Professional Documents
Culture Documents
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
«ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ»
ΤΟΜΟΣ Γ΄ ΤΟΜΟΣ Γ΄
ΟΡΦΑΝΟ Ή ΝΥΦΗ;
Ο ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΕΑΥΤΟΣ, ΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ1
1. Το κείμενο αυτό βασίζεται σε εισήγηση που έγινε στο Πανεπιστήμιο του Μπαλαμάντ (Λίβανος), 4
Δεκεμβρίου 2007, στα Αγγλικά. Βλ. Αthanasios N. Papathanasiou, “Αn Orphan or a Bride? The
Human Self, Collective Identities and Conversion”, στο: Thinking Modernity: Towards a Reconfigu-
ration of the Relationship between Orthodox Theology and Modern Culture (επιμ. Assaad E. Kattan &
Fadi A. Georgi), εκδ. St John of Damascus Institute of Theology, University of Balamand & West-
phalian Wilhelm’s University, Centre of Religious Studies, Münster 2010, σσ. 133-154. Συμπλή-
ρωμά του αποτελεί το μελέτημά μου, “Η κοινότητα ως βρόχος. Η αποστολή της Εκκλησίας στη
σκοτεινή πλευρά της σελήνης”, στο: Πολιτισμός & Διαφορετικότητα. Εμείς και οι άλλοι (επιμ. Δημή-
τριος Γ. Μαγριπλής), εκδ. Αντ. Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2011, σσ. 333-352.
346 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
An orphan or a bride?
The human self, collective identities and conversion
1. ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
2. Βλ. Samuel Huntington, The Clash of Civilizations and the Remaking of World Order, εκδ. Simon &
Schuster, New York 1996. Julia Kristeva, “Le poids mystérieux de l’ orhthodoxie”, Le Monde, 18
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 347
επισημάνει, από τη δική του σκοπιά, ότι στην Ορθόδοξη παράδοση το άτομο
είναι καταδικασμένο σε υπανάπτυξη, καθ’ όσον καθ’ αυτήν η δομή του ανα-
τολικού Χριστιανισμού είναι κολλεκτιβιστική, δηλαδή υποτάσσει το άτομο
στις διάφορες συλλογικότητές του, όπως το έθνος, η κοινότητα κοκ. Γι’
αυτό, άλλωστε, πάντα σύμφωνα με την οπτική αυτή, οι παραδοσιακά Ορ-
θόδοξες κοινωνίες δεν έχουν κατορθώσει να συναντηθούν γόνιμα με τη
νεωτερικότητα. Νιώθουν άβολα με τον πλουραλισμό και είναι ασύμβατες
με τη δημοκρατία και τα ατομικά δικαιώματα.
Τη δεύτερη πρόκληση την εκπροσωπούν τάσεις των κοινωνικών και
των θρησκειολογικών σπουδών, οι οποίες ασκούν έντονη κριτική στη νε-
ωτερική φάση του δυτικού Χριστιανισμού. Οι τάσεις αυτές κατηγορούν τον
δυτικό Χριστιανισμό ότι, παρ’ όλο που πολεμήθηκε από τον αντιθρησκευ-
τικό Διαφωτισμό, εν τέλει ο ίδιος προσυπέγραψε βασικά διαφωτιστικά
αξιώματα όπως η ατομοκρατία, βάσει της οποίας διαμόρφωσε (και μέσω
της αποικιοκρατίας επέβαλε) την αξίωση να μεταστραφούν όλοι οι άνθρω-
ποι της υφηλίου στον δυτικό πολιτισμό και τη χριστιανική πίστη, αποσπώ-
μενοι από τις εκ γενετής συλλογικότητές τους3. Κατά τις εν λόγω τάσεις,
το άτομο είναι αυθεντικό στο μέτρο που δεν αποσπάται από τη συλλογική
ταυτότητα (εθνική, πολιτισμική και θρησκευτική) η οποία το έχει γεννήσει
και το έχει διαμορφώσει. “Το να αλλάξει ένας άνθρωπος θρησκεία”, έγραφε
προδρομικά το 1951 η Σιμόνη Βέηλ, “είναι τόσο επικίνδυνο, όσο το να αλ-
λάξει γλώσσα ένας συγγραφέας”4.
2. Απριλίου 1999. Στέλιος Ράμφος, Ο καημός του ενός, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2000 και Το αδιανόητο τίποτα.
Φιλοκαλικά ριζώματα του νεοελληνικού μηδενισμού. Δοκίμιο φιλοσοφικής ανθρωπολογίας, εκδ. Αρμός,
Αθήνα 2010. Εξυπακούεται ότι οι θέσεις αυτές έχουν πυροδοτήσει έντονες συζητήσεις. Βλ. ενδει-
κτικά Olivier Clement & Michel Stavrou, “Orthodoxie, la pensateur et la grâce“, Le Monde, 25
Απριλίου 1999. Σταύρος Ζουμπουλάκης, Ο Θεός στην πόλη. Δοκίμια για τη θρησκεία και την πολιτική,
εκδ. Εστίας, Αθήνα 2002, σσ. 67-80. Paschalis M. Kitromilides, “Orthodoxy, Nationalism and Ethnic
Conflicts”, στο: The Orthodox Churches in a Pluralistic World (επιμ. Emmanuel Clapsis), εκδ. WCC
Publications, Geneva & Holy Cross Orthodox Press, Brookline, Massachusetts 2004, σσ. 183-188.
π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Ορθοδοξία και εκσυγχρονισμός. Βυζαντινή εξατομίκευση, κράτος και ιστορία,
στην προοπτική του ευρωπαϊκού μέλλοντος, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2006, ιδίως σσ. 283-300. Βλ. και Θε-
όδωρος Ι. Ζιάκας, Πέρα από το άτομο. Το αίνιγμα της ελληνικής ταυτότητας. Γενική εισαγωγή, εκδ.
Αρμός, Αθήνα 2003.
3. Sheila Greeve Davaney, “Theology and the Turn to Cultural Analysis”, στο: Converging on Culture.
Theologians in Dialogue with Cultural Analysis and Criticism (επιμ. Delwin Brown, Sheila Greeve Da-
vaney, Kathryn Tanner), εκδ. Oxford University Press, Oxford 2001, σσ. 5-8, 12.
4. Σιμόνη Βέϊλ, Επιστολή προς έναν ιερέα (μτφρ. Παναγιώτης Αρ. Υφαντής), εκδ. Ευθύνη / Αναλόγιο
κδ’, Αθήνα (2007), σ. 41.
348 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
5. Οι συζητήσεις έχουν διεξαχθεί τόσο μεταξύ του Παγκόσμιου Συμβούλιου Εκκλησιών (World Coun-
cil of Churches) και της Επιτροπής της Λωζάννης για τον Παγκόσμιο Ευαγγελισμό (Lausanne Com-
mittee for World Evangelization), όσο και μέσα στους κύκλους του ΠΣΕ. Από την αχανή
βιβλιογραφία (η οποία καταδεικνύει και τη δυσκολία κοινής εννόησης των όρων conversion, pros-
elytism, evangelism κλπ) βλ. ενδεικτικά Jacques Matthey, “Milestones in Ecumenical Missionary
thinking from the 1970s to the 1990s“, International Review of Mission 350 (1999), σσ. 291-303. Paul
Löffler, “Conversion”, στο: Dictionary of the Ecumenical Movement (επιμ. N. Lossky κ.ά.), εκδ. WCC
Publications, Geneva 20022, σσ. 253-254. Richard V. Peace, “Conflicting Understandings of Christian
Conversion”, International Bulletin of Missionary Research 28 (2004), σσ. 8-14. David A. Kerr, “Christian
Understanding of Proselytism”, International Bulletin of Missionary Research 23 (1999), σσ. 8-12. “To
Evangelize or Proselytize?”, International Bulletin of Missionary Research 20 (1996). “The Challenge
of Proselytism and the Calling to Common Witness”, The Ecumenical Review 48 (1996), σσ. 212-221.
“Religious Freedom and Proselytism”, The Ecumenical Review 50 (1998). Petros Vassiliadis, “Mission
and Proselytism; An orthodox understanding”, International Review of Mission 337 (1996), σσ. 257-
275. Του ιδίου, “The Universal Claims of Orthodoxy and the Particularity of its Witness in a Plural-
istic World”, στο: The Orthodox Churches in a Pluralistic World, ό.αν., σσ. 192-206. Arvind Sharma,
“Christian Proselytization: A Hindu Perspective”, Missiology 33.4 (2005), σσ. 425-434. Brian Stanley,
“Conversion to Christianity: The Colonization of Mind?”, International Review of Mission 366 (2003),
σσ. 315-331. Veli-Matti Kärkkäinen, “Evangelization, Proselytism and Common Wittness: Roman
Catholic - Pentecostal Dialogue on Mission, 1990-1997”, International Bulletin of Missionary Research
25 (2001), σσ. 16-22. “Toward Common Witness: A Call to Adopt Responsible Relationships in Mis-
sion and to Renounce Proselytism”, στο: “You are the Light of the World”. Statements on Mission by the
World Council of Churches 1980-2005, εκδ. WCC Publications, Geneva 2005, σσ. 42-58. Θανάσης Ν. Πα-
παθανασίου, “Συμφιλίωση: η μείζων σύγκρουση την εποχή της μετανεωτερικότητας. Ορθόδοξη
συμβολή σε έναν ιεραποστολικό διάλογο”, Σύναξη 95 (2005), σσ. 53-65. Στις 12-16 Μαΐου 2006 στο
Lariano της Ιταλίας και στις 8-12 Αυγούστου 2007 στην Τουλούζη της Γαλλίας πραγματοποιήθηκαν
διαθρησκειακές και διομολογιακές συναντήσεις για τη Μεταστροφή, διοργανωμένες από το ΠΣΕ
και το Βατικανό, στο πλαίσιο διαμόρφωσης μιας συμφωνίας σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία
και τη μεταστροφή. Βλ. «Report from Inter-Religious Consultation on ‘Conversion – Assessing the
Reality’», International Review of Mission 96 (2007), σσ. 368-370 (ολόκληρο το τεύχος είναι αφιερω-
μένο στον Ευαγγελισμό), και http://ethical-conversion.blogspot.gr/2007/08/press-release-from-
world-evangelical.html (πρόσβαση: 29-4-2013).
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 349
Αυτές οι δύο προκλήσεις (εκ των οποίων η πρώτη, όπως είπαμε, κατα-
νοεί τον άνθρωπο υπό το πρίσμα του ατομικού, ενώ η δεύτερη υπό το πρί-
σμα του συλλογικού) φέρουν στο προσκήνιο ένα καίριο ερώτημα. Όχι αν
ο άνθρωπος είναι ή δεν είναι σχεσιακό ον, το οποίο αληθεύει κοινωνώντας
(η απάντηση σε αυτό είναι καταφατική, και την δίνουν πλέον όλες οι επι-
στήμες του ανθρώπου, από τη βιολογία μέχρι την ψυχανάλυση). Το καίριο
ερώτημα είναι αυτό που προκύπτει από εδώ και εκείθεν. Είναι, άραγε, ο
πνευματικός προσανατολισμός του ανθρωπίνου υποκειμένου δεδομένος,
δηλαδή προσδιορισμένος από τη σχεσιακότητα εντός της οποίας ο υποκεί-
μενο ήλθε στην ύπαρξη, ή, αντιθέτως, το υποκείμενο δύναται να επιλέγει
τον πνευματικό προσανατολισμό του, πράγμα που σημαίνει ότι το υποκεί-
μενο ενδέχεται να έλθει ακόμα και σε ρήξη με την εκ γενετής συλλογικό-
τητά του; Με άλλους λόγους, το καίριο ερώτημα είναι αν ο άνθρωπος
δύναται να αληθεύει μετέχοντας μιας άλλης κοινότητας, πέραν της εκ γε-
νετής του. Την έχει, άραγε, αυτή την ελευθερία ο άνθρωπος, ή θα διαλυθεί
σε περίπτωση που θα επιχειρήσει να την πραγματώσει;
Εισερχόμεθα κυριολεκτικά σε ναρκοπέδιο, δηλαδή στο ερώτημα ανα-
φορικά με το αν και σε ποιον βαθμό ο εαυτός είναι μόνο προϊόν ταυτότητας
ή, αντιθέτως, και δημιουργός ταυτότητας. Δεν είναι άλλο, από το ερώτημα
περί μεταστροφής.
6. Δ΄ Βασ. 5: 1-19.
350 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
7. Daniel Ι. Block, The Gods of the Nations. Studies in Ancient Near Eastern National Theology, εκδ. Baker
Academic, Appollos, Grand Rapids - Leicester 20002, σσ. 85-87, 37-38. Elias Bickerman, Studies in
Jewish and Christian History (Arbeiten zur geschichte des Antiken Judentums und des Urchristen-
tums, 9), εκδ. E. J. Brill, Teil I, Leiden 1976, σσ. 91-95.
8. Πρβλ. τον όρο «νατιβισμός» (nativism), με τον οποίο δηλώνεται «κάθε συνειδητή προσπάθεια
μελών μιας κοινωνίας να αναβιώσουν ή να συνεχίσουν επιλεγμένες πλευρές του πολιτισμού
της». R. Linton, “Nativistic Movements”, American Anthropologist 45.3 (1943), σσ. 230-240, όπως
παρατίθεται από τον Matthew Schoffeleers, “Pentecostalism and neo-Traditionalism: The Reli-
gious Polarization of a Rural District in Southern Malawi“, στο: Christianity and the African Imagi-
nation. Essays in Honour of Adrian Hastings (επιμ. David Maxwell & Ingrid Lawrie), εκδ. Brill,
Leiden-Boston-Köln 2002, σ. 248. Σημειωτέον ότι οι μεταφράσεις των ξενόγλωσσων κειμένων σε
όλο το παρόν μελέτημα είναι του γράφοντος.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 351
Άβραμ. Έξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενείας σου και εκ του οίκου
του πατρός σου εις την γην, ην αν σοι δείξω» (Γεν. 12:1-3).
Η ανάδειξη της ιθαγένειας σε ύψιστο κριτήριο είναι αναπόφευκτη σε
ένα κοσμοείδωλο όπου τα πάντα (των θεών συμπεριλαμβανομένων) είναι
εκφάνσεις της αιώνιας και αυθύπαρκτης φύσης. Τα ανήσυχα πνεύματα που,
από τη σκοπιά της φιλοσοφίας, κοιτούσαν πέρα από τους φράχτες της ιθα-
γένειας, δεν ράγισαν αποφασιστικά το κυρίαρχο κοσμοείδωλο. Και είναι
αλήθεια ότι με την εποποιία του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο κόσμος άλλαξε.
Η αυτοσυνειδησία κάθε πόλης ότι αποτελεί αυτάρκη οντότητα, κλονίστηκε.
Ο άνθρωπος άρχισε να νιώθει αγωνία μέσα σε έναν κόσμο που πλέον ήταν
τεράστιος. Έτσι η μεταφυσική αναζήτηση έλαβε κοσμοπολιτικές διαστά-
σεις. Η λατρεία της Ίσιδας μεταφυτεύτηκε στην Ελλάδα, και οι τελετές του
Διονύσου έφτασαν στη Ρώμη. Στην πραγματικότητα όμως το κοσμοείδωλο
δεν ανατράπηκε. Η ιθαγένεια διευρύνθηκε, αλλά δεν αναιρέθηκε. Η εγκόλ-
πωση νέων θρησκευτικών ή φιλοσοφικών ταυτοτήτων έμοιαζε περισσό-
τερο με την επιλογή ενός ακόμη γιατρού ανάμεσα σε τόσους9. Οι νέοι θεοί
ουσιαστικά πολιτογραφούνταν στις επί μέρους ιθαγένειες. Έτσι, η ανεκτική
Ρώμη δεν είχε πρόβλημα με τον Γιαχβέ, αφού τον αναγνώριζε ως στοιχείο
ειδικά της εβραϊκής ιθαγένειας. Στο σημερινό γλωσσάρι θα λέγαμε ότι η
εβραϊκή περίπτωση (όπως και κάθε εθνική περίπτωση) αποτελούσε μια
μικρή αφήγηση, η οποία εντασσόταν στο πάζλ της ρωμαϊκής μεγάλης αφή-
γησης χωρίς να το διαταράσσει. Η Ρώμης βρέθηκε μπροστά σε πρόβλημα
όταν οι Χριστιανοί διακήρυξαν τον Γιαχβέ ως μεγάλη αφήγηση, δηλαδή
ως την αλήθεια η οποία δεν παραγόταν από μια ιθαγένεια, ούτε ανήκε σε
μια ιθαγένεια, αλλά, αντιθέτως, αμφισβητούσε κάθε ιθαγένεια, της ρωμαϊ-
κής αυτοκρατορικής λατρείας συμπεριλαμβανομένης. Η χριστιανική μαρ-
τυρία ότι η αλήθεια πηγάζει από έναν θεό υπερβατικό, ο οποίος μάλιστα
εργάζεται για την τελική μεταμόρφωση σύμπαντος του κόσμου, ξάφνιασε
την ύστερη αρχαιότητα. Αυτό το ξάφνιασμα το εξέφρασε πολύ χαρακτηρι-
στικά ο αντιχριστιανός φιλόσοφος του 2ου αι. Κέλσος, όταν καταδίκασε ως
τρέλλα τον χριστιανικό ισχυρισμό ότι μπορεί να υπάρχει ένας πνευματικός
νόμος για όλους τους ανθρώπους και όλους τους λαούς10.
Αλλά αυτό που o Κέλσος ονόμασε τρέλλα, ήταν στην πραγματικότητα
9. Βλ. Martin Goodman, Mission and Conversion. Proselytizng in the Religious History of the Roman Empire,
εκδ. Clarendon Press, Oxford 1995, ιδίως σσ. 20-37. A. D. Nock, Conversion. The Old and the New in
Religion from Alexander the Great to Augustine of Hippo, εκδ. Clarendon Press, Oxford 1933, σσ. 17-47.
10. Ωριγένης, Κατά Κέλσου 5, 25 και 8, 72, ΒΕΠΕΣ 10: 29, 2-13 και 228, 12-17.
352 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
11. Έριχ Φρομ, Το Δόγμα του Χριστού (μτφρ. Δημ. Θεοδωρακάτος), εκδ. Μπουκουμάνης, Αθήνα 1974, σ. 218.
12. Ιουστίνος, Διάλογος προς Τρύφωνα, 63, PG 6, 621A-B. Ευσέβιος, Ευαγγελική απόδειξις, 5, 2, PG 22,
360C-D. Του ιδίου, Εις τους Ψαλμούς 28, PG 23, 253A-B. Αστέριος Σοφιστής, Ομιλία 15 εις τον Ψαλμόν
5, PG 40, 397B.
13. Randall D. Chesnutt, From Death to Life. Conversion in Joseph and Aseneth (Journal for the Study of
the Pseudepigrapha, Supplement Series, 16), εκδ. Sheffield Academic Press, Sheffield 1995, σ.
115. Πρόκειται για απόκρυφο, μάλλον εβραϊκής προελεύσεως με χριστιανική επεξεργασία, χρο-
νολογούμενο από το 100 π.Χ. ως το 115 μ.Χ. (βλ. σσ. 75-76). Πρβλ. Γεν. 41: 45.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 353
απαιτητική συζήτηση. Και βέβαια, από την εποχή του Κέλσου έχει χυθεί
πολύ νερό στο ποτάμι της ιστορίας - μα και πολύ αίμα!
Το μεγάλο πρόβλημα, στο οποίο προσκόπτει σήμερα η συζήτηση, είναι
το ιστορικό βάρος της αποικιοκρατίας. Όσοι χριστιανοί απορρίπτουν την
έννοια της μεταστροφής, στη μεταστροφή βλέπουν τον βιασμό του ανθρώ-
που και την καταστροφή των μη-δυτικών πολιτισμών από την επιθετική ιε-
ραποστολή των νεωτέρων χρόνων. Η ευαισθησία αυτή είναι πραγματικά
αξιέπαινη. Όμως δημιουργείται ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα, που στενεύει
ασφυκτικά τους ορίζοντες της συζήτησης. Συχνά είναι φανερό ότι οι θιασώτες
της εν λόγω άποψης δεν μπορούν να διακρίνουν καμία έννοια μεταστροφής
πέραν αυτής που ταυτίστηκε με την προσηλυτιστική, ιμπεριαλιστική εμπειρία.
Ορισμένοι, μάλιστα, φτάνουν να υποστηρίξουν ότι καθ’ αυτήν η πρόσκληση
σε μεταστροφή αποτελεί δυτικοευρωπαϊκό εφεύρημα, ξένο προς το ευαγ-
γέλιο14. Έτσι, λοιπόν, δημιουργείται μια θολή κατάσταση, την οποία εύστοχα
περιέγραψε ο σπουδαίος ειδικός της ιεραποστολής Ντέιβιντ Μπος:
Λόγω της αυτουργίας της στην καθυπόταξη και την εκμετάλλευση
των εγχρώμων ανθρώπων, η Δύση –και μαζί της οι δυτικοί Χρι-
στιανοί– υποφέρει από ένα οξύ αίσθημα ενοχής. Η κατάσταση
αυτή συχνά οδηγεί τη δυτική Χριστιανοσύνη σε αδυναμία ή σε
απροθυμία να δώσει λόγο «περί της εν αυτή ελπίδος» (πρβλ. Α
Πέτρ. 3: 15) σε ανθρώπους άλλων πίστεων.15
Φυσικά, η δυσκολία να βρεθεί μια κοινή εννόηση των όρων «μετα-
στροφή» (conversion) και «προσηλυτισμός» (proselytism) δυσχεραίνει τα
πράγματα. Προσωπικά χρησιμοποιώ τη «μεταστροφή» με θετική έννοια,
ως δηλωτική του ολόκαρδου αυτο-προσανατολισμού, ενώ τον «προσηλυ-
τισμό» τον εννοώ όπως έχει διευκρινιστεί στον χώρο της οικουμενικής κί-
νησης, ως φορτισμένο με «το αρνητικό συμφραζόμενο της διαστροφής της
χριστιανικής μαρτυρίας μέσω συγκαλυμμένου ή φανερού, και πάντως ανε-
πίτρεπτου, πειθαναγκασμού, όπως δωροδοκίας, εκφοβισμού και εξαναγ-
κασμού, παρ’ όλο που στο βιβλικό λεξιλόγιο η λέξη “προσήλυτος” δηλώνει
τον μετεστραφέντα».16
14. Βλ. David Bosch, Transforming Mission. Paradigm Shifts in Theology of Mission, εκδ. Orbis Books, New
York 19925, σσ. 518-519.
15. Bosch, ό.αν., σ. 3.
16. Paul Löffler, “Proselytism”, στο: Dictionary, ό.αν., σ. 940. Όσον αφορά την Ορθόδοξη οπτική,
νομίζω ότι το κείμενο του Νίκου Νησιώτη «An Orthodox View of Modern Trends in Evangel-
ism», στο: The Ecumenical World of Orthodox Civilization (Russia and Orthodoxy; vol. III), Essays in Honor
of Georges Florovsky (επιμ. Andrew Blane), εκδ. Mouton, The Hague - Paris 1973, σσ. 181-192, πα-
ραμένει κλασσικό, παρ’ όλο που οι συνθήκες στη οικουμενική κίνηση έχουν αλλάξει.
354 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
17. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα υψηλά ποσοστά μεταστροφών στη Λατινική Αμερική σχετίζονται
με τη θρησκευτικότητα των βορειοαμερικανών Ευαγγελικών. Bλ. Edward L. Cleary, “Shopping
Around: Questions about South American Conversions”, International Bulletin of Missionary Re-
search 28.2 (2004), σσ. 50-54.
18. Ορισμένοι μάλιστα δεν την βλέπουν παρά ως έναν τύπο «αναστροφής του εγώ» (ego reversion)
ή «νηπιακής οπισθοδρόμησης» (infantile regression). Βλ. Frank K. Flinn, «Conversion: Up from
evangelicalism or the pentecostal and charismatic experience», στο: Religious Conversion. Con-
temporary Practices and Controversies (επιμ. Christopher Lamp & M. Darrol Bryant), εκδ. Cassell,
London - New York 1999, σ. 56.
19. Lewis R. Rambo, “Anthropology and the Study of Conversion”, στο: The Anthropology, ό.αν., σ.
213.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 355
20. Andrew Buckser & Stephen D. Glazier, “Preface”, στο: The Anthropology, ό.αν., σ. xiii.
21. Gauri Viswanathan, Outside the Fold. Conversion, Modernity, and Belief, εκδ. Princeton University
Press, Princeton 1998, pp. 219-239. Βλ. επίσης Christopher Lamb, “Conversion as a process lead-
ing to enlightenment: the Buddhist perspective”, στο: Religious Conversion. Contemporary Practices
and Controversies (επιμ. Christopher Lamb & M. Darrol Bryant), εκδ. Cassell, London - New York
1999, σσ. 83-85.
22. «Μετά την ανακατάληψη της Ισπανίας, η οποία οδήγησε στον εκτοπισμό των Εβραίων και των
Μουσουλμάνων στα τέλη του 15ου αι., το Ισπανικό κράτος επέβαλε έναν οξύ διαχωρισμό μεταξύ
γνήσιων Χριστιανών (οι οποίοι είχαν μόνο Χριστιανούς προγόνους) και conversos (οι οποίοι είχαν
μεταστραφεί στον Χριστιανισμό από τον Ιουδαϊσμό ή το Ισλάμ). Peter van der Veer, “Introduc-
tion”, Conversion to Modernities. The Globalization of Christianity (επιμ. Peter van der Veer), εκδ.
Routledge, New York - London 1996, σ. 16.
356 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
cujus regio eius religio συνιστά τη νεωτερική δυτική επικύρωση της αρχαίας
αντίληψης περί ιθαγένειας23.
Κατά τη γνώμη μου, η βάση για μια νηφάλια προσέγγιση της μεταστρο-
φής συνίσταται σε δύο πράγματα:
Πρώτον, χρειάζεται να είναι εντελώς προφανές ότι κάθε είδους βία (άμεση
ή έμμεση), κάθε είδους επιβολή ή πλύση εγκεφάλου, κάθε σταυροφορία που
επιδιώκει να εξαλείψει την ετερότητα καταδικάζονται απερίφραστα.
Δεύτερον, δεν ανήκει στην αρμοδιότητά μας να ορίσουμε ποιος τελικά
πρόκειται να σωθεί και ποιος όχι. Αυτό που μας αναλογεί, δεν είναι να υπο-
καταστήσουμε την κρίση του Θεού, αλλά να προσεγγίσουμε τον τρόπο λει-
τουργίας του ανθρώπου. Μια όποια μεταστροφή, δηλαδή, δεν είναι διόλου
σίγουρο αν όντως ευαρεστεί τον Θεό. Όπως όλα, υπόκειται στην κρίση του.
Σίγουρα όμως φανερώνει πώς ο συγκεκριμένος άνθρωπος απαντά στο ερώ-
τημα περί του νοήματος της ζωής. Η δυνατότητα προς μεταστροφή, με άλ-
λους λόγους, πρέπει να αναγνωριστεί ως θεμελιώδες ανθρωπολογικό
στοιχείο: Ως η δυνατότητα του ανθρώπου να προσανατολίζει τον εαυτό του,
και να μη δέχεται αναντίρρητα τον κόσμο, έτσι όπως έτυχε να τον συναν-
τήσει ερχόμενος στη ζωή. H μεταστροφή, δηλαδή (όποιας λογής κι αν είναι,
χριστιανική ή όχι, θρησκευτική ή αθεϊστική, ιδεολογική ή ηθική, μια ριζική
αλλαγή στα πιστεύω κάποιου ή απλώς μια αναδιάταξη των πιστεύω του),
πρέπει να συνδεθεί με εκείνη τη σπουδαία και σύμφυτη στον άνθρωπο προ-
ίκα, την οποία η φιλοσοφία ονομάζει δυνατότητα του ανθρώπου να δημιουρ-
γεί ερμηνείες της ζωής και η θεολογία αναγνωρίζει ως θεόσδοτη δυνατότητα
του ανθρώπου να αναζητεί τον Θεό24. Θα μπορούσε να ιδωθεί υπό το πρίσμα
23. Βλ. Elizabeth H. Prodromou, “Beyond the Dickensian Paradoxes of Human Rights: Reconceptualiz-
ing Proselytism, Rediscovering Evangelism”, στο: Violence and Christian Spirituality (επιμ. Emmanuel
Clapsis), εκδ. WCC Publications / Holy Cross Orthodox Press, Geneva / Brookline 2007, σ. 224. Ο
Allan Anderson, “The Holy Spirit, Healing and Reconciliation: Pentecostal / Charismatic Issues at
Athens 2005”, International Review of Mission 374 (2005), σ. 341, σχολιάζοντας το παγκόσμιο συνέδριο
του ΠΣΕ για την παγκόσμια Ιεραποστολή και τον Ευαγγελισμό (Αθήνα, 9-16 Μαΐου 2005), εντόπισε
μια διαφορά που όντως υπήρχε μεταξύ της εναρκτήριας ομιλίας του τότε Αρχιεπισκόπου Χριστό-
δουλου (ο οποίος, αναφερόμενος στον προσηλυτισμό, κατέληξε στην ανάγκη να διατηρηθούν οι
παραδόσεις – δηλαδή οι «ιθαγένειες») και της δικής μου εισήγησης (όπου τόνισα τη σχετικότητα
των «ιθαγενειών» και επέμεινα ότι «αν, μέσα στην (καθ’ όλα νόμιμη) διάθεσή μας να αποκηρύξουμε
τον προσηλυτισμό […], αποκηρύξουμε και την μεταστροφή, θα αδικήσουμε το ευαγγελικό μήνυμα
και θα πτωχεύσουμε τον άνθρωπο. »). Βλ. Παπαθανασίου, «Συμφιλίωση», ό.αν., σ. 59.
24. Βλ., λ.χ., Καρλ Πόππερ, Όλοι οι άνθρωποι είναι φιλόσοφοι (μτφρ. Μιχάλης Παπανικολάου), εκδ.
Μελάνι, Αθήνα 2004, αλλά και τον απόστολο Παύλο: Ο Θεός θέλησε να ζητούν οι άνθρωποι «τον
Κύριον, ει άρα γε ψηλαφήσειαν αυτόν και εύροιεν, και γε ου μακράν από ενός εκάστου ημών
υπάρχοντα» (Πράξ. 17: 27).
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 357
της διδασκαλίας που ανέπτυξε ο Μάξιμος Ομολογητής (7ος αι.) για τη διά-
κριση μεταξύ φυσικού θελήματος και γνωμικού θελήματος25. Η δυνατό-
τητα προς μεταστροφή ανήκει στο φυσικό θέλημα (στον εξοπλισμό,
δηλαδή, που έχει εμφυτευθεί στην ανθρώπινη φύση, ως δύναμη προς επι-
θυμία). Όμως το είδος και η προοπτική της μεταστροφής (αν δηλαδή θα οδη-
γήσει σε απελευθέρωση ή, αντιθέτως, σε καταστροφή) ανήκει στο γνωμικό
θέλημα (αφορά, δηλαδή, στον χειρισμό της φυσικής δύναμης, από το κάθε
συγκεκριμένο πρόσωπο)26.
Μπορεί άραγε να εκλείψει η δυνατότητα διερώτησης για το νόημα της
ζωής και, συνεπώς, να εκλείψει η δυνατότητα για μεταστροφή; Νομίζω ότι
θα μπορούσαν να εκλείψουν, μόνο αν ο άνθρωπος μετατρεπόταν σε αντι-
κείμενο, δηλαδή σε κάτι που μένει για πάντα τοποθετημένο εκεί που το
έθεσαν. Ούτε είναι ικανοποιητικός ο ισχυρισμός ότι κάθε θρησκεία και
κάθε πολιτισμός συλλήβδην αποτελεί θεοφάνεια και, άρα, δεν έχει νόημα
η μεταστροφή. Η άποψη αυτή αντικαθιστά τον ζώντα Θεό με έναν μηχανι-
στικό νατουραλισμό, αρνείται να διακρίνει μεταξύ καλού και κακού, και
υποτιμά τόσο τη θεία όσο και την ανθρώπινη ιστορική δράση. Ο Τριαδικός
Θεός όντως ενεργεί με απρόβλεπτους τρόπους. Δεν εγκλωβίζεται πουθενά,
και δρα σε χώρους όπου εμείς μπορούμε να νομίζουμε ότι απουσιάζει. Έτι
μάλλον, επεκτείνει κατά βούλησιν τα όρια της Εκκλησίας του, ακόμη και
πέρα από τα θεσμικά όριά της. Η βεβαιότητα για την ελευθερία του αυτή
βρίσκεται στα σπλάχνα της χριστιανικής παράδοσης27. Αυτό όμως δεν ση-
μαίνει ότι κάθε έργο του ανθρώπου αποτελεί αυτομάτως και αναπόδραστα
ανταπόκριση στη δράση του Θεού. Μπορεί εξ ίσου να αποτελεί δεξίωση του
κακού. Ο προσανατολισμός του ανθρώπου, δηλαδή, δεν είναι υπόθεση αυ-
τόματου πιλότου, αλλά θέμα βασανισμού και απόφασης.
25. Βλ. Lars Thunberg, Microcosm and Mediator. The Theological Anthropology of Maximus the Confessor,
εκδ. Open Court, Chicago - La Salle1995, σ. 199, 211.
26. Στη σύγχρονη προβληματική θα ήταν, νομίζω, ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα μια συνάντηση Μαξί-
μου και στοχαστών όπως, για παράδειγμα, ο Charles Taylor, ο οποίος έχει τονίσει ιδιαίτερα τη
σχέση μεταξύ ταυτότητας και προσανατολισμού. Το να γνωρίζεις ποιος είσαι, λέει, ισοδυναμεί
με το να είσαι προσανατολισμένος στον ηθικό χώρο, έναν χώρο στον οποίο εγείρονται ερωτή-
ματα περί τού τι είναι καλό ή κακό, τι αξίζει να πράττει κάποιος ή όχι, τι έχει νόημα και σπου-
δαιότητα για σένα και τι είναι ασήμαντο και δευτερεύον. Ο προσανατολισμός είναι βασικός όρος
τού να είμαστε εαυτοί με ταυτότητα. Βλ. Charles Taylor, Πηγές του εαυτού. Η γένεση της νεωτερικής
ταυτότητας (μτφρ. Ξενοφών Κομνηνός), εκδ. Ίνδικτος 1989, σσ. 50-51, 121.
27. Βλ. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, “Μακριά απ’ την παρουσία σου πού να φύγω;” (Ψαλμ. 139: 7).
Μια Ορθόδοξη κατάφαση της δράσης του Θεού έξω από τα κανονικά όρια της Εκκλησίας”, Σύναξη
120 (2011), σσ. 16-31.
358 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
28. Ο ακραίος μεταμοντερνισμός βέβαια αποδομεί και τις επιμέρους συνάφειες, ακόμα και το αν-
θρώπινο υποκείμενο. Η εγγύτητά του με την έννοια της ιθαγένειας έγκειται εν μέρει στο ότι
δίδει έμφαση στις «μικρές αφηγήσεις» (σα να λέμε, στις ιθαγένειες), κυρίως όμως στο ότι και
αυτός και η έννοια της ιθαγένειας προωθούν, τελικά, έστω και από διαφορετικές οπτικές, τον
σχετικισμό. Βλ. σχετικά το ημέτερο, “Η κοινότητα ως βρόχος», ό.αν., σσ. 341-342.
29. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Paul Knitter (εκπρόσωπος της «πλουραλιστικής θεολογίας», η οποία
υποστηρίζει ότι ο Χριστός αποτελεί μόνο μία τοπική έκφανσης της θείας αλήθειας, κι όχι την
παγκόσμια αλήθεια, και ότι, συνεπώς, δεν έχει νόημα η πρόσκληση προς μεταστροφή στον Χρι-
στιανισμό) το έχει αντιληφθεί αυτό και σημειώνει εντίμως: «Παραμένω ιεραπόστολος. Με τη
θεολογία που περιέχεται σε τούτο το βιβλίο έχω κάτι να “κηρύξω”, κάτι για το οποίο θέλω να
πείσω τους ανθρώπους – ναι, να τους μεταστρέψω». Paul Knitter, Jesus and the Other Names. Chris-
tian Mission and Global Responsibility, εκδ. Oneworld, Oxford 1996, σ. 19.
30. Terry Eagleton, The Illusions of Postmodernism, εκδ. Blackwell, Oxford 1996, σ. 9.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 359
31. Wolfgang Welsch, “Transculturality: The Puzzling Form of Cultures Today”, στο: Spaces of Culture:
City, Nation, World (επιμ. Mike Featherstone & Scott Lash), εκδ. Sage, London 1999, σσ. 194-213.
32. Andrew Buckser & Stephen D. Glazier, “Preface”, The Anthropology, ό.αν., σσ. xi, 1.
360 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
του για τη αλήθεια. Όχι κάποια αρχή περί αμετάβλητου των ταυτοτήτων.
Ακόμα, δηλαδή, και η παραμονή σε μια πεποίθηση, οφείλει να προκύπτει
όχι από μια λογική ιθαγένειας, αλλά από την αδιάκοπη υπαρξιακή αναμέ-
τρηση του υποκειμένου με το ερώτημα περί της αληθείας. Αυτό το ερώτημα
είναι ο αποφασιστικός παράγων που καθιστά εφικτή την αλλαγή και την
ανάπλαση των ταυτοτήτων. Και όσον αφορά ειδικά στη χριστιανική ταυ-
τότητα: Χριστιανός είσαι επειδή στο εκάστοτε παρόν δέχεσαι τον Χριστό
ως την αλήθεια – όχι επειδή τον δέχτηκες κάποτε. Γι’ αυτό, άλλωστε, η χρι-
στιανική ταυτότητα είναι ανοιχτή στην αλλαγή, είτε με τη μορφή της απο-
στασίας, είτε με τη μορφή της μετάνοιας, είτε με τη μορφή της προκοπής.
γ. Μια πλουραλιστική κοινωνία έχει νόημα στον βαθμό που είναι δια-
λεγόμενη κοινωνία. Αν δεν είναι διαλεγόμενη, θα αποδομηθεί, αργά ή γρή-
γορα, σε έναν αστερισμό περίκλειστων γκέτο. Αλλά διαλεγόμενη κοινωνία
σημαίνει μια κοινωνία που λειτουργεί σαν ένα δημόσιο φόρουμ, όπου όλες
οι πεποιθήσεις μπορούν να παρουσιαστούν, να εκτεθούν, να αμφισβητή-
σουν και να αμφισβητηθούν. Με αυτό τον τρόπο κάθε άνθρωπος και κάθε
λαός μπορούν να συμμετέχουν, να πλουτίσουν οι ίδιοι και να συμβάλουν
στον πλουτισμό του κόσμου ολόκληρου.
4. ΦΑΝΤΑΣΜΑ Ή ΚΟΡΜΙ;
Είπαμε ανωτέρω ότι η μεταστροφή δεν σημαίνει ένα και μόνο πράγμα.
Μπορεί να καταλήξει σε ολοκλήρωση, μπορεί όμως και σε αλλοτρίωση. Η
δυνατότητα του ανθρώπου να ανακρίνει (και κατόπιν να αποδέχεται ή να
αποκηρύττει) τις συλλογικότητες που συνοδεύουν τη γέννησή του, θέτει
το εξής ερώτημα: Υπάρχει ανθρώπινος εαυτός σε “καθαρή”, ανιστορική
μορφή, δίχως συλλογικότητες; Τι μπορεί να αρνηθεί ο άνθρωπος από την
παράδοσή του και τον πολιτισμό του, δίχως να γίνει άσαρκο φάντασμα;
Νομίζω ότι, όσον αφορά στον Χριστιανισμό, δύο είναι, σε γενικές γραμ-
μές, οι εφικτοί τύποι μεταστροφής. Τους ονομάζω «τύπο μετενσάρκωσης»
και «τύπο σάρκωσης», αντίστοιχα.
Στον πρώτο τύπο η μεταστροφή νοείται όπως περίπου η μετενσάρκωση.
O εαυτός, δηλαδή, εκλαμβάνεται ως μια πνευματική οντότητα που μπορεί
να εισέρχεται σε (και να εξέρχεται από) πολιτισμικά σώματα, σαν αυτά να
είναι κελύφη, δηλαδή χωρίς να συμμετέχουν πραγματικά στον ίδιο τον
εαυτό. Η οπτική αυτή ευνοεί, κατά τη γνώμη μου, τον κίνδυνο να σχημα-
τιστούν στρεβλές και αβαθείς ταυτότητες. Σχετίζεται με έναν ιδεαλιστικό,
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 361
33. John Logland & Norman Skonovd, “Conversion Motifs”, Journal for the Scientific Study of Religion
20 (1981), σσ. 373-385. Βλ. και Lewis R. Rambo, Understanding Religious Conversion, εκδ. Yale Uni-
versity Press, New Haven - London 1993, σ. 15.
34. M. Darrol Bryant & Christopher Lamb, “Introduction: Conversion: contours of controversy and
commitment in a plural world”, στο: Religious Conversion, ό.αν.., σ. 9.
362 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
μετακίνηση, ωστόσο, του κέντρου βάρους τους από την κυκλική στη γραμ-
μική - εσχατολογική εννόηση του χρόνου. Αλλά και σήμερα, η αποδοχή
των πολιτισμών χρειάζεται να συνοδεύεται από τη σύγκρουση με απάν-
θρωπα στοιχεία τους. Πρόκειται, εν ολίγοις, γι‘ αυτό που εύστοχα συνόψισε
ο Νήμπουρ στο κλασσικό έργο του Χριστός και Πολιτισμός: “Την διπλή πάλη
της Εκκλησίας, με τον Κύριό της και με το πολιτισμικό περιβάλλον με το
οποίο συμβιώνει»35.
Για τη μεταστροφή του τύπου της σάρκωσης έχει επαρκή λόγο να δια-
τυπώσει τόσο η Ορθόδοξη παράδοση, όσο και οι σύγχρονες οικουμενικές
συζητήσεις για τις διαδικασίες του εμπολιτισμού (inculturation) και της
συναφειοποίησης (contextualization). Οι ανθρωπολόγοι πλέον δυσανα-
σχετούν με τη μονοκρατορία της πεποίθησης περί στιγμιαίας και τελεσίδι-
κης μεταμόρφωσης. Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε κάτι. Το στιγμιαίο και
το αιφνίδιο έχουν τη θέση τους στην εκκλησιαστική εμπειρία, συχνά μά-
λιστα εκδηλώνονται στο μαρτύριο. Αυτό προς το οποίο εκφράζω τη δια-
φωνία μου, είναι κάτι άλλο: είναι η βεβαιότητα με την οποία ορισμένοι
ταυτίζουν ένα γεγονός όχι με την έναρξη μιας πορείας, αλλά με την εξα-
σφάλιση της σωτηρίας, με αποτέλεσμα συχνά να έχουμε μεν μια διακή-
ρυξη περί αλλαγής, στην πραγματικότητα όμως όχι αλλαγή της ζωής.
Αντίθετα προς αυτή τη βεβαιότητα, τονίζεται ότι «η μεταστροφή είναι μια
πορεία, κι όχι ένα ιδιαίτερο γεγονός. Ίσως τη φαινομενολογία της πο-
ρείας την αποδίδει καλύτερα [όχι το ουσιαστικό μεταστροφή, αλλά] το
ρήμα μεταστρέφεσθαι».36 Έτσι, ιδιαίτερο βάρος δίδεται πλέον στην εν-
νόηση της μεταστροφής ως μακράς διαδικασίας, η οποία δεν ακυρώνει
συλλήβδην τη ζωή του υποκειμένου, αλλά την αναπροσανατολίζει. «Οι
θεωρίες της αναγνώρισης και της κατανόησης δείχνουν καθαρά ότι η
σκέψη μας τείνει πάντα να αναγνωρίσει αυτό που ήδη γνωρίζει. Μετα-
φέροντας αυτό στο πεδίο των πολιτισμών, μπορούμε να υποστηρίξουμε
ότι σε έναν άλλον πολιτισμό αναγνωρίζουμε αυτό που αποτελεί στοιχείο
35. H. Richard Niebuhr, Christ and Culture, εκδ. Harper, San Francisco 1951 (ανατ. 2001), σ. xi.
36. Rambo, Understanding, ό.αν., σ. 7 (βλ. και σ. 1). Πρβλ. τις συναφείς επιφυλάξεις του Σμέμαν, στο
«Η Εκκλησία ως αποστολή. Ένα κριτικό ξανακοίταγμα της λειτουργικής θεολογίας του π. Αλε-
ξάνδρου Σμέμαν», Θεολογία 80 (2009), σ. 97. Σημειωτέον ότι, ενώ ο William James στο κλασσικό
έργο του Varieties of Religious Experiences; A Study in Human Nature, Barnes and Noble Classics,
New York 1902 (ανατ. 2004), παρουσιάζει μια ψυχολογική ατομική διαδικασία, δηλαδή τα αι-
σθήματα που προηγούνται της μεταστροφής (ιδίως σσ. 171-229), ο Rambo στο προμνημονευθέν
έργο του αναπτύσσει ένα μοντέλο επτά κοινωνικο-πολιτισμικών σταδίων.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 363
37. Rolph Homann, “Cross-Cultural Dialog or Attempting the Impossible”, World Futures: The Journal
of General Evolution 28 (1990), σ. 65. Βλ. περισσότερα στο Rebecca Sachs Norris, “Converting to
What? Embodied Culture and the Adoption of New Beliefs”, The Anthropology, ό.αν.., σσ. 171-181.
Ο Rambo, Understanding, ό.αν., σ. 147, υποστηρίζει ότι “η αυθεντική μεταστροφή είναι μια κίνηση
από την ατομική απλώς μεταστροφή προς τη βίωση της μεταστροφής εντός του κόσμου και της
κοινωνίας».
38. Taylor, ό.αν., σσ. 62-71.
364 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
39. Νικοδήμου του Αγιορείτου, Νέον Μαρτυρολόγιον, εκδ. Αστήρ, Αθήναι 1961, σ. 10.
40. Αυτό μπορεί να συμβεί σε κάθε περίπτωση επιλογής θρησκευτικής πίστης. Για παράδειγμα, ο
Βουδισμός (ο οποίος, όπως είδαμε ανωτέρω, για τους Ινδούς Άθικτους ήταν μια απελευθερωτική
επιλογή), θεωρείται από τους Ταϊλανδούς σύμφυτος με την εθνική ταυτότητά τους (παρ’ όλο
που, στην πραγματικότητα, κι αυτός δεν ήταν ιθαγενής θρησκεία της Ταϊλάνδης, αλλά είχε δια-
δεχθεί άλλη θρησκεία), και γι’ αυτό ο Χριστιανισμός δεν παρουσίασε ιδιαίτερες επιδόσεις στην
Ταϊλάνδη. Βλ. Charles F. Keyes, “Why the Thai are not Christians. Buddist and Christian Con-
version in Thailand”, στο: Conversion to Christianity: Historical and Anthropological Perspectives on a
Great Transformation (επιμ. Robert W. Hefner), εκδ. University of California Press, Berkeley 1993,
σσ. 259-283.
41. Γρηγορίου Νύσσης, «Λόγος κατηχητικός», PG 45, 97D-100A.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 365
42. Με το θέμα αυτό έχω ασχοληθεί λεπτομερώς στο μελέτημά μου «Προσωπική χρέωση. Μερικά
κανονικά κριτήρια για τη χριστιανικότητα των “χριστιανικών κοινωνιών” και τον εκχριστια-
νισμό των “μη χριστιανικών”‘», στο: Επιστημονική Επετηρίς της Θεολογικής Σχολής του Πανεπι-
στημίου Αθηνών 31 (1996), σσ. 549-570, καθώς και στο μελέτημά μου «Η Εκκλησία ως αποστολή»,
ό.αν., ιδίως σσ. 90-98. Ας μου επιτραπεί να σημειώσω εδώ κάτι που εμφανίζεται ως αντίφαση
στο έργο του αγίου Νικοδήμου. Ενώ υποστηρίζει ότι η πίστη δεν μεταδίδεται με φυσικό τρόπο
(βλ. Παπαθανασίου, «Προσωπική χρέωση», ό.αν., σσ. 569-570), αλλού υποστηρίζει ότι τα παιδιά
φέρουν αγιότητα ή τάση προς αμαρτία, προερχόμενα, αντιστοίχως, από σεμνούς ή από αχρείους
γάμους. Δεν διευκρινίζει, όμως, αν κάνει λόγο για φυσιοκρατική μετάδοση ή απλώς για συνέ-
πειες του οικογενειακού περιβάλλοντος. Βλ. Νικόδημος Αγιορείτης, Χρηστοήθεια των Χριστιανών,
εκδ. Ρηγόπουλου, Αθήνα 1984, σ. 44.
43. Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων (επιμ. Γ. Α. Ράλλη - Μ. Ποτλή), Αθήνησιν 1853 (ανατύ-
πωση Κασσάνδρα Μ. Γρηγόρη, Αθήνα 1966), τ. 3, σ. 79.
366 «ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» - ΤΟΜΟΣ Γ΄
στις αρχές του 5ου αι. απαγόρευσε το βάπτισμα νεκρών. Τι σημαίνει αυτή η
απαγόρευση; Ότι ακόμη και το αγαπητικό ενδιαφέρον για τον άλλον, δεν
πρέπει να υπερβεί την προσωπική ευθύνη του! Οφείλουμε, ωστόσο, να πα-
ραδεχτούμε ότι μέσα στην εκκλησιαστική ιστορία τέτοιες κρυστάλλινες δι-
ευθετήσεις αποτελούν μονάχα μία τάση, η οποία και χρειάζεται συνεχώς
να αντικρούει την αντίθετη τάση, του κολλεκτιβισμού. Άλλως, αμφότερες
συμφύρονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να καθίστανται δυσδιάκριτες, όπως
εν τέλει δυσδιάκριτα καθίστανται και τα κριτήρια του εκκλησιαστικού γε-
γονότος!
Καθ’ εαυτόν ο εκκλησιαστικός τρόπος ζωής δεν εμπεριέχει καμία τελε-
σιδικία. Αντιθέτως, απαιτεί αδιάκοπη ετοιμότητα για μεταστροφή, δηλαδή
για μετάνοια. Η Ορθόδοξοι θεολόγοι χρειάζεται, νομίζω, να συμβάλουν
στη συζήτηση για τη μεταστροφή, με την πεποίθηση ότι η ελευθερία είναι
η πολυτιμότερη προίκα του ανθρώπου. Και ότι η Εκκλησία καλείται να
είναι ο διάκονος της αγάπης του Θεού για τον κόσμο του, δίχως να καταντά
πνευματική αστυνομία, δίχως να υποκαθιστά τον ζώντα Θεό, και δίχως να
προεξοφλεί ποιος σώζεται και ποιος όχι.