You are on page 1of 24

PROJECT ΜΑΘΗΤΩΝ Α’ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΑΤΡΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΟΧΩΡΙΟΥ ΑΡΤΑΣ


ΣΧ. ΕΤΟΣ 2015-16
Α΄ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ
Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Καραγεώργου Ευαγγελία

ΟΜΆΔΕΣ ΠΟΥ ΕΡΓΆΣΤΗΚΑΝ


1η Ομάδα: Αρχαία Θέατρα Ν.
Ιωαννίνων
Ιλιάνα Χούτα
Αγγελική Βόικε
Κώστας Βέλο
Δημήτρης Μπουλλά
η
2 Ομάδα: Αρχαία Θέατρα Ν.
Άρτας
Δήμητρα Κώστα
Θεοδώρα Κοσμά
Χριστίνα Δήμου
Νίκος Τσιρογιάννης
Γεώργιος Μαγγιώρος
3η Ομάδα: Αρχαία Θέατρα Ν.
Θεσπρωτίας.
Στέφανος Τσίνας
Γεώργιος Μεγαπάνος
Περικλής Γόγαλης
Βασίλης Κώστας
Αλέξανδρος Τάσιος
η
4 Ομάδα: Αρχαία Θέατρα Ν.
Πρεβέζης
Γεώργιος Ράπτης
Γεώργιος Μακρής
Βλάσης Χαρλαύτης
Στάθης Χαλκιάς Ε.
Στάθης Χαλκιάς Θ.
ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΑΤΡΑ ΗΠΕΙΡΟΥ

Η Ήπειρος διαθέτει μια τερά στια ποικιλία αρχαίων ευρημά των


ανά μεσα των οποίων βρίσκονται και τα αξιοθαύ μαστα θέατρα που
χρονολογού νται από τον 3ο αιώ να π.Χ. και μετά . Οι ανακαλύ ψεις
αυτώ ν ά ρχισαν γύ ρω στα μέσα του 19ου αιώ να και συνεχίζονται
ακό μα και σή μερα.

Τα σημαντικό τερα αρχαία θέατρα είναι: το μικρό θέατρο της


αρχαίας Αμβρακίας που βρίσκεται στην Άρτα, το θέατρο της
Νικό πολης στην Πρέβεζα, το θέατρο της αρχαίας Γιτά νης στη
Θεσπρωτία και φυσικά το αρχαίο θέατρο Δωδώ νη στα Ιωά ννινα. Για
το καθένα από αυτά θα πληροφορηθού με παρακά τω.

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΡΕΒΕΖΗΣ

Η Νικόπολη, στη σημερινή χερσόνησο της Πρέβεζας στη νοτιοδυτική


Ήπειρο, η πόλη που χτίστηκε σε ανάμνηση της Νίκης του Οκταβιανού
Αυγούστου επί του Μάρκου Αντωνίου και της Κλεοπάτρας στη
ναυμαχία του Ακτίου το 31 π.Χ., βρίσκεται σε απόσταση μόλις 6 χλμ.
από τη σύγχρονη πόλη της Πρέβεζας, πρωτεύουσας του ομώνυμου
Νομού.

Το Θέατρο της Νικόπολης βρίσκεται στο «Προάστειο» (Στράβων), ένα


ιερό χώρο – τέμενος στο βόρειο τμήμα της Νικόπολης εκτός των τειχών
της ρωμαϊκής περιόδου.

Το Μεγάλο Θέατρο

Βρίσκεται ερειπωμένο στο λόφο βορειοδυτικά της Κασσώπης.


Κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και είχε χωρητικότητα περίπου
2.500 ατόμων, κατ’ άλλους συγγραφείς χωρούσε 6.000 άτομα. Ήταν το
μεγαλύτερο από τα δύο συνολικά θέατρα που υπήρχαν στην πόλη. Το
άλλο, αποκαλείται Ωδείο για να γίνεται διάκριση. Το μεγάλο Θέατρο
λόγω φυσικών φθορών είναι σήμερα κατεστραμμένο και σχεδόν μη
επισκέψιμο, φαίνεται όμως καθαρά από απόσταση 200 m.
Κατολισθήσεις βράχων έχουν οδηγήσει ορισμένους από αυτούς μέσα
στο θέατρο. Ο ένας βράχος βάρους 30 τόνων σταμάτησε στο μέσο της
σκηνής.

Στους λόφους του σημερινού χωριού Καμαρίνα του Δήμου Ζαλόγγου


Πρέβεζας (Νόμος Καποδίστριας, σήμερα με το Νόμο Καλλικράτης, είναι
Δήμος Πρέβεζας), υπάρχουν τα ερείπια της αρχαίας πόλης Κασσώπης, η
οποία ιδρύθηκε από τους Κασσωπαίους, ένα Ηπειρωτικό φύλο, κλάδο
των Θεσπρωτών και πιθανώς αργότερα εποικίσθηκε και από εποίκους
Ηλείους και Αρκάδες. H ίδρυση της πόλης ήταν το αποτέλεσμα ενός
συνοικισμού των διάσπαρτων οικισμών της περιοχής. Μια άποψη λέει
ότι η πόλη κτίσθηκε από γηγενείς Ηπειρώτες Θεσπρωτούς με σκοπό να
προστατευθεί η εύφορη κοιλάδα – πεδιάδα του δυτικού τμήματος του
Νομού Πρέβεζας από τις βλέψεις των Ηλείων εποίκων. Κάποια πρώιμα
ευρήματα υποδεικνύουν ότι πιθανόν στη θέση της πόλης να προϋπήρχε
κάποιος μικρότερος οικισμός. Ο καθηγητής αρχαιολογίας Σωτήριος
Δάκαρης διεξήγαγε ανασκαφές στην Κασσώπη για λογαριασμό της
Αρχαιολογικής Εταιρείας στο διάστημα 1952-1955, αργότερα δε οι
ανασκαφές συνεχίστηκαν από το 1977-78 έως το 1983, με τη
συνεργασία του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με το Γερμανικό
Αρχαιολογικό Ινστιτούτο του Βερολίνου, αργότερα δε έγινε έκδοση
τόμου των ερευνών στο Μόναχο

Περιηγητές στην Αρχαία Κασσώπη

Ο Σκύλαξ ο Καρυανδεύς, εξερευνητής του 6ου αιώνα π.Χ. γράφει στο


έργο του «Περίπλους»: «Η Κασσωπαία ήτο εθνότης εγκατεστημένη
νοτίως της Θεσπρωτίας και παροικούσαν δε ούτοι έως τον Ανακτόριον
Κόλπον (εννοεί Αμβρακικό). Παράπλους δε εστί της Κασσωπαίας χώρας
ήμισυ ημέρες». Ο γεωγράφος Στράβων θεωρεί τους Κασσωπαίους
Θεσπρωτούς Ηπειρώτες και γράφει: «Χάονες μέν ούν και Θεσπρωτοί
και μετά τούτων εφεξής Κασσωπαίοι, και ούτοι δ’ εισί την από
Κεραυνίων ορέων μέχρι του Αμβρακικού κόλπου παραλίαν νέμονται
χώραν ευδήμονα έχοντες». Η Κασσώπη απέκτησε οικονομική δύναμη
με το εμπόριο, την κτηνοτροφία και τα γεωργικά προϊόντα της εύφορης
πεδιάδας των παραλιών της Πρέβεζας και του Αχέροντα. Ο πρώτος που
ταύτισε τα ερείπια με την αρχαία Κασσώπη είναι ο Άγγλος περιηγητής
συνταγματάρχης Ουίλιαμ Μάρτιν Ληκ (William Martin Leake), ο οποίος
επισκέφθηκε την περιοχή τα έτη 1805 και το 1835 δημοσίευσε το
διάγραμμά της. Για την Κασσώπη επίσης έχουν γράψει οι περιηγητές
Νίκολας Χάμοντ και Φρανσουά Πουκεβίλ

Ιστορία της Κασσώπης

Οι απόψεις για τη χρονολογία ίδρυσης της Κασσώπης διίστανται. Μία


άποψη φέρει την Κασσώπη να ιδρύεται στον 8ο – 7ο αιώνα π.Χ. από
Αρκάδες και Ηλείους εποίκους και άλλη άποψη τον 4ο αιώνα π.Χ. από
Κασσωπαίους, κλάδο των Θεσπρωτών. Η άποψη του Υπουργείου
Πολιτισμού (Ελλάδα) είναι ότι «η Κασσώπη, πρωτεύουσα της
Κασσωπαίας, κτίστηκε πριν τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. (340 π.Χ), σε
φυσικά οχυρή θέση, σε ένα οροπέδιο με υψόμετρο 550-650 μ., στις
πλαγιές του Ζαλόγγου, με σκοπό να προστατεύσει από την
εκμετάλλευση των Ηλείων αποίκων, την εύφορη πεδιάδα που
απλωνόταν νοτιότερα».Η αλήθεια είναι κάπου ενδιάμεσα. Πιθανώς
παλιότερα, αλλά έλαβε τη μεγάλη ανάπτυξη και αίγλη της τον 4ο αιώνα
π.Χ.. Ο Στέφανος Βυζάντιος, συγγραφέας της εποχής του 6ου αιώνα
μ.Χ., αναφέρει την Κασσώπη στο βιβλίο του «Εθνικά»: «Πόλις εν
Μολοσσοίς επώνυμος τη Κασσωπαία Χώρα». Οι περισσότεροι αρχαίοι
συγγραφείς αναφέρονται με τον ευρύτερο όρο Κασσωπαία χώρα και
όχι τόσο στην πόλη Κασσώπη. Εξαίρεση αποτελεί ο Διόδωρος
Σικελιώτης (80-20 π.Χ.) στο βιβλίο του «Ιστορική Βιβλιοθήκη ΙΧ, 88» πού
αναφέρει «Κασσώπη, πόλις με το όνομα τούτο εις τον Ηπειρωτικόν
χώρον» και ο προαναφερθείς Στέφανος Βυζάντιος

Γεωγραφία της Αρχαίας Κασσώπης


Το υψόμετρο της Κασσώπης είναι 550-620m και η θέση της είναι
στρατηγική, με άριστη θέα και υγιεινό κλίμα. Βόρεια και δυτικά
προστατεύεται από τις βουνοκορφές Ανεμόμυλος και Κιτέπι μαζί με
τους κάθετους γκρεμούς του όρους Ζάλογγο, αποκαλούμενους
στεφάνια. Οι προσβάσιμες πλευρές της ακρόπολης της Κασσώπης
προστατεύονται με τείχος. Στην αρχαία Κασσώπη αναφέρονται και
μεταγενέστεροι συγγραφείς περιηγητές, όπως ο Γερμανός Conrad
Bursian (1830-1883), που μας γράφει «η Κασσώπη είναι κτισμένη σε μια
φυσική οχυρή θέση, κάτω από βραχώδη έξαρση». Επίσης την
επισκέφθηκαν και γράφουν γι αυτήν ο συνταγματάρχης Ληκ και ο
Γάλλος Φρανσουά Πουκεβίλ. Η σημασία της Κασσώπης αρχίζει να
αναφαίνεται στον 4ο αιώνα π.Χ., οπότε και φτάνει στο απόγειο της
δόξας της παράλληλα με την κοντινή πόλη Αμβρακία (απέχουν 50 Km).
Χάρις στη στρατηγική της θέση είχε μικτή οικονομία: κτηνοτροφία στο
βουνό, γεωργία στον κάμπο και αλιεία στη θάλασσα. Πέραν αυτού η
περιοχή είχε πολλά δάση και με την ξυλεία της Κασσώπης
κατασκευάζονταν πλοία μέχρι και τον 19ο αιώνα μ.Χ. Ο περιηγητής
Κυριάκος από την Ανκόνα γράφει πώς το έτος 1435 που επισκέφθηκε
την Κασσώπη «βρήκε ένα μεγάλο δάσος από βελανιδιές και
χρυσόξυλο», ένα είδος πουρνάρι από το οποίο με κατεργασία έπαιρναν
το πρινοκόκι, ή κρεμεζί, ή κικνίδι, βαφή της υφαντουργίας. Η Κασσώπη,
πέραν της κτηνοτροφίας, αλιείας και γεωργίας, στράφηκε τον 3ο αιώνα
π.Χ. προς τη βιοτεχνία και το ναυτιλιακό εμπόριο. Τα καράβια των
Κασσωπαίων όργωναν τη Μεσόγειο θάλασσα και διακινούσαν στην
Καρχηδόνα, στη Ρώμη, στο Βρινδήσιο (σημερινό Μπρίντιζι), στη
Μασσαλία, στο Γιβραλτάρ, στα παράλια της Αδριατικής, στα νησιά του
Αιγαίου, στα Μικρασιατικά παράλια, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου
και στην Αίγυπτο με προϊόντα της Ηπείρου όπως κρασί, λάδι, ελιές,
φρούτα, ξηρούς καρπούς και υφάσματα. Τα τελευταία χρόνια γίνονται
σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις σχετικά με τις σχέσεις των
Ηπειρωτών με τους προγόνους των Ρωμαίων, τους Ετρούσκους, με τους
οποίους φαίνεται οι Ηπειρώτες είχαν εμπορικές σχέσεις από τον 8ο και
7ο αιώνα π.Χ.

Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο η Κασσώπη τάχθηκε με την πλευρά των


Σπαρτιατών, ενώ οι άλλοι Ηπειρώτες συντάχθηκαν με τους Αθηναίους.
Έτσι αργότερα ο βασιλιάς Φίλιππος Β' της Μακεδονίας, σε συμφωνία με
τους φίλους του Ηπειρώτες Μολοσσούς κυρίευσε την Κασσώπη, την
Πανδοσία, το Βουχέτιον, τις Βατίες και την Ελάτρεια και τις
παραχώρησε ως δώρο στον βασιλέα των Μολοσσών Αλέξανδρο Α',
αδελφό της συζύγου του, Μυρτάλης Ολυμπιάδας. Υπενθυμίζεται ότι ο
Αλέξανδρος Α' παντρεύτηκε την ανεψιά του, Κλεοπάτρα, αδελφή του
Μεγάλου Αλεξάνδρου, και την ίδια ημέρα αυτού του γάμου
δολοφονήθηκε ο Φίλιππος Β' από τον Παυσανία.

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ

Αρχαία Γιτάνη (Γίτανα) - Φιλιάτες Θεσπρωτίας

Η Αρχαία Γιτάνη ή αλλιώς Γίτανα αποτελεί έναν από τους πιο γνωστούς
αρχαιολογικούς προορισμούς της Θεσπρωτίας, καθώς είναι η δεύτερη
(σε χρονολογική σειρά) πρωτεύουσά της.

Η ίδρυσή της χρονολογείται περίπου στο 335-330 π.Χ. και αποτέλεσε


για 150 χρόνια ένα από τα σημαντικότερα διοικητικά και οικονομικά
κέντρα της περιοχής, μέχρι την κατάληψή της από τους Ρωμαίους το
167 π.Χ. Ο αρχαίος οικισμός περιβάλλεται από τις τρεις πλευρές του
από τον ποταμό Καλαμά, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε πολύ την περίοδο
αυτή ως πλωτό μέσο από τις εκβολές του Ιονίου, γεγονός που
συνετέλεσε σημαντικά στην ανάπτυξή του ως εμπορικού κέντρου. Στον
αρχαιολογικό χώρο θα βρείτε περιμετρική οχύρωση, την αρχαία αγορά,
ναούς, το Πρυτανείο αλλά και ένα θέατρο.

Αποτελώντας λοιπόν πλούσια περιοχή σε ευρήματα, η Αρχαία Γιτάνη


είναι ιδανικός προορισμός και σίγουρα αξίζει να την επισκεφτείτε!

Αρχαία Γιτάνη – Το θέατρο


Το λίθινο θέατρο, χωρητικότητας περίπου 4000-5000 θεατών βρίσκεται
εξωτερικά της δυτικής οχύρωσης, χαμηλά σε ειδυλλιακή τοποθεσία
κοντά στην όχθη του Καλαμά.

Πέρα από τον καλλιτεχνικό έπαιξε και πολιτικό ρόλο στη λειτουργία της
πόλης, καθώς φαίνεται ότι δεν χρησιμοποιούνταν μόνο για θεατρικές
παραστάσεις αλλά και για τις πολιτικές συναθροίσεις του Κοινού των
Θεσπρωτών.

Το θέατρο των Γιτάνων είναι ένα από τα σημαντικότερα αρχαία


ελληνικά θέατρα εξαιτίας ενός σπάνιου χαρακτηριστικού του: ένας
μεγάλος αριθμός εδωλίων έχει στην πρόσθια όψη εγχάρακτες
επιγραφές ονομάτων όπως: Μενέδαμος, Χαροπίδας, Αλέξανδρος,
Παυσανίας κ.α.

Θέση: Το αρχαίο θέατρο Γιτάνων βρίσκεται στην καταλληλότερη θέση


της πόλης των Γιτάνων, δηλ. στους δυτικούς πρόποδες της Βρυσέλλας,
στη βραχώδη δυτική πλαγιά των Γιτάνων, στο κοίλωμα του λόφου, έξω
από τη δυτική πλευρά του τείχους. Εκεί οδηγούσε από το Πρυτανείο
ένας πλακόστρωτος δρόμος . Το θέατρο έχει προσανατολισμό προς τον
ποταμό Καλαμά, δηλ. από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Αν και το
θέατρο βρισκόταν έξω από το τείχος, προστατευόταν από εχθρικές
επιδρομές χάρη σε ένα προτείχισμα, που βρίσκεται μεταξύ της
βορειοδυτικής γωνίας της οχύρωσης και του ποταμού και φυσικά από
το ποτάµι.
Ιστορία: Το θέατρο κατασκευάστηκε κατά τα μέσα του 3ου αι. π. Χ., την
εποχή της άνθησης των Γιτάνων, αλλά χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα μετά
τη Ρωμαϊκή κατάκτηση (168/167 π. Χ.), όταν οι Ρωμαϊκές λεγεώνες υπό
τον Αιμίλιο Παύλο κατέστρεψαν τα Γίτανα και πάρα πολλές πόλεις στην
Ήπειρο. Το θέατρο υπέστη αργότερα φθορές από σεισμό, ο οποίος
προκάλεσε μετατόπιση των εδωλίων και επιχώσεις. Επιπλέον η
υπερχείλιση του Καλαμά και η νομή κοπαδιών εντός του αρχαιολογικού
χώρου προκάλεσαν επιπλέον φθορές. Τέλος στον χώρο είχε στηθεί
παλαιότερα ασβεστοκάμινο, γεγονός που αποδεικνύει πως υλικό του
θεάτρου είχε χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ασβέστη.

Ανασκαφές: Οι ανασκαφές ξεκίνησαν το 1996 από την κα Κ. Πρέκα –


Αλεξανδρή και μέχρι σήμερα έχει ανασκαφεί ένα τμήμα του θεάτρου.
Έτσι, έχουν έρθει στο φως ένα τμήμα του κοίλου στην πλαγιά, η
ορχήστρα και μέρος της σκηνής, ενώ ακόμη δεν έχουν ανασκαφεί
πλήρως οι πάροδοι.
Χρήση: Είναι αξιοσημείωτο πως το αρχαίο θέατρο Γιτάνων μαζί με την
Αγορά και το Πρυτανείο αποτελούσε το κέντρο της δημόσιας ζωής των
Γιτάνων. Καθώς τα Γίτανα ήταν η έδρα του Κοινού των Θεσπρωτών και
των Ηπειρωτών , στο θέατρο δεν πραγματοποιούνταν μόνο
παραστάσεις αλλά και πολιτικές συγκεντρώσεις , οι συνελεύσεις του
Κοινού των Θεσπρωτών και των Ηπειρωτών. Σύμφωνα με τη μαρτυρία
του Τίτου Λίβιου, το 172 π. Χ. οι δύο απεσταλμένοι των Ρωμαίων,
Μάρκιος και Ατίλιος, επισκέφθηκαν τα Γίτανα και ζήτησαν από το Κοινό
των Ηπειρωτών να ταχθεί με το μέρος των Ρωμαίων. Η συνέλευση του
Κοινού συνήλθε πιθανότατα στο θέατρο και αποφάσισε να ταχθεί με το
μέρος των Ρωμαίων

Σήμερα έχουν διασωθεί η αρχαία ακρόπολη,το θέατρο,η αγορά,τμήμα


του τείχους,κατοικίες που υποδηλώνουν έναν πυκνοδομημένο οικισμό
και τμήμα οδικού δικτύου που όριζε τις οικοδομικές νησίδες.Επίσης
ένας ναός ,διάφορα δημόσια κτίρια και πήλινα
σφραγίσματα,αγαλματίδια,νομίσματα του Κοινού των Ηπειρωτών και
τμήματα ανακλίντρων. Ο χώρος είναι επισκέψιμος και προσφέρει
μοναδικό τοπίο με την πυκνή βλάστηση,τον ποταμό Καλαμά και τα
πλούσια ευρήματα.Είναι άγνωστος όμως στο ευρύ κοινό και
αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα από τα ενεργά λατομεία της
περιοχής.

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Η Αρχαία Δωδώνη υπήρξε λατρευτικό κέντρο του Δία και της Διώνης.


Υπήρξε, επίσης, γνωστό μαντείο του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Προσδιορίζεται γεωγραφικά σε απόσταση περίπου 2 χλμ. από τον
οικισμό της Δωδώνης και κείται σε κλειστή, επιμήκη κοιλάδα, στους
πρόποδες του όρους Τόμαρος.

Προϊστορία

Η Δωδώνη ως αρχαιολογική θέση σύμφωνα με


τις αρχαιολογικές μαρτυρίες φέρεται να είναι ενεργή ήδη από
την εποχή του Χαλκού, επικεντρωμένη στη λατρεία της Γαίας ή άλλης
θηλυκής γονιμικής θεότητας. Η λατρεία του Δία εισήχθη στη Δωδώνη
αργότερα από τους Σελλούς, για να εξελιχθεί σε σύντομο χρονικό
διάστημα σε κυρίαρχη λατρεία.

Το μαντείο και η ιστορία του

Ο αρχαιολογικός χώρος
Τα Κυριότερα Ιερά της Αρχαίας Ελλάδας

Οι πρώτες μαρτυρίες για την ύπαρξη του μαντείου της Δωδώνης ως


λατρευτικού χώρου τοποθετείται περί το 2600 π.Χ.. Είναι το αρχαιότερο
μαντείο που συναντάται στον Ελλαδικό χώρο. Η μυθολογία λέει ότι από
τη Θήβα της Αιγύπτου πέταξαν δυο περιστέρια: το ένα προσγειώθηκε
στη Λιβύη, όπου χτίστηκε ο ναός του Άμμωνα Δία, και το δεύτερο ήρθε
στη Δωδώνη, όπου ιδρύθηκε το μαντείο.

Αρχαιότητα

Το μαντείο στην αρχή ήταν υπαίθριο, με μια βελανιδιά (ιερή φηγός),


που γύρω είχε έναν περίβολο από χάλκινους λέβητες πάνω σετρίποδες,
οι οποίοι με τους ήχους που έκαναν όταν χτυπούσαν μεταξύ τους αλλά
και σε συνδυασμό με το θρόισμα των φύλλων του δέντρου και άλλους
ήχους (περιστέρια, πηγή κτλ.) έδιναν τους χρησμούς, τούς οποίους
ερμήνευαν οι ιερείς Πελειαί. Σύμφωνα με μια νέα ερμηνεία, ο μαντικός
ήχος προερχόταν χάλκινα αντικείμενα παρόμοια με τα κινέζικα wind
chimes που κρεμόντουσαν στην βελανιδιά και ηχούσαν με το φύσημα
του ανέμου.[1] Οι ιερείς δεν έπλεναν ποτέ τα πόδια τους και σέρνονταν
στο χώμα για να έχουν επαφή με τη γη.

Στις ρίζες της βελανιδιάς, στην αρχή πιστευόταν ότι κατοικούσε η Γαία,
αλλά με το Δωδεκάθεο αντικαταστάθηκε από το Δία και τη γυναίκα
του Διώνη. Λεγόταν και Νάιος Δίας από
το αρχαιοελληνικό «ναίω»=κατοικώ, γι’ αυτό και οι αγώνες που
διεξάγονταν προς τιμή του κάθε 4 χρόνια στο κοντινό στάδιο
λέγονταν Νάια.

Στο τέλος του 5ου αιώνα χτίστηκε ένας μικρός ναός, όπου φυλάγονταν
τα αφιερώματα των προσκυνητών. Οι προσκυνητές έδιναν την ερώτησή
τους γραμμένη σε ένα έλασμα (φύλλο μαλακού μετάλλου - μολύβδου),
αλλά η απάντηση συνήθως τους δίνονταν προφορικά. Στα μέσα του 4ου
αι. π.Χ., ο περίβολος με τους λέβητες αντικαταστάθηκε από έναν πιο
ευρύχωρο χαμηλό πέτρινο περίβολο. Εφόσον εκεί κατοικούσε ο Δίας
και το σύνολο έμοιαζε με σπίτι, ο χώρος ονομάστηκε Ιερά οικία.

Στα χρόνια του Πύρρου (312-272 π.Χ.) χτίζονται στοές γύρω – γύρω,


εκτός από την πλευρά της φηγού. Στο ναό και στις στοές φυλάγονταν τα
αφιερώματα των πιστών. Εκείνη την εποχή χτίζονται και πολλά άλλα
κτίρια: βουλευτήριο, πρυτανείο, θέατρο κτλ. και η Δωδώνη γίνεται για
ένα διάστημα πρωτεύουσα των Ηπειρωτών.

Μετά το θάνατο του Πύρρου και το γκρέμισμα του ιερού από


τους Αιτωλούς το 219 π.Χ., επιδιορθώθηκε από το βασιλιά της
Μακεδονίας Φίλιππο Ε' και επεκτάθηκε αποκτώντας και άλλους
χώρους, κολώνες κτλ. Τότε πήρε και την τελική του μορφή, ενώ κατά
τον Παυσανία, η φηγός υπήρχε ακόμη.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδος

Το 167 π.Χ., το ιερό, όπως και άλλες 70 ηπειρωτικές πόλεις,


καταστράφηκε από τους Ρωμαίους με επικεφαλής τον Αιμίλιο Παύλο,
αλλά ανοικοδομήθηκε πάλι από τον Αύγουστομόλις το 31, μετά τη νίκη
του στο Άκτιο, ο οποίος και μετέτρεψε και το θέατρο σε αρένα. Από
τότε όμως δεν άκμασε ξανά. Ένας από τους τελευταίους χρησμούς σε
επίσημο πρόσωπο ήταν αυτός που ζητήθηκε από τον Ιουλιανό τον
Παραβάτη για την εκστρατεία του κατά των Πάρθων το 362.

Στα βυζαντινά χρόνια, κατά τη βασιλεία του Θεοδόσιου Α' το 391,


κάποιος έκοψε το ιερό δέντρο και το ιερό εγκαταλείφθηκε, ενώ πάνω
στα ερείπιά του χτίστηκε χριστιανικήεκκλησία.
Οι τελευταίες μαρτυρίες χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα, όταν
επιδρομές βαρβάρων ερήμωσαν την περιοχή και με τον καιρό η λάσπη
από τις πλαγιές του Τόμαρου σκέπασε τα πάντα.

Το θέατρο

Το Αρχαίο θέατρο Δωδώνης, το οποίο το σχολείο μας είχε την ευκαιρία


να επισκεφτεί , χτίστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. επί βασιλείας Πύρρου και
ακολουθεί το σχέδιο που έχουν όλα τα ελληνικά θέατρα. Χωρούσε
18.000 θεατές και ήταν το μεγαλύτερο της εποχής του. Κατά την τέλεση
των Ναΐων προς τιμήν του Νάιου Δία, εκτός από τους αγώνες στο
στάδιο γίνονταν και θεατρικοί αγώνες.

Το θέατρο καταστράφηκε και επισκευάστηκε δυο φορές. Την πρώτη


φορά το κατέστρεψαν οι Αιτωλοί με τον βασιλιά Δωρίμαχο το 219 π.Χ.,
αλλά την επόμενη χρονιά ο βασιλιάςΦίλιππος Ε' της Μακεδονίας άρχισε
τις επισκευές. Το 167 π.Χ., ο Ρωμαίος στρατηγός Αιμίλιος Παύλος το
κατέστρεψε ξανά ώσπου το 31 π.Χ. το επισκεύασε πάλι ο Ρωμαίος
Αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος για να χρησιμοποιηθεί
ως αρένα για θηριομαχίες από τους Ρωμαίους. Ο τοίχος που υπάρχει
μπροστά από τα πρώτα καθίσματα χτίστηκε αυτή την εποχή για την
προστασία των θεατών από τα θηρία.

Χρονολόγιο ανασκαφών

1875 : Κωνσταντίνος Καραπάνος (Ηπειρώτης πολιτικός)

1921: Γεώργιος Σωτηριάδης (καθηγητής Αρχαιολογικής Εταιρίας)

1929-33 : Δημήτρης Ευαγγελίδης (καθηγητής αρχαιολογίας)

1950-66 : Σωτήρης Δάκαρης (εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρία)

1966-σήμερα: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και Αρχαιολογική εταιρία.


Το αρχαίο θέατρο Δωδώνης, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο
καλοδιατηρημένα θέατρα του αρχαίου κόσμου, χωρητικότητας 17.000
θεατών, βρίσκεται 22χλμ νοτίως των Ιωαννίνων.
Τα αρχαιότερα ευρήματα της ανάγονται στην πρωτοελλαδική εποχή
(2.600-2.000 π.Χ.). Οι κάτοικοί της λατρεύουν τη περίοδο εκείνη τη Θεά
Γη. Αργότερα, οι Έλλοπες, δωρικό φύλλο, κατοικούν κατά τη
μεσοελλαδική περίοδο την περιοχή της Δωδώνης.
Στα Ομηρικά Έπη και πιο συγκεκριμένα στην Ιλιάδα, αναφέρονται ως
γένος στην υπηρεσία του "Δωδωναίου Δία".
Τον 4ο αιω. π.χ. χτίζεται μικρός ναός, προς τιμή του Δία, και το
Πρυτανείο για τους Ιερείς, που ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία του
πατέρα των Θεών και έδιναν τους χρησμούς σε έλληνες και ξένους
προσκυνητές.

Τον 3ο αιω. π.χ. ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρος χτίζει νέο μεγάλο ναό
του Δία, το ναό του Ηρακλή και το θέατρο. Ο Αιτωλός στρατηγός
Δωρίμαχος, καταστρέφει το ιερό της Δωδώνης το 319. Χάρη στο
Φίλιππο τον Ε' ανοικοδομούνται τα ιερά και το θέατρο. Κατά τη
Ρωμαϊκή εποχή το θέατρο μετατρέπεται σε αρένα θηριομαχίας ενώ
κατά τη διάρκεια της Αυτοκρατορίας του Μεγ. Θεοδοσίου το ιερό της
Δωδώνης, όπως και τα άλλα ιερά της αρχαιότητας κλείνουν.

Με το πέρασμα των αιώνων τα νερά που κατεβαίνουν από τους γύρω


λόφους θα καλύψουν τον αρχαιολογικό χώρο.
Ώσπου το 1874 πραγματοποιούνται οι πρώτες ανασκαφές από τον
Ηπειρώτη πολιτικό Κ. Καραπάνο. Το 1921 οι ανασκαφές θα συνεχιστούν
από τον καθηγητή Γ. Σωτηριάδη.

Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου και μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο,
ο αρχαιολόγος Δημ. Ευαγγελίδης με βοηθό του τον Σωτήρη Δάκαρη
φέρνουν στο φως σπουδαία ευρήματα. 
Ανάμεσα στο 1960-1963 ο αείμνηστος καθηγητής αρχαιολογίας Σωτ.
Δάκαρης μαζί με τους βοηθούς του συνεχίζει τις ανασκαφές και
αναστηλώνει το αρχαίο θέατρο και άλλα κτίρια.

Κάθε καλοκαίρι, στα πλαίσια του Φεστιβάλ "Ηπειρωτικά", ξανακούγεται


ο λόγος των αρχαίων Ελλήνων δραματουργών. Αρχαίες Ελληνικές
Τραγωδίες ζωντανεύουν ξανά μέσα στο μαγευτικό περιβάλλον τόσο του
Αρχαίου Θεάτρου όσο και των υπόλοιπων αρχαίων μνημείων.
Με άλλα λόγια το θέατρο στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ ένα
απλό ψυχαγωγικό δρώμενο, ή μάλλον ήταν ψυχαγωγικό στην
κυριολεκτική έννοια του όρου. Διαμόρφωνε συνειδήσεις και την ίδια
στιγμή διαμορφωνόταν από τη συλλογική συνείδηση. Συνδυάζοντας τη
θρησκεία, την κοινωνική και πολιτική κριτική με την εκπαίδευση, έγινε
κόμβος, ένα σημαντικό σταυροδρόμι για τις συνιστώσες που παράγουν
συνήθως πολιτισμική δράση. Από αυτή την άποψη θεωρούμενο
ενσωμάτωσε τους κανόνες της πόλης και την ίδια στιγμή έγινε ένα
μεγάλο λαϊκό δικαστήριο για την κρίση της κοινωνικής της διαχείρισης.
Και όλα αυτά, κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Διόνυσου, του
επαναστάτη θεού που προτίμησε τη θηλυκή φρενίτιδα για τη λατρεία
του, μια μανική φρενίτιδα και αμφισβήτηση της πατριαρχικής εξουσίας
εκφρασμένη στις πράξεις των ηρωίδων του αττικού δράματος. Βέβαια,
ο τελικός στόχος των τραγικών ποιητών δεν ήταν πιθανώς η ανατροπή
αλλά μάλλον ο αποτροπαϊκού χαρακτήρα εξορκισμός των ασυνείδητων
καταπιεσμένων θηλυκών ενεργειών μιας έντονα και αδιαμφισβήτητα
πατριαρχικής κοινωνίας. Όμως, παραμένει το γεγονός ότι οι θίασοι του
Διόνυσου διέθεταν έναν έντονο θηλυκό χαρακτήρα και ενίοτε
χρησιμοποιήθηκαν, όπως και η λατρεία του θεού, ως φορείς λαϊκισμού
της τυραννικής εξουσίας, τόσο στην κορινθιακή όσο και στην αττική γη.

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΤΑΣ


ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΑΜΒΡΑΚΙΑΣ

Το λεγόμενο «μικρό» θέατρο της


Αμβρακίας είναι το μικρότερο από τα
αρχαία ελληνικά θέατρα, που έχουν
αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα.
Βρίσκεται στο κέντρο της αρχαίας
πόλης, κοντά στον Άγιο Κωνσταντίνο,
σε μικρή απόσταση από τον
υστεροαρχαϊκό ναό του Απόλλωνα.
Όπως δείχνει η γενική αρχιτεκτονική
του μορφή, κτίστηκε στα τέλη του 4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ., κατά την
περίοδο της βασιλείας του Πύρρου. Η πόλη τότε ως πρωτεύουσα του
βασιλείου γνώρισε μεγάλη άνθηση και, εκτός από το μικρό θέατρο,
οικοδομήθηκαν το μεγάλο θέατρο, κοντά στο ναό του Απόλλωνα, και το
πρυτανείο, που αποκαλύφθηκε δίπλα στο ναό. 

Το θέατρο δεν κατασκευάσθηκε σε φυσικό ύψωμα αλλά σε


επιχωματωμένο πρανές. Η επίχωση για τη στήριξη του κοίλου είχε γίνει
επάνω σε θεμέλια και ψηφιδωτά δάπεδα λουτρών, που χρονολογούνται
στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα. Από το μνημείο έχουν αποκαλυφθεί η
ορχήστρα, μέρος του κοίλου και των παρόδων καθώς και το δυτικό
τμήμα του στυλοβάτη του προσκηνίου. Το κοίλο είναι κατασκευασμένο
από καλής ποιότητας ασβεστόλιθο. Με δύο κλίμακες διαιρείται σε τρεις
κερκίδες και είχε λίθινα εδώλια, ενώ είναι αξιοσημείωτη η απουσία
προεδρίας, δηλαδή επισήμων θέσεων στην πρώτη σειρά. Στις δύο
πλάγιες κερκίδες σώζονται τρεις σειρές εδωλίων και στη κεντρική
τέσσερις. Η ορχήστρα έχει σχήμα τέλειου κύκλου, με διάμετρο 6,70 μ. Το
προσκήνιο ήταν λίθινο κτίσμα μήκους 10 μ. και την πρόσοψή του
κοσμούσαν πιθανότατα έξι ιωνικοί ημικίονες. 
Η ανασκαφική έρευνα του θεάτρου ξεκίνησε με αφορμή την εκσκαφή
θεμελίων για την ανέγερση νέας οικοδομής και έγινε το 1976 από τον
αρχαιολόγο της Εφορείας κ. Ηλία Ανδρέου. Το υπόλοιπο τμήμα του
μνημείου πρόκειται να ανασκαφεί μελλοντικά.
Τα αρχαία αυτά θέατρα, αποτελούν πλούτο της ηπείρου, αλλά και
ολόκληρης της χώρας. Είναι πραγματικά, σημαντικά ιστορικά μνημεία
και προσελκύουν μεγάλο αριθμό τουριστών από όλες τις χώρες του
κόσμου. Η αξεπέραστη αισθητική, ομορφιά και η ιστορική άξια των
αρχαίων αυτών κτισμάτων προκαλούν δέος και συγκίνηση στον
επισκέπτη. Παρόλα αυτά η πολιτεία θα έπρεπε να δείχνει μεγαλύτερη
επιμέλεια στη συντήρηση και φύλαξη των χώρων αυτών.
ΠΗΓΕΣ:
https://el.wikipedia.org/
http://www.thesprotia3d.gr/
http://www.dodoni.gr/to-theatro
http://www.diazoma.gr/gr/
http://www.artainfo.gr/
http://art-hellas.blogspot.gr/

You might also like