Professional Documents
Culture Documents
1
«ΚΝΩΣΟΣ», Έτος Β΄, τχ. 14 (Ιούλ. 1955), σ. 17-18, «Γράμματα από την Τουρκία». Στο
προλογικό σημείωμα αναφέρεται ότι το γράμμα του Ηρακλειώτη Τουρκοκρητικού κ. Φαζίλ
Τσιμπουξάκη ήρθε από τη Σμύρνη στον συνεργάτη του περιοδικού Θρασύβουλο Μαρκίδη, ο
οποίος συγκεντρώνει βιογραφικά σημειώματα φυσιογνωμιών του Ηρακλείου, που έζησαν τα
τελευταία 60 χρόνια.
Εάν κατορθώσω να εύρω, τας φωτογραφίας και τούτων των εκλειψάντων
Τουρκοκρητών, αμέσως θα σας τας στείλω.
Η συγκίνησίς μου υπήρξεν μεγάλη όταν ανέγνωσα την σχετικήν
παράγραφον της ως άνω εφημερίδος. Οι αγαπητοί μας παλαιοί συμπολίται και
συμπατριώται μας δηλ. οι Ηρακλειώται, καίτοι με την ανταλλαγήν των
πληθυσμών από μίαν τριακονταετίαν και πλέον απεμακρύνθημεν από αυτούς,
δεν μας απέβαλον από το οικογενειακόν περιβάλλον, ούτως ειπείν, αυτών. Τούτο
μόνον μου έκαμε την έκπληξιν. Διατί τα ονόματα των Σκυλιανάκη Χασάν βέη
και του Κουδσιζαδέ Νουρή να λησμονηθώσιν. Εκ των δύο τούτων ο
Σκυλιανάκης Χασάν εθεωρείτο και ήτο ο πρώτος πολιτευόμενος και
οξυδερκέστατος μεταξύ των Τουρκοκρητών. Ήταν μεγαλέμπορος καπνών.
Υπήρξε πολλάκις βουλευτής κατά την αυτονομίαν της Κρήτης, μίαν φοράν δε
Σύμβουλος επί της Παιδείας κατά την εποχήν εκείνην, ότε Ύπατος Αρμοστής εν
Κρήτη ήτο ο Αλέξανδρος Ζαΐμης. Φιλικωτάτας σχέσεις είχε με τον αείμνηστον
Ελευθέριον Βενιζέλον.
Από Ελληνικόν δημοσίευμα ενθυμούμαι την εξής εύστοχον απάντησιν
αυτού προς τον πρώτον ύπατον Αρμοστήν Κρήτης Πρίγκιπα Γεώργιον, ότε
μεταξύ Βενιζέλου και Πρίγκιπος υπήρξεν διάστασις. Μίαν ημέραν δηλ. ότε ο
Πρίγκιψ συνωμιλούσεν με τον Σκυλιανάκην ο Πρίγκιψ είπε προς αυτόν: «Διατί
συ Μπέι αγαπάς τον Βενιζέλον, ο οποίος δεν θέλει την ένωσιν της Κρήτης μετά
της Ελλάδος.» Ο Σκυλιανάκης απήντησε: «Άρα γε, Υψηλότατε όσον εγώ θέλω
την ένωσιν τόσον ο Βενιζέλος δεν την θέλει;» Με αυτόν τον τρόπον με μίαν
φράσιν δηλ. και τον φίλον του υπερήσπισε και το ιδικόν του εθνικόν αίσθημα
εξεδήλωσε.
Ο δε Κουτσιζαδέ Νουρής, του οποίου το όνομα επίσης δεν αναφέρεται εις το
περί ου ο λόγος δημοσίευμα, εσπούδασεν εις μίαν εμπορικήν σχολήν της Λυών
της Γαλλίας. Διωρίσθη εις μίαν τράπεζαν ανώτατος υπάλληλος εις Τύνιδαν, εκεί
υπηρέτησεν επί τινα χρονον, αλλά ο πόθος του προς την πατρίδα του ήτο
μεγάλος και παρά την επιμονήν των συναδέλφων του Γάλλων Τραπεζιτών
έφυγεν από την Τύνιδα εις το Ηράκλειον όπου επί πολλά έτη υπήρξε διευθυντής
του τότε εν Ηρακλείω Τουρκικού Γυμνασίου, μετά την αυτονόμησιν δε της
Κρήτης καταργηθέντος του εν Ηρακλείω Τουρκικού Γυμνασίου εδέχθη την
διεύθυνσιν του Τουρκικού Δημοτικού σχολείου, καίτοι οικονομικώς ήτο
ανεξάρτητος, αλλά μόνον με τον ιερόν σκοπόν να αναπτύξη τους τουρκοπαίδας.
Ήτο δε συνάμα άριστος καθηγητής της Γαλλικής γλώσσης και εδίδαξεν
ιδιαιτέρως πολλούς μαθητάς του την γλώσσαν ταύτην μεταξύ των οποίων οι
περισσότεροι είναι Έλληνες. Κατά την ανταλλαγήν των πληθυσμών υπήρξεν
ενάντιος και κατά την ανταλλαγήν εδημοσίευσεν άρθρα εις την τότε εν
Θεσσαλονίκη εκδιδομένην Τουρκικήν εφημερίδα «Γενή Ασήρ». Μετά την
ανταλλαγήν εγκατεστάθη εις την Μερσίνην όπου προ δεκαπενταετίας περίπου
απέθανεν.
Μεθ’ υπολήψεως
Φαζίλ Τσιμπουξής.
Α. Η επιστολή του Φαζίλ Τσιμπουξή συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα
ανθολόγηση μόνο και μόνο γιατί φανερώνει την σύγχρονη ζωντάνια της συνείδησης
των Τουρκοκρητών στη δεύτερη πατρίδα τους, την Τουρκία. Κατά τα φαινόμενα
υπάρχουν και τα πρόσωπα και το υλικό, που μπορούν να βοηθήσουν στη σύνταξη
της βιογραφίας των σημαντικών προσωπικοτήτων του πνεύματος, της τέχνης, της
επιστήμης και της πολιτικής, που ανέδειξε η τουρκοκρητική κοινότητα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση το πράγμα ξεκίνησε από την απόφαση για έκδοση
ενός «λευκώματος των εκλειψασών μορφών των Ηρακλειωτών, μιας
εξηκονταετίας», που πήρε «ο εν Αθήναις σύλλογος Κρητών “Κνωσός”», στις 4
Φεβρουαρίου 1955. Η απόφαση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του Ηρακλείου
ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ 2, με την παράκληση προς τους αναγνώστες να στείλουν κάθε χρήσιμη
βιογραφική πληροφορία και τις φωτογραφίες 170 προσωπικοτήτων του Ηρακλείου,
αγωνιστών, γιατρών, δικηγόρων, δημάρχων, λογιστών, εμπόρων, ιερέων,
πολιτευτών, νομικών, που είχαν αφήσει τη σφραγίδα τους στην κοινωνική ζωή της
πόλης. Η αναζήτηση επικεντρώνονταν σε δέκα πρόσωπα με ελλιπή στοιχεία, μεταξύ
των οποίων και οι Μωαμεθανοί πρώην Ηρακλειώτες, «Δεληαχμετάκης Μουσταφάς,
Δήμαρχος, Ρουκουνάκης Φαζήλ, Νομικός και Χατζή Ταχήρ Κιαντή Εφέντης,
Πρωτοδίκης».
Απαισιόδοξα σχολίασε η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ την όλη προσπάθεια, παρά το ότι
σημείωσε «Καλόν εστί και αναμφισβήτητα αξία κάθε εκτιμήσεως και συμπαθείας η
φιλόπολις προσπάθεια της «Κνωσού» δια την έκδοσιν λευκώματος εκλειψασών
μορφών Ηρακλειωτών μιας εξηκονταετίας», και διερωτάται «γιατί όχι μιάς
εκατονταετίας;». Κάποια εκφρασμένη απαισιοδοξία ήταν καρπός του
«αδυσωπήτου ερωτήματος»: «Πού θα ευρεθούν αι φωτογραφίαι των αλησμονήτων
Μουσταφά Δεληαχμετάκη, Φαζήλ Ρουκουνάκη και Χατζηταχήρ Χιαντή Εφέντη,
δοθέντος ότι όλοι αυτοί οι εναρέτου μνήμης Τουρκοκρήτες δεν είναι μόνον
αλησμόνητοι αλλά και… αείμνηστοι;».
Τους φόβους της εφημερίδας διέψευσε από την Τουρκία ο Φαζίλ Τσιμπουξής, ο
οποίος πήρε το απόκομμα της ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ από τον Ηρακλειώτη δικηγόρο Νίκο
Σακλαμπάνη, και απάντησε με πολύτιμες βιογραφικές πληροφορίες και τις
απαραίτητες φωτογραφίες, τόσο για τα ονόματα, που είχαν ζητηθεί αλλά και για
άλλα αξιόλογα. Για τον Τσομπουξή δεν έχομε στοιχεία αλλά η αλληλογραφία με τον
Ηρακλειώτη δικηγόρο, πείθει για την ελληνομάθειά του, και η απαντητική του
επιστολή, αν είναι ιδιόγραφη, είναι καλός μάρτυρας των γνώσεών του, γλωσσικών
αλλά και ιστορικών για το παρελθόν των Τουρκοκρητών στην Κρήτη και στην
Τουρκία. Η επιστολή δημοσιεύτηκε στο τεύχος Ιουλίου 1955 του περιοδικού
ΚΝΩΣΟΣ, και πέρα από την χρησιμοποίησή τους στο συγκεκριμένο λεύκωμα, δίνει
στον αναγνώστη μια καλή εικόνα για τις προσωπικότητες του τουρκοκρητικού
χώρου, που διέπρεψαν στα γράμματα και στην κοινωνική δράση.
2
ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ, α.φ. 1295, Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 1955, σελ.1.
που επέδειξαν «οι αγαπητοί μας παλαιοί συμπολίται και συμπατριώται, δηλαδή οι
Ηρακλειώται», οι οποίοι «καίτοι με την ανταλλαγήν των πληθυσμών
απεμακρύνθημεν από αυτούς, δεν μας απέβαλλον από το οικογενειακόν περιβάλλον
αυτών…».
Δίνει τα στοιχεία, που γνωρίζει για τους τρεις άνδρες του ερωτήματος και
συμπληρώνει δύο ακόμα ονόματα, του Σκυλιανάκη Χασάν και του Κουτσιζαδέ
Νουρή, επειδή τα θεωρεί σημαντικά για την πολιτική και παιδαγωγική τους
προσφορά, σε βαθμό που δεν πρέπει «να λησμονηθώσιν». Τα χαρακτηριστικά, που
αναδεικνύει είναι ενωτικά και σύμφωνα με την στρατηγική, που ακολουθεί, δεν
πιέζουν τα εθνικά αισθήματα των Ελλήνων. Αποσιωπά σχεδόν εξ ολοκλήρου την
προ της Αυτονομίας δράση των προσώπων, τότε που τα εθνικιστικά πνεύματα ήταν
εξημμένα και οι διαθέσεις άγριες. Τουλάχιστον ένας από τους τρεις, ο Φαζίλ
Ρουκουνάκης, είχε αναμειχθεί σαν πρωτεργάτης στα αιματηρά έκτροπα του
Ηρακλείου, τον Αύγουστο του 1898, όμως ο βιογράφος του θεωρεί σκόπιμο να
παρακάμψει την πτυχή αυτή και να τονίσει τις σπουδές του, την υπηρεσία του στη
θέση του εισαγγελέα Λασιθίου και την ακαδημαϊκή του εξέλιξή μετά το 1908, που
έφυγε για την Τουρκία. Παρόμοια, από τη δράση του Δεληαχμετάκη Μουσταφά
επισημαίνει την υπηρεσία του κατά την Αυτονομία ως πρώτου δημάρχου Ηρακλείου,
και τις καλές και μακροχρόνιες σχέσεις του με τη βασιλική οικογένεια της Ελλάδας.
Για τον Ταχηρεφεντάκη Χιαδή Εφέντη σημειώνει μόνο την υπηρεσία του Πρωτοδίκη
για πολλά χρόνια στην Κρήτη και το θάνατό του το 1918 στο Ηράκλειο. Κανένα
άλλο στοιχείο δεν θεωρεί χρήσιμο για τη δεδομένη δημοσίευση, παρά το ότι μας
αφήνει με την εντύπωση, ότι γνωρίζει περισσότερες λεπτομέρειες από τη ζωή και το
έργο των.
3
Εφημ. ΛΕΥΚΑ ΟΡΗ, έτος Β΄, α.φ. 63, Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 1895, σελ. 1, άρθρο: «Οι
λεγόμενοι Τούρκοι εν Κρήτη, δεν έχουσι Έθνος, δεν έχουσι Πατρίδα».