Professional Documents
Culture Documents
ΟΜΑΔΑ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ
Ανδρεαδάκης Στυλιανός Ομοτ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Κατσαργύρης Βασίλειος Καθηγητής Βαρβακείου Πειραματικού Λυκείου
Παπασταυρίδης Σταύρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Πολύζος Γεώργιος Μόνιμος Πάρεδρος του Π.Ι.
Σβέρκος Ανδρέας Καθηγητής 2ου Πειραματικού Λυκείου Αθηνών
Σ. ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ
Β. ΚΑΤΣΑΡΓΥΡΗΣ
Σ. ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΙΔΗΣ
Γ. ΠΟΛΥΖΟΣ
Α. ΣΒΕΡΚΟΣ
ΑΛΓΕΒΡΑ
Α' τάξης Γενικού Λυκείου
Σελ.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ε1 Το Λεξιλόγιο της Λογικής 9
Ε2 Σύνολα 13
Στη παράγραφο αυτή θα γνωρίσουμε μερικές βασικές έννοιες της Λογικής, τις
οποίες θα χρησιμοποιήσουμε στη συνέχεια, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο, για
τη σαφέστερη διατύπωση μαθηματικών εννοιών, προτάσεων κτλ.
Τα παραδείγματα που θα χρησιμοποιήσουμε αναφέρονται σε έννοιες και ιδιό-
τητες που είναι γνωστές από το Γυμνάσιο.
Η συνεπαγωγή
Ας θεωρήσουμε δύο πραγματικούς αριθμούς α και β . Είναι γνωστό ότι:
Αν οι αριθμοί α και β είναι ίσοι, τότε και τα τετράγωνά τους θα είναι ίσα.
Αυτό σημαίνει ότι:
Αν ο ισχυρισμός « α β » είναι αληθής, τότε και ο ισχυρισμός « α 2 β 2 »
θα είναι αληθής.
Γι’ αυτό λέμε ότι ο ισχυρισμός « α β » συνεπάγεται τον ισχυρισμό
« α 2 β 2 » και γράφουμε: a β a β .
2 2
Γενικά:
Αν P και Q είναι δύο ισχυρισμοί, τέτοιοι ώστε, όταν αληθεύει ο P να
αληθεύει και ο Q , τότε λέμε ότι ο P συνεπάγεται τον Q και γράφουμε
PQ.
(1) Στην καθημερινή πράξη, συνήθως, δεν χρησιμοποιούμε συνεπαγωγές με ψευδή υπόθεση.
Αλλά και η μαθηματική επιστήμη δεν έχει ανάγκη τέτοιου είδους συνεπαγωγών. Όμως, για
τεχνικούς λόγους που συνδέονται με την ευκολία της έκφρασης μαθηματικών ζητημάτων,
θα υιοθετήσουμε τη σύμβαση ότι η συνεπαγωγή « P Q » να είναι αληθής και στην περί-
πτωση που η υπόθεση P είναι ψευδής. Έτσι, η συνεπαγωγή « P Q » είναι ψευδής, μόνο
όταν η υπόθεση P είναι αληθής και το συμπέρασμα Q είναι ψευδές και αληθής σε κάθε άλ-
λη περίπτωση. Εκ πρώτης όψεως η σύμβαση αυτή φαίνεται περίεργη, αλλά στο πλαίσιο
του παρόντος βιβλίου δεν μπορούν να εξηγηθούν οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή.
10 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Γενικά
Ο σύνδεσμος «ή»
Γνωρίζουμε ότι:
Το γινόμενο δύο πραγματικών αριθμών α και β είναι ίσο με το μηδέν, αν
και μόνο αν ένας τουλάχιστον από τους αριθμούς α και β είναι ίσος με
το μηδέν.
Για να δηλώσουμε ότι ένας τουλάχιστον από τους α και β είναι ίσος με το
μηδέν, γράφουμε α 0 ή β 0 . Έτσι, έχουμε την ισοδυναμία
α β 0 α 0 ή β 0
Γενικά
Λεξιλόγιο της Λογικής – Σύνολα 11
Ο σύνδεσμος «και»
Γνωρίζουμε ότι:
«Το γινόμενο δύο πραγματικών αριθμών α και β είναι διάφορο του μηδε-
νός, αν και μόνον αν και οι δύο αριθμοί α και β είναι διάφοροι του μηδε-
νός».
Για να δηλώσουμε ότι και οι δύο αριθμοί α και β είναι διάφοροι του μηδενός
γράφουμε
α 0 και β 0
Έτσι, έχουμε την ισοδυναμία
α β 0 α 0 και β 0
Γενικά
αληθεύει για εκείνα τα x για τα οποία αληθεύουν και οι δύο εξισώσεις, δηλα-
δή για x 1 .
12 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ
1. α2 9 α 3 Α Ψ
2. α2 α α 1 Α Ψ
3. α2 α α 1 Α Ψ
4. α 2 α2 4 Α Ψ
5. α 2 α2 4 Α Ψ
6. α 2 α2 4 Α Ψ
7. α2 4 α 2 Α Ψ
8. α2 4 α 2 Α Ψ
9. α 2 και β 3 α β 6 Α Ψ
Α΄ ΟΜΑΔΑ Β΄ ΟΜΑΔΑ
1 x x 2 0 Α x 0 και x 2
2 x x 2 0 Β x2
3 x2 4 Γ x 2 ή x 2
4 x 2 4 και x 0 Δ x0
6 x 2 4 και x 0 Ζ x 2
Λεξιλόγιο της Λογικής – Σύνολα 13
Ε.2 ΣΥΝΟΛΑ
Τα σύμβολα και
Για να δηλώσουμε ότι το x είναι στοιχείο του συνόλου Α, γράφουμε x Α και
διαβάζουμε «το x ανήκει στο Α», ενώ για να δηλώσουμε ότι το x δεν είναι
στοιχείο του συνόλου Α γράφουμε x Α και διαβάζουμε «το x δεν ανήκει στο
Α». Για παράδειγμα
3 3
, , 2 , 2 , 2 κτλ.
5 5
Παράσταση συνόλου
Για να παραστήσουμε ένα σύνολο χρησιμοποιούμε συνήθως έναν από τους
παρακάτω τρόπους:
α) Όταν δίνονται όλα τα στοιχεία του και είναι λίγα σε πλήθος, τότε γράφουμε
τα στοιχεία αυτά μεταξύ δύο αγκίστρων, χωρίζοντας τα με το κόμμα. Έτσι
π.χ., αν το σύνολο Α έχει ως στοιχεία τους αριθμούς 2, 4 και 6, γράφουμε:
Α 2, 4, 6
Πολλές φορές χρησιμοποιούμε έναν παρόμοιο συμβολισμό και για σύνολα
που έχουν πολλά ή άπειρα στοιχεία, γράφοντας μερικά μόνο από αυτά και α-
ποσιωπώντας τα υπόλοιπα, αρκεί να είναι σαφές ποια είναι αυτά που παραλεί-
πονται. Έτσι για παράδειγμα το σύνολο Β των ακεραίων από το 1 μέχρι το
100 συμβολίζεται ως εξής
Β 1, 2, 3, ... , 100 ,
1
ενώ το σύνολο των κλασμάτων της μορφής , όπου ν θετικός ακέραιος, συμ-
v
βολίζεται ως εξής:
1 1 1
Γ= 1, , , , ...
2 3 4
Ο παραπάνω τρόπος παράστασης ενός συνόλου λέγεται «παράσταση του συ-
νόλου με αναγραφή των στοιχείων του».
β) Αν από το σύνολο των πραγματικών αριθμών επιλέξουμε εκείνους που έ-
χουν την ιδιότητα να είναι θετικοί, τότε φτιάχνουμε το σύνολο των θετικών
πραγματικών αριθμών, το οποίο συμβολίζεται με:
x x 0
και διαβάζεται «Το σύνολο των x , όπου x 0 ».
Ομοίως το σύνολο των άρτιων ακεραίων συμβολίζεται
x x άρτιος
Λεξιλόγιο της Λογικής – Σύνολα 15
Γενικά, αν από ένα σύνολο Ω επιλέγουμε εκείνα τα στοιχεία του, που έχουν
μια ορισμένη ιδιότητα Ι, τότε φτιάχνουμε ένα νέο σύνολο που συμβολίζεται
με:
x Ω x έχει την ιδιότητα Ι
και διαβάζεται «Το σύνολο των x , όπου x έχει την ιδιότητα Ι».
Ο παραπάνω τρόπος παράστασης ενός συνόλου λέγεται «παράσταση του συ-
νόλου µε περιγραφή των στοιχείων του».
Ίσα σύνολα
Ας θεωρήσουμε τώρα τα σύνολα:
Α 1, 2 και Β= x ( x 1)( x 2) 0
Επειδή οι λύσεις της εξίσωσης ( x 1)( x 2) 0 είναι οι αριθμοί 1 και 2, το
σύνολο Β έχει τα ίδια ακριβώς στοιχεία µε το Α. Σε αυτήν την περίπτωση λέ-
με ότι τα σύνολα Α και Β είναι ίσα.
Γενικά
Δύο σύνολα Α και Β λέγονται ίσα, όταν έχουν τα ίδια ακριβώς στοιχεία.
Με άλλα λόγια:
«Δύο σύνολα Α και Β λέγονται ίσα, όταν κάθε στοιχείο του Α είναι και στοι-
χείο του Β και αντιστρόφως κάθε στοιχείο του Β είναι και στοιχείο του Α».
Στην περίπτωση αυτή γράφουμε Α=Β.
Υποσύνολα συνόλου
Ας θεωρήσουμε τα σύνολα
Α= 1, 2, 3, ... , 15 και Β= 1, 2, 3, ... , 100
Παρατηρούμε ότι κάθε στοιχείο του συνόλου Α είναι και στοιχείο του συνό-
λου Β. Στην περίπτωση αυτή λέμε ότι το Α είναι υποσύνολο του Β.
Γενικά
Ένα σύνολο Α λέγεται υποσύνολο ενός συνόλου Β, όταν κάθε στοιχείο
του Α είναι και στοιχείο του Β.
Στην περίπτωση αυτή γράφουμε Α Β .
Άµεσες συνέπειες του ορισμού είναι οι:
i) Α Α , για κάθε σύνολο Α.
ii) Αν Α Β και Β Γ , τότε Α Γ .
iii) Αν Α Β και Β Α , τότε Α=Β .
16 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Το κενό σύνολο
Ας αναζητήσουμε τα στοιχεία του συνόλου Α x x 2 1 . Είναι φανερό
ότι τέτοια στοιχεία δεν υπάρχουν, αφού η εξίσωση x 2 1 είναι αδύνατη στο
. Το σύνολο αυτό, που δεν έχει κανένα στοιχείο, λέγεται κενό σύνολο και
συμβολίζεται με ή { }.
Δηλαδή:
Διαγράμματα Venn
Μια εποπτική παρουσίαση των συνόλων και των μεταξύ τους σχέσεων γίνεται
με τα διαγράμματα Venn.
Κάθε φορά που εργαζόμαστε με σύνολα, τα σύνολα αυτά θεωρούνται
υποσύνολα ενός συνόλου που λέγεται βασικό σύνολο και συμβολίζεται
με Ω. Για παράδειγμα, τα σύνολα , και , είναι υποσύνολα του βα-
σικού συνόλου Ω= .
Το βασικό σύνολο συμβολίζεται με το εσωτε-
ρικό ενός ορθογωνίου, ενώ κάθε υποσύνολο
ενός βασικού συνόλου παριστάνεται με το
εσωτερικό μιας κλειστής καμπύλης που πε-
ριέχεται στο εσωτερικό του ορθογωνίου.
Αν Α Β , τότε το Α παριστάνεται με το
εσωτερικό μιας κλειστής καμπύλης που
περιέχεται στο εσωτερικό της κλειστής
καμπύλης που παριστάνει το Β.
Πράξεις με σύνολα
Έστω Ω 1, 2,3,...,10 ένα βασικό σύνολο και δύο υποσύνολά του:
Α 1, 2,3, 4 και Β 3, 4,5,6 .
Γενικά:
Δηλαδή είναι:
Α Β x Ω x Α ή x Β
Το σύνολο 3, 4 που έχει ως στοιχεία τα κοινά μόνο στοιχεία των Α και Β
λέγεται τομή των Α και Β.
Γενικά:
Δηλαδή είναι:
Α Β x Ω x Α και x Β
Στην περίπτωση που δύο σύνολα Α και Β δεν έχουν κοινά στοιχεία, δηλα-
δή όταν Α Β , τα δύο σύνολα λέγονται ξένα μεταξύ τους.
Δηλαδή είναι:
Α΄ x Ω x Α
18 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ
III. Σε καθεμιά από τις παρακάτω ερωτήσεις να βάλετε σε κύκλο τις σωστές
απαντήσεις.
1. Έστω δύο σύνολα Α και Β. Τότε:
α) Α Α Β β) Β Α Β γ) Α Β Α δ) Α Β Β
2. Έστω δύο σύνολα Α και Β . Τότε:
α) Α Α Β β) Α Β Β γ) Α Β Α δ) Α Β Β
Εισαγωγή
Στο Γυμνάσιο μάθαμε ότι οι πραγματικοί αριθμοί αποτελούνται από τους
ρητούς και τους άρρητους αριθμούς και παριστάνονται με τα σημεία ενός
άξονα, του άξονα των πραγματικών αριθμών.
Θυμίζουμε ότι:
Κάθε ρητός αριθμός έχει (ή μπορεί να πάρει) κλασματική μορφή, δηλα-
α
δή τη μορφή , όπου α, β ακέραιοι, με β 0 .
β
Κάθε ρητός αριθμός μπορεί να γραφεί ως δεκαδικός ή περιοδικός δεκα-
δικός και, αντιστρόφως, κάθε δεκαδικός ή περιοδικός δεκαδικός μπορεί
να πάρει κλασματική μορφή. Για παράδειγμα,
14 9 60 225 230
2,8 , 1, 25 , 5, 45 , 2,25 και 2,32
5 8 11 100 99
Μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι οι ρητοί αριθμοί αποτελούνται από
τους δεκαδικούς και τους περιοδικούς δεκαδικούς αριθμούς.
Πράξεις
Στους πραγματικούς αριθμούς ορίστηκαν οι πράξεις της πρόσθεσης και του
πολλαπλασιασμού και, με τη βοήθειά τους , η αφαίρεση και η διαίρεση.
Για την πρόσθεση και τον πολλαπλασιασμό ισχύουν οι ιδιότητες που
αναφέρονται στον επόμενο πίνακα, οι οποίες και αποτελούν τη βάση του
αλγεβρικού λογισμού.
Αντιμεταθετική α β β α αβ = βα
Προσεταιριστική α β γ α β γ α βγ αβ γ
Ουδέτερο
α0α α 1 α
Στοιχείο
Αντίθετος/Αντίστροφος 1
α α 0 α 1, α 0
Αριθμού α
Επιμεριστική α β γ αβ αγ
Στον πίνακα αυτόν, αλλά και στη συνέχεια του βιβλίου, τα γράμματα που
χρησιμοποιούνται παριστάνουν οποιουσδήποτε πραγματικούς αριθμούς, ε-
κτός αν δηλώνεται διαφορετικά.
Ο αριθμός 0 λέγεται και ουδέτερο στοιχείο της πρόσθεσης, διότι προστιθέ-
μενος σε οποιονδήποτε αριθμό δεν τον μεταβάλλει. Επίσης ο αριθμός 1 λέ-
γεται και ουδέτερο στοιχείο του πολλαπλασιασμού, διότι οποιοσδήποτε
αριθμός πολλαπλασιαζόμενος με αυτόν δεν μεταβάλλεται.
ΣΧΟΛΙΟ
Η αντιμεταθετική και η προσεταιριστική ιδιότητα της πρόσθεσης έχουν ως
συνέπεια, κάθε άθροισμα με περισσότερους από δυο προσθετέους, να ισού-
ται με οποιοδήποτε άλλο άθροισμα που σχηματίζεται από τους ίδιους αριθ-
μούς με οποιαδήποτε σειρά και αν τους πάρουμε. Για παράδειγμα,
3 2 2 3 2 5 2 3 3 2 2 5 2 2 5 .
Ομοίως, ένα γινόμενο με περισσότερους από δυο παράγοντες ισούται με ο-
ποιοδήποτε άλλο γινόμενο που μπορεί να σχηματισθεί από τους ίδιους αριθ-
μούς με οποιαδήποτε σειρά και αν τους πάρουμε. Για παράδειγμα,
3
2 1 5 1 2 5
6 4 3 6 4 24
5 3 2 3 5 2
1.1 Οι πράξεις και οι ιδιότητές του 21
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Επειδή διαίρεση με διαιρέτη το μηδέν δεν ορίζεται, όπου στο εξής συναντά-
α
με το πηλίκο , εννοείται ότι β 0 και δεν θα τονίζεται ιδιαίτερα.
β
Για τις τέσσερις πράξεις και την ισότητα ισχύουν και οι ακόλουθες ιδιό-
τητες που είναι γνωστές από το Γυμνάσιο:
1.
α β και γ δ α γ β δ
2. α β και γ δ α γ β δ
4. Αν γ 0, τότε:
α β αγ βγ
Δυνάμεις
Είναι γνωστή από το Γυμνάσιο η έννοια της δύναμης αριθμού με εκθέτη α-
κέραιο. Συγκεκριμένα, αν ο α είναι πραγματικός αριθμός και ο ν φυσικός,
έχουμε ορίσει ότι:
αν α
α
α
α, για ν 1 και
ν παράγοντες
α1 α, για ν 1.
ΣΧΟΛΙΟ
Ενώ είναι φανερό ότι, αν α β , τότε α ν β ν , δεν ισχύει το αντίστροφο, α-
φού για παράδειγμα είναι 2 22 , αλλά 2 2 .
2
ακ
ακ α λ ακλ ακλ
αλ
κ
ακ α
α β αβ
κ
κ κ
βκ β
α
λ
κ
α κλ
Αξιοσημείωτες ταυτότητες
Η έννοια της ταυτότητας είναι γνωστή από το Γυμνάσιο. Συγκεκριμένα, κά-
θε ισότητα που περιέχει μεταβλητές και επαληθεύεται για όλες τις τιμές των
μεταβλητών αυτών λέγεται ταυτότητα.
Στον πίνακα που ακολουθεί αναφέρονται οι γνωστές μας πιο αξιοσημείωτες
ταυτότητες:
α β
2
α 2 2αβ β 2
α β
2
α 2 2αβ β 2
α2 β 2 α β α β
α β α3 3α 2 β 3αβ 2 β 3
3
α β α3 3α 2 β 3αβ 2 β 3
3
α 3 β 3 α β α 2 αβ β 2
α 3 β 3 α β α 2 αβ β 2
α β γ
2
α 2 β 2 γ 2 2αβ 2 βγ 2γα
24 1. ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
Μέθοδοι απόδειξης
1η) Ευθεία Απόδειξη
Έστω ότι για τρεις πραγματικούς αριθμούς α, β και γ ισχύει η συνθήκη
α β γ 0 και θέλουμε να αποδείξουμε ότι α3 β 3 γ3 3αβγ , δηλαδή έστω
ότι θέλουμε να αποδείξουμε τη συνεπαγωγή:
« Αν α β γ 0, τότε α 3 β 3 γ3 3αβγ ».
β γ β 3 γ3
3
β 3 3 β 2 γ 3 βγ 2 γ 3 β 3 γ 3
3 β 2 γ 3 βγ 2
3 βγ β γ
3αβγ, αφού β γ α .
Για την απόδειξη της παραπάνω συνεπαγωγής ξεκινήσαμε με την υπόθεση
α β γ 0 και με διαδοχικά βήματα καταλήξαμε στο συμπέρασμα
α3 β 3 γ3 3αβγ . Μια τέτοια διαδικασία λέγεται ευθεία απόδειξη.
ΣΧΟΛΙΑ
1ο ) Ευθεία απόδειξη χρησιμοποιήσαμε και στο Γυμνάσιο για την απόδειξη
των γνωστών μας ταυτοτήτων. Για παράδειγμα, για την απόδειξη της
ταυτότητας α β α 2 2αβ β 2 , με α, β R , έχουμε διαδοχικά:
2
α β
2
α β α β Ορισμός δύναμης
α α β β α β Επιμεριστική ιδιότητα
α 2 αβ βα β 2 Επιμεριστική ιδιότητα
α 2 2αβ β 2 Αναγωγή όμοιων όρων
2ο ) Για να αποδείξουμε ότι ένας ισχυρισμός είναι αληθής, μερικές φορές με
διαδοχικούς μετασχηματισμούς καταλήγουμε σε έναν λογικά ισοδύναμο
ισχυρισμό που είναι αληθής. Έτσι συμπεραίνουμε ότι και ο αρχικός ι-
σχυρισμός είναι αληθής.
Για παράδειγμα, έστω ότι για τους πραγματικούς αριθμούς α, β , x, y
θέλουμε να αποδείξουμε την ταυτότητα:
1.1 Οι πράξεις και οι ιδιότητές του 25
α 2
β 2 x 2 y 2 αx + βy αy βx
2 2
Έχουμε διαδοχικά:
α 2
β 2 x 2 y 2 αx + βy αy βx
2 2
α 2 x 2 α 2 y 2 β 2 x 2 β 2 y 2 α 2 x 2 2αβxy β 2 y 2 α 2 y 2 2αβxy β 2 x 2
α2 x2 α2 y 2 β 2 x2 β 2 y 2 α2 x2 α2 y 2 β 2 x2 β 2 y 2 , που ισχύει.
3ο ) Για να αποδείξουμε ότι ένας ισχυρισμός δεν είναι πάντα αληθής, αρκεί
να βρούμε ένα παράδειγμα για το οποίο ο συγκεκριμένος ισχυρισμός
δεν ισχύει ή, όπως λέμε, αρκεί να βρούμε ένα αντιπαράδειγμα.
Έτσι ο ισχυρισμός
«για κάθε α 0 ισχύει α 2 α »
1 1
δεν είναι αληθής, αφού για α έχουμε α 2 , δηλαδή α 2 α .
2 4
2η) Μέθοδος της Απαγωγής σε Άτοπο
Έστω ότι θέλουμε να αποδείξουμε τον ισχυρισμό:
«Αν το τετράγωνο ενός ακεραίου αριθμού είναι άρτιος, τότε και ο αριθμός
αυτός είναι άρτιος»,
δηλαδή
«Αν ο α2 είναι άρτιος αριθμός, τότε και ο α είναι άρτιος αριθμός»
Για την απόδειξη του ισχυρισμού αυτού σκεπτόμαστε ως εξής:
Έστω ότι ο α δεν είναι άρτιος. Τότε ο α θα είναι περιττός, δηλαδή θα έχει τη
μορφή α 2κ 1 , όπου κ ακέραιος, οπότε θα έχουμε:
α 2 2κ 1
2
4κ 2 4κ 1
2 2κ 2 2κ 1
2λ 1 (όπου λ 2κ 2 2κ ).
Η μέθοδος αυτή απόδειξης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τους Αρ-
χαίους Έλληνες και λέγεται απαγωγή σε άτοπο.
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
i) Για βδ 0 έχουμε:
α γ α γ
βδ βδ αδ βγ.
β δ β δ
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
κ
Έστω ότι ο 2 είναι ρητός. Τότε μπορούμε να γράψουμε 2 , όπου κ, λ είναι
λ
κ
φυσικοί αριθμοί και ανάγωγο κλάσμα (δηλαδή κλάσμα στο οποίο έχουν γίνει
λ
όλες οι δυνατές απλοποιήσεις). Τότε έχουμε διαδοχικά:
2
2 κ
2
λ
κ2
2 2
λ
κ 2 λ2
2
που σημαίνει ότι ο κ 2 είναι άρτιος, οπότε (σελ. 25) και ο κ είναι άρτιος, δηλαδή
είναι της μορφής κ=2μ.
Τότε έχουμε διαδοχικά:
κ 2 2 λ2
2μ
2
2 λ2
4 μ 2 2 λ2
λ2 2 μ 2
Στο σημείο Α του πραγματικού άξονα που παριστάνει τον αριθμό 1 υψώνουμε κά-
θετο τμήμα ΑΒ με μήκος 1. Τότε η υποτείνουσα του ορθογωνίου τριγώνου ΟΑΒ έχει
μήκος ίσο με 2 . Στη συνέχεια με κέντρο το Ο και ακτίνα ΟΒ = 2 γράφουμε κύ-
κλο ο οποίος τέμνει τον άξονα x΄x στα σημεία Μ και M’ που παριστάνουν τους α-
ριθμούς 2 και 2 αντιστοίχως.
28 1. ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
3
x3
Δίνεται η παράσταση Α x 2 y 3 xy 3 1 .
2 4
1.
y
i) Να δείξετε ότι Α x y .
9 9
1
ii) Να βρείτε την τιμή της παράστασης για x 2010 και y .
2010
2
2 1
2. Να βρείτε την τιμή της παράστασης Α xy 1 : x3 y 7 για
x 0, 4 και y 2,5 .
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να απλοποιήσετε τις παραστάσεις:
i)
α 3 2α 2 α
ii)
α 2
α 2α 2
.
α2 α α2 1
x3 y 3 x2
4. Να δείξετε ότι 2 : y 1 .
x y
2
x y
5. Έστω α, β και γ τα μήκη των πλευρών ενός τριγώνου ΑΒΓ. Να δείξετε ότι
το τρίγωνο είναι ισόπλευρο σε καθεμιά από τις παρακάτω περιπτώσεις:
α β γ
i) Αν .
β γ α
ii) Αν α - β β - γ γ - α .
7. Να δείξετε ότι:
i) Αν α ρητός και β άρρητος, τότε α β άρρητος.
Στην περίπτωση αυτή λέμε επίσης ότι ο β είναι μικρότερος του α και γρά-
φουμε β α
α 0 και β 0 α β 0
α 0 και β 0 α β 0
α
α, β ομόσημοι α β 0 0
β
α
α, β ετερόσημοι α β 0 0
β
1.2 Διάταξη πραγματικών αριθμών 31
α 2 0, για κάθε α
Η ισότητα ισχύει μόνο όταν α 0
1. α β και β γ α γ
α β αγ βγ
2. Αν γ 0 , τότε: α β α γ β γ
Αν γ 0 , τότε: α β α γ β γ
α β και γ δ α γ β δ
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
Έστω α β . Τότε, από τη (*), για
προκύπτει ότι: α ν β ν .
Για την απόδειξη του αντιστρόφου θα χρησιμοποιήσουμε τη μέθοδο της
απαγωγής σε άτοπο. Έστω λοιπόν ότι α ν β ν και α β . Τότε:
αν ήταν α β , από τον ορισμό της ισότητας θα είχαμε α ν β ν
(άτοπο), ενώ
αν ήταν α β , θα είχαμε α ν β ν ( άτοπο).
Άρα, α β .
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
Έστω α β . Τότε, από τον ορισμό της ισότητας προκύπτει, όπως είπα-
με και προηγουμένως, ότι α ν β ν .
ΣΧΟΛΙΑ
1ο Σύμφωνα με την ιδιότητα 3, αν δυο ανισότητες της ίδιας φοράς τις προ-
σθέσουμε κατά μέλη, προκύπτει ανισότητα της ίδιας φοράς. Δεν συμ-
βαίνει όμως το ίδιο με την αφαίρεση. Για παράδειγμα, είναι
10 6 και 7 2, αλλά 10 7 6 2 .
24 10
24 10 και 6 2, αλλά .
6 2
Διαστήματα
Το σύνολο των πραγματικών αριθμών x με α x β λέγεται κλειστό διά-
στημα από α μέχρι β και συμβολίζεται με [α , β ] .
αx β [α , β ]
αx β [α , β )
αx β (α , β ]
αx β (α , β )
xα [α , )
xα (α , )
xα (, α ]
xα (, α )
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1η Να αποδειχθεί ότι :
1 1
i) Αν α , β ομόσημοι αριθμοί, τότε α β
α β
ii) Για όλους τους πραγματικούς αριθμούς α , β ισχύει α 2 β 2 2αβ
1
iii) Αν α 0 , τότε α 2
α
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
i) Αφού α, β είναι ομόσημοι αριθμοί έχουμε αβ 0 . Επομένως ισχύει:
α β 1 1 1 1
αβ .
αβ αβ β α α β
ii) Έχουμε:
α 2 β 2 2αβ α 2 β 2 2αβ 0 α β 0 , που ισχύει
2
iii) Έχουμε:
1
α 2 α 2 1 2α α 2 1 2α 0 α 1 0 , που ισχύει.
2
α
1.2 Διάταξη πραγματικών αριθμών 35
1 3 2 5
2η Αν x και y , να αποδειχθεί ότι:
2 4 3 6
11 8 x 12 y 3 17
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
1 3
Από την ανισότητα x έχουμε διαδοχικά:
2 4
1 3
8 8x 8
2 4
4 8 x 6 (1)
2 5
Ομοίως από την y έχουμε διαδοχικά:
3 6
2 5
12 12 y 12
3 6
8 12 y <10
8 12 y 10
Προσθέτουμε τώρα κατά μέλη τις ανισότητες (1) και (2), που έχουν την ίδια φορά,
και έχουμε:
14 8 x 12 y 14,
οπότε θα ισχύει:
14 3 8 x 12 y 3 14 3
Άρα
11 8 x 12 y 3 17
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να αποδείξετε ότι:
2 α2 β 2 α β
2
i) α 2 9 6α ii)
α β
6. Αν 0 α β , να δείξετε ότι .
1 α 1 β
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
α
1. Δίνονται ένα κλάσμα με θετικούς όρους και ένας θετικός αριθμός γ. Να
β
αποδείξετε ότι:
α αγ α
i) Αν 1 , τότε
β βγ β
α αγ α
ii) Αν 1 , τότε
β βγ β
2. Αν α 1 β , να αποδείξετε ότι α β 1 αβ .
1 1
3. Αν α, β θετικοί αριθμοί , να δείξετε ότι α β 4.
α β
4. Να αποδείξετε ότι:
i) α 2 αβ β 2 0 ii) α 2 αβ β 2 0
1.3 ΑΠΟΛΥΤΗ ΤΙΜΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ
Γνωρίζουμε από το Γυμνάσιο ότι η απόσταση του σημείου Α από την αρχή
Ο, δηλαδή το μήκος του ευθύγραμμου τμήματος ΟΑ, ονομάζεται απόλυτη
τιμή του αριθμού α και την συμβολίζεται με α .
Από τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάστηκε ο άξονας προκύπτει ότι:
13 13
2 2, , 2 2 και γενικά: α α , για κάθε α 0 .
5 5
Δηλαδή:
Η απόλυτη τιμή θετικού αριθμού είναι ο ίδιος ο αριθμός.
13 13
2 2, , 2 2 και γενικά: α α , για κάθε α 0 .
5 5
Δηλαδή:
Η απόλυτη τιμή αρνητικού αριθμού είναι ο αντίθετός του.
0 0.
Επομένως, έχουμε τον ακόλουθο αλγεβρικό ορισμό της απόλυτης τιμής
πραγματικού αριθμού.
ΟΡΙΣΜΟΣ
α α 0
α α και α α
2
α α2
Αν θ 0 , τότε:
x θ x θ ή x θ
x α x α ή x α
Για παράδειγμα,
x 5 x 5 ή x 5
α β 2α 3 β α β 2α 3 β ή α β 3 β 2α
4
α 2β ή α β
3
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
1. Επειδή και τα δύο μέλη της ισότητας α β α β είναι μη αρνητικοί
αριθμοί, έχουμε διαδοχικά:
α β α β α β α β
2 2
2 2 2
α β α β
α β α 2 β 2 , που ισχύει.
2
α β α β 2 α β
2 2 2
α 2 β 2 2αβ α 2 β 2 2 αβ
αβ αβ , που ισχύει.
Είναι φανερό ότι η ισότητα αβ αβ ισχύει αν και μόνο αν αβ 0 , δηλαδή
αν και μόνο αν οι αριθμοί α και β είναι ομόσημοι ή ένας τουλάχιστον
από αυτούς είναι ίσος με μηδέν.
ΣΧΟΛΙΟ
Η ισότητα α β α β ισχύει και για περισσότερους παράγοντες. Συ-
γκεκριμένα:
α1 α2 ... αν α1 α2 ... αν
Στην ειδική μάλιστα περίπτωση που είναι α1 α2 ... αν α , έχουμε:
ν
αν α
Η ανισότητα α β α β ισχύει και για περισσότερους προσθετέους.
Συγκεκριμένα:
α1 α2 ... αν α1 α2 ... αν
d α, β α β
( MA) ( MB ) d x0 , α d x0 , β
x0 α x0 β
x0 α β x0 , αφού α x0 β
2x0 α β
α β
x0
2
α β
Ο αριθμός που αντιστοιχεί στο μέσον Μ του τμήματος ΑΒ λέγεται
2
βα
κέντρο του διαστήματος [α, β ] , ενώ ο αριθμός ρ λέγεται ακτίνα
2
του [α, β ] .
Ως μήκος, κέντρο και ακτίνα των διαστημάτων α, β , [α, β ) και (α, β ]
ορίζουμε το μήκος, το κέντρο και την ακτίνα του διαστήματος [α, β ] .
Γενικά:
Για x0 και ρ 0, ισχύει:
x x0 ρ x x0 ρ, x0 ρ
x0 ρ x x0 ρ
Για παράδειγμα,
x 2 x 2, 2 2 x 2 .
Γενικά:
42 1. ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
Για παράδειγμα:
x 2 x 2 ή x 2 .
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να γράψετε τις παρακάτω παραστάσεις χωρίς απόλυτες τιμές.
i) π 3 ii) π4
iii) 3 π 4 π iv) 2 3 3 2 .
x3 x 4
i) x3 ii) x 4.
1.3 Απόλυτη τιμή πραγματικού αριθμού 43
αβ
4. Αν α β , να βρείτε την τιμή της παράστασης .
β α
6. Η διάμετρος ενός δίσκου μετρήθηκε και βρέθηκε 2,37dm. Το λάθος της μέ-
τρησης είναι το πολύ 0,005dm. Αν D είναι η πραγματική διάμετρος του κύ-
κλου, τότε:
i) Να εκφράσετε την παραπάνω παραδοχή με τη βοήθεια της έννοιας της
απόστασης
ii) Να βρείτε μεταξύ ποιών ορίων βρίσκεται η τιμή D.
x4 2
x3 4
d ( x,5) 1
d ( x, 1) 2
d ( x,5) 1
d ( x, 1) 2
2, 2
5, 1
, 2 2,
, 5 1,
44 1. ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να αποδείξετε ότι α β α γ γ β .
2. Αν α β , να δείξετε ότι:
α β αβ α β αβ
i) α ii) β
2 2
4. Έστω 0 α β .
i) Να διατάξετε από τον μικρότερο στο μεγαλύτερο τους αριθμούς
α β
1, και .
β α
α
ii) Να δείξετε ότι στον πραγματικό άξονα ο αριθμός βρίσκεται πλησιέ-
β
β
στερα στο 1 από ότι ο αριθμός .
α
α2 α
α β α β
α α
β β
Επίσης γράφουμε
1
α α και 2
α α.
Μπορούμε επομένως να πούμε ότι:
Αν α 0 , τότε η ν
α παριστάνει τη μη αρνητική λύση της εξίσωσης
xν α .
ΣΧΟΛΙΟ
10
4
Είναι 104 10000 , οπότε 4
10000 10 . Είναι επίσης και 10000 .
Όμως, δεν επιτρέπεται να γράφουμε 4
10000 10 , αφού, σύμφωνα με τον
4
παραπάνω ορισμό, η 10000 είναι η μη αρνητική λύση της εξίσωσης
x 10000 .
4
α
ν
ν
α και ν
αν α
(1)
Αποδεικνύεται ότι υπάρχει και είναι μοναδικός.
1.4 Ρίζες πραγματικών αριθμών 47
Για παράδειγμα:
2
6
6
26 2 , ενώ 6
2 2 .
Ισχύουν όμως και οι ακόλουθες ιδιότητες, από τις οποίες οι δύο πρώτες είναι
ανάλογες των ιδιοτήτων της τετραγωνικής ρίζας:
Αν α, β 0 , τότε:
1. ν
α ν β ν α β
ν
α α
2. ν (εφόσον β 0)
ν β β
μ ν μν
3. α α
νρ
4. α μρ ν α μ
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
1. Έχουμε:
α α α β
ν ν
ν
α ν α ν α β ν ν ν
α β α β
ν ν
ν ν
α β α β, που ισχύει.
2. Αποδεικνύεται όπως και η 1.
3. Έχουμε:
α
μν μν
μ ν μν μ ν μν
α α α
α α
ν
μ ν
μ
α
ν
ν
α, που ισχύει.
4. Έχουμε:
α
νρ ν ρ ρ
α μρ α μρ ν ρ μ
ν αμ
ΣΧΟΛΙΟ
Η ιδιότητα 1. ισχύει και για περισσότερους από δυο μη αρνητικούς παράγο-
ντες. Συγκεκριμένα, για μη αρνητικούς αριθμούς α1 , α2 , ... , ακ ισχύει:
ν α1 ν α2 ... ν ακ ν α1 α2 ... ακ
48 1. ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
α
κ
ν
ακ ν
,
οπότε, λόγω της ιδιότητας 1, για α, β 0 έχουμε
ν
αν β α ν β .
ΟΡΙΣΜΟΣ
Αν a 0 , μ ακέραιος και ν θετικός ακέραιος, τότε ορίζουμε:
μ
a ν ν αμ
μ
Επιπλέον, αν μ, ν θετικοί ακέραιοι, τότε ορίζουμε 0 ν 0 .
Για παράδειγμα:
2 4
1 1 1
8 3 3 82 3 64 4 και 27 3
3 27 4 3 4
4.
27 3
27 4 3
Με τη βοήθεια των ιδιοτήτων των ριζών αποδεικνύεται ότι οι ιδιότητες των
δυνάμεων με ακέραιο εκθέτη ισχύουν και για δυνάμεις με ρητό εκθέτη.
Το γεγονός αυτό διευκολύνει το λογισμό με τα ριζικά. Έτσι έχουμε για πα-
ράδειγμα είναι:
1 1 1 1 7
4
α 3 α α4 α3 α4 3
α 12 12 α 7 .
1.4 Ρίζες πραγματικών αριθμών 49
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
Έχουμε:
α β
ν ν
ν
α ν β ν ν
ΛΥΣΗ
Έχουμε
15 15 3 15 3 15 3
ii) 5 3.
3
2
3 3 3 3
iii)
10
10 5 1
10 5 1 10 5 1 5 5 1 .
5 1 5 1 5 1 5 1 5 1 2
2 2
6 7 5 6 7 5 6 7 5
3
6
iv) 7 5 .
7 5 7 5 7 5 7 5 75 2 2
3η Να αποδειχθεί ότι:
10 3 5 6 40 10 .
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
Έχουμε:
1 1 1 1 1 1
10 3 5 6 40 10 2 5 3 40 6 2 5 2 5 3 23 5 6
1 1 1 3 1 1 1 1 1 1
2 2 5 2 53 2 6 56 2 2 2 2 5 2 53 5 6
1 1 1
21 5 2 3 6
2 5 10
50 1. ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να υπολογίσετε τις ρίζες:
3 4 5
i) 100 , 1000 , 10000 , 100000 .
3 4 5
ii) 4, 8, 16 , 32 .
iii) 0, 01 , 3
0, 001 , 4
0, 0001 , 5
0, 00001 .
2 5 3 5
2 2
3. Να αποδείξετε ότι: 1.
6. Να αποδείξετε ότι:
i) 2 2 2 2 2 2 ii) 3
2 3 3 5 3 3 5 2 .
7. Να αποδείξετε ότι:
5
i) 2 3 2 3 2 ii) 2 23 2 3 2 .
8. Να αποδείξετε ότι:
i) 4
33 3 3 3 12 3 ii) 9
28 6 25 2 18 213
iii) 53 3 5 6 54 25 5 .
9. Να αποδείξετε ότι:
25 12 216 75
i) 10 ii) 18 .
75 50
1.4 Ρίζες πραγματικών αριθμών 51
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
3 32 2
1. i) Να αποδείξετε ότι 5 6
3 2
ii) Αν α, β 0 να αποδείξετε ότι
α αβ β
(α β ) αβ .
α β
2 2
2. i) Να βρείτε τα αναπτύγματα των 3 2 7 και 3 2 7 .
2
2 3
3. i) Να αποδείξετε ότι ο αριθμός είναι ρητός.
3 2
2
1
ii) Αν α θετικός ρητός, να αποδείξετε ότι ο α είναι ρητός.
α
4. Να αποδείξετε ότι
3 5 1 1
i) 4 ii) 8 3 .
2 3 2 3
2 2
5 3 5 3
1. (α β και γ δ ) α γ β δ . Α Ψ
2. Αν α 2 αβ , τότε α β . Α Ψ
3. (α β ) 2 α 2 β 2 . Α Ψ
4. Το άθροισμα α β δύο άρρητων αριθμών α και β είναι
Α Ψ
άρρητος αριθμός
5. Το γινόμενο α β δύο άρρητων αριθμών α και β είναι
Α Ψ
άρρητος αριθμός.
6. Αν α β και γ δ , τότε α γ β δ . Α Ψ
7. Αν α 2 αβ , τότε α β . Α Ψ
α
8. Αν 1 , τότε α β . Α Ψ
β
9. Αν α β και α β , τότε α 0 . Α Ψ
1
10. Αν α , τότε α 1 . Α Ψ
α
11. Αν α β 0 , τότε α β .
2 2 Α Ψ
α 1 α 1 0 .
2 2
15. Α Ψ
α 1 a 1 0 .
2 2 2
16. Α Ψ
α β α β 0 α β 0 .
2 2
17. Α Ψ
18. Αν α β 0 , τότε α β α β . Α Ψ
19. Αν α 2 β , τότε α β. Α Ψ
20. α2 α . Α Ψ
1.4 Ρίζες πραγματικών αριθμών 53
α Α Ψ
2
21. Αν α 0 , τότε α.
α2 β α β . Α Ψ
23. Αν β 0 , τότε
24. α2 β 2 α β . Α Ψ
27. 5 25 .
25 5 Α Ψ
x 10 x 20
2. Αν 10 x 20 τότε η τιμή της παράστασης είναι ίση με:
x 10 x 20
Α) 2 Β) 2 Γ) 10 Δ) 0 .
3. Αν α 6 10 , β 2 και γ 3 3 τότε:
Α) α β γ Β) α γ β Γ) γ α β Δ) β γ α .
Γ Δ Ε Ζ Η Θ
54 1. ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Η εξίσωση αx β 0
Στο Γυμνάσιο μάθαμε τον τρόπο επίλυσης των εξισώσεων της μορφής
αx β 0 για συγκεκριμένους αριθμούς α, β , με α 0
Γενικότερα τώρα, θα δούμε πώς με την βοήθεια των ιδιοτήτων των πράξεων,
επιλύουμε την παραπάνω εξίσωση, οποιοιδήποτε και αν είναι οι αριθμοί
α, β .
Έχουμε λοιπόν
αx β 0 αx β β β
αx β
Διακρίνουμε τώρα τις περιπτώσεις:
Αν α 0 τότε:
β
αx β x
a
β
Επομένως, αν α 0 η εξίσωση έχει ακριβώς μία λύση , την x .
a
Αν α 0 , τότε η εξίσωση αx β γίνεται 0 x β , η οποία:
i) αν είναι β 0 δεν έχει λύση και γι αυτό λέμε ότι είναι αδύνατη ,
ενώ
ii) αν είναι β 0 έχει τη μορφή 0 x 0 και αληθεύει για κάθε πραγ-
ματικό αριθμό x δηλαδή είναι ταυτότητα.
Η λύση της εξίσωσης αx β 0 και γενικά κάθε εξίσωσης λέγεται και ρίζα
αυτής.
Για παράδειγμα
Για την εξίσωση 4( x 5) x 5 έχουμε:
56 2. ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ
4( x 5) x 5 4 x 20 x 5
4 x x 20 5
3 x 15
15
x 5.
3
Άρα, η εξίσωση έχει μοναδική λύση, την x =5 .
ΣΧΟΛΙΟ
Όπως βλέπουμε στα παραπάνω παραδείγματα, κάθε φορά καταλήγουμε σε
εξίσωση της μορφής αx β 0 , της οποίας οι συντελεστές α και β είναι
συγκεκριμένοι αριθμοί και μπορούμε αμέσως να δούμε ποια από τις προη-
γούμενες περιπτώσεις ισχύει. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο, αν οι συντελεστές
α και β της εξίσωσης αx β 0 εκφράζονται με τη βοήθεια γραμμάτων.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα γράμματα αυτά λέγονται παράμετροι, η εξίσωση
λέγεται παραμετρική και η εργασία που κάνουμε για την εύρεση του πλή-
θους των ριζών της λέγεται διερεύνηση.
Για παράδειγμα η εξίσωση
λ 1 x λ 1 0, λ
2
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Ένας ποδηλάτης πήγε από μια πόλη Α σε μία πόλη Β και επέστρεψε από τον
ίδιο δρόμο. Στην μετάβαση οδηγούσε με μέση ταχύτητα 25km/h και ξεκουρά-
στηκε ενδιάμεσα 1 ώρα. Στην επιστροφή οδηγούσε με μέση ταχύτητα 20 km/h
και δεν έκανε καμία στάση. Αν ο συνολικός χρόνος του ταξιδιού ήταν 10 ώρες,
να υπολογιστεί το μήκος της διαδρομής ΑΒ.
ΛΥΣΗ
x
Αν x km είναι η απόσταση ΑΒ, τότε ο ποδηλάτης χρειάστηκε ώρες για να πάει
25
x
από το Α στο Β και ώρες για να επιστρέψει. Αφού ξεκουράστηκε και 1 ώρα ,
20
x x
ο συνολικός χρόνος του ταξιδιού ήταν 1
25 20
Επειδή ο χρόνος αυτός είναι 10 ώρες έχουμε την εξίσωση:
x x
1 10
25 20
Λύνουμε την εξίσωση και έχουμε:
x x
1 10 4 x 5 x 100 1000
25 20
9 x 900
x 100
Άρα το μήκος της διαδρομής είναι 100 km.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1 ο
Να λυθεί η εξίσωση
x2 1
1
x 1 x 1
ΛΥΣΗ
Η εξίσωση αυτή ορίζεται για κάθε x 1 . Με αυτόν τον περιορισμό έχουμε:
58 2. ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ
x2 1 x2 1
1 x 1 x 1 x 1
x 1 x 1 x 1 x 1
x2 x 1 1
x2 x 0
x x 1 0
x 0, αφού x 1.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2 ο
Να λυθεί η εξίσωση
2x 1 x 3
ΛΥΣΗ
Από τις ιδιότητες των απολύτων τιμών έχουμε:
2 x 1 x 3 2 x 1 x 3 ή 2 x 1 x 3
Όμως:
2x 1 x 3 2x x 4 x 4
2
2 x 1 ( x 3) 2 x x 3 1 3 x 2 x .
3
2
Επομένως η εξίσωση έχει δυο λύσεις, τους αριθμούς 4 και .
3
ΣΧΟΛΙΟ
Με τον ίδιο τρόπο λύνουμε κάθε εξίσωση της μορφής f ( x) g ( x) .
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3 ο
Να λυθεί η εξίσωση
2 x 3 3x 2
ΛΥΣΗ
Επειδή το πρώτο μέλος της εξίσωσης είναι μη αρνητικό, για να έχει λύση η
εξίσωση αυτή πρέπει και το δεύτερο μέλος της να είναι μη αρνητικό. Δηλα-
δή, πρέπει:
3x 2 0 (1)
Με αυτόν τον περιορισμό, λόγω των ιδιοτήτων των απόλυτων τιμών, έχου-
με:
2. 1 Εξισώσεις 1ου βαθμού 59
2 x 3 3x 2 2 x 3 3x 2 ή 2 x 3 2 3x
2 x 3 x 2 3 ή 2 x 3x 2 3
x 1 ή 5x 5
x 1 ή x 1
Από τις παραπάνω λύσεις δεκτή είναι μόνο η x 1 , διότι μόνο αυτή
ικανοποιεί τον περιορισμό (1).
ΣΧΟΛΙΟ
Με τον ίδιο τρόπο λύνουμε εξισώσεις της μορφής f ( x) g ( x) .
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να λύσετε τις εξισώσεις
1 4x x 1 x 4 5
i) 4 x 3 2 x 1 7 x 42 ii)
5 4 20 4
x x x x 49
iii) iv) 1, 2 x 1 2,5 1,5 x 8,6 .
2 3 4 5 60
x 2 2 x 4 x 0 .
2
ii)
1 x x2 x x
iii) 2 iv) .
x2 x 4 x 1 x 1
2
iii) x 2 2x 1 iv) 2x 1 x 2 .
2. 1 Εξισώσεις 1ου βαθμού 61
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να αποδείξετε ότι οι εξισώσεις:
xα x β
x α x β 2α α β
2 2
i) ii)
β α
έχουν πάντα λύση, οποιοιδήποτε και αν είναι οι πραγματικοί αριθμοί α, β .
xα x2
5. Να λύσετε την εξίσωση 2 για όλες τις τιμές του α .
x α x α2
x3 8
6. Να λύσετε την εξίσωση x2 4 .
x2
16
4 4
λύση και την 4 16 2 , αφού 4 16 4
16 .
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Να λυθεί η εξίσωση x 4 8 x 0
ΛΥΣΗ
x 4 8 x 0 x x3 8 0
x 0 ή x 3 8
x 0 ή x 3 8 2
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να λύσετε τις εξισώσεις
i) x 3 125 0 ii) x 5 243 0 iii) x7 1 0 .
5. Ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο έχει όγκο 81m3 και διαστάσεις x, x και 3x. Να
βρείτε τις διαστάσεις του παραλληλεπιπέδου.
Η εξίσωση αx 2 βx γ 0, α 0
Η λύση πολλών προβλημάτων της Γεωμετρίας, της Φυσικής καθώς και άλ-
λων επιστημών ανάγεται στην επίλυση μιας εξίσωσης της μορφής:
αx 2 βx γ 0, με α 0 (1)
η οποία λέγεται εξίσωση δευτέρου βαθμού.
1
Για παράδειγμα, έστω ο τύπος S v0 t γt 2 , όπου S το διάστημα που διανύ-
2
ει κινητό σε χρόνο t, με αρχική ταχύτητα v0 και επιτάχυνση γ. Αν θεωρή-
σουμε ως άγνωστο τον χρόνο t, τότε προκύπτει η εξίσωση:
1 2
γt v0t S 0 ,
2
η οποία είναι εξίσωση δευτέρου βαθμού.
Στη συνέχεια θα επιλύσουμε την εξίσωση δευτέρου βαθμού στη γενική της
μορφή με τη μέθοδο της «συμπλήρωσης του τετραγώνου».
Έχουμε:
β γ
αx 2 βx γ 0 x 2 x 0 [αφoύ α 0 ]
α α
β γ
x2 x
α α
β γ
x2 2 x
2α α
2
β β γ β
x2 2 x 2 2
2α 4α α 4α
2
β β 2 4αγ
x
2α 4α 2
δηλαδή
β Δ β Δ
x ή x
2α 2α
Επομένως η εξίσωση (2), άρα και η ισοδύναμή της (1), έχει δύο λύσεις
άνισες τις:
β Δ β Δ
x1 και x2
2α 2α
Για συντομία οι λύσεις αυτές γράφονται
β Δ
x1,2 .
2α
Αν Δ 0 , τότε η εξίσωση (2), άρα και η ισοδύναμή της (1), δεν έχει
πραγματικές ρίζες, δηλαδή είναι αδύνατη στο .
Η αλγεβρική παράσταση Δ β 2 4αγ , από την τιμή της οποίας εξαρτάται το
πλήθος των ριζών της εξίσωσης αx 2 βx γ 0, α 0 , ονομάζεται διακρί-
νουσα αυτής.
Τα παραπάνω συμπεράσματα συνοψίζονται στον ακόλουθο πίνακα:
Δ β 2 4αγ Η εξίσωση αx 2 βx γ 0, α 0
β Δ
Δ0 Έχει δύο ρίζες άνισες τις x1,2
2α
β
Δ0 Έχει μια διπλή ρίζα τη x
2α
Για παράδειγμα
66 2. ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ
β 2 β 2 4αγ 4αγ γ
2
β Δ β Δ β Δ
2
x1 x2 2
2α 2α 4α 2 4α 2 4α α
Αν με S συμβολίσουμε το άθροισμα x1 x2 και με P το γινόμενο x1 x2 ,
τότε έχουμε τους τύπους:
β γ
S και P
α α
x 2 Sx P 0
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1η Να λυθεί η εξίσωση x 2 2
3 1 x 4 3 0
ΛΥΣΗ
Η διακρίvoυσα είναι
3 1 4 4 3 4 3 2 3 1 4
2 2 2
Δ4 3 1
Επομένως η εξίσωση έχει δύο ρίζες τις
2
2 3 1 4 3 1 2 322 3 1 23
x1,2
2 2
2
2η Ένας βράχος βρίσκεται στην κορυφή της χαράδρας ενός ποταμού, η οποία
έχει βάθος 300m . Πόσος χρόνος απαιτείται μέχρι τη στιγμή, που ο βράχος θα
αγγίξει το νερό του ποταμού, αν ο βράχος
i) πέσει από την κορυφή;
ii) εκσφενδονιστεί κατακόρυφα προς τα κάτω με ταχύτητα 50 m/sec;
Δίδεται ότι g 10 m/sec2.
ΛΥΣΗ
i) Είναι γνωστό από την Φυσική ότι το διάστημα S που διανύει ένα σώμα στην
1
ελεύθερη πτώση σε χρόνο t sec είναι: S gt 2
2
m
Επειδή S 300m και g 10 2 , έχουμε:
sec
1 2
10t 300 5t 2 300 t 2 60 t 60 t 7, 75
2
Η αρνητική ρίζα δεν είναι αποδεκτή, διότι ο χρόνος στο συγκεκριμένο πρό-
βλημα δεν μπορεί να είναι αρνητικός. Άρα t 7, 75sec .
ii) Όταν το σώμα έχει αρχική ταχύτητα v0 , το διάστημα που διανύει σε χρόνο t
1
sec είναι S v0 t γt 2 .
2
m
Επειδή v0 50 και t 0 θα έχουμε:
sec
1 2
10t 50t 300 5t 2 50t 300 0
2
t 2 10t 60 0
10 100 4 60 10 18, 43
t 4, 22sec.
2 2
Άρα, ο ζητούμενος χρόνος είναι περίπου 4, 22sec .
68 2. ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ
ΣΧΟΛΙΟ
Κατά την επίλυση ενός προβλήματος, όπως είδαμε και παραπάνω, δεν πρέπει να
ξεχνάμε να ελέγχουμε, αν οι λύσεις που βρήκαμε είναι εύλογες.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1ο :
Να λυθεί η εξίσωση
x2 2 x 3 0 .
ΛΥΣΗ
2
Επειδή x 2 x , η εξίσωση γράφεται:
2
x 2 x 3 0
Αν θέσουμε x ω , τότε η εξίσωση γίνεται
ω 2 2ω 3 0 .
Η εξίσωση αυτή έχει ρίζες τις ω1 3 και ω2 1 . Από αυτές δεκτή είναι
μόνο η θετική, αφού ω x 0. Επομένως x 3, που σημαίνει
x 3 ή x 3 .
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2ο :
Να λυθεί η εξίσωση:
3x 1 2 2 x 2 x 1
.
x 1 x x2 x
ΛΥΣΗ
Για να ορίζεται η εξίσωση πρέπει x 1 0 και x 2 x 0 , δηλαδή x 0 και
x 1 . Με αυτούς τους περιορισμούς του x έχουμε:
3x 1 2 2 x 2 x 1 3x 1 2 2x2 x 1
x x 1 x x 1 x x 1
x 1 x x2 x x 1 x x x 1
x 3x 1 x 1 2 2 x 2 x 1
x2 4 x 3 0
2.3 Εξισώσεις 2ου βαθμού 69
Η τελευταία εξίσωση έχει ρίζες x1 1 και x2 3 . Από αυτές, λόγω του πε-
ριορισμού, δεκτή είναι μόνο η x2 3 .
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3ο :
Να λυθεί η εξίσωση:
2 x4 7 x2 4 0 (1)
ΛΥΣΗ
Αν θέσουμε x 2 y η εξίσωση γίνεται:
2 y2 7 y 4 0 (2)
1
Η εξίσωση 2 y 2 7 y 4 0 έχει ρίζες τις y1 4 και y2 Επειδή
2
y x 2 0 , δεκτή είναι μόνο η y1 4 .
Επομένως, οι ρίζες της (1) είναι οι ρίζες της εξίσωσης x 2 4 , δηλαδή οι
x1 2 και x2 2 .
ΣΧΟΛΙΟ
Η μέθοδος που ακολουθήσαμε στο παραπάνω παράδειγμα εφαρμόζεται και
για την επίλυση κάθε εξίσωσης της μορφής:
αx 4 βx 2 γ 0, με α 0
Οι εξισώσεις της μορφής αυτής ονομάζονται διτετράγωνες εξισώσεις.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να λύσετε τις εξισώσεις:
i) 2x2 5x 3 0 ii) x2 6x 9 0 iii) 3x 2 4 x 2 0 .
10. Να βρείτε τις πλευρές ενός ορθογωνίου με περίμετρο 68cm και διαγώνιο
26 cm .
2
1 1
13. Να λύσετε την εξίσωση x 5 x 6 0 .
x x
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Δίνεται η εξίσωση α 2 x 2 2α 3 x α 4 1 0, με α 0 .
i) Να δείξετε ότι η διακρίνουσα της εξίσωσης είναι Δ 4α 2 .
α2 1 α2 1
ii) Να δείξετε ότι οι ρίζες της εξίσωσης είναι οι και .
α a
2.
Δίνεται η εξίσωση x 2 5 2 x 6 3 2 0 .
2
i) Να δείξετε ότι η διακρίνουσα της εξίσωσης είναι Δ 1 2
6. Δίνεται η εξίσωση x 2 2 λx 8 0
i) Να δείξετε ότι η εξίσωση έχει πραγματικές ρίζες για κάθε λ .
ii) Αν η μια ρίζα της εξίσωσης ισούται με το τετράγωνο της άλλης, τότε
να βρεθούν οι ρίζες και η τιμή του λ.
10. Είναι γνωστό ότι μια ρίζα της εξίσωσης x 4 10 x 2 α 0 είναι ο αριθμός 1.
Να βρείτε το α και να λύσετε την εξίσωση.
13. 1
Η εξίσωση x 2 α x 1 0 , με α 0, 1 έχει δύο άνισες
α Α Ψ
και αντίστροφες πραγματικές ρίζες.
x 2 3x 2
14. Οι εξισώσεις 0 και x 2 3 x 2 0 έχουν τις Α Ψ
x 1
ίδιες λύσεις.
15. 2 x 2 3x 1
Οι εξισώσεις 5 και (2 x 2 3 x 1) 5( x 2 1) Α Ψ
x2 1
έχουν τις ίδιες λύσεις.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Από τα αρχαία χρόνια οι μαθηματικοί χρησιμοποίησαν διάφορες τεχνικές
για να λύσουν μια εξίσωση 2ου βαθμού.
Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποίησαν γεωμετρικές μεθόδους, ίσως λόγω των
δυσκολιών που είχαν με τους άρρητους αριθμούς, αλλά και λόγω πρακτικών
δυσκολιών που προέκυπταν από τα ελληνικά ψηφία.
Οι Ινδοί και οι Άραβες χρησιμοποίησαν μια μέθοδο όμοια με τη σημερινή
διαδικασία «συμπλήρωσης τετραγώνου», περιγράφοντας όμως λεκτικά τον
τρόπο εύρεσης των λύσεων. Αυτοί θεωρούσαν ως διαφορετικού τύπου κάθε
μία από τις εξισώσεις
x 2 px q, x 2 px q, x 2 px q .
Σήμερα όμως γράφουμε τις εξισώσεις αυτές με τη γενική μορφή
αx 2 βx γ 0
Ο σύγχρονος συμβολισμός άρχισε να εμφανίζεται περί το 1500 µ.Χ, και οι
δυνατότητες χρησιμοποίησης αρνητικών ριζών και ακόμα μιγαδικών ριζών
προτάθηκαν από τους Cardano και Girard. Η γεωμετρική παράσταση των
αρνητικών ριζών από τον Descartes και των μιγαδικών αριθμών από τούς
Wessel, Argand και Gauss έκαμε τους αριθμούς αυτούς περισσότερο αποδε-
κτούς ως ρίζες μιας δευτεροβάθμιας εξίσωσης.
Όμως η ποικιλία των επιλύσεων που αναπτύχθηκε τα αρχαία χρόνια μας
ενέπνευσε να αναπτύξουμε μερικούς τρόπους εξαγωγής του τύπου
β β 2 4αγ
x1,2
2α
που δίνει τις ρίζες της γενικής εξίσωσης 2ου βαθμού
αx 2 βx γ 0, α 0 .
Στη συνέχεια παρουσιάζουμε τρεις μεθόδους επίλυσης μίας εξίσωσης 2 ου
βαθμού.
4α 2 x 2 4αβx 4αγ
4α 2 x 2 4αβx β 2 β 2 4αγ
2αx β
2
β 2 4αγ
2αx β β 2 4αγ , εφόσον β 2 4αγ 0.
β β 2 4αγ
Έτσι προκύπτει ότι: x
2α
Σχόλιο: Η απλότητα της μεθόδου των Ινδών χαρακτηρίζεται από το γεγονός
ότι το κλάσμα δεν εμφανίζεται. παρά μόνο στο τελευταίο βήμα.
Σχόλιο: Η μέθοδος αυτή του Vieta είναι ενδιαφέρουσα, γιατί είναι ο προάγ-
γελος της τεχνικής για την επίλυση της γενικής τριτοβάθμιας καθώς και της
διτετράγωνης εξίσωσης. Για παράδειγμα, το πρώτο βήμα στην επίλυση της
β
εξίσωσης αx3 βx 2 γx δ 0 , είναι η αντικατάσταση x y που απαλ-
3α
λάσσει την εξίσωση από το δευτεροβάθμιο όρο.
76 2. ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ
β 2 4αγ
x1 x2 , [εφόσον β 2 4αγ 0 ] (5)
α
Λύνοντας το σύστημα των εξισώσεων (4) και (5) έχουμε:
β β 2 4αγ β β 2 4αγ
x1 και x2
2α 2α
Για παράδειγμα:
Η ανίσωση 4 x 8 γράφεται:
8
4x 8 x x 2.
4
78 3. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ
Η ανίσωση 4 x 8 γράφεται:
8
4 x 8 x x 2 .
4
Επομένως η ανίσωση αυτή αληθεύει για x (, 2 ) .
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
i) Να λυθούν οι ανισώσεις:
x 5
2 x 4 x 6 12 x και 2x 2 1 x
6 3
ii) Να βρεθούν οι κοινές λύσεις των δύο ανισώσεων.
ΛΥΣΗ
i) Για την πρώτη ανίσωση έχουμε:
2 x 4 x 6 12 x 2 x 8 x 6 12 x
2 x x x 12 6 8
2 x 10
2 x 10
2 2
x 5.
ii) Επειδή η πρώτη ανίσωση αληθεύει για x 5 και η δεύτερη για x 2 , οι ανι-
σώσεις συναληθεύουν για κάθε πραγματικό αριθμό x με 2 x 5 , δηλαδή οι
ανισώσεις συναληθεύουν όταν x 2,5 .
Για τον προσδιορισμό των κοινών λύσεων των δύο ανισώσεων μας διευκολύ-
νει να παραστήσουμε τις λύσεις τους στον ίδιο άξονα (Σχήμα), απ΄όπου προ-
κύπτει ότι 2 x 5
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1 ο
Να λυθεί η ανίσωση: x 2 3.
ΛΥΣΗ
Η επίλυση της ανίσωσης x 2 3 , με τη βοήθεια της ιδιότητας
x x0 ρ x0 ρ x x0 ρ
γίνεται ως εξής:
x2 3 23 x 23
1 x 5
Μπορούμε όμως να λύσουμε την παραπάνω ανίσωση και με τη βοήθεια της
ιδιότητας
x ρ ρ x ρ
ως εξής:
x 2 3 3 x 2 3
3 2 x 2 2 3 2
1 x 5 .
Άρα η ανίσωση αληθεύει για x 1,5 .
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2 ο
Να λυθεί η ανίσωση: 2x 1 5 .
80 3. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ
ΛΥΣΗ
Από την ιδιότητα x ρ x ρ ή x ρ έχουμε :
2 x 1 5 2 x 1 5 ή 2x 1 5
2 x 4 ή 2x 6
x 2 ή x 3
Άρα η ανίσωση αληθεύει για x , 2 3, .
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να λύσετε τις ανισώσεις:
x 1 2x 3 x x 12 x 3 x 2 1 2x x 2
i) ii) x iii) .
2 4 6 2 2 4 2 5 10 5
10. Να βρείτε την ανίσωση της μορφής x x0 ρ , που έχει ως λύσεις τους α-
ριθμούς του διαστήματος 7,3 .
5
λη κυμάνθηκε από 41 F μέχρι 50 F . Να βρείτε το διάστημα μεταβολής της
θερμοκρασίας σε C .
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να βρείτε τις τιμές x για τις οποίες ισχύει:
i) 3 4 x 1 6 ii) 4 2 3x 2 .
Μορφές τριωνύμου
Η παράσταση αx 2 βx γ, α 0 λέγεται τριώνυμο 2 ου βαθμού ή, πιο απλά,
τριώνυμο. Η διακρίνουσα Δ της αντίστοιχης εξίσωσης αx 2 βx γ 0 λέ-
γεται και διακρίνουσα του τριωνύμου. Οι ρίζες της εξίσωσης
β Δ β Δ
αx 2 βx γ 0, δηλαδή οι x1 και x2 ονομάζονται
2α 2α
και ρίζες του τριωνύμου.
Το τριώνυμο αx 2 βx γ, α 0 μετασχηματίζεται ως εξής:
β γ
αx 2 βx γ α x 2 x
α α
2 2
β β β
2
γ
α x 2 x
2α 2α 2α α
β 4αγ β 2
2
α x .
2α 4α 2
Επομένως:
β
2
Δ
αx βx γ α x
2
2 (1).
2α 4α
Διακρίνουμε τώρα τις εξής περιπτώσεις:
Δ , οπότε έχουμε:
2
Δ 0 . Τότε ισχύει Δ
β Δ
2 2
αx βx γ α x
2
2α 2α
β Δ β Δ
α x
x
2α 2α 2α 2α
β Δ β Δ
α x x .
2α 2α
Επομένως:
αx 2 βx γ α x x1 x x2 ,
όπου x1 , x2 οι ρίζες του τριωνύμου.
3.2 Ανισώσεις 2ου Βαθμού 83
Αν Δ 0 ,τότε:
αx 2 βx γ α x x1 x x2 ,
όπου x1 , x2 οι ρίζες του τριωνύμου.
Αν Δ 0 , τότε:
2
β
αx 2 βx γ α x .
2α
Αν Δ 0 , τότε:
β
2
Δ
αx 2 βx γ α x 2 .
2α 4α
Για παράδειγμα:
1
Το τριώνυμο 2 x 2 3 x 2 έχει Δ 9 16 25 0 και ρίζες x1 και
2
x2 2 . Επομένως:
1
2 x 2 3 x 2 2 x x 2 2 x 1 x 2 .
2
1 9 1 9 β
Το τριώνυμο x 2 3 x έχει Δ 9 4 0 και 3 . Επομέ-
2 2 2 2 2α
νως:
84 3. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ
1 2 9 1
x 3 x x 3 .
2
2 2 2
Το τριώνυμο 2 x 2 6 x 5 έχει Δ= 4 0 . Επομένως:
3 1
2
2 x 2 6 x 5 2 x .
2 4
Παρατηρούμε ότι:
Αν x x1 x2 (Σχήμα), τότε x x1 0
και x x2 0 , οπότε x x1 x x2 0 .
Επομένως, λόγω της 1 , το τριώνυμο
είναι ομόσημο του α .
Αν x1 x x2 (Σχήμα), τότε x x1 0
και x x2 0 , οπότε x x1 x x2 0 .
Επομένως, λόγω της 1 , το τριώνυμο
είναι ετερόσημο του α .
Αν x1 x2 x (Σχήμα), τότε x x1 0
και x x2 0 , οπότε x x1 x x2 0 .
Επομένως, λόγω της 1 , το τριώνυμο
είναι ομόσημο του α .
Αν Δ 0 , τότε ισχύει:
2
β
αx 2 βx γ α x .
2 α
Επομένως, το τριώνυμο είναι ομόσημο του α για κάθε πραγματικό
β β
x , ενώ μηδενίζεται για x .
2α 2α
3.2 Ανισώσεις 2ου Βαθμού 85
Αν Δ 0 , τότε ισχύει:
β
2
Δ
αx βx γ α x
2
.
2α 4α 2
Όμως η παράσταση μέσα στην αγκύλη είναι θετική για κάθε πραγματι-
κό αριθμό x . Επομένως το τριώνυμο είναι ομόσημο του α σε όλο το
.
Το τριώνυμο αx 2 βx γ, α 0 γίνεται:
Ετερόσημο του α , μόνο όταν είναι Δ 0 και για τις τιμές του x ,
που βρίσκονται μεταξύ των ριζών.
Μηδέν, όταν η τιμή του x είναι κάποια από τις ρίζες του τριωνύ-
μου.
Ομόσημο του α σε κάθε άλλη περίπτωση.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1ο
Να λυθούν οι ανισώσεις
i) 2 x 2 3x 2 0 (ii) 2 x 2 3x 2 0
ΛΥΣΗ
Ζητάμε τις τιμές του x , για τις οποίες το τριώνυμο 2 x 2 3 x 2 είναι θετικό
στην περίπτωση (i) και αρνητικό στην περίπτωση (ii).
1
Το τριώνυμο έχει ρίζες τους αριθμούς και 2 και, επειδή α 2 0 , το
2
πρόσημό του φαίνεται στον παρακάτω πίνακα.
1
x 2
2
f ( x) 0 0
86 3. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2ο
Να λυθεί η ανίσωση 2 x 2 3x 2 0 .
ΛΥΣΗ
Ζητάμε τις τιμές του x , που είναι λύσεις της ανίσωσης 2 x 2 3x 2 0 ή
ρίζες της εξίσωσης 2 x 2 3x 2 0 . Επομένως σύμφωνα με το 1ο παράδειγμα
1
οι λύσεις της ανίσωσης 2 x 2 3x 2 0 είναι τα x , με x 2 , δηλα-
2
1
δή τα x , 2 . Οι λύσεις αυτές εποπτικά φαίνονται στο παρακάτω σχή-
2
μα.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3ο
Να λυθούν οι ανισώσεις
i) x2 2 x 1 0 (ii) x2 2 x 1 0
ΛΥΣΗ
Η διακρίνουσα του τριωνύμου x 2 2 x 1 είναι Δ 0 , οπότε έχει διπλή ρίζα
την x 1 . Άρα το τριώνυμο είναι ομόσημο του α 1 , δηλαδή θετικό, για
κάθε x με x 1 .
3.2 Ανισώσεις 2ου Βαθμού 87
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 4ο
Να λυθεί η ανίσωση x 2 x 1 0
ΛΥΣΗ
Η διακρίνουσα του τριωνύμου x 2 x 1 είναι Δ 3 0 , οπότε το τριώνυμο
είναι ομόσημο του α 1 , δηλαδή θετικό, για κάθε x . Επομένως οι λύ-
σεις της ανίσωσης είναι όλοι οι πραγματικοί αριθμοί.
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
ΛΥΣΗ
Λύνουμε κάθε ανίσωση χωριστά και μετά βρίσκουμε τις κοινές λύσεις.
Έχουμε:
x 2 4 x 5 0 x 5 x 1 0 1 x 5
x 2 x 6 0 x 2 x 3 0 x 2 ή x 3
2η Δίνεται η εξίσωση x 2 α 1 x α 4 0, α
i) Να βρεθεί η διακρίνουσα της εξίσωσης και να μελετηθεί το πρόσημό
της.
ii) Για ποιες τιμές του α η εξίσωση έχει δύο ρίζες άνισες;
iii) Για ποιες τιμές του α η εξίσωση έχει διπλή ρίζα;
iv) Για ποιες τιμές του α η εξίσωση είναι αδύνατη στο ;
ΛΥΣΗ
i) Έχουμε:
88 3. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ
Δ α 1 4 1 α 4 α 2 2α 15 .
2
α 3 5
Δ 0 0
Από τον πίνακα αυτό προκύπτει ότι:
ii) Η εξίσωση έχει δύο ρίζες άνισες αν Δ 0 , δηλαδή αν α 3 ή α 5 .
iii) Η εξίσωση έχει μία διπλή ρίζα αν Δ 0 , δηλαδή αν α 3 ή α 5 .
iv) Η εξίσωση είναι αδύνατη αν Δ 0 , δηλαδή 3 α 5 .
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να μετατρέψετε σε γινόμενα παραγόντων τα τριώνυμα:
i) x 2 3x 2 ii) 2 x 2 3x 2 .
x 2 3x 2 2 x 2 8 x 42 4 x 2 12 x 9
i) . ii) iii) .
2 x 2 3x 2 x 2 49 2 x2 5x 3
i) x 2 4 x 3 ii) 9 x 2 6 x 1 iii) x2 2x 2 .
3.2 Ανισώσεις 2ου Βαθμού 89
i) x2 4 4 x ii) x2 9 6 x .
i) x 2 3x 5 0 ii) 2 x 2 3 x 20 0 .
1 2
9. Να λύσετε την ανίσωση
4
x 4 x 3 0 .
11. Να βρείτε τις τιμές του x για τις οποίες συναληθεύουν οι ανισώσεις
x 2 6 x 5 0 και x 2 5 x 6 0 .
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) Να μετατρέψετε σε γινόμενα παραγόντων τις παραστάσεις:
α 2 αβ 2 β 2 και α 2 αβ 6 β 2 .
α 2 αβ 2 β 2
ii) Να απλοποιήσετε την παράσταση .
α 2 αβ 6 β 2
2. Να παραγοντοποιήσετε το τριώνυμο 2 x 2 2 β α x αβ .
x 2 αx βx αβ
3. Να απλοποιήσετε την παράσταση .
x 2 3αx 2α 2
90 3. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ
6. Δίνεται το τριώνυμο λ 2 x 2 2 λx 3 λ, λ 2 .
α β
ii) Να καθορίσετε το πρόσημο της παράστασης Α 1 για τις
β α
διάφορες τιμές των α, β 0 .
3.3 ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ ΓΙΝΟΜΕΝΟ & ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ ΠΗΛΙΚΟ
Πρόσημο γινομένου
Έστω ότι θέλουμε να μελετήσουμε ένα γινόμενο P x Α x Β x ... Φ x
ως προς το πρόσημό του, όπου οι παράγοντες Α x , Β x ,…, Φ x είναι
της μορφής αx β (πρωτοβάθμιοι) ή της μορφής αx 2 βx γ (τριώνυμα).
Βρίσκουμε το πρόσημο κάθε παράγοντα χωριστά και στη συνέχεια το πρό-
σημο του P x , όπως φαίνεται στο παράδειγμα που ακολουθεί.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Να βρεθεί για τις διάφορες τιμές του x το πρόσημο του γινομένου
P x x 1 x 2 x 6 2 x 2 x 1 .
ΛΥΣΗ
Αρχικά βρίσκουμε το πρόσημο του κάθε παράγοντα χωριστά ως εξής:
Επειδή
x 1 0 x 1,
το x 1 είναι θετικό για x 1 , μηδέν για x 1 και αρνητικό για x 1 .
Επειδή
x 2 x 6 0 x 3 x 2 0 x 3 ή x 2 ,
το x 2 x 6 είναι θετικό για x 3 και για x 2 , μηδέν για x 3 και
για x 2 και αρνητικό για 3 x 2 .
Επειδή το 2 x 2 x 1 έχει διακρίνουσα Δ 1 8 7 0 , το τριώνυμο
αυτό είναι θετικό για κάθε x .
Ο προσδιορισμός, τώρα, του προσήμου του γινομένου P x γίνεται με τη
βοήθεια του παρακάτω πίνακα, εφαρμόζοντας τον κανόνα των προσήμων.
x 3 1 2
x 1 0
x2 x 6 0 0
2 x2 x 1
P x 0 0 0
Α x
Ανισώσεις της μορφής 0 ( 0 )
Β x
Όπως γνωρίζουμε το πηλίκο και το γινόμενο δύο αριθμών είναι ομόσημα.
Επομένως:
Α x Α x
0 Α x Β x 0 και 0 Α x Β x 0 ,
Β x Β x
αφού, καμία από τις λύσεις της Α x Β x 0 και της Α x Β x 0 δεν
μηδενίζει το Β x .
ΣΧΟΛΙΟ
Α x
Μία ανίσωση της μορφής 0 αληθεύει για εκείνους τους πραγματι-
Β x
κούς αριθμούς x για τους οποίους ισχύουν συγχρόνως
Α x Β x 0 και Β x 0 .
3.3 Ανισώσεις γινόμενο & Ανισώσεις πηλίκο 93
x2 4 x 3
Έστω για παράδειγμα η ανίσωση 0 . Έχουμε:
x 2 3x 4
x2 4 x 3
0 x 2 4 x 3 x 2 3 x 4 0 και x 2 3x 4 0 .
x 2 3x 4
x 4 1 3
x 4x 3
2
0 0
x 3x 4
2
0 0
P ( x)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να βρείτε το πρόσημο του γινομένου
P x 2 3 x x 2 x 2 x 2 x 1 .
x2 x 2
8. Να λύσετε την ανίσωση 0.
x2 x 2
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να λύσετε τις ανισώσεις:
2x 3 x2
i) 4 ii) 4.
x 1 3x 5
x 2 3x 10
2. Να λύσετε την ανίσωση 2 0.
x 1
x 1
4. Να λύσετε την ανίσωση 2.
x
5. Η εξίσωση x 1 x 1 :
Α) Είναι αδύνατη Β) Έχει μοναδική λύση τη x 1
Γ) Έχει άπειρες λύσεις Δ) Είναι ταυτότητα.
x2
8. Οι ανισώσεις 0 και ( x 2)( x 1) 0 έχουν τις
x 1 Α Ψ
ίδιες λύσεις.
x2
9. Οι ανισώσεις 0 και ( x 2)( x 1) 0 έχουν τις
x 1 Α Ψ
ίδιες λύσεις.
x 1 x 2
x 1 x 1 x 1
2
10. Οι ανισώσεις και
x 1 x 1 Α Ψ
έχουν τις ίδιες λύσεις.
Α΄ ΟΜΑΔΑ Β΄ ΟΜΑΔΑ
1 2 x 2 6 x 4 Α x 1 x 2
2 x 2 3x 2 Β x 1 x 2
3 x 2 3x 2 Γ 2 x 1 x 2
4 2 x2 6 x 4 Δ 2 x 1 x 2
4
2. Η ανίσωση x γράφεται ισοδύναμα:
x
4
x x 2 4 x 2 4 0 2 x 2 .
x
Όμως ο αριθμός 1 , αν και είναι μεταξύ του 2 και του 2, δεν επαληθεύει
τη δοθείσα ανίσωση.
Εισαγωγή
Σε πολλά καθημερινά φαινόμενα εμφανίζονται δύο μεγέθη, τα οποία μετα-
βάλλονται έτσι, ώστε η τιμή του ενός να καθορίζει την τιμή του άλλου. Η
διαδικασία με την οποία κάθε τιμή του ενός μεγέθους αντιστοιχίζεται σε μια
ακριβώς τιμή του άλλου μεγέθους, πολλές φορές περιγράφεται από ένα μα-
θηματικό τύπο, όπως φαίνεται στα παρακάτω παραδείγματα.
1. Ο τόκος Τ σε ευρώ που αποδίδει κεφάλαιο 5000 ευρώ σε ένα έτος με
ε
ετήσιο επιτόκιο ε%, δίνεται κατά τα γνωστά από τον τύπο Τ 5000 .
100
Ο τύπος αυτός περιγράφει μια διαδικασία, με την οποία κάθε τιμή του ε
αντιστοιχίζεται σε μια ακριβώς τιμή του Τ. Για παράδειγμα, αν ε 3 ,
τότε Τ 150 , ενώ αν ε 5 , τότε Τ 250 κτλ.
2. Το διάστημα S σε km που διανύθηκε από ποδηλάτη σε χρονικό διάστη-
μα 2h, με μέση ταχύτητα υ σε km/h, δίνεται από τον τύπο S 2υ . Ο τύ-
πος αυτός περιγράφει μια διαδικασία, με την οποία κάθε τιμή του υ α-
ντιστοιχίζεται σε μια ακριβώς τιμή του S. Για παράδειγμα, αν υ 60 ,
τότε S 120 , ενώ αν υ 70 , τότε S 140 , κτλ.
Οι μέρες του έτους και οι τιμές ενός ξένου νομίσματος (π.χ. του δολα-
ρίου).
Παρατηρούμε ότι σε όλα τα παραπάνω παραδείγματα υπάρχει κάποια διαδι-
κασία, με την οποία κάθε στοιχείο ενός συνόλου Α αντιστοιχίζεται σε ένα
ακριβώς στοιχείο κάποιου άλλου συνόλου Β. Μια τέτοια διαδικασία λέγεται
συνάρτηση από το Α στο Β. Δηλαδή:
ΟΡΙΣΜΟΣ
Συνάρτηση από ένα σύνολο Α σε ένα σύνολο Β λέγεται μια διαδικασία
(κανόνας) με την οποία κάθε στοιχείο του συνόλου Α αντιστοιχίζεται
σε ένα ακριβώς στοιχείο του συνόλου Β.
1ο ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Έστω f η συνάρτηση με την οποία κάθε ημέρα μιας ορισμένης εβδομάδας
ενός μήνα αντιστοιχίζεται στην υψηλότερη θερμοκρασία της.
4.1 Η έννοια της συνάρτησης 99
2ο ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Θεωρούμε τα σύνολα Α={α, β, γ} και Β={1, 2, 3, 4, 5}, καθώς επίσης και τα
παρακάτω σχήματα (βελοδιαγράμματα). Παρατηρούμε ότι:
Το σχήμα (α) παριστάνει συνάρτηση, αφού κάθε στοιχείο του Α αντι-
στοιχίζεται σε ένα ακριβώς στοιχείο του Β.
Το σχήμα (β) δεν παριστάνει συνάρτηση, αφού το α Α αντιστοιχίζεται
σε δύο στοιχεία του Β.
Το σχήμα (γ) δεν παριστάνει συνάρτηση, αφού το γ Α δεν αντιστοιχί-
ζεται σε κανένα στοιχείο του Β.
Το σχήμα (δ) δεν παριστάνει συνάρτηση. Πρώτον διότι το γ Α δεν
αντιστοιχίζεται σε κανένα στοιχείο του Β και δεύτερον διότι το α Α
αντιστοιχίζεται σε δύο στοιχεία του Β.
100 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
Σχήμα γ΄ Σχήμα δ΄
Συντομογραφία συνάρτησης
Είδαμε παραπάνω ότι, για να οριστεί μια συνάρτηση f, πρέπει να δοθούν
τρία στοιχεία:
Το πεδίο ορισμού της Α
Το σύνολο Β και
Το f x για κάθε x Α
Οι συναρτήσεις, με τις οποίες θα ασχοληθούμε στο βιβλίο αυτό, είναι της
μορφής f : Α Β , όπου Α και Β , είναι δηλαδή, όπως λέμε, πραγ-
ματικές συναρτήσεις μιας πραγματικής μεταβλητής.
Πολλές φορές αναφερόμαστε σε μια συνάρτηση f δίνοντας μόνον τον τύπο
με τον οποίο εκφράζεται το f x . Λέμε π.χ. δίνεται «η συνάρτηση f, με
f x 1 4 x » ή, πιο σύντομα, «η συνάρτηση f x 1 4 x » ή, ακόμα,
«η συνάρτηση y 1 4 x ».
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Πολλές φορές μια συνάρτηση περιγράφεται με έναν τύπο που έχει κλάδους,
όπως για παράδειγμα η συνάρτηση:
x 2 1, αν x 0
f x .
x 1, αν x 0
Για να υπολογίσουμε τις τιμές της f στα σημεία 1, 0 και 1 εργαζόμαστε
ως εξής:
Για x 1 0 , από τον κλάδο f x x 2 1 , έχουμε:
f 1 1 1 1 1 2 .
2
ΣΧΟΛΙΟ
Αν και, γενικά, χρησιμοποιούμε το γράμμα f για τα συμβολισμό μιας συνάρ-
τησης και το γράμμα x για το συμβολισμό του τυχαίου στοιχείου του πεδίου
ορισμού της, ωστόσο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και άλλα γράμματα.
Έτσι για παράδειγμα οι
f x x 2 4 x 7, g t t 2 4t 7 και h s s 2 4 s 7
ορίζουν την ίδια συνάρτηση.
Επομένως το x στον τύπο μιας συνάρτησης θα παίζει το ρόλο μιας «άδειας
θέσης». Με αυτό το σκεπτικό, η παραπάνω συνάρτηση θα μπορούσε να έχει
τη μορφή
4 7,
2
f
όπου οι παρενθέσεις έχουν πάρει τη θέση ενός γράμματος.
Έτσι για να υπολογίσουμε το f 2 απλά τοποθετούμε το 2 στις θέσεις,
που ορίζουν οι παρενθέσεις:
f 2 2 4 2 7
2
4 8 7 19
Ομοίως, έχουμε
f 3x 3x 4 3x 7
2
9 x 2 12 x 7
Υπάρχει όμως και μια παραπέρα απλοποίηση των εκφράσεών µας που σχετί-
ζονται µε συναρτήσεις. Πολλές φορές αντί να λέμε «η συνάρτηση
102 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
1 2 1
s t gt », θα λέµε «η συνάρτηση s gt 2 », δηλαδή γράφουμε s υπο-
2 2
νοώντας το s(t). Αυτή η απλοποίηση γίνεται συχνότατα σε διάφορες επιστή-
μες, που χρησιμοποιούν τη μαθηματική γλώσσα και τα μαθηματικά εργαλεί-
α, όπως η φυσική, η χημεία κτλ. Συνήθως στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει
κάποιο πείραμα, όπου το t είναι η τιμή ενός μεγέθους, που υπεισέρχεται στο
πείραμα, και το s(t) η αντίστοιχη τιμή κάποιου άλλου μεγέθους.
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΛΥΣΗ
Η συνάρτηση f ορίζεται για εκείνα μόνο τα x για τα οποία ισχύει
x 2 0 και x 1 0
ή, ισοδύναμα, για
x 2 και x 1
Άρα το πεδίο ορισμού της f είναι το σύνολο Α 1, 2 2, (Σχήμα)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να βρείτε το πεδίο ορισμού των παρακάτω συναρτήσεων:
4 x 2 16
i) f x 5 ii) f x 2
x 1 x 4x
1 1
iii) f x iv) f x
x 1
2
x x
4.1 Η έννοια της συνάρτησης 103
3. Δίνεται η συνάρτηση
x 3 , αν x 0
f x
2 x 3, αν x 0
5. Δίνονται οι συναρτήσεις:
4 x 2 16 1
i) f x 5 , ii) g x και iii) h x .
x 1 x2 4 x x 1
2
Καρτεσιανές συντεταγμένες
Η παράσταση ενός σημείου του επιπέδου με ένα διατεταγμένο ζεύγος πραγ-
ματικών αριθμών, βοήθησε στην επίλυση γεωμετρικών προβλημάτων με αλ-
γεβρικές μεθόδους. Η παράσταση αυτή, όπως μάθαμε σε προηγούμενες τά-
ξεις, γίνεται ως εξής:
Πάνω σε ένα επίπεδο σχεδιάζουμε δύο κάθετους άξονες x ' x και y ' y με
κοινή αρχή ένα σημείο Ο . Από αυτούς ο οριζόντιος x ' x λέγεται άξονας των
τετμημένων ή άξονας των x , ενώ ο κατακόρυφος y ' y άξονας των τεταγ-
μένων ή άξονας των y.
Όπως είναι γνωστό, σε κάθε σημείο Μ του επιπέδου των αξόνων μπορούμε
να αντιστοιχίσουμε ένα διατεταγμένο ζεύγος (α, β ) πραγματικών αριθμών
και αντιστρόφως, σε κάθε διατεταγμένο ζεύγος (α, β ) πραγματικών αριθ-
μών, μπορούμε να αντιστοιχίσουμε ένα μοναδικό σημείο Μ του επιπέδου,
όπως φαίνεται στο σχήμα:
Επειδή η ιδέα της χρησιμοποίησης ζευγών για την παράσταση σημείων του
επιπέδου ανήκει στον Καρτέσιο, το παραπάνω ζεύγος των αξόνων το λέμε
καρτεσιανό σύστημα συντεταγμένων στο επίπεδο και το συμβολίζουμε
Οxy , ενώ το επίπεδο στο οποίο ορίστηκε το σύστημα αυτό το λέμε καρτε-
σιανό επίπεδο. Αν επιπλέον οι μονάδες των αξόνων έχουν το ίδιο μήκος, το
σύστημα Οxy λέγεται ορθοκανονικό.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Στα επόμενα, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, όταν λέμε καρτεσιανό σύ-
4.2 Γραφική παράσταση συνάρτησης 105
Τα σημεία του άξονα x ' x και μόνο αυτά έχουν τεταγμένη ίση με το μη-
δέν, ενώ τα σημεία του άξονα y ' y και μόνο αυτά έχουν τετμημένη ίση
με το μηδέν
Οι άξονες χωρίζουν το επίπεδο σε τέσσερα
τεταρτημόρια, που είναι τα εσωτερικά των
, yOx
γωνιών xOy ' , x ' Oy
' και y ' Ox
και ο-
νομάζεται 1ο, 2ο , 3ο και 4ο , τεταρτημόριο, α-
ντιστοίχως. Τα πρόσημα των συντεταγμένων
των σημείων τους φαίνονται στο διπλανό
σχήμα.
Αν Α α, β είναι ένα σημείο του καρτεσια-
νού επιπέδου, με τη βοήθεια της συμμετρίας ως προς άξονα και ως προς
κέντρο, διαπιστώνουμε ότι:
Το συμμετρικό του ως προς τον άξονα x ' x είναι το σημείο Δ α, β ,
που έχει ίδια τετμημένη και αντίθετη τεταγμένη (Σχ. α΄).
Το συμμετρικό του ως προς τον άξονα y ' y είναι το σημείο B α, β ,
που έχει ίδια τεταγμένη και αντίθετη τετμημένη (Σχ. α΄).
Το συμμετρικό του ως προς την αρχή των αξόνων είναι το σημείο
Γ α, β , που έχει αντίθετες συντεταγμένες (Σχ. α΄).
Το συμμετρικό του ως προς τη διχοτόμο της 1ης και 3ης γωνίας των
αξόνων είναι το σημείο Α ' β , α που έχει τετμημένη την τεταγμένη
του Α και τεταγμένη την τετμημένη του Α (Σχ. β΄).
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
106 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
Απόσταση σημείων
Έστω Oxy ένα σύστημα συντεταγμένων στο επίπεδο και Α x1 , y1 και
Β x2 , y2 δύο σημεία αυτού. Θα δείξουμε ότι οι απόστασή τους δίνεται από
τον τύπο:
ΑΒ x2 x1 y2 y1
2 2
ΑΠΟΔΕΙΞΗ:
Από το ορθογώνιο τρίγωνο ΚΑΒ του
διπλανού σχήματος έχουμε:
( ΑΒ ) 2 ( ΚΑ) 2 ( ΚΒ) 2
2 2
x2 x1 y2 y1
x2 x1 y2 y1
2 2
οπότε:
ΑΒ x2 x1 y2 y1 .
2 2
Σχήμα γ΄ Σχήμα δ΄
Για παράδειγμα, αν Α(3,1) , Β (3,5) και Γ (-1,1) είναι οι κορυφές ενός τριγώ-
νου ΑΒΓ, τότε θα είναι:
( ΑΒ ) (3-3) 2 (5 1) 2 42 4
( ΑΓ ) (-1-3) 2 (1 1) 2 42 4
( ΒΓ ) (-1- 3) 2 (1 5) 2 42 42 4 2 .
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
Είναι προφανές ότι ένα σημείο Μ x, y ανήκει στον
κύκλο C , αν και μόνο αν ισχύει ΟΜ ρ . Όμως
ΟΜ x 2 y 2 , οπότε έχουμε:
ΟΜ ρ x 2 y 2 ρ x 2 y 2 ρ 2
Επομένως το σημείο Μ x, y ανήκει στο κύκλο C Ο, ρ , αν και μόνο αν οι συντε-
ταγμένες του ικανοποιούν την εξίσωση
x 2 y 2 ρ2 (1)
Η εξίσωση (1), που ικανοποιείται από τις συντεταγμένες των σημείων του κύκλου
C Ο, ρ και μόνο από αυτές, λέγεται εξίσωση του κύκλου με κέντρο Ο και ακτί-
να ρ .
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΛΥΣΗ
i) Είναι:
f 3 2 , f 2 0 , f 1 1 , f 0 1 , f 1 0 και f 2 2 .
ii) Οι ρίζες της εξίσωσης f x 0 είναι οι τετμημένες των κοινών σημείων της
γραφικής παράστασης της f και του άξονα x ' x , δηλαδή οι αριθμοί x1 2
και x2 1 .
4.2 Γραφική παράσταση συνάρτησης 109
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να σημειώσετε σε ένα καρτεσιανό επίπεδο τα σημεία:
Α 1, 2 , Β 3, 4 , Ο 0, 0 , Γ 3, 0 , Δ 0, 5 και Ε 2, 3 .
iii) Α 3, 1 και Β 1, 1 , iv) Α 1, 1 και Β 1, 4 .
110 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
5. Να αποδείξετε ότι:
i) Τα σημεία Α 1, 2 , Β 4,-2 και Γ 3,5 είναι κορυφές ισοσκελούς
τριγώνου.
ii) Τα σημεία Α 1, 1 , Β 1,1 και Γ 4, 2 είναι κορυφές ορθογωνίου
τριγώνου.
7. Σε καθεμιά από τις παρακάτω περιπτώσεις να βρείτε την τιμή του k για
την οποία το σημείο Μ ανήκει στη γραφική παράσταση της συνάρτησης.
i) f x x2 k , Μ 2, 6
ii) g x kx3 , Μ 2,8
iii) h x k x 1 , Μ 3,8 .
v) φ x x x 1 vi) ψ x x x2 4 .
(1)
Ως θετική φορά περιστροφής εννοούμε τη φορά κατά την οποία πρέπει να περιστραφεί
ο ημιάξονας Οx για να συμπέσει με τον ημιάξονα Οy, αφού προηγουμένως διαγράψει
γωνία 900.
112 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
Η ευθεία αυτή:
Τέμνει τον άξονα x ' x στο σημείο Α(-2,0), αφού για y 0 βρίσκουμε
x 2 , και τον άξονα y ' y στο σημείο Β(0,1), αφού για x 0 βρίσκου-
με y 1 και
Έχει κλίση:
(ΟΒ) 1
λ εφω 0,5
(ΟΑ) 2
Παρατηρούμε, δηλαδή, ότι η κλίση λ της ευθείας y 0,5 x 1 είναι ίση με το
συντελεστή του x.
Γενικά, όπως θα αποδείξουμε στην Β΄ Λυκείου, η γραφική παράσταση της
συνάρτησης f ( x) αx β είναι μία ευθεία, με εξίσωση y αx β , η οποία
τέμνει τον άξονα των y στο σημείο Β(0,β) και έχει κλίση λ α . Είναι φανε-
ρό ότι:
αν α 0 , τότε 0 ω 90
αν α 0 , τότε 90 ω 180
αν α 0 , τότε ω 0 .
Στην περίπτωση που είναι α 0 , η συνάρτηση παίρνει την μορφή f ( x) β
και λέγεται σταθερή συνάρτηση, διότι η τιμή της είναι η ίδια για κάθε
x .
Ας θεωρήσουμε τώρα δύο τυχαία σημεία Α( x1 , y1 ) και Β( x2 , y2 ) της ευθείας
y αx β .
4.3 Η συνάρτηση f(x)=αx+β 113
Τότε θα ισχύει:
y1 αx1 β και y2 αx2 β ,
οπότε θα έχουμε:
y2 y1 (αx2 β ) (αx1 β ) α ( x2 x1 ) .
Επομένως θα είναι:
y2 y1
α
x2 x1
Για παράδειγμα, η ευθεία που διέρχεται από τα σημεία A(1,3) και B (3,6)
63
έχει κλίση α 0,75 . Επομένως, η ευθεία αυτή σχηματίζει με τον
3 (1)
άξονα x x γωνία ω με εφω 0,75 , οπότε θα είναι ω 36,87 .
Η συνάρτηση f ( x ) αx
Αν β 0 , τότε η f παίρνει τη μορφή f ( x) αx , οπότε η γραφική της παρά-
σταση είναι η ευθεία y αx και περνάει από την αρχή των αξόνων. Ειδικό-
τερα:
Για α 1 έχουμε την ευθεία y = x . Για
τη γωνία ω, που σχηματίζει η ευθεία
αυτή με τον άξονα x΄x, ισχύει
εφω α 1 , δηλαδή ω 45ο . Επομένως
η ευθεία y x είναι η διχοτόμος των
γωνιών xOyˆ και x΄Oˆ y΄ των αξόνων .
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
Σύμφωνα με τα παραπάνω συμπεράσματα:
Οι ευθείες της μορφής y αx 1 , με
α , όπως είναι για παράδειγμα οι
ευθείες: y x 1, y x 1 ,
y 2 x 1 κτλ., διέρχονται όλες από
το ίδιο σημείο, το σημείο 1 του άξο-
να y ' y
Γενικά, οι ευθείες της μορφής
y αx β , όπου β σταθερό και α
μεταβλητό διέρχονται όλες από το
σημείο β του άξονα y ' y .
Η συνάρτηση f x x
Σύμφωνα με τον ορισμό της απόλυτης τιμής έχουμε:
x, αν x 0
f x x
x, αν x 0
Επομένως η γραφική παράσταση της
συνάρτησης f x x αποτελείται από
τις δύο ημιευθείες:
y x, με x 0 και
y x, με x 0
ˆ και
που διχοτομούν τις γωνίες x ' Oy
ˆ αντιστοίχως.
xOy
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΛΥΣΗ
i) Η ευθεία ΑΒ έχει εξίσωση της μορφής
y αx β και επειδή διέρχεται από τα
σημεία Α 2, 0 και Β 0,1 θα ισχύει:
0 α 2 β και 1 α 0 β ,
οπότε θα έχουμε:
α 0,5 και β 1
Άρα η εξίσωση της ΑΒ είναι:
y 0,5 x 1 .
Για να δείξουμε τώρα ότι το σημείο Γ
116 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
ανήκει στην ευθεία ΑΒ, αρκεί να δείξουμε ότι το ζεύγος 2, 2 των συντε-
ταγμένων του επαληθεύει την εξίσωση αυτής, δηλαδή αρκεί να δείξουμε ότι
2 0,5 2 1 , που ισχύει.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να βρείτε τη γωνία που σχηματίζει με τον άξονα x ' x η ευθεία:
i) y x2 ii) y 3x 1
iii) y x 1 iv) y 3 x 2 .
ii) Σχηματίζει με τον άξονα x ' x γωνία ω 45 και τέμνει τον άξονα
y ' y στο σημείο B(0,1) .
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Η πολυγωνική γραμμή ΑΒΓΔΕ του παρακάτω σχήματος είναι η γραφική
παράσταση μιας συνάρτησης f που είναι ορισμένη στο διάστημα 6,5 .
2. Μια φωτεινή ακτίνα κινείται κατά μήκος της ευθείας y 1 x και ανακλά-
ται στον άξονα x ' x . Να γράψετε την εξίσωση της ευθείας κατά μήκος της
οποίας κινείται η ανακλώμενη ακτίνα.
3. Σε μια δεξαμενή υπάρχουν 600 λίτρα βενζίνης. Ένα βυτιοφόρο που περιέ-
χει 2000 λίτρα βενζίνης αρχίζει να γεμίζει τη δεξαμενή. Αν η παροχή του
βυτιοφόρου είναι 100 λίτρα το λεπτό και η δεξαμενή χωράει όλη τη βενζί-
νη του βυτιοφόρου:
i) Να βρείτε τις συναρτήσεις που εκφράζουν, συναρτήσει του χρόνου t,
την ποσότητα της βενζίνης:
α) στο βυτιοφόρο και β) στη δεξαμενή.
ii) Να παραστήσετε γραφικά τις παραπάνω συναρτήσεις και να βρείτε τη
χρονική στιγμή κατά την οποία το βυτιοφόρο και η δεξαμενή έχουν
την ίδια ποσότητα βενζίνης.
(1)
Δηλαδή παράλληλα με τον άξονα y ' y .
4.4 Κατακόρυφη – Οριζόντια μετατόπιση καμπύλης 121
Σχήμα α΄
Σχήμα β΄
Γενικά:
(2)
Δηλαδή παράλληλα με τον άξονα x ' x .
4.4 Κατακόρυφη – Οριζόντια μετατόπιση καμπύλης 123
Σχήμα γ΄
Σχήμα δ΄
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΛΥΣΗ
Αρχικά χαράσσουμε την y x 3 , που όπως είδαμε προκύπτει από μια ορι-
ζόντια μετατόπιση της y x κατά 3 μονάδες προς τα αριστερά. Στη συνέ-
χεια χαράσσουμε την y x 3 2 ,που όπως είδαμε προκύπτει από μια κα-
4.4 Κατακόρυφη – Οριζόντια μετατόπιση καμπύλης 125
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Με ανάλογο τρόπο, δουλεύουμε για να παραστήσουμε γραφικά τις συναρτή-
σεις της μορφής:
f ( x) φ( x c) d , με c, d 0
Δηλαδή, αξιοποιούμε τόσο την οριζόντια όσο και την κατακόρυφη μετατό-
πιση καμπύλης.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
A΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Στο ίδιο σύστημα συντεταγμένων να παραστήσετε γραφικά τις συναρτή-
σεις:
φ x x , f x x 2 και g x x 2 .
Μονοτονία συνάρτησης
Στο παρακάτω σχήμα δίνεται η γραφική παράσταση της συνάρτησης
T f t που εκφράζει τη θερμοκρασία Τ ενός τόπου συναρτήσει του χρό-
νου t κατά το χρονικό διάστημα από τα μεσάνυχτα μιας ημέρας t 0 μέ-
χρι τα μεσάνυχτα της επόμενης μέρας t 24 .
Αυτό σημαίνει ότι στο διάστημα αυτό, με την πάροδο του χρόνου, η θερμο-
κρασία αυξάνεται, δηλαδή για οποιαδήποτε t1 , t2 4,16 με t1 t2 ισχύει:
f t1 f t2
Για το λόγο αυτό λέμε ότι η συνάρτηση T f t είναι γνησίως αύξουσα στο
διάστημα 4,16 . Γενικά:
ΟΡΙΣΜΟΣ
Μια συνάρτηση f λέγεται γνησίως αύξουσα σε ένα διάστημα Δ του πεδίου
ορισμού της, όταν για οποιαδήποτε x1 , x2 Δ με x1 x2 ισχύει:
f x1 f x2
β) Στο ίδιο σχήμα, παρατηρούμε επιπλέον ότι στο διάστημα 16, 24 η γρα-
φική παράσταση της θερμοκρασίας κατέρχεται.
4.5 Μονοτονία – Ακρότατα – Συμμετρίες συνάρτησης 129
Αυτό σημαίνει ότι στο διάστημα αυτό, με την πάροδο του χρόνου, η θερμο-
κρασία μειώνεται, δηλαδή για οποιαδήποτε t1 , t2 16, 24 με t1 t2 ισχύει:
f t1 f t2
Για το λόγο αυτό λέμε ότι η συνάρτηση T f t είναι γνησίως φθίνουσα
στο διάστημα 16, 24 . Γενικά:
ΟΡΙΣΜΟΣ
Μια συνάρτηση f λέγεται γνησίως φθίνουσα σε ένα διάστημα Δ του πε-
δίου ορισμού της, όταν για οποιαδήποτε x1 , x2 Δ με x1 x2 ισχύει:
f x1 f x2
Για να δηλώσουμε ότι η συνάρτηση f είναι γνησίως φθίνουσα στο διάστημα
Δ γράφουμε f Δ
Παρατηρούμε ότι:
α) Τη χρονική στιγμή t1 4 η θερμοκρασία του τόπου παίρνει την ελάχιστη
τιμή της, που είναι η f 4 3 βαθμοί Κελσίου. Δηλαδή ισχύει:
f t f 4 3 , για κάθε t 0, 24
Για το λόγο αυτό λέμε ότι η συνάρτηση T f t παρουσιάζει στο t 4 ε-
λάχιστο, το f 4 3 . Γενικά:
ΟΡΙΣΜΟΣ
Μια συνάρτηση f, με πεδίο ορισμού ένα σύνολο Α, λέμε ότι παρουσιάζει
στο x0 Α (ολικό) ελάχιστο όταν:
f x f x0 , για κάθε x Α
x 4 0 , για κάθε x ,
θα είναι
3x 4 0 , για κάθε x ,
οπότε θα έχουμε
3x 4 1 1 , για κάθε x .
Επομένως:
f x f 0 , για κάθε x
Άρα, η f παρουσιάζει ελάχιστο στο x0 0 , το f 0 1
ΟΡΙΣΜΟΣ
Μια συνάρτηση f, με πεδίο ορισμού ένα σύνολο Α, λέμε ότι παρουσιάζει
στο x0 Α (ολικό) μέγιστο όταν
f x f x0 , για κάθε x Α
4.5 Μονοτονία – Ακρότατα – Συμμετρίες συνάρτησης 131
x 4 0 , για κάθε x ,
θα είναι
3x 4 0 , για κάθε x ,
οπότε θα έχουμε
3x 4 1 1 , για κάθε x .
Επομένως:
f ( x) f 0 , για κάθε x
Άρα, η f παρουσιάζει μέγιστο στο x0 0 , το f 0 1 .
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
Σχήμα γ΄ Σχήμα δ΄
132 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
Άρτια συνάρτηση
α) Στο διπλανό σχήμα δίνεται η γραφική παρά-
σταση C f μιας συνάρτησης f που έχει πεδίο
ορισμού όλο το . Παρατηρούμε ότι η C f έχει
άξονα συμμετρίας τον άξονα y ' y , αφού το
συμμετρικό κάθε σημείου της C f ως προς τον
άξονα y ' y ανήκει στην C f .
Επειδή, όμως, το συμμετρικό του τυχαίου σημείου M ( x, y ) της C f ως προς
τον άξονα y ' y είναι το σημείο M '( x, y ) και επειδή τα σημεία M ( x, y ) και
M '( x, y ) ανήκουν στην C f , θα ισχύει y f x και y f x , οπότε θα
έχουμε:
f x f x
Η συνάρτηση f με την παραπάνω ιδιότητα λέμε λέγεται άρτια. Γενικά:
ΟΡΙΣΜΟΣ:
Μια συνάρτηση f, με πεδίο ορισμού ένα σύνολο Α, θα λέγεται άρτια, όταν
για κάθε x Α ισχύει:
x Α και f x f x
f x 2 x x 1 2 x4 x2 1 f x
4 2
Συνεπώς, η γραφική της παράσταση έχει άξονα συμμετρίας τον άξονα y ' y .
Περιττή συνάρτηση
β) Στο διπλανό σχήμα δίνεται η γραφική παρά-
σταση C f μιας συνάρτησης f που έχει πεδίο
ορισμού όλο το .
Παρατηρούμε ότι η C f έχει κέντρο συμμετρίας
την αρχή των αξόνων, αφού το συμμετρικό κά-
θε σημείου της C f ως προς την αρχή των αξό-
νων ανήκει στην C f .
4.5 Μονοτονία – Ακρότατα – Συμμετρίες συνάρτησης 133
f x 2 x x 2 x 3 x f x
3
Συνεπώς, η γραφική της παράσταση έχει κέντρο συμμετρίας την αρχή των
αξόνων.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Ο όρος “άρτια” προέκυψε αρχικά από το γεγονός ότι οι συναρτήσεις y x 2 ,
y x 4 , y x 6 κτλ., που έχουν άρτιο εκθέτη, έχουν άξονα συμμετρίας τον
άξονα y ' y , είναι δηλαδή άρτιες συναρτήσεις, ενώ ο όρος “περιττή” προέρ-
χεται από το γεγονός ότι οι συναρτήσεις y x , y x 3 , y x 5 κτλ., που έ-
χουν περιττό εκθέτη, έχουν κέντρο συμμετρίας την αρχή των αξόνων, είναι
δηλαδή περιττές συναρτήσεις.
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΛΥΣΗ
Επειδή η συνάρτηση f είναι άρτια, η γραφική της παράσταση θα έχει άξονα
συμμετρίας τον άξονα y ' y . Επομένως, αν πάρουμε τα συμμετρικά ως προς
τον άξονα y ' y των δοθέντων τμημάτων της γραφικής παράστασης της f ,
θα έχουμε ολόκληρη τη γραφική παράσταση της f , που είναι η πολυγωνική
γραμμή Α΄Β΄Γ΄ΟΓΒΑ (Σχήμα).
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1) Να βρείτε τα διαστήματα στα οποία καθεμιά από τις παρακάτω συναρτή-
σεις είναι:
α) γνησίως αύξουσα και β) γνησίως φθίνουσα.
3) Να δείξετε ότι:
i) Η συνάρτηση f ( x) x 2 6 x 10 παρουσιάζει ελάχιστο για x 3 .
2x
ii) Η συνάρτηση g ( x) παρουσιάζει μέγιστο για x 1 .
x2 1
4) Να βρείτε ποιες από τις παρακάτω συναρτήσεις είναι άρτιες και ποιες είναι
περιττές:
i) f1 x 3 x 2 5 x 4 ii) f 2 x 3 x 1 iii) f 3 x x 1
2
x 2x
iv) f 4 x x3 3 x5 v) f5 x vi) f 6 x .
1 x x2 1
136 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
10. Αν μια συνάρτηση είναι άρτια ή περιττή και έχει ρίζα τον Α Ψ
αριθμό ρ, τότε θα έχει ρίζα και τον αριθμό –ρ.
11. Αν μία συνάρτηση f είναι άρτια, τότε η f δεν είναι γνη-
Α Ψ
σίως μονότονη.
12. Αν μία συνάρτηση f είναι άρτια, τότε η f είναι περιττή. Α Ψ
Γ) f x 3( x 1) 4 2 Δ) f x 3( x 1) 4 2
138 4. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Η ιδέα της χρησιμοποίησης διατεταγμένων ζευγών για τα σημεία ενός επι-
πέδου και της περιγραφής καμπύλων με εξισώσεις, ανήκει στον Rene Des-
cartes (1596-1650) και στον Pierre de Fermat (1601-1665).
Ο Descartes (Καρτέσιος) γεννήθηκε στη La Haye (σημερινή Ντερκατ) της
Touraine και πέθανε στη Στοκχόλμη. Σε ηλικία 10 χρόνων εγγράφηκε στο
Βασιλικό Κολλέγιο της La Fleche, όπου δίδασκαν Ιησουίτες. Από εκείνη
τη στιγμή αρχίζει και το ενδιαφέρον του για τα μαθηματικά. Στη ζωή του
υπήρξε φιλόσοφος, αλλά ένα μεγάλο μέρος του χρόνου του το διέθετε για
τα μαθηματικά.
Τα αποτελέσματα και οι μέθοδοί του, που δημοσίευσε το 1637 στο βιβλίο
του Le Geometrie, δημιούργησαν ένα νέο κλάδο των μαθηματικών που αρ-
γότερα ονομάστηκε Αναλυτική Γεωμετρία.
Ο Καρτέσιος διείδε τη δύναμη της Άλγεβρας για τη λύση γεωμετρικών
προβλημάτων και η σκέψη του αντιπροσώπευε μια ριζική απόκλιση από
την μέχρι τότε επικρατούσα άποψη για τη Γεωμετρία. Ο όρος «Καρτεσια-
νές συντεταγμένες», οφείλεται στο όνομά του.
Ο Fermat, που έζησε στην Toulouse της νότιας Γαλλίας, αν και ήταν νομι-
κός στο επάγγελμα, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς του
17ου αιώνα.
Τις ιδέες του για συντεταγμένες στη Γεωμετρία, τυποποίησε στις αρχές του
1629 και τις κυκλοφόρησε με αλληλογραφία, αλλά δεν δημοσιεύτηκαν πριν
από το 1679. Ο Fermat συνέδεσε το όνομά του με τον ισχυρισμό:
«Για κάθε ν 2 είναι αδύνατο να βρούμε θετικούς ακέραιους α, β, γ που
να ικανοποιούν την σχέση a ν β ν γ ν »
που είναι γνωστός ως το «τελευταίο θεώρημα του Fermat». Τον ισχυρισμό
του αυτόν έγραψε ο Fermat στο περιθώριο ενός βιβλίου του προσθέτοντας
και τα εξής:
«Έχω βρει μια πραγματικά θαυμάσια απόδειξη την οποία το περιθώριο
αυτό είναι πολύ στενό για να χωρέσει».
Ο ισχυρισμός αυτός του Fermat αποδείχτηκε αληθής το 1994 από τον Άγ-
γλο μαθηματικό Α. Wiles, αφού υπήρξε για 350 χρόνια ένα από τα διαση-
μότερα άλυτα προβλήματα της Θεωρίας Αριθμών.
5 ΜΕΛΕΤΗ ΒΑΣΙΚΩΝ
ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
Εισαγωγή
Στο κεφάλαιο αυτό θα δούμε πώς, με τη βοήθεια των πληροφοριών που α-
ποκτήσαμε μέχρι τώρα, μπορούμε να χαράξουμε με όσο το δυνατόν μεγα-
λύτερη ακρίβεια τη γραφική παράσταση των συναρτήσεων
α
f1 ( x) αx 2 , f 2 ( x) αx 3 , f 3 ( x) και f 4 ( x) αx 2 βx γ .
x
Η πορεία την οποία ακολουθούμε λέγεται μελέτη συνάρτησης και περι-
λαμβάνει τα ακόλουθα βήματα:
1. Βρίσκουμε το πεδίο ορισμού της συνάρτησης.
2. Προσδιορίζουμε τα διαστήματα μονοτονίας και τα ολικά ακρότατα της
συνάρτησης.
3. Μελετούμε τη “συμπεριφορά” της συνάρτησης στα άκρα των διαστη-
μάτων του πεδίου ορισμού της (“οριακές τιμές” κτλ.).
4. Συντάσσουμε έναν πίνακα τιμών της συνάρτησης και, με τη βοήθεια
αυτού και των προηγούμενων συμπερασμάτων, χαράσσουμε τη γραφι-
κή της παράσταση.
ΣΧΟΛΙΟ
Όπως είναι γνωστό, αν μια συνάρτηση f με πεδίο ορισμού ένα σύνολο Α
είναι άρτια, τότε η γραφική της παράσταση έχει άξονα συμμετρίας τον άξο-
να y y , ενώ αν είναι περιττή , έχει κέντρο συμμετρίας την αρχή των αξόνων.
Επομένως, για τη μελέτη μιας τέτοιας συνάρτησης αρκεί να περιοριστούμε
στα x A , με x 0 και να χαράξουμε τη γραφική της παράσταση στο σύ-
νολο αυτό. Στη συνέχεια θα πάρουμε το συμμετρικό της καμπύλης που χα-
ράξαμε ως προς τον άξονα y y αν η συνάρτηση είναι άρτια και ως προς την
αρχή των αξόνων αν η συνάρτηση είναι περιττή και θα βγάλουμε τα σχετι-
κά συμπεράσματα. Γι’ αυτό, συνήθως, πριν προχωρήσουμε στα βήματα 2
έως 4, ελέγχουμε από την αρχή αν η συνάρτηση είναι άρτια ή περιττή.
140 5. ΜΕΛΕΤΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
Η συνάρτηση g x x 2
Ας θεωρήσουμε τη συνάρτηση g x x 2 . Παρατηρούμε ότι η συνάρτηση
αυτή, έχει πεδίο ορισμού όλο το και είναι άρτια, διότι για κάθε x
ισχύει :
g x x x2 g x
2
Έχουμε λοιπόν:
Μονοτονία: Έστω τυχαία x1 , x2 0, με x1 x2 . Τότε θα είναι
x12 x22 , οπότε θα έχουμε g x1 g x2 . Άρα η συνάρτηση g x x 2
είναι γνησίως αύξουσα στο 0, .
Η συνάρτηση h x x 2
Ας θεωρήσουμε τώρα τη συνάρτηση
h( x) x 2 . Παρατηρούμε ότι για κάθε
x ισχύει
h x g x
Άρα, όπως μάθαμε στην §4.2, η γρα-
φική παράσταση της h x x 2 είναι
συμμετρική της γραφικής παράστασης
της g x x 2 ως προς τον άξονα x ' x .
Επομένως η συνάρτηση h x x 2 :
Είναι γνησίως αύξουσα στο
,0 και γνησίως φθίνουσα στο 0, .
Παρουσιάζει μέγιστο για x 0 , το h 0 0
Έχει γραφική παράσταση που προεκτείνεται απεριόριστα προς τα κάτω,
καθώς το x τείνει είτε στο είτε στο .
Η συνάρτηση f x αx 2
Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:
Αν α 0 , τότε εργαζόμαστε όπως εργαστήκαμε για τη συνάρτηση
g x x 2 και καταλήγουμε στα ίδια συμπεράσματα. Τα συμπεράσματα
αυτά συνοψίζονται στον παρακάτω πίνακα:
142 5. ΜΕΛΕΤΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
x 0
f ( x) αx 2
α0
f ( x) αx 2
α0
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΛΥΣΗ
Η συνάρτηση h x αx 3 , με α 0 , είναι
περιττή, διότι:
h( x ) ( x ) x h( x)
3 3
Έχει γραφική παράσταση που διέρχεται από την αρχή των αξόνων και ε-
κτείνεται απεριόριστα προς τα κάτω, όταν το x τείνει στο και απεριό-
ριστα προς τα πάνω όταν το x τείνει στο .
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να βρείτε την εξίσωση της παραβολής του διπλα-
νού σχήματος.
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να χαράξετε τη γραφική παράσταση της συνάρτησης:
f x x x .
5.1 Μελέτη της συνάρτησης f(x)=αx2 145
4. Στο διπλανό σχήμα το τρίγωνο OAB
είναι ισόπλευρο. Να βρεθεί η τετμη-
μένη του σημείου Α.
α
5.2 ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ: f x
x
1
Η συνάρτηση g x
x
1
Ας θεωρήσουμε τη συνάρτηση g x . Παρατηρούμε ότι, η συνάρτηση
x
αυτή έχει πεδίο ορισμού όλο το (,0) (0, ) και είναι περιττή,
διότι για κάθε x ισχύει :
1
g x
g x
x
Επομένως, η γραφική της παράσταση έχει κέντρο συμμετρίας την αρχή των
αξόνων. Γι’ αυτό αρχικά θα τη μελετήσουμε και θα την παραστήσουμε
γραφικά στο διάστημα 0, .
Έχουμε λοιπόν:
Μονοτονία: Έστω τυχαία x1 , x2 (0, ) με x1 x2 . Τότε θα ισχύει
1 1 1
, οπότε θα έχουμε g x1 g x2 . Άρα η συνάρτηση g x
x1 x2 x
είναι γνησίως φθίνουσα στο (0, ) .
1
Πρόσημο των τιμών της g: Για κάθε x (0, +) ισχύει g ( x)
0.
x
Επομένως, στο διάστημα (0, ) η γραφική παράσταση της g θα βρί-
σκεται πάνω από τον άξονα των x.
1
Η συνάρτηση h x
x
Ας θεωρήσουμε τώρα τη συνάρτηση
1
h x . Παρατηρούμε ότι για κάθε
x
x ισχύει
h x g x .
Επομένως, η γραφική παράσταση της
1
h x είναι συμμετρική της γραφι-
x
1
κής παράστασης της g x ως προς
x
1
τον άξονα x ' x , οπότε, η συνάρτηση h x :
x
Είναι γνησίως αύξουσα σε καθένα από τα διαστήματα (,0) και
(0, ) .
Έχει γραφική παράσταση η οποία:
αποτελείται από δύο κλάδους, έναν στο 2ο και έναν στο 4ο τεταρτη-
μόριο,
έχει κέντρο συμμετρίας την αρχή των αξόνων,
έχει άξονες συμμετρίας τις ευθείες y x και y x , που διχοτο-
μούν τις γωνίες των αξόνων και τέλος
έχει οριζόντια ασύμπτωτη τον άξονα x ' x και κατακόρυφη ασύ-
μπτωτη τον άξονα y ' y .
α
Η συνάρτηση f x
x
Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:
Αν α 0 , τότε εργαζόμαστε όπως εργαστήκαμε για τη συνάρτηση
1
g x και καταλήγουμε στα ίδια συμπεράσματα.
x
α
Στο σχήμα α΄ δίνονται οι γραφικές παραστάσεις της f x για
x
α 0,5 , α 1 και α 2 .
5.2 Μελέτη της συνάρτησης f(x)=α/x 149
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
Αν α 0 , τότε εργαζόμαστε όπως εργαστήκαμε για τη συνάρτηση
1
h x και καταλήγουμε στα ίδια συμπεράσματα.
x
α
Στο σχήμα β΄ δίνονται οι γραφικές παραστάσεις της f x για
x
α 0,5 , α 1 και α 2 .
α
Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f x , με α 0 , λέγεται ισο-
x
σκελής υπερβολή με κέντρο την αρχή των αξόνων και ασύμπτωτες τους
άξονες x ' x και y ' y .
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Στο διπλανό σχήμα το σημείο Μ κινείται στο 1 ο τεταρ-
τημόριο του συστήματος συντεταγμένων, έτσι ώστε το
εμβαδόν του ορθογώνιου ΟΑΜΒ να παραμένει σταθερό
και ίσο με 2τ.μ. Να αποδειχτεί ότι το σημείο Μ διαγρά-
φει τον έναν κλάδο μιας ισοσκελούς υπερβολής.
ΛΥΣΗ
Αν με x συμβολίσουμε το μήκος και με y το πλάτος του
ορθογωνίου, επειδή το εμβαδόν του είναι ίσο με 2τμ, θα
ισχύει xy 2 και x, y 0 , οπότε θα έχουμε:
2
y , με x 0
x
Άρα το σημείο Μ θα διαγράφει τον κλάδο της υπερβολής
2
y που βρίσκεται στο 1 ο τεταρτημόριο.
x
150 5. ΜΕΛΕΤΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να βρείτε την εξίσωση της υπερβολής
του διπλανού σχήματος.
1
5. Ομοίως για τις συναρτήσεις f ( x) = και g ( x) = x 2 και τις ανισώσεις:
x
1 1
£ x2 και > x2
x x
6. Οι κάθετες πλευρές ΑΒ και ΑΓ ενός ορθογώνιου τριγώνου Α Β Γ μετα-
βάλλονται έτσι, ώστε το εμβαδόν του να παραμένει σταθερό και ίσο με 2
τετραγωνικές μονάδες. Να εκφράσετε το μήκος y της ΑΓ συναρτήσει του
μήκους x της ΑΒ και στη συνέχεια να παραστήσετε γραφικά τη συνάρ-
τηση αυτή.
5.3 ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ: f x αx βx γ
2
2 x 3 1
2
2 x 3 2
2
Έτσι έχουμε
g x 2 x 3 2
2
2
β Δ
f x α x
2α 4α
Επομένως η γραφική της παράσταση προκύπτει από δύο διαδοχικές μετατο-
πίσεις της παραβολής y αx 2 , μιας οριζόντιας και μιας κατακόρυφης, έτσι
β Δ
ώστε η κορυφή της να συμπέσει με το σημείο Κ , . Συνεπώς είναι
2α 4α
β Δ
και αυτή μια παραβολή, που έχει κορυφή το σημείο Κ , και
2α 4α
β
άξονα συμμετρίας την ευθεία x .
2α
Άρα, η συνάρτηση f x αx 2 βx γ :
Αν α 0 ,
β
Είναι γνησίως φθίνουσα στο διάστημα , και γνησίως αύ-
2 α
β
ξουσα στο διάστημα , .
2α
β β Δ
Παρουσιάζει ελάχιστο για x , το f .
2α 2α 4α
Τα συμπεράσματα αυτά συνοψίζονται στον παρακάτω πίνακα.
β
x
2α
f ( x) αx 2 βx γ
α0
5.3 Μελέτη της συνάρτησης f(x)=αx2+βx+γ 153
Αν α 0 , η συνάρτηση f x αx 2 βx γ :
β
Είναι γνησίως αύξουσα στο διάστημα , , γνησίως φθίνουσα
2α
β
στο διάστημα ,
2α
β β Δ
Παρουσιάζει μέγιστο για x ,το f .
2α 2α 4α
β
x
2α
f ( x) αx 2 βx γ
α0
Τέλος η γραφική παράσταση της f είναι μια παραβολή που τέμνει τον άξο-
να y ' y στο σημείο Γ 0, γ , διότι f 0 γ , ενώ για τα σημεία τομής της με
τον άξονα x ' x παρατηρούμε ότι:
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΛΥΣΗ
Για τη συνάρτηση f x x 2 4 x 3 είναι
β Δ β
α 1 0, 2 και f f 2 1 ,
2α 4α 2α
Επομένως έχουμε τον πίνακα μεταβολών:
x 2
f ( x) x 2 4 x 3
5.3 Μελέτη της συνάρτησης f(x)=αx2+βx+γ 155
Δηλαδή η συνάρτηση f,
Είναι γνησίως φθίνουσα στο , 2 και γνησίως αύξουσα στο 2, ,
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
Τριώνυμο f1 f2 f3 f4 f5 f6 f7
α
β 0
γ
Δ
Β' ΟΜΑΔΑΣ
1. Δίνεται η παραβολή y x 2 (k 1) x k . Να καθορίσετε τις τιμές του k, για
τις οποίες η παραβολή:
i) Εφάπτεται του άξονα x ' x .
ii) Έχει τον y ' y άξονα συμμετρίας.
iii) Έχει για κορυφή ένα σημείο με τεταγμένη 4 . Ποια είναι η τετμημένη
της κορυφής;
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ
Γ) f x 2 x 1 3 Δ) f x 2 x 1 3 .
2 2
IV. Οι παρακάτω καμπύλες C1, C2, C3 και C4 είναι οι γραφικές παραστάσεις των συ-
ναρτήσεων f1 ( x) x 2 4 x γ1 , f 2 ( x) 2 x 2 8 x γ2 , f 3 ( x) x 2 4 x γ3 και
f 4 ( x) 2 x 2 8 x γ4 , όχι όμως με την ίδια σειρά. Να αντιστοιχίσετε καθεμιά
από τις παραπάνω συναρτήσεις με τη γραφική της παράσταση.
f1 f2 f3 f4
6 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Η εξίσωση αx βy γ
Στο Γυμνάσιο διαπιστώσαμε με την βοήθεια παραδειγμάτων ότι η εξίσωση
αx βy γ , με α 0 ή β 0 ,
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
Ειδικότερα:
Αν α 0 , τότε η ευθεία τέμνει και τους δύο άξονες (Σχ. α΄), ενώ
160 6. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
γ
Αν α 0 , τότε η εξίσωση παίρνει τη μορφή y και επομένως
β
παριστάνει ευθεία που είναι παράλληλη στον άξονα x ' x και τέ-
γ
μνει τον άξονα y ' y στο σημείο (Σχ. β΄).
β
Αν β 0 (οπότε α 0 ), τότε η εξίσωση
γράφεται
γ
αx γ x .
α
Επομένως η εξίσωση αυτή παριστάνει ευ-
θεία που είναι παράλληλη στον άξονα y ' y
γ
και τέμνει τον άξονα x ' x στο σημείο .
α
Για παράδειγμα:
Η εξίσωση x 2 y 2 παίρνει τη μορφή
1
y x 1 η οποία παριστάνει ευθεία που
2
1
έχει συντελεστή διεύθυνσης λ και τέ-
2
μνει τον άξονα y ' y στο σημείο 1 .
Κάθε ζεύγος αριθμών που επαληθεύει μία γραμμική εξίσωση λέγεται λύση
της γραμμικής εξίσωσης.
6.1 Γραμμικά Συστήματα 161
Γραμμικό σύστημα 2 2
Όταν έχουμε δύο γραμμικές εξισώσεις αx βy γ και α΄x β΄y γ΄ και
ζητάμε τις κοινές λύσεις αυτών, τότε λέμε ότι έχουμε να λύσουμε ένα
γραμμικό σύστημα δύο εξισώσεων με δύο αγνώστους ή, πιο σύντομα,
ένα γραμμικό σύστημα 2 2 και γράφουμε
αx βy γ
α΄x β΄y γ΄
Κάθε ζεύγος αριθμών που επαληθεύει και τις δύο εξισώσεις του συστήμα-
τος λέγεται λύση του συστήματος .
Στο Γυμνάσιο μάθαμε μεθόδους επίλυσης γραμμικών συστημάτων. Η επί-
λυση ενός γραμμικού συστήματος γίνεται με κατάλληλη μετατροπή του σε
άλλο γραμμικό σύστημα το οποίο έχει ακριβώς τις ίδιες λύσεις με το αρχι-
κό. Τα δύο αυτά συστήματα λέγονται ισοδύναμα συστήματα.
Η μετατροπή ενός συστήματος σε ισοδύναμό του γίνεται συνήθως µε έναν
από τους εξής δύο τρόπους:
• Λύνουμε τη μια εξίσωση του συστήματος ως προς έναν άγνωστο και
τον αντικαθιστούμε στην άλλη εξίσωση.
• Αντικαθιστούμε μια από τις εξισώσεις (ε) ή (ε' ) του συστήματος, π.χ.
την (ε), µε την εξίσωση « λ ε λ΄ ε΄ » που προκύπτει, αν στα μέλη
της (ε) πολλαπλασιασμένα µε λ 0 , προσθέσουμε τα µέλη της (ε')
πολλαπλασιασμένα µε λ '.
Η εξίσωση λ ε λ΄ ε΄ λέγεται γραμμικός συνδυασμός των εξι-
σώσεων (ε) και (ε' ).
Η απόδειξη του ότι τα συστήματα που προκύπτουν από τις παραπάνω με-
τατροπές είναι ισοδύναμα στηρίζεται στις παρακάτω ιδιότητες της ισότητας
που είδαμε στο 1ο κεφάλαιο:
Αν γ 0 , τότε: α β αγ βγ
Αν α β και γ δ , τότε α γ β δ .
Έστω, για παράδειγμα, ότι θέλουμε να λύσουμε το σύστημα:
162 6. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
x 2 y 6 1
3x 4 y 8 2
Θα λύσουμε το σύστημα με τις δύο μεθόδους που μάθαμε στο Γυμνάσιο, τη
μέθοδο της αντικατάστασης και τη μέθοδο των αντιθέτων συντελεστών
(ή μέθοδο της απαλοιφής)
Μέθοδος της αντικατάστασης
Λύνουμε τη μία από τις δύο εξισώσεις ως προς ένα άγνωστο, π.χ. την (1) ως
προς x . Έτσι το σύστημα είναι ισοδύναμο με το
x 2y 6
3x 4 y 8
Αντικαθιστούμε στη δεύτερη εξίσωση το x με την παράσταση που βρήκαμε
και λύνουμε την εξίσωση που προκύπτει
3 2 y 6 4 y 8 6 y 18 4 y 8
10 y 10
y 1
Έτσι το σύστημα είναι ισοδύναμο με το
x 2 y 6
y 1
Αντικαθιστούμε την τιμή του y στην πρώτη εξίσωση και υπολογίζουμε τον
άλλο άγνωστο:
x 2 1 6 4
Άρα λύση του συστήματος είναι το ζεύγος 4, 1 .
ΣΧΟΛΙΟ
Επειδή κάνουμε πολλά βήματα μέχρι να λύσουμε ένα σύστημα, είναι πολύ
πιθανό να κάνουμε λάθος στους αριθμητικούς υπολογισμούς. Για το λόγο
αυτό είναι σκόπιμο να αντικαθιστούμε τις τιμές των αγνώστων που βρήκα-
με στις αρχικές εξισώσεις του συστήματος και να ελέγχουμε αν τις επαλη-
θεύουν, δηλαδή να κάνουμε επαλήθευση του συστήματος.
Στο συγκεκριμένο σύστημα, για x 4 και y 1 , έχουμε:
1η εξίσωση: 4 2( 1) 6
2η εξίσωση: 3 4 4 1 12 4 8
Προσθέτουμε κατά μέλη τις εξισώσεις που βρήκαμε, οπότε προκύπτει εξί-
σωση με έναν άγνωστο, την οποία και επιλύουμε:
3x 6 y 3 x 4 y 18 8 10 y 10 y 1 .
Αντικαθιστούμε την τιμή του αγνώστου που βρήκαμε σε μια από τις αρχι-
κές εξισώσεις και βρίσκουμε την τιμή του άλλου:
x 2( 1) 6 x 2 6 x 4 .
Άρα η λύση του συστήματος είναι το ζεύγος 4, 1 (η ίδια φυσικά που βρέ-
θηκε και με την προηγούμενη μέθοδο).
x 2y 3
Το σύστημα γράφεται
2 x 4 y 5
1 3
y 2 x 2
, οπότε είναι αδύνατο,
y 1 x 5
2 4
αφού οι δύο ευθείες που παριστάνουν
οι εξισώσεις του είναι παράλληλες.
y 1 2x
Το σύστημα γράφεται
4 x 2 y 2
y 2x 1
, οπότε έχει άπειρο πλήθος
y 2x 1
λύσεων, αφού οι δύο ευθείες που πα-
ριστάνουν οι εξισώσεις του συστήμα-
τος συμπίπτουν. Προφανώς κάθε λύση
του συστήματος είναι της μορφής
k , 2k 1 , k .
Γενικά, από την επίλυση ενός γραμμικού συστήματος 2 2 αναμένουμε μια
μόνο από τις περιπτώσεις:
6.1 Γραμμικά Συστήματα 165
Το γραμμικό σύστημα
αx βy γ
α΄x β΄y γ΄
Dx D
αν D 0 , έχει μοναδική λύση, την x, y με x και y y
D D
αν D 0 , είναι αδύνατο ή έχει άπειρο πλήθος λύσεων.
Για παράδειγμα:
x 2y 6
Το σύστημα έχει
3x 4 y 8
1 2
D 1 4 3 2 4 6 10 0 ,
3 4
οπότε έχει μοναδική λύση. Επειδή
6 2 1 6
Dx 24 16 40 και Dy 8 18 10
8 4 3 8
έχουμε:
Dx 40 D 10
x 4 και y y 1 .
D 10 D 10
Άρα, η μοναδική λύση του συστήματος είναι το ζεύγος x, y 4, 1 .
2 x 3 y 40
Το σύστημα έχει
4 x 6 y 80
2 3
D 2 6 4 3 12 12 0
4 6
και επομένως το σύστημα αναμένεται ή να είναι αδύνατο ή να έχει ά-
πειρο πλήθος λύσεων. Αν διαιρέσουμε και τα δύο μέλη της δεύτερης
εξίσωσης με το 2, τότε το σύστημα γράφεται
2 x 3 y 40
,
2 x 3 y 40
δηλαδή έχει μόνο μία εξίσωση την 2 x 3 y 40 . Αυτό σημαίνει ότι οι
λύσεις του συστήματος είναι οι λύσεις της εξίσωσης
2 x 40
2 x 3 y 40 y .
3
168 6. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
1η Να λυθεί το σύστημα
λx y λ 1
2
λ x 2y λ
ΛΥΣΗ
Παρατηρούμε ότι οι συντελεστές και οι σταθεροί όροι του συστήματος δεν είναι
όλοι συγκεκριμένοι αριθμοί, αλλά εξαρτώνται από το λ. Πρέπει επομένως για τις
διάφορες τιμές του λ, να εξετάσουμε πότε προκύπτει σύστημα που έχει μοναδική
λύση την οποία και να βρούμε ή πότε προκύπτει σύστημα αδύνατο ή σύστημα με
άπειρες λύσεις. Όπως και στις εξισώσεις, ο λ λέγεται παράμετρος και η εργασία
αυτή λέγεται διερεύνηση.
Έχοντας υπόψη τον παραπάνω πίνακα, ακολουθούμε την εξής πορεία.
Υπολογίζουμε τις ορίζουσες D, Dx , Dy . Έχουμε:
λ 1
D 2 λ λ2 λ λ 2
λ2 2
λ 1 1
Dx 2( λ 1) λ 2 λ
λ 2
λ λ 1
Dy λ2 λ2 ( λ 1) λ2 (1 λ 1) λ2 (2 λ)
λ2 λ
6.1 Γραμμικά Συστήματα 169
Βρίσκουμε τις τιμές της παραμέτρου, για τις οποίες είναι D 0 . Έχουμε:
D 0 λ( λ 2) 0 λ 0 ή λ 2
Διακρίνουμε τις περιπτώσεις:
Αν D 0 , δηλαδή αν λ 0 και λ 2 , τότε το σύστημα έχει μοναδική
λύση x, y , με:
Dx 2 λ ( λ 2) 1
x και
D λ( λ 2) λ( λ 2) λ
Dy λ2 (2 λ) λ2 ( λ 2)
y λ .
D λ( λ 2) λ( λ 2)
Δηλαδή, για λ 0 και λ 2 , η μοναδική λύση του συστήματος είναι
1
το ζεύγος , λ .
λ
Αν D 0 , δηλαδή αν λ 0 ή λ 2 , τότε το σύστημα ή είναι αδύνατο
ή έχει άπειρες λύσεις. Συγκεκριμένα:
Αν λ 0 , τότε το σύστημα γράφεται
0 x y 1 y 1
0 x 2 y 0 y 0
και άρα είναι αδύνατο.
Αν λ 2 , τότε το σύστημα γράφεται
2x y 1 2 x y 1
4 x 2 y 2 2 x y 1
και άρα έχει άπειρο πλήθος λύσεων. Επειδή
2x y 1 y 2x 1 ,
Οι λύσεις του συστήματος είναι όλα τα ζεύγη της μορφής
k , 2k 1 , k .
Γραμμικό Σύστημα 3 3
Μία εξίσωση της μορφής αx βy γz 0 , με έναν τουλάχιστον από τους συ-
ντελεστές α, β , γ διάφορο του μηδενός, λέγεται γραμμική εξίσωση με τρεις
αγνώστους.
Λύση μιας γραμμικής εξίσωσης με τρεις αγνώστους λέγεται κάθε τριάδα αριθ-
μών που την επαληθεύει.
Για παράδειγμα η εξίσωση 2 x 3 y z 6 είναι μια γραμμική εξίσωση με τρεις
αγνώστους και η τριάδα 2, 1,5 είναι μια λύση της εξίσωσης, αφού
2 2 3 1 5 6 .
170 6. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
x 3 y z 10 x 3 y 3x y 8 10 x y 1 (6)
11x 2 y 15
,
x y 1
από την επίλυση του οποίου βρίσκουμε ότι x 1 και y 2 .
Αντικαθιστούμε τις τιμές αυτές των x και y στην (4) και βρίσκουμε z 3 .
Άρα η λύση του αρχικού συστήματος είναι η τριάδα 1, 2, 3 .
ΣΧΟΛΙΟ
Επειδή η επίλυση ενός γραμμικού συστήματος 3 3 , όπως είδαμε παραπάνω,
ανάγεται στην επίλυση ενός γραμμικού συστήματος 2 2 , προκύπτει ότι και ένα
γραμμικό σύστημα 3 3 ή έχει μοναδική λύση ή είναι αδύνατο ή έχει άπειρο
πλήθος λύσεων.
6.1 Γραμμικά Συστήματα 171
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
x y 4
1. Να λύσετε το σύστημα
x y 2
i) αλγεβρικά ii) γραφικά.
2. Να λύσετε τα συστήματα
x y x 1 y 2
i) 7 8 ii) 3 4
x y 45 4 x 3 y 8
3. Να λύσετε τα συστήματα:
x 5 2 y 1 2x 1 y2
2 7 2 0 3 4 4
i) ii)
x6 y6 8 x3 3 x y
3 2 2 3
4. Να λύσετε τα συστήματα:
x 3y 3 2y x 2
i) x ii) 1
3 y 2 2 x y 1 0
2x y 7 2 y 3x 8
i) ii)
3 x 5 y 4 x 3y 1 0
2x 5 y 4 2 x 3 y 40 3 x y 11
i) ii) iii)
6 x 7 y 100 4 x 6 y 80 9 x 3 y 2
7. Να λύσετε τα συστήματα:
3 1 x 2 y 2
3 1 x 4y 7
i) ii) 1
x 3 1 y 1 3
x 3 1 y 1
2
172 6. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
8. Να λύσετε τα συστήματα:
y
x 2 2ω 3
3 x 2 y ω 11 5 x y 3ω 4
3x
i) 2 x 5 y 2ω 3 ii) x 3y ω 2 iii) yω 5
2
5 x y 2ω 33 3x 2 y 2ω 2 5 x 3 y 2ω 16
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) Να βρείτε τις εξισώσεις των ευθειών
ε1 και ε2 του διπλανού σχήματος.
ii) Ποιο σύστημα ορίζουν οι ε1 και ε2
και ποια είναι η λύση του συστήμα-
τος;
2. Ένα ξενοδοχείο έχει 26 δωμάτια, άλλα δίκλινα και άλλα τρίκλινα και συνολι-
κά 68 κρεβάτια. Πόσα είναι τα δίκλινα και πόσα τα τρίκλινα δωμάτια;
3. Σε έναν αγώνα το παιδικό εισιτήριο κοστίζει 1,5 € και το εισιτήριο ενός ενή-
λικα 4 €. Τον αγώνα παρακολούθησαν 2200 άτομα και εισπράχτηκαν
5050 €. Να βρείτε πόσα ήταν τα παιδιά και πόσοι οι ενήλικες που παρακο-
λούθησαν τον αγώνα.
5. Ένας χημικός έχει δύο διαλύματα υδροχλωρικού οξέως, το πρώτο έχει περιε-
κτικότητα 50% σε υδροχλωρικό οξύ και το δεύτερο έχει περιεκτικότητα
80% σε υδροχλωρικό οξύ. Ποια ποσότητα από κάθε διάλυμα πρέπει να ανα-
μείξει ώστε να πάρει 100 ml διάλυμα περιεκτικότητας 68% σε υδροχλωρικό
οξύ;
7. Να βρείτε για τις διάφορες τιμές του α τα κοινά σημεία των ευθειών:
i) ε1 : αx y α 2 και ε2 : x αy 1 .
ii) ε3 : αx y α και ε4 : x αy 1 .
8. Να λύσετε τα συστήματα:
λ 1 x 2 y 1 μ 2 x 5 y 5
i) , λ ii) , μ
4 x λ 1 y 2 x μ 2 y 5
11. Ένας χημικός έχει τρία διαλύματα από το ίδιο οξύ. Το πρώτο περιέχει 50%
οξύ, το δεύτερο 10% οξύ και το τρίτο 30% οξύ. Ο χημικός θέλει να παρα-
σκευάσει 52 lit διάλυμα περιεκτικότητας 32% σε οξύ, χρησιμοποιώντας και τα
τρία διαλύματα και μάλιστα η ποσότητα του πρώτου διαλύματος να είναι δι-
πλάσια από την ποσότητα του τρίτου διαλύματος. Να βρείτε πόσα λίτρα από
κάθε διάλυμα θα χρησιμοποιήσει.
13 3 8
x
2
5
Από την (3), για x 8 έχουμε y 5 , ενώ για x 5 έχουμε y 8 . Άρα το
σύστημα έχει δύο λύσεις τις (8, 5) και (5, 8) .
Η απάντηση βέβαια στο πρόβλημα είναι ότι οι ζητούμενοι αριθμοί είναι οι 5
και 8.
Στη συνέχεια θα δούμε, με τη βοήθεια παραδειγμάτων, διάφορες περιπτώ-
σεις επίλυσης μη γραμμικών συστημάτων.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1 ο
x y 5 1
Να λυθεί το σύστημα .
xy 6 2
6.2 Μη γραμμικά συστήματα 175
ΛΥΣΗ
α΄ τρόπος
Επιλύουμε την (1) ως προς x και αντικαθιστούμε στη (2). Έχουμε:
x y 5 y 5 x (3).
Επομένως
xy 6 x(5 x) 6
5x x2 6
x2 5x 6 0
x 2 ή x 3.
Από την (3) για x 2 έχουμε y 3 , ενώ για x 3 έχουμε y 2 . Άρα το σύ-
στημα έχει δύο λύσεις τις (2, 3) και (3, 2) .
β΄ τρόπος
Εξετάζοντας το σύστημα βλέπουμε ότι αναζητούμε δύο αριθμούς για τους
οποίους γνωρίζουμε ότι έχουν άθροισμα 5 και γινόμενο 6. Επομένως, από
τους τύπους του Vieta οι αριθμοί αυτοί είναι ρίζες της εξίσωσης
ω2 5ω 6 0 .
Οι ρίζες της εξίσωσης αυτής είναι οι 2 και 3 οπότε οι λύσεις του συστήματος
είναι τα ζεύγη (2,3) και (3, 2) .
ΣΧΟΛΙΟ
Η πρώτη εξίσωση του συστήματος x y 5 παριστάνει ευθεία, ενώ η δεύτε-
6
ρη εξίσωση xy 6 παριστάνει την υπερβολή y . Επομένως οι συντεταγ-
x
μένες των κοινών σημείων της ευθείας και της υπερβολής θα μας δώσουν τις
λύσεις του συστήματος.
176 6. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Τα σημεία τομής είναι τα Α(2,3) και Β (3, 2) . Άρα το σύστημα έχει δύο λύσεις
τις (2,3) και (3, 2) .
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2 ο :
xy 6 (1)
Να λυθεί το σύστημα 2
x y 13 (2)
2
ΛΥΣΗ
Λύνουμε την (1) ως προς x και αντικαθιστούμε στη (2). Έχουμε
6
xy 6 y
x
οπότε η (2) γίνεται:
6
x 2 y 2 13 x 2 ( ) 2 13
x
36
x 2 2 13
x
x 36 13 x 2
4
x 4 13x 2 36 0
Για ω 4 έχουμε
x 2 4 x 2 ή x 2 .
ΣΧΟΛΙΟ
6
Η πρώτη εξίσωση του συστήματος xy 6 παριστάνει την υπερβολή y ,
x
ενώ η δεύτερη εξίσωση x 2 y 2 13 παριστάνει κύκλο με κέντρο Ο (0,0) και
6.2 Μη γραμμικά συστήματα 177
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
x 2 y 2 xy 3
1. Να λύσετε το σύστημα: .
x y 1
2. Να λύσετε τα συστήματα:
y 3x 2 x2 y2 9 x2 y2 5
i) ii) iii)
12 x 3 y 4 x y 0 xy 2
και να ερμηνεύσετε γεωμετρικά τα αποτελέσματα.
1 υ υ0
3. Από τους τύπους S υ0 t αt 2 και υ υ0 αt , να δείξετε ότι S t .
2 2
B΄ ΟΜΑΔΑΣ
x 2 2 y 10
1. Να λύσετε τo σύστημα 2 και να ερμηνεύσετε γεωμετρικά τα απο-
x y 25
2
τέλεσμα.
178 6. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
2 xy y 2 5 y 0
2. Να λύσετε το σύστημα:
y x 4x 3
2
2 y x2
5. Να λύσετε τo σύστημα και να ερμηνεύσετε γεωμετρικά τα αποτέ-
y x μ
λεσμα .
x 2 y 1 x y 1 2 x 4 y 2 x y 1
(Σ1 ) : , (Σ 2 ) : , (Σ 3 ) : , (Σ 4 ) :
2 x 4 y 0 x 2 y 4 x 2 y 1 x α y 1
2
είναι σταθερά, δηλαδή ανεξάρτητα της θέσης του σημείου Μ πάνω στην
πλευρά της γωνίας. Τα πηλίκα αυτά, όπως γνωρίζουμε από Γυμνάσιο, ονο-
μάζονται ημίτονο, συνημίτονο και εφαπτομένη της γωνίας ω και συμβολί-
ζονται με ημω , συνω και εφω , αντιστοίχως.
Δηλαδή, στο ορθογώνιο τρίγωνο M 1OM , ισχύει:
( MM 1 ) απέναντι κάθετη
ημω
(OM ) υποτείνουσα
180 7. ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ
Σχήμα α΄ Σχήμα β΄
Πάνω στην τελική πλευρά της γωνίας ω παίρνουμε τυχαίο σημείο Μ( x, y ) και
φέρνουμε την κάθετη MΜ1 στον άξονα x ' x (Σχ. α΄ και β΄).
Αν η γωνία ω είναι οξεία (Σχ. α΄), τότε, όπως είδαμε παραπάνω, ισχύουν οι
ισότητες:
(Μ1M) (OΜ1 ) (Μ1M) (OΜ1 )
ημω , συνω , εφω και σφω
(OM) (OM) (OΜ1 ) (Μ1M)
y y
ημω , εφω εφόσον x 0
ρ x
, όπου ρ x 2 y 2 0
x x
συνω , σφω εφόσον y 0
ρ y
y y
ημω , εφω εφόσον x 0
ρ x
, όπου ρ x 2 y 2 0
x x
συνω , σφω εφόσον y 0
ρ y
Ο τριγωνομετρικός κύκλος
Για έναν κατά προσέγγιση, αλλά σύντομο, υπολογισμό των τριγωνομετρικών
αριθμών, χρησιμοποιούμε τον λεγόμενο τριγωνομετρικό κύκλο. Ο τριγωνο-
μετρικός κύκλος θα μας εξυπηρετήσει και σε άλλους σκοπούς, όπως θα φα-
νεί στις επόμενες παραγράφους.
Με κέντρο την αρχή Ο(0,0)
ενός συστήματος συντεταγμέ-
νων και ακτίνα ρ 1 γράψουμε
έναν κύκλο. Ο κύκλος αυτός
λέγεται τριγωνομετρικός κύ-
κλος.
Έστω τώρα ότι η τελική πλευ-
ρά μιας γωνίας, π.χ. της γωνίας
ω=35ο , τέμνει τον κύκλο αυτό
στο σημείο Ν α, β .
β
Επειδή ημ35 και ρ 1 θα
ρ
ισχύει ημ35 β 0,57 . Ομοί-
α
ως, επειδή συν35 και ρ 1 , θα ισχύει συν35 = α 0,82 .
ρ
Γενικότερα, αν η τελική πλευρά μιας γωνίας ω τέμνει τον τριγωνομετρικό
κύκλο στο σημείο Μ x, y , τότε ισχύει:
Για το λόγο αυτό ο άξονας x ' x λέγεται και άξονας των συνημίτονων, ενώ ο
άξονας y ' y λέγεται και άξονας των ημίτονων.
ΑΕ ΑΕ
εφω ΑΕ
ΟΑ 1
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε και όταν η τελική πλευρά της γωνίας ω
βρίσκεται σε οποιοδήποτε άλλο τεταρτημόριο.
Για το λόγο αυτό η ευθεία ε, που έχει εξίσωση x 1 , λέγεται άξονας των
εφαπτομένων.
7.1 Τριγωνομετρικοί Αριθμοί Γωνίας 185
Από τον ορισμό αυτό προκύπτει και η σχέση μοίρας και ακτινίου ως μονά-
δων μέτρησης γωνιών, ως εξής:
Έστω ότι μια γωνία ω είναι μ και α rad . Επειδή το μήκος ενός κύκλου α-
κτίνας ρ είναι 2πρ,
η γωνία 360 είναι ίση με 2π rad .
οπότε,
360
η γωνία 1 rad είναι ίση με μοίρες,
2π
Επομένως,
180
η γωνία α rad είναι ίση με α μοίρες.
π
180
Επειδή όμως η γωνία ω είναι μ , θα ισχύει μ α , οπότε θα έχουμε:
π
α μ
π 180
Για παράδειγμα:
Για να εκφράσουμε τη γωνία 60 σε ακτίνια, θέτουμε στον τύπο
α μ
όπου μ 60 και έχουμε
π 180
60
,
180 3
π
Άρα είναι 60 rad .
3
186 7. ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ
5π
Για να εκφράσουμε τη γωνία rad σε μοίρες, θέτουμε στον τύπο
6
α μ 5π
όπου α και έχουμε
π 180 6
5π
6 μ 5 μ μ 150
π 180 6 180
5π
Άρα rad 150 .
6
Στον παρακάτω πίνακα επαναλαμβάνουμε τους τριγωνομετρικούς αριθμούς
μερικών γωνιών που είχαμε υπολογίσει στο Γυμνάσιο και οι οποίοι είναι ι-
διαίτερα χρήσιμοι στις διάφορες εφαρμογές.
Δεν
0 0 0 1 0
ορίζεται
1 3 3
30 3
6 2 2 3
2 2
45 1 1
4 2 2
3 1 3
60 3
3 2 2 3
Δεν
90 1 0 0
2 ορίζεται
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Στη συνέχεια, επειδή στον τριγωνομετρικό κύκλο το τόξο x rad έχει μήκος
x, αντί να γράφουμε
ημ x rad , συν x rad , εφ x rad και σφ x rad ,
θα γράφουμε απλά
ημx , x , εφx και σφx .
π π
Για παράδειγμα, αντί να γράφουμε π.χ. ημ rad θα γράφουμε απλά ημ
3 3
και αντί ημ 100rad θα γράφουμε απλά ημ100 .
7.1 Τριγωνομετρικοί Αριθμοί Γωνίας 187
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1η Οι μετρήσεις που έκανε ένας μηχανι-
κός για να βρει το ύψος h ενός καμπανα-
ριού ΓΚ, φαίνονται στο διπλανό σχήμα.
Να υπολογιστεί το ύψος του καμπαναριού
σε μέτρα με προσέγγιση ακέραιας μονά-
δας.
ΛΥΣΗ
Από το σχήμα έχουμε:
h h
εφ48 , οπότε ΑΓ
ΑΓ εφ48
h h
εφ70 , οπότε ΒΓ
ΒΓ εφ70
ΑΓ ΒΓ ΑΒ 20m
h h 20εφ70 εφ48
Επομένως 20 , οπότε h .
εφ48 εφ70 εφ70 εφ48
ΛΥΣΗ
Αν διαιρέσουμε το 750 με το 360 βρίσκουμε πηλίκο 2 και υπόλοιπο 30, έτσι έχουμε
Επομένως
1 3
750 2 360 30 30 750 30
2 2
3
750 30 750 30 3
3
188 7. ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ
79π
3η Να υπολογιστούν οι τριγωνομετρικοί αριθμοί γωνίας rad .
3
ΛΥΣΗ
79π 79
Είναι 2π . Αν τώρα διαιρέσουμε τον 79 με τον 6 βρίσκουμε πηλίκο 13 και
3 6
79π 79 1 π
υπόλοιπο 1. Επομένως είναι 2π 13 2π 13 2π , οπότε θα έχουμε:
3 6 6 3
79π π π 3 79π π 1
ημ ημ 13 2π ημ συν συν
3 3 3 2 3 3 2
79π π 79π π 3
εφ εφ 3 σφ σφ
3 3 3 3 3
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Στο διπλανό σχήμα να υπολογίσετε τα μήκη
x, y και τη γωνία ω .
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Σε μικρά αεροδρόμια υπο-
λογίζουν το ύψος των νεφών
με τη βοήθεια μιας ισχυρής
λάμπας εντός παραβολικού
κατόπτρου, η οποία βρίσκε-
ται σε απόσταση 1000 πόδια
( 1 πόδι 0,3 m ) από το ση-
μείο του παρατηρητή. Η λά-
μπα είναι τοποθετημένη υπό
σταθερή γωνία και ο παρατηρητής στρέφει το όργανο παρατήρησης στο
σημείο ανάκλασης του φωτός από τα νέφη.
i) Να προσδιορίσετε το ύψος h για ω 30 , 45 και 60 .
ii) Πόση είναι η γωνία ω , αν h 1000 πόδια;
4. Η πιο αργή κίνηση που μπορεί να επισημάνει το ανθρώπινο μάτι είναι 1mm ανά
δευτερόλεπτο. Να βρείτε πόσο μήκος πρέπει να έχει ο λεπτοδείκτης ενός ρολο-
γιού για να μπορούμε να επισημάνουμε την κίνηση του άκρου του.
7.2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ
1. ημ 2 ω συν 2 ω 1
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
ημω συνω
2. εφω και σφω
συνω ημω
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
Στο ίδιο σχήμα έχουμε:
y ημω
εφω (εφόσον x συνω 0
x συνω
x συνω
σφω (εφόσον y ημω 0 .
y ημω
7.2 Βασικές τριγωνομετρικές ταυτότητες 191
Με τη βοήθεια των ταυτοτήτων (1) και (2), θα αποδείξουμε δύο επιπλέον χρήσι-
μες ταυτότητες.
3. εφω σφω 1
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
Είναι:
ημω συνω
εφω και σφω (εφόσον συνω 0 και ημω 0)
συνω ημω
Επομένως:
ημω συνω
εφω σφω 1.
συνω ημω
1 εφω
4. συν 2 ω και ημ 2 ω
1 εφ2 ω 1 εφ2 ω
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
i) Διαιρούμε και τα δύο μέλη της ταυτότητας ημ 2 ω συν 2 ω 1 με συν 2 ω 0
και έχουμε:
ημ 2 ω συν 2 ω 1 1 1
εφ2 ω 1 συν 2 ω .
2 2
συν ω ημ ω συν ω 2 2
συν ω 1 εφ2 ω
1
Άρα συν 2 ω .
1 εφ2 ω
1
ii) Αν στην ταυτότητα ημ 2 ω συν 2 ω 1 θέσουμε συν 2 ω , έχουμε:
1 εφ2 ω
1 1 εφ2 ω
ημ 2 ω 1 ημ 2
ω 1 ημ 2
ω .
1 εφ2 ω 1 εφ2 ω 1 εφ2 ω
εφ2 ω
Άρα ημ 2 ω .
1 εφ2 ω
192 7. ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
5
1 η Αν ημω και 90 ω 180 , να βρεθούν οι άλλοι τριγωνομετρικοί αριθ-
13
μοί της γωνίας ω.
ΛΥΣΗ
Από την ταυτότητα ημ 2 ω συν 2 ω 1 προκύπτει ότι συν 2 ω 1 ημ 2 ω . Αντικαθιστού-
5
με το ημω με και έχουμε:
13
2
5 25 169 25 144
συν 2 ω 1 1 .
13 169 169 169
Επειδή 90 ω 180 , είναι συνω 0 , οπότε έχουμε
144 12
συνω
169 13
ημω συνω
Από τις ταυτότητες τώρα εφω και σφω , έχουμε:
συνω ημω
5 12
5 13 12
εφω 13 και σφω
12 12 5 5
13 13
2 η Να αποδειχθεί ότι
i) ημ 4 ω συν 4 ω 1 2ημ 2 ωσυν 2 ω ii) ημ 4 ω συν 4 ω 2ημ 2 ω 1
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
i) Έχουμε διαδοχικά:
ημ 4 ω συν 4 ω ημ 2 ω συν 2 ω
2 2
ημ 4 ω συν 4 ω ημ 2 ω συν 2 ω
2 2
ημ 2 ω συν 2 ω ημ 2 ω συν 2 ω
ημ 2 ω συν 2 ω (επειδή ημ 2 ω συν 2 ω 1)
ημ 2 ω 1 ημ 2 ω 2ημ 2 ω 1.
7.2 Βασικές τριγωνομετρικές ταυτότητες 193
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
3 π
1. Αν ημx και x π , να βρείτε τους άλλους τριγωνομετρικούς αριθμούς
5 2
της γωνίας x rad .
2 3π
2. Αν συνx και π x , να βρείτε τους άλλους τριγωνομετρικούς αριθ-
3 2
μούς της γωνίας x rad .
3 3π
3. Αν εφx και x 2π , να βρείτε τους άλλους τριγωνομετρικούς
3 2
αριθμούς της γωνίας x rad .
2 5 π
4. Αν σφx και 0 x , να βρείτε τους άλλους τριγωνομετρικούς αριθ-
5 2
μούς της γωνίας x rad .
3π
5. Αν σφx 2 και x 2π , να υπολογίσετε την τιμή της παράστασης
2
2ημxσυνx
.
1 συνx
6. Να εξετάσετε, αν υπάρχουν τιμές του x για τις οποίες:
i) Να ισχύει συγχρόνως ημx 0 και συνx 0 .
1 1 1
iii) ημx συνx iv) ημx συνx ημx συνx
εφx σφx ημx συνx
B΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Αν ημx συνx α , να υπολογίσετε ως συνάρτηση του α τις παραστάσεις:
1 1
i) ημx συνx ii)
ημx συνx
2. Να αποδείξετε ότι:
i) ημ 4 x συν 4 x 1 2ημ 2 x συν 2 x ii) ημ 6 x συν 6 x 1 3ημ 2 x συν 2 x .
π π 1 ημx 1 ημx
3. Αν x , να αποδείξετε ότι 2εφx .
2 2 1 ημx 1 ημx
Γωνίες αντίθετες
Αν οι γωνίες ω και ω' είναι αντίθε-
τες, δηλαδή αν ω′ = −ω , τότε, όπως
φαίνεται στο διπλανό σχήμα, τα ση-
μεία Μ και Μ΄ είναι συμμετρικά ως
προς τον άξονα x′x . Επομένως τα
σημεία αυτά έχουν την ίδια τετμη-
μένη και αντίθετες τεταγμένες.
Έχοντας υπόψη τους ορισμούς των
τριγωνομετρικών αριθμών, συμπε-
ραίνουμε ότι:
⎛ π⎞ π 2 ⎛ π⎞ π 2
ημ ⎜ − ⎟ = − ημ = − συν ⎜ − ⎟ = συν =
⎝ 4⎠ 4 2 ⎝ 4⎠ 4 2
196 7. ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ
⎛ π⎞ π ⎛ π⎞ π
εφ ⎜ − ⎟ = − εφ = −1 σφ ⎜ − ⎟ = −σφ = −1
⎝ 4 ⎠ 4 ⎝ 4 ⎠ 4
Δηλαδή,
Οι γωνίες με άθροισμα 180ο έχουν το ίδιο ημίτονο και αντίθετους τους
άλλους τριγωνομετρικούς αριθμούς.
Για παράδειγμα:
⎛ 2π ⎞ ⎛ π⎞ π 1
συν ⎜ ⎟ = συν ⎜ π − ⎟ = −συν = −
⎝ ⎠3 ⎝ 3 ⎠ 3 2
⎛ 2π ⎞ ⎛ π⎞ π
εφ ⎜ ⎟ = εφ ⎜ π − ⎟ = −εφ = − 3
⎝ 3 ⎠ ⎝ 3⎠ 3
⎛ 2π ⎞ ⎛ π⎞ π 3
σφ ⎜ ⎟ = σφ ⎜ π − ⎟ = −σφ = −
⎝ 3 ⎠ ⎝ 3⎠ 3 3
Δηλαδή,
Οι γωνίες που διαφέρουν κατά 180ο έχουν αντίθετο ημίτονο και συνημί-
τονο, ενώ έχουν την ίδια εφαπτομένη και συνεφαπτομένη.
Για παράδειγμα:
4π π
9 Επειδή = π + , έχουμε:
3 3
⎛ 4π ⎞ ⎛ π⎞ π 3
ημ ⎜ ⎟ = ημ ⎜ π + ⎟ = −ημ = −
⎝ 3 ⎠ ⎝ 3⎠ 3 2
⎛ 4π ⎞ ⎛ π⎞ π 1
συν ⎜ ⎟ = συν ⎜ π + ⎟ = −συν = −
⎝ 3 ⎠ ⎝ 3⎠ 3 2
⎛ 4π ⎞ ⎛ π⎞ π
εφ ⎜ ⎟ = εφ ⎜ π + ⎟ = εφ = 3
⎝ 3 ⎠ ⎝ 3⎠ 3
⎛ 4π ⎞ ⎛ π⎞ π 3
σφ ⎜ ⎟ = σφ ⎜ π + ⎟ = σφ =
⎝ 3 ⎠ ⎝ 3⎠ 3 3
Δηλαδή,
Αν δύο γωνίες έχουν άθροισμα 90ο , τότε το ημίτονο της μιας ισούται με
το συνημίτονο της άλλης και η εφαπτομένη της μιας ισούται με τη συνε-
φαπτομένη της άλλης.
Για παράδειγμα, επειδή 60D = 90D − 30D , έχουμε:
3 1
ημ 60D = συν30D = , συν60D = ημ30D = ,
2 2
3
εφ60D = σφ30D = 3 και σφ60D = εφ30D =
3
7.3 Αναγωγή στο 1ο τεταρτημόριο 199
ΣΧΟΛΙΟ
Από τα προηγούμενα καταλαβαίνουμε ότι δεν χρειάζεται να έχουμε πίνακες
τριγωνομετρικών αριθμών όλων των γωνιών, αλλά μόνο των γωνιών από 0ο
μέχρι 90ο .
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1+ 5
1η Δίνεται ότι συν 36D = . Να υπολογιστούν οι τριγωνομετρικοί αριθμοί
4
της γωνίας 54D
ΛΥΣΗ
Επειδή 54D = 90D − 36D , έχουμε
1+ 5
ημ54D = συν36D =
4
Σύμφωνα με την ταυτότητα ημ 2 ω + συν 2 ω = 1 ισχύει ημ 2 54D + συν 2 54D = 1 , οπότε:
2
⎛ 1+ 5 ⎞ 6 + 2 5 10 − 2 5
συν 2 54D = 1 − ημ 2 54D = 1 − ⎜⎜ ⎟⎟ = 1 − = ,
⎝ 4 ⎠ 16 16
οπότε
10 − 2 5
συν54D =
4
Επομένως είναι:
ημ54D 1+ 5 συν54D 10 − 2 5
εφ54D = D = και σφ54D = D = .
συν54 10 − 2 5 ημ54 1+ 5
ΛΥΣΗ
i) Επειδή 90D + ω = 90D − ( −ω ) , έχουμε:
ημ ( 90D + ω ) = ημ ( 90D − ( −ω ) ) = συν ( −ω ) = συνω .
Ομοίως υπολογίζονται οι υπόλοιποι τριγωνομετρικοί αριθμοί της γωνίας 90D + ω .
200 7. ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ
( )
ημ ( 270D − ω ) = ημ 180D + ( 90D − ω ) = −ημ ( 90D − ω ) = −συνω .
Ομοίως υπολογίζονται οι υπόλοιποι τριγωνομετρικοί αριθμοί της γωνίας 270D − ω .
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Α΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να βρείτε τους τριγωνομετρικούς αριθμούς της γωνίας:
i) 1200D ii) −2850D .
⎛ 9π ⎞
εφ ( π − x ) ⋅ συν ( 2π + x ) ⋅ συν ⎜ + x ⎟
5. Να αποδείξετε ότι: ⎝ 2 ⎠ = −1 .
⎛ 21 π ⎞
ημ (13π + x ) ⋅ συν ( − x ) ⋅ σφ ⎜ − x⎟
⎝ 2 ⎠
Β΄ ΟΜΑΔΑΣ
1. Να υπολογίσετε την τιμή της παράστασης:
ημ 495D ⋅ συν120D + συν 495D ⋅ συν ( −120D )
.
εφ ( −120D ) + εφ495D
2. Να αποδείξετε ότι:
⎛ 5π ⎞ ⎛ 7π ⎞
ημ ( 5π + ω ) ⋅ συν ( 7π − ω ) ⋅ ημ ⎜ − ω ⎟ ⋅ συν ⎜ + ω⎟
⎝ 2 ⎠ ⎝ 2 ⎠ = ημ 2 ω − 1 .
⎛ 5π ⎞ ⎛ 7π ⎞
σφ ( 5π + ω ) ⋅ ημ ( 7π − ω ) ⋅ συν ⎜ − ω ⎟ ⋅ σφ ⎜ + ω⎟
⎝ 2 ⎠ ⎝ 2 ⎠
⎛π ⎞ ⎛π ⎞
3. Αν εφ ⎜ − x ⎟ + εφ ⎜ + x ⎟ = 5 , να υπολογίσετε την τιμή της παράστασης:
⎝3 ⎠ ⎝6 ⎠
⎛π ⎞ ⎛π ⎞
εφ2 ⎜ − x ⎟ + εφ2 ⎜ + x ⎟ .
⎝ 3 ⎠ ⎝ 6 ⎠
4. Να αποδείξετε ότι:
εφ(π + x)
0< <1.
εφx + σφ(π + x)
5. ημ 2 20D + ημ 2 70D = 1 Α Ψ
π Α Ψ
8. Αν συν( x − ) + ημx = 0 , τότε ημx = 0
2
π π
9. Για κάθε x ∈ R ισχύει συν( x − ) − ημ( + x) = 0 Α Ψ
6 3
Α΄ ΟΜΑΔΑ Β΄ ΟΜΑΔΑ
1 ημ120D Α − 3
3
2 συν150D Β −
2
3
3 ημ 210D Γ −
3
1
4 συν300D Δ −
2
1
5 εφ210D Ε
2
3
6 σφ300D Ζ
3
εφ300D 3
7 Η
2
8 σφ210D Θ 3
Α) ημ 2 Β + ημ 2 Γ = 1 , Β) ημ 2 Β + συν 2 Γ = 1 , Γ) εφΒ = 1 .
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ενώ είναι κοινώς παραδεκτό ότι η γεωμετρία είναι δημιούργημα της κλασι-
κής περιόδου της αρχαίας Ελλάδας, εντούτοις δεν είναι εξίσου γνωστό ότι η
τριγωνομετρία είναι δημιούργημα της ελληνιστικής περιόδου με πρωταγωνι-
στές τον 'Ιππαρχο, τον Μενέλαο και τον Πτολεμαίο.
Η τριγωνομετρία ξεπήδησε στην προσπάθεια να θεμελιωθεί μια ποσοτική
αστρονομία η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να προβλεφθούν οι
θέσεις των ουρανίων σωμάτων, ο υπολογισμός του ημερολογίου και να ε-
φαρμοσθεί στη ναυσιπλοΐα και στη γεωγραφία. Θεμελιωτής της αστρονομίας
υπήρξε ο Ίππαρχος που έζησε στη Ρόδο και στην Αλεξάνδρεια και πέθανε
γύρω στο 125 π.Χ. Για την προσωπική του ζωή ξέρουμε πολύ λίγα και τα
περισσότερα που ξέρουμε γι' αυτόν προέρχονται από τα βιβλία του Πτολε-
μαίου. Ο Ίππαρχος συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση της θεωρίας
των επικύκλων, και ήταν σε θέση να υπολογίσει εκλείψεις της σελήνης με
ακρίβεια μιας έως δύο ωρών. Διέθετε επίσης και μια θεωρία για μια ικανο-
ποιητική εξήγηση του φαινομένου των εποχών.
Η σημαντικότερη ανακάλυψη του ήταν ότι τα σημεία που ο άξονας περι-
στροφής της γης τέμνει την ουράνια σφαίρα μετακινούνται και διαγράφουν
κύκλο με περίοδο 2600 χρόνια Το μεγαλύτερο μέρος της τριγωνομετρίας του
Ιππάρχου αναφέρεται σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε σφαιρική τριγωνομε-
τρία. Και αυτό είναι μοιραίο, αφού τον ενδιέφεραν κυρίως τρίγωνα που σχη-
ματίζονται πάνω στον ουράνιο θόλο. Όμως ανέπτυξε και βασικά σημεία της
επιπέδου τριγωνομετρίας.
Το έργο του Ίππαρχου συνέχισε ο Μενέλαος που έζησε γύρω στο 98 μ.Χ.
και του οποίου το βασικό έργο είναι τα «σφαιρικά».
Η ανάπτυξη της ελληνικής τριγωνομετρίας και των εφαρμογών της στην α-
στρονομία ολοκληρώνεται με το έργο του Πτολεμαίου που έζησε στην Αλε-
ξάνδρεια γύρω στο 168 μ.Χ. και του οποίου το κύριο σύγγραμμα είναι η Αλ-
μαγέστη (αραβική παραφθορά της λέξης «Μεγίστη»).
Το βιβλίο Α της Αλμαγέστης περιέχει όλα τα αναγκαία θεωρήματα για την
κατασκευή ενός πίνακα ημιτόνων και συνημιτόνων. Το Βασικό θεώρημα για
την κατασκευή αυτού του πίνακα είναι το εξής:
«Έστω ΑΒΓΔ είναι κυρτό τετράπλευρο εγγεγραμμένο σε κύκλο. Τότε ισχύει:
ΑΒ ⋅ ΓΔ+ΑΔ ⋅ ΒΓ=ΑΓ ⋅ ΒΔ ».
204 7. ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ
Στο θεώρημα αυτό στηρίχτηκε και ο Πτολεμαίος για να βρει διάφορους τρι-
γωνομετρικούς τύπους μεταξύ των οποίων και αυτού που σήμερα εκφράζου-
με ως
ημ( α - β ) = ημα ⋅ συνβ − συνα ⋅ ημβ
Η Αλμαγέστη έκανε για την τριγωνομετρία ότι έκαναν τα «Στοιχεία του Ευ-
κλείδη» για τη Γεωμετρία: Την διετύπωσαν στη μορφή που παρέμεινε για τα
επόμενα 1000 χρόνια.
Μετά το 200 μ.Χ. με την τριγωνομετρία ασχολήθηκαν και οι Ινδοί με κίνη-
τρο επίσης την αντιμετώπιση αστρονομικών προβλημάτων. Δεν είχαν σημα-
ντική συνεισφορά και αξίζει να σημειωθεί ότι για διάφορους τριγωνομετρι-
κούς και αστρονομικούς όρους όπως κέντρο, λεπτό κτλ., χρησιμοποιούσαν
τις ελληνικές λέξεις.
Κατά τα χρόνια του Μεσαίωνα με την τριγωνομετρία ασχολούνται και οι
Άραβες, χωρίς να συνεισφέρουν σε αυτήν κάτι σημαντικό δικό τους. Συνέ-
βαλαν όμως στο να μεταδώσουν την Ελληνική τριγωνομετρία στην Ευρώπη.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
4. Δίνεται η εξίσωση 3 x 1 αx 4 , α .
i) Να λύσετε την εξίσωση για τις διάφορες τιμές του α .
ii) Για ποιες τιμές του α η εξίσωση έχει λύση μεγαλύτερη του1;
5. Δίνεται η εξίσωση λ2 x 1 3 λ x 2, λ .
i) Να αποδείξετε ότι η εξίσωση αυτή γράφεται ισοδύναμα:
λ 1 λ 1 x λ 1 λ 2 .
ii) Να λύσετε την εξίσωση για τις διάφορες τιμές του λ .
iii) Να βρείτε τις τιμές του λ για τις οποίες η εξίσωση έχει ρίζα τον
1
αριθμό .
4
x α
2
y 2 1, α
παριστάνει στο επίπεδο κύκλο C με κέντρο K και ακτίνα 1.
Σχεδιάστε τον κύκλο για μια τιμή του α.
iii) Με τη βοήθεια των παραπάνω γραφικών παραστάσεων να προσδιο-
ρίσετε το πλήθος των λύσεων του συστήματος
y x 0
2 2
x α y 1
2 2
12. Θεωρούμε έναν άξονα x ' x και παίρνουμε πάνω σ’ αυτόν τα σταθερά
σημεία Α 1 , Β 1 και ένα μεταβλητό σημείο Μ x . Θέτουμε
f ( x) ΜΑ ΜΒ και g ( x) ΜΑ ΜΒ .
208 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
i) Να αποδείξετε ότι :
f ( x ) = x + 1 + x -1 και g ( x ) = x + 1 - x -1 .
ii) Να παραστήσετε γραφικά τις συναρτήσεις f και g.
iii) Να βρείτε με τη βοήθεια των παραπάνω γραφικών παραστάσεων την
ελάχιστη και τη μέγιστη τιμή (εφόσον υπάρχουν) των συναρτήσεων f
και g, καθώς και τις θέσεις στις οποίες παρουσιάζονται.
Αν Α ', Β ', Γ ' , …, Μ ', Ν ' είναι τα σημεία της γραφικής παράστασης της
f με τετμημένες 1, 2, 3,…, ν, ν 1 αντιστοίχως, να αποδείξετε ότι τα τρί-
γωνα Β Α ' Β ' , Γ Β ' Γ ' , …, Ν Μ ' Ν ' είναι ισοσκελή.
16. Δίνεται ένα τετράγωνο ΑΒΓΔ με πλευρά 20cm και το μέσον Ο της ΑΔ.
Ένα κινητό σημείο Μ ξεκινά από το Α και, διαγράφοντας την πολυγωνι-
κή γραμμή ΑΒΓΔ, καταλήγει στο Δ.
iii) Να βρείτε την τιμή του x για την οποία ισχύει f ( x) 120 cm 2.
i) Να αποδείξετε ότι
f x x, 0 x 2 και g x 0,5 x 2 2, 0 x 2 .
210 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
ii) Να βρείτε τις τιμές του x για τις οποίες τα δύο εμβαδά είναι ίσα.
20. Σε ένα τμήμα ΑΒ 10km μιας λεωφόρου πέφτει συνεχώς χιόνι και το
ύψος του χιονιού αυξάνεται 1cm την ώρα. Όταν αρχίζει η χιονόπτωση
ένα εκχιονιστικό μηχάνημα αρχίζει από το άκρο Α να καθαρίζει το χιόνι
κινούμενο κατά μήκος του δρόμου με ταχύτητα 10 km h . Μόλις φτάσει
στο Β γυρίζει και καθαρίζει το δρόμο αντιστρόφως από το Β προς το Α
και συνεχίζει με τον ίδιο τρόπο.
i) Να σχεδιάσετε ένα διάγραμμα για το ύψος του χιονιού στο Α , παρα-
βλέποντας το χρόνο στροφής στα Α και Β .
ii) Να κάνετε το ίδιο για το ύψος του χιονιού στο μέσο Μ του ΑΒ .
ΥΠΟΔΕΙΞΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ
iii)
45
και
46
iv) 48,34 και 50,32 . 2o ΚΕΦΑΛΑΙΟ
54 53
§ 2.1
5. i) 10, 2 και 16, 2 ii) 6,38 και 15,68 .
Α΄ Ομάδας
6. Απαλοιφή παρονομαστών. 7. 5 − x < 0 . 11
1. i) 5 ii) −1 iii) −7 iv) .
B΄ Ομάδας 3
1. i) Απαλοιφή παρονομαστών, 2. i) Αδύνατη ii) ταυτότητα.
ii) απαλοιφή παρονομαστών. 3. i) Αν λ ≠ 1 , τότε x = 1 ,
2. Πάρτε τη διαφορά. αν λ = 1 , ταυτότητα.
3. Εκτέλεση πράξεων. λ
4. i) Πολλαπλασιάστε με το 2 ii) Αν λ ≠ 2 , τότε x = ,
λ−2
ii) πολλαπλασιάστε με το 2 .
αν λ = 2 , αδύνατη.
§ 1.3 1
iii) Αν λ ≠ 0 και λ ≠ 1 , τότε x = ,
Α΄ Ομάδας λ
1. i) π − 3 ii) 4 − π iii) 1 iv) 0 αν λ = 0 , αδύνατη,
2. 1 3. i) −1 ii) 1 αν λ = 1 , ταυτότητα.
4. 1 5. 2 ή 0 ή −2 λ +1
iv) Αν λ ≠ 0 και λ ≠ 1 , τότε x = ,
6. i) d ( 2,37, D ) ≤ 0,005 λ −1
ii) 2,365 και 2,375 . αν λ = 0 , ταυτότητα,
αν λ = 1 , αδύνατη.
B΄ Ομάδας 15
1. Χρησιμοποιήστε τριγωνική ανισότητα, 4. i) x = 2,5 ii) x = 5. 2.750 και 1.250 .
8
3. i) x = y = 0 ii) x ≠ 0 ή y ≠ 0 .
v − v0 R2 R
α β 6. i) t = ii) R1 = .
4. i) <1< . α R2 − R
β α
7. i) 4 και − 1 ii) 2 και − 1 .
α β
ii) Αρκεί να δειχθεί 1 − < − 1 . 8. i) 0 και 1 ii) −1 και 0 .
β α
212 ΥΠΟΔΕΙΞΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ
x −1 2 ( x − 3) 2x − 3 2.
2. i) ii) iii) . x −∞ −2 1 2 +∞
2x + 1 x−7 x −1
3. i) x 2 − 2 x − 15 > 0 , P ( x) − 0 + 0 − 0 −
για x ∈ ( −∞, −3) ∪ ( 5, +∞ ) 3. x ∈ ( −3,1) ∪ ( 3, +∞ ) .
ii) 4 x − 4 x + 1 = ( 2 x − 1) 4. x ∈ [ −3,0] ∪ [3, +∞ ) .
2 2
⎡ 1 ⎞
iii) − x 2 + 2 x − 2 < 0 για x ∈ \ . 7. i) x ∈ ( −∞, −1) ∪ ( 2, +∞ ) ii) x ∈ ⎢ − ,3 ⎟ .
5. i) x ∈ [ 0, 4] ii) x ∈ [ −4,1] . ⎣ 2 ⎠
8. x ∈ ( −2, −1] ∪ (1, 2] .
⎛ 5⎞
6. i) x ∈ ( −∞, −1) ∪ ( 2, +∞ ) ii) x ∈ ⎜ −1, ⎟
⎝ 2⎠ B΄ Ομάδας
7. i) x ∈ \, x ≠ 2 ii) x = 3 . ⎛ 7⎞ ⎛ 5 ⎞
1. i) x ∈ ⎜1, ⎟ ii) x ∈ ( −∞, −2] ∪ ⎜ − , +∞ ⎟ .
8. i) Αδύνατη ii) x ∈ \ . 9. x ∈ (1,3) . ⎝ 2⎠ ⎝ 3 ⎠
2. x ∈ ( −∞, −3] ∪ (1, 4] .
10. x ∈ ( −4, −1) ∪ ( 3, 4 ) .
⎛ 5⎞
11. x ∈ (1, 2 ) ∪ ( 3,5 ) . 3. i) x ∈ ⎜1, ⎟ ∪ [ 2,5] .
⎝ 3⎠
B΄ Ομάδας ⎛1 ⎤
ii) x ∈ ( −∞, −2 ) ∪ ⎜ ,1⎥ ∪ [3, +∞ ) .
1. i) (α − β ) ( α + 2 β ) , (α + 2 β ) ( α − 3 β ) ⎝2 ⎦
α−β ⎛ 1 ⎞
ii) , α ≠ 3 β και α ≠ −2 β . 4. x ∈ ⎜ − ,0 ⎟ ∪ ( 0,1) .
α − 3β ⎝ 3 ⎠
2. ( 2x − α )( x + β ) . 5. 1,59 < x < 4, 41 . 6. 1 < t < 4 .
x+ β 4o ΚΕΦΑΛΑΙΟ
3. , x ≠ α και x ≠ 2α .
x − 2α
§ 4.1
4. i) 4 ii) λ < 0 ή λ > 4
A΄ Ομάδας
iii) 0 < λ < 4 .
1. i) \ − {1} ii) \ − {0, 4} iii) \
4
5. 0 < λ < . iv) ( 0, +∞ ) .
9
6. i) Δ = −8 λ2 − 24 λ, λ < −3 ή λ > 0 2. i) [1, 2]
ii) λ < −3 . ii) ( −∞, −2] ∪ [ 2, +∞ )
7. Το Μ βρίσκεται ανάμεσα στα σημεία iii) [1,3] iv) [ 0,1) ∪ (1, +∞ ) .
που τριχοτομούν την ΑΓ.
3. −125 , 3 , 15 .
8. ii) Α > 0 με α, β ομόσημους,
4. i) f ( x ) = ( x + 2 ) , x ∈ `
2
ii) 4,5,8,10 .
Α < 0 με α, β ετερόσημους.
5 . i) x = 3 ii) αδύνατο iii) x = 2 ή x = −2
§ 3.3 § 4.2
Α΄ Ομάδας A΄ Ομάδας
1. 2. 2 < x < 5 και 1 < y < 6 .
x 2
−∞ −1 2 +∞ 3. i) ( −1, −3) ii) (1,3) iii) ( 3, −1)
3
iv) (1, −3) .
P ( x) + 0 − 0 + 0 −
4. i) 2 5 ii) 5 iii) 4 iv) 5 .
214 ΥΠΟΔΕΙΞΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ
6. ( ΑΒ ) = ( ΒΓ ) = ( ΓΔ ) = ( ΔΑ ) = 5 . § 4.4
7. i) 2 ii) −1 iii) 4 . A΄ Ομάδας
8. i) ( 4,0 ) , ( 0, −4 ) ii) ( 2,0 ) , ( 3,0 ) , 5. i) 2 ( x − 2 ) ii) 2 ( x − 3) − 3
2 2
B΄ Ομάδας 5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
1
1. i) f ( −6 ) = 1 , f ( −5 ) = , f ( −4 ) = 0 , § 5.1
2 A΄ Ομάδας
1 1. y = 2 x 2 . 4. x 2 ≤ 1 ⇔ −1 ≤ x ≤ 1 ,
f ( −3) = − , f ( −2 ) = −1 , f ( −1) = 0 ,
2 x 2 > 1 ⇔ x < −1 ή x > 1 .
f (0) = 1 , f (1) = 1 , f ( 2) = 1 ,
f ( 3) = 0 , f ( 4 ) = −1 , f ( 5 ) = −2 Β΄ Ομάδας
2. f ( −∞,0] , f [0, +∞ ) ,
ii) f ( x ) = 0 : −4, − 1, 3 f ( x ) = −1 : −2 , 4
f ( 0 ) = 0 , ελάχιστο.
f ( x ) = 1 : x ∈ [ 0, 2] ∪ {−6}
3. i) α) x 3 < x 2 < x < x
iii) y = 0,5 ⋅ x , x ∈ [ 2,5] ∪ {−2}
β) x 3 > x 2 > x > x . 4. 3.
2. y = x − 1 , x ≥ 1 .
3. i) Β ( t ) = 2000 − 100t , 0 ≤ t ≤ 20 , § 5.2
Δ ( t ) = 600 + 100t , 0 ≤ t ≤ 20 , Α΄ Ομάδας
2 1
ii) t =7 min 4. f ( x ) = − x + 8 , 0 ≤ x ≤ 4 . 1. y = . 4. ≤ 1 ⇔ x < 0 ή x ≥ 1 ,
x x
20 1
5. i) h1 ( t ) = − t + 20 , 0 ≤ t ≤ 3 >1⇔ 0 < x <1 ,
3 x
h2 ( t ) = −5t + 20 , 0 ≤ t ≤ 4 1
5. ≤ x 2 ⇔ x < 0 ή x ≥ 1
x
ΥΠΟΔΕΙΞΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ 215
1 4 1 1
> x2 ⇔ 0 < x < 1 . 6. y = . 6. i) λ1 = − , λ2 = − .
x x 2 2
3
§ 5.3 ii) δεν υπάρχουν iii) α ≠
.
Α΄ Ομάδας 2
7. i) Αν α ≠ ±1 , οι ευθείες έχουν μοναδι-
1. i) y = 2 ⋅ ( x − 1) + 3 .
2
⎛ α 2 + α + 1 −α ⎞
ii) y = −2 ⋅ ( x − 2 ) − 1 .
2 κό κοινό σημείο, το ⎜ , ⎟,
⎝ α +1 α +1⎠
⎛3⎞ 3 αν α = 1 , οι ευθείες ταυτίζονται, αν
2. α) f ⎜ ⎟ = − ελάχιστο.
⎝2⎠ 2 α = −1 , οι ευθείες είναι παράλληλες.
⎛ 5 ⎞ 49 ii) οι ευθείες έχουν μοναδικό κοινό
β) g ⎜ − ⎟ = μέγιστο. σημείο για κάθε α ∈ \ .
⎝ 6 ⎠ 12
Β΄ Ομάδας 8. i) Αν λ ≠ ±3 , μοναδική λύση,
1. i) 1 ii) −1 iii) −3 , 5 . αν λ = 3 , αδύνατο, αν λ = −3 αδύνατο,
2. i) α < 0 ii) Δ > 0 iii) α = −1 , γ = −5 . ii) αν μ ≠ ±3 μοναδική λύση, αν μ = 3
3. i) f ( x ) = − x 2 + 10 x ii) f ( 5 ) = 25 . άπειρες λύσεις, αν μ = −3 αδύνατο.
9. 2 cm , 4 cm , 3 cm .
3 2
4. i) E =
2
( x − 6 x + 18) ii) ΜΑ=ΜΒ 10. x = τ − α , y = τ − β , z = τ − γ .
11. 22,88 lt , 17,68 lt , 11, 44 lt .
5. 30 , 40 .
12. f ( x ) = x 2 − 4 x + 3 , g ( x ) = − x 2 + 2 x + 3 ,
6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ h ( x ) = 0,5 x 2 − 3x + 4 .
§ 6.1
§ 6.2
A΄ Ομάδας
Α΄ Ομάδας
⎛ 3 5⎞
1. ( 3, −1) 2. i) ( 21, 24 ) ii) ⎜ , ⎟ . ⎛2 4⎞
⎝ 4 3⎠ 1. ( −1, 2 ) , ( 2, −1) . 2. i) ⎜ , ⎟
⎝3 3⎠
3. i) ( 3, −4 ) ii) ( 5, 2 ) .
⎛3 2 3 2 ⎞ ⎛ 3 2 3 2 ⎞
4. i) Αδύνατο ii) άπειρες λύσεις της ii) ⎜⎜ , ⎟ , ⎜− ,− ⎟.
⎝ 2 2 ⎟⎠ ⎜⎝ 2 2 ⎟⎠
⎛ κ +2⎞
μορφής: ⎜ κ , ⎟ , κ ∈\ . iii) ( −1, −2 ) , (1, 2 ) , ( −2, −1) , ( 2,1) .
⎝ 2 ⎠
5. i) ( 3,1) ii) ( 2, −1) . Β΄ Ομάδας
6. i) Μοναδική ii) άπειρες iii) αδύνατο. 1. ( 4,3) , ( −4,3) , ( 0, −5 ) .
((
7. i) − ) )
3 + 1 ( κ + 1) , κ , κ ∈ \ 2. (1,0 ) , ( 3,0 ) , ( 2, −1) , ( 4,3) .
ii) αδύνατο. 3. 12 cm , 10 cm 4. κ < 1 .
8. i) ( 4,3, −5 ) ii) αδύνατο
7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
iii) (10κ + 2, − 16κ + 2, κ ) , κ ∈ \.
§ 7.1
Β΄ Ομάδας A΄ Ομάδας
1 1. x = 3 , y = 3 2 , ωˆ = 45D .
1. i) ε1: y = − x + 2 , ε2 : y = x − 1 ii) 2,1 .
2
2. ΑΒ = 1 , ΑΓ = 3 .
2. 10 δίκλινα, 16 τρίκλινα.
3. i) 6 rad ii) 3 rad iii) 2 rad
3. 1500 παιδιά, 700 ενήλικες.
π 2π
1 11 4. i) rad ii) rad
4. R = ⋅T + . 6 3
600 30
33π
5. 40 ml , 60 ml . iii) 7πrad iv) − rad .
4
216 ΥΠΟΔΕΙΞΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ
2− 2 4. σφα . 6. 1 .
2. iii) 2 − 2 v) .
2 Β΄ Ομάδας
3. 12 + 8 3 , 12 3 . 4. 573 mm . 1. 0 3. 23 .
1. Œ¯Ô˘ÌÂ
4
xy3 –1 3 4 12 9 9
(i) A = : y = x y ⋅ x = y6 ⋅ x = y9 ⋅ x9 = x y 9
2
x2y3 x3 x4y6 y–3 y–3
1 ¤¯Ô˘Ì x y = 1 ÔfiÙÂ
(ii) °È· x = 2010 Î·È y =
2010
∞ = 19 = 1.
22 2 2
2. Œ¯Ô˘Ì ∞ = x : 1 = x ⋅ x3 y7 = x5 ⋅ y5 = xy
2 10
y 3 7 2
x y y
°È· x = 0,4 Î·È y = –2,5 Â›Ó·È xy = –1 ÔfiÙ ∞ = (–1)10 = 1.
4. i) Œ¯Ô˘ÌÂ
(· + ‚)2 – (· – ‚)2 = ·2 + 2·‚ + ‚2 – (·2 – 2·‚ + ‚2)
2 2 2 2
= · + 2·‚ + ‚ – · + 2·‚ – ‚ = 4·‚
ii) ™‡Ìʈӷ Ì ÙÔ ÂÚÒÙËÌ· (i):
2
999 1000 999 1000 2
+ – – = 4 999 ⋅ 1000 = 4
1000 999 1000 999 1000 999
6 ∫∂º∞§∞π√ 1: √𠶃∞°ª∞∆π∫√π ∞ƒπ£ª√π
5. i) Œ¯Ô˘ÌÂ
·2 – (· – 1) (· + 1) = ·2 – (·2 – 1) = ·2 – ·2 + 1 = 1
ii) ∞Ó ÂÊ·ÚÌfiÛÔ˘Ì ÙÔ ÂÚÒÙËÌ· (i) ÁÈ· · = 1,3265 Ë ÙÈÌ‹ Ô˘ ÚÔ·ÙÂÈ
ÁÈ· ÙËÓ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Â›Ó·È 1.
7. πÛ¯‡ÂÈ
2v + 2v+1 + 2v+2 = 2v (1 + 2 + 22) = 2v Ø 7
µã √ª∞¢∞™
2. Œ¯Ô˘ÌÂ
2
1 2 ⋅ ·3 + · 2 = · 2 – 1 ⋅ ·2 (· + 1)
i) · –
· (· + 1)3 · (· + 1)3
2 2 2
= (· –1) (· + 1) ⋅ · = (· – 1)2
2 2
· (· + 1)
·2 + · + 1 ⋅ ·2 – 1 = · 2 + · + 1 ⋅ (· – 1) (· + 1) = 1
ii)
·+1 ·3 – 1 ·+1 (· – 1) (·2 + · + 1)
3. Œ¯Ô˘ÌÂ
–2 –2 2
2 1
i) (x + y) +1 = (x + y) 2 y + x = (x + y) 2 x y = (x y) 2 = x2 y2
x y xy x+y
1.1. √È Ú¿ÍÂȘ Î·È ÔÈ È‰ÈfiÙËÙ¤˜ ÙÔ˘˜ 7
1–1 1–1
x + y ⋅ x–1 – y–1 = x + y ⋅ x y = x + y ⋅ x y
ii) –2 –2
x–y x – y x–y 1 – 1 x–y 1 – 1 1 + 1
x2 y2 x y x y
= x + y ⋅ 1 = x + y ⋅ xy = xy
x–y y+x x–y x+y x–y
xy
4. Œ¯Ô˘ÌÂ
x3 + y3 : x2 – y = (x + y) (x2 – xy + y2) : x2 – xy + y2
x2 – y2 x – y (x – y) (x + y) x–y
2 2
= x – xy + y ⋅ x–y =1
x – xy + y2
x–y 2
2. Œ¯Ô˘Ì ·2 + ‚2 – 2· + 1 ≥ 0 ⇔ ·2 – 2· + 1 + ‚2 ≥ 0
⇔ (· – 1)2 + ‚2 ≥ 0 Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ.
∏ ÈÛfiÙËÙ· ÈÛ¯‡ÂÈ ÁÈ· · = 1 Î·È ‚ = 0.
ii) Œ¯Ô˘Ì x2 + y2 – 2x + 4y + 5 = 0 ⇔ x2 – 2x + 1 + y2 + 4y + 4 = 0
⇔ (x – 1)2 + (y + 2)2 = 0
⇔ x – 1 = 0 Î·È y + 2 = 0
⇔ x = 1 Î·È y = –2.
5.
°È· ÙÔ x ¤¯Ô˘ÌÂ:
2 + 0,2 < x + 0,2 < 3 + 0,2 ⇔ 2,2 < x + 0,2 < 3,2, (1)
°È· ÙÔ y ¤¯Ô˘ÌÂ:
3 – 0,1 < y – 0,1 < 5 – 0,1 ⇔ 2,9 < y – 0,1 < 4,9, (2)
7. πÛ¯‡ÂÈ 5 – x < 0 ÔfiÙ ηٿ ÙËÓ ·ÏÔÔ›ËÛ‹ ÙÔ˘ Ë ·ÓÈÛfiÙËÙ· ·ÏÏ¿˙ÂÈ ÊÔ-
Ú¿. ŒÙÛÈ ÙÔ ÛˆÛÙfi ›ӷÈ
x(5 – x) > (5 + x)(5 – x) ⇔ x < 5 + x ⇔ 0 < 5, Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ.
µã √ª∞¢∞™
1. i) ∂Âȉ‹ ÔÈ ·, ‚, Á Â›Ó·È ıÂÙÈÎÔ›, ¤¯Ô˘ÌÂ
· + Á > · ⇔ (· + Á)‚ > ·(‚ + Á) ⇔ ·‚ + ‚Á > ·‚ + ·Á ⇔
‚+Á ‚
·
⇔ ‚Á > ·Á ⇔ ‚ > · ⇔ < 1, Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ.
‚
ii) √ÌÔ›ˆ˜
· + Á < · ⇔ (· + Á)‚ < ·(‚ + Á) ⇔ ·‚ + ‚Á < ·‚ + ·Á ⇔
‚+Á ‚
1.3. ∞fiÏ˘ÙË ÙÈÌ‹ Ú·ÁÌ·ÙÈÎÔ‡ ·ÚÈıÌÔ‡ 11
· > 1,
⇔ ‚Á < ·Á ⇔ ‚ < · ⇔ Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ.
‚
·–‚ ‚–·
4. ∂›Ó·È = = 1.
‚–· ‚–·
12 ∫∂º∞§∞π√ 1: √𠶃∞°ª∞∆π∫√π ∞ƒπ£ª√π
x y
5. ñ ∞Ó x > 0 Î·È y > 0, ÙfiÙ A = + = 1 + 1 = 2
x y
7.
1.3. ∞fiÏ˘ÙË ÙÈÌ‹ Ú·ÁÌ·ÙÈÎÔ‡ ·ÚÈıÌÔ‡ 13
Bã √ª∞¢∞™
1. ªÂ ÙË ‚Ô‹ıÂÈ· Ù˘ ÙÚÈÁˆÓÈ΋˜ ·ÓÈÛfiÙËÙ·˜ ¤¯Ô˘ÌÂ
|· – ‚| = |(· – Á) + (Á – ‚)| ≤ |· – Á| + |Á – ‚|.
· + ‚ – |· – ‚| = · + ‚ – · + ‚ = 2‚ = ‚.
ii)
2 2 2
‚ ·
⇔ 0 < ‚2 + ·2 – 2·‚
⇔ (· – ‚)2 > 0, Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ ·ÊÔ‡ · ≠ ‚.
2. i) ( – 4)2 = | – 4| = 4 – .
x2 = |x| .
iv)
4 2
3. Œ¯Ô˘ÌÂ
2 2
2– 5 + 3– 5 = 2 – 5 + 3 – 5 = 5 – 2 + 3 – 5 = 1.
1.4. ƒ›˙˜ Ú·ÁÌ·ÙÈÎÒÓ ·ÚÈıÌÒÓ 15
2 2
4. x–5 – x+3 x–5 + x+3 = x–5 – x+3
= (x – 5) – (x + 3)
= x – 5 – x – 3 = –8,
Ì ÙËÓ ÚÔ¸fiıÂÛË fiÙÈ x – 5 ≥ 0 Î·È x + 3 ≥ 0, ‰ËÏ·‰‹ ÁÈ· x ≥ 5.
5. i) 8 – 18 50 + 72 – 32
= 2⋅4 – 2 ⋅ 9 2 ⋅ 25 + 2 ⋅ 36 – 2 ⋅ 16
= 2 2 –3 2 5 2 +6 2 –4 2
2
= – 2 7 2 = –7 2 = –14.
ii) 28 + 7 + 32 63 – 32
= 4 ⋅ 7 + 7 + 2 ⋅ 16 7 ⋅ 9 – 2 ⋅ 16
= 2 7 + 7 +4 2 3 7 –4 2 = 3 7 +4 2 3 7 –4 2
2 2
= 3 7 – 4 2 = 9 ⋅ 7 – 16 ⋅ 2 = 63 – 32 = 31.
6. i) 2 ⋅ 2– 2 ⋅ 2+ 2 = 2 ⋅ 2– 2 2+ 2
2
= 2⋅ 22 – 2 = 2 ⋅ 2 = 2.
3 3 3 3 3
ii) 2 ⋅ 3+ 5 ⋅ 3– 5 = 2 ⋅ 3+ 5 3– 5
3 3 2 3 3 3 3 3 3
= 2⋅ 32 – 5 = 2 ⋅ 9– 5 = 2 ⋅ 4 = 2 ⋅ 4 = 8 = 2.
7. i) 1Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
3 3 3 12 3
2⋅ 2 = 23 ⋅ 2 = 24 = 24 = 2 .
2Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
3
2 2 = 2 ⋅ 21/3 = 24/3
1/2 1/2 3
= 24/3 = 22/3 = 22/3 = 21/3 = 2 .
4 3 1 3 +1 9 +4 13 1
3 3 12
8. i) 3 ⋅ 3 = 34 ⋅ 33 = 34 3 = 312 12 = 312 = 3 ⋅ 312 = 3 3 .
9 6 8 5 8 +5 16 + 15 31 13 18
8 5 13
ii) 2 ⋅ 2 = 29 ⋅ 26 = 29 6
= 218 18
= 218 = 2 ⋅ 218 = 2 2 .
6 3 1 4 3 +1 + 4 9 +2 + 4 15 5
3 3 4
iii) 5 ⋅ 5⋅ 5 = 52 ⋅ 53 ⋅ 56 = 52 3 6
= 56 6 6
= 5 6 = 52 =
5 2
= 5 = 5 ⋅ 5 = 25 5.
25 ⋅ 12 = 25 ⋅ 4 ⋅ 3 = 25 ⋅ 2 3 = 10.
9. i)
75 25 ⋅ 3 5 3
8 8 7+ 5
ii) = =4 7+ 5 .
7– 5 7–5
7+ 6 = 7+ 6 7+ 6 2
iii) = 7+ 6
7– 6 7–6
= 7 + 6 + 2 42 = 13 + 2 42.
1.4. ƒ›˙˜ Ú·ÁÌ·ÙÈÎÒÓ ·ÚÈıÌÒÓ 17
µã √ª∞¢∞™
3 3 –2 2 = 3 3 –2 2 3+ 2
1. i) = 9 + 3 6 – 2 6 – 4 = 5 + 6.
3– 2 3– 2 3+ 2 3–2
2 2
· · –‚ ‚ = · · –‚ ‚ ·+ ‚
ii) = · + · ·‚ – ‚ ·‚ – ‚
·– ‚ ·– ‚ · + ‚ ·–‚
= (· – ‚) (· + ‚) + ·‚ (· – ‚) = · + ‚ + ·‚ .
·–‚
3. i) ∂›Ó·È
2 2 2
2 + 3 2 + 3 2 ⋅ 3
= +2
3 3 3 2 3 2
=2 +3 +2= 4 + 9 + 12 = 25
3 2 6 6 6 6
Ô˘ Â›Ó·È ÚËÙfi˜ ·ÚÈıÌfi˜.
18 ∫∂º∞§∞π√ 1: √𠶃∞°ª∞∆π∫√π ∞ƒπ£ª√π
ii) ∂›Ó·È
2 2
·+ 1 = · + 1 +2 · ⋅ 1
2
· · ·
2 2
·+1
= · + 1 + 2 = · + 1 + 2· =
· · ·
Ô˘ Â›Ó·È ÚËÙfi˜ ·ÚÈıÌfi˜.
= 3 5 +3+5– 5 3 = 8 = 4.
2 2
ii) ∂›Ó·È
ñ 2 – 3 2 = 4 – 4 3 + 3 = 7 – 4 3 ηÈ
ñ 2 + 3 2 = 4 + 4 3 + 3 = 7 + 4 3 ÔfiÙÂ
Œ¯Ô˘ÌÂ
1 1 1 1
– = –
2 2
2– 3 2+ 3 7 – 4 3 7 + 4 3
= 7 + 4 3 – 7 – 4 3 = 7 + 4 3 – 7 + 4 3 = 8 3.
49 – 48 49 – 48
1. i) 4x – 3(2x – 1) = 7x – 42 ⇔ 4x – 6x + 3 = 7x – 42
⇔ 4x – 6x – 7x = –42 – 3 ⇔ –9x = –45 ⇔ x = 5.
ÕÚ·, Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË, ÙËÓ x = 5.
1 – 4x – x + 1 = x – 4 + 5
ii)
5 4 20 4
⇔ 20 1 – 4x – 20 x + 1 = 20 x – 4 + 20 5
5 4 20 4
⇔ 4(1 – 4x) – 5(x + 1) = x – 4 + 25 ⇔ 4 – 16x – 5x – 5 = x + 21
⇔ –21x – x = 21 + 1 ⇔ –22x = 22 ⇔ x= –1.
ÕÚ·, Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË, ÙËÓ x = –1.
x – x = x – x – 49 ⇔ 60 ⋅ x – 60 ⋅ x = 60 ⋅ x – 60 ⋅ x – 60 ⋅ 49
iii)
2 3 4 5 60 2 3 4 5 60
⇔ 30x – 20x = 15x – 12x – 49 ⇔ 30x – 20x – 15x + 12x = – 49
⇔ 7x = –49 ⇔ x = –7.
ÕÚ·, Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË, ÙËÓ x = –7.
x = Ï – 1 = 1.
Ï–1
ñ ∞Ó Ï = 1, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È 0x = 0 Î·È Â›Ó·È Ù·˘ÙfiÙËÙ·.
x= Ï–1 = 1 .
Ï(Ï – 1) Ï
ñ ∞Ó Ï = 0 Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È 0x = –1 Î·È Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
ñ ∞Ó Ï = 1 Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È 0x = 0 Î·È Â›Ó·È Ù·˘ÙfiÙËÙ·.
x = Ï(Ï + 1) = Ï + 1 .
Ï(Ï – 1) Ï – 1
ñ ∞Ó Ï = 0, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È 0x = 0 Î·È Â›Ó·È Ù·˘ÙfiÙËÙ·.
ñ ∞Ó Ï = 1, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È 0x = 2 Î·È Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
5. ∞Ó ÙÔ ÔÛfi ÙˆÓ x ¢ÚÒ Î·Ù·Ù¤ıËΠÚÔ˜ 5%, ÙfiÙ ÙÔ ˘fiÏÔÈÔ ÔÛfi ÙˆÓ
(4000 – x) ¢ÚÒ Î·Ù·Ù¤ıËΠÚÔ˜ 3%.
5 x
– ∆Ô ÔÛfi ÙˆÓ x ¢ÚÒ ¤‰ˆÛ ÂÙ‹ÛÈÔ ÙfiÎÔ Â˘ÚÒ
100
3 (4000 – x)
– ∆Ô ÔÛfi ÙˆÓ (4000 – x) ¢ÚÒ ¤‰ˆÛ ÂÙ‹ÛÈÔ ÙfiÎÔ Â˘ÚÒ.
100
∏ Â͛ۈÛË Ô˘ ·ÓÙÈÛÙÔȯ› ÛÙÔ Úfi‚ÏËÌ· ›ӷÈ
5 x + 3 (4000 – x) = 175 ⇔ 5x + 3(4000 – x) = 100 ⋅ 175
100 100
⇔ 5x + 12.000 – 3x = 17.500 ⇔ 2x = 17.500 – 12.000 ⇔
⇔ 2x = 5.500 ⇔ x = 2.750 ¢ÚÒ.
∂Ô̤ӈ˜ Ù· 2.750 ¢ÚÒ ÙÔΛÛÙËÎ·Ó ÚÔ˜ 5% Î·È Ù· ˘fiÏÔÈ· 1.250 ¢-
ÚÒ ÙÔΛÛÙËÎ·Ó ÚÔ˜ 3%.
v – v0
6. i) v = v0 + ·t ⇔ ·t = v – v0 ⇔ t = , ·ÊÔ‡ · ≠ 0.
·
1 = 1 + 1 ⇔ 1 – 1 = 1 ⇔ 1 = R2 – R
ii)
R R1 R2 R R2 R 1 R1 R2 R
1 ≠ 0.
∞fi ÙËÓ ÙÂÏÂ˘Ù·›· ÈÛfiÙËÙ· ÚÔ·ÙÂÈ fiÙÈ R2 – R ≠ 0, ·ÊÔ‡ ÙÔ
R1
R2 R
∂Ô̤ӈ˜ ¤¯Ô˘Ì R1 = .
R2 – R
7. i) x2(x – 4) + 2x(x – 4) + (x – 4) = 0
⇔ (x – 4) (x2 + 2x + 1) = 0
⇔ (x – 4) (x + 1)2 = 0 ⇔ x – 4 = 0 ‹ x + 1 = 0 ⇔ x = 4 ‹ x = –1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 4 Î·È –1.
(x – 2) – (2 – x) (4 + x) = 0 ⇔ (x – 2) + (x – 2) (x + 4) = 0
2 2
ii)
⇔ (x – 2) [(x – 2) + (x + 4)] = 0 ⇔ (x – 2) (2x + 2) = 0
⇔ x – 2 = 0 ‹ 2x + 2 = 0 ⇔ x = 2 ‹ x = –1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 2 Î·È –1.
22 ∫∂º∞§∞π√ 2: ∂•π™ø™∂π™
8. i) x(x2 – 1) – x3 + x2 = 0
⇔ x3 – x – x3 + x2 = 0
⇔ x(x – 1) = 0 ⇔ x = 0 ‹ x = 1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 0 Î·È 1.
ii) (x + 1)2 + x2 – 1 = 0
⇔ x2 + 2x + 1 + x2 – 1 = 0
⇔ 2x2 + 2x = 0 ⇔ 2x(x + 1) ⇔ x = –1 ‹ x = 0.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› –1 Î·È 0.
9. i) x(x – 2)2 = x2 – 4x + 4
⇔ x(x – 2)2 (x – 2)2 = 0
⇔ (x – 2)2(x – 1) = 0
⇔ x – 2 = 0 ‹ x – 1 = 0 ⇔ x = 2 ‹ x = 1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 2 Î·È 1.
10. i) x3 – 2x2 – x + 2 = 0
⇔ x2(x – 2) – (x – 2) = 0
⇔ (x – 2)(x2 – 1) = 0
⇔ (x – 2)(x – 1)(x + 1) = 0
⇔x–2=0 ‹ x–1=0 ‹ x+1=0
⇔ x = 2 ‹ x = 1 ‹ x = –1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 2, 1 Î·È –1.
x = 1 ⇔ x = 1
11. i)
x – 1 x2 – x x – 1 x(x – 1)
∏ Â͛ۈÛË ·˘Ù‹ ÔÚ›˙ÂÙ·È ÁÈ· οı x ≠ 1 Î·È x ≠ 0. ªÂ ·˘ÙÔ‡˜ ÙÔ˘˜
ÂÚÈÔÚÈÛÌÔ‡˜ ¤¯Ô˘ÌÂ:
x = 1 ⇔ x2(x – 1) = x – 1 ⇔x2 = 1
x – 1 x(x – 1)
⇔ x = –1 (·ÊÔ‡ x ≠ 1).
∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË ÙËÓ x = –1.
x+1 + 2 x+1
ii) =0 ⇔ + 2 2 = 0.
2 2
x – 1 x – 2x + 1 (x – 1) (x + 1) (x – 1)
∏ Â͛ۈÛË ·˘Ù‹ ÔÚ›˙ÂÙ·È ÁÈ· οı x ≠ 1 Î·È x ≠ –1. ªÂ ·˘ÙÔ‡˜ ÙÔ˘˜
ÂÚÈÔÚÈÛÌÔ‡˜ ¤¯Ô˘ÌÂ:
(x + 1) 2 =0 ⇔ 1 + 2
+ =0
2
(x – 1) (x + 1) (x – 1) x – 1 (x – 1) 2
⇔x–1+2=0⇔x+1=0
⇔ x = –1,
Ô˘ ·ÔÚÚ›ÙÂÙ·È ÏfiÁˆ ÙˆÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌÒÓ.
∂Ô̤ӈ˜ Î·È Ë ·Ú¯È΋ Â͛ۈÛË Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
12. i) ∏ Â͛ۈÛË ·˘Ù‹ ÔÚ›˙ÂÙ·È ÁÈ· οı x ≠ 1 Î·È x ≠ –1. ªÂ ·˘ÙÔ‡˜ ÙÔ˘
ÂÚÈÔÚÈÛÌÔ‡˜ ¤¯Ô˘ÌÂ:
1 + 1 = 2
x – 1 x + 1 x2 – 1
⇔ (x – 1) (x + 1) 1 + (x – 1) (x + 1) 1 = (x – 1) (x + 1) 2 2
x–1 x+1 x –1
⇔x+1+x–1=2
⇔ 2x = 2 ⇔ x = 1, Ô˘ ·ÔÚÚ›ÙÂÙ·È, ·ÊÔ‡ x ≠ 1.
∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
ii) ∏ Â͛ۈÛË ·˘Ù‹ ÔÚ›˙ÂÙ·È ÁÈ· οı x ≠ 0 Î·È x ≠ –2. ªÂ ·˘ÙÔ‡˜ ÙÔ˘˜
ÂÚÈÔÚÈÛÌÔ‡˜ ¤¯Ô˘ÌÂ:
3 –2 = x–4
x + 2 x x2 + 2x
iii) ∏ Â͛ۈÛË ·˘Ù‹ ÔÚ›˙ÂÙ·È ÁÈ· οı x ≠ 2 Î·È x ≠ –2. ªÂ ·˘ÙÔ‡˜ ÙÔ˘˜
ÂÚÈÔÚÈÛÌÔ‡˜ ¤¯Ô˘ÌÂ:
1 = x ⇔ 1 = x
2
x+2 x –4 x + 2 (x + 2)(x – 2)
⇔ x – 2 = x ⇔ 0x = 2, Ô˘ Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
⇔ x(3 – x + 1) = 0
2
⇔ x(4 – x2) = 0
⇔ x = 0 ‹ x2 = 4
⇔ x = 0 ‹ x = 2 ‹ x = –2.
∂Ô̤ӈ˜ ˘¿Ú¯Ô˘Ó ÙÚÂȘ ÙÚÈ¿‰Â˜ Ù¤ÙÔÈˆÓ ‰È·‰Ô¯ÈÎÒÓ ·ÚÈıÌÒÓ, ÔÈ ÂÍ‹˜:
(–1, 0, 1), (1, 2, 3) Î·È (–3, –2, –1).
14. i) |2x – 3| = 5 ⇔ 2x – 3 = 5 ‹ 2x – 3 = –5
⇔ 2x = 8 ‹ 2x = –2 ⇔ x = 4 ‹ x = –1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 4 Î·È –1.
ii) |2x – 4| = |x – 1| ⇔ 2x – 4 = x – 1 ‹ 2x – 4 = –x + 1
5
⇔ x = 3 ‹ 3x = 5 ⇔ x = 3 ‹ x = .
3
iii) ∂Âȉ‹ ÙÔ ÚÒÙÔ Ì¤ÏÔ˜ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ |x – 2| = 2x – 1 Â›Ó·È ÌË ·ÚÓË-
ÙÈÎfi, ÁÈ· Ó· ¤¯ÂÈ Ï‡ÛË Ë Â͛ۈÛË ·˘Ù‹, Ú¤ÂÈ Î·È ÙÔ ‰Â‡ÙÂÚÔ Ì¤ÏÔ˜
Ó· Â›Ó·È ÌË ·ÚÓËÙÈÎfi. ¢ËÏ·‰‹, Ú¤ÂÈ
2.1. ∂ÍÈÛÒÛÂȘ 1Ô˘ ‚·ıÌÔ‡ 25
2x – 1 ≥ 0 (1)
M ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi ·˘Ùfi ¤¯Ô˘ÌÂ:
|x – 2| = 2x – 1 ⇔ x – 2 = 2x – 1 ‹ x – 2 = 1 –2x
⇔ x = –1 ‹ x = 1.
∞fi ÙȘ ·Ú·¿Óˆ χÛÂȘ ‰ÂÎÙ‹ Â›Ó·È ÌfiÓÔ Ë x = 1 Ô˘ ÈηÓÔÔÈ›
ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi (1).
iv) √ÌÔ›ˆ˜, ÁÈ· ÙËÓ Â͛ۈÛË |2x – 1| = x – 2, Ú¤ÂÈ
x–2≥0 (2)
M ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi ·˘Ùfi ¤¯Ô˘ÌÂ:
|2x – 1| = x – 2 ⇔ 2x – 1 = x – 2 ‹ 2x – 1 = 2 – x
⇔ x = –1 ‹ x = 1.
∞fi ÙȘ ·Ú·¿Óˆ χÛÂȘ η̛· ‰ÂÓ Â›Ó·È ‰ÂÎÙ‹, ·ÊÔ‡ η̛· ‰ÂÓ Â·-
ÏËı‡ÂÈ ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi (2). ÕÚ·, Ë Â͛ۈÛË Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
15. i) Œ¯Ô˘ÌÂ:
|x| + 4 – |x| + 4 = 2 ⇔ 15 ⋅ |x| + 4 – 15 ⋅ |x| + 4 = 15 ⋅ 2
3 5 3 3 5 3
⇔ 5|x| + 20 – 3|x| – 12 = 10
⇔ 2|x| = 2 ⇔ |x| = 1 ⇔ x = ±1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› –1 Î·È 1.
2|x| + 1 – |x| – 1 = 1
ii)
3 2 2
⇔ 6 ⋅ 2|x| + 1 – 6 ⋅ |x| – 1 = 6 ⋅ 1
3 2 2
⇔ 4|x| + 2 – 3|x| + 3 = 3 ⇔ |x| = –2, Ô˘ Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
ii) |x – 1| |x – 2| = |x – 1| ⇔ |x – 1| (|x – 2| – 1) = 0
⇔ |x – 1| = 0 ‹ |x – 2| = 1
⇔ x = 1 ‹ x – 2 = 1 ‹ x – 2 = –1
⇔ x = 1 ‹ x = 3 ‹ x = 1.
∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 1 Î·È 3.
µã √ª∞¢∞™
x = (· – ‚)(· + ‚) = · + ‚.
·–‚
ñ ∞Ó · – ‚ = 0 ⇔ · = ‚, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË ·›ÚÓÂÈ ÙË ÌÔÚÊ‹ 0x = 0, Ôfi-
ÙÂ Â›Ó·È Ù·˘ÙfiÙËÙ·.
⇔ x = 3400 ⇔ x = 50.
68
∂Ô̤ӈ˜ Ô Ê·ÚÌ·ÎÔÔÈfi˜ Ú¤ÂÈ Ó· ÚÔÛı¤ÛÂÈ 50 ml ηı·Úfi ÔÈÓfi-
ÓÂ˘Ì·.
4. ŒÛÙˆ fiÙÈ x ÒÚ˜ ÌÂÙ¿ ÙËÓ ÚÔÛ¤Ú·ÛË Ù· ‰‡Ô ·˘ÙÔΛÓËÙ· ı· ·¤¯Ô˘Ó ÌÂ-
ٷ͇ ÙÔ˘˜ 1 km. ∆Ô ‰È¿ÛÙËÌ· Ô˘ ‰È·Ó‡ÂÈ ÙÔ ∞ ÛÙȘ x ÒÚ˜ Â›Ó·È 100x ÂÓÒ
ÙÔ ·ÓÙ›ÛÙÔÈ¯Ô ‰È¿ÛÙËÌ· ÁÈ· ÙÔ µ Â›Ó·È 120x. ŒÙÛÈ ¤¯Ô˘Ì ÙËÓ Â͛ۈÛË
1 1
120x – 100x = 1 ⇔ 20x = 1 ⇔ x = — ÒÚ˜, ÔfiÙ x = — Ø 60 = 3 ÏÂÙ¿.
20 20
√fiÙ ٷ ·˘ÙÔΛÓËÙ· ı· ·¤¯Ô˘Ó 1km ÙÚ›· ÏÂÙ¿ ÌÂÙ¿ ÙËÓ ÚÔÛ¤Ú·ÛË.
5. ∏ Â͛ۈÛË ·˘Ù‹ Â›Ó·È ÔÚÈṲ̂ÓË ÁÈ· x ≠ · Î·È x ≠ –·. ªÂ ·˘ÙÔ‡˜ ÙÔ˘˜ Â-
ÚÈÔÚÈÛÌÔ‡˜ ¤¯Ô˘ÌÂ:
x + · = x2 ⇔ x + · = x2
x – · x2 – ·2 x – · (x + ·)(x – ·)
⇔ (x + ·)2 = x2 ⇔ x + · = x ‹ x + · = –x
⇔ 0x = · ‹ 2x = –·.
⇔ x = 0 ‹ x = 2.
∞fi ÙȘ ÙÈ̤˜ ·˘Ù¤˜ ‰ÂÎÙ‹ Â›Ó·È ÌfiÓÔ Ë x = 0
∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË, ÙÔÓ ·ÚÈıÌfi x = 0.
28 ∫∂º∞§∞π√ 2: ∂•π™ø™∂π™
8. x2 – 2x + 1 = |3x – 5| ⇔ x – 1 2 = |3x – 5|
⇔ |x – 1| = |3x – 5|
⇔ x – 1 = 3x – 5 ‹ x – 1 = –3x + 5
3.
⇔ 2x = 4 ‹ 4x = 6 ⇔ x = 2 ‹ x =
2
¨ 2.2. ∏ Â͛ۈÛË xÓ = ·
∞ã √ª∞¢∞™
1. i) x3 – 125 = 0 ⇔ x3 = 53 ⇔ x = 5.
ii) x5 – 243 = ⇔ x5 = 35 ⇔ x = 3.
iii) x7 – 1 = 0 ⇔ x7 = 1 ⇔ x = 1.
3. i) x2 – 64 = 0 ⇔ x2 = 82 ⇔ x = –8 ‹ x = 8.
4 4
ii) x4 – 81 = 0 ⇔ x = 81 ‹ x = – 81 ⇔ x = 3 ‹ x = –3.
iii) x6 – 64 = 0 ⇔ x6 = 64 ⇔ x = ‹ x = – 64 ⇔ x = 2 ‹ x = –2.
6 6
64
4. i) x5 – 8x2 = 0 ⇔ x2(x3 – 8) = 0 ⇔ x2 = 0 ‹ x3 = 8 ⇔ x = 0 ‹ x = 2.
ÕÚ· χÛÂȘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 0 Î·È 2.
6. i) (x + 1)3 = 64 ⇔ x + 1 = 4 ⇔ x = 3.
1
ii) 1 + 125x3 = 0 ⇔ (5x)3 = –1 ⇔ 5x = –1 ⇔ x = – —.
5
iii) (x – 1)4 – 27(x – 1) = 0 ⇔ (x – 1)[(x – 1)3 – 27] = 0
⇔ x – 1 = 0 ‹ (x – 1)3 = 27
⇔x=1 ‹ x–1=3
⇔ x = 1 ‹ x = 4.
ii) Œ¯Ô˘Ì ¢ = (·+ ‚)2 – 4·‚ = ·2 + ‚2 + 2·‚ – 4·‚ = (· – ‚)2 ≥ 0 ÁÈ· fiÏ·
Ù· ·, ‚ ∈ Ì · ≠ 0, Ô˘ ÛËÌ·›ÓÂÈ fiÙÈ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ Ú·ÁÌ·ÙÈΤ˜ Ú›-
˙˜.
4. ∂Âȉ‹
¢ = 4 – 4Ì2 = 0 ⇔ Ì2 = 1 ⇔ Ì = 1 ‹ Ì = –1,
ÔÈ ÙÈ̤˜ ÙÔ˘ Ì ÁÈ· ÙȘ Ôԛ˜ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ‰ÈÏ‹ Ú›˙· Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 1
Î·È –1.
5. Œ¯Ô˘Ì ¢ = 4(· + ‚)2 – 4 Ø 2(·2 + ‚2) = 4·2 + 4‚2 + 8·‚ – 8·2 – 8‚2
= –4·2 – 4‚2 + 8·‚ = –4(·2 + ‚2 – 2·‚)
= –4(· – ‚)2 < 0 Î·È Ë Â͛ۈÛË Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË ÛÙÔ .
™ÙËÓ ÂÚ›ÙˆÛË Ô˘ Â›Ó·È · = ‚ ≠ 0, ÈÛ¯‡ÂÈ ¢ = 0 Î·È Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ‰È-
Ï‹ Ú›˙·.
∞Ó Â›Ó·È · = ‚ = 0, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË ·›ÚÓÂÈ ÙË ÌÔÚÊ‹ 2 = 0 Î·È Â›Ó·È ·‰‡-
Ó·ÙË.
2
6. i) S = 2 + 3 = 5 Î·È ƒ = 2 Ø 3 = 6, ÔfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË Â›Ó·È Ë x – 5x + 6 = 0.
x2 – 3 x + 1 = 0 ⇔ 2x2 – 3x + 1 = 0.
2 2
iii) S = 5 – 2 6 + 5 + 2 6 = 10 ηÈ
x1 = 2 + 8 = 5 Î·È x2 = 2 – 8 = –3.
2 2
ii) ∂›Ó·È S = 9 Î·È ƒ = 10. √È ˙ËÙÔ‡ÌÂÓÔÈ ·ÚÈıÌÔ› Â›Ó·È ÔÈ Ú›˙˜ Ù˘ Â͛ۈ-
Û˘ x2 – 9x + 10 = 0, Ë ÔÔ›· ¤¯ÂÈ ¢ = 81 – 4 Ø 10 = 41. ∂Ô̤ӈ˜ ÔÈ
˙ËÙÔ‡ÌÂÓÔÈ ·ÚÈıÌÔ› ›ӷÈ
x1 = 9 + 41 Î·È x2 = 9 – 41 .
2 2
2.3. ∂ÍÈÛÒÛÂȘ 2Ô˘ ‚·ıÌÔ‡ 31
8. 1Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
i) °È· Ó· χÛÔ˘Ì ÙËÓ Â͛ۈÛË ·ÚΛ Ó· ‚Úԇ̠‰‡Ô ·ÚÈıÌÔ‡˜ Ô˘ Ó·
¤¯Ô˘Ó ¿ıÚÔÈÛÌ· 5 + 3 Î·È ÁÈÓfiÌÂÓÔ 15 = 5 ⋅ 3. √È ·ÚÈıÌÔ›
·˘ÙÔ› Â›Ó·È ÚÔÊ·ÓÒ˜ ÔÈ 5 +Î·È 3 Ô˘ Â›Ó·È Î·È ÔÈ ˙ËÙÔ‡ÌÂÓ˜ Ú›˙˜
Ù˘ Â͛ۈÛ˘.
2Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
2 2 2
∂›Ó·È ¢ = 5 + 3 – 4 15 = 5 + 3 +2 5 ⋅ 3 –4 5 ⋅ 3 =
2 2 2
= 5 + 3 –2 5⋅ 3 = 5 – 3 > 0.
∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ‰‡Ô Ú›˙˜, ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜
2
5+ 3+ 5– 3
x1 = = 5 + 3 + 5 – 3 = 5 ηÈ
2 2
2
5+ 3– 5– 3
x2 = = 5 + 3 – 5 + 3 = 3.
2 2
2 2
ii) ∂›Ó·È ¢ = 2 – 1 + 4 2 = 2 + 1 > 0. ∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ
‰‡Ô Ú›˙˜, ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜
x1 = 1 – 2 + 2 + 1 = 1 Î·È x2 = 1 – 2 – 2 – 1 = – 2.
2 2
9. 1Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
x2 + ·2 = ‚2 – 2·x ⇔ x2 + 2·x + ·2 – ‚2 = 0 ⇔ (x + ·)2 – ‚2 = 0
⇔ (x + · + ‚)(x + · – ‚) = 0 ⇔ x = –· – ‚ ‹ x = ‚ – ·.
2Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
∏ Â͛ۈÛË ÁÚ¿ÊÂÙ·È x2 + 2·x + ·2 – ‚2 = 0.
∂›Ó·È ¢ = 4·2 – 4(·2 – ‚2) = 4‚2, ÔfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜
x1 = 34 + 14 = 24 Î·È x2 = 34 – 14 = 10.
2 2
√È Ú›˙˜ ·˘Ù¤˜ ÏfiÁˆ Î·È Ù˘ (1) Â›Ó·È ÔÈ ˙ËÙÔ‡ÌÂÓ˜ Ï¢ڤ˜ ÙÔ˘ ÔÚıÔÁˆ-
Ó›Ô˘.
∏ ‰Â‡ÙÂÚË ÁÚ¿ÊÂÙ·È
x + 1 = 3 ⇔ x2 + 1 = 3x ⇔ x2 – 3x + 1 = 0
x
Î·È ¤¯ÂÈ ˆ˜ Ú›˙˜ ÙÔ˘ ·ÚÈıÌÔ‡˜
3 – 5 Î·È 3 + 5 .
2 2
∂Ô̤ӈ˜ Ë ·Ú¯È΋ Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ˆ˜ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜
1, 3 – 5 Î·È 3 + 5 .
2 2
µã √ª∞¢∞™
2. i) ∂›Ó·È
2 2
¢ = 5 – 2 – 4 6 – 3 2 = 25 – 10 2 + 2 – 24 + 12 2 =
2 2
= 2 +2 2 +1= 2 +1 .
x2 = 5 – 2 – 2 – 1 = 4 – 2 2 = 2 – 2 .
2 2
¢ = 0 ⇔ 7·2 + 42· – 49 = 0 ⇔ ·2 + 6· – 7 = 0 ⇔ · = –7 ‹ · = 1.
∂Ô̤ӈ˜ ÁÈ· · = –7 ‹ · = 1 Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ‰ÈÏ‹ Ú›˙·.
5. i) 1Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
∏ Â͛ۈÛË Â›Ó·È ÔÚÈṲ̂ÓË ÁÈ· x ≠ 0. ªÂ ·˘ÙfiÓ ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi ¤¯Ô˘ÌÂ
x+ 1 =·+ 1 ⇔ x–·+ 1 – 1 =0
· x · x
⇔ x – · + x – · = 0 ⇔ (x – ·) 1 + 1 = 0
·x ·x
⇔ (x – ·) ·x + 1 = 0
·x
1.
⇔ x – · = 0 ‹ ·x + 1 = 0 ⇔ x = · ‹ x = – —
·
2Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
∏ Â͛ۈÛË Â›Ó·È ÔÚÈṲ̂ÓË ÁÈ· x ≠ 0. ªÂ ·˘ÙfiÓ ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi ¤¯Ô˘ÌÂ
2
x + 1 = · + 1 ⇔ x – 1 + 1 – · = 0 ⇔ x2 – 1 + 1 – · x = 0
· x x · ·
⇔ ·x2 –· + (1 – ·2)x = 0 ⇔ ·x2 – (·2 – 1)x – · = 0.
⇔ 1 (x – ‚) = · x – ‚ ⇔ (x – ‚) 1 – · = 0
· ‚x · ‚x
36 ∫∂º∞§∞π√ 2: ∂•π™ø™∂π™
⇔ x = ‚ ‹ · = 1 ⇔ x = ‚ ‹ ‚x = · 2
‚x ·
2
⇔ x = ‚ ‹ x =· .
‚
·2 .
∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜ ‚ Î·È —
‚
2Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
∏ Â͛ۈÛË Â›Ó·È ÔÚÈṲ̂ÓË ÁÈ· x ≠ 0. ªÂ ·˘ÙfiÓ ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi ¤¯Ô˘ÌÂ
x + · = · + ‚ ⇔ ·‚x x + ·‚x · = ·‚x · + ·‚x ‚ ⇔
· x ‚ · · x ‚ ·
⇔ ‚x2 + ·2‚ = ·2x + ‚2x ⇔ ‚x2 – ‚2x + ·2‚ – ·2x = 0
⇔ ‚x(x – ‚) + ·2(‚ – x) = 0 ⇔ (x – ‚) (‚x – ·2) = 0
·2 .
⇔ x = ‚ ‹ ‚x = ·2 ⇔ x = ‚ ‹ x = —
‚
2
· .
∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜ ‚ Î·È —
‚
3Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
∏ Â͛ۈÛË Â›Ó·È ÔÚÈṲ̂ÓË ÁÈ· x ≠ 0. ªÂ ·˘ÙfiÓ ÙÔÓ ÂÚÈÔÚÈÛÌfi ¤¯Ô˘ÌÂ
x + · = · + ‚ ⇔ ·‚x x + ·‚x · = ·‚x · + ·‚x ‚ ⇔
· x ‚ · · x ‚ ·
⇔ ‚x2 + ·2‚ = ·2x + ‚2x ⇔ ‚x2 – (·2 + ‚2)x + ·2‚ = 0.
∂›Ó·È
¢ = (·2 + ‚2)2 – 4·2‚2 = ·4 + ‚4 + 2·2‚2 – 4·2‚2
= ·4 + ‚4 – 2·2‚2 = (·2 – ‚2)2
ñ ∞Ó · ≠ ±‚ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ‰‡Ô Ú›˙˜ ÙȘ
2 2 2 2 2 2
x1 = · + ‚ + · – ‚ = 2· = · ηÈ
2‚ 2‚ ‚
2 2 2 2 2
x2 = · + ‚ – · + ‚ = 2‚ = ‚.
2‚ 2‚
ñ ∞Ó · = ‚ ‹ · = –‚ ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ‰ÈÏ‹ Ú›˙·, ÙËÓ
2 2 2 2
±‚ 2
x = · + ‚ = 2· = · = = ‚.
2‚ 2‚ ‚ ‚
6. i) Œ¯Ô˘ÌÂ
¢ = 4Ï2 – 4 (–8) = 4Ï2 + 32 > 0 ÁÈ· οıÂ Ï ∈ . ∞˘Ùfi ÛËÌ·›ÓÂÈ fiÙÈ Ë ÂÍ›-
ÛˆÛË ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ Ú·ÁÌ·ÙÈΤ˜ ÁÈ· οıÂ Ï ∈ .
2.3. ∂ÍÈÛÒÛÂȘ 2Ô˘ ‚·ıÌÔ‡ 37
2
ii) ŒÛÙˆ x1, x2 ÔÈ Ú›˙˜ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Ì x2 = x1 . ∞fi ÙÔ˘˜ Ù‡Ô˘˜ Vieta
¤¯Ô˘ÌÂ
ñ x1 + x2 = –2Ï ⇔ x1 + x1 = –2Ï Î·È
2
∆fiÙ ¤¯Ô˘ÌÂ
–2 + 4 = –2Ï ⇔ 2Ï = –2 ⇔ Ï = –1.
x = 4 + 20 = 12 ‹ x = 4 – 20 = –8.
2 2
∂›Ó·È ‰ËÏ·‰‹ x = 12, ·ÊÔ‡ x > 0. ∂Ô̤ӈ˜ ÙÔ Ì˯¿ÓËÌ· ∞ ¯ÚÂÈ¿˙ÂÙ·È 12
ÒÚ˜ Á· Ó· ÙÂÏÂÈÒÛÂÈ ÙÔ ¤ÚÁÔ ÌfiÓÔ ÙÔ˘, ÂÓÒ ÙÔ µ ¯ÚÂÈ¿˙ÂÙ·È 24 ÒÚ˜.
10. √ ·ÚÈıÌfi˜ 1 Â›Ó·È Ú›˙· ·Ó Î·È ÌfiÓÔ ·Ó ·ÏËı‡ÂÈ ÙËÓ Â͛ۈÛË ‰ËÏ·‰‹
·Ó Î·È ÌfiÓÔ ·Ó ÈÛ¯‡ÂÈ
14 – 10 Ø 12 + · = 0 ⇔ · = 9.
°È· · = 9 Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È
x4 – 10x2 + 9 = 0.
∞Ó ı¤ÛÔ˘Ì x2 = y Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È
y2 – 10y + 9 = 0.
∞˘Ù‹ ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜ 9 Î·È 1 ÔfiÙ ¤¯Ô˘ÌÂ
x2 = 9 ‹ x2 = 1 ⇔ x = 3 ‹ x = –3 ‹ x = 1 ‹ x = –1.
∂Ô̤ӈ˜ Ë ·Ú¯È΋ Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜ 3, –3, 1, –1.
KEº∞§∞π√ 3
∞¡π™ø™∂π™
ÕÚ· 1 ≤ x < 3.
ÕÚ· ‰ÂÓ ˘¿Ú¯Ô˘Ó ÙÈ̤˜ ÙÔ˘ x ÁÈ· ÙȘ Ôԛ˜ Û˘Ó·ÏËıÂ‡Ô˘Ó ÔÈ ·ÓÈÛÒÛÂȘ.
40 ∫∂º∞§∞π√ 3: ∞¡π™ø™∂π™
1 7
√È ·ÓÈÛÒÛÂȘ Û˘Ó·ÏËıÂ‡Ô˘Ó ÁÈ· x ∈ (– — , — ). √È ·Î¤Ú·È˜ ÙÈ̤˜ ÙÔ˘ x
7 3
ÛÙÔ ‰È¿ÛÙËÌ· ·˘Ùfi Â›Ó·È ÔÈ 0, 1, 2.
ii) |x – 1| ≤ 4 ⇔ –4 ≤ x – 1 ≤ 4 ⇔ 1 – 4 ≤ x ≤ 1 + 4
⇔ –3 ≤ x ≤ 5. ÕÚ· x ∈ [–3, 5].
iii) |2x + 1| ≥ 5 ⇔ 2x + 1 ≤ –5 ‹ 2x + 1 ≥ 5 ⇔ 2x ≤ –6 ‹ 2x ≥ 4
⇔ x ≤ –3 ‹ x ≥ 2. ÕÚ· x ∈ (–∞, –3] ∪ [2, +∞).
9. x2 – 6x + 9 ≤ 5 ⇔ (x – 3) 2 ≤ 5 ⇔ |x – 3| ≤ 5
⇔ –5 ≤ x – 3 ≤ 5 ⇔ 3 – 5 ≤ x ≤ 5 + 3 ⇔ –2 ≤ x ≤ 8.
ÕÚ· x ∈ [–2, 8].
9 C + 32 ≤ 50 ⇔ 41 – 32 ≤ —9 C ≤ 50 – 32
11. 41 ≤ —
5 5
9 C ≤ 18 ⇔ 5 ≤ C ≤ 10.
⇔9≤—
5
µã √ª∞¢∞™
7 ].
ÕÚ· x ∈ [1, —
4
ii) –4 ≤ 2 – 3x ≤ –2 ⇔ –4 ≤ 2 – 3x Î·È 2 –3x ≤ –2.
ñ –4 ≤ 2 – 3x ⇔ 3x ≤ 6 ⇔ x ≤ 2.
ñ 2 – 3x ≤ –2 ⇔ –3x ≤ –4 ⇔ x ≥ —4.
3
4 , 2].
ÕÚ· x ∈ [ —
3
42 ∫∂º∞§∞π√ 3: ∞¡π™ø™∂π™
ii) 2 ≤ |x – 5| ≤ 4 ⇔ 2 ≤ |x – 5| Î·È |x – 5| ≤ 4.
ñ 2 ≤ |x – 5| ⇔ |x – 5| ≥ 2 ⇔ x – 5 ≤ –2 ‹ x – 5 ≥ 2 ⇔ x ≤ 3 ‹ x ≥ 7.
ñ |x – 5| ≤ 4 ⇔ –4 ≤ x – 5 ≤ 4 ⇔ 5 – 4 ≤ x ≤ 5 + 4 ⇔ 1 ≤ x ≤ 9.
iii) Œ¯Ô˘ÌÂ:
|x – 5| ≤ |x + 3| ⇔ |x – 5|2 ≤ |x + 3|2 ⇔ x2 – 10x + 25 ≤ x2 + 6x + 9
⇔ –16x ≤ –16 ⇔ x ≥ 1.
∞˘Ùfi ÛËÌ·›ÓÂÈ fiÙÈ ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ƒ Â›Ó·È ÛËÌÂ›Ô ÙÔ˘ ÙÌ‹Ì·ÙÔ˜ ∞µ. ∂Ô̤-
Óˆ˜, ÔÈ Ï‡ÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È Ù· x ∈ [1, 7].
x2 – 3x + 2 = (x – 1) (x – 2) = x – 1 , 1
2. i) ∂›Ó·È: x ≠ 2, x ≠ – —
2x2 – 3x – 2 (2x + 1) (x – 2) 2x + 1 2
44 ∫∂º∞§∞π√ 3: ∞¡π™ø™∂π™
↑↑
x1, 2 =
2 –7
2
∂Ô̤ӈ˜ 2x + 8x – 42 = 2(x + 7)(x – 3).
2x2 + 8x – 42 = 2(x + 7) (x – 3) = 2(x – 3) ,
ÕÚ·: x ≠ ±7.
x2 – 49 (x + 7) (x – 7) x–7
↑↑
ñ °È· ÙËÓ 2x – 5x + 3 = 0, ¢ = 25 – 24 = 1, x1, 2 = 3
—
4 2
3
∂Ô̤ӈ˜ 2x2 – 5x + 3 = 2(x – — )(x – 1) = (2x – 3)(x – 1).
2
4x2 – 12x + 9 = (2x – 3) 2
ÕÚ· = 2x – 3 , x ≠ 1, x ≠ —
3
2 2
2x – 5x + 3 (2x – 3) (x – 1) x – 1
2±8 5
3. i) x2 – 2x – 15 = 0, ¢ = 64, x1, 2 =
↑↑
2 –3
2 1
3.2. ∞ÓÈÛÒÛÂȘ 2Ô˘ ‚·ıÌÔ‡ 45
ii) ∂›Ó·È: x2 + 3x ≤ 4 ⇔ x2 + 3x – 4 ≤ 0.
∆Ô ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ x2 + 3x – 4 ¤¯ÂÈ · = 1 > 0 Î·È Ú›˙˜ x1 = 1, x2 = –4.
5
ÕÚ· x ∈ (–1, — ).
2
ii) ∆Ô ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ 2x2 – 3x + 20 ¤¯ÂÈ · = 2 > 0 Î·È ¢ = –151 < 0. ÕÚ· Ë ·Ó›-
ÛˆÛË 2x2 – 3x + 20 > 0 ·ÏËı‡ÂÈ ÁÈ· οı x ∈ .
1
9. Œ¯Ô˘Ì – — (x2 – 4x + 3) > 0 ⇔ x2 – 4x + 3 < 0.
4
∆Ô ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ x2 – 4x + 3 ¤¯ÂÈ · = 1 > 0 Î·È Ú›˙˜ x1 = 1, x2 = 3.
µã √ª∞¢∞™
2 –2‚
2 2
∂Ô̤ӈ˜ · – ·‚ – 6‚ = (· + 2‚)(· – 3‚).
·2 + ·‚ – 2‚2 = (· + 2‚)(· – ‚) = · – ‚ ,
ii) · ≠ 3‚, · ≠ –2‚.
·2 – ·‚ – ‚‚2 (· + 2‚)(· – 3‚) · – 3‚
x2 – ·x + ‚x – ·‚ = (x – ·)(x + ‚) = x + ‚ , ÌÂ x ≠ ·, x ≠ 2·.
x2 – 3·x + 2·2 (x – ·)(x – 2·) x – 2·
2 2 2 2
8. i) ∏ ·Ú¿ÛÙ·ÛË · – ·‚ + ‚ = · – ‚ Ø · + ‚ Â›Ó·È ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ ˆ˜ ÚÔ˜ ·. ∆Ô
ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ ·˘Ùfi ¤¯ÂÈ ‰È·ÎÚ›ÓÔ˘Û· ¢ = (–‚)2 – 4 Ø 1 Ø ‚2 = –3‚2 ≤ 0. √ Û˘-
ÓÙÂÏÂÛÙ‹˜ ÙÔ˘ ·2 Â›Ó·È 1 > 0. ÕÚ·
·2 – ‚ Ø · + ‚2 ≥ 0, ÁÈ· fiÏ· Ù· ·, ‚ ∈ .
· ‚ ·2 – ·‚ + ‚2 .
ii) Œ¯Ô˘Ì ∞ = + – 1 = ∂Ô̤ӈ˜
‚ · ·‚
ñ ∞Ó ·, ‚ ÔÌfiÛËÌÔÈ, ÙfiÙÂ ∞ > 0.
ñ ∞Ó ·, ‚ ÂÙÂÚfiÛËÌÔÈ, ÙfiÙÂ ∞ < 0.
1. Œ¯Ô˘ÌÂ:
2
ñ 2 – 3x ≥ 0 ⇔ 2 ≥ 3x ⇔ 3x ≤ 2 ⇔ x ≤ — .
3
ñ x2 – x – 2 ≥ 0 ⇔ (x + 1)(x – 2) ≥ 0 ⇔ x ≤ –1 ‹ x ≥ 2.
ñ x2 – x + 1 ≥ 0 ⇔ x ∈ (·ÊÔ‡ ¢ = 1 – 4 = –3 < 0).
2. Œ¯Ô˘ÌÂ:
ñ –x2 + 4 ≥ 0 ⇔ x2 – 4 ≤ 0 ⇔ (x + 2)(x – 2) ≤ 0 ⇔ –2 ≤ x ≤ 2.
ñ x2 – 3x + 2 ≥ 0 ⇔ (x – 1)(x – 2) ≥ 0 ⇔ x ≤ 1 ‹ x ≥ 2.
ñ x2 + x + 1 ≥ 0 ⇔ x ∈ (·ÊÔ‡ ¢ = –3 < 0).
50 ∫∂º∞§∞π√ 3: ∞¡π™ø™∂π™
3 ) ∪ (1, 3).
ÕÚ· (x – 3)(2x2 + x – 3)(x – 1 – 2x2) > 0 ⇔ x ∈ (–∞, – —
2
x–2 >0
7. i) ⇔ (x + 1)(x – 2) > 0 ⇔ x < –1 ‹ x > 2.
x+1
ñ x2 + x – 2 ≥ 0 ⇔ (x + 2)(x – 1) ≥ 0 ⇔ x ≤ –2 ‹ x ≥ 1.
x2 – x – 2 ≤ 0
ÕÚ· ⇔ x ∈ (–2, –1] ∪ (1, 2].
x2 + x – 2
µã √ª∞¢∞™
2x + 3 > 4 ⇔ 2x + 3 – 4 > 0 ⇔ 2x + 3 – 4x + 4 > 0 ⇔ –2x + 7 > 0
1. i)
x–1 x–1 x–1 x–1
⇔ 2x – 7 < 0 ⇔ (2x – 7)(x – 1) < 0 ⇔ 1 < x < 7 .
x–1 2
x – 2 ≤ 4 ⇔ x – 2 – 4 ≤ 0 ⇔ x – 2 – 12x – 20 ≤ 0 ⇔ –11x – 22 ≤ 0
ii)
3x + 5 3x + 5 3x + 5 3x + 5
x2 – 3x – 10 + 2 ≤ 0 ⇔ x2 – 3x – 10 + 2x – 2 ≤ 0 ⇔ x2 – x – 12 ≤ 0
2.
x–1 x–1 x–1
⇔ (x2 – x – 12)(x – 1) ≤ 0, ÌÂ x ≠ 1.
ŒÛÙˆ P(x) = (x2 – x – 12)(x – 1). Œ¯Ô˘ÌÂ:
ñ x2 – x – 12 ≥ 0 ⇔ (x + 3)(x – 4) ≥ 0 ⇔ x ≤ –3 ‹ x ≥ 4.
ñ x – 1 ≥ 0 ⇔ x ≥ 1.
x
3. i) ≤ 2 ⇔ x – 2 ≤ 0 ⇔ x(x – 1) – 2(3x – 5) ≤ 0
3x – 5 x – 1 3x – 5 x – 1 (3x – 5)(x – 1)
2 2
⇔ x – x – 6x + 10 ≤ 0 ⇔ x – 7x + 10 ≤ 0
(3x – 5)(x – 1) (3x – 5)(x – 1)
5.
⇔ (3x – 5)(x – 1)(x2 – 7x + 10) ≤ 0, ÌÂ x ≠ 1, x ≠ —
3
2
ŒÛÙˆ P(x) = (3x – 5)(x – 1)(x – 7x + 10). Œ¯Ô˘ÌÂ:
5.
ñ 3x – 5 ≥ 0 ⇔ x ≥ —
3
ñ x – 1 ≥ 0 ⇔ x ≥ 1.
ñ x2 – 7x + 10 ≥ 0 ⇔ (x – 2)(x – 5) ≥ 0 ⇔ x ≤ 2 ‹ x ≥ 5.
x
ÕÚ· ≤ 2 ⇔ (3x – 5)(x – 1)(x2 – 7x + 10) ≤ 0,
3x – 5 x – 1
5 ⇔ x ∈ (1, —
5 ) ∪ [2, 5].
x ≠ 1, x ≠ —
3 3
2
x
ii) ≥ 3 ⇔ x – 3 ≥ 0 ⇔ x + 2x – 6x + 3 ≥ 0
2x – 1 x + 2 2x – 1 x + 2 (2x – 1)(x + 2)
x2 – 4x + 3 ≥ 0 ⇔
⇔
(2x – 1)(x + 2)
1
⇔ (x – 4x + 3)(2x – 1)(x + 2) ≥ 0, ÌÂ x ≠ –2, x ≠ —.
2
2
ŒÛÙˆ P(x) = (x2 – 4x + 3)(2x – 1)(x + 2).
1 , 1] ∪ [3, +∞).
ÕÚ· x ∈ (–∞, –2) ∪ ( —
2
54 ∫∂º∞§∞π√ 3: ∞¡π™ø™∂π™
iii) ¶Ú¤ÂÈ x2 + 1 ≠ 0 Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ ¿ÓÙÔÙÂ. ÕÚ·, ÙÔ Â‰›Ô ÔÚÈÛÌÔ‡ Ù˘ Û˘-
Ó¿ÚÙËÛ˘ Â›Ó·È fiÏÔ ÙÔ .
iv) ¶Ú¤ÂÈ |x| + x ≠ 0 ⇔ |x| ≠ – x ⇔ x > 0.
ÕÚ·, ÙÔ Â‰›Ô ÔÚÈÛÌÔ‡ Ù˘ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ Â›Ó·È ÙÔ Û‡ÓÔÏÔ (0, +∞).
2. i) ¶Ú¤ÂÈ: x – 1 ≥ 0 Î·È 2 – x ≥ 0 ⇔ 1 ≤ x ≤ 2.
ÕÚ·, ÙÔ Â‰›Ô ÔÚÈÛÌÔ‡ Ù˘ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ Â›Ó·È ÙÔ Û‡ÓÔÏÔ [1, 2].
ii) ¶Ú¤ÂÈ x2 – 4 ≥ 0 ⇔ x ≤ – 2 ‹ x ≥ 2
·ÊÔ‡ ÔÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ x2 – 4 Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› –2 Î·È 2.
ÕÚ·, ÙÔ Â‰›Ô ÔÚÈÛÌÔ‡ Ù˘ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ Â›Ó·È ÙÔ Û‡ÓÔÏÔ (–∞, –2] ∪ [2, +∞).
iii) OÌÔ›ˆ˜, ÙÔ Â‰›Ô ÔÚÈÛÌÔ‡ Ù˘ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ Â›Ó·È ÙÔ Û‡ÓÔÏÔ [1, 3] ·ÊÔ‡
ÔÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ Î·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› 1 Î·È 3.
3. ∂›Ó·È
f(–5) = (–5)3 = –125.
f(0) = 2 Ø 0 + 3 = 3.
f(6) = 2 Ø 6 + 3 = 15.
+1 2
Ø4 +x
x → x + 1 → (x + 1) Ø 4 → (x + 1) 4 + x2.
EÔ̤ӈ˜, ı· ÂÈÓ·È f(x) = (x + 1)4 + x2 = x2 + 4x + 4 = (x + 2)2
‰ËÏ·‰‹ f(x) = (x + 2)2, x ∈ . (1)
2 2 2 2
ŒÙÛÈ ı· ¤¯Ô˘Ì f(0) = 2 = 4, f(1) = 3 = 9, f(2) = 4 = 16 Î·È f(3) = 5 = 25.
ii) ∂Âȉ‹ x > 0, ¤¯Ô˘ÌÂ:
f(x) = 36 ⇔ (x + 2)2 = 62 ⇔ x + 2 = 6 ⇔ x = 4.
f(x) = 49 ⇔ (x + 2)2 = 72 ⇔ x = 5.
f(x) = 100 ⇔ (x + 2)2 = 102 ⇔ x = 8.
f(x) = 144 ⇔ (x + 2)2 = 122 ⇔ x = 10.
5. i) °È· x ≠ 1 ¤¯Ô˘ÌÂ:
f(x) = 7 ⇔ 4 + 5 = 7 ⇔ 4 = 2
x–1 x–1
⇔ 2 (x – 1) = 4 ⇔ x – 1 = 2 ⇔ x = 3.
ii) °È· x ≠ 0, 4 ¤¯Ô˘ÌÂ:
2
g(x) = 2 ⇔ x – 16 = 2, ⇔ (x – 4)(x + 4) = 2 ⇔ x + 4 = 2
x2 – 4x x(x – 4) x
⇔ x + 4 = 2x ⇔ x = 4, ·‰‡Ó·ÙË.
iii) °È· x ∈ ¤¯Ô˘ÌÂ:
1 1 =1
h(x) = ⇔ 2 ⇔ x2 + 1 = 5 ⇔ x2 = 4 ⇔ x = 2 ‹ x = –2.
5 x +1 5
2 2
4. ªÂ ‚¿ÛË ÙÔÓ Ù‡Ô (∞µ) = (x2 – x1) + (y2 – y1) Ù˘ ·fiÛÙ·Û˘ ÙˆÓ ÛË-
Ì›ˆÓ ∞(x1, y1) Î·È B(x2, y2), ¤¯Ô˘ÌÂ
2 2
i) (O∞) = 4 + (–2) = 20 = 2 5.
ii) (∞B) = (3 + 1) 2 + (4 – 1) 2 = 42 + 32 = 25 = 5.
2 2
iii) (AB) = (1 + 3) + 0 = 4.
2 2
iv) (AB) = 0 + (4 + 1) = 5.
5. i) ∂›Ó·È
(AB) = (4 – 1) 2 + (–2 – 2) 2 = 32 + 42 = 5.
ii) ∂›Ó·È
(AB) = (–1 – 1) 2 + (1 + 1) 2 = 2 ⋅ 22 = 2 2, ÔfiÙÂ (∞µ)2 = 8.
6. ∂›Ó·È
(∞µ) = (5 – 2) 2 + (1 – 5) 2 = 5.
58 ∫∂º∞§∞π√ 4: µ∞™π∫∂™ ∂¡¡√π∂™ ∆ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
(¢A) = (2 + 1) 2 + (5 – 1) 2 = 5.
ÕÚ· ÙÔ ÙÂÙÚ¿Ï¢ÚÔ ∞µ°¢ ¤¯ÂÈ
fiϘ ÙȘ Ï¢ڤ˜ ÙÔ˘ ›Û˜, ÔfiÙÂ
Â›Ó·È ÚfiÌ‚Ô˜.
™¯fiÏÈÔ: ÕÌÂÛ· ÚÔ·ÙÂÈ fiÙÈ
ÙÔ ∞µ°¢ Â›Ó·È ÚfiÌ‚Ô˜, ·ÊÔ‡
ÔÈ ‰È·ÁÒÓȘ ÙÔ˘ Ù¤ÌÓÔÓÙ·È
οıÂÙ· Î·È ‰È¯ÔÙÔÌÔ‡ÓÙ·È.
7. ¶Ú¤ÂÈ
i) f(2) = 6 ⇔ 22 + k = 6 ⇔ k = 2.
ii) g(–2) = 8 ⇔ k(–2)3 = 8 ⇔ k = –1.
iii) h(3) = 8 ⇔ k 4 = 8 ⇔ k = 4.
√ÌÔ›ˆ˜
ii) ∏ g ¤¯ÂÈ Â‰›Ô ÔÚÈÛÌÔ‡ fiÏÔ ÙÔ Î·È Ù¤ÌÓÂÈ
ñ ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· xãx ÛÙ· ÛËÌ›· ∞1(2, 0) Î·È ∞2(3, 0) ηÈ
ñ ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· yãy ÛÙ· ÛËÌ›· B(0, 6).
9. i) °È· x = 0 ¤¯Ô˘Ì f(0) = –1. ÕÚ· Ë Cf Ù¤ÌÓÂÈ ÙÔÓ yãy ÛÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∞(0, –1).
°È· y = 0 ¤¯Ô˘Ì x2 – 1 = 0 ⇔ x = –1 ‹ x = 1.
ÕÚ· Ë Cf Ù¤ÌÓÂÈ ÙÔÓ xãx ÛÙ· ÛËÌ›· µ1(–1, 0) Î·È µ2(1, 0).
ii) f(x) > 0 ⇔ x2 – 1 > 0 ⇔ (x + 1)(x – 1) > 0 ⇔ x < – 1 ‹ x > 1.
7± 9 =7 ±3
⇔x=
2 2
ÕÚ· x = 5 ‹ x = 2.
°È· x = 2, g(2) = 4 – 6 = –2.
°È· x = 5, g(5) = 4.
ÕÚ· Ù· ÎÔÈÓ¿ ÛËÌ›· ÙˆÓ Cf Î·È Cg Â›Ó·È Ù· ∞(2, –2) Î·È µ(5, 4).
ii) f(x) < g(x) ⇔ x2 – 5x + 4 < 2x – 6 ⇔ x2 – 7x + 10 < 0
⇔ (x – 2)(x – 5) < 0 ⇔ 2 < x < 5.
4. Ÿˆ˜ ›‰·Ì ÛÙËÓ ¿ÛÎËÛË 2, Û fiϘ ÙȘ ÂÚÈÙÒÛÂȘ Ë Â˘ı›· ¤¯ÂÈ Û˘-
ÓÙÂÏÂÛÙ‹ ‰È‡ı˘ÓÛ˘, ÔfiÙ ¤¯ÂÈ Â͛ۈÛË Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜ y = ·x + ‚.
i) ∂Âȉ‹ · = 1, Ë ˙ËÙÔ‡ÌÂÓË Â͛ۈÛË Â›Ó·È Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜ y = x + ‚ ηÈ
ÂÂȉ‹ Ë Â˘ı›· ‰È¤Ú¯ÂÙ·È ·fi ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∞(1, 2) ı· ÈÛ¯‡ÂÈ 2 = 1 + ‚
ÔfiÙ ı· Â›Ó·È ‚ = 1. ∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË Ù˘ ¢ı›·˜ Â›Ó·È y = x + 1.
ii) ∂Âȉ‹ · = –1, Ë ˙ËÙÔ‡ÌÂÓË Â͛ۈÛË Â›Ó·È Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜ y = –x + ‚ ηÈ
ÂÂȉ‹ Ë Â˘ı›· ‰È¤Ú¯ÂÙ·È ·fi ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∞(1, 2) ı· ÈÛ¯‡ÂÈ 2 = –1 + ‚
ÔfiÙ ı· Â›Ó·È ‚ = 3. ∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË Ù˘ ¢ı›·˜ ›ӷÈ: y = –x + 3.
iii) ∂Âȉ‹ · = 0, Ë Â͛ۈÛË Ù˘ ¢ı›·˜ Â›Ó·È Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜ y = ‚ Î·È ÂÂȉ‹
Ë Â˘ı›· ‰È¤Ú¯ÂÙ·È ·fi ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∞(2, 1), Ë ˙ËÙÔ‡ÌÂÓË Â͛ۈÛË Â›Ó·È y = 1.
iv) ∂Âȉ‹ · = –2, Ë Â͛ۈÛË Ù˘ ¢ı›·˜ Â›Ó·È Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜ y = –2x + ‚ ηÈ
ÂÂȉ‹ ‰È¤Ú¯ÂÙ·È ·fi ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∞(1, 3) ı· ÈÛ¯‡ÂÈ 3 = –2 + ‚ ÔfiÙ ı· ›-
Ó·È ‚ = 5. ∂Ô̤ӈ˜ Ë Â͛ۈÛË Ù˘ ¢ı›·˜ ›ӷÈ: y = –2x + 5.
µã √ª∞¢∞™
1. i) ∂›Ó·È
1 1
f(–6) = 1, f(–5) = , f(–4) = 0, f(–3) = – , f(–2) = –1, f(–1) = 0.
2 2
f(0) = 1, f(1) = 1, f(2) = 1, f(3) = 0, f(4) = –1, f(5) = –2.
ii) OÈ Ú›˙˜ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ f(x) = · Â›Ó·È ÔÈ ÙÂÙÌË̤Ó˜ ÙÔ˘ ÛËÌ›Ԣ Ù˘ Cf
Ô˘ ¤¯Ô˘Ó ÙÂÙ·Á̤ÓË ·. ∂Ô̤ӈ˜
√È Ú›˙˜ Ù˘ f(x) = 0 Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› –4, –1 Î·È 3.
√È Ú›˙˜ Ù˘ f(x) = –1 Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› –2 Î·È 4.
√È Ú›˙˜ Ù˘ f(x) = 1 Â›Ó·È Ô ·ÚÈıÌfi˜ –6 Î·È fiÏÔÈ ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› ÙÔ˘ ÎÏÂÈ-
ÛÙÔ‡ ‰È·ÛÙ‹Ì·ÙÔ˜ [0, 2].
62 ∫∂º∞§∞π√ 4: µ∞™π∫∂™ ∂¡¡√π∂™ ∆ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
ii) TÔ ÎÂÚ› k2 ›¯Â ‰ÈÏ¿ÛÈÔ ‡„Ô˜ ·fi ÙÔ ÎÂÚ› k1 ÙË ¯ÚÔÓÈ΋ ÛÙÈÁÌ‹ ηٿ
ÙËÓ ÔÔ›· ÈÛ¯‡ÂÈ h2(t) = 2h1(t). Œ¯Ô˘Ì ÏÔÈfiÓ:
20 t + 20 = 2 –20 t + 20
h2(t) = 2h1(t) ⇔ – ⇔ – 1 t + 1 = 2 –1 t + 1
4 3 4 3
1 2
⇔ – t + 1 = – t + 2 ⇔ –3t + 12 = –8t + 24
4 3
⇔ 5t = 12 ⇔ t = 2,4.
ÕÚ·, ÙÔ k2 ›¯Â ÙÔ ‰ÈÏ¿ÛÈÔ ‡„Ô˜ ·fi ÙÔ k1 ÙË ¯ÚÔÓÈ΋ ÛÙÈÁÌ‹ t = 2,4h.
iii) AÓ ÂÚÁ·ÛÙԇ̠fiˆ˜ ÛÙÔ ÂÚÒÙËÌ· i) ı· ‚Úԇ̠fiÙÈ
h1(t) = – ˘ t + ˘ , 0 ≤ t ≤ 3.
3
h2(t) = – ˘ t + ˘ , 0 ≤ t ≤ 4.
4
ÔfiÙÂ, h2(t) = 2h1(t) ⇔ – t + ˘ = 2 – ˘ t + ˘
˘
4 3
⇔ – 1 t + 1 = 2 – 1 t + 1 ⇔ t = 2,4.
4 3
¶·Ú·ÙËÚԇ̠‰ËÏ·‰‹ fiÙÈ ÙÔ k2 ı· ¤¯ÂÈ ‰ÈÏ¿ÛÈÔ ‡„Ô˜ ·fi ÙÔ k1 ÙË ¯ÚÔÓÈ-
΋ ÛÙÈÁÌ‹ t = 2,4h, ·ÓÂÍ¿ÚÙËÙ· ÙÔ˘ ·Ú¯ÈÎÔ‡ ‡„Ô˘˜ ˘ ÙˆÓ ÎÂÚÈÒÓ k1 Î·È k2.
1. Ÿˆ˜ ›‰·Ì ÛÙËÓ ¨4.3, Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘ Ê(x) = |x|, ·ÔÙÂÏ›ٷÈ
·fi ÙȘ ‰È¯ÔÙfiÌÔ˘˜ ÙˆÓ ÁˆÓÈÒÓ x √ y Î·È xã √ y. H ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘
f(x) = |x| + 2 ÚÔ·ÙÂÈ ·fi ÌÈ· ηٷÎfiÚ˘ÊË ÌÂÙ·ÙfiÈÛË Ù˘ y = |x|, ηٿ
2 ÌÔÓ¿‰Â˜ ÚÔ˜ Ù· ¿Óˆ, ÂÓÒ Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘ f(x) = |x| – 2
ÚÔ·ÙÂÈ ·fi ÌÈ· ηٷÎfiÚ˘ÊË ÌÂÙ·ÙfiÈÛË Ù˘ y = |x|, ηٿ 2 ÌÔÓ¿‰Â˜
ÚÔ˜ Ù· οو (Û¯‹Ì·).
4.4. ∫·Ù·ÎfiÚ˘ÊË - √ÚÈ˙fiÓÙÈ· ÌÂÙ·ÙfiÈÛË Î·Ì‡Ï˘ 65
4. i)
66 ∫∂º∞§∞π√ 4: µ∞™π∫∂™ ∂¡¡√π∂™ ∆ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
ii)
iii)
2 2
5. i) f(x) = 2(x – 2) – 1 + 1 = 2(x – 2) .
ii) f(x) = 2(x – 3)2 – 1 – 2 = 2(x – 3)2 – 3.
iii) f(x) = 2(x + 2)2 – 1 + 1 = 2(x + 2)2.
iv) f(x) = 2(x + 3)2 – 1 – 2 = 2(x + 3)2 – 3.
1. ñ ∏ f Â›Ó·È ÁÓËÛ›ˆ˜ Êı›ÓÔ˘Û· ÛÙÔ (–∞, 1] Î·È ÁÓËÛ›ˆ˜ ·‡ÍÔ˘Û· ÛÙÔ [1, +∞).
ñ ∏ g Â›Ó·È ÁÓËÛ›ˆ˜ ·‡ÍÔ˘Û· ÛÙÔ (–∞, 0], ÁÓËÛ›ˆ˜ Êı›ÓÔ˘Û· ÛÙÔ [0, 2] ηÈ
ÁÓËÛ›ˆ˜ ·‡ÍÔ˘Û· ÛÙÔ [2, +∞).
ñ ∏ h Â›Ó·È ÁÓËÛ›ˆ˜ Êı›ÓÔ˘Û· ÛÙÔ (–∞, –1], ÁÓËÛ›ˆ˜ ·‡ÍÔ˘Û· ÛÙÔ [–1, 0],
ÁÓËÛ›ˆ˜ Êı›ÓÔ˘Û· ÛÙÔ [0, 1] Î·È ÁÓËÛ›ˆ˜ ·‡ÍÔ˘Û· ÛÙÔ [1, +∞).
4.5. ªÔÓÔÙÔÓ›· - ∞ÎÚfiٷٷ - ™˘ÌÌÂÙڛ˜ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ 67
ii) H f2 ¤¯ÂÈ Â‰›Ô ÔÚÈÛÌÔ‡ Ùo [2, +∞) Ô˘ ‰ÂÓ ¤¯ÂÈ Î¤ÓÙÚÔ Û˘ÌÌÂÙÚ›·˜ ÙÔ
√. ÕÚ· ‰ÂÓ Â›Ó·È Ô‡Ù ¿ÚÙÈ·, Ô‡Ù ÂÚÈÙÙ‹.
68 ∫∂º∞§∞π√ 4: µ∞™π∫∂™ ∂¡¡√π∂™ ∆ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
7. √ÌÔ›ˆ˜
i) H f Â›Ó·È ¿ÚÙÈ·.
ii) H g Â›Ó·È ÂÚÈÙÙ‹.
iii) H h ‰ÂÓ Â›Ó·È Ô‡Ù ¿ÚÙÈ·, Ô‡Ù ÂÚÈÙÙ‹.
8. ·) ¶·›ÚÓÔ˘Ì ÙȘ Û˘ÌÌÂÙÚÈΤ˜ ÙˆÓ C1, C2 Î·È C3 ˆ˜ ÚÔ˜ ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· yãy.
‚) ¶·›ÚÓÔ˘Ì ÙȘ Û˘ÌÌÂÙÚÈΤ˜ ÙˆÓ C1, C2 Î·È C3 ˆ˜ ÚÔ˜ ÙËÓ ·Ú¯‹ ÙˆÓ
·ÍfiÓˆÓ.
KEº∞§∞π√ 5
ª∂§∂∆∏ µ∞™π∫ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
µã √ª∞¢∞™
1. ∂›Ó·È
–x2, x < 0
f(x) = { x2, x ≥ 0
·
¨ 5.2. ªÂϤÙË Ù˘ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ f(x) = —
x
∞ã √ª∞¢∞™
1
ÙfiÈÛË Ù˘ ˘ÂÚ‚ÔÏ‹˜ y = Ù˘ ÌÂÓ ÚÒÙ˘ ηٿ 2 ÌÔÓ¿‰Â˜ ÚÔ˜ Ù·
x
¿Óˆ, Ù˘ ‰Â ‰Â‡ÙÂÚ˘ ηٿ 3 ÌÔÓ¿‰Â˜ ÚÔ˜ Ù· οو.
3. i) ÷ڿÛÛÔ˘Ì ÙË ÁÚ·ÊÈ-
΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘
1
Ê(x) = , fiˆ˜ ÛÙËÓ
x
¿ÛÎËÛË 2. i). √È ÁÚ·ÊÈ-
Τ˜ ·Ú·ÛÙ¿ÛÂȘ ÙˆÓ Û˘-
Ó·ÚÙ‹ÛˆÓ
1
f(x) = ηÈ
x–2
1
g(x) = , ÚÔ·ÙÔ˘Ó
x+3
·fi ÔÚÈ˙fiÓÙȘ ÌÂÙ·ÙÔ-
›ÛÂȘ Ù˘ ˘ÂÚ‚ÔÏ‹˜
74 ∫∂º∞§∞π√ 5: ª∂§∂∆∏ µ∞™π∫ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
4. i) ∏ ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË
1
Ù˘ f(x) = Â›Ó·È Ë
x
˘ÂÚ‚ÔÏ‹ Cf ÙÔ˘ ‰ÈÏ·-
ÓÔ‡ Û¯‹Ì·ÙÔ˜, ÂÓÒ Ë
ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘
g(x) = 1 Â›Ó·È Ë Â˘ı›·
Cg ÙÔ˘ ›‰ÈÔ˘ Û¯‹Ì·ÙÔ˜.
√È Cf Î·È Cg Ù¤ÌÓÔÓÙ·È
ÛÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∞(1, 1).
∂Ô̤ӈ˜:
1
ñ ≤ 1 ⇔ f(x) ≤ g(x) ⇔ x < 0 ‹ x ≥ 1
x
1
ñ > 1 ⇔ f(x) > g(x) ⇔ 0 < x < 1
x
·
5.2. ªÂϤÙË Ù˘ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ f(x) = —
x 75
ii) Œ¯Ô˘ÌÂ
1
x
1
≤ 1 ⇔ –1 ≤ 0 ⇔
x
1–x
x
≤0⇔ { x(1 – x) ≤ 0
x≠0
⇔ x < 0 ‹ x ≥ 1.
1 1 1–x
> 1 ⇔ –1 > 0 ⇔ > 0 ⇔ x(1 – x) > 0 ⇔ 0 < x < 1.
x x x
5. i) ∏ ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË
1
Ù˘ f(x) = — x Â›Ó·È Ë
˘ÂÚ‚ÔÏ‹ Cf ÙÔ˘ ‰È-
Ï·ÓÔ‡ Û¯‹Ì·ÙÔ˜, ÂÓÒ Ë
ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘
g(x) = x2 Â›Ó·È Ë ·Ú·-
‚ÔÏ‹ Cg ÙÔ˘ ›‰ÈÔ˘ Û¯‹-
Ì·ÙÔ˜. √È Cf Î·È Cg ¤-
¯Ô˘Ó ¤Ó· ÌfiÓÔ ÎÔÈÓfi ÛË-
Ì›Ô, ÙÔ ∞(1, 1). ∂Âȉ‹
1
≤ x2 ⇔ f(x) ≤ g(x) ηÈ
x
1
> x2 ⇔ f(x) > g(x)
x
1
Ë ·Ó›ÛˆÛË ≤ x2 ·ÏËı‡ÂÈ ÁÈ· ÂΛӷ Ù· x ÁÈ· Ù· ÔÔ›· Ë Cf ‚Ú›ÛÎÂÙ·È
x
1
οو ·fi ÙËÓ Cg ‹ ¤¯ÂÈ ÙÔ ›‰ÈÔ ‡„Ô˜ Ì ·˘Ù‹, ÂÓÒ Ë > x2 ·ÏËı‡ÂÈ ÁÈ·
x
ÂΛӷ Ù· x ÁÈ· Ù· ÔÔ›· Ë Cf ‚Ú›ÛÎÂÙ·È ¿Óˆ ·fi ÙËÓ Cg.
∂Ô̤ӈ˜, ı· ¤¯Ô˘ÌÂ
1
ñ ≤ x2 ⇔ x < 0 ‹ x ≥ 1.
x
1
ñ > x2 ⇔ 0 < x < 1.
x
ii) Œ¯Ô˘ÌÂ
1 1 1 – x3
ñ ≤x ⇔ –x ≤0⇔
2 2
≤0
x x x
x3 – 1
⇔ ≥ 0 ⇔ x(x3 – 1) ≥ 0 Î·È x ≠ 0
x
⇔ x(x – 1)(x2 + x + 1) ≥ 0 Î·È x ≠ 0
⇔ x(x – 1) ≥ 0 Î·È x ≠ 0
⇔ x < 0 ‹ x ≥ 1.
76 ∫∂º∞§∞π√ 5: ª∂§∂∆∏ µ∞™π∫ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
∂Ô̤ӈ˜
1
ñ > x2 ⇔ 0 < x < 1.
x
4
H ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘ (1) Â›Ó·È ˘ÂÚ‚ÔÏ‹ Ì Â͛ۈÛË y = Î·È Ê·›-
x
ÓÂÙ·È ÛÙÔ Û¯‹Ì·.
1. i) Œ¯Ô˘ÌÂ
f(x) = 2(x2 – 2x) + 5 = 2(x2 – 2 Ø x + 12) – 2 +5 = 2(x – 1)2 + 3.
ÕÚ·, Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘ f ÚÔ·ÙÂÈ ·fi ‰‡Ô ‰È·‰Ô¯ÈΤ˜ ÌÂÙ·-
ÙÔ›ÛÂȘ Ù˘ ÁÚ·ÊÈ΋˜ ·Ú¿ÛÙ·Û˘ Ù˘ g(x) = 2x2, ÌÈ·˜ ÔÚÈ˙fiÓÙÈ·˜ ηٿ
1 ÌÔÓ¿‰· ÚÔ˜ Ù· ‰ÂÍÈ¿ Î·È ÌÈ·˜ ηٷÎfiÚ˘Ê˘ ηٿ 3 ÌÔÓ¿‰Â˜ ÚÔ˜ Ù·
¿Óˆ.
ii) Œ¯Ô˘ÌÂ
f(x) = – 2(x2 – 4x) – 9 = –2(x2 – 2 Ø 2x + 22) + 8 – 9 = –2(x – 2)2 – 1.
ÕÚ·, Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘ f ÚÔ·ÙÂÈ ·fi ‰‡Ô ‰È·‰Ô¯ÈΤ˜ ÌÂÙ·-
ÙÔ›ÛÂȘ Ù˘ ÁÚ·ÊÈ΋˜ ·Ú¿ÛÙ·Û˘ Ù˘ g(x) = –2x2, ÌÈ·˜ ÔÚÈ˙fiÓÙÈ·˜ ηٿ
2 ÌÔÓ¿‰Â˜ ÚÔ˜ Ù· ‰ÂÍÈ¿ Î·È ÌÈ·˜ ηٷÎfiÚ˘Ê˘ ηٿ 1 ÌÔÓ¿‰· ÚÔ˜ Ù·
οو.
2
x = – ‚ = –5 , ÙÔ g –5 = –3 –5 – 5 –5 + 2 = 49 .
2· 6 6 6 6 12
A –2+ 2 ,0 Î·È µ –2 + 2 , 0
2 2
ÔÈ ÙÂÙÌË̤Ó˜ ÙˆÓ ÔÔ›ˆÓ, Â›Ó·È ÔÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ 2x2 + 4x + 1,
ÂÓÒ ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· yãy ÛÙÔ ÛËÌÂ›Ô °(0, 1).
4. °ÓˆÚ›˙Ô˘Ì fiÙÈ
i) ŸÙ·Ó · > 0, ÙfiÙÂ Ë ·Ú·‚ÔÏ‹ y = ·x2 + ‚x + Á Â›Ó·È ·ÓÔȯً ÚÔ˜ Ù·
¿Óˆ, ÂÓÒ fiÙ·Ó · < 0, ÙfiÙÂ Ë ·Ú·‚ÔÏ‹ Â›Ó·È ·ÓÔȯً ÚÔ˜ Ù· οو.
∂Ô̤ӈ˜, ıÂÙÈÎfi · ¤¯Ô˘Ó Ù· ÙÚÈÒÓ˘Ì· f1, f3 Î·È f6, ÂÓÒ ·ÚÓËÙÈÎfi ·
¤¯Ô˘Ó Ù· ÙÚÈÒÓ˘Ì· f2, f4, f5 Î·È f7.
78 ∫∂º∞§∞π√ 5: ª∂§∂∆∏ µ∞™π∫ø¡ ™À¡∞ƒ∆∏™∂ø¡
Bã √ª∞¢∞™
ii) H ·Ú·‚ÔÏ‹ ¤¯ÂÈ ÙÔÓ yãy ¿ÍÔÓ· Û˘ÌÌÂÙÚ›·˜ ÌfiÓÔ ·Ó Ë ÎÔÚ˘Ê‹ Ù˘ ‚Ú›-
–‚ = 0.
ÛÎÂÙ·È ÛÙÔÓ ¿ÍÔÓ· yãy, ‰ËÏ·‰‹ ·Ó Î·È ÌÔÓÔ ·Ó ∂Ô̤ӈ˜ Ú¤ÂÈ
2·
– (k + 1) = 0 ⇔ k = – 1.
2
∫ – ‚ ,f – ‚ k+1 ,f –k+1
‰ËÏ·‰‹ ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∫ – .
2· 2· 2 2
2
5.3. ªÂϤÙË Ù˘ Û˘Ó¿ÚÙËÛ˘ f(x) = ·x + ‚x + Á 79
k + 1 = –4
™‡Ìʈӷ Ì ÙËÓ ˘fiıÂÛË Ú¤ÂÈ f – , Ô˘ ‰È·‰Ô¯Èο ÁÚ¿ÊÂÙ·È
2
k + 1 2 – (k + 1) k + 1 + k = –4
⇔ (k + 1)2 – 2(k + 1)2 + 4k = –16
2 2
⇔ –(k + 1) + 4k + 16 = 0
2
⇔ –k2 – 2k – 1 + 4k + 16 = 0
⇔ –k2 + 2k – 1 + 16 = 0
⇔ k2 – 2k – 15 = 0.
∏ ÙÂÏÂ˘Ù·›· Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ k1 = – 3 Î·È k2 = 5.
ñ °È· k = –3 Ë ÙÂÙÌË̤ÓË Ù˘ ÎÔÚ˘Ê‹˜ Â›Ó·È Ë x = 1, ÂÓÒ
ñ °È· k = 5 Ë ÙÂÙÌË̤ÓË Ù˘ ÎÔÚ˘Ê‹˜ Â›Ó·È Ë x = –3.
ii) ∂Âȉ‹ Ë ·Ú·‚ÔÏ‹ Ù¤ÌÓÂÈ ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· ÙˆÓ x ÛÙ· ÛËÌ›· ∞(1, 0) ηÈ
µ(5, 0), ÙÔ ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ ¤¯ÂÈ ‰‡Ô Ú›˙˜ ¿ÓÈÛ˜ ÙȘ Ú1 = 1 Î·È Ú2 = 5.
ÕÚ· Â›Ó·È ¢ > 0.
–‚ –6
iii) ∂Âȉ‹ Ú1 + Ú2 = Î·È ‚ = 6, ı· ¤¯Ô˘Ì 1 + 5 = , ÔfiÙ ı· ›ӷÈ
· ·
· = –1.
Á Á
∆¤ÏÔ˜, ÂÂȉ‹ Ú1 Ø Ú2 = , ı· ¤¯Ô˘Ì 1 Ø 5 = , ÔfiÙ ı· Â›Ó·È Á = –5.
· –1
ÕÚ· ƒ(x) = –x2 + 6x – 5.
∞ÏÏÈÒ˜. ∂Âȉ‹ ÙÔ ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜ Ú1 = 1 Î·È Ú2 = 5, ı·
Â›Ó·È Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜ Ú(x) = ·(x – Ú1)(x – Ú2) = ·(x – 1)(x – 5) = ·x2 – 6·x + 5·.
∂Ô̤ӈ˜ ı· Â›Ó·È ‚ = –6· Î·È ÂÂȉ‹ ‚ = 6, ı· ¤¯Ô˘Ì · = –1.
ÕÚ· ƒ(x) = –x2 + 6x –5.
3. i) H ÂÚ›ÌÂÙÚÔ˜ L ÙÔ˘ ÔÚıÔÁˆÓ›Ô˘ ‰›ÓÂÙ·È ·fi ÙÔÓ Ù‡Ô L = 2(x + y) Î·È ÂÂÈ-
‰‹ ‰›ÓÂÙ·È fiÙÈ L = 20, ı· ÈÛ¯‡ÂÈ 2(x + y) = 20 ⇔ x + y = 10 ⇔ y = 10 – x.
∂Ô̤ӈ˜, ÙÔ ÂÌ‚·‰fiÓ ÙÔ˘ ÔÚıÔÁˆÓ›Ô˘ ı· Â›Ó·È ›ÛÔ ÌÂ
∂ = xy = x(10 – x) = –x2 + 10x.
ÕÚ· f(x) = –x2 + 10x, 0 < x < 10.
2 4 4 2
√ÌÔ›ˆ˜ ·fi ÙÔ ÙÚ›ÁˆÓÔ §¢µ ·›ÚÓÔ˘Ì ˘2 = (6 – x) 3 .
2
∆Ô ¿ıÚÔÈÛÌ· ÙˆÓ ÂÌ‚·‰ÒÓ ÙˆÓ ‰‡Ô ÙÚÈÁÒÓˆÓ Â›Ó·È ÙfiÙÂ
1 1
∂ = ∂1 + ∂2 = (∞ª)(∫°) + (ªµ)(§¢)
2 2
= 1 x x 3 + 1 (6 –x) (6 –x) 3
2 2 2 2
= 3 x2 + 3 (6 – x) 2
4 4
3 (x2 – 6x + 18).
ÕÚ· E = , ÌÂ 0 ≤ x ≤ 6. (1)
2
∞fi ÙËÓ (1) Û˘ÌÂÚ·›ÓÔ˘Ì fiÙÈ ÙÔ ÂÌ‚·‰fiÓ ∂ Â›Ó·È ÂÏ¿¯ÈÛÙÔ ÁÈ· ÙËÓ ÙÈÌ‹
ÙÔ˘ x, ÁÈ· ÙËÓ ÔÔ›· Ë Û˘Ó¿ÚÙËÛË f(x) = x2 – 6x + 18 ·ÚÔ˘ÛÈ¿˙ÂÈ ÂÏ¿¯È-
ÛÙÔ. ∂Âȉ‹ · = 1 > 0, Ë Û˘Ó¿ÚÙËÛË ·ÚÔ˘ÛÈ¿˙ÂÈ ÂÏ¿¯ÈÛÙÔ ÁÈ·
x = –‚ = 6 = 3.
2· 2
∂Ô̤ӈ˜ ÙÔ ÂÌ‚·‰fiÓ Á›ÓÂÙ·È ÂÏ¿¯ÈÛÙÔ fiÙ·Ó ÙÔ ª Â›Ó·È ÙÔ Ì¤ÛÔ ÙÔ˘ ∞µ.
1. i)
{ xx –+ yy == 42 ⇔
2x = 6
{
x+y=2
⇔
x=3
y = –1.{
ÕÚ· Ë Ï‡ÛË ÙÔ˘ Û˘ÛÙ‹Ì·ÙÔ˜ Â›Ó·È ÙÔ ˙‡ÁÔ˜ (3, –1).
ii)
{ { {
x =y
2. i) 8x = 7y 8x – 7y = 0 (1)
7 8 ⇔ ⇔
x + y = 45 x + y = 45 x + y = 45. (2)
Afi ÙË (2) ¤¯Ô˘Ì y = 45 – x Î·È Ì ·ÓÙÈηٿÛÙ·ÛË ÛÙËÓ (1) ÚÔ·ÙÂÈ
8x – 7(45 – x) = 0 ⇔ 8x – 315 + 7x = 0 ⇔ 15x = 315 ⇔ x = 21.
EÔ̤ӈ˜ y = 45 – 21 = 24.
ÕÚ· Ë Ï‡ÛË ÙÔ˘ Û˘ÛÙ‹Ì·ÙÔ˜ Â›Ó·È ÙÔ ˙‡ÁÔ˜ (21, 24).
{ { {
x–1 =y–2
ii) 4x – 4 = 3y – 6 4x – 3y = –2 (1)
3 4 ⇔ ⇔
4x + 3y = 8 4x + 3y = 8 4x + 3y = 8. (2)
3
ªÂ ÚfiÛıÂÛË ÙˆÓ (1), (2) ηٿ ̤ÏË ¤¯Ô˘Ì 8x = 6 ⇔ x = .
4
82 ∫∂º∞§∞π√ 6: ™À™∆∏ª∞∆∞
5
M ·Ê·›ÚÂÛË ÙˆÓ (1), (2) ηٿ ̤ÏË ¤¯Ô˘Ì 6y = 10 ⇔ y = .
3
3 ,5 .
ÕÚ· Ë Ï‡ÛË ÙÔ˘ Û˘ÛÙ‹Ì·ÙÔ˜ Â›Ó·È ÙÔ ˙‡ÁÔ˜
4 3
4. i)
{ x – 3y = 3
x – y = –2 ⇔
3 {
x – 3y = 3
x – 3y = –6.
ÕÚ· ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ.
{ { {
ii) 2y = x + 2 x – 2y = –2 x – 2y = –2
1 x–y+1=0 ⇔ ⇔
2 x – 2y + 2 = 0 x – 2y = –2.
ÕÚ· ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ¿ÂÈÚÔ Ï‹ıÔ˜ χÛÂˆÓ Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜
k, k + 2 , k ∈ .
2
5. i) Œ¯Ô˘ÌÂ
2 1
D = = 2 (–5) – 3 Ø 1 = –10 – 3 = –13 ≠ 0.
3–5
7 1
Dx = = (–5) Ø 7 – 4 Ø 1 = –35 – 4 = –39.
4–5
2 7
Dy = = 2 Ø 4 – 3 Ø 7 = 8 – 21 = –13.
3 4
Dx –39 D
∂Ô̤ӈ˜ x = = = 3 Î·È y = y = –13 = 1.
D –13 D –13
ÕÚ· ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË ÙÔ ˙‡ÁÔ˜ (3, 1).
6. i) 2 –5
D = = 14 + 30 = 44 ≠ 0, ¿Ú· ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË.
6 7
ii) 2 –3
D = = –12 + 12 = 0. ∆Ô Û‡ÛÙËÌ· ÁÚ¿ÊÂÙ·È
4 –6
84 ∫∂º∞§∞π√ 6: ™À™∆∏ª∞∆∞
2x – 3y = 40 2x – 3y = 40
{
4x – 6y = 80
⇔ {
2x – 3y = 40
Î·È ÂÔ̤ӈ˜ ¤¯ÂÈ ¿ÂÈÚÔ Ï‹ıÔ˜ χÛˆÓ.
iii) 3 1
D = = –9 + 9 = 0. ∆Ô Û‡ÛÙËÌ· ÁÚ¿ÊÂÙ·È
–9 –3
{ 3x + y = 11
–9x – 3y = 2
⇔
{ 3x + y = 11
3x + y = –
2
3
Î·È Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ.
7. i) 3 –1 2
D = = 3 –1 3 + 1 –2 = 2 – 2= 0.
1 3 +1
∆Ô Û‡ÛÙËÌ· ÁÚ¿ÊÂÙ·È ‰È·‰Ô¯Èο ÈÛÔ‰‡Ó·Ì·:
{ 3 – 1 x + 2y = –2
x+ 3 + 1 y = –1 – 3
⇔
{ 3 – 1 x + 2y = –2
3 –1 x+ 3 –1 3 +1 y =– 3 +1 3 –1
⇔
{ 3 – 1 x + 2y = –2
3 – 1 x + 2y = –2
ÕÚ· ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ¿ÂÈÚÔ Ï‹ıÔ˜ χÛÂˆÓ Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜
3 + 1 k + 1 , k , k∈ .
ii) 3 +1 4
D = = 3 +1 3 – 1 –2 = 2 – 2= 0.
1
3 –1
2
∆Ô Û‡ÛÙËÌ· ÁÚ¿ÊÂÙ·È
{ 3 + 1 x + 4y = 7
x+2 3 –1 y =2
⇔
{ 3 + 1 x + 4y = 7
3 +1 x+2 3 +1 3 –1 y =2 3 +1
6.1. °Ú·ÌÌÈο Û˘ÛÙ‹Ì·Ù· 85
⇔
{ 3 + 1 x + 4y = 7
3 + 1 x + 4y = 2 3 +1
ÕÚ· ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ.
{ 2x + y – 4ˆ = 6
3x + 2y + 2ˆ = 10
5x + 3y – 2ˆ = 16.
∞fi ÙËÓ ÚÒÙË Â͛ۈÛË ¤¯Ô˘Ì y = 4ˆ – 2x + 6 (4)
√È ¿ÏϘ ‰‡Ô ÂÍÈÛÒÛÂȘ ÙÔ˘ Û˘ÛÙ‹Ì·ÙÔ˜ Á›ÓÔÓÙ·È
ñ 3x + 2(4ˆ – 2x + 6) + 2ˆ = 10 ⇔ 3x + 8ˆ – 4x + 12 + 2ˆ = 10
⇔ –x + 10ˆ = –2 ⇔ x – 10ˆ = 2 (5)
ñ 5x + 3(4ˆ – 2x + 6) –2ˆ = 16 ⇔ 5x + 12ˆ – 6x + 18 – 2ˆ = 16 ⇔
⇔ –x + 10ˆ = –2 ⇔ x – 10ˆ = 2 (6)
√È (5), (6) ·ÔÙÂÏÔ‡Ó ÙÔ Û‡ÛÙËÌ·
x – 10ˆ = 2
{x – 10ˆ = 2
Ô˘ ¤¯ÂÈ ¿ÂÈÚ˜ χÛÂȘ Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜ Ì x = 10k + 2, ˆ = k, k∈ .
Afi ÙËÓ (4) ¤¯Ô˘Ì y = 4k – 2(10k + 2) + 6 = –16k + 2.
86 ∫∂º∞§∞π√ 6: ™À™∆∏ª∞∆∞
Bã √ª∞¢∞™
1. i) ŒÛÙˆ fiÙÈ Ë Â͛ۈÛË Ù˘ Â1 Â›Ó·È y = ·x + ‚. ∂Âȉ‹ Ë Â˘ı›· ‰È¤Ú¯ÂÙ·È
·fi Ù· ÛËÌ›· (0, 2) Î·È (4, 0) ¤¯Ô˘ÌÂ
{2=·Ø0+‚
0=·Ø4+‚
⇔ {‚=2
4· + 2 = 0
⇔
‚=2
{
· = –—1
2
ÕÚ· Â1: y = – 1 x + 2.
2
ªÂ ·Ó¿ÏÔÁÔ ÙÚfiÔ ‚Ú›ÛÎÔ˘Ì fiÙÈ Ë Â͛ۈÛË Ù˘ Â2 Â›Ó·È y = x – 1.
ii) OÈ ÂÍÈÛÒÛÂȘ ÙˆÓ ‰‡Ô ¢ıÂÈÒÓ ÔÚ›˙Ô˘Ó ÙÔ Û‡ÛÙËÌ·
y=–1 x+2
{ y=x–1
2
ÙÔ˘ ÔÔ›Ô˘ Ë Ï‡ÛË, fiˆ˜ Ê·›ÓÂÙ·È Î·È ·fi ÙÔ Û¯‹Ì· Â›Ó·È ÙÔ ˙‡ÁÔ˜ (2, 1).
{
20· + ‚ = 0,4
80· + ‚ = 0,5
1 ⋅ ∆ + 11 .
⇔
·=
‚=
{
600
11 .
30
ÕÚ· R =
600 30
6.1. °Ú·ÌÌÈο Û˘ÛÙ‹Ì·Ù· 87
{ {
x + y = 100 x + y = 100
50 x + 80 y = 68 ⋅ 100 ⇔
5x + 8y = 680.
100 100 100
EÔ̤ӈ˜ 5x + 8(100 – x) = 680 ⇔ 5x + 800 – 8x = 680
⇔ 5x – 8x = 680 – 800
⇔ –3x = –120 ⇔ x = 40
ÔfiÙÂ y = 60.
ÕÚ· Ú¤ÂÈ Ó· ·Ó·Ì›ÍÂÈ 40 m ·fi ÙÔ ÚÒÙÔ Ì 60 m ·fi ÙÔ ‰Â‡ÙÂÚÔ.
2 3
6. i) 2x + 4y = 3 ⇔ 4y = –2x + 3 ⇔ y = – x + .
4 4
1
ÕÚ· Ï1 = –
2
1 ·
x + 2y = · ⇔ 2y = –x + · ⇔ y = – x + .
2 2
1
ÕÚ· Ï2 = –
2
ii) ∂Âȉ‹ Ï1 = Ï2, ÔÈ Â˘ı›˜ ‹ Â›Ó·È ·Ú¿ÏÏËϘ ‹ Ù·˘Ù›˙ÔÓÙ·È.
ÕÚ· ‰ÂÓ ˘¿Ú¯Ô˘Ó ÙÈ̤˜ ÙÔ˘ · ÁÈ· ÙȘ Ôԛ˜ Ù¤ÌÓÔÓÙ·È.
3 · 3
iii) √È Â˘ı›˜ Â›Ó·È ·Ú¿ÏÏËϘ fiÙ·Ó ≠ ⇔ 4· ≠ 6 ⇔ · ≠ .
4 2 2
7. i) ·x + y = ·2
{ x + ·y = 1.
Œ¯Ô˘ÌÂ
· 1
D = = ·2 – 1 = (· + 1)(· – 1).
1 ·
·2 1
Dx = = ·3 – 1 = (· – 1)(·2 + · + 1).
1 ·
2
· ·
Dy = = · – ·2 = ·(1 – ·).
1 1
∞Ó D ≠ 0 ‰ËÏ·‰‹ ·Ó · ≠ –1 Î·È · ≠ 1, ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË,
ÔfiÙ ÔÈ Â˘ı›˜ Ù¤ÌÓÔÓÙ·È Î·È ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ÙÔÌ‹˜ ¤¯ÂÈ Û˘ÓÙÂÙ·Á̤Ó˜
Dx (· –1) (·2 + · + 1) ·2 + · + 1
x= = = ηÈ
D (· + 1) (· – 1) ·+1
88 ∫∂º∞§∞π√ 6: ™À™∆∏ª∞∆∞
Dy
y= = ·(1 – ·) = –· .
D (· + 1) (· – 1) · + 1
· 2 + · + 1 , –· .
ÕÚ· ·Ó · ≠ ±1, ÔÈ Â˘ı›˜ Ù¤ÌÓÔÓÙ·È ÛÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∞
·+1 ·+1
x+y=1
ñ ∞Ó · = 1, ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Á›ÓÂÙ·È {x+y=1
Ô˘ ÛËÌ·›ÓÂÈ fiÙÈ ÔÈ Â˘ı›˜ Ù·˘Ù›˙ÔÓÙ·È.
–x + y = 1 x – y = –1
ñ ∞Ó · = –1, ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Á›ÓÂÙ·È {
x–y=1
⇔ {
x–y=1
Î·È Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ Ô˘ ÛËÌ·›ÓÂÈ fiÙÈ ÔÈ Â˘ı›˜ Â›Ó·È ·Ú¿ÏÏËϘ.
ii) ·x – y = ·
{x + ·y = 1.
Œ¯Ô˘ÌÂ
· –1 2
D = = · + 1 ≠ 0, ÁÈ· οı ·∈ . ÕÚ· ÔÈ Â˘ı›˜ ¤¯Ô˘Ó ÌÔÓ·‰ÈÎfi
1 ·
ÎÔÈÓfi ÛËÌÂ›Ô ÁÈ· οı ·∈ .
8. i) Ï –1 –2
D = = –(Ï – 1)(Ï + 1) – 4 Ø(–2) = –(Ï2 – 1) + 8
4 –(Ï + 1)
= –Ï2 + 1 + 8 = –Ï2 + 9 = –(Ï2 – 9)
= –(Ï + 3)(Ï –3).
1 –2
Dx = = –1 Ø (Ï + 1) – (–2)(–2) = –Ï –1 – 4 = –(Ï + 5).
–2 –(Ï + 1)
Ï–1 1
Dy = = –2(Ï – 1) – 4 = –2Ï + 2 – 4 = –2Ï – 2 = –2(Ï + 1).
4 –2
ñ ∞Ó D ≠ 0, ‰ËÏ·‰‹ ·Ó Ï ≠ 3 Î·È Ï ≠ –3, ÙfiÙ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ÌÈ· χÛË
ÙËÓ
D
x = x = –(Ï + 5) Ï+5
=
D –(Ï + 3)(Ï –3) (Ï + 3)(Ï – 3)
Dy
y= = –2(Ï + 1) = 2(Ï + 1) .
D –(Ï + 3)(Ï –3) (Ï + 3)(Ï – 3)
ñ ∞Ó Ï = 3, ÙfiÙ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Á›ÓÂÙ·È
{ 2x – 2y = 1
4x – 4y = –2
⇔ {
2x – 2y = 1
2x – 2y = –1, Ô˘ Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ.
ñ ∞Ó Ï = –3, ÙfiÙ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Á›ÓÂÙ·È
{ –4x – 2y = 1 ⇔
4x + 2y = –2 {
4x + 2y = –1
4x + 2y = –2, Ô˘ Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ.
6.1. °Ú·ÌÌÈο Û˘ÛÙ‹Ì·Ù· 89
ii) Ì –2 5
D = = (Ì – 2)(Ì + 2) – 5 = Ì2 – 4 – 5 = Ì2 – 9 = (Ì + 3)(Ì – 3).
1 Ì+2
5 5
Dx = = 5(Ì + 2) – 25 = 5Ì + 10 – 25 = 5Ì – 15 = 5(Ì – 3).
5 Ì+2
Ì–2 5
Dy = = 5(Ì – 2) – 5 = 5Ì – 10 – 5 = 5Ì – 15 = 5(Ì – 3).
1 5
ñ ∞Ó D ≠ 0, ‰ËÏ·‰‹ Ì ≠ ±3 ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË, ÙËÓ
D
x = x = 5(Ì – 3) = 5
D (Ì + 3)(Ì –3) Ì + 3
Dy
y= = 5(Ì – 3) = 5 .
D (Ì + 3)(Ì –3) Ì + 3
ñ ∞Ó Ì = 3, ÙfiÙ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Á›ÓÂÙ·È
{ x + 5y = 5
x + 5y = 5, Ô˘ ¤¯ÂÈ ¿ÂÈÚ˜ χÛÂȘ Ù· ˙‡ÁË (5 –5k, k), fiÔ˘ k
ÔÔÈÔÛ‰‹ÔÙ ڷÁÌ·ÙÈÎfi˜ ·ÚÈıÌfi˜.
ñ ∞Ó Ì = –3, ÙfiÙ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Á›ÓÂÙ·È
{ –5x + 5y = 5 ⇔
x–y=5 {
x – y = –1
x – y = 5, Ô˘ Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ.
{
R1 + R2 = 6
R2 + R3 = 7
R1 + R3 = 5
∆Ô Û‡ÛÙËÌ· χÓÂÙ·È Ì ÙË Ì¤ıÔ‰Ô ÙˆÓ ·ÓÙ›ıÂÙˆÓ Û˘ÓÙÂÏÂÛÙÒÓ. §fiÁˆ
(1)
(2)
(3)
{
x+y=Á (1)
y+z=· (2)
z+x=‚ (3)
ªÂ ÚfiÛıÂÛË ÙˆÓ ÂÍÈÛÒÛÂˆÓ Î·Ù¿ ̤ÏË ¤¯Ô˘ÌÂ
·+‚+Á
2(x + y + z) = · + ‚ + Á ⇔ x + y + z = (4)
2
·+‚+Á ·+‚–Á .
ñ ∞fi (4) Î·È (1) ¤¯Ô˘Ì Á + z = ⇔z=
2 2
·+‚+Á ‚+Á–· .
ñ ∞fi (4) Î·È (2) ¤¯Ô˘Ì x + · = ⇔x=
2 2
·+‚+Á ‚+Á–· .
ñ ∞fi (4) Î·È (3) ¤¯Ô˘Ì y + ‚ = ⇔y=
2 2
¶·Ú·Ù‹ÚËÛË: ∞Ó ı¤ÛÔ˘Ì · + ‚ + Á = 2Ù, ÙfiÙÂ
x = ‚ + Á – · = 2Ù – · – · = Ù – · Î·È ÔÌÔ›ˆ˜ y = Ù – ‚, z = Ù – Á.
2 2
{ {
x + y + z = 52 x + y + z = 52 (1)
50 x + 10 y + 30 z = 32 ⋅ 52
⇔ 50x + 10y + 30z = 1664 (2)
100 100 100 100
x = 2z x = 2z (3)
Afi (1) Î·È (3) ¤¯Ô˘Ì y + 3z = 52, ÔfiÙ y = 52 – 3z Î·È Ë (2) Á›ÓÂÙ·È
50 Ø 2z + 10(52 – 3z) + 30z = 1664
⇔ 100z + 520 – 30z + 30z = 1664
⇔ 100z = 1144 ⇔ z = 11,44,
ÔfiÙÂ z 11,44lt
∂Ô̤ӈ˜ x = 22,88lt Î·È y = 17,68lt.
Ë
12. ñ ™ÙËÓ 1 ÂÚ›ÙˆÛË, ÂÂȉ‹ Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ f(x)
Ù¤ÌÓÂÈ ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· yãy ÛÙÔ ÛËÌÂ›Ô 3, ı· ÈÛ¯‡ÂÈ f(0) = 3, ÔfiÙ ı· ¤¯Ô˘ÌÂ
Á = 3, ÂÔ̤ӈ˜ ÙÔ ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ ı· Â›Ó·È Ù˘ ÌÔÚÊ‹˜
f(x) = ·x2 + ‚x + 3.
EÂȉ‹ ÙÔ ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ f(x) ¤¯ÂÈ ÎÔÚ˘Ê‹ ÙÔ ÛËÌÂ›Ô ∫(2, –1) ı· ÈÛ¯‡ÂÈ
{ { {
–‚ = 2 ‚ = –4· ‚ = –4
2·
⇔ ⇔
–‚ f(2) = –1 · = 1.
f = –1
2·
∂Ô̤ӈ˜ Â›Ó·È f(x) = x2 – 4x + 3.
6.1. °Ú·ÌÌÈο Û˘ÛÙ‹Ì·Ù· 91
{ { {
–‚ = 1 ‚ = –2· ‚ = –2· (3)
2·
⇔ ⇔
g –‚ = 4 g(1) = 4 · + ‚ + Á = 4. (4)
2·
∂Ô̤ӈ˜, ÏfiÁˆ Ù˘ (3), ÔÈ (2) Î·È (4) ÁÚ¿ÊÔÓÙ·È
{ 3· + Á = 0
–· + Á = 4
⇔ {
Á = –3·
–· – 3· = 4
⇔ {Á=3
· = –1
ÕÚ·, Â›Ó·È · = –1, ‚ = 2 Î·È Á = 3, ÔfiÙ ¤¯Ô˘Ì g(x) = –x2 + 2x + 3.
2Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
ª›· Ú›˙· ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ g(x) Â›Ó·È Ú1 = –1. ∞Ó Ú2 Â›Ó·È Ë ¿ÏÏË Ú›˙· ·˘ÙÔ‡,
–‚ .
ÙfiÙ ı· ÈÛ¯‡ÂÈ Ú1 + Ú2 = ∂Âȉ‹, fï˜ Ë ÙÂÙÌË̤ÓË xk Ù˘ ÎÔÚ˘Ê‹˜
·
–‚
Ù˘ ·Ú·‚ÔÏ‹˜ ‰›ÓÂÙ·È ·fi ÙÔÓ Ù‡Ô Ì xk = Î·È ÂÂȉ‹ xk = 1, ı· ÈÛ¯‡ÂÈ
2·
–‚ = 1 Ú + Ú2 –1 + Ú2
⇔ 1 =1 ⇔ = 1 ⇔ Ú2 = 3.
2· 2 2
ÕÚ· ÔÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ Â›Ó·È ÔÈ ·ÚÈıÌÔ› Ú1 = –1 Î·È Ú2 = 3, ÔfiÙ ı·
¤¯Ô˘ÌÂ
g(x) = ·(x – Ú1)(x – Ú2) = ·(x + 1)(x – 3).
∂Âȉ‹, fï˜ Ë ÎÔÚ˘Ê‹ ∫ Ù˘ ·Ú·‚ÔÏ‹˜ ¤¯ÂÈ Û˘ÓÙÂÙ·Á̤Ó˜ (1, 4), ı·
ÈÛ¯‡ÂÈ g(1) = 4, ÔfiÙ ı· ¤¯Ô˘ÌÂ
·(1 + 1)(1 – 3) = 4 ⇔ ·= –1.
∂Ô̤ӈ˜ ›ӷÈ
g(x) = –1(x + 1)(x – 3) = –x2 + 2x + 3.
ñ ™ÙËÓ 3Ë ÂÚ›ÙˆÛË, ÂÂȉ‹ Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ h(x)
Ù¤ÌÓÂÈ ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· xãx ÛÙ· ÛËÌ›· 2 Î·È 4 Î·È ÙÔÓ ¿ÍÔÓ· yãy ÛÙÔ ÛËÌ›Ô
4, ı· ÈÛ¯‡ÂÈ
{ h(2) = 0
h(4) = 0
h(0) = 4
⇔
{
4· + 2‚ + Á = 0
16· + 4‚ + Á = 0
Á=4
⇔
{
4· + 2‚ = –4
16· + 4‚ = –4 ⇔
Á=4
{ 2· + ‚ = –2
4· + ‚ = –1
Á=4
⇔
{ ‚ = –2· – 2
4· – 2· –2 = –1
Á=4
⇔
{ ‚ = –3
· = 0,5
Á=4
∂Ô̤ӈ˜ Â›Ó·È h(x) = 0,5x2 – 3x + 4.
92 ∫∂º∞§∞π√ 6: ™À™∆∏ª∞∆∞
3Ô˜ ÙÚfiÔ˜:
∆Ô ÙÚÈÒÓ˘ÌÔ h(x) ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ÙÔ˘˜ ·ÚÈıÌÔ‡˜ Ú1 = 2 Î·È Ú2 = 4. ∂Ô̤ӈ˜
¤¯Ô˘ÌÂ
h(x) = ·(x – 2)(x – 4).
EÂȉ‹, fï˜ Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË ÙÔ˘ ÙÚȈӇÌÔ˘ ‰È¤Ú¯ÂÙ·È ·fi ÙÔ ÛË-
ÌÂ›Ô °(0, 4), ı· ÈÛ¯‡ÂÈ h(0) = 4, ÔfiÙ ı· ¤¯Ô˘ÌÂ
·(0 – 2)(0 – 4) = 4 ⇔ · = 0,5.
∂Ô̤ӈ˜, ›ӷÈ
2
h(x) = 0,5(x – 2)(x – 4) = 0,5x – 3x + 4.
EÔ̤ӈ˜
2 ,4 .
ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË, ÙÔ ˙‡ÁÔ˜ °È· Ó· ÂÍËÁ‹ÛÔ˘ÌÂ
3 3
ÁÚ·ÊÈο ÙË Ï‡ÛË ¯·Ú¿ÛÔ˘ÌÂ, Û ηÚÙÂÛÈ·Ófi Û‡ÛÙËÌ· Û˘ÓÙÂÙ·Á̤ӈÓ,
ÙËÓ ·Ú·‚ÔÏ‹ y = 3x2 Î·È ÙËÓ Â˘ı›· 12x – 3y = 4. ™ÙÔ Û¯‹Ì· ·Ú·ÙË-
Úԇ̠fiÙÈ ÔÈ ‰‡Ô ÁÚ·Ì̤˜ ¤¯Ô˘Ó ¤Ó· ÌfiÓÔ ÎÔÈÓfi ÛËÌÂ›Ô ª, ÙÔ ÔÔ›Ô ¤¯ÂÈ
2 ,4 .
Û˘ÓÙÂÙ·Á̤Ó˜
3 3
6.2. ªË ÁÚ·ÌÌÈο Û˘ÛÙ‹Ì·Ù· 93
x1 = 3 = 3 2
2 2
3 =– 3 2 ,
Î·È x2 = –
2 2
ÔfiÙ ı· ¤¯Ô˘ÌÂ
y1 = x1 = 3 2 Î·È y2 = x2 = – 3 2 .
2 2
ÕÚ·, ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ‰‡Ô χÛÂȘ, Ù· ˙‡ÁË
3 2 ,3 2 –3 2 , –3 2 .
ηÈ
2 2 2 2
°È· Ó· ÂÍËÁ‹ÛÔ˘Ì ÁÚ·ÊÈο ÙȘ χÛÂȘ ¯·Ú¿ÛÔ˘ÌÂ, Û ηÚÙÂÛÈ·Ófi Û‡ÛÙË-
Ì· Û˘ÓÙÂÙ·Á̤ӈÓ, ÙÔÓ Î‡ÎÏÔ x2 + y2 = 9 Ì ΤÓÙÚÔ ÙÔ ÛËÌÂ›Ô √(0, 0) ηÈ
·ÎÙ›Ó· 3 ηıÒ˜ ›Û˘ Î·È ÙËÓ Â˘ı›· y = x. ™ÙÔ Û¯‹Ì· ·Ú·ÙËÚÔ‡ÌÂ
3 2 ,3 2
fiÙÈ ÔÈ ‰‡Ô ÁÚ·Ì̤˜ Ù¤ÌÓÔÓÙ·È Û ‰‡Ô ÛËÌ›·, Ù· ∞ ηÈ
2 2
µ –3 2 , –3 2 .
2 2
x2 + 42 = 5
x
⇔ x4 + 4 = 5x2
⇔ x4 – 5x2 + 4 = 0. (1)
∞Ó ı¤ÛÔ˘Ì x2 = ˆ (2), Ë (1)
Á›ÓÂÙ·È ˆ2 – 5ˆ + 4 = 0. (3)
∞˘Ù‹ ¤¯ÂÈ Ú›˙˜ ˆ1 = 1 ηÈ
94 ∫∂º∞§∞π√ 6: ™À™∆∏ª∞∆∞
v – v0
3. ∞fi ÙËÓ v = v0 + ·t ¤¯Ô˘Ì v – v0 = ·t, ÔfiÙ · = . AÓÙÈηıÈÛÙÔ‡ÌÂ
t
ÛÙËÓ ÚÒÙË Î·È ¤¯Ô˘ÌÂ
v – v0 2 (v – v0)t 2v0t + vt – v0t
S = v0t + 1 ·t2 = v0 ⋅ t + 1 ⋅ ⋅ t = v0t + = .
2 2 t 2 2
v + v0
ÕÚ· S = ⋅ t.
2
µã √ª∞¢∞™
·Ú·‚ÔÏ‹ y = 1 x2 – 5
2
Î·È Ô Î‡ÎÏÔ˜ x2 + y2 = 52 ¤¯Ô˘Ó ÙÚ›· ÎÔÈÓ¿ ÛËÌ›·.
6.2. ªË ÁÚ·ÌÌÈο Û˘ÛÙ‹Ì·Ù· 95
5. ªÂ ·ÓÙÈηٷÛÙ¿ÙË ÙÔ˘
y = x + Ì ÛÙËÓ ÚÒÙË
Â͛ۈÛË ·›ÚÓÔ˘Ì ÙËÓ
2(x + Ì) = x2
⇔ x2 – 2x – 2Ì = 0. (1)
H ‰È·ÎÚ›ÓÔ˘Û· Ù˘ (1) ›-
Ó·È ¢ = 4 + 8Ì = 4(1 + 2Ì).
¢È·ÎÚ›ÓÔ˘Ì ÙȘ ÂÚÈÙÒ-
ÛÂȘ
ñ ¢ > 0, ‰ËÏ·‰‹
Ì > – 1 . ∏ (1) ¤¯ÂÈ ‰‡Ô
2
Ú›˙˜, Ô˘ ÛËÌ·›ÓÂÈ fiÙÈ
ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ‰‡Ô χ-
ÛÂȘ, ÔfiÙÂ Ë ·Ú·‚ÔÏ‹
Î·È Ë Â˘ı›· Ù¤ÌÓÔÓÙ·È.
ñ ¢ < 0, ‰ËÏ·‰‹ Ì < – 1 . ∏ (1) ‰ÂÓ ¤¯ÂÈ Ú·ÁÌ·ÙÈΤ˜ Ú›˙˜, Ô˘ ÛËÌ·›-
2
ÓÂÈ fiÙÈ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ‰ÂÓ ¤¯ÂÈ Ï‡ÛÂȘ, ÔfiÙÂ Ë ·Ú·‚ÔÏ‹ Î·È Ë Â˘ı›· ‰ÂÓ
¤¯Ô˘Ó ηӤӷ ÎÔÈÓfi ÛËÌ›Ô.
°Ú·ÊÈο Ù· ÂÍ·ÁfiÌÂÓ·, ÂÍËÁÔ‡ÓÙ·È Ì ÙË ‚Ô‹ıÂÈ· ÙÔ˘ ÚÔËÁÔ‡ÌÂÓÔ˘
Û¯‹Ì·ÙÔ˜.
KEº∞§∞π√ 7
∆ƒπ°ø¡√ª∂∆ƒπ∞
x 1
1. ™ÙÔ ÙÚ›ÁˆÓÔ ¢∞µ ¤¯Ô˘Ì ËÌ 30Æ = , ÔfiÙ x = 6 ËÌ 30Æ = 6 Ø = 3.
6 2
x = 3 = 1,
™ÙÔ ÙÚ›ÁˆÓÔ ÙÒÚ· ¢∞° ¤¯Ô˘Ì Âʈ = ofiÙ ˆ = 45Æ.
3 3
x
∂Ô̤ӈ˜, ÂÂȉ‹ Ë̈ = , ¤¯Ô˘ÌÂ
y
3
ËÌ 45Æ = , ÔfiÙÂ y = 3 = 3 = 6 = 6 2 = 3 2.
y ËÌ 450 2 2 2
2
2. EÂȉ‹ B + ° = 90Æ ı· Â›Ó·È A = 90Æ. ŒÙÛÈ ÛÙÔ ÔÚıÔÁÒÓÈÔ ÙÚ›ÁˆÓÔ AB°
1
¤¯Ô˘Ì ËÌ 30Æ = (AB) , ÔfiÙ (AB) = 2 ËÌ 30Æ = 2 ⋅ = 1
2 2
(A°) 3 = 3.
ËÌ 60Æ = , ÔfiÙÂ (A°) = 2 ËÌ 60Æ = 2 ⋅
2 2
3. i) S = · Ø Ú
6 = ˆ Ø 1, ¿Ú· ˆ = 6rad.
ii) S = · Ø Ú
6 = ˆ Ø 2, ¿Ú· ˆ = 3rad.
iii) S = · Ø Ú
6 = ˆ Ø 3, ¿Ú· ˆ = 2rad.
·= Ì
4. Afi ÙÔÓ Ù‡Ô ¤¯Ô˘ÌÂ
180
· = 30
i) °È· Ì = 30, Â›Ó·È ⇔ · = . ÕÚ· 30Æ = rad.
180 6 6
98 ∫∂º∞§∞π√ 7: ∆ƒπ°ø¡√ª∂∆ƒπ∞
·= Ì
5. Afi ÙÔÓ Ù‡Ô ¤¯Ô˘ÌÂ
180
10 = Ì rad = 180.
i) ⇔ Ì = 18, ¿Ú·
180 10
5
6 = Ì 5 rad = 1500.
ii) ⇔ Ì = 150, ¿Ú·
180 6
91
3 = Ì 91 rad = 54600.
iii) ⇔ Ì = 5460, ¿Ú·
180 3
100 = Ì 18000 180000 .
iv) ⇔Ì= , ¿Ú· 100 rad =
180
µã √ª∞¢∞™
ÂÊ 70 + ÂÊ 30
∞Ó ˆ = 45Æ, ÙfiÙ ¤¯Ô˘ÌÂ
ÂÊ 70 + ÂÊ 45
∞Ó ˆ = 60Æ, ÙfiÙ ¤¯Ô˘ÌÂ
ÂÊ 70 + ÂÊ 60
iii) Afi ÙËÓ ÈÛfiÙËÙ· ÙˆÓ ÙÚÈÁÒÓˆÓ ¢∞µ Î·È ¢∞∂ ÚÔ·ÙÂÈ (∞∂) = (∞µ) = 2.
ÕÚ· (∂°) = (∞∂) – (∞°) = 2 – 2.
22,50 , 22,5 0
vi) MÔÚԇ̠ӷ ˘ÔÏÔÁ›ÛÔ˘Ì ÙÔ ËÌ›ÙÔÓÔ ÙˆÓ ÁˆÓÈÒÓ Î.Ù.Ï.,
2 4
·ÚΛ Ó· ‰È¯ÔÙÔÌ‹ÛÔ˘Ì ÙË ÁˆÓ›· µ∞¢ Î.Ù.Ï.
∂Ô̤ӈ˜ ÂÚ›ÌÂÙÚÔ˜ = 12 + 4 3 + 4 3 = 12 + 8 3.
⇔ Û˘Ó x = –
16 = – 4
[ ·ÊÔ‡ ÁÈ·
<x<
2
[
25 5 ÈÛ¯‡ÂÈ Û˘Ó x < 0.
–2
2. ∞Ó ÛÙËÓ ÈÛfiÙËÙ· ËÌ2x + Û˘Ó2x = 1 ·ÓÙÈηٷÛÙ‹ÛÔ˘Ì ÙÔ Û˘Óx ÌÂ
‚Ú›ÛÎÔ˘Ì 3
2
4
ËÌ2x + – 2 = 1 ⇔ ËÌ2x + = 1
3 9
5
⇔ ËÌ2x =
9
102 ∫∂º∞§∞π√ 7: ∆ƒπ°ø¡√ª∂∆ƒπ∞
⇔ ËÌ x = – 5 =– 5
[ ·ÊÔ‡ ÁÈ· < x < 3
2
[
9 3 ÈÛ¯‡ÂÈ ËÌ x < 0.
5
EÔ̤ӈ˜ ÂÊx = Î·È ÛÊx = 2 5 .
2 5
1 =– 3 =–
3. ñ ÛÊx = 3.
ÂÊx 3
3 ËÌx = – 3 3
ñ ∂›Ó·È ÂÊx = – ⇔ ⇔ ËÌx = – Û˘Óx (1)
3 Û˘Óx 3 3
EÂȉ‹ ËÌ2x + Û˘Ó2x = 1, ÏfiÁˆ Ù˘ (1), ¤¯Ô˘ÌÂ
1 3
Û˘Ó2x + Û˘Ó2x = 1 ⇔ Û˘Ó2x + 3Û˘Ó2x = 3 ⇔ 4Û˘Ó2x = 3 ⇔ Û˘Ó2x =
3 4
⇔ Û˘Óx =
2
3
[ ·ÊÔ‡ ÁÈ· 3 < x < 2
2
ÈÛ¯‡ÂÈ Û˘Óx > 0.
[
ñ ∞fi ÙËÓ (1) ÙÒÚ· ·›ÚÓÔ˘Ì ËÌx = – 3 ⋅ 3 = – 3 = – 1 .
3 2 3⋅2 2
1 = 5 = 5 .
4. ñ ÂÊx =
ÛÊ x 2 5 2
Û˘Óx = 2 5 2 5
ñ ∂›Ó·È ÛÊx = 2 5 ⇔ ⇔ Û˘Óx = ËÌx (1)
5 ËÌx 5 5
EÂȉ‹ ËÌ2x + Û˘Ó2x = 1, ÏfiÁˆ Ù˘ (1), ¤¯Ô˘ÌÂ
4
ËÌ2x + ËÌ2x = 1 ⇔ 5ËÌ2x + 4ËÌ2x = 5 ⇔ 9ËÌ2x = 5
5
5
⇔ ËÌ x = ⇔ ËÌx =
2
9 3
5
[ ·ÊÔ‡ ÁÈ· 0 < x <
Û˘Óx = –2
5. ñ ∂›Ó·È ÛÊx = –2 ⇔ ⇔ Û˘Óx = –2 ËÌx.
ËÌx
7.2. µ·ÛÈΤ˜ ÙÚÈÁˆÓÔÌÂÙÚÈΤ˜ Ù·˘ÙfiÙËÙ˜ 103
[ [
3 < x < 2
·ÊÔ‡ ÁÈ·
1 =– 5
⇔ ËÌx = – 2
5 5 ÈÛ¯‡ÂÈ ËÌx < 0.
5 ⋅2 5
2⋅ – –4
5 5 = 5 4 – 4 (5 – 2 5)
=– = = 8 5 – 20 .
2 5 5 + 2 5 5 + 2 5 (5 + 2 5) (5 – 2 5) 5
1+
5 5
7. ∞ÚΛ Ó· ‰Â›ÍÔ˘Ì fiÙÈ Ë ·fiÛÙ·ÛË ÙÔ˘ ª(x, y) ·fi ÙËÓ ·Ú¯‹ √(0, 0) ›-
Ó·È ›ÛË ÌÂ 3. ¶Ú¿ÁÌ·ÙÈ
(√ª) = x2 + y2 = (3 Û˘Óı) 2 + (3 ËÌı)2 = 9 Û˘Ó2ı + 9 ËÌ 2ı
= 9 (Û˘Ó2ı + ËÌ 2ı) = 9 = 3.
8. Œ¯Ô˘ÌÂ
9x2 + 4y2 = 9 (2 Û˘Óı)2 + 4 (3 ËÌı)2 = 9 Ø 4 Û˘Ó2ı + 4 Ø 9 ËÌ2ı
= 36 Û˘Ó2ı + 36 ËÌ2ı = 36 (Û˘Ó2ı + ËÌ2ı) = 36 Ø 1 = 36.
9. Œ¯Ô˘ÌÂ
x2 + y2 + z2 = r2 ËÌ2ı Û˘Ó2Ê + r2 ËÌ2ı ËÌ2Ê + r2 Û˘Ó2ı
= r2 ËÌ2ı (Û˘Ó2Ê + ËÌ2Ê) + r2 Û˘Ó2ı = r2 ËÌ2ı + r2 Û˘Ó2ı
= r2 (ËÌ2ı + Û˘Ó2ı) = r2.
104 ∫∂º∞§∞π√ 7: ∆ƒπ°ø¡√ª∂∆ƒπ∞
11. ∂›Ó·È
ËÌı + 1 + Û˘Óı = ËÌ 2ı + (1 + Û˘Óı) 2 =
i)
1 + Û˘Óı ËÌı ËÌı (1 + Û˘Óı)
= 2 Û˘Óx = 2 .
Û˘Ó2x Û˘Óx
2 2 ËÌ 2· – ËÌ 2· = ËÌ 2· – ËÌ 2· ⋅ Û˘Ó2·
ii) ÂÊ · – ËÌ · = 2 2
Û˘Ó · Û˘Ó ·
= ËÌ · (1 –2Û˘Ó ·) = ËÌ · ⋅ ËÌ
2 2 2 2
· = ËÌ· 2 ⋅ ËÌ 2·
Û˘Ó · Û˘Ó2· Û˘Ó·
= ÂÊ2· ⋅ ËÌ 2·.
7.2. µ·ÛÈΤ˜ ÙÚÈÁˆÓÔÌÂÙÚÈΤ˜ Ù·˘ÙfiÙËÙ˜ 105
1 1
= 2 1 2 = ËÌx
Û˘Óx = ËÌx Û˘Óx.
iii) =
ÂÊx + ÛÊx ËÌx + Û˘Óx ËÌ x + Û˘Ó x ËÌ x + Û˘Ó2
2
iv)
1 – ËÌx
Û˘Óx ËÌx ËÌx Û˘Óx
1
1 – Û˘Óx = 1 – ËÌ 2x ⋅ 1 – Û˘Ó2x
{
ËÌx Û˘Óx ËÌx Û˘Óx
2 2
= Û˘Ó x ⋅ ËÌ x = ËÌx ⋅ Û˘Óx.
ËÌx Û˘Óx
µã √ª∞¢∞™
1 + 2 ËÌx Û˘Óx = ·2
·2 – 1 .
ËÌx Û˘Óx = (1)
2
∂Ô̤ӈ˜
1 + 1 = ËÌx + Û˘Óx = · = 2· .
ii) [ÏfiÁˆ Ù˘ (1)]
ËÌx Û˘Óx ËÌx Û˘Óx ·2 – 1 ·2 –1
2
106 ∫∂º∞§∞π√ 7: ∆ƒπ°ø¡√ª∂∆ƒπ∞
2 2
iii) ÂÊx + ÛÊx = ËÌx + Û˘Óx = ËÌ x + Û˘Ó x = 1
Û˘Óx ËÌx ËÌx Û˘Óx ËÌx Û˘Óx
1 2
= = .
2 2
· –1 · –1
2
3 3 3
iv) ™‡Ìʈӷ Ì ÙËÓ Ù·˘ÙfiÙËÙ· · + ‚ = (· + ‚) – 3·‚(· + ‚), ¤¯Ô˘ÌÂ
3 3 3
ËÌ x + Û˘Ó x = (ËÌx + Û˘Óx) – 3ËÌx Û˘Óx (ËÌx + Û˘Óx)
2 2
= ·3 – 3 ⋅ · – 1 ⋅ · ·ÊÔ‡ ËÌx + Û˘Óx = · Î·È ËÌx Û˘Óx = · –1
2 2
3 3 2
= ·3 – 3· – 3· = 3· – · = · (3 – · ) .
2 2 2
1
= 1 – 3ËÌ2x Û˘Ó2x.
{ 1
3. ∂›Ó·È
1 + ËÌx = (1 + ËÌx) (1 + ËÌx) = (1 + ËÌx)2 = 1 + ËÌx
ñ
1 – ËÌx (1 – ËÌx) (1 + ËÌx) Û˘Ó2x |Û˘Óx|
1 – ËÌx 1 – ËÌx
ñ √ÌÔ›ˆ˜ Â›Ó·È = .
1 + ËÌx Û˘Óx
= 2ËÌx = 2ÂÊx.
Û˘Óx
7.3. ∞Ó·ÁˆÁ‹ ÛÙÔ 1Ô ÙÂÙ·ÚÙËÌfiÚÈÔ 107
1 + Û˘Óx + 1 – Û˘Óx
4.
1 + Û˘Óx – 1 – Û˘Óx
2
1 + Û˘Óx + 1 – Û˘Óx
=
1 + Û˘Óx – 1 – Û˘Óx 1 + Û˘Óx + 1 – Û˘Óx
1. i) ∞Ó ‰È·ÈÚ¤ÛÔ˘Ì ÙÔÓ 1200 Ì ÙÔÓ 360 ‚Ú›ÛÎÔ˘Ì ËÏ›ÎÔ 3 Î·È ˘fiÏÔÈÔ 120.
∂Ô̤ӈ˜ 1200Æ = 3 Ø 360Æ + 120Æ
ÔfiÙÂ
3
ËÌ1200Æ = ËÌ120Æ = ËÌ(180Æ – 60Æ) = ËÌ60Æ =
2
1
Û˘Ó1200Æ = Û˘Ó120Æ = Û˘Ó(180Æ – 60Æ) = –Û˘Ó60Æ = –
2
3 1
–
2 =– 3 2 =– 1 =– 3 .
ÂÊ1200Æ = Î·È ÛÊ1200Æ =
3
–1 3 3
2 2
1 3
2 = 3 2 = 3.
ÂÊ(–2850Æ) = Î·È ÛÊ(–2850Æ) =
3 3 1
2 2
ËÌ 187 = ËÌ 15 ⋅ 2 + 7 = ËÌ 7 = ËÌ + = –ËÌ = – 1
6 6 6 6 6 2
–1 – 3
ÂÊ 187 = 2 = 1 = 3 Î·È ÛÊ 187 = 2 = 3.
6 3 6
– 3 3 –1
2 2
21 = 21 ⋅ 2.
ii) ∂›Ó·È ∞Ó ÙÒÚ· ‰È·ÈÚ¤ÛÔ˘Ì ÙÔ 21 Ì ÙÔ 8 ‚Ú›ÛÎÔ˘Ì Ë-
4 8
Ï›ÎÔ 2 Î·È ˘fiÏÔÈÔ 5. ∂Ô̤ӈ˜ ¤¯Ô˘ÌÂ
21 = 21 ⋅ 2 = 2 + 5 2 = 2 ⋅ 2 + 5
4 8 8 4
ÔfiÙÂ
ËÌ 21 = ËÌ 5 = ËÌ + = –ËÌ = – 2
4 4 4 4 2
∞ 0 µ + ° = Û˘Ó µ + ° ηÈ
iii) ËÌ = ËÌ 90 –
2 2 2
∞ 0 µ + ° = ËÌ µ + ° .
iv) Û˘Ó = Û˘Ó 90 –
2 2 2
5. ∂›Ó·È
ÂÊ( – x) = – ÂÊx, Û˘Ó(2 + x) = Û˘Óx
ÛÊ 21 – x = ÛÊ 5 ⋅ 2 + – x = ÛÊ – x = ÂÊx.
2 2 2
∂Ô̤ӈ˜
–x
ËÌ2( – x) + Û˘Ó( – x) Û˘Ó(2 – x) + 2ËÌ2
2
= ËÌ2x – Û˘Óx Ø Û˘Óx + 2Û˘Ó2x = ËÌ2x + Û˘Ó2x = 1.
µã √ª∞¢∞™
1. ∂Âȉ‹ 2
ËÌ495Æ = ËÌ(360Æ + 135Æ) = ËÌ135Æ = ËÌ(180Æ – 45Æ) = ËÌ45Æ =
2
1
Û˘Ó120Æ = Û˘Ó(180Æ – 60Æ) = –Û˘Ó60Æ = –
2
2
Û˘Ó 495Æ = Û˘Ó(360Æ + 135Æ) = Û˘Ó 135Æ = Û˘Ó(180Æ – 45Æ) = –Û˘Ó45Æ = –
2
1
Û˘Ó(–120Æ) = Û˘Ó120Æ = – (fiˆ˜ ÚÔËÁÔ˘Ì¤Óˆ˜)
2
ÂÊ(–120Æ) = –ÂÊ120Æ = –ÂÊ(180Æ – 60Æ) = ÂÊ60Æ = 3 ηÈ
ÂÊ495Æ = ÂÊ(360Æ + 135Æ) = ÂÊ135Æ = ÂÊ(180Æ – 45Æ) = –ÂÊ45Æ = –1.
Ë ÙÈÌ‹ Ù˘ ·Ú¿ÛÙ·Û˘ ÈÛÔ‡Ù·È ÌÂ
2 ⋅ –1 + – 2 ⋅ –1 – 2 + 2
2 2 2 2 = 4 4 = 0.
3 + (–1) 3 –1
2. Œ¯Ô˘ÌÂ
ËÌ(5 + ˆ) = ËÌ(4 + + ˆ) = ËÌ( + ˆ) = –Ë̈
Û˘Ó(7 – ˆ) = Û˘Ó(6 + – ˆ) = Û˘Ó( – ˆ) = –Û˘Óˆ
ËÌ 5 – ˆ = ËÌ 2 + – ˆ = ËÌ – ˆ = Û˘Óˆ
2 2 2
ÛÊ 7 + ˆ = ÛÊ 4 – + ˆ = ÛÊ – + ˆ = –ÛÊ – ˆ = –Âʈ
2 2 2 2
∂Ô̤ӈ˜ Ë ·Ú¿ÛÙ·ÛË Á›ÓÂÙ·È
(–Ë̈) (–Û˘Óˆ) ⋅ Û˘Óˆ ⋅ Ë̈ = – Ë̈ ⋅ Û˘Ó2ˆ = –Û˘Ó 2ˆ = ËÌ 2ˆ –1.
Ûʈ ⋅ Ë̈ ⋅ Ë̈ (–Âʈ) Ë̈
7.3. ∞Ó·ÁˆÁ‹ ÛÙÔ 1Ô ÙÂÙ·ÚÙËÌfiÚÈÔ 111
ÂÊ2 – x + ÂÊ2 + x
3 6
2
= ÂÊ – x + ÂÊ + x – 2ÂÊ – x ÂÊ + x
3 6 3 6
= 52 – 2ÂÊ – x ÂÊ + x = 25 – 2ÂÊ – x ÛÊ – + x
3 6 3 2 6
= 25 – 2ÂÊ – x ÛÊ – x = 25 – 2 = 23.
3 3
4. ∂›Ó·È
ÂÊ( + x) ÂÊx
0< <1 ⇔ 0< <1
ÂÊx – ÛÊ( + x) ÂÊx + ÛÊx
⇔ 0 < ÂÊ x < ÂÊ x + 1.
2 2
Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ, ÁÈ·Ù› ·ÔÎÏ›ÂÙ·È Ó· Â›Ó·È ÂÊx = 0, ·ÊÔ‡, ÏfiÁˆ ˘Ôı¤Ûˆ˜, ÔÚ›-
˙ÂÙ·È Ë ÛÊx.
∞™∫∏™∂π™ °π∞ ∂¶∞¡∞§∏æ∏
1. i) Œ¯Ô˘ÌÂ
1 (· – ‚)2 + (‚ – Á) 2 + (Á – ·) 2
2
= 1 ⋅ 2 ·2 + ‚2 + Á 2 – ·‚ – ‚Á – Á·
2
= ·2 + ‚2 + Á 2 – ·‚ – ‚Á – Á·.
ii) Œ¯Ô˘ÌÂ
·2 + ‚2 + Á2 ≥ ·‚ + ‚Á + Á· ⇔ ·2 + ‚2 + Á2 – ·‚ – ‚Á – Á· ≥ 0
⇔ 1 (· – ‚)2 + (‚ – Á) 2 + (Á – ·) 2 ≥ 0 Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ.
2
∆Ô “=” ÈÛ¯‡ÂÈ ·Ó Î·È ÌfiÓÔ ·Ó
· – ‚ = 0 Î·È ‚ – Á = 0 Î·È Á – · = 0 ⇔ · = ‚ = Á.
2 2 2
·+‚
3. ∞) Œ¯Ô˘Ì ·‚ ≤ ⇔ ·‚ ≤ · + ‚ + 2·‚ ⇔ 4·‚ ≤ ·2 + ‚2 + 2·‚
2 4
⇔ 0 ≤ ·2 + ‚2 + 2·‚ – 4·‚ ⇔ 0 ≤ ·2 + ‚2 – 2·‚
⇔ 0 ≤ (· – ‚)2, Ô˘ ÈÛ¯‡ÂÈ.
∆Ô “=” ÈÛ¯‡ÂÈ fiÙ·Ó · = ‚.
∞fi ÙËÓ ·ÓÈÛfiÙËÙ· ·˘Ù‹ ÚÔ·ÙÂÈ fiÙÈ ÙÔ ÂÌ‚·‰fiÓ ÂÓfi˜ ÔÚıÔÁˆÓ›Ô˘ ÌÂ
‰È·ÛÙ¿ÛÂȘ · Î·È ‚ ‰ÂÓ ˘ÂÚ‚·›ÓÂÈ ÙÔ ÂÌ‚·‰fiÓ ÙÔ˘ ÙÂÙÚ·ÁÒÓÔ˘ Ì ÏÂ˘Ú¿
ÙÔ ËÌÈ¿ıÚÔÈÛÌ· · + ‚ .
2
µ) ∞Ó · Î·È ‚ Â›Ó·È ÔÈ ‰È·ÛÙ¿ÛÂȘ ÂÓfi˜ Ù¤ÙÔÈÔ˘ ÔÚıÔÁˆÓ›Ô˘, ÙfiÙ ÙÔ ÂÌ‚·-
‰fiÓ ÙÔ˘ Â›Ó·È ∂ = ·‚ Î·È Ë ÂÚ›ÌÂÙÚfi˜ ÙÔ˘ ƒ = 2(· + ‚).
ƒ 2.
i) ŒÙÛÈ Ë ÚÔËÁÔ‡ÌÂÓË ·ÓÈÛfiÙËÙ· ÁÚ¿ÊÂÙ·È ∂ ≤
4
ƒ
∏ ÈÛfiÙËÙ· ÈÛ¯‡ÂÈ, ·Ó Î·È ÌfiÓÔ ·Ó · = ‚ = , ‰ËÏ·‰‹ fiÙ·Ó ÙÔ ÔÚıÔ-
ÁÒÓÈÔ Á›ÓÂÈ ÙÂÙÚ¿ÁˆÓÔ. 4
ƒ 2 ⇔ ∂ ≤ ƒ ⇔ ƒ ≥ 4 ∂.
ii) §fiÁˆ Ù˘ (i) ¤¯Ô˘Ì ∂ ≤
4 4
∏ ÈÛfiÙËÙ· ÈÛ¯‡ÂÈ ·Ó Î·È ÌfiÓÔ ·Ó · = ‚.
(∆Ô ·Ú·¿Óˆ ·ÔÙ¤ÏÂÛÌ· ‹Ù·Ó ÁÓˆÛÙfi ÚÈÓ ÙËÓ ÂÔ¯‹ ÙÔ˘ ∂˘ÎÏ›‰Ë).
4. i) 3(x + 1) – ·x = 4 ⇔ 3x + 3 – ·x = 4 ⇔ (3 – ·)x = 1.
ñ ∞Ó · ≠ 3, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË ÙËÓ x = 1 .
3–·
ñ ∞Ó · = 3, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË Á›ÓÂÙ·È 0x = 1 Î·È Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙË.
1 >1 1 –1>0 1–3+· >0
ii) °È· · ≠ 3 Ú¤ÂÈ ⇔ ⇔
3–· 3–· 3–·
·–2 >0
⇔ ⇔ (· – 2)(3 – ·) > 0
3–·
⇔ (· – 2)(· – 3) < 0 ⇔ 2 < · < 3.
5. i) Œ¯Ô˘ÌÂ
Ï2 (x – 1) + 3Ï = x + 2 ⇔ Ï2x – Ï2 + 3Ï = x + 2 ⇔ Ï2x – x = Ï2 – 3Ï + 2
⇔ (Ï2 – 1)x = Ï2 – 3Ï + 2
⇔ (Ï + 1)(Ï – 1)x = (Ï – 1)(Ï – 2).
ii) ñ AÓ Ï ≠ ±1, ÙfiÙÂ Ë Â͛ۈÛË ¤¯ÂÈ ÌÔÓ·‰È΋ χÛË ÙËÓ
x = (Ï – 1) (Ï – 2) = Ï – 2 .
(Ï + 1) (Ï – 1) Ï + 1
A™∫∏™∂π™ °π∞ ∂¶∞¡∞§∏æ∏ 115
ii) Œ¯Ô˘ÌÂ
1 1
100 = 60t – Ø 10t2 ⇔ 10 = 6t – t2 ⇔ 20 = 12t – t2 ⇔
2 2
2
t – 12t + 20 = 0.
¢ = (–12)2 – 4 Ø 1 Ø 20 = 144 – 80 = 64
∂Ô̤ӈ˜ t = 12 ± 8 ⇔ t = 2sec ‹ t = 10sec.
2
™ÙËÓ ÂÚ›ÙˆÛË i) ÙÔ ‡„Ô˜ ÙˆÓ 180 ̤ÙÚˆÓ Â›Ó·È ÙÔ Ì¤ÁÈÛÙÔ ‡„Ô˜ Ô˘ Êı¿ÓÂÈ
1
ÙÔ ÛÒÌ·, ·ÊÔ‡ Ë Û˘Ó¿ÚÙËÛË ÙÔ˘ ‡„Ô˘˜ Â›Ó·È h(t) = – Ø 10 Ø t2 + 60t, ‰ËÏ·‰‹
2
–60
h(t) = –5t2 + 60t Î·È ¤¯ÂÈ Ì¤ÁÈÛÙÔ ÁÈ· t = = 6sec, ÙÔ h(6) = 180 ̤ÙÚ·.
2(–5)
™ÙË ‰Â‡ÙÂÚË ÂÚ›ÙˆÛË ÔÈ ‰‡Ô χÛÂȘ Ù˘ Â͛ۈÛ˘ Â›Ó·È ÔÈ ¯ÚÔÓÈΤ˜
ÛÙÈÁ̤˜ Ô˘ ÙÔ ÛÒÌ· ı· ‚ÚÂı› Û ‡„Ô˜ 100 ̤ÙÚˆÓ, ÌÈ· ÛÙËÓ ¿ÓÔ‰Ô fiÙ·Ó
t = 2sec Î·È ÌÈ· ÛÙËÓ Î¿ıÔ‰Ô fiÙ·Ó t = 10sec.
–˘0 ˘0 ˘ 2 ˘
h =h = – 1 g 0 + ˘0 ⋅ 0
g 2 g g
2 –1 g
2
2 2 2 2 2
˘ ˘ –˘ 2˘ ˘
=–1 ⋅ 0 + 0 = 0 + 0 = 0 .
2 g g 2g 2g 2g
2
˘0
ÕÚ· ÁÈ· Ó· ÌÔÚ› ÙÔ ÛÒÌ· ·Ó Êı¿ÛÂÈ Û ‡„Ô˜ h0 Ú¤ÂÈ h0 ≤ .
2g
116 A™∫∏™∂π™ °π∞ ∂¶∞¡∞§∏æ∏
iii) ∆Ô Ï‹ıÔ˜ ÙˆÓ Ï‡ÛÂˆÓ ÙÔ˘ Û˘ÛÙ‹Ì·ÙÔ˜ Â›Ó·È fiÛÔ Î·È ÙÔ Ï‹ıÔ˜ ÙˆÓ
ÎÔÈÓÒÓ ÛËÌ›ˆÓ ÙÔ˘ ·ÎÏÔ˘ Ì ÙȘ ¢ı›˜ y = x Î·È y = –x.
∂Âȉ‹, ÁÈ· · ≥ 0, Ë ·fiÛÙ·ÛË ÙÔ˘ ΤÓÙÚÔ˘ ∫ ÙÔ˘ ·ÎÏÔ˘ ·fi ÙȘ ¢-
·
ı›˜ ·˘Ù¤˜ Â›Ó·È ›ÛË Ì d = KA = KB = , ¤¯Ô˘ÌÂ:
2
·
ñ ∞Ó d > Ú ⇔ > 1 ⇔ · > 2 , Ô Î‡ÎÏÔ˜ Î·È ÔÈ Â˘ı›˜ ‰ÂÓ ¤¯Ô˘Ó
2
ηӤӷ ÎÔÈÓfi ÛËÌ›Ô, ÔfiÙ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· Â›Ó·È ·‰‡Ó·ÙÔ.
ñ ∞Ó d = Ú ⇔ · = 2 , Ô Î‡ÎÏÔ˜ ÂÊ¿ÙÂÙ·È ÙˆÓ Â˘ıÂÈÒÓ, ÔfiÙ ÙÔ Û‡-
ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ‰‡Ô χÛÂȘ.
ñ ∞Ó d < Ú ⇔ 0 ≤ · < 2 , Ô Î‡ÎÏÔ˜ Ù¤ÌÓÂÈ Î·È ÙȘ ‰‡Ô ¢ı›˜, ÔfiÙ ÙÔ
Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ Ù¤ÛÛÂÚȘ χÛÂȘ, Ì ÂÍ·›ÚÂÛË ÙËÓ ÂÚ›ÙˆÛË · = 1 ηٿ
ÙËÓ ÔÔ›· Ô Î‡ÎÏÔ˜ ¤¯ÂÈ Ì ÙȘ ¢ı›˜ ÙÚ›· ‰È·ÎÂÎÚÈ̤ӷ ÎÔÈÓ¿ ÛË-
Ì›·, ÔfiÙ ÙÔ Û‡ÛÙËÌ· ¤¯ÂÈ ÙÚÂȘ χÛÂȘ.
§fiÁˆ Û˘ÌÌÂÙÚ›·˜, ·ÓÙ›ÛÙÔȯ· Û˘ÌÂÚ¿ÛÌ·Ù· ¤¯Ô˘ÌÂ Î·È fiÙ·Ó · ≤ 0.
A™∫∏™∂π™ °π∞ ∂¶∞¡∞§∏æ∏ 119
11. ∂Âȉ‹ ÙÔ ÙÚ›ÁˆÓÔ ª°§ Â›Ó·È ÔÚıÔ-
ÁÒÓÈÔ, ı· ÈÛ¯‡ÂÈ ª°2 = §°2 – ª§2 =
32 – x2 = 9 – x2, ÔfiÙ ı· Â›Ó·È ª¢ =
2
2ª° = 2 9 – x Î·È ÂÂȉ‹ ÙÔ ÙÚ›-
⇔ 36 = x2 – 6x + 9 + 4(9 – x2)
⇔ x2 + 2x – 3 = 0 ⇔ x = 1 ‹ x = –3
ÕÚ· x = 1, ·ÊÔ‡ x > 0.
12. i) ∞fi ÙÔÓ ÔÚÈÛÌfi Ù˘ ·fiÛÙ·Û˘ ‰˘Ô ÛËÌ›ˆÓ ÙÔ˘ ¿ÍÔÓ· ÚÔ·ÙÂÈ fiÙÈ
(ª∞) = |x + 1| Î·È (MB) = |x – 1|.
EÔ̤ӈ˜, ¤¯Ô˘ÌÂ
f(x) = (ª∞) + (MB) = |x + 1| + |x – 1|.
g(x) = ||x + 1| – |x – 1||.
ŒÙÛÈ ¤¯Ô˘ÌÂ
{
–2x, ·Ó x < –1
f(x) = 2, ·Ó –1 ≤ x <1
2x, ·Ó x ≥ 1
{
2, ·Ó x < –1
–2x, ·Ó –1 ≤ x <1
Î·È g(x) = 2x, ·Ó 0 ≤ x < 1
2, ·Ó x ≥ 1
ÔfiÙ ÔÈ ÁÚ·ÊÈΤ˜ ·Ú·ÛÙ¿ÛÂȘ ÙˆÓ f Î·È g Â›Ó·È ÔÈ ·ÎfiÏÔ˘ı˜:
120 A™∫∏™∂π™ °π∞ ∂¶∞¡∞§∏æ∏
ÚÔ˜ ÙË ‰È¯ÔÙfiÌÔ Ù˘ 1˘ Î·È 3˘ ÁˆÓ›·˜ ÙˆÓ ·ÍfiÓˆÓ Û˘ÌÂÚ·›ÓÔ˘-
Ì fiÙÈ Ë ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË Ù˘ f(x) = x Â›Ó·È Ë Û˘ÌÌÂÙÚÈ΋
Ù˘ ÁÚ·ÊÈ΋˜ Ù˘ g(x) = x2 ˆ˜ ÚÔ˜ ÙËÓ Â˘ı›· y = x ÁÈ· x ≥ 0.
15. ™ÙÔ Î·Ù·ÎfiÚ˘ÊÔ Â›Â‰Ô Ù˘ Á¤Ê˘Ú·˜ ıˆÚԇ̠¤Ó· Û‡ÛÙËÌ· Û˘ÓÙÂÙ·Á-
̤ӈÓ, ÛÙÔ ÔÔ›Ô ·›ÚÓÔ˘Ì ˆ˜ ¿ÍÔÓ· ÙˆÓ x ÙË ¯ÔÚ‰‹ ÙÔ˘ ·Ú·‚ÔÏÈÎÔ‡
ÙfiÍÔ˘ Î·È ˆ˜ ¿ÍÔÓ· ÙˆÓ y ÙË ÌÂÛÔοıÂÙÔ ·˘Ù‹˜ (Û¯‹Ì·).
122 A™∫∏™∂π™ °π∞ ∂¶∞¡∞§∏æ∏
∂Ô̤ӈ˜, ›ӷÈ
f(x) =
{ 5x, 0 ≤ x ≤ 20
10x – 100, 20 ≤ x ≤ 40
5x + 100, 40 ≤ x ≤ 60.
iii) ∞fi ÙËÓ ·Ú·¿Óˆ ÁÚ·ÊÈ΋ ·Ú¿ÛÙ·ÛË ÚÔ·ÙÂÈ fiÙÈ Ë f ·›ÚÓÂÈ ÙËÓ
ÙÈÌ‹ 120, fiÙ·Ó x ÌÂٷ͇ 20 Î·È 40.
∂Ô̤ӈ˜
f(x) = 120 ⇔ 10x – 100 = 120 ⇔ x = 22.
17. i) ∂›Ó·È
∂ª∞µ = ∞µ ⋅ ªƒ = ∞µ ⋅ ∞ƒ = 2 ⋅ x = x ηÈ
2 2 2
2
∂ª™°¢ = ª™ + °¢ ⋅ ™¢ = x + 2 ⋅ (2 – x) = 4 – x = –0,5x 2 + 2
2 2 2
∂Ô̤ӈ˜
f(x) = x, 0 ≤ x ≤ 2 Î·È g(x) = –0,5x2 + 2, 0 ≤ x ≤ 2
124 A™∫∏™∂π™ °π∞ ∂¶∞¡∞§∏æ∏
ii) ∂›Ó·È
–2 + 2 5
f(x) = g(x) ⇔ x = –0,5x2 + 2 ⇔ x2 + 2x – 4 = 0 ⇔ x = ⇔
2
⇔ x = 5 – 1, ‰ÈfiÙÈ x > 0.
(ª¡) = 3(4 – x) .
4
1
∆Ô ÂÌ‚·‰fiÓ ÙÔ˘ ÙÚÈÁÒÓÔ˘ µª¡ Â›Ó·È ›ÛÔ Ì (ª¡)(√ª), (·ÊÔ‡ Ë √ª
2
Â›Ó·È Ë ·fiÛÙ·ÛË ÙˆÓ ·Ú·ÏÏ‹ÏˆÓ ª¡ Î·È √µ).
–3
ii) ∆Ô ÂÌ‚·‰fiÓ ∂(x) ÌÂÁÈÛÙÔÔÈÂ›Ù·È fiÙ·Ó x = 2 = 2,
2 –3
8
ÔfiÙÂ
∂(x) = |x – 4| = {
–x + 4, x < 4
x – 4, x ≥ 4