You are on page 1of 41

ΛΟΥΚΙΑΝΟΥ

ΠΕΡΙ ΟΡΧΗΣΕΩΣ
Αρχαίο Κείμενο και Μετάφραση
Μετάφραση-Σημειώσεις: Ιωάννη Κονδυλάκη

Βιβλιογραφία
Λουκιανού Άπαντα, Μετάφρασις: Ιω. Κονδυλάκη, Βιβλιοθήκη Φέξη Αρχαίων Ελλήνων
Συγγραφέων, χχ.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Λουκιανός ΣΤ', τ. 48, Ελληνικός Εκδοτικός Οργανισμός

ΠΕΡΙ ΟΡΧΗΣΕΩΣ
1-21

Μτφρ. Ιωάννη Κονδυλάκη

ΛΥΚΙΝΟΣ [1] Ἐπεὶ τοίνυν, ὦ 1. ΛΥΚΙΝΟΣ. Επειδή λοιπόν,


Κράτων, δεινήν τινα ταύτην Κράτων, τόσην δεινήν κατηγορίαν, εις
κατηγορίαν ἐκ πολλοῦ, οἶμαι,την οποίαν φαίνεται ότι προ πολλού
παρεσκευασμένος κατηγόρηκας ήσο παρεσκευασμένος, εξήνεγκες κατά
ὀρχήσεών τε καὶ αὐτῆς ὀρχηστικῆς, καὶτου χορού και της ορχηστικής εν γένει
προσέτι ἡμῶν γε τῶν χαιρόντων τῇ τέχνης εναντίον ημών οίτινες
τοιαύτῃ θέᾳ ὡς ἐπὶ φαύλῳ καὶ τερπόμεθα εις το θέαμα τούτο, και
γυναικείῳ πράγματι μεγάλην σπουδὴν είπες ότι αποδίδομεν μεγάλην
ποιουμένων, ἄκουσον ὅσον τοῦ ὀρθοῦ σπουδαιότητα εις πράγμα, τόσον
διημάρτηκας καὶ ὡς λέληθας σεαυτὸν γελοίον και γυναικώδες, άκουσε πόσον
τοῦ μεγίστου τῶν ἐν τῷ βίῳ ἀγαθῶν έσφαλες και πως έκαμες το λάθος να
κατηγορῶν. καὶ συγγνώμη σοι εἰ ἐξ κατηγόρησης έν από τα καλλίτερα
ἀρχῆς βίῳ αὐχμηρῷ συζῶν καὶ μόνον πράγματα της ζωής. Αλλ' είσαι
τὸ σκληρὸν ἀγαθὸν ἡγούμενος ὑπ᾽ δικαιολογημένος, διότι συνείθισες να
ἀπειρίας αὐτῶν κατηγορίας ἄξια εἶναι ζης πάντοτε ζωήν λιτήν και απέριττον
νενόμικας. και να θεωρής καλόν μόνον παν ό,τι
είνε τραχύ, και ούτω εξ αγνοίας
ενόμισες ότι και ο χορός είνε άξιος
κατηγορίας.
ΚΡΑΤΩΝ [2] Ἀνὴρ δὲ τίς ὢν ὅλως, 2. ΚΡΑΤΩΝ. Τί θέλεις να φρονώ,
καὶ ταῦτα παιδείᾳ σύντροφος καὶ Λυκίνε, περί ενός ανθρώπου με
φιλοσοφίᾳ τὰ μέτρια ὡμιληκώς, ανδρικόν φρόνημα, ο οποίος μάλιστα
ἀφέμενος, ὦ Λυκῖνε, τοῦ περὶ τὰ βελτίω καταγίνεται εις την παιδείαν και την
σπουδάζειν καὶ τοῖς παλαιοῖς συνεῖναι φιλοσοφίαν και ο οποίος αφήνων αυτάς
κάθηται καταυλού- μενος, θηλυδρίαν τας σοβαράς ασχολίας και την μελέτην
ἄνθρωπον ὁρῶν ἐσθῆσι μαλακαῖς καὶ των παλαιών συγγραφέων, κάθηται και
ᾄσμασιν ἀκολάστοις ἐναβρυνόμενον ακούει αυλούς και βλέπει θηλυπρεπή
καὶ μιμούμενον ἐρωτικὰ γύναια, τῶν άνθρωπον, ο οποίος φορεί ενδύματα
πάλαι τὰς μαχλοτάτας, Φαίδρας καὶ μαλακά και τραγουδεί άσεμνα άσματα
Παρθενόπας καὶ Ῥοδόπας τινάς, καὶ και μιμείται γύναια ερωτικά, όπως αι
ταῦτα πάντα ὑπὸ κρούμασιν καὶ περιώνυμοι δια την ασέλγειαν αυτών
τερετίσμασι καὶ ποδῶν κτύπῳ, Φαίδραι και Παρθενώπαι και Ροδόπαι,
καταγέλαστα ὡς ἀληθῶς πράγματα και όλα αυτά συνοδευόμενα με
καὶ ἥκιστα ἐλευθέρῳ ἀνδρὶ καὶ οἵῳ σοὶ χειροκροτήματα και τερετίσματα και
πρέποντα; ὥστε ἔγωγε πυθόμενος ὡς ποδοκρατήματα, πράγματα
ἐπὶ τοιαύτῃ θέᾳ σχολάζοις, οὐκ γελοιωδέστατα αληθώς και ελάχιστα
ᾐδέσθην μόνον ὑπὲρ σοῦ ἀλλὰ καὶ πρέποντα εις άνδρα ελεύθερον και
ἠνιάθην εἰ Πλάτωνος καὶ Χρυσίππου όμοιον με σε; Δια τούτο, όταν έμαθα ότι
καὶ Ἀριστοτέλους ἐκλαθόμενος διέρχεσαι τον καιρόν σου εις τοιαύτα
κάθησαι τὸ ὅμοιον πεπονθὼς τοῖς τὰ θεάματα, όχι μόνον εντράπηκα δια
ὦτα πτερῷ κνωμένοις, καὶ ταῦτα λογαριασμόν σου, αλλά και ελυπήθην,
μυρίων ἄλλων ὄντων ἀκουσμάτων καὶ διότι αφήσας τον Πλάτωνα, τον
θεαμάτων σπουδαίων, εἰ τούτων τις Χρύσιππον και τον Αριστοτέλη,
δέοιτο, τῶν κυκλίων αὐλητῶν καὶ τῶν διασκεδάζεις, όπως εκείνοι οίτινες
κιθάρᾳ τὰ ἔννομα προσᾳδόντων, καὶ ξύουν τα ώτά των με πτερόν, ενώ
μάλιστα τῆς σεμνῆς τραγῳδίας καὶ τῆς υπάρχουν τόσα αλλά ακούσματα και
φαιδροτάτης κωμῳδίας, ἅπερ καὶ θεάματα σπουδαία. Και αν δεν
ἐναγώνια εἶναι ἠξίωται. υπήρχον οι κυκλικοί αυληταί1 και οι
άδοντες σεμνά άσματα εν συνοδεία
κιθάρας, υπάρχει η σοβαρά τραγωδία
και η ευθυμοτάτη κωμωδία, αι οποίαι
και εις τους αγώνας έχουν εισαχθή.
[3] Πολλῆς οὖν, ὦ γενναῖε, τῆς 3. Πρέπει να κάμης μακράν απολογίαν
ἀπολογίας σοι δεήσει πρὸς τοὺς προς τους πεπαιδευμένους, εάν θέλης
πεπαιδευμένους, εἰ βούλει μὴ να μη σε αποκηρύξουν και σε
παντάπασιν ἐκκεκρίσθαι καὶ τῆς τῶν εκδιώξουν εκ του ομίλου των
σπουδαίων ἀγέλης ἐξεληλάσθαι. καίτοι σπουδαίων ανθρώπων. Αλλά το
τό γε ἄμεινον ἐκεῖνό ἐστιν, οἶμαι, καλλίτερον είνε, κατά την γνώμην μου,
ἀρνήσει τὸ πᾶν ἰάσασθαι καὶ μηδὲ τὴν ν' αρνηθής μίαν και καλήν και να λέγης
ἀρχὴν ὁμολογεῖν τι τοιοῦτον ότι ουδόλως υπέπεσες εις τοιαύτην
παρανενομῆσθαί σοι. πρὸς δ᾽ οὖν παρεκτροπήν. Αν εξακολούθησης
τοὐπιὸν ὅρα ὅπως μὴ λάθῃς ἡμῖν ἐξ όμως, υπάρχει φόβος να μεταβληθής εξ
ἀνδρὸς τοῦ πάλαι Λυδή τις ἢ Βάκχη ανδρός εις Λυδήν ή Βάκχην, δια το
γενόμενος, ὅπερ οὐ σὸν ἂν ἔγκλημα εἴη οποίον δεν θα πταίης μόνον συ, αλλά
μόνον, ἀλλὰ καὶ ἡμῶν, εἰ μή σε κατὰ και ημείς οι οποίοι δεν σε
τὸν Ὀδυσσέα τοῦ λωτοῦ ἀποσπάσαντες απεσπάσαμεν, όπως τον Οδυσσέα, εκ
ἐπὶ τὰς συνήθεις διατριβὰς ἐπανάξομεν του λωτού δια να σ' επαναφέρωμεν εις
πρὶν λάθῃς τελέως ὑπὸ τῶν ἐν τῷ τας προτέρας ασχολίας, πριν ή σε
θεάτρῳ Σειρήνων κατεσχημένος. καίτοι κατακυριεύσουν αι Σειρήνες του
ἐκεῖναι μὲν τοῖς ὠσὶν μόνοις θεάτρου. Αλλ' ο εξ εκείνων κίνδυνος
ἐπεβούλευον καὶ διὰ τοῦτο κηροῦ απηυθύνετο μόνον προς τα ώτα και
ἐδέησεν πρὸς τὸν παράπλουν αὐτῶν· μόνον κηρού είχε ανάγκην ο
σὺ δὲ καὶ δι᾽ ὀφθαλμῶν ἔοικας ὅλος διερχόμενος πλησίον αυτών· συ δε όχι
δεδουλῶσθαι. μόνον δια της ακοής, αλλά και δια των
οφθαλμών φαίνεται ότι έχεις
υποδουλωθή καθ' ολοκληρίαν.

ΛΥΚΙΝΟΣ [4] Παπαῖ, ὦ Κράτων, ὡς 4. ΛΥΚΙΝΟΣ. Πωπώ, Κράτων,


κάρχαρόν τινα ἔλυσας ἐφ᾽ ἡμᾶς τὸν εξαγριωμένον και φοβερόν απέλυσες
σαυτοῦ κύνα. πλὴν τό γε παράδειγμα, εναντίον μου τον σκύλλον σου2. Αλλά
τὴν τῶν Λωτοφάγων καὶ Σειρήνων το παράδειγμα των λωτοφάγων και
εἰκόνα, πάνυ ἀνομοιοτάτην μοι δοκεῖς των Σειρήνων μου φαίνεται ότι δεν
εἰρηκέναι ὧν πέπονθα, παρ᾽ ὅσον τοῖς ταιριάζει παντάπασιν εις εκείνα που
μὲν τοῦ λωτοῦ γευσαμένοις καὶ τῶν έπαθα, καθ' όσον δι' εκείνους οι οποίοι
Σειρήνων ἀκούσασιν ὄλεθρος ἦν τῆς τε έτρωγον τον λωτόν και ήκουον τας
ἐδωδῆς καὶ τῆς ἀκροάσεως τοὐπιτίμιον, Σειρήνας το αποτέλεσμα ήτο ολέθριον,
ἐμοὶ δὲ πρὸς τῷ τὴν ἡδονὴν παρὰ πολὺ ενώ εις εμέ όχι μόνον ευχάριστον είνε,
ἡδίω πεφυκέναι καὶ τὸ τέλος ἀγαθὸν αλλά και προς το καλόν μου συντελεί·
ἀποβέβηκεν· οὐ γὰρ εἰς λήθην τῶν οἴκοι διότι δεν περιπίπτω εις λήθην και
οὐδ᾽ εἰς ἀγνωσίαν τῶν κατ᾽ ἐμαυτὸν άγνοιαν, αλλ' αν θέλης να σου είπω
περιίσταμαι, ἀλλ᾽ εἰ χρὴ μηδὲν όλην την αλήθειαν, εκ του θεάτρου
ὀκνήσαντα εἰπεῖν, μακρῷ πινυτώτερος επανήλθα πολύ συνετώτερος και
καὶ τῶν ἐν τῷ βίῳ διορατικώτερος ἐκ οξυδερκέστερος και δύναμαι να είπω,
τοῦ θεάτρου σοι ἐπανελήλυθα. μᾶλλον όπως ο Όμηρος, ότι ο βλέπων το θέαμα
δέ, τὸ τοῦ Ὁμήρου αὐτὸ εἰπεῖν καλόν, εκείνο τερψάμενος νεῖται καὶ πλείονα
ὅτι ὁ τοῦτο ἰδὼν τὸ θέαμα εἰδώς3.
"τερψάμενος νεῖται καὶ πλείονα εἰδώς."

ΚΡΑΤΩΝ [5] Ἡράκλεις, ὦ Λυκῖνε, οἷα ΚΡΑΤ. Κακό που έπαθες, Λυκίνε· όχι
πέπονθας, ὃς οὐδ᾽ αἰσχύνῃ ἐπ᾽ αὐτοῖς, μόνον δεν εντρέπεσαι δι' αυτά, αλλά
ἀλλὰ καὶ σεμνυνομένῳ ἔοικας. τὸ γοῦν φαίνεσαι και υπερηφανευόμενος. Και
δεινότατον τοῦτό ἐστιν, ὅτι μηδὲ ἰάσεώς το φοβερώτερον είνε ότι ούτε ελπίδα
τινα ἡμῖν ὑποφαίνεις ἐλπίδα, ἐπαινεῖν θεραπείας παρουσιάζεις, αφού τολμάς
τολμῶν τὰ οὕτως αἰσχρὰ καὶ να επαινής πράγματα τόσον αισχρά και
κατάπτυστα. αξιοκαταφρόνητα.
ΛΥΚΙΝΟΣ Εἰπέ μοι, ὦ Κράτων, ταυτὶ 5. ΛΥΚΙΝ. Δεν μου λέγεις, Κράτων,
δὲ περὶ ὀρχήσεως καὶ τῶν ἐν τῷ θεάτρῳ αυτά τα οποία λέγεις περί ορχήσεως
γινομένων ἰδὼν πολλάκις αὐτὸς και των γινομένων εις το θέατρον, τα
ἐπιτιμᾷς, ἢ ἀπείρατος ὢν τοῦ θεάματος λέγεις κατόπιν ιδίας αντιλήψεως ή,
ὅμως αἰσχρὸν αὐτὸ καὶ κατάπτυστον, χωρίς να γνωρίζης τα θεάματα εκείνα,
ὡς φής, νομίζεις; εἰ μὲν γὰρ εἶδες, ἐξ τα κατηγορείς και τα ονομάζεις αισχρά
ἴσου ἡμῖν καὶ σὺ γεγένησαι· εἰ δὲ μή, και κατάπτυστα; Διότι εάν μεν τα είδες,
ὅρα μὴ ἄλογος ἡ ἐπιτίμησις εἶναί σου ευρίσκεσαι εις την αυτήν θέσιν με εμέ,
δόξῃ καὶ θρασεῖα, κατηγοροῦντος ὧν εάν δε όχι, πρόσεξε μήπως η κατηγορία
ἀγνοεῖς. σου είναι παράλογος και φανής ότι εξ
επιπολαιότητος κατηγορείς πράγματα
τα οποία δεν γνωρίζεις.

ΚΡΑΤΩΝ Ἔτι γὰρ τοῦτό μοι τὸ ΚΡΑΤ. Αυτό μου έλειπε τώρα, με αυτά
λοιπὸν ἦν, ἐν βαθεῖ τούτῳ τῷ πώγωνι τα γένεια που έχω και τα ψαρά μαλλιά
καὶ πολιᾷ τῇ κόμῃ καθῆσθαι μέσον ἐν να πηγαίνω να κάθωμαι μεταξύ των
τοῖς γυναίοις καὶ τοῖς μεμηνόσιν γυναίων εκείνων και των ανόητων
ἐκείνοις θεαταῖς, κροτοῦντά τε προσέτι θεατών, και μάλιστα να χειροκροτώ και
καὶ ἐπαίνους ἀπρεπεστάτους να επευφημώ άνθρωπον ελεεινόν, ο
ἐπιβοῶντα ὀλέθρῳ τινὶ ἀνθρώπῳ ἐς οποίος χωρίς λόγον και απρεπέστατα
οὐδὲν δέον κατακλωμένῳ. χοροπηδά και λυγίζει το σώμα του.

ΛΥΚΙΝΟΣ Συγγνωστά σου ταῦτα, ὦ ΛΥΚΙΝ. Είσαι δικαιολογημένος.


Κράτων. εἰ δέ μοι πεισθείης ποτὲ καὶ Κράτων, αφού δεν είδες ποτέ τοιούτον
ὅσον πείρας ἕνεκα παράσχοις σεαυτὸν θέαμα. Αλλά αν ήθελες να με ακούσης
ἀναπετάσας τοὺς ὀφθαλμούς, εὖ οἶδα και να έλθης να ιδής μόνον
ὡς οὐκ ἀνάσχοιο ἂν μὴ οὐχὶ πρὸ τῶν δοκιμαστικώς, είμαι βέβαιος ότι του
ἄλλων θέαν ἐν ἐπιτηδείῳ λοιπού θα έσπευδες προ των άλλων δια
καταλαμβάνων ὅθεν καὶ ὄψει ἀκριβῶς να καταλάβης θέσιν κατάλληλον, ώστε
καὶ ἀκούσῃ ἅπαντα. να βλέπης και ν' ακούης ακριβώς τα
πάντα.

ΚΡΑΤΩΝ Μὴ ὥρας ἄρα ἱκοίμην, εἴ τι ΚΡΑΤ. Να μη 'δω σωτηρία4 αν ποτέ


τοιοῦτον ἀνασχοίμην ποτέ, ἔστ᾽ ἂν φθάσω εις τοιούτον εξευτελισμόν.
δασύς τε εἴην τὰ σκέλη καὶ τὸ γένειον Πρέπει ν' αρχίσω να ξυρίζομαι και να
ἀπαράτιλτος· ὡς νῦν γε καὶ σὲ ἤδη ἐλεῶ μαδώ τας τρίχας μου5 δια να
τελέως ἡμῖν ἐκβεβακχευμένον. καταντήσω εις τοιαύτην
αναξιοπρέπειαν· λυπούμαι δε και που
σε βλέπω τόσον ξετρελλαμένον με
αυτάς τας αηδίας.

ΛΥΚΙΝΟΣ [6] Βούλει οὖν ἀφέμενος, 6. ΛΥΚΙΝ. Θέλεις ν' αφήσης, αγαπητέ
ὦ ἑταῖρε, τῶν βλασφημιῶν τούτων μου, αυτάς τας ύβρεις και να μ'
ἀκοῦσαί μού τι περὶ ὀρχήσεως λέγοντος ακούσης να σου ομιλήσω περί
καὶ τῶν ἐν αὐτῇ καλῶν, καὶ ὡς οὐ ορχήσεως και δια τα καλά της και να
τερπνὴ μόνον ἀλλὰ καὶ ὠφέλιμός ἐστιν σου αποδείξω ότι δεν είνε μόνον
τοῖς θεωμένοις, καὶ ὅσα παιδεύει καὶ τερπνή, αλλά και οφελεί τους θεατάς,
ὅσα διδάσκει, καὶ ὡς ῥυθμίζει τῶν να σου παραστήσω πως τους μορφώνει
ὁρώντων τὰς ψυχάς, καλλίστοις και τους διδάσκει και πως ρυθμίζει τας
θεάμασιν ἐγγυμνάζουσα καὶ ἀρίστοις ψυχάς των, γυμνάζουσα αυτάς δι'
ἀκούσμασιν ἐνδιατρίβουσα καὶ κοινόν ωραίων θεμάτων και εξαίρετων
τι ψυχῆς καὶ σώματος κάλλος ακουσμάτων και επιδεικνύουσα μίαν
ἐπιδεικνυμένη; τὸ γὰρ καὶ μετὰ ωραίαν αρμονίαν μεταξύ ψυχής και
μουσικῆς καὶ ῥυθμοῦ ταῦτα πάντα σώματος; Το ότι η όρχησις εκτελεί
ποιεῖν οὐ ψόγος ἂν αὐτῆς ἀλλ᾽ ἔπαινος πάντα ταύτα με μουσικήν και ρυθμόν,
μᾶλλον εἴη. δεν είνε λόγος δια να κατακριθή, αλλά
μάλλον να επαινεθή.

ΚΡΑΤΩΝ Ἐμοὶ μὲν οὐ πάνυ σχολὴ ΚΡΑΤ. Δεν έχω καιρόν ν' ακούω ένα
μεμηνότος ἀνθρώπου ἀκροᾶσθαι τὴν παράφρονα να επαινή το νόσημα του·
νόσον τὴν αὑτοῦ ἐπαινοῦντος· σὺ δὲ εἰ αλλ' αφού επιμένεις να φλυαρήσης, δεν
βούλει λῆρόν τινα κατασκεδάσαι μου, έχω δυσκολίαν να σου κάμω αυτήν την
ἕτοιμος φιλικὴν ταύτην λειτουργίαν φιλικήν ευχαρίστησιν και να θέσω εις
ὑποστῆναι καὶ παρασχεῖν τὰ ὦτα, καὶ την διάθεσίν σου την ακοήν μου, καθότι
ἄνευ κηροῦ παρακούειν τῶν φαύλων δεν έχω ανάγκην κηρού6, δια ν' ακούω
δυνάμενος. ὥστε ἤδη σιωπήσομαί σοι, ανοησίας χωρίς να προσέχω εις αυτάς.
καὶ λέγε ὁπόσα ἐθέλεις ὡς μηδὲ Ώστε θα σιωπήσω και λέγε ό,τι θέλεις
ἀκούοντός τινος. και ως να μη σε ακούη κανείς.

ΛΥΚΙΝΟΣ [7] Εὖ γε, ὦ Κράτων, καὶ 7. ΛΥΚΙΝ. Ευχαριστώ, Κράτων, διότι


τούτου ἐδεόμην μάλιστα· εἴσῃ γὰρ μετ᾽ αυτό ακριβώς ήθελα· είμαι δε βέβαιος
ὀλίγον εἰ λῆρος εἶναί σοι δόξει τὰ ότι μετ' ολίγον δεν θα σου φαίνωνται
λεχθησόμενα. καὶ πρῶτόν γε ἐκεῖνο ανοησίαι αυτά τα όποια θα σου είπω.
πάνυ ἠγνοηκέναι μοι δοκεῖς, ὡς οὐ Εν πρώτοις, μου φαίνεται, αγνοείς
νεώτερον τὸ τῆς ὀρχήσεως ἐπιτήδευμα τελείως ότι η τέχνη της ορχήσεως ούτε
τοῦτό ἐστιν οὐδὲ χθὲς καὶ πρῴην χθεσινήν, ούτε προχθεσινήν έχει την
ἀρξάμενον, οἷον κατὰ τοὺς προπάτορας καταγωγήν, ούτε από την εποχήν των
ἡμῶν ἢ τοὺς ἐκείνων, ἀλλ᾽ οἵ γε προπατόρων μας ή των προπατόρων
τἀληθέστατα ὀρχήσεως πέρι αυτών ήρχισε· αλλ' εκείνοι οι οποίοι
γενεαλογοῦντες ἅμα τῇ πρώτῃ γενέσει έγραψαν τα αληθέστερα περί της αρχής
τῶν ὅλων φαῖεν ἄν σοι καὶ ὄρχησιν της ορχήσεως λέγουν ότι αύτη
ἀναφῦναι, τῷ ἀρχαίῳ ἐκείνῳ Ἔρωτι συμπίπτει με την δημιουργίαν του
συναναφανεῖσαν. ἡ γοῦν χορεία τῶν παντός και ότι ανεφάνη συγχρόνως με
ἀστέρων καὶ ἡ πρὸς τοὺς ἀπλανεῖς τῶν τον αρχαιότατον των θεών, τον Έρωτα.
πλανήτων συμπλοκὴ καὶ εὔρυθμος Η κίνησις. των άστρων, η περιφορά των
αὐτῶν κοινωνία καὶ εὔτακτος ἁρμονία πλανήτων περί τους απλανείς και η
τῆς πρωτογόνου ὀρχήσεως δείγματά εύρυθμος αυτών σχέσις και η αρμονία
ἐστιν. κατ᾽ ὀλίγον δὲ αὐξανομένη καὶ είνε δείγματα της αρχεγόνου ορχήσεως.
τῆς πρὸς τὸ βέλτιον ἀεὶ προσθήκης Ολίγον δε κατ' ολίγον αναπτυσσόμενη
τυγχάνουσα, νῦν ἔοικεν ἐς τὸ και βελτιουμένη δια νέων προσθηκών,
ἀκρότατον ἀποτετελέσθαι καὶ φαίνεται ότι έφθασε σήμερον εις την
γεγενῆσθαι ποικίλον τι καὶ άκραν τελειότητα και κατέστη
παναρμόνιον καὶ πολύμουσον ἀγαθόν. πολύμορφον και παναρμόνιον και
πολύμουσον αγαθόν.

[8] Πρῶτον δέ φασιν Ῥέαν ἡσθεῖσαν τῇ 8. Αναφέρεται ότι πρώτη η Ρέα εθέλχθη
τέχνῃ ἐν Φρυγίᾳ μὲν τοὺς Κορύβαντας, υπό της τέχνης ταύτης και εις μεν την
ἐν Κρήτῃ δὲ τοὺς Κουρῆτας ὀρχεῖσθαι Φρυγίαν έβαλε τους Κορύβαντας να
κελεῦσαι, καὶ οὐ τὰ μέτρια ὤνατο τῆς χορεύσουν, εις δε την Κρήτην τους
τέχνης αὐτῶν, οἵ γε περιορχούμενοι Κουρήτας, και δεν ωφελήθη ολίγον εκ
διεσώσαντο αὐτῇ τὸν Δία, ὥστε καὶ της τέχνης αυτών, αφού δια του χορού
σῶστρα εἰκότως ἂν ὁ Ζεὺς ὀφείλειν των της έσωσαν τον Δία, ώστε και
ὁμολογοίη αὐτοῖς, ἐκφυγὼν διὰ τὴν δικαίως ο Ζευς να ομολογή ότι οφείλει
ἐκείνων ὄρχησιν τοὺς πατρῴους εις αυτούς σώστρα, διότι χάρις εις την
ὀδόντας. ἐνόπλιος δὲ αὐτῶν ἡ ὄρχησις όρχησίν των εσώθη από τους οδόντας
ἦν, τὰ ξίφη μεταξὺ κροτούντων πρὸς του πατρός του.
τὰς ἀσπίδας καὶ πηδώντων ἔνθεόν τι
καὶ πολεμικόν.

Μετὰ δέ, Κρητῶν οἱ κράτιστοι ἐνεργῶς Εχόρευον δε ένοπλοι και εν τω μεταξύ


ἐπιτηδεύσαντες αὐτὸ ἄριστοι ὀρχησταὶ εκρότουν τα ξίφη επί των ασπίδων και
ἐγένοντο, οὐχ οἱ ἰδιῶται μόνον, ἀλλὰ ανεπήδων κατά τρόπον ενθουσιώδη και
καὶ οἱ βασιλικώτεροι καὶ πρωτεύειν πολεμικόν. Έπειτα οι επιφανέστεροι
ἀξιοῦντες. ὁ γοῦν Ὅμηρος τὸν των Κρητών επιμελώς ασκηθέντες
Μηριόνην, οὐκ αἰσχῦναι βουλόμενος έγιναν άριστοι χορευταί, όχι μόνον οι
ἀλλὰ κοσμῆσαι, ὀρχηστὴν προσεῖπεν, απλοί πολίται αλλά και οι ανήκοντες
καὶ οὕτως ἄρα ἐπίσημος ἦν καὶ εις ηγεμονικάς οικογενείας και
γνώριμος ἅπασιν ἐπὶ τῇ ὀρχηστικῇ πρωτεύοντες. Ο Όμηρος όχι δια να
ὥστε οὐχ οἱ Ἕλληνες μόνον ταῦτα ψέξη, αλλά δια, να επαινέση τον
ἠπίσταντο περὶ αὐτοῦ ἀλλὰ καὶ οἱ Μηριόνην, τον ωνόμασεν ορχηστήν, και
Τρῶες αὐτοί, καίτοι πολέμιοι ὄντες· τόσον ήτο γνωστός και διεκρίνετο ούτος
ἑώρων γάρ, οἶμαι, καὶ τὴν ἐν τῷ δια την χορευτικήν του τέχνην, ώστε
πολεμεῖν αὐτοῦ κουφότητα καὶ όχι μόνον οι Έλληνες εγνώριζον τούτο,
εὐρυθμίαν, ἣν ἐξ ὀρχήσεως ἐκέκτητο. αλλά και αυτοί οι Τρώες, καίτοι εχθροί·
φησὶν δὲ τὰ ἔπη ὧδέ πως· και υποθέτω ότι το εμάντευον
βλέποντες την ευκινησίαν και
ευρυθμίαν με την οποίαν επολέμει και
την οποίαν είχεν εκ της ορχήσεως. Ιδού
δε τί λέγουν τα Ομηρικά έπη·
Μηριόνη, τάχα κέν σε καὶ ὀρχηστήν Μηριόνη, τάχα κέν σε καὶ ὀρχηστὴν
περ ἐόντα ἔγχος ἐμὸν κατέπαυσε. περ' ἐόντα ἔγχος ἐμὸν κατέπαυσε.7

καὶ ὅμως οὐ κατέπαυσεν αὐτόν· ἅτε Εν τοσούτω δεν τον επέτυχε, διότι ο
γὰρ ἠσκημένος ἐν τῇ ὀρχηστικῇ, Μηριόνης, ως εξησκημένος εις τον
ῥᾳδίως, οἶμαι, διεδίδρασκεν τὰς ἐπ᾽ χορόν, υποθέτω, ευκόλως διέφευγε τα
αὐτὸν ἀφέσεις τῶν ἀκοντίων. ριπτόμενα εναντίον του ακόντια.
[9] Πολλοὺς δὲ καὶ ἄλλους τῶν 9. Καίτι έχω να αναφέρω και
ἡρώων εἰπεῖν ἔχων τοῖς αὐτοῖς πολλούς άλλους εκ των ηρώων, οίτινες
ἐγγεγυμνασμένους καὶ τέχνην τὸ ήσαν γυμνασμένοι εις την όρχησιν και
πρᾶγμα πεποιημένους, ἱκανὸν ἡγοῦμαι είχον αναγάγη αυτήν εις τέχνην,
τὸν Νεοπτόλεμον, Ἀχιλλέως μὲν παῖδα θεωρώ αρκετόν να αναφέρω μόνον τον
ὄντα, πάνυ δὲ διαπρέψαντα ἐν τῇ Νεοπτόλεμον τον υιόν του Αχιλλέως,
ὀρχηστικῇ καὶ εἶδος τὸ κάλλιστον αὐτῇ όστις διέπρεψε ως χορευτής και
προστεθεικότα, Πυρρίχιον ἀπ᾽ αὐτοῦ επενόησε νέον είδος χορού, το
κεκλημένον· καὶ ὁ Ἀχιλλεύς, ταῦτα ωραιότερον, τον εξ αυτού ονομασθέντα
ὑπὲρ τοῦ παιδὸς πυνθανόμενος, Πυρρήχιον.8 Ο δε Αχιλλεύς μανθάνων
μᾶλλον ἔχαιρεν, οἶμαι, ἢ ἐπὶ τῷ κάλλει ταύτα περί του υιού του έχαιρεν,
καὶ τῇ ἄλλῃ ἀλκῇ αὐτοῦ. τοιγαροῦν τὴν υποθέτω, περισσότερον παρά δια το
Ἴλιον, τέως ἀνάλωτον οὖσαν, ἡ ἐκείνου κάλλος και την άλλην ανδρείαν του.
ὀρχηστικὴ καθεῖλεν καὶ εἰς ἔδαφος Τωόντι δε η ορχηστική τέχνη εκείνου
κατέρριψεν. συνετέλεσεν εις το να εκπορθηθή και
καταστραφή η δυσπόρθητος πόλις των
Τρωών.
[10] Λακεδαιμόνιοι μέν, ἄριστοι 10. Οι Λακεδαιμόνιοι, οίτινες
Ἑλλήνων εἶναι δοκοῦντες, παρὰ θεωρούνται ως οι ανδρειότεροι των
Πολυδεύκους καὶ Κάστορος Ελλήνων, εδιδάχθησαν παρά του
καρυατίζειν μαθόντες [ὀρχήσεως δὲ καὶ Πολυδεύκους και Κάστορος να
τοῦτο εἶδος, ἐν Καρύαις τῆς Λακωνικῆς καρυατίζουν — είνε δε τούτο είδος
διδασκόμενον] ἅπαντα μετὰ Μουσῶν ορχήσεως, τον οποίον χορεύεται εις τας
ποιοῦσιν, ἄχρι τοῦ πολεμεῖν πρὸς Καρύας της Λακωνικής — και
αὐλὸν καὶ ῥυθμὸν καὶ εὔτακτον πράττουν τα πάντα ρυθμικώς· και εις
ἔμβασιν τοῦ ποδός· καὶ τὸ πρῶτον αυτόν ακόμη τον πόλεμον πορεύονται
σύνθημα Λακεδαιμονίοις πρὸς τὴν με ρυθμόν και κανονίζουν το βήμα των
μάχην ὁ αὐλὸς ἐνδίδωσιν. τοιγαροῦν κατά τον ήχον του αυλού, ο οποίος δίδει
καὶ ἐκράτουν ἁπάντων, μουσικῆς και το πρώτον σύνθημα προς την
αὐτοῖς καὶ εὐρυθμίας ἡγουμένης. μάχην. Κατώρθωναν δε να νικούν
πάντοτε, οδηγούμενοι υπό της
μουσικής και της ευρυθμίας.
Ἴδοις δ᾽ ἂν νῦν ἔτι καὶ τοὺς ἐφήβους Αλλά και τώρα ακόμη δύνασαι να ίδης
αὐτῶν οὐ μεῖον ὀρχεῖσθαι ἢ τους εφήβους των να εξασκούνται
ὁπλομαχεῖν μανθάνοντας· ὅταν γὰρ περισσότερον εις τον χορόν παρά εις
ἀκροχειρισάμενοι καὶ παίσαντες καὶ την οπλομαχητικήν. Όταν παύσουν
παισθέντες ἐν τῷ μέρει παύσωνται, εἰς αγωνιζόμενοι εις το παγκράτιον και
ὄρχησιν αὐτοῖς ἡ ἀγωνία τελευτᾷ, καὶ αλληλοκτυπούμενοι, αι ασκήσεις των
αὐλητὴς μὲν ἐν τῷ μέσῳ κάθηται τελειώνουν εις χορόν. Ο αυλητής
ἐπαυλῶν καὶ κτυπῶν τῷ ποδί, οἱ δὲ κάθηται εις το μέσον αυτών και αυλεί
κατὰ στοῖχον ἀλλήλοις ἑπόμενοι και κροτεί με τον πόδα9, οι δε νέοι
σχήματα παντοῖα ἐπιδείκνυνται πρὸς ακολουθούν αλλήλους εις γραμμήν και
ῥυθμὸν ἐμβαίνοντες, ἄρτι μὲν χορεύοντες λαμβάνουν διαφόρους
πολεμικά, μετ᾽ ὀλίγον δὲ χορευτικά, ἃ στάσεις κινούμενοι ρυθμικώς, άλλοτε
Διονύσῳ [11] καὶ Ἀφροδίτῃ φίλα. μεν πολεμικάς, άλλοτε δε ερωτικάς και
τοιγαροῦν καὶ τὸ ᾆσμα ὃ μεταξὺ βακχικάς .11. Και το άσμα, με το οποίον
ὀρχούμενοι ᾄδουσιν Ἀφροδίτης συνοδεύουν την όρχησιν, είνε επίκλησις
ἐπίκλησίς ἐστιν καὶ Ἐρώτων, ὡς προς την Αφροδίτην και τους Έρωτας,
συγκωμάζοιεν αὐτοῖς καὶ συνορχοῖντο. τους οποίους καλούν να λάβουν μέρος
καὶ θάτερον δὲ τῶν ᾀσμάτων—δύο γὰρ εις το άσμα και την όρχησιν αυτών, το
ᾄδεται—διδασκαλίαν ἔχει ὡς χρὴ δε άλλο άσμα — διότι δύο άσματα
ὀρχεῖσθαι. "Πόρρω" γάρ, φασίν, "ὦ τραγουδούν — διδάσκει και πώς πρέπει
παῖδες, πόδα μετάβατε καὶ κωμάξατε να χορεύουν· εμπρός παιδιά το πόδι,
βέλτιον," τουτέστιν ἄμεινον λέγει το τραγούδι, κι' ας βράση ο χορός.
ὀρχήσασθε.
Ὅμοια δὲ καὶ οἱ τὸν ὅρμον Ανάλογα κάμνουν και οι χορεύοντες
καλούμενον ὀρχού[12] μενοι ποιοῦσιν. ὁ τον λεγόμενον όρμον. 12. Ο δε όρμος
δὲ ὅρμος ὄρχησίς ἐστιν κοινὴ ἐφήβων τε είνε χορός κοινός των εφήβων και των
καὶ παρθένων, παρ᾽ ἕνα χορευόντων παρθένων, οίτινες χορεύουν ο εις παρά
καὶ ὡς ἀληθῶς ὅρμῳ ἐοικότων· καὶ τον άλλον και σχηματίζουν αληθώς
ἡγεῖται μὲν ὁ ἔφηβος τὰ νεανικὰ όρμον.10 Σύρει δε τον χορόν ο έφηβος
ὀρχούμενος καὶ ὅσοις ὕστερον ἐν και χορεύει επιδεικνύων δια των
πολέμῳ χρήσεται, ἡ παρθένος δὲ κινήσεων του πράξεις νεανικάς και όσα
ἕπεται κοσμίως τὸ θῆλυ χορεύειν κατόπιν θα πράττη εις τον πόλεμον και
διδάσκουσα, ὡς εἶναι τὸν ὅρμον ἐκ ακολουθεί η παρθένος, υποδεικνύουσα
σωφροσύνης καὶ ἀνδρείας πλεκόμενον. εις τας άλλας να χορεύουν κοσμίως,
καὶ αἱ γυμνοπαιδίαι δὲ αὐτοῖς ὁμοίως τοιουτοτρόπως δε ο όρμος πλέκεται εκ
ὄρχησίς ἐστιν. σωφροσύνης και ανδρείας. Και αι
γυμνοπαιδίαι11 δε είνε επίσης Λακωνική
όρχησις.
[13] Ἃ δὲ Ὅμηρος ὑπὲρ Ἀριάδνης ἐν 13. Παραλείπω, διότι θα τα έχης
τῇ ἀσπίδι πεποίηκεν καὶ τοῦ χοροῦ ὃν αναγνώση, όσα ο Όμηρος λέγει περί
αὐτῇ Δαίδαλος ἤσκησεν ὡς ἀνεγνωκότι της Αριάδνης εις τα περί ασπίδος και
σοι παρίημι, καὶ τοὺς ὀρχηστὰς δὲ τοὺς περί του χορού, εις τον όποιον ο
δύο οὓς ἐκεῖ ὁ ποιητὴς κυβιστητῆρας Δαίδαλος την εξήσκησε, και δεν θα
καλεῖ, ἡγουμένους τοῦ χοροῦ, καὶ πάλιν κάμω λόγον επίσης περί των δύο
ἃ ἐν τῇ αὐτῇ ἀσπίδι λέγει· "Κοῦροι δ᾽ χορευτών, τους οποίους εκεί ο Όμηρος
ὀρχηστῆρες ἐδίνεον," ὥς τι κάλλιστον αποκαλεί κυβιστήρας12 και οίτινες
τοῦτο τοῦ Ἡφαίστου ἐμποιήσαντος τῇ ηγούνται του χορού. Εις το αυτό μέρος ο
ἀσπίδι. τοὺς μὲν γὰρ Φαίακας καὶ πάνυ ποιητής λέγει· “Κοῦροι δ' ὀρχηστῆρες
εἰκὸς ἦν ὀρχήσει χαίρειν, ἁβρούς τε ἐδίνεον”13, και τούτο ήτο η ωραιότερα
ὄντας καὶ ἐν πάσῃ εὐδαιμονίᾳ παράστασις την οποίαν είχε
διατρίβοντας. ὁ γοῦν Ὅμηρος τοῦτο κατασκευάση επί της ασπίδος ο
αὐτῶν μάλιστα θαυμάζοντα πεποίηκε Ήφαιστος. Διά τους Φαίακας είνε πολύ
τὸν Ὀδυσσέα καὶ τὰς μαρμαρυγὰς τῶν φυσικόν ότι ετέρποντο εις τον χορόν,
ποδῶν θεώμενον. καθότι ήσαν λαός φιλήδονος και
απελάμβανον όλας τας ευτυχίας της
ζωής. Παρέστησε δε ο Όμηρος τον
Οδυσσέα θαυμάζοντα προ πάντων την
ζωηρότητα με την οποίαν εκινούντο οι
πόδες των εις τον χορόν.
[14] Ἐν μέν γε Θεσσαλίᾳ τοσοῦτον 14. Αλλά και εις την Θεσσαλίαν τόσον
ἐπέδωκεν τῆς ὀρχηστικῆς ἡ ἄσκησις, εξετιμήθη η άσκησις του χορού, ώστε οι
ὥστε τοὺς προστάτας καὶ κάτοικοι απεκάλουν τους άρχοντας και
προαγωνιστὰς αὐτῶν προορχηστῆρας τους αρχηγούς των προορχηστήρας14.
ἐκάλουν· καὶ δηλοῦσι τοῦτο αἱ τῶν Τούτο δε φαίνεται εις τας επιγραφάς
ἀνδριάντων ἐπιγραφαὶ οὓς τοῖς των ανδριάντων, οίτινες εστήνοντο εις
ἀριστεύουσιν ἀνίστασαν· "Προὔκρινεν" τους ανδραγαθούντας. Μία εκ των
γάρ, φασίν, "προορχηστῆρα ἁ πόλις." επιγραφών τούτων λέγει· “Η πόλις
καὶ αὖθις, "Εἰλατίωνι τὰν εἰκόνα ὁ εξέλεξε τον τάδε προορχηστήρα”15,
δᾶμος εὖ ὀρχησαμένῳ τὰν μάχαν." άλλη δε· “Εις τον Ειλατίωνα, επειδή
καλώς εχόρευσεν εις την μάχην, ο
δήμος εγείρει τον ανδριάντα τούτον”16.
[15] Ἐῶ λέγειν, ὅτι τελετὴν οὐδεμίαν Εκτός τούτου ουδεμία τελετή αρχαία
ἀρχαίαν ἔστιν εὑρεῖν ἄνευ ὀρχήσεως, γίνεται χωρίς όρχησιν. Ο Ορφεύς και ο
Ὀρφέως δηλαδὴ καὶ Μουσαίου καὶ τῶν Μουσαίος, οίτινες ήσαν εκ των αρίστων
τότε ἀρίστων ὀρχηστῶν ορχηστών της εποχής των και οίτινες
καταστησαμένων αὐτάς, ὥς τι ίδρυσαν τας μυστικάς τελετάς,
κάλλιστον καὶ τοῦτο νομοθετησάντων, εθεώρησαν ότι θα ήτο πολύ ωραίον να
σὺν ῥυθμῷ καὶ ὀρχήσει μυεῖσθαι. ὅτι δ᾽ γίνεται ή μύησις εις τας τελετάς ταύτας
οὕτως ἔχει, τὰ μὲν ὄργια σιωπᾶν ἄξιον με ρυθμόν και όρχησιν και ούτω
τῶν ἀμυήτων ἕνεκα, ἐκεῖνο δὲ πάντες ενομοθέτησαν. Απόδειξις δε των λόγων
ἀκούουσιν, ὅτι τοὺς ἐξαγορεύοντας τὰ μου, δια να μη αναφέρω πράγματα τα
μυστήρια ἐξορχεῖσθαι λέγουσιν οἱ οποία δεν επιτρέπεται να μάθουν οι
πολλοί. αμύητοι, είνε το πασίγνωστον, οτι περί
των αποκαλυπτόντων τα μυστήρια
λέγεται κοινώς ότι εξορχούνται.
[16] Ἐν Δήλῳ δέ γε οὐδὲ αἱ θυσίαι 16. Εις την Δήλον ούτε αι θυσίαι
ἄνευ ὀρχήσεως ἀλλὰ σὺν ταύτῃ καὶ εγίνοντο χωρίς όρχησιν, αλλά και μετά
μετὰ μουσικῆς ἐγίγνοντο. παίδων χοροὶ μουσικής. Εσχηματίζοντο χοροί παίδων
συνελθόντες ὑπ᾽ αὐλῷ καὶ κιθάρᾳ οἱ και εχόρευον υπό τους ήχους αυλού και
μὲν ἐχόρευον, ὑπωρχοῦντο δὲ οἱ ἄριστοι κιθάρας, οι δε διακρινόμενοι εξ αυτών
προκρι- θέντες ἐξ αὐτῶν. τὰ γοῦν τοῖς συνώδευον και με άσματα τον χορόν,
χοροῖς γραφόμενα τούτοις ᾄσματα και τα άσματα τα οποία εποιούντο δια
ὑπορχήματα ἐκαλεῖτο καὶ ἐμπέπληστο τον χορόν εκαλούντο υπορχήματα,
τῶν τοιούτων ἡ λύρα. ήσαν δε πολυάριθμα.
[17] Καὶ τί σοι τοὺς Ἕλληνας λέγω, 17. Αλλά διατί να αναφέρω μόνον τους
ὅπου καὶ Ἰνδοὶ ἐπειδὰν ἕωθεν Έλληνας, αφού και οι Ινδοί, όταν το
ἀναστάντες προσεύχωνται τὸν Ἥλιον, πρωί εγείρωνται εκ του ύπνου, δεν
οὐχ ὥσπερ ἡμεῖς τὴν χεῖρα κύσαντες προσεύχονται προς τον ήλιον, όπως
ἡγούμεθα ἐντελῆ ἡμῶν εἶναι τὴν εὐχήν, ημείς οι οποίοι φιλούμεν την χείρα και
ἀλλ᾽ ἐκεῖνοι πρὸς τὴν ἀνατολὴν νομίζομεν τούτο αρκετόν δια την
στάντες ὀρχήσει τὸν Ἥλιον προσευχήν εκείνην, αλλά στρεφόμενοι
ἀσπάζονται, σχηματίζοντες ἑαυτοὺς προς ανατολάς χαιρετούν τον ήλιον
σιωπῇ καὶ μιμούμενοι τὴν χορείαν τοῦ χορεύοντες και μιμούνται τον
θεοῦ· καὶ τοῦτ᾽ ἐστιν Ἰνδῶν καὶ εὐχὴ σιωπηλόν χορόν του θεού τούτου· τούτο
καὶ χοροὶ καὶ θυσία. διὸ καὶ τούτοις δε είνε δια τους Ινδούς και προσευχή
ἱλεοῦνται τὸν θεὸν δίς, καὶ ἀρχομένης και χορός και θυσία και κατ' αυτόν τον
καὶ δυομένης τῆς ἡμέρας. τρόπον προσεύχονται εις τον ήλιον δις
της ημέρας, κατά την πρωίαν και κατά
την δύσιν.
[18] Αἰθίοπες δέ γε καὶ πολεμοῦντες 18. Oι δε Αιθίοπες και πολεμούν
σὺν ὀρχήσει αὐτὸ δρῶσιν, καὶ οὐκ ἂν χορεύοντες και δεν ρίπτει βέλος ο
ἀφείη τὸ βέλος Αἰθίοψ ἀνὴρ ἀφελὼν Αιθίοψ — έχουν δε ως φαρέτραν την
τῆς κεφαλῆς—ταύτῃ γὰρ ἀντὶ κεφαλήν των και περί αυτήν δένουν
φαρέτρας χρῶνται περιδέοντες αὐτῇ ακτινηδόν τα βέλη — εάν
ἀκτινηδὸν τὰ βέλη—εἰ μὴ πρότερον προηγουμένως δεν χορεύση και δια των
ὀρχήσαιτο καὶ τῷ σχήματι ἀπειλήσειε χορευτικών κινήσεων απειλήση και
καὶ προεκφοβήσειε τῇ ὀρχήσει τὸν προεκφοβίση τον εχθρόν.
πολέμιον.
[19] Ἄξιον δέ, ἐπεὶ τὴν Ἰνδικὴν καὶ 19. Αφού δε ωμιλήσαμεν περί Ινδιών
τὴν Αἰθιοπίαν διεξεληλύθαμεν, καὶ ἐς και Αιθιοπίας, αξίζει να κατέλθωμεν
τὴν γείτονα αὐτῶν Αἴγυπτον και εις την γειτονικήν Αίγυπτον, διότι
καταβῆναι τῷ λόγῳ. δοκεῖ γάρ μοι ὁ μου φαίνεται ότι παλαιός μύθος εννοεί
παλαιὸς μῦθος καὶ Πρωτέα τὸν ότι ο Αιγύπτιος Πρωτεύς δεν ήτο άλλο
Αἰγύπτιον οὐκ ἄλλο τι ἢ ὀρχηστήν τινα τι παρά χορευτής, δηλαδή μιμητικός
γενέσθαι λέγειν, μιμητικὸν ἄνθρωπον άνθρωπος και ικανός να λαμβάνη
καὶ πρὸς πάντα σχηματίζεσθαι καὶ διάφορα σχήματα και μορφάς, αφού
μεταβάλλεσθαι δυνάμενον, ὡς καὶ και του ύδατος την υγρότητα εμιμείτο
ὕδατος ὑγρότητα μιμεῖσθαι καὶ πυρὸς και του πυρός την ζωηρότητα εις την
ὀξύτητα ἐν τῇ τῆς κινήσεως σφοδρότητι κίνησιν και του λέοντος την αγριότητα
καὶ λέοντος ἀγριότητα καὶ παρδάλεως και της παρδάλεως την οργήν και του
θυμὸν καὶ δένδρου δόνημα, καὶ ὅλως ὅ δένδρου την δόνησιν και εν γένει ό,τι
τι καὶ θελήσειεν. ὁ δὲ μῦθος άλλο ήθελεν. Ο μύθος όμως
παραλαβὼν πρὸς τὸ παραδοξότερον παραλαβών αυτόν τον παρέστησε κατά
τὴν φύσιν αὐτοῦ διηγήσατο, ὡς τρόπον παράδοξον, ότι τάχα
γιγνομένου ταῦτα ἅπερ ἐμιμεῖτο. ὅπερ μετεβάλλετο εις ό,τι εμιμείτο. Αλλά
δὴ καὶ τοῖς νῦν ὀρχουμένοις πρόσεστιν, τούτο αρμόζει και εις τους σήμερον
ἴδοις τ᾽ ἂν οὖν αὐτοὺς πρὸς τὸν καιρὸν χορεύοντας, τους οποίους βλέπομεν ν'
ὠκέως διαλλαττομένους καὶ αὐτὸν αλλάσσουν εις την στιγμήν μορφάς
μιμουμένους τὸν Πρωτέα. εἰκάζειν δὲ ακριβώς όπως ο Πρωτεύς. Πρέπει δε να
χρὴ καὶ τὴν Ἔμπουσαν τὴν ἐς μυρίας υποθέσωμεν ότι και η Έμπουσα, ήτις
μορφὰς μεταβαλλομένην τοιαύτην τινὰ ήλλασσε μυρίας μορφάς, ήτο χορεύτρια
ἄνθρωπον ὑπὸ τοῦ μύθου και ο μύθος την παρεμόρφωσε κατ'
παραδεδόσθαι. αυτόν τον τρόπον.
[20] Ἐπὶ τούτοις δίκαιον μηδὲ τῆς 20. Μετά ταύτα δεν είνε δίκαιον να
Ῥωμαίων ὀρχήσεως ἀμνημονεῖν, ἣν οἱ παρασιωπήσωμεν και την όρχησιν των
εὐγενέστατοι αὐτῶν τῷ πολεμικωτάτῳ Ρωμαίων, την οποίαν χορεύουν οι
τῶν θεῶν Ἄρει, οἱ Σάλιοι καλούμενοι ευγενέστατοι εξ αυτών, οι λεγόμενοι
(ἱερωσύνης δὲ τοῦτο ὄνομα), ὀρχοῦνται, Σάλιοι — είνε δε τούτο ιερατικόν
[21] σεμνοτάτην τε ἅμα καὶ ἱερωτάτην. όνομα, — προς τιμήν του Άρεως και
Βιθυνὸς δὲ μῦθος, καὶ οὗτος οὐ πάνυ είνε χορός σεμνότατος και
τῶν Ἰταλιωτικῶν ἀλλότριος, φησὶν τὸν ιεροπρεπέστατος. 21. Κάποιος δε μύθος
Πρίαπον δαίμονα πολεμιστήν, τῶν της Βιθυνίας, ο οποίος ομοιάζει πολύ
Τιτάνων οἶμαι ἕνα ἢ τῶν Ἰδαίων προς τας Ιταλικάς παραδόσεις, λέγει
Δακτύλων τοῦτο ἔργον πεποιημένον, περί του Πριάπου, θεoύ πολεμικού και
τὰ ἐνόπλια παιδεύειν, παραλαβόντα ενός εκ των Τιτάνων, υποθέτω, ή εκ των
παρὰ τῆς Ἥρας τὸν Ἄρη, παῖδα μὲν ἔτι, Ιδαίων Δακτύλων, οίτινες έργον είχον
σκληρὸν δὲ καὶ πέρα τοῦ μετρίου να διδάσκουν την χρήσιν των όπλων,
ἀνδρικόν, μὴ πρότερον ὁπλομαχεῖν ότι παρέλαβεν από την Ήραν τον Άρην,
διδάξαι πρὶν τέλειον ὀρχηστὴν ο οποίος ήτο μεν ακόμη μικρός την
ἀπειργάσατο. καὶ ἐπὶ τούτῳ καὶ μισθὸς ηλικίαν, αλλά σκληραγωγημένος και
αὐτῷ παρὰ τῆς Ἥρας ἐγένετο, δεκάτην καθ' υπερβολήν ανδρείος, και πριν ή
ἀεὶ τῶν ἐκ πολέμου περιγιγνομένων τῷ τον διδάξη να μάχεται με τα όπλα, τον
Ἄρει παρ᾽ αὐτοῦ λαμβάνειν. κατέστησε τέλειον χορευτήν. Ως
αμοιβήν δε έλαβε δια τούτο παρά της
Ήρας το δικαίωμα να λαμβάνη το
δέκατον των λαφύρων, τα οποία θα
είχεν εκ του πολέμου ο Άρης.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Οι αυλούντες κυκλικά μέλη, τα οποία, όπως τα κυκλικά ποιήματα,
περιελάμβανον ολόκληρον κύκλον της μυθολογίας.
2. Ο Κράτων ήτο κυνικός φιλόσοφος, εις τούτο δε αναφέρεται ο Αστεϊσμός.
3. Επιστρέφει ευχαριστημένος και με γνώσεις περισσοτέρας.
4. Το κείμενον λέγει· “μὴ ὥρασιν ἰκοίμην”, δηλαδή κατά λέξιν· “να μη φθάσω εις τας
ώρας”, το οποίον κατά τον Σχολιαστήν σημαίνει, κάτι ανάλογον προς το σημερινόν·
“Να μη δω σωτηρία ψυχής”.
5. Όπως συνείθιζον οι θηλυπρεπείς και διεφθαρμένοι, οι πιττούμεννοι. (Ίδε
“Δραπέτας” και “Ψευδολογιστήν”).
6. Όπως οι διερχόμενοι πλησίον των Σειρήνων.
7. Λόγος του Αινείου: Μολονότι είσαι χορευτής, Μηριόνη, το δόρυ μoυ θα σε
ξαπλώση κάτω.
8. Ο Νεοπτόλεμος ωνομάζετο Πυρρός, δηλαδή ξανθός.
9. Ο παίζων το όργανον εις τον χορόν και ο διευθύνων ορχήστραν είχον κρόταλον
προσδεδεμένον εις τον πόδα με τον οποίον εκτύπων το μέτρον.
10. Όρμος σημαίνει περιδέραιον. Ο χορός ούτος, κατά τον μύθον, επενοήθη υπό του
Δαιδάλου, και εχορεύθη υπ' εκείνων τους οποίους ο Θησεύς απηλευθέρωσεν εκ του
λαβυρίνθου της Κρήτης.
11. Η γυμνοπαιδία, κατά τον Αθήναιον, ήτο αρκετά ομοία προς την τραγικήν
όρχησιν την λεγομένην εμμέλειαν, είχον δε και τα δυο ταύτα είδη του χορού πολλήν
σεμνότητα και ευγένειαν. Η γυμνοπαιδία εχορεύετο υπό δύο χορών ή δύο ομάδων
χορευτών, εξ ων η μεν απετελείτο εξ εφήβων, η δε εξ ανδρών.
12. Κυβιστήρες ελέγοντο οι βαδίζοντες δια των χειρών και με την κεφαλήν προς τα
κάτω προς επίδειξιν δεξιότητας.
13. Νεαροί χορευταί περιεστρέφοντο.
14. Δηλαδή ηγουμένους του χορού, σύροντας τον χορόν.
15. “Προύκρινε προορχηστῆρα ἡ πόλις”.
16. “Εἰλατίωνι τὴν εἰκόνα ὁ δᾶμος εὖ ὀρχησαμένῳ τὰν μάχαν”.

Λουκιανού

ΠΕΡΙ ΟΡΧΗΣΕΩΣ
22-40

Μτφρ. Ιωάννη Κονδυλάκη

[22] Τὰ μὲν γὰρ Διονυσιακὰ καὶ 22. Όσον αφορά τας Διονυσιακάς και
Βακχικὰ οἶμαί σε μὴ περιμένειν ἐμοῦ Βακχικάς τελετάς, νομίζω ότι δεν
ἀκοῦσαι, ὅτι ὄρχησις ἐκεῖνα πάντα ἦν. περιμένεις να μάθης από εμέ ότι
τριῶν γοῦν οὐσῶν τῶν γενικωτάτων απετελούντο όλαι από χορούς. Ήσαν δε
ὀρχήσεων, κόρδακος καὶ σικιννίδος καὶ τρεις αι κυριώτεραι Διονυσιακαί
ἐμμελείας, οἱ Διονύσου θεράποντες οἱ ορχήσεις, ο κόρδαξ, η σικιννίς και η
Σάτυροι ταύτας ἐφευρόντες ἀφ᾽ αὑτῶν εμμέλεια, και οι θεράποντες του
ἑκάστην ὠνόμασαν, καὶ ταύτῃ τῇ τέχνῃ Διονύσου, οι Σάτυροι, έδωκαν εις αυτάς
χρώμενος ὁ Διόνυσος, φασίν, τα ονόματα των. Με αυτήν δε την
Τυρρηνοὺς καὶ Ἰνδοὺς καὶ Λυδοὺς τέχνην ο Διόνυσος υπέταξε τους
ἐχειρώσατο καὶ φῦλον οὕτω μάχιμον Τυρηννούς, τους Ινδούς και τους
τοῖς αὑτοῦ θιάσοις κατωρχήσατο. Λυδούς και με στράτευμα εκ χορευτών
ενίκησε φυλάς τόσον μαχίμους.
[23] Ὥστε, ὦ θαυμάσιε, ὅρα μὴ 23. Ώστε πρόσεξε, αγαπητέ μου,
ἀνόσιον ᾖ κατηγορεῖν ἐπιτηδεύματος μήπως είνε ασέβεια να κατηγορής
θείου τε ἅμα καὶ μυστικοῦ καὶ τέχνην θείαν, αφιερωμένην εις τα
τοσούτοις θεοῖς ἐσπουδασμένου καὶ ἐπὶ μυστήρια, εξασκηθείσαν υπό τόσων
τιμῇ αὐτῶν δρωμένου καὶ τοσαύτην θεών και προς τιμήν αυτών
τέρψιν ἅμα καὶ παιδείαν ὠφέλιμον εκτελουμένην, παρέχουσαν δε εκτός
παρεχομένου. της τέρψεως και ωφέλειαν. Απορώ δε
Θαυμάζω δέ σου κἀκεῖνο, εἰδὼς και πως συ, ο οποίος τόσον, ως
Ὁμήρου καὶ Ἡσιόδου μάλιστα ἐραστὴν γνωρίζω, αγαπάς τον Όμηρον και τον
ὄντα σε (αὖθις γὰρ ἐπὶ τοὺς ποιητὰς Ησίοδον — διότι θα επιστρέψω πάλιν
ἐπάνειμι), πῶς ἀντιφθέγγεσθαι εις τους ποιητάς — τολμάς ν' αντιλογής
ἐκείνοις τολμᾷς πρὸ τῶν πάντων προς εκείνους οίτινες υπέρ όλα
ὄρχησιν ἐπαινοῦσιν. ὁ μὲν γὰρ Ὅμηρος επαινούν την όρχησιν. Διότι ο μεν
τὰ ἥδιστα καὶ κάλλιστα καταλέγων, Όμηρος, αναφέρων τα πλέον ευχάριστα
ὕπνον καὶ φιλότητα καὶ μολπὴν καὶ και ωραιότερα των πραγμάτων, τον
ὄρχησιν, μόνην ταύτην ἀμύμονα υπνον, την ερωτικήν απόλαυσιν, το
ὠνόμασεν, προσμαρτυρήσας νὴ Δία καὶ άσμα και τον χορόν, μόνον τον
τὸ ἡδὺ τῇ μολπῇ, ἅπερ ἀμφότερα τῇ τελευταίον ωνόμασεν αμύμονα.17 Ως
ὀρχηστικῇ πρόσεστιν, καὶ ᾠδὴ γλυκερὰ λέγει, η τέρψις γεννάται εκ της
καὶ ὀρχησμὸς ἀμύμων, ὃν σὺ νῦν μουσικής, και τα δύο δε ταύτα είνε
μωμᾶσθαι ἐπινοεῖς. καὶ πάλιν ἐν ἑτέρῳ ηνωμένα εις τον χορόν, το γλυκερόν
μέρει τῆς ποιήσεως· άσμα και η αμύμων όρχησις· και συ
τώρα φαίνεσαι ότι τον κατηγορείς δι'
Ἄλλῳ μὲν γὰρ ἔδωκε θεὸς πολεμήϊα αυτήν του την γνώμην. Εις άλλο μέρος
ἔργα, των ποιήσεων του λέγει:
ἄλλῳ δ᾽ ὀρχηστύν τε καὶ ἱμερόεσσαν Ἄλλῳ μὲν γὰρ ἔδωκε θεὸς πολεμήια
ἀοιδήν. ἔργα,
ἱμερόεσσα γὰρ ὡς ἀληθῶς ἡ μετ᾽ ἄλλῳ δ' ὀρχηστύν τε καὶ ἱμερόεσσαν
ὀρχήσεως ᾠδὴ καὶ δῶρον θεῶν τοῦτο ἀοιδήν18.
κάλλιστον. καὶ ἔοικεν εἰς δύο διῃρηκὼς διότι αληθώς είνε θελκτικώτατον το
ὁ Ὅμηρος τὰ πάντα πράγματα, άσμα το οποίον συνοδεύει τον χορόν
πόλεμον καὶ εἰρήνην, τοῖς τοῦ πολέμου και κάλλιστον δώρον των θεών. Ο
μόνα ταῦτα [24] ὡς κάλλιστα Όμηρος, διαιρών όλα τα πράγματα εις
ἀντιτεθεικέναι. πόλεμον και ειρήνην, μόνον τα δύο
ταύτα ως τα καλλίτερα φέρει εκ της
ειρήνης εις αντίθεσιν προς τον
πόλεμον.
ὁ δὲ Ἡσίοδος, οὐ παρ᾽ ἄλλου ἀκούσας 24. Ο δε Ησίοδος, ο οποίος δεν
ἀλλ᾽ ἰδὼν αὐτὸς ἕωθεν εὐθὺς ήκουσε παρ' άλλου, αλλ' είδε με τα
ὀρχουμένας τὰς Μούσας, ἐν ἀρχῇ τῶν μάτια του μίαν αυγήν τας Μούσας να
ἐπῶν τοῦτο περὶ αὐτῶν τὸ μέγιστον χορεύουν, λέγει περί αυτών ως
ἐγκώμιον διηγεῖται, ὅτι "περὶ κρήνην μέγιστον εγκώμιον εις την αρχήν των
ἰοειδέα πόσσ᾽ ἁπαλοῖσιν ὀρχεῦνται," ποιημάτων του, ότι “περὶ κρήνην
τοῦ πατρὸς τὸν βωμὸν περιχορεύουσαι. ἰοειδέα πόσσ' ἁπαλλοῖσιν ὀρχεῦονται”19
και γύρω εις τον βωμόν του πατρός
των.
Ἀλλὰ σὺ μέν, ὦ γενναῖε, μονονουχὶ Αλλά συ σχεδόν ως άθεος υβρίζεις την
θεομαχῶν [25] ὑβρίζεις εἰς τὴν τέχνην του χορού.
ὀρχηστικήν· ὁ Σωκράτης δέ, σοφώτατος 25. Ο δε σοφώτατος Σωκράτης —
ἀνήρ, εἴ γε πιστευτέον τοῦτο περὶ αὐτοῦ εάν πρέπει να πιστεύσωμεν την περί
λέγοντι τῷ Πυθίῳ, οὐ μόνον ἐπῄνει τὴν αυτού γνώμην του μαντείου — όχι
ὀρχηστικὴν ἀλλὰ καὶ ἐκμαθεῖν αὐτὴν μόνον επαινετικώς εξεφράζετο περί της
ἠξίου, μέγιστον νέμων εὐρυθμίᾳ καὶ ορχηστρικής, αλλά και ήθελε να την
εὐμουσίᾳ καὶ κινήσει ἐμμελεῖ καὶ μάθη, αποδίδων μεγάλην τιμήν και
εὐσχημοσύνῃ τοῦ κινουμένου· καὶ οὐκ σημασίαν εις την ευρυθμίαν και το
ᾐδεῖτο γέρων ἀνὴρ ἓν τῶν θέλγητρον της μουσικής, εις την χάριν
σπουδαιοτάτων μαθημάτων καὶ τοῦτο των κινήσεων και των σχημάτων του
ἡγούμενος εἶναι. καὶ ἔμελλέν γε χορεύοντος, και δεν εντρέπετο εις το
ἐκεῖνος περὶ ὀρχηστικὴν οὐ μετρίως γήρας του να κατατάσση τον χορόν
σπουδάσεσθαι, ὅς γε καὶ τὰ μικρὰ οὐκ μεταξύ των σπουδαιοτέρων
ὤκνει μανθάνειν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ μαθημάτων. Αλλ' ήτο επόμενον ν'
διδασκαλεῖα τῶν αὐλητρίδων ἐφοίτα αποδίδη τοιαύτην σημασίαν εις την
καὶ παρ᾽ ἑταίρας γυναικὸς οὐκ ἀπηξίου ορχηστρικήν ο Σωκράτης, ο οποίος δεν
σπουδαῖόν τι ἀκούειν, τῆς Ἀσπασίας. εθεώρει ανάξιον του κόπου και τα
καίτοι ἐκεῖνος ἄρτι ἀρχομένην ἑώρα μικρά να μανθάνη και εις τα
τότε τὴν τέχνην καὶ οὐδέπω εἰς διδασκαλεία των αυλητρίδων εσύχναζε
τοσοῦτον κάλλος διηρθρωμένην. εἰ δὲ και δεν εθεώρει άτοπον ν' ακούη κάτι τι
τοὺς νῦν ἐπὶ μέγιστον αὐτὴν σπουδαίον από μίαν εταίραν, την
προαγαγόντας ἐθεᾶτο, εὖ οἶδα, πάντων Ασπασίαν. Σημειωτέον δε ότι εκείνος
ἂν ἐκεῖνός γε ἀφέμενος μόνῳ τῷ εγνώρισε την τέχνην της ορχήσεως εις
θεάματι τούτῳ τὸν νοῦν ἂν προσεῖχεν τας αρχάς της, όταν δεν είχεν
καὶ τοὺς παῖδας οὐκ ἂν ἄλλο τι πρὸ αναπτυχθή και δεν είχε φθάση ακόμη
αὐτοῦ ἐδιδάξατο. εις το σημερινόν κάλλος· εάν δε
έβλεπεν εκείνους οίτινες σήμερον την
ανήγαγον εις τόσην τελειότητα, δεν
αμφιβάλλω ότι θα παρέλειπε πάσαν
άλλην ασχολίαν χάριν του θεάματος
τούτου και προ παντός άλλου αυτό θα
εδίδασκεν εις τους νέους.
[26] Δοκεῖς δέ μοι, ὅταν κωμῳδίαν 26. Μου φαίνεται ότι όταν επαινής
καὶ τραγῳδίαν ἐπαινῇς, ἐπιλελῆσθαι την κωμωδίαν και την τραγωδίαν,
ὅτι καὶ ἐν ἑκατέρᾳ ἐκείνων ὀρχήσεως λησμονείς ότι εις εκάστην εξ αυτών
ἴδιόν τι εἶδός ἐστιν, οἷον τραγικὴ μὲν ἡ περιέχεται ιδιαίτερον είδος ορχήσεως,
ἐμμέλεια, κωμῳδικὴ δὲ ὁ κόρδαξ, ἐνίοτε εις μεν την τραγωδίαν η εμμέλεια, εις
δὲ καὶ τρίτης, σικιννίδος, δε την κωμωδίαν ο κόρδαξ, ενίοτε δε
προσλαμβανομένης. ἐπεὶ δὲ ἐν ἀρχῇ και τρίτον είδος ορχήσεως η λεγομένη
καὶ προετίμησας τῆς ὀρχήσεως τὴν σικιννίς. Αφού δε και εις την αρχήν της
τραγῳδίαν καὶ κωμῳδίαν καὶ αὐλητὰς ομιλίας μας είπες ότι θεωρείς
κυκλίους καὶ κιθαρῳδίαν, ἐναγώνια προτιμοτέραν από την όρχησιν την
ταῦτα καὶ διὰ τοῦτο σεμνὰ προσειπών, τραγωδίαν και κωμωδίαν, τους
φέρε νῦν ἀντεξετάσωμεν τῇ ὀρχήσει κυκλικούς αυλητάς και την κιθάραν, τα
ἕκαστον αὐτῶν. καίτοι τὸν μὲν αὐλόν, οποία ως αποτελούντα μέρος των
εἰ δοκεῖ, καὶ τὴν κιθάραν παρῶμεν· αγώνων απεκάλεσες σοβαρά, ας
μέρη γὰρ τῆς τοῦ ὀρχηστοῦ ὑπηρεσίας συγκρίνωμεν έκαστον εξ αυτών προς
καὶ ταῦτα. την όρχησιν. Αν θέλης όμως, να
παραλείψωμεν τον αυλόν και την
κιθάραν, διότι αποτελούν την
συνοδείας της ορχήσεως.
[27] Τὴν τραγῳδίαν δέ γε ἀπὸ τοῦ 27. Αν εξετάσωμεν δε πρώτον την
σχήματος πρώτου καταμάθωμεν οἵα τραγωδίαν από το εξωτερικόν, θα
ἐστίν, ὡς εἰδεχθὲς ἅμα καὶ φοβερὸν ίδωμεν ότι είνε φρικτόν και φοβερόν
θέαμα εἰς μῆκος ἄρρυθμον ἠσκημένος θέαμα να βλέπωμεν άνθρωπον
ἄνθρωπος, ἐμβάταις ὑψηλοῖς υπερύψηλον, ορθούμενον επί
ἐποχούμενος, πρόσωπον ὑπὲρ κεφαλῆς υποδημάτων υψηλών, ο οποίος φορεί
ἀνατεινόμενον ἐπικείμενος καὶ στόμα προσωπίδα υψηλοτέραν της κεφαλής
κεχηνὸς πάμμεγα ὡς καταπιόμενος και ανοίγει στόμα υπερμέγεθες, ως να
τοὺς θεατάς. ἐῶ λέγειν προστερνίδια θέλη να καταπίη τους θεατάς.
καὶ προ- γαστρίδια, προσθετὴν καὶ Παραλείπω τα επιθέματα τα οποία
ἐπιτεχνητὴν παχύτητα φορεί επί του στήθους και της κοιλίας
προσποιούμενος, ὡς μὴ τοῦ μήκους ἡ δια να παρουσιάζη τεχνητόν πάχος και
ἀρρυθμία ἐν λεπτῷ μᾶλλον ἐλέγχοιτο· πρόσθετον όγκον, ώστε να μη φαίνεται
εἶτ᾽ ἔνδοθεν αὐτὸς κεκραγώς, ἑαυτὸν δυσανάλογον προς το ύψος το πάχος
ἀνακλῶν καὶ κατακλῶν, ἐνίοτε καὶ του. Έπειτα κραυγάζει εκ του βάθους
περιᾴδων τὰ ἰαμβεῖα καί, τὸ δὴ του τερατώδους εκείνου περιβλήματος
αἴσχιστον, μελῳδῶν τὰς συμφοράς, καὶ και κινείται κατά γελοίον τρόπον,
μόνης τῆς φωνῆς ὑπεύθυνον παρέχων ενίοτε δε και άδει τους ιάμβους· και το
ἑαυτόν· τὰ γὰρ ἄλλα τοῖς ποιηταῖς οικτρότερον είνε ότι εις τας συμφοράς,
ἐμέλησεν πρὸ πολλοῦ ποτε γενομένοις. τας οποίας διεκτραγωδεί, μόνον την
καὶ μέχρι μὲν Ἀνδρομάχη τις ἢ Ἑκάβη φωνήν του παρέχει, διότι δια τα άλλα
ἐστίν, φορητὸς ἡ ᾠδή· ὅταν δὲ Ἡρακλῆς εφρόντισαν οι προ πολλού υπάρξαντες
αὐτὸς εἰσελθὼν μονῳδῇ, ἐπιλαθόμενος ποιηταί. Και εφόσον μεν υποκρίνεται
αὑτοῦ καὶ μήτε τὴν λεοντῆν αἰδεσθεὶς την Ανδρομάχην ή την Εκάβην, το
μήτε τὸ ῥόπαλον ὃ περίκειται, άσμά του είνε υποφερτόν· αλλ' όταν
σολοικίαν εὖ φρονῶν εἰκότως φαίη ἄν παρουσιάζεται ως Ηρακλής και ψάλλει
τις τὸ πρᾶγμα. μόνος καί, λησμονών ποίος είνε, ούτε
την λεοντήν σέβεται, ούτε το ρόπαλον
το οποίον φέρει, το πράγμα φαίνεται
εις πάντα σωφρονούντα ως
σολοικισμός.
[28] καὶ γὰρ αὖ ὅπερ ἐνεκάλεις τῇ 28. Αλλά και εκείνο δια το οποίον
ὀρχηστικῇ, τὸ ἄνδρας ὄντας μιμεῖσθαι κατηγορείς την ορχηστικήν, ότι οι
γυναῖκας, κοινὸν τοῦτο καὶ τῆς άνδρες μιμούνται τας γυναίκας, είνε
τραγῳδίας καὶ τῆς κωμῳδίας ἔγκλημα κοινόν ελάττωμα και της τραγωδίας και
ἂν εἴη· πλείους γοῦν ἐν αὐταῖς τῶν της κωμωδίας· εις αυτάς μάλιστα
ἀνδρῶν αἱ [29] γυναῖκες. υπάρχουν περισσότερα γυναικεία μέρη.
ἡ κωμῳδία δὲ καὶ τῶν προσώπων 29. Η δε κωμωδία θεωρεί μέρος της
αὐτῶν τὸ καταγέλαστον μέρος τοῦ τέρψεως της και την γελοιότητα των
τερπνοῦ αὑτῇ νενόμικεν, οἷα Δάων καὶ προσώπων της, όπως ο Δάων, ο Τιβίων
Τιβείων καὶ μαγείρων πρόσωπα. και των μαγείρων τα πρόσωπα.
Τὸ δὲ τοῦ ὀρχηστοῦ σχῆμα ὡς μὲν Πόσον δε το εξωτερικόν του ορχηστού
κόσμιον καὶ εὐπρεπὲς οὐκ ἐμὲ χρὴ είνε κόσμιον και ευπρεπές είνε
λέγειν, δῆλα γὰρ τοῖς μὴ τυφλοῖς περιττόν να είπω, διότι και εις τους
ταῦτα· τὸ δὲ πρόσωπον αὐτὸ ὡς τυφλούς είνε φανερόν. Το δε
κάλλιστον καὶ τῷ ὑποκειμένῳ δράματι προσωπείον αυτού είνε ωραίον και
ἐοικός, οὐ κεχηνὸς δὲ ὡς ἐκεῖνα ἀλλὰ ανάλογον προς το δράμα το οποίον
συμμεμυκός· ἔχει γὰρ [30] πολλοὺς τοὺς παίζει, δεν χάσκει δε όπως τα
ὑπὲρ αὐτοῦ βοῶντας. πάλαι μὲν γὰρ προσωπεία της τραγωδίας, αλλ' έχει
αὐτοὶ καὶ ᾖδον καὶ ὠρχοῦντο· εἶτ᾽ κλειστόν το στόμα, διότι αντ' αυτού
ἐπειδὴ κινουμένων τὸ ἆσθμα τὴν ᾠδὴν φωνάζουν πολλοί άλλοι. 30. Άλλοτε οι
ἐπετάραττεν, ἄμεινον ἔδοξεν ἄλλους χορεύοντες ήσαν συγχρόνως και
αὐτοῖς ὑπᾴδειν. τραγουδισταί· αλλ' επειδή όταν
εχόρευαν η πνευστίασις εξησθένει και
διέκοπτε την φωνήν και ασχήμιζε το
άσμα,. εθεωρήθη καλλίτερον να
τραγουδούν άλλοι και άλλοι να
χορεύουν.
[31] Αἱ δὲ ὑποθέσεις κοιναὶ 31. Aι δε υποθέσεις είνε κοιναί και
ἀμφοτέροις, καὶ οὐδέν τι διακεκριμέναι ουδόλως διαφέρουν εις την τραγωδίαν
τῶν τραγικῶν αἱ ὀρχηστικαί, πλὴν ὅτι και την όρχησιν παρά μόνον ότι εις την
ποικιλώτεραι αὗται καὶ τελευταίαν είνε ποικιλώτεραι και
πολυμαθέστεραι καὶ μυρίας μεταβολὰς τεχνικώτεραι και παρουσιάζουν μυρίας
ἔχουσαι. μεταβολάς.
[32] Εἰ δὲ μὴ ἐναγώνιος ἡ ὄρχησις, 32. Δεν συμπεριλαμβάνεται δε εις τους
ἐκείνην εἶναί φημι αἰτίαν, τὸ δόξαι τοῖς αγώνας η όρχησις δια τον λόγον,
ἀγωνοθέταις μεῖζον καὶ σεμνότερον τὸ υποθέτω, ότι οι αγωνοθέται εθεώρησαν
πρᾶγμα ἢ ὥστε εἰς ἐξέτασιν καλεῖσθαι. το πράγμα τόσω μέγα και τόσω σεμνόν,
ἐῶ λέγειν ὅτι πόλις ἐν Ἰταλίᾳ, τοῦ ώστε δεν πρέπει να υποβάλλεται εις
Χαλκιδικοῦ γένους ἡ ἀρίστη, καὶ τοῦτο κρίσιν. Αλλ' εν τοσούτω μία πόλις εις
ὥσπερ τι κόσμημα τῷ παρ᾽ αὐτοῖς την Ιταλίαν,20 η καλλιτέρα των
ἀγῶνι προστέθεικεν. Χαλκιδικών αποικιών, έχει εισαγάγη
και την όρχησιν εις τους αγώνας της
δια να τους καταστήση λαμπροτέρους.
[33] Ἐθέλω δέ σοι ἐνταῦθα ἤδη 33. Και τώρα θα δικαιολογηθώ διατί
ἀπολογήσασθαι ὑπὲρ τῶν παρέλειψα να ομιλήσω περί των άλλων
παραλελειμμένων τῷ λόγῳ χορών, οίτινες είνε πολυάριθμοι, δια να
παμπόλλων ὄντων, ὡς μὴ δόξαν μη νομίσης ότι εξ αγνοίας ή αμαθείας
ἀγνοίας ἢ ἀμαθίας παράσχωμαι. οὐ δεν τους ανέφερα. Δεν αγνοώ ότι
γάρ με λέληθεν ὅτι πολλοὶ πρὸ ἡμῶν πολλοί προ ημών, οίτινες έγραψαν περί
περὶ ὀρχήσεως συγγεγραφότες τὴν ορχήσεως, εφρόντισαν προ πάντων, να
πλείστην διατριβὴν τῆς γραφῆς αναφέρουν όλα τα είδη της ορχήσεως
ἐποιήσαντο πάντα τῆς ὀρχήσεως τὰ με τα ονόματα εκάστου και εκείνους εις
εἴδη ἐπεξιόντες καὶ ὀνόματα αὐτῶν τους οποίους αποδίδεται η επινόησίς
καταλέγοντες καὶ οἵα ἑκάστη καὶ ὑφ᾽ των, νομίζοντες ότι ούτω δίδουν
ὅτου εὑρέθη, πολυμαθίας ταύτην απόδειξιν της πολυμαθείας των.
ἐπίδειξιν ἡγούμενοι παρέξειν.
ἐγὼ δὲ μάλιστα μὲν τὴν περὶ ταῦτα Αλλ' εγώ την φροντίδα περί των
φιλοτιμίαν ἀπειρόκαλόν τε καὶ
τοιούτων θεωρών γελοίαν επίδειξιν
ὀψιμαθῆ καὶ ἐμαυτῷ ἄκαιρον οἴομαι πολυγνωσίας και την νομίζω μη
[34] εἶναι καὶ διὰ τοῦτο παρίημι· ἔπειτα
αρμόζουσαν εις εμέ, διό και την
δὲ κἀκεῖνό σε ἀξιῶ ἐννοεῖν καὶ παραλείπω. 34. Άλλως τε πρέπει να
μεμνῆσθαι, ὅτι μοι νῦν οὐ πᾶσαν έχης υπ' όψιν και να ενθυμήσαι ότι δεν
ὄρχησιν πρόκειται γενεαλογεῖν, οὐδὲ πρόκειται εδώ να κάμω την
τοῦτον τὸν σκοπὸν ὑπεστησάμην τῷ γενεαλογίαν όλων των ορχήσεων, ούτε
λόγῳ, ὀρχήσεων ὀνόματαανέλαβα να αναφέρω ονόματα χορών,
καταριθμήσασθαι, πλὴν ὅσων ἐν ἀρχῇ εκτός των ολίγων περί των οποίων εις
ὀλίγων ἐπεμνήσθην τὰς γενικωτέρας την αρχήν έκαμα λόγον, περιορισθείς
αὐτῶν προχειρισάμενος· ἀλλὰ τό γε ἐν εις τους γενικωτέρους. Επί του
τῷ παρόντι μοι κεφάλαιον τοῦ λόγου προκειμένου ο σκοπός μου ήτο να
τοῦτό ἐστιν, τὴν νῦν ὄρχησιν
εξάρω την όρχησιν εις την σημερινήν
καθεστῶσαν ἐπαινέσαι καὶ δεῖξαι ὅσα της κατάστασιν και να δείξω όσα
ἐν αὑτῇ τερπνὰ καὶ χρήσιματερπνά και χρήσιμα περιλαμβάνει. Δεν
περιλαβοῦσα ἔχει, οὐ πάλαι ἀρξαμένη ανεπτύχθη δε ευθύς εξ αρχής εις το
ἐς τοσοῦτο κάλλος ἐπιδιδόναι, ἀλλὰ σημερινόν της κάλλος, αλλά προ
κατὰ τὸν Σεβαστὸν μάλιστα. πάντων επί των ημερών του
αυτοχράτορος Σεβαστού21.
Αἱ μὲν γὰρ πρῶται ἐκεῖναι ὥσπερ Αι παλαιαί ορχήσεις ήσαν ως ρίζαι και
τινὲς ῥίζαι καὶ θεμέλιοι τῆς ὀρχήσεως θεμέλια της ορχήσεως· ημείς δε τώρα
ἦσαν, τὸ δὲ ἄνθος αὐτῆς καὶ τὸν ομιλούμεν περί του άνθους αυτής και
τελεώτατον καρπόν, ὅσπερ νῦν του ωριμωτάτου καρπού, τα οποία
μάλιστα ἐς τὸ ἀκρότατον σήμερον έχουν φθάση εις την άκραν
ἀποτετέλεσται, τοῦτον οὖν ὁ ἡμέτερος αυτών τελειότητα. Δια τούτο ούτε περί
λόγος διεξέρχεται, παρεὶς τὸ της θερμαϋστρίδος22, ούτε περί του
θερμαυστρίζειν καὶ γέρανον ὀρχεῖσθαι γερανού23 και άλλων ορχήσεων, αίτινες
καὶ τὰ ἄλλα ὡς μηδὲν τῇ νῦν ταύτῃ ἔτι ουδόλως ταιριάζουν προς τον
προσήκοντα. οὐδὲ γὰρ ἐκεῖνο τὸ σημερινόν χορόν, θα ομιλήσω. Όχι εξ
Φρύγιον τῆς ὀρχήσεως εἶδος, τὸ αγνοίας επίσης παρέλειψα τον
παροίνιον καὶ συμποτικόν, μετὰ μέθης Φρυγικόν χορόν, ο οποίος υποθέτει
γιγνόμενον ἀγροίκων πολλάκις πρὸς χορευτάς μεθυσμένους και
αὔλημα γυναικεῖον ὀρχουμένων κραιπαλώντας ή και αγροίκους, τους
σφοδρὰ καὶ καματηρὰ πηδήματα, καὶ οποίους συνοδεύει μουσική αυλών,
νῦν ἔτι ταῖς ἀγροικίαις ἐπιπολάζοντα, παιζομένων υπό γυναικών, και οίτινες
ὑπ᾽ ἀγνοίας παρέλιπον, ἀλλ᾽ ὅτι μηδὲν κάνουν πηδήματα μεγάλα και επίπονα.
ταῦτα τῇ νῦν ὀρχήσει κοινωνεῖ. καὶ γὰρ Ο χορός ούτος εξακολουθεί ακόμη, να
ὁ Πλάτων ἐν τοῖς Νόμοις τὰ μέν τινα χορεύεται εις τα εξοχικά μέρη, αλλ'
εἴδη ἐπαινεῖ ταύτης, τὰ δὲ πάνυ ουδεμίαν σχέσιν έχει με την σημερινήν
ἀπαξιοῖ, διαιρῶν αὐτὰ ἔς τε τὸ τερπνὸν όρχησιν. Και ο Πλάτων εις τους Νόμους
καὶ τὸ χρήσιμον καὶ ἀπελαύνων αὐτῶν του επαινεί είδη τινά ορχήσεως, άλλα
τὰ ἀσχημονέστερα, προτιμῶν δὲ καὶ δε εντελώς αποκρούει και
θαυμάζων θάτερα. αποδοκιμάζει, διαιρών τα είδη των
χορών κατά το τερπνόν και το χρήσιμον
και απορρίπτων μεν τα ασχημότερα,
επιδοκιμάζων δε και θαυμάζων τα
αλλά.
[35] Καὶ περὶ μὲν αὐτῆς ὀρχήσεως 35. Αλλ’ αρκετά είπα περί της
τοσαῦτα· τὸ γὰρ πάντα ἐπεξιόντα ορχήσεως· διότι είνε απειροκαλία να
μηκύνειν τὸν λόγον ἀπειρόκαλον. ἃ δὲ παρατείνεται ο λόγος δια λεπτολογιών.
τὸν ὀρχηστὴν αὐτὸν ἔχειν χρὴ καὶ ὅπως Τώρα δε θα σου αναφέρω τί πρέπει να
δεῖ ἠσκῆσθαι καὶ ἃ μεμαθηκέναι καὶ οἷς έχη ο χορευτής, πως πρέπει ν' ασκηθή,
κρατύνειν τὸ ἔργον, ἤδη σοι δίειμι, ὡς τί να μάθη και πως να τελειοποιηθή εις
μάθῃς οὐ τῶν ῥᾳδίων καὶ τῶν την τέχνην του, δια να εννοήσης ότι η
εὐμεταχειρίστων οὖσαν τὴν τέχνην, ορχηστική δεν είνε εκ των εύκολων
ἀλλὰ πάσης παιδεύσεως ἐς τὸ τεχνών, αλλ' έχει ανάγκην τελείας
ἀκρότατον ἀφικνουμένην, οὐ μουσικῆς παιδεύσεως, όχι μόνον εις την
μόνον ἀλλὰ καὶ ῥυθμικῆς καὶ μετρικῆς, μουσικήν, την ρυθμικήν και την
καὶ τῆς σῆς φιλοσοφίας μάλιστα, τῆς τε μετρικήν, αλλά μάλιστα και εις την
φυσικῆς καὶ τῆς ἠθικῆς· τὴν γὰρ ιδικήν σου φιλοσοφίαν, την φυσικήν και
διαλεκτικὴν αὐτῆς περιεργίαν ἄκαιρον την ηθικήν. Την διαλεκτικήν εθεώρησεν
αὑτῇ νενόμικεν. οὐ μὴν οὐδὲ ῥητορικῆς ανάρμοστον εις εαυτήν, την ρητορικήν
ἀφέστηκεν, ἀλλὰ καὶ ταύτης μετέχει, όμως δεν παρημέλησεν, αλλά
καθ᾽ ὅσον ἤθους τε καὶ πάθους σχετίζεται και με αυτήν εις την
ἐπιδεικτική ἐστιν, ὧν καὶ οἱ ῥήτορες επίδειξιν του ήθους και του πάθους, την
γλίχονται. οὐκ ἀπήλλακται δὲ καὶ οποίαν και οι ρήτορες επιτηδεύουν. Και
γραφικῆς καὶ πλαστικῆς, ἀλλὰ καὶ τὴν προς την ζωγραφικήν δε και την
ἐν ταύταις εὐρυθμίαν μάλιστα πλαστικήν δεν είνε άσχετος, αλλά και
μιμουμένη φαίνεται, ὡς μηδὲν ἀμείνω την ευρυθμίαν αυτών φαίνεται
μήτε Φειδίαν αὐτῆς μήτε Ἀπελλῆν εἶναι μιμούμενη, ούτως ώστε ούτε ο Φειδίας,
δοκεῖν. ούτε ο Απελλής να φαίνωνται ανώτεροι
αυτής.
[36] Πρὸ πάντων δὲ Μνημοσύνην 36. Αλλά προ πάντων προσπαθεί να
καὶ τὴν θυγατέρα αὐτῆς Πολύμνιαν έχη υπέρ αυτής την Μνημοσύνην και
ἵλεων ἔχειν αὐτῇ πρόκειται, καὶ την θυγατέρα αυτής Πολύμνιαν και
μεμνῆσθαι πειρᾶται ἁπάντων. κατὰ φροντίζει να μιμήται τας Μούσας όλας·
γάρ τοι τὸν Ὁμηρικὸν Κάλχαντα τὸν διότι, όπως λέγει ο Κάλχας εις τον
ὀρχηστὴν εἰδέναι χρὴ "τά τ᾽ ἐόντα τά τ᾽ Όμηρον, ο χορευτής πρέπει να γνωρίζη
ἐσσόμενα πρό τ᾽ ἐόντα," ὡς μηδὲν τα παρελθόντα, τα μέλλοντα και τα
αὐτὸν διαλανθάνειν, ἀλλ᾽ εἶναι παρόντα, ώστε να μη του διαφεύγη
πρόχειρον τὴν μνήμην αὐτῶν. καὶ τὸ τίποτε, αλλά να τα έχη όλα πρόχειρα
μὲν κεφάλαιον τῆς ὑποσχέσεως, εις την μνήμην του. Ο κύριος σκοπός
μιμητική τίς ἐστιν ἐπιστήμη καὶ της ορχήσεως είνε η μίμησις και είνε
δεικτικὴ καὶ τῶν ἐννοηθέντων επιστήμη παραστατική, εκφράζουσα τα
ἐξαγορευτικὴ καὶ τῶν ἀφανῶν διανοήματα και φανερώνουσα τα μη
σαφηνιστική, καὶ ὅπερ ὁ Θουκυδίδης φαινόμενα· εκείνο δε το οποίον ο
περὶ τοῦ Περικλέους ἔφη ἐπαινῶν τὸν Θουκυδίδης είπεν επαινών τον
ἄνδρα, τοῦτο καὶ τὸ τοῦ ὀρχηστοῦ Περικλέα είνε και του ορχηστού το
ἀκρότατον ἂν ἐγκώμιον εἴη, γνῶναί τε μέγιστον εγκώμιον, δηλαδή να γνωρίζη
τὰ δέοντα καὶ ἑρμηνεῦσαι αὐτά· τα πρέποντα και να δύναται να τα
ἑρμηνείαν δὲ νῦν τὴν σαφήνειαν τῶν εκφράζη· έκφρασιν δ' επί του
σχημάτων λέγω. προκειμένου εννοώ την
παραστατικότητα των κινήσεων.
ἡ δὲ πᾶσα τῷ ἔργῳ χορηγία ἡ παλαιὰ 37. Όπως δε είπα ανωτέρω, η
ἱστορία ἐστίν, ὡς προεῖπον, καὶ ἡ όρχησις αρύεται τας υποθέσεις της
πρόχειρος [37] αὐτῆς μνήμη τε καὶ μετ᾽ όλας εκ της αρχαίας ιστορίας και
εὐπρεπείας ἐπίδειξις· ἀπὸ γὰρ χάους πρέπει να την έχη ο χορευτής
εὐθὺς καὶ τῆς πρώτης τοῦ κόσμου πρόχειρον εις την μνήμην του και μετά
γενέσεως ἀρξάμενον χρὴ αὐτὸν χάριτος να αναπαριστά τας ιστορικός
ἅπαντα εἰδέναι ἄχρι τῶν κατὰ τὴν υποθέσεις· αρχίζων από του χάους και
Κλεοπάτραν τὴν Αἰγυπτίαν. της πρώτης του κόσμου δημιουργίας
πρέπει να γνωρίζη πάντα τα γενόμενα
μέχρι των χρόνων της Κλεοπάτρας της
Αιγύπτιας.
Τούτῳ γὰρ τῷ διαστήματι Η πολυμάθεια του ορχηστού πρέπει να
περιωρίσθω ἡμῖν ἡ τοῦ ὀρχηστοῦ περιλαμβάνη παρ' ημίν όλην αυτήν την
πολυμαθία καὶ τὰ διὰ μέσου μάλιστα ιστορικήν περίοδον και μάλιστα την
ἴστω, Οὐρανοῦ τομήν, Ἀφροδίτης μυθολογικήν, τον ακρωτηριασμόν του
γονάς, Τιτάνων μάχην, Διὸς γένεσιν, Ουρανού, την γέννησιν της Αφροδίτης,
Ῥέας ἀπάτην, λίθου ὑποβολήν, Κρόνου την Τιτανομαχίαν, την γέννησιν του
δεσμά, τὸν τῶν τριῶν [38] ἀδελφῶν Διός, την απάτην της Ρέας, την
κλῆρον. εἶτα ἑξῆς Γιγάντων υποβολήν του λίθου εις τον Κρόνον
ἐπανάστασιν, πυρὸς κλοπήν, αντί του γεννηθέντος Διός, την
ἀνθρώπων πλάσιν, Προμηθέως δέσμευσιν του Κρόνου και τον κλήρον
κόλασιν, Ἔρωτος ἰσχὺν ἑκατέρου, καὶ τον οποίον έρριψαν οι τρεις αδελφοί. 38.
μετὰ ταῦτα Δήλου πλάνην καὶ Λητοῦς Έπειτα κατά σειράν την επανάστασιν
ὠδῖνας καὶ Πύθωνος ἀναίρεσιν καὶ των Γιγάντων, την τιμωρίαν του
Τιτυοῦ ἐπιβουλὴν καὶ τὸ μέσον τῆς γῆς Προμηθέως, την ισχύν και των δύο
εὑρισκόμενον πτήσει τῶν ἀετῶν. Ερώτων,24και κατόπιν πώς η Δήλος
έπλεεν ως νήσος, πως εγέννησεν η
Λητώ, τον φόνον του Πύθωνος και την
επιβολήν του Τιτυού25, και πως ο Ζευς
εύρε το κέντρον της γης δια της
πτήσεως των αετών.26
[39] Δευκαλίωνα ἐπὶ τούτοις, καὶ τὴν 39. Έρχεται κατόπιν η ιστορία του
μεγάλην ἐπ᾽ ἐκείνου τοῦ βίου Δευκαλίωνος και του κατακλυσμού,
ναυαγίαν, καὶ λάρνακα μίαν λείψανον όστις συνέβη εις την εποχήν του και
τοῦ ἀνθρωπίνου γένους φυλάττουσαν, πως μία κιβωτός διέσωσε λείψανον του
καὶ ἐκ λίθων ἀνθρώπους πάλιν. εἶτα γένους των ανθρώπων και πως έγιναν
Ἰάκχου σπαραγμὸν καὶ Ἥρας δόλον εκ νέου άνθρωποι εκ λίθων. Έπειτα του
καὶ Σεμέλης κατάφλεξιν καὶ Διονύσου Βάκχου η κατασπάραξις, της Ήρας ο
ἀμφοτέρας τὰς γονάς, καὶ ὅσα περὶ δόλος και της Σεμέλης η κατάφλεξις,
Ἀθηνᾶς καὶ ὅσα περὶ Ἡφαίστου καὶ του Διονύσου και αι δύο γεννήσεις και
Ἐριχθονίου, καὶ τὴν ἔριν τὴν περὶ τῆς όσα ιστορούνται περί Αθηνάς, περί
Ἀττικῆς, καὶ Ἁλιρρόθιον καὶ τὴν Ηφαίστου και Εριχθονίου· και η περί
πρώτην ἐν Ἀρείῳ πάγῳ κρίσιν, καὶ της Αττικής φιλονεικία, το επεισόδιον
ὅλως τὴν Ἀττικὴν πᾶσαν μυθολο[40] του Αλειρροθίου27 και η πρώτη δίκη η
γίαν· ἐξαιρέτως δὲ τὴν Δήμητρος γενομένη εις τον Άρειον Πάγον, εν
πλάνην καὶ Κόρης εὕρεσιν καὶ Κελεοῦ γένει δε όλη η μυθολογική ιστορία της
ξενίαν καὶ Τριπτολέμου γεωργίαν καὶ Αττικής. 40. Προ πάντων πρέπει ο
Ἰκαρίου ἀμπελουργίαν καὶ τὴν χορευτής να γνωρίζη την περιπλάνησιν
Ἠριγόνης συμφοράν, καὶ ὅσα περὶ της Δήμητρος και την ανακάλυψιν της
Βορέου καὶ ὅσα περὶ Ὠρειθυίας καὶ Κόρης28, την φιλοξενίαν του Κελεού και
Θησέως καὶ Αἰγέως. ἔτι δὲ τὴν Μηδείας την ανακάλυψιν της γεωργίας υπό του
ὑποδοχὴν καὶ αὖθις ἐς Πέρσας φυγὴν Τριπτολέμου, της αμπελουργίας δε υπό
καὶ τὰς Ἐρεχθέως θυγατέρας καὶ τὰς του Ικαρίου·29 το πάθημα της Ηριγόνης
Πανδίονος, ἅ τε ἐν Θρᾴκῃ ἔπαθον καὶ και όσα ιστορούνται περί Βορέου, περί
ἔπραξαν. εἶτα ὁ Ἀκάμας καὶ ἡ Φυλλὶς Οριθνίας, περί Θησέως και Αιγέως.
καὶ ἡ προτέρα δὲ τῆς Ἑλένης ἁρπαγὴ Προσέτι την αποδοχήν της Μηδείας και
καὶ ἡ στρατεία τῶν Διοσκούρων ἐπὶ τὴν την εκ νέου φυγήν της εις την Περσίαν
πόλιν καὶ τὸ Ἱππολύτου πάθος καὶ και τα περί των θυγατέρων του
Ἡρακλειδῶν κάθοδος· Ἀττικὰ γὰρ καὶ Ερεχθέως και του Πανδίωνος, τι
ταῦτα εἰκότως ἂν νομίζοιτο. έπαθαν και τί έπραξαν εις την Θράκην.
Έπειτα έρχεται η ιστορία του
Ακάμαντος και της Φυλλάδος και η30

πρώτη αρπαγή της Ελένης και η ένεκεν


αυτής εκστρατεία των Διοσκούρων
κατά της πόλεως31, το πάθημα του
'Ιππολύτου και η κάθοδος των
Ηρακλειδών· διότι όλα αυτά ορθώς
δύνανται να θεωρούνται ως ανήκοντα
εις την ιστορίαν της Αττικής.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

17. Άμεμπτον.
18. Εκ της Οδυσσείας: Εις άλλον μεν έδωκεν ο Ζεύς την δύναμιν του πολέμου, εις
άλλον δε την τέχνην του χορού και το θελκτικόν άσμα.
19. Τα αβρά των πόδια κινούνται με ρυθμόν πέριξ της κυανής πηγής.
20. Η Νεάπολις, αποικία των Κυμαίων.
21. Επί Αυγούστου εισήχθη εις την Ρώμην η παντομιμική όρχησις υπό των
περιφήμων χορευτών Βαθύλου και Πυλάδου.
22. Θερμαϋστρίς ήτο είδος χορού με βΒιαιοτάτας κινήσεις, δι' ό καί ο Αθήναιος την
αποκαλεί χορόν μανιώδη.
23. Η επινόησις του χορού τούτου απεδίδετο εις τον Θησέα. Ελέγετο ότι ούτος μετά
την εκ Κρήτης διάσωσίν του απέβη εις την Δήλον και, αφού προσέφερεν
ευχαριστήριον θυσίαν εχόρευσε μετά των νέων τους οποίους είχεν ελευθερώση εκ
του Λαβυρίνθου. Ο Πλούταρχος, όστις διηγείται ταύτα, λέγει, ότι επί των ημερών
του εξηκολούθουν οι κάτοικοι της Δήλου να χορεύουν ακόμη τον γέρανον.
24. Του Έρωτος και του Αντέρωτος. Ο πρώτος, κατά τον Πλάτωνα, ούτε πατέρα έχει
ούτε μητέρα, κατά δε την κοινήν δοξασίαν, είνε υιός της Αφροδίτης και του Άρεως. Ο
δεύτερος εγεννήθη εκ των ιδίων. Η Θέτις είχεν είπη εις την Αφροδίτην ότι το τέκνον
το οποίον θα απέκτα δεν θα εμεγάλωνε ποτέ, καίτοι δεν θ' απέκτα άλλο. Αλλ' η
Αφροδίτη απέκτησε και νέον υιόν εκ του Άρεως, τον οποίον ωνόμασεν Αντέρωτα.
25. Ο Τιτυός επεχείρησε να βιάση την Λητώ, με την οποίαν ήτο ερωτευμένος, και
προσεπάθησε να την εμποδίση να καταφύγη εις την νήσον Δήλον, όπου εζήτει
άσυλον δια ν' αποφύγη την καταδίωξιν της Ήρας και δυνηθή να γεννήση ησύχως το
εκ του Διός τέκνον της.
26. Ο Ζευς θέλων να εξακριβώση που ήτο το κέντρον της γης, απέλυσε συγχρόνως
δύο αετούς, τον μεν προς ανατολάς, τον δε προς δυσμάς, οίτινες επανελθόντες
συνηντήθησαν εις τους Δελφούς.
27. Ο Αλειρρόθιος, υιός του Ποσειδώνος και της νύμφης Ευρύτης, εβίασε την
Αλκίππην, θυγατέρα του Άρεως, όστις τον εφόνευσεν εκδικούμενος την τιμήν της
θυγατρός του· ο Ποσειδών ενήγαγε τον Αρην εις τον Άρειον Πάγον, ενώπιον των
δώδεκα θεών, οίτινες ηθώωσαν αυτόν.
28. Περσεφόνης.
29. Χωρικός της Αττικής, φιλοξενήσας τον Διόνυσον, όστις εις αμοιβήν της
φιλοξενίας του έδωκεν ασκόν οίνου και τον εδίδαξε να καλλιεργή την άμπελον.
Αλλ' ο οίνος υπήρξεν η αιτία του θανάτου του. Έδωκεν εις τους εργάτας του να
πίουν, ούτοι δε καταληφθέντες υπό βακχικής μανίας και νομίζοντες ότι τους
εδηλητηρίασε τον εφόνευσαν.
30. Ο Ακάμας ήτο υιός του Θησέως και της Φαίδρας και εραστής της Φυλλίδος.
31. Πόλις και άστυ κατ' εξοχήν εκαλούντο αι Αθήναι, όπως η Ρώμη, βραδύτερον δε
το Βυζάντιον.

Λουκιανού

ΠΕΡΙ ΟΡΧΗΣΕΩΣ
41-61
Μτφρ. Ιωάννη Κονδυλάκη

Ταῦτα μὲν τὰ Ἀθηναίων ὀλίγα πάνυ Αυτά περί των Αθηναίων, ως δείγμα
δείγματος ἕνεκα ἐκ πολλῶν τῶν των πολλών τα οποία παραλείπω ν'
παραλελειμμένων διῆλθον. [41] ἑξῆς δὲ αναφέρω. 41. Έπειτα η ιστορία των
τὰ Μέγαρα καὶ Νῖσος καὶ Σκύλλα καὶ Μεγάρων, ο Νίσος και η Σκύλλα και ο
πορφυροῦς πλόκαμος καὶ Μίνωος πορφυρούς πλόκαμος, η εκστρατεία του
πόρος καὶ περὶ τὴν εὐεργέτιν Μίνωος και η αχαριστία του προς την
ἀχαριστία. οἷς ἑξῆς ὁ Κιθαιρὼν καὶ τὰ ευεργέτιδα. Κατόπιν το επεισόδιον του
Θηβαίων καὶ Λαβδακιδῶν πάθη καὶ Κιθαιρώνος και τα δυστυχήματα των
Κάδμου ἐπιδημία καὶ βοὸς ὄκλασις καὶ Θηβαίων και των Λαβδακιδών, η άφιξις
ὄφεως ὀδόντες καὶ Σπαρτῶν ἀνάδοσις του Κάδμου, η ανάπαυσις του βοός32, ο
καὶ αὖθις τοῦ Κάδμου εἰς δράκοντα φόνος του όφεως και το φύτρωμα των
μεταβολὴ καὶ πρὸς λύραν τείχισις καὶ σπαρτών ανθρώπων· και πάλιν του
μανία τοῦ τειχοποιοῦ καὶ τῆς γυναικὸς Κάδμου η μεταμόρφωσις εις δράκοντα,
αὐτοῦ τῆς Νιόβης ἡ μεγαλαυχία καὶ ἡ η ανέγερσις του τείχους υπό τους ήχους
ἐπὶ τῷ πένθει σιγὴ καὶ τὰ Πενθέως καὶ της λύρας, η παραφροσύνη του
Ἀκταίωνος καὶ τὰ Οἰδίποδος καὶ τοιχοποιού, η καύχησις της Νιόβης και
Ἡρακλῆς σὺν τοῖς ἄθλοις αὐτοῦ ἅπασιν η εκ της λύπης σιγή της. Επίσης τα περί
καὶ ἡ τῶν παίδων σφαγή. του Πενθέως και Ακταίωνος και του
Οιδίποδος η ιστορία και τα περί
Ηρακλέους μεθ' όλων των άθλων
αυτού και της σφαγής των τέκνων του.
[42] Εἶθ᾽ ἡ Κόρινθος πλέα καὶ αὕτη 42. Η Κόρινθος παρέχει επίσης εις
μύθων, τὴν Γλαύκην καὶ τὸν Κρέοντα τον ορχηστήν πλήθος μυθολογικών
ἔχουσα, καὶ πρὸ αὐτῶν τὸν υποθέσεων, όπως η ιστορία της
Βελλεροφόντην καὶ τὴν Σθενέβοιαν καὶ Γλαύκης και του Κρέοντος και προ
Ἡλίου μάχην καὶ Ποσειδῶνος, καὶ μετὰ αυτών του Βελλεροφόντου και της
ταῦτα τὴν Ἀθάμαντος μανίαν καὶ τῶν Σθενεβοίας, η μάχη του Ηλίου και του
Νεφέλης παίδων ἐπὶ τοῦ κριοῦ τὴν Ποσειδώνος, έπειτα δε η παραφροσύνη
διαέριον φυγήν, ... Ἰνοῦς καὶ του Αθάμαντος και η εναέριος φυγή επί
Μελικέρτου ὑποδοχήν. του κριού των τέκνων της Νεφέλης και
η υποδοχή της Ινούς και του
Μελικέρτου.
[43] Ἐπὶ τούτοις τὰ Πελοπιδῶν καὶ 43. Προς τούτοις η ιστορία των
Μυκῆναι καὶ τὰ ἐν αὐταῖς καὶ πρὸ Πελοπιδών και των Μυκηνών και τα
αὐτῶν, Ἴναχος καὶ Ἰὼ καὶ ὁ φρουρὸς γενόμενα εντός αυτών και προ αυτών,
αὐτῆς Ἄργος καὶ Ἀτρεὺς καὶ Θυέστης ο Ίναχος και η Ιώ και ο φρουρός αυτής
καὶ Ἀερόπη, καὶ τὸ χρυσοῦν ἀρνίον καὶ Άργος, ο Ατρεύς και ο Θυέστης και η
Πελοπείας γάμος καὶ Ἀγαμέμνονος Αερόπη· το χρυσούν δέρας και ο γάμος
σφαγὴ καὶ Κλυταιμήστρας τιμωρία· καὶ του Πέλοπος, ο φόνος του
ἔτι πρὸ τούτων ἡ τῶν ἑπτὰ λοχαγῶν Αγαμέμνονος και της Κλυταιμνήστρας
στρατεία καὶ ἡ τῶν φυγάδων γαμβρῶν η τιμωρία· και ακόμη προ τούτων η
τοῦ Ἀδράστου ὑποδοχὴ καὶ ὁ ἐπ᾽ αὐτοῖς εκστρατεία των επτά επί Θήβας, η
χρησμὸς καὶ ἡ τῶν πεσόντων ἀταφία υποδοχή των εξορίστων γαμβρών του
καὶ Ἀντιγόνης διὰ ταῦτα καὶ Μενοικέως Αδράστου και ο περί αυτών χρησμός, η
ἀπώλεια. διαταγή να μείνουν άταφοι οι πεσόντες
και ο ένεκα τούτου θάνατος της
Αντιγόνης και του Μενοικέως.
[44] καὶ τὰ ἐν Νεμέᾳ δέ, ἡ Ὑψιπύλη καὶ 44. Ο χορευτής πρέπει αναγκαίως να
Ἀρχέμορος, ἀναγκαιότατα τῷ ὀρχηστῇ ενθυμήται και όσα συνέβησαν εις την
μνημονεύματα. καὶ πρὸ αὐτῶν εἴσεται Νεμέαν, τα περί Υψιπύλης και
τὴν Δανάης παρθένευσιν καὶ Περσέως Αρχέμορος. Και προ αυτών πρέπει να
γένεσιν καὶ τὸν ἐπὶ τὰς Γοργόνας γνωρίζη πως η Δανάη εφυλάσσετο δια
ἆθλον αὐτῷ προῃρημένον, ᾧ οἰκεία καὶ να τηρήση την παρθενίαν της, την
ἡ Αἰθιοπικὴ διήγησις, Κασσιέπεια καὶ γέννησιν του Περσέως και τον άθλον
Ἀνδρομέδα καὶ Κηφεύς, οὓς καὶ ἄστροις αυτού κατά των Γοργόνων, προς τον
ἐγκατέλεξεν ἡ τῶν μετὰ ταῦτα πίστις. οποίον συνδέεται και η Αιθιοπική
κἀκεῖνα δὲ τὰ ἀρχαῖα τὰ Αἰγύπτου καὶ διήγησις, και την ιστορίαν της
Δαναοῦ εἴσεται καὶ τὴν ἐπιθαλάμιον Κασσιεπείας, της Ανδρομέδας και του
ἐπιβουλήν. Κηφέως, τους οποίους κατέταξε μεταξύ
των άστρων η πίστις των
μεταγενεστέρων. Πρέπει δε να γνωρίζη
και τους αρχαίους θρύλους περί της
Αιγύπτου και του Δαναού και την
επιβουλήν κατά τον γάμον.
[45] Οὐκ ὀλίγα δὲ καὶ ἡ Λακεδαίμων 45. Η Λακεδαίμων παρέχει όχι
τοιαῦτα παρέχεται, τὸν Ὑάκινθον καὶ ολίγας τοιαύτας υποθέσεις, όπως η
τὸν τοῦ Ἀπόλλωνος ἀντεραστὴν ιστορία του Υακίνθου και της
Ζέφυρον καὶ τὴν ὑπὸ τῷ δίσκῳ τοῦ αντιζηλίας Απόλλωνος και Ζεφύρου, ο
μειρακίου σφαγὴν καὶ τὸ ἐκ τοῦ φόνος του νέου δια του δίσκου και το
αἵματος ἄνθος καὶ τὴν ἐν αὐτῷ ανθός το οποίον εφύτρωσεν εκ του
αἰάζουσαν ἐπιγραφήν, καὶ τὴν αίματος του, και η επιγραφή η οποία
Τυνδάρεω ἀνάστασιν καὶ τὴν Διὸς ἐπὶ υπήρχεν εις τα φύλλα του άνθους και
τούτῳ κατ᾽ Ἀσκληπιοῦ ὀργήν· ἔτι δὲ καὶ εμοιρολόγει τον Υάκινθον, η ανάστασις
τὸν Πάριδος ξενισμὸν καὶ τὴν Ἑλένης του Τινδάρεω και η δια τούτο οργή του
ἁρπαγὴν μετὰ τὴν ἐπὶ τῷ μήλῳ [46] Διός κατά του Ασκληπιού. Προσέτι η
κρίσιν. νομιστέον γὰρ τῇ Σπαρτιατικῇ αποδημία του Πάριδος και η αρπαγή
ἱστορίᾳ καὶ τὴν Ἰλιακὴν συνῆφθαι, της Ελένης, μετά την διά του μήλου
πολλὴν οὖσαν καὶ πολυπρόσωπον· κρίσιν. 46. Πρέπει δε να συνδεθή η
καθ᾽ ἕκαστον γοῦν τῶν ἐκεῖ πεσόντων Σπαρτιατική ιστορία με την Τρωικήν, η
δρᾶμα τῇ σκηνῇ πρόκειται· καὶ οποία είνε μεγάλη και περιέχει
μεμνῆσθαι δὲ τούτων δεῖ μάλιστα, ἀπὸ απειρίαν προσώπων. Εκάστου των
τῆς ἁρπαγῆς εὐθὺς ἄχρι τῶν ἐν τοῖς πεσόντων προ της Ιλίου ο θάνατος
νόστοις γεγενημένων καὶ τῆς Αἰνείου αποτελεί δράμα κατάλληλον δια την
πλάνης καὶ Διδοῦς ἔρωτος. ορχηστρικήν παράστασιν. Και πρέπει
να ενθυμήται αυτά πάντοτε, μάλιστα
ευθύς από της αρπαγής της Ελένης
μέχρι των συμβάντων κατά την εκ της
Τρωάδας επάνοδον των Ελλήνων, τας
περιπλανήσεις του Αινείου και τον
έρωτα της Διδούς,
Ὧν οὐκ ἀλλότρια καὶ τὰ περὶ τὸν προς τα οποία δεν είνε άσχετα και τ'
Ὀρέστην δράματα καὶ τὰ ἐν Σκυθίᾳ τῷ ανδραγαθήματα του Ορέστου εις την
ἥρωϊ τετολμημένα. οὐκ ἀπῳδὰ δὲ καὶ Σκυθίαν. Επίσης δεν είνε άσχετα και
τὰ πρὸ τούτων, ἀλλὰ τοῖς Ἰλιακοῖς αταίριαστα προς τα Τρωικά και εκείνα
συγγενῆ, Ἀχιλλέως ἐν Σκύρῳ τα οποία προ τούτων συνέβησαν, όπως
παρθένευσις καὶ Ὀδυσσέως μανία καὶ η διαμονή εις την Σκύρον του
Φιλοκτήτου ἐρημία, καὶ ὅλως ἡ πᾶσα Αχιλλέως, ο οποίος εφόρει ένδυμα
Ὀδύσσειος πλάνη καὶ Κίρκη καὶ κόρης, η παραφροσύνη του Οδυσσέως
Τηλέγονος καὶ ἡ Αἰόλου τῶν ἀνέμων και η εγκατάλειψις του Φιλοκτήτου, όλη
δυναστεία καὶ τὰ ἄλλα μέχρι τῆς τῶν εν γένει η ιστορία της περιπλανήσεις
μνηστήρων τιμωρίας· καὶ πρὸ τούτων ἡ του Οδυσσέως, η Κίρκη και ο
κατὰ Παλαμήδους ἐπιβουλὴ καὶ ἡ Τηλέγονος, η διεύθυνσις των ανέμων
Ναυπλίου ὀργὴ καὶ ἡ Αἴαντος μανία υπό του Αιόλου και τα αλλά μέχρι της
καὶ ἡ θατέρου ἐν ταῖς πέτραις ἀπώλεια. τιμωρίας των μνηστήρων, προ τούτων
δε η επιβουλή εναντίον του
Παλαμήδους και η οργή του Ναυπλίου,
η μανία του Αίαντος και ο θάνατος του
άλλου όστις εκεραυνοβολήθη επί των
βράχων.
[47] Ἔχει πολλὰς καὶ Ἦλις ἀφορμὰς 47. Οι καταγινόμενοι εις τον χορόν
τοῖς ὀρχεῖσθαι πειρωμένοις, τὸν έχουν ν' αντλήσουν πολλάς υποθέσεις
Οἰνόμαον, τὸν Μυρτίλον, τὸν Κρόνον, και από την Ήλιδα, όπως την ιστορίαν
τὸν Δία, τοὺς πρώτους τῶν Ὀλυμπίων του Οινομάου, τα περί Κρόνου και Διός
[48] ἀγωνιστάς. και των πρώτων αθλητών των
Ολυμπιακών αγώνων.
πολλὴ δὲ καὶ ἡ κατ᾽ Ἀρκαδίαν 48. Η μυθολογία δε της Αρκαδίας
μυθολογία, Δάφνης φυγή, Καλλιστοῦς είνε πλούσια εις τοιαύτας υποθέσεις, εκ
θηρίωσις, Κενταύρων παροινία, Πανὸς των οποίων αναφέρω την καταδίωξιν
γοναί, Ἀλφειοῦ ἔρως καὶ ὕφαλος και την φυγήν της Δάφνης, την
ἀποδημία. μεταμόρφωσιν της Καλλιστούς εις
θηρίον,. των Κενταύρων την μανιώδη
μέθην, τα γενέθλια του Πανός, τον
Έρωτα του Αλφειού και το υποβρύχιον
ταξείδι33.
[49] Ἀλλὰ κἂν εἰς τὴν Κρήτην ἀφίκῃ 49. Εάν περάσωμεν εις την Κρήτην,
τῷ λόγῳ, πάμπολλα κἀκεῖθεν ἡ έχομεν να εύρωμεν κ' εκεί πάρα πολλά
ὄρχησις ἐρανίζεται, τὴν Εὐρώπην, τὴν θέματα ορχήσεως, όπως η ιστορία της
Πασιφάην, τοὺς ταύρους ἀμφοτέρους, Ευρώπης, της Πασιφάης, των δύο
τὸν λαβύρινθον, τὴν Ἀριάδνην, τὴν Ταύρων,34 του Λαβυρίνθου, της
Φαίδραν, τὸν Ἀνδρόγεων, τὸν Αριάδνης, έπειτα την Φαίδραν, τον
Δαίδαλον, τὸν Ἴκαρον, τὸν Γλαῦκον, Ανδρόγεων, τον Δαίδαλον, τον Ίκαρον,
τὴν Πολυΐδου μαντικήν, τὸν Τάλω, τὸν τον Γλαύκον, την μαντικήν του
[50] χαλκοῦν τῆς Κρήτης περίπολον. Πολυΐδου και τον Τάλλω, τον χάλκινον
άνθρωπον όστις περιεπόλει εις την
Κρήτην.
κἂν εἰς Αἰτωλίαν μετέλθῃς, κἀκεῖ 50. Αλλά και εις την Αιτωλίαν εάν
πολλὰ ἡ ὄρχησις καταλαμβάνει, τὴν περάσωμεν, θα ίδωμεν ότι και απ' εκεί
Ἀλθαίαν, τὸν Μελέαγρον, τὴν έχει να παραλάβη πολλά η όρχησις, την
Ἀταλάντην, τὸν δαλόν, καὶ ποταμοῦ Αλθαίαν, λ.χ. τον Μελέαγρον, την
καὶ Ἡρακλέους πάλην καὶ Σειρήνων Αταλάντην, τον δαυλόν, την πάλην
γένεσιν καὶ Ἐχινάδων ἀνάδοσιν καὶ μεταξύ ποταμού και Ηρακλέους, την
μετὰ τὴν μανίαν Ἀλκμαίωνος οἴκησιν· γέννησιν των Σειρήνων και την
εἶτα Νέσσον καὶ Δηϊανείρας εμφάνισιν των Εχινάδων και την επ'
ζηλοτυπίαν, ἐφ᾽ ᾗ τὴν ἐν Οἴτῃ πυράν. αυτών εγκατάστασιν του Αλκμέονος
μετά την παραφροσύνην του· έπειτα
τον Νέσσον και την ζηλοτυπίαν της
Δηιανείρας, ήτις έγινεν αφορμή να καή
επί της Οίτης ο Ηρακλής.
[51] Ἔχει καὶ Θρᾴκη πολλὰ τῷ 51. Και της Θράκης η ιστορία
ὀρχησομένῳ ἀναγκαῖα, τὸν Ὀρφέα, τὸν περιέχει πολλά τα αναγκαία δια τον
ἐκείνου σπαραγμὸν καὶ τὴν λάλον χορευτήν, τον Ορφέα και την
αὐτοῦ κεφαλὴν τὴν ἐπιπλέουσαν τῇ κατασπάραξιν του και τας περιπετείας
λύρᾳ, καὶ τὸν Αἷμον καὶ τὴν Ῥοδόπην, της κεφαλής του ήτις έψαλλεν
καὶ τὴν [52] Λυκούργου κόλασιν. επιπλέουσα ομού με την λύραν, τα περί
των ορέων Αίμου και Ροδόπης και την
τιμωρίαν του Λυκούργου.
καὶ Θεσσαλία δὲ ἔτι πλείω παρέχεται, 52. Έτι περισσότερα παρέχει η
τὸν Πελίαν, τὸν Ἰάσονα, τὴν Ἄλκηστιν, Θεσσαλία· τον Πελλίαν λ.χ., τον
τὸν τῶν πεντήκοντα νέων στόλον, τὴν Ιάσονα, την Άλκηστιν, την εκστρατείαν
Ἀργώ, [53] τὴν λάλον αὐτῆς τρόπιν, τὰ των πεντήκοντα νέων και το πλοίον
ἐν Λήμνῳ, τὸν Αἰήτην, τὸν Μηδείας Αργώ με την λαλούσαν τρόπιδα. 53.
ὄνειρον, τὸν Ἀψύρτου σπαραγμὸν καὶ Εκτός τούτων τα γεγόμενα εις την
τὰ ἐν τῷ παράπλῳ γενόμενα, καὶ μετὰ Λήμνον, τον Αιήτην, το όνειρον της
ταῦτα τὸν Πρωτεσίλαον καὶ τὴν Μηδείας, την κατασπάραξιν του
Λαοδάμειαν. Αψύρτου και όσα συνέβησαν κατά τον
πλουν, έπειτα δε τα περί του
Πρωτεσίλαου και της Λαοδαμείας.
[54] Κἂν εἰς τὴν Ἀσίαν πάλιν διαβῇς, 54. Αν πάλιν περάσης εις την Ασίαν,
πολλὰ κἀκεῖ δράματα· ἡ γὰρ Σάμος θα εύρης και εκεί πολλά τα δραματικά·
εὐθὺς καὶ τὸ Πολυκράτους πάθος καὶ εν πρώτοις εις την Σάμον το πάθημα
τῆς θυγατρὸς αὐτοῦ μέχρι Περσῶν του Πολυκράτους και την μέχρι
πλάνη, καὶ τὰ ἔτι ἀρχαιότερα, ἡ τοῦ Περσίας περιπλάνησιν της θυγατρός
Ταντάλου φλυαρία καὶ ἡ παρ᾽ αὐτῷ του· ακόμη δε αρχαιότερα την
θεῶν ἑστίασις καὶ ἡ Πέλοπος κρεουργία ακριτομυθίαν του Ταντάλου και το
καὶ ὁ ἐλεφάντινος ὦμος αὐτοῦ. γεύμα το οποίον προσέφερεν εις τους
θεούς, την κατακρεούργησιν του
Πέλοπος και τον ελεφάντινον ώμόν
του.
[55] Καὶ ἐν Ἰταλίᾳ δὲ ὁ Ἠριδανὸς καὶ 55. Εις την Ιταλίαν έχομεν τον
Φαέθων καὶ αἴγειροι ἀδελφαὶ Ηριδανόν και τον Φαέθοντα και τας
θρηνοῦσαι καὶ ἤλεκτρον δακρύου[56] αιγείρους αδελφάς του θρηνούσας και
σαι. εἴσεται δὲ ὁ τοιοῦτος καὶ τὰς δακρυούσας ήλεκτρον. 56. Πρέπει δε να
Ἑσπερίδας καὶ τὸν φρουρὸν τῆς χρυσῆς γνωρίζη ο χορευτής και την ιστορίαν
ὀπώρας δράκοντα καὶ τὸν Ἄτλαντος των Εσπερίδων και τα περί του φρουρού
μόχθον καὶ τὸν Γηρυόνην καὶ τὴν [57] δράκοντας του χρυσού μήλου, τον
ἐξ Ἐρυθείας ἔλασιν τῶν βοῶν. μόχθον του Άτλαντος και την ιστορίαν
του Γηρυόνου με την αρπαγήν των
βοών εκ της Ερυθείας.
οὐκ ἀγνοήσει δὲ καὶ τὰς μυθικὰς 57. Δεν πρέπει δε ν' αγνοή ο
μεταμορφώσεις ἁπάσας, ὅσοι εἰς επιδιδόμενος εις την όρχησιν και τας
δένδρα ἢ θηρία ἢ ὄρνεα ἠλλάγησαν καὶ διαφόρους μυθικάς μεταμορφώσεις
ὅσαι ἐκ γυναικῶν ἄνδρες ἐγένοντο, τὸν ανθρώπων εις δένδρα, θηρία ή πτηνά
Καινέα λέγω καὶ τὸν Τειρεσίαν καὶ τοὺς και γυναικών εις άνδρας, όπως λέγεται
τοιούτους. περί του Καινέα, του Τειρεσίου και
άλλων.
[58] Καὶ ἐν Φοινίκῃ δὲ Μύρραν καὶ τὸ 58. Η Φοινίκη παρέχει εις τον χορευτήν
Ἀσσύριον ἐκεῖνο πένθος μεριζόμενον, την ιστορίαν του Μύρρα και το διπλούν
καὶ ταῦτα εἴσεται, καὶ τὰ νεώτερα δὲ Ασσυριακόν πένθος. Επίσης πρέπει να
ὅσα μετὰ τὴν Μακεδόνων ἀρχὴν γνωρίζη ο χορευτής τα νεώτερα, όσα ο
ἐτολμήθη ὑπό τε Ἀντιπάτρου καὶ παρὰ Αντίπατρος μετά την επικράτησιν των
[59] Σελεύκῳ ἐπὶ τῷ Στρατονίκης ἔρωτι. Μακεδόνων επεχείρησε και όσα ένεκα
του έρωτος προς την Στρατονίκην
έπραξεν ο Σέλευκος.
τὰ γὰρ Αἰγυπτίων, μυστικώτερα ὄντα, 59. Τα αναφερόμενα εις την
εἴσεται μέν, συμβολικώτερον δὲ Αίγυπτον πρέπει ο χορευτής να
ἐπιδείξεται· τὸν Ἔπαφον λέγω καὶ τὸν παραστήση κατά τρόπον
Ὄσιριν καὶ τὰς τῶν θεῶν εἰς τὰ ζῷα συμβολικώτερον, ως αναγόμενα κατά
μεταβολάς. το πλείστον εις τα μυστήρια της
Αιγυπτιακής θρησκείας· εννοώ τον
Έπαφον και τον Όσιριν και τας
μεταμορφώσεις των θεών εις ζώα,
Πρὸ πάντων δὲ τὰ περὶ τοὺς ἔρωτας προ πάντων δε τα περί των ερώτων
αὐτῶν καὶ αὐτοῦ τοῦ Διὸς καὶ εἰς ὅσα αυτών και αυτού του Διός και των
ἑαυτὸν μετεσκεύασεν [60] εἴσεται, καὶ διαφόρων μεταμορφώσεων του.
τὴν ἐν Ἅιδου ἅπασαν τραγῳδίαν καὶ 60. Ανάγκη να γνωρίζη και όλην την
τὰς κολάσεις καὶ τὰς ἐφ᾽ ἑκάστῃ αἰτίας τραγωδίαν του Άδου, τας τιμωρίας και
καὶ τὴν Πειρίθου καὶ Θησέως ἄχρι τοῦ τας αφορμάς εκάστης και την μέχρι του
Ἅιδου ἑταιρείαν. [61] συνελόντι δὲ Άδου φιλίαν του Πειρίθου και του
εἰπεῖν, οὐδὲν τῶν ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου καὶ Θησέως. 61. Εν γένει δεν πρέπει ν'
Ἡσιόδου καὶ τῶν ἀρίστων ποιητῶν καὶ αγνοή τίποτε εκ των αναφερομένων
μάλιστα τῆς τραγῳδίας λεγομένων υπό του Ομήρου και Ησιόδου και των
ἀγνοήσει. αρίστων ποιητών, μάλιστα των
τραγικών.
Ταῦτα πάνυ ὀλίγα ἐκ πολλῶν, Ταύτα πολύ ολίγα εκ των πολλών ή
μᾶλλον δὲ ἀπείρων τὸ πλῆθος, ἐξελὼν μάλλον των απειροπληθών σου
τὰ κεφαλαιωδέστερα κατέλεξα, τὰ αναφέρω, εκλέξας τα κυριώτερα και
ἄλλα τοῖς τε ποιηταῖς ᾄδειν ἀφεὶς καὶ αφήνων τα αλλά τα οποία ψάλλουν οι
τοῖς ὀρχησταῖς αὐτοῖς δεικνύναι καὶ σοὶ ποιηταί και παριστούν οι ορχησταί και
προσεξευρίσκειν καθ᾽ ὁμοιότητα τῶν τα οποία δύνασαι κατ' αναλογίαν των
προειρημένων, ἅπερ ἅπαντα πρόχειρα ειρημένων να εύρης και μόνος. Ο
καὶ πρὸς τὸν καιρὸν ἕκαστον τῷ ορχηστής πρέπει πάντα ταύτα να έχη
ὀρχηστῇ προπεπορισμένα καὶ πρόχειρα και αποταμιευμένα, δια να τα
προτεταμιευμένα κεῖσθαι ἀναγκαῖον. μεταχειρίζεται εις πάσαν ευκαιρίαν.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
32. Οβιδίου “Μεταμορφώσεις”, Γ' εις την αρχήν.
33. Διάλογοι θαλασσίων θείον.
34. Εκείνου όστις ήρπασε την Ευρώπην και του άλλου τον οποίον ερωτεύετο η
Πασιφάη.

Λουκιανού

ΠΕΡΙ ΟΡΧΗΣΕΩΣ
62-85
Μτφρ. Ιωάννη Κονδυλάκη

[62] Ἐπεὶ δὲ μιμητικός ἐστι καὶ 62. Επειδή δε η τέχνη τoυ είνε να
κινήμασι τὰ ᾀδόμενα δείξειν μιμήται και επαγγέλλεται να εκφράζη
ὑπισχνεῖται, ἀναγκαῖον αὐτῷ, ὅπερ καὶ δια κινήσεων όσα άδονται, πρέπει,
τοῖς ῥήτορσι, σαφήνειαν ἀσκεῖν, ὡς όπως οι ρήτορες, να επιμελήται ώστε
ἕκαστον τῶν δεικνυμένων ὑπ᾽ αὐτοῦ να είνε αι παραστάσεις του σαφείς και
δηλοῦσθαι μηδενὸς ἐξηγητοῦ δεόμενον, παν ό,τι παριστά να εννοήται χωρίς
ἀλλ᾽ ὅπερ ἔφη ὁ Πυθικὸς χρησμός, δεῖ ανάγκην εξηγητών. Όπως ο Πυθικός
τὸν θεώμενον ὄρχησιν καὶ κωφοῦ χρησμός είπε, πρέπει ο βλέπων όρχησιν
συνιέναι καὶ μὴ λαλέοντος τοῦ να εννοή και ν' ακούη και όταν ο
ὀρχηστοῦ ἀκούειν. χορεύων σιωπά.
[63] Ὃ δὴ καὶ Δημήτριον τὸν 63. Κάτι τι σχετικόν λέγεται ότι
Κυνικὸν παθεῖν λέγουσιν. ἐπεὶ γὰρ καὶ συνέβη εις τον Δημήτριον τον Κυνικόν.
αὐτὸς ὅμοιά σοι κατηγόρει τῆς Και αυτός, όπως συ, κατηγορεί την
ὀρχηστικῆς, λέγων τοῦ αὐλοῦ καὶ τῶν ορχηστρικήν και έλεγεν ότι είνε
συρίγγων καὶ τῶν κτύπων πάρεργόν τι προσθήκη περιττή εις την μουσικήν
τὸν ὀρχηστὴν εἶναι, μηδὲν αὐτὸν πρὸς των αυλών, των συρίγγων και των
τὸ δρᾶμα συντελοῦντα, κινούμενον δὲ κυμβάλων και ότι ο χορευτής ουδέν
ἄλογον ἄλλως κίνησιν καὶ μάταιον, προσθέτει εις την εντύπωσιν, αλλά
οὐδενὸς αὐτῇ νοῦ προσόντος, τῶν δὲ κάνει κινήσεις παραλόγους και
ἀνθρώπων τοῖς περὶ τὸ πρᾶγμα ματαίας, χωρίς κανέν νόημα, ότι δε οι
γοητευομένων, ἐσθῆτι σηρικῇ καὶ ανθρώποι εγοητεύοντο υπό του
προσωπείῳ εὐπρεπεῖ, αὐλῷ τε καὶ πλουσίου ιματισμού του, υπό των ήχων
τερετίσμασι καὶ τῇ τῶν ᾀδόντων του αυλού και της αρμονίας των
εὐφωνίᾳ, οἷς κοσμεῖσθαι μηδὲν ὂν τὸ τραγουδιστών και απέδιδαν την
τοῦ ὀρχηστοῦ πρᾶγμα, ὁ τότε κατὰ τὸν γοητείαν εις τον ορχηστήν, ενώ αυτός
Νέρωνα εὐδοκιμῶν ὀρχηστής, οὐκ ουδόλως συνετέλει εις την εντύπωσιν.
ἀσύνετος, ὥς φασιν, ἀλλ᾽ εἰ καί τις Τότε κάποιος ορχηστής, περίφημος
ἄλλος ἔν τε ἱστορίας μνήμῃ καὶ κατά τους χρόνους του Νέρωνος, ο
κινήσεως κάλλει διενεγκών, ἐδεήθη τοῦ οποίος, ως λέγεται, διεκρίνετο όχι
Δημητρίου εὐγνωμονεστάτην, οἶμαι, μόνον δια την γνώσιν της ιστορίας και
τὴν δέησιν, ἰδεῖν ὀρχούμενον, ἔπειτα το κάλλος της ορχήσεώς του, άλλα και
κατηγορεῖν αὐτοῦ· καὶ ὑπέσχετό γε δια την νοημοσύνην του, έκαμε προς
ἄνευ αὐλοῦ καὶ ᾀσμάτων ἐπιδείξεσθαι τον Δημήτριον μίαν λογικωτάτην
αὐτῷ. πρότασιν, να τον ίδη ορχούμενον και
έπειτα να τον κατηγορή· υπεσχέθη δε
να χορεύση χωρίς συνοδείαν αυλού και
ασμάτων.
καὶ οὕτως ἐποίησεν· ἡσυχίαν γὰρ τοῖς Και ούτω έπραξε· διέταξε τους
τε κτυποῦσι καὶ τοῖς αὐλοῦσι καὶ αὐτῷ κυμβαλιστάς και αυλητάς και τους
παραγγείλας τῷ χορῷ, αὐτὸς ἐφ᾽ τραγουδιστάς να σιωπήσουν και μόνος
ἑαυτοῦ ὠρχήσατο τὴν Ἀφροδίτης καὶ παρέστησε δια του χορού την ερωτικήν
Ἄρεος μοιχείαν, Ἥλιον μηνύοντα καὶ συνέντευξιν του Άρεως και της
Ἥφαιστον ἐπιβουλεύοντα καὶ τοῖς Αφροδίτης· έπειτα πως τους επρόδωσεν
δεσμοῖς ἀμφοτέρους, τήν τε Ἀφροδίτην ο Ήλιος, πως τους επαγίδευσεν ο
καὶ τὸν Ἄρη, σαγηνεύοντα, καὶ τοὺς Ήφαιστος και τους εδέσμευσεν ομού
ἐφεστῶτας θεοὺς ἕκαστον αὐτῶν, καὶ και πως εκάλεσε τους θεούς να τους
αἰδουμένην μὲν τὴν Ἀφροδίτην, ιδούν, και η μεν Αφροδίτη εντρέπετο, ο
ὑποδεδοικότα δὲ καὶ ἱκετεύοντα τὸν δε Άρης εταράχθη και ικέτευε, και όλα
Ἄρη, καὶ ὅσα τῇ ἱστορίᾳ ταύτῃ τα σχετικά με την ιστορίαν αυτήν.
πρόσεστιν, ὥστε τὸν Δημήτριον Τόσον δε κατεγοητεύθη υπό του
ὑπερησθέντα τοῖς γιγνομένοις τοῦτον θεάματος ο Δημήτριος, ώστε απηύθυνε
ἔπαινον ἀποδοῦναι τὸν μέγιστον τῷ τον μέγιστον των επαίνων προς τον
ὀρχηστῇ· ἀνέκραγε γὰρ καὶ μεγάλῃ τῇ ορχηστήν και ενθουσιασμένος του είπε·
φωνῇ ἀνεφθέγξατο, "Ἀκούω, ἄνθρωπε, Δεν βλέπω μόνον, έξοχε άνθρωπε,
ἃ ποιεῖς· οὐχ ὁρῶ μόνον, ἀλλά μοι αλλά και ακούω τας κινήσεις σου και
δοκεῖς ταῖς χερσὶν αὐταῖς λαλεῖν." μου κάνεις την εντύπωσιν ότι και με τα
χέρια σου μιλείς.
[64] Ἐπεὶ δὲ κατὰ τὸν Νέρωνά ἐσμεν 64. Αφού δε ευρισκόμεθα εις τους
τῷ λόγῳ, βούλομαι καὶ βαρβάρου χρόνους του Νέρωνος, θα είπω και τι
ἀνδρὸς τὸ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ ὀρχηστοῦ συνέβη μεταξύ ενός βαρβάρου και του
γενόμενον εἰπεῖν, ὅπερ μέγιστος ιδίου ορχηστού, το οποίον αποτελεί
ἔπαινος ὀρχηστικῆς γένοιτ᾽ ἄν. τῶν γὰρ μέγιστον έπαινον δια την ορχηστρικήν.
ἐκ τοῦ Πόντου βαρβάρων βασιλικός τις Ένας βάρβαρος ηγεμών των περί τον
ἄνθρωπος κατά τι χρέος ἥκων ὡς τὸν Πόντων χωρών είχε μεταβή εις την
Νέρωνα ἐθεᾶτο μετὰ τῶν ἄλλων τὸν Ρώμην δια να επισκεφθή κατά καθήκον
ὀρχηστὴν ἐκεῖνον οὕτω σαφῶς τον Νέρωνα. Και συνέβη να ίδη τον
ὀρχούμενον ὡς καίτοι μὴ ἐπακούοντα χορευτήν εκείνον να χορεύη τόσον
τῶν ᾀδομένων-ἡμιέλλην γάρ τις ὢν εκφραστικώς, ώστε αυτός, καίτοι δεν
ἐτύγχανεν-συνεῖναι ἁπάντων. καὶ δὴ ενόει τα αδόμενα, διότι ατελώς
ἀπιὼν ἤδη ἐς τὴν οἰκείαν, τοῦ Νέρωνος εγνώριζε την ελληνικήν, εκατάλαβε τα
δεξιουμένου καὶ ὅ τι βούλοιτο αἰτεῖν πάντα. Όταν δε επρόκειτο να
κελεύοντος καὶ δώσειν ὑπισχνουμένου, επιστρέψη εις την χώραν του, ο δε
"Τὸν ὀρχηστήν," ἔφη, "δοὺς τὰ μέγιστα Νέρων τον απεχαιρέτα και του έλεγε
εὐφρανεῖς." τοῦ δὲ Νέρωνος ἐρομένου, να ζητήση ό,τι ήθελε και υπέσχετο να
"Τί ἄν σοι χρήσιμος γένοιτο ἐκεῖ;" του το δώση. Τον χορευτήν εκείνον,
"Προσοίκους," ἔφη, "βαρβάρους ἔχω, είπε, αν μου δώσης, τα μέγιστα θα μ'
οὐχ ὁμογλώττους, καὶ ἑρμηνέων οὐ ευχαρίστησης. Και εις τί δύναται να σου
ῥᾴδιον εὐπορεῖν πρὸς αὐτούς. ἢν οὖν χρησιμεύση; ηρώτησεν ο Νέρων. Έχω
τινος δέωμαι, διανεύων οὗτος ἕκαστά γείτονας βαρβάρους, οι οποίοι ομιλούν
μοι ἑρμηνεύσει." τοσοῦτον ἄρα άλλην γλώσσαν και δεν μου είνε
καθίκετο αὐτοῦ ἡ μίμησις τῆς ὀρχήσεως εύκολον να ευρίσκω διερμηνείς δια να
ἐπίσημός τε καὶ σαφὴς φανεῖσα. συνεννοούμαι μετ' αυτών. Οσάκις
λοιπόν θα έχω ανάγκην να έλθω εις
συνεννόησιν με αυτούς, ο χορευτής θα
δύναται να διερμηνεύη δια νευμάτων
όσα θέλω να είπω. Τοιαύτη ήτο η
εντύπωσίς του εκ της σαφήνειας και
της εκφραστικότητας των μιμητικών
κινήσεων του ορχηστού εκείνου.
[65] Ἡ δὲ πλείστη διατριβὴ καὶ ὁ 65. Κυριωτέρα δε φροντίς και ο
σκοπὸς τῆς ὀρχηστικῆς ἡ ὑπόκρισίς σκοπός της ορχηστρικής, ως είπα, είνε η
ἐστιν, ὡς ἔφην, κατὰ τὰ αὐτὰ καὶ τοῖς υπόκρισις, την οποίαν οι ορχησταί
ῥήτορσιν ἐπιτηδευομένη, καὶ μάλιστα επιτηδεύουν, όπως οι ρήτορες και
τοῖς τὰς καλουμένας ταύτας μελέτας μάλιστα οι απαγγέλλοντες τας
διεξιοῦσιν· οὐδὲν γοῦν καὶ ἐν ἐκείνοις λεγομένας μελέτας· διότι ο ρήτωρ τότε
μᾶλλον ἐπαινοῦμεν ἢ τὸ ἐοικέναι τοῖς προ πάντων επιτυγχάνει όταν τα
ὑποκειμένοις προσώποις καὶ μὴ ἀπῳδὰ λεγόμενα προσαρμόζονται εις τα
εἶναι τὰ λεγόμενα τῶν εἰσαγομένων πρόσωπα, περί των οποίων πρόκειται,
ἀριστέων ἢ τυραννοκτόνων ἢ πενήτων και δεν είνε ανάρμοστα εις τους ήρωας
ἢ γεωργῶν, ἀλλ᾽ ἐν ἑκάστῳ τούτων τὸ ή πένητας ή γεωργούς, εις τους οποίους
ἴδιον καὶ τὸ ἐξαίρετον δείκνυσθαι. ο λόγος αναφέρεται, άλλα περί
εκάστου παρουσιάζουν ό,τι
χαρακτηριστικόν και εξαίρετον.
[66] Ἐθέλω γοῦν σοι καὶ ἄλλου 66. Αλλά θα σου διηγηθώ και το
βαρβάρου ῥῆσιν ἐπὶ τούτοις εἰπεῖν. ἰδὼν λεχθέν υπό άλλου βαρβάρου περί του
γὰρ πέντε πρόσωπα τῷ ὀρχηστῇ χορού. Ιδών ούτος ότι είχον ετοιμασθή
παρεσκευασμένα—τοσούτων γὰρ πέντε προσωπίδες δια τον ορχηστήν, —
μερῶν τὸ δρᾶμα ἦν—ἐζήτει, ἕνα ὁρῶν διότι το δράμα το οποίον έμελλε να
τὸν ὀρχηστήν, τίνες οἱ ὀρχησόμενοι καὶ παρασταθή δια, του χορού
ὑποκρινούμενοι τὰ λοιπὰ προσωπεῖα περιελάμβανε πέντε πρόσωπα —
εἶεν· ἐπεὶ δὲ ἔμαθεν ὅτι αὐτὸς ηρώτησεν, επειδή έβλεπε ένα μόνον
ὑποκρινεῖται καὶ ὑπορχήσεται τὰ χορευτήν, ποίοι θα εχόρευον και θα
πάντα, "Ἐλελήθεις," ἔφη, "ὦ βέλτιστε, υπεκρίνοντο τα λοιπά πρόσωπα· όταν
σῶμα μὲν τοῦτο ἕν, πολλὰς δὲ τὰς δε έμαθεν ότι ο ίδιος θα υπεκρίνετο και
ψυχὰς ἔχων." θα εχόρευε τα πάντα, είπε· Δεν
εφανταζόμην, φίλε μου, ότι έχεις ένα
σώμα και πολλάς ψυχάς.
[67] Ταῦτα μὲν ὁ βάρβαρος. οὐκ 67. Αυτά είπεν ο βάρβαρος. Ουχί
ἀπεικότως δὲ καὶ οἱ Ἰταλιῶται τὸν αλόγως δε οι κατοικούντες εις την
ὀρχηστὴν παντόμιμον καλοῦσιν, ἀπὸ Ιταλίαν αποκαλούν τον ορχηστήν
τοῦ δρωμένου σχεδόν. καλὴ γὰρ ἡ παντόμιμον, λαμβάνοντες αφορμήν εκ
ποιητικὴ παραίνεσις ἐκείνη, τό, "ὦ παῖ, των έργων του. Είναι δε καλή και
ποντίου θηρὸς πετραίου νόον ἔχων χρήσιμος εις τον ορχηστήν και η
πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει," καὶ τῷ παραίνεσις του ποιητού· “Τέκνον μου,
ὀρχηστῇ ἀναγκαία· καὶ δεῖ προσφύντα να μιμηθής το θαλάσσιον ζώον, το
τοῖς πράγμασιν συνοικειοῦν ἑαυτὸν οποίον προσκολλάται εις τας πέτρας
ἑκάστῳ τῶν δρωμένων. και έπειτα φρόντισε να επισκεφθής
όλας τας πόλεις και να γνωρίσης τα
ήθη των”. Ομοίως ο ορχηστής πρέπει
να προσκολλάται και να εξοικειούται
προς έκαστον εκ των θεμάτων τα οποία
υποκρίνεται.
Τὸ δὲ ὅλον ἤθη καὶ πάθη δείξειν καὶ Εν γένει δε η όρχησις επαγγέλλεται
ὑποκρινεῖσθαι ἡ ὄρχησις ἐπαγγέλλεται, να υποκρίνεται και παριστά
νῦν μὲν ἐρῶντα, νῦν δὲ ὀργιζόμενόν χαρακτήρας και πάθη, τώρα μεν τον
τινα εἰσάγουσα, καὶ ἄλλον μεμηνότα έρωτα, έπειτα δε την οργήν, άλλοτε δε
καὶ ἄλλον λελυπημένον, καὶ ἅπαντα την παραφροσύνης και άλλοτε την
ταῦτα μεμετρημένως. τὸ γοῦν θλίψιν και πάντα ταύτα εις τους
παραδοξότατον, τῆς αὐτῆς ἡμέρας ἄρτι διαφόρους αυτών βαθμούς. Και το
μὲν Ἀθάμας μεμηνώς, ἄρτι δὲ Ἰνὼ θαυμασιώτερον είνε ότι παρουσιάζεται
φοβουμένη δείκνυται, καὶ ἄλλοτε εντός της αυτής ημέρας οτέ μεν
Ἀτρεὺς ὁ αὐτός, καὶ μετὰ μικρὸν Αθάμας μαινόμενος, οτέ δε Ινώ
Θυέστης, εἶτα Αἴγισθος ἢ Ἀερόπη· καὶ φοβουμένη, άλλοτε Ατρεύς ο ίδιος και
πάντα ταῦτα εἷς ἄνθρωπός ἐστιν. μετ' ολίγον Θυέστης, έπειτα Αίγισθος ή
Αερόπη. Και όλους τούτους τους
χαρακτήρας μόνον είς άνθρωπος
υποδύεται.
[68] Τὰ μὲν οὖν ἄλλα θεάματα καὶ 68. Τα άλλα θεάματα και
ἀκούσματα ἑνὸς ἑκάστου ἔργου τὴν ακούσματα επιδεικνύουν έκαστον μίαν
ἐπίδειξιν ἔχει· ἢ γὰρ αὐλός ἐστιν ἢ πράξιν, είτε μουσική αυλού ή κιθάρας
κιθάρα ἢ διὰ φωνῆς μελῳδία ἢ τραγικὴ είνε, είτε άσμα ή τραγική
δραματουργία ἢ κωμικὴ γελωτοποιία· ὁ δραματουργία, είτε κωμωδία· ο
δὲ ὀρχηστὴς τὰ πάντα ἔχει συλλαβών, ορχηστής όμως περιλαμβάνει τα πάντα
καὶ ἔνεστιν ποικίλην καὶ παμμιγῆ τὴν και η σύνθεσίς του είνε ποικίλη, και
παρασκευὴν αὐτοῦ ἰδεῖν, αὐλόν, ανάμικτος από όλας τας τέχνας και τα
σύριγγα, ποδῶν κτύπον, κυμβάλου μέσα της τέχνης, από τον αυλόν, την
ψόφον, ὑποκριτοῦ εὐφωνίαν, ᾀδόντων σύριγγα, τον κτύπον των ποδών, του
ὁμοφωνίαν. κυμβάλου τον κρότον, του ηθοποιού
την απαγγελίαν και των τραγουδιστών
την αρμονικήν πολυφωνίαν.
[69] Ἔτι δὲ τὰ μὲν ἄλλα θατέρου τῶν 69. Ενώ δε τα αλλά είνε έργα τα, μεν
ἐν τῷ ἀνθρώπῳ ἔργα ἐστίν, τὰ μὲν της ψυχής, τα δε του σώματος, εις την
ψυχῆς, τὰ δὲ σώματος· ἐν δὲ τῇ ὀρχήσει όρχησιν το ψυχικόν και το σωματικόν
ἀμφότερα συμμέμικται. καὶ γὰρ στοιχείον αναμιγνύονται· διότι τα
διανοίας ἐπίδειξιν τὰ γιγνόμενα ἔχει γινόμενα εκδηλούν σκέψεις και
καὶ σωματικῆς ἀσκήσεως ἐνέργειαν, τὸ συγχρόνως επιδεικνύουν της
δὲ μέγιστον ἡ σοφία τῶν δρωμένων καὶ σωματικής ασκήσεως την ενέργειαν, η
τὸ μηδὲν ἔξω λόγου. Λεσβῶναξ γοῦν ὁ δε τελειότης της ορχήσεως συνίσταται
Μυτιληναῖος, ἀνὴρ καλὸς καὶ ἀγαθός, εις την σοφίαν των χειρονομιών και εις
χειρισόφους τοὺς ὀρχηστὰς ἀπεκάλει το να μη γίνεται καμμία κίνησις άνευ
καὶ ᾔει ἐπὶ τὴν θέαν αὐτῶν ὡς βελτίων λόγου. Δια τούτο ο Λεσβώναξ ο
ἀναστρέψων ἀπὸ τοῦ θεάτρου. Μυτιληναίος, άνθρωπος σοφός και
Τιμοκράτης δὲ ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ ἰδών χρηστός, απεκάλει τους ορχηστάς
ποτε ἅπαξ, οὐκ ἐξεπίτηδες ἐπιστάς, χειροσόφους και μετέβαινε να τους.
ὀρχηστὴν τὰ αὑτοῦ ποιοῦντα, "Οἵου με," βλέπη με την πεποίθησιν ότι θα
ἔφη "θεάματος ἡ πρὸς φιλοσοφίαν επέστρεφεν εκ του θεάτρου καλλίτερος.
αἰδὼς ἀπεστέρηκεν." Ο δε Τιμοκράτης, ο διδάσκαλος του,
όταν ποτέ κατά τύχην είδεν ένα
ορχηστήν χορεύοντα, Οποίον θέαμα,
είπε, μ' έχει στερήση ο προς την
φιλοσοφίαν σεβασμός.
[70] Εἰ δ᾽ ἔστιν ἀληθῆ ἃ περὶ ψυχῆς ὁ 70. Εάν δε είνε αληθή εκείνα τα
Πλάτων λέγει, τὰ τρία μέρη αὐτῆς οποία περί ψυχής λέγει ο Πλάτων, ο
καλῶς ὁ ὀρχηστὴς δείκνυσιν, τὸ ορχηστής εκδηλώνει καλώς τα τρία
θυμικὸν ὅταν ὀργιζόμενον μέρη αυτής, το θυμικόν, όταν
ἐπιδείκνυται, τὸ ἐπιθυμητικὸν ὅταν υποκρίνεται οργιζόμενον, το
ἐρῶντας ὑποκρίνηται, τὸ λογιστικὸν επιθυμητικόν, όταν παριστά
ὅταν ἕκαστα τῶν παθῶν χαλιναγωγῇ· ερωτευμένους, και το λογικόν, όταν
τοῦτο μέν γε ἐν ἅπαντι μέρει τῆς χαλιναγωγή τα διάφορα πάθη· το
ὀρχήσεως καθάπερ ἡ ἁφὴ ἐν ταῖς τελευταίον δε τούτο είνε
αἰσθήσεσιν παρέσπαρται. κάλλους δὲ κατεσπαρμένον εις όλα τα μέρη της
προνοῶν καὶ τῆς ἐν τοῖς ὀρχήμασιν ορχήσεως, όπως η αφή είνε
εὐμορφίας, τί ἄλλο ἢ τὸ τοῦ διανεμημένη εις όλας τας αισθήσεις.
Ἀριστοτέλους ἐπαληθεύει, τὸ κάλλος Όταν δε τόσον φροντίζη περί του
ἐπαινοῦντος καὶ μέρος τρίτον κάλλους και της αρμονίας των
ἡγουμένου τἀγαθοῦ καὶ τοῦτο εἶναι; σχημάτων, τί άλλο πράττει παρά
ἤκουσα δέ τινος καὶ περιττότερόν τι πραγματοποιεί το λεχθέν υπό του
νεανιευομένου ὑπὲρ τῆς τῶν Αριστοτέλους, όστις επαίνων το κάλλος
ὀρχηστικῶν προσωπείων σιωπῆς, ὅτι το θεωρεί ως εν εκ των τριών τα οποία
καὶ αὕτη Πυθαγορικόν τι δόγμα αποτελούν την ευτυχίαν;35 Ήκουσα και
αἰνίττεται. κάποιον όστις, θέλων να εξάρη
εμφαντικώτερον την σιωπήν των
προσώπων του ορχηστικού δράματος,
έλεγεν, ότι και αυτή συμβολίζει έν εκ
των δογμάτων του Πυθαγόρου36.
[71] Ἔτι δὲ τῶν ἄλλων 71. Ενώ δε εκ των άλλων έργων τα
ἐπιτηδευμάτων τῶν μὲν τὸ τερπνόν, μεν υπόσχονται το τερπνόν, τα δε το
τῶν δὲ τὸ χρήσιμον ὑπισχνουμένων, χρήσιμον, μόνον η όρχησις παρέχει και
μόνη ὄρχησις ἄμφω ἔχει, καὶ πολύ γε τὸ τα δύο· είνε δε το χρήσιμον πολύ
χρήσιμον ὠφελιμώτερον ὅσῳ μετὰ τοῦ ωφελιμώτερον όταν συνοδεύεται υπό
τερπνοῦ γίγνεται. πόσῳ γὰρ τοῦτο ὁρᾶν του τερπνού. Πόσον τωόντι πλέον
ἥδιον ἢ πυκτεύοντας νεανίσκους καὶ ευχάριστον είνε να βλέπη τις χορόν
αἵματι ῥεομένους, καὶ παλαίοντας παρά νέους πυγμαχούντας και
ἄλλους ἐν κόνει, οὓς ἡ ὄρχησις καθημαγμένους, των οποίων το αίμα
πολλάκις ἀσφαλέστερον ἅμα καὶ τρέχει, και άλλους παλαίοντας και
εὐμορφότερον καὶ τερπνότερον κυλιόμενους εις τον κονιορτόν,
ἐπιδείκνυται. τὴν μὲν οὖν γε σύντονον πράγματα τα οποία η όρχησις πολλάκις
κίνησιν τῆς ὀρχηστικῆς καὶ στροφὰς εκτελεί κατά τρόπον ακριβέστερον,
αὐτῆς καὶ περιαγωγὰς καὶ πηδήματα ωραιότερον και τερπνότερον. Η
καὶ ὑπτιασμοὺς τοῖς μὲν ἄλλοις τερπνὰ συνεχής κίνησις του χορού, αι
εἶναι συμβέβηκεν ὁρῶσιν, τοῖς δὲ συστροφαί και αι περιστροφα! αυτού,
ἐνεργοῦσιν αὐτοῖς ὑγιεινότατα· τα πηδήματα και του σώματος οι
γυμνασίων γὰρ τὸ κάλλιστόν τε ἅμα υπτιασμοί δια μεν τους θεατάς είνε
καὶ εὐρυθμότατον τοῦτο φαίην ἂν τερπνά, δια δε τους χορεύοντας
ἔγωγε εἶναι, μαλάττον μὲν τὸ σῶμα καὶ υγιεινότατα· διότι εκ των ασκήσεων
κάμπτον καὶ κουφίζον καὶ εὐχερὲς εἶναι εκείνην εγώ τουλάχιστον θεωρώ ως την
πρὸς μεταβολὴν διδάσκον, ἰσχύν τε οὐ ωραιοτέραν και ευρυθμοτέραν, η οποία
μικρὰν περιποιοῦν τοῖς σώμασιν. μαλάσσει το σώμα και το λυγίζει και το
ελαφρώνει και του δίδει την ευκολίαν
εις την αλλαγήν στάσεων και
συγχρόνως του παρέχει όχι μικράν
δύναμιν.
[72] Πῶς οὖν οὐ παναρμόνιόν τι 72. Πώς λοιπόν να μη είνε κάτι το
χρῆμα ὄρχησις, θήγουσα μὲν τὴν παναρμόνιον η όρχησις, η οποία οξύνει
ψυχήν, ἀσκοῦσα δὲ καὶ τὸ σῶμα, την ψυχήν και εξασκεί το σώμα, τέρπει
τέρπουσα δὲ τοὺς ὁρῶντας, διδάσκουσα τους βλέποντας και διδάσκει πολλά εκ
δὲ πολλὰ τῶν πάλαι ὑπ᾽ αὐλοῖς καὶ των παλαιών συμβάντων δια των
κυμβάλοις καὶ μελῶν εὐρυθμίᾳ καὶ αυλών και των κυμβάλων και της
κηλήσει διά τε ὀφθαλμῶν καὶ ἀκοῆς; ευρυθμίας των μελών, δια της γοητείας
των οφθαλμών και της ακοής;
εἴτ᾽ οὖν φωνῆς εὐμοιρίαν ζητεῖς, ποῦ ἂν Αλλα και αν θέλης ν' ακούσης μίαν
ἀλλαχόθι εὕροις, ἢ ποῖον ωραίαν φωνήν, που αλλού δύνασαι να
πολυφωνότερον ἄκουσμα ἢ εύρης συναυλίαν πολυφωνοτέραν και
ἐμμελέστερον; εἴτε αὐλοῦ καὶ σύριγγος αρμονικωτέραν; Αλλ' εάν περισσότερον
τὸ λιγυρώτερον, ἅλις καὶ τούτων ἐν σου αρέσουν οι ήχοι του αυλού και της
ὀρχήσει ἀπολαῦσαί σοι πάρεστιν. ἐῶ σύριγγας, και τούτους δύνασαι
λέγειν ὡς ἀμείνων τὸ ἦθος ὁμιλῶν τῇ αφθόνως ν' απόλαυσης εις την όρχησιν.
τοιαύτῃ θέᾳ γενήσῃ, ὅταν ὁρᾷς τὸ Παραλείπω ότι ο χαρακτήρ σου θα
θέατρον μισοῦν μὲν τὰ κακῶς βελτιωθή εις αυτά τα θεάματα, όταν θα
γιγνόμενα, ἐπιδακρῦον δὲ τοῖς βλέπης τους θεατάς να εκδηλούν μίσος
ἀδικουμένοις, καὶ ὅλως τὰ ἤθη τῶν κατά των κακών πράξεων και να
ὁρώντων παιδαγωγοῦν. δακρύουν δια τ' αδικήματα. Εν γένει το
θέαμα είνε ηθοπλαστικόν δια τους
θεατάς.
[73] ὃ δέ ἐστι μάλιστα ἐπὶ τῶν 73. Αλλ' ο μεγαλείτερος έπαινος δια
ὀρχηστῶν ἐπαινέσαι, τοῦτο ἤδη ἐρῶ· τὸ τον χορόν είνε ότι κατορθώνει να δίδη
γὰρ ἰσχύν τε ἅμα καὶ ὑγρότητα τῶν εις τα μέλη συγχρόνως ευκαμψίαν και
μελῶν ἐπιτηδεύειν ὁμοίως παράδοξον δύναμιν, πράγμα τόσον παράδοξον, ως
εἶναί μοι δοκεῖ ὡς εἴ τις ἐν τῷ αὐτῷ καὶ εάν τις κατώρθωνε να ενώση εις εν
Ἡρακλέους τὸ καρτερὸν καὶ Ἀφροδίτης σώμα την δύναμιν του Ηρακλέους και
τὸ ἁβρὸν δεικνύοι. την αβρότητα της Αφροδίτης.
[74] Ἐθέλω δὲ ἤδη καὶ ὑποδεῖξαί σοι 74. Τώρα δε θα προσπαθήσω να σου
τῷ λόγῳ ὁποῖον χρὴ εἶναι τὸν ἄριστον υποδείξω δια του λόγου και οποίος
ὀρχηστὴν ἔν τε ψυχῇ καὶ σώματι. καίτοι πρέπει να είνε ο άριστος ορχηστής κατά
τῆς μὲν ψυχῆς προεῖπον τὰ πλεῖστα· τε την ψυχήν και το σώμα. Αλλ' όσον
μνημονικόν τε γὰρ εἶναι καὶ εὐφυᾶ καὶ άφορα την ψυχήν, ανέφερα ήδη τα
συνετὸν καὶ ὀξὺν ἐπινοῆσαι καὶ καιροῦ περισσότερα· ότι πρέπει να έχη
μάλιστα ἐστοχάσθαι φημὶ δεῖν αὐτόν, μνημονικόν, να είνε ευφυής και νοήμων
ἔτι δὲ κριτικόν τε ποιημάτων καὶ και οξύς είς την αντίληψιν και, προ
ᾀσμάτων καὶ μελῶν τῶν ἀρίστων πάντων, ταχύς εις το ν' αυτοσχεδιάζη,
διαγνωστικὸν καὶ τῶν κακῶς προσέτι δε να δύναται να κρίνη
πεποιημένων [75] ἐλεγκτικόν. ποιήματα και άσματα, να διακρίνη τας
καλλίτερος μελωδίας και να διορθώνη
τα πλημμελή και ελαττωματικά.
τὸ δὲ σῶμα κατὰ τὸν Πολυκλείτου 75. Το δε σώμα του νομίζω ότι
κανόνα ἤδη ἐπιδείξειν μοι δοκῶ· μήτε πρέπει να σου παρουσιάσω σύμφωνον
γὰρ ὑψηλὸς ἄγαν ἔστω καὶ πέρα τοῦ προς τον κανόνα του Πολυκλείτου.
μετρίου ἐπιμήκης μήτε ταπεινὸς καὶ Ούτε πάρα πολύ υψηλός πρέπει να είνε,
νανώδης τὴν φύσιν, ἀλλ᾽ ἔμμετρος ούτε πάρα πολύ μικρόσωμος και
ἀκριβῶς, οὔτε πολύσαρκος, ἀπίθανον νανώδης, αλλ' εντελώς σύμμετρος, ούτε
γάρ, οὔτε λεπτὸς ἐς ὑπερβολήν· πολύσαρκος — πράγμα ανάρμοστον εις
σκελετῶδες τοῦτο καὶ νεκρικόν. την όρχησιν και τας υποκρίσεις αυτής
— ούτε καθ' υπερβολήν ισχνός, το
οποίον ενθυμίζει τους σκελετούς και
τους νεκρούς.
[76] Ἐθέλω γοῦν σοι καὶ δήμου τινὸς 76. Θα σου αναφέρω δε ποίας
οὐ φαύλου τὰ τοιαῦτα ἐπισημαίνεσθαι αποδοκιμασίας επροκάλεσαν τα
βοὰς εἰπεῖν· οἱ γὰρ Ἀντιοχεῖς, ελαττώματα ταύτα μεταξύ θεατών
εὐφυεστάτη πόλις καὶ ὄρχησιν μάλιστα ικανών να κρίνουν τα τοιαύτα. Οι
πρεσβεύουσα, οὕτως ἐπιτηρεῖ τῶν Αντιοχείς είνε λαός ευφυέστατος και
λεγομένων καὶ τῶν γιγνομένων αγαπά εξαιρετικώς τον χορόν· μετά
ἕκαστα, ὡς μηδένα μηδὲν αὐτῶν τόσης δε προσοχής και ακριβείας
διαλανθάνειν. μικροῦ μὲν γὰρ παρακολουθούν τα τοιούτα θεάματα,
ὀρχηστοῦ εἰσελθόντος καὶ τὸν Ἕκτορα ώστε ουδέν σφάλμα δύναται να
ὀρχουμένου μιᾷ φωνῇ πάντες διαφύγη την προσοχήν των. Όταν δέ
ἀνεβόησαν, "Ὦ Ἀστυάναξ, Ἕκτωρ δὲ ποτε ενεφανίσθη επί της σκηνής
ποῦ;" ἄλλοτε δέ ποτε μηκίστου τινὸς μικρόσωμος ορχηστής και παρίστα τον
ὑπὲρ τὸ μέτριον ὀρχεῖσθαι τὸν Έκτορα, πάντες συγχρόνως
Καπανέα ἐπιχειροῦντος καὶ ανεφώνησαν· Συ είσαι ο Αστυάναξ, ο
προσβάλλειν τοῖς Θηβαίων τείχεσιν, Έκτωρ δε που είνε; Άλλοτε, όταν
"Ὑπέρβηθι," ἔφησαν, "τὸ τεῖχος, οὐδέν κάποιος καθ' υπερβολήν υψηλός
σοι δεῖ κλίμακος." καὶ ἐπὶ τοῦ παχέος δὲ επεχείρησε να παραστήση δια της
καὶ πιμελοῦς ὀρχηστοῦ πηδᾶν μεγάλα ορχήσεως τον Καπανέα προσβάλλοντα
πειρωμένου, "Δεόμεθα," ἔφασαν, τα τείχη των Θηβών Διασκέλισε, του
"φεῖσαι τῆς θυμέλης." τὸ δὲ ἐναντίον τῷ εφώναξαν το τείχος, δεν έχεις ανάγκην
πάνυ λεπτῷ ἐπεβόησαν, "Καλῶς ἔχε," από κλίμακα. Εις άλλον παχύν και
ὡς νοσοῦντι. τούτων οὐ τοῦ γελοίου πολύσαρκον, ο οποίος επεχείρει να
ἕνεκα ἐπεμνήσθην, ἀλλ᾽ ὡς ἴδῃς ὅτι καὶ κάμη μεγάλα πηδήματα, εφώναξαν· Σε
δῆμοι ὅλοι μεγάλην σπουδὴν παρακαλούμεν μη μας χαλάσης την
ἐποιήσαντο ἐπὶ τῇ ὀρχηστικῇ, ὡς σκηνήν. Εξ εναντίας, εις άλλον καθ'
ῥυθμίζειν τὰ καλὰ καὶ τὰ αἰσχρὰ αὐτῆς υπερβολήν ισχνόν εφώναξαν
δύνασθαι. “Περαστικά”, ως να ήτο άρρωστος.
Αυτά δεν τα ανέφερα διά να
γελάσωμεν, αλλά δια να σου δείξω ότι
και λαοί ολόκληροι αποδίδουν μεγάλην
σπουδαιότητα εις την ορχηστρικήν και
δύνανται να κρίνουν ορθώς και τα
καλά και τα ελαττώματα αυτής.
[77] Εὐκίνητος δὲ τὸ μετὰ τοῦτο 77. Έπειτα, πρέπει πάντως να είνε
πάντως ἔστω καὶ τὸ σῶμα λελυμένος τε ευκίνητος ο χορευτής, να έχη το σώμα
ἅμα καὶ συμπεπηγώς, ὡς λυγίζεσθαί τε χαλαρόν και συγχρόνως στερεόν, ούτως
ὅπη καιρὸς καὶ συνεστάναι [78] ώστε να λυγίζεται όταν είνε ανάγκη
καρτερῶς, εἰ τούτου δέοι. ὅτι δὲ οὐκ και να στέκεται αλύγιστον οσάκις
ἀπήλλακται ὄρχησις καὶ τῆς ἐναγωνίου πρέπει. 78. Ότι δε η όρχησις δεν
χειρονομίας ἀλλὰ μετέχει καὶ τῶν στερείται και των αθλητικών κινήσεων,
Ἑρμοῦ καὶ Πολυδεύκους καὶ αλλ' έχει και τας ωραιότερας αθλητικός
Ἡρακλέους ἐν ἀθλήσει καλῶν ἴδοις ἂν στάσεις του Ερμού, του Πολυδεύκους
ἑκάστῃ τῶν μιμήσεων ἐπισχών. και του Ηρακλέους, δύνασαι να το ίδης
αν προσέξης εις εκάστην των
ορχηστικών μιμήσεων. Κατά τον
Ηρόδοτον, πλέον αξιόπιστος είναι η
όρασις από την ακοήν· αλλ' εις την
όρχησιν και η όρασις και η ακοή είνε
αναγκαίαι.
Ἡροδότῳ μὲν οὖν τὰ δι᾽ ὀμμάτων 79. Τόσην δε επίδρασιν έχει εις την
φαινόμενα πιστότερα εἶναι τῶν ὤτων ψυχήν η όρχησις, ώστε, αν μεταβή
δοκεῖ· ὀρχήσει δὲ καὶ τὰ ὤτων καὶ κανείς ερωτευμένος εις το θέατρον,
ὀφθαλμῶν πρόσεστιν. οὕτω δὲ [79] σωφρονίζεται βλέπων ποία κακά
θέλγει ὄρχησις ὥστε ἂν ἐρῶν τις εἰς τὸ αποτελέσματα έχει ο έρως· εάν δε
θέατρον παρέλθοι, ἐσωφρονίσθη ἰδὼν κατέχεται υπό λύπης, αναχωρεί εκ του
ὅσα ἔρωτος κακὰ τέλη· καὶ λύπῃ θεάτρου φαιδρότερος, ως να έπιε
ἐχόμενος ἐξέρχεται τοῦ θεάτρου φάρμακον το όποιον δίδει την λήθην ή
φαιδρότερος ὥσπερ τι φάρμακον όπως ο ποιητής το λέγει, νηπενθές και
ληθεδανὸν καὶ κατὰ τὸν ποιητὴν άχολον.37 Απόδειξις δε ότι η όρχησις
νηπενθές τε καὶ ἄχολον πιών. σημεῖον αναπαριστά τα αισθήματα των
δὲ τῆς πρὸς τὰ γιγνόμενα οἰκειότητος ανθρώπων και ότι οι θεαταί
καὶ τοῦ γνωρίζειν ἕκαστον τῶν αναγνωρίζουν έκαστος τα αισθήματα
ὁρώντων τὰ δεικνύμενα τὸ καὶ του εις τα παριστώμενα, είναι ότι οι
δακρύειν πολλάκις τοὺς θεατάς, βλέποντες δακρύουν πολλάκις, οσάκις
ὁπόταν τι οἰκτρὸν καὶ ἐλεεινὸν ο χορός παριστά τίποτε θλιβερόν. Και
φαίνηται. ἡ μέν γε Βακχικὴ ὄρχησις ἐν αυτή η βακχική όρχησις, η οποία
Ἰωνίᾳ μάλιστα καὶ ἐν Πόντῳ συνειθίζεται και εκτιμάται προ πάντων
σπουδαζομένη, καίτοι σατυρικὴ οὖσα, εις την Ιωνίαν και τον Πόντον, καίτοι
οὕτω κεχείρωται τοὺς ἀνθρώπους τοὺς είνε σατυρική, τόσον έχει υποδούλωση
ἐκεῖ ὥστε κατὰ τὸν τεταγμένον ἕκαστοι τους εκεί ανθρώπους, ώστε κατά την
καιρόν, ἁπάντων ἐπιλαθόμενοι τῶν ωρισμένην εποχήν αφήνουν πάσαν
ἄλλων, κάθηνται δι᾽ ἡμέρας τιτᾶνας άλλην ασχολίαν και επί ημέρας
καὶ κορύβαντας καὶ σατύρους καὶ κάθηνται και βλέπουν τιτάνας και
βουκόλους ὁρῶντες. καὶ ὀρχοῦνταί γε κορύβαντας, σατύρους και βουκόλους
ταῦτα οἱ εὐγενέστατοι καὶ πρωτεύοντες ορχουμένους. Εκτελούν δε τους χορούς
ἐν ἑκάστῃ τῶν πόλεων, οὐχ ὅπως τούτους οι ευγενέστατοι και οι
αἰδούμενοι ἀλλὰ καὶ μέγα φρονοῦντες πρωτεύοντες εις εκάστην των πόλεων,
ἐπὶ τῷ πράγματι μᾶλλον ἤπερ ἐπ᾽ και όχι μόνον δεν εντρέπονται δια
εὐγενείαις καὶ λειτουργίαις καὶ τούτο, αλλά και υπερηφανεύονται
ἀξιώμασι προγονικοῖς. περισσότερον παρά δια τας ευγενείας,
τα αξιώματα και τα προγονικά των
κατορθώματα.
[80] Ἐπεὶ δὲ τὰς ἀρετὰς ἔφην τὰς 80. Αφού ωμίλησα περί των
ὀρχηστικάς, ἄκουε καὶ τὰς κακίας προτερημάτων των ορχηστών, άκουσε
αὐτῶν. τὰς μὲν οὖν ἐν σώματι ἤδη τώρα και τα ελαττώματα των. Και τα
ἔδειξα, τὰς δὲ τῆς διανοίας οὕτως μεν σωματικά υπέδειξα ήδη· νομίζω δε
ἐπιτηρεῖν, οἶμαι, δύναιο ἄν. πολλοὶ γὰρ ότι κατά τον αυτόν τρόπον δυνάμεθα
αὐτῶν ὑπ᾽ ἀμαθίας—ἀμήχανον γὰρ να υποδείξωμεν και τα πνευματικά
ἅπαντας εἶναι σοφούς— καὶ σολοικίας αυτών ελαττώματα. Πολλοί εξ αυτών
δεινὰς ἐν τῇ ὀρχήσει ἐπιδείκνυνται, οἱ από αμάθειαν — διότι αδύνατον να είνε
μὲν ἄλογα κινούμενοι καὶ μηδέν, ὥς όλοι σοφοί — περιπίπτουν είς μεγάλα
φασι, πρὸς τὴν χορδήν, ἕτερα μὲν γὰρ ὁ σφάλματα κατά την όρχησιν. Και άλλοι
πούς, ἕτερα δ᾽ ὁ ῥυθμὸς λέγει· οἱ δὲ μεν κάμνουν κινήσεις παραλόγους, αι
εὔρυθμα μέν, τὰ πράγματα δὲ οποίαι, κατά το λεγόμενον, δεν έχουν
μετάχρονα ἢ πρόχρονα, οἷον ἐγώ ποτε σχέσιν προς την χορδήν·38 και αλλά
ἰδὼν μέμνημαι. τὰς γὰρ Διὸς γονὰς λέγει η κίνησις του ποδός, άλλα δε ο
ὀρχούμενός τις καὶ τὴν τοῦ Κρόνου ρυθμός. Άλλοι δε χορεύουν μεν κατά
τεκνοφαγίαν παρωρχεῖτο τὰς Θυέστου τον ρυθμόν, αλλά εις τα παριστώμενα
συμφοράς, τῷ ὁμοίῳ παρηγμένος. καὶ συγχέουν τας εποχάς· και ως
ἄλλος τὴν Σεμέλην ὑποκρινόμενος παραδείγματα θα αναφέρω πράγματα
βαλλομένην τῷ κεραυνῷ τὴν Γλαύκην τα οποία είδα. Κάποιος, ο οποίος
αὐτῇ εἴκαζε μεταγενεστέραν οὖσαν. εχόρευε την γέννησιν του Διός και
συγχρόνως την τεκνοφαγίαν του
Κρόνου, συνέχεε το θέμα του προς τα
παθήματα του Θυέστου. Άλλος,
υποκρινόμενος την Σεμέλην
κεραυνοβολουμένην, την παρωμοίαζε
προς την Γλαύκην, η οποία είνε
μεταγενεστέρα.
ἀλλ᾽ οὐκ ἀπό γε τῶν τοιούτων Αλλά τα σφάλματα των τοιούτων
ὀρχηστῶν ὀρχήσεως αὐτῆς, οἶμαι, δεν πρέπει ν' αποδίδωνται εις την
καταγνωστέον οὐδὲ τὸ ἔργον αὐτὸ όρχησιν, ούτε πρέπει, εξ αιτίας αυτών,
μισητέον, ἀλλὰ τοὺς μέν, ὥσπερ εἰσίν, να περιφρονούμεν την τέχνην, αλλ'
ἀμαθεῖς νομιστέον, ἐπαινετέον δὲ τοὺς αυτούς μεν να θεωρούμεν αμαθείς, να
ἐννόμως καὶ κατὰ ῥυθμὸν τῆς τέχνης επαινούμεν δε εκείνους οίτινες
ἱκανῶς ἕκαστα δρῶντας. χορεύουν κανονικώς και κατά τον
ρυθμόν της τέχνης εκτελούν τα
διάφορα θέματα.
[81] Ὅλως δὲ τὸν ὀρχηστὴν δεῖ 81. Εν γένει δε ο χορευτής πρέπει να
πανταχόθεν ἀπηκριβῶσθαι, ὡς εἶναι τὸ καταβάλλη πάσαν φροντίδα, ώστε παν
πᾶν εὔρυθμον, εὔμορφον, σύμμετρον, ό,τι εκτελεί να είνε εύρυθμον,
αὐτὸ αὑτῷ ἐοικός, ἀσυκοφάντητον, εύσχημον, σύμμετρον, συνεπές προς
ἀνεπίληπτον, μηδαμῶς ἐλλιπές, ἐκ τῶν εαυτό, μη δυνάμενον να παρερμηνευθή
ἀρίστων κεκραμένον, τὰς ἐνθυμήσεις και κατακριθή, χωρίς καμμιάν έλλειψιν
ὀξύν, τὴν παιδείαν βαθύν, τὰς ἐννοίας και αποτελούμενον εκ των αρίστων
ἀνθρώπινον μάλιστα. ὁ γοῦν ἔπαινος ασκήσεων· ο ίδιος δε να έχη την μνήμην
αὐτῷ τότ᾽ ἂν γίγνοιτο ἐντελὴς παρὰ οξείαν, να έχη γνώσεις μεγάλας και
τῶν θεατῶν ὅταν ἕκαστος τῶν ὁρώντων βαθείας και να γνωρίζη μεγάλως την
γνωρίζῃ τὰ αὑτοῦ, μᾶλλον δὲ ὥσπερ ἐν ανθρωπίνην ψυχήν. Τότε ο έπαινος των
κατόπτρῳ τῷ ὀρχηστῇ ἑαυτὸν βλέπῃ θεατών θα είνε εντελής, όταν έκαστος
καὶ ἃ πάσχειν αὐτὸς καὶ ἃ ποιεῖν εκ των παρακολουθούντων την όρχησιν
εἴωθεν· τότε γὰρ οὐδὲ κατέχειν ἑαυτοὺς αναγνωρίζει εις αυτήν τα αισθήματα
οἱ ἄνθρωποι ὑφ᾽ ἡδονῆς δύνανται, ἀλλ᾽ του και ως εις καθρέπτην βλέπει τον
ἀθρόοι πρὸς τὸν ἔπαινον ἐκχέονται, τὰς εαυτόν του εις τον ορχηστήν και όσα
τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς ἕκαστος εἰκόνας πάσχει και όσα συνειθίζει να πράττη.
ὁρῶντες καὶ αὑτοὺς γνωρίζοντες. Όταν οι θεαταί βλέπουν έκαστος τας
ἀτεχνῶς γὰρ τὸ Δελφικὸν ἐκεῖνο τὸ κινήσεις της ψυχής των και
Γνῶθι σεαυτὸν ἐκ τῆς θέας αὐτοῖς αναγνωρίζουν εαυτούς, αισθάνονται
περιγίγνεται, καὶ ἀπέρχονται ἀπὸ τοῦ τόσην τέρψιν, ώστε δεν δύνανται να
θεάτρου ἅ τε χρὴ αἱρεῖσθαι καὶ ἃ κρατηθούν, αλλ' επαινούν και
φεύγειν μεμαθηκότες καὶ ἃ πρότερον επευφημούν ενθουσιωδώς· διότι
ἠγνόουν διδαχθέντες. αποτέλεσμα του θεάματος εκείνου είνε
το Δελφικόν “Γνώθι σεαυτόν”·
απέρχονται δε εκ του θεάτρου, αφού
έμαθαν ποία πρέπει να προτιμούν και
ποία ν' αποφεύγουν και εδιδάχθησαν
όσα προηγουμένως δεν εγνώριζαν.
[82] Γίνεται δέ, ὥσπερ ἐν λόγοις, 82. Όπως δε εις τους λόγους, και εις
οὕτω δὲ καὶ ἐν ὀρχήσει ἡ πρὸς τῶν την όρχησιν συμβαίνει η λεγομένη
πολλῶν λεγομένη κακοζηλία κακοζηλία· δηλαδή οι ορχούμενοι
ὑπερβαινόντων τὸ μέτρον τῆς μιμήσεως υπερβαίνουν το μέτρον της μιμήσεως
καὶ πέρα τοῦ δέοντος ἐπιτεινόντων, καὶ και την εντείνουν πέραν του δέοντος·
εἰ μέγα τι δεῖξαι δέοι, ὑπερμέγεθες εάν δε πρόκηται να παραστήσουν
ἐπιδεικνυμένων, καὶ εἰ ἁπαλόν, καθ᾽ τίποτε αβρόν, γίνονται καθ' υπερβολήν
ὑπερβολὴν θηλυνομένων, καὶ τὰ θηλυπρεπείς, τα δε ανδροπρεπή ωθούν
ἀνδρώδη ἄχρι τοῦ ἀγρίου καὶ μέχρι του αγρίου και θηριώδους.
θηριώδους προαγόντων.
[83] Οἷον ἐγώ ποτε μέμνημαι ἰδὼν 83. Και ενθυμούμαι ότι είδα κάποτε ένα
ποιοῦντα ὀρχηστὴν εὐδοκιμοῦντα ορχηστήν, ο οποίος προηγουμένως
πρότερον, συνετὸν μὲν τὰ ἄλλα καὶ εθεωρείτο εκ των καλών, ήτο δε τωόντι
θαυμάζεσθαι ὡς ἀληθῶς ἄξιον, οὐκ τεχνίτης και αληθώς άξιος να
οἶδα δὲ ᾗτινι τύχῃ εἰς ἀσχήμονα θαυμάζεται, αλλά δεν γνωρίζω πως του
ὑπόκρισιν δι᾽ ὑπερβολὴν μιμήσεως συνέβη να εξωκείλη εις άσχημον
ἐξοκείλαντα. ὀρχούμενος γὰρ τὸν υπόκρισιν δια της υπερβολικής
Αἴαντα μετὰ τὴν ἧτταν εὐθὺς μιμήσεως. Ορχούμενος τον Αίαντα,
μαινόμενον, εἰς τοσοῦτον παράφρονα μετά την ήτταν, τόσον
ὑπερεξέπεσεν ὥστε οὐχ ὑποκρίνασθαι παρεξετράπη, ώστε αντί να φαίνεται
μανίαν ἀλλὰ μαίνεσθαι αὐτὸς εἰκότως ότι υπεκρίνετο την παραφροσύνην,
ἄν τινι ἔδοξεν. ἑνὸς γὰρ τῶν τῷ σιδηρῷ ηδύνατο να νομισθή ότι είχε
ὑποδήματι κτυπούντων τὴν ἐσθῆτα παραφρονήση ο ίδιος· ενός εκ των
κατέρρηξεν, ἑνὸς δὲ τῶν ὑπαυλούντων κρατούντων το μέτρον δια του σιδηρού
τὸν αὐλὸν ἁρπάσας τοῦ Ὀδυσσέως υποδήματος κατέσχισε τα ενδύματα,
πλησίον ἑστῶτος καὶ ἐπὶ τῇ νίκῃ μέγα αρπάσας δε τον αυλόν ενός εκ των
φρονοῦντος διεῖλε τὴν κεφαλὴν αυλητών, εκτύπησε δι' αυτού κατά
κατενεγκών, καὶ εἴ γε μὴ ὁ πῖλος κεφαλής τον Οδυσσέα, όστις εστέκετο
ἀντέσχεν καὶ τὸ πολὺ τῆς πληγῆς πλησίον και υπερηφανεύετο δια την
ἀπεδέξατο, ἀπωλώλει ἂν ὁ κακοδαίμων νίκην, και αν η περικεφαλαία δεν τον
Ὀδυσσεύς, ὀρχηστῇ παραπαίοντι επροφύλαττεν, αλλ' εδέχετο ολόκληρον
περιπεσών. το κτύπημα η κεφαλή, θα εφονεύετο ο
ταλαίπωρος Οδυσσεύς, διότι του έτυχε
τοιούτος παράφρων ορχηστής.
ἀλλὰ τό γε θέατρον ἅπαν συνεμεμήνει Αλλά και οι θεαταί όλοι συνεμερίζοντο
τῷ Αἴαντι καὶ ἐπήδων καὶ ἐβόων καὶ την παραφροσύνην του Αίαντος και
τὰς ἐσθῆτας ἀνερρίπτουν, οἱ μὲν ανεπήδων και εκραύγαζον και έρριπτον
συρφετώδεις καὶ αὐτὸ τοῦτο ἰδιῶται τοῦ τα ενδύματα των, καθότι οι μεν ήσαν
μὲν εὐσχήμονος οὐκ ἐστοχασμένοι οὐδὲ απλοϊκοί και του όχλου ανθρώποι και
τὸ χεῖρον ἢ τὸ κρεῖττον ὁρῶντες, ἄκραν δεν είχον αντίληψιν του μέτρου και του
δὲ μίμησιν τοῦ πάθους τὰ τοιαῦτα κοσμίου, ούτε ηδύναντο να διακρίνουν
οἰόμενοι εἶναι· οἱ ἀστειότεροι δὲ το κακόν και το καλόν και ενόμιζον τας
συνιέντες μὲν καὶ αἰδούμενοι ἐπὶ τοῖς υπερβολάς του ορχηστού ως τελείαν
γινομένοις, οὐκ ἐλέγχοντες δὲ σιωπῇ τὸ μίμησιν του πάθους, οι δε μορφωμένοι
πρᾶγμα, τοῖς δὲ ἐπαίνοις καὶ αὐτοὶ τὴν ενόουν μεν το άτοπον και
ἄνοιαν τῆς ὀρχήσεως ἐπικαλύπτοντες, δυσηρεστούντο δια τα γινόμενα, αλλά
καὶ ἀκριβῶς ὁρῶντες ὅτι οὐκ Αἴαντος δεν ετόλμων να εκδηλώσουν την
ἀλλὰ ὀρχηστοῦ μανίας τὰ γιγνόμενα αποδοκιμασίαν των· και μολονότι
ἦν. οὐ γὰρ ἀρκεσθεὶς τούτοις ὁ έβλεπον ότι τα γινόμενα δεν παρίστων
γενναῖος ἄλλο μακρῷ τούτου την παραφροσύνην του Αίαντος, αλλ'
γελοιότερον ἔπραξε· καταβὰς γὰρ εἰς ήσαν παραφροσύνη του ορχηστού,
τὸ μέσον ἐν τῇ βουλῇ δύο ὑπατικῶν εχειροκρότουν και αυτοί, καλύπτοντες
μέσος ἐκαθέζετο, πάνυ δεδιότων μὴ καὶ δια των επευφημιών την ασχημίαν της
αὐτῶν τινα ὥσπερ κριὸν μαστιγώσῃ ορχήσεως. Δεν ηρκέσθη δε είς αυτά ο
λαβών. εξαίρετος εκείνος ορχηστής, αλλ'
έπραξε και κάτι τι άλλο πολύ
γελοιωδέστερον· κατέβη εκ της σκηνής
και εκάθισεν εις το μέσον του θεάτρου
εις μίαν εκ των θέσεων των ωρισμένων
δια τους συγκλητικούς, μεταξύ δύο
πρώην υπάτων, οίτινες κατελήφθησαν
υπό φόβου μήπως θα τους
εμαστίγωνεν, όπως τον κριόν τον
οποίον ο Αίας κτυπά.
Καὶ τὸ πρᾶγμα οἱ μὲν ἐθαύμαζον, οἱ Και άλλοι μεν εθαύμαζον τα πράγμα,
δὲ ἐγέλων, οἱ δὲ ὑπώπτευον μὴ ἄρα ἐκ άλλοι δε εγέλων και μερικοί υπώπτευον
τῆς ἄγαν μιμήσεως εἰς τὴν τοῦ πάθους μήπως εκ της υπερβολικής μιμήσεως
ἀλήθειαν ὑπηνέχθη. έπαθε πραγματικώς εκείνο το οποίον
υπεκρίνετο.
καὶ [84] αὐτὸν μέντοι φασὶν 84. Αλλά λέγεται ότι και ο ίδιος, όταν
ἀνανήψαντα οὕτως μετανοῆσαι ἐφ᾽ οἷς συνήλθε, τόσον μετενόησε δι' όσα·
ἐποίησεν ὥστε καὶ νοσῆσαι ὑπὸ λύπης, έπραξεν, ώστε εκ της λύπης του
ὡς ἀληθῶς ἐπὶ μανίᾳ κατεγνωσμένον. ησθένησε, διότι ενομίσθη ότι αληθώς
καὶ ἐδήλωσέ γε τοῦτο σαφῶς αὐτός· είχε παραφρονήση. Εξεδήλωσε δε και
αἰτούντων γὰρ αὖθις τῶν στασιωτῶν άλλως την μεταμέλειάν του, διότι όταν
αὐτοῦ τὸν Αἴαντα ὀρχήσασθαι αὐτοῖς, οι θαυμασταί του τον εκάλεσαν να
παραιτησάμενος, "Τὸν ὑποκριτήν," ἔφη χορεύση εκ νέου τον Αίαντα,
πρὸς τὸ θέατρον, "ἱκανόν ἐστιν ἅπαξ παρουσίασεν άλλον ορχηστήν και είπε
μανῆναι." μάλιστα δὲ αὐτὸν ἠνίασεν ὁ προς τους θεατάς· Είνε αρκετόν ότι
ἀνταγωνιστὴς καὶ ἀντίτεχνος· τοῦ γὰρ παρεφρόνησα μίαν φοράν. Τον
ὁμοίου Αἴαντος αὐτῷ γραφέντος οὕτω ελύπησε δε προ πάντων η επιτυχία ενός
κοσμίως καὶ σωφρόνως τὴν μανίαν ομοτέχνου και αντιζήλου, όστις,
ὑπεκρίνατο ὡς ἐπαινεθῆναι, μείνας αναλαβών να χορεύση τον Αίαντα,
ἐντὸς τῶν τῆς ὀρχήσεως ὅρων καὶ μὴ τόσον κοσμίως και με τόσην τέχνην
παροινήσας εἰς τὴν ὑπόκρισιν. υπεκρίθη την παραφροσύνην, ώστε
επηνέθη διότι έμεινεν εντός των
κανόνων της ορχήσεως και δεν
παρεξετράπη εις υπερβολάς ασχήμους.
[85] Ταῦτά σοι, ὦ φιλότης, ὀλίγα ἐκ 85. Αρκούμαι εις αυτά, φίλε μου, εκ
παμπόλλων παρέδειξα ὀρχήσεως ἔργα των πολλών τα οποία ηδυνάμην να σου
καὶ ἐπιτηδεύματα, ὡς μὴ πάνυ ἄχθοιό είπω περί της αξίας της ορχήσεως, διά
μοι ἐρωτικῶς θεωμένῳ αὐτά. εἰ δὲ να μη αγανακτής και θεωρής
βουληθείης κοινωνῆσαί μοι τῆς θέας, εὖ ανεξήγητον την αγάπην την οποίαν
οἶδα ἐγὼ πάνυ ἁλωσόμενόν σε καὶ τρέφω προς αυτήν. Εάν δε θέλησης να
ὀρχηστομανήσοντά γε προσέτι. ὥστε συμμερισθής μετ' εμού το θέαμα, είμαι
οὐδὲν δεήσομαι τὸ τῆς Κίρκης ἐκεῖνο βέβαιος ότι θα σε κατάκτηση και η
πρὸς σὲ εἰπεῖν, τό αγάπη σου προς τον χορόν θα φθάση
θαῦμά μ᾽ ἔχει ὡς οὔτι πιὼν τάδε μέχρι μανίας. Και δεν θα ευρεθώ εις
φάρμακ᾽ ἐθέλχθης, την ανάγκην να σου είπω, όπως η
θελχθήσῃ γάρ, καὶ μὰ Δί᾽ οὐκ ὄνου Κίρκη·
κεφαλὴν ἢ συὸς καρδίαν ἕξεις, ἀλλ᾽ ὁ Θαῦμα μ' ἔχει ὡς οὔτι πιὼν τάδε
μὲν νόος σοι ἐμπεδώτερος ἔσται, σὺ δὲ φάρμακ' ἐθέλχθης,39
ὑφ᾽ ἡδονῆς οὐδὲ ὀλίγον τοῦ κυκεῶνος διότι θα μαγευθής, χωρίς συγχρόνως ν'
ἄλλῳ μεταδώσεις πιεῖν. ὅπερ γὰρ ὁ αποκτήσης όνου κεφαλήν ή καρδίαν
Ὅμηρος περὶ τῆς Ἑρμοῦ ῥάβδου τῆς χοίρου·40 αλλά το μεν πνεύμα σου θα
χρυσῆς λέγει, ὅτι καὶ "ἀνδρῶν ὄμματα γίνη ισχυρότερον, τόσον δε θα
θέλγει" δι᾽ αὐτῆς ευχαριστήσης, ώστε και εις άλλους θα
ὧν ἐθέλει, τοὺς δ᾽ αὖτε καὶ δώσης να πίουν εκ του ποτού. Εκείνο
ὑπνώοντας ἐγείρει, που λέγει ο Όμηρος περί της χρυσής
τοῦτο ἀτεχνῶς ὄρχησις ποιεῖ καὶ τὰ ράβδου του Ερμού, ότι και “ἀνδρῶν
ὄμματα θέλγουσα καὶ ἐγρηγορέναι ὄμματα θέλγει ὧν ἐθέλει”,
ποιοῦσα καὶ ἐπεγείρουσα τὴν διάνοιαν τοὺς δ' αὗτε καὶ ὑπνώοντας ἐγείρει,41
πρὸς ἕκαστα τῶν δρωμένων. τούτο εντελώς εφαρμόζεται και εις την
όρχησιν, η οποία και τους οφθαλμούς
θέλγει και το πνεύμα διεγείρει και
εξυψώνει μέχρι των γεγονότων τα
οποία αναπαριστά.
ΚΡΑΤΩΝ Καὶ μὴν ἤδη ἐγώ, ὦ Λυκῖνε, ΚΡΑΤ. Τώρα, Λυκίνε, σε πιστεύω και
πείθομαί τέ σοι καὶ ἀναπεπταμένα ἔχω σε ακούω με όλην μου την προσοχήν.
καὶ τὰ ὦτα καὶ τὰ ὄμματα. καὶ μέμνησό Να ενθυμήσαι δε, φίλε μου, όταν θα
γε, ὦ φιλότης, ἐπειδὰν εἰς τὸ θέατρον πας εις το θέατρον, να κρατήσης και δι'
ἴῃς, κἀμοὶ παρὰ σαυτῷ θέαν εμέ μίαν θέσιν, δια να συμμερισθώ και
καταλαμβάνειν, ὡς μὴ μόνος ἐκεῖθεν εγώ την σοφίαν, την οποίαν εκείθεν
σοφώτερος ἡμῖν ἐπανίοις. αποκομίζεις.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

35. Κατά τον Αριστοτέλην η ευτυχία συνίσταται από τα πνευματικά χαρίσματα, το


σωματικόν κάλλος και τον πλούτον.
36. Ο Πυθαγόρας υπέβαλε τους μαθητάς του εις πενταετή σιωπήν.
37. Ο Όμηρος εις την Οδύσσειαν.
38. Μηδέν προς την χορδήν.
39. Απορώ πώς χωρίς να πίης αυτά τα φάρμακα εμαγεύθης.
40. Όπως οι σύντροφοι του Οδυσσέως.
41. Γοητεύει τους οφθαλμούς οιωνδήποτε ανθρώπων θέλει, εκτός δε τούτου και τους
κοιμωμένους εξυπνά.

You might also like