Professional Documents
Culture Documents
Κ. Π. Αναγνωστόπουλος
1
Πρβ. «Είμαι το εντελώς αντίθετο ενός ’νεοφιλελεύθερου’. Παρά τον σεβασμό μου προς
την αγορά, δεν πιστεύω ότι είναι πανάκεια, εκτιμώ δε ότι το κράτος έχει να παίξει έναν
ρόλο. Τούτου λεχθέντος, η εμπειρία μου από τη ναζιστική Γερμανία και τη φασιστική Ιταλία
μου έχει αφήσει έναν τρόμο για το παντοδύναμο κράτος» (Le Monde, 25.09.1995).
2
Δεν πρόκειται να δει κανείς εξισώσεις, συναρτήσεις και μοντέλα στα γραπτά
του. Θα βρει λέξεις, θα βρει φράσεις, θα βρει μεταφορές, και θα γοητευθεί
από ένα έξοχο στυλ γραφής. Εάν ισχύει ότι «για έναν συγγραφέα μόνο μια
μορφή πατριωτισμού υπάρχει: η στάση απέναντι στη γλώσσα» (Ιωσήφ
Μπρόντσκι), τότε αυτός ο κοσμοπολίτης διανοούμενος υπήρξε αυθεντικός
συγγραφέας. Με τα ίδια του τα λόγια: «Μου αρέσει να παίζω με τις λέξεις,
να επινοώ νέες εκφράσεις. Πιστεύω πως υπάρχει πολύ περισσότερη σοφία
στις λέξεις από όση φυσιολογικά υποθέτουμε...». διότι, όταν κάποιος είτε
διαμορφώνει είτε βαπτίζει μιαν έννοια, τότε αρχίζει «να συλλογίζεται με
νέες κατηγορίες».
2
Σε μια εποχή κυριαρχίας της «υπόθεσης του ροδανθού» (Louis Menand, «Lives of Others:
The Βiography Βusiness», The New Yorker, 6-8-2007), που ωθεί τους βιογράφους να
θεωρούν ότι η αλήθεια για ένα πρόσωπο τεκμαίρεται από ό,τι είναι άγνωστο στους άλλους
(μια επιστολή, ένα σημείωμα, και ιδίως ερωτικές περιπέτειες ή συμπεριφορές), υποτιμώντας
μυριάδες άλλες δημόσιες μαρτυρίες, το βιβλίο του Τζέρεμι Άντελμαν για τον Χίρσμαν
αποτελεί υπόδειγμα συγγραφής βιογραφίας.
3
Μάταια θα ψάξει κανείς να βρει στο έργο του Χίρσμαν ένα αφηρημένο,
θεωρητικό σχήμα που θα ξεκλειδώνει την ερμηνεία κάθε πολιτικής,
οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Άσκοπη περιπλάνηση, αφού
αντιμετώπιζε αρνητικά (και με χιούμορ) τις απόπειρες διανοητών να
δομήσουν μεγάλες θεωρίες ̶ «η αναζήτηση παραδειγμάτων (paradigms) ως
3
O Πολ Κρούγκμαν («The Fall and Rise of Development Economics», in L. Rodwin & D. A.
Schön (eds.) (1994), Rethinking the Development Experience – Essays Provoked by the
Work of Albert Hirschman, Washington, D.C.: The Brookings Institution) θεωρεί ότι η
οικονομική της ανάπτυξης έφθασε σε αδιέξοδο εξαιτίας της εχθρικής στάσης των
πρωτοπόρων της προς τη μοντελοποίηση. Παρά ταύτα, η ιδεολογική απίσχνανση που
προκλήθηκε από την πτώση πρώτα τους Τείχους του Βερολίνου και κατόπιν του
νεοφιλελευθερισμού, έφεραν στην επικαιρότητα τον Χίρσμαν, και τα έργα που έγραψε πριν
από μισό αιώνα βρήκαν τη θέση τους στις οικονομικές μελέτες. Βλ., για παράδειγμα, Javier
Santiso (2000), «Hirschman’s View of Development, or the Art of Trespassing and Self-
Subversion», CEPAL Review, 70, April: 93-109. Debraj Ray (2010), «Uneven Growth: A
Framework for Research in Development Economics», Journal of Economic Perspectives,
24(3): 45–60.
4
Πρβ. «Η ιδέα της καταπάτησης είναι βασική στη σκέψη μου. Απόπειρες περιορισμού σε
συγκεκριμένη περιοχή με κάνουν δυστυχή. Όταν φαίνεται ότι μια ιδέα μπορεί να
επαληθευθεί σε άλλο πεδίο, τότε αισθάνομαι ευτυχής διακινδυνεύοντας σε τούτη την
κατεύθυνση. Πιστεύω ότι αυτός είναι ένας απλός και χρήσιμος τρόπος ανακάλυψης
‘συγγενικών’ θεμάτων» (συνέντευξη στην Carmine Donzelli, 1993).
4
5
«La rage de vouloir conclure est une des manies les plus funestes et les plus stériles qui
appartiennent à l’humanité» (Η λύσσα να δοθούν οριστικά συμπεράσματα είναι μια από τις
πλέον ολέθριες και άγονες μανίες της ανθρωπότητας). Gustave Flaubert, Correspondance,
Lettre à Mademoiselle Leroyer de Chantepie, 23.10.1865.
6
Albert O. Hirschman (1971), «Introduction: Political Economics and Possibilism», in A
Bias for Hope: Essays on Development in Latin America, New Haven: Yale University Press.
7
ό.π.
5
ό,τι δεν μπορώ να αλλάξω». 8 Δεδομένου ότι από τις ανθρώπινες δράσεις
και επιλογές πηγάζουν οι κοινωνικές δυνατότητες, ο ποσιμπιλισμός
υπερασπίζεται το δικαίωμα κάθε προσώπου και χώρας σε ένα μη
προκαθορισμένο μέλλον.
Από πολύ νωρίς είχε πάρει τις αποστάσεις του από τους ποικιλώνυμους «–
ισμούς», είχε σιγουρευτεί ότι «η υπερπαραγωγή ξεροκέφαλων απόψεων»
μπορεί να υπονομεύσει τη δημοκρατία, και ήταν βέβαιος ότι η ικανότητα να
κατανοήσουμε μεγάλης κλίμακας πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές είναι
απελπιστικά περιορισμένη. Έτσι, και δίχως αυτό να σημαίνει, όπως του
προσάπτουν ορισμένοι, ότι είναι «α-θεωρητικός» ή «αντι-θεωρητικός»,
προσηλώθηκε σε «… ένα πιο θεμελιώδες, αλλά λιγότερο εύκολο να οριστεί,
πέρασμα από την πλήρη εμπιστοσύνη στην ύπαρξη μιας θεμελιώδους
λύσης για τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα σε μια πιο
ερωτηματική, πραγματιστική στάση – από την ιδεολογική βεβαιότητα προς
μια πιο ανοικτή, ατέρμονα, εκλεκτική, σκεπτικιστική διερεύνηση». 9
8
Paul Valéry (1988), «Cahier B, 1910», Oeuvres II, Bibliothèque de la Pléiade, Paris:
Gallimard, σ. 573.
9
Ο γνήσιος πραγματιστής «αποδέχεται να ζήσει με ένα πρόγραμμα, μη διασφαλισμένων
δυνατοτήτων, στις οποίες παρέχει την εμπιστοσύνη του. αποδέχεται να παραχωρήσει τον
εαυτό του ως ανταμοιβή, εν ανάγκη, για την πραγματοποίηση κάθε ιδανικού
δημιουργημένου από τη σκέψη του» (William James). Σχετικά με τον πραγματισμό του
Χίρσμαν, βλ. Cyrille Ferraton & Ludovic Frobert (2003), L’Enquête Inachevée: Introduction
à l’Ḗconomie Politique d’Albert Hirschman, Paris: Presses Universitaires de France.
6
10
Ο Χίρσμαν θα εναντιωθεί στη δεσπόζουσα μεταπολεμικά «ισόρροπη θεωρία της
ανάπτυξης», υποστηρίζοντας ότι «… το θεμελιώδες πρόβλημα συνίσταται στη δημιουργία
ανθρώπινης δράσης προς ορισμένη κατεύθυνση», αφού η ανάπτυξη δεν εξαρτάται τόσο από
την άριστη κατανομή των παραγωγικών πόρων «όσο από τη δραστηριοποίηση και
επιστράτευση για αναπτυξιακούς σκοπούς διάσπαρτων, συγκαλυμμένων και κακώς
χρησιμοποιούμενων πόρων». Ως εκ τούτου, η «στρατηγική της ανισόρροπης ανάπτυξης»
εστιάζεται όχι μόνο σε επενδύσεις με σημαντική εκροή, αλλά κυρίως σε όσες προκαλούν
νέες μικρότερες ή μεγαλύτερες επενδύσεις εξαιτίας των οπισθοβατικών συνδέσεων
(backward linkages) −οι χρησιμοποιούμενες από έναν κλάδο εισροές που τον συνδέουν με
τους παραγωγούς πρώτων υλών, εξοπλισμού, και ημιτελών προϊόντων− και των
εμπροσθοβατικών συνδέσεων (foreward linkages) −οι εκροές που ένας κλάδος διαθέτει σε
άλλους κλάδους. Πραγματιστικού κατά βάση χαρακτήρα, η στρατηγική της ανισόρροπης
ανάπτυξης εναντιώνεται μεν στον ισχυρό κεντρικό προγραμματισμό, ευνοώντας την
αποκεντρωμένη λήψη των αποφάσεων, αλλά, επιφυλακτική όσον αφορά την
αποτελεσματικότητα της αγοράς, αναθέτει στο κράτος ενεργό ρόλο για την υλοποίηση της
αναπτυξιακής στρατηγικής.
11
Albert O. Hirschman (1967), «The Principle of the Hiding Hand», Public Interest, vol. 2,
Winter: 10-23.
7
Ο Απρίλιος του 1933 υπήρξε πολύ σκληρός για την οικογένεια Χίρσμαν. Με
φόντο τα αποκαΐδια του Ράιχσταγκ και έχοντας στα χέρια του τον
«Εξουσιοδοτικό νόμο» («Νόμος αποτροπής κινδύνου για τον λαό και το
Ράιχ»), ο Χίτλερ ενταφιάζει τις βεβαιότητες όλων εκείνων των εβραίων που
νόμισαν ότι είχαν ενσωματωθεί στη γερμανική κοινωνία, επειδή πίστεψαν
στη Γερμανία και είχαν ασπαστεί τον Προτεσταντισμό. Έχοντας ήδη θάψει
τις αυταπάτες τους, οι Χίρσμαν συνοδεύουν στο κοιμητήριο τον πατέρα
τους. Την επομένη της κηδείας, ο Χίρσμαν ανακοινώνει στην οικογένειά
του ότι φεύγει παράνομα για το Παρίσι. Είχε καθυστερήσει. Οργανωμένος
στη νεολαία του SPD, με ενεργό αντιναζιστική δράση, κινδύνευε να
συλληφθεί άμεσα, όπως ήδη είχε συμβεί σε συμφοιτητές του.
8
12
Δεν βρέθηκε τυχαία στην Ιταλία ο Χίρσμαν. Η αδελφή του Ούρσουλα είχε παντρευτεί τον
κοινό τους φίλο, σοσιαλιστή φιλόσοφο Ευγένιο Κολόρνι με τον οποίο διέμεναν στην
Τεργέστη (μία από τις κόρες τους θα παντρευτεί ο Αμάρτια Σεν, βλ. την αυτοβιογραφία του
στην ιστοσελίδα των Νόμπελ). Όταν έφθασε στην Τεργέστη, το ζεύγος Κολόρνι συμμετείχε
ήδη στο παράνομο αντιφασιστικό κίνημα. Ο Κολόρνι συνελήφθη τo 1939 και εξορίστηκε στο
νησάκι Βεντοτένε, όπου με τους συγκρατουμένους του Αλτιέρο Σπινέλι και Ερνέστο Ρόσι
επεξεργάστηκαν την ιδέα μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης. Τελικά, ο Σπινέλι και ο Ρόσι
συνέταξαν την άνοιξη του 1941 το ιστορικό Μανιφέστο για μια Ελεύθερη και Ενωμένη
Ευρώπη («Μανιφέστο του Βεντοτένε»), το οποίο η Χίρσμαν έβγαλε κρυφά από το νησί και
το διακίνησε μυστικά στη χώρα. Αυτοί οι τέσσερις, μαζί με λίγους ακόμη, ίδρυσαν το 1943
στο Μιλάνο το Ευρωπαϊκό Ομοσπονδιακό Κίνημα. Τον Φεβρουάριο του 1944 εκδίδεται
παράνομα η οριστική μορφή του Μανιφέστου, με επιμέλεια και πρόλογο του Κολόρνι, ο
οποίος τον Μάιο θα δολοφονηθεί από τους φασίστες στη Ρώμη. Η Χίρσμαν παντρεύτηκε τον
Σπινέλι το 1945, και μέχρι τον θάνατό της εργάστηκε για την ευρωπαϊκή ιδέα.
13
Ο Χίρσμαν «ήταν απαραίτητος στον Fry», γράφει η Sheila Isenberg (A Hero of Our Own:
The Story of Varian Fry, Random House, 2001), επειδή γνώριζε καλύτερα από κάθε άλλον
πώς να ζει στην παρανομία, και γι’ αυτόν τον λόγο του ανέθεσε όλες τις σχετικές
δραστηριότητες: κατασκευή πλαστών διαβατηρίων και άλλων εγγράφων, αλλαγή δολαρίων
στη μαύρη αγορά, εντοπισμό διαδρομών για τη μετακίνηση των προσφύγων στα σύνορα.
9
διηγείται ο Fry, αλλά επειδή είχε πολλά καλά χαρτιά που κίνησαν τις
υποψίες– περνάει τα Πυρηναία, έχοντας μαζί του ένα εφεδρικό ζευγάρι
κάλτσες και τα Δοκίμια του Μονταίνι, και φθάνει στις ΗΠΑ.
Η ακαδημαϊκή του καριέρα άρχισε αργά μεν, αλλά υπήρξε λαμπρή: Yale
(1956-58), Columbia (1958-64), Harvard (1964-74), Institute for
Advanced Study του Princeton (1974-85), στο οποίο υπήρξε ομότιμος
καθηγητής από το 1985. Ο ακαδημαϊκός χώρος θα του παράσχει την άνεση
14
Εκτός από την Κολομβία, την εικοσαετία 1950-70 διέτρεξε όλη τη Νότιο Αμερική. και δεν
έκανε μελέτες καθισμένος στην πολυθρόνα του. Ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας και
μετέπειτα φίλος του Φερνάντο Ενρίκε Καρντόζο διηγείται ότι, ως νέος ερευνητής,
συνάντησε τυχαία τον Χίρσμαν σε ένα πολύ απομακρυσμένο βραζιλιάνικο χωριό. Ο Χίρσμαν
είχε αναπτύξει ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς με τη Λατινική Αμερική. Την περίοδο
εκείνη των στυγερών στρατιωτικών δικτατοριών στήριξε λατινοαμερικανούς δημοκράτες
επιστήμονες και διανοούμενους.
10
15
Το βιβλίο δέχθηκε και ύμνους και σφοδρές επιθέσεις. Ο Ζαν Ντανιέλ έγραψε στο κύριο
άρθρο του Nouvel Observateur (25.04.1991) ότι το βιβλίο τού κατασίγασε «τις αμφιβολίες
για το αν υπάρχει ακόμη αριστερή σκέψη». Από την άλλη, ένας από τους σημαντικότερους
γάλλους κοινωνιολόγους, συγγραφέας του βιβλίου Effets Pervers et Ordre Social (1977), ο
Raymond Boudon (πέθανε στις 10.04.2013 σε ηλικία 79 ετών) το υπέβαλε σε (ανεξήγητα)
βίαιη κριτική στο περιοδικό Le Débat (τεύχος 69, Μάρτιος-Απρίλιος 1992). Βλ. σχ. το άρθρο
του «La rhétorique est-elle réactionnaire?» και την απάντηση του Χίρσμαν στο ίδιο τεύχος
«L'argument intransigeant comme idée reçue. En guise de réponse à Raymond Boudon».
12
Ωστόσο, τα πράγματα μπορεί να είναι πιο σύνθετα από όσο υπονοεί μια
άκαμπτη, διαζευκτική χρήση της αποχώρησης και της διαφωνίας.
Αναλύοντας την κατάρρευση της Ανατολικής Γερμανίας, ο Χίρσμαν έδειξε
ότι η τότε εξουσία πέτυχε να καταστείλει τη διαφωνία, ενόσω περιόριζε την
αποχώρηση από τη χώρα. 16 Αλλά όταν κέρδισαν το δικαίωμα εξόδου από
τη χώρα, οι ανατολικογερμανοί συμπέραναν ότι η κρατική εξουσία είχε
αποδυναμωθεί και δεν μπορούσε πλέον να καταστείλει τη διαμαρτυρία.
Έκτοτε αποχώρηση και διαφωνία πήγαιναν χέρι-χέρι, αποδεικνύοντας ότι
σε ορισμένες συγκυρίες «η αποχώρηση μπορεί να συνεργάζεται με τη
διαφωνία, η διαφωνία μπορεί να αναδύεται από την αποχώρηση, και η
αποχώρηση μπορεί να ενδυναμώνει τη διαφωνία».
16 Albert O. Hirschman (1993), «Exit, Voice, and the Fate of the German Democratic
Republic: An Essay in Conceptual History», World Politics 45(2): 173-202.
15
17 Βλ., για παράδειγμα, Susan James (2000), Passion and Action: The Emotions in
Seventeenth-Century Philosophy, New York: Oxford University Press.
18
Ο ισχυρισμός αυτός, δίχως να την ακυρώνει, διαφέρει από την άποψη του Μαξ Βέμπερ
που διατύπωσε στην Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού ότι η
απελπισμένη αναζήτηση της ατομικής σωτηρίας είχε ως απρόθετο αποτέλεσμα τις
καπιταλιστικές δραστηριότητες και συμπεριφορές. Υπάρχει και μια πρόσθετη σημαντική
διαφορά μεταξύ τους. Ο Βέμπερ υποστήριξε ότι η περί του προκαθορισμού θεωρία του
Καλβίνου δεν οδήγησε τους οπαδούς του ούτε στη μοιρολατρία ούτε στις κοσμικές
απολαύσεις, αλλά παραδόξως σε μεθοδική, σκόπιμη δραστηριότητα, ενσαρκώνοντας
ουσιαστικά την προσφιλέστατη στον Χάγιεκ ιδέα για τα «απρόθετα, αλλά πραγματοποιημένα
αποτελέσματα». Απεναντίας, ο Χίρσμαν δίνει έμφαση στα «εμπρόθετα, αλλά
απραγματοποίητα αποτελέσματα».
16
19
Συν τω χρόνω, το συμφέρον έφθασε να χρησιμοποιείται σαν πασπαρτού για την ερμηνεία
κάθε συμπεριφοράς –από την ψυχρή ιδιοτέλεια μέχρι την αλτρουιστική ή την αλόγιστη
συμπεριφορά– ατόμων, ομάδων και τάξεων. Εξηγώντας τα πάντα, όμως, δεν εξηγεί τίποτα,
καταλήγοντας σε ταυτολογία του τύπου: «προτιμώ να κάνω αυτό που προτιμώ να κάνω».
17
Πώς θα μπορούσε να γίνει πρακτικά αυτό; Ο 18ος αιώνας απαντά ότι αυτό
θα έρθει χάρη στις θετικές επιπτώσεις που ο ανερχόμενος καπιταλισμός
αναμενόταν να έχει τόσο στον χαρακτήρα των πολιτών όσο και στην
άσκηση της πολιτικής τέχνης. Έτσι, γράφεται «Και είναι ευτύχημα για τους
ανθρώπους να βρίσκονται σε μια κατάσταση στην οποία, μολονότι τα πάθη
τους μπορεί να τους ωθούν να είναι κακοί (méchants), έχουν ωστόσο
συμφέρον να μην είναι» (Μοντεσκιέ). και μερικά χρόνια αργότερα, «το
πολύπλοκο σύστημα της σύγχρονης οικονομίας (δηλαδή τα συμφέροντα)…
[ήταν κατ’ ανάγκη] …το πιο αποτελεσματικό χαλινάρι που επινοήθηκε ποτέ
κατά της αφροσύνης του δεσποτισμού» (σερ Τζέιμς Στιούαρτ). Το
συμπέρασμα και η προσδοκία είναι ότι η επέκταση της αγοράς θα μπορούσε
να περιορίσει την αυθαιρεσία και την υπερβολική εξουσία των ισχυρών,
διότι οι παθιασμένες τους υπερβολές θα χαλιναγωγούνται τόσο από τα δικά
τους συμφέροντα, όσο και από τα συμφέροντα των υπηκόων τους.
Πριν καλά-καλά εδραιωθεί, όμως, η θεωρία αυτή δέχεται δύο πλήγματα και
περιθωριοποιείται, αν δεν εξαφανίζεται. 21 Το πρώτο από τον Άνταμ Σμιθ, ο
20
Ο Χίρσμαν σημειώνει ότι «Η λέξη αυτή, η οποία είναι πολύ δύσκολο να μεταφραστεί σε
άλλες γλώσσες (όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με την έκφραση la douce France),
μεταφέρει τη γλυκύτητα, την πραότητα, την ηρεμία και την ευγένεια, και είναι το αντίθετο
της βίας».
21
Παράλληλα, αναπτύσσονται ανταγωνιστικές προσεγγίσεις του καπιταλισμού, με κυριότερη
τη θεωρία της «αυτοκαταστροφής» ̶ ο καπιταλισμός διαβρώνει παραδοσιακές αξίες
18
υπονομεύοντας την επιβίωσή του. Οι εκπρόσωποί της ξεκινούν από άγγλους συντηρητικούς
τον 17ο αιώνα, συνεχίζονται με τον Μαρξ και τη ρομαντική και συντηρητική κριτική της
βιομηχανικής επανάστασης, και φθάνουν μέχρι τον Σουμπέτερ και τη σχολή της
Φρανκφούρτης. Βλ. σχ. A. O. Hirschman (1982), «Rival Interpretations of Market Society:
Civilizing, Destructive, or Feeble?», Journal of Economic Literature, XX, December: 1463-
1484.
22 Παρά ταύτα, όπως και ο ίδιος ο Χίρσμαν αναγνωρίζει, ο Άνταμ Σμιθ, τόσο στο «εξαιρετικά
πολύμορφο έργο» του Ο Πλούτος των Εθνών, όσο και στη Θεωρία των Ηθικών
Συναισθημάτων παρέχει μια πιο σύνθετη εικόνα της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
23 Ο καπιταλισμός θα κατηγορηθεί επίσης γι’ αυτό που ακριβώς επεδίωκε: να καταστείλει
ορισμένα ανθρώπινα ένστικτα και ροπές ώστε να διαμορφώσει μια περισσότερο προβλέψιμη
και «μονοδιάστατη» ανθρώπινη προσωπικότητα. Όταν εδραιώνεται, ο καπιταλιστικός
κόσμος μοιάζει φτωχός, δίχως πάθος, μεγαλείο, μυστήριο, ελλείψεις που αντικατοπτρίζονται
σε σωρεία νεολογισμών: παθιασμένη έλξη (Σαρλ Φουριέ), αλλοτρίωση (Μαρξ), καταπίεση
της σεξουαλικότητας (Φρόιντ), απομάγευση (Βέμπερ).
19
Επίλογος
24
J. M. Keynes (2001 [1936]), Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης, του Τόκου και του
Χρήματος, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση, κεφ. 24, σ. 390. Είχα ολοκληρώσει το κείμενο όταν
έπεσε στα χέρια μου το άρθρο των Armin Falk & Nora Szech (2013), «Morals and Markets»,
Science, 340(6133), 10-May-2013: 707-711, στο οποίο ισχυρίζονται ότι «αποδεικνύουν»
πειραματικά ότι η αγορά «διαβρώνει τις ηθικές αξίες». Η θεωρία της «αυτοκαταστροφής»
(βλ. τη σημ. 21) στο εργαστήριο…
20
του ότι το πάθος για το δυνατό μπορεί να είναι εξίσου ισχυρό με το πάθος
των επαναστατών ή των αντιδραστικών. Ίσως έτσι εξηγείται πώς αυτός ο
κορυφαίος, προοδευτικός διανοητής κατάφερε «να διαψεύσει τον Άμλετ» ̶
πώς κατόρθωσε να μην εγκλωβιστεί στο αδιέξοδο της παραλυτικής
αμφιβολίας του ήρωα του Σαίξπηρ ̶ που στα είκοσι του χρόνια, όπως μας
λέει ο Τζέρεμι Άντελμαν, αυτός και ο φίλος και γαμπρός του Ευγένιος
Κολόρνι είχαν θέσει ως σκοπό του βίου τους.