You are on page 1of 8

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ 430 π. Χ.

15 μέλη χορού, 3 υποκριτές, σκηνογραφία, αυστηρή δομή, Αναλυτικό


δράμα = τα γεγονότα προηγούνται του έργου, άγνοια-γνώση- πεπρωμένο
– τάξη πραγμάτων., 2 πάροδοι . Σε όλα τα επεισόδια ΚΑΙ Ο ΧΟΡΟΣ ΕΠΙ
ΣΚΗΝΗΣ , σε όλα τα στάσιμα μονο ο χορός επί σκηνής ΕΚΤΟΣ ΤΟ
Γ΄στάσιμο που είναι και ο Άγγελος επί σκηνής!

Πρόλογος(Οιδίποδας – Ιερέας και κάποιοι Θηβαίοι που περιμένουν


παράμερα – Κρέων)Αρχίζει με Ιερέα τελειώνει με υποσχέσεις Οιδίποδα
για τιμωρία του φονιά του Λάιου. στ.1-150
(Χρησμός για τη σωτηρία)
Ακούγονται θρήνοι από την πόλη. Iκέτες από τη Θήβα έρχονται και
ακουμπούν στον βωμό των ανακτόρων ικετήριους κλάδους. Ο Οιδίποδας
εμφανίζεται και απευθύνεται στους πολίτες. Η τραγωδία ξεκινά με την
ειρωνεία ο Οιδίποδας να εμφανίζεται καμαρώνοντας δικαιολογημένα για
την δόξα του, την οποία τονώνουν στην συνέχεια και οι ιερείς που
παίρνουν το λόγο για να εξηγήσουν την αιτία του ερχομού τους:
Ο Οιδίποδας τους λέει ότι δεν τον ξύπνησαν από βαθύ ύπνο, όχι μόνον τα
ξέρει όλα αυτά, μα ήδη έχει κλάψει, γιατί ο πολίτης έχει να
στενοχωριέται για τον ίδιο μονάχα, ενώ εκείνος στενοχωριέται για τον
ίδιο μα και για τους πολίτες συνάμα. Τους λέει ότι πολύ έχει σκεφτεί για
λύση και έστειλε μάλιστα επί τούτου τον αδελφό της γυναίκας του
(τον Κρέοντα) στους Δελφούς για να ρωτήσει τους θεούς τί να κάνουν.
Εμφανίζεται τότε κεφάτος ο Κρέοντας και λέει τελικά ότι τα προβλήματά
τους θα πάρουν τέλος όταν γίνει αυτό που ζητάει ο Απόλλων.
Ο Απόλλων ζητάει εξαγνισμό για ένα παλιό έγκλημα , θέλει να βρεθεί
και να τιμωρηθεί εκείνος που σκότωσε τον Λάιο. 
Ο Οιδίπους ρωτάει λεπτομέρειες για το πότε και πού ακριβώς σκότωσαν
τον πρώην βασιλιά. «Δεν ξέρουμε πολλά γιατί σκοτώθηκαν όλοι οι
συνοδοί του Λαΐου εκτός από έναν που από φόβο το έσκασε κι αυτός. Το
μόνο που ήξερε να πει ήταν πως δεν τον σκότωσε ένα χέρι, αλλά πολλά».

Πάροδος(Θηβαίοι γέροι – ο κορυφαίος απαγγέλλει οι άλλοι τραγουδούν


– ημιλυρικά μέρη της τραγωδίας ) ικεσίες προς τους θεούς για σωτηρία
των Θηβών. στ. 151-279
(Εικόνα της πόλης)
Ο Χορός παρακαλεί τους Θεούς, την Αθηνά, την Αρτέμιδα και
τον Απόλλωνα, να τους σώσουν από αυτό που τους βρήκε, το θανατικό
της πόλης τους, με τους νεκρούς στους δρόμους να μεταδίδουν την
ασθένεια, με μανάδες με λευκά μαλλιά να θρηνούν τα παιδιά τους (άρα
γυναίκες που δεν μπορούν λόγω ηλικίας να παρηγορηθούν κάνοντας
άλλο παιδί), αλλά και με τη δραματική εικόνα των άταφων νεκρών που
δείχνει την κάκιστη ψυχολογική κατάσταση των πολιτών. Ο χορός ρίχνει
το φταίξιμο στον Άρη και ζητάει από τους άλλους τρεις θεούς να τον
καταδιώξουν και να φύγει από την πόλη τους πια.

Α΄ Επεισόδιο(Οιδίποδας – Τειρεσίας και βουβό πρόσωπο το παιδί που


τον βοηθάει ως τυφλός - χορός, «αντιμιλούν ως γέροντες, ο Εξάρχων του
χορού διαμαρτύρεται! στον οιδ. καιένας- ένας απότους
ΓΈΡΟΝΤΕςκαταθέτουν τις απόψεις τους για να ΒΡΟΥΝ ΤΟΝ ΦΟΝΙΑ».)
στ.280- 462
(Ανακοινώσεις Οιδίποδα)
Ο Οιδίποδας προχωρεί σε ανακοινώσεις προς τον χορό και ζητάει τρόπον
τινά τη βοήθεια του λαού, επικηρύσσει τους δράστες υποσχόμενος καλή
αμοιβή σε όσους δώσουν πληροφορίες αλλά και αμνηστία σε όποιον
φοβάται μήπως θεωρηθεί συνένοχος. Λέει ότι ο ίδιος είναι αμέτοχος σε
όλα αυτά και θα ψάξει του φονιάδες, μα δίχως συνδρομή από τους
πολίτες δεν θα φτάσει μακριά (η έρευνά του).
Ο Χορός που εκπροσωπεί τους πολίτες και που όμως ως γέροντες μπορεί
να αντιμιλήσει στο βασιλιά, διαμαρτύρεται ότι τον καταριέται ο Οιδίπους
ενώ δεν έκανε κανένας τους το φόνο, μα ούτε και έχει ιδέα ποιος το
έκανε. Στο κάτω - κάτω λένε οι γέροντες, αφού ο Απόλλωνας ανακινεί το
θέμα, ας μας πει και ποιος το έκανε. Ο Οιδίπους συμφωνεί μα λέει ότι
«κανείς δεν μπορεί να αναγκάσει τους θεούς να πουν εκείνα που οι ίδιοι
δεν θέλουν να πουν». Ο χορός προτείνει να συμβουλευθούν
τον Τειρεσία που ξέρει όσα κι ο Απόλλωνας. «Το φρόντισα» απαντά ο
Οιδίποδας «και περιμένω να έρθει». Ο χορός λέει ότι εν τω μεταξύ
εικοτολογούν και δεν λέει να φανεί ο φονέας από φόβο.
Έρχεται τότε ο Τειρεσίας και ο Οιδίποδας αμέσως τον παρακαλεί να
σώσει την πόλη με όποιο τρόπο μπορεί, γιατί είναι ο μόνος θνητός που
ξέρει τόσο πολλά.
(Σύγκρουση Οιδίποδα και Τειρεσία)
Ο Οιδίποδας θυμώνει, τον κατηγορεί ότι καταστρέφει την πόλη, ότι
προδίδει την πόλη που τον έθρεψε, ότι μπορεί να κάνει ακόμα και πέτρα
να οργιστεί, τον βρίζει ως ελεεινό, ως τον πιο κακούργο από όλους τους
κακούργους, όμως ο μάντης επιμένει ότι έτσι κι αλλιώς όλα θα
φανερωθούν ακόμα κι αν συνεχίσει να σωπαίνει. Ο Οιδίποδας φτάνει στο
σημείο (ίσως για να τον προκαλέσει να μιλήσει) να τον κατηγορήσει
ευθέως για φονιά, ότι εκείνος σχεδίασε τον φόνο κι ότι αν έβλεπε, θα τον
διέπραττε κιόλας με τα χέρια του. Ο Τειρεσίας λέει «σε αυτή την
περίπτωση τότε να κρατήσεις όσα καταράστηκες για τους άλλους και να
μη χαιρετάς ούτε εμένα στον δρόμο ούτε κανέναν άλλον, γιατί κατά την
γνώμη μου το μίασμα της χώρας είσαι εσύ».
Παρεμβαίνει ο χορός που συνιστά και στους δύο ψυχραιμία, αφού το
ζητούμενο είναι να βρεθεί λύση με τον χρησμό. Όμως
ο Τειρεσίας θυμωμένος πια κι από την στάση του Οιδίποδος, λέει ότι δεν
είναι δούλος του κι ούτε χρειάζεται για προστάτη του τον Κρέοντα
επειδή έχει τον Απόλλωνα.
Ο Τειρεσίας αποχωρεί προφητεύοντας ότι «θα βρεθεί ο άνδρας που
ψάχνεις, ξένος που έγινε ντόπιος και που ήταν όμως ντόπιος εξαρχής,

Στάσιμο Α( ο χορός) ΑΜΦΙΒΟΛΙΕΣ ΣΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΑΝΤΗ


ΤΕΙΡΕΣΙΑ στ. 463-511
(Ο λαός αμφιβάλλει)
Ο Χορός αναρωτιέται ποιόν να εννοούσε ο Τειρεσίας που θα τον
κατατρέχουν μέχρις εσχάτων οι Ερινύες, ποιος να είναι ο δυστυχής
κατατρεγμένος που πάει να πετάξει μακριά απ τους χρησμούς, μα αυτοί
σαν όρνια όλο τριγύρω του πετάνε ζωντανοί. Ο χορός δείχνει απρόθυμος
να πιστέψει όσα τρομερά είπε ο μάντις.

Β΄ επεισόδιο(Κρέων – Οιδίποδας – Ιοκάστη- χορός. Όταν η Ιοκάστη λέει


για τον χρησμό του Λάιου ο ΚΡΕΩΝΤΑΣ ΕΧΕΙ ΦΥΓΕΙ!)στ. 512-862
(Διαμάχη Κρέοντα και Οιδίποδα – έρχεται η Ιοκάστη συνομιλούν
ΙΟΚ. ΚΡ. ΟΙΔ.- φεύγει ο ΚΡΕΟΝΤΑΣ , η Ιοκάστη λέει για τον
χρησμό του Λάιου και ο Οιδίποδας ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΜΌ που του
έδωσε ο Απόλλωναςστην Κόρινθο! Ο ΟΙΔ. ΑΓΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟ
ΤΡΊΣΤΡΑΤΟ! Περιμένουν τον βοσκό που είδε τον φονιά του Λάιου
και πάνε στο παλάτι.)

Ο Κρέων εμφανίζεται αγανακτισμένος επειδή έμαθε όσα του


καταμαρτυρεί ο Οιδίποδας.
Συγκρούεται με τον Οιδίποδα και τότε ο Οιδίποδας του λέει ότι πρέπει να
θανατωθεί γιατί κρυφά συνωμότησε εναντίον του και τότε έρχεται
η Ιοκάστη.
Η Ιοκάστη τους εκλιπαρεί να δείξουν ψυχραιμία Ο χορός παρεμβαίνει
και ζητά από τον Οιδίποδα να ξανασκεφτεί όσα είπε και να δείξει
επιείκεια και λογική και να μην εκτοξεύει άδικες κατηγορίες εναντίον
ορκισμένου] φίλου.
(Αντιστροφή)
Η Ιοκάστη μένει με τον Χορό θέλοντας να μάθει τί συνέβη. Ο Οιδίπους
νιώθει αμήχανα που υποχώρησε στη συναισθηματική πίεση του Χορού.

(Ο Οιδίποδας αρχίζει να αγωνιά)


Η Ιοκάστη ζητάει να μάθει τί συνέβη και ο Οιδίπους της λέει ότι ο
Κρέων έβαλε τον Τειρεσία να τον κατηγορήσει για φονιά του Λαΐου.
Εκείνη για να τον καθησυχάσει του λέει ότι είχαν δώσει χρησμό στον
Λάιο ότι θα τον σκοτώσει ο γιος τουκι όμως τον σκότωσαν ληστές στη
διασταύρωση τριών οδών.
Όσο για τον γιο μας, ο ίδιος του έδεσε τα πόδια σαν ήταν τριών
ημερώνκαι έβαλε να τον πετάξουν στα βουνά." .
Ο Οιδίπους αρχίζει να συνειδητοποιεί την φρικτή αλήθεια επειδή
η Ιοκάστη μίλησε για διασταύρωση τριών οδών.
Ο Χορός τον παρηγορεί να μη βγάζει τρομερά συμπεράσματα μέχρι να
έρθει ο βοσκός.
Όντως ο Οιδίπους έχει μια ισχνή ελπίδα ότι αν ο βοσκός είδε παραπάνω
από έναν ληστή, τότε δεν ήταν εκείνος ο φονιάς. Αν όμως πει ότι ένας
σκότωσε και τους τέσσερις άνδρες, τότε το πιθανότερο είναι πια ο
δράστης να είναι ο Οιδίπους. Η Ιοκάστη λέει ότι ο βοσκός και πρώην
υπηρέτης δεν μπορεί να ανακαλέσει όσα είπε (για τους πολλούς δράστες)
και ότι επιπλέον ο χρησμός μιλούσε για τον γιο του βασιλιά Λαΐου, οπότε
δεν μπορεί να αληθεύει κι ας μη στενοχωριούνται άδικα με ανόητους
χρησμούς που δεν ευσταθούν.

Β΄ Στάσιμο( χορός ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ )στ. 862-910

Ο Χορός δεν συμμερίζεται την περιφρόνηση της Ιοκάστης για τους


χρησμούς των ιερών μαντείων. Έμμεσα απειλεί τον θεό ότι αν δεν
επαληθευτεί ο χρησμός και αν δεν τιμωρηθούν οι βέβηλοι, τότε για ποιόν
λόγο να πιστεύουν οι θνητοί στον θεό; Εύχεται να έχουν κακή μοίρα οι
ασεβείς και να μη ξεφύγουν
Γ΄ Επεισόδιο(Ιοκάστηκάνει ικεσίες στον Απόλλωνα – μετά έρχεται ο
Άγγελος από Κόρινθο για τον θάνατο του Πόλυβο, Οιδίποδας- χορός). Ο
Άγγελος του αποκαλύπτει ότι ο Πόλυβος δεν είναι πατέρας του και η
Μερόπη μάνα του! Του λέει ότι ο ΙΔΙΟΣ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ τον πήρε και τον
έδωσε στον άτεκνο Πόλυβο! Η Ιοκάστη φεύγει για το παλάτι . στ. 911-
1085
H Ιοκάστη, είτε επειδή κατά βάθος είναι θρήσκα, είτε για τυπικούς
λόγους, πηγαίνει ως ικέτης στον βωμό του Απόλλωνος να ικετεύσει για
να βρεθεί μια λύση, επειδή βλέπει ότι ο σύζυγός της και βασιλιάς του
τόπου δεν λειτουργεί με ψυχραιμία και κατά την γνώμη της παραφέρεται.
Εκείνη την ώρα έρχεται χαρούμενος ένας αγγελιοφόρος από
την Κόρινθο και λέει στην Ιοκάστη ότι ο Οιδίποδας θα στεφθεί βασιλιάς
γιατί ο Πόλυβος είναι νεκρός. Η Ιοκάστη χαίρεται διπλά, γιατί βγαίνει
αληθινή που οι χρησμοί του Τειρεσία αποδεικνύονται κενοί -αφού ο
Πόλυβος είναι νεκρός, αποκλείεται να τον σκοτώσει πια ο γιος του ο
Οιδίπους. Μόλις το μαθαίνει ο βασιλιάς της Θήβας ανακουφίζεται κι
αυτός, «ο Πόλυβος πήρε μαζί τους χρησμούς στον τάφο του» αναφωνεί.
Όμως απομένει να τον απασχολεί βαθιά το δεύτερο σκέλος του χρησμού,
για τον γάμο με τη μητέρα του.

Ο αγγελιοφόρος καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά αφού κανονικά το


ζευγάρι δεν έπρεπε να πανηγυρίζει και ρωτά να μάθει. Όταν ο Οιδίπους
του λέει για τον τρομερό χρησμό ότι θα παντρευτεί τη μάνα του, την
βασίλισσα της Κορίνθου Μερόπη, τη χήρα του Πολύβου, και ότι μάλλον
σκέφτεται να μην αναλάβει το θρόνο της πόλης εξαιτίας αυτού του
φόβου του, ο αγγελιοφόρος του αποκαλύπτει ότι άδικα αγωνιά, γιατί η
Μερόπη δεν είναι η μητέρα που τον γέννησε. Του εκμυστηρεύεται,
επειδή τον αγαπά και θέλει να απαλύνει την αγωνία του, ότι ο Πόλυβος
τον υιοθέτησε κι ότι αυτός ο ίδιος, ο αγγελιοφόρος, ήταν εκείνος που τον
βρήκε νεογέννητο, παρατημένο στα βουνά, τον λυπήθηκε και τον πήγε
στο βασιλιά της Κορίνθου που ως τότε δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει
παιδιά.
Όταν ο Οιδίπους τον ρωτάει σε ποιο βουνό τον είχε βρει, ο αγγελιοφόρος
του λέει "στον Κιθαιρώνα, όπου τότε τριγυρνούσα ως βοσκός". "Και
γιατί με λυπήθηκες;" ρωτά να μάθει ο Οιδίποδας. "Κοίτα τις αρθρώσεις
στα πόδια σου και θα καταλάβεις" του απαντά . "Στα πόδια σου είχαν
περασμένη περόνη. Από αυτό το γεγονός σε έβγαλαν και Οιδίποδα." Ο
Οιδίποδας ρωτά τον αγγελιοφόρο αν αυτό το έπαθε από την μητέρα ή τον
πατέρα του. Εκείνος του λέει ότι αυτά τα ξέρει καλύτερα εκείνος που τον
άφησε εκεί, ένας δούλος του Λαΐου. Ο Οιδίπους θέλει να βρει τον
υπηρέτη του Λαΐου, γιατί προβληματίζεται αν είναι παιδί κάποιας
δούλας, όμως θέλει να μάθει για την καταγωγή του όσο ταπεινή κι αν
είναι. Πληροφορείται ότι ο υπηρέτης του Λαΐου που τον είχε
εγκαταλείψει στον Κιθαιρώνα είναι ο ίδιος με εκείνον που ούτως ή
άλλως ψάχνει ως αυτόπτη μάρτυρα στον φόνο του Λαΐου. Στρέφεται
στην Ιοκάστη, που προσπαθεί να τον καθησυχάσει: «μάταια λόγια, μη
δίνεις σημασία».
Στην επιμονή του η Ιοκάστη που έχει συνειδητοποιήσει την αλήθεια, τον
παρακαλεί να μη δώσει συνέχεια: «φτάνει που υποφέρω εγώ, μην τα
σκαλίζεις άλλο αν ενδιαφέρεσαι για την ζωή σου. Δυστυχισμένε, μακάρι
να μη μάθεις ποτέ ποιος είσαι» λέει. «Δυστυχισμένε... άλλη λέξη δεν
μπορώ πια να βρω για σένα αποχαιρετώντας σε και μετά από αυτή, ποτέ
τίποτα» και μπαίνει στο ανάκτορο φανερά ταραγμένη.
Ο Χορός αναρωτιέται γιατί η Ιοκάστη έφυγε σχεδόν κλαίγοντας και
ορμητικά και σκέφτεται μήπως από τη σιωπή της αυτή, ξεσπάσουν κι
άλλα κακά. Ο Οιδίπους λέει αποφασιστικά: «Ας ξεσπάσει ό,τι θέλει! Εγώ
θα μάθω ποιος είμαι! Εκείνη μπορεί να νοιώθει άσχημα για την ταπεινή
ίσως καταγωγή μου, αλλά εγώ όχι. Θεωρούσα πάντα ότι ήμουν παιδί
της Τύχης που μου χάρισε μεγάλη ευτυχία».

Γ΄ Στάσιμο( Ο χορός ΚΑΙ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣόχι ο Οιδίποδας


στην σκηνή!) ο χορός ικετεύει τον Φοίβο να του μαρτυρήσει την ΜΑΝΑ
του Οιδίποδα που θαρρεί πως είναι κάποια ΝΕΡΑΙΔΑ ). στ.1086-1122

Δ΄ Επεισόδιο (Οιδίποδας – Άγγελος Κορίνθου– Δούλος Λάιου ΚΑΙ Ο


ΧΟΡΟΣ………….. ο δούλος του λέει μετά από πίεση ότι αυτός πήρε και
παρέδωσε τον Οιδίποδα στον Άγγελο από την Κόρινθο για να το σώσει Ο
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΧΕΤΑΙ . ο Οιδιποδας φεύγει πρώτος μετά
φοβισμένος ο δούλος του Λάιου, ενώ ο Άγγελος από κόρινθο έχει ήδη
φύγει! )στ. 1123- 1185

(Οι φρούδες ελπίδες, η αποκάλυψη)


Η Στροφή και Αντιστροφή μελετάνε με ελπίδα να αποδειχτεί ότι μητέρα
του Οιδίποδος είναι κάποια νύμφη και πατέρας κάποιος θεός, ο Διόνυσος
ή ο Ερμής. Έρχεται όμως ο βοσκός, που είναι πια ηλικιωμένος. Ο
Οιδίποδας ρωτάει τον Κορίνθιο αγγελιαφόρο αν αναγνωρίζει στο
πρόσωπο του βοσκού τον υπηρέτη του Λαΐου που είχε παρατήσει το
βρέφος. Ο Κορίνθιος τον αναγνωρίζει με βεβαιότητα. Τότε ο Οιδίπους
ρωτά τον βοσκό αν γνωρίζει τον αγγελιαφόρο κι εκείνος αρνείται. Όμως
ο αγγελιαφόρος είναι κατηγορηματικός, ότι ο βοσκός ψεύδεται, γιατί
βοσκούσαν μαζί τα κοπάδια τους μήνες ολόκληρους και γνωρίζονταν
πολύ καλά. Ο βοσκός επιμένει αλλά τον πιέζουν τόσο πολύ που λέει στον
Κορίνθιο «άντε χάσου πια από εδώ». Όταν ο Οιδίπους αποφασίζει να τον
βασανίσει για να πει την αλήθεια για το βρέφος, εκείνος σπάει και
ομολογεί ότι όντως παρέδωσε το νεογέννητο στον Κορίνθιο. Ο
Οιδίποδας θέλει να μάθει που το είχε βρει, αν ήταν παιδί δούλας ή από το
ανάκτορο. «
Στη συνέχεια εξηγεί ότι το έδωσε τελικά στον Κορίνθιο βοσκό επειδή το
λυπήθηκε και επειδή ο φτωχός που θα το υιοθετούσε ήταν από άλλη
χώρα, οπότε το αγοράκι δεν θα αναθρεφόταν στη Θήβα και δεν θα
σκότωνε τον Λάιο.

Δ΄Στάσιμο( χορός ) στ. 1185-1220


Στη Στροφή και στην Αντιστροφή Α, εκφράζεται οίκτος για τους
ανθρώπους που δίνουν μεγάλη σημασία στη μικρή ζωή τους και
απευθυνόμενος στον Οιδίποδα του λέει ότι πέταξε το βέλος του με
υπερβολή και πέτυχε τη δόξα και την ευτυχία, έβγαλε από τη μέση την
Σφίγγα, και προστάτης ορθώθηκε, σαν κάστρο, στην όμορφη Θήβα ο
ίδιος,

Έξοδος ( Εξάγγελος - Οιδίποδας – χορός- Κρέοντας- βουβά πρόσωπα τα


παιδιά του Οιδ.) Ο Εξάγγελος ανακοινώνει ότι Ιοκάστη αυτοκτόνησε και
ο Οιδίποδας τυφλώθηκε- βγαίνει ο Οιδίποδας μετά Κρέοντας ) στ.1221-
1530
(Η κάθαρση)
Ο Εξάγγελος ανακοινώνει ότι «πέθανε η σεβαστή Ιοκάστη, γεμάτη
απόγνωση μπήκε με μιας στη κρεβατοκάμαρη και άρχισε να τραβάει τα
μαλλιά της και να ουρλιάζει στον Λάιο ότι την άφησε να αποκτήσει
άνδρα από τον άνδρα της, και να γεννάει παιδιά απ' τα παιδιά της».
Μπαίνει σαν τρελός στο ανάκτορο, συντετριμμένος αλλά και ωρυόμενος
ο Οιδίποδας που τα έχει πια χαμένα και ρωτάει να μάθει «που είναι η
γυναίκα μου» και μετά «που είναι η μητέρα, η μητέρα μου και μητέρα
των παιδιών μου». Ύστερα ορμάει στην κρεβατοκάμαρη σπάζοντας την
πόρτα που είχε κλείσει η Ιοκάστη και τη βρήκε κρεμασμένη. Την
ελευθερώνει από την αγχόνη βογκώντας και κραυγάζοντας και ύστερα
βγάζει τις χρυσές καρφίτσες που εκείνη είχε στους ώμους του ρούχου
της[14] και τις μπήγει στα μάτια του.
Έπειτα ψάχνει κάποιον να τον βγάλει έξω από την πόλη, αποκαλώντας
τον εαυτό του τρισκατάρατο, που τον μισούν θεοί και άνθρωποι «που
καλύτερα να πέθαινα στον Κιθαιρώνα βρέφος, να μη γινόμουν ό,τι έγινα,
αν υπάρχει κάτι χειρότερο απ΄ όσα έπαθα, θα με βρει κι αυτό». Και πάλι
παρακαλεί κάποιον να τον οδηγήσει έξω από τη Θήβα ή να τον ρίξει στη
θάλασσα.
Τέλος αποχαιρετά τις κόρες του με την αγωνία του τί ζωή τις περιμένει
ως παιδιά τόσο άνομου γάμου και απομακρύνεται από τη Θήβα, που
πλέον ελέγχεται από τον Κρέοντα.

You might also like