You are on page 1of 2

Αλ.

Αργυρίου, «Οι δυσκολίες ενός υπερρεαλιστή το σκληρό έτος 1935», Το Δέντρο 1


(Σεπτ-Οκτ. 1979). Αναδημ.: Διαδοχικές αναγνώσεις Ελλήνων υπερρεαλιστών, Αθήνα,
Γνώση, 1985, σσ.: 123-131.

Εμπειρίκος, Υψικάμινος: ο πρώτος Έλληνας υπερρεαλιστής ποιτής.


Φεβρουάριος 1938: Υπερρεαλισμός (Γκοβοστη), ένα είδος ομαδικής εμφάνισης των
Ελλήνων υπερρεαλιστών: του παραχωρείται και τυπικά η πρώτη θέση-μεταφράζει τον
«γενάρχη» Breton.
1935: έτος 1 για τον ελληνικό υπερρεαλισμό. Ακολουθούν: Ελύτη, Προσανατολισμοί
(Ν.Γ. 7-8 1936), Νίκος Καλαμάρης, Συμβόλαιο με τους Δαίμονες (Νοέμ. 1935), Νίκος
Εγγονόπουλος, Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν, Οκτ. 1938, Νίκος Γκάτσος, Αμοργός 1943.
Αν με τον υπερρεαλισμό έχομε μια ριζική ρήξη με το παραδοσιακό ποιητικό παρελθόν,
μια (πιθανώς) ρητορική ρήξη με το κονφορμιστικό ρεύμα, το να θεωρήσομε πως τα
Νέα Γράμματα του 1935 καλύπτουν όλο το φάσμα της νέας ποίησης είναι νομίζω ένα
κάποιο λάθος.
Βλ.: Όσα γράφει ο Ελύτης στα Ανοιχτά Χαρτιά για το πνεύμα που επικρατούσε ανάμεσα
στους υπεύθυνους του περιοδικού.
Τα ποιήματα που δημοσιεύονται στο περιοδικό αφήνουν έξω τον υπερρεαλισμό, αν
εξαιρέσουμε τα δεύτερα του Ελύτη, που ανήκουν σε έναν μετριοπαθή και εκλεκτικό
υπερρεαλισμό.
Ο Εμπειρίκος στη διάλεξη για τον υπερρεαλισμό: «ο Κατσίμπαλης ήτο τότε κατά, ο
Καραντώνης επιφυλακτικός».
Για την Υψικάμινο δεν υπάρχει καμία κριτική στα Ν.Γ., παρά μόνο λίγες γραμμές στον
απολογισμό του έτους, στο πρώτο τεύχος της επόμενης χρονιάς.
Ο Εμπειρίκος πρώτη φορά στα Ν.Γ.: Μάιος 1937, με ποιήματα από την Ενδοχώρα.  η
υπερρεαλιστική γραφή του Εμπειρίκου λειτούργησε τα τελευταία χρόνια του
μεσοπολέμου σε περιορισμένο κύκλο, και κρατούσε επιφυλακτικό ακόμη και το
θεωρούμενο πιο πρωτοποριακό περιοδικό.
Το έτος ~ δεν είχε μόνο ένα μήνα σκληρό, αλλά ήταν ένας ολόκληρος σκληρός
χρόνος. Το κίνημα Πλαστήρα, πιθανώς μια προσπάθεια να αναχαιτίσει την
αντιδραστικοποίηση του καθεστώτος, κατέληξε στη δικτατορία Κονδύλη (εξορίζεται όχι
μόνο ο Γληνός αλλά και ο άκακος -πολιτικά- Βάρναλης), που κατέληξε στο νόθο
δημοψήφισμα και στην επάνοδο του Γ. Γλύξμπουργκ, ο οποίος θα οδηγήσει στη
σιγουριά (για εκείνον) της 4ης Αυγούστου.
Υποστηρίχθηκε ότι οι Έλληνες υπερρεαλιστές δεν υπήρξαν και πολιτικοί επαναστάτες,
όπως οι ομόφρονές τους Γάλλοι. Σύγκριση, βλ. άρθρο.
Δεν αμφισβητώ ότι τα 63 ποιήματα της Υψικαμίνου γράφτηκαν «αυτοματικά». Αλλά
αμφισβητώ αν πίσω και από την πιο αυτόματη γραφή δεν υπάρχουν αναστολές. Θα
μας το επιβεβαίωνε νομίζω ένας ψυχαναλυτής.
Πάντως βρισκόμαστε με την Υψικάμινο στην αρχή μιας γραφής και στην αρχή μιας
έκφρασης ενός αυτοψυχαναλυόμενου ατόμου που απευλευθερώνεται ολοένα και
περισσότερο με το χρόνο. Τουλάχιστον αυτό δείχνει η μεταγενέστερη παραγωγή του. Ο
τόνος, στο πεδίο που ζητούσε «απόλυτη ελευθερία», αύξαινε συνεχώς, με αποτέλεσμα
τώρα πια να κρατά στα συρτάρια του τα γραπτά του, από «εξωτερικές» αναστολές.
Όσο για την εγκατάλειψη της αυτόματης γραφής, δεν αποτελούσε κανενός είδους
υπαναχώρηση, αλλά ωριμότητα, αναγνωρισμένη ήδη από το δεύτερο μανιφέστο του
Μπρετόν, για το σύνολο του υπερρεαλιστικού κινήματος. (βλ. και συνέντευξη στον
Μπαστιά για διάρκεια υπερρεαλισμού).
Έτσι λοιπόν, το σκληρό έτος ~ ο Σεφέρης και ο Εμπειρίκος, δουλεύοντας ο
καθένας επάνω σε δύο ασύμπτωτες καμπύλες, δημοσίευαν αντίστοιχα: «δεν έχουμε
ποτάμια δεν έχουμε πηγάδια δεν έχουμε πηγές…» (Μυθιστόρημα, Ι’). «Δεν έχομε
κυδώνια… (Υψικάμινος, «Ασβέστης»).

You might also like