Professional Documents
Culture Documents
Τάξη: Γ3’(Α)
Μάθημα: Τεχνολογία
Περιεχόμενα
1. Εξώφυλλο
2. Εισαγωγή
5. Συγκομιδή Ελαιόκαρπου
6. Παραγωγή Ελαιόλαδου
a) Αρχαίος Ληνός
9. Διατήρηση Ελαιόλαδου
15. Βιβλιογραφία
Εισαγωγή
Το λάδι είναι μια λιπαρή ρευστή ουσία η οποία παράγεται από την έκθλιψη
του καρπού της ελιάς. Ονομάζεται συνήθως ελαιόλαδο. Το ελαιόλαδο μαζί με
το φοινικέλαιο είναι τα μόνα φυτικά λάδια που παράγονται από το καρπικό
σάρκωμα και όχι από το κουκούτσι του καρπού, όπως άλλα λάδια όπως το
σησαμέλαιο, βαμβακέλαιο, αραχιδέλαιο, λινέλαιο, κλπ. Η παραγωγή του
ελαιολάδου που θα μας απασχολήσει εδώ, αφορά την περιγραφή της
εξαγωγής του εκλεκτού αυτού προϊόντος, που βρίσκεται ήδη στον καρπό, με
καθαρά μηχανικά μέσα. Ιστορική αναδρομή: Το ελαιόλαδο είναι ένα προϊόν
που είναι γνωστό στον άνθρωπο από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους. Οι
ανασκαφές στην Κνωσό, έφεραν στο φως πήλινα λυχνάρια που έκαιγαν λάδι,
της πρωτομινωικής εποχής (πριν το 3000 π.χ.). Από εκείνη την εποχή λοιπόν
η ευρεία χρήση του ελαιόλαδου είναι αποδειγμένη με βασικότερη απόδειξη
φυσικά, πλήθος αναπαραστάσεων και ερειπίων αρχέγονων ελαιοτριβείων
διεσπαρμένων σε όλο τον ελληνικό χώρο. Το λάδι χρησιμοποιήθηκε για
φαγητό και φωτισμό, για θρησκευτικούς λόγους στις διάφορες ιεροτελεστίες,
για λόγους υγιεινής τόσο σαν καλλυντικά όσο και σε θεραπευτικούς σκοπούς
και τέλος στη βιομηχανία. Ως τροφή και μέσο φωτισμού το λάδι
χρησιμοποιήθηκε από την εποχή που ο άνθρωπος κατόρθωσε με τα
πρωτόγονα μέσα τα οποία διέθετε, να συνθλίψει τους καρπούς του ιερού
δέντρου και μετά με την άσκηση πίεσης να συλλέξει το πολύτιμο υγρό. Κατά
τους ομηρικούς χρόνους το λάδι χρησιμοποιούνταν για την επάλειψη του
σώματος και όχι για τροφή ή φωτισμό. Αργότερα έγινε είδος πρώτης ανάγκης
για τους Έλληνες και άρχισε να χρησιμοποιείται για τροφή και φωτισμό όπως
αναφέρουν πολλοί συγγραφείς, ανάμεσά τους ο Αριστοφάνης στις
«Θεσμοφοριάζουσες» και τον «Πλούτο». Οι Ρωμαίοι επίσης
χρησιμοποιούσαν ευρέως το λάδι για την Παρασκευή διαφόρων εδεσμάτων
και πολλά είναι τα δοχεία λαδιού που βρέθηκαν στις ανασκαφές της Πομπηίας
μέσα στα σπίτια και τα ελαιοκαπηλεία, όπως ονομάζονταν εκείνη την εποχή
τα καταστήματα που πουλούσαν το λάδι. Μεγάλη χρήση του λαδιού γινόταν
από τους Ιουδαίους για θρησκευτικούς σκοπούς. Συνήθως πρόσφεραν λάδι
προς το Θεό ως ένδειξη ευγνωμοσύνης. Η σημερινή χρήση του ελαιόλαδου
σύμφωνα με τους κανόνες του Χριστιανισμού αποτελεί κληρονομιά ανάλογων
κανόνων άλλων θρησκειών και ιδιαίτερα φυσικά της ιουδαϊκής θρησκείας. Το
λάδι χρησιμοποιήθηκε και για λόγους υγιεινής από τους αρχαίους Έλληνες και
τους Ρωμαίους αλλά και οι Ιουδαίοι και οι Άραβες άλειφαν το σώμα τους με
λάδι, κυρίως δε τα πόδια τους για να διατηρείται το δέρμα ελαστικό και να
αποφεύγονται οι πληγές στις μεγάλες πορείες, αλλά και να επιτυγχάνεται η
ταχύτερη επούλωση αυτών που τυχόν υπήρχαν. Επίσης η επάλειψη του
σώματος με λάδι το προστάτευε από τις ατμοσφαιρικές μεταβολές και τα
τσιμπήματα των εντόμων. Με λάδι επίσης αλείβονταν οι αθλητές πριν και μετά
την είσοδό τους στην παλαίστρα για να είναι το δέρμα τους ελαστικό και να
έχει μεγαλύτερη αντοχή στις ταλαιπωρίες του αγωνίσματος της πάλης.
Το λάδι στον αρχαίο κόσμο
Το δέντρο της ελιάς στην αρχαία Ελλάδα θεωρούνταν ένα σύμβολο ειρήνης,
γονιμότητας, εξαγνισμού, ισχύος, νίκης και μετάνοιας, διαδραματίζοντας ένα βασικό
ρόλο στην ιστορία και τον πολιτισμό των αρχαίων. Η σημασία του ελαιολάδου ήταν
επίσης ιδιαίτερα μεγάλη, καθώς
το λάδι πέρα από την καθημερινή
χρήση του στο φαγητό,
χρησιμοποιούνταν και σε
διάφορες άλλες εφαρμογές, όπως
στη βυρσοδεψία, στην υφαντική,
στο φωτισμό, στην
αρωματοποιία, στη φαρμακευτική,
στην ιατρική, αλλά και σε
διάφορες λατρευτικές τελετές.
Στην ομηρική εποχή το ελαιόλαδο γνωρίζουμε ότι χρησιμοποιούνταν ευρέως για την
επάλειψη του σώματος ως καλλυντικό, πριν και μετά τους αγώνες στα γυμνάσια και
στα βαλανεία, καθώς και για την επάλειψη του σώματος των νεκρών. Το λάδι ως
προϊόν εισήλθε στη διατροφή με τον καιρό, αποτελώντας μέρος των περισσότερων
φαγητών και αρτημάτων. Παράλληλα, εκτός των άλλων χρησιμοποιούνταν και για την
κατεργασία του λίνου αλλά και για τον καθαρισμό των ενδυμάτων. Στην εποχή του
Σόλωνα μάλιστα το ελαιόλαδο καλλιεργούνταν συστηματικότατα, ώστε να
θεσμοθετηθούν και οι σχετικοί νόμοι που να αφορούν την κυκλοφορία του.
Η διαδικασία της παραγωγής του ελαιολάδου έφερε στο προσκήνιο μία διαρκώς
εξελισσόμενη τεχνολογία, όπου οι τραχιές πέτρες έδωσαν τη θέση τους στους ληνούς
και έπειτα στους ελαιόμυλους. Έτσι η εκπίεση της ζύμης με τα χέρια πέρασε στη
συμπίεση με το λοστό της Θηρασίας, στο πιεστήριο της κλασικής εποχής, τον
ατέρμονα κοχλία του Ήρωνα για να ολοκληρωθεί με τους οργανωμένους
πλέον «ληνεώνας».
Συγκομιδή ελαιοκάρπου
Η συγκομιδή των καρπών της ελιάς εξαρτιόταν από το βαθμό ωρίμανσης, καθώς και
από το σκοπό για τον οποίο θα χρησιμοποιούνταν ο εν λόγω καρπός. Για την
παραγωγή του κοινού ελαιολάδου η συγκομιδή έπρεπε να γίνεται στο στάδιο
των πυραλλίδων και πριν πιάσει ο χειμώνας. Ο Θεόφραστος αναφέρει πώς η μέρα
που θα επιλεγεί γι' αυτή τη δουλειά, δεν θα πρέπει να
είναι βροχερή και πως τα φυτά δεν θα πρέπει να έχουν
πολύ υγρασία, διότι αλλιώς τα κλαδιά τους είναι εύκολο
να σπάσουν.
Παραγωγή ελαιολάδου
Η παραγωγή του ομφάκινου ελαιολάδου ακολουθούσε μία ολοκληρωμένη
διαδικασία. Μετά τη συγκομιδή, οι ελιές απλώνονταν επί ψιαθίων λύγω, για να
ξεραθούν και να μην υποστούν ζημιές από τη θερμότητα. Τα φύλλα και τα
ακρόκλαδα του δέντρου απομακρύνονταν και το βράδυ ο καρπός επιπάζονταν με
αλάτι και τοποθετούνταν σε καθαρή μύλη.
Κατά τη διαδικασία σύνθλιψης της ελιάς με στόχο την παραγωγή του λαδιού, το
ζήτημα ήταν ο διαχωρισμός των υγρών από τη σάρκα της ελιάς, με την παράλληλη
αποφυγή της σύνθλιψης του κουκουτσιού και έπειτα ο διαχωρισμός του λαδιού από
τα υπόλοιπα υγρά του καρπού, τη λεγόμενη αμόργη.
Καθώς η ψίχα της ελιάς είναι σκληρή γενικά, όλα
αυτά επιτυγχάνονταν αρχικά συνθλίβοντας την ελιά σ'
ένα βαθμό, βγάζοντας έπειτα το κουκούτσι και τα
υγρά στο σύνολό τους και έπειτα αφαιρώντας από
αυτά το λάδι. Αν και σε ορισμένες περιπτώσεις οι
κομμένες ελιές αποθηκεύονταν στον ελαιόμυλο,
συνήθως ήταν καλύτερα να συνθλίβονται οι καρποί
αμέσως μετά τη συγκομιδή.
Ανάμεσα στα δύο αυτά πατήματα, το πρώτο και το δεύτερο, ο πολτός συνήθως
απλώνονταν σε μία ψάθα η οποία ήταν τοποθετημένη λίγο πιο πάνω από το έδαφος
ώστε να απομακρυνθεί στο μεγαλύτερο μέρος της η πικρή αμόργη που περιέχονταν
στην ελιά, της οποίας η γεύση θα χαλούσε το λάδι. Το δεύτερο στάδιο της σύνθλιψης
θα μπορούσε μάλιστα να πραγματοποιηθεί σε διάφορα στάδια, με σταδιακή αύξηση
της πίεσης. Σε κάθε περίπτωση προέκυπτε νέα ποσότητα λαδιού, αλλά κάθε φορά
χειρότερης ποιότητας. Συνήθως παράγονταν τρεις διαφορετικές ποιότητες λαδιού. Η
πρώτη ποιότητα ήταν αυτή που προέρχονταν από τον πολτό αμέσως μετά τη
σύνθλιψη στον τραπητή. Οι άλλες δύο ποιότητες προέκυπταν στη δοκό
σύνθλιψης μετά την εμβύθιση του πολτού στο νερό. Οι διαφορετικές ποιότητες του
λαδιού που προέκυπταν, προορίζονταν για ποικίλες χρήσεις, όχι μόνο στη μαγειρική,
αλλά και για την παραγωγή διαφόρων αλοιφών και καλλυντικών, καθώς επίσης και
για διάφορες τελετουργικές διαδικασίες σε σχέση κυρίως με τον καθαρισμό του
σώματος.
Η τεχνολογία της παραγωγής του ελαιολάδου με τριβή και σύνθλιψη προέκυψε από
την παρατήρηση του ανθρώπου πώς κατά το πάτημα του ελαιοκάρπου εξέρχονταν
σταγόνες λιπαρού υγρού που απάλυναν το δέρμα των ποδιών του. Μετά από πάρα
πολλά χρόνια ο άνθρωπος άρχισε να χειρίζεται τις πέτρες για το σκοπό αυτό,
τοποθετώντας τον καρπό επάνω σε μια τραχιά πλάκα, καθώς ένα ή δύο άτομα
έσυραν επάνω στους καρπούς μία βαριά πέτρα. Αργότερα έπλεναν τους καρπούς με
ζεστό νερό, τους τοποθετούσαν για κάποιες μέρες μέσα σε λάκκους και έπειτα τους
πατούσαν σε τραχιά, επικλινή πέτρα που έφερε τρύπες για τη συγκέντρωση του
ελαιολάδου.
Το άλεσμα αρχικά γινόταν με το χέρι. Αργότερα συναντάμε και τη χρήση των σάκων
τους οποίους μισογέμιζαν με πολτό. Δύο άτομα κρατώντας τον κάθε σάκο από τα
δύο άκρα του τον έστριβαν και το εξερχόμενο ελαιόλαδο το μάζευαν στα ειδικά αγγεία
που ήταν από κάτω. Στις περιπτώσεις των μύλων, η εκάστοτε πέτρα περιφερόταν
ελαφρά επάνω από τους καρπούς για να μη σπάσουν οι πυρήνες τους. Ο αλεσμένος
πολτός που προέκυπτε, μεταφέρονταν με μικρές σκάφες στο ληνό. Και κύρτους εξ
ιτέας πεπλεγμένους έμβαλλε, γιατί η ιτιά βοηθά ιδιαίτερα το λάδι. Στη συνέχεια
έβαζαν επάνω από τον πολτό κάποιο ελαφρύ βάρος. Το προερχόμενο από αυτή την
πίεση λάδι χαρακτηρίζονταν ως πρόρρυμον, ήδιστον και λεπτότατον και έπρεπε να
μεταγγίζεται σε ξεχωριστά, καθαρά αγγεία. Το υπόλοιπο του πολτού υποβάλλονταν
σε δεύτερη, μεγαλύτερη πίεση και το λάδι που προέκυπτε συγκεντρώνονταν επίσης
σε ξεχωριστά αγγεία. Επρόκειτο για λάδι υποδεέστερο του πρώτου, αλλά καλύτερο
του επόμενου της τρίτης πίεσης. Αφού το λάδι μεταγγίζονταν στα διάφορα είδη
αγγείων, προσέθεταν σ' αυτό αλάτι και νίτρο, το ανακάτευαν με ένα ξύλο ελιάς και το
άφηναν να ηρεμήσει. Έπειτα ευρήσεις το μεν υδατώδες αυτού υφιζάνον, τουτέστι την
αμόργην, το δε λιπαρώτερον άνωθεν επιπολάζον, ο λαμβάνειν προσήκει δίχα της
αμόργης και εμβάλλειν εις αγγείον, όπως μαρτυρεί ο Απουλήιος.
Η σύγχρονη βιβλιογραφία προτείνει έξι με οκτώ τρόπους επεξεργασίας της ελιάς,
μεθόδους που βασίζονται στις δύο βασικές αρχές, της σύνθλιψης και της συμπίεσης
των καρπών. Σε γενικές γραμμές οι πηγές αλλά και οι σχετικές ανασκαφικές
πληροφορίες σε σχέση με την παραγωγή του ελαιολάδου είναι περιορισμένες για την
αρχαϊκή, κλασική και ελληνιστική εποχή, σε αντίθεση με τα ρωμαϊκά χρόνια.
Αρχαίος Ληνός
Περιγραφή
Γενική εισαγωγή
Περιγραφή
Γενική εισαγωγή
Περιγραφή
Γενική εισαγωγή
Περιγραφή
Το πιεστήριο της κλασικής περιόδου ήταν πολύ απλό. Αποτελούνταν από δύο
πέτρινες ή ξύλινες στήλες που στηρίζονταν σε πέτρινες βάσεις και στο επάνω μέρος
συνδέονταν με λίθινο ορθογώνιο δοκάρι. Οι στήλες έφεραν στα πλάγια τρύπες στις
οποίες τοποθετούνταν ξύλινες δοκίδες για τη στερέωση του όρους (pressing beam).
Στο ελεύθερο άκρο του όρους προσδένονταν ογκώδεις πέτρες που αργότερα
αντικαταστάθηκαν με βαρούλκα.
Γενικά η χρήση του μοχλού στο δεύτερο στάδιο της διαδικασίας σύνθλιψης αποτελεί
μία σημαντική τεχνική βελτίωση. Ο μοχλός με διάφορους συνδυασμούς μάλιστα θα
μείνει σε χρήση μέχρι και τον 20ο αιώνα. Στην Παλαιστίνη ο μοχλός εμφανίζεται για
πρώτη φορά στις αρχές της Εποχής του Σιδήρου, παράλληλα με την εμφάνισή του
και στην Κύπρο σε συνδυασμό με μεγάλες αβαθείς, κινητές λεκάνες συμπίεσης. Η
λεκάνη αυτή τοποθετείται επάνω σε υπερυψωμένη εξέδρα κοντά σε τοίχο για να
διευκολύνει την αγκίστρωση του μοχλού, ενώ κάτω από τη λεκάνη υπάρχει το αγγείο
υποδοχής.
Με το πέρασμα των χρόνων η εξέλιξη που σημειώνεται δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Τα βάρη σιγά σιγά μεγαλώνουν και αποκτούν μία κάθετη οπή που διευκόλυνε την
ανάρτησή τους, ενώ οι βάσεις συμπίεσης αποκτούν το κυκλικό αυλάκωμα με την
εκροή.
Η δημιουργία του πειστηρίου χωρίς βάρη, όπου η δύναμη του κοχλία εφαρμόζεται
απευθείας στον ελαιοπολτό είναι με βάση τον Πλίνιο η τελευταία σημαντική εξέλιξη
στην τεχνολογία της ελαιοπαραγωγής. Τα πιεστήρια αυτά έχουν φτάσει μέχρι την
εποχή μας με τη μορφή διστύλων.
Αναλυτικότερα:
Η πιο παλιά μορφή πρέσας με μοχλό αποτελούνταν από μία δοκό σύνθλιψης που
στερεωνόταν στο δάπεδο, διέθετε στο άλλο της άκρο βάρη και κατεδαφιζόταν μέσω
ενός σκοινιού. Η πίεση ασκoύνταν με το χέρι, διαμέσου σχοινιών που συνδέονταν με
τον εργάτη ο οποίος γύριζε μέσω μίας ράβδου που χρησιμοποιούνταν ως
χειρομοχλός. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της σύνθλιψης για την παραγωγή του
υγρού, ήταν οι τελευταίες ίντσες της πίεσης που έπαιζαν καθοριστικό ρόλο και αυτός
ο απλός μηχανισμός πρέσας με τροχαλία, σκοινιά και εργάτη που λειτουργούσε με το
χέρι δεν ήταν και το πιο αποτελεσματικό εργαλείο.
Έτσι το επόμενο βήμα ήταν να βρεθεί μία καλύτερη μέθοδος για το ανεβοκατέβασμα
του βαριού και μεγάλου σε διαστάσεις μοχλού. Στο τρίτο βιβλίο της Μηχανικής του ο
Ήρων περιγράφει τέσσερις διαφορετικούς τύπους πρέσας, μία με μοχλό και με
εργάτη, μία με μοχλό και κοχλία (screw) και δύο είδη άμεσων πρεσών με κοχλία. Η
φιλοσοφία είναι πως αντί πλέον οι άνθρωποι να χρησιμοποιούν τη δική τους μυϊκή
δύναμη για να κατεβάσουν το μοχλό με σκοινιά, χρησιμοποιούν πλέον τον εργάτη για
να ανασηκώσουν ένα μεγάλο βάρος το οποίο αναρτάται πάνω από τη δοκό
σύνθλιψης, αναγκάζοντάς τη να κατεβαίνει και να συνθλίβει τους καρπούς.
Η μόνη σίγουρη εξέλιξη η οποία περιγράφεται από τον Πλίνιο (18. 317) αφορά ένα
νέο στοιχείο, έναν πάσσαλο που προσαρμόστηκε μέσα στο καρούλι του κοχλία (εικ.
61), και στερεώθηκε μέσα στο έδαφος. Στον κοχλία επάνω από το μοχλό, υπήρχε
ένα παξιμάδι το οποίο ήταν σφιχτά προσαρμοσμένο επάνω στο μοχλό. Ο πάσσαλος
θα πρέπει να ήταν στερεωμένος στο έδαφος ώστε να περιστρέφεται, αλλά να μην
κινείται προς τα επάνω. Ο πάσσαλος επίσης διέθετε εγκοπές για να παίρνει
χειρομοχλούς. Αυτό το σύστημα πρέσας με μοχλό και κοχλία είχε ένα εμφανές
μειονέκτημα. Καθώς το τέρμα του κοχλία διαμόρφωνε καθώς κατέβαινε, ένα τόξο, ο
κοχλίας έτεινε να βγει έξω από την κατακόρυφο. Η πρέσσα του Ήρωνα με μοχλό και
κοχλία μοιάζοντας με την «ελληνική πρέσα» που περιγράφει ο Πλίνιος, διέφερε ως
προς το ότι διέθετε ένα κοχλία προσαρμοσμένο στο μοχλό, με ένα μακρύ παξιμάδι
προσαρμοσμένο στην άλλη άκρη του κοχλία, όπου προσαρμόζονται και οι
χειρομοχλοί για την περιστροφή του κοχλία (βλ. σχέδιο 57 Ήρων). Προσαρμοσμένο
στην άλλη άκρη του παξιμαδιού ήταν ένα μεγάλο βάρος. Καθώς οι χειρομοχλοί
περιστρέφονταν, το παξιμάδι «κατάπινε» τον κοχλία που βρισκόταν από πάνω,
επιτρέποντας το βάρος να χαμηλώνει τη δοκό.
Η μέθοδος διαχωρισμού του λαδιού εξαρτιόταν πάντα από τις σχετικές τεχνικές
γνώσεις των παραγωγών, αλλά και από τα σχετικά αγγεία υποδοχής των υγρών που
προέκυπταν από τη συμπίεση. Ο Κάτωνας περιγράφει ως πιο απλή μέθοδο
περισυλλογής του λαδιού που επιπλέει σε ανοιχτό αγγείο, αυτή που γινόταν με τη
χρήση των οστράκων. Ο Columella προτείνει τη χρήση σιδερένιου οστράκου, δηλαδή
κουτάλας.
Μία τρίτη μέθοδος διαχωρισμού πραγματοποιείται καθώς το λάδι επιπλέει μέσα στη
δεξαμενή συλλογής και διοχετεύεται μέσω λαξευτής διεξόδου, στο ύψος του χείλους,
σε άλλη πλαϊνή δεξαμενή. Οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως τα κατάλοιπα δύο ή
περισσότερων δεξαμενών που επικοινωνούσαν στο άνω μέρος τους. Στη Στρογγυλή
της Άρτας έχει έρθει στο φως πέτρινο υπολήνιο με εσωτερικό διαχωρισμό και εγκοπή
επικοινωνίας στο ύψος του εσωτερικού χείλους. Στη ρωμαϊκή περίοδο
χρησιμοποιούνταν επίσης οι δεξαμενές που επικοινωνούν στο χείλος.
Αγγεία - Διαχωριστήρες
Περιγραφή
Χρήση
Για το διαχωρισμό του λαδιού από τα άλλα φυτικά υγρά του καρπού της ελιάς, τα
οποία βγαίνουν μέσω της σύνθλιψης
Διατήρηση ελαιολάδου
Για τη διατήρηση του ελαιολάδου σημαντικό ρόλο έπαιζε η καθαριότητα του
ελαιοκάρπου αλλά και του ελαιοτριβείου, όπως και η αποθήκευση του λαδιού σε
ξεχωριστά, καθαρά αγγεία, κυρίως πίθους, ύστερα από αλλεπάλληλες μεταγγίσεις
και διαυγάσεις. Μάλιστα για κάθε πίεση το ελαιόλαδο συγκεντρώνονταν χωριστά για
τις ανώτερες και τις κατώτερες στρώσεις της ελαιοζύμης. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο
το κάτω μέρος του λαδιού γινόταν χειρότερο, εξαιτίας της θολούρας από την αμόργη.
Η προσθήκη αλατιού επιτάχυνε την καθίζηση της μούργας, βοηθώντας στην
καλύτερη διατήρηση του ελαιολάδου, καθιστώντας το παράλληλα περισσότερο
αρωματικό.
Ο τρόπος που έβγαινε το λάδι απ' το λιόκαρπο ακολούθησε την εξέλιξη του μυαλού
του ανθρώπου και του πολιτισμού του σε μια ανοδική πορεία.
Ανασκαλέψαμε μνήμες, παλιών Μυτιληνιών και βρήκαμε πως στην αρχή, όταν ακόμα
οι δυνατότητες και τα μέσα ήταν λιγοστά, χρησιμοποιούσαν μια πέτρα με σηκωμένα
περιμετρικά χείλη, Σαν ρηχή λεκάνη, που μέσα της έριχναν τις ελιές, τις χτυπούσαν
δυνατά με ξύλινο "κόπανο" κι έβγαζαν πολτό, από τον οποίο στράγγιζαν με πανιά το
λάδι.
Η δουλειά ήταν κουραστική, η απόδοση ελάχιστη.
Η ανάγκη για μεγαλύτερη παραγωγή και η όξυνση του νου με το χρόνο είχε σαν
αποτέλεσμα τη δημιουργία των πρώτων ελαιοτριβείων, των χειροκίνητων και κατόπιν
ζωοκίνητων λιόμυλων.
Τους μύλους αυτούς οι ντόπιοι τους ονόμασαν "πέτρες" και στην πρώτη τους μορφή
ήταν απλοϊκοί: μια μεγάλη κάτω πέτρα σα γουδί, που μέσα της γύριζε περιστροφικά
μια δεύτερη σε σχήμα κώλουρου κώνου. Κινιόταν με τον "εργάτη", τον κατακόρυφο
στύλο.
Πάνω τυλιγόταν το "παλαμάρι" δεμένο στη "μανέλα". Ο "ξωμάχος" ή το ζώο
έσπρωχναν τον άξονα της μανέλας για να γυρίσει η πέτρα.
Με το γύρισμα αλέθονταν οι ελιές κι έτρεχε από σωληνάριο στην κάτω μυλόπετρα ο
πολτός, το "χαμούρι".
Το μάζευαν σε μικρούς τρίχινους σάκους, τους "τροβάδες".
Έπρεπε με κάποιο εύκολο τρόπο να ξεχωρίσουν το λάδι απ' τα σπασμένα
λιοκούκουτσα και να το πάρουν όλο, αφήνοντας τα υπόλοιπα για κάψιμο, την
πυρήνα.
Κατασκεύασαν λοιπόν τα πρώτα πιεστήρια, τα είπαν "μπασκιά" και ήταν ξύλινα: δυο
πλάκες μια ακίνητη κάτω και μια κινητή πάνω, κι ένας κοχλίας που με την
περιστροφή του κατέβαζε σιγά - σιγά την πανώπλακα.
Στην κάτω ξύλινη πλάκα στοίβαζαν τους τροβάδες και η πάνω, με το κατέβασμά της,
τους συμπίεζε. Το λάδι έτρεχε σε γούρνα μπροστά από το μπασκί. Από κει το
μάζευαν με μεταλλικά δοχεία, τις "γαλιές" ή "μαστραπάδες" και το έχυναν σε
"τουλούμια", σε ασκιά από τραγίσιες προβιές με το τρίχωμα προς τα μέσα.
Κάθε τουλούμι γεμάτο λάδι ζύγιζε 50 - 70 οκάδες. Ο μεταφορέας, με ειδικό σαμάρι
στους ώμους, φορτώνονταν επιδέξια το τουλούμι και το κουβαλούσε στο σπίτι του
παραγωγού, σ' όποιο σημείο του χωριού κι αν βρισκόταν. Στην καλύτερη περίπτωση
αυτή η μεταφορά γινόταν με ζώα. Στις αποθήκες του παραγωγού υπήρχαν "κιούπια"
ή "πιθάρια", μεγάλα πήλινα δοχεία, όπου άδειαζαν το περιεχόμενο των τουλουμιών.
Σε μια μεταγενέστερη μορφή ελαιόμυλου, αντικαταστάθηκε η κωνοειδής μυλόπετρα
από άλλη, κυλινδρική. Η μετατροπή αυτή έγινε γύρω στα 1844.
19ος - Αρχές 20ου αιώνα
Για πολλά χρόνια και μέχρι το μισό του 19ου αιώνα το λάδι γέμιζε τα κιούπια με
πρωτόγονο τρόπο. Το γενικότερο “φράγκεμα” του νησιού όμως επέβαλε τον
εκσυγχρονισμό στην παραγωγή του λαδιού. Έπρεπε να αλλάξει ο τρόπος
επεξεργασίας της ελιάς. Να γίνει πιο γρήγορος, πιο αποδοτικός, να βγαίνει λάδι με
μικρότερη οξύτητα (που την καθόριζαν ειδικοί - που τους έλεγαν “οι μύτες” - με τη
μυρωδιά και τη γεύση.
Γύρω στα 1879 άρχισαν να κατασκευάζονται και να λειτουργούν στο νησί τα πρώτα
ατμοκίνητα ελαιοτριβεία. Μηχανήματα πια, σε σειρά καθορισμένη, μέσα σε
καλοχτισμένα πέτρινα κελύφη, ανέλαβαν την παραγωγή.
Μεταπράτες έμποροι, που είχαν
απαιτήσεις απ΄ το λάδι, έφεραν στο νησί τα
καινούργια μοντέλα. Τα περισσότερα
απ΄τα μηχανήματά τους τα έφερναν από τα
απέναντι παράλια της Μ. Ασίας, κύρια
από τη Σμύρνη.
Μαζί με τα μηχανήματα, η εταιρεία
έστελνε και δικούς της μηχανικούς με τα
απαραίτητα εργαλεία, για να τα
συναρμολογήσουν, να τα εγκαταστήσουν
στο λιοτριβιό και να δείξουν στους
ντόπιους πως θα τα κάνουν να
δουλεύουν.
Η λειτουργία αρχίζει από το λέβητα, το
“καζάνι” που δουλεύει με πυρήνα.
Παράγεται ατμός, που κινεί την
ατμομηχανή. Την ευθύνη για τη
λειτουργία του καζανιού έχει ο
“θερμαστής” που δουλεύει από τις δύο η
ώρα μετά τα μεσάνυχτα μέχρι τις πέντε το
απόγευμα. Γεμίζει το καζάνι με πυρήνα
μέχρι η πίεση του ατμού, η “στύμη” (από το Steam = ατμός) να φτάσει στις
απαιτούμενες 60 ATM.
Κατά τις έξι η ώρα την αυγή, μαζεύονταν και οι υπόλοιποι εργάτες της μηχανής για ν΄
αρχίσει η δουλειά της ημέρας. Τα ρολόγια εκείνη την εποχή είναι λιγοστά. Για να΄ναι
λοιπόν στην ώρα τους ειδοποιούνται από το θερμαστή με τη “μπουρού”. Αυτή είναι
σωλήνας - σειρήνα πάνω στο καζάνι. Κάθε λιοτριβιό στο χωριό είχε μπουρού που
έβγαζε διαφορετικό ήχο, χαρακτηριστικό και γνωστό στους εργάτες του.
Εκτός από το θερμαστή έχουμε εργάτες με τις παρακάτω ειδικότητες:
“Μηχανοδηγός”, υπεύθυνος για τη λειτουργία της ατμομημανής. “Χαμάληδες”,
κουβαλητές του καρπού από τ΄αμπάρια στις πέτρες. “Πετράδες” οι δύο χειριστές του
λιόμυλου. Ο “μάστορας” κι ο βοηθός του για τη δουλειά στο μπασκί. “Γραμματικός”
που κρατά λογιστικά στοιχεία, και οι φύλακες, που αλλάζοντας τις βάρδιες τους,
μένουν στο εργοστάσιο όλο το 24ωρο.
Ενώ όλοι οι υπόλοιποι πληρώνονται με μεροκάματο, ο μάστορας και ο βοηθός του
πληρώνονται με το “στάμα”. Στάμα είναι η δουλειά που γίνεται στο μπασκί, για να
βγει απ΄το χαμούρι το λάδι και να ξεχωρίσει η πυρήνα.
Κουβαλούν τα τσουβάλια με τις ελιές και τις ρίχνουν στον ελαιόμυλο, στις “πέτρες”.
Μπροστά από τις πέτρες είναι η “χαμουριέρα”, μεταλλική δεξαμενή όπου μαζεύεται
το χαμούρι.
Από κει το μεταφέρει ο βοηθός του μάστορα στον πάγκο της πρέσας και το ρίχνει σε
μεγάλα τετράγωνα ελαιόπανα, τρίχινα και αργότερα από φυτικές ίνες, τα “τσουπιά”.
Αφού τα γεμίσουν με χαμούρι, τα διπλώνουν σε σχήμα φακέλου και τα στοιβάζουν
πάνω στο μπασκί. Αυτό λειτουργεί με υδραυλική πίεση, χάρη στην αντλία, την
“τρούμπα”.
Εδώ αρχίζει το στάμα: ο μάστορας συμπιέζει στο μπασκί τα τσουπιά με τον πολτό
τρεις φορές, την πρώτη χωρίς νερό και τη δεύτερη και τρίτη χύνοντας ίσαμε 2-3
μαστραπάδες καυτό νερό σε κάθε τσουπί. Αυτή η δουλειά είναι το “θέρμισμα” που για
να απλοποιηθεί, αργότερα, επινόησαν το “φουρτούμ”, τη μάνικα. Το υγρό που
βγαίνει, λάδι ανακατεμένο με νερό, τρέχει σε στέρνα μπροστά στην πρέσα, το
“πολήμι”.
Μετά από κάμποση ώρα το λάδι έχει ανέβει στην επιφάνεια του πολημιού, κι από
κάτω έχει μείνει νερό με μικρή ποσότητα λαδιού, η λεγόμενη “αμούρη”. Αυτή
διοχετεύεται έξω από το εργοστάσιο, αφού πρώτα περάσει με αγωγούς, τα “ταγάρια”
σε μικρότερες δεξαμενές, τα “ταξίμια”. Από κει μαζεύει ο παραγωγός, που σ΄όλη τη
διάρκεια της παραγωγής είναι παρών, και το ελάχιστο λάδι, πούχει απομείνει
Τέτοια ταξίμια, κρυμμένα όμως στο δάπεδο, έχουν οι ιδιοκτήτες των ελαιοτριβείων.
Απ΄αυτά, την κατάλληλη ώρα, όταν σταματά να δουλεύει το εργοστάσιο, μαζεύουν το
λάδι της αμούρης, κρατώντας το για τον εαυτό τους. Κάθε στάμα χρειάζεται για να
ολοκληρωθεί γύρω στη μιάμιση ώρα και συνθλίβονται 500 οκάδες ελιές.
Στα μεγάλα μαξούλια, το μπασκί επεξεργάζεται και 10 μόδια ελιές (5.000 οκάδες).
Περιμένοντας να ξεχωρίσει το λάδι απ΄ το νερό και ν΄ ανέβει λαχταριστό στην
επιφάνεια, οι εργάτες ξαποσταίνουν, ετοιμάζουν τη δικιά τους τελετουργία, την
απόλαυση της “καπίρας”. Σ΄ ένα τεράστιο μαγκάλι, που σιγοκαίει όλη μέρα κάπου
στο μέσο της αίθουσας ψήνουν ψωμί και το τρώνε βουτηγμένο στό άγουρο νιόβγαλτο
λάδι.
Διάθεση του λαδιού: Σαν τελειώσει η ανάπαυλα, παίρνουν το λάδι από το πολήμι και
το μετρούν με τα “λαγήνια”, γανωμένα δοχεία που καθένα τους χωρεί 6,45 οκάδες
λάδι. Αυτά έχουν δύο μικρές τριγωνικές τρύπες, τη μια πάνω από την άλλη, για να
βρίσκουν τη στάθμη του λαδιού. Είναι δύο, για να γίνονται οι μικρές συνηθισμένες για
τους ανθρώπους του καιρού, πονηριές κατά την αγοραπωλησία. Φράζοντας με το
δάχτυλο την κάτω τρύπα αγοράζουν περισσότερο λάδι. Φράζοντας την επάνω,
πουλάνε λιγότερο. Ο εργοστασιάρχης πληρώνεται με το μόδι. Σε κάθε μόδι κρατά
από τον παραγωγό 100 δράμια λάδι, δήθεν για να λιπάνει την ατμομηχανή, τη
λεγόμενη “αξαγιά”.
Τα ελαιοτριβεία στις μέρες μας έχουν εξελιχθεί, από την παλιά τους μορφή.
Σύγχρονα μηχανήματα έχουν μειώσει στο ελάχιστο το χρόνο παραγωγής του
λαδιού και έχουν κάνει πιο εύκολη την επεξεργασία
του. Παραμένει όμως τόσο φιλική προς το
περιβάλλον η επεξεργασία ;
Τα ελαιοτριβεία έχουν αρχίσει να μοιάζουν με
μεγάλα εργοστάσια. Ο καπνός από τα καύσιμα των
μηχανημάτων και ο θόρυβος, όπως επίσης και τα
υγρά βιομηχανικά απόβλητα, αλλοιώνουν και
ρυπαίνουν το περιβάλλον, όταν όμως δεν παίρνονται τα κατάλληλα μέτρα
από τους ιδιοκτήτες τους. Η πολιτεία με νόμους προσπαθεί να εξασφαλίσει
την ευαισθητοποίηση όλων σε θέματα που έχουν να κάνουν με το
περιβάλλον.
Αναλυτικότερα:
1. Θέτει αυστηρά όρια στη σκόνη και στο καπνό που εκπέμπεται από τα
ελαιοτριβεία, για την αντιμετώπιση της ρύπανσης της ατμόσφαιρας, όπως
επίσης και στην ένταση του ήχου για την αποφυγή της ηχορύπανσης.
2. Τα υγρά απόβλητα από την επεξεργασία της ελιάς σε όλα τα στάδια πρέπει να
επεξεργάζονται με ειδικό τρόπο και να καταλήγουν σε ειδικές δεξαμενές που
ανήκουν στον ιδιοκτήτη του ελαιοτριβείου και βρίσκονται στην επιφάνεια του
εδάφους. Αυτές οι δεξαμενές πρέπει να καθαρίζονται συχνά, ενώ σε καμία
περίπτωση δεν πρέπει τα απόβλητα να χύνονται σε υδάτινους
αποδέκτες, φαινόμενο που αποτελεί τεράστια μορφή ρύπανσης.
3. Ο ελαιοπυρήνας προφυλάσσεται και χρησιμοποιείται ως εναλλακτική πηγή
ενέργειας, με κυριότερη χρήση την θέρμανση σπιτιών. Ενώ τα υπολείμματα
των φύλλων μετατρέπονται σε καλής ποιότητας λίπασμα για τη γη.
Με αυτούς τους τρόπους, όχι μόνο προφυλάσσει το περιβάλλον από τη
ρύπανση, αλλά χρησιμοποιούνται επίσης και εναλλακτικές πηγές ενέργειας
προς όφελος του.
h
tt
p
:/
/
m
a
n
i
v
o
i
c
e
.
g
r
www.mytilene.gr
notospress.gr
www.olivenews.gr
www.forin.gr
http://www.embryopub.gr
www.oliveoilseminars.com
/www.c-gaia.gr
www.agro24.gr