται τή γνώμη του,
μά τδν κοροϊδεύουν καί χαλάνε τδν κόσμο στις φωνές. Στδ τέλος ή
έκεΐνος φεύγει τρομοκρατημένος άπδ τις φωνές τους ή τδν κατεβάζουν
οΐ τοξότες άπδ τδ βήμα ή τδν άπομακρύνουν με διαταγή των πρυτά-
νεων “ (3 1 9 C ).
Τδ ίδιο έγινε καί μέ τδν Δημοσθένη στήν άρχή τής πολιτικής του
δράσης. Ό Πλούταρχος γρ ά φ ει: „ ''Οταν μίλησε γιά πρώτη φορά
μπροστά στδ λαό, όλοι βάλανε τις φωνές καί τά γέλια γιά τδν άσυνή-
θιστο λόγο του πού, όπως φαίνεται, άποτελοΰνταν άπδ μπερδεμένες
περιόδους καί τεχνητές άποδείξεις, έτσι πού ήταν δυσάρεστο νά τδν
άκούει κανείς ώς τδ τέλος. 'Ακόμα, όπως λένε, είχ ε άδύνατη φωνή,
δυσνόητη άρθρωση καί κοντανάσαινε, πράγμα πού έκανε σκοτεινδ τδ
νόημα των λόγων του, για τί σταματούσε στή μέση τής περιόδου. Τ έ­
λος έγκατέλειψε τήν 'Εκκλησία τού δήμου καί πλανιόταν πικραμένος
στδν Πειραιά. 'Ε κ εί τδν είδε ό Εδνομος δ θριάσιος1, πού ήταν πιά
πολύ γέρος, καί άρχισε νά τδν μέμφεται για τί, Ινώ είχ ε τδ χάρισμα
τού λόγου σάν τδν Π ερικλή, αύτοκαταστρέφεται άπδ δειλία καί μι-
κροψυχία μή τολμώντας ν’ άντιμετωπίσει θαρραλέα τδ βουητδ του
πλήθους καί μή έχοντας τδ σθένος ν* άγωνιστεΐ, άδιαφορώντας καί
λυώνοντας άπδ τήν άπραξία“ .
Πολύ ένδιαφέρον παρουσιάζει καί μιά άλλη άφήγηση τού Πλούταρ­
χου γιά κάποια άποτυχία τού Δημοσθένη, για τί φανερώνει πόσο συγ-^
γένευε ή ρητορική τέχνη μέ τήν τέχνη τού ήθοποιοϋ. “Όπως λέει ό
Πλούταρχος, ύστερα άπδ ένα άποτυχημένο λόγο του Δημοσθένη μπρο­
στά στδ λαό, ένας φίλος του, δ ήθοποιδς Σάτυρος, του πρότεινε ν’ άπαγ-
γείλει κάποιο άπόσπασμα άπδ τις τραγωδίες του Εύριπίδη ή. τού Σο­
φοκλή. Μετά τήν άπαγγελία τού Δημοσθένη, έπανέλαβε τούς ίδιους
στίχους'καί ό Σάτυρος. Τότε ό Δημοσθένης κατάλαβε πόση άξία έχει.,
γιά τδν ρήτορα ή καλή άρθρωση καί ή έντύπωση πού προκαλούν τά
λόγια του στούς άκροατές.
“Ύστερα άπ’ αότδ ό Δημοσθένης έφτιαξε ένα ύπόγειο μελετητήριο
γιά ν’ άσκεϊται στήν τέχνη τού λόγου. Κατέβαινε έκεϊ κάθε μέρα καί
προσπαθούσε νά καλλιεργήσει τή φωνή του καί ν’ άποχτήσει τήν τέ­
χνη τής άπαγγελίας. Πολύ συχνά έμενε κλεισμένος σ’ αύτδ τδ όπό-
γειο δυδ καί τρεις μέρες συνέχεια, μέ τδ κεφάλι του μιςοκουρεμένο

1. *Ένας άπό τους μαθητές το3 Ισοκράτη.


_ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ
410 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ ΚΑΙ ΟΙ 2 Υ Α Α

γιά νά μήν μπορεί άπδ ντροπή νά βγει Ιξω κι & άκόμα τ ή


( Βίος Δημοσ&ένους, 7 ).
S
Το περιεχόμενο τής - »·<r-«- ϊ Γ & 2
Δημοσθένης είχ ε δπηρεσιακές Ιπαφές μέ πολλά προ
_ , , _
·
ΙΙΛΟ τ,,

ύλικό ποδ άπεκόμιζε άπδ τις συζητήσεις ποδ Ικανέ μαζί τους X
σιμοποιουσε γιά νά πετύχει τδ σκοπό του —: να γίνει ένας τ ε Ρ
τορας. Κάθε φορά ποδ άφηνε τοδς συνομιλητές του, κατε αινε £ _
στδ όπόγειο κι άρχιζε τΙς άσκήσεις του έπαναλαμβανοντας π η
άρχή δ>ς τδ τέλος δλη τήν δπόθεση και τήν έπιχειρηματολογια πο
τή στήριζε. Τοδς λόγους ποδ άκουγε νά έκφωνουνται, τους άπομνη-
μόνευε και τοδς άνάπτυσσε κι αύτδς με τή σειρά του διαιρώντας τους σε
συλλογισμοδς καί περιόδους. Έ τσ ι διόρθωνε μέ ολους τούς ^ ν α το ^
τρόπους και επαναλάμβανε μέ άλλα λόγια έκεΐνα ποδ άκουγε η Ιλ εγ ε
ό ίδιος. Γιά δλα αδτά άπόχτησε τή φήμη ένδς άνθρώπου ποδ δεν ήταν
προικισμένος άπδ τή φύση μέ μεγάλες Ικανότητες, μά ποδ έξασφαλισε
τήν τέχνη καί τή δεινότητα του λόγου χάρη στο μόχθο καί την έπι-
μονή του. .Σάν άπόδειξη γ ι' αύτδ οί άρχαΐοι έφερναν τδ γεγονδς πως
κανένας δεν είχε άκοόσει ποτέ τδν Δημοσθένη νά μιλάει αότοσχέδια,
χωρίς προπαρασκευή. ’ Αντίθετα, πολύ συχνά, άκόμα καί στην Ε κ ­
κλησία τοΟ δήμου, δταν δ λαδς του ζητούσε νά μιλήσει, ό Δημοσθέ­
νης άρνιόταν ν’ άνεβει στδ βήμα, γιατί δέν είχε έτοιμάσει άπδ πρίν
τδ λόγο του. Πολλοί ρήτορες - δημαγωγοί ειρωνεύονταν μάλιστα γ ι’
αδτδ τδν Δημοσθένη. Ό Πυθέας, άνάμεσα στις άλλες ειρωνείες του,
είχε πει πώς τά έπιχειρήματά του μυρίζουν λυχναροφύτιλα ( ελλυ·
χνίων δζειν αυτόν τά ενθυμήματα). Ό ίδιος ό Δημοσθένης δμως
Ιλεγε πώς έκεινος ποδ προπαρασκευάζεται γιά νά μιλήσει είναι φίλος
τής δημοκρατίας, γ ια τί έτσι δείχνει τδ σεβασμό του στδ λαό. Έ άδια-
φορία γιά τή γνώμη ποδ θά διαμορφώσει ό λαδς άκούγοντας τδ λόγο
του, είναι γνώρισμα άνθρώπου μέ όλιγαρχικά φρονήματα, ποδ θέλει
νά στηρίζεται περισσότερο στή βία παρά στήν πειθώ (Βίος Δημοσ&έ-
νους, 8).
Ό Δημοσθένης έκανε άσκήσεις καί γιά νά ξεπεράσει τά σωματικά
του έλαττώματα, δπως λέει ό Δημήτριος Φαληρέας, ποδ είχ ε άκούσει
τδν ίδιο, γέροντα πιά, νά μιλάει πάνω σ’ αδτό. Προσπαθούσε ν’ άπο-
βάλει τήν κακή προφορά καί τδ τραύλισμά του, νά κάνει τήν άρθρωσή
του καθαρή. Γέμιζε τδ στόμα του μέ χαλίκια καί Ικφωνουσε μεγά­
λους λόγους. Γιά νά δυναμώσει τήν ένταση τής φωνή ς του, άνέβαινε
τρέχοντας Απότομους λόφους, άπαγγέλλοντας λόγους ή στίχους νωρίς
νά παίρνει άνάσα. Ε ίχ ε στδ σπίτι του εναν μεγάλο καθρέφτη καί
μπροστά σ’ αδτδν άσκουνταν στήν άπαγγελία. Λένε πώς κάποια αέρα
ένας ’Αθηναίος πλησίασε τδν Δημοσθένη καί του ζήτησε νά γ ίν ει
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 411

συνήγορός του, για τί κάποιος τδν είχ ε δείρει. „ "Ο χι — του άπάντησε
6 Δημοσθένης — δεν έγινε τίποτα άπ’ αύτά πού λες " . Ε κ είν ο ς, όψώ-
νοντας τή φωνή του, άρχισε νά διαμαρτύρεται: „ Πώς δχι, Δημοσθέ­
νη ; Πώς λες πώς δεν έγινε τίπ οτα; “ „ Μά τδν Δία, σε πιστεύω τώρα
— λέει δ Δημοσθένης — για τί αδτή τή στιγμή άκούω τή φωνή τοϋ
προσβλημένου, τοϋ άνθρώπου πού έχ ει ύποφέρει " . Νά πόση σημασία
έδινε δ Δημοσθένης στήν ένταση τής φωνής τοϋ ρήτορα καί στήν έκ-
φραστική καί ταυτόχρονα μιμητική προφορά. Έ τ σ ι μονάχα, πίστευε,
έξασφαλίζεται ή πειθώ. Στδ λαδ άρεσε έξαιρετικά ή άπαγγελία τοϋ
Δημοσθένη, δσοι δμως είχαν λεπτό γοϋστο τήν έβρισκαν χοντροκομ­
μένη, χωρίς δύναμη. Σ ’ αύτή τήν κατηγορία άνήκει καί δ Δημήτριος
Φαληρέας ( Βίος Δημοοϋ'ένονς, 1 1 ).
Στήν πραγματεία τοϋ Ψευδό - Πλούταρχου γιά τδν Δημοσθένη βρί­
σκουμε καί μερικές άλλες πληροφορίες. Ό Δημοσθένης δεν μπορούσε
νά προφέρει τδ γράμμα „ ρδ “ ( αύτδ τδ λένε καί δ Κικέρωνας, δ Κοϊν-
τιλιανδς κ .ά .). Ε π ε ιδ ή τήν ώρα πού μιλούσε κουνούσε τδν ώμο του,
είχε κρεμάσει άπδ τδ ταβάνι ένα σουβλί ή ένα ξίφος, άκριβώς πάνω
άπ* τδν ώμο του, ώστε δ φόβος μήπως πληγωθεί νά τδν συγκρατεί
άπδ τά περιττά κουνήματα. Κατέβαινε στδ φαληρικδ δρμο κι Ικφω-
νοΰσε λόγους μπροστά στδ βουητδ τών κυμάτων, γιά νά συνηθίσει νά
μή φοβάται τδ θόρυβο τοϋ λαού. Έ δω σε στδν ήθοποιδ Νεοπτόλεμο
10000 δραχμές γιά νά τδν μάθει ν’ άπαγγέλλει δλόκληρες περιόδους
χωρίς νά παίρνει άνάσα. *Όταν τδν ρώτησε κάποιος τ ί έρχεται πρώτο
στή ρητορική τέχνη, άπάντησε: ,,ή προφορά καί ή μ ιμ ικ ή " , τ ί δεύ­
τερο: ,,ή προφορά καί ή μ ιμ ικ ή " , τί τρίτο : ,,ή προφορά καί ή μ ι­
μική " .
Αύτά μάς λέει ή παράδοση σχετικά με τήν προπαρασκευή τοϋ Δη­
μοσθένη γιά τή ρητορική του δράση στήν Ε κ κ λη σ ία τοϋ δήμου καί
γιά τήν αρχή αότής τής δράσης του. Είναι δύσκολο νά έξακριβώσουμε
ποιες άπ’ αύτές τις πληροφορίες είναι άξιόπιστες, άν καί πολλές δεν
φαίνονται καθόλου άπίθανες.
Δέν έχουμε αύθεντικά στοιχεία πού νά φωτίζουν τήν περίοδο τής
ζωής τοϋ Δημοσθένη τήν έποχή αύτή πού άναφέρει ή παράδοση. *Ά ν
κρίνουμε άπδ τδν άρχαιότερο λόγο του πού διασώθηκε, τδ λόγο Περί
τών ονμμοριών ( έκφωνήθηκε στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου στά 3 5 4 /3
π. X ., δταν δ ρήτορας ήταν τριάντα χρονών), μπορούμε νά υποθέσουμε
πώς οί πρώτες ίπιτυχημένες άγορεύσεις τοϋ Δημοσθένη στήν ’Ε κ κ λη ­
σία τοϋ δήμου έγιναν τήν τρίτη δεκαετία τής ζωής του, δταν άσκοΰσε
τδ έπάγγελμα τοϋ λογογράφου.
*Όπως είπαμε, ή δράση τοϋ λογογράφου δέν Ικανοποιούσε τδν Δ η­
μοσθένη. Μάς είναι άγνωστο πότε άκριβώς έπαψε ν* άσχολείται μ' αύτή
P O N O I T O Y
412 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧ

τή δουλειά. Στό λόγο του Πρός Ζηνό&εμιν δ Δήμωνας, ξα^ε φ


Δημοσθένη, άναφέρει τά παρακάτω λόγια του ίδιου του ρήτορα . ” .
τότε πού άρχισα νά μιλάω γιά τά κοινά, δεν καταπιάστηκα με μ
ιδιω τική όπόθεση" ( X X X I I , 3 2 ). Τό ίδιο λέει καί ό Αισχίνης, το ­
νίζοντας όμως πώς άπό τότε πού δ Δημοσθένης έχασε την μπι®
σόνη τοϋ κοινού σάν λογογράφος, „ πήδησε στδ ρητορικό βήμα ( »
173 — Κατά Κτησιφώντος). 'Ωστόσο ύπάρχουν μερικοί λογοι το
Δημοσθένη άφιερωμένοι σέ ιδιωτικές ύποθέσεις πού γράφηκαν, πως
φαίνεται, στά χρόνια τής πολιτικής του δράσης. "Ένας τέτοιος ^λογος
του μάλιστα ( L V I — Κατά Διονυσοδώρου) τοποθετείται στα 32
π. X ., δηλαδή στό χρόνο πού πέθανε. Τούς περισσότερους δικανικους
του λόγους είναι άδόνατο νά τούς χρονολογήσουμε, γιατί δεν μας δ ί­
νουν καμιά ένδειξη γιά τήν έποχή πού έκφωνήθηκαν, βρισμένοι μ ά λι­
στα εΐναι καί άμφίβολης γνησιότητας. ’Απ’ δλα αότά συμπεραίνουμε
πώς δ Δημοσθένης ξαναγόριζε κάπου - κάπου στό παλιό του έπάγγελμα
γιά οικονομικούς λόγους.
ΟΕ λόγοι πού έγραψε δ Δημοσθένης γιά λογαριασμό τρίτων στήν
πρώτη περίοδο τής δράσης του, δεν διασώθηκαν. "Ως έμάς έφτασαν μο­
νάχα τέσσερις λόγοι του γραμμένοι στά 359/8 π. X . — Πρός Σπου-
δίαν περί προικός ( X L I ), Περί τοϋ στεφάνου τής τριηραρχίας ( L I ),
Προς Καλλικλέα περί χωρίου ( L V ) και Πρός Πολυκλέα περί τοϋ
τριηραρχήματος ( L ) . Ό τελευταίος ώστόσο λόγος δεν θεωρείται
γνήσιος.
"Οπως άναφέραμε πιό πάνω, δ Δημοσθένης δεν έγραφε μονάχα
λόγους γιά ιδιωτικές υποθέσεις (λόγοι δικανικοι Ιδιωτικοί), άλλά καί
γιά δημόσιες ( λόγοι δικανικοι δημόσιοι). ’Από τούς δημόσιους δικα-
νικοός του λόγους διασώθηκαν τέσσερις — Κατά Άνδροτίωνος ( X X I I )
355 π. X ., Κατά Τιμοκράτους ( X X I V )353 π. X ., Κατά 9Αριστο-
κράτους ( X X I I I ) 352 π. X . καί Πρός Αεπτίνην ( X X ) 3 5 4 π. X .
ΟΕ λόγοι αδτοί, έκτός άπό τόν τελευταίο, έκφωνήθηκαν άπό άλλους.
Ό λόγος Πρός Αεπτίνην είναι δ πρώτος δικανικός λόγος πολιτικοϋ
χαρακτήρα, άπ’ αύτούς πού διασώθηκαν, πού τόν άπάγγειλε δ ίδιος
δ Δημοσθένης, δχι δμως σάν κύριος κατήγορος, άλλά σάν συνήγορος
ένός άπό τούς κατηγόρους.
Γιά τόν Δημοσθένη οί δικανικοι λόγοι ήταν ενα μεταβατικό στάδιο
γιά τή ρητορική του δράση στήν Εκκλησία τοΟ δήμου.
Ό λόγος Περί των συμμοριών ( X I V ) 1 είναι δ πρώτος πού έκφώ-
1 01 συμμορίες είχαν όργανωθεϊ στά 358 π. X. ΟΙ 1300 πλουσιότεροι πολίτεσ διαι
ρέθηκαν σέ 20 συμμορίες, άπό 60 άτομα ή καθεμιά. Κάθε συμμορία άποτελοΰνταν ΑκΑ
όρισμένο αριθμό συντελειών. ΟΙ πολίτες πού έπαιρναν μέρος σέ κάθε συντέλεια άναλάα
βαναν τήν ύποχρέωση νά συντηρούν μιά τριήρη. 2τά χρόνια τού Δημοσθένη * ό ο ν ά ™ £
αύτή όέν Ικανοποιούσε άπόλυτα τούς ’ Αθηναίους καί δ ρήτορας πρότεινε νά τροποποιηθεί
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ. ΚΑΙ ΟΙ ΣΎ ΓΧ Ρ Ό Ν Ο Ι ΤΟΥ 413

νησε δ Δημοσθένης στήν Ε κ κ λη σ ία του δήμου (3 5 4 /3 π. X . ) μετά


τις άποτυχημένες του άπόπειρες, πού άναφέραμε πιδ πάνω. Στήν
’Αθήνα είχαν κυκλοφορήσει διάφορες φήμες γιά μεγάλες στρατιω­
τικές προπαρασκευές πού έκανε δ ΪΙέρσης βασιλιάς Άρταξέρξης Γ ' δ
ΤΩχος. Οί ρήτορες καλοϋσαν τδ λαδ σέ άγώνα έναντίον του πατροπα­
ράδοτου έθνικοϋ έχθροϋ. Ό Δημοσθένης δμως τούς συμβοόλευσε νά
μήν έπιχειρήσουν άπερίσκεπτες ένέργειες. *Έπρεπε πρώτα νά Εξο­
πλιστούν καλά, δπως έλεγε, καί γ ι’ αύτδ τδ σκοπδ ήταν άνάγκη νά
διαιρέσουν άπ’ τήν άρχή τούς πολίτες σέ συμμορίες, ν’ άνασυντάξουν
τίς ναυτικές τους δυνάμεις καί νά περιμένουν πάνοπλοι τδν έχθρό. Τά
σχέδια του Δημοσθένη γιά τήν άνασυνταξη του άθηναϊκου στόλου δεν
έγιναν εύνοϊκά δεκτά άπδ τήν ’Εκκλησία του δήμου. "Ολοι σχεδδν
οί μελετητές των λόγων του Δημοσθένη, άπδ τδν Διονύσιο καί τούς
σχολιαστές ώς τδν Σέφερ και τδν Μπλάς, ισχυρίζονται πώς δ ρήτορας
μιλώντας σ’ αότδ τδ λόγο γιά τούς όμολογουμένους έχΰ'ρούς ( § 1 1 )
είχε υπόψη του τδ Μακεδόνα βασιλιά Φίλιππο, δείχνοντας έτσι γιά
πρώτη φορά τήν προβλεπτικότητά του γιά τούς πραγματικούς κιν­
δύνους πού άπειλοϋσαν τήν ’Αθήνα. *Η ύπόθεση αύτή δμως είναι πολύ
παρατραβηγμένη καί δέν μπορούμε νά τήν υιοθετήσουμε.
*Ύστερα άπδ τδ λόγο Περί των συμμοριών άκολουθεί χρονολογικά
δ λόγος 'Υπέρ Μεγαλοπολιτων ( X V I ), πού γράφηκε στά 353/2.
Μέ πρωτοβουλία του Επαμεινώνδα είχ ε ιδρυθεί στά 371 π. X . στήν
’Αρκαδία ή Μεγαλόπολη, όπου έγκαταστάθηκαν οί κάτοικοι μερικών
δεκάδων καταστραμμένων μικροσυνοικισμών. Αύτή ή ένίσχυσν] τής
δύναμης τής Α ρκαδίας έρχόταν σέ άντίθεση μέ τά συμφέροντα τής
Σπάρτης. Γι* αύτδ οί Σπαρτιάτες ζητούσαν εύκαιρία νά καταστρέψουν
τή Μεγαλόπολη καί νά έξουδετερώσουν τήν πρόσφατα δημιουργημένη
πολιτική δύναμη τής ’Αρκαδίας.
θέλοντας νά βάλουν μπροστά τδ σχέδιό τους, οί Σπαρτιάτες
έστειλαν πρέσβεις στήν ’Αθήνα (3 5 2 π. X . ) γιά νά ζητήσουν τή συμ­
παράστασή της. Καί οί κάτοικοι τής Μεγαλόπολης δμως έστειλαν
δικούς τους πρέσβεις γιά νά έξασφαλίσουν αύτοί τή βοήθεια τών ’Αθη­
ναίων. Οί γνώμες τών ρητόρων διχάστηκαν πάνω σ’ αύτδ στήν Ε κ ­
κλησία τοϋ δήμου. Ό Δημοσθένης ύποστήριξε τήν αίτηση τών Μεγα-
λοπολιτών, συμβουλεύοντας τούς ’Αθηναίους νά μήν άφήσουν τούς
Σπαρτιάτες νά καταχτήσουν τή Μεγαλόπολη, για τί έτσι θά γίνουν
κύριοι δλης τής Πελοποννήσου. 'Ωστόσο ή πρόταση αύτή ήταν πολύ
δύσκολο νά είσακουσθεί, για τί στή μάχη τής Μαντίνειας στά 3 6 2
π. X . οί ’Αθηναίοι καί οί Σπαρτιάτες ήταν σύμμαχοι, ένώ οί Μεγα-
λοπολίτες είχαν ταχθεί μέ τδ μέρος τών Θηβαίων^ Δεν ξέρουμε ποιδ
Υ Γ Χ Ρ 0 Ν 01 ΤΟΥ
414 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ

άποτέλεσμα έφερε δ λόγος τοΟ Δημοσθένη, τό πιό πιθανό δμως


πώς οί ’ Αθηναίοι δεν βοήθησαν στρατιωτικά τή Μεγα οπο ί · ,
Στά 351 π. X . ή ’Εκκλησία του δήμου έπρεπε ν’ άποφασίσει καί
γιά άλλο Ινα ζήτημα βοήθειας. , «
Ό «Συμμα χικός πόλεμος“ ( 3 5 7 - 3 5 5 ) είχε σάν άποτελεσμα ν
έπικρατήσουν τά όλιγαρχικά κόμματα στή Ρόδο και στις α ες
ποδ είχαν πάρει μέρος σ’ αύτόν. Τοδς δλιγαρχικοδς τους οοη ή σε
Μαόσωλος, ύποτελής στοδς Πέρσες βασιλιάς τής Καρίας, πο
φερε Ιτσι νά έξουσιάσει τή Ρόδο. Οί δημοκρατικοί έξοριστηκαν.
Μαυσωλο, μετά τό θάνατό του, τόν διαδέχτηκε ή γυναίκα του Α ρτε­
μίσια. Τότε οί δημοκρατικοί άπευθόνθηκαν στοδς ’Αθηναίους^ ζητών­
τας βοήθεια καί ό Δημοσθένης έκφώνησε στήν ’Εκκλησία του δήμου
τό λόγο του *Υπέρ τής Ροδίων ελευθερίας ( X V ), συμβουλεύοντας
τοδς συμπατριώτες του νά βοηθήσουν τοδς Ρόδιους. Οΰτε κι αυτή η
πρόταση ήταν εδκολο νά γίνει δεκτή, γιατί οί Ρόδιοι μόλις πριν άπό
λίγα χρόνια είχαν άποσπαστεΐ άπό τή ναυτική συμμαχία των Α θη­
ναίων καί στή διάρκεια του „ Συμμαχικοϋ πολέμου “ είχαν άνακτήσει
τήν άνεξαρτησία τους. Γιά ν* άποδείξει τήν δρθότητα τής πρότασής
του, δ Δημοσθένης προβάλλει τά παρακάτω δυο έπιχειρήματα: Πρώτο,
οί Ρόδιοι είναι Έ λληνες καί δεν πρέπει νά άφεθουν στά χέρια τών
βαρβάρων. Δεύτερο, είναι δημοκράτες καί οί ’Αθηναίοι έχουν ύπο-
χρέωση νά τοδς όποστηρίξουν στόν άγώνα τους κατά τών δλιγαρ-
χικών, στό κάτω-κάτω καί γιά τό δικό τους συμφέρον.
Φαίνεται, πώς δ Δημοσθένης οδτε κι αδτή τή φορά κατάφερε νά
πείσει τήν Εκκλησία του δήμου. "Οπως βγαίνει άπό τό λόγο του
Περί ειρήνης (V , 2 5 ), ποδ έκφωνήθηκε πέντε χρόνια άργότερα, ή
Ρόδος έξακολουθουσε νά βρίσκεται κάτω άπό τήν έξουσία του διάδοχου
τής 'Αρτεμισίας βασιλιά τής Καρίας.
Ά πό τό 352/1 π. X . ή δράση του Δημοσθένη είναι πιά άναπό-
σπαστα δεμένη με τήν πολιτική Ιστορία τής ’Αθήνας ή καλύτερα δλης
τής Ελλά δας. Αδτή τή χρονιά άρχίζει δ άγώνας του έναντίον του
βασιλιά τής Μακεδονίας Φίλιππου Β', δ άγώνας ποδ δόξασε τόν
Δημοσθένη σάν εξοχο ρήτορα. Τότε άκριβώς έκφώνησε τόν πρώτο του
λόγο Κατά Φιλίππου ( I V ). Ωστόσο έκείνη τήν έποχή δ Δημοσθένης
δέν άνήκε άκόμα στήν κατηγορία τών ρητόρων ποδ μιλοδσαν πολδ
συχνά μπροστά στό λαό. Αδτό τό λέει καθαρά δ ίδιος άντιδιαστέλ-
λοντας τόν έαυτό του άπό αδτου τοΰ είδους τοδς ρήτορες ( IV , 1 )
’Επειδή ή πολιτική δράση τοδ Δημοσθένη συνδέεται άμεσα μέ τήν
πολιτική ίστορία τής Ελλάδας του 4. αI. π. X ., είναι άπαραίτητο νά
κάνουμε μιά μικρή άναδρομή στά γεγονότα αδτής τής έποχής
Έ Μακεδονία είναι μιά τραχιά όρεινή χώρα ποδ καταλαμβάνει τό
ο ΔΗ Μ ΟΣΘΕ Ν Η Σ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 415

βόρειο τμήμα τής Ε λλά δα ς. Ά π ό τούς άρχαιότατους χρόνους ήταν


κατοικημένη άπό φυλές διαφορετικής καταγωγής. ΟΕ βασιλιάδες της
προέρχονταν άπό τούς Ά ργείους Έ ρακλείδες καί προσπαθούσαν νά
διαδώσουν στούς ύπηκόους τους τήν^ έλληνική παιδεία. Έ έπίδραση
δμως του έλληνικοΰ πολιτισμού Ιφτανε μονάχα ώς τά άνώτατα στρώ­
ματα — τήν άριστοκρατία, πού στή Μακεδονία Ιπαιζε μεγάλο ρόλο
περιορίζοντας, ώς ένα βαθμό, τήν πατριαρχική βασιλική εξουσία.
ΟΕ κυριότερες άσχολίες του λαού ήταν ό πόλεμος, το κυνήγι και ή
κτηνοτροφία.
Στά 360 ή 359 π. X . βασιλιάς τής Μακεδονίας έγινε ό Φίλιππος
Β', πατέρας του ’Αλέξανδρου του Μακεδόνα. Ό Φίλιππος είχ ε περάσει
τά νεανικά του χρόνια σάν δμηρος στή Θήβα, δπου κατατοπίστηκε
γιά τήν κατάσταση των έξασθενημένων άπό τούς πολέμους καί τις
έσωτερικές διαμάχες έλληνικών κρατών καί μπόρεσε νά έκτιμήσει καί
νά μελετήσει τή θηβαϊκή στρατιωτική όργάνωση πού είχ ε δημιουρ­
γήσει δ ήγέτης τής θηβαϊκής δημοκρατίας Επαμεινώνδας. Μόλις ό
πονηρός καί διορατικός Φίλιππος έγινε βασιλιάς τής Μακεδονίας,
άποφάσισε νά έκμεταλλευθεί τις εύνοϊκές συνθήκες καί ν’ άρπάξει
τήν ήγεμονία τής Ελλά δας. Πρώτα-πρώτα δημιούργησε, σύμφωνα
μέ τό θηβαϊκό πρότυπο, έναν ισχυρό και καλά όργανωμένο στρατό.
Στά 358 π. X . ή Ρόδος, ή Χ ίος, ή Κώς καί τό Βυζάντιο άποχώρησαν
άπό τήν άθηναϊκή συμμαχία. ΟΕ ’Αθηναίοι κήρυξαν τόν πόλεμο έναν-
τίον τους (τό λεγόμενο „ Συμμαχικό“ ), μά δεν πέτυχαν τίποτα.
Τελικά άναγκάστηκαν νά άναγνωρίσουν τήν άνεξαρτησία τών πρώην
συμμάχων τους ( 3 5 5 π. X .) . Ό Φίλιππος Ιπωφελήθηκε άπό τίς δυσ­
χέρειες τών ’Αθηναίων καί κατέλαβε τις πόλεις ’Αμφίπολη, Πύδνα
καί Ποτίδαια στίς άκτές τής Μακεδονίας (3 5 7 - 356 τι. X . ). Τώρα πιά
περίμενε μιά κατάλληλη εύκαιρία γιά ν* άναμειχθεΐ στίς έσωτερικές
ύποθέσεις τής Ελλά δα ς. Έ εύκαιρία αύτή δέν άργησε νά παρου­
σιαστεί : Στήν Ε λλά δ α ξέσπασε δ λεγόμενος „ Ιερ ό ς πόλεμος “ , γιατί
ή Θήβα είχ ε έπιβουλευθεί τήν άνεξαρτησία τής γειτονικής της Φω­
κίδας ( 3 5 5 π. X . ). Ε π ε ιδ ή δμως οί Θηβαίοι δέν μπόρεσαν νά κατα­
βάλουν τούς Φωκείς, κάλεσαν σέ βοήθεια τόν Φίλιππο, πού κατάφερε
νά νικήσει τούς μισθοφόρους τών Φωκέων (3 5 2 π. X . ) καί κυρίευσε
τή Θεσσαλία. Έ τ σ ι έδραιώθηκε στίς ίδιες τίς πύλες τής Ε λλά δα ς.
Ή κατακτητική πολιτική τοϋ Μακεδόνα βασιλιά ήταν σοβαρός κίν­
δυνος γιά τούς ’Αθηναίους. Συγκρότησαν άμέσως στόλο, κατέλαβαν
τίς Θερμοπύλες καί άνάγκασαν τόν Φίλιππο νά υποχωρήσει. Ό Μακε-
δόνας βασιλιάς κατευθύνθηκε ξανά στή Θράκη. Τό Νοέμβρη του 3 5 2
π. X . έφτασε στήν ’Αθήνα ή είδηση πώς ό Φίλιππος πολιορκεί τήν
πόλη Έραίον Τείχος (κοντά στή θρακική χερσόνησο) καί πώς δλες
ΣΥ ΓΧΡΟ Ν Ο Ι ΤΟΥ
416 Ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ ΟΙ

οί άθηναϊκές κτήσεις καί άποικίες αυτής τής χερσονήσου %


σέ μεγάλο κίνδυνο. *Η κατοχή τών Στενών (του Ελλησπον ^
του Βοσπόρου) ήταν ζήτημα ζωής γιά τούς Αθηναίους, για τί
τις βόρειες άκτές τοϋ Πόντου (Μαύρη θάλασσα) προμηθευον
(ότάρι τους κι αύτοί καί δλη ή Ελλάδα. Πανικός απλώθηκε 3
τήν ’ Αθήνα στό άκουσμα τής είδησης αύτής. Ή Εκκλησία του οημ
άποφάσισε νά στείλει άμέσως στή Θράκη στόλο έπανορωμενο μ
’ Αθηναίους πολίτες. ’Ενώ δμως γίνονταν οΕ προετοιμασίες τής κστρα
τείας, στήν ’Αθήνα διαδόθηκε πώς δ Φίλιππος ήταν άρρωστος^ πως
είχ ε πεθάνει μάλιστα. ΟΕ ’Αθηναίοι τό πίστεψαν καί ματαίωσαν η
άνέβαλαν τή συγκρότηση του στόλου. Ή φήμη για τό θάνατο του
Φιλίππου άποδείχτηκε ψεύτικη, οί ’Αθηναίοι δμως είχαν αδρανήσει
δλο τό καλοκαίρι τοϋ 351 π. X . καί μονάχα τό Σεπτέμβρη Ιστείλαν
στή Θράκη μιά μικρή μοίρα μέ άρχηγό τόν Χαρίδημο.
Τήν άνοιξη τοϋ 351 π. X ., Ινώ δ Φίλιππος ήταν άπασχολημένος
στή Θράκη, δ Δημοσθένης έκφώνησε τόν πρώτο του λόγο Κατα Φι­
λίππου. Ό λόγος αύτός ήταν ή άρχή μιας δλόκληρης σειράς λόγων
μέ θέμα τόν άγώνα κατά τοϋ Φιλίππου, τών λεγόμενων ,, φ ιλιππι­
κών “ , πού μποροϋμε νά τούς διαιρέσουμε σέ δυό δμάδες. Στήν πρώτη
άνήκουν : Κατά Φιλίππου A ( I V ) 351 π. X . καί οί τρεις ’ Ολυνΰτα-
xoi.( I, IT, I I I ) 349/48 π: X . ΟΕ „ φιλιππικοί “ αύτοί έκφωνήθηκαν
πριν άπό τήν ειρήνη τοϋ 346 π. X . "Γστερα άκολουθεί ή δεύτερη
δμάδα τών „ φιλιππικών“ : Περί ειρήνης ( V ) 346 π. X ., Κατά Φι­
λίππου Β ( V I ) 344 π. X ., Περί τών εν Χερρονήοφ ( V I I I ) 341
π. X . καί Κατά Φιλίππου Γ ( I X ) 341 π. X . *Ά λλοι τρεις λόγοι
άύτοϋ τοϋ είδους δέν θεωροΰνται γνήσια Ιργα τοϋ Δημοσθένη: Κατά
Φιλίππου 4 (X *), Περί *Αλοννήσου ( V I I ) καί Πρός τήν επιστολήν
τήν Φιλίππου ( X I ) . Στούς „ φιλιππικούς “ συγκαταλέγεται καί ή
’ Επιστολή Φιλίππου ( X I I ). Συνολικά λοιπόν έχουμε δώδεκα φ ι­
λιππικούς α1.
Δέν ξέρουμε ποιό άκριβώς γεγονός Ικανέ τόν Δημοσθένη νά έκφω-
νήσει τό λόγο Κατά Φιλίππου Α, γιατί ούτε στό κείμενό του δπάρ-
χουν σχετικές ένδείξεις. Τήν Ιποχή αύτή δ Φίλιππος βρισκόταν μα­
κριά άπό τήν Ε λλά δ α καί κανένας άμεσος κίνδυνος δέν άπειλοΰσε
τήν ’Αθήνα. ‘ Ωστόσο, δπως βγαίνει άπό τήν άρχή τοϋ λόγου, τό θέμα

1. Α ργότερα ή λέξη „ φ ιλιπ π ικ ό ς" άρχισε νά χρησιμοποιείται μέ τήν ivvota ·


κατηγορία, όργίλος έγκλητικός λόγος. Ωστόσο οί „ φιλιππικοί “ τοδ Δημοσθένη δέν Ιχ ο υ ί
καμιά τέτοια Ιδιότητα, λ αότοος σπάνιά θίγεται δ χαρακτήρας τοδ Φιλίππου, δ τόνος τους
είναι άρκετά ήπιος σέ σύγκριση μέ τους „ φιλιππικούς “ τοδ Κικέοωνα κ α τλ C
νίου ή μέ τήν περιγραφή τοδ χαρακτήρα τοδ Φιλίππου καί τής αύλής του L i
ρικό Θεόπομπο. Μερικές φορές μάλιστα δ Δημοσθένης έγκωμιάζει τόν Φ ίλ ιπ «« 1
λοντας στούς ’Αθηναίους σάν παράδειγμα τή δράση καί τίς ίκανότητές το υ * ρθβαλ'
ΕΙΚ. XXIII. Δημοσδένης.
Μάρμαρο, ρωμαϊκό έργο άπό έλληνικά πρόσωπο τοΟ 3. αϊ. n. X.
Μουσείο Έρμιτάζ.
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 417

το0 κινδύνου Από τήν πλευρά του Φιλίππου είχ ε συζητηθεί έπανει-
λημμέ^α στήν Ε κ κ λη σ ία τοϋ δήμου. Αύτό δείχνει πώς άνάμεσα στό
φθινόπωρο του 3 52 καί στήν άνοιξη τοΟ 351 οί 'Αθηναίοι είχαν Ανα­
θεωρήσει τή στάση τους Απέναντι στόν Φίλιππο. Ό Δημοσθένης, μ ι­
λάει γιά „ κρίσιμη κατάσταση “ , για δειλία τών 'Αθηναίων μπροστά
στήν αύθάδεια τοΟ Φιλίππου, γιά τή γνώμη μερικών πολιτών πώς ό
Φίλιππος „ δύσκολα καταβάλλεται“ ( § § 2 - 4 ) κ.τ.λ.
Ή σύγκριση του λόγου Κατά Φιλίππου Α μέ τό λόγο Υ π έρ τής
Ροδίων ελευθερίας, πού έκφωνήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα, παρουσιά­
ζει μεγάλο ένδιαφέρον. Στό δεύτερο Απ' αύτούς τούς λόγους ό Δημο­
σθένης χαρακτηρίζει τόν Φίλιππο σάν άνθρωπο πού προκαλεί γιά τόν
έαυτό του, τουλάχιστο σε μιά βρισμένη μερίδα του λαού, περιφρονη­
τική Αδιαφορία. Στό λόγο Κατά Φιλίππου Α, δ ρήτορας ύποθέτεί
Απ' τήν Αρχή πώς δλοι έχασαν τό ήθικό τους Από τις έπιτυχίες τοϋ
Φιλίππου, πώς γ ι' αύτές τις έπιτυχίες έγιναν κιόλας ένα σωρό συζη­
τήσεις καί πώς αύτός, ό Δημοσθένης, δέν διστάζει νά μιλήσει δημό­
σια, γιατί οΕ συμβουλές τών πιό παλιών ρητόρων έξαντλήθηκαν πιά
καί Αποδείχτηκαν Ανεπαρκείς. Έ ξαφνική αύτή μεταβολή τής στάσης
τών ’Αθηναίων καί ιδιαίτερα τοϋ Δημοσθένη Απέναντι στόν Φίλιππο,
μπορεί νά έξηγηθεί μονάχα μέ κάποια γεγονότα πού τούς έκαναν νά
δοϋν πιό καθαρά τόν κίνδυνο πού τούς Απειλούσε Από τήν πλευρά τοϋ
Φιλίππου. Ά π δ τά λόγια τοϋ Δημοσθένη μπορούμε νά παρακολουθή­
σουμε πώς διαμορφωνόταν σιγά - σιγά μέσα του ή ίδέα αύτοϋ τοϋ
κινδύνου.
*0 Δημοσθένης Αναφέρει γιά πρώτη φορά τόν Φίλιππο στό λόγο
Πρός Αεπτίνην ( 3 5 4 π. X . ) δπου λ έ ε ι: „ 'Από τ ί παρακινήθηκαν
έκεΐνοι πού παραδώσανε στόν Φίλιππο τήν Πύδνα καί άλλα μ έρ η ; “
(6 3 ) . Στό λόγο του * Υπέρ Μεγαλοπολιτών δέν μιλάει καθόλου γιά
τόν Φίλιππο, ένώ Αντίθετα στό λόγο Υ π έρ τής Ροδίων ελευθερίας
( 2 4 ) τ ο ν ίζ ει: „ Βλέπω πώς μερικοί Από σάς πολύ συχνά μιλάνε περι­
φρονητικά γιά τόν Φίλιππο, σά νά μήν έχ ει καμιά Αξία, καί φοβούν­
ται τόν Πέρση βασιλιά πιστεύοντας πώς είναι φοβερός γιά κείνους
πού έχθρεύεται *Η γνώμη αύτή γιά τόν Φίλιππο δέν ταιριάζει
καθόλου μέ δσα λέει ό ίδιος δ Δημοσθένης στόν πρώτο φιλιππικό του.
Υποθέτουμε λοιπόν πώς ό λόγος ‘ Υπέρ τής Ροδίων ελευθερίας έκφω-
νήθηκε πριν Από τό λόγο Κατά Φιλίππου Α . 1
'Από δλα αύτά συμπεραίνουμε πώς, πιθανότατα, καί ό ίδιος δ
Δημοσθένης γιά πολύν καιρό δέν παραδεχόταν τόν κίνδυνο πού Απο-

1. "Εχβι έπικρατήσβι ή άποψη πώς δ λόγος 'Υπέρ τής Ροδίων ίλεν&ερίας έκφωνήθηκβ
μβτά τό λόγο Κατα ψιλίππου Α . Ή χρονολόγηση όμως τών λόγων τοΟ Δημοσθένη δέν
•Ιναι σίγουρη γβνικά.
27 'Ι σ τ ο ρ ία τ ή ς 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Λ ο γ ο τεχ ν ία ς .
ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ TOV
418 Ο ΔΗ Μ Ο ΣΘ ΕΝ Η Σ ΚΑΙ ΟΙ

λοδσε δ Φίλιππος, θεωρώντας τον σάν iva ^ ^ * ^ β“ ^ α!|χφώνησ6


νίσκο καί πώς τό κατάλαβε αύτό μοναχα τήν Xw

..χ) "s~ g £ .
θηκε μονομιάς σέ άντίθεση με zb φιλομακεδονικό ^ μμ
στηκε νά άγωνιστει κατά τής ειρηνόφιλης πολιτικής αυ *
ματος άπέναντι στόν Φίλιππο, κατά τής διανομής χρημ&τω ^ !/
σίου1 στό λαό, ά ν τ ι νά χ ρ η σ ιμ ο π ο ιο ύ ν τ α ι γιά τ ις σ τ ρ α τ ιω τ ικ έ ς ^
κες, καί κατά τής άπροθυμίας του πληθυσμού νά έκπληρωνει τα
τριωτικά του καθήκοντα — νά στρατεύεται προσωπικά^ και να ε
φέρει χρήματα γιά τόν πόλεμο. Ό Δημοσθένης άπαιτοϋσε ά ιακοπα .
1 ) Νά χρησιμοποιούνται τά θεωρικά γιά τις στρατιωτικές άναγκες.
2 ) Νά έκπληρώνουν οί εύποροι τις χρηματικές υποχρεώσεις που το ς
είχε έπιβάλει zb κράτος. 3 ) Νά ύποχρεωθοϋν δλοι οί^ Αθηναίοι πο­
λίτες νά παίρνουν μέρος προσωπικά στον πόλεμο καί να μήν ανα­
θέτουν τή διεξαγωγή του σέ μισθοφόρους. Ωστόσο αυτές 61 άπαι-
τήσεις τού Δημοσθένη ήταν άντιδημοτικές. ’Ακόμα κι άν έπαιρνε μια
τέτοια άπόφαση ή 'Εκκλησία τοϋ δήμου, στήν πράξη ή οέν θά έφαρ-
μοζόταν καθόλου ή θά μισοεφαρμοζόταν.
Στήν πρώτη περίοδο τής πολιτικής του δράσης (3 5 1 - 346 π. X . )
6 Δημοσθένης άγωνιζόταν όλομόναχος. Ό άγώνας του ήταν δ ιμ έ-
τωπος — πάλευε μέ τόν Φίλιππο καί μέ τούς ίδιους τούς συμπολίτες
του, πού μέ τήν άδράνειά τους βοηθούσαν ούσιαστικά τόν Φ ίλιππο.
Μέ τόν καιρό δμως γύρω άπό τόν Δημοσθένη σχηματίσθηκε ένα κόμ­
μα πατριωτών, δπου άνήκαν άλλοι δυό έξοχοι ρήτορες — δ Αυκοϋργος
καί ό Υπερείδης. Τό κόμμα αύτό μπορούμε νά τό όνομάσουμε „
άντιμακεδονικό“ .
Ό λόγος Κατά Φιλίππου Α περιλαμβάνει ένα πρόγραμμα, πού σ'
αύτδ ό Δημοσθένης έμεινε πιστός δ>ς τύ τέλος τής ζωής του. Ε ίχ ε
λοιπόν κάθε δικαίωμα νά λέει, είκοσιδυό χρόνια άργότερα, στόν τελευ-

1. Δηλαδή τ δ ν λεγόμενων ,, θεωρικών “ (εισιτήρια γιά τά θεάματα),πού ή καθιέρωσή


τους αποδίδεται στόν Περικλή. Στην αρχή τά θεωρικά δίνονταν μονάχα στους φτωχούς
Αθηναίους πολίτες γιά νά παίρνουν είοιτήρια γιά τις θεατρικές παραστάσεις πού δργα-
νωνονταν στις γ ιορ τέςπ ρ ό ς τιμήν τοδ Διόνυσου Κάθε άπορος πολίτης έπαιρνε· δυό άβο­
λους (όση ήταν τότε ή αξία ένος μεροκάματου). Αργότερα δμως τά θεωρικά άρχισαν νά
δίνονται σέ δλους τους πολίτες καί σέ άλλες γιορτές, δλοένα καί σέ μεγαλύτερο ποσό
Στά χρόνια του Δημοσθένη, μέ νόμο πού είσηγήθηκε ό ‘Αθηναίος οίκονοαολόνο? « «
Δημαγωγός Εδβοολος. τά θεωρικά έφτασαν στό μεγαλύτερο ύψος. \> Εδβουλο^·
τείνει νά παραδίνονται στό ταμείο τών θεωρικών δλα τά πεο σσεύα*τ! Λ C > Χ
έσόδων καί τά δπόλοιπα τών έξόδων καί νά διανέμονται ^ιάκοισν, Ι α
ήταν καί δπόλοιπα στρατιωτικών δαπανών. *ο Εδβουλος πού άνώκε? ατ* 6 λ<Χ°
Ολιγαρχική παράταξη, ήταν, δπως καί δ Αισχίνης, ένας Ιπό τούς πιό
τής Μακεδονίας Ηίστευε πώς ή συμμαχ'α μέ τή Μακεδονία θά βελτίωνε φ λ ° υ£
Αθήνας, θ* άνέβαζε τήν δλική εύημερία τοΟ λαοδ καί θά έπέτοεπε I '
ποσά πού μοιράζονταν ατούς πολίτες. Ρ πε ν αύξηθούν τά
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 419

ταιο μεγάλο λόγο του Περί τον στεφάνου ( X V I I I , 2 4 6 ) : „ Έ ξ ερ α


νά διαβλέπω τά γεγονότα στή γένεσή τους, νά τά έπισημαίνω έγκαιρα
καί ν’ άνακοινώνω προκαταβολικά τις σκέψεις μου στούς άλλους “ .
Ό Δημοσθένης προσπαθοϋσε ν’ άποτραβήξει τόν άθηναϊκό λαό άπό
τό σφαλερό δρόμο δπου τόν όδηγουσαν ό Εδβουλος καί οΕ φίλοι του.
*Ήθελε νά δείξει στούς συμπολίτες του πόσο στραβή ήταν ή πολιτική
τους καί τ ί θλιβερά έπακόλουθα μπορούσε νάχει. „ Έ κρίσιμη στιγμή
έφτασε — τούς έλεγε* — νά τό άποτέλεσμα τής όλοκληρωτικής σας
άδράνειας 44 ( 2 ) . 'Ωστόσο „ κανένας έχθρός δεν είναι φοβερός γιά
σάς, άν παίρνετε τά μέτρα σας “ ( 3 ) . „ Ό Φίλιππος, μεθυσμένος άπό
τις έπιτυχίες του, τρέφει με τήν όπεροψία του τολμηρά όνειρα, για τί
δεν βλέπει άνθρώπους πρόθυμους νά τόν έμποδίσουν. Έ τ σ ι ή όπερο­
ψία του φουντώνει μαζί με τις έπιτυχίες του** ( 4 9 ) . „ 9Από μόνος
του είναι φανερό πώς ποτέ δεν θά σταματήσει, έκτός άν τόν συγκρα-
τήσει κάποιος άλλος44. ,,Τ ό μέλλον — τονίζει ό Δημοσθένης — έξαρ-
τιέται άπό μάς τοός ίδιους. "Αν σήμερα δεν θελήσουμε νά πολεμή­
σουμε τόν Φίλιππο μακριά άπό έδώ, θ* άναγκαστουμε νά τόν πολεμή­
σουμε έδώ κάποια μέρα*4 ( 5 0 ) . ΟΕ συμβουλές του όμως δεν έγιναν
δεκτές άπό τήν Ε κκλη σ ία του δήμου.
Τά συμφέροντα του κράτους άπασχολοΰσαν τόν Δημοσθένη πολό
περισσότερο άπό τά άτομικά του. Στά 353/2 ή, σύμφωνα μέ τόν Διο­
νύσιο, στά 349/8 π. X ., ήλθε σέ σύγκρουση μέ τόν ’Αθηναίο πολίτη
Μειδία, πού τόν είχ ε προσβάλει δημόσια. Ό Δημοσθένης ετοιμάστηκε
γιά δικαστικό άγώνα, έγραψε μάλιστα, άν καί σέ χοντρές γραμμές,
τό λόγο του Κατά Μειόίου ( X X I ), χωρίς νά τόν έκφωνήσει τελικά.
Τήν έποχή έκείνη διαδραματίζονταν σοβαρά γεγονότα στά μακε­
δονικά σύνορα, στήν "Ολυνθο, πού ήταν έπικεφαλής τής συμμαχίας
των θρακικο - χαλκιδικών πόλεων. ΙΙαλιότερα οί Όλύνθιοι ήταν σύμ­
μαχοι μέ τόν Φίλιππο, πού άπέσπασε μάλιστα γιά λογαριασμό τους
άπό τούς 'Αθηναίους τήν πόλη Άνθεμοΰντα, καί είχαν πάρει μέρος
στόν πόλεμο κατά τών ’Αθηναίων. Μέ τόν καιρό όμως άρχισαν νά
φέρνονται μέ καχυποψία στόν Φίλιππο καί έπαψαν νά πολεμουν τούς
’Αθηναίους. Ό Φίλιππος θεώρησε τούς Όλύνθιους παραβάτες τής
συμμαχίας καί τούς κήρυξε τόν πόλεμο. Τότε έκείνοι έστειλαν πρέσβεις
στήν ’ Αθήνα ζητώντας βοήθεια. Γ ι’ αύτή τήν ύπόθεση ό Δημοσθένης
έκφώνησε τούς τρεις * Ολυνθιακούς του (3 4 9 /8 π. X . ). Στόν ’Ολυν­
θιακό A ( I ) παίρνει τό μέρος τών Όλυνθίων πρέσβεων. Μπορούν νά
βρεθούν, λέει, τά άπαραίτητα γιά τόν πόλεμο χρήματα. Μέ τίς λέξεις
αύτές ύπονοεί τά θεωρικά, άναγκάζεται όμως νά περιοριστεί σ’ έναν
ύπαινιγμό, για τί ό νόμος άπαγόρευε τή χρησιμοποίηση αύτών των
χρημάτων γιά στρατιωτικές άνάγκες. Οί ’Αθηναίοι πείσθηκαν άπ’ τά
420 Ο ΔΗ Μ Ο ΣΘ Ε Ν Η Σ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥ ΓΧΡ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ

λόγια τοϋ Δημοσθένη καί άποφάσισαν νά βοηθήσουν τούς


ή άποστολή δμως τοϋ έπικουρικοΰ στρατού άργοΰσε. Για^ να Tf
τδ φρόνημα τοϋ λαοϋ, ό Δημοσθένης έκφώνησε καί τδ δεύτερο ^
ΰιαχό του (Όλνν&ιαχδς Β — I I ) , δπου τόνιζε τΙς άδυνατες π ο υ ρ ές
τοϋ Φ ιλίππου: „ Οί έπιτυχίες τοϋ Φιλίππου συγκαλύπτουν για
διάστημα τδ χαρακτήρα του, γιατί οί έπιτυχίες είναι Ικανές να σκε
πάζουν τά έλαττώματα. Φτάνει δμως καί τδ παραμικρότερο τράν­
ταγμα γιά νά φανερωθεί ό πραγματικός του χαρακτήρας Στδν τρίτο
Όλυν&ιαχό (Όλνν&ιαχδς Γ - I I I ) ό Δημοσθένης έπικρίνει τήν
άλαζονεία τών ’Αθηναίων καί προτείνει τήν κατάργηση τοϋ νόμου
πού άπαγόρευε τή χρησιμοποίηση τών θεωρικών γιά στρατιωτικές
άνάγκες.
Οί ’Αθηναίοι Ιχασαν τήν εύκαιρία ν' άνακόψουν τήν πρόοδο τοϋ
Φιλίππου βοηθώντας άποτελεσματικά τήν *Όλυνθο. Μερικοί Ολυνθιοι
προδότες άνοιξαν τις πύλες τής πόλης στδν Μακεδόνα βασιλιά καί τοϋ
παραχώρησαν 5 0 0 ίππεΐς. *Η πτώση τής Όλύνθου (3 4 8 π. X . ) έκανε
τεράστια εντύπωση στήν ’Αθήνα. "Αν καί άργά, έγινε μιά άπόπειρα
νά δημιουργηθει κατά τής Μακεδονίας ένας συνασπισμός των έλλη-
νικών κρατών μ' έπικεφαλής τήν ’Αθήνα, χωρίς άποτέλεσμα δμως.
Ό Φίλιππος άφησε έλεύθερους, χωρίς νά ζητήσει λύτρα, μερικούς
'Αθηναίους πολίτες πού είχε πιάσει αιχμάλωτους στήν *Όλυνθο. Οί
άπελευθερωμένοι 'Αθηναίοι, γυρίζοντας στήν πατρίδα τους, δια βε­
βαίωσαν τούς συμπολίτες τους πώς δ ίδιος ό Φίλιππος τούς είπε πώς
έπιθυμει τή φιλία τής 'Αθήνας. Τότε οί ’Αθηναίοι άποφάσυαν νά
στείλουν στδν Φίλιππο μιά πρεσβεία γιά νά διαπραγματευθεί τή
σύναψη είρήνης καί συμμαχίας. Έ πρεσβεία συγκροτήθηκε άπδ δέκα
πρόσωπα, πού άνάμεσά τους ήταν δ Φιλοκράτης, δ Δημοσθένης καί δ
Αισχίνης.
Σε λίγο ήρθαν στήν ’Αθήνα άντιπρόσωποι τοϋ Φιλίππου, φέρνοντας
μιά έπιστολή του. Οί δροι τής ειρήνης συζητήθηκαν στήν ’Εκκλησία
τοϋ δήμου καί τελικά, μέ πρόταση τοϋ Φιλοκράτη, συνομολογήθηκε στά
346 π. X . συνθήκη ειρήνης καί συμμαχίας μέ τδν Φίλιππο ( ,, Φ ιλο-
κράτειος ειρήνη “ ). Σύμφωνα μέ τούς δρους τής συνθήκης αδτής, ή
’Αθήνα διατηρούσε τις κτήσεις της στδ Βορρά, οί άκτές τής Θράκης
δμως παραχωροϋνταν, σχεδδν δλοκληρωτικά, στδν Φίλιππο. Οί ’Α θη­
ναίοι έστειλαν στή Μακεδονία μιά πρεσβεία, μέ τήν ίδια προηγούμενη
σύνθεση, γιά νά πάρει άπδ τδν Φίλιππο ένορκες διαβεβαιώσεις. Στδ
μεταξύ ή διαφωνία τοϋ Δημοσθένη μέ τδ θιασώτη τής φιλομακεδο-
νικής πολιτικής Α ισχίνη είχε δριστικά άποσαφηνισθει. Ό Α 'σνίνης
μ’ έναν έπίσημο λόγο του παρακαλοΰσε τδν Φίλιππο νά λύσει τή δια­
φορά πού είχ ε άναφανει σχετικά μέ τδ μαντείο τών Δελφών καί νά
ο (ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟ Ν Ο Ι ΤΟΥ 421

ουντρίψει τήν Αλαζονεία τών Θηβαίων. Έ τ σ ι εύνοοϋσε Απροκάλυπτα


τά σχέδια του Φιλίππου. Ό Δημοσθένης, Αντίθετα, Αντιτασσόταν σέ
δλες τις προσπάθειες τοΟ Φιλίππου νά σπείρει τή διχόνοια Ανάμεσα
στα έλληνικά κράτη. Τδν 'Ιούλιο του 346 π. X . ή πρεσβεία γύρισε
στήν ’Αθήνα φέρνοντας μιά Ακόμα έπιστολή Από τδν Φίλιππο, συντα­
γμένη σε πολύ καλοπροαίρετο τόνο.
Ό Δημοσθένης προειδοποίησε τή Βουλή τών πεντακοσίων καί τδ
λαό νά μήν τρέφουν αύταπάτες γιά τις μελλοντικές προθέσεις τοϋ Φ ι­
λίππου, δεν θέλησαν δμως νά τδν Ακούσουν. Στδ λόγο Περί ειρήνης
(V ), τδ φθινόπωρο του 346 π. X ., ό Δημοσθένης καταφέρθηκε καί
πάλι κατά τοϋ Φιλίππου ( Ιχουν δίκιο νά κατατάσσουν κι αδτδ τδ
λόγο στούς „ φιλιππικούς “ ). Μερικοί Αρχαίοι συγγραφείς ισχυρίζον­
ται έντελώς άβάσιμα πώς ό λόγος αότδς δεν Ανήκει στδν Δημοσθένη,
γιατί, δπως λένε, μονάχα σ’ αύτδν όποστηρίζέται ή είρήνη με τδν Φ ι-
λίππο. Δεν παρατήρησαν δμως πώς τά έπιχειρήματα του Δημοσθένη
δέν είναι καθόλου τά ίδια με κείνα πού πρόβαλλαν οί όπαδοί τοϋ Φ ι­
λίππου. Ό Δημοσθένης Ανησυχεί βλέποντας πώς οί ’Αθηναίοι, ένώ
είναι Απροετοίμαστοι, σκέφτονται έπιπόλαια νά έμπλακοϋν σέ πόλεμο
έχοντας καί τούς Ά μφ ικτίονες έναντίον τους1. Τά τελευταία λόγια τοϋ
λόγου Περί είρήνης είναι χαρακτηριστικά: „ θ ά ήταν Ανόητο καί
Αξιοθρήνητο ν’ Αρχίζαμε τώρα πόλεμο με δλους τούς λαούς γιά χάρη
τής σκιάς των Δελφών, ένώ στις σχέσεις μας με άλλους λαούς δ εί­
ξαμε Ασυνήθιστη υποχωρητικότατα, μ’ δλο πού έκείνη τήν έποχή δια-
κυβεύονταν ζωτικές καί ούσιώδεις Ανάγκες μας “ .
Σάν ύπεύθυνους γιά τή θλιβερή κατάσταση πού έπικρατοΰσε στήν
'Αθήνα, ό Δημοσθένης θεωρούσε έκείνους πού έμπνέανε στδ λαδ Αβά-
σιμες αύταπάτες γιά τδν Φίλιππο, καί κυρίως τδν ρήτορα Α ισχίνη.
Στδ μεταξύ ό Φίλιππος έκμεταλλεύθηκε τήν ειρήνη γιά νά έδραιώ-
σει τή θέση του, ιδιαίτερα στή θάλασσα. Οί διενέξεις πού είχαν ξε­
σπάσει Ανάμεσα στά κράτη τής Πελοποννήσου ήταν μιά θαυμάσια
Αφορμή γιά ν’ Ανακατωθεί στις ύποθέσεις τους. Μέ πρόταση τοϋ Δημο­
σθένη, οί ’Αθηναίοι, γιά ν' Αποσπάσουν τούς Πελοποννήσιους Απδ τδν
Φίλιππο, Αποφάσισαν νά στείλουν στήν Πελοπόννησο μιά πρεσβεία
δπου πήρε μέρος καί ό ίδιος ό Δημοσθένης. "Οταν γύρισε Απ' αύτή
τήν Αποστολή, ό Δημοσθένης έκφώνησε τδ δεύτερο φιλιππικό του
(Κατά Φιλίππου Β — V I ) , στά 3 44 π. X . * 0 λόγος αύτδς Αφιερώ­
νεται ειδικά στίς σχέσεις μέ τά πελοποννησιακά κράτη, καί είδικά μέ

1. Μέλη τής ένωσης ( αμφικτιονίας) τών έλληνικών φυλών γιά τήν δπεράσπιση τοΟ
μαντείου τών Δελφών. Τήν έποχή τοΟ Δημοσθένη ή αμφικτιονία τών Δελφών δέν ήταν
πιά μονάχα θρησκευτική, ήταν πολιτική καί διεθνής ένωση.
2 Υ Γ Χ Ρ 0 Ν 0 Ι ΤΟΥ
423 Ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ

τήν ’Αργολίδα καί τή Μεσσηνία. Δεν πρέπει, τονίζει δ Δημοοθ^


νά έπιτρέπεται ή έπέμβαση μιας ξένης δύναμης στις ερι ες
λήνων. "Αν δ ήγετικδς ρόλος στήν 'Ελλάδα πρέπει να ανήκει
ποιον, δεν έπιτρέπεται νάτδν άναλάβουν άλλοι παρα μοναχα ο
ναιοι, για τί αύτοί πολέμησαν έπίμονα καί άδιάλλακτα τους ερσ
όπερασπίζοντας τά συμφέροντα δλων τών Ελλήνων. ^
Στδ λόγο Κατά Φιλίππου Β δ Δημοσθένης, μιλώντας για τό τα­
ξίδι του στήν Πελοπόννησο, λ έ ε ι: „ Τ ί έπιδιώκετε; τους^
[ τούς Μεσσηνίους ]. — Τήν έλευθερία. — Μά δεν βλέπετε πως "
λιππος είναι δ πιδ άσπονδος έχθρός σας, έστω καί μονάχα απο τ ν
τίτλο του; Γιατί κάθε βασιλιάς και δεσπότης μισεί τήν έλευθερία και
τούς νόμους “ ( 23 - 2 5 ). Ό Δημοσθένης καλεΐ τούς "Ελληνες νά Ινω-
θουν „ οοο ή καταιγίδα δέν έχει άκόμα ξεσπάσει, δσο μπορούμε άκόμα
νά καταλάβουμε δ ένας τδν άλλον <4( 35 ).
Στούς φιλιππικούς άνήκει καί δ λόγος Περί 'Αλοννήσου ( V I I )
344 π. X ., πού στήν πραγματικότητα δέν είναι έργο του Δημοσθένη
άλλά του Έγήσιππου, δπαδοΰ του άντιμακεδονικού κόμματος. Ό Φ ί­
λιππος άπόσπασε άπδ τούς πειρατές τήν 'Αλόννησο, πού προηγού­
μενα άνήκε στούς ’Αθηναίους καί γ ι’ αύτδ του ζήτησαν νά τούς τήν
άποδώσει. Ό Μακεδόνας βασιλιάς έστειλε τότε στούς ’Αθηναίους
μιά έπιστολή (πού δέν διασώθηκε) δπου τόνιζε πώς τδ νησί του
άνήκει πιά δικαιωματικά, δέχεται δμως νά τδ χαρίσει στούς ’Α θη­
ναίους. Ό λόγος Περί 'Αλοννήσου είναι ή άπάντηση στήν έπιστολή
του Φιλίππου. *0 ρήτορας άποδείχνει πώς ή 'Αλόννησος δέν άνήκει
στδν Φίλιππο, μ* δλο πού τήν άπόσπασε άπδ τούς πειρατές καί γ ι’ αύτδ
έχ ει ύποχρέωση δχι νά τή χαρίσει, μά νά τήν άποδώσει στούς ’Α θη­
ναίους. Οί ’Αθηναίοι άρνουνται νά δεχτούν τήν πρόταση του Φ ιλ ίπ ­
που ν’ άνατεθει τδ ζήτημα αύτδ σέ διαιτητικδ δικαστήριο. Στδ λόγο
Περί *Αλοννήσου δίνονται άπαντήσεις καί σέ μιά σειρά άλλα ζητή­
ματα πού είχε θίξει δ Φίλιππος στήν έπιστολή του.
’Ανάμεσα στά 348 καί στά 343 π. X . γράφηκαν, δπως φαίνεται,
καί πέντε μικροί δικανικοί λόγοι, πού άπδ τδ χαρακτήρα τής άφήγη-
σης άναγνωρίζονται σάν γνήσια έργα του Δημοσθένη. Οί λόγοι αύτοί
ε ίν α ι: Πρός Βοιωτόν περί του όνόματος ( X X X I X ) . Πρός Πανταί-
νετον ( X X X V I I ) , δπου γίνεται λόγος γιά τήν άγορά καί τήν πώ­
ληση Ινδς μεταλλείου. Πρός Εύβουλίδην ( V L I I ) , δπου κάποιος άπο-
κλεισμένος άπδ τδ δήμο του προσφεύγει στήν 'Ηλιαία καί ό Εύβου-
λίδης, σάν δήμαρχος κ α λβίτ^ νά λογοδοτήσω Πρός Νανοίμαχον
χαι αενοπειϋ-ψ ( X X X V I I I ) , ποί> γράφηκε γιά τοί>ς γιούς τ ο ϋ ’ Α οί-
στα.χμου Αδτδς δ λόγος θεματικά μοιάζει με τδ λόγο ποδ Ικφώνησ®
ό Δημοσθένης στήν πρώτη δίκη μέ τοί>ς κηδεμόνες του, μονάχα rob
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 423

|δώ ύποστηρίζονται τά συμφέροντα του κηδεμόνα7 ή τουλάχιστο των


παιδιών του. Κατά Κόνωνος αΐκίας ( L I V ), πού τδ θέμα του θυμίζει
τούς λόγους τών παλιότερων ρητόρων. Στδ λόγο αύτδ ό νεαρός Ά ρ ί-
στωνας κατηγορεί κάποιον Κόνωνα για άδικη έπίθεση.
*Η δουλειά του λογογράφου δεν έμπόδιζε τδν Δημοσθένη στήν πο­
λιτική του δράση. Στά 343 /2 π. X . έκφώνησε τδ λόγο Περί τής πα·
ραπρεσβείας ( X I X ) , όξυτατο κατηγορητήριο κατά του Α ίσχίνη.
Έ λεγε πώς οΕ έκθέσεις πού είχ ε δποβάλει ό Α ίσχίνης γυρίζοντας άπδ
τή δεύτερη άποστολή του ήταν ψεύτικες καί οΕ συμβουλές του άντίθε-
τες στά συμφέροντα του άθηναϊκοΟ λαοϋ. Ό Αισχίνης, σύμφωνα μέ
τή γνώμη του Δημοσθένη, είχ ε πουληθεί στδν Φίλιππο. Κ ι αύτδς και
οΕ σύντροφοί του δεν είχαν Ικτελέσει σάν πρέσβεις τις έντολες πού
τούς δόθηκαν. Έ στάση τους έξυπηρετοΟσε τά σχέδια τοδ Φιλίππου
δίνοντας του τήν εύκαιρία νά κερδίσει χρόνο. Ό Αίσχίνης όχι μο­
νάχα έλεγε ψέματα, μά κι έμπόδιζε τούς ’Αθηναίους νά μάθουν τήν
άλήθεια άπδ τδν ίδιο τδν Δημοσθένη. Πήρε μέρος άκόμα καί στδν πα­
νηγυρισμό του Φιλίππου γιά τήν καταστροφή τών φρουρίων καί των
πόλεων τών συμμάχων τής ’Αθήνας. „ Πήρατε χρυσάφι, προδώσατε
τήν πατρίδα ! — φωνάζει ό Δημοσθένης στδν Α ίσχίνη καί τούς συν­
τρόφους του τής πρεσβείας. — Ε ίχ ε τδ λόγο του ό Αίσχίνης πού φά­
νηκε μιά νύχτα νά βγαίνει άπδ τδ σπίτι όπου έμενε ό Φίλιππος. Καί
πρίν φύγει ή πρεσβεία, ό Αισχίνης συναντήθηκε κρυφά μέ τδν Φ ί­
λιππο καί τά λέγανε ένα μερόνυχτο. Σάν προδότης τής Φωκίδας, τής
Θράκης, τών Θερμοπυλών, τοϋ Ελλήσποντου, μέ λίγα λόγια όλων
τών σπουδαίων θέσεων, ό Αίσχίνης πρέπει νά καταδικαστεί πολλές
φορές σέ θάνατο “ .
Τήν προδοσία πού είχ ε άπλωθεί παντού ό Δημοσθένης τή συγκρίνει
μέ έπιδημική άρρώστια ( 2 5 9 ) . 'Ενώ όμως, όπως φαίνεται, πίστευε
άκράδαντα πώς ό Αίσχίνης είχ ε έξαγοραστεί, δέν παραθέτει άπο-
δεικτικά στοιχεία μά περιορίζεται σέ έπιχειρήματα ήθικοΰ χαρα­
κτήρα. Μ’ όλο πού άπαιτεί πολλές φορές τή θανατική καταδίκη
•του Αίσχίνη, στήν πραγματικότητα φαίνεται πώς τδν Α ίσχίνη δέν
τδν άπειλοϋσε τόσο ό θάνατος, όσο ή άτιμία ( στέρηση τών πολιτικών
δικαιωμάτων).
Ωστόσο δ Αίσχίνης άθωώθηκε, έστω καί μέ άσήμαντη πλειοψηφία,
είτε χάρη στήν πειστικότητα τής άπολογίαςτου είτε χάρη στή συμπα­
ράσταση σπουδαίων παραγόντων, όπως ήταν ό Εδβουλος καί ό Φω-
κίωνας.
Μπροστά ατούς ’Αθηναίους όρθώθηκε ένα άμεσο καθήκον — έπρεπε
νά έδραιώσουν τή θέση τής πόλης τούς. Έ σ τειλα ν κληρούχους στή
θρακική Χερσόνησο κι ένα στρατιωτικό άπόσπασμα μ’ έπικεφαλής τδ
Ο Ι Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ
424 Ο ΔΗ Μ ΟΣΘΕ Ν Η Σ ΚΑΙ

στρατηγέ Διοπείθη. 01 Ιριδες γιά τούς έδαφικούς κλήρους


συνέπεια τή σύγκρουση με τόν Φίλιππο, πού προστάτευε τα ^ ι
ματα των συμμάχων του. β0 Φίλιππος Ι^τειλε στούς Α Φ ΛΙ™ ^ ,
άπειλητικό μήνυμα. Σέ άπάντηση δ Δημοσθένης έκφωνησε τ Υ
Περί τών έν Χερρονήσφ ( V I I I ) στά 342/1 π. X.» δπου πο ® X
στούς συμπολίτες του πώς σκοπός τοϋ Φιλίππου είναι ή εκμη vt η
τής δημοκρατίας: „ Πάνω άπ’ δλα μισεί τούς έλεύθερους εσμους
μας... για τί ξέρει πολύ καλά πώς κι άν άκόμα έξουσιάσει δλους το ς
λαούς, τίποτα δεν θά κρατάει γερά στά χέρια του δσο έσεΐς [ °* Α. η-
ναίοι ] Ιχ ετε δημοκρατικά πολίτευμα “ (4 0 - 4 1 ). » Για ποιύ λόγο -
φωνάζει δ ρήτορας — άποφεύγουμε τόν άγώνα; Γιατί χρονοτριβούμε,
Πότε, ώ άντρες ’Αθηναίοι, θ’ άποφασίσουμε νά Ικπληρωσουμε τό κα­
θήκον μ α ς; Ασφαλώς θ’ άπαντήσουν μερικοί: "Οταν χρειαστεί. Μα
έκείνο πού λέγεται άνάγκη ένδς έλεύθερου λαού, δχι μονάχα Ιφτασε
πιά, άλλά μάς προσπέρασε κιόλας καί πρέπει νά εύχόμαστε στους θεούς
νά μή μάς κάνουν ποτέ νά νιώσουμε τήν άνάγκη τών δούλων. Σ έ τ ί
διαφέρει ή μιά άνάγκη άπδ τήν άλλη; Γιά τόν έλεύθερο άνθρωπο
θανάσιμη άνάγκη είναι ή ντροπή γιά δ,τι γίνεται γύρω του, δέν μπορώ
νά βρώ καμιά σκληρότερη άνάγκη, καί γιά τό δούλο οί ραβδισμό! καί
τά μαρτύρια. Είναι άποτρόπαιο άκόμα καί νά φέρνουμε στο νου μας
αύτή τήν άνάγκη “ ( 5 0 - 5 1 ) . Ό Δημοσθένης συμβουλεύει τούς 'Α θη­
ναίους νά μήν ύποχωρήσουν στις άξιώσεις του Φιλίππου. Είναι άλή-
θεια πώς δέν γινόταν άκόμα λόγος γιά τυπική κήρυξη πολέμου έναν-
τίον του, φαίνεται δμως πώς κι αύτή ή άπόφαση ώρίμαζε σιγά - σιγά.
Οί άλλοι "Ελληνες θά ύποστηρίξουν άραγε τούς ’Αθηναίους ή ή
άποσύνθεση τών έλληνικών κρατών είναι τόσο μεγάλη ώστε δέν βλέ­
πουν πιά στδ πρόσωπο τοΟ Φιλίππου τόν κοινό έχθρδ πού πρέπει
ν' άποκρούσουν μέ κάθε θυσία — αύτές οί άμφιβολίες βασάνιζαν τόν
Δημοσθένη δταν, λίγο μετά τό λόγο του Περί τών έν Χερρονήσφ,
άπευθύνθηκε ξανά στδ λαό μέ τό λόγο Κατά Φιλίππου Γ ( I X ), 3 41
π. X . Ό λόγος αότδς είναι δ Εξοχότερος άπ* δλους τούς φιλιππικούς.
Πουθενά άλλοϋ ό Δημοσθένης δέν ξεσκεπάζει μέ τόση δύναμη τήν πα­
ρανομία καί τή βία του Φιλίππου καθώς καί τό άργυρώνητο τών
’Αθηναίων πραχτόρων του. Ε ίχ ε δίκιο δ Φίλιππος πού, σύμφωνα μέ
τήν παράδοση, διαβάζοντας τούς λόγους πού είχε έκφωνήσει ό Δημο­
σθένης έναντίον του (ό σπουδαιότερος άπ’ αδτούς, όπως παρατηρεί δ
Διονύσιος, είναι άκριβώς ό τρίτος φιλιππικός) ε ίπ ε : , , "Αν άκουγα
τόν Δημοσθένη, θά τόν ψήφιζα κι έγώ σάν άρχηγδ Χο0 άγώνα dva‘v_
τίον μου “ . Στόν λόγο αύτδν ό πατριωτισμός τοϋ Δημοσθένη πλαταίνει
άπό άθηναϊκός γίνεται πανελλήνιος. Έ άντιπαράθεση του προηγούμε­
νου μεγαλείου μέ τή σημερινή παρακμή τής πόλης τοϋζ πρέπει σύμ-
Ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 425

φωνα μέ τή γνώμη τού Δημοσθένη, νά Εμπνέει στούς ‘Αθηναίους Εν­


θουσιασμό γιά δράση. Τ ηρεί άραγε δ Φίλιππος τούς δρους της είρήνης
ή διεξάγει κιόλας πόλεμο; Αύτδ πρέπει νά τό κρίνουμε δχι άπ* τά λό­
για του, άλλα μονάχα μέ βάση τά γεγονότα. 'Από τήν ήμέρα πού Εκ­
μηδένισε τούς Φωκεΐς, Ιχ ει άρχίσει Εναν άκήρυχτο πόλεμο. Δεν πολε­
μάει μονάχα τή θρακική Χερσόνησο ή τό Βυζάντιο, άλλά δλους τούς
"Ελληνες. „ Ό Εχθρός αδτός θά προσβάλει δλους τούς λαούς σάν ξα­
φνικός πυρετός, κι άς πιστεύουν σήμερα μερικοί πώς ό κίνδυνος βρί­
σκεται άκόμα μακριά*4 ( 2 9 ) . Ό Δημοσθένης θλίβεται φέρνοντας στό
νου του τά προηγούμενα κατορθώματα τών Ε λλήνω ν. „ Τώρα δλα
αυτά τ ’ άγαθά πουλιούνται, σάν σέ άγορά, σέ ξένα μέρη καί στή θέση
τους είσάγονται οί θανατηφόρες άρρώστιες τής Ελλά δας **. „ Πρέπει
— καλεί ό Δημοσθένης τούς ’Αθηναίους — νά μισήσετε καί μέ τό νοΰ
καί μέ τήν καρδιά σας τούς ρήτορες πού ύποστηρίζουν μπροστά σας
τόν Φίλιππο καί νά Εχετε ύπόψη πώς είναι άδύνατο νά συντρίψετε
τούς Εχθρούς τής πόλης μαςδσο μένουν άτιμώρητοι οί συνεργάτες τους
μέσα στά ίδια τά σπλάχνα της. Μά τόν Δία καί τούς άλλους θεούς,
δεν θά μπορέσετε νά τό κάνετε αύτό, για τί Εχετε φτ,άσει σέ τέτοιο ση­
μείο μωρίας ή παραφροσύνης, δέν ξέρω κι Εγώ τ ί νά πώ ( συχνά τρέμω
στή σκέψη πώς κάποιο δαιμόνιο μάς παρασέρνει στήν καταστροφή),
σέ τέτοιο σημείο παραφροσύνης, ώστε άπ' τό πάθος σας νά κακολο­
γείτε, νά μιλάτε φθονερά γιά κάποιον καί νά είρωνεύεσθε, άνέχεσθε
ν’ άκούτε άνθρώπους πουλημένους, πού μερικοί μάλιστα Εχουν όμολο-
γήσει τήν προδοσία τους, καί γελάτε κιόλας δταν αυτοί βρίζουν τούς
άντιπάλους τους. *Όσο κι άν είναι λυπηρό αότό, είναι άκόμα λυπηρό­
τερο πού παραχωρήσατε σ’ αύτούς τούς άνθρώπους μεγαλύτερη άσφά-
λεια γιά νά πολιτεύονται άπ’ δση παραχωρείτε σέ κείνους πού δπο-
στηρίζουν τά συμφέροντά σας. Νά λοιπόν πόσα δεινά Επισωρεύει τώρα
ή προσοχή πού δίνατε σέ τέτοιους ρήτορες ** ( 53 - 5 5 ). Ά κόμα πιό
πολύ φοβάται ό Δημοσθένης τήν άδράνεια τών ’Αθηναίων καί τή δου-
λοφροσύνη πού δείχνουν στόν Φίλιππο. „ Κυριεύουμαι άπό τρόμο, μά
τόν Δία καί τόν 'Απόλλωνα, στή σκέψη... τ ί θ’ άποφασίσετε, λές καί
τό νά κάνετε κάτι ξεπερνάει πιά τις δυνάμεις σας. Μακάρι, ώ άντρες
'Αθηναίοι, νά μή μάς βρει τέτοια τύχη. Χ ίλ ιε ς φορές καλύτερα νά
πεθάνουμε 7ΐαρά νά κάνουμε τό κέφι τού Φιλίππου** ( 6 5 ) . „ Κ ι άν
άκόμα δλοι οί άλλοι λαοί δεχτούν τή δουλεία, Εμείς πρέπει νά πα­
λέψουμε γιά τήν Ελευθερία!“ ( 7 0 ) δηλώνει μεγαλόφωνα ό ρήτορας.
Οί Επικλήσεις τού Δημοσθένη Εφεραν άποτέλεσμα αύτή τή φορά. Οί
'Αθηναίοι Εστειλαν πρέσβεις γιά νά συνενώσουν δλους τούς Έ λ λ η ν ε ς :
τόν Υ περείδη στούς Ρόδιους καί στούς Χίους καί τόν Δημοσθένη στό
Βυζάντιο. Τέλος, τήν άνοιξη τού 3 40 π. X ., οί ’Αθηναίοι, οί Εύβοείς,
Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ
436 Ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ ΟΙ

οί Μεγαρίτες, οί Κορίνθιοι, οί Α χα ιο ί Χ.δ. ίδρυσαν Ιναj * * ? “ J * ^


μ έ βάση τήν αύτονομία κάθε κράτους πού έπ«Ψνε
οθένης κατόρθωσε νά πείσει τοϊ>ς συμπολίτες του ν μή
στήν άνάθεση τής ήγεμονίας στήν ’Αθήνα. 0 Δημοσ νης ^
πιά τύν προηγούμενο ρόλο τοΰ ήγέτη τής άντιπολ τευση., γ

Β I χ . 24 Γυναίκα παίζοντας κύβους. Ειδώλιο από


όπτή γ ί}. 3. αΐ. π. X. Μουοβϊο Έρμιτάζ.

ρυθμιστής τής άθηναϊκής πολιτικής. Γιά τΙς ύπηρεσίες πού πρόσφερε


στδν άθηναϊκό λαύ στεφανώθηκε στά „ Διονύσια “ , ύστερα άπύ πρό­
ταση τσΟ Άριστόνικου, μέ χρυσό στεφάνι.
Στύ μεταξύ δ Φίλιππος προσπαθούσε νά Ιξασφαλίσει τΙς θαλάσσιες
άρτηρίες. Τό Βυζάντιο, πού είχ ε σύμμαχία μέ τήν ’Αθήνα, εϊταν
ή αφορμή γιά νά γίνει άνοιχτύς ό άκήρυχτος πόλεμος πού ε ίχ ε άρ-
χ ίσ ει άνάμεσα στύν Φίλιππο καί στούς ’Αθηναίους. *0 πόλεμος
ξέσπασε τύ φθινόπωρο τού 3 4 0 π. X . Ό Δημοσθένης, πού ε ίχ ε άνα-
λά βει τή διαχείριση τών ναυτικών ύποθίσεων, έφάρμοσε, παρ’ δλή
τήν άντίδρασή τών πλουσίων, μιά καινούργια πιύ δίκαιη κατανομή
.τβν ύποχρεώσεων γιά τή συντήρηση πλοίων, μέ βάση τήν περιου-
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 427

σιακή άπογραφή. Στά 339 π. X . κατόρθωσε νά πραγματοποιήσει


καί τδ παλιό του σχέδιο — χρησιμοποίησε τά θεωρικά γιά τις στρα­
τιωτικές άνάγκες. Δεν διασώθηκε δυστυχώς ό λόγος πού μ* αύτδν ό
Δημοσθένης έπεισε τούς συμπολίτες του νά παραιτηθούν άπ* αύτά τά
χρήματα, δπως δεν διασώθηκαν καί άλλοι λόγοι πού είχ ε έκφωνήσει
σ’ αότή τή σημαντική περίοδο τής δράσης του. ΟΕ σύμμαχοι βοήθη­
σαν άποτελεσματικά τδ Βυζάντιο, ό Φίλιππος άναγκάστηκε νά λύσει
τήν πολιορκία του καί νά γυρίσει στή Μακεδονία. Δεν έγκατέλειψε
δμως τδ σχέδιό του νά ύποτάξει τήν Ε λλά δα . Στδ τέλος τοϋ 339 πέ­
ρασε τις Θερμοπύλες καί κατέλαβε τήν Έ λάτεια, στά σύνορα τής Βοιω­
τίας. *Η πράξη του αύτή προκάλεσε μεγάλη έντύπωση στήν ’Αθήνα;
γιατί τώρα έγιναν πιά σε δλους φανεροί οΕ σκοποί του. Ό Φίλιππος,
με άπειλές καί ύποσχέσείς, προσπάθησε νά προσεταιρισθεί τή Θήβα,
πού οΕ κάτοικοί της ένιωθαν άκόμα ζωντανδ τδ παλιό τους μίσος γιά
τούς ’Αθηναίους. Παρ’ δλα αύτά δμως ή Θήβα πήρε τδ μέρος τής
’Αθήνας καί δχι του Φιλίππου. Αύτδ ήταν μιά καινούργια ύπηρεσία
τοϋ Δημοσθένη, πού είχ ε σπεύσει άμέσως στή Θήβα καί χρησιμοποίησε
ΙκεΓ δλη τήν τέχνη τής εύγλωττίας του. ΟΕ ’Αθηναίοι κατόρθωσαν νά
έξουδετερώσουν τούς Πελοποννήσιους συμμάχους τοϋ Φιλίππου. Ό
στρατδς των Ελλήνω ν μπήκε στδ έδαφος τής Φωκίδας καί βγήκε νι­
κητής σέ διάφορες μικροσυγκρούσεις. Ό Δημοσθένης τιμήθηκε καί
πάλι μέ χρυσδ στεφάνι. Α ργότερα δμως ή τύχη τοϋ πολέμου πρόδωσε
τούς "Ελληνες. Τδν Αύγουστο τοϋ 338 στή μάχη τής Χαιρωνείας,
δπου είχ ε πάρει μέρος κι ό Δημοσθένης σάν άπλδς όπλίτης, οί "Ε λ λ η ­
νες νικήθηκαν καί τά λείψανα τοϋ στρατού τους τράπηκαν σέ φυγή.
Στήν ’Αθήνα μετά τή μάχη τής Χαιρωνείας οί δπαδοί τής Μακε­
δονίας άποθρασύνθηκαν. Έ δημοτικότητα δμως τοϋ Δημοσθένη ήταν
τόσο μεγάλη ώστε οί ’Αθηναίοι άνάθεσαν σ' αύτδν νά έκφωνήσει τδν
έπικήδειο λόγο πρδς τιμήν έκείνων πού έπεσαν στή Χαιρώνεια. "Ο
έπιτάφιος αύτδς δέν διασώθηκε (ό ’Επιτάφιος πού περιλαμβάνεται
στά έργα τοϋ Δημοσθένη δέν είναι γνήσιος ).
Στά 337 π. X . ό Δημοσθένης πρότεινε στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου
ένα σχέδιο γιά νά έπισκευαστοΰν καί νά τελειοποιηθούν οΕ όχυρώσεις
τής πόλης καί τοϋ Πειραιά. Αύτδ τδ έργο άνατέθηκε, δπως πάντα,
στις δέκα φυλές. Έ φυλή τοϋ Δημοσθένη, ή Πανδιονίς, διάλεξε αύτδν
τδν ίδιο σάν τειχοποιό. Ό Δημοσθένης πήρε άπδ τδ ταμείο 10 περί­
που τάλαντα καί ξόδεψε κι άπδ τή δική του περιουσία πολλά χρή­
ματα ( 3 τάλαντα). Κάποιος Κτησιφώντας πρότεινε τότε στή Βουλή
των πεντακοσίων νά τιμήσουν τδν Δημοσθένη μέ χρυσδ στεφάνι καί
νά πανηγυρίσουν έπίσημα αύτδ τδ γεγονδς στά έπόμενα „ Διονύσια “ .
Στήν άτμόσφαιρα έκείνης τής έποχής αύτή ή πράξη έπαιρνε χαρα-
ΣΥ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ
428 Ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ 01

κτήρα πολιτικές έκδήλωσης κατά τής Μακεδονίας, άφοϋ τδ ζήτΎ1 ^


άφοροΰσε τούς άμυντικούς έξοπλισμούς τής ’Αθήνας. Η πρ τάση
Κτησιφώντα καταψηφίστηκε άπδ τδ μακεδονικδ κόμμα, ια τέρα
τδν Α ισχίνη, καί ή στέψη τοϋ Δημοσθένη άναβληθηκε. Τ ινοπ ρ
τοϋ 336 δ Φίλιππος δολοφονήθηκε άπδ έναν άνθρωπο του περι&αλ-
λοντός του, τδν Παυσανία. Ό Δημοσθένης κα'ι τδ άθηναίκ ντιμα
κεδονικδ κόμμα πανηγύριζαν. Και δμως ό πανηγυρισμός τους ήταν
μάταιος. Ό γιδςτοΰ Φίλιππου, ό Αλέξανδρος ό Μακεδόνας, συντριψε
ταχύτατα τήν άντιμακεδονική Ιξέγερση στή Θήβα καί άξίωσε π
τούς ’Αθηναίους νά του παραδώσουν τούς ήγέτες του άντι μακεδονικού
κόμματος — τδν Δημοσθένη, τδν Αυκοϋργο, τδν Υ περείδη κ.α.
ύστερα δμως άπδ τή μεσολάβηση τοϋ ρήτορα Δημάδη παραιτήθηκε
άπδ τήν άξίωσή του. Γιά τήν έκστρατεία πού θά έπιχειροΰσε ό Α λέ­
ξανδρος κατά τοϋ Πέρση βασιλιά, ή ’Αθήνα ύποχρεώθηκε να έξο-
πλίσει πολλά πλοία.
Έ Μακεδονία πανηγύριζε γιά τήν καινούργια νίκη πού άπόσπασε
άπδ τήν Ελλά δα . Μέσα σ’ αύτδ τδ πολιτικδ κλίμα τδ μακεδονικδ
κόμμα τής Αθήνας Ικρινε πώς ήταν κατάλληλη εύκαιρία ν’ άνακι-
νήσει έναντίον τοϋ Δημοσθένη μιά δίκη γιά τή στέψη του μέ χρυσδ
στεφάνι, πού μόλις είχε άναβληθει. Αύτδ ήταν τώρα πολύ βολικό,
γιατί φαινομενικά ή κατηγορία δεν στρεφόταν έναντίον τοϋ Δημοσθέ­
νη, μά μονάχα έναντίον τής πρότασης πού είχε κάνει ένα άσήμαντο
πρόσωπο — ό Κτησιφώντας. *Η πρόταση τοϋ Κτησιφώντα ήταν τρωτή
άπδ καθαρά νομική πλευρά. Ό νόμος άπαγόρευε νά στεφανώνονται οΐ
κρατικοί λειτουργοί πού δεν είχαν άκόμα λογοδοτήσει γιά τή δράση
τους καί σ’ αύτή τήν κατηγορία συμπεριλαμβανόταν καί δ Δημο­
σθένης. Έ δίκη, δπου παραβρίσκονταν πολλοί 'Αθηναίοι πολίτες καί
ξένοι, έγινε τδ φθινόπωρο τοϋ 330 π. X . Έ διαδικασία άκολούθησε
τήν παρακάτω σειρά: κατηγορητήριο μηνυτή, άπολογία κατηγορου­
μένου και τελική κρίση. Ό Κτησιφώντας, σέ περίπτωση πού ή πρό­
τασή του ήταν άντιθετη στούς νόμους, διακινδύνευε τά πάντα, σύμ­
φωνα μέ τδ γράμμα τοϋ νόμου. "Αν γινόταν άποδεχτή ή κατηγορία
πώς όπέβαλε παράνομα νομοσχέδια (γραφή παρανόμων) τυπικά δεν
όπήρχε κανένα δριο ποινής, στήν πραγματικότητα δμως θά δικαζόταν
μάλλον σέ πρόστιμο, δχι παραπάνω άπδ δυδ μνές. Ό ίδιος ό Κ τησι­
φώντας άφοϋ είπε λίγα λόγια, άπευθύνθηκε στδ δικαστήριο παρακα-
λώντας το νά έπιτρέψει στδν Δημοσθένη νά μιλήσει. Έ τ σ ι ή δίκη
κατέληξε σέ μονομαχία άνάμεσα στδν Αίσχίνη καί στδν Δημοσθένη.
Στδ λόγο τοϋ Αίσχίνη Κατά Κτησιφώντος 6 Δημοσθένης άπάν-
τησε μέ τδ λόγο του Περί τον στεφάνου, πού χωρίζεται σέ τέσσερα
μ έ ρ η : προοίμιο, προπαρασκευαστικό μέρος, κύριο μέρος καί επίλογος.
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 429

Στή διάρθρωσή του διαφέρει άπδ τδ συνηθισμένο τόπο των δικανικών


λόγων, δπου άμέσως μετά τδ προοίμιο άκολουθεΐ ή δίήγησις. Έ παρά­
λειψη τής διήγησης δεν είναι καθδλου άφόσικη, για τί δ λόγος αότδς
ήταν άπαντητικδς και οΕ δικαστές είχαν πιά κατατοπιστεί στήν οόσία
τής δπόθεσης. Ό Δημοσθένης χειρίζεται τόσο τεχνικά τδ ζήτημα
ώστε άναγκάζει τούς άκροατές του νά θεωρουν άνόπαρχτη τή νομική
βάση τής κατηγορίας. Ό βασικδς χαρακτήρας τής δίκης αότής είναι
πολιτικδς καί ήθικδς καί γ ι' αότό, σύμφωνα μέ τήν άποψη τού Δη­
μοσθένη, δεν Ινδιαφέρει μονάχα τούς ’Αθηναίους μά καί δλους τούς
Έλληνες. Σ ’ αότήν κρίνεται ή έλληνική πολιτική τού τελευταίου
καιρού. Μονάχα άπ’ αύτή τήν άποψη πρέπει νά έξετασθεί καί ή δική
του δράση.
Ό Δημοσθένης, πριν περάσει στά Ιπιχειρήματα πού στηρίζουν τήν
πρόταση του Κτησιφώντα, άντικροόει τις έπιθέσεις τού Α ισ χ ίν η :
„ Ά ν έσείς [ οΕ 'Αθηναίοι ] ξέρετε πώς είμαι τέτοιος δπως μέ κατη­
γορεί ό Αίσχίνης ( για τί βέβαια άνάμεσά σας Ιζησα καί δχι πουθενά
άλλού), μή μοΰ έπιτρέπετε πιά νά έκφωνώ λόγους, μ’ δλο πού ή πολι­
τική μου δράση είναι άμεμπτη, άλλά σηκωθείτε καί ψηφίστε άμέσως
τήν καταδίκη μου. Ά ν πάλι μέ γνωρίσατε σάν άνθρωπο άνώτερο άπδ
τδν Αίσχίνη καί πολύ καλύτερης καταγωγής... τότε καί σέ δλα τά
άλλα μήν τδν πιστεύετε (γ ια τ ί είναι δλοφάνερο πώς δλα Ιτσι τά
έπινόησε) “ ( 1 0 ) . Ά ν ό Δημοσθένης ήταν, δπως θέλει νά τδν παρα-
στήσει ό Αισχίνης, θά Ιπρεπε άπδ καιρδ νά τδν είχ ε κατηγορήσει,
άμέσως ύστερα άπδ κάθε έγκλημά του, κι δχι μονάχα άπδ άφορμή
τήν πρόταση τού Κτησιφώντα. "Οσο γιά τήν ειρήνη τού 346, ό Α ι­
σχίνης, ένώ ήταν συνεργάτης τού Φιλοκράτη, κατηγορεί τδν Δημο­
σθένη γιά μιά πράξη πού έκανε αύτδς ό ίδιος, δηλαδή γιά προδοσία.
ΟΕ 'Αθηναίοι, πού είχαν έγκαταλειφθεΐ άπδ δλους στδν άγώνα τους
κατά τού Φιλίππου, άναγκάστηκαν νά δεχτούν τήν είρήνη αύτή, τήν
πρωτοβουλία δμως δέν τήν είχ ε άναλάβει ό Δημοσθένης. Μετά τή
συνομολόγηση τής ειρήνης, ή βραδύτητα τών ένεργειών τής άθη-
ναϊκής πρεσβείας, πού μάταια άγωνιζόταν νά τή δραστηριοποιήσει ό
Δημοσθένης, έδωσε καιρδ στδν Φίλιππο νά καταλάβει τή Θράκη. Ό
Αισχίνης έξαπατοΰσε τδν άθηναϊκδ λαδ μέ τις ψεύτικες όποσχέσεις
τού Φιλίππου, ένώ έκείνος άρπαζε τις Θερμοπύλες καί τή Φωκίδα.
*0 ΑΕσχίνης λοιπόν καί κανένας άλλος, είναι όπεόθυνος γ ι' αύτά τά
άτυχήματα. Έ προδοτική του δράση είχ ε σάν άποτέλεσμα „ νά θεω­
ρούν οί θεσσαλοί καί οΕ Θηβαίοι τδν Φίλιππο σάν φίλο, εύεργέτη καί
σωτήρα τους “ (4 3 ). Ό Φίλιππος δμως τούς όποδοόλωσε τελικά.
Ά λλά καί τούς προδότες τής πατρίδας τους, σάν τδν ΑΕσχίνη, δέν
τούς περίμενε καλύτερη μοίρα: Ό Φίλιππος, άφοΰ τούς χρήσιμο-
ΣΥΓΧΡΟΝ ΟΙ TO V
± 30 ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ

ποίησε δπως τύν σόμφερε, τούς πέταξε σαν άχρηοτα πια ~


Τ ι κι δν κομπάζει δ Αισχίνης πώς καί σήμερα τάχα βίναι προξενοζ
τοΟ ’ Αλέξανδρου — στήν πραγματικότητα δέν είναι τίποτα άλλο
μονάχα μισθοφόρος του. _„
Π ιδ κάτω ό Δημοσθένης δικαιολογεί τήν πρόταση του τΨ ιζΡ
-Περιγράφει τήν άτμόσφαιρα τής έποχής πού άρχισε τη ^ π0 ιτικ ^
δράση. ’Απ' δλους τούς Έ λληνες, πού ή πολιτική του Φιλίππου ε ίχ ε
κατορθώσει νά τούς διαιρέσει, μονάχα οί 'Αθηναίοι με τ ν ος
παρελθόν τους μπορούσαν ν’ άντι μετωπίσουν τδν Μακεδονα οασι ι
Χάρη στδν Δημοσθένη έγιναν οί έκστρατείες γιά τήν απελευθέρωσή
τής Εύβοιας. Ό Αισχίνης, άντίθετα, δεχόταν τούς πρέσβεις τοϋ ε χ ­
θρού σαν „ φίλους “ . „ Οί άνθρωποι αύτοί, πού ή πόλη ^μας τους
έδιωξε σάν έχθρούς γιά τΙς άδικες καί άσύμφορες προτάσεις τους,
ήταν φίλοι σου, Αισχίνη... Με συκοφαντείς καί λες πώς σωπαίνω
δταν παίρνω χρήματα καί βάζω τις φωνές δταν τά ξοδεύω.^ Εσύ
βέβαια δέν τδ κάνεις αύτδ μά φωνάζεις κι δταν άκόμα έχεις χρήματα
καί δέν θά πάψεις ποτέ νά φωνάζεις άν αύτοί [ οί δικαστές ] δέν σου
βουλώσουν σήμερα τδ στόμα άνακηρύσσοντάς σε ά τιμο44 { 8 2 ) . Κ αί
τότε, δπως έγινε καί σήμερα μέ τήν πρόταση του Κτησιφώντα, είχ ε
παρθεί ή άπόφαση νά τιμηθεί ό Δημοσθένης μέ χρυσό στεφάνι, δ
Αισχίνης δμως δέν είχε φέρει καμιά άντίρρηση. „ Είναι άλήθεια πώς
μέ τά δικά σας στρατεύματα διώξατε τδν Φίλιππο άπδ τήν Εύβοια —
λέει σέ συνέχεια ό Δημοσθένης στούς ’Αθηναίους — ώστόσο αυτό έγινε
έξαιτίας τής δικής μου πολιτικής καί μέ τά ψηφίσματα πού είσηγή-
θηκα έγώ. Ναί, τδ λέω κι άς χαλάνε τδν κόσμο στις φωνές μερικοί
άπδ τούτους έδώ “ (8 7 ) . ,,Ποιδς δέν άφησε τδν Ελλήσποντο νά
περάσει σέ ξένα χέρια έκεινα τά χρόνια; ’Εσείς, ώ άντρες ’Αθηναίοι,
καί δταν λέω έσείς Ιννοώ τήν πόλη μας. Μά ποιδς μιλούσε καί έγραφε
καί ένεργοΰσε γιά τά συμφέροντα τής πόλης, μ ! λίγα λόγια ποιος
είχ ε άφιερώσει μέ αύταπάρνηση τδν έαυτό του σ’ αύτήν; Έ γώ “ ( 8 8 ) .
Ο Δημοσθένης, άφού άναφερει τή συμβολή του στήν άπόφαση νά
δοθεί βοήθεια στδ Βυζάντιο καί στή μεταρρύθμιση των τριηραρχιών,
θίγει τή νομική πλευρά τής πρότασης τού Κτησιφώντα. Ποτέ δέν
άρνήθηκε, λέει, τήν ύποχρέωσή του νά δώσει λογαριασμό, ή όπο-
χρέωση δμως αύτή δέν Ιπεκτείνεται καί στις έθελοντικές δωρεές, πού
είχαν προκαλέσει τήν πρόταση τού Κτησιφώντα. Ό νόμος, πού έπι-
τρέπει στδ λαό νά δέχεται δώρα, μπορεί νά τδν έμποδίσει νά έκφράσει
τήν εύγνωμοσύνη του γ ι’ αύτά, άν θέλει ; Ό Αισχίνης, όποστηρί-
ζοντας τδ άντίθετο, είναι έχθρδς τής δημοκρατίας. «Ύστερα δ Δήμο-
σθένης ύπενθυμίζει τις πράξεις τού Αισχίνη στήν περίοδο τής είρήνης
Τότε ό Αίσχίνης προσπαθούσε νά καλύψει έναν πράχτορα τού Φ ιλίπ -
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 431

που. Συνεργαζόταν με τδν Πύθωνα, πρέσβυ τοϋ Μακεδόνα βασιλιά.


Συναντιόταν κρυφά μέ τδν Άναξίνο, κατάσκοπο της Μακεδονίας.
Πολλά κακά Ικανέ στούς Έ λλη νες ό Αισχίνης. Ό Φίλιππος προσπα­
θούσε νά βρει τρόπο γιά νά εισχωρήσει στήν Ε λλά δ α . "Αν ό Δημο­
σθένης δεν όρθωνε έναντίον του τή συμμαχία τής 'Αθήνας καί τής
Θήβας, θά είχ ε είσβάλει άμέσως στήν ’Α ττική. Ό Αισχίνης, άντί-
θετα, μέ τήν προδοτική του δράση βοήθησε τδν Φίλιππο νά κατα­
λάβει τήν Έ λά τεια . Αύτδν τδν τελευταίο ισχυρισμό του ό Δημοσθένης
προσπαθεί νά τον στηρίξει μέ διάφορα έπιχειρήματα ( 1 5 4 - 1 5 9 ) .
Στδ σημείο αύτδ ό λόγος Περί τον στεφάνου φαίνεται σάν νά Ιχ ει
όλοκληρωθεί πιά. Ωστόσο δέν τελειώ νει. Έ ιδιομορφία τής σύνθε­
σής του δείχνεται καθαρά, για τί ό ρήτορας, σάν νά μήν Ιχ ει Ικανο­
ποιηθεί άπό όσα είπε, άναλύει καί πάλι τά ιστορικά γεγονότα καί τδ
δικό του ρόλο, θέλοντας Ιτσι νά συντρίψει όριστικά τδν άντίπαλό του.
Ό Δημοσθένης λέει πώς προσπαθούσε νά έξασφαλίσει τήν προσέγγιση
τής ’Αθήνας καί τής Θήβας, οί προδότες όμως, άνάμεσά τους καί ό
Αισχίνης, τον έμπόδιζαν. Αύτδ είχ ε σάν συνέπεια νά καταλάβει ό
Φίλιππος τήν Έ λά τεια . „ ΤΗταν βράδι όταν κάποιος παρουσιάστηκε
στούς πρύτανεις άναγγέλλοντάς τους πώς Ιπεσε ή Έ λάτεια. ’Αμέσως
άλλοι άπ’ αύτούς παράτησαν στή μέση τδ δείπνο τους, άρχισαν νά
διώχνουν τδν κόσμο άπδ τις παράγκες τής άγοράς καί νά βάζουν φω­
τιά στις σκεπές τους, Ινώ άλλοι έστειλαν νά φωνάξουν τούς στρα­
τηγούς καί τδν σαλπιγκτή. *Όλη ή πόλη ήταν άνάστατη“ ( 1 6 9 ) —
Ιτσι περιγράφει ό Δημοσθένης τήν ταραχή, τδν πανικδ σχεδδν πού
κυρίευσε τούς ’Αθηναίους στδ άκουσμα αότής τής είδησης. Σ ’ αότές
άκριβώς τις κρίσιμες στιγμές ό Δημοσθένης, έχοντας έξασφαλίσει τή
συμμαχία μέ τούς Θηβαίους, ματαίωσε τήν έπίθεση τοϋ Φιλίππου στήν
’Αθήνα ( 1 6 9 - 1 8 7 ) .
Πιδ κάτω ό Δημοσθένης λέει πώς δ Αισχίνης, όταν γίνεται μιά
προσπάθεια γιά τδ καλδ τής πόλης, δέν βγάζει τσιμουδιά. "Οταν όμως
άποτύχουμε σέ κάτι, είναι πάντα παρών. Μοιάζει „ μέ σπασμένο, ή
ραϊσμένο κόκκαλο“ πού τδ νιώθεις κι αύτδ όταν τδ σώμα πάθει κάτι
κακδ (1 9 8 ).
„ "Αν σάς έλεγα — δηλώνει ό ρήτορας — πώς έγώ σάς έκανα νά
σκέπτεσθε μέ τρόπο άντάξιο τών προγόνων μας, φυσικά ό καθένας θά
μποροϋσε νά μέ ψέξει. Έ γώ όμως λέω πώς όλες αύτές οί άποφάσεις
είναι άποκλειστικά δικές σας, για τί καί πριν άπδ μένα ή πόλη μας
είχε ΐδ ίδιο φρόνημα. ‘Ωστόσο άποδίδω καί στδν έαυτό μου κάποια
συμβολή σέ όλα αύτά τά μέτρα πού πάρθηκαν" ( 2 0 6 ) . Ό Δημοσθέ­
νης είχ ε άντιμετωπίσει στή Θήβα τούς πρέσβεις τοϋ Φιλίππου καί
είχε αγωνιστεί έναντίον τους. Μέ πρόταση τοϋ Δημομέλη καί τοϋ
Τογ
ς υ γ χ ρ ° ν01
ΔΗΜ02ΘΕΝΗ2 ΚΑΙ
432 ο 4 Η Μ 0 ίβ » Β π * “ ·- 6 Α ισ χ ν ή ς
Υ π ερείδη είχε τιμηθεί τότε |Α δ Α ίσ χ ο ς
δεν διαμαρτυρήθηκε. Όσο για « ί*ε* έ & άρρωστος Ι Χ «
μοιάζει μέ γιατρό ποί» δίνει γ(ι* τήν ή τ τ α δ έ β α ρ «ίν ^
πεθάνει πιάκαί τδν Ιχουν θάψει. Η · » Η ϊ ^ ^ ν πατριωτισμό
τδν Δημοσθένη. Ό λαός ποτέ δέν μψ J ^ ά φ ο ρ * καθήκοντα
τοο καί γ ι’ αύτδ έξακολουθοϋσε να του άναθέτει φ Ρ
δείχνοντάς τοο Ιτσι τήν έμπιστοσύνη του. , ύβι Χδ έπ ιχ ε ί-
Περνώντας στά συμπεράσματα, δ Δημοσθένης Ρ άφορμή
ρήμα τοϋ Αισχίνη πώς τάχα ή δικ^ ™> 1 ^ J e Pe£ θεοί άγαποΟν
γιά δλα τά άτοχήματα της πατρίδας τους. , ^ „ ατα είνα ι
τήν 'Αθήνα, λέει δ ρήτορας, ώστόσο δμως F ? ™ * 4 J : T vdi τ · άπο-
κοινά γιά δλο τδ άνθρώπινο γένος και δεν μπορε α5τά.
φύγει. Η προσωπική τοο μοίρα είναι έ ν τ ε ^ ς άσχετη £
*0 Δημοσθένης παρουσιάζει τή ζωή τοϋ Αίσχίνη με Υ
γραφικό, χρησιμοποιώντας τό δφος τής άρχαίας κοηι
Υπενθυμίζοντας τήν άποτυχημένη καριέρα τοϋ Α ισχίνη σαν η
ποιοϋ, δέν παραλείπει νά προσθέσει πως οΐ θεατες έσερναν
κάτι τέτοιους ήθοποιούς. „ Βρισκόσουν σε άκηρυχτο και σπ0^ ,
πόλεμο μέ τούς θεατές καί πολλές φορές σέ τραυμάτισαν στδ ^πεοιο
τής μάχης “ (2 6 2 ). „ "Ας σέ καταστρέφουν λοιπόν τώρα πρώτα οι
θεοί κι έπειτα τούτοι έδώ [ οί δικαστές ], έσένα τδν κακδ πολίτη κ α ι
τδν ήθοποιδ τής κακίας ώρας“ (2 6 7 ).
Εαναγυρίζοντας στά πολιτικά πεπρωμένα τής ’Αθήνας, δ Δημοσθέ­
νης δηλώνει πώς οί κατηγορίες του Αίσχίνη θίγουν καί τδ λαό, ποί)
είναι σύμφωνος μέ τήν πολιτική του Δημοσθένη, θίγουν μάλιστα κ α ί
τδν Γδιο τδν Αίσχίνη, πού δέν διαμαρτυρήθηκε έγκαιρα γ ι’ αύτή τή ν
πολιτική. Πρέπει άκόμα νά γίνεται διαχωρισμός άνάμεσα στά έγ κ λ ή -
ματα, στά σφάλματα καί στά άτυχήματα. Είναι συκοφαντία νά ένο-
χοποιεις κάποιον γιά έγκλημα σέ περίπτωση ένδς άτυχήματος. * 0
Αίσχίνης είχε πει στδ λόγο του πώς θέλει νά προφυλάξει τούς άκροα-
τές άπδ τήν Ιπίδραση τής εύγλωττίας τοϋ Δημοσθένη, κι αύτδ δμως
τδ έπιχείρημά του δ Δημοσθένης τδ άνασκευάζει μέ μιά πολύ λ επ τή
παρατήρηση πού ήξερε, σάν έμπειρος ρήτορας, πώς θά κάνει έντό-
πωση στδ κοινό. „ "Ας παραδεχτούμε λοιπόν πώς είμαι δεινός ρήτο-
ρας· Τ ί σημασία έ χ ε ι; Οί άκροατές μου έχουν τή δύναμη νά μήν
έπηρεάζονται στά τυφλά “ (2 7 7 ). Ό λαός ξέρει ποιοί είναι φ ίλο ι
του, προσθέτει δ Δημοσθένης. Γ ι’ αύτδ καί δέν διάλεξε κανέναν άλλον
μά άκριβώς αύτόν, τδν Δημοσθένη, γιά νά έκφωνήσει τδν έπιτάφιο
λόγο για δσους πέσανε στή μάχη τής Χαιρωνείας. Ό Αίσχίνης, σύκο-
φ «ντώ ντ«ςτήν π ο λ ικ ή τοϋ Δημοσθένη, στερεί τδν άθηναϊκδ λαδ
άπδ τή μεγαλύτερη δόξα τοο. Οί πραγματικοί ένοχοι γιά τά άτυχή-
ο Α Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ . ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 488:

ματα τών Ε λλή νω ν είναι οΕ προδότες ποδ πουλήθηκαν στδν Φίλιππο.


'Ολοι αδτοί χάρισαν στδν Φίλιππο καί στδν Αλέξανδρο τήν ' Ανέξαρ-.
τησία τής πατρίδας, ή Α θή να δμως, χάρη στδν Δημοσθένη, δέν έγινε
συνένοχός τους. "Αν σέ κάθε Ιλ -
ληνική πόλη ύπήρχε Απδ Ινας πο­
λιτικός σάν τδν Δημοσθένη, ή
Ελλάδα θά ήταν τώρα Ιλεώθερη.
Σέ τ ί ώφέλησε τούς ’Αθηναίους
ό Αισχίνης ; „ ΠοΟ δείχνεις τή
νεανική όρμή σου, σέ τ ί διαπρέ-
πεις; Μονάχα σέ περίπτωση που
μιά Απόφαση θά βλάψει τούς
συμπολίτες σου, ή φωνή σου Αν­
τηχεί βροντερά ύποστηρίζοντάς
την, τότε έχ εις καλή μνήμη καί
είσαι Απαράμιλλος ήθοποιδς “
(3 1 3 ). Δεν πρέπει, γιά νά δπο-
τιμήσουμε τις όπηρεσίες τοδ Δη­
μοσθένη, νά τον συγκρίνουμε μέ
τοδς μεγάλους άντρες του πα­
ρελθόντος. ”Ας τδν κρίνουμε μέ
βάση τοδς συγχρόνους του — οΕ
ποιητές καί οί άθλητές στεφα-,
νώνονται δταν νικοΟν τοδς Αντα­
γωνιστές τους.
*0 Δημοσθένης τελειώ νει τδ
λόγο του δπως Ακριβώς τδν είχ ε
Αρχίσει — κάνει έκκληση στοδς
Αθηναίους νά έξοντώσουν τοδς
όλέθριους πολίτες γιά ν’ άπαλ-
λαγοϋν άπδ τά δεινά ποδ τοδς
ΑπειλοΟν καί νά σιγουρέψουν
έτσι μιά „ Ασφαλή σωτηρία “ .
ΟΕ δυδ τελευταίες λέξεις „ Ασφα- ■ 1*· 85 Γ»ν«ι»« μ» ρι«»ιο. ΕίΜλιο 4π4
λής σωτηρία “ τονίζονται σάν 3 Λ “ ■ *■ Moeerto Έ«*” 4ζ·
ένας καλδς οιωνός, σδμφωνα μέ τδ πνεΟμα τών λαϊκών θρησκευτικών
δοξασιών Ικείνης τής έποχής.
* 0 λόγος Π ερί τον στεφάνου ξεχωρίζει γιά τή ζωντάνια καί τήν
πολυμορφία τής έπιχειρηματολογίας του, τά βασικά δμως χαρίσματά
του είναι τδ πάθος καί ή έξαρση.
" ΟΕ εδγλωττες Αποδείξεις τοΟ Δημοσθένη έφεραν τδ Αποτέλεσμά τους.
28 'Ιστορία τής Έ ΙΛ ρ σ ιχ ή ί ΑσγούχτΙας
434 Ο Δ Η Μ Ο Σ θ Ε ΝΉ Σ ΚΑΙ ΟΙ . 2 ΥΓ ΧΡΟ Ν Ο Ι' ΤΟΥ

* 0 Α ισχίνης ήττήθηκε, έγκατέλειψε τήν ’Αθήνα καί ^ πήγε στή


Δεν ξέρουμε δμως άν δ Δημοσθένης στεφανώθηκε στά έπόμενα „ ιο
νύσια“ , για τί καί οί συγγραφείς και οί έπιγραφές δεν άναφέρουν
τίποτα γ ι' αύτό. Μπορεί αύτή ή τυπική πράξη νά μήν είχ ε πιά κανένα
νόημα, άφοϋ δ ρήτορας κέρδισε τή δίκη. Ό ήττημένος Α ίσχίνης, για
νά έπικαλεσθεί τή μαρτυρία πλατύτερου κοινού, δημοσίευσε τδ λόγο
του Κατά Κτησιφώντος. Τδ ίδιο έκανε καί δ Δημοσθένης. Δεν είναι
λοιπδν καθόλου άβάσιμη ή όπόθεση πώς ίσως ή προφορική μορφή
αύτών τών δυδ λόγων νά μήν άνταποκρινόταν άπόλυτα μέ τά κείμενα
πού δημοσιεύθηκαν.
Μετά τήν άναχώρηση του Αίσχίνη ό Δημοσθένης, σαν άνθρωπος
πού είχ ε τήν έμπιστοσύνη τών συμπολιτών του, άπόχτησε άκόμα μεγα­
λύτερη πολιτική έπιρροή. Οόσιαστικά κατηύθυνε πιά τά πάντα ( επι­
στάτης τών δλων πραγμάτων). Μετά τδ λόγο δμως Περί τον στεφάνου
δεν διασώθηκε κανένα άλλο Ιργο του (έκτδς άπδ- βρισμένους λόγους
πού θεωρούνται πλαστοί). Τδν καιρδ τής έκστρατείας του ’Αλέξανδρου
στίς ’ Ινδίες ( 327 - 324 π. X . ) στήν ’Αθήνα βασίλευε φαινομενικά
ήρεμία, κάτω άπ’ αύτήν δμως ύπόβοσκε τδ μίσος γιά τήν ξένγ; κατοχή.
*Η αντίθεση άνάμεσα.στδ μακεδονικδ κόμμα καί στούς ’Αθηναίους
πατριώτες ήταν έτοιμη νά ξεσπάσει στήν πρώτη κατάλληλη εύκαιρία.
Καί ή εύκαιρία αύτή παρουσιάστηκε — ήταν ή ύπόθεση τοΟ "Αρπαλου
(3 2 5 /4 π. X .) .
Ό "Αρπαλος, ταμίας του 'Αλέξανδρου του Μακεδόνα, κατέφυγε
στήν ’Αθήνα μέ έξι χιλιάδες μισθοφόρους συναποκομίζοντας καί τούς
βασιλικούς θησαυρούς. Σκοπός του ήταν νά ύποκινήσει πόλεμο κατά
τής Μακεδονίας. Μέ πρόταση τοϋ Δημοσθένη, πού δέν έβρισκε τή
στιγμή κατάλληλη γιά μιά τέτοια ένέργεια, δ "Αρπαλος στήν άρχή
δέν έγινε δεκτδς στήν ’Αθήνα, ύστερα δμως παρουσιάστηκε έκεΐ σάν
πολιτικός φυγάς καί ζήτησε άσυλο ( ικέτης). Τότε ή Μακεδονία
άξίωσε τήν έκδοσή του, ή αίτησή της όμως άπορρίφθηκε άπδ τδν
Δημοσθένη. Κράτησαν τδν Άρπαλο ύπδ φρούρηση καί τά χρήματα
πού είχ ε μαζί του, 7 0 0 τάλαντα, τά τοποθέτησαν γιά φύλαξη στήν
’Ακρόπολη ώσπου ν’ άποφασίσει β ’Αλέξανδρος τί θά γίνουν. "Οταν
παραδόθηκαν δμως, άποκαλύφθηκέ πώς τά μισά χρήματα είχαν έξα^
φανιστει. ’Αμέσως πάρθηκε άπόφαση δσα πρόσωπα είχαν δωροδο­
κηθεί άπδ τδν "Αρπαλο ή είχαν παραλάβει άπ’ αύτδν διάφορα ποσά
γιά φύλαξη, νά τά έπιστρέψουν καί ν’ άναλάβει δ Ά ρ ειο ς Πάγος
τήν έρευνα δλης τής ύπόθεσης. Κανείς δμως δέν γύρισε πίσω χρήματα
καί στδ μεταξύ ό "Αρπαλος δραπέτευσε. Ό Δημοσθένης, πού κι
έναντίον του είχαν άρχίσει νά έκτοξεύονται κατηγορίες, ζήτησε
γίν ει έρευνα καί γιά τή δική του δράση καί παράλληλα πρότεινε νά
θ' Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 43δ

μήν Ικδοθοΰν στδν 'Αλέξανδρο οί φυγάδες, γιατί θεωρούσε τδ μέτρο


αότδ άσυμβίβαστο μέ τήν αξιοπρέπεια της ’Αθήνας. Τήν έποχή αυτή·
ή κατάσταση είχ ε τόσο περιπλακεί ώστε Ιναντίον τοΰ,Δημοσθένη τά­
χθηκαν καί τά δυδ κόμματα — καί τδ μακεδονικδ καί τδ άντιμακε­
δονικό. Τδ πρώτο είχ ε μεγάλη δύναμη στον "Αρειο Πάγο. Τδ δεύ­
τερο, μέ Ιπικεφαλής τδ ν Υπερείδη, έκρινε πώς ό Δημοσθένης, προ-
τείνοντας τή σύλληψη τοϋ "Αρπαλου, τούς έκανε νά χάσουν μιά θαυ­
μάσια εύκαιρία Ιξέγερσης κατά τής Μακεδονίας. Ό "Αρειος Πάγος
έβγαλε άπόφαση πώς ό Δημοσθένης είχ ε άποκρύψει 20 τάλαντα άπδ
τά χρήματα τοϋ "Αρπαλου. "Ολοι δσοι κατηγορήθηκαν γιά άπόκρυψη
χρημάτων, όδηγήθηκαν στδ δικαστήριο, δπου παρουσιάστηκε σάν
κατήγορος καί ό Αίσχίνης. Ό Δημοσθένης καταδικάστηκε σέ 50
τάλαντα πρόστιμο, έπειδή δμως δεν μπορούσε νά πληρώσει, ένα τόσο
όπέρογκο ποσό, φυλακίστηκε. Γρήγορα ώστόσο κατάφερε νά δραπε­
τεύσει άπδ τήν 'Αθήνα καί άπδ τότε έμενε στήν Α ίγινα καί στήν
Τροιζήνα,
Ή ένοχή τοϋ Δημοσθένη σ' αύτή τήν ύπόθεση σέ καμιά περίπτωση
δέν πρέπει νά θεωρηθεί σάν άποδειγμένη. ’Αντίθετα, ή έλλειψη χ ε ι­
ροπιαστών άποδείξεων, ή ζωή καί ή δράση του καί γενικά δλη ή
ήθική του υπόσταση μαρτυροϋν γιά τδ άντίθετο. 'Εκείνο πού μπορούμε
νά ύποθέσουμε, στή χειρότερη περίπτωση, είναι πώς αν πραγματικά
πήρε χρήματα άπ’ τδν "Αρπαλο, τά είχ ε χρησιμοποιήσει γιά τίς
άνάγκες τοϋ κράτους.
Μερικούς μήνες μετά τήν καταδίκη τοϋ Δημοσθένη, τδ καλοκαίρι
τοϋ 323 π. X ., δ ’Αλέξανδρος ό Μακεδόνας πέθανε. Ό Υπερείδης
καί δ Αεωσθένης μπήκαν άμέσως Ιπικεφαλής τών 'Αθηναίων, πού
σχεδίαζαν ν' άρχίσουν πόλεμο κατά τής Μακεδονίας γιά ν’ άποκατα-
στήσουν τήν έλευθερία τής Ε λλά δας. ’Αποφάσισαν νά καλέσουν δλα
τά έλληνικά κράτη νά ένωθοΰν μαζί τους. Ό Δημοσθένης, μέ δική
του πρωτοβουλία, προσκολλήθηκε στούς ’Αθηναίους πρέσβεις πού πή­
γαν στήν Πελοπόννησο καί προσπαθούσε νά πείσει τά πελοποννησιακά
κράτη νά συμμαχήσουν μέ τούς ’Αθηναίους. "Οταν αύτδ έγινε γνω-
στδ στήν ’ Αθήνα, κάλεσαν άμέσως τδν Δημοσθένη νά γυρίσει στήν
πατρίδα του, έστειλαν μάλιστα στήν Αίγινα είδικδ πλοίο γιά νά τδν
παραλάβει. "Αρχοντες, Ιερείς καί πολίτες τδν όποδέχτηκαν στδν Π ει­
ραιά μέσα σέ παραλήρημα ένθουσιασμοΰ.
Ό πόλεμος πού άρχισε ( „ Ααμιακδς “ ) στήν άρχή πήρε εύνοϊκή
τροπή γιά τούς "Ελληνες, άργότερα δμως, στή μάχη πού έγινε τδν Αύ­
γουστο τοϋ 322 π. X . στήν Κραννώνα τής Θεσσαλίας, οί σύμμαχοι
νικήθηκαν άπδ τδ μακεδονικδ στρατδ πού τούς χτύπησε μέ έπικεφα-
λής τδν ’Αντίπατρο καί τδν Κρατερό, στρατηγούς τοϋ ’Αλέξανδρου
436 Ο ΔΗ Μ Ο ΣΘ Ε Ν Η Σ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ

του Μακεδόνα. 01 ’Αθηναίοι άναγκάστηκαν νά ζητησουν είρηνη, ^ού


ύπογράφτηκε μέ βαρύτατους γιά τούς Έ λληνες · δρους. 01 νίκη
άξίωσαν νά τούς παραδοθοΰν δλοι οΐ ρήτορες πού είχαν υποκίνησε
τόν πόλεμο κατά τής Μακεδονίας, και ιδιαίτερα Δημοσθένης και
Υ περείδης. 01 δυό ρήτορες δραπέτευσαν άπό τήν Αθήνα και ή *
κλησία τοϋ δήμου τούς καταδίκασε έρήμην σέ θάνατο. Αύτή ή π “
φάση τούς παράδινε στά χέρια των έχθρών. Ό Αντίπατρος κα ο
πράχτορές του άνέλαβαν νά τήν έκτελέσουν.
Ό ’Αντίπατρος έστειλε κάποιον Ά ρχία, πού ήταν άλλοτε τρα γι­
κός ήθοποιός, γιά νά πιάσει τούς φυγάδες. Ό Ά ρχίας μ^ ένα στρα­
τιωτικό άπόσπασμα πήγε στήν Αίγινα, δπου είχαν ζητήσει άσυλο,
στό ναό του Αίακοϋ, ό Υπερείδης, ό Άριστόνικος, ό ‘ Ιμεραΐος (άδελ-
φός τοϋ Δημήτριου τοϋ Φαληρέα) καί άλλοι. Τούς έβγαλε μέ τή βία
άπό τό ναό (άν κι αύτό θεωρούνταν ίεροσυλία) καί τούς όδήγησε
στόν ’Αντίπατρο, πού πρόσταξε νά τούς θανατώσουν μέ βασανιστήρια.
Ό Δημοσθένης δεν ήταν άνάμεσα στούς σκοτωμένους, γιατί είχ ε χω ­
ρίσει άπό τούς συντρόφους του καί είχε καταφύγει στήν Καλαυρία
(Π όρος) δπου ζήτησε άσυλο στό ναό του Ποσειδώνα. Ό Ά ρ χ ία ς μέ
τό άπόσπασμά του πήγε στήν Καλαυρία, περικόκλωσε τό ναό, μή
τολμώντας δμως νά βγάλει μέ τή βία τόν Δημοσθένη μέσα άπό ένα
τόσο ίερό χώρο, άρχισε νά τόν καλοπιάνει γιά νά τόν καταφέρει νά
παραδοθεί έκοόσια στόν ’Αντίπατρο, πού δέν θά τοϋ έκανε τάχα κα­
νένα κακό. Ό Δημοσθένης τοϋ άπάντησε: „ Ποτέ δέν μπόρεσες νά μέ
πείσεις μέ τό παίξιμό σου σάν ήθοποιός, ούτε καί τώρα θά μέ κα­
ταφέρεις μέ τίς ύποσχέσεις σου “ . Ό Ά ρχίας, όργισμένος, άρχισε
τότε τίς άπειλές. „ Τώρα — τοϋ λέει ό Δημοσθένης — μου μιλάς σάν
μάντης άνεβασμένος σέ μακεδονικό τρίποδα. Παράτησες, βλέπω, τό
ρόλο τοϋ ήθοποιοϋ πού έπαιζες πρίν. Περίμενε λιγάκι. Θέλω νά
γράψω τίς τελευταίες παραγγελίες στήν οίκογένειά μου Ύ στερα
μπήκε στό έσωτερικό τοϋ ναοΰ, έφερε στά χείλη του τό καλάμι πού
χρησιμοποιούσαν οί άρχαίοι γιά πέννα καί τό δάγκωσε, καταπίνοντας
τό δηλητήριο πού είχ ε βάλει άπό πρίν μέσα σ’ αύτό. Τυλίχτηκε άμέ-
σως μέ τό μανδύα του κι έσκυψε τό κεφάλι. Οί στρατιώτες πού στέ­
κονταν έξω άπ’ τήν πόλη τοϋ ναοΰ, τόν κορόιδευαν φωνάζοντάς τον
δειλό. Ό Ά ρ χ ία ς πλησίασε ξανά κι άρχισε πάλι τά καλοπιάσματα
λέγοντάς του πώς θά τόν συμφιλιώσει μέ τόν ’Αντίπατρο. Ό Δημο­
σθένης, δταν ένιωσε πώς τό δηλητήριο άρχισε νά ένεργει, ξεσκέπασε
τό πρόσωπό του καί είπε : ,,Τώρα· παίξε τό ρόλο τοϋ Κρέοντα τής
τραγωδίας [τής 9Αντιγόνης] καί πέταξε τό σώμα μου άταφο. Ποσει-
δώνα, έγώ βγαίνω ζωντανός άκόμα άπό τό ναό σου, ό ’Αντίπατρος
καί οί Μακεδόνες δμως δέν τόν άφησαν άμόλυντο Αέγοντάς τα
ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ 437

αύτά Ικανέ μερικά άσταθή βήματα καί σωριάστηκε νεκρός κοντά στδ
βωμό. Έ τ σ ι πέθανε δ Δημοσθένης στίς 12 του Ό χτώβρη του 3 2 2 π .Χ .
Σαρανταδυό χρόνια μετά τδ θάνατο τοΟ Δημοσθένη ( 2 8 0 π. X . ),
μέ πρόταση τού άνιψιοΰ του Δημοχάρη, οί ’Αθηναίοι φτιάξανε Ιναν
•όρειχάλκινο άνδριάντα του καί πάνω σ’ αύτδν χάραξαν τδ παρακάτω
έπίγραμμα :
Εϊπερ Χοήν γνώμη ρώμην, Αημόσΰενες, είχες
Ουποτ* δν *Ελλήνων ηρξεν *Αρης Μαχεδών.

Β) Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Ε Σ Α Π Ο Ψ Ε ΙΣ Τ Ο Υ Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η

Ό Δημοσθένης ήταν άδιάλλακτος δπαδδς τής δημοκρατίας. Πίστευε


πώς υπάρχει μιά μονάχα μορφή πραγματικοϋ κράτους, τδ δημοκρα­
τικό λαϊκό κράτος, τδ κράτος τοϋ δικαίου, για τί στή δημοκρατία κυ­
ριαρχεί, ή τουλάχιστο πρέπει νά κυριαρχεί, μονάχα ό νόμος. „ "Οπως
προστάζει ό νόμος... νά ποιά είναι ή δημοκρατία “ — λέει δ Δημοσθέ­
νης στδ λόγο Κατά Άνδροτίωνος ( X X I I ), πού γράφηκε γιά κάποιον
Διόδωρο. Σε δλα τ* άλλα πολιτεύματα ή θέληση ένδς ή λίγων άτό-
μων eivat δυνατότερη άπδ τδ νόμο — άσχετα άν ύπάρχει μοναρχία ή
δλιγαρχία, δηλαδή ταξική κυριαρχία τών πλουτοκρατών. Ό Δημοσθέ­
νης λέει πώς ,,κάθε βασιλιάς καί κάθε τύραννος είναι έχθρδς τής
έλευθερίας καί άντίμαχος των νόμων “ ( V I , 25 — Κατά Φιλίππου
Β ). *Η μοναρχία και ή τυραννίδα είναι τδ ίδιο πράγμα γ ι’ αύτόν. Έ
μοναρχία είναι ή Ισχατη μορφή τής όλιγαρχίας, έχθρδς δλων των
λαϊκών συμφερόντων. Γ ι' αύτδ κάθε δημοκράτης πρέπει ν* άντιμετω-
πίζει μέ άπόλυτη δυσπιστία τόσο τδν μονάρχη, δσο καί τούς δλιγαρ-
χικούς, άφοϋ κι αότοί άποβλέπουν στήν άπεριόριστη έξουσία. „ Γιά
λαούς λογικούς ύπάρχει μιά μοναδική άσφάλεια, δοσμένη άπ* τήν
ίδια τή φύση, εύεργετική καί σωτήρια γιά δλους, πού περιφρουρεί τή
δημοκρατία άπδ τούς τύραννους. Ποιά είνα ια ύτήή άσφάλεια ; Έ δυσ­
πιστία “ ( V I, 24 — Κατά Φιλίππου Β ), „ ’Εκείνο πού πρέπει ν' άπο-
φεύγει κανείς δσο τίποτα στδν κόσμο, είναι κάθε τι πού έπιτρέπει
σ' εναν άνθρωπο νά γίνει ισχυρότερος άπδ τδ πλήθος “ ( X I X , 2 96 —
Περί της παραπρεσβείας). ,,Ό λαός πού όποτάσσεται στήν έξουσία
ένδς βασιλιά παύει νά είναι έλεύθερος καί γίνεται δούλος “ ( I , 23 —
*Ολυνΰ·ιαχός A ).
Μ' δλο πού ήταν φλογερός όπέρμαχος τοϋ δημοκρατικού πολιτεύ­
ματος, ό Δημοσθένης δεν έπιδοκίμαζε τυφλά δλες τις πράξεις τής άθη-
ναϊκής δημοκρατίας. Πολεμούσε τίς καταχρήσεις πού, δπως πίστευε,
Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ
438 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ ΚΑΙ ΟΙ

δέν τις πολυπρόσεχαν οί συμπολίτες του, χτυπούσε τις προληψε ς


τά πάθη πού ρυθμίζανε τΙς άποφάσεις τους τΙς περισσότερε φ
δμως 6 άγώνας του ήταν μάταιος.
Σύμφωνα με τή γνώμη του Δημοσθένη, δ άθηναίκδς α ζ ^ αΡ
νεται πολύ εύκολα άπδ κούφια λόγια ( X X , 3 Προς επτι η »
X X I I I , 9 5 — Κατά Αριστοχράτους, X X I V , 51 - 52 - Κατα i -
μοχράτους). Α πονέμει συχνά μεγάλες τιμές σε αναξίους ν Ρω^
( X X I I I , 200 - 203 — ΙΓατά 9Αριστοχράτους) και παίρνει παραλο­
γές άποφάσεις ( X V , 16 — Ύπερ της Ροδίων ελευθερίας). Οποια
στιγμή κι αν τοϋ προτείνουν καινούργιους νόμους, τούς απ0^Χ®*!ΐ*1
χωρίς νά τούς μελετήσει καλά ( X X , 91 — Πρδς Αεπτινην, X X >
142 — ΑΓατα Τιμοχράτους). Τά δικαστήρια έξετάζουν τις ύποθεσεις
χωρίς τήν άλλοτινή σχολαστικότητα. Μέ μιά-δυό Ιξυπνάδες, δ ένο­
χος μπορεί νά προδιαθέσει εύνοϊκά τούς δικαστές ( X X I I I , 2 0 4 - 2 0 6
— Κατά 9Αριστοχράτους). Στήν Εκκλησία τοϋ δήμου παίρνονται
πολλές άποφάσεις πού δέν έφαρμόζονται στήν πράξη, για τί κανείς
δέν θέλει νά εκπληρώσει τις ύποχρεώσεις του ( X I V , 15 — Περί των
συμμοριών, X V , 1 — Ύπερ τής Ροδίων ελευθερίας). ΟΙ περισσό­
τεροι πολίτες δέν λένε τή γνώμη τους στήν Εκκλησία τοϋ δήμου, μά
άκοΰνε μονάχα τ ί τούς συμβουλεύουν οί ρήτορες ( X X I I , 30 — Κατά
9Ανδροτίωνος, X X I I I , 5 — Κατά 9Αριστοχράτους). ΟΙ ρήτορες έξα-
πατοΰν τή Βουλή καί τήν Εκκλησία τοϋ δήμου, προσπαθοϋν νά ύπο-
κλέψουν τήν έμπιστοσύνη τοϋ λαοΰ, χωρίς νά νοιάζονται γιά τήν
ευημερία καί τήν καλή φήμη τής πόλης. 'Αρπάζουν τά χρήματα του
δημοσίου ( X X I I , 6 7 — Κατά 9Ανδροτίωνος). Τδ κρατικό ταμείο
είναι άδειο, αύτοί δμως άπδ φτωχοί έγιναν πλούσιοι καί ζοϋν πολυτε­
λέστατα καί ξένοιαστα ( X X I I I , 208 - 209 — Κατά 9Αριστοχράτους).
Στήν 'Αθήνα ύπάρχει μιά όλόκληρη κλίκα άπδ τέτοιους άχρείους, πού
είναι ικανοί νά πουλήσουν τά πάντα γιά τδ χρήμα ( X X I I , 3 7 ,3 8 —
Κατά 9Ανδροτίωνος), πού δεν διστάζουν γ ι' αότδ τδ σκοπδ νά είσηγη-
θοϋν κα ινά ύποστηρίξουν όποιαδήποτε πρόταση ( X X , 132 — Κατά
9Ανδροτίωνος, X X I I I , 146, 1 8 4 ,1 8 5 , 2 0 1 — Κατά 9Αριστοχράτους).
Αότοί οί άνθρωποι τολμάνε, άκόμα καί μέσα στήν 'Αθήνα, νά ύπε-
ρασπίζουν τά συμφέροντα τών έ χ θ ρ ώ ν (Χ ν , 31 - 33 — Ύ περ τής
Ροδίων ελευθερίας). Έ τσ ι οί λογικές προτάσεις ή άπορρίπτονται ή
δέν έκτελοϋνται στδ βαθμδ πού πρέπει ( X X I V , 95 — Κατά Τιμο -
κράτους ).
Ό Δημοσθένης έβλεπε καί καταλάβαινε καλά δλα τά μειονεκτή­
ματα τής άθηναϊκής δημοκρατίας, ώστόσο ποτέ δέν έχανε τδ θάρρος
του καί δέν έπαυε νά συμβουλεύει καί νά τονώνει ήθικά τδν άθηναϊκδ
λαό. Οί πολίτες, έλεγε, έχουν καί μυαλδ καί καλή θέληση, τδ μόνο
ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ 439

πού χρειάζεται είναι νά τούς δοθεί ή δυνατότητα νά τά κατευθύνουν


σωστά. ‘ Η ’Αθήνα μέ τούς μεγάλους πόρους της, με τδ θαυμάσιο
στρατό καί τδ στόλο της μπορεί άκόμα νά έξασφαλίσει τήν κυρίαρχη
θέση στήν Ε λλά δ α . Οί ’Αθηναίοι, δσο κι άν παρασέρνονται εύκολα,
είναι λογικοί καί ίκανοί νά παίρνουν γενναίες άποφάσεις ( X V , 1 —
'Υπέρ τής Ροδίων έλευ&ερίας). Είναι πράοι καί φιλάνθρωποι ( X X I I
51 — Κατά ’ Ανδροτίωνος, X X I V , 2 4 — Κατά Τιμοκράτονς). Έ
πόλη τους δεν διοικεΐται μέ βία καί αύθαιρεσία, άλλά σύμφωνα μέ
τούς νόμους καί τις άποφάσεις των πολιτών ( X X I V , 152 — Κατά
Τιμοκράτονς). "Ολοι οί πολίτες Ιχουν τά Γδια δικαιώματα κι άπε-
ριόριστη έλευθερία λόγου ( X V , 18 — * Ύπερ τής Ροδίων δλεν&ε*
ρίας, X X I I , 31 — Κατά ’ Ανδροτίωνος, X X I V , 59 — Κατά Τιμο*
κράτους).
Ό Δημοσθένης άγαποϋσε φλογερά τήν πατρίδα του καί θαύμαζε
τδ παλιό της μεγαλείο ( X X , 11 - 14, 64 — Πρδς Αεπτίνην, X X I I ,
57, 64 — Κατά *Ανδροτίωνος κ. ά ). Τά Γδια αισθήματα προσπαθεί
νά έμπνεύσει καί στούς ’Αθηναίους φέρνοντάς τους σάν παράδειγμα
τά κατορθώματα των προγόνων τους καί έκθειάζοντας τις εόγενικές
άποφάσεις τους, δπως π.χ. τήν άπόφαση νά όποστηριχθεΐ τδ δημο­
κρατικό κόμμα τής Ρόδου ( X I V , 1 — Περί των συμμοριών, X I ,
35, — ΙΙρδς τήν επιστολήν τήν Φιλίππου ). Ό Δημοσθένης έπέμενε
μέ όλες τις δυνάμεις του στήν άνάγκη νά περιφρουρηθοΰν τά θεμέλια
τού κράτους — οί νόμοι καί τά δικαστήρια. Οί παλιοί, δοκιμασμένοι
νόμοι οέν πρέπει νά μεταβάλλονται άπερίσκεπτα. Οί δικαστικές άπο-
φάσεις είναι άνάγκη νά διατηρούν τδ κύρος τους ( X X , 89 - 92 —
Πρδς Λεπτίνην, X X I I I , 6 4 - 8 1 — Κατά 3Αριστοκράτονς, X X I V ,
152 - 156, 216 - 217 — Κατά Τιμοκράτονς). Έ πόλη μας, λέει ό
Δημοσθένης, θά μπορούσε νά έξυψωθεΐ ώς Ινα βαθμό, άν δλοι οί πο­
λίτες συμβάλλανε στή γενική εύ η μ ερ ία (X X , 1 54 — Πρδς Αεπτίνην).
Πιστεύοντας πώς μονάχα ή κυριαρχία στή θάλασσα έξασφαλίζει τήν
εύημερία καί τή δύναμη τής ’Αθήνας, συμβουλεύει τούς’ συμπολίτες
του νά διατηρούν σέ καλή κατάσταση τδ στόλο, πού δμοιό του δέν
Ιχ ει κανένα άλλο έλληνικδ κράτος, νά τδν ένισχύουν καί νά φροντί­
ζουν ώστε τά πληρώματά του νά είναι πάντα έτοιμοπόλεμα ( X X I I ,
1 2 - 1 6 — Κατά ’ Ανδροτίωνος). Γ ι’ αύτδ άκριβώς έπιβάλλεται καί ή
άνασυγκρότηση τών συμμοριών. "Αν ό καθένας φορολογηθεί άνάλογα
μέ τήν περιουσία του, τά οικονομικά βάρη τών πολιτών θά έλαττω-
θούν. Έ τ σ ι δλοι οί πολίτες θά έκπληρώνουν τδ καθήκον τους άπέναντι
στδ κράτος καί ή ’Αθήνα’ θά. γίνει: ό προμαχώνας, δλης τής Ε λλά δ α ς
γιά κάθε κίνδυνο.
Ό Δημοσθένης, ειλικρινής καί συνειδητός πατριώτης, άπδ τήν άρχή
ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ
440 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι

της πολίτικης του δράσης μιλάει πάντα άνοιχτά καί θαρραλέα τόσο
στοδς δικανικούς του λόγους δσο καί στήν Εκκλησία τοϋ vP®0*
χετα ι γιά τ'ις ιδέες του καί δεν διστάζει ν’ Αντιμετωπίσει το ς ν ι
φρονοΰντες. , β
Στά ζητήματα τής έξωτερικής πολιτικής ό Δημοσθένης δεν ταχ η
άρχικά μέ καμιά Από τις Απόψεις πού πρεσβεύανε τά πολίτικα κομ^
ματα τής ’Αθήνας, Πίστευε πώς ή αποστολή τής πόλης τους ήταν να
περιφρουρει τά δικαιώματα καί τήν Ασφάλεια τών διαιρεμένων απ τ ς
διχόνοιες Ελλήνω ν ( X I V , 5, 12, 3 6 - 4 0 — Περί τών συμμοριών,
X V I I I , 18 — Περί τοϋ στεφάνου), νά μήν έπιτρέπει τδ υπέρμετρο
δυνάμωμα ούτε τής Σπάρτης οδτε τής Θήβας (X V , 4 Υπέρ τής
Ροδίων ελευθερίας, X X I I I , 102 — Κατά ’Αριστοκράτου?), νά προσ­
τατεύει τούς άδόνατους Από τήν καταπίεση καί νά όποστηρίζει παντα
τούς καταδιωγμένους ( X V , 2 - 4 , 21, 30 — 'Υπέρ τής Ροδίων ελευ­
θερίας, X V I , 14, 32 — 'Υπέρ Μεγαλοπολιτών). Σκοπός του Δημο­
σθένη ήταν νά έξασφαλίσει ή 'Αθήνα τήν ήγεμονία τής Ε λλά δ α ς
διατηρώντας τήν ισορροπία Ανάμεσα στά διάφορα έλληνικά κράτη
( X X I I I , 1 0 2 — Κατά Άριστοχράτους), ώστε σε καμιά περίπτωση
νά μήν έπιτρέψουν στοδς ξένους νά τά υποδουλώσουν ( X I V , 6 — Περί
τών συμμοριών). Ωστόσο δμως ή ’Αθήνα δεν πρέπει ν’ Αρχίζει τόν
πόλεμο χωρίς λόγο, είναι άνάγκη νά έπιδιώκει τήν είρήνη μέ τόν
Πέρση βασιλιά καί νά του παραχωρήσει έλευθερία δράσης μέσα στό
βασίλειό του. Έ ’Αθήνα πρέπει ν' Ακολουθεί Αμυντική πολιτική, μά νά
είναι πάντα Ιξοπλισμένη κι έτοιμοπόλεμη ώστε νά μπορεί ν’ άντι-
ταχθεί Αποφασιστικά σέ κάθε Ιχθρό ( X I V , 11, 38, 41 — Περί τών
συμμοριών, X V , 6, 2 8 - 2 9 — Υ π έρ τής Ροδίων ελευθερίας). Ό
Δημοσθένης καλεί δλους τούς ’Αθηναίους νά προσχωρήσουν σ’ αύτή τή
δίκαιη καί τίμια πολιτική, μ' δλο πού μερικοί θά τδ κάνουν ίσως αδτό
Από ντροπή, μή θέλοντας νά όποστηρίξουν Ανοιχτά μιά άδικη όπόθεση
( X V I , 24 — Υ π έρ Μεγαλοπολιτών).
Ό Δημοσθένης δμως δεν μπόρεσε νά πραγματοποιήσει δλα τά τίμ ια
σχέδιά του. 'Αποφεύχθηκαν βέβαια οί πόλεμοι μέ τήν Περσία, οί
'Αθηναίοι δμως δέν κατάλαβαν ποιά θά Ιπρεπε νά είναι ή Αποστολή
τους στήν Πελοπόννησο, στή Θράκη καί στή Ρόδο καί ή Αμέλεια πού
έδειξαν στήν κρίσιμη στιγμή άφησε τό δρόμο Ανοιχτό στό Μακεδόνα
βασιλιά Φίλιππο, πού σκοπός του ήταν νά γίνει ήγεμόνας τής Ε λ ­
λάδας.

Γ ) Λ Ο Γ Ο Ι Π Ο Υ Α Π Ο Δ ΙΔ Ο Ν Τ Α Ι Σ Τ Ο ΔΗ Μ Ο ΣΘ ΕΝ Η

Μέ τ ’ όνομα τοδ Δημοσθένη έφτασαν ώς έμδς 60 λόγοι, 26 γιά


ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ, ΤΟΥ 441

δημόσια ζητήματα ( δημόσιοι) και 34 γιά ιδιωτικές όποθέσεις ( Ιδιω­


τικοί). Στή συλλογή των Ιργων του καταχωρήθηκε άκόμα καί ή 9Ε π ι­
στολή Φίλιππου, κι Ιτσι δ γενικός άριθμός τους φτάνει στά 61. Μι­
λώντας γιά τή ζωή καί τή δράση τοϋ Δημοσθένη άναλόσαμε καί δλους
τούς άναμφισβήτητα γνήσιους λόγους του. ’Από τούς ύπόλοιπους άλ­
λοι δεν άνήκουν δπωσδήποτε σ' αύτόν καί άλλοι είναι άμφίβολης γνη­
σιότητας. Στήν πρώτη κατηγορία άνήκουν: ή Επιστολή Φιλίππου
( X I I ) πού άναφέραμε. πιό πάνω. Ό λόγος Περί * Αλοννήσου ( V I I ) ,
πού καταχωρήθηκε στά έργα τοϋ Δημοσθένη άπό τόν έπιμελητή τής
πρώτης τους έκδοσης. Ό λόγος Κατά Φιλίππου Δ ( X ), πού καί οϊ
άρχαίοι άκόμα άμφέβαλλαν γιά τή γνησιότητά του. Οί φιλόλογοι
όποθέτουν πώς ό έπιμελητής τής πρώτης έκδοσης, πού δεν άπέχει
πολύ χρονικά άπό τήν έποχή τοϋ ρήτορα, βρήκε άνάμεσα στά χειρό­
γραφά του διάφορα σχέδια λόγων καί συνταιριάζοντάς τα μέ σκόρπια
άποσπάσματα σχημάτισε τελικά αύτόν τό λόγο.
Όπωσδήποτε δεν είναι γνήσιοι καί οϊ λ ό γ ο ι : Πρός τήν έπιστολήν
τήν Φιλίππου ( X I ), πού άνήκει στόν ιστορικό καί ρήτορα Ά να ξι-
μένη ( σύγχρονο τοϋ ’Αλέξανδρου τοϋ Μακεδόνα ), δπως άποκαλόφθηκε
άπό τά σχόλια τοϋ Δίδυμου στούς λόγους τοϋ Δημοσθένη, πού βρέθη­
καν στήν Αίγυπτο. Περί συντάξεως ( X I I I ) . Περί των πρός Α λέ­
ξανδρον συνϋ'ψ.ών ( X V I I ) . *Επιτάφιος ( L X ) , έργο πολύ κατώτερο,
σύμφωνα μέ τή γνώμη τοϋ Διονύσιου καί τοϋ Λιβάνιου.
"Ολοι αύτοί οί λόγοι είναι παραλλαγές τών γνήσιων έργων πού
έγραψε δ ρήτορας. Περιστρέφονται στόν ίδιο κύκλο ίδεών, χωρίς; ού-
σιαστικά νά προσθέτουν τίποτα καινούργιο. 'Από τήν άποψη τοϋ ϋφους
είναι πολύ κατώτεροι. Ή φήμη τοϋ Δημοσθένη ήταν μεγάλη καί στήν
άρχαιότητα τό νά παρουσιάσει κανείς ένα έργο του μέ τ' δνομα κά­
ποιου ένδοξου συγγραφέα δέν θεωρούνταν πλαστογραφία ή άναίδεια,
άλλά μάλλον έκδήλωση μετριοφροσύνης. Ό συγγραφέας δήλωνε έτσι
πώς παραιτείται άπό τήν κυριότητα τοϋ έργου του γιά χάρη ένός πιό
φημισμένου όνόματος. Τό ίδιο έγινε, δπως φαίνεται, καί μέ πολλούς
•δικανικούς λόγους πού άποδίδονται στόν Δημοσθένη καί πού τό ϋφος
τους διαφέρει αισθητά άπό τό δικό του. 'Α π' αύτούς ξεχωρίζουν, αάν
ένας ιδιαίτερος κύκλος, έξι λόγοι πού γράφηκαν γιά τόν 'Απολλόδωρο
ή, ίσως, άπό τόν ίδιο τόν ’Απολλόδωρο: Κατά στεφάνου Β ( X L V I ) ,
Πρός Κάλλιπον ( L I I ) , Πρός Νιχόστρατον ( L I I I ) , Πρός Τιμά-
δέον ( X L I X ) , Πρός Πολυχλέα ( L ) , Κατά Νεαίρας ( L I X ) καί
Πρός Βοιωτόν περί προιχός μψρώας ( X L ) , πού είναι μιά παραλ­
λαγή τοϋ γνήσιου λόγου τοϋ Δημοσθένη κατά τοϋ Βοιωτοϋ. Στό λόγο
Περί τοϋ στεφάνου ό Δημοσθένης άποκαλεί τόν Α ισχίνη „ τραγικό
θεοκρίνη “ ( § 3 1 3 ), για τί τό δνομα „ θεακρίνης “ είχ ε καταντήσει
Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ
442 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ. ΚΑΙ ΟΙ

ουνώνομο μέ τις λέξεις καταδότης - συχσφαντης. >*θεοχρ(νου


στά ψευτοδημόσθένεια Ιργα βρίσκουμε κι ενα λογ^ Ayjuo-
άλλος συκοφάντης πού κατακεραύνωναν μέ τούς λογους ^ ’ Απύ
( L V i n ) . Έναςσθένης και 6 Υπερείδης ήτανδ ’Α Ρ ^ i s t ύχεροζ
τούς δυδ λόγους Κατά Άριστογείτονος ( X X V και X X )
άσφαλώς δεν είναι γνήσιος, ένώ δ πρώτος πιθανότατα ε ναι, π
λάχιατο πίστευαν δ ΙΙλούταρχος και μερικοί άλλοι άρχαιοι συγγρ
φεις. "Αν πραγματικά είναι Ιργο τού Δημοσθένη, θά πρεπει να
έγραψε στδ τέλος περίπου τής ζωής του. ^ ,
Σ έ μιά τελευταία κατηγορία πρέπει νά κατατάξουμε τούς £Υ 0
πού Αναμφισβήτητα δέν γράφηκαν άπδ τδν Δημοσθένη : Προς ην %
( X X X I I ) , Ζ7ρός Φαίνιππον ( X L I I ) , Ενεργού και
Μνησιβούλου ψευδομαρτυριών (X L N Π),Προς Αάκριτον ( X X X V )»
Πρδς Αεοχάρη ( X L I V ). Οί λόγοι Πρός Μακάρτατον ( X L I I I ) και
Κατά Όλυμπιοδώρου ( X L V I I I ) φαίνεται πώς έχουν γραφεί απδ
τδν Γδιο συγγραφέα. Πιθανότατα άπδ ενα συγγραφέα συντάχθηκε και
ένας κύκλος άπδ τρεις λόγους πού άναφέρονται σέ Ιμπορικες υποθέ­
σεις : Πρός 9Απατούριον ( X X X I I I ), Πρός Φορμίωνα A ( X X X I V )
καί Κατά Διοννσοδώρου ( L L I ). Πολύ άμφιβάλλουμε άν άνήκει στδν
Δημοσθένη και ό 9Ερωτικός ( L X I ) . Τδ λογύδριο αύτδ μάς θυμίζει
μάλλον τδ ύφος τού "Ισοκράτη. Στδ πρώτο μέρος του περιγράφονται
τά σωματικά καί ψυχικά πλεονεκτήματα τής νεότητας καί στδ δεύ­
τερο περιλαμβάνονται μιά σειρά παροτρύνσεις γιά τήν ένασχόληση μέ
τή φιλοσοφία.
Στή συλλογή τών έργων τού Δημοσθένη περιλαμβάνονται άκόμα
καί διάφορα προοίμια άπδ λόγους πού είχε έκφωνήσει σιήν Ε κ κ λ η ­
σία τού δήμου καθώς καί έξι Ιπιστολές. ’Απδ τά 56 τέτοια προοίμια,
τά 5 είναι τά Γδια μέ τά προοίμια λόγων του πού διασώθηκαν, καί
συγκεκριμένα: τδ προοίμιο No 7 μέ τδ προοίμιο τού λόγου Περί τών

μέ τοϋ Λόγου Ολυνθιακός ΔL, τδ No 1 μέ του λόγου Κατά Φιλίππου


Λ. Καί δ Ιπίλογος τοϋ πρώτου φιλιππιχοΰ, μετασχηματισμένος σέ
προοίμιο, βρήκε τή θέση του σ’ αύτή τή συλλογή τών προοιμίων. "Ο λα
αύτά τά προοίμια άπδ τδ περιεχόμενό τους πρέπει νά τοποθετηθοϋυ
στήν πρώτη περίοδο τής δράσης τοϋ Δημοσθένη (δ>ς τά 349 π X )
Είναι κοινοί τόποι “ ^ έκκλήσεις γιά τήρηση ήσυχίας, δποσχέσεις
για σύντομες καί καλλιτεχνικές άγορεόσεις, μομφές γιά τούς' άερο-
λόγους καί αδθάδεις ρήτορες. Τέτοια προοίμια είχαν γράφει καί ο ί
ρήτορες Άντιφώντας καί θρασύμαχος. Υ ς
’Αντίθετα οί Ιπιστολές άνήκουν θεματικά στήν τελευταία περίοδο
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 443

•τής ζωής του ρήτορα. ΟΕ περισσότεροι έρευνητές άμφισβητοΰν τή γνη­


σιότητά τους. 'Η 1η έπιστολή — Περί τής όμονοίας — περιλαμβάνει
συστάσεις γιά τον πόλεμο πού έπρεπε ν* άρχίσουν οΕ ’ Αθηναίοι μετά
τό θάνατο τοϋ ’Αλέξανδρου. 2η έπιστολή— Περί τής Ιδίας καθόδου.
3η — Περί των Λυκούργου παίδων. 4η — Περί τής Θηραμενους βλα­
σφημίας. Σ ’ αύτήν δλες σχεδόν οΕ σκέψεις καί όλόκληρες έκφράσεις
είναι παρμένες άπό τό λόγο Περί τοϋ στεφάνου. 5η — Πρός Ήρα-
κλεόδωρον, έναν άπό τούς μαθητές του Πλάτωνα. Ό συγγραφέας έπαι­
νε! τόν Πλάτωνα καί μεσολαβεί γιά κάποιον 'Επίτιμο, φίλο του, δπως
φαίνεται. 6η — Πρδς την Βουλήν.καί τον δήμον των Άϋ'ηνών. Έ
τελευταία αύτή έπιστολή είναι ένα συνοδευτικό σημείωμα, άγγελιοφό-
ρου καί δίνει πληροφορίες γιά μιά μάχη πού έγινε στήν Πελοπόννησο.
Βλέπουμε λοιπόν πώς στή συλλογή τών έργων του Δημοσθένη πε­
ριλαμβάνονται καί πολλά πού δεν άνήκουν σ’ αότόν, ένώ παράλληλα
δεν βρίσκουμε σ’ αύτήν άλλους λόγους του, πού οΕ τίτλοι τους άναφέ-
ρονται άπό διάφορους άρχαίους συγγραφείς, δπως π.χ. τούς λόγους
Κατά Πύΰωνος ( ό Δημοσθένης ήταν περήφανος, γ ι’ αύτόν), Πρδς Θη­
βαίους, Κατά Σωσικλέους κ. ά. Φυσικά ένας τέτοιος πολιτικός σάν
τόν Δημοσθένη θά είχ ε έκφωνήσει πολύ περισσότερους λόγους άπό τόν
άριθμό πού άναφέρεται στή συλλογή τών έργων του. ΑύτοΙ δμως δεν
καταγράφηκαν άπό κανένα καί έτσι χάθηκαν. Ό ίδιος ό ρήτορας δη­
μοσίευα μονάχα εκείνους πού θεωρούσε έξαιρετικά σημαντικούς.

Δ) ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΥΦΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ

Ή γλώσσα τοϋ Δημοσθένη είναι ή καθαρή άττική διάλεκτος τής


έποχής του. Ό ρήτορας δέν χρησιμοποιεί οδτε άρχαϊσμούς, οδτε ποιη­
τικές λέξεις, οδτε δημιουργεί μόνος του καινούργιες λέξεις, δπως κά­
νει π.χ. ό Θουκυδίδης. "Οπως παρατηρεί κιόλας ό Διονύσιος (Π ερί
λεκτικής δεινότητος τοϋ Δημοσ&ένους, 1124, 18 κ .έ .), τό δφος τών
λόγων πού είχ ε έκφωνήσει ό Δημοσθένης στήν Ε κκλησία τοϋ δήμου
είναι πιό υψηλό άπό τό δφος τών δικανικών του λόγων, δπου μερικές
φορές χρησιμοποιεί έκφράσεις άπό τή λαϊκή καθομιλούμενη γλώσσα,
παροιμίες κ.τ.λ. Τό πάθος τοϋ Δημοσθένη γιά τόν Θουκυδίδη φανερώ­
νεται άπό τή χρήση μερικών τύπων πού χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα τή
γλώσσα τοϋ Εστορικοΰ, π.χ. τοϋ έναρθρου άπαρέμφατου, τοϋ ούδέτερου
τών έπιθέτων μέ τήν έννοια άφηρημένου ούσιαστικοϋ. Έ ξαιτίας αύτών
τών τύπων μερικοί άπό τούς πρώτους λόγους του, δπως π.χ. ό λόγος
Περί τών συμμοριών ( X I V ) είναι τό ίδιο σκοτεινοί μέ τήν *Ιστορία
τοϋ Θουκυδίδη, Συχνά ό. Δημοσθένης μεταχειρίζεται ιίολλά συνώνυμα
444 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟ

γιά νά έκφράσει τδ ίδιο νόημα, θέλοντας Ιτσι ν άναγκάσει S


άκροατές του νά τδ προσέξουν ιδιαίτερα. Στούς λόγους του ρ __
πολλά τέτοια παραδείγματα: λεγέτω καί συμβουλευετω( ^ ,
Κατά Φιλίππου Γ ) ήδεο&αιπαϊ χαίρει,^ ( Χ Ι Χ , } * > “ ^ Ζ ί ο ν ) ,
ραπρεσβείας), κλαιειν καί δαχρυειν ( λ λ ΐ , ΐο < y '
ρήματα καί λόγους ( X V I I I , 308 — Περί του στέφανου) κ.α. 1 ια το
ίδιο σκοπό παραθέτει μέσα στίς προτάσεις του κοντά σε λεξεις με μ
γάλη σημασία άλλες άσήμαντες λέξεις — όρκους ( μά τους νέους ),
παρενθετικές προτάσεις ( εμοι γε δοκέΓ, ώς γ’ εμοϊ φαίνεται), προσφω
νήσεις (ώάνδρες 9Αθηναίοι) κ.τ.λ. — γιά νά ξεχωρίζουν με ιδιαίτερη
ένταση οί λέξεις πού θέλει νά τονίσει.
Ακολουθώντας τά διδάγματα του ’ Ισοκράτη, ό Δημοσθένης^ απο­
φεύγει τις χασμωδίες. Στούς πρώτους λόγους του τηρεί αύστηρα αυτ
τδν κανόνα, με έλάχιστες έξαιρέσεις, άργότερα όμως τδν παραβιάζει
συχνά, κυρίως λίγο πριν άπδ τδ τέλος της πρότασης.
Οί νεότεροι συγγραφείς διαπιστώνουν στή γλώσσα του Δημοσθένη
άκόμα μιά ιδιομορφία πού δείχνει τήν προσπάθειά του νά κάνει τδ
λόγο του εύηχο. Αποφεύγει νά συσσωρεύει βραχείες συλλαβές, καί
συγκεκριμένα δεν μεταχειρίζεται πάνω άπδ δυδ βραχείες συλλαβές
στή σειρά. Βέβαια ύπάρχουν καί έξαιρέσεις. Ωστόσο στδ λόγο του κυ­
ριαρχούν πάντα οί μακρές συλλαβές.
Έ διάταξη των λέξεων μέσα στήν πρόταση είναι πιδ έλεύθερη στίς
άρχαίες γλώσσες άπ’ όσο στίς σύγχρονες δυτικοευρωπαϊκές. Ά π ’ αύτή
τήν άποψη ή ρωσική γλώσσα συγγενεύει μέ τις άρχαίες. Ό Δημοσθέ-
νης χρησιμοποιεί πολύ πλατιά αύτή τήν έλευθερία. Τά μέρη ένδς νοη­
ματικού συνδυασμού πολύ συχνά δέν έπισυνάπτονται τδ ένα πλάι στδ
άλλο. Αύτδ γίνεται, ώς ένα βαθμό, κάτω άπδ τήν έπίδραση τού λ ο γ ι­
κού τονισμού — στήν άρχή και στδ τέλος τής πρότασης μπαίνουν οί
λέξεις πού τονίζονται λογικά. Ωστόσο στή διάταξη των λέξεων παί­
ζει μεγάλο ρόλο καί ή έπιδίωξη τής εύφωνίας, ή προσπάθεια ν’ απο­
φευχθούν οί χασμωδίες, ή συσσώρευση βραχέων φωνηέντων ή ό συν­
δυασμός συμφώνων πού άντηχοΰν κακόηχα κ.τ.λ.
Καί ό Δημοσθένης άγαπάει τδ ρυθμικό λόγο, δέν παρουσιάζει όμως
καμιά έντονη τάση νά τερματίζει τις φράσεις του μέ βρισμένους κατά
προτίμηση συνδυασμούς συλλαβών, όπως έκανε π.χ. β Κικέρωνας. Έ
φράση του μπορεί νά τελειώνει μέ διάφορους ρυθμούς.‘Ωστόσο οί
πιδ άγαπημένοι του μετρικοί συνδυασμοί είναι β κρητικδς μέ τδν σπον­
δείο ( — u -----------) π.χ. πασι καί πάσαις καί ό χορείος μέ τδν σπον­
δείο ( U -------) π.χ. τιάοιν ύμΐν, όπως τονίζει 0 Κοϊντιλιανδς ( I X
4 , 73 ) έξετάζοντας τήν άρχή τού λόγου Περί τον στεφάνου
Οί άρχαίοι κριτικοί, όπως ό Διονύσιος ό ‘Αλικαρνασσέας καί ό Κ ι
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 445

κέρωνας, μ* δλο πού έκτιμοΰν πάρα πολύ τή συμμετρικότατα τών πε­


ριόδων τοϋ Δημοσθένη, δέ βγάζουν άπό τούς λόγους του κανόνες
διάρθρωσης των περιόδων κατά κώλα. Μάς είναι δύσκολο νά εισχω­
ρήσουμε στά μυστικά τής δομής τών λόγων του Δημοσθένη κατά πε­
ριόδους καί κώλα, κυρίως για τί οΐ διαστάσεις τοϋ ίδιου τοϋ κώλου
δέν μπορούν νά καθοριστούν μέ άκρίβεια. Τό μόνο πού μπορούμε νά
πούμε μέ άκρίβεια είναι πώς ό Δημοσθένης τηρούσε είδικούς κανόνες
ρυθμου καί ό ρυθμός, σύμφωνα μέ τή γνώμη ένός τόσο λεπταίσθητου
κριτικού δπως είναι δ Διονύσιος, „ μπορεί νά γοητεύει τήν άκοή πε­
ρισσότερο άπό κάθε άλλο μέσο “ ( Περί λεκτικής δεινότητος τοϋ ά ψ
μοσ&ένους, 39, 1 071, 1 8 ).
"Οπως καί ο£ άλλοι ρήτορες χρησιμοποιεί καί δ Δημοσθένης „ σχή­
ματα λόγου “ καί „ σχήματα τής διανοίας ’Αγαπάει ιδιαίτερα τήν
έπανάληψη τής ίδιας λέξης στήν άρχή βρισμένων διαδοχικών φρά­
σεων ( άναφορά): „ Προστάτες τών Ελλήνω ν είσασταν έσείς έβδομην-
τατρία χρόνια, προστάτες ήταν οί Σπαρτιάτες είκοσιένα χρόνια “ (I X ,
23 — Κατά Φιλίππου Γ ) . Χρησιμοποιεί άριστοτεχνικά τήν παράθεση
άντίθετων λέξεων σέ συνδυασμό μέ τήν άντίθεση τών νοημάτων (άντίθε-
ση). Έ να ώραΐο παράδειγμα δημοσθένειας άντίθεσης είναι δ συγκριτι­
κός χαρακτηρισμός τοϋ έαυτοϋ του καί τοϋ Αίσχίνη στό λόγο Περί τον
στεφάνου: „ Έσύ δίδασκες γράμματα, ένώ έγώ πήγαινα στό σχολείο.
’Εσύ ήσουνα μυημένος, ένώ έγώ βρισκόμουνα στό στάδιο τής μύησης.
’Εσύ έπαιρνες μέρος στό χορό, ένώ έγώ συντηρούσα τό χορό. Έσύ
Ικανές τό γραμματικό, ένώ έγώ παρακολουθούσα τήν Ε κκλησία τοϋ
δήμου. Έσύ έπαιζες τούς τελευταίους ρόλους στό θέατρο ( έτριταγω-
νίστεις), ένώ έγώ ήμουνα θεατής. Έσύ τάκανες θάλασσα στό παίξιμο,
ένώ έγώ σέ σφύριζα “ ( X V I I I , 2 6 5 — Περί τοϋ στεφάνου). Οί άντιθέ-
σεις τοϋ Δημοσθένη έκαναν τόση έντύπωση στούς θεατές ώστε δ Α ισ χ ί­
νης έκφράζει τό φόβο του μήπως „ μερικοί ’Αθηναίοι παρασυρθούν άπό
τίς συκοφαντικές, άπαίσιες άντιθέσεις του “ ( I I , 4 —1 Περί παραπρβ-
σβείας ).
’Από τά „ σχήματα τής διανοίας “ δ Δημοσθένης μεταχειρίζεται
έξαιρετικά συχνά τή ρητορική έρώτηση, πού τήν άπευθύνει στούς
άκροατές ή άκόμα καί στόν έαυτό το υ: „ Ποιά είναι ή αιτία δλων
αύτών; “ ( I I I , 30 — * Ολυνθιακός Γ ) . „ Γιατί τό λέω αύτό τώρα ; “
( V I , 31 — Κατά Φιλίππου Γ ) .
Ό Δημοσθένης, χρησιμοποιώντας τά ρητορικά κοσμητικά στοιχεία
σέ μεγαλύτερο βαθμό άπό τούς προηγούμενους ρήτορες, άποφεύγει -τήν
κοινοτοπία καί προσδίνει ποικιλία στό λόγο του. Γ ι’ αύτό του τό χά ­
ρισμα δ Διονύσιος τόν συγκρίνει μέ τόν μυθικό Πρωτέά. Χω ρίς νά μ ι­
μείται κανέναν άπό τούς προκατόχους του, δ Δημοσθένης έχ ει άφο-
Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ
446 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι ΟΙ

μοκύσει τά καλύτερα χαρακτηριστικά τής γλώσσας καί τοϋ δ φ ο υ ς ,τ ζ


Ό Διονύσιος λέει πώς τό ύφος του δένάνήκει ^ ^αμια ά να γνω ρισ μ ν|
κατηγορία ρητορικοϋ ϋφους, άλλά είναι κράμα δλων τών α ων {
λεκτικής δεινότητος τον Δημοσΰένους, 8->975, 16 και ^ , a
Έ τυπική· μονάχα τελειότητα τοϋ λόγου δεν είναι βέβαια Ρκε U
γιά νά γίνει κανείς μεγάλος ρήτορας. Οί λόγοι του Δημοσθένη πρ
καλούν Ιντύπωση κυρίως με τό βάθος τοϋ περιεχομένου τους, με τ
ϋφος καί τήν εύγένεια των νοημάτων, με τόν. πατριωτισμό, με την
άνιδιοτέλεια καί τό· γνήσιο πάθος τους.
Διαβάζοντας τούς πολιτικούς λόγους του Δημοσθένη μερικές φορές
δυσκολευόμαστε νά καταλάβουμε ποιος δεσμός ύπάρχει ανάμεσα στίζ.
διάφορες προτάσεις καί ποιά είναι ή σχέση τους με τό σύνολο.^ Με­
ρικοί μάλιστα άναρωτιοδνται άν Ιχουν συνταχθεΐ με βάση κάποιο
συγκεκριμένο σχέδιο κι άν είναι δυνατό νά τούς διαιρέσουμε μέ άκρί-
βεια σέ μέρη. Υποθέτουν πώς σ’ αότούς ύπάρχει ένα. είδος „ λυρικής
άταξίας “ — χαρακτηριστικό γνώρισμα των κλασικών ώδών.
‘ Η γνώμη δμως αύτή δεν είναι καθόλου σωστή.- "Οπως άποδεί-
χτηκε άπό προσεχτικότερες έρευνες πού έγιναν1, οί πολιτικοί λόγοι
τοϋ Δημοσθένη είναι διαρθρωμένοι πιό αύστηρά καί πιό όμοιόμορφα
άπό τούς δικανικούς. Τά λαθεμένα συμπεράσματα γιά τήν άταξία τάχα
τής διάρθρωσης τών λόγων αότών βασίζονται μονάχα στή διαπίστωση
πώς ή διάταξη τών μερών τους δεν άντιστοιχεΐ στούς συνηθισμένους
κανόνες τής ρητορικής. Στό κέντρο τοϋ λόγου βρίσκεται πάντα ή
λεγόμενη πρό&εοις, δηλαδή ή κύρια θέση πού χρησιμεύει σαν βάση
δλης τής έπιχειρηματολογίας. Αύτή καθορίζει τή διάταξη δλου τοϋ
λόγου, ένώ στούς δικανικούς λόγους αύτό τό μέρος μπαίνει στήν
άρχή, μετά τό προοίμιό. Τό άμέσως προηγούμενο άπό τήν πρόθεση
μέρος έχ ει σκοπό νά προετοιμάσει τούς άκροατές, παίζει δηλαδή τό
ρόλο τής „ διήγησης “ τών δικανικών λόγων. Τό άμέσως Ιπόμενό της
μέρος, .πού είναι καί τό μεγαλύτερο, στηρίζει καί δικαιολογεί τήν
πρόταση πού ύπέβαλε ό ρήτορας (πίστεις). "Αν σ’ αύτά προσθέσουμε
καί τό άπαραίτητο γιά κάθε λόγο προοίμιο καί τον έπίλογο, πού
συνήθως είναι σύντομος, έχουμε τά γνωστά στούς δικανικούς λόγους
πέντε μέρη, μέ διαφορετική δμως διάταξη. Τό σχέδιο αύτό τηρείται
σέ δλους τούς γνήσιους λόγους τοϋ Δημοσθένη. Χ
"Οταν διαβάζουμε τούς λόγους τοϋ Δημοσθένη δέν μπορούμε νά
φανταστοΰμε τήν έντύπωση πού προκαλοΰσαν στούς άκροατές του δτάν
τούς Ικφωνοϋσε ό ίδιος. Πρέπει νά έχουμε ύπόψη Λώς τότε έπαιζε

1. Π. Γιουπάτωφ, ΔημοοΜνης. Σχέδια τώτ ηρώτων πασάρω* φ ιλιηηιχώ *


/it τό η»ρι$χόμβνό τους, Ρίγα, 1896. · ων t οχέση
E I Κ. χ ι ν ΑίσχΙνης. Μάρμαρο. ΡυμαΤκό άντίγροφο άηά πρότυπο τοΟ Λύσιππου
τοΟ 4. el. n. X. MouocTo Έρμιτάζ.
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 449

τεράστιο ρόλο ή ύπόκρισις, πού στόν 4 . αI. π. X . είχ ε άναπτυχθεί σέ


μεγάλο βαθμό. Ε κ ε ίν η τήν Ιποχή άπαιτοΰσαν άπό τόν ρήτορα μεγα­
λύτερη ζωντάνια άπό άλλοτε. Έ Εκφώνηση του λόγου μέ ρυθμό καί
μέ πάθος έμοιαζε μέ τραγούδημα ι.
Ή Εντύπωση πού προκαλοΰσαν στούς άκροατές 61 λόγοι τοΰ Δημο­
σθένη φαίνεται καθαρά άπό τήν παρακάτω άφήγηση : "Οταν ό ρήτορας
Αισχίνης Ιχασε τή δίκη πού είχ ε ύποκινήσει κατά του Κτησιφώντα
γιά τήν παράνομη πρόταση νά στεφανωθεί ό Δημοσθένης, άναγκά-
στηκε νά φύγει άπό τήν ’Αθήνα. Π ήγε στή Ρόδο καί Εκεί διάβασε
στούς κατοίκους της τό λόγο του Κατά Κτηοιφώντος. Αύτοι άπό-
ρησαν πού δεν κέρδισε τή δίκη ύστερα άπό έναν τέτοιο λόγο. Ό
Αίσχίνης όμως τούς άπάντησε: „ Δέν θ’ άποροόσατε, άν είχατε ά*Όύ-
σει καί τό λόγο πού Εκφώνησε ό Δημοσθένης σ’ άπάντηση του δικού
μου “ (Ψευδό - Πλούταρχος, Βίοι των δέκα ρητόρων, 9 ).
Γιά τήν καταπληκτική εύγλωττία τού Δημοσθένη Εκφράζεται μέ
θαυμασμό ό Διονύσιος ό 'Αλικαρνασσέας στή μεγάλη πραγματεία του
Περί λεκτικής δεινότητος τον Δημοσΰ'ένους: „ "Οταν παίρνω στά
χέρια μου όποιοδήποτε λόγο του κυριεύουμαι άπό έκσταση. ’Αντιφα­
τικά συναισθήματα Εναλλάσσονται μέσα μου καί μέ παρασέρνουν πότε
Εδώ καί πότε Ε κ εΐ: δυσπιστία, άνησυχία, φόβος, περιφρόνηση, μίσος,
συμπάθεια, εύμένεια, όργή, φθόνος — δλη ή κλίμακα των συναισθη­
μάτων τής άνθρώπινης καρδιάς... Α φού Εμάς, πού μάς χωρίζει άπ’
αότόν τόσο τεράστιο χρονικό διάστημα καί δέν έχουμε καμιά σχέση
μέ τά γεγονότα Εκείνης τής Εποχής, μάς συναρπάζει τόσο πολύ καί
μάς κάνει νά παρακολουθούμε μέ πάθος τό λόγο του, πόση Εντύπωση θά
προκαλοΰσε στούς ’Αθηναίους καί στούς άλλους "Ελληνες τήν Εποχή
των άγώνων δπου δλοι έπαιρναν προσωπικά μέρος, δταν Εκφωνούσε ό
ίδιος τούς λόγους του Εκφράζοντας τά συναισθήματα καί τό πάθος
τής ψυχής το υ“ (κεφ. 2 2 ).
*Έτσι έκρινε τόν Δημοσθένη ό περίφημος ρήτορας τής Εποχής τοΰ
Αύγούστου. Οί σύγχρονοι τού Δημοσθένη, κάτω άπό τήν Επίδραση τής
ρητορικής του γοητείας, τόν έκριναν σύμφωνα μέ τήν άποψη πού είχ ε
διατυπώσει ό ίδ ιο ς : „ Αύτό πού άξίζει στόν ρήτορα δέν είναι ούτε οΐ
λέξεις ούτε δ ήχος τής φωνής, άλλά ή Επιδίωξη Εκείνου πού ποθεί ό
λαός καί τό μίσος ή ή άγάπη του γιά κείνους πού μισεί ή άγαπάει ή
πατρίδα “ .

1. Αδλος Γέλλιος, X , 19,3.

29 ·Ιστορία της 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Λογοτεχνίας.


! ΟΙ 2 Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ
450 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ ΚΑ

2. Α Ι Σ Χ Ι Ν Η Σ

ο [ΗΣ, πολιτικές άντίπαλος καί άνταγ


ΑΙΣΧΙΝΗΣ,
σθένη,, γεννήθηκε στά 390 ή στά 389 π. X ., ήταν η /[
g. χρόνια
£τ αν
μεγαλύτερος άπδ τδν Δημοσθένη. ‘0 πατέρας του Ρ ^ g ‘ ’ve
έξορίστηκε άπδ τούς τριάντα τύραννους, πήγε στην^ οι
σθοφόρος. Μετά τήν άποκατάσταση τής δημοκρατίας ξαναγ Ρ _
πατρίδα του κι άρχισε να άσκεΐ τδ έπάγγελμα του^γραμματο ,
λου. *Η μητέρα του, ή Γλαυκοθέα, ήταν Ιέρεια μιας άπ τις μ
λατρείες. Έ φτώχεια δεν άφησε τδν Αίσχίνη νά φοιτήσει σε P W 1* ^ '
φιλοσοφικές σχολές. Μορφώθηκε λοιπδν διαβάζοντας μονος του,
τέρα στδν τομέα τής ποίησης. Τή ρητορική τέχνη τή διδάχτηκε στ* Γ
πράξη ύπηρετώντας σάν γραμματέας διάφορων Αθηναίων κρατικ
λειτουργών. Καθώς είχε ώραΐο παρουσιαστικδ καί αρμονική δυνατή
φωνή, δίσταζε γιά κάμποσο καιρδ ποιδ στάδιο νά διαλέξει τοδ
ρήτορα ή τοϋ ήθοποιοϋ. Τελικά άποφάσισε νά γίνει ήθοποιδς κα ι
παράτησε τή θέση τοϋ γραμματέα. Ύποδύθηκε τδν Θυέστη, τον Κ ρ έ-
οντα ( στήν *Αντιγόνη τοϋ Σοφοκλή), δεν προχώρησε δμως πέρα άπδ
τούς τρίτους ρόλους (τριταγωνιστής). Έ να ατύχημα έβαλε τέρμα στή
θεατρική του καριέρα — παίζοντας τδ ρόλο τοϋ Οίνόμαου παραπάτησε,
έπεσε καί τραυματίστηκε τόσο βαριά πού δεν μποροΰσε πια νά παρου­
σιάζεται στή σκηνή. ’Αναγκάστηκε λοιπδν νά ξαναγυρίσει στδ παλιό
του έπάγγελμα τοϋ γραμματέα. Σέ λίγο έγινε γραμματέας του Ε ΰ -
βουλου κι έτσι άνοίχτηκε μπροστά του τδ πολιτικδ στάδιο, πού κ α ί
σ' αύτδ δμως ποτέ δέν έπαιξε πρώτους ρόλους. Τή φήμη του τή χρω ­
στάει κυρίως στήν πολεμική πού έκανε κατά τοϋ Δημοσθένη. Σ ’ αύτό
τδν άγώνα φανερώθηκε καί τδ ρητορικδ ταλέντο του. Έ π ο λιτικ ή
σύγκρουση τοϋ Δημοσθένη καί τοϋ Αισχίνη -βρήκε τήν έκφρασή τη ς
σέ μιά ιδιότυπη πολιτική μονομαχία, πού μποροΰμε νά τή χωρίσουμε
σέ δυδ φάσεις: 1 ) Ό Δημοσθένης κατηγορεί, ό Αισχίνης άμύνεται.
2 ) Ό Αισχίνης περνάει στήν έπίθεση, ό Δημοσθένης τήν άποκρούει.
Στήν πρώτη φάση πρέπει νά τοποθετήσουμε δυδ λόγους του: Κατά Τ ι -
μάρχον (3 4 5 π. X . ) και Περί παραπρεσβείας (3 4 3 π. X . ).
Ό Δημοσθένης κατηγόρησε τδν Αίσχίνη γιά προδοσία τής πατρί­
δας. Στδν άγώνα κατά τοϋ Αίσχίνη διάλεξε σάν πολιτικό του σύμ­
μαχο τδν Τίμαρχο — έκλογή άποτυχημένη, γιατί ό Αίσχίνης παρου­
σιάστηκε τότε σάν πρόμαχος τής ήθικής. Έκμεταλλεύθηκε κάτι παλιά
κουτσομπολιά πού είχαν άκουστει γιά τδν Τίμαρχο, τά μεγαλοποίησε
κι έτσι γλύτωσε άπδ τήν κατηγορία μέ βάση τδ νόμο πού άπαγό-
ρευε σέ πρόσωπα διεφθαρμένα νά άγορεύουν. '
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 451

Ρεζιλεύοντας τδν Τίμαρχο, δ Αισχίνης προσπαθούσε νά καμου­


φλάρει τδ πολιτικό περιεχόμενο τής δίκης. Ό λόγος του, έντυπω-
σιακδς καθώς ήταν, πέτυχε τδ σκοπό του.
Στδ δικαστήριο δ Δημοσθένης δεν ύποστήριξε τδν Τίμαρχο. Μερικές
έπιθέσεις έναντίον του τις άνασκευασε άργότερα στδ λόγο του Περί
τής παραπρεσβείας δπου, άγνοώντας τούς βρωμερούς δπαινιγμούς του
Αίσχίνη, περιορίστηκε στήν παρατήρηση πώς τά ήθη τών ’Αθηναίων
δεν έχουν άνάγκη άπδ τέτοιους ζηλωτές σάν κι αύτόν. *Έτσι έπανέ-
φερε τη δίκη στδ πολιτικδ έπίπεδο.
Στα 343/2 έγινε ή δίκη τής παραπρεσβείας.
Ό Αίσχίνης, πού άλλοτε είχ ε έξουδετερώσει άκοπα τδν κατήγορό
του Τίμαρχο, τά βρήκε σκούρα αύτή τή φορά στδν άγώνα του μέ τδν
Δημοσθένη. Έ άπολογία του Αίσχίνη (Π ερί παραπρεσβείας) βασί­
ζεται στήν άποψη πώς δέν είναι καί τόσο σπουδαίος παράγοντας,
δπως θέλει νά τδν παραστήσει δ κατήγορος άποδίδοντάς του τήν
εύθύνη γιά δλα σχεδδν τά δεινά τής πατρίδας. ’Αντίθετα είναι ένας
άνθρωπος άσήμαντος σχεδόν, άβλαβής. Έ χοντας πεποίθηση στήν
άθωότητά του δέν σκέφτηκε ν’ άποφύγει τή δίκη, δπως έκανε δ πρα­
γματικός ένοχος — δ Φιλοκράτης. “Όσο γιά τδ λόγο του κατηγόρου
του, δέν είναι βέβαια μιά φωνή όργής, για τί δ ίδιος δ Δημοσθένης
δέν είναι δργισμένος μέ τδν Αίσχίνη. Τδ μόνο πού θέλει είναι νά
προκαλέσει τήν όργή τών δικαστών έναντίον του. Ό Α ίσχίνης κατη­
γορεί τδν Δημοσθένη γιά πονηριά, δολιότητα καί γιά έξαγορά μαρ­
τύρων. Γιά νά κάνει έντύπωση, άντιπαραθέτει άμέσως τή δική του
άκηλίδωτη ζωή, τίς στρατιωτικές του ύπηρεσίες, μιλάει γιά τήν τίμια
και άξιοσέβαστη οίκογένειά του — τδν γέροντα πατέρα του, τ' άδέρφια
του, τά μικρά του παιδιά. Παρακαλεί νά μήν τδν θυσιάσουν γιά χάρη
τοϋ Δημοσθένη. Προσπαθεί νά παρουσιάσει τδ κατηγορητήριο του Δη­
μοσθένη σάν προσωπική έπίθεση έναντίον του, πού δέν έχ ει καμιά ού-
σιαστική βάση. Τελικά δ Αίσχίνης, είτε χάρη στήν πειστικότητα τοΟ
λόγου του είτε χάρη στήν ύποστήριξη σπουδαίων προσώπων, δπως
ήταν δ Εύβουλος καί δ Φωκίωνας, άθωώθηκε, μά μέ άσήμαντη δια­
φορά ψήφων.
*Η δίκη δμως αύτή δέν ήταν ή δριστική έκβαση τής πρωτότυπης
μονομαχίας τοΟ Αίσχίνη καί τοϋ Δημοσθένη. Δώδεκα χρόνια άργό­
τερα, οί άντίπαλοι συγκρούστηκαν ξανά, αύτή τή φορά δμως οί ρόλοι
είχαν ά λλάξει: Κατήγορος ήταν τώρα δ Αίσχίνης. Ά π δ άφορμή τήν
πρόταση τοϋ Κτησιφώντα νά τιμηθεί δ Δημοσθένης μέ χρυσό στεφάνι,
δ Αίσχίνης έκφώνησε τδ λόγο Κατά Κτψιφώντος. ’Ισχυρίζεται πώς
ή πρόταση αύτή είναι άντίθετη στούς νόμους, οδσιαστικά δμως προσ­
παθεί ν’ άποδείξει πώς δ Δημοσθένης, έξαιτίας τής ήθικής του όπό-
452 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ £ A I ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ ° ν 0

στάσης καί τής πολιτικές τοο δράσης, δεν ήταν άξιος να καί
Στήν άρχή κάνει λόγο γιά τήν ιδιωτική ζωή τ π εριό-
δστερα γιά τή δημόσια δράση του χωρίζοντάς την σ ε _ »,τΛλέαου,
δους: 1 ) δ>ς τή Φιλοκράτεια ε^ρήν^, 2 ) δς τήν
S)h 4 Χ « ρ ω ν β ία ς χ ία 4 ) 6 , lip « r t f ' *
Κατηγορεί τόν Δημοσθένη πώς αύτός ταχα, μαζί με το ^ Λ
έξαγοράστηκε άπό τόν Φίλιππο καί κολάκευε δουλικά τους
δόνες πρέσβεις. Στιγματίζει τή συμπεριφορά του μετατή ψ ι ΟΥ,ρα
είρήνη. Λ έει πώς τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τοϋ Δημοσθένη ε
ή δολιότητα, πού κρύβεται πίσω άπό μιά προσποιητή ειλικρίνεια.^

μέρος τοϋ Φιλίππου (130). Σύμφωνα μέ τή γνώμη του


έξαιτίας τής πολιτικής τοϋ Δημοσθένη Ικμηδενίστηκε ή δύναμη τα>ν
Ελλήνω ν καί στήν ξηρά καί στή θάλασσα, όλόκληρες πόλεις ξεθεμε­
λιώθηκαν (1 3 6 ) . Ό Φίλιππος, άντίθετα, ήθελε τήν ειρήνη καί δέν
περιφρονοΰσε καθόλου τούς Έ λληνες (1 4 8 ). Ό Δημοσθένης, ένώ
παρακινοϋσε τούς άλλους νά πολεμήσουν, ό Γδιος „ ποτέ δέν τόλμησε
άκόμα καί ν3 άντικρύσει τόν εχθρό. Δεν είναι άξιος γιά καμιά μ εγά ­
λη καί ύψηλή πράξη “ (1 5 1 , 152 ). „ Αύτόν λοιπόν τόν Δημοσθένη
θέλουν νά τιμήσουν μέ χρυσό στεφάνι καί ή τελετή αύτής τής τιμ ή ς νά
γίνει στό θέατρο ! “ — φωνάζει άγαναχτισμένος ό Αισχίνης. Μέσα
στήν άτμόσφαιρά έκείνης τής έποχής τό πιό έπικίνδυνο γιά τόν Δ η ­
μοσθένη ήταν ή δήλωση τοϋ Αίσχίνη, πώς τάχα είχε παραδεχτεί δ η ­
μόσια ό Γδιος πώς είχε συντελέσει στήν έξέγερση τής Σπάρτης κατά
τοϋ “Αλέξανδρου, άλλά, προσθέτει ό Αισχίνης ειρωνικά, αύτό δέ φ αί­
νεται καθόλου πιθανό, γιατί ό Δημοσθένης είναι έξαιρετικά δειλός.
Ό Αίσχίνης ισχυρίζεται πώς ό Δημοσθένης είχε λιποτακτήσει δυδ
φορές — καί σάν πολεμιστής καί σάν πολίτης. Σέ συνέχεια καταγγέλ­
λει καί τούς δικαστές. Τό δικαστήριο έχει φθαρεί σέ τέτοιο βαθμδ
πού τώρα „ ό κατήγορος άπολογεΐται, ό κατηγορούμενος κατηγορεί
καί οΕ δικαστές καμιά φορά ξεχνάνε πάνω σέ τ ί πρέπει ν3 άποφα-
σίσουν “ ( 1 9 3 ). Τ
Μέ τά λόγια του ό Αισχίνης προκαλοϋσε τόν Δημοσθένη γιά νά
τόν άναγκάσει νά κάνει τίποτα δμολογίες πού θά τόν έκθέτανε Δέν
περίμενε βέβαια πώς οΕ δικαστές, πού οΕ περισσότεροι είχαν δει ιιέ
τα ίδια τους τα ματια τήν πατριωτική δράση τοϋ Δημοσθένη θά π ί
στευαν τούς ισχυρισμούς του. Παρ3 δλα αύτά, ό ΑΕσχίνης σάν όπα"
δ *ς τοΟ μακεδονικοΟ κόμματος, μποροΟσε νά δ π ο λ ο γ ίζ ^ *«ί σέ
σοβαρή υποστήριξή. Στα συμπεράσματα τοΟ λόγου του γιά νά δυσφη
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 453

μήσει όρίστικά τδν Δημοσθένη, τδν παρουσιάζει καί σάν όργανο τής
περσικές πολίτικης.
Αύτή τή φορά δμως & Αισχίνης νικήθηκε. Στδν άπαντητικό του
λόγο ( Περί του στεφάνου) 6 Δημοσθένης άντικρούει λαμπρά δλα του
τά έπιχειρήματα. Ά π δ τδτε δ Αισχίνης άποσυρθηκε δριστικά άπδ
τήν πολιτική ζωή. Έ γκ α τέλειψ ε τήν ’Αθήνα καί Εγκαταστάθηκε στή
Ρόδο. Κανείς δεν νοιάστηκε πιά γ ι’ αύτόν. "Υστερα άπ’ αύτδ τδ πά­
θημα, 6 Α ισχίνης έπαψε πιά νά ύπάρχει σάν ,, πρόξενος “ τοϋ Α λ έ ­
ξανδρου, πού κάποτε τδν θεωρούσε ένδοξο ρήτορα. Στή Ρόδο κατα­
πιάστηκε μέ τή διδασκαλία τής ρητορικής.
Ό Αίσχίνης ήταν Εκανδς ρήτορας. ΟΕ άρχαιοι έπαινοϋσαν τή λαμ­
πρότητα και τή δύναμη τοϋ λόγου του. 'Ωστόσο ποτέ δεν όπήρξε λο­
γογράφος, οδτε είχ ε άποχτήσει κανονική ρητορική μόρφωση. Έ έλ­
λειψη αύτής τής μόρφωσης φανερώνεται άπδ τήν έπανάληψη των
ίδιων έκφράσεων σέ σχετικά μικρά μέρη των λόγων του, άπδ τήν άσά-
φεια καί τήν έμφαση πού παρατηρούμε συχνά στδ ϋφος του. Στά έργα
του είναι αίσθητή ή Ιπίδραση τής γλώσσας τής τραγωδίας γ ια τί, σάν
ήθοποιδς πού ήταν, ήξερε καλά όχι μονάχα τά κείμενα τών δραμάτων
άλλά καί δλες τίς ίδιομορφίες τής θεατρικής απαγγελίας. “Όπως καί
ό Δημοσθένης, χρησιμοποιεί κι αύτδς άφθονα „ σχήματα τής δια-
νοίας “ . 'Ωστόσο είναι άδυνατο ν' άποδώσουμε στδν Α ίσχίνη τή σχολή
τής ρητορικής πού έδραιώθηκε άργότερα στή Ρόδο — στδ σημείο αύτδ
μάς διαφεύγει τδ νήμα τής παράδοσης. ΟΕ άρχαιοι άπέδιδαν άκόμα
στδν Α ίσχίνη τήν καθιέρωση τής αύτοσχέδιας άπαγγελίας πάνω σέ
φανταστικές περιπτώσεις. Αύτδ δμως είναι άπίθανο, μ’ δλο πού δέν
είναι καθόλου άσυμβίβαστο μέ τδ χαρακτήρα τοϋ ταλέντου του.
Έ κτδς άπδ τούς τρεις λόγους πού άναφέραμε, ή λογοτεχνική κ λη­
ρονομιά τοϋ Α ίσχίνη περιλαμβάνει καί Εννιά έπιστολές άμφίβολης
γνησιότητας.

3. Υ Π Ε Ρ Ε Ι Δ Η Σ

Ο Υ Π Ε Ρ Ε ΙΔ Η Σ , συναγωνιστής τοϋ Δημοσθένη, καί δταν ζοΰσε άκόμα


είχ ε άποχτήσει μεγάλη φήμη σάν ρήτορας. ’Αργότερα ή σχολή τής
Ρόδου τδν θεωρούσε άνώτερο καί άπδ τδν Δημοσθένη.
Υποθέτουν πώς ό Υπερείδης γεννήθηκε στά 389 π. X . Καταγόταν,
δπως καί ό Δημοσθένης, άπδ σχετικά εδπορη οικογένεια. ΤΗταν μα­
θητής τοϋ 'Ισοκράτη καί, δπως ισχυρίζονται, τοϋ Πλάτωνα.
*0 παλιότερος πολιτικδς λόγος τοϋ Υ περείδη είναι έκείνος δπου ό
454 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ ° Νθ1

ρήτορας κατηγορεί τδ στρατηγόςΑύτοκλή ϊ ι\ πρ^ ^ “/ ^ σ χ ό ς ' μ α ς


"Ενας άπ* τούς κατήγορους σ* αύτή τή δίκη η τ *ν κ Τ
άπ6 τούς λόγους τοΟ Δημοσθένη ’Απολλόδωρος. καχγ)Υορήθηκε
Ό άγώνας του Τπερείδη κατά του Φιλοκρατη, π0 »AflV)va
γ ια προδοσία καί δωροληψία καί μετά τή φυγή του άπό την ά /
καταδικάστηκε έρήμην σέ θάνατο ( 343 π. X . ), τδν προω ησε^
πρώτη γραμμή τών δπαδών τής άντιμακεδονικής πολιτικής και
Ιφερε κοντά στδν Δημοσθένη. "Οταν ξέσπασε μιά άντιδικια
στούς Ά μφ ικτίονες καί στούς Δήλιους γιά τδ ζήτημα τής διευ υνσης
τοϋ ίεροϋ τής Δήλου, δ "Δρειος Πάγος δρισε τδν Ιπερείδη σαν πρε
σβυ και ρήτορα άπορρίπτοντας τήν ύποψηφιότητα τοϋ Α ίσχινη. ^
‘ Γπερείδης ύποστήριξε άποτελεσματικά τά δίκαια τής Αθήνας.^ Β ο ή ­
θησε τήν πόλη του δχι μονάχα με τήν εύγλωττία του, μά καί μέ χρη~
ματα πού έδωσε γιά νά έτοιμαστεΐ στόλος κατά του Φιλίππου. Πήρε ο
ίδιος μέρος στήν Ικστρατεία πού έγινε γιά νά βοηθήσουν τδ Βυζάντιο.
"Όταν οϊ Α θηναίοι άποκροόσανε τήν εισβολή τοϋ Φιλίππου, δ Γ π ε­
ρείδης πρότεινε νά τιμηθεί δ Δημοσθένης μέ χρυσδ στεφάνι γιά τήν
πατριωτική του δράση ( βλ. πιδ πάνω). Στή μάχη τής Χαιρωνείας δεν
πήρε μέρος δ ίδιος, γιατί έκεΐνο τδ χρόνο ήταν μέλος τής Βουλής
καί σύμφωνα μέ τδ νόμο, δέν στρατευόταν. Μόλις έγινε γνωστή ή κα­
ταστροφή, μέ πρόταση τοϋ Τπερείδη ή Εκκλησία τοϋ δήμου πήρε
άπόφαση νά όργανώσει τήν άμυνα τής πατρίδας. *0 Άριστογείτονας
πρόβαλε τότε βρισμένες τυπικές άντιρρήσεις γιά τήν ψήφιση αύτου
τοϋ νόμου, μά δ ‘ Γπερείδης τοϋ άπάντησε: „ Τά δπλα των Μακεδό-
νων μοϋ κρύβουν τδ φως καί δέν μπορώ πιά νά ξεχωρίζω τούς νό­
μους “ . Είναι γνωστή καί μιά άλλη άπάντησή του: „ Δέν τδ έγραψα
έγώ [αύτδ τδ ψήφισμα], άλλά ή μάχη τής Χαιρωνείας “ .
Μετά τή σύναψη τής είρήνης, δταν δ ρήτορας Δημάδης, μέ τήν
ύποστήριξη τοϋ μακεδονικοϋ κόμματος, πρότεινε νά τιμήσουν τδν Εό-
θυκράτη, έναν άπδ τούς Όλύνθιους προδότες, άπονέμοντάς του τδν
τίτλο τοϋ Αθηναίου πρόξενου, δ ‘ Γπερείδης διαμαρτυρήθηκε καί έκ-
φώνησε λόγο κατά τοϋ Δημάδη. Τδ μακεδονικδ χρυσάφι ήταν άνί-
σχυρο μπροστά στδν άδέκαστο Τπ ερείδη: ,,Μήν κοιτάτε άν είμ α ι ή
δχι άπότομος, νά βλέπετε πώς είμαι άπότομος μέ άνιδιοτέλεια“ —
είπε κάποτε στούς ’Αθηναίους που είχαν δργιστεί άπδ τά πικρά του
λόγια. Ο Αλέξανδρος, αφού κατάστρεψε τή Θήβα, είχ ε Απαίτησε!
άπδ τούς ’Αθηναίους νάτοΟ παραδώσουν τούς κυριότερους πολιτικούς
τους, κι άνάμεσα σ’ αύτούς καί τδν Τπερείδη. *
Στή δίκη τού 'Αρπαλου ό Υπερείδης, παρ’ δλη τή φιλία του μέ
τδν Δημοσθένη, κράτησε έχθριχή στάση έναντίον του, γιατί πίστευε
πώς ό Δημοσθένης, συνεννοημένος μυστικά με τδν Άρπαλο, είχ ε που-
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 455

ληθεί στόν ’Αλέξανδρο κι Ετσι είχ ε Εξουδετερώσει τίς προσπάθειες


των ’Αθηναίων ντροπιάζοντας καί τόν Εαυτό του καί τούς συναγωνι­
στές του. Μετά τή φυγή τοϋ Δημοσθένη δ Υ περείδης μπήκε Επικεφα­
λής τών ’Αθηναίων πατριωτών. Πήρε δραστήρια μέρος στήν Εξέγερση
πού ξέσπασε στήν Ε λλά δ α μετά τό θάνατο του ’Αλέξανδρου παρα­
χωρώντας δμως θεληματικά τόν ήγετικό ρόλο στόν Αεωσθένη. “Όταν
στάλθηκε σάν πρέσβυς στήν Πελοπόννησο, συναντήθηκε με τόν Δημο­
σθένη καί συμφιλιώθηκε μαζί του. Μετά τόν πρώτο χρόνο του πολέ­
μου οΕ ’Αθηναίοι σ’ αύτόν άνάθεσαν νά Εκφωνήσει τόν Επιτάφιο πρός
τιμήν τών πεσόντων, πού Ενας άπ' αύτούς ήταν και ό Αεωσθένης.
"Οταν οΕ ’Αθηναίοι καί οΕ σύμμαχοί τους νικήθηκαν, ό Υπερείδης
καί οΕ άλλοι ήγέτες του άντιμακεδονικού κόμματος Εφυγαν άπό τήν
’Αθήνα, Επεσαν δμως στά χέρια τών Μακεδόνων καί θανατώθηκαν.
Τό σώμα του Υ περείδη στερήθηκε τό δικαίωμα τής ταφής. Μερικές
πληροφορίες άναφέρουν πώς οΕ Μακεδόνες του Εκοψαν τή γλώσσα
πριν τον θανατώσουν, άλλες δμως πώς μόνος του, μόλις πιάστηκε,
δάγκωσε τή γλώσσα του καί τήν Εκοψε γιά νά μήν άποκαλύψει τ ί­
ποτα στύν Εχθρό.
Στήν άρχαιότητα άποδίδονταν στύν Υπερείδη 77 λόγοι, διατυπώ­
νονταν δμως άμφιβολίες γιά τή γνησιότητα του Ενός τρίτου άπ’
αύτούς.
ΟΕ μεταγενέστεροι όπαδοί του καθαρού άττικοΰ λόγου ( „ άττικι-
στές “ ) θεωρούσαν τά Εργα του Υπερείδη (δπως καί τοϋ Αυσία) σάν
πρότυπα άπλότητας καί φυσικότητας, μερικοί μάλιστα τόν τοποθετού­
σαν δχι μονάχα σε Γση μοίρα μέ τόν Δημοσθένη μά καί ψηλότερα
άπ’ αύτόν. Ό Κικέρωνας άναφέρει με σεβασμό τό όνομά του μαζί μέ
τό δνομα τοϋ Δημοσθένη. Ό Μεσσάλας Κορβίνους (1 . αί. π. X . ) με­
τάφρασε στά λατινικά τό λόγο πού είχ ε Εκφωνήσει ό Υπερείδης
ύπερασπίζοντας τήν Εταίρα Φρύνη. Ό συγγραφέας τής πραγμα­
τείας Περί ϋψους άναρωτιέται: Τ ί είναι προτιμότερο, τό ϋψος μέ
μερικά μειονεκτήματα ( δπως στόν Δημοσθένη) ή ή μετριότητα άπαλ-
λαγμένη άπό σφάλματα (δπως στόν Υ π ερ είδ η ); Μέ άλλα λό γ ια :
Είναι καλύτερος Εκείνος πού Εχει τά περισσότερα πλεονεκτήματα ή
Εκείνος πού τά πλεονεκτήματά του είναι άνώτερα; "Ολες αύτές οΕ
γνώμες δείχνουν πώς οί άρχαίοι συγγραφείς θεωρούσαν τόν “Γπερείδη
σάν Εναν άπό τούς καλύτερους ’Αττικούς ρήτορες.
Ό Διονύσιος τονίζει ίδιαίτερα τή δεξιοτεχνία τοϋ “Γπερείδη στήν
άνάλυση τοϋ θέματος άπό καθαρά νομική άποψη, δεξιοτεχνία πού φα­
νερώνεται τόσο στήν Επιχειρηματολογία όσο καί στή γενική διάρ­
θρωση τών λόγων του.
’Από τά άποσπάσματα τών λόγων του πού διασώθηκαν καί άπό
Λτ τΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ
456 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ 01 I 1 * 4

διάφορες μαρτυρίες τδν άρχαίων συγγραφέων F eP ° ^ j P ^ o * ποί»


βουμε μιά ιδέα γιά τή ρητορική χάχνη του Γ-περ δη· άκολουθο0σε
ήξερε στήν έντέλεια τήν τέχνη τοΰλογου,δ Γπ6Ρει^ - , ρητορικής,
σχολαστικά τούς δεσμευτικούς κανόνες της καθιερωμ ηζ P i “ ^
Δέν φρόντιζε καί τόσο νά διανθίζει τδ λόγο του με „ σχηματ · ^
άκριβώς ή αδθορμησία του, ή άπλότητα τής άφηγησΥ)ζ κα ^
θέρη δομή των προτάσεων φαίνεται πώς άρεσαν ιδιαίτερα^ στ ^
πταίσθητους γνώστες τής λογοτεχνίας. *0 Τπερείδης διαλέγει τις
ξεις του με μεγαλύτερη έλευθερία άπδ τδν Λυσία. Χρησιμοποιεί πρ
θύμα τΙς παραστατικές έκφράσεις πού κυκλοφορούν άφθονα στή w
προφορική γλώσσα. Σ ’ αύτδ τδ σημείο προχώρησε περισσότερό π
τδν Δημοσθένη χρησιμοποιώντας περίπου τδ λεξιλόγιο τής κωμω i#Sj
'Ωστόσο είναι άδύνατο νά καταλάβουμε άπόλυτα τήν τέχνη του
Υπερείδη άπδ τά ?δια του τά Ιργα γιατί (άντίθετα άπδ τούς άλλους
ρήτορες πού περιλαμβάνονται στδν Κανόνα) κανένας λογος του δεν
διασώθηκε όλόκληρος. Έκτδς άπδ διάφορα άποσπάσματα πού παρα­
θέτουν στά Ιργα τους οί άρχαιοι συγγραφείς, βρέθηκαν σέ α ιγυ­
πτιακούς παπύρους άποσπάσματα άπδ τδν Επιτάφιο καί άπδ πέντε
δικανικούς του λόγους: 1 ) ΛΥπερ Ενξενίππου άπολογία, 2 ) €Υπέρ
Λυκόφρονος άπολογία, 3 ) Κατά Δημοοϋ'ένονς υπέρ των ' Αρπα-
λείων, 4 ) Κατά Φιλιππίδου καί 5 ) Κατά Ά&ηνογένους.
Ό ’ Επιτάφιος, πού έκφωνήθηκε πρδς τιμήν των ’Αθηναίων πού
πέσανε στή μάχη κοντά στή Λαμία στά 323 π. X ., παρουσιάζει μ ε ­
γάλο λογοτεχνικό Ινδιαφέρον. Με τήν ειλικρίνεια καί τδ βαθύ του
αίσθημα είναι έντελώς διαφορετικός άπδ τούς τυποποιημένους έπ ιτά-
φιους λόγους. Μιά μεγάλη πρωτοτυπία αύτου τού λόγου είναι πώς
ό Αεωσθένης, ό νεκρός άρχηγδς τού άθηναϊκοΰ στρατού, σκιαγραφεΓ-
ται μαζί μέ τούς ήρωες τού Τρωικού καί τού Έλληνοπερσικοΰ πολέ­
μου. Καί ή πολιτική πλευρά τού ’ Επιτάφιον Ιχει Ιξαιρετική σημασία
— ό Υπερείδης μιλάει άνοιχτά σάν έχθρδς τής μοναρχίας τού ’Α λ έ ­
ξανδρου τού Μακεδόνα.

4. Λ Υ Κ Ο Υ Ρ Γ Ο Σ

Ο ΡΗΤΟΡΑΣ ΑοκοΟργος ήταν κι αδτδς συναγωνιστής τού Αγιαο


σθένη. Καταγόταν άπ’ τή γενιά των Έτεοβοοταδδν, ποδ τοδς ά Χ Β
κληρονομικά τδ άξιωμα τού ιερέα τής ’Αθήνας καί τοδ Ποσειδώνα Ό
ΑοκοΟργος, συνεχίζοντας τήν παράδοση τδν προγόνων τοο ήταν δπα
δδς τής δημοκρατίας. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες τδν άρχαίων ή τ « ν
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 457

λίγα χρόνια μεγαλύτερος άπδ τδν Δημοσθένη. Πέθανε στά 3 24 π. X .


Ε ίχε παρακολουθήσει τά μαθήματα τού Πλάτωνα καί άργότερα τοΟ
’Ισοκράτη. “Όπως καί δ Δημοσθένης, μόχθησε κι αύτδς πολύ γιά νά
γίνει ρήτορας. Μελετούσε τά έργα του “Όμηρου, των τραγικών καί
είχε διαβάσει τά ποιήματα του Τυρταίου.
Ό Λυκούργος ένδιαφερόταν κυρίως γιά τήν έσωτεοική καί δχι γιά
τήν έξωτερική πολιτική. ‘Ωστόσο πήρε μέρος στήν πρεσβεία πού έστει­
λαν οΕ ’Αθηναίοι στήν Πελοπόννησο γιά ν’ άποσπάσουν τά κράτη
αύτής τής περιοχής άπδ τδν Φίλιππο ( 343 π. X . ). Μετά τή μάχη τής
Χαιρωνείας, δπως λέει ό Δημοσθένης ( Έπιστολαί, I I I , 2 ), ό Λυκούρ­
γος έγινε ένας άπδ τούς έπιφανέστερους πολιτικούς τής Αθήνας. Αύτδ
φαίνεται καί άπδ τδ γεγονός πώς ό ’Αλέξανδρος ζήτησε τήν παρά­
δοσή του. Ό Λυκούργος έδρασε πολιτικά κυρίως στήν τελευταία πε­
ρίοδο τής ζωής του, μετά τδ 338 π. X ., δταν μέ τήν ιδιότητα τού
ταμία διαχειριζόταν τά οικονομικά τής ’Αθήνας. Στή θέση αύτή έμεινε
12 χρόνια καί πέτυχε λαμπρά άποτελέσματα. Έ 'Αθήνα, πού είχ ε
έξαντληθει άπδ τδν πόλεμο κατά τής Μακεδονίας, μέ τήν καλή δια­
χείριση τού Λυκούργου άνέρρωσε οικονομικά. Ό Λυκούργος φρόντισε
ν’ άνεβάσει τή μαχητική της δύναμη καί στήν ξηρά καί στή θά­
λασσα, ένδιαφέρθηκε γιά τά προβλήματα τής έκπαίδευσης τής νεο­
λαίας. Τήν έποχή πού ήταν ταμίας έπισκευάστηκαν οΕ όχυρώσεις τής
πόλης, άποπερατώθηκε τδ θέατρο τού Διόνυσου στή νότια πλαγιά τής
’Ακρόπολης καί στήθηκαν όρειχάλκινοι ανδριάντες των τραγικών
ποιητών. Διορθωμένα άντίγραφα τών έργων τους κατατέθηκαν γιά
φύλαξη στδ κρατικό άρχειο γιά νά παραβάλλονται μέ αότά τά κ εί­
μενα πού έπαιζαν οΕ ήθοποιοί.
Ό Λυκούργος είχ ε άποχτήσει φήμη τιμιότατου άνθρώπου. Τόσο
πολύ τδν έκτιμοΰσαν οΕ συμπατριώτες του, ώστε μέ μιά λέξη του μπο­
ρούσε άμέσως νά λύσει όξύτατες διαφορές νομικού χαρακτήρα. Μέ
τούς λόγους του προσπαθούσε πάντοτε ν' άποκαταστήσει τή δικαιο­
σύνη. Κατηγόρησε π.χ. κάποιο στρατηγό πώς ήταν όπεύθυνος γιά τήν
ήττα, πώς είχ ε διαλύσει τδ γάμο του καί βεβήλωσε τή θρησκεία. ΟΕ
κατηγορίες του συνήθως πετύχαιναν τδ σκοπό τούς. Πολλές φορές τ ι­
μήθηκε μέ χρυσό στεφάνι. Μετά τδ θάνατό του οΕ ’Αθηναίοι τού φτιά­
ξανε άνδριάντα καί μέ ιδιαίτερο ψήφισμα παραχώρησαν στούς κληρο­
νόμους του τιμητικά προνόμια. Ό πίνακας τών νόμων πού είχ ε έφαρ-
μόσει τοποθετήθηκε στήν ’Ακρόπολη.
Στήν άρχαιότητα ύπολόγιζαν σέ 15 τούς λόγους τού Λυκούργου,
άπ’ αότούς δμως διασώθηκε μονάχα ένας — Κατά Λεωκράτους (3 3 1 /
30 π. X . ). Ό Αεωκράτης, ένας ’Αθηναίος πολίτης, μόλις μαθεύτηκε
ή ήττα τής Χαιρωνείας έφυγε άμέσως γιά τή Ρόδο μέ δλα τά ύπάρ-
ΟΝΟΙ TOY
458 ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡ

χοντά του κι άρχισε νά διαδίδει έκεΤ πώς τάχα ή Α ήν Ρ


και πολιορκεΐται δ Πειραιάς. Αργότερα έγκατέλειψε τή β-Λνα.
καταστάθηκε στά Μέγαρα μήν τολμώντας νά παρουσιαστεί στη I “
Στά Μέγαρα άσχολήθηκε με τό έμπόριο. Σέ πέντε χρ νια πήΡ .
θάρρος νά γυρίσει στήν πατρίδα του νομίζοντας πως με τσν καιΡ ,
είχ ε ξεχαστεΐ ή πράξη του. Ό Λυκούργος δμως τόν κατηγόρησε μ
σως γιά προδοσία. Έ έλεεινή πράξη τοΟ Λεωκρατη ήταν ολοφάνερη,
άλλα τυπικά δέν μπορούσε νά έφαρμοστεΐ έναντίον του δ νομος πο ^
ίσχυε γιά τούς προδότες. Νά πώς έλυσε δ Λυκούργος τό ζήτημ α ·
"Αν οί ύπάρχοντες νόμοι δέν μπορούν νά ίσχύσουν γιά τήν περίπτωση
τοϋ Λεωκράτη, τότε ή ίδια ή έτυμηγορία των δικαστών θ άποτελέ-
σει νομοθετική πράξη. Ζήτησε λοιπόν νά έπιβληθεϊ στόν Λεωκρατη η
ποινή τοϋ θανάτου. ‘Ωστόσο οί ψήφοι τών δικαστών διχάστηκαν και
έτσι δ κατηγορούμενος γλύτωσε τελικά.
"Αν κρίνουμε άπό τό' λόγο Κατά Αεωχράτους, δ Λυκούργος ήταν
μαθητής τοϋ “Ισοκράτη. Τό ϋφος του δέν ξεχωρίζει γιά τό όρμητικό
πάθος του, δπως τοϋ Δημοσθένη. Είναι πανηγυρικό καί μεγαλόπρεπο,
γενικά δμως πιό χοντροκομμένο άπό τοϋ “Ισοκράτη. Παρ’ δλα αδτά ό
Λυκούργος είχε μεγάλη ρητορική δεινότητα καί έπειθε τούς άκροατές
του χάρη στήν όξύτατη, αύστηρή καί ταυτόχρονα έντυπωσιακή λο­
γικ ή του.
“Εκτός άπό τό λόγο Κατά Αεωχράτους διασώθηκαν καί μερικά
άποσπάσματα άπό άλλα έργα του.

δ. Δ Ε Ι Ν Α Ρ Χ Ο Σ

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ άπό τούς δέκα “Αττικούς ρήτορες πού περιλαμβά­


νονται στόν Κανόνα είναι ό Δείναρχος. Ό πατέρας του ήταν Κορίν-
θιος. Νέος άκόμα ό Δείναρχος ήρθε στήν ’Αθήνα (3 6 1 /6 0 π. X . ) καί
φοίτησε στή ρητορική σχολή τοϋ θεόφραστου, μαθητή τοϋ ’Αριστο­
τέλ η . Ή σχολή αύτή πιθανότατα ήταν συνέχεια έκείνης πού ε ίχ ε
ίδρύσει ό “Αριστοτέλης σάν άντίρροπο στή σχολή τοϋ “Ισοκράτη. Ό
Δείναρχος έγινε λογογράφος. Χάρη σ“ αύτό τό έπάγγελμα μπόρεσε νά
γ ίν ει άρκετά πλούσιος καί νά παίξει κάποιο πολιτικό ρόλο, μ* δλο πού
ήταν μέτοικος. "Οταν ό Δημήτριος δ Πολιορκητής „ άπελευθέρωσε “
τήν “Α θήνα άπό τήν κυριαρχία τοϋ Κάσσανδρου στά 307 π. X . δ
Δείναρχος, πού ήταν όπαδός τοϋ Κάσσανδρου, έγκατέλειψε τήν πόλη
καί καταδικάστηκε έρήμην σέ θάνατο. Στά 292 π. X . άμνηστεύθηκε
καί ξαναγύρισε στήν “Αθήνα. *Η μετέπειτα τύχη του καί ό χρόνος πού
πέθανε μάς είναι έντελώς άγνωστα.
ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ 459

Ό Δείναρχος Ιγραψε περίπου έκατδ λόγους, μονάχα τρεις όμως


Ιφτασαν ώς έμάς. Γιά έ'ναν άπδ τούς κατήγορους στή δίκη τοϋ "Αρ-
παλου (ήταν δέκα δ λο ι- δλοι μαζί μέ τδν ‘ Γπ ερείδη) 6 Δείναρχος
έγραφε τδ λόγο Αατά Δημοσϋ'ένονς, δπου δ μεγάλος ρήτορας ζωγρα­
φίζεται μέ τα μελανότερα χρώματα σάν μηχανορράφος, καταχραστής,
άπατεώνας καί γενικά σάν έχθρδς τής πόλης. Γιά τήν ίδια δίκη γρά­
φηκαν καί οί λόγοι Κατά *Αριστογείτονος καί Κατά Φιλοκλέους.
Ό Κικέρωνας θεωρεί τδν Δείναρχο καθαρά ’Αττικό ρήτορα. Στούς
λόγους του ό Δείναρχος μιμούνταν τδν Αυσία, τδν Υ περείδη καί ιδια ίτε­
ρα τδν Δημοσθένη, γιά τή λογοτεχνική του δμως άδεξιότητα τδν άπε-
κάλεσαν „ά γ ρ ο ικ ο “ ή „ κρίθινο “ Δημοσθένη ( άπδ τή διαφορά τοϋ
στιφου κρίθινου ποτοΟ, τοϋ ζύθου, μέ τδ κρασί). Ε π ε ιδ ή ό Δείναρχος
μιμούνταν πολλούς γνωστούς ρήτορες, οί άρχαϊοι άργότερα άπέδωσαν
σ' αύτδν καί καταχώρησαν στή συλλογή τών έργων του πολλούς λόγους
άγνωστης ή άμφίβολης πατρότητας. *Η διάρθρωση των λόγων τοϋ
Δείναρχου είναι τρομερά έλαττωματική. "Αν καί τηρεί τή συνηθι­
σμένη διαίρεση τοϋ λόγου σέ μέρη, δέν μπορεί νά έξασφαλίσει άνάμεσά
τους κανένα έσωτερικδ ειρμό. Έ άφήγησή του μοιάζει σάν έργο
μαθητή πού κάνει έπίδειξη πολυμάθειας, χωρίς δμως νά μπορεί νά
καλύψει τδ φτωχδ περιεχόμενο. Αύτδ δέν φανερώνει μονάχα τήν άδυ-
ναμία τοϋ ταλέντου τοϋ Δείναρχου, μά καί ενα γενικότερο φαινό­
μενο — πώς γενικά δλο τδ είδος τοϋ ρητορικοϋ λόγου τήν έποχή αύτή
είχε άρχίσει πιά νά παρακμάζει.

6. Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Σ ΦΑΛΗΡΕΑΣ

Α ναμ εςα στά 322 καί στά 307 π. X . οί κοινωνικές συνθήκες είχαν
άλλάξει ριζικά. Έ μίμηση περίφημων πρότυπων δέν μποροΰσε πιά νά
σώσει τή ρητορική τέχνη άπδ τδ δρόμο τής παρακμής. Γ ι’ αύτδ οί
άπόπειρες τοϋ Δείναρχου άποδείχτηκαν τόσο άνίσχυρες. *Ηταν άπα-
ραίτητο ν’ άναθεωρηθεΐ όλόκληρο τδ είδος. ’ Εκείνος πού θεμελίωσε
τήν καινούργια ρητορική μέθοδο ήταν ό Δημήτριος άπδ τδ Φάληρο,
άνθρωπος μέ πολύπλευρη μόρφωση, πολιτικός, συγγραφέας, έπιστή­
μονας. ‘'Οπως καί ό Δείναρχος, ό Δημήτριος είχ ε φοιτήσει στή σχολή
τοϋ θεόφραστου. Τήν έποχή τοϋ Αντίπατρου καί τοϋ Κάσσανδρου προ­
ωθήθηκε στδν πολιτικό στίβο καί άπδ τδ 318 ώς τδ 307 π. X . κυβερ-
νοϋσε τήν ’Αθήνα. "Οταν ό Δημήτριος ό Πολιορκητής νίκησε τδν Κάσ-
σανδρο καί „ άπελευθέρωσε “ τήν 'Αθήνα, ό Δημήτριος δέν είχ ε πιά κα­
μιά θέση έκεϊ. Βρήκε άσυλο στήν Αίγυπτο κοντά <ιτδν Πτολεμαίο τδ
Τ Ο Υ
ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι
460 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ

Σωτήρα καί, δπως λένε, αδτδς τοδ Ιβαλε στδ ν ο δ ^ έ α νά ίδρ 6 U «i°S
Βιβλιοθήκη τής Άλεξάνδρε.ας. Τδν χ«φδ *οδ βασίλευε 6 Πτολεμα^ 5
6 Φιλάδελφος Ιπεσε σε δυσμένεια καί έξορίστηκε σ^ ενα ’ Απδ
σμένο μέρος της Αίγύπιου, δπου καί πέθανε (280 περίπου π. · '“
τά πολυάριθμα, χαμένα γιά μάς, Ιργα του πού άναφερονταν σ ^
φιλοσοφικά, Ιστορικά καί ρητορικά ( άπολογισμός της εκ ΧΡ
διακυβέρνησής του στήν 'Αθήνα, κατηγορία κατα τ<δν η »
συνηγορία γιά τόν Σωκράτη ) έκεΐνα πού άξιζαν περισσότερο ητα
λόγοι. Έ κυριότερη καινοτομία τους ήταν πώς ό ίδιος ό συγγραφ
τους τούς προόριζε μονάχα γιά άνάγνωση σέ στενό κύκλο έρασιτεχν
τής λογοτεχνίας.
Ό Κικέρωνας γράφει πώς ό Δημήτριος Φαληρέας ^είναι ο πρώτος
πού άχρήστευσε τή „ ρητορική “ περιορίζοντάς την σ’ ενα στενό κύκλο
άπό έκλεκτούς ειδήμονες. 'Ωστόσο ό Κικέρωνας δεν άρνιέται δλότελα
τά χαρίσματα τών λόγων του — σ’ αύτούς άναπνέει άκόμα τόν άερα
τής 'Αθήνας.
Έ άκμή τής άττικής ρητορικής κράτησε μονάχα μερικές δεκαε­
τίες, άπό τά 390 &ς τά 320 περίπου. Τό κορύφωμα τής δόξας της
μπορούμε νά τό τοποθετήσουμε άνάμεσα στά 360 καί στά 3 22 π. X .
(τό χρόνο πού πέθαναν ό Υπερείδης καί δ Δημοσθένης) — δηλαδή
στήν έποχή τής δράσης του ’ Ισοκράτη, τοϋ Ίσαίου καί του Δημο­
σθένη. "Οταν ή Ελλά δα έχασε τήν πολιτική της άνεξαρτησία, ή ρητο­
ρική πετάχτηκε έξω άπ* τόν πραγματικό της στίβο — τήν ’ Εκκλησία
τοϋ δήμου. Μήν έχοντας πιά καμιά έπαφή μέ τή ζωντανή πραγματι­
κότητα, περιορίζεται σ’ έναν κύκλο άπό έκλεκτούς είδήμονες. Σ τά
έργα τών μεταγενέστερων ρητόρων στή θέση του άληθινοΰ άντίπαλου
προβάλλει ό φανταστικός. ’Από τόν έριστικό διάλογο μ’ αύτό τό φαν­
ταστικό πρόσωπο γεννιέται ή λεγόμενη „ διατριβή “ — ένα είδος σχο­
λικής άπαγγελίας πού γιά θέματά της χρησιμοποιοϋσε περίτεχνες
άντιδικίες, διασκευές δραμάτων, μέ ήθοπλαστική κυρίως χροιά κ .τ.λ.
Ό Δημήτριος Φαληρέας βρίσκεται στά πρώτα βήματα αότής τής κ α ι­
νούργιας πορείας τής ρητορικής, μένοντας άκόμα ώστόσο „ ’Α τ τ ι­
κός “ . 01 έπόμενες γενιές θά μεταβάλουν ριζικά τούς σκοπούς τοϋ
ρητορικού λόγου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΛΟΓΟΓΡΑΦΩΝ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ

1 ) Έ κ α τ α ΐ ο ς, άπδσπασμα 341

Ό Έκαταίος άπδ τή Μίλητο, λέγοντας πώς τδ άμπέλι βρέθηκε


άρχικά στήν Αίτωλία, άφηγεΐται καί τά παρακάτω: Ό Όρεσθέας,
γιδς του Δευκαλίωνα, πήγε στήν Αίτωλία γιά νά πάρει τή βασιλική
έξουσία καί ή σκύλα του γέννησε ένα κούτσουρο καί τότε αύτδς πρό-
σταξε νά τδ θάψουν. ’Απ’ αύτδ φύτρωσε ένα κλήμα γεμάτο σταφύλια.
Γ ι’ αύτδ καί τδ γιο του τδν δνόμασε Φύτιο. 9Απ* αύτδν γεννήθηκε
δ Οίνέας, πού πήρε τ* όνομά του άπδ τ ’ άμπέλια, γιατί λένε πώς οί
άρχαίοι Έ λλη νες δνομάζανε τ* άμπέλια οίνας. Ά π δ τδν Οίνέα γεν­
νήθηκε δ Αίτωλός.

2) Έ κ α τ α ί ο ς , άπδσπασμα 3 53 ( Ψευδό - Αογγίνος, 2 7 )

Στδν Έκαταΐο : Ό Κήυκας... πρόσταξε τούς Ιπίγονους τοΟ Έ ρα κλή


ν* άπομακρυνθουν άπδ τή χώ ρα: „ Γιατί εγώ δέν μπορώ νά σάς βοη­
θήσω. Γι* αύτδ, γιά νά μή χαθείτε καί σείς οί ίδιοι καί γιά νά μή μέ
ζημιώσετε καί μένα, πηγαίνετε σ’ δποιον άλλο λαδ θέλετε “ .

3 ) Ά χ ο ν ο ί λ α ο ς , άπδσπασμα 23 ( Σχόλια στήν


*Οδύσσεια, Ξ, 533)

Ό Έρεχθέας, βασιλιάς τών 'Αθηναίων, είχ ε μιά θυγατέρα πού τή


λέγανε Ώ ρείθια καί ήταν πολύ όμορφη. Μιά μέρα τή στόλισε καί
τήν έστειλε κανηφόρο1 στήν ’Ακρόπολη γιά νά προσφέρει θυσία στήν
Ά θηνά Πολιάδα. Ό άνεμος Βορέας τήν ίρωτεύθηκε καί τήν άρπαξε

1. Κανηφόρος— κόρη πού μετέφερ* ένα κάνιστρο μέ Ιερά σκεύη στη Οιάρκεια ,μιάς
θρησκευτικής τελετής.
164 Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α

χωρίς νά τδ καταλάβοον οί φρουροί τής κοπέλας. Τήν καΐ


Θράκη καί τήν Ικανέ γυναίκα του. Αυτή του T6VV!!>oe , τ . ^ „ {0 εους
τδν Κάλαη ποί> έπειδή ήταν γενναίοι χαξίδεψανμαζίμ ζψ■
μέ τήν ’Αργώ στήν Κολχίδα γιά τδ [ χρυοόμαλλο J δέρας, χην r
αύτή τή γράφει 0 Άκουσίλαος.

4 ) Ά χ ο ν σ ί λ α ο ς , άπόσπασμα 11a (Μακρόβιος, V ,1 8 ,1 0 )

*0 Άκουοίλαος λοιπδν μέ τήν πρώτη Ιστορία του έδειξε πώς δ


’Αχελώος είναι τδ παλιότερο άπ’ δλα τά ποτάμια. Γιατί είπε πως
Ώκεανδς παντρεύτηκε τήν άδελφή του Τηθύα και γέννησαν τΡε^5
χιλιά δες ποτάμια. Τδ μεγαλύτερο είναι δ 'Αχελώος πού τδν τιμούν
καί περισσότερο “ .

5) Χ ά ρ ω ν α ς , άπόσπασμα 9 ( Άθήναιος, X I I , 5 2 0 d - f )

Τά ίδια άφηγήθηκε καί γιά τούς κατοίκους τής Καρδίας1 δ Χ ά -


ρωνας δ Ααμψακηνός στδ δεύτερο ΤΩρο του, δπου γράφει τά παρα­
κάτω: Οί Βισάλτες2 έκστρατεύσανε έναντίον τής Καρδίας καί νίκ η­
σαν. ’Αρχηγός τους ήταν δ *Όναρης. Παιδί άκόμα, δ νΟναρης είχ ε
πουληθεί δούλος στήν Καρδία. Στδ σπίτι του άφεντικοϋ του έ'μαθε τήν
τέχνη του κουρέα. ’Ανάμεσα στούς κατοίκους τής Καρδίας κυκλοφο­
ρούσε μιά προφητεία, πώς οί Βισάλτες γρήγορα θά τούς πολεμήσουν
καί συζητούσαν συχνά στδ κουρείο γ ι’ αδτό. Ό "Οναρης δραπέτευσε
άπδ τήν Καρδία, πήγε στήν πατρίδα του δπου οί Βισάλτες τδν κάνανε
άρχηγό τους καί τούς δδήγησε έναντίον τής Καρδίας. Οί κάτοικοι
τής Καρδίας μάθαιναν τ ’ άλογα νά χορεύουν στά συμπόσια μέ τούς
ήχους τών αύλών. Κ ι αύτά, σηκωμένα στά πισινά τους πόδια, κάνανε
μέ τά μπροστινά τους μιμικές κινήσεις στδ ρυθμδ τής γνωστής τους
μελωδίας. Ε π ειδ ή λοιπδν τδ ήξερε αύτδ δ *Όναρης, άγόρασε άπδ τήν
Καρδία μιά αύλητρίδα κι αύτή έμαθε σέ πολλούς Βισάλτες τήν τέχνη
της. Μαζί μ’ αύτούς λοιπδν δ "Οναρης έκστράτευσε στήν Καρδία.
"Οταν άρχισε ή μάχη, τούς πρόσταξε νά παίξουν τις μελωδίες πού
ήξεραν τά άλογα τού έχθροΰ. Τά άλογα, άκούγοντας τούς ήχους τού
αύλού, σηκώθηκαν στά πισινά τους πόδια κι άρχισαν νά χορεύουν.
Ό στρατδς τής Καρδίας ήταν δλος άπδ ίππικό. Κ ι έτσι αύτοί νικ ή­
θηκαν.

1. Πόλη στίς δοτικές ακτές τής θρακικής Χερσονήσου.


2. θρακική φυλή.
Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α 465

6 ) X ά ρ ω ν α ς, άπόσπασμα 10 ( Πολύαινος, V I , 24 )

Οί Ααμψακηνοί. καί οί Π αριανοί,1 Ιπειδή διαφωνούσαν γιά τά


σύνορα των περιοχών τους, ήρθαν σέ μιά συμφωνία: Μόλις άρχίσουν
νά λαλούν τά πουλιά, νά ξεκινήσουν άνθρωποι κι άπδ τΙς δυό πόλεις
γιά νά συναντηθούν. Έ κ ε ϊ πού θά συναντηθούν θά είναι καί τά σύνορα
άνάμεσα στίς δυό πόλεις. "Όταν πάρθηκε ή άπόφ,αση, οί ΛαμψακηνοΙ
συνεννοήθηκαν μέ μερικούς ψαράδες άπδ κείνα τά μέρη μόλις δουν νά
περνάνε οί άπεσταλμένοι τοϋ Πάριου ν' άρχίσουν νά ψήνουν πολλά
ψάρια καί νά κάνουν πλούσιες σπονδές μέ κρασί, τάχα πώς θυσιάζουν
στον Ποσειδώνα, καί νά τούς καλέσουν νά πάρουν μέρος στις σπονδές
και νά τιμήσουν τήν τελετή. ΟΣ ψαράδες τά έκαναν αύτά. Οί ΠαριανοΙ
άκουσαν τούς ψαράδες, ξέχασαν τή σημασία τής πορείας τους κι άρχι­
σαν το φαγοπότι μέ τούς ψαράδες, χωρίς νά βιάζονται. Οί Ααμψα-
κηνοί βάλανε τά δυνατά τους καί φτάσανε στό ναό τού Έ ρμη . Ό
ναός βρίσκεται 70 στάδια μακριά άπδ τό Πάριο καί 2 0 0 άπδ τή Αάμ-
ψακο. Αύτή τήν τόση έκταση τήν άρπαξε μέ πονηριά ή Αάμψακος
άπδ τδ Πάριο βρίζοντας γιά σύνορα τδ ναό τού Έ ρμη *.

7) βΕ λ λ ά ν ι κ ο ς, άπόσπασμα 138 (Τ ζέτζης στδ Αυκόφρονα, 4 6 9 )

Ό Ε λλά νικος άφηγείται πώς πρίν μπει δ Έ ρακλής στήν Τροία,


είχ ε προλάβει κιόλας νά μπεί ό Τελαμώνας, άφοΰ γκρέμισε ένα μέ­
ρος του τείχους. "Οταν 0 Έ ρακλής έτοιμαζόταν νά σύρει τδ ξίφος
έναντίον του, δ Τελαμώνας, πού είχ ε καταλάβει πώς δ Έ ρακλής
θύμωσε, άρχισε νά σωρεύει πέτρες γύρω του. "Οταν δ Έ ρακλής τδν
ρώτησε : „ Τ ί είναι αότά ; “ 6 Τελαμώνας τοϋ άπάντησε : „ θέλω νά
κάνω ένα βωμό γιά τόν Ά λεξίκακο ( διώχτη τοϋ κακοϋ ) Η ρακλή “
*Έτσι δ Έ ρακλής ξεθύμωσε καί τοϋ έδωσε σάν τιμητικό δώρο τήν
Έ σιόνη, πού λέγεται καί θεάνειρα.

8 ) Ε λ λ ά ν ι κ ο ς , άπόσπασμα 150 ( ’Αθηναίος, X V , 6 79

Γιά τά στεφάνια στήν Αίγυπτο πού δέ μαραίνονται ποτέ, δ Ε λ λ ά ­


νικος στά Αιγυπτιακά του γράφει τά παρακάτω: Υ πά ρχει κοντά στό
ποτάμι μιά πόλη πού λέγεται Τίνδιον. Αύτή είναι τόπος συγκέντρω­
σης τών θεών καί στή μέση τής πόλης βρίσκεται ένας μεγάλος καί

1. 'Από τό Πάριο — πόλη στίς ακτές τού "Ελλήσποντου.


2. Στό άπόσπασμα αύτό δέν άναφέρβται πώς συγγραφέας του βίναι 6 Χάρωνας, άν
κρίνουμβ όμως από τό πβριβχόμβνο καί τό ύφος του, ή ύπόθβση αύτή φαίνβται πολύ
πιθανή.
S O ·Ισ τ ο ρ ία τ ή ς 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Λ ο γ ο η χ ν Ια ς
Μ
«65 H A χ A

UpbZ πέτρινος ναίς και πέτρινες πύλες. Μέσα στύ vab' ° „ βφ ί ν ι *


θες, άσπρες καί μαύρες. Πάνω σ’ αύτές ε1ν« τοκ κ ^ λ τΛ άνθίζοον
μέ λουλούδια άπδ άκανθες, ροδιές καί κλήματα· „ £.
πάντα. 01 θεοί πετάξανε τά στεφάνια τους στήν Α γυπτο,

9) Φ ε ρ ε χ ύ δ η ς, άπόσπασμα 60 ( Σχόλια στδν Πίνδαρο,


Π υ IV , 1 3 3 )

Ό Πελίας, λένε, πρόσφερε θυσία στδν Ποσειδωνα και πρόσταζε να


πάρουν μέρος στήν τελετή δλοι. Αύτοί ήταν δλοι οί άλλοι πολίτες κι
άνάμεσά τους δ Ίάσονας. Αύτδς Ιτυχε τότε νά δργώνει κοντά στο πο­
τάμι "Αναυρος και θέλησε νά τδ περάσει χωρίς σανδάλια. Πέρασε τδ
ποτάμι καί φόρεσε μονάχα τδ δεξί σανδάλι ξεχνώντας [να βάλει^και]
τδ άριστερό. Κ ι έτσι παρουσιάστηκε στδ δείπνο. Βλέποντας τον ο Π ε-
λίας θυμήθηκε τδ χρησμδ του μαντείου. Καί τότε δεν έκανε τίποτα,
τήν άλλη μέρα δμως έστειλε καί τδν.ρώτησε τί θά έκανε άν του εί'-
χανε πει πώς ύπάρχει χρησμδς πώς κάποιος πολίτης θά τον σκοτώ­
σει. Ό Ίάσονας άπάντησε πώς θά τδν έστελνε στήν ΑΓα νά φέρει τδ
χρυσόμαλλο δέρας άπδ τδν Αίήτη. Αύτδ τδ έβαλε στδ νοΰ του Ί ά -
σονα ή "Ηρα γιά νάρθει ή Μήδεια νά καταστρέψει τδν Πελία.

1 0 ) Φ ε ρ ε χ ύ δ η ς , άπόσπασμα 3 3 h ( Άθήναιος, X I , 4 7 0 c )

Ό Φερεκόδης στήν τρίτη ιστορία του μιλώντας γιά τδν Ώκεανδ


συνεχίζει: Ό ‘ Ηρακλής τέντωσε έναντίον του [του "Ηλιου] τδ τόξο
γιά νά τδν χτυπήσει καί δ "Ηλιος τδν πρόσταζε νά τδ παρατήσει.
Αύτδς φοβήθηκε καί τδ παράτησε. Γ ι’ αύτδ δ "Ηλιος του έδωσε ένα
χρυσδ κύπελλο, δπου είναι ζωγραφισμένος αύτδς δ Γδιος [δ "Η λιος]
δταν περνάει τδν Ώκεανδ τή νύχτα γιά νά πάει στήν Α νατολή άπ’
δπου θά παρουσιαστεί. "Γστερα δ ‘ Ηρακλής, μπαίνοντας μέσα στδ κύ­
πελλο σάν σέ βάρκα, κατευθύνθηκε στήν Έρύθεια. Βρισκόταν καταμε-
σίς στδ πέλαγος καί δ ’Ωκεανός, μόλις τδν είδε, άρχισε νά δοκιμάζει
[τ ή γενναιότητά του] καί νά κουνάει τδ κύπελλο μέ τά κύματα Αύ­
τδς [δ ‘ Ηρακλής] τδν σημάδεψε μέ τδ τόξο.καί δ Ώκεανδς τδ^ φο­
βήθηκε καί τδν παρακάλεσε νά τδ παρατήσει. Τ
Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α 467

11) Κ τ η αίας, άπδ τά Περσικά (σύμφωνα μέ τδ κείμενο τοϋ


Πλούταρχου στδ Βίο τοϋ Άρταξέρξη, κεφ. 17 καί 1 9 )

Ε Κ Δ ΙΚ Η Σ Η ΤΗ Σ Π Α Ρ Υ Σ Α Τ ΙΔ Α Σ 1

Ό Μασαβέτης, δ βασιλικδς εύνοϋχος πού είχ ε κόψει τδ κεφάλι


καί τδ χέρι του Κύρου, δεν Ιδινε καμιά άφορμή έναντίον του. Γ ι’
αύτδ ή Παρυσάτιδα σοφίστηκε ένα πανούργο σχέδιο. ΤΗταν έξυπνη
γυναίκα καί ταυτόχρονα ήξερε νά παίζει θαυμάσια κύβους. Πριν άπδ
τδν πόλεμο έπαιζε συχνά κύβους μέ τδ βασιλιά. Μετά τδν πόλεμο
συμφιλιώθηκε μαζί του, του φερνόταν φιλικά καί τδν βοηθούσε στις
έρωτικές του υποθέσεις. Τ ή Στάτειρα, τή γυναίκα τοϋ βασιλιά, τή
μισούσε καί προσπαθούσε ν’ άποτραβήξει τδ βασιλιά άπδ κοντά της
γιά νά τδν έπηρεάζεϊ αύτή περισσότερο. Καί μιά μέρα πού τδν βρήκε
μελαγχολικδ καί άργόσχολο, τοϋ πρότεινε νά παίξουν στούς κύβους
χίλιους δαρεικούς. Τδν άφησε νά κερδίσει καί τοΰδωσε τά λεφτά.
Κάνοντας πώς είχ ε πεισματώσει γ ι’ αύτδ καί πώς ήθελε νά συνεχίσει
τδ παιχνίδι, τοϋ είπε νά ξαναπαίξουν μέ κέρδος έναν εύνοϋχο. Ό βα­
σιλιάς δέχτηκε. Συμφώνησαν νά μπορεί δ καθένας νά έξαιρέσει τούς
πέντε πιδ πιστούς του εύνούχους κι άπδ τούς όπόλοιπους δ νικημένος
ν’ αφήσει τδ νικητή νά διαλέξει δποιον θέλει. Με βάση αύτή τή συμ­
φωνία άρχισαν νά παίζουν. Ή Παρυσάτιδα Ιδωσε μεγάλη προσοχή
στδ παιχνίδι, εύνοήθηκε κι άπδ τήν τύχη καί κέρδισε. Διάλεξε τδν
Μασαβέτη, πού δεν ήταν άνάμεσα στούς πέντε έκλεκτούς τοϋ βασιλιά.
Χωρίς άκόμα νά όποψιάζεται τίποτα δ βασιλιάς, παράδωσε τδν Μα­
σαβέτη στούς δήμιους μέ τήν Ιντολή νά τδν γδάρουν ζωντανό, νά
μπήξουν τδ σώμα του σέ τρεις πασσάλους, κρατώντας το σέ δριζόντια
θέση, καί τδ δέρμα του νά τδ καρφώσουν σέ ξεχωριστδ πάσσαλο. Ό
βασιλιάς λυπήθηκε καί θύμωσε μέ τήν Παρυσάτιδα, μά αύτή τοϋ είπε
γελώντας ύποκριτικά : „ Χαριτωμένος πού είσ α ι! Χαλάς τδν κόσμο
γιά έναν παλιόγερο εύνοϋχο, ένώ εγώ πού έχασα χίλιους δαρεικούς
δέν βγάζω τσιμουδιά “ . Ό βασιλιάς δαγκώθηκε για τί έπεσε θύμα άπά-
της, μά δέν έκανε τίποτα. Έ Στάτειρα δμως, πού έχθρευόταν τήν
Παρυσάτιδα καί μνησικακοΰσε γ ι’ αύτή τήν πράξη, είπε πώς ή Παρυ-

1 .Ή Παρυσάτιδα, γνωστή άπό τήν Κύρου * Ανάβαση τοϋ Ξβνοφώντα, ήταν μητέρα
τοϋ βασιλιά Άρταξέρξη καί τοϋ Κόρου πού έπαναστάτησε έναντον του Άγαποΰσε τόν
Κόρο περισσότερο άπό τόν Άρταξέρξη καί γ ι' αότό έκδικήθηκε τόν Μασαβέτη πού είχ ε
κόψει τό κεφάλι καί τό χέρι τοϋ νεκρού Κόρου.
4 6 8 Π Α Ρ Α Ρ Τ

σάτιδα, γιά νά έκδικηθεΐ τδ σκοτωμέ τοϋ Κύρου, θανατώνει σκ η ρ '


καί άνομα τούς εύνούχους πού είναι πιστοί ατό βασιλι

II

*Η Παρυσάτιδα μισούσε τή Στάτειρα καί ζήλευε τρομερά


τας πώς ή δική της δύναμη έξαρτιέται άπδ τδ σεβασμό που της X
6 βασιλιάς, ένώ ή δύναμη της Στάτειρας είναι μεγάλη και ασιςε
γερά στήν άγάπη καί στήν έμπιστοσύνη τοϋ βασιλιά. Σκεφτηκε ο
πδν νά τήν καταστρέψει μπαίνοντας κι αύτή ή ίδια σέ μεγάλο
Ε ίχ ε μιά πιστή θαλαμηπόλο καί τήν έπηρέαζε πάρα πολύ τή ε-
γανε Γ ίγ η ... "Γστερα άπδ τις παλιές ύποψίες καί τά μαλώματα τους,
ή Παρυσάτιδα καί ή Στάτειρα άρχισαν νά μένουν στο ίδιο σπίτι καί
νά τρώνε μαζί, πάντα δμως φοβόνταν ή μιά τήν άλλη καί φυλάγον­
ταν καί γ ^ αύτδ τρώγανε τά ίδια φαγητά καί μάλιστα από zb ίδιο
πιάτο. Κάποτε τούς σερβίρανε ψητό κοτόπουλο. ‘ Η Παρυσάτιδα τδ-
κοψε στά δυδ μ* ενα μεγάλο μαχαίρι, πού ή μιά πλευρά του ήταν
άλειμμένη μέ δηλητήριο. Τδ μισδ κοτόπουλο πού έμεινε καθαρδ άρ­
χισε νά τδ τρώει ή ίδια, ένώ τδ δηλητηριασμένο τδδωσε στή Στάτειρα.
Ε κ είν η , βλέποντας τήν Παρυσάτιδα νά τρώει τδ μερδικό της καί χω ­
ρίς νά βάλει κακδ στδ νοϋ της, έφαγε τδ δηλητηριασμένο κομμάτι.
Πεθαίνοντας μέσα σέ φριχτούς πόνους καί σπασμούς, κατάλαβε τήν
αίτία τοϋ κακοϋ καί έκμυστηρεύτηκε τήν ύποψία πού είχε γιά τήν πε­
θερά της στδ βασιλιά. Αύτδς ήξερε τις θηριώδεις συνήθειές της καί
άρχισε άμέσως τις έρευνες. Πρόσταξε νά συλλάβουν καί νά βασανί­
σουν δλο τδ ιδιαίτερο προσωπικδ τής μητέρας του. Έ Παρυσάτιδα
κρατούσε τή Γίγη άδιάκοπα κοντά της παρ’ δλες τις προσταγές τοϋ
βασιλιά. Αργότερα δμως, δταν αύτή τήν παρακάλεσε νά τήν άφήσει
νά πάει νύχτα στδ σπίτι, δ βασιλιάς τήν παραφύλαξε, τήν έπιασε καί
πρόσταξε νά τή θανατώσουν.

1 2 ) Κ τ η ο ί α ς , άπδ τά 'Ινδικά (άπδ τήν άφήγηση τοϋ Φώτιου


§ 11 καί § 2 0 )

Στδ κέντρο τών 'Ινδιών ζοΟν. μαΟροι άνθρωποι ποί> λέγονται πυ­
γμα ίοι. Μιλάνε τήν ίδια γλώσσα μέ τούς άλλους Ινδούς. Είναι έΕαιοε-
τικά μικρόσωμοι. Of πιδ ψηλοί Ιχουν άνάοτημα δυδ πήχες, μά οί πζ-
Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α 469

ρίσσότεροι ένάμισυ πήχυ. Τά μαλλιά τους είναι πολύ μακριά — ώς


τά γόνατα κι άκόμα περισσότερο κι έχουν γένεια μακρύ τέρα άπ'δλους
τούς άλλους άνθρώπους. “Όταν τά γένεια τους μεγαλώνουν πολύ, δε
φοράνε πιά κανένα ρούχο, μά άφήνουν τά μαλλιά τους νά κρέμονται
άπό πίσω ώς τούς άστραγάλους καί τά γένεια τους άπό μπροστά ώς
τις πατούσες. “Ύστερα τυλίγουν με γένεια καί μαλλιά δλο τό σώμα
τους και ζώνονται μ’ αύτά έτσι πού τά χρησιμοποιούν άντί γιά ρούχα.
Είναι σιμομύτες καί δύσμορφοι. Ό ’ Ινδός βασιλιάς έχ ει στό στρατό
του τρεις χιλιά δες τέτοιους πυγμαίους, για τί είναι καλοί σκοπευτές.
Είναι πολύ δίκαιοι καί ζοΰν κάτω άπ' τούς ίδιους νόμους δπως κι οί
άλλοι ’ Ινδοί. Τούς λαγούς καί τίς άλεποΰδες δεν τίς κυνηγάνε μέ
σκυλιά, μά μέ κοράκια, γεράκια καί άετούς. Στό έδαφός τους όπάρχει
μιά λίμνη μέ περίμετρο δκτακόσια στάδια, πού σέ καιρό γαλήνης κο­
λυμπάει λάδι στήν έπιφάνειά της. Οί πυγμαίοι βγαίνουν στ’ άνοιχτά
μέ βάρκες καί τό μαζεύουν μέ κύπελλα καί τό χρησιμοποιούν. “Έχουν
καί καρυδόλαδο, μά τό λάδι τής λίμνης είναι καλύτερο. Έ λίμνη έχ ει
καί ψάρια.

II

Σ ’ αύτά τά βουνά, λέει δ Κτησίας, ζοΰνε άνθρωποι μέ σκυλίσιο κε­


φάλι. Γιά ρούχα φοράνε δέρματα άπό άγρια θηρία. Δέ μιλάνε καμιά
γλώσσα, άλλά γαυγίζουν σάν τά σκυλιά, συνεννοούνται ώστόσο μ’ αότές
τίς φωνές. Τά δόντια τους είναι πιό μεγάλα άπό τά σκυλίσια. Τά νύ­
χια τους είναι δμοια μέ τά σκυλίσια, μά πιό μακριά καί πιό στρογγυλά.
Ζοΰνε στά βουνά, πέρα άπό τόν Ιν δ ό ποταμό. Eivat μαύροι καί πολύ
δίκαιοι, δπως δλοι οί ’ Ινδοί πού μαζί τους βρίσκονται σ’ έπαφή. Κα­
ταλαβαίνουν τ ί λένε οί ’ Ινδοί, οί ίδιοι δμως δέν μπορούν νά μιλάνε,
άλλά έκφράζουνε τίς σκέψεις τους μέ γαυγίσματα καί μέ χειρονομίες
δπως οί μουγγοί. Οί 'Ινδοί τούς λένε „ καλίστριους “ πού έλληνικά
σημαίνει „ κυνοκέφαλοι “ .

13) " Ι ω ν ά ς
Συνάντηση μέ τόν Σοφοκλή ( Ά θήναιος, X I I I , 8 1 )

Συναντήθηκα μέ τόν ποιητή Σοφοκλή στή Χ ίο , τότε πού αύτός, μέ


τήν ιδιότητα τού στρατηγού, ταξίδευε γιά τή Λέσβο. "Οταν έπινε
κρασί, τού άρεσε ν’ άστειεύεται καί ήταν περίφημος συζητητής. "Ε μενε
στό σπίτι τού Έρμησίλαου, πού ήταν προσωπικός του φίλος καί πρό­
ξενος τών 'Αθηναίων. Σέ μιά στιγμή πού δ άρχιοινοχόος στεκόταν
470 Π A Ρ A Ρ Τ

κοντά στή φωτιά... δ Σοφοκλής έσκυψε καί είπε στδ διπ


, , Τ ί ώραΐα πού τά έλεγε δ Φρύνιχος:

Λ ά μ π ει τό φ ω ς του έρω τα στά μάγουλα τά π ο ρ φ νρ έν ια

‘Ωστόσο κάποιος δάσκαλος — άπδ τήν Ερέτρια


— παρατήρησε : „ Έσύ, Σοφοκλή, είσαι καλός ποιητής, μα ^ ρ
χος δεν πέτυχε καί πολύ χαρακτηρίζοντας τά μαγούλα ένος ομορ
νέου σάν „ πορφυρένια “ . Γιατί αν ένας ζωγράφος είχε βαφείς με π p
φυρένιο χρώμα τά μάγουλα αύτοδ του έφηβου, κάθε άλλο παρα ωραίος
θά μάς φαινόταν “ . ,
‘ Ο Σοφοκλής χαμογέλασε στήν παρατήρηση του ξένου κα^ το
άπάντησε: „ Δηλαδή έσένα δεν σοδ άρέσουνε ούτε τά λόγια του Σ ι­
μωνίδη πού έχουν μεγάλη πέραση στούς Έλληνες.

........................................... . άρμονικό τραγούδι


β γ ά ζ ει &π* τό στόμα της τό πορφυρένιο ή π α ρ ϋ ένα .

Kt ένας άλλος ποιητής είπε τόν Απόλλωνα „ χρυσοκόμη “ . "Αν


δμως ένας ζωγράφος είκόνιζε τά μαλλιά τοϋ Απόλλωνα χρυσά, θά
κατάστρεφε δλη τήν είκόνα. Έσύ άσφαλώς δέ θά έγκρίνεις καί τό
„ ροδοδάκτυλος “ , γιατί άν κάποιος ζωγράφιζε τά δάχτυλα τριαντα­
φυλλένια, θά μάς παρουσίαζε τά δάχτυλα ένός βαφέα κι όχι μιάς
όμορφης γυναίκας “ . “Ολοι γέλασαν μέ τά λόγια του, κι δ ξένος κα­
τσούφιασε ύστερα άπ* αύτό τό μάθημα.
Ε Υ Ρ Ε Τ Η Ρ Ι Ο
Ε Γ Ρ Ε Τ Η Ρ Ι Ο

Αγα^αρχίδης 219. "Αλήθεια ή Καταβάλλοντες (Πρω­


"Αγαθήμερος 21. ταγόρα) 270.
"Αγάθωνας 352. “Αλκαίος 45.
"Αγησίλαος (Ξενοφώντα) 167, 172, "Αλκιβιάδης (ΑΙσχίνη Σιοκρατικοΰ)
195, 1*96. 132.
"Αγις (Πλουτάρχου) 14. Άλκιδάμας 270, 274, 357, 406.
"Αγαμέμνων (Αισχύλού) 337. "Αλκμάν 15.
"Αέτιος 236, 240, 242, 264, 265. "Αλκυών (Πλάτωνα) 285.
"Αθάνας 214. "Αμεινίας 252.
"Αθηναίος 33, 162, 167, 210, 218, "Αμελησαγόρας δ Χαλκηδόνιος 19.
219, 259, 464, 465, 466, 469. άναγραφαί 14, 38, 39.
"Αθηναίων Πολιτεία ("Αριστοτέλη) "Αναξαγόρας 117, 118, 144, 233,
103, 110, 153, 313, 319 κ. έ., 261 κ.έ., 263, 268, 269, 348.
381. "Αναξίμανδρος 18, 24, 239, 241
"Αθηναίων Πολιτεία (Ψευδό - Ξενο­ κ έ. 243.
φώντα) 141, 167, 197, 198, "Αναξιμένης 18, 24, 239, 242 κ.έ.,
316, 317. 243.
ΑΙγινητικός ("Ισοκράτη) 388. "Αναξιμένης δ Λαμψακηνός 327.
Αίλιανός 103. "Ανδοκίδης 341, 358, 369, 370
Αϊλιος "Αριστείδης 132. κ.έ., 372, 378, 380.
ΑΙνείας δ Τακτικός 153. "Ανδρόνικος δ Ρόδιος 314.
ΑΙολικά ή Λεσβιακά (Ελλάνικου) 30. "Ανδροτίων 109, 230.
ΑΙσχίνης 358, 403, 404, 412, 420, "Αντιγόνη (Σοφοκλή) 51, 102, 142,
421, 423, 428, 429, 430, 431, 436, 450.
432, 433, 434, 435, 441, 449, άντίθεσις 353.
450 κ.έ., 454. "Αντιλογίαι (Πρωταγόρα) 273.
Αισχίνης δ Σωκρατικός 132. "Αντίμαχος 210.
ΑΙσχΰλος 45, 76, 77, 89,142, 316, "Αντίοχος δ Συρακοΰσιος 89, 133,
332, 337. 214.
Αϊσωπικόν γέλοιον ή Συβαριτικόν "Αντισθένης 280, 281.
101. "Αντιφώντας (ρήτορας) 117, 118,
Αίσωπος 45, 101. 341, 351, 358 κ.έ., 391.
"Ακαδημία Πλάτωνα 284. "Αντιφώντας (σοφιστής) 141, 270,
"Ακουσίλαος δ "Αργείος 11,19, 21, 274, 380, 442.
25 κ.έ., 40, 463, 464. "Άντυλλος 109, 117.
άκοΰσματα 250. Άξίοχος (Πλάτωνα) 285.
ακροαματικοί λόγοι ή πραγματεΐαι άπόδειξις 398.
("Αριστοτέλη) 319. "Απολλόδωρος 29, 42, 252, 254,
"Αλεξάνδρα (Λυκόφρονα) 219. 257.
"Αλήθεια ("Αντιφώντα σοφιστή)274. "Απολλώνιος δ Ρόδιος 33, 219.
Ρ I Ο
474 Ε Υ Ρ Ε Τ Η r

’Απολογία (Πλάτωνα) 277, 285,


287.
’ Απολογία Σωκράτους (Ξενοφώντα)
167, 173, 174, 177. A "
Βίος Δίωνος (Πλουτάρχου) 2 1 1.
Απομνημονεύματα (Ξενοφώντα) 46,
110, 167, 168, 169, 171, 173, Βίος Θουκυδίδου 108. ΓΓΓ1 /
Βίος Κάτωνα Πρεσβυτερου (Πλο
174, 177, 179, 196, 274, 275,
277, 346. 408, 458. Βίο^Ν^ου (Πλούταρχου) 216,261,
Άππελροτ 3ΐ6.
Άρεοπαγιτικός (Ισοκράτη) 389.
Βίος Πτρικλέους (Πλούταρχου) 346.
’ Αριστείδης 103.
’Αρίστιππος δ Κυρηναΐος 281 κ.έ. Βίος Όμηρου (Έροδοτου) ο 3 ,1U4.
Άριστόνικος 436. Βίων 55.
’ Αριστόξενος 249. Βοήδιος 249.
Αριστοτέλης 46, 52, 71, 86, 90, Βόλφ 236.
103, 110, 153, 217, 229, 239,
240, 243, 247, 248, 249, 257, Γέλλιος, Α. 29, 42, 66, 86, 449.
259, 262, 263, 264, 266, 270, Γενεαλογίαι (Άκουσίλαου) 25, 2ο.
274, 275, 281, 284, 289, 295, Γενεαλογίαι (Έκαταίου) 21, 23.
313 κ.ε., 346, 351, 354, 379, Γενεαλογίαι (Φερεκυδη) 34.
381. γενεαλογικά ποιήματα 16.
’Αριστοφάνης 29, 101, 102, 137, Γένος Ίσαίου 396.
142, 243, 277, 286, 347, 388, Γης περίοδος ή Περιήγησις (Έκα­
408. ταίου) 21.
’Αριστοφάνης δ Βυζάντιος 286. Γιουπάτωφ, Π. 446.
βΑρποκρατίων 86. Γκαίτε 336.
Άρχίδαμος (’Ισοκράτη) 389. Γκεριέ, Σ. Β. 336.
’Αρχίλοχος 15, 45. Γκρανόφσκη, Τ. Ν. 156.
’Αρχόντων άναγραφή (Δημήτριου Γκρέντυ (G. Β. Grundy) 113.
Φαληρέα) 115. Γκρονσκα, A. Α. 335.
Άτθίδες 203, 229 κ.έ. Γοργίας δ Λ έο ν τά 119, 270, 273,
άτθιδογράφοι 30, 109, 229, 230. 274, 281, 351, 352 κ.ε., 358,
Ά τθις (Ελλάνικου) 30, 33. 370, 381, 391, 406.
Άτλαντιάς (Ελλάνικου) 29, 30.
Γοργίας (Πλάτωνα) 273, 287, 308.
’Αττικές νύχτες (Α. Γέλλιου) 55.
Γοργίεια σχήματα 273, 353, 390.
Αυγουστίνος 243.
Αΰρήλιος Όπίλιος 55. Γυναικών Κατάλογος (Ησίοδου) 25.
Αΰτόχθονες (Φερεκυδη) 34.
Άχαρνής (’Αριστοφάνη) 347. Δαιμόνιο (Σωκράτη) 279.
Άχιλλεύς (Παρμενίδη) 352. Δαμασκηνός, Νικ. 28.
Δαμάστης δ Σιγεύς 19.
Τράκων 236. Δείναρχος 162, 358, 403, 404,
Βάτραχοι (’Αριστοφάνη) 29, 142. 458 κ.ε. ’
Βίας δ Πριηνεύς 241. Δειπνοσοφισται (Άθήναιου) 210.
Βιβλιοθήκη (Διόδωρου Σικελιώτη) Δερκυλλίδας 286.
162, 205, 221. Δευκαλιωνία (Ελλάνικου) 29 30
Βίοι των δέκα ρητόρων (Ψευδό -
Πλούταρχου) 209, 372, 380, 285°? ”Αλκΐβΐ<ίδης ( ^ ω ν α )
404, 406, 449. Δηίόχος ο Προιχοννήσιος 19.
E Y P E T Η Ρ I Ο 475

Δημάδης 93, 428, 429. Έκκλησιάζουσες ("Αριστοφάνη) 388.


Δημήτριος Φαληρέας 115, 403, 410 Ελεατική σχολή 233, 235, 251 κ.έ.
411, 459 κ.έ. Ελένης έγκώμιον (Γοργία) 273,352.
Δημόδοκος (Πλάτωνα) 285. "Ελένης έγκώμιον (’Ισοκράτη) 389.
Αημοκλής ό Φυγελεύς 19. Ελλάνικος ό Μυτιληναιος 11, 17,
Δημόκριτος 233, 235, 237, 263 18, 19, 24, 27, 29 κ. έ., 89,
κ.έ., 278. 118, 230, 316, 465.
Δημοσθένης 153, 155, 156, 230, 'Ελληνικά (Θεόπομπου) 210, 225,
344, 358, 369, 378, 380, 381, 226.
389, 396, 397, 399, 403 κ.έ., "Ελληνικά. (Ξενοφοίντα) 123, 131,
450, 451, 452, 453, 454, 455, 153, 162, 166, 167, 172, 190,
456, 457, 458, 460. 194, 195, 258, 382.
Δημόφιλος 221. "Εμπεδοκλής 18. 233, 258 κ.έ.,
Διδασκαλίαι ("Αριστοτέλη) 313, 316 262, 263, 268, 351.
Ένγκελς, Φ. 156, 236, 237, 244,
Δίδυμος 109, 114, 230. 263, 323.
διήγησις 398. Έξήγησις των Έμπεδοκλέους (Ζή­
Δικαίαρχος 249. νωνα) 254.
δικανική ρητορική 346. "Εξωτερικοί ή έκδεδομένοι λόγοι
Διογένης (κυνικός) 281. ("Αριστοτέλη) 314, 315.
Διογένης Λαέρτιος 16, 24, 55, 131, επιδεικτική ρητορική 350.
142, 162, 163, 166, 241, 244, Έπιδηαίαι ή υπομνήματα (Ίωνα)
249, 252, 254, 261, 263, 265, 210.
283, 313, 314, 315, 316. "Επίκουρος 263.
Διογένης ό "Απολλωνιάτης 243. έπίλογος 398, 446.
Διόδωρος ό Σικελιώτης 19, 36, 54, ΈπιστολαΙ (Κικέρωνα) 315.
103, 114, 124, 125, 164, 204, ΈπιστολαΙ (Πλάτωνα) 285.
205, 215, 216, 218, 219, 221. "Επιστολή προς Πομπήιον (Διον.
Διοκλής 161. "Αλικαρν.) 91, 119.
Διονύσιος ό 'Αλικαρνασσέας 18,19, "Επιστολή Φιλίππου (Δημοσθένη)
20, 27, 28, 29, 30, 33, 38, 39, 416, 441.
42, 43, 63, 91, 93, 98, 103, "Επιτάφιος (Δημοσθένη) 427, 441.
104, 105, 109, 116, 119, 121, Επιτάφιος (Θουκυδίδη) 118, 141,
124. 134, 139, 146, 148, 153, 149, 150, 154, 346.
154, 155, 206, 209, 212, 214, "Επιτάφιος (Λυσία) 377.
218, 219, 315, 371, 372, 378, "Επιτάφιος ("Υπερείδη) 456.
379, 380, 382, 391, 393, 394, "Επιτομή „ 'Ιστορίας** 'Ηροδότου
395, 396, 398, 406, 413, 424, (Θεόπομπου) 226.
441, 443, 444, 445, 446, 449, "Επίχαρμος 233, 257 κ.έ.
455. Έρασται (Πλάτωνα) 285.
Δίυλλος 49, 50, 221. "Έργα και "Ημέρες ("Ησίοδου) 239,
Δίων ό Χρυσόστομος 49. 343.
Δουρης 219. Έριδες (Ζήνωνα) 254.
Ε ΐρομένη ή διηρημένη λέξις 92, Έρμιππος (λόγιος) 393.
206. Έρμιππος (φιλόσοφος) 109, 137.
ΕΙς έαυτόν (Μάρκου Αύρήλιου) 337. Έρμογένης 24, 39, 365.
Έκαταιος ό Μιλήσιος 11, 19, 20 Έρυξίας (Πλάτωνα) 285.
κ.έ., 35, 38, 45, 56, 78, 87, 94, Ερωτικός (Δημοσθένη) 442.
463. "Ερωτικός (Λυσία) 376, 377.
476 E Y P
40,45,70,118, 238, 239, 251,
Έ τιέν, βΑνρ! (Henricus Stepha-
nus) 155. 343.
Ευαγόρας (Ισοκράτη) 388, 389.
Εύγέων ό Σάμιος 19.
®αλής δ Μιλησιος 12, 24, 239 *.έ.
Εΰδημος ό Πάριος 19, 249. Θεάγης (Πλάτωνα) 28ο.
Εύθύφρων (Πλάτωνα) 287, 300.
Θεαίτητος (Πλατωνα) 2ο7,273,280,
Ευκλείδης (φιλόσοφος) 241, 280. 292, 300.
Ευμενίδες (Αισχύλου) 142, 332.
Ευμηλος 16.
Εΰνομος ό Θριάσιος 409·
Εύπολης 347.
Ευριπίδης 29, 72, 75, 102, 142,
261, 332, 352, 409.
Ευσέβιος 34, 49, 104, 116. 443.
Έφορος 24, 33, 49,103, 203, 212, θεόφραοτος 217, 241, 249, 263,
217, 220 κ.ε., 227, 383. 265, 458, 459.
Θέων 92.
Ζ Γ*μπέλιν, Ι.Ε. 89. Θουκυδίδης 16,38, 19, 24, 29, 30,
Ζάουππε 397. 33, 34, 49, 50, 66, 86, 91, 93,
Ζεμπελιώφ, Σ.Α. 132, 156. 103, 107 κ.Ι., 203, 206, 209,
Ζήνωνας ό Έλεάτης 251, 254 κ.Ι., 210, 212, 214, 219, 228, 345,
280. 346, 347, 358, 369, 365, 366,
Ζουκόφσκη 105. 378, 391.
Ζωναράς, ’Ιωάν. 104. Θράσυλλος 263, 285, 286.
d _____ ' ___0 7 Λ 07/1 ΛΛ Ο
Ζώπυρος 114.

ΚΓθικά (’ Αριστοτέλη) 322, 325. Ιδαΐος δ ‘Ιμεραίος 243.


Η θικά (Πλούταρχου) 395, 404. ‘Ιέρειαι Ήρας ή ‘Ιέρειαι αι εν νΑρ·
Η θικά Νικομάχεια (’Αριστοτέλη) γει (Ελλάνικου) 30.
330. ‘Ιέρων (Ξενοφώντα) 167,195, 196.
ηθοποιία 357, 366, 380. ‘Ικέτιδες (Ευριπίδη) 142.
‘Ηλιαία 110. Ίλιάδα 12, 13, 17, 238, 331, 341,
Ήλιο - ερετρική σχολή 280. 342, 343.
Ήοϊαι (Ησίοδου) 25, 26. ‘Ιμεραίος 436.
ΉρακλεΙδες (Ευριπίδη) 142. Ινδικά (Κτησία) 204 , 205, 206,
Ηράκλειτος ό Έφέσιος 18,24,233,
236, 244 κ.έ., 251, 254, 257, Ιουστίνος 219.
258, 264, 270. 'ίππαρχικός (Ξενοφώντα) 167, 199.
Ήρακλέους αΐρεσις (Πρόδικου) 274. "Ιππαρχος (Πλάτωνα) 285.
‘ Ηρόδοτος 15, 16, 17, 18, 20, 21, "Ιππασος 250.
22. 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, ‘Ιππης (’Αριστοφάνη) 347.
34, 39, 40, 41 κ.έ., 107, 110, Ιππίας ο έλάσσων (Πλάτωνα) 273
116, 117, 118, 132, 133, 138, 287, 300, 310.
142, 143, 154, 203, 206, 214, Ιππίας δ Ήλεΐος 270, 273
219, 221, 226, 236, 238, 241,
268, 394. Ιππίας ο μειζων (Πλάτωνα) 89,274
Ηρόδοτος ή Άετίων (Λουκιανού) Ιππων ο Σάμιος 243.
49, 54, 65, 204, 205. Ίσαΐας 341, 358, 381, 393. 394
Ησίοδος 15, 16, 17, 24, 25, 39, 404, 406, 407, 460.
B Y P E T Η Ρ I Ο 477

‘Ισοκράτης 34, 153, 215, 219, 220, Κατά Εΰέργου και Μνησιβοΰλου ψευ­
222, 22ο, 228, 229, 286, 341, δομαρτυριών (Δημοσθένη) 442.
351, 358, 381 κ.έ., 394, 397, Κατά Θεοκρίνου (Δημοσθένη) 442.
398, 404, 406, 442, 444, 453, Κατά Κόνωνος atxiac (Δημοσθένη)
^ 457, 458, 460, 404, 423.
Ισόκωλον 353. Κατά Κτησιφώντος (ΑΙσχίνη) 412,
‘ Ιστορίαι (Έφορου) 220, 221. 428, 434, 449, 461.
‘Ιστορίαι (Τίμαιου) 215. Κατά Λεωκράτουο (Λυκούργου) 457,
‘Ιστορίαι (Φερεκύδη) 34, 35. 458.
‘Ιστορία των πολέμων του ΙΙΰρρου Κατ* ‘Αλκιβιάδου (‘Ανδοκίδη) 371.
(Τίμαιου) 215, 216. Κατά Λοχίτου (‘Ισοκράτη) 388.
Ιστορίη 38, 84. Κατά Μειδίου (Δημοσθένη) 419,
"Ιστρος 218. 444.
"Ιων (Πλάτωνα) 295, 306. Κατά Νεαίρας (Δημοσθένη) 441.
"Ιωνάς 203, 210, 469. Κατά Όλυμπιοδώρου (Δημοσθένη)
‘Ιώσηπος Φλάβιος 13, 26, 86, 103. 442.
Κατά Παγκλέωνος (Λυσία) 378.
Κ ά δ μ ο ς § Μιλήσιος 11,16 κ.έ., 34. Κατ’ ‘Απίωνος (Τώσηπου Φλάβιου)
Καθαρμοί (Εμπεδοκλή) 259, 260, 13, 26.
261. Κατά Πΰθωνος (Δημοσθένη) 443;
κάθαρση 326, 333 κ.έ. Κατά στεφάνου Β (Δημοσθένη) 441.
Καικίλιος Καλακτίτης 358, 364. Κατά Σωσικλέους (Δημοσθένη) 443.
Καλλικλής 270, 274. Κατά Τιμάρχου (ΑΙσχίνη) 450.
Καλλίστρατός 406. Κατά Τιμοκράτους (Δημοσθένη) 412
Κανών των δέκα ‘Αττικών ρητόρων 438, 439.
358, 370, 456, 458. Κατά τών σοφιστών (‘Ισοκράτη)
Καρνεονίκαι (Ελλάνικου) 30. 389, 390.
Κατά ‘Αθηνογένους (Υπερείδη) Κατά Φιλιππίδου (Υπερείδη) 456.
456. Κατά Φιλίππου Α (Δημοσθένη) 414,
Κατά ‘Ανδροτίωνος (Δημοσθένη) 416, 417, 418, 442.
412, 437, 438, 439. Κατά Φιλίππου Β (Δημοσθένη) 416,
Κατά ‘Αριστογείτονος (Δείναρχου) 421, 422, 437.
459. Κατά Φιλίππου Γ (Δημοσθένη) 416,
Κατά ‘Αριστογείτονος (Δημοσθένη) 424, 444, 445.
442. Κατά Φιλίππου Δ (Δημοσθένη) 416,
Κατά ‘Αριστοκράτους (Δημοσθένη) 441.
412, 438, 439, 440. Κατά Φιλοκλέους (Δείναρχου) 459.
Κατά ‘Αφοβου επιτροπής (Δημοσθέ­ κατεστραμμένη λέξις ή εν περιόδοις
νη) 405. λέξις 92.
Καταγωγή τής οίκογένειας, τής άτο- Κατηγορίαι (‘Αριστοτέλη) 319.
μικής ιδιοκτησίας καί του κρά­ Κατηγορία προς τούς συνουσιαστάς
τους (Ένγκελς) 156. κακολογιών (Λυσία) 377.
Κατά Δημοσθένους (Δείναρχου) 459. Κατηγορία φαρμακείας κατά τής μη­
Κατά Δημοσθένου; υπέρ των ‘Αρ- τρυιάς (‘Αντιφώντα) 364, 365.
παλείων (Υπερείδη) 456, Κάτων ό Πρεσβύτερος 153.
Κατά Διονυσοδώρου (Δημοσθένη) Κένυον 319.
412, 442. Κεφάλαιο (Μάρξ) 155,156, 291.
Κατά Έρατοσθένους (Λυσία) 374, Κεφαλίωνας 104.
376, 377. Κικέρωνας 86, 91, 104. 119, 120,
478

125, 130, 134, 135, 153, 154,


214, 218, 226, 259, 264, 298,
308, 315, 346, 379, 380, 393,
^ 411, 416, 444, 455, 459, 460.
ffiSKSS«. «ft
Λατίσεφ, Β.Β. 119·

254, 257, 289, 317.


*1 ,

Λεύκιππος 233, 263, 264, 268.


Κίνναμος, Ίωάν. 104.
Κίρχωφ, A. 64. Λιβάνιος 404, 441.
Κλείδημος ή Κλειτόδημος 230. Λίβιος 156. « 18 35 κ.ε.,
Κλειτοφών (Πλάτωνα) 285. λονοΥοαφοι 11 κ·^·>
Κλεόβουλος ό Λίνδιοο 241.
Κλεών 119, 120, 134, 140, 145, (ογοποιοΐ. 86.
152, 347, 348.
Κλήμης ό Άλεξανδρέας 25, 249. Λουκιανός 4 9 ,5 4 ,6 6 ,8 6 ,1 0 3 ,1 0 4 ,
κοινοί τόποι 97, 369.
Κοϊντιλιανός 91, 214, 315, 346, 2UU·
411, 444. Λουκρήτιος 149, 259, 266, 267.
Κόρακας 350, 351. Αουριέ, 2. Γ. 13, 50.
Κορβίνους, Μεσσάλας 455. Αυδιακά (Ξάνθου) 28.
Κορινθιακά (Εΰμηλου) 16. Λυκούργος (ρήτορας) 358, 383, 403,
Κορνήλιος 333. 404, 418, 428, 456 κ.ε.
Κορνήλιος Νέπως 217, 219, 226. Λυκόφρονας 219, 274, 465.
Κρατίνος 347. Αυσίας 286, 341, 345, 351, 357,
Κράτιππος 109,131,153, 203, 206 358, 369, 370, 372 κ.ε., 390,
κ.ε 212. 392, 393, 394, 396, 397, 398,
Κρατυλος 247, 248, 267. 404, 407, 456, 459.
Κρατΰλος (Πλάτωνα) 293. Λΰσις (Πλάτωνα) 287, 299, 301.
Κριτίας 270, 275. Λυσιστράτη (’Αριστοφάνη) 137.
Κριτίας (Πλάτωνα) 293, 300, 310.
Κριτών (Πλάτωνα) 287, 308. ]\£άγιερ, Έδ. 212.
Κρουαζέ, άδελφοί 15. Μάγιστρος, Θωμάς 55.
Κρΰγκερ 113. μαιευτική 280.
Κτησίας 17, 86,103,203, 204 κ.Ι., Μακοβέλσκη 267.
219, 467, 468. Μακρόβιοι (Ψευδό-Λουκιανού) 29,
Κτίσις Μιλήτου κα'ι δλης ’Ιωνίας 34.
(Κάδμου) 20.
κυκλικά επη 16. Μακώλεϋ 156.
Κυνηγετικός (Ξενοφώντα) 165,167, Μανέθων 86.
199. Μαρκελλίνος 108, 109, 110, 113,
Κυνική σχολή 280 κ.ε. 114, 115, 116, 117, 119, 120,
Κυρηναϊκή σχολή 200, 281 κ.ε. 121, 122, 130, 134, 137, 144,
Κΰρου ’Ανάβαση (Ξενοφώντα) 164, 146, 147.
165, 166, 167, 190, 193, 194, Μάρκος Αύρήλιος 337, 338.
200.
Κΰρου Παιδεία (Ξενοφώντα) 98, “ » ί · » 1“ · » · “ · 2 4 ,· 2βΒ·
161, 165, 167, 172, 180 κ.ε., Μάτζι 334.
190, 193, 194, 196, 197, 198, Μεγαρική σχολή 200, 254, 280.
200. Μεγας διάκοσμος (Λευκίππου) 263.
Μεγας Λόγος (Πρωταγόρα) 273.
^Λακεδαιμονίων Πολιτεία (Ξενο­ Μελ^κοβα - Τολστάγια, Σ. Β. 325,
φώντα) 167, 195, 197.
E Y P E T Η Ρ I Ο 479

Μέλισσος 2 5 1 ,^ 7 . ΟΙδίπους τύραννος (Σοφοκλή) 333,


Μενών (Πλάτωνα) 287. 338.
Μετά τά φυσικά (’Αριστοτέλη) 239, ΟΙκονομικός (Ξενοφώντα) 167, 172,
240, 249, 262, 264. 317 , 327. 178, 179, 183, 198.
Μετεωρολογικά (’Αριστοτέλη) 259. ’Ολυνθιακός Α (Δημοσθένη) 419,
Μικρός διάκοσμος (Δημόκριτου) 266. 437, 442.
Μιλησιακά 101. ’Ολυνθιακός Β (Δημοσθένη) 420.
Μιλήτου άλωσις (Φρυνίχου) 89. ’Ολυνθιακός Γ (Δημοσθένη) 420,
Μίνως (Πλάτωνα) 285. 445.
Μιστσένκο, Φ. Γ . 113, 121, 156, ’Ολυμπιακός (Γοργία) 352.
157. ’Ολυμπιακός (Λυσία) 377.
Μοΰσαι (Κεφαλίωνα) 104. "Ομηρος 16, 17, 45, 56, 70, 75,
Μπάουερ, Α. 64. 118, 170, 210, 217, 219, 238,
Μπάτιουσκωφ 50. 251, 257, 259, 331, 332, 341,
Μπερνάις (Bernays) 335, 336. 342, 343, 350, 457.
Μπλάς 413. δμοιοκάταρκτον 353.
Μπουαλώ 333. δμοιοτέλευτον 353.
Μποΰζολτ (Busolt) 120. δξΰμωρον 353.
Μΰλλερ, Θεόδ. 203. Όρέστης (Ευριπίδη) 142.
Μόλλερ, Καρ. 203. "Ορνιθες (’Αριστοφάνη) 101.
Μνίλλερ Στρΰμπινγκ 135. "Οροι (Πλάτωνα) 285.
Μόσων δ Χηνεύς 241.
ΧΙαλαμήδους άπολογία (Γοργία)
Ί^Γαυτική αστρολογία (Θαλή) 240. 273 352.
Νεοπυθαγόρεια σχολή 250. Παμψίλη, 29, 42, 109, 110, 113,
Νεφέλες (Αριστοφάνη) 243, 277. 205.
Νικοκλής ή Κύπριοι (’Ισοκράτη) 388. Παναθηναϊκός (’Ισοκράτη) 389.
Νίμπουρ 156, 396. Πανηγυρικός (’Ισοκράτη) 387, 389.
Νοβοσάντσκη 316, 333. παρήχηση 353.
Νόμοι (Πλάτωνα) 267, 285, 293, πάρισον 353.
297, 300, 302. παρόμοιον 353.
Νηντό 404. παρονομασία 353.
Παρμενίδης 251, 252 κ.έ., 254,
Ξ ά νθο ς δ Λυδός 11, 19, 27 κ.έ. 257, 258, 263, 268.
Ξενομήδης δ Χίος 19. Παρμενίδης (Πλάτωνα) 254, 292,
Ξενοφάνης 16, 24, 251 κ.έ., 254, 293.
257, 258, 260, 268. Παυσανίας 14, 16, 103, 123, 162,
Ξενοφώντας 24, 46, 86, 98, 110, 230.
113, 123, 131, 134, 147, 153, Πεντέμυχος (Φερεκνδη) 34.
161 κ.έ., 203, 204, 212, 214, Περί αδολεσχίας (Πλουτάρχου) 380.
219, 257, 274, 275, 277, 278, Περί αίσθήσεων (Θεόψραστου) 265.
286, 346, 382. Περί ’Αλοννήσου (Δημοσθένη) 416,
Ξέρξου διάβασις ή Περσικά (Ε μπ ε­ 422, 441.
δοκλή) 259. Περί άντιδόσεως (’Ισοκράτη) 382,
383, 389.
Οδύσσεια 12, 17, 75, 302, 342, Περί αρετής (Πλάτωνα) 285.
383. Περί άρχών (Θαλή) 240.
ΟΙδίπους έπ'ι Κολωνφ (Σοφοκλή) Περί άστρολογίης (Λουκιανού) 103.
102. Περ'ι γενέσεως και φθοράς (Ά ρι-
I Ο
480 £ Y P E T Η Ρ

στοτέλη) 264.
Περί τής έν αρχή καταστάσεως (Πρω-
Περί δίκαιου (Πλάτωνα) 285.
Περί εΙρήνης (Δημοσθένη) 414,
416, 421.
Περί ειρήνης (“Ισοκράτη) 387, 389.
. (Πλούταρχου) 49, 70, 86.
Περί ερμηνείας 206. Περί τής Θηραμενους βλασφημία.
Περί ζώων γενέσεως (“Αριστοτέλη) (Δημοσθένη) 443.
103. Περί τής Ιδία; κάθοδον (Δημοσθέ-
Περί Θεμιστοκλέους καί Θουκυδί- νυ) 443.
δου και Περικλέους (Στησίμβρο- Περί τής όμονοίας (Δημοσθένη) 443.
του) 211. Περί τής παραπρεσβείας (Δημοσθέ­
Περί θεών (Πρωταγόρα) 269, 270. νη) 423, 437, 444,44ο, 4ο1.
Περ'ι Θουκυδίδου και των Ιδιωμά­ Περί τής προς Λακεδαιμονίους εΙ­
των αΰτοΰ (Διον. 'Αλικαρν.) ρήνης (’Ανδοκίδη) 371.
18, 20, 38, 42, 43, 93, 98, Περί τροπής καί Ισημερίας (σαλη)
105, 121, 134, 153, 154, 206. 240. .................. „
Περ'ι Ιππικής (Ξενοψώντα) 167,199.
Περικλής 51, 61, 118, 129, 140, 395, 397.
141, 150, 151, 155, 168, 169, Περί του “Απολλοδώρου κλήρου ( I-
210, 211, 222, 261, 268, 269, σαίου) 394. /
346, 347, 348, 349, 418. # Περί του “Αριστάρχου κλήρου ( I-
Περί κρίσεως δνείρων (“Αντιφώντα σαίου) 397.
σοφιστή) 274. Περί του “Αστυφίλου κλήρου (*Ι-
-Περί λεκτικής δεινότητος τοΰ Δη­ σαίου) 397.
μοσθένους (Διον. “Αλικαρν.) 443 Περί του βίου του Θουκυδίδου καί
445, 446, 449.^ τής του λόγου Ιδέας (Μαρκελλί-
Περί μεταστάσεως (“Αντιφώντα) 359 νου) 108.
Περί μουσικής (Πλουτάρχου) 14. Περί του Δικαιογένους κλήρου (“I-
Περί νοΰ (Λευκίππου) 263. σαίου) 394, 397.
Περί όμονοίας (“Αντιφώντα σοφι­ Περί του ζεύγους (“Ισοκράτη) 388.
στή) 274. Περί του Έρώδου φόνος (“Αντι-
Περί ούρανοΰ (“Αριστοτέλη) 247. φώντα) 364.
Περί ούρανοΰ (Σιμπλίκιου) 265. Περί τοΰ Κίρωνος κλήρου (“Ισαίου)
Περί παίδων άγωγής (Πλουτάρχου) 397, 398.
348. Περί τοΰ Κλεωνΰμου κλήρου (“I-
Περί παραπρεσβείας (Αισχίνη) 450. σαίου) 497.
Περιπατητική σχολή 314. Περί τοΰ Μενεκλέους κλήρου ("I-
Περί ποιητών(“Αριστοτέλη) 315, 316 σαίου) 397.
Περί πολιτείας (Πρωταγόρα) 142. Περί τοΰ μή καταλΰσαι τήν πάτριον
Περί ρητορικής ή Γρύλλος (’Αρι­ πολιτείαν (Λυσία) 377.
στοτέλη) 315, 316. Περί τοΰ μή όντος ή Περί φύσεως
Περί ρήτορος (Κικέρωνα) 91, 119, (Γοργία) 273,
120,130, 154, 218, 259, 264, Περί τοΰ Νικοστράτου κλήρου (Ί-
298, 315, 379, 380, 393. ^ σαίου) 397.
Περί σοφιστών (“Αλκιδάμα) 357.
Περί συντάξεως (Δημοσθένη) 441. Περίθ 7° ΰ ^ ρρου χλήρου (“Ισαίου)
Περί Συρίης θεοΰ (Λουκιανού) 104.
Περί τελετών (Στησίμβροτου) 211. λ λ ^ ^ημοσιτενη)
Περί τής Ιαυτοΰ καθόδου (Άνδο-
V,9- ' * · έ·. 440, 443, 444,
44ο, 453.
Ε Υ Ρ Ε Τ Η Ρ Ι Ο 481

Περί τοΰ στεφάνου τής Τριηραρχίας Πλαταϊκός ("Ισοκράτη) 389.


(Δημοσθένη) 412. Πλάτωνας 34, 89, 153, 171, 172,
Περί του Φιλοκτήμονος κλήρου ("I- 174, 180, 184, 235, 237, 241,
σαίου) 397. 249, 250, 254, 257, 261, 264,
Περί του χορευτού (Άντιφώντα) 266, 267, 269, 270, 273, 274,
364. 275, 277, 278, 280, 283, κ.έ.,
Περί των αρχαίων ρητόρων (Διον. 313, 317, 322, 338, 346, 348,
"Αλικαρν.) 372, 378, 394. 351, 376, 378, 406, 408, 443,
Περ'ι των Ιν Χερρονήσφ (Δημοσθέ­ 453, 457.
νη) 416, 424. Πλίνιος 146, 241.
Περ'ι των Λυκούργου παίδων (Δη­ Πλούταρχος 14, 19, 49, 50, 51,
μοσθένη) 443, 457. 70, 86, 103, 121, 130, 150,
Περ'ι των μυστηρίων (’Ανδοκίδη) 153, 162, 204, 205, 209, 210,
371. 213, 215, 216, 217, 219, 241,
Περ'ι των προς "Αλέξανδρον συνθη­ 252, 261, 346, 348, 355, 380,
κών (Δημοσθένη) 441. 395, 404, 406, 407, 409, 442,
Περί των στρατηγικών υπομνήματα 467.
(ΑΙνεία Τακτικού) 153. Πλούτος ("Αριστοφάνη) 388.
Περί τών συμμοριών (Δημοσθένη) Ποιητική ("Αριστοτέλη) 91, 103,
411, 412, 413, 438, 439, 440, 257, 259, 313, 315, 316, 325
442, 443. κ.έ., 328, 329, 330, 332, 333,
Περί ύψους (Ψευδό - Λογγίνου) 91, 336, 338.
93, 455. Πολέμων 109.
Περί φυγής (Πλουτάρχου) 121,130. Πολιτεία (Πλάτωνα) 34, 171, 172,
Περί φυσεως ("Αναξαγόρα) 261. 277, 284, 285, 287, 288, 289,'
Περί φυσεως ("Αναξίμανδρου) 241. 290 κ.έ., 294, 296, 297, 299,
Περί φυσεως (Διογένη Άπολλωνιά- 301, 305, 307, 310, 322.
τη) 243. Πολιτικά ("Αριστοτέλη) 153, 313,
Περί φυσεως (Εμπεδοκλή) 259, 319, 321, 322 κ.έ., 326, 330.
260. Πολιτικόν (Πυθαγόρα) 142.
Περί φυσεως (Επίχαρμου) 258. Πολιτικός (Πλάτωνα) 292.
Περί φυσεως (Ζήνωνα) 254. Πολύαινος 465.
Περί φυσεως ή Περί του δντος (Μέ- Πολύβιος 203, 215, 216, 217, 218
λισσου) 257. 221.
Περί φυσεως ("Ηράκλειτου) 236, Πόροι ή περί προσόδων (Ξενοφών-
244. τα) 166, 167, 198.
Περί φυσεως (Ξενοφάνη) 251. Ποσειδώνιος 219.
Περί φυσεως (Παρμενίδη) 252. Ποΰσκιν, Β. Λ. 156, 337.
Περί φυσεως (Φιλολάου) 243. Πραξιφάνης 109.
Περί ψυχής ("Αριστοτέλη) 240. Πρόδικος 6 Κεΐος 119, 162, 270,
Πέρσες (Αισχύλού) 89. 274 κ.έ., 349, 381.
Περσηΐς (Χοιρίλου Σάμιου) 18. πρόθεσις 446.
Περσικά ("Ελλάνικου) 30. Πρόκλος 241, 267.
Περσικά (Κτησία) 86, 204, 205, Προκόπιος 104.
206, 467. προοίμιον 398, 446.
Περσικά (Χάρωνα) 26. Προοίμιον είς "Απόλλωνα (Ε μπ ε­
Πίνδαρος 45, 50, 219, 466. δοκλή) 259.
πίστεις 446. ΓΙρός "Απατοΰριον (Δημοσθένη)
Πιττακός ό Μυτιληναίος 241. 442.
3 1 Ίοχορία τής 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Λογοτεχνίας .
482 E Y P E

Πρώτος ’Αλκιβιάδης (Πλάτωνα)


Προς Βοιωτόν περί προικός μη-
τρώας (Δημοσθένη) 441. 287.
Προς Βοιωτόν περί του δνόματος Πτολεμαίος 314. 248,
Πυθαγόρας 24 142, 28b, η
(Δημοσθένη) 422.
Προς Δημόνικον (’Ισοκράτη) 388, 249, 250, 267 , 268.
389. ΠώΜ^&Εί Ιστορίαν ουγγράφειν (Λου*
Προς Εύβουλίδην (Δημοσθένη) 422.
Προς Ευθυνουν (Ισοκράτη) 382,
388.
Προς Ζηνόθεμιν (Δημοσθένη) 412, Ράνκε 156. . w
442. Ρητορική (’Αριστοτέλη) 4 b ,o 2 , 71
Προς Ήρακλεόδωρον (Δημοσθένη) 274, 313, 316, 32ο, 326 *.ε·.
443. 337, 346, 351, 354, 379.
Προς Θηβαίους (Δημοσθένη) 443. ρητορική ερώτηση 398.
Προς Καλλικλέα περί χωρίου (Δη­ Ρωμαϊκή ’Αρχαιολογία (Διον. Α·
. ν ΟΑ Q9
μοσθένη) 412.
Προς Καλλίμαχον (’Ισοκράτη) 388.
Προς Κάλλιπον (Δημοσθένη) 441. ^αλλούστιος 156.
Προς Λάκριτον (Δημοσθένη) 442. Σαπφώ 45.
Προς Λεπτίνην (Δημοσθένη) 412, Σέις (Sayce, Α.Η.) 56. ^
417, 438, 489. Σέξτος δ ’Εμπειρικός 265.
Προς Λεωχάρη (Δημοσθένη) 442. Σέφερ 413.
Προς μαθηματικούς (Σέξτου Ε μ ­ Σικελικά (Φίλιστου) 213, 214.
πειρικού) 265. Σικελιώτις (Άντίοχου Συρακοΰ-
Προς Μακάρτατον (Δημοσθένη) 442. σιου) 133, 214.
Προς Ναυσίμαχον καί Ξενοπείθην Σίλλερ 105.
(Δημοσθένη) 422. Σιμπλίκιος 241,242, 243, 254, 257,
Προς Νικοκλέα (’Ισοκράτη) 388. 265.
Προς Νικόστρατον (Δημοσθένη) 44 1. Σιμωνίδης δ ΚεΤος 45.
Προς Πανταίνετον (Δημοσθένη) 422. Σίσυφος (Πλάτωνα) 285.
Προς Πολυκλέα περί του τριηραρ- Σολίνος 24.
χήματος (Δημοσθένη) 412, 441. Σόλωνας 14, 241, 268, 344.
Προς Σπουδίαν περί προικός (Δη­ Σουητώνιος 55.
μοσθένη) 412. Σουίδας 25, 27, 34, 42, 45, 65,
Προς τήν Βουλήν καί τον δήμον 108, 109, 110, 117, 200, 215,
των ’Αθηνών (Δημοσθένη) 443. 254, 405.
Προς τήν επιστολήν τήν Φιλίππου Σοφιστής (Πλάτωνα) 292, 293, 300.
(Δημοσθένη) 416, 439, 441. σοφιστές 233, 268 κ.έ.
Προς Τιμόθεον (Δημοσθένη) 441. Σοφοκλής 51, 52, 77, 102, 113,
Προς τον άπαίδευτον (Λουκιανού) 142, 326, 333, 338, 352, 409,
153. 450.
Προς τούς φιλοσόφους (Ζήνωνα) Λ ΐϋ ,
254. Στάλιν, Ι.Β. 234, 235.
Προς Φαίνιππον (Δημοσθένη) 442. Στέφανος Βυζάντιος 43.
Προς Φορμίωνα (Δημοσθένη) 442. Στησίμβροτος 203, 210 κ.έ.
Πρωταγόρας 142, 241, 265, 269, Στοβαίος 249.
270 κ.έ., 279, 281, 349. Στράβωνος 16 χ9, 24, 33, 39, 43,
Πρωταγόρας (Πλάτωνα) 273, 287,
301, 302, 307, 309, 310, 408. 219,8221 3’ 162,163’ 166,217'
E Y P E T Η Ρ I Ο 483

Στρουβέ, B. B. 83, 86. Υπέρ τής Ροδίων ελευθερίας (Δη­


Στρωματεϊς (Κλήμη Άλεξανδρέα) μοσθένη) 414, 417, 438, 439,
25. 440, 442.
συμβουλευτική ρητορική 345 κ.έ. 'Υπέρ των τεσσάρων (Αϊλιου ’Αρι­
Συμπόσιο (Ξενοφώντα) 12,167,170, στείδη) 132.
179, 180, 181, 187.
Συμπόσιο (Πλάτωνα) 289, 295,300, ^>αβωρίνος 379.
301, 307, 309. Φαιδρός (Πλάτωνα) 288, 289, 295,
συνήγορος 407. 302, 305, 310, 346, 348, 376.
Σφήκες (’Αριστοφάνη) 101. Φαίδωνας 280.
σχήματα λόγου 353, 391, 392. Φαίδων (Πλάτωνα) 288, 295, 300.
σχήματα τής διανοίας 366, 391, Φερεκυδης (λογογράφος) 11,19, 21,
392, 398, 445. 33 κ .!., 466.
Σχολή Μιλήτου 233, 235, 239 κ.έ., Φερεκυδης (φιλόσοφος) 33, 34.
268. Φίληβος (Πλάτωνα) 293, 300.
Σχολή Πυθαγορείων 233, 235, 248 Φιλιππικά (Θεόπομπου) 226.
% ·8 ·
φιλιππικοί 416.
Σωκράτης 163, 166, 168, 170,171 Φίλιππος (’Ισοκράτη) 387,388,389.
173, 174, 177, 178, 179, 184, Φιλίσκος 215.
233, 249, 254, 273, 275 κ.έ. Φίλιστος 24, 203, 212 κ έ., 215,
280, 281, 282, 283, 294, 306, 217, 219.
307, 348, 381^408, 409, 460. Φιλόλαος 249.
Σωκρατικά έργα (Ξενοφώντα) 161, Φιλόχορος (άτθιδογράφος) 109,230.
167, 172 κ.έ. Φιλόχορος (Αλεξανδρινός) 115.
Φοίνισσες (Ευριπίδη) 142, 332.
Τά κιτος 44, 156, 384. Φόρμης 257.
τετραλογίες (Άντιφώντα) 360 κ.έ. Φορωνις (Ελλάνικου) 29, 30.
Τέχνη (Κόρακα) 350. Φρύνιχος 89.
Τζέτζης, I. 117, 465. Φυσικά (’Αριστοτέλη) 257, 262.
Τίμαιος 109, 115, 122, 203, 215 Φυσικά (Συμπλίκιου) 241,242, 243.
κ.έ., 226. Φυσική Ιστορία (Πλίνιου) 146.
Τίμαιος (Πλάτωνα) 293, 300. Φυσικών δόξαι (Θεόψραστου) -241.
Τισίας 350, 351, 373, 381. Φώτιος 117, 204, 205, 225, 468.
τραγωδία (ορισμός) 329, 334 κ.έ.
Τρωικά (Ελλάνικου) 29, 30.
Τσέλερ (Zelier, Ed.) 334. Χ^αλκοκονδυλης, Λαόνικος 104.
Τυρταίος 457. Χάουπτ, Σ. (Haupt) 335.
Χαρμίδης (Πλάτωνα) 287,299,301.
Υ^περείδηο 344, 358, 381, 383, Χάρωνας δ ΛαΐΑψακηνός 11, 19, 26
404, 418, 425, 428, 435, 436, κ.έ., 464, 465.
442, 453 κ.έ., 459, 460. Χέγγελ 251, 254.
Υ πέρ Ευξενίππου απολογία (Υ π ε­ Χείλων δ Λακεδαιμόνιος 241.
ρείδη) 456. Χοιρίλος δ Σάμιος 18.
Υ πέρ Εΰφιλήτου (Ίσαίου) 397. Χόμπς (Hobbes) 155.
Τπέρ Λυκόφρονος άπολογία (Υ π ε­ Χρονικά (’Απολλόδωρου) 29, 42.
ρείδη) 456. Χρονικά (Τάκιτου) 44, 384.
Υ πέρ Μαντιθέου (Λυσία) 378. Χρονικό (Ευσέβιου) 49, 116.
'Υπέρ Μεγαλοπολιτών (Δημοσθένη)
413, 417, 440, 442. \Ραων 221.
484 E Y P E
De institution oratoria (K o iw -
Ψευδό - Αογγίνος 9 1 ,9 3 ,9 4 ,2 1 7 ,
218, 463. λιανού)9!» 31, oog
Ψευδό - Λουκιανός 29, 34. De legibus (Κιχερωνα) 104, | g ·
Ψευδό - Ξενοφώντας 142,167, 197.
De natura deorum (Κικερω\ a ) o ·
Ψευδό - Πλούταρχος 370, 372, 380,
S r t i U natura (Λου*β«Ι«ου)
396, 407, 411, 449. 149, 259, 266, 267.
Ψευδό - Σκύμνος 219. Diels 261.
E p is t . ad Quintum fratrem (Ki-
Ω ^ ο ι 36.
ΤΩροι Λαμψακηνών (Χάρωνα) 26, κέρωνα) 214.
27.
F ragm en ta Historicorum G rae­
C reu z er, Friedrich 18. corum (Μνλλερ) 21, 203, 210,
211, 214, 216, 221, 226, 230.
D e civitate Dei (Αυγουστίνου)
243. R h e to re s Graeci (εκδ. Spengel)
De gloria Atheniensium (Πλού­
ταρχου) 150, 209.
De grammaticis (Σουητώνιου) 55. S t e i n 62.
ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ
Ε Ι Κ Ο Ν Ε Σ

( ’Ε κ τ ό ς κειμένου)

I. Γε ρα νο ί έναντίονάνθρώπου. Ερυθρόμορφη πελίκη. ’Ατ­


τική, 4. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
II. 'Ηρόδοτος καί Θουκυδίδης. Ρωμαϊκό άντίγραφο άπό πρω­
τότυπο τοΟ 4. αΖ. π. X. Νεάπολη.
III. Χρυσή θήκη ξίφους. 4. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
IV. Π ο λ ε μ ι σ τ ή ς καί ’Αμαζόνα. Ερυθρόμορφη πελίκη. ’Αττική,
4. αΖ. π. X.
V. ’Αττικό άγγείο.
VI. Π ρο ετο ιμα σία γ ιά ά ρμ ατ ο δρ ο μίε ς . Μελανόμορφη όδρία*
’Αττική, 6. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
VII. Προσφορά θυσίας. Ερυθρόμορφος κρατήρας. ’Αττική, μέσα
τοΟ 5. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
VIII. Θουκυδίδης.
IX. 1. Χορεύτρια. Ερυθρόμορφος κύλικας. ’Αττική, άρχές τοΟ 5.
αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
2. Σιδηρουργός σφυρηλατεί ξίφος. Ερυθρόμορφη οΖνο-
χόη. 'Αττική, δεύτερο μισό τοΟ 5. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
X. 1. Σκηνή τουαλέτας. Ερυθρόμορφος κύλικας. ’Αττική, πρώ­
το μισό τοΟ 5. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
2. Χορευτής καί κιθαρωδός. Ερυθρόμορφος σκύφος. ’Ατ­
τική, μέσα τοΟ 5. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
XI. 1. ΞύλινοςπίνακαςάπόσαρκοφάγοτοθΚούλ-*Όμπα
(δεξιά γρύπος καί πάνθηρας). Τέλος τοΟ 5. αΖ. π. X.
2. Κιθαρωδός καί νέος. Ερυθρόμορφη πελίκη. ’Αττική,
πρώτο μισό τοΟ 5. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
X II. 1. Κεφάλι άλόγου. Ερυθρόμορφο ρυτό. ’Αττική, άρχές τοΟ
5. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
2. Χο ρε ύτρ ια φορώντας κάλαθο. ΕΖδώλιο άπό όπτή γή.
5. αΖ. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
X III. 1. Σκύλος. Ερυθρόμορφη λήκυθος. ’Αττική, 5. αΖ. π. X. Μου­
σείο Έρμιτάζ.
2. Σκύλος. Ερυθρόμορφο ρυτό. ’Αττική, άρχές τοΟ 5. αΖ. π. X.
Μουσείο Έρμιτάζ.
„ τ κ Ο Ν Ω N
488 Π Ι Ν Α Κ Ε Σ Ε 1 *

XIV. Ηράκλειτος. ’Ορείχαλκος. Μουσείο Νεάπολης.


XV. Δημόκριτος. Μάρμαρο. Ρωμαϊκό άντίγραφο τοΟ . α, π.
άπό έλληνικό πρότυπο. Ρώμη, Μουσείο Καπιτωλίου.^ ^
XVI. Σωκράτης. Μάρμαρο, σύμφωνά μέ πρότυπο τοΟ Λυσίππου,
τερο μισό τοΟ 4. αί. π. X. Ρώμη, Εθνικό Μουσείο. ^ ^
XVII. Αόλωδός. Μελανόμορφος παναθηναϊκός άμφορέας. ’Αττική, άρ-
χές τοΟ 5. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
XVIII. Πλάτωνας. Μάρμαρο, 4. αί. π. X.
XIX. ’Αριστοτέλης, Μάρμαρο. Ρώμη. Μουσείο θερμών.
XX. Μελανόμορφη ύδρία. Αττική, 6. αί. π. X. Μουσείο Ερ-
μιτάζ.
XXI. ’Ισοκράτης. Ρωμαϊκό έργο άπό έλληνικό πρότυπο τοΟ 4. αι.
π. X. Βίλλα Άλμπάνι.
XX II. Γυναίκες κοντά στήν πηγή. Μελανόμορφη ύδρία. ’Αττική,
6. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
XX III. Δημοσθένης. Μάρμαρο. Ρωμαϊκό έργο άπό έλληνικό πρότυπο.
3. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
XXIV. Αίσχίνης. Μάρμαρο. Ρωμαϊκό άντίγραφο άπό πρότυπο τοϋ Αύ-
σιππου τοΟ 4. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.

Ε Ι Κ Ο Ν Ε Σ

(Ε ν τ ό ς κειμένου)

1. Μ ά χ η ά μ α ζ ό ν ω ν μ έ γ ρ ό π ο . Ερυθρόμορφη πελίκη. ’Αττική, 4.


αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
2. Με λ α ν ό μ ο ρ φ ο ά λ α β ά σ τ ρ ι ν ο άγγεΤο. Άρνές 5 αί * X
Μουσείο Έρμιτάζ. Α '
3. ’Α μ α ζ ό ν α μ έ άλογο. Ερυθρόμορφη πελίκη. Ά ττικ* 4 αί
π. X. Μουσείο Έρμιτάζ. ’
4. Κ α λ λ ι ό π η . Μαρμάρινο άγαλμα. 3.-2. «ί. π. X. Μουσείο Έο-
μιτάζ. ν
5. Χ ρ υ σ ό ά γ γ ε Τ ο άπό τό Κ ο ό λ - Ό μ π α . . Είχονίζονται Σκόθερ
Τέλος τοΟ 5. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ. έχυσες.
6. Χ ρ υ σ ό ς κάλαθος άπό τ ή Με γ ά λ η Μπλιζνίτσα. Άριιια-
οποί καί γρυπός. 4. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ. * Ρ^
π I Ν A Κ Ε Σ Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν 489

7. Χρυσό χ τ έ ν ι άπό τόν τύμβο Σόλοχ. 5. αί. π. X. ΜουσεΤο


Έρμιτάζ.
7α. Κ α ρ ρ οτ σ άκ ι. Ειδώλιο άπό όπτή γή. 2. αί. π. X. Μουσείο Έρ-
μιτάζ.
8. Κ λ ε ι ώ. Μαρμάρινο άγαλμα. 3. - 2. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
9. Δίας-*Άμμωνας. Μάρμαρο (ρωμαϊκό άντίγραφο άπό έλληνικό
πρότυπο τοΟ τέλους τοΟ 5. αί. π. X.). Μουσείο Έρμιτάζ.
10. Τ ερ ψιχ όρ η. Μαρμάρινο άγαλμα (ρωμαϊκό άντίγραφο άπό έλληνικό
πρότυπο. Δεύτερο μισό τοΟ 4. αί. π. X.). Μουσείο Έρμιτάζ.
J 1. Πολύμνια. Μαρμάρινο άγαλμα. Μέσα τού 4. αί. π. X. (ρωμαϊκό
άντίγραφο άπό έλληνικό πρότυπο). Μουσείο Έρμιτάζ.
12. "Αναξίμανδρος. Ελληνιστικό άνάγλυφο. Ρώμη. Μουσείο θερμών.
13. Σκηνή σέπαλαίστρα. Ερυθρόμορφος κύλικας. 9Αττική, πρώτο
μισό τοΟ 5. αί. π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
14. Έρωτας. Μαρμάρινο άγαλμα. 4. αί. π. X. Ρωμαϊκό άντίγραφο άπό
έλληνικό πρότυπο. Μουσείο Έρμιτάζ.
15. Έρωτας. Ερυθρόμορφος κύλικας. *Αττική, τέλος τοΟ 5. αί. π. X.
Μουσείο Έρμιτάζ.
16. Μικρόσυμπόσιο. "Ερυθρόμορφη μικρή οίνοχόη. 9Αττική, τέλος
τοΟ 5. αί. π. X. Μουσείο "Ερμιτάζ.
17. Χάρωνας. Αευκή λήκυθος. "Αττική, μέσα τοΟ 5. αί. π. X. Μου­
σείο "Ερμιτάζ.
18. Κιθαρωδός. "Ερυθρόμορφος σκύφος. "Αττική, άρχές τοΟ 5. αί.
π. X. Μουσείο Έρμιτάζ.
19. Παιδαγωγός μ έ π α ι δ ί . Ειδώλιο άπό όπτή γή. 5. αί. π. X.
ΜουσεΤο "Ερμιτάζ.
20. Γλαύκα. "Ερυθρόμορφος σκύφος. "Αττική, μέσα τοΟ 5. αί. π. X.
Μουσείο Έρμιτάζ.
21. Μελπομένη. Μαρμάρινο άγαλμα. 3. αί. π. X. ΜουσεΤο Έρμιτάζ.
22. θ ά λ ε ι α. Μαρμάρινο άγαλμα. 3. - 2. αί. π. X. ΜουσεΤο "Ερμιτάζ.
23. "Ερατώ. Μαρμάρινο άγαλμα. 3.-2. αί. π. X. ΜουσεΤο Έρμιτάζ.
24. Γυναίκα παίζοντας κύβους. Ειδώλιο άπό όπτή γή. 3. αί.
π. X. ΜουσεΤο "Ερμιτάζ.
25. Γυναίκα μέ ρ ι π ί δ ι ο. Ειδώλιο άπό όπτή γή. 3. αί. π. X. Μου­
σεΤο "Ερμιτάζ.
ΠΕ Ρ Ι Ε ΧΟ ΜΕΝ Α
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α

Σελ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I. ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑ­
ΦΙΑΣ Π
1. Γένεση της έλληνικής πεζογραφίας στις ιωνικές
πόλεις τής Μικρές *Ασίας (11). 2. Ή έμφάνιση
τής γραφής στήν Ελλάδα καί τά άρχαιότατα μνη­
μεία της (12). 3. Ή άρχαιότατη ιστοριογραφία
στους "Ελληνες καί οί λογογράφοι. Κάδμος ό Μιλή-
σιος (16). 4. ΈκαταΤος δ Μιλήσιος (20). 5. Ά-
κουσίλαος δ ’Αργείος (25). 6. Χάρωνας δ Λαμψα-
κηνδς (26). 7. Λογογράφοι τής νεότερης δμάδας.
Ξάνθος δ Λυδός. Ελλάνικος δ Μυτιληναίος (27). 8.
Φερεκύδης (33). 9. Γενική έπισκόπηση τών λογο­
γράφων (35).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II. ΗΡΟΔΟΤΟΣ 41
1. *0 βίος τοΟ 'Ηρόδοτου (41). 2. Ή ,,Ίστορία“
τοϋ 'Ηρόδοτου: α) Εισαγωγή (53), β) Πηγές τοΟ
'Ηρόδοτου (55), γ) θέμα καί περιεχόμενο τής
,,Ίστορίας “ (57), δ) Σύνθεση τής „ 'Ιστορίας “
(64) , ε) ΠοΟ έγραψε δ Ηρόδοτος τήν ,,Ιστορία"
(65) . 3. Ό 'Ηρόδοτος σάν Ιστορικός καί σάν συγ­
γραφέας : α) Πολιτικές άπόψεις τοΟ Ηρόδοτου (67),
β) Κοσμοθεωρία τοΟ 'Ηρόδοτου (70), γ) Σχέση τοΟ
'Ηρόδοτου μέ τούς μύθους (77). 4. Ή ,,'Ιστορία “
τοΟ Ηρόδοτου σάν ιστορική πηγή καί σάν λογοτε­
χνικό έργο (82). 5. Λόγοι καί διάλογοι στόν 'Ηρό­
δοτο (94). 6. Χαρακτηρισμοί τών ιστορικών προ­
σωπικοτήτων στόν 'Ηρόδοτο (98). 7. Τά ,,έπεισό-
δια“ στήν ,, 'Ιστορία “ τοΟ 'Ηρόδοτου (100). 8.
Πώς έκριναν τόν Ηρόδοτο οί σύγχρονοί του καί οί
Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α
494 η

έπόμενες γενιές (102). 9. Ό Ηρόδοτος ,, πατέρας


τής 'Ιστορίας “ (104).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙίΙ. ΘΟΓΚΓΔΙΔΗΣ 107
1. Ό βίος τοΟ Θουκυδίδη (107). 2. Τό ιστορικό
έργο τοΟ Θουκυδίδη : α) Περιεχόμενο τής ,, Ιστο­
ρίας “ (124), 6) Πότε καί μέ ποιά σειρά γράφηκε
ή ,,'Ιστορία “ (130), γ) Ή έκδοση τής,,'Ιστορίας “
(131). 3. Ό Θουκυδίδης σάν ίστορικός καί σάν
συγγραφέας: α) Είσαγωγή (132), β) Πολιτικές ά-
πόψεις τοϋ Θουκυδίδη (339), γ) ’Ορθολογισμός τοϋ
Θουκυδίδη (142), δ) Ό Θουκυδίδης σάν συγγρα­
φέας (146). 4. Πώς έκριναν τόν Θουκυδίδη οί σύγ­
χρονοί του καί οί έπόμενες γενιές (153).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV. ΞΕΝΟΦΩΝΤΑΣ
1. Βίος τοΟ Ξενοφώντα (161). 2. Έργα τοΟ Ξενο-
φώντα (167). 3. Πολιτικές άπόψεις τοϋ Ξενοφώντα
(167). 4. ,, Σωκρατικά έργα“ (172). 5. ,,Κόρου
Παιδεία11 (180). 6. 'Ιστορικά έργα (190). 7. Έρ­
γα τοΟ Ξενοφώντα πάνω σέ διάφορα θέματα (195).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ 203
1. Μεταγενέστεροι ίστορικοΐ (203). 2. Κτησίας
(204). 3. Κράτιππος (206). 4. *Ίωνας (210). 5.
Στησίμβροτος (210). 6. Ό ίστορικός τής Όξυρρύγ-
χου (211). 7. Φίλιστος (212). 8. Τίμαιος (215).
9. Ή ρητορική κατεύθυνση στήν ίστοριογραφία
(219). 10. Έφοροξ (220). 11. Θεόπομπος (222).
12. Σύγκριση τοΟ Οφους τών έργων τοΟΈφορου καί
τοϋ Θεόπομπου (227). 13. Έργα τών ίστορικών
τοϋ 4. αI. π. X. πού δέν άνήκουν στή ρητορική κα­
τεύθυνση (229). 14. Άτθίδες (229).
Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕ-


ΝΕΣΗ ΤΗΣ ΩΣ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ 233
1. Γενικός χαρακτηρισμός τής άρχαίας έλληνικής
φιλοσοφίας (233). 2. Σχολή τής Μιλήτου (239). 3.
Ηράκλειτος ό Έφέσιος (244). 4. Σχολή τών Πυ­
θαγορείων (248). 5. ’Ελεατική σχολή (251). 6.
’Επίχαρμος (257). 7. Εμπεδοκλής (258). 8. Ά-
π e p i j b x o m e n a 495

ναξαγόρας (261). 9. Οί άτομικοί. Αεόκιππος καί


Δημόκριτος (263). 10. Σοφιστές (268). 11. Σω­
κράτης (275). 12. Σωκρατικές σχολές (280).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII. ΠΛΑΤΩΝΑΣ 283
1. Βίος τοΟ Πλάτωνα (283). 2. Έργα τοΟ Πλάτω­
να (285). 3. Αισθητικές άπόψεις τοΟ Πλάτωνα
(294). 4. Λογοτεχνικές μέθοδοι στούς διαλόγους
τοΟ Πλάτωνα (298).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V IIJ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ 313
1. Βίος τοΟ 'Αριστοτέλη (313). 2. Έργα τοϋ ’Α­
ριστοτέλη (314). 3. Διάλογοι (315). 4. Κατάλο­
γοι ιστορικών στοιχείων καί,, Διδασκαλίαι “ (316).
5. Φιλοσοφία τοΟ ’Αριστοτέλη (317). 6. Αθη­
ναίων Πολιτεία “ καί ,, Πολιτικά" (319). 7. Έρ­
γα τοΟ 'Αριστοτέλη γιά τή θεωρία τής λογοτε­
χνίας. ,, Ποιητική " (325). 8 .,, Ρητορική " (326).
9. Λογοτεχνικές θεωρίες τοΟ ’Αριστοτέλη (328).
Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX. Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛ­


ΛΑΔΑ 341
1. Έ άρχαιότατη έλληνική ρητορική (341). 2. Ή
άνάπτυξη τής ρητορικής στήν ’Αθήνα (343). 3.
Άντιφώντας (358). 4. 'Ανδοκίδης (370). δ. Λυ-
σίας (372). 6. ’Ισοκράτης: α) Ό βίος του (381),
β) Πολιτικές άπόψεις τοΟ 'Ισοκράτη (383), γ) Τά
έργα τοΟ Ισοκράτη (388), δ) Ό ’Ισοκράτης σάν
συγγραφέας (389). 7. Ίσαΐος (394).
ΚΕΦΑΑΑΙΟ X. Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΓ 403
1. Δημοσθένης (403): α) Ό βίος τοΟ Δημοσθένη
καί οί λόγοι του (404), β) Πολιτικές άπόψεις τοΟ
Δημοσθένη (437), γ) Λόγοι πού άποδίδονται στόν
Δημοσθένη (440), δ) Γλώσσα καί Οφος τοΟ Δημο­
σθένη (443). 2. Αισχίνης (450). 3. Υπερείδης
(453). 4. ΑυκοΟργος (456). 5. Δείναρχος (458).
6. Δημήτριος Φαληρέας (459).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 463
ΕΓΡΕΤΗΡΙΟ 473
ΠΑΡΟΡΑΜΑΤΑ

1) σελ. 11 άντί έκανεν τΙς πόλεις νά διαβ. έ κ α ν α ν τις πόλεις


2) » 132 άντί Περί των τεοοάρων » *Υπ&ρ των τεσσάρων
3) άντί είκ. ΙΙΧ ε?κ. XII
4) άντί είκ. 7 είκ. 7α
* 0 δεύτερος τόμος τής *Ιστορίας τής
*Ελληνικής Λογοτεχνίας τής *Ακαδη­
μίας 'Επιστημών τής Ε ,Σ .Σ Λ . (*Ιν­
στιτούτο Παγκόσμιας Λογοτεχνίας
Γκόρκη) τυπώθηκε ατό Τυπογρα­
φείο τής Π . Μπόλαρη (Νικηφόρου,
12), άπδ τό Νοέμβριο του 1957 ώς
τό Φεβρουάριο του 1958, για λογα­
ριασμό του Ν. Δ. Καλλιανέση καί
Σία, εκδόσεις « Κ Ε Δ Ρ Ο Σ » (Πανε­
πιστημίου, 44),

You might also like