Professional Documents
Culture Documents
Jean Baudrillard η Διαφανεια Του Κακου
Jean Baudrillard η Διαφανεια Του Κακου
ΒΑυϋΚΙΙΧΑΚΒ
I δ ί α φ ά ν ε ^ α
τ ο υ κ α κ ο ύ
Δοκίμιο πάνω στα ακραία φαινόμενα
Ο Ζαν Μποντριγιάρ γεννήθηκε στη
Ρενς της Γαλλίας το 1929. Σπούδασε
γερμανική φιλολογία και έζησε νέος στη
Γερμανία. Όταν επέστρεψε σιη Γαλλία,
δίδαξε κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο
Ραπδ-Χ ΝαηΙοιτε. Μετέφρασε στα
γαλλικά Μπέρτολνι Μπρεχτ, Πέτερ Βάις
και Ε. Μύλμαν. Συνεργάστηκε με το
περιοδικό Ιβ$ Τβτηρζ Μοάβηιβζ και
μετείχε στη συντακτική επιτροπή των
περιοδικών ϋίορίβ και Ττανβηβζ.
Σημαντικότερα έργα του: Ιβ ψίβηιβ
άβ8 ού]βί8 (1968), Ια ζοάέίέ άβ ωηζοκηκηαύοη
(1970), Ροιιγ ιιηβ βήύφιβ άβ Γέωηοτηίβ
ροΐίύφιβ άιι 8ΐξηβ (1972), Ιβ κπιτοιτ άβ Ια
ρΓοάΐίβύοη (1973, ελλ. μτφ. Ο καθρέφτης
της παραγωγής, εκδ. Αλεξάνδρεια),
Ι'έώαηξβ ζγπώοΐιφιβ άβ Ια πιοιί (1976),
Οβ Ια ζέάιιούοκι (1976, ελλ. μτφ. Γοητεία,
εκδ. Θεωρία), 5ΐηιιιΙασβ$ βί ήηιιίαύοη
(1981), Ιβ$ ΜαΙβξίβχ {αΙαΙβ5 (1983),
υαηίτβ ρατ Μ-ηιβπιβ (1987, ελλ. μτφ.
Η έκσταση της επικοινωνίας, εκδ.
Καρδαμίτσα).
ΖΑΝ ΜΠΟΝΤΡΙΓΙΑΡ
Η διαφάνεια
τον Κακού
Δοκίμιο πάνω στα ακραία φαινόμενα
Μετάφραση
ΖΗΣΗΣ ΣΑΡΙΚΑΣ
(ΪΑΝΤΑΙΝΗΜ
ΑΤΑ
Ξΐηεβ ίΗβ \νοήά άήνβ8 ίο α άβΙίήοιίΞ $ίαίβ ο/ίΗίη^,
\νβ πιη8ί άήνε ίο α άεΐίήοιιζ ροΐηί ο/νζβνν.
ονείρων που βρίσκονται εφεξής πίσω μας και που πρέπει εντούτοις
να τα αναπαράγουμε μ’ ένα είδος μοιραίας αδιαφορίας.
μαστέ αυστηροί, δεν θα ’πρεπε να μιλούμε πια για αξία, αφού αυτό
το είδος αποπολλαπλασιασμού* και αλυσιδωτής αντίδρασης καθι
στούν αδύνατη κάθε αξιολόγηση. Για άλλη μία φορά ισχύει εδώ
ό,τι και (^--μι^ροφυσι^ρείναι αδύνατον να υπολογίσεις με όρους
ωραίου ή άσχημου,"αληθούς ή ψευδούς, καλού ή κακού, όσο είναι
αδύνατον να υπολογίσεις τη θέση και ταυτόχρονα την ταχύτητα
ενός σωματιδίου. Το καλό δεν κείται πια καθέτως προς το κακό, τί
ποτε δεν τίθεται πια σε τετμημένες και τεταγμένες. Κάθε σωμάτί-
δΓό ακολσυθεΓτη δική του κίνηση,, κάθε αξία, ή απόσπάσμα άξιαςΓ
λάμνει για μια στιγμή στον ουρανό της προσομοίωσης κί ξπέΐΐΐτχότ—
νεται στο κενό, ακολουθώντας μια τεθ&σίΐένη γραμμή που μόνο
κατ^εξαίρεση συναντά τη γραμμή των άλλων. Αυτό είναι ακριβώς
το σχήμα του μορφοκλασματικού, το τωρινό σχήμα της κουλτούρας
μας.
* Στη βιολογία πρόκειται για σύνολο ατόμων όμοιων από γενετική άποψη, τα
οποία προέρχονται από έναν μοναδικό οργανισμό μέσω άφυλης αναπαραγωγής ή,
στην περίπτωση όντων που είναι διαφοροποιημένα από άποψη φυλσυ, μέσω μη
φυσιολογικής αναπαραγωγής. Ο κλονισμός δεν είναι, στη γενετική μηχανική, πα
ρά ένας (απραγματοποίητος ακόμη) μαζικός πολλαπλασιασμός δίδυμων. (Σ.τ.Μ.)
** Ρτοΐ1ιέ5£§: η «πρόσθεση», ένας όρος που επανέρχεται σ' όλο το βιβλίο, δη
λώνει ένα μηχανισμό ή ϊν α εξάρτημα που αντικαθιστά ένα ανθρώπινο μέλος,
μια άρθρωση ή ένα κατεστραμμένο ή ελαττωματικό όργανο του ανθρώπινου σώ
ματος. Μπορεί να είναι ένα τεχνητό πόδι, μια γέφυρα στα δόντια, ένα τεχνητό
μάτι κλπ. (Σ.τ.Μ.) ^
14
Μετά. το όργιο
15
Η διαφάνεια τον χαχον
κό, τίποτε δεν είναι ωα-ΟΒ^ουαλιχό. και *ρ σεξ /άνει κάθε κιΐβ^ρι- ^ ^
σμό. Όταν το κάΟ,ξ.,'Β,,βίναΐΟΜίθΐΙΤ*»^ ,^ ο τε δεν είναι πια μήτε
ωραίο Μ κ ,,άΠΜίμο,. και η ίδια η τέχνη εξα ^ν^ετάι^Πρόκείταί
νια μια παοάδοΕη κατάσταση που τη συνθέτουν^ϊφενός η ολοσχε
ρής εκπλήρωση μιας ιδέας, η τελειότητα του νεωτερικου κινήματος,
--------------------- }
* Η λέξη αποδίδεται αλλού με το νεολογισμό «μεσοενημερωτικός». (Σ.τ.Μ.)
** Η αγγλική λέξη χ ο γ ο χ σημαίνει την αναπαραγωγή ντοκουμέντων μέσω μιας
ορισμένης διαδικασίας ξηρογραφίας (απεριόριστη αναπαραγωγή αντιγράφων).
Είναι ευνόητο τι σημαίνει για τον Μποντριγιάρ η έκφραση «βαθμός Ζίροξ της
κουλτούρας», η οποία, εξάλλου, παραπέμπει και ηχητικά στο^βαθμό μηδέν της
γραφής» του Ρολάν Μπαρτ (1*6 άεφέ ζέω άε Γ έαιΐακ). (Σ.τ.Μ.)
17
/ ...... . ι >
/ καΤβίΦετέΒου,'η ε£άρνησή του7η εκκαθάριση 5ου αέπωτητ ίδιας
I ίου της υπερβολής, μέσω της διαστολής του πέραν των Ι,δί^ν ορίων.
Τϊ]νκατάσταση αυτή μπορούμε να την συλλάβουμε με ένα και το
α^ό^σχπιι^^ι^-πολιτικδ, δια-σεξουαλικό, δια<3^!0ητικό.
ρα είμαστε μέσα στο διαπολιτικό, δηλαδή στο βαθμό μηδέν του πο
λιτικού, που σημαίνει επίσης μέσα στην απροσδιόριστη αναπαρα
γωγή και προσομοίωσή του. Γιατί ό,τι δεν πήγε πέρα από τον εαυ
τό του^Έχει δικαίωμα για μια αναβίωση δίχως τέλος. Το πολιτικό
δεν θα πάψει λοιπόν να εξαφανίζεται, παράλληλα ομως δεν θ’
αφήνει τίποτα να αναδυθεί στη θέση του. Είμαστε μέσα στην υστέ
ρηση* του πολιτικού.
Ομοίως, ^ τέγνη δεν τον εαυτό,ττις.σύμ<£0Να
^ Τ β £ ^ ^ ^ τ ω γ ,ν έ ω ν καιρών κα§ιςττ^μ|νη ιδεώδης μορφή ζωής^
(στο παρελθόν δεν όφειλε να ξεπεράσει τον εαυτό της προς μια
ολότητα, διότι η ολότητα ήταν ήδη εκεί και ήταν θρησκευτική). Δεν
αυτοκαταργή^ηκε^ιέσα σε μια υπερβατική ιδεατότητα, αλλά μέσα
ί^ ^ γ ^ ζωής. Εξαφανί-
^ τ ηκ^ προς όφελος μιας καθαρής κυκλοφορίας των εικόνω^μ^αα
σε μια δια-αισθητική της, κοινοτοπίας. Η τέχνη, μάλιστα, προηγή-
θηκε του κεφαλαίου στην περιπέτεια αυτή. Αν το καθοριστικό πο-
* ΗγδΙέΓέ8ΐβ: ο όρος αυτός της φυσικής δηλώνει την καθυστέρηση του αποτε
λέσματος σε σχέση με την αιτία'^σΐη^ϊμπεριφορά σωμάτων που ι^ιστά^άΐ μια
ενέργεια, η οποία αρχικά είναι αυξανόμενη και στη συνέ
χεια μειοΰμενη. (Σ.τ.Μ.)
19
Η διαφάνεια, τον κακοϋ
και να κυμαίνονται στο εξής το καθένα για τον εαυτό του χωρίς πι
θανότητα μετατροπής σε πραγματική αξία και σε πραγματικό
πλούτο.
Σ’ αυτό το σημείο βρισκόμαστε και στην περίπτωση της τέχνης:
στο στάδιό μιας υπερταχείας κυκλοφορίας και μιας αδύνατης
ανταλλαγής. Τα «έργα» δεν ανταλλάσσονται πια, ούτε μεταξύ τους
ούτε με αναφορική αξία. Δεν έχουν πια εκείνη την κρυφή συνενο
χή που συνιστά τη δύναμη μιας κουλτούρας. Δεν τα διαβάζουμε
πια, τα αποκώδίκοποιούμε σύμφωνα με όλο και αντιφατικότερα
κριτήρια.
" Τίποτε δεν εναντιώνεται σ’ αυτό. Η Νεογεωμετρία, ο Νέος
Εξπρεσιονισμός, η Νέα Αφαίρεση, η Νέα Εξεικόνιση,* όλα αυτά
συνυπάρχουν θαυμάσια μέσα σε πλήρη αδιαφορία. Όλες αυτές οι
τάσεις μπορούν να ρυνυπάρχουν στο ίδιο πολιτισμικό πεδίο επειδή
ακριβώς δεν διαθέτουν πια καμία ιδιοπνευματικότητα. Μπορούμε
και τις αποδεχόμαστε όλες ταυτοχρόνως, επειδή το μόνο πράγμα
που μας προκαλούν είναι αυτό της βαθύτατης αδιαφορίας.
Παράξενη όψη εμφανίζει ο καλλιτεχνικός κόσμος. Θα ’λέγε κ&
νείς πώς υπάρχει μια στάση** στην τέχνη και την έμπνευση,.Λες
και αυτό που αναπτύχθηκε υπέροχα επί κάποιους αιώνες ξαφνικά
ακινητοποιήθηκε, παρέλυσε μπροστά στην ίδια την εικόνα του και
στον ίδιο τον πλούτο του. Πίσω απ’ όλη τη σπασμωδικη κίνηση της
σύγχρονης τέχνης^πάρχει ένα είδος αδράνειας, ένα πράγμα που
δεν καταφέρνει πια ναξεπεράαει τογ^υτό του και γυρίζει γύρω-
γυ^ω α^ό τον εαυτό του ^ όλο καΐκταχύτερη, ^ανεμφάνκτη. Στά-
σιΐ σε ^ ίδιοι,^γμώ .
έξαπλωση, θυελλώδης υπερθεματισμός, άπειρες παραλλαγές σε
ό,τι αφορά τις πρργενέστερι^ορφές (πρόκειται για την κινούμενη*"
καθεαυτήν ζωή των νεκρών ^^γμάτων). Κι όλα αυτά είναι απολύ-
τ;ως λογιχα: έχει όπου υπάρχει στάση υπάρχει και μετάσταση. Εκεί
* Για ορισμένες απ’ αυτές τις τάσεις της σύγχρονης τέχνης βλ. Ανωτάτη Σχολή
Καλών Τεχνών του Παρισιού, Ομάδες, κινήματα, τάσεις της σύγχρονης τέχνης
μετά το 1945, Εξάντας, Αθήνα 1991. (Σ.τ.Μ.)
** δίδδο: ο όρος είναι ιατρικός και σημαίνει το σταμάτημα ή την επιβράδυνση
της κυκλοφορίας του αίματος ή της ροής κάποιου οργανικού υγρού. (Σ.τ.Μ.)
23
Η διαφάνεια τον κακον
χολ (τεράστιο όφελος, όμως) είναι ότι δεν έχεις πια να θέσεις το
ζήτημα του ωραίου και του άσχημου, του πραγματικού ή του μη
πραγματικού, της υπερβατικότητας ή της εμμένειας. Το ίδιο ακρι
βώς πράγμα, δηλαδή, που συνέβαινε και με τις βυζαντινές αγιο
γραφίες: δεν επέτρεπαν να μη θέτεις πλέον το ζήτημα της ύπαρξης
του Θεού χωρίς ωστόσο να παύεις να πιστεύεις στον Θεό.
Ιδού το θαύμα. Οι εικόνες μας είναι σαν τις αγιογραφίες. Μας
επιτρέπουν να εξακολουθούμε να πιστεύουμε στην τέχνη παρακά
μπτοντας το ζήτημα ύπαρξης της τέχνης. Ενδεχομένως θα πρέπει
να δούμε όλη την τέχνη των καιρών μας ως ένα τελετουργικό σύνο-
λο προς χρήση τελετουργική που δεν εκπληρώνει καμιά άλλη λει-
V τουργία πέραν της ανθρωπολογικής και δεν αναφέρεται σε καμία
4- απολύτως αισθητική κρίση. Μπορεί να ’χουμε λοιπόν επιστρέψει
στο πολιτισμικό στάδιο των πρωτόγονων κοινωνιών^^κερδοσκο-
πΐϊ0£ φετιχισμός της αγοράς τ η ^ χ ν η ς ^ ρ ^ ε λ ε ί κι αυτός τμήμα
του τελετουργικού της διαφάνειας τη£τέ^η^Ρ)
Βρισκόμαστε στην εποχή του υπεραισθητικού ή του υποα^σθητι-
κου. Είναι ανώφελο να γυρεύουμε από την τέχνη μας συνεκτικότη
τα ή αισθητικό, πεπρωμένο, Θα ήταν σαν να αναζητούσαμε το γα
λάζιο του ουρανού στην πλευρά της υπεριώδους ή της υπέρυθρης
ακτινοβολίας.
^ο^σημείο αυτό, λοιπόν, δεν υπάρχει ούτε ωραίο ούτε άσχημο.
^ Υπάρχει μόνο η αδυνατότητα να κρίνουμε τι είναι ωραίο και τι
άσχημο. Εξ ου και είμαστε καταδικασμένοι στην αδιαφορία. Πέ
ραν όμως της αδιαφορίας αυτής εμφανίζεται, ως υποκατάστατο της
αισθητικής απόλαυσης, μια άλλου τύπου έλξη. Το ωραίο και το
άσχημο, καθώς απελευθερώνονται από τους αντίστοιχους κατανα
γκασμούς τους, κατά κάποιον τρόπο πολλαπλασιάζοντας γίνονται
το ωραιότερο του ωραίου και το ασχημότερο του άσχημου. Έτσι η
σημερινή ζωγραφική καλλιεργεί όχι ακριβώς την ασχήμια {που πα
ραμένει ακόμη αισθητική αξία), άλλα το ασχημότερο του άσχημου
(το <ώα<3» το «^ογ§ο >, το κιτς), μια α σ χήμϊ^ τετράγωνο,
αφού έχει απελευθεροαδεΓαπό τη σχέση της με το αντίθετό της.
γ Αποδεσμευμένος από τον «αληθινό» Μόντριαν, είσαι ελεύθερος
ί να γίνεις «πιο Μόντριαν κι απ’ τον Μόντριαν». Απελευθερωμένος
Δ ια-αισθητικό
οπό τους αληθινούς ναϊφ, μπορείς να γίνεις «πιο ναΐφ κι απ’ τους
νάΐφ» κλπ. Απελευθερωμένος από το πραγματικό, μπορείς να γί
νεις πραγματικότερος του πραγματικού, υπερ-πραγματικός*. Εξάλ
λου όλα άρχισαν με τον υπερ-ρεαλισμό και με την ποπ-αρτ, με την
ύψωση της καθημερινής ζωής στην ειρωνική δύναμη του φωτογρα
φικού ρεαλισμού. Σήιιερα η κλιμάκωση αυτή αγκαλιάζει όλες τις
μορφές τέχνης και όλα τα στυλ γενικός και αδιακρίτως — όλα ει
σέρχονται στο δια-άισΘήτίκό πεδίο της προσομοίωσης.
34
Το ενδιαφέρον στο «κράχ» της Γουόλ Στριτ το 1987 είναι η αβεβαι
ότητα ως προς την καταστροφή. Υπήρξε, θα υπάρξει αληθινή κατα
στροφή; Απάντηση: πραγματική καταστροφή δεν πρόκειται να
υπάρξει, διότι ζοΰμε υπό το σημείο της δυνητικής καταστροφής.
Το επεισόδιο αυτό έδωσε την ευκαιρία να εκδηλωθεί με ανάγλυ
φο τρόπο η διαστρέβλωση μεταξύ πλασματικής και πραγματικής
οικονομίας. Και η διαστρέβλωση αυτή μας προστατεύει από μια
τ^γί^τϊκ ή καταστροφή των παραγωγικών οικονομιών.
Τι είναι αυτό; Καλό ή κακό; Είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα με τη
διαστρέβλωση μεταξύ δορυφορικού πολέμου και εδαφικών πολέ
μων. Οι τελευταίοι* συνεχίζονται παντού, ο πυρηνικός πόλεμος
όμως δεν ξεσπά. Αν δεν υπήρχε αποσυνδεση ανάμεσά τους, η ατο
μική σύγκρουση θα είχε επισυμβεί προ πολλού. Μας εξουσιάζουν
βόμβες της δυνητικής καταστροφής που δεν εκρήγνυνται: το διε
θνές οικονομικό και χρηματιστηριακό κράχ, η ατομική σύγκρουση,
η βόμβα που λέγεται χρέος του Τρίτου Κόσμου, η δημογραφική
βόμβα. Βεβαίως, μπορεί να πει κανείς ότι όλα αυτά μια ωραία
* πρωία θα εκραγούν — όπως προβλέφτηκε ότι η Καλιφόρνια πρό
κειται μέσα στα προσεχή πενήντα χρόνια να κατολισθήσει λόγω
σεισμού στον Ειρηνικό. Όμως σήμερα αυτή είναι η κατάσταση: τί
ποτε δεν ξεσπά. Η μόνη πραγματικότητα είναι εκείνη η ξέφρενη
τροχιακή κίνηση των κεφαλαίων, η οποία, όταν σπάει, δεν επιφέ-
35
Η διαφάνεια τον κακον
!
όγκος των εμπορικών ανταλλαγών είναι σήμερα σαράντα πέντε
φορές λιγότερο σημαντικός από τον όγκο κίνησης^των κεφαλαίων).
36
Α ια-οικονομικό
* Ε χ ο γ ο Ϊ 88& π ο € = σ ά ρ κ ω μ α , έ κ φ υ μ α , ό γ κ ο ς . (Σ.τ.Μ.)
37
Η διαφάνεια τον καχον
* Αποδίδω έτσι τη λέξη άοτιΜθ, που σημαίνει επίσης το διπλό, τον σωσία, το
αντίγραφο, το διπλάρι. (Σ.τ.Μ.)
38
Δια-οικονομιχό
Δεν είμαστε πια στην φάση της αύξησης. Είμαστε στη φάση του
εκφύματος. Ζοΰμε σε μια κοινωνία της εξάπλωσης, των πραγμάτων
που εξακολουθούν να αυξάνονται ασύμμετρα προς τους ίδιους
τους σκοπούς τους, των πραγμάτων που αναπτύσσονται αδιαφορώ
ντας για τον ίδιο τον ορισμό τους, των πραγμάτων που τα αποτελέ-
σματά τους πολλαπλασιάζονται παράλληλα με την εξαφάνιση των
αιτίων τους, επιφέροντας έτσι μια καταπληκτική απόφραξη/συμφό
40
Αια-οικονομικό
ίδια της τη λογική (το νόμο της αξίας, τους νόμους της αγοράς, την
Ιτίϊραγοογή, ^ ^ π ε ρ α ξ ^ Ή)ν κλασικής >^ικι^™^
πού δεν έχει, άρα, τίποτα το οικονομικό η το πολιτικός Πρόκειται
γιοΓένα καθαρό παιχνίδι με κανόνες κυμαινόμενους και αυθαίρε
τους, για ένα παιχνίδι καταστροφής.
Κι έτσι η Πολίτικη Οικονομία μάς τελείωσε, αλλά όχι με τον τρό-
πο που το περιμέναμε. Παροξυνόμενη σε βαθμό παρωδίας.* Η κερ
δοσκοπία δεν έχει να κάνει με την υπεραξία. Είναι η έκσταση της
αξίας χωρίς καμιά αναφορά στην παραγωγή οΰτε στις πραγματικές
συνθήκες της. Είναι η καθαρή και κενή μορφή, η μορφή που έχει
καθαρθεί από την αξία και παίζει πια μόνο με την περιστροφή της
(την τροχιακή κυκλοφορία της). Αποσταθεροποιοΰμενη μόνη της
με τρόπο τερατώδη και, θα λέγαμε, ειρωνικό, η Πολιτική Οικονο
μία αποκλείει κάθε εναλλακτική οδό. Τι μπορούμε να ανατάξουμε
σ’ έναν τέτοιο υπερθεματισμό που προσοικειώνεται με τον τρόπο
του την ενέργεια του πόκερ, του πότλατς, του καταραμένου αποθέ
ματος*, και συνιστά, κατά κάποιον τρόπο, το πέρασμα στην αισθη
τική και παραληρηματική φάση της Πολιτικής Οικονομίας; Αυτό το
απροσδόκητο τέλος, αυτή η μεταβατική φάση, αυτή η καμπύλη διά
χυσης είναι, κατά βάθος, κάτι πόλΰ πιο πρωτότυπο απ’ όλες τις πο
λιτικές ουτοπίες μας.
* Στη γλώσσα του χρηματιστηρίου, ΓΒΐάβΓδ είναι εκείνοι που συμφωνούν κρυ
φά να πουλήσουν μαζί μετοχές για να ρίξουν τις τιμές τους. (Σ.τ.Μ.)
** Οι 1ια<&0Γ8 είναι εκείνοι που επιδίδονται ερασιτεχνικά στις αντιγραφές
προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (δοβ^ΗΓβ) χωρίς άδεια και μπορούν
ακόμη να παραβιάζουν μεγαλύτερα συστήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών (τρα
πεζών, οργανισμών) είτε για προσωπική ικανοποίηση είτε εσκεμμένα για πρό
κληση ζημιών. (Σ.τ.Μ.)
48
Τα συμβάντα-νπες>αγωγοί
* Τυχαία κίνηση φλεγόμενων αερίων που πετάγονται έξω από την εστία π.χ.
ενός λέβητα. Στα γαλλικά ο όρος σημαίνει και την ενέργεια που, ενώ αρχικά
στρέφεται ενάντια σε κάποιον, καταλήγει να στραφεί ενάντια σ’ εκείνον που την
κάνει. (Σ.τ.Μ.)
** Η γερμανική αυτή λέξη σημαίνει εξυπνάδα, ευστοχία, δηκτικότητα, πονη
ριά, χιούμορ, ευφυολόγημα. Βλ. I. ΒαιιάπΙΙ&Γά, υέεΗαηξβ φτηύοΗφίβ βί Ια ιηοη9
ΟαΙΙϊπΐΗΓά, Παρίσι 1976, και του ιδίου, Η έκσταση της επικοινωνίας, Καρδαμί-
τσα, Αθήνα 1991, σ. 111 κ.ε. (Σ.τ.Μ.)
50
Το σνμβά.ντα-υπες>αγωγο(
Στο χώρο του μοιραίου το ίδιο σημείο διέπει την εμφάνιση και την
εξαφάνιση ενος πράγματος, το ίδιο άστρο φέρνει τη συμφορά, η
ίδια λογική που κάνει ένα σύστημα να ακτινοβολεί επάγεται τον
όλεθρο του. Πρόκειται για το αντίθετο του ατυχήματος. Το ατύχημα
βρίσκεται στην περιφέρεια, ενώ το μοιραίο στο κέντρο του συστή
ματος (μολονότι το μοιραίο δεν είναι πάντα καταστροφικό). Δεν
αποκλείεται λοιπόν να ξαναβρίσκουμε, έστω και σε ομοιοπαθητικές
δόσεις, κάτι απ’ αυτή τη διαβολικότητα σ’ όλες αυτές τις μικρές
ανωμαλίες και αταξίες που αλλοιώνουν το στατιστικό μας σύμπαν.
Μπορούμε οπωσδήποτε να προεξοφλήσουμε αυτόν τον τύπο
συμβαντικού λΥΐΙζ; Ασφαλώς όχι. Μόνο να: η προδηλότητα δεν εί
ναι ποτέ βέβαια. Από το να είναι πέραν αμφισβητήσεως, η αλήθεια
χάνει το πρόσωπό της και η επιστήμη τους γλουτούς της, που μέ
νουν κολλημένοι στην πολυθρόνα. Δεν είναι λοιπόν σχολικού τύ
που εικασία το να υποθέσουμε ότι η στατιστική αλήθεια μπορεί
ανά πάσα στιγμή να διαψευστεί. Είναι μιά ελπίδα που πηγάζει από
την πεμπτουσία του συλλογικού πονηρού πνεύματος.
Άλλοτε μιλούσαμε για σιωπή των μαζών.* Αυτή η σιωπή ήταν το
συμβάν της προηγούμενης γενιάς. Σήμερα οι μάζες δεν δρουν διά
λιποταξίας αλλά διά λοιμώξεως. Μολύνουν τις δημοσκοπήσεις και
τις προβλέψεις με τα ετερόκλητα κέφια τους. Καθοριστικός παρά
γοντας δεν είναι πια η αποχή ή η σιωπή τους (άποψη πάντα μηδενι-
στική), αλλά η εκ μέρους τους χρησιμοποίηση των γραναζιών της
αβεβαιότητας. Παλιά έπαιζαν υπέροχα την εθελοδουλία τους, εφε
ξής παίζουν την ακούσια αβεβαιότητά τους. Τούτο σημαίνει ότι, εν
αγνοία των ειδικών πουΤΐκυ]^ και των χειραγωγών
που νομίζουν ότι τις επηρεάζουν, οι μάζες κατάλαβαν ότι το πολιτι
κό είναι δυνητικά νεκρό, αλλά ότι αυτές μπορούν να παίξουν ένα
καινούργιο παιχνίδι, εξίσου διεγερτικό με εκείνο των χρηματιστη
ριακών διακυμάνσεων, ένα παιχνίδι όπου μπορούν με αβάσταχτη
ελαφρότητα να βάζουν τις ακροαματικότητες, τις χαρισματικότη-
τες, τα ποσοστά κύρους και τον πίνακα τιμών των εικόνων να χο
λος μιας γενικής λύτρωσης των σημείων, μέσω μιας γιγαντιαίας μα
νούβρας πλαστικής χειρουργικής.
* Αντιπρόσωπος του νέου ρεαλισμού στη γενετική. Στόχος τον «να εξορκίσει
την αγωνία του βιομηχανικού σύμπαντος εξανθρωπίξοντας τις μηχανές». Βλ.
Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Παρισιού, ό.π., σ. 32. (Σ.τ.Μ.)
** Με την έννοια της πρακτικής που συνίσταται στην προσπάθεια να κυριαρ
χηθούν οι επιθυμίες και οι οργανικές ανάγκες από τη θέληση (αδόέδβ). (Σ.τ.Μ.)
59
Η διαφάνεια, τον κακού
ναι πιο μάταιο απ’ αυτόν τον τρόπο να τρέχεις για να ασκείς δίχως
τελειωμό την ικανότητα να τρέχεις. Και όμως τρέχουν...
στη με όρους υπολογισμού (και όχι από μια θέληση που ρυθμίζει
την προσπάθειά του με όρους ξεπεράσματος).
σιασμοΰ, της γειτνίασης και του δικτύου. Όλες οι μηχανές μας εί
ναι οθόνες και η αλληλεπιδρασιακότητα των ανθρώπων έχει γίνει
αυτή των οθονών. Τίποτε απ’ όσα εγγράφονται στις οθόνες δεν εί
ναι φτιαγμένο για να αποκρυπτογραφηθεί σε βάθος, αλλά για να
εξερευνηθεί στιγμιαία, με μια άμεση ψυχοκάθαρση* από το νόημα,
με ένα βραχυκύκλωμα των πόλων της παράστασης.
1 ..
68
Το Ζ£ς>οξ και το Άπειρο
θεί να υπερβεί τον εαυτό της μέσα σε μια δυνητική αιωνιότητα, όχι
όμως στη διαρκή μετά θάνατον αιωνιότητα, αλλά στην εφήμερη αι
ωνιότητα της διακλάδωσής της μέσα στις τεχνητές μνήμες. Δυνητι
κός καταναγκασμός σημαίνει ακριβώς να υπάρχεις εν δυνάμει σε
όλες τις οθόνες και στην καρδιά όλων των προγραμμάτων. Ο κατα
ναγκασμός αυτός αποβαίνει μαγική απαίτηση. Πρόκειται για τον
ίλιγγο του μαύρου κουτιού.
71
Προφύλαξη και μολυσμαπκότητα
73
Η διαφάνεια, τον κακού
83
Ώθηση και άπωση
Είναι αλήθεια επίσης ότι τίποτε πια δεν μας αηδιάζει αληθινά.
Στ^εκλεκχ*^ή~ΐ^^ που αντιστοιχεί στην αποσύνθεση
και το συμφυρμό όλων των άλλων, τίποτε δεν είναι απαράδεκτο —
και γι’ αυτό η αηδία μεγαλώνει, η λαχτάρα να ξεράσεις αύτόν τσ
συμφυρμό, αυτή την αδιαφορία του χειρότερου, τον κολλώδη χαρα
86
Ώθηση και άπωση
87
...... \
Καθρέφτης της τρομοκρατίοκ>
Αυτό που εκπλήσσει επίσης σ’ ένα συμβάν σαν αυτό είναι ότι εί
ναι κατά κάποιον τρόπο αναμενόμενο. Όλοι είμαστε συνένοχοι
στην αναμονή ενός μοιραίου σεναρίου, έστω κι αν συγκινούμαστε
ή αναστατωνόμαστε όταν αυτό πραγματοποιείται. Λένε ότι η αστυ
νομία δεν έκανε τίποτε για να προλάβει την έκρηξη της βίας, αυτό
όμως που δεν μπορεί να προληφθεί από καμιά αστυνομία είναι αυ
τό το είδος ιλίγγου, συλλογικής παρότρυνσης του τρομοκρατικού
μοντέλου.
Ένα τέτοιο συμβάν προκύπτει από μια ξαφνική κρυστάλλωση
της αιωρούμενης βίας. Δεν είναι μια σύρραξη μεταξύ εχθρικών δυ
νάμεων, μια σύγκρουση ανταγωνιστικών παθών, είναι η συνισταμέ-
νη αργόσχολων και αδιάφορων δυνάμεων (των οποίων μέρος απο
τελούν οι αδρανείς θεατές της τηλεόρασης). Η βία των χούλιγκαν
είναι μια παροξυμένη μορφή της αδιαφορίας, η οποία βρίσκει τόση
απήχηση επειδή ακριβώς ποντάρει στη φονική κρυστάλλωση της
αδιαφορίας. Περισσότερο από συμβάν, η βία αυτή είναι κατά βά
θος, όπως η τρομοκρατία, η εκρηκτική μορφή που παίρνει η απου
σία συμβάντος. Ή μάλλον η ενδορηκτική: το πολιτικό κενό (περισ
σότερο παρά η έχθρα της τάδε ή της δείνα ομάδας), η σιωπή της
ιστορίας (και όχι τα ψυχολογικά απωθημένα των ατόμων), η αδια
φορία και η σιωπή όλων είναι αυτά που ενδορήγνυνται μέσα σ’ αυ
τό το συμβάν. Λεν πρόκειται λοιπόν για ένα ανορθολογικό επεισό
διο της κοινωνικής μας ζωής: είναι απολύτως λογικό σε σχέση με
τη επιτάχυνσή της *μέσα στο κενό.
Σχετίζεται επίσης και με μια άλλη λογική, που είναι η πρωτοβου
λία της αντιστροφής των ρόλων: θεατές (Άγγλοι οπαδοί) γίνονται
ενεργοί συντελεστές. Υποκαθιστούν τους πρωταγωνιστές (τους πο
δοσφαιριστές) και κάτω από τα μάτια των μέσων μαζικής ενημέρω
σης επινοούν το δικό τους θέαμα (που, ας το ομολογήσουμε, είναι
ακόμη πιο γοητευτικό από το άλλο). Αυτό όμως δεν ζητούν από τον
μοντέρνο θεατή; Δεν του ζητούν να γίνει ενεργός συντελεστής/
ηθοποιός, να παρατήσει την αδράνειά του του θεατή και να παρέμ-
βει στο θέαμα; Αυτό δεν είναι το βασικό μοτίβο όλης της κουλτού
ρας της συμμετοχής; Παραδόξους, σε συμβάντα αυτού του είδους
υλοποιείται, αν και παρά τη θέλησή της, η μοντέρνα υπερκοινωνι-
89
Η διαφάνεια τον καχον
και πολΰ από του να είναι το απόλυτο όπλο: την αρχή του Κακοΰ.
Εξάρνηση των δυτικών αξιών της προόδου, της ορθολογικότητας,
της πολιτικής ηθικής, της δημοκρατίας κλπ. Το ότι αρνείται την κα
θολική συναίνεση σε όλα αυτά τα καλά πράγματα είναι κάτι που
του δίνει την ενέργεια του Κακοΰ, τη σατανική ενέργεια του κολα
σμένου, τη λάμψη του καταραμένου αποθέματος. Μόνο αυτός σή
μερα έχει το λόγο, επειδή μόνο αυτός παίρνει ενάντια σε όλους τη
μανιχαϊκή θέση της αρχής του Κακοΰ, μόνο αυτός δέχεται να την
ενσαρκώσει με τον τρόμο. Αυτό που τον καθορίζει είναι για μας
ακατανόητο. Αντίθετα, μποροΰμε να διαπιστώσουμε την υπεροχή
που του δίνει αυτό έναντι μιας Δΰσης όπου δεν υπάρχει πια πουθε
νά η δυνατότητα να πεις το Κακό, όπου και η παραμικρή αρνητικό-
τητα πνίγεται από τη δυνητική συναίνεση. Οι ίδιες οι πολιτικές μας
εξουσίες δεν είναι πια παρά η σκιά τη£ λειτουργίας τους. Διότι η
εξουσία δεν υπάρχει παρά δι’ αυτής της συμβολικές δΰναμης να
κατονομάζεϊςτ^^ Εχθροί το διακΰβευμα, την απειλή, το
Κακό. Σή μεροΓ ή1ξ5υσΓά δεν έχε ι πια αυτή τη δΰναμη, και αντι-
στρίχώς δεν υπάρχει πια αντιπολίτευση που να μπορεί ή να θελει
να κατονομάσει την εξουσία ως το Κακό. Έχουμε γίνει πολυ
ισχνοί σε σατανική, ειρωνική, πολεμική, ανταγωνιστική ενέργεια,
έχουμε γίνει κοινωνίες φανατικά μαλθακές ή μαλθακά φανατικές.
Από την προσπάθεια να καταδιώξουμε εντός μας το καταραμένο
απόθεμα και να μην αφήσουμε να ακτινοβολούν παρά μόνο οι Θε
τικές αξίες, γίναμε δραματικά ευάλωτοι και στην παραμικρότερη
ιοβόλο προσβολή, όπως σ’ εκείνην του αγιατολάχ, ο οποίος ασφα
λώς δεν είναι σε κατάσταση ανοσοποιητικής ανεπάρκειας. Δεν
έχουμε να του ανατάξουμε παρά τα ανθρώπινα δικαιώματα, φτωχό
μέσο, το οποίο αποτελεί οΰτως ή άλλως μέρος της ανοσοποιητικής
πολιτικής ανεπάρκειας. Και εξάλλου, εν ονόματι των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, καταλήγουμε να μεταχειριζόμαστε τον αγιατολάχ ως
το «Απόλυτο Κακό» (Μιτεράν), δηλαδή να ευθυγραμμιζόμαστε με
την κατάρα του, ερχόμενοι σε αντίφαση με τους κανόνες ενός φω
τισμένου λόγου (μήπως μεταχειριζόμαστε άλλωστε ^σήμερα έναν
τρελό ως <<τρελό»Γ^ΟυτΓΤναν καθυστερημένο τον μεταχειριζόμα
στε ως «καθυστερημένο», τόσο πολΰ φοβόμαστε το Κακό, τόσο πο-
95
Η διαφάνεια του κακού
λής θέλησης, που δεν ονειρεύεται στον κόσμο παρά μόνο ορθά και
αρνείται να δει την καμπύλη του Κακού, την ευφυΐα του Κακού.
Δεν υπάρχει «δικαίωμα στην ομιλία» παρά μόνο εάν η ομιλία
συλλαμβάνεται ως η «ελεύθερη» έκφραση ενός ατόμου. Αν την συλ-
λάβουμε ως μορφή μονομαχίας, συνένοχη, ανταγωνιστική, σαγη
νευτική, τότε δεν έχει καμιά σχέση με την έννοια του δικαιώματος.
Υπάρχει δικαίωμα στον πόθο, δικαίωμα στο ασυνείδητο, δικαίω
μα στην απόλαυση; Παράλογο. Αυτό το πράγμα γελοιοποιεί την
σεξουαλική απελευθέρωση, όταν αυτή μιλάει με όρους δικαιώμα
τος. Αυτό γελοιοποιεί την «επετειακά εορταζόμενη» Επανάστασή
μας, όταν αυτή μιλάει με όρους ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Το «δικαίωμα να ζεις» κάνει να δονούνται όλες οι ευσεβείς ψυ
χές, ώσπου αυτό εκβάλλει στο δικαίωμα να πεθαίνεις, όπου γίνεται
κατάφωρος ο παραλογισμός όλων αυτών των πραγμάτων. Διότι τε
λικά το να πεθαίνεις -όπως άλλωστε και το να ζεις- είναι πεπρω
μένο, μοίρα (ευτυχής ή δυστυχής), δεν είναι δικαίωμα.
Γιατί να μη διεκδικείς το «δικαίωμα» να είσαι άντρας ή γυναίκα;
Γιατί όχι το δικαίωμα να είσαι Λέων ή Υδροχόος ή Καρκίνος;
Αλλά τι σημαίνει να είσαι άντρας ή γυναίκα, αν έχεις το δικαίωμα
γι’ αυτό; Το εκπληκτικό είναι ότι η ζωή σάς έχει βάλει στη μια με
ριά ή στην άλλη, κι από κει και πέρα εσείς παίζετε. Είναι ο κανό
νας ενός συμβολικού παιχνιδιού που η παράβασή του δεν έχει κα
νένα νόημα. Μπορώ να διεκδικήσω το δικαίωμα να κάνω τον ιππό
τη του σκακιού να προχωρά σε ευθεία γραμμή, αλλά τι νόημα μπο
ρεί να έχει κάτι τέτοιο; Το δικαίωμα σ’ αυτού του είδους τα ζητή
ματα είναι ηλίθιο.
Το δικαίωμα στην εργασία: φτάσαμε εδώ μέσω μιας άγριας ειρω
νείας. Το δικαίωμα στην ανεργία! Το δικαίωμα απεργίας! Κανένας
δεν αντιλαμβάνεται πια το σουρεαλιστικό χιούμορ αυτών των πραγ
μάτων. Υπάρχουν πάντως περιστάσεις όπου ξεσπάει αυτό το μαύρο
χιούμορ, για παράδειγμα στην περίπτωση του καταδικασμένου σε
θάνατο Αμερικανού που διεκδικεί το δικαίωμα να εκτελεστεί, ενά
ντια σ’ όλες τις οργανώσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που μά
χονται για να του δοθεί χάρη. Εδώ το πράγμα γίνεται ενδιαφέρον.
Υπάρχουν λοιπόν στον κατάλογο των δικαιωμάτων απρόσμενες πα
99
Η διαφάνεια τον κακού
101
Νεκροπτική*
Η μάταιη διαμάχη γύρω από τον Χάιντεγκερ δεν έχει καθαυτό φι
λοσοφικό νόημα, είναι μόνο συμπτωματική μιας αδυναμίας της ση
μερινής σκέψης, η οποία, επειδή δεν μπορεί να βρει μια καινούρ
για ενέργεια, επιστρέφει ψυχαναγκαστικά στις απαρχές της, στην
καθαρότητα των αναφορών της, και ξαναζεί οδυνηρά, σ’ αυτό το
τέλος του αιώνα, την πρωταρχική της σκηνή της αρχής του αιώνα.
Γενικότερα, η περίπτωση Χάιντεγκερ είναι συμπτωματική της συλ
λογικής αναβίωσης που έχει κυριέψει αυτή την κοινωνία την ώρα
του απολογισμού του αιώνα: αναβίωση του φασισμού, του ναζι
σμού, της εξόντωσης* κι εδώ επίσης υπάρχει ο πειρασμός να ξανα-
στηθεί η πρωταρχική ιστορική σκηνή, να συγκαλυφθούν τα πτώμα
τα και να ξεκαθαριστούν οι λογαριασμοί, και συγχρόνως η διε
στραμμένη γοητεία της επιστροφής στις ρίζες της βίας, συλλογική
ψευδαίσθηση της ιστορικής αλήθειας του Κακού. Η σημερινή μας
φαντασία πρέπει να είναι πολύ αδύναμη, η αδιαφορία μας για την
ίδια μας την κατάσταση και για την ίδια μας τη σκέψη πολύ μεγάλη
για να έχουμε ανάγκη μια τόσο οπισθοδρομική θαυματουργία.
Κατηγορούν τον Χάιντεγκερ ότι ήταν ναζί. Τι σημασία έχει άλ
λωστε αν τον κατηγορούν ή αν προσπαθούν να τον αθωώσουν:
όλος ο κόσμος, απ’ άκρη σ’ άκρη, πέφτει στην ίδια παγίδα μιας
σκέψης ευτελούς, μιας σκέψης άνευρης που δεν έχει πια την περη
φάνια των ίδιων της των αναφορών, ούτε βέβαια και τη δύναμη να
τις ξεπεράσει, και που σπαταλά ό,τι της απομένει στις δίκες, στις
αιτιάσεις, στις δικαιολογήσεις, στις ιστορικές επαληθεύσεις. Αυτο
άμυνα της φιλοσοφίας που υποβλέπει την αμφισημία των δασκά
λων της (ποδοπατώντας τους μάλιστα ως δασκάλους-στοχαστές),
αυτοάμυνα μιας ολόκληρης κοινωνίας η οποία, επειδή δεν μπόρεσε
να γεννήσει μια άλλη ιστορία, είναι αφοσιωμένη στο να ξανακο-
σκινίζει την παλιότερη ιστορία για να αποδείξει την ύπαρξή της,
και μάλιστα τα εγκλήματά της. Τι σημαίνει όμως αυτή η απόδειξη;
Επειδή ακριβώς έχουμε εξαφανιστεί σήμερα , πολιτικά, ιστορικά
(αυτό είναι το πρόβλημά μας), θέλουμε να αποδείξουμε ότι πεθά-
ναμε μεταξύ 1940 και 1945, στο Άουσβιτς ή στη Χιροσίμα — αυτό
τουλάχιστον είναι μια δυνατή ιστορία. Ακριβώς όπως οι Αρμένιοι
τσακίζονται να αποδείξουν ότι σφαγιάστηκαν το 1917, απόδειξη
απροσπέλαστη, ανώφελη, ζωτική όμως κατά κάποιον τρόπο. Επει
δή ακριβώς έχει εξαφανιστεί η φιλοσοφία σήμερα (το πρόβλημά
της είναι: πώς να ζήσει σε κατάσταση εξαφάνισης;), οφείλει να
αποδείξει ότι συμβιβάστηκε οριστικά, μέσω του Χάιντεγκερ, ή ότι
έγινε αφασική από το Αουσβιτς. Όλα αυτά είναι μια απεγνωσμένη
ιστορική επιστροφή σε μια οψιγενή αλήθεια, σε μια οψιγενή αθώ-
ωση, και τούτο σε μια στιγμή όπου ακριβώς δεν υπάρχει αρκετή
αλήθεια για να επιτευχθεί μια οποιαδήποτε επαλήθευση, όπου δεν
υπάρχει αρκετή φιλοσοφία για να θεμελιωθεί μια οποιαδήποτε
σχέση ανάμεσα στη θεωρία και την πρακτική, όπου δεν υπάρχει
αρκετή ιστορία για να μορφωθεί μια ιστορική απόδειξη οποιουδή-
πστε πράγματος συνέβη στο παρελθόν.
Ξεχνούμε υπέρ το δέον ότι όλη μας η πραγματικότητα έχει περά-
σει από το νήμα των μέσων μαζικής ενημέρωσης, συμπεριλαμβανο
μένων των τραγικών συμβάντων του παρελθόντος. Αυτό σημαίνει
ότι είναι πολύ αργά για να τα επαληθεύσουμε και να τα κατανοή
σουμε ιστορικά, διότι αυτό που χαρακτηρίζει ακριβώς την εποχή
μας, το τέλος του αιώνα μας, είναι ότι έχουν εξαφανιστεί τα όργα
να για μια τέτοια κατανόηση. Θα ’πρεπε να κατανοήσουμε την
103
Η διαφάνεια τον κακού
104
Νεκροτττική
Υστερόγραφο
Το συμβάν του τέλους του αιώνα έχει αρχίσει. Όλος ο κόσμος ανα
πνέει στην ιδέα ότι η Ιστορία, πνιγμένη για μια στιγμή από την
επιρροή της ολοκληρωτικής ιδεολογίας, ξαναπαίρνει την πορεία
106
ΝεχροτττίΗ'ή
112
Το πεπρωμένο της ενέργειας
Δείτε την πόλη της Νέας Υόρκης. Είναι θαΰμα που όλα ξαναρχί
ζουν την επαύριο, τόση ενέργεια έχει ξοδευτεί την προηγουμένη.
Αυτό το πράγμα είναι ανεξήγητο, εκτός κι αν θεωρήσουμε ότι δεν
υπάρχει λογική αρχή απώλειας της ενέργειας, ότι η λειτουργία
μιας μεγαλούπολης όπως η Νέα Υόρκη αντιβαίνει στο δεύτερο νό
μο της θερμοδυναμικής, ότι τρέφεται από τον ίδιο της το θόρυβο,
από τα ίδια της τα απορρίμματα, από το ίδιο της το ανθρακικό αέ
ριο, ότι η ενέργεια γεννιέται από τη δαπάνη ενέργειας μ’ ένα είδος
θαύματος υποκατάστασης. Οι ειδήμονες που δεν υπολογίζουν πα
ρά τα ποσοτικά δεδομένα ενός ενεργητικού συστήματος υποτιμούν
αυτή την πρωτογενή πηγή ενέργειας που είναι η ίδια της η δαπάνη.
Στη Νέα Υόρκη η δαπάνη αυτή είναι εντελώς θεαματικοποιημένη,
ενισχυμένη από την ίδια της την εικόνα. Αυτή η υπέρτηξη της ενέρ
γειας την οποία περιέγραφε ο Ζαρύ στη σεξουαλική δραστηριότη
τα (Ι,β ΞηττηάΙβ) ισχύει επίσης και για τη νοητική ενέργεια ή τη μη
χανική ενέργεια: στη διαδρομή που διασχίζει τη Σιβηρία παράλλη
λα με τον Υπερσιβηρικό, ορισμένοι ποδηλάτες πέθαιναν, εξακο
λουθούν όμως να ποδηλατούν το ίδιο. Η ακαμψία των πτωμάτων
γίνεται κινητικότητα των πτωμάτων, ο θάνατος ποδηλατεί επ’ άπει
ρον, επιταχύνει μάλιστα, συναρτήσει της αδράνειας. Η ενέργεια
υπερπολλαπλασιάζεται από την αδράνεια του θανάτου.
Αυτό θυμίζει το μύθο των μελισσών του Μαντεβίλ: η ενέργεια, ο
πλούτος, η λάμψη μιας κοινωνίας τής έρχονται από τα ελαττώματά
της, από τα κακά της, από τις υπερβολές της και από τις αδυναμίες
της. Ανάποδη πλευρά του οικονομικού αιτήματος: ότι, αν κάποιο
πράγμα δαπανάται, πρέπει να παράγεται. Αυτό δεν είναι αλήθεια.
Όσο περισσότερο δαπανούμε, τόσο περισσότερο αυξάνονται η
ενέργεια και ο πλούτος. Αυτό το πράγμα είναι η ενέργεια της κα
ταστροφής που δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από κανέναν οικονο
115
Η διαφάνεια τον χακον
* Οοηνϊνίδΐίΐέ: ο όρος αυτός του I. Ίλιτς έχει αποδοθεί στα ελληνικά και «ευ
τραπελία». Βλ. I. "Ιλιτς, Ευτραπελία, Κατσάνος, Θεσσαλονίκη 1989. (Σ.τ.Μ.)
117
Η διαφάνεια, του χαχοϋ
118
Το θεώρημα του καταραμένου αποθέματος
* Λέξη του Ζαρΰ, ο οποίος την ορίζει ως «επιστήμη των φαντασιακών λύσε
ων». (Σ.τ.Μ.)
121
Η διαφάνεια, τον κακον
Αυτή η ολότητα του Καλού και του Κακοΰ μάς ξεπερνά, πρέπει
όμως να τη δεχτούμε πλήρως. Δεν υπάρχει καμιά κατανόηση των
πραγμάτων έξω απ’ αυτόν το θεμελιώδη κανόνα. Η ψευδαίσθηση
της διάκρισης των δύο για να προωθηθεί ένα μόνο είναι παράλογη
(αυτό καταδικάζει επίσης εκείνους που υποστηρίζουν το κακό για
το κακό, γιατί κι αυτοί θα καταλήξουν να κάνουν το καλό).
Κάθε λογής συμβάντα είναι εκεί, απρόβλεπτα. Έλαβαν ήδη χώ
ρα, ή πρόκειται να φτάσουν σ’ εμάς. Το μόνο που μπορούμε να κά
νουμε είναι να στρέψουμε κατά κάποιον τρόπο έναν προβολέα, να
κρατήσουμε το τηλεσκοπικό άνοιγμα πάνω σ’ αυτόν το δυνητικό
κόσμο, ελπίζοντας ότι ορισμένα απ’ αυτά τα συμβάντα θα έχουν
την ευχαρίστηση να αφεθούν να πιαστούν. Η θεωρία δεν μπορεί να
είναι παρά μόνο αυτό: μια ανοιγμένη παγίδα με την ελπίδα ότι η
πραγματικότητα θα είναι αρκετά αφελής ώστε να αφεθεί να πια
στεί.
Το ουσιώδες είναι να στρέψουμε τον προβολέα στη σωστή κα
τεύθυνση. Δεν ξέρουμε όμως προς τα πού είναι η σωστή κατεύθυν
ση. Πρέπει να ερευνήσουμε τον ουρανό. Τις περισσότερες φορές
πρόκειται για συμβάντα τόσο μακρινά, από μεταφυσική άποψη μα
κρινά, που δεν δημιουργούν παρά έναν ανεπαίσθητο φωσφορισμό
στις οθόνες. Πρέπει να τα αναπτύξουμε και να τα μεγεθύνουμε,
όπως μια φωτογραφία. "Οχι για να τους βρούμε ένα νόημα, διότι
δεν είναι λογογράμματα, αλλά ολογράμματα. Αυτό δεν εξηγείται
περισσότερο απ’ όσο το σταθερό φάσμα ενός άστρου ή οι παραλ
λαγές του κόκκινου.
123
Η ΡΙΖΙΚΗ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ
Απ’ όλες τις προσθέσεις που σημαδεύουν την ιστορία του σώματος,
το διπλάρι* είναι αναμφίβολα η αρχαιότερη. Το διπλάρι όμως δεν
είναι ακριβώς πρόσθεση: είναι μια φαντασιακή φιγούρα που, όπως
η ψυχή, η σκιά, η εικόνα στον καθρέφτη, κατατρύχει το υποκείμενο
ως το άλλο του, κάνει ώστε το υποκείμενο να είναι ο εαυτός του
και συγχρόνως να μην του μοιάζει ποτέ πια, που το κατατρύχει
όπως ένας ύπουλος και πάντα εξορκισμένος θάνατος. Όχι πάντα
όμως: όταν το διπλάρι υλοποιείται, όταν γίνεται ορατό, σημαίνει
έναν επικείμενο θάνατο.
Μ’ άλλα λόγια η φαντασιακή δύναμη και ο φαντασιακός πλούτος
του διπλαριού, εκεί όπου παίζεται η ξένωση και συγχρόνως η οι
κειότητα του υποκειμένου με τον εαυτό του, στηρίζονται στην αϋ-
λία του, στο ότι είναι και παραμένει φάντασμα. Ο καθένας μπορεί
να ονειρεύεται και οφείλει να ονειρεύεται σ’ όλη του τη ζωή έναν
τέλειο διπλασιασμό ή πολλαπλασιασμό του είναι του, αυτό το
ί
πράγμα έχει όμως μόνο ισχύ ονείρου, και καταστρέφεται αν θελή-
σουμε να βάλουμε με το ζόρι το όνειρο μέσα στο πραγματικό. Το
ίδιο συμβαίνει και με την (πρωταρχική) μορφή της σαγήνης: λει
το υ ρ γ ε ί μόνο αν είναι φάντασμα, ανάμνηση, και ποτέ ως πραγματι-
~ κή. Ήταν καθήκον της δικής μας εποχής να θελήσει να εξορκίσει
πάντα από τις φιγούρες ταυ πατέρα και τις μητέρας, έμφυλες γονι
κές φιγούρες τις οποίες το υποκείμενο μπορεί να ονειρευτεί ότι θα
εξαλείψει υποκαθιστώντας τες, δίχως όμως να αρνηθεί καθόλου τη
συμβολική δομή της τεκνοποιίας: το να γίνεις το δικό σου παιδί εί
ναι ακόμη να είσαι το παιδί κάποιου. Ενώ ό κλονισμός καταργεί
ριζικά τη μητέρα, αλλά και τον πατέρα, το μπλέξιμο των γονιδίων
τους, τη μίξη των διαφορών τους, και κυρίως τη δυϊκή πράξη που
είναι η γέννηση. Ο κλωνιστής δεν γεννιέται: βλασταίνει ξεκινώντας
από το καθένα κατάτμημά του. Μπορούμε να εικοτολογήσουμε
σχετικά με τον πλούτο των φυτικών του διακλαδώσεων που διαλύ
ουν πράγματι κάθε οιδιπόδεια σεξουαλικότητα προς όφελος ενός
«μη ανθρώπινου σεξ», ενός σεξ από γειτνίαση και άμεση επιβρά
δυνση, μα εκεί που καταλήγουμε είναι ότι δεν πρόκειται πια για το
φάντασμα του να γεννήσεις τον εαυτό σου. Ο πατέρας και η μητέ
ρα έχουν εξαφανιστεί, όχι προς όφελος μιας κυβευτικτκ ελευθε-
ρίας του υποκειμένου, αλλά προς όφελος μιας αντρας που ονομά^
ζεται κώδικας. Λεν υπάρχει πια πατέρας, ουτε μητέρα, αλλά μια
μήτρα.^αι είναι αυτή, αυτή του γενετικού κώδικα, που «κάνει παι-
^διά» στο εξής επ’ άπειρον, με επιχειρησιακό» τρόπο, καθαρισμένο
από κάθε κυβευτική σεξουαλικότητα.
Είναι μια πρόσθεση κυβερνητική απείρως πιο λεπτή και πιο τε
χνητή από οποι&δήποτε μηχανιστική πρόσθεση. Διότι ο γενετικός
κώδικας δεν είναι «φυσικός»: όπως κάθε αφηρημένο και αυτονο-
μημένο μέρος ενός όλου, γίνεται τεχνητή πρόσθεση που αλλοιώνει
αυτό το όλον υποκαθιστώντας το (προς-θέση: αυτή είναι η ετυμολο
γία της λέξης), μπορούμε να πούμε ότι ο γενετικός κώδικας, όπου
το όλον ενός όντος απαιτεί να συμπυκνώνεται, επειδή όλη η «πλη
ροφορία» αυτού του όντος βρίσκεται κλεισμένη εκεί μέσα (αυτή εί
ναι η απίστευτη βία της γενετικής προσομοίωσης), είναι ένα τε
χνούργημα, μια αφηρημένη μήτρα, από την οποία θέλουν να βγά-
λουν, όχι πια με αναπαραγωγή, αλλά με καθαρή και απλή
φ ΐ ΐνεχιότ), ταυτοτικά όντα καθοο3 ΐ£ νΓ* τιγ ΐ&»ρς-^νταλΡΓ
131
Η διαφάνεια τον χαχοϋ
Η γενετική μου κληρονομιά καθορίστηκε μια και καλή όταν ένα ορι
σμένο σπερματοζωάριο συνάντησε ένα ορισμένο ωάριο. Η κληρονο
μιά αυτή περιέχει τη συνταγή όλων των βιοχημικών διαδικασιών που
με πραγματοποίησαν και που εξασφαλίζουν τη λειτουργία μου. Έ να
αντίγραφο της συνταγής αυτής είναι εγγραμμένο στο καθένα από τις
^ δεκάδες δισεκατομμύρια κύτταρα από τα οποία αποτελούμαι σήμερα.
Το καθένα απ’ αυτά ξέρει πώς να με κατασκευάσει* πριν να γίνει κύτ
ταρο του συκωτιού μου ή του αίματός μου είναι κύτταρο του εαυτού
μου. Θεωρητικά λοιπόν είναι δυνατό να κατασκευαστεί από ένα απ’
*αυτά τα κύτταρα ένα άτομο ταυτοτικό μ’ εμένα. ., , „
, , , Γ ' λ ζ » ” *>
" ;
Ο κλωνισμός είναι συνεπώς το τελευταίο στάδιο της ιστορίας της
μοντελοποίησης του σώματος, όπου το άτομο περιστέλλεται στην
^ αφηρημένη και γενετική φόρμουλά του και παραδίδεται στον εν
σειρά αποπολλαπλασιασμό. Θα πρέπει να επάναλάβουμε εδώ αυ-
τό που έλεγε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν για το έργο τέχνης < ^ ν ε π ο ^
:%νΓκί^^ το&. Αυτό που χάνεται στο έργο
που αναπαοάνεται εν σειοά είναι η αύοα του7 εκείνη η μοναδικά
ιδιότητα του εδώ και τώρα, η αισθητική μορφή του, η οποία παίο-
νει, κατά τον Μπένγιαμιν, μέσα στο αναπόδραστο πεπρωμένο της
αναπαραγωγής του έργου, μια μορφή πολιτική . Αυτό που χάνεται
είναι το πρωτότυπο το οποίο μπορεί να το ανασυστήσει ώς «αυθε
ντικό». Η πιο προηγμένη, η πιο μοντέρνα μορφή αυτής ,της εξέλι
ξης, την οποία εκείνος περιέγραφε στον κινηματογράφο, τη φωτο
γραφία και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης της εποχής του, είναι
εκείνη όπου το πρωτότυπο δεν λααβΔ^υ ι π πφηίί τα-πρά^
ιτα συλλαμβάνονταΤεζ αονϊ^ συναρ ^ ^ · πτης ανα-
ραγωγής τους.
Αυτό ακριβώς μας συμβαίνει όχι μόνο στο επίπεδο των μηνυμά
των, αλλά και στο επίπεδο των ατόμων, με τον κλωνισμό. Πράγματι
αυτό συμβαίνει στο σώμα όταν αυτό συλλαμβάνεται πια μόνο ως
μήνυμα, ως πληροφορική υπόσταση. Τίποτε δεν αντιτίθεται τότε
στην εν σειρά αναπαραγωγιμότητά του με τους ίδιους όρους που
132
ν > \ ο ν ί ?ν'· Η κόλαση τον ταντοϋ
Δύο αδέλφια ζούσαν σ’ έναν πύργο. Ο καθένας τους είχε μια κόρη
και τα δύο παιδιά ήταν συνομήλικα. Τις στέλνουν σε οικοτροφείο και
τις αφήνουν εκεί ώσπου να γίνουν δεκαοχτώ χρόνων. Είναι πολύ όμορ
φες. Στέλουν να τις φέρουν πίσω στον πύργο. Μέσα στην άμαξα που τις
μεταφέρει, η μια από τις δύο ξαδέλφες νιώθει ξαφνικά άσχημα και πε-
Η κόλαση τον ταντοϋ
θαίνει. Την ίδια στιγμή, στον πύργο όπου την περιμένει, ο πατέρας πε
θαίνει κι αυτός. Μία μόνο από τις δυο κοπέλες φτάνει ζωντανή, και ο
πατέρας της τη γδύνει και συνουσιάζεται μαζί της αντίθετα προς τη φύ
ση. Ευθύς αμέσως και οι δύο τους ανυψώνονται μετεωριζόμενοι μέσα
στην κάμαρη, βγαίνουν από ένα παράθυρο πετώντας και πετουν πάνω
απ’ την εξοχή, πετρωμένοι σ’ έναν αιμομικτικό εναγκαλισμό που δεν
έχει πια τελειωμό. Το πέρασμα του μη φυσιολογικού ζευγαριού που πε-
τά δίχως φτερά γίνεται έντονα αισθητό από όλα τα όντα που ζουν &
εκείνη την ειρηνική εξοχή, με παρατεταμένσυς αρνητικούς κραδα
σμούς. Παντού απλώνεται μια διατάραξη της ισορροπίας, ένα πανικό
βλητο ξεστράτευμα, μια απροσδιόριστη τρομάρα που εκφυλίζει, προκα-
λώντας πράξεις αντίθετες προς το λογικό στους ανθρώπους, αρρώστιες
και βιαιοπραγίες στα ζώα, αγωνία στα φυτά, όλες οι σχέσεις είναι δια
σαλευμένες.
Γκουΐντο Τσερονέτι
137
Μα που έχει περάσει λοιπόν η ετερότητα:
'/7 Βρισκόμαστε μέσασ’ ένα όργιο ανακάλυιίτης, εξεοεύνησηο «ε-
(^φεΰρεσης» του Άλλου. Ένα όργιο διαφορών. Μαστροπεία αμφοτε-
ρ ο ^ ρ ι^ ^ α σ υ ν 5 ε τ ^ Μόλις περάσει πέρα
από το στάδιο του καθρέφτη της αλλοτρίωσης (στάδιο του καθρέ
φτη που απστελσύσε τη χαρά της παιδικής ηλικίας μας), η δομική
ί διαφοράπολλαπλασιά£εται ειι^^ειοον^^ ο τ α ^ ν ^ 1^
% Τέλειωσε η ακατέργαστη ετερότητα, η σκληρή ετεοότη-
η ετερότητα της φυλής, της τρέλα^της α§Μ0τηταςΤτου θανά-
/τ2 Ε :ϋ ίΙ£ ; τα άλλα,
της αγοράς, της προσφοράς και της ζήτησή Ε£ ου και η εΕαιρετι-
Λ^ή της τιμή σ τ ο Ί ^ αξιών, στο χρημα
τιστήριο των δομικών αξιών. Ε | ου και μια εντατική προσομοίωση
του Άλλου, κατάφωρη στην επιστημονική φαντασία, της οποίας το
π ρ ά β λί^ ποιοςι χο Αλλο: Η
ίδιο ισχύει και με τη διάκριση του Καλού και του Κακού: είναι
[ όνειρο να αποφανθείς υπέρ του ενός, και μια ουτοπία ακόμη^πιο
ν απιϋανη να θέλεις να!;α συμφιλιώΟΕίς). Μ αυτή μόνο την προοπτι
κή διάκρισης, που είναι προοπτική της κουλτούρας μας, μπορείς να
μιλάς για το Αλλο όσον αφορά το φύλο. Η αληβινή πρζηνηλι νΛτψη
Υ£ όαακείναι «εξωτική» (έτσι όπως την εννοεί ο Σεγκαλέν): έγκειται
|στη ριζική ασυνκριτότητα των δύο φύλων —ειδάλλακ δεν θα υπήρ
χε π < 0 ^ 5 ^ ^ μ ό ν ϋ Ί % Χ λ σ ! | ^ ^
' |Γ
μένει ξ ένος. Α ^ & ε ι να υπάρξει ότ^ν η π\1ηΓ γίνεται διαωο
κ ό ςΓ δ η λ ^ Τ ε^ ^ ^ δ υ να κοντινός. Σ τοσηαειο αυτο’ο^ ιΓ ε Γ ^ ;γ ο ή -
γορστιι ναΤΧ)ν^ σε απόσταση^
«Μπορούμε νύ. πιότέψούμε», λέει ο Σεγκαλέν, «ότι οι θεμελιώ-
δεις διαφορές δεν θα καταλήξουν ποτέ σ’ ένα πραγματικό ύφασμα
δίχως ραφές και μπαλώματα, και ότι η αύξουσα συγχώνευση, χχ^
πτώση των φρακτών, οι μεγάλες συντμήσεις του χώρου πρέπει να
Γη^ΓΓΓπθμίίττούν ^γτύτγγογ} μέίτω καινούργιων χίορ^τμ^τ^ ηττρόβλρ-
πτρ^χααμάιων»,
Ο ρατσισμός είναι ένα από αυτά τα «καινούργια χωρίσματα».
Ψυχοκάθαρση από το ψυχόδραμα της διαφοράς, φάντασμα και έμ
μονη ιδέα να γίνει άλλος. Ψυχόδραμα της ενδοβολής και της διηνε
κούς αποβολής του άλλου. Να εξορκίζεις τον άλλο υλοποιώντας τις
διαφορές με κάθε τίμημα, τόσο είναι αλήθεια ότι αυτή η ενδοβολή
των διαφορών είναι ανυπόφορη... Ο ρατσισμός είναι αβάσιμος
<πους βιολογικούς του ισχυρισμούς, αντικειμενοποιώντας όμως τη
φυλετική του αναφορά, αττοκαλύπτρι τπΑπγίνο πριςηαιιό που βοί-
ακεται στην καρδιά κάθε δομικού συστήματος: τη φετιχοποίηση της
διαφοράς. Δεν υπάρχει όμως ισορροπία στα διαφορικά συστήματα
/ —η διαφορά κυμαίνεται από τον απόλυτο βαθμό ως το βαθμό μη- /
]δέν. Η καλοσυνκερασμένη διαχείριση των ετεροτήτων και των δια- ^
*φορών είναι ουτοπία.
Καθώς η λογική της διαφοράς είναι κατά κάποιον τρόπο μια κα
θολική προσομοίωση (που κο ρ ^ α ^ ^ '* *
στη αΐπ^ ”ά^δβυβη π ^ αομοίωση,ε>)βάλ&£ίσπιν αλλη
Λμορφή απεγνωσμένης ψευδαίσθησης της διαφοράς που είναι ο ρα-
^σισμός«^ί ί ^ 'όί· διαφορέΓ^ ι ε|^ λω νεται
η ^λπτρρΓπ ψην ^ιπφποίι^ν μεγαλώνει ακομηΐϊϊο^γρήγορα μια άλλη
ασυνήθιστη, ανώμαλη, απρόσιτη στον κριτικό λόγο βία. Τα «απρό
βλεπτα χάσματα» για τα οποία μιλά ο Σεγκαλέν. Δεν πρόκειται πια
εδώ για καινούργιες διαφορές, αυτό που αναδύεται για να εξορκι-
σει την ολοσχερή ομοιογενοποίηση του κόσμου είναι ο Αΐίοη, τερα
τώδης μεταφορά ενός πτωματικού και μολυσματικού Άλλου, συμπί
λημα όλων των ετεροτήτων που έχουν σκοτωθεί από το σύστημά
μας.
143
Η διαφάνεια τον χακον
όχι επειδή δεν είναι χριστιανοί, αλλά επειδή είναι πιο χριστιανοί /
απ’ ΤΟυς χριστιανούς. Αν η τοιιγ ναι ανθρηνπΓΟ^ΓΓΓΡς
ΤΓΠΪΓρίναι ανηττόφο^ρς. αιιτό δεν συΐΐΒαίνεί επειδή (γντιβαίνοιη; πτην
^ οίκτο και στην ηθική. αλλά επειδή η σκληοότητά τοιις μαρτηρΕί την
( απαίτηση πην θκών το<υς ?&αι τη- δύναμη της πίστης τοης-Η δύναμη
αυτή προκαλεί ντροπή στους Ισπανούς για τη λιγοστή τους θρη
σκευτικότητα, γελοιοποιεί αυτή τη δυτική κουλτούρα που γνωρίζει
μόνο τη θρησκεία του χρυσού και του εμπορίου, πίσω από την υπο
κρισία της πίστης. Οι Ινδιάνοι με την αμείλικτη θρησκευτικότητά
ί τους προκαλούν ντροπή στη δυτική λογική της βεβήλωσης των
’ίδιων της των αξιών. Ο φανατισμός τους είναι ανυπόφορος ως κα
ταδίκη και αποφενακισμός μιας κουλτούρας μπροστά στα ίδια της
τα μάίτια (το ίδιο πράγμα γίνεται με το Ισλάμ σήμερα). Ένα τέτοιο
ψ έγκλημα είναι ανεξιλέωτο και δικαιολογεί από μόνο του την εξό
ν ντωση.
Δεν είναι προφανές ότι υπάρχει άλλο για όλο τον κόσμο. Υπάρ
χει άλλο για τον Άγριο, για τον Πρωτόγονο; Ορισμένες σχέσεις εί
ναι τελείως ασύμμετρες: ο ένας μπορεί να είναι το άλλο του άλλου,
-δίχως ο άλλος να είναι το άλλο του πρώτου. Μπορώ να είμαι ένα
Λ-άλλο γι’ αυτόν, κι εκείνος να μην είναι ένα άλλο για μένα.
Οι Αλακαλούφ της Γης του Πυρός εξοντώθηκαν δίχως να προ
σπαθήσουν ποτέ να καταλάβουν τους λευκούς, να τους μιλήσουν ή
να διαπραγματευτούν μαζί τους. Εκείνοι ονομάζονταν_«Λ^Οθίο-
ποι», και γι’ αυτού:: δεν υπήοναν άλλοι τέτοιοι. Οι λευκοί δεν ήταν
καν διαφορετικοί: ήταν ακατανόητοι. Τα πλούτη τους, η εκπληκτι
κή τεχνολογία τους δεν τους εντυπωσιάζουν. Στη διάρκεια τριών
αιώνων επαφής δεν υιοθετούν τίποτε από τις τεχνικές των λευκών,
κωπηλατούν πάντα μες στις μικρές βάρκες τους. Οι λευκοί τούς
^.αποδεκατίζουν και τους σκοτώνουν, μα είναι σαν να μην υπήρχαν.
' Οι Αλακαλούφ θα πεθάνουν δίχως να εκχωρήσουν τίποτε από την
ετερότητά το^ο. Δεν θα αφομοιωθούν ποτ*, &ργ 0α φτάοουν μάλι
στα ποτέ ούτε καν στο στάδιο της διαφοράς, θα πεθάνουν δίχως να
ϊέχουν κάνει την τιμή στους λευκούς να τους αναγνωρίσουν ως δια-
Iφορετικούς. Είναι αδύνατο να τους προσοικειωθούν. ^χίΟεια^για
148
Το μελόδραμα της διαφοράς
152
Το ασυμφιλίωτο
σες, είναι και μένουν εσαεί αμετάφραστες οι μεν στις δε. Γι’ αυτό
είναι όλες εξίσου «ωραίες», επειδή είναι ξένες μεταξύ τους.
^νοΐς νόμχκ δεν είναι ποτέ αναπόφευκτος: είναι μια έννοια και
θεμελιώνεται σε μια συναίνεση. Ο κανόνας όμως είναι αναπόφευ-
κτος. Επειδή δεν είναι μια έννοια, είναι μια μορφή που ρυθμίζει το
Ιταΐχνίδι. Το ίδιο ισχύει και για τη σαγήνη, ο ^«ν; αγάπτμ η
δύναμη έλξης, συγχώνευσης, σύνδεσης. Η σαγήνη είναι πολύ πιο.
ρΐ£ικτ) Φίνούρα αποσύνδεσηζΊ απόσπασης αυταπάττκ και εκτρο- _
πης, αλλοίωσης της ουσίας και του νοήματος, αλλοίωσης της ταυτό
τητας4και των υποκειμένωνΓ Και αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύουν, η
εντροπία δεν είναι από την πλευρά της καθολικής άποσύνδεσης,
αλλά από την πλευρά της σύνδεσης και της συγχώνευσης, από την
πλευρά του έρωτα και της κατανόησης, από την πλευρά της καλής
χρήσης των διαφορών. Η σαγήνη, ο εξωτισμός, είναι η περίσσεια
τού άλλου και της ετερότητας, είναι ο ίλιγγος του πιο διαφορετικού
από το διαφορετικό —κι αυτό ακριβώς είναι το απερίσταλτο, είναι
η αλήθΓνη πηγή ενέργειας!
156
Το ασυμφιλίωτο
κευση. Είναι μια πρόκληση προς τη Δΰση στο ίδιο της το γήπεδο,
αλλά με μια στρατηγική απείρως πιο αποτελεσματική, εκείνη ενός
^ συστήματος αξιών που προσφέρει στον εαυτό του την πολυτέλεια
ρτης τεχνικής, εκείνη μιας τεχνικής πρακτικής ως καθαρής τεχνητο
ί τητας, δίχως καμία σχέση με την πρόοδο ή άλλες ορθολογικές μορ
φές. Είναι μια μορφή αινιγματική, και για μας ακατανόητη, αυτή η
καθαρή στρατηγική, αυτή η ψυχρή και σχολαστική επίδοση, τόσο
διαφορετική από την τετριμμένη μοντερνικότητα της Δΰσης. Υπό
την έννοια αυτή είναι μια από τις μορφές του ριζικού εξωτισμού
για τις οποίες μιλάει ο Σεγκαλέν και μάλιστα ακόμη πιο εκπληκτι-
νκή, αφού αφορά μια υπεραναπτυγμένη κοινωνία, η οποία διατηρεί
μέσα της όλη την τελετουργική δύναμη των πρωτόγονων κοινω
νιών.
Η μορφή αυτή είναι κανιβαλική: συσσωματώνει, απορροφά, μι
μείται, κατασπαράσσει. Αλλά και η αφροβραζιλιάνικη κουλτούρα
είναι επίσης ένα ωραίο παράδειγμα κανιβαλισμού, καταβροχθί-
σματος της λευκής και μοντέρνας κουλτούρας, σαγηνευτικής μορ
φής. Ο κανιβαλισμός είναι πάντα μια ακραία μορφή της σχέσης με
τον άλλο, συμπεριλαμβανομένης και της ερωτικής, μια μορφή ριζι
κής φιλοξενίας.
Όχι ότι το φυλετικό ζήτημα λύθηκε στη Βραζιλία περισσότερο
απ’ όσο αλλού, αλλά ο ιδεολογικός ρατσισμός έγινε εκεί πιο δύ
σκολος λόγω του ανακατέματος των φυλών και του πολλαπλασια
σμού των επιμιξιών. Η φυλετική διάκριση είναι πνιγμένη μέσα στις
διασταυρώσεις των γραμμών της φυλής που μοιάζουν με γραμμές
χεριού. Αυτή η μορφή αποκλεισμού του ρατσισμού λόγω διασπο-
ράς του αντικειμένου του είναι πολύ πιο επιδέξια και αποτελεσμα
τική από την ιδεολογική πάλη, της οποίας η αμφισημία ανασταίνει
κάθε φορά το αντικείμενό της. Ο ρατσισμός δεν πρόκειται να τε
λειώσει ποτέ οαο ^τιΐΊτι^τΓίΐ, χατά μρτηντΓη μτ μιπ
ντρι^Δεν μπορεί να νικηθεί παρά μόνο από το παιχνίδι των φυλών
και το ειρωνικό διαφορικό τους. Καθόλου από μια νομιμοποίηση
των Κιπφπρηΐν 1ΜΤΠτπ *μβ\ημα τπΐί ^ινπιηι^ πττό τη
νη)Γ βίαιο ττπιτνίδι τικ
σαντίντκ και του καταβροχθίσματος. Είναι η
ιστορία τόσο του επισκόπου του Περναμπούκο όσο και του «Ποιος
158
Το ασυμφιλίωτο
ήταν ο καλός μικρός μου Γάλλος»: τον βρίσκεις πολύ ωραίο, τον
θυσιάζεις και τον καταβροχθίζεις. Του δίνεις κάτι παραπάνω από
το δικαίωμα να υπάρχει, του δίνεις το κύρος να πεθάνει. Αν ο ρα
τσισμός είναι μια βίαιη ψυχοκάθαρση από τη σαγήνη του Αλλου
(περισσότερο απ' όσο από τη διαφορά του), δεν μπορεί να διαλυ-
θειπαρά μόνο από το αναδιπλασιασμένο παιγνίδι ττκ σαγήνης.
Τόσες άλλες κουλτούρες έχουν μια κατάσταση πιο πρωτότυπη
από τη δική μας. Για μας τα πάντα είναι αποκρυπτονοααΜσιμα εκ
των προτέρων, έχουμε εξαιρετικά μέσα ανάλυσης, αλλά όχι κατά
στασης. Ζούμε θεωρητικά πολύ πιο πέρα από τα ίδια μας τα συμ
βάντα. Εξ ου και η βαθιά μελαγχολία. Στις άλλες κουλτούρες μένει ^
μια αναλαμπή πεπρωμένου, κάποιου πράγματος που ζουν, αλλά '
που μένει γι’ αυτές, ζωντανές ή νεκρές, για πάντα ακρυπτογράφη-
το. Εμείς καθαρίσαμε το αλλού. Άλλες κουλτούρες πιο παράξενες
| ζουν γονυπετώντας (μπροστά στα άστρα, μπροστά στο πεπρωμέ
νο), εμείς ζούμε καταπτοημένοι (λόγω της απουσίας πεπρωμένου).
Το κάθε τι μας έρχεται μόνο από εμά<: τους ίδιους. Κι αυτό είναι
κατά κάποιον τοόπο η απόλυτη δυστυνία.
159
Ο ριζικός εξωτισμός
θεμελιώδης νόμος της έντασης της αίσθησης, της ανάτασης του αι-
σθάνεσθαι, άρα του ζην....
ΑιυτΛ τγπή Ί|)πρ/Ρ» νπνρίΓ ιΐΡ το ταξίδι δεν είναι π ανακάλυψη ούτε
ρ ανταλλαγή, αλλά μχα^πια απουσία περιογής δικαιοδοσία^, ιχια
επωμιση της κατάσταΠηι, ολο ιυ ίδιο ιυ ταξίδι;άρα αποτήν^ϊπου-
σία. Στα μεταλλικά διανύσματα που ξεπερνούν τους μεσημβρινούς,
τους ωκεανούς, τους πόλους, η απουσία αποκτά μια σαρκική ιδιό
κτητα. Τη μυστικότητα του παραχώματος μέσα στην ιδιωτική ζωή τη
|διαδέχεται η εκμηδένιση από το γεωγραφικό μήκος και πλάτος.
Στο τέλος όμως το σώμα είναι κουρασμένο από το να μην ξέρει
Λ&πού βρίσκεται, ενώ το πνεύμα ενθουσιάζεται μ’ αυτή την απουσίαΠ
/ ίλες και είναι μια ιδιότητα που του προσιδιάζει. '*
164
Ο ριζικός εξωτισμός
165
Η διαφάνεια του χαχού
κες είναι εκείνες που είναι περισσότεοο ξένες ποος τον εαυτό τους
(ΝΓέ^χλιν Μονρόε). Η καλή φωτογραφία δεν παριοτά τίποτε, συλ
λαμβάνει αυτή τη μη παραστασιακότητα, την ετερότητα αυτοΰ που
είναι ξένο προς τον εαυτό του (στο πόθο και στην αυτοσυνειδη-
σία), το ριζικό εξωτισμό του αντικειμένου.
170
Ια 8α ϋβ Υέηΐίκηηβ
, >ίί,Γ · '
-.· Η ' . ί > ^ '' ·
■ - ^ Γ '*· * -Ν *·* **>·:">:···' *^ ^
Μια παράξενη έπαρση μας σπρώχνει όχι μόνο να κατέχουμε τον ]
και να παραβιάζουμε το μυστικό του, όνι αόνο να του ξΙ·,,
είμαστε αγαπητοί, αλλά και ιιοιοαίοι. Να παίξουμε στη ζωή του άλ-
λου το ρόλο του έμπιστου συμβούλου..^
Ας ακολουθήσουμε πρώτα τους ανθρώπους στην τύχη, στο δρό
μο, σε σύντομες, ανοργάνωτες σειρές, με την ιδέα ότι η ζωή των
ανθρώπων είναι μια τυχαία διαδρομή, που δεν έχει νόημα, που δεν
πηγαίνει πουθενά, και που γι’ αυτόν το λόγο είναι γοητευτική. Δεν
υπάονετε παοά στα_ίννη τους, εγ ηγνηίη τη^ς- ατψ πραγαατικότη|
ι τα ακολουθείτε τα δικά πης »^νη. εν αγνοια πας. Λρν_ηνί*»
για να ανακαλύψετε τη^ωή του άλλου^ούτε πού πηγαίνει, δεν εί4
ναι ρπίΠΓΚ ιΙι>ι πκοιπλάνηση σε αναζή^ση τοΰ'αγνώστου. Σα-^Ι^εΔί
εστε να είστε ο καθρέφτης του άλλου που δεν το ξέρει. Σαγηνεύε-)/*
στε να είστε το ΛΕπρώμ^ το διπλό της πορείας του V
που γι' αυτόν έχει νόημαΓ^ λ ά που"αναδιπλασιασμένη δεν ένει ί
" πια. Είναι σαν κάποιος πίσω του να ήξερε ότι αυτός δεν πηγαίνει |
πουθενά. Είναι κατά κάποιον τοδποΊΙίά αοπανη του αντικειμενι- I
κού σκοπού του; ένα π ο ν η ^ Γ ^ έ ^ ε π ι τ ή δ ε ι α ανάμεσα-^
σ’ αυτόν και τον εαυτό του. Αυτό είναι τόσο δυνατό που οι άνθρω
ποι προαισθάνονται συχνά ότι τους ακολουθούν μ’ ένα είδος ενό
ρασης, ότι κάτι έχει μπει στο χώρο τους, πού έχει αλλάξει την κα-
%μπύλη του.
171
Η διαφάνεια τον κακού
μκχή στροφή του άλλου, που απαιτεί να μάθει και στέλνει όλο τον
κόσμο στον Άδη.
Η αντιστροφή αυτή έχει γίνει άλλωστε και στη Βενετία. Ο
άντρας έρχεται προς το μέρος της ρωτώντας την: «Τι θέλετε;» Αυτή
δεν θέλει τίποτε. Ουτε μια αστυνομική περιπέτεια ουτε μια ερωτι
κή περιπέτεια. Αυτό είναι ανυπόφορο και συνεπάγεται τον κίνδυνο
του φόνου και του θανάτου. Η ριζική ετερότητα συνεπάγεται πά
ντα έναν κίνδυνο θανάτου. Και όλη η αγωνία της Σ. στρέφεται γύ-
ρω από την εξής βίαιη έμπνευση: να βγάλει τη μεταμφίεσή της την
ίδια στιγμή που προσπαθεί να το αποφύγει. «Δεν μπορώ πια να τον
/ίχκολουθήσω. Πρέπει να είναι ανήσυχος, να αναρωτιέται αν είμαι
\ κ ε ί , πίσω του —τώρα σκέφτεται εμένα — αλλά θα μπω στα χνά-
\ρια του με διαφορετικό τρόπο».
Η Σ. θα μπορούσε να συναντήσει αυτόν τον άντρα, να τον δει, να
του μιλήσει. Δεν θα παρήγε ποτέ αυτή τη μυστική μορφή της ύπαρ
ξης του Άλλου. Ο Άλλος ρίναι. εκείνος του οποί™* το πρττρηψρνη γί
νεσαι εσύ, όνι συνδεόμενος στενά μ’ αυτόν μέσα Γπη διηφορπ νηι-
στο διάλογο, αλλά επενδύοντας τον ως \η)πτινΑ}
νο. Όγι εοχόμενος σε επαφή μαζί του ως συνομιλητή, αλλά επεν-
δύο^άτ^τον ως τη σκιά του ως το διπλό του7 ως την ^
\ νυμφευμένος μ’ αυτόν για να σβήσεις τα ίχνη του, α π ^ ^ 7
τον απΤττΓσκιά του. Ο Άλλοζδενείν<^1^ 7
/ ε πικοινωνείς, τον ο^ο^α κολουθεί^είναι εκε^ος
|που σεακολουΜ·
Ο άλλος δεν είναι ποτέ φύσει άλλος: πρέπει, να τον κάνεις άλλον
σαγηνευοντας τον, κανοντάς τον ξένο προς τον εαυτό του, ακόμη
και ^ αν δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Αλλα υ^3|>-
χουνκαι πιολείίτά τεχνάσματα γιανα το πετύχεις.
Ο καθένας ζει από την παγίδα που στήνει στον,άλλο. Ο ένας και
/ο άλλος ζουν μέσα σε μια συγγένεια δίχωςτέλος, πσιηοφείλει να
διαρκέσει ως την εξάντληση των δυνάμεων. Ο καθένας θέλει τον
/Γάλλο του. Με την επιτακτική ανάγκη να τον κάνει να ζητήσεΓ έλε- „
ος, και μέσα στον ίλιγγο ν ο Γ ^ ^ ά ^ ϊ να §ιαρκέσει για να τον χα-
Ζ,α Ξιιίίβ νέηΐίίβηηβ
175
Η μολυσματική φιλοξενία
Το μυστικό του άλλου είναι ότι ποτέ δεν μας δίνεται, ότι είναι εγώ
ο ίδιος και ότι υπάρχει μόνο από μοιραία απόκλιση αυτού που έρ
χεται από αλλού. Στον απόλογο του Σνίτσλερ, ο άνθρωπος ζει από
^τη ζωή αυτού του μικροβιακού είδους που κατοικεί μέσα του και
που πάει να τον καταστρέψει: είναι ξένοι μεταξύ τους, αλλά το πε-
ψ πρωμένο τους είναι το ίδιο. Στο Ι,α ΒηίΙβ νέηίύβηηβ η Σ. δεν ξέρει
ούτε τι είναι ούτε πού πάει: ακολουθεί εκείνον που πηγαίνει και
μοιράζεται το μυστικό του δίχως να το ξέρει. Έτσι λοιπόν η ύπαρ
ξη αποκτά μορφή πάντα μέσω μιας απόκλισης του νοήματος ή του
μη νοήματος. Δεν έχουμε καν αποκλειστικά δική μας θέληση, και ο
άλλος δεν είναι ποτέ εκείνο με το οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι
σύμφωνα με τη δική μας θέληση. Είναι η εισβολή αυτού το οποίο
έρχεται από αλλού, η προήγηση αυτού το οποίο έρχεται από αλλού,
* είναι η σαγήνη του ξένου και η μεταβίβαση του ξένου.
Έτσι το μυστικό της: φιλοσοφίας ιιποοεί να ιιην είναι το να γγω-
οίσουιιε τον εαυτό μας, αντί το να μάθουμε πού πάμε, αλλά να πάκ
/ ψ, εκεί που πάει ο άλλος, όχι να ονειρευόμαστε μόνοι μας. αλλά να
νοα/οιρουόμαστβ-αυτσ-^ου οι άλλοιον£ΐρ¥ύοντ«ιΤόχι, να πιστεύουμε;
κττους εαυτούς μας, αλλά να πιστεύουμε εκείνους που πιστεύουν.
Προήγηση όλων των καθορισμών που έρχονται από αλλού και εί-
ΐΊ ναι αδύνατο να διαβαστούν, να αποκρυπτογραφηθούν, λίγο μετρά
ν εΐ, Τ? ^^ΗΓΤΓίΜό Είναι, να μνηστ*η»τρίς Την £*νη |»ηρφη ηικπιπιιδή^
179
Η διαφάνεια τον χα χον
είναι λιγότερο κυβευτική. Καθώς είμαστε πιο κοντά στη δική μας#
(^ήδονη, ειμαστε^κάι καλύτερα τοποθετημένοι ωστενα αμφιβάλλοΐΓ- II
γι7αυτήν, Η πρόταση που θέλει τον καθένα να εμπιστεύεται πιο **
πρόθυμα τις δικές του γνώμες υποτιμά την αντίστροφη τάση που εί
ναι να αναστέλλεις τη γνώμη μου υπέρ της γνώμης άλλων προσώ
πων που είναι πιο αρμόδια να έχουν μια τέτοια (όπως στην κινέζι
κη ερωτική τέχνη, να αναστέλλεις την ηδονή σου για να εξασφαλίΛ
σεις την ηδονή του άλλου και να αντλείς από κει μεγαλύτερη ενέρ-Ι ^
γεια και γνώση). Η υπόθεση του Άλλου είναι ίσως η συνέπεια αυ
τής της ριζικής αμφιβολίας όσον αφορά το δικό μας πόθο.
μου, υπό την ίδια έννοια. Δεν υπήρξε ποτέ άλλη αληθινή ελευθερία
εκτός απ’ αυτήν. Από εδώ γεννιέται κάθε παιχνίδι, κάθε διακύβευ-
Ομα, κάθε πάθος, κάθε σαγήνη: απ’ αυτό που μας είναι εντελώς ξένο
/και που έχει μολαταύτα δύναμη πάνω μας. Από αυτό που είναι
-ί-Άλλο, και το οποίο πρέπει να σαγηνεΰσουμε.
ρωνεία της κοινότητας έχει χαθεί. Είγαι ένα δυστύνηαα που δ&
δική μηχανή του στο σύστημα των μηχανών και των μηχανευμένων
αντικειμένων, με λιγάκι παραπάνω προσομοίωση και γεγονότητα,
χαλάει τη μηχανορραφία. Εκεί όπου η συνηθισμένη μηχανή παρά
γει το αντικείμενο, ο Γουόρχολ παράγει τη μυστική τελικότητα του
αντικειμένου, που είναι να αναπαράγεται. Το αναπαράγει στην
υπερ-τελικότητά του, στο μυστικό μη νόημα που αναδύεται από την
ίδια τη διαδικασία της αντικειμενότητας. Εκεί όπου οι άλλοι ανα
ζητούν ένα συμπλήρωμα ψυχής, αυτός αναζητά ένα συμπλήρωμα
μηχανής. Εκεί όπου οι άλλοι αναζητούν ένα συμπλήρωμα νοήμα
τος^ αυτός αναζητά ένα συμπλήρωμα τεχνάσματος. Ολοένα και λι
τότερο ο εαυτός του, ολοένα και περισσότερο προσποιητός, μ’ αυ-1
|τόν τον τρόπο αγγίζει τη μαγεία της μηχανής, διαμέσου της αναπα-ί
■ραγωγής της κοινότοπης ακρίβειας του κόσμου. Ολοένα και λιγό^
τερο υποκείμενο πόθου, ολοένα και πιο κοντά στο μηδέν του αντι
κειμένου.
186
^■
!(,<Αΐ ΟΜΛ^} * ι+ι' I .
Τέλικα, οΐ φίγούρες ττίζ ετερότητας συνοψίζονται σε μια μόνο: αυ
τήν του Αντικειμένου. Το μόνο που μένει είναι το αδυσώπητο του
Α^ΐ>^Τμ^νουΓο αλυτρωτισμός του Αντικειμένου.
Ακόμη και στον ορίζοντα της επιστήμης, το Αντικείμενο εμφανί
ζεται ολοένα και περισσότερο άπιαστο, από μόνο του αχώριστο
I και συνεπώς απρόσιτο από την ανάλυση, εσαεί ασταθές, αντιστρε
πτό, ειρωνικό, απατηλό, και περιπαίζοντας τους χειρισμούς. Το
υποκείμενο προσπαθεί απεγνωσμένα να το ακολουθήσει, με τίμη
μα τη θυσία των αιτημάτων της επιστήμης, αλλά το Αντικείμενο εί
ναι πέρα από τη θυσία του επιστημονικού λόγου. Είναι ένα άλυτο
αίνιγμα, επειδή δεγ είναι ο εαυτός του και δεν γνωρίζει τον εαυτό
του. Είναι όπως με τον άγριο του Τσέστερτον: αν δεν τον κατο
βαίνουμε, είναι για τον ίδιο λόγο για τον οποίο δεν καταλαβαίνει^
αυτός τον εαυτό του. Έτσι δ^ιουργεί εμπόδιο σε οποΜχδφωϊεοία-
τοη^^ ποος τονΈαΰτό του, εδώ ένκειται η δυνα-
ΙΙή τουΈβι η κυριαρχία του, ακριβώς το αντίθετο \ιηρτ Η πρώτη
νεΐοονομία του πολιτισμού ήταν να του δείξουμε έναν καθοέαττη. ο
άγριος όμως αντανακλάται εκεί μόνο φαινομενικά, στην πραγματι
κότητα αυτός είναι ο καθρέφτης όπου το υποκείμενοΙαάν^ταΙΕ^α^^™
την^ίδια του,την αυταπάτητ-^^Α ^·· ρ£; **
Γ Τότε που είναι το άλλο της επιστήμης; Το αντικείμενστήςΐ-ΓΕνειΜ
νάσει το συνομιλητή της. Όπως οι «άγριοι», το αντικείμενο δεν Γ 7
187
Η διαφάνεια τον χαχον
Η ριζική ετερότητα
%
ν '·
Ι8ΒΝ: 960-256-251-Χ