You are on page 1of 9

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 

ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ 
ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Β΄ ΛΥΚΕΙΟΥ – ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ 

Επειδή  στο  σχολικό  βιβλίο  Βιολογία  Β΄  Γενικού  Λυκείου  –  Γενικής  παιδείας 
πρόσφατα  προστέθηκαν  ερωτήσεις  και  άλλαξε  η  αρίθμηση  των  προϋπαρχουσών 
ασκήσεων,  στο  αντίστοιχο  βοήθημα  των  Εκδόσεων  Πατάκη  προκύπτει  η  ανάγκη  να 
γίνουν  οι  παρακάτω  διορθώσεις  –  συμπληρώσεις  στις  ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ  ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ  ΤΟΥ 
ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ. 

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 

σελ. 54­60 

Στο  Κεφάλαιο 1 δεν υπάρχουν οι ερωτήσεις με αριθμό 7 και 12 του βοηθήματος. Η 
αντιστοιχία  ερωτήσεων  σχολικού  βιβλίου  και  βοηθήματος  των  Εκδόσεων  Πατάκη 
είναι η εξής: 

ΒΟΗΘΗΜΑ 
ΣΧΟΛΙΚΟ 
ΕΚΔ. 
ΒΙΒΛΙΟ 
ΠΑΤΑΚΗ 
1  1 
2  (βλ. παρακάτω) 
3  (βλ. παρακάτω) 
4  (βλ. παρακάτω) 
5  2 
6  3 
7  4 
8  5 
9  6 
10  (βλ. παρακάτω) 
11  8 
12  9 
13  10 
14  11 

Ερώτηση 2: 
α) Σ, β) Λ. γ) Λ, δ) Σ, ε) Λ, στ) Λ, θ) Λ. 

Ερώτηση 3: 
α) Λ, β) Λ, γ) Σ, δ) Λ, ε) Λ, στ) Λ, θ) Λ, ι) Λ. 

Ερώτηση 4: (με έντονα γράμματα είναι οι λέξεις που συμπληρώνουν τα κενά) 
Αν  μία  πρωτεΐνη  αποτελείται  μόνο  από  μια  πολυπεπτιδική  αλυσίδα,  το  τελικό 
στάδιο  της  διαμόρφωσή  ς  της  μπορεί  να  είναι  μέχρι  και  η  τριτοταγής  δομή.  Τα


φωσφολιπίδια  εμφανίζουν  ένα  ιδιαίτερο  χαρακτηριστικό  σε  σχέση  με  το  νερό.  Η 
κεφαλή του μορίου τους είναι υδρόφιλη, ενώ αντίθετα η ουρά του μορίου τους είναι 
υδρόφοβη.  Τα  στεροειδή  ανήκουν  στην  ευρύτερη  κατηγορία  μακρομορίων  των 
λιπιδίων.  Η  χοληστερίνη  αποτελεί  συστατικό  των  μεμβρανών  των  ζωικών 
κυττάρων.  Οι  κύριοι  πολυσακχαρίτες  είναι  η  κυτταρίνη,  το  άμυλο,  και  το 
γλυκογόνο.  Οι  μονοσακχαρίτες  διακρίνονται  σε  τριόζες,  πεντόζες  και  εξόζες.  Η 
μαλτόζη  προκύπτει  από  τη  διάσπαση  του  αμύλου  με  τη  διαδικασία  της  πέψης.  Η 
λακτόζη  είναι  το  σάκχαρο  του  γάλακτος.  Τα  μονομερή  των  διαφορετικών  ειδών 
μακρομορίων  συνδέονται  μεταξύ  τους  με  τον  ίδιο  πάντοτε  βασικό  μηχανισμό,  που 
ονομάζεται  συμπύκνωση.  Κατά  τη  διαδικασία  αυτή  το  ένα  μονομερές  χάνει  ένα 
άτομο  υδρογόνου,  ενώ  το  άλλο  μια  υδροξυλομάδα.  Αν  μεταξύ  των  μακρομορίων 
αναζητούσες  το  πιο  διαδεδομένο  και  πολυδιάστατο  στη  μορφή  και  τη  λειτουργία 
μόριο,  αργά  ή  γρήγορα  θα  κατέληγες    στις  πρωτεΐνες.  Οι  δύο  κλώνοι  του  DΝΑ 
συγκρατούνται  μεταξύ  τους  με  δεσμούς  υδρογόνου.  Το  μόριο  του  DΝΑ  φέρει  τις 
γενετικές πληροφορίες. Το σύνολο των μορίων του DΝΑ ενός κυττάρου αποτελεί το 
γενετικό  υλικό.  Το  DΝΑ  του  ευκαρυωτικού  κυττάρου  βρίσκεται  κυρίως  μέσα  στο 
πυρήνα.  Μικρό μέρος του υπάρχει στα μιτοχόνδρια και στους χλωροπλάστες. 

Ερώτηση 10: 
Η υπάλληλος του κυλικείου δεν είπε την αλήθεια, διότι οι υδατάνθρακες διακρίνονται 
σε  μονοσακχαρίτες,  δισακχαρίτες  και  πολυσακχαρίτες  και  η  σακχαρόζη  είναι  ένας 
δισακχαρίτης  που  αποτελείται  από  φρουκτόζη  και  γλυκόζη,  επομένως  ανήκει  στους 
υδατάνθρακες. 

2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 
σελ. 115­126 
Στο  Κεφάλαιο 2 δεν υπάρχουν οι ερωτήσεις με αριθμό 2 και 14 του βοηθήματος. Η 
αντιστοιχία  ερωτήσεων  σχολικού  βιβλίου  και  βοηθήματος  των  Εκδόσεων  Πατάκη 
είναι η εξής: 

ΒΟΗΘΗΜΑ 
ΣΧΟΛΙΚΟ 
ΕΚΔ. 
ΒΙΒΛΙΟ 
ΠΑΤΑΚΗ 
1  1 
2  (βλ. παρακάτω) 
3  (βλ. παρακάτω) 
4  (βλ. παρακάτω) 
5  (βλ. παρακάτω) 
6  3 
7  (βλ. παρακάτω) 
8  (βλ. παρακάτω) 
9  4 
10  5 
11  6 
12  7


13  8 
14  9 
15  10 
16  11 
17  12 
18  13 
19  15 

Ερώτηση 2: 
α) Λ, β) Λ, γ) Σ. δ) Λ, ε) Λ, στ) Σ, ζ) Σ, η) Σ, θ) Λ, ι) Λ, κ) Λ, λ) Λ, μ) Σ, ν) Λ. 

Ερώτηση 3: 
α) Λ, β) Λ, γ) Λ, δ) Σ, ε) Λ, στ) Λ. 

Ερώτηση 4: 
α) Σ, β) Λ, γ) Λ, δ) Σ, ε) Λ, στ) Λ. 

Ερώτηση 5: 
Οι  υδρόφοβοι  δεσμοί  αναπτύσσονται  μεταξύ  μη  πολικών  ενώσεων,  όταν  αυτές 
βρεθούν  σε  υδάτινο  περιβάλλον  και  προκαλούν  την  συσσωμάτωση  των  ενώσεων 
αυτών που προσπαθούν να απομακρυνθούν από τα μόρια του νερού. Οι δεσμοί αυτοί 
αναπτύσσονται  μεταξύ  των  μη  πολικών  πλάγιων  ομάδων  R  των  αμινοξέων  και 
συμβάλλουν  μαζί  με  άλλους  δεσμούς  στη  χωροδιάταξη  των  πρωτεϊνών.  Τους 
συναντάμε επίσης μεταξύ των υδρόφοβων τμημάτων (ουρές) των φωσφολιπιδίων και 
συμβάλλουν  στο  σχηματισμό  της  διπλοστιβάδας  φωσφολιπιδίων  των  στοιχειωδών 
μεμβρανών  οι  οποίες  με  τη  σειρά  τους  συμμετέχουν  στο  σχηματισμό  τόσο  της 
πλασματικής  και  πυρηνικής  μεμβράνης  όσο  και  των  μεμβρανωδών  οργανιδίων  των 
κυττάρων. 

Ερώτηση 7: 
1.  Η  φρουκτόζη  και  η  γλυκόζη  είναι  μονοσακχαρίτες  οι  οποίοι  περνούν  την 
ημιπερατή  μεμβράνη.  Προκειμένου  να  επιτευχθεί  ισορροπία  των  συγκεντρώσεων 
τόσο  στο  εσωτερικό  του  τεχνητού  κύτταρου  όσο  και  στο  εξωτερικό,  θα  γίνει 
μετακίνηση των δισακχαριτών προς την κατεύθυνση της χαμηλότερης συγκέντρωσης 
(διάχυση).  Η  γλυκόζη  έχει  μεγαλύτερη  συγκέντρωση  στο  εσωτερικό  του  κυττάρου, 
άρα  μόρια  της  θα  μετακινηθούν  προς  τα  έξω,  ενώ  η  φρουκτόζη  έχει  μεγαλύτερη 
συγκέντρωση έξω και μόρια της θα κινηθούν προς το εσωτερικό του κυττάρου. 
2.  Η  Σακχαρόζη  σαν  δισακχαρίτης  δεν  διαπερνά  τη  κυτταρική  μεμβράνη. 
Παρατηρούμε πως η συγκέντρωση της είναι μεγαλύτερη στο εσωτερικό του τεχνητού 
κυττάρου.  Προκειμένου  να  επιτευχθεί  ισορροπία  των  συγκεντρώσεων  μεταξύ  του 
εσωτερικού  και  του  εξωτερικού  του  τεχνητού  κυττάρου,  μόρια  νερού  θα 
μετακινηθούν από το εξωτερικό προς το εσωτερικό του κυττάρου (ώσμωση). 
3.  Αποτέλεσμα  του  οσμωτικού  φαινόμενου  θα  είναι  η  διόγκωση  (φούσκωμα)  του 
κυττάρου.


Ερώτηση 8: 
1.  Η  ουσία  Α  παρατηρούμε  ότι  αρχικά  έχει  την  ίδια  συγκέντρωση  τόσο 
ενδοκυτταρικά  όσο  και  εξωκυτταρικά,  ενώ  τελικά  μειώνεται  και  στις  δύο  περιοχές. 
Αυτό σημαίνει ότι ουσία μετακινήθηκε εσωτερικά και μετά χρησιμοποιήθηκε από το 
κύτταρο είτε ως πηγή ενέργειας ή για κάποια βιοσύνθεση. Για να μετακινηθεί ουσία 
αντίθετα  από  την  φορά  ισορροπίας  πρέπει  να  γίνει  κατανάλωση  ενέργειας  και 
επομένως οξυγόνου. Άρα, η ουσία Α μετακινείται με ενεργητική μεταφορά. 
Η  ουσία  Β  έχει  μεγαλύτερη  συγκέντρωση  εξωκυτταρικά,  ενώ  τελικά  οι  δύο 
συγκεντρώσεις  εξισορροπούνται.  Αυτό  σημαίνει  ότι  έγινε  παθητική  μετακίνηση  της 
ουσίας  προς  τη  κατεύθυνση  χαμηλότερης  συγκέντρωσης  και  τελικά  επήλθε 
ισορροπία. Επομένως, η ουσία Β μεταφέρθηκε με παθητική μεταφορά (διάχυση). 
Η ουσία Γ έχει μεγαλύτερη συγκέντρωση εξωκυτταρικά αρχικά, ενώ στο τέλος 
αυτή η διαφορά αυξάνεται, γεγονός που σημαίνει ότι η ουσία μεταφέρθηκε αντίθετα 
με  τη  φορά  παθητικής  μεταφοράς.  Βάσει  των  παραπάνω  συμπεραίνουμε  ότι  και  η 
ουσία Γ, όπως και η Α, μεταφέρεται με ενεργητική μεταφορά. 
2. Το οξυγόνο χρειάζεται για το καταβολισμό του κυττάρου από τον οποίο παράγεται 
ενέργεια  απαραίτητη  και  για  τις  διαδικασίες  ενεργητικής  μεταφοράς  ουσιών.  Οπότε, 
μείωση του οξυγόνου συνεπάγεται μείωση παραγωγής ενέργειας, που με τη σειρά της 
προκαλεί  επιβράδυνση  των  διαδικασιών  ενεργητικής  μεταφοράς.  Αυτό,  στη 
περίπτωσή  μας,  θα  προκαλέσει  επιβράδυνση  της  μεταφοράς  των  ουσιών  Α  και  Γ, 
μιας και αυτές μεταφέρονται με το παραπάνω τρόπο. 
3.  Με  το  μηχανισμό  της  παθητικής  μεταφοράς  μεταφέρεται  το  απαραίτητο  οξυγόνο 
μέσα  στα  κύτταρα,  ενώ  απομακρύνεται  το  παραγόμενο  διοξείδιο  του  άνθρακα  από 
αυτά.  Με  τη  διαδικασία  της  ενεργητικής  μεταφοράς  γίνεται  μεταφορά  ιόντων  Na+ 
και Κ+ μέσω του μηχανισμού της αντλίας ιόντων Νατρίου­Καλίου. 
4.    Ουσίες  μεγάλου  Μ.Β.  εισέρχονται  μέσα  στο  κύτταρο  με  τη  διαδικασία  της 
ενδοκύττωσης,  ενώ  εξέρχονται  με  τη  διαδικασία  εξωκύττωσης.  (Περιγραφή  των δύο 
διαδικασιών γίνεται στη σελίδα 52 του σχολικού βιβλίου.) 

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 

ΕΝΟΤΗΤΑ 3.1 
Στην Ενότητα 3.1 δεν υπάρχει αλλαγή στη αρίθμηση των ασκήσεων. 

ΕΝΟΤΗΤΑ 3.2 
σελ. 151­157 
Στην Ενότητα 3.2 αλλάζει η ερώτηση 10 και προστίθεται η ερώτηση 15. 

Ερώτηση 10: 
α) Σ, β) Λ, γ) Λ, δ) Λ.


Ερώτηση 15: 
Η  αντίδραση  είναι  εξώθερμη,  οπότε  η  ενέργεια  των  προϊόντων  (ουσία  Β)  θα  είναι 
μικρότερη  από  την  ενέργεια  των αντιδρώντων (ουσία Α). Η ενέργεια ενεργοποίησης 
της αντίδρασης παρουσία ενζύμου είναι μικρότερη από την αντίστοιχη χωρίς ένζυμο. 
Βάσει  των  παραπάνω,  το  σχήμα  1  είναι  λάθος,  διότι  δείχνει  ότι  η  ενέργεια 
ενεργοποίησης  της  αντίδρασης  χωρίς  ένζυμο  είναι  μικρότερη  της  αντίστοιχης  με 
ένζυμο.  Το  σχήμα  2  είναι  λάθος,  διότι  δείχνει  ότι  η  ουσία  Β  (προϊόν)  έχει 
περισσότερη  ενέργεια  από  την  ουσία  Α  (αντιδρών).  Αυτό  συμβαίνει  μόνο  όταν  η 
αντίδραση  είναι  ενδόθερμη.  Το  σχήμα  3  είναι  λάθος,  διότι  δείχνει  ότι  κατά  την 
διάρκεια  της  αντίδρασης  με  ένζυμο  προκύπτουν  ενδιάμεσα  προϊόντα  με χαμηλότερη 
ενέργεια από το τελικό προϊόν. Το σχήμα 4 είναι λάθος, διότι συνδυάζει τους λόγους 
που είναι λάθος τα σχήματα 1 και 3. 

ΕΝΟΤΗΤΑ 3.3 
σελ. 179­187 
Στην Ενότητα 3.3 έχει τροποποιηθεί η ερώτηση 1 και δεν υπάρχουν οι ερωτήσεις με 
αριθμό  3,  8  και  9  του  βοηθήματος.  Η  αντιστοιχία  ερωτήσεων  σχολικού  βιβλίου  και 
βοηθήματος των Εκδόσεων Πατάκη είναι η εξής: 

ΒΟΗΘΗΜΑ 
ΣΧΟΛΙΚΟ 
ΕΚΔ. 
ΒΙΒΛΙΟ 
ΠΑΤΑΚΗ 
1  (βλ. παρακάτω) 
2  2 
3  4 
4  5 
5  7 
6  10 
7  6 
8  11 
9  12 
10  13 
11  14 

Ερώτηση 1: 
2 – ε, 3 – δ, 4 – α. 

ΕΝΟΤΗΤΑ 3.4 
σελ. 201­204 
Στην  Ενότητα  3.4  δεν  υπάρχει  η  ερώτηση  με  αριθμό  5  του  βοηθήματος.  Η 
αντιστοιχία  ερωτήσεων  σχολικού  βιβλίου  και  βοηθήματος  των  Εκδόσεων  Πατάκη 
είναι η εξής:


ΒΟΗΘΗΜΑ 
ΣΧΟΛΙΚΟ 
ΕΚΔ. 
ΒΙΒΛΙΟ 
ΠΑΤΑΚΗ 
1  1 
2  2 
3  7 
4  3 
5  4 
6  6 
7  (βλ. παρακάτω) 

Ερώτηση 7: 
Το  βάρος  του  σώματος  σε  φυσιολογικές  συνθήκες  είναι  ανάλογο  του  ύψους.  Η 
κοντύτερη γυναίκα παρατηρούμε ότι έχει μεγαλύτερο βάρος από την ψηλότερη. Αυτό 
σημαίνει  ότι,  αν  δεν  υπάρχει  πιο  ανεπτυγμένη  μυϊκή  μάζα (από γυμναστική), τότε η 
διαφορά  βάρους  οφείλεται  σε  εναπόθεση  λίπους  στον  υποδόριο  ιστό.  Για  την 
αξιολόγηση του ύψους του μεταβολισμού πέρα από το ύψος του σώματος θα πρέπει 
να λάβουμε υπό όψη τον τρόπο ζωής των γυναικών (καθιστική ή όχι ζωή, γυμναστική 
ή όχι), τη λήψη της μέσης ημερήσιας ποσότητας τροφής καθώς και την ποιότητα της 
τροφής (τροφή με περισσότερα λιπαρά, υδατάνθρακες  ή πρωτεΐνες). 

4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 

ΕΝΟΤΗΤΑ 4.2 
σελ. 234­241 
Στην  Ενότητα  4.2  η  αντιστοιχία  ερωτήσεων  σχολικού  βιβλίου  και  βοηθήματος  των 
Εκδόσεων Πατάκη είναι η εξής: 

ΒΟΗΘΗΜΑ 
ΣΧΟΛΙΚΟ 
ΕΚΔ. 
ΒΙΒΛΙΟ 
ΠΑΤΑΚΗ 
1  1 
2  2 
3  3 
4  4 
5  5 
6  6 
7  7 
8  8 
9  9 
10  (βλ. παρακάτω)

11  10 
12  11 
13  12 
14  13 
15  14 

Ερώτηση 10: 
Τα  ένζυμα  είναι  πρωτεΐνες  και  για  τη  σύνθεσή  τους  ακολουθείται  η  τυπική 
διαδικασία της πρωτεϊνοσύνθεσης. Επομένως, η χημική ουσία μπορεί να παρεμβαίνει 
σε οποιοδήποτε στάδιο της πρωτεϊνοσύνθεσης. Μπορεί να επεμβαίνει στη διαδικασία 
της  μεταγραφής,  που  γίνεται  στο  πυρήνα  για  τη  σύνθεση  του  αντίστοιχου  m­RNA, 
είτε  δημιουργώντας  λάθη  κατά  τη  μεταγραφή  είτε διακόπτοντας την. Μπορεί επίσης 
να  επεμβαίνει  στη  διαδικασία  της  μετάφρασης,  που  γίνεται  στα  ριβοσώματα  του 
κυτταροπλάσματος,  αναστέλλοντας  τη  σύνθεση  της  πολυπεπτιδικής  αλυσίδας. 
Μπορεί  τέλος  να  επεμβαίνει  στη  τελική  επεξεργασία  της  πολυπεπτιδικής  αλυσίδας, 
ώστε  αυτή  να  πάρει  τη  τελική  διαμόρφωσή  της  στο  χώρο,  προκειμένου  να  καταστεί 
ενζυμικά λειτουργική. 

ΕΝΟΤΗΤΑ 4.5 
σελ. 278­284 
Στην  Ενότητα  4.5  η  αντιστοιχία  ερωτήσεων  σχολικού  βιβλίου  και  βοηθήματος  των 
Εκδόσεων Πατάκη είναι η εξής: 

ΒΟΗΘΗΜΑ 
ΣΧΟΛΙΚΟ 
ΕΚΔ. 
ΒΙΒΛΙΟ 
ΠΑΤΑΚΗ 
1  1 
2  2 
3  3 
4  4 
5  5 
6  6 
7  7 
8  8 
9  9 
10  10 
11  11 
12  12 
13  12 
14  14 
15  15 
16  16 
17  (βλ. παρακάτω)

18  (βλ. παρακάτω) 
19  17 
20  (βλ. παρακάτω) 

Ερώτηση 17: 
1.  Παρατηρούμε  ότι  η  ποσότητα  γενετικού  υλικού  στην  αρχή  και  στο  τέλος  του 
κυτταρικού κύκλου είναι ίδια και ίση με α και αυτό συμβαίνει κατά την μίτωση. 
2.  Η  βιολογική  σημασία  της  μίτωσης  έχει  να  κάνει  με  τη  διατήρηση  των  γενετικών 
πληροφοριών στα θυγατρικά κύτταρα, ευνοώντας έτσι τη γενετική σταθερότητα. 
3. Με τη μορφή δικτύου χρωματίνης το γενετικό υλικό υπάρχει σε όλη τη μεσόφαση. 
Με  τη  μορφή  χρωμοσωμάτων  που  αποτελούνται  από  2  χρωματίδες  παρουσιάζεται 
μετά  το  διπλασιασμό  του  DNA,  στα  διαστήματα  όπου  η  ποσότητα  του  γενετικού 
υλικού  είναι  2α  (ΒΓ,  ΓΔ,  ΔΕ,  Ε­ΣΤ).  Με  τη  μορφή  χρωματίδων  που 
αντιπροσωπεύουν χρωμοσώματα στα στάδια εκείνα όπου δεν είναι διπλασιασμένο το 
DNA,  δηλαδή εκεί όπου η ποσότητα του γενετικού υλικού είναι α (ΑΒ, ΣΤ­Ζ). 
4.  Τα  δύο  βασικά  είδη  κυτταροδιαίρεσης  των  ευκαρυωτικών  κυττάρων  είναι  η 
μίτωση και η μείωση. Η μείωση διαφέρει από την μίτωση στα εξής: 
α)  Η  μείωση  ολοκληρώνεται  με  2  διαδοχικές  κυτταρικές  διαιρέσεις  έναντι  1 
διαίρεσης με την οποία ολοκληρώνεται η μίτωση. 
β) Προκύπτουν 4 θυγατρικά κύτταρα αντί 2 της μίτωσης. 
γ) Τα θυγατρικά κύτταρα (γαμέτες) της μείωσης περιλαμβάνουν τη μισή ποσότητα 
γενετικού  υλικού  σε  σχέση  με  το  μητρικό  κύτταρο,  σε  αντίθεση  με  τα 
θυγατρικά  κύτταρα  της  μίτωσης,  που  περιλαμβάνουν  την  ίδια  ποσότητα 
γενετικού υλικού σε σχέση με το μητρικό κύτταρο. 

Ερώτηση 18: 
1. Παρατηρούμε από το σχήμα ότι το κύτταρο αποτελείται από 4 χρωμοσώματα ανά 
2 όμοια (ομόλογα χρωμοσώματα), άρα πρόκειται για διπλοειδή οργανισμό. 

2.  Εφόσον  τα  χρωμοσώματα  είναι  ορατά  (μέγιστος  βαθμός  συμπύκνωσης),  η 


πυρηνική  μεμβράνη  δεν  έχει  ακόμα  ολοκληρωτικά  διαλυθεί  και  το  κεντροσωμάτιο 
έχει  διπλασιαστεί,  καταλαμβάνοντας  αντιδιαμετρικές  θέσεις  ως  προς  τον  πυρήνα.  Η 
φάση στην οποία βρίσκεται το κύτταρο είναι η πρόφαση και συγκεκριμένα στο τέλος 
της πριν το κύτταρο μπει στη μετάφαση.


3.  Κατά  τη  μετάφαση  Ι  της  μείωσης  τα  ομόλογα  χρωμοσώματα  τοποθετούνται 
ζευγάρια στο ισημερινό πεδίο της μειωτικής ατράκτου. Το κάθε ζευγάρι τοποθετείται 
ανεξάρτητα  από  τα  υπόλοιπα  και  υπάρχουν  2  δυνατές  θέσεις  τοποθέτησης  για  κάθε 
ζευγάρι ως προς τους πόλους της ατράκτου. Κατά την τελόφαση Ι δημιουργούνται 2 
κύτταρα  και  το  καθένα  έχει  μία  σειρά  μη  ομολόγων  χρωμοσωμάτων.  Λόγω  του 
ανεξάρτητου  διαχωρισμού  των  χρωμοσωμάτων  μπορούν  να  προκύψουν  2 n 
συνδυασμοί  μη  ομολόγων  χρωμοσωμάτων  (n  =  ο  αριθμός  των  μη  ομολόγων 
χρωμοσωμάτων∙  εδώ  n  =  2).  Το    κάθε  ένα  κύτταρο  που  προκύπτει  έχει  1  από  τους 
παραπάνω  συνδυασμούς,  δηλαδή  σε  κάθε  μείωση  προκύπτουν  2  συνολικά  από  τους 

παραπάνω  συνδυασμούς.  Επομένως  οι  διαφορετικοί  γαμέτες  που  μπορούν  να 


προκύψουν γενικά είναι 2 n = 2 2  = 4 

4. Κατά τη πρόφαση και την μετάφαση Ι το κύτταρο έχει 4 μονάδες (4 χρωμοσώματα 
με  2  χρωματίδες  το  καθένα)  μάζας  DNA,  ενώ  κατά  τη  πρόφαση  ΙΙ  και  μετάφαση  ΙΙ 
έχει  2  μονάδες  (2  χρωμοσώματα  με 2 χρωματίδες το καθένα). Στην  ανάφαση Ι έχει 
2+2  μάζες  DNA  (διαχωρισμός  των  χρωμοσωμάτων),  ενώ  στην  ανάφαση  ΙΙ  1+1 
(διαχωρισμός  των  αδελφών  χρωματίδων  των  μη  ομολόγων  χρωμοσωμάτων).  Στην 
τελόφαση  Ι  έχει  2  μάζες  DNA  το  κάθε  θυγατρικό  κύτταρο  (2  μη  ομόλογα 
χρωμοσώματα), ενώ στη τελόφαση ΙΙ το κάθε θυγατρικό κύτταρο­γαμέτης περιέχει 1 
μάζα DNA ½ + ½ (μια χρωματίδα από κάθε μη ομόλογο χρωμόσωμα). 

Ερώτηση 20: 
1.  Αφού  οι  πρωτεΐνες  έχουν  το  ίδιο  Μ.Β.,  άρα  θα  έχουν  και  τον  ίδιο  αριθμό 
αμινοξέων, δηλαδή 6.000 : 100 = 60 αμινοξέα η κάθε μια. Επομένως, το βακτήριο θα 
περιέχει 3.960 : 60 = 66 πρωτεΐνες. 
2 και 3. Γνωρίζουμε με βάση το γενετικό κώδικα ότι κάθε αμινοξύ αντιστοιχεί σε ένα 
κωδικόνιο  του  m­RNA,  δηλαδή  σε  μία  τριάδα  αζωτούχων  βάσεων  (νουκλεοτιδίων). 
Επομένως,  τα  νουκλεοτίδια  του  m­RNA  που  κωδικοποιούν  αμινοξέα  για  κάθε 
πρωτεΐνη  θα  είναι  συνολικά  3  x  60  =  180  (συμπεριλαμβάνονται  και  τα  3 
νουκλεοτίδια  που  αντιστοιχούν  στο  μήνυμα  έναρξης).  Στο  τέλος  του  μηνύματος 
υπάρχει πάντα τουλάχιστον ένα κωδικόνιο λήξης, δηλαδή + 3 νουκλεοτίδια. Άρα, το 
m­RNA  θα  έχει  συνολικά  183  νουκλεοτίδια  (δεν  υπολογίζονται  οι  αμετάφραστες 
περιοχές  στην  αρχή  και  στο  τέλος  του  m­RNA).  Το  m­RNA  (μονόκλωνο  μόριο) 
προκύπτει  από  τη  μεταγραφή  του  DNA και γνωρίζουμε ότι μεταγράφεται η μία από 
της  2  αλυσίδες  του  αντίστοιχου  τμήματος  DNA.  Επομένως,  το  αντίστοιχο  τμήμα 
DNA που φέρει τη πληροφορία για τη σύνθεση της πρωτεΐνης θα περιέχει 2 x 183 = 
366 νουκλεοτίδια.

You might also like