Professional Documents
Culture Documents
Κοινοποιήστε το άρθρο...
Facebook
email
Print
Είναι αλήθεια ότι στη μεγάλη μορφωτική και ηθική κρίση, που περνάμε σήμερα,
νιώθουμε την ανάγκη να ανατρέξουμε σ’ εκείνους τους ηθικούς και
πνευματικούς μας πατέρες, που μπόρεσαν κάτω από δυσοίωνες συνθήκες
διαβίωσης να καλλιεργήσουν το ελληνικό πνεύμα και να αναδείξουν τις γόνιμες
δυνάμεις του λαού μας , μετατρέποντας το σεισμό και την καταστροφή στο
μεγάλο θαύμα της αναγέννησης και της άνθισης της νέας Ελλάδας.
Πολύ εύστοχα η δημοτική αρχή εστιάζεται και τιμά τη μνήμη άξιων και
ευυπόληπτων ανδρών της πόλης μας, υιοθετώντας έτσι την ρήση του Νίτσε:
«Πώς θέλετε να ανέβετε ψηλά, αν δεν ανέβει μαζί σας και η αρετή των
προγόνων σας;»
Στην οικογένεια υπήρχε ένας ακόμα ιερωμένος, ο αδελφός του πατέρα του,
αρχιμανδρίτης Ιερεμίας, γεγονός, που επιβεβαιώνει την αυστηρή και
ελληνοκεντρική του παιδεία και γνώση.
Η γενέτειρά του Άδυσσα, ήταν ένα από τα αρχαία χωριά της Χαλδίας με το
όνομα Εδίσκη. Απείχε 25 χιλιόμετρα από την Άρδασα και 150 χιλιόμετρα από
την Τραπεζούντα. Ήταν χτισμένη στη δεξιά όχθη του ποταμού της Τσίτης
(Τσίτντερε), που ενώνονταν έξω από την Άρδασα με τον Κάνη ποταμό.
Οι κάτοικοι του χωριού, όπως μας πληροφορεί στο χειρόγραφο βιβλίο του ο
Παντελής Μελανοφρύδης, έφυγαν κυνηγημένοι το 1680 από την Τραπεζούντα
και έχτισαν την Άδυσσα , μεταξύ αυτών μετοίκησε και η βυζαντινή οικογένεια
των λόγιων Χαλκοκονδύληδων.
Η ύπαρξη των Ελλήνων στην περιοχή από τους πρώτους αιώνες μ.Χ.
επιβεβαιώνεται από τους τρεις ιερομάρτυρες της χριστιανοσύνης, τον Κανίδιο,
τον Ακύλα και τον Ουλεριανό από την Άδυσσα, που μαρτύρησαν για την πίστη
τους το 292 μ.χ.. επί Διοκλητιανού.
Εκτός από ιερωμένους η Άδυσσα στα 1900 ανέδειξε και πολλούς δασκάλους,
γι” αυτό και ονομάστηκε το χωριό των δασκάλων.
Τα ασήμια της Αργυρούπολης ήταν γνωστά σ’ όλες τις αγορές της Ανατολής.
Την ευημερία αυτή περιγράφει πολύ παραστατικά ο Μελανοφρύδης σε άρθρο
του στην εφημερίδα «το Βήμα» της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης το 1961,
με τίτλο «Άδυσσα και Τσίτη, δύο δίδυμα χωριά».
Ας’ σοι πασάδας κι άλλο τρανόν δύναμιν είχαν. Εφτά νομάτ’ δεσποτάδες εξέβαν
ας σην Τσίτεν και ποπάδες αμέτρητοι. …
Στις αρχές του 20ου αιώνα αυτό αποτελούσε ένα κρησφύγετο κι ένα εργαστήριο
εθνικών παραδόσεων και παιδείας.
Μητροπολίτης Αργυρουπόλεως την περίοδο αυτή ήταν ο Γερβάσιος
Σουμελίδης, ο επονομαζόμενος και άγιος της Παιδείας.
Το 1906 απέκτησε τον πρώτο του γιο, τον Στέφανο. Δύο χρόνια μετά,
γεννήθηκε ο δεύτερος γιος του, ο Περικλής.
Την ίδια χρονιά ο φίλος του Στέφανος Πουταχίδης, από τη Χαβίανα,
παντρεύτηκε την αδελφή του Μελανοφρύδη, Μαρία, και έτσι οι δύο φίλοι έγιναν
και συγγενείς. Η ζωή τους μέχρι και την προσφυγιά ήταν στενά συνδεδεμένη,
καθώς μέχρι το 1928 μοιράζονταν όλους τους πόνους και τις πίκρες των
πολέμων και της προσφυγιάς.
Συνεχίζεται….
Αρχική > Στήλες > Καφέ Ρωμανία > Παντελής Μελανοφρύδης… Στο χώρο και στο χρόνο…
Ιστορική έρευνα: Του Μωυσιάδη Παναγιώτη (Μέρος 2ο)
Παντελής Μελανοφρύδης… Στο χώρο
και στο χρόνο… Ιστορική έρευνα: Του
Μωυσιάδη Παναγιώτη (Μέρος 2ο)
Δημοσιεύτηκε απο: Παναγιώτης Μωϋσιάδης σε Καφέ Ρωμανία, Στήλες 16/06/2015 | 09:30
Κοινοποιήστε το άρθρο...
Facebook
Print
Το 1902 ολοκλήρωσε τις σπουδές του με «άριστα». Εφοδιασμένος με τη γνώση
της γαλλικής, ρωσικής, τουρκικής και αρχαίας ελληνικής γλώσσας και
γαλουχημένος με τα εθνικά και πατριωτικά ιδεώδη, την άριστη γνώση της
ελληνικής ιστορίας, βγήκε στη βιοπάλη το 1903 ασκώντας το επάγγελμα του
δασκάλου στο γειτονικό χωριό, τη Χαβίανα .
Την περίοδο αυτή ο Θεοφύλακτος έγραψε σχετικά: «στην Άνω Χαβίανα ήταν
δάσκαλος ο Παντελής Μελανοφρύδης, τελειόφοιτος του φροντιστηρίου της
Αργυρουπόλεως, με νέες παιδαγωγικές αρχές και μεθόδους».
Στο ίδιο σχολείο θα υπηρετήσουν ως δάσκαλοι οι Αργυρουπολίτες
Κανδυλάπτης Γεώργιος, Ξιφιλίνος Θεοδ, Αγ. Παπαδόπουλος και Ανανίας
Νικολαΐδης. Στην επιλογή των δασκάλων με αναγνωρισμένη μόρφωση και
παιδεία θα συμβάλει ο μεγαλέμπορος της Χαβίανας, ο Γιώρ αγας Πουταχίδης,
που είχε κατάστημα στην Άρδασα (Τορούλ) και διακρινόταν για τη μεγάλη
αγάπη του για την παιδεία.
Ο νέος δάσκαλος της Χαβίανας ,όμορφος, με επιβλητικό ύφος και ακέραιο ήθος
παντρεύτηκε το 1906 μια κοπέλα από την Αδυσσα . Η αγάπη ήταν πάντα για
τον ευγενικό παιδαγωγό το βαθύτερο συναίσθημα του ανθρώπου. Σ’ όλη του
την ηθογραφική πραγματεία και ενασχόληση το ερωτικό συναίσθημα θα
αποκτούσε μια θεϊκή μαγεία, που έρχονταν να ισορροπήσει και να δώσει νόημα
και περιεχόμενο στη ζωή του ανθρώπου.
Οι βαθυστόχαστες αναλύσεις του ερωτικού δημοτικού άσματος είναι μοναδικές
και αποκαλυπτικές . Τα άρθρα του και οι καταγραφές για το ερωτικό ποντιακό
τραγούδι αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας και μελέτης για τους νεότερους
λαογράφους.
Παραθέτω μερικά από τα πολυαγαπημένα δίστιχα του λαογράφου, που τόσο
πολύ άγγιζαν την ψυχή του.
Εχ’ κ’ έρχεται η τρυγώνα μου, τα σοκάκια
φωτάζ’νε,
τ’ εμπρια τα στράτας χαίρουνταν ,τ’ οπίσ’ αναστενάζ’νε.
Το 1906 απέκτησε τον πρώτο του γιο, τον Στέφανο. Δύο χρόνια μετά,
γεννήθηκε ο δεύτερος γιος του, ο Περικλής.
Στο ίδιο Λύκειο δίδαξε για ένα χρόνο ο Κοσμάς Προκοπίδης, ο βουλευτής
Κοζάνης. Τα μαθήματα, που διδάσκονταν, καταγράφονται στην κάρτα του
τριμηνιαίου ελέγχου.
Είχε 27 μαθητές, με καθηγητές τον Πουταχίδη Γ. Στέφανο από την Χαβίανα και
Μελανοφρύδη Η. Παντελή από την Άδυσσα.
Από την προσωπική μαρτυρία ενός από τους μαθητές του Μελανοφρύδη, του
Σωκράτη Πουταχίδη ( Κλαδά) μαθαίνουμε, ότι ο Μελανοφρύδης δίδασκε το
μάθημα της γαλλικής και αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Το μάθημα γινόταν
χωρίς βιβλία, αλλά παραδίδονταν προφορικά και καταγράφονταν από τους
μαθητές με μολύβι σε τετράδια. Την καλή γνώση της Γαλλικής την απέκτησε
από τον γαλλομαθή καθηγητή του, Ισραήλ Βασιλειάδη.
Όταν μάλιστα δίδασκε το μάθημα των αρχαίων ελληνικών, όπως μας
πληροφορεί ο Σωκράτης Πουταχίδης: ΄΄Τόσο πολύ που αρέσκετο και
απολάμβανε την διδασκαλία, απήγγειλε το αρχαίο κείμενο από έξω
βηματίζοντας πάνω στον ιαμβικό ρυθμό του. Ακόμα και, όταν ο αείμνηστος
δάσκαλος μάς πήγαινε περίπατο , στη διάρκεια του περιπάτου πρόβαινε εις
ιστορικάς αφηγήσεις ιδίως εκ της ιστορίας του Κ. Παπαρηγόπουλου΄΄ ( έκανε
χρήση της περιπατητικής διδασκαλίας).
Άς αφήσω όμως τον ιστορικό μας Μελανοφρύδη να αποκαταστήσει την
ιστορική αλήθεια για το πώς δημιουργήθηκε το περίφημο Λύκειο Γουμεράς:
΄΄ Ενθυμούμαι την ιστορικήν συνεδρίαν της νυκτός της 14ης Αυγούστου του
1913, όπου ο Θεοφύλακτος ανέπτυξε τον ιερόν σκοπόν της συστάσεως
κεντρικής Σχολής εις την Μονήν Γουμερά:
΄΄…Ο εμπνευστής της ιδέας, ο κυριότερος μοχλός, ο φλογερός πατριώτης, ο
ακούραστος ονειροπόλος του εθνικού μεγαλείου , ο συνεχιστής των φλογερών
αρχιμεταλλουργών, το μεγάλο τέκνο της Τσίτης, που έκλεισεν και την πατρίδα
του και την Τραπεζούντα και την Ελλάδα εις την καρδίαν του, ο μεγαλοϊδεάτης
Θεοφύλακτος ,στη Γουμερά έθεσε τα στέρεα θεμέλια της κατόπιν ευρυτάτης και
πολυσχιδούς δράσης του, της αναδείξεώς του εις εθνικόν άνδρα …. Το όνομα
του ιατρού Θεοφύλακτου θα μείνει ες αεί αθάνατον και θα το ευλογούν οι Πόντιοι
αιωνίως΄΄.
Στη σύντομη αναφορά του ο Παντελής Μελανοφρύδης εκφράζει τον μεγάλο
θαυμασμό για τον συνομήλικό φίλο και πατριώτη Θεοφύλακτο.
Το έτος 1910 αποτέλεσε σημαντικό σταθμό στην πατριωτική αφύπνιση του
συγγραφέα. Είναι η περίοδος, όπου η εθνική συνείδηση των βαλκανικών λαών
γίνεται αφετηρία και έναυσμα για τους βαλκανικούς πολέμους. Είναι τόσο
καταλυτική η απελευθερωτική διάθεση των βαλκανικών και μικρασιατικών
λαών, ώστε σε πολύ λίγο χρόνο το ετοιμόρροπο οθωμανικό κράτος θα
συρρικνωθεί στα όρια της Μικράς Ασίας.
Στον Πόντο η απελευθερωτική διάθεση ήταν έντονη ιδιαίτερα μετά το 1912,
που, όπως μας εξηγεί ο Μελανοφρύδης, ελληνικές εφημερίδες και περιοδικά
τυπώνονταν στην Τραπεζούντα.
Ένα πνεύμα εθνικού αυτοπροσδιορισμού εκφραζόταν από τους
τραπεζούντιους λόγιους. Τα ευχάριστα νέα από τους μακεδονικούς αγώνες
έφερναν ένα μήνυμα αισιοδοξίας στους Έλληνες του Πόντου…Οι δάσκαλοι της
Αργυρούπολης μετέδιδαν άφοβα στους νέους τα εθνικά και πατριωτικά ιδεώδη,
καλλιεργώντας ελπιδοφόρα μηνύματα ανεξαρτησίας και αγάπης για την
Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα.
Πολλά από τα τραγούδια της ελληνικής επανάστασης, όπως ο Θούριος του
Ρήγα , ο εθνικός ύμνος ,κλέφτικα τραγούδια και τραγούδια της πόλης, όλα τα
πατριωτικά τραγούδια της ελεύθερης Ελλάδας τραγουδιούνταν στις παρέες των
Ελλήνων του Πόντου, μέσα στα πλαίσια ενός εθνικού κλίματος αυτογνωσίας
και έγερσης κατά του Οθωμανισμού. Τα τραγούδια αυτά, όπως μας
πληροφορεί ο Παντελής Μελανοφρύδης, ήταν τα παρακάτω: Της Ελένης, Μια
βοσκόπουλα αγάπησα ,Μαύρη είν’ η νύχτα στα βουνά, Ώ! λυγερόν και
κοπτερόν σπαθί μου, Έως πότε η ξένη ακρίδα, Σαν τα μάρμαρα της Πόλης, κα.
Ιδιαίτερη απήχηση είχαν τα τραγούδια της Προποντίδας όπως τα : Σαν τα
μάρμαρα της Πόλης ,και το Σαράντα Ευζωνάκια . Τα τραγούδια αυτά τα
τραγουδούσαν ακόμα και σε παρέες με τη συνοδεία της λύρας ή και χωρίς
αυτήν καθιστικά ΄΄οτουρλία ΄΄, όπως τα έλεγαν. Στη συλλογή των ακριτικών
τραγουδιών ο Μελανοφρύδης διέσωσε ένα μοναδικό τραγούδι, που αναφέρεται
στα μάρμαρα της Πόλης:
Φέρω ας στην πόλιν μάστοραν κι ας στο Μισίρ’ αργάτεν,
κι ας σην Κωσταντινούπολιν πέτραν πελεκεμένον..
Αυτή η ανυπέρβλητη γυναικεία ομορφιά στον Πόντο και στην Πόλη μπορεί να
συνταιριάξει μόνο με τον περίτεχνο διάκοσμο της Αγια -Σοφιάς και των
λιθοξόων της.
Ο πυρήνας αυτού του απελευθερωτικού κινήματος στον Πόντο είναι οι πόντιοι
επιστήμονες των πανεπιστημίων της Αθήνας και του Παρισιού.
Οι Έλληνες του Πόντου περίμεναν τη μεγάλη αρκούδα, την Ρωσία, να τους
απελευθερώσει από τα οθωμανικά δεσμά.
Αυτήν την περίοδο των προσδοκιών ο Μελανοφρύδης, αφού συγκέντρωσε τη
δεκάχρονη εμπειρία και γνώση του ,σαν άλλος Σάββας Ιωαννίδης, εξέδωσε το
πρώτο του λαογραφικό βιβλίο με τον περιεκτικό αλλά και μηνυματικό τίτλο ΄΄Η
εν Πόντω ελληνική γλώσσα ΄΄. ΑΝΑΤΙΘΗΜΙ΄΄
Συνεχίζεται…