You are on page 1of 51

1/51

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
1,1 Ρήματα ἐκκλησιαστοῦ υἱοῦ Δαβὶδ Λόγοι τοῦ Σολομῶντος, υἱοῦ τοῦ Δαυὶδ Όσα γράφονται εἰς τὸ βιβλίον αὐτό, εἶναι λόγια τοῦ
βασιλέως Ἰσραὴλ ἐν Ἱερουσαλήμ. βασιλέως τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ μὲ Ἐκκλησιαστοῦ, δηλαδὴ τοῦ Σολομῶντος, ὁ ὁποῖος ἐκάλεσε
πρωτεύουσαν τὴν Ἱερουσαλήμ, ὁ ὁποῖος τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαὸν εἰς θρησκευτικὴν συνάθροισιν διὰ
Σολομὼν ἐκλήθη Ἐκκλησιαστής, διότι εἶχε νὰ τοῦ ὁμιλήσῃ. Ἦτο δὲ ὁ Σολομὼν παιδὶ τοῦ δοξασμένου
συγκαλέσει εἰς ἠθικοθρησκευτικὴν Δαβὶδ καὶ διετέλεσε βασιλεὺς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ ἔθνους εἰς
συγκέντρωσιν τοὺς Ἰσραηλίτας. τὴν Ἱερουσαλήμ.
1,2 Ματαιότης ματαιοτήτων, εἶπεν ὁ 2 Ἐντελῶς, μάταια καὶ ἀνωφελῆ, εἶπεν ὁ 2 Ὅλα, ὅσα δὲν ἔχουν σχέσιν μὲ τὸν Θεὸν καὶ τὴν ψυχήν,
ἐκκλησιαστής, ματαιότης Ἐκκλησιαστής, ὅτι εἶναι ὅλα ὅσα δὲν εἶναι μάταια εἰς τὸν ὕψιστον βαθμόν, λέγει ὁ
ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης. σχετίζονται μὲ τὸν Θεὸν καὶ τὸ θέλημά του. Ἐκκλησιαστής. Αὐτὸς τὰ ἀπήλαυσεν ὅλα καὶ τώρα ὁμιλεῖ
Ματαιότης ματαιοτήτων, ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ ὡς βασιλεὺς καὶ κῆρυξ καὶ ἐξ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Ὅλα τὰ
ἐπίγεια εἶναι μάταια. ἐπίγεια ἀνεξαιρέτως εἶναι μάταια.
1,3 Τίς περισσεία τῷ ἀνθρώπῳ ἐν 3 Ποῖον κέρδος καὶ ποία ὠφέλεια ἀπομένει εἰς 3 Ποῖον εἶναι τὸ κέρδος τοῦ ἀνθρώπου ἔπειτα ἀπὸ τὴν
παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ, ᾧ μοχθεῖ ὑπὸ τὸν τὸν ἄνθρωπον ὕστερα ἀπὸ τὸν μεγάλον ἀγωνιώδη μέριμναν καὶ τοὺς κόπους, ποὺ καταβάλλει διὰ
ἥλιον; μόχθον, τὸν ὁποῖον καταβάλλει καθ' ὅλον τὸ τὴν ὕλην ἐδῶ εἰς τὴν γῆν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον; Κανὲν ἢ
διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του; προσωρινόν.
1,4 Γενεὰ πορεύεται καὶ γενεὰ 4 Ἡ μία ἀνθρωπίνη γενεὰ πορεύεται καὶ 4 Μία γενεὰ ἀνθρώπων φεύγει καὶ ἄλλη γενεὰ ἔρχεται εἰς
ἔρχεται, καὶ ἡ γῆ εἰς τὸν αἰῶνα φεύγει, ἄλλη δὲ ἔρχεται καὶ τὴν διαδέχεται. Ἡ τὴν θέσιν της, διὰ να τὴν ἀντικαταστήσῃ, ἡ γῆ ὅμως
ἕστηκε. γῆ ὅμως ὡσὰν εἰς αἰώνια θεμέλια ἐστηριγμένη ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχῃ αἰωνίως.
μένει πάντοτε.
1,5 Καὶ ἀνατέλλει ὁ ἥλιος καὶ δύνει ὁ 5 Ὁ ἥλιος ἀνατέλλει, ὁ ἥλιος δύει καὶ πάλιν 5 Καὶ ὁ ἥλιος ἀνατέλλει καὶ βασιλεύει ὁ ἥλιος καὶ
ἥλιος καὶ εἰς τὸν τόπον αὐτοῦ ἕλκει ἐπανέρχεται εἰς τὸν τόπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον κατευθύνεται εἰς τὸν τόπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἀνέτειλεν.
ἀνέτειλεν, ὡς ἐὰν κάποια δύναμις τὸν ἑλκύῃ.

2/51
1,6 Αὐτὸς ἀνατέλλων ἐκεῖ πορεύεται 6 Ὁ ἥλιος ἀνατέλλει ἐκεῖ πρὸς τὰ 6 Αὐτὸς ὁ ἥλιος, ἀφοῦ ἀνατείλῃ ἐκεῖ εἰς τὸ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πρὸς νότον καὶ κυκλοῖ πρὸς βορρᾶν· βορειοανατολικὰ καὶ διαγράφων τὰς κυκλικὰς βορειοανατολικὸν μέρος, κατεβαίνει εἰς τὸ νοτιοδυτικὸν
κυκλοῖ κυκλῶν, πορεύεται τὸ πνεῦμα, τροχιάς του προχωρεῖ πρὸς τὸν νότον καὶ πάλιν καί, ἀφοῦ διαγράψῃ κύκλους, ξαναγυρίζει εἰς τὸ βόρειον
καὶ ἐπὶ κύκλους αὐτοῦ ἐπιστρέφει τὸ ἐπανέρχεται εἰς τὴν βορειοανατολικὴν μέρος. Καὶ ὁ ἄνεμος μὲ κύκλους πολλοὺς κάμνει τάχιστα
πνεῦμα. περιοχήν. Ὁ ἄνεμος ἐπίσης διαγράφει κύκλους τὸν δρόμον του καὶ γυρίζει πάλιν εἰς τοὺς κύκλους του.
ἐν τῇ πορείᾳ του. Διανύει ταχέως τὸν δρόμον
του καὶ ἐπανέρχεται πάλιν εἰς τοὺς κύκλους
του.
1,7 Πάντες οἱ χείμαρροι πορεύονται 7 Ὅλοι οἱ ποταμοὶ χύνονται εἰς τὴν θάλασσαν 7 Ὅλοι οἱ ποταμοὶ πηγαίνουν εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἡ
εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἡ θάλασσα οὐκ καὶ ἡ θάλασσα ποτὲ δὲν γεμίζει. Μὲ τὴν θάλασσα δὲν ἔχει γεμίσει. Εἰς τὸν τόπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον
ἔστιν ἐμπιπλαμένη· εἰς τὸν τόπον, οὗ ἐξάτμισιν δὲ καὶ τὴν βροχὴν οἱ ποταμοὶ οἱ ποταμοὶ πηγάζουν, ἐκεῖ γυρίζουν πάλιν.
οἱ χείμαρροι πορεύονται, ἐκεῖ αὐτοὶ ἐπανέρχονται εἰς τὸν τόπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον
ἐπιστρέφουσι τοῦ πορευθῆναι. πηγάζουν. Ἐκεῖ πάλιν γυρίζουν.
1,8 Πάντες οἱ λόγοι ἔγκοποι· οὐ 8 Ὅλα τὰ λόγια τῶν ἀνθρώπων προκαλοῦν 8 Ὅλα τὰ λόγια, ὅσα θὰ εἴπουν οἱ ἄνθρωποι, προκαλοῦν
δυνήσεται ἀνὴρ τοῦ λαλεῖν, καὶ οὐ κόπωσιν καὶ ἀνίαν. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἠμπορεῖ κούρασιν καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν ἰκανοποιεῖται ἀπὸ τὴν
πλησθήσεται ὀφθαλμὸς τοῦ ὁρᾶν, καὶ νὰ εὕρῃ ἰκανοποίησιν καὶ ἀνάπαυσιν οὔτε εἰς φλυαρίαν του, τὸ μάτι δὲν χορταίνει νὰ βλέπῃ καὶ τὸ αὐτὶ
οὐ πληρωθήσεται οὖς ἀπὸ τὰ ἰδικά του οὔτε εἰς τῶν ἄλλων τὰ λόγια. Τὸ δὲν γεμίζει ποτέ, ὅσα καὶ ἂν ἀκούῃ.
ἀκροάσεως. μάτι δὲν χορταίνει νὰ βλέπῃ καὶ τὸ αὐτὶ δὲν
γεμίζει ποτέ, ὅσα καὶ ἂν ἀκούσῃ.
1,9 Τί τὸ γεγονός; Αὐτὸ τὸ 9 Ποῖον εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔχει ἤδη γίνει ἐν τῇ ροῇ 9 Τί ἔχει γίνει; Αὐτὸ θὰ ξαναγίνη· καὶ τί συνέβη εἰς τὸ
γενησόμενον· καὶ τί τὸ πεποιημένον; τοῦ χρόνου; Αὐτὸ τὸ γεγονὸς θὰ γίνῃ καὶ εἰς τὸ παρελθόν; Αὐτὸ θὰ συμβῇ καὶ πάλιν. Δὲν ὑπάρχει τίποτε
Αὐτὸ τὸ ποιηθησόμενον· καὶ οὐκ ἔστι μέλλον. Ποιὸ εἶναι αὐτό, ποὺ ἔχει τὸ νέον κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον.
πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον. πραγματοποιηθῆ καὶ λάβει ὕπαρξιν; Αὐτὸ θὰ
πραγματοποιηθῇ καὶ εἰς τὸ μέλλον. Τίποτε τὸ
νέον δὲν ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον.
1,10 Ὅς λαλήσει καὶ ἐρεῖ· ἰδὲ τοῦτο 10 Εἰς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος θὰ εἴπῃ· <ἰδοὺ αὐτὸ 10 ὅποιος θὰ ὁμιλήσῃ καὶ θὰ εἴπῃ· κύτταξε, αὐτὸ εἶναι
καινόν ἐστιν, ἤδη γέγονεν ἐν τοῖς εἶναι νέον>, θὰ τοῦ δοθῇ ἀπάντησις· <αὐτὸ ἔχει νέον. Μόλις εἴπῃ κάτι τέτοιο, θὰ λάβῃ τὴν ἀπάντησιν, ὅτι

3/51
αἰῶσι τοῖς γενομένοις ἀπὸ ἔμπροσθεν ἤδη γίνει κατὰ τοὺς παρελθόντος αἰῶνας εἰς αὐτὸ ἔχει ἤδη γίνει εἰς τοὺς προηγηθέντας ἀπὸ ἡμᾶς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἡμῶν. τὰς γενεάς, αἰ ὁποῖαι ὑπῆρξαν καὶ ἔζησαν πρὸ αἰῶνας.
ἡμῶν>.
1,11 Οὐκ ἔστι μνήμη τοῖς πρώτοις, καί 11 Τὰ παρελθόντα γεγονότα λησμονοῦνται, 11 Τὰ περασμένα λησμονοῦνται, ἀλλὰ καὶ διὰ τὰ
γε τοῖς ἐσχάτοις γενομένοις οὐκ ἔστι ἀλλὰ καὶ διὰ τὰ πρόσφατα δὲν θὰ ὑπάρχῃ τελευταῖα δὲν θὰ ὑπάρχῃ ἀνάμνησις, ὅπως ἐπίσης καὶ δι'
αὐτῶν μνήμη μετὰ τῶν γενησομένων ἀνάμνησις· ὅπως ἐπίσης καὶ δι' ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα ἐκεῖνα ποὺ θὰ συμβοῦν εἰς τὸ μακρινὸν μέλλον.
εἰς τὴν ἐσχάτην. θὰ συμβοῦν εἰς τὸ ἀπώτερον μέλλον.
1,12 Ἐγὼ ἐκκλησιαστὴς ἐγενόμην 12 Ἐγώ, ὁ Ἐκκλησιαστής, ἔγινα βασιλεὺς εἰς 12 Ἐγὼ ὁ Ἐκκλησιαστὴς ἔγινα βασιλεὺς ὅλου τοῦ
βασιλεὺς ἐπὶ Ἰσραὴλ ἐν Ἱερουσαλήμ· τὸν λαὸν τοῦ Ἰσραήλ μὲ πρωτεύουσαν τὴν Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
Ἱερουσαλήμ.
1,13 καὶ ἔδωκα τὴν καρδίαν μου τοῦ 13 Ἐπεδόθην μὲ ὅλην μου τὴν ψυχὴν καὶ τὴν 13 Καὶ ἔστρεψα τὴν προσοχήν μου νὰ ἐρευνήσω βαθιὰ καὶ
ἐκζητῆσαι καὶ τοῦ κατασκέψασθαι ἐν διάνοιαν νὰ ἐρευνήσω κατὰ βάθος μὲ τὴν νὰ κατανοήσω λεπτομερῶς μὲ τὴν σοφίαν μου ὅλα τὰ
τῇ σοφίᾳ περὶ πάντων τῶν γινομένων σοφίαν μου καὶ νὰ γνωρίσω ὅλα τὰ ἐπίγεια, ἐπίγεια, ὅσα ἔγιναν κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ τὸ
ὑπὸ τὸν οὐρανόν· ὅτι περισπασμὸν ὅσα ἔγιναν καὶ γίνονται ὑπὸ τὸν οὐρανόν. Καὶ ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς ἔδωκε κοπιαστικὴν καὶ
πονηρὸν ἔδωκεν ὁ Θεὸς τοῖς υἱοῖς τῶν τὸ συμπέρασμά μου εἶναι, ὅτι ὁ Θεὸς βασανιστικὴν ἀπασχόλησιν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, νὰ
ἀνθρώπων τοῦ περισπάσθαι ἐν αὐτῷ. παρεχώρησε μεγάλην καταπόνησιν καὶ βασανίζωνται καὶ νὰ ματαιοπονοῦν μὲ αὐτά.
ταλαιπωρίαν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε νὰ
καταπονοῦνται αὐτοὶ εἰς τὰς ἀσχολίας των.
1,14 Εἶδον σὺν πάντα τὰ ποιήματα τὰ 14 Ἠρεύνησα λοιπὸν ἐγὼ ὅλα τὰ ἔργα, ποὺ 14 Ἐρεύνησα καὶ ἐξήτασα ἐγὼ ὅλα τὰ ἔργα, ποὺ ἔχουν
πεποιημένα ὑπὸ τὸν ἥλιον, καὶ ἰδοὺ ἔχουν γίνει εἰς τὴν γῆν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον. γίνει κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον. Καὶ ἰδοὺ ὅλα εἶναι ματαιότης,
τὰ πάντα ματαιότης καὶ προαίρεσις Καὶ ἰδοὺ ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι ματαιότης, ἀεροκυνήγημα καὶ ματαιοπονία.
πνεύματος. κυνηγητὸ ἀνέμου καὶ ματαιοπονία.
1,15 Διεστραμμένον οὐ δυνήσεται 15 Τὸ στραβὸ καὶ ἀνάποδο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ 15 Τὸ στραβὸ δὲν ἰσιάζει διὰ νὰ γίνῃ ὡραῖον, καὶ ἐκεῖνο
ἐπικοσμηθῆναι, καὶ ὑστέρημα οὐ γίνῃ εὐθυτενὲς καὶ ὡραῖον. Αἱ δὲ ἀτέλειαι καὶ ποὺ λείπει, εἶναι τόσον μεγάλο, ὥστε δὲν ἠμπορεῖ νὰ
δυνήσεται ἀριθμηθῆναι. ἐλλείψεις εἶναι τόσον μεγάλαι, ὥστε δὲν ὑπολογισθῇ.
ἠμποροῦν νὰ ὑπολογισθοῦν
1,16 Ἐλάλησα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου τῷ 16 Ἔκαμα ἐγὼ ἀκόμη αὐτὰς τὰς σκέψεις καὶ 16 Ἔκαμα ἀκόμη ἐγὼ τὰς ἑξῆς σκέψεις: Ἰδοὺ ἔγινα

4/51
λέγειν· ἰδοὺ ἐγὼ ἐμεγαλύνθην καὶ εἶπα εἰς τὸν ἑαυτόν μου· <ἰδού, ἔγινα μεγάλος. μεγάλος καὶ ἐδοξάσθην καὶ κατὰ τὴν σοφίαν ἐξεπέρασα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


προσέθηκα σοφίαν ἐπὶ πᾶσιν, οἱ Ἐδοξάσθην μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ὡς ὅλους, ὅσοι ἔζησαν προτήτερα ἀπὸ ἔμενα εἰς τὴν
ἐγένοντο ἔμπροσθέν μου ἐν πρὸς τὴν σοφίαν ἐξεπέρασα ὅλους ἐκείνους, οἱ Ἱερουσαλήμ. Καὶ ἐπέστησα τὴν προσοχήν μου εἰς τὸ νὰ
Ἱερουσαλήμ, καὶ ἔδωκα καρδίαν μου ὁποῖοι εἶχον ζήσει πρὸ ἐμοῦ εἰς τὴν γνωρίσω τὴν ἀνθρωπίνην σοφίαν καὶ γνῶσιν.
τοῦ γνῶναι σοφίαν καὶ γνῶσιν. Ἱερουσαλήμ. Ἔδωκα τὴν ψυχήν μου καὶ τὴν
διάνοιάν μου εἰς τὸ νὰ γνωρίσω τὴν
ἀνθρωπίνην σοφίαν καὶ γνῶσιν.
1,17 Καὶ καρδία μου εἶδε πολλά, 17 Ἡ ψυχὴ καὶ ὁ νοῦς μου ἐγνώρισαν πολλά. 17 Καὶ ὁ νοῦς μου ἐγνώρισε πολλά, σοφίαν καὶ γνῶσιν.
σοφίαν καὶ γνῶσιν, παραβολὰς καὶ Ἀπέκτησα σοφίαν καὶ γνῶσιν. Ἔμαθα ἐγὼ Ἀνοησίας καὶ λάθη τῶν ἀνθρώπων ἐγνώρισα ἐγώ, καὶ
ἐπιστήμην ἔγνων ἐγώ, ὅτι καί γε διδακτικὰς παροιμίας καὶ ἐπιστήμην>. Εἶδα ὅμως καὶ τοῦτο εἶναι ματαιοπονία καὶ ἀεροκοπάνισμα.
τοῦτό ἐστι προαίρεσις πνεύματος· ὅμως ἐπάνω εἰς τὰ πράγματα ὅτι ὅλα αὐτὰ δὲν
εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ὁρμὴ τοῦ
παρερχομένου ἀνέμου.
1,18 ὅτι ἐν πλήθει σοφίας πλῆθος 18 Εἰς τὴν πολλὴν σοφίαν ὑπάρχει βεβαίως καὶ 18 Εἰς τὴν πολλὴν σοφίαν ὑπάρχει καὶ πολλὴ γνῶσις, καὶ
γνώσεως, καὶ ὁ προστιθεὶς γνῶσιν πολλὴ γνῶσις. Ὁποιος ὅμως θέλει νὰ πλουτίσῃ ὅποιος θέλει νὰ πλουτίσῃ τὰς γνώσεις του, θὰ προσθέσῃ
προσθήσει ἄλγημα. αὐτὰς τὰς γνώσεις του, θὰ προσθέσῃ εἰς τὸν εἰς τὸν ἑαυτόν του κόπον, ταλαιπωρίαν καὶ ἀπογοήτευσιν.
ἑαυτόν του κόπον καὶ πόνον καὶ ἀπογοήτευσιν.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
2,1 Εἶπον ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου· δεῦρο Εἶπα ἐγὼ τότε ἀπὸ μέσα μου εἰς τὸν ἑαυτόν Ακόμη ἐγὼ ἔκαμα τὴν ἑξῆς σκέψιν· ἔλα, εἶπα εἰς τὸν
δὴ πειράσω σε ἐν εὐφροσύνη, καὶ ἰδὲ μου· <ἀφοῦ εἰς τὴν σοφίαν καὶ τὴν ἐπιστήμην ἑαυτόν μου, νὰ δοκιμάσῃς τὰς ἡδονὰς καὶ νὰ γνωρίσῃς
ἐν ἀγαθῷ· καὶ ἰδοὺ καί γε τοῦτο δὲν ὑπάρχει ἰκανοποίησις, ἔλα λοιπόν, θὰ σὲ καὶ νὰ ἀπολαύσῃς κάθε ὑλικὸν ἀγαθόν· ἀλλ’ ἰδοὺ ὅτι καὶ
ματαιότης. κάμω νὰ δοκιμάσῃς τὴν ἡδονὴν καὶ τὴν αὐτὸ εἶναι ματαιότης.
εὐχαρίστησιν. Νὰ ἀπολαύσῃς κάθε ὑλικὸν
ἀγαθόν>. Αὐτὸ καὶ ἔγινε. Ἰδοὺ ὅμως ὅτι ἡ ὑλικὴ

5/51
αὐτὴ ἀπόλαυσις ἦτο καθαρὰ ματαιότης.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


2,2 Τῷ γέλωτι εἶπα περιφοράν, καὶ τῇ 2 Διὰ τὰ πολλὰ καὶ ἀτελείωτα γέλια εἶπα ὅτι 2 Εἰς τὸ πολὺ καὶ ἀτελείωτο γέλιο εἶπα· αὐτὸ εἶναι
εὐφροσύνῃ· τί τοῦτο ποιεῖς; εἶναι παράφορα καὶ ἀνοησία. Εἰς δὲ τὴν ἀνοησία· καὶ εἰς τὴν ἔνοχον καὶ ἁμαρτωλὴν διασκέδασιν
ἁμαρτωλὴν διασκέδασιν εἶπα· <διατὶ τὸ κάνεις εἶπα· διατὶ τὸ κάνεις αὐτό;
αὐτό;>
2,3 Καὶ κατεσκεψάμην εἰ ἡ καρδία 3 Ἔπειτα ἐσκέφθην πολύ. Καὶ λογικῶς 3 Κατόπιν ἐσκέφθην καλῶς καὶ ἐπεδίωξα κατὰ τὴν
μου ἑλκύσει ὡς οἶνον τὴν σάρκα μου σκεπτόμενος ἐπεδίωξα κατὰ τὴν ἀπόλαυσιν ἀπόλαυσιν τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν νὰ συγκρατήσω τὸν
- καὶ καρδία μου ὡδήγησεν ἐν σοφίᾳ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν νὰ συγκρατήσω τὸν ἑαυτόν μου μὲ τὸ λογικὸν καὶ να μὴ παρασυρθῶ ἀπὸ τὰς
- καὶ τοῦ κρατῆσαι ἐπ' εὐφροσύνην, ἑαυτόν μου εἰς τὰ ὅρια τῆς λογικῆς καὶ νὰ μὴ ἡδονάς, ὅπως ὁ ἄνθρωπος ἑλκύεται ἀπὸ τὸ κρασί, καὶ νὰ
ἕως οὗ ἴδω ποῖον τὸ ἀγαθὸν τοῖς υἱοῖς παρασυρθῶ ἀπὸ τὰς ἡδονάς, ὅπως ἑλκύεται ὁ ἰδῶ ποῖον εἶναι τὸ ἀγαθόν, τὸ ὁποῖον οἱ ἄνθρωποι πρέπει
τῶν ἀνθρώπων, ὃ ποιήσουσιν ὑπὸ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ κρασί, διὰ νὰ ἴδω ποῖον εἶναι νὰ πράξουν ὅλας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς των.
τὸν ἥλιον, ἀριθμὸν ἡμερῶν ζωῆς τὸ ἀγαθόν, τὸ ὁποῖον οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ
αὐτῶν. πράξουν καθ' ὅλας τὰς ἡμέρας τῆς ἐπιγείου
ζωῆς των.
2,4 Ἐμεγάλυνα ποίημά μου, 4 Ἐπεδίωξα λοιπὸν τὰ μεγάλα ἔργα. Ἔκτισα 4 Ἔκαμα ἔργα μεγαλοπρεπῆ. Ἔκτισα οἰκοδομάς, ὅπως τὸν
ᾠκοδόμησά μοι οἴκους. Ἐφύτευσά οἰκοδομὰς μεγαλοπρεπεῖς. Ἐφύτευσα διὰ τὸν Ναὸν καὶ τὰ ἀνάκτορά μου· ἐφύτευσα πρὸς χάριν μου
μοι ἀμπελῶνας, ἑαυτόν μου ἀμπελῶνας. ἀμπέλια.
2,5 ἐποίησά μοι κήπους καὶ 5 Περιέκλεισα κήπους καὶ δενδροκήπους καὶ 5 Ἐφύτευσα ἀκόμη διὰ τὸν ἑαυτόν μου κήπους καὶ
παραδείσους καὶ ἐφύτευσα ἐν αὐτοῖς ἐφύτευσα εἰς αὐτοὺς δένδρα καρποφόρα παραδείσους μὲ πρασινάδες καὶ ἄνθη εὐωδιαστὰ καὶ
ξύλον πᾶν καρποῦ· παντὸς εἴδους. ἐφύτευσα εἰς αὐτοὺς κάθε εἶδος καρποφόρου δένδρου.
6 Ἔκτισα δεξαμενὰς νεροῦ, διὰ νὰ ποτίζεται ἀπὸ αὐτὰς
τεχνητὸν δάσος, εἰς τὸ ὁποῖον βλαστάνουν παντὸς εἴδους
δένδρα.
2,6 ἐποίησά μοι κολυμβήθρας 6 Διέταξα καὶ ἐκτίσθησαν δεξαμεναὶ ὑδάτων, 6 Ἔκτισα δεξαμενὰς νεροῦ, διὰ νὰ ποτίζεται ἀπὸ αὐτὰς
ὑδάτων τοῦ ποτίσαι ἀπ' αὐτῶν διὰ νὰ ποτίζωνται ἀπὸ αὐτὰς ὅλα τὰ χλοερὰ τεχνητὸν δάσος, εἰς τὸ ὁποῖον βλαστάνουν παντὸς εἴδους
δρυμὸν βλαστῶντα ξύλα· δένδρα τοῦ δάσους. δένδρα.
2,7 ἐκτησάμην δούλους καὶ 7 Ἠγόρασα ὡς κτῆμα μου δούλους καὶ δούλας. 7 Ἠγόρασα καὶ ἔκαμα κτῆμα μου δούλους καὶ δούλας, καὶ

6/51
παιδίσκας, καὶ οἰκογενεῖς ἐγένοντό Καὶ τὰ παιδιά, ποὺ αὐτοὶ ἐγέννησαν εἰς τὰ τὰ παιδιά, ποὺ ἐγέννησαν αὐτοὶ εἰς τὰ ἀνάκτορά μου,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μοι, καί γε κτῆσις βουκολίου καὶ ἀνάκτορά μου, ἔγιναν ἰδικά μου. Ἀπέκτησα ἦσαν ἰδικά μου· ἀπέκτησα δὲ ἀκόμη ἀγέλας ἀπὸ βόδια καὶ
ποιμνίου πολλὴ ἐγένετό μοι ὑπὲρ μεγάλα κοπόδια βοϊδιῶν καὶ προβάτων, κοπάδια ἀπὸ πρόβατα, γίδια καὶ καμῆλες πιὸ πολλὰ ἀπὸ
πάντας τοὺς γενομένους ἔμπροσθέν περισσότερα ἀπὸ ὅσα εἶχαν ἀποκτήσει ὅλοι ὅλους, ὅσοι ἔζησαν προηγουμένως ἀπὸ ἐμὲ εἰς τὴν
μου ἐν Ἱερουσαλήμ· ἐκεῖνοι, ποὺ ὑπῆρξαν πρὸ ἐμοῦ εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
Ἱερουσαλήμ.
2,8 συνήγαγόν μοι καί γε ἀργύριον 8 Συνεκέντρωσα διὰ τὸν ἑαυτόν μου ἄργυρον 8 Ἐμαζεψα διὰ τὸν ἑαυτόν μου ἀσῆμι καὶ χρυσάφι καὶ
καὶ χρυσίον καὶ περιουσιασμοὺς καὶ χρυσόν, θησαυροὺς καὶ περιουσίας θησαυροὺς βασιλέων καὶ χωρῶν, ποὺ ἦσαν φόρου
βασιλέων καὶ τῶν χωρῶν· ἐποίησά βασιλέων καὶ ὁλοκλήρων περιοχῶν. Εἶχα πρὸς ὑποτελεῖς εἰς ἐμὲ ἢ ἀπὸ ἄλλους μονάρχας. Δι'
μοι ᾄδοντας καὶ ᾀδούσας καὶ διασκέδασίν μου τραγουδιστὰς καὶ εὐχαρίστησίν μου εἶχα τραγουδιστὰς καὶ τραγουδιστρίας
ἐντρυφήματα υἱῶν ἀνθρώπων. τραγουδιστρίας. Ἔκαμα ἰδικάς μου καὶ καὶ ἀπήλαυσα κάθε εὐχαρίστησιν ἀνθρωπίνην, εἶχα δὲ
Οἰνοχόον καὶ οἰνοχόας· ἐγνώρισα ὅλας τὰς διασκεδάσεις καὶ ἀκόμη ἄνδρας καὶ γυναῖκας, ποὺ μὲ ἐκερνοῦσαν διὰ νὰ
ἀπολαύσεις τῶν ἀνθρώπων. Εἶχα οἰνοχόους καὶ πίνω.
οἰνοχόας, διὰ νὰ μὲ κερνοῦν κρασί.
2,9 καὶ ἐμεγαλύνθην καὶ προσέθηκα 9 Ἔφθασα εἰς μεγαλεῖον καὶ δόξαν καὶ 9 Καὶ ἐδοξάσθην καὶ ἐξεπέρασα εἰς τὴν ἀπόλαυσιν τῶν
παρὰ πάντας τοὺς γενομένους ἐξεπέρασα ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ὑλικῶν ἀγαθῶν ὅλους, ὅσοι ἔζησαν προτήτερα ἀπὸ ἐμὲ
ἔμπροσθέν μου ἐν Ἱερουσαλήμ· καί πρὸ ἐμοῦ εἶχαν ζήσει εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ. Ἐν εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ. Ἡ σοφία μου ὅμως καὶ ἡ φρονιμάδα
γε σοφία μου ἐστάθη μοι. μέσῳ ὅμως ὅλων αὐτῶν τῶν μεγαλείων καὶ τῶν μου παρεστάθησαν εἰς ὅλα αὐτὰ χωρὶς νὰ μὲ
ἀπολαύσεων ἡ σοφία μου μοῦ συμπαρεστάθη, ἐγκαταλείψουν καὶ νά μὲ ἀφήσουν νὰ ἐξαχρειωθῶ
ὥστε νὰ μὴ ἐκτραπῶ ἀνεπανορθώτως. τελείως.
2,10 Καὶ πᾶν, ὃ ᾔτησαν οἱ ὀφθαλμοί 10 Κάθε τι, τὸ ὁποῖον ἐπεθύμησαν οἱ ὀφθαλμοί 10 Καὶ ὅλα, ὅσα ἐζήλεψαν τὰ μάτια μου, δὲν τοὺς τὰ
μου οὐκ ἀφεῖλον ἀπ' αὐτῶν, οὐκ μου, δὲν τοὺς τὸ ἐστέρησα καὶ δὲν ἠμπόδισα ἐστέρησα. Δὲν ἠμπόδισα τὴν καρδίαν μου νὰ χαρῇ κάθε
ἀπεκώλυσα τὴν καρδίαν μου ἀπὸ τὴν καρδίαν μου νὰ ἀπολαύσῃ κάθε τέρψιν καὶ εἶδος εὐφροσύνης καὶ τέρψεως. Ἡ καρδία μου, παρ' ὅλους
πάσης εὐφροσύνης, ὅτι καρδία μου χαράν. Ἡ καρδία μου ἀπήλαυσεν ὅλα τὰ τοὺς σκληροὺς κόπους της, εἶχεν ὡς ἀνταμοιβὴν τὴν
ἐυφράνθη ἐν παντὶ μόχθῳ μου, καὶ ἀγαθὰ τῶν ταλαιπωριῶν καὶ τῶν κόπων μου. εὐφροσύνην. Αὐτὴ ἦτο τὸ ἀντιστάθμισμα τῶν κόπων τῆς
τοῦτο ἐγένετο μερίς μου ἀπὸ παντὸς Αὐτὸ ἄλλωστε ὑπῆρξε καὶ τὸ κέρδος ὅλων τῶν ζωῆς μου.
μόχθου. κόπων τῆς ζωῆς μου.

7/51
2,11 Καὶ ἐπέβλεψα ἐγὼ ἐν πᾶσι 11 Καὶ ἔπειτα ἀπὸ ὅλας αὐτὰς τὰς τέρψεις καὶ 11 Καὶ εἰς τὸ τέλος ἔρριψα ἕνα βλέμμα εἰς ὅλα, ὅσα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ποιήμασί μου, οἷς ἐποίησαν αἱ χεῖρές τὰς ἀπολαύσεις ἔρριψα ἐγὼ ἕνα βλέμμα εἰς ὅλα ἔπραξα, καὶ εἰς ὅσα ἔργα κατεσκεύασαν τὰ χέρια μου,
μου, καὶ ἐν μόχθῳ, ᾧ ἐμόχθησα τοῦ ὅσα ἔπραξα, εἰς ὅλα ὅσα κατεσκεύασαν τὰ καθὼς ἐπίσης καὶ εἰς ὅλους τοὺς κόπους, ποὺ κατέβαλα δι’
ποιεῖν, καὶ ἰδοὺ τὰ πάντα ματαιότης χέρια μου, εἰς ὅλα ὅσα μὲ κόπον καὶ αὐτά, καὶ τὸ συμπέρασμα ποὺ ἔβγαλα ἀπὸ αὐτά, εἶναι ὅτι
καὶ προαίρεσις πνεύματος, καὶ οὐκ ταλαιπωρίαν ἠγωνίσθην νὰ ἀποκτήσω, καὶ ὅλα εἶναι ματαιότης καὶ πόθος τῆς ψυχῆς κούφιος καὶ δὲν
ἔστι περισσεία ὑπὸ τὸν ἥλιον. ἔβγαλα τὸ συμπέρασμα, ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι ὑπάρχει τίποτε τὸ μόνιμον κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον.
ματαιότης. Κούφια ὁρμὴ παρερχομένου ἀνέμου
καὶ ὅτι δὲν ὑπάρχει κανένα μόνιμον κέρδος,
καμμία ὠφέλεια κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον.
2,12 Καὶ ἐπέβλεψα ἐγὼ τοῦ ἰδεῖν 12 Ἔρριψα ἐγὼ τὸ βλέμμα μου, διὰ νὰ ἴδω καὶ 12 Καὶ ἔρριψα ἐγὼ τὸ βλέμμα μου διὰ νὰ ἰδῶ τί διαφέρει ἡ
σοφίαν καὶ περιφορὰν καὶ γνωρίσω τί διαφέρει ἡ σοφία ἀπὸ τὴν σοφία ἀπὸ τὴν ἀνοησίαν καὶ τὴν μωρίαν τῶν ἀνθρώπων.
ἀφροσύνην· ὅτι τίς ἄνθρωπος, ὃς παραφορὰν καὶ μωρίαν τῶν ἀνθρώπων. Διότι Διότι ποῖος θὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ διάδοχός μου, ὁ ὁποῖος
ἐπελεύσεται ὀπίσω τῆς βουλῆς τὰ ποιὸς ἄνθρωπος εἰς ὅλον του τὸν βίον δὲν θὰ ἀκολουθήσῃ τὴν φρόνησίν μου καὶ θὰ πράξῃ τὰ
ὅσα ἐποίησεν αὐτήν; ἀκολουθεῖ τὴν σοφίαν καὶ τὴν σύνεσιν εἰς τὰς ἀντίθετα ὡς πρὸς τὴν ἰδικήν μου κυβέρνησιν;
πράξεις, τὰς ὁποίας αὐτὴ ἐμπνέει καὶ ἐνεργεῖ;
2,13 Καὶ εἶδον ἐγὼ ὅτι ἐστὶ περισσεία 13 Ἀπὸ τὴν παρατήρησιν καὶ ἐξέτασιν αὐτὴν 13 Καὶ συνεπέρανα ἐγὼ ὅτι ἡ ἀνθρωπίνη σοφία ὑπερέχει
τῇ σοφίᾳ ὑπὲρ τὴν ἀφροσύνην, ὡς εἶδον ἐγώ, ὅτι ὑπάρχει μεγάλη ὑπεροχὴ τῆς ἀπὸ τὴν ἀφροσύνην καὶ τὴν μωρίαν τόσον, ὅσον
περισσεία τοῦ φωτὸς ὑπὲρ τὸ σκότος. σοφίας ἀπέναντι τῆς ἀφροσύνης, ὅση ὑπεροχὴ ὑπερτερεῖ τὸ φῶς ἀπὸ τὸ σκότος.
ὑπάρχει εἰς τὸ φῶς ἀπέναντι τοῦ σκότους.
2,14 Τοῦ σοφοῦ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἐν 14 Οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ σοφοῦ ἀνθρώπου 14 Τὰ μάτια τοῦ σοφοῦ εἶναι εἰς τὴν θέσιν των, εἰς τὴν
κεφαλῇ αὐτοῦ, καὶ ὁ ἄφρων ἐν σκότει εὑρίσκονται ἀνοικτοὶ πάντοτε εἰς τὴν κεφαλήν κεφαλήν του. Ἔχει φωτισμένον τὸν νοῦν του. Βλέπει καὶ
πορεύεται· καὶ ἔγνων καί γε ἐγὼ ὅτι του, ὥστε νὰ βλέπῃ ποῦ πορεύεται καὶ τί βαδίζει. Ἐνῷ ὁ ἄμυαλος καὶ ἀμαθὴς βαδίζει εἰς τὸ σκότος.
συνάντημα ἓν συναντήσεται τοῖς πράττει. Ἐνῷ εἰς τὸν ἀσύνετον δὲν ὑπάρχουν Ἐγὼ ὅμως ξεύρω, ὄτι ἕνα συναπάντημα θὰ συναντήσῃ
πᾶσιν αὐτοῖς. ὀφθαλμοὶ καὶ βαδίζει μέσα εἰς τὸ σκότος. Ἐν ὅλους αὐτοὺς τοὺς σοφοὺς καὶ ἀμαθεῖς, ὁ θάνατος.
τούτοις ἐγὼ κατενόησα, ὅτι, παρὰ τὴν
διαφορὰν αὐτήν, ὁ σοφὸς καὶ ὁ μωρὸς θὰ ἔχουν
μίαν κοινὴν συνάντησιν· θὰ συναντηθοῦν καὶ

8/51
οἱ δύο εἰς τὸν θάνατον.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


2,15 Καὶ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου· ὡς 15 Ἐσκέφθην, λοιπόν, ἐγὼ ἐσωτερικῶς καὶ εἶπα 15 Καὶ ἐσκέφθην καὶ εἶπα μέσα μου ἀφοῦ τὸ συνάντημα
συνάντημα τοῦ ἄφρονος καί γε ἐμοὶ εἰς τὸν ἑαυτόν μου. <Ἀφοῦ, ὅπως θὰ ἀποθάνῃ ὁ τοῦ ἀνοήτου, ὁ θάνατος, θὰ συναντήσῃ καὶ ἐμέ, τότε διὰ
συναντήσεταί μοι, καὶ ἱνατί μωρός, θὰ ἀποθάνω καὶ ἐγώ, διατὶ τότε ποῖον λόγον ἐγὼ ἔγινα σοφός; Τότε ἐσκέφθην μέσα μου
ἐσοφισάμην ἐγώ; Τότε περισσὸν ἐκοπίασα νὰ ἀποκτήσω σοφίαν;> Ἐσκέφθην πιὸ πολὺ καὶ εἶπα· καὶ ὁ ἄφρων, ποὺ ὁμιλεῖ ἀπὸ τὸ
ἐλάλησα ἐν καρδίᾳ μου, διότι ὁ τότε πιὸ πολὺ ἀπὸ μέσα μου καὶ εἶπα· <ὁ ἄφρων περίσσευμα τῆς καρδίας του, καὶ ἡ ἰδική μου σοφία εἶναι
ἄφρων ἐκ περισσεύματος λαλεῖ, ὅτι ὁμιλεῖ ἀνοησίας ἀπὸ τὸ περίσσευμα τῆς ματαιότης.
καί γε τοῦτο ματαιότης. καρδίας του καὶ ἡ ἰδική μου σοφία εἶναι ἆραγε
ματαιότης.
2,16 Ὅτι οὐκ ἐστιν ἡ μνήμη τοῦ 16 Διότι τόσον ἡ ἀνάμνησις τοῦ σοφοῦ ὅσον καὶ 16 Διότι δὲν θὰ μείνῃ ἡ ἀνάμνησις τοῦ σοφοῦ καὶ τοῦ
σοφοῦ μετὰ τοῦ ἄφρονος εἰς τὸν ἡ ἀνάμνησις τοῦ μωροῦ δὲν θὰ μείνῃ αἰωνία. ἀνοήτου αἰώνιος, καθ’ ὅσον αἱ ἡμέραι, ποὺ θὰ
αἰῶνα, καθότι ἤδη αἱ ἡμέραι Καθοτι αἱ ἡμέραι καὶ οἱ χρόνοι, ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν, θὰ κάμουν νὰ λησμονηθοῦν τὰ πάντα.
ἐρχόμεναι τὰ πάντα ἐπελήφθη· καὶ ἀκολουθήσουν, θὰ κάμουν νὰ λησμονηθοῦν τὰ Καὶ πῶς ὁ κατὰ κόσμος σοφὸς πεθαίνει ὅπως καὶ ὁ
πῶς ἀποθανεῖται ὁ σοφὸς μετὰ τοῦ πάντα. Καὶ πῶς, λοιπόν, ὁ σοφὸς πεθαίνει καὶ ἄφρων;
ἄφρονος; λησμονεῖται, ὅπως καὶ ὁ ἀνόητος;>
2,17 Καὶ ἐμίσησα σὺν τὴν ζωήν, ὅτι 17 Ἀηδίασα ἐγὼ τὴν ἐπίγειον ζωήν, διότι κατ' 17 Καὶ ἀηδίασα ἐγὼ τὴν ἐπίγειον ζωήν, διότι ὅλα, ὅσα
πονηρὸν ἐπ' ἐμὲ τὸ ποίημα ἐμὲ εἶναι ταλαιπωρία καὶ ματαιότης κάθε γίνονται εἰς τὴν γῆν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, δὲν μοῦ ἤρεσαν
τὸ πεποιημένον ὑπὸ τὸν ἥλιον, ὅτι ἔργον, ποὺ γίνεται κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον εἰς τὴν καὶ διότι ὅλα εἶναι μάταια καὶ κούφιος πόθος τῆς ψυχῆς
τὰ πάντα ματαιότης καὶ προαίρεσις γῆν, διότι ὅλα εἶναι μάταια καὶ κούφια, σὰν μόνον.
πνεύματος. πνοὴ διερχομένου ἀνέμου.
2,18 Καὶ ἐμίσησα ἐγὼ σὺν πάντα 18 Καὶ ἀπεστράφην ἐγὼ ὅλας τὰς ταλαιπωρίας 18 Καὶ ἐγὼ ἐσιχάθηκα ὅλους τοὺς σκληροὺς κόπους μου,
μόχθον μου, ὃν ἐγὼ κοπιῶ ὑπὸ τὸν καὶ τοὺς κόπους μου, εἰς τοὺς ὁποίους ποὺ ἐκοπίασα εἰς τὴν γῆν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, διότι
ἥλιον, ὅτι ἀφίω αὐτὸν τῷ ἀνθρώπῳ ὑπεβλήθην ζῶν εἰς τὴν γῆν κάτω ἀπὸ τὸν αὐτοὺς τοὺς κόπους μου τοὺς ἀφήνω κληρονομίαν εἰς τὸν
τῷ γινομένω, μετ' ἐμέ· ἥλιον, διότι αὐτοὺς τοὺς κόπους μου τοὺς ἄνθρωπον, ποὺ θὰ μὲ διαδεχθῇ.
ἀφήνω εἰς τὸν ἄγνωστόν μου ἄνθρωπον, ὁ
ὁποῖος θὰ μὲ διαδεχθῇ.
2,19 καί τις οἶδεν εἰ σοφὸς ἔσται ἢ 19 Καὶ ποιὸς γνωρίζει, ἐὰν αὐτὸς θὰ εἶναι 19 Καὶ ποῖος γνωρίζει ἂν ὁ διάδοχός μου θὰ εἶναι σοφὸς ἢ

9/51
ἄφρων; Καὶ ἐξουσιάζεται ἐν παντὶ σοφὸς ἢ ἀσύνετος; Καὶ ἐὰν αὐτὸς θὰ ἐξουσιάζῃ ἠλίθιος; Αὐτὸς θὰ ἔχῃ κυριαρχικὰ δικαιώματα εἰς ὅλους

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μόχθῳ μου ᾧ ἐμόχθησα καὶ ᾧ καὶ θὰ διαχειρίζεται καλῶς τὰ ἀγαθὰ τῶν τοὺς κόπους μου, διὰ τοὺς ὁποίους ἐγὼ εἰργάσθην σκληρὰ
ἐσοφισάμην ὑπὸ τὸν ἥλιον; Καί γε κόπων μου, διὰ τὰ ὁποῖα ἐγὼ σκληρὰ καὶ διὰ τῆς σοφίας μου ἀπέκτησα κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον. Ἐν
τοῦτο ματαιότης. εἰργάσθην καὶ διὰ τῆς σοφίας μου τὰ ἀπέκτησα τούτοις καὶ αὐτὸ εἶναι ματαιότης.
ζῶν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον; Καὶ αὐτὸ βεβαίως
εἶναι ματαιότης.
2,20 Καὶ ἐπέστρεψα ἐγὼ τοῦ 20 Ἐγύρισα τότε καὶ ἀπεφάσισα νὰ κάμω τὴν 20 Καὶ ἀπεφάσισα νὰ δώσω τὴν καρδίαν μου εἰς τὴν
ἀποτάξασθαι τὴν καρδίαν μου ἐν καρδίαν μου, νὰ ἀπαρνηθῇ ὅλους τοὺς κόπους ἀπογοήτευσιν διὰ κάθε μου κόπον, ποὺ ἐκοπίασα κάτω
παντὶ μόχθῳ μου, ᾧ ἐμόχθησα ὑπὸ μου, εἰς τοὺς ὁποίους ὑπεβλήθην ζῶν εἰς τὴν ἀπὸ τὸν ἥλιον.
τὸν ἥλιον, γῆν.
2,21 ὅτι ἐστὶν ἄνθρωπος, ὅτι μόχθος 21 Διότι ἐσκέφθην, ὅτι ὑπάρχει ἄνθρωπος, 21 Διότι συμβαίνει νὰ ὑπάρχῃ ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου ὁ
αὐτοῦ ἐν σοφίᾳ καὶ ἐν γνώσει καὶ ἐν ὅπως ἐγώ, ὁ ὁποῖος μὲ κάθε σοφίαν καὶ γνῶσιν μόχθος νὰ ἀπεκτήθη μὲ τὴν σοφίαν καὶ τὴν γνῶσιν καὶ
ἀνδρείᾳ, καὶ ἄνθρωπος, ὃς οὐκ καὶ δραστηριότητα ἐκοπίασε διὰ τὴν ἀπόκτησιν τὴν ἱκανότητά του, ἡ περιουσία του ὅμως νὰ περιέλθῃ ὡς
ἐμόχθησεν ἐν αὐτῷ, δώσει αὐτῷ ἀγαθῶν, καὶ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δὲν ἐκοπίασε κληρονομία εἰς ἄνθρωπον, ποὺ δὲν ἐκοπίασε δι’ αὐτήν.
μερίδα αὐτοῦ. Καί γε τοῦτο δι' αὐτά. Καὶ ὁ πρῶτος θὰ ἀφήσῃ εἰς τὸν Καὶ τοῦτο εἶναι ματαιότης καὶ μεγάλο κακόν.
ματαιότης καὶ πονηρία μεγάλη· δεύτερον τὰ ἀγαθά του ὡς κληρονομίαν του.
Αὐτὸ βέβαια εἶναι μάταιον καὶ πολὺ
καταθλιπτικόν.
2,22 ὅτι γίνεται τῷ ἀνθρώπῳ ἐν παντὶ 22 Διότι τί ἀπομένει εἰς τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ 22 Διότι τί ἀπομένει εἰς τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ ὅλον τὸν
μόχθῳ αὐτοῦ καὶ ἐν προαιρέσει ὅλον τὸν κόπον του, εἰς τὸν ὁποῖον ὑπεβλήθη μόχθον του, ποὺ ἐμόχθησε κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, καὶ ἀπὸ
καρδίας αὐτοῦ, ᾧ αὐτὸς μοχθεῖ ὑπὸ κάτω ὀπὸ τὸν ἥλιον καὶ ἀπὸ ὅλην τὴν διάθεσιν ὅλην τὴν διάθεσιν τῆς καρδίας του;
τὸν ἥλιον. τῆς καρδίας του;
2,23 Ὅτι πᾶσαι αἱ ἡμέραι αὐτοῦ 23 Διότι ὅλαι αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου 23 Διότι ὅλαι αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι
ἀλγημάτων καὶ θυμοῦ περισπασμὸς εἶναι ταλαιπωρία καὶ κόπος καὶ πόνος καὶ ἀπασχόλησις γεμάτη ἀπὸ πόνους καὶ ἀνησυχίαν, καὶ
αὐτοῦ, καί γε ἐν νυκτὶ οὐ κοιμᾶται ἀνησυχία, κατὰ δὲ τὴν νύκτα δὲν ἡσυχάζει ὁ κατὰ τὴν νύκτα δὲν κοιμᾶται, οὔτε ἡσυχάζει ὁ νοῦς του
καρδία αὐτοῦ· καί γε τοῦτο νοῦς καὶ ἡ καρδία του ἐξ αἰτίας τῶν μεριμνῶν καὶ ἡ καρδία του λόγῳ τῆς ἀγωνιώδους μερίμνης. Καὶ
ματαιότης ἐστίν. του. Αὐτὸ εἶναι ματαιότης. αὐτὸ εἶναι ματαιότης.

10/51
2,24 Οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν ἀνθρώπῳ, ὃ 24 Καὶ λοιπὸν δὲν ὑπάρχει διὰ τὸν ἄνθρωπον 24 Ὡς συμπέρασμα ὅλων, ὅσα γράφονται ἀνωτέρω, εἶναι

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


φάγεται καὶ ὃ πίεται καὶ ὃ δείξει τῇ ἄλλο ἀγαθόν, εἰμὴ μόνον ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θὰ ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλο ἀγαθὸν εἰς τὸν ἄνθρωπον, ἐκτὸς
ψυχῇ αὐτοῦ ἀγαθὸν ἐν μόχθῳ αὐτοῦ. φάγῃ καὶ θὰ πίῃ καὶ τὸ ὁποῖον θὰ προσφέρῃ ἐκείνου ποὺ θὰ φάγῃ καὶ θὰ πίῃ καὶ τὸ ὁποῖον θὰ
Καί γε τοῦτο εἶδον ἐγὼ ὅτι ἀπὸ πρὸς τέρψιν καὶ εὐχαρίστησιν εἰς τὴν ψυχήν προσφέρῃ εἰς τὴν καρδίαν του πρὸς εὐχαρίστησίν της,
χειρὸς τοῦ Θεοῦ ἐστιν· του· ἀγαθόν, τὸ ὁποῖον ἀπέκτησε μὲ τὸν κόπον ἀγαθὸν ὅμως τὸ ὁποῖον ἀπέκτησε μὲ τὸν τίμιον ἱδρῶτα
του. Ἐγὼ αὐτὸ εἶδον καὶ ἐξηκρίβωσα ἐπάνω εἰς του καὶ εἶναι ἀνταμοιβὴ τῶν κόπων του. Μάλιστα· ἐγὼ
τὰ πράγματα, ὅτι αὐτὸ τὸ ἀγαθὸν ἔχει δοθῆ εἶδα καὶ ἐξηκρίβωσα ὅτι αὐτὸ τὸ ἀγαθὸν εἶναι δοσμένο
ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν ἄνθρωπον. ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ.
2,25 ὅτι τίς φάγεται καὶ τίς πίεται 25 Διότι, πράγματι, ποιὸς ἠμπορεῖ νὰ φάγῃ καὶ 25 Διότι ποῖος ἠμπορεῖ νὰ φάγῃ καὶ νὰ πίῃ χωρὶς τὴν
πάρεξ αὐτοῦ; νὰ πίῃ κάτι χωρὶς τὴν θέλησιν τοῦ Θεοῦ; θέλησιν τοῦ Θεόν, ἂν δηλαδὴ ὁ Θεὸς δὲν τοῦ δώσῃ
φαγητὸν καὶ ποτόν;
2,26 Ὅτι τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ἀγαθῷ πρὸ 26 Διότι ὁ Θεός εἰς τὸν ἄνθρωπον, ποὺ τὸν 26 Διότι ὁ Θεὸς εἰς τὸν ἄνθρωπον, ποὺ εἶναι ἐμπρός του
προσώπου αὐτοῦ ἔδωκε σοφίαν καὶ βλέπει ἀγαθόν, ἔδωσε σοφίαν καὶ γνῶσιν καὶ καλός, ἔδωκε σοφίαν καὶ γνῶσιν καὶ χαράν· καὶ εἰς τὸν
γνῶσιν καὶ εὐφροσύνην· καὶ τῷ χαράν. Εἰς δὲ τὸν ἁμαρτωλὸν ἔδωσεν ἀγωνιώδη ἁμαρτωλὸν ἔδωκεν ἀγωνιώδη ἀπασχόλησιν διὰ νὰ
ἁμαρτάνοντι ἔδωκε περισπασμὸν ἀπασχόλησιν, διὰ νὰ θησαυρίζῃ καὶ νὰ αὐξάνῃ τὰ ἀγαθά του καὶ νὰ ἀποθηκεύῃ, ὥστε αὐτὰ νὰ
τοῦ προσθεῖναι καὶ τοῦ συναγαγεῖν, συγκεντρώνῃ ὑλικὰ ἀγαθά, ὥστε νὰ ἀφήσῃ περιέλθουν ἔπειτα εἰς τὸν ἀγαθὸν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
τοῦ δοῦναι τῷ ἀγαθῷ πρὸ προσώπου αὐτὰ εἰς τὸν ἄνθρωπον τὸν ἀγαθὸν ἐνώπιον ἀνθρώπου. Βεβαίως καὶ αὐτὰ εἶναι ματαιότης καὶ
τοῦ Θεοῦ· ὅτι καί γε τοῦτο ματαιότης τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ καὶ αὐτὰ εἶναι ματαιότης. ἀεροκυνήγημα.
καὶ προαίρεσις πνεύματος. Κούφια πνοὴ τοῦ ἀνέμου, ποὺ ἔρχεται καὶ
παρέρχεται.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
3,1 Τοῖς πᾶσι χρόνος καὶ καιρὸς τῷ Εἰς ὅλα ὑπάρχει ὁ κατάλληλος καιρὸς διὰ νὰ Δι' ὅλα, ὅσα γίνονται εἰς τὴν γῆν, ὑπάρχει ὡρισμένη
παντὶ πράγματι ὑπὸ τὸν οὐρανόν. πραγματοποιηθῇ δὲ κάθε ἔργον κάτω ἀπὸ τὸν χρονικὴ περίοδος καὶ διὰ κάθε τι, ποὺ ἐκτελεῖται κάτω
οὐρανόν, πρέπει νὰ δοθῇ ἡ κατάλληλος ἀπὸ τὸν οὐρανόν, πρέπει νὰ δοθῇ ἡ κατάλληλος

11/51
εὐκαιρία. εὐκαιρία.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


3,2 Καιρὸς τοῦ τεκεῖν καὶ καιρὸς το 2 Ὑπάρχει ὡρισμένος καιρός, ποὺ ὅταν 2 Εἶναι ὡρισμένος ὁ καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ γίνῃ ὁ
ἀποθανεῖν, καιρὸς τοῦ φυτεῦσαι καὶ συμπληρωθῇ, θὰ γίνῃ ὁ τοκετὸς καὶ ὡρισμένος τοκετός, ὅπως ὡρισμένος εἶναι καὶ ὁ χρόνος τοῦ
καιρὸς τοῦ ἐκτῖλαι τὸ πεφυτευμένον, καιρὸς τοῦ θανάτου, ὡρισμένος ὁ καιρὸς τῆς θανάτου. Ὡρισμένος εἶναι ὁ καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον ὁ
φυτεύσεως καὶ ὡρισμένος ὁ καιρός, ποὺ θὰ γεωργὸς θὰ φυτεύσῃ, καὶ ὡρισμένος ὁ καιρός, κατὰ τὸν
ἐκριζωθῇ τὸ φυτευθέν. ὁποῖον θὰ ξερριζώσῃ τὸ φυτευμένον, διότι δὲν ἠμπορεῖ
πλέον νὰ καρποφορήσῃ.
3,3 καιρὸς τοῦ ἀποκτεῖναι καὶ καιρὸς 3 Ὑπάρχει ὡρισμένος καιρός, ποὺ θὰ διαταχθῇ 3 Ὑπάρχει ὡρισμένος καιρὸς διὰ νὰ τιμωρήσῃ μὲ
τοῦ ἰάσασθαι, καιρὸς τοῦ καθελεῖν καὶ ἡ ἐκτέλεσις τοῦ ἐνόχου, ὅπως καὶ ὡρισμένος θάνατον ὁ ἄρχων, ὅπως καὶ ὡρισμένος καιρὸς νὰ
καιρὸς τοῦ οἰκοδομεῖν, καιρὸς νὰ ἀποτραπῇ ὁ θάνατος καὶ νὰ τοῦ ἀποτρέψῃ τὸν θάνατον καὶ νὰ χαρίσῃ τὴν ζωήν. Καιρὸς
χαρισθῇ ἡ ζωή. Καιρὸς διὰ νὰ κρημνίσῃ ὁ διὰ νὰ κρημνίσῃ ὁ ἄνθρωπος καὶ καιρὸς διὰ νὰ
ἄνθρωπος, καὶ καιρός, διὰ νὰ ἀνοικοδόμησῃ. οἰκοδομήσῃ.
3,4 καιρὸς τοῦ κλαῦσαι καὶ καιρὸς τοῦ 4 Ὑπάρχει ὡρισμένος καιρός, διὰ νὰ κλαύσῃ 4 Ὑπάρχει ὡρισμένος καιρὸς διὰ νὰ κλαύσῃ κανεὶς καὶ
γελάσαι, καιρὸς τοῦ κόψασθαι καὶ κανείς, καὶ ὡρισμένος καιρὸς διὰ νὰ γελάσῃ. ὡρισμένος καιρὸς διὰ νὰ γελάσῃ. Ὑπάρχουν
καιρὸς τοῦ ὀρχήσασθαι, Ὡρισμένος καιρὸς διὰ θρήνους καὶ περιστάσεις, κατὰ τὰς ὁποίας θὰ θρηνῇ καὶ θὰ κτυπᾷ
κοπετούς, καὶ ὡρισμένος καιρὸς διὰ νὰ τὴν κεφαλήν του λόγῳ πένθους, καὶ περιστάσεις κατὰ
χορεύσῃ κανεὶς καὶ ἐκδηλώσῃ τὴν χαράν του. τὰς ὁποίας θὰ χορεύσῃ καὶ θὰ ἐκδηλώσῃ τὴν χαράν του.
3,5 καιρὸς τοῦ βαλεῖν λίθους καὶ 5 Ὑπάρχουν περιστάσεις, ποὺ θὰ πετᾷ κανεὶς 5 Ἄλλοτε κανεὶς θὰ πετᾷ λιθάρια καὶ ἄλλοτε θὰ μαζεύῃ
καιρὸς τοῦ συναγαγεῖν λίθους, τοὺς λίθους ὡς ἀχρήστους, καὶ ἄλλοτε ποὺ θὰ λιθάρια. Ἄλλοτε πάλιν θὰ ἐναγκαλίζεται καὶ ἄλλοτε θὰ
καιρὸς τοῦ περιλαβεῖν καὶ καιρὸς τοῦ μαζεύῃ λίθους πρὸς οἰκοδομήν. Ἄλλοτε πάλιν ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν ἐναγκαλισμόν.
μακρυνθῆναι ἀπὸ περιλήψεως, θὰ ἐναγκαλίζεται καὶ ἄλλοτε θὰ
ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὰς περιπτύξεις.
3,6 καιρὸς τοῦ ζητῆσαι καὶ καιρὸς τοῦ 6 Ὑπάρχει καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ 6 Ὑπάρχει ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποίαν κανεὶς θὰ φροντίσῃ
ἀπολέσαι, καιρὸς τοῦ φυλάξαι καὶ ἀναζητήσῃ κανεὶς καὶ θὰ εὔρῃ, καὶ καιρὸς κατὰ διὰ νὰ εὕρῃ, καὶ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ χάνῃ. Ἄλλοτε
καιρὸς τοῦ ἐκβαλεῖν, τὸν ὁποῖον θὰ χάσῃ. Ἄλλοτε θὰ ἀποθηκεύῃ καὶ θὰ ἀποθηκεύσῃ καὶ θὰ βάλῃ κατὰ μέρος καὶ ἄλλοτε θὰ
θὰ βάλῃ κατὰ μέρος τὰ συναχθέντα, καὶ βγάλῃ ἀπὸ τὴν ἀποθήκην, θὰ ἐξοδεύσῃ.
ἄλλοτε θὰ βγάλῃ αὐτὰ ἀπὸ τὴν ἀποθήκην καὶ

12/51
θὰ τὰ ἐξοδεύσῃ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


3,7 καιρὸς τοῦ ρῆξαι καὶ καιρὸς τοῦ 7 Εἶναι καιρὸς κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ διαρρήξῃ 7 Εἶναι καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ σχίσῃ κανεὶς τὰ
ράψαι, καιρὸς τοῦ σιγᾶν καὶ καιρὸς κανεὶς τὰ ἐνδύματά του εἰς ἔνδειξιν πένθους ἐνδύματά του ἢ θὰ διακόψῃ τὰς σχέσεις του, καὶ πάλιν
τοῦ λαλεῖν, καὶ ἀποδοκιμασίας, καὶ πάλιν εἶναι εἶναι καιρός, ὁπότε θὰ ράψῃ τὰ ροῦχα του ἢ θὰ
καιρὸς κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ ράψῃ τὰ ροῦχα του. ἐπανασυνδέσῃ τὰς σχέσεις του. Ὑπάρχει ὁ ὡρισμένος
Καιρὸς σιωπῆς καὶ καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον καιρὸς τῆς σιωπῆς καὶ ὁ ὡρισμένος καιρὸς νὰ ὁμιλήσῃ.
ἔχει τὸ δικαίωμα κανεὶς νὰ ὁμιλήσῃ.
3,8 καιρὸς τοῦ φιλῆσαι καὶ καιρὸς τοῦ 8 Καιρὸς νὰ ἀγαπήσῃ καὶ καιρὸς νὰ μισήσῃ. 8 Καιρὸς νὰ δείξῃ κανεὶς τὴν ἀγάπην του καὶ καιρὸς διὰ
μισῆσαι, καιρὸς πολέμου καὶ καιρὸς Καιρὸς πρὸς πόλεμον καὶ καιρὸς πρὸς σύναψιν νὰ μισήσῃ. Καιρὸς πολέμου καὶ καιρὸς εἰρήνης.
εἰρήνης. εἰρήνης.
3,9 Τίς περισσεία τοῦ ποιοῦντος ἐν οἷς 9 Ποῖον λοιπόν, κέρδος ἀπομένει εἰς ἐκεῖνον, ὁ 9 Ποῖον λοιπὸν εἶναι τὸ κέρδος εἰς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος
αὐτὸς μοχθεῖ; ὁποῖος πράττει ὅσα ἀνωτέρω ἐλέχθησαν, καὶ ἐκτελεῖ ὅσα προτήτερα ἐξετέθησαν καὶ διὰ τὰ ὁποῖα
διὰ τὰ ὁποῖα κοπιάζει εἰς ὅλην του τὴν ζωήν; μοχθεῖ εἰς τὴν ζωήν του; Οὐδέν!
Κανένα.
3,10 Εἶδον σὺν πάντα τὸν 10 Εἶδα ἐγὼ καὶ ἐπρόσεξα ἀκόμη ὅλην τὴν 10 Ἐπρόσεξα ἀκόμη ἐγὼ ὅλην τὴν ἀγωνιώδη
περισπασμόν, ὃν ἔδωκεν ὁ Θεὸς τοῖς ταλαιπωρίαν καὶ προσπάθειαν, ποὺ ἔδωκεν ὁ προσπάθειαν, ποὺ ἔδωκεν ὁ Θεὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους,
υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τοῦ περισπᾶσθαι Θεὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε νὰ ὥστε νὰ ἀπασχολοῦνται μὲ αὐτὴν διαρκῶς.
ἐν αὐτῷ. περισπῶνται συνεχῶς μὲ αὐτήν.
3,11 Σύμπαντα, ἃ ἐποίησε, 11 Τὰ σύμπαντα ὅμως, ὅσα ἐδημιούργησεν ὁ 11 Ὅλα, ὅσα ἔκαμεν ὁ Θεός, τὰ ἔκαμε <καλὰ λίαν>, τὸ
καλὰ καιρῷ αὐτοῦ, καί γε σὺν τὸν Θεὸς εἰς τὸν κατάλληλον καιρόν των, εἶναι καθένα εἰς τὸν καιρὸν του, καὶ τὴν ἔννοιαν τοῦ χρόνου
αἰῶνα ἔδωκεν ἐν καρδίᾳ αὐτῶν, ὅπως καλὰ λίαν. Καὶ τὴν αἴσθησιν τοῦ χρόνου ἔβαλεν εἰς τὴν σκέψιν τῶν ἀνθρώπων. Δὲν δύναται ὅμως
εὔρῃ ὁ ἄνθρωπος τὸ ποίημα, ὃ ἔδωκεν ὁ Θεὸς εἰς τὴν διάνοιαν τῶν ἀνθρώπων. ὁ ἄνθρωπος νὰ κατανοήσῃ τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ ἀπ’ ἀρχῆς
ἐπείησεν ὁ Θεὸς ἀπὸ ἀρχῆς καὶ μέχρι Δὲν ἐπέτρεψεν ὅμως ὁ Θεὸς καὶ οὔτε ἠμπορεῖ ὁ μέχρι τέλους καὶ νὰ συλλάβῃ τὸ σχέδιόν Του περὶ τοῦ
τέλους. ἄνθρωπος νὰ κατανοήσῃ τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ κόσμου, ὡς καὶ τὸ νόημα τῆς ἱστορίας.
ἀπ' ἀρχῆς μέχρι τέλους, τὸ σχέδιον τῆς
δημιουργίας καὶ τὸ νόημα τῆς ἱστορίας.

13/51
3,12 Ἔγνων ὅτι οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν ἐν 12 Κατέληξα εἰς τὸ συμπέρασμα, ὅτι δὲν 12 Ἀπὸ τὴν ἐξέτασιν τῶν πραγμάτων ἔχω πεισθῇ ὅτι δὲν
αὐτοῖς, εἰ μὴ τοῦ εὐρανθῆναι καὶ τοῦ ὑπάρχει ἄλλη εὐτυχία εἰς τὸν ἄνθρωπον, εἰμὴ ὑπάρχει εὐτυχία διὰ τοὺς ἀνθρώπους, παρὰ μόνον ἂν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ποιεῖν ἀγαθὸν ἐν ζωῇ αὐτοῦ. τὸ νὰ ἀπολαμβάνῃ ἐν μέτρῳ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ εὐφρανθοῦν μὲ τὴν ἀπόλαυσιν τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καὶ
καὶ νὰ πράττῃ τὸ καλὸν καὶ τὴν εὐεργεσίαν ἂν εὐεργετοῦν εἰς τὴν ζωήν τους.
καθ' ὅλον τὸ διάστημα τῆς ζωῆς του.
3,13 Καὶ γε πᾶς ἄνθρωπος, ὃς φάγεται 13 Εὐτυχὴς εἶναι ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος 13 Εὐτυχὴς ἀκόμη εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποὺ θὰ φάγῃ καὶ θὰ
καὶ πίεται καὶ ἴδῃ ἀγαθὸν ἐν παντὶ θὰ φάγῃ καὶ θὰ πίῃ καὶ θὰ ἴδῃ τὰ ἀγαθὰ ἐκ τῶν πίῃ καὶ θὰ ἀνταμειφθὴ δι’ ὅλους τοὺς κόπους του· ἂς ἔχῃ
μόχθῳ αὐτοῦ, δόξα Θεοῦ ἐστιν. κόπων του. Ἂς ἔχῃ ὅμως ὑπ' ὄψιν του, ὅτι αὐτὸ ὅμως ὑπ’ ὄψει του ὅτι αὐτὸ εἶναι δῶρον τοῦ Θεοῦ πρὸς
εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. αὐτόν.
3,14 Ἔγνων ὅτι πάντα, ὅσα ἐποίησεν ὁ 14 Ἐγνώρισα ἐγώ, καὶ γνωρίζω καλά, ὅτι ὅλα τὰ 14 Γνωρίζω ἐγὼ ὅτι ὅλα, ὅσα ἔκαμεν ὁ Θεός, αὐτὰ θὰ
Θεός, αὐτὰ ἔσται εἰς τὸν αἰῶνα· ἐπ' δημιουργήματα, ποὺ ἔκαμεν ὁ Θεός εἶνα εἶναι αἰώνια καὶ ἀμετακίνητα· εἰς κάθε ἔργον τοῦ Θεοῦ
αὐτῷ οὐκ ἔστι προσθεῖναι, καὶ ἀπ' ἀμετάβλητα καὶ παραμένουν αἰώνια. Εἰς κάθε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προσθέσῃ ἢ νὰ ἀφαιρέσῃ κανείς.
αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ἀφελεῖν, καὶ ὁ Θεὸς ἔργον τοῦ Θεοῦ δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς οὔτε νὰ Καὶ ὁ Θεὸς τὰ ἔκαμε κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον, ὥστε οἱ
ἐπίησεν, ἵνα φοβηθῶσιν ἀπὸ προσθέσῃ οὔτε νὰ ἀφαιρέσῃ κάτι. Ὁ Θεὸς τὰ ἄνθρωποι νὰ φοβοῦνται Αὐτὸν καὶ νὰ ὑποτάσσωνται εἰς
προσώπου αὐτοῦ. ἐδημιούργησε κατὰ τέτοιον τρόπον, ὥστε οἱ τὸ θέλημά του.
ἄνθρωποι, ὅταν τὰ βλέπουν, νὰ σέβωνται
αὐτὸν καὶ νὰ ὑποτάσσωνται εἰς τὸ θέλημά του.
3,15 Τὸ γενόμενον ἤδη ἐστί, καὶ ὅσα 15 Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἔχει ἤδη γίνει, ὑπάρχει. 15 Ἐκεῖνο ποὺ ἔγινεν ἤδη, ὑπάρχει, καὶ ἐκεῖνα ποὺ
τοῦ γίνεσθαι, ἤδη γέγονεν καὶ ὁ Θεὸς Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον μέλλει νὰ γίνῃ, ἐνώπιον τοῦ πρόκειται νὰ γίνουν, διὰ τὸν Θεὸν εἶναι ὡς νὰ ἔχουν
ζητήσει τὸν διωκόμενον. Θεοῦ εἶναι ὡσὰν νὰ ἔχῃ γίνει. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς γίνει. Ἐφ' ὅσον ὁ Θεὸς εἶναι τέτοιος, θὰ ἀναζητήσῃ καὶ
δικαιοσύνης θὰ ἀναζητήσῃ καὶ θὰ ὑπερασπίσῃ θὰ ὑπερασπίσῃ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος διώκεται ἀδίκως.
αὐτόν, ποὺ ἀδίκως καταδιώκεται.
3,16 Καὶ ὅτι εἶδον ὑπὸ τὸν ἥλιον τόπον 16 Εἶδα ἀκόμη ἐγὼ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον ἐπάνω 16 Καὶ εἶδα ἀκόμη κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, εἰς τὴν γῆν,
τῆς κρίσεως, ἐκεῖ ὁ ἀσεβής, καὶ τόπον εἰς τὴν γῆν τὰ δικαστήρια. Καὶ ἐκεῖ ἐκάθητο ὁ δικαστήριον καὶ ἐκεῖ ἐδίκαζεν ὁ ἀσεβής. Εἶδα ἀκόμη ὅτι
τοῦ δικαίου, ἐκεῖ ὁ ἀσεβής. ἀσεβὴς ὡς κριτής, διὰ νὰ δικάσῃ. Εἶδα ὅτι εἰς εἰς τὸν τόπον, ὅπου ἔπρεπε νὰ ἀποδίδεται δικαιοσύνη,
τὸν τόπον, ὅπου ἔπρεπε νὰ κάθεται ὁ δίκαιος, ἐκεῖ ἐκάθητο πάλιν ὡς δικαστὴς ὁ ἀσεβής·
ἐκάθητο ὁ ἀσεβής.

14/51
3,17 Καὶ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου· σὺν 17 Ἐσκέφθην, λοιπόν, ἐγὼ ἀπὸ μέσα μου καὶ 17 Καὶ ἔφερα εἰς τὸν νοῦν μου τὸ μέγα Δικαστήριον καὶ
τὸν δίκαιον καὶ σὺν τὸν ἀσεβῆ κρινεῖ ὁ εἶπα· <ὁ Θεὸς θὰ κρίνῃ δικαίως τὸν δίκαιον καὶ εἶπα μέσα μου· τὸν δίκαιον καὶ τὸν ἀσεβῆ θὰ κρίνῃ ὁ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Θεός, ὅτι καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι τὸν ἀσεβῆ, διότι διὰ κάθε πρᾶγμα καὶ διὰ κάθε Θεός, διότι ὑπάρχει καιρὸς διὰ κάθε πρᾶγμα· ἐκεῖ δὲ ἔχει
καὶ ἐπὶ παντὶ τῷ ποιήματι ἐκεῖ. ἔργον θὰ ἔλθῃ ὁ κατάλληλος καιρός· τῆς ὁρισθῆ καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς θὰ κρίνῃ μὲ
ἀμοιβῆς ἢ τῆς τιμωρίας>. δικαιοσύνην κάθε πρᾶξιν καὶ ἔργον ἀνθρώπινον.
3,18 Εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ 18 Ἐσκέφθην ἐγὼ ἀπὸ μέσα μου καὶ εἶπα· ὅτι ὁ 18 Καὶ ἔκαμα τὴν σκέψιν ἐν σχέσει μὲ τοὺς ἀσεβεῖς
λαλιᾶς υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι Θεὸς θὰ ξεχωρίσῃ τότε τοὺς ἀνθρώπους καὶ θὰ ἀνθρώπους, ὅτι θὰ τοὺς ξεχωρίσῃ τότε ὁ Θεὸς καὶ θὰ
διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ Θεός, καὶ τοῦ φανερώσῃ, ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ ἄνθρωποι δὲν τοὺς ἀποδείξῃ ὅτι δὲν διαφέρουν ἀπὸ τὰ κτήνη παρὰ
δεῖξαι ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσί. διαφέρουν ἀπὸ τὰ κτήνη, παρὰ μόνον κατὰ τὴν μόνον κατὰ τὴν λαλιὰν καὶ τὸν ἔναρθρον λόγον.
λαλιάν.
3,19 Καί γε αὐτοῖς συνάντημα υἱῶν 19 Διότι τὸ τέλος ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τὸ 19 Διότι τὸ τέλος τῶν ἀνθρώπων καὶ τὸ τέλος τοῦ
τοῦ ἀνθρώπου καὶ συνάντημα τοῦ τέλος τοῦ κτήνους εἶναι τὸ ἴδιο. Θὰ κτήνους εἶναι τὸ ἴδιο, ὁ θάνατος. Ὅπως εἶναι ὁ θάνατος
κτήνους, συνάντημα ἐν αὐτοῖς· ὡς ὁ συναντηθοῦν εἰς τὸν θάνατον. Ὅπως εἶναι ὁ τοῦ ζώου, ἔτσι ἐξωτερικῶς εἶναι καὶ ὁ θάνατος τοῦ
θάνατος τούτου, οὕτως καὶ ὁ θάνατος θάνατος τοῦ ζώου, ἔτσι εἶναι καὶ ὁ σωματικὸς ἀνθρώπου, καὶ εἰς ὅλους - ἀνθρώπους καὶ ζῶα - ὑπάρχει,
τούτου, καὶ πνεῦμα ἐν τοῖς πάσι· καὶ τί θάνατος τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ εἰς ὅλους, φαινομενικῶς τουλάχιστον, μία πνοὴ ζωῆς. Καὶ
ἐπερίσσευσεν ὁ ἄνθρωπος παρὰ τὸ ἀνθρώπους καὶ ζῶα, φαίνεται, σὰν νὰ ὑπάρχῃ ἑπομένως, φυσιολογικῶς τί ἐκέρδισεν ὁ ἄνθρωπος
κτῆνος; Οὐδέν, ὅτι πάντα ματαιότης. τὸ ἴδιο πνεῦμα. Καὶ ἐπομένως ἀπὸ ἀπόψεως περισσότερον ἀπὸ τὸ κτῆνος; Τίποτε, διότι ὅλα εἶναι
φυσιολογικῆς τί ἐκέρδησεν ὁ ἄνθρωπος ματαιότης.
περισσότερον ἀπὸ τὸ κτῆνος; Τίποτε, διότι ὅλα
εἶναι μάταια.
3,20 Τὰ πάντα εἰς τόπον ἕνα· τὰ πάντα 20 Τὰ πάντα, ζῶα καὶ ἄνθρωποι, θὰ 20 Ὅλα, ζῶα καὶ ἄνθρωποι, θὰ πάνε εἰς ἕνα τόπον, τὴν
ἐγένετο ἀπὸ τοῦ χοός, καὶ τὰ πάντα καταντήσουν εἰς ἕνα τόπον· εἰς τὴν γῆν. Ὅλα γῆν ὅλα ἔγιναν ἀπὸ χῶμα καὶ ὅλα θὰ γυρίσουν πάλιν εἰς
ἐπιστρέψει εἰς τὸν χοῦν. ἔγιναν ἀπὸ τὸ χῶμα καὶ ὅλα θὰ ἐπιστρέψουν τὸ χῶμα.
εἰς τὸ χῶμα.
3,21 Καὶ τίς οἶδε τὸ πνεῦμα υἱῶν τοῦ 21 Καὶ ποιός, ἀλήθεια, βάσει μόνον τῆς 21 Καὶ ποῖος γνωρίζει, ἂν ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου
ἀνθρώπου, εἰ ἀναβαίνει αὐτῷ ἄνω, ἀνθρωπίνης σοφίας, γνωρίζει, ἂν ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνεβαίνῃ μετὰ θάνατον πρὸς τὰ ἐπάνω καὶ ἢ πνοὴ τοῦ
καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ κτήνους, εἰ ἀνθρώπου μετὰ τὸν θάνατον ἀνεβαίνῃ πρὸς τὰ κτήνους κατεβαίνῃ κάτω εἰς τὴν γῆν;
καταβαίνει αὐτῷ κάτω εἰς τὴν γῆν; ἐπάνω εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἡ πνοὴ τοῦ κτήνους

15/51
κατεβαίνει κάτω εἰς τὴν γῆν;

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


3,22 Καὶ εἶδον ὅτι οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν εἰ 22 Εἶδον ἐπάνω εἰς τὰ πράγματα καὶ κατέληξα 22 Καὶ συμπεραίνω, ὅτι δὲν ὑπάρχει καλὸν καὶ ὠφέλιμον,
μὴ ὃ εὐφρανθήσεται ὁ ἄνθρωπος ἐν εἰς τὸ συμπέρασμα, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀγαθὸν εἰς τὸ ὁποῖον θὰ ἀποκομίσῃ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὰ κοπιώδη
ποιήμασιν αὐτοῦ, ὅτι αὐτὸ μερὶς τὰ ἔργα καὶ τοὺς κόπους τοῦ ἀνθρώπου, εἰμὴ ἔργα του ἐπὶ τῆς γῆς, παρὰ μόνον ἂν ζῇ μὲ εὐχαρίστησιν,
αὐτοῦ· ὅτι τίς ἄξει αὐτὸν τοῦ ἰδεῖν ἐν μόνον ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θὰ ἀπολαμβάνῃ κατὰ διότι αὐτὸ θὰ εἶναι ἡ ἀνταμοιβή του διὰ τὸ σῶμα του καὶ
ᾧ ἐὰν γένηται μετ' αὐτόν; τὸ διάστημα τῆς ζωῆς του. Αὐτὴ εἶναι ἡ τὴν ἐπίγειον ζωήν του. Διότι ποῖος θὰ τὸν ὁδηγήσῃ νὰ ἰδῇ
κληρονομία του καὶ τὸ μερίδιόν του. Διότι ποιὸς τί θὰ γίνῃ μετὰ θάνατον, εἰς τὴν μέλλουσαν δηλαδὴ
ἄλλος ἄνθρωπος εἶναι δυνατὸν νὰ ὁδηγήσῃ ζωήν;
αὐτόν, διὰ νὰ μάθῃ, τί θὰ τοῦ συμβῇ μετὰ τὸν
θάνατον, δηλαδὴ εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν;

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
4,1 Καὶ ἐπέστρεψα ἐγὼ καὶ εἶδον σὺν Περιῆλθον μὲ τὸν νοῦν τὴν οἰκουμένην καὶ εἶδα Καὶ ἐγύρισα μὲ τὸν νοῦν μου καὶ εἶδα ὅλας τὰς
πάσας τὰς συκοφαντίας τὰς ὅλας τὰς καταδυναστεύσεις, αἱ ὁποῖαι ἔγιναν καταδυναστεύσεις τῆς βίας, ὅσαι γίνονται κάτω ἀπὸ τὸν
γενομένας ὑπὸ τὸν ἥλιον· καὶ ἰδοὺ καὶ γίνονται κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον. Εἶδα τὰ ἥλιον. Καὶ νὰ τὰ δάκρυα τῶν ἀδικουμένων καὶ δὲν
δάκρυον τῶν συκοφαντουμένων, καὶ δάκρυα τῶν καταδυναστευομένων καὶ δὲν ὑπάρχει δι’ αὐτοὺς ὁ παρηγορητής. Ὁ ἐκβιασμός των
οὐκ ἔστιν αὐτοῖς παρακαλῶν, καὶ ὑπῆρχε κανεὶς νὰ τοὺς βοηθήσῃ καὶ νὰ τοὺς προέρχεται ἀπὸ τὸ χέρι τῶν ἰσχυρῶν ἀδίκων καὶ δὲν
ἀπὸ χειρὸς συκοφαντούντων αὐτοῖς παρηγορήσῃ. Ὁ ἐκβιασμὸς καὶ ἡ εὑρίσκεται κανείς, ποὺ νὰ τοὺς στηρίξῃ καὶ νὰ τοὺς
ἰσχύς, καὶ οὐκ ἔστιν αὐτοῖς καταδυνάστευσις αὐτῶν προέρχεται ἐκ μέρους ἐνισχύσῃ.
παρακαλῶν. ἰσχυρῶν, ἀλλὰ ἀδίκων, ἀνθρώπων. Καὶ δὲν
εὑρίσκεται κανείς, ὁ ὁποῖος νὰ τοὺς ἐνισχύσῃ
καὶ παρηγορήσῃ.
4,2 Καὶ ἐπῄνεσα ἐγὼ σὺν πάντας 2 Καὶ ἐμακάρισα ἐγὼ τότε ὅλους τοὺς νεκρούς, 2 Καὶ ἐμακάρισα τότε ἐγὼ ὅλους τοὺς νεκρούς. Τοὺς
τοὺς τεθνηκότας τοὺς ἤδη αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἤδη ἀποθάνει, ἐμακάρισα περισσότερον ἀπὸ τοὺς ζωντανούς, γιατὶ
ἀποβανόντας ὑπὲρ τοὺς ζῶντας, ὅτι περισσότερον ἀπὸ τοὺς ζωντανούς, διότι αὐτοὶ αὐτοὶ ζοῦν ἀκόμα ἕως τώρα, ἐνῷ ἐκεῖνοι ἔχουν

16/51
αὐτοὶ ζῶσιν ἕως τοῦ νῦν· ζοῦν ἀκόμη μέχρι τώρα. ἀποθάνει.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


4,3 καὶ ἀγαθὸς ὑπὲρ τοὺς δύο 3 Καὶ ἐκ τῶν δύο τούτων εὐτυχέστερος εἶναι 3 Καὶ πιὸ εὐτυχισμένος ἀπὸ τοὺς δύο αὐτοὺς εἶναι
τούτους ὅστις οὔπω ἐγένετο, ὃς οὐκ ἐκεῖνος, ποὺ δὲν ἐγεννήθη ἀκόμη καὶ δὲν ἔλαβε ἐκεῖνος, ποὺ δὲν ἐγεννήθη κἄν, καὶ ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δὲν
εἶδε σὺν τὸ ποίημα τὸ πονηρὸν τὸ πεῖραν τῶν ἀδικιῶν, αἱ ὁποῖαι γίνονται ἀνὰ τὴν ἔλαβε πεῖραν τῶν ἀδικιῶν, ποὺ ἔχουν γίνει κάτω ἀπὸ
πεποιημένον ὑπὸ τὸν ἥλιον. ὑφήλιον. τὸν ἥλιον.
4,4 Καὶ εἶδον ἐγὼ σὺν πάντα τὸν 4 Εἶδα ἐπίσης ἐγὼ ὅλον τὸν μόχθον καὶ ὅλην 4 Εἶδα ἐγὼ ἀκόμη ὅλον τὸν μόχθον καὶ τὴν ἱκανότητα δι’
μόχθον καὶ σὺν πᾶσαν ἀνδρείαν τοῦ τὴν δραστηριότητα τῶν ἀνθρώπων διὰ τὰ ἔργα ἐκτέλεσιν ἔργων· αὐτὸ ὅμως γίνεται αἰτία ζηλοτυπίας
ποιήματος, ὅτι αὐτὸ ζῆλος ἀνδρὸς των. Καὶ διεπίστωσα, ὅτι ἡ δραστηριότης αὐτὴ καὶ ἀνταγωνισμοῦ μεταξὺ τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου καὶ τοῦ
ἀπὸ τοῦ ἑταίρου αὐτοῦ· καί γε τοῦτο προκαλεῖ ζηλοφθονίαν καὶ ἀνταγωνισμὸν τοῦ ἅλλου. Καὶ τοῦτο εἶναι ματαιότης καὶ ματαιοπονία.
ματαιότης καὶ προαίρεσις ἑνὸς ἀνθρώπου ἐναντίον τοῦ ἄλλου. Καὶ αὐτὸ
πνεύματος. ἀκριβῶς εἶναι ματαιότης· πνοὴ ἀνέμου ποὺ
φεύγει.
4,5 Ὁ ἄφρων περιέβαλε τὰς χεῖρας 5 Ὁ ἄμυαλος καὶ τεμπέλης ἐσταύρωσε τὰ χέρια 5 Ὁ ἄμυαλος καὶ τεμπέλης ἐσταύρωσε τὰ χέρια του στὸ
αὐτοῦ καὶ ἔφαγε τὰς σάρκας αὐτοῦ. του καὶ ἀπὸ τὴν πεῖναν ἔλυωσαν αἱ σάρκες του. στῆθος καὶ δὲν δουλεύει, θὰ φάγῃ ὅμως τὰς σάρκας του
ἀπὸ τὴν πεῖναν.
4,6 Ἀγαθὸν πλήρωμα δρακὸς 6 Προτιμότερον ἐγὼ θεωρῶ μία χούφταν 6 Εἶναι προτιμοτέρα μία χούφτα γεμάτη, ποὺ
ἀναπαύσεως ὑπὲρ πληρώματα δύο γεμάτην μὲ ἀγαθά, ἀλλὰ μὲ κάποιαν ἄνεσιν συνοδεύεται μὲ κανονικὴν ἀνάπαυσιν καὶ εἰρήνην, παρὰ
δρακῶν μόχθου καὶ προαιρέσεως ἀποκτηθέντα, παρὰ δύο χοῦφτες ἀγαθῶν, ποὺ δύο χοῦφτες, ποὺ συνοδεύονται μὲ μόχθον καὶ μὲ
πνεύματος. ἀπεκτήθησαν μὲ μόχθον καὶ ἀπληστίαν ἀπληστίαν ψυχῆς.
ψυχῆς.
4,7 Καὶ ἐπέστρεψα ἐγὼ καὶ εἶδον 7 Περιῆλθον ἐγὼ τὰς κοινωνίας καὶ εἶδα ἄλλας 7 Καὶ ἐγύρισα ἀλλοῦ ἐγὼ καὶ εἶδα ἄλλην ματαιότητα
ματαιότητα ὑπὸ τὸν ἥλιον. ματαιότητας ἀνὰ τὴν ὑφήλιον. κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον.
4,8 Ἔστιν εἷς, καὶ οὐκ ἔστι δεύτερος, 8 Εὑρίσκεται ἕνας καὶ μόνος ἄνθρωπος, δὲν 8 Εἶναι ἕνας μόνος του. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος κοντά του.
καί γε υἱὸς καί γε ἀδελφὸς οὐκ ἔστιν ἔχει δεύτερον ἀπὸ τὴν αὐτὴν στέγην, δὲν Οὔτε παιδὶ οὔτε ἀδελφὸς ὑπάρχει εἰς αὐτόν. Δὲν ὑπάρχει
αὐτῷ· καὶ οὐκ ἔστι πειρασμὸς τῷ ὑπάρχει εἰς αὐτὸν οὔτε παιδὶ οὔτε ἀδελφός· καὶ τελειωμὸς εἰς τὸν πολὺν μόχθον του καὶ τὸ μάτι του δὲν
παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ, καί γε ἐν τούτοις οἱ μόχθοι του εἶναι ἀπεριόριστοι. Τὸ χορταίνει ἀπὸ τὸν πλοῦτον. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ

17/51
ὀφθαλμὸς αὐτοῦ οὐκ ἐμπίπλαται μάτι του δὲν χορταίνει ἀπὸ πλοῦτον καὶ ὑλικὰ φιλάργυρος. Καὶ μονολογεῖ καὶ λέγει: Διὰ ποῖον ἐγὼ
πλούτου. Καὶ τίνι ἐγὼ μοχθῶ καὶ ἀγαθά. Ποτὲ δὲν ἐσκέφθη καὶ δὲν εἶπε· <διὰ κοπιάζω τόσον πολὺ καὶ στερῶ τὸν ἑαυτόν μου ἀπὸ τὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


στερίσκω τὴν ψυχήν μου ἀπὸ ποῖον, λοιπόν, ἐγὼ κοπιάζω καὶ στερῶ τὴν ἀγαθά; Καὶ αὖτο εἶναι ματαιότης καὶ ἐνασχόλησις
ἀγαθωσύνης; Καί γε τοῦτο ζωήν μου ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά;> Ἡ ἄσβεστος βασανιστική.
ματαιότης καὶ περισπασμὸς πονηρός αὐτὴ ἐπιθυμία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν εἶναι
ἐστι. ματαία καὶ καταθλιπτικὴ προσπάθεια.
4,9 Ἀγαθοὶ οἱ δύο ὑπὲρ τὸν ἕνα, οἷς 9 Εὐτυχέστεροι καὶ ἐξυπηρετικώτεροι, διὰ τὸν 9 Εὐτυχέστεροι εἶναι οἱ δύο ἀπὸ τὸν ἕνα. Διότι εἰς αὐτοὺς
ἐστιν αὐτοῖς μισθὸς ἀγαθὸς ἐν ἑαυτόν των εἶναι οἱ δύο ἀπὸ τὸν ἕνα. Διότι εἰς λόγῳ τῆς συνεργασίας ὑπάρχει καλὴ ἀμοιβὴ τῶν κόπων
μόχθῳ αὐτῶν· αὐτούς, λόγῳ τῆς συνεργασίας των, ὑπάρχει ὁ των.
μισθὸς καὶ ἡ ἀνταμοιβὴ τῶν κόπων των.
4,10 ὅτι ἐὰν πέσωσιν, ὁ εἶς ἐγερεῖ τὸν 10 Ἐὰν δὲ πέσουν, ὁ ἔνας θὰ τρέξῃ νὰ σηκώσῃ 10 Διότι ἐὰν πέσουν ὁ καθένας μὲ τὴν σειράν του, ὁ
μέτοχον αὐτοῦ, καὶ οὐαὶ αὐτῷ τῷ ἑνί, τὸν σύντροφόν του. Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς τὸν ἄλλος θὰ τρέξῃ νὰ σηκώσῃ τὸν σύντροφόν του.
ὅταν πέσῃ καὶ μὴ ᾖ δεύτερος ἐγεῖραι ἕνα, ὅταν πέσῃ καὶ δὲν θὰ εἶναι κανεὶς ἄλλος Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς τὸν ἕνα, τὸν μεμονωμένον, ὅταν
αὐτόν. νὰ τὸν σηκώσῃ. πέσῃ καὶ δὲν θὰ εἶναι ἄλλος κανεὶς νὰ τὸν σηκώσῃ.
4,11 Καί γε ἐὰν κοιμηθῶσι δύο, καὶ 11 Ἐὰν κοιμηθοῦν καὶ οἱ δυὸ μαζῆ, θὰ 11 Καὶ ἐὰν δύο κοιμηθοῦν μαζί, θὰ ζεσταθοῦν. Ὁ ἕνας
θέρμη αὐτοῖς· καὶ ὁ εἷς πῶς ζεσταθοῦν· ὁ ἔνας μόνος του πῶς θὰ ζεσταθῇ; ὅμως πῶς θὰ θερμανθῇ;
θερμανθῇ;
4,12 Καὶ ἐὰν ἐπικραταιωθῇ ὁ εἷς, οἱ 12 Καὶ ἐὰν παρουσιασθῇ ἐχθρὸς ἱκανὸς νὰ 12 Καὶ ἐὰν ἕνας ἐχθρὸς ἐπικρατήσῃ εἰς τὸν ἕνα ἐξ
δύο στήσονται κατέναντι αὐτοῦ, καὶ ἐπικρατήσῃ ἐναντίον τοῦ ἑνὸς ἐξ αὐτῶν, οἱ δύο αὐτῶν, οἱ δύο μαζὶ θὰ ἀντιπαραταχθοῦν ἐναντίον του.
τὸ σπαρτίον τὸ ἔντριτον οὐ ταχέως μαζῆ θὰ ἀντιπαραταχθοῦν ἐναντίον του. Τὸ τρίκλωνο σχοινὶ δὲν σπάζει εὔκολα.
ἀπορραγήσεται. Τριπλᾶ στριμμένον σχοινίον δὲν σπάζει
εὔκολα.
4,13 Ἀγαθὸς παῖς πένης καὶ σοφὸς 13 Εἶναι ἀνώτερος ἕνας νεαρὸς καὶ πτωχός, 13 Εἶναι ἀνώτερον ἕνα παιδὶ πτωχὸ καὶ μυαλωμένο, ἀπὸ
ὑπὲρ βασιλέα πρεσβύτερον καὶ ἀλλὰ συνετός, ἄνθρωπος ἀπὸ βασιλέα γέροντα ἕνα βασιλέα γέροντα καὶ ἄμυαλον, ὁ ὁποῖος δὲν ἔμαθεν
ἄφρονα, ὃς οὐκ ἔγνω τοῦ προσέχειν ἀλλὰ ἄμυαλον, ὁ ὁποῖος δὲν ἔμαθε νὰ δίδῃ ἀκόμη νὰ προσέχῃ τὰς συμβυυλὰς τῶν ἄλλων.
ἔτι· προσοχὴν εἰς τὰς ὀρθὰς ὑποδείξεις.
4,14 ὅτι ἐξ οἴκου τῶν δεσμίων 14 Ὁ νεαρὸς ἀλλὰ συνετὸς ἄνθρωπος, ἔστω καὶ 14 Ὁ πτωχὸς καὶ μυαλωμένος νέος θὰ ἐξέλθῃ ἀπὸ τὴν

18/51
ἐξελεύσεται τοῦ βασιλεῦσαι, ὅτι καί ἂν ἐγεννήθη εἰς τὰ δεσμὰ τῆς δουλείας, φυλακὴν διὰ νὰ βασιλεύσῃ, καίτοι κατὰ τὸν χρόνον τῆς
γε ἐν βασιλείᾳ αὐτοῦ ἐγενήθη δύναται νὰ ἐξέλθῃ ἀπὸ αὐτὴν καὶ νὰ γίνῃ βασιλείας τοῦ γέροντος βασιλέως ἐγεννήθη πτωχός.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πένης. βασιλεύς, καίτοι κατὰ τὰ διάστημα τῆς
βασιλείας τοῦ ἀσυνέτου βασιλέως αὐτὸς εἶχε
γεννηθῇ πτωχός.
4,15 Εἶδον σὺν πάντας τοὺς ζῶντας 15 Εἶδα ἐγὼ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι 15 Καὶ εἶδα ὅλους τοὺς ζωντανούς, ποὺ βαδίζουν κάτω
τοὺς περιπατοῦντας ὑπὸ τὸν ἥλιον ζοῦν εἰς τὴν περιοχὴν ἐκείνην νὰ ἀπὸ τὸν ἥλιον, νὰ συντάσσωνται μὲ τὸν δεύτερον, τὸν
μετὰ τοῦ νεανίσκου τοῦ δευτέρου, ὃς συντάσσωνται καὶ νὰ περικυκλώνουν τὸν νεαρὸν καὶ συνετὸν βασιλέα, ὁ ὁποῖος θὰ βασιλεύσῃ
στήσεται ἀντ' αὐτοῦ· δεύτερον, δηλαδὴ τὸν νεαρὸν συνετὸν ἀντὶ τοῦ πρώτου βασιλέως.
ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ἔγινε βασιλεὺς ἀντὶ τοῦ
πρώτου.
4,16 οὐκ ἔστι περασμὸς τῷ παντὶ 16 Ἀναρίθμητα ἦσαν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ποὺ 16 Ἦτο ἄπειρον, ἀμέτρητον τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, ποὺ
λαῷ, τοῖς πᾶσιν, ὅσοι ἐγένοντο ἐπροπορεύοντο ἔμπροσθεν ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὸν ἐπροπορεύετο αὐτοῦ τοῦ νεανίσκου. Κατόπιν ὅμως δὲν
ἔμπροσθεν αὐτῶν· καί γε οἱ ἔσχατοι ἐπευφημοῦσαν. Κατόπιν ὅμως οἱ θὰ εἶναι εὐχαριστημένοι καὶ μὲ αὐτόν, διότι θὰ
οὐκ εὐφρανθήσονται ἐν αὐτῷ· ὅτι μεταγενέστεροι δὲν θὰ εἶναι εὐχαριστημένοι μὲ ἐξατμισθῇ ὁ ζῆλος των. Καὶ τοῦτο εἶναι ματαιότης καὶ
καί γε τοῦτο ματαιότης καὶ αὐτόν. Θὰ ἔχῃ σβήσει ὁ ἐνθουσιασμός των· καὶ ἀεροκυνήγημα.
προαίρεσις πνεύματος. τοῦτο εἶναι ματαιότης καὶ κυνήγημα κενοῦ
ἀέρος.
4,17 Φύλαξον τὸν πόδα σου, ἐν ᾧ ἐὰν 17 Πρόσεξε καλά, ὅταν βαδίζῃς πρὸς τὸν ναὸν 17 Πρόσεχε τὸ πόδι σου πῶς βαδίζεις, ὅταν πηγαίνῃς εἰς
πορεύῃ εἰς οἶκον τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐγγὺς τοῦ Θεοῦ πλησίαζε νὰ ἀκούῃς καὶ νὰ ὑπακούῃς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ· νὰ εἶσαι πρόθυμος νὰ ἀκούσῃς τὴν
τοῦ ἀκούειν· ὑπὲρ δόμα τῶν εἰς τὸν νόμον τοῦ Κυρίου. Ἡ θυσία σου ἂς εἶναι θείαν διδασκαλίαν, ποὺ διδάσκεται ἐκεῖ. Ἡ θυσία σου,
ἀφρόνων θυσία σου, ὅτι οὐκ εἰσὶν ἀνωτέρα ἀπὸ τὰ δῶρα τῶν ἁμαρτωλῶν, οἱ ποὺ θὰ προσφέρῃς ἐκεῖ, ἂς εἶναι ἀνωτέρα ἀπὸ τὰ δῶρα
εἰδότες τοῦ ποιῆσαι κακόν. ὁποῖοι δὲν ἔχουν συναίσθησιν, ὅταν πράττουν τῶν ἁμαρτωλῶν, διότι αὐτοὶ εἶναι ἀναίσθητοι, ὅταν
τὸ κακόν. αμαρτάνουν.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα

19/51
5,1 Μὴ σπεῦδε ἐπὶ στόματί σου, Ας μὴ σπεύδῃ τὸ στόμα σου νὰ ὁμιλήσῃ, καὶ ἡ Ας μὴ σπεύδῃ τὸ στόμα σου, τί θὰ εἴπῃ, καὶ ἡ καρδία σου ἂς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καὶ καρδία σου μὴ ταχυνάτω τοῦ καρδία σου ἂς μὴ βιάζεται νὰ βγάζῃ λόγια, μὴ βιάζεται νὰ ὁμιλήσῃ τὴν ὥραν, κατὰ τὴν ὁποίαν
ἐξενέγκαι λόγον πρὸ προσώπου ὅταν εὐρίσκεσαι ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Διότι ὁ εὐρίσκεσαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ προσεύχεσαι. Νὰ εἶσαι
τοῦ Θεοῦ· ὅτι ὁ Θεὸς ἐν τῷ Θεός, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου παρίστασαι, εἶναι προσεκτικὸς καὶ συνεσταλμένος, διότι ὁ Θεὸς εἶναι ἐπάνω
οὐρανῷ ἄνω, καὶ σὺ ἐπὶ τῆς γῆς. ἐπάνω εἰς τὸν οὐρανὸν ἄπειρος καὶ μέγας. Καὶ εἰς τὸν οὐρανὸν μέγας καὶ σὺ κάτω εἰς τὴν γῆν μικρός. Δι'
Διὰ τοῦτο ἔστωσαν οἱ λόγοι σου σὺ εἶσαι κάτω εἰς τὴν γῆν μικρός. Δι' αὐτὸ τὰ αὐτὸ τὰ λόγια σου νὰ εἶναι μετρημένα.
ὀλίγοι. λόγια σου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἂς εἶναι ὀλίγα καὶ
συνετά.
5,2 Ὅτι παραγίνεται ἐνύπνιον ἐν 2 Διότι ὅπως τὰ ὄνειρα τὰ παράλογα καὶ 2 Διότι ὅπως ὁ ἀνήσυχος καὶ γεμᾶτος ὄνειρα ὕπνος
πλήθει πειρασμοῦ καὶ φωνὴ ἀνόητα κατὰ κανόνα ὀφείλονται εἰς τὰς ὀφείλεται εἰς τὰς πολλὰς βιοτικὰς φροντίδας, παρομοίως
ἄφρονος ἐν πλήθει λόγων. πολλὰς βιοτικὰς μερίμνας, ἔτσι καὶ ἡ προσευχὴ καὶ ἡ προσευχὴ τοῦ ἄφρονος εἶναι φλύαρος πολυλογία, ἡ
τοῦ ἄφρονος εἶναι ἀνόητος πολυλογία. ὁποία ὀφείλεται εἰς τὰς πολλὰς καὶ ματαίας ἀσχολίας του.
5,3 Καθὼς ἂν εὔξῃ εὐχὴν τῷ Θεῷ, 3 Ὅταν κατὰ τὴν προσευχήν σου κάμῃς κάποιο 3 Ὅταν κατὰ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς σου κάμῃς κάποιο
μὴ χρονίσῃς τοῦ ἀποδοῦναι τάξιμον εἰς τὸν Θεόν, μὴ βραδύνῃς νὰ τὸ τάξιμο εἰς τὸν Θεόν, νὰ μὴ ἀργοπορήσῃς νὰ τὸ
αὐτήν, ὅτι οὐκ ἔστι θέλημα ἐν ἐκπληρώσῃς. Διότι ὁ Θεὸς δὲν εὐαρεστεῖται εἰς ἐκπληρώσῃς, διότι ὁ Θεὸς δὲν εὐαρεστεῖται εἰς τοὺς
ἄφροσι· σὺ οὖν ὅσα ἐὰν εὔξῃ, τοὺς ἀμυάλους, οἱ ὁποῖοι τάζουν καὶ δὲν ἀνοήτους, καθόσον τάζουν καὶ δὲν δίδουν. Σὺ ὅμως, ὅσα θὰ
ἀπόδος. ἐκπληρώνουν τὸ τάξιμό των. Σὺ ὅμως ὅσα θὰ τάξῃς, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ τὰ δώσῃς·
τάξῃς πρέπει καὶ νὰ τὰ δόσῃς εἰς τὸν Θεόν.
5,4 Ἀγαθὸν τὸ μὴ εὔξασθαί σε ἢ 4 Προτιμότερον εἶναι νὰ μὴ τάξῃς τίποτε, παρὰ 4 Εἶναι προτιμότερον καὶ ἀσφαλέστερον διὰ σὲ νὰ μὴ τάξῃς,
τὸ εὔξασθαί σε καὶ μὴ ἀποδοῦναι. νὰ τάξῃς καὶ νὰ μὴ τὸ ἐκπληρώσῃς. παρὰ νὰ τάξῃς καὶ νὰ μὴ δώσῃς τὸ τάξιμό σου.
5,5 Μὴ δῷς τὸ στόμα σου τοῦ 5 Μὴ ἀφήσῃς τὸ στόμα σου κατὰ τὴν ὥραν τῆς 5 Νὰ μὴ ἐπιτρέψῃς εἰς τὸ στόμα σου νὰ ἁμαρτήσῃ εἰς τὸν
ἐξαμαρτῆσαι τὴν σάρκα σου καὶ προσευχῆς νὰ διαπράξῃ ἀπέναντί σου τὸ ἑαυτόν σου μὲ τὴν ἄκριτον πολυλογίαν κατὰ τὴν
μὴ εἴπῃς πρὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ, σφάλμα καὶ νὰ προβῇ εἰς μεγάλο τάξιμο, διὰ τὸ προσευχήν σου καὶ νὰ μὴ δικαιολογηθῇς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
ὅτι ἄγνοιά ἐστιν, ἵνα μὴ ὀργισθῇ ὁ ὁποῖον δικαιολογούμενος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ θὰ καὶ τοῦ ἱερέως του, ὅτι τὸ τάξιμον ἔγινεν ἐξ ἀπροσεξίας καὶ
Θεὸς ἐπὶ φωνῇ σου καὶ διαφθείρῃ εἴπῃς ὅτι ἐξ ἀγνοίας ἔταξες ἀνεκπλήρωτον κακοῦ ὑπολογισμοῦ, διὰ νὰ μὴ ὀργισθῇ ο Θεὸς μὲ τὴν
τὰ ποιήματα χειρῶν σου. τάξιμον, διὰ νὰ μὴ ὀργισθῇ ὁ Θεός ἐξ αἰτίας τῆς προσευχήν σου καὶ καταστρέψῃ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου.
ἀκρίτου προσευχῆς σου καὶ καταστρέψῃ τὰ

20/51
ἔργα τῶν χειρῶν σου.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


5,6 Ὅτι ἐν πλήθει ἐνυπνίων καὶ 6 Ὅπως τὰ πλήθη τῶν ὀνείρων εἶναι ματαιότης, 6 Ὅπως δὲ τὰ πολλὰ ὄνειρα εἶναι ματαιότης, ἔτσι εἶναι καὶ
ματαιοτήτων καὶ λόγων πολλῶν, ἔτσι καὶ τὰ πολλὰ λόγια κατὰ τὴν ὥραν τῆς τὰ πολλὰ λόγια καὶ ἡ φλυαρία κατὰ τὴν ὥραν τῆς
ὅτι σὺ τὸν Θεὸν φοβοῦ. προσευχῆς. Σὺ ὅμως πρέπει νὰ εὐλαβῆσαι τὸν προσευχῆς. Σὺ ὅμως πρέπει νὰ φοβῆσαι τὸν Θεόν.
Θεὸν καὶ νὰ προσεύχεσαι μὲ σύνεσιν καὶ
φόβον.
5,7 Ἐὰν συκοφαντίαν πένητος καὶ 7 Ἐὰν εἰς κάποιαν χώραν ἴδῃς 7 Ἐὰν ἴδῃς τὸν πτωχὸν καὶ ἀδύνατον νὰ καταπιέζεται ἀπὸ
ἁρπαγὴν κρίματος καὶ καταδυνάστευσιν πτωχοῦ, κατάχρησιν καὶ τὸν ἰσχυρὸν καὶ ὅτι ὑπάρχει ἔλλειψις καὶ παραβίασις
δικαιοσύνης ἴδῃς ἐν χώρᾳ, μὴ καταπάτησιν δικαιοσύνης, μὴ ἐκπλαγῇς διὰ τὸ δικαιοσύνης εἰς μίαν χώραν, νὰ μὴ ἀπορήσῃς διὰ τὸ κακὸν
θαυμάσῃς ἐπὶ τῷ πράγματι· ὅτι γεγονὸς αὐτό. Διότι ἐπάνω ἀπὸ τὸν ἰσχυρόν, αὐτὸ ποὺ συμβαίνει· διότι ὁ ἀνώτερος καραδοκεῖ νὰ
ὑψηλὸς ἐπάνω ὑψηλοῦ φυλάξαι, ποὺ ἀδικεῖ τὸν πένητα, ὑπάρχει ἄλλος ἐκμεταλλευθῇ τὸν κατώτερόν του καὶ ἐπάνω ἀπὸ αὐτοὺς
καὶ ὑψηλοὶ ἐπ' αὐτοῖς. ἰσχυρότερος καὶ ἄλλοι ἀκόμη ἰσχυρότεροι ὑπάρχουν ἄλλοι ὑψηλότεροι καὶ ὁ καθένας τους
ἐπάνω ἀπὸ αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἀδικοῦν καὶ ἐκμεταλλεύεται τοὺς κατωτέρους του καὶ ἐκεῖνοι τὸν λαόν.
καταπιέζουν τοὺς κατωτέρους των.
5,8 Καὶ περισσεία γῆς ἐπὶ παντί 8 Εἶναι ὅμως πλεονέκτημα καὶ συμφέρον διὰ 8 Εἶναι ὅμως πλεονέκτημα διὰ μίαν χώραν εὔφορον καὶ
ἐστι, βασιλεὺς τοῦ ἀγροῦ μίαν εὔφορον καὶ καλλιεργημένην χώραν νὰ πλουσίαν νὰ ἔχῃ βασιλέα δίκαιον, ὁ ὁποῖος νὰ ἐμποδίζῃ τὴν
εἰργασμένου. ἔχῃ βασιλέα σοφὸν καὶ δίκαιον. ἐκμετάλλευσιν καὶ τὴν καταπίεσιν τοῦ λαοῦ.
5,9 Ἀγαπῶν ἀργύριον οὐ 9 Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾷ μὲ πάθος τὰ χρήματα, 9 Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾷ τὸ χρῆμα, ὁ φιλάργυρος, δὲν θὰ
πλησθήσεται ἀργυρίου· καὶ τίς δὲν θὰ χορτάσῃ ποτὲ ἀπὸ χρήματα. Καὶ ποῖον χορτάσῃ ποτὲ ἀπὸ χρήματα· ποῖος δὲ ἀπὸ τὰ πολλὰ πλούτη
ἠγάπησεν ἐν πλήθει αὐτῶν κέρδος ἀπεκόμισε κανεὶς ἀπὸ τὰ πολλὰ πλούτη ἀπεκόμισεν ὄφελος; Καὶ αὐτό (τὸ χρῆμα) εἶναι ματαιότης.
γένημα; Καί γε τοῦτο ματαιότης. καὶ τοὺς τόκους αὐτῶν; Καὶ αὐτὸ τὸ χρῆμα εἶναι
ματαιότης.
5,10 Ἐν πλήθει ἀγαθωσύνης 10 Ὅπου ὑπάρχουν πολλὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἐκεῖ 10 Ὅπου ὑπάρχουν πολλὰ ὑλικὰ ἀγαθά, θὰ χορταίνουν
ἐπληθύνθησαν ἔσθοντες αὐτήν· θὰ ὑπάρχουν καὶ πολλοί, οἱ ὁποῖοι θὰ τὰ ἐκεῖνοι ποὺ θὰ τὰ καρποῦνται καὶ θὰ τὰ τρώγουν· καὶ κατὰ
καὶ τί ἀνδρεία τῷ παρ' αὐτῆς ὅτι κατατρώγουν. Καὶ κατὰ τί θὰ ὠφελῆται ὁ τί θὰ ὠφελῆται ὁ κάτοχος τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν; Θὰ βλέπῃ
ἀλλ' ἢ τοῦ ὁρᾶν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ; κύριος τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν; Θὰ βλέπῃ μόνον μὲ μόνον μὲ τὰ μάτια του τοὺς ἄλλους νὰ ἀπολαμβάνουν τὰ
τὰ μάτια του τοὺς ἄλλους, νὰ ἀπολαμβάνουν ἀγαθά του!

21/51
τὰ ἰδικά του ἀγαθά.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


5,11 Γλυκὺς ὕπνος τοῦ δούλου εἰ 11 Ὁ ὕπνος τοῦ δούλου εἶναι γλυκὺς καὶ 11 Ὁ ὕπνος τοῦ δούλου καὶ τοῦ ἐργάτου εἶναι γλυκύς, ἔστω
ὀλίγον καὶ εἰ πολὺ φάγεται· καὶ ἀναπαυτικός, ἐὰν εἴτε ὀλίγον εἴτε πολὺ φάγῃ. καὶ ἂν φάγῃ ὀλίγον ἢ πολύ· ἐκεῖνον ὅμως, ποὺ ἐγέμισεν
τῷ ἐμπλησθέντι τοῦ πλουτῆσαι Ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος ἔχει γεμίσει ἀπὸ πλῆθος ἀπὸ πλούτη, δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ κοιμηθῇ ἡ πολυφαγία καὶ
οὐκ ἐστιν ἀφίων αὐτὸν τοῦ ὑλικῶν ἀγαθῶν, δὲν δύναται ἐξ αἰτίας τῶν ἠ ἀγωνιώδης φροντὶς δι' αὐτά, ὅπως καὶ ἡ συνείδησις, ποὺ
ὑπνῶσαι. φροντίδων τοῦ πλούτου, νὰ εὕρῃ γλυκὺν ἐξεγείρεται διὰ τὰς γενομένας ἀδικίας.
ὕπνον.
5,12 Ἔστιν ἀρρωστία, ἣν εἶδον ὑπὸ 12 Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνα ἄλλο κακόν, τὸ 12 Ὑπάρχει ἕνα πρᾶγμα κακόν, ποὺ εἶδα κάτω ἀπὸ τὸν
τὸν ἥλιον, πλοῦτον ὁποῖον ἐγὼ εἶδα. Μία ἄλλη ἀρρώστια κάτω ἀπὸ ἥλιον, καὶ αὐτὸ εἶναι ὁ πλοῦτος, ποὺ φυλάσσεται διὰ νὰ
φυλασσόμενον τῷ παρ' αὐτοῦ εἰς τὸν ἥλιον. Καὶ αὐτὸ εἶναι ὁ πλοῦτος, ποὺ βλάψῃ ἐκεῖνον ποὺ τὸν φυλάσσει.
κακίαν αὐτῷ, φυλάσσεται καὶ ὁ ὁποῖος ἐπιφυλάσσει βλάβας
εἰς ἐκεῖνον, ποὺ τὸν ἔχει.
5,13 καὶ ἀπολεῖται ὁ πλοῦτος 13 Καὶ ὁ πλοῦτος ἐκεῖνος θὰ χαθῇ εἰς μίαν 13 Καὶ ὁ πλοῦτος ἐκεῖνος θὰ χαθῇ εἰς ὥραν κακήν· καὶ ἂν ὁ
ἐκεῖνος ἐν περισπασμῷ πονηρῷ, κακὴν ὥραν. Ὁ δὲ τέως πλούσιος ἐγέννησε πλούσιος ἐγέννησε καὶ παιδί, εἰς τὰ χέρια τοῦ διαδόχου του
καὶ ἐγέννησεν υἱόν, καὶ οὐκ ἔστιν παιδὶ καὶ δὲν θὰ ἀφήσῃ τίποτε ἀπὸ τὰ πλούτη αὐτοῦ δὲν θὰ εὑρεθῇ τίποτε ἀπὸ τὸν πλοῦτον.
ἐν χειρὶ αὐτοῦ οὐδέν. του εἰς τὰ χέρια αὐτοῦ.
5,14 Καθὼς ἐξῆλθεν ἀπὸ γοστρὸς 13 Καὶ ὁ πλοῦτος ἐκεῖνος θὰ χαθῇ εἰς μίαν 14 Κάθε ἄνθρωπος, ὅπως ἐβγῆκε ἀπὸ τὴν κοιλίαν τῆς
μητρὸς αὐτοῦ γυμνός, ἐπιστρέψει κακὴν ὥραν. Ὁ δὲ τέως πλούσιος ἐγέννησε μητέρας του γυμνός, ἔτσι γυμνὸς θὰ ἐπιστρέψῃ πάλιν εἰς
τοῦ πορευθῆναι ὡς ἥκει, καὶ παιδὶ καὶ δὲν θὰ ἀφήσῃ τίποτε ἀπὸ τὰ πλούτη τὴν γῆν, ὅπως ἦλθε, καὶ τίποτε δὲν θὰ πάρῃ εἰς τὸ χέρι του
οὐδὲν οὐ λήψεται ἐν μόχθῳ του εἰς τὰ χέρια αὐτοῦ. ἀπὸ τοὺς κόπους του, ὅταν πεθαίνῃ.
αὐτοῦ, ἵνα πορευθῇ ἐν χειρὶ
αὐτοῦ.
5,15 Καί γε τοῦτο πονηρὰ 15 Τοῦτο δέ, ἡ ἰδιοτελὴς συγκέντρωσις μεγάλου 15 Καὶ αὐτὸ βεβαίως εἶναι ὀδυνηρὸν κακόν, διότι ὅπως ἦλθε,
ἀρρωστία· ὥσπερ γὰρ πλούτου, εἶναι φοβερὰ ἀρρώστια, μεγάλη ἔτσι καὶ θὰ φύγῃ. Ποῖον λοιπὸν τὸ κέρδος του, ἐφ' ὅσον
παρεγένετο, οὕτως καὶ συμφορά. Διότι ὅπως γυμνὸς ἦλθεν ὁ κοπιάζει εἰς τὸν ἀέρα, εἰς μάτην;
ἀπελεύσεται, καὶ τίς ἡ πιρισσεία ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον, ἔτσι καὶ γυμνὸς θὰ
αὐτοῦ, ᾖ μοχθεῖ εἰς ἄνεμον; ἀπέλθῃ ἀπὸ αὐτόν. Ποιὰ λοιπὸν ἡ ὠφέλειά του

22/51
ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τῶν κόπων του, τὰ ὁποῖα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


διεσκόρπισεν ὁ ἄνεμος;
5,16 Καί γε πᾶσαι αἱ ἡμέραι αὐτοῦ 16 Ὅλαι αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς τοῦ ἀχορτάστου 16 Ὅλαι αἱ ἡμέραι τοῦ πλεονέκτου πλουσίου εἶναι
ἐν σκότει καὶ ἐν πένθει καὶ θυμῷ πλουσίου εἶναι βυθισμέναι εἰς τὸ σκότος, εἰς βυθισμέναι εἰς τὸ σκότος καὶ τὴν λύπην λόγῳ τῆς ἀγωνίας
πολλῷ καὶ ἀρρωστίᾳ καὶ χόλῳ. τὴν λύπην ἐξ αἰτίας τοῦ πλούτου του. Διέρχεται τοῦ πλούτου, διέρχονται δὲ μὲ πολὺν θυμὸν καὶ ὀδύνην καὶ
αὐτὰς μὲ ταραχὴν καὶ ὀδύνην καὶ πικρίαν. πικρίαν.
5,17 Ἰδοὺ εἶδον ἐγὼ ἀγαθόν, ὃ ἐστι 17 Ἰδοὺ ὅμως ποῖον καλὸν ἐγὼ εὑρῆκα ὡς 17 Ἰδοὺ ἐγὼ τί θεωρῶ καλόν, δηλαδὴ ὠφέλιμον. Εἶναι
καλόν, τοῦ φαγεῖν καὶ τοῦ πιεῖν εὐτυχίαν τοῦ ἀνθρώπου. Νὰ φάγῃ καὶ νὰ πίῃ, ἐκεῖνο, ποὺ θὰ φάγῃ καὶ θὰ πίῃ ὁ ἄνθρωπος καὶ θὰ χαρῇ τὰ
καὶ τοῦ ἰδεῖν ἀγαθωσύνην ἐν νὰ ἀπολαύσῃ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα μὲ τὸν ἀγαθὰ τῶν κόπων, ποὺ καταβάλλει κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον εἰς
παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ, ᾦ ἐὰν μοχθῇ δίκαιον κόπον του ἀπέκτησεν ἐντίμως ὅλην τὴν ζωήν του, ποὺ τοῦ ἐχάρισεν ὁ Θεός. Αὐτὸ θὰ εἶναι
ὑπὸ τὸν ἥλιον ἀριθμὸν ἡμερῶν ἐργαζόμενος ὑπὸ τὸν ἥλιον ὅλας τὰς ἡμέρας τὸ μερίδιόν του καὶ τὸ κέρδος του.
ζωῆς αὐτοῦ, ὧν ἔδωκεν οὕτω ὁ τῆς ζωῆς του, τὰς ὁποίας τοῦ ἐχάρισεν ὁ Θεός.
Θεός· ὅτι αὐτὸ μερὶς αὐτοῦ. Αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ μερίδιόν του καὶ τὸ κέρδος του.
5,18 Καί γε πᾶς ἄνθρωπος, ᾧ 18 Εἰς ἄνθρωπον εἰς τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς ἔδωκε 18 Εἰς ὅποιον ἄνθρωπον ἔδωκεν ὁ Θεὸς πλοῦτον καὶ ἀγαθὰ
ἔδωκεν αὐτῷ ὁ Θεὸς πλοῦτον καὶ πλοῦτον καὶ ἀγαθὰ καὶ τοῦ ἔδωκε συγχρόνως καὶ τοῦ ἔδωκε τὴν ἐξουσίαν νὰ τρώγῃ ἀπ’ αὐτὰ καὶ νὰ τὰ
ὑπάρχοντα καὶ ἐξουσίασεν αὐτῷ τὸ δικαίωμα νὰ τρώγῃ ἀπὸ αὐτά, νὰ τὰ κατέχῃ κατέχῃ χωρὶς ἀγωνίαν καὶ νὰ χαίρεται τοὺς κόπους του,
φαγεῖν ἀπ' αὐτοῦ καὶ λαβεῖν τὸ χωρὶς ἀγωνιώδεις μερίμνας καὶ νὰ χαίρεται τὰ αὐτο εἶναι δῶρον τοῦ Θεοῦ.
μέρος αὐτοῦ καὶ τοῦ εὐφρανθῆναι ἀγαθὰ τῶν κόπων του, αὐτὸ εἶναι δῶρον τοῦ
ἐν μόχθῳ αὐτοῦ, τοῦτο δόμα Θεοῦ Θεοῦ.
ἐστιν.
5,19 Ὅτι οὐ πολλὰ μνησθήσεται 19 Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι εὐτυχής, διότι δὲν 19 Διότι δὲν θὰ ἐνθυμῆται διαρκῶς τὰς ὀλίγας ἡμέρας τῆς
τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ· ὅτι ὁ θὰ βασανίζεται μὲ πλῆθος προβλημάτων καθ' ζωῆς του μὲ τὰ λυπηρὰ τῶν γεγονότα, καθ’ ὅσον ὁ Θεὸς τοῦ
Θεὸς περισπᾷ αὐτὸν ἐν ὅλας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς του. Καὶ τοῦτο, διότι ἔδωκεν ἄλλην ἀπασχόλησιν νὰ εὐφραίνεται ἡ καρδία του, ἡ
εὐφροσύνῃ καρδίας αὐτοῦ. ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσεν αὐτὴν τὴν εὐχάριστον δὲ χαρὰ αὐτὴ εἶναι τὸ διαλυτικὸν τῆς λύπης του.
ἀπασχόλησιν. Νὰ εὐφραίνεται ἡ καρδιά του με
τὰ ἀγαθά του.

23/51
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
6,1 Έστι πονηρία, ἣν εἶδον ὑπὸ Υπάρχει ἕνα κακόν, ποὺ εἶδα ἐγὼ εἰς τὴν γῆν κάτω Υπάρχει ἕνα κακόν, ποὺ εἶδα κάω ἀπὸ τὸν ἥλιον, καὶ αὐτὸ
τὸν ἥλιον, καὶ πολλή ἐστιν ἐπὶ ἀπὸ τὸν ἥλιον, καὶ αὐτὸ εἶναι, πολὺ μεγάλο καὶ εἶναι πολὺ μεγάλο μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.
τὸν ἄνθρωπον· καταθλίβει τοὺς ἀνθρώπους·
6,2 ἀνὴρ ᾧ δώσει αὐτῷ ὁ Θεὸς 2 νὰ ὑπάρξῃ δηλαδὴ ἕνας ἄνθρωπος, εἰς τὸν 2 Νὰ εὑρεθῇ δηλαδὴ ἕνας ἄνθρωπος, εἰς τὸν ὁποῖον νὰ δώσῃ
πλοῦτον καὶ ὑπάρχοντα καὶ ὁποῖον ὁ Θεὸς νὰ δώσῃ πλοῦτον, ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ὁ Θεὸς πλοῦτον, ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ δόξαν καὶ νὰ μὴ στερῆται
δόξαν, καὶ οὐκ ἐστὶν ὑστερῶν τῇ δόξαν, νὰ μὴ στερῆται ἀπὸ τίποτε, ὅσα ἐπιθυμεῖ ἡ τίποτε, ἀπὸ ὅσα ἐπιθυμεῖ, καὶ ὅμως ὁ Θεὸς νὰ μὴ ἐπιτρέψῃ εἰς
ψυχῇ αὐτοῦ ἀπὸ πάντων, ὧν ψυχή του, καὶ ὅμως νὰ μὴ ἐπιτρέψῃ ὁ Θεὸς εἰς αὐτὸν νὰ ἀπολαύσῃ τὰ ἀγαθά του καὶ νὰ φάγῃ ἐξ αὐτῶν,
ἐπιθυμήσει, καὶ οὐκ ἐξουσιάσει αὐτὸν νὰ ἀπολαύσῃ τὰ ἀγαθά του, νὰ φάγῃ καὶ νὰ ἀλλὰ νὰ ἐπιτρέψῃ νὰ τοῦ τὰ φάγῃ ἄλλος ἄνθρωπος ξένος·
αὐτῷ ὁ Θεὸς τοῦ φαγεῖν ἀπ' χορτάσῃ ἀπὸ αὐτά· ἀλλὰ νὰ παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς αὐτὸ εἶναι ματαιότης καὶ ἀσθένεια ἄσχημη.
αὐτοῦ, ὅτι ἀνὴρ ξένος φάγεται νὰ τοῦ τὰ φάγῃ ἄλλος ἄνθρωπος, ξένος. Αὐτὸ εἶναι
αὐτόν· τοῦτο ματαιότης καὶ ματαιότης, ἀρρώστια κακὴ διὰ τὸν ἄνθρωπον.
ἀρρωστία πονηρά ἐστι.
6,3 Ἐὰν γεννήσῃ ἀνὴρ ἑκατὸν 3 Ἐὰν ἔνας πλούσιος ἄνθρωπος ἀποκτήσῃ ἔστω 3 Ἐὰν ὑποθέσωμεν ὅτι ἕνας ἄνθρωπος πλούσιος καὶ
καὶ ἔτη πολλὰ ζήσεται, καὶ καὶ ἑκατὸν παιδιὰ καὶ ζήσῃ πολλὰ ἔτη καὶ αἱ πλεονέκτης γεννήσῃ ἑκατὸ παιδιὰ καὶ ζήσῃ πολλὰ χρόνια καὶ
πλῆθος ὅ,τι ἔσονται αἱ ἡμέραι ἡμέραι τῆς ζωῆς του εἶναι πάρα πολλαί, ἀλλὰ δὲν αἱ ἡμέραι τῶν ἐτῶν τῆς ζωῆς του εἶναι πολλαί, δὲν χορτάσῃ
ἐτῶν αὐτοῦ, καὶ ψυχὴ αὐτοῦ οὐ θὰ ἡ μπορέσῃ νὰ χορτάσῃ καὶ ἀπολαύσῃ ἡ ψυχή ὅμως ἀπὸ τὰ ἀγαθά του καὶ δὲν ἀξιωθῇ κηδείας καὶ ταφῆς,
πλησθήσεται ἀπὸ τῆς του τὰ ἀγαθά του, εἰς δὲ τὸ τέλος οὔτε κηδείαν καὶ τότε συμπεραίνω ὅτι τὸ ἔκτρωμα εἶναι πιὸ εὐτυχισμένον ἀπὸ
ἀγαθωσύνης, καί γε ταφὴ οὐκ ταφὴν δὲν θὰ τοῦ κάμουν, τότε ἐγὼ εἶπα τὸν ἄνθρωπον αὐτόν.
ἐγένετο αὐτῷ, εἶπα· ἀγαθὸν προτιμότερον ἀπὸ αὐτὸν εἶναι τὸ ἔκτρωμα,
ὑπὲρ αὐτὸν τὸ ἔκτρωμα,
6,4 ὅτι ἐν ματαιότητι ἦλθε καὶ ἐν 4 τὸ ὁποῖον ἐγεννήθη παράκαιρα, μετέβη ἀμέσως 4 Διότι τὸ ἔκτρωμα ἦλθεν ὡς μηδαμινὸν καὶ χωρὶς κανένα
σκότει πορεύεται, καὶ ἐν σκότει εἰς τὸ σκότος τοῦ θανάτου καὶ ἡ ὕπαρξίς του θὰ σκοπὸν καὶ βαδίζει εἰς τὸ σκότος τοῦ θανάτου καὶ ἡ ὕπαρξίς
ὄνομα αὐτοῦ καλυφθήσεται. καλυφθῇ ἀπὸ τὸ σκότος τοῦ ᾅδου. του θὰ σκεπασθῇ μὲ τὸ σκότος.

24/51
6,5 Καί γε ἥλιον οὐκ εἶδε καὶ οὐκ 5 Αὐτὸ τὸ ἔκτρωμα δὲν εἶδε τὸν ἥλιον, δὲν ἐγνώρισε 5 Τοσούτον μᾶλλον, καθ’ ὅσον δὲν ἀντίκρυσε τὸ φῶς τοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἔγνω, ἀνάπαυσις τούτῳ ὑπὲρ τὸν ἑαυτόν του καὶ τὸν κόσμον, καὶ ὅμως ἡλίου, οὔτε ἔλαβε συνείδησιν τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ τοῦ γύρω
τοῦτον. ἀνεπαύθη καλύτερον ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον. τοῦ κόσμου, ἀνεπαύθη δὲ εἰς τὸν τάφον, παρὰ ὁ πλεονέκτης
πλούσιος.
6,6 Καὶ εἰ ἔζησε χιλίων ἐτῶν 6 Καὶ ἂν ἀκόμη ὁ πολύτεκνος πλούσιος ἔζησε χίλια 6 Καὶ ἂν ἀκόμη ὁ πλούσιος μὲ τὰ πολλὰ παιδιὰ ἔζησε
καθόδους καὶ ἀγαθωσύνην οὐκ ἔτη, δὲν ἀπήλαυσεν ὅμως τὰ ἀγαθά του, τί τὸ περιόδους χιλίων ἐτῶν καὶ δὲν ἀπήλαυσε τὰ ἀγαθά του, τί τὸ
εἶδε, μὴ οὐκ εἰς τόπον ἕνα ὄφελος; Μήπως εἰς τὸν ἴδιον τόπον τοῦ θανάτου ὄφελος; Μήπως ὅλοι δὲν πηγαίνουν εἰς τὸν ἴδιον τόπον, καὶ ὁ
πορεύεται τὰ πάντα; δὲν πηγαίνουν ὅλοι, καὶ ὁ χιλιόχρονος πλούσιος χιλιόχρονος φιλάργυρος καὶ τὸ ἔκτρωμα;
καὶ τὸ ἔκτρωμα;
6,7 Πᾶς μόχθος ἀνθρώπου εἰς 7 Κάθε ἄπληστος ἄνθρωπος κοπιάζει καὶ μοχθεῖ δι' 7 Κάθε κοπιώδης προσπάθεια τοῦ φιλαργύρου ἀνθρώπου
στόμα αὐτοῦ, καί γε ἡ ψυχὴ οὐ ἕνα σκοπόν· νὰ φάγῃ καὶ νὰ πίῃ. Καὶ ὅμως ἡ ψυχή ἀποβλέπει εἰς τὸ στόμα του, τί θὰ φάγῃ καὶ τί θὰ πίῃ καὶ πῶς
πληρωθήσεται. του ποτὲ δὲν χορταίνει. θὰ ἀπολαύσῃ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἡ ἐπιθυμία ὅμως τῆς ψυχῆς
μένει ἀνικανοποίητος.
6,8 Ὅτι τίς περισσεία τῷ σοφῷ 8 Ποία ὅμως εἶναι ἡ ὑπεροχὴ τοῦ σοφοῦ ἀπέναντι 8 Καμμίαν λοιπὸν ὠφέλειαν δὲν ἔχει ὁ σοφὸς ἀπὸ τὸν
ὑπὲρ τὸν ἄφρονα; Διότι ὁ πένης τοῦ ἀσυνέτου; Ὁ σοφός, καὶ ἂν ἀκόμη εἶναι ἄφρονα; Ὄχι. Διότι ὁ σοφὸς καὶ εὐσεβής, καὶ ἂν εἶναι πτωχός,
οἶδε πορευθῆναι κατέναντι τῆς πτωχός, γνωρίζει πῶς νὰ πορεύεται τὸν δρόμον τῆς γνωρίζει νὰ ζῇ εὐτυχισμένος.
ζωῆς. ζωῆς του· ἐνῷ ὁ ἀσύνετος τὸ ἀγνοεῖ.
6,9 Ἀγαθὸν ὅραμα ὀφθαλμῶν 9 Προτιμότερον εἶναι τὸ ἀγαθόν, τὸ ὁποῖον ἔχει 9 Εἶναι προτιμοτέρα ἡ ἄμεσος ἀπόλαυσις ἐνὸς ἀγαθοῦ, ποὺ
ὑπὲρ πορευόμενον ψυχῇ· καί γε κανεὶς τώρα ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν του καὶ τὸ ἔχει κανεὶς ἐμπρὸς ἀπὸ τὰ μάτια του, ἀπὸ τοῦ νὰ
τοῦτο ματαιότης καὶ προαίρεσις ἀπολαμβάνει, παρὰ τὸ μελλοντικόν, τὸ ὁποῖον περιπλανᾶται καὶ νὰ ἐπιθυμῇ μὲ τὴν φαντασίαν του χωρὶς νὰ
πνεύματος. φαντάζεται καὶ προσμένει ἡ ψυχή του. Αὐτὸ εἶναι ἰκανοποιήσῃ τὴν ἐπιθυμίαν του. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ εἶναι πρᾶγμα
ματαιότης καὶ κυνήγημα ἀνέμου. μάταιον καὶ ἀεροκυνήγημα.
6,10 Εἴ τι ἐγένετο, ἤδη κέκληται 10 Ἐκεῖνο ποὺ ἀποτελεῖ γεγονὸς καὶ ἔχει λάβει 10 Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἔγινε καὶ ὑπάρχει, ἔχει τὸ ὄνομά του.
ὄνομα αὐτοῦ, καὶ ἐγνώσθη ὅ ὕπαρξιν, ἐπῆρεν ἐπίσης καὶ τὸ ὄνομά του. Εἶναι Εἶναι γνωστὴ ἐκ τῶν προτέρων ἡ ἀσθενὴς φύσις τοῦ
ἐστιν ἄνθρωπος, καὶ οὐ γνωστὴ ἡ ἀσθενὴς φύσις τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν θὰ ἀνθρώπου, καὶ ὁ ἀδύνατος ἄνθρωπος δὲν ἠμπορεῖ νὰ τὰ
δυνήσεται κριθῆναι μετὰ τοῦ ἡ μπορέσῃ αὐτὸς νὰ ἀντιμετρηθῇ μὲ τὸν βάλῃ μὲ τὸν ἰσχυρότερόν του, τὸν Θεόν.

25/51
ἰσχυροτέρου ὑπὲρ αὐτόν· ἰσχυρότερόν του, δηλαδή μὲ τὸν Θεόν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


6,11 ὅτι εἰσὶ λόγοι πολλοὶ 11 Ἐπομένως κάθε συζήτησις καὶ ἀντιλογία τῶν 11 Ἑπομένως εἶναι πολλοὶ οἱ λόγοι, διὰ τοὺς ὁποίους
πληθύνοντες ματαιότητα. Τί ἀνθρώπων πρὸς τὸν Θεὸν εἶναι ἀνωφελὴς καὶ ἀποδεικνύεται ἡ ματαιότης. Ποία λοιπὸν ἡ ὠφέλεια τοῦ
περισσὸν τῷ ἀνθρώπῳ; ἐπιβλαβής. Ποία, λοιπόν, ἡ ὠφέλεια τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ ὅλον τὸν ἀγῶνα διὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ τὴν
ἀνθρώπου, ὥστε νὰ ὁμιλῇ ἔτσι πρὸς τὸν Θεόν; ἀντιδικίαν του μὲ τὸν Θεόν;
Καμμία.
6,12 Ὅτι τίς οἶδεν ἀγαθὸν τῷ 12 Διότι ποιὸς γνωρίζει ἀκριβῶς, τί εἶναι ἀγαθὸν 12 Διότι ποῖος γνωρίζει τί εἶναι καλὸν καὶ ὠφέλιμον εἰς τὸν
ἀνθρώπῳ ἐν τῇ ζωῇ ἀριθμὸν καὶ συμφέρον εἰς τὸν ἄνθρωπον κατὰ τὰς ἡμέρας ἄνθρωπον κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ματαίας ζωῆς του; Αὐτὰς τὰς
ζωῆς ἡμερῶν ματαιότητος τῆς ματαίας αὐτοῦ ἐπιγείου ζωῆς; Αἱ ἡμέραι του διέρχεται ὡσὰν τὴν σκιάν. Καὶ ποῖος θὰ ἀναγγείλῃ εἰς τὸν
αὐτοῦ; Καὶ ἐποίησεν αὐτὰ ἐν παρέρχονται ὡσὰν σκιὰ καὶ ποιὸς θὰ ἀναγγείλῃ ἄνθρωπον τί θὰ συμβῇ ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸν ἐπάνω εἰς τὴν γῆν;
σκιᾷ· ὅτι τίς ἀπαγγελεῖ τῷ εἰς τὸν ἄνθρωπον, τί θὰ συμβῇ ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸν
ἀνθρώπῳ, τί ἔσται ὀπίσω αὐτοῦ ἐδῶ εἰς τὴν γῆν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον;
ὑπὸ τὸν ἥλιον;

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
7,1 Αγαθὸν ὄνομα ὑπὲρ ἔλαιον ἀγαθὸν Τὸ καλὸν ὄνομα εἶναι προτιμότερον καὶ Τὸ καλὸν ὄνομα εἶναι καλύτερον ἀπὸ τὸ ἀκριβὸ μύρον καὶ ἡ
καὶ ἡμέρα τοῦ θανάτου ὑπὲρ ἡμέραν ἀπὸ τὸ καλύτερον μύρον. Καὶ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου εἶναι προτιμοτέρα ἀπὸ τὴν ἡμέραν τῆς
γεννήσεως. ἡμέραν τῆς γεννήσεως εἶναι προτιμοτέρα γεννήσεως, διότι ὁ θάνατος λυτρώνει ἀπὸ τὰ δεινὰ τοῦ βίου
ἡ ἡμέρα τοῦ θανάτου, διότι εἶναι ἐκδημία καὶ τὸ πνεῦμα ἐπιστρέφει εἰς τὸν Θεόν.
πρὸς τὴν αἰωνιότητα.
7,2 Ἀγαθὸν πορευθῆναι εἰς οἶκον 2 Προτιμότερον καὶ ὠφελιμώτερον εἶναι 2 Εἶναι ὠφελιμώτερον τὸ νὰ ἐπισκεφθῇ κανεὶς ἕνα σπίτι ποὺ
πένθους ἢ ὅτι πορευθῆναι εἰς οἶκον νὰ ἐπισκεφθῇ κανεὶς σπίτι, ὅπου ὑπάρχει ἔχει πένθος, παρὰ νὰ μεταβῇ εἰς σπίτι ὅπου γίνεται
πότου, καθότι τοῦτο τέλος παντὸς πένθος, παρὰ νὰ μεταβῇ εἰς οἶκον, ὅπου συμπόσιον, διότι αὐτό, ὁ θάνατος δηλαδή, εἶναι τὸ τέλος
ἀνθρώπου, καὶ ὁ ζῶν δώσει ἀγαθὸν εἰς παρατίθεται συμπόσιον. Διότι ὁ θάνατος κάθε ἀνθρώπου, καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ζῇ, ἂς τὸ φέρῃ εἰς τὸν
καρδίαν αὐτοῦ. εἶναι ἡ κατάληξις τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Καὶ νοῦν του καὶ ἂς σκέπτεται τὸ ὠφέλιμον.

26/51
ὁ ἄνθρωπος, ποὺ εὑρίσκεται ἐν τῇ ζωῇ, ἃς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


δεχθῇ αὐτὰς τὰς σκέψεις καὶ θὰ δώσῃ ἔτσι
κάτι ἀγαθὸν εἰς τὴν καρδίαν του.
7,3 Ἀγαθὸν θυμὸς ὑπὲρ γέλωτα, ὅτι ἐν 3 Ἡ σοβαρότης εἶναι προτιμοτέρα ἀπὸ τὸν 3 Εἶναι προτιμοτέρα ἠ σοβαρότης ἀπὸ τὸν ἀπερίσκεπτον
κακίᾳ προσώπου ἀγαθυνθήσεται γέλωτα. Διότι μὲ τὴν σοβαρὰν ὄψιν τοῦ γέλωτα καὶ τὴν ἐπιπολαίαν εὐθυμίαν, διότι, ὅταν τὸ
καρδία. προσώπου καὶ τοῦ ἤθους θὰ χαρῇ ἡ πρόσωπον εἶναι σοβαρὸν καὶ αὐστηρόν, ἡ καρδία θὰ χαρῇ.
καρδία.
7,4 Καρδία σοφῶν ἐν οἴκῳ πένθους, καὶ 4 Ἡ ψυχὴ καὶ ὁ νοῦς τῶν συνετῶν 4 Ὁ νοῦς τῶν εὐσεβῶν σκέπτεται τὸ σπίτι ποὺ πενθεῖ καὶ
καρδία ἀφρόνων ἐν οἴκῳ εὐφροσύνης. ἀνθρώπων σκέπτεται τὸ σπίτι, ποὺ πενθεῖ, ἀσχολεῖται μὲ τὸ θέμα τοῦ θανάτου καὶ τῆς αἰωνιότητος, ὁ
καὶ μορφώνεται εἰς τὸν ἀγαθόν. Ὁ νοῦς νοῦς ὅμως τῶν ἀφρόνων τρέχει εἰς τοὺς τόπους τῆς
ὅμως τῶν ἀσυνέτων τρέχει εἰς τοὺς τόπους διασκεδάσεως.
τῆς ἀσωτίας καὶ τῆς διασκεδάσεως.
7,5 Ἀγαθὸν τὸ ἀκοῦσαι ἐπιτίμησιν 5 Καλύτερος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἀκούει 5 Καλύτερος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀκούει ἐπίπληξιν ἀπὸ ἕνα
σοφοῦ ὑπὲρ ἄνδρα ἀκούοντα ᾆσμα παρατήρησιν καὶ ἐπίπληξιν ἐκ μέρους σοφὸν καὶ εὐσεβῆ ἄνθρωπον, ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον
ἀφρόνων· ἑνὸς σοφοῦ καὶ εὐσεβοῦς ἀνθρώπου, ἀπὸ ποὺ ἀκούει τραγούδια ἀνοήτων.
ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἀκούει τραγούδια
ἀνοήτων.
7,6 ὡς φωνὴ ἀκανθῶν ὑπὸ τὸν λέβητα, 6 Ὡσὰν τὸ τρίξιμο, ποὺ κάνουν τὰ 6 Σὰν τὸ τρίξιμο ποὺ κάνονν τὰ ἀγκάθια, τὰ ὁποῖα καίονται
οὕτως γέλως τῶν ἀφρόνων· καί γε ἀγκάθια, τὰ ὁποῖα καίονται κάτω ἀπὸ τὸ κάτω ἀπὸ τὸν λέβητα, ἔτσι ὁμοιάζει καὶ τὸ γλέντι καὶ τὸ
τοῦτο ματαιότης. καζάνι, ἔτσι εἶναι ἡ διασκέδασις καὶ τὸ γέλιο τῶν ἀφρόνων. Καὶ αὐτὸ ὅμως εἶναι ματαιότης.
γέλιο τῶν ἀφρόνων. Καὶ αὐτὸ βεβαίως
εἶναι ματαιότης.
7,7 Ὅτι ἡ συκοφαντία περιφέρει σοφὸν 7 Ἡ καταδυνάστευσις καὶ ἡ ἐκμετάλλευσις 7 Ἡ καταπίεσις καὶ ἡ ἐκμετάλλευσις κάμνει καὶ τὸν σοφὸν
καὶ ἀπόλλυσι τὴν καρδίαν εὐτονίας κάμνει καὶ αὐτὸν τὸν σοφὸν νὰ νὰ παραφέρεται καὶ τοῦ ἀφαιρεῖ τὴν καρδίαν του, δηλαδὴ
αὐτοῦ. παραφέρεται, καὶ τὴν καρδίαν του νὰ τὴν ψυχραιμίαν καὶ τὴν αὐτοκυριαρχίαν του.
χάνῃ τὴν γενναιότητά της.

27/51
7,8 Ἀγαθὴ ἐσχάτη λόγων ὑπὲρ ἀρχὴν 8 Προτιμοτέρα εἶναι ἡ καλὴ ἔκβασις τῶν 8 Προτιμοτέρα εἶναι ἡ ἔκβασις τῶν λόγων, παρὰ ἡ ἀρχὴ
αὐτοῦ, ἀγαθὸν μακρόθυμος ὑπὲρ λόγων, παρὰ ἡ ἀρχή των. Προτιμότερος αὐτῶν. Προτιμότερος ὁ ὑπομονητικὸς καὶ μακρόθυμος

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὑψηλὸν πνεύματι. εἶναι ὁ ὑπομονητικὸς καὶ μακρόθυμος ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν ὑψηλόφρονα καὶ ἐγωϊστήν.
ἄνθρωπος, ἀπὸ τὸν ἐγωϊστὴν καὶ
ὑψηλόφρονα.
7,9 Μὴ σπεύσῃς ἐν πνεύματί σου τοῦ 9 Μὴ σπεύδῃς νὰ ταραχθῇς καὶ ὀργισθῇς, 9 Νὰ μὴ σπεύδῃς νὰ ὀργίζεσαι, διότι ὁ θυμὸς ἐγκαθίσταται
θυμοῦσθαι, ὅτι θυμὸς ἐν κόλπῳ διότι ὁ θυμὸς ἐγκαθίσταται μονίμως εἰς μονίμως εἰς τὸν κόλπον τῶν ἀνοήτων.
ἀφρόνων ἀναπαύσεται. τὴν καρδίαν τῶν ἀνοήτων ἀνθρώπων, τῶν
ὁποίων καὶ ἀποτελεῖ χαρακτηριστικὸν
γνώρισμα.
7,10 Μὴ εἴπῃς· τί ἐγένετο ὅτι αἱ ἡμέραι 10 Μὴ εἴπῃς μὲ νοσταλγίαν, τί συνέβη 10 Νὰ μὴ εἴπῃς μὲ διάθεσιν μεμψίμοιρον καὶ ἐριστικήν: <Καὶ
αἱ πρότεροι ἦσαν ἀγαθαὶ ὑπὲρ ταύτας; ὥστε αἱ περασμέναι ἡμέραι ἦσαν τί ἔγινε μὲ τὸ ὅτι αἱ παλαιότεραι ἡμέραι ἦσαν καλύτεραι
Ὅτι οὐκ ἐν σοφίᾳ ἐπηρώτησας περὶ καλύτεροι ἀπὸ αὐτὰς τὰς σημερινάς; Ἡ ἀπὸ αὐτάς;> Διότι ἡ ἐρώτησίς σου αὐτὴ δὲν δεικνύει σοφίαν
τούτου. ἐρώτησίς σου αὐτὴ δὲν εἶναι σοφὴ καὶ καὶ σύνεσιν.
συνετή.
7,11 Ἀγαθὴ σοφία μετὰ κληρονομία καὶ 11 Ἡ σοφία εἶναι καλὴ καὶ ὠφέλιμος, ὅταν 11 Ἡ σοφία εἶναι ὠφέλιμος, ὅταν συνοδεύεται καὶ μὲ
περισσεία τοῖς θεωροῦσι τὸν ἥλιον· ἔχῃ μαζῆ της ὡς κληρονομίαν καὶ ὑλικὰ περιουσίαν, καὶ εἶναι πλεονέκτημα δι' ἐκείνους ποὺ βλέπουν
ἀγαθά. Αὐτὸ εἶναι πλεονέκτημα, δι' ὅσους τὸν ἥλιον, δηλαδὴ τοὺς ζωντανούς.
βλέπουν τὸν ἥλιον, δι' ὅσους ζοῦν.
7,12 ὅτι ἐν σκιᾷ αὐτῆς ἡ σοφία ὡς σκιὰ 12 Διότι ἡ σοφία ἐν τῇ σκιᾷ της εἶναι ὅπως 12 Διότι τὸ χρῆμα ἀσφαλίζεται καὶ ἀξιοποιεῖται κάτω ἀπὸ
ἀργυρίου, καὶ περισσεία γνώσεως τῆς ἡ σκέπη καὶ ἡ σκιὰ τοῦ ἀργυρίου. Ὁ τὴν σκέπην τῆς σοφίας, ὁ πλεονασμὸς ὅμως τῆς γνώσεως
σοφίας ζωοποιήσει τὸν παρ' αὐτῆς. πλοῦτος τῆς γνώσεως καὶ τῆς σοφίας θὰ τῆς σοφίας θὰ δώσῃ ζωὴν εἰς τὸν κάτοχόν της.
διατηρήσῃ εἰς τὴν ζωὴν τὸν κάτοχόν του.
7,13 Ἰδὲ τὰ ποιήματα τοῦ Θεοῦ· ὅτι τίς 13 Κύτταξε μὲ προσοχὴν τὰ ἔργα τοῦ 13 Μελέτησε μὲ προσοχὴν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ· διότι ποῖος θὰ
δυνήσεται τοῦ κοσμῆσαι ὃν ἂν ὁ Θεὸς Θεοῦ, διότι ποιὸς θὰ ἠμπορῇ νὰ διορθώσῃ δυνηθῇ νὰ διορθώσῃ ἐκεῖνο, ποὺ φαίνεται εἰς ἡμᾶς ὅτι ὁ
διαστρέψῃ αὐτόν; καὶ καλλύνῃ αὐτό, ποὺ φαίνεται εἰς ἡμᾶς Θεὸς τὸ ἔκαμεν ἄσχημον;
ὅτι ὁ Θεὸς τὸ ἔκαμεν ἄσχημον καὶ κυρτόν;

28/51
7,14 Ἐν ἡμέρᾳ ἀγαθωσύνης ζῆθι ἐν 14 Κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ἀφθονίας ζῆσε 14 Κατὰ τὰς εὐτυχεῖς ἡμέρας σου να ἀπολαμβάνῃς τὰ
ἀγαθῷ καὶ ἐν ἡμέρᾳ κακίας ἰδέ· καὶ γε ἀπολαμβάνων τὰ ἀγαθά. Κατὰ τὰς ἀγαθά σου καὶ κατὰ τὴν δυστυχίαν σου νὰ φιλοσοφῇς, διότι,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σὺν τούτῳ συμφώνως τοῦτο ἐποίησεν ὁ ἡμέρας τῆς δυστυχίας ἴδε καὶ σκέψου, ὅτι ὁ ὅπως λέγουν, καὶ ἐκείνας καὶ αὐτὴν ὁ Θεὸς τὰς ἔδωκε καὶ
Θεὸς περὶ λαλιᾶς, ἵνα μὴ εὕρῃ Θεός ἔχει κάμει τοῦτο ἐν συναρτήσει καὶ συνεκέρασε τὴν εὐτυχίαν καὶ τὴν δυστυχίαν κατὰ τοιοῦτον
ἄνθρωπος ὀπίσω αὐτοῦ οὐδέν. συμφωνίᾳ πρὸς τὸ ἄλλο. Ὥστε ὁ τρόπον, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴ ἠμπορῇ νὰ προβλέψη τι διὰ
ἄνθρωπος νὰ μὴ γνωρίζῃ τίποτε δι' ἐκεῖνα, τὸ μέλλον του.
τὰ ὁποῖα θὰ ἐπακολουθήσουν εἰς τὸ
μέλλον.
7,15 Σὺν τὰ πάντα εἶδον ἐν ἡμέραις 15 Ὅλα αὐτὰ τὰ εἶδα καὶ τὰ διεπίστωσα 15 Καὶ τὰ δύο ποὺ ἀκολουθοῦν, τὰ εἶδα κατὰ τὸν σύντομον
ματαιότητός μου, ἔστι δίκαιος κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ματαίας καὶ βίον μου, τὸν πλήρη ματαίων προσπαθειῶν· ὑπάρχει
ἀπολλύμενος ἐν δικαίῳ αὐτοῦ, καὶ προσωρινῆς ζωῆς μου. Ὑπάρχει δίκαιος, ὁ δίκαιος, ὁ ὁποῖος καταστρέφεται, καίτοι ἑξακολουθεῖ νὰ
ἐστιν ἀσεβὴς μένων ἐν κακίᾳ αὐτοῦ. ὁποῖος καταστρέφεται, καίτοι ἐξακολουθεῖ εἶναι δίκαιος, καὶ ὑπάρχει ἀσεβής, ὁ ὁποῖος εὐδοκιμεῖ, παρ’
νὰ εὑρίσκεται ἐν τῷ δικαίῳ. Καὶ ὑπάρχει ὅλον ὅτι συνεχίζει ζωὴν ἀσεβῆ καὶ ἁμαρτωλόν.
ἀσεβής, ὁ ὁποῖος εὐδοκιμεῖ, μολονότι
παραμένει εἰς τὴν ζωὴν τῆς ἀσωτίας καὶ
τῆς ἁμαρτίας.
7,16 Μὴ γίνου δίκαιος πολύ, μηδὲ 16 Μὴ γίνεσαι πάρα πολὺ δίκαιος καὶ μὴ 16 Μὴ γίνεσαι ὑπερβολικὰ δίκαιος καὶ μὴ κάμνῃς πολὺ τὸν
σοφίζου περισσά, μήποτε ἐκπλαγῇς. κάμνῃς πολὺ τὸν σοφόν, διὰ νὰ μὴ σοφόν, διὰ νὰ μὴ σοῦ φανῇ παράδοξον, ὅταν ἴδῃς τὸν
εὑρεθῇς πρὸ δυσαρέστων ἐκπλήξεων. ἑαυτόν σου νὰ βλάπτεται.
7,17 Μὴ ἀσεβήσῃς πολὺ καὶ μὴ γίνου 17 Νὰ μὴ γίνῃς πολὺς κακὸς καὶ σκληρός, 17 Νὰ μὴ ξεπεράσῃς πολὺ τὸ ὅριον τῆς ἀνθρωπίνης
σκληρός, ἵνα μὴ ἀποθάνῃς ἐν οὐ καιρῷ διὰ νὰ μὴ χαθῇς προώρως ἀπὸ τὴν ζωήν. ἀδυναμίας καὶ μὴ γίνεσαι προπετὴς καὶ αὐστηρὸς κριτής,
σου. διὰ νὰ μὴ σὲ ἁρπάσῃ προώρως ὁ θάνατος.
7,18 Ἀγαθὸν τὸ ἀντέχεσθαί σε ἐν τούτῳ, 18 Καλὸν εἶναι τοῦτο· νὰ κρατῇς καὶ νὰ 18 Καλὸν εἶναι νὰ μένῃς εἰς τοῦτο, δηλαδὴ εἰς τὴν μεσότητα,
καί γε ἀπὸ τούτου μὴ μιάνῃς τὴν χεῖρά μένῃς εἰς τὸ ἀγαθόν, καὶ νὰ μὴ μολύνῃς τὸ καὶ νὰ μὴ μολύνῃς τὸ χέρι σου μὲ τὰς ἀκρότητας, διότι ὅσοι
σου, ὅτι φοβουμένοις τὸν Θεὸν χέρι σου εἰς τὰς ἐντεῦθεν καὶ ἐκεῖθεν φοβοῦνται τὸν Θεόν, θὰ ἀποφεύγουν τὰ δύο ἄκρα.
ἐξελεύσεται τὰ πάντα. ἀκρότητας. Διότι εἰς τοὺς φοβουμένους
τὸν Θεὸν τὰ πάντα θὰ λάβουν καλὴν
ἔκβασιν.

29/51
7,19 Ἡ σοφία βοηθήσει τῷ σοφῷ ὑπὲρ 19 Ἡ ἀληθινὴ σοφία, ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, θὰ 19 Ἡ ἀληθινὴ σοφία, ἡ γνῶσις δηλαδὴ τοῦ θείου νόμου, θὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


δέκα ἐξουσιάζοντας τοὺς ὄντας ἐν τῇ βοηθήσῃ τὸν ἄνθρωπον περισσότερον ἀπὸ φανῇ χρήσιμος εἰς τὸν εὐσεβῆ περισσότερον ἀπὸ πολλοὺς
πόλει· δέκα ἄρχοντας, ποὺ ὑπάρχουν εἰς τὴν ἄρχοντας, ποὺ ὑπάρχουν εἰς μίαν πόλιν.
πόλιν.
7,20 ὅτι ἄνθρωπος οὐκ ἔστι δίκαιος ἐν 20 Δὲν ὑπάρχει δὲ δίκαιος ἄνθρωπος εἰς 20 Δὲν ὑπάρχει δίκαιος ἄνθρωπος εἰς τὴν γῆν, ὁ ὁποῖος θὰ
τῇ γῇ, ὃς ποιήσει ἀγαθὸν καὶ οὐχ τὴν γῆν, ὁ ὁποῖος θὰ πράξῃ ἀποκλειστικὰ πράξῃ τὸ ἀγαθὸν καὶ δὲν θὰ ἁμαρτήσῃ.
ἁμαρτήσεται. καὶ μόνον τὸ ἀγαθὸν καὶ δὲν θὰ
παρασυρθῇ εἰς ἁμαρτίαν.
7,21 Καί γε εἰς πάντας λόγους, οὓς 21 Μὴ δώσῃς προσοχὴν εἰς ὅλα τὰ λόγια, 21 Μὴ δώσῃς προσοχὴν εἰς ὅλα τὰ λόγια, ποὺ θὰ εἴπουν οἱ
λαλήσουσιν ἀσεβεῖς, μὴ θῇς καρδίαν τὰ ὁποῖα ἀσεβεῖς ἄνθρωποι θὰ εἴπουν ἄνθρωποι ἐναντίον σου, διότι δὲν ἀποκλείεται νὰ ἀκούσῃς
σου, ὅπως μὴ ἀκούσῃς τοῦ δούλου σου ἐναντίον σου, διὰ νὰ μὴ ἀκούσῃς λόγῳ τῆς καὶ τὸν ὑπηρέτην σου νὰ σὲ κακολογῇ.
καταρωμένου σε· εὐθιξίας σου, καὶ αὐτὸν ἀκόμη τὸν δοῦλον
σου, νὰ σὲ καταρᾶται.
7,22 ὅτι πλειστάκις πονηρεύσεταί σε καὶ 22 Διότι πολλὲς φορὲς θὰ σὲ ἐλέγξῃ ἡ 22 Διότι πολλὲς φορὲς ἡ συνείδησίς σου θὰ σὲ κατηγορήσῃ
καθόδους πολλὰς κακώσει καρδίαν καρδία σου διὰ πονηρὰς σκέψεις καὶ διὰ πολλὰς ἰδικάς σου πονηρίας καὶ ἀπρεπεῖς
σου, ὅτι ὡς καί γε σὺ κατηράσω πράξεις, ἐπειδὴ καὶ σὺ κατέκρινες τοὺς συμπεριφοράς, καθ’ ὅσον καὶ σὺ κατέκρινες καὶ κατηράσθης
ἑτέρους. ἄλλους. ἄλλους.
7,23 Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ 23 Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐξήτασα καὶ τὰ ἤλεγξα 23 Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐξήτασα λεπτομερῶς μὲ τὴν σοφίαν μου καὶ
σοφίᾳ· εἶπα· σοφισθήσομαι, λεπτομερῶς μὲ τὴν σοφίαν μου καὶ εἶπα εἶπα κατ’ ἐμαυτόν· θὰ γίνω περισσότερον σοφός.
ἀπὸ μέσα μου· <ἔτσι θὰ γίνω περισσότερον
σοφός>.
7,24 καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ' ἐμοῦ 24 Ἡ σοφία ὅμως ἔφυγε περισσότερον 24 Ἡ σοφία ὅμως ἀπεμακρύνθη περισσότερον ἀπὸ ἐμέ, ἀπὸ
μακρὰν ὑπὲρ ὃ ἦν, καὶ βαθὺ βάθος, τίς μακρὰν ἀπὸ ἐμέ, ἀπὸ ὅ,τι ἦτο ὅ,τι ἦτο προηγουμένως, καὶ ἔγινε βάθος βαθὺ καὶ
εὑρήσει αὐτό; προηγουμένως. Ἔγινε βάθος βαθὺ καὶ ἀνεξιχνίαστον. Ποῖος ἠμπορεῖ νὰ ἐξερευνήσῃ τὸ βάθος της;
ποιὸς ἠμπορεῖ νὰ ἐξερευνήσῃ αὐτὸ τὸ
βάθος της;

30/51
7,25 Ἐκύκλωσα ἐγώ, καὶ ἡ καρδία μου 25 Ἐστράφην ἐγὼ κύκλῳ εἰς τοὺς περὶ ἐμὲ 25 Ἐστράφην γύρω μου πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν καὶ
τοῦ γνῶναι καὶ τοῦ κοτασκέψασθαι καὶ καὶ ἡ καρδία μου ἐπεδόθη εἰς τὸ νὰ ἀφωσιώθην μὲ τὸν νοῦν μου διὰ νὰ γνωρίσω καὶ νὰ εὕρω

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τοῦ ζητῆσαι σοφίαν καὶ ψῆφον καὶ τοῦ γνωρίσῃ, νὰ σκεφθῇ εἰς βάθος, νὰ σοφίαν καὶ νὰ ἐξαγάγω πορίσματα καὶ νὰ ἐξακριβώσω τὴν
γνῶναι ἀσεβοῦς ἀφροσύνην καὶ ἀναζητήσῃ καὶ εὔρῃ τὴν σοφίαν· νὰ βγάλω ἀφροσύνην, τὴν σκληρότητα καὶ τὴν παραφορὰν τοῦ
ὀχληρίαν καὶ περιφοράν. συμπεράσματα καὶ νὰ γνωρίσω τὴν ἀσεβοῦς.
ἀφροσύνην τοῦ ἀσεβοῦς, τὴν πικρίαν καὶ
τὴν παραφοράν του.
7,26 Καὶ εὑρίσκω ἐγὼ αὐτὴν καὶ ἐρῶ 26 Εὑρῆκα αὐτὴν τὴν ἀφροσύνην καὶ ὡς 26 Καὶ τὴν εὑρίσκω εἰς τὸ ὅτι ἡ πονηρὰ γυναῖκα εἶναι
πικρότερον ὑπὲρ θάνατον, σὺν τὴν συμπέρασμα λέγω τοῦτο· ἡ πονηρὰ πικροτέρα καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν θάνατον. Αὐτὴ εἶναι παγὶς διὰ
γυναῖκα, ἥτις ἐστὶ θήρευμα καὶ σαγῆναι γυναῖκα εἶναι πικροτέρα καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἄνδρα καὶ ἡ καρδία της εἶναι δίκτυα καὶ τὰ χέρια της
καρδία αὐτῆς, δεσμὸς εἰς χεῖρας αὐτῆς· τὸν θάνατον. Εἶναι παγὶς διὰ τὸν ἄνδρα. Ἡ εἶναι ἁλυσίδες. Ὁ εὐσεβὴς ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ θὰ λυτρωθῇ
ἀγαθὸς πρὸ πρόσωπου τοῦ Θεοῦ καρδία της εἶναι παγὶς καὶ δίκτυον δι' ἀπὸ αὐτήν, ἐνῷ ὁ ἁμαρτωλὸς θὰ πιασθῇ εἰς τὰς πλεκτάνας
ἐξαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς, καὶ αὐτὸν καὶ τὰ χέρια της εἶναι ἁλυσίδες. Ὁ της.
ἁμαρτάνων συλληφθήσεται ἐν αὐτῇ εὐσεβὴς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ θὰ γλυτώσῃ
ἀπὸ αὐτήν, ἐνῷ ὁ ἁμαρτωλὸς θὰ
συλληφθῇ εἰς τὰ δίκτυά της.
7,27 Ἰδὲ τοῦτο εὖρον, εἶπεν ὁ 27 Ἰδοὺ ὅτι εὑρῆκα αὐτό, λέγει ὁ 27 Ἰδοὺ λοιπόν, αὐτὸ εὑρῆκα, λέγει ὁ Ἐκκλησιαστής,
ἐκκλησιαστής, μία τῇ μιᾷ τοῦ εὑρεῖν Ἐκκλησιαστής, ἀντιπαραβάλλων τὴν μίαν συνδυάζων τὴν μίαν περίπτωσιν μὲ τὴν ἄλλην διὰ νὰ
λογισμόν, περίπτωσιν πρὸς τὴν ἄλλην, διὰ νὰ καταλήξω εἰς αὐτὸ τὸ συμπέρασμα.
καταλήξω εἰς αὐτὸ τὸ συμπέρασμα.
7,28 ὃν ἐπεζήτησεν ἡ ψυχή μου καὶ οὐχ 28 Αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἀπ' ἀρχῆς ἠρεύνησε νὰ 28 Ἀκόμη ἠρεύνησεν ἡ ψυχή μου νὰ εὕρῃ καλὸν ἄνθρωπον,
εὗρον· καὶ ἄνθρωπον ἕνα ἀπὸ χιλίων εὔρῃ ἡ διάνοιά μου, δὲν τὸ εὑρῆκε. Εὑρῆκα ἀλλὰ δὲν εὑρῆκα. Ἄνδρα ἕνα εἰς τοὺς χιλίους ἀνθρώπους
εὖρον καὶ γυναῖκα ἐν πᾶσι τούτοις οὐχ ἄνδρα καλὸν μεταξὺ χιλίων, γυναῖκα εὑρῆκα, γυναῖκα ὅμως καλὴν μεταξὺ ὅλων αὐτῶν δὲν
εὖρον. ὅμως καλὴν μεταξὺ ὅλων δὲν εὑρῆκα. εὑρῆκα.
7,29 Πλὴν ἰδὲ τοῦτο εὖρον, ὃ ἐποίησεν ὁ 29 Ἰδοὺ ὅμως ὅτι εὑρῆκα καὶ κάτι ἄλλο· ὅτι 29 Εὑρῆκα ὅμως αὐτό, ὅτι ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπον
Θεὸς σὺν τὸν ἄνθρωπον εὐθῆ, καὶ αὐτοὶ δηλαδη ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε τὸν ἀγαθόν, οἱ ἄνθρωποι ὅμως μηχανεύονται παντοιοτρόπως τὸ
ἐζήτησαν λογισμοὺς πολλούς. ἄνθρωπον εὐθὺν ἀγαθόν. Οἱ ἄνθρωποι κακόν.
ὅμως ἐξέκλιναν εἰς πολλοὺς πονηροὺς

31/51
λογισμοὺς καὶ πονηρὰς ἐπιθυμίας καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


διέφθειραν τὸν ἑαυτόν των.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 8ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
8,1 Τίς οἶδε σοφούς; Καὶ τίς οἶδε λύσιν Ποιὸς γνωρίζει σοφοὺς ἀνθρώπους; Καὶ Ποιὸς γνωρίζει σοφούς; Καὶ ποιὸς σοφὸς ἀπὸ αὐτοὺς
ρήματος; Σοφία ἀνθρώπου φωτιεῖ ποιὸς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς σοφοὺς ἠμπορεῖ νὰ ἠμπορεῖ νὰ ἀπαντήσῃ εἰς αὐτὸ τὸ ἐρώτημα; Ἡ σοφία
πρόσωπον αὐτοῦ, καὶ ἀναιδὴς δώσῃ ἀπάντησιν καὶ λύσιν εἰς αὐτὸ τὸ ἀκτινοβολεῖ εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ ἀνθρώπου ποὺ τὴν ἔχει,
προσώπῳ αὐτοῦ μισηθήσεται. ἐρώτημα, εἰς αὐτὴν τὴν ἀπορίαν; Ἡ σοφία καὶ ὁ ἀναιδὴς τὴν μορφήν, λόγῳ ἐλλείψεως σοφίας, γίνεται
φωτίζει καὶ λάμπει εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ ἀποκρουστικός.
συνετοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἀδιάντροπος ὅμως
κατὰ τὴν ἐμφάνισιν καὶ τὴν συμπεριφορὰν
γίνεται μισητὸς καὶ ἀποκρουστικός, διότι
τοῦ ἐλλείπει ἡ σύνεσις καὶ ἡ σοφία.
8,2 Στόμα βασιλέως φύλαξον καὶ περὶ 2 Πρόσεχε τὰς διαταγάς, ποὺ ἐξέρχονται 2 Τὰς ἐντολὰς τοῦ βασιλέως Θεοῦ νὰ τὰς φυλάξῃς, διότι
λόγου ὄρκου Θεοῦ μὴ σπουδάσῃς. ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ βασιλέως, διότι δι' αὐτὰς ἔδωκες μέσα σου ὑπόσχεσιν ἔνορκον, ὅτι θὰ τὰς τηρήσῃς.
ἔδωσες ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅρκον, ὅτι
δηλαδὴ θὰ τὰς τηρήσῃς.
8,3 Ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ πορεύσῃ, μὴ 3 Παραμέρισε ἀπὸ ἐμπρός του καὶ μὴ 3 Νὰ μὴ ἀπομακρυνθῇς ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ
στῇς ἐν λόγῳ πονηρῷ· ὅτι πᾶν ὃ ἐὰν πάρῃς καμμίαν πονηρὰν ἀπόφασιν νὰ κάμῃς κάτι εἰς τὸ σκότος καὶ νὰ παραβῇς τὴν ἐντολήν
θελήσῃ, ποιήσει, ἐναντίον του, διότι ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνο, ποὺ του, καὶ νὰ μὴ εἶσαι παρὼν εἰς πρᾶξιν πονηράν, διότι, ὅ,τι
θὰ θελήσῃ νὰ κάμῃ, θὰ τὸ κάμῃ. θελήσῃ ὁ Θεός, θὰ τὸ κάμῃ.
8,4 καθὼς βασιλεὺς ἐξουσιάζων, καὶ τίς 4 Σὰν βασιλεύς ποὺ εἶναι, ἔχει μεγάλην 4 Ὅταν διατάσσῃ ὁ βασιλεύς, ποὺ εὑρίσκεται εἰς τὴν
ἐρεῖ αὐτῷ· τί ποιεῖς; ἐξουσίαν. Ποιὸς δὲ ἠμπορεῖ νὰ εἴπῃ εἰς ἐξουσίαν, δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ τοῦ εἴπῃ· τί κάμνεις;
αὐτόν· <τί εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνεις;>
8,5 Ὁ φυλάσσων ἐντολὴν οὐ γνώσεται 5 Ἀκόμη περισσότερον ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος 5 Ὅποιος φυλάσσει τὴν θείαν ἐντολήν, δὲν θὰ γνωρίσῃ

32/51
ρῆμα πονηρόν, καὶ καιρὸν κρίσεως προσέχει καὶ τηρεῖ τὰς ἐντολὰς τοῦ τιμωρίαν. Ὁ νοῦς τοῦ συνετοῦ ἀνθρώπου ἔχει ὑπ’ ὄψει του

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


γινώσκει καρδία σοφοῦ· βασιλέως τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ δοκιμάσῃ κάτι τὴν θείαν κρίσιν.
τὸ κακόν. Ἡ καρδία τοῦ συνετοῦ ἀνθρώπου
τὸν πληροφορεῖ, ὅτι ὑπάρχει καιρὸς
κρίσεως διὰ κάθε ἄνθρωπον.
8,6 ὅτι παντὶ πράγματί ἐστι καιρὸς καὶ 6 Διὰ κάθε ἔργον ἀνθρώπου ὑπάρχει ὁ 6 Διότι διὰ κάθε πρᾶξιν ἔχει ὁρισθῆ καιρὸς καὶ κρίσις, ἡ
κρίσις, ὅτι γνῶσις τοῦ ἀνθρώπου πολλὴ κατάλληλος καιρὸς τῆς κρίσεως διότι ἡ περὶ γνῶσις δὲ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πολλὴ καὶ αὐτὸ τὸν
ἐπ' αὐτόν· τοῦ ἀνθρώπου γνῶσις τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐπιβαρύνει περισσότερον.
πλουσία καὶ πλήρης.
8,7 Ὅτι οὐκ ἔστι γινώσκων τί τὸ 7 Δὲν ὑπάρχει, δὲ κανεὶς ἀπὸ τοὺς 7 Δὲν ὑπάρχει κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ νὰ γνωρίζῃ
ἐσόμενον ὅτι καθὼς ἔσται τίς ἀναγγελεῖ ἀνθρώπους, ποὺ νὰ γνωρίζῃ τί θὰ γίνῃ εἰς τί θὰ γίνῃ εἰς τὸ μέλλον, ἀλλὰ καὶ ποιὸς δύναται νὰ τοῦ
αὐτῷ; τὸ μέλλον· καὶ ποιὸς δύναται νὰ ἀναγγείλῃ ἀποκαλύψῃ τοῦτο;
αὐτὸ εἰς τὸν ἄνθρωπον;
8,8 Οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος ἐξουσιάζων ἐν 8 Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος νὰ ἔχῃ 8 Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος νὰ ἐξουσιάζῃ ἐπὶ τῆς ψυχῆς του,
πνεύματι τοῦ κωλῦσαι σὺν τὸ πνεῦμα· τέτοιαν δύναμιν πνεύματος, ὥστε νὰ ποὺ νὰ δύναται νὰ ἐμποδίσῃ τὸ πνεῦμα του νὰ ἐξέλθῃ ἀπ’
καὶ οὐκ ἔστιν ἐξουσία ἐν ἡμέρᾳ ἐμποδίσῃ τὸν θάνατον, νὰ ἐμποδίσῃ τὴν αὐτοῦ. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐξουσιάζει τὸν ἑαυτόν του κατὰ τὴν
θανάτου, καὶ οὐκ ἔστιν ἀποστολὴ ἐν ἐκδημίαν τοῦ πνεύματός του. Καμμίαν ἡμέραν τοῦ θανάτου· δὲν ὑπάρχει ἐξαίρεσις κατὰ τοῦ
ἡμέρᾳ πολέμου, καὶ οὐ διασώσει δύναμιν καὶ ἐξουσίαν δὲν ἔχει ὁ ἄνθρωπος θανάτου, καὶ ἡ ἀσέβεια δὲν δύναται νὰ σώσῃ ἀπὸ τὴν
ἀσέβεια τὸν παρ' αὐτῆς. ὡς πρὸς τὴν ἡμέραν τοῦ θανάτου του. Καὶ μέλλουσαν τιμωρίαν τὸν ὑπ’ αὐτῆς κατεχόμενον.
δὲν ὑπάρχει καμμία ὑπεκφυγὴ καὶ
ἐξαίρεσις κατὰ τὴν τελευταίαν μάχην τῆς
ζωῆς πρὸς τὸν θάνατον. Ἡ δὲ ἀσέβεια δὲν
ἠμπορεῖ κατὰ κανένα λόγον καὶ τρόπον νὰ
σώσῃ τὸν ἀσεβῆ ἄνθρωπον.
8,9 Καὶ σὺν πᾶν τοῦτο εἶδον καί ἔδωκα 9 Ἠρεύνησα καὶ ἐγνώρισα ὅλα αὐτά. Μὲ 9 Σὺν τοῖς ἄλλοις παρετήρησα καὶ τοῦτο καὶ ἐπέστησα τὴν
τὴν καρδίαν μου εἰς πᾶν τὸ ποίημα, ὃ τὴν ψυχὴν καὶ τὴν διάνοιάν μου ἐμελέτησα προσοχήν μου καὶ ἠρεύνησα ὅσα ἔχουν γίνει κάτω ἀπὸ τὸν
πεπεποίηται ὑπὸ τὸν ἥλιον, τὰ ὅσα ὅλα, ὅσα ἔχουν γίνει κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, ἥλιον καὶ συγκεκριμένως ἕνα ἄνθρωπον, ποὺ

33/51
ἐξουσιάσατο ὁ ἄνθρωπος ἐν ἀνθρώπῳ καὶ μάλιστα τὰς καταπιέσεις καὶ καταδυναστεύει τοὺς ἄλλους πρὸς βλάβην τοῦ ἑαυτοῦ του.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τοῦ κακῶσαι αὐτόν. καταδυναστεύσεις ἑνὸς ἀνθρώπου
ἐναντίον ἄλλου ἀνθρώπου, ὥστε νὰ βλάψῃ
αὐτόν.
8,10 Καὶ τότε εἶδον ἀσεβεῖς εἰς τάφους 10 Καθ' ὅλον τὸ διάστημα τῆς ζωῆς μου 10 Εἶδα ἐπίσης ἀσεβεῖς ἄρχοντας, ποὺ εἶχαν μεγάλας
εἰσαχθέντας, καὶ ἐκ τοῦ ἁγίου, καὶ εἶδα ἐπίσης ἀσεβεῖς ἄρχοντας, ποὺ εἶχον ἱερατικὰς θέσεις, νὰ ἐνταφιάζωνται μὲ τιμάς, καὶ αὐτοί,
ἐπορεύθησαν καὶ ἐπῃνέθησαν ἐν τῇ μεγάλας ἱερατικὰς θέσεις, νὰ κηδεύωνται παρ' ὅλον ὅτι ἦσαν ἀσεβεῖς, ἐγκωμιάσθησαν εἰς τὴν πόλιν
πόλει, ὅτι οὕτως ἐποίησαν· καί γε τοῦτο καὶ ἐνταφιάζωνται μὲ τιμάς. Καὶ μολονότι ζωντανοὶ καὶ ἀποθαμένοι, ὅτι τάχα ἔπραξαν δικαιοσύνας
ματαιότης. αὐτοί, καθ' ὃν χρόνον ἐζοῦσαν διέπραξαν καὶ ὅτι τόσον πολὺ εὐηργέτησαν. Αὐτὸ ὅμως εἶναι
ἀσεβείας, ἐνκωμιάσθησαν εἰς τὴν πόλιν, ματαιότης.
διότι τάχα ἔπραξαν πολλὰ καλὰ ἔργα.
Αὐτὸ ὅμως εἶναι ψευδολογία καὶ
ματαιότης.
8,11 Ὅτι οὐκ ἔστι γινομένη ἀντίρρησις 11 Ἐπειδὴ δὲν γίνεται ἔλεγχος καὶ δὲν 11 Ἐπειδὴ δὲ δὲν ἐπακολουθεῖ ἀμέσως τιμωρία καὶ καταδίκη
ἀπὸ τῶν ποιούντων τὸ πονηρὸν ταχύ· ἐπακολουθεῖ ἄμεσος τιμωρία ἐκείνων, οἱ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι διαπράττουν τὸ κακόν, διὰ τοῦτο ὁ νοῦς
διὰ τοῦτο ἐπληροφορήθη καρδία υἱῶν ὁποῖοι διαπράττουν τὸ πονηρόν, διὰ τοῦτο τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων ἐπείσθη τελείως περὶ τούτου καὶ
τοῦ ἀνθρώπου ἐν αὐτοῖς τοῦ ποιῆσαι τὸ ἐνεθαρρύνθη καὶ ἐπείσθη ἡ καρδία τῶν ἐσκληρύνθη εἰς τὸ νὰ διαπράττῃ τὸ κακόν.
πονηρό. ἀνθρώπων αὐτῶν εἰς τὸ νὰ διαπράττῃ
ἀφόβως τὸ κακόν.
8,12 Ὅς ἥμαρτεν, ἐποίησε τὸ πονηρὸν 12 Καίτοι ὁ ἁμαρτωλὸς ἡμάρτησε καὶ 12 Καίτοι ὁ ἁμαρτωλὸς διέπραξε τὸ κακὸν ἐπὶ μακρὰ ἔτη,
ἀπὸ τότε καὶ ἀπὸ μακρότητος αὐτῶν· ὅτι διέπραξε τὸ κακὸν ἀπ' ἀρχῆς καὶ καθ' ὅλον καθ' ὅλην τὴν ζωήν του, καὶ δὲν ἐτιμωρήθη χάρις εἰς τὴν
καί γε γινώσκω ἐγὼ ὅτι ἐστὶν ἀγαθὸν τὸ διάστημα τῆς ζωῆς του, χωρὶς νὰ θείαν μακροθυμίαν, παρὰ ταῦτα ἐγὼ ἔχω τὴν πεποίθησιν,
τοῖς φοβουμένοις τὸν Θεόν, ὅπως τιμωρηθῇ, παρ' ὅλον τοῦτο ἐγὼ γνωρίζω ὅτι ὅτι τὰ ἀγαθὰ θὰ τὰ ἀπολαύσουν μόνον ὅσοι φοβοῦνται τὸν
φοβῶνται ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ. τὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ εὐτυχία ὑπάρχουν εἰς Θεόν, ἔτσι δὲ θὰ μάθουν νὰ τὸν εὐλαβοῦνται καὶ οἱ ἄλλοι.
ἐκείνους, ποὺ φοβοῦνται τὸν Θεόν. Τοῦτο
δὲ τὸ λέγω καὶ τὸ διακηρύσσω, διὰ νὰ
μάθουν καὶ ἄλλοι νὰ εὐλαβοῦνται καὶ νὰ

34/51
σέβωνται τὸν Θεόν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


8,13 Καὶ ἀγαθὸν οὐκ ἔσται τῷ ἀσεβεῖ, 13 Εἰς τὸν ἀσεβῆ δὲν ὑπάρχει οὔτε καὶ θὰ 13 Εἰς τὸν ἀσεβῆ δὲν θὰ ὑπάρξῃ εὐτυχία καὶ δὲν θὰ
καὶ οὐ μακρυνεῖ ἡμέρας ἐν σκιᾷ ὃς οὐκ ὑπάρξῃ εὐτυχία. Δὲν θὰ ἴδῃ ἡμέρας μακρὰς μακροημερεύσῃ. Αἱ ἡμέραι του θὰ παρέλθουν ὡς σκιά, διότι
ἔστι φοβούμενος ἀπὸ προσώπου τοῦ ἐν ἡσυχία ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δὲν φοβεῖται δὲν φοβεῖται τὴν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ, ἐνώπιόν τοῦ ὁποίου
Θεοῦ. τὸν Θεόν. ἁμαρτάνει.
8,14 Ἔστὶ ματαιότης, ἣ πεποίηται ἐπὶ τῆς 14 Συμβαίνει ἕνα παράδοξον καὶ ἐκ πρώτης 14 Ὑπάρχει κάτι τὸ παράδοξον, ποὺ συμβαίνει εἰς τὴν γῆν·
γῆς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι ὅτι φθάνει ἐπ' αὐτοὺς ὅψεως ἀντιφατικὸν γεγονὸς ἐδῶ εἰς τὴν ὑπάρχουν δηλαδὴ δίκαιοι, εἰς τοὺς ὁποίους συμβαίνουν ὅσα
εἰς ποίημα τῶν ἀσεβῶν, καὶ εἰσὶν γῆν· ὅτι δηλαδὴ ὑπάρχουν πολλοὶ δίκαιοι, ταιριάζουν εἰς τὰς πράξεις τῶν ἁμαρτωλῶν, καὶ ὑπάρχουν
ἀσεβεῖς ὅτι φθάνει πρὸς αὐτοὺς ὡς εἰς τοὺς ὁποίους ἐπέρχονται ὅσα θὰ ἄπρεπε ἀσεβεῖς, εἰς τοὺς ὁποίους συμβαίνουν ὅσα ἀξίζουν εἰς τὰς
ποίημα τῶν δικαίων· εἶπα ὅτι καί γε νὰ ἐπέλθουν ἐναντίον τῶν ἀσεβῶν. Καὶ πράξεις τῶν εὐσεβῶν. Ἐγὼ ὅμως εἶπα ὅτι καὶ αὐτὸ εἶναι
τοῦτο ματαιότης. ὑπάρχουν ἐξ ἀντιθέτου ἀσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι ματαιότης.
ἀπολαμβάνουν αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ
ἀπολαύσουν οἱ δίκαιοι. Εἶπα λοιπὸν καὶ
ἐγὼ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἕνα πρᾶγμα παράδοξον
καὶ ἄπρεπον.
8,15 Καὶ ἐπῄνεσα ἐγὼ σὺν τὴν 15 Διὰ τοῦτο ἐγὼ ἐξεθείασα καὶ 15 Δι’ αὐτὸ ἐγὼ ἐπῄνεσα καὶ ἐπροτίμησα τὴν εὐτυχίαν, διότι
εὐφροσύνην, ὅτι οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν τῷ ἐπροτίμησα τὴν εὐτυχίαν. Διότι δὲν δὲν ὑπάρχει ἄλλο ἀγαθὸν διὰ τὸν ἄνθρωπον κάτω ἀπὸ τὸν
ἀνθρώπῳ ὑπὸ τὸν ἥλιον, ὅτι εἰ μὴ ὑπάρχει ἄλλο ἀγαθὸν εἰς τὸν ἄνθρωπον ἥλιον, παρὰ μόνον τί θὰ φάγῃ καὶ τί θὰ πίῃ καὶ πῶς θὰ
φαγεῖν καὶ τοῦ πιεῖν καὶ τοῦ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον παρὰ μόνον τὸ νὰ εὐχαριστηθῇ. Αὐτὸ μόνον θὰ τοῦ παρασταθῇ εἰς τὰς
εὐφρανθῆναι καὶ αὐτὸ συμπροσέσται φάγῃ, τὸ νὰ πίῃ καὶ τὸ πῶς θὰ εὐφρανθῇ. βασανισμένας ἡμέρας τῆς ζωῆς του, ὅσας ὁ Θεὸς θὰ τοῦ
αὐτῷ ἐν μόχθῳ αὐτοῦ ἡμέρας ζωῆς Αὐτὴ δὲ ἡ εὐφροσύνη θὰ τοῦ χαρίσῃ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον.
αὐτοῦ ὅσας ἔδωκεν αὐτῷ ὁ Θεὸς ὑπὸ τὸν συμπαρασταθῇ εἰς τὰς πλήρεις κόπου καὶ
ἥλιον. ταλαιπωρίας ἡμέρας τῆς ζωῆς του, ὅσας
βέβαια ὁ Θεὸς θὰ τοῦ χαρίσῃ κάτω ἀπὸ τὸν
ἥλιον.
8,16 Ἐν οἷς ἔδωκα τὴν καρδίαν μου τοῦ 16 Ἀκόμη δὲ ἐγὼ ἐπάνω εἰς τὰ πράγματα 16 Ἀκόμη ἐπεδόθην ὁλοψύχως διὰ νὰ ἐξηγήσω τὴν
γνῶναι τὴν σοφίαν καὶ τοῦ ἰδεῖν τὸν μὲ ὅλην μου τὴν ψυχὴν καὶ τὴν καρδίαν προσπάθειαν καὶ τοὺς κόπους, ποὺ καταβάλλονται ἐδῶ εἰς

35/51
περισπασμὸν τὸν πεποιημένον ἐπὶ τῆς ἐπεχείρησα νὰ γνωρίσω σαφῶς καὶ νὰ τὴν γῆν, διότι νύκτα καὶ ἡμέραν τὸ μάτι τοῦ συνετοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


γῆς, ὅτι καὶ ἐν ἡμέρᾳ καὶ ἐν νυκτὶ ὕπνον κατανοήσω τοὺς κόπους καὶ τὰς ἀνθρώπου δὲν εὑρίσκει ὕπνον,
ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ οὐκ ἔστι βλέπων. ταλαιπωρίας τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς
καὶ τὴν αἰτίαν αὐτῶν. Διότι κάθε συνετὸς
ἄνθρωπος ἀγρυπνεῖ ἡμέραν καὶ νύκτα διὰ
τὴν λύσιν αὐτοῦ τοῦ προβλήματος.
8,17 Καὶ εἶδον σὺν πάντα τὰ ποιήματα 17 Παρετήρησα, λοιπόν, ὅτι ὅλα ὅσα 17 καὶ παρετήρησα ὅτι ὅλα, ὅσα συμβαίνουν εἰς τὴν ζωὴν
τοῦ Θεοῦ, ὅτι οὐ δυνήσεται ἄνθρωπος συμβαίνουν εἰς τὴν ζωὴν τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, ὅσα γίνονται
τοῦ εὑρεῖν σὺν τὸ ποίημα τὸ καὶ ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, ὅσα γενικῶς κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, δὲν θὰ δυνηθῇ νὰ τὰ ἐρευνήσῃ ὁ
πεποιημένον ὑπὸ τὸν ἥλιον. Ὅσα ἂν γίνονται ὑπὸ τὸν ἥλιον, δὲν θὰ ἠμπορέσῃ ὁ ἄνθρωπος, ὅσον καὶ ἂν κοπιάσῃ. Ἀκόμη καὶ ὅσα ὁ σοφὸς θὰ
μοχθήσῃ ἄνθρωπος τοῦ ζητῆσαι, καὶ ἄνθρωπος νὰ τὰ κατανοήσῃ, νὰ τὰ ἰσχυρισθῇ ὅτι ἐγνώρισε, δὲν θὰ ἠμπορέσῃ νὰ τὰ ἀνεύρῃ καὶ
οὐχ εὑρήσει· καί γε ὅσα ἂν εἴπῃ σοφὸς ἑρμηνεύσῃ καὶ νὰ τὰ αἰτιολόγησῃ πλήρως. νὰ τοὺς δώσῃ λύσιν.
τοῦ γνῶναι, οὐ δυνήσεται τοῦ εὑρεῖν. Ὅσον καὶ ἂν κοπιάσῃ ὁ ἄνθρωπος εἰς τὴν
ἔρευνάν του, δὲν θὰ εὔρῃ λύσιν. Καὶ αὐτὸς
ἀκόμη ὁ σοφὸς ὅσα καὶ ἂν εἴπῃ ὅτι γνωρίζει
ἐπάνω εἰς τὸ ζήτημα αὐτό, δὲν θὰ εὕρῃ καὶ
δὲν θὰ παρουσιάσῃ τὴν ἀπολύτως
ἰκανοποιητικὴν λύσιν.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 9ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
9,1 Οτι σύμπαν τοῦτο ἔδωκα εἰς καρδίαν Εἰς ὅλα τὰ περὶ ἐμὲ ἔστρεψα τὴν προσοχήν Εἰς ὅλα ἔστρεψα τὴν προσοχήν μου καὶ ὅλα τὰ ἐμελέτησεν
μου, καὶ καρδία μου σὺν πᾶν εἶδε τοῦτο, μου. Ὅλα τὰ ἐμελέτησεν ὁ νοῦς καί ἡ ὁ νοῦς μου καὶ εἶδα ὅτι οἱ δίκαιοι καὶ οἱ εὐσεβεῖς καὶ τὰ ἔργα
ὡς οἱ δίκαιοι καὶ οἱ σοφοὶ καὶ αἱ ἐργασίαι καρδία μου καὶ εἶδα τοῦτο· ὅτι δηλαδὴ οἱ των εὑρίσκονται ὑπὸ τὴν ἀπόλυτον προστασίαν καὶ τὴν
αὐτῶν ἐν χειρὶ τοῦ Θεοῦ, καί γε ἀγάπην δίκαιοι καὶ οἱ σοφοί, ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ σοφὴν κατεύθυνσιν τοῦ παντοδυνάμου Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος
καί γε μῖσος οὐκ ἐστὶν εἰδὼς ὁ ἔργα των, εὑρίσκονται βεβαίως εἰς τὸ χέρι ὅμως δὲν γνωρίζει ποῖος εἶναι ἄξιος ἀγάπης ἢ ἀποστροφῆς

36/51
ἄνθρωπος· τὰ πάντα πρὸ προσώπου καὶ τὴν προστασίαν τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος καὶ μίσους· ὅλα τὰ μέλλοντα εἶναι ἄγνωστα εἰς αὐτόν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτῶν, ματαιότης ἐν τοῖς πᾶσι. ὅμως δὲν γνωρίζει εἰς βάθος καὶ πλάτος
οὔτε τὴν ἀγάπην καὶ τὰς συνεπείας της,
οὔτε τὸ μῖσος καὶ τὰς συνεπείας του. Ὅλα
εἶναι ἄγνωστα καὶ ἐνδεχόμενα ἐνώπιόν
των. Ματαιότης, λοιπόν, ὑπάρχει εἰς ὅλα τὰ
πράγματα.
9,2 Συνάντημα ἓν τῷ δικαίῳ καὶ τῷ 2 Κοινὴ συνάντησις καὶ κοινὴ τύχη 2 Εἰς ὅλα κυριαρχεῖ ἡ ματαιότης. Κοινὴ ἡ τύχη, καὶ εἰς τὸν
ἀσεβεῖ, τῷ ἀγαθῷ καὶ τῷ κακῷ καὶ τῷ ἐπιφυλάσσεται εἰς τὸν δίκαιον καὶ εἰς τὸν δίκαιον καὶ εἰς τὸν ἀσεβῆ, εἰς τὸν ἀγαθὸν καὶ εἰς τὸν κακόν,
καθαρῷ καὶ τῷ ἀκαθάρτῳ καὶ τῷ ἀσεβῆ, εἰς τὸν ἀγαθὸν καὶ εἰς τὸν κακόν, εἰς τὸν καθαρὸν καὶ τὸν ἀκάθαρτον σύμφωνα μὲ τὸν
θυσιάζοντι καὶ τῷ μὴ θυσιάζοντι· ὡς ὁ εἰς τὸν νομικῶς καθαρὸν καὶ εἰς τὸν Μωσαϊκὸν νόμον, εἰς ἐκεῖνον ποὺ προσφέρει θυσίας καὶ εἰς
ἀγαθός, ὡς ὁ ἁμαρτάνων ὡς ὁ ὀμνύων, νομικῶς ἀκάθαρτον· εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἐκεῖνον ποὺ δὲν θυσιάζει· ὅπως ὁ ἀγαθός, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος
καθὼς ὁ τὸν ὅρκον φοβούμενος. προσφέρει θυσίας, καὶ εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ποὺ ἁμαρτάνει· ὅπως ἐκεῖνος ποὺ κάμνει ἀνευλαβεῖς
δὲν θυσιάζει τίποτε. Ὅπως ὁ ἀγαθός, ἔτσι ὅρκους, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ εὐλαβεῖται καὶ φοβεῖται τὸν
καὶ ἐκεῖνος ποὺ καταπατεῖ τὸ θέλημα τοῦ ὅρκον.
Θεοῦ. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ ὁρκίζεται ψευδῶς,
ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ εὐλαβεῖται καὶ
φοβεῖται τὸν ὅρκον.
9,3 Τοῦτο πονηρὸν ἐν παντὶ πεποιημένῳ 3 Εἶναι ἄδικον καὶ σκανδαλῶδες νὰ ἔχουν 3 Αὐτὸ τὸ κακὸν καὶ ἄδικον συμβαίνει εἰς ὅλα, ὅσα γίνονται
ὑπὸ τὸν ἥλιον, ὅτι συνάντημα ἓν τοῖς ὅλοι καὶ ὅλα τὴν αὐτὴν τύχην, καὶ κοινὴ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, ὅτι ὅλων εἶναι μία κοινὴ συνάντησις, ὁ
πᾶσι· καί γε καρδία υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου συνάντησις νὰ ὑπάρχῃ δι' ὅλους τοὺς θάνατος. Καὶ παρὰ ταῦτα τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ ἠθικὴ
ἐπληρώθη πονηροῦ, καὶ περιφέρεια ἐν ἀνθρώπους. Ἕνεκα τούτου ἐγέμισεν ἀπὸ πώρωσις καὶ ἡ ἠθικὴ παραφορὰ τῆς καρδίας τῶν ἀνθρώπων
καρδίᾳ αὐτῶν ἐν ζωῇ αὐτῶν, καὶ ὀπίσω κακὸν καὶ ἐπωρώθη ἡ καρδία τοῦ ἐν ὅσῳ ζοῦν καὶ κατευθύνονται ὅλοι πρὸς τοὺς νεκρούς, εἰς
αὐτῶν πρὸς τοὺς νεκρούς. ἀνθρώπου. Παραφέρεται καὶ ὁρμᾷ πρὸς τὸ τὸν Ἅδην.
κακὸν ἡ καρδία τῶν ἀνθρώπων, ἐν ὅσῳ
ζοῦν, καὶ ἀποθνήσκοντες κατευθύνονται
πρὸς τοὺς νεκροὺς εἰς τὸν ᾅδην.

37/51
9,4 Ὅτι τίς ὃς κοινωνεῖ πρὸς πάντας τοὺς 4 Διότι ποιὸς εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος 4 Διότι ποῖος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἐπικοινωνεῖ μὲ ὅλους τοὺς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ζῶντας; Ἔστιν ἐλπίς, ὅτι ὁ κύων ὁ ζῶν, ἐπικοινωνεῖ μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ζωντανούς; Ἐκεῖνος ποὺ ζῇ ἀκόμη. Αὐτὸς ἔχει κάποιαν
αὐτὸς ἀγαθὸς ὑπὲρ τὸν λέοντα τὸν ζοῦν εἰς τὴν γῆν; Αὐτὸς ποὺ ζῇ· αὐτὸς ἔχει ἐλπίδα. Ἡ ἐλπὶς ταιριάζει πιὸ πολὺ εἰς τὸ εὐτελὲς ἀλλὰ
νεκρόν. τὴν ἐλπίδα τῆς ἐπικοινωνίας. Ὅταν ὅμως ζωντανὸ σκυλί, διότι αὐτὸ εἶναι ἀνώτερον ἀπὸ τὸ
ἀποθάνῃ, χάνει τὴν ἐπικοινωνίαν του πρὸς μεγαλοπρεπὲς ἀλλὰ ψόφιο λεοντάρι.
τὴν γῆν. Διότι ἕνα ζωντανὸ σκυλὶ εἶναι
ἀνώτερο ἀπὸ ἕνα λέοντα μεγαλοπρεπῆ,
ἀλλὰ νεκρόν.
9,5 Ὅτι οἱ ζῶντες γνώσονται ὅτι 5 Οἱ ζωντανοὶ γνωρίζουν, ὅτι ὀπωσδήποτε 5 Διότι οἱ ζωντανοὶ γνωρίζουν ὅτι θὰ ἀποθάνουν, οἱ νεκροὶ
ἀποθανοῦνται, καὶ οἱ νεκροὶ οὐκ εἰσὶ θὰ ἀποθάνουν. Οἱ νεκροὶ δὲν γνωρίζουν ὅμως τίποτε δὲν γνωρίζουν διὰ τοὺς ζωντανούς. Δὲν
γινώσκοντες οὐδέν· καὶ οὐκ ἔστιν αὐτοῖς τίποτε σχετικῶς μὲ τοὺς ζωντανούς. Εἰς ὑπάρχει πλέον δι’ αὐτοὺς ὠφέλεια καὶ ἀνταμοιβὴ τῶν
ἔτι μισθός, ὅτι ἐπελήσθη κνήμη αὐτῶν. τοὺς νεκροὺς δὲν ὑπάρχει πλέον πιθανότης κόπων των, διότι ἡ μνήμη των ἐλησμονήθη.
ἀμοιβῆς, ὅπως ὑπῆρχε, ὅταν εὑρίσκοντο εἰς
τὴν γῆν. Ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ ἀνάμνησίς των
ἐλησμονήθη μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.
9,6 Καί γε ἀγάπη αὐτῶν καί γε μίσος 6 Ἡ ἀγάπη των καὶ τὰ μίση των, ὅπως καὶ ἡ 6 Καὶ ἡ ἀγάπη, ποὺ εἶχαν αὐτοί, καὶ τὸ μῖσος των καὶ ἡ
αὐτῶν καί γὲ ζῆλος αὐτῶν ἤδη ἀπώλετο, μεταξύ των ζηλοφθονία, ἔχουν ἤδη ζηλοτυπία των ἐχάθησαν πλέον δι’ αὐτούς, ἔπαυσαν. Δὲν
καί γε μερὶς οὐκ ἔστιν αὐτοῖς ἔτι εἰς τὸν ἐξαφανισθῆ καὶ δὲν ἔχουν αὐτοὶ καμμίαν ὑπάρχει δι' αὐτοὺς ὑλικὴ ἀμοιβὴ δι’ ὅλα, ὅσα ἔπραξαν εἰς
αἰῶνα ἐν παντὶ τῷ πεποιημὲνῳ ὑπὸ τὸν πλέον συμμετοχὴν εἰς κάθε τι, τὸ ὁποῖον τὴν παροῦσαν ζωήν.
ἥλιον. συμβαίνει εἰς τὴν ὑφήλιον.
9,7 Δεῦρο φάγε ἐν εὐφροσύνῃ τὸν ἄρτον 7 Ἔλα, λοιπόν, ἄνθρωπε, φάγε μὲ 7 Ἐμπρὸς λοιπόν, φάγε μὲ εὐχαρίστησιν τὸ ψωμί σου καὶ
σου καὶ πίε ἐν καρδίᾳ ἀγαθῇ οἶνόν σου, εὐχαρίστησιν τὰ φαγητά σου καὶ πίε μὲ πίε μὲ καλὴ καρδία τὸ κρασί σου, ἀπόλαυσε τὰ ὑλικὰ
ὅτι ἤδη εὐδόκησεν ὁ Θεὸς τὰ ποιήματά καλὴ καρδιὰ τὸν οἶνον σου, διότι ὁ Θεὸς ἀγαθά, διότι ὁ Θεὸς εὐηρεστήθη καὶ εὐλόγησε τὰ ἔργα σου.
σου. ἠθέλησε καὶ ηὐλόγησε τὰ ἔργα τῶν χειρῶν
σου.
9,8 Ἐν παντὶ καιρῷ ἔστωσαν ἱμάτιά σου 8 Πάντοτε νὰ ἐνδύεσαι μὲ λευκὰ ὡραῖα 8 Πάντοτε τὰ ἐνδύματά σου νὰ εἶναι λευκὰ καὶ
λευκά, καὶ ἔλαιον ἐπὶ κεφαλῆς σου μὴ ἐνδύματα, καὶ τὸ μυρωμένον ἔλαιον ἂς μὴ φρεσκοπλυμένα εἰς ἔνδειξιν χαρᾶς, καὶ τὸ εὐωδιαστὸ λάδι

38/51
ὑστερησάτω. λείψῃ ἀπὸ τὴν κεφαλήν σου. ἂς μὴ λείψῃ ἀπὸ τὸ κεφάλι σου.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,9 Καὶ ἰδὲ ζωὴν μετὰ γυναικός, ἧς 9 Γνώρισε καὶ ἀπόλαυσε τὴν καλὴν ζωὴν 9 Ἀπόλαυσε τὴν ζωήν σου μὲ τὴν νόμιμον γυναῖκα, ποὺ
ἠγάπησας, πάσας τὰς ἡμέρας ζωῆς μὲ τὴν γυναῖκα, τὴν ὁποίαν ἠγάπησες, καθ' ἠγάπησες, ὅλας τὰς ἡμέρας τῆς προσκαίρου ζωῆς σου, ὅση
ματαιότητός σου τὰς δοθείσας σοι ὑπὸ ὅλας τὰς ἡμέρας τῆς προσκαίρου αὐτῆς θὰ σοῦ χαρισθῇ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον, ὅλες τίς ἡμέρες σου τὶς
τὸν ἥλιον, ὅτι αὐτὸ μερίς σου ἐν τῇ ζωῇ ζωῆς σου, αἱ ὁποῖαι σοῦ ἐδόθησαν νὰ ζῇς μάταιες, διότι αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ κέρδος σου εἰς τὴν ζωὴν καὶ
σου καὶ ἐν τῷ μόχθῳ σου, ᾧ σὺ μοχθεῖς εἰς τὴν γῆν ὑπὸ τὸν ἥλιον. Διότι τὰ ἀγαθὰ διὰ τὸν κόπον, ποὺ θὰ καταβάλλῃς ἐδῶ εἰς τὴν γῆν κάτω
ὑπὸ τὸν ἥλιον. αὐτὰ σοῦ ἐδόθησαν ὡς μερίδιον καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιον.
κληρονομία σου ἀπὸ τὸν Θεόν. Αὐτά, διὰ
τὰ ὁποῖα καὶ σὺ εἰργάσθης μὲ κόπον καὶ
μόχθον εἰς τὴν γῆν.
9,10 Πάντα, ὅσα ἂν εὕρῃ ἡ χεὶρ τοῦ 10 Ὅλα ὅσα εἶναι τοῦ χεριοῦ σου καὶ 10 Ὅλα, ὅσα βρεθοῦν εἰς τὰ χέρια σου καὶ δύνασαι νὰ τὰ
ποιῆσαι, ὡς ἡ δύναμίς σου ποίησον, ὅτι ἠμπορεῖς νὰ τὰ κάμῃς, κάμε τα μὲ ὅλην κάμῃς, κάμε τα μὲ ὅλην σου τὴν δραστηριότητα, διότι εἰς
οὐκ ἔστὶ ποίημα καὶ λογισμὸς καὶ σου τὴν δραστηριότητα. Διότι εἰς τὸν ᾅδην, τὸν Ἅδην, ὅπου καὶ σὺ κατευθύνεσαι ὅπως ὅλοι οἱ
γνῶσις καὶ σοφία ἐν ᾅδῃ, ὅπου σὺ ὅπου καὶ σὺ κατευθύνεσαι, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, δὲν ὑπάρχει δρᾶσις, σχέδια, γνῶσις καὶ σοφία.
πορεύῃ ἐκεῖ. ἄνθρωποι, δὲν ὑπάρχει δυνατότης διὰ
κανένα ἔργον, οὔτε διὰ σχέδιον, οὔτε
γνῶσις καὶ σοφία, ὅπως ὑπάρχει εἰς τὴν
γῆν.
9,11 Ἐπέστρεψα καὶ εἶδον ὑπὸ ἥλιον ὅτι 11 Πάλιν ἐγὼ παρετήρησα μὲ προσοχὴν εἰς 11 Καὶ πάλιν παρετήρησα καὶ εἶδα εἰς τὸν κόσμον αὐτόν, ὅτι
οὐ τοῖς κούφοις ὁ δρόμος καὶ οὐ τοῖς τὴν γῆν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον καὶ εἶδα ὅτι ἡ νίκη εἰς τὸν δρόμον δὲν κερδίζεται ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εἶναι
δυνατοῖς ὁ πόλεμος καί γε οὐ τῷ σοφῷ πολλὲς φορὲς δὲν ὑπερέχουν εἰς τὸν ἐλαφροὶ εἰς τὰ πόδια, οὔτε ἡ νίκη εἰς ἕνα πόλεμον ἀπὸ τοὺς
ἄρτος καί γε οὐ τοῖς συνετοῖς πλοῦτος δρόμον οἱ ταχεῖς τοὺς πόδας καὶ ἐλαφροί, δυνατούς, οὔτε ἀκόμη εἰς τοὺς σοφοὺς δίδεται τὸ ψωμὶ καὶ
καί γε οὐ τοῖς γινώσκουσι χάρις, ὅτι οὔτε ἡ νίκη δίδεται κατὰ τοὺς πολέμους εἰς εἰς τοὺς συνετοὺς ὁ πλοῦτος καὶ εἰς τοὺς γραμματισμένους
καιρὸς καὶ ἀπάντημα συναντήσεται τοῖς τοὺς δυνατούς, ἀκόμη δὲ καὶ ὁ ἄρτος δὲν ἡ χάρις, διότι ἀπρόοπτες περιστάσεις καὶ ἐναντιότητες θὰ
πᾶσιν αὐτοῖς. δίδεται εἰς τὸν σοφὸν οὔτε ὁ πλοῦτος εἰς συναντήσουν ὅλους αὐτούς.
τὸν συνετόν· οὔτε ἀναγνωρίζεται καμμία
χάρις καὶ ἐκτίμησις εἰς τοὺς ἔχοντας

39/51
γνῶσιν. Ὑπάρχουν περιστάσεις, κατὰ τὰς ὁ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ποίας αὐτοὶ θὰ συναντήσουν δυσκολίας καὶ
ἐναντιότητας.
9,12 Ὅτι καί γε οὐκ ἔγνω ὁ ἄνθρωπος 12 Ὁ ἄνθρωπος, βεβαίως, δὲν γνωρίζει, τί 12 Ὁ ἄνθρωπος πρὸ παντὸς δὲν γνωρίζει τὰς μεγάλας καὶ
τὸν καιρὸν αὐτοῦ· ὡς οἱ ἰχθύες οἱ θὰ τοῦ συμβῇ κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἀποφασιστικὰς στιγμὰς τῆς ζωῆς του. Ὅπως τὰ ψάρια
θηρευόμενοι ἐν αφιβλήστρῳ κακῷ καὶ του. Ὅπως τὰ ψάρια συλλαμβάνονται εἰς πιάνονται εἰς τὸ ἀνεπάντεχον δίκτυον καὶ ὅπως τὰ πουλιὰ
ᾡς ὄρνεα τὰ θηρευόμενα ἐν παγίδι ὡς τὸ ὀλέθριον δι' αὐτὰ δίκτυον, ὅπως τὰ συλλαμβάνονται εἰς τὴν ἀπροσδόκητον παγίδα, ἔτσι
αὐτὰ παγιδεύονται οἱ υἱοῖ τοῦ ἀνθρώπου πτηνὰ συλλαμβάνονται εἰς τὴν παγίδα, παγιδεύονται καὶ οἱ ἄνθρωποι κατὰ τὴν κακὴν ὥραν τοῦ
εἰς καιρὸν πονηρόν, ὅταν ἐπιπέσῃ ἀπ' ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι παγιδεύονται εἰς θανάτου, ὅταν ξαφνικὰ πέσῃ ἐπάνω τους.
αὐτοὺς ἄφνω. κάποιαν μοιραίαν καὶ κακὴν στιγμήν, ὅταν
ἐπέλθῃ ἐναντίον των αἰφνίδιος ὁ κίνδυνος,
ὁ θάνατος.
9,13 Καί γε τοῦτο εἶδον σοφίαν ὑπὸ τὸν 13 Εἶδα ἀκόμη καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ 13 Ἀκόμη παρετήρησα καὶ εἶδα κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον ὡς
ἥλιον, καὶ μεγάλη ἐστὶ πρός με· συμβαίνει εἰς τὴν γῆν ὑπὸ τὸν ἥλιον, καὶ τὸ ἀπόδειξιν σοφίας καὶ τοῦτο, τὸ ὁποῖον εἰς ἐμὲ φαίνεται ὡς
ὁποῖον κατ' ἐμὲ εἶναι μεγάλη σοφία. μεγάλη καὶ ἀξιοπρόσεκτος σοφία.
9,14 πόλις μικρὰ καὶ ἄνδρες ἐν αὐτῇ 14 Ἐναντίον μιᾶς μικρᾶς πόλεως, μέσα εἰς 14 Νὰ εἶναι δηλαδὴ μία πόλις μικρὴ καὶ εἰς αὐτὴν νὰ
ὀλίγοι, καὶ ἔλθῃ ἐπ' αὐτὴν βασιλεὺς τὴν ὁποίαν οἱ ὑπερασπισταί της ἄνδρες εὑρίσκωνται ὀλίγοι ἄξιοι πολεμισταὶ καὶ ὑπερασπισταί της·
μέγας καὶ κυκλώσῃ αὐτὴν καὶ ἦσαν ὀλίγοι, ἐπῆλθεν ἕνας μεγάλος νὰ ἔλθῃ ὅμως ἐναντίον της ἕνας μεγάλος βασιλεὺς καὶ νὰ
οἰκοδομήσῃ ἐπ' αὐτὴν χάρακας βασιλεύς. Τὴν περιεκύκλωσε, ἀνήγειρε τὴν πολιορκήσῃ καὶ κτίσῃ πύργους ὑψηλοὺς καὶ
μεγάλους· γύρω ἀπὸ αὐτὴν χαρακώματα καὶ κατασκευάσῃ γύρω της μεγάλα χαρακώματα καὶ
ἐτοποθέτησε μεγάλας πολιορκητικὰς πολιορκητικὰς μηχανάς.
μηχανάς.
9,15 καὶ εὔρῃ ἐν αὐτῇ ἄνδρα πένητα 15 Εὐρέθηκε ὅμως μέσα εἰς τὴν πόλιν 15 Ἀλλὰ νὰ εὑρεθῇ εἰς τὴν πόλιν αὐτὴν ἕνας ἄνθρωπος
σοφόν, καὶ διασώσει αὐτὸς τὴν πόλιν ἐν αὐτὴν ἕνας ἄνθρωπος πτωχὸς καὶ ἄσημος, πτωχὸς καὶ σοφὸς καὶ μὲ τὴν ἐξυπνάδα του νὰ σώσῃ τὴν
τῇ σοφίᾳ αὐτοῦ· καὶ ἄνθρωπος οὐκ συνετὸς ὅμως, καὶ διέσωσε τὴν πόλιν μὲ πόλιν αὐτήν. Κανεὶς ὅμως δὲν ἐθυμήθηκε μὲ
ἐμνήσθη σὺν τοῦ ἀνδρὸς τοῦ πένητος τὴν ἱκανότητά του. Αὐτὸν ὅμως τὸν εὐγνωμοσύνην τὴν πρᾶξιν τοῦ πτωχοῦ ἐκείνου σοφοῦ.
ἐκείνου. πτωχόν, ἀλλὰ σοφόν, ἄνθρωπον κανεὶς

40/51
κατόπιν δὲν τὸν ἐνεθυμήθη

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,16 Καὶ εἶπα ἐγώ· ἀγαθὴ σοφία ὑπὲρ 16 Εἶπα, λοιπόν, τότε ἐγὼ ἀπὸ μέσα μου· 16 Καὶ εἶπα τότε ἐγώ, ὅτι ἡ σοφία εἶναι ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν
δύναμιν, καὶ σοφία τοῦ πένητος <ἀνωτέρα πάντων ἡ σοφία ἀπὸ τὴν δύναμιν. Ἡ σοφία ὅμως τοῦ πτωχοῦ περιεφρονήθη καὶ αἱ
ἐξουδενωμένη, καὶ οἱ λόγοι αὐτοῦ οὐκ δύναμιν>, ἔστω καὶ ἂν εἶδα νὰ συμβουλαί του δὲν συζητοῦνται πλέον, ἀλλ'
εἰσὶν ἀκουόμενοι. καταφρονῆται ἡ σοφία τοῦ πτωχοῦ αὐτοῦ ἐλησμονήθησαν ἐξ αἰτίας τῆς πτωχείας του.
ἀνθρώπου καὶ οἱ λόγοι του νὰ μὴ
εἰσακούωνται πλέον.
9,17 Λόγοι σοφῶν ἐν ἀναπαύσει 17 Οἱ λόγοι πάντως τῶν σοφῶν ἀκούονται 17 Τὰ λόγια τῶν σοφῶν ἀκούονται μὲ ἠρεμίαν, ὄχι ὅμως καὶ
ἀκούονται ὑπὲρ κραυγὴν μὲ ἠρεμίαν καὶ εὐχαρίστησιν, καὶ αἱ κραυγαὶ ἐκείνων ποὺ διοικοῦν μὲ ἀφροσύνην.
ἐξουσιαζόντων ἐν ἀφροσύναις. προτιμῶνται ἀπὸ τὰς κραυγὰς τῶν
ἀρχόντων, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν τὴν ἐξουσίαν
των ἀσυνέτως.
9,18 Ἀγαθὴ σοφία ὑπὲρ σκεύη πολέμου, 18 Προτιμοτέρα εἶναι ἡ σοφία καὶ ἀπὸ αὐτὰ 18 Ἡ σοφία εἶναι προτιμοτέρα ἀπὸ τὰ πολεμικὰ ὅπλα,
καὶ ἁμαρτάνων εἶς ἀπολέσει τὰ πολεμικὰ μέσα, ἐνῷ ἐνας ἁμαρτωλὸς τοὐναντίον δὲ ἕνας ἁμαρτωλὸς θὰ προξενήσῃ πολλὲς
ἀγαθωσύνην πολλήν. καὶ ἀσύνετος εἶναι δυνατὸν νὰ καταστρέψῃ συμφορές.
πολλὴν καὶ πολλῶν τὴν εὐτυχίαν.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 10ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
10,1 Μυῖαι θανατοῦσαι σαπριοῦσι Μυῖγες, ποὺ ἐψόφησαν μέσα εἰς Οἱ μυῖγες ποὺ ἐψόφησαν μέσα εἰς τὸ μύρον, τὸ βρωμίζουν.
σκευασίον ἐλαίου ἠδύσματος· τίμιον μυρωμένον ἔλαιον, τὸ κάνουν βρώμικον. Εἶναι περισσότερον πολύτιμος ὀλίγη σοφία, παρὰ ἡ δόξα
ὀλίγον σοφίας ὑπὲρ δόξαν ἀφροσύνης Προτιμοτέρα εἶναι ἔστω καὶ ὀλίγη σοφία, μεγάλης ἀφροσύνης.
μεγάλην. ἀπὸ τὴν μεγάλην δόξαν τῶν ἀφρόνων.
10,2 Καρδία σοφοῦ εἰς δεξιὸν αὐτοῦ, καὶ 2 Ἡ καρδία τοῦ σοφοῦ εἶναι πάντοτε εἰς τὰ 2 Ἡ καρδία τοῦ σοφοῦ εἶναι εἰς τὰ δεξιά του καὶ ἡ καρδία
καρδία ἄφρονος εἰς ἀριστερὸν αὐτοῦ· δεξιά του, σκέπτεται, δηλαδή, τὰ ὀρθὰ καὶ τοῦ ἄφρονος εἰς τὸ ἀριστερόν του μέρος. Δηλαδή, ὁ νοῦς τοῦ
τὰ δίκαια. Ἡ καρδία τοῦ ἀσυνέτου εἶναι εἰς σοφοῦ σκέπτεται πάντοτε τὰ ὀρθά, ὁ δὲ νοῦς τοῦ ἄφρονος

41/51
τὰ ἀριστερά, σκέπτεται μωρὰ καὶ τὰ ψεύτικα καὶ τὰ διεστραμμένα.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐπιβλαβῆ.
10,3 καί γε ἐν ὁδῷ ὅταν ἄφρων 3 Καὶ εἰς τὴν πορείαν τῆς καθημερινῆς του 3 Ὅταν ὁ ἄφρων βαδίζῃ εἰς τὸν δρόμον, ὁ νοῦς του δὲν
πορεύηται καρδία αὐτοῦ ὑστερήσει, καὶ ζωῆς ὁ ἀσύνετος ὑστερεῖ εἰς δυσκολεύεται νὰ φανερώσῃ εἰς ὅλους ὅτι, ὅσα σκέπτεται
ἃ λογιεῖται πάντα ἀφροσύνη ἐστίν. ὀρθοφροσύνην, διότι ὅλα ὅσα συλλογίζεται καὶ πράττει, ὅλη του ἡ διαγωγή, εἶναι ἀφροσύνη.
εἶναι ἀνόητα καὶ ἀσύνετα.
10,4 Ἐὰν πνεῦμα τοῦ ἐξουσιάζοντος 4 Ἐὰν ἡ ὁργὴ ἑνὸς ἄρχοντος ἐκσπάσῃ καὶ 4 Ἐὰν ὁ θυμὸς ἐνὸς ἄρχοντος πέσῃ ἐπάνω σου, νὰ μὴ τὰ
ἀναβῇ ἐπὶ σέ, τόπον σου μὴ ἀφῇς, ὅτι στραφῇ ἐναντίον σου, μὴ ταραχθῇς καὶ μὴ χάσῃς καὶ νὰ μὴ ἀντισταθῇς μὲ θυμόν, διότι ἡ ἀταραξία σου
ἴαμα καταπαύσει ἁμαρτίας μεγάλας. δώσῃς ἀφορμήν, διότι ἡ ἠρεμία θὰ θὰ προλάβῃ μεγάλα κακά.
καταπαύσῃ καὶ θὰ προλάβῃ μεγάλα
κακά.
10,5 Ἔστὶ πονηρία, ἣν εἶδον ὑπὸ τὸν 5 Εἶδα ἐγὼ καὶ ἕνα ἄλλο κακὸν κάτω ἀπὸ 5 Ὑπάρχει ἕνα μεγάλο κακόν, ποὺ εἶδα κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιον,
ἥλιον, ὡς ἀκούσιον ὃ ἐξῆλθεν ἀπὸ τὸν ἥλιον εἰς τὴν γῆν· τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνας καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ αὐθαιρεσία ἑνὸς ἄρχοντος·
προσώπου ἐξουσιάζοντος· ἄρχων ἀπερισκέπτως ἐξουσιάζει καὶ
διατάσσει.
10,6 ἐδόθη ὁ ἄφρων ἐν ὕψεσι μεγάλοις, 6 Εἰς τοὺς ἀσυνέτους δίδονται μερικὲς 6 νὰ ἀνεβῇ δηλαδὴ ὁ ἄφρων εἰς μεγάλα ἀξιώματα, καὶ οἱ
καὶ πλούσιοι ἐν ταπεινῷ καθήσονται. φορὲς ὑψηλὰ ἀξιώματα, ἐνῷ ἀντιθέτως οἱ πλούσιοι καὶ οἱ σοφοὶ νὰ καθίσουν εἰς εὐτελεῖς τόπους.
πλούσιοι κατὰ τὴν γνῶσιν καὶ τὴν σοφίαν
κάθονται χαμηλότερα.
10,7 Εἶδον δούλους ἐφ' ἵππους καὶ 7 Εἶδα δούλους νὰ κάθωνται ἐπάνω εἰς 7 Εἶδα δούλους νὰ εἶναι καβαλλαρέοι καὶ ἄρχοντες νὰ
ἄρχοντας πορευομένους ὡς δούλους ἐπὶ μεγαλοπρεπεῖς ἵππους, καὶ πρώην βαδίζουν πεζοὶ εἰς τὴν γῆν, σὰν δοῦλοι.
τῆς γῆς. ἄρχοντας νὰ βαδίζουν μὲ τὰ πόδια εἰς
τὴν γῆν ὡσὰν δοῦλοι.
10,8 Ὁ ὀρύσσων βόθρον εἰς αὐτὸν 8 Ἐκεῖνος, ποὺ σκάπτει λάκκον διὰ τὸν 8 Ὅποιος ἀνοίγει βόθρον διὰ τὸν ἄλλον, θὰ πέσῃ ὁ ἴδιος
ἐμπεσεῖται, καὶ καθαιροῦντα φραγμόν, ἄλλον, θὰ πέσῃ ὁ ἴδιος μέσα εἰς αὐτόν. μέσα εἰς αὐτόν, καὶ ὅποιος γκρεμίζει τοῖχον ἀπὸ ξερολίθι,
δήξεται αὐτὸν ὄφις, Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος κρημνίζει ἀδίκως τὸν θὰ τὸν συναντήσῃ καὶ θὰ τὸν δαγκώσῃ φίδι.

42/51
ξηρότοιχον ἀπὸ τὸν ἀγρὸν τοῦ γείτονός
του, δὲν ἀποκλείεται νὰ τὸν δαγκώση τὸ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


φίδι.
10,9 ἐξαίρων λίθους διαπονηθήσεται ἐν 9 Ἐκεῖνος ποὺ βγάζει καὶ μεταφέρει 9 Ἐκεῖνος ποὺ βγάζει ἢ μετακινεῖ λιθάρια, θὰ κουρασθῇ
αὐτοῖς, σχίζων ξύλα κινδυνεύσει ἐν λίθους, θὰ καταπονηθῇ. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἀπὸ αὐτά, καὶ ἐκεῖνος ποὺ σχίζει ξύλα, θὰ κινδυνεύσῃ νὰ
αὐτοῖς. τὸ τσεκούρι σχίζει ξύλα, κινδυνεύει νὰ πληγωθῇ ἀπὸ αὐτά.
κτυπηθῇ, ἂν δὲν προσέξῃ.
10,10 Ἐὰν ἐκπέσῃ τὸ σιδήριον, καὶ αὐτὸς 10 Ἐὰν πεταχθῇ τὸ σίδερο ἀπὸ τὸ στυλιάρι, 10 Ἐὰν στομώσῃ ἢ βγῇ ἀπὸ τὸ ξύλον τὸ σιδερένιο ὄργανον
πρόσωπον ἐτάραξε, καὶ δυνάμεις θὰ τρομάξῃ ὁ ξυλοκόπος καὶ θὰ (τὸ τσεκούρι π.χ.), τότε ὁ ξυλοσχίστης θὰ στενοχωρηθῇ καὶ
δυναμώσει, καὶ περισσεία τοῦ ἀνδρείου στενοχωρηθῇ καὶ θὰ καταβάλῃ θὰ καταβάλῃ τὰς δυνάμεις του νὰ τὸ ἀκονίση ἢ νὰ τὸ
σοφία. προσπαθείας νὰ διορθώσῃ τὸ τσεκούρι ἐπιδιορθώσῃ· ἑπομένως τὸ κέρδος τοῦ ἱκανοῦ εἶναι ἡ σοφία
του. Αὐτὸ εἶναι σοφία καὶ δραστηριότης τοῦ του.
ἐπιμελοῦς ξυλοκόπου.
10,11 Ἐὰν δάκῃ ὄφις ἐν οὐ ψιθυρισμῷ, 11 Ἐὰν ἕνας ὀφιοδαμαστὴς δαγκωθῇ ἀπὸ 11 Ἐὰν τὸ φίδι δαγκάσῃ τὸν ὀφιοδαμαστήν, πρὶν προλάβῃ
καὶ οὐκ ἔστι περισσεία τῷ ἐπᾴδοντι. τὸ φίδι του, διότι δὲν εἶπεν ὅπως ἔπρεπε νὰ χρησιμοποιήσῃ μαγικὰ καὶ γοητευτικὰ μέσα, τότε ποία ἡ
τοὺς μαγικοὺς ψιθυρισμούς, τίποτε πλέον ὠφέλεια εἰς αὐτὸν ποὺ γοητεύει;
δὲν τὸν ὠφελοῦν οἱ ψιθυρισμοὶ αὐτοί.
10,12 Λόγοι στόματος σοφοῦ χάρις, καὶ 12 Τὰ λόγια τοῦ σοφοῦ δίδουν εὐχαρίστησιν 12 Τὰ λόγια τοῦ σοφοῦ δίδουν χάριν, ἐνῷ τὰ λόγια τοῦ
χείλη ἄφρονος καταποντιοῦσιν αὐτόν· καὶ χαράν. Ἐνῷ τὰ λόγια τοῦ ἄφρονος θὰ ἄφρονος θὰ τὸν βουλιάξουν.
καταποντίσουν καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιον.
10,13 ἀρχὴ λόγων στόματος αὐτοῦ 13 Ἀπ' ἀρχῆς τὰ λόγια τοῦ ἄφρονος εἶναι 13 Ἀπ' ἀρχῆς τὰ λόγια τοῦ ἄφρονος εἶναι ἀμυαλωσύνη καὶ
ἀφροσύνη, καὶ ἐσχάτη στόματος αὐτοῦ ἀμυαλωσύνη, καὶ ἕως τέλος εἶναι κακὴ καὶ μέχρι τέλους εἶναι παραφορὰ κακὴ καὶ ἀνοησία.
περιφέρεια πονηρά, ἀνόητος παραφορά.
10,14 καὶ ὁ ἄφρων πληθύνει λόγους. Οὐκ 14 Ὁ ἀσύνετος λέγει πάρα πολλὰ λόγια, 14 Ὁ ἄφρων εἶναι φλύαρος εἰς τοὺς λόγους του. Κανεὶς
ἔγνω ἄνθρωπος τί τὸ γενόμενον, καὶ τί εἶναι φλύαρος. Ὁ ἄνθρωπος δὲν γνωρίζει ἄνθρωπος δὲν γνωρίζει τί θὰ γίνῃ καὶ ποῖον θὰ εἶναι τὸ
τὸ ἐσόμενον, ὅτι ὀπίσω αὐτοῦ, τίς ποιὸ εἶναι αὐτὸ ποὺ τώρα γίνεται, τί εἶναι μέλλον του· διότι ποῖος θὰ τοῦ τὸ φανερώσῃ;
ἀναγγελεῖ αὐτῷ; ἐκεῖνο που θὰ γίνῃ εἰς τὸ μέλλον, διότι δὲν

43/51
ὑπάρχει καὶ κανεὶς νὰ τοῦ
ἀποκαλύψῃ αὐτά.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


10,15 Μόχθος τῶν ἀφρόνων κοπώσει 15 Ὁ κόπος τῆς ἐργασίας καταβάλλει 15 Ὁ κόπος καταβάλλει τοὺς ἄφρονας καὶ ἀσεβεῖς. Ὁ
αὐτούς, ὃς οὐκ ἔγνω τοῦ πορευθῆναι εἰς εὔκολα τοὺς ἀσυνέτους καὶ ραθύμους. Ὁ ἄφρων δὲν εἶναι ἱκανὸς οὔτε εἰς τὴν πόλιν νὰ μεταβῇ.
πόλιν. ἄμυαλος καὶ τεμπέλης δὲν εἶναι ἱκανὸς Φοβεῖται τὴν κούρασιν.
οὔτε εἰς τὴν πόλιν νὰ μεταβῇ, διότι
φοβεῖται τὴν κούρασιν.
10,16 Οὐαί σοι, πόλις, ἧς ὁ βασιλεύς σου 16 Ἀλλοίμονον εἰς σέ, πόλις, ἡ ὁποία ἔχεις 16 Ἀλλοίμονόν σου, πόλις, τῆς ὁποίας ὁ βασιλεὺς
νεώτερος καὶ οἱ ἄρχοντές σου πρωῒ βασιλέα νεαρὸν καὶ ἄπειρον καὶ τῆς ὁποίας συμπεριφέρεται ὡς παιδὶ καὶ οἱ ἄρχοντές σου τρώγουν καὶ
ἐσθίουσι. οἱ ἄρχοντες παρακάθηνται ἀπὸ πρωΐας εἰς διασκεδάζουν τὸ πρωΐ, ἤτοι εἰς ὥραν ποὺ ἔπρεπε νὰ
συμπόσια. ἐργάζωνται διὰ τὸ καλὸν τοῦ κράτους.
10,17 Μακαρία σύ, γῆ, ἧς ὁ βασιλεύς σου 17 Εὐτυχισμένη εἶσαι σύ, ἡ χώρα, ποὺ ἔχεις 17 Εὐτυχισμένη εἶσαι σὺ ἡ χώρα, τῆς ὁποίας ὁ βασιλεὺς
υἱὸς ἐλευθέρων καὶ οἱ ἄρχοντές σου βασιλέα υἱὸν ἐλευθέρων καὶ εὐσεβῶν εἶναι ἀπόγονος ἐλευθέρων, εὐγενῶν καὶ ἐναρέτων
πρὸς καιρὸν φάγονται ἐν δυνάμει καὶ ἀνθρώπων, οἱ δὲ ἄρχοντές σου τρώγουν μὲ ἀνθρώπων καὶ οἱ ἄρχοντές σου τρώγουν μὲ μέτρον καὶ τὴν
οὐκ αἰσχυνθήσονται. μέτρον εἰς τὴν κατάλληλον ὥραν. Αὐτοί, κανονικὴν ὥραν διὰ τὴν σωματικήν των ἐνίσχυσιν. Αὐτοὶ
βασιλεὺς καὶ ἄρχοντες, δὲν θὰ δὲν πρόκειται νὰ ἐντροπιασθοῦν ποτέ.
ἐντροπιασθοῦν ποτέ.
10,18 Ἐν ὀκνηρίαις ταπεινωθήσεται ἡ 18 Ἀπὸ τὴν ὀκνηρίαν τοῦ 18 Ἐξ αἰτίας τῆς ὀκνηρίας τοῦ οἰκοδεσπότου ἡ ξυλίνη στέγη
δόκωσις, καὶ ἐν ἀργίᾳ χειρῶν στάξει ἡ οἰκοδεσπότου καὶ τῶν ἐργατῶν θὰ πέσῃ τῆς οἰκίας του θὰ πέσῃ καὶ ἐξ αἰτίας τῆς ἀργίας τῶν χειρῶν
οἰκία. ἡ ξυλίνη σκέπη τοῦ σπιτιοῦ. Καὶ ἐξ αἰτίας του θὰ σταλάζῃ τὸ σπίτι. Καὶ τὸ κρατικὸν οἰκοδόμημα θὰ
τῆς τεμπελιᾶς τῶν χειρῶν των ἡ οἰκία θὰ καταρρεύση ἐξ αἰτίας τοῦ ὀκνηροῦ βασιλέως καὶ τῶν
σταλάζῃ. ἀδιαφόρων ἀρχόντων του, διότι οἱ τοιοῦτοι
10,19 Εἰς γέλωτα ποιοῦσιν ἄρτον οἶνον 19 Οἱ ἀσύνετοι ἄρχοντες κατὰ τὸ διάστημα 19 ὀργανώνουν συμπόσια διὰ διασκέδασιν καὶ γέλια καὶ ὁ
καὶ ἔλαιον τοῦ εὐφρανθῆναι ζῶντας, καὶ τῆς ζωῆς των παραθέτουν πλούσια φαγητὰ οἶνος καὶ τὰ μύρα τοὺς εὐφραίνουν, ἐφ’ ὅσον ζοῦν. Εἰς τὸ
τοῦ ἀργυρίου ταπεινώσει ἐπακούσεται καὶ οἶνον καὶ πολύτιμα μύρα, διὰ νὰ χρῆμα ὑποδουλώνονται τὰ πάντα.
τὰ πάντα. εὐφραίνωνται, καὶ γελοῦν. Μὲ τὸ ἀργύριόν
των προσπαθοῦν νὰ ταπεινώσουν καὶ
ταπεινώνουν τοὺς πάντας καὶ τὰ πάντα.

44/51
10,20 Καί γε ἐν συνειδήσει σου βασιλέα 20 Σὺ ὅμως οὔτε ἀπὸ μέσα σου μὴ σκεφθῇς 20 Μὲ τὴν σκέψιν σου νὰ μὴ καταρασθῇς τὸν βασιλέα καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μὴ καταράσῃ, καὶ ἐν ταμιείοις κοιτώνων καὶ εἴπῃς κάτι κακὸν ἐναντίον τοῦ εἰς τὸ ὑπνοδωμάτιόν σου νὰ μὴ καταρασθῇς τὸν ἰσχυρόν,
σου μὴ καταράσῃ πλούσιον· ὅτι βασιλέως· καὶ εἰς τὸ ἐσωτερικώτερον διότι κάποιο πουλὶ τοῦ οὐρανοῦ θὰ μεταφέρῃ εἰς αὐτὸν τὴν
πετεινὸν τοῦ οὐρανοῦ ἀποίσει σὺν τὴν δωμάτιόν σου, τὸν κοιτῶνα σου, μὴ φωνήν σου, καὶ ἐκεῖνο ποὺ πετᾷ, θὰ προδώσῃ τὰ λόγια σου
φωνήν σου, καὶ ὁ ἔχων τὰς πτέρυγας κατακρίνῃς τὸν πλούσιον ἄρχοντα. Διότι εἰς αὐτόν.
ἀπαγγελεῖ λόγον σου. κάποιο πουλὶ τοῦ οὐρανοῦ θὰ μεταφέρῃ
τὴν κατηγορίαν σου πρὸς αὐτόν. Ὁ
πτερωτὸς αὐτὸς ἀγγελιαφόρος θὰ
ἀναγγείλῃ εἰς ἐκεῖνον τὰ ἐπικριτικὰ λόγια
σου.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
11,1 Απόστειλον τὸν ἄρτον σου ἐπὶ Σπεῖρε τὸ σιτάρι σου κατὰ τὸ φθινόπωρον Ρίξε τὸ ψωμί σου εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τοῦ νεροῦ καὶ ἔπειτα
πρόσωπον τοῦ ὕδατος, ὅτι ἐν πλήθει εἰς τὸν καιρὸν τῶν βροχῶν. Ἔπειτα δὲ ἀπὸ ἀπὸ πολλὲς ἡμέρες θὰ τὸ εὕρῃς.
ἡμερῶν εὑρήσεις αὐτόν· ὡρισμένον χρόνον θὰ μαζεύσῃς αὐτὸ πολὺ
περισσότερον.
11,2 δὸς μερίδα τοῖς ἑπτὰ καί γε τοῖς 2 Μοίρασε τὸ ψωμί σου εἰς πολλοὺς καὶ εἰς 2 Δῶσε μερίδιον ἀπὸ τὰ ἀγαθά σου εἰς πολλοὺς καὶ εἰς
ὀκτώ, ὅτι οὐ γινώσκεις τί ἔσται πονηρὸν ἀκόμη περισσοτέρους, ποὺ πεινοῦν. Διότι ἀκόμη περισσοτέρους, διότι δὲν γνωρίζεις ἂν αὔριον ἔλθῃ ἡ
ἐπὶ τὴν γῆν. δὲν γνωρίζεις, ποιὰ δυστυχία ἠμπορεῖ ἀνέχεια καὶ ἡ οἰκονομικὴ κρίσις καὶ εὕρῃ καὶ σένα.
ἀργότερα νὰ εὔρῃ καὶ σὲ τὸν ἴδιον εἰς τὴν
γῆν αὐτήν.
11,3 Ἐὰν πλησθῶσι τὰ νέφη ὑετοῦ, ἐπὶ 3 Ἐὰν πυκνωθοῦν τὰ νέφη καὶ γεμίσουν 3 Ὅταν τὰ σύννεφα φορτωθοῦν ἀπὸ βροχήν, τὴν ρίχνουν
τὴν γῆν ἐκχέουσι· καὶ ἐὰν πέσῃ ξύλον ἐν τὸν οὐρανόν, θὰ ἀναλυθοῦν εἰς βροχήν. εἰς τὴν γῆν· καὶ ἂν ἕνα δένδρον πέσῃ εἴτε πρὸς νότον εἴτε
τῷ νότῳ καὶ ἐὰν ἐν τῷ βορρᾷ, τόπῳ, οὗ Ἐὰν ἕνα δένδρον φυτευθῇ ὀπουδήποτε εἰς πρὸς βορρᾶν, εἰς τὸν τόπον ὅπου θὰ πέσῃ, ἐκεῖ καὶ θὰ μείνῃ,
πεσεῖται τὸ ξύλον ἐκεῖ ἔσται. τὴν γῆν, εἴτε εἰς τὸν βορρᾶν εἴτε εἰς τὸν διὰ τὴν ὠφέλειαν ἐκείνων ποὺ κατοικοῦν ἐκεῖ.

45/51
νότον, ἐκεῖ θὰ ὑπάρχῃ, ἐκεῖ θὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καρποφορῇ.
11,4 Τηρῶν ἄνεμον οὐ σπερεῖ, καὶ 4 Ἐκεῖνος ποὺ προσέχει πολὺ τοὺς ἀνέμους 4 Ὅποιος κυττάζει τὸν ἄνεμον, ποὺ φέρει βροχήν, δὲν θὰ
βλέπων ἐν ταῖς νεφέλαις οὐ θερίσει. καὶ λεπτολογεῖ, ποτὲ δὲν θὰ σπείρῃ. Καὶ σπείρῃ ποτέ, καὶ ὅποιος κυττάζει τὰ σύννεφα, δὲν θὰ θερίσῃ
ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συνεχῶς παρατηρεῖ τὰ ποτέ.
σύννεφα, ποτὲ δὲν θὰ θερίσῃ.
11,5 Ἐν οἷς οὐκ ἐστὶ γινώσκων τίς ἡ ὁδὸς 5 Ὅπως ὁ ἄνθρωπος δὲν γνωρίζει τὴν 5 Ὅπως δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος νὰ γνωρίζῃ ποία
τοῦ πνεύματος, ὡς ὀστᾶ ἐν γαστρὶ κίνησιν καὶ τὴν κατεύθυνσιν τοῦ ἀνέμου, εἶναι ἡ κατεύθυνσις τοῦ ἀνέμου, ἢ πῶς διαμορφοῦται καὶ
κυοφορούσης, οὕτως οὐ γνώσῃ τὰ δὲν γνωρίζει πῶς διαμορφώνεται τὸ σῶμα ἐξελίσσεται τὸ ἔμβρυον εἰς τὴν κοιλίαν τῆς ἐγκύου, κατ'
ποιήματα τοῦ Θεοῦ, ὅσα ποιήσει σὺν τὰ καὶ τὰ ὀστᾶ τοῦ ἐμβρύου μέσα εἰς τὴν αὐτὸν τὸν τρόπον δὲν δύνασαι νὰ ἐννοήσῃς τὰ ἔργα τοῦ
πάντα. κοιλίαν τῆς μητρός του, ἔτσι δὲν εἶναι εἰς Θεοῦ, πῶς δηλαδὴ ἐργάζεται ἡ σοφή του Πρόνοια.
θέσιν νὰ γνωρίζῃ καὶ τὰ θεῖα
δημιουργήματα· πῶς, δηλαδή, ὁ Θεὸς
ἐδημιούργησε καὶ κυβερνᾷ τὰ πάντα.
11,6 Ἐν τῷ πρωῒ σπεῖρον τὸ σπέρμα σου, 6 Σπεῖρε τὸ σιτάρι σου κατὰ τὸ διάστημα 6 Σπεῖρε τὸν σπόρον σου εἰς τὸ χωράφι τὸ πρωΐ, καὶ τὸ
καὶ εἰς ἑσπέραν μὴ ἀφέτω ἡ χείρ σου, ὅτι τῆς ἡμέρας, καὶ κατὰ τὴν ἑσπέραν ἀκόμη ἀπογεῦμα ἂς μὴ παύσῃ τὸ χέρι σου τὴν σποράν, διότι δὲν
οὐ γινώσκεις ποῖον στοιχήσει, ἢ τοῦτο ἢ ἂς μὴ σταματήσῃ τὸ χέρι σου νὰ σπέρνῃ. γνωρίζεις ποῖος σπόρος θὰ εὐδοκιμήσῃ, αὐτὸς ἢ ἐκεῖνος, ἂν
τοῦτο, καὶ ἐὰν τὰ δύο ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἀγαθά. Διότι δὲν γνωρίζεις, ποιοὶ σπόροι θὰ δὲ εὐδοκιμήσουν καὶ οἱ δύο, αὐτὸ θὰ εἶναι εὐτυχία.
εὐδοκιμήσουν αὐτοὶ ἢ ἐκεῖνοι ἢ καὶ οἱ δύο
μαζῆ.
11,7 Καὶ γλυκὺ τὸ φῶς καὶ ἀγαθὸν τοῖς 7 Ὡραῖον καὶ γλυκὺ εἶναι τὸ φῶς. 7 Βεβαίως τὸ να βλέπῃ κανεὶς εἶναι γλυκὸ καὶ εὐχάριστον
ὀφθαλμοῖς τοῦ βλέπειν σὺν τὸν ἥλιον· Εὐχάριστον εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς νὰ εἰς τὰ μάτια, νὰ βλέπῃ δηλαδὴ τὸν ἥλιον, ἤτοι νὰ ζῇ. Ἡ ζωὴ
βλέπουν τὸν ἥλιον, εὐχάριστος ἡ ζωὴ διὰ εἶναι γλυκειά.
τὸν ἄνθρωπον.
11,8 ὅτι καὶ ἐὰν ἔτη πολλὰ ζήσεται ὁ 8 Καὶ ἐὰν πολλὰ χρόνια ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος 8 Καὶ ἂν ἀκόμη ζήσῃ πολλὰ ἔτη ὁ ἄνθρωπος καὶ χαρῇ εἰς
ἄνθρωπος, ἐν πᾶσιν αὐτοῖς εἰς τὴν γῆν, κατὰ τὸ διάστημα ὅλων αὐτῶν ὅλα αὐτά, ἂς ἐνθυμῆται ὅμως καὶ τὸν θάνατον, ἤτοι τὰς

46/51
εὐφρανφρανθήσεται καὶ μνησθήσεται τῶν ἐτῶν θὰ εὐφρανθῇ. Θὰ ἐνθυμῆται σκοτεινὰς ἡμέρας τοῦ τάφου, διότι αὐταὶ θὰ εἶναι
τὰς ἡμέρας τοῦ σκότους ὅτι πολλαὶ ὅμως καὶ τὰς σκοτεινὰς ἡμέρας τοῦ περισσότεραι ἀπὸ τὰς ἡμέρας τῆς παρούσης ζωῆς, αἰώνιαι.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἔσονται· πᾶν τὸ ἐρχόμενον ματαιότης. θανάτου, αἱ ὁποῖαι θὰ εἶναι πολλαί, Καὶ τὸ ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς μας ἐπὶ τῆς γῆς εἶναι
ἀπροσμέτρητοι. Ἀλλὰ κάθε τι, ποὺ οὐσιαστικῶς καὶ αὐτὸ ματαιότης.
συμβαίνει εἰς τὴν ζωήν μας, εἶναι μάταιον
καὶ παροδικόν.
11,9 Εὐφραίνου, νεανίσκε ἐν νεότητί σου, 9 Ἀπόλαυσε λοιπόν, νεαρέ, τὴν νεότητά 9 Ἂς χαίρεσαι, ὦ νέε, κατὰ τὴν νεότητά σου καὶ ἡ καρδία
καὶ ἀγαθυνάτω σε ἡ καρδία σου ἐν σου, ἂς εὐφρανθῇ ἡ καρδιά σου κατὰ τὰς σου ἂς εὐφραίνεται κατὰ τὴν νεανικήν σου ἡλικίαν καὶ ἂς
ἡμέραις νεότητός σου, καὶ περιπάτει ἐν ἡμέρας τῆς νεότητός σου· βάδιζε ὅμως τὰς ἀκολουθῇ τὰς ἐπιθυμίας τῆς καρδίας σου χωρὶς ψεγάδι καὶ
ὁδοῖς καρδίας σου ἄμωμος καὶ μὴ ἐν ὁδούς, τὰς ὁποίας ὑπαγορεύει εἰς σὲ ἡ μῶμον καὶ μὴ ἐπηρεάζεσαι ἀπὸ τὰς πρώτας ἐντυπώσεις
ὁράσει ὀφθαλμῶν σοι καὶ γνῶθι ὅτι ἐπὶ καρδία σου, χωρὶς ἐκτροπάς, χωρὶς τῶν ὀφθαλμῶν σου. Νὰ ξεύρῃς ὅμως ὅτι δι' ὅλα αὐτὰ θὰ σὲ
πᾶσι τούτοις ἄξει σε ὁ Θεὸς ἐν κρίσει. ψεγάδια. Μὴ παρασύρεσαι ἀπὸ τὰς πρώτας κρίνῃ ὁ Θεός.
ἐντυπώσεις τῶν ὀφθαλμῶν σου. Ἔχε δὲ ὑπ'
ὄψιν σου, ὅτι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος σὲ βλέπει, θὰ
σὲ κρίνῃ δι' ὅλα τὰ ἔργα σου.
11,10 Καὶ ἀπόστησον θυμὸν ἀπὸ καρδίας 10 Διῶξε τὸν θυμὸν ἀπὸ τὴν καρδίαν σου. 10 Διῶξε λοιπὸν τὴν ἀγανάκτησιν ἀπὸ τὴν καρδίαν σου,
σου καὶ παράγαγε πονηρίαν ἀπὸ σαρκός Διῶξε ἀπὸ κοντά σου τὰς πονηρὰς ἐπειδὴ δὲν ἠμπορεῖς νὰ ἀπολαύσῃς τὰ ἐπίγεια, διῶξε ἀπὸ
σου, ὅτι ἡ νεότης καὶ ἡ ἄνοια ματαιότης. ἐπιθυμίας, διότι ἡ νεότης καὶ ἡ κοντά σου τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας σου, διότι ἡ νεότης καὶ ἡ
ἀμυαλωσύνη εἶναι ματαιότης. ἀνοησία εἶναι πρᾶγμα μάταιον καὶ πρόσκαιρον.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - 12ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Αρχαίο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
12,1 Καὶ μνήσθητι τοῦ κτίσαντός σε ἐν Κατὰ τὰ ἔτη τῆς νεότητός σου, καὶ πάντοτε, Νὰ ἐνθυμῆσαι καὶ νὰ φοβῆσαι, νέε μου, κατὰ τὰ νεανικὰ
ἡμέραις νεότητός σου, ἕως ὅτου μὴ νὰ ἐνθυμῆσαι τὸν δημιουργόν σου, διὰ νὰ σου χρόνια, ἀλλὰ καὶ πάντοτε, τὸν Πλάστην σου, διὰ νὰ μὴ
ἔλθωσιν ἡμέραι τῆς κακίας καὶ μὴ ἔλθουν ἡμέραι πόνου καὶ ταλαιπωρίας ἔλθουν αἱ ἡμέραι τοῦ πόνου, ἤτοι τοῦ γήρατος, καὶ φθάσουν
φθάσωσιν ἔτη, ἐν οἷς ἐρεῖς· οὐκ ἔστι μοι τοῦ γήρατος καὶ φθάσουν ἔτη, κατὰ τὰ τὰ ἔτη, κατὰ τὰ ὁποῖα θὰ πῇς· δὲν αἰσθάνομαι πλέον
ἐν αὐτοῖς θέλημα· ὁποῖα θὰ πῇς· <δὲν ἔχω πλέον τὴν θέλησιν καμμίαν ὄρεξιν δι’ αὐτὰ τὰ πράγματα, δηλαδὴ νὰ φοβοῦμαι

47/51
καὶ τὴν δύναμιν δι'αὐτὰ τὰ πράγματα, διὰ τὸν Θεὸν καὶ νὰ ζῶ μὲ σωφροσύνην κ.τ.τ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τὸν σεβασμὸν καὶ τὴν ὑπακοὴν πρὸς τὸν
Θεόν>.
12,2 ἕως οὐ μὴ σκοτισθῇ ὁ ἥλιος καὶ τὸ 2 Νὰ ἐνθυμῆσαι τὸν πλάστην σου, πρὶν 2 <Νὰ ἐνθυμῆσαι τὸν Θεόν> προτοῦ, λόγῳ τοῦ γήρατος,
φῶς καὶ ἡ σελήνη καὶ οἱ ἀστέρες, καὶ σκοτισθοῦν διὰ σὲ ὁ ἥλιος, τὸ φῶς, ἡ σκοτεινιάσῃ γιὰ σένα ὁ ἥλιος καὶ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας καὶ τὸ
ἐπιστρέψωσι τὰ νέφη ὀπίσω τοῦ ὑετοῦ· σελήνη καὶ οἱ ἀστέρες, καὶ ἐπανέλθουν φεγγάρι καὶ τὰ ἀστέρια καὶ ξαναέλθουν ἀπειλητικὰ τὰ
ἔπειτα βαρυφορτωμένα πάλιν τὰ σύννεφα σύννεφα ἔπειτα ἀπὸ τὴν βροχὴν καὶ ἐπαναληφθῇ ἡ βροχή,
τῆς βροχῆς καὶ παραταθῇ ὁ χειμῶνας τῆς δηλαδὴ ὁ ἕνας πόνος θὰ διαδέχεται τὸν ἄλλον.
ζωῆς σου.
12,3 ἐν ἡμέρᾳ, ᾗ ἐὰν σαλευθῶσι φύλακες 3 Κατὰ τὰς ἡμέρας τῶν γηρατείων σου θὰ 3 Εἰς τὴν ἐποχὴν τῶν προχωρημένων γηρατείων θὰ τρέμουν
τῆς οἰκίας καὶ διαστραφῶσιν ἄνδρες τῆς τρέμουν οἱ φύλακες τοῦ σώματός σου, τὰ οἱ φύλακες τοῦ σώματος, τὸ κεφάλι καὶ τὰ χέρια, καὶ οἱ
δυνάμεως, καὶ ἤργησαν αἱ ἀλήθουσαι, χέρια σου, θὰ κυρτωθοῦν οἱ ὦμοι σου καὶ δυνατοὶ ἄνδρες, τὰ πόδια, ποὺ βαστάζουν τὸ σῶμα, δὲν θὰ
ὅτι ὠλιγώθησαν, καὶ σκοτάσουσιν αἱ θὰ ἀδυνατίσουν τὰ πόδια σου, τὰ ὁποῖα ἀντέχουν καὶ δὲν θὰ στεριώνουν, καὶ ἐκεῖναι ποὺ ἀλέθουν,
βλέπουσαι ἐν ταῖς ὀπαῖς· σὰν ἰσχυροὶ ἄνδρες σὲ συγκρατοῦσαν. Τὰ τὰ δόντια δηλαδή, θὰ ἀργήσουν, διότι ἔμειναν ὀλίγα ἢ
δόντια σου, τὰ ὁποῖα ἄλλοτε ἄλεθαν τὰς ἔπεσαν τελείως ὅλα, καὶ θὰ σκοτισθοῦν τὰ μάτια, ποὺ
τροφὰς θὰ βραδύνουν εἰς τὸ ἄλεσμά των. κυττάζουν μέσα ἀπὸ τὰ βλέφαρα καὶ τὶς κόγχες, ποὺ
Ἔμειναν ἄλλωστε λιγοστά, τὰ περισσότερα ὁμοιάζουν σὰν παράθυρα.
ἔπεσαν. Αἱ κόραι τῶν ὀφθαλμῶν σου, αἱ
ὁποῖαι ἀπὸ τὶς κόγχες των, σὰν ἀπὸ
παράθυρα, βλέπουν, θὰ καλυφθοῦν ἀπὸ τὸ
σκοτάδι.
12,4 καὶ κλείσουσι θύρας ἐν ἀγορᾷ, ἐν 4 Τότε τὰ θυρόφυλλα τοῦ στόματός σου, τὰ 4 Καὶ τότε θὰ κλείσουν αἱ σιαγόνες καὶ τὰ χείλη, ὥστε νὰ μὴ
ἀσθενείᾳ φωνῆς τῆς χείλη καὶ αἱ σιαγόνες σου, θὰ κλεισθοῦν ἀνοίγουν καὶ νὰ μὴ ὁμιλοῦν, καὶ ἡ φωνὴ τοῦ στόματος θὰ
ἀληθούσης, ἀναστήσεται εἰς φωνὴν τοῦ καὶ θὰ παύσουν νὰ ἀγορεύουν. Ἡ φωνὴ ἀδυνατίσῃ καὶ θὰ γίνῃ λεπτὴ ὡσὰν τὸ λάλημα τοῦ πουλιοῦ,
στρουθίου βίου, καὶ ταπεινωθήσονται τοῦ στόματός σου θὰ ἀδυνατήσῃ, θὰ γίνῃ καὶ τὰ αὐτιὰ καὶ ἡ γλῶσσα, ποὺ ὑπηρετοῦν εἰς τὸ τραγούδι,
πᾶσαι θυγατέρες τοῦ ᾄσματος· λεπτὴ σὰν τὸ λάλημα τοῦ στρουθίου. Τὰ θὰ ἀδυνατίσουν.
αὐτιὰ καὶ ἡ γλῶσσα σου, ὄργανα ἄλλοτε

48/51
τοῦ τραγουδιοῦ σου, θὰ ἀδυνατήσουν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


12,5 καὶ ἀπὸ ὕψους ὄψονται, καὶ θάμβοι 5 Θὰ βλέπουν τὰ γεροντικὰ μάτια μὲ φόβον 5 Καὶ οἱ γέροντες θὰ φοβοῦνται τὸν ἀνήφορον καὶ εἰς τὸν
ἐν τῇ ὁδῷ· καὶ ἀνθήσῃ τὸ ἀμύγδαλον, τὸν ἀνήφορον καὶ θὰ θαμπώνουν εἰς τὸν δρόμον θὰ θαμπώνουν καὶ θὰ βλέπουν φόβητρα. Καὶ θὰ
καὶ παχυνθῇ ἡ ἀκρίς, καὶ διασκεδασθῇ ἡ δρόμον. Θὰ ἀνθήσῃ ἡ ἀμυγδαλιά, θὰ ἀνθήσῃ τότε ἡ ἀμυγδαλιά, θὰ ἀσπρίσουν δηλαδὴ τὰ
κάππαρις, ὅτι ἐπορεύθη ὁ ἄνθρωπος εἰς ἀσπρίσῃ δηλαδὴ τὸ κεφάλι τοῦ γέροντος. μαλλιά, καὶ ὁ γέρων θὰ γίνῃ δυσκίνητος σὰν τὴν παχειὰ
οἶκον αἰῶνος αὐτοῦ, καὶ ἐκύκλωσαν ἐν Τὰ εὐκίνητα ἄλλοτε, ὡσὰν ἀκρίδες, πόδια ἀκρίδα, καὶ ἡ κάππαρις θὰ σκορπισθῇ, θὰ σβήσουν δηλαδὴ
ἀγορᾷ οἱ κοπτόμενοι· του, θὰ γίνουν δυσκίνητα. Ἡ ὄρεξις διὰ τὰ αἱ ἐπιθυμίαι, καὶ ἡ ψυχὴ θὰ χωρισθῇ ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ὁ
φαγητὰ καὶ τὰς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς θὰ ἄνθρωπος θὰ ὁδηγηθῇ πλέον εἰς τὴν αἰωνίαν κατοικίαν
μειωθῇ εἰς τὸ ἐλάχιστον. Καὶ ὁ ἄνθρωπος του, τὸν τάφον, θὰ τὸν περιστοιχίζουν δὲ οἱ πενθοῦντες
θὰ ὁδηγηθῇ πλέον εἰς τὴν τελευταίαν οἰκεῖοι του καὶ οἱ ἐξ ἐπαγγέλματος μοιρολογισταί.
ἐπίγειον κατοικίαν του, τὸν τάφον. Θὰ τὸν
περιστοιχίζουν πενθοῦντες οἱ οἰκεῖοι του
καὶ οἱ πληρωμένοι μοιρολογηταί.
12,6 ἕως ὅτου μὴ ἀνατραπῇ τὸ σχοινίον 6 Λοιπόν, νὰ ἐνθυμῆσαι τόν Πλάστην σου, 6 Ἐνθυμήσου τὸν Θεόν, προτοῦ νὰ κοπῇ ἡ ἀσημένια
τοῦ ἀργυρίου, καὶ συντριβῇ τὸ ἀνθέμιον πρὶν τὸ πολύτιμον ἀσημένιο νῆμα τῆς ζωῆς ἁλυσίδα, τὸ νῆμα τῆς ζωῆς σου, καὶ σπάσῃ ἡ θήκη τοῦ
τοῦ χρυσίου, καὶ συντριβῇ ὑδρία ἐπὶ τῇ σου κοπῇ, πρὶν συντριβῇ τὸ χρυσὸ χρυσοῦ, ἡ ζωή σου, καὶ τσακισθῇ τὸ κανάτι εἰς τὴν πηγὴν
πηγῇ, καὶ συντροχάσῃ ὁ τροχὸς ἐπὶ τὸν ἀνθοδοχεῖον τοῦ βίου σου, πρὶν σπάσῃ ἡ καὶ τὸ μαγγάνι κατρακυλήση εἰς τὸ πηγάδι καὶ ὁ βίος
λάκκον, ὑδρία εἰς τὴν πηγὴν καὶ τὸ μαγγάνι καταλήξη εἰς τὸν τάφον καὶ τὸν Ἅδην.
ξεδιπλωθῇ καὶ κινηθῇ ὁλοταχῶς μέσα εἰς
τὸ πηγάδι.
12,7 καὶ ἐπιστρέψῃ ὁ χοῦς ἐπὶ τὴν γῆν, 7 Καὶ τότε θὰ ἐπιστρέψῃ πλέον τὸ χῶμα, τὸ 7 Καὶ τότε θὰ γυρίσῃ τὸ χῶμα, τὸ σῶμα δηλαδή, εἰς τὴν γῆν,
ὡς ἦν, καὶ τὸ πνεῦμα ἐπιστρέψῃ πρὸς σῶμα δηλαδή, εἰς τὴν γῆν, ὅπου καὶ ὅπως ὅπως ἦτο προτοῦ νὰ πλασθῇ, ἡ δὲ ψυχὴ θὰ γυρίσῃ πάλιν εἰς
τὸν Θεόν, ὃς ἔδωκεν αὐτό. ἦτο πρὶν πλασθῇ. Ἡ ψυχὴ ὅμως θὰ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος τὴν ἔδωκε.
ἐπανέλθῃ εἰς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος τὴν
ἔπλασε καὶ τὴν ἔδωκε.
12,8 Ματαιότης ματαιοτήτων, εἶπεν ὁ 8 Καὶ πάλιν ὁ Ἐκκλησιαστὴς λέγει καὶ 8 Καὶ πάλιν λέγει ὁ Ἐκκλησιαστής· ματαιότης ματαιοτήτων,
ἐκκλησιαστής, τὰ πάντα ματαιότης. ἐπαναλαμβάνει· ματαιότης ματαιοτήτων ὅλα εἶναι μάταια.

49/51
τὰ πάντα εἶναι ματαιότης.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


12,9 Καὶ περισσὸν ὅτι ἐγένετο 9 Σοφὸς μὲ τὸ παραπάνω ἔγινεν ὁ 9 Ἐπὶ πλέον ὁ Ἐκκλησιαστὴς ἔγινε σοφὸς καὶ ἐδίδαξεν
ἐκκλησιαστὴς σοφός, ὅτι ἐδίδαξε γνῶσιν Ἐκκλησιαστής, τὴν δὲ σοφίαν του αὐτὴν ἀληθινὴν γνῶσιν εἰς τὸν λαόν. Καὶ τὸ αὐτὶ ποὺ ἀκούει, θὰ
σὺν τὸν λαόν, καὶ οὖς ἐξιχνιάσεται καὶ γνῶσιν τὴν ἐδίδαξεν εἰς τὸν λαόν. Κάθε εὕρῃ τὴν ἀξίαν τῶν παροιμιῶν του.
κόσμιον παραβολῶν. δὲ αὐτὶ ἀνθρώπου ἠμπορεῖ, ἐὰν θέλῃ, νὰ
ἐξερευνήσῃ καὶ ἐξιχνιάσῃ τὸν πλοῦτον τῶν
ὡραίων αὐτῶν παραβολῶν.
12,10 Πολλὰ ἐζήτησεν ἐκκλησιαστὴς τοῦ 10 Πολλὰς ἐρεύνας καὶ ἀναζητήσεις 10 Ἔπειτα ἀπὸ πολλὰς ἐρεύνας ὁ Ἐκκλησιαστὴς
εὑρεῖν λόγους θελήματος καὶ ἔκαμεν ὁ ᾿Εκκλησιαστής, διὰ νὰ εὕρῃ προσεπάθησε νὰ εὕρῃ λόγους εὐαρέστους καὶ νὰ
γεγραμμένον εὐθύτητος, λόγους ὡραίους καὶ εὐαρέστους λόγους, καὶ νὰ καταγράψῃ ἐπακριβῶς καὶ μὲ εὐθύτητα λόγους τῆς
ἀληθείας. καταγράψῃ τοὺς λόγους αὐτοὺς τῆς σοφίας ἀληθείας.
καὶ ἀληθείας μὲ ἀκρίβειαν καὶ εὐθύτητα.
12,11 Λόγοι σοφῶν ὡς τὰ βουκέντρα καὶ 11 Οἱ λόγοι τῶν σοφῶν ὁμοιάζουν ὡσὰν 11 Οἱ λόγοι τῶν σοφῶν καὶ θεοπνεύστων ἀνδρῶν ὁμοιάζουν
ὡς ἧλοι πεφυτευμένοι, οἳ παρὰ τῶν τὴν βουκέντραν, ποὺ κεντοῦν εἰς κίνησιν μὲ βούκεντρα, ποὺ ὠθοῦν εἰς ξύπνημα καὶ πρόοδον
συνθεμάτων ἐδόθησαν ἐκ ποιμένας ἑνὸς καὶ ἐργασίαν. Ὁμοιάζουν μὲ καρφωμένα πνευματικήν, καὶ σὰν καρφιὰ καρφωμένα, διότι εἶναι λόγια
καρφιὰ διὰ τὴν ψυχὴν τοῦ ἀκροατοῦ. Οἱ μόνιμα, ποὺ προκαλοῦν ζωηρὰν ἐντύπωσιν εἰς τὸν
σοφοὶ αὐτοὶ λόγοι ἀποτελοῦν συλλογήν· ἀκροατήν. Οἱ λόγοι αὐτοὶ ἀποτελοῦν συλλογὰς καὶ
τοὺς ἔχει δὲ ἐμπνεύσει ὁ ἕνας καὶ ἐνεπνεύσθησαν ἀπὸ τὸν ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν Ποιμένα, τὸν
μοναδικὸς ποιμήν, ὁ Θεός. Θεόν.
12,12 καὶ περισσὸν ἐξ αὐτῶν. Υἱέ μου, 12 Εἶναι αὐτοὶ ἀρκετοί. Παιδί μου, πρόσεξε, 12 Καὶ ἐπὶ πλέον, παιδί μου, πρέπει νὰ διδαχθῇς ἀπὸ αὐτὰ
φύλαξαι, τοῦ ποιῆσαι βιβλία πολλά· οὐκ διὰ νὰ σὲ ὁδηγήσουν εἰς τὴν ὀρθὴν καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόζῃς. Τὸ νὰ γράψῃ κανεὶς πολλὰ βιβλία δὲν
ἐστὶ περασμός, καὶ μελέτη πολλὴ ἀντίληψιν τῆς ζωῆς καὶ τοῦ καθήκοντος. ἔχει ὄφελος, καὶ ἡ πολλὴ μελέτη εἶναι κόπωσις σωματικὴ
κόπωσις σαρκός. Παιδί μου, πρόσεξε νὰ μὴ μαζέψῃς πολλὰ καὶ ψυχική.
βιβλία. Δὲν τελειώνουν αὐτὰ ποτέ. Καὶ μὴ
λησμονῇς, ὅτι ἡ πολλὴ μελέτη εἶναι
καταπόνησις τοῦ πνεύματος καὶ τοῦ
σώματος.

50/51
12,13 Τέλος λόγου, τὸ πᾶν ἄκουε· τὸν 13 Ἂς κατακλείσωμεν τὸν λόγον μας μὲ τὸ 13 Τὸ δὲ τελικὸν συμπέρασμα τῆς ὅλης διδασκαλίας τοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Θεὸν φοβοῦ καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ σύνθημα· Ὅλα τὰ λόγια αὐτὰ ἄκουέ τα· νὰ βιβλίου αὐτοῦ ἤκουε ποῖον εἶναι· νὰ φοβῆσαι τὸν Θεὸν καὶ
φύλασσε, ὅτι τοῦτο πᾶς ὁ ἄνθρωπος. φοβῆσαι τὸν Θεόν, νὰ τηρῇς τὰς ἐντολάς νὰ τηρῇς τὰς ἐντολάς του, διότι ἡ διπλὴ αὐτὴ ἐντολὴ εἶναι
του, διότι εἰς αὐτὸ ἔγκειται ἡ ἀξία καὶ ὁ ὅλος ὁ σκοπὸς καὶ ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὴν γῆν.
προορισμὸς παντὸς ἀνθρώπου.
12,14 Ὅτι σύμπαν τὸ ποίημα ὁ Θεὸς ἄξει 14 Καὶ μὴ λησμονῇς ὅτι ὁ Θεὸς θὰ κρίνῃ 14 Διότι ὅλας τὰς πράξεις ὁ Θεὸς θὰ τὰς ὁδηγήσῃ εἰς τὴν
ἐν κρίσει, ἐν παντὶ παρεωραμένῳ, ἐὰν ὅλας ἀνεξαιρέτως τὰς πράξεις τῶν παγκόσμιον κρίσιν, καὶ κάθε ἀπόκρυφον καὶ τὰς ἐν ἀγνοίᾳ
ἀγαθὸν καὶ ἐὰν πονηρόν. ἀνθρώπων, ὅσον ἀπόκρυφοι καὶ ἀκόμη πράξεις, εἴτε καλαὶ εἶναι αὖται εἴτε κακαί, θὰ τὰς
λησμονημένοι ἂν εἶναι αὐταί· τόσον τὰς φανερώσῃ καὶ θὰ ἀποδώσῃ δικαιοσύνην.
καλὰς ὅσον καὶ τὰς κακάς.

51/51
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης

You might also like