You are on page 1of 3

Πριν εκατό χρόνια.

Καλοκαίρι του 1922, στη Μικρά Ασία.

(13/7/2022) Δέσποινα Αμασλίδου

Τον Ιούνιο του 22 οι Μικρασιάτες αγωνιούσαν πολύ. Η Ελλάδα με την


πολιτική της έδειχνε ότι θα τους εγκαταλείψει. Ο Χατζηανέστης, ο νέος
αρχιστράτηγος, έκαμνε αλλαγές στην ηγεσία, η δε κυβέρνηση σχεδίαζε
να φέρει τον στρατό σύντομα πίσω.

Τα γεγονότα κλιμακώνονται. Οι Τσέτες επιτίθενται στους Χριστιανούς,


σε πόλεις και χωριά, και το τουρκικό επιτελείο απαιτεί την εγκατάλειψη
της γραμμής Εσκί Σεχίρ-Αφιόν Καραχισάρ. Η ελληνική κυβέρνηση
προτείνει «αυτονόμηση» της Μικράς Ασίας (χωρίς τη δική της
ανάμειξη), δηλαδή εγκατάλειψη… Με λίγα λόγια: αφού πριν λίγο
εμπόδισε τη μικρασιατική άμυνα (αρνούμενη εξοπλισμό κι οργάνωση
του στρατού που τα χρειαζόταν), τώρα λέει στους Μικρασιάτες: «βγάλτε
τα πέρα μόνοι σας».
Στις 15 Ιουλίου ο ύπατος αρμοστής, Στεργιάδης, ανακοινώνει την
απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης για αυτονομία της Μικράς Ασίας,
μετά από συνεννόηση με τις Μεγάλες Δυνάμεις… που αποφάσισαν να
την επιστρέψουν στη Τουρκία. Ο φόβος των Μικρασιατών για
εγκατάλειψή τους από την Αθήνα επιβεβαιώνεται. Δημοσιεύεται στην
εφημερίδα της κυβερνήσεως ο σχετικός νόμος, του Πρωτοπαπαδάκη, με
τις υπογραφές του βασιλέα Κωνσταντίνου, και των Γούναρη και Ρούφου.
Η Εθνική Συνέλευση αποφασίζει ομόφωνα, την 16η Ιουλίου 1922, και
διατάζει: « Απαγορεύεται η εν Ελλάδι αποβίβασις προσώπων, ομαδόν
αφικνουμένων εξ αλλοδαπής, εφόσον ούτοι δεν είναι εφοδιασμένοι δια
τακτικών διαβατηρίων, νομίμως τεθεωρημένων… Τα πλοία τα
μεταφέροντα ομαδόν άτομα υποβάλλονται εις ποινές, τιμωρουμένων των
πλοιάρχων δι’ εξ μηνών φυλακίσεως και χρηματικής ποινής…».
Ουσιαστικά με τον νόμο αυτό απαγορεύουν την είσοδο στην Ελλάδα των
Ελλήνων της Μικράς Ασίας, που ήταν Οθωμανοί υπήκοοι, οι δε ποινές
(ποινικές και χρηματικές) είναι πολύ σκληρές. Επιπλέον, λίγο πριν έχει
απορριφθεί το αίτημα της «Μικρασιατικής Άμυνας» για ίδρυση ντόπιου
στρατού, ο δε Στεργιάδης αναλαμβάνει τον αφοπλισμό των Σμυρναίικων
πολιτοφυλακών.
Τον Αύγουστο ο εξουθενωμένος ελληνικός στρατός, καταδιωκόμενος
από τον τουρκικό, γεμίζει την Σμύρνη και κατευθύνεται στο λιμάνι, για
να επιβιβαστεί στα πλοία. Οι Τούρκοι πίσω τους… καίνε και σφάζουν.
Οι δε χριστιανοί ακολουθούν τον στρατό ελπίζοντας κοντά του να
σωθούν. Η πόλη πλημμυρίζει από πρόσφυγες, που απελπισμένοι
αγωνίζονται να μπουν σε μια βάρκα για να φτάσουν στα πλοία, και
δυστυχώς πνίγονται πολλοί.
Στις 19 Αυγούστου η ελληνική αρμοστεία στέλνει τα αρχεία της στην
Αθήνα και παράλληλα ενθαρρύνει τους Έλληνες να παραμείνουν στην
πόλη τους, βεβαιώνοντας ότι είναι ασφαλείς.
Στις 25 Αυγούστου ο αρχιστράτηγος Χατζηανέστης μεταφέρει σε πλοίο
το αρχηγείο της στρατιάς και σε λίγο ολοκληρώνεται η στρατιωτική
εκκένωση της Μικράς Ασίας από το λιμάνι της Σμύρνης. Ευρωπαίοι
ναύτες περιπολούν τις νύχτες και προστατεύουν τους ευρωπαίους και τα
ευρωπαϊκά ιδρύματα (σχολεία, προξενεία, νοσοκομεία κ.τ.λ.), ενώ οι
Έλληνες βρίσκονται στο έλεος των Τούρκων. Οι πρόξενοι Γαλλίας και
Αμερικής προτείνουν να φυγαδεύσουν τον μητροπολίτη Χρυσόστομο,
αλλά αυτός αρνείται να εγκαταλείψει το ποίμνιό του. Τη μέρα αυτή θα
γράψει το τελευταίο γράμμα του στον Ελευθέριο Βενιζέλο, στο οποίο
περιγράφει την τραγική κατάσταση.
Στις 27 Αυγούστου ο τουρκικός στρατός μπαίνει στην πόλη,
καταλαμβάνει το Διοικητήριο κι αρχίζει επίσημα τις σφαγές και τους
εμπρησμούς. Την ίδια μέρα ο μητροπολίτης Χρυσόστομος καλείται από
τον Νουρεντίν-πασά στο Διοικητήριο και παραδίνεται, μαζί με τους
δημογέροντες Κλιμάνογλου και Τσουρουκτσόγλου, στον μανιασμένο
όχλο. Τον υποβάλλουν σε φρικαλέα βασανιστήρια, τον ακρωτηριάζουν,
βάφονται οι δρόμοι της πόλης από το αίμα το δικό του και των
συνεργατών του.
Στις 31 Αυγούστου, αρχίζουν να καίνε τις συνοικίες. Πρώτη η αρμενική
και μετά οι ελληνικές. Οι πυροσβέστες ρίχνουν πετρέλαιο αντί νερό (με
μυστική εντολή του Κεμάλ) και μαζί ανατινάζουν κτήρια με δυναμίτη. Η
φωτιά καίει όλη την πόλη κι οι ξένοι, μες τα θωρηκτά τους ασφαλείς,
παραμένουν αδρανείς και ένοχοι, έχοντας δεχθεί διαταγή να μην
επέμβουν στις τουρκικές ενέργειες.
Όλοι τρομοκρατημένοι τρέχουν να σωθούν στην προκυμαία, πέφτουν
αλλόφρονες στη θάλασσα κι οι περισσότεροι πνίγονται μπροστά στα
μάτια των «πολιτισμένων» συμμάχων. Η φωτιά φτάνει στην προκυμαία.
Απελπισμένοι στρέφονται προς τα Μεσόγεια, αλλά οι Τούρκοι τους
περιμένουν κι εκεί. Στο νεκροταφείο και στο γήπεδο του Πανιωνίου
εγκλωβίζονται και δολοφονούνται 50.000 άνθρωποι. Βουρλά, Πέργαμος,
Αϊβαλί αλλά και στα βόρεια: Προύσα, Κίος, Νίκαια, Νικομήδεια και πιο
πέρα Ουσάκ, Ικόνιο κι όλος ο Πόντος γίνονται ο τάφος του
Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Εν τέλει ο πρόξενος Τζωρτζ Χόρτον με δυο αμερικανικά αντιτορπιλικά
που κινητοποιεί, και με ελληνικά ατμόπλοια κι αλιευτικά που καθοδηγεί
να προσεγγίσουν με αμερικανικές σημαίες, θα καταφέρει να διασώσει
πολλούς σ’ όλο το μήκος των ακτών. Επίσης ο Έιζα Τζένινγκς, ο
φιλάσθενος Αμερικανός πάστορας της Σμύρνης, θα επικοινωνήσει με την
ελληνική κυβέρνηση και με εντολή της τα ελλιμενισμένα καράβια της
Μυτιλίνης και της Χίου θα αναλάβουν να σώσουν τον κόσμο. Επί μέρες
πάνε κι έρχονται καράβια με πρόσφυγες. Όμως με νέα διαταγή του
Νουρεντίν-πασά (στις 3 Σεπτεμβρίου) συλλαμβάνονται όλοι οι άνδρες
από 18 μέχρι 45 ετών και οδηγούνται στα τάγματα εργασίας. Όσοι δε
δολοφονούνται στους γκρεμούς της Μαγνησίας, θα πεθάνουν από
αρρώστιες και κακουχίες στους δρόμους του θανάτου.

Οι πρόσφυγες θα φθάσουν στα λιμάνια της χώρας καταρρακωμένοι,


όπως κι οι άλλοι που θα έρθουν με την Ανταλλαγή, δύο χρόνια μετά. Θα
κρατηθούν καιρό στα λοιμοκαθαρτήρια, θα μείνουν χρόνια σε σκηνές και
παράγκες, μέχρι να κτίσουν τα σπίτια του εποικισμού, θα παλέψουν με
την ελονοσία και τη φυματίωση, τις μνήμες και τη νοσταλγία, θα
αποδοκιμαστούν και θα υποτιμηθούν σκληρά και άδικα από τους
ντόπιους, αλλά θα επιβιώσουν. Θα εργαστούν σκληρά, θα
αναγνωριστούν, θα προκόψουν, θα σπουδάσουν παιδιά, θα δικαιωθούν
και θα κρατήσουν μέσα τους καλά φυλαγμένα τα σπίτια, τις εκκλησίες,
τα χωράφια και τα βουνά τους, και προ παντός την ιστορία, την
παράδοση, τη μουσική, τους χορούς, τα φαγητά και τη θεοσέβειά τους.

Κι όλα αυτά θα τα μεταγγίσουν στην Ελλάδα με επιτυχία, κρατώντας


ζωντανή τη μικρασιατική τους καταγωγή εκατό χρόνια μετά,
αποκαλύπτοντας και επιβεβαιώνοντας περήφανα τα ψυχικά και
πνευματικά χαρίσματα της ελληνικής τους ταυτότητας.

You might also like