Professional Documents
Culture Documents
Τ Η Σ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ Ε Σ Σ Δ
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΓΚΟΡΚΗ
ΙΣΤΟΡΙΑ
Τ Η Σ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ:
Σ. I. ΣΟΜΠΟΛΙΕΦΣΚΗ, Μ. Ε. ΓΚΡΑΜΠΑΡ - ΠΑΣΣΕΚ,
Φ. Α. ΠΕΤΡΟΦΣΚΗ.
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Τ Ο Μ Ο Σ ! II
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΤΟΜΟΣ II
ΚΕΔΡΟΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 44 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ. 615.783
Ι ΣΤΟΡΙ Α
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο I
γραφή Ιγ ινε τήν έποχή του βασιλιά ^'αμμήτιχου Α ' (στά 6 35 περί
που ) και άλλοι τή θεωρούν μεταγενέστερη τοποθετώντας τη χρονικά
στδν καιρό τής βασιλείας του Ψαμμήτιχου Β ' (γύρω στά 5 3 0 π. X .).
2. Τά άρχαιότερα μνημεία γραφής πού άναφέρουν διάφοροι συγ
γράφεις : κατάλογοι νικητών στούς διάφορους έθνικούς άγώνες ( π.χ.
ατούς ’ Ολυμπιακούς άγώνες — οΕ κατάλογοι αύτοί άρχιζαν άπό τά
776 π. X .), κατάλογοι δημοσίων λειτουργών (π .χ . τών έφόρων σΐή
Σπάρτη άπό τά 7 5 5 π. X ., τών έπωνύμων άρχόντων στήν ’Α ττική
άπό τά 6 82 π. X .), κατάλογοι ίερέων καί ιερειών περίφημων ναών
(π.χ. τών Εερειών τής *Έρας στό "Αργος, τών ίερέων του Ποσειδώνα
στήν Αλικαρνασσό). Σ ε πολλές πόλεις ύπήρχαν καί διάφορες τοπι
κές άναγραφές ή χρονικά (άναγραφαί), δπως π.χ. στή Λακωνική,
δπου κατέγραφαν, τόν καιρό τοϋ ’Α γησίλαου1 άκόμα, τά όνόματα
τών βασιλέων, τών νικητών στά Κάρνεια κ. ά., καί στή Σικυώνα, δπου
χάραζαν τά όνόματα τών ίερειών τοΟ "Αργους, τών ποιητών καί τών
μουσικών2.
3. Νόμοι καί συνθήκες. Ά πό τούς νόμους τοϋ Ζάλευκου στους
Έπιζεφόριους Λοκρούς (γύρω στά 6 64 π. X .) δέν διασώθηκε τίποτα.
Περισσότερα στοιχεία έχουμε γιά τούς νόμους τοϋ Δράκοντα (γύρω
στά 621 π. X .) καί τοϋ Σόλωνα (5 9 4 π. X .) στήν ’Αθήνα. ΟΕ νόμοι
τοϋ Σόλωνα ήταν γραμμένοι σέ τετράγωνους ξύλινους άξονες ή κυρ-
βεις. Μονάχα έλάχιστα άποσπάσματα διασώθηκαν άπό αύτούς τούς
νόμους. Σάν πρότυπο άρχαίας συνθήκης μπορεί νά μάς χρησιμεύσει
μιά έπιγραφή πού διασώθηκε καί περιέχει τή συνθήκη είρήνης πού
Ιγινε άνάμεσα στήν "Ηλιδα καί στήν άρκαδική. πόλη Έ ραία. Αύτή
τήν έπιγραφή άλλοι φιλόλογοι τή χρονολογούν στήν 50ή ’ Ολυμπιάδα
( 5 8 0 - 5 7 7 π. X . ) καί άλλοι σέ πολύ μεταγενέστερη έποχή. Ό Παυ
σανίας άναφέρει ( V , 20, 1 ) πώς είδε γραμμένο πάνω σ’ ενα δίσκο
τό κείμενο τής ίερής έκεχειρίας πού κήρυτταν οΕ Ή λεΐοι στή διάρ
κεια τών ’Ολυμπιακών άγώνων. ’Επειδή 6 δίσκος αύτός λεγόταν δί
σκος τοϋ Ίφίτου καί ό Ίφ ιτος, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, ήταν σύγ
χρονος τοϋ Λυκούργου, ή έπιγραφή αύτή πρέπει νά χαράχτηκε τήν
έποχή τής καθιέρωσης τών ’Ολυμπιακών άγώνων, δηλαδή τόν
8. αI. π. X .
"Ολα αύτά τά μνημεία πού άναφέραμε δέν μποροΰν βέβαια νά όνο-
μαστοϋν λογοτεχνικά καί γ ι’ αότό δέν ένδιαφέρουν τήν Εστορία τής
λογοτεχνίας, άλλά τήν έπιγραφική8. Λογοτεχνική παραγωγή μπό
1 . Είναι αλήθεια πώς λογοτεχνικά έργα, ποιήματα, έπιτύμβια Αφιερώματα, έχουν χα
ραχτεί καί σέ ογκώδη ύλικά — πέτρα, μέταλλα κ .τ.λ.
2. Μερικοί έπιστήμονες, δπως π. χ. οί Κρουαζέ, θεωροΟσαν άβάσιμη τήν άποψη πώς
ή δψιμη έμφάνιση τής πεζογραφίας στούς "Ελληνες οφείλεται στήν άγνοια τής γραφής
καί στήν έλλειψ η τοΰ παπύρου. Υποστήριζαν πώς οί "Έλληνες ήξεραν άπό πολύ νωρίς τή
γραφή, φέρνοντας σάν Απόδειξη τήν έπιγραφή τών μισθοφόρων πού Αναφέραμε πιό πάνω.
Μπορούσαν, λένε οί Κρουαζέ, νά τά καταφέρνουν νά γράφουν καί χωρίς πάπυρο, χρησι
μοποιώντας γ Γ αύτό τό σκοπό κατεργασμένα δέρματα ( Κρουαζέ, Ιστορία τής 'Ελληνικής
Αογοιβχνίας, ρωσική μετάφραση, Πετρούπολη, 1916, κεφ. IX, σελ. 199 - 200. Β λ. καί μ ε
γάλη Ίαιορία τής 'Ελληνικής Αοχοτβχνίας τών Κρουαζέ, Παρίσι, 1887 -1 8 9 9 , τόμ. II,
σελ. 469 - 4 7 0 ).
Οί Απόψεις αύτές δέν είναι Αρκετά πειστικές. Καί άν Ακόμα οί πιό πάνω λόγοι δέν ήταν
οί μοναδικοί πού έμπόδιζαν τήν έμφάνιση μεγάλων έργων σέ πεζό λόγο, ήταν Ασφαλώς οί
βασικότεροι. Καί πραγματικά, άν ή χρήση τού φοινικικού Αλφάβητου γενικεύτηκε στήν
'Ελλάδα τόν 7. αί. π. X., ήταν φυσικό στήν Αρχή νά περιορίζεται μονάχα γιά έμπορικούς
σκοπούς καί γιά έπιγραφές σέ σκληρά καί όγκώδη ύλικά. Τά έκατό χρόνια πού μεσολά
βησαν Από τήν όλοκληρωτική Αφομοίωση τοΰ Αλφάβητου ώς τή χρήση του γιά λογοτε
χνικά έργα, δέν είναι καί πολύ μεγάλο διάστημα. Ή σπανιότητα τού παπύρου σ* αύτά τά
έκατό χρόνια θά ήταν Ασφαλώς μεγάλο όμπόδιο γιά νά γραφούν μεγάλα λογοτεχνικά έργα.
16 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ
Τά δέρματα τής έποχής έκείνης ήταν, δπως φαίνεται, πολύ ακατάλληλο δλικό γιά γραφή,
αλλιώς δ πάπυρος δέν θά τά είχε δποκαταστήσει τόσο γρήγορα. *Ακόμα καί δταν έφευ*
ρέθηκε καλύτερος τρόπος κατεργασίας των δερμάτων καί παρουσιάστηκε ή περγαμηνή,
στην αρχή χρησιμοποιούνταν γιά πρόχειρες δουλειές καί μονάχα Οστερα άπό πολλούς «16-
ς D; 5· f · Χ ; } £ ϊ όπισε Ολοκληρωτικά τόν πάπυρο.
1. Βλ. τόμ. I, σελ. 288.
2. Διογένης Ααέρτιος IX, 2, 20.
οτ ΑΠ A Ρ X Ε 2 ΤΗ Σ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Σ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 17
* Ηροδότου ΙατορΙης άτιόδειξις ( δηλ. δκθεση τών έρευνών τοΟ Ηρόδοτου ). *Αργότβρα ακόμα
καί τά Ιργα τών λογογράφων άρχισαν νά όνομάζονται ίσζυρίαι
ΤΙς λέξεις Ιστορικός καί Ιστοριογράφος τΙς συναντάμε μονάχα σέ μεταγενέστερους
"Ελληνες συγγραφείς ( στόν Διόδωρο, στόν Πλούταρχο κ .ά .).
20 ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ
4. ΕΚΑΤΑΙΟΣ Ο ΜΙΛΗΣΙΟΣ
μάλιστα μιά πληροφορία πώς μετά τήν καταστολή της στάλθηκε σάν
πρέσβυς στον Πέρση σατράπη Άρταφέρνη καί τδν κατάφερε νά ξανα-
δώσεί τήν αύτονομία στις Ιλληνικές πόλεις..
Τά έργα του Έκαταίου δεν διασώθηκαν. ΟΕ άρχαίοι συγγράφεις
άναφέρουν δυδ άπδ αύτά — Γενεαλογίαι καί Γης περίοδος ή Περιή-
γησις. ΟΕ Γενεαλογίες άφηγούνταν τή μυθική Εστορία τής ήρωικής
περιόδου πού εΐχ ε άποδοθεί με μορφή γενεαλογίας των άπογόνων του
Δευκαλίωνα και άλλων μυθικών γεναρχών του έλληνικου λαού. Στδ
έργο είχαν προστεθεί καί διάφοροι θρύλοι γιά τίς περιπλανήσεις καί
τά κατορθώματά τους. 'Όσο μπορούμε νά κρίνουμε άπδ τά άποσπά-
σματα πού διασώθηκαν, οΕ Γενεαλογίες χωρίζονταν σε τέσσερα β ι
βλία. Ό Έκαταίος δεν έδινε καμιά προσοχή στή θεογονία καί στήν
κοσμογονία άντίθετα μέ άλλους λογογράφους ( Φερεκύδης, Ά κουσί-
λαος), πού άσχολοΰνταν μέ αύτά τά θέματα σάν είσαγωγή στήν Εστο
ρία τών ήρώων. "Α ρχιζε τήν άφήγησή του άπδ τδν Δευκαλίωνα, δη
λαδή άπδ τήν έποχή πού θεωρούνταν σάν άφετηρία τής πραγματικής
Εστορίας. Δεν διαθέτουμε θετικά στοιχεία γιά νά καθορίσουμε σέ ποιά
έποχή τέλειωνε τδ έργο τού Έκαταίου. Μπορούμε δμως νά ύποθέ-
σουμε πώς σάν τέτοιο τέρμα είχ ε διαλέξει τδν άποικισμδ τής Μικράς
’Ασίας άπδ τούς "Ελληνες. Τά άποσπάσματα άπδ τίς Γενεαλογίες πού
περιλαμβάνονται στήν έκδοση Fragmenta Historicorum Graecorum 1
είναι 37. Άνάμεσά τους υπάρχουν καί μερικά άρκετά σημαντικά σέ
έκταση, πού μάς δίνουν δμως έλάχιστα στοιχεία δχι μονάχα γιά τήν
Εστορία, άλλά καί γιά τή μυθολογία.
Στδ έργο Γης περίοδος δ Έκαταίος έδινε μιά περιγραφή τής Εύ-
ρώπης, τής ’Ασίας καί τής Α φ ρικής καθώς καί έναν γεωγραφικέ
χάρτη τελειοποιώντας έκείνον πού είχ ε συντάξει παλιότερα δ ’Ανα
ξίμανδρος. Στή Μίλητο, πού ήταν τότε ένα άπδ τά μεγαλύτερα κέντρα
τού παγκόσμιου έμπορίου καί τού έλληνικοΰ πολιτισμού, ό Έκαταίος
μπορούσε νά προμηθεύεται άπδ τούς έμπορους καί τούς ναυτικούς
άφθονες πληροφορίες γιά τίς ξένες χώρες. Καί ό ίδιος δμως ταξίδευε
πολύ. ΤΗταν άνήρ πολνπλανής, δπως τδν δνομάζει δ άρχαίος γεω
γράφος Άγαθήμερος. Αότδ μπορούμε άλλωστε νά τδ συμπεράνουμε
άπδ τή μαρτυρία τού 'Ηρόδοτου, πώς ό Έκαταίος, συμβουλεύοντας
τούς συμπολίτες του νά μήν έξεγερθοΰν κατά τών Περσών, „ άπαρι-
θμούσε δλα τά έθνη πού βρίσκονταν κάτω άπδ τήν έξουσία τού Δα-
ρείου “ *. Είναι άναμφισβήτητο πώς είχ ε έπισκεφθεί τήν Αίγυπτο. Στά
FHG ύπάρχουν 331 άποσπάσματα άπδ τδ έργο Γης περίοδος. Τά
πρώτο πρόσωπο ( δηλαδή άπδ τδν πλάγιο λόγο στδν εύθύ ), δπως π.χ.
στο. άπόσπασμα 353 πού παραθέτουμε στδ παράρτημα.
Ό ΈκαταΓος ήταν άμεσος πρόδρομος του ‘ Ηρόδοτου. "Αν καί
υστερούσε σημαντικά άπδ αύτόν, τδν πλησίαζε περισσότερο άπδ δλους
τούς άλλους λογογράφους καί στδ περιεχόμενο καί στή μορφή. Τδ
έργο του είναι ένας μεταβατικός κρίκος άνάμεσα στήν έξιστόρηση τών
τοπικών γεγονότων καί στήν παγκόσμια Ιστορία — αύτή είναι καί ή
βασική προσφορά του.
5. ΑΚΟΥΣΙΛΑΟΣ Ο ΑΡΓΕΙΟΣ
6. ΧΑΡΩΝΑΣ Ο ΛΑΜΨΑΚΗΝΟΣ
άλωση των Σάρδεων ύπονοοΰν — τήν άλωσή τους άπό τούς Πέρσες (546
π. X .) ή άπό τούς *Ίωνες (4 9 8 π. X .). Δεν ξέρουμε άκόμα ποιο νόημα
πρέπει νά δώσουμε στή λέξη γεγονώς — γεννήθηκε ή ζοϋσε. Πιό ση
μαντική είναι ή μαρτυρία του Διονύσιου. Ό Ξάνθος, λέει δ Διονύσιος,
ήταν ένας άπό τούς Ιστορικούς πού Ιζησαν λίγο πριν άπό τον Πελο-
ποννησιακο πόλεμο ώς τήν έποχή του Θουκυδίδη. Ό ίδιος ό Ξάνθος,
σ* Ινα άπόσπασμα τοϋ Ιργου του, μάς ύπενθυμίζει πώς τον xatpo τής
βασιλείας τοϋ ’Αρταξέρξη Α ' ( 4 6 4 - 4 2 5 π. X .) είχε πέσει μεγάλη
ξηρασία. Μέ βάση αύτά τά στοιχεία μπορούμε νά τοποθετήσουμε τή
ζωή τοϋ Ξάνθου άνάμεσα στά 5 0 0 καί στά 4 4 0 π. X .
Ό Ξάνθος είχ ε γράφει το Ιργο Λυδιακά, σέ τέσσερα βιβλία. ’Από
αύτό διασώθηκαν 27 άποσπάσματα. ΟΕ φιλόλογοι άμφισβητοϋν τή
γνησιότητα τών περισσότερων άπό αύτά τά άποσπάσματα. Ε π ειδ ή
δμως τά Ιπιχειρήματα πού προβάλλουν δέν είναι άρκετά πειστικά, ή
γνησιότητά τους, άν καί δέν είναι άπόλυτα διαπιστωμένη, πρέπει νά
θεωρείται πιθανή.
Μέ βάση αύτά τά άποσπάσματα μπορούμε νά σχηματίσουμε κάποια
ίδέα γιά τό περιεχόμενο τοϋ Ιργου τοϋ Ξάνθου. 'Γπάρχουν άποσπά
σματα γεωγραφικοΰ, έθνογραφικοΰ, ήθογραφικοΰ, μυθολογικού, μισο-
θρυλικοΰ καί μισοϊστορικοΰ χαρακτήρα (σέ βρισμένα π.χ. γίνεται λό
γος γιά τούς μυθικούς βασιλιάδες τής Λυδίας, τόν Ά τ υ , τόν Αυδό,
τόν Τορρέβη κ. ά.).
Για να χαρακτηρίσουμε τόν Ξάνθο σάν Ιστορικό, πρέπει νά στη
ριχτούμε βασικά στή γνώμη τοϋ Διονύσιου τοϋ Άλικαρνασσέα. Ό Διο
νύσιος Ιγραψε (Ρωμαϊκή 3Αρχαιολογία, I, 2 8 ) πώς ό Ξάνθος „ ήταν
περισσότερο άπό δλους κατατοπισμένος στήν άρχαία Ιστορία καί θεω
ρείται άξιόπιστος μάρτυρας γιά τήν Εστορία τής πατρίδας του, χω
ρίς νά ύστερει άπό κανέναν στό σημείο αύτό“ . Τά περισσότερα άπο-
σπασματα άπο τό έργο τοϋ Δανθου είναι άσήμαντα σέ περιεχόμενο καί
γ ι’ αύτό δέν μπορούμε νά κρίνουμε τά άτομικά του γνωρίσματα σάν
συγγραφέα καί τήν κριτική του Ικανότητα. Τά μεγαλύτερα μάλιστα
Ιχουν ύποστεί πιθανότατα βαθιές άλλοιώσεις άπό τούς μεταγενέστερους
συγγραφείς πού τά παραθέτουν. Ό Ιστορικός Νικόλαος Δαμασκηνός
( 1 . αί. π .Χ .), πού δανείστηκε πολλά στοιχεία άπό τόν Ξάνθο, θ ά ΐχ ει
άσφαλώς άλλάξει πολύ τό κείμενο τοϋ πρωτότυπου. Ό Ξάνθος, δσο
μπορούμε νά κρίνουμε, ήταν έξαιρετικά εύπιστος. Ή Ιλλειψη κριτικού
πνεύματος σε συνδυασμό μέ τή βαθιά του θρησκευτικότητα τόν Ικαναν
να πιστεύει καί να μεταδίνει μέ άφέλεια δλους τούς λαίκούς μύθους
και θρύλους, χωρίς νά καταβάλλει Ιστω καί τήν ελάχιστη προσπάθεια
για όρθολογική έρμηνεία ή κριτική άνάλυση, δπως παρατηρούμε συ
χνά στόν Έρόδοτο.
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 29
8. ΦΕΡΕΚΥΔΗΣ
1. 01 λέξεις Ακμή, ή*μα σε, ουνηκμαοε είναι πολύ αόριστες. Ή έποχή τής ανθρώπι
νης ζωής πού καθορίζουν βρίσκεται ανάμεσα στά νιάτα καί στά γερατειά ( βλ. Πλάτωνας”
Πολ>τεΐα, 459 B J . Ωστόσο ή ,,άκμή “ πρέπει νάναι πιό κοντά στά νιάτα. Στόν Ισοκρά
τη π .χ . τό έ * ανχοΐς ταΐς Αχμαϊς άντιπαρατάσσεται στό παίδβκ δνιες ( \ II, 57). Ρ
2. *0 Φευδο - Λουκιανός στό Ιργο Μακρόβιοι ( 2 2 ) λέει πώς δ Φερεκύδης δ Σύριος
έζησε 85 χρόνια. "Αν έννοεί τόν λογογράφο Φερεκόδη ( γιατί πολύ συχνά τούς μπβο-
δεύουν τούς δυό Φερεκύδες) πρέπει νά ύποθέσουμε πώς πέθανε στά 410 περίπου. Ρ Ρ~
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ 35
ΗΡ Ο Δ Ο Τ Ο Σ
τομα άρθρα στδ λεξικά τοϋ Σουίδα, πηγή δχι έντελώς άξιόπιστη, μ&*
μαρτυρία τής Παμφίλης πού παραθέτει δ Ρωμαίος συγγραφέας του 2.
αί. μ. X . Αυλός Γέλλιος ( X V , 2 3 ) καί μερικές μνείες που συναντάμε
σποραδικά σέ διάφορους άλλους συγγράφεις τής άρχαιότητας.
Σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τής Παμφίλης, στις άρχές του Ιίελοπον-
νησιακοϋ πολέμου δ 'Ηρόδοτος ήταν 53 χρόνων. ’Αφού δ Πελοποννη-
σιακδς πόλεμος άρχισε στά 4 31, δ 'Ηρόδοτος θά πρέπει νά γεννήθηκε
στά 484. Ή ίδια δμως ή Παμφίλη έξασθενίζει τήν άξία τής μαρτυ
ρίας της για τί προσθέτει τή λέξη „ φαίνεται “ . ’Απ’ αύτό συμπεραί
νουμε πώς ή ήλικία του 'Ηρόδοτου πού δίνει, βασίζεται σέ κάποιο
συλλογισμό. 'Η Παμφίλη άντλοϋσε πιθανότατα τΙς πληροφορίες της
άπδ τά Χρονικά του Απολλόδωρου, συγγραφέα του 2. αί. π. X .
Ό ’Απολλόδωρος δμως όπολόγιζε τις περισσότερες φορές τήν ήλικία
των προσώπων πού άνάφερε στά Χρονικά του άπδ τήν „ άκμή “ τους,
δηλαδή άπδ τήν έποχή τής „ ώριμης ήλικίας “ τους, τοποθετώντας
την γύρω στά 3 5 - 4 0 χρόνια τους καί συνδέοντάς την μέ κάποιο ση
μαντικό γεγονός τής ζωής τους. Φαίνεται πώς τήν ίδια μέθοδο είχ ε
χρησιμοποιήσει και γιά τδν 'Ηρόδοτο. Ή „ άκμή “ του είχε συμπέσει
με τή μετανάστευσή του στούς Θούριους (4 4 4 π. X .) ή, ίσως, μέ τήν
άνάγνωση τής 'Ιστορίας του στήν Α θήνα. Μ* αύτή τή βάση υπολογί
στηκε καί ή ήλικία πού είχ ε στις άρχές τοϋ Πελοποννησιακοϋ πο
λέμου.
Είναι άδύνατο λοιπόν νά βασιστούμε στήν άξιοπιστία τής Παμφί
λης. Ή πληροφορία της είναι μονάχα μιά άπλή ύπόθεση, ύπόθεση
δμως πού πλησιάζει τήν άλήθεια. "Αν στηριχτούμε σέ βρισμένους άλ
λους συλλογισμούς, μπορούμε νά τοποθετήσουμε τή γέννηση τοϋ Η ρό
δοτου άνάμεσα στά 4 9 0 - 4 8 0 π. X . Σ ’ αύτά περίπου τά χρόνια τήν
τοποθετεί καί δ Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας: Ό Ηρόδοτος γεννή
θηκε στήν 'Αλικαρνασσό λίγο πρίν άπό τ>>ν Περσικό πόλεμο καί Ιζησε
ώς τόν Πελοποννησιακδ “ ( Περί Θουκυδίδσυ καί των ιδιωμάτων αυ
τόν, κεφ. 5 ). "Αν ύποθέσουμε πώς μέ τίς λέξεις „ Περσικός πόλεμος “
δ Διονύσιος ύπονοεί τήν Ικστρατεία τοϋ Ξέρξη, τότε δ 'Ηρόδοτος πρέ
πει νά γεννήθηκε κάποια χρονιά πού προηγήθηκε άμεσα άπό τό 4 8 0
π. X . Τό ίδιο συμπέρασμα βγαίνει καί άπό τήν άφήγηση τοϋ Ηρόδο
του. Πουθενά δ Ιστορικός δέν άναφέρει πώς είχε πάρει μέρος στόν πό
λεμο, άρα πρέπει νά ήταν άκόμα παιδάκι γύρω στά 4 80 π. X . ‘Όπως
φαίνεται, οδτε οί άρχαίοι συγγραφείς είχαν κατορθώσει νά καθορίσουν
μέ άκρίβεια πότε γεννήθηκε δ 'Ηρόδοτος.
Καί γιά τό χρόνο πού πέθανε δ 'Ηρόδοτος δέν ύπάρχει καμιά σί
γουρη άρχαία μαρτυρία. Πιθανότατα ήταν κι αύτό άγνωστο στούς άρ-
χαίους. ΟΕ νεότεροι έπιστήμονες καθορίζουν τή χρονολογία τοϋ θανά-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 43
του του 'Ηρόδοτου μέ βάση τδ ίδιο τδ Ιργο του. Στήν *Ιστορία του
άναφέρονται μερικά γεγονότα των άρχών του Πελοποννησιακοϋ πολέ ·
μου (π.χ. ή επίθεση των Θηβαίων στίς Πλαταιές στά 4 3 1 — V I I ,
233, ή έκτέλεση των πρέσβεων τών Σπαρτιατών άπδ τούς Αθηναίους
στά 4 3 0 — V I I , 1 3 7 ), δεν γίνεται δμως καμιά μνεία γιά γεγονότα
που έχουν συμβεΐ μετά τδ 4 3 0 . Μπορούμε λοιπδν νά ύποθέσουμε πώς ό
'Ηρόδοτος πέθανε λίγο άργότερα άπ' αύτδ τδ χρόνο.
Ά π δ δυδ άρθρα τοϋ Σουίδα — στίς λέξεις Ηρόδοτος καί Πανύα-
σις — μαθαίνουμε τις παρακάτω βιογραφικές λεπτομέρειες. Ό ‘ Ηρό
δοτος γεννήθηκε στήν Αλικαρνασσό. Καταγόταν άπδ άριστοκρατική
οικογένεια. ‘ Ο Λύγδαμης, τύραννος τής Αλικαρνασσού, τδν άνάγκασε
νά έγκαταλείψει τήν πατρίδα του καί νά πάει στή Σάμο. "Οταν ξανα-
γύρισε στή γενέτειρά του διώχνοντας τδν τύραννο, οί συμπολίτες του
τδν δέχτηκαν ψυχρά καί γ ι’ αύτδ μετανάστευσε έκούσια στούς Θού
ριους, μιά άποικία πού είχαν ίδρύσ?ι ο! Α θηναίοι. Σ ’ αύτή τήν πόλη
πέθανε καί τάφηκε στήν άγορά.
Τήν πληροφορία πώς ό ‘ Ηρόδοτος καταγόταν άπδ τήν Άλικαρνασσδ
τήν έπιβεβαιώνουν ό Διονύσιος ό Άλικαρνασσέας1 καί ό Στράβωνας
( X I V , 1 6 ).
Τήν ίδια πληροφορία μάς δίνει, σε ποιητική μορφή, κι ένα έπιτύμ-
βιο·έπίγραμμα πού παραθέτει ό Στέφανος δ Βυζάντιος:
δμως τού Σοφοκλή, στό σημείο αύτό, οί κριτικοί δεν τό θεωρούν γνή
σιο. Τά λόγια τής ’Αντιγόνης είναι τόσο παράταιρα ώστε έπικρατεί
ή γνώμη πώς Ιχουν παρεμβληθεί άργότερα ή άπό τόν ίδιο τον Σοφο
κλή ή άπό κάποιον, άλλο μ=τά τό θάνατο του δραματουργού \ "Αν ή
παρεμβολή αύτή έγινε άπό κάποιον άλλον, τότε φυσικά τό άπόσπασμα
τής ’Αντιγόνης δεν έχει καμιά σχέση μέ τό πρόβλημα άν οί δυό συγ
γραφείς ήταν ή όχι φίλοι. "Αν Ιγινε άπό τόν Ιδιο τόν Σοφοκλή, καί
πάλι δεν άποδείχνει τή φιλία του μέ τόν 'Ηρόδοτο. Ό Σοφοκλής
μπορεί νά είχε άκούσει τόν 'Ηρόδοτο όταν διάβαζε τό έργο του στήν
Αθήνα, άντλώντας μ* αύτόν μονάχα τόν τρόπο τά στοιχεία που χ ρ η
σιμοποίησε στούς στίχους του.
Τό δεύτερο έπιχείρημα πού προβάλλουν γιά νά άποδείξουν τή φι
λία του Σοφοκλή καί τοΟ Ηρόδοτου δεν είναι περισσότερο πειστικό,
"ίσως μάλιστα νά μήν Ιχ ει καμιά σχέση μέ τό δοσμένο πρόβλημα.
Ό Πλούταρχος παραθέτει τήν άρχή άπό κάποιο ποίημα του Σοφοκλή :
,,Ό Σοφοκλής, σέ ήλικία πενηνταπέντε χρονών, έγραψε ένα τραγούδι
γιά τόν Ηρόδοτο “ . Οί έπιστήμονες πού στηρίζονται σ’ αύτό τό στοι
χείο θεωρούν βέβαια άναμφισβήτητο πώς ό Ηρόδοτος πού άναφέρεται
έδώ είναι ό Ιστορικός. 'Ωστόσο δέν μπορούμε νά είμαστε σίγουροι.
Τίποτα περισσότερο δέν ξέρουμε γ ι’ αύτό τό ποίημα καί φυσικά μάς
είναι άγνωστο άν ήταν άφιερωμένο στον ίστορικό 'Ηρόδοτο. Τό όνομα
'Ηρόδοτος δέν ήταν σπάνιο στήν άρχαιότητα. Καί άν άκόμα ύποθέ-
σουμε πώς ήταν άφιερωμένο στόν ίστορικό 'Ηρόδοτο, είναι άδύνατο,
χωρίς νά ξέρουμε τό περιεχόμενό του, νά τό θεωρήσουμε σάν άπόδει-
ξη φιλίας τοΟ ποιητή καί του ιστορικού.
Γιά νά άποδείξουν τή φιλία των δυό συγγραφέων στηρίζονται άκόμα
καί στήν όμοιότητα τού τρόπου τής σκέψης τους*. Τό έπιχείρημα
αύτό δέν έχει καμιά άξια. Δυό άνθρωποι πού σκέφτονται μέ τόν ίδιο
τρόπο δέν είναι άπαραίτητο νά είναι πάντα φίλοι. ’Εκτός άπό αύτό,
ούτε τήν ψυχική όμοιότητα αύτών των συγγραφέων είναι δυνατό νά
άποδείξουμε, γιατί καί των δυό μάς είναι άγνωστος ό χαρακτήρας.
%Μονάχα κατάπληξη δοκιμάζουμε βλέποντας σέ Επιστημονικά έργα
νά χρησιμοποιούνται τόσο άμφίβολα έπιχειρήματα καί μάλιστα νά
βγαίνουν άπό αύτά κατηγορηματικά συμπεράσματα γιά φιλία, άκόμα
καί γιά „ στενούς δεσμούς φιλίας “ πού ένωναν „ τούς δυό σπάνιους
άντρες “ ! *
Α) ΕΙΣΑΓΩ ΓΗ
φβίς. Τά έννιά βιβλία τοδ ρήτορα Βίωνα Ονομάζονταν Μοϋααι ( Διογένης Ααέρτιος I V ,
7 , 11, 5 8 ) . Ό Ρωμαίος συγγραφέας Δύρήλιος Ό πίλιος έδωσε κ ι αύτός στά έννιά βιβλία
τοΟ Ιργου του τδ δνομα Μοϋααι ( Σουητώνιος, I)e g r a m m a t ic i* , 6, Δ. Γέλλιος, 'Λ τιικ ες
ννχιβς, I, 25, 1 7 ).
56
Σάν βάση τής 'Ιστορίας του ό ‘ Ηρόδοτος έβαλε τήν Ιδέα τής πανάρ-
χαιης έχθρας άνάμεσα στούς Έ λλη νες καί στούς άνατολικούς λαούς,
ανάμεσα στήν Εύρώπη καί στήν ’Ασία. Ό σκοπδς του έργου του κα
θορίζεται πολύ καθαρά άπδ τήν ά ρ χή: „ Γιά νά μή σβήσει ό χρόνος
τά έργα τών άνθρώπων καί γιά νά μή μείνουν χωρίς δόξα τά μεγάλα
καί θαυμαστά κατορθώματα πού έκαναν τόσο οΐ Έ λλη νες δσο καί οΐ
βάρβαροι, προπάντων δμως γιά νά μήν ξεχαστει ή αίτια πού τούς
άνάγκασε νά πολεμήσουν μεταξύ τους “ ( I, 1 ).
Σύμφωνα μέ τά λόγια τών Περσών λογιών, δπως γράφει ό ‘ Ηρόδο
τος, οί ‘Έ λληνες καί οί λαοί τής ’Ασίας ήταν άπδ άμνημόνευτα χρό
νια έχθροί. ‘ Η έχθρα αύτή είχ ε άρχίσει άπδ τήν έποχή πού οί Φ ο ί
νικες άρπαξαν τήν Ίώ άπδ τήν Ε λλά δα . Οί ‘Έ λληνες άπάντησαν
σ’ αύτή τους τήν πράξη άρπάζοντας τήν Εύρώπη καί τή Μήδεια άπδ
τήν ’Ασία. Σέ συνέχεια ό ’Αλέξανδρος (Π ά ρης) άρπαξε τήν Ε λ έ ν η
άπδ τήν Ε λλά δ α . *Ύστερα άπδ αύτές τις μεμονωμένες έχθρικές πρά
ξεις, οί Έ λλη νες είσβάλανε μέ στρατδ στήν ’Ασία. *Η Ικστρατεία
τους τελείωσε μέ τήν καταστροφή τής Τροίας ( I , 1 - 5 ) .
58
Στβ σημείο αύτβ β ‘ Ηρόδοτος τελειώνει τήν άφήγησή του για τήν
Ιχθρα άνάμεσα στούς Έ λληνες καί στούς Άσιάτες στους μυθικούς
χρόνους καί περνάει στούς Ιστορικούς χρόνους. ‘Ο Αυδδς βασιλιάς
Κροίσος, πού είχε όποτάξει τούς Έ λληνες τής Μικράς ’Ασίας, είναι
ό πρώτος άνθρωπος πού, σύμφωνα με έξακριβωμένες πληροφορίες,
διέπραξε σοβαρές άδικίες σέ βάρος των Ελλήνων. Στο σημείο αύτδ
ό συγγραφέας βρίσκει εύκαιρία νά άφηγηθεί τήν Ιστορία των προη
γούμενων Αυδών βασιλιάδων καί τούς άγώνες τους έναντίον των ελ
ληνικών πόλεων. Άναφέροντας πώς ό Κροίσος ήθελε νά συνδεθεί μέ
φιλικές σχέσεις μέ τις πιύ ισχυρές έλληνικές φυλές καί ήξερε πώς
τέτοιες φυλές είναι οί Σπαρτιάτες καί οί ’Αθηναίοι, ό ‘ Ηρόδοτος βρί
σκει άφορμή για ν’ άφηγηθεί τήν Ιστορία τής Αθήνας, άρχίζο^τας
άπδ τβν Σόλωνα, καί τής Σπάρτης, άρχιζοντας άπδ τβν Αυκοϋργο,
ώς τήν Ιποχή τοϋ Κροίσου ( I , 6 - 7 0 ) . ’Εξιστορώντας τήν κατάχτηση
του λυδικοϋ κράτους άπδ τύν Πέρση βασιλιά Κύρο, ό 'Ηρόδοτος βρί
σκει καί πάλι άφορμή κι άρχίζει νά άφηγεΐται τή γέννηση καί τήν
άνατροφή του Κύρου, τή διαμόρφωση καί τήν έξάπλωση τής περσι
κής κυριαρχίας σέ δλη τήν ’Ασία. Μιλάει λεπτομερειακά γιά τις έκ-
στρατείες τοϋ Κύρου — έναντίον τών Ελλήνων τής Μικράς ’Ασίας,
τών Βαβυλωνίων, τών Μασσαγετών ( σ’ αύτή τήν τελευταία έκστρατεία
ό Κύρος σκοτώθηκε). Περιγράφοντας τις έκστρατείες τοϋ Κύρου, ό
‘ Ηρόδοτος μιλάει ταυτόχρονα καί γιά κάθε λαό πού ύπέτασσε ό Πέρ-
σης βασιλιάς, γιά τή χώρα του, γιά τά Ιθιμά του κ.τ.λ. ( I, 71 - 216 ).
Έδώ τελειώνει τύ πρώτο βιβλίο τής * Ιστορίας.
Μετά τβ θάνατο τοϋ Κύρου 0 γιβς καί διάδοχός του Καμβύσης
όργανώνει μιά έκστρατεία γιά νά ύποτάξει τήν Αίγυπτο ( I I , 1 ).
'Εξιστορώντας τήν έκστρατεία του, ό ‘ Ηρόδοτος παραθέτει μιά λ ε
πτομερειακή περιγραφή αύτής τής χώρας. Δίνει πληροφορίες γιά τή
φύση, γιά τά μνημεία, γιά τά ήθη, τά έθιμα καί τή θρησκεία τών
Αιγυπτίων. ‘ Η περιγραφή αύτή πιάνει δλο το δεύτερο βιβλίο.
Στο τρίτο βιβλίο ό Ηρόδοτος συνεχίζει τήν άφήγησή του γιά τήν
έκστρατεία τοϋ Καμβύση στήν Αίγυπτο καί γιά τήν κατάγτηση τής
χωράς αύτής. Μιλάει γιά το θάνατο τοϋ Καμβύση ( I I I 1 - 6 6 ) γιά
τύ διάδοχό του Ψευδοσμέρδη καί γιά τήν άνάρρηση τοϋ Δαρείου στο
θρονο. Αναφέροντας πώς ό Δαρείος χώρισε τβ κράτος του σέ 20 σα
τραπείες καί παραθέτοντας τά ποσά πού βρίστηκε νά πληρώνουν σάν φό
ρους αυτές οί σατραπείες, β συγγραφέας παίρνει άφορμή γ ι* νά περι
γράφει τις άχανεϊς έκτάσεις καί τούς άνεξάντλητους πόρους αύτοϋ
του κράτους πού γειτόνευε άμεσα μέ τήν εύρωπαϊκή Ε λλά δα . Τβ
τρίτο βιβλίο τελειώνει μέ τήν άφήγηση τής κατάχτησης τής Σάμου
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 69
άπύ τούς Πέρσες καί με τήν καταστολή τής έπανάστασης πού ξέσπασε
στή Βαβυλώνα.
Σ ιύ τέταρτο βιβλίο δ Έρδδοτος κάνει λόγο γιά τήν έκστρατεία
τοϋ Δαρείου στή Σκυθία. Οί Σκόθες είχαν εισβάλει παλιδτερα στήν
’Ασία, Ικμηδένισαν τή δύναμη τών Μήδων καί κυριάρχησαν έκεΤ 28
δλόκληρα χρόνια. Ό Δαρεΐος άποφάσισε νά τούς τιμωρήσει γ ι’ αύτό
( I V , 1 ). ΠρΙν δμως άρχίσει τήν έξιστόρηση τής έκστρατείας του, δ
1. Προο&ήχας μοι ό λόγος έξ αρχής εδίζητο. Στό σημείο αύτό ή λέξη λόγος Ισως
νά μήν άναφέρεται σέ δλη τήν άφήγηση μά μονάχα στό άπόσπασμα γιά τή Σκυθία.
64 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο 2,
Ε) Π Ο Υ Ε Γ Ρ Α Ψ Ε Ο Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ Τ Η Ν „ ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ “ .
ί . "Οπως θά δοΟμε πιο κάτω, οδτβ τό πρόβλημα τής σύνθεσης τής * Ιστορίας τοδ Θουκυ
δίδη έχ ει λυθεί άκόμα.
2. Καί δ Λουκιανός στό έργο Ηρόδοτος ή *Α *ιίω ν, κεφ. 1, λ έει πώς δ Ηρόδοτος
διάβασε στήν 'Ολυμπία έννιά βιβλία.
5 Ιστορία τής * Ελληνικής Αογοτβχνίας
ρίας1 είναι φανερό πώς γράφηκαν άργότερα, άλλα στήν ’Ιταλία καί
άλλα σε μεταγενέστερη πάντως περίοδο της ζωής τοϋ συγγραφή·
Μπορεί τά σημεία αύτά νά προστέθηκαν άργότερα άπό τόν 'Ηρόδοτο,
άπό αύτό δμως άποδείχνεται πώς ή 'Ιστορία πήρε τήν τελική της μορ
φή — δπως μάς είναι γνωστή σήμερα — μόλις στά τελευταία χρόνια
τής ζωής του.
Έ πιθανότερη έκδοχή είναι πώς ή 'Ιστορία τοϋ 'Ηρόδοτου γρά
φηκε στήν άρχή πρόχειρα (όλόκληρη ή zb μεγαλύτερο μέρος της),
πριν 0 ιστορικός μεταναστεύσει στους Θούριους, δπου τής έδωσε τήν
τελική της μορφή.
Αύτή ή έκδοχή έπαληθεύεται, ώς ένα σημείο τουλάχιστο, καί άπδ
ένα άλλο στοιχείο: Στδν 'Ηρόδοτο έμειναν άγνωστα μερικά περιστα
τικά πού έγιναν στήν Ελλά δα μετά τό ’4 44 π. X . Γράφει π.χ. στο β ι
βλίο V I ( 9 8 ) πώς στά 4 9 0 „ έγινε στή Δήλο ένας σεισμός, δπο)ς έλ ε
γαν οΐ Δήλιοι, γιά πρώτη καί τελευταία φορά ώς τήν έποχή μας
Ό Θουκυδίδης δμως άναφέρει ( I I , 8 ) πώς στά 431 έγινε στή Δήλο
καί άλλος σεισμός, πού ό 'Ηρόδοτος δεν τδν είχε μάθει άσφαλώς2.
Καί δμως ό 'Ηρόδοτος στά τέσσερα τελευταία βιβλία του άναφέρει
μερικά γεγονότα των άρχών τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου, δπως π.χ.
τήν έπίθεση των Θηβαίων στις Πλαταιές, πού έγινε τήν άνοιξη τοϋ
431 ( V I I , 2 3 3 ), τή θανάτωση τών Σπαρτιατών πρέσβεων άπό τούς
’Αθηναίους τό καλοκαίρι τοϋ 4 30 ( V I I , 1 3 7 ) καθώς καί τή λεπτομέ
ρεια πώς οί Σπαρτιάτες, έρημώνοντας τήν ’Αττική στά πρώτα χρόνια
τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου, άφησαν άθικτη μονάχα τή Δεκέλεια
( I X , 7 3 ). Σ αυτα τα στοιχεία στηρίζουν οί φιλόλογοι τήν ύπόθεσή
τους πώς ό 'Ηρόδοτος είχε γυρίσει γύρω στά 432 στήν ’Αθήνα.
‘ Ωστόσο αύτές οί πληροφορίες ( έλάχιστες άλλωστε) γιά γεγονότα τών
άρχών τοϋ Πελοποννησιακοϋ πολέμου δεν μάς δίνουν άκόμα τό δι-
1. Τέτοια σημεία π.χ. είν α ι: 1 , 1 4 5 : .......δ ποταμός Κράθις, πού άπό αύτόν πήρε τό
δνομα του δ ποταμός ποο βρίσκεται στήν ’Ιτα λία “ — IV , 99, δπου δ ’ Ηρόδοτος πεοινοά-
φει τήν Ταυρική ( σημερινή Κριμαία) συγκρ νοντάς την μέ τήν Α τ τ ικ ή : ,,Γ ιά έκεΐνον
που δέν έχει ταξιδέψει στήν Αττική, θά δώσω μιά άχλη έξήγηση *Δ ς φανταστεί πώς τήν
Ιαπυγα, αρχίζοντας από τό λιμάνι τοϋ Βρινδησ ου ώς τόν Τάραντα, τήν κατάχτησε §νας
\V*ailK*Xl| °!r δγΐν? κύρΐος τοδ άκρωτηρΌυ“ Στά βιβλία 1, 167,
Ιταλία ’ ^ * * V 44, * Α ρ κ το ς «Φηγβΐται διάφορα περιστατικά πού έγιναν στήν
2. Ul μαρτυρίες τοϋ ’ Ηρόδοτου καί τοδ θουκυδ'δη είναι άντιφατικές: *0 «Ηρόδοτος
όνομάζει τό σεισμό τοϋ 490 μοναδικό, ένώ δ Θουκυδίδης γράφει πώς οί "Ελληνες δέν θυ-
μοϋνται νά έγινε άλλος σεισμός στη Δή/.ο πρίν άπό τό 481, δηλαδή δέν ξέρει ή δέν πιστεύει
• S μαρτυρί* τ,00. Ηρόδοτου. Ωστόσο ή άντ φάση αύτή δέν μειώνει τήν άξιοπιστ'α τοϋ
Ηρόδοτου σ αύτο το σημείο, ο Θουκυδίδης μπορεί νά μήν ήξερε ή νά μήν πίστευε πώς
πϊιΥ ? η . ? 1£ λ0ς °Αΐσμ\ζ ·σο ϊ 4Η^’ 6Ι ε αΐ άδύνατο δμωδ νά έπινόησε αύθαίρετα τό σει-
.σμο 431' Τ * σε1σμδ “ ύχο θά τον ήξερε άσφαλώς καί δ «Ηρόδοτος, άν ήταν στήν
έλλαδα αυτή τη χρονιά ή αργότερα. Πρέπει λοιπόν νά ύποθέσουμε πώς, ζώντας στήν
1ταλ “ : δέν άκουσε τίποτα γ ι’ αύτόν ή, κι άν άκουσε, πώς δέν θεώρησε απαραίτητο νά
μεταβάλει τό κε μενο πού είχε κιόλας γράψει. ραιτητο
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 67
Α ) Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Ε Σ Α Π Ο Ψ Ε ΙΣ Τ Ο Υ Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Υ
νίδας μένει άδύναμος καί ύπάκουος. Γ ι’ αδτό κάλεσαν τόν ‘ Ιππία καί
τούς Αντιπρόσωπους των συμψάχων τους καί τούς πρότειναν νά άπο-
καταστήσουν άπό κοινού τήν τυραννίδα τοδ Ιπ πία στήν ’Αθήνα. Αδτή
ή πρόταση δέν άρεσε στοδς τπερισσότερους συμμάχους τους. Ό Κορίν-
θιος πρέοβυς Σωσιχλής τοδς Απάντησε: „ 'Ο οδρανός θά πέσει σίγουρα
κάτω άπό τή γή καί ή γη θά κρέμεται μετέωρη πάνω άπό τόν οδοανό,
ΐΓ ο ϋ ί , βν άνθΡώπων θά γ ίν ε ι ή θάλασσα καί τά ψάρια θά έγκατα-
»Μΐθο0ν έκεΤ 3που Ιμεναν π ρώ τα οί άνθρωποι, άν έσεΐς, ώ Λακεδαι-
• m e , 0νταί τ^ν ίσοστολιτεία, έτοιμάζεοτε νά Ιγκαθιδρόσετε
τίν ϊ ιατΙ τίποτα 1tti δδιχο κα1 « ‘δ αίμοβόρο άπό
i j K K * δ* άρχεΐ cr' CiV Χ0Τ ' "Αν νο**ίζετβ πώ5 6^ α ι καλό
toJ S sit οί *ό ?-6 ΐς ^ραννους, τότε έγκαταστήοετε
Ρ ν Ιιχή σας κ α ί δστερα πηγαίνετε νά έπιβάλετε
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 69
τύραννους καί στίς άλλες. 'Εσείς &ς τώρα δεν έχετε δοκιμάσει τήν
έξουσία των τυράννων καί Ινώ προσπαθείτε μέ κάθε θυσία νά μήν zb
όποστείτε αυτό στή Σπάρτη, τούς συμμάχους σας τούς περιφρονείτε.
"Αν δμως είχα τε δοκιμάσει κάτι τέτοιο, όπως Ιμείς, θά μάς δίνατε
άσφαλώς τώρα καλύτερες συμβουλές "Ύστερα δ Σωσικλής άφηγεί-
ται πώς κάποτε στήν Κόρινθο ή τυραννίδα τοϋ Κύψελου άντικατά-
στησε τήν όλιγαρχία. Ό Κύψελος, μόλις κατέλαβε τήν έξουσία, έξό-
ρισε πολλούς πολίτες, δήμευσε περιουσίες καί θανάτωσε πλήθος άν-
θρώπους. Ό διάδοχός του Περίανδρος δείχτηκε άκόμα πιό αίμοβόρος.
Γιά νά εδραιώσει τήν έξουσία του άποφάσισε νά έξοντώσει δλους τούς
έπιφανείς πολίτες. Γ ι’ αύτό τό λόγο, ό ρήτορας έξορκίζει τούς Σπαρ
τιάτες, στο δνομα των θεών, νά μήν έφαρμόσουν τά σχέδιά τους γιά
τήν άποκατάσταση τοϋ 'Ιππία στήν ’Αθήνα. "Ολοι οί σύμμαχοι τής
Σπάρτης ένωσαν τΐς ικεσίες τους μέ τή φωνή του (V , 9 1 - 9 2 ).
Μεγάλο ένδιαφέρον παρουσιάζει καί ή άπάντηση πού έδωσαν οί
Σπαρτιάτες Βούλης καί Σπερθίης στόν Πέρση στρατηγό Ύδάρνη.
Σ ’ αύτό τό άπόσπασμα, είναι άλήθεια, δεν γίνεται λόγος γιά τή δη
μοκρατία, άλλά γενικά γιά τήν έλευθερία σε άντίθεση μέ τή μοναρ
χία : ,,‘ Η δουλεία σου είναι γνωστή — έλεγαν οί Σπαρτιάτες — δέν δο
κίμασες δμως άκόμα τήν έλευθερία, άν είναι ή δχι γλυκιά. "Αν τήν
είχες δοκιμάσει, θά μάς συμβούλευες νά πολεμάμε γ ι’ αύτήν δχι μο
νάχα μέ δόρατα μά καί μέ τσεκούρια “ ( V I I , 1 3 5 ).
Στο έργο τοϋ Ηρόδοτου παρεμβάλλεται καί ένα είδος πραγματείας
γιά τις διάφορες μορφές διακυβέρνησης, δπου δ συγγραφέας άναφέρε,
τόσο τά πλεονεκτήματα δσο καί τά μειονεκτήματα τής δημοκρατίας!
τής όλιγαρχίας καί τής μοναρχίας. Είναι οί λόγοι τών Περσών μ εγ ι
στάνων πού είχαν άνατρέψει τόν Ψευδό - Σμέρδη ( I I I , 80). Είναι άλή-
θεια πώς οί περισσότεροι άπ* αύτούς έγκρίνανε τό λόγο τοϋ Δαρείου
γιά τά πλεονεκτήματα τής μοναρχίας, όί γνώμες δμως αύτές, άφοΰ
άποδίδονται σέ Πέρσες καί δχι σέ "Ελληνες, δέν μποροΰν νά θεωρη-
θοϋν σάν γνώμες τοϋ ‘ Ηρόδοτου.
‘Ωστόσο δ 'Ηρόδοτος έκφράζεται μερικές φορές άρκετά εύνοϊκά γιά
βρισμένους τύραννους, π.χ. γιά τήν Ά ρτεμισία, βασίλισσα τής ‘ Α λ ι
καρνασσού ( V I I , 9 9 ).
Στήν ίστορία τών έλληνοπερσικών πολέμων, οί συμπάθειες τοϋ ‘ Η
ρόδοτου στρέφονται, σχεδόν άποκλειστικά, στούς ’Αθηναίους. Τούς
προβάλλει στήν πρώτη γραμμή, παντοΰ σχεδόν τούς παραχωρεί τόν
κυριότερο ρόλο καί έκθειάζει τις ύπηρεσίες τους. Διατυπώνει άπροκά-
λυπτα τή γνώμη του, τή „ μισητή “ , είναι άλήθεια, γιά τούς περισσό
τερους "Ελληνες έκείνης τής έποχής, πού αύτός δμως τή νόμιζε σω
στή — ύποστηρίζει δηλαδή πώς άπό τούς ’Αθηναίους έξαρτήθηκε ή
70 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο
έκβαση τοϋ άγώνα καί πώς „ δποιος θά έλεγε πώς αυτοί ήταν ^ οω
ti}pec της Ελλάδας, δεν θά άμάρτανε σε βάρος τής Αλήθειας “ ( V I I ,
139 ) \
Ωστόσο δεν μπορούμε νά πούμε πώς δ 'Ηρόδοτος ετρεφε γενικά
Ιχθρικά αισθήματα γιά τή Σπάρτη. ’Αντίθετα στδ έργο του βρίσκουμε
και άπόψεις κάπως εύνοϊκές γιά τούς Σπαρτιάτες (π.χ. V II , 1 02, 1 0 4 ,
IX , 7 1 ). Πολύ χειρότερα έκφράζεται γιά τούς Κορίνθιους ( V I I I ,
61, 9 4 ) καί άκόμα χειρότερα γιά τούς Θηβαίους, πού ή προδοσία τους
στδν άγώνα των 'Ελλήνων καί ή συμμαχία τους με τούς Πέρσες περι-
γράφονται στήν 'Ιστορία τον χωρίς ούτε ίχνος οΓκτου ( V I I , 132, 2 0 5 ,
IX , 16 κ .ά .). Ή στάση του αύτή έρχεται σέ άντίθεση μέ τή συγκα
τάβαση πού δείχνει γιά τή συμπεριφορά του "Αργους. Ή αύστηρότητά
του στήν πρώτη περίπτωση καί ή έπιείκειά του στή δεύτερη έξηγοϋνται
κυρίως άπδ τις σχέσεις των ’Αθηναίων μέ τή Θήβα καί τό "Αργος τήν
έποχή πού 6 'Ηρόδοτος έγραφε τήν 'Ιστορία του *.
Β) Κ Ο Σ Μ Ο Θ Ε Ω Ρ ΙΑ ΤΟΥ Η ΡΟ ΔΟ ΤΟ Υ
1. ‘Ολόκληρο τό κεφάλαιο 139 είναι Εξαιρετικά Ενδιαφέρον άπό αύτή τήν άποψη
2. *0 Πλούταρχος, στήν πραγματεία του Π ερ ί τής Ήροϊότον χοχοηΰε(ας (κεφ 3 1 )
κατηγορεί τόν Ηρόδοτο πώς παρουσιάζει τούς Θηβαίους άπό τήν άσχημη πλευρά γ ια τ ί
τούς μισεί καί τούς Εχθρεύεται. 1
Μ’ όλο τό μεγάλο του πατριωτισμό, 6 Ηρόδοτος είναι άπαλλαγμένος άπό τό στενό
έθνικιστικό πνεύμα. Δέν περιφρονεϊ τούς βάρβαρους. ’Αντίθετα στήν Ίοιορία του είναι
αίσθητά τά άνθρωπιστικά αισθήματα πού νιώθει γ ι* αύτούς. *υ Πλούταρχος τόν μέμφεται
γ ι* αύτό άποκαλώντας τον φιλοβάρβαρο ( Π ερί τής Ή , οόόιον χαχοηϋείας, κεφ 12 Τ Ή
ιστορία, τά ήθη καί τά Εθιμα τών λαών τής ’Αρχαίας ’Ανατολής καθώς καί τών Σκυθών
Ενδιαφέρουν πάρα πολύ τόν ’Ηρόδοτο. Εκφράζεται εύνοϊκά καί γιά διάφορους Άνατολί-
τες βασιλιάδες. Άφηγεΐται π.χ πώς δ Κροίσος Ενιωσε οίκτο άκόμα καί γιά τό ωονιά
τού γιου του — άθέλητα, είναι άλήθεια ( I , 4 5 ). Μιλάει καί γιά μεναλόώιιν^ ί
Δαρείο. ( V I , 4 2 - 4 4 , 119). Ά χ φ α « Λ γ * τ έ , ίχ θ Ρ6 τ *
δοτος δέν Εκφράζε, αίσθήματα μ σους Κ ι αύτός, δπως πιστεύει, μπορεί καμιά α>οοά
δείξει μεγαλοψυχία καί άνθρωπιά ( V I I , 1 3 6 ). Ρ μ<* φορά ν*
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 71
Τήν προσωπική του γνώμη, πώς οί θεοί δεν άνέχονται τίποτα ύπερ-
βολικό στόν κόσμο, ό ‘ Ηρόδοτος τήν Εκφράζει Εξιστορώντας τήν κατα
στροφή Ενός μέρους τοϋ περσικού στόλου, όπου λέει συμπερασματικά:
„ "Ολα αύτά έγιναν άπό τό θεό γιά νά Εξισωθεί δ περσικός στόλος μέ
τον Ελληνικό καί νά μήν είναι πολύ μεγαλύτερος του “ (V I T I , 1 3 ).
Σαν λαμπρό παράδειγμα τής Εμπάθειας των θεών γιά τήν όπέρμε-
τρη εύτυχία Ενός ανθρώπου μάς παρουσιάζει τήν τύχη τοϋ Πολυκράτη.
Ό ίδιος ό Πολυκράτης, πού ήξερε τό φθόνο των θεών κι είχ ε άκού-
σει τις φιλικές συμβουλές τοϋ "Άμαση, προσπάθησε νά κατευνάσει
τούς θεούς μειώνοντας θεληματικά τήν εύτυχία του μέ τήν άπώλεια
Ενός άγαπημένου του άντικειμένου (τοϋ δαχτυλιδιοϋ του). *Η θυσία
του δμως άποδείχτηκε μάταιη — οί θεοί δέν τή δέχτηκαν. Τό πολύ
τιμο δαχτυλίδι, πού τό είχ ε πετάξει στή θάλασσα, βρέθηκε ξανά στά
χέρια του καί τελικά ό Πολυκράτης πέθανε μέ ταπεινωτικό θάνατο.
Eivat πολύ περίεργο πού ό Πολυκράτης, άν καί είχ ε σκοτώσει εναν
άδελφό του κι είχ ε Εξορίσει εναν άλλον ( I I I , 3 9 ), δέν τιμω ρείται
γ ι’ αύτές του τις πράξεις. Ό *Άμασης δέχεται νά κλείσει μαζί του
φιλική συμμαχία καί άργότερα ( στό γράμμα του) δέν τόν κατηγορεί
γ ι’ αύτά τά Εγκλήματα, μά μονάχα στήν όπέρμετρη εύτυχία τοϋ Πο
λυκράτη διαβλέπει κάποιο κίνδυνο πού τόν άπειλεί κι αύτόν καί τόν
Εαυτό του, άφοϋ ήταν φίλος του ( I I I , 4 0 - 4 3 , 1 2 5 ).
Είπαμε κιόλας πιο πάνω πώς ό Ηρόδοτος δέν άπορρίπτει τό λαϊκό
πολυθεϊσμό. 'Ωστόσο, δπως φαίνεται καθαρά άπό τά άποσπάσματα πού
παραθέσαμε, μιλώντας γιά τή θεότητα, τις περισσότερες φορές χρησι
μοποιεί γενικές Εκφράσεις — „ θεός “ , „ θειον “ κ.τ.λ. — καί όχι τά
δνόματα τών διαφόρων θεών. Μ’ αύτές τις λέξεις χαρακτηρίζει γενικά
τήν υπερφυσική δύναμη, χωρίς νά τολμάει νά καθορίσει ποιος θεός
άκριβώς ήταν ύπεύθυνος γιά τή μιά ή τήν άλλη πράξη1.
Σέ μερικά σημεία ό 'Ηρόδοτος άναφέρει καί τή μοίρα. Οί ίδ ιο ι οί
θεοί ύποτάσσονται σ’ αύτήν καί τό μόνο πού μποροϋν νά κάνουν είναι
νά άναβάλουν καί όχι νά άνατρέψουν μιά άπόφασή της ( I , 9 1 ).
'Η ιδέα πώς ή θεότητα είναι κακόβουλη, κάνει τόν ‘ Ηρόδοτο άπαι-
σιόδοξο. Σέ δλο του τό Εργο διαφαίνεται ή άποψη πώς ή εύτυχία είναι
άσταθής, πώς κάθε γήινο — ή ζωή τών κρατών, τών λαών, τών ατό
μων — φέρνει τή σφραγίδα τής προσωρινότητας. ’Α λλεπάλληλα δεινά
καί άτυχίες Επισωρεύονται πάνω στούς άνθρώπους.
X. Αύτή eivat μιά άπό τΙς διαφορές πού παρουσιάζει ή θεολογία τοΟ 'Ηρόδοτου άπό
τή θεολογία τοΟ ‘Όμηρου. Ό "Ομηρος είκονίζει συχνά πολλούς θεούς. Ε έρ ει τ ί κάνει δ
καθένας τους δ Ποσειδώνας καταδιώκει τόν ’υδυσσέα, ή Άθηνά παίρνει τό μέρος του. *0
"Ομηρος ξέρει άκόμα πώς στή συνέλευση τών θεών (στήν Α ραψωδία τής Ό ό ισ σ δία ς) δ
Ποσειδώνας δέν ήταν παρών, άλλά είχ ε πάει στους Αίθίοπες κ .τ .λ . 2τόν Η ρόδοτο δέν
δπάρχουν τέτοιες λεπτομέρειες.
76
1. Γι& τήν κοσμοθεωρία τοΟ ΑΙσχυλου 6λ. τόμ. 16', σελ. 109-124.
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 77
τόν Γδιο καί σέ δλους τούς άλλους Τρώες. Έ λ εγ α ν λοιπόν τήν άλή-
θεια οΕ Τρώες δταν ισχυρίζονταν πώς δέν μπορούν νά παραδώσουν τήν
'Ελένη, άλλά οΕ Έ λ λ η ν ες δέν τούς πίστευαν. Ή γνώμη μου είναι πώς
αύτύ ήταν θέλημα τού θεού — έπρεπε νά πάθουν πανωλεθρία γ ιά νά
γίνει φανερύ ατούς άνθρώπους πώς τά μεγάλα άδικήματα οΕ θεοί τά
πληρώνουν μέ βαριές τιμωρίες
Ένώ λοιπύν δ ‘ Ηρόδοτος παραδέχεται πώς αδτή ή παράδοση βα-
1. Καί μερικοί έπιστήμονες τών νεότερων χρόνων ΘεωροΟν απίθανους αύτούς τούς λό-
86 Η P Ο Δ Ο T Ο 2
γοος τών Περσών μεγιστάνων, πού παρεμβάλλονται στήν άφήγηση τοϋ 'Ηρόδοτου. *£>στόσο
δ ακαδημαϊκός Β. Β. Στρουβέ διαβλέπει σ' αύτούς άπηχήσεις τής πολιτικής λογοτεχνίας
τής Περσίας. „ Είναι άλήθεια — λέει — πώς δ Ηρόδοτοςδέν μεταδίδει μέμεγάλη ακρίβεια
τά στοιχεία πού άντλησε άπό τούς Πέρσες πληροφοριοδότες του. Οί βασικές άρχές τ ή ς
Ιστορικής κοσμοθεωρίας του, καθώς καί τής έλληνικής σκέψης, έχουν έπηρεάσει τήν άπό-
δοση τών ιδιότυπων περσικών όρων, πού είχαν διαμορφώσει οί πολίτικο - θρησκευτικές δο
ξασίες τοϋ Δυτικού 'Ιράν στό δεύτερο μισό τοϋ 6. αί. π. X. Υποθέτω δμως πώς στά κεφά
λαια πού άναφέραμε πιό πάνω— 80, 81 καί 82 — τοϋ III βιβλίου τοϋ Ηρόδοτου καθρεΓ
φτίζοντας κάπως οί θέσεις τής έπιγραφής τοϋ Ναξιρουστέμ, πού άπηχεϊ τόν π ο λιτικ ό
άγώνα πού σπάραζε τό Δυτικό Ιράν τήν έποχή τοϋ Δαρείου Α '“ . ( ,/Ο Ηρόδοτος καί τώ.
πολιτικά ρεύματα στήν Περσία τής έποχής τοϋ Δαρείου Α '“ , Μηνύιωρ τής dgynlac ίσιο
ρίας, 1948, No 3, σελ. 2 1 0 ). ' είμ ια ς ιο το .
1. Τά στοιχεία πού διαθέτουμε δέν είναι άρκετά γιά νά άποδείξουμε πώς δ Θ ουκυδίδη
είχ ε διαβάσει τό έργο τοϋ Ηρόδοτου Ωστόσο καί άν δέν τό είχε διαβάσει δημοσιευμένο
πιθανότατα θά είχ ε άκούσει τήν άνάγνωσή του στήν Αθήνα. ^ »
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 87
1. Τά λείψανα τής Ό λβίας βρίσκονται στήν δχθη τοΰ Μπούγκ, Ανάμεσα σ τίς ίζ6-
λβις Ν ικ ολά γιεβιτς κα ί Ότσάκωφ.
88 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο
1. *Η περιοχή αδτή ήταν παραθαλάσσια καί έκτεινόταν άπό τον Βορυσθέν-η ( Δνβί
π ε ρ ο ) δ ς τό σημερινό Καρκινίτη κόλπο. Τά βόρεια σύνορα τής "Γλαίας είν α ι άδύ
νά τά καθορίσουμε μ έ . ακρίβεια. "Οπωσδήποτε πρέπει νά βρίσκονταν δχι κ α κ ο ύ ™
άπό δυό - τρ εις μέρες πορεία πάνω στήν άριστερή δχθη τοϋ Βορυσθένη Σήαεοα * ^
ριο χή αϋτή είν α ι γυμνή στέππα, δια τηρ είτα ι δμως άκόμα ή παράδοση ΧΓ π*Γ
υπήρχαν άλλοτε έ κ ε ι. ' °™ πο°
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 89
ζ
* · · τ · · ^ λ
assess
- * * » >“ * £ £ £
τημ* το° Ά ρ ίο το τέλη γιά τήν άνάγκη τής ένότητας τοΟ σχε-
Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ 91
1. Πβρι θονχνδίδου και τών Ιδιωμάτων οντον, χβφ. -6 = τόμ. V I, 866 R = τόμ
I, 860 U s. e t R a d .
94 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο
ι . Βλ. τόμος I. σελ. 100 - 103, καί Ιδιαίτερα γιά τοϊ>ς αίγυπτιακο&ς καί λιβυκοί>ς
μύθους, αελ. 109, όποοημ. 1.
2. Τά Μ ιλησιακά γράφηκαν μάλλον τό 2. al. « .X ., τά θύματά τους δμως ήταν
δπωσδήποτε παρμένα άπό τήν άρχαία Ιωνική άφηγηματογραφία,
3* Σχόλια στίς wO q v ite g ( 471) καί στίς Σ φ ή κ ε ς ( 1269 ) του ’Αριστοφάνη,
102 Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο
λωνα, πού είναι άπόλυτα ίστορικδ πρόσωπο, γιά τούς διάφορους τυ
ράννους τής Ελλάδας — αότοί ένδιαφέρανε ιδιαίτερα τούς άφηγημα-
χογράφους — καί γενικά μιά δλόκληρη σειρά άφηγήματα πού πλημ
μυρίζουν τήν *Ιστορία του ‘ Ηρόδοτου.
Νά Ινας κατάλογος άπδ μερικά έπεισόδια άφηγηματικου χαρα
κτήρα : ά) Ό Γόγης (I, 8 - 1 3 ) . β) Έ σωτήρια του Άρίονα άπδ το
δελφίνι ( I , 23 - 2 4 ). γ) Σόλωνας καί Κροΐσος ( I , 26 - 5 4 ). δ) Η
παιδική ήλικία τοϋ Κόρου ( I , 108 - 1 2 1 ). ε) Ό Κύρος στους Μασ-
σαγέτες ( I, 2 04 - 214 ). στ) Ό Ψαμμήτιχος θέλει νά μάθει ποιος
λαός είναι ό άρχαιότερος ( I I , 2 ). ζ) ‘ Η Ε λένη στήν Αίγυπτο ( I I ,
113 - 116, 118 - 1 2 0 ). η) Τδ θησαυροφυλάκιο τοϋ βασιλιά Ρ α μψί-
νιτου ( I I , 1 2 1 ). θ) Αίθιοπία, ‘ Ινδίες, ’Αραβία ( I I I , 17 - 24, 1 0 2 ,
1 0 4 - 1 0 5 , 107 - 1 1 3 ). ι) Τδ δαχτυλίδι του Πολυκράτη ( I I I , 39 -
4 3 ). ια) Ό γιδς τοϋ ΙΙερίανδρου ( I I I , 5 0 - 5 3 ). ιβ) Συζήτηση γιά
τδ καλύτερο κρατικδ σύστημα ( I I I , 80 - 8 3 ). ιγ) Ή πανουργία του
Ζώπυρου ( I I I , 1 5 0 - 1 6 0 ). ιδ) ‘ Ο ΔαρεΓος στους Σκυθες ( I V , 1 2 6 -
1 3 6 ). ιε) Σπερθίης καί Βοόλης ( V I I , 1 3 4 - 1 3 7 ).
σ’ όλη τήν Ε λλά δ α γενικά, στό τέλος τοΰ 5. α?. π. X . Αδτό άλλω
στε θά μπορούσε νά άποδειχτεί καί άπό τήν έμμεση πολεμική του
Θουκυδίδη κατά του 'Ηρόδοτου, άν βέβαια ήταν διαπιστωμένο πώς δ'
Θουκυδίδης είχ ε δε? τήν *Ιστορία τοΰ ‘ Ηρόδοτου στήν τελειω τική
μορφή της, όταν έκδόθηκε.
Έ 'Ιστορία τοΟ ‘ Ηρόδοτου ήταν πολύ γνωστή καί τόν 4. αί. π. X .,
δπως φαίνεται άπό τήν πολεμική τοΰ Κτησία κατά τοϋ [στορικοϋ ( βλ.
πιο κάτω, κεφ. V ) καί άπό μιά έπιτομή της, σε δυό βιβλία, πού σύν-
ταξε δ Θεόπομπος. Ό ιστορικός αύτός δέν διστάζει νά μ ιμηθεί τόν
‘ Ηρόδοτο, μ* δλο πού τόν έπικρίνει σφοδρότατα (β λ . πιό κάτω, κεφ.
V ). Καί στον "Εφορο ή έπίδραση τοϋ ‘ Ηρόδοτου είναι πολύ αισθητή.
Ό ’ Αριστοτέλης, άν καί άποκαλεϊ τόν 'Ηρόδοτο „ παραμυθά “
(μυ&ολόγο) (Π ερί ζώων γενέαεως, I I I , 5 = ρ. 756 b 5 ), χρησιμο
ποιεί τήν ‘ Ιστορία του σάν μιά άπό τις βασικές πηγές γιά τό Ιργο
του Άϋ'ψαίων Πολιτεία (τόν άναφέρει στό κεφ. X I V ) . Καί στά
έργα πού άφιέρωσε στή φυσική ιστορία δ Α ριστοτέλης χρησιμοποιεί
πολλές πληροφορίες τοϋ ‘ Ηρόδοτου, παραθέτοντάς τις κατά λέξη στό
μεγαλύτερο μέρος τους. Στήν Ποιητική (κεφ. I X = 1451 b 1), μ ι
λώντας γιά τή διαφορά πού ύπάρχει άνάμεσα σ’ έναν ιστορικό καί
σ’ έναν ποιητή, άναφέρει τόν ‘ Ηρόδοτο σάν τύπο Εστορικοΰ.
Στή φιλολογία τής έλληνιστικής έποχής δ ‘ Ηρόδοτος θεωρείται πιά
„ κλασικός “ .
Καί στούς ρωμαϊκούς χρόνους είναι φανερό πώς ήξεραν τόν ‘ Ηρόδοτο
σάν ιστορικό. Τόν άναφέρουν δ Στράβωνας, δ Διόδωρος, δ Ίώσηπος
Φλάβιος, δ Λουκιανός, δ Α ριστείδης, δ Πλούταρχος κ.ά.
Αύτή άκριβώς τήν έποχή άρχίζουν νά έκτιμοΰν τόν ‘ Ηρόδοτο κυ
ρίως άπό καλλιτεχνική πλευρά, σάν συγγραφέα. ‘ Η καλλιτεχνική γοη
τεία τής άφήγησής του δέν ήταν δυνατό νά άξιολογηθει σωστά άπό
τούς συγχρόνους του καί άπό τις άμεσα έπόμενες γενιές. Τήν έποχή
έκείνη τά ιστορικά έργα είχαν ρητορικό χαρακτήρα, δ κόσμος είχ ε
συνηθίσει σ’ αύτό τό ϋφος καί ή άπλότητα τοϋ ‘ Ηρόδοτου δέν μπο-
ροϋσε νά άρέσει. Στήν όστερορωμαϊκή δμως έποχή τό κοινό ε ίχ ε κο-
ρεστεϊ άπό κάθε τ ι τεχνητό καί ρητορικό καί στράφηκε ξανά στίς
άπλοϊκές άφηγήσεις των παλιών καιρών. Οί ρήτορες, δπως π.χ. δ Δ ιο
νύσιος δ Άλικαρνασσέας, άρχίζουν νά μελετοϋν τό ϋφος τοϋ 'Ηρόδο
του συγκρίνοντάς το μέ τό ύφος τοΰ Θουκυδίδη. ‘ Η έκτίμηση γ ιά τόν
‘ Ηρόδοτο, σάν καλλιτέχνη, μεγαλώνει άδιάκοπα καί, τέλος, πολλοί
συγγραφείς έπιχειροΰν νά τόν μιμηθοϋν — Παυσανίας, Α ίλιανός. Με
ρικοί μάλιστα, άκολουθώντας τό παράδειγμά του, γράφουν τά έργα
τους στήν ιωνική διάλεκτο. Σ ’ αύτή τή διάλεκτο είναι γραμμένα π.χ.
δυό άπό τά έργα τοΰ Αουκιανοϋ πού έφθασαν &ς έμάς — Π ερί άστρο-
Ο Σ
104 Η Ρ ο Δ Ο Τ
λογίης καί Περί Συρίης ϋ'εον. Τδν ‘ Ηρόδοτο μιμούνταν, όπως φα νε-
ται, καί δ Κεφαλίωνας σ’ ένα έργο του πού δέν διασώθηκε —- μια συν“
τομή Ιστορία ποί> άρχιζε άπδ τήν εποχή του Νίνου καί τής Σεμίραμης
καί έφθανε ώς τδν ’Αλέξανδρο τδ Μακεδόνα. Έ ιστορία αύτή, ^που
άποτελοϋνταν άπδ έννιά βιβλία γραμμένα στήν ιωνική διάλεκτο, ονο
μαζόταν, δπως καί τδ έργο του ‘Ηρόδοτου, Μοϋσαι. Καί ο Ευσέ
βιος 6 Καισαρείας μιμήθηκε τδν ‘Ηρόδοτο (3 . cd. μ. X .) . Φαίνεται
πώς τότε υπήρχαν πάρα πολλοί μιμητές του ‘ Ηρόδοτου, αν κρίνουμε
τουλάχιστο άπδ τδν Λουκιανδ ποδ ειρωνεύεται έναν άπδ αύτους ( Πώς
δει Ιστορίαν συγγράφειν, 1 8 ).
Στή βυζαντινή έποχή δ ‘ Ηρόδοτος ήταν πάρα πολύ γνωστός. Μερι
κοί βυζαντινοί συγγραφείς προσπαθούν νά μιμηθοΰν τή γλώσσα καί
τδ 5φος του — 6 ’ Ιωάννης Κίνναμος, ό Προκόπιος, ό ’ Ιωάννης Ζωνα-
ράς καί τέλος ό Ααόνικος Χαλκοκονδυλης (1 5 . cd.), ποδ πρόταξε μά
λιστα στδ βιβλίο του *Ιστορία τής επιδρομής των Τούρκων και τής
τελευταίας περίοδον τον Βυζαντινού κράτους, έναν πρόλογο παρόμοιο
μέ τδν πρόλογο τής Τστορίας. ,Έκτδς άπδ αύτά, τότε άποδόθηκε στδν
‘ Ηρόδοτο καί έφτασε δ>ς έμάς μέ τδ όνομά του τδ έργο Βίος ‘ Ομηρον,
ποδ δεν άνήκει σ' αότόν.
Καί ot λόγιοι τής ρωμαϊκής καί τής βυζαντινής έποχής άσχολήθη-
καν πολδ μέ τδν Ηρόδοτο. Διασώθηκαν διάφορα σχόλια ποδ έγραψαν
στήν *Ιστορία του, πολδ φτωχά βέβαια, καθώς καί δυδ γλωσσάρια.
Άναφέρονται καί μερικές πραγματείες τους ( υπομνήματα) για τδν
‘ Ηρόδοτο, ποδ δέν έφθασαν όμως ώς έμάς.
Ά πδ τδν 16. cd. μ. X . ( 1 5 5 6 ) άρχισαν πιά νά δημοσιεύονται έν
τυπες έκδόσεις του ‘ Ηρόδοτου καί διάφορες μελέτες γιά τδ έργο του.
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
Ο
Θ Ο Υ Κ Υ Δ ΙΔ Η Σ ,
στήν έξιστόρηση των γεγονότων τοΟ Πελοποννησιακοϋ πολέ
μου *, ήταν σύγχρονος μά νεότερος στήν ήλικία άπό τδν 'Ηρόδοτο. Γιά
τή ζωή τοϋ Θουκυδίδη, δπως καί γιά τή ζωή των περισσότερων άρ-
χαίων Ελλήνω ν καί Ρωμαίων συγγραφέων, δεν έχουμε σχεδόν καθό
λου θετικές πληροφορίες. Τά μόνα άξιόπιστα στοιχεία γιά τή ζωή του
είναι έκεινα πού άναφέρει ό Γδιος στδ έργο του. Καί έκει ώστόσο ό
Θουκυδίδης έλάχιστα μιλάει γιά τδν έαυτό του. Ό πατέρας του λεγό
ταν "Όλορος ( I V , 104, 4 ) . Ό Θουκυδίδης έζησε σ' δλη τή διάρκεια
τοϋ ΠελοποννησιακοΟ πολέμου. ’Αμέσως μόλις ξέσπασε ό πόλεμος,
κατάλαβε τή σημασία του καί άρχισε νά συγκεντρώνει όλικό γ ιά νά
τδν περιγράφει ( I , 1, 1 ), προσπαθώντας πάντα νά παίρνει άκριβεις
πληροφορίες γιά τήν πορεία του ( V , 26, 5 ). Στό δεύτερο χρόνο τοϋ
1. Γιά τή σχέση άνάμβσα στήν Ισ τ ο ρ ία τοδ Θουκυδίδη καί στήν Ί α χοο ία του
’ Ηρόδοτου, βλ. τόμ. 16', σολ. 140.
108 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η *
’Από τούς Θράκες προγόνους χου ή άπό τή γυναίκα του, ποί> ήταν
θρακιώτισσα, ό Θουκυδίδης είχ ε άποχχήσει χρυσωρυχεία στή Θράκη
καί χάρη σ’ αδτό ήταν „ ένας άπό τοδς σημαντικότερους άνθρωπους
τής ήπ είρου", δηλαδή τής ήπειρωτικής Θράκης ( I V , 105, 1 ). Αυτά
τά χρυσωρυχεία δέν ήταν ίδιοχτησία
τοδ Θουκυδίδη. Τά είχ ε νοικιασμένα.
Πάντως είναι φανερό πώς ήταν πολί»
πλούσιος.
Γιά τά νεανικά χρόνια τοΟ Θουκυ
δίδη τίποτα σχεδόν δέν ξέρουμε. Ό
Ηαρκελλίνος μονάχα άναφέρει (§ 54)
Ινα περιστατικό άπό τήν παιδική του
ήλικία. „ Λένε πώς μιά φορά πού δ
‘ Ηρόδοτος διάβαζε δημόσια τήν 'Ιστο
ρία του, δ Θουκυδίδης έκλαψε άκού-
γοντάς τον. Ό 'Ηρόδοτος, δπως λένε,
τό παρατήρησε αύτό καί είπε στόν πα
τέρα του, τόν Ό λο ρο : Ό λορε, ό γιός
σου διψάει γιά μόρφωση “ . Τήν άφή-
γηση αύτή, κάπως παραλλαγμένη, τή
συναντάμε καί σέ άλλους μεταγενέ
στερους συγγραφείς.
’Ανάμεσα στους φιλόλογους τών
νεότερων χρόνων Ιχουν γίνει πολλές
συζητήσεις γιά τήν αδθεντικότητα αδ-
τής τής άφήγησης. Σήμερα οί περισ
σότεροι τή ΘεωροΟν καθαρή έπινόηση
καί μάλιστα πολδ μεταγενέστερης έπο-
χής, για τί οδτε ό Διονύσιος ό Ά λ ι-
καρνασσέας ( 1 . αί. π. X .) , οδτε ό
Λουκιανός ( 2. αί. μ. X . ), άκόμα οδτε
καί ό Έδσέβιος ( 3 . - 4 . αί. μ. X . ) στό
Β I χ . 8 . Κ λ e ι ώ.
Χρονικό του τήν άναφέρουν. Καί Μαρμάρινο άγαλμα 8. - 2. α ί. π. X.
όμως ό Διονύσιος δέν θά παράλειπε νά Mogoeto Έ ρ μ ιχ ίζ .
παραθέσει μιά τέτοια παράδοση, άν
τοό ήταν γνωστή, για τί θά δυνάμωνε άσφαλώς τή συμπάθειά του γιά
τόν Θουκυδίδη. Ό Λουκιανός, ποδ έγκωμ άζει τόν Ηρόδοτο καί πρώ
τος μάς πληροφορεί πώς ε ίχ ε διαβάσει τήν Ιστορία του στοδς ’Ολυμ
πιακούς άγώνες, δέν θά άποσιωποδσε κ ι αδτός, πιθανότατα, μιά τέτοια
παράδοση γιά τόν Θουκυδίδη. ’Αντίθετα, αδτή ή άφήγηση άναφέρεται
άπδ διάφορους μεταγενέστερους συγγραφείς, άπό τόν Μαρκελλίνο (κ α ί
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 117
μάλιστα όχι στδ βασικό μέρος τοϋ Ιργου του, άλλα στδ τρίτο, τδ πρόσ
θετο), άπδ τδν Φώτιο (9. αI. μ. X .), άπδ τδν Σουίδα (10. αί.) καί άπδ
τδν Τζέτζη ( 1 2 . α ί.). Είναι άξιοσημείωτο πώς με τδν καιρό γίνεται
δλο καί πιδ κατηγορηματική καί πλουτίζεται με καινούργιες λεπτο
μέρειες. Στή συλλογή τοϋ Μαρκελλίνου δεν κατονομάζεται δ τόπος
δπου έγινε ή συνάντηση του 'Ηρόδοτου με τδν Θουκυδίδη, δέν άναφέ-
ρεται ή ήλικία τοϋ Θουκυδίδη, προσθέτονται μάλιστα τά ρήματα λέ
γεται, φασί. Καί ό Φώτιος προσθέτει τή λέξη λέγεται, συμπληρώνει
δμως πώς ό Θουκυδίδης ήταν τότε „ πάρα πολύ νέος “ — κομιδη νέον
δντα. Στον Σουίδα δεν υπάρχει πια ή λέξη „ λέγεται Τδ περιστα
τικό αύτδ παρουσιάζεται σαν αύθεντικδ γεγονός, με τήν προσθήκη μά
λιστα πώς έγινε στήν Όλυμπία. "Αν ό 'Ηρόδοτος είχ ε διαβάσει βρι
σμένα άποσπάσματα άπδ τήν 'Ιστορία του στά 4 4 6 , δεν είναι βέβαια
άπίθανο δ Θουκυδίδης νά ήταν ένας άπδ τούς άκροατές του (φυσικά
πρέπει νά άπορρίψουμε τδ συναισθηματικό μέρος τής άφήγησης).
Τδ βέβαιο είναι πώς ό Θουκυδίδης ήξερε τδ έργο τοϋ 'Ηρόδοτου, δεν
τδ έκτιμοϋσε δμως, όπως συμπεραίνουμε άπδ τά ίδια του τά λόγια
( βλ. πιο κάτω ).
Οί πηγές μας άναφέρουν καί τούς δασκάλους τοϋ Θουκυδίδη καί
συγκεκριμένα τδν υλιστή φιλόσοφο ’Αναξαγόρα καί τδν πολιτικό καί
ρήτορα Άντιφώντα. „"Οσο γιά τούς δασκάλους του — γράφει ό Μαρ-
κελλίνος ( § 22 ) — ξέρουμε πώς ό Θουκυδίδης παρακολουθούσε τά
μαθήματα τοϋ φιλόσοφου Αναξαγόρα καί γ ι’ αύτό, δπως μάς διαβε-
βαιώνει ό Ά ν τ υ λ λ ο ς 1, ήταν γνωστός σάν άθεος. Τόσο είχ ε διαπο-
τιστεΐ άπδ τις ιδέες τοϋ ’Αναξαγόρα. Ό Θουκυδίδης μαθήτευσε καί
κοντά στδν ρήτορα Άντιφώντα, πού ήταν διάσημος γιά τή ρητορική
του τέχνη, τδν άναφέρει μάλιστα στδ όγδοο βιβλίο του σάν όπευθυνο
γιά τήν άνατροπή τής δημοκρατίας καί γιά τήν έγκαθιδρυση τής
Βουλής των τετρακοσίων. Ά π δ συμπάθεια δμως γιά τδν Ά ντιφώ ντα,
άφοϋ ήταν δάσκαλός του, ό Θουκυδίδης δέν άναφέρει πώς μετά τδ
θάνατό του οΐ Α θηναίοι πέταξαν τδ πτώμα του μακριά άπδ τήν πόλη
Καί άλλες πηγές μάς λένε τά ίδια πράγματα γιά τδν Ά ντιφ ώ ντα,
δέν μποροΰμε δμως νά έλέγξουμε άν είναι ή όχι σωστά. Τδ πιθανό
τερο είναι πώς δέν βασίζονται σέ καμιά αύθεντική παράδοση, μά
είναι άπλές είκασίες των 'Ελλήνων „ γραμματικών “ μέ βάση τά ίδ ια
τά λόγια τοϋ Θουκυδίδη. Γενικά οί άρχαίοι συγγραφείς είχα ν τήν
τάση νά φαντάζονται τήν δπαρξη σχέσεων δασκάλου καί μαθητή άνά-
μεσα σέ διάσημους συγγραφείς πού έζησαν τήν ίδια περίπου έπ οχή.
1. Πρόσωπο άγνωστο. *Ίοως νά είναι έκοΐνος 6 Άντυλλος ποί> δ Σουίδας τδν όνο-
μάζβι ρήτορα.
118 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η
Α ) Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Ο Τ Η Σ ,, ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ Σ “
έδωσε τήν τελική μορφή στήν *Ιστορία του, πού τελειώ νει μέ τά γ ε
γονότα τοϋ 4 1 1 π. X .
ΟΙ άρχαιοι δεν είχαν παρατηρήσει πώς βρισμένα μέρη τής 'Ιστο
ρίας μονάχα μετά τδ τέλος τοϋ πολέμου μποροϋσαν νά γραφοϋν, δπως
π.χ. ή πληροφορία πώς & πόλεμος κράτησε 27 χρόνια καί τέλειωσε
μέ τήν ήττα των ’Αθηναίων (V , 26, 1 — 6 ).
ΟΙ έπιστήμονες των νεότερων χρόνων, μελετώντας αύτά τά στοι
χεία, ύποθέτουν πώς ό Θουκυδίδης στή διάρκεια του πολέμου άσχο-
λοϋνταν μονάχα μέ τή συγκέντρωση όλικοϋ, μέ τήν προκαταρκτική
καταγραφή του κ.τ.λ., άλλά έδωσε στδ έργο του τήν τελική μορφή,
πού έφτασε δ>ς έμάς, μονάχα μετά τδν πόλεμο. Πιστεύουν μάλιστα πώς
ό θάνατος τον έμπόδισε νά τδ τελειώσει. 'Ωστόσο καί αύτή ή όπόθεση
δέν παραμερίζει δλες τΙς δυσκολίες. Δέν έχ ει λυθεί άκόμα δριστικά
τδ πρόβλημα πότε άκριβώς ό Θουκυδίδης άρχισε νά έπεξεργάζεται τδ
συγκεντρωμένο ύλικό του.
νά πάρει τό Ιργο άπό τήν κόρη του (πού τήν άναφέρει ό Μαρκελλίνος,
§ 43 ) καί νά τό δώσει στή δημοσιότητα. *Όλα αύτά δμως είναι μο
νάχα ύποθέσεις.
Μπορούμε κατά προσέγγιση νά καθορίσουμε τό χρόνο πού εκδοθηκε
ή 'Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη. Ό Α ίλιος ’Αριστείδης ( 2 αί. μ. X . )
λόγο του Περί των τεσσάρων παραθέτει ένα άπόσπασμα άπό το διά
λογο 9Αλκιβιάδης τοϋ Αίσχίνη τοϋ Σωκρατικοϋ. Έ κ εΐ δίνεται ένας
χαρακτηρισμός τοϋ Θεμιστοκλή, πού βασίζεται περισσότερο στόν^ Θου
κυδίδη παρά στδν 'Ηρόδοτο. Ά π * αύτό βγαίνει πώς ή 'Ιστορία τοϋ
Θουκυδίδη ήταν γνωστή στόν Αίσχίνη δταν έγραφε τόν *Αλκιβιάδη
του. Ό διάλογος αδτδς γράφηκε άνάμεσα στά 394/3 καί στά 3 9 1 /0 ι .
Έ 'Ιστορία τοϋ Θουκυδίδη είχ ε δημοσιευθεί λοιπόν αύτή τήν έποχη.
Α) Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η
Ε l x . 9. Δ ί α ς - *Α μ μ ω ν α ς.
παρέκβασης. „ Γ ι’ αύτδ στήν ιστορία του μιλάει μέ μίσος γιά τδν Αρ
μόδιο καί τον Άριστογείτονα, λέγοντας πώς δεν είναι τυραννοκτόνοι,
γιατί δεν σκότωσαν τδν τύραννο άλλά τδν άδελφό του "Ιππαρχο “ .
Οί παρεκβάσεις δμως του Θουκυδίδη πιάνουν άσήμαντο μέρος μέσα
στδ Ιργο του. Καί αν άκόμα παραδεχτούμε πώς δέν ήταν άπαραίτη-
τες, δέν μπορούμε νά πούμε πώς διασαλεύουν τήν ένότητα τής Ιστο
ρίας, πού άφιερώνεται άποκλειστικά στήν άφήγηση του Πελοποννη-
σιακοΰ πολέμου. Μέ αύτή τήν ένότητα του θέματος τδ έργο του Θου
κυδίδη διαφέρει ριζικά άπδ τά Ιργα των προκατόχων του λογογράφων
και του 'Ηρόδοτου.
Μιά άπδ τίς ί.διομορφίες του Θουκυδίδη είναι καί ό τρόπος τής χρο
νολόγησης. Ή καθιέρωση των ’Ολυμπιάδων σάν βάση τής χρονολόγη
σης έγινε άπδ τούς ιστορικούς πολύ άργότερα, όχι πριν άπδ τήν έπο
χή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου (πρώτο μισδ του 3. αί. π. X .).
Τ ή χρονολόγηση μέ βάση τούς άρχοντες, τούς έφόρους καί τούς άλ
λους δημόσιους λειτουργούς ό Θουκυδίδης τήν άπορρίπτει γιατί νόμιζε
πώς δέν άνταποκρίνεται στίς άπαιτήσεις τής άκρίβειας. „ Πρέπει νά
έξετάζουμε τά γεγονότα μέ βάση τούς χρόνους — λέει — καί νά μήν
καθορίζουμε δσα έγιναν στδ παρελθόν άπαριθμώντας τούς άρχοντες ή
έκείνους πού κάτεχαν τιμητικά άξιώματα στίς διάφορες πόλεις. *Η χρο
νολόγηση αύτή δέν είναι άκριβής, γιατί ένα γεγονός μπορεί νά έγινε
στήν άρχή, στδ μέσο ή στδ τέλος τής θητείας ένδς προσώπου “ (V ,
20, 2). Μέ τή λέξη „χρόνους“ , δ Θουκυδίδης έννοει έποχές του χρόνου,
δηλαδή τδ καλοκαίρι καί τδ χειμώνα. Ή διαίρεση αύτή του χρόνου σέ
καλοκαιρινές καί χειμωνιάτικες έκστρατείες άνταποκρινόταν στήν κα
τάσταση τής τότε πολεμικής τεχνικής. Τήν έποχή του Θουκυδίδη οί
πολεμικές έπιχειρήσεις γίνονταν κυρίως στήν περίοδο του καλοκαι
ριού. Έ Ιναρξη τής καλοκαιρινής έκστρατείας, πού ύποδιαιρειται σέ
άνοιξιάτικη καί σέ φθινοπωρινή, είναι γιά τδν Θουκυδίδη καί ή έναρ
ξη τοϋ πολέμου. Τήν άρχή του χειμώνα τήν τοποθετεί στίς άρχές τοΟ
δικού μας Νοέμβρη.
Μερικές φορές ό Θουκυδίδης, μέσα στά πλαίσια αύτών τών διαιρέ
σεων του χρόνου, μάς δίνει καί μιά πιδ άκριβή χρονολόγηση: „ στά
μέσα τοϋ καλοκαιριού “ , ,,τή ν έποχή πού ώριμάζει τδ στάρι “ , ,,τήν
έποχή τοϋ χειμερινοΰ ήλιοστασίου “ , ,,στήν έπιτολή τοϋ Άρκτούρου“
κ.τ.λ.
Περιγράφοντας τά γεγονότα κάθε χρόνου τοϋ πολέμου, δ Θουκυδί
δης τίς περισσότερες φορές τελειώνει μέ μιά τέτοια τυπική φράση :
,,Αότά έγιναν τδ χειμώνα. Έ τ σ ι τέλειωσε δ δεύτερος νρόνος τοϋ
πολέμου πού έξιστόρησε δ Θουκυδίδης" (11,70,5).
Μονάχα όταν άφηγειται έξαιρετικά σημαντικά γεγονότα δ θουκυ-
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 139
ματα — γιά τήν έπίδραση τών πολέμων στδ χαρακτήρα ένδς λαού,
γιά τά προσόντα του καλού άνθρώπου καί πολίτη, γιά τά' πλεονεκτή
ματα καί τά μειονεκτήματα τής ύπαρξης σταθερών νόμων σ’ ένα κρά
τος κ.τ.λ. Τ ή μεγαλύτερη δμως προσοχή του, άπό τήν ίδια τή φύ
ση του θέματος πού διάλεξε, τήν άφιερώνει στά προβλήματα τής πο
λιτικής τής Α θήνας. Ε ξετά ζει τΙς ιδιομορφίες του άθηναϊκοΟ κρά
τους (αρχή), τις δυνατότητες έξάπλωσής του, ποιά δικαιοσύνη πρέπει
νά έφαρμόζει καί πώς νά περιφρουρεί τήν άκεραιότητα καί τήν έσω-
τερική είρήνη του.
Έ χοντας ύπόψη τήν κλίση του Θουκυδίδη νά διατυπώνει πολιτικές
άπόψεις, μπορούμε δικαιωματικά νά τδν όνομάσουμε πολιτικό στοχα
στή. Γεννιέται δμως τδ έρώτημα : πώς ξύπνησε μέσα του τδ ένδια-
φέρον γιά τά πολιτικά προβλήματα ;
Φυσικά είναι άδύνατο νά δώσουμε μιά άπόλυτα συγκεκριμένη
άπάντηση σ’ αότδ τδ έρώτημα. Μονάχα μερικές ύποθέσεις μπορούμε
νά διατυπώσουμε.
Μπορεί νά έπηρεάστηκε άπδ διάφορους δημόσιους λειτουργούς τής
έποχής του, άπδ τδν ΙΙερικλή π. χ., πολύ περισσότερο δμως, δπως
φαίνεται, έπηρεάστηκε άπδ τήν άτμόσφαιρα τής έντονης πολιτικής
ζωής τής σύγχρονής του ’Αθήνας. Αότή ή έντονη ζωή καθρεφτίστη
κε στδ έργο του Θουκυδίδη, στδν περίφημο χαρακτηρισμό τών ’Α θη
ναίων πού βρίσκουμε στή δημηγορία τών Κορινθίων(Ι, 70), δπου άνά-
μεσα στά άλλα διαβάζουμε: ,,Οί ’Αθηναίοι δίνουν τή ζωή τους γιά
τήν πόλη τους, σάμπως [αύτή ή ζωή] νά μήν τούς άνήκει κα
θόλου, διατηρούν δμως σάν άναφαίρετη ιδιοκτησία τΙς πνευματικές
τους δυνάμεις γιά νά ύπηρετοδν μ’ αύτές τήν πόλη". Στδν ’Επιτάφιο
πρδς τιμήν τών ’Αθηναίων πού έπεσαν στδν πόλεμο, δ Π ερικλής λ έει
( 1 1 ,4 0 ,2 ) : ,,Σ έ μάς ό ίδιος άνθρωπος μπορεί νά φροντίζει καί γ ιά
τΙς οικογενειακές του ύποθέσεις καί γιά τά πολιτικά ζητήματα. Οί
άπλοι πολίτες, πού άσχολουνται μέ διάφορα έπαγγέλματα, είναι τδ
ίδιο καλά κατατοπισμένοι καί στήν πολιτική. ’Ε μ είς είμαστε οϊ μόνοι
πού δποιον άνθρωπο δέν ένδιαφέρεται γιά τά κοινά, δέν τδν θεωρούμε
άδιάφορο άλλά άχρηστο". Σέ ένα άλλο σημείο του 'Επιτάφιου δια
τυπώνεται ή παρακάτω σκέψη (I I, 4 3 , ΐ ) : ,,Πρέπει κάθε μέρα νά
φροντίζετε ένεργά γιά τδ μεγαλείο τής πόλης μας, νά γίνετε έραστές
της “ .
Έ πολιτική σκέψη του Θουκυδίδη μπορεί άκόμα νά έπηρεάστηκε
καί άπδ τήν πολίτικο - φιλοσοφική φιλολογία τής έποχής του, πού
τά δημιουργήματά της έφθασαν ώς έμάς μονάχα άποσπασματικά. Ό
σοφιστής Άντιφώντας είχ ε γράψει κάποια πολιτική πραγματεία. Κ α
θαρά πολιτικό χαρακτήρα έχ ει καί τδ έργο Ά & ψαίω ν Πολιτεία πού
142 Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η *
τό λέει άμεσα, είναι φανερό δμως πώς πιστεύει στήν κυριαρχία τής
δεύτερης άρχής και έχουν άδικο βρισμένοι σχολιαστές ( β Σταλ π .χ .)
πού στηρίζουν σ’ αύτβ το άπόσπασμα τήν άποψή τους πώς ταχα β
Θουκυδίδης παραδεχόταν τήν παρέμβαση των θεών στά άνθρώπινα.
ΟΙ άρχαΐοι συγγράφεις πού, μέ βάση κάτι τέτοια άποσπάσματα,
θεωρούσαν τόν Θουκυδίδη „ άθεο “ , ,, διαποτισμένο άπβ τ'ις θεωρίες
τοϋ ’Αναξαγόρα “ (Μαρκελλίνος, § 22 ), σκέφτονταν πολύ σωστότερα.
Ό Θουκυδίδης δεν πιστεύει στήν ύπαρξη τής θείας πρόνοιας πού
δδηγει τόν άνθρωπο σέ κάποιο συγκεκριμένο σκοπό. Και πάλι δμως
οΕ σχολιαστές, μέ βάση μερικές έκφράσεις του, φαντάζονται πώς β
Ιστορικός πίστευε στή θεία βούληση σαν τόν τελικό ρυθμιστή δλων
των άνθρώπινων. Λένε πώς β Θουκυδίδης ήθελε τόν άνθρωπο ύπεύ-
θυνο γιά τΙς πράξεις του άπέναντι στούς θεούς, πώς από αύτούς
έξαρτάται δλη του ή δράση. Έ άντιπαράθεση π.χ. τής Εδέας τής
τύχης και του άνθρώπινου λογικού ( „ άποκρούσανε τούς βάρβαρους #
χάρη στή σύνεσή τους καί δχι χάρη στήν τύ χ η “ — I, 140, 1 ’ 144,
4 ), ή ύπογράμμιση τών δεινών πού στέλνουν οΕ θεοί, β ισχυρισμός
πώς σάν βασική Ινδειξη τής κατάπτωσης τών κοινωνικών ηθών πρέπει
νά θεωρούμε τήν έξασθένιση τοϋ φόβου τών άνθρώπων γιά τούς θεούς
καί τή χαλάρωση τής έμμονής στούς δρκους — δλα αύτά από βρι
σμένους φιλόλογους θεωρούνται τεκμήρια τής θρησκευτικότητας τού
Θουκυδίδη. Πρέπει δμως νά τονίσουμε πώς δλες οΕ παραπάνω άπό-
ψεις, στο μεγαλύτερο μέρος τους, διατυπώνονται άόριστα καί δέν μάς
δίνουν τό δικαίωμα νά βγάλουμε τέτοια συμπεράσματα. *Αν μελετή
σουμε προσεχτικά τό κείμενο τοϋ Θουκυδίδη, θά δούμε πώς μέ τή
λέξη τύχη έννοεί έναν συνδυασμό καθαρά φυσικών αιτίων πού β άν-
θρώπινος νοΰς, άτελής καθώς είναι, δέν μπορεί νά τά προβλέψει. Ό
Θουκυδίδης δέν λέει ούτε λέξη γιά άμεση έκδήλωση τής „ θείας πρό
νοιας “ . Έ μοίρα λοιπόν είναι γ ι’ αύτόν κάτι βλότελα συμπτωματικό,
τυχαίο.
Πιστεύοντας πώς δλα στόν κόσμο συντελοΰνται σύμφωνα μέ τούς
άπαρ ασάλευτους φυσικούς νόμους, β Θουκυδίδης είναι βέβαιος πώς
καί ή φύση τών άνθρώπων θά μείνει αιώνια ή ίδια ( I I I , 82, 2 ) καί
πώς ,,τό παρελθόν, έξαιτίας τοϋ χαρακτήρα τής άνθρώπινης φύσης,
μπορεί νά έπαναληφθεί κάποτε στό μέλλον μέ τήν ίδια ή μέ παρό
μοια μορφή “ ( I , 22, 4 ) . Γ ι’ αύτό τό λόγο λοιπόν ύποθέτει πώς τό
έργο του θά είναι χρήσιμο στούς άνθρώπους τοϋ μέλλοντος. Μπορεί,
λέει, ή ιστορία μου „ επειδή δέν έχ ει καμιά σχέση μέ τούς μύθους’
νά φανεί λιγότερο εύχάριστη στήν άκοή. Γιά μένα δμως θά είναι άρ-
κετό νά τή θεωρούν χρήσιμη έκείνοι πού θά θελήσουν νά μάθουν κάτι
άληθινό γιά τό παρελθόν πού, έξαιτίας τοϋ χαρακτήρα τής άνθρώπι-
ΕΙΚ. VIII ΘουκιδΙδης·.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 146
Ή ψυχολογία του σβήνει πίσω άπέ τις πράξεις έκείνου πού καθοδη
γεί κάθε φορά τήν πολιτική του κράτους. Σαν αύθύπαρκτη φυσιογνω
μία, σάν σημαντικές Ιστορικές παράγοντας, έ δήμος προβάλλει μέσα
άπέ τέ έργο του Θουκυδίδη μονάχα δταν έρχεται σέ σύγκρουση με
τΙς πράξεις τοϋ καθοδηγητή του. *Η ψυχολογία καί ή συμπεριφορά
του άθηναϊκοΰ δήμου περιγράφονται π. χ. θαυμάσια τή στιγμή πού δ
Περικλής είχ ε χάσει προσωρινά τήν πολιτική του έπιρροή ( I I , 65,
1 - 4 ) ή δταν ό ’Αλκιβιάδης κατηγορήθηκε γιά βεβήλωση των Ερ
μων καί τών μυστηρίων ( V I , 53, 2* 6 1 ). Ωστόσο αύτές είναι ορι
σμένες στιγμές όπερέντασης στή ζωή του λαού,· στιγμές μέ μεγάλη
ιστορική σημασία, πού ήταν άδύνατο νά μήν προκαλέσουν τήν προσο
χ ή του ιστορικού. ’Αντίθετα, κάθε τι πού έπαναλαμβάνεται άδιάκοπα
στή ζωή τοϋ λαού, πού δέν ξυπνάει κανένα ιδιαίτερο ιστορικέ ένδια-
φέρον, ό Θουκυδίδης τέ άντιπαρέρχεται άρκετά άδιάφορα καί ικανο
ποιείται εύκολα πετώντας κάποια ειρωνική παρατήρηση : „ δπως συνη
θίζει νά κάνει τέ πλήθος “ ( I I , 65, 4* IV , 28, 3* V I, 63, 2*
V I I I , 1, 4 ) . Ό Θουκυδίδης δίνει έλάχιστη προσοχή στήν έσωτερική
Ιστορία τής άθηναϊκής δημοκρατίας, δέν άναφέρει καθόλου τή γρή
γορη άντικατάσταση των ’Αθηναίων δημαγωγών κ.τ.λ.
Δ) Ο ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΣΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
πδς του Θουκυδίδη ήταν νά γράψει μονάχα τήν Εστορία του Πελοπον-.
νησιακου πολέμου καί γ ι’ αύτδ περιορίστηκε στά γεγονότα πού είχαν
άμεση σχέση μ* αδτόν. ’Ακόμα καί οΕ παρεκβάσεις του είναι στήν ού-
σία φαινομενικές, για τί συνδέονται όργανικά μέ τδ θέμα του έργου*
Χωρίς νά παρεκκλίνει καθόλου άπδ τδ σχέδιό του, ό Θουκυδίδης έξα-
κολουθεί νά άφηγείται τά γεγονότα του Πελοπον νησιακου πολέμου
σταματώντας στά 4 1 0 π. X ., Ινώ είχ ε σκοπδ νά περιγράφει καί τά
27 χρόνια τού πολέμου. Τδ έργο του έμεινε άτέλειωτο. Στήν έπιστή-
μη Ιχουν διατυπωθεί άρκετές γνώμες σχετικά μέ τούς λόγους πού
άνάγκασαν τδν Θουκυδίδη νά μήν τελειώσει τήν *Ιστορία του. „ Με
ρικοί λένε — γράφει ό Μαρκελλίνος — πώς τδ όγδοο βιβλίο είναι
πλαστδ καί δεν άνήκει στδν Θουκυδίδη. "Α λλοι τδ άποδίδουν στήν
κόρη του καί άλλοι στδν Ξενοφώντα. Ε μ ε ίς δμως έχουμε διαφορετι
κή γνώμη. Eivat όλοφάνερο βέβαια πώς δέν άνήκει στήν κόρη του,
γιατί δέν ταιριάζει σέ μιά γυναίκα νά δημιουργεί τόσο άξια έργα καί
τέτοια τέχνη... Ούτε καί στδν Ξενοφώντα δμως άνήκει, κι αύτδ φαίνε
ται καθαρά άπδ τδ ύφος του. Γιατί όπάρχει μεγάλη διαφσρά- άνάμεσα
στδ άδύνατο ύφος καί στδ υψηλό ι. Δέν άνήκει σίγουρα καί στδν Θεό
πομπο 2, δπως ισχυρίζονται μερικοί. "Αλλοι πάλι, πιδ κατατοπισμένοι,
ύποθέτουν πώς τδ βιβλίο αύτδ άνήκει στδν Θουκυδίδη, άλλά δέν έχ ει
όποστεί τήν τελική έπεξεργασία. Γράφηκε μονάχα σέ χοντρές γραμ
μές καί περιέχει περιληπτικά πάρα πολλά στοιχεία πού θά μπορούσαν
νά άναπτυχθουν πιδ πλατιά καί μέ καλλιέπεια. "Ετσι έξηγείται, δπως
πιστεύω, ή άδυναμία πού παρουσιάζει τδ βιβλίο αύτό. ’Εξηγείται δμως
καί μ’ έναν άλλο λόγο : Ό Εστορικδς ήταν άρρωστος δταν τδ έγραφε
καί κάθε φορά πού τδ σώμα άσθενεί, άδυνατίζουν συνήθως καί οΕ
πνευματικές δυνάμεις, για τί τδ σώμα καί τδ λογικδ βρίσκονται σέ
άμεση άλληλεξάρτηση “ ( § § 43 - 4 4 ).
ΟΕ περισσότεροι μελετητές του έργου του Θουκυδίδη διαπιστώνουν
πραγματικά στδ V I I I βιβλίο μερικές έλλείψεις σέ σχέση μέ τά προη
γούμενα — στδ ύφος, στδν τρόπο τής άφήγησης κ.τ.λ. 'Ωστόσο ή γνη
σιότητά του δέν άμφισβητείται σήμερα. Ό ίδιος ό Θουκυδίδης δνομά-
ζει τδν έαυτό του συγγραφέα του ( V I I I , 6, 5* 60, 3 ) . Κ αί ή γλώσ
σα του άλλωστε, ή ίδια άγαπημένη στδν Θουκυδίδη γλώσσα, μέ τις
χαρακτηριστικές της λέξεις καί φράσεις, μάς πείθει γ ι’ αύτό. Μπορού
με νά πούμε λοιπδν πώς τδ βιβλίο αύτδ άνήκει στδν Θουκυδίδη, άλλά
έμεινε άτέλειωτο — ή άφήγηση κόβεται στή μέση μιας φράσης. Π οιοι
1· 01 τελευταίες λέξεις τοΟ πρωτότυπου είναι Ασαφείς xal έπιδέχονται διάφορες Ιρ-
μηνεΐες ( πολύ γάρ τό μ έσ ο ν Ισ χν ό ν χ α ρ α κ τή ρ α ς κ α ί ν ψ η λ ο ϋ ) . ν
2. Βλ. πιό κάτω, κεφ. V.
148 Θ 0 Υ Κ Υ Δ Ι δ Η 2 ,
μέσα στό έργο του, προσπαθούσε νά έντείνει στό έπακρο τήν έντυπωση
πού προκαλεί ή άφήγησή του στόν αναγνώστη. Γιατί έτσι κατάφερνε
νά μπάζει τόν άναγνώστη του στό Εστορικό κλίμα των γεγονότων, και
του έδινε τή δυνατότητα νά τά ζεί, &ς ένα σημείο. Αδτό ήταν άπαραί-
τητο γιά τόν Θουκυδίδη πού άπόφευγε συνειδητά νά άνακοινώνει τις
προσωπικές του γνώμες στά άφηγηματικά μέρη τής ' Ιστορίας. ’Αφορ
μές γιά νά παραθέτει τέτοιες δημηγορίες δεν ήταν καθόλου δύσκολο νά
βρεθούν, γεννιόνταν άπό μόνες τους. Ξέρουμε πόσο σπουδαίο ρόλο έπαι
ζαν στή δημόσια ζωή τών Ελλήνω ν οΕ διάφοροι λόγοι. Το ίδιο γινό
ταν και στό πεδίο τής μάχης, δπου οΕ ήγέτες έπρεπε πάντα νά έμψυ-
χώνουν τούς πολεμιστές.
ΟΕ δημηγορίες βοηθούσαν τόν Θουκυδίδη νά φωτίζει καλύτερα τήν
πολιτική καί στρατηγική κατάσταση τών διαφόρων πόλεων και νά
χαρακτηρίζει τούς δημόσιους λειτουργούς καί τούς στρατηλάτες. Πρόσ-
θεταν'.έξαιρετική ζωντάνια στήν άφήγησή του, γιατί έπρεπε „ νά κά
νουν τδν άκροατή [ή τόν άναγνώστη] ένα είδος θεατήc‘ τών γεγο
νότων ι .
Νά μερικά παραδείγματα : Ή δημηγορία τών Κορινθίων πρέσβεων
στήν πρώτη συνέλευση στή Σπάρτη ( I , 6 8 - 7 1 ) είναι ένας χαρακτη
ρισμός τών Σπαρτιατών καί τών ’Αθηναίων. Έ άπαντητική δημηγο
ρία τών ’Αθηναίων πρέσβεων στήν ίδια συνέλευση ( I , 7 2 - 7 8 ) έχ ει
σκοπό νά άποδείξει πώς ή ’Αθήνα κατέχει δικαιωματικά τήν πρωτεύ
ουσα θέση άναμεσα στά Ιλληνικά κράτη καί νά δικαιολογήσει τήν
πολίτικη τής Αθήνας άπέναντι στούς συμμάχους της. *0 Σπαρτιάτης
βασιλιάς Άρχίδαμος, πού παίρνει τό λόγο ύστερα άπό τούς ’Αθη
ναίους πρέσβεις, έκφράζει τίς άπόψεις ( I, 80 - 85 ) τών όπαδών του
φιλειρηνικού κόμματος τής Σπάρτης, ένώ ό έφορος Σθενελαΐδας πα
ρουσιάζεται ( I, 86 ) σάν φορέας τής σπαρτιατικής φιλοπόλεμης πο
λιτικής.
"Ολες οϊ δημηγορίες του Περικλή έπαληθεύουν άπόλυτα τό χαρα
κτηρισμό του σάν δημόσιου λειτουργού καί σάν βασικού παράγοντα
τού πολέμου, δπως μάς τόν δίνει 6 Θουκυδίδης σ’ ένα άλλο σημείο
( I I , 65, 5 - 9 ). Στήν πρώτη δημηγορία του ( I, 140 - 144 ) δ Π ερι
κλής προσπαθεί νά πείσει τούς ’Αθηναίους πώς ό πόλεμος είναι άνα-
πόφευκτος καί νά τούς άποδείξει, με θετικά καί βάσιμα έπιχειρήματα
πώς ή νίκη τους είναι έξασφαλισμένη. Έ δεύτερη δημηγορία τού Π ε
ρικλή, ό περίφημος ’Επιτάφιος ( I I , 35 - 46 ), είναι ένας ιδεώδης χα
ρακτηρισμός τής άθηναϊκής δημοκρατίας, δπως τήν δνειρευόταν ό Π ε
ρικλής καί προσπαθούσε νά τήν πραγματοποιήσει δσον καιρό είχ ε στά
83, 287 ). „ Είναι άλήθεια πώς δ Θουκυδίδης — λέει σ’ ένα άλλο ση
μείο — άφηγείται γεγονότα, πολέμους και μάχες με άξιοπρέπεια και
τέχνη, ώστόσο άπδ αύτόν δεν μπορούμε νά πάρουμε τίποτα κατάλληλο
γιά τή δικανική καί τήν πολιτική εύγλωττία. ’Ακόμα και οΐ περίφη
μες δημηγορίες του έχουν τόσες πολλές άόριστες καί σκοτεινές έν
νοιες, ώστε μόλις καί μετά βίας τις καταλαβαίνουμε κι αύτό είναι
πάρα πολί) μεγάλο μειονέκτημα γιά έναν πολιτικό λόγο “ ( Περί ρ ψ
τορος, 9, 3 0 ).
Αίγα χρόνια μετά τό θάνατο του Κικέρωνα έγκαταστάθηκε στή
Ρώμη δ Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας. *Έζησε έκεί άπό τό 30 ώς τό
8 π .Χ . “Όπως είπαμε κιόλας πιο πάνω, δ Διονύσιος άφιέρωσε στόν
Θουκυδίδη τρεις πραγματείες. Οί πραγματείες αύτές είναι γραμμένες
σέ μορφή έπιστολών πού άπευθύνονται σέ τρία Ιντελώς άγνωστά μας
πρόσωπα — στόν Κόιντο Α ίλιο Τουβέρωνα, στον Ά μμα ίο καί στόν
Γναίο Πομπήιο. ’Από αυτό βγαίνει ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα
— πώς στή Ρώμη τής έποχής έκείνης ύπήρχαν άνθρωποι πού δχι μο
νάχα γνώριζαν τό έργο του Θουκυδίδη, άλλά τό μελετούσαν συστη
ματικά.
Ό Διονύσιος άναλύει τό έργο του Θουκυδίδη άπό κάθε πλευρά. Ε
ξετάζει τό περιεχόμενο, τή διάρθρωση, τό ύφος καί τή γλώσσα του.
’Επειδή πιστεύει πώς δ Ιστορικός πρέπει νά διαλέγει ένα θέμα εύχά-
ριστο στόν άναγνώστη, θεωρεί πολύ άνώτερο, άπό τήν άποψη αύτή,
τόν 'Ηρόδοτο άπό τον Θουκυδίδη, γιατί δ Θουκυδίδης, γράφοντας τήν
Ιστορία του ΠελοποννησιακοΟ πολέμου, πρόβαλε μπροστά στά μάτια
των συμπολιτών του ένα θλιβερό καί ταπεινωτικό θέαμα. ’Αντίθετα, δ
'Ηρόδοτος γοητεύει τούς Έ λληνες περιγράφοντας τό θρίαμβό τους
κατά των βαρβάρων. Ό Διονύσιος επικρίνει τό χρονολογικό σύστημα
του Θουκυδίδη — νά περιγράφει τά γεγονότα τοΟ πολέμου κατατάσ-
σοντάς τα κατά χειμώνες καί καλοκαίρια — γιατί, δπως πιστεύει, κα
ταστρέφει τήν άλληλουχία τής άφήγησης. Ό Διονύσιος βρίσκει πώς
δ Εστορικός κάνει μεγάλο λάθος έκθέτοντας άπό τήν άρχή ( στό I β ι
βλίο ) τά είκονικά καί υστέρα τά πραγματικά αίτια του πολέμου. Αύ-
τό θά έπρεπε νά τό κάνει στό τέλος. Έ πειτα, ισχυρίζεται δ Διονύ
σιος, δ Θουκυδίδης άθετεί τήν ύπόσχεσή του νά περιγράφει δλο τόν
πόλεμο καί σταματάει στόν 22ο χρόνο του1. Μέμφεται άκόμα τόν Θου
κυδίδη (Π ερί θουκυδίδου καί των Ιδιωμάτων αύτοϋ, κεφ. 18 ) για τί
παρέθεσε στό έργο του ( στό I I β ιβ λ ίο ) τόν περίφημο ’Επιτάφιο του
Π ερικλή, έναν λόγο πού έκφωνήθηκε άπό άφορμή τ& θάνατο άσήμαν-
1 *0 Διονύσιος δπως φαίνεται, δέν πιστεύει πώς δ θάνατος έμπόδισε τόν Θουκυδίδη
τελειώσει τήν Ισ το ρ ία του.
Θ Ο Υ Κ Υ Δ Ι Δ Η Σ 155
•5
* t
ύ .ϊ
OS*
I1
1*
α σ
fcHu>
|1
X
3&Φ·9§Φ3ΒΦΕΦ·Κ#3ΒΦ3ΒΦ3Β
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΞΕΝΟΦΩΝΤΑΣ
νώνδα, ποδ δ χαμός του στή μάχη της Μαντίνειας Ισωσε τή Σπάρτη,
ίσως καί τήν ’Αθήνα, άπδ τήν Ολοκληρωτική υποταγή στους *1
βαίους. Q
Τδ μόνο πού ξέρουμε γιά τή ζωή του Ξενοφώντα στήν^Κορινθο ε ί
ναι πώς έκεί Ιγραψε τά τελευταία βιβλία των 'Ελληνικών του, πο
διαφέρουν αισθητά άπδ τά πρώτα στδν τρόπο τής άφηγησης. Ε πειδή
τά Ελληνικά τελειώνουν στά 357 π. X ., είναι δλοφάνερο πως
δ συγγραφέας Ιζησε στήν Κόρινθο όχι λιγότερο άπδ 14 χρόνια.^ Αυτή
τήν έποχή Ιγραψε και τδ έργο του Πόροι ή περί προσόδων της Α θη
ναϊκής πολιτείας και αύξήσεως αυτών, δπου άναλύει τδ θέμα τής βελ
τίωσης τών οικονομικών του άθηναϊκου κράτους, μ* δλο ποδ δ ίδιος
είχ ε έγκαταλείψει τήν ’Αθήνα πριν 40 περίπου χρόνια. Είναι δύ
σκολο νά έξακριβώσουμε άν μ’ αύτδ τδν τρόπο δ Ξενοφώντας προετοί
μαζε τδ Ιδαφος γιά νά ξαναγυρίσει στήν πατρίδα του ή ήθελε μονάχα
νά έκδηλώσει τδ ένδιαφέρον του γ ι’ αύτήν.
Άφου έξετάσαμε τή βιογραφία του Ξενοφώντα, πρέπει νά ξαναγυ-
ρίσουμε σ’ ενα πολδ έπίμαχο ζήτημα— στή χρονολογία που γεννήθηκε.
Οί φιλόλογοι διαφωνοϋν πάνω σ’ αύτό. Οί χρονολογίες ποδ ύποδεί-
χνουν κυμαίνονται άνάμεσα στά 4 44 καί στά 420 π. X . Μιά σειρά
άποδεικτικά τεκμήρια συνοδεύουν τίς διάφορες χρονολογίες ποδ προ
βάλλονται Γιά τήν πρώιμη χρονολογία τής γέννησής του συνηγορουν
τά παρακάτω στοιχεία: 1) Ή πληροφορία του Διογένη Ααέρτιου καί
του Στράβωνα, πώς δ Ξενοφώντας πήρε μέρος στή μάχη του Δήλιου
στά 4 2 4 , 2) ή δήλωση του ίδιου του Ξενοφώντα γιά τή συμμετοχή
του στδ συμπόσιο ποδ Ιγινε στά 421 στδ σπίτι του Καλλία, καί 3) ή
μαρτυρία του Αουκιανου ποδ άναφέρει τδν Ξενοφώντα σάν παράδει
γμα μακροζωίας (άν γεννήθηκε στά 444, πέθανε σέ ήλικία 90 περί
που χρονών).
Έ άποψη αότή άντικροόεται άπδ άλλους έπιστήμονες, ποδ βασί
ζονται στίς παρακάτω Ινδείξεις :
1) Ό Ξενοφώντας Ιπαναλαμβάνει πολλές φορές στήν Κύρσυ Ανά
βαση πώς τότε ήταν άκόμα νέος (ετι νέος ών). Φυσικά δέν θά μπο
ρούσε νά όνομάζει „ νέο “ εναν άντρα 40 χρονών άφου, σύμφωνα μέ
τίς ελληνικές άντιλήψεις, μετά τά 40 χρόνια (άκμή) άρχίζουν τά γ ε
ρατειά.
2) Ό Ξενοφώντας δέν λέει ούτε λέξη γιά τή δράση του σάν πολί
της πριν φύγει άπδ τήν ’Αθήνα καί άντιμετωπίζει πολδ έπιπόλαια τήν
πολεμική περιπέτειά του, πράγμα δλότελα φυσικδ γιά Ιναν νέο 25
χρονών. Τδ ίδιο συμπέρασμα βγαίνει καί άπδ τδν ύπολογισμδ της
ήλικίας τών γιών του καθώς καί άπ* τή μ«χρ6τ«τη μαθητεία του
κοντά στδν Σωκράτη (25 χρονιά περίπου).
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 167
βέβαια οδτε μαλλί, οδτε τυρί, οδτε κρέας, άλλά πού χάρη ο αυτδν υπαρ
χ ει το κοπάδι (1 1 ,7 ,13-14)."Ετσι ή περιγραφή αύτου του έργατικου συν-
εταιρισμού κλείνει μέ μια συνηγορία για τύ νοικοκύρη - έπιχειρηματια.
"Οπως φαίνεται, ό Ξενοφώντας δεν συμπαθεί και τόσο τους ανθρώ
πους πού καυχιόνται για τα πλούτη ή τήν εύγενική τους καταγωγή.
Προτιμάει έκείνους πού έχουν μέτρια περιουσία, τούς γερούς και πρα-
χτικούς άνθρώπους πού είναι ίκανοί να άναπτόσσουν οικονομική δρα
στηριότητα καί να ύπηρετοΰν στο στρατό.
Ή άναλογία πού πρέπει να ύπάρχει άνάμεσα στήν ιδιωτική και
στήν κρατική ώφέλιμη οικονομική δραστηριότητα, είναι μια σκέψη
πού μόνιμα άπασχολεί τύν Ξενοφώντα. Και στή μια και στήν άλλη
περίπτωση, δπως πιστεύει, έχουμε νά κάνουμε μέ άνθρώπους. Σέ τ ε
λευταία λοιπόν άνάλυση, zb πρόβλημα είναι ή διαπαιδαγώγηση των
άνθρώπων. Ό Ξενοφώντας γράφει πώς ή λειτουργία τής οικιακής οι
κονομίας μονάχα ποσοτικά διαφέρει άπύ τή διαχείριση των κοινών
όποθέσεων — άπύ δλες τις άλλες πλευρές τύ ζήτημα είναι ταυτόσημο.
„ Ε κ είν ο ι πού διευθύνουν τίς κοινές ύποθέσεις έχουν νά κάνουν β έ
βαια μέ τούς ίδιους άνθρώπους πού χρησιμοποιούν και έκείνοι πού
διαχειρίζονται τύ άτομικό τους νοικοκυριό. "Οποιος μπορεί νά τά κα
ταφέρνει μέ τούς άνθρώπους, τά βγάζει θαυμάσια πέρα καί στις άτο-
μικές καί στις κοινές ύποθέσεις, ενώ δποιος δέν μπορεί, κάνει σφάλ
ματα καί στύν ενα καί στον άλλο τομέα “ ( I I I , 4, 12 ). Ό Ξενο
φώντας, παίρνοντας άφορμή άπύ τήν έκλογή ένος διαχειριστή, διατυ
πώνει άκόμα πιύ άποφασιστικά τήν ίδια σκέψη στύν Οικονομικό :
„ "Οποιος μπορεί νά κάνει τύν άλλον ίκανύ νά διοικεί, μπορεί νά του
μάθει νά είναι ήγέτης άνθρώπων καί δταν τύ καταφέρει κι αύτό, θά
είναι σέ θέση νά τύν διδάξει νά γίνει καί βασιλιάς “ (13, 5). Έ σκέψη
αύτή συγγενεύει άμεσα πιά μέ τή θεωρία του γιά τή διακυβέρνηση,
δπως άναλύεται λεπτομερειακά στήν Κύρου Παιδεία. *
, Αύτή ή άναλογία άνάμεσα στις ιδιωτικές καί στις κρατικές ύπο-
θέσεις δέν είναι σωστή, γιατί παρουσιάζει τύν κυβερνήτη δχι στήν
υπηρεσία του λαού, άλλά σάν ιδιοκτήτη τής χώρας πού δ ιο ικ εί
'Ωστόσο ή θεωρία το0 Ξενοφώντα, πού παραδέχεται τήν έπίδραση τών
οικονομικών παραγόντων στή ζωή τής κοινωνίας, είναι όπωσδήποτε
ενα βήμα πρύς τά Ιμπρύς σέ σχέση μέ τις ούιοπιστικές άντιδραστι-
κες ίδέες πού άναπτύσσονται στήν Πολιτεία το0 Πλάτωνα.
4. „ Σ Ω Κ Ρ Α Τ Ι Κ Α Ε Ρ Γ A “
Α ΠΟ τά^ργα τοΟ ΞενοφώνταΕλάχιστα μονάχα μπορούν νά χρονολο
γηθούν με άκρίβεςα (βλ. π(6 κάτω Άγηοίλαος και 'Ε Χ λ ψ Λ ). Μερ!-
Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α Σ 173
5. „ ΚΥΡΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑ,,
φίλου καί βοηθοΰ του ‘ Γστάσπη καί τελειώνει μέ τδ θάνατο του K0r
ρου καί μέ τά ήθικά συμπεράσματα 'Λϋ συγγραφέα, όπου έπικρίνεται
όξότατα ή άποσύνθεση τών ήθών στήν Περσία. Ό Ξενοφώντας ισχυ
ρίζεται πώς αότή ή άποσύνθεση των ήθών δφείλεται στδ δτι οϊ Πέρ-
σες πρόδωσαν τις άρχές πού τούς είχ ε διδάξει δ Κόρος.
‘ Η Κύρου Παιδεία είναι βασικά έργο πολιτικό, μιά άπολογία τής
μοναρχίας. Ό Ξενοφώντας διατυπώνει όλοκάθαρα αότδ τδ σκοπδ του
μυθιστορήματος του στο πρώτο κεφάλαιο του I βιβλίου. Νά μέ λίγα
λόγια ή πορεία τής σκέψης το υ: ’Α ρχίζει μέ μιά παρατήρηση γιά
τήν άστάθεια των διαφόρων πολιτικών συστημάτων — τής δημοκρα
τίας, τής όλιγαρχίας καί τής τυραννίδας — καί γιά τήν άπροθυμία
τών άνθρώπων νά όποταχθοΰν σέ όποιαδήποτε ήγεσία, Ινώ τά ζώα
υποτάσσονται σ’ αότήν χωρίς άντίσταση ,,κ α ί ποτέ κανένα κοπάδι
δέν τά έβαλε μέ zb βοσκό του “ ( I, 2 ).
Ό Ξενοφώντας, κατεβάζοντας τούς άνθρώπους στδ έπίπεδο τών
ζώων, λέει πό>ς οί άνθρωποι είναι ,,τδ πιδ δύσκολα διοικοόμενο είδος
ζώων“ . ‘ Ωστόσο ισχυρίζεται πώς δ Κόρος, στήν άχανή μοναρχία
του, κατόρθωσε νά συνενώσει όχι μονάχα ένα πλήθος διαφορετικούς
άνθρώπους άλλά καί πολλούς λαούς ,,πού δέν μιλούσαν τήν ίδια
γλώσσα καί δέν καταλάβαιναν ό ένας τδν άλλον “ . “Ολοι αότοί οϊ
λαοί, σύμφωνα μέ τή γνώμη του Ξενοφώντα, δέν άντιστέκονταν στδν
Κόρο όχι για τί τδν φοβόνταν μά για τί τδν άγαποϋσαν. Μ’ αότή τήν
πολύ άμφίβολη άγάπη τών λαών γιά τδν Κόρο έξηγεί δ Ξενοφώντας
τήν ύπακοή τους καί συμπεραίνει πώς ,, τδ νά διοικεί κανείς άνθρώ
πους δέν είναι βέβαια έντελώς άδύνατο, οδτε κάν πολύ δύσκολο, δταν
καταπιαστεί έπιδέξια μ* αότή τή δουλειά “ . Βασικδς σκοπδς τοϋ Ξ ε
νοφώντα είναι νά ερμηνεύσει μέ ποιδν τρόπο δ Κύρος άπόχτησε αότή
τήν „έπιδεξιότητα“ . Γ ι’ αότό, λέει, ,,προσπαθήσαμε νά μάθουμε καλά
όλα τά σχετικά μέ τήν καταγωγή του, τά φυσικά του χαρίσματα καί
τή διαπαιδαγώγηση, πού τοϋ Ιξασφάλισαν τήν τόσο μεγάλη τέχνη νά
διοικεί άνθρώπους “ . Μέ λίγα λόγια, βασικδς σκοπδς τοϋ Ξενοφώντα
σ αότδ τδ μυθιστόρημα, όπως καί στδν Οικονομικό, είναι ή λύση τοϋ
προβλήματος τ ί χρειάζεται γιά νά μπορεί κανείς νά διοικεί — άπδ
τή μιά μεριά τδ δικό του νοικοκυριό καί άπδ τήν άλλη τδ κράτος.
’Ανάμεσα στδν κυβερνήτη μιας τεράστιας χώρας καί στδν άνθρωπο
πού διευθύνει τδ νοικοκυριό του, ό Ξενοφώντας, όπως είπε κιόλας στδν
Οικονομικό, δέν βλέπει καμιά βασική διαφορά. “Οπως σ’ ένα νοικο
κυριό, όλα τά μέλη τής οικογένειας καί οί δοϋλοι πρέπει νά πειθαρ
χούν στδν οικοδεσπότη, έτσι καί γιά ένα κράτος, σύμφωνα μέ τή γνώ
μη τοϋ Κύρου, ή καλύτερη μορφή διοίκησης είναι ή μονοπρόσωπη
Εξουσία τοϋ „ συνετοΰ “ μονάρχη.
184 N Ο Φ Ω * τ Α Σ
λείας άνάλογα μέ τις όπηρεσίες πού πρόσφερε δ καθένας καί γιά τον
καλό έφοδιασμό τοϋ στρατού μέ τρόφιμα καί νερό.
Γενικά, τά δυδ βασικά θέματα αύτοϋ του μυθιστορήματος του Ξ ε-
νοφώντα είναι ή έκθεση των μοναρχικών του πεποιθήσεων καί οί άμέ-
τρητες τεχνικές συμβουλές πού δίνει γιά τήν όργάνωση του στρατού
καί ιδιαίτερα γιά τδ ζήτημα τής στρατιωτικής πειθαρχίας.
’Από λογοτεχνική άποψη τδ μεγαλύτερο ίσως ένδιαφέρον παρου
σιάζει ή άφήγηση του Ξενοφώντα γιά τή διαμονή τοϋ Κόρου κοντά
στδν Άστυάγη. Σ ’ δλο αύτδ τδ μέρος τοϋ έργου είκονίζεται όλοζών-
τανα καί μέ μεγάλη παρατηρητικότητα ή συμπεριφορά τοϋ έφτάχρο-
νου παιδιοΰ. Ό Κύρος προβάλλει μπροστά μας φιλομαθής, πρόσχαρος,
έξυπνος, φλύαρος, αύθόρμητος, μερικές φορές καί ενοχλητικός. Τά
παιδιάστικα καμώματά του, δταν μιμείται τά φερσίματα τοϋ άρχιοι-
νοχόου γιά νά τδν πειράξει ή δταν ισχυρίζεται πώς 6 κόσμος μεθάει
άπδ κάποιο δηλητήριο ριγμένο μέσα στδ κρασί — δλα αύτά παρουσιά
ζονται άπόλυτα πειστικά ( I , 3 ). θαυμάσια περιγράφεται καί τδ
πρώτο κυνήγι του. Σ ’ αύτδ ό Κύρος έπρεπε νά είναι μονάχα θεατής,
βλέποντας δμως ένα έλάφι ρίχτηκε ξοπίσω του μέ τόση όρμή πού λίγο
έλειψε νά πέσει άπδ τδ άλογο. Έ τ σ ι προκάλεσε τήν όργή τοϋ παπ
πού του, πού τοϋ άπαγόρευσε καί νά σκέφτεται άκόμα τδ κ υνήγι;
„ Καλά πού μέ προειδοποίησες πώς έτοιμάζεσαι νά τδ σκάσεις γιά κυ
νήγι, — τοϋ λέει ό Ά στυάγης — σοϋ τδ άπαγορεύω μιά γιά πάντα.
Αύτδ μοΰ έλειπε, νά χαθεί ό γιδς τής κόρης μου γιά λίγα κομμάτια
κρέας “ ( II , 4 ). Πιδ κάτω ό Ξενοφώντας χαρακτηρίζει άριστοτεχνικά
μέ λίγα λόγια τή μεταβατική ή λ ικ ία : Ό ζωηρός μέ τήν ήχερή φωνή
μικρός γίνεται πιδ συγκρατημένος καί πιδ μετριόφρονας καί άποβάλ-
λει τή συνήθεια νά πειράζει όποιονδήποτε ,,σάν μικρό σκυλάκι “ (11,4).
Ό Ξενοφώντας στήν Κύρου Παιδεία καταπιάνεται άλλη μιά φορά
μέ τδ θέμα πού είχ ε άναπτύξει στδ Συμπόσιο καί πού, δπως φαίνεται,
τδν ένδιέφερε έξαιρετικά — μέ τήν δμορφιά καί τδν έρωτα Τ ή γνώμη
του γιά τή δύναμη τής όμορφιάς μάς τή δίνει πολύ παραστατικά στδ
άφήγημα „ Άβραδάτας καί Π άνθεια'4, δπου έκφράζει τή βαθιά του
έκτίμηση γιά τήν πιστή άγάπη άνάμεσα σέ δυδ συζύγους. Αύτδ τδ
άφήγημα ό Ξενοφώντας δέν τδ εξιστορεί δλο μαζί, άλλά τδ παρεμ
βάλλει μέ πολλή τέχνη μέσα τά βιβλία V ,V I καί V I I .
*Η όπόθεση αύτοΰ τοϋ άφηγήματος είναι περίπλοκη. Στή διάρκεια
τοϋ πολέμου μέ τούς Άσσυρίους έπεσε αίχμάλωτη στά χέρια τών
Περσών ή γυναίκα τοϋ Άσσύριου στρατηγού Άβραδάτα, ή Πάνθεια,
μιά γυναίκα μέ σπάνια ομορφιά. Έ αιχμάλωτη προοριζόταν νά δοθεί
οάν λάφυρο στδν Κύρο, έκείνος δμως δχι μονάχα δέν έκμεταλλεύθηκε
αδτή τήν εύκαιρία, άλλά άκόμα δέ θέλησε ούτε νά δει τήν Πάνθεια άκρι-
188
τρέμει τή δουλεία καί τΙς άλυσίδες — δλοι αότοί δεν μπορούν ούτε νά
φάνε ούτε νά κοιμηθούν. "Οταν δμως έξοριστοϋν, νικηθούν ή γίνουν
δούλοι, τότε και τρώνε και κοιμούνται μιά χαρά, δπως οί εύτυχισμέ-
νοι άνθρωποι... Ά π ’ δλα τά συναισθήματα, ό φόβος συντρίβει περισ
σότερο τήν ψ υ χ ή “ ( T i l , I ) .
*0 Ξενοφώντας κατόρθωσε μέσα στά πλαίσια ένδς άφηρημένου πο
λίτικου μυθιστορήματος με θέμα τή διαπαιδαγώγηση του ιδεώδους
ήγεμόνα νά είκονίσει μιά σειρά ζωντανές άνθρώπινες μορφές δείχνον
τας μας έτσι πώς τά βασικά του ένδιαφέροντα, χωρίς νά τό έχ ει
συνειδητοποιήσει κι ό ίδιος, στρέφονται άντικειμενικά στόν ζωντανό
άνθρωπο.
Έ Κύρου Παιδεία είναι ούσιαστικά τό πρώτο έλληνικό μυθιστό
ρημα πού έφθασε ώς έμάς. ’Από τήν άποψη τής σύνθεσής της παρου
σιάζει μεγάλο ένδιαφέρον. Ό Ξενοφώντας, συνταιριάζοντας έπιδέξια
τό έξαιρετικά άνομοιογενές όλικό του, έναλλάσσει τή σοβαρή άφή-
γηση, δπως είναι π.χ. ή περιγραφή διαφόρων πολεμικών συγκρού
σεων (άξίζει νά άναφέρουμε ιδιαίτερα τήν έξιστόρηση τής περίφημης
μάχης πού έγινε κοντά στις Σάρδεις— V I I I , 1) μέ πολλά διασκεδα-
στικά έπεισόδια καί άνέκδοτα. Που καί που παρεμβάλλει καί περι
γραφές τοπίων καί πόλεων, ό χώρος δμως πού άφιερώνει σ’ αύτές
είναι άσήμαντος. ΟΕ συζητήσεις καί οΕ διάλογοι σοβαρού ή εύτράπε-
λου χαρακτήρα (π.χ. I I , 2) παίζουν σημαντικό ρόλο σ’ αύτό τό μυθι
στόρημα προσθέτοντάς του μεγάλη ζωντάνια. Μερικές φορές ό Ξενο
φώντας παραθέτει καί λόγους πού έκφωνεί ό Κύρος στούς στενότε
ρους φίλους του ή στό στράτευμα. Ωστόσο τή μέθοδο αύτή τή χρη
σιμοποιεί μέ πολλή έπιφύλαξη καί μάλιστα τήν έπικρίνει. *Όταν π.χ.
ό Πέρσης Χρυσάντας προτείνει στόν Κύρο νά έκφωνήσει ένα λόγο
πρίν άπό τή μάχη τονίζοντάς του πώς καί ό ’Ασσύριος βασιλιάς
είχε κιόλας άπευθύνει „ πολλές ώραιότατες παραινέσεις “ στό στρατό
του, έκείνος του άπαντάει είρωνικά: „ Μή σκοτίζεσαι γιά τούς λό
γους τοϋ ’Ασσύριου. Καμιά παραίνεση δέν μπορεί νά κάνει παλη-
κάρι έναν άνθρωπο πού δέν ήταν παληκάρι πρίν τήν άκούσει"
( I I I , 3 ). Ωστόσο ό Κύρος έκφωνεί έναν άρκετά μεγάλο λόγο μπρο
στά στόν Χρυσάντα γιά νά του άποδείξει πώς οί λόγοι είναι άνώφε-
λοι. Α λ λ ά καί άργότερα πολλές φορές παραβιάζει τον κανόνα πού
είχε διατυπώσει. Γενικά δμως ό Ξενοφώντας δέν κάνει κατάχρηση
σέ μακροσκελείς λόγους καί προτιμάει πάντα τούς διαλόγους πού
προσδίδουν μεγαλύτερη ζωντάνια στήν άφήγηση.
Ό Ξενοφώντας μεταχειρίζεται έπιδέξια καί διάφορα ρητά ή παροι
μίες. Π. χ . : „ Τίποτα δέν μοιάζει περισσότερο μέ τό θάνατο δσο ό
Οπνος “ ( V I I I , 7 ) , ή : „ Είναι ντροπή γιά μάς νά εχοομε λογχοφό-
190 Ξ Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ
ρους για τήν άσφάλειά μας καί νά μήν είμαστε μεΐς οΐ ίδιοι λογχο
φόροι γιά τδν έαυτό μας“ ( V I I , 5 ).
1. Ξύλινος πίνακας άπό σαρκοφάγο τοΟ Κούλ Όμπα (δεξιά γρύπος καί πάνθηρας)
Τύλος τοΟ S. αΙ. π. X.
1. Βλ. μετάφραση τ?|ς Κνρου ‘ Ανάβασης, δκδ. ‘Ακαδημίας ‘Επιστημών Ε ΣΣΔ , Μόσχα*
Λένινγχραντ, 1951, σβλ. 227, 241 κ. ά.
* Ισ τ ο ρ ία τ ή ς Έ λ λ η ψ ιχ ή ς Α ο γ ο ττχψ ία ς
194 2 Ε Ν 0 Φ Ω Ν Τ
μιλάει γιά τήν ήττα τών ’Αθηναίων, γιά τήν κατεδάφιση τών μακρών
τειχών καί τή δράση τών τριάντα τυράννων. Άντικρύζοντας αύτά τά
γεγονότα, μέσα του πάλευαν άσφαλώς δυό αισθήματα : Έ προσβλη-
μένη φιλοτιμία του ’Αθηναίου και ή έλπίδα πώς ή διακυβέρνηση της
πατρίδας του μπορούσε να βελτιω θεί, αν έρχόταν στήν έξουσία ή Αντι
δραστική φιλολακωνική άριστοκρατία. Ή έλπίδα αότή διαψεόστηκε.
ΟΕ τριάντα τύραννοι, πού τόσα' περίμενε άρχικά άπό αύτούς ό
Ιστορικός, κυβέρνησαν τόσο άσχημα τήν ’Αθήνα, πού άργότερα τούς
κατέκρινε καί δ ίδιος στόν 'Ιέρωνα.
Ό Ξενοφώντας, πού συμπαθούσε φανερά τόν Θηραμένη, έναν άπό
τούς μετριοπαθείς έκπρόσωπους τής άριστοκρατίας, δεν τσιγγουνεύε-
ται σέ υβριστικά έπίθετα γιά νά περιγράφει τήν ποταπότητα τοϋ Κρι-
τία, πού είχ ε βάλει δλα του τά δυνατά γιά νά ξεμπερδέψει τόν Θηρα
μένη καί παραβίασε γ ι’ αύτό το σκοπό άκόμα κα'ι τούς κανόνες τής
ψηφοφορίας. Έ περιγραφή τής δίκης τού Θηραμένη καί τής θανάτω
σής του ίσως είναι τό ώραιότερο κομμάτι τών 'Ελληνικών ( II , 3 ).
Ό Ξενοφώντας μέ τά Ελληνικά του ήθελε νά συνεχίσει τήν 'Ιστο
ρία τοϋ Θουκυδίδη. ‘ Ωστόσο ή άφήγησή του δεν άρχίζει άκριβώς άπό
τό σημείο βπου είχ ε σταματήσει ό Θουκυδίδης. Γ ι’ αύτό ή περίεργη
άρχή τών'Ελληνικών — ,, "Οχι πολλές μέρες δστερα άπό αύτά(;)
ήλθε στήν ’Αθήνα ό θυμοχάρης “ — προκάλεσε πολλές όποψίες μή
πως ή πραγματική άρχή τοϋ έργου ή κάποιος πρόλογός του χάθηκε.
Τίποτα δμως θετικό δέν έχ ει έξακριβωθεί.
Τά 'Ελληνικά τελειώνουν μέ τήν έξιστόρηση τής μάχης τής Μαντί-
νειας, δπου σκοτώθηκε ό γιός τοϋ Ξενοφώντα, δ Γρύλλος. Έ έκβαση
αύτής τής μάχης δέν ήταν άποφασιστική. Καί οΕ δυο άντίπαλοι θεω-
ροΰσαν τόν έαυτό τους νικητή καί έστησαν τρόπαια γιά τή νίκη τους,
ταυτόχρονα δμως έδωσαν καί λύτρα γιά τούς νεκρούς τους, σάν νά
ήταν ήττημένοι. Ό Ξενοφώντας τελειώνει τά 'Ελληνικά του μέ πικρά
λό για : „ Μετά τή μάχη ή ανομία καί ή άναστάτωση μεγάλωσαν
άκόμα περισσότερο στήν Ε λλά δ α “ .
Κ ΕΦ Α ΛΑ Ι Ο V
ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ
1. ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ
2. ΚΤΗΣΙΑΣ
3. Κ Ρ Α Τ Ι Π Π Ο Σ
4. ΙΩ Ν Α Σ
5. Σ Τ Η Σ Ι Μ Β Ρ Ο Τ Ο Σ
1. Δέν άναφέρεται στόν Ιστορικό, γιό το8 *Όλορου, άλλά στόν πολιτικό άντίπαλο τοΟ
υβρικλί}, τόν Θουκυδίδη, γιό τοΟ Μελησία.
212 Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι
7. Φ Ι Λ Ι Σ Τ Ο Σ
στόρησε σχδ πρώχο βιβλίο χού Ιργου χου χά έπόμενα χρόνια της ^ιοι
κησης τού Διονύσιου τού Νεόχερου &ς χήν έξορία χου σχα ο π* ’
Σχά άλλα 13 βιβλία πού Ιγραψε, δ Άθάνας περιγράφει χήν έποχη
χοϋ Δίωνα καί χου Τιμολέονχα ώς χδ 337 π. X .
Τδ Ιργο χου Φίλισχου δεν Ιφθασε όλόκληρο δ>ς έμάς. Διασω ηκα
μονάχα άποσπάσμαχά χου ( 6 4 ), πού δημοσιεύθηκαν σχα FH G , χομ·
Ό Φίλισχος δεν είναι δ πρώχος ίσχορικδς πού μελέτησε χήν Ισχο·
ρία χής Σικελίας. Πριν άπδ αύχον είχε γράφει χή Σικελιωτιδα χου,
σχήν ίωνική διάλεκχο, ό Άνχίοχος δ Συρακούσιος (5 . αί. π. X . ), πού
θά μπορούσαμε να χδν καχαχάξουμε σχούς λογογράφους. Η Σικελιώ-
τις Ιφθανε ώς χδ 4 2 4 π. X . Δύχήν χρησιμοποίησε δ Θουκυδίδης για
νά περιγράφει χή Σικελία σχήν άρχή τού V I βιβλίου χής Ισ το
ρίας χου.
"Ολοι οΐ άρχαΐοι κριχικοί θεωρούσαν χδν Φίλισχο μιμητή του Θου
κυδίδη, πού δεν μπορούσε δμως νά συγκριθει με χδ πρόχυπό χου. Ο
Φίλισχος, άν καί Δωριέας, άκολούθησε χδ παράδειγμα χου Θουκυδίδη
και Ιγραψε χδ Ιργο χου σχήν άχχική διάλεκχο, πού χόχε είχ ε άρχίσει
νά έπιβάλλεχαι σάν ή λογοχεχνική γλώσσα δλόκληρης χής Ε λλά δα ς.
Ό Φίλισχος, γιά νά μιμηθεΤ χδν Θουκυδίδη, προσπαθούσε νά τηρεί χίς
παλιές παραδόσεις χής ίσχοριογραφίας.
Γιά νά κρίνουμε χδ Ιργο χού Φίλισχου σχηριζόμασχε άναγκασχικά
σχίς γνώμες χών άρχαίων συγγραφέων, γιαχί χά άποσπάσμαχα πού
διαθέχουμε είναι έλάχισχα καί άσήμανχα. Ά πδ χά λόγια χού Κ ικ έ-
ρωνα συμπεραίνουμε πώς χά Σικελικά χού Φίλισχου ήχαν ενα άπδ χά
πιδ Ιξοχα έργα έκείνης χής έποχής. Ό Κικέρωνας, σέ μιά έπισχολή
πού Ιγραψε σχδν άδελφό χου Κόινχο, συγκρίνονχας χδν Φίλισχο με
χδν Θουκυδίδη, λέει : „ Εκείνος δ Σικελός, δ μεγαλοφυής [ ή Εξαίρε
τος, Ινδοξος ], δ πλούσιος [σέ νοήμαχα], δ βαθυστόχαστος, πού γρά
φει σέ συμπυκνωμένο ύφος, είναι, μπορούμε νά πούμε, ένας Θουκυδί
δης σέ μικρογραφία “ (Epist. ad Quintum fratrem, I I , 11, 4 ) l. Ό
Κοϊντιλιανδς προσθέτει πώς δ Φίλισχος „ είναι βέβαια κατώτερος άπδ
χδν Θουκυδίδη, σέ άντιστάθμισμα δμως σημαντικά σαφέστερος “ ( X ,
1 ). Ό Διονύσιος δ Άλικαρνασσέας, άναφέροντας καί χά πλεονεκτή
ματα καί χά μειονεκτήματά του, συμβουλεύει νά χδν διαβάζουμε σάν
στυλίστα πού μπορεί κανείς νά χδν μιμείται παράλληλα μέ χδν Η ρ ό
δοτο, τδν Θουκυδίδη, χδν Ξενοφώντα καί χδν Θεόπομπο*. Νά καί μιά
άλλη ένδιαφέρουσα λεπτομέρεια πού δείχνει τή δημοτικότητα τού
Φίλισχου σχήν άρχαιότητα : Ό ’Αλέξανδρος δ Μακεδόνας, τήν έποχή
8. Τ Ι Μ Α Ι Ο Σ
10. ΕΦΟΡΟΣ
Ο ΕΦΟΡΟΣ καταγόταν άπδ τήν Κόμη τής Μικράς ’ Ασίας. Δεν ξέ
ρουμε οδτε πότε άκριβώς γεννήθηκε ούτε πότε πέθανε. Σύμφωνα μέ βρι
σμένα στοιχεία, πέθανε άνάμεσα στά 336 καί στά 334 π. X . Τδ μόνο
πού ξέρουμε για τή ζωή του είναι πώς τδν έστειλε ό πατέρας του στήν
’Αθήνα για νά σπουδάσει στή σχολή του ’ Ισοκράτη. Μόλις τελείωσε
τις σπουδές του ξαναγύρισε στήν Κόμη, έπειδή βμως ή ρητορική του
μόρφωση άποδείχτηκε άνεπαρκής για νά άρχίσει μια πραχτική δρά
ση, δ πατέρας του τδν έστειλε ξανά στδν ’ Ισοκράτη, γιά νά παρακο
λουθήσει καί άλλα έπιστημονικά μαθήματα. Γ ι’ αότδ τδ λόγο όνομά-
στηκε κοροϊδευτικά Δίφορος (άντί "Εφορος), δηλαδή „ αύτδς πού
εισφέρει^ δυδ φορές [ τήν πληρωμή γιά τή διδασκαλία ] “ . Αότή τή
φορά ό Εφορος πήγε καλά στά μαθήματα, κατόρθωσε μάλιστα νά
πάρει έπανειλημμένα τδ στεφάνι πού έδινε ό ’Ισοκράτης ατούς μαθη
τές που διαπρεπανε στούς σχολικούς διαγωνισμούς εόγλωττίας. Παρ’
δλα αύτά δμως ό 'Ισοκράτης έκρινε τδν Έφορο άνίκανο γιά νά γίνει
ρήτορας καί τδν συμβούλεψε, καθώς καί τδν άλλο μαθητή του, τδν
Θεόπομπο, νά καταπιαστεί μέ τήν ιστοριογραφία. Ό Ισοκράτης,
πού είχ ε μελετήσει καλά τδ χαρακτήρα των δυδ μαθητών του, έβ ρ ι
σκε πώς γιά τδν Έφορο χρειαζόταν κέντρον (κεντρί) ένώ γιά τδν
Θεόπομπο χαλινός. Γ ι’ αότδ φαίνεται πώς τδν Έφορο, σάν άνθρωπο
μέ πράο χαρακτήρα, τδν συμβούλεψε νά άσχοληθεΐ μέ τήν άρναία
περίοδο τής έλληνικής ιστορίας. Τδν Θεόπομπο, όρμητικδ καί παρά
φορο καθώς ήταν, τδν συμβούλεψε νά γράψει τή νέα καί σύγνρονή
του ιστορία, που ήταν γεμάτη πολιτικές άναστατώσεις.
Αότες καθώς καί άλλες παρόμοιες άφηγήσεις έτιινοήθηκαν πιθανό
τατα άργότερα. 1 1
τ»Λ Ύ ν ρ0> ^ 0μ“ ζ0τ“ ν ΊοτοθΜΥ,'Ι άποτελοΟν-
ταν άπδ 30 βιβλία. Αρχιζε άπδ τ ή ν ,, Κάθοδο τών 'Ηρακλειδών “
χαι Ιφθανε ώς τήν πολιορκία τής Περίνθου άπδ τδν ΦΩιΙ-u, τδν Μ
κεδόνα στά 340 π .Χ . Ό Έφορος δέν πρόλαβε ν ά τ Τ ) Ϊ Γ λ
του. Ι'δ τελευταίο (3 0 δ ) βιβλίο του, ποί> περιλάμβανε τήν L o ?p i°
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι
11. Θ Ε Ο Π Ο Μ Π Ο Σ
στά 377/6 π. X ., παιδάκι άκόμα, συνόδεψε τόν πατέρα του στήν έξο-
ρία. Γενικά ή ζωή του ήταν γεμάτη περιπλανήσεις. Τον καιρό πού
ήταν Ιξόριστος βρέθηκε πιθανότατα στήν Α θήνα καί παρακολούθησε
τά μαθήματα του ’ Ισοκράτη. Ό άδελφός του Καόκαλος ήταν κιόλας
νωρίτερα μαθητής του ’ Ισοκράτη. Προικισμένος καί έπιμελής καθώς
ήταν, ό Θεόπομπος κατέλαβε γρήγορα μιά άπό τίς πρώτες θέσεις στή
σχολή του δασκάλου του. Νέος άκόμα, άπόχτησε μεγάλη φήμη γ ια τί
νίκησε σ’ ένα ρητορικό άγώνα πού είχ ε όργανωθεί πρός τιμήν του
πεθαμένου βασιλιά τής 'Αλικαρνασσού Μαυσωλου. "Ύστερα ό Θεόπομ
πος άρχισε τή ζωή του περιοδεύοντα σοφιστή έκφωνώντας παντού
λόγους, δπως άφηγεϊται ό ίδιος μέ μεγάλη ματαιοδοξία σέ ένα άπό-
σπασμα πού μάς διέσωσε ό Φώτιος. Μ' αυτό τόν τρόπο κέρδιζε τά
χρήματα πού τοϋ ήταν άπαραίτητα γιά νά ζ εί — κέρδιζε μάλιστα
πάρα πολλά, σύμφωνα μέ βρισμένες μαρτυρίες — καί ταυτόχρονα συγ
κέντρωνε ύλικό γιά τά Ιστορικά του έργα.
Αότή ή ζωή τοϋ περιπλανώμενου σοφιστή ήταν γιά τόν Θεόπομπο
ένα θαυμάσιο σχολείο. Τοϋ έδωσε τή δυνατότητα νά έπισκεφθεί δλες
τίς άξιόλογες πόλεις καί περιοχές τής Ε λλά δας, νά συναντηθεί καί
νά σχετισθεί μέ διάφορους σημαντικούς παράγοντες καί νά συγκεν
τρώσει άφθονα στοιχεία γιά τά ιστορικά του έργα. Ό ίδιος λέει πώς
δέν ύπήρχε δημόσιος χώρος καί μεγάλη πόλη τής Ε λλά δας πού
νά μήν τά έπισκέφθηκε. ΙΙαντοΰ είχ ε εκφωνήσει πανηγυρικούς λόγους
καί δοξάστηκε σάν ρήτορας. Γενικά ό Θεόπομπος είχ ε πολύ μεγάλη
ίδέα γιά τόν εαυτό του. Καυχιόταν πώς τά κείμενα τών λόγων πού
έγραψε ξεπερνοϋσαν τίς είκοσι χιλιάδες άράδες καί πώς έφτανε στις
έκατόν πενήντα χιλιάδες άράδες ή άφήγησή του γιά τίς πράξεις τών
Ελλήνω ν καί τών βαρβάρων ώς τήν έποχή του ( άπόσπ. 2 6 ).
Μονάχα στά σαρανταπέντε του χρόνια ( 3 3 4 π. X . ), δπως π ι
στεύουν, ό Θεόπομπος μπόρεσε νά ξαναγυρίσει στήν πατρίδα του, δταν
ό 'Αλέξανδρος διάλυσε τό φιλοπερσικό κόμμα τής Χίου, πού μισοϋσε
τήν οίκογένεια τοϋ ίστορικοΰ. Μετά τό θάνατο δμως τοϋ ’Αλέξανδρου
(3 2 3 π. X . ) άναγκάστηκε νά έγκαταλείψει καί πάλι τή Χ ίο καί νά
πάει στήν Αίγυπτο. "Όπως άναφέρει μιά παράδοση, ό Πτολεμαίος,
πού βασίλευε τότε στήν Αίγυπτο, γιά άγνωστους σέ μάς λόγους Ιτοι-
μαζόταν νά θανατώσει τόν Θεόπομπο. Μονάχα χάρη στίς παρακλή
σεις τών φίλων του γλύτωσε ό ίστορικός. Ε π ειδ ή είναι γνωστό πώς
ό Πτολεμαίος πήρε τόν τίτλο τοϋ βασιλιά στά 306 π. X ., συμπεραί
νουμε πώς ό Θεόπομπος ήταν τότε πάνω άπό έβδομήντα χρονών. Γιά
τήν πιό πέρα ζωή του δέν διασώθηκε καμιά πληροφορία. Τό πιό π ι
θανό είναι πώς πέθανε στήν έξορία.
Ό Θεόπομπος έγραψε τά παρακάτω έργα: 1) *Ελληνικά, σέ 12
15 'Ιστορία τής 'Ελληνικής Λογοτεχνίας
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Ο Ι
Μ Ε Τ Α Γ Ε Ν Ε Σ Τ Ε Ρ Ο Ι
14. A Τ ΘI Δ Ε Σ
σει καί νά έξα λείψ ει. τήν παλιά βάση καί τΙς παλιές τάξεις
Μέσα σέ δλο τόν πλούτο καί τήν πολυμορφία τών φιλοσοφικών ρευ
μάτων και σχολών τής άρχαίας έλληνικής φιλοσοφίας καί τής φιλο
σοφίας των μεταγενέστερων χρόνων, νά πώς χαρακτηρίζει δ Αένιν τις
κύριες γραμμές ή τάσεις τής άνάπτυξης του φιλοσοφικοί) στοχασμού :
„ ΤΗταν δυνατό νά γεράσει μέσα στά δυό χιλιάδες χρόνια τής έξέ-
λιξης τής φιλοσοφίας δ άγώνας άνάμεσα στόν ιδεαλισμό καί στόν ύλι-
σμό ; Άνάμεσα στις τάσεις ή κατευθύνσεις τοΟ Πλάτωνα καί τοϋ Δη
μόκριτου ; Ό άγώνας τής θρησκείας καί τής έπιστήμης ; Τής άρνη
σης τής άντικειμενικής άλήθειας καί τής άναγνώρισής τ η ς ; Ό άγώ
νας των όπαδών τής υπεραισθητής γνώσης καί των άντιπάλων τους; “ 8
Αυτά δμως τά φιλοσοφικά ρεύματα άρχισαν νά διαμορφώνονται
καί νά άντιμάχονται πριν άκόμα έμφανιστουν οί θεωρίες τοϋ Δημό
κριτου καί τοϋ Πλάτωνα, πού μέ τις διδασκαλίες τους συνόψισαν ώς
ένα βαθμό δλη τήν προηγούμενη έξέλιξη τοϋ άρχαίου έλληνικοΰ ύλι-
σμοϋ καί τοϋ άρχαίου έλληνικοΰ ίδεαλισμοΰ. 'Η φιλοσοφία τοϋ Δημό
κριτου είναι τό έπιστέγασμα τοϋ στοιχειακοΰ όλισμοΰ των Ίώνων, ή
φιλοσοφία τοϋ Πλάτωνα στηρίζεται στήν παράδοση τοϋ άρχαίου πυ-
θαγορισμοΰ καί τής Ε λεα τικ ή ς σχολής. Τό υλιστικό ρεΰμα τής άρ
χαίας έλληνικής φιλοσοφίας διαμορφώθηκε μαζί μέ τή γένεση τής
άρχαίας έλληνικής έπιστήμης στις ιωνικές πόλεις τής Μικράς Α σία ς.
Πρώτη κοιτίδα τής φιλοσοφίας ήταν ή Μίλητος ( σχολή τής Μιλή
του ). Οί πρώτες βάσεις τοϋ άντικειμενικοΰ ίδεαλισμοΰ, μέ τή μορφή
τής διδασκαλίας τής Πυθαγόρειας καί τής Ε λεα τικ ή ς σχολής, δη-
μιουργοΰνται στις δυτικές έλληνικές πόλεις, στις άκτές τής Νότιας
Ιτα λία ς ( στή „ Μεγάλη Ε λλά δ α “ ). Ό πυθαγόρειος σύλλογος συγ
κεντρώνει τούς έκπρόσωπους τοϋ άριστοκρατικοΰ κόμματος καί άρχί-
ζει έντονο άγώνα κατά τής δημοκρατίας, πού είχ ε σάν άποτέλεσμα τή
συντριβή τοϋ ίδιου τοϋ συλλόγου. Ό άντικειμενικός ιδεαλισμός βρί
σκει άργότερα τήν κλασική έκφρασή του στή διδασκαλία τοϋ Πλάτωνα.
Τήν έποχή τής γένεσης τής φιλοσοφίας οί ιωνικές πόλεις τής μ ι
κρασιατικής άκτής καί τών γειτονικών νησιών, χτισμένες πάνω στις
έμπορικές άρτηρίες πού συνδέανε τήν Α νατολή μέ τή Δύση, είχαν
φτάσει στό κορύφωμα τής οικονομικής τους άνθησης. Έ γεωγραφική
θέση τών πόλεων τής Μικράς Α σίας ύποβοήθησε άπό τή μιά μεριά
τήν οικονομική τους άνάπτυξη καί άπό τήν άλλη τούς άνοιξε εύρύτα-
τους όρίζοντες γνωριμίας μέ τόν πολιτισμό καί τήν έπιστήμη τών άνα-
τολικών χωρών. Γ ι’ αότό ή γένεση τής έλληνικής φιλοσοφίας στις μ ι-
Γιά τήν καταγωγή τοΟ κόσμου γίνεται λόγος καί στή θεογονία
τοΟ Ησίοδου. Σ ’ αδτήν σάν πρόγονος τδν προσωποποιημένων δυνά
μεων τής φύσης καί τδν θεδν παρουσιάζεται τδ Χάος. Ά π δ τδ Χάος
γεννήθηκαν ή Γαία καί ό Έρως, ή Νύχτα καί τδ Έ ρεβος, δστερα ή
Η μέρα καί δ Αίθέρας. Ά πδ τή Γαία γεννήθηκαν δ Ούρανός, τά Ό ρ η
καί ό Πόντος. ’Από τήν ένωση τής Γαίας μέ τόν Ούρανό, ό ποταμός
’Ωκεανός καί ή Τηθύς, διάφορες στοιχειακές δυνάμεις, οί Τιτάνες, οί
Κύκλωπες καί οί Έ κατόγχειρες. Μετά τή βασιλεία του Ούρανου άκο-
λουθεΐ ή βασιλεία του Κρόνου καί ύστερα ή βασιλεία του Δία. Μέ τή
θεογονία του 'Ησίοδου συγγενεύει καί ή θεογονία των όρφικών. Τόν
'Ησίοδο καί τούς όρφικούς Ιχ ε ι υπόψη του ό ’Αριστοτέλης δταν κά
νει λόγο για θεολογίες πού γεννάνε τά πάντα άπό τή νύχτα ( Mezd
τά φυσικά, X I I , 6, 1071 b 2 7 ). ’Εντελώς διαφορετική είναι ή θεο
γονία του Φερεκύδη άπό τή Σύρο (6. αί. π. X .), πού θεωρεί σάν βάση
των πάντων μιά λογική άρχή — τόν Δία. Παράλληλα μέ τις θεογονίες
ή καλύτερα τις κοσμογονίες, Ιχ ει μεγάλη σημασία καί τό διδακτικό
έπος καί ιδιαίτερα τό ποίημα του ‘ Ησίοδου *Εργα και *Ημέρες.
Μ’ δλο δμως πού ή φιλοσοφία, ιδιαίτερα τήν έποχή τής γένεσής
της, άσχολουνταν, δπως καί ή μυθολογία, μέ τό πρόβλημα τής προέ
λευσης του κόσμου, τό μόνο κοινό· σημείο πού τή συνδέει μέ τή μυθο
λογική κοσμογονία είναι τό άντικείμενο τής διδασκαλίας. Ή τοποθέ
τηση του προβλήματος καί ή μέθοδος πού χρησιμοποιούσε γιά τή
λύση του ήταν έντελώς διαφορετικά, για τί ή φιλοσοφία άντικαθιστοϋσε
τις μυθολογικές μορφές μέ έννοιες καί έβαζε σάν σκοπό της νά Ερμη
νεύσει τήν προέλευση του κόσμου μέ φυσικά αίτια καί νά συλλάβει
τήν άρχή του είναι μέ τά μέσα πού διαθέτει τό λογικό δταν άναζη-
τάει έλεύθερα τήν άλήθεια. Ή έλληνική φιλοσοφία, πού πήγασε άπό
τό μύθο, διέλυσε τελικά τό μύθο.
'Α λ λ η θέση χής διδασκαλίας χοΟ Θαλή ήχ«ν πώς ή οικουμένη είνα,
έμψυχη ( Αέχιος, I , 7 ,1 1 * Αρισχοχέλης, Περί ψυχής, I 5 4 1 1 a 71
Α&χή ή άποψη έδωσε έπιχειρήμαχα γιά νά χ α ρ α ϊ ^ ρ ^ 8 ι ί ^
σκαλία χου σάν ύλοζωισμο (άπδ χίς λέξεις νλη καί ζωή)
Ό Θαλής άποκαλεϊχαι δχι μονάχα πρβχος φιλόσοφος άλλά καί
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 241
1. ΟΙον ή ψυχή ή ήμβίέρα άήρ οΰσα συχκραηΐ ήμας, xai Τ<*„ κόαμον πνεϋμα χ<χί
Αήρ ηβριέχη.
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α
ή τήν πύκνωση του άέρα. “Όταν δ άέρας άραιώνει γίνεται φωτιά, όταν
πυκνώνει γίνεται άνεμος καί ύστερα σύννεφο. "Οταν πυκνώνει άκόμα
περισσότερο γίνεται νερό, ύστερα χώμα, πέτρες καί άπό αύτά γεννιούν
ται όλα τ ’ άλλα (Σ ιμπ λίκιος, Φυσικά, 2 4 - 2 6 ) . Ή Γ ϋ}, όπως πίστευε
ό Άναξιμένης, έχ ει έπίπεόο σχήμα καί γ ι’ αύτδ κρατιέται στδν άέρα
( πλατεία έπ άέρος όχουμένη). Τά ούράνια σώματα άποτελοΰνται
άπό πύρινη ουσία, μερικά όμως περικλείνουν καί γεώδη σώματα.
Εκπρόσωποι τής ίωνικής φιλοσοφίας στδν 5. αί. π. X . είναι : Ό
"Ιππων ό Σάμιος πού όνομάστγ,κε „ άθεος “ . Ό "Ιππων δεν παραδε
χόταν άλλο αρχικό στοιχείο παρά μονάχα τδ νερό καί ταύτιζε τήν
ψυχή με τον εγκέφαλο, πού γιά ούσία του δεχόταν τδ ύγρδ στοιχείο.
Ό Ίδαΐος ό 'Ιμεραίος καί ό Διογένης ό Άπολλωνιάτης, πού συγγέ
νευαν με τδν ’Αναξιμένη. Παραδέχονταν καί οϊ δυδ σάν άρχική οό-
σία τδν άέρα πού έχ ει τή δύναμη του στοχασμού καί ταυτίζεται με
τήν ψυχή του άνθρώπου καί των ζώων.
Ό Διογένης είχ ε γράψει δυδ βιβλία Περί φύσεως, πού άπδ αύτά
μονάχα μερικά αποσπάσματα Ιφθασαν ώς έμάς. ’ Ηταν πάρα πολύ
γνωστδς στή·; ’Αθήνα. Έ διδασκαλία του διακωμωδήθηκε άπδ τδν
’Αριστοφάνη στις Νεφέλες, όπου ό Σωκράτης παρουσιάζεται σάν φο
ρέας αύτής τής διδασκαλίας καί συζητάει κρεμασμένος ψηλά μέσα σ'
ένα καλάθι, για τί γιά τή σωστή λύση, των πιδ σπουδαίων προβλημάτων
ήταν τάχα άπαραίτητος ό συνδυασμός λεπτού μυαλού με άέρα τδ ίδιο
λεπτό.
01 διδασκαλίες των Ίώνων φιλοσόφων, όπως βγαίνει άπδ τά Ελά
χιστα άποσπάσματα πού διαθέτουμε, είναι σαφέστατα άντίθετες μέ
τή θεολογική καί ίδεαλιστική έρμηνεία τού κόσμου. Οί φιλόσοφοι
αύτοί, άν καί θεωρούν σάν βάση τού κόσμου ένα άρχέγονο στοιχείο ή
τδ άπειρο τού ’ Αναξίμανδρου, τδ στοιχείο αότδ τδ φαντάζονται ύλικδ
καί όχι ιδεατό. ’Αποκλείουν έντελώς τή θέληση των θεών. Γιά τδν
Άναξιμένη μάλιστα διασώθηκε μιά πληροφορία, μεταγενέστερη είναι
άλήθεια (Αύγουστίνος, De civitate Dei, V I I I , 2), πώς μ ’ όλο πού δεν
άρνιόταν τήν ύπαρξη τών θεών, τούς θεωρούσε κι αύτούς, όπως καί
δλα τά άλλα Ιγκόσμια, σάν δημιουργήματα τού άέρα. Ό Ά να ξίμ α ν-s
δρος προσπαθούσε νά έξηγήσει τήν προέλευση τού άνθρώπου με φυσι
κό - επιστημονικό τρόπο. Ό ήλιος καί τά άστέρια είναι γιά τδν ’Ανα
μμένη διάπυρες μάζες καί γιά τδν 'Αναξίμανδρο ρεύματα φωτιάς πού
έξορμοΰν άπδ τά στόμια τών τροχοειδών κύκλων τού άέρα. ,, "Έτσι
βρισκόμαστε μπροστά σ’ έναν έντελώς άρχέγονο στοιχειακό υλισμό,
πού φυσικά στή γένεσή του θεωρεί σάν αύτονόητη τήν ένότητα μέσα
στήν άτέλειωτη πολυμορφία τών φαινομένων τής φύσης καί τήν άνα-
ζήτάει σέ κάτι συγκεκριμένα όλικό... Ό 'Αριστοτέλης λ έει κιόλας
ΑΠΟ ΤΗ
244 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α
3. ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ Ο ΕΦΕΣΙΟΣ
είπε πώς αότδ τδ άπόσπασμα είναι μιά θαυμάσια έκθεση των άρχών
του ιστορικού όλισμού1.
,,Ό λ α μεταβάλλονται σε φωτιά — λέει άλλου δ 'Ηράκλειτος
(άπόσπ. 90) — καί ή φωτιά σε δλα, δπως τά έμπορεόματα μεταβάλ
λονται σέ χρυσάφι καί τδ χρυσάφι σε έμπορεόματα “
Έ τ σ ι γεννιούνται, σύμφωνα μέ τή γνώμη του ‘ Ηράκλειτου, δ άέ-
ρας, τδ νερό, ή γη καί υστέρα πάλι δλα μεταβάλλονται σέ φωτιά.
"Ολα στδν κόσμο βρίσκονται σέ άέναη κίνηση καί άλλαγή. Τίποτα
δέν όπάρχει πού θά μπορούσαμε νά τδ όνομάσουμε άπόλυτα άκίνητο
καί άμετάβλητο. Αότή ή θέση τοϋ ‘ Ηράκλειτου γιά τήν καθολικότητα
τής κίνησης καί τής μεταβολής διατυπώθηκε μέ τις λέξεις: τά πάντα
ρεΐ. Νά τ ί λέει ό ‘ Ηράκλειτος πάνω στδ ίδιο θέμα σ' ένα άλλο άπό-
σπασμά το υ :
„ Στά ίδια ποτάμια μπαίνουμε καί δέν μπαίνουμε, όπάρχουμε καί
δέν όπάρχουμε “ 8 ( άπόσπ. 49 a ).
Καί πιο κά τω :
„ Είναι άδύνατο νά μπούμε δυδ φορές στδ ίδιο ποτάμι καί γενικά
είναι άδύνατο ν’ άγγίξουμε δυδ φορές [τήν ίδ ια ] θνητή οόσία. ’Αλλά
αότή μέ άπότομες καί γρήγορες μεταβολές διασκορπίζεται καί πάλι
συγκεντρώνεται (γ ιά νά πούμε καλύτερα δχι πάλι, ούτε ύστερα, μά
ταυτόχρονα συγκροτείται καί διαλύεται) καί διαμορφώνεται καί χά
νεται “ 4 (άπόσπ. 91 ).
Ό ‘ Ηράκλειτος καθόριζε τήν κίνηση καί τή μεταβολή σάν άγώνα
έχθρικών άνάμεσά τους άντιθέσεων. Σ ’ αύτδ τδν άγώνα έβλεπε τήν
άρχή τής κίνησης :
,,Ό πόλεμος είναι ό πατέρας δλων καί δλων ό βασιλιάς. Αότδς
έκανε τούς άλλους θεούς καί τούς άλλους άνθρώπους, τούς άλλους δού
λους καί τούς άλλους έλεύθερους “ 6 ( άπόσπ. 53 ).
,, Πρέπει δμως νά ξέρουμε πώς δ πόλεμος είναι γενικός, πώς ή
παγκόσμια τάξη είναι πάλη καί πώς δλα γεννιούνται άπδ αότή τήν
πάλη μέ βάση τήν άναγκαιότητα “ 6 ( άπόσπ. 8 0 ).
Μέ αότή τή διδασκαλία γιά τήν πάλη τών άντιθέσεων συνδέεται
άμεσα καί ή θεωρία πώς δλα δσα ύπάρχουν στδν κόσμο άντιπροσ
πεύουν μιά ένότητα άντιθέσεων. , - .
,,Έ να καί τδ αύτδ είναι και ή ζωή καί δ θάνατος και ή
και δ ύπνος και τδ καινούργιο καί τδ γέρικο. Γιατί τδ iv a (Αετα
ζει στδ άλλο και έκείνο πάλι μεταλλάζει στδ πρώτο40 (άποσπ. W )-
Έ πάλη καί ή ένότητα των άντιθέσεων σχηματίζουν τήν αρμόν a .
„ Τα άντίμαχα μονοιάζουν καί άπδ τά άντίθετα διαμορφώνεται η
ώραιότερη άρμονία [ καί δλα γίνονται μέ πάλη ] “ * ( άπόσπ. 8 ).
Έ ροή των πραγμάτων, ή πάλη καί δ άρμονικδς συνδυασμός των
άντιθέσεων είναι δποταγμένα σε μιά νομοτελειακή άρχή που δ Ηρά
κλειτος τήν όνομάζει Λόγο, λέξη ποδ σημαίνει ταυτόχρονα καί δμι-
λία καί λογικό. Ό δρος „ λόγος “ χρησιμοποιείται γιά πρώτη φορά
στή φιλοσοφία άπδ τδν 'Ηράκλειτο.
Ό ‘ Ηράκλειτος θεωρεί τδ λόγο προσιτό γιά τδν άνθρωπο. Τδν
βλέπει σαν μιά καθολική νοητική άρχή, ποδ μπορεί νά κατανοηθεί
μονάχα μέ τδ νοΟ.
„ *Όσοι θέλουν νά μιλάνε λογικά πρέπει νά στηρίζονται σ’ αότό
τδ γενικό, δπως ή πόλη στηρίζεται στοδς νόμους, καί μάλιστα πολδ
στερεότερα. Γιατί δλοι οΐ άνθρώπινοι νόμοι τρέφονται άπδ εναν, τδ
θεϊκδ νόμο. Ό νόμος αδτδς κυβερνάει δπως του άρέσει, έπαρκεί σέ
δλα καί δλα τά νικά ει“ 8 (άπόσπ. 1 1 4 ).
„ ‘ Η σοφία είναι ενα μονάχα πράγμα — νά γνωρίζει κανείς τή
σκέψη ποδ κυβερνάει τά πάντα μέσα άπδ τά πάντα “ 4 ( άπόσπ. 4 1 ) .
„ Ή σωφροσύνη είναι ή μεγαλύτερη άρετή καί σοφία είναι νά λέει
κανείς τήν άλήθεια καί καταλαβαίνοντας τίς φωνές τής φύσης, νά
ένεργεί σύμφωνα μέ αδτήν “ 5 ( άπόσπ. 1 1 2 ).
"Ετσι δ ‘ Ηράκλειτος, παράλληλα μέ τή διδασκαλία του γ ιά τδ
λόγο, βάζει καί γνωσιολογικά προβλήματα — γιά τή σχέση του νου
μέ τδ γίγνεσθαι, γιά τδ κατανοητό του γίγνεσθαι καί τά μέσα τής κα
τανόησής του. Πιστεύει πώς ή γνώση δέν είναι ένας τρόπος ύποκειμε-
νικής άνάπτυξης τής σκέψης, άλλά μιά μέθοδος ποδ άκολουθεί τή
φωνή τής φύσης. Γ ι’ αύτδ δχι μονάχα δέν άπορρίπτει τήν κατ’ α ί
σθηση άντίληψη μά πιστεύει πώς είναι άπαραίτητο νά στηριζόμαστε
Ι . Τ α Ι ή τ ' δνι ζών καί χεΰνηκός κ α ί[ χό] έγρηγορ6ς καί καϋεύδον καί viov καί
γηραιόν* χαδε γαρ μεχαπεοόντα έχει να έστι χάπείνα πάλιν μεχαπεοόνχα χανχα
2 Το άντίξονν συμφέρον καί έκ χών διαφερόντων ή καλλίοτη άρμονία Γκ α ί πάνχα
καχ εριν γινεοϋαι] . L “
3 Ξύν νόω λέγονχας Ισχνρίζεο&αι χρη χφ ξυνφ πάνχων, δκωοπερ νόαω πόλιε καί
πολύ Ισχνροτέρως. Τρέφονται γαρ πόντε ς οΐ άνφρώπειοι νόμοι νπό ενός χοϋΰείον Κ ι ΐ
χ εΤ γαρ χοοον τον όχόσον έϋέλει καί έξαρκεΐ π&οι καί περιγίνεται '
4 . Ε ίν α ι yie lo ti αοφίν Ιηία,αο» m γνώ μη,, Μ η 1 *ν β ίρ *η „ S li „ 4
.
6 Ιω φ ρονειν Αρετή μεγίοχη, και οοφίη άληΰέα λέγειν καί ποιειν κατά ωύοι*
Ιπαΐονχας. φνοιν
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 247
σ’ αύτήν: ,, *Όσα είναι προσιτά στήν δράση, στήν άκοή καί στή μ ε
λέτη, αύτά τά προτιμώ “ 1 ( άπόσπ. 5 5 ). Σάν πηγή γνώσης θεωρεί κα
λύτερη τήν δράση: „ Γιατί μ’ δλο πού έχουμε άπό τή φύση δυό δρ-
γανα πού με τή βοήθεια τους τά μαθαίνουμε δλα καί καταπιανόμαστε
μ' ενα σωρό δουλειές, δηλαδή τήν δράση καί τήν άκοή, ώστόσο ή
δράση είναι πολύ πιό άληθινή. Ε π ειδ ή τά μάτια είναι πιό άκριβείς
μάρτυρες άπό τά αύτιά“ 8 (άπόσπ. 101 a ).
‘'Οπως φαίνεται άπό δσα είπαμε πιό πάνω, ή διδασκαλία τοϋ Η ρ ά
κλειτου διατύπωσε με παραστατική μορφή κάποιες άρχες άντικειμενι-
κής διαλεκτικής. ΤΗταν μιά άπό τις μεγαλοφυείς εικασίες, πού άφθο-
νουν στήν άρχαία έλληνική φιλοσοφία. Μεγαλοφυής εικασία, πού δεν
παρουσιάζει βέβαια τόν όλόπλευρο Ιλεγχο καί τήν έπιστημονική έπι-
χειρηματολογία πού μάς έδωσε τόν 19. αί. ή έξέλιξη τών έπιστημών
καί τής κοινωνικής ζωής, δταν ό Μάρξ καί ό Έ νγκ ελς δημιούργησαν
τή φιλοσοφία τοϋ διαλεκτικού υλισμοϋ. Έ διαλεκτική τοϋ ‘ Ηρά
κλειτου, όπως καί οί πολιτικές του άπόψεις, έφερνε τή σφραγίδα
των περιορισμών πού τής έπέβαλλε τό δουλοκτητικό καθεστώς τής
έποχής εκείνης, ή έλλειψη έπιστημονικών γνώσεων καί ή καθαρά
θεωρητικολόγα τάση τής έλληνικής φιλοσοφίας. Αύτό φανερώνεται
μέ τήν άφελή ταύτιση τής άρχής δλων τών ύπαρκτών πραγμάτων με
τή φωτιά, μέ τήν άντίληψη πώς ή πάλη τών άντιθέσεων είναι κάποια
άρμονία καί μέ τις άριστοκρατικές ιδέες τοϋ ‘ Ηράκλειτου πού έκφρά-
ζονται στο παρακάτω άπόσπασμα: „ * 0 ένας γιά μένα άξίζει δέκα χ ι
λιάδες, άν είναι 6 καλύτερος “ 8 ( άπόσπ. 4 9 ).
Μιλώντας γιά τόν περιορισμένο χαρακτήρα τής διαλεκτικής τοϋ
‘ Ηράκλειτου, πρέπει νά σημειώσουμε πώς, δπως μάς λένε ό 'Αέτιος
( II, 32, 5 - 6 ), ό 'Αριστοτέλης (Π ερί ουρανού, 279 b 1 4 - 1 7 ) κ.ά.,
ό ‘Ηράκλειτος πίστευε στήν κυκλική πορεία τοϋ σχηματισμού καί τής
έξαφάνισης τών κόσμων. “Γστερα άπό βρισμένο χρονικό διάστημα ό
κόσμος μετατρέπεται σε φωτιά, άπό αύτήν γεννιέται &καινούργιος κό
σμος γιά νά χαθεί κι αότός σε μιά νέα παγκόσμια πυρκαγιά; Κάθε
κοσμικό χρόνο ( διάρκεια τής ύπαρξης τοϋ κόσμου) ό ‘ Ηράκλειτος τόν
έςίσωνε μέ 1 0 .8 0 0 ήλιακά χρόνια.
'Οπαδός τοϋ ‘ Ηράκλειτου ήταν, ό Κρατύλος, σύγχρονος τοϋ Π λά
τωνα. ‘ Ερμηνεύοντας λανθασμένα τή θεωρία τοϋ ‘ Ηράκλειτου, έφθασε
στό συμπέρασμα πώς ή γενική μεταβλητότητα δεν έπιδέχεται κανένα
5. Ε Λ Ε Α Τ Ι Κ Η ΣΧΟΛΗ
τούς θνητούς, ούτε στήν έξωτερική μορφή °^τε σχή σκεΦΎϊ ( ^π0
2 3 ) ι.
Αυτή ή διδασκαλία για ένα θεό πού δεν ταυτίζεται μέ τύν'
δημιουργήθηκε σάν άντίθεση στον άνθρωπομορφισμό της ε
θρησκείας καί της δμηρικής μυθολογίας και ήταν ή άφετηρια της
λεατικης σχολής.
Ό πραγματικός ιδρυτής τής Ε λεα τικής σχολής ήταν ο Παρμενι ης
άπύ τήν Έ λέα, πού γεννήθηκε στα 540 περίπου π. X ., άν πιστ
φούμε τις μαρτυρίες του Απολλόδωρου καί του Διογένη Λαερτιου.
Ό Παρμενίδης καταγόταν άπύ πλούσια καί άριστοκρατική γενιά, ε ί
χε άναπτύξει πολιτική δράση καί σύνταξε νόμους γιά τήν πατρίδα
του. Ό Διογένης Λαέρτιος γράφει ( I X , 2 1 - 2 3 ) πώς ό Παρμενίδης
ήταν μαθητής του Πυθαγόρειου Ά μ εινία καί μέλος του πυθαγόρειου
συλλόγου.
Τ ή φιλοσοφική του διδασκαλία δ Παρμενίδης τήν ανάπτυξε στύ
ποίημα Περί φνσεως— γραμμένο σέ δακτυλικό έξάμετρο— πού άποτε-
λείται άπό μια εισαγωγή καί δυο μέρη. Στό πρώτο μέρος — Ά λή-
&εια — περιλαμβάνεται ή διδασκαλία του γιά τό πραγματικό δν,
στό δεύτερο μέρος— Δόξα— ή διδασκαλία του γιά τό φαινομενικό
κόσμο. Ά πό τό ποίημα αύτό διασώθηκαν 155 άποσπάσματα. Στόν
Παρμενίδη άποδίδονται καί άλλα έργα, ιδιαίτερα ό Άχιλλευς δπου
χρησιμοποιείται ή διαλογική μορφή (Διογένης Λαέρτιος, I X , 2 3 ).
Στήν άρχαιότητα άμφισβητοΰσαν τήν καλλιτεχνική άξια του ποιή
ματος του Παρμενίδη. Ό Πλούταρχος πιστεύει πώς δ Παρμενίδης
χρησιμοποίησε τόν έμμετρο λόγο καί μιά γλώσσα δλο έμφαση μόνο
καί μόνο „ γιά νά άποφύγει τόν πεζό λόγο “ . Αύτή ή άποψη μάλλον
δεν είναι σωστή, κυρίως γιά τήν εισαγωγή του ποιήματος δπου άναμ-
φισβήτητα ύπάρχουν ώραιες ποιητικές εικόνες. Ά λλω στε τήν έποχή
τοϋ Παρμενίδη ήταν συνηθισμένο φαινόμενο νά άναπτύσσονται οΕ
ίδέες σέ έμμετρο λόγο*. Στήν είσαγωγή τού έργου αύιοΟ περιγράφε-
ται ένα ταξίδι τοϋ φιλόσοφου μέ άλογα, πού συμβολίζουν τούς πόθους
τής ψυχής του, καί μέ δδηγούς τις κόρες τοδ "Ηλιου (τις αισθήσεις
άκοή καί δράση) στό βασίλειο τής θεάς Δίκης, πού ένσαρκώνει τή
νόηση καί του άποκαλύπτει τήν άλήθεια.
Ξβνοφάνη σ*ν ποιητή 6λ. Ιστορία τής Ελληνικής ΛογοτβχΗας, χ6μ. I, κ6φ.
2. Βλ. κβφ. I, ,,Οί άπαρχές τής έλληνικής πεζογραφίας “,
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α
6. Ε Π Ι Χ Α Ρ Μ Ο Σ
7. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
φραστο καί ίερό πνεύμα ( φρήν Ιερή ), πού με τή γρήγορη σκέψη του
διαπερνάει δλο τον κόσμο (Καθαρμοί, άπόσπ. 1 3 4 ).
"Αν καί στούς Καθαρμούς δ Εμπεδοκλής δείχνεται φανερά Επη
ρεασμένος άπό τήν πυθαγόρεια διδασκαλία, αύτό δεν σημαίνει πώς
ήταν μέλος τοϋ συλλόγου τών Πυθαγορείων ή είχ ε κάποια σχέση με
αυτόν. "Οπως είπαμε κιόλας, 5 Εμπεδοκλής είχ ε προσχωρήσει στό
δημοκρατικό κόμμα τής πατρίδας του καί μάλιστα έγινε άρχηγός του.
Γιά τόν Εμπεδοκλή διασώθηκαν πολλές μυθικές παραδόσεις, πού
δ ίδιος ό φιλόσοφος έδωσε άφορμή νά· δημιουργηθοΟν μέ τόν τρόπο
τής ζωής του καί μέ τά άποφθέγματα πού έγραψε γιά τόν Ιαυτό -του.
Έφθασε ώς Εμάς σέ άρκετές παραλλαγές ένας μύθος πώς δ Ε μ π εδ ο
κλής έγινε άφαντος στόν κρατήρα τής Αίτνας, δπου πήδησε μόνος του
„ θέλοντας νά Εδραιώσει τή φήμη του πώς έγινε τάχα θεός “ ( Δ ιο γέ
νης Λαέρτιος, X I I I , 6 9 ). Οί κάτοικοι, δπως λέει ή παράδοση,, τό
έμαθαν αύτό άπό ένα χάλκινο σανδάλι του πού ξέβρασε τό ήφαίστειο.
Στήν πραγματικότητα δ Εμπεδοκλής, δπως φαίνεται, πέθανε Εξόρι
στος στήν Πελοπόννησο.
8. Α ΝΑΞΑΓΟΡΑΣ
1. Ο Ζκ γάρ χον σμιχρον ia u χό γε ίλάχισχον, &W ίλασσον άεί ( νΑο »χν οϋκ i nr.
*6 μη ονχ είν α ι) — a l i a και τον μεγάλου άεί iaxi μεΐζον. Και Ισον £οτί 3-A° T
ηρδς έαυχό δε Ιχαοχόν io u καί μέγα καί ομιχρόν * %Φ "W o e,
2. Ονδεν γάρ χρήμα γίνεται ουδέ άπόλλνχαι, άλλ' άπδ Ιόντων v a n u A ,^ / ,
τε καί διαχρίνεχαι. Ψ ΜίμΑτων σνμμίογεχat
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ω Σ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α
9. ΟΙ ΑΤΟΜΙΚΟΙ
ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ
1. ΤάΧαινα φρήν, παρ' ήμέων λαβοναα χάζ πΐαχβις ήμίας χαχαβάλλβις ; Πχώμά χοι το
ΧαιάβΧημα.
Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α Α Π Ο Τ Η
10. ΣΟΦΙΣΤΕΣ
τήν πολυμάθειά του καί πιό γνωστός σάν δάσκαλος της ρητορ ή >
των μαθηματικών, της άστρονομίας, της γραμματικές κα της
ρίας παρά σαν φιλόσοφος. Τπηρξε μεγάλος μαθηματικός. ^ ε Ρ
σαν ειδικό στό νά ξεχωρίζει τή σημασία των γραμμάτων, των φ ° Υ
γων, τών ρυθμών καί τών άρμονιών (Πλάτωνας, Ιππίας ο μειζων,
2 85 C D ). Ό ‘ Ιππίας διαιρούσε κάθε υπαρκτό σέ κείνο πού ύπαρχει
φύσει καί σέ κείνο πού δημιουργήθηκε νόμφ άπό τούς άνθρωπους κα
ισχυριζόταν πώς 6 νόμος παραβιάζει καί άλλοιώνει τή φύση.
Αύτή ή θεωρία ήταν ή άφετηρία γιά νά διατυπωθούν οί διδασκα
λίες τών σοφιστών γιά τό φυσικό δίκαιο καί γιά τή φυσική κατάστα
ση τών άνθρώπων, πού τή θεωρούσαν σάν τό βασίλειο τής δικαιοσύνης.
Ά πό αύτήν ξεκίνησαν καί οί διδασκαλίες άλλων σοφιστών που άπό
τή σκοπιά τού φυσικού δικαίου έπικρίνανε τό κοινωνικό καί πολιτικό
καθεστώς τής έποχής τους καί είδικά τή δουλεία.
Με τή θεωρία τού ‘ Ιππία γιά τά πλεονεκτήματα τού φυσικού δ ι
καίου σέ σύγκριση μέ τούς νόμους σχετίζεται καί ή διδασκαλία τού
Ά λκιδά μα (μαθητή τού Γοργία), πού άρνιέται τή δουλεία: ,,Ό θεός
άφησε έλεύθερους δλους τούς άνθρώπους. Ή φύση δέν έπλασε κανένα
γιά δούλο“ (Σχόλια στή Ρητορική τού Αριστοτέλη, 1 ,13, 1 3 7 3 b 18).
Έ να ς άλλος σοφιστής, 6 Λυκόφρονας, άρνιόταν πώς μπορούν ορι
σμένοι άνθρωποι νά γεννιούνται μέ προνόμια καί, δπως λέει δ Α ρ ι
στοτέλης (Πολιτικά, I I I , 9, 1 2 8 0 b 1 0 - 1 2 ), θεωρούσε τό νόμο μο
νάχα σάν μιά έγγύηση τού δικαίου. Πίστευε πώς ό νόμος δέν έχ ει τή
δύναμη νά κάνει τούς πολίτες καλούς καί δίκαιους. Σ ’ αύτή τήν άποψη
τού Αυκόφρονα ένυπάρχει ή ίδέα τής „ κοινωνικής συνθήκης “ πού
άνέπτυξε ό σοφιστής θρασύμαχος δ Χαλκηδόνιος.
Ή διδασκαλία γιά τό συμβατικό χαρακτήρα τών νόμων μετατράπηκε
άπό τόν Καλλικλή, σοφιστή τής νεότερης γενιάς, σέ κήρυγμα άκρου
άτομικισμού καί άναρχισμού.
Στούς άνθρώπινους νόμους άντιπαράθετε τή φύση καί δ σοφιστής
Άντιφώντας, συγγραφέας δυό βιβλίων μέ τίτλο *Αλήθεια— δπου Εξε
τάζει προβλήματα τής γνωσιοθεωρίας, τής ήθικής, τών μαθηματικών
καί τής φυσικής — καί τών έργων Περί όμονοίας καί Περί κρίσεως
δνείρων.
Μεγάλη φήμη στήν Α θήνα είχε άποχτήσει καί δ Πρόδικος δ ΚεΤος
(άπό τήν πόλη Ίουλίδα) πού γεννήθηκε περίπου στά 4 7 0 π. X .
καί δοξάστηκε κυρίως μέ τή διδασκαλία του γιά τά συνώνυμα. ΤΗταν
Ιξαιρετικά ικανός νά ξεχωρίζει τις συγγενικές στό νόημα λέξεις. Στόν
Πρόδικο άνήκει ή γνωστή άλληγορία βΗρακλέους αϊρεσις, πού άπο-
τελούσε τμήμα ένός μεγάλου έργου καί μάς μεταδόθηκε άπό τόν Ξ ε-
νοφώντα στά 'Απομνημονεύματα ( I I , 1, 21 - 3 3 ). Στήν άλληγορία
Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ ΩΣ Τ Ο Ν Π Λ Α Τ Ω Ν Α 275
11. ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ό Σωκράτης καί δταν ζοΰσε καί μετά τδ θάνατό του είχ ε πολλούς
Ινθουσιώδεις θαυμαστές καί φανατικούς άντίπαλους. Ά ,λλο ι έβλεπαν
σ’ αύτδν τήν προσωποποίηση της φιλοσοφίας (Πλάτωνας, Ξενοφώντας),
άλλοι τον θεωρούσαν σοφιστή πού καταστρέφει τΙς παλιές δοξασίες
καί διαφθείρει τή νεολαία (δ Αριστοφάνης στις Νεφέλες, οί κατή
γοροί του στή δίκη ), άλλοι πιστδ θεράποντα τών νόμων τής ’Αθήνας,
πού φροντίζει να κάνει καλύτερους τούς πολίτες, άλλοι έχθρδ τής
άθηναϊκής δημοκρατίας, άλλοι κήρυκα τής ήθικής καί άλλοι τέλος
ένοχλητικδ ήθικολόγο πού άραδιάζει κοινοτοπίες.
"Οπως λέει δ Πλάτωνας, δ Σωκράτης διαβεβαίωσε τούς Αθηναίους
στο δικαστήριο πώς όπακούοντας σέ μια έσωτερική του φωνή, άπό-
φευγε πάντα νά άσχολεΐται μέ τήν πολιτική ( Πλάτωνας, 9Απολο
γία Σωκράτονς, 31 Δ ). Ένώ δμως δέν έπαιρνε άμεσα μέρος στήν
πολιτική ( άν καί δέν άπόφευγε νά έκτελει τίς όποχρεώσεις του σάν
μαχητής ή σάν δημόσιος λειτουργός), οί φιλοσοφικές του συζη
τήσεις ήταν γεμάτες άπδ είρωνειες καί έμπαιγμούς σέ βάρος τών δη
μοκρατικών θεσμών τής ’Αθήνας καί τών πολιτικών παραγόντων τής
άθηναϊκής δημοκρατίας πού ή σοφία τους, δπως ισχυριζόταν, ήταν
ψεύτικη καί κατώτερη άπδ τή δική του σοφία, πού βασιζόταν στή
γνώση τής άγνοιάς του. Έ εχθρική καί είρωνική συμπεριφορά του
άπέναντι στήν άθηναϊκή δημοκρατία καί στούς έκπροσώπους της καί
οί άπροκάλυπτες συμπάθειές του γιά τδ άριστοκρατικδ καθεστώς τής
Σπάρτης ( Ξενοφώντας, 9Απομνημονεύματα, I I I , 6, 1 4 ) ήταν δργα-
νικά δεμένες μέ τήν ήθική διδασκαλία του, πώς ή άρετή είναι γνώση,
πώς μονάχα ή γνώση κάνει τδν άνθρωπο καλύτερο καί πώς τούτη τή
γνώση αύτός, δ Σωκράτης, δέν τήν είχ ε άνακαλύψει ούτε στήν πλειο-
ψηφία άλλά ούτε άκόμα καί σέ κείνη τή μειοψηφία πού προσπαθούσε
νά παίξει καθοδηγητικδ ρόλο στήν πολιτική ζωή τής ’Αθήνας. Ή δι
δασκαλία αύτή, δημοκρατική άπδ πρώτη δψη, για τί δέν άρνιέται
σέ κανέναν τή δυνατότητα νά γίνει, χάρη στήν ένασχόλησή του μέ τή
φιλοσοφία, μορφωμένος καί ένάρετος καί σάν άτομο καί σάν πολίτης,
ούσιαστικά διατύπωνε τδ άριστοκρατικδ ίδεώδες τής διακυβέρνησης
ένδς κράτους δχι άπδ τήν πλειοψηφία του έλεύθερου πληθυσμού, δπως
γινόταν στήν ’Αθήνα, άλλά άπδ τήν έκλεκτή μειοψηφία τών πολιτών.
Αύτές τίς άπόψεις τίς άνάπτυξε άργότερα σαφέστατα δ μαθητής τού
Σωκράτη Πλάτωνας στο διάλογό του Πολιτεία.
Μ* δλο πού δ Σωκράτης δέν δημιούργησε μιά συγκεκριμένη διδα
σκαλία γιά τδ άριστοκρατικδ σύστημα τής ιδανικής πολιτείας, δπως
£κανε άργότερα δ μαθητής του Πλάτωνας, ή φιλοσοφία του ύπονό-
μευε πάντα τήν έμπιστοσύνη τής νεολαίας στούς δημοκρατικούς θε
σμούς τής γενέτειράς του καθώς καί στις πολιτικές καί ήθικές παρα-
378 Η Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Φ Ι Λ Ο Σ Ο Φ Ι Α Α Π Ο ΤΗ
Elx. 13. ϊχηνή ο* παλβίατρ*. Έρυβρόμορφος χύλικχς. ’Αττική, πρδτο μιαό τοθ' 5. αί.
π. X. Μουοείο Έρμιτέζ.
γιά τόν Σωκράτη καί πήγε στήν ’Αθήνα δπου Ιγινε μαθητης του.
’Από τή διδασκαλία του Σωκράτη δ ’Αρίστιππος δανείστηκε τήν ίδέα
πώς τό λογικό παίζει τόν κυρίαρχο ρόλο στήν έκτίμηση των διαφόρων
,, άγαθών “ , ταύτιζε δμως τό άγαθό με τήν ηδονή, γι* αύτό καί ή σχο
λή πού ίδρυσε δνομάστηκε „ ήδονική Ά πό τά £ργα του ’Αρίστιππου
δεν διασώθηκε τίποτα.
gg-®-§g#-§g#ge#-§g#3g'®ge#3g
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI I
ΠΛΑΤΩΝΑΣ
Σικελία, πού είχ ε δμως σάν άποτέλεσμα δχι τό συμβιβασμό άλλά τήν
πλήρη ρήξη τοϋ Διονύσιου καί τοΟ Δίωνα. Στα 3 6 0 ό Πλάτωνας γύ
ρισε πιά οριστικά στήν πατρίδα του δπου καί πέθανε ύστερα άπό δε
κατρία χρόνια.
Οί σχέσεις του Πλάτωνα μέ τήν αδλή τής Σικελίας, ή πολύχρονη
φιλία του μέ τόν Δίωνα καί οί προσπάθειές του νά χρησιμοποιήσει
αύτούς τούς δυό τύραννους — πατέρα καί γ ιό — γιά νά πραγματο
ποιήσει τά πολιτικά του σχέδια, βαραίνουν πολύ στό χαρακτηρισμό
του. ΤΗταν ένας φλογερός κήρυκας του ίδεαλισμοΰ καί των άντιδρα-
στικών πολιτικών άρχών πού προσπαθούσε άδιάκοπα νά δημιουργήσει
τό ίδανικό του κράτος, έστω καί έξω από τά δρια τής πατρίδας του.
Παράλληλα δμως, δεν χωράει καμιά άμφιβολία, ήταν καί έξοχος καλ
λιτέχνης, ένας άπό τούς καλύτερους πεζογράφους τής Ε λλάδας.
καί παρασέρνουν σ' αύτά τούς θεατές καί τούς άκροατές τους. * 0
Πλάτωνας καταδικάζει άνελέητα δλην αότή τή „ μ ιμητική τέχνη “
( II , I I I καί X βιβλίο τής Πολιτείας). Κάθε τι πού άπομακρόνει
τούς άνθρώπους άπδ τή γνώση, τή σωφροσύνη, τήν έγκράτεια καί
τήν άνδρεία πρέπει νά ξερριζωθεΐ μιά γιά πάντα άπδ τήν „ ίδεώδη
πολιτεία “ του. Ωστόσο καί σ' αύτδ άκόμα τδ έργο του, πού είναι τδ
πιδ άμείλικτο κατηγορώ κατά τής τέχνης, δ Πλάτωνας παραδέχεται
πώς σέ μερικούς — πολύ λίγους, είναι άλήθεια — τομείς ή τέχνη
μπορεί νά φανεί χρήσιμη. Πρέπει, λέει, νά συνθέτονται καί νά έκτε-
λοΰνται ύμνοι προς τούς θεούς, δχι δμως έκείνοι πού προκαλουν θρη
σκευτική έκσταση, άλλά ύμνοι πού νά όδηγοΰν σέ θρησκευτικό - φιλο
σοφικούς στοχασμούς. Ά π δ τις έπτά πλατιά αναπτυγμένες άρμονίες
τής έλληνικής έγχορδης μουσικής 6 Πλάτωνας δέχεται νά διατηρη
θούν μονάχα ή δωρική καί ή φρυγική, για τί σ’ αύτές τονίζονται τά
τραγούδια πού ξυπνάνε στδν άνθρωπο τήν άνδρεία καί τή συναίσθηση
των καθηκόντων πού έχ ει σάν πολίτης. Στδ X βιβλίο τής Πολιτείας
δ Πλάτωνας άφήνει μάλιστα καί μιά πόρτα άνοιχτή γιά νά ξαναγυ-
ρίσει στήν τέχνη : „ "Αν ή ποίηση, πού είναι στραμμένη στήν ήδονή,
καθώς καί ή τέχνη τής ύπόκρισης μπορούσαν νά μάς παρουσιάσουν
άποδείξεις πώς είναι χρήσιμες σέ μιά εύνομούμενη πολιτεία, θά τις
δεχόμαστε μέ χαρά... "Αν άποδειχτεΐ πώς ή ποίηση δεν είναι μονάχα
εύχάριστη άλλά καί ώφέλιμη, θά είναι, κι αύτδ Ινα κέρδος γιά μάς “
(Πολιτεία, X 607 C ) .
Στδ τελευταίο του Ιργο, τούς Νόμους, δ Πλάτωνας προσπαθεί ό
ίδιος νά βρει άποδείξεις πού νά στηρίζουν αύτή τή θέση του.
Ό άτεγκτος χαρακτήρας τής διδασκαλίας γιά τις ίδέες καί τήν
ίδεώδη πολιτεία μετριάζεται πολύ στούς Νόμους. Ό Πλάτωνας άρ-
χίζει πιά νά παίρνει περισσότερο υπόψη του τις θετικές δυνατότητες
τών κρατικών μεταρρυθμίσεων καί δέν χαρακτηρίζει τόσο άρνητικά
δλη γενικά τήν καλλιτεχνική δημιουργία. Τού ξεφεύγει μάλιστα πώς
„ οί θεοί άπδ οίκτο γιά τδ άνθρώπινο γένος, πού ήρθε στύν κόσμο γιά
νά μοχθεί, δρισαν, σάν άνάπαυλα, τις γιορτές καί τού χάρισαν τις
Μούσες, τύν ’Απόλλωνα, πού τις καθοδηγεί, καί τύν Διόνυσο “ (Νό
μοι, 653 C ). Ό Πλάτωνας έγκρίνει τήν όργάνωση γιορτών, μέ χο
ρούς καί τραγούδια, καί μιλάει λεπτομερειακά γιά τδ πώς άκριβώς
πρέπει νά όργανώνονται. Πρέπει, λέει, νά έχουν ύψηλδ κι άρμονικδ
χαρακτήρα, νά καλλιεργούν τδ αίσθημα τής τάξης, τού μέτρου καί τής
αδτοσυγκέντρωσης. Δέν πιστεύει πιά πώς κάθε ύποταγή στις μούσες
έχει σάν άποτέλεσμα τήν άπώλεια τής νόησης. Ξεχω ρίζει δυδ μού
σες : „*Η μιά βελτιώ νει τούς άνθρώπους πού έχουν άνατραφεί μαζί
της, ή άλλη τούς χειροτερεύει “ (Νόμοι, 802 D ). Τ ή μούσα πού χ ε ι
ροτερεύει τούς άνθρώπους τή λέει „ γλυκεΐαν Εξακολουθεί βέβαια
νά πιστεύει, δπως καί πρώτα, πώς ,,έκεΤνος πού κάνει σφάλματά στις
μουσικές τέχνες γίνεται- πρόξενος μεγάλου κακού, για τί ευνοεί τα
θρια ήθη “ , έπιτρέπει όμως τήν καλλιτεχνική δραστηριότητα σε πο
πιύ πλατιά κλίμακα άπύ πρίν. Δέχεται άκόμα καί νά γίνονται παρα
στάσεις κωμωδίας, μέ τον άπαραίτητο δμως δρο πώς δεν θα παίζουν
σ’ αύτήν οί πολίτες τής ιδανικής πολιτείας του. Μονάχα οι ξένοι καί
οί δούλοι έπιτρέπεται νά κάνουν κάτι τέτοιο. Καί τραγωδίες άκόμα
μπορούν νά άνεβάζονται στύ θέατρο, πρέπει δμως πρώτα νά λογοκρί-
νονται άπύ τύν άνώτατο νομοθέτη ή τούς νομοθέτες. Μέ λίγα λόγια,
δ Πλάτωνας θεωρεί άπαραίτητο τον κρατικό Ιλεγχο στά έργα τής
τέχνης, τήν ίδια δμως τήν τέχνη δέν τή χαρακτηρίζει πιά, στήν κα
λύτερη περίπτωση, άχρηστη καί, στή χειρότετη, άντιλογική. Θ έλει
μονάχα νά τή συστηματοποιήσει καί νά έχει τή δυνατότητα νά τή
ρυθμίζει. Έ ν α άπύ τά μέτρα πού προτείνει γ ι’ αύτύ τύ σκοπό, μάς
προκαλεί κωμική εντύπωση. ’Επιθυμώντας νά έξασφαλίσει τήν ηθική
άξία τής ποίησης φθάνει στύ σημείο νά ισχυρίζεται πώς οί ποιητές
δέν πρέπει νά είναι κάτω άπύ 50 χρονών καί πώς πρέπει νά τραγου
διούνται „ έστω δχι καί τόσο εύρυθμα, τά έργα έκείνων τών ποιητών
πού καί οί Γδιοι είναι καλοί άνθρωποι καί στήν πολιτεία τούς έκτι-
μούν γιά τις ώραϊες τους πράξεις “ . Ό Πλάτωνας, είναι άλήθεια, δέν
τρέφει αύταπάτες γιά τήν πλατιά έπιτυχία μιας τέτοιας ποιητικής
δημιουργίας καί προσθέτει, έντελώς μέσα στύ πνεύμα τής άριστοκρα-
τικής θεωρίας του γιά τήν ιδανική πολιτεία, τήν παρακάτω παρατή
ρηση : ,,Έ μούσα πρέπει νά προσφέρει εδχαρίστηση δχι στύν πρώτο
τυχόντα άλλά στούς καλύτερους άνθρώπους, πού έχουν άποχτήσει άρ-
κετή μόρφωση“ (Νόμοι, 658 Α ).
Ό ίδιος ό Πλάτωνας στήν πράξη έφάρμοζε λιγότερο άπύ κάθε άλ
λον τις αισθητικές του θεωρίες. Έ κανε άκριβώς τύ άντίθετο άπύ δσα
έλεγε χρησιμοποιώντας στά φιλοσοφικά του έργα δχι μονάχα τά μέσα
γιά τήν καλλιέργεια τής νόησης, άλλά προσφεύγοντας άδιάκοπα καί
στή βοήθεια αύτών τών μουσών πού „ άφαιροΰν άπύ τούς άνθρώπους
τύ νού “ .
τοπία δέν Οφείλεται στήν „ έπινόηση “ τοϋ διαλόγου γενικά, άλλά στή
χρησιμοποίησή του σάν λογοτεχνικοΟ είδους γιά τήν άνάπτυξη τής
φιλοσοφικής καί πολιτικής του διδασκαλίας.
Ό Πλάτωνας χρησιμοποιεί τή διαλογική μορφή ποικιλότροπα στά
διάφορα έργα του συνδυάζοντάς την με τήν έπική άφήγηση.
Τρεις διάλογοί του — Αύοις, Χαρμίδης καί Πολιτεία — είναι
γραμμένοι σε μορφή άφήγησης του Σωκράτη, πού στήν άρχή άνα-
φέρει κάτω άπδ ποιες συνθήκες καί μέποιά άφορμή άρχισε ή δοσμένη
συζήτηση καί δστερα τήν έπαναλαμβάνει λεπτομερειακά. Τδ πέρασμα
άπδ τήν εισαγωγή στδ βασικδ θέμα τοϋ διαλόγου γίνεται έντελώς φυ
σικά. Ό Πλάτωνας δείχνει μεγάλη δεξιοτεχνία στδ σημείο αύτό.
Νά π. χ. πώς άρχίζει ό διάλογος Χαρμίδης :
„ Γύρισα τδ προηγούμενο βράδυ άπδ τδ στρατόπεδο τής Ποτίδαιας
καί βιαζόμουν νά ξαναβρεθώ στούς συνηθισμένους τόπους συγκέν
τρωσης των συνομιλητών. Ανάμεσα στά άλλα πέρασα καί άπδ τήν
παλαίστρα τοϋ Ταυρέου πού βρίσκεται άπέναντι στδ ίερδ τής βασι
λικής. Ε κ ε ί βρήκα πάρα πολλούς άγνώστους καί άκόμα περισσό
τερους γνωστούς. "Οταν μέ είδαν νά μπαίνω ξαφνικά, άρχισαν δλοι
άπδ μακριά νά μέ χαιρετάνε. Ό Χαιρεφώντας, ζωηρδς καθώς είναι,
ξέκοψε άπδ τδ πλήθος, Ιτρεξε κοντά μου κι άδράχνοντάς με άπδ τδ
χέρι ε ίπ ε : „ "Α χ, Σωκράτη, πώς τά κατάφερες καί γλύτωσες άπδ τή
μά χη; Λίγο πριν φύγουμε, στήν Ποτίδαια έγινε μάχη καί μείς έδώ
σήμερα μονάχα μάθαμε γ ι’ αυτήν... Έδώ λένε άκόμα πώς ή μάχη
ήταν φοβερή καί πώς πολλοί γνωστοί μας σκοτώθηκαν “ . „ Καί λένε
τήν άλήθεια “ — άπάντησα. „ "Ωστε πήρες καί σύ μέρος στή μ ά χ η ; “
„ Πήρα „ Ά ! κάθησε καί πέστα μας. Γιατί έμεϊς δέν τά ξέρουμε
δλα άκόμα " ...
. . .’Αφού ικανοποιήθηκε ή περιέργείά τους, ρώτησα καί γώ μέ τή
σειρά μου γιά τά νέα τής πόλης, γιά τή φιλοσοφία — σέ ποιά κατά
σταση βρίσκεται τώρα... “ ( Χαρμίδης, 1 5 3 ).
‘Ωστόσο αύτδς ό τρόπος μετάδοσης τής συζήτησης σέ πρώτο πρό
σωπο δέν είναι πάντα καί ό πιδ κατάλληλος. Στούς σύντομους δια
λόγους πού άναφέρονται σέ ένα καί μάλιστα σχετικά άπλδ θέμα, δπως
είναι δ Χαρμίδης (κα ί ό Ανσις), ή έξιστόρηση τών περιστατικών πού
προκάλεσαν τή συζήτηση, καθώς καί ή ίδια ή μετάδοσή της, έχουν
έντελώς φυσικδ χαρακτήρα. Α ντίθετα σ' ένα έργο μακροσκελές, δπως
είναι ή Πολιτεία, ή μετάδοση μιας συζήτησης σέ δέκα βιβλία συνέ
χεια φαίνεται βέβαια Ικζητημένη καί άφύσικη.
*0 Πλάτωνας δέ συνηθίζει νά χρησιμοποιεί έπικούς προλόγους
στά έργα του. "Ολοι σχεδδν οϊ διάλογοί του είναι γραμμένοι σέ κα
θαρά δραματική μορφή. Ά π δ τις πρώτες κιόλας λέξεις διαγράφεται
300 Π Λ A Τ Ω N A
ποί» μιλάς φαίνεσαι σάν ξένος ποί» τοΟ χρειάζεται ξεναγός καί δ χ ι σάν
ντόπιος. Πώς γίνεται νά μή βγαίνεις στά περίχωρα τής πόλης ; θαρρώ
πώς οδτε έξω άπδ τά τείχ η της δεν πάτησες ποτέ“ ( Φαιδρός, 2 3 0 D ).
Φαίνεται πώς δ Πλάτωνας παρέθεσε αδτή τήν περιγραφή μόνο καί
μόνο γιά νά χαρακτηρίσει τδν Σωκράτη καί τδ νεαρό συνομιλητή του.
ΟΕ χαρακτηρισμοί τοΟ Πλάτωνα διακρίνονται γιά τόν ειρωνικό τους
τόνο. Σατιρίζει κυρίως τοδς σοφιστές.
τδν άνθρώπων τή φωτιά καί τΙς τέχνες τί}ς Ά θηνάς καί τοΟ Ή φ α ι
στου. Ό Πλάτωνας άναπτύσσει περισσότερο αδτδ τδ μύθο: „ Οί άν
θρωποι, καθώς δεν ήξεραν τήν πολιτική τέχνη, άδικοδσαν δ ένα( :δν
άλλον... Τότε δ Δίας, έπειδή φοβήθηκε μήπως χαθεί 8λο τδ γένος
μας, έστειλε τδν 'Ε ρμή νά φέρει στους άνθρώπους τή ντροπή καί τή
δικαιοσύνη “ και τδν πρόσταζε. „ Νά τά δώσεις σε δλους, γ ια τί δέν
είναι δυνατδ νά ΰπάρχουν πόλεις, άν αύτές τΙς ιδιότητες τίς έχουν
μονάχα μερικοί άνθρωποι, δπως συμβαίνει μέ τΙς άλλες τέχνες.
Όποιος δέν έχ ε ι ντροπή καί δικαιοσύνη, πρέπει νά σκοτώνεται σάν
μίασμα τής κοινωνίας “ (Πρωταγόρας, 322 ). Ό Πλάτωνας δεν κατα·
λαβαίνει πώς αύτή ή θέση του γιά τδ αίσθημα „ τής ντροπής καί τής
δικαιοσύνης “ έρχεται σε άντίφαση με τδ δικό του πάλι παραλλη
λισμό άνάμεσα στίς διάφορες τέχνες καί στήν πολιτική δράση.
Στοές διαλόγους τοΟ Πλάτωνα ΰπάρχουν καί μύθοι πού δέν βρί
σκονται πουθενά άλλοΟ καί, δπως φαίνεται, τούς έπλασε δ ίδιος. Τ έ
τοιοι είν α ι: Ό μύθος γιά τή γέννηση τοΟ "Ερωτα άπδ τδν Πόρο καί
τήν Πενία, ποί> τδν άφηγείται δ Σωκράτης στδ Συμπόσιο. Ό μύθος
πού λέει δ ’Αριστοφάνης γιά τούς στρογγυλούς άνθρώπους πού ύπήρ-
χαν κάποτε καί πού δ Δίας γιά κάποια άσέβειά τους τούς χώρισε στά
δυδ καί γ ι’ αύτδ „ 6 καθένας άπδ μάς ψάχνει πάντα νά βρεϊ τδ άλλο
310 Π Λ Α Τ 8 ν α Σ
μισό του Ό μύθος γιά τΙς άγέννητες ψυχές πού διαλέγουν τήν έπι-
γεια μοίρα τους, πού κλείνει τύ δέκατο βιβλίο της Πολιτείας, μπορε
νά μήν είναι έπινόηση του ίδιου τοϋ Πλατωνα, άλλα διασκευή κα
ποιας αιγυπτιακής ή πυθαγόρειας διδασκαλίας για τή μετεμυυχωση.
Ό πιύ παραστατικός πλατωνικός μύθος, πού πλησιάζει πια ααην
καθαρή ποιητική δημιουργία, είναι έκείνος πού διαβάζουμε στο αι
όρο — τύν άναφέραμε πιύ πάνω — γιά τήν ψυχή πού πετάει ακολου
θώντας τύν Δία στύ βασίλειο τών ιδεών καί γιά τύ άρμα τής ψυχήζ
πού τύ σέρνουν δυύ άλογα, τύ ένα εύγενικύ και τύ άλλο μοχθηρό. ^
Μεγάλο ένδιαφέρον προκάλεσε στούς έπιστήμονες καί δ μύθος για
τύ μυστηριώδες κράτος τής Ά τλαντίδας, πού άφηγείται ό Πλάτωνας
στύν Κριτία. Ό μύθος αύτύς Ιγινε άφορμή νά διατυπωθούν ένα σωρύ
ύποθέσεις γιά τύ άν έχ ει καί κάποια ιστορική βάση. Πολλοί προσπά
θησαν νά τύν μιμηθοϋν πλάθοντας διάφορες κοινωνικές ουτοπίες.
Α ξ ίζ ει νά σημειώσουμε πώς ό Πλάτωνας ξεσπαθώνει άνοιχτά άντι-
κρούοντας μιά πολύ διαδομένη, ιδιαίτερα άνάμεσα στους σοφιστές,
άποδεικτική μέθοδο — νά άναφέρεται κανείς σέ ποιητές, κυρίως στύν
"Ομηρο. Στύν ' Ιππία τόν έλάσοονα καί στύν Πρωταγόρα ειρωνεύεται
αύτή τή συνήθεια: „"Α ς άφήσουμε ήσυχο τύν "Ομηρο — λέει —
άφοϋ είναι άδύνατο νά τύν ρωτήσουμε τί σκεφτόταν δταν έγραφε κάθε
στίχο του “ ( * Ιππίας ό έλάσσων, 365 ). Στύν Πρωταγόρα έκφράζε-
ται άκόμα πιύ δηκτικά : „ Μου φαίνεται πώς οί συζητήσεις γιά τήν
ποίηση ταιριάζουν περισσότερο στά συμπόσια τών φαύλων καί των
άργόσχολων. "Ολοι αύτοί άπύ τύ μεθύσι καί τήν άμορφωσιά τους δέν
είναι σέ θέση νά συζητάνε μέ δικές τους σκέψεις καί με τή δική τους
φωνή καί γι* αύτύ προσκαλοϋν αύλητρίδες στά συμπόσιά τους. Έ τ σ ι
συνεννοούνται μέ τις ξένες φωνές τών αύλών. "Οπου δμως συγκεντρώ
νονται καλοί, άγαθοί καί μορφωμένοι συνδαιτυμόνες... μπορούν μιά
χαρά νά συνεννοούνται μέ τή δική τους φωνή, χωρίς αύτές τις φλυα
ρίες καί τά παιδιαρίσματα... Δέν έχουν άνάγκη άπύ ξένες φωνές, ούτε
άπύ τις φωνές τών ποιητών, πού δέν μπορείς νά τούς ρωτήσεις τ ί θέ
λουν νά πούν μέ τούς στίχους τους... καί πού στά λόγια τους άλλοι
άποδίνουν ένα νόημα καί άλλοι άλλο “ ( Πρωταγόρας, 347 ).
Έ σύντομη αύτή έπισκόπηση μάς δείχνει πώς οί καλλιτεχνικές
μέθοδοι πού χρησιμοποιούσε ό Πλάτωνας ήταν στενότατα δεμένες μέ
τύ περιεχόμενο τού φιλοσοφικού του συστήματος. Έ πληρέστερη λο ι
πόν άνάλυσή τους είναι έργο τής ιστορίας τής φιλοσοφίας καί δχι
τής Ιστορίας τής λογοτεχνίας. Λ
Ε Ι Ε . X V III. Π λ ά τ ω ν α ς . Μάρμαρο. 4. αΙ. η.Χ.
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο V III
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ
ψιά τοΟ Έ ρμβίβ. Στήν Άσσο Ιμεινε τρία χράνια, δ ς τ& θάνατο του
Έ ρμεία, πού δολοφονήθηκε προδοτικά άπδ τούς Πέρσες. Ιστερα γ
καταστάθηκε στή Μυτιλήνη δπου Ιμεινε ώς τα 342. Απδ κει π
στή Μακεδονία, μέ πρόσκληση τοϋ βασιλιά Φίλιππου, για ν^ να α
βει τή διαπαιδαγώγηση του γιοΰ του Αλέξανδρου, πού τότε ήταν ε-
κατριώ χρονώ. Στά 335 ό ’Αριστοτέλης γύρισε ξανά στήν Αθήνα,
δπου ίδρυσε φιλοσοφική σχολή στδ Αύκειο — άλσος άφιερωμένο στ ν
Αόκειο ’Απόλλωνα. Ή σχολή αύτή όνομάστηκε „ Περιπατητική
άπδ τή συνήθειά του νά περίπατε Γ τήν ώρα των μαθημάτων στις δεν
τροστοιχίες τοϋ Αυκείου. Στήν ’Αθήνα 6 ’Αριστοτέλης συγκέντρωσε
μιά μεγάλη φυσιοδιφική συλλογή — σ’ αύτό, σύμφωνα με τήν παρά
δοση, τδν βοήθησε καί ό ’Αλέξανδρος ό Μακεδόνας — καί συγκρότησε
μιά τεράστια βιβλιοθήκη. Μετά τδ θάνατο τοϋ ’Αλέξανδρου οΐ Ε λ λ η
νες κατόρθωσαν γιά λίγο ν* άποτινάξουν τδ μακεδονικδ ζυγό. *Ηταν
πιά έπικίνδυνο γιά τδν ’Αριστοτέλη νά μένει στήν ’Αθήνα. Κατέφυγε
στήν Εύβοια καί τδν άλλο χρόνο πέθανε στή Χαλκίδα.
3. ΔΙΑΛΟΓΟΙ
1. ‘Επιοτολαι προς ’Αττικόν, IV, 16* XIII, 19, 4. ’Επιοτολαι πρός αδελφόν Κόιντον,
III, 6. Έπιοτολαι πρός φίλους, I, 9, 23. Περί ρήτορος, III, 21, 80 κ. &.
S16
1. Γιά κείνους πού μελέτησαν αότόν τόν τομέα, καί ειδικά τόν τομέα τοϋ δφους, πρίν
άπό τόν ‘Αριστοτέλη βλ. τό άρθρο τής Σ. Β. Μελίκοβα - Τολστάγια 'Αρχαίος ΰβωρίβς χαλ
ί™ χνιχον λόγον στή συλλογή κειμένων *Αρχαΐβς ΰβωρίβς γλώσαας και νφους, Μόσχα -
Αένινγκραντ, 1936.
326 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η ^
8. „ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η “
1. ODxe τή μ ε λ έτ η τοΟ αστείου βρίσκουμε στήν Ποιητική. &ν κα> & •AoiaxoTiW «τ *
]8) λέν ”2τ
διαλέγει 6 καθένας τί είναι κατάλληλο “ . Λ’
Χ ΙίΖ Ά ΰνα
ί 4Xi a ταΐρί αζΤ0ϋν στόν Ελεύθερο άνθρωπο καί άλλα δχι, | τσι πού μπορεί νά
μπορεί
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 327
1. Γι ά τήν έξέλιξη τής ρητορικής στήν 'Ελλάδα πρίν άπό τόν 'Αριστοτέλη βλ. τό
®ρβρο πού άναφέραμβ πιό πάνα) τής 2!· Β. Μελίκοβα ■ Τολστάγια καί τό IX κεφάλαιο
αύτοδ τοΟ τόμο».
Σ
1. ΚαΙον μεν οδν ia ttv δ &ν δ ι * αυτό αιρετόν δν επαινετόν fj. η δ αν άγα&όν δν ήδύ
ϋ· δχι άγαϋόν. ( Ωραίο λοιπόν είναι έκείνο πού, επειδή πρέπει νά τό προτιμάμε γι* αύτδ
τό Ιδιο, είναι αξιέπαινο ή τό άγαθό πού είναι εύχοίριοτο γιατί είναι αγαθό).
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ 329
1. Τραγωδία λοιπόν είναι ή μίμηση μιδς σπουδαίας καί όλοκληρωμένης πράξης, που
δχει [ Αρκετό ] μέγεθος, γραμμένη μέ ήδυσμένο λόγο ( ό ’Αριστοτέλης έξηγεί πιό κάτω πώς
μέ τή λέξη „ ήδυσμένος14 έννοεΓ τό λόγο πού έχει ρυθμό, Αρμονία καί μέλος), μέ χωριστά
κάθε είδος [ ήδύσματος ] στδ διάφορα μέρη της, πού διεξάγεται μέ δράση καί όχι μέ
άπαγγελία καί πετυχαίνει μέ τόν οίκτο καί μέ τό φόβο τήν κάθαρση αότών τών παθη-
μάτων.
Η
830
δρια γιά τήν έξέλιξη της δράσης τής τραγωδίας, πρέπει νά ύποτάσ-
σεται στήν ένότητα της δράσης. „ Έ έκταση — λέει — καθορίζεται άπό
τήν ίδια τήν ούσία τής όπόθεσης. Ωραιότερος είναι πάντα δ μεγαλύ
τερος μύθος, δταν μπορεί νά γίνει άμέσως κατανοητός μέ τό μέγεθός
του. Γιά νά δώσουμε έναν άπλό όρισμό, ή έκταση ένός μύθου είναι
άρκετή δταν σ’ αύτόν τά γεγονότα έξελίσσονται δμαλά μ ! βάση τήν
πιθανότητα ή τήν άναγκαιότητα έτσι πού νά μπορεί νά συμβεί μετα
βολή άπό τήν εύτυχία στή δυστυχία ή άπό τή δυστυχία στήν εύτυχία “
(1 4 5 1 a ).
Ό βασικός λοιπόν κανόνας γιά τόν 'Αριστοτέλη είναι μονάχα ή
ένότητα τής δράσης, δηλαδή τό αίτημα τής έσωτερικής πληρότητας
του δράματος, πού έξασφαλίζεται μέ τόν παραμερισμό κάθε στοιχείου
πού έμποδίζει τήν άρμονική πορεία τής Ιξέλιξής του. Σάν κλασικό
πρότυπο τέτοιου δράματος ό ’Αριστοτέλης θεωρεί τόν ΟΙδίποδα τύραννο
του Σοφοκλή, τήν ώραιότερη, σύμφωνα μέ τή γνώμη του, έλληνική
τραγωδία (βλ. Ποιητική, X I , 1452 a· X V I , 145 5 a* X X I V , 14 6 0 a).
Έ Ποιητική του 'Αριστοτέλη έγινε τό άδιαφιλονείκητο πρότυπο
γιά τή νεότερη εύρωπαϊκή φιλολογία. Σ ' αύτήν στηρίζονται άμέτρητα
βιβλία πού καταπιάνονται μέ τή θεωρία τής ποιητικής τέχνης. Στή
Γαλλία τή μελετοϋσαν μέ ιδιαίτερη έπιμέλεια τόν 1 6 .- 1 7 . αί. Στή
γαλλική δμως ,, κλασική “ ( ή πιο σωστά, δπως πιστεύουμε, ,,ψευτο-
κλασική “ ) ποιητική, πού βρήκε τήν πληρέστερη έκφρασή της στό
πρόσωπο του Γάλλου συγγραφέα Μπουαλώ, ή ζωντανή σκέψη τού
'Αριστοτέλη κατάντησε νεκρό σχήμα, δπου περιλαμβάνονται καί οΐ
ξένοι γιά τόν "Ελληνα φιλόσοφο κανόνες των καθαρά έξωτερικών
„ένοτήτω ν“ χρόνου καί τόπου. Τήν πιό σημαντική ένότητα, τήν ένό
τητα τής δράσης, οί Γάλλοι τήν έρμήνευαν συνήθως σάν μιά ένωση
γεγονότων πού έχουν σχέση μέ ένα πρόσωπο, έστω κι άν δέν τά συν
δέει κανένας άλλος δεσμός. Ό 'Αριστοτέλης δμως έλεγε άκριβώς τό
άντίθετο τονίζοντας ρητά πώς ή ένότητα του μύθου δέν άπορρέει άπό
τή συγκέντρωσή του γύρω άπό ένα πρόσωπο *, άλλά άπό τήν άναπα-
ράσταση μιας ένιαίας καί όλοκληρωμένης δράσης ( Ποιητική, V I I I ,
1 4 5 1 a ) 2.
"Ενα άλλο πρόβλημα τής ποιητικής τοΟ ’Αριστοτέλη είναι τό ζή
τημα τής λεγόμενης „ τραγικής κάθαρσης “ , πού άναφέρεται στήν
άρχή του V I κεφαλαίου τής Ποιητικής (1 4 4 9 b ).
ξεκινάει άπό τήν άποψη πώς ή Ιπίδραση τής τραγωδίας, πού μέ τήν
τύχη των ήρώων της είκονίζει τήν πανανθρώπινη μοίρα καί ταυτόχρο
να τό νόμο τής αιώνιας δικαιοσύνης, καθώς και ή Ιπίδραση τής μου
σικής, πού καταπραδνει τά ταραγμένα αίσθήματα με τό ρυθμό καί
τήν άρμονία, βασίζονται στούς γενικούς νόμους τής τέχνης. ’Αποδίδει
στήν άριστοτελική „ κάθαρση “ τήν έννοια του κατευνασμού των συγ
κινήσεων πού προκαλει ό „ οίκτος41 καί ό „ φόβος “ , άπό τή μιά μ ε
ριά είδικά μέ τά μέσα τής τραγωδίας, σάν έργου τέχνης, καί άπό τήν
άλλη μέ βάση τούς πανανθρώπινους νόμους τής ή θική ς1.
3) *Η Ιατρική θεωρία τού ,, Ιρεθισμού “ τού Μπερνάις2, πού ισχυρί
ζεται πώς ή κάθαρση άπό τις συγκινήσεις τού „ οίκτου “ καί τού
„ φόβου “ χάρη στήν τραγική παράσταση, είναι άποτέλεσμα τής φυ
σικής άντίδρασης πού γεννιέται στήν ψυχή τού θεατή σάν Ιπακόλουθο
των τεχνητά ένισχυμένων καί άναζωπυρωμένων μέ τήν Ιπίδραση τής
τραγωδίας άντίστοιχων αισθημάτων. *Η αντίδραση αύτή επενεργεί
ανασταλτικά στις παραπάνω συγκινήσεις, τις έξαλείφει δίνοντας έτσι
zb είδικό αίσθημα τής ικανοποίησης — zb ίδιο αίσθημα πού δοκιμά
ζει κανείς πραΰνοντας τή λύπη μέ τά δάκρυα. Έ τ σ ι 0 Μπερνάις καί
οΐ δπαδοί του πιστεύουν πώς ό δρος κάθαρσις είναι συνώνυμος μέ
τόν δρο κούφισις, πού σημαίνει ξαλάφρωμα άπό τις συγκινήσεις.
4) ΟΙ θρησκευτικές θεωρίες. Σ ’ αύτές άνήκει ή καθαρά διανοου-
μενίστικη θεωρία τού Σ. Χάουπτ8, πού συνδέει τή διδασκαλία τού
’Αριστοτέλη γιά τήν κάθαρση μέ τή θρησκεία καί τά μυστήρια τών
Ελλήνω ν, πιστεύοντας πώς ό δρος „ κάθαρσις “ είναι παρμένος άπό τά
μυστήρια — άπό τή λατρεία τού Διόνυσου άπό δπου γεννήθηκε ή τρα
γωδία.
Ά πό δλες αύτές τις θεωρίες πού άναφέραμε περιληπτικά, έκείνη
πού διαδόθηκε περισσότερο είναι ή θεωρία τού Μπερνάις, πού ό A . Α.
Γκρούσκα στό άρθρο του *0 Μάξι μ Γκόρκη σάν ερμηνευτής του
’Αριστοτέλη τή χαρακτηρίζει σάν τήν „ πιό φυσική, άπλή, προσιτή
στον έμπειρικό έλεγχο, πού μπορεί ν* άποδειχτεί μέ στοιχεία καί γ ι’
αύτό είναι άπό .κάθε άποψη ή πιό πιθανή “ 4. Ή θεωρία δμως αύτή, μ*
δλη τή βασιμότητα καί τήν άληθοφάνειά της, δέ λύνει τό πρόβλημα
τι άκριβώς Ιννοούσε ό Αριστοτέλης μέ τόν δρο ,, κάθαρσις “ στό
γνωστό όρισμό τής τραγωδίας πού δίνει στό V I κεφάλαιο τής ΙΓοιη-
τικής του, δπου μέ δσα λέει γιά τήν „ κάθαρση * δε φανερώνει τήν
προσωπική του άποψη πάνω σιό ζήτημα τ ί πρέπει να είναι η τρα
γωδία ( σε τέτοιες περιπτώσεις ό Αριστοτέλης μεταχειρίζεται παντα
τή λέξη δει — πρέπει — ή άλλες ταυτόσημες έκφράσεις)*, άλλοι μας
λέει μονάχα τ ί είναι. Καί ή όποκατάσταση του δρου „ καθαρσις με
τόν δρο „ κοόφισις “ κάνει έπισφαλή τή θεωρία του Μπερναις. ^
Παράλληλα μέ τις παραπάνω βασικές θεωρίες γιά τήν „ κάθαρση ,
έγιναν καί πολλές άλλες άπόπειρες γιά νά έρμηνευθεϊ αυτός δ ορος
καί νά λυθεί τό σχετικό πρόβλημα. Μεγάλο ένδιαφέρον παρουσιάζει
ή έρμηνεία του Γκαΐτε, ποδ τό πρόβλημα τής „ κάθαρσης “ τόν είχ ε
άπασχολήσει πολό καί τό έξέτασε άναλυτικά στό έργο ποό έγραψε
στά 1827 μέ τίτλο Παρατηρήσεις στην „ Ποιητική ** τον 9Αριστο
τέλη. Γιά ν* άποφύγουμε τις άσάφειες, ό Γκαΐτε προτείνει μιά δίκη
του, πολό έλεύθερη άλήθεια, μετάφραση τής άρχής του V I κεφαλαίου
τής Ποιητικής: „ Τραγωδία είναι ή άναπαράσταση μιας σημαντικής
καί όλοκληρωμένης πράξης, ποδ έχ ει κάποια διάρκεια καί άναπτόσ-
σεται μέ εδχάριστο δφος άπό πολλά πρόσωπα, ποδ παίζει τό καθένα
τό ρόλο του, καί δχι άφηγηματικά άπό ένα πρόσωπο. Έ έπίδραση
της τερματίζεται μονάχα υστέρα άπό μακρόχρονη έναλλαγή του
φόβου καί τοϋ οίκτου, μέ τή συμφιλίωση των δυο αότών παθών “ .
(Αότό τό κείμενο τοϋ Γκαΐτε μεταφράστηκε πιστά στά ρωσικά άπό
τόν Σ. Β . Γκ ερ ιέ.)
„ Μέ τή βοήθεια μιάς τέτοιας μετάφρασης — γράφει 6 Γκαΐτε — έλ-
πίζω νά ξεκαθαρίσω τήν άσάφεια αότοΰ τοϋ άποσπάσματος. Θά προσ
θέσω μονάχα τά παρακάτω: Πώς ήταν δυνατό ό ’Αριστοτέλης, ποδ
μιλάει πάντα γιά συγκεκριμένα άντικείμενα καί στό σημείο αότό έξε-
τάζει ειδικά τή δομή τής τραγωδίας, νά είχ ε ύπόψη του, δίνοντας τόν
όρισμό της, τήν έπίδραση, καί μάλιστα τή μελλοντική έπίδραση, ποδ
μποροϋσε νά άσκήσει ή τραγωδία στό θεατή; ’Ασφαλώς δέ συμ
βαίνει κάτι τέτοιο. Ό ’Αριστοτέλης μιλάει έντελώς ξεκάθαρα καί
σωστά: *Όταν ή τραγωδία έχει πια εξαντλήσει τά μέσα ποδ προ-
καλοϋν τό φόβο καί τόν οίκτο, πρέπει νά όλοκληρώσει τό έργο της
μέ τήν άρμονική συμφιλίωση τών δυό αότών παθών. Μέ τή λέξη „ κά
θαρση “ έννοεΐ άκριβώς αότή τή γαλήνια όλοκλήρωση ποό άπαιτεΐται
άπό κάθε είδος τής δραματικής τέχνης καί οόσιαστικά άπό κάθε ποιη
τικό έργο “ *.
Ό Γκαΐτε προσπάθησε νά εισχωρήσει στήν οδσία αότοΰ τοϋ άριστο-
τελικοϋ δρου, τήν έρμηνεία του δμως δέν είναι δυνατό νά τή θεω-
1. Νά πώς όρίζει δ ’Αριστοτέλης τδν οίκτο: „ Οίκτος (ίλβο ς) είναι μιά λύπη γιά
κάποιο φανερό κακό πού μπορεί νά καταστρέψει ή νά πικράνει §να πρόσωπο πού δέν
δξιζε τέτοια τύχη, κακό πού θά μπορούσαμε νά πάθουμε καί μείς οί ίδιοι ή κάποιος
ουγγενής μας “ {Ρ η το ρικ ή , II, 8).
2. ‘Α γαμέμνω ν, στίχ. 176 κ. έ.
3. Στήν έλεγεία Τής χρελλής νιότης αβηομένη χαρα...
4. *0 Μάρκος Αύρήλιος (2 . αΐ. μ. X .) . μιλώντας γιά τήν κλασική έλληνική τρα
γωδία, διατυπώνει άπόψεις παραπλήσιες μέ τόν Αριστοτέλη. Στό έργο του ΕΙς ία νιό ν
(11,6) γράφει- Αρχικά έγιναν οί τραγωδίες γιά νά θυμίζουν στό θεατή πώς όρισμένα
γεγονότα άπό τή φύση τους έπρεπε νά γίνουν έτσι καί δχι άλλιώς, ώστε άφού τόν διά-
22 Ιστορία τής ‘Ελληνικής Λογοτεχνίας
338 Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Η Σ
σκεδάζουν στή σκηνή, δέν πρέπει νά είναι καταθλιπτικά καί στή μεγάλη σκην* — τ * Γ,*·*
Γ ια τί οί θεατές πείθονται μέ τά Ιδια τους τά μάτια πώς δρισμένα γεγονότα πρέπει νά
γίνονται μ αϋτόν ακριβώς τόν τρόπο καί είναι απαραίτητο νά τά δέχονται άδιαμαρτύοητα
κ ι έκείνοι που αναφωνοΟν: Ίώ Κ ιθ α ιρ ώ ν!" ('Ο Μάρκος Αύρήλιος δχει δπόψη ίο υ τ ή ?
αναφώνηση τοϋ Ο δίποδα στήν τραγωδία τοϋ Σοφοκλή ΟΙόΙπους τύραννος, στίγ 1 3 9 1 -
1ω Κι&αιρων, χΐ μ * έδεχου; Τ ί μ * ον λαβών, ίχτδίνβς βύ& ύς;). Χ* *
ΡΗΤΟΡΙΚΗ
ΚΕΦ Α Λ Α ΙΟ IX
Τόν Όδυσσέα ό ποιητής τόν παρουσιάζει πιο συχνά σαν δεινό ρή
τορα παρά σάν άφοβο πολεμιστή :
σης. Ό ρήτορας πού μπορούσε νά άγορεύει συνέχεια δση ώρα δεν τδν
διέκοπταν μά πού ήταν άνίκανος νά άρθρώσει λέξη δταν του άπευθυ-
νανε καμιά έρώτηση, δεν έπρεπε νά περιμένει έπιτυχίες άπό τό δικα
στήριο, δπου ή ύπόθεση κατέληγε πάντα σε άλλεπάλληλες έρωταπο-
κρίσεις. Ό ρήτορας έπρεπε νά έχ ει τήν Ικανότητα νά άπευθυνει έπι-
δέξια έρωτήσεις καί ν’ άπαντάει μέ Ιπιτυχία στά έρωτήματα του άν-
τιπάλου του. Τά δικαστήρια λοιπόν έγιναν μιά μόνιμη σχολή ρητορι
κής δεινότητας. Έ τ σ ι δημιουργήθηκε ένα άλλο είδος ρητορικής, ή Λ-
κανική.
Μπορούμε λοιπόν νά ποΰμε πώς άκριβώς άπό τον καιρό τοϋ Π ερι
κλή ή ιστορία τής ρητορικής μπήκε στή δεύτερη περίοδο τής εξέλιξής
της. ‘ Ωστόσο κανένας αύθεντικός λόγος τοϋ Περικλή, τοϋ πιό περίφη
μου ρήτορα Ικείνης τής έποχής, δεν διασώθηκε. ΟΙ μαρτυρίες τοϋ Κ ι-
κέρωνα καί τοϋ Πλούταρχου δεν μάς φωτίζουν πάνω στό ζήτημα, άν
στήν άρχαιότητα ύπήρχαν δποιοιδήποτε γραφτοί του λόγοι.
Ά πό τά λόγια τοϋ Κικέρωνα: „ Πριν άπό τόν Περικλή δεν υπάρχει
τίποτα μέ ρητορικά στολίδια, πού νά φανερώνει έργο ρήτορα“ (Βρού
τος, 7 ,2 7 ), θά μποροϋσε κανείς νά ύποθέσει πώς είχαν διασωθεί κά
ποιοι γραφτοί λόγοι τοϋ μεγάλου πολιτικοϋ. Ό Πλούταρχος δμως
ισχυρίζεται τό άντίθετο: „ Ε κ τό ς άπό θεσπίσματα τίποτα γραφτό δεν
άφησε “ ( Βίος Περικλεούς, 8 ).
Εΐναι άλήθεια πώς στήν άρχαιότητα κυκλοφορούσαν μερικά έργα
μέ τό δνομα τοϋ Π ερικλή, δ Κοϊντιλιανός δμως ( I I I , 1 ,2 ) τά θεω
ρούσε κιόλας πλαστά. Ό Θουκυδίδης παραθέτει στήν *Ιστορία του
όλόκληρους τρεις μεγάλους λόγους τοϋ Περικλή. Α π ' αύτούς ό πιό
γνωστός είναι ό περίφημος ’Επιτάφιος πού έκφωνήθηκε στήν ταφή
των Αθηναίων πού έπεσαν στον πρώτο χρόνο τοϋ Πελοποννησιακοϋ
πολέμου. ΟΕ λόγοι αύτοί δμως καθρεφτίζουν μονάχα τό πνεϋμα των
πραγματικών λόγων τοϋ Π ερικλή, χωρίς νά άποδίδουν μέ άκρίβεια
τή λεκτική μορφή τους.
Ε κ τό ς άπό τούς παραπάνω λόγους μάς είναι γνωστές μονάχα με
ρικές μεμονωμένες έκφράσεις — „ έπεα πτερόεντα “ — τοϋ Π ερικλή,
πού παραθέτει ό 'Αριστοτέλης στή Ρητορική του. Σέ μιά άπ’ αύτές
τό κράτος πού έχασε στον πόλεμο τη νεολαία του παρομοιάζεται μ'
ένα χρόνο πού τοϋ κλέψανε τήν άνοιξη καί σέ μιά άλλη ή Α ίγινα
όνομάζεται „ τσίμπλα τοϋ Πειραιά Δέν ύπάρχει καμιά άμφιβολία
πώς ό Π ερικλής ήταν Ιξαιρετικά εύγλωττος ρήτορας. Σ ’ αύτό συμ
φωνούν δλοι οί άρχαίοι, φίλοι καί έχθροί του.
*0 Πλάτωνας, άν καί δέν έκφράζεται ευνοϊκά γιά τόν Π ερικλή,
τόν άποκαλεϊ ωστόσο „ τελειότατο στή ρητορική τέχνη “ ( Φαιδρός,
2 6 9 Ε ) καί ό Ξενοφώντας στά ’Απομνημονεύματά του τόν συγκρίνει
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 347
1. Είναι μιά συνηθισμένη έλληνική παροιμία, πού σ' αύτή τήν περίπτωση ταιριάζει
θαυμάσια, άφοδ τό δνομα τοδ δάσκαλου ήταν Κόρακας.
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ Ε Λ Λ Α ΔΑ 361
1. Είναι φανερό πώς 6 Γοργίας μέ τή λέξη ηαίγνιον έννοοΟσε πώς ένας τέτοιος λό
γος, μιά συνηγορία τής Ε λ έν η ς , δέν έξυπηρετοδσε καμιά πραχτική ανάγκη. Ή ταν. Ac
ποδμε, δνα „ πνευματικό παιχνίδι “ . ^
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛ ΛΑ ΔΑ 353
1. Γιά τή χρησιμοποίηση τοΟ Ιδιου δροο „ λογογράφοι “ γιά τούς αρχαιότατους "Ε λλη-
ν«ς Ιστορικούς 6λ. κβφ I.
2. Πόσο βύαίσθητη ήταν ή Ακοή τών Αθηναίων στό ζήτημα τής προφοράς φαίνεται
καθαρά άπό μιά πληροφορία τοΟ Πλούταρχου, πώς δ λαός θορυβούσε όταν ό Δημοσθένης
τύνιζ* τή λέξη *Α σ κληπ ιός στήν προπαραλήγουσα (Πλούταρχος» Β ίο ς Δημοσϋέψονς, 2 0 ) .
356 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
’Αθήνα τδ βήμα ήταν έλεδθερο γιά δλους τοδς πολίτες ποδ είχα ν
πλήρη δικαιώματα, στήν πραγματικότητα δμως ποτέ δεν δπήρχ«ν
ταυτόχρονα πάνω άπδ 3 0 , τδ πολδ 6 0 άτομα ποδ έπαιρναν τδ θάρρος
νά άγορεόσουν. Ε ι άπ’ αδτοδς
τοδς 50 έλάχιστοι ήταν έκεΐ-
νοι ποδ τραβοδααν όλοκληρω-
τικά τήν προσοχή τοΟ δήμου.
Αδτοδς τους έλάχιστους προ-
ωθοΟσαν τά πολιτικά κόμματα
στδ προσκήνιο τοδ σκληρού
πολιτικοΟ άγώνα ποδ είχ ε ξε
σπάσει στήν ’ Αθήνα τδ δεύτε
ρο μισδ τοδ 5. αί. π. X .
Οί περισσότεροι μαθητές
τών ρητορικών σχολών ποδ
ήθελαν νά έκμεταλλευθοδν τίς
γνώσεις τους γιά νά ζήσουν,
γίνονταν δάσκαλοι τής ρητο
ρικής ή λογογράφοι.
Οί δποχρεώσεις τών λογο
γράφων. άπέναντι στοδς πελά
τες τους ήταν πρλυάριθμες.'Ο
λογογράφος έπρεπε νά συγ
κεντρώσει δλο τδ άπαραίτητο
γιά τήν προανάκριση δλικό,
νά δποδείξει τδ δικαστήριο
δπου ύπαγόταν ή συγκεκριμέ
νη δπόθεση, νά διαλέξει τδν
καλύτερο τρόπο προσφυγής
καί τέλος νά προτείνει τήν
κατάλληλη ποινή, για τί στήν
άντίθετη περίπτωση ύπήρχε
φόβος '.νά άπορριφθεΐ ή πρό
τασή; του καί νά γίν ει δεκτή
ή πρόταση τοδ άντιδίκου. Τδ
βασικδ δμως έργο τοδ λογο E l x . 31. Η ι λ π ο μ ί ν η . Μαρμάρινο δγαλμα.
γράφου ήταν νά γράψει τδ λό 3. π, X. Μου 3βto Έ ρ μ ιτά ζ.
γο ποδ-δ πελάτης του άποστή-
θιζε .καί έκφώνοδσε στδ. δικαστήριο. Βλέπουμε λοιπδν πώς δ άρχάϊος
λογογράφος διέφερε όδσιαστικά άπδ τδν σημερινδ δικηγόρο. Έ νώ ό
δικηγόρος άγορεύει ό ίδιος στδ δικαστήριο καί δέν είναι δποχρεωμένος
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
1. Αύτό φαίνεται καί από τά παρακάτω λόγια ένός πελάτη τοΟ Λυσία : „ "Αν Αρχίσατε
νά τιμω ρείτε τούς πανούργους ρήτορες, θά σταματήσουν όλες οί άπόπειρες Αδικημάτων
όν^ντίον μ α ς“ ( Λυσίας, X X V II, 6 ).
358 Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν Ε Λ Λ Α Δ Α
3. Α Ν Τ Ι Φ Ω Ν Τ Α Σ
•π. X . καί στή διάρκεια της λιγόχρονης .διοίκησης της Βουλής τών
V, τετρακοσίων “ στάλθηκε σάν μέλος μιας .πρεσβείας στή Σπάρτη γιά
νά διαπραγματευθεΐ τή συνομολόγηση είρήνης. Τόν ίδιο χρόνο (4 1 1
π. X . ), μετά τήν άνατροπή τής Βουλής των „ τετρακοσίων “ , ό Ά ν τ ι-
φώντας κατηγορήθηκε γιά προδοσία κατά τής πατρίδας, Ή άπολογία
του ( Περί μεταστάσεως) δέν έφερε κανένα άποτέλεσμα. *Η περιουσία
του δημεύθηκε, τό σπίτι του ξεθεμελιώθηκε και ό Γδιος καταδικάστηκε
σε θάνατο μέ στέρηση τοϋ δικαιώματος νά ταφεί μέσα στά δρια τής
’Αττικής.
Ό ’Αντιφώντας άρχισε νά μαθαίνει τή ρητορική πιθανότατα άπό
τά νεανικά του χρόνια μέ τή βοήθεια τοϋ πατέρα του Σοφίλου, πού
ήταν σοφιστής. Στήν άρχαιότητα ύπολόγιζαν πώς ό ’Αντιφώντας είχ ε
γράψει έξήντα λόγους, μ’ δλο πού καί τότε άκόμα βρισμένοι άπ’ αύ-
τούς θεωρούνταν πλαστοί. Στόν ρήτορα Άντιφώντα άπέδιδαν άκόμα
και ένα Εγχειρίδιο ρητορικής καθώς καί μιά συλλογή άπύ ρητορικά
„ προοίμια “ καί „ έπιλόγους Ό ’Αντιφώντας είναι ό πρώτος ’Ατ
τικός ρήτορας πού άρχισε νά δημοσιεύει τούς λόγους του. Σύμφωνα
μέ τΙς μαρτυρίες των άρχαίων, είχ ε Ιδρύσει σχολή ρητορικής, τή
φήμη του δμως δέν τή χρωστάει στή διδασκαλική του δράση, άλλά
στους λόγους του, τόσο στούς δικανικούς— γιά διάφορες ιδιωτικές ύποτ
θέσεις — δσο, ίσως, καί στούς πολιτικούς — δσους έγραφε γιά πρό
σωπα πού, θέλοντας νά όποβάλουν μιά πρόταση στήν ’Εκκλησία τοϋ
δήμου, δέν είχαν έμπιστοσύνη στήν ικανότητά τους καί κατέφευγαν
στήν πείρα του.
Τή ρητορική δράση τοϋ Άντιφώντα πιθανότατα πρέπει νά τήν
τοποθετήσουμε στή δεκαετία άνάμεσα στά 421 και στά 411 π. X .
Γ ι’ αύτή τή δράση μιλάει καί ό μαθητής του Θουκυδίδης τονίζοντας
πώς ό ’Αντιφώντας ,, μποροΰσε νά βοηθήσει τόν καθένα πού είχ ε κά
ποια υπόθεση στό δικαστήριο ή στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου κι άπευ-
θυνόταν σ’ αύτόν γιά νά τόν συμβουλευτεί “ ( V I I I , 68, 1 ) .
Τήν ίδια έποχή ό ’Αντιφώντας φαίνεται πώς άσχολοϋνταν καί μέ
θεωρητικά προβλήματα τής ρητορικής. Στήν ’Αθήνα προβαλλόταν τότε
μέ ίδιαίτερη όξύτητα τό πρόβλημα τής σημασίας τής νέας ρητορικής γιά
τήν κοινωνική' ζωή .καί γιά πρώτη φορά τελειοποιοΰνταν οί θεωρητικές
άρχές της καθώς καί ή πραχτική της έφαρμογή. Έ νας άνθρωπος λοι
πόν πού έγραφε λόγους ήταν άδύνατο φυσικά νά μήν καταπιάνεται καί
μέ τή θεωρητική μελέτη τών προβλημάτων αύτών. Τά άποτελέσματα
αύτής. τής δουλειάς του ό ’Αντιφώντας τά δημοσίευσε σάν ένα είδος
συλλογής άπό χρήσιμους γιά σχολικούς σκοπούς „ κοινούς τόπους “
καί μέ τή μορφή πρότυπων λόγων πού μπορούσαν νά έκφωνηθοΰν στή
μιά ή στήν άλλη κατάλληλη εύκαιρία. Στούς λόγους αύτούς οί μαθη.-
360 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ληλα μέ τή ρητορική τοϋ Γοργία, καί ένα άλλο είδος ρητορικού πε^
λόγου πού, παίρνοντας βρισμένα στοιχεία άπό τή σοφιστική ρητορ1 w»
μπορεί νά χρησιμοποιείται στά δικαστήρια και στήν Εκκλησ α το
δήμου χάρη στήν καλύτερα άναπτυγμένη έπιχειρηματολογία; του.
Τα έργα του Άντιφώντα δεν προκαλοϋσαν άρ.γοτερα μεγάλο ν ιλ
φέρον. Δεν έπηρέασαν καθόλου τή ρωμαϊκή ρητορική. Αυτό όφειλεται
στις άλματικές έπιτυχίες τής μεταγενέστερης άθηναϊκής ρητορικήζ·
Τόσο ό Γοργίας δσο καί ό Άντιφώντας θεωρήθηκαν πολυ^γρηγ°Ρα
άπαρχαιωμένοι συγγράφεις. Ή εκτίμηση πού έτρεφαν γιά τούς λόγους
τοϋ Άντιφώντα οί λόγιοι τής ’Αλεξάνδρειας καί τής Περγάμου οφεί
λεται άποκλειστικά στό ιστορικό τους ένδιαφέρον.
4. Α ΝΔ ΟΚΙ Δ ΗΣ
πρόχειρη ματιά ατά κείμενα τών λόγων του άποδείχνεί πως ό ρήτορας
αύτύς δεν άνήκε σέ κανένα άπύ τά βασικά ρεύματα πού κυριαρχούσαν
έκείνη τήν έποχή στήν πεζογραφία, πώς δεν είχ ε ^άποχτησει ρητο
ρική μόρφωση, δεν ήξερε τή θεωρία του λόγου καί ήταν^ έρασιτεχνης
στά Ιργα αότοϋ του εΓδους. Έ κανε τύ ρήτορα άπύ άναγκη, για να
όπερασπίζει τά συμφέροντα του. Οί λόγοι τοϋ ’Ανδοκίδη μας δίνουν
μιά ΐδέα μάλλον γιά τή γλώσσα πού μιλούσαν τότε οί μορφωμένοι
'Αθηναίοι και δχι γιά τήν καλλιτεχνική μορφή της, πού συνδέεται
άδιάσπαστα με τύν άττικδ ρητορικό λόγο.
5. ΛΥ Σ I ΛΣ
φορά πού πήγαν στό σπίτι τοϋ Πολέμαρχου, δ Μηλόβιος έβγαλε άπό
χ* αύτιά τής γυναίκας τοΟ Πολέμαρχου τά χρυσά σκουλαρίκια πού
φορούσε. Δεν σεβάστηκαν τίποτα άπό τήν περιουσία μας καί μάς φέρ
θηκαν έξαιτίας των χρημάτων μας τόσο σκληρά δσο δεν θά φέρνονταν
σέ άλλους γιά μεγάλες προσβολές, μ* δλο πού δεν άξίζαμε ένα τέτοιο
φέρσιμο, για τί είχαμε προσφέρει στήν πατρίδα μεγάλες ύπηρεσίες.
Έ μεΐς έκπληρώναμε πάντα δλες τις ύποχρεώσεις μας γιά χορηγίες,
δίναμε πολλά λεφτά γιά τις πολεμικές άνάγκες, είμασταν φίλοι τοϋ
νόμου καί τής τάξης καί πειθαρχούσαμε σε δλες τις άπαιτήσεις τής
κυβέρνησης. Δεν είχαμε κανέναν έχθρό καί έξαγοράσαμε πολλούς
'Αθηναίους αιχμάλωτους πολέμου. Καί νά πως μάς άνταμείψανε έμάς
τούς μέτοικους, πού μαζί μας δεν μπορούν νά συγκριθοϋν κάτι τέτοιοι
πολίτες σάν κι αύτούς, πού Ιξόρισαν ενα σωρό πολίτες σέ έχθρικές
χώρες, πού σκότωσαν άδικα πολύ κόσμο στερώντας τους τήν ταφή
πού τούς ταίριαζε, πού άπό άλλους πολλούς άφαιρέσανε τά πολιτικά
δικαιώματα καί πού πολλές θυγατέρες πολιτών, μ' δλο πού ήταν
κιόλας άρραβωνιασμένες, δέν τις άφησαν νά παντρευτούν “ .
*Έτσι άφηγείται ό ίδιος ό Λυσίας τήν άτυχία του. Αύτά Ιγιναν στό
τέλος τοϋ 4 0 4 π. X . "Οσο μεγάλες δμως κι αν ήταν οί ζημιές του,
ό Αυσίας δέν καταστράφηκε δλότελα. "Οταν στις άρχές τοϋ 4 03
π. X . τό δημοκρατικό κόμμα, μέ έπικεφαλής τόν Θρασύβουλο, Ιτοι-
μαζόταν ν’ άγωνιστεΐ κατά των δλιγαρχικών, δ Λυσίας είχ ε άκόμα
τή δυνατότητα νά βοηθήσει οικονομικά τούς έλευθερωτές τής πατρί
δας του. Τούς έδωσε 20 0 0 δραχμές καί 200 άσπίδες, μίσθωσε μαζί
μέ κάποιον Έρμω να 300 στρατιώτες καί, τέλος, Ιπεισε τό φίλο του
θρασύδαο νά τούς δώσει 2 τάλαντα. Δέν ξέρουμε ποϋ τά βρήκε ό Λυ
σίας αύτά τά ποσά στά Μέγαρα δπου βρισκόταν τότε. Υποθέτουμε
πώς κι αύτός, καθώς καί άλλοι πλούσιοι μέτοικοι, θά είχε φυλάξει
ένα μέρος άπό τά χρήματά του σέ τραπεζίτες άλλων πόλεων ή θά
διατηρούσε στά Μέγαρα παράρτημα τοϋ έργοστασίου άσπίδων.
Τ b κόμμα τοϋ λαοΰ νίκησε καί ή δημοκρατική κυβέρνηση άποκα-
ταστάθηκε στήν ’Αθήνα τό φθινόπωρο τοϋ 4 03 π. X .
Ό Θρασύβουλος, θέλοντας νά εύχαριστήσει τόν Λυσία γιά τις ύπη-
ρεσίες πού πρόσφερε στή δημοκρατία, πρότεινε στήν Εκκλησία τοϋ
δήμου νά τοϋ παραχωρήσει πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Η πρόταση
του έγινε δεχτή. *0 άθηναϊκός νόμος δμως άπαιτοΰσε κάθε πρόταση
πού είσαγόταν στήν Εκκλησία τοϋ δήμου νά έξετάζεται προηγούμενα
άπό τή Βουλή τών πεντακοσίων. Ε π ειδ ή στήν περίπτωση αύτή δέν
τηρήθηκε αύτός ό τύπος (ή Βουλή τών πεντακοσίων δέν είχε άκόμα
άποκατασταθεΐ μετά τήν άναρχία), ό Άρχίνος, ένας άπό τούς συνερ
γάτες τοϋ Θρασύβουλου, πρόσβαλε αύτό τό ψήφισμα τής Ε κκλησία ς
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗ Ν ΕΛ Λ Α ΔΑ
876
τού δήμου σάν παράνομο καί έτσι άκυρώθηκε τελικά. 0 Λυσίας δεν
κατόρθωσε νά γίνει ’Αθηναίος πολίτης μέ πλήρη δικαιώματα, μει
δμως, δπως ήταν και πρίν, μέτοικος άνώτερης κατηγορίας ( ,, σοτε^
λ ή ς “ ). Ε π ε ιδ ή ή περιουσία του είχε λεηλατηθεί άπό τούς ολιγαρχι^
κούς καί δ ίδιος είχ ε προσφέρει μεγάλα ποσά στον άγωνα των η μ °
κρατικών, δ Λυσίας βρέθηκε στά 57 του χρόνια άν όχι πάμπτωχοζ»
πάντως κάθε άλλο παρά πλούσιος. Γ ι’ αύτό στράφηκε ξανα στή ρ η ·
τορική. f .
Μετά τήν άποκατάσταση τής δημοκρατίας στήν ’Αθήνα άρχισαν^κα
πάλι νά λειτουργούν τά δικαστήρια. Ό Λυσίας θεώρησε τότε καθήκον
του νά έκδικηθεί τήν παράνομη θανάτωση τού άδερφού του Πολέμαρ
χου καί κατάγγειλε έναν άπό τούς τριάντα τύραννους, τόν Ερατο
σθένη, σάν ύπεύθυνο γιά τό θάνατό του. Ό λόγος πού έγραψε γι^ αυτή
τή δίκη (403 π. X .) διασώθηκε (λόγος X I I — Κατά Έρατοσΰ'ένονς)·
Είναι δ μοναδικός λόγος πού έκφώνησε δ ίδιος δ Λυσίας καί μάλιστα
δ πρώτος χρονικά άπό τούς λόγους του πού έφθασαν ώς έμάς. Ποιδ
άποτέλεσμα έφερε, άν καταδικάστηκε ή όχι δ ’Ερατοσθένης, μάς είναι
άγνωστο. 'Ωστόσο, καί άν άκόμα δ Λυσίας δεν κέρδισε τή δίκη, δ λό
γος αύτός, πολύ προσεχτικά δουλεμένος, μέ μεγάλο ζήλο καί μάλιστα
μέ άσυνήθιστο γιά τον Λυσία πάθος, άσφαλώς δέν θά πέρασε άπαρα-
τήρητος στήν ’ Αθήνα, άφοΰ άλλωστε έκφωνήθηκε σέ μια τόσο πολύ
κροτη δίκη. Ό Λυσίας γρήγορα έγινε ένας άπό τούς πιο άγαπημένους
λογογράφους, δπως άποδείχνεται άπό τούς Ιξαιρετικά πολυάριθμους
λόγους πού έγραψε άπό έκείνη τήν έποχή ώς τό τέλος τής ζωής του,
δηλαδή σέ διάστημα 20 - 25 χρόνων (4 0 3 - 380 π. X . ).
Έ τ σ ι δ λόγος πού έγραψε δ Λυσίας κατά τού ’Ερατοσθένη άποτέ-
λεσε τήν άρχή τής δράσης του σάν δικηγόρου - λογογράφου. Τό έπάγ-
γελμα αύτό ήταν άρκετά προσοδοφόρο, γιατί οί λογογράφοι πληρώ
νονταν άδρά.
"Οπως είπαμε κιόλας, δ Λυσίας δέν ήταν άπό καταγωγή ’Αθηναίος
πολίτης μέ πλήρη δικαιώματα, άλλά μέτοικος. Έ θέση του αύτή δέν
τού έδινε τή δυνατότητα νά άγορεύει προσωπικά στα άθηναϊκά δικα
στήρια καί στήν ’Εκκλησία τού δήμου καί γ ι’ αύτό περιορίστηκε στό
νά γράφει λόγους γιά λογαριασμό άλλων.
Μέ τό δνομα τού Λυσία οί άρχαίοι κριτικοί ήξεραν 4 2 5 λόγους;
Ά πό αύτούς οί 233 είχαν άναγνωριστεί σάν γνήσια έργα του. "Ως
έμάς έφθασαν 34 λόγοι — δλόκληροι ή μεγάλα άποσπάσματά τους.
Άπό μερικούς άλλους σώθηκαν μονάχα οί τίτλοι. Έ χουμε άκόμα στή
διάθεσή μας καί άσήμαντα άποσπάσματα άπό τρεις έπιστολές τού Λυ
σία. Ά ν σ’ αύτό τόν κατάλογο προσθέσουμε καί τόν ’Ερωτικά λόγο
του, πού τόν παραθέτει δλόκληρο δ Πλάτωνας στό Φαιδρό, διαθέτουμε
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ ΙΚ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 377
6. ΙΣΟ Κ Ρ Α Τ Η Σ
Λ) Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ
τβν Κριτία γιά Ιγχλημα σέ βάρος τοΟ κραχικοδ καθεστώτος καί κατέ-
φύγε στό βωμό γιά νά σωθεί άπό τό θ ά να το μ ο να χ α ό Ισοκράτης,
δπως λέει ή παράδοση, τόλμησε νά ύψώσει τή φωνή του γιά να τ ν
ύπερασπίσει. *Η έχθρική στάση των τριάντα τυράννων άπέναντ του
καθώς καί ή διαταγή πού έβγαλαν άπαγορεόοντας νά διδάσκεται στήν
'Αθήνα ή τέχνη τοϋ λόγου, άνάγκασαν τόν ’ Ισοκράτη, πού τότε ήταν
άκόμα νέος, νά μεταναστεύσει στή Χ ίο ( φθινόπωρο του 4 0 4 π.^ X . )
δπου άνοιξε σχολή ρητορικής. Στήν ’Αθήνα ό ’ Ισοκράτης ξαναγυρισε
ή λίγο πριν ή άμέσως μετάτήν άποκατάσταση τής δημοκρατίας (φ θ ι
νόπωρο τοϋ 403 π. X . ). Ά πό τότε ή ρητορική του δράση περιορί
ζεται στήν 'Αθήνα. Τή δράση αύτή μπορούμε νά τή διαιρέσουμε σέ
τρεις περιόδους.
Στήν άρχή ό ’ Ισοκράτης προσπάθησε, δπως φαίνεται, νά έξασφα-
λίσει τή ζωή του γράφοντας, δπως συνήθιζαν τότε, λόγους γιά λογα
ριασμό τρίτων προσώπων, έγινε δηλαδή λογογράφος. Τήν έποχή αύτή
έγραψε Γσως τό λόγο του Πρός Ευρύνουν καί άλλους δικανικούς
λόγους, πολύ λίγους πάντως. Ό ίδιος ό ’ Ισοκράτης, σέ μεταγενέστερα
έργα του, δπου κάνει λόγο γιά τή ζωή του, δεν άναφέρει καθόλου
αύτή τήν περίοδο τής δράσης του. 'Αντίθετα, μέμφεται έντονα έκείνους
πού άφιερώνονται άποκλειστικά σ' αύτή τή δουλειά καί τονίζει μέ
μεγάλη περηφάνεια πώς αύτός έπεξεργαζόταν πιό εύγενικά θέματα.
Σ ' αύτό βασίζονται μερικοί άρχαίοι σχολιαστές, πού υποστηρίζουν πώς
οΐ δικανικοΐ λόγοι πού διασώθηκαν στή συλλογή των έργων τοϋ ’ Ισο
κράτη είναι μονάχα ρητορικά γυμνάσματα. ‘Ωστόσο οΐ ύποθέσεις
αύτές είναι άβάσιμες για τί καί ό Διονύσιος, πού είχε στή διάθεσή του
αύθεντικά στοιχεία γράφοντας τό βίο τού ’Ισοκράτη, τΙς άπορρίπτει
κατηγορηματικά, και ό ίδιος ό χαρακτήρας των λόγων αύτών, πού'
άναφέρονται όπωσδήποτε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, τ'ις δια-
ψεύδει. Ά λλω στε και ό 'Ισοκράτης δεν λέει πουθενά πώς δεν έγραφε
τέτοιους λόγους ή πώς, σύμφωνα μέ μιά δική του έκφραση, ,, δεν
έφτιαχνε παιχνιδάκια πρίν νά γίνει Φ ειδία ς“ (X V , 2 -Π ερί άντι-
δόσεως). Διαβεβαιώνει μονάχα πώς τά ένδιαφέροντά του είναι
στραμμένα σέ άλλη κατεύθυνση καί γ ι' αύτό διάλεξε διαφορετικό
δρόμο.
Νάποιό δρόμο διάλεξε : Έ γκ α τέλειψ ε όρισακάτήν πραχτική δράση
σάν δικανικός ή πολιτικός ρήτορας και άφοσιώθηκε άποκλειστικά στή
διδασκαλία. Στά 392 π. X . άρχίζει ή δεύτερη περίοδος τής κοινω
νικής του δράσης. "Ιδρυσε στήν ’ Αθήνα ρητορική σχολή^ δπου δίδα
σκε σχεδόν σαράντα χρόνια ( 3 9 2 - 353 π. X .) . Στήν άρχή οϊ μαθη-
τές του ήταν κυρίως Α θηναίοι, άργότερα δμως ή φήμη τής σχολής
του ξεπέρασε τά δρια τής ’Αθήνας καί άρχισαν νά συρρέουν σ’ αύτήν
νέοι άπό δλη τήν Ε λλά δα . Τά δίδακτρα πού πλήρωναν οΕ μαθητές του
αδξαιναν σιγά - σιγά, ώσπου έφτασαν στό έξωφρενικό γιά κείνη τήν
έποχή ποσό των 1 .0 0 0 δραχμών γιά μιά τρίχρονη ή τετράχρονη, φοί
τηση. Στή σχολή του ’ Ισοκράτη έκπαιδεύθηκαν δχι μονάχα έπαγγελ-
ματίες ρήτορες, δπως π.χ. β Λυκούργος καί 6 Υπερείδης, άλλά καί
γνωστοί Εστορικοί, δπως 6 Έφορος καί β Θεόπομπος.
Στο λόγο Περί άντιδόσεως (3 5 3 π. X .) δ ’Ισοκράτης άναφέρει μέ
περηφάνεια -τά άποτελέσματα τής ρητορικής καί παιδαγωγικής του
δράσης. Ό λόγος αότός, ώς ένα βαθμό, άντιπροσωπεόει μιά καμπή
τής ζωής του. Τήν έποχή αύτή ό Ισοκράτης είχ ε φτάσει στό κορύ
φωμα τής όλικής του εύημερίας. Στά τελευταία δεκατρία χρόνια τής
ζωής του (3 5 1 - 338 π. X .) , μ’ δλο πού έξακολουθησε νά διευθύνει
τή σχολή του, δεν άφιέρωνε πιά σ’ αύτήν δλο τόν καιρό του. Αύτά
τά χρόνια ή επιρροή του είχ ε μειωθεί αισθητά. Έ πολιτική άτμό-
σφαιρα τής ’Αθήνας ήταν τότε θυελλώδης κι ένας άνθρωπος άπομα-
κρυσμένος άπό τήν πραχτική ζωή δεν μπορούσε πιά νά έχ ει μεγάλο
κύρος. Τον παλιό θεωρητικό, πού δεν τόν Ικανοποιούσαν οΕ καινούρ
γιοι κανόνες, τόν άκουγαν ακόμα μέ σεβασμό βέβαια, άλλά χωρίς
προσοχή. Είναι άλήθεια πώς ό ’ Ισοκράτης συνέχισε νά έργάζεται και
νά γράφει μά είχ ε κιόλας έπιβιώσει πέρα άπό τή δόξα του κι ό θά
νατός του, τόν καιρό τών συνταραχτικών άγώνων κατά του Φιλίππου
τής Μακεδονίας, πέρασε σχεδόν άπαρατήρητος.
άλλά καί τών κρατών.Ό Ισοκράτης δέν έβλεπε μέ καλδ μάτι τή volJf
θεσία καί γενικά τούς κανόνες τού δικαίου πού ίσχυανε εκείνη τη
έποχή. "Οπως καί 6 Τάκιτος, πού δήλωσε πώς co rru p tissim a re-
publica plurim ae l e g e s 1 (Annales, III,· 2 7 ), έτσι κι αυτός πίστευε
πώς τό πλήθος και ή άκριβολογία των νόμων είναι μονάχα ji t a
ένδειξη τής κακής κατάστασης ένός κράτους. ‘ Η άρετή δεν μπορεί να
στηρίζεται στό γραφτό δίκαιο. ^ # ,
Με τέτοιες άπόψεις γιά τούς νόμους κα'ι τήν ήθική, 6^ Ισοκράτης
δεν μπορούσε βέβαια νά είναι εύχαριστημένος άπό τή σύγχρονη του
πραγματικότητα. Στή ζωή των σχετικά μεγάλων πόλεων έκείνης τής
έποχής έβρισκε πάρα πολλά άντίθετα μέ κείνα πού θεωρούσε σάν ήθι-
κες έπιταγές καί στις σχέσεις αύτών τών πόλεων διαπίστωνε τόσες
παμπάλαιες παρεξηγήσεις καί φαινομενικά, σύμφωνα μέ τή γνώμη
του, αίτια προστριβών ώστε ήταν άδύνατο νά μήν άγανακτήσει. Νό
μιζε πώς τό καθήκον τόν ύποχρέωνε νά κάνει δ,τι μπορεί γιά νά έξα-
λείψ ει αύτά τά κακά, χωρίς νά καταλαβαίνει πόσο άνεφάρμοστες ήταν
οί συμβουλές του. Φτάνει μονάχα οί ’Αθηναίοι νά στρέφονταν στό
παρελθόν τους,, καί θά έβλεπαν έκεί τό χρυσό αίώνα δ π ο υ — τό π ί
στευε άκράδαντα — δεν θά τούς ήταν καθόλου δύσκολο νά ξαναγυρί-
σουν, αν ήθελαν. "Αν οί Σπαρτιάτες καί οί ’Αθηναίοι ξεχνούσαν τις
παλιές τους διχόνοιες καί άρχιζαν μαζί τόν άγώνα κατά τής Περσίας,
αύτοΰ τοϋ προαιώνιου έχθροϋ δλων τών Ελλήνων, θά σταματούσαν
όριστικά οί έσωελληνικές διενέξεις. Καί τά δυό κράτη θά έξασφάλι-
ζαν έτσι έναν άξιο σκοπό ήθικής δράσης, πού νά δικαιώνεται άπό δλη
τήν προηγούμενη ίστορία τους. Ό ’ Ισοκράτης δεν ξεχνούσε βέβαια
πώς ή Ε λλά δα δέν άποτελείται μονάχα άπό τή Σπάρτη καί τήν
’Αθήνα, οτά τελευταία μάλιστα χρόνια τής ζωής του είχε διαπιστώ
σει καθαρά τήν άπειλητική γιά τήν Ελλά δα άνοδο τής Μακεδονίας.
ΤΗταν δμως τόσο άπορροφημένος μέ τήν ίδέα του πού δέν έδινε ιδ ια ί
τερη προσοχή σέ κάτι τέτοια „ μικροπράγματα “ — δέν έβλεπε τίποτε
άλλο άπό τήν προοπτική τοϋ άγώνα τών Ελλήνων κατά τών Περσών.
Νόμιζε πώς άν οί ’Αθηναίοι δέχονταν νά παραιτηθοΰν άπό τήν προη
γούμενη πολιτική πού έφάρμοζαν άπέναντι ατούς συμμάχους τους καί
πού τόση άγανάκτηση ξεσήκωσε στό παρελθόν έναντίον τους, θά συ
σπειρώνονταν θεληματικά γύρω τους δλα τά μικρά κράτη, πολύ περισ
σότερο μάλιστα άν προθυμοποιούνταν νά παραιτηθούν καί άπό τήν
ήγεμονία στήν ξηρά γιά χάρη τής Σπάρτης. "Οσο γιά τόν Φίλιππο τό
Μακεδόνα, βέβαια θά ήταν μεγάλη τιμ ή γ ι' αύτόν νά χρησιμοποι
ούσε δλες τις δυνάμεις του γιά μιά τόσο μεγάλη ίδέα. 'Ασφαλώς καί
Δ) Ο ΙΣ Ο Κ Ρ Α Τ Η Σ ΣΑΝ Σ Υ ΓΓ Ρ Α Φ Ε Α Σ
7. Ι Σ Α Ϊ Ο Σ
οβλ^ ον^ ’ Πβ6 1 τών ρητόρων, Ίοαΐος, κ*φ . 1 - 2 , 1x9. Ράιοκβ, τόμ. V ,
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 395
X. *0 κανόνας τοό Λιονύοιου δέν περιλαμβάνει όίχα, αλλά Ιξι μονάχα ρήτορες.
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η ΤΗ Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 397
τητας τοϋ Δημοσθένη, πού δλη τή θεωρούν σάν τήν πιό τέλεια, έχουν
τις ρίζες τους άκριβώς στά έργα τοϋ Ίσ α ίου " (κεφ. 2 0 ).
"Οπως είπαμε κιόλας, ό Ίσαίος ήταν ό μοναδικός άπό τούς γνω
στούς μας 'Αττικούς ρήτορες πού άπόφευγε τήν πολιτική δράση καί
είχε διαλέξει τήν περιορισμένη ειδικότητα τοϋ λογογράφου.
Καί τά δυό αύιά στοιχεία είναι πολύ ένδιαφέροντα. "Αν ό Ίσαίος
ήταν 'Αθηναίος πολίτης, ή άποχή του άπό τήν πολιτική ζωή τής γ ε
νέτειράς του θά ήταν μοναδική έξαίρεση. 'Ακόμα καί ό Αυσίας, παρ’
δλη τή σικελική του καταγωγή καί τή θέση του σάν μέτοικου, είχ ε
ξεκαθαρισμένες πολιτικές πεποιθήσεις καί, έμμεσα έστω, έπαιρνε μέ
ρος στούς πολιτικούς άγώνες. *Όσο γιά τό δεύτερο στοιχείο — τήν
περιορισμένη ειδικότητά του — αύτό δείχνει καθαρά τόν έπαγγελμα-
τικό χαρακτήρα πού σιγά - σιγά είχε άρχίσει νά παίρνει ή ρητορική,
Μάς είναι άγνωστο αν ό Ίσαίος ήταν πραγματικά μαθητής ή μιμ η
τής τοϋ Ισοκράτη και τοϋ Αυσία. Ξέρουμε δμως πώς μελετούσε προ
σεκτικά τά έργα τους. Αύτό φαίνεται καθαρά γιατί καί στούς Ελάχι
στους λόγους του πού διαθέτουμε άποφεύγει έπίμονα τις χασμωδίες r—
έφαρμόζει δηλαδή έναν κανόνα πού μεταχειρίστηκε γιά πρώτη φορά
στή ρητορική ό ’ Ισοκράτης. Παρατηροΰμε μάλιστα πώς σ' έναν άπό
τούς πρώτους λόγους τοϋ Ίσαίου (V — Περί τον Δικαιογένους κλψ
ρου) δέν υπάρχει άκόμα κανένα ίχνος αύτοϋ τοϋ κανόνα, ένώ σε έπτά
άλλους ( I I — Περί τοϋ Μενεκλέους κλήρου, I I I — Περί τοϋ Ώύρ-
ρον κλήρου, IV — Περί τοϋ Νικοστράτου κλήρου, V I — Περί τοϋ
Φιλοκτήμονος κλήρου, I X — Περί τοϋ 9Αστυψίλου κλήρου, X —
Περί τοϋ Άριστάρχου κλήρου, X I I — ‘ Υπέρ Εύφιλήτον) δ κανόνας
αύτός έφαρμόζεται, άλλά σπάνια. Στούς λόγους δμως V I I I (Π ερί τοϋ
Κίρωνος κλήρου — 375 π. X . ), X I ( Περί τοϋ ‘Αγνίου κλήρου — 359
π. X .) καί I (Π ερί τοϋ Κλεωννμου κλήρου) καθώς καί στά άποσπά-
σματα 7ο (σύμφωνα με τήν έκδοση Ζάουππε) καί 10ο δ Ίσαίος τη
ρεί κιόλας αύτόν τόν κανόνα, χωρίς ώστόσο νά τόν έφαρμόζει τόσο
αύστηρά δπως δ Ισοκράτης.
Έ επίδραση πού άσκησαν στο έργο τοϋ Ίσαίου δ Αυσίας καί δ
Ισοκράτης φαίνεται καί άπό τή μελετημένη καί λεπταίσθητη γλώσσα
του — τήν ίδια δηλαδή γλώσσα πού είχαν έπεξεργαστεί οί δυό μεγά
λοι ρήτορες γιά τόν πεζό άττικό λόγο. *0 Ίσαίος συνθέτει καί τα διά
φορά μέρη τών λόγων του σύμφωνα με τα πρότυπα τοϋ Αυσία καί τοϋ
Ισοκράτη. Τά προοίμια καί οί διηγήσεις του είναι δπωσδήποτε αι
σθητά έπηρεασμένα άπό τόν Αυσία, άν καί δ Ίσαίος γράφει γενικά
πιό σύντομα, πιό πυκνά καί πιό άντικειμενικά, φροντίζοντας δχι τόσο
νά έξασφαλίσει τή συμπάθεια τών δικαστών γιά τόν πελάτη του, δσο
νά τούς παρουσιάσει μέ τόν άκριβέστερο καί σαφέστερο τρόπο δλα τά
περιστατικά καί τΙς f t ιομορφίες της συγκεκριμένης ύπόθεσης. 01 Απο
δείξεις δμως του Ίσαίου ( ή έπιχειρηματολογία του) καί^ ως ενα
βαθμό, οΕ έπίλογοι του άναπτόσσονται περισσότερο άπβ τοϋ^Λυσια.
Στούς έπιλόγους του άνακεφαλαιώνει συνήθως τούς προηγούμενους
συλλογισμούς του καί άπευθυνεται στούς δικαστές ύπενθυμίζοντας τους
τβ χρέος τους.
* 0 Ίσαιος μεταχειρίζεται γενικά δλα τά καλλιτεχνικά μέσα του
παραστατικού καί πλούσιου σέ σχήματα ύφους του ’ Ισοκράτη. Τα
„ σχήματα τής διανοίας“ , π.χ. οΕ „ ρητορικές έρω ιήσεις“ , άφθονοϋν
περισσότερο σ’ αύτβν παρά στβν Λυσία (β λ . π.χ. λόγος V I I , 28 —
Περί τοϋ Κίρωνος κλήρου). Δυβ μέθοδοι δμως τού Ίσαίου προκαλουν
κυρίως τβ ένδιαφέρον μ α ς: ή „ οίκονομία “ ( σύνθεση, διάρθρωση) των
λόγων του καί ή ιδιομορφία τής Ιπιχειρηματολογίας του.
Οί άρχαιοι συγγραφείς μέμφονται τή σχηματικότητα τής διάρθρω
σης των λόγων του Αυσία. Πραγματικά 6 Αυσίας τηρούσε πολύ αύ-
στηρά τήν άρκετά πρωτόγονη συγκρότηση τοϋ ύλικοϋ του σέ τέσσερα
μ έρ η : προοίμιον, διήγησις, άπόδειξις, επίλογος. Βέβαια καί σέ βρι
σμένους λόγους τοϋ Αυσία δέν χρειάζεται καθόλου διήγηση μέ τβ κυ
ριολεκτικό της νόημα. Ά ρκετά συχνά ή διήγησή του συγχωνεύεται
μέ τήν άπόδειξη (τά έπιχειρήματά του). "Οπου δμως χρησιμοποιεί
καί τά τέσσερα αύτά μέρη τοϋ ρητορικού λόγου, συνήθως άκολουθοΰν
διαδοχικά zb ένα zb άλλο καί μάλιστα χωρίζονται μέ είδικές μετα
βατικές φράσεις. Στούς λόγους τοϋ Ίσαίου δέν βρίσκουμε τίποτα πα
ρόμοιο. Κάθε φορά πού συμφέρει τβν πελάτη του, β Ίσαιος ανακα
τεύει πρόθυμα αύτά τά τέσσερα μέρη. Καλύπτει βρισμένες πλευρές
τής άπόδειξης μέ φράσεις πού θά ταίριαζαν στβ προοίμιο ή μέ μιά
διήγηση, πού τήν παραθέτει τεχνικά καί μάλιστα Ιπανέρχεται σ’ αύ-
τήν πολλές φορές. Στις άποδείξεις του άναπτύσσει λεπτομερέστερα καί
στβ τέλος, πάντα, τά Ιπιχειρήματα πού θεωρεί πιβ πειστικά καί άπο-
τελεσματικά. Α ντίθετα , β Αυσίας δείχνει λιγότερη τέχνη σ’ αότβ τβ
σημείο μεταπηδώντας άπβ τά δυνατά στά άδύνατα έπιχειρήματα.
Καί στήν ίδια τή μέθοδο τής Ιπιχειρηματολογίας διαφέρουν άκόμα
πιβ αίσθητά οΕ λόγοι τοϋ Ίσαίου καί τοϋ Αυσία. Εξετάζοντας αύτή
τή διαφορά, β Διονύσιος, άφοΰ τονίζει μέ ποιβν τρόπο χρησιμοποιεί β
ΊσαΙος τά τέσσερα μέρη τοϋ ρητορικού λόγου, παρατηρεί πώς β Αυ
σίας μεταχειρίζεται σάν άποδείξεις τά „ Ινθυμήματα “ , ένω δ Ίσαιος
τά „ έπιχειρήματα “ (κεφ . 1 6 ). Ό Διονύσιος θέλει νά πει πώς β Αυ
σίας άποδείχνει συνοπτικά καί γενικά ένω β Ίσαιος μέ άκρίβεια καί
μέ λεπτομέρειες. Πραγματικά β Ίσαιος ποτέ δέν περιορίζεται σέ μιά
σύντομη παράθεση ένβς στοιχείου, έστω κι άν αύτβ Ιχ ει άναφερθει
καί προηγούμενα, καί σ' ένα άπλβ συμπέρασμα πού βγάζει, άλλά
Η Γ Ε Ν Ε Σ Η Τ Η Σ Ρ Η Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
3® 'Ισ τ ο ρ ία τ ή ς Έ ΙΑ η η κ ή ς Α ο γ σ τ ιχ ν ία ς
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο X
1. Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ
Α) Ο Β ΙΟ Σ ΤΟΥ Δ Η Μ Ο ΣΘ ΕΝ Η ΚΑ Ι Ο Ι Λ Ο ΓΟ Ι Τ Ο Υ
οεις στδ Λεξικά του Σουίδά καί στά έργα διάφορων άλλων συγγρα
φέων (π.χ. του Κικέρωνα).
Ό χρόνος πού γεννήθηκε ό Δημοσθένης έντοπίζεται άνάμεσα στά
385 καί στά 381 π. X . Τδ πιθανότερο είναι πώς γεννήθηκε τδ 3 8 4
ή τδ 383 π. X . Ό πατέρας του λεγόταν κι αύτός Δημοσθένης, ήταν
'Αθηναίος καί εύπορος.
Ό πατέρας Δημοσθένης πέθανε δταν ό γιός του ήταν έπτά χρόνων
χαί ή κόρη του πέντε. "Αφησε μεγάλη περιουσία: δυδ Ιργαστήρια,
σπίτι, χρήματα σέ διάφορες έμπορικές Ιπιχειρήσεις — συνολικά δεκα
πέντε τάλαντα. "Ολην αύτή τήν περιουσία, σύμφωνα μέ τούς άθηναϊ-
κούς νόμους, έπρεπε νά τήν κληρονομήσει μονάχα ό Δημοσθένης. Ό
πατέρας του, πρίν πεθάνει, είχ ε κάνει διαθήκη δ'που δριζε τρείς κηδε
μόνες των δρφανών: τδν "Αφοβο ( γιδ τής άδελφής του), τδν Δημο-
φώντα ( γιδ τοϋ άδελφοϋ του) καί τδν Φηριππίδη ( έναν παλιό του
φίλο). Παρ’ δλους δμως τούς συμφέροντες δρους πού τούς είχ ε έξα-
σφαλίσει, οΐ κηδεμόνες διασπάθισαν τήν κληρονομιά πού τούς Ιμπι-
στεόθηκαν, δπως λέει ό ίδιος ό Δημοσθένης (στδν πρώτο λόγο του
Κατά 9Αφοβου επιτροπής, 1 5 ), δπου τονίζει πώς „ κανένας κληρο
νόμος δεν λήστεψε περιουσία όρφανών τόσο άσυνείδητα καί τόσο
ξετσίπωτα “ . "Ενας θείος του Δημοσθένη, ό Δημοχάρης, προσπάθησε
νά υποστηρίξει τά ορφανά κι Ικανέ κάτι διαπραγματεύσεις μέ τούς
κηδεμόνες, μά χωρίς άποτέλεσμα. Έ τ σ ι ή περιουσία πού κληρονόμησε
ό Δημοσθένης καί πού μέσα σε δέκα χρόνια, μέ μιά καλή διαχείριση,
θά Ιπρεπε νά είχ ε διπλασιαστεί, βρέθηκε τελικά σέ κατάσταση άπο-
σόνθεσης.
Ό Δημοσθένης τά έβλεπε αύτά καί πρίν λήξει ή κηδεμονία καί γ ι’
αδτδ μόλις ένηλικιώθηκε (1 8 χρόνων) κι έγινε πολίτης μέ πλήρη
δικαιώματα, ζήτησε λογαριασμό άπδ τούς κηδεμόνες. "Γστερα άπδ
άκαρπες διαπραγματεύσεις, πού κράτησαν δυδ χρόνια, άναγκάστηκε
ν* άρχίσει Αναντίον τους δικαστικό άγώνα. Μήνυσε μονάχα τδν
^Αφοβο γιά ύπεξαίρεση 10 ταλάντων. Αύτδ έγινε στά 364/3 π. X .,
δταν έπώνυμος άρχοντας ήταν ό Τιμοκράτης καί ό Δημοσθένης έκλεινε
ΐά είκοσι χρόνια του. Κέρδισε τήν ύπόθεση, μά ό "Αφοβος μέ διά-
9°ρα νομικά τεχνάσματα καθυστερούσε τήν πληρωμή τών χρημάτων..
Τελικά, δπως φαίνεται, ό Δημοσθένης άρκέστηκε νά πάρει ένα άσή-
Ι^ντο μέρος τής πατρικής κληρονομιάς (τδ σπίτι μέ 14 δούλους καί
Μ τάλαντο μετρητά — δηλαδή συνολικά τδ */« τής περιουσίας πού
Vjlae ό πατέρας του).
^ Η μόρφωση πού είχ ε πάρει ό Δημοσθένης δέν ξεπερνοϋσε τά δρια
ΐδν συνηθισμένων σχολικών μαθημάτων, πού σ’ αύτά φυσικά δέν συμπε-
Ρώαμβάνεται ούτε ή φιλοσοφία ούτε ή ρητορική. 'Ωστόσο σέ βρισμένες
406 Ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ θ Υ
ι. Στήν αρχή ή λέξη ,, δημαγωγός11 δέν είχ ε τήν κο»ςή §vvotqc π0* άπ<5χτηόβ άργότερα
ο Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ Κ Α Ι .01 Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι Τ Ο Υ 409,
ύλικό ποδ άπεκόμιζε άπδ τις συζητήσεις ποδ Ικανέ μαζί τους X
σιμοποιουσε γιά νά πετύχει τδ σκοπό του —: να γίνει ένας τ ε Ρ
τορας. Κάθε φορά ποδ άφηνε τοδς συνομιλητές του, κατε αινε £ _
στδ όπόγειο κι άρχιζε τΙς άσκήσεις του έπαναλαμβανοντας π η
άρχή δ>ς τδ τέλος δλη τήν δπόθεση και τήν έπιχειρηματολογια πο
τή στήριζε. Τοδς λόγους ποδ άκουγε νά έκφωνουνται, τους άπομνη-
μόνευε και τοδς άνάπτυσσε κι αύτδς με τή σειρά του διαιρώντας τους σε
συλλογισμοδς καί περιόδους. Έ τσ ι διόρθωνε μέ ολους τούς ^ ν α το ^
τρόπους και επαναλάμβανε μέ άλλα λόγια έκεΐνα ποδ άκουγε η Ιλ εγ ε
ό ίδιος. Γιά δλα αδτά άπόχτησε τή φήμη ένδς άνθρώπου ποδ δεν ήταν
προικισμένος άπδ τή φύση μέ μεγάλες Ικανότητες, μά ποδ έξασφαλισε
τήν τέχνη καί τή δεινότητα του λόγου χάρη στο μόχθο καί την έπι-
μονή του. .Σάν άπόδειξη γ ι' αύτδ οί άρχαΐοι έφερναν τδ γεγονδς πως
κανένας δεν είχε άκοόσει ποτέ τδν Δημοσθένη νά μιλάει αότοσχέδια,
χωρίς προπαρασκευή. ’ Αντίθετα, πολύ συχνά, άκόμα καί στην Ε κ
κλησία τοΟ δήμου, δταν δ λαδς του ζητούσε νά μιλήσει, ό Δημοσθέ
νης άρνιόταν ν’ άνεβει στδ βήμα, γιατί δέν είχε έτοιμάσει άπδ πρίν
τδ λόγο του. Πολλοί ρήτορες - δημαγωγοί ειρωνεύονταν μάλιστα γ ι’
αδτδ τδν Δημοσθένη. Ό Πυθέας, άνάμεσα στις άλλες ειρωνείες του,
είχε πει πώς τά έπιχειρήματά του μυρίζουν λυχναροφύτιλα ( ελλυ·
χνίων δζειν αυτόν τά ενθυμήματα). Ό ίδιος ό Δημοσθένης δμως
Ιλεγε πώς έκεινος ποδ προπαρασκευάζεται γιά νά μιλήσει είναι φίλος
τής δημοκρατίας, γ ια τί έτσι δείχνει τδ σεβασμό του στδ λαό. Έ άδια-
φορία γιά τή γνώμη ποδ θά διαμορφώσει ό λαδς άκούγοντας τδ λόγο
του, είναι γνώρισμα άνθρώπου μέ όλιγαρχικά φρονήματα, ποδ θέλει
νά στηρίζεται περισσότερο στή βία παρά στήν πειθώ (Βίος Δημοσ&έ-
νους, 8).
Ό Δημοσθένης έκανε άσκήσεις καί γιά νά ξεπεράσει τά σωματικά
του έλαττώματα, δπως λέει ό Δημήτριος Φαληρέας, ποδ είχ ε άκούσει
τδν ίδιο, γέροντα πιά, νά μιλάει πάνω σ’ αδτό. Προσπαθούσε ν’ άπο-
βάλει τήν κακή προφορά καί τδ τραύλισμά του, νά κάνει τήν άρθρωσή
του καθαρή. Γέμιζε τδ στόμα του μέ χαλίκια καί Ικφωνουσε μεγά
λους λόγους. Γιά νά δυναμώσει τήν ένταση τής φωνή ς του, άνέβαινε
τρέχοντας Απότομους λόφους, άπαγγέλλοντας λόγους ή στίχους νωρίς
νά παίρνει άνάσα. Ε ίχ ε στδ σπίτι του εναν μεγάλο καθρέφτη καί
μπροστά σ’ αδτδν άσκουνταν στήν άπαγγελία. Λένε πώς κάποια αέρα
ένας ’Αθηναίος πλησίασε τδν Δημοσθένη καί του ζήτησε νά γ ίν ει
ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝ ΗΣ ΚΑΙ ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ΤΟΥ 411
συνήγορός του, για τί κάποιος τδν είχ ε δείρει. „ "Ο χι — του άπάντησε
6 Δημοσθένης — δεν έγινε τίποτα άπ’ αύτά πού λες " . Ε κ είν ο ς, όψώ-
νοντας τή φωνή του, άρχισε νά διαμαρτύρεται: „ Πώς δχι, Δημοσθέ
νη ; Πώς λες πώς δεν έγινε τίπ οτα; “ „ Μά τδν Δία, σε πιστεύω τώρα
— λέει δ Δημοσθένης — για τί αδτή τή στιγμή άκούω τή φωνή τοϋ
προσβλημένου, τοϋ άνθρώπου πού έχ ει ύποφέρει " . Νά πόση σημασία
έδινε δ Δημοσθένης στήν ένταση τής φωνής τοϋ ρήτορα καί στήν έκ-
φραστική καί ταυτόχρονα μιμητική προφορά. Έ τ σ ι μονάχα, πίστευε,
έξασφαλίζεται ή πειθώ. Στδ λαδ άρεσε έξαιρετικά ή άπαγγελία τοϋ
Δημοσθένη, δσοι δμως είχαν λεπτό γοϋστο τήν έβρισκαν χοντροκομ
μένη, χωρίς δύναμη. Σ ’ αύτή τήν κατηγορία άνήκει καί δ Δημήτριος
Φαληρέας ( Βίος Δημοοϋ'ένονς, 1 1 ).
Στήν πραγματεία τοϋ Ψευδό - Πλούταρχου γιά τδν Δημοσθένη βρί
σκουμε καί μερικές άλλες πληροφορίες. Ό Δημοσθένης δεν μπορούσε
νά προφέρει τδ γράμμα „ ρδ “ ( αύτδ τδ λένε καί δ Κικέρωνας, δ Κοϊν-
τιλιανδς κ .ά .). Ε π ε ιδ ή τήν ώρα πού μιλούσε κουνούσε τδν ώμο του,
είχε κρεμάσει άπδ τδ ταβάνι ένα σουβλί ή ένα ξίφος, άκριβώς πάνω
άπ* τδν ώμο του, ώστε δ φόβος μήπως πληγωθεί νά τδν συγκρατεί
άπδ τά περιττά κουνήματα. Κατέβαινε στδ φαληρικδ δρμο κι Ικφω-
νοΰσε λόγους μπροστά στδ βουητδ τών κυμάτων, γιά νά συνηθίσει νά
μή φοβάται τδ θόρυβο τοϋ λαού. Έ δω σε στδν ήθοποιδ Νεοπτόλεμο
10000 δραχμές γιά νά τδν μάθει ν’ άπαγγέλλει δλόκληρες περιόδους
χωρίς νά παίρνει άνάσα. *Όταν τδν ρώτησε κάποιος τ ί έρχεται πρώτο
στή ρητορική τέχνη, άπάντησε: ,,ή προφορά καί ή μ ιμ ικ ή " , τ ί δεύ
τερο: ,,ή προφορά καί ή μ ιμ ικ ή " , τί τρίτο : ,,ή προφορά καί ή μ ι
μική " .
Αύτά μάς λέει ή παράδοση σχετικά με τήν προπαρασκευή τοϋ Δη
μοσθένη γιά τή ρητορική του δράση στήν Ε κ κ λη σ ία τοϋ δήμου καί
γιά τήν αρχή αότής τής δράσης του. Είναι δύσκολο νά έξακριβώσουμε
ποιες άπ’ αύτές τις πληροφορίες είναι άξιόπιστες, άν καί πολλές δεν
φαίνονται καθόλου άπίθανες.
Δέν έχουμε αύθεντικά στοιχεία πού νά φωτίζουν τήν περίοδο τής
ζωής τοϋ Δημοσθένη τήν έποχή αύτή πού άναφέρει ή παράδοση. *Ά ν
κρίνουμε άπδ τδν άρχαιότερο λόγο του πού διασώθηκε, τδ λόγο Περί
τών ονμμοριών ( έκφωνήθηκε στήν ’Εκκλησία τοϋ δήμου στά 3 5 4 /3
π. X ., δταν δ ρήτορας ήταν τριάντα χρονών), μπορούμε νά υποθέσουμε
πώς οί πρώτες ίπιτυχημένες άγορεύσεις τοϋ Δημοσθένη στήν ’Ε κ κ λη
σία τοϋ δήμου έγιναν τήν τρίτη δεκαετία τής ζωής του, δταν άσκοΰσε
τδ έπάγγελμα τοϋ λογογράφου.
*Όπως είπαμε, ή δράση τοϋ λογογράφου δέν Ικανοποιούσε τδν Δ η
μοσθένη. Μάς είναι άγνωστο πότε άκριβώς έπαψε ν* άσχολείται μ' αύτή
P O N O I T O Y
412 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧ
το0 κινδύνου Από τήν πλευρά του Φιλίππου είχ ε συζητηθεί έπανει-
λημμέ^α στήν Ε κ κ λη σ ία τοϋ δήμου. Αύτό δείχνει πώς άνάμεσα στό
φθινόπωρο του 3 52 καί στήν άνοιξη τοΟ 351 οί 'Αθηναίοι είχαν Ανα
θεωρήσει τή στάση τους Απέναντι στόν Φίλιππο. Ό Δημοσθένης, μ ι
λάει γιά „ κρίσιμη κατάσταση “ , για δειλία τών 'Αθηναίων μπροστά
στήν αύθάδεια τοΟ Φιλίππου, γιά τή γνώμη μερικών πολιτών πώς ό
Φίλιππος „ δύσκολα καταβάλλεται“ ( § § 2 - 4 ) κ.τ.λ.
Ή σύγκριση του λόγου Κατά Φιλίππου Α μέ τό λόγο Υ π έρ τής
Ροδίων ελευθερίας, πού έκφωνήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα, παρουσιά
ζει μεγάλο ένδιαφέρον. Στό δεύτερο Απ' αύτούς τούς λόγους ό Δημο
σθένης χαρακτηρίζει τόν Φίλιππο σάν άνθρωπο πού προκαλεί γιά τόν
έαυτό του, τουλάχιστο σε μιά βρισμένη μερίδα του λαού, περιφρονη
τική Αδιαφορία. Στό λόγο Κατά Φιλίππου Α, δ ρήτορας ύποθέτεί
Απ' τήν Αρχή πώς δλοι έχασαν τό ήθικό τους Από τις έπιτυχίες τοϋ
Φιλίππου, πώς γ ι' αύτές τις έπιτυχίες έγιναν κιόλας ένα σωρό συζη
τήσεις καί πώς αύτός, ό Δημοσθένης, δέν διστάζει νά μιλήσει δημό
σια, γιατί οΕ συμβουλές τών πιό παλιών ρητόρων έξαντλήθηκαν πιά
καί Αποδείχτηκαν Ανεπαρκείς. Έ ξαφνική αύτή μεταβολή τής στάσης
τών ’Αθηναίων καί ιδιαίτερα τοϋ Δημοσθένη Απέναντι στόν Φίλιππο,
μπορεί νά έξηγηθεί μονάχα μέ κάποια γεγονότα πού τούς έκαναν νά
δοϋν πιό καθαρά τόν κίνδυνο πού τούς Απειλούσε Από τήν πλευρά τοϋ
Φιλίππου. Ά π δ τά λόγια τοϋ Δημοσθένη μπορούμε νά παρακολουθή
σουμε πώς διαμορφωνόταν σιγά - σιγά μέσα του ή ίδέα αύτοϋ τοϋ
κινδύνου.
*0 Δημοσθένης Αναφέρει γιά πρώτη φορά τόν Φίλιππο στό λόγο
Πρός Αεπτίνην ( 3 5 4 π. X . ) δπου λ έ ε ι: „ 'Από τ ί παρακινήθηκαν
έκεΐνοι πού παραδώσανε στόν Φίλιππο τήν Πύδνα καί άλλα μ έρ η ; “
(6 3 ) . Στό λόγο του * Υπέρ Μεγαλοπολιτών δέν μιλάει καθόλου γιά
τόν Φίλιππο, ένώ Αντίθετα στό λόγο Υ π έρ τής Ροδίων ελευθερίας
( 2 4 ) τ ο ν ίζ ει: „ Βλέπω πώς μερικοί Από σάς πολύ συχνά μιλάνε περι
φρονητικά γιά τόν Φίλιππο, σά νά μήν έχ ει καμιά Αξία, καί φοβούν
ται τόν Πέρση βασιλιά πιστεύοντας πώς είναι φοβερός γιά κείνους
πού έχθρεύεται *Η γνώμη αύτή γιά τόν Φίλιππο δέν ταιριάζει
καθόλου μέ δσα λέει ό ίδιος δ Δημοσθένης στόν πρώτο φιλιππικό του.
Υποθέτουμε λοιπόν πώς ό λόγος ‘ Υπέρ τής Ροδίων ελευθερίας έκφω-
νήθηκε πριν Από τό λόγο Κατά Φιλίππου Α . 1
'Από δλα αύτά συμπεραίνουμε πώς, πιθανότατα, καί ό ίδιος δ
Δημοσθένης γιά πολύν καιρό δέν παραδεχόταν τόν κίνδυνο πού Απο-
1. "Εχβι έπικρατήσβι ή άποψη πώς δ λόγος 'Υπέρ τής Ροδίων ίλεν&ερίας έκφωνήθηκβ
μβτά τό λόγο Κατα ψιλίππου Α . Ή χρονολόγηση όμως τών λόγων τοΟ Δημοσθένη δέν
•Ιναι σίγουρη γβνικά.
27 'Ι σ τ ο ρ ία τ ή ς 'Ε λ λ η ν ικ ή ς Λ ο γ ο τεχ ν ία ς .
ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ TOV
418 Ο ΔΗ Μ Ο ΣΘ ΕΝ Η Σ ΚΑΙ ΟΙ
..χ) "s~ g £ .
θηκε μονομιάς σέ άντίθεση με zb φιλομακεδονικό ^ μμ
στηκε νά άγωνιστει κατά τής ειρηνόφιλης πολιτικής αυ *
ματος άπέναντι στόν Φίλιππο, κατά τής διανομής χρημ&τω ^ !/
σίου1 στό λαό, ά ν τ ι νά χ ρ η σ ιμ ο π ο ιο ύ ν τ α ι γιά τ ις σ τ ρ α τ ιω τ ικ έ ς ^
κες, καί κατά τής άπροθυμίας του πληθυσμού νά έκπληρωνει τα
τριωτικά του καθήκοντα — νά στρατεύεται προσωπικά^ και να ε
φέρει χρήματα γιά τόν πόλεμο. Ό Δημοσθένης άπαιτοϋσε ά ιακοπα .
1 ) Νά χρησιμοποιούνται τά θεωρικά γιά τις στρατιωτικές άναγκες.
2 ) Νά έκπληρώνουν οί εύποροι τις χρηματικές υποχρεώσεις που το ς
είχε έπιβάλει zb κράτος. 3 ) Νά ύποχρεωθοϋν δλοι οί^ Αθηναίοι πο
λίτες νά παίρνουν μέρος προσωπικά στον πόλεμο καί να μήν ανα
θέτουν τή διεξαγωγή του σέ μισθοφόρους. Ωστόσο αυτές 61 άπαι-
τήσεις τού Δημοσθένη ήταν άντιδημοτικές. ’Ακόμα κι άν έπαιρνε μια
τέτοια άπόφαση ή 'Εκκλησία τοϋ δήμου, στήν πράξη ή οέν θά έφαρ-
μοζόταν καθόλου ή θά μισοεφαρμοζόταν.
Στήν πρώτη περίοδο τής πολιτικής του δράσης (3 5 1 - 346 π. X . )
6 Δημοσθένης άγωνιζόταν όλομόναχος. Ό άγώνας του ήταν δ ιμ έ-
τωπος — πάλευε μέ τόν Φίλιππο καί μέ τούς ίδιους τούς συμπολίτες
του, πού μέ τήν άδράνειά τους βοηθούσαν ούσιαστικά τόν Φ ίλιππο.
Μέ τόν καιρό δμως γύρω άπό τόν Δημοσθένη σχηματίσθηκε ένα κόμ
μα πατριωτών, δπου άνήκαν άλλοι δυό έξοχοι ρήτορες — δ Αυκοϋργος
καί ό Υπερείδης. Τό κόμμα αύτό μπορούμε νά τό όνομάσουμε „
άντιμακεδονικό“ .
Ό λόγος Κατά Φιλίππου Α περιλαμβάνει ένα πρόγραμμα, πού σ'
αύτδ ό Δημοσθένης έμεινε πιστός δ>ς τύ τέλος τής ζωής του. Ε ίχ ε
λοιπόν κάθε δικαίωμα νά λέει, είκοσιδυό χρόνια άργότερα, στόν τελευ-
1. Μέλη τής ένωσης ( αμφικτιονίας) τών έλληνικών φυλών γιά τήν δπεράσπιση τοΟ
μαντείου τών Δελφών. Τήν έποχή τοΟ Δημοσθένη ή αμφικτιονία τών Δελφών δέν ήταν
πιά μονάχα θρησκευτική, ήταν πολιτική καί διεθνής ένωση.
2 Υ Γ Χ Ρ 0 Ν 0 Ι ΤΟΥ
423 Ο ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ
αύτά Ικανέ μερικά άσταθή βήματα καί σωριάστηκε νεκρός κοντά στδ
βωμό. Έ τ σ ι πέθανε δ Δημοσθένης στίς 12 του Ό χτώβρη του 3 2 2 π .Χ .
Σαρανταδυό χρόνια μετά τδ θάνατο τοΟ Δημοσθένη ( 2 8 0 π. X . ),
μέ πρόταση τού άνιψιοΰ του Δημοχάρη, οί ’Αθηναίοι φτιάξανε Ιναν
•όρειχάλκινο άνδριάντα του καί πάνω σ’ αύτδν χάραξαν τδ παρακάτω
έπίγραμμα :
Εϊπερ Χοήν γνώμη ρώμην, Αημόσΰενες, είχες
Ουποτ* δν *Ελλήνων ηρξεν *Αρης Μαχεδών.
Β) Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Ε Σ Α Π Ο Ψ Ε ΙΣ Τ Ο Υ Δ Η Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η
της πολίτικης του δράσης μιλάει πάντα άνοιχτά καί θαρραλέα τόσο
στοδς δικανικούς του λόγους δσο καί στήν Εκκλησία τοϋ vP®0*
χετα ι γιά τ'ις ιδέες του καί δεν διστάζει ν’ Αντιμετωπίσει το ς ν ι
φρονοΰντες. , β
Στά ζητήματα τής έξωτερικής πολιτικής ό Δημοσθένης δεν ταχ η
άρχικά μέ καμιά Από τις Απόψεις πού πρεσβεύανε τά πολίτικα κομ^
ματα τής ’Αθήνας, Πίστευε πώς ή αποστολή τής πόλης τους ήταν να
περιφρουρει τά δικαιώματα καί τήν Ασφάλεια τών διαιρεμένων απ τ ς
διχόνοιες Ελλήνω ν ( X I V , 5, 12, 3 6 - 4 0 — Περί τών συμμοριών,
X V I I I , 18 — Περί τοϋ στεφάνου), νά μήν έπιτρέπει τδ υπέρμετρο
δυνάμωμα ούτε τής Σπάρτης οδτε τής Θήβας (X V , 4 Υπέρ τής
Ροδίων ελευθερίας, X X I I I , 102 — Κατά ’Αριστοκράτου?), νά προσ
τατεύει τούς άδόνατους Από τήν καταπίεση καί νά όποστηρίζει παντα
τούς καταδιωγμένους ( X V , 2 - 4 , 21, 30 — 'Υπέρ τής Ροδίων ελευ
θερίας, X V I , 14, 32 — 'Υπέρ Μεγαλοπολιτών). Σκοπός του Δημο
σθένη ήταν νά έξασφαλίσει ή 'Αθήνα τήν ήγεμονία τής Ε λλά δ α ς
διατηρώντας τήν ισορροπία Ανάμεσα στά διάφορα έλληνικά κράτη
( X X I I I , 1 0 2 — Κατά Άριστοχράτους), ώστε σε καμιά περίπτωση
νά μήν έπιτρέψουν στοδς ξένους νά τά υποδουλώσουν ( X I V , 6 — Περί
τών συμμοριών). Ωστόσο δμως ή ’Αθήνα δεν πρέπει ν’ Αρχίζει τόν
πόλεμο χωρίς λόγο, είναι άνάγκη νά έπιδιώκει τήν είρήνη μέ τόν
Πέρση βασιλιά καί νά του παραχωρήσει έλευθερία δράσης μέσα στό
βασίλειό του. Έ ’Αθήνα πρέπει ν' Ακολουθεί Αμυντική πολιτική, μά νά
είναι πάντα Ιξοπλισμένη κι έτοιμοπόλεμη ώστε νά μπορεί ν’ άντι-
ταχθεί Αποφασιστικά σέ κάθε Ιχθρό ( X I V , 11, 38, 41 — Περί τών
συμμοριών, X V , 6, 2 8 - 2 9 — Υ π έρ τής Ροδίων ελευθερίας). Ό
Δημοσθένης καλεί δλους τούς ’Αθηναίους νά προσχωρήσουν σ’ αύτή τή
δίκαιη καί τίμια πολιτική, μ' δλο πού μερικοί θά τδ κάνουν ίσως αδτό
Από ντροπή, μή θέλοντας νά όποστηρίξουν Ανοιχτά μιά άδικη όπόθεση
( X V I , 24 — Υ π έρ Μεγαλοπολιτών).
Ό Δημοσθένης δμως δεν μπόρεσε νά πραγματοποιήσει δλα τά τίμ ια
σχέδιά του. 'Αποφεύχθηκαν βέβαια οί πόλεμοι μέ τήν Περσία, οί
'Αθηναίοι δμως δέν κατάλαβαν ποιά θά Ιπρεπε νά είναι ή Αποστολή
τους στήν Πελοπόννησο, στή Θράκη καί στή Ρόδο καί ή Αμέλεια πού
έδειξαν στήν κρίσιμη στιγμή άφησε τό δρόμο Ανοιχτό στό Μακεδόνα
βασιλιά Φίλιππο, πού σκοπός του ήταν νά γίνει ήγεμόνας τής Ε λ
λάδας.
Γ ) Λ Ο Γ Ο Ι Π Ο Υ Α Π Ο Δ ΙΔ Ο Ν Τ Α Ι Σ Τ Ο ΔΗ Μ Ο ΣΘ ΕΝ Η
2. Α Ι Σ Χ Ι Ν Η Σ
στάσης καί τής πολιτικές τοο δράσης, δεν ήταν άξιος να καί
Στήν άρχή κάνει λόγο γιά τήν ιδιωτική ζωή τ π εριό-
δστερα γιά τή δημόσια δράση του χωρίζοντάς την σ ε _ »,τΛλέαου,
δους: 1 ) δ>ς τή Φιλοκράτεια ε^ρήν^, 2 ) δς τήν
S)h 4 Χ « ρ ω ν β ία ς χ ία 4 ) 6 , lip « r t f ' *
Κατηγορεί τόν Δημοσθένη πώς αύτός ταχα, μαζί με το ^ Λ
έξαγοράστηκε άπό τόν Φίλιππο καί κολάκευε δουλικά τους
δόνες πρέσβεις. Στιγματίζει τή συμπεριφορά του μετατή ψ ι ΟΥ,ρα
είρήνη. Λ έει πώς τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τοϋ Δημοσθένη ε
ή δολιότητα, πού κρύβεται πίσω άπό μιά προσποιητή ειλικρίνεια.^
μήσει όρίστικά τδν Δημοσθένη, τδν παρουσιάζει καί σάν όργανο τής
περσικές πολίτικης.
Αύτή τή φορά δμως & Αισχίνης νικήθηκε. Στδν άπαντητικό του
λόγο ( Περί του στεφάνου) 6 Δημοσθένης άντικρούει λαμπρά δλα του
τά έπιχειρήματα. Ά π δ τδτε δ Αισχίνης άποσυρθηκε δριστικά άπδ
τήν πολιτική ζωή. Έ γκ α τέλειψ ε τήν ’Αθήνα καί Εγκαταστάθηκε στή
Ρόδο. Κανείς δεν νοιάστηκε πιά γ ι’ αύτόν. "Υστερα άπ’ αύτδ τδ πά
θημα, 6 Α ισχίνης έπαψε πιά νά ύπάρχει σάν ,, πρόξενος “ τοϋ Α λ έ
ξανδρου, πού κάποτε τδν θεωρούσε ένδοξο ρήτορα. Στή Ρόδο κατα
πιάστηκε μέ τή διδασκαλία τής ρητορικής.
Ό Αίσχίνης ήταν Εκανδς ρήτορας. ΟΕ άρχαιοι έπαινοϋσαν τή λαμ
πρότητα και τή δύναμη τοϋ λόγου του. 'Ωστόσο ποτέ δεν όπήρξε λο
γογράφος, οδτε είχ ε άποχτήσει κανονική ρητορική μόρφωση. Έ έλ
λειψη αύτής τής μόρφωσης φανερώνεται άπδ τήν έπανάληψη των
ίδιων έκφράσεων σέ σχετικά μικρά μέρη των λόγων του, άπδ τήν άσά-
φεια καί τήν έμφαση πού παρατηρούμε συχνά στδ ϋφος του. Στά έργα
του είναι αίσθητή ή Ιπίδραση τής γλώσσας τής τραγωδίας γ ια τί, σάν
ήθοποιδς πού ήταν, ήξερε καλά όχι μονάχα τά κείμενα τών δραμάτων
άλλά καί δλες τίς ίδιομορφίες τής θεατρικής απαγγελίας. “Όπως καί
ό Δημοσθένης, χρησιμοποιεί κι αύτδς άφθονα „ σχήματα τής δια-
νοίας “ . 'Ωστόσο είναι άδυνατο ν' άποδώσουμε στδν Α ίσχίνη τή σχολή
τής ρητορικής πού έδραιώθηκε άργότερα στή Ρόδο — στδ σημείο αύτδ
μάς διαφεύγει τδ νήμα τής παράδοσης. ΟΕ άρχαιοι άπέδιδαν άκόμα
στδν Α ίσχίνη τήν καθιέρωση τής αύτοσχέδιας άπαγγελίας πάνω σέ
φανταστικές περιπτώσεις. Αύτδ δμως είναι άπίθανο, μ’ δλο πού δέν
είναι καθόλου άσυμβίβαστο μέ τδ χαρακτήρα τοϋ ταλέντου του.
Έ κτδς άπδ τούς τρεις λόγους πού άναφέραμε, ή λογοτεχνική κ λη
ρονομιά τοϋ Α ίσχίνη περιλαμβάνει καί Εννιά έπιστολές άμφίβολης
γνησιότητας.
3. Υ Π Ε Ρ Ε Ι Δ Η Σ
4. Λ Υ Κ Ο Υ Ρ Γ Ο Σ
δ. Δ Ε Ι Ν Α Ρ Χ Ο Σ
6. Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Σ ΦΑΛΗΡΕΑΣ
Α ναμ εςα στά 322 καί στά 307 π. X . οί κοινωνικές συνθήκες είχαν
άλλάξει ριζικά. Έ μίμηση περίφημων πρότυπων δέν μποροΰσε πιά νά
σώσει τή ρητορική τέχνη άπδ τδ δρόμο τής παρακμής. Γ ι’ αύτδ οί
άπόπειρες τοϋ Δείναρχου άποδείχτηκαν τόσο άνίσχυρες. *Ηταν άπα-
ραίτητο ν’ άναθεωρηθεΐ όλόκληρο τδ είδος. ’ Εκείνος πού θεμελίωσε
τήν καινούργια ρητορική μέθοδο ήταν ό Δημήτριος άπδ τδ Φάληρο,
άνθρωπος μέ πολύπλευρη μόρφωση, πολιτικός, συγγραφέας, έπιστή
μονας. ‘'Οπως καί ό Δείναρχος, ό Δημήτριος είχ ε φοιτήσει στή σχολή
τοϋ θεόφραστου. Τήν έποχή τοϋ Αντίπατρου καί τοϋ Κάσσανδρου προ
ωθήθηκε στδν πολιτικό στίβο καί άπδ τδ 318 ώς τδ 307 π. X . κυβερ-
νοϋσε τήν ’Αθήνα. "Οταν ό Δημήτριος ό Πολιορκητής νίκησε τδν Κάσ-
σανδρο καί „ άπελευθέρωσε “ τήν 'Αθήνα, ό Δημήτριος δέν είχ ε πιά κα
μιά θέση έκεϊ. Βρήκε άσυλο στήν Αίγυπτο κοντά <ιτδν Πτολεμαίο τδ
Τ Ο Υ
ΟΙ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Ο Ι
460 Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ
Σωτήρα καί, δπως λένε, αδτδς τοδ Ιβαλε στδ ν ο δ ^ έ α νά ίδρ 6 U «i°S
Βιβλιοθήκη τής Άλεξάνδρε.ας. Τδν χ«φδ *οδ βασίλευε 6 Πτολεμα^ 5
6 Φιλάδελφος Ιπεσε σε δυσμένεια καί έξορίστηκε σ^ ενα ’ Απδ
σμένο μέρος της Αίγύπιου, δπου καί πέθανε (280 περίπου π. · '“
τά πολυάριθμα, χαμένα γιά μάς, Ιργα του πού άναφερονταν σ ^
φιλοσοφικά, Ιστορικά καί ρητορικά ( άπολογισμός της εκ ΧΡ
διακυβέρνησής του στήν 'Αθήνα, κατηγορία κατα τ<δν η »
συνηγορία γιά τόν Σωκράτη ) έκεΐνα πού άξιζαν περισσότερο ητα
λόγοι. Έ κυριότερη καινοτομία τους ήταν πώς ό ίδιος ό συγγραφ
τους τούς προόριζε μονάχα γιά άνάγνωση σέ στενό κύκλο έρασιτεχν
τής λογοτεχνίας.
Ό Κικέρωνας γράφει πώς ό Δημήτριος Φαληρέας ^είναι ο πρώτος
πού άχρήστευσε τή „ ρητορική “ περιορίζοντάς την σ’ ενα στενό κύκλο
άπό έκλεκτούς ειδήμονες. 'Ωστόσο ό Κικέρωνας δεν άρνιέται δλότελα
τά χαρίσματα τών λόγων του — σ’ αύτούς άναπνέει άκόμα τόν άερα
τής 'Αθήνας.
Έ άκμή τής άττικής ρητορικής κράτησε μονάχα μερικές δεκαε
τίες, άπό τά 390 &ς τά 320 περίπου. Τό κορύφωμα τής δόξας της
μπορούμε νά τό τοποθετήσουμε άνάμεσα στά 360 καί στά 3 22 π. X .
(τό χρόνο πού πέθαναν ό Υπερείδης καί δ Δημοσθένης) — δηλαδή
στήν έποχή τής δράσης του ’ Ισοκράτη, τοϋ Ίσαίου καί του Δημο
σθένη. "Οταν ή Ελλά δα έχασε τήν πολιτική της άνεξαρτησία, ή ρητο
ρική πετάχτηκε έξω άπ* τόν πραγματικό της στίβο — τήν ’ Εκκλησία
τοϋ δήμου. Μήν έχοντας πιά καμιά έπαφή μέ τή ζωντανή πραγματι
κότητα, περιορίζεται σ’ έναν κύκλο άπό έκλεκτούς είδήμονες. Σ τά
έργα τών μεταγενέστερων ρητόρων στή θέση του άληθινοΰ άντίπαλου
προβάλλει ό φανταστικός. ’Από τόν έριστικό διάλογο μ’ αύτό τό φαν
ταστικό πρόσωπο γεννιέται ή λεγόμενη „ διατριβή “ — ένα είδος σχο
λικής άπαγγελίας πού γιά θέματά της χρησιμοποιοϋσε περίτεχνες
άντιδικίες, διασκευές δραμάτων, μέ ήθοπλαστική κυρίως χροιά κ .τ.λ.
Ό Δημήτριος Φαληρέας βρίσκεται στά πρώτα βήματα αότής τής κ α ι
νούργιας πορείας τής ρητορικής, μένοντας άκόμα ώστόσο „ ’Α τ τ ι
κός “ . 01 έπόμενες γενιές θά μεταβάλουν ριζικά τούς σκοπούς τοϋ
ρητορικού λόγου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΛΟΓΟΓΡΑΦΩΝ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ
1 ) Έ κ α τ α ΐ ο ς, άπδσπασμα 341
1. Κανηφόρος— κόρη πού μετέφερ* ένα κάνιστρο μέ Ιερά σκεύη στη Οιάρκεια ,μιάς
θρησκευτικής τελετής.
164 Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α
5) Χ ά ρ ω ν α ς , άπόσπασμα 9 ( Άθήναιος, X I I , 5 2 0 d - f )
6 ) X ά ρ ω ν α ς, άπόσπασμα 10 ( Πολύαινος, V I , 24 )
1 0 ) Φ ε ρ ε χ ύ δ η ς , άπόσπασμα 3 3 h ( Άθήναιος, X I , 4 7 0 c )
Ε Κ Δ ΙΚ Η Σ Η ΤΗ Σ Π Α Ρ Υ Σ Α Τ ΙΔ Α Σ 1
1 .Ή Παρυσάτιδα, γνωστή άπό τήν Κύρου * Ανάβαση τοϋ Ξβνοφώντα, ήταν μητέρα
τοϋ βασιλιά Άρταξέρξη καί τοϋ Κόρου πού έπαναστάτησε έναντον του Άγαποΰσε τόν
Κόρο περισσότερο άπό τόν Άρταξέρξη καί γ ι' αότό έκδικήθηκε τόν Μασαβέτη πού είχ ε
κόψει τό κεφάλι καί τό χέρι τοϋ νεκρού Κόρου.
4 6 8 Π Α Ρ Α Ρ Τ
II
Στδ κέντρο τών 'Ινδιών ζοΟν. μαΟροι άνθρωποι ποί> λέγονται πυ
γμα ίοι. Μιλάνε τήν ίδια γλώσσα μέ τούς άλλους Ινδούς. Είναι έΕαιοε-
τικά μικρόσωμοι. Of πιδ ψηλοί Ιχουν άνάοτημα δυδ πήχες, μά οί πζ-
Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α 469
II
13) " Ι ω ν ά ς
Συνάντηση μέ τόν Σοφοκλή ( Ά θήναιος, X I I I , 8 1 )
‘Ισοκράτης 34, 153, 215, 219, 220, Κατά Εΰέργου και Μνησιβοΰλου ψευ
222, 22ο, 228, 229, 286, 341, δομαρτυριών (Δημοσθένη) 442.
351, 358, 381 κ.έ., 394, 397, Κατά Θεοκρίνου (Δημοσθένη) 442.
398, 404, 406, 442, 444, 453, Κατά Κόνωνος atxiac (Δημοσθένη)
^ 457, 458, 460, 404, 423.
Ισόκωλον 353. Κατά Κτησιφώντος (ΑΙσχίνη) 412,
‘ Ιστορίαι (Έφορου) 220, 221. 428, 434, 449, 461.
‘Ιστορίαι (Τίμαιου) 215. Κατά Λεωκράτουο (Λυκούργου) 457,
‘Ιστορίαι (Φερεκύδη) 34, 35. 458.
‘Ιστορία των πολέμων του ΙΙΰρρου Κατ* ‘Αλκιβιάδου (‘Ανδοκίδη) 371.
(Τίμαιου) 215, 216. Κατά Λοχίτου (‘Ισοκράτη) 388.
Ιστορίη 38, 84. Κατά Μειδίου (Δημοσθένη) 419,
"Ιστρος 218. 444.
"Ιων (Πλάτωνα) 295, 306. Κατά Νεαίρας (Δημοσθένη) 441.
"Ιωνάς 203, 210, 469. Κατά Όλυμπιοδώρου (Δημοσθένη)
‘Ιώσηπος Φλάβιος 13, 26, 86, 103. 442.
Κατά Παγκλέωνος (Λυσία) 378.
Κ ά δ μ ο ς § Μιλήσιος 11,16 κ.έ., 34. Κατ’ ‘Απίωνος (Τώσηπου Φλάβιου)
Καθαρμοί (Εμπεδοκλή) 259, 260, 13, 26.
261. Κατά Πΰθωνος (Δημοσθένη) 443;
κάθαρση 326, 333 κ.έ. Κατά στεφάνου Β (Δημοσθένη) 441.
Καικίλιος Καλακτίτης 358, 364. Κατά Σωσικλέους (Δημοσθένη) 443.
Καλλικλής 270, 274. Κατά Τιμάρχου (ΑΙσχίνη) 450.
Καλλίστρατός 406. Κατά Τιμοκράτους (Δημοσθένη) 412
Κανών των δέκα ‘Αττικών ρητόρων 438, 439.
358, 370, 456, 458. Κατά τών σοφιστών (‘Ισοκράτη)
Καρνεονίκαι (Ελλάνικου) 30. 389, 390.
Κατά ‘Αθηνογένους (Υπερείδη) Κατά Φιλιππίδου (Υπερείδη) 456.
456. Κατά Φιλίππου Α (Δημοσθένη) 414,
Κατά ‘Ανδροτίωνος (Δημοσθένη) 416, 417, 418, 442.
412, 437, 438, 439. Κατά Φιλίππου Β (Δημοσθένη) 416,
Κατά ‘Αριστογείτονος (Δείναρχου) 421, 422, 437.
459. Κατά Φιλίππου Γ (Δημοσθένη) 416,
Κατά ‘Αριστογείτονος (Δημοσθένη) 424, 444, 445.
442. Κατά Φιλίππου Δ (Δημοσθένη) 416,
Κατά ‘Αριστοκράτους (Δημοσθένη) 441.
412, 438, 439, 440. Κατά Φιλοκλέους (Δείναρχου) 459.
Κατά ‘Αφοβου επιτροπής (Δημοσθέ κατεστραμμένη λέξις ή εν περιόδοις
νη) 405. λέξις 92.
Καταγωγή τής οίκογένειας, τής άτο- Κατηγορίαι (‘Αριστοτέλη) 319.
μικής ιδιοκτησίας καί του κρά Κατηγορία προς τούς συνουσιαστάς
τους (Ένγκελς) 156. κακολογιών (Λυσία) 377.
Κατά Δημοσθένους (Δείναρχου) 459. Κατηγορία φαρμακείας κατά τής μη
Κατά Δημοσθένου; υπέρ των ‘Αρ- τρυιάς (‘Αντιφώντα) 364, 365.
παλείων (Υπερείδη) 456, Κάτων ό Πρεσβύτερος 153.
Κατά Διονυσοδώρου (Δημοσθένη) Κένυον 319.
412, 442. Κεφάλαιο (Μάρξ) 155,156, 291.
Κατά Έρατοσθένους (Λυσία) 374, Κεφαλίωνας 104.
376, 377. Κικέρωνας 86, 91, 104. 119, 120,
478
στοτέλη) 264.
Περί τής έν αρχή καταστάσεως (Πρω-
Περί δίκαιου (Πλάτωνα) 285.
Περί εΙρήνης (Δημοσθένη) 414,
416, 421.
Περί ειρήνης (“Ισοκράτη) 387, 389.
. (Πλούταρχου) 49, 70, 86.
Περί ερμηνείας 206. Περί τής Θηραμενους βλασφημία.
Περί ζώων γενέσεως (“Αριστοτέλη) (Δημοσθένη) 443.
103. Περί τής Ιδία; κάθοδον (Δημοσθέ-
Περί Θεμιστοκλέους καί Θουκυδί- νυ) 443.
δου και Περικλέους (Στησίμβρο- Περί τής όμονοίας (Δημοσθένη) 443.
του) 211. Περί τής παραπρεσβείας (Δημοσθέ
Περί θεών (Πρωταγόρα) 269, 270. νη) 423, 437, 444,44ο, 4ο1.
Περ'ι Θουκυδίδου και των Ιδιωμά Περί τής προς Λακεδαιμονίους εΙ
των αΰτοΰ (Διον. 'Αλικαρν.) ρήνης (’Ανδοκίδη) 371.
18, 20, 38, 42, 43, 93, 98, Περί τροπής καί Ισημερίας (σαλη)
105, 121, 134, 153, 154, 206. 240. .................. „
Περ'ι Ιππικής (Ξενοψώντα) 167,199.
Περικλής 51, 61, 118, 129, 140, 395, 397.
141, 150, 151, 155, 168, 169, Περί του “Απολλοδώρου κλήρου ( I-
210, 211, 222, 261, 268, 269, σαίου) 394. /
346, 347, 348, 349, 418. # Περί του “Αριστάρχου κλήρου ( I-
Περί κρίσεως δνείρων (“Αντιφώντα σαίου) 397.
σοφιστή) 274. Περί του “Αστυφίλου κλήρου (*Ι-
-Περί λεκτικής δεινότητος τοΰ Δη σαίου) 397.
μοσθένους (Διον. “Αλικαρν.) 443 Περί του βίου του Θουκυδίδου καί
445, 446, 449.^ τής του λόγου Ιδέας (Μαρκελλί-
Περί μεταστάσεως (“Αντιφώντα) 359 νου) 108.
Περί μουσικής (Πλουτάρχου) 14. Περί του Δικαιογένους κλήρου (“I-
Περί νοΰ (Λευκίππου) 263. σαίου) 394, 397.
Περί όμονοίας (“Αντιφώντα σοφι Περί του ζεύγους (“Ισοκράτη) 388.
στή) 274. Περί του Έρώδου φόνος (“Αντι-
Περί ούρανοΰ (“Αριστοτέλη) 247. φώντα) 364.
Περί ούρανοΰ (Σιμπλίκιου) 265. Περί τοΰ Κίρωνος κλήρου (“Ισαίου)
Περί παίδων άγωγής (Πλουτάρχου) 397, 398.
348. Περί τοΰ Κλεωνΰμου κλήρου (“I-
Περί παραπρεσβείας (Αισχίνη) 450. σαίου) 497.
Περιπατητική σχολή 314. Περί τοΰ Μενεκλέους κλήρου ("I-
Περί ποιητών(“Αριστοτέλη) 315, 316 σαίου) 397.
Περί πολιτείας (Πρωταγόρα) 142. Περί τοΰ μή καταλΰσαι τήν πάτριον
Περί ρητορικής ή Γρύλλος (’Αρι πολιτείαν (Λυσία) 377.
στοτέλη) 315, 316. Περί τοΰ μή όντος ή Περί φύσεως
Περί ρήτορος (Κικέρωνα) 91, 119, (Γοργία) 273,
120,130, 154, 218, 259, 264, Περί τοΰ Νικοστράτου κλήρου (Ί-
298, 315, 379, 380, 393. ^ σαίου) 397.
Περί σοφιστών (“Αλκιδάμα) 357.
Περί συντάξεως (Δημοσθένη) 441. Περίθ 7° ΰ ^ ρρου χλήρου (“Ισαίου)
Περί Συρίης θεοΰ (Λουκιανού) 104.
Περί τελετών (Στησίμβροτου) 211. λ λ ^ ^ημοσιτενη)
Περί τής Ιαυτοΰ καθόδου (Άνδο-
V,9- ' * · έ·. 440, 443, 444,
44ο, 453.
Ε Υ Ρ Ε Τ Η Ρ Ι Ο 481
( ’Ε κ τ ό ς κειμένου)
Ε Ι Κ Ο Ν Ε Σ
(Ε ν τ ό ς κειμένου)
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Σελ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I. ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑ
ΦΙΑΣ Π
1. Γένεση της έλληνικής πεζογραφίας στις ιωνικές
πόλεις τής Μικρές *Ασίας (11). 2. Ή έμφάνιση
τής γραφής στήν Ελλάδα καί τά άρχαιότατα μνη
μεία της (12). 3. Ή άρχαιότατη ιστοριογραφία
στους "Ελληνες καί οί λογογράφοι. Κάδμος ό Μιλή-
σιος (16). 4. ΈκαταΤος δ Μιλήσιος (20). 5. Ά-
κουσίλαος δ ’Αργείος (25). 6. Χάρωνας δ Λαμψα-
κηνδς (26). 7. Λογογράφοι τής νεότερης δμάδας.
Ξάνθος δ Λυδός. Ελλάνικος δ Μυτιληναίος (27). 8.
Φερεκύδης (33). 9. Γενική έπισκόπηση τών λογο
γράφων (35).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II. ΗΡΟΔΟΤΟΣ 41
1. *0 βίος τοΟ 'Ηρόδοτου (41). 2. Ή ,,Ίστορία“
τοϋ 'Ηρόδοτου: α) Εισαγωγή (53), β) Πηγές τοΟ
'Ηρόδοτου (55), γ) θέμα καί περιεχόμενο τής
,,Ίστορίας “ (57), δ) Σύνθεση τής „ 'Ιστορίας “
(64) , ε) ΠοΟ έγραψε δ Ηρόδοτος τήν ,,Ιστορία"
(65) . 3. Ό 'Ηρόδοτος σάν Ιστορικός καί σάν συγ
γραφέας : α) Πολιτικές άπόψεις τοΟ Ηρόδοτου (67),
β) Κοσμοθεωρία τοΟ 'Ηρόδοτου (70), γ) Σχέση τοΟ
'Ηρόδοτου μέ τούς μύθους (77). 4. Ή ,,'Ιστορία “
τοΟ Ηρόδοτου σάν ιστορική πηγή καί σάν λογοτε
χνικό έργο (82). 5. Λόγοι καί διάλογοι στόν 'Ηρό
δοτο (94). 6. Χαρακτηρισμοί τών ιστορικών προ
σωπικοτήτων στόν 'Ηρόδοτο (98). 7. Τά ,,έπεισό-
δια“ στήν ,, 'Ιστορία “ τοΟ 'Ηρόδοτου (100). 8.
Πώς έκριναν τόν Ηρόδοτο οί σύγχρονοί του καί οί
Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α
494 η