Professional Documents
Culture Documents
Στην εισαγωγή του βιβλίου του δηλώνει ο Szasz ότι «θα προσπαθήσω να δείξω
ότι με την προοδευτική παρακμή της θρησκείας και την ανάπτυξη κατά τον 18ο
αιώνα της επιστήμης, η φροντίδα της θεραπείας των (sinful) ψυχών, που εν τω
μεταξύ είχε γίνει ένα ολοκληρωμένο μέρος των χριστιανικών Εκκλησιών,
αναμορφώθηκε και εμφανίστηκε ως φροντίδα της θεραπείας του πνεύματος
(sick) και έγινε ένα ολοκληρωμένο μέρος της ιατρικής επιστήμης».
Για να κατανοήσει κανείς καλύτερα την αιτιολογία του εγχειρήματος του Szasz και
γενικότερα τη φύση του συνολικού του έργου, πρέπει, ασφαλώς, να
συνειδητοποιήσει τις τεράστιες διαστάσεις του απλώματος της ψυχοθεραπείας
στο χώρο της αμερικανικής ζωής, και κυρίως τις εναλλασσόμενες, τις τελευταίες
δεκαετίες, ψυχοθεραπευτικές προοπτικές και μεθοδολογίες. Κάτω από το πρίσμα
αυτής της πραγματικότητος, όχι μόνο το βιβλίο «Ο μύθος της ψυχοθεραπείας»,
αλλά γενικά το όλο έργο του Szasz αποτελεί μια διαμαρτυρία εναντίον μιας
δοκιμασμένης «ψυχιατρικής» επιστήμης!
Η θέση βέβαια του Szasz στο πρόβλημα τι είναι η ψυχοθεραπεία, δηλώνεται ήδη
από τον τίτλο του βιβλίου του. Για τον ψυχίατρο αυτό η ψυχοθεραπεία είναι ένας
«μύθος». Δεν είναι μια θεραπευτική δεοντολογία που ανταποκρίνεται στη φύση
του αντικειμένου της - τον ψυχικά άρρωστο άνθρωπο.
Η βασική θέση του Szasz, καθώς υπογραμμίζεται ήδη στην εισαγωγή του βιβλίου
του, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η ψυχοθεραπεία, με οποιαδήποτε προοπτική
και μεθοδολογία και αν ασκείται, είναι ένα υποκατάστατο μιας άλλης
θεραπευτικής δεοντολογίας, που είναι η αυθεντική και επομένως η μόνη
σύμφωνη προς τη φύση της ανθρώπινης ψυχής. Και καθώς επίσης ο Szasz
σχετίζει άμεσα με το πρόβλημα της ποιότητος της ψυχοθεραπείας μια κάμψη της
εντάσεως της θρησκευτικής ζωής και μια ποιοτική της διαφοροποίηση «επί τα
χείρω», αποκαλύπτεται χωρίς περιστροφές ότι, ως αυθεντική ψυχοθεραπεία,
αναγνωρίζει ο αντιρρησίας αυτός ψυχίατρος τη θεραπεία των ψυχών που
προσφέρει η θρησκεία. Γι᾿ αυτό το λόγο τελικά χαρακτηρίζει την ψυχοθεραπεία
ως «ψευδοθρησκεία» (pseudoreligion). Η ψυχοθεραπεία λοιπόν, ως
υποκατάστατο της θρησκείας, είναι ένας μύθος, κατά τον Thomas Szasz.
Ακόμη, ειδικότερα, αυτό που φαίνεται δύσκολο να κατορθωθεί δεν είναι τόσο η
πληροφόρηση του ασθενούς ως προς την αιτιολογία της νοσηρής του
συμπτωματολογίας, αλλ᾿ η βιωματική κατανόηση εκ μέρους του μιας
επιβαλλομένης αλλαγής, στη δομική ψυχοδυναμική αφετηρία της συγκεκριμένης
του συμπεριφοράς. Ο ψυχικά άρρωστος άνθρωπος είναι δυνατόν να οδηγηθεί,
σε πολλές περιπτώσεις, στη συνειδητοποίηση βασικών συγκρουσιακών του
καταστάσεων, αλλά το πιο σίγουρο είναι ότι δεν θα μπορέσει να προχωρήσει σε
μια αυτοδύναμη αλλαγή της σχέσεως των παραγόντων της βασικής ψυχικής του
συγκρούσεως. Ενδέχεται να βρεθεί μπροστά σ᾿ ένα ψυχοθεραπευτή που του
προσφέρει σωστή ερμηνεία της συγκρουσιακής του καταστάσεως. Αλλά ακριβώς
λόγω του βιωματικού («υπαρξιακού») αντιφατικού χαρακτήρος της καταστάσεως
αυτής, ίσως δεν θα μπορέσει να βιώσει τη συνειδητοποίηση ως θεραπεία.
Αντίθετα, όπως είναι γνωστό από την ψυχοθεραπευτική εμπειρία, η
συνειδητοποίηση μιας συγκρουσιακής καταστάσεως μπορεί να σημάνει, για το
ενδιαφερόμενο πρόσωπο, ένταση των ψυχοπαθολογικών του φαινομένων ή και
καταστροφή. Η μεθοδική του προετοιμασία για τη στιγμή του
«ψυχοθεραπευτικού καιρού» στη διαδικασία του ψυχοθεραπευτικού διαλόγου
είναι, συχνά, ένα αβέβαιο εγχείρημα. Όταν η εστία μιας ψυχικής συγκρούσεως
είναι ενεργής, η βιωματική της, μέσω μιας συνειδητοποιήσεως, προσέγγιση
μπορεί να σημαίνει «λάδι στη φωτιά».
Το κατ᾿ εξοχήν αυτό μυθικό στοιχείο της ψυχοθεραπείας ουσιώνεται, στην πράξη,
πολύ εύκολα, κυρίως με τη λαθραία διείσδυση του ψυχοθεραπευτικού διαλόγου
στους χώρους του αξιολογικού συστήματος ζωής του ασθενούς. Γιατί η αθέτηση
της θεμελιώδους αυτής αρχής («της μη παρεμβάσεως») στο αξιολογικό αυτό
σύστημα υπάρχει, ως γνωστό, μέσα στη δομή όλων σχεδόν των αυτοτελών και
συστηματικών ψυχολογικών θεωριών. Παρά το γεγονός, δηλαδή, ότι η
ψυχοθεραπευτική δεοντολογία κινείται προς την αξιολογικά ουδέτερη
κατεύθυνση της επαναφοράς απλώς του ψυχικά άρρωστου ανθρώπου στη
δυνατότητα της φυσιολογικής προσαρμογής του στο χώρο της υπάρξεως του, δεν
μπορεί να αποφύγει την προβολή ενώπιον του ασθενούς αυτού ενός προτύπου
ζωής. Ο αναπόφευκτος καθορισμός νέων όρων ή σχέσεων ζωής σημαίνει μια νέα
εικόνα ζωής. Η νέα, όμως, εικόνα σημαίνει ένταξη σ᾿ ένα νέο σύστημα ζωής. Οι
νέοι όροι και οι νέες σχέσεις ζωής απαιτούν νέες «εκτιμήσεις» εκ μέρους του
ασθενούς και οδηγούν, μοιραίως, σ᾿ ένα νέο αξιολογικό σύστημα ζωής.
Αυτός, εξάλλου, ο εγκλωβισμός του ατόμου μεταξύ των δύο «πρέπει» εκφράζει
συγχρόνως το είδος, τις διαστάσεις και την ποιότητα του αισθήματος (ή
βιώματος) της ενοχής, που αποτελεί πάντοτε το έσχατο υπόβαθρο του
υπαρξιακού προβληματισμού του ατόμου αυτού. Πράγμα που σημαίνει την
αναπόφευκτη σύνδεση του άτομου με τις αξιολογικές διαστάσεις της υπαρξιακής
του προοπτικής! Ακόμη και στο χώρο του ψυχολογικού-«υπαρξιστικού»
στοχασμού, η αίσθηση της ενοχής βιώνεται σε συνάρτηση με την προοπτική της
υπάρξεως. Αυτό, ακριβώς, δείχνει ότι η ψυχολογία από τη φύση της εκφράζει,
είτε το θέλει είτε όχι, αξιολογικές ποιότητες ζωής. Η γενική αρχή ότι η ψυχολογία
είναι μια ουδέτερη αξιολογικά επιστήμη είναι, πράγματι, ο μεγαλύτερος «μύθος»
που κυκλοφορεί στους χώρους του θεωρητικού αλλά και του πρακτικού
προβληματισμού της επιστήμης αυτής. Γι᾿ αυτό, άλλωστε, το νευρωτικό
χαρακτήρα της ίδιας της ψυχολογίας (Carusο) πρέπει να αποδώσει κανείς στην
απώθηση της ενοχής της για την μυθική προβολή του μεγάλου αυτού ψεύδους!