Professional Documents
Culture Documents
gr
ΤΙ ΕΝΝΟΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΛΕΜΕ ΟΤΙ ΤΑ ΧΟΥΓΙΑ ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΟΥΝ;
Χαρισματική Οδός
εκδ. Ίνδικτος
Τους αγίους μας τους έχομε και στην λατρεία και στο κελλί μας,
παντού. Πώς τα έχει κάνει ο Θεός, ώστε να είμαστε ενωμένοι μαζί τους,
αχώριστοι. Αιωνίως μας έχει συνδέσει σε ένα σώμα. Κάτι που δεν
μπορούσε να φανταστεί η ανθρώπινη διάνοια, ο Θεός το έκανε
πραγματικότητα. Γι' αυτό και δεν ήθελε να έχομε καμιά δικαιολογία,
εάν υστερήσουμε. Εμείς βλέπομε τον πλαϊνό μας και δεν βλέπομε το
νέφος των αγίων, που είναι μαζί μας. Πάσχουν τα μάτια μας, δεν
βλέπουν.
Όλοι αυτοί οι άγιοι είναι όπως η γεννήτρια που την ανοίγεις μόλις
σταματήσει το ρεύμα και μεταδίδει αμέσως την ενέργειά της. Το ίδιο
και οι άγιοι, αμέσως μας βοηθούν στις αδυναμίες της φύσεώς μας, στα
θέματά μας, όταν πράγματι είναι αδυναμίες της φύσεώς μας και όχι
του βουλητικού μας. Την βούλησή μας κανείς δεν μπορεί να την
μεταβάλει. Όταν όμως είναι αδυναμίες της φύσεώς μας, έρχονται
αμέσως επίκουροι και μας τονώνουν. Όλα όμως είναι τόσο ωραία
ρυθμισμένα στο σώμα του Χριστού, ώστε, όπως οι άγιοι είναι στον
ουρανό είναι και μαζί μας, έτσι και εμείς, μπορούμε και από την ζωή
αυτή να είμαστε μαζί τους επάνω στον ουρανό.
Συνήθως την τάση προς την ερημία την θεωρούν οι άνθρωποι σαν κάτι
το επικίνδυνο, διότι μπορεί να παραπλανηθεί ο άνθρωπος και να
θρέψει μέσα του ιδέες φανταστικές και πράγματα που δεν μπορεί να
τα κάνει.
Τίποτε. Ο άνθρωπος που δεν θα σκεφθεί την φυγή κάποτε, ακόμη και
με την ειδική έννοια του μοναχισμού, σημαίνει ή ότι είναι άρρωστος ή
ότι ουδέποτε ουσιαστικά απησχολήθη με την ψυχή του.
Κάποιος που θα απασχοληθεί έστω και επί πέντε λεπτά με τον Θεόν,
να είσθε βέβαιες ότι το πιο πολύ διάστημα των πέντε λεπτών θα είναι
σκέψεις να πάει στο μοναστήρι. Έτσι είναι.
Είναι η ψυχή που σκέπτεται, είπαμε, τον εαυτόν της, αγαπά την άνεσή
της και εκεί ευρίσκει την άνεσή της να επικοινωνήσει με Αυτόν τον
οποίον ζητεί, που θέλει να τον ανακαλύψει, τον Θεόν δηλαδή.
Τι θα κάνω;
Είμαστε τώρα δύο: εγώ και ο Θεός. Εγώ και ο Θεός είμεθα μακριά
ακόμη. Έχω αμαρτήσει, έχω χωρισθεί από τον Θεόν, αλλά εγώ ζητώ τον
Θεόν. Ο Θεός με αγαπά και ζητεί εμένα. Έχομε, λοιπόν, μίαν – από
διαφορετικό πόλο – ροπή του Θεού προς εμένα και εμού προς τον
Θεόν.
Εγώ τι μπορώ να κάνω για τον Θεόν; Δεν μπορώ να κάνω τίποτε. Ακόμη
ούτε να τον ζητήσω μπορώ, ακόμη ούτε να μετανοήσω μπορώ.
Αυτό που μπορώ να κάνω είναι αυτό που το λέμε σήμερα εμείς αγώνα.
Αλλά, αν το αγώνας δεν σημαίνει τίποτε, ας το ονομάσουμε πιο σωστά
άσκησις.
Αυτό που μπορώ να κάνω είναι η άσκησις, ανάλογα με τον τόπο μου,
με τον τρόπο της ζωής μου, με την ψυχοσύνθεσή μου, με τις δυνάμεις
μου, με την χωρητικότητά μου, ανάλογα με τις προϋποθέσεις της
ψυχής μου και τις προδιαθέσεις της.
Κάθε ημέρα στην εκκλησία ζητάμε τις πρεσβείες των αγίων. Αυτές οι
πρεσβείες είναι ολόκληρη δύναμις, ολόκληρος κόσμος που βγαίνει από
τους αγίους και από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Αλλά οι άγιοι δεν
μεσιτεύουν απλώς. Με το να βλέπουν τον Χριστόν και να γνωρίζουν
την ζωή του, και με το να δέχωνται εν Πνεύματι Αγίω θείο φωτισμό ο
οποίος θα γίνη πλήρης την ημέρα εκείνη, όταν θα παραβρεθούμε και
εμείς μαζί τους, ο Χριστός γίνεται πλέον περιουσία τους και φωτίζουν
και εμάς.
Διαφωτίζουν τον νου μας, μας αποκαλύπτουν. Όταν έχω κάτι και μου
το ζήτησης, θα σου το δώσω. Αν έχω δύο χιτώνες, ο Θεός με
υποχρεώνει να σου δώσω τον ένα. Αλλά και αν έχω έναν, σε λυπάμαι
και σου τον δίνω και αυτόν και ζητάω άλλον από τον ηγούμενο. Ο
άγιος, που έχει τόσο πλούτο από τον φωτισμό του Θεού, δεν θα δώση
και σε μας; Μπορεί να μας το αρνηθή αυτό;
Ο θείος φωτισμός είναι το βαθύτερο και το σπουδαιότερο που
μπορούμε να ζητήσωμε από τους αγίους. Ό,τι και αν μας λείπη,
αποκαθίσταται ή μπορούμε να ζήσωμε χωρίς αυτό. Αλλά χωρίς τον
φωτισμό, την γνώσι δηλαδή, δεν μπορούμε να ζήσωμε.
Η γνώσις του Θεού συντηρεί τα κύτταρά μας και ενώνει το πνεύμα μας,
μας παριστάνει ενώπιον του Θεού και μας σώζει και μας βάζει στην
βασιλεία των ουρανών. Η γνώσις ή η άγνοια του Θεού, ή μικρή ή η
μεγάλη, μας κάνει ζωντανούς ή νεκρούς. Για όλους αυτούς τους λόγους
ο άγιος δεν αντέχει να μην εκφράση την αγάπη του με το να μας
πλουτίζη με τον θείο φωτισμό, με το να μας διαφωτίζη στο κάθε μας
θέμα.
Επί πλέον, οι άγιοι δεν κάνουν κάτι μακριά από εμάς, δεν πηγαίνουν
πίσω από εμάς για να παρακαλέσουν τον Θεόν, αλλά προσεύχονται
μαζί μας. Εφ’ όσον είναι πρόσωπα, όταν γονατίζω εγώ, αυτός που κάθε
ημέρα είναι με τον Θεόν, γονατίζει μαζί μου, συν-γονατίζει,
συνιδρώνει, συμπάσχει, συναγωνιά με την δική μου παράστασι
ενώπιον του Θεού. Μη σας κάνη αυτό εντύπωσι.
Αναγώνιος είναι η αγωνία του αγίου, αλλά είναι μία αγωνία, μία
συμμετοχή στην ζωή μας. Εφ’ όσον το Πνεύμα κράζει, «αββά ο πατήρ»,
και αγωνιά μαζί μας, εφ’ όσον ο Πατήρ και η κτίσις αγωνίζονται μαζί
μας, δεν θα αγωνισθή ο άγιος που τον φέραμε και τον βάλαμε στο
κελλί μας; Και είναι τόσο εύκολη αυτή η πράξις! Κάνεις μια μικρή
έπιστράτευσι και υποχρεώνεις όλους τους αγίους να γονατίσουν μαζί
σου.
Μα, θα μου πήτε, συναγωνιά ο άγιος; Γιατί; Διότι εμείς είμαστε
άνθρωποι ακόμη, φέρομε το σαρκικό αυτό περίβλημα, έχομε την
χονδροείδεια του μυαλού μας και της καρδιάς μας και δεν έχομε
σταθερότητα στην πορεία μας. Τώρα μπορεί να κλαίω και μετά να
γελάω. Τώρα να ζητώ κάτι από τον Θεόν και μετά να αναρωτιέμαι γιατί
το ζητώ. Ή τώρα να ζητώ κάτι και μετά να το ξεχνώ.
Τώρα να υπόσχωμαι κάτι και μετά να κάνω το αντίθετο. Τώρα να
ορκίζωμα; στον Θεόν πως θα μετανοήσω και μετά να περιπίπτω στην
ίδια αμαρτία με την δική μου γνώμη και βουλή. Δεν έχω δει τον Θεόν
με τα μάτια μου τα σαρκικά, όπως τον θέλω εγώ, δεν μου παρέχει ο
Θεός τον εαυτό του, όπως εγώ θα το ήθελα ή το φανταζόμουν, και του
εκφράζω τις αφέλειές μου, τα παιδιαρίσματά μου, παίζω μαζί του και
τον χάνω μέσα από τα χέρια μου.
Ο άγιος από την μια έχει ενώπιον του την βεβαιότητα του Θεού, την
αγάπη του Θεού, όλη· την θεία οικονομία, και μπορεί να την πιάση και
να μας την δώση, και από την άλλη έχει εμάς τους ανίδεους και
χονδρούς ανθρώπους και δεν ξέρει τι να κάνη μαζί μας. Δεν είναι
βέβαιος, αν μετά από μισή ώρα θα μείνωμε πιστοί στην υπόσχεσι που
του δίνομε τώρα, αν αύριο θα τον ξανακαλέσωμε για να συν-γονατίση
μαζί μας. Εχομε την βούλησί μας και αύριο μπορεί να τον ξεγελάσωμε,
και τότε θα αναγκασθή να παραστή κενός ενώπιον του Θεού.
Εχομε λοιπόν μαζί μας τον Θεόν, την Αγία Γραφή, δηλαδή όλη την
ιστορία της Εκκλησίας και όλη την οικονομία του Θεού, έχομε τους
αγίους, πιθανόν και τα έργα των χειρών μας. Ποιός απομένει να μπη
στο κελλί μας; Αυτός που κατά κανόνα λείπει είναι ο εαυτός μας, και
κυρίως ο νους μας, διότι τριγυρίζει.
Το πρόβλημα τώρα είναι να βάλωμε μέσα εκεί και τον εαυτό μας. Οι
άγιοι έρχονται, ο Θεός έρχεται, όλοι υπακούουν στον «βραχύ τι παρ’
αγγέλους ηλαττωμένον» άνθρωπο, δεν υπακούει μόνον ο ίδιος στον
εαυτό του ούτε και στην προσκλησι του Θεού. Γι’ αυτό, το μεγάλο
πρόβλημα στην αγρυπνία μας είναι η παρουσία του ιδίου του εαυτού
μας. Προφανώς, αυτή επιτυγχάνεται διά της προσευχής.
Πόσες φορές εμείς μετανοούμε και δεν έχουμε χαρά! Είναι βέβαιο τότε
ότι θα ξαναπέσουμε. Πόσες φορές εξομολογούμεθα και δεν
πυρπολείται και δεν μεθάει η καρδιά μας! Προφανώς, είναι ψεύτικος
αυτός ο οίνος. Πόσες φορές πιστεύουμε ότι βρήκαμε την αλήθεια ή την
χαρά, αλλά δεν έχουμε τον οίνο, το δάκρυ το πνευματικό! Έως πότε
λοιπόν θα είναι ψεύτικη η χαρά μου, η λύπη μου, ψεύτικες οι
μετάνοιές μου, όλες οι προσφορές μου και οι θυσίες μου για τον Θεό;
Εώς πότε θα αμελώ και θα ζω αυτή την ψευδότητα;
Έχω μεθύσι, αλλά δεν έχω οίνο, δεν έχω δάκρυ, διότι η σκληρότητα της
καρδιάς μου, που επαχύνθη, που ελιπάνθη, εξήρανε τους οφθαλμούς
μου. Από την καρδιά βγαίνουν όλα. Όταν είναι σκληρή η καρδιά, τί να
βγάλουν τα μάτια;
Είναι η περιπέτεια της ζωής μας, λόγω των ποικίλων φροντίδων και
ενδιαφερόντων μας. Κάθε φορά δηλαδή κάτι μας απασχολεί, κάτι
γυαλίζει στα μάτια μας ως επιθυμία. Σήμερα με απασχολεί να πετύχω
αυτό, αύριο να διαμορφώσω το μοναστήρι μου κατά τον καλύτερο
τρόπο. Κάθε φορά κάτι σαν σαράκι τρώει και σκληραίνει την ρίζα της
καρδιάς μου και εν συνεχεία της κεφαλής μου και με αχρηστεύει.
«Έως την ώρα του σκότους». Επειδή έχω μεθύσια, ζω νομίζοντας ότι
έχω Θεόν, μέχρι την ώρα που θα γλιστρήσω μέσα στο σκοτάδι.
Πλησιάζει η τελευταία στιγμή της ζωής μου, κατά την οποία «ουκ έστιν
ο μνημονεύων σου», και ακόμη δεν ανεκάλυψα ότι ζω χωρίς Θεόν.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα της χαράς χωρίς δάκρυ και των δακρύων
χωρίς χαρά.
εκδ.: ΙΝΔΙΚΤΟΣ
ΓΕΡΩΝ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ
Ο άνθρωπος για να έχει πνευματική ζωή, να έχει το φως στη ζωή του,
πρέπει να έχει τελεία επικοινωνία με το περιβάλλον του.
Από τη στιγμή που δεν έχει αυτή την απλή, την φυσική, την άνετη
εγκατάλειψη και παράδοση του εαυτού του στον άλλον, και επομένως
την βίωση του άλλου ως οικείου μέλους, δεν μπορεί να έχει Θεόν. Γι’
αυτό σκοτίζεται η ψυχή, όταν κλονίζεται η σχέση της με τον Θεό.
Μίσος
Εξουδένωση
Ζήλεια
Αν πάρουμε την ζήλεια με την έννοια ότι ζηλεύω αυτόν τον άνθρωπο
και τον απωθώ, τότε η ζήλεια είναι έκφραση εσωτερικής αδυναμίας
αλλά και ανώμαλης αγάπης. Δηλαδή τον αγαπώ κατά τρόπο εγωιστικό
και αποκλειστικό, πιστεύω ότι έχω δικαιώματα στη ζωή του και ότι
αυτός έχει υποχρεώσεις απέναντί μου, ότι πρέπει να μου δίνει
λογαριασμό για το που πηγαίνει και τι κάνει.
Γογγυσμός
Όχι! Μη σκεφθείς ποτέ έτσι. Ο Θεός ξέρει πότε η καρδιά σου θα είναι
χωρητική. Εάν ακόμη δεν πήρες κάτι, σημαίνει ότι δεν χωράει η καρδιά
σου. Η καρδιά σου είναι στουμπωμένη, όπως όταν βάζεις πολλά
πράγματα μαζί και τα πιέζεις, για να μη μείνει καθόλου κενό αέρος.
Ούτε αέρας δεν μπορεί να χωρέσει στην καρδιά σου, και θέλεις να
χωρέσει ο Θεός, τον οποίο δεν χωρούν ολόκληροι οι ουρανοί;
"Μόλις δώ, παιδί μου, την κατάλληλη στιγμή, σε βεβαιώ ότι δεν θα
καθυστερήσω ούτε ένα δευτερόλεπτο να σου πραγματώσω τους
πόθους σου, τις λαχτάρες σου, τα θεϊκά σου όνειρα. Αμέσως θα το
κάνω."
Ο οδοντίατρος σου κάνει ένεση και περιμένει να μουδιάσεις για να σε
εγχειρήσει. Εάν σου κάνει αμέσως την εγχείρηση, θα πεταχτείς από τον
πόνο και μπορεί να σπάσει και το δόντι σου. Έτσι και ο Θεός περιμένει
την κατάλληλη στιγμή, για να έρθει να σου φωτίσει την διάνοια, να
σου χαρίσει όλο τον παράδεισο. Αυτό που νοσταλγούσες ένα, δύο,
τρία, πέντε, είκοσι, πενήντα χρόνια, θα το πάρεις σε μια στιγμή. Η
μετάνοια δεν πάει ποτέ χαμένη, και δεν χάνεις τίποτε όταν την ασκείς.
Κυριακή της Τυρινής. Η εκκλησία την έχει αφιερώσει στην εξορία των
πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο. Είναι λοιπόν ημέρα πόνου και
ημέρα αναμνήσεως κακής. Οι πρωτόπλαστοι τρώγοντας από το δέντρο
της γνώσεως του καλού και του κακού, τα έχασαν όλα. Όχι μόνο Θεοί
δεν έγιναν, που τους υπέδειξε ο διάβολος, αλλά άδειασαν. Έγιναν μια
πληγή. Και ο Κύριος τους έβγαλε από τον Παράδεισο, και έφερε και τον
θάνατο, που ήταν τώρα ευλογία, για να μη γίνει το κακό αθάνατο. Είναι
λοιπόν η πρώτη μέρα του κόσμου μετά την πτώση, η Κυριακή της
Τυρινής. Ενώ η προηγούμενη η Κυριακή των Απόκρεω, ήταν η
τελευταία ημέρα του κόσμου. Και εδώ μας μιλάει το Ευαγγέλιο, που
είναι από την «Επί του Όρους Ομιλία» του Χριστού, μας μιλάει για τα
τρία είδη νηστείας. Εμείς πιστεύουμε ότι νηστεία είναι μόνο το
φαγητό. Είναι και αυτό, διότι η νηστεία είναι η πρώτη εντολή. Την
έδωσε ο Θεός στους πρωτοπλάστους, για να διαλέξουν οι άνθρωποι το
φαγητό ή Αυτόν; Που είναι το αθάνατο φαγητό. Και οι άνθρωποι
διάλεξαν το πρόσκαιρο φαγητό κατά μια εκδοχή. Υπάρχουν και άλλες
εκδοχές. Η άλλη εκδοχή, η σπουδαιότερη, είναι ότι οι άνθρωποι
θέλησαν να μπουν στο χώρο της Θεότητος. Και θέλησαν –
δημιουργήματα αυτοί – να καταλάβουν τον Δημιουργό. Πράγμα
αδύνατον. Για αυτό ήρθε ο Δημιουργός μετά και ενσαρκώθηκε για να
καταλάβουν τουλάχιστον την Αγάπη Του, τις Θείες Του ενέργειες και τη
μεγάλη Του προσφορά: τη Σταύρωση και την Ανάσταση, την ίδρυση της
Αγίας Εκκλησίας, και το Σώμα και Αίμα, το οποίο μας δίνει για να
Θεοποιηθούμε κατά χάριν. Να δούμε τώρα ποιες είναι οι τρεις
νηστείες που προτείνει ο Ευαγγελικός λόγος:
Η πρώτη νηστεία είναι η νηστεία της κακίας, και όπως μας λέει το
Ευαγγέλιο προβάλει τη συγγνώμη. «Εάν συγχωρήσετε τους
ανθρώπους, θα σας συγχωρήσει και εσάς ο Θεός. Και εάν δεν
συγχωρήσετε τους ανθρώπους, δεν θα σας συγχωρήσει και εσάς ο
Θεός». Εδώ ακριβώς νηστεύουμε την κακία, την παλιανθρωπιά, την
εχθρότητα. Βέβαια το Ευαγγέλιο μας βάζει δύσκολα. Είναι γεγονός.
Αλλά έλα που ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για τα δύσκολα και οι
ευκολίες μας χαλάνε. Το βλέπουμε άλλωστε σήμερα. Άνθρωπος ο
οποίος συγχωρεί είναι του Θεού. Ό,τι και αν του έχουν κάνει, όταν
συγχωρήσει, είναι με τον Χριστό. Και ο Χριστός μετά τι κάνει; Του
συγχωρεί τα δικά του αμαρτήματα. Να ένας εύκολος τρόπος να πάμε
στον Παράδεισο. Δεν είναι καθόλου εύκολος, αλλά είναι και εύκολος,
άμα θέλουμε.