You are on page 1of 5

Ερώτημα 1ο

Είναι γεγονός πως το διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο στην εκπαίδευση μπορεί να


προκαλέσει πρόβλημα στην επικοινωνία. Η νοηματοδότηση των στοιχείων και της λεκτικής
και της μη λεκτικής επικοινωνίας εξαρτάται από πολιτισμικούς παράγοντες, από
κοινωνικοοικονομικό επίπεδο κλπ. Συνεπώς όταν προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε με
ανθρώπους που διαφέρουν σημαντικά από τη δική μας κουλτούρα, πολιτισμό, κοινωνικό
επίπεδο κ.α είναι πολύ πιθανό να δημιουργηθούν εμπόδια στην επικοινωνία μας, να
περάσουμε ένα διαφορετικό μήνυμα στο συνομιλητή μας. Στο απόσπασμα της
εικονογραφημένης ιστορίας του Οβελίξ παρατηρούμε αυτή τη δυσκολία, καθώς ο Οβελίξ
δίνει άλλη ερμηνεία στα λόγια του Άγγλου. Η απάντηση του Αστερίξ δηλώνει αυτό ακριβώς,
δηλαδή το χάσμα της επικοινωνίας που υπάρχει λόγω του ότι ο συνομιλητής του Οβελίξ
είναι Άγγλος, αρα έχει διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο. Ένα από τα στοιχεία που
διαμορφώνουν τις ιδιαίτερες συνθήκες στην αλληλεπίδραση των σημερινών
πολυπολιτισμικών τάξεων είναι ο διαπολιτισμικός χαρακτήρας των επικοινωνιακών
περιστάσεων. Η διαπολιτισμική επικοινωνία προσδιορίζεται ως η συνάντηση ατόμων με
διαφορετική πολιτισμική προέλευση και κατά συνέπεια φορέων διαφορετικών στάσεων,
αντιλήψεων κ.λπ. Αυτή η διαφορετική νοηματοδότηση κοινών συμβόλων μπορεί να
οδηγήσει σε παρερμηνείες και στη συνέχεια σε συγκρούσεις Είναι αλήθεια ότι ο πολιτισμός
είναι καθοριστικός για τη συγκρότηση του εαυτού Το πολιτισμικό πλαίσιο επηρεάζει
σημαντικά τα χαρακτηριστικά της επικοινωνίας και το αλληλεπιδραστικό πεδίο της τάξης. Ο
πολιτισμός ως εργαλείο ερμηνείας της πραγματικότητας καθορίζει τις επιλογές και τη
συμπεριφορά των υποκειμένων. Κάθε πολιτισμός έχει κατασκευάσει ένα σύστημα συμβόλων
και αναπαραστάσεων, που βοηθούν τα υποκείμενα να ερμηνεύσουν τις αναπαραστάσεις για
τον εαυτό τους και τους άλλους. Η επικοινωνία επηρεάζεται από το πολιτισμικό υπόβαθρο
τόσο σε λεκτικό όσο και σε μη λεκτικό επίπεδο.
Στην πολυπολιτισμική τάξη είναι δυνατόν να προκύψουν προβλήματα, επειδή οι εταίροι της
επικοινωνίας μπορεί να αποδίδουν διαφορετικό περιεχόμενο σε συγκεκριμένα λεκτικά
σύνολα ή να τα επενδύουν με διαφορετικό συναισθηματικό φορτίο ή ακόμη και εξαιτίας του
διαφορετικού επιπέδου γλωσσικής επάρκειας. Οι διαφοροποιήσεις στην κατανόηση της
γλώσσας του σχολείου είναι ικανές να περιορίσουν την επιτυχία της επικοινωνίας. Το ίδιο
πολιτισμικά προσδιορισμένη είναι και η μη λεκτική επικοινωνία, απαραίτητη για την
έκφραση του εσωτερικού κόσμου, των ψυχικών διαθέσεων και των συναισθημάτων του
ατόμου. Χειρονομίες, κινήσεις και βλέμματα αποκτούν διαφορετική σημασία σε διαφορετικά
πολιτισμικά πλαίσια. Έτσι, το ίδιο ερέθισμα επιδέχεται διαφορετικής ερμηνείας και κατά
συνέπεια μπορεί να προκαλέσει διαφορετικές αντιδράσεις. Τα προβλήματα αυτά ωστόσο
μπορούν να επιλυθούν μέσω της διαπολιτισμικής εκπάιδευσης και της συμπερίληψης.
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση υποδηλώνει τη θετική αντίληψη της γλωσσικής και
πολιτισμικής ποικιλότητας των σχολικών τάξεων από το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Ο
σεβασμός προς το διαφορετικό μορφωτικό κεφάλαιο των «άλλων» οι οποίοι παύουν να
θεωρούνται «ελλειμματικοί ή κατώτεροι αναιρεί τις συγκρούσεις και προωθεί τη
δημιουργική αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση μεταξύ των πολιτισμών. Η κατάλληλη
διαμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων, η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών και η
οργάνωση ανάλογης μεθοδολογίας ωθεί τα παιδιά στην αξιοποίηση των στοιχείων του
οικείου πολιτισμού που φέρνουν στο σχολείο.
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση καθώς και οι έννοιες της ισότητας και του αντιρατσισμού
άπτονται της συμπερίληψης. Η συμπεριληπτική εκπαίδευση, ασχολείται με τις αιτίες, τον
τρόπο, το χρόνο, τον τόπο και τα ενδεχόμενα αποτελέσματα της εκπαίδευσης όλων
ανεξαρτήτως των παιδιών. Η απάμβλυνση της περιθωριοποίησης συνδέεται άμεσα με τη
συμπερίληψη λόγω της προσπάθειας που καταβάλλεται για υπερπήδηση των φραγμών που
παρεμποδίζουν τη συμμετοχή και τη μάθηση όλων των παιδιών. Η συμπερίληψη καθιστά
εντός του διαπολιτισμικού σχολείου τη διαφορετικότητα και την ανομοιογένεια των παιδιών
ως πηγή μάθησης και δημιουργικής δυνατότητας παρά ως πρόβλημα που αναζητά λύση.
Έτσι η η συμπεριληπτική εκπαίδευση συνδέεται άμεσα και ταυτίζεται με τη διαπολιτισμική
εκπαίδευση, καθώς σχετίζεται με την εκπαίδευση όλων των παιδιών, ανεξάρτητα από την
εθνικότητα, το φύλο, το κοινωνικό υπόβαθρο, τη σεξουαλικότητα, την αναπηρία και την
επίδοσή τους, δηλαδή αντιτίθεται σε οποιαδήποτε διάκριση και διαχωρισμό. .

Β) Μια πρακτική που θα μορούσε να χρησιμοποιηθεί είναι τα άτυπα περιβάλλοντα


μάθησης, καθώς παρέχουν ίσες ευκαιρίες συμμετοχής για όλους τους μαθητές, βοηθούν
τους μαθητές να ανακαλύψουν τις γνώσεις και βελτιώνουν ακόμη περισσότερο τη συμμετοχή
των μαθητών, που έχουν μειωμένη συμμετοχή. Μέσα από τη βελτίωση της αυτοπεποίθησης
και της αυτονομίας, προωθείται η ανάπτυξη ίσων ευκαιριών για την απόκτηση ρόλων στις
ομάδες (όλοι οι μαθητές μπορούν να γίνουν αρχηγοί σε ένα project) και το πιο σημαντικό
περιθωριοποιείται η στιγματοποίηση.
Η συμμετοχή όλων των παιδιών στις δραστηριότητες της τάξης αποτελεί ακόμη μία
πρακτική που προάγει την συμπεριληπτική εκπαίδευση. Η συνεργατική μέθοδος διδασκαλίας
μέσα από τη δημιουργία ομάδων στις τάξεις φαίνεται να προωθεί την παιδαγωγική αντίληψη
των ίσων ευκαιριών. Η δημιουργία δικτύου μαθητών μέσα στην τάξη γίνεται με σκοπό την
ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ όλων των μαθητών, καθώς όλοι οι μαθητές έχουν
αναλάβει μία υποχρέωση στην ομάδα τους.
Άλλη πρακτική είναι η προσαρμογή των Αναλυτικών Προγραμμάτων έτσι ώστε να
απευθύνονται στις ανάγκες του κάθε μαθητή. Αυτές οι προσαρμογές μπορούν να επιτευχθούν
με τη δημιουργία διαβαθμισμένων ασκήσεων ή με τη χρήση ερωτήσεων ανοικτού τύπου οι
οποίες, επειδή δεν έχουν μια σωστή απάντηση, δίνουν την ευκαιρία σε όλους τους μαθητές
να μπορούν να συμμετέχουν αυξάνοντας τη συμμετοχή.

Ερώτημα 2ο

Η τοπική κοινότητα καθώς και οι γονείς των παιδιών μέσω του συλλόγου γονέων
είναι αναγκαίο να αλληλεπιδρούν με σκοπό την κοινωνική συμπερίληψη των μελών τους.
Ειδικότερα, αυτό μπορεί να εφαρμοστεί όταν οι γονείς και το σχολείο συνεργάζονται και
οργανώνουν κοινές δράσεις με τη τοπική κοινότητα για θέματα που αφορούν τη
συμπερίληψη, τόσο σε πρακτικό επίπεδο, όσο και σε θεωρητικό. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί
με ενημερώσεις των γονέων για τους σκοπούς και τις δράσεις του σχολείο, με την συχνή
επικοινωνία των εκπαιδευτικών με τους γονείς και με τη συμμετοχή γενικά όλων των μελών
της σχολικής κοινότητας σε κοινές δράσεις.Ανοιχτό σχολείο σημαίνει να συμμετέχει ενεργά
στη κοινότητα οργανώνοντας δραστηριότητες, εκδηλώσεις, σεμινάρια, σχολές γονέων,
απογευματινά μαθήματα εκμάθησης γλωσσών μαθητών του σχολείου που προέρχονται από
άλλες χώρες Οι αξίες και οι αρχές ενός σχολείου για όλους να αναπαράγονται και να
αγγίζουν όλα τα μέλη καθώς η συμμετοχή όλων, μέσα από μια πολιτική συνεργασίας
βοηθάει και στη σχολική βελτίωση και αποτελεσματικότητα και στη κοινωνική δικαιοσύνη.
Έτσι για τη δημιουργία ενός σχολείου που να ανταποκρίνεται σε όλους του μαθητές
που προέρχονται από διαφορετικά κοινωνικά, πολιτιστικά ή πολιτισμικά υπόβαθρα,
χρειάζεται η δημιουργία μιας συμπεριληπτικής σχολικής κουλτούρας και η ενεργός
συμμετοχή όλων των μελών της σχολική μονάδας και της τοπικής κοινωνίας με σκοπό την
κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα.
Καθώς τα σχολεία πλέον είναι πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα θα οργάνωνα αρχικά μια
διάλεξη με τη συμμετοχή των γονέων, των εκπαιδευτικών και των παιδιών στην παρουσίαση
κάποιων στοιχείων του πολιτισμού τους π.χ της κουζίνας, της μουσικής, της ενδυμασίας, της
θρησκείας. Με αυτό τον τρόπο θα δινόταν σε όλα τα μέλη η δυνατότητα να παρουσιάσουν
μέρος της δικής τους κουλτούρας και να γίνουν κοινωνοί της κουλτούρας των άλλων με
σκοπό την καλύτερη γνωριμία τους και την καλύτερη σχέση και επικοινωνία τους. Βασικό
βήμα για την αποδοχή του «άλλου» είναι η γνωριμία με αυτόν. Θα καλούσα τους γονείς να
φέρουν όποιοι επιθυμούσαν κάτι από την κουζίνα της χώρας τους για να μοιραστούμε όλοι
από έναν κοινό μπουφέ που θα βρισκόταν στο χώρο της συγκέντρωσης.
Μετά την διάλεξη θα ακολουθούσε ένα παιχνίδι με τη δημιουργία μικτών ομάδων για τη
συμμετοχή σε αυτές όλων των μελών της κοινότητας. Είναι γνωστό ότι το παιχνίδι, οι
ομάδες, η συνεργασία που απαιτείται, οδηγεί σε καλύτερη γνωριμία, όπως διαμορφώνεται
κλίμα φιλικό και χαρούμενο και στη διαμόρφωση καλύτερων σχέσεων.
Τέλος θα ακολουθούσε μια συζήτηση με προτάσεις για δράσεις με τη συμμετοχή όλων. Με
αυτό τον τρόπο θα δινόταν η δυνατότητα να ακουστούν οι φωνές όλων και να επιλεγούν οι
καλύτερες δυνατές δράσεις, αφού θα ήταν αντιπροσωπευτικές και επιθυμητές από όλους. Ο
βαθμός συμμετοχής, οι δράσεις και η δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, των
σχολικών δραστηριοτήτων, των πολιτικών και των διαδικασιών λήψης απόφασης με ισότιμο
τρόπο, όλων των μαθητών μέσα από σχολικά συμβούλια, αποτελεί μια σημαντική ένδειξη
κατά πόσο η σχολική μονάδα καταφέρνει να υλοποιήσει τη συμπεριληπτική εκπαίδευση.

Ερώτημα 3
Λαμβάνοντας υπόψη μας τα οφέλη της διγλωσσίας και της πολυγλωσσίας μπορούμε εύκολα
να κατανοήσουμε τη σημασία και την αξία της πολυπολιτισμικότητας ως ευκαιρίας για
εξέλιξη και πρόοδο. Oι λόγοι οι οποίοι νοηματοδοτούν την αξία της διγλωσσίας και της
πολυγλωσσίας θα μπορούσαν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κύριες κατηγορίες
Α. Ιδεολογικοί. Ιδεολογικοί λόγοι υπέρ της διατήρησης της διγλωσσίας είναι:
α) Η διατήρηση και η διαφύλαξη των μειονοτικών γλωσσών με στόχο τη διατήρηση και
ενδυνάμωση της πολυχρωμίας. Οι δύο γλώσσες και οι δύο κουλτούρες δίνουν στο άτομο τη
δυνατότητα να έχει μία διπλή ή πολλαπλή άποψη της κοινωνίας, ενώ γίνεται πιο ευαίσθητο
και φιλικό κι επομένως είναι πιθανότερο να στήνει γέφυρες αντί για σύνορα και
οδοφράγματα. Η πολυπολιτισμικότητα αντί να είναι αφαιρετική, όπως είναι η αφομοίωση
είναι αθροιστική και δημιουργεί ένα αθροιστικό πολυγλωσσικό και πολυπολιτισμικό άτομο
που δείχνει μεγαλύτερο σεβασμό στους άλλους ανθρώπους και στους άλλους πολιτισμούς
απ’ ότι το μονοπολιτισμικό άτομο που είναι στερεοτυπικά απομονωμένο.
β) Η επίτευξη ένταξης των μειονοτικών ομάδων στην κυρίαρχη κοινωνία και η αρμονική
συμβίωση με την κυρίαρχη ομάδα.
γ) Η σημασία της δεύτερης γλώσσας για την προώθηση της καριέρας και της πρόσβασης
στην ανώτερη εκπαίδευση
Β. Διεθνείς λόγοι. Η εκμάθηση μιας δεύτερης ή και τρίτης γλώσσας επιβάλλεται:
α) Για οικονομικούς και εμπορικούς λόγους. Σε μια κοινή αγορά η ευχέρεια στις γλώσσες
μπορεί να ανοίξει πόρτες προς την οικονομική δραστηριότητα.
β) Για ευχερέστερη μετακίνηση και επικοινωνία στην ευρωπαϊκή και σε όλο τον κόσμο
γ) Για αμεσότερη πρόσβαση στις κοινωνικές, πολιτιστικές, πολιτικές, οικονομικές και
εκπαιδευτικές πληροφορίες, Ανοίγονται νέες προοπτικές για καινούριες γνώσεις, δεξιότητες
και διαφορετική αντίληψη των πραγμάτων.
Γ. Προσωπικοί Λόγοι. Οι προσωπικοί λόγοι για την ανάπτυξη της διγλωσσίας συνίστανται:
α) Στην απόκτηση πολιτιστικής συνείδησης. Η διαπολιτισμική ευαισθησία και συνείδηση
αποτελεί κίνητρο για την κατάλυση των εθνικών και γλωσσικών στερεοτύπων, διευρύνει την
ανθρώπινη συνεννόηση και αυξάνει την ευαισθησία απέναντι σε άλλους πολιτισμούς και
θρησκεύματα.
β) Στη γνωστική άσκηση.
γ) Στην κοινωνική, συναισθηματική και ηθική ανάπτυξη, την αυτογνωσία και την
αυτοπεποίθηση. Όσοι είναι δίγλωσσοι (ή πολύγλωσσοι) μπορούν να δημιουργήσουν
περισσότερο, να επικοινωνήσουν περισσότερο, να συσχετισθούν κοινωνικά ή επαγγελματικά
με άτομα που μιλούν άλλες γλώσσες, και εν τέλει να ενδυναμώσουν την αυτοεκτίμησή τους
και την αυτοαντίληψή τους εξαιτίας της επιπρόσθετης αυτής ικανότητας.
δ) Στην καριέρα και την απασχόληση. Τα παιδιά από γλωσσικές μειονότητες, αλλά και αυτά
της γλωσσικής πλειονότητας, έχουν περισσότερες πιθανότητες για επαγγελματική
αποκατάσταση και άνοδο ή ακόμη και για αποφυγή της ανεργίας.

Η διγλωσσία και η πολυγλωσσία σου δίνουν την δυνατότητα της επικοινωνίας, της
γνωριμίας, της γνώσης και τις ανάπτυξης σε όλα τα επίπεδα. Η επικοινωνία, η γνωριμία και η
συνεργασία λαών και πολιτισμών αποτελούν εγγύηση για την πρόοδο όλων. Συνεπώς η
άποψη ‘Κανένας πολιτισμός δεν μπορεί να επιβιώσει αν προσπαθεί να αποκλείει’ (Mahatma
Gandhi) συγκλίνει με όλα τα παραπάνω, καθώς ο αποκλεισμός νέων στοιχείων στην
πραγματικότητα ορίζει στασιμότητα η οποία αναγκαία οδηγεί στην παρακμή και
ενδεχομένως και στον αφανισμό. Ότι δεν εξελίσσεται είναι καταδικασμένο να χαθεί.

Στα σύγχρονα πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα ήταν αναγκαία η αναμόρφωση και της


εκπαίδευσης. Στη διαδρομή της εξέλιξης του θεσμού της Ειδικής Εκπαίδευσης αλλά και της
αντιμετώπισης γενικά της διαφορετικότητας οι όροι ενσωμάτωση-ένταξη και
συμπεριληπτική ή ολική εκπαίδευση αποτέλεσαν κομβικούς σταθμούς της ανάπτυξής της,
καθώς καθόρισαν την επιστημονική της υπόσταση. Οι έννοιες της ενσωμάτωσης και της
ένταξης σχετίζονται με την ίδρυση αυτόνομων ειδικών ή παράλληλων τάξεων στον ίδιο χώρο
με το κανονικό σχολείο, όπου οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες παρακολουθούν
σε ορισμένα μαθήματα δικό τους ειδικά διαμορφωμένο πρόγραμμα. Παράλληλα,
συμμετέχουν σε κοινές σχολικές δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα το παιχνίδι κατά τη
διάρκεια του διαλλείματος, οι εκδρομές και οι περίπατοι, με στόχο να μειωθεί η φυσική
απόσταση με τους υπόλοιπους μαθητές. Ωστόσο, υπάρχει μια λεπτή διαφοροποίηση των
όρων ένταξη και ενσωμάτωση καθώς στην ένταξη κυριαρχεί το στοιχείο της
διαφοροποίησης, ενώ στην ενσωμάτωση προωθείται η συνύπαρξη των μαθητών με ειδικές
ανάγκες με τους υπόλοιπους μαθητές και καλλιεργείται η συνεργασία με αποτέλεσμα την
αποδοχή τους από τη σχολική κοινότητα. Επιπροσθέτως, η ενσωμάτωση απαιτεί αμοιβαίες
διαδικασίες προσαρμογής και αναγνώριση των ιδιαίτερων ικανοτήτων όλων των μαθητών
που έχουν ως στόχο την αποφυγή ρατσιστικών συμπεριφορών.

Από την άλλη πλευρά, ο όρος της συμπεριληπτικής ή ολικής εκπαίδευσης αφορά μια
συνεχή διαδικασία που έχει ως στόχο την ανταπόκριση στη διαφορετικότητα των μαθητών
και στην ισότιμη αντιμετώπισή τους, αποκλείοντας τον στιγματισμό, την κατηγοριοποίησή
τους και τον αποκλεισμό από το σχολικό περιβάλλον, ενισχύοντας έτσι την αυτοεκτίμησή
τους. Επίσης αποτελεί θεμελιώδη παράγοντα για την κατανόηση της χρησιμοποίησης αυτών
των διαφορών σαν μια ευκαιρία για μάθηση, όπου προκύπτουν τόσο ακαδημαϊκές όσο και
κοινωνικές δεξιότητες. Επιπλέον, στην συμπεριληπτική εκπαίδευση καταλυτικός είναι ο
ρόλος του εκπαιδευτικού. Ειδικότερα, αντιμετωπίζει τους μαθητές με ισονομία και ισοτιμία,
παρέχοντας ίσες ευκαιρίες σε όλους. Μέσω της κοινής διδασκαλίας αλλά και της
παρότρυνσης προς τους μαθητές με ειδικές ανάγκες να συμμετέχουν στο σύνολο των
σχολικών δραστηριοτήτων, αναγνωρίζεται το δικαίωμά τους για ίδιες εμπειρίες και έτσι
μπορεί να αποφευχθεί ο κίνδυνος της περιθωριοποίησης. Το γεγονός αυτό αποτελεί αναγκαία
προϋπόθεση για την ομαλή ένταξη των μαθητών της μειονότητας στο κοινωνικό σύνολο,
καθώς αποκτούν το αίσθημα του «ανήκειν» και ενθαρρύνονται να αναλάβουν ενεργό ρόλο
στην κοινωνική ζωή.
Συμπερασματικά λοιπόν, οι κύριες διαφορές μεταξύ των όρων ενσωμάτωση-ένταξη
και συμπεριληπτική ή ολική εκπαίδευση έγκεινται στο γεγονός ότι στην πρώτη περίπτωση
γίνεται λόγος μόνο για τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και δίνεται έμφαση στο
στοιχείο της διαφοροποίησης που τα διαχωρίζει από τα παιδιά κανονικής ανάπτυξης, ενώ στη
δεύτερη περίπτωση, γίνεται αναφορά στο σύνολο των μαθητών και δίνεται βάρος τόσο στην
ποιότητα της εκπαίδευσης και της ζωής, όσο και στα μαθησιακά αποτελέσματα κι επιπλέον
στην ενσωμάτωση και στην ένταξη γίνεται προσπάθεια να αναπτύξουν οι μαθητές δεξιότητες
τέτοιες που θα τους επιτρέπουν να μπορούν να ανταπεξέλθουν όσο το δυνατόν περισσότερο
στις απαιτήσεις των σχολείων, ενώ στην συμπεριληπτική εκπαίδευση αναμορφώνονται όλα
για να μπορεί το σχολείο να ανταποκριθεί στις ανάγκες του κάθε μαθητή στη βάση της
παροχής ίσων ευκαιριών σε όλους τους μαθητές χωρίς καμιά διάκριση. Το αίτημα για
δικαιοσύνη και ισοτιμία στην εκπαίδευση, χωρίς καμιά διάκριση βρίσκεται και στις ιδέες του
Freire, όπως μάλιστα συνέδεε την εκπαίδευση με την ελευθερία και τον πολιτισμό.
Σύμφωνα με τον Paulo Freire η επιθυμητή αλλαγή της υφιστάμενης κοινωνικής κατάστασης,
προυποθέτει την ενδυνάμωση και χειραφέτηση των ατόμων. Τα στοιχεία αυτά θεωρούνται
προαπαιτούμενα ενός επιθυμητού κοινωνικού μετασχηματισμού, στον οποίο πραγματώνεται
το όραμα του για μια δημοκρατική κοινωνία, με βασικό χαρακτηριστικό την ισότητα.
Ο σκοπός της ερευνητικής και παιδαγωγικής διαδικασίας προχωρά πέρα από την πρακτική
στην κριτική πράξη, αναζητώντας την χειραφετική γνώση που θα δημιουργεήσει τα θεμέλια
της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας και της ενδυνάμωσης.
Ο Paulo Freire στο έργο του καταθέτει την πρόταση για μία «προβληματίζουσα παιδεία», η
οποία ως ανθρωπιστική και απελευθερωτική πράξη, θέτει ως αίτημα «οι δυναστευόμενοι να
αγωνίζονται για τη χειραφέτηση τους. Η χειραφέτηση εμπεριέχει για τα άτομα την κριτική
συνειδητοποίηση της υφιστάμενης κατάστασης εκ μέρους των καταπιεζόμενων και την
ανάληψη εκ μέρους τους δράσης για την ανατροπή της. Στο πρώτο στάδιο, οι καταπιεζόμενοι
ξεσκεπάζουν τον κόσμο της καταπίεσης, και με τη δράση τους αναλαμβάνουν να τον
αλλάξουν. Έχοντας ζήσει σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, όπου οι οικονομικές και πολιτικές
συνθήκες καθήλωναν κάποια άτομα στην ανέχεια, με αρωγό σε αυτό τον στόχο τον
αναλφαβητισμό, επεσήμανε την απελευθερωτική δύναμη της εκπαίδευσης. Για τον σκοπό
αυτό προτείνει μία αγωγή που «θεμελιώνεται πάνω στην πάλη για την απελευθέρωση του
καταπιεζόμενου , γεγονός που αναδεικνύει την πολιτική διάσταση της εκπαίδευσης, καθώς
αυτή αποτελεί τμήμα του αγώνα για έναν δικαιότερο κόσμο.
Για τον Paulo Freire, οι εκπαιδευτικοί πρέπει να πρωτοστατήσουν στην προσπάθεια να
δομηθεί μία καλύτερη κοινωνία για όλους, αφού κρατούν στα χέρια τους το ισχυρό όπλο του
εγγραμματισμού. Η επιστημονική επάρκεια έρχεται να υποστηρίξει θεωρητικά τους
παιδαγωγικούς τους στόχους, οι οποίοι όμως είναι διαποτισμένοι από το όραμα της
κοινωνικής αλλαγής. Το έργο της διδασκαλίας απαιτεί διαρκή πνευματική πειθαρχία και το
κέντρισμα της επιστημολογικής περιέργειας, απαιτεί πάνω από όλα την ικανότητα να
αγωνιζόμαστε για την ελευθερία, χωρίς την οποία η διδασκαλία δεν έχει σκοπό.

You might also like