Το Σάββατο, το Αn Club στα Εξάρχεια φιλοξένησε το Lords of the
Void Festival, μία γιορτή της σκοτεινής doom metal μουσικής. Το
lineup αποτελούνταν απο τρεις ελληνικές μπάντες και τους Σουηδούς Saturnalia Temple. Η προσέλευση ήταν μάλλον ολιγοπληθής, με το κοινό να μεγαλώνει όσο πλησιάζαν οι Σουηδοί headliners.
Το φεστιβάλ ξεκίνησε με τους Hearth, να παρουσιάζουν τις
μακροσκελείς συνθέσεις τους με έντονα υπερβατικά doom στοιχεία και down-tuned κιθάρες. Το συγκρότημα παρουσίασε το ενδιαφέρον υλικό του, με εξέχοντα ρόλο να λαμβάνουν οι καθαροί και συμπαγείς ρυθμοί που κρατούσαν τα τύμπανα.
Η βραδιά συνεχίστηκε με τους Spacement, μια ψυχεδελική doom
μπάντα, με έντονα όμως stoner στοιχεία. Στα θετικά σίγουρα προσμετράται ο κιθαρίστας τους, που κρατούσε το ενδιαφέρον με ψυχεδελικά riffs, πολύ καλά εκτελεσμένα. Επίσης ενδιαφέρον παρουσίασε και η προσέγγιση της μπάντας στη χρήση samples και εφφέ που έδιναν ένα καθαρό στίγμα για την ατμόσφαιρα που προσπαθούσε η μπάντα να καλλιεργήσει. Στα growled φωνητικά υπήρχαν σαφείς αντιθέσεις, με τον vocalist να είναι αρκετά καλός στις υψηλές εντάσεις, αλλά να φαλτσάρει οπουδήποτε χρειαζόταν λεπτός και προσεκτικός χειρισμός του αέρα. Οι αργοί doom ρυθμοί της μπάντας πολλές φορές έκανα αισθητά όποια λάθη γίνονταν, ειδικά στο ρυθμικό κομμάτι και συνήθως όταν έχτιζαν momentum, φτάνοντας σε κρεσέντο και χρειαζόταν να επιστρέψουν απότομα σε αργές ρυθμικές δομές. Σε γενικές γραμμές, οι Spacement φαίνεται να είναι μία υποσχόμενη μπάντα που έχει σίγουρα τα φόντα και την αισθητική να παράγει καλή μουσική.
Τρίτοι σε σειρά ήρθαν οι Devathorn, μια black metal μπάντα με σαφή
παγανιστικά στοιχεία. Το συγκρότημα προσπάθησε εξ αρχής να στήσει ένα έντονα θεατρικό set, αλλά χρησιμοποιώντας τα επιμέρους στοιχεία άκριτα και ακαλαίσθητα. Πριν την αρχή του set, τα μέλη άναψαν κεριά (δύο εξ αυτών χωμένα σε μπουκάλια βότκας) και αρωματικά στικς. Η όλη, εμφανής στο κοινό, διαδικασία αφαίρεσε οποιοδήποτε θεατρικό στοιχείο μετατρέποντας το θέαμα σε ιλαρό, ειδικά αν συνυπολογιστεί και ο πολύ λάθος έντονος φωτισμός (για ένα τέτοιο σκηνικό) που χρησιμοποιήθηκε. Τα μέλη της μπάντας εμφανίστηκαν με μαντήλια που κάλυπταν το μισό τους πρόσωπο (θυμίζοντας τους Ισλανδούς Svartidaudi) και με facepaint στο μέτωπο και με θεατράλε macho συμπεριφορά επιδόθηκαν στο παίξιμο μουσικής με διόλου ευφάνταστες αναφορές στο παρελθόν της black metal σκηνής και τρομερή αμηχανία στις μεταβολές σε ρυθμό και ύφος. Στα (ελάχιστα) θετικά μπορεί κανείς να αναφερθεί στην αρκετά καλή τεχνική ικανότητα της drummer (ειδικά στα pedals), που σίγουρα επέτρεπε πιο ενδιαφέροντα και εμπνευσμένα ρυθμικά patterns, τα οποία δεν ακούσαμε ποτέ. Το κάθε τραγούδι ξεκίνησε με επικλήσεις των vocalists σε θεούς και δαίμονες, που ίσως έπρεπε να χρησιμοποιηθούν σοφότερα για να αποφευχθεί ο συσχετισμός τους με κακούς απο τις Μάγισσες του Star. Το set ήταν πλούσιο σε μικροφωνισμούς, που αποσυντόνιζαν το –μάλλον χλιαρό- κοινό. Στο τελευταίο κομμάτι, η μπάντα κάλεσε στη σκηνή τον Acherontas, ο οποίος προσέδωσε μία πιο ενδιαφέρουσα προσέγγιση στο φωνητικό μέρος της μουσικής των Devathorn.
Tέλος ήρθαν οι headliners του φεστιβάλ, οι Σουηδοί Saturnalia
Temple, μία doom μπάντα με πολύ καλές ισορροπίες και δυναμική εμφάνιση. Το συγκρότημα έπαιξε επικά down-tuned doom κομμάτια, με πολύ καλοζυγισμένα drums, με επαναληπτικές δομές. Μέσα σε αυτήν την επανάληψη, οι Σουηδοί κατάφεραν να αποδείξουν πόσο εύκολα χτίζεται μία καλή ατμόσφαιρα από την σωστή τεχνική που δεν αφήνει ούτε χτύπο εκτός τέμπο. Τα κεριά των Devathorn παρέμειναν στη σκηνή, αλλά το σκηνικό μεταμορφώθηκε σε μία πολύ πιο επιτυχημένη εκδοχή της doom αισθητικής, βοηθημένο από τον χαμηλό φωτισμό και τα projections που χρησιμοποιήθηκαν. Παρόλη τη χλιαρή προσέλευση στο Αν, οι Saturnalia Temple κατάφεραν να παρασύρουν το κοινό στη μακροσκελή ατμοσφαιρική μουσική τους, που ήταν γεμάτη στις αρμονικές αλλαγές μεταξύ των υφών. Τα κιθαριστικά σόλο ήταν εξαιρετικά εντοπισμένα, χωρίς να επιδίδονται ποτέ σε υπερβολές και το μπάσο να κρατάει σωστά τις συμπαγείς γραμμές του. Επίσης σωστή χρήση έγινε και στο distortion χωρίς να ακούγεται ποτέ υπερβολικό ή κακόγουστο. Εξ αρχής ήταν εμφανές πως το συγκρότημα είχε έναν πολύ δεμένο ήχο, με πολύ καλή ισορροπία μεταξύ των μουσικών στοιχείων. Στο τέλος του set, h τελευταία νότα κρατήθηκε σε sustenance μέχρι να επανεμφανιστούν τα μέλη για το υπνωτικό encore. Εν κατακλείδι, οι Saturnalia Temple είναι μία μπάντα που αποδεικνύει πως δε μπορείς ποτέ να κάνεις λάθος με τη συνταγή ενός δεμένου, safe ήχου παιγμένου από καλούς μουσικούς.