Professional Documents
Culture Documents
2/207
1,6 Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυῒδ τὸν 6 Ὁ Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν βασιλέα Δαυΐδ, ὁ δὲ 6 ὁ Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαβὶδ τὸν βασιλέα.Δαβὶδ
3/207
Ζοροβάβελ, ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, ὁ δὲ Σαλαθιὴλ ἐγέννησε
τὸν Ζοροβάβελ.
4/207
1,18 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις 18 Ἡ δὲ γέννησις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγινε κατὰ 18 Ἡ γέννησις δὲ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγινε κατὰ τὸν
οὕτως ἦν· μνηστευθείσης γὰρ τῆς τὸν ἀκόλουθον ὑπερφυσικὸν τρόπον.Ὅταν ἀκόλουθον ὑπερφυσικὸν καὶ πρωτοφανῆ
5/207
πραγματικὸς λαός του.
6/207
ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα ἦλθαν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα
ἦλθον ἀπὸ τὰς χώρας τῆς ᾿Ανατολῆς εἰς τὰ
7/207
ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ τῆς φυλῆς Ἰούδα μολονότι μικρὰ εἰς τὸν χώραν τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, μολονότι φαίνεσαι
σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος ὅστις πληθυσμόν, δὲν εἷσαι ἀπὸ ἀπόψεως ἀξίας χωρίον μικρόν, δὲν εἶσαι ὅμως καθόλου ἡ πλέον
8/207
ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν αὐτό· καὶ ἀνοίξαντες τὰς ἀποσκευὰς καὶ τὰ θησαυροφυλάκιά τους τοῦ προσέφεραν δῶρα,
προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ θησαυροφυλάκιά των τοῦ προσέφεραν δῶρα, χρυσὸν καὶ ἀπὸ τὰ πολύτιμα ἀρωματικὰ τῆς
9/207
αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ καὶ εἰς τὰ περίχωρα αὐτῆς ἀπὸ ἡλικίας δύο ἐτῶν περίχωρα καὶ σύνορά της, ἀπὸ ἡλικίας δύο ἐτῶν καὶ
τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν καὶ κάτω, σύμφωνα μὲ τὸν χρόνον, τὸν ὁποῖον κάτω, σύμφωνα μὲ τὸν χρόνον, τὸν ὁποῖον
10/207
πατρός, αὐτοῦ ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν· Ἀρχέλαος (μοχθηρὸς ἐπίσης ἡγεμών) ἐφοβήθη νὰ νὰ μεταβῇ ἐκεῖ.Καὶ καθὼς ὡδηγήθη εἰς ὄνειρον ἀπὸ
χρηματισθεὶς δὲ κατ' ὄναρ ἀνεχώρησεν μεταβῇ ἐκεῖ.Λαβὼν δὲ ὁδηγίας ἀπὸ τὸν Θεὸν εἰς τὸν Θεόν, ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας,
11/207
3,3 Οὗτος γάρ ἐστιν ὁ ρηθεὶς ὑπὸ 3 Αὐτὸς δὲ ὁ Ἰωάννης ἦτο ἐκεῖνος, διὰ τὸν ὁποῖον 3 Ἔπρεπε δὲ κατ’ ἐκείνας τὰς ἡμέρας νὰ ἐμφανισθῇ
Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· φωνὴ εἶχε προφητεύσει ὁ Ἡσαΐας λέγων· <φωνὴ ὁ Ἰωάννης καὶ νὰ ἀκουσθῇ τὸ κήρυγμα αὐτό, διότι
12/207
αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας ὅπου συγχρόνως ἐξωμολογοῦντο καὶ τὰς ἀπὸ τὸν Ἰωάννην, συγχρόνως δὲ ἐξωμολογοῦντο τὰς
αὐτῶν. ἁμαρτίας των. ἁμαρτίας των.
13/207
ἔργα δὲν εἶναι καλά). ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἔχει καρπὸν ἀρετῆς.
3,11 Ἐγὼ μὲν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς 11 Ἐγὼ μὲν σᾶς βαπτίζω μὲ νερό, διὰ νὰ σᾶς 11 Εἶναι δὲ καὶ δυνατὸν καὶ εὔκολον νὰ
14/207
βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; ἀναμάρτητος καὶ τέλειος, ἔρχεσαι νὰ βαπτισθῇς
βάπτισμα;
ἀπὸ ἐμέ;>
15/207
4,1 Τότε ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον Τότε ὁ Ἰησοῦς ὠδηγήθη ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον Τότε ὁ Ἰησοῦς ὡδηγήθη ἀπὸ ἐσωτερικὴν
16/207
τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ δώσῃ ἐντολὴν εἰς τοὺς ἀγγέλους ὅλους ἡ πρὸς σὲ ἀγάπη καὶ προστασία τοῦ Πατρός
καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε πρὸς χάριν σου καὶ αὐτοὶ θά σὲ σηκώσουν εἰς τὰ σου.Διότι ἔχει γραφῆ εἰς τοὺς Ψαλμούς, ὅτι ὁ Θεὸς
17/207
αὐτῷ. Θεοῦ ἦλθαν πλησίον τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν ὑπηρέτουν παρέχοντες εἰς αὐτὸν τὰς διακονίας καὶ
ὑπηρετοῦσαν ὡς νικητήν. ἐκδουλεύσεις των.
18/207
κηρύσσειν καὶ λέγειν· μετανοεῖτε· ἤγγικε δημοσίᾳ καὶ νὰ λέγῃ· <μετανοεῖτε, διότι ἔχει συστηματικῶς καὶ νὰ λέγῃ· Μετανοεῖτε, διότι
γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. πλησιάσει πλέον ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἡ ἐπλησίασαν αἱ ἡμέραι κατὰ τὰς ὁποίας ὁ Μεσσίας μὲ
19/207
4,23 Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ 23 Ὁ δὲ Ἰησοῦς περιήρχετο τότε ὅλην τὴν 23 Καὶ περιώδευεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς
Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς Γαλιλαίαν, ἐδίδασκεν εἰς τὰς συναγωγὰς (ὅπου διδάσκων εἰς τὰς συναγωγάς των, ὅπου κάθε
20/207
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
21/207
ἐλεηθήσονται. συμπονοῦν καὶ ἐλεοῦν τὸν πάσχοντα, διότι αὐτοὶ συμπονοῦν εἰς τὴν δυστυχίαν τοῦ πλησίον, διότι
θὰ ἐλεηθοῦν πλουσίως ἀπὸ τὸν Θεόν. αὐτοὶ θὰ ἐλεηθοῦν ἀπὸ τὸν Θεὸν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς
22/207
καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων. ζωὴν τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ προλαμβάνετε τὴν ἅλας χάσῃ τὴν δύναμίν του, μὲ τί θὰ ἀλατισθῇ, ὥστε
ἠθικὴν σαπίλαν).Ἀλλὰ ἐὰν τὸ ἁλάτι χάσῃ αὐτὴν νὰ ἀποκτήσῃ πάλιν τὴν δύναμιν ποὺ ἔχασε; Δὲν
23/207
5,17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι 17 Μὴ νομίσετε ὅτι ἦλθα νὰ καταλύσω τὸν νόμον 17 Μὴ νομίσετε, ὅτι ἦλθα διὰ νὰ καταλύσω καὶ
τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον τοῦ Μωϋσέως ἢ τὴν διδασκαλίαν τῶν ἀκυρώσω τὸν ἠθικὸν νόμον τοῦ Μωϋσέως ἢ τὴν
24/207
πρέπει νὰ δώσετε μεγάλην προσοχήν.
25/207
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι θυσιαστήριον καὶ ἐκεῖ ἐνθυμηθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός μας εἶναι ἀξιόποινος, ἐὰν προσφέρῃς τὸ δῶρον σου
ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ, σου ἔχει κάτι ἐνάντίον σου ἐξ αἰτίας τῆς ἀδίκου εἰς τὸ θυσιαστήριον καὶ ἐκεῖ ἐνθυμηθῇς, ὅτι ὁ
26/207
5,28 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ 28 Ἐγὼ ὅμως σᾶς λέγω ὅτι καθένας, ὁ ὁποῖος 28 Ἀλλ’ ἐγὼ σᾶς λέγω, ὅτι καθένας ποὺ βλέπει
βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι βλέπει γυναῖκα μὲ τὴν πονηρὰν ἐπιθυμίαν πρὸς οἰανδήποτε γυναῖκα διὰ νὰ τὴν ἐπιθυμήσῃ πρὸς
27/207
γυναῖκα αὐτοῦ, δότω αὐτῇ ἀποστάσιον. ἂς τῆς δώσῃ γραπτὸν διαζύγιον. διώξῃ τὴν γυναῖκα του, ἂς τῆς δώσῃ ἔγγραφον
διαζυγίου.
28/207
5,37 Ἔστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ 37 Ἄς εἶναι δὲ ὁ λόγος σας ἀληθινὸς πάντοτε, 37 Ἂς εἶναι δὲ ὁ λόγος σας ναί, ὅταν πράγματι εἶναι
οὒ· τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ ὥστε τὸ ναὶ νὰ εἶναι ναὶ καὶ τὸ ὄχι νὰ εἶναι ναί· καὶ ὄχι, ὅταν καὶ πράγματι εἶναι ὄχι· τὸ ἐπὶ
29/207
ἀποστροφῆς. μὴ περιφρονήσῃς αὐτόν, ποὺ θέλει νὰ δανεισθῇ εἰλικρινὴς ἀγάπη· καὶ μὴ περιφρονήσῃς ἐκεῖνον, ποὺ
ἀπὸ σὲ χωρὶς τόκον. θέλει νὰ δανεισθῇ χωρὶς τόκον ἀπὸ σέ.
30/207
πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός τὴν ἀγάπην πρὸς ὅλους, ὅπως τέλειος εἶναι καὶ ὁ πρὸς πάντας, καθὼς εἶναι τέλειος καὶ ὁ οὐράνιος
ἐστιν. οὐράνιος Πατέρας σας. Πατήρ σας, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀγάπη.
31/207
συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς γωνίας τῶν ἐπιδιώκουν νὰ στέκουν ὄρθιοι καὶ νὰ ὄρθιοι εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ εἰς τὰς γωνίας τῶν
πλατειῶν ἑστῶτες προσεύχεσθαι, ὅπως προσεύχωνται εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ εἰς τὰς πλατειῶν καὶ νὰ προσεύχονται, διὰ νὰ φανοῦν εἰς
32/207
6,10 ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω 10 Ἂς ἔλθῃ ἡ βασιλεία σου εἰς τὰς καρδίας ὅλων 10 Εἴθε νὰ ἔλθῃ ἡ βασιλεία σου διὰ τῆς ἐλευθέρας
τό θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων, ὥστε ὅλοι νὰ ὑποτάσσωνται με καὶ προθύμου μου ὑποταγῆς πάντων τῶν ἀνθρώπων
33/207
παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ἀνθρώπους διὰ τὰ ἁμαρτήματά των, τότε οὔτε ὁ τὰ πρὸς σᾶς ἁμαρτήματά των, οὔτε ὁ Πατήρ σας θὰ
ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Πατήρ σας θὰ συγχωρήσῃ τὰς ἰδικά σας ἁμαρτίας. συγχωρήσῃ τὰς πρὸς αὐτὸν ἁμαρτίας σας.
34/207
διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου οἱ κλέπται δὲν τρυποῦν τοίχους καὶ δὲν κλέπται δὲν τρυποῦν τοὺς τοίχους τῶν
κλέπτουν. θησαυροφυλακίων οὔτε κλέπτουν.
35/207
δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ κυρίους· διότι ἢ θὰ μισήσῃ τὸν ἕνα καὶ θὰ εἶναι δυνατὸν καὶ εἰς τὴν γῆν νὰ θησαυρίζῃ κανεὶς
τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται ἀγαπήσῃ τὸν ἄλλον ἢ θὰ προσκολληθῇ εἰς τὸν καὶ εἰς τὸν Θεὸν νὰ εἶναι προσκολλημένος.Κανεὶς
36/207
προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ φροντίδας καὶ ἂν καταβάλῃ, ἠμπορεῖ νὰ ἀνίσχυρος εἶναι ἡ μέριμνά σας αὐτή, σᾶς ἐρωτῶ:
πῆχυν ἕνα; προσθέσῃ εἰς τὸ ἀνάστημά του ἕνα πῆχυν; Ποῖος ἀπὸ σᾶς, ὀσονδήποτε καὶ ἂν φροντίσῃ,
37/207
χρῄζετε τούτων ἁπάντων. Θεοῦ), ἐπιζητοῦν ἀποκλεστικὰ καὶ μόνον αὐτὰ τὰ ζητοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ μάταια καὶ φθαρτά, ὡς τὰ μόνα
φθαρτὰ ἀγαθά.Σεῖς ὅμως μὴν κυριεύεσθε ἀπὸ σοβαρὰ καὶ ἀπαραίτητα.Σεῖς ὅμως μὴ ἀνησυχῆτε δι'
38/207
συμπεριφορά σας.
7,3 Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ 3 Διατὶ δὲ βλέπεις τὸ μικρὸν ἀχυράκι, ποὺ ὑπάρχει 3 Διατὶ δὲ βλέπεις τὸ σαριδάκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι
39/207
χριστιανικῆς ἀληθείας.Διότι ὑπάρχει κίνδυνος παραθέτετε τοὺς πολυτίμους μαργαρίτας τῆς
μεγάλος νὰ καταπατήσουν με τὰ πόδια των τὰ χριστιανικῆς ἀληθείας ἐμπρὸς εἰς ἀνθρώπους, οἱ
40/207
ἐκείνους ποὺ τοῦ τὰ ζητοῦν; ἐκείνους, ποὺ τοῦ ζητοῦν;
7,12 Πάντα οὖν ὅσα ἂν θέλητε ἵνα 12 Λοιπόν, ὅσα θέλετε νὰ κάνουν εἰς σᾶς οἱ 12 Καὶ διὰ νὰ συγκεφαλαιώσω λοιπὸν ὅλα, ὅσα
41/207
7,15 Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν 15 Προσέχετε δέ, νὰ μὴ παρασυρθῆτε εἰς τὴν 15 Ἐὰν δὲ θέλετε νὰ εὕρετε τὸν δρόμον αὐτὸν τῆς
ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχωνται πρὸς πλάνην ἀπὸ τοὺς κακοὺς διδασκάλους καὶ αἰωνίου σωτηρίας, προσέχετε νὰ μὴ παρασυρθῆτε
42/207
ἐπιγνώσεσθε αὐτούς. ψευδοπροφήτας καὶ ὑποκριτάς, διότι θὰ τοὺς ἀπὸ ὅσα εἴπομεν συνάγεται τὸ συμπέρασμα, ὅτι
γνωρίσετε πολὺ καλὰ ἀπὸ τὰ ἔργα των. ἀσφαλῶς καὶ βεβαίως ἀπὸ τὰ ἔργα, ποὺ σὰν ἄλλους
43/207
πέτραν· ἔκτισε τὸ σπίτι του ἐπάνω εἰς τὴν πέτραν (εἰς φρόνιμον, ποὺ ἔκτισε τὸ σπίτι του ἐπάνω εἰς τὴν
θεμέλιον στερεὸν καὶ ἀσάλευτον δηλαδὴ θεμέλιον πέτραν, εἰς τὸ στερεὸν δηλαδὴ καὶ ἀδιάσειστον
44/207
ἐπεσκότιζαν τὴν διδασκαλίαν μὲ τὰς μωρὰς οἱ ὁποῖοι πρὸς βεβαίωσιν τῶν λεγομένων τοὺς
ἐπινοήσεις τῆς παραδόσεως τῶν πρεσβυτέρων). ἀνεφέροντο εἰς τὸν νόμον ἢ εἰς τὰς παραδόσεις τῶν
45/207
προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος τὸν ἐπλησίασε μὲ σεβασμὸν ἕνας ἑκατόνταρχος ἦλθε πρὸς αὐτὸν εἰς ἑκατόνταρχος, ὁ ὁποῖος τὸν
παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· παρεκάλει καὶ τοῦ ἔλεγε·
46/207
ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως, ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τῆς ἑκατόνταρχον θὰ ἔλθουν ἀπὸ ἀνατολὴν καὶ δύσιν,
ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ οἰκουμένης, θὰ ἔλθουν πολλοὶ καὶ θὰ ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου, καὶ θὰ παρακαθήσουν
47/207
τοὺς κακῶς ἔχοντας ἐθεράπευσεν, προσταγήν του ἐξεδίωξε τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ προστακτικὸν λόγον.Καὶ ὅλους, ὅσοι ἔπασχον ἀπὸ
ὅλους ὅσοι ἐταλαιπωροῦντο ἀπὸ ἀσθενείας τοὺς ἄλλα νοσήματα, τοὺς ἐθεράπευσε.
48/207
ὡς κριτὴς ἔνδοξος ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ) δὲν
ἔχει οὔτε ποὺ νὰ ἀκουμβήσῃ τὴν κεφαλήν του.Μὴ
49/207
αὐτοῦ ἤγειραν αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, καὶ τὸν ἐξύπνησαν λέγοντες· <Κύριε σῶσε μας, ἐξύπνησαν λέγοντες· Κύριε, σῶσε μας· χανόμεθα.
σῶσον ἡμᾶς, ἀπολλύμεθα. χανόμαστε>.
50/207
λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον <ἐὰν θὰ μᾶς διώξῃς ἀπὸ τοὺς δύο αὐτοὺς πρόκειται νὰ μᾶς βγάλῃς ἔξω ἀπ' ἐδῶ, ἐπίτρεψόν μας
ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν ἀνθρώπους, δός μας τὴν ἄδειαν νὰ πᾶμε εἰς τὸ νὰ ἀπέλθωμεν ες τὸ κοπάδι τῶν χοίρων.
51/207
Καπερναούμ. ἰδικήν του πόλιν, τὴν Καπερναούμ.
9,2 Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ 2 Καὶ ἰδοὺ ἔφεραν πρὸς αὐτὸν ἕνα παραλυτικόν, 2 Καὶ ἰδοὺ ἔφεραν πρὸς αὐτὸν ἕνα παραλυτικόν, τὸν
52/207
ἁμαρτίας - τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· καὶ νὰ θεραπεύῃ ἀσθενείας, τότε λέγει πρὸς τὸν ἀνθρωπότητος καὶ ἔνδοξος Κριτὴς αὐτῆς κατὰ τὴν
ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ παραλυτικόν· <σήκω ἐπάνω ὑγιής, πάρε τὸ δευτέραν παρουσίαν του, ἔχει ἐξουσίαν νὰ συγχωρῇ
53/207
μαθηταῖς αὐτοῦ· διατί μετὰ τῶν τοὺς μαθητάς του· <διατὶ ὁ διδάσκαλός σας τρώγει μαθητάς του.Διατὶ ὁ Διδάσκαλός σας τρώγει μαζὶ μὲ
τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίει ὁ μαζῆ μὲ τοὺς τελώνας καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς;> τοὺς τελώνας καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς;
54/207
ἐφ' ὅσον εὑρίσκονται μαζῆ μὲ ἐμέ, τὸν νυμφίον ἀπὸ αὐτοὺς τὸν Νυμφίον, καὶ τότε θὰ νηστεύσουν
τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πενθοῦν καὶ καὶ θὰ πενθήσουν καὶ θὰ κακοπαθήσουν.
55/207
τοὺς νέους ἀνθρώπους, ὅπως εἶναι οἱ μαθηταί μαθηταί μου, ποὺ ὁμοιάζουν πρὸς νέα ἐνδύματα καὶ
56/207
τοῦ ἄρχοντος καὶ ἰδὼν τοὺς αὐλητὰς ἄρχοντος καὶ εἶδε αὐτούς, ποὺ μὲ τοὺς αὐλούς των καὶ εἶδεν ἐκείνους ποὺ ἔπαιζαν μὲ τὸν αὐλὸν θλιβερὰ
καὶ τὸν ὄχλον θορυβούμενον, λέγει ἔπαιζαν πένθιμα καὶ νεκρικὰ τραγούδια, καὶ τὸν μοιρολόγια καὶ τὸ πλῆθος τῶν συγγενῶν καὶ
57/207
Ἰησοῦς λέγων· ὁρᾶτε μηδεὶς καὶ εἶπε· <προσέχετε, κανεὶς νὰ μὴ μάθῃ τὸ Προσέχετε, κανεὶς νὰ μὴ μάθῃ τὸ θαῦμα ποὺ σᾶς
58/207
προφυλάξῃ καὶ νὰ τὰ ὁδηγήσῃ εἰς τόπους βοσκῆς.
59/207
10,3 Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος, 3 ὁ Φίλιππος καὶ ὁ Βαρθολομαῖος, ὁ Θωμᾶς καὶ ὁ 3 Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος, Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος,
60/207
δῶστε. αὐτὴν τῆς θαυματουργίας, δωρεὰν καὶ χωρὶς νὰ
λαμβάνετε χρήματα δώσατέ την καὶ σεῖς.
61/207
αὐξηθῇ ἔτσι ἡ εἰρήνη, τὴν ὁποίαν ἔχετε.
10,14 Καὶ ὃς ἐὰν μὴ δέξηται ὑμᾶς μηδὲ 14 Καὶ ὅποιος δὲν θὰ σᾶς δεχθῇ καὶ δὲν θὰ θελήσῃ 14 Καὶ ὅποιος δὲν σᾶς δεχθῇ μηδὲ ἀκούσῃ τοὺς
62/207
μαστιγώσουν. μαστιγώσουν.
10,18 καὶ ἐπὶ ἡγεμόνας δὲ καὶ βασιλεῖς 18 Καὶ εἰς ἄρχοντας καὶ εἰς βασιλεῖς θὰ σᾶς 18 Καὶ εἰς ἡγεμόνας δὲ καὶ εἰς βασιλεῖς θὰ σᾶς
63/207
θὰ σωθῇ καὶ θὰ γίνῃ ἄξιος τῆς βασιλείας τῶν
οὐρανῶν.
64/207
άποκαλυφθήσεται, καὶ κρυπτὸν ὃ οὐ σᾶς συκοφαντήσουν καὶ θὰ σᾶς καταδιώξουν.(Ἡ συκοφαντήσουν καὶ σᾶς, λοιπὸν μὴ φοβηθῆτε
γνωσθήσεται. ἀθωότης σας θὰ λάμψῃ καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ αὐτούς.Ὁποίαν συκοφαντίαν καὶ ἂν εἴπουν ἐναντίον
65/207
χωρὶς νὰ τὸ ἐπιτρέψῃ ὁ Πατήρ σας. ἀντὶ δέκα λεπτῶν; Καὶ ὅμως ἕν ἀπὸ αὐτὰ δὲν θὰ
πέσῃ νεκρὸν εἰς τὴν γῆν, χωρὶς νὰ τὸ ἐπιτρέψῃ ὁ
66/207
10,34 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν 34 Μὴ νομίσετε ὅτι ἦλθα νὰ ἐπιβάλω μία ψευδῆ 34 Μὴ νομίσετε, ὅτι ἦλθα νὰ φέρω εἰς τὴν γῆν μίαν
εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην εἰς τὴν γῆν (ὅπως τὴν φαντάζονται οἱ τέτοιαν εἰρήνην, ὅπως τὴν φαντάζονται αὐτοί, ποὺ
67/207
ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ ἀπολέσας τὴν τὴν θλῖψιν καὶ τὸ μαρτύριον, διὰ νὰ σώσῃ τὴν μαρτύριον καὶ θὰ διασώσῃ τὴν σωματικὴν ζωήν του,
ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ εὑρήσει ζωήν του, θὰ χάσῃ τὴν ἀληθινὴν καὶ μακαρίαν θὰ χάσῃ τὴν ὑψηλοτέραν καὶ μακαρίαν ζωήν, τὴν
68/207
ἀνήκει.
69/207
περιφρονημένοι δὲ πτωχοὶ καὶ ἄσημοι δέχονται ἀπὸ τὴν λέπραν καὶ κωφοὶ ἀκούουν, νεκροὶ
ὁλοπρόθυμα τὴν χαροποιὸν ἀγγελίαν τῆς ἀνασταίνονται καὶ περιφρονημένοι πτωχοὶ καὶ
70/207
ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου γραφῆ (ἀπὸ ἄλλον προφήτην, τὸν Μαλαχίαν)· γραφῆ ὑπὸ τοῦ Μαλαχίου· Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν
πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἀγγελιοφόρον μου ἀγγελιαφόρον μου ἀμέσως προτήτερα ἀπὸ σέ, ὁ
71/207
11,13 Πάντες γὰρ οἱ προφῆται καὶ ὁ 13 Ἔχει ἀρχίσει νέα πλέον ἐποχή, διότι ὅλοι οἱ 13 Ναί· ἤρχισεν ἄλλη ἐποχὴ ἀπὸ τὰς ἡμέρας τοῦ
72/207
μέσα του δαιμόνιον.
11,19 Ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου 19 Ἦλθε ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος καὶ 19 Ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ τρώγει καὶ πίνει
73/207
καταβιβασθήσῃ· ὅτι εἰ ἐν Σοδόμοις οὐρανόν, θὰ κρημνισθῆς βαθύτατα μέχρι τὸν δοξασμένη μέχρι τοῦ οὐρανοῦ, θὰ καταβιβασθῇς
ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι Ἅδην, διότι ἐὰν τὰ μεγάλα θαύματα, ποὺ ἔγιναν ἐντροπιασμένη μέχρι τοῦ ᾋδου.Διότι ἐὰν εἶχαν γίνει
74/207
πατρός μου· καὶ οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τὸν καί, ὠς γνήσιος μονογενὴς Υἱός του, ἔχω κάθε καὶ ἔλαβον καὶ ὡς ἄνθρωπος πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ
υἱὸν εἰ μὴ ὁ πατήρ, οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐξουσίαν.Καὶ κανεὶς δὲν γνωρίζει πλήρως καὶ δύναμιν.Καὶ ἐπειδὴ ἔχω ὡς Λόγος τὴν αὐτὴν οὐσίαν
75/207
τῶν καθηκόντων, ποὺ ἐπιβάλλω ἐγώ, εἶναι αὐτὸν ποὺ τὸν φέρει· καὶ τὸ φορτίον τῶν
ἐλαφρόν>.(Ἐγὼ τὸ ἐπιβάλλω, ἀλλὰ καὶ ἐγὼ σᾶς ὑποχρεώσεων καὶ καθηκόντων, ποὺ θέτω ἐγὼ ἐπὶ
76/207
ἀνθρώπων, ποὺ δὲν ἦσαν ἱερεῖς, ὁ Θεὸς δὲ δὲν
ὠργίσθη διὰ τοῦτο.
77/207
τέλειος ἄνθρωπος, ἔχω ἐξουσίαν ἀκόμη καὶ τὸν
θεσμὸν τοῦ Σαββάτου νὰ τροποποιήσω.Ὅ,τι δὲ
78/207
ἐπανῆλθε τὸ χέρι εἰς τὴν προτέραν κατάστασιν,
ὑγιὲς σὰν τὸ ἄλλο.
79/207
12,20 Κάλαμον συντετριμμένον οὐ 20 Καλάμι τσακισμένο δὲν θὰ τὸ συντρίψῃ καὶ 20 Ψυχάς, ποὺ ὁμοιάζουν μὲ τσακισμένον κάλαμον,
κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ φιτίλι μισοσβησμένο, ποὺ καπνίζει, δὲν θὰ τὸ δὲν θὰ συντρίψῃ, καὶ καρδίας, εἰς τὰς ὁποίας ὁ θεῖος
80/207
12,25 Εἰδῶς δὲ ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις 25 Γνωρίζων δὲ ὁλοκάθαρα ὁ Ἰησοῦς τὰς πονηρὰς 25 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἐγνώρισε τὰς ἀποκρύφους σκέψεις
αὐτῶν εἶπεν αὐτοῖς· πάσα βασιλεία αὐτῶν σκέψεις τοὺς εἶπε· <κάθε βασίλειον, ποὺ των καὶ τοὺς εἶπε· Κάθε βασίλειον, τὸ ὁποῖον
81/207
διαρπάσει. ἕως τώρα ἀνίκητον διάβολον καὶ δ' αὐτὸ ἐρημώνω καὶ δὲν δέσῃ προτήτερα τὸν ἰσχυρόν; Καὶ τότε θὰ
τὴν βασιλείαν του καὶ ἁρπάζω αὐτούς, ποὺ κρατεῖ διαρπάσῃ τὸ σπίτι του.Ἡ δύναμις τοῦ διαβόλου
82/207
τὸν διάβολον) δὲν θὰ λάβῃ ἄφεσιν τῆς ἁμαρτίας ἐσκληρύνθη καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μετανοήσῃ, δι’
του οὔτε εἰς τὴν παροῦσαν οὔτε εἰς τὴν αὐτὸ δὲ δὲν θὰ συγχωρηθῇ οὔτε εἰς τὴν παροῦσαν
83/207
λόγια.
12,36 Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πᾶν ρῆμα ἀργὸν 36 Σᾶς λέγω δὲ καὶ τοῦτο· ὅτι διὰ κάθε περιττὸν 36 Διὰ νὰ καταλάβετε δὲ πόσον αὐστηρὰ θὰ κριθῆτε
84/207
τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ μὲ τὴν γενεὰν αὐτὴν ἄνδρες Νινευῖται καὶ θὰ τὴν μέλλουσαν κρίσιν μαζὶ μὲ τὴν γενεὰν αὐτὴν καὶ θὰ
κατακρινούσιν αὐτήν, ὅτι μετενόησαν καταδικάσουν, διότι ἐκεῖνοι μετενόησαν μὲ τὸ κατακρίνουν αὐτήν.Διότι ἐκεῖνοι, καίτοι ἦσαν
85/207
τὴν εὑρίσκῃ.
86/207
ζητοῦντες σε ἰδεῖν. ὁμιλήσουν.
12,48 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ λέγοντι 48 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοῦ εἶπε· <ποιὰ εἶναι 48 Ὁ δὲ Κύριος ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς ἐκεῖνον, ποὺ
87/207
μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ ἐλθόντα ἔπεσαν κοντὰ εἰς τὸν δρόμον καὶ ἦλθαν τὰ πτηνὰ σπόροι ἔπεσαν κοντὰ εἰς τὸν δρόμον τοῦ χωραφιοῦ
τὰ πετεινὰ κατέφαγεν αὐτά· τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς κετέφαγαν. καὶ ἐπειδὴ παρέμειναν ἐκτεθειμένοι εἰς τὴν
88/207
ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς σᾶς μέν, διὰ τὴν ἀγαθὴν διάθεσίν σας, ἔχει δοθῇ παραβολῶν, διότι εἰς σᾶς, ποὺ ἔχετε καλὴν καὶ
89/207
ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι μὴ ἀκούσουν μὲ τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς των καὶ νὰ μὴ ψυχῆς των· διὰ νὰ μὴ ἴδουν καμμιὰ φορὰ μὲ τὰ
καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς. ἐννοήσουν μὲ τὴν καρδιά του τὸ κήρυγμα τῆς πνευματικά τους μάτια καὶ νὰ μὴ ἀκούσουν μὲ τὰ
90/207
ψυχὴν τοῦ ὁποίου ἔπεσεν ὠς ἄλλος σπόρος ὁ λόγος
τοῦ θείου κηρύγματος, ἀλλ’ αὐτὸς δὲν ἐκατάλαβε
91/207
τέκνον τοῦ Θεοῦ).
13,24 Ἄλλην παραβολὴν παρέθηκεν 24 Ἄλλην παραβολὴν προσέφερεν εἰς αὐτοὺς καὶ 24 Ἄλλην παραβολὴν τοὺς ἐδίδαξε καὶ εἶπεν· Ἔγινεν
92/207
τὰ ζιζάνια ἐκριζώσητε ἅμα αὐτοῖς τὸν μεζεύετε τὰ ζιζάνια, ξερριζώσετε μαζῆ μὲ αὐτὰ ζιζανίων εἶναι μπλεγμένοι μέσα εἰς τὸ χῶμα μὲ τὰς
σῖτον· . καὶ τὸ σιτάρι. ρίζας τοῦ σίτου καὶ ὑπάρχει φόβος μήπως, ὅταν θὰ
93/207
Ἐκκλησίας μου καὶ τοῦ σπειρομένου ὑπ’ αὐτῆς εἰς
τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων λόγου μου εἶναι ἀφανεῖς
94/207
προφήτου λέγοντος· ἀνοίξω ἐν λεχθῆ ἀπὸ τὸν προφήτην· <θὰ ἀνοίξω τὸ στόμα προφήτου, ὁ ὁποῖος εἶπε· Θὰ ἀνοίξω μὲ παραβολὰς
παραβολαῖς τὸ στόμα μου, ἐρεύξομαι μου μὲ παραβολάς, θὰ βροντοφωνήσω καὶ θὰ τὸ στόμα μου καὶ θὰ εἶπω ἀληθείας, ποὺ εἶναι
95/207
τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ, καὶ συλλέξουσιν καὶ κριτὴς τῆς οἰκουμένης, τοὺς ἀγγέλους του καὶ Θεάνθρωπος Μεσσίας, τοὺς ἀγγέλους του καὶ θὰ
ἐκ τῆς βασιλείας αὐτοῦ πάντα τὰ θὰ μαζεύσουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν του ποὺ θὰ ἔχῃ μαζεύσουν ἀπὸ τὸν κόσμον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ
96/207
13,45 Πάλιν ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν 45 Εἶναι πάλιν ὁμοία ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ 45 Πάλιν εἶναι ὁμοία ἡ ἀνυπολόγιστος ἀξία τῆς
οὐρανῶν ἀνθρώπῳ ἐμπόρῳ ζητοῦντι ἔμπορον, ὁ ὅποιος ζητεῖ νὰ ἀγοράσῃ πολύτιμα βασιλείας τῶν οὐρανῶν πρὸς ἄνθρωπον ἔμπορον,
97/207
εἶναι ἀνακατεμένοι μὲ τοὺς δικαίους. ἀνακατεμένοι.
98/207
υἱός; Οὐχὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ λέγεται ὀνομάζεται ἡ μητέρα του Μαριὰμ καὶ οἱ ἀδελφοί ὀνομάζεται ἡ μητέρα του Μαριὰμ καὶ οἱ ἀδελφοί του
Μαριὰμ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ Ἰάκωβος του Ἰάκωβος καὶ Ἰωσῆς καὶ Σίμων καὶ Ἰούδας; Ἰάκωβος καὶ Ἰωσῆς καὶ Σίμων καὶ Ἰούδας;
99/207
δι' αὐτοῦ αἱ θαυματουργικαὶ δυνάμεις>.
14,3 Ὁ γὰρ Ἡρῴδης κρατήσας τὸν 3 Διότι ὁ Ἡρώδης εἶχε συλλάβει τὸν Ἰωάννην, τὸν 3 Εἰπὲ δὲ ὁ Ἡρῴδης περὶ τοῦ Ἰωάννου, ὅτι ἀνεστήθη
100/207
ἐκέλευσε δοθῆναι, συνδαιτημόνας ὡς ἐπίορκος, διέταξε νὰ δοθῇ ἡ τοὺς ὁποίους ἦτο ἐκτεθειμένος καὶ δὲν ἤθελε νὰ
κεφαλὴ τοῦ Ἰωάννου. παρουσιασθῇ, ὅτι ἠθέτει τὸν λόγον του καὶ τὸν
ὅρκον του, ἔδωκε διαταγὴν νὰ δοθῇ ἡ κεφαλὴ τοῦ
101/207
ἑαυτοῖς βρώματα. τροφάς.
14,16 Ὀ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ 16 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· <δὲν ἔχουν ἀνάγκην νὰ 16 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοὺς εἶπε δὲν ἔχουν ἀνάγκην νὰ
102/207
ἕως οὖ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ.(Τοῦτο δὲ τὸ ἔκαμε διὰ νὰ μὴ αὐτοὺς νὰ ἔμβουν εἰς τὸ πλοῖον καὶ νὰ περάσουν
παρασυρθοῦν καὶ οἱ μαθηταὶ ἀπὸ τὸν ἄκριτον προτήτερα ἀπὸ αὐτὸν εἰς τὸ ἀπέναντι μέρος τῆς
ἐνθουσιασμὸν τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν, ποὺ ἤθελαν λίμνης, ἕως ὅτου αὐτὸς διαλύσῃ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ.
14,25 Τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς 25 Κατὰ δὲ τὰ χαράματα, τὸ τέταρτον τρίωρον τῆς 25 Κατὰ δὲ τὸ τελευταῖον τρίωρον τῆς νυκτός, ὁπότε
ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς νυκτός, κατὰ τὸν χρόνον ποὺ ἡ τετάρτη βάρδια παρελάμβανε τὴν στρατιωτικὴν φρουρὰν τὸ
περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. τῶν φρουρῶν ἀνελάμβανε ὑπηρεσίαν, ἦλθεν ὁ τέταρτον τμῆμα τῶν σκοπῶν, ἔφυγεν ἀπὸ τὸ ὅρος
Ἰησοῦς πρὸς τοὺς μαθητὰς περιπατῶν ἐπάνω εἰς καὶ ἦλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς, περιπατῶν ἐπάνω
τὴν θάλασσαν. εἰς τὴν θάλασσαν, σὰν νὰ ἦτο αὐτὴ ξηρά.
14,26 Καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ 26 Ὅταν δὲ τὸν εἶδαν οἱ μαθηταὶ νὰ περιπατῇ 26 Καὶ ὅταν τὸν εἶδαν οἱ μαθηταὶ νὰ περιπατῇ ἐπάνω
τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐπάνω εἰς τὴν θάλασσαν, ἐταράχθησαν καὶ εἰς τὴν θάλασσαν, ἐταράχθησαν λέγοντες, ὅτι αὐτὸ
ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἔλεγαν ὅτι εἶναι φάντασμα καὶ ἀπὸ τὸν φόβον ποὺ ἔβλεπαν εἶναι φάντασμα.Καὶ ἀπὸ τὸν φόβον
ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. ἔκραξαν. τους ἀφῆκαν κραυγήν.
14,27 Εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ 27 Ἀμέσως ὅμως ὡμίλησεν ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτοὺς 27 Ἀμέσως ὅμως ὡμίλησεν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς καὶ
Ἰησοῦς λέγων· θαρσεῖτε, ἐγὼ εἶμι· μὴ καὶ τοὺς εἶπε· <θάρρος, ἐγὼ εἷμαι· μὴ φοβεῖσθε>. εἶπεν· Ἔχετε θάρρος.Ἐγὼ εἶμαι.Μὴ φοβεῖσθε.
φοβεῖσθε.
14,28 Ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· 28 Ἀπεκρίθη δὲ εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος καὶ εἶπε· 28 Ἀπεκρίθη δὲ εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος καὶ εἶπε· Κύριε,
Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρὸς σὲ <Κύριε, ἐὰν εἶσαι σύ, διάταξέ με νὰ ἔλθω πρὸς σὲ ἐὰν εἶσαι σύ, διατάξέ με νὰ ἔλθω πρὸς σὲ ἐπάνω εἰς
ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα περιπατῶν ἐπάνω εἰς τὰ νερά>. τὰ νερά.
29 Ὁ δὲ εἶπεν, ἐλθέ.Καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ 29 Ὁ δὲ Κύριος τοῦ εἶπε· <ἔλα>.Κατέβηκε ὁ Πέτρος 29 Ὁ δὲ Κύριος εἶπεν· Ἐλθέ.Καὶ ἀφοῦ κατέβη ἀπὸ τὸ
103/207
πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ἀπὸ τὸ πλοῖον καὶ ἐπεριπάτησε ἐπάνω εἰς τὰ νερά, πλοῖον ὁ Πέτρος, περιεπάτησεν ἐπάνω εἰς τὰ νερὰ
ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. διὰ νὰ ἔλθῃ εἰς τὸν Ἰησοῦν. διὰ νὰ ἔλθῃ πρὸς τὸν Ἰησοῦν.
104/207
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 15Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
105/207
15,6 καὶ ἠκυρώσατε τὴν ἐντολὴν τοῦ 6 Καὶ ἔτσι ἔχετε ἀχρηστεύσει καὶ περιφρονήσει τὴν 6 Καὶ ἀκυρώσατε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ ἕνεκα τῆς
Θεοῦ διὰ τὴν παράδοσιν ὑμῶν. ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς παραδόσεώς παραδόσεώς σας.
106/207
ἢν οὐκ ἐφύτευσεν ὁ πατήρ μου ὁ ἐφύτευσε ὁ Πατήρ μου ὁ οὐράνιος, θὰ ποὺ δὲν τὴν ἐφύτευσεν ὁ Πατήρ μου ὁ οὐράνιος, θὰ
οὐράνιος ἐκριζωθήσεται. ξερριζωθοῦν. ξερριζωθῇ ἀπὸ τὸ χωράφι τοῦ Θεοῦ.Κάθε ἄνθρωπος
107/207
15,20 Ταῦτά ἐστι τὰ κοινοῦντα τὸν 20 Αὐτὰ εἶναι ποὺ κάνουν ἀκάθαρτον ἐνώπιον τοῦ 20 Αὐτὰ εἶναι ἐκεῖνα ποὺ μολύνουν τὸν καθ’ αὐτὸ
ἄνθρωπον· τὸ δὲ ἀνίπτοις χερσὶ φαγεῖν Θεοῦ τὸν ἄνθρωπον· τὸ δὲ νὰ φάγῃ κανεὶς μὲ καὶ κυρίως ἄνθρωπον, τὴν ψυχὴν δηλαδή.Τὸ νὰ φάγῃ
108/207
15,26 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἔστι 26 Ἐκεῖνος ἀπήντησε καὶ εἶπε· <δὲν εἶναι καλὸν νὰ 26 Αὐτὸς ὅμως ἀπεκρίθη καὶ εἶπε· Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ
καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ πάρῃ κανεὶς τὸ ψωμὶ ἀπὸ τὰ τέκνα του καὶ νὰ τὸ πάρῃ κανεὶς τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν καὶ νὰ τὸ ρίψῃ στὰ
βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. ρίψῃ εἰς τὰ σκυλάκια>. σκυλάκια.
109/207
15,32 Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσεκαλεσάμενος 32 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπροσκάλεσε τοὺς μαθητάς του καὶ 32 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπροσκάλεσε τοὺς μαθητάς του καὶ
τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπε· σπλαχνίζομαι εἶπε· <σπλαγχνίζομαι τὸν λαὸν αὐτόν, ὅτι τρεῖς τοὺς εἶπεν· Αἰσθάνομαι βαθεῖαν συμπάθειαν διὰ τὸ
110/207
15,38 Οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν 38 Αὐτοὶ δὲ ποὺ ἔφαγαν ἦσαν τέσσαρες χιλιάδες 38 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔφαγαν, ἦσαν τέσσαρες χιλιάδες
τετρακισχίλιοι ἄνδρες χωρὶς γυναικῶν ἄνδρες, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ γυναικόπαιδα. ἄνδρες, χωρὶς νὰ ὑπολογίζωνται εἰς τὸν ἀριθμὸν
καὶ παιδίων. αὐτὸν γυναῖκες καὶ παιδιά.
111/207
κάνω ἐγώ, ποὺ μαρτυροῦν ὅτι ἔχουν φθάσει αἱ οὐρανοῦ, τὰ σημεῖα ὅμως, ποὺ φανερώνουν ὅτι
ἡμέραι τοῦ Μεσσίου, δὲν ἠμπορεῖτε νὰ τὰ ἔφθασαν αἱ ἡμέραι τοῦ Μεσσίου, δὲν μπορεῖτε νὰ τὰ
112/207
πόσους κοφίνους ἐλάβατε; πέντε χιλιάδων καὶ πόσα κοφίνια περίσσευμα χιλιάδων, ποὺ ἐχορτάσθησαν μὲ αὐτούς, καὶ πόσα
ἐπήρατε; κοφίνια περισσευμάτων ἐπήρατε;
113/207
σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ αἰωνίου, ποὺ Χριστός, ὁ φυσικὸς καὶ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ
ζῶντος. ἔχει ζωὴν καὶ δίδει ζωήν>. δὲν εἶναι νεκρὸς σὰν τὰ εἴδωλα, ἀλλὰ ζῇ παντοτεινά.
114/207
οἱ ἄνθρωποι, ὥστε νὰ διακηρυχθῇ εἰς αὐτοὺς ἡ
ἀλήθεια αὐτή.
115/207
τὸ παράδειγμά μου.Μὴ διστάσῃ δὲ νὰ προβῇ εἰς τὰς
ἀποφάσεις καὶ θυσίας αὐτάς.
116/207
βασιλείᾳ αὐτοῦ. δηλαδὴ νὰ ἱδρύῃ μὲ τὴν κάθοδον τοῦ Ἅγίου καταστροφὴν τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τοῦ ναοῦ των
Πνεύματος τὴν Ἐκκλησίαν του>. καὶ μὲ τὸν διασκορπισμὸν τοῦ Ἰσραὴλ ἡ Παλαιὰ θεία
117/207
᾿Ηλίαν>.
17,5 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ νεφέλη 5 Ἐνῶ δὲ ἀκόμη αὐτὸς ὠμιλοῦσε, ἰδοὺ ὁλόφωτος 5 Ἐνῷ δὲ αὐτὸς ὡμίλει ἀκόμη, ἰδοὺ νεφέλη γεμᾶτη
118/207
λέγουσιν ὅτι Ἠλίαν δεῖ ἐλθεῖν πρῶτον; πρῶτα καὶ ἔπειτα ὁ Μεσσίας;> ἔφυγε πάλιν.Διατὶ λοιπὸν οἱ γραμματεῖς λέγουν, ὅτι
πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσίου πρέπει νὰ ἔλθῃ
119/207
17,16 Καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς 16 Καὶ ἔφερα αὐτὸν πρὸς τοὺς μαθητάς σου μὲ τὴν 16 Καὶ τὸν ἔφερα εἰς τοὺς μαθητάς σου καὶ δὲν
μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν παράκλησιν νὰ τὸν θεραπεύσουν καὶ αὐτοὶ δὲν ἠμπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν.
αὐτὸν θεραπεύσαι. ἠμπόρεσαν νὰ τοῦ χαρίσουν τὴν θεραπείαν>.
120/207
τὸν Θεόν.
17,22 Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν 22 Ἐνῶ δὲ περιήρχοντο εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἶπε εἰς 22 Καὶ ἐνῷ ἐγύριζαν αὐτοὶ εἰς τὴν Γαλιλαίαν, τοὺς
17,25 Λέγει ναί. Καὶ ὅτε εἰσῆλθον εἰς τὴν 25 Λέγει ὁ Πέτρος· <ναί, πληρώνει>.(χωρὶς νὰ 25 Λέγει ὁ Πέτρος· Ναί, θὰ τὰ πληρώσῃ.Καὶ ὅταν
οἰκίαν, προέφθασεν αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς σκεφθῇ ὅτι ὁ φόρος κατεβάλλετο καὶ ὡς λύτρον ἐμβῆκεν εἰς τὸ σπίτι, τὸν ἐπρόλαβεν ὁ Ἰησοῦς καὶ
λέγων· τί σοι δοκεῖ, Σίμων; οἱ βασιλεῖς διὰ τὰς ἁμαρτίας καὶ ὅτι ὁ διδάσκαλος ὡς ὁ εἶπε· Τί σοῦ φαίνεται, Σίμων; Οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς ἀπὸ
τῆς γῆς ἀπὸ τίνων λαμβάνουσι τέλη ἢ ἀναμάρτητος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ δὲν ἔπρεπε νὰ ποίους παίρνουν φόρους ἢ κεφαλιάτικο; Ἀπὸ τὰ
κῆνσον; ᾿Απὸ τῶν υἱῶν αὐτῶν ἢ ἀπὸ πληρώσῃ τέτοιον φόρον).Καὶ ὅταν εἰσῆλθε ὁ παιδιά τους ἢ ἀπὸ τοὺς ξένους, ποὺ δὲν εἶναι μέλη
τῶν ἀλλοτρίων; Πέτρος εἰς τὸ σπίτι τὸν ἐπρόλαβεν ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ βασιλικοῦ των οἴκου;
εἶπε· <Τί γνώμην ἔχεις, Σίμων; Οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς
ἀπὸ ποιοὺς παίρνουν φόρους εἰσοδήματος ἢ
κεφαλιάτικο; Ἀπὸ τὰ παιδιά των ἢ ἀπὸ τοὺς
ξένους;>
17,26 Λέγει αὐτῷ ὁ Πέτρος· ἀπὸ τῶν 26 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος· <ἀπὸ τοὺς 26 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος· Ἀπὸ τοὺς ξένους.Εἶπεν
ἀλλοτρίων· ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἄρα γε ξένους>.Εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· <ἐπομένως οἱ εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Λοιπόν οἱ υἱοὶ τοῦ βασιλέως εἶναι
ἐλεύθεροί εἰσιν οἱ υἱοί. υἱοὶ τοῦ βασιλέως εἶναι ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε εἴδους ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε φορολογίαν.Οὔτε ἐγὼ λοιπόν,
121/207
φόρον.(Ἐγὼ μὲν ὡς ὁ ἀναμάρτητος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶμαι γνήσιος υἱὸς τοῦ Θεοῦ, οὔτε σεῖς ποὺ
καὶ σεῖς οἱ ἀπόστολοί μου εἴμεθα ἀπηλλαγμένοι ὑπηρετεῖτε ἐμὲ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ
122/207
παιδίον τοῦτο, οὗτός ἐστιν ὁ μείζων ἐν αὐτὸ τὸ παιδάκι, αὐτὸς εἶναι μεγαλύτερος εἰς τὴν παιδάκι αὐτό, αὐτὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος εἰς τὴν
τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. βασιλείαν τῶν οὐρανῶν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν.
123/207
τὸ αἰώνιον. αἰώνιον. ζωὴν κουλλὸς ἢ κουτσός, παρὰ νὰ ριφθῇς εἰς τὸ
αἰώνιον πῦρ μὲ δύο χέρια ἢ δύο πόδια.Εἶναι δηλαδὴ
124/207
ὁλόκληρον τὸ ἀνθρώπινον γένος, ποὺ ἕνεκα τῆς
ἁμαρτίας ἦτο χαμένον διὰ τὸν Θεόν.
125/207
ἀναγνωρίσῃ τὸ σφάλμα του, ἐκέρδησες τὸν ἀδελφόν
σου.
126/207
18,21 Τότε προσελθὼν αὐτῷ ὁ Πέτρος 21 Τότε ἐπλησίασε πρὸς αὐτὸν ὁ Πέτρος καὶ εἶπε· 21 Τότε ὁ Πέτρος τὸν ἐπλησίασε καὶ εἶπε· Κύριε,
εἶπε· Κύριε, ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ <Κύριε, πόσες φορὲς θὰ φταίξῃ εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός πόσες φορὲς θὰ μοῦ πταίσῃ ὁ ἀδελφός μου καὶ θὰ τὸν
μου καὶ θὰ τὸν συγχωρήσω; ῞Εως ἑπτὰ φορές;>
18,25 Μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι 25 Ἐπειδὴ δὲ δὲν εἶχε νὰ ἐπιστρέψῃ ὅσα 25 Ἐπειδὴ δὲ αὐτὸς δὲν εἶχε νὰ πληρώσῃ, διέταξεν ὁ
ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ χρεωστοῦσε, διέταξε ὁ κύριός του νὰ πωληθῇ ὡς κύριος νὰ πωληθῇ αὐτὸς καὶ ἡ γυναῖκα του καὶ τὰ
πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ δοῦλος αὐτὸς καὶ ἡ γυναῖκα του καὶ τὰ παιδιά του παιδιά του καὶ ὅλα ὅσα εἶχε καὶ νὰ πληρωθῇ τὸ
καὶ ὅλα ὅσα εἶχε, διὰ νὰ ἐξοφληθῇ ἔτσι ἔστω καὶ
τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ χρέος.
μέρος ἀπὸ τὸ χρέος.
ἀποδοθῆναι.
18,26 Πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει 26 Ἔπεσε τότε κατὰ γῆς ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, τὸν 26 Ἔπεσε λοιπὸν κατὰ γῆς ὁ δοῦλος καὶ τὸν
αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ' ἐπροσκυνοῦσε καὶ ἔλεγε· <Κύριε, δεῖξε ἐπιείκειαν ἐπροσκύνει λέγων· Κύριε, κάμε ὑπομονὴν δι’ ἐμέ, καὶ
ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. καὶ μακροθυμίαν εἰς ἐμὲ καὶ ὅλα ὅσα σοῦ ὅλα ὅσα χρεωστῶ, θὰ σοῦ τὰ πληρώσω.
χρεωστῶ, θὰ σοῦ τὰ πληρώσω>.
127/207
18,27 Σπλαχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ 27 Ἐφάνη δὲ σπλαγχνικὸς ὁ Κύριος τοῦ δούλου 27 Ἐλυπήθη δὲ καὶ ᾐσθάνθη συμπάθειαν ὁ κύριος τοῦ
δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ ἐκείνου, τὸν ἀφῆκεν ἐλεύθερον καὶ τοῦ ἐχάρισεν δούλου ἐκείνου καὶ τὸν ἀφῆκεν ἐλεύθερον, τοῦ
128/207
ἔδειξα ἔλεος εἰς σέ;
18,34 Καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ 34 Καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριός του τὸν ἔβαλε εἰς τὴν 34 Καὶ ἐθύμωσεν ὁ κύριός του καὶ τὸν παρέδωκεν εἰς
129/207
ἀνέγνωτε ὅτι ὁ ποιήσας ἀπ' ἀρχῆς ἄρσεν ἐδιαβάσατε εἰς τὸ πρῶτον βιβλίον τῆς Γραφῆς ὅτι ἀνεγνώσατε εἰς τὸ βιβλίον τῆς Γενέσεως ὅτι ὁ Θεός,
καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς καὶ εἶπεν, ὁ δημιουργὸς εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἔπλασεν ἄνδρα καὶ ποῦ ἐδημιούργησε τὰ πάντα, ἔκαμεν ἐξ ἀρχῆς τὸ
130/207
των.Ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τῆς δημιουργίας ὅμως δὲν ἔχει
γίνει ἔτσι.
131/207
αὐτοπροαιρέτως ἀπέχουν ἀπὸ τὸν γάμον καὶ ζοῦν σωφρονισμένου λογισμοῦ ἐπεβλήθησαν εἰς τὸν
ἰσοβίως ἁγνοὶ καὶ παρθένοι.Ὅποιος ἠμπορεῖ νὰ ἑαυτόν τους καὶ εὐνούχισαν τὸν ἑαυτόν τους δι’
παραδεχθῇ καὶ νὰ ἐφαρμόσῃ τὸν λόγον αὐτόν, ἂς
132/207
ζωήν, τήρησε τὰς ἐντολάς>.
ὅμως θέλῃς νὰ ἔμβῃς εἰς τὴν αἰώνιον καὶ μακαρίαν
ζωήν, φύλαξε καθ’ ὅλον τὸν βίον σου τὰς ἐντολάς.
19,20 Λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· πάντα 20 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ νέος μὲ κάποιαν 20 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ νέος, ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε διδαχθῇ
ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί προχειρότητα· <ὅλα αὐτὰ τὰ ἔχω τηρήσει ἀπὸ τὴν ποία εἶναι καὶ πῶς ἐφαρμζεται ἢ πρὸς τὸν πλησίον
ἔτι ὑστερῶ; νεανική μου ἡλικίαν· τί μοῦ λείπει ἀκόμη διὰ νὰ ἀγάπη· Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐφύλαξα ἀπὸ τότε, ποὺ ἤμουν
γίνω ἄξιος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν;>
νέος.Τί μοῦ λείπει ἀκόμη;
19,21 Ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· εἰ θέλεις 21 Εἶπε εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· <᾿Εὰν θέλῃς νὰ εἶσαι 21 Εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ἐὰν θέλῃς νὰ εἶσαι
τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ τέλειος, πήγαινε, πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου, τέλειος, πήγαινε, πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ
ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἔξεις μοίρασέ τα εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ θὰ ἀποκτήσῃς μοίρασέ τα εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ θὰ ἔχῃς θησαυρὸν
θησαυρὸν εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἔλα ἀκολούθησέ
θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο εἰς τοὺς οὐρανούς.Καὶ ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσῃς.
με>.
ἀκολούθει μοι.
19,22 Ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον 22 Ἀλλ' ὅταν ὁ νέος ἤκουσε αὐτὸν τὸν λόγον, 22 Ὅταν ὅμως ὁ νέος ἤκουσε τὸν λόγον αὐτόν,
ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων ἔφυγε λυπημένος, διότι εἶχε πολλὰ κτήματα καὶ ἡ ἔφυγε λυπημένος, διότι εἶχε πολλὰ κτήματα καὶ ἡ
κτήματα πολλά. καρδιά του ἦταν κολλημένη εἰς αὐτά. καρδία του ἦτο κολλημένη εἰς αὐτά.
19,23 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς 23 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε εἰς τοὺς μαθητάς του· 23 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τότε εἶπεν εἰς τοὺς μαθητάς του·
αὐτοῦ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως <ἀληθινὰ σᾶς λέγω ὅτι πολὺ δύσκολα θὰ εἰσέλθῃ Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι δύσκολα ἄνθρωπος πλούσιος
πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν πλούσιος εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. θὰ ἔμβη εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν.
τῶν οὐρανῶν.
19,24 Πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν 24 Καὶ πάλιν σᾶς λέγω, εἶναι εὐκολώτερον νὰ 24 Πάλιν δὲ σᾶς λέγω, εὐκολώτερον εἶναι νὰ περάσῃ
ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος περάσῃ γκαμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα ποὺ ἀνοίγει ἡ μία γκαμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα, ποῦ ἀνοίγει ἡ βελόνα,
133/207
διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν βελόνι, παρὰ πλούσιος νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὴν παρὰ ὁ πλούσιος νὰ ἔμβῃ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ>.
τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. Θεοῦ.
134/207
λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον ζωήν, θὰ κληρονομήσῃ δὲ καὶ τὴν αἰώνιον ζωήν.
κληρονομήσει.
135/207
20,5 Πάλιν ἐξελθὼν περὶ ἕκτην καὶ 5 Καὶ πάλιν ἐβγῆκε κατὰ τὰς δώδεκα καὶ τὰς τρεῖς 5 Πάλιν δὲ ἐβγῆκε κατὰ τὰς δώδεκα καὶ κατὰ τάς
ἐνάτην ὥραν ἐποίησεν ὠσαύτως. τὸ ἀπόγευμα καὶ ἔκαμε τὸ ἴδιο. τρεῖς τὸ ἀπόγευμα καὶ ἔκαμε τὸ ἴδιο.
136/207
ἡμέρας καὶ τὸν καύσωνα. καὶ ὅλην τὴν ζέστην.
20,13 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν ἑνὶ αὐτῶν· 13 Ὁ οἰκοδεσπότης ἀπεκρίθη καὶ εἶπε εἰς ἕνα ἀπὸ 13 Αὐτὸς δὲ ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς ἕνα ἀπὸ αὐτούς·
αὐτούς· Φίλε, δὲν σὲ ἀδικῶ· δὲν συνεφώνησες
137/207
μαθητὰς κατ' ἰδίαν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ εἶπεν καθὼς ἐβάδιζαν εἰς τὴν ὁδὸν εἶπεν εἰς αὐτούς. τὸν δρόμον καὶ τοὺς εἶπεν·
αὐτοῖς·
138/207
20,23 Καὶ λέγει αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριόν 23 Καὶ λέγει εἰς αὐτούς· <τὸ μὲν ποτήριόν μου θὰ 23 Καὶ λέγει εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Τὸ μὲν ποτήριον,
μου πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ τὸ πίετε καὶ τὸ βάπτισμα τῶν παθημάτων, τὸ ποὺ θὰ πίω ἐγώ, θὰ τὸ πίετε καὶ σεῖς, καὶ τὸ
ὁποῖον ἐγὼ βαπτίζομαι, θὰ βαπτισθῆτε.Τὸ νὰ
20,25 Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος 25 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς ἐκάλεσε κοντά του καὶ τοὺς 25 Ὁ δὲ Ἰησοῦς, ἀφοῦ τοὺς προσεκάλεσε νὰ
αὐτοὺς εἶπεν· οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν εἶπε· <ξέρετε, ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν φέρονται πλησιάσουν, εἶπε· Γνωρίζετε ὅτι οἱ ἄρχοντες, ποὺ
ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ δεσποτικῶς πρὸς αὐτὰ σὰν ἀπόλυτοι κυρίαρχοί ἠγεμονεύουν εἰς τὰ ἔθνη, συμπεριφέρονται πρὸς
των καὶ ἐκεῖνοι ποὺ κατέχουν μεγάλα ἀξιώματα
μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. τοὺς λαούς των ὡς κύριοί των, σὰν νὰ τοὺς ὁρίζουν
ἀσκοῦν ἀνεξέλεκτον τυραννικὴν κυριαρχίαν εἰς
καὶ σὰν νὰ εἶναι οἱ λαοὶ κτήματά τους· καὶ ἐκεῖνοι
αὐτούς, σὰν νὰ τοὺς ἔχουν δούλους.
ποὺ ἔχουν μεγάλο ἀξίωμα, ὅπως εἶναι οἱ ἀνθύπατοι,
τοὺς μεταχειρίζονται μὲ μεγάλην ἐξουσίαν, σὰν νὰ
εἶναι δοῦλοι τους.
20,26 Οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ' ὃς 26 Τέτοιο πρᾶγμα ὅμως μεταξύ σας δὲν πρέπει νὰ 26 Μεταξύ σας ὅμως δὲν πρέπει νὰ γίνεται ἔτσι.Ἀλλ’
139/207
ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται συμβαίνῃ.Ἀλλ' ὅποιος θέλει νὰ ἀναδειχθῇ μέγας ὁποιοσδήποτε θέλει νὰ γίνῃ μέγας μεταξύ σας, ἂς
ὑμῶν διάκονος μεταξύ σας, ἂς εἶναι ὑπηρέτης σας. εἶναι ὑπηρέτης σας καὶ ἂς σπουδάζῃ νὰ γίνεται
140/207
ἀνοιχθῶσιν ἡμῶν οἱ ὀφθαλμοί. ἀνοιχθοῦν τὰ μάτια μας>. μάτια μας.
20,34 Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἥψατο 34 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εὐσπλαγχνίσθη, ἤγγισε τὰ 34 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς ἐσπλαγχνίσθη καὶ τοὺς ἤγγισε
21,5 εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών, ἰδοὺ ὁ 5 <νὰ πῆτε εἰς τὴν θυγατέρα Σιών, τὴν 5 Εἴπατε εἰς τὴν θυγατέρα Σιών, δηλαδὴ εἰς τὴν
βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι πραΰς καὶ Ἱερουσαλήμ, ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται πρὸς σέ, Ἱερουσαλήμ· Ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου, ὁ Μεσσίας,
ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν πρᾶος καὶ ταπεινός, καθήμενος ἐπάνω εἰς ὄνον ἔρχεται εἰς σὲ πρᾶος καὶ καθισμένος ἐπάνω εἰς ὄνον
καὶ εἰς πουλάρι, γέννημα ὑποζυγίου>.
ὑποζυγίου. καὶ εἰς πουλάρι γέννημα ζώου, ποὺ ἐμβῆκεν εἰς
141/207
ζυγόν.
21,6 Πορευθέντες δὲ οἱ μαθηταὶ καὶ 6 Ἐπῆγαν οἱ μαθηταὶ καὶ ἔκαμαν καθὼς τοὺς 6 Ἀφοῦ δὲ ἐπῆγαν οἱ μαθηταὶ καὶ ἔκαμαν ὅπως τοὺς
142/207
Γαλιλαίας. τῆς Γαλιλαίας.
143/207
ποτὲ ἀναγνώσει εἰς τὴν Γραφήν, ποὺ προλέγει ὅτι
νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω θηλάζουν ἀκομη, ἔφτιασες, ὦ Θεέ, τέλειον ὕμνον;
ἀπὸ στόμα νηπίων καὶ βρεφῶν, ποὺ θηλάζουν
αἶνον; Διατὶ λοιπὸν ἀγανακτεῖτε, σὰν νὰ ἀνέχωμαι κάτι,
144/207
21,22 καὶ πάντα ὅσα ἐὰν αἰτήσητε ἐν τῇ 22 Καὶ ὅλα ὅσα θὰ ζητήσετε εἰς τὴν προσευχήν 22 Καὶ ὅλα ὅσα ζητήσετε εἰς τὴν προσευχὴν μὲ πίστιν
προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε. σας μὲ πίστιν θὰ τὰ λάβετε>. εἰς τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ, θὰ τὰ λάβετε.
21,25 Τὸ βάπτισμα Ἰωάννου πόθεν ἦν, ἐξ 25 Τὸ βάπτισμα Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος ὅπως ξέρετε 25 Τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος ἐμαρτύρησε
οὐρανοῦ ἢ ἐξ ἀνθρώπων; Οἱ δὲ ἔδωσε ἐπίσημον μαρτυρίαν δι' ἐμέ, ἀπὸ ποῦ ἦτο; δι’ ἐμὲ καὶ ὑπῆρξε πρόδρομός μου, ἀπὸ ποῦ ἦτο; Ἀπὸ
διελογίζοντο παρ' ἑαυτοῖς λέγοντες· ἐὰν Προήρχετο ἀπὸ τὸν Θεὸν ἢ ἦτο ἀπατηλὴ τὸν Θεὸν ἢ ἀπὸ ἐπινόησιν καὶ ἐντολὴν ἀνθρώπων;
ἐπινόησις τῶν ἀνθρώπων;> Ἐκεῖνοι τότε
εἴπωμεν, ἐξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ ἡμῖν, διατὶ Αὐτοὶ δὲ ἐσυλλογίζοντο μέσα τους καὶ ἔλεγαν: Ἐὰν
ἐσυλλογίζοντο ἀπὸ μέσα των καὶ ἔλεγαν· <ἐὰν
οὖν οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· εἴπωμεν, ὅτι ἦτο ἐκ Θεοῦ, θὰ μᾶς εἴπῃ: Διατὶ λοιπὸν
ποῦμε ὅτι ἦτο ἐκ Θεοῦ, θὰ μᾶς πῇ, διατὶ λοιπὸν
δὲν ἐπιστεύσατε εἰς τὸν Ἰωάννην καὶ εἰς ὅσα δὲν ἐπιστεύσατε εἰς αὐτόν;
ἐκεῖνος εἶπε δι' ἐμέ;
21,26 ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ἐξ ἀνθρώπων, 26 Ἐὰν δὲ ποῦμε ὅτι ἦτο ἐπινόησις ἀνθρώπων, 26 Ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ὅτι ἦτο κατ’ ἐντολὴν ἀνθρώπων,
φοβούμεθα τὸν ὄχλον· πάντες γὰρ φοβούμεθα τὸν λαόν, διότι ὅλοι παραδέχονται καὶ φοβούμεθα, μήπως μᾶς κακοποιήσῃ ὁ λαός.Διότι
ἔχουσιν τὸν Ἰωάννην ὡς προφήτην, τιμοῦν τὸν Ἰωάννην ὡς προφήτην>. ὅλοι τιμοῦν τὸν Ἰωάννην ὡς προφήτην.
21,27 καὶ ἀποκριθέντες τῷ Ἰησοῦ εἶπον· 27 Καὶ αὐτοί, οἱ ἀνεγνωρισμένοι διδάσκαλοι τοῦ 27 Καὶ αὐτοὶ ποὺ ἰσχυρίζοντο, ὅτι ἦσαν οἱ
οὐκ οἴδαμεν.Ἔφη αὐτοῖς καὶ αὐτός· οὐδὲ Ἰσραήλ, εἶπαν εἰς τὸν Ἰησοῦν καταντροπιασμένοι· ἀνεγνωρισμένοι διδάσκαλοι τοῦ Ἰσραήλ,
ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα <δὲν γνωρίζομεν>.Τοὺς εἶπε τότε καὶ αὐτός· <οὔτε ἀπεκρίθησαν εἰς τὸν Ἰησοῦν καὶ εἶπαν· Δὲν
καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω μὲ ποίαν ἐξουσίαν κάμνω τὰ
145/207
ποιῶ. ξεύρομεν.Εἶπεν εἰς αὐτοὺς καὶ αὐτός· Ἀφοῦ
ἔργα αὐτά.
ξεφεύγετε καὶ δὲν εἶσθε εἰλικρινεῖς, οὔτε ἐγὼ σᾶς
λέγω μὲ ποῖον δικαίωμα πράττω αὐτά.
146/207
σεῖς εἰς αὐτόν.
21,33 Ἄλλην παραβολὴν 33 Ἀκοῦστε καὶ ἄλλην παραβολήν· ἔνας 33 Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε.Ἦτο κάποιος
147/207
ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. τουλάχιστον τὸ παιδί μου. ἐντραποῦν τὸν υἱόν μου.
21,38 Οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν ἐν 38 Οἱ γεωργοὶ ὅμως, ὅταν εἶδαν τὸν υἱόν, εἶπαν 38 Οἱ γεωργοὶ ὅμως, ὅταν εἶδαν τὸν υἱόν, τὸν Ἰησοῦν
148/207
Ρωμαίων τὴν Ἱερουσαλήμ, παρέδωκε τὴν ἄμπελόν
του, τὸν νέον Ἰσραὴλ τῆς χάριτος, εἰς τοὺς
149/207
του.
21,45 Καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ 45 Καὶ εἰς ὅποιον πέσῃ ἐπάνω ὁ βαρὺς αὐτὸς 45 Καὶ ὅταν ἤκουσαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι
22,3 Καὶ ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ 3 Καὶ ἔστειλε τοὺς δούλους του νὰ καλέσῃ τοὺς 3 Καὶ ἀπέστειλε τοὺς δούλους του διὰ νὰ καλέσῃ
καλέσαι τοὺς κεκλημένους εἰς τοὺς προσκαλεσμένους του εἰς τοὺς γάμους, ἀλλὰ αὐτούς, ποὺ εἶχαν προσκληθῇ εἰς τοὺς γάμους, καὶ
γάμους, καὶ οὐκ ἤθελον ἐλθεῖν. ἐκεῖνοι δὲν ἤθελαν νὰ ἔλθουν. ἐκεῖνοι δὲν ἤθελαν νὰ ἔλθουν.
22,4 Πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους 4 Πάλιν ἔστειλε ἄλλους δούλους λέγων· Εἰπέτε εἰς 4 Πάλιν ἀπέστειλε ἄλλους δούλους λέγων· εἶπατε εἰς
λέγων· εἴπατε τοῖς κεκλημένοις· ἰδοὺ τὸ τοὺς προσκαλεσμένους· ἰδοὺ τὸ συμπόσιον τὸ ἔχω τοὺς καλεσμένους· ἰδοὺ ἐτοίμασα τὸ μεσημεριανό
ἄριστόν μου ἡτοίμασα, οἱ ταύροι μου ἑτοιμάσει, οἱ ταύροι μου καὶ τὰ καλοθρεμμένα μου τραπέζι· οἱ ταῦροι μου καὶ τὰ θρεφτάρια εἶναι
θρεφτάρια ἔχουν σφαγῆ καὶ ὅλα εἶναι
καὶ τὰ σιτιστὰ τεθυμένα, καὶ πάντα σφαγμένα καὶ ὅλα εἶναι ἕτοιμα.Ἔλθετε εἰς τοὺς
ἕτοιμα.Ἐλᾶτε εἰς τοὺς γάμους.
ἕτοιμα· δεῦτε εἰς τοὺς γάμους. γάμους.
150/207
22,5 Οἱ δὲ ἀμελήσαντες ἀπῆλθον, ὁ μὲν 5 Ἀλλ' ἐκεῖνοι ἐπεριφρόνησαν τὴν πρόσκλησιν, 5 Αὐτοὶ ὅμως ἀδιαφόρησαν καὶ ἔφυγαν, ἄλλος μὲν
εἰς τὸν ἴδιον ἀγρόν, ὁ δὲ εἰς τὴν ἀδιαφόρησαν καὶ ἐπῆγαν ἄλλος μὲ εἰς τὸ κτῆμα εἰς τὸ χωράφι του, ἄλλος δὲ εἰς τὴν ἐμπορικήν του
151/207
κατάλληλον γιὰ γάμον ἔνδυμα
ἔνδυμα γάμου, μαζὶ μὲ τὴν πίστιν καὶ τὸν καρπὸν τῆς πίστεως,
τουτέστι τὰς ἀρετάς.
152/207
ἐρώτησις ἦτο δολία καὶ πανοῦργος, διότι ἐὰν ἔλεγε κεφαλικὸν φόρον εἰς τὸν Καίσαρα καὶ νὰ
<ναί> ὁ Κύριος, θὰ τὸν κατήγγελλαν εἰς τὸν λαὸν
ἀναγνωρίσωμεν ἔτσι ὅτι εἴμεθα ὑποτελεῖς καὶ δοῦλοι
ὅτι εὐνοεῖ τὴν τυραννικὴν κατοχὴν τῶν Ρωμαίων·
153/207
22,23 Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ προσῆλθον 23 Τὴν ἰδίαν ἡμέραν προσῆλθαν εἰς αὐτὸν οἱ 23 Κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν τὸν ἐπλησίασαν οἱ
αὐτῷ Σαδδουκαῖοι, οἱ λέγοντες μὴ εἶναι Σαδδουκαῖοι, αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν ὅτι δὲν Σαδδουκαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν, ὅτι δὲν ὑπάρχει
22,25 ῏Ησαν δὲ παρ' ἡμῖν ἑπτὰ ἀδελφοί· 25 ῏Ησαν, λοιπόν, μεταξύ μας ἑπτὰ ἀδελφοί· καὶ ὁ 25 Ἦσαν δὲ μεταξύ μας ἑπτὰ ἀδελφοί.Καὶ ὁ πρῶτος,
καὶ ὁ πρῶτος γαμήσας ἐτελεύτησε, καὶ πρῶτος ἀφοῦ ἐνυμφεύθη ἀπέθανε καὶ ἐπειδὴ δὲν ἀφοῦ ἦλθεν εἰς γάμον, ἀπέθανε καὶ ἐπειδὴ δὲν εἶχε
μὴ ἔχων σπέρμα ἀφῆκε τὴν γυναῖκα ἀπέκτησε τέκνα, ἀφῆκε τὴν γυναῖκα του εἰς τὸν παιδιά, ἀφῆκε τὴν γυναῖκα του εἰς τὸν ἀδελφόν του·
ἀδελφόν του.
αὐτοῦ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ·
22,26 ὁμοίως καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος, 26 Ὁμοίως καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος ἕως καὶ τὸν 26 Κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος
ἕως τῶν ἑπτά. ἕβδομον, ὅλοι ἐνυμφεύθησαν τὴν γυναῖκα. ἐνυμφεύθησαν τὴν αὐτὴν γυναῖκα, μέχρις οὗ καὶ οἱ
ἑπτὰ ἔλαβον αὐτήν.
22,27 Ὕστερον δὲ πάντων ἀπέθανε καὶ 27 Ὕστερα δὲ ἀπὸ ὅλους ἐπέθανε καὶ ἡ γυναίκα. 27 Ὕστερον δὲ ἀπὸ ὅλους ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή.
ἡ γυνή.
22,28 Ἐν τῇ οὖν ἀναστάσει τίνος τῶν 28 Κατὰ τὴν ἀνάστασιν λοιπὸν τῶν νεκρῶν εἰς 28 Κατὰ τὴν ἀνάστασιν λοιπὸν ποίου σύζυγος ἐκ τῶν
ἑπτὰ ἔσται ἡ γυνή; Πάντες γὰρ ἔσχον ποῖον ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ θὰ ἀνήκῃ ἡ γυναῖκα; Διότι ἑπτὰ θὰ εἶναι ἡ γυνή; Διότι ὅλοι τὴν εἶχαν γυναῖκα.
αὐτήν. ὅλοι εἶχαν αὐτὴν ὡς νόμιμον σύζυγον>.
22,29 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν 29 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε εἰς αὐτούς· 29 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Πλανᾶσθε
αὐτοῖς· πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς <πλανᾶσθε, διότι δὲν γνωρίζετε τὰς Γραφὰς οὔτε καὶ δὲν γνωρίζετε οὔτε τὰς Γραφάς, αἱ ὁποῖαι δὲν
γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ. τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ. ὑποστηρίζουν ὑλιστικὰς καὶ παχυλὰς ἀντιλήψεις
περὶ ἀναστάσεως, ὅπως φαντάζεσθε τὴν ἀνάστασιν
σεῖς, αὔτε τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ, διὰ τὴν ὁποίαν
τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατον ἢ δύσκολον.
154/207
22,30 Ἐν γὰρ τῇ ἀναστάσει
οὔτε 30 Διότι εἰς τὴν ἀνάστασιν οὔτε οἱ ἄνδρες 30 Πλανᾶσθε δὲ καὶ δὲν ἐννοεῖτε τὸ ἀληθὲς νόημα
γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ' ὡς νυμφεύονται, οὔτε οἱ γυναῖκες ὑπανδρεύονται, τῶν Γραφῶν, διότι δὲν ξεύρετε, ὅτι εἰς τὴν ἀνάστασιν
ἀλλὰ εἶναι ὅλοι σὰν ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν
155/207
ἐν τῷ νόμῳ; μέσα εἰς τὸν νόμον;> εἰς τὸν νόμον;
22,37 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· ἀγαπήσεις 37 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπήντησεν εἰς αὐτόν· <νὰ ἀγαπᾷς 37 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοῦ εἶπεν· Ὀφείλεις νὰ ἀγαπᾷς
156/207
κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς Θεόν, τὸν Χριστόν, κάθισε εἰς τὰ δεξιά μου ἐπὶ τοῦ Χριστόν· Κάθησε ἐπὶ τοῦ θρόνου μου εἰς τὰ δεξιά
ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; θρόνου, μέχρις ὅτου θέσω τοὺς ἐχθρούς σου μου, μέχρις ὅτου θέσω τοὺς ἐχθρούς σου σὰν ἄλλο
ὑποπόδιον, ἐπάνω εἰς τὸ ὁποῖον θὰ πατοῦν τὰ
23,3 Πάντα οὖν ὅσα ἐὰν εἴπωσιν ὑμῖν 3 Ὅσα λοιπὸν ἂν σᾶς διδάσκουν νὰ τηρῆτε, 3 Ὅλα λοιπόν, ὅσα ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ νόμου θὰ σᾶς
157/207
τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε, κατὰ δὲ τὰ τηρεῖτετα καὶ πράττετέ τα.Μὴ πράττετε ὅμως κατὰ εἶπουν αὐτοὶ νὰ τὰ φυλάττετε, φυλάττετε καὶ
ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε· λέγουσι γάρ, καὶ τὰ ἔργα αὐτῶν, διότι λέγουν ἄλλα δὲν ἐφαρμόζουν πράττετε αὐτά.Μὴ πράττετε ὅμως σύμφωνα πρὸς τὰ
ὅσα λέγουν.
23,7 καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς 7 καὶ νὰ τοὺς χαιρετοῦν οἱ ἄνθρωποι μὲ βαθείας 7 καὶ τοὺς εὐλαβεῖς χαιρετισμοὺς εἰς τὰς ἀγορὰς καὶ
158/207
ἀγοραῖς καὶ καλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ὑποκλίσεις καὶ ἐκδηλώσεις σεβασμοῦ καὶ νὰ θέλουν νὰ τοὺς φωνάζουν οἱ ἄνθρωποι, διδάσκαλε,
ἀνθρώπων ραββὶ ραββί. προσφωνοῦνται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους· Διδάσκαλε, διδάσκαλε.
159/207
Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι, ἄπληστοι καὶ ὑποκριταί, διότι κατατρώγετε τὰ σπίτια καὶ τὴν
οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ πλεονέκται καθὼς εἶσθε, κατατρώγετε τὰς οἰκίας περιουσίαν τῶν χηρῶν, σεῖς ποὺ μὲ πρόσχημα
160/207
23,17 Μωροὶ καὶ τυφλοί! Τίς γὰρ μείζων 17 Εἶσθε μωροὶ καὶ τυφλοί! Διότι ποιὸς εἶναι 17 Μωροὶ καὶ τυφλοί ! Σᾶς ἀξίζουν αἱ ὀνομασίαι
ἐστίν, ὁ χρυσὸς ἢ ὁ ναὸς ὁ ἁγιάζων τὸν μεγαλυτέρας τιμῆς ἄξιος καὶ σεβασμοῦ ὁ χρυσὸς ἢ αὐταί, διότι ποῖος εἶναι ἀνώτερος κατὰ τὴν ἱερότητα,
χρυσόν; ὁ ναὸς ποὺ ἁγιάζει τὸν χρυσόν; ὁ χρυσὸς ἢ ὁ ναός, ποὺ ἁγιάζει τὸν χρυσόν;
161/207
μὴ ἀφιέναι. αὐτὰ ἔπρεπε να ἐφαρμόσετε καὶ ἐκεῖνα δὲν ἔπρεπε ἀξιόπιστον.Ἐνῷ ἔπρεπε πρωτίστως τὰς τελευταίας
νὰ ἀφίνετε. αὐτὰς ἀρετὰς νὰ πράττετε καὶ νὰ ἀσκῆτε, κατὰ
23,26 Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισον 26 Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισε πρῶτα αὐτὸ ποὺ 26 Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισε πρῶτον ἐκεῖνο, ποὺ
πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς ὑπάρχει μέσα εἰς τὸ ποτήρι καὶ τὸ πιάτο, ὥστε νὰ εἶναι μέσα εἰς τὸ ποτήριον καὶ εἰς τὴν πιατέλλαν,
παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς μὴ προέρχεται ἀπὸ ἀδικίαν, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν τιμίαν φροντίζων νὰ μὴ προέρχεται τοῦτο ἐξ ἀδικίας καὶ
ἐργασίαν σου, διὰ νὰ γίνῃ καὶ τὸ ἀπ' ἔξω
αὐτῶν καθαρόν. ἁρπαγῆς, διὰ νὰ γίνῃ καὶ τὸ ἀπ’ ἔξω τοῦ ποτηρίου
καθαρόν.(Μὴ προσπαθεῖτε, δηλαδή, ἐξωτερικῶς
καὶ τῆς πιατέλλας καθαρόν.Διαφορετικά, ὅσον καὶ
μόνον νὰ φαίνεσθε εὐσεβεῖς, ἀλλὰ προσπαθεῖτε
νὰ ἀποκτήσετε καὶ τὴν ἐσωτερικὴν καθαρότητα ἂν καθαρίζῃς τὰ σκεύη αὐτά, μένουν ἀκάθαρτα καὶ
καὶ ἁγιότητα). μολυσμένα.
23,27 Οὐαῖ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ 27 Ἀλλοίμονό σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι 27 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι
Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε ὑποκριταί, διότι ὁμοιάζετε μὲ τάφους ὑποκριταί, διότι ὁμοιάζετε πρὸς τάφους
τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν ἀσβεστωμένους, οἱ ὁποῖοι ἐξωτερικῶς μὲν ἀσβεστωμένους, οἱ ὁποῖοι ἀπ’ ἔξω μὲν φαίνονται
φαίνονται ὡραῖοι, ἐνῶ ἀπὸ μέσα εἶναι γεμᾶτοι μὲ
μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ ὠραῖοι καὶ κατάλευκοι, ἀπὸ μέσα ὅμως εἶναι γεμᾶτοι
κόκκαλα πεθαμένων καὶ μὲ κάθε ἀκαθαρσίαν.
γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀπὸ κόκκαλα ἀποθαμένων καὶ ἀπὸ κάθε
162/207
ἀκαθαρσίας. ἀκαθαρσίαν.
23,28 Οὕτω καὶ ὑμεῖς ἔξωθεν μὲν 28 Ἔτσι καὶ σεῖς, ἐξωτερικῶς μὲν φαίνεσθε εἰς τοὺς 28 Ἔτσι καὶ σεῖς, ἀπ’ ἔξω μὲν φαίνεσθε εἰς τοὺς
163/207
πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ εὐκαιρίαν νὰ σωθῆτε, ἰδοὺ ἐγὼ στέλνω εἰς σᾶς προσπάθειαν νὰ σᾶς σώσω καὶ σᾶς ἀποστέλλω
γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ δαδασκάλους τοῦ νόμου προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, τοὺς
μου, τοὺς Ἀποστόλους μου.Σεῖς ὅμως ἄλλους ἀπὸ
164/207
23,38 Ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν 38 Ἰδού, πρὸς τιμωρίαν τῆς κακίας σας καὶ 38 Ἰδοὺ ἐγκαταλείπεται πρὸς τιμωρίαν καὶ
ἔρημος. καταστροφήν σας ἀφίνεται ἔρημος καὶ καταστροφήν σας ἡ πόλις σας μὲ τὸν ναὸν της
165/207
αἰῶνος;
24,4 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν 4 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· <προσέχετε 4 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· Προσέχετε νὰ
166/207
24,10 Καὶ τότεσκανδαλισθήσονται 10 Καὶ τότε θὰ κλονισθοῦν πολλοὶ εἰς τὴν πίστιν 10 Καὶ τότε θὰ σκανδαλισθοῦν καὶ θὰ κλονισθοῦν
πολλοὶ καὶ ἀλλήλους παραδώσουσι καὶ καὶ θὰ παραδώσουν εἰς τοὺς διώκτας ὁ ἔνας τὸν εἰς τὴν πίστιν πολλοί.Καὶ θὰ παραδώσουν ὁ ἔνας τὸν
ἄλλον καὶ θὰ μισηθοῦν μεταξύ των.
167/207
ἐρημώσεως τὸ ρηθὲν διὰ Δανιὴλ τοῦ κάθαρμα, ποὺ θὰ ἐπιφέρῃ τὴν ἐρήμωσιν καὶ τὸν εἰκὼν ὅμως καὶ ἡ προτύπωσις τοῦ τέλους αὐτοῦ,
προφήτου ἑστὼς ἐν τόπῳ ἁγίῳ-ὁ ὄλεθρον τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅπως ἔχει προφητευθῆ δηλαδὴ ἡ καταστροφὴ τῶν Ἱεροσολύμων,
ἀπὸ τὸν Δανιήλ, νὰ στέκεται εἰς τὸν ἅγιον τόπον-
168/207
καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς θηλάζουν μικρὰ παιδιὰ κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, ποὺ θὰ θηλάζουν μικρὰ παιδιὰ κατὰ τὰς ἡμέρας
ἡμέραις. διότι δὲν θὰ τοὺς εἶναι εὔκολον νὰ τρέξουν νὰ ἐκείνας, διότι θὰ εἶναι πολὺ δύσκολον εἰς αὐτὰς καὶ
24,25 Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν. 25 Ἰδοὺ σᾶς τὰ προεῖπα, ὥστε νὰ λάβετε τὰ μέτρα 25 Ἰδοὺ σᾶς τὰ προεῖπα, ὥστε νὰ μὴ χωρῇ
169/207
σας. δικαιολογία διὰ τὴν τυχὸν ἀποπλάνησίν σας.
24,26 Ἐὰν οὖν εἴπωσιν ὑμῖν, ἰδοὺ τῇ 26 Ἐὰν λοιπὸν σᾶς ποῦν· Ἰδοὺ εἰς τὴν ἔρημον 26 Ἐὰν λοιπὸν σᾶς εἶπουν· Ἰδοὺ εἰς τὴν ἔρημον εἶναι
170/207
βαθεῖαν των συγκίνησιν δι’ ὅσα θὰ συμβαίνουν
κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν, ἀλλὰ καὶ διότι ἡ
171/207
Ἱερουσαλήμ.
24,34 Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ 34 Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι δὲν θὰ περάσῃ ἡ γενεὰ 34 Ἀληθῶς σᾶς λέγω, δὲν θὰ περάσῃ ἢ γενεὰ αὐτὴ
172/207
ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἔξαφνα καὶ ἀπροσδόκητα θὰ γίνῃ καὶ ἡ παρουσία γίνῃ καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἔξαφνα
τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
ἀνθρώπου. καὶ χωρὶς νὰ τὴν περιμένουν οἱ ἄνθρωποι τῆς
173/207
ἐπὶ τῆς θεραπείας αὐτοῦ τοῦ διδόναι νὰ φροντίζῃ διὰ τοὺς ἄλλους δούλους καὶ νὰ δίδῃ εἰδικὴν (ἐν τῇ θρησκευτικῇ κοινωνίᾳ του) ἐξουσίαν
εἰς αὐτοὺς τὴν τροφήν των εἰς τὸν κατάλληλον
αὐτοῖς τὴν τροφὴν ἐν καιρῷ; καὶ τὸν ἐγκατέστησε διὰ νὰ φροντίζῃ διὰ τοὺς
174/207
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 25Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
175/207
25,8 Αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· 8 Αἱ δὲ μωραὶ εἶπαν εἰς τὰς φρονίμους· <δῶστε 8 Αἱ ἀνόητοι δὲ εἶπαν εἰς τὰς φρονίμους· Δώσατέ
δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ μας ἀπὸ τὸ λάδι σας, διότι οἱ λύχνοι μας μας ἀπὸ τὸ λάδι σας, διότι οἱ λύχνοι μας σβήνουν.
σβήνουν>.
176/207
ὁποίαν θὰ ἔλθῃ, διὰ νὰ εἰσέλθετε μετ’ αὐτοῦ εἰς τὴν
εὐφροσύνην καὶ μακαρίαν χαρὰν τῶν γάμων του.
177/207
αὐτοὺ καὶ ὡφέλειαν τοῦ πλησίον.
25,18 Ὁ δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν 18 Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἐπῆρε τὸ ἕνα τάλαντον, 18 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ ἐπῆρε τὸ ἕνα τάλαντον, ἐπῆγε
25,20 Καὶ προσελθὼν ὁ τὰπέντε 20 Καὶ προσελθὼν ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶχε πάρει τὰ 20 Καὶ ἀφοῦ προσῆλθεν ἐκεῖνος, ποὺ ἐπῆρε τὰ πέντε
τάλαντα λαβὼν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα ἐπρόσφερε καὶ ἄλλα πέντε τάλαντα, ἐπρόσφερεν ἄλλα πέντε τάλαντα καὶ εἶπε·
πέντε τάλαντα λέγων· κύριε, πέντε τάλαντα λέγων· <Κύριε, πέντε τάλαντα μοῦ Κύριε, πέντε τάλαντα μοῦ παρέδωκες.Ἰδού, ἄλλα
παρέδωκες.᾿Ιδοὺ ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα
τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε πέντε τάλαντα ἐκέρδησα μὲ αὐτά.
μὲ αὐτά>.
τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ' αὐτοῖς.
25,21 Ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ δοῦλε 21 Τότε εἶπε ὁ κύριος αὐτοῦ· <Εὖγε δοῦλε, ἀγαθὲ 21 Εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ κύριος του· Εὖγε, δοῦλε ἀγαθὲ
ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ᾿Επὶ ὀλίγα ἦς πιστός, καὶ πιστέ! Εἰς ὀλίγα ὑπῆρξες πιστός, εἰς πολλὰ θὰ καὶ πιστέ! Εἰς ὀλίγα ἤσουν πιστός, εἰς πολλὰ θὰ σὲ
ἐπὶ πολλῶν σὲ καταστήσω· εἴσελθε εἰς σὲ ἐγκαταστήσω.Εἴσελθε διὰ νὰ λάβῃς μέρος εἰς ἐγκαταστήσω.Ἔμβα μέσα διὰ νὰ ἀπολαύσῃς τὴν
τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου>.
τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. αὐτὴν χαρὰν μὲ τὸν κύριον σου.Ἀφοῦ ἐφάνης πιστὸς
εἰς τὰ πέντε τάλαντα, ἐλθὲ νὰ γίνῃς συγκύριος εἰς
τὴν μεγάλην περιουσίαν μου.Ἐλθὲ νὰ ἀπολαύσῃς
τὴν ἀπεριόριστον μακαριότητα τοῦ οὐρανοῦ.
25,22 Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο 22 Προσελθὼν δὲ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ εἶχε λάβει τὰ 22 Πρόσηλθε δὲ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ἐπῆρε τὰ δύο
τάλαντα λαβὼν εἶπε· κύριε, δύο τάλαντά δύο τάλαντα, εἶπε· <Κύριε, δύο τάλαντα μοῦ τάλαντα καὶ εἶπε· Κύριε, δύο τάλαντα μοῦ
μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα παρέδωκες· ἰδοὺ ἄλλα δύο ἐκέρδησα ἐπάνω εἰς παρέδωκες.Νά, ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα μὲ
αὐτά>.
ἐκέρδησα ἐπ' αὐτοῖς. αὐτά.
178/207
25,23 Ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε 23 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριός του· <Εὖγε, δοῦλε 23 Εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ κύριος του· Εὖγε, δοῦλε καλὲ
ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ᾿Επὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἀγαθὲ καὶ πιστέ! Εἰς ὀλίγα ὑπῆρξες πιστός, εἰς καὶ πιστέ! Εἰς ὀλίγα ἤσουν πιστός, εἰς πολλὰ θὰ σὲ
πολλὰ θὰ σὲ ἐγκαταστήσω.Ἔλα καὶ σὺ μέσα, διὰ
25,26 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν 26 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Κύριος αὐτοῦ τοῦ εἶπε· <δοῦλε 26 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ κύριος του καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν·
αὐτῷ· πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! Ἤδεις πονηρὲ καὶ ὀκνηρέ! Ἐγνώριζες ὅτι ἐγὼ θερίζω κακὲ καὶ τεμπέλη δοῦλε! Ἐγνώριζες, ὅτι θερίζω ἐκεῖ,
ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ἐκεῖ ὅπου δὲν ἔσπειρα καὶ μαζεύω ἀπὸ ἐκεῖ ὅπου ὅπου δὲν ἔσπειρα, καὶ συνάγω ἀπ’ ἐκεῖ, ὅπου δὲν
δὲν ἐσκόρπισα.
ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! ἐσκόρπισα εἰς τὸ ἁλῶνι διὰ νὰ λιχνισθῇ εἰς τὸν
ἀέρα.
25,27 Ἔδει οὖν σὲ βαλεῖν τὸ ἀργύριόν 27 Ἔπρεπε λοιπὸν σὺ νὰ καταθέσῃς τὰ χρήματά 27 Ἔπρεπε λοιπὸν σὺ νὰ καταθέσῃς τὸ χρῆμα μου
μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ μου εἰς τοὺς τραπεζίτας καὶ ὅταν ἐγὼ θὰ εἰς τοὺς τραπεζίτας, καὶ ὅταν θὰ ἠρχόμην ἐγώ, θὰ
ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. ἐρχόμουν, θὰ ἔπαιρνα μὲ τὸν τόκο του αὐτὸ ποὺ ἔπαιρνα μὲ τόκον αὐτό, ποὺ μοῦ ἀνῆκει.
εἶναι ἰδικόν μου.
25,28 Ἄρατε οὖν ἀπ' αὐτοῦ τὸ τάλαντον 28 Πάρτε, λοιπόν, ἀπὸ αὐτὸν τὸ τάλαντον καὶ 28 Πάρετε λοιπὸν ἀπὸ αὐτὸν τὸ τάλαντον καὶ
καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. δῶστε το εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει τὰ δέκα τάλαντα. δώσατέ το εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει τὰ δέκα τάλαντα.
25,29 Τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ 29 Διότι εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἐργασίαν καὶ 29 Διότι εἰς καθένα, ποὺ ἔχει καὶ ηὔξησε μὲ
περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος τὴν τιμιότητά του ἔχει αὐξήσει αὐτὸ ποὺ τοῦ ἐπιμέλειαν καὶ ζῆλον ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἐδόθη, θὰ τοῦ
179/207
καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ' αὐτοῦ. ἐδόθη, θὰ τοῦ δοθοῦν καὶ ἄλλα πολλὰ μὲ τὸ δοθοῦν καὶ ἄλλα καὶ θὰ περισσεύσουν.Ἀπ’ ἐκεῖνον
παραπάνω.Ἀπὸ ἐκεῖνον δὲ ποὺ τοῦ ἐδόθησαν μὲν
δέ, ποὺ τοῦ ἐδόθησαν μὲν χαρίσματα, ἀλλὰ τὰ
χαρίσματα, ἀλλὰ δὲν τὰ ἐκαλλιέργησε, θὰ τοῦ
180/207
κληρονομήσατε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἡ
ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. κληρονομίαν τὴν βασιλείαν, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῇ διὰ
ὁποία ἔχει ἐτοιμασθῆ για σᾶς ἀπὸ τότε ποὺ
σᾶς, ἀφ’ ὅτου ἐθεμελιώνετο ὁ κόσμος.
181/207
θεωρεῖ ἀδελφούς του, τέκνα τοῦ οὐρανίου Πατρὸς
καὶ τοὺς περιβάλλει μὲ ὅλην του τὴν
182/207
αἰώνιον. τὴν αἰωνίαν ζωὴν μαζῆ μὲ τὸν Θεόν.(Ἔτσι ἡ μεταβοῦν διὰ νὰ ἀπολαύσουν ζωὴν αἰώνιον.
δικαία κρίσις θὰ ἔχῃ γίνει, τὸ δίκαιον θὰ ἀποδοθῇ
καὶ ἡ ἀσάλευτος ἀποκατάστασις θὰ
26,5 Ἔλεγον δέ· μὴ ἐν τῇ ἑορτῇ, ἵνα μὴ 5 Εἶπαν δὲ μεταξύ των, νὰ μὴ τὸν συλλάβουν κατὰ 5 Ἔλεγον δέ· Νὰ μὴ γίνῃ τοῦτο κατὰ τὴν ἑορτήν, διὰ
θόρυβος γένηται ἐν τῷ λαῷ. τὴν ἑορτὴν τοῦ πάσχα, διὰ νὰ μὴ γίνῃ θόρυβος καὶ νὰ μὴ προκληθῇ ταραχὴ εἰς τὸν λαόν.
ἀναταραχὴ εἰς τὸν λαόν.
26,6 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γενομένου ἐν Βηθανίᾳ 6 Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς ἦλθε εἰς τὴν Βηθανίαν, εἰς τὴν 6 Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὴν Βηθανίαν εἰς τὴν
ἐν οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ, οἰκίαν Σίμωνος τοῦ λεπροῦ, οἰκίαν Σίμωνος τοῦ λεπροῦ,
26,7 προσῆλθεν αὐτῷ γυνὴ ἀλάβαστρον 7 προσῆλθε εἰς αὐτὸν μία γυναίκα μὲ ἕνα δοχεῖον 7 προσῆλθε πρὸς αὐτὸν μία γυναῖκα, ποὺ ἐκράτει
μύρου ἔχουσα βαρυτίμου, καὶ κατέχεεν ἀπὸ ἀλάβαστρον γεμᾶτο ἀπὸ μύρον πολύτιμον ἀγγεῖον ἀπὸ ἀλάβαστρον γεμᾶτο μύρον πολὺ
183/207
ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἀνακειμένου. καὶ ἔχυνε αὐτὸ ἄφθονον εἰς τὴν κεφαλήν του, ἀκριβὸν καὶ περιέχυνε τοῦτο εἰς τὴν κεφαλήν του,
καθὼς αὐτὸς εἶχε καθίσει εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ
ἐνῷ ἦτο γερμένος εἰς τὸ τραπέζι.
26,10 Γνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τί 10 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἀντελήφθη τὴν δυσφορίαν των 10 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς ἀντελήφθη τοῦτο καὶ εἶπεν εἰς
κόπους παρέχετε τῇ γυναικί; Ἔργον γὰρ καὶ τοὺς εἶπε· <διατὶ στενοχωρεῖτε τὴν γυναῖκα; αὐτούς· Διατὶ ἐνοχλεῖτε τὴν γυναῖκα; Μὴ τὴν
καλὸν εἰργάσατο εἰς ἐμέ. Διότι αὐτὴ ἔκαμε εἰς ἐμὲ ἕνα καλὸν καὶ πικραίνετε.Διότι ἔργον καλὸν ἔκαμεν εἰς ἐμέ.Τὸ
ἀξιέπαινον ἔργον.
ἔργον αὐτὸ εἶναι διὰ τὴν παροῦσαν περίστασιν
προτιμότερον καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐλεημοσύνην καὶ
συνδρομὴν τῶν πτωχῶν.
26,11 Τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε 11 Διότι τοὺς πτωχοὺς τοὺς ἔχετε πάντοτε μαζῆ 11 Διότι τοὺς πτωχοὺς τοὺς ἔχετε πάντοτε μαζί σας
μεθ' ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. σας καὶ ἠμπορεῖτε, ὁπόταν θέλετε νὰ τοὺς καὶ μπορεῖτε ὀποτεδήποτε νὰ τοὺς εὐεργετήσετε.Ἐμὲ
βοηθῆτε, ἐμὲ ὅμως δὲν θὰ μὲ ἔχετε πάντοτε μαζῆ ὅμως δὲν μὲ ἔχετε πάντοτε.Καὶ δι’ αὐτὸ μὴ ἐνοχλεῖτε
σας.
τὴν γυναῖκα δι’ αὐτό,ποὺ ἔκαμε.
26,12 Βαλοῦσα γὰρ αὕτη τὸ μύρον τοῦτο 12 Διότι αὐτὴ ἡ γυναῖκα, ποὺ ἔχυσε τὸ μύρον 12 Διότι ὅταν αὐτὴ ἔχυσε τὸ μύρον τοῦτο εἰς τὸ σῶμά
ἐπὶ τοῦ σώματός μου, πρὸς τὸ τοῦτο εἰς τὸ σῶμα μου, τὸ ἔκαμε σὰν μου, τὸ ἔκαμε διὰ νὰ μὲ ἑτοιμάσῃ πρὸς ταφήν.
ἐνταφιάσαι μὲ ἐποίησεν. προετοιμασίαν διὰ τὸν ἐνταφιασμόν μου.
184/207
πρὸς τὸν Κύριον ἀπὸ εὐλαβῇ καὶ ἀφωσιωμένην
καρδίαν, ἀποκτᾷ αἰωνίαν ἀξίαν). αὐτῆς.
185/207
τῶν δώδεκα.
μὲ τὴν συνήθειαν ποὺ εἶχαν τότε οἱ ἄνθρωποι νὰ
κάθωνται κατὰ τὸ φάγητον.
26,23 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ὁ ἐμβάψας 23 Ὁ δὲ Κύριος ἀπεκρίθη· <Ἐκεῖνος ποὺ ἐβούτηξε 23 Ὁ δὲ Κύριος ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν· Ἐκεῖνος ποὺ
μετ' ἐμοῦ ἐν τῷ τρυβλίῳ τὴν χεῖρα, οὗτός μαζῆ μου τὸ χέρι εἰς τὸν ζωμὸν τοῦ πιάτου, αὐτὸς ἐβούτηξε μαζί μου εἰς τὸν ζωμὸν τῆς πιατέλλας τὸ
μὲ παραδώσει. θὰ μὲ παραδώσῃ. χέρι, αὐτὸς θὰ μὲ παραδώσῃ νὰ θανατωθῶ.
26,24 Ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑπάγει 24 Ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀπέρχεται ἀπὸ τὴν 24 Ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου φεύγει ἀπὸ τὴν
καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ· οὐαὶ δὲ τῷ ζωὴν αὐτήν, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι γραμμένο εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν, σύμφωνα μὲ τάς προφητείας, ποὺ
ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι' οὗ ὁ υἱὸς τοῦ Ἁγίαν Γραφὴν περὶ αὐτοῦ· ἀλλοίμονον ὅμως εἰς ἔχουν γραφῆ περὶ αὐτοῦ.Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς τὸν
τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον, διὰ τοῦ ὁποίου ὁ υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου παραδίδοται· καλὸν ἦν αὐτῷ ἄνθρωπον ἐκεῖνον, ποὺ γίνεται ὄργανον διὰ νὰ
ἀνθρώπου παραδίδεται· προτιμότερον θὰ ἦτο δι'
εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος. παραδοθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.Ἦτο συμφερώτερον
αὐτὸν νὰ μὴ εἶχε γεννηθῇ ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος>.
δι’ αὐτὸν νὰ μὴν εἶχε γεννηθῇ ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος.
26,25 Ἀποκριθεὶς δὲ Ἰούδας
ὁ 25 Ἔλαβε δὲ τὸν λόγον ὁ Ἰούδας, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν 25 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰούδας, ποὺ τὸν παρέδωκε, καὶ
παραδιδοὺς αὐτὸν εἶπε· μήτι ἐγὼ εἰμι, παρέδωσε, καὶ εἶπε· <μήπως εἶμαι ἐγώ, εἶπε· Μήπως εἶμαι ἐγώ, διδάσκαλε; Λέγει εἰς αὐτόν·
ραββί; Λέγει αὐτῷ· σὺ εἶπας. διδάσκαλε;> Ἀπήντησε εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· <Σὺ Σὺ εἶπες, ὅτι εἶσαι σύ.
εἶπες, ὅτι εἶσαι σύ>.(φράσις ποὺ σημαίνει· Τὸ εἶπες
μόνος σου, ὅπως εἶπες, ἔτσι εἶναι· σὺ πράγματι
εἶσαι αὐτὸς ποὺ θὰ μὲ παραδώσῃ).
26,26 Ἐσθιόντων δὲ αὐτῶν λαβὼν ὁ 26 Ἐνῶ δὲ αὐτοὶ ἔτρωγαν, ἐπῆρε ὁ Ἰησοῦς τὸν 26 Ἐνῷ δὲ αὐτοὶ ἔτρωγον, ἐπῆρεν εἰς τὰς χεῖρας του ὁ
Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἄρτον καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν ἔκοψε εἰς Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ ἀφοῦ ηὐχαρίστησε, τὸν ἔκοψεν
ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καὶ τεμάχια καὶ ἔδιδε εἰς τοὺς μαθητὰς καὶ εἶπε· εἰς τεμάχια καὶ ἔδιδεν εἰς τοὺς μαθητὰς καὶ εἶπε·
<λάβετε φάγετε· τοῦτο εἶναι τὸ σῶμα μου>.
εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά Λάβετε, φάγετε, τοῦτο εἶναι τὸ σῶμα μου.
186/207
μου·
26,27 καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ 27 Καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε τὸ ποτήριον καὶ ηὐχαρίστησε 27 Καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε τὸ ποτήριον καὶ ηὐχαρίστησεν,
26,28 τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς 28 διότι τοῦτο εἶναι τὸ αἷμά μου, μὲ τὸ ὁποῖον 28 διότι αὐτὸ εἶναι τὸ αἷμα μου, διὰ τοῦ ὁποίου
καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐπικυρώνεται ἡ νέα διαθήκη καὶ τὸ ὁποῖον χύνεται ἐπικυροῦται ἡ νέα Διαθήκη καὶ τὸ ὁποῖον χύνεται
ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. διὰ τὴν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τὴν πρὸς σωτηρίαν πολλῶν διὰ νὰ συγχωρηθοῦν αἱ
σωτηρίαν πολλῶν.
ἁμαρτίαι των.
26,29 Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω ἀπ' 29 Σᾶς λέγω δὲ ὅτι δὲν θὰ ξαναπιῶ ἀπὸ τὸ προϊὸν 29 Σᾶς λέγω δέ, ὅτι ἀπὸ τώρα δὲν θὰ ξαναπιῶ ἀπὸ τὸ
ἄρτι ἐκ τούτου τοῦ γεννήματος τῆς αὐτὸ τῆς ἀμπέλου ἀπὸ τὴν στιγμὴν αὐτὴν καὶ προϊὸν αὐτὸ καὶ γένημα τῆς ἀμπέλου μέχρι τῆς
ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ὅταν μέχρι τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ὅταν εἰς τὴν ἀτελείωτον ἡμέρας ἐκείνης, ὅταν εὐφραινόμενος θὰ τὸ πίνω
χαρὰν τῆς βασιλείας τοῦ Πατρός μου θὰ τὸ πίνω
αὐτὸ πίνω μεθ' ὑμῶν καινὸν ἐν τῇ μαζί σας καὶ καινούργιο καὶ πολὺ πιὸ χαρμόσυνον
μαζῆ σας νέον, πνευματικὸν καὶ χαροποιόν>.
βασιλείᾳ τοῦ πατρός μου. εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Πατρός μου.Ὁ μυστικὸς οὗτος
δεῖπνος δηλαδὴ εἶναι πρόγευμα τῆς τελείας
κοινωνίας καὶ ἑνώσεώς μας, ἡ ὁποία θὰ
πραγματοποιηθῇ ἐν ἀτελευτήτῳ εὐφροσύνη καὶ
χαρὰ εἰς τὴν μέλλουσαν ἐν οὐρανοῦ βασιλείαν.
26,30 Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ 30 Καὶ ἀφοῦ ἔψαλαν ὕμνους, ἐξῆλθαν εἰς τὸ ὅρος 30 Καὶ ἀφοῦ ἔψαλαν ὕμνον, ἐβγῆκαν εἰς τὸ ὅρος τῶν
ὅρος τῶν ἐλαιῶν.Τότε λέγει αὐτοῖς ὁ τῶν Ἐλαιῶν.Τότε λέγει πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Ἐλαιῶν.Τότε λέγει εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς·
Ἰησοῦς·
26,31 πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε 31 <ὅλοι σεῖς κατὰ τὴν νύκτα αὐτὴν θὰ 31 Κατὰ τὴν νύκτα αὐτὴν ὅλοι σεῖς θὰ κλονισθῆτε εἰς
ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ· γέγραπται σκανδαλισθῆτε καὶ θὰ κλονισθῇ ἡ πίστις σας πρὸς τὴν πρὸς ἐμὲ πίστιν σας.Διότι ἔχει γραφῆ εἰς τὸν
γάρ, πατάξω τὸν ποιμένα, καὶ ἐμέ.Διότι ἔτσι ἔχει γραφῆ εἰς τὴν Παλαιὰν Ζαχαρίαν· Θὰ ἐπιτρέψω ἐγὼ ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ νὰ
Διαθήκην· Μὲ τὴν ἰδικήν μου συγκατάθεσιν θὰ
διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα τῆς κτυπηθῇ καὶ νὰ θανατωθῇ ὁ ποιμήν, ἤτοι ἐγὼ ὁ
κτυπηθῇ ὁ ποιμήν, δηλαδὴ ἐγώ, καὶ θὰ
ποίμνης· Χριστός, καὶ θὰ διασκορπισθοῦν τὰ πρόβατα τοῦ
διασκορπισθοῦν τὰ πρόβατα τοῦ ποιμνίου, δηλαδὴ
σεῖς. κοπαδιοῦ, τουτέστι σεῖς οἱ μαθηταί μου.
26,32 μετὰ δὲ τὸ ἐγερθῆναί με προάξω 32 Ὅταν ὅμως ἀναστηθῶ, θὰ σᾶς προϋπαντήσω 32 Ὅταν ὅμως ἀναστηθῶ, θὰ σᾶς προλάβω εἰς τὴν
187/207
ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν. εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ὅπου καὶ θὰ συναντηθῶμεν>. Γαλιλαῖαν, ὅπου θὰ ὑπάγω προτήτερα ἀπὸ σᾶς καὶ
θὰ σᾶς περιμένω, ἐκεῖ δὲ θὰ συναντηθῶμεν πάλιν.
188/207
λέγων· πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι, λέγων· <Πάτερ μου, ἂν εἶναι δυνατόν, ἂς περάσῃ Πάτερ μου, ἐὰν εἶναι δυνατὸν νά, συμβιβασθῇ πρὸς
ἀπὸ ἐμὲ τὸ ποτήριον τοῦτο.Πλὴν ὅμως ἂς μὴ γίνῃ
παρελθέτω ἀπ' ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο· τὸ περὶ σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων σχέδιόν σου, ἂς
ὅπως θέλω ἐγώ, ἀλλὰ ὅπως θέλεις σύ>.
26,44 Καὶ ἀφεὶς αὐτοὺς ἀπελθὼν πάλιν 44 Καὶ ἀφήσας αὐτοὺς ἐπῆγε πάλιν καὶ 44 Καὶ ἀφήσας αὐτούς, ἐπῆγε πάλιν καὶ προσηυχήθη
προσηύξατο ἐκ τρίτου τὸν αὐτὸν λόγον προσευχήθη τρίτην φορὰν καὶ εἶπε τὰ ἴδια λόγια διὰ τρίτην φορὰν καὶ εἶπε τὰ αὐτὰ λόγια τῆς
189/207
εἰπών. πρὸς τὸν Πατέρα. προσευχῆς.
26,45 Τότε ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς 45 Τότε ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ τοὺς 45 Τότε ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς
190/207
ἔκοψε τὸ αὐτί.
δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως ἀφεῖλεν αὐτοῦ τὸ τοῦ ἔκοψε τὸ αὐτί
ὠτίον.
191/207
26,57 Οἱ δὲ κρατήσαντες τὸν Ἰησοῦν 57 Ἐκεῖνοι δὲ ἀφοῦ ἔπιασαν τὸν Ἰησοῦν, τὸν 57 Οὗτοι δέ, ἀφοῦ ἔπιασαν τὸν Ἰησοῦν, τὸν ἔφεραν
ἀπήγαγον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέαν, ἔφεραν εἰς τὸν Καϊάφαν, τὸν ἀρχιερέα, ὅπου οἱ εἰς τὸν Καϊάφαν τὸν Ἀρχιερέα, ὅπου οἱ γραμματεῖς
γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι συνεκεντρώθησαν
192/207
Μεσσίας, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ>.
ἵνα ἡμῖν εἴπῃς εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς Χριστός, ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
τοῦ Θεοῦ.
26,68 λέγοντες· προφήτευσον ἡμῖν, 68 λέγοντες· <προφήτευσε σὲ μᾶς, Χριστέ, ποιὸς 68 λέγοντες· Προφήτευσέ μας, Χριστέ, ποῖος εἶναι
Χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε; εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σὲ κτύπησε;> ἐκεῖνος, ποὺ σὲ ἐκτύπησε;
26,69 Ὁ δὲ Πέτρος ἔξω ἐκάθητο ἐν τῇ 69 Ὁ δὲ Πέτρος ἐκάθητο ἔξω εἰς τὴν αὐλὴν καὶ τὸν 69 Ὁ δὲ Πέτρος ἐκάθητο ἔξω εἰς τὴν αὐλήν.Καὶ τὸν
αὐλῇ· καὶ προσῆλθεν αὐτῷ μία παιδίσκη ἐπλησίασε ἐκεῖ μία μικρὰ δούλη, ἡ ὁποία τοῦ εἶπε· ἐπλησίασε μία μικρὰ ὑπηρέτρια καὶ τοῦ εἶπε· Καὶ σὺ
λέγουσα· καὶ σὺ ἦσθα μετὰ Ἰησοῦ τοῦ <καὶ σὺ ἤσουν μαζῆ μὲ τὸν Ἰησοῦν τὸν Γαλιλαῖον>. ἤσουν μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦν τὸν Γαλιλαῖον.
Γαλιλαίου.
193/207
26,70 Ὁ δὲ ἠρνήσατο ἔμπροσθεν αὐτῶν 70 Αὐτὸς δὲ ἠρνήθη ἐμπρὸς εἰς ὅλους ἐκείνους 70 Αὐτὸς δὲ ἠρνήθη ἐμπρὸς εἰς ὅλους αὐτοὺς καὶ
πάντων λέγων· οὐκ οἶδα τί λέγεις. λέγων· <δὲν ξέρω τί λές>. εἶπε· Δὲν ξεύρω τι λέγεις.
194/207
27,2 Καὶ δήσαντες αὐτὸν ἀπήγαγον καὶ 2 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν, τὸν ἔσυραν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ 2 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν, τὸν ἐπῆραν ἀπ’ ἐκεῖ καὶ τὸν
τὸν παρέδωσαν εἰς τὸν Πόντιον Πιλᾶτον, τὸν
195/207
27,8 διὸ ἐκλήθη ὁ ἀγρὸς ἐκεῖνος ἀγρὸς 8 Δι' αὐτὸ καὶ ὁ ἀγρὸς ἐκεῖνος ἔχει ὀνομασθῆ μέχρι 8 Δι’ αὐτὸ ὠνομάσθη ὁ ἀγρὸς ἐκεῖνος ἀγρὸς αἵματος
σήμερα <ἀγρὸς αἵματος>.
27,13 Τότε λέγει αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· οὐκ 13 Τότε λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Πιλᾶτος· <δὲν ἀκούεις 13 Τότε λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Πιλᾶτος· Δὲν ἀκούεις, πόσα
ἀκούεις πόσα σοῦ καταμαρτυροῦσι; πόσα καταθέτουν αὐτοὶ εἰς βάρος σου;> μαρτυροῦν ἐναντίον σου;
27,14 Καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ πρὸς οὐδὲ 14 Καὶ δὲν ἀπήντησεν εἰς αὐτὸν οὔτε ἕνα λόγον, 14 Καὶ δὲν ἀπεκρίθη εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς οὔτε εἰς ἕνα
ἓν ρῆμα, ὥστε θαυμάζειν τὸν ἡγεμόνα ὥστε ὁ ἡγεμὼν νὰ θαυμάζῃ πάρα πολὺ τὴν λόγον του, ὥστε νὰ θαυμάζῃ ὁ ἡγεμὼν πάρα πολὺ
λίαν. γαλήνην καὶ τὸ ἠθικὸν μεγαλεῖον τοῦ δεσμώτου. διὰ τὴν γαλήνην καὶ ἀταραξίαν, τὴν ὁποίαν
ἐδείκνυεν εἰς στιγμάς, ποὺ τόσον ἀσυνείδητα
ἐσυκοφαντεῖτο καὶ τόσον πολὺ ἐκινδύνευεν αὐτὴ ἡ
196/207
ζωή του.
27,15 Κατὰ δὲ τὴν ἑορτὴν εἰώθει ὁ 15 Κατὰ τὴν ἑορτὴν δὲ τοῦ πάσχα εἶχε τὴν 15 Κάθε ἑορτὴν δὲ τοῦ Πάσχα συνήθιζεν ὁ ἡγεμὼν
συνήθειαν ὁ ἡγεμὼν νὰ ἀπολύῃ ἕνα κατάδικον
197/207
ἀπολύσω ὑμῖν; Οἱ δὲ εἶπον· Βαραββᾶν. ἀπολύσω;> Ἐκεῖνοι δὲ ἐφώναξαν· <τὸν Βαραββᾶν>. ἐλεύθερον; Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· Τὸν Βαραββάν.
198/207
φρουράν.
τὴν σπεῖραν· ἐπιτρόπος τῆς Ρώμης, ἐμάζευσαν τριγύρω του ὅλην
τὴν φρουράν.
199/207
27,34 ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος μετὰ 34 τοῦ ἔδωσαν νὰ πιῇ ξύδι ἀνακατεμένον μὲ 34 τοῦ ἔδωκαν νὰ πίῃ ξίδι ἀναμεμιγμένον μὲ χολήν,
χολῆς μεμιγμένον· καὶ γευσάμενος οὐκ χολήν, διὰ νὰ τοῦ φέρῃ κάποιαν προσωρινὴν διὰ νὰ τοῦ φέρῃ κάποιαν νάρκωσιν καὶ μὴ αἱσθανθῇ
ἤθελε πιεῖν. νάρκωσιν.Ἐκεῖνος ὅμως ἀφοῦ τὸ ἐδοκίμασε, δὲν πολὺ τοὺς πόνους τῆς σταυρώσεως καὶ
200/207
27,42 ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται 42 <ἄλλους ἔσωσε, τὸν εὐατόν του ὅμως δὲν 42 Ἄλλους ἔσωσε μὲ τὰ ἀγυρτικά του θαύματα· τὸν
σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ ἐστι, ἠμπορεῖ νὰ σώσῃ.Ἐὰν εἶναι πράγματι ὁ σταλμένος ἑαυτόν του δὲν δύναται νὰ τὸν σώσῃ.Ἐὰν εἶναι
201/207
εἰ ἔρχεται Ἠλίας σώσων αὐτόν. θὰ ἔλθῃ ὁ Ἠλίας, διὰ νὰ τὸν σώσῃ>. θὰ ἔλθῃ ὁ Ἠλίας νὰ τὸν σώσῃ.
27,50 Ὁ δὲ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ 50 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀφοῦ πάλιν ἔκραξε μὲ φωνὴν 50 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀφοῦ πάλιν ἐφώναξε μὲ φωνὴν
202/207
27,56 ἐν αἷς ἦν Μαρία ἡ Μαγδαληνή, καὶ 56 Μεταξὺ αὐτῶν ἦσαν ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ 56 μεταξὺ τῶν ὁποίων ἦσαν ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή,
Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Ἰωσῆ μήτηρ, Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωσῆ, καὶ ἡ καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωσῆ, καὶ
27,62 Τῇ δὲ ἐπαύριον ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν 62 Κατὰ δὲ τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ἡ ὁποία εἶναι 62 Τὴν ἄλλην δὲ ἡμέραν, ἡ ὁποία ἐπακολουθεῖ μετὰ
παρασκευήν, συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς ἔπειτα ἀπὸ τὴν Παρασκευήν, δηλαδὴ τὸ τὴν Παρασκευήν, ἐμαζεύθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ
καὶ οἱ Φαρισαῖοι πρὸς Πιλᾶτον Σάββατον, συνεκεντρώθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι πλησίον τοῦ Πιλάτου
Φαρισαῖοι καὶ ἦλθαν πρὸς τὸν Πιλᾶτον
27,63 λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι 63 λέγοντες· <κύριε, ἐθυμηθήκαμε ὅτι ἐκεῖνος ὁ 63 καὶ εἶπαν· Κύριε, ἐνεθυμήθημεν, ὅτι ἐκεῖνος ὁ
ἐκεῖνος ὁ πλᾶνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ πλάνος εἶπε, ἐνῶ ἀκόμη ἐζοῦσε· Ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς λαοπλάνος εἶπεν, ὅταν ἀκόμη ἔζῃ· Μετὰ τρεῖς
τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. ἡμέρες θὰ ἀναστηθῶ. ἡμέρας ἀπὸ τοῦ θανάτου μου ἀνασταίνομαι.
203/207
27,64 Κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν 64 Δῶσε, λοιπόν, διαταγὴν νὰ φρουρηθῇ ὁ τάφος 64 Πρόσταξε λοιπὸν νὰ ἀσφαλισθῇ ὁ τάφος μέχρι
τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε μέχρι τὴν τρίτην ἡμέραν, μήπως ἔλθουν οἱ τῆς τρίτης ἡμέρας, μήπως ἔλθουν οἱ μαθηταί του ἐν
204/207
τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών. καὶ τὸ ἔνδυμά του ὁλόλευκον σὰν τὸ χιόνι. του λαμπρὸν σὰν ἀστραπὴ καὶ τὸ φόρεμά του ἄσπρο
σὰν τὸ χιόνι.
28,5 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἄγγελος εἶπε ταῖς 5 Ὡμίλησε δὲ τότε ὁ ἄγγελος πρὸς τὰς γυναῖκας 5 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἄγγελος εἶπεν εἰς τάς γυναῖκας·
γυναιξί· μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς· οἶδα γὰρ ὅτι καὶ εἶπε· <σεῖς μὴ φοβεῖσθε· διότι ξέρω ὅτι ζητεῖτε Μὴ φοβεῖσθε σεῖς· διότι γνωρίζω, ὅτι ζητεῖτε μὲ
Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε· νὰ ἰδῆτε Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον. πόθον καὶ εὐλάβειαν τὸν Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον.
28,6 οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ καθὼς 6 Δὲν εἶναι πλέον ἐδῶ· διότι ἀνεστήθη, ὅπως σᾶς 6 Δὲν εἶναι ἐδῶ.Διότι ἀνέστη, ὅπως εἶπεν· Ἐλᾶτε καὶ
εἶπε.Δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ εἶχε πῇ.Ἐλᾶτε νὰ ἰδῆτε τὸν τόπον, ὅπου εἶχε τεθῇ ἴδετε τὸν τόπον, ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος.
Κύριος. ὁ Κύριος.
28,7 Καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς 7 Καὶ τώρα γρήγορα πηγαίνετε καὶ εἰπέτε εἰς τοὺς 7 Καὶ ἀφοῦ ὑπάγετε γρήγορα, εἴπατε εἰς τοὺς
μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν μαθητάς του ὅτι ἀνεστήθη ἒκ τῶν νεκρῶν καὶ ἰδοὺ μαθητάς του, ὅτι ἀνέστη ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ ἰδοὺ
νεκρῶν, καὶ ἰδοὺ προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν προπορεύεται ἀπὸ σᾶς καὶ σᾶς περιμένει εἰς τὴν πηγαίνει προτήτερα ἀπὸ σᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ
Γαλιλαίαν.Ἐκεῖ θὰ τὸν ἰδῆτε.Ἰδού, σᾶς εἶπα ὅσα
Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε· ἰδοὺ θὰ τὸν ἴδητε.Ἰδοὺ σᾶς εἶπα ἐκεῖνο, ποὺ ἔλαβα
ἔπρεπε νὰ σᾶς πῶ>.
εἶπον ὑμῖν. ἐντολὴν νὰ σᾶς εἴπω.
28,8 Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἀπὸ τοῦ 8 Καὶ αἱ γυναῖκες ἐβγῆκαν ταχέως ἀπὸ τὸ 8 Καὶ αἱ γυναῖκες, ἀφοῦ γρήγορα ἐβγῆκαν ἀπὸ τὸ
μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς μνημεῖον μὲ φόβον καὶ χαρὰν μεγάλην καὶ μνημεῖον μὲ φόβον ἕνεκα τῆς ἀγγελικῆς ὀπτασίας
μεγάλης ἔδραμον ἀπαγγεῖλαι τοῖς ἔτρεξαν νὰ ἀναγγείλουν εἰς τοὺς μαθητάς του τὸ καὶ μὲ χαρὰν μεγάλην ἕνεκα τοῦ χαρμοσύνου
χαρμόσυνον γεγονός.
μαθηταῖς αὐτοῦ. ἀγγέλματος, ἔτρεξαν νὰ εἶπουν αὐτὰ ὅλα εἰς τοὺς
μαθητάς.
28,9 ῾Ὡς δὲ ἐπορεύοντο ἀπαγγεῖλαι τοῖς 9 Ἐνῶ δὲ ἐπήγαιναν νὰ ἀναγγείλουν αὐτὰ εἰς τοὺς 9 Καθὼς δὲ ἐπήγαιναν νὰ εἶπουν αὐτὰ εἰς τοὺς
μαθηταῖς αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ Ἰησοῦς μαθητάς του, καὶ ἰδοὺ ὁ Ἰησοῦς τὰς συνὴντησε μαθητάς του, καὶ ἰδοὺ ὁ Ἰησοῦς τὰς συνήντησε καὶ
ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων· χαίρετε.Αἱ δὲ λέγων· <χαίρετε>.Αὐταὶ δὲ ἀφοῦ τὸν ἐπλησίασαν, εἶπε· Χαίρετε.Αὐταὶ δέ, ἀφοῦ ἐπλησίασαν, δὲν
ἔπιασαν μὲ βαθεῖαν εὐλάβειαν τοὺς πόδας του καὶ
προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς ἐτόλμησαν νὰ τὸν ἐγγίσουν εἰς τὸ σῶμα, ἀλλὰ μὲ
τὸν ἐπροσκύνησαν.
πόδας καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ. εὐλάβειαν πολλὴν ἔπιασαν μόνον τοὺς πόδας του
καὶ τὸν ἐπροσκύνησαν.
205/207
28,10 Τότε λέγει αὐταῖς ὁ Ἰησοῦς· μὴ 10 Τότε εἶπε πρὸς αὐτὰς ὁ Ἰησοῦς· <μὴ φοβεῖσθε· 10 Τότε λέγει εἰς αὐτὰς ὁ Ἰησοῦς· Μὴ
φοβεῖσθε· ὑπάγετε ἀπαγγείλατε τοῖς πηγαίνετε καὶ ἀναγγείλατε εἰς τοὺς ἀδελφούς μου φοβεῖσθε.Πηγαίνετε καὶ ἀναγγείλατε εἰς τοὺς
28,14 Καὶ ἐὰν ἀκουσθῇ τοῦτο ἐπὶ τοῦ 14 Καὶ ἐὰν τοῦτο φθάσῃ ἕως τὰ αὐτιὰ τοῦ 14 Καὶ ἐὰν καταγγελθῇ αὐτὸ ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος,
ἡγεμόνος, ἡμεῖς πείσομεν αὐτὸν καὶ ἡγεμόνος, ἡμεῖς θὰ τὸν πείσωμεν νὰ μὴ σᾶς ἡμεῖς θὰ τὸν πείσωμεν καὶ θὰ σᾶς ἀπαλλάξωμεν
ὑμᾶς ἀμερίμνους ποιήσωμεν. τιμωρήσῃ καὶ θὰ σᾶς ἀπαλλάξωμεν ἀπὸ κάθε ἀπὸ κάθε ἀνησυχίαν.
ἀνησυχίαν>.
28,15 Οἱ δὲ λαβόντες τὰ
ἀργύρια 15 Ἐκεῖνοι δὲ ἀφοῦ ἐπῆραν τὰ χρήματα, ἔκαμαν 15 Αὐτοὶ δὲ ἀφοῦ ἐπῆραν τὰ χρήματα, ἔκαμαν
ἐποίησαν ὡς ἐδιδάχθησαν.Καὶ ὅπως τοὺς καθωδήγησαν οἱ ἀρχιερεῖς, καὶ διεδόθη σύμφωνα μὲ τᾳς ὁδηγίας, ποὺ ἔλαβον.Καὶ διελαλήθη
διεφημίσθη ὁ λόγος οὗτος παρὰ ὁ λόγος αὐτὸς μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων μέχρι ὁ λόγος αὐτὸς περὶ τῆς δῆθεν κλοπῆς τοῦ σώματος
σήμερον.
Ἰουδαίοις μέχρι τῆς σήμερον. μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων μέχρι τῆς σήμερον ἡμέρας.
28,16 Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ 16 Οἱ δὲ ἔνδεκα μαθηταὶ μετέβησαν εἰς τὴν 16 Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπῆγαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν,
ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὸ Γαλλαίαν, εἰς τὸ ὅρος τὸ ὁποῖον τοὺς εἶχε ὁρίσει εἰς τὸ ὅρος τὸ ὁποῖον ὥρισεν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς.
ὅρος οὗ ἐτάξατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς. διὰ συνάντησιν ὁ Ἰησοῦς.
206/207
28,17 Καὶ ἰδόντες αὐτὸν προσεκύνησαν 17 Καὶ ἰδόντες αὐτὸν τὸν ἐπροσκύνησαν, μερικοὶ 17 Καὶ ἀφοῦ τὸν εἶδαν, τὸν προσεκύνησαν, μερικοὶ δὲ
αὐτῷ, οἱ δὲ ἐδίστασαν. δὲ εἶχαν κάποιαν ἀμφιβολίαν νὰ πιστεύσουν ὅτι ἐδοκίμασαν κάποιαν ἀμφιβολίαν περὶ τοῦ ἂν ἦτο
αὐτὸς πράγματι ἦτο ὁ Ἰησοῦς.
207/207
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης