You are on page 1of 17

See discussions, stats, and author profiles for this publication at: https://www.researchgate.

net/publication/312305154

Unpublished manuscript reffering to the election of a bishop of Helos from


the archives of the Ecumenical patriarchate (1st August 1775)

Article · January 2012

CITATIONS READS

0 7

1 author:

Demetrios Vachaviolos
Ministry of Education, Research and Religious Affrairs, Greece
4 PUBLICATIONS   0 CITATIONS   

SEE PROFILE

All content following this page was uploaded by Demetrios Vachaviolos on 13 January 2017.

The user has requested enhancement of the downloaded file.


Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 231

ΔημήτριοΥ Θ. ΒαχαβιῶλοΥ
Φιλολόγου

Ανέκδοτο Υπόμνημα
Εκλογῆς Επισκόπου Ελους ΑπΟ τΟ Αρχειοφυλακεῖο
τοῦ OΙκουμενικοῦ Πατριαρχείου
(1η ΑΥγούστου 1775)1

Τὸ Ἀρχειοφυλακεῖο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ


σημαντικώτερα Ἀρχεῖα γιὰ τὴν μελέτη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καὶ ἐν γένει τοῦ
ἱστορικοῦ βίου τῆς Ἀνατολικῆς Μεσογείου ἀπὸ τὸν 16ο αἰῶνα καὶ ἑξῆς. Τὸ
συγκεκριμένο ἀρχεῖο, ἂν καὶ φυλάσση ἕναν ἀναλογικὰ μικρὸ ἀριθμὸ πρωτό-
τυπων τεκμηρίων ἐξ αἰτίας τῶν συνεχῶν καταστροφῶν καὶ τῶν παράνομων
ἀγοραπωλησιῶν,2 προσελκύει τὸ ἐνδιαφέρον πολλῶν ἐρευνητῶν, μὲ ἀποτέ-
λεσμα νὰ ἔχουν δημοσιευθῆ ἀρκετὰ πρωτότυπα τεκμήρια ποὺ διαφωτίζουν
τὴν ἱστορία τῆς Ἀνατολικῆς Μεσογείου, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἕνας μεγάλος
ἀριθμὸς ὑπομνημάτων ἐκλογῆς ἀρχιερέων.3
Ὁ ὅρος «ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἀρχιερέως» χρησιμοποιεῖται γιὰ τὸν χαρακτη-
ρισμὸ τοῦ ἐπίσημου ἐγγράφου, ποὺ συντασσόταν ἀμέσως μετὰ τὴν ὁλοκλήρω-
σιν μίας ἀρχιερατικῆς ἐκλογῆς καί συνήθως καταχωρεῖτο σὲ ἰδιαίτερο κώδικα.4

1. Γιὰ τοὺς συντομογραφημένους τίτλους τῶν βιβλίων καὶ τῶν ἄρθρων, βλ. τὸν κατάλογο
στὸ τέλος. Γιὰ τὰ περιοδικὰ ἀκολουθοῦνται οἱ καθιερωμένες συντομογραφίες, ἐνῶ οἱ λιγώτερο
γνωστοὶ τίτλοι δίδονται ἀνεπτυγμένοι.
2. Ἀ θ . Π α λ ι ο ύ ρ α, Ὁ Πατριαρχικὸς Ναὸς καὶ Οἶκος στό: Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.
Ἡ Μεγάλη του Χριστοῦ Ἐκκλησία, ἐπιμ. Ἀ θ . Π α λ ι ο ύ ρ α, Ἀθῆνα 1989, 125 κ. ἑ. καὶ P a i z i -
A p o s t o l o p o u l o u, Archives, 208.
3. Γιὰ τὴν ἔκδοσιν ὑπομνημάτων ἐκλογῆς ἀρχιερέων τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπό­
λεως, μὲ βάση ἀρχειακὰ τεκμήρια ἀπὸ τὸ Ἀρχειοφυλακεῖο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, βλ.
Σ τ α υ ρ ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ κατάλογοι, 31-32, ὅπου καὶ ἡ παλαιότερη βιβλιογραφία.
4. Γιὰ τοὺς κώδικες καταχωρήσεως τῶν ὑπομνημάτων ἐκλογῆς ἀρχιερέων, βλ. P a i z i - A p o -
s t o l o p o u l o u, Archives, 208 καὶ Σ τ α υ ρ ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ κατάλογοι, 32.
232 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

Πρόκειται γιὰ ἕνα σύντομο τυποποιημένο κείμενο, τὸ ὁποῖο περιελάμβα-


νε ἐπιγραμματικὲς πληροφορίες γιὰ τοὺς λόγους χηρείας τοῦ ὑπὸ πλήρωσιν
ἐκκλησιαστικοῦ θρόνου, τὸν τόπο καὶ τὴν ἡμερομηνία συνεδριάσεως τῶν
ἐκλεκτόρων ἀρχιερέων, καθὼς καὶ τὰ ὀνόματα τῶν ὑποψηφίων, συνήθως
κατὰ σειρὰ ἐκλογῆς. Τὸ ἔγγραφο αὐτὸ ἔκλειναν οἱ ὑπογραφὲς τῶν ἐκλεκτό-
ρων ἀρχιερέων κατὰ τάξιν προκαθεδρίας.5 Εἶναι φανερό, λοιπόν, ὅτι αὐτοῦ
τοῦ εἴδους τὰ τεκμήρια, μολονότι συντάσσονταν μὲ βάση τυποποιημένα ὑπο-
δείγματα, προσφέρουν χρήσιμες πληροφορίες γιὰ τὴν σύνταξιν καὶ τὴν διόρ-
θωσιν τῶν ἐπισκοπικῶν καταλόγων.6 Ἡ σημασία τους μεγεθύνεται στὴν περί-
πτωσιν ἐκκλησιαστικῶν ἑδρῶν, τῶν ὁποίων οἱ ἐπισκοπικοὶ κατάλογοι παρου-
σιάζουν μεγάλα κενά, ὅπως γιὰ παράδειγμα συμβαίνει στὴν περίπτωσιν τῆς
ἐπισκοπῆς Ἕλους.
Ἡ ἐπισκοπὴ Ἕλους, μὲ ἕδρα τὸν οἰκισμὸ τοῦ Γερακίου στὴν νοτιανατολικὴ
Λακωνία7, εἶχε ὑπὸ τὴν δικαιοδοσία της τὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς πεδιάδος
τοῦ Ἕλους, ποὺ ἐκτείνεται ἑκατέρωθεν τῶν ἐκβολῶν τοῦ ποταμοῦ Εὐρώτα.8
Οἱ γνώσεις τῆς ἐπιστημονικῆς κοινότητας ἀναφορικὰ μὲ τὴν συγκεκριμένη
ἐπισκοπικὴ ἕδρα εἶναι λιγοστές, ἐξ αἰτίας τῆς ἐλλείψεως διαθέσιμων στοιχεί-
ων.9 Κάτω ἀπὸ τὶς συνθῆκες αὐτές, οἱ μέχρι στιγμῆς δημοσιευμένοι κατάλογοι
ἀρχιερέων της παρουσιάζουν μεγάλα κενά, μὲ ἐξαίρεσιν τὴν περίοδο τοῦ 18ου
αἰῶνα.10 Ἡ διαφοροποίησις αὐτὴ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐπιστημονικὴ
κοινότητα ἔχει στὴν διάθεσή της τὸν κώδικα τῆς μητροπόλεως Μονεμβασίας
τῆς περιόδου ἐκείνης, στὸν ὁποῖον καταγράφονται πληροφορίες διοικητικοῦ,
οἰκονομικοῦ καὶ κοινωνικοῦ χαρακτῆρα γιὰ τὴν μητρόπολιν Μονεμβασίας
καὶ τὶς ὑποκείμενες σὲ αὐτὴν ἐπισκοπικὲς ἕδρες κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ 18ου

5. Γιὰ τὸ ὑπόμνημα ἐκλογῆς καὶ τὸ περιεχόμενό του, βλ. Σ τ α υ ρ ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ κατάλο-


γοι, 29-30. Γιὰ τὴν σειρὰ ἀναγραφῆς τῶν ὑποψηφίων, βλ. Γε δ ε ώ ν, Ἱστορία, τ. Α΄, 249-250, ἐνῶ
γιὰ τὴν σειρὰ μὲ τὴν ὁποία ὑπογράφουν οἱ ἀρχιερεῖς σὲ συνοδικὰ ἔγγραφα, ὅπως εἶναι καὶ τὰ
ὑπομνήματα ἐκλογῆς, βλ. J. D a r r o u z e s, Listes synodales et notitiae, REB 28 (1970), 73-74.
6. Β. Κ . Σ π α ν ο ῦ, Ὑπομνήματα ἐκλογῆς καὶ πληροφορίες γιὰ ἐπισκόπους του Θαυμακοῦ
(Μάιος 1659 - 22 Δεκεμβρίου 1857), Πρακτικὰ 3ου Συνεδρίου Φθιωτικῆς Ἱστορίας. Ἱστορία –
Ἀρχαιολογία – Λαογραφία (4-6 Νοεμβρίου 2005), Λαμία 2007, 221.
7. Δ. Δ. Μ α ν ώ κ α, Τὸ Γεράκι ὡς ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους, Λακωνικὰ 81 (1977), 77 – 78.
8. Δ. Θ. Β α χ α β ι ώ λ ο υ, Ἡ περιοχὴ δικαιοδοσίας τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους, Θεολογία 81:1
(2010), 313 κ. ἑ.
9. Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Γεράκι, 189-210, 271-274, 281-289, 305-309, 324-331, 369-375, 439-442· Τ.
Ἀ θ . Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Ἱστορικὲς καὶ τοπογραφικὲς ἀναζητήσεις ἀνὰ τὴν περιοχὴ τῆς Κοίλης
Λακεδαίμονος, Πρακτικά του Α΄ Τοπικοῦ Συνεδρίου Λακωνικῶν Σπουδῶν (Μολάοι, 5-7 Ἰουνί-
ου 1982), Ἀθῆναι 1982-1983, 41-44· Τ. Ἀθ. Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Ἐκκλησία, 440-447.
10. Ἀ τ έ σ η ς, Κατάλογοι, 182· G. F e d a l t o, Hierarchia Ecclesiastica Orientalis, τ. Α΄ (Patri-
archatus Constantinopolitanus), Padova 1988, 502-503∙ Τ. Ἀθ. Γριτσοπούλου, Ἐκκλησία, 441-447.
Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 233

αἰῶνα καὶ τῶν πρώτων δεκαετιῶν τοῦ 19ου αἰῶνα.11 Ὡς ἐκ τούτου, ὁ συγκε-
κριμένος κώδικας περιλαμβάνει διάφορες πληροφορίες καὶ γιὰ τὴν ἐπισκοπὴ
Ἕλους, ἡ ὁποία ὑπαγόταν στὴν μητρόπολιν Μονεμβασίας ἤδη ἀπὸ τὴν πρώ-
ιμη παλαιολόγεια περίοδο.12 Κατ’ ἐπέκτασιν, περιλαμβάνει καὶ ὅλα τὰ ὑπο-
μνήματα ἐκλογῆς τῶν ἐπισκόπων Ἕλους κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, μὲ ἐξαίρεσιν
αὐτὸ τοῦ ἐπισκόπου Ἰωάσαφ Γερακοῦ.13
Ὁ συγκεκριμένος ἱεράρχης, ἂν καὶ δὲν ἀναφέρεται στὸν κώδικα τῆς μη-
τροπόλεως Μονεμβασίας, εἶναι γνωστὸ ὅτι εἶχε ἐκλεγῆ ἐπίσκοπος Ἕλους πρὶν
ἀπὸ τὸ 1808 καθὼς καὶ ὅτι διαποίμανε τὴν ἐπισκοπὴ Ἕλους μέχρι καὶ τὸν θά-
νατό του, στὶς ἀρχὲς Μαΐου 1811.14 Ὅπως εἶναι φανερό, ἡ ἐπιστημονικὴ κοινό-
τητα ἀδυνατεῖ νὰ προσδιορίση μὲ ἀκρίβεια τὸ ἔτος ἐκλογῆς καὶ χειροτονίας
τοῦ συγκεκριμένου ἐπισκόπου, καθὼς δὲν ἔχει ἐντοπίσει καμμία πληροφορία
σχετικὰ μὲ τὸ ζήτημα αὐτό, οὔτε κὰν καὶ στὸν προαναφερθέντα κώδικα τῆς
μητροπόλεως Μονεμβασίας. Παρ’ ὅλα αὐτά, ὁ γράφων, κατὰ τὴ διάρκεια
ἐρευνητικῆς ἀναδιφήσεως στὸ Πατριαρχικὸ Ἀρχειοφυλακεῖο τὸν Ἰούλιο τοῦ
2009, ἐντόπισε τὸ ὑπόμνημα ἐκλογῆς του, τὸ ὁποῖο εἶχε καταχωρηθῆ στὴ σελί-
δα 89 τοῦ κώδικα Ζ΄ τοῦ Ἀρχειοφυλακείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.15
Τὸ συγκεκριμένο τεκμήριο δὲν εἶχε δημοσιευθῆ ποτέ, μὲ συνέπεια ἡ ἐπιστημο-
νικὴ ἔρευνα νὰ τὸ ἀγνοῇ καὶ ὡς ἐκ τούτου νὰ μὴν τὸ ἔχη ἀξιοποιήσει γιὰ τὴν
διόρθωσιν τοῦ ἐπισκοπικοῦ καταλόγου τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους.16

11. Ν. Β έ η, Ἔκφρασις, 186 κ. ἑ.


12. Ἡ λακωνικὴ ἐπισκοπὴ Ἕλους ἀπαντᾶ ἤδη ἀπὸ τὸν 10ο αἰῶνα, καθὼς ἡ παλαιότερη
γνωστὴ μνεία τῆς ἐπισκοπικῆς αὐτῆς ἕδρας ἐντοπίζεται στὴν Notitia 9, ὡς ἐπισκοπικὴ ἕδρα τῆς
μητροπόλεως Πατρῶν. Τὸ καθεστὼς αὐτὸ διατηρεῖται μέχρι καὶ τὴν ἀνύψωσιν τῆς πάλαι ποτὲ
ἐπισκοπῆς Μονεμβασίας σὲ μητροπολιτικὴ ἕδρα, ἀμέσως μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τμημάτων τῆς
Νότιας Πελοποννήσου ἀπὸ τὸν φραγκικὸ ζυγό (δεκαετία τοῦ 1260), ὁπότε ἡ ἐπισκοπὴ Ἕλους
ἐντάσσεται στὴν δικαιοδοσία τῆς νεοσύστατης μητροπόλεως. Τὸ καθεστὼς αὐτὸ δὲ θὰ μετα-
βληθῆ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ὑστεροβυζαντινῆς καὶ τῆς μεταβυζαντινῆς περιόδου. Σχετικὰ
μὲ τὸ ζήτημα αὐτό, βλ. Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Γεράκι, 189-210, 271-274· Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Ἐκκλη-
σία, 440-447∙ J. P r e i s e r - K a p e l l e r, Der Episkopat im spaten Byzanz. Ein Verzeichnis der
Metropoliten und Bischofe des Patriarchats von Konstantinopel in der Zeit von 1204 bis 1453,
Saarbrucken 2008, 291.
13. Β έ η, Ἔκφρασις, 189 (ἐκλογὴ ἐπισκόπου Νικοδήμου - 1700), 191 (ἐκλογὴ ἐπισκόπου Ἰω-
ακεὶμ - 1718), 192 (ἐκλογὴ ἐπισκόπου Παρθενίου - 1734), 193 (ἐκλογὴ ἐπισκόπου Κυρίλλου -
1755), 193-194 (ἐκλογὴ ἐπισκόπου Καλλινίκου - 1769), 204 (ἐκλογὴ ἐπισκόπου Ἀνθίμου - 1811).
14. Ἀ τ έ σ η, Κατάλογος, 136· Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Γεράκι, 329-330, 356-358∙ Γρ ι τ σ ό π ο υ λ ο ς,
Ἐκκλησία, 445.
15. Θερμὲς εὐχαριστίες ὀφείλονται πρὸς τὸν ὑπεύθυνο τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἀρχειοφυλα­κείου,
π. Νικόλαο Πετροπελλῆ, καὶ πρὸς τοὺς συνεργάτες του γιὰ τὴ φιλοξενία καὶ τὴν ὑποστήριξιν
κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐρευνητικῆς ἀναδιφήσεως στὸ Πατριαρχικὸ Ἀρχειοφυλακεῖο.
16. Ἂς σημειωθῆ ὅτι ὁ Βασίλειος Μυστακίδης γνώριζε τὸ περιεχόμενο τοῦ ὑπομνήματος καὶ
234 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

Τὸ ἐκδιδόμενο τεκμήριο ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἰωάσαφ Γερακοῦ


πραγματοποιήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολιν ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ μέ-
χρι τότε ἐπισκόπου Ἕλους. Δυστυχῶς, τὸ κείμενο δὲν περιλαμβάνει κάποια
πληροφορία γιὰ τὴν ταυτότητα τοῦ τεθνεῶτος ἀρχιερέως, καθὼς ὁ συντάκτης
του παραλείπει νὰ τὸν κατονομάση, προφανῶς λόγῳ ἄγνοιας, μὲ συνέπεια
νὰ ὑφίσταται ἕνα κενὸ μεταξὺ τῆς προσφωνήσεώς του καὶ τῆς αἰτίας χηρείας
τοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου. Ὡστόσο, οἱ γνώσεις τῆς ἐπιστημονικῆς κοινότητας,
ἀναφορικὰ μὲ τὴν διαδοχὴ τῶν ἐπισκόπων Ἕλους κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ 18ου
αἰῶνα, ὁδηγοῦν στὸ συμπέρασμα ὅτι, κατὰ πᾶσα πιθανότητα, ὁ νεοεκλεγεὶς
ἀρχιερεὺς διαδέχεται στὸν θρόνο τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους τὸν ἐπίσκοπο Καλλί-
νικο, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐκλεγῆ ἐπίσκοπος Ἕλους τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1769.17
Ὁ θάνατος τοῦ ἀρχιερέως αὐτοῦ ἔθεσε τὸ ζήτημα τῆς πληρώσεως τοῦ χη-
ρεύοντος θρόνου τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους. Οἱ ἱεροὶ κανόνες προέβλεπαν ὅτι ἡ
πλήρωσις ἑνὸς χηρεύοντος ἐπισκοπικοῦ θρόνου ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς σημα-
ντικώτερες διοικητικὲς ἁρμοδιότητες τῆς ἐπαρχιακῆς συνόδου τῆς ὑπερκεί-
μενης μητροπολιτικῆς ἕδρας.18 Συνεπῶς, ὁ μητροπολίτης Μονεμβασίας, στὴ
δικαιοδοσία τοῦ ὁποίου ὑπαγόταν ἡ ἐπισκοπὴ Ἕλους, ἦταν ὑποχρεωμένος
μέσα σὲ διάστημα τριῶν μηνῶν νὰ προσκαλέση ἐγγράφως τοὺς ὑποκείμενους
σὲ αὐτὸν ἐπισκόπους σὲ συνοδικὴ συνέλευση, ποὺ λάμβανε χώρα σὲ κάποιον
ἀπὸ τοὺς ναοὺς τῆς μητροπολιτικῆς του περιφέρειας, μὲ θέμα τὴν πλήρωσιν
τοῦ χηρεύοντος ἐπισκοπικοῦ θρόνου. Παρ’ ὅλα αὐτά, τὸ ἐκδιδόμενο τεκμήριο
ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἰωάσαφ δὲν πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὴν ἐπαρ-
χιακὴ σύνοδο τῆς ὑπερκείμενης μητροπόλεως, ἡ ὁποία θὰ συνερχόταν ἐπὶ
τοῦτο σὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς ναοὺς τῆς μητροπολιτικῆς αὐτῆς ἐπαρχίας, ἀλλὰ
ἀπὸ μία σύνοδο παρεπιδημούντων στὴν Κωνσταντινούπολιν ἀρχιερέων. Πρό-
κειται γιὰ ἕναν ἐναλλακτικὸ τρόπο ἐκλογῆς ἑνὸς ὑποκειμένου σὲ μητροπολίτη
ἐπισκόπου, ποὺ ἐμφανίστηκε στὴν προσπάθεια ὡρισμένων μητροπολιτῶν νὰ
ἀντιμετωπίσουν κάποιες ἀντικειμενικὲς δυσχέρειες.19

τὸ εἶχε χρησιμοποιήσει γιὰ τὴ διόρθωσιν τῶν χρονικῶν ὁρίων τῆς ἀρχιερατείας τοῦ μητροπολί-
του Μονεμβασίας Ἰγνατίου Τζαμπλάκου (1771; - 1801), χωρὶς ὅμως νὰ τὸ δημοσιεύση καὶ νὰ τὸ
σχολιάση (Β. Α . Μ υ σ τ α κ ί δ ο υ, Ἐπισκοπικοὶ Κατάλογοι, ΕΕΒΣ 12 (1936), 201).
17. Γιὰ τὸν ἐπίσκοπο αὐτό, βλ. Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Γεράκι, 326-327∙ Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Ἐκκλη-
σία, 445.
18. H e r m a n, Appunti, 541-543· B e c k , Kirche, 69 - 70· O i k o n o m i d e s, Decret synodal,
71 κ. ἑ.· D a r r o u z e s, Documents, 19-20· L’ H u i l l i e r , Εlections episcopales, 103· Ζ η ζ ι ο ύ λ α,
Συνοδικὸς Θεσμός, 170-171· H u s s e y, Church, 326∙ Μ π ο ύ μ η, Διαδικασία, 105-130.
19. O i k o n o m i d e s, Decret synodal, 74-75∙ H u s s e y, Church, 326.
Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 235

Ἀναλυτικώτερα, οἱ ἱεροὶ κανόνες ὁρίζουν μὲ αὐστηρότητα κάθε παράμε-


τρο τῶν ἀρχιερατικῶν ἐκλογῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ θέτουν καὶ ἀρκετοὺς ἀνε-
λαστικοὺς περιορισμούς. Μεταξὺ τῶν ἄλλων, οἱ ἱεροὶ κανόνες προβλέπουν,
ὑπὸ τὴν ἀπειλὴ αὐστηρῶν ἐπιτιμίων, ὅτι ἡ ἐπαρχιακὴ σύνοδος τῆς ὑπερκεί-
μενης μητροπολιτικῆς ἕδρας, ὕστερα ἀπὸ γραπτὴ πρόσκλησιν τοῦ μητρο-
πολίτου, προβαίνει στὴν πλήρωσιν ἑνὸς χηρεύοντος ἐπισκοπικοῦ θρόνου τὸ
ἀργότερο ἐντὸς τριῶν μηνῶν.20 Ἐπίσης, προβλέπουν ὅτι ὁ ἐλάχιστος ἀριθμὸς
ἐκλεκτόρων ἀρχιερέων δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μικρότερος ἀπὸ τρεῖς, ἐνῷ οἱ ἀδυ-
νατοῦντες νὰ συμμετάσχουν ἐπίσκοποι εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ ἐκφράσουν τὴν
ἄποψή τους ἐγγράφως ἢ διὰ ἀντιπροσώπων.21 Κατὰ συνέπεια, ἕνας μητροπο-
λίτης δὲν μποροῦσε νὰ ἐκλέξη ὑποκείμενον σὲ αὐτὸν ἐπίσκοπον σὲ περίπτω-
σιν μακροχρόνιας ἀπουσίας του ἀπὸ τὴν ἐπαρχία του ἢ ἐλλείψεως τοῦ προ-
βλεπόμενου ἀριθμοῦ ἐκλεκτόρων ἀρχιερέων. Κάτω ἀπὸ τὶς συνθῆκες αὐτές,
ὡρισμένοι μητροπολῖτες ἀναγκάστηκαν νὰ προχωρήσουν στὴν πλήρωσιν τῶν
κενῶν ἐπισκοπικῶν ἑδρῶν, μέσῳ μίας συνοδικῆς συνελεύσεως παρεπιδημού-
ντων στὴν Κωνσταντινούπολιν ἀρχιερέων, καθὼς μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο μποροῦσαν
νὰ ἱκανοποιήσουν τὶς κυριώτερες ἀπὸ τὶς ἐλάχιστες ἀπαιτήσεις τῶν ἱερῶν κανό-
νων. Ἔτσι, λοιπόν, οἱ ἐνδιαφερόμενοι μητροπολῖτες μποροῦσαν νὰ πραγματοποι-
ήσουν ἔγκαιρα καὶ χωρὶς ἀντικειμενικὰ προβλήματα τὶς ἐκλογὲς τῶν ὑποκείμε-
νων σὲ αὐτῶν ἐπισκόπων, ἔστω καὶ ἂν ἡ ἐκλογὴ δὲν πραγματοποιοῦταν ἀπὸ τὴν
ἐπαρχιακὴ σύνοδο, ὅπως ρητὰ προβλέπουν οἱ ἱεροὶ κανόνες.22
Ὁ ἐναλλακτικὸς αὐτὸς τρόπος ἐπισκοπικῆς ἐκλογῆς ἐμφανίζεται στὶς
πηγὲς τουλάχιστον ἀπὸ τὸν 9ο αἰῶνα.23 Ἡ χρῆσις του γενικεύτηκε, χωρὶς ὅμως
νὰ ὑποκαταστήση τὴν ἐκλογὴ ἀπὸ τὴν ἐπαρχιακὴ σύνοδο, ἂν καὶ φαίνεται ὅτι
ἀρκετὲς φορὲς ὁ τρόπος αὐτὸς ἐκλογῆς χρησιμοποιήθηκε γιὰ νὰ προωθηθοῦν
συγκεκριμένα πρόσωπα καὶ ὄχι ἐξ αἰτίας ἀντικειμενικῶν δυσκολιῶν.24 Κάτω
ἀπὸ τὶς συνθῆκες αὐτές, ὁ πατριάρχης Μιχαὴλ Κηρουλάριος (1043-1059) ἐπε-
χείρησε ἀνεπιτυχῶς νὰ ἀπαγορεύση τὸν τρόπο αὐτὸ ἐπισκοπικῆς ἐκλογῆς,
φροντίζοντας νὰ ἐκδοθῆ σχετικὴ συνοδικὴ ἀπαγόρευσις.25 Παρ’ ὅλα αὐτά,
ὡρισμένοι μητροπολῖτες συνέχισαν νὰ χρησιμοποιοῦν τὴν πρακτικὴ αὐτή, μὲ
συνέπεια ὁ πατριάρχης Ἰωάννης Η΄ ὁ Ξυφιλίνος (1063-1075), ἕνας ἀπὸ τοὺς
ἄμεσους διαδόχους τοῦ πατριάρχη Μιχαὴλ Κηρουλάριου, νὰ ἀναιρέση τὴν

20. H e r m a n, Appunti, 542 σημ. 2 , ὅπου καὶ ἡ κανονικὴ τεκμηρίωσις τοῦ ζητήματος.
21. Σ τ α υ ρ ί δ η, Συνοδικὸς Θεσμός, 57-58.
22. O i k o n o m i d e s, Decret synodal, 74-75.
23. O i k o n o m i d e s, Decret synodal, 76.
24. O i k o n o m i d e s, Decret synodal, 76.
25. O i k o n o m i d e s, Decret synodal, 76.
236 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

προαναφερθεῖσα ἀπαγόρευσιν.26 Ἡ ἐξέλιξις αὐτὴ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ἡ πρα-


κτικὴ αὐτὴ νὰ ἐξακολουθήση νὰ ἐφαρμόζεται παράλληλα μὲ τὴν προβλεπό-
μενη ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς κανόνες πρακτική, γιὰ τὴν ἐκλογὴ ἐπισκόπων καθ’ ὅλη
τὴ διάρκεια τῆς βυζαντινῆς καὶ μεταβυζαντινῆς περιόδου.27
Στὴν ὑπὸ ἐξέτασιν περίπτωσιν, ἡ πρακτικὴ αὐτὴ ἐπισκοπικῆς ἐκλογῆς χρη-
σιμοποιεῖται ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Μονεμβασίας καὶ ἐπικυριάρχη της χηρευ-
ούσης ἐπισκοπῆς Ἰγνάτιο Τζαμπλάκο (1771;-1801). Ὁ συγκεκριμένος μητρο-
πολίτης ἔχει ἀπασχολήσει συστηματικὰ τὴν ἐπιστημονικὴ κοινότητα, μὲ ἀπο-
τέλεσμα νὰ ἔχουν συγκεντρωθῆ ἀρκετὲς πληροφορίες σχετικὰ μὲ τὸν βίο καὶ
τὴ δράση του. Ἀναλυτικώτερα, ἡ ἐπιστημονικὴ κοινότητα ἔχει διαπιστώσει ὅτι
ὁ ἱεράρχης αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανῆ οἰκογένεια τῆς Μονεμβασίας, μὲ
μεγάλη οἰκονομικὴ καὶ πολιτικὴ δύναμη καθὼς καὶ μὲ ἰσχυροὺς δεσμοὺς μὲ τὸ
Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.28 Μάλιστα, τὰ διαθέσιμα στοιχεῖα ἀποκαλύπτουν
ὅτι ὁ Ἰγνάτιος εἶχε διατελέσει, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνάρρησίν του στὸν μητροπολι-
τικὸ θρόνο τῆς Μονεμβασίας, πατριαρχικὸς ἔξαρχος στὴν περιοχὴ τῆς Κα-
λαμάτας.29 Ἐπίσης, εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ συγκεκριμένος μητροπολίτης συνήθιζε
νὰ διαμένη, τουλάχιστον στὰ πρῶτα χρόνια τῆς ἀρχιερατείας του, γιὰ μεγάλα
χρονικὰ διαστήματα στὴν Κωνσταντινούπολιν, ὅπως φανερώνει ἡ συχνή του
συμμετοχὴ στὴν πατριαρχικὴ σύνοδο.30
Φαίνεται, λοιπόν, ὅτι ἡ χηρεία τοῦ θρόνου τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους συνέβη,
ἐνῶ ὁ μητροπολίτης Ἰγνάτιος Τζαμπλάκος ἀπουσίαζε, γιὰ ἀγνώστους πρὸς τὸ
παρὸν λόγους, στὴν Κωνσταντινούπολιν. Ὁ μητροπολίτης ἀδυνατοῦσε ἢ δὲν

26. O i k o n o m i d e s, Decret synodal, 76.


27. O i k o n o m i d e s, Decret synodal, 77-78, ὅπου παρατίθενται δυὸ παραδείγματα ἀρχιε-
ρατικῶν ἐκλογῶν, σύμφωνα μὲ τὴν πρακτικὴ αὐτή, τοῦ 12ου αἰῶνα. Ἡ συνέχισις τῆς πρακτικῆς
αὐτῆς κατὰ τὴ μεταβυζαντινὴ περίοδο μαρτυρεῖται ἀπὸ ἕναν μεγάλο ἀριθμὸ ὑπομνημάτων
ἀρχιερατικῶν ἐκλογῶν στὴν Νομικὴ Συλλογὴ τοῦ Δοσιθέου (Δ . Γ . Ἀ π ο σ τ ο λ ο π ο ύ λ ο υ –
Π . Δ . Μ ι χ α η λ ά ρ η, Ἡ Νομικὴ Συναγωγὴ τοῦ Δοσιθέου. Μία πηγὴ καὶ ἕνα τεκμήριο, τ. A΄,
Ἀθῆνα 1987, σποράδην). Ἂς σημειωθῆ ὅτι ὑπάρχει καὶ εἰδικὴ μελέτη ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἐκλογὴ
ὑποκειμένων στὸν μητροπολίτη Κρήτης ἐπισκόπων, σύμφωνα μὲ τὴν πρακτικὴ αὐτή, κατὰ τὴ
διάρκεια τῆς Ὀθωμανοκρατίας (1669-1898): Ν. Β. Τω μ α δ ά κ η, Ἐκλογὴ ἀρχιερέων Κρήτης
ἔξω τῆς ἕδρας τῆς μητροπόλεως κατὰ τοὺς τελευταίους αἰῶνας στό: Εὐχαριστήριον. Τιμητικὸς
Τόμος ἐπὶ τῇ 45ετηρίδι τῆς ἐπιστημονικῆς δράσεως καὶ τῇ 35ετηρίδι τακτικῆς καθηγεσίας Ἀμίλ-
κα Ἀλιβιζάτου, Ἐν Ἀθήναις 1958, 473-481.
28. Κ ο υ γ έ α, Ἰγνάτιος, 141-160 καὶ Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Ἐκκλησία, 364 - 367.
29. Κ ο υ γ έ α, Ἰγνάτιος, 142.
30. Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Ἐκκλησία, 365-366. Ἐπὶ πλέον, εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ συγκεκριμένος ἱε-
ράρχης διατηροῦσε φιλικὲς σχέσεις μὲ διάφορα ἐπιφανῆ στελέχη τοῦ Πατριαρχείου, μεταξὺ τῶν
ὁποίων καὶ μὲ τὸν μητροπολίτη Κυζίκου Ἀγάπιο Γρυπάρη μὲ τὸν ὁποῖο διατηροῦσε ἀλληλογρα-
φία (Κ ο υ γ έ α, Ἰγνάτιος, 173-175).
Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 237

ἤθελε νὰ μεταβῆ στὴν ἕδρα τῆς μητροπόλεώς του, γιὰ νὰ κινήση τὶς διαδικα-
σίες πληρώσεως τοῦ χηρεύοντος ἐπισκοπικοῦ θρόνου, ἐντὸς τοῦ προβλεπόμε-
νου ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς κανόνες χρονικοῦ διαστήματος. Ἔτσι, φρόντισε νὰ ἐξα-
σφαλίση τὴν ἄδεια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Σωφρονίου Β΄(1774-1780),
ὥστε νὰ προβῆ στὴν ἐκλογὴ νέου ἐπισκόπου Ἕλους, χωρὶς ὅμως νὰ ἀπομα-
κρυνθῆ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν. Στὴ συνέχεια, προφανῶς μὲ τὴ βοήθεια
τῆς πατριαρχικῆς γραμματείας, προσκάλεσε ὡρισμένους ἀπὸ τοὺς παρεπιδη-
μοῦντας στὴν Κωνσταντινούπολη ἀρχιερεῖς σὲ συνοδικὴ συνέλευση. Σύμφω-
να μὲ τὶς ὑπογραφὲς στὸ τέλος τοῦ ἐγγράφου, στὴ σύνοδο αὐτὴ συμμετεῖχαν,
ἐκτὸς ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Μονεμβασίας, πέντε ἀκόμα ἀρχιερεῖς : ὁ μητρο-
πολίτης Χριστιανουπόλεως Ἱερεμίας (1773-1783)31, ὁ μητροπολίτης Γάνου καὶ
Χώρας Παΐσιος (1770-1780)32, ὁ πρώην ἀρχιεπίσκοπος Φαναρίου Κλήμης
(1768-1772)33 καθὼς καὶ δυὸ ἀκόμα ἐφησυχάζοντες ἀρχιερεῖς, τῶν ὁποίων οἱ
ὑπογραφὲς εἶναι δυσανάγνωστες.34
Ἡ συμμετοχὴ ἐφησυχαζόντων ἀρχιερέων στὴν ἀνωτέρω συνοδικὴ συνέ-
λευση δὲν προκαλεῖ ἐντύπωσιν, καθὼς εἶναι γνωστὸ ὅτι τὸ πατριαρχεῖο τοὺς
ἐπέτρεπε νὰ συμμετέχουν ἰσότιμα μὲ τοὺς ἐν ἐνεργείᾳ στὶς ἐργασίες διάφορων
συνοδικῶν συνελεύσεων.35 Μάλιστα, ὁ πατριάρχης Σαμουὴλ Χαντζερῆς (1763-
1768 καὶ 1773-1774) εἶχε ἐκδώσει ἀπόφαση, τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1765, σύμφωνα
μὲ τὴν ὁποία παρεχόταν ἄδεια στοὺς παρεπιδημοῦντας στὴν Κωνσταντινού-
πολη ἐφησυχάζοντας ἀρχιερεῖς νὰ ἐκτελοῦν διάφορα ἐκκλησιαστικὰ λειτουρ-
γήματα, κατὰ ἀλληλοδιάδοχη σειρά, ὥστε νὰ ἐξασφαλίζουν τὰ ὡς πρὸς ζῆν,
καθὼς οἱ περισσότεροι ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν σὲ ἄθλια οἰκονομικὴ κατάσταση.36

31. Πρόκειται γιὰ τὸν μετέπειτα Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἱερεμία Δ΄ (1809-1813), γιὰ τὸν
ὁποῖον, βλ. Μ . Ι . Γε δ ε ώ ν, Πατριαρχικοὶ Πίνακες. Εἰδήσεις ἰστορικαὶ βιογραφικαὶ περὶ τῶν
Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου μέχρις Ἰωακεὶμ Γ΄ τοῦ ἀπὸ
Θεσσαλονίκης (36-1884), ἐν Κωνσταντινουπόλει 1884, 682, ἐνῶ γιὰ τὴν θητεία του ὡς μητροπολί-
του Χριστιανουπόλεως, βλ. μ η τ ρ . Σ τ ε φ ά ν ο υ Ε ὐ σ τ ρ . Μ α τ α κ ο ύ λ ι α, Μητροπολῖται Χρι-
στιανουπόλεως κατὰ τὸν ΙΗ΄ αἰώνα στό: Πρακτικὰ Β΄ Διεθνοῦς Συνεδρίου Μεσσηνιακῶν Σπουδῶν
(Κυπαρισσία 27-29 Νοεμβρίου 1982), Ἀθῆναι 1984, 30-31∙ Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Ἐκκλησία, 533-536.
32. Γιὰ τὸν ἱεράρχη αὐτόν, βλ. Σ μ ά ρ ω Ἄ ν. Κ ζ ο ύ ν ι α, Μητρόπολη Γάνου καὶ Χώρας τῆς
Ἀνατολικῆς Θρᾴκης, Θεσσαλονίκη 2005, 349-350, ὅπου καὶ ἡ παλαιότερη βιβλιογραφία.
33. Ἀ τ έ σ η ς, Κατάλογοι, 76.
34. Οἱ ὑπογράφοντες στὸ συγκεκριμένο τεκμήριο ἐφησυχάζοντες ἀρχιερεῖς γράφουν τελεί-
ως ἀνορθόγραφα τὴν λέξη πρῴην, φέρνοντας στὸ νοῦ τὰ εἰρωνικὰ σχόλια τοῦ Μανουὴλ Γεδεὼν
ὡς πρὸς τὸ μορφωτικὸ ἐπίπεδο ἑνὸς μεγάλου ἀριθμοῦ ἀρχιερέων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρ-
χείου, μὲ ἀφορμὴ τὸν τρόπο ὑπογραφῆς τους ὡς ἐφησυχάζοντες (Γε δ ε ώ ν, Ἱστορία, τ. Α΄, 245).
35. Σ τ α υ ρ ί δ η, Συνοδικὸς Θεσμός, 467 κ. ἑ.
36. Ἰ ω α κ . Φ ο ρ ο π ο ύ λ ο υ, Ἀνάλεκτα ἐκ τῶν πατριαρχικῶν κωδίκων, Ἐκκλησιαστικὴ
Ἀλήθεια 19 (1899), 480β.
238 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

Ἐξ ἄλλου, εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ νεοεκλεγέντες ἀρχιερεῖς ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ


καταβάλλουν ὡρισμένα χρήματα, μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ στοὺς ἐκλέκτορες
ἀρχιερεῖς, ὡς φιλοδώρημα γιὰ τὴν ἐκλογὴ καὶ τὴ χειροτονία τους.37 Συνεπῶς,
ἕνας ἐφησυχάζων ἀρχιερεὺς ἐπεδίωκε νὰ συμμετέχη σὲ ἀνάλογες ἐκκλησια-
στικὲς διαδικασίες, ὥστε νὰ ἐξασφαλίση μερίδιο ἀπὸ τὰ φιλοδωρήματα αὐτά.
Ἡ ἐπιστημονικὴ κοινότης ἔχει διαπιστώσει ὅτι οἱ συνεδριάσεις τῆς πατρι-
αρχικῆς συνόδου καὶ κατ’ ἐπέκτασιν καὶ οἱ ἀρχιερατικὲς ἐκλογὲς δὲν πραγμα-
τοποιοῦνταν πάντοτε στὸν πατριαρχικὸ ναὸ ἀλλὰ καὶ σὲ διάφορους ἄλλους
ναοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἢ τῶν προαστίων της.38 Στὴν ὑπὸ ἐξέτασιν
περίπτωσιν, οἱ διαδικασίες πραγματοποιήθηκαν στὸν ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θε-
οτόκου, ὁ ὁποῖος εἶναι εὐρύτερα γνωστὸς ὡς Βλὰχ Σαράι. Ὁ συγκεκριμένος
ναός, τοῦ ὁποίου τὰ ἐρείπια βρίσκονται σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὸ μετόχι τοῦ
Παναγίου Τάφου στὴν περιοχὴ τοῦ Φαναρίου, ἀποτελοῦσε τὸ παρεκκλήσιο
τοῦ ἀνακτορικοῦ συγκροτήματος τῶν ἡγεμόνων τῆς Βλαχίας στὴν πρωτεύ-
ουσα πόλη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ ναὸς νὰ γίνη
εὐρύτερα γνωστὸς ὡς Βλὰχ Σαράι.39 Οἱ ἱστορικὲς συγκυρίες ἐπεφύλαξαν στὸν
συγκεκριμένο ναὸ τὴν τύχη νὰ διατελέση ἕδρα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρ-
χείου γιὰ ἕνα σύντομο χρονικὸ διάστημα στὰ τέλη τοῦ 16ου αἰῶνα, ὅταν ὁ
σουλτάνος Μουρὰτ Γ΄ (1574-1595) μετέτρεψε τὸ μοναστηριακὸ συγκρότημα
τῆς Παμμακαρίστου, ὣς τότε ἕδρα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, σὲ μου-
σουλμανικὸ τέμενος εἰς ἀνάμνησιν τῆς κατακτήσεως τῆς Γεωργίας καὶ τοῦ
Ἀζερμπαϊτζᾶν (1587).40 Ὁ ναὸς ὑπέστη διαδοχικὲς καταστροφὲς ἀπὸ πυρ-
καγιὲς καθὼς καὶ συνεχεῖς ἀναστηλώσεις ἀπὸ τοὺς ἡγεμόνες τῆς Βλαχίας.41
Κάτω ἀπὸ τὶς συνθῆκες αὐτές, ὁ ἡγεμόνας τῆς Βλαχίας καὶ γόνος ἰσχυρῆς φα-
ναριώτικης οἰκογένειας Γρηγόριος Γκίκας (1768-1769) προσήλωσε τὸ ναὸ καὶ

37. Β. Θ . Σ τ α υ ρ ί δ η, Ἱστορία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (1453 - Σήμερον), Θεσσα-


λονίκη 19992, 84∙ Ε . Ι . Ἀ ν α σ τ α σ ί ο υ, Αἱ ἐνορίαι τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν διάρκειαν
τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος, Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρὶς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 22
(1977), 10.
38. Γε δ ε ώ ν, Ἱστορία, τ. Α΄, 269 καὶ Σ τ α υ ρ ί δ η, Συνοδικὸς Θεσμός, 402 κ. ἑ. Χαρακτηριστικὸ
εἶναι τὸ παράδειγμα τῶν ἀρχιερατικῶν ἐκλογῶν ποὺ πραγματοποιήθηκαν στοὺς δυὸ ναοὺς τοῦ
Κουρουτζεσμὲ στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὴν δεύτερη πεντηκονταετία τοῦ 18ου αἰῶνος (Β.
Α . Μ υ σ τ α κ ί δ η, Ἱστορικαὶ Εἰδήσεις περὶ Κουρουτζεσμέ, Ἐν Ἀθήναις 1888, 66 κ. ἑ.).
39. Γε δ ε ώ ν, Ἐκκλησίαι, 69∙ Μ ή λ λ α ς, Κωνσταντίνου Πόλις, 211.
40. Γε δ ε ώ ν, Ἐκκλησίαι, 69-71· Γε δ ε ώ ν, Ἱστορία, τ. Α΄, 285· Σ τ α υ ρ ί δ η, Συνοδικὸς Θεσμός,
407-410 καὶ Μ ή λ λ α, Κωνσταντίνου Πόλις, 211-212. Γιὰ τὴ χρῆσιν τοῦ ναοῦ τῆς Παμμακαρί-
στου ὡς πατριαρχικὴ ἕδρα, βλ. Σ τ α υ ρ ί δ η, Συνοδικὸς Θεσμός, 405-407, ὅπου καὶ ἡ παλαιότερη
βιβλιογραφία.
41. Γε δ ε ώ ν, Ἐκκλησίαι, 70-71∙ Μ ή λ λ α, Κωνσταντίνου Πόλις, 212-213.
Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 239

τὰ περιβάλλοντα αὐτὸν οἰκήματα καὶ περιβόλια στὴν μονὴ Μεγάλου Σπηλαί-


ου τῆς Πελοποννήσου, τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1769, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ἡ ἰσχυρὴ
πελοποννησιακὴ μονὴ θὰ ἀναλάμβανε τὴν φροντίδα τοῦ ναοῦ καὶ τῶν ἐξαρ-
τώμενων ἀπὸ αὐτὸν οἰκημάτων καὶ ἱδρυμάτων.42 Δὲν ἀποκλείεται, λοιπόν, τὸ
γεγονὸς ὅτι ὁ συγκεκριμένος ναὸς ἀποτελοῦσε μετόχι μίας πελοποννησιακῆς
μονῆς, νὰ ἔπαιξε κάποιο ρόλο στὴν ἐπιλογή του ὡς χώρου συνεδριάσεως μίας
συνοδικῆς συνελεύσεως, μὲ ἀποκλειστικὸ θέμα τὴν πλήρωσιν ἑνὸς χηρεύοντος
ἐπισκοπικοῦ θρόνου τῆς Πελοποννήσου.
Οἱ ἱεροὶ κανόνες προέβλεπαν ὅτι οἱ προσκεκλημένοι ἀπὸ τὸν μητροπολίτη
ἀρχιερεῖς, ὕστερα ἀπὸ ψηφοφορία, προέτειναν τρεῖς ὑποψήφιους πρὸς ἐκλογὴν
κληρικούς, ἐπισκόπους ἢ μή. Στὴν συνέχεια, ὁ μητροπολίτης ἐπέλεγε ἕναν ἐξ
αὐτῶν καὶ προχωροῦσε ἄμεσα στὴν χειροτονία του, σὲ περίπτωση ποὺ δὲν ἦταν
ἀρχιερεύς, μὲ τὴν συμμετοχὴ δυὸ ἀκόμη τουλάχιστον ἱεραρχῶν.43 Ἡ ἐπιστημο-
νικὴ ἔρευνα ἔχει διαπιστώσει ὅτι οἱ μητροπολῖτες συνήθιζαν νὰ ἀναθέτουν τὴν
ποιμαντορία τῶν ὑποκείμενων σὲ αὐτοὺς ἐπισκοπῶν σὲ ἱκανὰ στελέχη τῆς το-
πικῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικητικῆς μηχανῆς ἢ σὲ προβεβλημένα μέλη τῶν τοπικῶν
μοναστηριακῶν κοινοτήτων.44 Παρ’ ὅλα αὐτά, τὰ διαθέσιμα στοιχεῖα ἀποκαλύ-
πτουν ὅτι ὁ οἰκονομικὸς παράγοντας ἔπαιζε σημαντικὸ ρόλο στὴν ἐκλογὴ ἑνὸς
ἀρχιερέα, κυρίως κατὰ τὴ μεταβυζαντινὴ περίοδο, παρὰ τὶς σχετικὲς ἀπαγορεύ-
σεις τῶν ἱερῶν κανόνων.45 Ἀναλυτικώτερα, εἶναι γνωστὸ ὅτι ἀρκετοὶ πατριάρχες
καὶ μητροπολῖτες συνήθιζαν νὰ λαμβάνουν τὸ λεγόμενο ἐμβατίκιον ἀπὸ κάποιον
κληρικό, γιὰ νὰ τοῦ παραχωρήσουν τὴν διαποίμανση μίας συγκεκριμένης ἐνορίας
ἢ γιὰ νὰ τὸν ἐκλέξουν ἐπίσκοπο μίας ἐπισκοπικῆς ἕδρας. Τὸ ἐμβατίκιον φαίνεται
ὅτι εἶχε καθιερωθῆ ὡς μία νόμιμη πηγὴ ἐσόδων τῶν ἀρχιερέων ἀπὸ τὸν ὕστερο
16ο αἰῶνα καὶ μετά, ἂν καὶ ὡρισμένοι πατριάρχες ἐπιχείρησαν ἀνεπιτυχῶς νὰ τὸ
ἀπαγορεύσουν μὲ συνοδικὲς ἀποφάσεις.46

42. Γε δ ε ώ ν, Ἐκκλησίαι, 70-71 καὶ Μ ή λ λ α, Κωνσταντίνου Πόλις, 212. Γιὰ τὴν προσάρτησιν
μοναστηριακῶν ἱδρυμάτων τῆς Κωνσταντινουπόλεως σὲ πελοποννησιακὲς μονές, βλ. Μ α μ ώ -
ν η , Πελοποννήσιοι, 512-513.
43. H e r m a n, Appunti, 541-543· B e c k , Kirche, 69 - 70· O i k o n o m i d e s, Decret synodal,
71 κ. ἑ.· D a r r o u z e s, Documents, 19-20· L’ H u i l l i e r , Εlections episcopales, 103· Ζ η ζ ι ο ύ λ α,
Συνοδικὸς Θεσμός, 170-171· H u s s e y, Church, 326∙ Μ π ο ύ μ η, Διαδικασία, 105-130.
44. Μ . A n g o l d, Church and Society in Byzantium under the Comneni, 1081-1261, Cam-
bridge 1995, 147.
45. Ἀ θ η ν ᾶ Ν ί κ . Κ ο ν τ α λ ῆ, Ἡ Σιμωνιακὴ χειροτονία κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, Ἀθήνα
2006, ὅπου καὶ παράθεσις τῶν σχετικῶν ἱερῶν κανόνων καὶ ἐκκλησιαστικῶν ἀποφάσεων.
46. Γιὰ τὸ ἐμβατίκιον καὶ τὶς ἀπόπειρες ὡρισμένων πατριαρχῶν νὰ τὸ καταργήσουν, βλ. Κρ.
Χρυσοχοΐδη, Τὰ οἰκονομικὰ τῶν ἐπισκόπων στὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 16ου αἰῶνα καὶ ἡ περίπτω-
ση τοῦ Γενναδίου Σερρῶν, Σύμμεικτα 12 (1998), 305, ὅπου καὶ ἡ παλαιότερη βιβλιογραφία.
240 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

Παράλληλα, ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἔχει ἀναδείξει καὶ ἕναν ἀκόμα παρά-


γοντα μὲ σημαντικὸ ρόλο στὴν ἐκλογὴ ἑνὸς ἀρχιερέα, τὶς ἐξωεκκλησιαστικὲς
παρεμβάσεις. Ἀναλυτικώτερα, ἔχουν ἐντοπιστῆ ἀρκετὲς περιπτώσεις κατὰ τὶς
ὁποῖες ἀρχοντικὲς οἰκογένειες ἀσκοῦσαν ἰσχυρὲς πιέσεις γιὰ τὴν ἐκλογὴ συγκε-
κριμένου ὑποψηφίου, συνήθως συγγενικοῦ τους προσώπου. Ἡ παρεμβατικό-
τητα αὐτὴ ὑφίστατο ἤδη ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ περίοδο, ὅταν ὁ αὐτοκράτορας ἢ
γόνοι ἀρχοντικῶν καὶ ἱερατικῶν οἰκογενειῶν φρόντιζαν νὰ προωθοῦν συγγε-
νικά τους πρόσωπα σὲ θέσεις - κλειδιὰ τῆς τοπικῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικητικῆς
μηχανῆς καθὼς καὶ σὲ θρόνους ἐκκλησιαστικῶν ἑδρῶν. Ἡ τακτικὴ αὐτὴ συνε-
χίστηκε καὶ κατὰ τὴ μεταβυζαντινὴ περίοδο, ὅποτε φαναριώτικες οἰκογένειες
προωθοῦσαν, μὲ κάθε τρόπο, ἀρεστὰ σὲ αὐτὲς πρόσωπα γιὰ κάποιο μητροπο-
λιτικὸ θρόνο ἢ γιὰ νὰ χειροτονηθοῦν τιτλουάριοι ἀρχιερεῖς.47 Προφανῶς, ἀνά-
λογες πιέσεις ἀσκοῦσαν καὶ τὰ μέλη ἰσχυρῶν ἐπαρχιακῶν οἰκογενειῶν γιὰ τὴν
πλήρωσιν μίας χηρεύουσας μητροπολιτικῆς ἢ ἐπισκοπικῆς ἕδρας.
Μὲ βάση τὰ ἀνωτέρω, γίνεται ἀντιληπτὸ ὅτι τὰ κριτήρια ἐπιλογῆς ἑνὸς
κληρικοῦ γιὰ τὴν πλήρωσιν ἑνὸς χηρεύοντος ἐπισκοπικοῦ θρόνου διέφεραν
ἀπὸ περίπτωσιν σὲ περίπτωσιν. Στὴν ἐξεταζόμενη περίπτωσιν, ὡστόσο, ἡ σι-
ωπὴ τῶν πηγῶν δὲν ἐπιτρέπει οὔτε κὰν τὴν διατύπωσιν κάποιας εἰκασίας σχε-
τικὰ μὲ τοὺς λόγους ἐκλογῆς τοῦ Ἰωάσαφ Γερακοῦ. Ἀναμφίβολα, ἡ καταγωγὴ
τοῦ ἐκλεγέντος ἀπὸ ἐπιφανῆ οἰκογένεια τῆς διοικητικῆς ἕδρας τῆς χηρευού-
σης ἐπισκοπῆς δὲν θὰ πρέπει νὰ παραβλέπεται, χωρὶς αὐτὸ νὰ συνεπάγεται
ὅτι ἡ ἐκλογή του ἦταν ἀποτέλεσμα οἰκονομικῆς συναλλαγῆς ἢ ἐξωεκκλησια-
στικῶν πιέσεων ἐκ μέρους τῆς τοπικῆς κοινωνίας.48
Ἐπὶ πλέον, ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα δὲν ἔχει ἐντοπίσει ἀκόμα κάποια πλη-
ροφορία γιὰ τὴν μέχρι τότε σταδιοδρομία τοῦ Ἰωάσαφ Γερακοῦ, μὲ συνέπεια
νὰ διαμορφώνονται διάφορες εἰκασίες. Κατὰ συνέπεια, λοιπόν, εἶναι πιθανὸ
ὁ νεοεκλεγεὶς ἐπίσκοπος νὰ ζοῦσε καὶ νὰ δραστηριοποιόταν στὴν εὐρύτερη
περιοχὴ τοῦ Γερακίου εἴτε ἐγκαταβιώνοντας σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ μοναστηριακὰ
ἱδρύματα τῆς περιοχῆς, εἴτε συμμετέχοντας στὴν λειτουργικὴ καὶ διοικητικὴ
καθημερινότητα τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους, δεδομένου ὅτι ἐπιγραφικὸ τεκμήριο
ἀπὸ τὴν εὐρύτερη περιοχὴ τοῦ Γερακίου μνημονεύει κάποιον ἱερομόναχο Ἰω-
άσαφ ἀπὸ τὸ Γεράκι τῆς Λακωνίας (1769).49 Παράλληλα, δὲν ἀποκλείεται καὶ

47. Γε δ ε ώ ν, Ἱστορία, τ. Α΄, 266, 414.


48. Π . Η . Π ο υ λ ί τ σ α, Λεύκωμα Γερακίου, χ.τ. 1940, 9. Γιὰ τὴν οἰκογένεια Γερακοῦ βλ.
Γρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ, Γεράκι, 428.
49. Πρόκειται γιὰ τὴν ἐπιγραφὴ τοῦ καθολικοῦ της Μονῆς Τιμίου Προδρόμου ποὺ βρίσκε-
ται μεταξὺ Γερακίου καὶ Ἀλεποχωρίου, στὴν ὁποία μνημονεύεται ἡ ὁλοκλήρωσις τοῦ καθολικοῦ
ἀπὸ τὸν ἡγούμενο Σωφρόνιο ἀπὸ τὸ Γεράκι, μὲ τὴν συμπαράστασιν καὶ τὴν οἰκονομικὴν ἐνίσχυ-
Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 241

τὸ ἐνδεχόμενο νὰ εἶχε μετοικήσει στὴν Κωνσταντινούπολιν, ὅπου ὑπῆρχε μία


ἰσχυρὰ καὶ ἀνθοῦσα παροικία ἐπιχειρηματιῶν, ἀξιωματούχων καὶ κληρικῶν
ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο.5 0 Ἐξ ἄλλου, τὸ ἀτυχὲς κίνημα τῶν Ὀρλωφικῶν εἶχε ὡς
συνέπεια ἀρκετοὶ Πελοποννήσιοι νὰ μετοικήσουν στὴν πρωτεύουσα πόλη τῆς
Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ὥστε νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὴν τρομοκρατία καὶ τὶς
βιαιότητες τῶν Τουρκαλβανῶν, ποὺ κυριάρχησαν στὴν Πελοπόννησο γιὰ ἕνα
χρονικὸ διάστημα ἀμέσως μετὰ τὴν καταστολὴ τοῦ κινήματος τῶν Ὀρλωφικῶν.51
Ὅσον ἀφορᾶ εἰς τὸ ποῦ καὶ τὸ πότε τελέστηκε ἡ χειροτονία τοῦ Ἰωάσαφ
σὲ ἐπίσκοπο Ἕλους, τὰ διαθέσιμα στοιχεῖα δὲν παρέχουν κάποια πληροφορία
ἐπ’ αὐτοῦ. Παρ’ ὅλα αὐτά, ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἔχει διαπιστώσει ὅτι ἡ χει-
ροτονία καὶ ἡ ἐνθρόνισις ἑνὸς ἐπισκόπου πραγματοποιοῦταν ἀπὸ τὸν ἐπικυ-
ριάρχη μητροπολίτη, μὲ τὴ συμμετοχὴ δυὸ τουλάχιστον ἀκόμα ἐπισκόπων, σὲ
σύντομο χρονικὸ διάστημα μετὰ τὴν ἐκλογικὴ διαδικασία. Παρὰ τὴν σπορα-
δικότητα τῶν πληροφοριῶν σχετικὰ μὲ αὐτὸ τὸ ζήτημα, φαίνεται ὅτι ἡ τελετὴ
τῆς χειροτονίας ἑνὸς ἐψηφισμένου ἐπισκόπου συνηθιζόταν νὰ λαμβάνη χώρα
στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς ὑπερκείμενης μητροπολιτικῆς ἕδρας ἢ τῆς ἐπισκο-
πικῆς ἕδρας γιὰ τὴν ὁποία ἐξελέγη.52 Αὐτό, ὡστόσο, δὲν συνεπάγεται ὅτι ὁ Ἰωά­
σαφ Γερακὸς χειροτονήθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους ἢ σὲ
κάποιον ἄλλο ναὸ τῆς ἐπαρχίας του, καθὼς ἡ ἐπιστημονικὴ κοινότης ἔχει δια-
πιστώσει ὅτι οἱ ἐπίσκοποι ποὺ ἐκλέγονταν στὴν Κωνσταντινούπολιν ἀπὸ μία
σύνοδο παρεπιδημούντων ἀρχιερέων συνηθιζόταν νὰ χειροτονοῦνται ἄμεσα
στὸν ναό, στὸν ὁποῖον πραγματοποιήθηκε ἡ ἐκλογή τους. Αὐτό, λοιπόν, συ-
νεπάγεται ὅτι ὁ Ἰωάσαφ χειροτονήθηκε στὸν ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου,
ὁ ὁποῖος ἦταν εὐρύτερα γνωστὸς ὡς Βλὰχ Σαράι. Παράλληλα, δὲν ἀποκλείε-
ται ὁ Ἰωάσαφ νὰ βρισκόταν στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ διάφορους λόγους,
ὅταν πραγματοποιήθηκε ἡ διαδικασία ἐκλογῆς του σὲ ἀρχιερέα.
Τέλος, ἂς σημειωθῆ ὅτι παρουσιάζει ἐνδιαφέρον ὁ τρόπος προσφωνήσεως
τοῦ μητροπολίτου Μονεμβασίας στὸ συγκεκριμένο τεκμήριο. Ἀναλυτικώτερα,
ὁ μητροπολίτης Μονεμβασίας προσδιορίζεται, στὸ συγκεκριμένο τεκμήριο,
ὡς πανιερώτατος. Ὁ συγκεκριμένος τίτλος ἐχρησιμοποιεῖτο παράλληλα μὲ
τὴν προσαγόρευσιν ἱερώτατος γιὰ τὸν χαρακτηρισμὸ μητροπολιτῶν ἀπὸ τὴ

σιν τοῦ ἱερομόναχου Ἰωάσαφ ἀπὸ τὸ Γεράκι καὶ τοῦ μοναχοῦ Παρθενίου, ἐπίσης ἀπὸ τὸ Γεράκι,
τὸν Ἰούλιο τοῦ 1769 (Γρ ι τ σ ό π ο υ λ ο ς, Γεράκι, 347).
50. Μ α μ ώ ν η, Πελοποννήσιοι, 507-519.
51. Μ α μ ώ ν η, Πελοποννήσιοι, 511, 517-518.
52. Φ λ ώ ρ α Γ . Κ α ρ α γ ι ά ν ν η, Ἐπισκοπικοὶ ναοὶ τῆς μέσης βυζαντινῆς περιόδου. Τὸ πα-
ράδειγμα τῆς Μακεδονίας, ἀδημοσίευτη διδακτορικὴ διατριβή, Θεσσαλονίκη 2006, 87 κ. ἑ.
242 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

δεύτερη πεντηκονταετία τοῦ 12ου αἰῶνος.53 Ἀργότερα, ὅμως, ἡ συγκεκριμένη


προσαγόρευσις ἀναδείχθηκε στὸν κατ’ ἐξοχὴν τρόπο προσαγορεύσεως ἑνὸς
μητροπολίτη ἀπὸ τὸν 15ο μέχρι καὶ τὸν πρώιμο 18ο αἰῶνα, ὅποτε ἐμφανίζεται
μία ἄλλη ἀρχιερατικὴ προσφώνηση, αὐτὴ τοῦ σεβασμιωτάτου.54 Ὡστόσο, ἡ
ἐπιστημονικὴ κοινότης ἔχει διαπιστώσει ὅτι σὲ ἕνα μεγάλο ἀριθμὸ τεκμηρίων
τῆς μεταβυζαντινῆς περιόδου ὁ μητροπολίτης Μονεμβασίας προσδιορίζεται
ἀπὸ κληρικοὺς καὶ μέλη τοῦ ποιμνίου του ὡς παναγιώτατος καὶ ὄχι ὡς πα-
νιερώτατος.55 Ὁ συγκεκριμένος προσδιορισμὸς φαίνεται ὅτι ἐμφανίζεται γιὰ
πρώτη φορὰ τὸν ὕστερο 12ο αἰῶνα, ὅποτε χρησιμοποιεῖται περιστασιακὰ καὶ
κατ’ ἐξαίρεσιν ὡς προσφώνησιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου.56 Παράλ-
ληλα, εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς χρησιμοποιήθηκε περιστασι-
ακὰ καὶ γιὰ ἄλλους ἀρχιερεῖς μέχρι καὶ τὴν πρώτη εἰκοσιπενταετία τοῦ 14ου
αἰῶνα, ὁπότε ἡ πατριαρχικὴ γραμματεία καθιέρωσε τὴ χρῆσιν τῆς συγκεκρι-
μένης προσηγορίας ἀποκλειστικὰ γιὰ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη.57 Παρ’
ὅλα αὐτά, ἡ ἐπιστημονικὴ κοινότης ἀποδέχεται ὅτι οἱ ἐπικεφαλῆς ὡρισμένων
μητροπολιτικῶν ἑδρῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ μητροπολίτης Μονεμβασί-
ας, καθιερώθηκε νὰ προσδιορίζονται μὲ αὐτὸν τὸν χαρακτηρισμὸ ἐντὸς τῶν
ὁρίων τῆς ἐπαρχίας τους.58 Ἂν καὶ ἡ παλαιότερη βιβλιογραφία συνέδεε τὴν
υἱοθέτησιν τῆς ἐξεταζομένης προσαγορεύσεως ἀπὸ ὡρισμένους μητροπολῖτες
μὲ τὴν ἀπονομὴ κάποιου προνομίου ἐκ μέρους κάποιου αὐτοκράτορα, πλέον
θεωρεῖται ὅτι γινόταν κατὰ μίμησιν τοῦ πατριαρχικοῦ προτύπου καὶ μὲ στόχο
νὰ τονιστῇ ὁ σεβασμὸς πρὸς τὸ πρόσωπο τῶν συγκεκριμένων ἀρχιερέων.59
Στὴν περίπτωση τῆς μητρόπολης Μονεμβασίας, ἡ χρῆσις τῆς προσαγορεύ-
σεως αὐτῆς συνδέεται μὲ ἕνα ἀμφισβητουμένης γνησιότητος χρυσόβουλλο τοῦ
Ἀνδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου, μὲ τὸ ὁποῖο παραχωροῦνται ὡρισμένα ἰδιαιτέ-

53. Σ τ ε φ α ν ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ Τίτλοι, 352-353.


54. Σ τ ε φ α ν ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ Τίτλοι, 358 κ. ἑ., 365-366.
55. Σ ι μ ο π ο ύ λ ο υ, Παναγιώτατος, 37-40, ὅπου παρατίθεται ἕνας μεγάλος ἀριθμὸς παρα-
δειγμάτων προσφωνήσεως διαφόρων μητροπολιτῶν Μονεμβασίας τῆς μεταβυζαντινῆς περιό-
δου ὡς παναγιώτατος.
56. Σ τ ε φ α ν ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ Τίτλοι, 351 κ. ἑ.
57. Σ τ ε φ α ν ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ Τίτλοι, 346-347, 350-351, 356-358.
58. ἀ ρ χ . Ι . Β ε λ α ν ι δ ι ώ τ η, Ὁ μητροπολιτικὸς τίτλος τοῦ Παναγιωτάτου, Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς 4 (1920), 199 κ. ἑ.· Σ τ ε φ α ν ί δ η, Ἐπισκοπικοὶ Τίτλοι, 358· Γ . Δ . Μ ε τ α λ λ η ν ο ῦ, Πα-
ναγιώτατος, ΘΗΕ 9 (1966), 1112∙ Σ ι μ ο π ο ύ λ ο υ, Παναγιώτατος, 25 κ. ἑ.
59. Ἐλισάβετ Χατζηαντωνίου, Ἡ μητρόπολη Θεσσαλονίκης ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 8ου αἰ. ἕως
τὸ 1430. Ἱεραρχικὴ Τάξη – Ἐκκλησιαστικὴ Περιφέρεια – Διοικητικὴ Ὀργάνωση, Θεσσαλονίκη
2007, 96-97, 104 κ. ἑ., 275.
Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 243

ρως τιμητικὰ προνόμια στὴν συγκεκριμένη μητροπολιτικὴ ἕδρα.60 Ὅπως καὶ


νὰ ἔχει τὸ θέμα, ἡ χρῆσις τοῦ τίτλου αὐτοῦ ἐκ μέρους τοῦ μητροπολίτου Μο-
νεμβασίας δὲν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητηθῆ, τουλάχιστον κατὰ τὴν μεταβυζαντινὴ
περίοδο, δεδομένου ὅτι ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἔχει ἐντοπίσει ἕνα σεβαστὸ
ἀριθμὸ γραπτῶν πηγῶν, στὶς ὁποῖες ὁ μητροπολίτης Μονεμβασίας προσφω-
νεῖται ἢ χαρακτηρίζεται ὡς παναγιώτατος.61
Μὲ βάση τὰ ἀνωτέρω, λοιπόν, εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ προσφώνησις τοῦ μητρο-
πολίτου Μονεμβασίας στὸ ἐκδιδόμενο τεκμήριο διαφέρει ἀπὸ τὴν καθιερωμέ-
νη προσφώνησιν τοῦ συγκεκριμένου μητροπολίτου. Ἡ διαφοροποίησις αὐτή,
ἂν καὶ θὰ μποροῦσε νὰ ἀποδοθῆ σὲ ἀβλεψία τοῦ συντάκτου τοῦ συγκεκρι-
μένου τεκμηρίου, φαίνεται πιθανώτερο νὰ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ πατρι-
αρχικὴ γραμματεία δὲν ἀποδέχθηκε τὴ χρῆσιν τῆς προσαγορεύσεως αὐτῆς ἐκ
μέρους τοῦ μητροπολίτου Μονεμβασίας, δεδομένου ὅτι ὁ μητροπολίτης αὐτὸς
προσδιορίζεται σταθερὰ σὲ ὅλα τὰ γνωστὰ ἔγγραφα τῆς πατριαρχικῆς γραμ-
ματείας ὡς πανιερώτατος ἢ ἱερώτατος.62
Ἡ ἐξέτασις τοῦ περιεχομένου τοῦ ἐκδιδόμενου τεκμηρίου εἶναι φανερὸ ὅτι
δὲν μπορεῖ νὰ προσφέρη ἀρκετὲς πληροφορίες γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία
τῆς νοτιοανατολικῆς Λακωνίας. Παρ’ ὅλα αὐτά, προσφέρει ὡρισμένα πολύτι-
μα στοιχεῖα γιὰ τὴν ἐπανεξέτασιν τοῦ ἐπισκοπικοῦ καταλόγου τῆς ἐπισκοπῆς
Ἕλους κατὰ τὴ διάρκεια τῶν τελευταίων τριάντα χρόνων τοῦ 18ου αἰῶνα, ἐνῷ
παράλληλα ἀποκαλύπτει, ὣς ἕνα βαθμό, τὸ πλαίσιο ἐκλογῆς ἑνὸς συγκεκριμέ-
νου ἱεράρχου τῆς ἐπισκοπῆς Ἕλους κατὰ τὸν 18ο αἰῶνα. Σὲ κάθε περίπτωσιν,
εἶναι φανερὸ ὅτι χρειάζεται ἀρκετὴ ἔρευνα ἀκόμα γιὰ νὰ διαφωτιστῆ πλήρως
ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία τῆς νοτιανατολικῆς Λακωνίας κατὰ τὸν ὕστερο 18ο
αἰῶνα. Ὡστόσο, ἡ παροῦσα δημοσίευσις διαφωτίζει, ὣς ἕνα βαθμό, μία ἀπὸ
τὶς ἄγνωστες πτυχές της.

60. S. B i n o n, L’histoire et la legende de deux chrysobulles d’ Andronic II en faveur de Mo-


nembasie. Macaire ou Phrantzes?, Échos d’Orient 37 (1938), 306-310. Γιὰ τὴν ἀμφισβήτησιν τῆς
γνησιότητος τοῦ χρυσοβούλλου, βλ. B i n o n , ὅ.π., 274-311, ὅπου ὑποστηρίζεται ὅτι τὸ συγκεκρι-
μένο τεκμήριο χαλκεύτηκε ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Μονεμβασίας Μακάριο, τὸ 1570. Ἂς σημειωθῆ
ὅτι ἡ Χάρις Καλλιγά, ὕστερα ἀπὸ ἐξαντλητικὴ καὶ λεπτομερῆ ἐξέτασιν τοῦ χρυσοβούλλου, ἀμφι-
σβήτησε τὴν ἄποψιν τοῦ S. Binon, μὲ μία σειρὰ σοβαρῶν ἐπιχειρημάτων, ἀποκαθιστῶντας τὴ
γνησιότητά του (Χ ά ρ ι ς Κ α λ λ ι γ ᾶ , Ἡ Βυζαντινὴ Μονεμβασία καὶ οἱ πηγὲς τῆς ἱστορίας της,
μετφρ. στὰ ἑλληνικὰ Μαρίου Μπλέτα, Ἀθήνα 2003, 287 κ. ἑ.
61. Σ ι μ ο π ο ύ λ ο υ, Παναγιώτατος, 37-40.
62. Ἐνδεικτικά, παρατίθενται τὰ ἀκόλουθα ἔγγραφα τῆς πατριαρχικῆς γραμματείας στὰ
ὁποῖα ὁ μητροπολίτης Μονεμβασίας προσφωνεῖται ὡς ἱερώτατος: Κ ο υ γ έ α, Ἰγνάτιος, 145 (Ἰα-
νουάριος 1782), 171 (Δεκέμβριος 1803) καὶ ἀ ρ χ. Ι . Β ε λ α ν ι δ ι ώ τ η, Ἀνέκδοτα Πατριαρχικὰ
Γράμματα, Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια 33 (1913), 333 ( Ἰούνιος 1816) καὶ 346 ( Ἰανουάριος 1815).
244 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τὸ ἔγγραφο ἐκδίδεται ὅπως ἀκριβῶς παραδίδεται στὸ φύλλο 89 τοῦ κώδι-


κα Ζ΄ τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἀρχειοφυλακείου.63 Διατηροῦνται οἱ ὀρθογραφικὲς
ἰδιομορφίες, ἐνῷ κεφαλαιογράφονται τὰ κύρια ὀνόματα. Γιὰ τὴν ἔκδοσιν τοῦ
κειμένου χρησιμοποιήθηκαν τὰ ἀκόλουθα σημεῖα κριτικῆς :
[[αβγδ]] : ἔνδειξις διαγραφῶν ποὺ ἔγιναν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν γραφέα.
[…] : ἀπροσδιόριστος ἀριθμὸς δυσανάγνωστων γραμμάτων.
`αβγδ´ : ἔνδειξις λέξεων γραμμένων ἀνάμεσα στοὺς στίχους.
<…> : χάσματα στὸ κείμενο ἐξ αἰτίας παραλείψεων τοῦ γραφέως.
(αβγδ) : ἀνάπτυξις συντομογραφιῶν.

Ἐπειδὴ ἡ ἁγιωτάτη [[μητροπολ]] ἐπισκοπὴ `Αἴλους´ ἡ ὑποκειμένη τῇ μ(ητ)


ροπόλει Μονεμβασίας ἀπροστάτευτος διέμεινεν ἅτε τοῦ ἐν αὐτῇ|2 ἀρχιερατεύ-
οντος κῦρ < … > τὸ ζῆν ἐκμετρήσαντος, ἡμεῖς οἱ παρευρεθέντες συναδελφοὶ
ἀρχιερεῖς προτροπῇ κ(αὶ)|3 ἀδείᾳ τοῦ παναγιωτάτου κ(αὶ) σεβασμιωτάτου
ἡμῶν αὐθέντου κ(αὶ) δεσπότου τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου κυρίου κυρίου
Σωφρονίου,|4 κ(αὶ) ἀξιώσει τοῦ κυριάρχου τῆς αὐτῆς ἐπισκοπῆς πανιερωτά-
του μ(ητ)ροπολίτου Μονεμβασίας κυρίου Ἱγνατίου τέως ἐν Κωνσταντι-|5 νου-
πόλει τὰς διατριβὰς ποιουμένου, συνελθόντες ἐν τῷ ναῷ τῆς Ὑπεραγίας ἡμῶν
Θεοτόκου ἐν τῷ Βλὰχ Σεραγίῳ|6 κ(αὶ) ψήφους κανονικὰς προβαλλόμενοι εἰς
εὕρεσιν κ(αὶ) ἐκλογήν ἀξίου κ(αὶ) ἁρμοδίου προσώπου τοῦ ἀναδεξομένου τὴν
ποιμαντικὴν|7 ῥάβδον κ(αὶ) ἀρχιερατικὴν προστασίαν τῆς ἐπισκοπῆς ταύτης
πρῶτον μὲν ἐθέμεθα τὸν ὁσιώτατον ἐν ἱερομονάχοις|8 κὺρ Ἰωάσαφ, δεύτερον
τὸν ἱερομόναχον Κύριλλον κ(αὶ) τρίτον τὸν ἱερομόναχον κὺρ Κωνστάντιον,
ὧν κ(αὶ) τὰ|9 ὀνόματα κατέστρωται ἐν τῷδε τῷ ἱερῷ κώδικι τῆς Ἁγίας τοῦ
Χ(ριστο)ῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας εἰς μόνιμον κ(αὶ) διηνεκῆ τὴν|10 ἀσφάλειαν. ἐν
ἔτει σωτηρίῳ ͵αψοε΄ : ἐν μηνί αὐγούστ(ου) αῃ : ἐπινεμήσεως ηης. |11 † Ὁ Μονεμ-
βασί(ας) Ἱγνάτιος † Ὁ Χριστιανουπόλ(εως) Ἱερεμίας †Ὁ Γάνου και Χώρας
Παΐσιος † Ὁ πρόειν Φαναρίου Κλήμης |12† Ὁ πρόειν [.…] † Ὁ πρόην [….]

63. Ἡ ἔκδοσις τοῦ ἐγγράφου δὲν θὰ εἶχε πραγματοποιηθῆ, χωρὶς τὴν βοήθεια καὶ τὴν ὑπο-
στήριξιν τῶν κ.κ. Χαρίτωνος Καρανάσιου καὶ Ζήση Μελισσάκη, οἱ ὁποῖοι δέχθηκαν, μὲ μεγάλη
προθυμία, νὰ βοηθήσουν στὴν ἀνάγνωσιν ὡρισμένων δυσανάγνωστων σημείων τοῦ ἐγγράφου,
ὅπως γιὰ παράδειγμα εἶναι οἱ ἐπισκοπικὲς ὑπογραφές, καὶ νὰ μοῦ παράσχουν πολύτιμες συμ-
βουλὲς γιὰ τὴν ὀρθὴ μεταγραφὴ καὶ ἔκδοσιν τοῦ ἐγγράφου. Γιὰ τοὺς λόγους αὐτούς, τοὺς ὀφείλω
θερμὲς εὐχαριστίες.
Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα ἐκλογῆς ἐπισκόπου Ἕλους 245

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ἀτέση, Κατάλογοι: B. Ἀτέσης, Ἐπισκοπικοὶ κατάλογοι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος


ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι σήμερον, Ἐν Ἀθήναις 1975.
Beck, Kirche: H.-G. Beck, Kirche und theologische Literatur im byzantinischen Reich,
München 1959.
Βέη, Ἔκφρασις: Ν. Α. Βέης, Ἔκφρασις κώδικος τῆς Μητροπόλεως Μονεμβασίας καὶ
Καλαμάτας, ΔΙΕΕΕ 6 (1901), 186 κ.ἑ.
Darrouzès, Documents: J. Darrouzès, Documents inedits d’ ecclesiologie byzantine.
Textes edites, traduits et annotes, Paris 1966.
Γεδεών, Ἐκκλησίαι: Μ. Ἰωάν. Γεδεών, Ἐκκλησίαι τῶν Ὀρθοδόξων ἐν Κωνσταντινουπό-
λει. Ἱστορικαὶ Εἰδήσεις περί τε τῶν ἱερῶν ναῶν καὶ περὶ τῶν παρ’ αὐτοῖς σχολείων.
Πατριαρχικῶν Πινάκων προσάρτημα, ἐν Κωνσταντινουπόλει 1888.
Γεδεών, Ἱστορία: Μ. Γεδεών, Ἱστορία τῶν τοῦ Χριστοῦ Πενήτων (1453-1913), φιλ. ἐπιμ.
Φίλιππος Ἡλιοῦ, τ. Α΄ - Β΄, Ἀθῆνα 2010.
Γριτσοπούλου, Γεράκι: Τ. Ἀθ. Γριτσόπουλος, Ἱστορία τοῦ Γερακίου, Ἀθήναι 1982.
Γριτσοπούλου, Ἐκκλησία: Τ. Ἀθ. Γριτσόπουλος, Ἡ Ἐκκλησία τῆς Πελοποννήσου μετὰ
τὴν Ἅλωσιν, Ἀθῆναι 1992.
Herman, Appunti: E. Herman, Appunti sul diritto metropolitano nella Chiesa bizantina,
Orientalia Christiana Periodica 13 (1947), 522-550.
Hussey, Church: J. M. Hussey, Τhe Orthodox Church in the Byzantine Empire, Oxford
1986.
Κουγέα, Ἰγνάτιος: Σ. Β. Κουγέας, Ὁ μητροπολίτης Μονεμβασίας καὶ Καλαμάτας Ἰγνά-
τιος ὁ Τζαμπλάκος ( Ἐξαμπλάκων 1776-1802) καὶ τίνα περὶ αὐτὸν ἒγγραφα, Πελο-
ποννησιακὰ 2 (1957), 141-160.
L’Huillier, Εlections episcopales: P. L’Huillier, A propοs des elections episcopales dans
l’Orient byzantin, REB 25 (1967), 101-105.
Μαμώνη Κυριακή, Πελοποννήσιοι στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τοὺς χρόνους
τῆς Τουρκοκρατίας, Πρακτικὰ τοῦ Δ΄ Διεθνοῦς Συνεδρίου Πελοποννησιακῶν
Σπουδῶν (Κόρινθος, 9-16 Ὀκτωβρίου 1990), τ. Γ΄, Ἀθῆναι, 1992-1993, 507-519.
Μήλλα, Κωνσταντίνου Πόλις: Ἄκ. Μήλλας, Κωνσταντίνου Πόλις. Ἡ ἐντὸς τῶν τειχῶν
Ὀρθοδοξία, τ. Α΄, Ἀθῆνα 2005.
Μπούμη, Διαδικασία: Π. Μπούμης, Ἡ διαδικασία τῆς ἐκλογῆς τῶν ἐπισκόπων, Θεολο-
γία 75 (2004), 105-130.
Oikonomides, Decret synodal: Ν. Α. Oikonomides, Un decret synodal inedit du
patriarche Jean VIII Xiphilin concernant l’elections et l’ordination des eveques,
REB 18 (1960), 55-78.
Paizi - Apostolopoulou, Archives: Machi Paizi - Apostolopoulou, Archives detruites du
patriarcat de Constantinople XVe-XIXe s. : pieces manquantes et reconstitution,
Archivum 42 (1996), 207-213.
Σιμοπούλου, Παναγιώτατος: ἄρχ. Θεοφ. Ν. Σιμόπουλος, Ὁ τίτλος Παναγιώτατος,
Ἀθήναι 1964.
246 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΒΑΧΑΒΙΩΛΟΥ

Σταυρίδη, Συνοδικὸς Θεσμός: Β. Θ. Σταυρίδης, Ὁ Συνοδικὸς Θεσμὸς εἰς τὸ Οἰκουμε-


νικὸν Πατριαρχεῖον, Θεσσαλονίκη 1986.
Σταυρίδη, Ἐπισκοπικοὶ κατάλογοι: Β. Θ. Σταυρίδης, Ἐπισκοπικοὶ κατάλογοι κατὰ
τοὺς κώδικας τῶν ὑπομνημάτων τοῦ ἀρχειοφυλακείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατρι-
αρχείου, Ἀλεξανδρούπολις 20002.
Στεφανίδη: Ἐπισκοπικοὶ Τίτλοι: Β. Στεφανίδης, Ἱστορία τῶν ἐπισκοπικῶν τίτλων, Θε-
ολογία 23 (1952), 169-190, 342-366.
Ζηζιούλα, Συνοδικὸς Θεσμός: Ι. Ζηζιούλας, Ὁ συνοδικὸς θεσμός. Ἱστορικά, ἐκκλησιο-
λογικὰ καὶ κανονικὰ προβλήματα στό: Τιμητικὸν ἀφιέρωμα εἰς τὸν Κίτρους Βαρ-
νάβαν ἐπὶ τῇ 25ετηρίδι τῆς ἀρχιερατείας του, Ἀθήναι 1980, 161-190.

SUMMARY
Dimitrios Th. Vachaviolos, Unpublished manuscript refer­ring to the election
of a bishop of Elos from the archives of the Ecumenical Patriarchate (1st
August 1775).
In the present paper, unpublished material from the archives of the
Ecumenical Patriarchate referring to the election of hieromonk Josaf Gerakou
as bishop of Elos will be presented. With the opportunity of the publication of
this evidence, certain points will be raised in reference to the fore mentioned
bishop. In parallel, a short commentary on the manner of addressing the
metropolitan of Monemvasia will be attempted.

View publication stats

You might also like