You are on page 1of 2

Προκειμένου να εξηγήσω το θέμα μου και ίσως ακόμη το καθορίσω επακριβώς, θα ήθελα να

στρέψετε την προσοχή σας αρχικά σε ένα μεγαλειώδες κομμάτι της ελληνικής λογοτεχνίας, στο
«Συμπόσιον» του Πλάτωνα. Οι άνδρες, οι οποίοι σε αυτήν την περιγραφή συναντιούνται στις
οινοποσίες, φαινομενικά όλες τους οι πράξεις αποτελούν κομμάτι μιας συνήθειας. Πίνουν,
αστειεύονται και συνομιλούν για τη δοξασία ενός πολύ δημοφιλούς θεού, του θεού Έρωτα, του
οποίου η δύναμη, όπως πιστεύουν, εγείρει όμορφα συναισθήματα, αλλά δε θεωρείται ότι εμπίπτει
σε λογικά και πρέποντα πλαίσια. Ωστόσο, όσο περισσότερο ο αναγνώστης εμβαθύνει στον διάλογο,
με τόσο μεγαλύτερη ενάργεια αναγνωρίζει τη βαρύτητά του. Κάθε προσωπικό εγκώμιο προσθέτει
και μια καινούργια άποψη στην εικόνα του ισχυρού θεού με τις διαφορετικές μορφές και τελικά τον
αναδεικνύει ως έναν μοναδικό διαμεσολαβητή ανάμεσα στη γη και τον ουρανό, ως τον πιο
αξιόπιστο οδηγό προς την αρετή, ακόμη και προς την κατάκτηση της αλήθειας και, ως εκ τούτου,
ως ένα απαραίτητο φιλοσοφικό φαινόμενο. Ο Πλάτων προφανέστατα ξεκινάει από τη βασική ιδέα
ότι ο αγνός ενθουσιασμός για την ομορφιά, την καλοσύνη και την αλήθεια μπορεί να υφίσταται
μόνο σε συνάρτηση με τη σωματική επιθυμία, δηλαδή με τη συνδρομή αυτού του είδους επιθυμίας,
την οποία τείνουμε να αποκαλούμε ως επίγειο ή αισθησιακό έρωτα. Είναι γνωστό ότι έχει
περιγράψει και εξυμνήσει με εκπληκτικό και μεγαλειώδη τρόπο τη σωματική επιθυμία ως conditio
sine qua non για τον φιλοσοφικό Έρωτα στον διάλογο «Φαῖδρος». Αυτή η διδασκαλία είναι
συνδεδεμένη με την πολύ ιδιαίτερη αντίληψή του για την έννοια της ομορφιάς, η οποία είναι η
μόνη που φτάνει τόσο βαθιά στον κόσμο των αισθητών πραγμάτων, ώστε μπορεί να γίνει αντιληπτή
με τα όργανα του σώματός μας και πρωτίστως με τα μάτια.
Αν τώρα κάποιος αναρωτιόταν τι είδους σωματική επιθυμία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως βάση
για επιδιώξεις με πνευματικό πρόσημο, θα έβρισκε ξεκάθαρες απαντήσεις ήδη από την αρχή της
συνομιλίας στο «Συμπόσιον». Ο Φαίδρος, ο πρώτος ομιλητής, περιγράφει τον Έρωτα ως έναν από
τους μεγαλύτερους θεούς, επικαλούμενος τη Θεογονία του Ησιόδου προς επίρρωσιν την άποψής
του (116ff.). Αλλά ο Έρωτας, αναφέρει, δεν είναι μόνο ο πιο αξιοσέβαστος, αλλά και ο πιο
ωφέλιμος από τα θεία. «Γιατί», γράφει στο 178 c 3, «κατά την ταπεινή μου γνώμη, δεν υπάρχει
μεγαλύτερο αγαθό , κιόλας απ' την πρώτη νιότη μας, από έναν άξιο εραστή και επίσης, για τον
εραστή, απ' το αγαπημένο του αγόρι». Αυτός ο ομιλητής γνωρίζει πώς να εκφράσει αξιέπαινα
πράγματα αναφορικά με τον έρωτα για τις γυναίκες· αναφέρεται στην Άλκηστη, που
προθυμοποιήθηκε να πεθάνει για χάρη του συζύγου της, τη στιγμή που αρνούνταν να το κάνουν οι
ίδιοι οι γονείς του Αδμήτου, λόγω δειλίας. Όμως, αυτός ο γυναικείος έρωτας θεωρείται, κατά
κάποιον τρόπο, ως ένα υποκατάστατο του αληθινού Έρωτα, ο οποίος δεν υπήρχε στο περιβάλλον
του Αδμήτου. Πρωτίστως, κατά την περιγραφή του Φαίδρου, η ερωτευμένη σύζυγος στερείται του
απαράμιλλου θεϊκού ενθουσιασμού, τον οποίο μόνο ο ερωτευμένος με ένα όμορφο αγόρι γνωρίζει.
«Περισσότερο ένθεος είναι ο εραστής, παρά το αγαπημένο αγόρι», γράφει στο τέλος του διαλόγου,
«γιατί μέσα του φωλιάζει ο θεός. Αυτός είναι ο λόγος που τίμησαν τον Αχιλλέα περισσότερο από
την Άλκηστη, αποστέλλοντάς τον στις νήσους των Μακάρων». Τώρα μπορεί να αντιληφθεί κανείς
γιατί είχε ειπωθεί νωρίτερα ότι μόνο οι άνδρες εραστές που συνευρίσκονται ερωτικά επίσης με
άνδρες χαίρουν των υψηλότερων αρετών, απαλλαγμένοι από αμοιβαία ντροπή, όταν βρίσκονται
μαζί. Ήδη ο Φαίδρος ορίζει την αγάπη για ένα αγόρι ως το βασικό στοιχείο για την ηθική
γενικότερα και ως βάση για όλες τις πολιτικές αρετές.
Αυτή η σκέψη κυριαρχεί και στις επόμενες συζητήσεις. Ο επόμενος ομιλητής, ο Παυσανίας, ασκεί
κριτική στις απόψεις που διατυπώθηκαν από τον συνομιλητή του, ωστόσο εν τέλει οδηγεί τις
προαναφερθείσες αυτές θέσεις στον στόχο του διαλόγου συνολικά. Υπάρχουν, υποστηρίζει, όχι μία,
αλλά δύο θεές για τον Έρωτα, η μεγαλύτερη και πιο αξιοσέβαστη, η κόρη του Ουρανού, που δεν
έχει μητέρα, και η νεότερη, το παιδί του Δία και της Διώνης. Η μία προέρχεται από τη Θεογονία του
Ησιόδου, η άλλη από το πέμπτο βιβλίο της Ιλιάδας, τη μία την αποκαλεί ο Παυσανίας ως Αφροδίτη
Ουρανία και την άλλη ως Αφροδίτη Πάνδημο. Στην υπηρεσία της βρίσκονται δύο ίσοι μεταξύ τους
άνδρες θεοί για τον έρωτα. Στον Έρωτα πάνδημο υπόκειται ο έρωτας των αγοραίων ανθρώπων.
«Τέτοιοι άνθρωποι», λέει ο Παυσανίας (181 b 2), «ερωτεύονται χωρίς καμία διάκριση και γυναίκες
και αγόρια και περισσότερο τα σώματα, παρά τις ψυχές αυτών που ποθούν. Ερωτεύονται, επίσης,
άτομα όσο γίνεται χαμηλότερου πνευματικού επιπέδου, γιατί αποσκοπούν μόνο στο να κάνουν τη
δουλειά τους, χωρίς να νοιάζονται αν γίνεται όμορφα ή όχι. Συνεπώς, οι πράξεις τους εξαρτώνται
από την τύχη, καλές ή κακές με τις ίδιες πιθανότητες».

You might also like